You are on page 1of 24

Signature Not

Verified
Digitally signed by
Theodoros Moumouris
Date: 2012.03.14 21:18:10
EET
Reason: Signed PDF
(embedded)
Location: Athens, Ethniko
1469
Typografio

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ


ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 54
14 Μαρτίου 2012

NOMOΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4057 4. Η διαπιστωτική πράξη θέσης σε αργία εκδίδεται


Πειθαρχικό Δίκαιο Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών από το αρμόδιο για το διορισμό όργανο. Η πράξη επα−
Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Νομικών Προσώπων Δη− νόδου του υπαλλήλου στην υπηρεσία εκδίδεται από το
μοσίου Δικαίου.. ίδιο όργανο όταν ο υπάλληλος απολύθηκε ή απολύθηκε
υπό όρους μετά από έκδοση εντάλματος προσωρινής
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ κράτησης, μετά από απαλλακτική απόφαση του Συμ−
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ βουλίου της Επικρατείας ή του αρμόδιου διοικητικού
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή: εφετείου ή τη σχετική βεβαίωση του προέδρου του
οικείου δικαστικού σχηματισμού αυτού. Πράξη επανόδου
Άρθρο πρώτο του υπαλλήλου στην υπηρεσία εκδίδεται επίσης και
μετά από απαλλακτική απόφαση του Δευτεροβάθμιου
Το κεφάλαιο ΣΤ΄ του Μέρους Δ΄ του Υπαλληλικού
Πειθαρχικού Συμβουλίου ή σχετική βεβαίωση του Προ−
Κώδικα (ν. 3528/2007, Α΄ 26 ) αντικαθίσταται ως εξής:
έδρου αυτού.
«ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄ 5. Ο υπάλληλος επανέρχεται στην υπηρεσία του από
ΑΡΓΙΑ−ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΑΣΚΗΣΗΣ ΚΑΘΗΚΟΝΤΩΝ την κοινοποίηση σε αυτόν της αντίστοιχης διαπιστω−
τικής πράξης.
Άρθρο 103
Αυτοδίκαιη θέση σε αργία Άρθρο 104
Δυνητική θέση σε αργία
1. Τίθεται αυτοδίκαια σε αργία ο υπάλληλος ο οποί−
Αναστολή άσκησης καθηκόντων
ος στερήθηκε την προσωπική του ελευθερία, ύστερα
από πρωτοβάθμια ή δευτεροβάθμια απόφαση ποινικού 1. Αν συντρέχουν λόγοι δημόσιου συμφέροντος ή υπη−
δικαστηρίου ή ένταλμα προσωρινής κράτησης. Υπάλ− ρεσιακοί λόγοι μπορεί να τεθεί σε αργία ο υπάλληλος
ληλος που παραπέμφθηκε αμετακλήτως στο ακροα− κατά του οποίου:
τήριο προκειμένου να δικαστεί για τα αδικήματα της α) έχει ασκηθεί ποινική δίωξη για αδίκημα, το οποίο
δωροδοκίας, της υπεξαίρεσης περί την υπηρεσία, της μπορεί να επισύρει την έκπτωση από την υπηρεσία με
κατάχρησης ανηλίκων σε ασέλγεια, της ασέλγειας με την επιφύλαξη των οριζομένων στο δεύτερο εδάφιο
κατάχρηση εξουσίας ή της πορνογραφίας ανηλίκων, της παραγράφου 1 του άρθρου 103 και προκειμένου για
τίθεται αυτοδίκαια σε αργία. Ο υπάλληλος ασκεί εκ το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος, εφόσον έχει
παραπεμφθεί στο ακροατήριο,
νέου τα καθήκοντά του αν αθωωθεί με τελεσίδικη δι−
β) έχει ασκηθεί πειθαρχική δίωξη,
καστική απόφαση.
γ) υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις για άτακτη διαχείριση,
2. Τίθεται αυτοδίκαια σε αργία ο υπάλληλος στον
η οποία στηρίζεται σε έκθεση της προϊσταμένης αρχής
οποίο επιβλήθηκε η πειθαρχική ποινή της οριστικής παύ−
ή του αρμόδιου επιθεωρητή και
σης ή της προσωρινής παύσης άνω των έξι (6) μηνών. δ) εκδόθηκε ένταλμα προσωρινής κράτησης και ήρθη
Η αργία αρχίζει από την κοινοποίηση στον υπάλληλο η προσωρινή κράτηση ή αντικαταστάθηκε με περιορι−
της πειθαρχικής απόφασης ή την πλήρη γνώση της από στικούς όρους.
αυτόν και λήγει είτε την τελευταία ημέρα της προθε− 2. Σε κατεπείγουσες περιπτώσεις, όταν διακυβεύεται
σμίας άσκησης προσφυγής ενώπιον του Συμβουλίου της το συμφέρον της υπηρεσίας και πριν αποφανθεί το πει−
Επικρατείας ή του αρμόδιου διοικητικού εφετείου είτε θαρχικό συμβούλιο, μπορεί να επιβληθεί στον υπάλληλο,
εφόσον έχει ασκηθεί προσφυγή, την ημέρα της δημοσί− από τον προϊστάμενο της αρχής στην οποία υπηρετεί,
ευσης της απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας το μέτρο της αναστολής άσκησης των καθηκόντων του.
ή του διοικητικού εφετείου. Στην περίπτωση παράλειψης του προϊσταμένου της
3. Ο υπάλληλος επανέρχεται αυτοδίκαια στα καθή− αρχής, το μέτρο αυτό μπορεί να επιβληθεί από κάθε
κοντά του, εάν εκλείψει ο λόγος για τον οποίο έχει πειθαρχικώς προϊστάμενο ανώτερο από αυτόν. Η παρά−
τεθεί σε αργία. λειψη του προϊσταμένου της αρχής να επιβάλει το ως
1470 ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ (ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ)

άνω μέτρο ελέγχεται πειθαρχικά από κάθε πειθαρχικώς 3. Ο υπάλληλος, στον οποίο επιβλήθηκε οποιαδήποτε
προϊστάμενό του. Μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από τη πειθαρχική ποινή για το παράπτωμα της αδικαιολόγητης
λήψη του μέτρου, το πειθαρχικό συμβούλιο συνέρχεται αποχής από την εκτέλεση των καθηκόντων του, δεν
και αποφασίζει για τη θέση του υπαλλήλου σε αργία. δικαιούται αποδοχές αργίας.
Κατά τη διάρκεια της αναστολής άσκησης καθηκόντων 4. Οι διατάξεις των άρθρων 31 − 35 του παρόντος Κώ−
ο υπάλληλος δεν προσέρχεται στην υπηρεσία. Η ανα− δικα εφαρμόζονται και κατά τη διάρκεια της αργίας.»
στολή άσκησης καθηκόντων αίρεται αυτοδικαίως, εάν
το πειθαρχικό συμβούλιο δεν επιληφθεί για τη θέση του Άρθρο δεύτερο
υπαλλήλου σε αργία εντός της παραπάνω προθεσμίας, Το Μέρος Ε΄ του Υπαλληλικού Κώδικα (ν. 3528/2007,
χωρίς αυτό να κωλύεται να επιληφθεί και μετά την Α΄ 26) αντικαθίσταται ως εξής:
πάροδο της ανωτέρω προθεσμίας.
«ΜΕΡΟΣ Ε΄
3. Η πράξη με την οποία ο υπάλληλος τίθεται σε δυ−
ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
νητική αργία ή επαναφέρεται στα καθήκοντά του εκδί−
δεται μετά από προηγούμενη απόφαση του πειθαρχικού
ΤΜΗΜΑ Α΄
συμβουλίου. Για τη θέση του υπάλληλου σε δυνητική
ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΑ ΠΑΡΑΠΤΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΟΙΝΕΣ
αργία απαιτείται προηγούμενη ακρόαση αυτού από το
πειθαρχικό συμβούλιο. Αρμόδιο όργανο για την έκδο−
ΚΕΦΑΛΑIΟ Α΄
ση της πράξης αυτής είναι ο Υπουργός ή το ανώτατο
ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΑ ΠΑΡΑΠΤΩΜΑΤΑ
μονομελές όργανο διοίκησης των νομικών προσώπων
δημοσίου δικαίου ή, αν δεν υπάρχει, ο πρόεδρος του
Άρθρο 106
συλλογικού οργάνου διοίκησης των νομικών προσώπων
Πειθαρχικό παράπτωμα
δημοσίου δικαίου.
4. Μετά την πάροδο ενός έτους από τη θέση του Το πειθαρχικό παράπτωμα συντελείται με υπαίτια
υπαλλήλου σε αργία και κάθε έτος το πειθαρχικό συμ− πράξη ή παράλειψη του υπαλλήλου που μπορεί να του
βούλιο υποχρεούται να αποφαίνεται αιτιολογημένα για καταλογισθεί.
τη συνέχιση ή μη της αργίας. Η πράξη επανόδου του
Άρθρο 107
υπαλλήλου στην υπηρεσία εκδίδεται από το ίδιο μονο−
Απαρίθμηση πειθαρχικών παραπτωμάτων
μελές όργανο όταν ο υπάλληλος απολύθηκε ή απολύ−
θηκε υπό όρους μετά από έκδοση εντάλματος προσω− 1. Πειθαρχικά παραπτώματα είναι:
ρινής κράτησης, μετά από απαλλακτική απόφαση του α) πράξεις με τις οποίες εκδηλώνεται άρνηση ανα−
Συμβουλίου της Επικρατείας ή του αρμόδιου διοικητικού γνώρισης του Συντάγματος ή έλλειψη αφοσίωσης στην
εφετείου ή τη σχετική βεβαίωση του προέδρου του οι− Πατρίδα και τη Δημοκρατία,
κείου δικαστικού σχηματισμού αυτού. Πράξη επανόδου β) κάθε παράβαση υπαλληλικού καθήκοντος που προσ−
του υπαλλήλου στην υπηρεσία εκδίδεται επίσης και διορίζεται από τις υποχρεώσεις που επιβάλλουν στον
μετά από απαλλακτική απόφαση του Δευτεροβάθμιου υπάλληλο οι κείμενες διατάξεις, εντολές και οδηγίες. Το
Πειθαρχικού Συμβουλίου ή σχετική βεβαίωση του Προ− υπαλληλικό καθήκον σε καμία περίπτωση δεν επιβάλλει
έδρου αυτού. στον υπάλληλο πράξη ή παράλειψη που να αντίκειται
5. Η αργία αρχίζει από την κοινοποίηση της σχετικής προς τις διατάξεις του Συντάγματος και των νόμων, υπό
πράξης. Ο υπάλληλος επανέρχεται στα καθήκοντά του τις προϋποθέσεις του άρθρου 25 του παρόντος,
από την κοινοποίηση της πράξης του πειθαρχικού συμ− γ) η παράβαση καθήκοντος κατά τον Ποινικό Κώδικα
βουλίου για τη μη συνέχιση της αργίας ή αυτοδίκαια ή άλλους ειδικούς ποινικούς νόμους,
από την τελεσιδικία της ποινικής απόφασης που δεν δ) η απόκτηση οικονομικού οφέλους ή ανταλλάγμα−
συνεπάγεται έκπτωση, ή της πειθαρχικής απόφασης, η τος προς όφελος του ιδίου του υπαλλήλου ή τρίτου
οποία δεν επιβάλλει την ποινή της προσωρινής παύσης προσώπου, κατά την άσκηση των καθηκόντων του ή εξ
άνω των έξι (6) μηνών ή της οριστικής παύσης. αφορμής αυτών,
ε) η αναξιοπρεπής ή ανάρμοστη ή ανάξια για υπάλλη−
Άρθρο 105 λο συμπεριφορά εντός ή εκτός υπηρεσίας,
Συνέπειες αργίας − στ) η παράβαση της αρχής της αμεροληψίας,
αναστολής άσκησης καθηκόντων ζ) η παραβίαση της αρχής της ισότητας των ίσων
1. Ο υπάλληλος ο οποίος τελεί σε κατάσταση αργίας ευκαιριών και της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναι−
απέχει από την άσκηση των κύριων και παρεπόμενων κών σε θέματα εργασίας και απασχόλησης σύμφωνα
καθηκόντων του. με την κείμενη νομοθεσία που ενσωμάτωσε την Οδηγία
2. Στον υπάλληλο που τελεί σε κατάσταση αργίας ή 2006/54/ΕΚ στην ελληνική έννομη τάξη,
σε αναστολή άσκησης καθηκόντων καταβάλλεται το η) η παράβαση της υποχρέωσης εχεμύθειας, σύμφωνα
ένα τρίτο (1/3) των αποδοχών του με εξαίρεση την πε− με τις διατάξεις του άρθρου 26 του παρόντος,
ρίπτωση του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του θ) η σοβαρή απείθεια,
άρθρου 103, κατά την οποία καταβάλλεται το ένα τέταρ− ι) η αδικαιολόγητη αποχή από την εκτέλεση των κα−
το (1/4) των αποδοχών του. Το υπόλοιπο των αποδοχών θηκόντων,
του ή μέρος αυτού μπορεί να αποδοθεί στον υπάλλη− ια) η παραβίαση των υποχρεώσεων του άρθρου 27
λο, μετά από αιτιολογημένη απόφαση του πειθαρχικού του παρόντος, καθώς και η αδικαιολόγητη προτίμηση
συμβουλίου, εφόσον δεν τεθεί σε αργία σύμφωνα με το νεότερων υποθέσεων με παραμέληση παλαιότερων,
τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 103 ή ιβ) η άρνηση παροχής πληροφόρησης στους πολίτες
απαλλαγεί με τελεσίδικη δικαστική απόφαση. και τις αρχές,
ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ (ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ) 1471

ιγ) η μη έγκαιρη απάντηση σε αιτήσεις και αναφορές Άρθρο 108


πολιτών σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, Εφαρμογή αρχών και κανόνων του ποινικού δικαίου
ιδ) η χρησιμοποίηση της δημοσιοϋπαλληλικής ιδιότη− 1. Αρχές και κανόνες του ποινικού δικαίου και της
τας ή πληροφοριών που κατέχει ο υπάλληλος λόγω της ποινικής δικονομίας εφαρμόζονται αναλόγως και στο
υπηρεσίας ή της θέσης του, για εξυπηρέτηση ιδιωτικών πειθαρχικό δίκαιο, εφόσον δεν αντίκεινται στις ρυθμί−
συμφερόντων του ίδιου ή τρίτων προσώπων, σεις του παρόντος νόμου και συνάδουν με τη φύση και
ιε) η αδικαιολόγητη άρνηση προσέλευσης για ιατρική το σκοπό της πειθαρχικής διαδικασίας.
εξέταση, 2. Εφαρμόζονται ιδίως οι αρχές και οι κανόνες που
ιστ) η άμεση ή μέσω τρίτου προσώπου συμμετοχή σε αφορούν:
δημοπρασία την οποία διενεργεί επιτροπή, μέλος της α) τους λόγους αποκλεισμού της υπαιτιότητας και της
οποίας είναι ο υπάλληλος ή όταν η επιτροπή αυτή υπά− ικανότητας προς καταλογισμό,
γεται στην αρχή στην οποία ο υπάλληλος υπηρετεί, β) τις ελαφρυντικές ή επιβαρυντικές περιστάσεις για
ιζ) η άσκηση κριτικής των πράξεων της προϊσταμένης την επιμέτρηση της πειθαρχικής ποινής,
αρχής που γίνεται δημοσίως, γραπτώς ή προφορικώς, με γ) την έμπρακτη μετάνοια,
σκόπιμη χρήση εν γνώσει εκδήλως ανακριβών στοιχείων δ) το δικαίωμα σιγής του πειθαρχικώς διωκομένου,
ή με χαρακτηριστικά απρεπείς εκφράσεις, ε) την πραγματική και νομική πλάνη,
ιη) η άρνηση σύμπραξης, συνεργασίας, χορήγησης στ) το τεκμήριο της αθωότητας του πειθαρχικώς δι−
στοιχείων ή εγγράφων κατά τη διεξαγωγή έρευνας, ωκομένου,
επιθεώρησης ή ελέγχου από Ανεξάρτητες Διοικητικές ζ) την προστασία των δικαιολογημένων συμφερόντων
Αρχές, τον Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης και του πειθαρχικώς διωκομένου ή της υπηρεσίας για τη
τα ιδιαίτερα Σώματα και Υπηρεσίες Επιθεώρησης και διατύπωση δυσμενών κρίσεων και εκφράσεων ή τη διε−
Ελέγχου, νέργεια εκδηλώσεων εκ μέρους του εν λόγω υπαλλήλου
ιθ) η αδικαιολόγητα μη έγκαιρη σύνταξη ή η σύνταξη εφόσον δεν στοιχειοθετείται το πειθαρχικό παράπτωμα
μεροληπτικής έκθεσης αξιολόγησης ή η σύνταξη έκθε− της αναξιοπρεπούς ή ανάρμοστης ή ανάξιας για υπάλ−
σης με κρίσεις ή χαρακτηρισμούς που δεν εξειδικεύο− ληλο συμπεριφοράς.
νται με αναφορά συγκεκριμένων στοιχείων,
κ) η άρνηση ή παρέλκυση εκτέλεσης υπηρεσίας, ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
κα) η χρησιμοποίηση τρίτων προσώπων για την από− ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΕΣ ΠΟΙΝΕΣ
κτηση υπηρεσιακής εύνοιας ή την πρόκληση ή ματαίωση
εντολής της υπηρεσίας, Άρθρο 109
κβ) η σύναψη στενών κοινωνικών σχέσεων με πρόσω− Πειθαρχικές ποινές
πα, με αφορμή το χειρισμό θεμάτων αρμοδιότητας του 1. Οι πειθαρχικές ποινές που επιβάλλονται στους
υπαλλήλου από την αντιμετώπιση των οποίων εξαρτώ− υπαλλήλους είναι:
νται ουσιώδη συμφέροντα των προσώπων αυτών, α) η έγγραφη επίπληξη,
κγ) η φθορά λόγω ασυνήθιστης χρήσης, η εγκατάλειψη β) το πρόστιμο έως τις αποδοχές δώδεκα (12) μη−
ή η παράνομη χρήση πράγματος το οποίο ανήκει στην νών,
υπηρεσία, γ) η στέρηση του δικαιώματος για προαγωγή από ένα
κδ) η παράλειψη από τα πειθαρχικά όργανα δίωξης (1) έως πέντε (5) έτη,
και τιμωρίας πειθαρχικού παραπτώματος, με την επι− δ) η στέρηση του δικαιώματος συμμετοχής σε δι−
φύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου αδικασία επιλογής προϊσταμένου οργανικής μονάδας
110 του παρόντος, οποιουδήποτε επιπέδου από ένα (1) έως πέντε (5) έτη,
κε) η άσκηση εργασίας ή έργου με αμοιβή χωρίς προ− ε) η αφαίρεση της άσκησης των καθηκόντων προϊ−
ηγούμενη άδεια της υπηρεσίας, σταμένου οργανικής μονάδας οποιουδήποτε επιπέδου
κστ) η απλή απείθεια, για τη θητεία ή το υπόλοιπό της,
κζ) η μη τήρηση του ωραρίου από τον υπάλληλο και στ) ο υποβιβασμός έως δύο (2) βαθμούς.
η παράλειψη του προϊσταμένου να ελέγχει την τήρησή ζ) η προσωρινή παύση από τρεις (3) έως δώδεκα (12)
του, μήνες με πλήρη στέρηση των αποδοχών και
κη) η αμέλεια ή ατελής εκπλήρωση του υπηρεσιακού η) η οριστική παύση.
καθήκοντος, 2. Για την επιβολή οποιασδήποτε πειθαρχικής ποινής
κθ) τα ειδικά πειθαρχικά παραπτώματα που ορίζονται σε υπάλληλο συνεκτιμώνται οι ιδιαιτέρες συνθήκες τέ−
στο στοιχείο α΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 117 του λεσης του παραπτώματος, η εν γένει προσωπικότητα
παρόντος νόμου, του υπαλλήλου, καθώς και η υπηρεσιακή του εικόνα
λ) το ειδικό πειθαρχικό παράπτωμα που προβλέπε− όπως προκύπτει από το προσωπικό του μητρώο και
ται στην παράγραφο 2 του άρθρου 130 του παρόντος τηρείται η αρχή της αναλογικότητας.
νόμου, 3. Όταν επιβάλλονται οι πειθαρχικές ποινές των περι−
λα) το ειδικό πειθαρχικό παράπτωμα που προβλέπεται πτώσεων γ΄ έως ζ΄ της παραγράφου 1 και συντρέχουν
στο τρίτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 144 επιβαρυντικές περιστάσεις, το πειθαρχικό συμβούλιο
του παρόντος νόμου, μπορεί να επιβάλει επιπλέον διοικητική κύρωση από
λβ) το ειδικό πειθαρχικό παράπτωμα που προβλέπεται 3.000 έως 30.000 ευρώ. Όταν επιβάλλεται η πειθαρχική
στην παράγραφο 4 του άρθρου τρίτου του παρόντος ποινή της οριστικής παύσης και πρόκειται για πειθαρχι−
νόμου. κά παραπτώματα των περιπτώσεων δ΄ και ε΄ της παρα−
2. Διατάξεις που ορίζουν ειδικά πειθαρχικά παραπτώ− γράφου 1 του άρθρου 107 του παρόντος που σχετίζονται
ματα διατηρούνται σε ισχύ. με οικονομικό αντικείμενο, το πειθαρχικό συμβούλιο
1472 ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ (ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ)

