You are on page 1of 52

5ο Πανελλήνιο Διεπιστημονικό Συμπόσιο

Ναύπλιο, 01 Οκτωβρίου 2017

«Ο ρόλος της Αυτογνωσίας στον προσανατολισμό και την


επιλογή επαγγέλματος στα Κωφά και Βαρήκοα άτομα»

Σωτηρία Α. Καρολίδου
Υπεύθυνη Συμβουλευτικού Σταθμού Νέων
Διεύθυνσης Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Κιλκίς

Μ.Sc. Σχολική Ψυχολογία – Διαχείριση Κρίσεων στην Εκπαίδευση


M.Sc. Εκπαίδευση και Αναπηρία. Συναισθηματικές – Συγκινησιακές
Δυναμικές
Σύμβουλος Συμβουλευτικής και Επαγγελματικού Προσανατολισμού
Ο ρόλος της
αυτογνωσίας

Στον προσανατολισμό και την


επιλογή επαγγέλματος στα
κωφά και βαρήκοα άτομα
Η επιλογή επαγγέλματος ή η επιθυμία απόκτησης
μιας συγκεκριμένης επαγγελματικής θέσης, διαχρονικά
αποτελεί βασικό ζήτημα και ζητούμενο που
απασχολεί τον άνθρωπο.
Επιλογή επαγγέλματος

• Πρόκειται για μια εξελικτική διαδικασία, στην


οποία σημαντικό ρόλο παίζει όχι μόνο ο λογικός
και ενσυνείδητος νους αλλά και ο
συγκινησιακός και αυθόρμητος
ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΕΝΝΟΙΑ
ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ «ΕΑΥΤΟΥ»

•Ο σχεδιασμός του άμεσου ή μακροπρόθεσμου


επαγγελματικού μέλλοντος του ατόμου προϋποθέτει σε κάθε
περίπτωση ότι έχει προηγηθεί ένα ικανοποιητικό επίπεδο
αυτογνωσίας, επίγνωσης δηλαδή των αντιδράσεων του εαυτού
(Μακρή, 1994)
•Το άτομο καλείται να αξιοποιήσει τις έμφυτες ικανότητες
και κλίσεις του και να τις συνδυάσει με τις επίκτητες
δεξιότητές του, προκειμένου να επιτύχει στην επιλογή του
επαγγέλματός του (Λιάντας, 1996). Αποτελεί στην ουσία μια
μορφή «συμβιβασμού» ανάμεσα στα «θέλω» και «μπορώ»
του ατόμου να επιλέξει και κατά συνέπεια να ανταποκριθεί
στις προδιαγραφές ενός επαγγέλματος (Παιδαγωγικό Ινστιτούτο,
2008).
Άγγλος ειδικός
Miller
«ίσως τίποτε άλλο δεν είναι τόσο ουσιαστικό για την ανθρώπινη
ύπαρξη, όσο η επιλογή του επαγγέλματος, στο οποίο θα
επενδύσει ο νέος ή η νέα» (Βίκη, 2002:6)

Απ’ αυτήν εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό η μετέπειτα επιτυχία


κι ευτυχία του και κατ’ επέκταση η πρόοδος και η ευημερία του
κοινωνικού συνόλου, καθώς αφορά σε όλες τις παραμέτρους
της προσωπικής και κοινωνικής του ζωής, γεγονός που καθιστά
σημαντική τη λήψη σωστών ή όσο το δυνατόν επιτυχημένων
αποφάσεων.
S. Alvin Leung (2008:115), οι πέντε επικρατέστερες
θεωρίες ως προς την επιλογή επαγγέλματος
(α) H θεωρία της Εργασιακής Προσαρμογής : αποτέλεσμα συνεχόμενων
διαδικασιών προσαρμογής και τροποποιήσεων.
(β) Η θεωρία του Holland των Επαγγελματικών Προσωπικοτήτων στο
εργασιακό περιβάλλον: έκφραση της προσωπικότητας του ατόμου
(γ) Η Θεωρία της Αυτοαντίληψης: η αυτοαντίληψη είναι προϊόν πολύπλοκων
διαδράσεων ανάμεσα σε διάφορους παράγοντες
(δ) Η Θεωρία του Περιγράμματος και του Συμβιβασμού του Gottfredson:
διαδικασία που απαιτεί ένα υψηλό επίπεδο διανοητικής ικανότητας.
(ε) Η Κοινωνική και Διανοητική Θεωρία Επαγγέλματος:
 ανάπτυξη των ακαδημαϊκών και επαγγελματικών ενδιαφερόντων
 πώς τα άτομα κάνουν τις επαγγελματικές επιλογές και
 εκπαιδευτική και επαγγελματική απόδοση και σταθερότητα.
Επαγγελματική κατάρτιση και αποκατάσταση των
κωφών και βαρήκοων ατόμων

