You are on page 1of 16

Β΄ΜΕΡΟΣ

ΦΩΣ (σκοτεινό – κάστρο Μαυροσκούπας)

ΜΙΚΡΟΦΩΝΟ: Η απόφαση πάρθηκε και η ηρωική συντροφιά ξεκίνησε


για τη Δύση. Η πορεία είναι μεγάλη και η αποστολή τους
δύσκολη. Πρέπει ν’ αρπάξουν το μαγικό σκουπόξυλο της
κακιάς Νεράιδας. Θα τα καταφέρουν; Αυτό δεν μπορώ να
το μαντέψω ούτε εγώ. Αν χρειαστεί, θα τους βοηθήσω.
Σημασία έχει όμως, να στηριχτούν στις δικές τους
δυνάμεις. Μέσα από τις κακοτυχίες, να καταφέρουν να
γνωρίσουν πραγματικά τον εαυτό τους
ΣΚΟΥΠΑ: (γελά) Έρχονται! Βαδίζουν χέρι – χέρι, λες και πάνε
εκδρομή! Γελάνε, τραγουδάνε!!! Χα-χα!!! Εγώ θα τους
κόψω και το γέλιο και τη χαρά. Για πάντα! Εδώ θα βρούνε
πολλές παγίδες. Φαρμακερά λουλούδια και δηλητηριώδεις
θάμνους.! (γέλιο) Η Μαυροσκούπα είναι αυθεντία σ’ αυτά.
Ωραία. Τα γάντια μου για να μη βραχώ Η μαγική σκόνη
της ζωής πέφτει και βυθίζεται στο νερό.
Προσοχή να μη βραχώ! Το νερό είναι ο μεγαλύτερος
εχθρός μου! (Μουσική – ανακατεύει) Μαύρες σκλήθρες κι
αφρισμένες μπουρμουλήθρες. Πίκι – πίκι γιο… μια ζωή
δημιουργώ! (γέλιο) Εμπρός! Ξεκίνα… Έβγα φαρμακερή
μου Σαρρακήνα
ΛΟΥΛΟΥΔΙ: Βγήκα στο φως! Ο κόσμος είναι αυτός
ΣΚΟΥΠΑ: Ο κόσμος της κακίας, Φαρμακομύτα μου! Κάνε πιο κει να
στεγνώσεις. Σου ετοιμάζω αμέσως το ταίρι σου! Πίκι –
πίκι γιο…. Φτιάχνω ένα λεβεντονιό! Με κλαδάκια, με
αγκαθάκια… γιάκο – φιάκο – τρόκο – πάκο… Έβγα
Τσάκο
ΘΑΜΝΟΣ: Νάμαι κι εγώ. Θαμνάκι φουντωτό! (βγαίνει μόνος του
σβέλτα από τη χύτρα) Έχω χέρια σα μαχαίρια! Τα απλώνω,
τα τεντώνω, τον εχθρό αρπάζω, δηλητήριο στάζω!
ΣΚΟΥΠΑ: (γελάει) Ναι, καμάρι μου! Όλους θα τους τσακώνεις εσύ,
Τσάκο μου!
ΘΑΜΝΟΣ: (στο Λουλούδι) Γειά σου τσαχπίνα!
ΛΟΥΛΟΥΔΙ: (γελά) Με λένε Σαρρακήνα!
ΘΑΜΝΟΣ: (στη Νεράιδα) Εσένα πώς σε λένε, αγαπητή μου πατέρα;
ΣΚΟΥΠΑ: (αυστηρά) Μαυροσκούπα. Και να με λες «μαμά».
ΘΑΜΝΟΣ: Μάλιστα αγαπητέ μου Νονά!
ΣΚΟΥΠΑ: (μόνη της) Πάει! Αυτός βγήκε ζαβός! (στους βοηθούς της)
Ακούστε με τώρα καλά και οι δύο. Σε λίγο θα έρθουν εδώ,
ένα κορίτσι, ένα λιοντάρι, ένα σκιάχτρο κι ένας
τενεκεδένιος ξυλοκόπος. Είναι όλοι εχθροί μου. Θέλω

1
εσείς, οι βοηθοί μου, να κάνετε ακριβώς αυτό που θα σας
πω! (στο Θάμνο) Εσύ θέλω να τους τσακώσεις, Τσάκο!
ΘΑΜΝΟΣ: Γι αυτό γεννήθηκα αγαπητέ μου Νονά! Για να τσακώνω
και να φαρμακώνω!
ΣΚΟΥΠΑ: Προσπερνάω αυτό το Νονά! (στο Λουλούδι) Εσύ
Σαρρακήνα, υπνωτίζεις και μετά αιχμαλωτίζεις.
ΛΟΥΛΟΥΔΙ: (γέλιο) Φαρμακώνω και τους τελειώνω. Αχ, γλέντι που θα
κάνω!
ΣΚΟΥΠΑ: Εγώ φεύγω. Πρέπει να μαζέψω βότανα για τα ξόρκια μου.
Όπως είπαμε! Θα τους τα τσακώσετε έξυπνα και με
μαεστρία. Σας έχω φτιάξει τέλειους! (κοιτάει το Θάμνο) ή
σχεδόν!!! (Παίρνει βιαστικά το μαγικό της σκουπόξυλο) Θα
πετάω και θα σας βλέπω από ψηλά! (Φεύγει φουριόζα. Οι
άλλοι δύο κοιτάζονται από απόσταση)
ΛΟΥΛΟΥΔΙ: Κατάλαβες τι μας είπε;
ΘΑΜΝΟΣ: Έχω κάποια κενά! (απλώνεται και προχωράει) Τι σημαίνει
«κορίτσι»; Δεν έχω ξαναδεί!
ΛΟΥΛΟΥΔΙ: Μακάρι να ‘ξερα! Και «Λιοντάρι» μας είπε. Τι είναι το
λιοντάρι;
ΘΑΜΝΟΣ: Κάτι μικρό πρέπει να είναι. Όπως το κουνούπι!
ΛΟΥΛΟΥΔΙ: Σκιάχτρο; Τενεκεδένιος… δεν τα ξέρω αυτά…
ΘΑΜΝΟΣ: Ούτε κι εγώ. Μη σε νοιάζει… θα τα βρούμε ψαχουλευτά!
ΛΟΥΛΟΥΔΙ: Ακίνητος! Έρχονται πλάσματα!
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: Επιτέλους, φτάσαμε!
ΤΕΝΕΚΕΔ: Πρέπει να λείπει η Μαυροχαλάστρα!
ΝΤΟΡΟΘΥ: Όλο της το νοικοκυριό εδώ είναι (το φως χαμηλώνει σιγά
– σιγά. Σκοτεινιάζει. Ακούγονται ουρλιαχτά λύκων)
ΛΙΟΝΤΑΡΙ: Φοβάμαι λίγο! Βραδιάζει. Όταν νυχτώνει, τρέμω!
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: Μη φοβάσαι. Τώρα έχεις παρέα. Ξεκουραστείτε. Εγώ και
ο Τενεκεδένιος θα φυλάμε σκοπιά.
ΝΤΟΡΟΘΥ: Έχω μια νύστα… (χασμουριέται) Ο Τότο κοιμήθηκε
κιόλας. Να ξαπλώσουμε λίγο να ξεκουραστούμε;
ΛΙΟΝΤΑΡΙ: Ναι, ναι… (ξαπλώνουν και η Ντόροθυ κοιμάται αμέσως με
το καλαθάκι δίπλα της) Πόσα προβατάκια είπαμε να
μετρήσω;
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: Σαράντα. Στα πενήντα δύο θα έχεις κοιμηθεί!
ΛΙΟΝΤΑΡΙ: (Μετράει) Ένα, τρία, οχτώ, δώδεκα… (ροχαλίζει)
ΤΕΝΕΚΕΔ: Να κρατάω το τσεκούρι μου ή να το αφήσω;
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: Άστο δίπλα στο θάμνο. Και μην τρίζεις άλλο. Χαλάρωσε
πια!
ΤΕΝΕΚΕΔ: Πού να έχει πάει η Μαυροπόδα;
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: Ξέρω γω; Ακούω θόρυβο. Πιάσε το τσεκούρι… γρήγορα!
ΤΕΝΕΚΕΔ: Πού πήγε το τσεκούρι;
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: Εκεί κάτω είναι, στο θάμνο!
ΤΕΝΕΚΕΔ: Αφού ο θάμνος ήταν εδώ! Πώς πήγε εκεί; Μυστήριο!

