You are on page 1of 135

ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ Δ.

ΚΟΝΤΟΓΙΩΡΓΗΣ

ΟΙ ΧΡΟΝΙΕΣ ΠΑΘΟΓΕΝΕΙΕΣ
ΤΟΥ ΝΕΟΤΕΡΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ
ΚΑΙ Η
ΔΙΕΘΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ

ΑΘΗΝΑ
Δρ. ΔΙΟΝ. Δ. ΚΟΝΤΟΓΙΩΡΓΗΣ
ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ

ΟΙ ΧΡΟΝΙΕΣ ΠΑΘΟΓΕΝΕΙΕΣ
ΤΟΥ ΝΕΟΤΕΡΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ
ΚΑΙ Η
ΔΙΕΘΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ

ΑΘΗΝΑ 2018
Απαγορεύεται η μερική ή ολική αναδημοσίευση του
έργου αυτού, καθώς και η αναπαραγωγή του με
οποιοδήποτε μέσο, χωρίς σχετική άδεια του συγγραφέα

ISBN: 978-618-83386-4-7

COPYRIGHT 2018: ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ Δ. ΚΟΝΤΟΓΙΩΡΓΗΣ


Τηλ.: 210 99 22 717
«Σοφία πάντων κάλλιστον,
η δε αμάθεια πάντων κάκιστον»
Πλάτων (428 -348 π.Χ.)
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΠΡΟΛΟΓΟΣ ............................................................................ 9

ΚΕΦ. 1 ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ............................................. 12

1.1. Περίοδος 1821-1949. .................................................... 12

1.2. Περίοδος 1950-1973. .................................................... 23

1.3. Περίοδος 1974-2007 . ................................................... 40

ΚΕΦ. 2 Η ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΗ ΚΡΙΣΗ .................................. 55

2.1. Η εκδήλωση της κρίσης. ................................................ 55

2.2. Οι εκλογές και η αλλαγή του πολιτικού σκηνικού. ........... 58

2.3. Οι χρόνιες παθογένειες της οικονομίας και της


πολιτικής…………. .................................................................. 59

2.4. Η κρίση ηθικής, δημόσιας και ατομικής. ......................... 65

2.5. Η κομματοκρατία και η «α-συνέχεια του Κράτους». ........ 70

2.6. Η «Τρόικα» και οι υπαγορεύσεις των θεσμών. ................ 82

2.7. Η Ελλάδα υποτροπιάζει. ................................................ 90

2.8. Τι χρειάζεται να γίνει. .................................................... 98

7
ΕΠΙΛΟΓΟΣ ...........................................................................112

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ....................................................................120

Α. Στην Ελληνική γλώσσα.....................................................120

Β. Σε ξένες γλώσσες.............................................................130

Γ. Άρθρα .............................................................................131

Δ. Στατιστικές......................................................................132
 Τράπεζα της Ελλάδος
 Εθνική Στατιστική Υπηρεσία
 Υπουργείο Οικονομικών

8
ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Η πρώτη μετά-επαναστατική περίοδος βρήκε τη χώρα


χωρίς υποδομές, χωρίς δημόσια διοίκηση, χωρίς
οργάνωση, χωρίς παιδεία, χωρίς εξειδίκευση, χωρίς
προσανατολισμό, χωρίς παραγωγική βάση, χωρίς
χρήματα… Η χρηματοδότηση της Επανάστασης απαιτούσε
την ύπαρξη οικονομικών πόρων, που δεν υπήρχαν. Η
αναζήτηση χρηματοδότησης από χώρες της Δ. Ευρώπης
ήταν αδύνατη ή στην καλύτερη περίπτωση, αν υπήρχε,
ληστρική σε όρους. Κανείς δεν δάνειζε εύκολα μια δράκα
επαναστατημένων ανθρώπων, που η έκβαση του αγώνα
τους ήταν αβέβαιη.
«Δεν είν’ εύκολες οι θύρες
Εάν η χρεία τες κουρταλή» Διονύσιος Σολωμός.
Όμως, οι περιπέτειες δεν σταμάτησαν εδώ.
Συνέβησαν πολλά μέχρι η χώρα να αρχίσει να βρίσκει το
δρόμο της. Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα και του
πρώτου ημίσεως του 20ου αιώνα, η πολιτική αστάθεια, οι
βραχύβιες κυβερνήσεις, οι νόθες εκλογές, οι ξένες
παρεμβάσεις..., το πολιτειακό, οι φανατισμοί, τα πάθη, οι
διώξεις, οι δικτατορίες, ο διχασμός, καθώς και η
οικονομική καχεξία, η υπερχρέωση της οικονομίας, η
νομισματική αστάθεια..., οδηγούσαν τη χώρα σε ασφυξία.
Οι πόλεμοι για την απελευθέρωση του αλύτρωτου
Ελληνισμού (και το προσφυγικό), η ανάγκη για παγίωση

9
των συνόρων της χώρας, που κερδήθηκαν το 1912-1913
και οι διεθνείς ανακατατάξεις που επιβλήθηκαν από τους
δυο παγκοσμίους πολέμους (τους οποίους η Ελλάδα δεν
μπορούσε να αποφύγει), δεν άφηναν πολλά περιθώρια
για ανασυγκρότηση του Ελληνικού Κράτους, κατά την
πρώτη αυτή περίοδο της ύπαρξής του.
Έτσι, ήταν αναπόδραστη ανάγκη, η ανασυγκρότησή
του να αρχίσει το δεύτερο ήμισυ του 20ου αιώνα (μετά το
1950). Τότε έγινε μια σοβαρή προσπάθεια να μπουν τα
θεμέλια στις υποδομές, στην οικονομία, στη Δημόσια
Διοίκηση..., στις μεγάλης κλίμακας επενδύσεις, ώστε να
οδηγηθεί η χώρα στη λέσχη των ανεπτυγμένων
οικονομιών του δυτικού κόσμου. Όμως, αυτό δεν
συνεχίστηκε, τουλάχιστο με την επιβεβλημένη σύνεση και
σοβαρότητα, γι’ αυτό και τα επόμενα χρόνια, το Κράτος
παρέπαιε μεταξύ «φθοράς και αφθαρσίας». Οι τρεις
μοχλοί ανάπτυξης – στους οποίους η χώρα είχε συγκριτικό
πλεονέκτημα –, ο τουρισμός, η εμπορική ναυτιλία και η
βαριά βιομηχανία (κυρίως ο ορυκτός πλούτος της χώρας),
δεν υποστηρίχθηκαν σθεναρά, οι υποδομές και η
εξυγίανση εγκαταλείφθηκαν, ενώ η Δημόσια Διοίκηση,
χειραγωγημένη από το αποσυντεθημένο πολιτικό
σύστημα, καρκινοβατούσε. Κάποια φωτεινά διαλείμματα
δεν έλυναν το πρόβλημα. Το σημαντικότερο ίσως
επίτευγμα της παρηκμασμένης αυτής περιόδου ήταν ο
ευρωπαϊκός προσανατολισμός της χώρας και η ένταξή της
στην ευρωπαϊκή οικογένεια, εκεί όπου ανήκει.
10
Αυτή την πολυτάραχη ζωή της Νεώτερης Ελλάδας –
εστιάζοντας στα οικονομικά της – θα διατρέξουμε στη
διαδρομή αυτού του πονήματος, μέχρι και την τελευταία
περιπέτεια της χώρας στην παρούσα οικονομική κρίση,
που τη βρήκε απροετοίμαστη να παλεύει, δίχως επιδέξιο
καπετάνιο, μέσα στη διεθνή τρικυμία, με κίνδυνο να
καταποντιστεί. Την κρίσιμη αυτή ώρα, οι Ευρωπαίοι
εταίροι της, της έριξαν «σωσίβια λέμβο», αλλά και τότε
δυσκολεύτηκε να επωφεληθεί και να επιπλεύσει. Η
προσπάθειά της συνεχίζεται – και σήμερα που γράφονται
αυτές οι γραμμές – χωρίς να μπορεί κανείς να
προδιαγράψει – ακόμα – το μέλλον της με ασφάλεια.
Το πόνημα αυτό βασίζεται σε ευρύτερη μελέτη μας με
τίτλο «Η οικονομία της νεότερης Ελλάδας», καθώς και από
άλλη με τίτλο «Η Μακραίωνη πορεία του Ελληνισμού»,
τόμος 3, που δημοσιεύτηκαν σε ηλεκτρονική μορφή το
2013 και το 2018 αντίστοιχα.
Η πρώτη με ISBN: 978-960-93-5502-5 και η δέυτερη
με ISBN: 978-618-83386-3-0.
http: dionysioskontogiorgis.blogspot.gr

11
ΚΕΦ. 1 ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ

1.1. Περίοδος 1821-1949.


Η Α’ Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου, το Δεκέμβριο
1821, ψήφισε το Σύνταγμα που καθόριζε την Ενιαία
Πολιτειακή και Διοικητική Αρχή, στην οποία θα
στηρίζονταν ο αγώνας της ανεξαρτησίας. Το νέο
προσωρινό πολίτευμα ήταν αντιπροσωπευτικό και
βασίζονταν στην διάκριση των εξουσιών: Βουλευτική,
εκτελεστική και δικαστική. Το «εκτελεστικό» ήταν η
κυβέρνηση, πλαισιωμένη από τους υπουργούς της.
Το διοικητικό αυτό σχήμα δεν είχε την προσδοκώμενη
αποδοχή από τους στρατιωτικούς και τους τοπικούς
άρχοντες, γι’ αυτό και στην Γ’ Εθνοσυνέλευση της
Τροιζήνας, το Μάρτιο 1827, προτάθηκε ως Κυβερνήτης της
Ελλάδας για 7 χρόνια ο Ιωάννης Καποδίστριας, ο οποίος
αποδέχτηκε την πρόταση και έφτασε στο Ναύπλιο τον
Ιανουάριο 1828.
Το έργο που επιτέλεσε ο Ι. Καποδίστριας, ως
Κυβερνήτης της Ελλάδας, μέσα στη βραχεία περίοδο
διακυβέρνησής του, ήταν μεγάλο, με δεδομένο τις
αντίξοες συνθήκες που αντιμετώπιζε. Εγκαθίδρυσε μια
συγκεντρωτική, αλλά εκσυγχρονιστική, εξουσία και
απομακρύνθηκε από τους στρατιωτικούς και τους
προκρίτους. Το μεταρρυθμιστικό του έργο επεκτάθηκε
στην παιδεία, στη διοίκηση, στην οικονομία, στο στρατό,
12
στη δημόσια υγεία, στη δικαιοσύνη, στην Αστυνομία, στη
γεωργία. Εξέδωσε το πρώτο εθνικό νόμισμα, το Φοίνικα,
από ασήμι, και ίδρυσε την Εθνική Χρηματιστική Τράπεζα.
Οι γενναιόδωρες χορηγίες της Γαλλίας και της Ρωσίας, τον
βοήθησαν πολύ στο έργο του. Σημαντικές ήταν και οι
προσφορές των Ελλήνων και φιλελλήνων του εξωτερικού.
Συνέβαλε επίσης στο έργο του και η προσωπική του
περιουσία. Ο ίδιος δεν δέχτηκε ποτέ αμοιβή. Ο πόλεμός
του για την πάταξη των καταχρήσεων και της διαφθοράς,
της φοροδιαφυγής και των «κεκτημένων» των
καπεταναίων και των τοπικών αρχόντων, δημιούργησε
αντιπάθειες και έφερε την κλιμάκωση των αντιδράσεων,
που οδήγησαν στη δολοφονία του το Σεπτέμβριο 1831 στο
Ναύπλιο.
Η επαναστατημένη Ελλάδα είχε ανάγκη από
οικονομικούς πόρους για να υποστηρίξει τον αγώνα της.
Τα δάνεια ωστόσο του 1824 και 1825, που πήρε από την
Αγγλία – όπου το έδαφος ήταν σχετικά πρόσφορο για το
σκοπό αυτό – με εγγύηση τη δέσμευση των δημοσίων
εσόδων και την υποθήκευση των εθνικών κτημάτων,
καταληστεύτηκαν από τους Άγγλους δανειστές και τους
ενδιάμεσους και ό,τι απέμεινε, εξαφανίστηκε μέσα στη
χώρα με πρωτοφανή ταχύτητα από τις καταχρήσεις και τη
φιλαργυρία των στρατιωτικών και των τοπαρχών1... Το

1
Το 1824, η προσωρινή Διοίκηση υπέγραψε συμφωνία στο Λονδίνο για
δάνειο 800.000 λιρών, Αγγλίας με επιτόκιο 5% επί της ονομαστικής αξίας και
προμήθεια 3%. Η τιμή έκδοσης ήταν 59% και η περίοδος αποπληρωμής 36
13
1826, τα ελληνικά ομόλογα απαξιώθηκαν και το 1827
ήρθε η παύση πληρωμών και η πτώχευση.
Το 1833, με την άφιξη του νεαρού βασιλιά Όθωνα, οι
Δυνάμεις εγγυήθηκαν ένα νέο δάνειο (60 εκατ. φράγκων)
και αυτό με υποθήκευση των εθνικών κτημάτων και
δέσμευση των εσόδων του Κράτους1. Η αδυναμία της
χώρας να ανταποκριθεί στην εξυπηρέτηση των δανείων
αυτών (της Ανεξαρτησίας και του Όθωνα), την οδήγησε σε
νέα στάση πληρωμών και πτώχευση το 1843. Το δάνειο
του Όθωνα σπαταλήθηκε για την κάλυψη αναγκών της
Δημόσιας Διοίκησης(!) και για «περιττές στρατιωτικές
δαπάνες». Ο αποκλεισμός της χώρας από τις ξένες
«αγορές» ήταν φυσικό επακόλουθο. Η εξόφληση των
δανείων αυτών παρέμεινε σε εκκρεμότητα μέχρι το 1866,
που άρχισαν οι διαπραγματεύσεις για την επίλυση του

χρόνια. Το 1825 υπέγραψε νέα συμφωνία στο Λονδίνο για νέο δάνειο
ονομαστικής αξίας 2.000.000 στερλινών με επιτόκιο 5% επί της ονομαστικής
αξίας και τιμή έκδοσης 55,5%. Όμως, η ληστρική συμπεριφορά των Άγγλων
δανειστών – και για τα δύο αυτά δάνεια – ξεπέρασε και την πιο τολμηρή
φαντασία. Τελικά, τα ποσά που διέφυγαν της ληστρικής μανίας των
δανειστών και έφτασαν στην Ελλάδα ήταν, από το πρώτο δάνειο 308.000
στερλίνες και από το δεύτερο δάνειο 232.558 στερλίνες. Σύνολο 540.624
στερλίνες (αντί 2.800.000 ονομαστικό ποσό). Όμως, και το μικρό αυτό ποσό,
που έφτασε στην Ελλάδα, κατασπαταλήθηκε από τις Τοπικές Αρχές για την
επικράτηση των αντιπάλων ομάδων.
1
Τελικά, το δάνειο που συνήφθη ήταν 57.229.000 φράγκα ή 63.924.000
παλαιές δραχμές, με επιτόκιο 5% και χρεωλύσιο 1% επί της ονομαστικής
αξίας. Τιμή έκδοσης 94% , περίοδος αποπληρωμής 36 χρόνια. Το ποσό που
διέφυγε της ληστρικής συμπεριφοράς των δανειστών ήταν 23.858.000 δρχ.
Με το ποσό αυτό πληρώθηκαν διάφορες υποχρεώσεις της χώρας και το
απομένον ποσό - 9.098.000 δρχ. (ή 8.145.000 φρ.) – δαπανήθηκε για την
κάλυψη των αναγκών του Κράτους.
14
προβλήματος. Η συμφωνία για το διακανονισμό
ολοκληρώθηκε το 1878.
Τις πρώτες δεκαετίες, από το 1830, η Ελλάδα ήταν
χώρα καθαρά αγροτική και αραιοκατοικημένη. Στις
δραστηριότητες που συναντούσε κανείς, υπήρχαν μικρές
βιοτεχνικές μονάδες οικιακής ή εργαστηριακής μορφής
(μεταξιού, δέρματος, λαδιού, ψωμιού,
κλωστοϋφαντουργίας, κλ.), και πλανόδιοι τεχνίτες ή
γυρολόγοι. Στη γεωργία, οι πρώτες καλλιέργειες ήταν της
ελιάς, του αμπελιού και του σιταριού. Τα πλοία στην
εμπορική ναυτιλία ήταν ιστιοφόρα, μικρών ή
μεγαλύτερων αποστάσεων.
Από το 1865, εισέρχεται σταδιακά η ατμομηχανή στην
οικονομική ζωή της χώρας. Εμφανίζονται οι πρώτες
βιομηχανικές μονάδες που υιοθετούν την ατμομηχανή, η
ιστιοφόρος ναυτιλία άρχισε να εκτοπίζεται και τη θέση της
να παίρνει η ατμοκίνητη ναυτιλία. Η γεωργία επεκτάθηκε
στην καλλιέργεια της σταφίδας με σκοπό την εμπορία και
τις εξαγωγές. Πιστωτικά ιδρύματα δεν υπήρχαν ακόμα. Το
ρόλο των τραπεζών έπαιζαν οι έμποροι δανειστές με
τοκογλυφικά επιτόκια. Η μόλις ιδρυθείσα Εθνική Τράπεζα
ήταν ανέτοιμη να ανταποκριθεί στο ρόλο αυτό.
Το μεταρρυθμιστικό έργο του Χαρίλαου Τρικούπη
(1882-1895) επιδίωκε την αναδιοργάνωση του Κράτους
και τη βελτίωση της διεθνούς εικόνας της χώρας. Για το
σκοπό αυτό, προσπάθησε να αναμορφώσει το
φορολογικό σύστημα, χωρίς αποτέλεσμα, αναδιοργάνωσε
15
και εξόπλισε το στρατό και το ναυτικό, προχώρησε στην
κατασκευή δημοσίων έργων στρατηγικής σημασίας,
επαναπροσδιόρισε την εξωτερική πολιτική της χώρας,
προσπάθησε να καταπολεμήσει την αλόγιστη σπατάλη
δημοσίου χρήματος και τη διαφθορά, επιδίωξε την
αναβάθμιση του πολιτικού συστήματος και την
ανεξαρτητοποίηση της Δημόσιας Διοίκησης από την
εκτελεστική εξουσία, ώστε να χτυπηθεί το πελατειακό
σύστημα, υπεύθυνο για τη συναλλαγή και τη διαφθορά. Η
έντονη επενδυτική δραστηριότητα, οι δαπάνες για τον
εξοπλισμό του στρατού και τα ελλείμματα
προϋπολογισμού... συνέβαλαν στη διόγκωση του
εξωτερικού δημόσιου χρέους, που οδήγησε σε στάση
πληρωμών και σε πτώχευση του 18931.

1
Το 1878 επήλθε συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και δανειστών για το
διακανονισμό των μέχρι τότε δανείων ανεξαρτησίας και Όθωνος που ήταν σε
εκκρεμότητα κι έτσι άνοιξαν οι «αγορές». Μεταξύ 1879 και 1890, οι
κυβερνήσεις Χ. Τρικούπη και Θ. Δηλιγιάννη δανείστηκαν συνολικά
630.000.000 φρ., ονομαστική αξία, με επιτόκιο από 4-6%, τιμή έκδοσης από
53% έως 75%. Μετά την αφαίρεση διαφόρων δαπανών, το τελικό ποσό που
απέμεινε ήταν 365.000.000 φρ. Το ποσό αυτό δαπανήθηκε για τον εξοπλισμό
του στρατού, για τα δημόσια έργα, για απόσβεση παλαιών χρεών και την
κάλυψη ελλειμμάτων του προϋπολογισμού. Την ίδια περίοδο το Κράτος είχε
συνάψει και εσωτερικά δάνεια ύψους 65.000.000 δρχ. Οι γιγαντιαίες
επενδύσεις του Χ. Τρικούπη στα δημόσια έργα δεν απορρόφησαν, όπως θα
περίμενε κανείς, μεγάλο μέρος των δανείων. Το Νοέμβριο του 1893 κατά την
ψήφιση του προϋπολογισμού, ο Χ. Τρικούπης ανήγγειλε το «δυστυχώς
επτωχεύσαμε». Την επαύριο της πτώχευσης, το συνολικό δημόσιο χρέος
(εσωτερικό και εξωτερικό) αντιπροσώπευε το 200% του ΑΕΠ. Μετά την ήττα
στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897, η Ελλάδα αναγκάστηκε να δεχθεί τη
«Διεθνή Επιτροπή Ελέγχου», που το 1899 μετονομάστηκε «Διεθνής
Οικονομική Επιτροπή».
16
Την πρώτη δεκαετία του νέου αιώνα, με τη βοήθεια
της Διεθνούς Επιτροπής Ελέγχου και της συνετής
νομισματικής πολιτικής της Εθνικής Τράπεζας, υπό τη
διοίκηση του Ιωάννη Βαλαωρίτη, η χώρα ανέκτησε την
αξιοπιστία της, βελτιώθηκαν τα οικονομικά της,
αποκαταστάθηκε η νομισματική ισορροπία και ήρθε η
ανάκαμψη.
Το 1910, η Ελλάδα βρέθηκε σε μια κρίσιμη καμπή.
Ευτυχώς, τη στιγμή αυτή εμφανίστηκε στην πολιτική
σκηνή της χώρας ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Η παρακμή της
Οθωμανικής αυτοκρατορίας, σε συνδυασμό με το
νοικοκύρεμα της οικονομίας και του στρατεύματος,
δημιούργησαν ευνοϊκές συνθήκες και ο Ελ. Βενιζέλος
επωφελήθηκε για να οδηγήσει τη χώρα στο έπος των
βαλκανικών πολέμων, που διπλασίασαν σχεδόν την
ελληνική επικράτεια.
Ο Α’ παγκόσμιος πόλεμος και η συμμετοχή της
Ελλάδας στο πλευρό των δυνάμεων της Αντάντ, παγίωσε
τα νέα σύνορα της χώρας στα σημερινά τους όρια,
οδήγησε όμως στη διαφωνία του Ελ. Βενιζέλου με τον
Κωνσταντίνο και στον εθνικό διχασμό. Η ανεύθυνη
απόφαση της αντιβενιζελικής πολιτικής ηγεσίας να
εκστρατεύσει η χώρα στα βάθη της Μικράς Ασίας, έφερε
τη Μικρασιατική καταστροφή, που κόντεψε να ακυρώσει
ό,τι είχε κερδηθεί στους βαλκανικούς πολέμους και τη
Συνθήκη των Σεβρών. Προκειμένου να ανταποκριθεί στις
δαπάνες του πολέμου η Ελλάδα, οι σύμμαχες χώρες
17
Γαλλία και Αγγλία της χορήγησαν πιστώσεις πολλών
εκατομμυρίων φράγκων. Τα ποσά αυτά, μαζί με τις
πολεμικές αποζημιώσεις, διακανονίστηκαν πολύ
αργότερα, μεταξύ 1927 και 1930.
H εμπορική ναυτιλία επηρεάστηκε από τους
πολέμους και άλλαξε προσανατολισμό. Οι βαλκανικοί
πόλεμοι προκάλεσαν το κλείσιμο των Δαρδανελίων από
την Τουρκία (για 10 χρόνια) και την απώλεια της αγοράς
των σιτηρών της Μαύρης Θάλασσας. Το γεγονός αυτό
ανάγκασε τον ελληνικό εμπορικό στόλο να αναζητήσει
άλλες αγορές και επομένως τον «έσπρωξε» στη
διεθνοποίηση. Στη διάρκεια του Α’ παγκοσμίου πολέμου,
η υψηλή ζήτηση στις θαλάσσιες μεταφορές αύξησε τους
ναύλους και την κερδοφορία της εμπορικής ναυτιλίας.
Την περίοδο του Μεσοπολέμου, το δημοσιονομικό
πρόβλημα της χώρας ήταν έντονο. Αντιμετωπίστηκε τόσο
με εσωτερικό δανεισμό (αναγκαστικό το 1922 και το 1926,
όπως και με την έκδοση πληθωριστικού χρήματος), όσο
και με εξωτερικό δανεισμό, με την συμπαράσταση της
Κοινωνίας των Εθνών1. Μέχρι το 1926, που σχηματίστηκε
η οικουμενική κυβέρνηση, οι πληθωριστικές πιέσεις ήταν
έντονες. Το 1928, λειτούργησε η Τράπεζα της Ελλάδος και

1
Μεταξύ 1923 και 1930, το σύνολο των καθαρών ποσών που έφτασε στην
Ελλάδα και τα διαχειρίστηκε η Επιτροπή Αποκατάστασης των προσφύγων
(ΕΑΠ) ανήλθε τα 12.470.000 λίρες Αγγλίας. Εκτός όμως από τα προσφυγικά
την περίοδο αυτή (1924-1931), η Ελλάδα προσέφυγε και σε σειρά άλλων
δανείων για να καλύψει ευρύτερες ανάγκες του Κράτους, συνολικού ποσού
27.392.000 λιρών Αγγλίας. Το σύνολο ανήλθε σε 39.862.000 λίρες Αγγλίας.
18
πήρε το εκδοτικό προνόμιο και τα συναλλαγματικά
αποθέματα από την Εθνική Τράπεζα, τα οποία τότε ήταν
11.308.000 αγγλικές λίρες, ποσό που υπερκάλυπτε τα όρια
ασφαλείας της χώρας. Από το 1927 μέχρι το 1930, η
κυβέρνηση Ελ. Βενιζέλου προχώρησε στη ρύθμιση των
πολεμικών χρεών με την Αγγλία, τη Γαλλία και τις ΗΠΑ. Η
κυβέρνηση αυτή (1928-1932) προχώρησε επίσης σε έργα
υποδομής, σε παρεμβάσεις στη νομοθεσία και σε άλλα
θεσμικά μέτρα, όπως στην κοινωνική ασφάλιση, στις
εργασιακές σχέσεις, στην ιατροφαρμακευτική
περίθαλψη... Ωστόσο, οι σπατάλες και η
αναποτελεσματικότητα του Δημοσίου δεν έλειψαν ούτε
την περίοδο αυτή.
Η οικονομική κρίση του 1929 ήταν παρούσα και στην
Ελλάδα. Η κυβέρνηση, για να διατηρήσει την οικονομική
και νομισματική σταθερότητα (επομένως και την
προστασία της δραχμής), ξόδεψε, μεταξύ 1929 και 1932,
όλο σχεδόν το συναλλαγματικό απόθεμα της Τράπεζας της
Ελλάδος. Μετά την άρνηση της Κοινωνίας των Εθνών να
ενδώσει στο αίτημα της Ελλάδας για νέο δάνειο, η
κυβέρνηση Ελ. Βενιζέλου ανακοίνωσε, το 1932, τη
διακοπή επ’ αόριστο της εξυπηρέτησης του δημόσιου
χρέους.
Η βιομηχανική δραστηριότητα την περίοδο του
Μεσοπολέμου και μέχρι την παραμονή του Β’ παγκοσμίου
πολέμου, άρχισε να ανακάμπτει. Το κύμα των προσφύγων
έπαιξε σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη αυτή, γιατί
19
προσέφερε φτηνά εργατικά χέρια. Τα προσφυγικά δάνεια
και η βοήθεια των φιλανθρωπικών ιδρυμάτων
δημιούργησαν εξάλλου αυξημένη ρευστότητα στην
αγορά. Μέχρι το 1930, διπλασιάστηκε ο αριθμός των
«βιομηχανικών καταστημάτων», κυρίως μικρών και
οικογενειακής μορφής. Ο προστατευτισμός που
υιοθετήθηκε την ίδια περίοδο, διευκόλυνε την ανάπτυξη
βιομηχανικών επιχειρήσεων. Εμφανίστηκαν μεγάλα
ονόματα επιχειρηματιών στις τσιμεντοβιομηχανίες, τις
χημικές βιομηχανίες, την ελαιουργία, την κεραμοποιεία,
κλπ. Στα χρόνια του Ι. Μεταξά, η βιομηχανική πολιτική
στράφηκε στη βαριά βιομηχανία.
Ωστόσο, η ελληνική οικονομία εξακολουθούσε να
είναι αγροτική. Η πλειονότητα των αγροτών – μετά την
αγροτική μεταρρύθμιση του Μεσοπολέμου –
αποτελούνταν από μικροϊδιοκτήτες. Η μεγάλη ιδιοκτησία
μειώθηκε σημαντικά. Η ανάγκη για αποκατάσταση των
ακτημόνων προσφύγων επέσπευσε τις διαδικασίες της
αγροτικής μεταρρύθμισης. Οι καλλιεργούμενες εκτάσεις
αυξήθηκαν με την προσθήκη των Βορείων Επαρχιών. Τη
θέση της σταφίδας πήρε ο καπνός που έγινε το κύριο
εξαγώγιμο προϊόν.
Οι τράπεζες πολλαπλασιάστηκαν την ίδια περίοδο.
Εκτός από την Εθνική και την Τράπεζα της Ελλάδος,
ιδρύθηκαν η Αγροτική και η Κτηματική, χώρια οι ιδιωτικές.
Η εμπορική ναυτιλία σημείωσε αξιόλογη ανάπτυξη –
παρά την πτώση των ναύλων στην αρχή της δεκαετίας του
20
1920 – και έφτασε να μονοπωλεί σχεδόν τις διαδρομές
του Ατλαντικού, από τη Λατινική Αμερική στην Ευρώπη.
Στην οικονομική κρίση του 1929-1933, κατάφερε να
αντέξει και μάλιστα να σημειώσει θετική εξέλιξη, λόγω
των εύστοχων χειρισμών των Ελλήνων εφοπλιστών, παρά
το δυσμενές διεθνές περιβάλλον.
Κατά το Β’ παγκόσμιο πόλεμο – με την τριπλή κατοχή
–, η οικονομία υπέστη πραγματική λεηλασία. Οι Γερμανοί
κράτησαν τις πιο χρήσιμες και παραγωγικές μονάδες της
βιομηχανίας. Οι Ιταλοί αναζητούσαν πρώτες ύλες για τα
μηχανουργεία τους. Γερμανοί και Ιταλοί προχώρησαν σε
μαζικές επιτάξεις προϊόντων και βασικών ειδών
διατροφής, βιομηχανικών και αγροτικών. Λεηλάτησαν τα
λίγα συναλλαγματικά αποθέματα της Τράπεζας της
Ελλάδος, υποχρέωσαν την Ελλάδα να καταβάλλει για
έξοδα κατοχής του γερμανοϊταλικού στρατού επί
ελληνικού εδάφους, το ποσό των 1,5 δις δραχμών το
μήνα, με τη συμφωνία της Ρώμης το 1942 μεταξύ
Γερμανίας και Ιταλίας, ανάγκασαν την Ελλάδα να τους
χορηγήσει, δήθεν, «κατοχικό δάνειο» – με αφαίμαξη των
υπολειμμάτων της ελληνικής οικονομίας–, το οποίο
ανήλθε στα 4 δις δολάρια και φυσικά δεν αποπληρώθηκε
ποτέ.
Οι Βούλγαροι επιδίωκαν την έξοδο στο Αιγαίο.
Εφάρμοσαν επίσης μέτρα εκμετάλλευσης της οικονομίας
στην Ανατολική Μακεδονία και τη Θράκη. Λήστεψαν τις
καταθέσεις των Ελλήνων στις τράπεζες και εξόντωσαν το
21
ελληνικό επιχειρηματικό στοιχείο. Οι κλοπές, οι λεηλασίες
και οι επιτάξεις ήταν η μάστιγα του πληθυσμού.
Εκμεταλλεύτηκαν ακόμη τα ελληνικά καπνά της περιοχής,
που ήταν πολύτιμα.
Η διάλυση του κρατικού μηχανισμού από τις
κατοχικές δυνάμεις, η μείωση της εθνικής παραγωγής, η
έλλειψη επάρκειας προϊόντων στην αγορά και τα
φαινόμενα αισχροκέρδειας και μαύρης αγοράς που
παρατηρήθηκαν, έκαναν την επιβίωση του πληθυσμού
πολύ δύσκολη.
Ο εμφύλιος πόλεμος ισοπέδωσε ό,τι είχε απομείνει
από την τριπλή κατοχή. Ο επισιτισμός του πληθυσμού
παρέμενε ανεπαρκής. Η κρατική βοήθεια με τη συνδρομή
διεθνών ανθρωπιστικών οργανισμών, καθώς και η
αμερικανική και αγγλική βοήθεια δεν αξιοποιήθηκαν κατά
τον καλύτερο τρόπο, και δεν απευθύνονταν δίκαια και
ισότιμα προς όλους. Δεν αποφεύχθηκε επίσης η ιδιοτέλεια
στη διαχείριση της βοήθειας αυτής. Μια ακόμη γκρίζα
σελίδα στην ιστορία της περιόδου αυτής.

