Professional Documents
Culture Documents
Φραγκουδάκη Άννα - Γλώσσα και ιδεολογία - ocr
Φραγκουδάκη Άννα - Γλώσσα και ιδεολογία - ocr
ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΟΔ ΥΣΣΕΑΣ
<D
!31ΒΛIΟΠΟΛ!Σ ΑΕΒΕ
ΑΝΝΑ ΦΡΑΓΚΟΥΔΑΚΗ
ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΟΔ ΥΣΣΕΑΣ
ΑΝΔΡΕΑ ΜΩΡΑΪΤΗ 3- 114 71 ΑΘΗΝΑ
ΤΗΛ 36.24326, 36.25.575 - FAX 36.4ΚΟ30 ·
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ .....................................................................
. 235
Β ΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 26 1
Α. ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΓΛΩΣΣΟΛΟΓΙΑ
ΔΥΟ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗ Γ ΛΩΣΣΟΛΟΓΙΑ
Π ίσω από κάθε φ ρ άση που αφο ρά τη γλώσσα κρύ βεται πάντα
ολόκλη ρη θεω ρία συνειδη τή η ασυνείδητη 8 4 • Οι μεταγλωσσι
κές θεω ρ ίες επιδρούν εντονότατα στη σχέση των ομιλητών με
τη γλώσσα, έχουν ά p α και γλωσσικές επιπτώσεις. Οι θεω ρ ίες
αυτές έχουν πάντα σχέση με κοινωνικές αξ ίες , με τη ν κοινωνι
κή διαστρωμάτωση και τη ν ιεραρχία τη ς, με τη ν κοινωνική
εξουσία. Τέτοια σχέση έχει και η ίδια η γλώσσα. Η νόμιμη
χ ρή ση τη ς , η υπεράσπιση τη ς στασιμότη τάς τη ς ή αντ ίθετα η
αλλοίωσή της έχουν κοινωνικούς στόχους.
Η όποια μελέτη αφορ ά τη γλώσσα δεν μπο ρεί να παρακάμψει
τη ν κοινωνική διάσταση . Σε έναν τόμο του 1976 με γλωσσολο�
γικές μελέτες του , που έχει τον τ ίτλο « Κοινωνιογλωσσικοί τύ"
ποι » , ο Γου ίλιαμ Λάμπο β εξηγεί ότι επίτη δες ώς τότε δεν ε ίχε
χ ρη σιμοποιή σει τον όρο « κοινωνιογλωσσολογία » : «Αντιστά
θη κ α χ ρόνια στον όρο κοινωνιογλωσσολογία, επειδή υπονοεί
ότι είναι δυνατό να υπάρξει πετυχη μένη γλωσσολογική θεωρία
ή π ρακτική που να μη ν ε ίναι κοινωνική >•8 5 • Οι μελέτες στον
τόμο αυτό αφορούν οι π ε ρ ισσότερες τις αλλαγές στη φωνολο
γ ία τη ς αγγλικής γλώσσας και διαπιστώνεται ότι οι αλλαγές
αυτές έχουν στενή σχέση με τη ν κοινωνική στρωμάτωσ η 86 , αλ
λά προέρχονται επίσης από κοινωνικά κίνητ ρα, κοινωνικές ιδέ
ες των ομιλη τ ών, που ασυνείδη τα επη ρεάζουν τους ήχους των
γλωσσικών ση μείων8 7 •
Αν η μελέτη τη ς φωνολογίας μιας γλώσσας εντοπίζει κοινω
νικά αίτια τη ς διατ ή ρη ση ς , τη ς υπερδιό ρθωση ς ή τ η ς αλλο ίω
ση ς των η χη τικών συνδυασμών που παράγουν νό η μα, τόσο πε
ρισσότερο υπάρχουν κοινωνικά αίτια των θεωριών yιι;ι τη
76 ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΙΔ ΕΟΛΟΓΙΑ
γλώσσα που παράγονται σε μια κοινωνία.
Για να γίνει δυνατή η ανάλυση των κοινωνικών αιτίων που
γεννούν τις γλωσσικές θεωρίες , χ ρειάζεται ο εντοπισμός των
κυ ριότερων ή των πλατύτερα αποδεχτών ανάμεσα σε αυτές .
Στη ν ελλη νική κοινωνία σήμερα προ βάλλονται και μοιάζουν
πλατιά αποδεχτές δύο ιδιαίτερα παραπλανη τικές θεω ρ ίες, που
καταλήγουν σε δύο γλωσσικά πρότυπα πολύ συγγενικά μεταξύ
τους . Η π ρ ώτη περιγράφει τη ν ελληνική γλώσσα ασθενική και
δ ίχως αντ ίσταση απέναντι στις ξένες λέξεις και από τη ν αξιο
λογική αυτή περιγραφή προ βάλλει ένα γλωσσικό π ρότυπο κα
θαρότη τας που επιπλέον συγχέεται με ιδεολογή ματα για τ η ν
ε θ νική κοινότ η τα και καταστροφικές προφ η τείες για τ η ν αλ
λοίωσ η ή εξαφάνισή τη ς 8 8 . Η δεύτερη περιy ράφει τη ν ελληνι
κή γλώσσα σαν κακής ή υπο βαθμισμένη ς ή κατώτερη ς «γλωσ
σικής » ποιότ η τας, τη ν ελλη νόφωνη κοινότη τα σαν « άγλωσ
σψ> 89 και στη ν αξιολογική αυτή καταδίκη λανθάνει το γλωσ
σικό πρότυπο τ η ς καθαρεύουσας 9 0 .
Επειδ ή , όπως γράφει ο Εμίλ Μπενβενίστ, η γνώση των κατα
κτή σεων τη ς γλωσσολογ ίας « καταστρέφει πλήθος αυταπάτες »
για τη ν « απόλυτη αξία τη ς γλώσσας » 9 1 , πολλαπλασιάζοντας τις
δυνατότη τες επικοινωνίας , θα π ροσπαθήσουμε να δείξουμε ότι
οι δύο αυτές θεωρίες είναι ασύστατες απολύτως επιστη μονικά,
επειδή είναι αθέμιτη η αξιολόγη ση των γλωσσών στη θέση της
περιγραφής και της ανάλυσής τους, επειδή είναι ακόμα πιο αθέ
μιτη η περιγ ραφή τη ς γ λ ώσσας που στη ρ ίζεται στις πεποιθή
σεις των μελετη τών και όχι σε συγκεκριμένη γλωσσολογική
έ ρευνα, επειδή τέλος οι ίδιες οι αξιολογή σεις έχουν κοινωνικά
κίν η τ ρ α και νοή ματα, όπως κοινωνικά κίν η τ ρα και νοήματα
έχει η ανωτερότη τα που έμμεσα αποδίδουν στον εαυτό τους
όσοι βλέπουν κατωτερότη τα στη χ ρήση τ η ς γλώσσας που κά
νουν οι άλλοι.
"Ενας δάσκαλος άκούει άλλο δάσκαλο πού βγάζει λόγο καί ρητο
ρέβει · «Μάσι ράσι κάσι ο ίεν φλο ίεν κουκουροίεν πατραμητραφρυγα
κακαούσας περιώρισται » . 'Αρπάζει το περιώρισται ό δάσκαλος (τ •
λής του σαν τη μόνη εκδοχή του λόγου. Η έμμεση αυτή πλη
ροφο ρ ία που συστη ματικά μεταδίδει το σχολείο για τη γλώσ
σα του , εμφανίζοντάς τη σαν τη μόνη «σωστή » ή « καλής
γλωσσικής ποιότητας » εκδοχή του λόγου, είναι εμπόδιο στην
κατάκτηση από τους μαθητές της μεταγλώσσας, με την ανα
γνώριση των κανόνων της επικοινωνίας που αυθόρμητα εφαρ
μόζουν, την κατανόηση δη λαδή σε αφη ρη μένο και λογικό
επίπεδο του γλωσσικού συστή ματος . Ακόμα είναι εμπόδιο για
την κατανόηση της γλωσσικής πραγματικότητας με την ποι
κιλία των κωδ ίκων που εξυπη ρετούν διαφο ρετικές επικοινωνι
ακές λειτου ργίες. Το σχολείο αναστέλλει τη φυσική γλωσσι
κή ,δη μιου ργικότητα των μαθη τών και ναρκοθετεί τον κυ ριό
τερο γλωσσικό στόχο του, που είναι να μάθει στους μαθητές
να χει ρ ίζονται με επάρκεια τις λόγιες παραλλαγές της εθνικής
γλώσσας.
Ο εκπαιδευτικός θεσμός παραβ μ πει τον τεράστιο πλούτο
και την περιπλοκή του γλωσσικού φαινομένου. Ανάγει τη
γλωσσική πλη ρότητα στη γνώση ο ρισμένων τυποποιη μένων
κανόνων, αποσιωπάει την πολύ ση μαντική για την επικοινω
νία εναλλαγή των γλωσσικών κωδίκων, αγνοεί ότι τη μητ ρική
τους γλώσσα δε σταματάνε ποτέ οι ομιλητές να τη μαθαίνουν
και ότι η παρέμβαση του σχολείου αποτελεί συγχρόνως συνέ
χεια της εκμάθησης της μητρικής και διεύ ρυνση του ση μασι
ολογικού δυναμικού των μαθητών με άλλες παραλλαγές της
εθνικής γλώσσας και μ ε άλλες γλώσσες (νεκρές και ξένες).
Ο στόχος του ελληνικο ύ σχολείου σήμερα ως προς τη
«γλωσσική αγωγή », όπως την ονομάζει, είναι η εκμάθηση της
λόγιας δημοτική ς, με π ρότυπο τη γραπτή λόγια και τη λογο
τεχνική γλώσσα, η εκμάθηση των παλιότερων λόγιων μορφών
από την ιστο ρ ία της γλώσσας και η εκμάθησ η της αρχαίας
γλώσσας . Οι λόγιες παραλλαγές θεω ρούνται πρότυπο της
γλωσσικής « ευγένειας » ή « ανωτερότητας » και οι λογοτεχνικές
παραλλαγές π ρότυπο της επικοινωνιακής καλαισθησίας. Δε
μαθαίνουν' οι μαθητές τις ποικίλες χρήσεις της φυσικής
γλώσσας στις διάφο ρες παραλλαγές της, αρχίζοντας από τη
μητρική τους (που δεν είναι η ίδια για όλες τις κοινωνικές τά
ξεις) ούτε τις διαφο ρετικές λειτου ργίες των έντεχνων παραλ
λαγών. Δε μαθαίνουν τ ι ς παλιότε ρες μο ρφές παρακολουθώντας
Γ ΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΣΧΟΛΕΙΟ ///
ρα σαν άλογο), χρήση της γλώσσας που είναι στο κατώφλι της
τέχνης.