2
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: Έλα… ποιος τραβάει; Μπήκαν ποντίκια στα μπατζάκια
μου; Κάτι μπήκε στο παντελόνι μου. Μπορείς να δεις
ΤΕΝΕΚΕΔ: Δεν χαρχαλεύει τίποτα. Ιδέα σου ήταν!
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: Φοβήθηκα λίγο. Πιάσε πάλι το τσεκούρι.. νάμαστε
σίγουροι
ΤΕΝΕΚΕΔ: Έφυγε το τσεκούρι. Χάθηκε!
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: (κοιτά) Στο θάμνο είναι.
ΤΕΝΕΚΕΔ: Πριν ήταν εδώ! (νευρικά) Πέταξε και πήγε εκεί;
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: Μήπως κάνουν τα μάτια σου πουλάκια;
ΤΕΝΕΚΕΔ: Αποκλείεται. (φοβισμένος) Κάτι μαγικό γίνεται εδώ. Ή το
τσεκούρι μου έβγαλε φτερά, ή ο θάμνος έχει ποδάρια!
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: (νευριάζει) Έχεις σαλέψει; Πάς να μου σπάσεις τα νεύρα;
Από την ώρα που ήρθαμε, δίπλα μου ήταν ένα
φυτολούλουδο και απέναντι μου ο θάμνος (κοιτάζει) Ωχ!
Ο θάμνος είναι εδώ! Έχεις δίκιο. Θυμάμαι καλά πως ο
θάμνος ήταν εκεί! Πώς βρέθηκε εδώ;
ΤΕΝΕΚΕΔ: Τα βλέπεις; Κάποιο λάκκο έχει η φάβα! Λουλούδια και
θάμνοι, περπατάνε εδώ πέρα!
ΒΟΗΘΟΙ: (μαζί) Και τσακώνουν!!!!
ΚΑΙ ΟΙ ΔΥΟ: (τρέμουν) Βοήθεια!!!! Το μέρος είναι μαγεμένο!
ΘΑΜΝΟΣ: (γλυκά στο Σκιάχτρο) Έλα, ησύχασε. Μην είσαι άτακτο
κοριτσάκι!
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: Δεν είμαι κοριτσάκι!
ΛΟΥΛΟΥΔΙ: (στον Τενεκεδένιο) Πω πω, ένα άγριο και σκληρό
λιονταράκι! Ήρεμα, καλό μου!
ΤΕΝΕΚΕΔ: Δεν είμαι λιονταράκι. Ξυλοκόπος είμαι!
ΛΟΥΛΟΥΔΙ: Αλήθεια;
ΘΑΜΝΟΣ: (στο Σκιάχτρο) Σίγουρα δεν είσαι κοριτσάκι;
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: Για να το λέω, κάτι ξέρω! Μη με σφίγγεις, θα με
διαλύσεις!
ΛΟΥΛΟΥΔΙ: Κοιμήσου, άτακτο ξυλοκοπάκι. Σε υπνωτίζω.
ΤΕΝΕΚΕΔ: Είμαι από τενεκέ! Δεν κοιμάμαι ποτέ!
ΘΑΜΝΟΣ: (στο Σκιάχτρο) Σε φαρμακώνω τώρα. Μήπως πονάς;
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: Το άχυρο δεν πονάει ποτέ!
ΛΟΥΛΟΥΔΙ: Τούτο δω δεν κοιμάται!
ΘΑΜΝΟΣ: Κι αυτό δεν πονάει!
ΛΟΥΛΟΥΔΙ: Είμαστε άχρηστοι;
ΘΑΜΝΟΣ: Μήπως μας έφτιαξε λάθος;
ΣΚΟΥΠΑ: Μπράβο, τσακάλια μου! Κρατήστε τους γερά
(η κακιά Νεράιδα αρπάζει το παπούτσι που είχε βγάλει η
Ντόροθυ πριν κοιμηθεί. Το Λιοντάρι κάνει πως κοιμάται. Η
Σκούπα αρπάζει το ένα παπούτσι)
Δως μου και το άλλο! (υστερικά) Μη με βασανίζεις! Τα
ρουμπινένια παπούτσια ήταν της ξαδέλφης μου! Μου
ανήκουν! (Η Ντόροθυ έχει σηκωθεί και οπισθοχωρεί.

3
ΝΤΟΡΟΘΥ: (στη Σκούπα) Αν με πιάσεις, θα στο δώσω! Έλα δείξε μου
πόσο γρήγορη είσαι στα πόδια! Πιάσε με αν μπορείς!
ΣΚΟΥΠΑ: Θα σε πιάσω, έννοια σου! Δε θα μου ξεφύγεις! Θα σε
πιάσω βρωμοσαύρα! Θα σε στριμώξω και θα σε
ξεζουμίσω.
ΝΤΟΡΟΘΥ: Πιάσε με εσύ και μετά βλέπουμε τι θα μου κάνεις.. Έλα
κουνήσου Μαυροχελώνα!
ΣΚΟΥΠΑ: Εγώ ήμουν αθλήτρια στα νιάτα μου!!!
Πρωταθλήτρια!!!!!!!!!!
ΝΤΟΡΟΘΥ: Έλα πιάσε με λοιπόν!

(η Μαυροσκούπα πέφτει με το κεφάλι μέσα στο τσουκάλι. Ουρλιάζει

ΤΕΝΕΚΕΔ: Αυτό ήταν!


