You are on page 1of 207

Συλλογή απομαγνητοφωνημένων ομιλιών

Άρχ.Σάββα Αγιορείτου

19ο Μέρος

Σειρά pdf σε συνέχειες - 2019


Μια δωρεάν διαδυκτιακή συλλογή,απομαγνητοφωνημένων ομιλιών,
του π.Σάββα Αγιορείτη,που έχουν αναρτηθεί στην επίσημη ιστοσελίδα:
(hristospanagia3.blogspot.gr)

Κατεβάστε τις συνέχειες της σειράς,όπως και μελλοντικά pdf με νέες απομαγνητοφωνημένες
ομιλίες που θα αναρτούνται ανα διαστήματα,στην ανωτέρω ηλεκτρονική διεύθηνση,στην
επίσημη ιστοσελίδα,στην στήλη του blog (πάνω-δεξιά).

1
Για περισσότερες ψυχοφελείς ομιλίες για πλήθος θέματων,καθώς και για μελέτη πλήθους
κειμένων Λόγων και Διδαχών Αγίων Πατέρων,επισκεφτείτε τις παρακάτω
ιστοσελίδες.Καθημερινή Ενημέρωση & Αναρτήσεις.
(Επίσημες Ιστοσελίδες)
[Στο τέλος της ιστοσελίδας κάτω κάτω πατήστε Παλαιότερες Αναρτήσεις]
hristospanagia3.blogspot.gr
agiapsychanalysi.blogspot.gr
Η παρούσα συλλογή απομαγνητοφωνημένων ομιλιών,αποτελεί ένα πάρα πολύ μικρό μέρος,απο
το σύνολο ομιλιών του π.Σάββα.Ακούστε τις ομιλίες της παρούσας συλλογής καθώς και τις
συνεχειές τους (ανα θεματική κατηγορία) καθώς και πλήθος άλλων ομιλιών πάνω σε ποικίλα
πνευματικά θέματα,στις παρακάτω ιστοσελίδες με καθημερινή & εβδομαδιαία ενημέρωση:
(Συλλογή ομιλιών - Youtube)
[Στο τέλος της ιστοσελίδας κάτω κάτω πατήστε Φόρτωση Περισσοτέρων]
https://www.youtube.com/channel/UCEtOr176QWbyqK_H3ZZoJJw/videos
(Playlists Ομιλιών ανα θεματική Κατηγορία - Youtube)
[Στο τέλος της ιστοσελίδας κάτω κάτω πατήστε Φόρτωση Περισσοτέρων]
https://www.youtube.com/channel/UCEtOr176QWbyqK_H3ZZoJJw/playlists
(Θεματικές Ενότητες Blog – Ετικέτες ανα κατηγορία)
http://hristospanagia3.blogspot.gr/p/blog-page_25.html
Γιά ενημέρωση μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου για τις καθημερινές λίστες θεμάτων που
αναρτούνται καθημερινά στην ιστοσελίδα - στείλτε τό e-mail σας στό:kyrios.ihsous@gmail.com

2
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
19ο Μέρος
(Ψυχοφελείς ομιλίες πάνω σε ποικίλα πνευματικά θέματα)

1)Ἡ ἁμαρτία καί οἱ ὀδυνηρές συνέπειές της [Σελ 4 εώς 18]


2)Ἡ μνήμη τῶν ἁμαρτημάτων μας καί ἡ ἀποφυγή τῶν αἰτίων [Σελ 19 εώς 32]
3)Μή δίδετε τόπον τῷ διαβόλω [Σελ 33 εώς 53]
4)Ἡ γυναίκα τοῦ Λώτ [Σελ 54 εώς 67]
5)Μή λυπεῖτε τό Πνεῦμα τό Ἅγιον [Σελ 68 εώς 87]
6)Ἡ ἀναγκαιότητα τῆς ὑπακοῆς [Σελ 88 εώς 108]
7)Ἐνδυναμοῦσθε ἐν Κυρίω [Σελ 109 εώς 128]
8)Προσευχόμενοι ἐν παντί καιρῷ ἐν πνεύματι [Σελ 129 εώς 147]
9)Ἀπό ποῦ ἀρχίζουμε τήν ἄσκηση - Α Μέρος [Σελ 148 εώς 162]
10)Οὐκ ἔστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρός αἷμα καί σάρκα - Α Μέρος [Σελ 163 εώς 184]
11)Οὐκ ἔστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρός αἷμα καί σάρκα - Β Μέρος [Σελ 185 εώς 206]

3
Ἡ ἁμαρτία καί οἱ ὀδυνηρές συνέπειές της
Μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, τήν εὐχή τοῦ Σεβασμιωτάτου καί τίς εὐχές τῶν ἁγίων
πατέρων πού εἶναι ἐδῶ, σήμερα θά ἀσχοληθοῦμε μέ τό θέμα «τί εἶναι ἡ ἁμαρτία καί
ποιά εἶναι τά ὀδυνηρά ἀποτελέσματά της». Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ἔχει
ἕνα ὡραιότατο βιβλίο, πού λέγεται Ἐξομολογητάριο, τό ἔχω φέρει ἐδῶ νά σᾶς τό
δείξω, καί ἐκεῖ μέσα ἔχει συμβουλή καί πρός τόν Πνευματικό καί πρός τόν
μετανοοῦντα, δηλαδή στόν κάθε χριστιανό. Καί ἀφοῦ μᾶς δίνει τίς συμβουλές του, μέ
βάση τούς ἁγίους Πατέρες καί τήν Ἁγία Γραφή, πῶς πρέπει νά ἐξομολογούμαστε,
στό τέλος ἀπευθυνόμενος στόν μετανοοῦντα, ὁ ὁποῖος μπορεῖ νά εἶναι κληρικός,
μπορεῖ νά εἶναι καί λαϊκός, ὅλοι πρέπει καί ὀφείλουμε νά μετανοοῦμε, μᾶς δίνει
κάποια φάρμακα, γιά νά μήν ἐπαναλάβουμε τίς ἁμαρτίες, τίς ὁποῖες
ἐξομολογηθήκαμε. Γιατί πολλές φορές, δυστυχῶς, ναί μέν ἐξομολογούμαστε, ἀλλά
πάλι πέφτουμε στά ἴδια. Καί ἀνάμεσα στά ἄλλα φάρμακα, μᾶς δίνει καί ἕνα, τό ὁποῖο
τό ὀνομάζει «ἡ γνῶσις τῆς ἁμαρτίας». Δηλαδή, ὅταν κανείς γνωρίσει τί εἶναι ἡ
ἁμαρτία καί ποιά τά ὀδυνηρά ἀποτελέσματά της, αὐτό εἶναι ἕνας ἀνασταλτικός
παράγοντας στήν ἁμαρτία τήν ἴδια, στό νά μήν ἁμαρτήσει ξανά ὁ ἄνθρωπος. Καί
αὐτό εἶναι τό πέμπτο κατά σειρά ἀπό τά φάρμακα πού δίνει ὡς προφυλακτικό ἀπό
τήν ἁμαρτία.

Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι κάνουν τήν ἁμαρτία, ἐπειδή δέν γνωρίζουν πόσο μεγάλο κακό
εἶναι. Γι’ αὐτό καί στήν Ἁγία Γραφή ὀνομάζονται οἱ ἁμαρτωλοί ἄφρονες καί
ἄγνωστοι, μέ τήν ἔννοια ὅτι δέν ἔχουν γνώση πνευματική. Λέει στίς Παροιμίες, «ἐν
γέλωτι ἄφρων πράττει κακά»[1]. Μέ γέλια, δηλαδή, ὁ ἀνότητος πράττει πονηρά
ἔργα. Και, δυστυχῶς, πολλές φορές μέ γέλιο ἐξομολογεῖται κιόλας, πού σημαίνει ὅτι
δέν μετανοεῖ. Καί ὁ σοφός Σειράχ λέει «ἀνήρ ἄφρων καί πλανώμενος διανοεῖται
μωρά»[2]. Ὁ ἀσύνετος ἄνθρωπος σκέπτεται ἀνόητα. Πάλι μιλάει γιά ἀφροσύνη, γιά
ἔλλειψη σύνεσης.

Καί ὁ Δαβίδ ὀνομάζει ἀφροσύνη τήν ἁμαρτία καί λέει «ἐσάπησαν οἱ μώλωπές μου
ἀπό προσώπου τῆς ἀφροσύνης μου»[3], δηλαδή σάπισαν τά τραύματά μου ἐξαιτίας
τῆς ἀφροσύνης μου, τῆς ἀνοησίας μου, τῆς ἔλλειψης συνέσεώς μου. Ἑπομένως,
αὐτός πού ἁμαρτάνει ὀνομάζεται ἄφρων ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα, ἀνόητος. Φοβερά
ἀνόητος! Γι’ αὐτό, θά πρέπει νά γνωρίσουμε βαθιά τί εἶναι ἡ ἁμαρτία, τί μεγάλο
κακό εἶναι καί ποιά εἶναι τά φοβερά ἀποτελέσματά της. Βέβαια σ’ ἕναν βαθμό, γιατί
κανένας νοῦς δέν μπορεῖ νά τήν καταλάβει τελείως. Καί τό ἀποδεικνύει πάλι
ἁγιογραφικά ὁ Ἅγιος Νικόδημος. Λέει στόν 18 ο Ψαλμό: Ποιός μπορεῖ νά γνωρίσει τά
παραπτώματα; Τί εἶναι ἡ ἁμαρτία, τί μεγάλο κακό εἶναι καί ποιά εἶναι τά φοβερά
ἀποτελέσματά της; «Παραπτώματα τίς συνήσει;»[4].

4
Μποροῦμε ὅμως νά καταλάβουμε πόσο μεγάλο κακό εἶναι ἡ ἁμαρτία πρῶτον ἀπ΄
αὐτή τήν ἴδια τήν ἁμαρτία (καί θά ποῦμε τί εἶναι αὐτό) καί ἀπό τήν τιμωρία πού πῆρε
ἡ ἁμαρτία ἀπό τόν Θεό.

Πρῶτα νά δοῦμε τήν ἁμαρτία ἀπό τήν ἴδα τήν ἁμαρτία, ἀπ’ τόν ἑαυτό της. Ἡ
ἁμαρτία αὐτή καθεαυτήν εἶναι ἕνα κακό ἄπειρο, λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, γιατί εἶναι
μία προσβολή στόν ἄπειρο Θεό καί μιά καταφρόνηση τῆς ἄπειρης μεγαλειότητάς
Του. Ἐπειδή, ὅταν, ἄς ὑποθέσουμε, ἐσύ θέλεις νά κάνεις φόνο ἤ πορνεία ἤ κλοπή ἤ
κάποια ἄλλη ἁμαρτία, σκέψου, ὅτι ὁ Θεός στέκεται ἀπό τό ἕνα σου μέρος καί ὁ
διάβολος ἀπό τό ἄλλο. Καί ὁ Θεός σοῦ λέει· «Ἄνθρωπε, μή κάνεις τήν ἁμαρτία αὐτή,
εἶναι πράγμα ἀντίθετο στόν νόμο Μου· ἐάν δέν τήν κάνεις, θά κερδίσεις ἕναν αἰώνιο
Παράδεισο· ἐάν τήν κάνεις, μία αἰώνια κόλαση». Ὁ διάβολος πάλι σοῦ λέει· «Κάνε
τήν ἁμαρτία αὐτή καί μή σκέπτεσαι οὔτε τήν προσβολή, πού προξενεῖ στόν Θεό,
οὔτε τήν τιμωρία, πού θά πάρεις ἀργότερα».

Ἐσύ τώρα, ἐάν ἀκούσεις τόν διάβολο καί διαπράξεις αὐτή τήν ἁμαρτία, τί κάνεις;
Περιφρονεῖς τόν Θεό, καταφρονεῖς τόν νόμο Του, ἐξευτελίζεις τή μεγαλειότητά Του
καί, ἐάν ὄχι μέ τόν λόγο, ὅμως μέ τό ἔργο φαίνεται, ὅτι Τοῦ λές αὐτά τά ἴδια λόγια
πού εἶπε καί ὁ Ἰώβ· Λέει στόν Κύριο ὁ ἁμαρτωλός· «ἀπόστα ἀπ᾿ ἐμοῦ, ὁδούς σου
εἰδέναι οὐ βούλομαι»[5]. Φύγε ἀπό μένα· δέν θέλω νά γνωρίζω τά θελήματά Σου καί
τίς ἐντολές Σου»· ἐγώ δέν φροντίζω γιά Ἐσένα, ἐγώ δέν θέλω τόν Παράδεισό Σου,
δέν ὑπολογίζω τήν κόλασή Σου, δέν φοβᾶμαι τήν ὀργή Σου, δέν Σέ ξέρω γιά δικό
μου αὐθέντη· γι’ αὐτό καί δέν θέλω νά ἀκούσω τήν φωνή καί τήν προσταγή Σου·
μοιάζοντας ἔτσι καί ἐσύ μέ τόν σκληροτράχηλο Φαραώ, ὁ ὁποῖος ἔλεγε· Ποιός εἶναι
αὐτός, τού ὁποίου τήν φωνή θά ἀκούσω; Δέν γνωρίζω τόν Κύριο.. Ὅταν τοῦ ἔδιναν
τό μήνυμα ὅτι ὁ Θεός θέλει ν’ ἀφήσεις τόν λαό Του. «Τίς ἐστιν οὗ εἰσακούσομαι τῆς
φωνῆς αὐτοῦ, ὥστε ἐξαποστεῖλαι τούς υἱούς Ἰσραήλ; Οὐκ οἶδα τόν Κύριον»[6].

Ἔτσι κι ἐσύ, βρίζοντας καί καταφρονώντας τόν Θεό, ἁμαρτάνεις σέ ὅλα, ὅπως εἶναι
γραμμένο στήν αἴνεση τῶν τριῶν Παίδων ἐν τῇ καμίνῳ· «Ἁμαρτήσαμε σέ ὅλα»[7],
λέγανε οἱ τρεῖς Παῖδες. Κι ἐσύ λοιπόν, ὅταν ἁμαρτάνεις, καταφρονεῖς τόν Θεό ὡς
Νομοθέτη. Δέν λογαριάζεις τόν νόμο Του. Δεύτερον, ὡς Δεσπότη. Δέν ὑποτάσσεσαι
στήν ἐξουσία Του· τρίτο, ὡς Δημιουργό, γυρίζοντας ἐπάνω Του τό εἶναι σου. Αὐτός
πού σέ ἔφτιαξε καί σοῦ ἔδωσε τήν ὕπαρξη, ἐσύ τήν ὕπαρξή σου τή στρέφεις ἐναντίον
Του, τόν νοῦ σου, τό αὐτεξούσιό σου καί ὅλα ὅσα πῆρες ἀπό Αὐτόν ὡς ἐπιθετικά
ὅπλα ἐναντίον Του. Ἁμαρτάνεις σέ ὅλα.

Τέταρτον, γιατί Τόν καταφρονεῖς ὡς τό ἔσχατο τέλος, μή φροντίζοντας γιά τήν


μακαριότητα, πού σοῦ ὑποσχέθηκε. Διαβάζουμε στήν Ἀποκάλυψη: «ἐγώ εἰμί τό Α
καί τό Ω, ἡ ἀρχή καί τό τέλος, ὁ πρῶτος καί ὁ ἔσχατος»[8].

5
-Θέλεις τήν χαρά καί τήν μακαριότητα;

«Ἐγώ εἶμαι», λέει ὁ Χριστός. Τό ἔσχατο τέλος στό ὁποῖο πρέπει νά προσβλέπει κάθε
ἄνθρωπος. Κι ἐσύ αὐτή τήν ἄπειρη μακαριότητα, πού σοῦ ἔχει ἑτοιμάσει ὁ Θεός, τήν
καταφρονεῖς.

Καταφρονεῖς, πέμπτο, τόν Θεό ὡς Λυτρωτή. Δέν σκέπτεσαι τό αἷμα πού ἔχυσε καί
τόν ἐπώδυνο θάνατο πού δοκίμασε γιά σένα· Τόν καταφρονεῖς ὡς Κριτή, χωρίς νά
φοβᾶσαι τήν φρικτή Του ἀπόφαση, τόν θυμό Του, τίς κολάσεις Του. Τόν
καταφρονεῖς καί ὡς Φίλο, χωρίς νά θέλεις τή φιλία Του. Δέν ἀποδέχεσαι τή φιλία
Του, δέν ἀποδέχεσαι καί τήν Χάρη Του· καί τέλος Τόν καταφρονεῖς καί ὡς Πατέρα
ἀποστρεφόμενος τήν κληρονομία καί τήν υἱοθεσία πού σοῦ χαρίζει.

Ἁμαρτάνεις σέ ὅλα, καταφρονώντας τήν εὐσπλαγχνία Του. Τήν χρησιμοποεῖς τήν


εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ σάν ἕνα ὄργανο, γιά νά ἁμαρτάνεις ἀχαλίνωτα. Ὁ Θεός σοῦ
δίνει χρόνο γιά νά μετανοήσεις, σέ σπλαχνίζεται καί δέν σέ κατακαίει ἀμέσως ἐνῶ
ἁμαρτάνεις, κι ἐσύ αὐτή τήν μακροθυμία, αὐτή τήν εὐσπλαχνία, τή χρησιμοποιεῖς γιά
νά παρατείνεις τήν ἁμαρτία.

Καταφρονεῖς τήν ἀγαθότητά Του, κάνοντάς την νά ὑποφέρει ἐσένα τόν ἀποστάτη καί
νά σέ ὑπηρετεῖ στίς πράξεις ἐκεῖνες, πού αὐτή ἐμποδίζει· καταφρονεῖς τή δικαιοσύνη
Του, μή σκεπτόμενος τίς οἰκουμενικές παιδεῖες, πού αὐτή ἔδωσε σέ τόσους καί
τόσους παράνομους σάν καί ἐσένα· καταφρονεῖς καί τήν πρόνοιά Του, χαλώντας τήν
τάξη καί τό τέλος, γιά τό ὁποῖο αὐτή σέ διέταξε. Καταφρονεῖς καί τήν αἰωνιότητά
Του, κάνοντας τήν ἁμαρτία, ἡ ὁποία, ἐάν ὑπῆρχε τρόπος νά φθαρεῖ τό εἶναι τοῦ Θεοῦ
καί ὅλο τό μεγαλεῖο καί ἡ δόξα καί ἡ ζωή καί ἡ βασιλεία, θά μποροῦσε νά τά
διαφθείρει ὅλα αὐτά αὐτή ἡ ἁμαρτία σου.

Καί γιά νά μιλήσω μέ συντομία, λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, ἁμαρτάνεις σέ ὅλα·


καταφρονεῖς ὅλα τά ἄλλα τελειότατα, παγκάλλιστα καί ἄπειρα ἰδιώματα τοῦ Θεοῦ
καί χρησιμοποιεῖς ὅλα τά καλά τῆς φύσεως, ὅλα τά καλά τῆς θείας Του χάριτος, σάν
ἅρματα, σάν ὅπλα γιά νά Τόν πολεμήσεις, Αὐτόν τόν ἴδιο πού σοῦ τά ἔδωσε· Πόσο
μεγάλη εἶναι ἡ ὕβρις σου καί πόσο ἄπειρη ἡ καταφρόνησή σου! Ὥστε, ὅσο ἄπειρες
εἶναι οἱ τελειότητες καί τά ἰδιώματα τοῦ Θεοῦ καί ὅσα εἶναι τά χαρίσματα τά φυσικά,
τά ὑπερφυσικά, ὅπως εἶναι ἡ Θεία Χάρις, τά κοινά, τά μερικά, τά κρυφά, τά φανερά,
τά ὁποῖα χάρισε ὁ Θεός σέ ἐσένα τόν ἄνθρωπο, τόσο ἄπειρη εἶναι ἡ κακία τῆς
ἁμαρτίας σου, ἄνθρωπε, ἡ ὁποια καταφρονεῖ καί βρίζει ὅλα αὐτά.

Τό ὅτι ὅμως αὐτά δέν εἶναι ἁπλοί στοχασμοί, ἀλλά ἀλήθειες ἀναντίρρητες, τό
μαρτυρεῖ ὁ ἴδιος ὁ Θεός, ὁ Ὁποῖος παραπονεῖται καί λέει στούς ἁμαρτωλούς ὅτι
παρέβηκαν τόν νόμο Του καί τόν καταφρόνησαν· Αὐτοί, ὡς ἄνθρωπος ἁμαρτωλός
καταπατώντας τήν διαθήκη μου· ἐκεῖ μέ καταφρόνησε, λέει ὁ Προφήτης Ὠσηέ στό
ἕκτο κεφάλαιο, στόν ἕβδομο στίχο. «Αὐτοί δέ εἰσιν ὡς ἄνθρωπος παραβαίνων

6
διαθήκην· ἐκεῖ κατεφρόνησέ μου»[9]. Παραπονεῖται ὁ Θεός γιά τήν καταφρόνηση
πού Τοῦ δείχνουμε.

Ἄλλοτε πάλι λέει, ἐγέννησε καί ἀνέθρεψε τούς ὑβριστές Του, στόν Προφήτη Ἡσαΐα.
«Υἱούς ἐγέννησα καί ἐδόξασα, αὐτοί δέ με ἠθέτησαν»[10], Μέ ἀρνήθηκαν. Ἐγώ
ἔκανα υἱούς - παιδιά καί αὐτοί Μέ ἀρνήθηκαν. Ἄλλοτε πάλι λέει ὁ ἴδιος ὁ Θεός ὅτι
μᾶς ἀγαπᾶ. Ἀγαπᾶ τούς ἁμαρτωλούς. Ἀγαπᾶ ὅλους τούς ἀνθρώπους σάν ἕνας
ἐραστής, ἐνῶ αὐτοί Τόν καταφρονοῦν καί Τόν ἀποστρέφονται, «ὅπως μία γυναίκα
φαίνεται ἄπιστη στόν ἄνδρα της, ἔτσι καί ὁ Ἰσραηλιτικός λαός φάνηκε ἄπιστος σέ
Ἐμένα»[11]· καί ἄλλοτε λέγει, ὅτι ὁ θυμός τους καί ἡ ὑπερηφάνειά τους ἀντιστέκεται
σέ Αὐτόν· «ὁ θυμός σου, ἀπό τόν ὁποῖον κυριεύθηκες ἐναντίον μου», λέει ὁ Θεός,
«καί ἡ πικρία τῆς ψυχῆς σου ἀνέβηκαν πρός Ἐμένα»[12]. Πόσοι ἄνθρωποι, ἀδελφοί
μου, δέν τά βάζουν μέ τόν Θεό; Καί σήμερα μάλιστα πού ἔχουμε αὐτή τήν κρίση
πόσοι ἄνθρωποι βρίζουν τόν Θεό! Πόσοι ἄνθρωποι, ὅταν τούς ἔρθει μιά δυσκολία,
γογγύζουν κατά τοῦ Κυρίου καί ἁμαρτάνουν δυστυχῶς ἀσύστολα καί ἀναίσχυντα.

Τά μαρτυρεῖ καί ὁ θεῖος Παῦλος φωνάζοντας, ὅτι οἱ ἁμαρτωλοί καταφρονοῦν τήν


ἀγαθότητα καί τή μακροθυμία τοῦ Θεοῦ. Λέγει στήν πρός Ρωμαίους, στό δεύτερο
κεφάλαιο, στόν τέταρτο στίχο, «τοῦ πλούτου τῆς χρηστότητος αὐτοῦ καί τῆς ἀνοχῆς
καί τῆς μακροθυμίας καταφρονεῖς»[13]. Περιφρονεῖς δηλαδή τήν ἄπειρη καλοσύνη
καί τήν ἀνεκτικότητα καί τήν μακροθυμία τοῦ Θεοῦ;

Αὐτοί πού ἁμαρτάνουν, καταπατοῦν τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ, βεβηλώνουν τό αἷμα Του καί
περιφρονοῦν τή χάρη Του· «Ἐκεῖνος πού ἐξευτέλισε τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ καί τό αἷμα
τῆς νέας διαθήκης τό θεώρησε χωρίς ἀξία καί πού ἐξύβρισε τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, τό
Ὁποῖο τοῦ δώρισε τή χάρη»[14], πόση τιμωρία τοῦ ἀξίζει; λέει στήν πρός Ἑβραίους
ἐπιστολή. Ὅταν κάποιος ἀθετοῦσε τόν νόμο τοῦ Μωυσέως, λέει στόν προηγούμενο
στίχο ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, «χωρίς οἰκτιρμῶν ἐπί δυσίν μάρτυσιν ἀποθνήσκει»[15].
Ὅταν ἦταν δύο μάρτυρες καί ἔδιναν μαρτυρία καταδικαστική γιά κάποιον πού
παράβηκε τόν νόμο, αὐτός καταδικαζόταν σέ θάνατο. Καί λέει ὁ Ἀπόστολος τώρα,
«πόσῳ δοκεῖτε χείρονος ἀξιωθήσεται τιμωρίας»[16]. Πόσο νομίζετε χειρότερη
τιμωρία ἀξίζει «ὁ τόν υἱόν τοῦ Θεοῦ καταπατήσας καί τό αἷμα τῆς διαθήκης κοινόν
ἡγησάμενος», καί θεωρεῖ κάτι κοινό τό αἷμα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ; «Ἐν ᾧ
ἡγιάσθη καί τό Πνεῦμα τῆς χάριτος ἐνυβρίσας;»[17] καί ὕβρισε τό Πνεῦμα τό Ἅγιο;

Ὅλα αὐτά εἶναι λόγια ζωντανά, μέ τά ὁποῖα ἀποδεικνύεται πόσο ὁ Θεός βλάπτεται
καί περιφρονεῖται ἀπό τήν ἁμαρτία καί πόσο ἀληθέστατο εἶναι ἐκεῖνο τό ἀπόφθεγμα,
πού εἶπε μία παρθένος, δηλαδή ὅτι, ἐάν ὑποθέσουμε, ὅτι μπροστά της ἦταν ἕνα
πέλαγος ἀπό φωτιά καί στό λιμάνι του βρισκόταν μία ἁμαρτία θανάσιμη, θά
προτιμοῦσε νά πέσει αὐτή σέ ἐκεῖνο τό πύρινο πέλαγος, παρά νά πέσει στά χέρια τῆς
ἁμαρτίας.

7
Ἕνας Ἐπίσκοπος ἔλεγε, ὅτι ἐάν ἔβλεπε ἀπό τό ἕνα μέρος ἀνοικτή τήν πόρτα τῆς
κολάσεως καί ἀπό τό ἄλλο μία θανάσιμη ἁμαρτία, θά προτιμοῦσε νά ριχθεῖ στήν
κόλαση, παρά νά πέσει σ’ αὐτή τήν ἁμαρτία. Καί ἡ Ἁγία Μαρία ἡ Μαγδαληνή,
λέγουν, ὅτι ὅταν ἄκουγε μόνο τό ὄνομα τῆς θανάσιμης ἁμαρτίας, ἔτρεμε ὁλόκληρη
ἀπό τήν κεφαλή μέχρι τά πόδια καί ἔπεφτε στή γῆ σάν νεκρή, καί ἔλεγε ὅτι δέν
μπόρεσε ποτέ νά καταλάβει πῶς τολμᾶ ὁ ἄνθρωπος νά ἁμαρτήσει θανάσιμα καί νά
παραπικράνει τόν Θεό.

Ἐσύ λοιπόν ἀδελφέ, θαυμάζεις ἀκούγοντας ὅλα αὐτά; Ἐγώ ὅμως θαυμάζω
περισσότερο ἐσένα, πῶς τολμᾶς καί ἁμαρτάνεις ἐσύ ὁ Χριστιανός, πού πιστεύεις
αὐτές τίς ἀλήθειες· πού πρέπει ἤ νά ζεῖς χριστιανική ζωή ἤ νά μήν ὀνομάζεσαι
Χριστιανός.

