You are on page 1of 13

Ιστορία Ευρωπαϊκού Πολιτισμού

3η Εργασία
Φοιτήτρια: Βαΐα Σταυλά
Std142312

ΣΕΠ: Θεόδωρος Μεταξάς

Μάρτιος 2022

0
Περιεχόμενα

Ι. Εισαγωγή ................................................................................................................................ 2

ΙΙ. Από τη «θετικιστική γεωγραφική σκέψη» στη «σχολή της πολιτικής οικονομίας» ............. 2

ΙΙΙ. Ο φορντισμός και η ευέλικτη συσσώρευση στα αστικά τοπία............................................ 5

IV. Συμπεράσματα ..................................................................................................................... 11

V. Βιβλιογραφία ........................................................................................................................ 12

1
Ι. Εισαγωγή

Στην εκπνοή της δεκαετίας του 1960 μία σειρά από πολιτικές και κοινωνικές ταραχές
σηματοδότησαν την αμφισβήτηση της «γοητείας» που είχε ασκήσει ο θετικισμός και η
«ποσοτική προσέγγιση των χωρικών φαινομένων» στη Γεωγραφία. Ο Μάης του ’68 στη Γαλλία
και ο πόλεμος στο Βιετνάμ που είχαν εμπλακεί οι ΗΠΑ, προκάλεσαν κινήματα πολιτιστικά,
αντιπολεμικά, αντιρατσιστικά, φεμινιστικά, οικολογικά και αναδύθηκαν εναλλακτικές οπτικές
για να προασπίσουν το σεβασμό στις πολιτισμικές διαφορές. Τη δεκαετία του 1970 δύο
πετρελαϊκές κρίσεις (1973, 1978) συντέλεσαν στην αποβιομηχάνιση των μεγάλων
βιομηχανικών πόλεων και περιφερειών των ανεπτυγμένων κρατών, ενώ κύμα
στασιμοπληθωρισμού διόγκωσε την ανεργία εντείνοντας το πρόβλημα της άνισης οικονομικής
ανάπτυξης διεθνώς. Οι «στατιστικές γενικεύσεις» της μοντελοποιημένης-θετικιστικής
Γεωγραφίας δεν μπορούσαν να επαναφέρουν τις «χωρικές ισορροπίες», ενώ η «ατομικιστική»
και «εξωκοινωνική» σκέψη του ορθολογιστή «homo-economicus» αδυνατούσε να κατευνάσει
τις κοινωνικές εντάσεις. Έτσι, μετά την «ποσοτική επανάσταση στη Γεωγραφία» αναδύθηκαν
κριτικά Παραδείγματα που έδωσαν έμφαση στον ανθρώπινο φορέα και μέσω της
πολιτικοοικονομικής, κοινωνικής και πολιτιστικής προσέγγισης των φαινομένων, διεύρυναν
τους ορίζοντες της γεωγραφικής φαντασίας. (Κουρλιούρος,2011:56-57,61-62,Κουρλιούρος,2013:151,
170-171) Στην παρούσα εργασία, αφού αναφερθούμε στις βασικές διαφορές μεταξύ δύο
σημαντικών Σχολών (ή Παραδειγμάτων) της οικονομικογεωγραφικής σκέψης: της «θετικιστικά
προσανατολισμένης Γεωγραφίας» και της «Σχολής της Πολιτικής Οικονομίας», θα εστιάσουμε
στις σημαντικότερες χωρικές διαστάσεις του «φορντισμού» και της «ευέλικτης συσσώρευσης»,
δίνοντας έμφαση στους μετασχηματισμούς των αστικών τοπίων.

ΙΙ. Από τη «θετικιστική γεωγραφική σκέψη»


στη «σχολή της πολιτικής οικονομίας»

Η Οικονομική Γεωγραφία, που θεωρείται η σημαντικότερη υποδιαίρεση της


Ανθρωπογεωγραφίας, αναδύθηκε περί τον 19ο αιώνα για να εξυπηρετήσει τις γεωπολιτικές-
γεωοικονομικές βλέψεις των Ευρωπαίων αποικιοκρατών· ενδυναμώθηκε στις αρχές του 20ού
για να βελτιστοποιήσει τη χωροθέτηση των μονάδων παραγωγής του βιομηχανικού
καπιταλισμού· ποσοτικοποιήθηκε στα μέσα του 20ού για να ενισχύσει τη μεταπολεμική
ανασυγκρότηση των κρατών, ενώ τις τελευταίες δεκαετίες κριτικές προσεγγίσεις μελέτησαν εκ
νέου την χωρική οργάνωση των πολιτικοοικονομικών και κοινωνικών δομών.

