You are on page 1of 3

Τα Χριστούγεννα του τσιγγούνη

Μαρία Ανδρ. Σπυροπούλου-Χάρης Πεγιάζης


Cambia, 2023.

“Θα τιμώ τα Χριστούγεννα από τα βάθη της καρδιάς μου


και θα προσπαθώ να ζω σ` αυτό το πνεύμα όλο τον χρόνο.
Θα ζω στο παρελθόν, στο παρόν και στο μέλλον.”
(C. Dickens, A Christmas Carol, p. 84. Μτφρ. Μαριάννα Κουτάλου)
“Christmas is the day that holds all time together.”
(Τα Χριστούγεννα είναι η μέρα που κρατά τη συνοχή του Χρόνου.)
(Alexander Smith, μτφρ. της γράφουσας)
Εκείνη τη φθινοπωρινή μέρα του 1843, εν μέσω της μεγάλης οικονομικής και
ανθρωπιστικής Κρίσης του 1840 που μάστιζε το Ηνωμένο Βασίλειο, όταν ο Κάρολος
Ντίκενς ξεκίνησε εν θερμώ, πιεσμένος από τις περικοπές ποσοστών που του
επέβαλαν οι εκδότες του, να γράφει τη Χριστουγεννιάτικη ιστορία, αγνοούσε ότι με τη
σχετικά σύντομη αυτή νουβέλα επαναπροσδιόριζε -ίσως και επανεφεύρισκε- τα
Χριστούγεννα.1 Πράγματι, η διαχρονική «αμηχανία» του χριστιανικού ιερατείου
απέναντι στον εορτασμό της Θείας Γέννησης είχε οδηγήσει ιστορικά σε
αλλεπάλληλες απαγορεύσεις εκδηλώσεων και εθίμων ως παγανιστικών, με κορυφαία
την εποχή της επικράτησης των Προτεσταντών-Πουριτανών κατά τον 16 ο-17ο αιώνα
στον αγγλόφωνο κόσμο, όπου είχε καταργηθεί εντελώς η γιορτή. Ο ρομαντικός 19 ος
αιώνας την επανέφερε, μέσα από σποραδικές, δειλές αναβιώσεις εθίμων και
παραδόσεων, ενώ συγγραφείς της Βικτωριανής περιόδου, όπως οι ξεχασμένοι σήμερα
Frederic Shoberl και Letitia Landon,2 συνέβαλαν στην ταυτοποίησή τους ως γιορτή
αγάπης και αλτρουϊσμού.
Ο Ντίκενς συνέλαβε το zeitgeist και, μπολιάζοντάς το με προσωπικές μνήμες
από τη δύσκολη παιδική του ηλικία, σε συνδυασμό με τα κοινωνικά του
αντανακλαστικά απέναντι στις άθλιες συνθήκες διαβίωσης των λαϊκών στρωμάτων
και στις χαώδεις ταξικές ανισότητες της εποχής του, φιλοτέχνησε τελικά, με φόντο το
tableau vivant του λούμπεν Λονδίνου, την άκρως οπτιμιστική προσωπογραφία ενός
ανθρώπου που, έστω και στη δύση της ζωής του, αλλάζει! Άντλησε υλικό από τις
μεσαιωνικές Ηθικολογίες και τη λαϊκή παράδοση των θεατρικών Χριστιανικών
Αλληγοριών: πηγή έμπνευσής του είναι, αναμφίβολα, η πιο γνωστή από αυτές, το
Everyman3, στην οποία ο κεντρικός χαρακτήρας είναι ξεκάθαρα το πρόπλασμα του
Εμπενίζερ Σκρουτζ, ενώ οι προσωποποιημένες σε αυτό Ιδέες (Αρετή, Φρόνηση,
Δύναμη κ.λπ.) μεταποιούνται από τον Ντίκενς σε Πνεύματα του παρελθόντος, του
παρόντος και του μέλλοντος. Παρόλα αυτά, η Χριστουγεννιάτικη ιστορία, μακριά από
τον ορθολογισμό και τον μανιχαϊστικό, κανονιστικό χαρακτήρα της Ηθικής