-Πῶς λεγόμαστε, ἀδελφοί μου, Χριστιανοί καί δέν τηροῦμε αὐτά πού λέει ὁ Χριστός
καί δέν μιμούμαστε τόν Χριστό;

«Ὁ Χριστιανός», λέει ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, «εἶναι ἀληθινός οἶκος Χριστοῦ, λογικός,


πού ἀποτελεῖται ἀπό ἀγαθά ἔργα καί ὀρθά δόγματα». Βλέπετε αὐτή τή συμφυΐα. Ἡ
πίστη δέν εἶναι αὐτονομημένη. Εἶναι ἡ ἄλλη ὄψη τῆς ζωῆς. Δέν μπορεῖς νά
ξεχωρίσεις τήν πίστη ἀπό τά ἔργα, τό δόγμα ἀπό τήν ἀγάπη. Σήμερα, ὅμως,
ὑπάρχουν πολλοί ἄνθρωποι πού τό ξεχωρίζουν καί λένε ναί.. ἐγώ πιστεύω.. καί
μάλιστα περισσότερο ἀπό σένα πού κάνεις τούς μεγάλους σταυρούς.. μή κοιτᾶς πού
δέν πηγαίνω στήν ἐκκλησία.. Καί κάνει ὅλες τίς ἁμαρτίες! Ἀλλά παρόλα αὐτά λέει
ὅτι πιστεύει καί νομίζει ὅτι θά σωθεῖ ἐπειδή πιστεύει. Αὐτό εἶναι τό πνεῦμα τό
προτεσταντικό, τό αἱρετικό. Ὄχι, ὁ Χριστιανός εἶναι πού ἔχει καί ὀρθή πίστη καί
ὀρθή ζωή. Σήμερα ὑπάρχει μία αἵρεση πού λέγεται «μεταπατερική θεολογία», ἡ
ὁποία λέει, ὅτι ἡ ἁμαρτία δέν εἶναι κάτι σπουδαῖο, εἶναι μία ἀστοχία. Πῶς πετοῦσες
ἄς ποῦμε, σ’ ἕνα παιδικό παιχνίδι, πού εἴχαμε παλιά, κάτι βέλη καί προσπαθούσαμε
νά βροῦμε τόν στόχο καί δέν τόν πετυχαίναμε. Πήγαινε παραέξω τό βέλος.. Ἔ,
κάπως ἔτσι εἶναι καί ἡ ἁμαρτία.. ἔπαιξες καί ἔχασες. Ὄχι, δέν εἶναι ἔτσι! Ἡ ἁμαρτία
εἶναι ἕνα ἄπειρο κακό, καί εἴπαμε λίγα γιά νά καταλάβουμε αὐτή καθεαυτή τή
μεγάλη προσβολή ἀπέναντι στόν Θεό, στήν ἀγαθότητά Του.

Ἕνας πού ἁμαρτάνει δέν μπορεῖ νά ὀνομάζεται Χριστιανός καί μάλιστα, ὅταν
ἐπιμένει νά ἁμαρτάνει καί νά μή μετανοεῖ. Λέει ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας,
ἑρμηνεύοντας ἕνα ρητό τοῦ Προφήτου Ἡσαΐου, τό ὁποῖο ρητό λέγει τά ἑξῆς· Σέ
ἐκείνους, πού Μέ ὑπηρετοῦν θά δοθεῖ νέο ὄνομα, τό ὁποῖο θά εἶναι εὐλογημένο σέ
ὅλη τήν οἰκουμένη· διότι θά δοξάσουν τόν ἀληθινό Θεό. «Τοῖς δέ δουλεύουσί μοι
κληθήσεται ὄνομα καινόν»[18]. Καινούριο ὄνομα. Ποιό εἶναι αὐτό; Τό ὄνομα
Χριστιανός, «Ὅ εὐλογηθήσεται», θά εἶναι εὐλογημένο, «ἐπί τῆς γῆς· εὐλογήσουσι
γάρ τόν Θεόν τόν ἀληθινόν». Καί αὐτοί πού θά φέρουν αὐτό τό ὄνομα θά δοξάσουν
τόν ἀληθινό Θεό.

8
-Ἀλλά πότε δοξάζεται ὁ Θεός;
Ὅταν πιστεύουμε σωστά γι’ Αὐτόν, ἀλλά καί ζοῦμε σύμφωνα μέ τίς ἐντολές Του.
Λέει λοιπόν, ἑρμηνεύοντας αὐτό τό ρητό ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας,
«Προσερχόμαστε», λέει, «στόν Χριστό μέ νέα ζωή εὐαγγελική», ἀλλάζει ἡ ζωή μας
ὅλη, «καί τήν ἀπό Αὐτόν κλήση, ἔχοντάς την ὡς στεφάνη χρηματίζουμε Χριστιανοί».
Παίρνουμε τήν ὀνομασία μας ἀπό τόν Ἴδιο καί ὀνομαζόμαστε Χριστιανοί καί
φορᾶμε τό ὄνομά μας σάν στεφάνι. «Αὐτό λοιπόν εἶναι τό περιβόητο καί εὐλογημένο
ὄνομα σέ ὅλη τήν οἰκουμένη». Καί ὁ Θεοδώρητος ὁ ἑρμηνευτής τό ἴδιο ρητό τό
ἑρμηνεύει καί λέει: «Μετά τήν ἐπιφάνεια», τή φανέρωση, «τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ,
Χριστιανοί ὀνομάσθηκαν αὐτοί πού Τόν πίστεψαν καί οἱ ἄνθρωποι τό προφέρουν
αὐτό ἀντί γιά κάθε εὐφημία». Δέν ὑπάρχει πιό μεγάλη εὐφημία, δηλαδή δόξα, ἀπό
αὐτό τό ὄνομα. «Διότι, ὅταν θέλουν νά ἐπαινεθοῦν, μετά τούς πολλούς ἐπαίνους
συνηθίζουν νά συμπληρώνουν· ὄντως Χριστιανός εἶναι αὐτός, κάνει ὅσα πρέπουν σέ
Χριστιανό· τόσο γεμάτη εἶναι ἡ ὀνομασία ἀπό εὐλογία καί ἔπαινο».

Ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος στήν γ' ἐπιστολή πρός Μαγνησίους γράφει· «ἄς
γίνουμε ἄξιοι τῆς ὀνομασίας, πού δεχθήκαμε». Ἄξιοι τοῦ ὀνόματος Χριστιανός. «Κι
αὐτό ἔγινε ἀρχικά», λέει, «στή Συρία». Ὅπως λέει στίς Πράξεις, «πρῶτα στήν
Ἀντιόχεια οἱ μαθητές ὀνομάσθηκαν Χριστιανοί»[19]. Καί πάλι στήν ιβ' πρός
Ρωμαίους ἐπιστολή λέει: «Δέν θέλω μόνο νά λέγομαι Χριστιανός, ἀλλά καί νά
βρεθῶ», δηλαδή νά ἀποδειχθῶ στά πράγματα. «Γιατί, ἐάν βρεθῶ, καί νά λέγομαι
μπορῶ». Ἄν πράγματι ἀποδειχθεῖ ὅτι εἶμαι Χριστιανός, τότε μπορῶ καί νά λέγομαι
Χριστιανός. Ἀλλιῶς μάταια ἀποκαλοῦμαι Χριστιανός.

Καί ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης στήν πρός Ἁρμόνιο ἐπιστολή λέει: Τί εἶναι ὁ
Χριστιανισμός; «Χριστιανισμός εἶναι τῆς θείας φύσεως μίμηση», μίμηση τοῦ Θεοῦ.
Καί στήν πρός Ὀλύμπιο Μοναχό ἐπιστολή του λέει τά ἑξῆς· «Τρία εἶναι τά
χαρακτηριστικά τοῦ Χριστιανοῦ στή ζωή του· ἡ πράξη, ὁ λόγος καί ἡ ἐνθύμηση», ἡ
σκέψη. Ὅλα ξεκινοῦν ἀπό τή σκέψη, τόν λογισμό. Ὅταν εἶναι ὀρθή ἡ σκέψη,
σύμφωνη μέ τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ (καί ὁ λογισμός), τότε ἔχουμε καί ὀρθό λόγο,
μιλᾶμε καί σωστά. Καί μετά ἔχουμε καί ὀρθές πράξεις. Γιατί ἀρχή τοῦ λόγου εἶναι οἱ
σκέψεις καί ἀρχή τῆς πράξης εἶναι ὁ λόγος.

Καί λέει κάτι πάρα πολύ ὡραῖο ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης: «πᾶν, ὅ μή εἰς Χριστόν
βλέπει», καθετί πού δέν βλέπει στόν Χριστό, «ἤ ρῆμα», ἤ εἶναι ρῆμα, λόγος δηλαδή,
«ἤ ἔργον ἤ νόημα», ἤ εἶναι μία σκέψη, «εἰς τό ἀντικείμενον τῷ Χριστῷ πάντως ὁρᾷ».
Βλέπει τό ἀντίθετο τοῦ Χριστοῦ. Βλέπει τόν πονηρό δηλαδή, τόν διάβολο. «Ὅλα τά
δικά μας», λέει πάλι ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης, «οἱ σκέψεις, τά λόγια, οἱ πράξεις,
πρέπει νά βλέπουν στόν Χριστό». Εἴδατε πάλι πού καί ὁ ἴδιος ὁ Χριστός μας τό λέει,
«ὁ μή συνάγων μετ' ἐμοῦ σκορπίζει»[20]. Αὐτός πού δέν μαζεύει μαζί Μου,
σκορπίζει. Καί «ὁ μή ὤν μετ' ἐμοῦ κατ' ἐμοῦ ἐστι»[21]. Καί αὐτός πού δέν εἶναι μαζί
Μου, εἶναι ἐναντίον Μου.

9
-Καί ποιός εἶναι μαζί μέ τόν Χριστό;
Αὐτός τοῦ ὁποίου ὅλα τά δικά του, οἱ πράξεις του, οἱ σκέψεις του, τά λόγια του, ὅλα
αὐτά, βλέπουν στόν Χριστό, ἀποσκοποῦν στή δόξα τοῦ Χριστοῦ. Ἔχουν αἰτία τόν
Χριστό καί σκοπό νά εὐαρεστήσει ὁ ἄνθρωπος πού τά ἔχει στόν Χριστό. Αὐτός εἶναι
ὁ πραγματικός Χριστιανός καί αὐτή εἶναι ἡ χριστιανική ζωή.

Ἄς δοῦμε καί τήν ἁμαρτία ἀπό τίς περιστάσεις. Καί θά ἐξηγήσουμε τί ἐννοοῦμε.

-Γιατί εἶναι τόσο βαρύ πράγμα ἡ ἁμαρτία;

Πρῶτα, διότι ἐσύ ὁ ἴδιος πού τήν κάνεις, ἐσύ πού ἀντιστέκεσαι σέ τόση ἄπειρη
μεγαλειότητα τοῦ Δημιουργοῦ σου, ποιός εἶσαι; Ἕνα τιποτένιο σκουλήκι τῆς γῆς,
ἕνας λίγος πηλός, ὅπως λέει ὁ Προφήτης Ἡσαΐας· «Πατήρ ἡμῶν σύ εἶ, ἡμεῖς δέ
πηλός»[22]. Πατέρας μας εἶσαι ἐσύ Θεέ μας, ἐνῶ ἐμεῖς χῶμα. Σκώληξ τόσο
τετιμημένος, ὥστε νά γίνεις υἱός Θεοῦ κατά χάριν! Αὐτός εἶσαι! Ἀλλά εἶσαι σκώληξ.
Καί ὁ Θεός σοῦ δίνει τόση Χάρη, νά μπορέσεις νά γίνεις υἱός τοῦ Θεοῦ. Ἐσύ οὔτε
ὅτι εἶσαι σκώληξ σκέφτεσαι, ἀλλά καταφρονεῖς κι αὐτή τή μεγάλη δωρεά νά
μπορέσεις νά γίνεις υἱός τοῦ Θεοῦ. Τό καταφρονεῖς καί δέν τό ἐνεργοποιεῖς αὐτό τό
δῶρο τοῦ Θεοῦ. Δέν τό παίρνεις.

Ἕνας ἄνθρωπος, πού ὄχι μόνο ἔχεις τήν προέλευσή σου ἀπό τό χῶμα καί στό χῶμα
θά διαλυθεῖς· ἀλλά καί ἕνας ἄνθρωπος ἀπόλυτα εὐεργετημένος ἀπό τόν Θεό,
δημιουργημένος μέ τήν ἄπειρη δύναμη καί σοφία Του, διαφυλαγμένος μέ τήν ἄπειρη
πρόνοια τοῦ Χριστοῦ, ἐξαγορασμένος μέ τά ἀναρίθμητα βάσανα τοῦ Χριστοῦ καί
τούς πόνους Του, υἱοθετημένος στό βάπτισμα τοῦ Χριστοῦ, κοινωνός τῶν
Μυστηρίων τοῦ Χριστοῦ, θρεμμένος μέ τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ καί μέ τό σῶμα Του·
ἔνας τέτοιος ἄνθρωπος ἁμαρτάνεις; Ὤ φρικωδεστάτου θεάματος!

Καλά νά ἁμαρτάνει ἔνας Σκύθης, ἕνας Ἀγαρηνός, ἕνας εἰδωλολάτρης, κάπως ἀνεκτό
ἀκούγεται· Ἐάν ὁ ἐχθρός μου μέ ἔβριζε, θά τό ἀνεχόμουνα. «Εἰ ὁ ἐχθρός ὠνείδισέ
με, ὑπήνεγκα ἄν»[23]· Ἀλλά νά ἁμαρτάνει ἕνας Χριστιανός, πού ἔγινε μέτοχος στό
Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, πού στρατεύεται κάτω ἀπό τή σημαία καί τή σκέπη τοῦ Ἰησοῦ
Χριστοῦ, πού εἶναι οἰκεῖος Του, πού ἀπόλαυσε τόσες φορές τίς χάρες Του, πού Τοῦ
ὀφείλει ὅλο τόν ἑαυτό του, αὐτό δέ μπορεῖ νά γίνει ἀνεκτό· «Σύ δέ, ἄνθρωπε
ἰσόψυχε, ἡγεμών μου καί γνωστέ μου, ὅς ἐπί τό αὐτό ἐγλύκανάς μοι ἐδέσματα»[24].
Ἐσύ ὅμως ἄνθρωπέ μου, λέει ὁ Θεός, πού σέ θεωροῦσα σάν τόν ἑαυτό Μου καί σέ
ἀγαποῦσα, πού μέ τήν παρουσία σου γλύκανες τά φαγητά Μου, ἐσύ Μέ καταφρονεῖς
ἔτσι;

Γι’ αὐτό εἶχε δίκαιο καί ὁ ἱερός Αὐγουστίνος νά λέει, ὅτι ὅταν ἁμαρτήσει ἕνας
ἄπιστος, εἶναι ἄξιος τῆς κολάσεως· ὅταν ὅμως ἁμαρτήσει ἕνας Χριστιανός, δέν εἶναι
ἄξιος μόνο τῆς τοῦ ἅδου κολάσεως, ἀλλά χρειάζεται νά γίνει ἐπίτηδες γι’ αὐτόν ἕνας
δεύτερος ἅδης· καί ἡ μεγάλη ἐκείνη κάμινος τοῦ πυρός, πού θά τόν δεχθεῖ χρειάζεται

10
νά ἔχει, ὅπως ἡ Βαβυλώνια, φλόγες ἑπταπλασιώτερες καί δαίμονες ἑπτά φορές
σκληρότερους καί βασανιστήρια ἄλλα διαβολικά, ἑπτά φορές φοβερότερα καί
περισσότερα ἀπό τά βασανιστήρια τῶν ἁπίστων.

Ἕνας Διδάσκαλος, συμπεραίνοντας ἀπό τήν πλάση καί ἀπό τήν ἀνάπλαση τοῦ
ἀνθρώπσυ τό χρέος πού πρέπει νά ἔχει ὁ ἄνθρωπος στόν Θεό, συνήθισε νά λέει τά
ἑξῆς· «Ἐάν», λέει, «Θεέ μου, σοῦ ὀφείλω ὁλόκληρο τόν ἑαυτό μου, ἀφοῦ Ἐσύ μέ
δημιούργησες, ἄραγε πόσο σοῦ ὀφείλω, πού καί μέ ἀνέπλασες;», μἐ ἀνακαίνισες; Μέ
ἔκανες πάλι καινούριο;

Ἡ δεύτερη περίσταση τῆς ἁμαρτίας ἀπό τήν ὁποία μποροῦμε νά καταλάβουμε πόσο
βαρύ πράγμα εἶναι, εἶναι ἡ αἰτία γιά τήν ὁποία ἐσύ ἁμαρτάνεις. Τολμᾶς ἐσύ νά κάνεις
τήν ἁμαρτία, γιατί ὑπάρχει κάποια μεγάλη ἀνάγκη; Γιά νά φυλάξεις τή ζωή σου; Γιά
νά ἀποκτήσεις δόξα ἤ πλοῦτο καί βασιλεία; Ὄχι· τήν κάνεις γιά λίγη φακή, ὅπως ὁ
Ἡσαῦ· γιά νά φᾶς λίγο μέλι, ὅπως ὁ Ἰωνάθαν· γιά νά ἀποκτήσεις λίγο κριθάρι ἤ ἕνα
κομμάτι ψωμί «Ἐβεβήλουν με πρός τόν λαόν μου ἕνεκεν δρακός κριθῶν καί ἕνεκεν
κλασμάτων ἄρτων»[25]. Ἐσύ ἀπορρίπτεις τή Χάρη τοῦ Θεοῦ πολλές φορές,
καταπατεῖς τόν νόμο Του, καταφρονεῖς τίς εὐεργεσίες Του, γιατί; Γιά μία σιχαμερή
ἡδονή, γιά ἕνα τιποτένιο κέρδος, τό ὁποῖο μάλιστα εἶναι καί πολύ πολύ προσωρινό,
γιά μία μόνη μάταια φαντασία σου, γιά ἕνα.. γιά ἕνα μηδέν. Νά σέ ποιά ὑπερβολή
φθάνει ἡ κακία τῆς καρδιᾶς σου, ἄνθρωπε, γιά τήν ὁποία παραπονετικά φωνάζει ὁ
Ἰησοῦς: «Ἐμίσησάν με δωρεάν»[26], δηλαδή χωρίς οὐσιαστικό λόγο. Μέ μίσησαν τά
πλάσματά Μου, ἀλλοίμονο! Γιά μία τέτοια σου καταφρόνηση δέν ἔπρεπε ὁ οὐρανός
νά βρέξει πάλι ἐπάνω σου τή φωτιά καί τό θειάφι τῶν Σοδόμων γιά νά σέ κατακάψει;
λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος.

Καί τρίτη περίσταση τῆς ἁμαρτίας εἶναι ὁ τόπος στόν ὁποῖο ἁμαρτάνεις. Ποῦ
ἁμαρτάνεις ἀδελφέ; Ἄχ! καί ἄν ἔβριζες τόν Θεό σέ κάποιον τόπο πού νά μή βλέπει
Αὐτός τήν ὕβρη, κάπως θά ἦταν ἀνεκτό· ἀλλά ἐφόσον ὁ Θεός εἶναι ὁ πανταχοῦ
παρών καί τά πάντα πληρῶν, δέν ὑπάρχει τόπος πού νά μπορεῖς νά κρυφτεῖς καί νά
μή σέ βλέπει. Ἁμαρτάνεις μπροστά στόν Θεό, μπροστά στό πρόσωπο τοῦ Θεοῦ,
μπροστά στούς ὀφθαλμούς Του καί εἶναι σάν νά Τοῦ λές· «Μολονότι Ἐσύ εἶσαι
παρών καί μέ βλέπεις καί μέ ἀκοῦς, καί γνωρίζεις κάθε μου λογισμό καί λόγο καί
ἔργο, μολονότι οἱ φωτεινότατοι ὀφθαλμοί Σου βλέπουν μέ μίσος τήν κακία, ὅμως
ἐγώ θέλω νά τήν κάνω. Ἐάν τή βλέπεις καί ἐάν δέν Σοῦ ἀρέσει, λίγο μέ ἐνδιαφέρει
ἐμένα αὐτό· φθάνει νά μή μέ δοῦν τά μάτια τῶν ἀνθρώπων, καί τά δικά Σου ἐάν μέ
δοῦν, δέν συγχίζομαι», δέν μέ νοιάζει· Ὤ τόλμη ἀνήκουστη! Αὐθάδεια ἀνεκδιήγητη!
Βέβαια, ὅταν ὁ ἄνθρωπος διαστραφεῖ πάρα πολύ, δέν τόν νοιάζει νά τόν βλέπουν καί
τά μάτια τῶν ἀνθρώπων. Εἶναι ἡ ἔσχατη βαθμίδα κακίας, νά ἁμαρτάνεις δημόσια καί
μάλιστα νά ἀπαιτεῖς καί χειροκρότημα.

Καί ποιός φταίχτης ἀποτολμᾶ ποτέ νά σφάλλει μπροστά στόν δικό του κριτή; Ποιός
ἀποστάτης ἐπιβουλεύεται τόν αὐθέντη του μπροστά στά ἴδια του τά μάτια; Μόνος,

11
μόνος ἐσύ, ἄθλιε ἁμαρτωλέ, κάνεις αὐτό τό τόλμημα· μόνος ἐσύ, πού συγκρινόμενος
μέ τήν ἀπειρία τοῦ Θεοῦ, εἶσαι ἀπείρως μικρότερος ἀπό τό παραμικρότατο σκουλήκι
τῆς γῆς. Αὐθαδιάζεις νά σηκώνεις τόν τράχηλό σου ἐναντίον στήν ὑψηλότατη
μεγαλειότητα καί ζητᾶς νά Τῆς πάρεις τόν στέφανο ἀπό τήν κεφαλή καί νά τή
διαφθείρεις· πράγμα, πού εἶναι τολμηρότερο, παρά ἐάν ἕνας μύρμηγκας μποροῦσε νά
σηκωθεῖ ἐνάντια στόν ἥλιο καί νά ζητᾶ νά τόν σβήσει. Λέει στόν Ἰώβ «ἔναντι δέ
Κυρίου παντοκράτορος ἐτραχηλίασεν»[27]. Δηλαδή, ὕψωσε αὐθάδη καί ἀλαζονικό
τόν τράχηλό του ἐνάντια Κυρίου τοῦ Παντοκράτορα· «ἔδραμε δέ ἐναντίον αὐτοῦ
ὕβρει»[28]. Μέ ὑπερηφάνεια ἔτρεξε ἐναντίον τοῦ Θεοῦ. Ποιός; Αὐτός ὁ φτωχός
μύρμηγκας, ὁ ἄνθρωπος.

Τέταρτη περίσταση τῆς ἁμαρτίας ὁ καιρός, ὁ χρόνος. Πότε τήν κάνεις τήν ἁμαρτία;
Ὅταν εἶσαι κάτω ἀπό τίς τιμωρίες τοῦ Θεοῦ ἤ ὅταν εἶσαι κάτω ἀπό τίς εὐλογίες τοῦ
Θεοῦ; Τήν κάνεις πάντοτε. Ὄχι μόνο ὅταν ὁ Θεός σέ παιδαγωγεῖ καί σέ τιμωρεῖ,
ἀλλά καί ὅταν σέ εὐλογεῖ καί σέ εὐεργετεῖ, καί ἴσως τότε ἀκόμα πιό ἀσύστολα καί
ἀνετότερα τήν κάνεις. Γι’ αὐτό παραπονεῖται ὁ ἴδιος ὁ Θεός· «Ὁ λαός αὐτός ὁ
παροξύνων με ἐναντίον ἐμοῦ διαπαντός»[29]. Αὐτός ὀ λαός φέρεται πάντοτε
προκλητικά ἐναντίον Μου καί Μέ παροργίζει. Πάντοτε. Γιά πάντα, καί ὅταν σοῦ
δίνει τό συμφέρον σου καί ὅταν σοῦ διαφυλάττει τήν ὕπαρξή σου καί ὅταν σοῦ
χαρίζει τή ζωοτροφία καί ἐνδυμασία σου. Γιά πάντα, καί ὅταν σέ σκεπάζει ἀπό
χίλιους κινδύνους φοβερούς, καί ὅταν σοῦ δίνει τή δύναμη, τήν ὑγεία, τήν ὀμορφιά,
τούς φίλους, τήν περιουσία καί ὅλα τά ἄλλα ἀγαθά, ὅσα καί ἄν ἔχεις, κι ἐσύ ἐπιμένεις
καί τότε νά ἁμαρτάνεις.

Καί τό μεγαλύτερο, ὅτι στόν ἴδιο καιρό πού δέχεσαι αὐτά ἀπό τόν Θεό, ὅλα αὐτά τά
δῶρα, ἐσύ τά χρησιμοποιεῖς, ὄχι γιά νά εὐχαριστήσεις, ὄχι γιά νά εὐγνωμονήσεις,
ἀλλά ὡς ὅπλα, γιά νά Τόν πολεμήσεις. Νά Τόν πολεμήσεις ἀκατάπαυσα, Αὐτόν τόν
ἴδιο πού σοῦ τά έδωσε· πράγμα, πού ἄν τό ἔκανες ἐναντίον ἑνός ἐπίγειου ἄρχοντα,
ἑνός ἐπίγειου Βασιλέως, θά ἤσουν ἕνα τέρας παρανομίας καί ἀχαριστίας. Θά
μιλοῦσαν γιά τήν ἀχαριστία σου αὐτή ὅλες οἱ Ἱστορίες τοῦ κόσμου καί θά
ντρέπονταν οἱ ἄνθρωποι ὅλοι πού ἔχουν κοινή τή φύση μέ σένα.

Πέμπτη περίσταση τῆς ἁμαρτίας εἶναι τά φοβερά καί ὀδυνηρά ἀποτελέσματά της, τά
ὁποῖα, λέει ὁ Ἅγιος, εἶναι ἑπτά, ὅπως οἱ ἑπτά κεφαλές τοῦ φαρμακεροῦ δράκοντα.

-Ποιά εἶναι τά κακά τῆς ἁμαρτίας, τά ὀδυνηρά ἀποτελέσματα;


Πρῶτο, ἡ στέρηση τῆς Χάρης τοῦ Θεοῦ, καί τῆς προκαταρκτικῆς καί τῆς δραστικῆς
καί δικαιούσης, πού λαμβάνουμε μέ τό ἅγιο Βάπτισμα καί ἀκόμα ἀκριβέστερα μέ τό
ἅγιο Χρίσμα. Γενικῶς ἡ στέρηση τῆς Χάριτος τοῦ Χριστοῦ, πού ἀποκτᾶται μέ τήν
πίστη, ἡ ὁποία εἶναι ἕνα μαργαριτάρι τόσο πολύτιμο, πού γι’ αὐτό ξόδευσε ὁ Χριστός
μας ὅλο Του τό αἷμα, γιά νά σοῦ τόν ἐξαγοράσει αὐτό τόν μαργαρίτη, τόν ὁποῖο ἐσύ,
ταλαίπωρε, τόν ἀλλάζεις μέ ἕνα τίποτε καί κάνεις πιό ἀνόητα ἀπό ἕνα νήπιο, πού
ἀλλάζει ἕνα διαμάντι μέ ἕνα μόνο καρύδι.

12
Χωρίς αὐτή τή Χάρη, ἡ ψυχή σου, ἀδελφέ, μένει τόσο ἄσχημη, πού δέν μπορεῖ
κανείς νά τή δεῖ ὅπως εἶναι καί νά μή πεθάνει. Καί σήμερα, δυστυχῶς, πλήθυνε αὐτή
ἡ ἀσχήμια στόν κόσμο. Δέν βλέπεις ὄμορφα πρόσωπα. Βλέπεις πρόσωπα ἄσχημα,
ἄγρια, καταθλιμμένα, πρόσωπα πού μοιάζουν μέ τόν πονηρό. Γιατί ἡ Χάρις λείπει.
Εἶναι στερημένοι τῆς Χάριτος οἱ ἄνθρωποι σήμερα. Καί ἡ αἰτία; Ἡ ἁμαρτία.