ΣΚΙΑΧΤΡΟ: Νικήσαμε!
ΛΙΟΝΤΑΡΙ: Ελευθερωθήκαμε! (Η Ντόροθυ αρπάζει το μαγικό
σκουπόξυλο. Φοράει στο πόδι το παπούτσι.)
ΝΤΟΡΟΘΥ: Γρήγορα! Να φύγουμε!
ΛΟΥΛΟΥΔΙ: (με αγωνία) Κι εμείς; Τι θα γίνουμε εμείς;
ΘΑΜΝΟΣ: Τι θα γίνουμε;
ΝΤΟΡΟΘΥ: Ελάτε μαζί μας. Στο δρόμο θα σας μαθαίνουμε
πράγματα….
ΘΑΜΝΟΣ: Θα είμαστε παρέα!!!!!!!
ΛΟΥΛΟΥΔΙ: Τι καλά!!!!!!!!!!! (Εμφανίζεται η Γκίλντα)
ΓΚΙΛΝΤΑ: Τα είδα όλα και σας θαύμασα! Χαίρομαι αφάνταστα που
δεν χρειαστήκατε τη βοήθεια μου! Εμπρός !Με λάφυρό
σας το Μαγικό Σκουπόξυλο, ξεκινήστε για τη
Σμαραγδούπολη.
ΝΤΟΡΟΘΥ: Φεύγουμε λοιπόν!!!!!!!!!! (ξεκινά η 4άδα και μαζί τους
κάνουν να φύγουν και οι βοηθοί).
ΓΚΙΛΝΤΑ: Ε! Εσείς εδώ. Δεν θα φύγετε.
ΛΟΥΛΟΥΔΙ: Μας είπαν να πάμε μαζί τους
ΘΑΜΝΟΣ: Θα μας μάθουν πράγματα…
ΓΚΙΛΝΤΑ: Θα μείνετε μαζί μου. Θα σας διδάξω εγώ τα πάντα!
ΛΟΥΛΟΥΔΙ: Μάλιστα αγαπητή…. Μαμά!
ΘΑΜΝΟΣ: (λυπητερά στο Σκιάχτρο) Αντίο, κοριτσάκι!
ΛΙΟΝΤΑΡΙ: Δεν είναι κοριτσάκι! Πότε θα το πιστέψεις επιτέλους;
ΤΕΝΕΚΕΔ: Ε, ναι! Δεν έχεις καταλάβει πως αυτό είναι….
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: Άστο! Και να του εξηγήσεις, δε νομίζω πως θα καταλάβει
(στο Θάμνο) Γειά σου κι εσένα θαρραλέο κυπαρισσάκι !
(του στέλνει ένα φιλί και η παρέα φεύγει γελώντας)
ΓΚΙΛΝΤΑ: Ωραία!(εύθυμα) Από δω και μπρος, ανήκετε στη συνοδεία
μου. Θα με ακολουθείτε….
ΒΟΗΘΟΙ: Και θα μαθαίνουμε πράγματα!!!!!!!!!!!!!

4
ΓΚΙΛΝΤΑ: Ναι γλυκά μου πλασματάκια. (Φεύγουν, μπροστά η
Γκίλντα και πίσω με μεγάλο καμάρι το Λουλούδι και ο
Θάμνος)

ΦΩΣ ΛΕΥΚΟ – ΠΑΓΩΜΕΝΗ ΠΟΛΙΤΕΙΑ


ΛΙΛΥ: Επισκέπτες!!!! Επισκέπτες!!!!
ΝΤΑΝΤΑ: (τρέχει ξοπίσω της) Λίλυ!!!!
ΛΙΛΥ: (πέφτει στην αγκαλιά της Ντόροθυ) Είμαι τόσο χαρούμενη!
ΝΤΟΡΟΘΥ: Λίλυ σε λένε;
ΝΤΑΝΤΑ: (φτάνει κι εκείνη κοντά στην παρέα)Λίλυ τη λένε και είναι
πολύ άτακτο κορίτσι.
ΛΙΛΥ: Συγνώμη.
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: Μα γιατί τη μαλώνετε; Μοιάζει τόσο γλυκιά
ΝΤΑΝΤΑ: Γνωρίζει πολύ καλά ότι δεν πρέπει να φεύγει μακριά μου.
ΛΙΛΥ: Μα ήρθαν επιτέλους….
ΝΤΑΝΤΑ: Ησύχασε Λίλυ. Θα τρομάξεις τους καλεσμένους μας…
ΤΕΝΕΚΕΔ: Καλεσμένοι σας; Εμείς κατά λάθος βρεθήκαμε εδώ
ΛΙΟΝΤΑΡΙ: Χάσαμε το δρόμο εξ’ αιτίας αυτού του ανόητου (στο
σκιάχτρο) που είναι γνωστό πως δεν έχει μυαλό
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: (φωνάζει) Εσύ φταις που χαθήκαμε. Έπρεπε να κάνουμε
ολόκληρο κύκλο γιατί φοβόσουν τους λύκους
ΤΕΝΕΚΕΔ: Μη φωνάζεις… θα τρομάξει και θα’χουμε άλλα τώρα…
ΝΤΟΡΟΘΥ: (στη Ντανά) Μην τους δίνετε σημασία. Κάνουν έτσι απ’
όταν συναντηθήκαμε.
ΝΤΑΝΤΑ: Το γνωρίζουμε αυτό
ΛΙΛΥ: Το γνωρίζουμε!!
ΝΤΟΡΟΘΥ: Τι εννοείτε;
ΝΤΑΝΤΑ: Μα δεν καταλάβατε ακόμα πως σας περιμέναμε;
ΚΑΙ ΟΙ 4: Εμάς;;;;;
ΛΙΛΥ: Εσάς. Εσάς!
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: Μήπως μπορείτε να μας εξηγήσετε;
ΠΡΙΓΚ. 1: Ήρθατε;;;
ΠΡΙΓΚ. 2: Μα γιατί δεν μας ειδοποίησε κανείς;
ΛΙΛΥ: Τους υποδέχτηκα εγώ
ΠΡΙΓΚ 3: (στη Ντόροθυ) Καλώς ορίσατε
ΠΡΙΓΚ 4: Μεγάλη μας τιμή να φιλοξενούμε εσάς και την παρέα σας
ΠΡΙΓΚ 2: Είστε όλοι όπως σας περιέγραψε
ΝΤΟΡΟΘΥ: Ποιος;
ΠΡΙΓΚ 4 Ο αγαπημένος φίλος μας.
ΠΡΙΓΚ 1: Ο προστάτης μας
ΠΡΙΓΚ 3: Ο καλός μας άγγελος
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: Δεν καταλαβαίνω τίποτα
ΛΙΟΝΤΑΡΙ: Εγώ φοβάμαι λίγο…
ΤΕΝΕΚΕΔ: Σταματήστε να καταλάβουμε τι γίνεται
ΝΤΟΡΟΘΥ: Είστε όλες πολύ φιλόξενες.. όμως ….

5
ΝΤΑΝΤΑ: Κορίτσια!!! Νομίζω το παρακάνατε με την
πολυλογία σας. Οι φίλοι μας ρωτούν και κανείς δεν
απαντά. Μπείτε γρήγορα στη σειρά και δώστε εξηγήσεις.
ΠΡΙΓΚ 1: Ο αγαπημένος μας Οζ!
ΠΡΙΓΚ 2: Εκείνος μας ενημέρωσε για τα κατορθώματα σας
ΠΡΙΓΚ 3: Ζήτησε να σας φιλοξενήσουμε σήμερα
ΠΡΙΓΚ 4: Και αύριο σας περιμένει στο παλάτι του
ΛΙΛΥ: Θα σας δώσει τα δώρα σας
ΝΤΑΝΤΑ: Λίλυ!!! Θα σας δώσει αυτό που επιθυμείτε έπρεπε να πεις
ΛΙΛΥ: Αυτό!!!
ΠΡΙΓΚ 3: Έχουμε ετοιμάσει για σας τα πιο ωραία δωμάτια.
ΠΡΙΓΚ 1: Υπέροχο φαγητό
ΠΡΙΓΚ 2: Θα τραγουδήσουμε…
ΠΡΙΓΚ 4: Και θα χορέψουμε για σας.
ΝΤΟΡΟΘΥ: (τις σταματά) Σταθείτε μια στιγμή!
ΝΤΑΝΤΑ: Συμβαίνει κάτι;
ΝΤΟΡΟΘΥ: Ευχαριστούμε πολύ για την πρόσκληση. Όμως πρέπει να
συνεχίσουμε. Έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας και
θέλουμε να βρισκόμαστε στη Σμαραγδούπολη πριν
ξημερώσει.
ΤΕΝΕΚΕΔ: (στη Ντόροθυ) Και τι θα γίνει το φαγητό που ετοίμασαν;
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: Να φάμε και να ξεκουραστούμε. Δεν είναι κακό.
ΛΙΟΝΤΑΡΙ: Ναι… να ξημερώσει και μετά να ξεκινήσουμε. Θα’χουν
κοιμηθεί και οι λύκοι.
ΝΤΟΡΟΘΥ: Λυπάμαι. Πρέπει να φύγουμε.
ΛΙΛΥ: (στενοχωρημένη) Δεν θα χορέψουμε δηλαδή;
ΝΤΑΝΤΑ: Καταλαβαίνω. Όμως τα κορίτσια έκαναν τόσες πρόβες για
να σας κάνουν έκπληξη.
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: Να δούμε το χορό και μετά να φύγουμε;
ΝΤΟΡΟΘΥ: Σύμφωνοι. Χορός λοιπόν
ΛΙΛΥ: Χορός! Χορός!