Ακόμα, το παιδί προτού πάει στο σχολείο έχει πλή ρη ικανό
τητα εκπομπή ς περισσότερων νοη μάτων, με τη χρήση της
γλωσσικής λειτουργίας του λανθάνοντος μηνύματος. Το τετ ρά
χρονο αγο ράκι που ρωτάει με την καραμούζα στο χέρι , « Μα
μά, έχεις πονοκέφαλο ; » , εκφράζει συγχρόνως την επιθυμία
το υ , αλλά και την π ρ οσαρμοστική συμπεριφορά του , εφευρί
σκοντας πολύ κατάλληλη διατύπωση για να ζητήσει την
άδεια. Πολλά και περίπλοκα νοή ματα εκπέμπει κοριτσάκι 6
χ ρόνων σε κατάσταση όπου η επισκέπτ ρια θεία αγκαλιάζει
και χαϊδολογάει το μικρό της αδερφάκι : «(Πλησιάζοντας) Ο
Γιαννάκης μας δεν κατου ρήθηκε σήμερα. (Χτυπάει χαϊδευτικά
το πόδι του αδερφού) Μπράβο, Γιαννάκη ! » Καταφέρνει η μι
κ ρή να μεταδώσει τ ρ ία διαφορετικά λανθάνοντα μηνύματα και
να πλη ροφορήσει τη θεία συγχρόνως για το ελάττωμα του Γιαν
νάκη και για τη δική της άψογη συμπε ριφορά, χω ρ ίς ούτε
να κατηγορήσει το αδερφάκι άμεσα ούτε να αυτοαξιολογηθεί
ρητά.
Με άλλα λόγια, το παιδί φτάνοντας για π ρ ώτη φορά στο
σχολείο κυριαρχεί απόλυτα το γλωσσικό σύστημα, χρησιμο
ποιεί θαυμάσια τη μητρική του γλώσσα� την οποία διευ ρύνει
για να ανταποκρίνεται σε νέες καταστάσεις επικοινωνίας και
μπο ρεί να τη διευρύνει συνεχώς απέναντι σε νέα αιτήματα δια
φορετικών μο ρφών επικοινωνίας .
ΑΣΥΝΕΧΕΙΑ Γ ΛΩΣΣΙΚΗ
ή
δεν είναι ομόγλωσση ομάδα οι μαθητές
Πλη θωρικός
Ένα από τα συνη θέστερα και πιο συχνά χαρακτη ριστικά του
ιδεολογικού λόγου ε ίναι η πληθωρική μο ρφή . Ο πληθωρισμός
συνίσταται στην παρουσ ία μεγαλύτερου αριθμού λέξεων από
τις απαραίτητες για τη δη μιουργία νοή ματος, στην επιλογή
σπάνιων λέξ εων και στη γραμματική κ αι συντακτική επιτή δευ
ση . Η πλη θωρική μορφή λειτου ργεί σε βάρος του νοή ματος ,
στην καλύτερη πε ρ ίπτωση το κάνει δυσκολότερο στην κατανό
η ση και πολύ συχνά ασαφέστερο .
Πληθω ρική είναι η γλώσσα που χρησιμοποιεί πολλά συνώ
νυμα, χαρακτη ρίζεται από μεγάλη συχνότητα ορισμένων τύ
πων, όπως είναι οι επιθετικοί προσδιορ ισμο ί , οι προθέσεις και
τα επι ρ ρ ή ματα, από μακριές περιόδους και συντακτική περι
πλοκή , απ ό εξεζη τη μένη συντακτική δομή , από ρητο ρικές επα
ναλή ψ εις , περισσοτεχνία, μεγαληγορία και συνεχείς περιφ ρά
σεις . Η γλώσσα αυτή δ ίνει πριν απ ' όλα την εντύπωση της
σπανιότητας , με τη συστη ματική χρήση της λέξης εκείνης που
δεν ηχεί συνη θισμένη και οικεία , άσχετα αν κατασκευάζεται
αυτή η σπανιότητα, ανάλογα με το ιδίωμα, από αρχαιοπ ρεπείς
ελληνικού ρες ή και αρχαίες λέξεις , είτε αντ ίθετα από προκλη
τικά λαϊκόμορφες κατασκευές, από ξενισμούς , από νεολογι
σμούς , από παρασύνθετους ιδιωματισμούς , είτε κάποτε και από
μίγμα όλω ν αυτών.
Η πληθω ρική γλώσσα δη μιου ργεί νοη ματική ασάφεια και
πολύ συχν ό τερα απ ' ό ,τι νομίζουμε οδηγεί στον πλεονασμό και
την ακυ ριολεξία. Η επιτήδευση και η πληθώρα των λεκτικών
στοιχε ίων οδηγούν στη ση μασιολογική φθορά. Η κάθε λέξη
παύει να είναι ακριβής ση μασία , απαραίτητη και εννοιολογικά
αναντικατάστατη για τον προσδιορισμό του νοή ματος. Ε ά ν,
π.χ . , χρησιμοποιούνται τ ρ ία ή τέσσερα παρεμφερή επίθετα, για
να προσδιοριστεί ένα ουσιαστικό , ή τη ση μασία ενός ρή ματος
βαραίνουν δύο ή τρία επιρρή ματα, το ν ό η μα της φ ράση ς γίνε
ται ασαφέστερο , αλλά επίσης μειώνεται η ση μασία των προσ
δ ιορισμών, που χ άνουν μέρος από την εννοιολογική τους δύνα-
ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚ Η ΕΞΟΥΣΙΑ 157
Α ξιολογ ικός
Συμφυρμ ατ ικ ός
τικός και κοσμοσωτή ριος, με κύ ριο σ τ ο ιχε ίο του την υπερ βο
λή. Επίσης κατασκεύασε μια γέφυρα από το παρελθόν στο μέλ
λον παρακάμπτοντας το παρόν. Δη λαδή , υπεραξιολόγη σε το
παρελθόν, στο οποίο έ βλεπε μόνο θετικά στοιχεία και κυ ρ ίως
την αυθεντικότητα του γε ρμανικού λαού . Συγχρόνως καταδ ίκα
σε απόλυτα το παρόν, στο οποίο έ βλεπε μόνο αρνητικά στοι
χεία και κυ ρ ίως την αλλο ίωση της αυθεντικότητας με την απώ
λεια της καθαρότητας των ριζών. Και κή ρυξε τη σωτη ρ ία στο
μέλλον, με κύριο στόχο την αποκατάσταση της αυθεντικότητ ας
καθαρότητας (το περίφημο σύνθημα «αίμα και χώμα»). Τέλος,
ο λόγος αυτός κατασκεύασε λεκτικά μίγματα από όρους, λέξεις,
ιδέες , συνθή ματα, σύμβολα, που είχαν νόημα έντονα αντίθετο
και συχνά αλλη λοαναιρούμενο . Πρόκειται για το χαρακτη ρι
στικότερο τέχνασμα, γράφει ο Φάιγ, αυτή ς της εξουσίας, ένα
α.τcό τα κυριότερα αίτια που επέτρεψε στο «φασιστικό παράλο
γο » να γίνει αποδεκτό «από το λαό της φιλοσοφίας », τον γερμα
νικό λαό 1 1 , γιατ ί το φασιστικό παράλογο ξεκίνησε σαν νοημ α
τικός π αρ αλογισμός. Η ναζιστική εξουσία ένωσε τα αντ ίθετα
στο λόγο της. Στή ριξε την προπαγάνδα της στην καταγγελία
του κεφαλαίου και της κεφαλαιοκρατ ίας, ενώ συνεργάστη κε
στενά με το μεγάλο χρη ματιστικό κεφάλαιο, αλλά εμπόδισε
την κατανόηση της αντ ίφαση ς ταυτίζοντας το κεφάλαιο με
τους λίγους εβραίους τραπεζ ίτες , καταδ ίκη που σε λίγα χ ρόνια
μετατοπίστη κε ανεπαίσθητα και αφορούσε τους Ε β ραίους γενι
κά. Χρησιμοποίη σε τη λέξ η «επανάσταση », που ανή κε στην
ευρωπαϊκή αριστερά, ενώνοντάς τη με τον «εθνικισμό » και τη
συντη ρητική ιδεολογία της πιο αντιδ ραστικής μερ ίδας της
γε ρμανικής δεξιάς . Οικειοποιή θηκε το επίθ ε το · «σοσιαλιστι
κός », ενώνοντάς το με το ακρι βώς αντ ίθετό του την εποχή εκεί
νη «εθνικός ». Έφτιαξε έτσι λεκτικά τέ ρατα, όπως «εθνικοσο
σιαλισμός », «συντη ρη τική ι> και « Ο πισθοδ ρομική επανάσταση ».
Κατ άσ κεύασε το σύνθη μα «Δεν είναι προδοσία να προδίδεις
τους π ροδότες » και ονόμασε «μετριοπαθή λύση » της οικονομι
κής κ p ίσης, αυτήν που αργότερα ονομάστη κε «τελική λύση ».
Η κατάργηση των ση μασι ών αποδείχτη κε όσο ποτέ άλλοτε
στην ιστο ρία πόσο επικίνδυνη είναι κοινωνικά. Από νοη ματι
κά, από λεκτικά, τα τέρατα έγιναν πολιτικά και η εκτελεστική
εξουσία έγινε εκτελεστική στην κυριολεξ ία 1 2 •
1 70 ΓΛΩΣΣΑ Κ Α Ι ΙΔ ΕΟΛΟ Γ Ι Α
Ευφημι σ τ ι κός
φυλιακή γλώσσα της πολιτικής εξουσ ίας λέει «εμείς » εννο ών
τας «Οι Έλληνες », για όσους ήταν στη μία και όχι στην άλλη
πολιτική παράταξη . Αλλά πολλές πολιτικές ομάδες λένε σή
μερα « εμείς » μέσα σε φράσεις για τα συμφέροντα του ελληνι
κού λαού.
