You are on page 1of 2

Μεταξύ Πειραιώς και Νεαπόλεως

Το διήγημα του Γ. Βιζυηνού, γραμμένο σε γλώσσα καθαρεύουσα, από τον τίτλο του
κιόλας παραπέμπει στο θέμα του που είναι ένα θαλασσινό ταξίδι και στον
περιορισμένο χωροχρόνο, όπου θα εκτυλιχθεί η δράση, «μεταξύ» των δύο λιμανιών
που τα συνδέει το υδάτινο φράγμα του Rio Grande. To κείμενο φιλοξενεί τις
περιπέτειες, τις παρεξηγήσεις και τα «αρμενίσματα» των επιβατών του ατμόπλοιου,
της 14χρονης Μάσιγγας-μάγισσας, του μεγαλοαστού και αξιωματούχου πατρός της
και του ερωτοχτυπημένου ποιητή και αφηγητή της ιστορίας.

Το πρώτο που κανείς παρατηρεί, δείγμα φεμινιστικής/κουίρ κριτικής, είναι ότι


κανένα από τα πρόσωπα-πρωταγωνιστές του αφηγήματος δεν έχει εμφανές φύλο.
Η ταυτότητα είναι ρευστή και η ασάφεια αυτή του φύλου δίδεται μέσα από
αντιθέσεις και ανδρόγυνα στοιχεία σε όλους τους πρωταγωνιστές με κυρίαρχη τη
Μάσιγγα . Πιο συγκεκριμένα, αναφορές όπως «…οὐχὶ γυναικός, ἀλλ' ἀρρενωποῦ
πλάσματος, κορασίου» ή «…χονδροκοπημένον αγοροειδές κοράσιον, το αρρενωπόν
και ιταμόν του οποίου πρόσωπον…..όψεως», αλλά και εμφανώς θηλυκά
χαρακτηριστικά όπως «ο αργυρόηχος γέλως», «δύο παχείαι μακρόταται πλεξίδες
κομψώς εζευγμαίναι, εξάπτουν τη φαντασία, σαγηνεύουν τον αφηγητή, γεννώντας
του ρομαντικά ερωτικά αισθήματα για την «παρθενικής τελειότητος» δεσποινίδα.

Η προτίμηση του αφηγητή προς μια ανδρόγυνη ανήλικη μορφή παρά το «άωρο και
ατελές έτι σώμα της», οι λέξεις που χρησιμοποιεί για να περιγράψει τον αυστηρό
μεσοαστό πατέρα της, μα ιδιαίτερα η πολλοστή επανάληψη της φράσης «ηδονικώς
προσηλωμένος επί του άκρου του σιγάρου» -λανθάνουσας ερωτικής εικόνας- σε
ποικίλα σημεία του διηγήματος, δημιουργούν μια ασάφεια και έναν
προβληματισμό ως προς την ταυτότητα του φύλου των δύο αντρών. Το ίδιο και η
υπαινικτική φράση «Ἐκεῖ θὰ περάσωμεν μαζὶ τὰς ὡραιοτέρας ἡμέρας, τὰς
ὡραιοτέρας ἡμέρας καὶ τὰς νύκτας.» που δημιουργεί διφορούμενα μηνύματα για
τις βαθύτερες επιθυμίες του αξιωματούχου.