ΧΟΡΟΓΡΑΦΙΑ

χάνεται σιγά –σιγά η ΠΑΓΩΜΕΝΗ ΠΟΛΙΤΕΙΑ

ΦΩΣ – ΠΡΑΣΙΝΟ / ΣΜΑΡΑΓΔΟΥΠΟΛΗ


ΤΕΝΕΚΕΔ: Μα που πήγαν όλοι;
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: Ο φύλακας δεν είναι εδώ.
ΛΙΟΝΤΑΡΙ: Ούτε εκείνη η Πράσινη… πώς την είπαμε;
ΤΕΝΕΚΕΔ: Η Καμαριέρα!
ΛΙΟΝΤΑΡΙ: Ναι. Αυτή!
ΝΤΟΡΟΘΥ: (φωνάζει ξαφνικά και το Λιοντάρι τρομάζει) Είναι κανείς
εδώ;
ΛΙΟΝΤΑΡΙ: Μου έκοψες τη χολή!

6
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: Πρέπει να το ξεπεράσεις κάποτε αυτό!
ΤΕΝΕΚΕΔ: Ε, ναι!
ΛΙΟΝΤΑΡΙ: Κάνω προσπάθειες… αλλά δεν αλλάζει κανείς απ’ τη μια
μέρα στην άλλη.
ΝΤΟΡΟΘΥ: (ξαναφωνάζει) Κύριε Μάγε, γυρίσαμε!
ΛΙΟΝΤΑΡΙ: Να! Τώρα δεν τρόμαξα, είδατε;
ΝΤΟΡΟΘΥ: Φέραμε το Μαγικό Σκουπόξυλο!!!!!!! (ξαφνικά μιλάει η
Μαργαρίτα. Νέο σοκ για το Λιοντάρι. Κρατάει την καρδιά
του και στηρίζεται στον Τενεκεδένιο)
ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ: Εσείς είστε λοιπόν!!!!!!!!!
ΛΙΟΝΤΑΡΙ: Έχετε βαλθεί να με σκοτώσετε σήμερα;
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: Ποιος μίλησε;
ΝΤΟΡΟΘΥ: Αυτή η όμορφη Μαργαρίτα! (πλησιάζει προς το λουλούδι)
ΤΕΝΕΚΕΔ: Μην πας κοντά. Μπορεί να είναι κακό.
ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ: Όχι! Είμαι μια άκακη Μαργαρίτα.
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: Και τι κάνεις εδώ;
ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ: Ο Μεγάλος Μάγος του Οζ , μου έδωσε την άδεια να ζω
στο παλάτι του. Το στολίζω με την ομορφιά μου. Μεγάλη
τιμή για ένα φτωχό λουλουδάκι σαν κι εμένα!
ΛΙΟΝΤΑΡΙ: Σίγουρα! (Η Ντόροθυ πλησιάζει και χαϊδεύει τα φύλλα της
Μαργαρίτας)
ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ: Πείτε όμως… θέλω να τα μάθω όλα!!!!!!!
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: Τι να σου πούμε;
ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ: Για την κακιά Νεράιδα!
ΤΕΝΕΚΕΔ: Πάει αυτή!
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: Έγινε σκόνη!
ΛΙΟΝΤΑΡΙ: Την κάναμε αλοιφή!!

-ΟΖ Είμαι ο Οζ ο τρομερός. Συγχαρητήρια σε όλους. Αφήστε το


σκουπόξυλο και αναπαυθείτε.

ΝΤΟΡΟΘΥ: Βιαζόμαστε. Θέλουμε να κάνεις αυτό που μας


υποσχέθηκες.
-ΟΖ Ναι, βέβαια… Ακούστε… χρειάζομαι κάποιο χρόνο, να το
σκεφτώ το θέμα! Περάστε πάλι αύριο!

ΛΙΟΝΤΑΡΙ: Απαράδεκτο!
ΤΕΝΕΚΕΔ: Δεν μας τα είπες έτσι την προηγούμενη φορά!
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: Μη μας κοροϊδεύεις!!!!
ΝΤΟΡΟΘΥ: Ένας καλός Μάγος πρέπει να κρατάει το λόγο του!
ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ: (γλυκά) Γιατί δεν κάνετε υπομονή; Δεν είναι τίποτα να
περιμένετε μέχρι αύριο! (στον Τενεκεδένιο) Τι λες κι εσύ
όμορφε, γυαλιστερέ ιππότη;
ΤΕΝΕΚΕΔ: (έξαλλος) Άσε τις κολακείες… δεν μπορεί να με ηρεμήσει
κανείς τώρα!

7
ΛΙΟΝΤΑΡΙ: (μουγκρίζει) Δεν κρατιέμαι άλλο! Θα τα κάνω όλα λίμπα
εδώ μέσα. (μουγκρίζει και κάνει στροφές εξαγριωμένος.
Πέφτει πάνω στο Σκιάχτρο)
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: Τι έπαθες; Θες να με διαλύσεις;

-ΟΖ Ηρέμησε, αγαπητέ μου λέοντα. (αγριωπά) Μην ξεχνάς ότι


είμαι ο Μάγος του Οζ!!!!

ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ: Ωχ! Τον εξαγριώσατε!!!


ΤΕΝΕΚΕΔ: (στοΜάγο) Εγώ δε σε φοβάμαι! Καρδιά ήρθα να μου
δώσεις… όχι θάρρος σα μερικούς –μερικούς
ΛΙΟΝΤΑΡΙ: (λυπημένα) Για μένα τόπες αυτό; Ε; Για μένα;
ΝΤΟΡΟΘΥ: Μην κάνετε έτσι, σας παρακαλώ. Θέλω να σκεφτώ και με
τόση φασαρία που κάνετε… αυτό είναι αδύνατο
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: (βάζει ξαφνικά τις φωνές) Κύριε… Μάγε… για έλα έξω
να μας τα πεις αυτά. Ωραία είναι να κρύβεσαι πίσω από
μια Φωνή… και ασφαλές. Για έλα εδώ να μας
αντιμετωπίσεις..
ΤΕΝΕΚΕΔ: Ναι! Για έλα! (παίρνει θέση μάχης με το τσεκούρι του).
ΛΙΟΝΤΑΡΙ: Τι λέτε; Τρελαθήκατε; Αυτός πρέπει να είναι πελώριος.
Δεν ακούτε τη φωνή του;
ΤΕΝΕΚΕΔ: Δεν τον φοβάμαι. Να βγει έξω αμέσως!!!!
ΝΤΟΡΟΘΥ: Συμφωνώ. Είναι το λιγότερο που μπορείτε να κάνετε για
μας!!!!!!!!!