2
(Κουρλιούρος,2011:19,97-98,Λεοντίδου,2017:106). Στο Σχήμα 1 παρουσιάζονται οι εναλλαγές των
σχολών που χαρακτήρισαν την εξέλιξη της Οικονομικής Γεωγραφίας:

Πηγή: «Ανθρωπογεωγραφία: Άνθρωπος, Κοινωνία και Χώρος», (2007), Α΄έκδοση,


επιμ.Θ.Τερκενλή,Θ.Ιωσηφίδης,Ι.Χωριανόπουλος, Αθήνα:Κριτική, σελ.273.

Τις δεκαετίες 1950-1960 αρχικά στις ΗΠΑ και κατόπιν στην Ευρώπη, η Οικονομική
Γεωγραφία έχοντας ως πρότυπο τις θετικές επιστήμες «ποσοτικοποίησε» τα χωρικά φαινόμενα.
Οι γεωγράφοι «ανέλυσαν το χώρο» στηριζόμενοι σε επιμέρους εμπειρικά δεδομένα και
διατύπωναν «καθολικούς νόμους» χωροθετώντας την ανθρώπινη συμπεριφορά με καθαρά
κερδοσκοπικούς σκοπούς, προς χάριν της γεωγραφικής επέκτασης του καπιταλισμού. Η
Ποσοτική Γεωγραφία, με επιστημολογικό υπόβαθρο τον λογικό θετικισμό, έγινε «η
μονοδιάστατη επιστήμη του χωρικού», που αντλώντας πληροφορίες από τη νεοκλασική σχολή
οικονομίας απεικόνισε τις δραστηριότητες του ανθρώπου με χάρτες, γραφήματα, πίνακες και

3
εξισώσεις. (Knox-Pinch,2009:30,Κουρλιούρος,2013:155-157,Massey-Allen,2001:14-15) Αναζητώντας
νόμους, εφαρμόζοντας γεωμετρικά μοντέλα και μαθηματικά συστήματα, κάνοντας υποθέσεις
που ελέγχονταν και επαληθεύονταν, η Γεωγραφία έγινε πιο «επιστημονική», ξεφεύγοντας από
προηγούμενες μορφές απλής περιγραφής των φαινομένων. Αυτός ο μετασχηματισμός με όρους
Kuhn (1970) θεωρήθηκε «Αλλαγή Παραδείγματος» και σηματοδότησε την «ποσοτική
επανάσταση» στη θετικιστικά προσανατολισμένη Οικονομική Γεωγραφία. (Smith,1979:357,
Κουρλιούρος,2013:156,158,Massey-Allen,2001:14)
Καθώς ο θετικιστικός τρόπος σκέψης είχε διαιρέσει την Ανθρωπογεωγραφία σε
ειδικότητες (Οικονομική, Κοινωνική, Πολιτική, Ιστορική κ.ά.) αλλά και την ίδια την
Οικονομική Γεωγραφία σε επιμέρους εξειδικεύσεις (Αγροτική, Βιομηχανική κ.ά.), τη δεκαετία
του 1970 έγινε αισθητό ότι αυτή η «πολυεπιστημονική εξέταση» της χωροθέτησης των
δραστηριοτήτων αδυνατούσε να εξηγήσει τα σύνθετα προβλήματα των «ταραγμένων» εκείνων
καιρών. Όπως υποστήριξε ο D.Harvey στο «Social Justice and the City» (1973) η εποχή
απαιτούσε «ριζοσπαστικότερες» μεθόδους για την αντιμετώπιση των κοινωνικών ανισοτήτων
που δημιούργησε το φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης και η κρίση του καπιταλισμού. Αιτία της
ιδεολογικής-πολιτικής μεταστροφής του Harvey –με επιρροές από τον χώρο του κλασικού
μαρξισμού–, θεωρήθηκε ότι υπήρξε το φαινόμενο της φτωχοποίησης συντριπτικής μερίδας του
πληθυσμού των πόλεων, καθώς αυτές μαστίζονταν από καινοφανώς υψηλά ποσοστά μαζικής
ανεργίας.(Knox-Pinch,2009:32,Κουρλιούρος,2011:62-63)
Έτσι, στο τέλος της δεκαετίας του 1970 οι κριτικές στον θετικισμό σηματοδότησαν μία
δεύτερη, ίσως σημαντικότερη, επιστημολογική τομή στο χώρο της Γεωγραφίας με την ανάδυση
της Σχολής της «Πολιτικο-οικονομικής Προσέγγισης», η οποία χαρακτηριζόταν από
«εσωτερικές ανομοιογένειες και παραλλαγές» 1. Η μετα-θετικιστική γεωγραφική οπτική σε μια
προσπάθεια διαλεκτικής/υλιστικής θεώρησης των αντιφατικών χωρικοτήτων των
καπιταλιστικών κοινωνιών και υπό την επίδραση διαφόρων κριτικών, μαρξιστικών και άλλων
μεταμοντέρνων ρευμάτων του ευρύτερου διανοητικού χώρου, υιοθέτησε τον «κριτικό
ρεαλισμό» 2 και τη «θεωρία της ρύθμισης» 3 και αναζήτησε τις επιπτώσεις των παραγωγικών
αναδιαρθρώσεων στο γεωγραφικό χώρο, εξαιτίας των εναλλαγών διαφορετικών καθεστώτων
συσσώρευσης. (Κουρλιούρος,2007:281,296-297,Λεοντίδου,2017:202) Σημαντική διαφορά της
συγκεκριμένης προσέγγισης από τον θετικισμό ήταν ότι η έρευνα, αδιαφορώντας για στατιστικές