1
Περισσότερα για αυτό το θέμα στο Standiford, L. (2008) The man who invented Christmas : how
Charles Dickens's A Christmas carol rescued his career and revived our holiday spirits. Crown
Publishers. Επίσης στο άρθρο του Geoffrey Rowell Dickens and the Construction of Christmas
(History Today, 43, 12/12/1993).
2
Ο Frederic Shoberl έγραψε το Forget Me Not; A Christmas, New Year’s and Birthday
Present (1833) και η L. E. Landon το Fisher`s Drawing Room Scrap Book (1832-8), και τα δύο
χριστουγεννιάτικα λευκώματα, ανάτυπα των οποίων διατίθενται ακόμα.
3
Στην Ελλάδα εκδόθηκε το 2014 από τις εκδόσεις Οδός Πανός, με τον τίτλο Ο καθένας.
Αλληγορίας, εισάγει τον υπέροχο παραλογισμό της άνευ όρων αγάπης και της
ανυστερόβουλης προσφοράς, καθώς και το Θαύμα της μεταμόρφωσης του
φιλάργυρου και εγωτικού ατόμου σε πρόσωπο.
Το αρχετυπικό, αφοπλιστικά απέριττο αυτό αφήγημα του «κακού» που γίνεται
«καλός», παρά την απλότητά του -ή ακριβώς χάρις σε αυτήν- έχει γνωρίσει άπειρες
διασκευές και εκδοχές. Πρώτος ο συγγραφέας του το τροποποίησε και προσάρμοσε
για ακροατήριο, για τις ανάγκες των δημόσιων αναγνώσεων του έργου που έκανε ο
ίδιος από το 1853 ως τον θάνατό του.4 Έκτοτε η νουβέλα μεταποιήθηκε σε παραμύθι,
κόμικς, κλασικό εικονογραφημένο, σε θεατρικό έργο, σε μονόλογο, σε αφηγηματικό
θέατρο, ραδιοφωνικό θέατρο, μιούζικαλ, ρετροφουτουριστικό 5 θέατρο, μπαλέτο,
όπερα, σε κινηματογραφικές ταινίες, τηλεταινίες, κινούμενα σχέδια, motion capture.6
Σε αυτό το διαρκώς εμπλουτιζόμενο ψηφιδωτό, έρχεται να προστεθεί η διασκευή του
εμβληματικού έργου σε λιμπρέτο για παιδικό/εφηβικό μιούζικαλ -η οποία έχει ήδη
δοκιμαστεί επί σκηνής με έφηβους μαθητές- από τη Μαρία Σπυροπούλου: ευφυής,
πιστή στο πνεύμα του πρωτοτύπου αλλά και αρκούντως ελεύθερη, ευφρόσυνη αλλά
χωρίς περιττούς εξωραϊσμούς και ευφημισμούς. Η συγγραφέας, σε παραγωγική
σύμπραξη με τον μουσικό Χάρη Πεγιάζη, αξιοποίησε προσφυώς τη διπλή
ακαδημαϊκή της ιδιότητα ως φιλόλογος και θεατρολόγος, παραδίδοντάς μας ένα
κείμενο άρτιο λογοτεχνικά και γόνιμο σκηνικά.
Ο Ντίκενς είχε χωρίσει τη νουβέλα σε staves -στα ελληνικά στροφές ποιήματος
αλλά και πεντάγραμμα- παραπέμποντας παιγνιωδώς στον τίτλο, Christmas Carol/
Χριστουγεννιάτικα κάλαντα και προοικονομώντας το αίσιο, εορταστικό φινάλε. Η ανά
χείρας διασκευή δεν θα μπορούσε να είναι πιστότερη σε αυτό, αφού καθένα από τα
