You are on page 1of 4

ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ

1.1. Η απεραντοσύνη της


Η γλώσσα διακρίνεται για την απεραντοσύνη της, καθώς φαίνεται να συνιστά:

α) χαρακτηριστικό της προσωπικότητας του ατόμου, αφού με τη γλώσσα το άτομο:


• εκφράζει τις σκέψεις, τα συναισθήματά και γενικά τον εσωτερικό του κόσμο
• επικοινωνεί με τα άλλα μέλη της γλωσσικής του κοινότητας
• επιχειρεί να διατυπώσει τις απόψεις του με στόχο την πειθώ ή τον έλεγχο.

β) χαρακτηριστικό της ιδιαιτερότητας ενός λαού, αφού με τη γλώσσα εκφράζονται:


• οι αντιλήψεις του λαού για τη ζωή και οι αξίες του
• ο τρόπος σκέψης, η πολιτιστική ιδιαιτερότητα, η ταυτότητά του.

1.2. Η πολυμορφία της


Η γλώσσα είναι πολύμορφη, γιατί χρησιμοποιείται για να καλύψει όλες τις επικοινωνιακές ανάγκες του
ανθρώπου και εκφράζει:
α)ερώτηση β)απορία γ)κρίση δ)διαταγή ε)σχεδιασμό του μέλλοντος στ)περιγραφή ζ)αμφιβολία η)σύγκριση
θ)αντίθεση ι)υπόθεση ια)βεβαιότητα ιβ)επιθυμία ιγ)παράκληση.

1.3. Η παντοδυναμία της


Η γλώσσα γι’ αυτόν που ξέρει να τη χρησιμοποιήσει σωστά είναι δύναμη και ειδικότερα:
α) δύναμη πνευματική
• δύναμη εμβάθυνσης, ανάλυσης, κρίσης, ελέγχου, αξιολόγησης καταστάσεων
• δύναμη κατανόησης και αντίληψης των θέσεων που εκφράζουν οι άλλοι μέσω της γλώσσας
β) δύναμη ψυχική
• προσφέρει μηνύματα που αγγίζουν το συναισθηματικό μας κόσμο
γ) δύναμη ηθική
• μεταφέρει ιδέες, απόψεις, αντιλήψεις, φιλοσοφία ζωής, νοοτροπίες, αξίες, ιδανικά, πρότυπα,που διέπουν
τις αντιδράσεις και τη συμπεριφορά μας
δ) δύναμη κοινωνική
• προσφέρει ανάδειξη, αναγνώριση, καταξίωση, αποδοχή από τους άλλους.
• είναι δείγμα κοινωνικής υπεροχής
• το λεξιλόγιο, ο τρόπος έκφρασης και η προφορά αποτελούν έκφραση κοινωνικού γοήτρου
ε) δύναμη πολιτική
• αποτελεί το κυρίαρχο μέσο για την προβολή και παρουσίαση μηνυμάτων, θέσεων καιιδεολογιών που
σχετίζονται με τον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας της πολιτείας.
στ) δύναμη εθνική
• αποτελεί ένα από τα κατεξοχήν στοιχεία εθνικής ταυτότητας.

2. ΟΙ ΠΟΙΚΙΛΙΕΣ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ


2.1. Εισαγωγή
Οι γλωσσικές ποικιλίες διακρίνονται σε:
α) γεωγραφικές ποικιλίες/ διαλέκτους (οριζόντια κατάταξη)
β) κοινωνικές ποικιλίες/ διαλέκτους (κάθετη κατάταξη)

1/4
2.2. Γεωγραφικές γλωσσικές ποικιλίες
ιδίωμα= τοπική παραλλαγή μιας γλώσσας, με μικρές αποκλίσεις από την κοινή γλώσσα
διάλεκτος= ιδίωμα με μεγάλη έκταση ή με σημαντικές διαφορές από την κοινή στην προφορά,
στη μορφολογία, στη σύνταξη και στο λεξιλόγιο, που δε θεωρείται όμως
διαφορετική γλώσσα
ιδιωματισμός= γλωσσικό φαινόμενο που εμφανίζεται σε τοπικές γλώσσες (ιδιώματα ή
διαλέκτους), αλλά δε συνηθίζεται ή είναι άγνωστο στην κοινή μορφή της γλώσσας
ιδιωτισμός= έκφραση με ιδιαίτερη σημασία ή σύνταξη που λέγεται σε μία γλώσσα (π.χ. μαλλιά
κουβάρια, φωτιά και λάβρα, άρον άρον κτλ.)