«Κοινή γαρ η Τύχη και το μέλλον αόρατον»


Ισοκράτης
(436-338 π.Χ.)

22
1.2. Περίοδος 1950-1973.
Η Ελλάδα βγήκε από το Β’ παγκόσμιο πόλεμο σε
άθλια οικονομική κατάσταση. Ο λαός λιμοκτονούσε, η
γεωργική παραγωγή είχε καταρρεύσει, η καχεκτική
βιομηχανία ήταν, ουσιαστικά, σε αποσύνθεση, οι λιγοστές
υποδομές κατεστραμμένες, τα προβλήματα στέγης
μεγάλα, η περίθαλψη ανύπαρκτη.
Η χώρα έπαθε τις περισσότερες καταστροφές και
λεηλασίες, συγκριτικά με άλλες ευρωπαϊκές χώρες που
συμμετείχαν στον πόλεμο. Δοκίμασε τη σκληρότητα της
τριπλής κατοχής, των Γερμανών, των Ιταλών και των
Βουλγάρων. Το 42% του συνολικού παγίου κεφαλαίου της
χώρας καταστράφηκε, και τα ανθρώπινα θύματα
ανέβηκαν σε χιλιάδες, χώρια όσοι διώχτηκαν ή
εγκατέλειψαν αναγκαστικά τις εστίες τους για να
αποφύγουν τη βία και τους θανάτους. Την άθλια αυτή
οικονομική και κοινωνική κατάσταση ήρθε να ισοπεδώσει
ο εμφύλιος σπαραγμός. Αύξησε τις καταστροφές και τους
θανάτους και επιβράδυνε την ανασυγκρότηση της χώρας.
Χάρη ωστόσο στην αμερικανική βοήθεια, η χώρα
προσπάθησε να επουλώσει τις πληγές της και να
αναζητήσει τρόπο να ορθοποδήσει.
Για τις ευρωπαϊκές χώρες, ο πόλεμος τελείωσε το
1945. Μια δεκαετία μετά, οι ευρωπαϊκές οικονομίες, όχι
μόνο είχαν καταφέρει να ανασυγκροτηθούν, αλλά
ακολουθούσαν κιόλας ταχείς ρυθμούς ανάπτυξης και

23
φυσικά οικονομικής ευημερίας, με υψηλά επίπεδα
επενδύσεων, παραγωγής, απασχόλησης και εισοδήματος.
Η Ελλάδα αντίθετα αγωνίζονταν να κλείσει τις πληγές της
και να ξεχάσει τα μίση και τα πάθη. Ακολουθούσε τους
προπολεμικούς βηματισμούς, δεν είχε διαμορφώσει
πολιτική, οι προοπτικές φαίνονταν γκρίζες, παρέμενε
φτωχή και καθυστερημένη δομικά, μορφωτικά και
εισοδηματικά.
Οι πληθωριστικές πιέσεις, μέχρι το 1953, ήταν έντονες
και δεν βοηθούσαν στην ανάληψη σοβαρής προσπάθειας
οικονομικής ανάκαμψης. Τα δημοσιονομικά ελλείμματα
για πολλά χρόνια, καθώς και τα ελλείμματα του ισοζυγίου
εξωτερικών πληρωμών, οφειλόμενα στη μεγάλη και
διηνεκή ανισορροπία του εμπορικού ισοζυγίου, είχαν
καταδικάσει την ελληνική οικονομία σε αστάθεια και
μαρασμό, που μόνο με την αμερικανική βοήθεια θα
μπορούσε να επιβιώσει. Οι πρώτες ενδείξεις χαλάρωσης
της νομισματικής αστάθειας και εξισορρόπησης των
δημοσίων οικονομικών, εμφανίζονται το 1953 με τη
νομισματική μεταρρύθμιση, τότε που φαίνονταν βέβαιο
ότι θα περιορίζονταν η εξωτερική οικονομική βοήθεια, και
η χώρα θα έπρεπε πλέον να στηρίζεται στα δικά της μέσα.
Η ανάγκη λοιπόν εξυγίανσης της ελληνικής οικονομίας και
η τοποθέτησή της σε τροχιά αυτοδύναμης ανάπτυξης ήταν
επιτακτική.

24
Είναι γνωστό ότι η νομισματική αστάθεια προκαλεί
δυσπιστία στο νόμισμα (εν προκειμένω στη δραχμή ) και –
σε συνδυασμό με τα χαμηλά εισοδήματα – δεν ευνοεί την
ιδιωτική αποταμίευση, γι’ αυτό και οι καταθέσεις στις
τράπεζες ήταν πενιχρές έως ανύπαρκτες. Το όποιο
περίσσευμα οικογενειακού εισοδήματος υπήρχε,
επενδύονταν σε χρυσές λίρες ή στην καλύτερη περίπτωση
σε ακίνητα. Οι πολίτες δεν εμπιστεύονταν τις καταθέσεις
στις τράπεζες.
Έπρεπε λοιπόν να αλλάξει το κλίμα κι αυτό μπορούσε
να γίνει με μια σταθερή και συνεπή – και επομένως
αξιόπιστη – πολιτική οικονομικής ανάπτυξης, που θα
οδηγούσε σε σταθεροποίηση της οικονομίας και θα
κέρδιζε την εμπιστοσύνη των πολιτών και του ντόπιου και
ξένου κεφαλαίου. Όσο η οικονομική (και πολιτική)
αστάθεια συνεχίζονταν, δεν υπήρχε δυνατότητα
προσέλκυσης ιδιωτικών επενδύσεων, από τις οποίες θα
μπορούσε να αναμένεται ανάπτυξη, βελτίωση του εθνικού
εισοδήματος και του επιπέδου διαβίωσης του ελληνικού
λαού.
Η λειτουργία της Δημόσιας Διοίκησης επηρεάζει
θετικά ή αρνητικά τη διαδικασία οικονομικής ανάπτυξης.
Την αρχή της δεκαετίας του 1950, η διοικητική μηχανή
λειτουργούσε με προπολεμικές μεθόδους διοίκησης.
Επομένως, η επανίδρυσή της ήταν αναγκαία για να
ανταποκριθεί στις νέες συνθήκες ταχείας οικονομικής

25
ανάπτυξης, που απαιτούσε η μεταπολεμική περίοδος. Ο
αυτοσχεδιασμός και οι προχειρότητες (που δυστυχώς
επικρατούν τα τελευταία 35 χρόνια σε αυξημένο βαθμό),
όχι μόνο δεν βοηθούν στην επίλυση των προβλημάτων,
αλλά οξύνουν παραπέρα την κατάσταση.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1950, η Ελλάδα
εξακολουθούσε να ανήκει στις υπανάπτυκτες χώρες, με
χαμηλό κατά κεφαλή εισόδημα, με χαμηλές έως μηδενικές
επενδύσεις, με αδύνατη παραγωγή, με νομισματική και
οικονομική αστάθεια, με τους «επιτήδειους» να
λυμαίνονται το λιγοστό δημόσιο χρήμα και την ξένη
οικονομική βοήθεια, για να γίνονται πλουσιότεροι... Αν
δεν κινητοποιούσε τις υγιείς δυνάμεις της κατά τρόπο
συστηματικό, συνεπή, σταθερό και με προοπτική, ώστε να
μπει στο δρόμο της προόδου και της ευημερίας, κινδύνευε
να παραμείνει στο περιθώριο των εξελίξεων.
Την αυγή της δεκαετίας του 1950, όλοι οι τομείς της
χώρας ήταν σε άθλια κατάσταση:
Στον αγροτικό τομέα, ο κλήρος ήταν μικρός, οι
καλλιεργήσιμες εκτάσεις λίγες, οι έγγειες βελτιώσεις
σχεδόν ανύπαρκτες, οι στρεμματικές αποδόσεις (η
παραγωγικότητα) μικρές. Το κατά κεφαλή εισόδημα των
αγροτών ήταν κάτω από το όριο της φτώχειας, με
επίπτωση στη διαμόρφωση της συνολικής ζήτησης. Ο
αγροτικός τομέας αδυνατούσε να καλύψει τις ανάγκες σε

26
τρόφιμα – γεωργικής και κτηνοτροφικής παραγωγής – της
εσωτερικής αγοράς.
Η βιομηχανία λειτουργούσε υπό καθεστώς υψηλής
δασμολογικής προστασίας για να επιβιώσει.
Απευθυνόταν, κατ’ αποκλειστικότητα, στην αναιμική
εσωτερική αγορά και τα μέτρια ποιοτικά προϊόντα της
εκάλυπταν τη χαμηλή ζήτηση των αδύνατων εισοδηματικά
κοινωνικών ομάδων. Οι περισσότερες παραγωγικές
μονάδες της βιομηχανίας ήταν πολύ μικρές, με υψηλό
κόστος και μέτριας ποιότητας προϊόντα. Οι ελλείψεις στις
υποδομές και στην οργάνωση της χρηματαγοράς
(τράπεζες) και της κεφαλαιαγοράς (Χρηματιστήριο), δεν
ευνοούσαν τη διαδικασία οικονομικής ανάπτυξης της
χώρας και επομένως την βελτίωση της απασχόλησης, με
συνέπεια να αυξηθεί η εξωτερική μετανάστευση. Ο
τουρισμός ήταν ακόμα σε εμβρυώδη κατάσταση. Εξάλλου,
οι τουριστικές υποδομές ήταν ανύπαρκτες και το
τουριστικό συνάλλαγμα μηδενικό. Η εμπορική ναυτιλία
λειτουργούσε στο εξωτερικό. Η εγκατάλειψη της χώρας
στη δεκαετία του 1940, λόγω του πολέμου, έκανε μόνιμη
έδρα των ναυτιλιακών επιχειρήσεων τη Νέα Υόρκη και το
Λονδίνο. Άρα, η εισροή συναλλάγματος από την εμπορική
ναυτιλία ήταν λιγοστή έως ανύπαρκτη. Η εισροή ξένων
κεφαλαίων για επενδύσεις δεν ευνοούνταν ακόμα από
την επικρατούσα κατάσταση στη χώρα.

27
Συνεπεία αυτής της καχεξίας της ελληνικής
οικονομίας, το εμπορικό ισοζύγιο ήταν έντονα
ελλειμματικό και η κάλυψή του προβληματική, αφού οι
πηγές εσόδων του Κράτους ήταν περιορισμένες. Η άρση
των διαρθρωτικών αδυναμιών της οικονομίας και η
εξασφάλιση νομισματικής και οικονομικής ισορροπίας,
ήταν ο μόνος δρόμος για την πρόκληση της οικονομικής
ανάπτυξης.
Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της
ελληνικής οικονομίας ήταν, την εποχή αυτή, η ανεργία, το
χαμηλό βιοτικό επίπεδο και η άνισος κατανομή του
εθνικού εισοδήματος. Προείχε λοιπόν η συντονισμένη
προσπάθεια για εντατική εκμετάλλευση των παραγωγικών
πηγών της χώρας. Αυτό προϋπέθετε σημαντικές
παραγωγικές επενδύσεις. Όμως η μεγέθυνση του
εισοδήματος, από μόνη της, δεν λύνει το πρόβλημα.
Χρειάζεται η δίκαιη κατανομή του. Φυσικά, η αύξηση του
χρηματικού εισοδήματος πρέπει να συμβαδίζει με την
αύξηση του πραγματικού. Χωρίς νομισματική
σταθερότητα, είναι δύσκολο να συμβαδίζουν τα δυο αυτά
μεγέθη.
Οι πρώτες κυβερνήσεις (του Σοφοκλή Βενιζέλου και
του Νικολάου Πλαστήρα), που προέκυψαν μετά το τέλος
του εμφυλίου (το 1950 και 1951), ήταν βραχύβιες. Στις
εκλογές του Νοεμβρίου του 1952, κέρδισε με μεγάλη
πλειοψηφία ο «Εθνικός Συναγερμός» και εσχημάτισε

28
κυβέρνηση με πρωθυπουργό το Στρατάρχη Αλέξανδρο
Παπάγο. Η κυβέρνηση αυτή ανέδειξε δυο ευτυχή
γεγονότα:
α) Την τοποθέτηση του Σπύρου Μαρκεζίνη στο
υπουργείο Συντονισμού, στον οποίο οφείλεται η
επιτυχημένη νομισματική μεταρρύθμιση του 1953:
Προχώρησε στη δραστική υποτίμηση της δραχμής, κατά
50%, έναντι του δολαρίου και των άλλων νομισμάτων,
έκοψε τα τρία μηδενικά από τις παλιές νομισματικές
μονάδες, διπλασίασε την τιμή του δολαρίου από 15 σε 30
δρχ. και περιόρισε τον πληθωρισμό. Η δραχμή
προσδέθηκε στο ισχυρό νόμισμα του δολαρίου. Τα μέτρα
που υποστήριξαν την μεταρρύθμιση ήταν καλά
σχεδιασμένα και απέβλεπαν στη συγκράτηση των τιμών,
ώστε να μην εξανεμισθούν οι ευνοϊκές συνέπειες της
υποτίμησης στην ανάπτυξη της οικονομίας. Η νομισματική
σταθερότητα που ακολούθησε, με τις διάδοχες
κυβερνήσεις, – για μεγάλη χρονική περίοδο –, ευνόησε τη
θετική επίδραση της μεταρρύθμισης στην παραπέρα
αναπτυξιακή πορεία της οικονομίας.
β) Την τοποθέτηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή στο
υπουργείο Δημοσίων Έργων, ο οποίος επέδειξε ιδιαίτερη
δραστηριότητα κατά τη θητεία του εκεί. Οργάνωσε το
υπουργείο, επέλεξε τους συνεργάτες του και στο πλαίσιο
ενός ευρύτερου σχεδιασμού, κατάρτισε μελέτες και
προγράμματα, και εκτέλεσε σημαντικά έργα

29
βραχυπρόθεσμης και μακροπρόθεσμης απόδοσης, ώστε
να συμβάλει αποφασιστικά στη δημιουργία της
απαραίτητης υποδομής για την οικονομική ανάπτυξη της
χώρας. Το έργο αυτό συνεχίστηκε και ολοκληρώθηκε από
τον ίδιο ως πρωθυπουργό της χώρας από το 1955.
Μετά το θάνατο του Αλ. Παπάγου, πριν τη λήξη της
θητείας της κυβέρνησής του, επελέγη, τον Οκτώβριο του
1955, ως πρωθυπουργός, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο
οποίος τρεις μήνες αργότερα, το Φεβρουάριο του 1956,
κέρδισε τις εκλογές με τη σημαία της ΕΡΕ1 και κυβέρνησε
δημιουργικά μέχρι 1963.
Η χώρα μόλις είχε βγει από τον εμφύλιο πόλεμο
γεμάτη πληγές, όχι μόνο υλικές, αλλά και ψυχικές. Τα
ψυχικά τραύματα, που άφησε ο αδελφοκτόνος
σπαραγμός, ήταν πολλά και για να επουλωθούν
χρειάστηκε χρόνος και υπομονή.
Κατά την ανάληψη των καθηκόντων της τον Οκτώβριο
του 1955, η νέα κυβέρνηση, στις προγραμματικές
δηλώσεις, καθόρισε τους βασικούς άξονες της
οικονομικής πολιτικής της:
«Η κυβέρνησις είναι αποφασισμένη να λάβη τα
επιβαλλόμενα μέτρα δια των οποίων θα αμβλυνθούν αι
δυσχέρειαι τας οποίας αντιμετωπίζει σήμερον η ελληνική
οικονομία. Και συγκεκριμένως. Επί του δημοσιονομικού

1
Εθνική Ριζοσπαστική Ένωση, κόμμα που δημιούργησε ο ίδιος μετά την
επιλογή του ως Πρωθυπουργού της χώρας το 1955.
30
θέματος, η κυβέρνησις θα εφαρμόση πρόγραμμα
αυστηρών οικονομιών προς ισοσκέλισιν του
προϋπολογισμού. Δεν θα επιβληθή νέα φορολογία, θα
εφαρμοστούν όμως μετ’ αυστηρότητος αι υφιστάμεναι,
προς αποτροπήν δε της φοροδιαφυγής θέλει ασκηθή
αυστηρός έλεγχος των μεγάλων εισοδημάτων. Την
κεντρικήν γραμμήν της οικονομικής μας πολιτικής θα
αποτελέσει η σταθερότητα του εθνικού νομίσματος...» 1.
«Σκοπός μας είναι να επιδιώξωμεν την εξυγίανσιν της
κυκλοφορίας, αφ’ ενός μεν απαλλάσσοντας αυτήν, κατά
το δυνατόν, από την επίδρασιν του δημοσιονομικού
παράγοντος, αφ’ ετέρου δε ενισχύοντες πληρέστερον τους
πλέον σημαντικούς κλάδους της οικονομικής μας
δραστηριότητος και ιδιαίτερα την γεωργίαν»2.
Σε μεταγενέστερες ανακοινώσεις:
«Πρέπει επίσης να κατανοηθεί ότι χωρίς πραγματικήν
και υγιά αύξησιν της παραγωγής δεν μπορεί να αυξηθεί το
βιοτικόν μας επίπεδον. Αυξήσεις εις τας χρηματικάς
αμοιβάς, όταν δεν υπαγορεύονται από πραγματικήν
μεταβολήν εις την παραγωγήν, ουδένα τελικώς ωφελούν
και ζημιώνουν το σύνολον, διότι οδηγούν εις

1
Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή (Κ.Κ.), Η καθημερινή, Ίδρυμα Κ.Κ., Αθήνα,
τόμος 1, σελ. 272-273.
2
Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή, οπ. παρ.
31
πληθωρισμόν και πλήττουν την χώραν και τους
οικονομικά ασθενέστερους»1.
«Βασικήν επιδίωξιν της κυβερνήσεως αποτελεί η
πραγματική ισοσκέλισις του προϋπολογισμού. Ο
μεταπολεμικός προϋπολογισμός παρουσιάζει εις στο
σκέλος των εξόδων ιδιάζουσαν ανελαστικότητα.
Καταλαμβάνεται σχεδόν ολόκληρος από τα μεγάλα
κονδύλια του μισθολογίου και των στρατιωτικών
δαπανών...»2.
«Εξ ίσου αναγκαία είναι η δια παντός τρόπου
διευκόλυνσις του έντιμου φορολογουμένου, δια του
εκσυγχρονισμού της φοροτεχνικής μας υπηρεσίας, του
σεβασμού των βιβλίων των ειλικρινών φορολογουμένων
και της ιδρύσεως φορολογικών δικαστηρίων»3.
«Πρέπει η (Δημόσια) Διοίκησι να καταστή προσιτή εις
τον πολίτη αφ’ ενός δια της εκλογικεύσεως και
απλουστεύσεως της διοικητικής μηχανής και αφ’ ετέρου
δια της εφαρμογής μιας αποκεντρώσεως, ήτις, δια να
είναι ουσιαστική και αποδοτική, πρέπει να συνδυασθή με
μιαν πραγματικήν οικονομικήν αποκέντρωσιν»4.
Σε άλλες ανακοινώσεις διατυπώνεται η άποψη ότι,
για να επιτευχθεί η ανάπτυξη της οικονομίας και ο

1
Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή, (Κ.Κ.), Η καθημερινή, Ίδρυμα Κ.Κ., Αθήνα,
τόμος 2, σελ. 27.
2
Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή, οπ. παρ., σελ. 44-47.
3
Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή, οπ. παρ.
4
Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή, οπ. παρ.
32
εκσυγχρονισμός του παραγωγικού δυναμικού, είναι
ανάγκη να σημειωθεί στροφή στην τεχνική εκπαίδευση
(τεχνική παιδεία και επαγγελματική εξειδίκευση). Η
Ελλάδα την εποχή αυτή εμφανίζονταν, από την άποψη της
τεχνικής εκπαίδευσης, καθυστερημένη. Χρειάζονταν
αναθεώρηση και εκσυγχρονισμός του εκπαιδευτικού
συστήματος.
Τον Απρίλιο του 1956, η κυβέρνηση αναγγέλλει την
εφαρμογή πενταετούς προγράμματος οικονομικής
ανάπτυξης, που θα περιελάμβανε όλα τα αμέσου
απόδοσης έργα και θα υλοποιούσε την οικονομική
πολιτική της.
Οι επιδιώξεις της κυβέρνησης, την περίοδο αυτή,
συνοψίζονται ως εξής:
 Δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης και σταθερότητας
– πολιτικής και οικονομικής – και βελτίωση της
πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας.
 Ισοσκέλιση του κρατικού προϋπολογισμού με τρόπο
υγιή, χωρίς να «χρησιμοποιηθεί η εκδοτική μηχανή» και
χωρίς να δεσμευτούν κεφάλαια που προορίζονται για
παραγωγικές επενδύσεις.
 Εκτέλεση αξιόλογων παραγωγικών έργων, όπως έργα
εξηλεκτρισμού της χώρας, έργα οδοποιίας, λιμενικά,
εγγειοβελτιωτικά, αεροπορικές συγκοινωνίες, διυλιστήριο
πετρελαίου, βιομηχανία λιπασμάτων, εκμετάλλευση του

33
ορυκτού πλούτου της χώρας, ξενοδοχειακές μονάδες και
πολλά άλλα.
 Λειτουργία του τραπεζικού συστήματος με κανόνες
πάγιους, σαφείς, απλούς και γνωστούς εκ των προτέρων,
ώστε να διευκολύνονται και να ικανοποιούνται οι
πιστοδοτούμενοι.
 Αύξηση των ιδιωτικών καταθέσεων, ώστε να
μπορέσουν οι τράπεζες να παράσχουν με άνεση πιστώσεις
στην ιδιωτική οικονομία.
 Διεύρυνση, με μέτρο, της νομισματικής κυκλοφορίας,
με στόχο την ανακούφιση των διαφόρων κλάδων της
οικονομίας, χωρίς να διαταράσσεται η νομισματική
σταθερότητα.
 Προσέλκυση του ενδιαφέροντος του ελληνικού
κεφαλαίου του εξωτερικού για παραγωγικές επενδύσεις
στην Ελλάδα.
 Βελτίωση του ισοζυγίου εξωτερικών πληρωμών.
 Αύξηση των αποθεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος,
σε χρυσό και συνάλλαγμα.
Οι 3 βασικές προτεραιότητες της κυβέρνησης ήταν:
 Η εξυγίανση των δημοσίων οικονομικών.
 Οικονομική και νομισματική σταθεροποίηση.

34
 Η αναζήτηση των οικονομικών μέσων που θα
καθιστούσαν δυνατή τη χρηματοδότηση των υποδομών
και των διαφόρων κλάδων της οικονομίας.
***
Η Ελλάδα την επαύριον του Β’ παγκοσμίου πολέμου
και του εμφυλίου ήταν λοιπόν γεμάτη πληγές, υλικές και
ψυχικές. Οι ανύπαρκτες υποδομές, το υποβαθμισμένο
επίπεδο υγείας, η εκτεταμένη ανεργία, η άνιση κατανομή
του εισοδήματος και το χαμηλό βιοτικό επίπεδο...,
κυριαρχούσαν στην καθημερινότητα των πολιτών, ενώ οι
μνήμες από τον εμφύλιο σπαραγμό ήταν ακόμα νωπές. Τα
πιστωτικά ιδρύματα λειτουργούσαν υποτονικά και δεν
ευνοούσαν τις οικονομικές δραστηριότητες. Η γεωργία και
η βιομηχανία ήταν ακόμα στο στάδιο της υπανάπτυξης, ο
τουρισμός ήταν σε εμβρυώδη κατάσταση και η εμπορική
ναυτιλία δραστηριοποιούνταν με έδρα το Λονδίνο και τη
Νέα Υόρκη. Το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας ήταν έντονα
ελλειμματικό. Επομένως, οι διαρθρωτικές αλλαγές στην
οικονομία και η εξασφάλιση της νομισματικής ισορροπίας
ήταν μονόδρομος.
Ευτυχώς, την κρίσιμη αυτή στιγμή για την Ελλάδα,
υπήρξε ένας προικισμένος πολιτικός άνδρας, που είχε τη
θέληση και τη δύναμη να αντιμετωπίσει τη δύσκολη αυτή
κατάσταση και να οδηγήσει τη χώρα σε τροχιά ανάπτυξης.
Ο Κων/νος Καραμανλής κυβέρνησε με σχέδιο, συνέπεια
και στρατηγική. Είχε στόχους, τους οποίους κυνήγησε με

35
πάθος. Η χώρα ξαναγεννήθηκε. Απέκτησε ηλεκτρική
ενέργεια, προϋπόθεση για την ανάπτυξη των οικονομικών
δραστηριοτήτων και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής, οι
βιομηχανικές επενδύσεις εντατικοποιήθηκαν, η γεωργία
άρχισε να αναδιαρθρώνεται και απόκτησε υποδομές. Οι
παντός είδους λοιπές υποδομές βελτιώθηκαν αισθητά. Η
ανάπτυξη της χώρας ακολούθησε υψηλούς ρυθμούς, από
τους υψηλότερους του κόσμου, το βιοτικό επίπεδο του
λαού βελτιώθηκε, όλες οι οικονομικές δραστηριότητες
απέκτησαν αναπτυξιακή δυναμική. Η Ελλάδα απέκτησε
αξιοπιστία και ευρωπαϊκό προσανατολισμό, με τη
σύνδεσή της με την ευρωπαϊκή οικονομική οικογένεια, το
1962. Τα χρόνια που ακολούθησαν, έφεραν τη σφραγίδα
της πρώτης αυτής μετα-πολεμικής περιόδου.
Η οικονομία οδηγήθηκε σε εξωστρέφεια και στη
βαριά βιομηχανία, που ήταν (και είναι) ο μοναδικός
δρόμος να μειωθεί το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου
και να ακολουθήσει η υγιής ανάπτυξη. Ένα τέτοιο σχέδιο,
για να επιτύχει, χρειάζεται διάρκεια στην υλοποίησή του,
επομένως να το υποστηρίξουν όλες οι επόμενες
κυβερνήσεις με προσήλωση και συνέπεια. Δυστυχώς αυτό
δεν έγινε. Τις επόμενες δεκαετίες, επικράτησαν η
δημαγωγία, η ασυδοσία, η σπάταλη οικονομική πολιτική,
οι μικροκομματικές σκοπιμότητες..., καθώς και η
ανεπάρκεια των «ταγών» της πολιτικής, ώστε ο στόχος της
υγιούς ανάπτυξης να παρεκκλίνει δραματικά. Οι
«Δηλιγιάννηδες» επικράτησαν στο πολιτικό γίγνεσθαι και
36
απέτρεψαν την εμφάνιση μιας σοβαρής και προικισμένης
πολιτικής ηγεσίας, που θα επέφερε την αναγκαία
εξυγίανση στην οικονομία, θα επιδίωκε με προσήλωση και
συνέπεια το στόχο και θα οδηγούσε τη χώρα σε μόνιμη
και σταθερή ανάπτυξη. Για να επικρατήσουν οι «ταγοί
αυτοί της πολιτικής», διέφθειραν όχι μόνο το πολιτικό
σύστημα, αλλά και την κοινωνία. Την κατέστησαν
συνοδοιπόρο και συνένοχη στην ηθική απαξίωση και στον
εκτροχιασμό, ώστε και η ίδια να γίνει, εκτός από θύμα και
« θύτης» του ίδιου του εαυτού της.
Οι επιτεύξεις των κυβερνήσεων του Κων/νου
Καραμανλή, θορύβησαν το παλαιοπολιτικό σύστημα της
χώρας, που έβλεπε να απομακρύνεται ο χρόνος για την
κατάκτηση και νομή της εξουσίας. Ο Γεώργιος
Παπανδρέου (που ένωσε τις κατακερματισμένες πολιτικές
δυνάμεις σε ένα ενιαίο κόμμα), κήρυξε τον «ανένδοτο
αγώνα», παρασυρμένος από συγκεκριμένα ΜΜΕ (που
είχαν ήδη προσεταιριστεί το γιο του Ανδρέα), κι έτσι η
χώρα μπήκε σε παρατεταμένη πολιτική κρίση. Οι εξελίξεις
έφεραν στην εξουσία τις κυβερνήσεις του πολιτικού
Κέντρου. Οι αδέξιοι χειρισμοί του Στέμματος, σε
συνδυασμό με τις πρακτικές της νέας κυβέρνησης Γ.
Παπανδρέου, οδήγησαν σε ανατροπές και έφεραν το χάος
στην πολιτική και κοινωνική ζωή της χώρας. Η ανάπτυξη
εγκαταλείφθηκε. Οι νέες επενδύσεις μηδενίστηκαν, η
αναδιάρθρωση των καλλιεργειών στη γεωργία ξεχάστηκε,
η σπατάλη του δημόσιου χρήματος πήρε διαστάσεις, η
37
ανερμάτιστη πολιτική και τα ρουσφέτια κυριάρχησαν, τα
ελλείμματα μεγεθύνθηκαν, το εξωτερικό δημόσιο χρέος
αυξήθηκε. Η σύγχυση και η αβεβαιότητα επικράτησαν
παντού. Η δημαγωγία, οι κινητοποιήσεις, τα έκτροπα, οι
συκοφαντίες... εκτροχιάστηκαν. Οι εξελίξεις αυτές
προκάλεσαν την ανατροπή του πολιτεύματος και την
έλευση της δικτατορίας το 1967, που διήρκεσε επτά
χρόνια
Η έλευση της δικτατορίας, εκτός από την κατάργηση
των δημοκρατικών ελευθεριών, είχε δυσμενείς επιπτώσεις
στις διεθνείς σχέσεις της χώρας και στα οικονομικά, λόγω
κυρίως της αναστολής λειτουργίας της Συνθήκης Σύνδεσης
της χώρας με την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ),
που υπογράφηκε το 1961. Η χώρα απομονώθηκε και
έμεινε στο περιθώριο των εξελίξεων. Το δικτατορικό
καθεστώς εκυβέρνησε χωρίς, ουσιαστικά, επεξεργασμένο
σχέδιο και στόχους, με αποτέλεσμα οι επενδύσεις του
δημοσίου χρήματος να μην κατανέμονται ορθολογικά και
αξιολογικά στις διάφορες οικονομικές δραστηριότητες της
χώρας, ενώ οι λειτουργικές δαπάνες του Δημοσίου
ακολούθησαν ανοδική πορεία, λόγω κυρίως της αύξησης
των προσλήψεων δημοσίων υπαλλήλων, και συγχρόνως η
νομισματική και πιστωτική πολιτική οδήγησαν σε ένταση
των πληθωριστικών πιέσεων. Ωστόσο, τα οικονομικά
μεγέθη, το μεγαλύτερο μέρος της περιόδου αυτής (1967-
1974), φαίνονταν να κινούνται ικανοποιητικά, με πρώτη
την οικοδομική δραστηριότητα.
38
Τα δυο τελευταία χρόνια της δικτατορίας, τα
πράγματα χειροτέρεψαν. Το ξέσπασμα της πετρελαϊκής
κρίσης βρήκε την κυβέρνηση απροετοίμαστη. Η
βιομηχανική παραγωγή μειώθηκε, η οικοδομική
δραστηριότητα περιορίστηκε, η ανεργία αυξήθηκε. Το
έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών
επιδεινώθηκε, ο πληθωρισμός έγινε καλπάζων.
Το 1974, το πραξικόπημα εναντίον του Εθνάρχου
Μακαρίου στην Κύπρο και η επέμβαση του τουρκικού
στρατού στο νησί, έφεραν τον Κων/νο Καραμανλή
εσπευσμένα στην Ελλάδα για να αναλάβει τη
διακυβέρνηση της χώρας.
Οι εξελίξεις στο δημοσιονομικό τομέα την περίοδο
των δύο τελευταίων χρόνων της δικτατορίας είχαν ως
εξής: Το 1973 και 1974, η ελληνική οικονομία βρίσκονταν
υπό κατάρρευση. Η πετρελαϊκή κρίση βρήκε την
οικονομία απροετοίμαστη. Η δικτατορική κυβέρνηση
αιφνιδιάστηκε και δεν πήρε έγκαιρα τα κατάλληλα μέτρα
για να προστατεύσει την ελληνική οικονομία από την
κρίση, με αποτέλεσμα ο πληθωρισμός να ανεβεί στο
15,5% το 1973 και στο 26,9% το 1974. Η κρίση έφερε την
επιδείνωση του ισοζυγίου εξωτερικών πληρωμών. Το
έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών από
401,5 εκατ. δολάρια το 1972 έφτασε το 1.191,5 εκατ.
δολάρια το 1973. Οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου
κεφαλαίου εσημείωσαν πτώση κατά 26,6% το 1974 και