Ενδιαφέρον έχει να παρακολουθήσουμε τον τρόπο χρήσης των λέξεων στο σύμπαν
του Βιζυηνού για να αντιληφθούμε τις ξεκάθαρες φεμινιστικές αναφορές που
προωθούν τυπικές εικόνες του φύλου. Η γυναίκα είναι «ζωηρή, εκλεκτή, εύμορφη,
ερασμιώτατη, φιλοπαίγμων, αφελής, λευχείμονα κόρη, σειρήνα». Ο άντρας είναι
«ρωμαλέος, αθλητικός, υπερήφανος, άφοβος, αυθάδης, αλαζονικός». Τα
στερεότυπα των φύλων διακρίνονται ξεκάθαρα και στις διάφορες
μεταφορές/παρομοιώσεις/αλληγορίες. «Η θεά Αφροδίτη δουλικώς θεραπευόμενη
υπό των Τριτόνων ή δια της δυνάμεως του Βάκχου» «ο σκληρός και απάνθρωπος
γερο-Βεζούβιος… εβροντοφώνει στη «ματαιόφρονα, την κούφον νεάνιδα», τη
Νεάπολη.
Στον μικρόκοσμο του Βιζυηνού η μάχη του δίπολου αρσενικού-θηλυκού είναι άνιση.
Ο πατέρας έχει την εξουσία και τα χρήματα και αποφασίζει για την τύχη της
θυγατέρας και το μελλοντικό της σύζυγο. Ο κοινωνικός της ρόλος είναι να διδαχθεί
βασική εκπαίδευση και τους τρόπους της υψηλής κοινωνίας, αποβάλοντας τη
ζωηρότητα της ηλικίας. Η μητέρα είναι εντελώς αόρατη. Αυτά τα στοιχεία σεξισμού
είναι και αντικείμενα της πολεμικής της φεμινιστικής/κουίρ θεωρίας. Όπως και το
γεγονός ότι το φύλο είναι κοινωνικό κατασκεύασμα. Η ανδρόγυνη ταυτότητα, αν
και αρχικά προκαλεί ερωτικά αισθήματα, στο τέλος η επαμφοτερίζουσα
σεξουαλικότητα είναι μόνο απαύγασμα μιας άγουρης εφηβείας και πρέπει να
κατατροπωθεί και να ενσωματωθεί στις καθιερωμένες δομές φύλου της εποχής.

Έτσι, το «ταξίδι» του Βιζυηνού μοιάζει να έχει και μεταφορική σημασία,


συμβολίζοντας τον «θάνατο» του παλιού εαυτού της Μάσιγγας, τον «κοινωνικό
ευνουχισμό» της, και την εκπαίδευση στον έμφυλο κοινωνικό της ρόλο με σαφή
υποταγή στην πατριαρχία. Σε κανένα σημείο δεν κάνει διάλογο με τον πατέρα της,
πουθενά δεν υπάρχει κάποιος υπαινιγμός «επανάστασης», μόνο υποταγής «…
ἐταπείνωσε τὰ βλέμματα, καὶ λαβοῦσα τὴν χεῖρα τοῦ πατρὸς ἤρχισε νὰ τὴν θωπεύῃ
τρυφερῶς καὶ εὐγνωμόνως».

Το υπέροχο διήγημα με την ανύπαρκτη πλοκή, βρίθοντας γλαφυρών συζητήσεων,


λεπτομερειακών εξαιρετικών περιγραφών και εικόνων είναι εμποτισμένο με
σαρκαστική διάθεση από τους ήρωες που «πλέουν» στο κατάστρωμα πέρα-δώθε
διασκεδάζοντας τις αυταπάτες τους. Παρόλα αυτά, το ανοιχτό τέλος ίσως
σηματοδοτεί κάτι σημαντικό. Η μακρινή Καλκούτα, η ρομαντική Ινδία -σύμβολο
ελευθερίας και ρομαντικός παράδεισος για τους καλλιτέχνες της εποχής
εγκαταλείπεται. Το αμετάκλητο τέλος ίσως σηματοδοτεί μια αλλαγή, μια στροφή,
μια νέα αρχή. Οι αυταπάτες και οι ματαιώσεις των πρωταγωνιστών και η κυριαρχία
των στερεότυπων της εποχής ίσως δίνουν τη θέση τους σε μια νέα εποχή, σε ένα
νέο αιώνα (19ο) για τη λογοτεχνία της εποχής, τη σεξουαλικότητα, αλλά και την
επερχόμενη εμφάνιση του φεμινιστικού κύματος στα μέσα του επόμενου αιώνα.

You might also like