1
Η συγκεκριμένη σχολή γεωγραφικής σκέψης στη διεθνή βιβλιογραφία αποτυπώθηκε με διάφορες ονομασίες, όπως
«ριζοσπαστική γεωγραφία», «μαρξιστική γεωγραφία», «πολιτική-οικονομική προσέγγιση», «κριτική γεωγραφία» κ.λπ.
Ανεξαρτήτως των διαφοροποιήσεων, τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά αυτής της σχολής, στην αρχική τουλάχιστον
περίοδο της εμφάνισής της (δεκαετία 1970) ήταν: (α) Γενετική συγγένεια με την μαρξιστική-πολιτική οικονομία,
(β) έμφαση στην ανάλυση των σύνθετων ανισοτήτων που οφείλονταν στην αλληλεπίδραση του καπιταλισμού με το
γεωγραφικό χώρο, και (γ) προσανατολισμός σε κανονιστικές προτάσεις πολιτικής.(Κουρλιούρος,2007:281)
2
Για τη σχολή του κριτικού ρεαλισμού ο κόσμος πέρα από γενικεύσεις και εμπειρίες αποτελείται και από
μηχανισμούς, δομές και ανθρώπινες δράσεις. (Λεοντίδου,2017:202)
3
Σύμφωνα με τη «θεωρία της ρύθμισης» οι κοινωνικοοικονομικές μεταβολές ερμηνεύονταν βάσει του εκάστοτε
καθεστώτος συσσώρευσης (π.χ.φορντισμός) και του συστήματος κοινωνικής ρύθμισης (π.χ.κεϋνσιανισμός).
(Κουρλιούρος,2007:289)

4
γενικεύσεις, επικεντρωνόταν σε ποιοτικές μεθόδους τοπικής εμβέλειας, όπως η συμμετοχική
παρατήρηση, η έρευνα ιστορικών αρχείων, συνεντεύξεις κ.ά., στοχεύοντας στη διερεύνηση των
φαινομένων μέσω της συνεργασίας των επιστημονικών κλάδων. Οι τοπικής εμβέλειας εντατικές
έρευνες αναπτύσσονταν παράλληλα με μεγαλύτερης εμβέλειας/εκτατικές, ώστε να προσεγγιστεί
σταδιακά η ευρύτερη αλήθεια, καθώς έγινε κατανοητό ότι στο πλαίσιο της οικονομικής
παγκοσμιοποίησης το παγκόσμιο δεν αποτελούσε ξεχωριστή γεωγραφική οντότητα από το
τοπικό. Όταν η γεωγραφική σκέψη ακύρωσε την αναζήτηση αιτίων μέσα σε ένα
κλειστό/απρόσωπο σύστημα υπολογισμού «κόστους-κέρδους», η «Σχολή της Πολιτικής
Οικονομίας» έδωσε έμφαση στις παραγωγικές δυνάμεις (κεφάλαιο), στις δομές και στον
ανθρώπινο φορέα και προσπάθησε να εξηγήσει τη χωροθέτηση των οικονομικών
δραστηριοτήτων μέσα σε ένα πλαίσιο συνθετικής και διεπιστημονικής επεξεργασίας.
(Κουρλιούρος,2011:79-81,Λεοντίδου,2017:195-196,198,202)