-ΟΖ Χα – χα- χα –χα…………. Αύριο!!!

ΝΤΟΡΟΘΥ: Δεν υπάρχει άλλη λύση. Θ’ ανοίξουμε αυτή την πράσινη


πόρτα και θα πάμε να τον βρούμε!
ΛΙΟΝΤΑΡΙ: Είσαι με τα καλά σου:
ΤΕΝΕΚΕΔ: Συμφωνώ! Να τον αιφνιδιάσουμε!
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: Ναι!!!!
ΛΙΟΝΤΑΡΙ: Θεέ μου!
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: (στο Λιοντάρι) Είσαι μαζί μας;
ΛΙΟΝΤΑΡΙ: Ε;… Ναι.. αλλά τι να κάνω εγώ;;;;
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: Να μουγκρίσεις δυνατά να τον τρομάξουμε!
ΤΕΝΕΚΕΔ: Θα στέκομαι κι εγώ με το τσεκούρι πίσω σου.. μη
φοβάσαι.
ΛΙΟΝΤΑΡΙ: Αυτό το φοβάμαι περισσότερο από το Μάγο. Κι αν σου
φύγει και μου χώσεις καμία; Δεν μπαίνεις καλύτερα
μπροστά;
ΝΤΟΡΟΘΥ: Θα μπω εγώ μπροστά.!!!!!!
ΤΕΝΕΚΕΔ: Αυτό δεν είναι σωστό. Είσαι κορίτσι!
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: (γελά) Και νόμιζα πως εγώ ήμουν το κορίτσι!

8
ΛΙΟΝΤΑΡΙ: Εντάξει.. θα μπω εγώ μπροστά. Αυτό είναι το σωστό. Θα
τον τρομάξω με τα μουγκρητά μου και αν αντισταθεί ο
Τενεκεδένιος θα του χώσει μια με το τσεκούρι.
ΝΤΟΡΟΘΥ: (όσο μιλάνε οι άλλοι, το Σκιάχτρο πάει μόνο του και
ανοίγει την πόρτα. Από πίσω στέκεται ο Μάγος του Οζ.
Μόνο που δεν είναι «φοβερός». Είναι ένας κοινός
άνθρωπος και μάλιστα… μικροκαμωμένος. )Δεν χρειάζεται
να χρησιμοποιήσουμε βία! Να μας δώσει αυτό που μας
υποσχέθηκε θέλουμε, όχι να τον σκοτώσουμε.
ΤΕΝΕΚΕΔ: (βλέπει τον Οζ) Ποιος είσαι εσύ; (σηκώνει το τσεκούρι του)
Απάντησέ μου γρήγορα!
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: (τρέχει και τον σταματά) Δεν είπαμε όχι βία;
Άστον να μιλήσει. Ποιος είσαι;
ΟΖ: Είμαι ο Οζ ο τρομερός! Μη με χτυπήσεις, σε παρακαλώ.
Θα κάνω ότι θέλετε.
ΤΕΝΕΚΕΔ: Για φαντάσου! Ο Μάγος του Οζ δεν είναι παρά ένας
κοινός άνθρωπος!!!!
ΛΙΟΝΤΑΡΙ: Κοίτα κάτι πράγματα!
ΟΖ Μην το πείτε πουθενά. Τώρα που το μυστικό μου
αποκαλύφθηκε… κινδυνεύω.
ΝΤΟΡΟΘΥ: Από ποιόν;
ΟΖ: Από τους υπηκόους μου. Τους έχω εξαπατήσει. Κυβερνάω
αυτή τη χώρα πολλά χρόνια, αλλά δεν μ’ έχει δει ποτέ
κανείς! Ο μόνος άνθρωπος που βρίσκεται κοντά μου είναι
ο Βοηθός μου. Κι αυτός είναι τυφλός. Γιατί τον έχω
υποχρεώσει να φορά μαύρα γυαλιά. Είναι πίσω από την
πόρτα. Βοηθήστε τον να έρθει κι αυτός εδώ.
ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ: Μάγε!
ΟΖ: Ποιος μίλησε;
ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ: Εδώ.. η Μαργαρίτα. Σου ορκίζομαι πως εγώ δεν θα πω
τίποτα. Θα κρατήσω το στόμα μου κλειστό για πάντα. Γι
αυτό μη φοβάσαι…
ΟΖ: Σ’ ευχαριστώ Μαργαρίτα μου. Αλλά πώς γίνεται να έχεις
φωνή.. εσύ… ένα λουλούδι;
ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ: Η Νεράιδα του Βορρά μου είχε κάνει μάγια και ..
δυστυχώς πέθανε πριν τα λύσει.
ΟΖ: Δυστυχισμένο πλάσμα κι εσύ!
ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ: Μη με λυπάσαι. Είμαι πολύ ευτυχισμένη έτσι. Φεύγω για
να τα πείτε με την ησυχία σας. Θα θυμάμαι πάντα την
καλοσύνη σου!!! Αν και τόσο μικρούλης
ΟΖ: Τι είπες;
ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ: Συγνώμη (χι – χι) (φεύγει)
(Έρχονται οι 4 με το Βοηθό)
ΟΖ: Έλα καλέ μου Βοξ. Θέλω να με βοηθήσεις να
εξηγήσουμε σ’ αυτή την παρέα τι συμβαίνει εδώ.