39
των ιδιωτικών επενδύσεων κατά 29,4%. Υποχώρησε
επίσης κι η βιομηχανική παραγωγή κατά 6,8% το δεύτερο
εξάμηνο του 1974.
1.3. Περίοδος 1974-2007 (Η μεταπολίτευση).
Από την περίοδο της ευημερίας του 1955-1963, η
χώρα πέρασε μέσα από συμπληγάδες για να φτάσει το
1973, στα γεγονότα του Πολυτεχνείου και το 1974, στην
κατάληψη της Κύπρου από την Τουρκία, την επάνοδο του
Κων/νου Καραμανλή στην πολιτική σκηνή του τόπου, την
αποκατάσταση της Δημοκρατίας, τις θεσμικές
μεταρρυθμίσεις και την έναρξη των διαπραγματεύσεων
για την ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική
Κοινότητα (ΕΟΚ), με τον ίδιο πρωθυπουργό να συνεχίζει
το έργο που άφησε το 1963 και να προσπαθεί να βγάλει
τη χώρα από τα νέα αδιέξοδα. Η δεκαετία 1964-1974,
ήταν μια χαμένη περίοδος για τη χώρα.
Η κρίση του πετρελαίου το 1973, δημιούργησε
προβλήματα στη χώρα, όπως και στις άλλες ευρωπαϊκές
χώρες. Η ραγδαία αύξηση των τιμών του πετρελαίου,
προκάλεσε οικονομική και νομισματική αστάθεια.
Παράλληλα, οι εσωτερικές έντονες διαμαρτυρίες εναντίον
του χουντικού καθεστώτος πήραν τη μορφή καταιγίδας. Ο
ξεσηκωμός των φοιτητών της Νομικής και η έκρηξη του
Πολυτεχνείου ήταν το αποκορύφωμα των αντιδράσεων,
που εσήμαναν το τέλος του καθεστώτος. Η επέμβαση
(πραξικόπημα) στην Κύπρο, το 1974, της Χούντας με

40
σκοπό την εξόντωση του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου,
Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, που
«λειτούργησε» ως ανεξάρτητο Κράτος με βάση τις
συμφωνίες της Ζυρίχης, αποτέλεσε το Βατερλό του
καθεστώτος. Προκάλεσε την επέμβαση της Τουρκίας στην
Κύπρο και την κατάληψη μεγάλου μέρους των εδαφών
του Νησιού, που συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Η επάνοδος
του Κων/νου Καραμανλή τον Ιούλιο 1974 και η ανάληψη
της διακυβέρνησης της χώρας, με τη συγκρότηση
κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας, αποτέλεσε το επιστέγασμα
της εθνικής ομοψυχίας, δηλωτικό της μεγάλης λαχτάρας
του Έθνους να απαλλαγεί από το καθεστώς που
κατάργησε τις ατομικές και συλλογικές ελευθερίες. Η
οικουμενική αυτή κυβέρνηση, και οι εκλεγμένες
κυβερνήσεις που ακολούθησαν, οδήγησαν τη χώρα από
τη δικτατορία στη Δημοκρατία με τρόπο άψογο.
Προχώρησαν στον αστικό εκσυγχρονισμό, όσο τους
επέτρεψαν τα κόμματα της αντιπολίτευσης, που δεν
άργησαν να επιδοθούν και πάλι στο προσφιλές τους σπορ
της δημαγωγίας.
Λυκαυγές: Η περίοδος αυτή από το 1974 μέχρι το
1980, ήταν γόνιμη σε νομοθετικό έργο, που άλλαξε τη
δομή της Πολιτείας και επέτρεψε την εύρυθμη λειτουργία
της Δημοκρατίας, την ελεύθερη έκφραση των ΜΜΕ και
των κομμάτων, κλπ. Προκηρύχθηκαν δημοκρατικές
εκλογές (στις 17/11/1974), ψηφίστηκε το νέο δημοκρατικό
Σύνταγμα της χώρας (το 1975), έγινε δημοψήφισμα για
41
την κατάργηση της μοναρχίας και την εγκαθίδρυση της
προεδρευόμενης κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας (στις
8/12/1974), αναγνωρίστηκε το ΚΚΕ και επιτράπηκε η
εκπροσώπησή του στη Βουλή. Αξιόλογο έργο πέτυχε
επίσης στην Παιδεία, στον πολιτισμό και στον αθλητισμό.
Μερίμνησε ακόμα για την ενίσχυση της αμυντικής
ικανότητας της χώρας με σύγχρονο εξοπλισμό και τη
δημιουργία εγχώριας πολεμικής βιομηχανίας.
Στον καθαρά οικονομικό τομέα, επιδίωξε την
αναδιανομή του εισοδήματος, την αύξηση των πάγιων
επενδύσεων και του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος, την
εξασφάλιση της πλήρους απασχόλησης, την προώθηση
έργων για την επέκταση της παραγωγής ηλεκτρικής
ενέργειας, κυρίως από πηγές που δεν εξαρτώνταν από το
πετρέλαιο ως καύσιμη ύλη, την έναρξη ερευνητικών
γεωτρήσεων για την εκμετάλλευση κοιτασμάτων
πετρελαίου, τις παραπέρα έρευνες για την εκμετάλλευση
του ορυκτού πλούτου της χώρας, την προώθηση έργων
περιφερειακής ανάπτυξης και τη θέσπιση κινήτρων, την
ενίσχυση των βιομηχανικών επενδύσεων, την επέκταση
των επενδύσεων στον τουρισμό..., παρά τα προβλήματα
που δημιουργούσαν η διεθνής κρίση πετρελαίου, η
διαρροή συναλλάγματος και η ένταση των πληθωριστικών
πιέσεων. Ειδικότερα, οι αυξημένες ανάγκες
χρηματοδότησης των εισαγωγών σε προϊόντα πετρελαίου,
βασική πηγή ενέργειας για την οικονομία και τη
βιομηχανία, που είχαν δομηθεί να λειτουργούν με αυτό
42
του είδος ενέργειας, ήταν ένα ακόμα από τα ανησυχητικά
γεγονότα της περιόδου αυτής.
Η κυβέρνηση αυτή αντιμετώπισε επίσης την ανάγκη
δημιουργίας του νέου διεθνούς αεροδρομίου των Σπάτων,
του Μετρό της Αθήνας και άλλων μεγάλων έργων
υποδομής.
Η δεύτερη κρίση πετρελαίου, το 1979, ξεπέρασε τα
όρια αντοχής της οικονομίας, επιδείνωσε τις
πληθωριστικές πιέσεις, αύξησε το έλλειμμα του ισοζυγίου
τρεχουσών συναλλαγών και επομένως τις ανάγκες σε
κεφάλαια χρηματοδότησης του ελλείμματος, τα οποία
(κεφάλαια) δεν διέθετε η χώρα.
Η κυβέρνηση επανέφερε τον Εθνικό Μακροπρόθεσμο
Προγραμματισμό, με το πενταετές πρόγραμμα 1978-1982,
για καλύτερη συνοχή και συντονισμό των κυβερνητικών
αποφάσεων και ενεργειών, και για την υποστήριξη της
ανάπτυξης της οικονομίας. Στις 28 Μαΐου 1979, ο
πρωθυπουργός Κων/νος Καραμανλής υπέγραψε στο
Ζάππειο Μέγαρο τη Συνθήκη ένταξης της Ελλάδας στην
Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, ως πλήρες μέλος, με
ισχύ από 1η Ιανουαρίου 1981. Από την εκδήλωση
απουσίαζαν το ΠΑΣΟΚ και ο Ανδρέας Παπανδρέου (και το
ΚΚΕ), συνεχίζοντας τη σκληρή αντιευρωπαϊκή πολιτική:
«ΕΟΚ και ΝΑΤΟ, το ίδιο Συνδικάτο». Την περίοδο αυτή της
πρωθυπουργίας του, ο Κων/νος Καραμανλής εκυβέρνησε

43
συνετά, με προσανατολισμό στο δόγμα «Ανήκομεν εις την
Δύσιν»1.
Την περίοδο διακυβέρνησης από το ΠΑΣΟΚ του
Ανδρέα Παπανδρέου (1981-1989), κυριάρχησαν οι
πελατειακές σχέσεις, ο κρατικισμός, η σπάταλη
οικονομική πολιτική, ο καιροσκοπισμός, ο μηδενισμός και
η ασυδοσία, η διαφθορά, η δημαγωγία, ο λαϊκισμός, οι
απειλές για την έξοδο της χώρας από την ΕΟΚ…
Οι κρατικοδίαιτοι και οι αργόσχολοι στο Δημόσιο
διογκώθηκαν, το λειτουργικό κόστος μεγεθύνθηκε, το ίδιο
και τα ελλείμματα και το δημόσιο χρέος, η
παραγωγικότητα ελαχιστοποιήθηκε... Οι δημόσιες
επενδύσεις ατόνησαν, οι ιδιωτικές μηδενίστηκαν, η
βιομηχανική παραγωγή μειώθηκε, ο πληθωρισμός
παρέμεινε καλπάζων, οι εργαζόμενοι έγιναν φυγόπονοι,
τα συνδικάτα αποθρασύνθηκαν, η εχθρική συμπεριφορά
στις ιδιωτικές επιχειρήσεις επεκτάθηκε, οι υπάρχουσες
υποδομές αχρηστεύτηκαν, στρατηγικής σημασίας έργα
μπήκαν στο χρονοντούλαπο (Αεροδρόμιο Σπάτων, Μετρό
της Αθήνας), τα κοινοτικά κονδύλια διασπαθίστηκαν, το
πραγματικό κατά κεφαλή εισόδημα μειώθηκε, παρά τις
γενναίες δραχμογόνες παροχές. Η πασοκοποίηση του

1
Είναι γενικά αποδεκτό ότι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ήταν ο
«αρχιτέκτονας» της Μεταπολίτευσης. Αποδυνάμωσε τους πραξικοπηματίες,
έκλεισε την πόρτα στην παλιά «Δεξιά» και προχώρησε στον αστικό
εκσυγχρονισμό, παρά τις αντιδράσεις των κομμάτων της αντιπολίτευσης.

44
πολιτικού συστήματος και της κοινωνίας ήταν γεγονός. Η
φούσκα του ΠΑΣΟΚ ήταν θέμα χρόνου να σκάσει, όπως
και έγινε στην πρώτη μεγάλη δυσκολία, μόλις ξέσπασε η
παρούσα οικονομική κρίση.
Μέσα σ’ αυτό το βεβαρημένο κλίμα, η νέα κυβέρνηση
Κων/νου Μητσοτάκη (Ν.Δ.) κλήθηκε να κυβερνήσει (1990-
1993). Τα πρώτα μέτρα που πήρε ήταν διαρθρωτικά και
οικονομικά: Η περιοριστική πολιτική για τη μείωση των
δαπανών του Δημοσίου, η συγκράτηση της αύξησης
μισθών και συντάξεων, οι ιδιωτικοποιήσεις κρατικών ή
υπό κρατικό έλεγχο επιχειρήσεων, η πώληση ή το κλείσιμο
των «κοινωνικοποιημένων» επιχειρήσεων, η
αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, ο περιορισμός των
δημοσιονομικών ελλειμμάτων και του δημόσιου χρέους, η
εγκατάλειψη της ΑΤΑ το 1991, η μεταρρύθμιση του
Ασφαλιστικού Συστήματος (η πρώτη ουσιαστική) το 1990
και 1992, η αναστολή των παράνομων συνταξιοδοτήσεων
δήθεν αντιστασιακών και δήθεν αναπήρων, κλπ., ήταν
μέτρα απαραίτητα για την επαναφορά της οικονομίας στο
σωστό δρόμο.
Οι επενδύσεις, τουλάχιστο αυτές του Δημοσίου,
επανείρχισαν (έργα οδοποιίας, δίκτυο του ΟΤΕ, ψηφιακή
και κινητική τηλεφωνία), ο διεθνής διαγωνισμός για το
Μετρό της Αθήνας κατακυρώθηκε και άρχισαν τα έργα, ο
διεθνής διαγωνισμός για το Αεροδρόμιο των Σπάτων
δρομολογήθηκε (αλλά δεν πρόλαβε να ολοκληρωθεί).

45
Ωστόσο, τα τοκοχρεολύσια για την εξυπηρέτηση του
δημόσιου χρέους ήταν υπέρογκα και απομυζούσαν
μεγάλο μέρος του κρατικού προϋπολογισμού. Η
σχεδιαζόμενη αποκρατικοποίηση του ΟΤΕ έριξε την
κυβέρνηση Κων/νου Μητσοτάκη στο τέλος του
καλοκαιριού του 1993. Μια καινούργια λέξη, με
συγκεκριμένο περιεχόμενο, η «διαπλοκή», έγινε έκτοτε
της μόδας.
Η περίοδος της διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ με τον
Κώστα Σημίτη διακρίνεται από θετικά και αρνητικά
στοιχεία. Στα θετικά στοιχεία, η διακυβέρνησή του
σημαδεύτηκε από την προσχώρηση της χώρας στην
Οικονομική και Νομισματική Ένωση (ΟΝΕ) και στην Ζώνη
του Ευρώ, από 1-1-2001 (υιοθέτηση του ευρώ από 1-1-
2002). Οδηγός στην προσπάθεια αυτή ήταν το Σύμφωνο
Σταθερότητας (Συνθήκη του Μάαστριχ). Με το επίτευγμα
αυτό, η διεθνής θέση της χώρας αναβαθμίστηκε, και
υπήρξε διεθνής αναγνώριση για την πρόοδο που
επιτελέστηκε. Στα αρνητικά στοιχεία της διακυβέρνησης Κ.
Σημίτη, αναφέρονται η γιγάντωση της διαπλοκής, της
διαφθοράς και της σπάταλης διαχείρισης: Η διαπλοκή των
ΜΜΕ με τα επιχειρηματικά συμφέροντα (προμήθειες του
Δημοσίου και δημόσια έργα), το σκάνδαλο τη Siemens, το
σκάνδαλο των στρατηγικών-αμυντικών εξοπλισμών, οι
υπερβάσεις στα ολυμπιακά έργα, η σπάταλη διαχείριση
των κοινοτικών κονδυλίων και... το σκάνδαλο του
Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών, είναι κραυγαλέα
46
παραδείγματα διαφθοράς, σε βάρος των κρατικών
ταμείων και της κοινωνίας.
Η Ν.Δ. του Κώστα Καραμανλή (2004-2009) κέρδισε τις
εκλογές το Μάρτιο του 2004, με σημαία τη διαφθορά και
την επανίδρυσή του Κράτους. Λίγα πράγματα έκανε όμως,
τόσο στο ένα όσο και στο άλλο.
Στα θετικά των κυβερνήσεων Κ. Καραμανλή
καταγράφονται η συγκράτηση του δημοσιονομικού
ελλείμματος (την πρώτη τετραετία), η επιτάχυνση των
δημοσίων επενδύσεων και η ενθάρρυνση των ιδιωτικών, η
επανάκαμψη του τουρισμού, η μείωση της ανεργίας, η
επέκταση των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων στις
χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, η επίλυση του
λιμνάζοντος από χρόνια προβλήματος της Ολυμπιακής
Αεροπορίας, η ήπια μεταρρύθμιση του Ασφαλιστικού το
Μάρτιο 2008, η αποκρατικοποίηση του ΟΤΕ, οι συμφωνίες
με τη Ρωσία για τους αγωγούς φυσικού αερίου, η
«ιδιωτικοποίηση» του Λιμένος Πειραιώς στους Κινέζους
(των εμπορικών σταθμών με μίσθωση), η αυξητική πορεία
του ΑΕΠ... Στην εξωτερική πολιτική υιοθετήθηκε με
επιτυχία η «πολιτική ανοιχτών οριζόντων».
Στα αρνητικά των κυβερνήσεων αυτών της Ν.Δ.
καταγράφονται οι αμφιλεγόμενες πρακτικές σχετικά με τα
σκάνδαλα, όπως τα δομημένα ομόλογα, η εξαγορά της
αλυσίδας «Γερμανός» από τον ΟΤΕ, η υπόθεση της Μονής
Βατοπεδίου, ο εκτροχιασμός των δημοσίων δαπανών (το

47
2007-2009)... και πολλά άλλα, που οι κυβερνήσεις αυτές
δεν «έβλεπαν».
Η δημαγωγία και η αντιπολιτευτική τακτική του
ΠΑΣΟΚ και των κομμάτων της Αριστεράς και οι ογκώδεις
κινητοποιήσεις των συνδικάτων, μαζί με την έντονη, χωρίς
όρια, εκλογολογία και σκανδαλολογία, οδήγησαν σε
πρόωρες εκλογές, τις οποίες κέρδισε το ΠΑΣΟΚ του Γ.Α.
Παπανδρέου στις 4 Οκτωβρίου 2009, όταν η οικονομική
κρίση είχε εξαπλωθεί και άρχισε να χτυπάει την
πραγματική οικονομία.

«Αναρχίας μείζον ουκ’ εστί κακόν»


(Δεν υπάρχει μεγαλύτερο κακό από την αναρχία)
Σοφοκλέους Αντιγόνη
(496-406 π.Χ.)

ΠΙΝΑΚΑΣ Νο 1: Εξέλιξη δημόσιου χρέους κεντρικής κυβέρνησης


(Σε εκατομμύρια δραχμές - Σε τρέχουσες τιμές)

ΑΚΑΘΑΡ.
ΣΥΝΟΛΟ ΕΣΩΤΕΡ. ΕΞΩΤΕΡ. % ΕΠΙ
ΕΤΟΣ ΕΓΧΩΡΙΟ
ΧΡΕΟΥΣ ΧΡΕΟΣ ΧΡΕΟΣ ΤΟΥ ΑΕΠ
ΠΡΟΪΟΝ
1980 473.841 362.825 111.016 1.523.724 31,1 (26,6)
1981 671.872 508.542 163.330 1.859.971 36,1
1982 928.290 693.521 234.769 2.310.688 40,2
1983 1.269.361 882.118 387.243 2.733.244 46,4
1984 1.882.769 1.259.212 623.557 3.362.588 56,0

48
1985 2.673.640 1.645.889 1.027.751 4.136.852 64,6
1986 3.230.325 1.943.073 1.287.252 4.872.730 66,3
1987 4.045.815 2.574.613 1.471.202 5.464.645 74,0
1988 5.383.339 3.704.336 1.679.003 6.578.295 81,8
1989 6.698.484 4.827.445 1.871.403 7.821.533 (1) 85,6
1990 9.382.146 7.303.287 2.078.859 9.215.096 (2) 101,8 (3)

Πηγή: Τράπεζα της Ελλάδος, Μακροχρόνιες Στατιστικές Σειρές της Ελληνικής


Οικονομίας, Αθήνα 1992 (ΕΣΥΕ, Εθνικοί Λογαριασμοί).

(1) Προσωρινά στοιχεία. (2) Εκτιμήσεις.


(3) Η έκθεση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος εμφανίζει
το δημόσιο χρέος ως προς το ΑΕΠ – το 1988, το 1989 και το
1990 – σε ποσοστά αισθητά χαμηλότερα από αυτά του πίνακα.
Συγκεκριμένα, το 1990, καταγράφεται στο 79,6%. Αυτό
προφανώς οφείλεται στο ότι τις χρονιές αυτές το ΑΕΠ
αναφέρεται στα στοιχεία της Τ.τ.Ε. σημαντικά αυξημένο σε
σχέση με τα ποσά του πίνακα. Όπως αναφέρει η Τ.τ.Ε., μετά την
έκδοση της οδηγίας 89/130 του 1989 της ΕΟΚ, που επέβαλε στα
κράτη-μέλη την εναρμόνιση του καθορισμού του ΑΕΠ σε
τρέχουσες τιμές, η Ελλάδα υποχρεώθηκε να ευθυγραμμισθεί.
Έτος βάσης ορίσθηκε το 1988.

ΠΙΝΑΚΑΣ Νο 2: Εξέλιξη δημόσιου χρέους Γενικής* Κυβέρνησης


(Σε εκατομμύρια δραχμές/ευρώ – Σε τρέχουσες τιμές)

Ακαθ. εγχώριο προϊόν Δημόσιο χρέος % επί


ΕΤΟΣ
Δραχμές Ευρώ Δραχμές Ευρώ του ΑΕΠ

1993 18.825.000 20.726.000 110,1

49
1994 23.983.000 25.806.000 107.6
1995 26.887.000 29.603.000 110,1
1996 29.698.000 33.323.000 112,2
1997 32.762.000 35.842.000 109,4
1998 35.683.000 37.860.000 106,1
1999 112.721 118.583 105,2
2000 121.639 129.181 106,2
2001 131.007 140.047 106,9
2002 141.575 148.023 104,7
2003 152.516 157.092 103,0

Πηγή: Τράπεζα της Ελλάδος, Εκθέσεις του Διοικητή για το 1998, 2003, 2007.
Τράπεζα της Ελλάδος, Μηνιαία Στατιστικά Δελτία.
(*) Σύμφωνα με τον ορισμό της Συνθήκης του Μάαστριχτ.

Τον Αύγουστο του 1999, φαίνονταν πως όλα τα


κριτήρια σύγκλισης θα μπορούσαν να επιτευχθούν: το
δημόσιο χρέος ήταν υπό έλεγχο1, το δημόσιο έλλειμμα
είχε περιοριστεί κάτω του 3%, τα επιτόκια είχαν συγκλίνει
κοντά στο μέσο όρο των χωρών με τις καλύτερες

1
Για να ακριβολογούμε, την κρίσιμη αυτή περίοδο, το δημόσιο χρέος,
σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, κυμάνθηκε ως εξής: 1998:
106,1%, 1999: 105,2%, 2000: 106,2%, 2001: 106,9%, 2002: 104,7%, 2003:
ο
103,0%, όπως φαίνεται στον πίνακα Ν 2. Η εξέλιξη αυτή πραγματοποιήθηκε
παρά την προσφυγή της ελληνικής κυβέρνησης σε μεγάλο χρηματοοικονομικό
οργανισμό για την τεχνική βελτίωση του χρέους. Είναι βέβαια γνωστό ότι η
Ελλάδα δεν αποτελούσε εξαίρεση. Κι άλλες χώρες της Ε.Ε. προσέφυγαν στην
τεχνογνωσία χρηματοοικονομικών οργανισμών για να παρουσιάσουν
βελτιωμένη εικόνα των εθνικών τους μεγεθών.

50
επιδόσεις. Ο μόνος στόχος που φαινόταν δύσκολο να
επιτευχθεί, ήταν αυτός του πληθωρισμού, που
αντιστέκονταν επίμονα. Τελικά, επιτεύχθηκε κι αυτός με
τη μείωση του Φ.Π.Α. σε ορισμένες υπηρεσίες, ανάμεσά
τους και τα τιμολόγια της ΔΕΗ, καθώς και με τη μείωση
του ειδικού φόρου σε άλλες κατηγορίες προϊόντων. Έτσι,
το 1999, ο πληθωρισμός έκλεισε στο 2,6%. Η χώρα είχε
κατακτήσει την εκπλήρωση των κριτηρίων, που καθόριζε
το Σύμφωνο Σταθερότητας και ο δρόμος προς την ΟΝΕ
είχε ανοίξει.
ΠΙΝΑΚΑΣ Νο 3: Εξέλιξη δημόσιου χρέους Γενικής Κυβέρνησης
(Σε εκατομμύρια δραχμές/ευρώ – Σε τρέχουσες τιμές)

51
Πηγή: Τράπεζα της Ελλάδος, Η Ελληνική Οικονομία, τόμοι ΙΙ, 1982 και ΙΙΙ 1984.
Τράπεζα της Ελλάδος, Εκθέσεις Διοικητή για το 2003, 2007, 2011.
Τράπεζα της Ελλάδος, Μηνιαία Στατιστικά Δελτία.
Τράπεζα της Ελλάδος, Στατιστικά Δελτία Οικονομικής Συγκυρίας
Τράπεζα της Ελλάδος, Μακροχρόνιες Στατιστικές Σειρές της Ελληνικής
Οικονομίας 1992.
Ελληνική Στατιστική Αρχή, Στατιστική Επετηρίδα της Ελλάδας 2009,2010.
(1) Βλ. υποσημείωση Νο 1 (εναρμόνιση με την ΕΟΚ).
(2) Λόγω των αναθεωρήσεων ΑΕΠ την περίοδο αυτή. Σε μεταγενέστερους πίνακες της
Τράπεζας της Ελλάδος (2010,2011), ο λόγος αυτός εμφανίζεται στο 107,5%, λόγω
αναπροσαρμογής του δημόσιου χρέους, του 2007, στα 239.490 εκατ. ευρώ.
(3) Προβλέψεις. Μετά την εφαρμογή του PSI.
(4) Εκτιμήσεις.

ΠΙΝΑΚΑΣ Νο 4: Εξέλιξη του δημόσιου χρέους ως ποσοστού


επί του ΑΕΠ

ΕΤΟΣ %
1990 79,6 (1)
Πηγή: Τράπεζα της Ελλάδος,
1991 82,2
Έκθεση Διοικητή για το
1992 87,8
2003, σελ. 40.
1993 110,1
1994 107,4
1995 108,7
(1) Στον πίνακα Νο 1, ο λόγος του δημόσιου
1996 111,3
χρέους προς το ΑΕΠ το 1990, καταγράφεται
1997 108,2 στα 101,8%. Βλ. σχετική παρατήρηση στο
1998 105,8 πίνακα αυτό.

1999 105,2
2000 106,2
2001 106,9
2002 104,7

2003 103,0

52
Στην αρχή του 2004, το ΠΑΣΟΚ παρέδωσε το δημόσιο
χρέος στην κυβέρνηση της Ν.Δ. του νεότερου Κώστα
Καραμανλή, στο 103% του ΑΕΠ. Το 2007, με κυβέρνηση
ακόμα Ν.Δ., το δημόσιο χρέος καταγράφεται στα στοιχεία
της Τράπεζας της Ελλάδος1 στο 94,4% του ΑΕΠ, προφανώς
λόγω της αναθεώρησης του ΑΕΠ. Ο παραπέρα
εκτροχιασμός του χρέους αρχίζει το φθινόπωρο του 2008,
όταν έγινε αισθητή η παρουσία της διεθνούς
χρηματοπιστωτικής κρίσης και στην Ελλάδα – βοηθούντος
και του αναξιόπιστου φοροεισπρακτικού μηχανισμού του
υπουργείου Οικονομικών – και βέβαια συνεχίζει και
σήμερα την ανοδική του πορεία. Στο τέλος του 2008,
διαμορφώνεται στο 113% του ΑΕΠ, στο τέλος του 2009
στο 127% του ΑΕΠ, με τη συμμετοχή του ΠΑΣΟΚ στη
διαμόρφωσή του αυτή, αφού στις 4 Οκτωβρίου 2009
κέρδισε τις εκλογές και ως κυβέρνηση ανέστειλε την
εφαρμογή όλων των μέτρων, που η προηγούμενη
κυβέρνηση είχε σχεδιάσει για την αντιμετώπιση της
κρίσης, εμμένοντας (το ΠΑΣΟΚ) στις προεκλογικές του
υποσχέσεις. Στο τέλος του 2010, το δημόσιο χρέος
ξεπερνάει ελαφρά το 143% του ΑΕΠ και στο τέλος του
2011, διαμορφώνεται στο 165% (βλ. πίνακα Ν ο 3
παραπάνω).

1
Έκθεση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος για το έτος 2007, σελ. 30 και
128.

53
ΠΙΝΑΚΑΣ Νο 5: Οικονομικά μεγέθη στην Ευρώπη
(Α’ εξάμηνο 2012)

ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΔΗΜ. ΧΡΕΟΣ ΑΝΕΡΓΙΑ


ΙΤΑΛΙΑ 3,9
% 120,1
% 9,1
%
ΙΣΠΑΝΙΑ 8,5 72,1 24,6
ΒΕΛΓΙΟ 3,7 101,8 7,3
ΟΛΛΑΝΔΙΑ 4,7 65,5 6,8
ΑΥΣΤΡΙΑ 2,6 72,4 4,1
ΣΛΟΒΑΚΙΑ 4,8 46,4 14,0
ΣΛΟΒΕΝΙΑ 6,4 47,7 8,6
ΕΛΛΑΔΑ (2011) 9,3 (1) 165,3 (1) 16,3 (1) (2)

Πηγή: Τύπος της Κυριακής, 29 Ιουλίου 2012.


(1) Έκθεση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος για το 2011, σελ. 66, 120 και
126.
(2) Ως ποσοστό % επί του εργατικού δυναμικού.