μπορεί να επιβάλει επιπλέον διοικητική κύρωση από χώνευση, μία συνολική ποινή, κατά την επιμέτρηση της
10.000 έως 100.000 ευρώ. οποίας λαμβάνεται υπόψη από το πειθαρχικό όργανο η
4. Η πειθαρχική ποινή της οριστικής παύσης μπορεί βαρύτητα όλων των πειθαρχικών παραπτωμάτων.
να επιβληθεί στον υπάλληλο και αν: α) κατά την προη− 2. Κατά την επιμέτρηση των πειθαρχικών ποινών λαμ−
γούμενη της διάπραξης του παραπτώματος πενταετία βάνονται υπόψη οι αρχές και οι κανόνες των περιπτώσε−
είχαν επιβληθεί σε αυτόν τρεις (3) τουλάχιστον πειθαρ− ων β΄, γ΄, ε΄ και ζ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 108. Η
χικές ποινές ανώτερες του προστίμου αποδοχών ενός υποτροπή αποτελεί ιδιαιτέρως επιβαρυντική περίπτωση
(1) μηνός ή β) κατά την προηγούμενη της διάπραξης για την επιμέτρηση της ποινής.
του παραπτώματος τριετία είχε τιμωρηθεί για το ίδιο
παράπτωμα με ποινή ανώτερη του προστίμου αποδοχών Άρθρο 112
ενός (1) μηνός. Παραγραφή πειθαρχικών παραπτωμάτων
5.α. Για τα παραπτώματα των περιπτώσεων α΄, γ΄, δ΄, 1. Τα πειθαρχικά παραπτώματα παραγράφονται μετά
θ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 107 δεν μπορεί να πέντε (5) έτη από την ημέρα που διαπράχτηκαν. Τα
επιβληθεί ποινή κατώτερη του υποβιβασμού. πειθαρχικά παραπτώματα των περιπτώσεων α΄, γ΄, δ΄, θ΄
Για το παράπτωμα της περίπτωσης ι΄ της παραγρά− και ι΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 107 του παρόντος
φου 1 του άρθρου 107 δεν μπορεί να επιβληθεί ποινή
παραγράφονται μετά επτά (7) έτη. Κατ’ εξαίρεση για το
κατώτερη του υποβιβασμού εφόσον η αδικαιολόγητη
πειθαρχικό παράπτωμα της περίπτωσης δ΄ της παρα−
αποχή από την εκτέλεση των υπηρεσιακών καθηκόντων
γράφου 1 του άρθρου 107, η παραγραφή αρχίζει από την
υπερβαίνει τις είκοσι δύο (22) εργάσιμες ημέρες συνε−
ημερομηνία που ο αρμόδιος πειθαρχικώς προϊστάμενος
χώς ή τις τριάντα (30) εργάσιμες ημέρες σε διάστημα
ενός (1) έτους. έλαβε γνώση της τέλεσης της πράξης.
β. Για τα παραπτώματα των περιπτώσεων ιδ΄, ιε΄, ιστ΄, 2. Πειθαρχικό παράπτωμα το οποίο αποτελεί και ποι−
ιη΄, ιθ΄, κα΄, κβ΄, κδ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 107 νικό αδίκημα δεν παραγράφεται πριν παραγραφεί το
δεν μπορεί να επιβληθεί ποινή κατώτερη του προστί− ποινικό αδίκημα. Για τα παραπτώματα αυτά οι πράξεις
μου. της ποινικής διαδικασίας διακόπτουν την παραγραφή
γ. Για τα λοιπά παραπτώματα μπορεί να επιβληθεί του πειθαρχικού παραπτώματος.
οποιαδήποτε πειθαρχική ποινή. 3. Η κλήση σε απολογία ή η παραπομπή στο πει−
θαρχικό συμβούλιο διακόπτουν την παραγραφή. Στις
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄ περιπτώσεις αυτές ο συνολικός χρόνος παραγραφής ως
ΔΙΩΞΗ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΩΝ ΠΑΡΑΠΤΩΜΑΤΩΝ την έκδοση της πρωτοβάθμιας πειθαρχικής απόφασης
δεν μπορεί να υπερβεί τα επτά (7) έτη και προκειμένου
Άρθρο 110 για τα παραπτώματα των περιπτώσεων α΄, γ΄, δ΄, θ΄ και
Δίωξη πειθαρχικών παραπτωμάτων ι΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 107 του παρόντος, τα
1. Η δίωξη και η τιμωρία πειθαρχικών παραπτωμάτων δέκα (10) έτη.
αποτελεί καθήκον των πειθαρχικών οργάνων. 4. Η παραγραφή του πειθαρχικού παραπτώματος δια−
2. Κατ’ εξαίρεση, για παραπτώματα που θα επέσυραν κόπτεται επίσης από την τέλεση νέου πειθαρχικού πα−
την ποινή της έγγραφης επίπληξης, η δίωξη απόκειται ραπτώματος, το οποίο αποσκοπεί στην απόκρυψη ή την
στη διακριτική εξουσία των πειθαρχικών οργάνων, τα παρεμπόδιση της πειθαρχικής δίωξης του πρώτου. Στην
οποία λαμβάνουν υπόψη αφ’ ενός το συμφέρον της υπη− περίπτωση αυτή το πρώτο παράπτωμα παραγράφεται
ρεσίας και αφ’ ετέρου τις συνθήκες διάπραξής τους και όταν παραγραφεί το δεύτερο, εφόσον η παραγραφή
την υπηρεσιακή γενικώς διαγωγή του υπαλλήλου. Αν το του δεύτερου συντελείται σε χρόνο μεταγενέστερο της
πειθαρχικό όργανο αποφασίσει να μην ασκήσει δίωξη, παραγραφής του πρώτου.
υποχρεούται να ενημερώσει, με αιτιολογημένη έκθεσή 5. Δεν παραγράφεται το πειθαρχικό παράπτωμα για
του, τον αμέσως ανώτερο πειθαρχικώς προϊστάμενο. το οποίο εκδόθηκε πειθαρχική απόφαση που επιβάλλει
Αντίγραφο της έκθεσης χορηγείται στον υπάλληλο και
πειθαρχική ποινή σε πρώτο βαθμό.
τίθεται στο προσωπικό του μητρώο. Το αντίγραφο αυτό
δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για δυσμενή κρίση του Άρθρο 113
υπαλλήλου. Λήξη πειθαρχικής ευθύνης
3. Δεν επιτρέπεται δεύτερη δίωξη για το ίδιο πειθαρ−
1. Ο υπάλληλος ο οποίος απώλεσε την υπαλληλική
χικό παράπτωμα.
ιδιότητα με οποιονδήποτε τρόπο δεν διώκεται πειθαρ−
4. Η βαθμολογική ή η μισθολογική εξέλιξη του υπαλλή−
λου δεν αίρει το πειθαρχικώς κολάσιμο παραπτώματος χικώς, η πειθαρχική όμως διαδικασία η οποία τυχόν έχει
που διαπράχτηκε πριν από την εξέλιξη αυτή. αρχίσει, συνεχίζεται και μετά τη λύση της υπαλληλικής
5. Πράξεις που έχουν τελεστεί από υπάλληλο κατά σχέσης με εξαίρεση την περίπτωση του θανάτου.
τη διάρκεια προγενέστερης υπηρεσίας του σε δημόσια 2. Όταν συντρέχει η περίπτωση της προηγούμενης
υπηρεσία, οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλο παραγράφου, το πειθαρχικό συμβούλιο μπορεί να επι−
νομικό πρόσωπο του δημόσιου τομέα τιμωρούνται πει− βάλει οποιαδήποτε από τις προβλεπόμενες πειθαρχικές
θαρχικά, εάν δεν έχει παρέλθει ο χρόνος παραγραφής ποινές. Σε περίπτωση που η επιβλητέα πειθαρχική ποινή
τους. είναι ανώτερη του προστίμου, το πειθαρχικό συμβούλιο
την μετατρέπει ανάλογα με τη βαρύτητα του παραπτώ−
Άρθρο 111 ματος σε ποινή προστίμου αποδοχών έως δώδεκα (12)
Σχέση πειθαρχικού παραπτώματος και ποινής μηνών, με δυνατότητα επιβολής και διοικητικής κύρωσης
1. Σε περίπτωση που ο υπάλληλος διέπραξε περισσό− σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 3 του
τερα πειθαρχικά παραπτώματα επιβάλλεται, κατά συγ− άρθρου 109.
ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ (ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ) 1473

Άρθρο 114 β) το διοικητικό συμβούλιο νομικού προσώπου δημο−


Σχέση της πειθαρχικής διαδικασίας σίου δικαίου για τους υπαλλήλους του νομικού προ−
με την ποινική δίκη σώπου,
1. Η πειθαρχική διαδικασία είναι αυτοτελής και ανε− γ) το πειθαρχικό συμβούλιο του οικείου φορέα,
ξάρτητη από την ποινική ή άλλη δίκη. δ) το πειθαρχικό συμβούλιο του Υπουργείου Διοικη−
2. Η ποινική δίκη δεν αναστέλλει την πειθαρχική διαδι− τικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης
κασία. Το πειθαρχικό όργανο όμως μπορεί με απόφασή για τις περιπτώσεις της παραγράφου 4 του άρθρου 117
του, η οποία είναι ελευθέρως ανακλητή, να διατάξει, για του παρόντος,
εξαιρετικούς λόγους, την αναστολή της πειθαρχικής ε) το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο,
διαδικασίας, η οποία δεν πρέπει να υπερβαίνει το ένα (1) στ) ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης,
έτος. Αναστολή δεν επιτρέπεται σε περίπτωση που το ζ), το διοικητικό εφετείο και
πειθαρχικό παράπτωμα προκάλεσε δημόσιο σκάνδαλο η) το Συμβούλιο της Επικρατείας.
ή θίγει σοβαρά το κύρος της υπηρεσίας. Άρθρο 117
3. Το πειθαρχικό όργανο δεσμεύεται από την κρίση Πειθαρχικώς προϊστάμενοι
που περιέχεται σε αμετάκλητη απόφαση ποινικού δι−
καστηρίου ή σε αμετάκλητο απαλλακτικό βούλευμα, 1. Πειθαρχικώς προϊστάμενοι των υπαλλήλων των
μόνο ως προς την ύπαρξη ή την ανυπαρξία πραγματι− κεντρικών και περιφερειακών υπηρεσιών που ανήκουν
κών περιστατικών που στοιχειοθετούν την αντικειμενική στην αρμοδιότητά τους είναι:
υπόσταση πειθαρχικού παραπτώματος. α) ο Υπουργός,
4. Αν μετά την έκδοση πειθαρχικής απόφασης με την β) ο Γενικός Γραμματέας Υπουργείου ή Γενικής Γραμ−
οποία απαλλάσσεται ο υπάλληλος ή επιβάλλεται ποινή ματείας,
κατώτερη από την οριστική παύση, εκδοθεί αμετάκλητη γ) ο Γενικός Γραμματέας αυτοτελούς υπηρεσίας,
καταδικαστική απόφαση ποινικού δικαστηρίου με την δ) ο Γενικός Γραμματέας Αποκεντρωμένης Διοίκη−
οποία διαπιστώνονται πραγματικά περιστατικά που συ− σης,
νιστούν την αντικειμενική υπόσταση παραπτώματος της ε) ο Ειδικός Γραμματέας,
περίπτωσης α΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 109 του στ) ο Ελεγκτής Νομιμότητας,
παρόντος, η πειθαρχική διαδικασία επαναλαμβάνεται ζ) ο προϊστάμενος γενικής διεύθυνσης,
με τη διαδικασία του άρθρου 143. Επίσης επαναλαμ− η) ο προϊστάμενος διεύθυνσης.
βάνεται η πειθαρχική διαδικασία, αν μετά την έκδοση 2. Επίσης πειθαρχικώς προϊστάμενοι είναι:
καταδικαστικής πειθαρχικής απόφασης, με την οποία α) Ο αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων και οι αρχηγοί
επιβάλλεται οποιαδήποτε ποινή, εκδοθεί αμετάκλητη του στρατού, του ναυτικού και της αεροπορίας, των σω−
αθωωτική ποινική απόφαση ή αμετάκλητο απαλλακτικό μάτων ασφαλείας και του λιμενικού σώματος για τους
βούλευμα για την πράξη ή την παράλειψη, για την οποία πολιτικούς υπαλλήλους που υπάγονται σε αυτούς.
τιμωρήθηκε πειθαρχικά ο υπάλληλος. β) Οι διοικητές μονάδων και σχολών των ενόπλων
5. Η επανάληψη της πειθαρχικής διαδικασίας επιτρέ− δυνάμεων, των σωμάτων ασφαλείας και του λιμενικού
πεται και όταν έχει εκδοθεί καταδικαστική πειθαρχική σώματος για τους πολιτικούς υπαλλήλους που υπάγο−
απόφαση, χωρίς να έχει λάβει υπόψη καταδικαστική νται σε αυτούς.
ποινική απόφαση που προηγήθηκε. γ) Οι διευθυντές καταστημάτων ή οι προϊστάμενοι
6. Ο Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών έχει υποχρέωση υπηρεσιών εφόσον είναι ανώτατοι ή ανώτεροι αξιωμα−
να ανακοινώνει αμέσως στην προϊσταμένη αρχή του τικοί, για τους πολιτικούς υπαλλήλους που υπάγονται
υπαλλήλου κάθε ποινική δίωξη που ασκείται κατ’ αυτού. σε αυτούς.
Στην ίδια αρχή ανακοινώνεται επίσης από τον αρμόδιο δ) Ο διοικητής του Αγίου Όρους για όλους τους πο−
εισαγγελέα η απόφαση ή το βούλευμα με το οποίο λιτικούς υπαλλήλους που υπάγονται στην αρμοδιότητά
τερματίζεται η δίωξη. Σε περίπτωση εγκλεισμού σε του.
σωφρονιστικό κατάστημα, ο διευθυντής φυλακών γνω− ε) Ο πρόεδρος ή ο επικεφαλής ανεξάρτητης διοικη−
στοποιεί τούτο, χωρίς καθυστέρηση, στην προϊσταμένη τικής αρχής για τους υπαλλήλους της.
αρχή του υπαλλήλου. 3. Πειθαρχικώς προϊστάμενοι για τους υπαλλήλους
νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου είναι:
Άρθρο 115 α) Ο διοικητής ή ο πρόεδρος του συλλογικού οργά−
Αυτοτέλεια κολασίμου του πειθαρχικού νου, ο οποίος ασκεί διοίκηση, ο υποδιοικητής, ο γενικός
παραπτώματος γραμματέας ή ο αναπληρωτής γενικός γραμματέας, για
Σε περίπτωση αποκατάστασης, απονομής χάριτος ή όλους τους υπαλλήλους του νομικού προσώπου.
άρσης με οποιονδήποτε άλλο τρόπο του κολασίμου ή β) Ο πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών για τους υπαλ−
μεταβολής των συνεπειών της ποινικής καταδίκης, δεν λήλους της.
αίρεται το πειθαρχικώς κολάσιμο της πράξης. γ) Ο πρύτανης ΑΕΙ για όλους τους υπαλλήλους αυτού
και ο κοσμήτορας σχολής ΑΕΙ για τους υπαλλήλους που
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄ υπάγονται σε αυτόν.
ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ δ) Ο προϊστάμενος γενικής διεύθυνσης ή ο προϊστά−
μενος διεύθυνσης για τους υπαλλήλους που υπάγονται
Άρθρο 116 σε αυτούς.
Πειθαρχικά όργανα 4. Πειθαρχική εξουσία μπορεί να ασκεί και ο Υπουργός
Πειθαρχική εξουσία στους υπαλλήλους ασκούν: Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυ−
α) οι πειθαρχικώς προϊστάμενοί τους, βέρνησης:
1474 ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ (ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ)

α) στους υπαλλήλους του Δημοσίου και των νομικών ϊστάμενος είναι ο προϊστάμενος της υπηρεσίας στην
προσώπων δημοσίου δικαίου για ανάρμοστη συμπεριφο− οποία υπηρετεί ο υπάλληλος κατά το χρόνο τέλεσης
ρά προς τους πολίτες, αδικαιολόγητη μη εξυπηρέτησή του πειθαρχικού παραπτώματος, εφόσον το πειθαρχικό
τους, μη έγκαιρη διεκπεραίωση των υποθέσεών τους, παράπτωμα σχετίζεται με την άσκηση καθηκόντων του
άρνηση συνεργασίας με τα Κέντρα Εξυπηρέτησης Πο− στην υπηρεσία αυτή.
λιτών (Κ.Ε.Π.), παράλειψη ανάρτησης ή πλημμελή ανάρ− 4. Οι πειθαρχικώς προϊστάμενοι και το διοικητικό συμ−
τηση πράξεων που προβλέπονται από την παρ. 4 του βούλιο νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου επιλαμβά−
άρθρου 2 του ν. 3861/2010 και μη εφαρμογή των περί νονται αυτεπαγγέλτως.
απλούστευσης των διαδικασιών και καταπολέμησης της 5. Αν έχουν επιληφθεί αρμοδίως περισσότεροι πειθαρ−
γραφειοκρατίας διατάξεων, χικώς προϊστάμενοι, η πειθαρχική διαδικασία συνεχίζε−
β) στους υπαλλήλους των Κ.Ε.Π. για οποιοδήποτε πει− ται μόνο από εκείνον που κάλεσε πρώτος σε απολογία
θαρχικό παράπτωμα. Ειδικά για τους υπαλλήλους των τον υπάλληλο. Ο ανώτερος πειθαρχικώς προϊστάμενος
Κ.Ε.Π. που ανήκουν στους ΟΤΑ ο Υπουργός Διοικητικής ή το διοικητικό συμβούλιο νομικού προσώπου έχουν, σε
Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης μπο− κάθε περίπτωση, δικαίωμα να ζητήσουν την παραπο−
ρεί να ασκεί πειθαρχική δίωξη ενώπιον του αρμοδίου μπή σε αυτούς της πειθαρχικής υπόθεσης, εφόσον δεν
οργάνου κατά την κείμενη νομοθεσία. έχει εκδοθεί πειθαρχική απόφαση. Για την εφαρμογή
των διατάξεων της παραγράφου 4 του άρθρου 117 του
Άρθρο 118
παρόντος ο Υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης και
Αρμοδιότητα πειθαρχικώς προϊσταμένων
Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης νοείται ως ανώτερος πει−
1. Όλοι οι πειθαρχικώς προϊστάμενοι μπορούν να επι− θαρχικώς προϊστάμενος.
βάλουν την ποινή της έγγραφης επίπληξης. Την ποινή 6. Αν ο πειθαρχικώς προϊστάμενος, ο οποίος έχει
του προστίμου μπορούν να επιβάλλουν οι εξής με τις επιληφθεί, κρίνει ότι το παράπτωμα επισύρει ποινή
πιο κάτω διακρίσεις: ανώτερη της αρμοδιότητάς του, παραπέμπει την υπό−
α) Ο Υπουργός έως και τις αποδοχές τριών (3) μη− θεση σε οποιονδήποτε ανώτερο αυτού πειθαρχικώς
νών. προϊστάμενο μέχρι και τον Υπουργό ή και το διοικητικό
β) Ο Γενικός Γραμματέας Υπουργείου ή Γενικής Γραμ− συμβούλιο του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου,
ματείας ή αυτοτελούς υπηρεσίας, ο Γενικός Γραμματέας αν πρόκειται για υπάλληλο του νομικού προσώπου.
Αποκεντρωμένης Διοίκησης, ο Ειδικός Γραμματέας, ο Αν και ο Υπουργός ή το διοικητικό συμβούλιο νομικού
Ελεγκτής Νομιμότητας, ο αρχηγός των ενόπλων δυνά− προσώπου δημοσίου δικαίου κρίνει ότι η προσήκουσα
μεων και οι αρχηγοί του στρατού ξηράς, του ναυτικού ποινή είναι ανώτερη και της δικής του αρμοδιότητας,
και της αεροπορίας, των σωμάτων ασφαλείας και του παραπέμπει το θέμα στο πειθαρχικό συμβούλιο. Στην
λιμενικού σώματος έως και τις αποδοχές δύο (2) μη− περίπτωση της παραγράφου 4 του άρθρου 117 του πα−
νών. ρόντος η παραπομπή γίνεται στο πειθαρχικό συμβούλιο
γ) Οι διοικητές μονάδων και σχολών των ενόπλων του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλε−
δυνάμεων, των σωμάτων ασφαλείας και του λιμενικού κτρονικής Διακυβέρνησης.
σώματος, οι διευθυντές καταστημάτων και οι προϊστά−
μενοι στρατιωτικών υπηρεσιών ή υπηρεσιών των σω− Άρθρο 119
μάτων ασφαλείας ή του λιμενικού σώματος αν είναι Αρμοδιότητα διοικητικών συμβουλίων
ανώτατοι αξιωματικοί έως και τις αποδοχές ενός (1) νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου
μηνός και αν είναι ανώτεροι έως και το ένα δεύτερο Τα διοικητικά συμβούλια νομικών προσώπων δημοσίου
των μηνιαίων αποδοχών. δικαίου μπορεί να επιβάλουν τις ποινές της έγγραφης
δ) Ο διοικητής του Αγίου Όρους, ο πρόεδρος ή ο επι− επίπληξης και του προστίμου έως και τις αποδοχές
κεφαλής ανεξάρτητης διοικητικής αρχής, ο διοικητής τριών (3) μηνών.
ή ο πρόεδρος συλλογικού οργάνου, ο οποίος ασκεί
διοίκηση, ο υποδιοικητής, ο γενικός γραμματέας ή ο Άρθρο 120
αναπληρωτής γενικός γραμματέας νομικού προσώπου Αρμοδιότητα πειθαρχικών συμβουλίων
έως και τις αποδοχές ενός (1) μηνός. 1. Τα πειθαρχικά συμβούλια μπορεί να επιβάλουν οποι−
ε) Ο πρύτανης ΑΕΙ έως και τις αποδοχές ενός (1) μηνός. αδήποτε πειθαρχική ποινή.
Ο κοσμήτορας σχολής ΑΕΙ, έως και τα δύο τρίτα των Τα πειθαρχικά συμβούλια κρίνουν σε πρώτο βαθμό
μηνιαίων αποδοχών. ύστερα από παραπομπή της υπόθεσης σε αυτά και σε
στ) Ο προϊστάμενος γενικής διεύθυνσης έως και τα δεύτερο βαθμό ύστερα από άσκηση ένστασης κατά
δύο τρίτα των μηνιαίων αποδοχών. αποφάσεων πειθαρχικών προϊσταμένων.
ζ) Ο προϊστάμενος διεύθυνσης έως και το ένα τέταρτο Το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο αποφαίνεται
των μηνιαίων αποδοχών. σε δεύτερο βαθμό ύστερα από ένσταση κατά αποφάσε−
2. Η αρμοδιότητα των πειθαρχικώς προϊσταμένων είναι ων των πειθαρχικών συμβουλίων και σε πρώτο βαθμό
αμεταβίβαστη, εκτός εάν από διάταξη νόμου προβλέ− για την εκδίκαση του παραπτώματος της παραγράφου
πεται διαφορετικά. 2 του άρθρου 122 του παρόντος. Το Δευτεροβάθμιο
3. Αρμόδιος πειθαρχικώς προϊστάμενος είναι εκείνος Πειθαρχικό Συμβούλιο είναι το αρμόδιο πειθαρχικό
στον οποίο υπάγεται οργανικά ο υπάλληλος κατά το όργανο των ανωτάτων υπαλλήλων του Δημοσίου και
χρόνο τέλεσης του παραπτώματος, με την επιφύλαξη των Ν.Π.Δ.Δ., το οποίο κρίνει σε πρώτο και τελευταίο
των διατάξεων της παραγράφου 4 του άρθρου 117. Αν βαθμό.
ο υπάλληλος υπηρετεί σε άλλη υπηρεσία από αυτή 2. Αρμόδιο πειθαρχικό συμβούλιο είναι το συμβούλιο
της οργανικής του θέσης, αρμόδιος πειθαρχικώς προ− της υπηρεσίας στην οποία υπάγεται οργανικά ο υπάλ−
ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ (ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ) 1475