σύντομα κεφάλαιά της αποτελείται οπωσδήποτε από ένα μουσικό κομμάτι, τις
περισσότερες φορές υπάρχει και τραγούδι και συχνά πυκνά διανθίζεται από πρόζα,
διάλογο ή αφήγηση. Η ιστορία αναπαράγεται συντομευμένη, χωρίς ωστόσο
εκπτώσεις στην ουσία, ο βαθύς ουμανισμός αλλά και η σκληρότητά της διαφαίνονται
με απόλυτη ενάργεια. Τα τραγούδια, γραμμένα σε απλή αλλά καίρια, δραστική και
απαράμιλλα μουσική γλώσσα, βρίσκουν κατ` ευθείαν την καρδιά, με την ίδια δύναμη
και ευθυβολία του πρωτοτύπου. Έξοχο και το μεταθεατρικό εύρημα της επίκλησης
του ίδιου του Ντίκενς, αναγνώριση και φόρος τιμής στον καθοριστικό ρόλο που
αυτός διαδραμάτισε στην αναβίωση του Χριστουγεννιάτικου Πνεύματος στον δυτικό
κόσμο. Στην αρχή του έργου, σε έναν σύντομο διάλογο αναφέρεται ο θάνατός του,
που δεν αναγνωρίζεται ως τελεσίδικος, αφού «…έχουμε τα όνειρά μας [που] δεν
πεθαίνουν ποτέ.» (σ.14). Το τραγούδι που ακολουθεί με τίτλο «Να φέρουμε τον
Κάρολο», τονίζει την ανάγκη να μείνει ζωντανή η παρακαταθήκη του και το ίδιο
τραγούδι κλείνει το έργο, σαν ευχή και σαν υπόμνηση.
Το βιβλίο, εκτός από ένα μικρό επίτευγμα θεατρικότητας και πυκνότητας,
αποτελεί και ένα πλήρες, πολύτιμο εργαλείο για εκπαιδευτικές-θεατρικές δράσεις. Η
γιορτινή αλλά, σε καίρια σημεία, εγχαραγμένη με πινελιές μελαγχολίας μουσική του
4
Περισσότερα για τις δημόσιες αναγνώσεις της Χριστουγεννιάτικης ιστορίας από τον Ντίκενς στο
άρθρο του Philip Collins Dickens' Public Readings: The Performer and the Novelist Περιοδ. Studies in
the Novel, τ. 1, αρ. 2, Καλοκαίρι 1969 σσ. 118-132
5
Καλλιτεχνική τάση αναβίωσης της φουτουριστικής αισθητικής παλιότερων εποχών.
6
Υβριδική τεχνική που συνδυάζει κινούμενη εικόνα με «ζωντανούς» ηθοποιούς.
Χάρη Πεγιάζη ντύνει αρμονικά τον λόγο και είναι εγγεγραμμένη στο βιβλίο σε
πεντάγραμμα/staves νότα προς νότα, παρέχοντας την ευχέρεια για δημιουργική
συνεργασία και ώσμωση θεατρολόγων/φιλολόγων/μουσικών. Άλλωστε, μιας τέτοιας
παραγωγικής συνάντησης και συνεργασίας αποτελεί προϊόν· ακριβώς αυτό του δίνει
υψηλή προστιθέμενη αξία. Και είναι βέβαιο, παραφράζοντας τον Ντίκενς, ότι το
γιορτινό, καλλιτεχνικό του Πνεύμα θα στοιχειώσει τα σχολεία ευχάριστα, και κανείς
δεν θα επιθυμεί να το ξορκίσει.7
Κατερίνα Θεοδωράτου-θεατρολόγος

7
Η φράση υπάρχει στον πρόλογο του πρωτοτύπου: «May it [the Ghost] haunt their houses pleasantly,
and no one wish to lay it.»

You might also like