Φαίνεται στίς Ἐκκλησιαστικές Ἱστορίες -ὑπάρχει αὐτό τό περιστατικό- μία παρθένος


εἶδε ἕναν δαίμονα πού εἶχε τόση ἀσχήμια, πού αὐτή ἡ καημένη τόσο τρόμαξε πού
ὑποσχέθηκε νά προτιμήσει καλύτερα νά βαδίσει ἕναν δρόμο γεμάτο ἀπό ἀναμμένα
κάρβουνα καί πυρακτωμένα σίδερα καί νά τόν βαδίζει μέ γυμνά πόδια μέχρι τή
συντέλεια τοῦ κόσμου αὐτόν τόν δρόμο, παρά νά δεῖ ἄλλη φορά ἕνα τέτοιο
ἀνυπόφορο θέαμα. Ἔλεγε καί ὁ Ἅγιος Παΐσιος σέ μερικούς πού θέλανε νά δοῦν τόν
διάβολο. Τί θέλεις νά τόν δεῖς; λέει. Εἶναι ἀπαίσιος!

Καί ὁ Θεός τῆς εἶπε ἐκείνης τῆς παρθένου, ὅτι δέν εἶδε ὅλη τήν ἀσχήμια τοῦ
δαίμονα, ἀλλά μιά εἰκόνα.

Μία μόνο θανάσιμη ἁμαρτία προξένησε στόν δαίμονα μία τέτοια τερατώδη ἀσχήμια!
Καί μή ξεχνᾶμε καί ὁ δαίμονας ἦταν ἄγγελος. Ὁ Ἑωσφόρος ἦταν ὡραιότατος
ἀρχάγγελος καί ἡ ἁμαρτία, ἡ μία ἁμαρτία, ἡ ὑπερηφάνεια, τόν ἔκανε τόσο ἀπαίσιο.
Ἐάν λοιπόν μία μόνο ἁμαρτία ἔκανε τόσο ἄσχημο τόν πρώην ἄγγελο, πόση ἄραγε
ἀσχήμια ἀπέκτησε, ἀδελφέ, ἡ δική σου ψυχή, γιά τίς τόσες καί τόσες ἁμαρτίες; Ποιός
μπορεῖ νά καταλάβει πόσο σιχαμερή εἶναι αὐτή ἡ ἁμαρτία μπροστά στά μάτια τοῦ
Θεοῦ; Καί πόση βρωμιά βγάζουν οἱ πληγές της; Καί ἐάν ἡ ἴδια παρθένος αἰσθανόταν
τή βρωμιά τῶν ἁμαρτωλῶν καί δέν μποροῦσε νά ὑποφέρει, πόσο τάχα βρωμερός
εἶσαι ἐσύ ὁ καταφαγωμένος ἀπό τίς ἁμαρτίες μπροστά στόν Θεό;

Βεβαιότατα, κανένα ἑρπετό, κανένας δράκοντας, κανένα θηρίο δέν εἶναι τόσο μισητό
μπροστά σέ σένα, ἁμαρτωλέ, ὅσο εἶσαι ἐσύ μισητός στόν Θεό μέ τήν ἁμαρτία. Καί
παρόλα αὐτά ἐσύ ὁ ταλαίπωρος δέν βλέπεις τήν βρωμισμένη σου ψυχή καί δέν
λυπᾶσαι. Ἀλλά τί; Σάν τό παγώνι χαίρεσαι γιά τά ὄμορφα ροῦχα πού φορᾶς, γιά τό
ὡραῖο σου πρόσωπο ἤ γιά τίς ἄλλες ἐξωτερικές σου ἐπιφάνειες. Γι’ αὐτό καί ὁ
Κύριος μέ κάθε δίκαιο ὀνόμασε ἐσένα καί τούς ὁμοίους σου τάφους κεκονιαμένους,
πού ἀπό ἔξω μέν εἶναι ἕνα ὡραῖο μάρμαρο, μία ὄμορφη ἐπιγραφή, μέσα ὅμως εἶναι
γεμάτοι ἀπό κόκκαλα βρώμικα. «Οὐαί ὑμῖν, ὅτι παρομοιάζετε τάφοις κεκονιαμένοις,
οἵτινες ἔξωθεν μέν φαίνονται ὡραῖοι, ἔσωθεν δέ γέμουσιν ὀστέων νεκρῶν καί πάσης
ἀκαθαρσίας»[30].

-Μήπως, ἀδελφοί μου, ἔτσι δέν εἶναι σήμερα οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι;


Βάφονται, φτιάχνονται.. γιά νά φαίνονται ὡραῖοι, ἀλλά ἡ ψυχή εἶναι πολύ ἄσχημη
λόγω τῆς ἁμαρτίας. Μήπως κι ἐμεῖς εἴμαστε ἀνάμεσά τους;

13
Δεύτερο κακό τῆς ἁμαρτίας εἶναι ἡ στέρηση τῆς υἱοθεσίας. Ἡ ἁμαρτία στερεῖ τήν
ψυχή σου, ἁμαρτωλέ, ἀπό τή θεία υἱοθεσία, ἡ ὁποια εἶναι μία εἰδική καί ξεχωριστή
δωρεά, πού δίνεται στούς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς. Εἶναι ἔνα πολύ ὑψηλό χάρισμα,
πού δίνει τό Ἅγιο Πνεῦμα πού θέλει νά κατοικήσει μέσα σου. Ἡ ἐνέργεια αὐτή τοῦ
Θεοῦ σέ κάνει υἱό τοῦ Θεοῦ καί κληρονόμο τῆς βασιλείας. Υἱό τοῦ Θεοῦ, ἀδελφό
τοῦ Χριστοῦ καί συγκληρονόμο τοῦ Θεοῦ μαζί μέ τόν Χριστό καί αὐτή κάνει τά ἔργα
σου ἄξια τόσο μεγάλου μισθοῦ, ὥστε καί ἡ πιό μικρή μικρή σου πράξη εἶναι τόσης
πολλῆς τιμῆς ἄξια, ὅσο εἶναι καί ὅλος ὁ Παράδεισος· ἀλλά ἐσύ, μέ τήν ἁμαρτία πού
κάνεις, τήν χάνεις αὐτή τή δωρεά. Καί ἀπό υἱός Θεοῦ, ἀλλοίμονο.. γίνεσαι υἱός
διαβόλου, παρόμοιος μέ ἐκεῖνον ἐξαιτίας τῆς ἁμαρτίας, γιατί ἡ ἁμαρτία σέ κάνει νά
μοιάζεις μέ αὐτόν, νά ἔχεις αὐτόν πατέρα σου, ὅπως εἶπε ὁ Κύριος στούς
Φαρισαίους· «ὑμεῖς ἐκ τοῦ πατρός τοῦ διαβόλου ἐστέ»[31]. Δέν ἔχετε πατέρα τόν
Θεό.

Τρίτο κακό τῆς ἁμαρτίας εἶναι ἡ στέρηση τοῦ Παραδείσου. Στερεῖς, ἀδελφέ μου, ἀπό
τόν ἑαυτό σου, ὅταν ἁμαρτάνεις καί δέν μετανοεῖς, τήν αἰώνια κληρονομιά τοῦ
Παραδείσου, τήν ὁποία ἔχει ἑτοιμασμένη νά σοῦ δώσει ὁ ἐπουράνιος Πατέρας.

Καί ποιός μπορεῖ νά πεῖ, πόσο ἀπό ὅλους τιμᾶται ἕνας πρωτότοκος υἱός καί
κληρονόμος ἑνός Βασιλιά; Πόσο ἀπό ὅλους φθονεῖται; Πόσο μακαρίζεται; Κανένας
δέ μπορεῖ νά τό πεῖ αὐτό. Ἔτσι, ἀντίθετα, δέν μπορεῖ κανείς νά πεῖ πόσο εἶναι
ἀνόητος, πόσο χλευάζεται ἀπό ὅλους, ἕνας πού θά πουλήσει τά πρωτοτόκιά του αὐτά
καί τήν κληρονομιά του γιά κάτι ἀσήμαντο, ὅπως ὁ Ἡσαῦ τά πούλησε γιά λίγη φακή.
Σύγκρινε τώρα ἐσύ, ἁμαρτωλέ, τόν οὐρανό μέ τή γῆ, τήν κληρονομιά τῆς ἄφθαρτης
βασιλείας πού ἔχασες, μέ τά πρωτοτόκια τοῦ Ἡσαῦ καί μέ τήν ἐπίγεια κληρονομιά
τῆς φθαρτῆς βασιλείας καί θά καταλάβεις πόσο περισσότερο ἄξιος γιά γέλια εἶσαι
καί πόσο περισσότερο ἀνόητος. Γι’ αὐτό ἔγραφε ὁ Ἀπόστολος στήν πρός Ἑβραίους
ἐπιστολή· «Μή τις πόρνος ἤ βέβηλος ὡς Ἡσαῦ, ὅς ἀντί βρώσεως μιᾶς», ἀντί γιά μιά
βρώση, γιά ἕνα φαγητό, «ἀπέδοτο τά πρωτοτόκια αὐτοῦ»[32], ἔδωσε τά πρωτοτόκιά
του. «Ἴστε γάρ ὅτι καί μετέπειτα, θέλων κληρονομῆσαι τήν εὐλογίαν
ἀπεδοκιμάσθη». Τό ξέρετε πολύ καλά, ὅταν μετά προσπάθησε νά πάρει τήν εὐλογία
ἀπό τόν πατέρα του, ἀποδοκιμάστηκε. «Μετανοίας γάρ τόπον οὐχ εὗρε». Δέν
μπόρεσε μετά νά βρεῖ τόπο μετάνοιας. «Καίπερ μετά δακρύων ἐκζητήσας
αὐτήν» [33], ἄν καί ζήτησε μέ δάκρυα αὐτή.

Τέταρτο κακό, πού προξενεῖ ἡ ἁμαρτία, εἶναι ὅτι σοῦ στερεῖ ὅλους τούς μισθούς τῶν
καλῶν σου ἔργων πού ἔκανες πρίν ἀπό τήν ἁμαρτία. Πόσες σκληραγωγίες, πόσες
ἀσκήσεις, πόσους κόπους, πόσες νηστεῖες, ὅλα αὐτά πᾶνε χαμένα, ἐφόσον πέσεις σέ
μία ἁμαρτία καί δέ μετανοήσεις. Λέει στόν Προφήτη Ἰεζεκιήλ: Ὅλες οἱ δικαιοσύνες
σου δέν θά ληφθοῦν ὑπ’ ὄψιν, ἐφόσον μετά ἀπ’ ὅλα αὐτά πέσεις στήν
ἁμαρτία. «Πᾶσαι αἱ δικαιοσύναι αὐτοῦ οὐ μή ἀναμνησθῶσιν»[34]. Γιατί ὅπως λέει
καί ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης· «Ὁ θεϊκός ὀφθαλμός πάντοτε βλέπει τό ἐνεστώς»,
δηλαδή τό παρόν, δέν σκέπτεται τό παρελθόν, «τό παρῳχηκός οὐ λογίζεται».

14
Γι’ αὐτό λέει καί ὁ Μέγας Βασίλειος· «Αὐτός πού σημείωσε κάποια πρόοδο στά
ἀγαθά ἔργα», ἔκανε κάποια πνευματικά πράγματα καί πρόκοψε λίγο, «καί κατόπιν
ἐπέστρεψε στήν ἀρχαία συνήθεια», στόν ἴδιο τόν ἐμετό του, δηλαδή στήν ἁμαρτία,
«αὐτός ὄχι μόνο ἔχασε τόν μισθό τῶν ἀγαθῶν ἔργων πού ἔχει κάνει, ἀλλά θά πάρει
καί μεγαλύτερη καταδίκη, γιατί μολονότι γεύθηκε τό ἀποτέλεσμα τῶν καλῶν λόγων
τοῦ Θεοῦ καί ἀξιώθηκε καί γνώρισε τά Μυστήρια, ὅλα τά πρόδωσε, ἀφοῦ
δελέασθηκε ἀπό μιά μικρή ἡδονή». Σ’ αὐτόν πού δόθηκε πολύ, θά ζητηθεῖ καί
πολύ[35].

Καί ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Θεολόγος εἶπε· «Ὀνομάζουμε κακούς ὄχι αὐτούς πού εἶναι
πεσμένοι κάτω, ἀλλά αὐτούς πού, ὅταν ὑψωθοῦν, πέφτουν πολύ χαμηλά». Καί ὁ
σοφός Σολομῶντας εἶπε· Τρομερή πάντοτε καί ξαφνική εἶναι ἡ τιμωρία τῶν
παράνομων ἀρχόντων. «Κρίσις ἀπότομος ἐν τοῖς ὑπερέχουσι γίνεται»[36]. Σ’ αὐτούς,
πού ἔχουν προκόψει στήν ἀρετή καί ἔχουν ἀνέβει κάπως ψηλά καί δέν προσέξουν καί
πέσουν, ἔρχεται ἀπότομη ἡ κρίση καί ἡ τιμωρία τοῦ Θεοῦ. «Ὁ γάρ ἐλάχιστος
συγγνωστός ἐστιν ἐλέους, δυνατοί δέ δυνατῶς ἐτασθήσονται»[37]. Αὐτοί πού εἶναι
δυνατοί, ἔχουνε προκόψει, θά ἐξεταστοῦν καί αὐστηρά. Θά πρέπει πολύ λοιπόν νά
προσέχουμε ἐμεῖς πού προσπαθοῦμε νά ζοῦμε πνευματικά νά μήν πέσουμε. Γιατί ὅσο
πιό ψηλά κανείς ἀνεβαίνει, τόσο καί πιό πολύ, ἐάν πέσει, ἡ πτώση του θά εἶναι
φοβερότερη.

Καί μπορεῖ νά βρεθεῖ στόν κόσμο κάποια ἄλλη μεγαλύτερη ζημιά ἀπό αὐτή;
Βεβαιότατα, ἀδελφέ, στήν τόσο μεγάλη καταστροφή σου ἀπορεῖ κανείς καί δέν ξέρει
τί νά πεῖ· ὅπως ἐκεῖνοι οἱ φίλοι τοῦ Ἰώβ, βλέποντας τήν τόσο μεγάλη συμφορά πού
ἔπαθε, ἑπτά ὁλόκληρες ἡμέρες καθισμένοι μπροστά του, σιωποῦσαν καί δέν
μποροῦσαν νά ποῦν οὔτε ἕναν λόγο.

Πέμπτο κακό τῆς ἁμαρτίας εἶναι ἡ στέρηση τῆς θείας βοήθειας, γιατί ὅταν κανείς
ἁμαρτάνει, αὐτό κάνει τόν Θεό νά συστέλλει κάπως τή βοήθειά Του. «Ὅπως ἡ
μητέρα παρηγορεῖ τό παιδί της, ἔτσι καί Ἐγώ θά σᾶς παρηγορήσω»[38], λέει ὁ Θεός
μέ τό στόμα τοῦ Προφήτη Ἡσαΐα. Αὐτός τή βοηθεῖ, τήν κυβερνᾶ, τήν κρατεῖ στήν
ἀγκαλιά Του τήν ψυχή σου ὅταν δέν ἁμαρτάνει, τῆς γλυκαίνει τήν καρδιά, τῆς
φωτίζει τόν νοῦ, τῆς θερμαίνει τή θέληση καί τῆς δίνει μία δραστική δύναμη, γιά νά
ἐργάζεται εὔκολα τή σωτηρία της.

Ὅταν ὅμως ἐσύ ἁμαρτήσεις θανάσιμα καί δέν μετανοεῖς, ἄν καί ὁ Θεός δέν σέ
ἐγκαταλείπει -ποτέ δέν μᾶς ἀφήνει ὁ Θεός- ὅμως δέ γίνεται δεκτική πλέον ἡ ψυχή
σου στή θεία βοήθεια. Καί ὁ Θεός φαίνεται σάν νά συστέλλει τή βοήθειά Του. Στήν
πραγματικότητα ἡ αἰτία εἴμαστε ἐμεῖς, γιατί κάθε ἁμαρτία ὑψώνει ἕνα τεῖχος πού μᾶς
χωρίζει ἀπό τόν Θεό καί ἐμποδίζει τή θεία βοήθεια.

15
Ἕκτο κακό τῆς ἁμαρτίας ἡ αἰώνια κόλαση. Καί γι’ αὐτό δέν ὑπάρχει καμία
ἀμφιβολία. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μᾶς τό εἶπε ὅτι ὑπάρχει αὐτή ἡ αἰώνια κόλαση
«καί ἀπελεύσονται οἱ ἄνομοι εἰς κόλασιν αἰώνιον»[39].

Ἕβδομο κακό τῆς ἁμαρτίας καί τελευταῖο ὁ Ἅδης, ὁ τόπος πού θά παραμείνει ἡ
ψυχή τοῦ ἁμαρτωλοῦ καί ἀμετανόητου μέχρι τή Δευτέρα Παρουσία. Σέ ἐκεῖνες τίς
φοβερές φυλακές, σ΄ ἐκεῖνον τόν ὀδυνηρό τόπο.

Βλέπουμε λοιπόν καί ἀπό αὐτές τίς περιστάσεις πόσο κακό εἶναι ἡ ἁμαρτία.
Καί τρίτο καί τελευταῖο, μποροῦμε νά καταλάβουμε πόσο μεγάλο κακό εἶναι ἡ
ἁμαρτία ἀπό τίς παιδεῖες, ἀπό τίς παιδαγωγίες δηλαδή, πού ἔλαβε ἡ ἁμαρτία ἀπό τόν
Θεό. Ἡ ἁμαρτία εἶναι κακία. Ἡ ἁμαρτία ἀπό μόνη της ὀνομάζεται κακία καί γίνεται
ἀπό τή μοχθηρή καί κακότροπη προαίρεση. Καταχρηστικά ὅμως, καί ἡ ποινή καί ἡ
παίδευση τῆς ἁμαρτίας λέγεται κακία, λέγει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, γιατί κάνει κακούς
τούς ἁμαρτάνοντες ἡ ἁμαρτία πού γίνεται πρός τό συμφέρον, σύμφωνα μέ τό
ἑπόμενο θέλημα τοῦ Θεοῦ, γιά τήν ὁποία λέει καί ὁ Προφήτης Ἀμώς· «Εἰ ἔσται
κακία ἐν πόλει, ἥν Κύριος οὐκ ἐποίησε»[40]. Ἡ ἁμαρτία αὐτή καθεαυτή φέρνει πίσω
της τήν παιδαγωγία, φέρνει καί «τά ὀψώνια τῆς ἁμαρτίας»[41], φέρνει τόν θάνατο.
Γι’ αὐτό εἶναι κακό ἡ ἁμαρτία. Ἀλλά καί τά ἀποτελέσματά της πάλι, καί ἡ
παιδαγωγία πού ὁ Κύριος παραχωρεῖ, πάλι κι αὐτό τό ὀνομάζουμε κακό.

Μποροῦμε λοιπόν νά δοῦμε πόσο κακό εἶναι ἡ ἁμαρτία ἀπό τήν παιδαγωγία, ἀπό τήν
τιμωρία πού ἀκολουθεῖ μετά ἀπό αὐτή. Ὁ Θεός παίδευσε τήν ἁμαρτία στούς
Ἀγγέλους, στούς ἀνθρώπους καί στό πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Στούς Ἀγγέλους,
πρῶτο, παίδευσε ὁ Θεός τήν ἁμαρτία καί τό βλέπουμε αὐτό στήν περίπτωση τοῦ
διαβόλου. Λέει στήν ἐπιστολή τοῦ Ἰούδα: «Ἀγγέλους πού δέν ἔμειναν πιστοί στό
ἀξίωμά τους, ἀλλά ἐγκατέλειψαν τήν οὐράνια κατοικία τους, ὁ Κύριος τούς ἔχει
φυλακίσει στό σκοτάδι μέ αἰώνια δεσμά, γιά νά δικασθοῦν τή μεγάλη ἡμέρα τῆς
κρίσεως»[42]. «Ἀγγέλων ἁμαρτησάντων οὐκ ἐφείσατο, ἀλλά σειραῖς ζόφου
ταρταρώσας παρέδωκεν εἰς κρίσιν τηρουμένους»[43], λέγει πάλι καί ὁ Ἀπόστολος
Πέτρος στή δευτέρα του καθολική ἐπιστολή. Δέν λυπήθηκε ὁ Θεός τούς Ἀγγέλους
ὅταν ἁμάρτησαν. Τούς ἔριξε στά τάρταρα, ὅπου φυλάγονται δέσμιοι στό σκοτάδι
περιμένοντας τήν τελική κρίση.

Οἰ ἁμαρτάνοντες, οἱ ἴδιοι τελικά αὐτοβασανίζονται, αὐτοταλαιπωροῦνται καί


ταλαιπωροῦν καί τόν πλησίον.

Μεγάλο κακό ἡ ἁμαρτία καί φαίνεται στήν παιδεία τῶν Ἀγγέλων πού ἁμάρτησαν.
Φαίνεται καί στήν παιδεία τῶν ἀνθρώπων, ὅταν ἁμαρτάνουν. Ὁ Θεός παίδευσε τήν
ἁμαρτία στούς ἀνθρώπους καί αὐτό τό βλέπουμε κατ’ ἀρχάς στούς Πρωτόπλαστους,
πού μόλις παρήκουσαν τόν Θεό, ἐξορίστηκαν. Καταδικάστηκαν νά ζοῦν σ’ αὐτή τή
γῆ μέ φτώχεια, μέ ἀσθένειες, μέ πόνους, μέ ἀναστεναγμούς, μέ δυστυχίες καί τελικά
μέ ἕναν ἀφύσικο καί ὀδυνηρό θάνατο νά τελειώνουν αὐτή τή ζωή.

16
Παίδευσε τήν ἁμαρτία, στήν ἐποχή τοῦ Νῶε μέ τόν κατακλυσμό τόν ὁποῖο ἔφερε στή
γῆ. Παίδευσε τήν ἁμαρτία στά Σόδομα καί τά Γόμορρα, ὅταν μέ ἕναν καινούριο
κατακλυσμό, ἀπό θειάφι καί φωτιά αὐτή τή φορά, κατέστρεψε τίς πέντε αὐτές πόλεις
πού εἶχαν φτάσει στόν κολοφῶνα τῆς ἁμαρτίας. Καί τελευταῖα, κατεδίκασε τούς
ἀμετανόητους ἁμαρτωλούς νά κατακαίγονται αἰώνια μέσα στό πῦρ τῆς κολάσεως,
ὅπως ἀκοῦμε καί στή σχετική περικοπή κατά τήν ὁποία μᾶς μιλάει ὁ Κύριος γιά τήν
κρίση.

Σοῦ φαίνονται, ἀδελφέ μου, μεγάλες αὐτές οἱ παιδεῖες τῆς ἁμαρτίας; Ἀλλά νά
γνωρίζεις ὅτι κάθε ἁμαρτία δέν παιδεύεται ποτέ ἀπό τόν Θεό, ὅσο ἀξίζει, ἀλλά
πάντοτε μέ εὐσπλαγχνία· καί ἕνας ἁμαρτωλός, μολονότι κολάζεται αἰώνια, ὅμως
κολάζεται λιγότερο ἀπό ὅ,τι τοῦ πρέπει. Καί μπορεῖ κι αὐτός νά πεῖ ἐκεῖνο τοῦ Ἰώβ·
«Πόσα ἔργα ἄξια κατακρίσεως δέν διέπραξα καί ὁ Κύριος μέ εὐσπλαχνίστηκε, δέν μέ
τιμώρησε ὅσο μοῦ ἔπρεπε»[44].

Καί τέλος, γιά νά καταλάβουμε πόσο κακό εἶναι ἡ ἁμαρτία, θά δοῦμε πῶς στό
πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ τιμωρήθηκε ἡ ἁμαρτία. Ὁ Χριστός μας βεβαίως δέν
ἁμάρτησε, ἀλλά ὑπέφερε γιά τίς δικές μας ἁμαρτίες. Καί μία ἀγκίδα ἀπό τά ἀγκάθια
τοῦ Χριστοῦ, μία μόνο μαστίγωσή Του εἶναι μεγαλύτερη παιδεία, ἀπό τό ἄν ὁ Θεός
κατέστρεφε ὅλο τόν κόσμο καί γκρέμιζε ἀνθρώπους, Ἀγγέλους, Ἀρχαγγέλους καί
κάθε ἄλλο κτίσμα μέσα στό πῦρ τῆς κολάσεως. Γι’ αὐτό κι ἐμεῖς, ἀδελφοί μου, ἄς
προσέξουμε πάρα πολύ ἀπό ἐδῶ καί ἐμπρός νά πάψουμε νά ἁμαρτάνουμε. Θά πεῖτε:
Εἶναι δυνατόν; Βεβαιότατα! Μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ βεβαίως καί ὄχι μέ τή δική μας
ἱκανότητα.

Ἡ ἁμαρτία εἶναι φοβερό καί ἄπειρο κακό. Ἡ ἁμαρτία εἶναι τό παρά φύσιν, δέν εἶναι
τό φυσικό μας. Ἡ ἁμαρτία εἶναι τό κεντρί τοῦ θανάτου. Τό θανατηφόρο αὐτό κεντρί,
τό κεντρί πού σκοτώνει, πού θανατώνει, πού μᾶς νεκροποιεῖ, μᾶς κάνει νεκρούς. Ἡ
ἁμαρτία εἶναι ἡ αἰτία τῆς ταλαιπωρίας μας. Ἡ ἁμαρτία μᾶς καταστρέφει, μᾶς διαλύει
τήν προσωπικότητα. Μᾶς κολάζει καί τώρα καί μετά θάνατον. Ἡ ἁμαρτία ἐρημώνει
τήν ψυχή μας.

Ἄς παρακαλοῦμε τόν Θεό, ἄς παρακαλοῦμε τούς ἅγιους Πατέρες, καί τόν Ἅγιο
Νικόδημο καί ὅλους τούς ἁγίους Ἀγγέλους νά μᾶς φυλάγουν ἀπό αὐτό τό φοβερό
κακό, τό ὁποῖο ἔχοντας κάποια γνώση μέ βάση τούς ἅγιους Πατέρες, ὅπως εἴπαμε, ἄς
φυλάγουμε κι ἐμεῖς τόν ἑαυτό μας γιά νά μή θρηνήσουμε σέ κόλαση αἰώνια, ἀλλά νά
ἀγαλλόμεθα στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης


https://hristospanagia3.blogspot.com

[1] Παρ. 10, 23.


[2] Σοφ.Σειρ. 16, 23.

17
[3] Ψαλμ. 37, 6.
[4] Ψαλμ. 18, 13.
[5] Ἰώβ 21, 14.
[6] Ἐξ. 5, 2.
[7] Δαν. 3, 29.
[8] Ἀποκ. 22, 13 .
[9] Ὠσηέ 6, 7.
[10] Ἡσ. 1, 2.
[11] Ἱερ. 3, 20.
[12] Ἡσ. 37, 29.
[13] Ρωμ. 2, 4.
[14] Ἑβρ. 10, 29.
[15] Ἑβρ. 10, 28.
[16] Ἑβρ. 10, 29.
[17] Ὅ.π.
[18] Ἡσ. 65, 15.
[19] Πράξ. 11, 26.
[20] Ματθ. 12, 30.
[21] Ὅ.π.
[22] Ἡσ. 64, 8.
[23] Ψαλμ. 54, 13.
[24] Ψαλμ. 54, 14.
[25] Ἰεζ. 13, 19.
[26] Ἰων. 15, 25.
[27] Ἰώβ 15, 25.
[28] Ἰώβ 15, 26.
[29] Ἡσ. 65, 3.
[30] Ματθ. 23, 27.
[31] Ἰω. 8, 44.
[32] Ἑβρ. 12, 16.
[33] Ἑβρ. 12, 17.
[34] Ἰεζ. 33, 13.
[35] Λουκ. 12, 48.
[36] Σοφ.Σολ. 6, 5.
[37] Σοφ.Σολ. 6, 6.
[38] Ἡσ. 66, 13.
[39] Ματθ. 25, 46.
[40] Ἀμως 3, 6.
[41] Ρωμ. 6, 23.
[42] Ἰούδ. 6.
[43] Β΄Πέτρ. 2, 4.
[44] Ἰώβ. 33, 27.