ΠΙΝΑΚΑΣ Νο 6: Δημόσιο χρέος στην Ευρώπη – Τέλος 2010


(Σε δις. ευρώ)

ΔΗΜΟΣΙΟ ΧΡΕΟΣ ΑΕΠ %


ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2.080 2.499 83,0
ΙΤΑΛΙΑ 1.843 1.549 119,0
ΓΑΛΛΙΑ 1.591 1.933 82,3
ΒΡΕΤΑΝΙΑ 1.351 1.697 79,6
ΙΣΠΑΝΙΑ 639 1.063 60,0
ΟΛΛΑΝΔΙΑ 371 591 62,8
ΒΕΛΓΙΟ 341 353 96,6
ΕΛΛΑΔΑ 329 230 143,0
ΑΥΣΤΡΙΑ 205 284 72,2
ΠΟΛΩΝΙΑ 196 354 55,4

Πηγή: Η Ναυτεμπορική, 12 Ιουλίου 2012.

54
ΚΕΦ. 2 Η ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΗ ΚΡΙΣΗ

2.1. Η εκδήλωση της κρίσης.


Μεσούντος του 2008, ξέσπασε η χρηματοπιστωτική
κρίση στις ΗΠΑ, που εγκυμονούσε αρκετό καιρό πριν. Η
κρίση ξεκίνησε από την κατάρρευση της αγοράς
στεγαστικών δανείων υψηλού κινδύνου. Εκδηλώθηκε τον
Ιούνιο του 2006, όταν η κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ
αύξησε τα επιτόκια και το 2007 τα οδήγησε σε επίπεδο
τέτοιο, που διόγκωσαν τις δόσεις των δανείων, με
συνέπεια την αδυναμία των νοικοκυριών να
ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους και να χάσουν, με
τις κατασχέσεις τα σπίτια τους.
Η αύξηση των κατασχέσεων των κατοικιών και η
προσπάθεια μεταπώλησης τους από τα πιστωτικά
ιδρύματα, προκάλεσε παραπέρα αύξηση της προσφοράς
ακινήτων στην αγορά, ενώ η ζήτηση μειώθηκε, λόγω το
αυξημένου κόστους του χρήματος (αύξηση επιτοκίων).
Η επιβράδυνση της ανάπτυξης στις Η.Π.Α. – από το
τελευταίο τρίμηνο του 2007 – επιτάχυνε την πτώση των
τιμών των ακινήτων και τον (αρνητικό) φαύλο κύκλο και
οδήγησε σε ασφυξία τα πιστωτικά ιδρύματα και τις
εμπορικές τράπεζες.
Μεγάλη αμερικανική τράπεζα, η Lehman Brothers,
εκήρυξε πτώχευση, άλλες σώθηκαν την τελευταία στιγμή
με την παρέμβαση και στήριξη της Ομοσπονδιακής
55
Τράπεζας και της κυβέρνησης των ΗΠΑ. Η
χρηματοπιστωτική ρευστότητα στην αγορά έγινε
προβληματική και η κρίση άρχισε να χτυπά και άλλες
επιχειρήσεις, όπως τις ασφαλιστικές, τις
αυτοκινητοβιομηχανίες, τις χημικές βιομηχανίες, τις
κατασκευαστικές επιχειρήσεις και άλλες.
Ενώ η οικονομική κρίση ξέσπαγε στις ΗΠΑ, η αρνητική
ψυχολογία που αναπτύχθηκε έτρεξε πιο γρήγορα από την
κρίση και κατέλαβε ολόκληρο τον κόσμο. Οι αντιδράσεις
των πολιτών εκδηλώθηκαν πριν ακόμα εκδηλωθεί η κρίση
στις χώρες της Ευρώπης, της Ασίας, στην Αυστραλία …. Και
προπαντός πριν περάσει η κρίση στην πραγματική
οικονομία.
Η οικονομική κρίση 1 έφτασε και στην Ελλάδα το
δεύτερο ήμισυ του 2009 και άρχισε να επιδρά στην
πραγματική οικονομία. Η ελληνική κυβέρνηση άρχισε να
παίρνει έγκαιρα, παράλληλα με την Ε.Ε., μέτρα για την
προστασία των αποταμιευτών, για τη στήριξη των
ασθενεστέρων ομάδων πληθυσμού, την ενίσχυση της
ρευστότητας στην αγορά, τον περιορισμό των
ελλειμμάτων και του πληθωρισμού και τη θωράκιση της
οικονομίας, ώστε να περιοριστούν οι συνέπειες της

1
Αναλυτικά για την οικονομική κρίση βλ. Διον. Δ. Κοντογιώργης, όπ. παρ.,
σελ. 467-594, 2013.
(Διαδίκτυο: dionysioskontogiorgisblogspot.gr).
Επίσης, του ιδίου, Η Ελλάδα στη Δίνη της οικονομικής κρίσης, 2008-2015,
Αθήνα 2015 (Βλ. Ηλεκτρονική έκδοση, Διαδίκτυο).
56
κρίσης. Όμως, τα μέτρα αυτά – που στο μεταξύ είχε
πάρει η κυβέρνηση της Ν.Δ. – κυρίως για τη βελτίωση των
ελλειμμάτων και του διογκωμένου δημοσίου χρέους
κρίθηκαν ανεπαρκή από την Ε.Ε. και από τις πραγματικές
εξελίξεις της κρίσης. Έτσι, και στην Ελλάδα άρχισαν να
μειώνονται η ζήτηση, η παραγωγή, οι επενδύσεις, ο
ρυθμός ανάπτυξης …, να αυξάνεται η ανεργία, τα ήδη
ευαίσθητα δημόσια οικονομικά να απειλούνται με
κατάρρευση και η ψυχολογία να ακολουθεί ταχείς
ρυθμούς επιδείνωσης.
Δυστυχώς, κυβέρνηση και αντιπολίτευση στην
Ελλάδα, ούτε τώρα κατάφεραν να συγκλίνουν στις
απόψεις τους σε ένα τόσο σοβαρό θέμα, που αφορούσε
το οικονομικό μέλλον της χώρας και των πολιτών της, όχι
τόσο για αντικειμενικούς λόγους (διαφορά αντιλήψεων),
αλλά κυρίως για μικροπολιτικές σκοπιμότητες.
Η έκρυθμη εσωτερική κατάσταση που επικράτησε με
την μαχητικότητα, χωρίς όρια, των κομμάτων της
αντιπολίτευσης και των ΜΜΕ, ταξίδεψε σε ολόκληρο τον
κόσμο, δημιούργησε αρνητική εικόνα για τη χώρα στους
διεθνείς πιστωτικούς/επενδυτικούς κύκλους και
υποβάθμισε την πιστοληπτική ικανότητα της. Τα spreads
και τα επιτόκια δανεισμού αυξήθηκαν και επιβάρυναν
περισσότερο το δημόσιο χρέος, η εισαγωγή επενδυτικών
κεφαλαίων μηδενίστηκε, η ανάπτυξη περιορίστηκε σε

57
ρυθμούς κοντά στο μηδέν, οι επιχειρήσεις άρχισαν να
ασφυκτιούν, η ανεργία επιδεινώθηκε.
2.2. Οι εκλογές και η αλλαγή του πολιτικού
σκηνικού.
Το αποτέλεσμα των εκλογών της 4ης Οκτωβρίου 2009,
εδικαίωσε όσους πίστευαν στη νίκη του ΠΑΣΟΚ Γ.Α.
Παπανδρέου. Το εκλογικό σώμα έδωσε μεγάλη
αυτοδυναμία στο κόμμα της, μέχρι τότε, αξιωματικής
αντιπολίτευσης και καταψήφισε τη Ν.Δ.. Ο τέως
Πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής παραιτήθηκε από
Πρόεδρος (της Ν.Δ.) και δρομολόγησε τις εξελίξεις για την
αντικατάσταση του, ενώ συγχρόνως εγγυήθηκε την
εξασφάλιση της ενότητας του κόμματος. Ως ημερομηνία
των εσωκομματικών εκλογών ορίστηκε η 29η Νοεμβρίου
2009.
Οι προγραμματικές δηλώσεις της νέας κυβέρνησης
ήταν επανάληψη των προεκλογικών υποσχέσεων του νέου
πρωθυπουργού. Ήταν άκαιρες και ουτοπιστικές και ως εκ
τούτου ανέφικτες και παραπλανητικές. Όλο το
οικοδόμημα των εξαγγελιών του βασίζονταν στο απατηλό
σύνθημα «λεφτά υπάρχουν». Έκλεινε τα μάτια στα
συμβαίνοντα γύρω του σαν να μην τον αφορούσαν, όταν
όλος ο κόσμος και φυσικά η Ελλάδα, βυθίζονταν στην
κρίση, διαψεύδοντας κάθε πρόβλεψη και κάθε
προσδοκία. Ο ανεπαρκής νέος πρωθυπουργός έμελλε να
διαχειριστεί την πρώτη και σημαντικότερη αυτή περίοδο

58
της κρίσης, που έκρινε και την εξέλιξη της τα επόμενα
χρόνια. Στις εσωκομματικές εκλογές της Ν.Δ. για την
ανάδειξη νέου Προέδρου πλειοψήφησε ο Αντώνης
Σαμαράς.
Ενώ το 2009 έβαινε προς το τέλος του, με τη νέα
κυβέρνηση στο «τιμόνι» της χώρας, ο εκτροχιασμός της
ελληνικής οικονομίας δεν είχε σταματημό.
2.3. Οι χρόνιες παθογένειες της οικονομίας και της
πολιτικής.
Οι αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας οφείλονται
στα χρόνια διαρθρωτικά προβλήματα, που καμιά
κυβέρνηση δεν τόλμησε να αγγίξει και τώρα μέσα στην
κρίση έχουν γίνει απειλητικά. Οι στρεβλωτικές και
χρονοβόρες διαδικασίες στη Δημόσια Διοίκηση, η
γραφειοκρατία και η αναποτελεσματικότητά της, η
χαμηλή έως μηδενική παραγωγικότητα, το δυσβάσταχτο
λειτουργικό κόστος, οι χαριστικές αμοιβές για την
ικανοποίηση συντεχνιακών συμφερόντων, απόρροια
πελατειακών σχέσεων, η ασυδοσία στη διαχείριση του
δημοσίου χρήματος, η διαπλοκή με τα ιδιωτικά
συμφέροντα, τα κυκλώματα που προστατεύουν τη
φοροδιαφυγή με το αζημίωτο, η διαφθορά στο στενό και
ευρύτερο δημόσιο τομέα, με την ανοχή του πολιτικού
συστήματος, λόγω πελατειακών σχέσεων, η οκνηρία, οι
αντιστάσεις για την διασφάλιση των «κεκτημένων», η
κομματοκρατία, η εκτεταμένη παραοικονομία και

59
εισφοροδιαφυγή, τα κλειστά επαγγέλματα, απόρροια
επίσης πελατειακών σχέσεων, οι θεσμικές αγκυλώσεις..., ο
αναιμικός ιδιωτικός τομέας, το έντονα ελλειμματικό
ισοζύγιο εξωτερικών πληρωμών, καθώς και οι
ελλειμματικοί κρατικοί προϋπολογισμοί, η χαμηλή
ιδιωτική αποταμίευση, απότοκος της καταναλωτικής
ψυχολογίας, που ενθάρρυνε το πολιτικό σύστημα, η
διαστροφή σε ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας, ο
ανυπόληπτος συνδικαλισμός και τα κατευθυνόμενα
Μ.Μ.Ε. ..., το διογκωμένο για δεκαετίες δημόσιο χρέος και
τα παρατεταμένα ελλείμματα που το προκάλεσαν...,
οδήγησαν τη χώρα στη σημερινή αδιέξοδη κατάσταση, με
κύριο αυτουργό αυτού που βιώνει σήμερα η χώρα, το
πολιτικό σύστημα. Η σήψη είναι γενικευμένη και έχει
καταλάβει και τους τρεις πυλώνες της Δημοκρατίας:
πολιτικό σύστημα, συνδικαλισμό, Μ.Μ.Ε., αλλά και ένα
μεγάλο μέρος της κοινωνίας. Η σήψη άρχισε την άτυχη
εκείνη Οκταετία του 1980. Οι κυβερνήσεις αυτής της
περιόδου διέφθειραν το Κράτος, διάβρωσαν το πολιτικό
σύστημα στο σύνολό του και την ελληνική κοινωνία.
Τα εσωτερικά γεγονότα της περιόδου αυτής, όπως τα
σκάνδαλα με κυρίαρχο αυτό της Μονής Βατοπεδίου, τα
βίαια επεισόδια του Δεκεμβρίου 2008, οι κινητοποιήσεις
των αγροτών τον Ιανουάριο 2009... και η μαχητικότητα,
χωρίς όρια, των κομμάτων της αντιπολίτευσης και των
ΜΜΕ εναντίον της κυβέρνησης, δημιούργησαν την εικόνα
μιας χώρας ασταθούς και επικίνδυνης για κατάρρευση,
60
επομένως αδύναμης να πάρει κρίσιμες αποφάσεις που θα
εξασφάλιζαν δημοσιονομική ισορροπία και θα βελτίωναν
το δημόσιο χρέος, χωρίς κοινωνικούς κραδασμούς.
Η έκρυθμη αυτή εσωτερική κατάσταση ταξίδεψε σε
ολόκληρο τον κόσμο, δημιούργησε αρνητική εικόνα για τη
χώρα στους διεθνείς πιστωτικούς και επενδυτικούς
κύκλους και υποβάθμισε την πιστοληπτική της ικανότητα.
Τα επιτόκια δανεισμού αυξήθηκαν και επιβάρυναν πε-
ρισσότερο το δημόσιο χρέος, η εισαγωγή επενδυτικών
κεφαλαίων μηδενίστηκε, η ανάπτυξη περιορίστηκε σε
ρυθμούς κοντά στο μηδέν, οι επιχειρήσεις άρχισαν να
ασφυκτιούν, η ανεργία επιδεινώθηκε... Έτσι, ενώ μερικές
χώρες της Ευρωζώνης παρουσίαζαν το 2009 ελλείμματα
που υπερέβαιναν τα ελληνικά, η Ελλάδα εθεωρούνταν η
πλέον ευάλωτη, στη κρίση, χώρα της Ε.Ε.. Στη φάση αυτή,
η δημοσιονομική πολιτική της δεν μπορεί παρά να είναι
αυστηρή. Λόγω του αυξημένου δημόσιου χρέους, η χώρα
δεν έχει την πολυτέλεια να αυξήσει το έλλειμμα για την
ανακούφιση των ασθενέστερων εισοδημάτων, γιατί ο
δανεισμός θα επέφερε παραπέρα αύξηση του δημόσιου
χρέους και εκτροχιασμό της οικονομίας, σε μια εποχή που
το διεθνές και ευρωπαϊκό περιβάλλον ήταν δυσμενές
(Α’ τρίμηνο 2009).

Είναι γνωστό ότι το συνολικό έλλειμμα της χώρας


σύγκειται από το έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού
και το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου.

61
Το έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού
απεικονίζει την αδυναμία των συνολικών εσόδων του
Κράτους (άμεση και έμμεση φορολογία, δασμοί, μη
φορολογικά έσοδα, κλπ.) να καλύψουν το λειτουργικό
κόστος της Δημόσιας Διοίκησης. Δηλαδή, το Κράτος
ξοδεύει περισσότερα απ’ όσα εισπράττει (τακτικός
προϋπολογισμός). Αν προσθέσει κανείς και το πρόγραμμα
δημοσίων επενδύσεων, απαραίτητο για τη βελτίωση των
υποδομών και τη στήριξη της ανάπτυξης, οι ανάγκες για
τη χρηματοδότηση του κρατικού προϋπολογισμού
(επομένως των συνολικών ελλειμμάτων) μεγεθύνονται. Η
κάλυψή τους απαιτεί πόρους, κι όταν αυτοί δεν υπάρχουν
από εσωτερικές πηγές, οι κυβερνήσεις ανατρέχουν σε
εξωτερικό δανεισμό, που αυξάνει το δημόσιο χρέος.
Εφόσον η κατάσταση αυτή παγιώνεται, η χώρα οδηγείται
αναπόφευκτα σε αδιέξοδο. Δεδομένου ότι τα λειτουργικά
έξοδα του Κράτους (του τακτικού προϋπολογισμού)
συντίθενται, στη συντριπτική τους πλειονότητα, από τις
δαπάνες προσωπικού (μισθούς, συντάξεις, άλλες
παροχές), θα απαιτηθεί για την ισοσκέλιση του
προϋπολογισμού δραστική μείωση των δαπανών ή/και
αύξηση των εσόδων. Αυτό θα επιτευχθεί με τη ριζική
μεταρρύθμιση των δομών της Δημόσιας Διοίκησης, που
θα καταλήξει σε ένα νέο, περισσότερο λειτουργικό και
λιγότερο γραφειοκρατικό οργανόγραμμα και θα
συμβάλλει στην ενδεχόμενη μείωση του προσωπικού ή
των αποδοχών του (μισθών και συντάξεων), στην
62
καταπολέμηση της σπατάλης και της διαφθοράς
(των πελατειακών σχέσεων) και στην αύξηση των εσόδων
του Κράτους με την περιστολή της φοροδιαφυγής..., ή με
μείγμα όλων αυτών των μέτρων. Μαγικές λύσεις δεν
υπάρχουν. Το νοικοκύρεμα των δημοσίων οικονομικών
είναι μονόδρομος για να εξαλειφθούν τα ελλείμματα και
να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα της Δημόσιας
Διοίκησης.
Το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου αποτελούσε
ανέκαθεν ένα μεγάλο πρόβλημα. Οι εξαγωγές της χώρας
δεν εκάλυπταν παρά μόνο το 1/3 περίπου των εισαγωγών.
Αυτό σημαίνει ότι το Κράτος χρειάζονταν χρήματα για να
καλύψει τα υπόλοιπα 2/3 (περίπου το 70%) των
εισαγωγών, δηλαδή των αναγκών της εσωτερικής αγοράς
σε προϊόντα και υπηρεσίες (κυρίως καταναλωτικά αγαθά).
Το έλλειμμα αυτό του εμπορικού ισοζυγίου καλύπτονταν
μεταπολεμικά και μέχρι σήμερα από το πλεόνασμα των
αδήλων πόρων (τουρισμός, εμπορική ναυτιλία,
μεταναστευτικά εμβάσματα), την καθαρή εισροή ξένων
ιδιωτικών κεφαλαίων και, τις τελευταίες δεκαετίες, τις
εισροές από τα διαρθρωτικά ταμεία της Ε.Ε., κλπ. Σε
περίπτωση που οι πόροι αυτοί δεν επαρκούσαν, οι
κυβερνήσεις κατέφευγαν σε εξωτερικό δανεισμό, που
επιβάρυνε το δημόσιο χρέος.
Ώστε, Αχίλλειος πτέρνα της ελληνικής οικονομίας
είναι (ήταν πάντα) το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών

63
συναλλαγών που οφείλεται στο έλλειμμα του εμπορικού
ισοζυγίου1 και αντανακλά τις διαρθρωτικές αδυναμίες της
ελληνικής οικονομίας και της παραγωγής, τη χαμηλή
ανταγωνιστικότητα των ελληνικών προϊόντων (ποιότητα,
κόστος, τιμές), που οδηγεί στην επιδείνωση των «Όρων
Εμπορίου», στην ανεπαρκή εγχώρια αποταμίευση (που θα
χρηματοδοτούσε τις εγχώριες επενδύσεις) και τον υψηλό
ρυθμό αύξησης της ιδιωτικής κατανάλωσης, που
απευθύνεται σε εισαγόμενα προϊόντα, λόγω της
αχαλίνωτης αύξησης των «δραχμογόνων» εισοδημάτων
και της σύνθεσης της παραγωγής που δεν ανταποκρίνεται
στη ζήτηση.
Τίθεται λοιπόν ένα θέμα διαχείρισης των δημόσιων
οικονομικών, δηλαδή των εσόδων και των δαπανών του
Κράτους, στην περίπτωση του κρατικού προϋπολογισμού
και ένα θέμα αντιμετώπισης των αδυναμιών του
παραγωγικού δυναμικού της χώρας, στην περίπτωση του
εμπορικού ισοζυγίου. Η ένταξη της χώρας στη Ζώνη του
Ευρώ δεν αφήνει πολλές επιλογές. Επιβάλλει τον
εξωστρεφή προσανατολισμό της ανάπτυξης της ελληνικής
οικονομίας, με ανταγωνιστικά προϊόντα. Βήματα
ουσιαστικά έγιναν, και στους δυο αυτούς τομείς, τα

1
Ενδεικτικά, η κάλυψη των εισαγωγών από τις εξαγωγές εξελίχθηκε τα
τελευταία 100 χρόνια ως εξής: 1900: 78%, 1910: 90%, 1939: 75%, 1950: 21%,
1963: 39%, 2005: 34%, 2008: 31%. Το 2007, το έλλειμμα του εμπορικού
ισοζυγίου ανήλθε στα 41,5 δις ευρώ.

64
πρώτα μεταπολεμικά χρόνια (1953-1963), τα οποία όμως
δεν συνεχίστηκαν από τις επόμενες κυβερνήσεις, με
εξαίρεση την ανάπαυλα 1974-1980. Η ανευθυνότητα που
επέδειξαν οι κυβερνήσεις, όλη αυτή τη περίοδο, ήταν
πρωτοφανής.
Όσο οι αδυναμίες αυτές της ελληνικής οικονομίας δεν
βελτιώνονται, δεν είναι εύκολη η τιθάσευση των
δημοσίων ελλειμμάτων και του διογκούμενου δημόσιου
χρέους.
2.4. Η κρίση ηθικής, δημόσιας και ατομικής.
Όπως μεταδόθηκε από τα ΜΜΕ της χώρας, σε έρευνα
(φθινόπωρο 2008) της Ευρωπαϊκής Ένωσης
(Ευρωβαρόμετρο) για την οικονομική κρίση, οι Έλληνες
εμφανίζονται ως οι πλέον εξαθλιωμένοι οικονομικά, οι
πλέον δυστυχείς... απ’ όλους τους πολίτες της Ευρώπης,
ακόμα κι απ’ αυτούς των χωρών του πρώην υπαρκτού
σοσιαλισμού της Ανατολικής Ευρώπης. Όλοι οι φτωχοί και
ανήμποροι εμφανίστηκαν στη χώρα, ως εκ θαύματος, τα
τελευταία χρόνια πριν την κρίση. Ποιός άραγε τους έμαθε
να διαμαρτύρονται διαρκώς και να μεμψιμοιρούν; Ποιος
τους εμφύσησε τη νοοτροπία της μιζέριας;
Δεν έχει παρά να παρακολουθήσει κανείς τα
τεκταινόμενα καθημερινά στη χώρα, μέσα από κάθε
εκδήλωση, και κυρίως μέσα από τα ΜΜΕ, ιδιαίτερα τα
τηλεοπτικά, όπου παρελαύνουν δημοσιογράφοι, πο-
λιτικοί, συνδικαλιστές και «αγανακτισμένοι πολίτες» και
65
διατυμπανίζουν την οικονομική εξαθλίωση, τη μιζέρια και
τη δυστυχία, που υποτίθεται ότι μαστίζει τον Ελληνικό λαό
(2008).
Ένα λαό που δεν έχει συναίσθηση του χρόνου, που
διακρίνεται από αναβλητικότητα και οκνηρία, που έμαθε
να αναπαύεται στη λογική των «κεκτημένων», να διεκδικεί
δικαιώματα χωρίς να αποδέχεται υποχρεώσεις, να
ξεκουράζεται και να απολαμβάνει, κι όταν δεν το πετυ-
χαίνει, να διαμαρτύρεται και να μεμψιμοιρεί.
Παρά την κρισιμότητα της κατάστασης, στο πολιτικό
σκηνικό της χώρας, κυριαρχούσαν η απουσία ουσιαστικού
διαλόγου και εναλλακτικής πρότασης, και η παραπολιτική.
Οι πολιτικές δυνάμεις του τόπου αναλώνονταν σε
δημοσκοπικούς καιροσκοπισμούς, και τη σκανδαλολογία,
αδιαφορώντας για τον αντίκτυπο της κρίσης στην εθνική
οικονομία, αν φυσικά δεν υπάρξουν αυστηρά μέτρα και
συναίνεση για την έξοδο της χώρας από την κρίση.
Με κίνητρο και στόχο την εξουσία, το κόμμα κυρίως
της τότε αξιωματικής αντιπολίτευσης (ΠΑΣΟΚ), δεν
σταματούσε να κραυγάζει για άμεση προσφυγή στις
κάλπες, ακόμα κι αυτή την κρίσιμη ώρα. Οι επικρίσεις για
κατάρρευση της οικονομίας, η σκανδαλολογία, η
επανεμφάνιση της τρομοκρατίας και του οργανωμένου
εγκλήματος... δημιουργούσαν την εικόνα μιας χώρας σε
ακυβερνησία και έπλητταν την πιστοληπτική της

66
ικανότητα και τον τουρισμό, που αποτελεί τον πιο
δυναμικό χρηματοδότη της ελληνικής οικονομίας (2009).
Σε αυτή την ακατάσχετη ρητορική, συμπαρίσταντο με
ζήλο τα Μ.Μ.Ε., στο σύνολό τους, με ένα συνεχές
παραλήρημα εκλογολογίας, σκανδαλολογίας και
αποδόμησης του Κράτους. Ωστόσο, όλοι οι
συνειδητοποιημένοι πολίτες και υπεύθυνοι πολιτικοί
άνδρες γνώριζαν ότι εκλογές αυτή την ώρα της
πρωτοφανούς οικονομικής κρίσης, θα ήταν μια κίνηση
υψηλού κινδύνου για την οικονομία. Θα χρειάζονταν ίσως
διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις για να αποκτήσει η
χώρα κυβέρνηση, αφού, όπως φαίνονταν, κανένα από τα
κόμματα εξουσίας δεν θα μπορούσε να σχηματίσει
πλειοψηφικό ρεύμα τέτοιο, που θα του έδινε τη
δυνατότητα να κυβερνήσει. Αυτό σημαίνει ότι, μεσούσης
της κρίσης, η χώρα δεν αποκλείεται να έμενε ακυβέρνητη
για μεγάλο χρονικό διάστημα με οδυνηρές συνέπειες για
την πορεία της εθνικής οικονομίας. Όμως, παρά τις
αλήθειες αυτές, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης
δεν φαίνονταν να θέλει να κατανοήσει το πρόβλημα. Αυτό
που προείχε ήταν οι μικροκομματικές σκοπιμότητες
(άνοιξη 2009)1.

1
Το πρόβλημα της χώρας δεν είναι, τόσο η έλλειψη προικισμένου ηγέτη,
όσο, κυρίως, η περίσσεια των «Δηλιγιάννηδων».

67
Υπάρχει πράγματι κρίση ηθικής – δημόσιας και
ατομικής – διακομματική και διαχρονική για 35 και πλέον
χρόνια. Η διαφθορά στους κόλπους του πολιτικού
συστήματος και της κοινωνίας (διαπερνά όλα τα
κοινωνικά στρώματα) είναι πλέον αδιαμφισβήτητη.
Ομολογείται ευρύτατα η κατάρρευση του πολιτικού
συστήματος και η κατάπτωση και ο εκχυδαϊσμός της
κοινωνίας. Η φαυλοκρατία κυριαρχεί σε όλες τις
εκφάνσεις της πολιτικής και κοινωνικής ζωής. Στη
διαχρονική αυτή κατάσταση έχουν συμβάλει αρνητικά τα
συλλογικά όργανα των εργαζομένων (συνδικάτα) και τα
Μ.Μ.Ε., για ιδιοτελείς σκοπούς, που δείχνουν να μην
κατανοούν τα πραγματικά προβλήματα της κοινωνίας και
εξωθούν τους πολίτες, και ιδιαίτερα τους νέους, σε
πράξεις που δεν λύνουν τα προβλήματά τους.
Τα τελευταία αυτά γεγονότα ανέδειξαν το απόλυτο
κενό εξουσίας και την ολική απαξίωση των πολιτικών
κομμάτων, σε βαθμό που να μην έχουν πλέον λόγο
ύπαρξης. Η πολιτική ζωή της χώρας χρειάζεται να
ξαναρχίσει από μηδενική βάση. Η χώρα δεν έχει
εναλλακτική πρόταση σε κόμματα εξουσίας. Δεν
διαφαίνεται δυνατότητα κυβέρνησης που θα εμπνέει το
λαό και θα δημιουργεί συνθήκες αισιοδοξίας.
Η κοινωνία, με ό,τι τη συνθέτει (πολιτικοί,
δημοσιογράφοι, συνδικαλιστές, άνθρωποι του πνεύματος,
απλοί πολίτες...), χρειάζεται ένα ισχυρό σοκ για να

68
μπορέσει να συνειδητοποιήσει τον κατήφορο που έχει
πάρει, μήπως καταφέρει να αντισταθεί.
Ο κατήφορος αυτός της κοινωνίας, ως επακόλουθο
της πολιτικής αποσύνθεσης, είχε σοβαρές επιπτώσεις στις
οικονομικές εξελίξεις στη χώρα, ιδιαίτερα μέσα στη διεθνή
οικονομική κρίση. Ο κάθε νουνεχής πολίτης δεν μπορεί
παρά να ατενίζει το μέλλον με μελαγχολία.
Θεωρούμε απαραίτητη μια παρατήρηση:
Το περιεχόμενο και η βαρύτητα της λέξης
«νοοτροπία» δεν έχει αξιολογηθεί επαρκώς από τη
σύγχρονη Ελλάδα. Όμως, η νοοτροπία – ο ιδιαίτερος
αυτός τρόπος σκέψης – ως συντελεστής εξυγίανσης του
Δημόσιου βίου, παίζει πρωταρχικό ρόλο. Η αλλαγή
νοοτροπίας και η προσαρμογή της σε υγιείς βάσεις
σημαίνει και αλλαγή στις ιδέες, που θα οδηγήσουν σε μια
άλλη πρόταση ζωής, ιδιαίτερα σε μια άλλη πολιτική
πρόταση, για να θυμηθούμε τον Πλάτωνα. Η επαναφορά
(επανάκτηση) των (χαμένων) ιδεών, ή η απόκτηση νέων,
επιτυγχάνεται με τη γνώση. Με τη γνώση ο πολιτικός
κόσμος θα συνειδητοποιήσει την πλάνη του, μια πλάνη
που έχει σχέση με την ύπνωση της ηθικής διάστασης του
ανθρώπου, δηλ. με την ηθική φθορά της νεοελληνικής
κοινωνίας.