9
ΝΤΟΡΟΘΥ: (βγάζει τα μαύρα γυαλιά από τα μάτια του Βοξ και του
φοράει ένα ζευγάρι πράσινα) Πες μου τι βλέπεις;
ΒΟΞ: Βλέπω… βλέπω….
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: Ε, τι βλέπεις;
ΒΟΞ: Ένα κορίτσι, ένα σκιάχτρο, ένα τενεκεδένιο άνθρωπο…
ένα λιοντάρι κι ένα.. ένα … κοντό κύριο….
ΟΖ: Βοξ! Με είπες κοντό;
ΒΟΞ: Κάτι μου θυμίζει αυτή η φωνή.
ΛΙΟΝΤΑΡΙ: Ας λύσουμε πρώτα το θέμα της όρασής σου. Βλέπεις
καθαρά;
ΒΟΞ: Ναι. Όλα πράσινα βέβαια αλλά… καθαρά. Και σκεφτείτε
ότι έχω να βγάλω τα μαύρα γυαλιά από τα μάτια μου…
ουουου…πολλά … πάρα πολλά χρόνια.
ΤΕΝΕΚΕΔ: Στον ύπνο; Δεν τα έβγαζες;
ΒΟΞ: Όχι. Μου το είχε απαγορεύσει ο Μεγάλος Μάγος Οζ. Μα
πού είναι; Πώς επέτρεψε ο αφέντης μου να μου βγάλετε
τα γυαλιά; Ή μήπως δεν το ξέρει;
ΟΖ: Αφού είμαι εδώ Βοξ. Φυσικά και το ξέρω.
ΒΟΞ: (κοιτάει ψηλά) Μεγάλε Μάγε, είστε εδώ; Πού; Γιατί δεν
σας βλέπω;
ΟΖ: Κοίτα πιο χαμηλά.. κι άλλο.
ΒΟΞ: (τον βλέπει τελικά) Τι σας κάνανε; Ποιος σας μίκρυνε έτσι;
ΟΖ: Κανένας. Έτσι ήμουν πάντα.
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: Με το πρόβλημά μας πότε θ’ ασχοληθούμε;
ΒΟΞ: Εδώ κάποιος έκανε νάνο τον Μάγο του Οζ, κι εσύ θες ν’
ασχοληθούμε με το πρόβλημά σου;
ΟΖ: Ξέρεις ποιοι είναι αυτοί Βοξ; Είναι η παρέα που έβγαλε
από τη μέση τη Μαυροσκούπα.
ΒΟΞ: (υπόκλιση) Ω! Συγνώμη! Δε σας κατάλαβα.
ΟΖ: Κι όσο για το ύψος μου.. αυτό ήταν πάντα. Συνήθισέ το να
πάμε παρακάτω. Δεν θα ξαναμιλήσεις.. αν δεν σου δώσω
την άδεια!
ΒΟΞ: Μάλιστα!
ΟΖ: Τι λέγαμε λοιπόν;
ΝΤΟΡΟΘΥ: Μήπως να τα πάρουμε όλα από την αρχή;
ΟΖ: Ήρθα σ’ αυτή τη χώρα με αερόστατο. Με είδαν να
κατεβαίνω από τα σύννεφα και πίστεψαν ότι είμαι
μεγάλος μάγος!
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: Ενώ δεν είσαι.
ΟΖ: Απλά βάζω τις φωνές και τρομάζω τους ανθρώπους.
ΤΕΝΕΚΕΔ: Α, τον απατεώνα
ΟΖ: Ήθελα πολύ να ζήσω εδώ. Γι αυτό έφτιαξα μια ψεύτικη
πόλη. Τη Σμαραγδούπολη. Όλα εδώ είναι ψεύτικα και
φταίω εγώ γι αυτό.
ΝΤΟΡΟΘΥ: Ψεύτικα;

10
ΟΖ: Βγάλτε τα γυαλιά σας και θα καταλάβετε! Μη φοβάστε,
δε θα τυφλωθείτε! Κι εσύ Βοξ!(όλοι βάζουν τα γυαλιά
τους. Φεύγει το πράσινο και ο φωτισμός γίνεται κανονικός.
Μεγάλη έκπληξη για όλους. Ως και ο Τότο γρυλίζει)
ΝΤΟΡΟΘΥ: Ω! χάθηκε το πράσινο. Όλα είναι κανονικά!
ΒΟΞ: Χωρίς λάμψη και μεγαλείο!
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: Τους ανάγκασες όλους να ζούνε σε μια εικονική
πραγματικότητα!
ΛΙΟΝΤΑΡΙ: Έβλεπαν τον κόσμο όπως ήθελες εσύ!
ΟΖ: (κάθεται στο θρόνο του). Είμαι ένας ψεύτης. Μικρός κι
ασήμαντος!
ΝΤΟΡΟΘΥ: (έντονα) Και πολύ κακός άνθρωπος.
ΟΖ: Όχι. Άνθρωπος είμαι καλός. Μάγος είμαι κακός.
Ερασιτέχνης!
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: (λυγμός) Κι εγώ; Πώς θ’ αποκτήσω τώρα μυαλό;
ΤΕΝΕΚΕΔ: (λυγμός) Κι εγώ την καρδιά μου;
ΛΙΟΝΤΑΡΙ: (λυγμός) Κι εγώ το κουράγιο μου;
ΝΤΟΡΟΘΥ: Κρίμα! Δε θα γυρίσω ποτέ στο Κάνσας.
ΟΖ: Μπορεί να μην είμαι μάγος, αλλά καταλαβαίνω πως δεν
έχετε δίκιο. (σηκώνεται από το θρόνο και βηματίζει)
Αγαπητό μου Σκιάχτρο… το μυαλό σου γίνεται κάθε μέρα
καλύτερο, όσο μαθαίνεις κάτι καινούργιο.
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: Μπορεί! Αλλά αν δεν μου δώσεις μυαλό, θα είμαι
δυστυχισμένος!
ΟΖ: Πολύ καλά. Βοξ! Σου δίνω την άδεια να μιλήσεις και να
πεις στην παρέα αυτά που συμφωνήσαμε.
ΒΟΞ: Μάλιστα! (βγάζει από την τσέπη του ένα ρολό χαρτί με
κορδελάκι και το δίνει στο Σκιάχτρο) Ο Μεγάλος Μάγος
του Οζ…
ΟΖ: Χωρίς προλόγους!
ΒΟΞ: Μάλιστα! (στο σκιάχτρο) Σου απονέμω το πτυχίο
μεγαλοφυΐας και εξαιρετικής ιδιοφυΐας! Τώρα έχεις ένα
τεράστιο μυαλό και μπορείς να διδάξεις στα καλύτερα
πανεπιστήμια της Οικουμένης! Έχεις πλέον.. μυαλό με
δίπλωμα!
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: (συγκινημένο) Αλήθεια; Τι καλά! (απότομα)
Τρία επί πέντε, δεκαπέντε
Πέντε επί οκτώ, σαράντα.
Τα φωνήεντα είναι εφτά.
Η Ευρώπη είναι ήπειρος.
Η σαύρα είναι ερπετό και τα ψάρια
Ψήνονται στη σχάρα (χοροπηδάει)
Μπράβο μου! Απόχτησα μυαλό!
ΒΟΞ: Εσένα αγαπητέ μου λέοντα, σου λείπει η αυτοπεποίθηση.
Όμως… πρέπει να ξέρεις πως μπροστά στον κίνδυνο,
φοβούνται όλα τα πλάσματα.