18
Ἡ μνήμη τῶν ἁμαρτημάτων μας
καί ἡ ἀποφυγή τῶν αἰτίων
Καλή χρονιά καί εὐλογημένη ἀπό τόν Κύριο. Μετά ἀπό αὐτά πού εἴπαμε μέ τή Χάρη
τοῦ Θεοῦ γιά τήν ἐξομολόγηση τίς προηγούμενες φορές, σήμερα σκέφτηκα νά ποῦμε
-μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ- τί θά κάνουμε μετά τήν ἐξομολόγηση. Γιατί παίρνουμε τή
συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν μας, ἀλλά τό τελικό ζητούμενο εἶναι νά μήν ξανακάνουμε
τίς ἁμαρτίες πού ἐξομολογηθήκαμε.

Τό πρῶτο βέβαια πού πρέπει νά κάνουμε εἶναι νά δοξολογήσουμε καί νά


εὐχαριστήσουμε τόν Θεό πού συγχώρεσε τίς ἁμαρτίες μας καί νά πάρουμε ἀπόφαση
νά μήν τίς ξανακάνουμε, ἀκόμα κι ἄν χρειαστεῖ νά δώσουμε καί τή ζωή μας. Τέτοια
ἀπόφαση πρέπει νά ἔχουμε καί αὐτό βεβαίως θά τό ἐκφράσουμε καί μέ μία
προσευχή. Ἀφοῦ εὐχαριστήσουμε καί δοξολογήσουμε, θά παρακαλέσουμε τόν Θεό
νά μᾶς βοηθήσει νά μήν ξαναπέσουμε στά ἴδια σφάλματα. Τό πρῶτο λοιπόν εἶναι
αὐτό.

Τό δεύτερο εἶναι νά προσέξουμε νά μήν ἔχουμε κάποια ὀλιγοπιστία ἤ ἀπιστία στό


μυστήριο καί δεχτοῦμε κάποιον λογισμό ὅτι δῆθεν δέν συγχωρεθήκαμε. Πολλοί τό
παθαίνουν αὐτό καί ἐξομολογοῦνται ξανά καί ξανά τήν ἴδια ἁμαρτία. Δέν θά πρέπει
νά δεχτοῦμε τέτοιους λογισμούς. Ἐφόσον τά εἴπαμε, ζητήσαμε συγχώρεση, ὁ ἱερέας
μᾶς διάβασε τή συγχωρητική εὐχή, εἴμαστε συγχωρημένοι. Ἀπό ’κεῖ καί μετά
βεβαίως θά πρέπει νά προσέξουμε, νά πάρουμε τά μέτρα μας, γιά νά μήν
ἐπαναλάβουμε τήν ἁμαρτία.

Τό τρίτο πού πρέπει νά κάνουμε, εἶναι νά τηρήσουμε μέ χαρά τόν κανόνα πού μᾶς
ἔβαλε ὁ πνευματικός μας καί νά ἀκολουθήσουμε ἀκριβῶς τίς συμβουλές του, ὅ,τι μᾶς
εἶπε, ἔτσι ὥστε νά μήν ξαναπέσουμε στά ἴδια σφάλματα.

Ἕνα τέταρτο εἶναι νά προσέξουμε νά τηρήσουμε τό ἀπόρρητο τῆς ἐξομολόγησης, τό


ὁποῖο ἀπόρρητο ἰσχύει γιά τόν ἱερέα, ἀλλά ἰσχύει καί γιά τόν ἐξομολογούμενο. Δέν
μπορεῖ ὁ ἱερέας νά ἀνακοινώσει αὐτά πού εἴπαμε στήν ἐξομολόγησή μας, ἀλλά καί
ἐμεῖς δέν πρέπει νά κοινοποιοῦμε, νά λέμε στούς ἄλλους, αὐτά πού μᾶς ἔδωσε ὁ
ἱερέας ὡς προσωπικές ὁδηγίες. Ἄλλο ἄν μᾶς πεῖ κάτι γενικό, ὅτι λ.χ. ἡ παραμονή τῶν
Φώτων εἶναι νηστεία ἀλάδωτη. Αὐτό, μπορεῖ κάποια νά μήν τό ξέρει, νά σᾶς
ρωτήσει, νά τό πεῖς ὅτι ἔτσι εἶναι. Ἀλλά κάτι προσωπικό δέν πρέπει νά τό λέμε, γιατί
εἶναι ἕνα φάρμακο πού τό δίνει ὁ πνευματικός σέ μᾶς καί δέν εἴμαστε βέβαιοι, ἄν
αὐτό τό φάρμακο λειτουργήσει θεραπευτικά καί γιά τόν ἄλλον. Ὅπως στόν γιατρό
πού πηγαίνουμε. Δίνει φάρμακο γιά μᾶς. Δέν ἐπιτρέπεται αὐτό τό φάρμακο πού μᾶς
ἔδωσε νά τό δώσουμε καί σέ κάποιον ἄλλο, ἀκόμα κι ἄν μᾶς φαίνεται ὅτι ἔχει
παρόμοια ἀρρώστια μέ τή δική μας. Μπορεῖ στόν ἄλλο νά ἐνεργήσει βλαπτικά, γιατί

19
ὁ ὀργανισμός του εἶναι διαφορετικός ἀπό τόν δικό μας. Ἔτσι καί ἡ ψυχή τοῦ καθενός
εἶναι διαφορετική καί γιά τόν καθένα χρειάζεται καί ἄλλο φάρμακο.

Ἕνα ἄλλο πού πρέπει νά προσέξουμε εἶναι νά μήν ξεχαστοῦμε καί ἀφήσουμε γιά
πολύ χρόνο τήν ἑπόμενη ἐξομολόγηση. Πολύ βοηθάει, στό νά μήν πέσουμε στά
ἁμαρτήματα τά ἴδια, ἡ συχνή ἐξομολόγηση. Ὅπως ἕνα φυτό πού τό μεταφυτεύεις δέν
κάνει καρπούς, ἔτσι καί ἡ ἁμαρτία πού τήν ξεριζώνεις καί πάει νά ξαναφυτρώσει καί
πάλι τήν ξεριζώνεις καί πάει πάλι νά ξαναφυτρώσει... Ὅσο πιό συχνά τό κάνεις αὐτό,
στό τέλος θά νεκρωθεῖ ἡ ἁμαρτία πού σέ ταλαιπωρεῖ καί τό πάθος. Ἄν τό ἀφήνεις γιά
πολύ καιρό ὅμως ἀνεξομολόγητο, αὐτό πετάει βαθιές ρίζες καί δυσκολότερα μετά
ἐξολοθρεύεται.

Ἐπίσης κάτι ἀκόμα, πού εἶναι πολύ βοηθητικό, εἶναι νά μήν ἔχουμε μνησικακία.
Γιατί ναί μέν πήραμε συγχώρεση ἀπό τόν Θεό, ἀλλά θά πρέπει νά ἔχουμε
συγχωρήσει ἀπό τήν καρδιά μας καί ὅλους. Μή τυχόν καί μετά τήν ἐξομολόγηση
φουντώσει πάλι μέσα μας κάποια ἀντιπάθεια γιά ὁποιονδήποτε. Γιατί ἄν συμβεῖ
αὐτό, τότε βεβαίως καί οἱ ἁμαρτίες πού ἐξομολογηθήκαμε καί συγχωρεθήκαμε γι’
αὐτές, μένουν ἀσυγχώρητες, ὅπως μᾶς λέει ὁ Κύριος στήν παραβολή τοῦ χρεώστου
τῶν μυρίων ταλάντων, ὁ ὁποῖος πῆρε ἄφεση, τοῦ ἀφέθηκε τό χρέος, μετά ὅμως,
ἐπειδή θυμήθηκε ἕνα ἐλάχιστο χρέος πού εἶχε ἕνας σύνδουλός του καί τόν ἔπνιγε καί
τόν ἔβαλε καί στή φυλακή γιά νά τοῦ ἀποσπάσει τό μικρότατο αὐτό χρέος, τότε
ἐξοργίστηκε ὁ ἄρχοντας, καί τοῦ εἶπε παίρνω πίσω αὐτό πού σοῦ εἶπα καί στά ζητάω
πάλι ὅλα πίσω. Ὅπως ἐσύ φάνηκες ἄσπλαχνος, ἐνῶ θά ἔπρεπε νά συγχωρέσεις καί νά
ἀφήσεις τό μικρότατο χρέος στόν σύνδουλό σου, ἔτσι λοιπόν κι ἐγώ δέν σέ συγχωρῶ
γι’ αὐτά πού μοῦ ζήτησες νά σέ συγχωρήσω καί νά στά ἀφήσω. Προσοχή λοιπόν καί
στή μνησικακία.

Αὐτά εἶναι τά γενικά. Θά σᾶς πῶ ἀκόμα μερικά πράγματα γιά τό τί πρέπει νά


κάνουμε, ὥστε νά μήν ξαναπέσουμε στά ἴδια ἁμαρτήματα καί θά ἑστιάσουμε τήν
προσοχή μας σέ ἕνα πρῶτο, ὅτι θά πρέπει γενικῶς νά θυμόμαστε τίς ἁμαρτίες μας.
Ναί μέν τίς ἐξομολογηθήκαμε, ἀλλά θά πρέπει νά συμβαίνει καί σέ μᾶς αὐτό πού
λέει ὁ Δαβίδ· «ἡ ἁμαρτία μου ἐνώπιόν μού ἐστιν διά παντός»[1]. Δέν πρέπει λοιπόν
νά ξεχάσουμε τίς ἁμαρτίες μας, ὅπως λέει καί ὁ Προφήτης Ἡσαΐας, νά μήν
ξεχάσουμε ὅτι εἴμαστε ἁμαρτωλοί. Λέει ὁ Θεός μέ τό στόμα τοῦ Προφήτη Ἡσαΐα·
«Ἐγώ εἶμαι ἐκεῖνος πού ἐξαλείφει τίς ἁμαρτίες σου ἐξαιτίας τῆς ἀγαθότητός Μου καί
δέν θά τίς θυμηθῶ πλέον τίς ἁμαρτίες σου»[2]. Ἐσύ ὅμως νά τίς θυμᾶσαι. «Σύ δέ
μνήσθητι καί κριθῶμεν»[3], καί ἔλα νά δικαστοῦμε. Καί τότε ἡ δίκη καί ἡ κρίση, θά
εἶναι εὐμενής γιά σένα. Ὅταν θυμᾶσαι τίς ἁμαρτίες σου καί ἔχεις συντριβή καί
κατάνυξη, τότε ὁ Θεός διάκειται εὐμενῶς ἀπέναντί σου.

Λέει λοιπόν καί ὁ ἱερός Χρυσόστομος, ὅτι θά πρέπει νά τό κάνεις αὐτό, νά θυμᾶσαι
τίς ἁμαρτίες σου, ὄχι βέβαια μέ τήν ἔννοια ὅτι δέν συγχωρέθηκαν. Συγχωρέθηκαν.
Ἀλλά θά πρέπει νά τίς θυμᾶσαι, ὄχι γιά νά βασανίζεις τόν λογισμό σου, λέει ὁ ἱερός

20
Χρυσόστομος, ἀλλά πρῶτον, «γιά νά παιδαγωγεῖς τή ψυχή σου, ὥστε νά μήν σκιρτᾶ
στά πάθη καί νά μήν πέφτει πάλι στά ἴδια». Σάν ἕνα χαλινάρι τῆς ψυχῆς, νά θυμᾶσαι
ὅτι εἶσαι ἁμαρτωλός, καί ὄχι ἕνας ἁπλός ἁμαρτωλός, ἀλλά ὁ ἁμαρτωλός ὅλων τῶν
ἁμαρτωλῶν. Ὅπως λέμε καί στήν εὐχή τῆς Μεταλήψεως «ὧν πρῶτός εἰμι ἐγώ».
Ὅλων τῶν ἁμαρτωλῶν πρῶτος εἶμαι ἐγώ. Νά θυμᾶσαι τίς ἁμαρτίες σου, λέει ὁ ἱερός
Χρυσόστομος. Δεύτερον καί «γιά νά γνωρίζεις μέ τήν ἐνθύμηση τή μεγάλη χάρη πού
πῆρες ἀπό τόν Θεό τό νά σοῦ συγχωρέσει τίς ἁμαρτίες». Καί ἔτσι ἔχεις μιά διαρκῆ
εὐγνωμοσύνη ἀπέναντι στόν Θεό. Καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος θυμόταν πάντοτε ὅτι
κατεδίωξε τήν Ἐκκλησία καί ἔτσι φανέρωνε τή μεγάλη χάρη πού τοῦ ἔκανε ὁ
Χριστός καί τόν συγχώρεσε.

Ἀκόμα νά θυμᾶσαι τίς ἁμαρτίες σου γιά νά συντρίβεις τήν καρδιά σου καί νά
κατανύγεις τή ψυχή σου, σύμφωνα μέ τόν ἱερό Χρυσόστομο πού λέει· «θυμήσου
ἀναλυτικά τά ἁμαρτήματά σου· δέν εἶναι αὐτό μικρό μαρτύριο τῆς ψυχῆς· ἐάν
κάποιος ἦλθε σέ κατάνυξη, γνωρίζει ὅτι περισσότερο ἀπό ὅλα μέ αὐτό παιδαγωγεῖται
ἡ ψυχή· ἐάν σέ κάποιον συνέβη μνήμη ἁμαρτημάτων, γνωρίζει τήν ὀδύνη πού
προέρχεται ἀπό αὐτό». Πονᾶς, ἀλλά αὐτός ὁ πόνος φέρνει κατάνυξη, φέρνει δάκρυα,
φέρνει τήν κατά Θεόν λύπη.

Καί τέταρτο καί τελευταῖο, νά θυμᾶσαι τίς ἁμαρτίες σου γιά νά ταπεινώνεσαι καί νά
θεωρεῖς τόν ἑαυτό σου ἀνάξιο καί αὐτῆς τῆς ζωῆς. Λέει πάλι ὁ ἱερός Χρυσόστομος·
«δέν εἶναι μικρό πράγμα γιά διόρθωση τό νά συγκεντρώσει κανείς ὅλα τά
ἁμαρτήματα καί νά τά μνημονεύει συνέχεια καί νά τά συλλογίζεται· ἐκεῖνος πού
κάνει αὐτό, τόσο πολύ θά κατανυγεῖ, ὥστε θά κρίνει τόν ἑαυτό του ἀνάξιο καί αὐτῆς
τῆς ζωῆς· καί ἐκεῖνος, πού νομίζει αὐτό, θά γίνει μαλακότερος ἀπό τό κερί». Θά γίνει
ἄνθρωπος εἰρηνικός, πρᾶος, ἡσύχιος, γλυκός, εὐπροσήγορος.

-Ἐνῶ ὁ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος δέ θυμᾶται τίς ἁμαρτίες του τί γίνεται;


Ὑπερήφανος, σκληρός, ἀναιδής, κατακρίνει συνέχεια τούς ἄλλους, ἀπρόσιτος καί
ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος εἶναι ἀπεχθής σέ ὅλους καί στόν Θεό.

Ἕνας, πού θά γλιτώσει ἀπό ἕναν μεγάλο κίνδυνο, λέγει ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ
Ἁγιορείτης στό Ἐξομολογητάριό του, τό ὁποῖο εἶναι ἕνα πολύ ὡραῖο βιβλίο καί τό
συνιστῶ σέ ὅλους σας νά τό ἔχετε, καί ἔχει συμβουλές καί πρός τόν πνευματικό,
ἀλλά καί πρός τόν ἐξομολογούμενο, τόν μετανοοῦντα. Λέει λοιπόν ὁ Ἅγιος, ἄν ἕνας
πού θά γλιτώσει ἀπό ἕναν μεγάλο κίνδυνο, ὅταν τόν θυμᾶται, τρέμει καί φοβᾶται καί
ὁ φόβος αὐτός τόν κάνει νά μή πέσει πάλι στόν ἴδιο κίνδυνο, ἔτσι κι ἐμεῖς θά πρέπει
νά θυμόμαστε τούς κινδύνους πού περάσαμε καί τήν ἁμαρτία πού διαπράξαμε καί
ἀπό τί μᾶς γλίτωσε ὁ Θεός. Γιατί, ἄν δέν μετανοούσαμε καί δέν συγχωροῦνταν οἱ
ἁμαρτίες μας, ὁπωσδήποτε ἡ κόλαση θά ἦταν βέβαιη. Ἔτσι καί ὁ Δαβίδ καί μετά τήν
συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν του, θυμόταν πάντοτε καί τίς εἶχε πρό ὀφθαλμῶν του· γι’
αὐτό καί ἔλεγε καί τό λέμε κι ἐμεῖς κάθε φορά πού λέμε τόν 50 ο Ψαλμό· «ἡ ἁμαρτία
μου ἐνώπιόν μού ἐστι διά παντός»[4]. Εἶναι πάντοτε μπροστά στά μάτια μου ἡ

21
ἁμαρτία μου. Ὄχι ὅτι δέν ἔχει συγχωρεθεῖ. Ἔχει συγχωρεθεῖ, ἀλλά δέν τήν ξεχνάω
γιά νά μή ραθυμήσω, νά μήν τήν ξανακάνω. Δέν θυμᾶμαι καί καταθλίβομαι καί
ἀπελπίζομαι. Δέν τή θυμᾶμαι ἐγωιστικά καί λέω, πῶς ἐγώ ἔπαθα αὐτό τό πράγμα;..
ἀλλά τή θυμᾶμαι ταπεινά καί θυμᾶμαι καί τή χάρη πού μοῦ ἔκανε ὁ Θεός καί μέ
συγχώρεσε, γιά νά μήν ξαναπέσω στά ἴδια.

Ἐάν θέλεις, λέει ὁ ἱερός Αὐγουστίνος, νά ἀποστρέψει ὁ Θεός τό πρόσωπό Του ἀπό
τίς ἁμαρτίες σου, ἐσύ πρέπει νά τίς ἔχεις μπροστά σου νά τίς βλέπεις καί νά τίς
θρηνεῖς. Ὅσο ἐσύ τίς βλέπεις, τόσο ὁ Θεός δέν τίς βλέπει. Ἐάν ἐσύ γράφεις καί
θυμᾶσαι τίς ἁμαρτίες σου, σέ διαβεβαιώνει ὁ θεῖος Χρυσόστομος, ὅτι ὁ Θεός θά τίς
ἐξαλείψει καί θά τίς λησμονήσει. Ἐάν ὅμως ἐσύ τίς ξεγράψεις καί τίς λησμονήσεις, ὁ
Θεός θά τίς γράψει καί θά τίς θυμᾶται· «Συγκέντρωσε ὅλα (τά ἁμαρτήματα δηλαδή),
καί γράψε τα σάν σέ κάποιο βιβλίο· διότι, ἐάν ἐσύ τά γράψεις, ὁ Θεός τά ἐξαλείφει·
ἐνῶ ἐάν ἐσύ δέν τά γράψεις, ὁ Θεός καί τά γράφει καί τιμωρεῖ. Πολύ καλύτερο
λοιπόν εἶναι νά γραφοῦν αὐτά ἀπό ἐμᾶς καί νά ἐξαλειφθοῦν ἀπό τόν Θεό, παρά νά τά
ξεχάσουμε ἐμεῖς καί ὁ Θεός κατά τήν ἡμέρα ἐκείνη, τῆς Κρίσεως, νά τά παρουσιάσει
πρό τῶν ὀφθαλμῶν μας». Καί πάλι λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος· «Διότι δέν ὑπάρχει,
δέν ὑπάρχει ἄλλο φάρμακο τόσο δυνατό γιά τήν ἐξάλειψη τῶν ἁμαρτημάτων, ὅσο ἡ
συνεχής τους ἀνάμνησις καί ἡ συνεχής κατηγορία τους», δηλαδή ἡ συνεχής καταδίκη
τους καί καταδίκη τοῦ ἑαυτοῦ μας πού τά διαπράξαμε. Γι’ αὐτό, βλέπετε, οἱ Ἅγιοι
ἁμάρτησαν κάποια φορά ἐνδεχομένως στή ζωή τους καί τό θυμόντουσαν συνεχῶς
καί κλαίγανε σ’ ὅλη τους τή ζωή γιά ἐκείνη τήν ἁμαρτία πού κάνανε, ἐνδεχομένως
στή νεότητά τους, ἀκόμα καί στήν παιδική τους ἡλικία. Καί αὐτό τούς συγκρατοῦσε
καί δέν κάνανε ἄλλες ἁμαρτίες.

Σέ συμβουλεύει ὅμως καί ὁ Ἅγιος Μᾶρκος ὁ Ἀσκητής, ὅτι «ὅταν ἐξομολογεῖσαι στόν
Θεό τίς ἁμαρτίες σου, νά τίς θυμᾶσαι ὄχι ἀναλυτικά, φανταζόμενος τούς τρόπους καί
τά πρόσωπα μέ τά ὁποῖα ἁμάρτησες, ἤ διότι, ὄντας ἀκόμα ἐμπαθής καί φιλήδονος,
πάλι τίς ἐπιθυμεῖς καί σκοτίζεσαι». Ἐδῶ θέλει μία διάκριση. Δέν θά θυμᾶσαι
λεπτομέρειες, μέ ποιά πρόσωπα καί πῶς κ.λ.π. ἔκανες τήν κάθε ἁμαρτία, γιατί ἐάν
εἶσαι ἀκόμα ἐμπαθής καί ἀγαπᾶς τίς ἡδονές, ἐπιστρέφει αὐτή ἡ φιληδονία καί ὁ
σκοτισμός. Ἤ ἐπειδή τίς θυμᾶσαι αὐτές μέ λύπη, ἀναλυτικά, πέφτεις σέ ἀπόγνωση.
Τό ἐκμεταλλεύεται ὁ διάβολος γιά νά σέ ρίξει στήν ἀπελπισία. Καί ἰδιαίτερα αὐτό
πρέπει νά τό προσέξεις στίς σαρκικές ἁμαρτίες πού διέπραξες, τό νά μή τίς θυμᾶσαι
ἀναλυτικά. Οὔτε τούς τρόπους οὔτε τά πρόσωπα, μέ τά ὁποῖα ἁμάρτησες· διότι τότε
μολύνεσαι κατά διάνοια. Γενικά μόνο νά θυμᾶσαι πώς εἶσαι ἁμαρτωλός καί ὅτι
ἔκανες πολλές ἁμαρτίες, μέ τίς ὁποῖες παρόργισες τόν Θεό. Αὐτά μᾶς τά λέει ὁ Ἅγιος
Μᾶρκος ὁ Ἀσκητής. Θά πεῖτε τώρα:

-Οἱ δυό Ἅγιοι λένε ἀντίθετα πράγματα;


Ὄχι, δέν λένε ἀντίθετα. Θά δεῖτε τί λένε καί ἄλλοι Ἅγιοι Πατέρες. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης
τῆς Κλίμακος λέει σύμφωνα μέ τόν Ἅγιο Μᾶρκο, τά ἴδια πράγματα. Δηλαδή λέει, νά
μή μελετᾶ κανείς κατ’ εἶδος τά σαρκικά καί αἰσχρά ἁμαρτήματα. Καί στόν κζ' Λόγο

22
του «Περί Προσευχῆς» λέει ἐπί λέξει· «Μή θέλεις νά ἐξαγορεύεις τίς σωματικές
πράξεις κατά μέρος (στόν Θεό δηλαδή), ὅπως ἀκριβῶς ἔγιναν, γιά νά μή γίνεις
πολέμιος τοῦ ἑαυτοῦ σου», μή γίνεις ἐχθρός τῆς ψυχῆς σου, γιατί θυμούμενος
ἀκριβῶς καί μέ λεπτομέρειες στήν προσευχή σου -καί ἀκόμα καί στόν πνευματικό
σου δέν χρειάζονται πολλές λεπτομέρειες- ὑπάρχει πιθανότητα νά ξανακινηθοῦν
αὐτά τά σαρκικά πάθη.

Ὅλα ὅμως τά ἄλλα πρέπει νά τά μελετᾶ κανείς μέ τόν νοῦ του νύκτα καί ἡμέρα κάθε
ἕνα ξεχωριστά. Ὅλα τά ἄλλα. Δηλαδή ἐκτός ἀπό τά σαρκικά, τά ἄλλα νά τά θυμᾶσαι.
Καί ὁ ἱερός Χρυσόστομος λέει· «Δέν εἶναι ἀρκετό τό νά πεῖ κάποιος, ὅτι εἶμαι
ἁμαρτωλός, ἀλλά πρέπει νά θυμηθεῖ καί κάθε ἕνα ἁμάρτημα ξεχωριστά». Γιατί
χρειάζεται καί βοηθάει πολύ στήν συντριβή καί στήν κατάνυξη. Ἔρχονται πολλοί
στήν ἐξομολόγηση καί λένε, πάτερ, τά ἔχω κάνει ὅλα. Ναί, τά ἔχεις κάνει ὅλα.. Ναί,
λέει, εἶμαι ἁμαρτωλός.. δέν ὑπάρχει κάτι πού δέν ἔχω κάνει.. Ὡραῖα, ἀλλά πρέπει νά
πεῖς συγκεκριμένα τί ἔκανες, γιατί αὐτό θά σέ βοηθήσει νά μήν τά ξανακάνεις. Ἐκτός
ἀπό τά σαρκικά, τά ὁποῖα εἴπαμε δέν χρειάζεται νά τά πεῖς μέ λεπτομέρειες. Ἀλλά κι
ἐκεῖνα κατά κατηγορία πρέπει νά τά πεῖς.

-Τί ἔκανες μοιχεία, πορνεία;


Ἔχει διαφορά. Ὑπάρχουν διαφόρων εἰδῶν καί βαρύτητας σαρκικά ἁμαρτήματα.
Καί φέρνει ὁ ἱερός Χρυσόστομος ὡς παράδειγμα τόν Ἀπόστολο Παῦλο, ὁ ὁποῖος
μετά τό Βάπτισμα ὁμολογοῦσε ὅτι ἦταν πρίν ἀπό τό Βάπτισμα βλάσφημος καί
διώκτης. Θυμότανε κατά εἶδος τά ἁμαρτήματά του. Καί λέγει τά ἑξῆς· «Ἐάν ἐκεῖνος
μνημόνευε τά ἁμαρτήματα πού ἐξαφανίσθηκαν μετά τό Βάπττσμα, πολύ
περισσότερο ἐμεῖς πρέπει νά θυμούμαστε τά ἁμαρτήματα πρίν τό Βάπτισμα».
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος θυμόταν τά ἁμαρτήματα πού ἔκανε πρίν.