69
2.5. Η κομματοκρατία και η «α-συνέχεια του
Κράτους».
Οι εμπειρίες της τελευταίας αυτής περιόδου οδηγούν
στο συμπέρασμα ότι η αποτελεσματικότητα (της όποιας)
κυβέρνησης στην καταπολέμηση φαινομένων διαφθοράς
και δυσλειτουργιών στο συντονισμό και την εκτέλεση του
κυβερνητικού έργου και της κρατικής μηχανής – ιδιαίτερα
σε ένα περιβάλλον αβέβαιο όπως το σημερινό –, θα
εξαρτηθεί από τις διοικητικές μεταρρυθμίσεις στις οποίες
θα αποφασίσει να προβεί, την απλοποίηση των
διαδικασιών και την περιστολή της γραφειοκρατίας που
θα πετύχει, την εφαρμογή δικλίδων ελέγχου των
διαδικασιών, την απαλλαγή του Κράτους από τον
εναγκαλισμό της εκάστοτε πολιτικής εξουσίας – μαζί με
την αλλαγή νοοτροπίας σε όλες τις βαθμίδες της ιεραρχίας
– ώστε να αποθαρρυνθούν οι πειρασμοί για άνομες
ενέργειες και να εκλείψει η αναποτελεσματικότητα στη
διακυβέρνηση της χώρας. Θα εξαρτηθεί επί σης από τη
συνέπεια που διακρίνει τις κυβερνητικές δεσμεύσεις και
αποφάσεις, από την ύπαρξη οράματος διακυβέρνησης και
από τις προοπτικές που ανοίγονται στους πολίτες. Θα
εξαρτηθεί ακόμα από την ικανότητά της να επιλέγει και να
αξιοποιεί, στη κρατική μηχανή και στη κυβέρνηση,
ικανούς και αδιάφθορους ανθρώπους, ανεξαρτήτως
«χρώματος», ακόμα και εξωκοινοβουλευτικούς.
Ανθρώπους με ήθος και ακεραιότητα, που μπορούν να
αντισταθούν στη διαβρωμένη Δημόσια Διοίκηση από τη
70
μακρά και αχαλίνωτη ασυδοσία. Είναι βαθιά και
διαχρονική η διάβρωση κι έχουν αλλάξει τόσο πολύ οι
νοοτροπίες, ώστε να επαληθεύεται η λαϊκή παροιμία
«Όποιος ανακατεύεται με τα πίτουρα τον τρώνε οι κότες».
Είναι βέβαιο ότι δεν μπορεί κανείς να αγνοήσει ή να
υποβαθμίσει φαινόμενα μιμητισμού στους ανθρώπους. Η
διάβρωση της κοινωνίας (και της πολιτικής) είναι τελικά
διάβρωση συνειδήσεων. Το κακό άρχισε την αποφράδα
εκείνη οκταετία του 1980. Τώρα είναι δύσκολο και
χρονοβόρο να επανέλθει η κοινωνία (με ό,τι τη συνθέτει)
στα ίσια της, χώρια που δεν την αφήνουν κιόλας.
Από την παράθεση των γεγονότων της περιόδου
αυτής, καθίσταται εμφανής η αμφίδρομη σχέση
εξάρτησης κόμματος (που κυβερνά) και Κράτους, ως
αποτέλεσμα της μεθοδευμένης δικτύωσης της Δημόσιας
Διοίκησης με πιστούς στο κόμμα και τις επιταγές του, που
οδηγεί στην κομματοκρατία, στη κακοδιοίκηση και στη
διαφθορά. Όσο η σχέση αυτή Κράτους και κόμματος
διαιωνίζεται, η κακοδιοίκηση και η διαφθορά δεν
πρόκειται να εκλείψουν, όποιο κόμμα κι αν είναι στην
εξουσία. Η σχέση αυτή εξάρτησης ισχύει ανέκαθεν και
φυσικά συντηρείται, γιατί εξυπηρετεί πολιτικά
συμφέροντα.
Η παρατήρηση αυτή επαληθεύει την άποψη ότι στη
χώρα δεν υπάρχει «συνέχεια του Κράτους». Η κάθε
επόμενη κυβέρνηση φροντίζει να γκρεμίζει ό,τι καλό

71
έχτισε η προηγούμενη, προκειμένου να εξασφαλίσει την
εδραίωσή της στην εξουσία. Τα επιτυχημένα στελέχη
απομακρύνονται ή παροπλίζονται, χωρίς τουλάχιστο να
λαμβάνεται μέριμνα, οι θετικές εμπειρίες τους να
μεταφυτεύονται στους επόμενους, όπως θα ήταν φυσικό
να γίνεται, το οργανόγραμμα της Δημόσιας Διοίκησης
προσαρμόζεται στα μέτρα του κόμματος, πολλές από τις
αποφάσεις (της προηγούμενης κυβέρνησης)
μεταβάλλονται ή αδρανούν (από την επόμενη), οι
διεθνείς/διακρατικές συμφωνίες, αμφισβητούνται και
απειλούνται με επαναδιαπραγμάτευση ή ακύρωση..., η
συνέχεια του Κράτους καταργείται και η διεθνής
αξιοπιστία της χώρας πλήττεται.
Ο κρατικός μηχανισμός χρησιμοποιείται ως εργαλείο
του κόμματος με σκοπό την εξάρτηση της Δημόσιας
Διοίκησης από την εκτελεστική εξουσία, που οδηγεί
αναπόφευκτα στη συναλλαγή και τη διαφθορά και, σε ένα
βαθμό, στη νόθευση της λαϊκής βούλησης. Φαινόμενα
που υπήρχαν ακόμα και την εποχή του Χαρ. Τρικούπη, το
19ο αιώνα, ο οποίος, ως πρωθυπουργός, προσπαθούσε να
εξαλείψει (1881-1895) και να επιβάλει την υιοθέτηση
αξιοκρατικών κριτηρίων στη στελέχωση της Δημόσιας
Διοίκησης και την οργάνωσή της, που θα αποθάρρυνε
αυθαιρεσίες και κομματικές παρεμβάσεις,
οραματιζόμενος την εναλλαγή των πολιτικών κομμάτων
στην εξουσία, χωρίς να θίγεται η λειτουργία του Κράτους.
120 χρόνια μετά, η κατάσταση συνεχίζεται αμείωτη.
72
Είναι αυτονόητο ότι επιβάλλεται ως ανάγκη η
«σταθερότητα» του Κράτους και ο «αυτοσεβασμός».
Σταθερότητα στην οργάνωση, στην αξιοκρατία, στη
λειτουργία της Δημόσιας Διοίκησης, στις αποφάσεις, στη
διακυβέρνηση της χώρας... Αυτοσεβασμός, δηλαδή
συνέπεια σε «αρχές και αξίες», στις οποίες όλοι πρέπει να
πειθαρχούν. Οι καταξιωμένοι κρατικοί λειτουργοί – που
είναι εκεί για να εξυπηρετούν, διαχρονικά, τα συμφέροντα
του Κράτους και των πολιτών –, είναι μια από τις
προϋποθέσεις για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος και να
κερδίσει το Κράτος την αξιοπιστία του.
Για να συμβούν αυτά, πρέπει ασφαλώς να το θέλουν
τα πολιτικά κόμματα, κυρίως αυτά που εναλλάσσονται
στην εξουσία, κάτι που, με ελάχιστες εξαιρέσεις, δεν έχει
συμβεί μέχρι σήμερα. Είναι ευνόητο ότι η νοοτροπία και
συμπεριφορά των παραγόντων του πολιτικού συστήματος
διαχέεται και επηρεάζει τη Δημόσια Διοίκηση και την
κοινωνία γενικότερα. Αν αυτή η συμπεριφορά του
πολιτικού συστήματος είναι αρνητική, ενθαρρύνει τους
πολίτες στη «διαστροφή». Για να γίνει η χώρα σύγχρονο
και αξιόπιστο Κράτος, πρέπει και οι κυβερνήσεις της να
είναι σύγχρονες και αξιόπιστες. Οι πρόσφατες διενέξεις
της χώρας με την Ε.Ε. για τα ανακριβή(;) στατιστικά
στοιχεία που οι ελληνικές αρχές τροφοδοτούσαν τις
υπηρεσίες της και το έλλειμμα αξιοπιστίας που προέκυψε,
είναι δείγμα αυτής της νοοτροπίας (Αρχές 2010).

73
Η όποια ευημερία γνώρισε η χώρα μέχρι σήμερα,
οφείλεται σε λίγες φωτεινές εξαιρέσεις πολιτικών ανδρών,
που κατά τη διάρκεια της δικής τους θητείας η χώρα έκανε
σημαντικά βήματα προόδου. Όταν αυτοί
απομακρύνθηκαν από την εξουσία - ηθελημένα ή όχι -,
όσα είχαν πετύχει για την πρόοδο της χώρας, έγινε
προσπάθεια από τους επόμενους να απαξιωθούν.
Έτσι, το κλίμα που διαμορφώθηκε στις Βρυξέλλες
έγινε άκρως αρνητικό για τη χώρα. Οι ηγέτες και οι
αξιωματούχοι της Ε.Ε. δεν εμπιστεύονταν πια την ελληνική
κυβέρνηση και συμπεριφέρονταν απαξιωτικά για τη χώρα,
το λαό της και το πολιτικό σύστημα. Απαιτούσαν μέτρα
βάναυσα, αδιαφορώντας για τις κοινωνικές και
οικονομικές επιπτώσεις και η ελληνική κυβέρνηση,
πνιγμένη στα λάθη και στην ανικανότητά της, γίνεται το
πειθήνιο όργανο των εντολών των δανειστών της.
Επιπλέον η κυκλοφορία χρήματος στην εσωτερική
αγορά έχει μειωθεί, η ρευστότητα έχει σχεδόν μηδενιστεί,
οι επενδύσεις – δημόσιες και ιδιωτικές – απέχουν, οι
επιχειρήσεις κλείνουν η μια μετά την άλλη, η ανεργία στον
ιδιωτικό τομέα καλπάζει, το εθνικό εισόδημα,
συρρικνώνεται... Όταν μέσα σε μια οικονομία που
βυθίζεται όλο και περισσότερο σε βαθιά ύφεση,
αυξάνεται παραπέρα η κάθε μορφής φορολογία, αυτή η
οικονομία οδηγείται με ακρίβεια στην άβυσσο και
επομένως ούτε τα έσοδα του Κράτους βελτιώνονται, ούτε

74
τα ελλείμματα και το χρέος τιθασεύονται. Από το άλλο
μέρος, παραβλέπεται επιμελώς η αλόγιστη σπατάλη του
πολυκέφαλου δημόσιου τομέα και η δραματική απώλεια
εσόδων από τα κυκλώματα της φοροδιαφυγής. Η Τρόικα
και η εντολοδόχος κυβέρνηση συνεχίζουν πεισματικά το
λάθος δρόμο, σαν να μη γνωρίζουν τους βασικούς
μακροοικονομικούς μηχανισμούς και τις ιδιομορφίες της
ελληνικής οικονομίας.
Οι αποκρατικοποιήσεις 1 , οι ευρύτατες
μεταρρυθμίσεις στη Δημόσια Διοίκηση, η κατάργηση της
διαπλοκής με τα ιδιωτικά συμφέροντα, η κατάργηση των
προνομίων, η εξυγίανση του φοροεισπρακτικού
μηχανισμού..., είναι μερικοί από τους τομείς που η
αντιμετώπισή τους έπρεπε να είχε προηγηθεί των
οποιωνδήποτε άλλων μέτρων για την διόρθωση του
δημοσιονομικού προβλήματος της χώρας. Όμως μέχρι
τώρα παραμένουν άθικτοι. Επανέρχονται απλά από καιρό
σε καιρό στην επικαιρότητα για επικοινωνιακούς λόγους
και μετά ξεχνιούνται πάλι.
Δυστυχώς, κυβέρνηση και κόμματα της
αντιπολίτευσης (στην Ελλάδα), ούτε τώρα κατάφεραν να
συγκλίνουν στις απόψεις τους σε ένα τόσο σοβαρό θέμα
1
Οι αποκρατικοποιήσεις επιβλήθηκαν σε μια στιγμή που η διεθνής συγκυρία
ήταν αρνητική, τόσο λόγω της κρίσης, όσο και λόγω της έλλειψης
εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία και κυβέρνηση, ενώ ο χρόνος πίεζε.
Οπωσδήποτε όμως, ο στόχος των 50 δις. υπό τις πιεστικές αυτές συνθήκες,
φαίνεται υπερβολικά αισιόδοξος.

75
που αφορούσε το οικονομικό μέλλον της χώρας και των
πολιτών της, όχι τόσο για αντικειμενικούς
λόγους (διαφορά αντιλήψεων), αλλά κυρίως για
μικροπολιτικές σκοπιμότητες.
«Σοφία μόνη κτήμα αθάνατον» - Ισοκράτης (436-338 π.Χ.).
Είναι σαφές λοιπόν ότι το μεγάλο πρόβλημα των
ελληνικών επιχειρήσεων εστιάζεται κυρίως στην έλλειψη
ρευστότητας στην εσωτερική αγορά και στη μείωση της
ζήτησης ως συνέπεια των οριζόντιων μέτρων που
επιβλήθηκαν από τα μνημόνια, σε συνδυασμό με την
αυξημένη φορολογία. Και οι δυο αυτοί παράγοντες
προκάλεσαν την ύφεση και το κλείσιμο επιχειρήσεων, που
επιδείνωσαν την ανεργία, καταβαράθρωσαν την
ψυχολογία και οδήγησαν σε ένα αρνητικό φαύλο κύκλο.
Με την άμεση εξυγίανση του Δημοσίου, θα αποφεύγονταν
και τα δυο αυτά προβλήματα. Υπεύθυνο για την απραξία
και την αρνητική αυτή εξέλιξη είναι το πολιτικό σύστημα,
που επέδειξε δειλία και ιδιοτέλεια, χωρίς να
παραβλέπεται και η ευθύνη των δυο άλλων Πυλώνων της
Δημοκρατίας (συνδικαλισμός, Μ.Μ.Ε.).
Μέχρι σήμερα (2017), το βάρος της κρίσης το σηκώνει
ο ιδιωτικός τομέας της οικονομίας με τους 1.300.000
ανέργους1, δηλαδή ο λιγότερο υπεύθυνος για την κρίση

1
Η απασχόληση στον ιδιωτικό τομέα στην Ελλάδα τροφοδοτείται, κυρίως από
τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, την οικοδομική δραστηριότητα και τον
τουρισμό. Όσο οι τομείς αυτοί βρίσκονται σε παρατεταμένη ύφεση (με
επιφύλαξη για τον τουρισμό που παρουσιάζει σημάδια ανάκαμψης) δεν
76
τομέας της οικονομίας. Επτά χρόνια μετά το ξέσπασμα της
κρίσης και οι δημόσιοι υπάλληλοι συνεχίζουν να
απολαμβάνουν την προστασία του πολιτικού συστήματος
και να διεκδικούν θρασύτατα την κατοχύρωση των
προνομίων τους, ενώ οι επίορκοι, οι κοπανατζήδες, οι
ακατάλληλοι, οι αργόσχολοι... παραμένουν στο
απυρόβλητο.
Είναι πλέον αναμφισβήτητο ότι το Μνημόνιο είναι
σήμερα ξεπερασμένο και δεν δημιουργεί συνθήκες
ανάπτυξης στη χώρα. Χρειάζεται ριζικές αλλαγές στη
σύλληψη και στα προτεινόμενα μέτρα, ώστε να αποκτήσει
αναπτυξιακό προσανατολισμό.
Στις εξελίξεις αυτές δεν είναι εντελώς αμέτοχος και
ένας ακόμα, Πυλώνας της Δημοκρατίας, η Δικαστική
εξουσία, για την αδιαφορία και την ιδιοτέλεια που
επέδειξε, όλα αυτά τα χρόνια, στην απόδοση δικαιοσύνης
και στην εφαρμογή των νόμων.
Στην ιστορία της Νεότερης Ελλάδας, οι τρεις Πυλώνες
της Δημοκρατίας – το πολιτικό σύστημα, ο συνδικαλισμός
και τα ΜΜΕ –, δεν λειτούργησαν κατά τον καλύτερο και

μπορεί να περιμένει κανείς περιορισμό της ανεργίας και αύξηση της


απασχόλησης (1913).
Δυνατότητες επίσης βελτίωσης της απασχόλησης υπάρχουν σε
δραστηριότητες που έχουν σχέση με την επιχειρηματικότητα στον πρωτογενή
τομέα, καθώς και στην εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών πηγών της
χώρας, που οδηγεί στη βαριά βιομηχανία. Μόνο που οι δυο αυτοί τελευταίοι
τομείς χρειάζονται χρόνο και σχέδιο για να αποδώσουν καρπούς.

77
δημοκρατικότερο τρόπο. Όμως, αυτό που συνέβη κατά
την μεταπολιτευτική περίοδο και συγκεκριμένα μετά το
1981, δεν έχει προηγούμενο. Και οι τρεις αυτοί Πυλώνες
της Δημοκρατίας «εν χορώ», υποβάθμισαν τη λειτουργία
της Δημοκρατίας και υποβλήθηκαν σε έναν αγώνα
εξόντωσής της, με ανταγωνιστικό τρόπο και μάλιστα
ενεργώντας – υποκριτικά – στο όνομά της. Ενθάρρυναν
την ανομία, τα έκτροπα, τους τραμπουκισμούς.
Εξέθρεψαν ένα υδροκεφαλικό Κράτος προνομιούχων, μη
παραγωγικό, που αντιμετώπιζε την κοινωνία με
υπεροπτισμό και αποθράσυνε τη διαφθορά. Η ιδιοτέλεια
και η φαυλότητα έγιναν κανόνας στη δημόσια ζωή και
όλοι μαζί – πολιτικό σύστημα, συνδικαλισμός και Μ.Μ.Ε. –
επιδόθηκαν σε έναν αγώνα, ποιος θα επιφέρει
περισσότερα χτυπήματα στη Δημοκρατία και στο υγιές
τμήμα της κοινωνίας.
Με τη δημοσιονομική κατάσταση της χώρας, κανείς
δεν ασχολήθηκε, γι’ αυτό και εκτροχιάστηκε. Ακόμα και
όταν η κρίση χτύπησε, για τα καλά, την πόρτα της
Ελλάδος, οι «Πυλώνες της Δημοκρατίας» σφύριζαν
αδιάφορα: Το πολιτικό σύστημα αιθεροβατούσε, οι
συνδικαλιστές απαιτούσαν περισσότερα και κατέβαζαν
τους πολίτες στους δρόμους, τα ΜΜΕ καιροσκοπούσαν
για να ενισχύσουν την πελατεία τους.
Η εμμονή στην προστασία του κομματικού Κράτους
και της εκλογικής πελατείας μέσα στη δίνη της

78
οικονομικής κρίσης, όταν οι άνεργοι στον ιδιωτικό τομέα
προσεγγίζουν το 1.300.000 (τέλος 2017), χωρίς κανείς από
αυτούς τους μικρόνοους πολιτικούς, που διεκδικούν την
ψήφο του Ελληνικού λαού να συγκινείται – δείχνει τη
σήψη του πολιτικού συστήματος. Δεν συνειδητοποιούν
ότι, αν είχαν ληφθεί έγκαιρα δραστικά μέτρα για την
εξυγίανση του Κράτους (στενού και ευρύτερου), τα
ελλείμματα θα είχαν περιοριστεί πολύ νωρίτερα –
αν δεν είχαν εντελώς εξαλειφθεί –, άρα η κατάσταση της
χώρας θα ήταν πολύ καλύτερη και οι άνεργοι του
ιδιωτικού τομέα πολύ λιγότεροι. Η ρευστότητα στην
αγορά και η δανειακή εξυπηρέτηση των επιχειρήσεων,
ιδιαίτερα των μικρομεσαίων, θα έκανε την επιβίωσή τους
ευκολότερη. Και φυσικά η εξισορρόπηση
των δημόσιων οικονομικών θα έφερνε γρηγορότερα την
ανάκαμψη.
Δεν κατανοούν ότι, όσο καθυστερεί η εξυγίανση του
δημόσιου τομέα, τόσο θα απαιτούνται βαρύτερα μέτρα
για την ανακοπή του κατήφορου και θα απομακρύνεται ο
στόχος της ανάκαμψης της οικονομίας; Δεν έκρυβαν την
ιδιοτέλεια με την οποία αντιμετώπιζαν την κρισιμότητα
της κατάστασης. Έβλεπαν το δέντρο και έχαναν το δάσος,
εμμένοντας πεισματικά σε δήθεν αξιακά προτάγματα.
Έτσι, το φαύλο πελατειακό Κράτος παραμένει πάντα
ζωντανό. Καθημερινά, όλο και περισσότερη σήψη
αναδύεται στην επιφάνεια. Οι παρεμβάσεις πολιτικών και

79
άλλων παραγόντων, προκειμένου να εμποδίσουν την
εξυγίανση του Κράτους, πλουτίζουν την καθημερινή
επικαιρότητα.
Στη διάρκεια της οικονομικής κρίσης μπήκε στο
στόχαστρο της τότε αντιπολίτευσης (ΠΑΣΟΚ – αριστερά
κόμματα) στην Ελλάδα το Σύμφωνο Σταθερότητας στην
Ευρωπαϊκή Ένωση. Κάποιοι ζητούσαν την κατάργησή του
και άλλοι την ουσιαστική τροποποίησή του, με στόχο την
αποδέσμευση των χωρών της ευρωζώνης να εφαρμόσουν,
η κάθε μια, τη δική της οικονομική πολιτική. Για την
Ελλάδα προτιμούσαν την πολιτική της ασυδοσίας που
γνώρισε ο τόπος για δεκαετίες. Όλα θυσία στο βωμό των
κομματικών σκοπιμοτήτων, γιατί δεν είναι δυνατό να
πιστέψει κανείς ότι τα κόμματα αγνοούσαν το σκοπό που
εξυπηρετούσε το Σύμφωνο Σταθερότητας.
Με συνετή και μελετημένη προσπάθεια η τότε
κυβέρνηση Κ. Σημίτη κατάφερε να προσαρμόσει την
οικονομία της χώρας και να ανταποκριθεί στις επιταγές
του Συμφώνου Σταθερότητας, να γίνει δεκτή στη Ζώνη του
ευρώ από 1-1-2001 και να εφαρμόσει το νέο νόμισμα από
1-1-2002. Για να επιβιώσει το ευρώ και να θωρακίσει τις
ευρωπαϊκές οικονομίες (άρα και την ελληνική που ήταν η
πλέον ευάλωτη) έπρεπε οι χώρες να σεβαστούν τους
όρους του Συμφώνου Σταθερότητας. Αν δεν συνέβαινε
αυτό και η κάθε χώρα εφάρμοζε τη δική της νομισματική
πολιτική, τότε η τύχη του ευρώ θα ήταν καταδικασμένη.

80
Όμως, όλες οι χώρες το σεβάστηκαν και το ευρώ έκανε μια
λαμπρή μέχρι τότε πορεία και καθιερώθηκε ως το πλέον
ισχυρό νόμισμα του κόσμου.
Η Ελλάδα ωφελήθηκε πολλαπλά από την ένταξή της
στη Ζώνη του ευρώ. Ανήκει σε μια από τις πιο ισχυρές
ομάδες χωρών του κόσμου, έχει ένα από τα πιο ισχυρά
νομίσματα και απέκτησε τη δυνατότητα, μαζί με τις άλλες
χώρες της ευρωζώνης, να αντιμετωπίζει τις παγκόσμιες
εξελίξεις ευνοϊκά γι’ αυτή. Ήταν ο μόνος τρόπος να
απαλλαγεί από την απομόνωση, να παρακάμψει την
υστέρηση και τη μιζέρια, να συμμετάσχει στο ευρωπαϊκό
γίγνεσθαι και να ατενίσει με αισιοδοξία το μέλλον.
Ανάπτυξη της οικονομίας με (σχεδόν) μηδενική
παραγωγικότητα ειδικότερα (στο δημόσιο τομέα),
διαστροφική νοοτροπία και τεράστια ελλείμματα και χρέη,
δεν μπορεί να υπάρξει. Όταν οι πολίτες επιδιώκουν να
απολαμβάνουν ακούραστα τα αγαθά της καταναλωτικής
κοινωνίας και οι πολιτικοί ανέχονται και πολλές φορές
ικανοποιούν ακραίες συμπεριφορές, δεν μπορεί να
υπάρξει αξιόλογη βελτίωση των δημόσιων οικονομικών
και αξιόπιστη ανάπτυξη.
Κοντολογίς, οι καιροσκοπικές υποσχέσεις της νέας
κυβέρνησης που προέκυψε στις 4 Οκτωβρίου 2009, καθώς
και αυτής που προέκυψε στις 25 Ιανουαρίου 2015, η πολύ
φλυαρία και η καθυστέρηση λήψης σοβαρών μέτρων, που
προκάλεσαν την απερίσκεπτη αντίδραση των ευρωπαίων

81
αξιωματούχων και τα δυσμενή δημοσιεύματα του ξένου
τύπου, οδήγησαν τις «Διεθνείς αγορές» στην ακατάσχετη
βουλιμία για κερδοσκοπία σε βάρος της Ελλάδας και του
ευρώ. Η βουλιμία αυτή βρήκε πρόσφορο έδαφος στις
χρόνιες παθογένειες της ελληνικής οικονομίας. Έτσι,
προέκυψε μεγάλο έλλειμμα αξιοπιστίας και εμπιστοσύνης
στη χώρα και στην οικονομία της, κι αυτό ενθάρρυνε τους
κερδοσκόπους στο έργο τους.
Οι συνθήκες που επικράτησαν έκτοτε έκαναν το
δανεισμό της χώρας απαγορευτικό. Η επιβάρυνση που
προέκυψε από τα αυξημένα επιτόκια επιβάρυνε τα όποια
οφέλη από το πρόγραμμα σταθερότητας και οδήγησε την
ελληνική οικονομία σε βαθιά και μακροχρόνια ύφεση.
2.6. Η «Τρόικα» και οι υπαγορεύσεις των θεσμών.
Στις 2 Μαΐου 2010, ολοκληρώθηκαν οι
διαπραγματεύσεις της Τρόικα (Ε.Ε., Ε.Κ.Τ., Δ.Ν.Τ.) με την
Ελληνική κυβέρνηση για τα μέτρα που επέπρωτο να
ληφθούν για την ανασύνταξη της ελληνικής οικονομίας
και υπογράφηκε το σχετικό «Μνημόνιο». Μέτρα επώδυνα
στην καθημερινότητα των πολιτών, με ανατροπές στο
ασφαλιστικό, στο φορολογικό, στο μισθολογικό, στις
εργασιακές σχέσεις... Αναγκαίες ωστόσο ήταν οι
παρεμβάσεις του Μνημονίου σε ό,τι αφορά στις
απαραίτητες διαρθρωτικές αλλαγές στο στενό και
ευρύτερο Δημόσιο Τομέα και στην πάταξη της σπατάλης,
στην ουσιαστική μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού

82
συστήματος, στην επανασύσταση του αναποτελεσματικού
φοροεισπρακτικού μηχανισμού... κ.ά., παρεμβάσεις που
είχαν και καταστεί επείγουσες και όφειλαν να είχαν
αντιμετωπιστεί από χρόνια.
Το αντάλλαγμα για τα μέτρα αυτά ήταν η χορήγηση
δανείου προς την Ελλάδα ύψους 110 δις ευρώ (80 δις
από την Ευρωπαϊκή Ένωση και 30 δις από το Δ.Ν.Τ.)
καταβλητέου τμηματικά σε πολλές δόσεις. Ανά τρίμηνο οι
εκπρόσωποι των δανειστών (Τρόικα) θα προέβαιναν σε
έλεγχο της ελληνικής οικονομίας, θα παρακολουθούσαν
τις εξελίξεις στην επίτευξη των στόχων και θα ενεργούσαν,
αν χρειαζόταν, για λήψη διορθωτικών μέτρων. Κατά πόσο
το δάνειο αυτό ήταν αρκετό για να ξεπεράσει η χώρα την
κρίση, είναι ένα ερώτημα. Δυστυχώς, όσο βάθαινε η
κρίση, η προοπτική της ανάπτυξης απομακρύνονταν και η
βελτίωση των δημοσίων οικονομικών γίνονταν απρόσιτη.
Τα μέτρα που τελικά εφαρμόζονταν δεν μπορούσαν να
οδηγήσουν στη βελτίωση των δημοσίων οικονομικών,
ούτε πολύ περισσότερο στην ανάπτυξη. Μόνο προσωρινή
ανακούφιση θα μπορούσαν να προσφέρουν. Τα οριζόντια
μέτρα (μείωση μισθών και συντάξεων, αύξηση
φορολογίας ...), που προτάθηκαν από τη Τρόικα και
εφαρμόζονται για οκτώ συνεχή χρόνια – πλήττοντας τα
ασθενή στρώματα της κοινωνίας – είναι
αναποτελεσματικά και αδιέξοδα. Οδήγησαν σε
παρατεταμένη ύφεση και απομάκρυναν το στόχο της
ανάπτυξης, ενώ οι αναγκαίες δομικές και θεσμικές
83
μεταρρυθμίσεις στη Δημόσια Διοίκηση δεν
απετολμήθηκαν ακόμα.
Στις 9 Μαΐου 2010, συνεδρίασε το ECOFIN, δηλ. οι
Υπουργοί Εξωτερικών των 27 χωρών της Ε.Ε. και
αποφάσισαν τη δημιουργία ενός μόνιμου μηχανισμού
στήριξης των χωρών της Ευρωζώνης, που θα κινδύνευαν
να υποστούν κερδοσκοπικές επιθέσεις. Ο μηχανισμός
αυτός με τον καιρό αναπροσαρμόστηκε και εξελίχθηκε.
Σε ό,τι αφορά τη λειτουργία της Ευρωζώνης,
συζητείται ήδη έντονα, μέσα και έξω από την Ε.Ε., η
ολιγωρία που οι Ευρωπαίοι ηγέτες επέδειξαν μέχρι
σήμερα, παρά την επιδείνωση της κρίσης χρέους και τις
επιθέσεις των «αγορών», ενώ πλήθαιναν οι φωνές για
άμεση κινητοποίηση σε κεντρικό επίπεδο και η λήψη
οργανωμένων μέτρων, που θα συνέβαλε αποτελεσματικά
στην αποθάρρυνση των «αγορών» και θα οδηγούσε τις
χώρες της Ευρωζώνης στην έξοδο από την κρίση (τέλος
2010).