11
ΛΙΟΝΤΑΡΙ: Εντάξει… αλλά… δώσε μου κουράγιο. Για να ξεχνάω ότι
φοβάμαι!
ΒΟΞ: Τι να κάνω Μάγε;
ΟΖ: Αφού το ζητάει!
ΒΟΞ: (βγάζει ένα μπουκαλάκι και το δίνει στο Λιοντάρι). Πιες το.
Είναι ειδικό σιρόπι σιγουριάς. Το πίνεις και φουσκώνεις
από θάρρος. Τόσο, που θα περισσέψει και για τα εγγόνια
σου!
ΛΙΟΝΤΑΡΙ: Αλήθεια; (πίνει βιαστικά) Νιώθω… νιώθω… …
ατρόμητος νιώθω! Πόσες φορές πρέπει να πιω απ’ αυτό το
σιρόπι;
ΟΖ: Τόσο που ήπιες, φτάνει για μια ζωή.
ΛΙΟΝΤΑΡΙ: (χοροπηδάει) Επιτέλους! Έχω θάρρος για μια ζωή! Δεν
είμαι δειλός πια!
ΒΟΞ: Αγαπητέ μου Τενεκεδένιε… εσύ είσαι τυχερός που δεν
έχεις καρδιά!
ΤΕΝΕΚΕΔ: Μα τι λες;
ΒΟΞ: Όποιος έχει καρδιά είναι ευαίσθητος. Πληγώνεται εύκολα
και νιώθει δυστυχισμένος.
ΤΕΝΕΚΕΔ: Δεν με πειράζει. Δώστε μου εσείς καρδιά κι ας υποφέρω.
Άλλωστε, υπάρχουν και σκληρές καρδιές!
ΒΟΞ: Μάγε, να επιμείνω;
ΟΖ: Όχι!
ΒΟΞ: (βγάζει ένα ρολόι σε σχήμα καρδιάς, με κορδέλα. Την
περνάει στο λαιμό του Τενεκεδένιου) Σου χαρίζω μια
μεγάλη καρδιά. Χρυσή κι ευγενική! Μια καρδιά που δεν
ραγίζει με τίποτα! (Ο Τενεκεδένιος βάζει το ρολόι στο αυτί
του)
ΤΕΝΕΚΕΔ: Απίστευτο! Κάνει τικ-τακ! (χοροπηδάει) Τι ευτυχία! Έχω
καρδιά. Μπορώ επιτέλους ν’ αγαπήσω!
ΒΟΞ: Εσύ Ντόροθυ, θέλεις να επιστρέψεις στο Κάνσας και….
(μπαίνουν τρέχοντας ο Φύλακας και η Πράσινη
Καμαριέρα)
ΛΙΟΝΤΑΡΙ: Α! Να κι η Πρασινούλα…
ΚΑΜΑΡΙΕΡΑ: Γεια σας! Συγνώμη που δεν ήμουν εδώ να σας περιποιηθώ
αλλά στην πόλη γίνεται γιορτή προς τιμήν σας και
ετοίμασα μια σπανακόπιτα για να…..
ΦΥΛΑΚΑΣ: Άσε τα πολλά λόγια! Βοξ, μήπως ξέρεις που θα βρω τον
Μέγα Οζ; Οι κάτοικοι της Σμαραγδούπολης θέλουν να
καλέσουν την Ντόροθυ και την παρέα της στη γιορτή.
Όμως αυτό δεν μπορεί να γίνει χωρίς την άδειά του….
(βλέπει τον Οζ, αλλά δεν τον αναγνωρίζει) Ο κύριος;
ΒΟΞ: Ο τρομερός Μάγος Οζ!!!!
ΦΥΛΑΚΑΣ: Τι;;;
ΟΖ: Καλά άκουσες αγαπητέ μου. (Η Καμαριέρα έχει μείνει με
το στόμα ανοιχτό). Κι εσύ κλείσε το στόμα σου!!!!

12
ΚΑΜΑΡΙΕΡΑ: (βάζει τα γέλια) Εσύ είσαι ο Μάγος του Οζ;;;;
ΒΟΞ: Μην αρχίσουμε πάλι τα ίδια. Ναι! Αυτός!!!
ΚΑΜΑΡΙΕΡΑ: Ένα κοινό πράσινο ανθρωπάκι! Χα-Χα
ΟΖ: Βγάλτε τα γυαλιά σας!!!!
ΦΥΛΑΚΑΣ: (πέφτει στα γόνατα)Μη μας τιμωρήσεις καλέ μου Μάγε.
Μη μας τυφλώσεις επειδή είδαμε ότι είσαι
μικροκαμωμένος!
ΚΑΜΑΡΙΕΡΑ: Να μας τυφλώσει;;;; Δε θα σου κάνουμε το χατίρι!!!!!
ΛΙΟΝΤΑΡΙ: Μικρή μου όμορφη Καμαριέρα, μη φοβάσαι. Εγώ είμαι
εδώ για σένα!!!!
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: Δες!!! Κι εμείς βγάλαμε τα γυαλιά μας.
ΤΕΝΕΚΕΔ: Κι απ’ ότι βλέπεις, δεν τυφλωθήκαμε!!! (βγάζουν και οι
δυο τα γυαλιά τους)
ΦΥΛΑΚΑΣ: (τάχει χαμένα) Χάθηκε το πράσινο!!!
ΚΑΜΑΡΙΕΡΑ: Είναι όλα τόσο….. τόσο….
ΝΤΟΡΟΘΥ: Πραγματικά!!!!
ΦΥΛΑΚΑΣ: Πρέπει να το μάθουν όλοι.
ΟΖ: Θα τους το πείτε εσείς. Πηγαίνετε! (Φύλακας και
Καμαριέρα φεύγουν τρέχοντας για να πουν τα νέα σε όλους
του υπηκόους της Σμαραγδούπολης) Και τώρα θα γίνουν
σπουδαίες ανακοινώσεις. (δίνει ένα χαρτί στον Βοξ)
Διάβασε ακριβώς ότι γράφω εδώ!
ΒΟΞ: Έξω από τη Σμαραγδούπολη, υπάρχει το κόκκινο δάσος
με κάθε λογής άγρια και ήμερα ζώα. Το θαρραλέο
Λιοντάρι θα γίνει βασιλιάς σ’ αυτό το δάσος. Βασιλιάς
όλων των ζώων!
ΛΙΟΝΤΑΡΙ: Γιούπι!!!!!!! Έγινα Βασιλιάς!
ΟΖ: Μπορείς να φύγεις τώρα!
ΛΙΟΝΤΑΡΙ: Φεύγω! Ο θρόνος με περιμένει!!! Γειά σας φίλοι μου. Θα
σας θυμάμαι πάντα! Φεύγω για το βασίλειό μου! (φεύγει
τρέχοντας)
ΟΖ: (στον Βοξ) Συνέχισε…
ΒΟΞ: Η χώρα των Πολυφαγάκηδων ζητάει εδώ και χρόνια έναν
καλόκαρδο αυτοκράτορα. Υπάρχει ο άξιος γι αυτή τη
θέση. Είναι ο Τενεκεδένιος Ξυλοκόπος!
ΤΕΝΕΚΕΔ: Εγώ; Αυτοκράτορας εγώ; Απίστευτο!
ΟΖ: Μπορείς να φύγεις!
ΤΕΝΕΚΕΔ: Γειά σας, φίλοι μου. Θα κυβερνήσω με γέλιο και χαρά!
Έξω καρδιά! (φεύγει βιαστικά)
ΒΟΞ: Το σοφό Σκιάχτρο θα πάρει τη θέση του Μεγάλου Μάγου
Οζ. Θα κυβερνήσει τη Σμαραγδούπολη.
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: Εγώ; Κυβερνάνε τα σκιάχτρα;
ΝΤΟΡΟΘΥ: Σε τόσα κράτη κυβερνάνε μπούφοι! Δεν μπορείς εσύ;
ΒΟΞ: Μια μεγαλοφυΐα με δίπλωμα;