• Το θέμα της επαγγελματικής κατάρτισης και


αποκατάστασης των κωφών ατόμων είναι το
σοβαρότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν τόσο τα
άτομα αυτά και το οικογενειακό τους περιβάλλον όσο και
η πολιτεία. Ειδική σχολή επαγγελματικής
εκπαίδευσης κωφών και βαρήκοων ατόμων σε
μόνιμη βάση δεν υπάρχει στη χώρα μας.
Με το θέμα αυτό ασχολούνται, εφαρμόζοντας κατά
καιρούς διάφορα προγράμματα επαγγελματικής
κατάρτισης

 το Εθνικό Ίδρυμα Προστασίας Κωφών (Ε.Ι.Π.Κ.), που ασχολείται με την


εκπαίδευση των κωφών με σκοπό την επαγγελματική αποκατάσταση».
 το Εθνικό Ίδρυμα Αποκατάστασης Αναπήρων (Ε.Ι.Α.Α.), που
μετονομάστηκε σε Εθνικό Κέντρο Αποκατάστασης.
 ο Οργανισμός Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ), όπου
υπάρχει η δυνατότητα εγγραφής στο μητρώο ανέργων με Αναπηρία
(ΑμεΑ).
 το ΚΕΔΑ (πρώην ΚΕΕΣΕ) του Δήμου Αργυρούπολης και
 ιδιωτικά Κέντρα Επαγγελματικής Κατάρτισης (ΚΕΚ), όπως το ΚΕΚ ΜΙΤ,
που εδρεύει στην Αθήνα και έχει παραρτήματα στη Θεσσαλονίκη και
στην Πάτρα.
• Με τον νόμο 1556/85 (άρθρο πρώτο) κυρώθηκε
η 159/83 Διεθνής Σύμβαση Εργασίας, η οποία
ψηφίστηκε το 1983 στη Γενεύη από τη Γενική
Συνδιάσκεψη του Διεθνούς Οργάνωσης
Εργασίας, η οποία ισχύει πλέον ως νόμος του
Κράτους, που αφορά την επαγγελματική
επαναπροσαρμογή και απασχόληση των
μειονεκτούντων προσώπων.
Σύμφωνα με τη σύμβαση αυτή, η χώρα μας πρέπει να θεωρεί
ότι ο σκοπός της επαγγελματικής επαναπροσαρμογής είναι:

• να επιτρέψει στα ΑμεΑ να βρουν και να διατηρήσουν


μια κατάλληλη απασχόληση,
• να εξελιχθούν επαγγελματικά και έτσι να διευκολύνει
την ένταξη ή επανένταξή τους στην κοινωνία,
• να εφαρμόζει πολιτική στηριζόμενη στην αρχή της
ισότητας των ευκαιριών για τα ΑμεΑ,
• να παρέχει και να αξιοποιεί υπηρεσίες
επαγγελματικού προσανατολισμού, επαγγελματικής
κατάρτισης, τοποθέτησης και απασχόλησης
Σύγχρονα προγράμματα επαγγελματικού
προσανατολισμού

• Το δικαίωµα στην εργασία είναι


αναµφισβήτητα δικαίωµα όλων των
ανθρώπων, συµπεριλαµβανοµένων και των
ατόµων µε αναπηρία
Το πρώτο άρθρο της Οικουµενικής ∆ιακήρυξης των
Ανθρωπίνων ∆ικαιωµάτων αναφέρει ότι:

«όλοι οι άνθρωποι είναι ελεύθεροι και ίσοι στην


αξιοπρέπεια και στα δικαιώµατα» και ότι µπορούν
να απολαµβάνουν πλήρως τα ατοµικά, πολιτικά,
κοινωνικά, οικονοµικά και πολιτισµικά δικαιώματα,
όπως αναγνωρίζονται από τις διάφορες ∆ιεθνείς
Συµβάσεις, τη Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και
τους εθνικούς θεσµούς (Διακήρυξη της Μαδρίτης, 2003).
• Ιδιαίτερα σημαντική καθίσταται η αρωγή και η
παροχή υπηρεσιών επαγγελματικής καθοδήγησης,
ώστε να βοηθηθούν τα νέα άτομα με αναπηρία στη
διαδικασία μετάβασης στην αγορά εργασίας, η
οποία είναι δύσκολη και χρειάζεται υπομονή και
επιμονή (Crudden, 2012).
Ο απώτερος σκοπός της Επαγγελματικής
Συμβουλευτικής για τα άτομα με αναπηρία είναι
η παροχή βοήθειας
με σκοπό:
• να καταστούν ικανά για εργασία
•σε συνδυασμό με την ενίσχυση του συναισθήματος
της αυτεπάρκειας και της αυτοαποτελεσματικότητας
(Nathan & Hill, 2006). Αξιοποιεί ένα σύνολο
δραστηριοτήτων για τα άτομα με αναπηρία, όπως
είναι
 η εκτίμηση χαρακτηριστικών που συνθέτουν την
προσωπικότητα
 η εκμάθηση δεξιοτήτων για την εργασιακή
προσαρμογή
 η επαγγελματική ανάπτυξη
 η δοκιμαστική εργασιακή εμπειρία και
 η παροχή συμβουλευτικής σε καθ΄ όλη τη διάρκεια
της επαγγελματικής τοποθέτησης (Σιδηροπούλου –
Δημακάκου 1995)
• Επιπλέον, όσον αφορά στα ΑμεΑ, ο σύμβουλος:
 εφαρμόζει ατομική και όχι ομαδική συμβουλευτική,
 προσπαθεί να αναπτύξει τις βασικές δεξιότητες για
αυτοσυντήρηση, αυτοδιαχείριση και
κοινωνικοποίηση,
δίνοντας τη δυνατότητα στα ΑμεΑ να αποκτήσουν
κάποιας μορφής πρακτική εμπειρία (Παιδαγωγικό
Ινστιτούτο, 2008) και λαμβάνοντας υπόψη προσωπικά
χαρακτηριστικά και ανάγκες του συμβουλευόμενου
(Cedefop, 2010).
Είναι ιδιαίτερα σημαντική η εξατομικευμένη προσέγγιση, αν
αναλογιστεί κανείς ότι τα άτομα με ειδικές ανάγκες
χαρακτηρίζονται από περιορισμούς σε τρία επίπεδα:

1. Περιορισμένες πρώιμες εμπειρίες, καθώς έχουν


λιγότερες ευκαιρίες για εξερεύνηση του περιβάλλοντος και
περιορισμένη αντίληψη των επαγγελματικών ευκαιριών.
2. Αδυναμία στο επίπεδο λήψης απόφασης, αφού άλλοι
παίρνουν συνήθως αποφάσεις γι' αυτά (π.χ. γονείς, γιατροί,
δάσκαλοι).
3. Χαμηλή αυτοεκτίμηση, από τις αρνητικές στάσεις και τα
πρότυπα του περιβάλλοντος (Κέντρο Έρευνας και Επιμόρφωσης,
2000).
• Επιπλέον, στα σύγχρονα προγράμματα
επαγγελματικού προσανατολισμού συμμετέχουν
και οι ενδιαφερόμενοι εργοδότες, οι οποίοι
μαθαίνουν:
 πώς να αντιμετωπίζουν την έμφυτη δυσπιστία για
τον κωφό εργαζόμενο,
 ποιες τροποποιήσεις πρέπει να κάνουν στο
περιβάλλον της επιχείρησης,
 τι είδους επιδοματικές πολιτικές υπάρχουν και
 πώς η επιχείρηση θα ωφεληθεί μέσω του
κοινωνικού προσώπου που παρουσιάζει
Σε κάθε περίπτωση πρέπει να αναδειχτεί ο ρόλος
του προσωπικού μέντορα-συμβούλου για κάθε
κωφό υποψήφιο εργαζόμενο, ο οποίος θα
προσφέρει διαρκείς υποστηρικτικές υπηρεσίες τόσο
πληροφορικής υφής, όσο και κοινωνικο-
συναισθηματικής ενίσχυσης (Παπάνης, Γιαβρίμης & Βίκη,
2009).
Η ανάπτυξη της αυτοαντίληψης και ο βαθμός
αυτοεκτίμησης στο πλαίσιο της αυτογνωσίας
• Ο σχεδιασμός του άμεσου ή μακροπρόθεσμου
επαγγελματικού μέλλοντος του συμβουλευόμενου
ατόμου προϋποθέτει σε κάθε περίπτωση ότι:

έχει προηγηθεί ένα ικανοποιητικό επίπεδο αυτογνωσίας


δηλαδή
 επίγνωσης των αντιδράσεων του εαυτού
 ώστε να μπορέσει να αναπτύξει εκτίμηση της αυτό-
αξίας του
 και ως συνέχεια να διαμορφώσει την επαγγελματική
του αυτό-εικόνα
 προκειμένου να μπορέσει αργότερα να θέσει
στόχους (Μαλικιώση – Λοΐζου, 2004).
• Ο υπέρ προστατευτισμός, στον οποίο συνηθίζουν από
μικρή ηλικία τα ΑμεΑ:
 μειώνει την αυτοεκτίμηση,
 την αυτοπεποίθησή τους αλλά και
 την ανάληψη πρωτοβουλιών από μέρους τους,
ώστε να οδηγούνται υποσυνείδητα σε προσαρμογές
(Kirk, 1973)
• Με αποτέλεσμα, η τάση που εκδηλώνουν οι Κωφοί και
Βαρήκοοι, να μην προχωρούν δηλαδή στη βαθύτερη
αξιολόγηση κινήτρων και στόχων, είναι αδυναμία
σοβαρή, που περιγράφει μια «αδύνατη» κριτική σκέψη
(Τσουρέκη, 1988)
Κριτικό Αναπτυξιακό Μοντέλο, η Κοσμίδου-
Hardy (2007)

Για να μπορεί το άτομο να ισορροπήσει, ως έναν


βαθμό, τις πιέσεις τις οποίες υφίσταται από
παράγοντες του γενικότερου
κοινωνικοοικονομικού πλαισίου που το
περιβάλλει, χρειάζεται να αναπτύξει δυνάμεις που
προέρχονται από τον δικό του μικρόκοσμο, οι
οποίες είναι:
1. Η υψηλού βαθμού γνώση του εαυτού και
κριτική αυτογνωσία του

• Σημαίνει την προσπάθεια:


 να δεχθούμε από τις πτυχές μας ό,τι δεν μπορεί να
αλλάξει,
 να επιδιώξουμε να αλλάξουμε ό,τι μπορεί να αλλάξει
και
 να διακρίνουμε ανάμεσα σε αυτά τα δυο: τι μπορεί και
τι δεν μπορεί να αλλάξει
2. Η γνώση του γύρω κόσμου, ή η κριτική
κοινωνιογνωσία

• Προωθεί την προσπάθεια του ατόμου:


 να ενημερώνεται για το ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο,
στο οποίο είναι ενταγμένο και
 το οποίο επηρεάζει

 τις αποφάσεις και τις μεταβάσεις του


• Κωφό άτομο αναφέρει:
Το ποσοστό ανεργίας μεταξύ των κωφών είναι μεγάλο,
επειδή η αγορά ζητά πολλά προσόντα στα οποία έχουμε
ελλείψεις εμείς. Οι περισσότεροι δουλεύουμε σε
εργοστάσια, σε διαφορές υπηρεσίες και επιχειρήσεις. Πολύ
μικρότερο ποσοστό έχουμε ειδικευμένες επαγγελματικές
και τεχνικές καριέρες. Εμείς οι κωφοί είμαστε συνήθως
καλοί στην εργασία μας. Κατά κανόνα προτιμούμε να
δουλεύουμε εκεί που είναι και άλλοι κωφοί. Επίσης, η
τάση είναι να παραμένουμε στην ιδία θέση χρόνια και δεν
εξελισσόμαστε στον ίδιο βαθμό με τους ακούοντες,
λόγω ελλιπούς εκπαίδευσης και πείρας (Πολύζου & Κατσάνου,
2011)
• Η αυτοαντίληψη, λοιπόν και ο βαθμός στον
οποίο εκτιμά κανείς τον εαυτό του, η
αυτοεκτίμηση, προσδιορίζουν:

(α) όχι μόνο τις επαγγελματικές επιθυμίες και


επιλογές, αλλά και
(β) τον βαθμό αποτελεσματικότητάς του ως
προς την επίτευξη των σχετικών με αυτές στόχων
• έτσι, συνήθως το άτομο που έχει θετική
αυτοαντίληψη και υψηλή αυτοεκτίμηση θέτει

ΥΨΗΛΟΥΣ
ΣΤΟΧΟΥΣ

αφού θεωρεί ότι έχει τις ικανότητες και τις λοιπές


αναγκαίες προϋποθέσεις για να τους επιτύχει
(Φλουρής, 2002)
• Σημαντικοί παράγοντες που συντελούν στην
καλλιέργεια της αυτογνωσίας και κατά συνέπεια
της αυτοεκτίμησης είναι:
(α) Η προσωπικότητα
• Η προσωπικότητα είναι το σύνολο των χαρακτηριστικών
που καθορίζουν τον τρόπο απόκρισης και
προσαρμογής του ατόμου στο περιβάλλον του
(συμπεριφορά) (Κάντας και Χαντζή, 1991). Αποτελεί όρο
ουσιαστικό για την προώθηση υγιών σχέσεων με τους
άλλους (οικογένεια, φίλοι, «σημαντικοί» -και όχι- άλλοι
(Κοσμίδου-Hardy, 2004)
(β) Τα ενδιαφέροντα και οι επαγγελματικές προτιμήσεις