Καί στόν ιβ' Λόγο στούς Ἀνδριάντες, λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος: «Ἐάν παραμένει ἡ
μνήμη τῶν δεινῶν», τῶν ἁμαρτιῶν τῶν φοβερῶν πού κάναμε, «ἡ πεῖρα τῶν δεινῶν
ποτέ δέν θά παρουσιαστεῖ». Δέν θά μᾶς πιάσουν οἱ συνέπειες καί δέν θά
ξαναπέσουμε στίς ἴδιες ἁμαρτίες. Ποτέ δέν θά παρουσιαστεῖ ἡ πεῖρα τῶν δεινῶν! «Τί
μᾶς χρειάζεται ἡ πεῖρα; Ἀφοῦ μπορεῖ ἡ μνήμη νά μᾶς σωφρονίσει;» Γιατί ἄν δέν
ἔχεις τή μνήμη τῶν κακῶν πού ἔκανες, θά ἔρθει ἡ πεῖρα. Θά ξανακάνεις ἁμαρτίες καί
θά ἔχεις πάλι ἐμπειρία τοῦ κακοῦ πού ἔκανες τήν πρώτη φορά καί τό ξέχασες. Γι’
αὐτό λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, μή ξεχνᾶς, ἔτσι ὥστε νά ἀποφύγεις τήν ἐπανάληψη
τοῦ λάθους.

Βλέπετε, αὐτό συμβαίνει καί σέ ἀνθρώπους καί σέ λαούς ὁλόκληρους. Ξεχνᾶμε τήν
ἱστορία μας, δέν θυμόμαστε τά λάθη τοῦ παρελθόντος καί ἐπαναλαμβάνουμε
συνεχῶς τά ἴδια λάθη. Καί ὁ Ἰσραήλ αὐτό πάθαινε, ξεχνοῦσε τό γεγονός ὅτι
σκλαβωνόταν κάθε φορά πού ἔφευγε ἀπό τόν Θεό καί ἔπεφτε συνέχεια στό ἴδιο
λάθος. Ὅταν σκλαβωνόταν, θυμότανε.. ἄ, βλέπεις, τά ἴδια πάθαμε.. τά εἴχαμε
ξαναπάθει… καί κλαίγανε πάλι καί μετανοοῦσαν. Καί τότε ἐλευθερονόντουσαν.

23
Περνοῦσαν μερικά χρόνια, ξεχνιόντουσαν.. πάλι τά ἴδια. Πάλι ἁμάρταναν, πάλι
σκλαβωνόντουσαν. Καί φοβᾶμαι ὅτι αὐτό γίνεται καί μέ μᾶς τούς Ἕλληνες.
Ξεχνιόμαστε. Δέ θυμόμαστε τήν ἱστορία μας καί τά λάθη μας καί τίς πτώσεις μας. Γι’
αὐτό κινδυνεύουμε τώρα, βλέπετε, νά σκλαβωθοῦμε πάλι. Νά πέσουμε πάλι σέ μιά
νέα Τουρκοκρατία, Φραγκοκρατία, δέν ξέρω τί θά μᾶς ἔρθει.. Γιατί ἁμαρτάνουμε
ἀσύστολα, ἀδιάντροπα, ἀναίσχυντα μπροστά στόν Θεό καί φεύγουμε ὅλο καί
περισσότερο μακριά ἀπό τήν ἁγία μας Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία.

Νά θυμᾶσαι λοιπόν τίς ἁμαρτίες.


Ἐάν ὅμως ἀπορήσει κάποιος, γιατί ὁ μέν Χρυσόστομος λέει νά θυμᾶται κανείς κάθε
μία ἁμαρτία ξεχωριστά, ὁ δέ ἀναφερθείς Μᾶρκος ὁ Ἀσκητής λέει νά μή τίς θυμᾶται
κανείς μέ τόν τρόπο αὐτόν, ἄς λύσει τήν ἀπορία ὁ Λόγος τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τῆς
Κλίμακος, πού ἀναφέρθηκε. Διότι ὁ μέν Μᾶρκος λέει γιά τά σαρκικά ἁμαρτήματα,
ἐνῶ ὁ Χρυσόστομος γιά τά ἄλλα, τά ὁποῖα καί ὅταν τά θυμᾶται κανείς κάθε ἕνα
ξεχωριστά δέν βλάπτεται. Ἑπομένως νά πού βρήκαμε τή λύση. Δέν εἶναι ἀντίθετοι οἱ
Πατέρες, ὁ ἕνας διευκρινίζει τόν ἄλλον. Τά μέν σαρκικά δέν πρέπει νά τά θυμᾶσαι μέ
λεπτομέρειες, τά ἄλλα ὅμως νά τά θυμᾶσαι.

Σημείωσε ὅμως, λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος τώρα, ὅτι ὅταν κάποιος πολεμεῖται ἀπό
τούς λογισμούς τῆς ὑπερηφάνειας -σημειῶστε ὅτι ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι φοβερή
ἀκαθαρσία μπροστά στόν Θεό, «Ἀκάθαρτος παρά Κυρίῳ πᾶς ὑψηλοκάρδιος»[5].
Κάθε ὑπερήφανος εἶναι ἀκάθαρτος, βρωμερός μπροστά στόν Θεό καί ἡ ὑπερηφάνεια
εἶναι χειρότερη ἁμαρτία καί ἀπό τά σαρκικά, παρόλο πού πολλές φορές οὔτε κἄν τήν
ἐξομολογούμαστε. Τί λέει λοιπόν ὁ Ἅγιος Νικόδημος; Ἐάν, λέει, βλέπεις ὅτι
πολεμεῖσαι ἀπό τούς λογισμούς τῆς ὑπερηφάνειας, τότε εἶναι χρήσιμη καί ἡ
ἐνθύμηση τῶν σαρκικῶν ἁμαρτημάτων κάθε ἑνός ξεχωριστά καί ἡ ἐξομολόγηση,
γιατί προξενεῖ ταπείνωση. Ὄχι βέβαια, ξαναλέω πάλι, μέ λεπτομέρειες. Ποτέ
λεπτομέρειες. Ἀλλά κατά εἶδος νά τά θυμᾶσαι καί νά τά ἐξομολογεῖσαι.

Γι’ αὐτό καί ὁ πολύπειρος ἐκεῖνος Γέρων, πού ἀναφέρεται στόν ἀββᾶ Ἰσαάκ -τά
Ἀσκητικά τοῦ ἀββᾶ Ἰσαάκ πού εἶναι ὡραιότατο βιβλίο κι αὐτό, νά τό ἔχετε νά τό
διαβάζετε- λέει· «Ὅταν σοῦ ἔλθει ὁ λογισμός τῆς ὑπερηφάνειας, λέγοντάς σου·
Θυμήσου τίς ἀρετές σου», θέλει νά σέ ρίξει ὁ διάβολος στήν ὑπερηφάνεια καί σοῦ
θυμίζει τίς ἀρετές σου, τίς ὑποτιθέμενες ἀρετές σου! Τί νά ἀπαντᾶς ἐσύ; Πές:
«Γέρων, βλέπε τήν πορνεία σου»! Βλέπε τά χάλια σου, τά σαρκικά σου ἁμαρτήματα,
ξαναλέω χωρίς φαντασίες καί εἰκόνες καί λεπτομέρειες.

Ἀλλά καί ὁ Ἅγιος Συμεών ὁ Μεταφραστής αὐτές τίς ἁμαρτίες τίς μνημονεύει κάθε
μία ξεχωριστά στήν Εὐχή τῆς ἱερᾶς Μεταλήψεως, τῆς ὁποίας ἡ ἀρχή εἶναι «Ὡς ἐπί
τοῦ φοβεροῦ σου», γιά μεγαλύτερη συντριβή καί ταπείνωση τῆς καρδιᾶς. Ἀλλά καί
τότε δέν εἶναι ἀνάγκη νά θυμᾶται κανείς τούς τρόπους καί τά πρόσωπα μέ τά ὁποῖα
ἁμάρτησε. Δέν πρέπει. Ἀλλά μόνο τίς ἁμαρτίες κάθε μία ξεχωριστά, δηλαδή
πορνεῖες, μοιχεῖες καί τίς ὑπόλοιπες· δέν προξενεῖ ὅμως μικρή ταπείνωση καί ἡ

24
ἐνθύμηση τοῦ ἀριθμοῦ, πόσες φορές δηλαδή διέπραξες κάθε ἁμαρτία. Αὐτό μπορεῖς
νά τό θυμᾶσαι. Καί τί ἁμαρτία ἦταν. Ἀλλά τίποτα ἄλλο.

Αὐτά, λοιπόν, ὡς πρός τό ὅτι θά πρέπει νά θυμόμαστε τίς ἁμαρτίες μας. Αὐτό εἶναι
ἕνα φάρμακο πού μᾶς δίνει ὁ Ἅγιος Νικόδημος στό Ἐξομολογητάριό του γιά μετά
τήν ἐξομολόγηση, ὥστε νά μήν πέσουμε στά ἴδια σφάλματα. Ἀλλά καί γιά νά
φυλαχτοῦμε καί ἀπό ἄλλα σφάλματα, γιατί ὅταν κανείς θυμᾶται ὅτι εἶναι «Ὁ
Ἁμαρτωλός», ὁ κατεξοχήν ἁμαρτωλός καί ὅτι ἔχει κάνει τόσα καί τόσα πράγματα,
συγκρατεῖται, ταπεινώνεται καί χαριτώνεται. Καί αὐτή ἡ Χάρις, πού ἔρχεται ἀπό τόν
Θεό, δέν τόν ἀφήνει νά πέσει καί σέ ἄλλα ἁμαρτήματα. Ὅταν κανείς ξεχνάει αὐτά
πού ἤδη ἔχει κάνει, θά τά ξανακάνει καί θά κάνει καί ἄλλα χειρότερα.

Ἕνα δεύτερο Προφυλακτικό κατά τῶν ἁμαρτιῶν, τῆς ἐπανάληψης τῶν ἁμαρτιῶν,
εἶναι τό νά ἀποφεύγουμε τά αἴτια τῆς ἁμαρτίας. Κάθε ἁμαρτία ἔχει κάποια
προστάδια. Ὅπως ἔχουμε ἕνα κείμενο. Ἔχουμε τό κύριο θέμα, ἔχουμε τήν εἰσαγωγή.
Ἔτσι καί ἡ ἁμαρτία ἔχει μία προπαρασκευή. Πρίν φτάσεις στόν γάμο, κάνεις
ἀρραβῶνα. Πῆγε κάποτε ἕνας μοναχός σέ ἕναν σπουδαῖο διακριτικό Γέροντα, τόν
ἀββᾶ Ποιμένα, καί τόν ρώτησε:

-Γέροντα γιατί δέν φεύγουν τά πάθη;


Καί τί τοῦ εἶπε ὁ Γέροντας ὁ σοφός, ὁ Ἅγιος Ποιμήν; «Δώσ’ τους τόν ἀρραβῶνα καί
ἀναχωροῦσι». Δηλαδή, πάψε νά κάνεις τά προκαταρκτικά, τά ἀρραβωνιάσματα μέ
τόν διάβολο καί δέν θά φτάσεις ποτέ στόν γάμο, δηλαδή στήν ἁμαρτία. Ἕνα λοιπόν
πολύ σημαντικό, ἀποτελεσματικότατο μέσο εἶναι νά κόψεις τά αἴτια. Κάθε ἁμαρτία
ἔχει κάποια αἴτια, τά ὁποῖα προδιαθέτουν καί ὁδοποιοῦν, φτιάχνουν τόν δρόμο γιά
τήν ἁμαρτία.

Σύμφωνα, λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, μέ τούς φιλοσοφικούς κανόνες, τά ἴδια αἴτια


προκαλοῦν πάντοτε καί τά ἴδια αἰτιατά καί τά ἴδια ἀποτελέσματα· γι’ αὐτό λέει ὁ
Μέγας Βασίλειος· «Ἐκεῖνος πού μετανόησε μία φορά καί κάνει πάλι τήν ἴδια
ἁμαρτία, ἀποδεικνύει, ὅτι δέν καθάρισε τό πρῶτο αἴτιο ἐκείνης τῆς ἁμαρτίας· ἀπό
αὐτό, σάν ἀπό κάποια ρίζα, πάλι φυτρώνουν τά ἴδια». Βλέπετε καί στόν κῆπο μας
ὅταν ξεχορταριάζουμε, ὑπάρχει ἕνα φυτό πού λέγεται ἀγριάδα. Ἄν κόψεις μόνο τήν
ἐπιφάνεια, αὐτό ἀπό κάτω ἔχει πολύ βαθιές ρίζες, θά ξαναφυτρώσει. Δέν κόβεις τήν
αἰτία, κόβεις μόνο ἐπιφανειακά τόν βλαστό. Ἔτσι καί στήν κάθε ἁμαρτία, θά πρέπει
νά κόψεις καί τή ρίζα γιά νά μήν ξαναφυτρώσει.

Ἀπόφευγε λοιπόν, ἀδελφέ, λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, τίς κακές θεωρίες, δηλαδή τά
κακά βλέμματα, τίς κακές εἰκόνες. Σήμερα θά λέγαμε τό διαδίκτυο, τό ἴντερνετ, τήν
τηλεόραση, τά βίντεο, αὐτά ὅλα τά βρώμικα πού ὑπάρχουν ἄφθονα. Ἀπόφευγε τίς
κακές συνομιλίες καί συναναστροφές τῶν ἀτάκτων καί μάλιστα ἀπόφευγε τίς
συνομιλίες καί φιλίες τῶν προσώπων ἐκείνων, μέ τά ὁποῖα ἁμάρτησες σαρκικά. Δέν
πρέπει νά συνεχίζεται ἡ συναναστροφή μ’ αὐτά τά πρόσωπα, μέ τά ὁποῖα ἔπεσες,

25
ἁμάρτησες σαρκικά. Μπορεῖ κι ἐκεῖνο τό πρόσωπο νά φαίνεται ὅτι μετανόησε καί
ὄντως νά μετανόησε, ὅμως ὁ διάβολος καιροφυλακτεῖ καί ἀπό τή συναναστροφή
ξαναρίχνει πάλι στήν ἴδια ἁμαρτία καί τούς δύο.

Ἕνα ἀπό τά δύο θά συμβεῖ: ἤ ἐσύ πρέπει νά φύγεις ἀπό αὐτά ἤ αὐτά πρέπει νά τά
ἀπομακρύνεις ἀπό κοντά σου καί νά τά διώξεις, ἐάν τά ἔχεις στό σπίτι σου. Εἴτε
δούλη εἶναι εἴτε δοῦλος καί γενικά καί ἄν ἀκόμη εἶναι δικός σου καί φίλος. Διότι γι’
αὐτά εἶπε ὁ Κύριος· «Ἐάν ὁ ὀφθαλμός σου ὁ δεξιός σέ σκανδαλίζει, βγάλτον καί
πέταξέ τον· σέ συμφέρει νά χάσεις ἕνα μέλος σου», ἕνα κομμάτι τοῦ σώματός σου
πού τό θεωρεῖς πολύτιμο ὅπως εἶναι τό μάτι σου, καί πολύ ἀγαπητό, «παρά ὅλο σου
τό σῶμα νά ριχθεῖ στήν κόλαση»[6].

-Ὅπως ὁ γιατρός, ὅταν διαπιστώσει ὅτι ἕνα μέλος μας ἔχει γάγγραινα, τί κάνει;
Τό ἀφαιρεῖ. Κάνει ἐγχείρηση καί σοῦ ἀφαιρεῖ τό χέρι, τό πόδι, πού ἔχει ἀρχίσει νά
σαπίζει. Ἄν δέν τό κάνει, ἡ σῆψις, ἡ μόλυνσις θά προχωρήσει σ’ ὅλο τό σῶμα καί θά
πεθάνεις. Συμφέρει λοιπόν νά χάσεις ἕνα μέλος σου καί νά σωθεῖς, παρά νά ἀφήσεις
αὐτό τό μέλος καί νά χαθεῖς ὁλόκληρος.

Δύο εἶναι οἱ αἰτίες, λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, γιά νά ἁμαρτάνει κάποιος· ἤ μία
ὀνομάζεται αἰτία μακρύτερη καί ἡ ἄλλη αἰτία πλησιέστερη. Προσέξτε λίγο ἐδῶ, νά
τό καταλάβετε τί θέλει νά πεῖ. Ἁπλό εἶναι. Παραδείγματος χάριν, ἕνας
συναναστρέφεται μέ μία γυναίκα ἤ μέ ἄλλο πρόσωπο γιά ἕναν χρόνο ὁλόκληρο, γιά
ἕνα ἔτος, καί στό διάστημα αὐτό τυχαίνει μιά φορά μόνο καί πέφτει μέ τό πρόσωπο
αὐτό σέ ἁμαρτία. Τώρα, αὐτή ἡ ἐνιαύσια -ἡ ἐτήσια- συναναστροφή λέγεται αἰτία
μακρύτερη σέ αὐτόν πού ἁμάρτησε, γιατί σέ τόσο χρονικό διάστημα ἔπεσε μόνο μία
φορά. Ἀλλά ἔπεσε καί αἰτία ἦταν αὐτή ἡ μακρά συναναστροφή. Ἐάν τώρα αὐτός,
ὅσες φορές συναναστροφεῖ μέ αὐτά τά πρόσωπα, πέφτει στήν ἁμαρτία, ἡ
συναναστροφή αὐτή λέγεται σ’ αὐτόν αἰτία τῆς ἁμαρτίας πλησιέστερη. Κάθε φορά
πού συναναστρέφεται κάνει καί ἁμαρτία. Τότε αὐτή ἡ συναναστροφή εἶναι αἰτία
πλησιέστερη. Εἴτε τό ἕνα εἴτε τό ἄλλο βεβαίως, εἶναι πολύ κακό. Καί ὁ ἕνας πού σέ
ἕναν χρόνο ἔπεσε μία φορά, ἁμάρτησε θανάσιμα, καί ὁ ἄλλος κάθε φορά πάλι
ἁμαρτάνει θανάσιμα.

Γι’ αὐτό ἐσύ, πού ἀποφάσισες νά μή ξαναπέσεις στήν ἁμαρτία, πρέπει νά ἀποφεύγεις
καί τίς δύο αἰτίες, καί τή μακρύτερη καί τήν πλησιέστερη. Δέν εἶναι σωστό νά πεῖς,
μιά φορά ἔπεσα, ἄς μή τό κόψω αὐτό τό πρόσωπο.. μόνο μιά φορά.. Ὄχι, πρέπει νά
τό κόψεις. Γιατί, ἀφοῦ ἁμαρτήσεις μία φορά, ἕλκεσαι πάλι στό νά ξαναπέσεις, καί ἡ
μακρύτερη αἰτία σοῦ γίνεται πλησιέστερη. Ἐκεῖ πού τόν πρῶτο χρόνο ἔπεσες μιά
φορά, τό δεύτερο χρόνο θά πέσεις δύο, τρεῖς καί περισσότερες. Θά γίνει πιό συχνή ἡ
πτώση σου. Καί τό βλέπουμε αὐτό καθημερινά.

Γι’ αὐτό, ὅταν ὁ Πνευματικός σοῦ πεῖ ἐκεῖνο πού εἶπε ἡ Σάρα στόν Ἀβραάμ,
ἀπομάκρυνε ἀπό τό σπίτι σου καί διῶξε μόνος σου τή γυναίκα ἐκείνη ἤ τό πρόσωπο

26
ἐκεῖνο, ὅπως εἶπε ἡ Σάρα στόν Ἀβραάμ, «διῶξε τή δούλη καί τό παιδί της»[7], δέν
πρέπει νά σοῦ κακοφανεῖ καί νά πεῖς, τί εἶναι αὐτός;.. πολύ αὐστηρός εἶναι αὐτός ὁ
Πνευματικός... θά φύγω.. ὅπως λένε μερικοί. Δέν εἶναι αὐστηρός, εἶναι καλός
γιατρός. «Μή θεωρεῖς σκληρό τόν λόγο τῆς Σάρας γιά τό παιδί καί τή δούλη· ὅσα
σοῦ πεῖ ἡ Σάρρα, νά τά ἀκούσεις»[8], αὐτό εἶπε ὁ Θεός στόν Ἀβραάμ. Τό ἴδιο λέει
καί σέ σένα, μή θεωρεῖς σκληρό τόν Πνευματικό πού σοῦ λέει νά κοπεῖς ἀπ’ αὐτό τό
πρόσωπο. Νά ὑπακούσεις μέ χαρά στήν προσταγή του, γιατί δέν προέρχεται ἀπό τόν
ἑαυτό του, ἀλλά ἀπό τόν Θεό. Ἀλλά ἐσύ τί ἀπαντᾶς; Τή γυναίκα ἐκείνη, τό πρόσωπο
αὐτό, ἐγώ τό χρειάζομαι στό σπίτι μου, εἶναι πρόσωπο πιστό, φρόνιμο, προκομμένο,
μέ βοηθάει στίς ἀνάγκες μου.

Ἄχ ἀδελφέ, προφάσεις εἶναι ὅλα αὐτά, κάτω ἀπό τίς ὁποῖες, σάν ἀπό κάτω σέ ἁπαλά
χόρτα ζητεῖς νά κρύβεις τό πάθος σάν ὀχιά. Πές μου, ἐάν τά πρόσωπα αὐτά ἦταν
κλέφτες, δέν θά τά ἔδιωχνες ἀμέσως καί θά ἔβρισκες ἄλλους δούλους νά σέ
ὑπηρετοῦν; Ἄχ! καί τώρα πού εἶναι κλέφτες ὄχι τοῦ σπιτιοῦ σου, ἀλλά τῆς ψυχῆς
σου, ἀκόμη περιμένεις καί δέν τά διώχνεις μία ὥρα νωρίτερα; Ἐσύ ἀποφάσισες νά
μήν ξαναπέσεις πλέον στήν ἁμαρτία καί πῶς δέν φεύγεις τά αἴτια, πού εὔκολα
μποροῦν νά σέ ρίξουν πάλι σ’ αὐτή;

Λοιπόν, ἐάν θέλεις νά μένει ἡ ἀπόφασή σου σταθερή, πρέπει νά ἀποφεύγεις τά αἴτια,
πού σέ παρακινοῦν νά κάνεις πάλι τήν ἴδια ἁμαρτία· διότι νά γνωρίζεις καλά ὅτι, ὅσο
ἔχεις φανερά στό σπίτι σου τήν πόρνη γυναίκα ἤ ὁποιοδήποτε πρόσωπο, ὄχι μόνο δέν
εἶναι δυνατό νά συγχωρηθεῖς ἀπό κάποιον Πνευματικό, ἀλλά οὔτε οἱ προσφορές σου
εἶναι δεκτές στόν Θεό. Ἕνας πού πορνεύει, αὐτοαφορίζεται. Οὔτε πρόσφορο μπορεῖ
νά πηγαίνει στήν ἐκκλησία οὔτε ἀντίδωρο δέν κάνει νά παίρνει.. γιατί εἶναι
ξεκομμένος πλέον ἀπό τή Χάρη τοῦ Θεοῦ. Βλέπε καί τούς Κανόνες τοῦ Ἁγίου
Ἰωάννου τοῦ Νηστευτοῦ γιά νά βεβαιωθεῖς.

Ἐάν ὅμως δέν εἶναι στό δικό σου χέρι νά διώξεις τά πρόσωπα αὐτά, δέν ἔχεις τέτοια
ἐξουσία, τουλάχιστον ἐσύ νά ἀπομακρυνθεῖς ἀπό αὐτά. Τό λιγότερο λιγότερο, ἄν δέν
μπορεῖς κι αὐτό νά τό κάνεις, νά μή σταθεῖς ποτέ μόνος σου μέ αὐτά τά πρόσωπα· νά
μή ρίξεις τά μάτια σου ἐπάνω τους, οὔτε ν’ ἀφήσεις τόν λογισμό σου νά γλυκαίνεται
στήν ἐνθύμησή τους. Καί νά παρακαλεῖς τόν Θεό πάρα πολύ θερμά νά σέ βοηθήσει,
καί ἄλλα παρόμοια νά χρησιμοποιεῖς, γιά νά ξεκολλήσεις τόν ἔρωτά τους ἀπό τήν
καρδιά σου. Βλέπετε, πόσο ὡραῖα καί σοφά μᾶς συμβουλεύει ὁ Ἅγιος. Ποτέ νά μή
μένεις μόνος σου μέ πρόσωπα ἰδίως τοῦ ἄλλου φύλου καί μάλιστα μέ πρόσωπα πού
ξέρεις ὅτι ἡ καρδιά σου κλίνει πρός αὐτά. Ἀλλά γενικῶς, ποτέ νά μή μένεις μόνος
σου μέ τέτοια πρόσωπα. Γιατί μπορεῖ νά μήν κλίνει ἡ καρδιά σου μέχρι τότε, κι
ἐκείνη τήν ὥρα νά δημιουργηθεῖ ὁ πειρασμός. Νά κρατᾶμε πάντοτε σέ ἀσφάλεια
πρέπει, οὔτε σέ δωμάτια οὔτε σέ αὐτοκίνητα, πουθενά νά μή μένουμε μόνοι μας μέ
πρόσωπα τά ὁποῖα μποροῦν νά κινδυνέψουν, νά κινδυνέψουμε κι ἐμεῖς ἐξαιτίας
αὐτῶν καί ἐξαιτίας τοῦ σατανᾶ. Βλέπετε πόσο προσεκτικοί πρέπει νά εἴμαστε καί νά
ἀποφεύγουμε τά αἴτια τῆς ἁμαρτίας.

27
Καί συνεχίζει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, μήν ἔχεις ποτέ ἐμπιστοσύνη στόν ἑαυτό σου,
λέγοντας· ἐγώ μπορῶ νά συναναστρέφομαι μέ τά πρόσωπα πού μέ βλάπτουν, καί νά
μή βλάπτομαι. Πλανεμένος λογισμός εἶναι αὐτός, ἐπειδή εἶναι γραμμένο· «Μή
δείξεις ποτέ ἐμπιστοσύνη στόν ἐχθρό σου»[9]. Στή Σοφία Σειράχ τό λέει αὐτό. Καί ὁ
πρῶτος ἐχθρός μας, ξέρετε, δέν εἶναι ὁ διάβολος οὔτε ὁ κόσμος, τό κοσμικό
φρόνημα. Ὁ πρῶτος ἐχθρός εἶναι ὁ ἑαυτός μας, ὁ κακός ἑαυτός μας. Μήν
ἐμπιστεύεσαι λοιπόν τόν ἑαυτό σου, μή ξεθαρεύεσαι. Κόψε τά αἴτια. Καί τά αἴτια
τῶν ἁμαρτιῶν ἔρχονται καί μέσα ἀπό τίς αἰσθήσεις. Προσοχή πάρα πολλή στίς
αἰσθήσεις, τί βλέπεις, τί ἀκοῦς, μέ ποιούς συνομιλεῖς, τί λές, τί πιάνεις.. μέ ὅλες τίς
αἰσθήσεις μπορεῖ νά ἁμαρτήσει ὁ ἄνθρωπος καί νά δεχθεῖ ἀφορμές νά ἁμαρτήσει
πολύ βαριά. Τό δεύτερο αἴτιο ἔρχεται μέσα ἀπό τή μνήμη καί τή φαντασία. Μήν
ἀφήνεις τή μνήμη σου νά σκαλίζει πράγματα ἁμαρτωλά. Μήν ἀφήνεις τή φαντασία
σου νά φτιάχνει εἰκόνες πονηρές, βρώμικες. Ἀκόμα ἀκόμα καθόλου μήν ἐνεργοποιεῖς
τή φαντασία σου, γιατί μπορεῖ νά φανταστεῖς κάτι καλό, μιά εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ λ.χ.
καί μετά ὁ διάβολος νά ἐκμεταλλευτεῖ αὐτή τήν ἐνεργοποίηση τῆς φαντασίας καί νά
σοῦ φέρει καί ἄσχημες εἰκόνες καί βρωμερές κ.λ.π.