13
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: Σωστά! Τώρα έχω πτυχίο! Θα το βάλω σε χρυσή κορνίζα!
Αντίο αγαπημένη μου Ντόροθυ! Πήρα εξουσία. Θα βγάζω
νόμους!!! Πού πάω;
ΒΟΞ: Στην αίθουσα της ορκωμοσίας! Είναι…
ΣΚΙΑΧΤΡΟ: (φεύγει τρέχοντας)… Θα την βρω!!!!
ΝΤΟΡΟΘΥ: Τώρα είναι η σειρά μου. Ε;
ΒΟΞ: Φυσικά. Στα πόδια σου φοράς κάτι πολύτιμο. Τα μαγικά
ρουμπινένια παπούτσια. Ήρθε η στιγμή να μάθεις σε τι
χρησιμεύουν!
ΝΤΟΡΟΘΥ: Σε τι;
ΒΟΞ: Χτυπάς τις φτέρνες σου τρεις φορές και σε πάνε εκεί που
θέλεις!
ΝΤΟΡΟΘΥ: Αλήθεια; Τότε μπορώ να γυρίσω αμέσως σπίτι μου!
ΒΟΞ: Βέβαια!
ΝΤΟΡΟΘΥ: (στον Οζ) Κι εσύ καλέ μου Οζ; Τι θα γίνεις εσύ;
ΟΖ: Είναι καιρός πια να γυρίσω κι εγώ σπίτι μου.
ΝΤΟΡΟΘΥ: Θα χρειαστείς τα παπούτσια μου γι’ αυτό;
ΟΖ: Όχι γλυκιά μου, Ντόροθυ. Θα φύγω όπως ήρθα. Με το
αερόστατο!
ΝΤΟΡΟΘΥ: Κι εσύ Βοξ;
ΒΟΞ: Εγώ θα μείνω να βοηθήσω το Σκιάχτρο. Μπορεί να με
διορίσει Υπουργό. Που ξέρεις;
ΝΤΟΡΟΘΥ: Τότε να σας χαιρετήσω κι εγώ. Ευχαριστώ απ’ την καρδιά
μου! Είσαστε πολύ καλοί άνθρωποι εδώ στη
Σμαραγδούπολη! (τρέχει μπροστά στη σκηνή και χτυπάει
τις φτέρνες της 3 φορές. Αέρας. Η Ντόροθυ φεύγει με
στροφές, σα να πετάει και την παρασύρει ο άνεμος. Οι
άλλοι της κουνάνε το χέρι. Η Ντόροθυ φεύγει)
ΟΖ: Πάμε κι εμείς, καλέ μου Βοξ. Θα χρειαστώ βοήθεια στην
απογείωση!
ΒΟΞ: Πάμε Μεγάλε Μάγε Οζ!!! Να σε ρωτήσω όμως κάτι.
Γιατί έκανες τον έκπληκτο όταν σε βρήκαν πίσω από την
πόρτα; Και γιατί μ’ έβαλες να κάνω τον τυφλό;
ΟΖ: Μόνο έτσι θα έπαιρναν την απόφαση οι φίλοι μας να
αντιμετωπίσουν τους φόβους τους!
ΒΟΞ: Θα μου λείψεις! (φεύγουν αγκαλιασμένοι)

ΦΩΣ – της έναρξης του έργου


(Το σκηνικό της έναρξης. Βλέπουμε τα λιβάδια και το μικρό σπίτι
της Ντόροθυ)

ΕΜΙΛΥ: Μήπως έχεις δει τη Ντόροθυ;


ΧΑΡΥ: Μετά τον κυκλώνα, λες κι εξαφανίστηκε!
ΑΝΝΥ: Μήπως είναι ακόμα κρυμμένη στο κελάρι;
ΕΜΙΛΥ: Έψαξα! Δεν είναι εκεί.
ΑΝΝΥ: Μην ανησυχείς κάπου εδώ γύρω θα παίζει…

14
(ακούγεται απ’ έξω η φωνή της Ντόροθυ.)
ΝΤΟΡΟΘΥ: Έμιλυ! Γύρισα… πού είσαι;
ΑΝΝΥ: Ορίστε. Έρχεται! Και μάλιστα από τα δυτικά, που είναι το
σπίτι της Μπέσυ.
ΕΜΙΛΥ: Πω πω… πάλι;
ΝΤΟΡΟΘΥ: (λαχανιασμένη) Έμιλυ, Χάρυ! Σας ξαναβρίσκω! Αχ, και
να ξέρατε πόσο μου λείψατε! Άργησα πολύ;
ΕΜΙΛΥ: (γελάει) Μια ώρα περίπου!
ΝΤΟΡΟΘΥ: Μια ώρα; Μα … τόσες μέρες ταξίδευα! Απίστευτο!
ΑΝΝΥ: Μέρες;;
ΝΤΟΡΟΘΥ: Ναι… και ξέρετε… γνώρισα σπουδαίους τύπους στο
ταξίδι μου. (Η Έμιλυ και η Άννυ γελούν) Μα γιατί γελάτε;
Αλήθεια λέω. Και να δεις, Άννυ, γνώρισα και μια Καλή
Νεράιδα που σου έμοιαζε τόσο πολύ! Αν κι εσύ είσαι πιο
όμορφη!
ΑΝΝΥ: Εγώ ε; Μήπως είδες όνειρο;
ΝΤΟΡΟΘΥ: Όνειρο;
ΕΜΙΛΥ: Όνειρο ήταν γλυκιά μου.
ΧΑΡΥ: Αλλά απ’ ότι λες… πολύ όμορφο όνειρο!
ΝΤΟΡΟΘΥ: Λέτε να ήταν όνειρο; (έρχεται η Σούζαν)
ΣΟΥΖΑΝ: Είχαμε ζημιές απ’ τον κυκλώνα;
ΝΤΟΡΟΘΥ: (με χαρά) Αγαπημένη μου Σούζαν. Ήταν τόσο ωραία εκεί.
ΛΑΡΡΥ: Που εκεί;
ΧΑΡΥ: Στο όνειρό της.
ΝΤΙΚ: Αυτά τα παπούτσια, δικά σου είναι;
ΝΤΟΡΟΘΥ: Δικά μου! Τα είχαν κρατήσει οι Πολυφαγάκηδες, για το
μουσείο τους! Τα ρουμπινένια παπούτσια τα έχασα.
Βγήκαν από τα πόδια μου, ενώ πετούσα στον αέρα.
(λυγμός) Αλλά τι λέω; Όνειρο ήταν!
ΜΠΕΣΥ: Αυτά τα απαίσια κοκκινωπά παπούτσια, ποιανού είναι; Τα
βρήκα δίπλα στη στέρνα μου!
ΝΤΟΡΟΘΥ: (με λαχτάρα) Τα ρουμπινένια παπούτσια! (τα αρπάζει από
τα χέρια της Μπέσυ.) Δεν ήταν όνειρο. Ήταν αλήθεια!
Ταξίδεψα! Βρέθηκα στη Χώρα των Παραμυθιών!!!!!
ΑΝΝΥ: (την αγκαλιάζει) Ντόροθυ! Αγαπημένη μου Ντόροθυ!
ΕΜΙΛΥ: (την αγκαλιάζει κι αυτή) Είσαι τόσο γλυκό κορίτσι!
ΜΙΣ ΜΠΕΣΥ: Δεν αλλάξει ποτέ αυτό το παιδί.
ΝΤΟΡΟΘΥ: Ξέρετε πως είναι αλήθεια… έτσι δεν είναι;
ΧΑΡΥ: Ίσως… ποιος ξέρει;
(Οι τρεις αγρότες εμφανίζουν τρία ζευγάρια πράσινα γυαλιά)
ΛΑΡΡΥ: Ευχαριστούμε για τα δώρα Ντόροθυ
ΜΠΕΝ: Γιατί πράσινα όμως;
ΝΤΙΚ: Σμαραγδένια είναι όχι πράσινα.
ΝΤΟΡΟΘΥ: Είναι αλήθεια! Είναι αλήθεια! Πήγα στη Σμαραγδένια
πολιτεία και γνώρισα τον Οζ.

15
Μα ναι! (στο κοινό) Τώρα θυμάμαι! (με ενθουσιασμό) ! Το
ζήσαμε όλοι μαζί αυτό το υπέροχο όνειρο… αφού…
Αφού ήσαστε κι εσείς εκεί !!!!!!!!!!!

(Γέλια – όλοι οι ήρωες του έργου επί σκηνής)

Τραγούδι - Για το αύριο δε φοβάμαι

ΥΠΟΚΛΙΣΗ

16

You might also like