Ο στραγγαλισμός λοιπόν της ζήτησης που επέβαλε το


Δ.Ν.Τ. και η Ε.Ε. με το Μνημόνιο, βύθισε τη χώρα σε
χρόνια ύφεση. Τα οριζόντια μέτρα που επιβλήθηκαν από
την «Τρόικα» και εφαρμόστηκαν από τις Ελληνικές
κυβερνήσεις οδήγησαν αναπόφευκτα, στη μείωση της
ενεργού ζήτησης (κατανάλωση συν επένδυση), με ό,τι
αυτό συνεπάγεται: Μείωση της παραγωγής, μείωση των
κερδών, «αποεπένδυση», αύξηση της ανεργίας, μείωση

84
της φορολογητέας ύλης και των εισφορών στα
ασφαλιστικά ταμεία..., με κατάληξη ένα φαύλο κύκλο και
βαθιά και χρόνια ύφεση, ενώ συγχρόνως θα
δημιουργούσαν αρνητική ψυχολογία. Ειδικότερα, η
εμμονή στις δραματικές περικοπές των αμοιβών στον
ιδιωτικό τομέα – ήδη σημαντικά μικρότερες (οι αμοιβές)
από αυτές των εργαζομένων στο δημόσιο τομέα – είναι
επιεικώς ακατανόητη. Το διατυμπανιζόμενο συχνά
επιχείρημα από αξιωματούχους της Ε.Ε. και του Δ.Ν.Τ. ότι
έτσι θα μειωθεί το κόστος εργασίας και θα αυξηθεί η
ανταγωνιστικότητα της εθνικής οικονομίας, είναι αίολο. Η
βελτίωση της ανταγωνιστικότητας δεν επέρχεται, απλά, με
τη μείωση των αμοιβών, αλλά με την αύξηση της
παραγωγικότητας, η οποία με τη σειρά της εξαρτάται από
την εξειδίκευση, την εισαγωγή της νέας τεχνολογίας, την
οργάνωση, την αλλαγή νοοτροπίας, τις διαθρωτικές
αλλαγές που καταργούν τις αγκυλώσεις της οικονομίας
και της οργάνωσής της. Η βελτίωση της παραγωγικότητας
οδηγεί στη μείωση του κόστους εργασίας και επομένως
στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων
και της εθνικής οικονομίας. Αντίθετα, το υψηλό
λειτουργικό κόστος του στενού και ευρύτερου δημόσιου
τομέα, οφειλόμενο στους πελατειακούς διορισμούς
ακαταλλήλων, στις χαριστικές αμοιβές, στα «ρετιρέ»
μισθών και συντάξεων, στους υπεράριθμους, στη
διαπλοκή, στη νοοτροπία..., στη χαμηλή έως μηδενική
παραγωγικότητα, αποτελεί πράγματι το μεγαλύτερο
85
αναστολέα στην πρόοδο της χώρας και της οικονομίας
της.
Έτσι, παρά τις ειλημμένες αποφάσεις, οι αναγκαίες
διαρθρωτικές παρεμβάσεις στη Δημόσια Διοίκηση και
ιδιαίτερα στις ΔΕΚΟ... δεν αποτολμήθηκαν ακόμα. Οι
αποκρατικοποιήσεις περιμένουν, οι χαριστικές αμοιβές
συνεχίζονται, το ενιαίο μισθολόγιο καρκινοβατεί, η
θρασύτατη σπατάλη δημοσίου χρήματος παραμένει
αμείωτη, οι κομματικά διορισμένοι στο Δημόσιο,
αργόσχολοι, παραμένουν στις θέσεις τους και
απολαμβάνουν τις αργομισθίες τους, μαζί τους και οι
επίορκοι δημόσιοι λειτουργοί, η φοροδιαφυγή καλπάζει
το ίδιο έντονα, ο αναξιόπιστος φοροεισπρακτικός
μηχανισμός «αλωνίζει»... Η κυβέρνηση, άτολμη,
παραμένει απλός θεατής ή «χαϊδεύει» τους εργαζομένους
του στενού και ευρύτερου δημόσιου τομέα. (Α΄ εξάμηνο
2011).

Είναι αυτονόητο ότι, για να υπάρξει εξυγίανση και


βιώσιμη ευημερία, θα πρέπει το επίπεδο ζωής των
εργαζομένων να συμβαδίζει με τον ρυθμό ανάπτυξης της
χώρας (και την παραγωγικότητα τους). Αυτό σημαίνει ότι,
όσοι ονειρεύονται να επανέλθουν σύντομα – και
ακούραστα στο πρότερο ασύδοτο καθεστώς, θα
απογοητευτούν. Η ευθυγράμμιση του επιπέδου ζωής με
το ρυθμό ανάπτυξης και την παραγωγικότητα θα
απαιτήσει πολλά χρόνια σκληρής δουλειάς και λιτότητας.

86
Μέχρι τότε, θα χρειαστεί να αλλάξει η νοοτροπία των
πολιτών και να προσαρμοστεί σε μια άλλη
πραγματικότητα. Θα πρέπει να αρκεστούν στο εφικτό (και
με προσπάθεια) και όχι στο επιθυμητό (και χωρίς
προσπάθεια). Θα πρέπει να πάψουν να μεμψιμοιρούν ή
να αναζητούν εύκολες πηγές πλουτισμού, αμφιλεγόμενης
προέλευσης. Η χώρα, στο πλαίσιο της Ε.Ε. – και του καλώς
εννοούμενου συμφέροντος της – οφείλει να αντιμετω-
πίσει το μέλλον της με σύνεση και ρεαλισμό και οι πολίτες
να συμπαραταχθούν σε αυτό.
Όσο πλησίαζε το τέλος του 2010, άρχισε να ωριμάζει
η σκέψη - τόσο στην Ελλάδα, όσο και, κυρίως, στους
δανειστές της - για παράταση του χρόνου αποπληρωμής
του δανείου του «Μηχανισμού Στήριξης» των 110 δις,
καθώς και για μείωση του επιτοκίων δανεισμού, που είχαν
αρχικά αποφασιστεί. Όμως, αυτό δεν θεωρείται πλέον,
αρκετό για να βοηθήσει την Ελλάδα να διαχειριστεί το
υπέρογκο δημόσιο χρέος της (την περίοδο 2012-2015) και να
βγει από την κρίση. Στο τέλος του 2010, το δημόσιο χρέος
διέγραφε μια έντονη τάση συνεχούς επιδείνωσης. Για
αυτό άρχισαν να πληθαίνουν οι φωνές, τόσο μέσα στην
Ε.Ε., όσο και εκτός αυτής – από ευρωπαϊκούς και διεθνείς
κύκλους – για αναδιάρθρωση του συνολικού χρέους της
Ελλάδας, που θα περιλάβει, πιθανότατα, την επιμήκυνση
του χρόνου αποπληρωμής του, τη μείωση των επιτοκίων
δανεισμού και, ίσως, τη μερική διαγραφή του...,
προκειμένου οι δανειστές της να μη χάσουν τα χρήματά
87
τους – κυρίως οι γερμανικές και οι γαλλικές τράπεζες – ,
με αντάλλαγμα τη σκληρή και μακροχρόνια λιτότητα στη
χώρα.
Οφείλουμε ωστόσο να επισημάνουμε ότι, αν τελικά η
Ελλάδα οδηγηθεί στην αναδιάρθρωση του υπέρογκου
χρέους της – με φιλική ή όχι διαδικασία – χωρίς να λύσει
τα χρόνια προβλήματά της, δηλαδή χωρίς να
αντιμετωπίσει τα αίτια που δημιούργησαν τα ελλείμματα
και το χρέος, και συγχρόνως αν οι πολιτικές δυνάμεις και
η κοινωνία δεν αλλάξουν νοοτροπία, τότε το δημόσιο
χρέος, πολύ σύντομα, θα επανέλθει στις σημερινές
ανεπίτρεπτες διαστάσεις. Η χώρα θα περιφέρεται στην
Ε.Ε., δίκην επαίτη, και θα εκλιπαρεί για βοήθεια, με ό,τι
αυτό μπορεί να σημαίνει για την ευημερία του λαού της
και τη διεθνή αξιοπιστία της.
Το καλοκαίρι του 2011 (Ιούλιος) αποφασίσθηκε από
τους εταίρους στην Ευρωζώνη ένα νέο «πακέτο
διάσωσης» της χώρας, ποσού 159 δισ. ευρώ, εκ των
οποίων τα 109 δισ. ευρώ θα συνεισέφερε η Ευρωζώνη.
Από αυτά τα τελευταία (δηλ. τα 109 δισ. €), τα 49 δισ.
ευρώ αφορούσαν το υπόλοιπο του δανείου των 110 δισ.
ευρώ. Ο ιδιωτικός τομέας θα εισέφερε, μέχρι το 2014,
κοντά στα 50 δισ. € από ανταλλαγή ή/και επαναγορά
ελληνικών ομολόγων. Το επιτόκιο θα ήταν χαμηλό –
περίπου 3,5% – η περίοδος αποπληρωμής του δανείου θα
ήταν από 15 έως 30 χρόνια με περίοδο χάριτος 10

88
χρόνια. Επί πλέον, αποφασίσθηκε να ενισχυθεί το
Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας
(EFSF), προκειμένου να αντιμετωπιστεί τυχόν εξάπλωση
της κρίσης χρέους, που θα απειλούσε τη σταθερότητα της
Ευρωζώνης.
Μετά την παραίτηση της Ελληνικής Κυβέρνησης
(ΠΑΣΟΚ) και το σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας
(ΠΑΣΟΚ, Ν.Δ., ΛΑ.Ο.Σ.) με εξωκοινοβουλευτικό
Πρωθυπουργό, νέα συμφωνία, σε αντικατάσταση της
προηγούμενης, τον Οκτώβριο του 2011, προέβλεπε την
εθελοντική διαγραφή κατά 50% (το Φεβρουάριο 2012
οριστικοποιήθηκε στο 53,5%) των ελληνικών ομολόγων
που βρίσκονταν στα χέρια ιδιωτών (π.χ. τραπεζών),
συνολικής αξίας 206 δισ. ευρώ. Σε αντάλλαγμα, η Ελλάδα
υποβλήθηκε σε δεκαετή λιτότητα. Από την εθελοντική
διαγραφή το δημόσιο χρέος αναμένονταν να μειωθεί
κατά 103 δισ. ευρώ.
***
Μέσα, στο 2014 άρχισε να φαίνεται μια σύντομη
αναλαμπή ελπίδας στο τούνελ της απελπισίας: Το
Ευρωπαϊκό κλίμα έναντι της Ελλάδας έγινε ευνοϊκότερο,
τα δημοσιονομικά μεγέθη βελτιώθηκαν (και το
πρωτογενές πλεόνασμα έκανε δειλά την εμφάνισή του),
τα spreads και τα επιτόκια δανεισμού υποχώρησαν η
πιστοληπτική ικανότητα της χώρας ενεθάρρυνε, οι
Διεθνείς Αγορές έδειχναν να εμπιστεύονται την Ελλάδα, η

89
απόπειρα δανεισμού της χώρας από τις Αγορές κρίθηκε
επιτυχής, οι επενδυτές άρχισαν να δείχνουν το
ενδιαφέρον τους, η έξοδος από την κρίση φαίνονταν
εφικτή και η ανάκαμψη της οικονομίας κοντά.
2.7. Η Ελλάδα υποτροπιάζει.
Αυτά συνέβαιναν μέχρι το τέλος του 2014.
Οι εκλογές της 25ης Ιανουαρίου 2015, έφεραν στην
εξουσία την αριστερή κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Κι εκεί που
φάνηκε ότι άρχισε να ανατέλλει ο ήλιος της Ελλάδας – στο
τέλος του 2014 – εμφανίστηκε ξανά ενισχυμένο το
πελατειακό πολιτικό σύστημα (με τη μορφή της
κυβέρνησης αυτής) για να ανατρέψει την κατάσταση. Η
Ελλάδα υποτροπίασε αμέσως. Η νέα κυβέρνηση με
ψεύδη και παλικαρισμούς – ανασύροντας από το
παρελθόν παλαιοκομματικές τακτικές – αναρριχήθηκε
στην εξουσία και οδήγησε τη χώρα πολλά χρόνια πίσω, με
θύματα τους μη προνομιούχους Έλληνες και την
πραγματική οικονομία, που σήκωναν το βάρος της κρίσης.
Η ελληνική κοινωνία αποδείχθηκε για πολλοστή φορά
ευκολόπιστη (ή ιδιοτελής) και υπέγραψε με την ψήφο της
την καταδίκη της πατρίδας. Η χώρα βυθίστηκε ξανά στο
βαθύ σκοτάδι. Το μέλλον φαίνονταν ξανά ζοφερό και
αβέβαιο. Η Ευρώπη, γέννημα/καρπός του αρχαίου
ελληνισμού, απείλησε με έξωση από τους κόλπους της το

90
γεννήτορά της.1 Η νέα κυβέρνηση το πρώτο πράγμα που
έκανε ήταν να προσφέρει προστασία στο πελατειακό
κράτος, αυτό που έφερε τη χώρα στην παρούσα
κατάσταση.
Η πορεία των γεγονότων οδήγησε την Ελλάδα στο
κατώφλι της εξόδου από τη Ζώνη του Ευρώ. Διακυβεύτηκε
η πορεία της στην Ευρώπη που είχε οραματιστεί και είχε
κάνει πράξη ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, παρά τις
εσωτερικές αντιστάσεις που συνάντησε. Αντιστάσεις που
δεν οφείλονταν σε διαφορετική πολιτική άποψη, αλλά σε
αντιπολιτευτική τακτική με κίνητρο τη νομή της εξουσίας,
παραλλαγμένη με το μανδύα της ιδεολογίας.
Στη Μαραθώνια συνεδρίαση της Συνόδου Κορυφής
στις 12 Ιουλίου 2015, αποφασίστηκε η χορήγηση ενός
νέου δανείου στην Ελλάδα, ύψους 86 δισ. ευρώ για τρία
χρόνια (τα 40 δισ. ευρώ περίπου επιβάρυναν το δημόσιο
χρέος και τα υπόλοιπα 46 δισ. αφορούσαν την κάλυψη
τοκοχρεολυσίων) και φυσικά υπογράφηκε το τρίτο
Μνημόνιο με τους σκληρούς όρους που συνόδευαν τη
συμφωνία.
Οι σφοδρές κομματικές αντιπαραθέσεις θα ‘πρεπε
πλέον να έχουν καταλαγιάσει, μέσα στη Δίνη της κρίσης.
Κοινός στόχος όλων θα ’πρεπε να είναι η σωτηρία της

1
Βλ. Διον. Δ. Κοντογιώργης, Η Ελλάδα στη Δίνη της Οικονομικής Κρίσης, 2008-
2015, Αθήνα 2016. Ηλεκτρονική έκδοση, Διαδίκτυο
https://dionysioskontogiorgis.blogspot.gr
91
πατρίδας. Αν από το 2010, που η κρίση χτύπησε για καλά
την πόρτα της Ελλάδας, είχε επιτευχθεί η απαραίτητη
συσπείρωση των πολιτικών δυνάμεων και της κοινωνίας,
έναντι της απειλής της κρίσης και είχε χτυπηθεί το κακό
στη ρίζα του, σήμερα η Ελλάδα θα ήταν μια άλλη χώρα.
Ακόμα κι αυτή την κρίσιμη στιγμή, το πολιτικό
σύστημα και το ιδιοτελές εκείνο τμήμα της κοινωνίας, που
περιφέρεται ως κινούμενη άμμος – ζητώντας στέγη και
προστασία κάτω από το πολιτικό σύστημα με αντάλλαγμα
την ψήφο του για να μη χάσει τα κεκτημένα του –
συνεργάστηκαν με αμφίδρομη ιδιοτέλεια, παρότι ξέρουν
ότι έτσι οδηγούν τη χώρα στην άβυσσο.
Ο λαϊκισμός ευημερεί εκεί που επικρατεί άγνοια των
πολιτών για το πραγματικό τους συμφέρον, μέσα στις
υποβαθμισμένες περιοχές, εκεί που επικρατεί
«πρωτογονισμός» στην κοινωνία. Εκεί που το κριτήριο για
το πραγματικό συλλογικό συμφέρον είναι συγκεχυμένο
και οι ψηφοφόροι είναι εύκολα θύματα ψευδών
υποσχέσεων.
Για τον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας δεν έκανε μέχρι
τώρα τίποτα καμία κυβέρνηση της κρίσης. Ούτε τώρα
φαίνεται ότι θα κάνει η κυβέρνηση της αριστεράς, παρότι
ο τομέας αυτός μπορεί, αν υποστηριχθεί σοβαρά, να
κινήσει τη διαδικασία ανάπτυξης της χώρας, να αυξήσει
τα έσοδα του κράτους και τις εισφορές στα ασφαλιστικά
ταμεία. Με τις τακτικές της κυβέρνησης αυτής μόνο ο

92
κρατικισμός υπηρετείται. Τακτικές που υπηρέτησαν μέχρι
σήμερα κυρίως οι κεντρώες κυβερνήσεις και οι
συνδικαλιστικές οργανώσεις.
Το μεταναστευτικό / προσφυγικό πρόβλημα έγινε
οξύτατο. Κύματα προσφύγων συνέρρεαν στα νησιά του
Αιγαίου..., με την αμετροεπή πολιτική της αριστερής
κυβέρνησης. Η κατάσταση στη χώρα μέσα σε έξι μήνες
(Ιανουάριος-Ιούνιος 2015) έγινε δραματικά χειρότερη σε
όλα τα μέτωπα.
Η συνέχιση αυτής της αρρωστημένης κατάστασης,
μπορεί να έχει οδυνηρές συνέπειες και σε άλλα μέτωπα
που απειλούν τη χώρα, όπως οι διεκδικήσεις της Τουρκίας
στο Αιγαίο (και στην Κύπρο), καθώς και αυτές των ομόρων
χωρών από βορρά κ.λπ. Η εξάρτηση της χώρας από τους
δανειστές της, αποδυναμώνει τη διαπραγματευτική της
ικανότητα.
Η Ελλάδα σήμερα είναι αδύναμη λόγω της
οικονομικής κρίσης που τη μαστίζει και το μόνο στήριγμα
για προστασία που έχει, είναι η συμμετοχή της ως πλήρες
μέλος στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Αν βρεθεί μόνη και
αδύναμη έξω από την Ε.Ε., στο περιθώριο των εξελίξεων,
κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί για την τύχη της.
Στο σημείο αυτό αξίζει να μνημονεύσουμε και τα
εξής:
 Κατά πληροφορίες, το καλοκαίρι του 2017, οι μόνιμοι
δημόσιοι υπάλληλοι ήταν περίπου 566.000 και οι
93
έκτακτοι περί τους 69.000. Σύνολο 635.000 άτομα. Οι
νεοπροσληφθέντες από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ τα
2,5 τελευταία χρόνια (2015-2017) – υπολογίζονται σε
45.000 άτομα – ανέβασαν το συνολικό αριθμό των
δημοσίων υπαλλήλων στους 680.000. Κατ’ άλλους σε
713.000. Η μείωσή τους σε σχέση με την ηλεκτρονική
απογραφή του 2010 οφείλεται στη συνταξιοδότηση
130.000 περίπου δημοσίων υπαλλήλων κατά τη διάρκεια
της κρίσης. Το κόστος ωστόσο του Δημοσίου δεν
μειώθηκε, αφού οι αποχωρήσαντες (οικειοθελώς) αντί
μισθού παίρνουν τη σύνταξή τους. Επίσης, ο αριθμός των
φορέων του Δημόσιου από 227 το 2015, έφτασε στους
374 και τα Ν.Π.Δ.Δ. από 1068 το 2015 ανήλθαν σε 1211, το
2017. Το πελατειακό Κράτος με τον κομματικό στρατό
«αυξάνεται και πληθύνεται».
 Η ανεργία το 2017 (Αύγουστος) κατέγραψε ποσοστό

22% περίπου ενώ το επενδυτικό κλίμα παρέμεινε


αρνητικό. Οι επενδυτές δεν εμπιστεύονταν ακόμα την
Ελλάδα. Το δημόσιο χρέος βρίσκονταν κοντά στο 180%
του ΑΕΠ, ενώ οι οφειλόμενοι φόροι των ιδιωτών προς το
Δημόσιο έφτασαν τα 100 δισ. ευρώ και οι οφειλόμενες
εισφορές στα ασφαλιστικά ταμεία τα 35 δισ. ευρώ,
περίπου.
 Η ανάπτυξη της οικονομίας έτρεχε με ρυθμό 0,8% το

2017 (Αύγουστος), ενώ η κυβέρνηση ανέμενε να κλείσει η


χρονιά αυτή στο 2% περίπου.

94
 Από την ένταξη της Ελλάδας ως πλήρες μέλος στην Ε.Ε.
το 1981 μέχρι σήμερα (2017) εισέρρευσαν (σύμφωνα με
ανακοινώσεις) στη χώρα 82,2 δισ. ευρώ, ως ενισχύσεις με
τη μορφή των διαφόρων πακέτων (Delor, ΕΣΠΑ ...) για τη
δημιουργία υποδομών, την εκπαίδευση των εργαζομένων,
τις μεταφορές, την περιφερειακή ανάπτυξη... Δεν
κρύβεται ότι μεγάλο μέρος του ποσού αυτού,
σπαταλήθηκε για την ικανοποίηση πελατειακών σχέσεων
του πολιτικού συστήματος και όχι για το σκοπό που
χορηγήθηκε.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν επίσης και οι παρακάτω
παρατηρήσεις:
 Η εμμονή των θεσμών για πρωτογενή πλεονάσματα της
τάξης του 3,5%, είναι επιεικώς παράλογη. Θα στραγγίσει
την ελληνική οικονομία από ρευστότητα, θα μειώσει το
διαθέσιμο εισόδημα, θα καταπνίξει τη ζήτηση – άρα δεν
προσφέρει στην ανάπτυξη – , ενώ οι δημόσιες δαπάνες
(σπατάλες) δεν τιθασεύονται για πελατειακές
σκοπιμότητες. Αντίθετα, η άμεση αποκλιμάκωση του 3,5%
των πρωτογενών πλεονασμάτων, θα απελευθέρωνε
πολύτιμους πόρους στη μαστιζόμενη οικονομία και μαζί
με ένα σοβαρό πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων, θα
αποτελούσε τη μηχανή εκκίνησης της ανοδικής πορείας
της ελληνικής οικονομίας.1 Το επικαλούμενο ενίοτε από

1
Είναι γνωστό ότι τα λαμβανόμενα μέτρα συνεχίζουν να είναι άκρως
υφεσιακά.
95
τους θεσμούς επιχείρημα ότι με τα υψηλά πλεονάσματα η
Ελλάδα θα εξοφλήσει συντομότερα τα χρέη της στους
ευρωπαίους εταίρους, είναι ανυπόστατο. Σε μια
οικονομία σε παρατεταμένη στασιμότητα, τα
επιβαλλόμενα υψηλά πλεονάσματα πεδικλώνουν την
ανάπτυξη και άρα δεν μπορούν να είναι για πολύ χρόνο
επιτεύξιμα. Εξ άλλου, είναι γνωστό ότι τα επιτόκια
δανεισμού της Ελλάδας από τις Ευρωπαϊκές χώρες είναι
υψηλότερα από αυτά που οι ίδιες καταβάλλουν στις
διεθνείς Αγορές. Το ισοζύγιο είναι θετικό για αυτές. Κατά
συνέπεια δεν βλάπτονται, ούτε έχουν λόγους να
ανησυχούν.
 Η επιμονή της Ελληνικής κυβέρνησης για άμεση

αναδιάρθρωση (ελάφρυνση) του Ελληνικού χρέους έχει


κυρίως επικοινωνιακά κίνητρα. Χωρίς να παραβλέπεται η
σημασία της ελάφρυνσης (πολύ σημαντική
αναμφισβήτητα), όσο δεν αντιμετωπίζονται, οι χρόνιες
παθογένειες (δομικές και θεσμικές) της χώρας, το δημόσιο
χρέος, θα επανέλθει σύντομα στα σημερινά αδιέξοδα,
όποια και αν είναι η αναδιάρθρωση. Η κακοδαιμονία της
Ελλάδας είναι συνέπεια της αποσύνθεσης του Κράτους
(Δημόσια Διοίκηση και Πολιτικό Σύστημα).
 Τελευταία, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ αναμασά τάχα την

ανάγκη για προσέλκυση επενδύσεων, τις οποίες όμως το


κόμμα τις πολεμάει με κάθε τρόπο. Οι αναχρονιστικές
ιδεοληψίες των παραγόντων του ΣΥΡΙΖΑ αντιστέκονται,
ενώ οι τακτικισμοί της κυβέρνησης... δεν πείθουν. Όσον
96
δεν εξυγιαίνεται, ριζικά, το Κράτος, τα λόγια αποτελούν
απλά επικοινωνιακές ρητορείες.
 Το 50% του ετήσιου ΑΕΠ της χώρας πηγαίνει κάθε

χρόνο στη φορολογία. Αν λάβει κανείς υπόψη του ότι


υπάρχουν ομάδες πληθυσμού που φοροδιαφεύγουν και
άλλες που έχουν ευνοϊκό καθεστώς φορολόγησης, η
επιβάρυνση για τον υπόλοιπο συνεπή πληθυσμό είναι
μεγαλύτερη. Κι αυτό παίρνει σοβαρότερες διαστάσεις,
γιατί δεν υπάρχει ανταποδοτικότητα στους πολίτες σε
υπηρεσίες από το Κράτος (υγεία, παιδεία, πρόνοια,
δημόσια διοίκηση...). Είναι αυτονόητο ότι το ποσοστό
αυτό είναι από τα υψηλότερα της Ευρώπης, όπου οι
παρεχόμενες υπηρεσίες από το Κράτος, εκεί, είναι
ασύγκριτα καλύτερες.
 Στη διεθνή οικονομική ορολογία διαφέρει η έννοια της

Ανάπτυξης από την έννοια της Μεγέθυνσης. Η ανάπτυξη


περιέχει κυρίως ποιοτικά μεγέθη (π.χ. βελτίωση του
ανθρώπινου δυναμικού και αλλαγές στις δομές και στους
θεσμούς του Κράτους). Η Μεγέθυνση αντίθετα περιέχει
ποσοτικά μεγέθη, δηλ. μεταβολή των ποσοτικών δεικτών
της οικονομίας. Στην Ελλάδα, όταν οι πολιτικοί
αναφέρονται στην ανάπτυξη εννοούν αποκλειστικά την
μεταβολή των ποσοτικών μεγεθών. Για τις ποιοτικές
αλλαγές σιωπούν.

97
2.8. Τι χρειάζεται να γίνει.
Όπως φάνηκε απ’ όσα προηγήθηκαν, η κρίση στην
Ελλάδα έχει αρχή και τέλος στο Κράτος. «Αρχή», γιατί οι
χρόνιες παθογένειες του Κράτους έφεραν την κρίση στη
χώρα. «Τέλος», γιατί μόνο με οριστική εξυγίανση του
Κράτους, θα βγει η χώρα από την κρίση. Αν από το 2009 η
χώρα είχε υποβληθεί στη βάσανο της αντιμετώπισης της
επερχόμενης λαίλαπας της κρίσης, με μέτρα
ριζοσπαστικά, δηλαδή με τη δυναμική ρήξη με το
κατεστημένο κομματικό Κράτος, σήμερα η κατάσταση θα
ήταν διαφορετική και η Ελλάδα θα ήταν μια άλλη χώρα.
Η ριζική εξυγίανση του Κράτους και η βελτίωση της
αποτελεσματικότητάς του, θα οδηγούσε – ας το
επαναλάβουμε – στη μείωση του λειτουργικού κόστους
και στη γρήγορη περιστολή των δημοσίων ελλειμμάτων
(έως και στην εξάλειψή τους), η χώρα θα είχε λιγότερη
ανάγκη (έως καθόλου) της στήριξης των εταίρων της στην
Ευρωζώνη και φυσικά του Δ.Ν.Τ., θα έβγαινε πολύ
γρήγορα στις «αγορές», αν η ανάγκη το επέβαλε και θα
δανείζονταν με λογικά επιτόκια, θα έλλειπε όλη εκείνη η
παραφιλολογία για έξοδο της χώρας από το ευρώ, που
δημιούργησε ανασφάλεια στους επενδυτές, προκάλεσε
φυγή των καταθέσεων και έφερε το «κούρεμα» του
ελληνικού χρέους, που έπληξε κυρίως τις ελληνικές
τράπεζες... Η μείωση των spreads και των επιτοκίων
δανεισμού του Ελληνικού Κράτους θα άνοιγε το δρόμο

98
στις ελληνικές τράπεζες να αντλούν δανειακά κεφάλαια με
συμφέροντες όρους από την ευρωπαϊκή και διεθνή
αγορά. Άρα, η ρευστότητα στην ελληνική αγορά θα ήταν
επαρκής, οι επιχειρήσεις θα είχαν τη δυνατότητα να
δανειοδοτούνται με άνεση και χαμηλά επιτόκια – στο
επίπεδο περίπου αυτών, των υγιών οικονομιών της
Ευρώπης – πολύ λιγότερες επιχειρήσεις θα αποσύρονταν
από την αγορά και πολύ λιγότεροι εργαζόμενοι του
ιδιωτικού τομέα θα έβγαιναν στην ανεργία. Η ύφεση θα
είχε μικρότερη διάρκεια και θα είχαν αποφευχθεί τα
οριζόντια μέτρα που έπληξαν περισσότερο τα αδύνατα
εισοδήματα. Σύντομα η χώρα θα έβγαινε από την κρίση
και η ανάπτυξη θα ήταν δεδομένη. Το επιχείρημα που
εκπέμπεται από τους συνδικαλιστές και τα πολιτικά
κόμματα, ότι οι απολύσεις (εξυγίανση) στο Δημόσιο δεν
θα μείωναν την ανεργία στον ιδιωτικό τομέα είναι αίολο
και υποκριτικό.
Είναι φανερό ότι η οικονομική κρίση στην Ελλάδα έχει
άμεση σχέση με τις δυσλειτουργίες του Κράτους και το
δυσβάσταχτο λειτουργικό κόστος μαζί με τις μετριότητες
που υπηρετούν την πολιτική εξουσία, ανεξαρτήτως
κόμματος. Θα ήταν ευχής έργο, η κρίση αυτή να
αποτελέσει, τουλάχιστο, την ευκαιρία για μια καινούργια
αρχή, να καταργήσει τις αγκυλώσεις και να εξυγιάνει τη
λειτουργία του Κράτους. Ακόμα, να συμβάλλει στη ριζική
αλλαγή της νοοτροπίας των ηγεσιών των συνδικάτων και

99
στην απομάκρυνσή τους από τον εναγκαλισμό τους με την
πολιτική εξουσία.
Είναι εντούτοις απορίας άξιο πως, ενώ η κρίση στην
Ελλάδα είναι συνέπεια, εν πολλοίς, των δυσλειτουργιών
του δημόσιου τομέα, όλο σχεδόν το βάρος για την έξοδο
της χώρας από την κρίση επωμίζεται ο ιδιωτικός τομέας. Η
ανεργία για παράδειγμα τροφοδοτείται κατ’
αποκλειστικότητα από τον ιδιωτικό τομέα. Στο δημόσιο
τομέα, ο οποίος συντηρεί στρατιές αργόσχολων,
κομματικά διορισμένων, δεν υπάρχει ανεργία. Όλοι
παραμένουν βολεμένοι στη θέση τους, ακόμα και τώρα
που βαθαίνει όλο και περισσότερο η κρίση. Και φυσικά
κατά παράβαση του Συντάγματος (άρθρο 4), που ορίζει
ισότητα στα δικαιώματα και στις υποχρεώσεις όλων των
Ελλήνων πολιτών. Η (κάθε) κυβέρνηση φαίνεται ότι
φοβάται τη ρήξη με τις συντεχνίες και το κομματικό
Κράτος, που λυμαίνονται το δημόσιο χρήμα, γι’ αυτό και
αδρανεί επικίνδυνα.
Η λύση λοιπόν στο πρόβλημα της χώρας, βρίσκεται
στη δραστική μείωση του Κράτους, στις εκ βάθρων
αλλαγές στο στενό και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, στις
δομές και στις νοοτροπίες, που θα οδηγήσουν στην
περιστολή της εξωφρενικής δημόσιας δαπάνης και της
καταλήστευσης των κρατικών ταμείων, στην πάταξη της
φοροδιαφυγής και εισφοροδιαφυγής με μηχανισμούς που
μηδενίζουν τη διαπλοκή, στην διάλυση του κατεστημένου