ληλος κατά το χρόνο τέλεσης του παραπτώματος, με συμβουλίου, η πειθαρχική διαδικασία ολοκληρώνεται
την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 4 του εντός τεσσάρων μηνών από την παραπομπή.
άρθρου 117 του παρόντος. Προκειμένου για υπάλληλο 2. Η υπαίτια παράβαση των διατάξεων των δύο τελευ−
ο οποίος κατά το χρόνο τέλεσης του παραπτώματος ταίων εδαφίων της προηγούμενης παραγράφου αποτε−
υπηρετεί με οποιαδήποτε υπηρεσιακή σχέση ή κατάστα− λεί πειθαρχικό παράπτωμα. Το παράπτωμα αυτό, για τα
ση σε άλλη υπηρεσία, αρμόδιο πειθαρχικό συμβούλιο μέλη του πειθαρχικού συμβουλίου, εκδικάζεται μετά από
είναι το συμβούλιο της υπηρεσίας στην οποία υπηρετεί παραπομπή ενώπιον του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού
εφόσον το πειθαρχικό παράπτωμα σχετίζεται με την Συμβουλίου, με την επιφύλαξη του δευτέρου εδαφίου
άσκηση των καθηκόντων του στην υπηρεσία αυτή. της παραγράφου 8 του άρθρου 146Α.
3. Συγκρούσεις αρμοδιότητας μεταξύ περισσότερων
πειθαρχικών συμβουλίων για την κρίση του ίδιου πα− Άρθρο 123
ραπτώματος αίρονται από τον πρόεδρο του Νομικού Παραπομπή στο πειθαρχικό συμβούλιο
Συμβουλίου του Κράτους. Οι καταφατικές συγκρούσεις 1. Αν ο Υπουργός κρίνει ότι το πειθαρχικό παράπτωμα
αίρονται, εφόσον δεν έχει εκδοθεί οριστική απόφαση τιμωρείται με ποινή μεγαλύτερη της αρμοδιότητάς του,
ενός τουλάχιστον από τα συμβούλια που έχουν επιλη− παραπέμπει την υπόθεση στο πειθαρχικό συμβούλιο. Για
φθεί. Οι αποφατικές συγκρούσεις αίρονται, εφόσον οι τους υπαλλήλους νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου
αποφάσεις δύο τουλάχιστον συμβουλίων που έχουν η πειθαρχική υπόθεση παραπέμπεται για τον ίδιο λόγο
κηρυχθεί αναρμόδια, είναι τελεσίδικες. Για την άρση στο πειθαρχικό συμβούλιο από το διοικητικό συμβούλιο
απαιτείται αίτηση της υπηρεσίας ή του υπαλλήλου. Αν του νομικού προσώπου. Η παραπομπή είναι υποχρεω−
πρόκειται για καταφατική σύγκρουση, την άρση μπορεί τική όταν υπάρχει αιτιολογημένη πρόταση αρμόδιας
να τη ζητήσει και ο πρόεδρος ενός από τα πειθαρχικά υπηρεσίας.
συμβούλια που έχουν επιληφθεί. 2. Ο Υπουργός ή ο Γενικός Γραμματέας Αποκεντρωμέ−
νης Διοίκησης όταν λάβει γνώση πειθαρχικού παραπτώ−
Άρθρο 121 ματος που τελέσθηκε από υπάλληλο νομικού προσώπου
Ενιαία κρίση πειθαρχικών παραπτωμάτων δημοσίου δικαίου, το οποίο εποπτεύεται από αυτόν, πα−
1. Περισσότερα του ενός πειθαρχικά παραπτώματα ραπέμπει την υπόθεση ενώπιον του οικείου πειθαρχικού
του ίδιου υπαλλήλου είναι δυνατόν, κατά την κρίση του συμβουλίου για την άσκηση του πειθαρχικού ελέγχου.
πειθαρχικού οργάνου, να κρίνονται ενιαίως, εφόσον σχε− 3. Δεν επιτρέπεται παραπομπή στο πειθαρχικό συμ−
τίζονται με καθήκοντα υπηρεσιών του ίδιου Υπουργείου βούλιο μετά την έκδοση οριστικής απόφασης για το ίδιο
ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου. παράπτωμα από οποιοδήποτε πειθαρχικό όργανο.
2. Περισσότεροι υπάλληλοι που διώκονται για το ίδιο
ή για συναφή πειθαρχικά παραπτώματα, είναι δυνατόν Άρθρο 124
να κρίνονται ενιαίως, εφόσον συντρέχει η προϋπόθεση Διαδικασία και συνέπειες παραπομπής
της προηγούμενης παραγράφου. 1. Στο έγγραφο, με το οποίο η υπόθεση παραπέμπεται
3. Αν στις περιπτώσεις των παραγράφων 1 και 2 του στο πειθαρχικό συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 123
παρόντος άρθρου τα πειθαρχικά όργανα που είναι αρ− του παρόντος, πρέπει να προσδιορίζονται επακριβώς
μόδια να επιληφθούν είναι διαφορετικά, αρμόδιο για κατά τόπο και χρόνο τα πραγματικά περιστατικά που
την κρίση όργανο είναι: συνιστούν το πειθαρχικό παράπτωμα και ο διωκόμενος
α) μεταξύ περισσότερων πειθαρχικώς προϊσταμένων υπάλληλος.
ο ιεραρχικώς ανώτερος, και σε περίπτωση προϊσταμέ− 2. Το παραπεμπτήριο έγγραφο κοινοποιείται στον διω−
νων του αυτού ιεραρχικού επιπέδου, εκείνος που έχει κόμενο υπάλληλο σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου
επιληφθεί πρώτος, 138 και αποστέλλεται με το φάκελο της υπόθεσης στο
β) μεταξύ περισσότερων πειθαρχικών συμβουλίων, πειθαρχικό συμβούλιο. Αν κατά τη διαδικασία ανακύψουν
εκείνο που έχει επιληφθεί πρώτο και ευθύνες και για άλλους υπαλλήλους που δεν περιλαμ−
γ) μεταξύ πειθαρχικώς προϊσταμένου, διοικητικού συμ− βάνονται στο παραπεμπτήριο έγγραφο, το συμβούλιο
βουλίου των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και τους καλεί σε απολογία και συνεχίζει την περαιτέρω
πειθαρχικού συμβουλίου, το τελευταίο. διαδικασία χωρίς γνωστοποίηση του παραπεμπτηρίου.
Στην περίπτωση αυτή μπορεί να αποφασίζει τη συνεκ−
ΤΜΗΜΑ Β΄ δίκαση των παραπτωμάτων αυτών με τα παραπτώματα
ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ των περιλαμβανομένων στο παραπεμπτήριο.
3. Η έκδοση του παραπεμπτηρίου εγγράφου καταρ−
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ γεί την εκκρεμή πειθαρχική διαδικασία ενώπιον άλλου
ΑΣΚΗΣΗ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗΣ ΔΙΩΞΗΣ πειθαρχικού οργάνου.
4. Το παραπεμπτήριο έγγραφο δεν ανακαλείται.
Άρθρο 122
Άσκηση πειθαρχικής δίωξης ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
1. Η πειθαρχική δίωξη αρχίζει είτε με την κλήση του ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ−
υπαλλήλου σε απολογία από το μονομελές πειθαρχικό ΕΝΟΡΚΗ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ −
όργανο είτε με την παραπομπή του στο πειθαρχικό συμ− ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗ ΑΝΑΚΡΙΣΗ
βούλιο. Η πειθαρχική διαδικασία ολοκληρώνεται εντός
δύο μηνών από την κλήση σε απολογία είτε με την Άρθρο 125
έκδοση πειθαρχικής απόφασης μονομελούς οργάνου Προκαταρκτική εξέταση
είτε με παραπομπή ενώπιον πειθαρχικού συμβουλίου. 1. Προκαταρκτική εξέταση είναι η άτυπη συλλογή και
Σε περίπτωση παραπομπής ενώπιον του πειθαρχικού καταγραφή στοιχείων για να διαπιστωθεί η τέλεση
1476 ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ (ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ)

πειθαρχικού παραπτώματος και οι συνθήκες τέλεσής σε προϊστάμενο τουλάχιστον ίδιου επιπέδου οργανικής
του. μονάδας.
2. Προκαταρκτική εξέταση μπορεί να ενεργήσει ή να 3. Κατά την εξέταση του υπαλλήλου, στον οποίο
διατάξει κάθε πειθαρχικώς προϊστάμενος του υπαλ− αποδίδεται η διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος,
λήλου. Η προκαταρκτική εξέταση περατώνεται εντός εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 130
μηνός από την ημερομηνία κατά την οποία ο πειθαρ− παράγραφος 3 και 132 του παρόντος.
χικώς προϊστάμενος έλαβε γνώση των περιστατικών, 4. Η ένορκη διοικητική εξέταση ολοκληρώνεται με την
που πιθανόν συνιστούν πειθαρχικό παράπτωμα ή, αν υποβολή αιτιολογημένης έκθεσης του υπαλλήλου που
η προκαταρκτική εξέταση διεξάγεται από υπάλληλο την ενεργεί. Η έκθεση αυτή υποβάλλεται, με όλα τα
ύστερα από εντολή του πειθαρχικώς προϊσταμένου, από στοιχεία που συγκεντρώθηκαν, στον πειθαρχικώς προ−
την ημερομηνία που κοινοποιήθηκε στον υπάλληλο η ϊστάμενο ο οποίος διέταξε τη διενέργεια της εξέτασης.
απόφαση της ανάθεσής της. Εφόσον με την έκθεση διαπιστώνεται η διάπραξη πει−
3. Αν αυτός που ενεργεί προκαταρκτική εξέταση κρίνει, θαρχικού παραπτώματος από συγκεκριμένο υπάλληλο,
με βάση τα στοιχεία που έχουν συγκεντρωθεί, ότι δεν ο πειθαρχικώς προϊστάμενος υποχρεούται να ασκήσει
συντρέχει περίπτωση πειθαρχικής δίωξης, περατώνει πειθαρχική δίωξη.
την εξέταση με αιτιολογημένη έκθεσή του. Στην περί− 5. Διατάξεις που προβλέπουν τη διενέργεια ένορκων
πτωση αυτή δεν αποκλείεται η ενέργεια προκαταρκτι− διοικητικών εξετάσεων οποιασδήποτε μορφής από ει−
κής εξέτασης από ανώτερο πειθαρχικώς προϊστάμενο. δικά όργανα δεν θίγονται.
Αν, αντιθέτως, αυτός που ενεργεί προκαταρκτική εξέ− 6. Οι διατάξεις των παραγράφων 5, 7 και 8 του άρθρου
ταση κρίνει ότι έχει διαπραχθεί πειθαρχικό παράπτωμα, 127, καθώς και οι διατάξεις των άρθρων 129 και 131 του
το οποίο τιμωρείται με ποινή της αρμοδιότητάς του, παρόντος, εφαρμόζονται αναλόγως.
καλεί τον υπάλληλο σε απολογία σύμφωνα με το άρθρο Άρθρο 127
134 του παρόντος. Αν κρίνει, είτε πριν από την κλήση Πειθαρχική ανάκριση
του υπαλλήλου σε απολογία είτε μετά την απολογία
1. Πειθαρχτκή ανάκριση διεξάγεται υποχρεωτικά κατά
του, ότι δικαιολογείται η επιβολή βαρύτερης ποινής,
τη διαδικασία ενώπιον του πειθαρχικού συμβουλίου.
ενεργεί σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παράγραφο
Κατ’ εξαίρεση δεν είναι υποχρεωτική η ανάκριση στις
6 του άρθρου 118 του παρόντος. Αν, τέλος, κρίνει ότι
ακόλουθες περιπτώσεις:
το πειθαρχικό παράπτωμα χρειάζεται περαιτέρω διε−
α) όταν τα πραγματικά περιστατικά που συνιστούν
ρεύνηση, διατάσσει την ενέργεια ένορκης διοικητικής
την αντικειμενική υπόσταση του πειθαρχικού παραπτώ−
εξέτασης.
ματος προκύπτουν από το φάκελο κατά τρόπο αναμ−
Άρθρο 126 φισβήτητο,
Ένορκη διοικητική εξέταση β) όταν ο υπάλληλος ομολογεί με την απολογία του
κατά τρόπο μη επιδεχόμενο αμφισβήτηση ότι διέπραξε
1. Ένορκη διοικητική εξέταση (Ε.Δ.Ε.) ενεργείται κάθε
το πειθαρχικό παράπτωμα,
φορά που η υπηρεσία έχει σοβαρές υπόνοιες ή σαφείς
γ) όταν ο υπάλληλος συλλαμβάνεται επ΄ αυτοφώρω
ενδείξεις για τη διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος.
κατά τη διάπραξη ποινικού αδικήματος που αποτελεί
Η εξέταση αυτή αποσκοπεί στη συλλογή στοιχείων για
συγχρόνως και πειθαρχικό παράπτωμα,
τη διαπίστωση της τέλεσης πειθαρχικού παραπτώματος δ) όταν έχει προηγηθεί ανάκριση ή προανάκριση συμ−
και τον προσδιορισμό των προσώπων που τυχόν ευθύ− φώνως με τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονο−
νονται, καθώς και στη διερεύνηση των συνθηκών κάτω μίας για ποινικό αδίκημα που αποτελεί και πειθαρχικό
από τις οποίες αυτό έχει τελεστεί. Η ένορκη διοικητική παράπτωμα,
εξέταση δεν συνιστά έναρξη πειθαρχικής δίωξης. ε) όταν έχει διενεργηθεί, πριν την έκδοση του παρα−
2. Η ένορκη διοικητική εξέταση διατάσσεται από οποι− πεμπτηρίου εγγράφου, Ε.Δ.Ε. ή άλλη ένορκη εξέταση
ονδήποτε πειθαρχικώς προϊστάμενο και ενεργείται από κατά την οποία διαπιστώθηκε διάπραξη πειθαρχικού
μόνιμο υπάλληλο με βαθμό τουλάχιστον Γ΄ του ίδιου παραπτώματος από συγκεκριμένο υπάλληλο. Το ίδιο
Υπουργείου ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου και ισχύει όταν η διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος
σε καμία περίπτωση κατώτερου βαθμού εκείνου στον προκύπτει από έκθεση δικαστικού οργάνου ή άλλου
οποίο αποδίδεται η πράξη. Η ενέργεια της ένορκης ελεγκτικού οργάνου της διοίκησης.
διοικητικής εξέτασης μπορεί να ανατίθεται και σε μό− 2. Η πειθαρχική ανάκριση διεξάγεται από υπάλληλο
νιμο δημόσιο υπάλληλο τουλάχιστον με βαθμό Γ΄ άλλου τουλάχιστον ομοιόβαθμο του διωκομένου που μπορεί
Υπουργείου ή, προκειμένου για νομικό πρόσωπο δημοσί− να είναι και μέλος του πειθαρχικού συμβουλίου. Αν σε
ου δικαίου, του Υπουργείου που το εποπτεύει. Η ένορκη νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου δεν υπάρχει επαρκής
διοικητική εξέταση περατώνεται εντός δύο (2) μηνών αριθμός υπαλλήλων που να πληροί την ανωτέρω προϋ−
από την ημερομηνία που κοινοποιήθηκε στον υπάλληλο πόθεση, η διεξαγωγή της πειθαρχικής ανάκρισης ανατί−
η απόφαση ανάθεσης διεξαγωγής της. Ο υπάλληλος, ο θεται σε υπάλληλο του εποπτεύοντος Υπουργείου.
οποίος διεξάγει την ένορκη διοικητική εξέταση, μπορεί 3. Δεν ενεργούν πειθαρχική ανάκριση: α) τα πρόσω−
να ζητήσει, με πλήρως αιτιολογημένη αίτησή του, πα− πα στα οποία αποδίδεται το πειθαρχικό παράπτωμα,
ράταση της προθεσμίας αυτής έως ένα μήνα. β) οι πειθαρχικώς προϊστάμενοι που έχουν εκδώσει την
Αν ο υπάλληλος, στον οποίο αποδίδεται η διάπραξη πειθαρχική απόφαση η οποία κρίνεται κατ’ ένσταση,
του πειθαρχικού παραπτώματος, είναι προϊστάμενος γ) τα πρόσωπα που έχουν ενεργήσει ένορκη διοικητική
οργανικής μονάδας οποιουδήποτε επιπέδου, η εντολή εξέταση και δ) τα πρόσωπα που έχουν ασκήσει την
για διενέργεια ένορκης διοικητικής εξέτασης ανατίθεται πειθαρχική δίωξη.
ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ (ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ) 1477

Ο εγκαλούμενος μπορεί να ζητήσει με έγγραφη αί− των εγγράφων που παραλήφθηκαν. Κατ’ εξαίρεση η
τηση μέσα σε τρεις (3) ημέρες από την κλήση του για αυτοψία ιδιωτικών εγγράφων, τα οποία είναι απολύτως
εξέταση την εξαίρεση εκείνου που διεξάγει την ανά− αναγκαία για τη διεκπεραίωση τρέχουσας υπόθεσης
κριση. Στην αίτηση πρέπει να εκτίθενται κατά τρόπο του κατόχου τους ή άλλου προσώπου, διενεργείται από
σαφή και συγκεκριμένο οι λόγοι της εξαίρεσης και να τον ανακριτή στον τόπο όπου βρίσκονται.
αναφέρονται τα στοιχεία στα οποία θεμελιώνονται οι
προβαλλόμενοι ισχυρισμοί. Για την αίτηση εξαίρεσης Άρθρο 130
αποφασίζει το πειθαρχικό συμβούλιο χωρίς τη συμ− Μάρτυρες
μετοχή εκείνου, του οποίου ζητείται η εξαίρεση, που 1. Οι μάρτυρες εξετάζονται ενόρκως σύμφωνα με τις
αναπληρώνεται νομίμως. Αν η αίτηση γίνει δεκτή, οι διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
ανακριτικές πράξεις που στο μεταξύ ενεργήθηκαν, είναι 2. Η μη εμφάνιση ή η άρνηση κατάθεσης του μάρτυρα
άκυρες και επαναλαμβάνονται εξαρχής. χωρίς εύλογη αιτία αποτελεί πλημμέλημα και αν είναι
4. Όποιος διεξάγει ανάκριση δικαιούται να ενεργήσει υπάλληλος και πειθαρχικό παράπτωμα. Εύλογη αιτία
ανακριτικές πράξεις και εκτός της έδρας του. Επίσης, θεωρείται και η συγγένεια του διωκομένου με το μάρ−
δικαιούται να ζητήσει την ενέργεια ανακριτικών πρά− τυρα σε ευθεία γραμμή ή έως και το δεύτερο βαθμό
ξεων και εκτός της έδρας του από οποιαδήποτε διοι−
σε πλάγια γραμμή.
κητική αρχή.
3. O διωκόμενος δικαιούται κατά τη διάρκεια της
5. Η πειθαρχική ανάκριση είναι μυστική.
πειθαρχικής ανάκρισης και της ένορκης διοικητικής
6. Η πειθαρχική ανάκριση περατώνεται εντός μηνός
εξέτασης και μέχρι το τέλος της εξέτασής του να ζη−
από την ημερομηνία κοινοποίησης της σχετικής από−
τήσει εγγράφως την εξέταση μαρτύρων. Ο ανακριτής
φασης του πειθαρχικού συμβουλίου στον υπάλληλο,
που θα τη διενεργήσει, ο οποίος μπορεί να ζητήσει υποχρεούται να εξετάσει πέντε τουλάχιστον από τους
με πλήρως αιτιολογημένη αίτησή του, παράταση της προτεινόμενους μάρτυρες.
προθεσμίας αυτής. Η παράταση αυτή δεν υπερβαίνει 4. Αν η ένορκη διοικητική εξέταση δεν στρεφόταν
τον ένα (1) μήνα. κατά συγκεκριμένου προσώπου, το πειθαρχικό συμβού−
7. Η πειθαρχική ανάκριση μπορεί να επεκταθεί στην λιο υποχρεούται να διενεργήσει συμπληρωματική ανά−
έρευνα και άλλων παραπτωμάτων του ίδιου υπαλλήλου κριση, προκειμένου να παρασχεθεί η δυνατότητα στον
εφόσον προκύπτουν επαρκή στοιχεία. διωκόμενο να εξετασθεί ανωμοτί ή να προτείνει την
8. Καθήκοντα γραμματέα εκτελεί υπάλληλος ο οποίος εξέταση μαρτύρων, εκτός εάν αυτός δηλώσει ενώπιον
ορίζεται από τον ενεργούντα την ανάκριση. του συμβουλίου ότι δεν επιθυμεί να εξετασθεί ανωμοτί
ή να προτείνει την εξέταση μαρτύρων.
Άρθρο 128
Ανακριτικές πράξεις Άρθρο 131
Πραγματογνώμονες
1. Ανακριτικές πράξεις είναι:
α) η αυτοψία, Ως πραγματογνώμονες ορίζονται δημόσιοι υπάλληλοι,
β) η εξέταση μαρτύρων, υπάλληλοι νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και
γ) η πραγματογνωμοσύνη, Ο.Τ.Α., καθώς και αξιωματικοί των ενόπλων δυνάμεων,
δ) η εξέταση του διωκομένου. των σωμάτων ασφαλείας και του λιμενικού σώματος. Οι
2. Δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο ανακριτικής πραγματογνώμονες, πριν από τη διενέργεια της πραγ−
πράξης θέμα που κατά το νόμο καλύπτεται: α) από το ματογνωμοσύνης, ορκίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις
απόρρητο της υπηρεσίας, εκτός αν συμφωνεί η αρμόδια του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
Αρχή, ή β) από το κατά νόμο επαγγελματικό ή άλλο
απόρρητο. Άρθρο 132
3. Για την ανακριτική πράξη συντάσσεται έκθεση που Εξέταση διωκομένου
υπογράφεται από όσους συνέπραξαν. Αν κάποιος από Κατά την πειθαρχική ανάκριση καλείται οπωσδήποτε
τους μάρτυρες είναι αναλφάβητος ή αρνείται να υπο− για εξέταση ο διωκόμενος υπάλληλος. Ο υπάλληλος
γράψει ή βρίσκεται σε φυσική αδυναμία να υπογράψει, εξετάζεται ανωμοτί και μπορεί να παρίσταται μετά
γίνεται σχετική μνεία στην έκθεση. δικηγόρου. Η μη προσέλευση του διωκομένου ή η άρ−
Άρθρο 129 νηση του να εξετασθεί, δεν εμποδίζει την πρόοδο της
Αυτοψία ανάκρισης.
1. Με την επιφύλαξη όσων ορίζονται στο δεύτερο εδά− Άρθρο 133
φιο της παραγράφου 4 του άρθρου 127 του παρόντος, Ενέργειες μετά την ανάκριση
η αυτοψία διενεργείται αυτοπροσώπως από εκείνον
που διεξάγει την πειθαρχική ανάκριση με την παρουσία 1. Ο πρόεδρος του πειθαρχικού συμβουλίου, όταν λάβει
γραμματέα. το παραπεμπτήριο έγγραφο, ορίζει ως εισηγητή της
2. Η αυτοψία δημόσιων εγγράφων ή εγγράφων ιδιωτι− πειθαρχικής υπόθεσης ένα από τα μέλη του συμβουλίου,
κών που έχουν κατατεθεί σε δημόσια αρχή, διενεργείται στο οποίο και παραδίδεται ο φάκελος.
στο γραφείο όπου φυλάσσονται. 2. Ο πρόεδρος του πειθαρχικού συμβουλίου, όταν δια−
3. Έγγραφα που κατέχονται από ιδιώτη, παραδίδονται βιβαστεί σε αυτόν το πόρισμα της πειθαρχικής ανάκρι−
στον ανακριτή και επιστρέφονται υποχρεωτικώς μετά σης ή, σε περίπτωση μη διενέργειας ανάκρισης κατά το
το τέλος της πειθαρχικής διαδικασίας. Ο ανακριτής, άρθρο 127 παράγραφος 1 του παρόντος, όταν κρίνει ότι
ύστερα από αίτηση του ιδιώτη, υποχρεούται να χορηγεί η υπόθεση είναι ώριμη για συζήτηση, την εισάγει στο
ατελώς απόδειξη παραλαβής και επίσημο αντίγραφο πειθαρχικό συμβούλιο για να αποφασίσει την κλήση σε
1478 ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ (ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ)