Το υποκείμενο υποκαθιστά πολλές φορές η λέξη «λαός »,
υποκατάσταση με τη γενίκευση που δ ίνει δύναμη στη δή λωση
(«ο λαός απαιτε ί»). Ι σχυ ρότατο αποτέλεσμα έχει ακόμα η κα
ταφυγή του πολιτικού ομιλητή σε υποκαταστάσεις που εμφα
νίζουν υποκείμενα των μηνυμάτων αφη ρημένες έννοιες και
η θικές αξίες. «Η ελευθερία απαιτε ί» , «η ομαλότητα επι βάλ
λει », «η δημοκ ρατία », «η δικαιοσύνη » , «το έθνος », «η ειρή
νη >> , « Ο σοσιαλισμός » κ . ο . κ . ε ίναι συχνές διατυπώσεις, που χά
ρη στη μετάθεση του υποκειμένου δ ίνουν μεγάλη δύναμη στον
ομιλητή , γιατί επι βάλλουν σιωπή στο δέκτη . Ο καθένας μπο
ρεί να αμφι βάλλει , οποιοσδή ποτε σχεδόν μπορεί να τολμή σει
να φέρει αντ ίρρηση στον έστω και δεινότατο συνάνθ ρωπό του.
Ενώ κανένας δεν μπορεί να αντιμιλή σει στη δικαιοσύνη , στο
μέλλον ή την πρόοδο, στο έθνος, το σοσιαλισμό, τη φυλή ,
την παράδοση , την ανθρωπότη τα κ . ο . κ .
Ο ευφη μισμός σ τ η ν επιστη μονική γλώσσα διαφέ ρει ώ ς ένα
βαθμό. Χρη σιμοποιεί ωστόσο και η επιστη μονική γλώσσα την
αποσιώπηση του υποκειμένου . Σε πολλά κε ίμενα για τη γλώσ
σα (την αξία της ελληνικής και την ανάγκη προστασ ίας της
από την κακή ποιότητα) συναντάμε τη συστη ματική χρήση
της κτητικής αντωνυμίας στη λέξη «γλώσσα». Τα κείμενα αυ
τά είναι πάντα πολεμικά. Υποστη ρίζουν μιαν άποψη με την
οποία κάποιοι άλλοι διαφωνούν. Η επίμονη λοιπόν επανάλη
ψη «η γλώσσα μας » , «τη ς γλώσσας μας » αποτελεί έμμεση οι
κειοποίηση της γλώσσας από τους « άλλους », που άρα δεν είναι
δική τους , εφόσον δε θέλουν την καλή της ποιότητα ή τη σω
τη ρία της από τη « ρύπανση » και τη φθορά.
Αποτελεσματικότερη είναι ίσως στην επιστη μονική γλώσσα
η ευφημιστική αντικειμενοποίη ση του συμπεράσματος, όταν
αντ ί να π ροκύπτει η θέση του συγγραφέα από τα τεκμή ρια και
τις αποδείξει ς, τα επιχειρή ματα και την ανάλυση , «συνάγεται »
ή «συνάγεται άρα» · από δυσνόητους συλλογισμούς ή καταφt!γή
σε θεωρητικές αυθεντ ίες. Δη λαδή , συνάγεται από μόνη τη ς,
Ι 72 ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ
Δ ιχο τομικός
Α υ ταπόδεικτος
δεν κ αταλα βαίνει , δ ι ατη ρεί το ρόλο του ρ ίχνοντας την ευθύνη
γ ια τη μη επ ι κ ο ι νωνία στον πομπό, η δή λωσή του είνα ι κ ριτική
κ αι απα ι τεί τουλάχιστον αναδιατύπωση του μηνύματος. (Συχνά
άλλωστε η φ ράση «Δεν κ αταλαβαίνω » ή «Δεν κ ατ άλα βα » ση
μαίνε ι αμφ ι σ β ήτηση κ αι άρνηση στον πομπό του δ ι καιώματος
να έχε ι ε κ φ ράσει αυτό που είπε . ) Εξ ίσου διατη ρεί το ρόλο του
ο δέ κ της όταν αρνείται να τον ασ κ ήσει. Η ερώτηση «Σε ποιον
μ ιλάς ; » συχνά σημαίνει κ ριτι κ ή , ο δέ κ της αμφισ βητεί στον
πομπό το δ ι κ αίωμα στο λόγο που του απευθύνει κ αι υπονοεί ότ ι
έχουν παρα β ιαστεί κ ανόνες της επι κ οινωνίας, πράγμα που τον
κ άνει να την αρνείται .
Η επι κ οινωνία κ αταστ ρέφεται όταν ο πομπός πετυχαίνει να
επι βάλλει στο δέ κ τη σ ιωπή . Όταν πετυχαίνει να τον αναγκά
σε ι να αναλά βει ολό κ λη ρη την ευθύνη για την απουσία επι -
Γ ΛΩΣΣΑ Κ Ι
Α ΚΟ Ι ΝΩ Ν Ι Κ Η Ε ΞΟΥΣ Ι Α 1 83
γόρευση της επικοινων ίας από τις εκκλη σίες οφείλεται στην
απόλυτη αξία που αποτελεί ο θείος λόγος, αυτός ο κατεξοχήν
μονόλογος στην ιστο ρία του πολιτισμού, εφόσον ταυτίζεται με
την υπέ ρτατη Αλήθεια. Μόνη δυνατή «επικοινωνία» με την
υπέρτατη αλήθεια είναι η αποδοχή της με τη σιωπή . Η μ ε τάδο
σή της η ίδια αποτελεί χάρη και έχει στόχο τη σωτη ρία των
δεκτών. Η γλώσσα των θρη σκειών δεν έχει στόχο την επικοι
νωνία, γιατ ί πομπός της είναι η αλήθεια. Κάθε διάλογος με την
αλήθεια είναι αδύνατο ς , ακόμα πεrισσότερο όταν αυτή εκπέμ
πεται από την εξουσία τη δίχως τέλος και αρχή , την αόρατη ,
αιώνια και συμπαντική κι ακόμα ασύλλη πτη από το ανθ ρώπινο
μυαλό.
Η μεγαλύτερη δύναμη της γλώσσας των θρη σκειών ωστόσο
δεν οφείλεται στη ρ ητή απαγόρευση της επικοινωνίας . Πηγά
ζει από το γεγονός ότι οι εκπρόσωποι των εκκλησιών ονομά
ζονται μεσάζοντες και μεταφραστές, ενδιάμεσοι πομπο ί και
ερμηνευτές του θείου λόγου . Μεταδότες του υπερ βατικού μη νύ
ματος της υπέ ρτατης αλήθειας, που εκπέμπεται προς όλους,
αλλά το δέχεται όποιος είναι άξιος να αναγνωρίσει τη χάρη
που του απευθύνεται και να εξασφαλίσει έτσι τη σωτη ρ ία (που
είναι σωτη ρ ία ούτε λίγο ούτε πολύ από το θάνατο). Με άλλα
λόγια, η μεγαλύτερη δύναμη της γλώσσας των θρη σκειών δεν
κρύ β εται στη ρητή αλλά στην έμμεση απαγό ρευσ η . Στη
βλασφημία που αποτελεί η οικειοποίηση του ρόλου του δέ
κτη , την αμαρτ ία να τολμήσει ο θνητός να βάλει τον εαυτό
του εξίσου κύριο πρόσωπο της ομιλίας με το υπέ ρτατο θείο
ον. Η μαγική ιδιότητα της γλώσσας β ρ ίσκεται στην καταδίκη
που α υ τόματα προκαλεί ο λογικός χειρισμός της υπέρτατης
αλήθειας.
Μοναδικός στόχος της γλώσσας των θρη σκειών είναι να
σώζει τους θνητούς , δη λαδή να κατασκευάζει τη συνοχή των
πιστών σε πο ίμν ι ο της εκκλησίας .
Η πολιτική γλώσσα έχει συχνά στόχο της να κατασκευάσει
τη συνοχή των δεκτών σε ομάδα, που η ύπαρξή της η ίδια
αποτελεί αποδοχή της ηγεσ ίας και η συνοχή της αποτελεί ανα
γνώριση της ιεραρχικής δομής που αποδ ίδει στον ομιλητή το
δικαίωμα να κατέχει το βήμα και το λόγο. Η καταστ ροφή της
επικοινωνίας είναι οικειοποίηση από τον πομπό του δικαιώμα-
ΓΛΩΣΣΑ Κ Α Ι ΚΟ Ι ΝΩΝ Ι Κ Η ΕΞΟΥΣ Ι Α 1 85
τερη από τις παλιές λογοκρισίες, γιατ ί εμποδίζει και αυτ ή την
κριτικ ή , τον αντίλογο και τον έλεγχο των κυβερνητών, αλλά
δίχως να το καταλαβαίνουν οι αναγνώστες . Ασκεί βία πολιτι
κ ή , που ενισχύει την εξουσία των η γ ετών, κυβερνώντων και
αντιπολίτευσης. Και όταν το σπουδαίο αυτ ό πολιτικό φαινό
μενο γίνεται αντιληπτό σαν κακ ή ποιότητα, που θεωρείται α
ποτέλεσμα της κακ ή ς ποιότητας των αναγνωστών, εμποδίζον
ται οι αναγνώστες να συνειδητοποιή σουν τη συμπαιγνία σε βά
ρος τους και καταδικάζονται επιπλέον με την ύστατη περιφρό
νηση ότι τους παρέχεται αυτό που αξίζουν.
