You are on page 1of 2

Ο νόμος της ειδικής αγωγής 2008 αναφέρεται στην ειδική αγωγή και εκπαίδευση

ατόμων με αναπηρία ή ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. Συγκεκριμένα με αυτόν τον


νόμο, το κράτος υποχρεούται να παρέχει ΕΑΕ δωρεάν σε όλες τις βαθμίδες
εκπαίδευσης, η οποία μάλιστα θεωρείται ισότιμη με την υπόλοιπη εκπαίδευση σε
αυτές τις βαθμίδες ενώ εισάγεται και η ισοτιμία των διπλωμάτων ειδικής αγωγής με
αυτά της γενικής εκπαίδευσης.

Αναλύονται, επίσης, ποιοι μαθητές συγκαταλέγονται στα άτομα με ειδικές


εκπαιδευτικές ανάγκες και ποιοι όχι, εκείνοι οι μαθητές δηλαδή οι οποίοι για
ολόκληρη ή ορισμένη περίοδο της σχολικής ζωής εμφανίζουν σημαντικές δυσκολίες
σχολικής μάθησης εξαιτίας σωματικών, νοητικών, γνωστικών ανεπαρκειών ή/και
ψυχικών διαταραχών από τις οποίες επηρεάζεται η μαθησιακή διαδικασία.
Ταυτόχρονα, αναγνωρίζονται και οι μαθητές με ιδιαίτερες νοητικές ικανότητες και
ταλέντα ως άτομα με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες.

Γίνεται αναφορά ακόμη στους στόχους και στις επιδιώξεις της ΕΑΕ. Στις
εκπαιδευτικές της υπηρεσίες περιλαμβάνονται η διάγνωση των ειδικών
εκπαιδευτικών αναγκών η διαφοροδιάγνωση, η αξιολόγηση και αποτύπωση των
ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών, καθώς και η συστηματική παιδαγωγική και
ψυχολογική παρέμβαση με εξειδικευμένα και κατάλληλα προσαρμοσμένα
εκπαιδευτικά εργαλεία και προγράμματα. Παράλληλα, θεσμοθετείται ο διαγνωστικός
φορέας ΚΕΔΔΥ (σημερινή ονομασία ΚΕΣΥ) καθώς και οι αρμοδιότητές του, ενώ
καθορίζεται με ακρίβεια και η διαδικασία διάγνωσης των ειδικών εκπαιδευτικών
αναγκών.

Σε αντίθεση με τις παραπάνω αναλυτικές αναφορές στον νόμο της ειδικής αγωγής
2008, κάποια θέματα δεν διευκρινίζονται επαρκώς. Συγκεκριμένα, ενώ γίνεται
πλήρης αναφορά στο που μπορούν να φοιτούν οι μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές
ανάγκες, δεν αναφέρεται σαφώς η δημιουργία κατάλληλων σχολικών μονάδων, οι
οποίες θα μπορούν να ανταποκριθούν στις ανάγκες όλων των παιδιών. Επιπροσθέτως,
ο νόμος εισάγει μεν το θεσμό της πρώιμης παρέμβασης στα ειδικά νηπιαγωγεία,
δυστυχώς όμως αυτό πραγματοποιείται με λάθη και ελλείψεις. Λαμβάνοντας υπόψη
ότι όσο πιο έγκαιρα διαπιστωθεί μία διαταραχή στην ανάπτυξη ενός μαθητή, τόσο πιο
μεγάλη είναι η πιθανότητα να ωφεληθεί από στρατηγικές παρέμβασης, γίνεται
αντιληπτό ότι έχει χαθεί πολύτιμος χρόνος αν η πρώιμη παρέμβαση αρχίζει να
εφαρμόζεται από την ηλικία των 4 ετών, όταν δηλαδή ξεκινά η φοίτηση στο
νηπιαγωγείο. Με βάση τα παραπάνω, συμπεραίνεται ότι ο συγκεκριμένος νόμος παρά
τις αλλαγές που προτείνει για τη διασφάλιση ίσων ευκαιριών σε μαθητές με αναπηρία
και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, είναι αναγκαίο οι αλλαγές αυτές να είναι
ουσιαστικές και πράγματι να ανταποκρίνονται στις υφιστάμενες ανάγκες.

You might also like