100
κομματικού Κράτους, που υποθάλπει τη διαφθορά και τις
πελατειακές σχέσεις και πολλαπλασιάζει τους
κρατικοδίαιτους, στον εξορθολογισμό των αμοιβών των
εργαζομένων στο Δημόσιο (ενιαίο μισθολόγιο), που θα
οδηγήσει στην κατάργηση των αναρίθμητων επιδομάτων
και άλλων χαριστικών αμοιβών, στην εξάλειψη των
προνομιούχων των ασφαλιστικών ταμείων, στην
εφαρμογή ενός μελετημένου και αυστηρού
οργανογράμματος των υπηρεσιών του Δημοσίου,
σύμφωνα με τις ανάγκες του Κράτους, με σαφή
περιγραφή των εργασιών κάθε θέσης (job description),
που θα διευκολύνει τις διαδικασίες, θα ελαχιστοποιήσει
τη γραφειοκρατία, θα απομακρύνει τους αργόσχολους και
τους επίορκους, θα αυξήσει την παραγωγικότητα και θα
βελτιώσει το λειτουργικό κόστος και μαζί την
ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.
Άρα, επιβάλλεται επάνδρωση του οργανογράμματος
αυτού με στοχευμένες προσλήψεις, εξειδικευμένο
προσωπικό, κατάλληλο για τη θέση που προορίζεται και
επιλογή του με αυστηρά αξιοκρατικά κριτήρια.
Αναδιάρθρωση και εξυγίανση των ΔΕΚΟ (συγχωνεύσεις,
καταργήσεις...), των ΟΤΑ, των ασφαλιστικών ταμείων, των
νοσοκομείων... Αποκρατικοποιήσεις, που θα απαλλάξουν
το Δημόσιο από το κοστολογικό βάρος και θα εισφέρουν
έσοδα στο Κράτος, σταθερό φορολογικό σύστημα με
αναπτυξιακό προσανατολισμό, αξιοποίηση (και χρηστή
διαχείριση) των χρηματοδοτήσεων που προέρχονται από
101
τα Ευρωπαϊκά Ταμεία, αξιοποίηση της δημόσιας ακίνητης
περιουσίας, δημιουργία ελκυστικών συνθηκών για την
προσέλκυση παραγωγικών επενδύσεων (ξένων και
ντόπιων κεφαλαίων), μέτρα για την ενίσχυση των στρατη-
γικών τομέων της οικονομίας, που παρουσιάζουν
συγκριτικό πλεονέκτημα (όπως ο τουρισμός, η εμπορική
ναυτιλία, οι πλουτοπαραγωγικοί πόροι της χώρας...),
δημόσια έργα, άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων,
κεφαλαιακή ενίσχυση των τραπεζών που θα επαναφέρει
τη ρευστότητα στην αγορά, «σπάσιμο» των καρτέλ και
απρόσκοπτη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, που θα
οδηγήσει σε εξισορρόπηση των τιμών... Μα πάνω απ’
όλα, αλλαγή νοοτροπίας των πολιτικών και όλων όσων
επανδρώνουν και διοικούν το στενό και τον ευρύτερο
δημόσιο τομέα. Οι ασχολούμενοι μέχρι τώρα με τα κοινά
είναι, οι περισσότεροι, μετριότητες που διακατέχονται
από την ακατάσχετη βουλιμία για εξουσία και πλουτισμό
και μόνο γι’ αυτό. Χρειάζονται λοιπόν δομικές και
θεσμικές μεταρρυθμίσεις. Στην Ελλάδα και στην Ευρώπη,
πολλοί μιλούν για μεταρρυθμίσεις, αμφιβάλλω όμως αν
γνωρίζουν το ακριβές περιεχόμενό τους.
Μέσα από τις επιδιώξεις αυτές, θα επέλθει
ελάφρυνση του λειτουργικού κόστους και βελτίωση της
παραγωγικότητας του δημόσιου τομέα, θα αυξηθεί η
ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, θα
αναζωογονηθεί η αγορά και θα επανεκκινήσει η
ανάκαμψη. Η έξοδος της χώρας από την κρίση και η
102
επαναφορά της σε τροχιά ανάπτυξης θα οδηγήσει σε
μείωση των ελλειμμάτων και του δημόσιου χρέους και
επομένως σε απεξάρτηση της χώρας από τις «διεθνείς
αγορές», με την προϋπόθεση ότι θα υπάρξει ριζική
αλλαγή της λειτουργίας του Κράτους και της νοοτροπίας
του πολιτικού συστήματος και, φυσικά, αποδέσμευση της
λειτουργίας του Κράτους από τις εναλλαγές των πολιτικών
κομμάτων στην εξουσία.
Τα κόμματα, δυστυχώς, έχουν υποστεί ανεπανόρθωτη
φθορά και επιδίδονται για να επιβιώσουν σε
επικοινωνιακά τεχνάσματα και πελατειακές σχέσεις, στην
καπηλεία των ασθενέστερων στρωμάτων της κοινωνίας,
στο λαϊκισμό, στον καιροσκοπισμό, στη συκοφαντία...
Ο νέος κύκλος ανάπτυξης, στη χώρα, δεν αρκεί να
στηρίζεται μόνο σε, ποσοτικά μεγέθη, χρειάζεται
πρωτίστως να εμφορείται από «αρχές και αξίες».
Ο μόνος τρόπος να καταφέρει η Ελλάδα υπερασπιστεί
τον Ευρωπαϊκό προσανατολισμό της και την παραμονή
της στη Ζώνη του Ευρώ, είναι να απομονώσει και να
αποβάλει τις αντιδραστικές συντεχνίες, να ανασυντάξει τις
υγιείς πολιτικές δυνάμεις, να ενισχύσει την κοινωνική
συνοχή της και να προωθήσει την ανάπτυξή της, που θα
οδηγήσει στην πραγματική σύγκλιση με τις ευρωπαϊκές
χώρες. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί, αν εστιάσει στη
δημοσιονομική πειθαρχία με υπεύθυνες πολιτικές και στις
βαθιές τομές, που θα αλλάξουν τη μορφή του Κράτους και

103
του παραγωγικού της μοντέλου. Ο στρατηγικός
σχεδιασμός από μηδενική βάση είναι αναπόφευκτος.
Για να ανατραπεί το κλίμα της απαισιοδοξίας λαού
και παραγόντων της οικονομίας και να αποκατασταθεί η
έλλειψη εμπιστοσύνης στη χώρα και στο πολιτικό της
σύστημα, χρειάζεται τα μέτρα που λαμβάνονται, να
αποδώσουν θετικό δημοσιονομικό αποτέλεσμα, ώστε να
γίνει ορατή η έξοδος (της χώρας) από την κρίση και η
επανεκκίνηση της ανάκαμψης. Να καταστεί ο δημόσιος
τομέας ευλύγιστος και αποτελεσματικός και ο ιδιωτικός
τομέας τολμηρός και ανταγωνιστικός στην εθνική και
διεθνή αγορά και να ενθαρρυνθούν πρωτοβουλίες που
μεγεθύνουν το παραγωγικό δυναμικό της χώρας. Τα μέτρα
αυτά χρειάζεται να ενσωματωθούν σε ένα
μακροπρόθεσμο (στρατηγικό) σχεδιασμό με
συγκεκριμένους, ξεκάθαρους και ρεαλιστικούς στόχους.
Είναι αυτονόητο ότι οι αλλαγές που
πραγματοποιήθηκαν μέχρι τώρα είναι ανεπαρκείς και δεν
στοχεύουν στον πυρήνα του προβλήματος. Χρειάζεται μια
ολοκληρωμένη στρατηγική που υπερβαίνει το Μνημόνιο,
για να βγει η χώρα από την κρίση. Κι αυτό πρέπει να γίνει
άμεσα. Η ανάκαμψη δεν μπορεί να στηριχθεί σε
περιστασιακά μέτρα. Επιβάλλεται η κινητοποίηση του
ιδιωτικού τομέα, αλλά αυτό είναι δύσκολο να γίνει, όσο
παραμένουν οι χρόνιες αγκυλώσεις της Δημόσιας Διοίκη-
σης, όσο διαιωνίζονται τα δημόσια ελλείμματα, όσο

104
υπάρχει κλίμα αβεβαιότητας και δυσπιστίας στην
ελληνική οικονομία. Άρα, χρειάζεται να υπάρξει
εμπιστοσύνη, φιλικό περιβάλλον για καινοτόμες
επιχειρηματικές πρωτοβουλίες, ενίσχυση της πεποίθησης
ότι η χώρα θα παραμείνει στο ευρώ, βελτίωση του
παραγωγικού ιστού με εξωστρεφή προσανατολισμό,
πράγμα που επιβάλλει την ενδυνάμωση της παραγωγής
των, διεθνώς εμπορευσίμων αγαθών και υπηρεσιών, με
υψηλή προστιθέμενη αξία.
Η χώρα λοιπόν χρειάζεται Στρατηγικό Σχέδιο Δράσης,
που εξειδικεύει τις πολιτικές που ενισχύουν την ανάπτυξη
– χωρίς να θέτει σε κίνδυνο τη δημοσιονομική
προσαρμογή – με μακροπρόθεσμους και
βραχυπρόθεσμους στόχους. Μερικοί από αυτούς θα
μπορούσε να είναι η επιτάχυνση του προγράμματος
αποκρατικοποιήσεων, η αξιοποίηση των πόρων των
Ευρωπαϊκών Ταμείων (ΕΣΠΑ), η εξασφάλιση πόρων από
την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, οι μεταρρυθμίσεις
στο στενό και ευρύτερο δημόσιο τομέα, που θα
συμβάλουν στην περιστολή της γραφειοκρατίας
(απλοποίηση διαδικασιών, ελάφρυνση του κοστολογικού
βάρους...), η εξασφάλιση σταθερού φορολογικού
συστήματος με αναπτυξιακό προσανατολισμό, η επιδίωξη
κινητικότητας στην αγορά εργασίας, η βελτίωση του
χρηματοπιστωτικού περιβάλλοντος (εμπιστοσύνη στο
τραπεζικό σύστημα, επαναφορά των καταθέσεων στις
ελληνικές τράπεζες, ανακεφαλοποίηση των τραπεζών,
105
κλπ.), αναπροσανατολισμός του παραγωγικού μοντέλου
της οικονομίας με προϊόντα ανταγωνιστικά στις
εξωτερικές αγορές, δράσεις που ευνοούν την προσέλκυση
επενδυτικών κεφαλαίων και λύνουν κατά τρόπο μόνιμο το
πρόβλημα της δημοσιονομικής ανισορροπίας.
Η συνεχής άνοδος της παραγωγικότητας - και όχι
απλά η μείωση των μισθών - θα επιφέρει τη βελτίωση και
τη διατηρησιμότητα της ανταγωνιστικότητας. Αυτό θα
επιτευχθεί με την εξειδίκευση, την εισαγωγή της νέας
τεχνολογίας (καινοτομίες), τον εκσυγχρονισμό του θεσμι-
κού πλαισίου, την άρση των στρεβλώσεων, τον
αναπροσανατολισμό της παραγωγής..., με στόχο την
αύξηση των εξαγωγών και την υποκατάσταση του
μεγαλύτερου μέρους των εισαγωγών, επομένως τη βελτί-
ωση του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου, που
διαιωνίζεται από τη σύσταση του νεότερου Ελληνικού
Κράτους.
Η ένταξη της χώρας στη Ζώνη του Ευρώ, επιβάλλει
πλέον τον εξωστρεφή προσανατολισμό της ελληνικής
οικονομίας (και παραγωγής) και φυσικά με προϊόντα
ανταγωνιστικά στην ευρωπαϊκή και διεθνή αγορά,1 και σε
κλάδους παραγωγής με υψηλή προστιθέμενη αξία και
συγκριτικό πλεονέκτημα, λαμβάνοντας υπόψη τις
εξελίξεις στις ξένες αγορές και σε προϊόντα
αναβαθμισμένα ποιοτικά, ώστε να αρχίσει να υλοποιείται

1
Και αντίστοιχα περιορισμό της πληθώρας των παρασιτικών επαγγελμάτων.
106
ο στόχος της δραστικής μείωσης του ελλείμματος του
εμπορικού ισοζυγίου, μέχρι εξάλειψής του.
Η ευθύνη λοιπόν για ό,τι συμβαίνει σήμερα, πρέπει
να αναζητηθεί στο εσωτερικό της χώρας και όχι στους
«ξένους». Η παρούσα κρίση στην Ελλάδα δεν είναι
καθαρά οικονομική. Έχει ως αφετηρία της, την έρπουσα
πολιτική κρίση που σέρνεται από το 1981. Οι Ευρωπαίοι
εταίροι, τη δύσκολη αυτή ώρα, έριξαν στην Ελλάδα
σωσίβια λέμβο (με τη γενναιοδωρία τους). Το ότι η χώρα
δεν επωφελήθηκε να διορθώσει τα κακώς κείμενα και να
ορθοποδήσει, φταίει το πολιτικό σύστημα, που αρνήθηκε
να χτυπήσει το κακό στη ρίζα του (το πελατειακό Κράτος).
Η ευθύνη των Ευρωπαίων εντοπίζεται στις λανθασμένες
συνταγές (υφεσιακές) που υπαγόρευσαν στην Ελλάδα για
να βγει από την κρίση – είτε από άγνοια της ελληνικής
πραγματικότητας, είτε από ελλιπή γνώση των
μακροοικονομικών μηχανισμών. Όμως, αυτό συνέβη γιατί
η Ελλάδα δεν είχε το δικό της εθνικό στρατηγικό σχέδιο
δράσης για την έξοδό της από την κρίση. Δυστυχώς, οι
στρεβλώσεις της Δημόσιας Διοίκησης συνεχίζονται, η
φοροδιαφυγή καλπάζει, το πελατειακό πολιτικό σύστημα
«ζει και βασιλεύει»1...

1
Κατά τον F. Perroux, η Ανάπτυξη (dévelopment) είναι:
 Αφενός, το σύνολο των αλλαγών στον τρόπο σκέψης και στις κοινωνικές
συνήθειες ενός λαού, που θα του δώσουν τη δυνατότητα να αυξήσει – κατά
τρόπο διαρκή - το συνολικό πραγματικό προϊόν.
107
Το κτήριο που έχει υποστεί σοβαρές φθορές δεν
επιδιορθώνεται με μπαλώματα, επιβάλλεται η ολική
κατεδάφισή του και η εκ νέου ανοικοδόμησή του, με
καινούρια υλικά. Η εκ θεμελίων αναδιοργάνωση του
κράτους, δομική και θεσμική, δεν μπορεί να είναι
ευχάριστη για όλους (Σόλων).
Είναι αυτονόητο ότι η κάθε χώρα της Ζώνης του Ευρώ,
οφείλει να παίρνει τα κατάλληλα μέτρα, ώστε να
ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του Συμφώνου
Σταθερότητας. Στις περιόδους ωστόσο έκτακτων
γεγονότων είναι απαραίτητο να υπάρχει αλληλεγγύη
μεταξύ τους, προκειμένου να εξουδετερώνονται οι
ανεπιθύμητες συνέπειες στη σταθερότητα και στη συνοχή
τους, που είναι ο μόνιμος στόχος της Ένωσης. Για να είναι
διατηρήσιμη, χωρίς κλυδωνισμούς αυτή η σταθερότητα
και η συνοχή, επιβάλλεται οι χώρες της Ευρωζώνης
να λειτουργούν «ως ομάδα», με ανεπτυγμένο το αίσθημα
της αλληλεγγύης. Να εκλείψει η εθνική περιχαράκωση.

 Αφετέρου, το σύνολο των αλλαγών στο οικονομικό σύστημα (και όχι μόνο)
και στον τρόπο της οργάνωσης τους, που θα καθορίσουν τη Μεγέθυνση
(croissauce), δηλ. την ποσοτική αύξηση του πραγματικού εθνικού
προϊόντος.
Άρα, η Ανάπτυξη (ή η υπανάπτυξη) δεν είναι μόνο, - καθαρά -, οικονομική
υπόθεση. Έχει κυρίως σχέση και με τον παράγοντα άνθρωπο. Δηλ.
χρειάζονται, παράλληλα, αλλαγές τόσο στον άνθρωπο, όσο και στις
οικονομικές (και λοιπές) δομές και στους θεσμούς του Κράτους. Για να
επιτευχθεί η Ανάπτυξη, που θα επιφέρει τη Μεγέθυνση, κατά τρόπο διαρκή,
χρειάζεται να συνυπάρξουν αρμονικά οι τρεις συντελεστές: Κοινωνικές
ομάδες, πολιτικό σύστημα και καινοτομίες (Perroux François, Πρόλογος στο
Βιβλίο του Elias Gannagé L’ ECONOMIE DU DEVELOPPEMENT).
108
Μόνο έτσι θα επιβιώσει το ενιαίο νόμισμα και θα
θωρακίσει τις Ευρωπαϊκές οικονομίες, κάτι που δεν
φαίνεται να έχει γίνει ακόμα κατανοητό.
Η αυτονόητη συμφωνία των κομμάτων – και αυτών με
τους θεσμούς – για τα διαχρονικά μέτρα που πρέπει να
ληφθούν για την έξοδο της χώρας από την κρίση και την
εξασφάλιση των δανειστών της, είναι ένας σοβαρός λόγος
για την αναζήτηση συναίνεσης, σε εθνικό επίπεδο, αφού
μεσοπρόθεσμα δεν μπορεί να αποκλειστεί η αλλαγή
πολιτικού σκηνικού. Αλλά και σε αυτή την περίπτωση, θα
απαιτηθούν αμοιβαίες υποχωρήσεις και ρεαλισμός, χωρίς
πολιτικές ή άλλες σκοπιμότητες, ώστε να εξευρεθεί κοινή
συνισταμένη και να επιτευχθεί η μέγιστη δυνατή
συναίνεση.
Αν επιτευχθεί λοιπόν η περιγραφείσα παραπάνω
εξυγίανση της Δημόσιας Διοίκησης και αλλάξει η
νοοτροπία του πολιτικού συστήματος, που διαφθείρει και
την ευάλωτη κοινωνία, τότε θα μπορέσουν να
λειτουργήσουν δυναμικά οι μηχανισμοί ανάκαμψης της
οικονομίας και να ενεργοποιηθεί η προσέλευση
επενδύσεων με τα πολλαπλασιαστικά αποτελέσματά
τους. Είναι αυτονόητο ότι η αβεβαιότητα δεν βοηθάει την
προσέλκυση επενδύσεων, ούτε την επιστροφή των
καταθέσεων στις ελληνικές τράπεζες, που διέφυγαν στο
εξωτερικό, ούτε φυσικά τις «αγορές» να εμπιστευθούν

109
την Ελλάδα και να ανοίξει ο δρόμος για δανεισμό της
χώρας με χαμηλά επιτόκια.
Η βελτίωση της καθημερινότητας των πολιτών θα
επιτρέψει την αντιμετώπιση των «κόκκινων δανείων»,
επιχειρήσεων και νοικοκυριών, ώστε να βγουν από το
στενωτό της χρεωκοπίας, ενώ η βιωσιμότητα του χρέους
θα εξαρτηθεί από το ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας και
το κόστος αναχρηματοδότησής του. Η δραματική μείωση
της εθνικής αποταμίευσης, απότοκος της μακροχρόνιας
ύφεσης και της μείωσης των εισοδημάτων είναι ωστόσο
ανασταλτικός παράγοντας στη διαδικασία ανάπτυξης της
οικονομίας.
Η υπερβολική φορολόγηση ειδικότερα και η άνιση
κατανομή της, απομακρύνει το στόχο της ανάπτυξης της
ελληνικής οικονομίας: Σύμφωνα με δημοσιεύσεις, το 19%
των φυσικών προσώπων πληρώνουν το 90% του
συνολικού φόρου εισοδήματος (ή 8 δισ. ευρώ). Το 4,5%
των επιχειρήσεων πληρώνουν το 83% του φόρου νομικών
προσώπων (ή 4 δισ. ευρώ) και το 33% των ιδιοκτητών
ακινήτων πληρώνουν το 66% του φόρου ακινήτων (ή 3
δισ. ευρώ). Σύνολο 8+4+3=15 δισ. ευρώ.
«Απλά γαρ εστί της αληθείας έπη»
(Γιατί είναι απλά τα λόγια της αλήθειας)
Αισχύλος (525-456 π.Χ.)

110
Το δημόσιο χρέος της Ελλάδας ως ποσοστό επί του
ΑΕΠ κατά την μεταπολεμική περίοδο (1962-2012),
εξελίχθηκε ως εξής:
1962: 11,8%, 1963: 14,8%, 1967: 20,5%, 1974: 22,5%,
1980: 26,6 % (ή 31,2%), 1990: 101,8% (1), 1993: 110,1%,
1996: 112,2%, 2003: 103,0% (2), 2008: 113,0%, 2009:
127,40%, 2010: 143,0%, 2011: 165,3,0%, 2012: 145,5%
(3), 2017: 178,6,0%

(1) Βλ. σχετική παρατήρηση πίνακα 1.


(2) Παρά την τεχνική βελτίωση του χρέους (Βλ.
υποσημείωση πίνακα 2).
(3) Μετά την εφαρμογή του PSI.

111
ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Η παγκόσμια αυτή κρίση ξεκίνησε ως κρίση τραπεζών,


καθαρά χρηματοπιστωτική. Γι’ αυτό και τα μέτρα που
πήραν αρχικά οι χώρες και η Ελλάδα, αφορούσαν τη
στήριξη των τραπεζών, τις καταθέσεις, τη ρευστότητα στην
αγορά. Αργότερα, η κρίση επεκτάθηκε στην πραγματική
οικονομία, μετεξελίχθηκε σε δημοσιονομική (κρίση
χρέους) και χτύπησε κατά προτεραιότητα τις αδύναμες
χώρες. Η Ελλάδα βρέθηκε στο κέντρο της κρίσης. Το
υπέρογκο δημόσιο χρέος της και οι χρόνιες παθογένειες
της οικονομίας της, έκαναν τα ελληνικά ομόλογα τοξικά.
Σε συνδυασμό με τις απερίσκεπτες δηλώσεις της
Ελληνικής κυβέρνησης και των Ευρωπαίων Αξιωματούχων,
τα βλέμματα των διεθνών αγορών στράφηκαν επάνω της.
Τα spreads πήραν την ανιούσα και τα επιτόκια δανεισμού
έγιναν απαγορευτικά. Η Ελλάδα πιάστηκε στον ύπνο και η
Ευρώπη βρέθηκε απροετοίμαστη. Δεν είχε
συνειδητοποιήσει την κρισιμότητα της κατάστασης και
κατά συνέπεια δεν είχε προετοιμαστεί για την
αντιμετώπιση της κρίσης. Η ηγεσία της Ευρώπης είχε την
αφελή άποψη ότι – μέσα στη Ζώνη του Ευρώ με το κοινό
νόμισμα – η κάθε χώρα θα αντιμετώπιζε μόνη της το
πρόβλημά της. Έτσι, ενώ η Ευρώπη ολιγωρούσε, η κρίση
βάθαινε και χτυπούσε τη μια χώρα μετά την άλλη, εκεί
που πονούσε περισσότερο.

112
Το Δ.Ν.Τ., η Ε.Κ.Τ. και η Κομισιόν κατάλαβαν ότι η
Ελλάδα ήταν ο αδύνατος κρίκος της Ευρωζώνης και
προσπάθησαν να την προειδοποιήσουν ότι έπρεπε να
πάρει δραστικά μέτρα, άμεσα, για την αντιμετώπιση της
κρίσης. Αλλά κανείς στην Ελλάδα δεν άκουγε. Ήθελαν να
πιστεύουν ότι η κρίση αυτή δεν τους αφορούσε. Αν τότε,
μέσα στο 2009, είχε χτυπηθεί το κακό στη ρίζα του – χωρίς
Τρόικα και Μνημόνιο –, δηλαδή είχε γίνει δραστική
μείωση, άμεσα, των κρατικών δαπανών (λειτουργικό
κόστος, σπατάλες, διαφθορά, αγκυλώσεις, μείωση του
Κράτους και αλλαγές στις δομές της Δημόσιας Διοίκησης),
καθώς και αύξηση των κρατικών εσόδων με την
καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και τη διεύρυνση της
φορολογικής βάσης, το πρόβλημα της κρίσης για την
Ελλάδα θα είχε αντιμετωπισθεί με επιτυχία, από τότε. Και
οι κερδοσκόποι θα είχαν αποθαρρυνθεί.
Η κατάσταση επιδεινώθηκε και πήρε εκρηκτικές
διαστάσεις με την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, Γ.Α.
Παπανδρέου, που με απατηλά συνθήματα νόμισε ότι θα
ξεγελάσει τους Ευρωπαίους Αξιωματούχους και τις
διεθνείς αγορές και θα κοιμίσει τους Έλληνες
ψηφοφόρους. Οκτώ χρόνια μετά το μαστίγωμα της
κρίσης, κι ακόμα το πολιτικό σύστημα υπερασπίζεται το
κομματικό Κράτος και την εκλογική πελατεία, παρότι η
χώρα βρίσκεται ήδη από καιρό υπό πτώχευση και
περιφέρει δίσκο επαιτείας στους εταίρους της στην
Ευρωζώνη (2011).
113
Η απραξία της κυβέρνησης αυτής – σε συνδυασμό με
τον εναγκαλισμό της με τα συνδικάτα, τις αναχρονιστικές
ιδεοληψίες του κόμματος και τον αρνητικό ρόλο των ΜΜΕ
– συνέτεινε να χαθεί πολύτιμος χρόνος, να επιδεινωθούν
τα οικονομικά μεγέθη και να έρθει η Τρόικα και το
Μνημόνιο στην Ελλάδα, το Μάιο του 2010. Οι Ευρωπαίοι
ηγέτες άργησαν κι αυτοί να καταλάβουν την κρισιμότητα
της κατάστασης και να συνειδητοποιήσουν ότι χωρίς
κεντρική παρέμβαση, η Ευρωζώνη κινδύνευε με διάλυση.
Στο διάστημα που ακολούθησε την άφιξη της Τρόικας,
οι παλινωδίες και η ασυνέπεια στις αποφάσεις της
ελληνικής κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ κλόνισαν την αξιοπιστία
της στους Ευρωπαίους εταίρους και στις «αγορές», η
επίτευξη των στόχων απομακρύνθηκε, τα ελλείμματα
συνεχίστηκαν και το δημόσιο χρέος πήρε καλπάζουσα
μορφή. Μεγάλο μέρος της ευθύνης για τις εξελίξεις αυτές
είχε η Τρόικα, αφού τα μέτρα που επέβαλε υποτροπίαζαν
την ύφεση, αντί να οδηγούν στην εξυγίανση και στην
ανάκαμψη.
Η Γερμανίδα Καγκελάριος συνέχισε να αναμασάει ότι
η λιτότητα και η μείωση του μισθολογικού κόστους θα
βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητα και θα φέρουν την
ανάπτυξη, χωρίς άλλα μέτρα, δηλαδή εργαλεία της προ-
Keynes εποχής, προβάλλοντας το γερμανικό παράδειγμα
της ένωσης των δυο Γερμανιών και απορρίπτοντας
πεισματικά τους μακροοικονομικούς μηχανισμούς, τη

114
«χρονική στιγμή» και τις ιδιαιτερότητες της ελληνικής
οικονομίας. Επιπλέον, αν δεν αποκατασταθεί η
εμπιστοσύνη στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας
και η θετική ψυχολογία, δεν μπορεί να έρθει η ανάκαμψη.
Η αμφισβήτηση της παραμονής της χώρας στη Ζώνη του
Ευρώ, επιδεινώνει το κλίμα και αποθαρρύνει τις
επενδύσεις.
Το πρώτο ήμισυ του 20ου αιώνα, η Ευρώπη γνώρισε
δυο μεγάλους πολέμους1, που άφησαν πίσω τους πολύ
αίμα και τεράστιες οικονομικές καταστροφές. Την επαύριο
του Β’ παγκοσμίου πολέμου και ενώ η Ευρώπη
προσπαθούσε να επουλώσει τις πληγές της, οι ΗΠΑ
προσέτρεξαν σε βοήθεια – οικονομική, με το σχέδιο
Μάρσαλ και τεχνογνωσίας – κι έτσι δημιουργήθηκαν: ο
Οργανισμός Ευρωπαϊκής Οικονομικής Συνεργασίας
(ΟΕΟΣ), η Διεθνής Τράπεζα Ανοικοδόμησης και
Ανάπτυξης, το Δ.Ν.Τ., η Συμφωνία περί Δασμών και
Εμπορίου και ο Χάρτης της Αβάνας... Όμως, όλοι αυτοί οι
οργανισμοί δεν κρίθηκαν ικανοί να ανταποκριθούν στις
ανάγκες της Ευρώπης.
Με πρωτοβουλία της Γαλλίας, στις 18-4-1951,
υπογράφτηκε η Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Κοινότητος
Άνθρακος και Χάλυβος, που περιλάμβανε τις χώρες
Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Βέλγιο, Ολλανδία και

1
Το 2014, συμπληρώθηκε ένας αιώνας από την έναρξη του Α’ παγκοσμίου
πολέμου.
115
Λουξεμβούργο. Όμως, και η πρωτοβουλία αυτή δεν
κρίθηκε επαρκής, γι’ αυτό και το 1955, οι χώρες αυτές
αποφάσισαν να προχωρήσουν σε ευρύτερη συνεργασία.
Στις 25 Μαρτίου 1957, υπογράφηκε η Συνθήκη της Ρώμης
για τη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Οικονομικής
Κοινότητας (ΕΟΚ), που τέθηκε σε ισχύ τον Ιανουάριο του
1958.
Μόνιμο πρόβλημα του Ελληνικού Κράτους, από τη
σύστασή του, ήταν η ανισορροπία δαπανών και εσόδων,
δηλαδή τα ελλείμματα του κρατικού προϋπολογισμού. Οι
λειτουργικές δαπάνες του Κράτους ήταν πάντα
μεγαλύτερες και δεν μπορούσαν να καλυφθούν από τα
καχεκτικά έσοδα, που προέρχονταν από την άμεση και
έμμεση φορολογία, τους δασμούς, τα μη φορολογικά
έσοδα, κλπ. (με εξαίρεση τις δυο περιόδους
διακυβέρνησης από τον Κων/νο Καραμανλή). Υπήρχε
μόνιμη γκρίνια και επικρίσεις ότι η Δημόσια Διοίκηση
απασχολούσε μεγάλο αριθμό δημοσίων υπαλλήλων,
παχυλά αμειβομένων, τηρουμένων των αναλογιών. Οι
πιέσεις για μια θέση στο Δημόσιο ήταν έντονες, λόγω της
δυσπραγίας του ιδιωτικού τομέα, που δεν παρείχε
ευκαιρίες απασχόλησης. Οι πελατειακοί διορισμοί στο
Δημόσιο ήταν και τότε της μόδας, όπως και σήμερα. Μόνο
που τότε, τις θέσεις στο Δημόσιο κατελάμβαναν κυρίως
γόνοι γνωστών οικογενειών, γιατί τους παρείχε κοινωνική
αναγνώριση. Δεν έλειψε επίσης και η γενικότερη σπατάλη
των δημόσιων οικονομικών. Η διόγκωση των δαπανών της
116
Δημόσιας Διοίκησης δημιουργούσε ελλείμματα, που
καλούνταν οι κυβερνήσεις να καλύψουν με εξωτερικό
δανεισμό ή με εσωτερικό, όταν οι «αγορές» ήταν κλειστές,
ή ακόμα με πληθωριστικό χρήμα. Το μεγαλύτερο μέρος
των δανείων απορροφούσαν οι λειτουργικές δαπάνες του
Δημοσίου.
Μεγάλο πρόβλημα ήταν επίσης και το έλλειμμα του
ισοζυγίου εξωτερικών πληρωμών. Οι εξαγωγές δεν
κάλυπταν παρά μέρος των εισαγωγών, λόγω των
διαρθρωτικών αδυναμιών της ελληνικής οικονομίας και
παραγωγής, που δεν κατάφεραν ποτέ μέχρι σήμερα οι
κυβερνήσεις να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά.
Εκτός από τη σπατάλη του Δημοσίου, σοβαρό
πρόβλημα αναδείχθηκε η φιλαργυρία και η διαφθορά,
από τα πρώτα κιόλας χρόνια της επανάστασης. Το
πρόβλημα αυτό προσπάθησαν να αντιμετωπίσουν τόσο ο
Ι. Καποδίστριας, όσο και ο Χαρ. Τρικούπης, χωρίς αυτό να
καταστεί πάντα δυνατό.
Την περίοδο του Μεσοπολέμου διακινήθηκαν μεγάλα
χρηματικά ποσά από δάνεια και εξωτερική ανθρωπιστική
βοήθεια, λόγω του προσφυγικού προβλήματος που
αντιμετώπιζε η χώρα, όμως η παρουσία της Κοινωνίας των
Εθνών και της Επιτροπής Αποκατάστασης των
Προσφύγων, φαίνεται πως απεσόβησε τις ατασθαλίες, με
ελάχιστες εξαιρέσεις, κάτι που δεν έγινε την περίοδο του
εμφυλίου με την αγγλο-αμερικανική βοήθεια. Στην