Η πανίσχυ ρη λαϊκιστικ ή γλώσσα και η παντοδύναμη λαϊκι
στική δημοσιογραφία, που ελέγχουν τη γνώμη των πολιτ ών με
βιαιότατα μ έ σα, θα χάσουν μεγάλο μέρος από την αποτελεσμα
τικότητά τους, μόνο εφόσον γίνει φανερ ή και μπορέσει σπά
ζοντας τα φράγματα των παρερμηνειών να γίνει κατανοητ ή η
κοινωνικ ή τους λειτου ργία και οι πολιτικοί τους στόχοι. Για
να γίνει αυτό π ρέπει οι επαγγελματ ίες διανοούμενοι να διατη
ρούν σε εγρ ή γο ρση τη συνείδηση ότι και αυτοί ανή κουν στην
κοινωνία (σε ο ρισμένη κοινωνικ ή τάξη και στην ιδιαίτερη
κοινωνικ ή κατη γο ρ ία των παραγωγών ιδεών) και αυτό τους κα
θορίζει. Να μάχονται ενάντια στην «επαγγελματικ ή τους ιδεο
λογία» (την πίστη στη φυσικ ή τους ανωτερότητα), ώστε να
μην περιφρονούν τις λαϊκές κοινωνικές τάξεις, τη γλώσσα τους,
την παιδεία-κουλτού ρα και την ικανότητα των μελών τους να
κ ρ ίνουν ποια προ βλ ή ματα έχουν. Να δείχνουν οι διανοούμενοι
λιγότερη έπαρση , ώσ τε να βλέπουν ότι δεν είναι καλαισθησία
η τ ρομοκρατικ ή γλώσσα της μορφωτικ ή ς τους ανωτερότητας,
ούτε απουσία καλαισθησίας ο εξ ίσου αυταρχικός λαϊκισμός.
Τέτοιου ε ίδους αυτοέλεγχος των διανοουμένων (γιατ ί αυτοί έ
χουν τ ο λόγο) θα μπορέσει ίσως να π ροστατέψει και την εθνι
κ ή ταυτ ότητα από την εικόνα της άθλι ότητας, που οδηγεί σε
ό λο και μεγαλύτερο ιδεολογικό κενό και είναι ίσως το τελευ
ταίο και σημαντικότερο αίτιο όλων των φαινομένων που έχ ουν
σχέση με την ελληνικ ή γλώσσα και την άσκηση εξουσίας
στην ελληνικ ή κοινωνία.
Η ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΉ ΚΑΤΑΦΥΓΉ
ΣΤΗΝ ΑΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
νον αξίωμα ότι πρέπει να αλλάξει, αλλά προς την αντ ίθετη κα
τεύθυνση , να « ανανεωθεί» με την « αναγωγή » στις αρχαίες ρί
ζες . Contradictio terminis (ανανέωση = αλλαγή π ρος τα πίσω)
που γίνεται παγίδα, γιατ ί επιτ ρέπει στους χρήστες της να υπε
ρασπίζονται τη στασιμότητα της γλώσσας και συγχρόνως την
αλλαγή της, να προτείνουν να σταματήσει η « λαθεμένη » αλλα
γή , που οδηγεί στην παρακμή και να αρχίσει η «σωστή » αλλα
γή , που θα την καθαρίσει από τη « ρύπανση » και θα την πλου
τίσει με . . . ομη ρικούς νεοελληνισμούς.
Όλα τούτα, παλιά και παλιωμένα (από το 1 85 3 που γράφεται
από τον Π. Σούτσο Ή Νέα Σχολή τοϋ Γραφομένου Λόγου μέχρι
τους τελευταίους επιθετικούς καθαρευουσιάνους της δεκαετίας
του 1 950) δε θα είχαν πολλή σημασία, αν δεν υπή ρχε το φαινό
μενο να γ ίνονται αποδεκτά ευρύτερα, να υιοθετούνται από ομά
δες εξ ο ρ ισμού π ροοδευτικών διανοουμένων και να αναπαρά
γονται από μαρξιστές και αριστερά κόμματα.
Νομίζουμε ότι πολύ χαρακτη ριστικό παράδειγμα και ισχυρή
ένδειξη της αποδοχής που τυχαίνει ο μύθος της παρακμής είναι
η ο ργάνωση τον Ιανουάριο του 1 985 δη μόσιου διαλόγου, με αν
τικείμενο τη σωτη ρ ία της γλώσσας και του έθνους, από το μι
κρό κόμμα της α ριστεράς, που έθεσε στην ελληνική κοινωνία
το σημαντικό θέμα του σοσιαλισμού με δη μοκρατ ία και τόλ
μησε να καταπιαστεί με την προσπάθεια ανανέωσης των αρι
στερών οραμάτων. Στις 1 9. 1 . 1 985 λοιπόν το πρώην ΚΚΕ εσ. ο ρ
γανώνει η μερήσια δημόσια συζήτηση με θέμα τη σωτη ρ ία της
γλώσσας, στην οποία καλεί με την ακόλουθη ανακοίνωση 2 8 :
« Το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος Εσωτερικού αποφάσισε να πά
ρει πρωτοβουλ ία για το θέμα της Ελληνικής Γλώσσας, όπως τείνει
να διαμορφωθεί μετά την επισημοποίηση της Δ ημοτικής και τη λει
τουργία της στον γραπτό και προφορικό λόγο. Α ναγνωρίζει ότι η
παρατηρούμενη καθίζηση στην έκφραση, που διαπι στώνε'τ:μι με ιδι
αίτερο τρόπο στα μέσα της ενημέρωσης, στον τύπο, στο .σχολείο,
στα πολιτικά κόμματα κλπ. μπορεί να οδηγήσει σε πτώχευση της
πνευματικής μας ζωής. Το ΚΚΕ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ Υ εκτιμώντας ότι η
Γλώσσα του ;1 αού και η επιβίωση του Έθνους αλληλοσυνδέονται,
δεν μπορεί να μείνει αδιάφορο. Α ναλαμβάνει να διοργανώσει δημόσ,ιο
διάλογο για τη γλώσσα στον οποίο θα κληθούν να συμμετάσχουν εκ
πρόσωποι όλων των τάσεων. Η εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί το
226 ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ
εκ των προτέρων ποια «τάση » έχει ήδη πει και πρόκειται στο
«διάλογο » να υπερασπιστεί αυτά που είναι αυτονόητα και ολο
φάνερα και σωστά και εθνικής σημασίας .
Τ ο ση μαντικότερο ωστόσο είναι άλ λ ο. Ο πολύ περ ίεργος
προσδιορισμός της « έκφρασης » με τη λέξη « καθίζηση » παρα
πέμπει στη βιολ ογία, στο αίμα και ολοκλη ρώνεται η έμμεση
πλη ροφο ρ ία ότι πρόκειται εδώ για γενικότερο ζήτημα ζωής και
θανάτου με την αναφορά στην «επι βίωση του Έθνους » . Η
«πρωτο βουλία » έχει τη μέγιστη δυνατή πολιτική δικαίωση ,
αφού πρόκειται για τη σχέση της « Γ λώσσας του Λαού » με την
« επιβίωση του Έθνους » . Ένα από τα συστατικά τη ς βιολογι
κής ζωής του έθνους, η γλώσσα-αίμα ασθενεί από συγκεκριμέ
νη αλλοίωση , την « Κ αθίζηση » και η αρρώστια εμφανίζεται
«μετά την επισημοποίηση της δη μοτική ς και τη λειτουργία της
στον γραπτό και π ρ οφορικό λόγο » . Η « επι βίωση του Έθνους »
απειλείται από την « επιση μοποίηση της δημοτ ι κής » και αυτό
το από τον και ρό τ ο υ Ψ υχάρη α ρ αχνιασμένο σκιάχτ ρο, το υιο
θετεί ξάφνου η πιο προοδευτική μερ ίδα της επίσημης αριστε
ρ άς . Γ ιατί «η γλώσσα » , λέει, «δεν μπορεί να γίνει σημείο κομ
ματικής ή ιδεολογικής ταυτότητας » ούτε να «καταντήσει να θε
ω ρ είται στοιχείο πολιτικού προσδιορισμού » . Δη λαδή η γλώσ
σα « οφείλει » να στέκεται πάνω από τις κομματικές ταυτότητες
και τις ιδεολογίες, αξ ία υπερπολιτική , άρα υπερκοινωνική , η
γλώσσα πρέπει να μη χρησιμοποιείται από τον ένα και τον άλ
λο για να τον προσδιο ρίζει πολιτικά με τη χ ρ ήσ η της. Η
γλώσσα «πρέπει » να είναι αθώα, σαν να μην ήταν στοιχείο πο
λιτικού ακρι βώς προσδιο ρισμού η αντίληψη μιας γλώσσας που
το αίμα της δε μολύνουν πολιτικά ούτε ακόμα «χειρότερα »
κομματικά μικρόβια. Σαν να μην ήταν πολιτική η αντ ίληψη
μιας γλώσ q ας που από τη στατική μορφική της «ευγένεια »
εξαρτάται «η επι βίωση του Έθνους » .
ταυτότητα, ότι μέσα από περίπλοκη κρίση των αξιών που συνθέ
τουν την εθνική ταυτότητα γ ίνεται ανάκληση της λαμπρότητας
που έχει η ελληνική αρχαιότητα ως αξία παγκόσμια. Γίνεται
φαντασιακή οικειοπο ίηση αυτής της λαμπρ ότητας με τη μορφή
ιδεολογικού καταφυγίου.
Θα προσπαθήσουμε με λίγα λόγια να εξηγήσουμε τι εννοού
με με την κ ρ ίση των αξιών που συνθέτουν την εθνική ταυτότη
τα.
Την ελληνική κοινωνία σήμερα χαρακτη ρίζει απουσία πολι
τικής «προοπτικής» (με τη σημασία που δ ίνει στον ό ρο ο Γκέ
ο ργκ Λούκατς, μετουσίωση της υποκειμενικότητας σε έκφραση
της κοινωνικής πραγματικό τητας, που στη ρίζεται στο παρό ν
και προετοιμάζει το μέλλον). Η απουσία πολιτικής «προοπτι
κής », για τις κοινωνικές ομάδες που αρνούνται την κοινωνική
τάξη πραγμάτων, θα πρέπει να οφείλεται κατά το μεγαλύτερο
μέρος της στην κρίση των αριστερών ιδεών, το μαρασμό των
σοσιαλιστικών ιδανικών, τη φθορά της πειστικότητας που είχε
άλλοτε η σοσιαλιστική «προοπτική » και το γεγονό ς ό τι το κε
νό αυτό δεν κάλυψε ακόμα η δημιουργία νέων επαναστατικών
ο ραμάτων.