Καί νά προσέχεις πάρα πολύ καί τό τρίτο αἴτιο πού εἶναι οἱ συναναστροφές.
Θυμόμαστε λοιπόν, αἰσθήσεις, μνήμη, φαντασία καί συναναστροφές. Ἀπό ’κεῖ
βλαστάνουν πάρα πολλές ἀφορμές γιά ἁμαρτία. Γι’ αὐτό, βλέπετε, ἡ Ἁγία Γραφή
ἀπαγορεύει νά συναναστρέφεται ὁ χριστιανός μέ ἀνθρώπους ἀνήθικους. «Μή
συναναμίγνυσθαι πόρνοις»[10] λέει. Δέν μπορεῖς νά συναναστρέφεσαι μέ πόρνους.
Δέ λέει νά μήν πᾶς στόν μπακάλη, πού ξέρεις ὅτι πορνεύει, νά ψωνίσεις. Θά πᾶς. Τί
θά κάνεις, ἄν δέν ὑπάρχει ἄλλος; Ἀλλά δέν θά τόν πάρεις στό σπίτι σου. Δέν θά τόν
πάρεις παρέα νά βγεῖτε μαζί. Ὄχι, γιατί μετά θά βλαφτεῖς κι ἐσύ, καί ὅπως ἔλεγε ὁ
Ἅγιος Πορφύριος, τά πνευματικά μικρόβιά του θά πηδήσουν καί σέ σένα. Θά γίνεις
κι ἐσύ πόρνος σιγά-σιγά χωρίς νά τό καταλάβεις. Ἀκόμα λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος,
νά μή συναναμίγνυσθαι, νά μή συναναστρέφεστε καί μέ ἕναν πού εἶναι λοίδορος,
πού εἶναι πλεονέκτης, πού εἶναι ὑπερήφανος, ἀλαζόνας κ.λ.π.[11]. Ἄν λοιπόν τά
ἐφαρμόσουμε, καί πρέπει νά τά ἐφαρμόσουμε αὐτά, θά δεῖτε μετά μέ πόσους λίγους
πρέπει νά συναναστρεφόμαστε. Σχεδόν μέ κανέναν.. ἔτσι ὅπως ἔχει γίνει σήμερα ἡ
κατάσταση. Θά πεῖς, μόνος μου θά μείνω; Ναί, μόνος σου θά μείνεις, ἄν θέλεις νά
ὑπάρξεις ὡς χριστιανός καί νά φέρεις ἐπάξια τό ὄνομα τοῦ χριστιανοῦ, δηλαδή τοῦ
μιμητοῦ τοῦ Χριστοῦ. Γιατί χριστιανός εἶναι αὐτός πού μιμεῖται τόν Χριστό καί
μοιάζει στόν Χριστό. Καί γιά νά μοιάσεις στόν Χριστό, πρέπει νά τηρεῖς αὐτά πού
λέει ὁ Χριστός.

Μή λοιπόν ξεθαρεύεις, μή δείξεις ποτέ ἐμπιστοσύνη στόν ἐχθρό σου. Καί εἶναι
γνώμη μερικῶν Διδασκάλων, ὅτι ὁ σωφρονέστατος ἐκεῖνος Ἰωσήφ, ἐάν δέν ἔφευγε
ἀπό τό δωμάτιο τῆς κυρίας του, σίγουρα θά ἔπεφτε στήν ἁμαρτία. Ὁ πάγκαλος
Ἰωσήφ!.. πού εἶχε τόσο φόβο Θεοῦ, κινδύνεψε πάρα πολύ. Βρέθηκε μόνος μέ τό
ἀφεντικό του, τήν κυρία του, καί αὐτή τοῦ ἐπιτέθηκε μέ ἀνήθικες διαθέσεις καί ὁ
Ἰωσήφ ἔφυγε. Καί λένε κάποιοι, ἄν δέν ἔφευγε, ὑπῆρχε φόβος νά ἁμαρτήσει. Δέν

28
ξεθαρεύτηκε, νά πεῖ, ἐγώ δέν θά πάθω τίποτα.. θά ἀντισταθῶ κλ.π. δέν θά
συγκατατεθῶ.. Ὄχι! Γιατί εἶναι ἐντολή τοῦ Θεοῦ: «φεύγετε τήν πορνεία»[12]. Δέν
λέει νά κάθεσαι καί νά μαλώνεις μέ τόν πειρασμό τῆς πορνείας καί νά ἀντιστέκεσαι,
νά τόν γροθοκοπεῖς. Νά τό βάζεις στά πόδια! Εἰδικά σ’ αὐτόν τόν πειρασμό τόν
σαρκικό. Πρέπει νά φεύγεις. Καί αὐτό εἶναι ἀνδρεία, δέν εἶναι δειλία.

Ὅποιος φοβᾶται τόν κίνδυνο, δέν θά πέσει σέ αὐτόν· ἀλλά ὅποιος τόν ἀγαπᾶ, ἐκεῖνος
θά πέσει. Δέν εἶναι σωστό νά ρίχνουμε σέ κινδύνους τή ψυχή μας. Πάρα πολλοί
ἄνθρωποι σήμερα ριψοκινδυνεύουν τήν ὑγεία τους, τή ζωή τους, γιά μιά μάταιη δόξα
τοῦ κόσμου. Οὔτε αὐτό εἶναι σωστό, προκαλεῖς τόν Θεό. Δέν ἐπιτρέπεται νά βάζεις
τόν ἑαυτό σου σέ πειρασμό. Πολύ περισσότερο δέν πρέπει νά βάζεις τόν ἑαυτό σου
σέ ἠθικούς πειρασμούς.

-Γιατί νά πᾶς στό τάδε κλάμπ καί στήν τάδε καφετέρια καί στήν τάδε ταβέρνα;
Ἀφοῦ ἐκεῖ ξέρεις ὅτι θά ἔχεις πειρασμούς. Μά δέν θά πάθω τίποτα... Αὐτό εἶναι
ὑπερηφάνεια. Δέν πρέπει νά τό λές ποτέ αὐτό. «Ὅποιος ἀγαπᾶ τόν κίνδυνο, θά πέσει
σέ αὐτόν»[13], λέει στή Σοφία Σειράχ. Γι’ αὐτό καί ὁ ἱερός Χρυσόστομος λέει·
«Ὅποιος δέν ἀποφεύγει ἀπό μακριά τίς ἁμαρτίες, ἀλλά βαδίζει κοντά σέ αὐτές»,
πηγαίνει, ὅπως λέμε λαϊκά φιρί-φιρί, στήν κόψη τοῦ ξυραφιοῦ, θά πέσει στήν
ἁμαρτία. Δέν θά γλιτώσει τελικά. «Ὅποιος δέν ἀποφεύγει ἀπό μακριά τίς ἁμαρτίες,
ἀλλά βαδίζει κοντά σέ αὐτές, μέ φόβο θά ζήσει καί πολλές φορές θά πέσει σέ αὐτές»,
λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος στόν λόγο του στούς Ἀδριάντες.

Ἄς σοῦ προξενήσει φόβο, ἀδελφέ, λέει σέ μιά ὡραία ὑποσημείωση ὁ Ἅγιος


Νικόδημος, στό νά ἀποφεύγεις τά αἴτια τῆς ἁμαρτίας αὐτό τό φοβερό παράδειγμα,
πού ἀναφέρει ὁ Ἅγιος Μακάριος. Κοιτάξτε! Σέ καιρό διωγμοῦ, ἕνας εὐσεβής
χριστιανός βρισκόμενος στά μαρτύρια, ἀφοῦ κρεμάστηκε ἀπό τούς τυράννους καί
καταπληγώθηκε σέ ὅλο τό σῶμα, ρίχθηκε στή φυλακή. Δέν τό φόνευσαν, τόν
βασάνισαν, ὅπως ἔκαναν οἱ εἰδωλολάτρες. Τούς ἔξυναν, τούς ἔκαιγαν, τούς ἔβαζαν
ἁλάτι στίς πληγές πάνω γιά νά πονᾶνε πιό πολύ... Ἄντεξε, δέν ἀρνήθηκε τόν Χριστό.
Ὁμολογητής δηλαδή. Καί μετά τόν πετάξανε στή φυλακή. Ἐκεῖ τώρα στή φυλακή
τόν ὑπηρετοῦσε μία μοναχή· ἀλλά ἐπειδή συνήθισε νά συναναστρέφεται μέ αὐτήν,
ἔπεσε μέ αὐτήν σέ πορνεία, ἐκεῖ μέσα στή φυλακή! Ποιός; Αὐτός ὁ ὁμολογητής πού
τό στεφάνι ἦταν πάνω στό κεφάλι του σχεδόν!.. ἕτοιμο.. νά γίνει μάρτυρας! Ἔπεσε
σέ πορνεία!

Ὤ πτῶμα ἐλεεινό καί ἀξιοδάκρυτο! Καί λοιπόν, ἐάν οὔτε τό αἷμα αὐτοῦ τοῦ
Μάρτυρα, πού χύθηκε γιά τόν Χριστό, οὔτε οἱ πληγές, οὔτε ἡ φυλακή, ἀλλά οὔτε καί
ἡ εὐλάβεια τῆς Μοναχῆς, γιατί καί αὐτή ἀπό εὐλάβεια εἶχε πάει ἐκεῖ, δέν εἶχε πάει μέ
σκοπό πονηρό, δέν μπόρεσαν νά τούς βοηθήσουν νά μή πέσουν στήν ἁμαρτία, ἐπειδή
δέν ἀπέφυγαν τήν αἰτία, πῶς ἡ δική σου ἀνδρεία ἤ ἡ ἀπόφασις θά σέ βοηθήσουν νά
μή πέσεις, ἐάν δέν ἀποφύγεις τά αἴτια τῆς ἁμαρτίας;

29
Γνώριζα ἕναν μοναχό, τώρα μακαρίτης, καί ἦταν σχεδόν παράλυτος. Σχεδόν.. στό
νοσοκομεῖο, σέ κέντρο ἀποκατάστασης. Καί πῆγε μία νοσοκόμα νά τόν κάνει
λουτρό, καί λέει, τί λές; Δέ γίνεται αὐτό τό πράγμα! Καί πολύ καλά ἔκανε. Θά πεῖς,
ἄρρωστος, σχεδόν παράλυτος;.. Κι ὅμως δέν τό δέχτηκε. Γιατί ἀκριβῶς ἔτσι πρέπει
νά κάνουμε. Νά ἀποφεύγουμε τά αἴτια καί τούς πειρασμούς. Αὐτοί οἱ δυό γιά νά μήν
προσέξουν, βλέπετε ποῦ τούς ἔριξε ὁ διάβολος.

-Πῶς ἡ δική σου ἀνδρεία ἤ ἡ ἀπόφασις θά σέ βοηθήσουν νά μή πέσεις, ἐάν δέν


ἀποφύγεις τά αἴτια τῆς ἁμαρτίας;

Γι’ αὐτό καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, μιλώντας γιά σαρκικές ἁμαρτίες, δέν εἶπε,
στέκεσθε καί πολεμεῖτε, ἀλλά εἶπε· «φεύγετε τήν πορνεία»[14]. Τρέχετε μακριά
δηλαδή, φεύγετε ἀπό τό ἁμάρτημα αὐτό.

Αὐτό λοιπόν εἶναι ἕνα πολύ σημαντικό μέτρο πού πρέπει νά ἔχουμε πάντα στόν νοῦ
μας, νά ἀποφεύγουμε τά αἴτια τῆς ἁμαρτίας γιά νά μήν ξαναπέσουμε στήν ἁμαρτία.

Θά σᾶς πῶ καί μερικά ἀκόμα ἐπιγραμματικά, γιατί δέν προλαβαίνουμε νά τά ποῦμε.


Ἕνα ἐπίσης πολύ σπουδαῖο μέτρο, γιά νά μήν ξαναπέσουμε στήν ἁμαρτία εἶναι ἡ
συνεχής καί συχνή ἐξομολόγηση. Ἕνα ἀκόμα μέτρο, πού τό ἀναλύει ὁ Ἅγιος
Νικόδημος, εἶναι νά θυμόμαστε τά ὑστερνά μας, τά τέλη μας, τόν θάνατό μας. Ὅσο
θυμᾶσαι τόν θάνατό σου, δέν ἁμαρτάνεις. Συνέχεια τό λένε αὐτό οἱ Ἅγιοι Πατέρες,
μνήμη θανάτου. Πρέπει συνεχῶς νά θυμᾶσαι τόν θάνατο. Ἡ ἐποχή μας δέν θέλει νά
θυμᾶται τόν θάνατο ὁ ἄνθρωπος. Καί προσπαθοῦν οἱ ἄνθρωποι οἱ καημένοι, καί οἱ
γυναῖκες οἱ καημένες νά φαίνονται νέες. Λές καί ἔτσι θά διώξουν τόν θάνατο. Δέν
φεύγει ὁ θάνατος. Εἶναι τό μόνο βέβαιο γεγονός τῆς ζωῆς μας. Ὅλα τά ἄλλα δέν
ξέρουμε ἄν θά συμβοῦν, ἄν θά μᾶς προλάβει ὁ Ἀντίχριστος ἤ θά μᾶς προλάβει ὁ
θάνατος. Ὁ θάνατος θά ἔρθει σίγουρα. Ἤ ἄν θά γίνει πόλεμος ἤ δέν θά γίνει. Δέν τά
ξέρουμε αὐτά. Ἄν θά γίνουμε πλούσιοι ἤ ὄχι. Κι αὐτό δέν τό ξέρουμε. Ἀλλά ὁ
θάνατος πού θά ἔρθει εἶναι σίγουρο, εἶναι βέβαιο. Καί αὐτό πρέπει νά τό θυμόμαστε
συνέχεια, καί μάλιστα, λένε οἱ Ἅγιοι, νά ζεῖς κάθε μέρα σάν νά εἶναι ἡ τελευταία
ἡμέρα τῆς ζωῆς σου καί νά κοιμᾶσαι σάν νά μήν πρόκειται νά ξυπνήσεις.

-Ὁπότε, θά λές, εἶμαι ἕτοιμος; Ἅμα μέ πάρει ὁ θάνατος ἐνῶ κοιμᾶμαι; Πόσοι
ἄνθρωποι κοιμήθηκαν καί δέν ξύπνησαν; Εἶμαι ἐξομολογημένος; Εἶμαι
μετανοημένος; Εἶμαι συγχωρημένος μέ ὅλους;

Νά ἕνα ἀκόμη λοιπόν σπουδαῖο μέσο γιά νά μήν ἐπαναλάβουμε τίς ἁμαρτίες, ἡ
μνήμη τοῦ θανάτου. Ἕνα ἀκόμα μέσον εἶναι νά καταλάβεις τί θά πεῖ ἁμαρτία.
Μερικοί νομίζουν ὅτι ἡ ἁμαρτία εἶναι μιά παρονυχίδα.. δέν εἶναι καί τίποτα. Πῶς
χύνεις ἕνα ποτήρι γάλα.. Δέν εἶναι καθόλου ἔτσι. Ἡ ἁμαρτία εἶναι ἕνα μεγάλο
τεράστιο ἄπειρο κακό, τό ὁποῖο πρῶτα-πρῶτα προσβάλλει τήν ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ.
Σέ δείχνει ἀγνώμων μπροστά στόν Θεό. Μετά, δημιουργεῖ μέσα σου ἕνα κακό πολύ

30
μεγάλο, ὀντολογικό κακό, καταστροφή μεγίστη στήν ψυχή σου, θάνατο. Ὅπως λέει ὁ
Ἀπόστολος «τά ὀψώνια τῆς ἁμαρτίας θάνατος»[15]. Σοῦ στερεῖ τή Χάρη τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος καί φυσικά σέ ὁδηγεῖ στήν αἰώνια κόλαση.

Νά θυμᾶσαι λοιπόν, νά φιλοσοφεῖς πάνω στό τί εἶναι ἡ ἁμαρτία, πόσο μεγάλο κακό
εἶναι καί πόσο θά πρέπει νά τήν τρέμουμε, νά τήν ἀποφεύγουμε, νά τή φοβόμαστε,
γιατί θέλουμε νά εἴμαστε μέ τόν Κύριο καί ὄχι μακριά ἀπό τόν Κύριο.

Ἀκόμα σπουδαῖο μέσο βέβαια εἶναι νά ζητᾶμε μέ τήν προσευχή μας νά μᾶς βοηθάει
ὁ Θεός νά μήν ξαναπέσουμε στά ἴδια ἁμαρτήματα.

Αὐτά ἤθελα νά σᾶς πῶ σήμερα, γενικά γιά τό τί πρέπει νά κάνουμε μετά τήν
ἐξομολόγηση καί εἰδικότερα γιά δύο φάρμακα πολύ ἀποτελεσματικά, ὥστε νά μήν
ξαναμαρτήσουμε. Τά ξαναλέω: τό ἕνα φάρμακο εἶναι νά θυμόμαστε τίς ἁμαρτίες
μας, νά θυμόμαστε ὅτι εἴμαστε «Οἱ Ἁμαρτωλοί» καί κατά εἶδος τίς ἁμαρτίες καί ἄς
ποῦμε μέ κάποια λεπτομέρεια, ἐκτός ἀπό τίς σαρκικές. Καί τό δεύτερο φάρμακο εἶναι
νά ἀγωνιζόμαστε ἔτσι, ὥστε πάντοτε νά ἀποφεύγουμε τά αἴτια. Πρέπει νά ἐντοπίσεις
τά αἴτια. Ἔχεις κάποιες ἁμαρτίες, ἔχεις κάποια πάθη. Νά δεῖς τί σέ σπρώχνει, τί σέ
ὁδηγεῖ σ΄ αὐτά. Ἄν δέν κόψεις τά αἴτια -μέ ἀσφάλεια καί λίγο εἰρωνικά- θά
ξαναπέσεις στά ἴδια πράγματα. Πολλοί προσπαθοῦν νά κόψουν τά σαρκικά
ἁμαρτήματα, τά ὁποῖα ἔχουν κυριαρχήσει στήν ἐποχή μας, ἀλλά δέν κόβουν τά αἴτια.
Ἔ, μάταια ἀγωνίζεσαι!

-Ἄν δέν κόψεις τό κακό θέαμα, τά κακά ἀκούσματα, τίς κακές συναναστροφές, πῶς
θέλεις νά κόψεις τά σαρκικά ἁμαρτήματα;

Δέν κόβονται. Μέ μαθηματική ἀκρίβεια ὁδηγεῖσαι πάλι καί πάλι καί πάλι στά ἴδια
λάθη.

Αὐτά ἤθελα νά πῶ στήν ἀγάπη σας. Θέλετε κάτι νά ρωτήσετε, νά συζητήσουμε πάνω
σ’ αὐτά;

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

Ἐρ. : ......................
Ἀπ. : Ναί, βοηθάει. Νά τά γράφουμε καί νά ὀνειδίζουμε τόν ἑαυτό μας καί νά
θρηνοῦμε. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἔχει μία ὡραιότατη προσευχή, τήν
ὁποία τήν ἔκανε κάθε μέρα καί ἐκεῖ μέσα ἀπαριθμεῖ τά ἁμαρτήματά του κατά εἶδος.
Εἶναι πολύ ὡραία νά τήν ἔχετε κι ἐσεῖς, νά τή βρεῖτε νά τή διαβάζετε. Κατά εἶδος
μνημονεύει τά ἁμαρτήματά του κάθε βράδυ, κάθε μέρα. Ἀκριβῶς γιά νά θυμᾶται ὅτι
εἶναι ἁμαρτωλός καί νά συγκρατεῖται. Καί ὁ Θεός, ἐφόσον ἐξομολογούμαστε, δέν
μᾶς κρατάει κατάστιχα. Σβήνεται ἡ ἐνοχή. Ἡ ἁμαρτία καί τό πάθος, ἐφόσον ἐμεῖς δέν
θρηνοῦμε, δέν προσέχουμε, ἐπαναλαμβάνεται. Ἐνεργοποιεῖται πάλι τό πάθος καί

31
θέλουμε πάλι ἐξομολόγηση. Γι’ αὐτό λέει ὁ Ἅγιος, νά ἀγωνίζεσαι, νά θρηνεῖς, γιά νά
μήν τό ἐπαναλάβεις. Σιγά-σιγά νά ἀπενεργοποιηθεῖ καί, εἰ δυνατόν, νά ξεριζωθεῖ
τελείως ἀπό τήν ψυχή σου αὐτό τό πάθος.

Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης


https://hristospanagia3.blogspot.com

[1] Ψαλμ. 50, 4.


[2] Ἡσ. 43, 25.
[3] Ἡσ. 43, 26.
[4] Ψαλμ. 50, 5.
[5] Παρ. 16, 5.
[6] Ματθ. 5, 29.
[7] Γέν. 21, 10.
[8] Γέν. 21, 12.
[9] Σειρ. 12, 10.
[10] Α΄Κορ. 5, 9.
[11] Α΄Κορ. 5, 11.
[12] Α΄Κορ. 6, 18.
[13] Σοφ.Σειρ 3, 26.
[14] Α΄Κορ. 6, 18.
[15] Ρωμ. 6, 23.

32
Μή δίδετε τόπον τῷ διαβόλω
«Μηδέ δίδοτε τόπον τῷ διαβόλῳ»[1], λέγει ὁ εἰκοστός ἕβδομος στίχος τοῦ τετάρτου
κεφαλαίου τῆς πρός Ἐφεσίους ἐπιστολῆς, τήν ὁποία ἐξετάζουμε μέ τή Χάρη τοῦ
Θεοῦ. Νά μή δίδετε τόπο εἰς τόν διάβολο δηλαδή. Προηγουμένως μᾶς εἶπε ὁ Ἅγιος
Ἀπόστολος Παῦλος «ὀργίζεσθε καί μή ἁμαρτάνετε», στόν εἰκοστό ἕκτο στίχο, «ὁ
ἥλιος μή ἐπιδυέτω ἐπί τῷ παροργισμῷ ὑμῶν»[2]. Νά μή δύει ὁ ἥλιος καί παραμένετε
ἀσυμφιλίωτοι καί ὅταν ὀργίζεστε νά μήν ἁμαρτάνετε. Δηλαδή σύντομα, ἀμέσως νά
καταπαύει αὐτή ἡ κίνηση τοῦ θυμικοῦ σας καί, ἄν ὀργίζεστε, νά ὀργίζεστε μόνο
ἐναντίον τοῦ διαβόλου, ἐναντίον τῶν παθῶν σας καί ὅταν πρόκειται νά
ὑπερασπιστεῖτε εἴτε τόν Θεό εἴτε τόν πλησίον πού ἀδικεῖται. Τόν Θεό ὅταν
βλασφημεῖται καί τόν πλησίον ὅταν ἀδικεῖται, τότε πρέπει νά τόν ὑπερασπιζόμαστε.
Νά ἀντιδροῦμε καί νά διαμαρτυρόμαστε γιά τήν βλασφημία κατά τοῦ Θεοῦ καί γιά
τήν ἀδικία κατά τοῦ πλησίον.

«Μηδέ δίδοτε τόπον τῷ διαβόλῳ»[3] λοιπόν. Καί λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ


Ἁγιορείτης[4], τό νά πολεμοῦμε ὁ ἕνας τόν ἄλλον καί νά θυμώνουμε μεταξύ μας,
αὐτό εἶναι πού δίνει τόπο στόν διάβολο. Τοῦ δίνει δηλαδή τό δικαίωμα νά
παρεισφρήσει, νά μπεῖ μέσα σέ μᾶς καί ἀνάμεσά μας. Γιατί, ὅσο εἴμαστε ἑνωμένοι
καί πεπυκνωμένοι -εἶναι μιά ὡραία λέξη, δηλαδή πυκνά, κοντά ὁ ἕνας στόν ἄλλον-
ἑνωμένοι ὁ ἕνας μέ τόν ἄλλον διά τῆς ἀγάπης, δέν μπορεῖ ὁ διάβολος νά ἐμβάσει, νά
βάλει ἀνάμεσά μας καμιά του ἐπιβουλή καί κακία, μέ τό νά μήν εὑρίσκει τόπο καί
εἴσοδο. Εἶναι γνωστή ἡ πολύ ὡραία εἰκόνα τοῦ ἀββᾶ Δωροθέου, τοῦ κύκλου, στόν
ὁποῖο εἶναι ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα, καί τοῦ κέντρου, τό ὁποῖο εἶναι ὁ Θεός. Ὅσο πιό
κοντά πλησιάζουμε στό κέντρο, τόσο καί πυκνώνουμε μεταξύ μας, ἐρχόμαστε πλέον
κοντά. Καί ὅταν πέσουμε στό κέντρο, ταυτιστοῦμε μέ τόν Χριστό, τότε ἑνωνόμαστε
καί μεταξύ μας καί τότε δέν μπορεῖ νά μᾶς πειράξει ὁ διάβολος. Ὅσο
ἀπομακρυνόμαστε ἀπό τό κέντρο, τόσο ἀραιώνουμε καί τόσο ὑπάρχουν μεταξύ μας
κενά καί μπορεῖ ὁ διάβολος νά μπεῖ ἀνάμεσά μας, ἀλλά καί νά μᾶς ἐπηρεάσει, νά
μπεῖ καί μέσα μας.

Ὅταν βρεῖ κάποιο χωρισμό καί κάποιο διαχώρισμα καί κάποια εὐκαιρία, κάποιο
χῶρο εὔκαιρο ἀνάμεσά μας, τότε βάζει ἀνάμεσά μας τήν κεφαλή του, ὅπως τό φίδι.
Καί ἀφοῦ βάλει τό κεφάλι του, μᾶς τραβάει σιγά-σιγά καί ὁλόκληρους, ὅλο τό σῶμα
μας καί μᾶς κυριεύει. Λέει κάπου ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος, μή λέτε, λέει, ὅτι
πειράζεστε ἀπό τόν Θεό. Ὁ Θεός δέν πειράζει κανέναν. «Ἕκαστος δέ πειράζεται ὑπό
τῆς ἰδίας ἐπιθυμίας ἐξελκόμενος καί δελεαζόμενος»[5]. Ἐκεῖνος πού μᾶς πειράζει
εἶναι ὁ ἑαυτός μας, οἱ ἄνομες ἐπιθυμίες πού ἔχουμε, μέσω τῶν ὁποίων ὁ ἄνθρωπος
ἐξέλκεται. Αὐτή εἶναι μία λέξη, ἡ ὁποία ἔχει σχέση μέ τό κυνήγι. Ὅπως τά
κυνηγητικά σκυλιά, ὅταν βροῦνε ἕναν λαγό, τή φωλιά ἑνός λαγοῦ, λέει ὁ π.
Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος, πηγαίνουν ἀπ’ ἔξω καί γαυγίζουν. Εἶναι γνωστό αὐτό τό

33
πράγμα. Καί τελικά ἀναγκάζουν τόν λαγό νά βγεῖ ἀπό τήν τρύπα του. Ὁπότε μετά ὁ
κυνηγός τόν σκοτώνει. Ἔτσι κάνει καί ὁ διάβολος. Μᾶς τραβάει ἔξω ἀπό τή φωλιά,
μᾶς ἕλκει μέσω τῶν ἐπιθυμιῶν καί μᾶς δελεάζει καί ἔτσι πέφτουμε στήν ἁμαρτία. Γι’
αὐτό δέν πρέπει νά τοῦ δίνουμε καθόλου τόπο, νά μήν μπεῖ καθόλου μέσα μας. Καί
πῶς μπαίνει; Μέσω τῶν ἐπιθυμιῶν καί μέσω φυσικά τῶν λογισμῶν, οἱ ὁποῖοι εἶναι ἡ
ἀρχή τῆς ἐπιθυμίας. Γιατί αὐτό πού σκέφτεται κανείς, αὐτό καί ἀγαπάει σιγά-σιγά,
αὐτό καί ἐπιθυμεῖ.