Είναι ένας παράγοντας, που καθορίζει:


 τις επαγγελματικές προτιμήσεις και
 επιλογές, καθώς και τις προσπάθειες επίτευξης του
σκοπού ενός ατόμου (Χαροκοπάκη, Βλαχάκη & Τετραδάκου, 2007)
(γ) Οι αξίες

Είναι πρωταρχικής σημασίας, αφού παρωθούν το άτομο:


 για δράση αλλά και
 για το είδος της δράσης που αναλαμβάνει κάθε φορά
(Κάντας και Χαντζή, 1991)
(δ) Οι ικανότητες και οι δεξιότητες

Έχουν σχέση:
 και με την προσωπικότητα του ατόμου
 και τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί και
αντιμετωπίζει διάφορα θέματα

 στην προσωπική, επαγγελματική και κοινωνική του


ζωή (Χαροκοπάκη, Βλαχάκη & Τετραδάκου, 2007)
• Η αισθητηριακή ατέλεια του κωφού και
βαρήκοου ατόμου δημιουργεί ένα άτομο με:

μειωμένη αυτοπεποίθηση

και αισθήματα κατωτερότητας


και ανασφάλειας
(Ζαφειράτου - Κουλιούμπα, 1994)
Στόχος, λοιπόν, είναι

η διευκόλυνση του συμβουλευόμενου στην

αυτό-ανίχνευση και αυτό - κατανόηση,


ώστε να πετύχει μια βαθύτερη γνώση του
προβλήματός του και να ενθαρρυνθεί για να
προσπαθήσει να το λύσει (Κασσωτάκης, 2004)
 Η αντίληψη που έχει το άτομο γενικά, αλλά και
ειδικά στην περίπτωση του κωφού και βαρήκοου
ατόμου, για την αποτελεσματικότητά του, ως
συνιστώσα της αυτογνωσίας και αυτοαντίληψής
του, επηρεάζει τη σκέψη, τα κίνητρα, την
απόδοση και τη συναισθηματική του
διέγερση (Pervin & John, 2001)
 Το οποιοδήποτε θετικό αποτέλεσμα φαίνεται
αδύνατο για παρώθηση, όταν αισθάνεται ότι οι
εσωτερικές ή εξωτερικές αυτοαξιολογικές
αμοιβές δεν επαρκούν, ή όταν η αίσθηση της
αποτελεσματικότητάς του είναι χαμηλή, στοιχεία
που επηρεάζουν και τον τρόπο με τον οποίο οι
άνθρωποι αντιμετωπίζουν την απογοήτευση και
το στρες κατά την επιδίωξη των στόχων της
ζωής τους (Pervin & John, 2001)
 Ειδικότερα, στον χώρο της ειδικής αγωγής και
της επαγγελματικής αποκατάστασης, όταν
συγκεκριμένα αφορά σε άτομα κωφά και
βαρήκοα, η θεωρία δεν μπορεί να εφαρμοστεί με
τον ίδιο τρόπο σε όλα τα σχολικά και
επαγγελματικά πλαίσια, κυρίως λόγω της
ιδιαιτερότητάς τους, καθώς έχουν τον δικό τους
τρόπο επικοινωνίας και έκφρασης και έναν
διαφοροποιημένο τρόπο αντίληψης των
τεκταινόμενων γύρω τους
 Αιώνες τώρα οι άνθρωποι με κάποια
«αδυναμία», διανύουν την δικιά τους ιδιαίτερη
πορεία μέσα στην κοινωνία, μια αγωνιώδη
προσπάθεια αποδοχής και ένταξης στον
κόσμο των "κανονικών" (Ζαφειράτου - Κουλιούμπα, 1994).
 Το ζητούμενο, λοιπόν, της διαδικασίας
αυτοεξερεύνησης για το νεαρό κωφό και ακούον
άτομο είναι να εμψυχωθεί και να εκκινήσει τη
διαδικασία για την περαιτέρω ολική ανάπτυξή
του και να μάθει να αποδέχεται τον εαυτό του
με τα στοιχεία που διαθέτει στο παρόν (Κοσμίδου –
Hardy, 2007)

You might also like