117
τελευταία αυτή περίπτωση, εμφανίστηκαν φαινόμενα
καταχρήσεων, που ανάγκασαν τις ΗΠΑ να εγκαταστήσουν
στην Ελλάδα μόνιμη επιτροπή ελέγχου διαχείρισης της
βοήθειας.
Στη διάρκεια του Β’ παγκοσμίου πολέμου και όταν
ελληνικός λαός λιμοκτονούσε από τη ληστρική
συμπεριφορά των δυνάμεων κατοχής, θέριεψε η «μαύρη
αγορά» στη χώρα. Τα λίγα τρόφιμα, που οι επίορκοι
έμποροι κατάφερναν να συγκεντρώσουν, τα διοχέτευαν
στη μαύρη αγορά σε τιμές αισχροκερδείς, ώστε οι ίδιοι να
θησαυρίζουν και οι λίγοι Έλληνες, που διέθεταν χρήματα,
να ωφελούνται, όταν πολλοί άλλοι (Έλληνες) πεινούσαν.
Μια ακόμη γκρίζα σελίδα της κατοχής, που γράφτηκε από
Έλληνες.
Τα φαινόμενα κακοδιαχείρισης και διαφθοράς
συνεχίστηκαν μέχρι σήμερα. Πήραν όμως έντονη μορφή
μετά το 1981. Η κομματοκρατία, οι πελατειακές σχέσεις
και η φαυλοκρατία, οδήγησαν στη μεγέθυνση του
Κράτους, στα τεράστια ελλείμματα και στη μόνιμη
διόγκωση του δημόσιου χρέους. Παράλληλα, η
προστατευόμενη φοροδιαφυγή, που στερούσε το
Δημόσιο από νόμιμα έσοδα και πλούτιζε τους επίορκους
δημόσιους λειτουργούς και τους «ταγούς» του πολιτικού
συστήματος, οδήγησε τη χώρα στη σημερινή αδιέξοδη
κατάσταση. Τα σκάνδαλα και η διαφθορά (και φυσικά η
διασπάθιση του δημοσίου χρήματος) αναδείχθηκαν ως το

118
μείζον πρόβλημα της χώρας, όλη αυτή την περίοδο της
Νεότερης Ελλάδας.
Συμπερασματικά, οι παθογένειες του πολιτικού
συστήματος είναι φαινόμενο που έχει βαθιές τις ρίζες του,
από τα πρώτα βήματα του Νέου Ελληνικού Κράτους, το
19ο αιώνα, με λίγες φωτεινές εξαιρέσεις. Το Κράτος ήταν
φέουδο και νομή του πολιτικού συστήματος. Οι
πελατειακές σχέσεις, μεταξύ πολιτικής και κοινωνίας, με
αμφίδρομη κατεύθυνση, δεν εξέλειπαν ποτέ. Η διαχείριση
των εθνικών θεμάτων εγίνονταν με γνώμονα τις πολιτικές
σκοπιμότητες των φορέων της εξουσίας. Τα φαινόμενα
αυτά κατέληγαν στη γενική ανομία, στην απουσία ηθικής
στη δημόσια ζωή, στη διαφθορά... και στην ακυβερνησία,
που οδηγούσε τη χώρα σε αδιέξοδο. Σε αδιέξοδο βρέθηκε
πολλές φορές ο Ελληνισμός. Η κατάσταση αυτή, έτσι όπως
διαμορφώθηκε, βρήκε πρόσφορο έδαφος εκκόλαψης στον
ευάλωτο χαρακτήρα και τη συμπεριφορά της κοινωνίας
των Ελλήνων.
Μέσα απ’ αυτή την κοινωνία των Ελλήνων βγήκε το
πολιτικό σύστημα, οι συνδικαλιστικές οργανώσεις, τα
ΜΜΕ... Ή μήπως αυτή η Κοινωνία των Ελλήνων είναι το
προϊόν που παράχθηκε απ’ αυτό το πολιτικό σύστημα, απ’
αυτές τις συνδικαλιστικές οργανώσεις, απ’ αυτά τα ΜΜΕ;
Όπως και να’ χει, η επίδραση ήταν και είναι
αμφίδρομη.

119
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Α. Στην Ελληνική γλώσσα


1. Αγγελοπούλος Χρ. Παναγιώτης, Τράπεζες και
Χρηματοπιστωτικό Σύστημα, εκδ. Αθ. Σταμούλης, Αθήνα
2005.
2. Αγριαντώνη Χριστίνα, Οι Απαρχές της Εκβιομηχάνισης στην
Ελλάδα, το 19ο Αιώνα, Ιστορικό Αρχείο Εμπορικής
Τράπεζας της Ελλάδος, Αθήνα 1986.
3. Αγριαντώνη Χριστίνα, Η ελληνική Οικονομία, Ιστορία του
Νέου Ελληνισμού, 1770-2000, τόμος 5, έκδοση Ελληνικά
Γράμματα-Τα Νέα, Αθήνα.
4. Αγριαντώνη Χριστίνα, Έξαρση και Κρίση (1909-1922), οπ.
παρ., τόμος 6.
5. Αγριαντώνη Χριστίνα, Πανσέληνα Γεωργία, Η Ελληνική
Οικονομία (Μεσοπόλεμος), οπ. παρ., τόμος 7.
6. Alpha Bank, Οικονομικό Δελτίο, Τριμηνιαία έκδοση,
ειδικότερα, τεύχος 115, Ιούλιος 2011 και τεύχος 117,
Μάιος 2012.
7. Ανδρεάδης Μ. Ανδρέας, Ιστορία των Εθνικών Δανείων, εκδ.
Εστία, Δ.Ν. Καραβία, Αθήνα 1904.
8. Ανδρεάδης Μ. Ανδρέας, Εθνικά Δάνεια και Ελληνική
Δημόσια Οικονομία, Α’ έκδοση 1925, ανατύπωση Δ.Ν.
Καραβία, Αθήνα 2010.
9. Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή, εκδ. Η Καθημερινή,
Ίδρυμα Κ.Κ., τόμοι 1-13.

120
10. Attali Jacques, Παγκόσμια κατάρρευση σε 10 χρόνια;,
έκδοση Παπαδόπουλος, Αθήνα 2011.
11. Βασιλείου Σωτηρούλα, Παπανικολάου Κωνσταντίνος,
Αγγελάκη Ρόζη, 1821, Η Αναγέννηση ενός Έθνους Κράτους,
έκδοση Σκάϊ Βιβλίο, Αθήνα.
12. Βερέμης Θάνος, Μεγάλοι Έλληνες, Ελευθέριος Βενιζέλος,
τόμος 8, εκδ. Σκάϊ Βιβλίο, Αθήνα 2009.
13. Βλάχος Άγγελος, Η Ελληνική Οικονομία και Κοινωνία, 1923-
1940, Ιστορία των Ελλήνων, τόμος 12, έκδοση Δομή,
Αθήνα.
14. Βουρνάς Τάσος, Η Δολοφονία του Καποδίστρια, εκδ.
Φυτράκη-Τα Νέα, Αθήνα 2011.
15. Βουρνάς Τάσος, Τα Λαυρεωτικά, εκδ. Τα Νέα, Αθήνα 2011.
16. Γκάλμπρεϊθ Τζον Κένεθ, Το Μεγάλο Κραχ του 1929, έκδοση
Νέα Σύνορα, Αθήνα 2000.
17. Γλέζος Μανώλης, Και ένα Μάρκο να ήταν…, έκδοση Α.
Λιβάνη, Αθήνα 2012.
18. Garton Ash Timothy, Η Κρίση της Ευρώπης, Foreign Affairs,
The Hellenic edition, Οκτώβριος 2012.
19. Γκότοβος Αθανάσιος, Εθνοτικός Λόγος και Κρίση Χρέους,
Foreign Affairs, The Hellenic edition, Οκτώβριος 2012.
20. Δορδανάς Στράτος, Η Γερμανική Πολιτική στην Ελλάδα την
Περίοδο της Κατοχής, Ιστορία των Ελλήνων, τόμος 13,
έκδοση Δομή, Αθήνα.
21. Δούκας Πέτρος, Η Αντιστροφή της Ελληνικής Ιστορίας,
Foreign Affairs, The Hellenic edition, Οκτώβριος 2012.

121
22. Δεμαθάς Ζαχαρίας, Καλαφάτης Θανάσης,
Σακελλαρόπουλος Θεόδωρος, Νομισματικές Κρίσεις και η
Κρατική Διαχείρισή τους στην Ελλάδα 1880-1930, εκδόσεις
Θεμέλιο, Αθήνα.
23. Δρακάτος Κωνσταντίνος, Ο Μεγάλος Κύκλος της Ελληνικής
Οικονομίας (1945-1995), εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 1997.
24. ΕΛΚΕΠΑ, Παραγωγικότης εις την Ελλάδα, Αθήνα 1961.
25. Επιτροπή Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, Η κατάσταση της
Γεωργίας στην Κοινότητα, Έκθεση 1984, Βρυξέλλες 1985.
26. Ζολώτας Ξενοφών, Νομισματική Ισορροπία και Οικονομική
Ανάπτυξη, Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα 1964.
27. Ζολώτας Ξενοφών, Πλαίσια και Κατευθύνσεις της
Βιομηχανικής Ανάπτυξης, Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα
1976.
28. Η Καθημερινή (κείμενα Μιχάλης Ν. Κατσίγερας),
Βουλευτικές Εκλογές 1844-2004, Αθήνα 2007.
29. Ηλιαδάκης Μ. Τάσος, Ο Εξωτερικός Δανεισμός, στη Γένεση
και Εξέλιξη του Νέου Ελληνικού Κράτους 1824-2009, εκδ.
Μπατσιούλας, Αθήνα 2011.
30. Hansen A. Harvey, Εισαγωγή εις τον Κέυνς, εκδόσεις
Παπαζήση, Αθήνα.
31. Θεοτοκάς Γιάννης, Η Ελληνόκτητη Ναυτιλία, Ιστορία του
Νέου Ελληνισμού, τόμος 9, εκδ. Ελληνικά Γράμματα-Τα
Νέα, Αθήνα.
32. Θεοτοκάς Γιάννης, Χαρλαύτη Τζελίνα, Η Ελληνόκτητη
Ναυτιλία, Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, τόμος 10, εκδ.
Ελληνικά Γράμματα-Τα Νέα, Αθήνα.
122
33. Ίδρυμα Κωνσταντίνου Μητσοτάκη-Εστία, Μπροστά από την
Εποχή της, 1990-1993, Αθήνα 2013.
34. ΙΟΒΕ, Ι. Χασσίδ, Η Ελληνική Βιομηχανία και η ΕΟΚ, Αθήνα
1980.
35. Ιορδάνογλου Χρυσάφης, Η Οικονομία 1949-1974, Ιστορία
του Νέου Ελληνισμού, τόμος 9, εκδ. Ελληνικά Γράμματα-Τα
Νέα, Αθήνα.
36. Ιορδάνογλου Χρυσάφης, Η Οικονομία 1974-2000, Ιστορία
του Νέου Ελληνισμού, τόμος 10, εκδ. Ελληνικά Γράμματα-
Τα Νέα, Αθήνα.
37. Καλαφάτης Θανάσης, Η Αγροτική Οικονομία, Ιστορία του
Νέου Ελληνισμού, τόμοι 5 και 7, εκδ. Ελληνικά Γράμματα-
Τα Νέα, Αθήνα.
38. Καλαφάτης Θανάσης, Πρόντζας Ευάγγελος (με τη
συνεργασία και άλλων συγγραφέων), Οικονομική Ιστορία
του Ελληνικού Κράτους (τρεις τόμοι), εκδ. Πολιτιστικό
Ιδρυμα Ομίλου Πειραιώς, Αθήνα.
39. Καρδάσης Βασίλης, Κοινωνία και Οικονομία της Πρώτης
Δεκαετίας του 20ου Αιώνα, Ιστορία των Ελλήνων, τόμος 11,
έκδοση Δομή, Αθήνα.
40. Καραδήμου-Γερολύμπου Αλέκα, Η Θεσσαλονίκη
(Αναδιοργάνωση του Βόρειου Ελληνικού Χώρου), Ιστορία
του Ελληνισμού, τόμος 6, εκδ. Ελληνικά Γράμματα-Τα Νέα,
Αθήνα.
41. Keynes, J. Maynard, Γενική Θεωρία της Απασχόλησης, του
Τόκου και του Χρήματος, Το Βήμα, Αθήνα 2010.
42. ΚΕΠΕ, Πενταετή Πρόγραμμα Οικονομικής Ανάπτυξης.
123
43. Κυριακάτικη «Δημοκρατία», Εκλογική Ιστορία της Ελλάδας,
1843-2009, (κείμενα Βαγγέλης Δρακόπουλος), Αθήνα.
44. Κόκκινος Α. Διονύσιος, Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδος,
1800-1945, εκδόσεις Μέλισσα, Αθηνά 1970.
45. Κοντογιώργης Γιώργος, Κοινωνική Δυναμική και Πολιτική
Αυτοδιοίκηση, εκδ. Νέα Σύνορα, 1982.
46. Κοντογιώργης Γιώργος, Πολιτικό Σύστημα και Πολιτική,
εκδ. Πολύτιπο, Αθήνα 1985.
47. Κοντογιώργης Γιώργος, Η «Ελληνική Δημοκρατία» του Ρήγα
Βελεστινλή, εκδ. Παρουσία, Αθήνα 2008.
48. Κοντογιώργης Γιώργος, Κομματοκρατία και Δυναστικό
Κράτος, εκδ. Πατάκη, Αθήνα 2012.
49. Κοντογιώργης Δ. Μιχαήλ, Ενέργεια και Ανταγωνισμός,
Κοινοτικές Απαιτήσεις και Εθνικές Ανακατατάξεις,
Διδακτορική Διατριβή, Αθήνα 2007.
50. Κοντογιώργης Δ. Διονύσιος, Ανάπτυξη και Εθνικός
Προγραμματισμός, η Περίπτωση της Ελλάδας, εκδόσεις
Παπαζήση, Αθήνα 2007.
51. Κοντογιώργης Δ. Διονύσιος, Ισόρροπη Ανάπτυξη και
Μακροπρόθεσμος Προγραμματισμός στις Επιχειρήσεις,
Κεντρική διάθεση Νέα Σύνορα, Αθήνα 2008.
52. Κουτσουμάρης Γεώργιος, Η Μορφολογία της Ελληνικής
Βιομηχανίας, Κέντρο Οικονομικών Ερευνών, Αθήνα 1963.
53. Λαζαρέτου Σοφία, Σχεδιασμός της Νομισματικής Πολιτικής
στην Ελλάδα των Αρχών του 20ου Αιώνα. Ο Νόμος ΓΧΗΒ’,
Διεπιστημονικό Συνέδριο, Λευκάδα 2000, Αθήνα 2007.

124
54. Λυγερός Σταύρος, Από την Κλεπτοκρατία στη Χρεοκοπία,
εκδ. Πατάκη, Αθήνα 2011.
55. Mazowr Mark, Η Ελλάδα και η Οικονομική Κρίση του
Μεσοπολέμου (μετάφραση Σ. Μαρκέτος), εκδ. Μορφωτικό
Ίδρυμα Εθνικής Τράπεζας, Αθήνα 2009.
56. Μαλούχος Π. Γεώργιος, Η Επιστροφή του Ράιχ, εκδ.
Ελεύθερος Τύπος, Αθήνα 2012.
57. Μαργαρίτης Γιώργος, Ο Πόλεμος του 1940-41, Ιστορία του
Νέου Ελληνισμού, τόμος 8, εκδ. Ελληνικά Γράμματα-Τα
Νέα, Αθήνα.
58. Μαργαρίτης Γιώργος, Τα Πρώτα Βήματα, οπ. παρ., τόμος 8.
59. Μαργαρίτης Γιώργος, Η Εμπλοκή στον Εμφύλιο, οπ. παρ.,
τόμος 13.
60. Μαρωνίτη Νίκη, Η Εποχή του Γεωργίου Α’, Ιστορία του
Νέου Ελληνισμού, τόμος 5, εκδ. Ελληνικά Γράμματα-Τα
Νέα, Αθήνα.
61. Marx Karl, Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος, Το
Βήμα, Αθήνα 2010.
62. Μητροφάνης Ν. Γιώργος, Τα Δημοσιονομικά Οικονομικά,
Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, τόμοι 6 και 7, εκδ. Ελληνικά
Γράμματα-Τα Νέα, Αθήνα.
63. Μπελογιάννης Νίκος, Το Ξένο Κεφάλαιο στην Ελλάδα, εκδ.
Άγρα, Αθήνα 2009.
64. Myrdal Gunnar, Γεωργία και Οικονομική Ανάπτυξη, εκδ.
Παπαζήση, Αθήνα.

125
65. National Geographic, Οι Ηγέτες της Ελλάδας, 1822-2011,
Αθήνα 2012.
66. National Geographic, Οι Μεγάλες Ανασυγκροτήσεις, 1900,
1930, 1950, Αθήνα.
67. Νικολακόπουλος Ηλίας, Των Εκλογών τα Πάθη (του 20ου
αιώνα), εκδ. Το Βήμα, Αθήνα 2012.
68. Nurkse Ragnar, Διεθνές Εμπόριο και Οικονομική Ανάπτυξη,
εκδ. Παπαζήση, Αθήνα.
69. Ομάδα συγγραφέων, Εκσυγχρονισμός και Βιομηχανική
Επανάσταση στα Βαλκάνια το 19ο Αιώνα, έκδοση Θεμέλιο
ΕΠΕ, Αθήνα 1980.
70. Ομάδα συγγραφέων, Εισαγωγή στη Νεοελληνική Ιστορία
(18ος-20ος αιώνας) (Διεύθυνση Βασίλης Κρεμμύδας),
έκδοση Τυπωθήτω, Γιώργος Δαρδανός, Αθήνα 1999.
71. Ομάδα συγγραφέων, Σύγχρονη Παγκόσμια Ιστορία, 20ος
Αιώνας, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2007.
72. Παναγιωτόπουλος Δημήτρης, Αγροτική Οικονομία, Ιστορία
του Νέου Ελληνισμού, τόμος 7, εκδ. Ελληνικά Γράμματα-Τα
Νέα, Αθήνα.
73. Παντελάκης Σ. Νίκος, Συμμαχικές Πιστώσεις (1917-1928).
Κράτος και Εθνική Τράπεζα, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής
Τράπεζας, Αθήνα 1988.
74. Παπαθανασόπουλος Κωνσταντίνος, Η Ελληνική Εμπορική
Ναυτιλία 1833-1856, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής
Τράπεζας, Αθήνα 2008.
75. Πασπαλιάρης Παναγιώτης, Μεγάλοι Έλληνες, Ιωάννης
Καποδίστριας, τόμος 1, εκδ. Σκάϊ Βιβλίο, Αθήνα 2009.
126
76. Παπανδρέου Γ. Ανδρέας, Στρατηγική Οικονομικής
Ανάπτυξης της Ελλάδος, Κέντρο Οικονομικών Ερευνών,
Αθήνα 1962.
77. Πεσματζόγλου Α. Ιωαννης, Η Σύνδεσις της Ελλάδος μετά
της ΕΟΚ, Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα 1962.
78. Πιζανίας Πέτρος, Ο Αγροτικός Κόσμος, Ιστορία του Νέου
Ελληνισμού, τόμος 4, εκδ. Ελληνικά Γράμματα-Τα Νέα,
Αθήνα.
79. Ραφαηλίδης Βασίλης, Η Ιστορία του Νεοελληνικού Κράτους
1830-1974, εκδ. Εικοστού Πρώτου, Αθήνα 2001.
80. Ρέππας Α. Παναγιώτης, Η Μετανάστευση από τις Αγροτικές
και Ημιαστικές Περιοχές της Ελλάδος (1961-1971),
Διδακτορική Διατριβή, Αθήνα 1978.
81. Ricardo David, Αρχαί Πολιτικής Οικονομίας και
Φορολογίας, έκδοση Γκοβόστη, Αθήνα 1938.
82. Ριζάς Σωτήρης, Μεγάλοι Έλληνες, Κωνσταντίνος
Καραμανλής, τόμος 6, εκδ. Σκάϊ Βιβλίο, Αθήνα 2009.
83. Roberts Paul, Το Τέλος του Πετρελαίου, εκδ. Πατάκη,
Αθήνα 2006.
84. Roche Marc, Η Τράπεζα (Goldman Sachs), εκδ. Μεταίχμιο,
Αθήνα2010.
85. Σακελλαρόπουλος Τάσος, Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι 1912-
1913, έκδοση Δ.Ο.Λ., Τα Νέα, Αθήνα 2012.
86. Σαχινίδης Φίλιππος, Η Ελλάδα στη Λατινική Νομισματική
Ένωση, Η Ζωή και το Έργο του Ιωάννη Βαλαωρίτη,
Διεπιστημονικό Συνέδριο, Λευκάδα 2000, Αθήνα 2007.

127
87. Σημίτης Κώστας, Πολιτική για μια Δημιουργική Ελλάδα,
1996-2004, έκδοση Πόλις, Αθήνα 2005.
88. Σημίτης Κώστας, Ο Εκτροχιασμός, έκδοση Πόλις, Αθήνα
2012.
89. Smith Adam, Έρευνα για τη Φύση και τις Αιτίες του
Πλούτου των Εθνών, Το Βήμα, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα.
90. Σπανός Κ. Βασίλης, Ιωάννης Καποδίστριας, Ο Ιδρυτής της
Νεότερης Ελλάδας, Ιστορία, έκδοση Έθνος της Κυριακής,
Αθήνα.
91. Στασινόπουλος Γεώργιος, Η Πολιτική της Εθνικής Τράπεζας
υπό τη Διοίκηση του Ιωάννη Βαλαωρίτη, Διεπιστημονικό
Συνέδριο, Λευκάδα 2000, Αθήνα 2007.
92. Tooze Adam, Η Ανάπτυξη της Γερμανίας είναι μη βιώσιμη,
Foreign Affairs, The Hellenic Edition, Οκτώβριος 2012.
93. Τράπεζα της Ελλάδος, Η Ελληνική Οικονομία, τόμοι ΙΙ και
ΙΙΙ, Αθήνα 1982 και 1984.
94. Τράπεζα της Ελλάδος, Εκθέσεις Διοικητή για τα έτη 1998,
2003, 2007, 2010, 2011.
95. Triffin Robert, Ο Νομισματικός Κανών του 20ου αιώνα,
Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα 1963.
96. Τρικούπης Σπυρίδων, Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης,
εκδ. Δ.Ο.Λ., Αθήνα.
97. Τσάτσος Κωνσταντίνος, Ο Άγνωστος Καραμανλής, Εκδοτική
Αθηνών, Αθήνα 1989.

128
98. Τσόρτσιλ Ουίνστον, Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος,
μετάφραση Αντώνης Σαμαράκης, τόμοι 4, έκδοση Ελληνική
Μορφωτική Εστία, Αθήνα.
99. Φορτσάκης Π. Θεόδωρος, Δίκαιο της Ενέργειας, εκδ. Α.Ν.
Σάκκουλα, Αθήνα 2009.
Σημ.: Το μέρος 6, για τον ηλεκτρισμό, συνέγραψε ο Μιχάλης Δ.
Κοντογιώργης, Δικηγόρος, Διδάκτωρ της Νομικής Σχολής
του Πανεπιστημίου Αθηνών, ως μέλος της επιστημονικής
ομάδας εργασίας (βλ. πρόλογο, σελ. 9 βιβλίου).
100. Χαλικιάς Ι. Δημήτρης, Οικονομική Ανάπτυξη της Ελλάδος
και Ισοζύγιο Πληρωμών, εκδ. Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα
1963.
101. Χαρλαύτη Τζελίνα, Εμπορική Ναυτιλία, Ιστορία του Νέου
Ελληνισμού, τόμοι 5, 6, 7 και 8, εκδ. Ελληνικά Γράμματα-Τα
Νέα, Αθήνα.
102. Χατζηαναστασίου Τάσος, Η Κατοχή στην Ανατολική
Μακεδονία και τη Θράκη, Ιστορία των Ελλήνων, τόμος 13,
εκδ. Δομή, Αθήνα.
103. Χατζηιωάννου Μαρία-Χριστίνα, Το Ελληνικό εμπόριο,
Ιστορία του Ελληνισμού, τόμος 4, εκδ. Ελληνικά Γράμματα-
Τα Νέα, Αθήνα.
104. Χεκίμογλου Ευάγγελος, Η Πτώχευση του 1893 και ο
Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος, Ε Ιστορικά, Ελευθεροτυπία,
Απρίλιος 2011, Αθήνα.
105. Χεκίμογλου Ευάγγελος, Από την Πτώχευση στην Άνθηση,
1898-1912, Ε Ιστορικά, Ελευθεροτυπία, Απρίλιος 2011,
Αθήνα.

129
106. Χεκίμογλου Ευάγγελος, Οικονομία, Ιστορία των Ελλήνων,
τόμος 14, έκδοση Δομή, Αθήνα.
107. Χλωμούδης Κωνσταντίνος, Συνεργασία και Συμπλοιοκτησία
στην Ελληνική φορτηγοναυτιλία, Μορφωτικό Ιδρυμα
Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 2007.

Β. Σε ξένες γλώσσες
1. Bauchet Pierre, La Planification Française, Editions du Seuil,
Paris 1962.
2. Gannagé Elias, Economie du Développement, P.U.F., Paris
1962.
3. Fourastié Jean, Le Grand Espoir du XXe Siècle, Gallimard,
Paris 1963.
4. Fourastié Jean, La Productivité, P.U.F., Que Sais-Je, Paris
1965.
5. Hellenic Industrial Development Bank S.A. (ETBA),
Incentives for Investments in Greece (Law 1892/90), Athens
1991.
6. Keynes, J. Maynard, Théorie Générale de l’Emploi de
l’Intérêt et de la Monnaie, Payot, Paris 1963.
7. Kontogiorgis Dionysios, Le Rôle du Commerce Extérieur
dans le Développement Economique en Grèce, Thèse de
Doctorat, Paris 1, 1966.
8. Lecaillon Jacques, Les Mécanismes de l’Economie, Editions
du Seuil, Paris 1963.
9. Marchal André, L’Europe Solidaire, Cujas, Paris 1964.

130
10. Massé Pierre, Le Choix des Investissements, Dunod, Paris
1965.
11. Ohlin Bertil, La Politique Commerciale Extérieure, Dunod,
Paris 1965.
12. Perroux François, L’Economie du XXe Siècle, P.U.F., Paris
1964.
13. Pradel Pierre-Marie, L’Epargne et l’Investissement, P.U.F.,
Que Sais-Je, Paris 1963.
14. Rostow W. Whitman, Les Etapes de la Croissance
Economique, Editions du Seuil, Paris 1963.
15. Schumpeter Joseph, Capitalisme et Démocratie, Payot,
Paris 1963.

Γ. Άρθρα
1. Barre Raymond, «Les Echanges Internationaux comme
Dynamisme de la Croissance», Revue Economique, janvier
1965.
2. Διαδίκτυο, παρουσιάσεις διαφόρων θεμάτων.
3. ΕΟΚ, Revue Communauté Européenne, διάφορα άρθρα.
4. Ημερήσιος Τύπος, ειδικότερα εφημερίδες Το Βήμα και Η
Καθημερινή, διάφορα επώνυμα και ανώνυμα άρθρα.
5. Kayser Bernard, «Développement Régional et
Régionalisation de l’Espace en Grèce», Revue du Tiers-
Monde, P.U.F., No 24, oct.-déc. 1965.

131
6. Κοντογιώργης Δ. Διονύσιος, «Είναι δυνατή η Διεύρυνση
του Εμπορίου μεταξύ Ελλάδας και Μέσης Ανατολής;»,
Οικονομικός Ταχυδρόμος, αρ. φυλ. 781/10-4-1969.
7. Κοντογιώργης Δ. Διονύσιος, «Όροι Εμπορίου και
Οικονομική Ανάπτυξη», Οικονομικός Ταχυδρόμος, αρ. φυλ.
849/30-7-1970 και 850/6-8-1970.
8. Κοντογιώργης Δ. Διονύσιος, «Εξωτερικό Εμπόριο και
Οικονομική Ανάπτυξη στην Ελλάδα», Δελτίον Διοικήσεως
Επιχειρήσεων, Ιούλιος-Αύγουστος 1977, τεύχος 153.
9. Κοντογιώργης Δ. Διονύσιος, «Αναπτυξιακές Ισορροπίες
(Πως και Γιατί επιδεινώθηκε το Πρόβλημα της Ισόρροπης
Ανάπτυξης της Οικονομίας μας)», Οικονομικός
Ταχυδρόμος, αρ. φυλ. 23/5-6-1986.
10. Κοντογιώργης Δ. Διονύσιος, «Όχι Εργοστάσιο Καύσης
Απορριμμάτων, όταν υπάρχει Αναερόβιος Επεξεργασία»,
Οικονομικός Ταχυδρόμος, αρ. φυλ. 24 (2041), 17-7-1993.
11. Κοντογιώργης Δ. Διονύσιος, «Και πάλι τα Σκουπίδια του
Πειραιά (Τοπική Αυτοδιοίκηση και Συμφέροντα)»,
Οικονομικός Ταχυδρόμος, αρ. φυλ. 51 (2068), 23-12-1993.
12. Κλπ.

Δ. Στατιστικές
1. Τράπεζα της Ελλάδος
 Μηνιαίο Στατιστικό Δελτίο.
 Ετήσιες Εκθέσεις Διοικητού.

132
 Μακροχρόνιες Στατιστικές Σειρές της Ελληνικής
Οικονομίας (1992).
 Η Ελληνική Οικονομία, τόμος ΙΙ, 1982.
 Η Ελληνική Οικονομία, τόμος ΙΙΙ, 1984.
 Κλπ.
2. Εθνική Στατιστική Υπηρεσία
 Περιοδικές εκδόσεις.
3. Υπουργείο Συντονισμού (Οικονομίας)
 Εθνικοί Λογαριασμοί.

133

You might also like