ΙΙΙ. Ο φορντισμός και η ευέλικτη συσσώρευση στα αστικά τοπία


Τη δεκαετία του 1990 μία ομάδα Γάλλων επιστημόνων ανέπτυξε εκτενέστερα τη λεγόμενη
«θεωρία της ρύθμισης», που είχε αναδυθεί τη δεκαετία του 1970. Η γαλλική αυτή σχολή
συστηματοποίησε τις κοινωνικοοικονομικές μεταβολές που σημειώθηκαν στις τρεις τελευταίες
δεκαετίες του προηγούμενου αιώνα και τις ερμήνευσε με βάση τα επικρατούντα «καθεστώτα
συσσώρευσης» (μορφές καπιταλιστικής/οικονομικής οργάνωσης) και τους συνοδευτικούς
τρόπους «κοινωνικής ρύθμισης», που καθόριζαν τους «κανόνες» της ατομικής και συλλογικής
συμπεριφοράς. Οι μελετητές ισχυρίστηκαν ότι τα οικονομικά προβλήματα αντιμετωπίστηκαν
μέσω πολιτικών μηχανισμών (νομοθεσία και διοικητικοί θεσμοί) που συμπαρέσυραν
αναδιαρθρώσεις σε όλους τους τομείς, ενώ επηρέαζαν τη διαμόρφωση της πολεοδομίας και
χωροταξίας κάθε αστικής περιοχής (Σχήμα 2). Για παράδειγμα, το μεταπολεμικό φορντικό
καθεστώς συσσώρευσης στηρίχτηκε στην εντατικοποίηση της εργασίας ενός κατά βάση
ανειδίκευτου προσωπικού που απολάμβανε την προνοιακή πολιτική του κεϋνσιανισμού και
σηματοδοτήθηκε η μαζική παραγωγή τυποποιημένων προϊόντων, που κατασκευάζονταν σε
μεγάλα αστικο-βιομηχανικά συμπλέγματα τα οποία ευνόησαν «τις χωρικές ανισότητες της
κοινωνικής ευημερίας». Από τη δεκαετία του 1970 εξαιτίας του «στασιμοπληθωρισμού»
αναδύθηκε το καθεστώς της ευέλικτης συσσώρευσης στα πλαίσια μίας νεοφιλελεύθερης
οικονομικής πολιτικής, που στηρίχτηκε στον περιορισμό των δημοσίων δαπανών, στην
«επιλεκτική νεοεκβιομηχάνιση» αγροτικών-ημιπεριφερειακών τόπων, στην ευέλικτη
μετακίνηση των επιχειρήσεων, στη «λειτουργική ευελιξία» των εργατών και στην ανομοιογενή
ανάπτυξη της πληροφοριακής τεχνολογίας, που διαμόρφωσε καινούριες ανισότητες στον
πληθυσμό των αστικών περιοχών.(Knox-Pinch,2009:45-46,68-70,74-75,161,213,Κουρλιούρος,
2011:46,151-152,244-245)

5
Σχήμα 2

Πηγή: Knox P.- Pinch S.(2009),Κοινωνική Γεωγραφία των Πόλεων, Αθήνα: εκδ.Σαββάλας,σελ.80.

6
Σε παγκόσμια κλίμακα ο φορντισμός συνυφάνθηκε με τη διαίρεση του κόσμου σε ζώνες
ανεπτυγμένων, ενδιάμεσων και υπανάπτυκτων/αγροτικών χωρών.(Τσάμπρα,2013,222) Οι αστικές
και οικονομικές ανισότητες δημιούργησαν και δημιουργήθηκαν από τα κύματα εργατικής
μετανάστευσης προς τα μεγάλα βιομηχανικά κέντρα της Κεντρικής ή Βόρειας Ευρώπης και των
ΗΠΑ, ενώ στο εσωτερικό των επιμέρους κρατών παρατηρήθηκαν επίσης μεταναστεύσεις από
τις αγροτικές περιοχές προς τις «πολλά υποσχόμενες» αστικο-βιομηχανικές. Η βιομηχανική
μεγαλούπολη είχε ελάχιστες «κληρονομιές» από την προβιομηχανική. Ορισμένες πόλεις
κατάφεραν να διατηρήσουν κάποια σχέση με το ιστορικό τους παρελθόν (κάστρα, ναούς,
παλάτια), ενώ καινούριες «ξεφύτρωσαν
από το πουθενά», ως αποκυήματα της
καινούριας οικονομικής λογικής.
(Knox-Pinch,2009:64, Κουρλιούρος,2011:

150-151) Οι ανεπτυγμένες φορντιστικές


πόλεις της μαζικής κατανάλωσης και
παραγωγής, ευνόησαν και ευνοήθηκαν
από τις χωροθετικά συγκεντρωμένες
βιομηχανίες τους και την πυκνή
αστικοποίηση που μαγνήτιζαν νέους
επενδυτές. (Κουρλιούρος,2011:290) Εικόνα 1: Χαρακτηριστικό παράδειγμα φορντιστικής πόλης το Μάντσεστερ στη
Οι πολιτικές για την οργάνωση της Βρετανία, της πρώτης «πόλης-σοκ» κατά τον Έγκελς, όπου ο χωρικός
διαχωρισμός των κοινωνικών τάξεων αποτυπώθηκε σε διακριτές ομόκεντρες
φορντιστικής πόλης, επικεντρώθηκαν ζώνες, που λειτουργούσαν ως εικονικοί κοινωνικοί χάρτες. (Knox-Pinch,2009:65-
στον κατακερματισμό του χώρου, μέσω 66). Φωτογραφία: Μάντσεστερ1960: https://faroutmagazine.co. uk/a-look-back-
at-manchester-in-the-1960s-through-some-searing-images/
της διαίρεσής του σε «ζώνες χρήσεων
γης». (Εικόνα 1) Όπως επισήμανε ο Κουρλιούρος (2011:157): «τα μεγάλα αστικο-βιομηχανικά
συμπλέγματα δημιουργούσαν μια αυτοτροφοδοτούμενη δυναμική άνισης ανάπτυξης του
χώρου». Με την εδραίωση των εργοστασίων και του εμπορίου στο κέντρο της πόλης,
δημιουργήθηκαν γύρω τους εκτεταμένες ζώνες εργατικών κατοικιών, ενώ οι πλέον
ευκατάστατοι επιδίωξαν να απομακρυνθούν από τις μίζερες γειτονιές των εργατών. Με την
αύξηση της παραγωγής αυτοκινήτων, την καλυτέρευση του οδικού δικτύου και των
συγκοινωνιών, η ιδέα της ιδιόκτητης κατοικίας στα προάστια, όπου ο άνθρωπος «ποιούσε
έναν καλύτερο χώρο» είχε ως συνέπεια τη δημιουργία πόλεων-δορυφόρων γύρω από τις
μεγάλες μητροπόλεις4. Το τυπικό αστικό τοπίο την εποχή του φορντισμού (όπου συνήθως οι
πλούσιοι αντάλλασαν τη θέση κατοικίας τους στο κέντρο της πόλης με τους φτωχούς), ήταν:
Κατοίκηση σε προάστια με οργανωμένη δόμηση ή σε περιαστικές ζώνες μονοκατοικιών για

4
Τη δεκαετία του 1960 στη λογική της αστικής αποκέντρωσης, πέντε καινούριες πόλεις δημιουργήθηκαν γύρω από
το Παρίσι, οι οποίες ενσωματώθηκαν στη μητροπολιτική περιοχή της γαλλικής πρωτεύουσας.
(Πετροπούλου,2013:279-280)

7
τους υψηλόμισθους τεχνίτες/βιομήχανους καπιταλιστές, ενώ για τους ανειδίκευτους/
χαμηλόμισθους εργάτες σε κατοικίες χαμηλότερων προδιαγραφών ή σε «πύργους-
υπνωτήρια» στον πυρήνα της πόλης. (Knox-Pinch,2009:64-66,Πετροπούλου,2013:279-280) Στις
σοσιαλιστικές μητροπόλεις η επιτακτική ανάγκη μαζικής στέγασης των εργατών βρήκε
διέξοδο σε προγράμματα κοινωνικού χαρακτήρα με την ανέγερση –ομοιόμορφων και
συνήθως άχαρων– εργατικών κατοικιών.(Πετροπούλου,2013:280)
Η παράδοση και η ιστορική μνήμη ήταν εμφανέστερες στα μεσογειακά αστικά τοπία, όπου
η χωρική τους οργάνωση έμοιαζε περισσότερο με των βορειοαφρικανικών και
λατινοαμερικανικών πόλεων: Αστικοποίηση πριν την βιομηχανική ανάπτυξη, προαστικοποίηση
χωρίς τα απαραίτητα δίκτυα και υποδομές, φτωχογειτονιές/λαϊκές συνοικίες στην περιφέρεια,
αυτοστέγαση σε εκτός ή εντός σχεδίου πόλεως μικρά οικόπεδα, απουσία ουσιαστικής
πολεοδομικής παρέμβασης ήταν κάποια από τα δομικά στοιχεία που διαφοροποίησαν τις
φορντιστικές μεσογειακές πόλεις από τις κεντρο-βορειοευρωπαϊκές. (Λεοντίδου,2017:183-
184,Πετροπούλου,2013:281-282) Οι «μεικτές χρήσεις γης» όπου εργασία και κατοικία, φτωχότεροι
και πλουσιότεροι γειτνίαζαν ή αναμειγνύονταν «οριζόντια και κατακόρυφα» 5 διαμόρφωσαν ένα
πολύχρωμο μωσαϊκό οικονομικών δραστηριοτήτων και κατοικιών. Το στεγαστικό πρόβλημα εν
μέρει λύθηκε με την αυτοστέγαση και την «αυθόρμητη» ανοικοδόμηση πολυκατοικιών, ωστόσο
δημιουργήθηκαν σημαντικά κοινωνικά και περιβαλλοντικά ζητήματα εξαιτίας της έλλειψης
κοινόχρηστων χώρων, της κυκλοφοριακής συμφόρησης και γενικά της υποβαθμισμένης
διαβίωσης των «κατώτερων αστών». (Πετροπούλου,2013:286,Λεοντίδου,2013:187-188)
Μέχρι το 1972 η μοντερνιστική αρχιτεκτονική έγινε τόσο ασφυκτική όσο και η δυναμική
του καθεστώτος που εκπροσωπούσε. Αρνητικές κριτικές στην νεωτερική πραγματικότητα
υπήρχαν από τη δεκαετία του 1960.
Ωστόσο χρειάστηκε η κρίση του 1973 για
να ταρακουνήσει την πεποίθηση ότι
ανάπτυξη και σχεδιασμός έπρεπε να
ασχολούνται με μεγάλες χωρικές κλί-
μακες και επέτρεψε στον μετα-
μοντερνισμό να προσεγγίσει το χώρο με
περισσότερο «στυλ» και «εκλεκτικισμό».
Στη μεταφορντική/μεταμοντέρνα εποχή
καθώς μετασχηματίστηκε η παραγωγική
διαδικασία διαφοροποιήθηκε η χωρική
Εικόνα 2: Carnaby Street, Λονδίνο, 1980, όταν η παγκοσμιοποίηση ήταν
κατανομή και αναδύθηκε η παγκοσμιο- «ευπρόσδεκτο» γεγονός. Πηγή: https://www.vintag.es/2018/10/london-
1980s.html
ποιημένη κοινωνία. (Εικόνα 2) Καθώς το