Στο πολιτικ ό πεδίο υπάρχει επίσης π όλωση σε διεθ νές επίπε
δο, τα κέντ ρα εξουσίας των δύο κόσμων ανατολής και δύσης
μεταδίδουν συστη ματικά το μήνυμα της αναγκαστικής επιλο
γής ανάμεσα στα δύο πρότυπα κοινωνίας , που εμφανίζονται
σαν ο ριστικά και τελευταία προϊόντα της ιστορικής εξέλιξης.
Η «προοπτική » παίρνει έτσι τη μορφή της αναγκαστικής επι
λογής ανάμεσα σε δύο κακά (το κεφαλαιοκρατικ ό πρότυπο με
τις τεράστιες οικονομικές ανισότητες και την αδικία ή το σο
σιαλιστικό πρότυπο με την αυταρχική κοινωνική ιεραρχία και
την ανελευθερία), ανάλογα με το ποιο νομίζει ο καθένας το λι
γότερο κακό. Συμ βι βαστικός ή κυνικός, ο αντιιστο ρικός αυτός
εξαναγκασμός σε δύο και μόνο επιλογές μειώνει υπερ βολικά
την κοινωνικ ή συνείδηση , γιατ ί καταστρέφει την έννοια της
αναγκαιότητας στη συμμετοχή των κοινωνικών ομάδων για την
αλλαγή των κοινωνικών δεδομένων , εμφανίζοντας τη συμμετο
χή μάταιη .
Σε αυτ ό το θεμελιώδες αίτιο της απουσίας πολιτικής π ροο
πτικής , σε αυτό το ιδεολογικ ό κενό των οραμάτων για τη δυνα-
230 ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ
1. Roland Barthes, Le degre zero de /' ecriture, εκδ. Gonthier, Παρίσι 1 9642
( 1 959), σ. 1 9.
ΣΗ ΜΕΙΩΣΕΙΣ σ. 1 2-30 23 7
ανή κει στον αναπλη ρωτή καθηγητή στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δ . Ε . του
Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Θανάση Γκότοβο. Για το θέμα αυτό βλ. και τη
φράση του Erwin Goffman, Forms of Ta/k, ό . π . , κεφ. Β : σημ. 3, όπου λέει,
στην επικοινωνία υπάρχει «μόνιμα η δυνατότητα ο ακροατής ( . . . ) να ζητή
σει ( . . . ) επανάληψη ή αναδιατύπωση του μηνύματος» (σ. 1 0). «Το αίτη
μα δεν αποτελεί απαίτηση απόλυτης κατανόησης - ο Θεός να φυλάει τον
καθένα μας από κάτι τέτοιο . » (σ. 1 1 ).
64. Βλ. επίσης Τζάρτζανος, Νεοελληνική Σύνταξις, ό.π., κεφ. Β: σημ. 39, τ. Β · ,
σημη νόρμα. Ωστόσο μιλάμε για κοινωνική διγλωσσία μόνο όταν οι χρή
στες έχουν συνείδηση της διαφοράς (dualite) και τουλάχιστον ο ρισμένοι
ανάμεσά τους μάχονται να τη μειώσουν ή να την εξαφανίσουν, είτε με τη
γενίκευση μιας από τις μορφές σε χ ρήση σε βάρος της άλλης , είτε με
σταδιακή μείωση των διαφορών που τις χωρ ίζουν . » (σ. 9). Στη συνέχεια
το άρθρο (όπως και άλλα του ίδιου τεύχους) κάνει κ ριτική στον όρο
diglossia του Ferguson, θεωρώντας ότι είναι απλουστευτικός, γιατί τις
γλωσσικές κοινότητες χαρακτη ρίζει κοινωνική πολυγλωσσία και όχι
απλώς διγλωσσία.
79. Αντίθετα με την ο ρολογία και τους ορισμούς που χρησιμοποιεί ο Γ.
Μπαμπινιώτης, Νεοελληνική Κοινή: πέρα της καθαρευούσης και της δημοτι
κής, εκδ. Γρηγόρης, Αθήνα 1 979, σ. 27 κε. και 4 1 κε. , ονομάζοντας «πραγ
ματική διγλωσσία» τον bilingualism και απλή «διμορφία » ή «διϋφία» τη
diglossia, για να υποστη ρίξει τη θέση ότι την ελληνική γλωσσική κοινό
τητα δε χαρακτη ρίζει « διγλωσσία», εφόσον καθαρεύουσα και δημοτική
ε ίναι και οι δύο «μορφές » ή «ύφη >• της ελληνικής γλώσσας, αντίθετα με
αυτά, η διάκριση στη διεθνή βι βλιογραφία είναι σαφέστατα το άνισο
κοινωνικό κύρος των δύο σε χρήση γλωσσών ή παραλλαγών. ' Αλλωστε
ο ό ρος diglossia του· Ferguson έρχεται να αντικαταστήσει τον όρο social
bilingualism , βλ. Mounin, Dictionnaire, ό. π . , κεφ. Β: σημ. 56, σ . 1 08 , βλ. και
Α. Martinet, La linguistique: guide alphabetique, εκδ. Denoel, Παρίσι
1 969, σ. 305 κε. Βλ. τέλος τ η διάσημη μελέτη για τη νέγρικη αγγλική
των Η Π Α , την οποία ο William Laboν αποδεικνύει άλλο γλωσσικό σύ
στημα, Language in the inner city, όπου στην αμέσως παρακάτω σημ. 83.
80. Βλ. Ferguson, ''Diglossia" , ό . π . , κεφ. Β : σημ. 77, σ . 325, 333 και 334.
8 1 . Βλ. και Dell Hymes, Foundations in sociolinguistics: an ethnographic ap
proach, εκδ. Uniνersity of Pennsylνania Press, Φιλαδέλφεια 1 974, σ. 30.
82. Ομάδα του Center for Applied Linguistics στην Ουάσινγκτον με υπεύθυνο
τον W. Shuy.
83. Τα δεδομένα της ε ργασίας αυτής βρ ίσκονται κυ ρ ίως στις εξής δη μοσιεύ
σεις: W. Laboν, Language in the inner city: Studies in the B/ack English
νernacu/ar, εκδ. University of Pennsylvania Press, Φιλαδέλφεια 1 972, επί
σης του ίδιου Socio/inguistic Patterns, εκδ. University of Pennsylvania
Press, Φιλαδέλφεια 1 972.
84. Αλλά και η γλώσσα που χρησιμοποιεί κανε ίς για να μιλήσει για τη
γλώσσα κρύβει πεποιθήσεις για τη γλώσσα. Όπως γ ράφει ο S . Pit Cor
der, Introducing applied /inguistics, ό . π . , κεφ. Β: σημ. 2, «υπάρχει πολύ στε
νή σχέση ανάμεσα στον τρόπο με τον οποίο μιλάμε για ένα επιστημονικό
αντικείμενο και τον τρόπο που το βλέπουμε, το εννοούμε, το αντιλαμβα
νόμαστε». Με την ίδια λογική «η γλώσσα που χρη σιμοποιούμε για να
ο ρ ίσουμε τι ε ίναι γλώσσα αποκαλύπτει τις συνειδητές ή λανθάνουσες
πεποιθήσεις μας για το τι είναι γλώσσα» (σ. 1 9) .
85. Laboν, Socio/inguistic Patterns, ό. π . , κεφ. Β : σ η μ . 53, Ε ισαγωγή , σ . Χ Ι Ι Ι .
8 6 . Σ τ ο ίδιο, βλ. τη μελέτη π ο υ τιτλοφορείται « Κοινωνική διάκριση στην
προφορά του R •>, σ . 43-69 και τη μελέτη , « Η υπερδιόρθωση στην κατώ
τερη μεσαία τάξη ως παράγοντας γλωσσική ς αλλαγής » , σ . 1 22- 1 42.
246 ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ
87. Στο ίδιο , βλ. τ η μελέτη με τ ίτλο «Τα κοινωνικά κ ίνητρα της αλλαγής
ενός προφε ρόμενου ήχου », σ. 1 -4 1 .
88. Βλ. Γιάννης Καλιό ρης, Ο γλωσσικός αφελληνισμός: πέραν τού μισοξενι
σμού και της υποτελείας, εκδ. Πολύτυπο, Αθήνα 1 984.
89. Βλ. Γ. Μπαμπινιώτης, Νεοελληνική Κοινή, ό . π . , κεφ. Β: σημ. 67, ενδεικτικά
σ . 79, 80, 83 και 86.
90. Ο Γ. Μπαμπινιώτης σε όλα σχεδόν τα κείμενά του, όπου μνημονεύει την
ιστορική διγλωσσία, καταδικάζει ρητά τους δύο « φανατισμούς» και π ρο
τ ρέπει στην « επιστημονική νηφαλιότητ � ... προτείνοντας συγχ ρόνως ως
« νεοελληνική κοινή » την καθαρεύουσα, βλ. Γ. Μπαμπινιώτου, Π. Κον
τού, Συγχρονική Γραμματική της Κοινής Ελληνικής, Αθήνα 1 967. Επίσης
υποστ η ρ ίζει ότι « η γλώσσα της επιστή μης» ήταν πάντα και ε ίναι ακόμα
και σήμερα η καθαρεύουσα. Βλ. Γ. Μπαμπινιώτου , « Κοινή Νέα Ελληνι
κή, 'Άντιγλώσσα" και διγλωσσία», Πλάτων, δελτίον της Εταιρίας Ελλή
νων Φιλολόγων, τομ. 24, αρ. 47/48, 1 972, σ . 1 95 (το κείμενο αναδημοσι
εύτηκε μεταγραμμένο από την καθαρεύουσα σε μικτή , στου ίδιου , Νεοελ
ληνική Κοινή, ό . π . , κεφ. Β: σημ. 67, σ. 73 κε).
9 1 . Benνeniste, Problemes de linguistique, τ. Ι, ό . π . , κεφ. Α: σημ. 2, σ. 39.
92. Vendryes, Le langage, ό . π . , κεφ. Β : σημ. 28, σ . 289.
93. Aitchison, Language change, ό . π . , κεφ. Β : σημ. 22, σ. 1 5- 1 9.
Το ίδιο, σημειώνει ο Roy H arris, The language makers, ό . π . , κεφ. Β: σημ.