Μερικοί δέ Πατέρες, αὐτό τό ρητό τοῦ Ἀποστόλου, τό ἑρμηνεύουν ὡς ἑξῆς (τό μή


δίδετε τόπο τῷ διαβόλῳ). Ὅταν ὁ διάβολος μᾶς προσβάλλει μέ κάποιον λογισμό
αἰσχρό ἤ πονηρό, θά πρέπει νά τόν μισοῦμε καί νά ἀντιστεκόμαστε καί ἀμέσως μέ
τήν πρώτη προσβολή νά τόν ἀποκρούουμε καί νά τόν διώχνουμε. Ὅπως μᾶς λέει καί
ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος πάλι στήν ἐπιστολή του αὐτή τήν ὡραιότατη, στό
4ο κεφάλαιο, στόν ἕβδομο στίχο, «ἀντίστητε τῷ διαβόλῳ καί φεύξεται ἀφʼ ὑμῶν»[6].
Ὀφείλουμε νά ἀντιστεκόμαστε στόν διάβολο καί θά φύγει. Νά μή συνομιλοῦμε
γλυκέως καί νά συνδυάζουμε μέ τόν κακό λογισμό ἐκεῖνο. Μήν κάνουμε
συνδυασμούς μ’ ἐκεῖνο τόν λογισμό πού μᾶς ἔβαλε ὁ διάβολος καί ἀρχίζουμε νά
φτιάχνουμε ἄλλους λογισμούς καί εἰκόνες καί φαντασίες καί φτάνουμε στή
συγκατάθεση πρῶτα στόν λογισμό καί μετά καί ἔμπρακτα, νά τήν κάνουμε καί ἔργο.
Πρέπει νά γνωρίζουμε ὅτι εἶναι τέσσερα τά στάδια τῆς δαιμονικῆς κυριαρχίας.

-Πῶς φτάνει ὁ διάβολος νά κυριαρχήσει σέ ἕναν ἄνθρωπο καί νά τόν ὁδηγήσει στήν
πτώση, στήν ἁμαρτία;

Τό πρῶτο στάδιο λέγεται συνύπαρξη. Ἀφήνουμε τόν διάβολο νά συνυπάρχει, νά


βάλει λίγο τόν ἑαυτό του μέσα μας. Τό δεύτερο στάδιο εἶναι ὁ διάλογος. Πιάνουμε
συζήτηση μαζί του. Βλέπετε, αὐτό φαίνεται καθαρά στήν πτώση τῶν
Πρωτοπλάστων, στόν Παράδεισο. Ἡ Εὔα δέχτηκε, λέει, κατ’ ἀρχάς τήν συνύπαρξη,
νά εἶναι δίπλα στό φίδι, πού μέσα του ἦταν κρυμμένος ὁ διάβολος. Καί μετά ἀρχίζει
καί διάλογο μαζί του, πού εἶναι τό δεύτερο στάδιο, πολύ χειρότερο ἀπ’ τό πρῶτο. Καί
ἀφοῦ ἔπιασε κουβέντα, μετά ὁ διάβολος ἄρχισε νά διεισδύει περισσότερο μέσω τῶν
λόγων πού ἔλεγε στήν Εὔα. Καί τέλος κατάφερε νά τήν ἀνατρέψει, νά τήν κάνει ν’
ἁμαρτήσει, ἀφοῦ προηγουμένως τή δελέασε μέ τό νά τῆς πεῖ, κοίταξε τί ὡραῖος
καρπός εἶναι αὐτός καί ἐπίσης μέ τήν ὑπόσχεση, μέ τήν ἐλπίδα πού τῆς ἔβαλε, τῆς
ἰσοθεΐας, ὅτι ἄν θά φᾶς ἀπό αὐτόν τόν καρπό τόν ἀπαγορευμένο, θά γίνεις θεός!
Εἶναι πολύ μεγάλος μάστορας ὁ διάβολος δυστυχῶς.. Ἐμεῖς δέν τό συνειδητοποιοῦμε
αὐτό, πιάνουμε κουβέντα μαζί του, ὁπότε μετά ἀπό τόν διάλογο τό δεύτερο στάδιο,
ἔχουμε τό τρίτο στάδιο τήν διείσδυση, καί στό τέλος τήν ἀνατροπή, τό τέταρτο
στάδιο. Ἔτσι ἐργάζεται ὁ διάβολος πάντοτε. Γι’ αὐτό μᾶς λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες, καί
μέσα στήν Ἁγία Γραφή πολλές φορές, δέν πρέπει νά συνυπάρχεις, ὄχι φυσικά μέ τόν
διάβολο μόνο, ἀλλά καί μέ ἀνθρώπους πού ὑπηρετοῦν τόν διάβολο, μέ ἀνθρώπους
πού εἶναι ἀμετανόητοι, πού εἶναι βλάσφημοι, πού εἶναι λοίδοροι, πού εἶναι
πλεονέκτες, πού εἶναι πόρνοι κ.λ.π. πού ξεκάθαρα ὑπηρετοῦν τόν διάβολο. Δέν

34
πρέπει νά κάνεις παρέα καί νά συναναστρέφεσαι καί πολύ περισσότερο νά ἀνοίγεις
διάλογο μαζί τους, ὁπότε ἀρχίζει ἡ διείσδυση καί φτάνει, στό τέλος, ἡ ἀνατροπή.

Νά μή συνομιλοῦμε λοιπόν καί νά μή φτάνουμε στό συνδυασμό μέ τόν κακό λογισμό


οὔτε νά κάνουμε συγκατάθεση, γιατί ἄν ἔτσι κάνουμε, τότε δίνουμε τόπο στόν
διάβολο.

-Καί ποιός εἶναι ὁ τόπος; Ποῦ τοῦ δίνουμε τόπο;


Στήν καρδιά μας. Ἡ καρδιά μας εἶναι ὁ τόπος, στήν ὁποία εἰσέρχεται ὁ διάβολος,
ὅταν ἐμεῖς δεχθοῦμε τήν προσβολή τοῦ λογισμοῦ καί συγκατατεθοῦμε στήν καρδιά
μας. Αὐτό τό ἴδιο μᾶς τό παραγγέλει καί ὁ Ἐκκλησιαστής, τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, ἀπό
τήν Παλαιά Διαθήκη ἀκόμα. Λέει «ἐάν πνεῦμα», δηλαδή λογισμός, «τοῦ
ἐξουσιάζοντος», αὐτοῦ πού ἔχει ἐξουσία, δηλαδή τοῦ διαβόλου, «ἀναβῇ ἐπί σέ», σοῦ
ἐπιτεθεῖ, σοῦ ἔρθει λογισμός τοῦ πονηροῦ, «τόπον σου μή ἀφῇς»[7], τόπο, δηλαδή
τήν καρδιά σου, μήν ἀφήσεις. Μήν τόν ἀφήσεις τόν τόπο αὐτό κενό, ὥστε νά μπεῖ
μέσα ἐκεῖ τό πνεῦμα τοῦ πονηροῦ, ὁ λογισμός ὁ κακός. Μήν ἀφήνεις ἄδειο χῶρο
στήν καρδιά σου, γιά νά μήν μποῦν μέσα ἐκεῖ οἱ κακοί λογισμοί.

Ἔλεγε πολύ ὡραῖα ὁ Ἅγιος Πορφύριος, ὅτι ἡ ψυχή μας, ἡ καρδιά μας εἶναι σάν ἕνα
δωμάτιο. Ὅταν αὐτό τό δωμάτιο εἶναι γεμάτο, πλῆρες μέ Χριστό, μέ τόν Θεό, μέ τό
Ἅγιο Πνεῦμα, μέ τή Θεία Χάρη, δέν ὑπάρχει χῶρος γιά τόν διάβολο, γιά τό κακό, γιά
τήν ἁμαρτία, γιά τό σκοτάδι. Ὅταν ἀφήσουμε ὅμως τόν Θεό, δημιουργεῖται κενό καί
ἀμέσως ὁ διάβολος προσπαθεῖ νά ἐκμεταλλευτεῖ αὐτό τό κενό καί νά μπεῖ αὐτός. Γι’
αὐτό, ἄν κανείς φεύγει ἀπό τό φῶς, φεύγει ἀπό τήν ἀλήθεια, φεύγει ἀπό τόν λόγο τοῦ
Θεοῦ, φεύγει ἀπό τόν Θεό, μετά γίνεται κυριαρχούμενος καί καθοδηγούμενος ἀπό
τόν πονηρό. Δέν ὑπάρχει κάτι οὐδέτερο, νά ποῦμε, θά εἴμαστε καλοί ἄνθρωποι ἀλλά
χωρίς τόν Θεό καί χωρίς τόν πονηρό. Δέν γίνεται αὐτό. Κάθε στιγμή θά εἶσαι ἤ
δοχεῖο τοῦ φωτός ἤ δοχεῖο τοῦ σκότους, ὅπως ἔλεγε καί ἡ Γερόντισσα Γαβριηλία.
Ἔτσι εἶναι ἡ ἀλήθεια. Πρέπει πολύ-πολύ νά ἀγωνιζόμαστε νά εἴμαστε πάντα γεμάτοι
καί πλήρεις μέ τόν Θεό. Γι’ αὐτό κάθε στιγμή, νά μή χάνουμε δευτερόλεπτο, νά
γεμίζουμε τήν ψυχή μας μέ τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Νά ἀκούσεις μία ὁμιλία, νά διαβάζεις
ὅταν μπορεῖς -γιατί δέν μποροῦμε πάντα νά ἔχουμε ἕνα βιβλίο στά χέρια- ἀλλά
μποροῦμε κάθε στιγμή νά ἔχουμε τόν νοῦ μας στόν Χριστό, νά θυμόμαστε αὐτά πού
διαβάσαμε, αὐτά πού ἀκούσαμε στό κήρυγμα, νά τά ἀναμηρυκάζουμε κατά κάποιο
τρόπο, ὥστε νά γλυκαίνεται ὁ νοῦς μας καί νά βαθαίνει μέσα στήν καρδιά μας ὁ
λόγος τοῦ Θεοῦ. Νά κρύβεται βαθιά μέσα στήν καρδιά μας καί νά ἀρχίζει νά ριζώνει
καί νά καρποφορεῖ σιγά-σιγά. Ὅταν λοιπόν ἀνεβεῖ τό πνεῦμα τοῦ ἐξουσιάζοντος «μή
ἀφῇς τόπον», μή δώσεις τόπο. Μήν τόν ἀφήσεις νά μπεῖ μέσα καί νά ριζώσει.

Γι’ αὐτό καί ὁ Ἅγιος Κύριλλος ὁ Ἀλεξανδρείας ἑρμηνεύοντας ἐκεῖνο πού λέει στό
Εὐαγγέλιο, «τότε εἰσῆλθε σ’ ἐκεῖνον», δηλαδή στόν Ἰούδα, «ὁ σατανᾶς». Ἀφοῦ ὁ
Ἰούδας πῆρε τήν ἀπόφαση νά προδώσει, μπῆκε, λέει, μέσα στήν καρδιά του ὁ
διάβολος. Τοῦ εἶπε ὁ Κύριος, «ὅ ποιεῖς, ποίησον τάχιον»[8]. Ἦταν ἀμετανόητος ὁ

35
Ἰούδας. «Εἰσῆλθεν», λοιπόν, «ὁ σατανᾶς», λέει ὁ Ἅγιος Κύριλλος, «καθάπερ τινά
πύλην τῆς τοῦ φυλάττοντος ἐρήμην νήψεως ἀναπετασθεῖσαν αὐτοῦ τήν καρδίαν
εὑρών». Ποῦ μπῆκε; Πῶς μπῆκε; Βρῆκε τήν καρδιά τοῦ Ἰούδα, τήν πύλη της
ἀνοιχτή, ἐρήμην νήψεως, δέν ὑπῆρχε νήψη. Δέν ἔνηφε ὁ Ἰούδας, εἶχε χάσει τήν
ἐγρήγορση τήν πνευματική. Δέν ὑπῆρχε φύλακας στήν καρδιά του.

«Καί ἀθύρωτον ὄντα θεωρήσας τόν νοῦν θερμόν τε ἤδη πρός τό βούλεσθαι δρᾷν,
ἅπερ ἄν ἐθέλῃ καί διασκέψηται». Καί βλέποντας νά εἶναι ἀθύρωτος ὁ νοῦς του,
χωρίς θύρα ὁ νοῦς του, ὁ διάβολος μπῆκε μέσα καί ἔκανε αὐτά πού ἤθελε. «Πρόεισι
μέν γάρ ἐν ἀρχαῖς τήν τῶν σεβομένων τόν Θεόν δοκιμάζων καρδίαν». Ὁ διάβολος
ἔχει μέθοδο. Στήν ἀρχή, ἐξετάζει - δοκιμάζει τήν καρδιά, γιά νά δεῖ, σεβόμαστε τόν
Θεό; Φοβόμαστε τόν Θεό; «Καί ἐν πρώτοις πονηρούς κατασπείρει λογισμούς». Στήν
ἀρχή μᾶς σπέρνει πονηρούς λογισμούς. «Καί ταῖς εἰς τό φαῦλον ἡδοναῖς πρός πᾶν
εἶδος ἡμᾶς ἐρεθίζει πταισμάτων». Καί μέ τίς ἡδονές, πού ὁδηγοῦν στή φαυλότητα,
στήν ἀθλιότητα τήν πνευματική, τήν ἠθική, καί σέ κάθε τέτοιου εἴδους ἁμαρτίας μᾶς
ἐρεθίζει καί μᾶς σπρώχνει στίς πτώσεις, στά πταίσματα. «Μάλιστα δέ, πρός ἐκεῖνο
πίπτει βαρύς πρός ὅπερ ἄν βλέπῃ προσπεπονθότας ἤδη». Καί μάλιστα πιό πολύ
ρίχνει τό βάρος του, τό βάρος τῆς ἐπίθεσης, σ’ ἐκεῖνο τό σημεῖο πού γνωρίζει ὅτι ἀπό
πρίν ἤδη ἔχουμε πέσει. Ἔχουμε μία «προσπάθεια» καί ἔχουμε προηττηθεῖ, ἔχουμε
νικηθεῖ στό παρελθόν. Κρατάει ἀρχεῖο, θά λέγαμε, ἱστορικό, ὁ διάβολος καί ξέρει
ποῦ εἴμαστε ἀδύναμοι. Ἐκεῖ λοιπόν πού ξέρει ὅτι ἔχουμε ξαναπέσει, ἐκεῖ ρίχνει τό
κύριο βάρος τῆς ἐπίθεσης.

Καί στή συνέχεια λέγει ὁ Ἅγιος Κύριλλος, «καί πάθοιμεν ἄν τοιοῦτον ὁποῖον ὁ
ψάλλων φησί «πρό τοῦ με ταπεινωθῆναι ἐγώ ἐπλημμέλησα»[9]». Καί τότε
παθαίνουμε αὐτό πού λέει καί ὁ ψαλμωδός στόν 118ο Ψαλμό, πρίν ταπεινωθῶ,
ἐπλημμέλησα. Ὄχι μέ τήν ἔννοια τῆς ἀρετῆς, ἀλλά μέ τήν ἔννοια τῆς πτώσης εἶναι
ἐδῶ τό «ταπεινωθῶ». Ἕνας πού ἁμαρτάνει, ταπεινώνεται. Ἐξαχριώνεται δηλαδή,
πέφτει. Μ’ αὐτή τήν ἔννοια τό λέει. Πρίν πέσω λοιπόν, πρίν φτάσω νά γίνω ἐλεεινός
καί τρισάθλιος, ἐπλημμέλησα, ἔκανα συγκατάθεση στούς λογισμούς. Ὑποχώρησα
στόν διάβολο. «Πρό γάρ τοῦ παθεῖν τελείως τήν ἁμαρτία», ἤτοι πρό τοῦ νά πράξουμε
τελεία τήν ἁμαρτία, «προπλημμελοῦμεν ἡμεῖς τῇ συνέσει τῶν λογισμῶν». Πρίν
φτάσουμε στήν ἔμπρακτη ἁμαρτία, στήν πλήρη ἁμαρτία, τήν ὁλοκληρωμένη,
προπλημμελοῦμε. Κάνουμε κάποια προκαταρκτικά πλημμελήματα πού ἀφοροῦν στή
σύνεση τῶν λογισμῶν. Χάνουμε τή σύνεση στούς λογισμούς «τιμῶντες αὐτήν, καί
καταδεχόμενοι, τόπον εἰσόδου διδόντες διά τούτου τῷ σατανᾷ». Τιμᾶμε τήν ἁμαρτία,
τήν καταδεχόμαστε καί δίνουμε τόπο εἰσόδου καί πύλη εἰσόδου στόν διάβολο.

Δέν θέλεις νά πέσεις στά σαρκικά ἁμαρτήματα. Τί ἀσχολεῖσαι συνέχεια μ’ αὐτά; Τί


κουβεντιάζεις γι’ αὐτά; Τί κοιτᾶς αὐτά τά πράγματα πού δέν πρέπει νά κοιτᾶς;
Προπλημμελοῦμε ἔ; Ὁπότε μετά ἔρχεται καί τό πτῶμα τό πλῆρες, ἡ τέλεια ἁμαρτία.
Δίνεις τιμή στήν ἁμαρτία, ὅταν ἀσχολεῖσαι μαζί της.

36
«Ἔσται δέ τύπος καί εἰκών τοῦ πράγματος τοῦ προδότου τό πάθος». Ἀπό τό τί ἔπαθε
ὁ Ἰούδας, μπορεῖς κι ἐσύ νά καταλάβεις πῶς γίνεται ἡ κάθε πτώση. Καί ὁ Ἰούδας
ἔδωσε τόπο στόν διάβολο. Δέν ἔφτασε ἔτσι ξαφνικά στήν προδοσία. Λέει τό
Εὐαγγέλιο, «εἶχε τό γλωσσόκομον καί τά βαλλόμενα ἐβάσταζε»[10]. Ἔκλεβε γιά
πολύ καιρό ἀπό τό ταμεῖο τῆς ἀδελφότητας. Καί ἔφτασε, διά φιλαργυρία, νά
προδώσει τόν Διδάσκαλο τελικά. Εἶχε προπλημμελήσει πολλές φορές καί βλέπουμε
τό κατάντημά του.

Καί ὁ ἴδιος πάλι, ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας, ἑρμηνεύοντας τό ρητό αὐτό πού
εἴπαμε προηγουμένως τοῦ Ἐκκλησιαστοῦ, «ἐάν πνεῦμα τοῦ ἐξουσιάζοντος ἀναβῇ ἐπί
σέ, τόπον σου μή ἀφῇς»[11], μή δώσεις τόπο, μήν ἀφήσεις τήν καρδιά σου ἄφραχτη,
ἀνεπίσκοπη, ἀφύλακτη καί μπεῖ μέσα ὁ διάβολος καί στή συνέχεια λέει «ὅτι ἴαμα
καταπαύσει ἁμαρτίας μεγάλας»[12], λέει ὁ Ἅγιος Κύριλλος, «ἐπιτιμώμενα γάρ ἐν
ἀρχαῖς τά πάθη παύονταί τι καί ἀνακόπτονται». Ὅταν τά πάθη τά ἐπιτιμᾶς στήν
ἀρχή, τά καταδικάζεις δηλαδή, τά ἀπαξιώνεις, τότε παύουν καί ἀνακόπτονται.

«Πλατεῖαν δέ ὥσπερ καί ἀνουθέτητον εἰ λάβῃ τήν εἰς τά χείρω πρόοδον, ὅλης δι’
ὅλου καταδράττονται τῆς ψυχῆς, καί λογισμοῦ τοῦ κολάζοντος οὐκ ἀνέχεται». Ὅταν
ὅμως βροῦνε πλατεῖα καί εὐρύχωρο τήν εἴσοδο στήν ψυχή, τότε καταδράττονται,
καταληστεύουν καί κατα-αἰχμαλωτίζουν, αἰχμαλωτίζουν πλήρως ὁλόκληρη τήν ψυχή
καί δέν ἀνέχονται πλέον λογισμό πού νά τά κολάζει, πού νά τά τιμωρεῖ. Γίνονται
κύριοι πλέον τῆς ψυχῆς καί δέ σέ ἀφήνουν νά τά τιμωρήσεις, νά τά διώξεις μετά. Καί
λοιπόν; Τό ἴαμα καταπαύσει ἁμαρτίες μεγάλες. Τί θέλει νά πεῖ αὐτό; Ὅτι ἡ ἰατρεία
πού θά κάνει κάποιος στήν ἀρχή τῆς ἁμαρτίας, δηλαδή τό νά μή δεχθεῖ στήν καρδιά
του τήν προσβολή τῶν κακῶν λογισμῶν, ἀλλά νά τή μισήσει καί νά τήν ἀποστραφεῖ,
αὐτό τό μίσος καταπαύει τίς μεγάλες ἁμαρτίες. Κι ἔτσι γλιτώνεις τίς μεγάλες
ἁμαρτίες, ὅταν ἀπό τήν ἀρχή προβάλλεις τό ἴαμα, τήν θεραπεία, δηλαδή σταματήσεις
στήν ἀρχή τόν κακό λογισμό. Γιατί δέν ἀφήνει αὐτό τό σταμάτημα νά ἔρχονται στήν
πράξη καί στό ἔργο οἱ μεγάλες ἁμαρτίες πού πηγάζουν ἀπό τή συγκατάθεση στόν
λογισμό, καί ἔτσι νά γίνονται οἱ ἁμαρτίες θανάσιμες καί πολύ μεγάλες.

Καί πάλι μᾶς λέει ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος, «ἡ σάρξ ἐπιθυμεῖ κατά τοῦ
Πνεύματος, τό δέ Πνεῦμα κατά τῆς σαρκός»[13]. Καί ἑρμηνεύει ὁ Κορέσιος ὅτι ἡ
σάρκα ἐπιθυμεῖ κατά τοῦ Πνεύματος κατά τή φυσική καί αἰσθητική δύναμη. Δηλαδή
ἡ σάρκα ἐπιθυμεῖ κατά τοῦ Πνεύματος μέ τά σαρκικά πάθη, πορνεῖες, μοιχεῖες,
φιληδονίες καί ἄλλα πράγματα. Ὄχι τό σῶμα, ἡ ὕλη δηλαδή, ἀλλά εἶναι ὁ σαρκικός
ἄνθρωπος, τό σαρκικό φρόνημα, ὁ κοσμικός ἄνθρωπος. Ἡ δέ ψυχή ἐπιθυμεῖ κατά τῆς
σαρκός μέ τίς ἀρετές. Ἡ σάρκα μέ τήν κακία, καί μάλιστα μέ τίς σαρκικές ἁμαρτίες,
τή φιληδονία κ.λ.π. πολεμάει τήν ψυχή καί ἡ ψυχή πολεμάει τήν σάρκα, δηλαδή τό
σαρκικό φρόνημα, μέ τίς ἀρετές. Αὐτό σημαίνει ἡ σάρξ ἐπιθυμεῖ κατά τοῦ
Πνεύματος καί τό Πνεῦμα κατά τῆς σαρκός.

37
Καί γι’ αὐτό ἔλεγε ὁ ἀββᾶς Ἀχιλλᾶς, ὅτι ἡ κακή ἐπιθυμία εἶναι στόν ἄνθρωπο ἕνας
δαίμων πολεμικός, ἕνας διάβολος πολεμικός, ἤ ἔνα ὄργανο τοῦ δαίμονος καί δέν θά
πρέπει ὁ ἄνθρωπος φυσικά ποτέ νά δίνει τόπο στόν διάβολο.

Κι ἀκόμα πάλι μᾶς λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, «ὑποδησάμενοι τούς πόδας ἐν


ἑτοιμασίᾳ τοῦ εὐαγγελίου τῆς εἰρήνης»[14]. Κι αὐτό ἔχει μιά ὡραία σημασία καί
ὡραία ἑρμηνεία πού σχετίζεται μέ τό θέμα μας, ὅτι δέν πρέπει νά δίνουμε τόπο στόν
διάβολο. Καί τί λέγει λοιπόν ἐκεῖ; Ὑπάρχει στίς Παροιμίες τό ἑξῆς ρητό, «ἑτοίμαζε
εἰς τήν ἔξοδον τά ἔργα σου»[15]. Εἶναι στό εἰκοστό τέταρτο κεφάλαιο, στόν εἰκοστό
ἕβδομο στίχο. Καί τί θά πεῖ ἐδῶ νά ἑτοιμάζεις εἰς τήν ἔξοδο τά ἔργα σου; Ἔξοδος
ἴσως, λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, εἶναι ὄχι μόνο ἡ ἔξοδος ἀπό τόν παρόντα βίο, δηλαδή
τά τελευταῖα μας, ἡ ὥρα τοῦ θανάτου σου, ὁπότε ἐννοεῖ νά ἑτοιμάζεσαι γιά τά
τελευταῖα σου καί νά φροντίζεις νά ’χεις τά κατάλληλα ἔργα γιά τήν ἔξοδό σου, ἀλλά
καί ἡ ἔξοδος ἐκ τῆς ἁμαρτίας. Νά εἴμαστε πάντοτε ἔξω ἀπ’ τήν ἁμαρτία μέ τά σωστά
ἔργα, μέ τά ἀνάλογα ἔργα. Καί γιά νά βγοῦμε ἔξω ἀπ΄ τήν ἁμαρτία, θά πρέπει νά
φοροῦμε ὑποδήματα εἰς τούς πόδας.

Τί σημαίνει αὐτό, «ὑποδησάμενοι τούς πόδας ἐν ἑτοιμασίᾳ τοῦ εὐαγγελίου τῆς


εἰρήνης»[16]; Ὅπως οἱ Ἑβραῖοι, ὅταν βγῆκαν ἀπό τήν Αἴγυπτο, ἀπό τή δουλεία τοῦ
Φαραώ, ἐπροστάχθηκαν νά φοροῦν ὑποδήματα. Λέει στήν Ἔξοδο, στό
12ο κεφάλαιο, «καί τά ὑποδήματα ἐν τοῖς ποσίν ὑμῶν»[17]. Καί ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ
Θεολόγος τό ἑρμηνεύει καί λέει, «τά δέ ὑποδήματα, ὁ μέν τῆς ἁγίας γῆς καί
θεοστιβοῦς ψαύειν μέλλων, ὑπολυέσθω, καθά καί Μωϋσῆς ἐκεῖνος ἐπί τοῦ ὄρους».
Αὐτός πού εἶναι στήν ἁγία γῆ, λέει, θά πρέπει νά βγάζει τά ὑποδήματά του, ὅπως ὁ
Μωϋσῆς, πού ἦταν μπροστά στήν βάτο, στό ἅγιο ὄρος, στό ὄρος Χωρήβ, ἄκουσε τή
φωνή τοῦ Θεοῦ πού τοῦ εἶπε «λῦσαι τό ὑπόδημά σου»[18]. Γιατί; «Ἵνα μηδέν νεκρόν
φέρῃ, μηδέ μέσον Θεοῦ καί ἀνθρώπων». Γιά νά μήν ὑπάρχει τίποτε νεκρό. Τό δέρμα
συμβολίζει τή νεκρότητα. Ἡ ἁμαρτία φέρνει τή νεκρότητα. Ὁ ἄνθρωπος γιά νά
πλησιάσει τόν Θεό θά πρέπει νά ἀποβάλλει τή νεκρότητα, νά ἀποβάλλει τήν ἁμαρτία,
νά ἀποβάλλει τά πάθη. Γι’ αὐτό, συμβολικά ἑρμηνευόμενη αὐτή ἡ ἐντολή «λῦσαι τό
ὑπόδημά σου»[19], βγάλε τή νέκρωση δηλαδή, γιά νά μπορέσεις νά πλησιάσεις τόν
Θεό, βγάλε τήν ἁμαρτία. Νά μήν ὑπάρχει τίποτα ἀνάμεσα στόν Θεό καί στόν
ἄνθρωπο νεκρό. Ἄν ὑπάρχει κάτι νεκρό, δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά ἔρθει σέ
ἐπικοινωνία μέ τόν Θεό. Καί νεκρό εἶναι ἡ ἁμαρτία.