5
Φτωχότεροι στα υπόγεια-ισόγεια, πλουσιότεροι στα ρετιρέ, πολυκατοικίες με γραφεία και καταστήματα στο
ισόγειο. (Λεοντίδου2017:187-188)

8
φορντικό εργοστάσιο εγκαταλείπεται και οι βιομηχανικές ζώνες αποβιομηχανοποιούνται οι
«φάμπρικες» με τις περιμετρικά χωροθετημένες εργατικές κατοικίες απομακρύνονται από τα
κέντρα, τα οποία αναβαθμίζονται (Εικόνα 3) ενώ εγείρονται πολυώροφα κτίρια/ουρανοξύστες
όπου συγκεντρώνονται πολυεθνικές επιχειρήσεις και η αναπτυσσόμενη «κοινωνία της γνώσης
και της πληροφορίας».(Harvey,1987:261-262,Τσάμπρα,2013:227).

Εικόνα 3: Ο χώρος της βιομηχανικής


εγκατάστασης Φωταερίου που βρίσκεται
στο κέντρο της Αθήνας, διαμορφώθηκε και
αναπλάστηκε σε πολιτιστικό πολυχώρο.

Πηγή:
https://tourlab6023.wordpress.com/2015/05/27
/διασκέδαση-στο-γκάζι-τεχνόπολις

Συχνά, η παραγωγή καθιερωμένων «ώριμων προϊόντων» μεταφέρεται σε περιοχές


χαμηλότερου κόστους, μακριά από τα δυτικοευρωπαϊκά κράτη (Κορέα, Σιγκαπούρη, Ταϊβάν,
Κίνα, Ιαπωνία) οι οποίες διέθεσαν το πολυπληθές και φθηνό εργατικό τους δυναμικό στο
καθεστώς της ευέλικτης οικονομίας.(Knox-Pinch,2009:78,Τσάμπρα,2013:223) Το κέντρο βάρους
της παραγωγής μετατοπίστηκε σε περιφερειακά (οπουδήποτε στον κόσμο) δίκτυα
επιχειρήσεων, άνοιξαν νέες αγορές, ενοποιήθηκαν διάσπαρτες παλιές και ενισχύθηκε η
ιδιωτική πρωτοβουλία, η καινοτομία και ο ανταγωνισμός ανάμεσα σε επιχειρήσεις, πόλεις,
περιφέρειες και κράτη προς χάριν του καπιταλιστικού κέρδους.(Κουρλιούρος,2011:435) Η
εντεινόμενη παγκοσμιοποίηση οδήγησε στη δημιουργία οικουμενικών πόλεων (ή
παγκοσμιουπόλεων/«world cities», όπως η Ν.Υόρκη, το Λονδίνο, το Παρίσι και το Τόκιο,
όπου συμβίωναν διαφορετικές εθνο-θρησκευτικές ομάδες και αποτελούσαν κέντρα
διαχείρισης του συγκεντροποιημένου παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος. Σύμφωνα
με τον ριζοσπάστη διανοητή της Αστικής-Κοινωνικής Γεωγραφίας Μ.Castells, «η ανάδυση
της παγκόσμιας διαδικτυακής κοινωνίας, που εξασφάλιζε τον “εξ αποστάσεως” έλεγχο της