απολογία του διωκόμενου υπαλλήλου ή την απαλλαγή ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄


του χωρίς αυτή. ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΝΩΠΙΟΝ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
Άρθρο 136
ΑΠΟΛΟΓΙΑ
Προσδιορισμός ημέρας συνεδρίασης −
Παράσταση διωκομένου
Άρθρο 134
Κλήση σε απολογία 1. Μετά την υποβολή της απολογίας ή την παρέλευση
1. Πειθαρχική ποινή δεν επιβάλλεται, εάν ο υπάλληλος της προθεσμίας υποβολής της ο πρόεδρος του πειθαρ−
δεν κληθεί προηγουμένως σε απολογία. Η εξέταση του χικού συμβουλίου προσδιορίζει με πράξη του την ημέρα
διωκομένου κατά το στάδιο της ένορκης διοικητικής κατά την οποία θα συζητηθεί η υπόθεση. Η ημέρα, η
εξέτασης ή της πειθαρχικής ανάκρισης δεν αναπληρώ− ώρα και ο τόπος της συνεδρίασης κοινοποιούνται κατά
νει την κλήση σε απολογία. το άρθρο 138 στον διωκόμενο πριν από τέσσερις (4)
2. Στην κλήση σε απολογία καθορίζεται σαφώς το τουλάχιστον πλήρεις ημέρες.
αποδιδόμενο πειθαρχικό παράπτωμα και τάσσεται εύ− 2. Ο διωκόμενος υπάλληλος έχει δικαίωμα να παρα−
λογη προθεσμία για απολογία. Η προθεσμία αυτή δεν στεί είτε αυτοπροσώπως είτε δια ή μετά πληρεξουσίου
μπορεί να είναι βραχύτερη από δύο (2) ημέρες, όταν ο δικηγόρου ενώπιον των πειθαρχικών συμβουλίων και
υπάλληλος καλείται σε απολογία από τον πειθαρχικώς των διοικητικών συμβουλίων των Ν.Π.Δ.Δ.. Η μη προσέ−
προϊστάμενο και από τρεις (3) ημέρες όταν αυτός καλεί− λευση του διωκομένου δεν εμποδίζει την πρόοδο της
ται από συμβούλιο. Η προθεσμία για απολογία μπορεί διαδικασίας.
να παραταθεί μία μόνο φορά και έως το τριπλάσιο της 3. Αν το πειθαρχικό συμβούλιο κρίνει ανεπαρκή τα
αρχικής προθεσμίας μετά από αιτιολογημένη έγγραφη αποδεικτικά στοιχεία, αναβάλλει την κρίση της υπόθε−
αίτηση του διωκομένου. Εκπρόθεσμη απολογία λαμβά− σης και διατάσσει συμπληρωματική ανάκριση.
νεται υποχρεωτικώς υπόψη, εφόσον υποβάλλεται πριν 4. Η υπηρεσία του διωκομένου υποχρεούται να του
από την έκδοση της απόφασης. χορηγεί ανάλογη άδεια για να προσέλθει ενώπιον συλ−
Η παράλειψη της κλήσης σε απολογία καλύπτεται από λογικού πειθαρχικού οργάνου κατά την κρίση της υπό−
την υποβολή έγγραφης απολογίας. θεσής του.
3. Όταν μετά την κλήση του διωκομένου σε απολογία
ακολουθεί παραπομπή σύμφωνα με την παράγραφο 6 Άρθρο 137
του άρθρου 118 του παρόντος σε ανώτερο πειθαρχικώς Κωλύματα και εξαίρεση μελών
προϊστάμενο ή στο πειθαρχικό συμβούλιο ή στα όργανα πειθαρχικού συμβουλίου
του άρθρου 119 του παρόντος, δεν απαιτείται νέα κλήση 1. Μέλη του πειθαρχικού συμβουλίου, που δεν δικαιού−
σε απολογία. νται να διεξάγουν ανάκριση σύμφωνα με την παράγρα−
4. Μετά την κλήση σε απολογία η υπόθεση περατούται φο 3 του άρθρου 127 του παρόντος ή έχουν διενεργήσει
με την έκδοση απόφασης. πειθαρχική ανάκριση στην κρινόμενη υπόθεση, κωλύο−
Άρθρο 135 νται να μετάσχουν στη σύνθεσή του κατά την κρίση
Απολογία της υπόθεσης αυτής.
2. Ο διωκόμενος μπορεί με έγγραφη αίτησή του να ζη−
1. Η απολογία υποβάλλεται εγγράφως. Ενώπιον συλλο−
τήσει την εξαίρεση μελών του πειθαρχικού συμβουλίου
γικού πειθαρχικού οργάνου επιτρέπεται στον διωκόμενο
με την προϋπόθεση ότι με τα υπόλοιπα μέλη, τακτικά και
και η προφορική συμπληρωματική απολογία.
αναπληρωματικά, υπάρχει απαρτία. Η αίτηση αυτή που
2. Η απολογία παραδίδεται με απόδειξη στο όργα−
υποβάλλεται δύο (2) τουλάχιστον ημέρες πριν από τη
νο το οποίο καλεί σε απολογία. Μπορεί όμως και να
συζήτηση της υπόθεσης, πρέπει να περιέχει κατά τρό−
αποσταλεί ταχυδρομικώς με συστημένη επιστολή. Στην
πο σαφή και συγκεκριμένο τους λόγους της εξαίρεσης
περίπτωση του προηγούμενου εδαφίου το εμπρόθεσμο
και να συνοδεύεται από τα στοιχεία με τα οποία αυτοί
της υποβολής της κρίνεται από το χρόνο της ταχυ−
δρόμησης. αποδεικνύονται. Για την αίτηση εξαίρεσης το πειθαρχικό
3. Πριν από την απολογία ο διωκόμενος έχει δικαίωμα συμβούλιο αποφασίζει αιτιολογημένα με συμμετοχή των
να λάβει γνώση και αντίγραφα, με δαπάνες του, του νόμιμων αναπληρωτών των μελών των οποίων ζητείται
φακέλου της πειθαρχικής υπόθεσης. Το γεγονός ότι η εξαίρεση. Τα μέλη που εξαιρούνται αντικαθίστανται
έλαβε γνώση αποδεικνύεται με πράξη η οποία υπογρά− από τα αναπληρωματικά τους. Αν εξαιρεθεί το τακτικό
φεται από τον υπάλληλο, ο οποίος τηρεί το φάκελο και και το αναπληρωματικό του μέλος, το συμβούλιο συνε−
τον διωκόμενο ή μόνο από τον πρώτο, αν ο δεύτερος δριάζει με τα υπόλοιπα μέλη του εφόσον έχει απαρτία.
αρνηθεί να υπογράψει. Αν ο διωκόμενος υπάλληλος Η εξαίρεση αναπληρωματικού μέλους μπορεί να ζητηθεί
δεν υπηρετεί στην έδρα του οργάνου που τον καλεί σε και την ημέρα της συνεδρίασης. Στην περίπτωση αυτή
απολογία, του χορηγείται σχετική άδεια. το συμβούλιο αποφασίζει αμέσως επί της αιτήσεως
4. Με την απολογία του ο υπάλληλος έχει δικαίωμα εξαιρέσεως με τα υπόλοιπα μέλη του.
να ζητήσει εύλογη προθεσμία για να υποβάλει έγγρα− 3. Στην περίπτωση της παραγράφου 4 του άρθρου 114
φα στοιχεία. Η παροχή της προθεσμίας και η διάρκεια του παρόντος αποκλείεται να μετάσχει στο πειθαρχικό
της εναπόκειται στην κρίση του οργάνου το οποίο τον συμβούλιο ο ανακριτής ή αυτός που συμμετείχε στο
καλεί σε απολογία. πειθαρχικό συμβούλιο κατά την πρώτη κρίση.
ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ (ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ) 1479

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄ δεν συνεπάγεται ακυρότητα της απόφασης, εφόσον


ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ αυτά προκύπτουν από το φάκελο της υπόθεσης.
3. Η πειθαρχική απόφαση υπογράφεται από το όργανο
Άρθρο 138 που την εκδίδει. Όταν αυτή εκδίδεται από συλλογικό
Κοινοποιήσεις στον διωκόμενο όργανο, υπογράφεται από τον πρόεδρο και τον γραμ−
Η κλήση σε απολογία και κάθε πρόσκληση ή ειδο− ματέα.
4. Η πειθαρχική απόφαση κοινοποιείται σε αντίγραφο
ποίηση του διωκομένου επιδίδονται με δικαστικό επι−
με τη φροντίδα της υπηρεσίας στον υπάλληλο και γνω−
μελητή ή άλλο δημόσιο όργανο στον ίδιο προσωπικά ή
στοποιείται στα όργανα που δικαιούνται να ασκήσουν
στην κατοικία, που έχει δηλώσει στην υπηρεσία του, σε
ένσταση. Η κοινοποίηση της απόφασης στον υπάλληλο
πρόσωπο με το οποίο συνοικεί. Για την επίδοση αυτή
ενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 138
συντάσσεται αποδεικτικό. Εάν δεν καταστεί δυνατή η
του παρόντος. Στον υπάλληλο γνωστοποιείται επίσης η
επίδοση για οποιοδήποτε λόγο, συμπεριλαμβανομένης
τυχόν δυνατότητα ασκήσεως ενστάσεως ή προσφυγής,
και της περιπτώσεως αγνώστου διαμονής του διωκο−
κατά περίπτωση, ενώπιον του αρμοδίου οργάνου και η
μένου, το έγγραφο τοιχοκολλάται στο κατάστημα της
σχετική προθεσμία ασκήσεώς της.
υπηρεσίας του υπαλλήλου και συντάσσεται πρωτόκολλο
5. Η πειθαρχική απόφαση δεν ανακαλείται. Ανάκληση
που υπογράφεται από έναν μάρτυρα. Σε περίπτωση
της πειθαρχικής απόφασης επιτρέπεται κατ’ εξαίρεση
άρνησης παραλαβής, αυτός που διενεργεί την επίδοση
σε περίπτωση πρόδηλης παρανομίας. Ανάκληση πει−
συντάσσει πράξη στην οποία βεβαιώνεται η άρνηση.
θαρχικής απόφασης μονομελούς οργάνου γίνεται ύστε−
Άρθρο 139 ρα από σύμφωνη γνώμη του πειθαρχικού συμβουλίου.
Εκτίμηση αποδείξεων Πειθαρχική απόφαση που υπόκειται σε ένσταση δεν
ανακαλείται. Η αίτηση για ανάκληση της πειθαρχικής
1. Το πειθαρχικό όργανο εκτιμά ελευθέρως τις απο−
απόφασης υποβάλλεται μέσα σε αποκλειστική προθε−
δείξεις. Για να μορφώσει την κρίση του, μπορεί να λάβει
σμία εξήντα (60) ημερών από την κοινοποίησή της στον
υπόψη του και αποδεικτικά στοιχεία που δεν προκύ−
υπάλληλο. Αν η ανάκληση δεν γίνει εντός τριμήνου, λο−
πτουν από την πειθαρχική διαδικασία αλλά από άλλη
γίζεται ότι το αίτημα της ανάκλησης έχει απορριφθεί.
νόμιμη διαδικασία, εφόσον έλαβε γνώση τους ο διω−
κόμενος. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄
2. Συναφή πειθαρχικά παραπτώματα, τα οποία διαπι− ΕΝΣΤΑΣΗ − ΠΡΟΣΦΥΓΗ
στώνονται κατά την εκτίμηση των αποδείξεων, μπορούν ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ
να αποτελέσουν αντικείμενο της ίδιας πειθαρχικής κρί−
σης μόνον εφόσον ο διωκόμενος κληθεί σε απολογία Άρθρο 141
και γι’ αυτά. Ένσταση
3. Η κρίση πρέπει να στηρίζεται σε αποδεδειγμένα 1. Οι αποφάσεις των πειθαρχικώς προϊσταμένων, εκτός
πραγματικά γεγονότα και να είναι ειδικώς αιτιολογη− αυτών που ορίζονται στο άρθρο 142 παράγραφος 2 πε−
μένη. ρίπτωση α΄ και των συλλογικών οργάνων του άρθρου
Άρθρο 140 119 του παρόντος, υπόκεινται σε ένσταση ενώπιον του
Πειθαρχική απόφαση αρμόδιου πειθαρχικού συμβουλίου.
2. Οι αποφάσεις των πειθαρχικών συμβουλίων που
1. Η πειθαρχική απόφαση διατυπώνεται εγγράφως. κρίνουν σε πρώτο βαθμό υπόκεινται σε ένσταση ενώ−
2. Στην απόφαση μνημονεύονται: πιον του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου, από
α) ο τόπος και ο χρόνος έκδοσής της, τον υπάλληλο που τιμωρήθηκε, στις περιπτώσεις επιβο−
β) το ονοματεπώνυμο, η ιδιότητα και ο βαθμός του λής της πειθαρχικής ποινής του προστίμου αποδοχών
μονομελούς πειθαρχικού οργάνου ή των μελών του συλ− τεσσάρων (4) μηνών και άνω μέχρι την ποινή της ορι−
λογικού πειθαρχικού οργάνου, στικής παύσης, καθώς και στις περιπτώσεις επιβολής
γ) το ονοματεπώνυμο, η ιδιότητα και ο βαθμός του ποινής προστίμου αποδοχών από ένα (1) έως τέσσερις
κρινόμενου, (4) μήνες, εφόσον κατά της απόφασης του πειθαρχικού
δ) τα πραγματικά περιστατικά και στοιχεία που συ− συμβουλίου έχει ασκηθεί ένσταση υπέρ της διοίκησης.
νιστούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση Όλες οι αποφάσεις των πειθαρχικών συμβουλίων που
του πειθαρχικού παραπτώματος, προσδιορισμένα κατά κρίνουν σε πρώτο βαθμό υπόκεινται σε ένσταση ενώπιον
τόπο και χρόνο, του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου, υπέρ της
ε) η υποβολή ή όχι απολογίας, διοίκησης, κατά τα οριζόμενα στην περίπτωση β΄ της
στ) η αιτιολογία της απόφασης, επόμενης παραγράφου.
ζ) η γνώμη των μελών του συλλογικού οργάνου που 3. Ένσταση ενώπιον του πειθαρχικού συμβουλίου ή του
μειοψήφησαν και Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου δικαιούνται
η) η απαλλαγή του κρινόμενου ή η ποινή που του να ασκήσουν:
επιβάλλεται. α) ο υπάλληλος που τιμωρήθηκε και
Αν η πειθαρχική απόφαση περί της ενοχής του διω− β) υπέρ της διοίκησης ή υπέρ του υπαλλήλου κάθε πει−
κομένου λαμβάνεται κατά πλειοψηφία, όλα τα μέλη του θαρχικώς προϊστάμενος, οι πρόεδροι των συλλογικών
πειθαρχικού συμβουλίου ψηφίζουν για την επιβλητέα οργάνων του άρθρου 119 του παρόντος, ο Υπουργός,
ποινή. Λευκή ψήφος ή αποχή από την ψηφοφορία δεν καθώς και ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης
επιτρέπεται. Η παράλειψη των στοιχείων που αναφέρο− στις περιπτώσεις που ο ίδιος έχει ασκήσει πειθαρχική
νται στα εδάφια α΄, β΄ και γ΄ εκτός του ονοματεπώνυμου, δίωξη κατά υπαλλήλου.
1480 ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ (ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ)