74, συμ βαίνει με τους γάλ.λ.ους «πανεπιστημιακούς καθαρολόγους » , όπως
π.χ. τον R . Etiemble, που έχει γράψει το 1 964 το βιβλίο με τον υποτιμη
τικό τίτλο Parlez-νous Franglais?, κατακρίνοντας δάνεια από την αγγλική
γλώσσα, όπως jazz, weekend, κτλ. που χρη σιμοποιούνται πλατιά στην
καθημερινή γαλλική των μορφωμένων στ ρωμάτων. Ο Roy H arris προσθέ
τει: «Τα δάνεια συνεχίζουν παρά αυτές τις κριτικές, γιατ ί η διαφωνία
ορισμένων ατόμων δεν έχει την ισχύ για να επιβληθεί πάνω στη συλλο
γική επιλογή της κοινότη τας » (σ. ! 04).
Βλ. και Jean-Pierre Beaujot, " Les statues de neige: ou contribution au
portrait du petit defenseur de la langue franς:aise" , Langue Franι;aise, α ρ .
5 4 , Μάιος 1 982, σ. 40-55. Η μελέτη αφορά τους υπεραuπιστές (από τις
αρχές του αιώνα ώς σήμε ρα) της αυθεντικότητας, καθαρότη τας και ποιό
τη τας της γαλλικής γλώσσας και αναλύει τα κοινωνικά αίτια των θεω ρ ι
ών για την παρακμή και την ανάγκη σωτη ρ ίας της γλώσσας.
94. Vendryes, Le langage, ό . π . , κεφ. Β : σημ. 28, σ. 289.
95. Benνeniste, Problemes de linguistique, τ . Ι , ό . π . , κεφ. Α : σημ. 2, σ . 24 1 .
96. Τριανταφυλλίδης, «Ξενη λασία», ό . π . , κεφ. Β : σημ. 26, σ . 27.
97. Στο ίδιο, σ. 1 25.
98. Εμμ. Κ ριαράς, Η σημερινή μας γλώσσα, εκδ. Μάλλιαρη ς , Θεσσαλονίκη
1 984, σ. 45.
99. Τ ριανταφυλλίδης, «Ξενηλασία», ό . π . , κεφ. Β : σημ. 26, σ. 96.
Ι ΟΟ. Στο ίδιο, σ. 96.
! Ο Ι . Στο ίδιο , σ. 72.
! 02. Στο ίδιο, σ. 21 και 30.
1 03. Στο ίδιο, σ . 12 και 37.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ σ. 75- 83 247
με ρινή χρήση λέξεων από το λαϊκό λεξιλόγιο έμμεσα και ίσως όχι συ
νειδητά προσπαθούν να υπο βάλλουν στους μαθητές την αρχή ότι π ρέπει
να διαλέγουν και να χρησιμοποιούν όχι την καθη μερινή και λαϊκή , αλλά
την κανονιστικότερη λέξη . Υπο βάλλουν τη «σωστή » επιλογή , που είναι
να λέει ο μαθητής «ταλαιπω ρούμαι » όπως μεταφ ράζει το βι βλίο και όχι
βολοδέρνω, «γραμμή » και όχι χαρακιά. «χορτασμένο ς » και όχι μπουχτισμέ
νος, «σφυρίχτρα» και όχι ντουντούκα, «αφόρητη ζέστη ή καύσωνας » και
όχι λάβρα, « Παντελόνι» και όχι βρακί, «σημαία» και όχι παντιέρα, «νηνε
μία» και όχι μπουνάτσα. « ε ργαλείο ή σύνε ργο » και όχι μαραφέτι κ . ο . κ .
Π ροσπαθούν να υπο βάλουν δη λαδή στους μαθητές ερμηνείες ση μασιο
λογικά λαθεμένες των λέξεων που εκείνοι ξέρουν ήδη και χρησιμοποι
ούν, γιατί βέ βαια μπουχτισμένος καθόλου δε σημαίνει «χο ρτασμένος »,
ντουντούιω καθόλου δε σημαίνει «σφυ ρ ίχτρα», ούτε «σημαία» ακριβώς εί
ναι η παντιέρα κ.ο.κ.
22. Laboν, "The logic of nonstandard" , ό . π . , κεφ. Β : σημ. 1 3 1 , σ. 1 1 - 1 2.
23. Σετάτος, «Το γλωσσικό ζήτημα», ό . π . , κεφ. Β : σημ. 1 8, σ. 82, βλ. και σ. 85
και 85-86.
24. Μ . Α . Κ . H alliday, Α . Mclntosh, Ρ. Steνens, The linguistic sciences and lan
guage /earning, εκδ. Longman Linguistics Library, Λονδ ίνο 1 964 (αναδημ.
I ndiana Uniνersity Press, Μπλούμινγκτον Η Π Α 1 966), σ . 1 05.
25. Halliday, Language as social semiotic, ό.π., κεφ. Γ: σημ. 4, σ. 33.
26. Βλ. Γ . Μπαμπινιώτης, « Γλωσσολογία και διδασκαλία της γλώσσας », Σε
μινάριο 5: Γλώσσα και Εκπαίδευση (αφιέρωμα στον Εμμ. Κριαρά), Ιούνι
ος 1 985, σ. 2 1 -40.
Στο κείμενο αυτό ο συγγραφέας προτε ίνει για τη διδασκαλία της γλώσ
σας στο σχολείο τα ακόλουθα: « Ό. τι πρέπει να διδαχθεί στο σχολείο, όπως
είναι φανερό, είναι από την μια πλευρά το σύστημα, ο μηχανισμός της μητρικής
γλώσσας κι από την άλλη πρότυπα ομιλίας, πρότυπα συγκεκριμένης πραγμα
τώσεως του κοινού λόγου, χαρακτηριζόμενα από ευαισθησία, ικανότητα εκφρά
σεως της σκέψεως με ακρίβεια, σαφήνεια, αποτελεσματικότητα κι ευθυβολία.
Τέτοια πρότυπα ομιλίας μπορεί να είναι ένα επιτυχημένο λογοτεχνικό κείμενο,
ένα επιστημονικό άρθρο ευρύτερου ενδιαφέροντος και γενικότερα κάθε κείμενο
που πείθει πως έχει αξιοποιήσει στον καλύτερο βαθμό τις δυνατότητες που
παρέχει το σύστημα μιας γλώσσας. Με δυο λ όγια κάθε προϊόν δημιουργικού
λόγου. (. . . ) Όσο κι αν βολεύει η περιγραφή της συνήθως παγιοποιημένης γρα
π τής ομιλίας (. . . ). ωστόσο το προβάδισμα στη διδασκαλία της γλώσσας το έχει
η φυσική προφορική ομιλία. Έτσι πρότυπα ομιλίας που από τη φύση τους
βρίσκονται κοντύτερα στην προφορική μορφή του λόγου -όπως είναι λ.χ. ορι
σμένα λογοτεχνικά κείμενα (. . .) ή και κείμενα ζωντανού επιστημονικού λόγου,
καθώς και δοκίμια ή φιλολογικού κ. ά. περιεχομένου κείμενα- πρέπει να προτι
μώνται ως παραδείγματα δημιουργικού προφορικού λόγου έναντι άλλων που
υπόκεινται σε αυστηρή συμμόρφωση και τυποποίηση» (σ. 35-36).
252 ΓΛΩΣΣΑ Κ Α Ι ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ
Στο παράθεμα αυτό, το ση μαντικότερο μήνυμα βρίσκεται στο δεύτερο
μέρος, όπου ο συγγ ραφέας (α) δηλώνει ρητά ότι η γλωσσική διδασκαλία
π ρέπει να δίνει «το προβάδισμα» στη « φυσική ομιλία», τον προφορικό
λόγο και όχι στον γραπτό λόγο και (β) προτείνει σαν παραδείγματα «δημι
ουργικού προφορικού λόγου » τα λογοτεχνικά κείμενα, τα κείμενα ζωντανού(;)
επιστημονικού λόγου, τα δοκίμια και τα λοιπά κείμενα φιλολογικού περι
εχομένου. Η μεγάλη αυτή αντ ίφαση , να δηλώνει ότι πρέπει να διδάσκεται
η γλώσσα με παραδείγματα «προφορική ς » ομιλίας και να ονομάζει προ
φορικό λόγο τα «κείμενα», επιστημονικά, φιλολογικά, λογοτεχνικά, μέχρ ι
κ α ι τα «δοκίμια», δη λαδή τα π ρότυπα τ ο υ π ι ο έντεχνου (τεχνητού) γ ρα
πτού λόγου, ίσως να εξηγείται από την απόπειρα του συγγραφέα να
συνδυάσει το αίτημα της γλωσσολογίας (για την π ροτεραιότητα του φυ
σικού προφορικού λόγου) με την παραδοσιακή αντίληψη για το γλωσσι
κό πρότυπο, που ε ίναι η επίσημη γλώσσα στη γραπτή της μορφή. Ε πειδή
ο συνδυασμός ε ίναι αδύνατος, καταλήγει να ονομάζει παραδείγματα « φυ
σικής ομιλίας» τα λογοτεχνικά, επιστημονικά κτλ. κείμενα. Ο πωσδήποτε
πάντως η μεγάλη αυτή αντ ίφαση αποκαλύπτει ότι η αξιολόγη ση , η κοι
νωνική αξιολόγηση που π ρ ο βάλλει τις επίσημες παραλλαγές σαν π ρότυ
πα γλωσσικά, γ ίνεται αντιλη πτή από το συγγραφέα σαν γλωσσική διά
κ ριση, άρα πιστεύει στην ανωτερότητα των επίσημων παραλλαγών, παρά
τις ρητές αναφορές στη γλωσσολογία για το αντίθετο.