9
παραγωγικής διαδικασίας, δημιούργησε μία ελίτ εργαζομένων που έθεταν σε κίνηση την
παγκόσμια οικονομία, ενώ το φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης “χρωμάτισε” με ένα “άχαρο
διεθνές στυλ” τις όψεις των μεταμοντέρνων πόλεων».(Knox-Pinch,2009:85,88)
Οι μεταμοντέρνες πόλεις χαρακτηρίστηκαν, εν γένει, από μετασχηματισμούς σε όλους
τους τομείς (Σχήμα 3) που ενδυνάμωσαν μία «χαοτική μορφή κατακερματισμένης
αστικότητας»: Αποκέντρωση, όχι απαραίτητα εύπορων ομάδων αλλά και υπηρεσιών, στα
προάστια και στις παρυφές των υπαρχόντων προαστίων, με αλλαγές μη αναστρέψιμες για το
περιβάλλον, ενώ η αύξηση της επιχειρηματικότητας ως κύριας ενασχόλησης των αστών
συντέλεσε στην εμφάνιση των «νέων επιχειρηματικών πόλεων» με χαρακτήρα αστικοποίησης
αναλόγως των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνταν σε αυτές. (Knox-Pinch,2009:79,81-

10
82,158,Harvey,1987:264) Οι ευρωπαϊκές μητροπόλεις αύξησαν τον πληθυσμό τους (Πίνακας 1) και

απέκτησαν σημαντικές θέσεις στην παγκόσμια ιεραρχία, αναλόγως των διεθνών


δραστηριοτήτων τους. Οικονομικοί και πολιτικοί μετανάστες εγκαθίστανται, συνήθως σε
υποβαθμισμένες περιοχές και ζουν «παράλληλους βίους» με τους υπόλοιπους αστούς,
δημιουργώντας ξεχωριστές εμπειρίες διαβίωσης και αντιφατικές μορφές «γκετοποιημένης
ευημερίας». Εν κατακλείδι, παρά τις διαρθρώσεις στο σύνολο των οικονομικών
δραστηριοτήτων, ο σύγχρονος κόσμος εξακολουθεί να βασίζεται στη βιομηχανική παραγωγή
και καθώς ο φορντισμός «επιβιώνει», «αλληλεπιδρά» με τα «ευέλικτα συστήματα»
διαμορφώνοντας πολλαπλά πρότυπα παραγωγικών δομών, που αποτυπώνουν τους σύνθετους
χωρο-οικονομικούς κύκλους των αστικών μετασχηματισμών. (Knox-Pinch,2009:256,
Λεοντίδου,2017:121,Τσάμπρα,2013,225)

Πίνακας 1. Πηγή: Κουρλιούρος,2011:137.

ΙV. Συμπεράσματα

Στην παρούσα εργασία περιγράφηκαν οι «επιστημολογικές διαφωνίες» μεταξύ


«γεωγραφικού θετικισμού» – «Σχολής της Πολιτικής Οικονομίας» και αναλύθηκαν οι
διαμορφώσεις των πόλεων την εποχή του «φορντισμού» και της «ευέλικτης συσσώρευσης». Η
επιτυχία της λεγόμενης «ποσοτικής επανάστασης» στην Ανθρωπογεωγραφία αποδόθηκε στον
D.Harvey όταν αυτός δημοσίευσε το «Explanation in Geography» (1969), ενώ θεωρείται ότι ο
ίδιος συγγραφέας έθεσε λίγο αργότερα την «ταφόπλακα» στον θετικισμό.(Smith:356-357) Αυτό
που απέκτησε όμως σημασία ήταν ότι η «νέα Γεωγραφία» κατανόησε το χωρικό ως μία
«κατασκευή» που εμπεριείχε πλέγματα σχέσεων μεταξύ κοινωνικών και πολιτικοοικονομικών
διαδικασιών.(Κουρλιούρος,2011:70,Massey-Allen,2001:15) Με το σκεπτικό ότι: «οι κοινωνικές
διαφορές συνδέονταν με τα εκάστοτε οικονομικά συστήματα» η πολιτικοοικονομική
προσέγγιση υιοθέτησε τη «θεωρία της ρύθμισης» και προσπάθησε να ερμηνεύσει τις χωρικές
διαφοροποιήσεις στα καπιταλιστικά τοπία. (Knox-Pinch,2009:32,Λεοντίδου:202) «Οι μοντέρνοι
καιροί» του φορντισμού οδήγησαν τις οικονομικές και κοινωνικές ισορροπίες να «ακροβατούν»
σε μία «εφήμερη-μυθοπλαστική ευημερία», ενώ οι πρακτικές της ευέλικτης συσσώρευσης
δημιούργησαν νέα κοινωνική πόλωση και ανταγωνισμούς καθώς ευνόησαν το «Τέλος της (μη