4. Η ένσταση ασκείται μέσα σε προθεσμία τριάντα β) των αποφάσεων του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχι−
(30) ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης ή την κού Συμβουλίου που επιβάλλουν οποιαδήποτε ποινή
πλήρη γνώση αυτής από τον υπάλληλο ή από την πε− πλην της έγγραφης επίπληξης και του προστίμου των
ριέλευσή της στα όργανα που δικαιούνται να ασκήσουν αποδοχών έως ενός (1) μηνός με την επιφύλαξη της
ένσταση. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά τριάντα παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου,
(30) ημέρες για εκείνους που διαμένουν στο εξωτερικό. γ) των αποφάσεων των πειθαρχικών συμβουλίων,
Ειδικά στην περίπτωση επιβολής ποινής προστίμου απο− όταν επιβάλλουν την πειθαρχική ποινή του προστίμου
δοχών από ένα (1) έως τέσσερις (4) μήνες, όταν ασκεί− αποδοχών ενός (1) μηνός έως και τεσσάρων (4) μηνών
ται ένσταση υπέρ της διοίκησης, η προθεσμία για την κατά των οποίων δεν μπορούν να ασκήσουν ένσταση με
άσκηση ένστασης εκ μέρους του υπαλλήλου αρχίζει από την επιφύλαξη του πρώτου εδαφίου της παραγράφου
την κοινοποίηση σε αυτόν αντιγράφων της πειθαρχικής 2 του άρθρου 141.
απόφασης και της ένστασης υπέρ της διοίκησης ή από 3. Δικαίωμα προσφυγής ενώπιον του Συμβουλίου της
την πλήρη γνώση αυτών. Αν δεν ασκηθεί ένσταση υπέρ Επικρατείας έχει ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Δι−
της διοίκησης, η προθεσμία για την άσκηση προσφυγής οίκησης κατά των αποφάσεων του Δευτεροβάθμιου Πει−
από τον υπάλληλο ενώπιον του αρμόδιου διοικητικού θαρχικού Συμβουλίου που επιβάλλουν τις πειθαρχικές
εφετείου αρχίζει από την κοινοποίηση σε αυτόν αντι− ποινές της προσωρινής παύσης και του υποβιβασμού με
γράφου της πειθαρχικής απόφασης που συνοδεύεται αίτημα την επιβολή της πειθαρχικής ποινής της οριστικής
από βεβαίωση περί μη ασκήσεως ενστάσεως από τη παύσης. Το αίτημα πρέπει να στηρίζεται σε συγκεκριμέ−
διοίκηση ή από την πλήρη γνώση αυτών. να στοιχεία του πειθαρχικού φακέλου. Η προθεσμία για
5. Τα πειθαρχικά συμβούλια και το Δευτεροβάθμιο Πει− την άσκηση προσφυγής αρχίζει από την περιέλευση των
θαρχικό Συμβούλιο, όταν κρίνουν μετά από ένσταση του πειθαρχικών αποφάσεων στο γραφείο του. Η προσφυ−
υπαλλήλου ή υπέρ του, δεν μπορούν να χειροτερεύουν γή υπογράφεται από τον Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας
τη θέση του. Όταν κρίνουν ένσταση υπέρ της διοίκησης, Διοίκησης και κατά τη συζήτηση παρίσταται μέλος του
δεν μπορούν να επιβάλουν ελαφρότερη ποινή από αυτήν Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. Αν ο υπάλληλος έχει
ασκήσει ήδη ενώπιον του αρμόδιου διοικητικού εφετείου
που επιβλήθηκε. Όταν ασκούνται ενστάσεις τόσο από
προσφυγή, κατά της απόφασης του Δευτεροβάθμιου
τον υπάλληλο όσο και υπέρ της διοίκησης, το οικείο
Πειθαρχικού Συμβουλίου, που επιβάλλει σε αυτόν την
συμβούλιο τις κρίνει από κοινού και δεν δεσμεύεται ως
πειθαρχική ποινή της προσωρινής παύσης, ή την ασκεί
προς την ποινή που θα επιβάλει.
ενόσω εκκρεμεί η ανωτέρω προσφυγή του Γενικού Επι−
6. Η προθεσμία για την άσκηση ένστασης και η άσκησή
θεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, το εν λόγω δικαστήριο
της αναστέλλουν την εκτέλεση της πειθαρχικής από−
οφείλει να παραπέμψει την υπόθεση στο Συμβούλιο της
φασης. Το πειθαρχικό συμβούλιο μπορεί να αποφασίζει
Επικρατείας προς συνεκδίκαση.
την άμεση εκτέλεση της πειθαρχικής απόφασης αν συ−
4. Η προθεσμία για την άσκηση της ανωτέρω προσφυ−
ντρέχουν λόγοι δημοσίου συμφέροντος εκτός εάν με
γής αρχίζει από την κοινοποίηση ή την πλήρη γνώση της
αυτή έχει επιβληθεί η πειθαρχική ποινή της οριστικής
απόφασης. Η προθεσμία και η άσκηση της προσφυγής
παύσης ή του υποβιβασμού.
ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας ή του αρμό−
Ειδικές διατάξεις που ρυθμίζουν την υπηρεσιακή κα− διου Διοικητικού Εφετείου διέπονται από τις κείμενες
τάσταση των υπαλλήλων κατά το χρόνο της αναστολής διατάξεις με την επιφύλαξη της διάταξης της παραγρά−
διατηρούνται σε ισχύ. φου 4 του άρθρου 141 και των διατάξεων του πρώτου
7. Η ένσταση κατά των αποφάσεων των πειθαρχικώς εδαφίου της επόμενης παραγράφου.
προϊσταμένων κατατίθεται στο αρμόδιο πειθαρχικό 5. Η προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής και η
συμβούλιο. Η ένσταση κατά αποφάσεων του πειθαρχι− άσκησή της δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της πειθαρ−
κού συμβουλίου που έκρινε σε πρώτο βαθμό κατατίθεται χικής απόφασης, με εξαίρεση τις πειθαρχικές αποφά−
σε αυτό, το οποίο τη διαβιβάζει αμελλητί στο Δευτε− σεις που επιβάλλουν την ποινή της οριστικής παύσης ή
ροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο με τον πλήρη φάκελο του υποβιβασμού. Το αρμόδιο διοικητικό εφετείο μπορεί,
της πειθαρχικής υπόθεσης. ύστερα από αίτηση του προσφεύγοντος, με απόφασή
Άρθρο 142 του να αναστείλει την εκτέλεση της πειθαρχικής από−
Προσφυγή φασης, εφόσον πιθανολογείται ανεπανόρθωτη βλάβη
του προσφεύγοντος ή ευδοκίμηση της προσφυγής,
1. Δικαίωμα προσφυγής ενώπιον του Συμβουλίου της εκτός εάν λόγοι δημοσίου συμφέροντος αποκλείουν τη
Επικρατείας έχουν οι μόνιμοι υπάλληλοι κατά των απο− χορήγηση της αναστολής. Στην περίπτωση χορήγησης
φάσεων του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου αναστολής, η εκδίκαση της προσφυγής γίνεται μέσα σε
που επιβάλλουν τις πειθαρχικές ποινές του υποβιβασμού προθεσμία οκτώ (8) μηνών από τη χορήγησή της, άλλως
ή της οριστικής παύσης. η χορηγηθείσα αναστολή εκτέλεσης της πειθαρχικής
2. Δικαίωμα προσφυγής ενώπιον του διοικητικού εφε− απόφασης παύει να ισχύει.
τείου έχουν οι μόνιμοι υπάλληλοι κατά: 6. Σε κάθε περίπτωση, η εκδίκαση της προσφυγής
α) των πειθαρχικών αποφάσεων του Υπουργού, του από το Συμβούλιο της Επικρατείας ή από το αρμόδιο
Διοικητή του Αγίου Όρους, του προέδρου ή του επι− διοικητικό εφετείο γίνεται μέσα σε οκτώ (8) μήνες από
κεφαλής ανεξάρτητης διοικητικής αρχής, καθώς και την περιέλευσή της στο οικείο δικαστήριο.
του διοικητή ή του προέδρου συλλογικού οργάνου, ο 7. Το Συμβούλιο της Επικρατείας ή το διοικητικό εφε−
οποίος ασκεί τη διοίκηση νομικού προσώπου δημοσίου τείο, όταν κρίνουν ύστερα από προσφυγή του υπαλλή−
δικαίου, λου, δεν μπορούν να χειροτερεύουν τη θέση του.
ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ (ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ) 1481

Άρθρο 143 Το πρόστιμο υπολογίζεται στις αποδοχές που λαμ−


Επανάληψη της πειθαρχικής διαδικασίας βάνει ο υπάλληλος κατά το χρόνο έκδοσης της πρωτο−
βάθμιας πειθαρχικής απόφασης. Όταν αυτό ορίζεται έως
1. Την επανάληψη της πειθαρχικής διαδικασίας, σύμ−
το ένα πέμπτο (1/5) των αποδοχών του, παρακρατείται
φωνα με τις παραγράφους 4 και 5 του άρθρου 114 του
εφάπαξ από τις αποδοχές του πρώτου μήνα μετά την
παρόντος, μπορούν να ζητήσουν: α) τα όργανα των
τελεσιδικία της απόφασης. Όταν είναι μεγαλύτερο, πα−
παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 123 του παρόντος, όταν
ρακρατείται τμηματικώς κατά μήνα.
έχει εκδοθεί καταδικαστική ποινική απόφαση και β) ο
Η μηνιαία παρακράτηση καθορίζεται με την πειθαρχι−
υπάλληλος, όταν έχει εκδοθεί αθωωτική ποινική από− κή απόφαση και δεν επιτρέπεται να είναι ανώτερη από
φαση εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενός (1) έτους το ένα πέμπτο (1/5) των αποδοχών του υπαλλήλου.
από τη δημοσίευσή της. 6. Σε περίπτωση που ο διωκόμενος υπάλληλος αθω−
2. Η αίτηση για την επανάληψη της πειθαρχικής δια− ωθεί αμετάκλητα, περίληψη της απόφασης αναρτάται
δικασίας απευθύνεται στο αρμόδιο πειθαρχικό συμβού− στο διαδίκτυο ή δημοσιοποιείται με κάθε πρόσφορο
λιο ή στο Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο κατά τρόπο.
περίπτωση, στο οποίο υπαγόταν ο υπάλληλος κατά το
χρόνο τέλεσης του παραπτώματος. Άρθρο 145
3. Αν έχει εκδοθεί καταδικαστική ποινική απόφαση, Διαγραφή πειθαρχικών ποινών
κατά την επανάληψη της πειθαρχικής διαδικασίας, μπο− 1. Διαγράφονται αυτοδικαίως η ποινή της επίπληξης
ρεί να επιβληθεί πειθαρχική ποινή ανώτερη από αυτήν μετά τρία (3) έτη, του προστίμου μετά οκτώ (8) έτη και
που είχε επιβληθεί. Αν έχει εκδοθεί αθωωτική ποινική οι λοιπές ποινές, εκτός από τις ποινές της οριστικής και
απόφαση, μπορεί να επιβληθεί ελαφρότερη ποινή ή να προσωρινής παύσης και του υποβιβασμού, μετά δέκα
απαλλαγεί ο υπάλληλος. Αν ο υπάλληλος είχε τιμωρη− (10) έτη, εφόσον κατά το αντίστοιχο χρονικό διάστημα
θεί με οριστική ή προσωρινή παύση ή υποβιβασμό, το ο υπάλληλος δεν τιμωρήθηκε με άλλη ποινή. Ο χρόνος
υπηρεσιακό συμβούλιο μπορεί μετά την επανάληψη της της διαγραφής υπολογίζεται από την εκτέλεση της πει−
πειθαρχικής διαδικασίας και την έκδοση απόφασης του θαρχικής ποινής.
πειθαρχικού συμβουλίου να αποφασίσει και τη βαθμολο− 2. Ο πειθαρχικός φάκελος ποινής που διαγράφεται,
γική ή μισθολογική του αποκατάσταση. Αν δεν υπάρχει αφαιρείται από το προσωπικό μητρώο του υπαλλήλου,
κενή θέση, ο υπάλληλος παραμένει υπεράριθμος και τίθεται στο αρχείο της υπηρεσίας και δεν επιτρέπεται
καταλαμβάνει την πρώτη θέση που κενώνεται. εφεξής να αποτελεί στοιχείο κρίσης του.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ΄ Άρθρο 146


ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΔΙΑΓΡΑΦΗ ΠΟΙΝΩΝ − Δαπάνες πειθαρχικής διαδικασίας
ΔΑΠΑΝΕΣ 1. Η πειθαρχική διαδικασία διεξάγεται ατελώς.
2. Όταν διατάσσεται πραγματογνωμοσύνη, οι αμοιβές
Άρθρο 144 των πραγματογνωμόνων εκκαθαρίζονται από το πειθαρ−
Εκτέλεση απόφασης χικό όργανο και καταβάλλονται από το Δημόσιο ή το
1. Η τελεσίδικη πειθαρχική απόφαση εκτελείται υπο− οικείο νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου.
χρεωτικώς. Η εκτέλεση γίνεται από την οικεία υπηρεσία ΤΜΗΜΑ Γ΄
ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου. Παράλειψη εκτέλε− ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΑ ΣΥΜΒΟΥΛΙΑ
σης της ποινής αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα.
2. Σε περίπτωση απόρριψης προσφυγής κατά απόφα− Άρθρο 146Α
σης που επιβάλλει την ποινή της οριστικής παύσης, η Συγκρότηση και λειτουργία
λύση της υπαλληλικής σχέσης επέρχεται αυτοδικαίως Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου
από τη δημοσίευση της απόφασης του Συμβουλίου της
1. Το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο αποτε−
Επικρατείας.
λείται από:
3. Κατά το χρόνο της προσωρινής παύσης ο υπάλ−
α) Έναν (1) Αντιπρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του
ληλος απέχει από κάθε υπηρεσία. Ο χρόνος της προ−
Κράτους, ως Πρόεδρο, που υποδεικνύεται από τον Πρό−
σωρινής παύσης δεν θεωρείται χρόνος πραγματικής εδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
υπηρεσίας. β) Τέσσερις (4) Νομικούς Συμβούλους του Κράτους με
4. Όποιος τιμωρείται με υποβιβασμό δεν κρίνεται για ισάριθμους αναπληρωτές τους, που υποδεικνύονται από
προαγωγή ούτε συμμετέχει στη διαδικασία επιλογής τον Πρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
προϊσταμένων, πριν περάσει από την ημερομηνία εκτέ− γ) Δύο (2) εν ενεργεία προϊσταμένους γενικών διευθύν−
λεσης της πειθαρχικής απόφασης χρονικό διάστημα ίσο σεων του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και
με το χρόνο που απαιτείται για προαγωγή. Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης με δύο (2) αναπληρωτές
5. Η πειθαρχική απόφαση, η οποία επιβάλλει πρόστι− τους εν ενεργεία προϊσταμένους γενικών διευθύνσεων
μο ως ποινή ή χρηματικό ποσό ως διοικητική κύρωση, ή διευθύνσεων του ίδιου Υπουργείου. Όλα τα ανωτέρω
εκτελείται από τον προϊστάμενο της υπηρεσίας που μέλη ορίζονται από τον Υπουργό Διοικητικής Μεταρ−
εντέλλεται την πληρωμή των αποδοχών του υπαλλήλου. ρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης.
Αν λυθεί η υπαλληλική σχέση, το πρόστιμο και το ποσό δ) Τον προϊστάμενο της γενικής διεύθυνσης που εί−
της διοικητικής κύρωσης εισπράττεται σύμφωνα με τις ναι αρμόδια για θέματα προσωπικού του Υπουργείου
διατάξεις για την είσπραξη δημοσίων εσόδων. Για την στο οποίο υπάγεται η υπηρεσία ή το οποίο εποπτεύει
καταβολή βαρύνεται αποκλειστικά ο υπάλληλος που την υπηρεσία ή το Ν.Π.Δ.Δ. όπου διαπράχθηκε το πει−
τιμωρήθηκε και όχι οι κληρονόμοι του. θαρχικό παράπτωμα, με αναπληρωτή του άλλο προ−
1482 ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ (ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ)

ϊστάμενο γενικής διεύθυνσης ή διεύθυνσης του ίδιου διατάξεις των άρθρων 136, 137, 138, 139 και 140 του
ως άνω Υπουργείου, οριζόμενους πριν από την έναρξη παρόντος.
της θητείας με απόφαση του οικείου Υπουργού. Όταν 7. Τα πειθαρχικά συμβούλια είναι υποχρεωμένα να
η πειθαρχική υπόθεση αφορά υπάλληλο Περιφέρειας, ενημερώνουν σε τακτά χρονικά διαστήματα το Δευ−
στο Συμβούλιο μετέχει ο προϊστάμενος γενικής διεύ− τεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο για την πορεία και
θυνσης της Περιφέρειας Αττικής, που είναι αρμόδιος την έκβαση των πειθαρχικών υποθέσεων, από την εισα−
για θέματα προσωπικού, οριζόμενος με απόφαση του γωγή τους σε αυτά μέχρι την έκδοση της πειθαρχικής
Περιφερειάρχη Αττικής. Προκειμένου για υπαλλήλους απόφασης.
Αποκεντρωμένης Διοίκησης ή Ν.Π.Δ.Δ. που εποπτεύονται 8. Με απόφαση του Προέδρου του Δευτεροβάθμιου
από τον Γενικό Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκη− Πειθαρχικού Συμβουλίου ασκείται πειθαρχική δίωξη
σης στο Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο μετέχει ενώπιον του Συμβουλίου αυτού κατά των μελών των
προϊστάμενος γενικής διεύθυνσης με τον αναπληρωτή πειθαρχικών συμβουλίων που δεν είναι δικαστές και
του προϊστάμενο γενικής διεύθυνσης ή διεύθυνσης του τα οποία παραβαίνουν τις διατάξεις της παραγράφου
Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονι− 2 του άρθρου 122 του παρόντος, καθώς και τις διατά−
κής Διακυβέρνησης. ξεις της προηγούμενης παραγράφου. Για τα μέλη των
2. Το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο λειτουρ− πειθαρχικών συμβουλίων που είναι δικαστές ισχύει για
γεί σε δύο τμήματα, καθένα από τα οποία συνεδριάζει την παραπομπή τους το άρθρο 91 παράγραφος 3 του
δημόσια και αποτελείται από: Συντάγματος.
α) Τον Πρόεδρο του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού 9. Το έργο του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβου−
Συμβουλίου αναπληρούμενο από τον αρχαιότερο των λίου υποστηρίζεται από γραμματεία, της οποίας η οργά−
ορισθέντων Νομικών Συμβούλων του Κράτους.
νωση, οι θέσεις προσωπικού και ο τρόπος λειτουργίας
β) Δύο (2) Νομικούς Συμβούλους του Κράτους ή τους
καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής
αναπληρωτές τους.
Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης.
γ) Ένα τακτικό μέλος της περίπτωσης γ΄ της προη−
10. Το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο λειτουρ−
γούμενης παραγράφου, αναπληρούμενο από το ανα−
γεί αποκλειστικά ως πειθαρχικό με την επιφύλαξη του
πληρωματικό του μέλος.
άρθρου 95. Κρίνει σε δεύτερο βαθμό, κατά το νόμο και
δ) Το τακτικό μέλος της περίπτωσης δ΄ της προηγού−
την ουσία και κατ’ εξαίρεση σε πρώτο και τελευταίο
μενης παραγράφου, αναπληρούμενο από το αναπληρω−
βαθμό όταν αυτό προβλέπεται. Το Συμβούλιο αυτό λει−
ματικό του μέλος.
τουργεί και ως πειθαρχικό συμβούλιο των ανωτάτων
Γραμματέας των δύο Τμημάτων είναι ο προϊστάμε−
υπαλλήλων του Δημοσίου και των Ν.Π.Δ.Δ. και κρίνει σε
νος της Γραμματείας του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχι−
πρώτο και τελευταίο βαθμό. Η εκδίκαση των ενστάσεων
κού Συμβουλίου με δύο αναπληρωτές υπαλλήλους της
από το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο γίνεται
Γραμματείας.
εντός έξι (6) μηνών από την περιέλευσή τους σε αυτό.
Με απόφαση του Προέδρου του Δευτεροβάθμιου Πει−
θαρχικού Συμβουλίου ορίζονται τα μέλη καθενός Τμήμα− 11. Ο υπάλληλος μπορεί να παρίσταται ενώπιον του
τος με τον Γραμματέα και τους αναπληρωτές τους. Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου που κρίνει
3. Τα μέλη του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμ− πειθαρχική του υπόθεση αυτοπροσώπως ή με συμπα−
βουλίου μαζί με τους αναπληρωτές τους ορίζονται για ράσταση δικηγόρου ή μόνο δια δικηγόρου.
θητεία δύο (2) ετών που αρχίζει την 1η Ιανουαρίου, με 12. Στο Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο ως ει−
απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης σηγητές ορίζονται, με πράξη του Προέδρου, μόνο μέλη
και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, που εκδίδεται κατά αυτού, τακτικά ή αναπληρωματικά. Τα τμήματα του Δευ−
το Δεκέμβριο του προηγούμενου έτους. Κατά τη διάρ− τεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου βρίσκονται σε
κεια της θητείας τους απαγορεύεται η αντικατάσταση απαρτία όταν είναι παρόντα τρία (3) τουλάχιστον μέλη
μελών, εκτός αν συντρέχουν αποδεδειγμένα σοβαροί τους, στα οποία απαραιτήτως πρέπει να περιλαμβάνεται
υπηρεσιακοί ή προσωπικοί λόγοι. ο Πρόεδρος ή ο αναπληρωτής του. Σε περίπτωση ισοψη−
4. Τα τακτικά μέλη των περιπτώσεων α΄ και β΄ της πα− φίας υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου. Εάν σχηματι−
ραγράφου 1 είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλη− σθούν περισσότερες από δύο γνώμες, όσοι ακολουθούν
σης στο Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο. Η θητεία την ασθενέστερη οφείλουν να προσχωρήσουν σε μία
τους σε αυτό θεωρείται χρόνος πραγματικής υπηρεσίας από τις επικρατέστερες.
τους στις οργανικές τους θέσεις και στο βαθμό τον 13. Η ψηφοφορία των μελών των συμβουλίων γίνεται
οποίο κατέχουν, για όλες τις συνέπειες. Τα ανωτέρω κατά σειρά αντίστροφη από εκείνη της απόφασης ορι−
μέλη μπορούν να συμμετέχουν στις συνεδριάσεις της σμού τους. Δεν επιτρέπεται η αποχή από την ψηφοφο−
Ολομέλειας, των Τμημάτων και των λοιπών συλλογικών ρία ή η λευκή ψήφος.
οργάνων του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. 14. Με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθ−
5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Διοικητικής μισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης καθορίζεται ο
Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και ειδικότερος τρόπος λειτουργίας του Δευτεροβάθμιου
Οικονομικών καθορίζεται αποζημίωση των τακτικών Πειθαρχικού Συμβουλίου, όπως ενδεικτικά ο τόπος και
μελών του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου, ο χρόνος συνεδρίασης, η εν γένει γραμματειακή υπο−
καθώς και των αναπληρωματικών μελών ανάλογα με στήριξη αυτού, καθώς και κάθε σχετική λεπτομέρεια
τις συνεδριάσεις στις οποίες μετείχαν, σύμφωνα με τις εφαρμογής του παρόντος άρθρου.
κείμενες διατάξεις. 15. Για όσα θέματα δεν ρυθμίζονται από το παρόν
6. Για τη διαδικασία ενώπιον του Δευτεροβάθμιου άρθρο ισχύουν αναλόγως οι διατάξεις περί συλλογικών
Πειθαρχικού Συμβουλίου εφαρμόζονται αναλόγως οι οργάνων του ν. 2690/1999 (Α΄ 45).
ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ (ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ) 1483