γιατί δημιουργήθηκαν οι διάλεκτοι:


• σε κάποιες ιστορικές περιόδους επιμέρους ομάδες ανθρώπων είτε δυσκολεύονταν να επικοινωνήσουν
μεταξύ τους είτε δέχονταν επιδράσεις από διαφορετικούς παράγοντες
• διαμόρφωσε καθεμιά απ’ αυτές το δικό της γλωσσικό αισθητήριο
γιατί σήμερα το φαινόμενο αυτό έχει περιοριστεί σημαντικά:
• μεγάλες επικοινωνιακές δυνατότητες (ΜΜΕ, διαδίκτυο)
• ποικίλα συγκοινωνιακά μέσα που διευκολύνουν την επαφή των κατοίκων ακόμα και στις πιο
απομακρυσμένες περιοχές
• καθιέρωση υποχρεωτικής εκπαίδευσης (διδασκαλία κοινής νεοελληνικής)
ποια ήταν η εξέλιξη της ελληνικής γλώσσας:
α) αρχαίες ελληνικές διάλεκτοι:
1) ιωνική- αττική
2) αιολική
3) δωρική
β) ελληνιστική κοινή
γ) βυζαντινή δημώδης
δ) νεοελληνικές διάλεκτοι
ε) νεοελληνική κοινή

διάκριση των διαλέκτων/ ιδιωμάτων:


α) βόρεια (Θράκη, Μακεδονία, Ήπειρος, Θεσσαλία, Στερεά Ελλάδα κτλ.)
β) νότια (Πελοπόννησος, Κρήτη κτλ.)
γ) ανατολικά (Κύπρος, Χίος, Πόντος, Καππαδοκία κτλ.)
δ) δυτικά (Κάτω Ιταλία, Επτάνησα, Κρήτη- Κυκλάδες)

2.3. Κοινωνικές γλωσσικές ποικιλίες


κριτήρια διαμόρφωσης κοινωνικών ποικιλιών:
α) ηλικία
β) μόρφωση
γ) κοινωνική τάξη- ομάδα
δ) φύλο
ε) ιδεολογία
στ) επάγγελμα
ζ) καταγωγή
η) περίσταση

2/4
γλώσσα και ηλικία:
α) παιδιά:
• βρίσκονται ακόμα στη διαδικασία αφομοίωσης της κοινής γλώσσας
• κάνουν λάθη είτε από άγνοια είτε επειδή πειραματίζονται με τη γλώσσα καθώς
την αφομοιώνουν
β) έφηβοι- νέοι:
• συνήθως επιθυμούν να διαφοροποιηθούν από την κοινή γλώσσα
• χρησιμοποιούν νεωτερισμούς, με τους οποίους εκφράζουν τη διαφοροποίησή
τους
• συχνά η γλώσσα που χρησιμοποιούν αποτελεί ταυτόχρονα και μια μορφή
καταγγελίας απέναντι σε κοινωνικές συνθήκες με τις οποίες διαφωνούν.

γλώσσα και μόρφωση:


• η γλωσσική επάρκεια εξασφαλίζεται μέσα από τις ακόλουθες εκπαιδευτικές διαδικασίες:
α) εκπαίδευση= συστηματική επαφή με τη γνώση
β) κατάρτιση= ενασχόληση με συγκεκριμένο επιστημονικό κλάδο
γ) μόρφωση= πνευματική και ψυχική καλλιέργεια
στις τρεις παραπάνω διαδικασίες επιτυγχάνεται:
α) εκπαίδευση: στοιχειώδης άνεση στη χρήση της γλώσσας
β) κατάρτιση: χρήση ειδικού λεξιλογίου
γ) μόρφωση: γλωσσική επάρκεια και πληρότητα

γλώσσα και κοινωνική ομάδα:


• κοινωνική ομάδα= ένα σύνολο ανθρώπων που συνδέονται τουλάχιστον με ένα κοινό
κοινωνικό χαρακτηριστικό (επάγγελμα, καταγωγή, οικονομική επιφάνεια,
σπουδές, δραστηριότητες, ηλικία κτλ.)
• κοινωνική τάξη= ένα σύνολο ανθρώπων του κοινωνικού συνόλου που συνδέονται
μεταξύ τους με βάση τη θέση που καταλαμβάνουν στον καταμερισμό
εργασίας
• κοινωνική διαστρωμάτωση:
α) ανώτερες κοινωνικές τάξεις
β) μεσαίες κοινωνικές τάξεις
γ) κατώτερες κοινωνικές τάξεις
δ) περιθωριακές κοινωνικές ομάδας
• η κοινωνική τάξη καθορίζει και τις ανάλογες γλωσσικές επιλογές:
→ οι ανώτερες κοινωνικές τάξεις χρησιμοποιούν προσεγμένο και επιλεγμένο λεξιλόγιο (συχνά και
ιδιαίτερα επιτηδευμένο)
→ οι κατώτερες κοινωνικές τάξεις χρησιμοποιούν απλές δομές και λεξιλόγιο
→ οι περιθωριακές ομάδες χρησιμοποιούν τη γλώσσα με ιδιόμορφο τρόπο
• γλωσσικό ζήτημα:
→ διαμάχη γύρω από την επίσημη γλώσσα του κράτους
→ οι τύποι της ελληνικής που αντιμάχονταν ήταν:
α) καθαρεύουσα (απαρχαιωμένη μορφή της ελληνικής, γλώσσα της εξουσίας, της κυρίαρχης ιδεολογίας,
του συντηρητισμού)
β) δημοτική (γλώσσα που μιλούσε ο λαός, γλώσσα του προοδευτισμού και της κουλτούρας)

γλώσσα και φύλο:


• οι κοινωνικές διακρίσεις ανάμεσα στα δύο φύλα επηρεάζουν αναπόφευκτα και τον τρόπο με

3/4
τον οποίο οι άντρες και οι γυναίκες χρησιμοποιούν τη γλώσσα:
α) άντρες:
→ κοινωνικός ρόλος που αποπνέει δύναμη, εξουσία, επιβολή, κύρος
→ λόγος περισσότερο αυστηρός και λογικός
β) γυναίκες:
→ κοινωνικός ρόλος που αποπνέει ευαισθησία, ενδιαφέρον, φροντίδα, αίσθημα προστασίας
→ λόγος περισσότερο συναισθηματικός και ήπιος
• σήμερα βέβαια οι διακρίσεις ανάμεσα στα δύο φύλα έχουν περιοριστεί σημαντικά, με
αποτέλεσμα να μην είναι πλέον ιδιαίτερα εμφανείς και οι γλωσσικές διαφοροποιήσεις που
εντοπίζονταν παλιότερα.

γλώσσα και κοινωνικό, υφολογικό επίπεδο, κοινωνικές περιστάσεις:


• η γλώσσα διαφοροποιείται ανάλογα με τις κοινωνικές περιστάσεις κατά τις οποίες εκφράζεται ο ομιλητής
• ο ίδιος ομιλητής χρησιμοποιεί διαφορετικές γλωσσικές ποικιλίες σε διαφορετικές κοινωνικές
καταστάσεις και με διαφορετικές επιδιώξεις, επιλέγοντας κάθε φορά το κατάλληλο ύφος
• παραδείγματα ύφους: προφορικού λόγου, γραπτού λόγου, επιστημονικό, δοκιμιακό, ποιητικό, αφηγηματικό,
περιγραφικό, ουδέτερο, φιλικό, λαϊκό, υψηλό, χαριτωμένο, ταπεινό, κομψό, χυδαίο κτλ.

• παράγοντες που διαμορφώνουν το ύφος:


α) πομπός του μηνύματος
β) δέκτης του μηνύματος
γ) αντικείμενο/ θέμα του μηνύματος
δ) χρόνος
ε) σκοπός
στ) τρόπος
ζ) τόπος
η) αιτίες
θ) οι περιστάσεις γενικότερα

4/4

You might also like