11
αυτοποιημένης) Εργασίας».(Τσάμπρα,2013:224,Knox-Pinch,2009:71) Το σύστημα συσσώρευσης
του φορντισμού συνδέθηκε με την καθιέρωση ζωνών οικονομικοκοινωνικών δραστηριοτήτων,
ενώ το καθεστώς της ευέλικτης συσσώρευσης δημιούργησε τις «ηλεκτρονικές κοινότητες δίχως
σύνορα» και την πολυκεντρική ανάπτυξη των αστικών περιοχών. Συμπερασματικά, επειδή οι
κουλτούρες των σύγχρονων πόλεων είναι σύνθετες, ιδιαίτερες και πολύμορφες οι δομές της
αστικής ζωής στο μέλλον μοιάζουν να είναι απρόβλεπτες, αβέβαιες και ποικίλες».
(Τσάμπρα,2013:224-225,Λεοντίδου,2017:117,212,Knox-Pinch,2009:87,123,501)

V. Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσση:
Κουρλιούρος Ηλίας κ.ά.,(2007), «Οικονομική Γεωγραφία:Επιστημολογικές Τομές και Κριτικές
Αντιπαραθέσεις» στο Ανθρωπογεωγραφία: Άνθρωπος, Κοινωνία και Χώρος, Α΄έκδ.,
επιμ.Θ.Τερκενλής,Θ.Ιωσηφίδης,Ι.Χωριανόπουλος, Αθήνα,εκδ.Κριτική,σσ.272-306.
Κουρλιούρος Ηλίας (2011), Διαδρομές στις Θεωρίες του Χώρου, εκδ.Προπομπός, Αθήνα.
Κουρλιούρος Ηλίας κ.ά.,(2013), «Δύο Επιστημολογικές Τομές στη Μεταπολεμική Ευρωπαϊκή
Γεωγραφία», στο Γενική Γεωγραφία, Ανθρωπογεωγραφία και Υλικός Πολιτισμός της
Ευρώπης, επιμ.Λ.Λεοντίδου, Εγχειρίδιο Μελέτης ΕΑΠ, Β΄έκδοση,Πάτρα,σσ.151-176.
Λεοντίδου Λίλα (2017),Αγεωγράφητος Χώρα, 2η Ανατύπωση, Αθήνα,εκδ.Προπομπός.
Πετροπούλου Κρίστυ κ.ά.,(2013),«Ευρωπαϊκή Αστική Γεωγραφία:Από την πόλη-κράτος στην
“παγκοσμιούπολη”»,στο Γενική Γεωγραφία,Ανθρωπογεωγραφία και Υλικός Πολιτισμός της
Ευρώπης, επιμ.Λ.Λεοντίδου,Εγχειρίδιο Μελέτης ΕΑΠ,Β΄έκδοση,Πάτρα,σσ.237-311.
Τσάμπρα Μαρία κ.ά.,(2013), «Γεωγραφία της παραγωγής και βιομηχανική αναδιάρθρωση» στο
Γενική Γεωγραφία, Ανθρωπογεωγραφία και Υλικός Πολιτισμός της Ευρώπης, επιμ.
Λ.Λεοντίδου,Εγχειρίδιο Μελέτης ΕΑΠ,Β΄έκδοση,Πάτρα,σσ.213-236.
Knox P.-Pinch S.,(2009) Κοινωνική Γεωγραφία των Πόλεων,Αθήνα:εκδ.Σαββάλας
Massey Doreen-Allen John,(2001),Η Γεωγραφία Έχει Σημασία!,μτφρ.Κ.Παυλογεωργάτου, μτφρ.
Προλόγου Ελληνικής Έκδοσης-Γλωσσάρι:Λ.Λεοντίδου,ΕΑΠ,Πάτρα.

Ξενόγλωσση:
Harvey D.(1987),“Flexible accumulation through urbanization: reflections on ‘post-modernism’ in
the American city”,Antipode,19(3),260-286.
Smith Neil,Geography, science and post-positivist modes of explanation,(First Published September
1,1979)LINK:https://journals.sagepub.com/doi/10.1177/030913257900300302

Φωτογραφίες εξωφύλλου:
https://istoriatexnespolitismos.files.wordpress.com/2013/07/cebdcf84ceb9ceb5ceb3cebacebf-
cf81ceb9ceb2ceb9ceb5cf81ceb1.jpg–https://www.alfavita.gr/koinonia/285995_130-hronia-
apo-ti-gennisi-toy-tsarli-tsaplin-ergo-toy-i-zoi-toy-ta-politika-toy

12

You might also like