Άρθρο 146Β ζει και αποστέλλει στον Πρόεδρο του Δευτεροβάθμιου


Σύσταση − Συγκρότηση και Πειθαρχικού Συμβουλίου κατάσταση που συνοδεύεται
λειτουργία πειθαρχικών συμβουλίων από έγγραφο με το οποίο ζητεί τον ορισμό, ύστερα
1. Με απόφαση του αρμόδιου Υπουργού, που δημοσιεύ− από κλήρωση, ενός (1) προϊσταμένου διεύθυνσης με
εται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, συνιστώνται ένα τον αναπληρωτή του για κάθε πειθαρχικό συμβούλιο.
ή περισσότερα πειθαρχικά συμβούλια στα Υπουργεία, Η κατάσταση αυτή περιλαμβάνει όλους τους προϊστα−
Αποκεντρωμένες Διοικήσεις, Περιφέρειες ή Ν.Π.Δ.Δ.. Κατ’ μένους των διευθύνσεων, των οποίων ο υπολειπόμενος
εξαίρεση με απόφαση των οικείων Υπουργών επιτρέ− χρόνος έως την αυτοδίκαιη λύση της υπαλληλικής τους
πεται η σύσταση κοινών πειθαρχικών συμβουλίων για σχέσης είναι τουλάχιστον τρία (3) έτη και περιέχει τα
Υπουργεία, Αποκεντρωμένες Διοικήσεις, Περιφέρειες ή εξής στοιχεία: ονοματεπώνυμο, κλάδο, βαθμό και αριθ−
Ν.Π.Δ.Δ.. Με την απόφαση αυτή ορίζεται και η έδρα των μό φορολογικού μητρώου (Α.Φ.Μ.). Για τις υπηρεσίες
κοινών πειθαρχικών συμβουλίων. που έχουν και περιφερειακές μονάδες, οι καταστάσεις
2. Τα πειθαρχικά συμβούλια είναι τριμερή, συνεδριά− καταρτίζονται κατά περιφερειακή ενότητα, στην οποία
ζουν δημόσια και αποτελούνται από: εδρεύουν οι υπηρεσίες. Ο Πρόεδρος του Δευτεροβάθ−
α) Τον Πρόεδρο, ο οποίος είναι πάρεδρος του Ελε− μιου Πειθαρχικού Συμβουλίου προβαίνει σε κλήρωση
γκτικού Συνεδρίου ή εφέτης ή πρόεδρος πρωτοδικών σε δημόσια συνεδρίαση του Δευτεροβάθμιου Πειθαρ−
ή πρωτοδίκης των διοικητικών ή των πολιτικών δικα− χικού Συμβουλίου από συγκεντρωτική κατάσταση κατά
στηρίων ή αντεισαγγελέας εφετών ή εισαγγελέας ή περιφερειακή ενότητα για τα Υπουργεία, Αποκεντρω−
αντεισαγγελέας πρωτοδικών με τον αναπληρωτή του, μένες Διοικήσεις, Περιφέρειες και Ν.Π.Δ.Δ.. Ο αριθμός
οι οποίοι υποδεικνύονται από τον πρόεδρο του οικεί− των προϊσταμένων διευθύνσεων που προκύπτει από την
ου δικαστηρίου ή από τον προϊστάμενο της οικείας κλήρωση είναι τουλάχιστον διπλάσιος σε σχέση με τον
εισαγγελίας. αριθμό των προϊσταμένων που απαιτούνται για όλα τα
β) Ένα (1) μέλος, ο οποίος είναι πάρεδρος ή δικαστικός πειθαρχικά συμβούλια.
αντιπρόσωπος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους με 10. Κάθε υπηρεσία υποχρεούται να κοινοποιεί στο
τον αναπληρωτή του, οι οποίοι υποδεικνύονται από τον Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο την απόφαση
Πρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. σύστασης, συγκρότησης όλων των πειθαρχικών συμ−
γ) Ένα (1) μέλος, ο οποίος είναι μόνιμος υπάλληλος, βουλίων όλων των υπηρεσιών.
προϊστάμενος διεύθυνσης Υπουργείου, Αποκεντρωμένης 11. Πειθαρχικά συμβούλια που ορίζονται με ειδικές
Διοίκησης, Περιφέρειας ή Ν.Π.Δ.Δ., με τον αναπληρωτή διατάξεις και δεν καταργούνται με τον παρόντα νόμο
του, οι οποίοι δεν υπάγονται στην αρμοδιότητα του ορ− εξακολουθούν να υφίστανται.»
γάνου που εκδίδει την απόφαση σύστασης του συμβου− Άρθρο τρίτο
λίου της παραγράφου 1. Οι προϊστάμενοι διευθύνσεων
υποδεικνύονται από τον Πρόεδρο του Δευτεροβάθμιου 1. Η παρ. 7 του άρθρου 10 του ν. 4024/2011 (Α΄ 226)
Πειθαρχικού Συμβουλίου ύστερα από κλήρωση που γί− αντικαθίσταται ως εξής:
νεται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στην «7. Δεν επιτρέπεται να είναι υποψήφιος για την επι−
παράγραφο 9 του παρόντος και υπηρετούν στην έδρα λογή προϊσταμένων οποιουδήποτε επιπέδου οργανικής
του αρμόδιου πειθαρχικού συμβουλίου. μονάδας υπάλληλος στον οποίο έχει επιβληθεί τελεσί−
3. Με την απόφαση της παραγράφου 1, που εκδίδεται δικα πειθαρχική ποινή ανώτερη του προστίμου αποδο−
κατά μήνα Δεκέμβριο, ορίζονται τα μέλη των πειθαρχι− χών τεσσάρων (4) μηνών για οποιοδήποτε πειθαρχικό
κών συμβουλίων με τους αναπληρωτές τους για θητεία παράπτωμα μέχρι τη διαγραφή της κατά το άρθρο 145
δύο (2) ετών που αρχίζει την 1η Ιανουαρίου του επόμενου του Υπαλληλικού Κώδικα όπως αντικαθίσταται με το
έτους. Κατά τη διάρκεια της θητείας τους, απαγορεύε− άρθρο δεύτερο του παρόντος.»
ται η αντικατάσταση μελών, εκτός αν συντρέχουν απο− 2. Η παρ. 5 του άρθρου 159 του Υ.Κ., που κυρώθηκε
δεδειγμένα σοβαροί υπηρεσιακοί ή προσωπικοί λόγοι. με το άρθρο πρώτο του ν. 3528/2007, όπως αντικατα−
4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Διοικητικής Με− στάθηκε με το άρθρο δεύτερο του ν. 3839/2010 (Α΄ 51),
ταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Οι− αντικαθίσταται ως εξής:
κονομικών καθορίζεται αποζημίωση των τακτικών μελών «5. Τα υπηρεσιακά συμβούλια είναι αρμόδια για την
των πειθαρχικών συμβουλίων, καθώς και των αναπληρω− επιλογή προϊσταμένων τμημάτων και την εν γένει υπη−
ματικών μελών ανάλογα με τις συνεδριάσεις στις οποίες ρεσιακή κατάσταση με εξαίρεση την πειθαρχική ευθύνη
μετείχαν, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. των υπαλλήλων δημοσίων υπηρεσιών, ορισμένου νο−
5. Για τη διαδικασία ενώπιον των πειθαρχικών συμβου− μικού προσώπου ή περισσότερων νομικών προσώπων
λίων εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων δημοσίου δικαίου (κοινά).»
136,137,138,139 και 140 του παρόντος. 3. Κείμενες διατάξεις νόμων που παραπέμπουν σε
6. Τα αναπληρωματικά μέλη μετέχουν σε περίπτωση καταργούμενες με τον παρόντα νόμο διατάξεις θεω−
απουσίας ή κωλύματος των τακτικών μελών. ρείται ότι παραπέμπουν στις αντίστοιχου περιεχομένου
7. Ο αναπληρωτής του προέδρου προεδρεύει σε πε− διατάξεις αυτού.
ρίπτωση απουσίας ή κωλύματος του προέδρου. 4. Στο άρθρο 3 του ν. 3861/2010 (Α΄ 112) προστίθεται
8. Οι διατάξεις των παραγράφων 11, 12, 13, 14 και 15 παράγραφος 5 ως εξής:
του άρθρου 146Α εφαρμόζονται αναλόγως και στα πει− «5. Η μη ανάρτηση ή η μη έγκαιρη ανάρτηση στο
θαρχικά συμβούλια του άρθρου 146Β. διαδίκτυο των πράξεων που αναφέρονται στο άρθρο 2
9. Τον Οκτώβριο κάθε άρτιου έτους, κάθε Υπουργείο, του παρόντος συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα για το
Αποκεντρωμένη Διοίκηση, Περιφέρεια ή Ν.Π.Δ.Δ. που όργανο που την εξέδωσε ή για τον υπάλληλο που έχει
έχει ένα ή περισσότερα πειθαρχικά συμβούλια καταρτί− την ευθύνη για την ανάρτηση.»
1484 ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ (ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ)

Άρθρο τέταρτο και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου αυτών,


1. Οι διατάξεις του παρόντος νόμου, που αναφέρονται καθώς και για θέματα καταγγελίας από την υπηρεσία
σε θέματα αργιών, καθώς και εκείνες με τις οποίες προ− της σύμβασης εργασίας του παραπάνω προσωπικού
βλέπονται πειθαρχικά παραπτώματα και πειθαρχικές ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου.
ποινές, εφαρμόζονται αναλόγως για το προσωπικό του Στις περιπτώσεις αυτές στα συμβούλια μετέχουν, αντί
Δημοσίου και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαί− των μελών της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 2 του
ου με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου που κατέχει άρθρου 146Β, δύο (2) προϊστάμενοι διευθύνσεων δήμων
οργανικές θέσεις. Σε περίπτωση που επιβληθεί στον της περιφερειακής ενότητας που έχει έδρα η οικεία
υπάλληλο αμετάκλητα η πειθαρχική ποινή της οριστι− Περιφέρεια. Τα μέλη αυτά υποδεικνύονται από τον
κής παύσης η καταγγελία της σύμβασης εργασίας του Πρόεδρο του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου
είναι υποχρεωτική. ύστερα από κλήρωση που γίνεται σύμφωνα με τη δια−
2. Τα πειθαρχικά συμβούλια του παρόντος νόμου δικασία της παραγράφου 9 του ανωτέρω άρθρου 146Β
έχουν αρμοδιότητα για τα θέματα αργιών, πειθαρχι− από κατάλογο που περιλαμβάνει τους προϊσταμένους
κού δικαίου και καταγγελίας από την υπηρεσία της διευθύνσεων των δήμων της περιφερειακής ενότητας
σύμβασης εργασίας του προσωπικού της προηγούμενης που έχει έδρα η οικεία Περιφέρεια. Ειδικά για τις πει−
παραγράφου. θαρχικές υποθέσεις των υπαλλήλων των Περιφερειών
3. Σπουδαίο λόγο, σύμφωνα με το άρθρο 53 του π.δ. Ιονίων Νήσων, Βορείου και Νοτίου Αιγαίου, αρμόδια είναι
410/1988 (Α΄ 191) για την καταγγελία από την υπηρεσία τα πειθαρχικά συμβούλια Δυτικής Ελλάδος και Αττικής
της σύμβασης εργασίας, μπορεί να αποτελεί η τέλεση αντίστοιχα.
κάθε πειθαρχικού παραπτώματος, διατηρουμένων σε 5. Σπουδαίο λόγο σύμφωνα με το άρθρο 202 του Κώδι−
ισχύ των ρυθμίσεων του άρθρου 55 του ίδιου διατάγ− κα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων,
ματος. που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3584/2007 (Α΄
143), για την καταγγελία από την υπηρεσία της σύμβασης
Άρθρο πέμπτο εργασίας του προσωπικού ιδιωτικού δικαίου αορίστου
1. Οι διατάξεις του παρόντος νόμου, που αναφέρονται χρόνου, μπορεί να αποτελεί η τέλεση κάθε πειθαρχικού
σε θέματα αργιών, καθώς κι εκείνες με τις οποίες προ− παραπτώματος, διατηρουμένων σε ισχύ των ρυθμίσεων
βλέπονται πειθαρχικά παραπτώματα και πειθαρχικές του άρθρου 204 του ίδιου ως άνω νόμου.
ποινές και οι διαδικαστικής φύσεως διατάξεις, εφαρμό− Άρθρο έκτο
ζονται αναλόγως για το μόνιμο προσωπικό των δήμων Ρυθμίσεις πειθαρχικών θεμάτων εκπαιδευτικών
και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου αυτών. και λοιπού προσωπικού αρμοδιότητας του
2. Οι διατάξεις του παρόντος νόμου, που αναφέρονται Υπουργείου Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης
σε θέματα αργιών, καθώς και εκείνες με τις οποίες και Θρησκευμάτων
προβλέπονται πειθαρχικά παραπτώματα και πειθαρχι−
κές ποινές, εφαρμόζονται αναλόγως για το προσωπικό 1. Με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Δια Βίου Μά−
με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου θησης και Θρησκευμάτων συνιστώνται, σε κάθε περι−
των δήμων και των νομικών προσώπων δημοσίου δι− φερειακή διεύθυνση εκπαίδευσης, ένα ή περισσότερα
καίου αυτών. Πρωτοβάθμια Πειθαρχικά Συμβούλια. Οι αρμοδιότητες
3. Για τις πειθαρχικές υποθέσεις του μόνιμου και με του Πρωτοβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου ασκούνται
σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου προσωπικού των από δύο (2) τμήματα.
δήμων και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου 2. α) Το πρώτο τμήμα κάθε Πρωτοβάθμιου Πειθαρχι−
αυτών, στο Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο του κού Συμβουλίου που προβλέπεται στην προηγούμενη
άρθρου 146Α του παρόντος νόμου, λειτουργεί τρίτο παράγραφο είναι αρμόδιο για τους εκπαιδευτικούς της
τμήμα το οποίο αποτελείται από: πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που
α) τον Πρόεδρο του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού υπηρετούν στη διοικητική περιφέρεια της οικείας πε−
Συμβουλίου, με τον αναπληρωτή του, αντιπρόεδρο ή ριφερειακής διεύθυνσης εκπαίδευσης, με οποιαδήποτε
νομικό σύμβουλο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, σχέση εργασίας, σε:
ο οποίος ασκεί καθήκοντα παράλληλα των κυρίων κα− αα) σχολικές μονάδες της δημόσιας και της ιδιωτικής
θηκόντων του, πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης,
β) δύο (2) Νομικούς Συμβούλους του Κράτους, με τους ββ) αποκεντρωμένες υπηρεσίες της πρωτοβάθμιας
αναπληρωτές τους, επιπλέον των προβλεπομένων στο και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης,
άρθρο 146Α του παρόντος, οι οποίοι ασκούν καθήκοντα γγ) δημόσιους φορείς παροχής υπηρεσιών δια βίου
παράλληλα των κυρίων καθηκόντων τους, μάθησης και
γ) δύο (2) προϊσταμένους γενικών διευθύνσεων Δήμων δδ) νομικά πρόσωπα που εποπτεύονται από το Υπουρ−
από τις Περιφερειακές Ενότητες της Περιφέρειας Αττι− γείο Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων
κής, πλην της Περιφερειακής Ενότητας Νήσων, με τους (Υπ.Π.ΔΒΜ.Θ.).
αναπληρωτές τους, οι οποίοι υποδεικνύονται από τον β) Στο πρώτο τμήμα κάθε Πρωτοβάθμιου Πειθαρχι−
Πρόεδρο του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου, κού Συμβουλίου υπάγονται και οι εκπαιδευτικοί της
ύστερα από κλήρωση, κατ’ ανάλογη εφαρμογή της παρ. πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που
9 του άρθρου 146Β. υπηρετούν στη διοικητική περιφέρεια της οικείας πε−
4. Τα πειθαρχικά συμβούλια του παρόντος νόμου ριφερειακής διεύθυνσης εκπαίδευσης:
έχουν αρμοδιότητα για τα θέματα αργιών και πειθαρ− αα) ως στελέχη της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμι−
χικού δικαίου του μόνιμου προσωπικού και του προσω− ας εκπαίδευσης κατά τις διατάξεις του άρθρου 10 του
πικού ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου των δήμων ν. 3848/2010 (Α΄ 71), εκτός από αυτά που αναφέρονται
ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ (ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ) 1485

στην παράγραφο 7, ββ) στα εκκλησιαστικά γυμνάσια διάθεση ή απόσπαση, σε οποιαδήποτε άλλη θέση στη
και λύκεια, στα ιερατικά σχολεία δεύτερης ευκαιρίας διοικητική περιφέρεια της οικείας περιφερειακής διεύ−
και στα εκκλησιαστικά ινστιτούτα επαγγελματικής κα− θυνσης εκπαίδευσης, εφόσον το πειθαρχικό παράπτωμα
τάρτισης, που προβλέπονται στο κεφάλαιο Γ΄ του ν. δεν σχετίζεται με την άσκηση των καθηκόντων στην
3432/2006 (Α΄ 14), καθώς και γγ) ύστερα από διάθεση ή υπηρεσία που έχουν αποσπαστεί.
απόσπαση, σε οποιαδήποτε άλλη θέση του δημόσιου β) Τα μέλη του προσωπικού των κλάδων ή ειδικοτή−
ή ιδιωτικού τομέα. των των υποπεριπτώσεων αα΄ και ββ΄ της περίπτωσης
γ) Στο πρώτο τμήμα κάθε Πρωτοβάθμιου Πειθαρχικού α΄ της παρούσας παραγράφου που κατέχουν οργανική
Συμβουλίου υπάγονται και τα μέλη του Ειδικού Εκπαι− θέση υπηρεσίας που ανήκει στο Υπουργείο Παιδείας,
δευτικού Προσωπικού (Ε.Ε.Π.) και του Ειδικού Βοηθητικού Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων ή φορέα που
Προσωπικού (Ε.Β.Π.), που προβλέπονται στα άρθρα 17 και εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας, Δια Βίου Μά−
18 του ν. 3699/2008 (Α΄ 199), καθώς και οι ιδιοκτήτες και θησης και Θρησκευμάτων και υπηρετούν, ύστερα από
τα στελέχη των ιδιωτικών σχολείων της πρωτοβάθμιας απόσπαση ή διάθεση, στο εξωτερικό, υπάγονται στην
και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. αρμοδιότητα του δεύτερου τμήματος του πειθαρχικού
δ) Οι εκπαιδευτικοί της πρωτοβάθμιας και δευτερο− συμβουλίου που λειτουργεί στην περιφερειακή διεύθυν−
βάθμιας εκπαίδευσης που αποσπώνται στην Κεντρική ση εκπαίδευσης όπου εδρεύει η υπηρεσία ή ο φορέας
Υπηρεσία (Κ.Υ.) του Υπουργείου Παιδείας, Δια Βίου Μά− από τους οποίους αποσπώνται.
θησης και Θρησκευμάτων υπάγονται στην αρμοδιότητα 4. Τα Πρωτοβάθμια Πειθαρχικά Συμβούλια συνεδριά−
του πρώτου τμήματος του πειθαρχικού συμβουλίου της ζουν δημόσια και αποτελούνται:
περιφερειακής διεύθυνσης εκπαίδευσης Αττικής. α) Το πρώτο τμήμα από:
ε) Οι εκπαιδευτικοί της πρωτοβάθμιας και δευτερο− αα) δύο (2) μέλη τα οποία ορίζονται σύμφωνα με τις
βάθμιας εκπαίδευσης που αποσπώνται σε σχολικές ή περιπτώσεις α΄ και β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου
άλλες δημόσιες υπηρεσίες και φορείς στο εξωτερικό 146Β του μέρους Ε΄ του Υ.Κ., όπως το μέρος αυτό αντι−
υπάγονται στην αρμοδιότητα του πρώτου τμήματος καταστάθηκε με το άρθρο δεύτερο του παρόντος νόμου
του πειθαρχικού συμβουλίου που λειτουργεί στην πε− και
ριφερειακή διεύθυνση εκπαίδευσης όπου υπάγεται η ββ) έναν (1) διευθυντή της πρωτοβάθμιας ή δευτερο−
διεύθυνση εκπαίδευσης από την οποία αποσπώνται. βάθμιας εκπαίδευσης, με τον αναπληρωτή του, οι οποίοι
3. α) Το δεύτερο τμήμα κάθε Πρωτοβάθμιου Πειθαρ− υπηρετούν στην περιφέρεια της οικείας περιφερειακής
χικού Συμβουλίου που προβλέπεται στην παράγραφο διεύθυνσης εκπαίδευσης και υποδεικνύονται από τον
1 είναι αρμόδιο για: Πρόεδρο του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου
αα) το διοικητικό προσωπικό, πλην του γραμματέα ύστερα από κλήρωση από συγκεντρωτική κατάσταση
του Α.Ε.Ι., καθώς και για το Ειδικό Τεχνικό Εργαστηρι− ανά περιφερειακή διεύθυνση εκπαίδευσης που γίνεται
ακό Προσωπικού (Ε.Τ.Ε.Π.) που προβλέπονται στα άρ− σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στην πα−
θρα 28 και 29 του ν. 4009/2011 (Α΄ 195), αντίστοιχα, και ράγραφο 9 του άρθρου 146Β του μέρους Ε΄ του Υ.Κ.,
υπηρετούν σε Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (Α.Ε.Ι.) όπως το μέρος αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο
που εδρεύουν στη διοικητική περιφέρεια της οικείας δεύτερο του παρόντος νόμου.
περιφερειακής διεύθυνσης εκπαίδευσης, Όταν ο διευθυντής της πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθ−
ββ) το ειδικό επιστημονικό, ερευνητικό, τεχνικό, βο− μιας εκπαίδευσης που έχει οριστεί τακτικό μέλος του
ηθητικό και διοικητικό προσωπικό που, ανεξαρτήτως Πρωτοβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου είναι πειθαρχι−
αν κατέχει οργανική θέση υπηρεσίας που ανήκει στο κός προϊστάμενος του υπαλλήλου που διώκεται πειθαρ−
Υπουργείου Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευ− χικά, στη σύνθεσή του μετέχει ο αναπληρωτής του.
μάτων ή σε άλλο Υπουργείο ή Αποκεντρωμένη Διοίκηση β) Το δεύτερο τμήμα από:
ή Περιφέρεια ή Δήμο ή Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δι− αα) τα δύο (2) μέλη που προβλέπονται στην υποπερί−
καίου (Ν.Π.Δ.Δ.), υπηρετεί, με σχέση εργασίας δημοσίου πτωση αα΄ της προηγούμενης περίπτωσης και
δικαίου ή ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, σε σχο− ββ) έναν (1) διευθυντή της πρωτοβάθμιας ή δευτερο−
λικές μονάδες και άλλες αποκεντρωμένες υπηρεσίες βάθμιας εκπαίδευσης, με τον αναπληρωτή του, οι οποίοι
της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, υπηρετούν στην περιφέρεια της οικείας περιφερειακής
καθώς και σε Ν.Π.Δ.Δ. που εποπτεύονται από το Υπουρ− διεύθυνσης εκπαίδευσης, για τις υποθέσεις των υπαλλή−
γείο Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων και λων που ανήκουν στο προσωπικό της υποπερίπτωσης
εδρεύουν μέσα στα όρια της διοικητικής περιφέρειας ββ΄ της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 3 ή έναν (1)
της οικείας περιφερειακής διεύθυνσης εκπαίδευσης, αναπληρωτή ή επίκουρο καθηγητή Α.Ε.Ι., με αναπληρω−
εκτός του προσωπικού που υπάγεται, σύμφωνα με την τή του αναπληρωτή ή επίκουρο καθηγητή άλλου Α.Ε.Ι.,
παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου, στην αρμοδιότητα για τις υποθέσεις των υπαλλήλων που ανήκουν στο
του Πρωτοβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου που συνι− προσωπικό της υποπερίπτωσης αα΄ της περίπτωσης α΄
στάται στο Υπουργείο Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και της παραγράφου 3.
Θρησκευμάτων και Τα μέλη της υποπερίπτωσης αυτής υποδεικνύονται
γγ) τα μέλη του προσωπικού κλάδων ή ειδικοτήτων από τον Πρόεδρο του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού
των υποπεριπτώσεων αα΄ και ββ΄ της περίπτωσης α΄ Συμβουλίου ύστερα από κλήρωση που γίνεται σύμφω−
της παρούσας παραγράφου που κατέχουν οργανική να με τη διαδικασία που προβλέπεται στην παράγραφο
θέση υπηρεσίας που ανήκει στο Υπουργείο Παιδείας, 9 του άρθρου 146Β του μέρους Ε΄ του Υ.Κ., όπως το
Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων ή φορέα που μέρος αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο δεύτερο
εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας, Δια Βίου Μά− του παρόντος νόμου. Αν ένας από τους προϊσταμένους
θησης και Θρησκευμάτων και υπηρετούν, ύστερα από διευθύνσεων ή ο αναπληρωτής ή επίκουρος καθηγητής
1486 ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ (ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ)