Αυτό το τελευταίο φαίνεται καθαρά και στο π ρ ώτο μέρος του παραθέ
ματος, όπου χ ρ η σιμοποιεί για να χαρακτη ρ ίσει τα γλωσσικά « πρότυπα»,
σαν να ήταν όροι επιστημονικοί, τις λέξεις «ευαισθη σία», «ακρίβεια•>,
«σαφή νεια», « αποτελεσματικότητα» και «ευθυ βολία». Τα « πρότυπα»
γλώσσας, που προτείνει να διδάσκει το σχολείο, πρέπει να χαρακτη ρ ί
ζονται από « ευαισθη σία», που όμως δεν είναι επιστημονική γλωσσολο
γική έννοια. Η «ευαισθησία» του γλωσσικού παραδείγματος είναι εξαι
ρετικά ασαφής και ρευστός χαρακτη ρισμός, π ράγμα που αποκλείει τη
δυνατότητα να οριστούν ε πιστημονικά κριτήρια «ευαισθησίας » μιας λε
κτικής παραγωγής. Η « α κ ρ ί βεια» στην έκφραση της σκέψης δεν είναι
ένα πρότυπο γενικής αξίας, είναι κατάλληλη για ο ρισμένα είδη ομιλίας
σε επίσης ο ρισμένες καταστάσεις επικοινωνίας, ενώ είναι ακατάλληλη
για άλλα (π.χ. για νd εκφράσει συναισθήματα, για την ποιητική έκφρα
σ η , για την επίσημη επικοινωνία όταν θ ίγονται θέματα που είναι κοινω
νικά τ αμπού , όπως η σεξουαλικότητα). Το ίδιο ισχύει για τη «σαφή
νεια,., που επίσης δεν είναι π ρότυπο για όλους τους επικοινωνιακούς στό
χους σε όλα τα πλαίσια (ε ίναι ακατάλληλη για τη θρησκευτική μεταφυ
σική, για την ερωτική επικοινωνία, για την ειρωνεία και την
επιθετικότητα, για τη λογοτεχνία, για την παραβίαση λεκτικών ταμπού).
Η « ευθυβολία» δεν ανή κει στο γλωσσολογικό λεξιλόγιο και είναι όσο
ρευστή και ασαφής είναι η «ευαισθη σία». Η « αποτελεσματικότη τα »
όμως είναι κοινωνιογλωσσολογική έννοια, μόνο π ο υ σημαίνει την επι
τυχία του ε πικοινωνιακού στόχου χάρη στην κατάλληλη επιλογή γλωσ
σικών στοιχείων, παραλλαγής και ύφους. ' Α ρα η « αποτελεσματικότητα»
με αυτή τη ση μασία αντιφάσκει με όλα τα προηγούμενα.
ΣΗΜΕ ΙΩΣΕΙΣ σ. 1 38- 1 49 253
στημίου Ιωαννίνων.
1 4. Βλ. περιγραφή της θεωρίας και του έντονου διαλόγου που π ροκάλεσε
στις ΗΠΑ, στο Φραγκουδάκη, Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης, ό . π . , κεφ. Γ:
σημ. 3, σ. 1 1 3- 1 27.
1 5. Όπως ε ίναι οι ομάδες που δημιουργήθη καν στις μεγάλες πόλεις μετά το
1 968 με χαρακτη ριστικές επωνυμίες, π.χ. Ε ργατική Εξουσία, Στην Υπη ρε
σία του Λαού , Διαρκής Πάλη (Potere Opera·iΌ, Serνire il Popolo, Lotta
Continua), βλ. Ι . Paccaguella, Μ. Cortelazzd, "La langue politique en Italie•>,
στο C . Kerbrat-Orecchioni, Μ . Mouilland, Le Discours Politique, εκδ.
Presses Uniν. de Lyon, σ. 5 7-68, όπου μνημονεύεται και η μελέτη του Ρ.
Violi, Ι giornali dell' estrema sinistra, εκδ. Garzanti, Μιλάνο 1 977.
1 6. Βλ. Bourdieu και άλλων, Rapp ort pedagogique, ό . π . , κεφ. Δ : σημ. 2.
1 7. Στο ίδιο, βλ. και Ρ. Bourdieu, J.-C. Passeron, Les heritiers, εκδ. Les editions
de Minuit, Παρ ίσι 1 964, βλ. ακόμα Pierre Bourdieu, Questions de Sociolo
gie, εκδ. Les editions de !Ί1 inuit, Παρίσι 1 980.
1 8. Bourdieu, Ce que parler νι•ut dire, ό. π. , κεφ. Β: σημ. 1 29.
1 9. Bourdieu, Questions de Sociologie, ό . π . , κεφ. Δ: σημ. 1 7, σ. 267.
Για το ίδιο θέμα, βλ. και Chomsky, Reflections, ό . π . , κεφ. Α : σημ. 1 7,
όπου αποκαλεί «τη νέα κοινωνική τάξη της τεχνολογικής ιντελιγκέντσι
ας, που ελπίζει να φέρει "τη βασιλεία της ε πιστημονικής ευφυίας", το
πιο αριστοκρατικό, δεσποτικό, υπερφίαλο και πιο ελιτιστικό απ ' όλα τα
καθεστώτα» (σ. 1 33).
20. Barthes, Le degre zero, ό.π., κεφ. Β: σημ. 1, σ. 22.
2 1 . Ducrot, Dire, ό . π . , κεφ. Α : σημ. 32, σ. 6
22. Bourdieu και άλλων, Rapp ort p edagogique, ό . π . , κεφ. Δ: σημ. 2, σ. 23.
Για το θέμα αυτό της συμβολικής μέσα στην κοινωνία χρήσης της
γνώσης υπάρχει ένα πολύ ενδιαφέρον ιστορικό παράδειγμα, η στάση των
αγραμμάτων την τελευταία περίοδο της τουρκοκ ρατίας απέναντι στο βι
βλίο. Οι αγ ράμματοι της εποχής αγο ράζουν βιβλία. Οι περιπτώσεις αυ
τές «εκφράζουν μια νέα ιδιότητα που αποκτά το βι βλίο, όταν από αντι
κε ίμενο χρήσης μετατ ρέπεται σε κοινωνικό σύμβολο· εκφράζουν δη λαδή
την επιθυμία ατόμων, που δεν γνωρ ίζουν ανάγνωση, να ενσωματωθούν
και με τον τρόπο αυτό σε μια ανώτερη βαθμίδα ενός κοινωνικού σώμα
τος, για το οποίο η αγορά βιβλίων και η δη μιου ργία βι βλιοθή κης αντι
προσωπεύουν μια διάκριση και ένα τ ίτλο τιμή ς » . Βλ. Παρέμβαση του
Φίλιππου Ηλιού στη στρογγυλή τ ράπεζα του Α Διεθνούς Συμποσίου,
·
νεία αντίθετα ε ίναι η απάντηση στο γιατί υπή ρχε ζήτημα, δηλαδή γιατί
διαφωνούσαν οι γλωσσολόγοι.
Ενώ ο συγγραφέας παρουσιάζει ρητά σαν ερμηνεία την περιγραφή του
προβλή ματος, η ερμηνεία του λανθάνει στην περιγραφή , αλλά είναι κι
αυτή τ αυτολογική. Η επιλογή των λέξεων «έριδα», « εμπλοκή», «κατανά
λωσαν» υπονοεί ότι οι γλωσσολόγοι καυγάδιζαν, επειδή ή ταν καυγατζή
δες. Γλωσσικό ζήτημα δη λαδή υπήρξε, επειδή οι γλωσσολόγοι έτυχε να
έχουν κακό χαρακτή ρα. Έχει προηγηθεί η αξιολόγηση αυτής της
« απάντησης .. σαν «τραγικής ». Πολύ έντεχνος χαρακτη ρισμός, που απο
στασιοποιεί το συγγραφέα από την «έριδα» και του αποδίδει έγνοια για
την επιστή μη, αλλά και μεγάλη φαινομενική αντικειμενικότητα: δεν κα
τακρίνει αυτός τους γλωσσολόγους, απλώς διαπιστώνει πόσο «τ ραγικό»
ε ίναι να καθυστερήσει η επιστήμη εξαιτίας της « εμπλοκής στην έριδα»,
πόσο «τραγικό » στάθη κε να έχει μια χώρα γλωσσολόγους τόσο εριστι
κούς.
Κλε ίνοντας την περιγραφή του προβλήματος, ο συγγραφέας αποδίδει
στον κακό χαρακτή ρα των γλωσσολόγων την «ομολογουμένως » και « δυ
σανάλογα" μεγάλη καθυστέρηση της επιστή μης. Το επίρρημα «ομολο
γουμένως» παραπέμπει στη γενικά γνωστή ή παραδεκτή καθυστέ ρηση
της επιστήμης και το «δυσανάλογα» έρχεται να ενισχύσει την προηγού
μενη αξιολόγηση των αιτίων του γλωσσικού ζητή ματος σαν πολύ
«απλών», αλλά και την αξιολόγηση που ακολουθεί: « απλό και ε1)κολο ».
Η διατύπωση («ενός προ βλήματος απλού και εύκολου στην βάσι του»)
κατασκευάζει έμμεσα μηνύματα αξιολογικά πολύ βίαια. Οι γλωσσολόγοι
της χώρας (με ανάμεσά τους δύο από τα μεγαλύτερα ονόματα στην ελλη
νική βι βλιογραφία) καθυστέρησαν τη γλωσσολογία, δη λαδή έβλαψαν
την επιστή μ'η . Η κατηγορία ε ίναι πολύ βαριά. Αυτό που την κάνει ωστό
σο απολύτως αθέμιτη ε ίναι ότι συνδυάζεται με την επαναλη πτική ρητή
περιγραφή του προβλήματος σαν απλού και εύκολου . Έ βλαψαν την
επιστήμη εξαιτ ίας του εριστικού χαρακτή ρα τους, αλλά επιπλέον την
έ βλαψαν, επειδή δεν μπόρεσαν να δουν κάτι που ή ταν πολύ απλό και εύ
κολο. Ε κτός από φανατικοί, όλοι οι γλωσσολόγοι της χώρας ή ταν επί
σης τυφλοί και ανόητοι.