υπηρετούν στο ίδιο Α.Ε.Ι. που υπηρετεί και ο υπάλληλος της παραγράφου 2 του άρθρου 5 και της παραγράφου
που διώκεται πειθαρχικά, στη σύνθεση του Πρωτοβάθ− 5 του άρθρου 80 του ν. 4009/2011 και
μιου Πειθαρχικού Συμβουλίου μετέχει ο αναπληρωτής γ) των μελών του προσωπικού της Ακαδημίας Αθη−
τους. νών που προβλέπεται στα άρθρα 17 έως και 21 του ν.
5. Στην αρμοδιότητα του Πρωτοβάθμιου Πειθαρχικού 4398/1929 (Α΄ 308) ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 32
Συμβουλίου που συνιστάται στην Κ.Υ. του Υπουργείου του ίδιου νόμου.
Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων σύμφω− 10. Αν σε περιφερειακή διεύθυνση εκπαίδευσης συνι−
να με την παράγραφο 1 του άρθρου 146Β του Μέρους στώνται περισσότερα του ενός πρωτοβάθμια πειθαρχι−
Ε΄ του Υ.Κ., όπως το μέρος αυτό αντικαταστάθηκε με κά συμβούλια, με την απόφαση σύστασης καθορίζεται
το άρθρο δεύτερο του παρόντος νόμου, υπάγεται το και η κατά τόπο αρμοδιότητά τους ανάλογα με τον
μόνιμο και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ειδικό αριθμό των εκπαιδευτικών και του ειδικού επιστημονι−
επιστημονικό, ερευνητικό, τεχνικό, βοηθητικό και διοι− κού, ερευνητικού, τεχνικού, βοηθητικού και διοικητικού
κητικό προσωπικό: προσωπικού που υπηρετούν στη διοικητική περιφέρεια
α) της Κ.Υ. του Υπουργείου Παιδείας, Δια Βίου Μάθη− της οικείας περιφερειακής διεύθυνσης εκπαίδευσης.
σης και Θρησκευμάτων, καθώς και των λοιπών υπηρε− 11. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις των πα−
σιών που αναφέρονται στις περιπτώσεις α΄ έως και γ΄ ραγράφων 3 έως και 10 του άρθρου 146Β του μέρους
του άρθρου 1 του π.δ. 182/2004 (Α΄ 161), Ε΄ του Υ.Κ., όπως το μέρος αυτό αντικαταστάθηκε από
β) της Γενικής Γραμματείας Δια Βίου Μάθησης το άρθρο δεύτερο του παρόντος νόμου, καθώς και οι
(Γ.Γ.Δ.Β.Μ.), διατάξεις του άρθρου τέταρτου του παρόντος.
γ) της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Τεχνολογίας Άρθρο έβδομο
(Γ.Γ.Ε.Τ.) και των Ν.Π.Δ.Δ. που εποπτεύονται από αυτή, Μεταβατικές διατάξεις
δ) της Γενικής Γραμματείας Νέας Γενιάς (Γ.Γ.Ν.Γ.),
ε) του Διεπιστημονικού Οργανισμού Αναγνώρισης Τίτ− 1. Για τα πειθαρχικά παραπτώματα που τελούνται μετά
λων Ακαδημαϊκών και Πληροφόρησης (Δ.Ο.Α.Τ.Α.Π.), την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου εφαρμόζονται
στ) της Ακαδημίας Αθηνών, οι διατάξεις διαδικαστικού χαρακτήρα και οι διατάξεις
του ουσιαστικού πειθαρχικού δικαίου και του άρθρου
ζ) του Εθνικού Γυμναστηρίου Αθηνών «I. Φωκιανός»,
πρώτου του παρόντος νόμου.
η) του Δημόσιου Πρότυπου Παιδικού Γυμναστηρίου
2. Το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο, το οποίο
Καισαριανής και
έχει συγκροτηθεί με τη ΔΙΔΚ/Φ.38/2/27385/31.12.2010
θ) της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος (Ε.Β.Ε.).
απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Αποκέντρωσης
6. Όταν ο προϊστάμενος της διεύθυνσης που ορίζεται
και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, εξακολουθεί να λει−
τακτικό μέλος στο Πρωτοβάθμιο Πειθαρχικό Συμβού−
τουργεί και μετά την έναρξη του παρόντος νόμου και
λιο της παρούσας είναι πειθαρχικός προϊστάμενος του
έως τη λήξη της θητείας του χωρίς τη συμμετοχή των
υπαλλήλου που διώκεται πειθαρχικά, στη σύνθεση του
εκπροσώπων της ΑΔΕΔΥ.
μετέχει ο αναπληρωτής του.
3. Τα πειθαρχικά συμβούλια του άρθρου 146Β συγκρο−
7. Για τις πειθαρχικές υποθέσεις των περιφερειακών
τούνται εντός τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση του
διευθυντών εκπαίδευσης, των σχολικών συμβούλων, των
παρόντος νόμου. Κατ’ εξαίρεση, η θητεία τους αρχίζει
διευθυντών εκπαίδευσης, των γραμματέων των Α.Ε.Ι. και
από τη συγκρότησή τους και λήγει την 31η Δεκεμβρίου
των συντονιστών εκπαίδευσης του εξωτερικού αρμόδιο του μεθεπόμενου έτους. Μέχρι τη συγκρότηοη των πει−
είναι, σε πρώτο και τελευταίο βαθμό, το Δευτεροβάθμιο θαρχικών συμβουλίων κατά τα οριζόμενα στον παρόντα
Πειθαρχικό Συμβούλιο του άρθρου 146Α του Μέρους Ε΄ νόμο εξακολουθούν να ασκούν τις πειθαρχικές αρμοδι−
του Υ.Κ., όπως το μέρος αυτό αντικαταστάθηκε από το ότητες του παρόντος νόμου τα υπηρεσιακά συμβούλια
άρθρο δεύτερο του παρόντος νόμου. του ν. 3528/2007 (Α΄ 26), του ν. 3584/2007 (Α΄ 143), καθώς
8. Το έργο των Πρωτοβάθμιων Πειθαρχικών Συμβου− και τα υπηρεσιακά συμβούλια που είναι αρμόδια για το
λίων του παρόντος άρθρου υποστηρίζεται από Γραμ− προσωπικό που αναφέρεται στις παραγράφους 2, 3, 5
ματεία. Με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Δια Βίου και 7 του άρθρου έκτου. Οι υποθέσεις που εκκρεμούν
Μάθησης και Θρησκευμάτων, καθορίζεται η οργάνωση στα υφιστάμενα υπηρεσιακά − πειθαρχικά συμβούλια
και ο τρόπος λειτουργίας των Γραμματειών των Πρω− διαβιβάζονται στα πειθαρχικά συμβούλια του παρόντος
τοβάθμιων Πειθαρχικών Συμβουλίων. το αργότερο μέσα σε ένα (1) μήνα από τη συγκρότησή
9. Για τα θέματα σύνθεσης και λειτουργίας των πει− τους.
θαρχικών συμβουλίων: 4. Στις εκκρεμείς πειθαρχικές υποθέσεις εφαρμόζο−
α) των καθηγητών των Α.Ε.Ι. που προβλέπονται νται οι διαδικαστικής φύσεως διατάξεις του παρόντος
στο άρθρο 16 του ν. 4009/2011, ισχύουν οι διατάξεις νόμου. Κατ’ εξαίρεση, όλες οι εκκρεμείς ενστάσεις του
της παραγράφου 23 του άρθρου 45 του ν. 1268/1982 Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης ενώπιον του
(Α΄ 87), όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή της από Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου εξετάζονται
την περίπτωση ιγ΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 79 από αυτό και εκδίδονται αποφάσεις.
του ν. 1566/1985 (Α΄ 167) όπως η παράγραφος αυτή τρο−
ποποιήθηκε από την παράγραφο 1 του άρθρου 2 του Άρθρο όγδοο
ν. 2233/1994 (Α΄ 141), Καταργούμενες διατάξεις
β) των μελών του Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού 1. Καταργείται κάθε διάταξη των νόμων 3528/2007,
(Ε.Ε.Π.) και του Εργαστηριακού Διδακτικού Προσωπικού 3584/2007, καθώς και του π.δ. 410/1988 που αντίκειται
(Ε.ΔΙ.Π.) των Α.Ε.Ι. που προβλέπονται στο άρθρο 29 του στις ρυθμίσεις του παρόντος νόμου ή ρυθμίζει διαφο−
ν. 4009/2011 ισχύουν οι διατάξεις της περίπτωσης ιε΄ ρετικά τα θέματα που διέπονται από αυτόν. Επίσης
ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ (ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ) 1487

καταργείται κάθε διάταξη που αντίκειται στις ρυθμίσεις του ν. 3839/2010, η φράση «δύο (2) αιρετούς εκπροσώ−
του άρθρου έκτου του παρόντος ή ρυθμίζει διαφορετικά πους των εργαζομένων με βαθμό Α΄» αντικαθίσταται
τα θέματα που ρυθμίζονται από αυτό. ως ακολούθως «δύο (2) αιρετούς εκπροσώπους των ερ−
2. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 5 και οι παράγραφοι γαζομένων με βαθμό τουλάχιστον Γ΄ των κατηγοριών
8, 9 και 10 του άρθρου 162 του Υ.Κ., όπως έχει αντικα− ΠΕ, ΤΕ και ΔΕ».
τασταθεί με το άρθρο δεύτερο του ν. 3839/2010 (Α΄ 51), 8. Στην παρ. 5 του άρθρου 158 του ν. 3528/2007, όπως
καταργούνται. αντικαταστάθηκε με το άρθρο δεύτερο του ν. 3839/2010,
3. Το άρθρο 163 του Υ.Κ., όπως ισχύει καταργείται. η φράση «υπάλληλος με βαθμό Α΄» αντικαθίσταται ως
4. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 του άρθρου ακολούθως «υπάλληλος με βαθμό τουλάχιστον Γ΄».
107 του παρόντος, καταργείται κάθε άλλη γενική ή ει− 9. Η περίπτωση β΄ της παρ. 6 του άρθρου 159 του
δική διάταξη που έρχεται σε αντίθεση με τις ρυθμίσεις ν. 3528/2007, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο δεύτε−
του παρόντος νόμου. ρο του ν. 3839/2010, αντικαθίσταται ως ακολούθως «Δύο
(2) αιρετούς εκπροσώπους των υπαλλήλων με βαθμό
Άρθρο ένατο τουλάχιστον Γ’ των κατηγοριών ΠΕ, ΤΕ και ΔΕ».
Θέματα αρμοδιότητας του Υπουργείου Διοικητικής 10. Στην παρ. 13 του άρθρου 159 του ν. 3528/2007, όπως
Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης αντικαταστάθηκε με το άρθρο δεύτερο του ν. 3839/2010
1. Η κατάργηση ή συγχώνευση οργανικής μονάδας επι− η φράση «με βαθμό τουλάχιστον Β΄» αντικαθίσταται ως
πέδου Γενικής Διεύθυνσης, Διεύθυνσης, Υποδιεύθυνσης ακολούθως «με βαθμό τουλάχιστον Δ΄».
ή Τμήματος συνεπάγεται την επανατοποθέτηση από το 11. Στο πρώτο εδάφιο της περίπτωσης α΄ της παρ. 4
αρμόδιο προς τούτο όργανο όλων των προϊσταμένων του άρθρου Πέμπτου του ν. 3839/2010 διαγράφεται η
του ιδίου επιπέδου, στις θέσεις προϊσταμένων που δι− φράση «με βαθμό Α΄».
ατηρούνται, με βάση τη μοριοδότηση της τελευταίας 12. Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης β΄ της παρ. 4
κρίσης για τις επιλογές προϊσταμένων του κάθε επι− του άρθρου Πέμπτου του ν. 3839/2010 αντικαθίσταται
πέδου. ως ακολούθως: «Δύο (2) αιρετούς εκπροσώπους των
2. Οι υπάλληλοι που κατά την ως άνω παράγραφο υπαλλήλων με βαθμό τουλάχιστον Γ΄ των κατηγοριών
παύουν να ασκούν καθήκοντα προϊσταμένου τοποθετού− ΠΕ, ΤΕ και ΔΕ».
νται υποχρεωτικά ως προϊστάμενοι σε οργανική μονάδα 13. Oι ρυθμίσεις των παραγράφων 7 έως και 12 ισχύουν
του αμέσως κατώτερου επιπέδου μέχρι την επιλογή από την 1η Νοεμβρίου 2011 και εφαρμόζονται αναλογικά
και τοποθέτηση προϊσταμένων σύμφωνα με τις πάγιες και για το προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού
διατάξεις του ν. 3528/2007 (Α΄ 26). Σε περίπτωση που δικαίου αορίστου χρόνου για την εφαρμογή της παρ.
δεν υπάρχουν κενές θέσεις προϊσταμένων στο αμέ− 4 της περίπτωσης Β΄ του άρθρου 40 του ν. 1884/1990
σως κατώτερο επίπεδο, η υποχρεωτική τοποθέτηση των (Α΄ 81).
υπαλλήλων που παύουν να ασκούν τα καθήκοντά τους 14. Δεν χορηγούνται άδειες υπηρεσιακής εκπαίδευσης
σύμφωνα με τα ανωτέρω συνεπάγεται την αποχώρη− του άρθρου 58 του ν. 3528/2007 και του άρθρου 65 του
ση εκ των λοιπών προϊσταμένων αυτού του επιπέδου ν. 3584/2007 για τη συμμετοχή του υπαλλήλου σε προ−
εκείνων που συγκέντρωσαν τα λιγότερα μόρια κατά γράμματα ή κύκλους μεταπτυχιακής εκπαίδευσης μέχρι
την τελευταία κρίση για επιλογή από το υπηρεσιακό τις 31.12.2012. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου δεν
συμβούλιο. θίγει την ισχύ αδειών υπηρεσιακής εκπαίδευσης που
3. Σε περίπτωση που δεν είναι δυνατή η εφαρμογή έχουν χορηγηθεί έως την έναρξη ισχύος του παρόντος
των διατάξεων των προηγούμενων παραγράφων του νόμου σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις.
παρόντος άρθρου λόγω ισοβαθμίας των τελευταίων 15. Το άρθρο 25 του ν. 4024/2011 (Α΄ 226) αντικαθίστα−
στην κατάταξη επιλεγμένων προϊσταμένων, το οικείο ται ως ακολούθως:
υπηρεσιακό συμβούλιο αποφαίνεται ποιοι από τους ισο− «Οι υπάλληλοι που αποσπώνται ή μετακινούνται από
βαθμούντες προϊσταμένους είναι οι καταλληλότεροι να την Υπηρεσία τους σε άλλη Υπηρεσία του Δημοσίου,
διατηρήσουν θέση προϊσταμένου του αυτού επιπέδου. Ν.Π.Δ.Δ., Ν.Π.Ι.Δ. και Ο.Τ.Α. λαμβάνουν τις μηνιαίες απο−
4. Στην περίπτωση που κενωθεί θέση προϊσταμένου δοχές του βαθμού και του μισθολογικού τους κλιμακίου.
οργανικής μονάδας, σε αυτήν τοποθετείται κατά προτε− Σε κάθε περίπτωση από 1.1.2012 η καταβολή των αποδο−
ραιότητα ως προϊστάμενος υπάλληλος από αυτούς που χών των αποσπασμένων διενεργείται από την υπηρεσία
ήταν τοποθετημένοι σε αντίστοιχου επιπέδου οργανική στην οποία έχουν τοποθετηθεί με την επιφύλαξη των
μονάδα πριν την κατάργησή τους, βάσει της μοριοδότη− διατάξεων του π.δ. 351/1991 (Α΄ 121), όπως ισχύει, του
σης της τελευταίας κρίσης για επιλογές προϊσταμένων π.δ. 63/2005 (Α΄ 98), του άρθρου 60 του ν. 590/1977 ή
οργανικών μονάδων αντίστοιχου επιπέδου. άλλων αντίστοιχων διατάξεων για την ίδια κατηγορία
5. Οι υπάλληλοι που επανατοποθετούνται προϊστά− νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, του άρθρου 36
μενοι στις οργανικές μονάδες σύμφωνα με τις παρα− του ν. 849/1978 (Α΄ 232) των διατάξεων του ν. 3691/2008
γράφους 1, 2 και 4 του παρόντος άρθρου πρέπει να (Α΄ 166) όπως τροποποιήθηκαν και συμπληρώθηκαν με
διαθέτουν τα τυπικά προσόντα που προβλέπονται στις τις διαταξεις του ν. 3932/2011 (Α΄ 49) για την «Αρχή
εκάστοτε ισχύουσες οργανικές διατάξεις για τη θέση Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης εσόδων από εγκλη−
που καταλαμβάνουν. ματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της
6. Οι ως άνω παράγραφοι 1−5 εφαρμόζονται αποκλει− τρομοκρατίας και ελέγχου των δηλώσεων περιουσιακής
στικά για τις ανάγκες του άρθρου 35 παράγραφοι 1, 2 κατάστασης», καθώς και των ειδικών διατάξεων που
και 3 του ν. 4024/2011 (Α΄ 226). ορίζουν ρητά ότι οι αποσπώμενοι λαμβάνουν τις απο−
7. Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 158 του ν. δοχές τους από τον φορέα της οργανικής τους θέσης.
3528/2007, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο δεύτερο Οι διατάξεις των δύο πρώτων εδαφίων του παρόντος
1488 ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ (ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ)

άρθρου δεν αφορούν τις αποσπάσεις σε νομικά πρό− μίσθωσης έργου η οποιασδήποτε άλλης μορφής στους
σωπα των άρθρων 1 παρ. 4, 60 του ν. 590/1977 (Α΄ 146), φορείς της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 2190/1994 (Α΄ 28)
26 του ν. 3432/2006 (Α΄ 14), 44 του ν. 3848/2010 (Α΄ 71) απαιτείται προηγούμενη έγκριση της ΠΥΣ 33/2006 (Α΄
και του βασιλικού διατάγματος της 25.1/13.2.1843 (ΦΕΚ 280). Η ως άνω διαδικασία εφαρμόζεται και στις περι−
4) και σε νομικά πρόσωπα της ίδιας κατηγορίας με τα πτώσεις των δικαστικών λειτουργών, του προσωπικού
ανωτέρω ή εποπτευόμενα από αυτά.» της παρ. 6 του άρθρου 16 του Συντάγματος, καθώς και
16. Με εξαίρεση τις πράξεις απόσπασης εκπαιδευτικών των έμμισθων δικηγόρων και νομικών συμβούλων.
σε υπηρεσίες του Υπουργείου Παιδείας, Δια Βίου Μάθη− β. Στην περίπτωση ι΄ της παρ. 1 του άρθρου 4 της
σης και Θρησκευμάτων και σε φορείς που εποπτεύονται ΠΥΣ 33/2006 (Α΄ 280) προστίθενται μετά τις λέξεις «των
από το Υπουργείο αυτό, οι πράξεις απόσπασης μονίμου Ειδικών Λογαριασμών των Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων
προσωπικού και προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιω− και των ΤΕΙ» οι λέξεις «ή εξ ολοκλήρου από ευρωπαϊκούς
τικού δικαίου αορίστου χρόνου σε φορείς της παρ. 1 ή διεθνείς πόρους ή ιδιωτικά κονδύλια».
του άρθρου 14 του ν. 2190/1994 που εκδίδονται μετά την 21. Η ολοκλήρωση των διαδικασιών πρόσληψης ή δι−
έναρξη ισχύος του παρόντος και δεν φέρουν την υπο− ορισμού στους φορείς της παρ. 1 του άρθρου 14 του
γραφή του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και ν. 2190/1994 (Α΄ 28) για το μόνιμο προσωπικό και το
Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης είναι αυτοδίκαια άκυρες. προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορί−
Η παρούσα υπερισχύει κάθε άλλης γενικής ή ειδικής στου χρόνου της προηγούμενης παραγράφου πραγμα−
διάταξης νόμου. τοποιείται κατόπιν έκδοσης απόφασης κατανομής του
17. Στην παρ. 2 του άρθρου 30 του ν. 4024/2011 (Α΄ Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονι−
226) μετά τις λέξεις «παραμεθόριες περιοχές» τίθεται κής Διακυβέρνησης της παρ. 5 του άρθρου 11 του ν.
κόμμα και προστίθενται οι λέξεις «στους Νομούς Κιλκίς 3833/2010 (Α΄ 40).
και Δράμας,». Απόφαση κατανομής απαιτείται και για τους κατα−
18. Τακτικοί υπάλληλοι δημοσίων υπηρεσιών, Ν.Π.Δ.Δ. τασσόμενους σε συσταθείσες θέσεις με σύμβαση ερ−
και Ο.Τ.Α. α΄ και β΄ βαθμού οι οποίοι κατά τη δημοσίευση γασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου βάσει των
του ν. 4024/2011 (Α΄ 226) ήταν αποσπασμένοι, με γενι− διατάξεων του άρθρου 11 του π.δ. 164/ 2004 (Α΄ 134),
κές ή ειδικές διατάξεις, σε άλλες δημόσιες υπηρεσίες, για τους διοριστέους σε εκτέλεση αμετάκλητων δικα−
Ν.Π.Δ.Δ., Ο.Τ.Α. α΄ και β΄ βαθμού ή ανεξάρτητες αρχές και στικών αποφάσεων, καθώς και για το προσωπικό ειδι−
εξακολουθούν να είναι αποσπασμένοι κατά τη δημοσί− κών κατηγοριών, εφόσον ο διορισμός / αναδιορισμός
ευση του παρόντος νόμου, μπορούν με αίτησή τους να ή η πρόσληψη ή επαναπρόσληψή του επιβάλλεται από
μεταταγούν στην υπηρεσία που είναι αποσπασμένοι με ρητή διάταξη νόμου. Οι ανωτέρω αποφάσεις κατανομής
την ίδια σχέση εργασίας και ταυτόχρονη μεταφορά της δεν μεταβάλουν τον φορέα διορισμού των πινάκων του
θέσης που κατέχουν, εφόσον δεν υπάρχει κενή θέση, ΑΣΕΠ χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του διοριστέου.
σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 1 του άρθρου 68 22. Οι διατάξεις των παραγράφων 20 και 21 υπερι−
του ν. 4002/2011 (Α΄ 180). Η μετάταξη γίνεται με κοινή σχύουν κάθε άλλης γενικής ή ειδικής διάταξης και, σε
απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και περίπτωση μη τήρησης αυτών, οι ατομικές πράξεις δι−
Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και των οικείων Υπουρ− ορισμού, πρόσληψης ή κατάταξης θεωρούνται αυτοδι−
γών. Η σχετική αίτηση υποβάλλεται σε αποκλειστική καίως άκυρες.
προθεσμία δύο (2) μηνών από τη δημοσίευση του πα− 23. Η παρ. 23 του άρθρου 2 του ν. 2621/1998 (Α΄ 136)
ρόντος. Oι μετατασσόμενοι καταλαμβάνουν θέσεις κλά− καταργείται. Για τις προκηρύξεις που εκδόθηκαν μέχρι
δων της ίδιας κατηγορίας, οι οποίες αντιστοιχούν στα την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, η διαδικασία
τυπικά προσόντα τους και προβλέπονται στις οργανικές θα ολοκληρωθεί με το προϊσχύσαν καθεστώς.
διατάξεις της υπηρεσίας υποδοχής. 24. Η περίπτωση δ΄ της παρ. 4 του άρθρου 6 του ν.
19. Στο τέλος της παρ. 10 του άρθρου 1 του ν. 3074/2002 2527/1997 (Α΄ 206) τροποποιείται ως εξής: «επιστήμονες
(Α΄ 296) προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής: στο πλαίσιο ερευνητικών, εκπαιδευτικών αναπτυξιακών
«Στους Ειδικούς Επιθεωρητές που αποσπώνται στο έργων και προγραμμάτων, συγχρηματοδοτούμενων από
Γραφείο του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ή εξ ολοκλήρου χρηματοδο−
απονέμεται, με την απόφαση απόσπασής τους και για τούμενων από ευρωπαϊκούς ή διεθνείς πόρους ή ιδιω−
όσο χρόνο διαρκεί η θητεία τους, ο βαθμός Α’, εντός τικά κονδύλια».
του οποίου εξελίσσονται. Η μισθολογική διαφορά που 25. Στο τέλος της παρ. 5 του άρθρου 6 του ν. 2527/1997
προκύπτει βαρύνει τους προϋπολογισμούς των υπηρε− (Α΄ 206) προστίθεται εδάφιο ως εξής:
σιών προέλευσης των Ειδικών Επιθεωρητών. Εφόσον τα «Ειδικά για τα συγχρηματοδοτούμενα έργα και προ−
έτη πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας υπερβαίνουν τα γραμματα του ΕΣΠΑ 2007−2013 και για τα προγράμματα
ελάχιστα προβλεπόμενα για κατάταξη στο εισαγωγικό που χρηματοδοτούνται πλήρως από ευρωπαϊκούς ή διε−
μισθολογικό κλιμάκιο του βαθμού Α΄, κατατάσσονται θνείς πόρους ή ιδιωτικά κονδύλια η βεβαίωση του ΑΣΕΠ
στα επόμενα μισθολογικά κλιμάκια σύμφωνα με τις δι− εκδίδεται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δέκα (10)
ατάξεις του ν. 4024/2011. Στους Ειδικούς Επιθεωρητές εργάσιμων ημερών από την υποβολή της αίτησης του
χορηγείται το επίδομα που προβλεπεται στην υποπε− φορέα που συνοδεύεται υποχρεωτικά από βεβαιώσεις
ρίπτωση γγ΄ της περίπτωσης α΄ του πρώτου εδαφίου του φορέα και του αρμόδιου Γενικού Γραμματέα σχετικά
του άρθρου 18 του ν. 4024/2011.» με την πηγή χρηματοδότησης του προγράμματος, μετά
20.α. Για την κίνηση διαδικασιών πρόσληψης ή δι− την πάροδο της οποίας τεκμαίρεται αποδοχή του ΑΣΕΠ
ορισμού μόνιμου προσωπικού, προσωπικού με σχέση στη σχετική αίτηση του φορέα.»
εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, καθώς και 26. Η παρ. 8 του άρθρου 17 του ν. 2190/1994 (Α΄ 28)
προσωπικού με θητεία, με σύμβαση ορισμένου χρονου η τροποποιείται ως εξής:
ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ (ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ) 1489