Η πρόθεση του συγγραφέα πιθανότατα δεν ε ίναι να κατηγορήσει
όλους τους γλωσσολόγους , αλλά να αξιολογήσει σε αντιπαράθεση τους
«νεώτε ρου ς » γλωσσολόγους που έχουν «νηφαλιότητα .. , « ρεαλισμό " και
«επιστημονική διάθεσι», αρετές χάρη στις οποίες βλέπουν τα « απλά"
προ βλήματα και βρίσκουν τις « απλές και εύκολες " λύσεις. Η π ρόθεσή
του είναι να αποδείξει την ουδετερότητα και την αντικειμενικότητά τού
απέναντι στη γλωσσική «έριδα•>, με την καταγγελία των άλλων για φα
νατισμό. Ε π ίσης να παγιδεύσει τον αναγνώστη στην αξιολογική περιγρα
φή. Η διατύπωση (κυ ρ ίως με τις λέξεις « εμπλοκή», «έριδα», «νηφαλιότη
τα» κτλ . , «δυσανάλογα .. , «απλή », « απλό και εύκολο») υπονοεί πολύ καθα
ρά ότι όποιος δε βλέπει πόσο απλό είναι το θέμα, πόσο κακό είναι η «έρι
δα" και πόσο απλή και εύκολη ε ίναι η λύση του γλωσσικού, είναι απλού
στατα και αυτός τυφλός ή φανατικός ή και τα δύο.
258 Γ ΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ
5. Γ. Μπαμπινιώτη ς, Νεοελληνική Κοινή, ό.π., κεφ. Β : σημ. 79, σ. 1 5- 1 6 και 1 7
(βλ. κ ίχ ι του ίδιου Συνοπτική ιστορία της ελληνικής γλώσσας, Αθήνα 1 986,
σ. 1 65 και 1 66).
6. Στο ίδιο, σ . 27 ( βλ. και Συνοπτική ιστορία της ελληνικής γλώσσας, σ . 1 7 1 ) .
7. Στο ίδιο, σ. 27-28 ( β λ . κ α ι Συνοπτική ιστορία της ελληνικής γλώσσας, σ .
1 7 1 - 1 72):
8. Δ . Γ . Μπαμπινιώτου, « Κοινή νεοελληνική», Πλάτων, ό.π., κεφ. Β: σημ. 90,
σ. 1 95.
9. Μπαμπινιώτης, Νεοελληνική Κοινή, ό . π . , κεφ. Β : σημ. 79, σ. 22, ( βλ. και του
ίδιου, Συνοπτική ιστορία της ελληνικής γλώσσας, ό . π . , κεφ. Ε: σημ. 5, σ.
1 69).
1 0. Γ. Μπαμπινιώτης, «Υπεραπλουστεύσεις κ'αι παρερμηνείες ", Η Καθημερινή
8 . 7 . 1 982, αναδημοσίευση στον τόμο του Ε λλη νικού Γλωσσικοί> Ομίλου,
Ελληνική Γλώσσα, Α , εκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα 1 984, σ . 1 70- 1 7 1 ( βλ. και
του ίδιου, Νεοελληνική Κοινή, ό . π . , κεφ. Β : σημ. 79, σ. 1 03).
1 1 . Στο ίδιο, σ . 1 7 1 .
1 2. Μπαμπινιώτης, Νεοελληνική Κοινή, ό . π . , κεφ. Β : σημ. 79·, σ . 3 1 κε. και 36
(βλ. και του ίδιου, Συνοπτική ιστορία, ό . π . , κεφ. Ε: σημ. 5, σ . 1 73 και 1 76).
Στο θέμα της σύνταξης ειδικά, ο συγγραφέας είναι βέβαιος ότι η νεο
ελληνική κοινή έχει τη σύνταξη της καθαρεύουσας. Υπάρχει μάλιστα
εξέλιξη ως προς αυτή τη βεβαιότητα. Σε κε ίμενο του 1 978 γράφει: «Με
αρκετή εικοτολογία (γιατί λε ίπουν ακόμη οι κατάλληλες επιστημονικές
μελέτες) μπορεί να υποστη ριχθή για την συντακτική δομή της κοινής νε
οελληνικής ότι είναι κι αυτή προϊόν συνθέσεως με έντονη την λόγια πα
'
pουσ ία,, (Μπαμπινιώτης, Νεοελληνική Κοινή, ό . π . , κεφ. Β: σ ημ. 79, σ. 36).
Στην αναδημοσ ίευση αυτού του κειμένου το 1 985 η ίδια φράση ε ίναι δι
αφορετικά διατυ πωμένη : «Με ανάλογη βεβαιότητα μπορεί να υποστη ρι
χθεί για την συντακτική δομή της κοινής νεοελληνικής πως κι αυτή εί
ναι προϊόν συνθέσεως με έντονη την λόγια παρουσία » (Συνοπτική ιστο
ρία. ό . π . , κεφ. Ε: σημ. 5, σ. 1 76). Η «εικοτολογία» έγινε « βε βαιότητα",
αλλά είναι κρίμα που δε μνη μονεύονται οι μελέτες που θα πρέπει στο με
ταξύ να έγιναν για να βε βαιώσουν την παλιότερη υπόθεση .
1 3. Γ. Μπαμπινιώτης, « Ν εοελληνική γλώσσα, μέ ριμνα, αμεριμνη σία και
υπερπροστασ ία», αναδημοσιευμένο από την Καθημερ:νή Μα'ϊου και Ιου
νίου 1 982, στο συλλογικό τόμο του Ελληνικού Γλωσσικού Ομ ίλου, Ελ
ληνική Γλώσσα, ό.π., κεφ. Ε: σημ. 1 0, σ. 1 43.
1 4. Γ. Μπαμπινιώτης, Γλωσσολογία και λογοτεχνία: από την τεχνική στην τέ
χνη του λόγου; Αθήνα 1 984, σ. 1 48.
1 5. Μπαμπινιώτης, στο συλλογικό τόμο του Ε λληνικού Γλωσσικού Ομίλου,
Ελληνική Γλώσσα, ό . π . , κεφ. Ε : σημ. 1 0, σ. 1 4 1 .
1 6. Στο ίδιο, σ . 1 74.
1 7. Στο ίδιο, σ. 1 44- 1 45 .
1 8. Σ τ ο ίδιο, σ. 1 73.
1 9. Στο ίδιο, σ. 1 44.
20. Μπαμπινιώτης, Θεωρητική γλωσσολογία, ό . π . , κεφ. Ε: σημ. 3, Π ρόλογος,
σ . 5.
ΣΗ Μ Ε ΙΩΣ Ε Ι Σ σ. 2 1 7-233 259
τον τ ίτλο «Θρηνη τ ική εικασία») γράφει: Ο τόπος διαλύεται και κα
" · · ·
?
CHAPPELL, ν.c., (ed), Ordinary Language, Dover Pu licatίons Inc.,
New Yorlc 1 9ό4.
CHARAUDEAU, Ρ., Langage et discours: έlέments de sέmiolinguistique,
Hachette Unίv., Parίs 1 983.
CHARTI ER, R . , (sous la dίr. de), Pratiques de Ια /ecture, Rίvages, Paris
1 985.
CHOMSKY, Ν . , Syntactic Structures, Mouton, The Hague 1 957.
CHOMSKY, Ν., A spects of the Theory of Syntax. The ΜΙΤ Press, Cam
bridge Mass. 1 980 1 2 ( 1 965).
CHOMSKY, Ν., Language and Mind, Harcourt Brace, New York 1 972 2
( 1 968).
CHOMSKY, Ν., Reflections on Zanguage, Pantheon Books , New York
1 975.
CHOMSKY, Ν . , Current Issues in Linguistic Theory, Mouton, La Haye
1 964.
CHOMSKY, Ν . , Language and Responsabi/ity (Based on conversatίons
wίth Mίtsou Ronat), The Harvester Press, Sussex 1 979.
CHOMSKY, Ν., Δ ιάλογος με τον Πιαζέ, βλ. Pίaget .
COHEN, Μ . , Matέriaux pour une sociologie du Zangage, t. 1, Maspero,
Paris 1 97 1 2 (Albίn Michel 1 956).
COHEN, Μ . , Matέriaux pour une socio/ogie du /angage, t . 11, Maspero ,
Paris 1 978.
COHEN, J . , Le haut Zangage: thέorie de /α poέticitέ, Flammarion, Paris
1 979.
COMMUNICA TIONS, (Idέologies, discours. pouνoirs), αφιέρωμα στον
Georges Friedmann, 28, 1 978.
COMMUN ICATIONS, (Les actes du discours), αφιέρωμα στον J . L .
Austin, 3 2 , 1 980.
COMMUNICA TIONS, αφιέρωμα στο θέμα: Grammaire gέnέratiνe et sέ
mantique, 40, 1 984.
CORCORAN, Ρ . Ε . , Political Zanguage and Rhetoric, University of Queens
land Press, Queensland (Australia) 1 979.
CORDER, S . P. , lntroducing applied linguistics. Penguίn, London 1 982 2
( 1 973).
COURTIAL, J.-P., La communication piέgέe, R. Jauze, Paris 1 979.
DAH LBERG, G., Context and the child's orientation to meaning, Glee
rup, �tockholm 1 985.
DANFORTH, L.M., "The ίdeologίcal context of the search for continui
tίes in Greek culture", Journal of Modern Greek Studies, May 1 984.
DANON-BOI LEAU ι . , 'Άrgumentation et dίscours scientifique" , Lan
gages, 42, Juin 1 976.
Β ΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 265
Δ Ε Μ Ι ΡΗ-ΠΡΟΔΡΟΜΙΔΟΥ, Ε . , Ν ΙΚΟΛΑ· Ι · ΔΟΥ-ΝΕΣΤΩΡΑ, Δ . , ΤΡΥΦΩΝΑ
ΑΝΤΩΝΟΠΟΥ ΛΟΥ, Ν . , Η γλώσσα των ιδιωτισμών και των εκφρά
σεων, Uniνersity Studio Press, Θεσσαλονίκη 1 983.
DOWNES, W., Language and Society, Fontana, London 1 984.
D UCROT, Ο . , Dire et ne pas dire: prίncipes de semantique /inguistique,
Hermann, Paris 1 9802 ( 1 972).
D UCROT, Ο . , et al., Les mots du discours, Les editions de Minuit, Paris
1 980.
D UCROT, Ο . , Les echel/es argumentatiνes, Les ί:ditions de Minuit, Paris
1 980.
D UMORTIER, J.-L., PLAZANET, F., Pour Zire /e recit: /' ana/yse
structura/e au serνice de /α pέdagogie de Ζα /ecture, De Boeck,
Bruxelles 1 980.
λονίκη 1 963.
ΤΣΟΥΚΑΛΑΣ, Κ., Κράτος, κοινωνία, εργασία στη μεταπολεμική Ελλάδα,
Θεμέλιο, Αθήνα 1 986.