α) Στις περιπτώσεις ιδ΄ και ιε΄ η λέξη «δημότες» αντι− Τις ανωτέρω μονάδες δύναται να λάβει μόνο ένα μέ−
καθίσταται από τη λέξη «μόνιμοι κάτοικοι», λος της ίδιας οικογένειας κατά το ίδιο ημερολογιακό
β) Μετά την περίπτωση ιε΄ προστίθεται η φράση: «Η έτος στον ίδιο φορέα.
ιδιότητα του μόνιμου κατοίκου στις περιπτώσεις ιδ΄ 5. Βαθμός βασικού τίτλου σπουδών, μόνο για τις κα−
και ιε΄ αποδεικνύεται σύμφωνα με το άρθρο 279 του ν. τηγορίες ΠΕ, ΤΕ και ΔΕ. Οι μονάδες του βασικού τίτλου
3463/2006 (Α΄ 114).» σπουδών με δύο δεκαδικά ψηφία των κατηγοριών ΠΕ
27. Οι διατάξεις της περίπτωσης Δ΄ της παρ. 2 του και ΤΕ πολλαπλασιάζονται με τον αριθμό σαράντα (40)
άρθρου 18 του ν. 2190/1994 αντικαθίστανται ως εξής: και εκείνες του βαθμού του τίτλου της κατηγορίας ΔΕ
«Σε κάθε περίπτωση προτάσσονται των λοιπών υπο− με τον αριθμό είκοσι (20). Ως τίτλος σπουδών νοείται ο
ψηφίων, ανεξάρτητα από το σύνολο των μονάδων που εκάστοτε απαιτούμενος από την ανακοίνωση.
συγκεντρώνουν σύμφωνα με τα κριτήρια της παραγρά− 6. Εμπειρία
φου αυτής, οι μόνιμοι κάτοικοι των δήμων των νομών ή Εμπειρία. Επτά (7) μονάδες ανά μήνα εμπειρίας και
των νησιών ή των παραμεθορίων περιοχών που προβλέ− για συνολική εμπειρία μέχρι εξήντα μήνες.
πονται στην περίπτωση ιδ’ της παραγράφου 8 του άρ− Ως εμπειρία νοείται η απασχόληση με σχέση εργασίας
θρου 17, καθώς και δήμων με πληθυσμό μικρότερο των ή σύμβαση έργου στο δημόσιο ή τον ιδιωτικό τομέα
10.000 κατοίκων, εφόσον όλοι οι ανωτέρω επιθυμούν ή άσκηση επαγγέλματος σε καθήκοντα ή έργα συνα−
το διορισμό τους σε θέσεις υπηρεσιών του Δημοσίου ή φή με το γνωστικό αντικείμενο του τίτλου σπουδών ή
των νομικών προσώπων της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. με το αντικείμενο της προς πλήρωση θέσης, μετά την
2190/ 1994 και της παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 2527/1997 απόκτηση του βασικού τίτλου σπουδών με τον οποίο
στον αντίστοιχο νομό ή νησί ή παραμεθόριο περιοχή ο υποψήφιος μετέχει στη διαγωνιστική διαδικασία και
ή δήμο και δεσμεύονται να υπηρετήσουν σε αυτή επί κατά τις περιπτώσεις για τις οποίες απαιτείται άδεια
μία τουλάχιστον δεκαετία. Η ιδιότητα του μόνιμου κα− άσκησης επαγγέλματος, μετά τη λήψη της άδειας.
τοίκου αποδεικνύεται σύμφωνα με το άρθρο 279 του ν. Επί ισοβαθμίας υποψηφίων στη συνολική βαθμολογία
3463/2006 (Α΄ 114). προηγείται αυτός που έχει τις περισσότερες μονάδες
28. Τα στοιχεία Α΄ και Β΄ της παρ. 11 του άρθρου 21 στο πρώτο κριτήριο και, αν αυτές συμπίπτουν, αυτός
που έχει τις περισσότερες μονάδες στο δεύτερο κρι−
του ν. 2190/1994 τροποποιούνται ως εξής:
τήριο και ούτω καθ’ εξής.
«11. Α. Οι υποψήφιοι κατατάσσονται σε πίνακες κατά
Υποψήφιος που είναι ταυτόχρονα πολύτεκνος και τέ−
κλάδο ή ειδικότητα με βάση τα κατωτέρω αναφερόμενα
κνο πολύτεκνης οικογένειας δικαιούται να κάνει χρήση
κριτήρια.
της προσφορότερης βαθμολογικά εκ των δύο ιδιοτήτων,
1. Χρόνος ανεργίας
αποκλειομένης της αθροιστικής βαθμολόγησης.
Χρόνος ανεργίας: Διακόσιες (200) μονάδες για τέσσε−
Σε κάθε περίπτωση προτάσσονται των λοιπών υπο−
ρις μήνες ανεργίας και εβδομήντα πέντε (75) μονάδες
ψηφίων, ανεξάρτητα από το σύνολο των μονάδων που
ανά μήνα ανεργίας άνω των τεσσάρων μηνών, με ανώ−
συγκεντρώνουν σύμφωνα με τα κριτήρια της παραγρά−
τατο όριο τους δώδεκα μήνες.
φου αυτής, οι μόνιμοι κάτοικοι των δήμων των νομών
Άνεργος για την εφαρμογή της παρούσας παραγρά−
ή των νησιών ή των παραμεθορίων περιοχών που προ−
φου θεωρείται ο υποψήφιος που έχει τέσσερις (4) του−
βλέπονται στην περίπτωση ιδ΄ της παραγράφου 8 του
λάχιστον μήνες ανεργίας. Για την εφαρμογή της παρού− άρθρου 17, καθώς και δήμων με πληθυσμό μικρότερο
σας παραγράφου θεωρείται επίσης χρόνος ανεργίας των 10.000 κατοίκων, εφόσον όλοι οι ανωτέρω επιθυ−
και ο χρόνος παρακολούθησης προγραμμάτων επαγ− μούν το διορισμό τους σε θέσεις υπηρεσιών του Δημο−
γελματικής κατάρτισης του Ο.Α.Ε.Δ. από υποψηφίους οι σίου ή των νομικών προσώπων της παρ. 1 του άρθρου
οποίοι ήταν άνεργοι τουλάχιστον επί τετράμηνο κατά 14 του ν. 2190/ 1994 και της παρ. 3 του άρθρου 1 του ν.
το χρόνο ένταξής τους στο πρόγραμμα. 2527/1997 στον αντίστοιχο νομό ή νησί ή παραμεθόριο
2. Αριθμός τέκνων πολύτεκνης οικογένειας περιοχή ή δήμο.
α) Πενήντα (50) μονάδες για κάθε τέκνο πολύτεκνου Η ιδιότητα του μόνιμου κατοίκου αποδεικνύεται σύμ−
υποψηφίου, φωνα με το άρθρο 279 του ν. 3463/2006 (Α΄ 114).
β) πενήντα (50) μονάδες για κάθε μέλος προκειμένου Β. Οι πίνακες κατάταξης των υποψηφίων της πα−
για υποψηφίους που έχουν την ιδιότητα τέκνου πολύ− ρούσας παραγράφου αναρτώνται στο κατάστημα της
τεκνης οικογένειας. οικείας υπηρεσίας. Για την ανάρτηση συντάσσεται
Τις ανωτέρω μονάδες δύναται να λάβει μόνο ένα μέ− πρακτικό που υπογράφεται από δύο υπαλλήλους της
λος της ίδιας οικογένειας κατά το ίδιο ημερολογιακό υπηρεσίας.
έτος στον ίδιο φορέα. Κατά των πινάκων κατάταξης οι υποψήφιοι δικαιού−
3. Αριθμός ανήλικων τέκνων νται να ασκήσουν ένσταση ενώπιον του ΑΣΕΠ μέσα σε
Τριάντα (30) μονάδες για καθένα από τα δύο πρώτα αποκλειστική προθεσμία δέκα (10) ημερών, που αρχίζει
τέκνα και πενήντα (50) μονάδες για το τρίτο τέκνο. από την επομένη της ανάρτησής τους.»
4. Μονογονεϊκές οικογένειες 29. Για τις προκηρύξεις πλήρωσης θέσεων μόνιμου
α) Πενήντα (50) μονάδες για κάθε τέκνο, προκειμένου προσωπικού και προσωπικού ιδιωτικού δικαίου αορί−
για υποψήφιο που έχει την ιδιότητα γονέα μονογονεϊκής στου χρόνου, καθώς και προσωπικού με σχέση εργασίας
οικογένειας. ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου σε φορείς του δη−
β) Πενήντα (50) μονάδες για κάθε μέλος προκειμένου μοσίου τομέα που εκδόθηκαν μέχρι την έναρξη ισχύος
για υποψηφίους που έχουν την ιδιότητα τέκνου μονο− του παρόντος νόμου, η διαδικασία θα ολοκληρωθεί με
γονεϊκής οικογένειας. το προϊσχύσαν νομικό καθεστώς.
1490 ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ (ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ)

30. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 17 του άρθρου 1 του ν. Υπαλληλικού Κώδικα όπως αυτό αντικαταστάθηκε με
4038/2012 αντικαθίσταται ως ακολούθως: τις διατάξεις του άρθρου πρώτου του ν. 3839/2010 (Α΄
«Το δεύτερο, τρίτο και τέταρτο εδάφιο της παρα− 51) και τροποποιήθηκε με τις παρ. 4 του άρθρου 46 του
γράφου 12 και η παραγραφος 13 του άρθρου 17 του ν. ν. 3979/2011 (Α΄ 138) και παρ. 3 του άρθρου 68 του ν.
2190/1994 (Α΄ 28) καταργούνται.» 4002/2011 (Α΄ 180), αντικαθίσταται ως εξής:
31. Το προτελευταίο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 40 «Δικαίωμα συμμετοχής στη διαδικασία για την επιλογή
του ν. 4024/2011 (Α΄ 226) αντικαθίσταται ως εξής: προϊσταμένων Γενικής Διεύθυνσης έχουν οι υπάλληλοι
«Συμβάσεις μίσθωσης έργου βάσει αιτημάτων των κατηγορίας ΠΕ που κατά τη λήξη της προθεσμίας υπο−
Ο.Τ.Α. πρώτου και δευτέρου βαθμού, για τα οποία έχει βολής των αιτήσεων συμμετοχής στη γραπτή εξέταση
δοθεί έγκριση από την Τετραμελή Επιτροπή του άρθρου έχουν τουλάχιστον το βαθμό Β΄.»
2 της ΠΥΣ 33/2006 έως 31.12.2011, μπορούν να συναφθούν 34. Δημόσιοι λειτουργοί ή υπάλληλοι που κατέχουν
έως 31.12.2012 και εν συνεχεία να υλοποιηθούν.» οργανική θέση σε υπηρεσία του Δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ.
32. Στο άρθρο 1 του ν.δ. 2396/1953 (Α΄ 117) προστίθεται μπορούν να διορισθούν, εφόσον επιλεγούν σύμφωνα
παράγραφος 4 ως εξής: με τις ισχύουσες διατάξεις, σε άλλη θέση του Δημο−
«Οι Βουλευτές στους οποίους έχει διατεθεί αυτοκί− σίου ή Ν.Π.Δ.Δ., χωρίς να θεωρείται ότι ο διορισμός
νητο με σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης, υποχρε− τους εμπίπτει στους περιορισμούς του άρθρου 11 του
ούνται να το χρησιμοποιούν και ως υπουργικό, εφόσον ν. 3833/2010 υπό την προϋπόθεση προγενέστερης ή
στο πρόσωπο τους συντρέχει η ιδιότητα του Υπουργού, ταυτόχρονης με το διορισμο παραιτησής τους από τη
Αναπληρωτή Υπουργού ή Υφυπουργού, χωρίς να δικαι− θέση που κατέχουν.
ούνται άλλο αυτοκίνητο.» 35. Στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 9 του ν.
33. Το έβδομο εδάφιο της υποπερίπτωσης (5) της 3920/2011 (Α΄ 33) η ημερομηνία 31.12.2011 αντικαθίσταται
περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 85 του με την ημερομηνία 31.12.2012.

Άρθρο δέκατο
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσί−
ευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως
νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 14 Μαρτίου 2012

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ


ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ANTIΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗΣ


ΚΑΙ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΡΕΠΠΑΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΓΙΑΝΝΙΤΣΗΣ
ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ, ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗΣ
ΚΑΙ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ
ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΞΥΝΙΔΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΑΡΒΑΝΙΤΟΠΟΥΛΟΣ
ΥΠΟΔΟΜΩΝ. ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ
ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΔΙΚΤΥΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ
ΜΑΥΡΟΥΔΗΣ ΒΟΡΙΔΗΣ ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ

Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.


Αθήνα, 14 Μαρτίου 2012
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ
1492 ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ (ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ)

ΕΘΝΙΚΟ ΤΥΠΟΓΡΑΦΕΙΟ
ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

øîñì õ—ðì÷ì÷ úùðð—ò øì÷ êúìñêöîç÷ øì÷ ïùèêöòì÷ê—÷

Σε έντυπη μορφή:
• Για τα Φ.Ε.Κ. από 1 έως 16 σελίδες σε 1 € προσαυξανόμενη κατά 0,20 € για κάθε επιπλέον οκτασέλιδο ή μέρος αυτού.
• Για τα φωτοαντίγραφα Φ.Ε.Κ. σε 0,15 € ανά σελίδα.
Σε μορφή DVD/CD:
Τεύχος Ετήσια έκδοση Τριμηνιαία έκδοση Μηνιαία έκδοση Τεύχος Ετήσια έκδοση Τριμηνιαία έκδοση Μηνιαία έκδοση
Α΄ 150 € 40 € 15 € Α.Α.Π. 110 € 30 € -
Β΄ 300 € 80 € 30 € Ε.Β.Ι. 100 € − -
Γ΄ 50 € − − Α.Ε.Δ. 5€ − -
Υ.Ο.Δ.Δ. 50 € − − Δ.Δ.Σ. 200 € − 20 €
Δ΄ 110 € 30 € − Α.Ε.−Ε.Π.Ε. − − 100 €
• Η τιμή πώλησης μεμονωμένων Φ.Ε.Κ. σε μορφή cd−rom από εκείνα που διατίθενται σε ψηφιακή μορφή και μέχρι 100 σελίδες, σε 5 €
προσαυξανόμενη κατά 1 € ανά 50 σελίδες.

êøì÷îê÷ ÷ùòöôñê÷ ú.ê.ï.

Τεύχος Έντυπη μορφή Τεύχος Έντυπη μορφή Τεύχος Έντυπη μορφή


Α΄ 225 € Δ΄ 160 € Α.Ε.−Ε.Π.Ε. 2.250 €
Β΄ 320 € Α.Α.Π. 160 € Δ.Δ.Σ. 225 €
Γ΄ 65 € Ε.Β.Ι. 65 € Α.Σ.Ε.Π. 70 €
Υ.Ο.Δ.Δ. 65 € Α.Ε.Δ. 10 € Ο.Π.Κ. −

• Το τεύχος Α.Σ.Ε.Π. (έντυπη μορφή) θα αποστέλλεται σε συνδρομητές ταχυδρομικά, με την επιβάρυνση των 70 €, ποσό το οποίο αφορά
τα ταχυδρομικά έξοδα.

• Η καταβολή γίνεται σε όλες τις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.). Το πρωτότυπο διπλότυπο (έγγραφο αριθμ. πρωτ. 9067/28.2.2005
2η Υπηρεσία Επιτρόπου Ελεγκτικού Συνεδρίου) με φροντίδα των ενδιαφερομένων, πρέπει να αποστέλλεται ή να κατατίθεται
στο Εθνικό Τυπογραφείο (Καποδιστρίου 34, Τ.Κ. 104 32 Αθήνα).
• Σημειώνεται ότι φωτοαντίγραφα διπλοτύπων, ταχυδρομικές Επιταγές για την εξόφληση της συνδρομής, δεν γίνονται δεκτά
και θα επιστρέφονται.
• Οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τα μέλη της Ένωσης Ιδιοκτητών Ημερησίου Τύπου
Αθηνών και Επαρχίας, οι τηλεοπτικοί και ραδιοφωνικοί σταθμοί, η Ε.Σ.Η.Ε.Α, τα τριτοβάθμια συνδικαλιστικά όργανα και οι τρι−
τοβάθμιες επαγγελματικές ενώσεις δικαιούνται έκπτωσης πενήντα τοις εκατό (50%) επί της ετήσιας συνδρομής.
• Το ποσό υπέρ ΤΑ.Π.Ε.Τ. (5% επί του ποσού συνδρομής), καταβάλλεται ολόκληρο (Κ.Α.Ε. 3512) και υπολογίζεται πριν την έκ−
πτωση.
• Στην Ταχυδρομική συνδρομή του τεύχους Α.Σ.Ε.Π. δεν γίνεται έκπτωση.

Πληροφορίες για δημοσιεύματα που καταχωρίζονται στα Φ.Ε.Κ. στο τηλ.: 210 5279000.
Φωτοαντίγραφα παλαιών Φ.Ε.Κ.: τηλ.: 210 8220885.
Τα φύλλα όλων των τευχών της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως διατίθενται δωρεάν σε ηλεκτρονική μορφή
από την ιστοσελίδα του Εθνικού Τυπογραφείου (www.et.gr)

Hλεκτρονική Διεύθυνση: http://www.et.gr − e−mail: webmaster.et@et.gr

ΟΙ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΕΞΥΠΗΡΕΤΗΣΗΣ ΠΟΛΙΤΩΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥΝ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΑ ΑΠΟ 08:00 ΜΕΧΡΙ 13:30

ΑΠΟ ΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΤΥΠΟΓΡΑΦΕΙΟ


*01000541403120024* ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΟΥ 34 * ΑΘΗΝΑ 104 32 * ΤΗΛ. 210 52 79 000 * FAX 210 52 21 004

You might also like