«Ὁ δέ φεύγων Αἴγυπτόν τε καί τά Αἰγύπτια, ὑποδεδέσθω». Αὐτός ὅμως πού φεύγει


ἀπό τήν Αἴγυπτο, πού εἶναι ὁ τόπος τῆς νεκρώσεως, ὁ τόπος τῆς ἁμαρτίας καί τῶν
δαιμόνων καί τῶν παθῶν, αὐτός πρέπει νά φοράει ὑποδήματα. «Τῆς τε ἄλλης
ἀσφαλείας ἕνεκα καί τῆς πρός τούς σκορπίους καί τούς ὄφεις, οὕς καί πολλούς
Αἴγυπτος τρέφει, ὥστε μή βλάπτεσθαι παρά τῶν τηρούντων τήν πτέρναν, οὕς πατεῖν
ἐκελεύσθημεν».

38
-Γιατί πρέπει νά φοροῦν ὑποδήματα αὐτοί πού φεύγουν ἀπό τήν Αἴγυπτο, ἀπό τή
χώρα τῶν παθῶν;

Καί γιά τή γενικότερη ἀσφάλεια, ἀλλά καί γιά τούς σκορπιούς καί τούς ὄφεις, τούς
ὁποίους πολλούς τρέφει ἡ Αἴγυπτος, ὥστε νά μή βλαπτόμαστε ἀπ’ αὐτούς πού
τηροῦν τήν πτέρνα, κι αὐτός εἶναι ὁ διάβολος, οἱ δαίμονες, τούς ὁποίους πατεῖν
ἐκελεύσθημεν, τούς ὁποίους διατάχθημεν νά πατᾶμε.

Καί σχολιάζοντας αὐτά ὁ σοφός σχολιαστής Νικήτας τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ
Θεολόγου, λέει: «τά ὑποδήματα ἄλλοτε μέν ἐννοοῦνται στήν κατηγορουμένη
νέκρωση», δηλαδή συμβολίζουν τή νεκρότητα ἐπειδή εἶναι ἀπό νεκρό δέρμα,
«ἄλλοτε δέ τήν ἐπαινουμένη φυλακή καί ἀσφάλεια». Καί ἄλλοτε συμβολίζουν τήν
ἀσφάλεια, τή φυλακή, τήν ἐγρήγορση τήν πνευματική, πού πρέπει νά ἔχουμε, τήν
προσοχή πού πρέπει νά ἔχουμε, γιά νά μή μᾶς δαγκώσει ὁ σκορπιός, ὁ διάβολος
δηλαδή, ὁ νοητός ὄφης.

Ὁ Μωυσῆς λοιπόν ἐπάνω στό ὄρος Σινᾶ διατάχθηκε νά λύσει τό ὑπόδημα ἀπό τά
πόδια του, ἐπειδή ὁ τόπος ὅπου στεκόταν ἦταν ἁγία γῆ. Δηλώνει δέ αὐτό, ὅτι ὅποιος
θέλει νά ἀνεβεῖ στή θεωρία τοῦ Θεοῦ, νά δεῖ τόν Θεό, νά δεῖ τήν καιομένη καί μή
καταφλεγομένη βάτο -δηλαδή τό ἄκτιστο φῶς τοῦ Θεοῦ- ἡ ὁποία εἶναι γῆ ἁγία πάνω
στήν ὁποία ὁ Θεός φανερώνεται, αὐτός πρέπει νά ἀποβάλλει τίς κοσμικές φροντίδες
ὡς νεκρές καί ἀνωφελεῖς πού χωρίζουν τόν νοῦ ἀπό τόν Θεό. Ὅποιος φεύγει ἀπό τήν
Αἴγυπτο καί τά αἰγύπτια, δηλαδή ἀπό τήν ἁμαρτία καί τά γεννήματα τῆς ἁμαρτίας,
αὐτός πρέπει νά φοράει ὑποδήματα, γιά νά μήν πληγωθεῖ στά πόδια καί βλαβεῖ
πατώντας πάνω στίς ἄκανθες τοῦ βίου, δηλαδή στίς μέριμνες καί στίς ἁμαρτίες μέ
γυμνά καί ἀφύλακτα πόδια. Καί ποιά εἶναι τώρα τά ὑποδήματα - σ’ αὐτή τήν
περίπτωση; Εἶναι πολύ ὡραῖο! Εἶναι ὁ ἐγκρατής καί ἀσκητικός βίος, ὁ ὁποῖος
κατατσακίζει τά κέντρα, τά κεντριά δηλαδή, τά ἀγκάθια, καί ἐμποδίζει νά μήν μποῦν
στά πόδια του καί ἀπό μιά ὀλίγη καί ἀφανῆ ἀρχή νά ἐμπηχθοῦν στό βάθος οἱ
ἁμαρτίες, ἤ καί οἱ μέριμνες τοῦ βίου, πού εἶναι σάν τά ἀγκάθια, τά ὁποῖα τρυποῦν
ἐκεῖνον πού ἀσχολεῖται καί πέφτει σ’ αὐτά. Πάρε λοιπόν ὑποδήματα, πάρε τόν
ἀσκητικό, τόν ἐγκρατῆ βίο, ἔτσι ὥστε νά μή μπορεῖ νά σέ πληγώσει ὁ διάβολος.
Βλέπετε, πῶς μᾶς ταλαιπωρεῖ ὁ διάβολος μέσα ἀπό τά πράγματα πού ἔχουμε. Κι ὅσο
πιό πολλά πράγματα ἔχει κάποιος, καί χρήματα καί ὑλικά πράγματα, τόσες
περισσότερες ἔννοιες ἔχει, τόσο περισσότερη ἀγωνία ἔχει, τόσο περισσότερο ἄγχος
ἔχει. Ξέρετε, μερικές φορές μακαρίζουμε τούς πλούσιους, ἀλλά τό Εὐαγγέλιο
μακαρίζει τούς πτωχούς, ὄχι τούς πλούσιους. Γιατί; Γιατί οἱ πλούσιοι τελικά ζοῦνε
μιά πολύ βασανισμένη ζωή. Κάθε πράγμα πού ἔχεις, σοῦ προσθέτει καί βάρος καί
μέριμνα καί ἄγχος καί ἀγωνία. Εἶναι αὐτά τά ἀγκάθια πού μπαίνουν μέσα καί σιγά-
σιγά σοῦ ἀφαιροῦν τή ζωή. Νά λοιπόν τί σημαίνει τό ὑπόδημα. Τό ὑπόδημα εἶναι νά
τά ἀποβάλλεις ὅλα αὐτά, νά ἐγκολπωθεῖς τήν ἐγκράτεια καί τόν ἀσκητικό βίο, τήν
ἁπλότητα, γιά νά μή μπορεῖ ὁ διάβολος νά σέ πληγώσει. Ἕνας ἄνθρωπος πού ἔχει
πολύ λίγα πράγματα, δέν βρίσκει εὔκολα τρόπο ὁ διάβολος νά τόν πληγώσει. Ἕνας

39
πού μπαίνει στίς πολλές μέριμνες καί δέν προσέχει καί δέν νήφει, εἶναι σάν αὐτόν
πού δέν φοράει ὑποδήματα καί προχωράει πάνω στά ἀγκάθια.

Πρέπει κανείς νά φοράει ὑποδήματα καί γιά τούς ὄφεις καί γιά τούς σκορπιούς, τούς
ὁποίους τρέφει ἡ ἁμαρτία. Δηλαδή γιά τούς δαίμονες τούς πανούργους, πού κρυφά
ἐπιβουλεύονται, καί γι’ αὐτούς εἶπε ὁ Κύριος, «ἰδού δίδωμι ὑμῖν τήν ἐξουσίαν τοῦ
πατεῖν ἐπάνω ὄφεων καί σκορπίων»[20]. Καί ὄφεις μέν μποροῦν νά ἐννοηθοῦν οἱ
μεγάλες καί φανερές ἁμαρτίες. Σκορπιοί δέ οἱ μικρές, πού δέν φαίνονται. Εἶναι ὅμως
κι αὐτές φοβερές, γιατί πληγώνουν μέ τό κεντρί τοῦ θανάτου καί θανατώνουν.

Καί εἶπε μάλιστα γιά τόν ὄφη χωριστά ὁ Θεός ὅτι «αὐτός θά σοῦ τηρήσει τήν κεφαλή
καί σύ τηρήσεις αὐτοῦ πτέρναν»[21], ὅταν ἔδινε τά ἐπιτίμια μετά τήν πτώση στόν
Παράδεισο. Αὐτά εἶπε στόν ὄφη. Γιατί ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά παρατηρεῖ τήν κεφαλή
τοῦ νοητοῦ ὄφεως, τοῦ διαβόλου, δηλαδή τήν πρώτη προσβολή τοῦ κακοῦ λογισμοῦ.
Νά μήν ἀφήσει νά προχωρήσει ὁ λογισμός, μήπως βάζοντας στήν ψυχή ὁ διάβολος
τήν κεφαλή του, μπαίνοντας μέσα στήν ψυχή μας μέ τό κεφάλι του, τραβήξει σιγά-
σιγά καί βάλει καί τό ὑπόλοιπο σῶμα του καί μᾶς κυριεύσει. Ὁ δέ ὄφης πάλι,
παρατηρεῖ ὡς πτέρνα τό τέλος τῆς τοῦ ἀνθρώπου πράξεως καί τῆς ἁμαρτίας. Ὁμοίως
καί τό τέλος τῆς τοῦ ἀνθρώπου ζωῆς. Δηλαδή, παρατηρεῖ νά τόν πολεμήσει στό
τέλος τοῦ θανάτου του. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος φτάνει στό τέλος τῆς ζωῆς του, τότε
δέχεται τίς φοβερότερες δαιμονικές ἐπιθέσεις.

Καί μάλιστα ὁ Ἅγιος Νικόδημος τίς κατονομάζει. Οἱ κυριότερες εἶναι τέσσερις. Εἶναι
ὁ λογσιμός τῆς ἀπιστίας. Προσπαθεῖ νά μᾶς κλονίσει ὡς πρός τήν πίστη. Εἶναι μετά ὁ
λογισμός τῆς ἀπογνώσεως, ὅτι δέν ὑπάρχει πιά σωτηρία γιά μᾶς, μέ τόσες ἁμαρτίες
καί μεγάλες πού ἔχουμε κάνει. Εἶναι ὁ λογισμός τῆς κενοδοξίας, ὅτι πλέον ἐμεῖς
ἔχουμε κάνει σπουδαῖα καί ἅγια πράγματα.. εἴμαστε ἅγιοι καί δικαιούμαστε τή
σωτηρία μας. Μᾶς βάζει δηλαδή τόν λογισμό αὐτό γιά νά πέσουμε σέ καύχηση καί
νά χάσουμε τόν μισθό μας καί νά χωριστοῦμε ἀπό τόν Θεό. Καί μετά βάζει καί
πειρασμούς μέσω φαντασμάτων, φαντασιῶν, μεταμορφώνεται καί σέ ἄγγελο φωτός
καί αὐτούς τούς λογισμούς καί τούς πειρασμούς τούς κάνει πάντοτε ὁ διάβολος
βέβαια στόν ἄνθρωπο, ἀλλά κατεξοχήν εἰς τήν πτέρνα τῆς ζωῆς μας, στό τέλος τῆς
ζωῆς μας δηλαδή. Ὅπως ἡ πτέρνα εἶναι τό ἀκρότατο τοῦ σώματος, ἔτσι καί στό
ἄκρον, στό τέλος τῆς ζωῆς μας, ἐκεῖ μᾶς ἐπιτίθεται. Γι’ αὐτό λέει «καί σύ τηρήσεις
αὐτοῦ πτέρναν»[22]. Ἀλλά καί σέ κάθε πράξη μας ὁ διάβολος κοιτάει τό τέλος, θέλει
νά μᾶς φτάσει μέχρι τό τέλος. Νά φτάσει στήν ὁλοκλήρωση τῆς ἁμαρτίας, νά μπεῖ
ὁλόκληρος μέσα μας, νά μᾶς κυριεύσει τελείως. Γι’ αὐτό βλέπετε ὅτι δέν ἡσυχάζει.
Καί ὁ λογισμός τοῦ ἀνθρώπου, τοῦ ἀμελοῦς, τοῦ ράθυμου, πού ἄφησε λίγο νά μπεῖ
μέσα ὁ διάβολος στήν ψυχή του, δέν ἡσυχάζει μέχρι νά κάνει τήν ἁμαρτία πλήρη. Γι’
αὐτό πρόσεξε, λέει, νά τηρεῖς τήν κεφαλή του. Νά προσέχεις νά μή βάλει τό κεφάλι
του μέσα σου, γιατί μετά θά μπεῖ ὁλόκληρος.

40
«Ὁ γάρ καθόλου πρός τήν ἡδονήν πολεμίως διατεθείς, οὐκ ἄν ταῖς μερικαῖς
προσβολαῖς τοῦ πάθους ὑπενεχθείη». Αὐτός ὁ ὁποῖος μισήσει ὁλοκληρωτικά τήν
ἡδονή καί δέν παίζει.. ὅπως ἔλεγε ὁ Ἅγιος Παΐσιος, ἐσύ, παίζεις τήν καραμέλα τοῦ
διαβόλου, τή γλείφεις λίγο καί μετά τή φτύνεις. Δέν εἶναι σωστό αὐτό. Καθόλου νά
μή δέχεσαι τίς ἡδονές τοῦ διαβόλου. Νά εἶσαι ἐχθρός, πολεμίως νά διατίθεσαι. Ἑάν
εἶσαι ἔτσι, τότε δέν θά εἶσαι ὑποχείριο τοῦ διαβόλου καί δέν θά δέχεσαι καί τίς
μερικές προσβολές.

«Ὁ δέ τήν ἀρχή τοῦ πάθους ὑποδεξάμενος, ἅπαν ἐν ἑαυτῷ τό θηρίο συμπαρεδέξατο».


Αὐτός ὅμως πού δέχθηκε τήν ἀρχή, τό κεφάλι τοῦ διαβόλου, αὐτός μετά θά
παραδεχτεῖ, θά δεχτεῖ μέσα του καί ὅλο τό θηρίο. Γι’ αὐτό τονίζει ὁ Ἀπόστολος καί
λέει, «μή δίδοτε τόπον τῷ διαβόλῳ»[23]. Προσέχετε πάρα πολύ καί μήν ἀφήνετε
καθόλου τόπο στήν ψυχή σας πού νά μπορέσει νά μπεῖ ὁ διάβολος.

Καί ὁ Οἰκουμένιος λέει, ὅτι τό «μή δίδοτε τόπον τῷ διαβόλῳ»[24] ἐξαρτᾶται ἀπό τό
προηγούμενο, πού μᾶς εἶπε ὁ Ἀπόστολος, δηλαδή ἀπό τό «μή ἐπιδυέτω ὁ ἥλιος ἐπί
τῷ παροργισμῷ ὑμῶν»[25]. Νά μή δύει ὁ ἥλιος καί εἶστε ἀκόμα παροργισμένοι,
μεταξύ σας θυμωμένοι. Ἡ μή συμφιλίωση δηλαδή δίνει τόπο στόν διάβολο. Διότι τήν
νύχτα δουλεύουν οἱ λογισμοί καί καιγόμαστε σέ περισσότερη ἔχθρα. Ἀνάβει
περισσότερη ἔχθρα στήν ψυχή μας κατά τῶν ἀδελφῶν ἐκείνων μέ τούς ὁποίους
συγχυστήκαμε στή διάρκεια τῆς ἡμέρας. Γι’ αὐτό φρόντιζε, πρίν δύσει ὁ ἥλιος, νά
συμφιλιωθεῖς καί νά μήν ἀφήσεις τέτοιους λογισμούς νά δουλεύουν μέσα σου.

Χρωστοῦν λοιπόν οἱ Χριστιανοί, νά ἐναντιώνονται καί νά πολεμοῦν τούς λογισμούς


καί νά συμφιλιώνονται μέ ὅλους καί νά εἰρηνεύουν, εἰ δυνατόν, μέ ὅλους, ὅπως λέει
πάλι ὁ Ἀπόστολος. Ἐμεῖς πρέπει νά κάνουμε ὅ,τι ἐξαρτᾶται ἀπό μᾶς. Τώρα, μερικοί
δέν θέλουν νά συμφιλιωθοῦν.. ἐμεῖς θά κάνουμε ὅ,τι ἐξαρτᾶται ἀπό μᾶς, τουλάχιστον
νά εἴμαστε ἐντάξει ἀπέναντι στόν Θεό. Καί ἀπό ἐκεῖ καί μετά βέβαια ὑπεύθυνος εἶναι
ὁ ἄλλος πού δέν θέλει νά συμφιλιωθεῖ. Ἐμεῖς ὅμως δέν θά τόν μισήσουμε, δέν θά τόν
ἀποστραφοῦμε, δέν θά σταματήσουμε νά τοῦ λέμε «χαίρετε, καλημέρα σας», καί θά
προσευχόμαστε γι’ αὐτόν.

Καί προσοχή, σ’ αὐτό πού λέμε πάλι καί πολλάκις σήμερα, νά ἐναντιωνόμαστε καί
νά πολεμοῦμε τούς αἰσχρούς καί βλάσφημους καί πονηρούς λογισμούς στήν ἀρχή
τους. Ὅπως τά πονηρά ἔργα καί τίς πράξεις. Καί ὅπως ἀσφαλιζόμαστε εἰς τά ἔξω,
ἔτσι νά ἀσφαλιζόμαστε καί εἰς τά ἔσω, λέει ὁ μέγας Μακάριος. «Εἰσί τινές τοῦτο
λέγοντες, ὅτι ὁ Κύριος μόνο φανερούς καρπούς ἀπαιτεῖ ἀπό τῶν ἀνθρώπων. Τά δέ
κρυπτά ὁ Θεός κατορθώνει». Εἶναι μερικοί πού λένε ὅτι ὁ Θεός μόνο φανερά ἔργα
θέλει, τά κρυφά τά κάνει ὁ Ἴδιος. Δέν εἶναι ἔτσι τά πράγματα, ἀλλά ὅπως ἀκριβῶς
τόν ἔξω ἄνθρωπο πρέπει κάποιος νά ἀσφαλίζει, γιά νά μήν ἁμαρτάνει φανερά καί
ἐξωτερικά, ἔτσι ὀφείλει καί στούς λογισμούς νά κάνει ἀγῶνα καί πόλεμο. Νά εἶναι
καί τό μέσα καθαρό καί ἄμεμπτο, ὄχι μόνο τό ἔξω.

41
«Ἀπαιτεῖς σε γάρ ὁ Κύριος ἵνα ὀργισθῆς σεαυτῷ». Νά θυμώσεις μέ τόν ἑαυτό σου,
αὐτό θέλει, ἀπαιτεῖ ὁ Κύριος ἀπό σένα. «Καί μάχην ποιήσῃς μετά τοῦ νοός σου».
Καί νά κάνεις μάχη μέ τόν νοῦ σου. «Καί μή συμφωνήσῃς, μήτε συνηδυνθῇς τοίς
λογισμοῖς τῆς κακίας». Οὔτε νά συμφωνήσεις οὔτε νά συνευχαριστηθεῖς, νά ἔρθει
αὐτή ἡ ἡδύτητα, ἡ γλύκα ἡ ἁμαρτωλή τῆς συγκαταθέσεως μέ τούς λογισμούς τῆς
κακίας.

Λέγει δέ καί ὁ Θεῖος Χρυσόστομος, ὅτι ὅποιος νικάει τούς κακούς λογισμούς, αὐτός
γίνεται βασιλέας. «Βασιλεῖς γινόμεθα, ἐάν βουληθῶμεν κρατεῖν τῶν ἀτόπων
λογισμῶν. Ὅτι γάρ ὁ τοιοῦτος βασιλεύει, καί μᾶλλον ἤ ὁ τό διάδημα περικείμενος,
αὐτό», λέγει θά σᾶς τό πῶ στή συνέχεια. Ἄν θέλεις νά εἶσαι πραγματικά βασιλιάς,
δέν πρέπει νά φορᾶς στέμμα. Δέν σέ κάνει αὐτό βασιλιά, ἀλλά τό νά κυριαρχεῖς
στούς λογισμούς τούς ἄτοπους, στούς αἰσχρούς, στούς πονηρούς, στούς
βλάσφημους. Αὐτός εἶναι ὁ πραγματικός βασιλέας.

«Μή δίδετε», λοιπόν, «τόπον τῷ διαβόλῳ»[26]. Καί ἄς δοῦμε πῶς τό ἐξηγεῖ καί ὁ
Ἅγιος Ἰουστίνος Πόποβιτς[27] καί μ’ αὐτό νά κλείσουμε. Οἱ ἄνθρωποι, λέει, δίνουν
τόπο στόν διάβολο, ὅταν δίνουν τόπο στήν ἁμαρτία, ἡ ὁποία εἶναι τό κεντρί τοῦ
θανάτου. Ἡ ἁμαρτία εἶναι τόσο ἐπικίνδυνη, ὥστε ὅταν ὑπεισέρχεται στόν ἄνθρωπο,
ἀμέσως ἑτοιμάζει καί τόν τόπο γιά τόν διάβολο. Καί ἡ πιό μικρή ἁμαρτία, ἐάν μπεῖ
στήν ψυχή, ἤδη ἀνοίγει εἴσοδο διαμέσου τῆς ὁποίας μπορεῖ νά εἰσέλθει ἐκεῖ καί ὁ
διάβολος. Γι’ αὐτό, ὅταν κανείς ἁμαρτάνει, ἔστω καί στήν ἀρχή, ἀνοίγει πόρτα στόν
πονηρό καί φυσικά μετά κακό θά πάθει. Καλό δέν θά πάθει ποτέ. Ἡ ἁμαρτία ποτέ
δέν κάνει καλό στόν ἄνθρωπο, γιατί ὁ διάβολος εἶναι κακός, εἶναι ἀνθρωποκτόνος.
Καί ὅταν τοῦ δίνεις εἴσοδο μέσα σου, τοῦ δίνεις τόπο, δέν ξέρεις τί θά πάθεις στό
τέλος. Εἶναι ἀνεξέλεγκτη ἡ κατάσταση. Καί γίνεται αὐτό μόνο ἐάν ἡ ἁμαρτία
κρατηθεῖ γιά πολύ στήν ψυχή καί ἐμεῖς δέν τή διώξουμε μέ ἀποφασιστική καί
εἰλικρινή μετάνοια. Πρέπει ἀμέσως νά διώξεις τήν ἁμαρτία πού πάει νά μπεῖ μέσα
σου. Καμιά εἴσοδο, οὔτε τήν ἐλάχιστη ἄδεια νά μή δώσεις στήν ἁμαρτία νά μπεῖ
μέσα σου.

Ἄν κρατηθεῖ γιά μεγάλο χρονικό διάστημα ἡ ἁμαρτία στήν ψυχή μας, χρονίσει μέσα
μας, τήν κάνεις καί τήν ξανακάνεις, μετατρέπεται σταδιακά σέ πάθος, καί τό πάθος
εἶναι τό πιό ἀγαπητό καί τό πιό σίγουρο καταφύγιο καί κατοικητήριο τοῦ διαβόλου.
Ἄν τό πάθος, λ.χ. τῆς φιλαργυρίας, καταλάβει τήν ψυχή σου, τήν κυβερνᾶ πλέον
χωρίς καμιά ἀμφιβολία καί ὁ διάβολος ἤδη βρῆκε σ’ αὐτή τό μέρος του. Ἄν οἱ
ἡδονές καί τά βρωμερά πάθη, ἡ φιληδονία, βασιλεύσουν στήν ψυχή σου, ἰδού τό
παλάτι τοῦ διαβόλου. Χτίζεις στόν διάβολο σπίτι μέσα σου. Μοῦ λένε μερικοί ἔτσι
πανικόβλητοι, μήπως μᾶς ἔχουν κάνει μάγια; Καί λέω, δέν χρειάζεται νά κάνουν
μάγια. Οἱ ἁμαρτίες εἶναι στή θέση αὐτῶν ὅλων τῶν πραγμάτων. Ἐσύ μόνος σου, θά
λέγαμε, κάνεις μάγια στόν ἑαυτό σου. Ἀνοίγεις πόρτα στόν διάβολο. Ὅταν
ἁμαρτάνεις, ἀφήνεις τόν διάβολο νά μπεῖ μέσα σου. Ἔτσι, κάθε πάθος στήν ψυχή
γίνεται παλάτι τοῦ διαβόλου, πού κτίζει μέσα στόν ἑαυτό του ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος.

42
Κάποτε ὁ διάβολος διαμαρτυρήθηκε καί λέει, τί τά βάζουνε οἱ ἄνθρωποι μέ μένα;…
καί μοῦ λένε, φύγε, φύγε, φύγε.. κι ἀπ’ τήν ἄλλη μέ κρατᾶνε σφιχτά στόν κόρφο τους
καί μέ ζεσταίνουνε! Δέν μπορῶ νά καταλάβω, λέει, μ’ αὐτούς τούς ἀνθρώπους… Τά
ἔλεγε ὁ ἴδιος ὁ διάβολος. Εἴμαστε ἀλλοπρόσαλοι, σχιζοφρενεῖς πνευματικά. Ναί μέν
λέμε δέν θέλουμε τόν διάβολο, ἀλλά ἀπ’ τήν ἄλλη τόν κρατᾶμε σφιχτά καί τοῦ
φτιάχνουμε καί παλάτι μέσα μας.

Κάθε ἁμαρτία, δέν ὑπάρχει ἀμφιβολία, ὅτι εἶναι πρόδρομος τοῦ διαβόλου,
παρατηρητήριο τοῦ διαβόλου, «στρατόπεδο» τοῦ διαβόλου. Γιατί ὅπου μπῆκε
-ἐνδιατρίβει- ἡ ἁμαρτία, ἐκεῖ εἶναι ὁ τόπος πού ἑτοιμάστηκε γιά τόν διάβολο.
Πραγματικά ἐκεῖ ἤδη εἶναι καί αὐτός ὁ διάβολος. Γιατί ἡ ἁμαρτία εἶναι ὁ τόπος στόν
ὁποῖο κατοικεῖ ὁ διάβολος. Γι’ αὐτό καί οἱ ἄνθρωποι πού δέν ἐξομολογοῦνται,
δέχονται πολύ εὔκολα δαιμονικές ἐνέργειες. Λόγου χάρη, ματιάζονται. Τό μάτιασμα
εἶναι δαιμονική ἐνέργεια.

-Ἀλλά ποιοί ματιάζονται;


Αὐτοί πού δίνουν τόπο στόν διάβολο, ἔχουν ἀνοιχτή τήν ψυχή τους, τήν καρδιά τους
στήν ἁμαρτία. Εἶναι ἀνεξομολόγητοι καί ἀφύλακτοι. Ἡ καρδιά τους εἶναι χωρίς
πόρτες καί παράθυρα, ὁπότε μπαίνει μέσα ὁ πονηρός καί τούς ταράζει. Κι αὐτοί
βέβαια γιά νά γλιτώσουν, κάνουν ἕνα ἐπιπλέον λάθος καί πᾶνε στίς ξεματιάστρες καί
σ’ αὐτούς πού ξεματιάζουν καί νομίζουν ὅτι ἐλευθερώνονται καί τούς κοροϊδεύει ὁ
διάβολος. Λίγο σταματάει, γιά νά φανεῖ ὅτι κάτι ἔγινε καί μετά ξανά τά ἴδια. Ἐνῶ ἡ
λύση εἶναι νά πᾶς νά ἐξομολογηθεῖς, νά μετανοήσεις καί νά βάλεις φύλακα στήν
καρδιά σου τήν ἀδιάλειπτη προσευχή, τήν πνευματική ζωή. Νά κάνεις πνευματική
ζωή, ὁπότε δέν θά σέ ματιάζει κανένας καί καμιά δαιμονική ἐνέργεια δέν θά μπαίνει
μέσα σου.

Ἐκεῖ λοιπόν πού ἐνδιατρίβει ἡ ἁμαρτία, ἐκεῖ ἤδη εἶναι παρών καί ὁ διάβολος, γιατί ὁ
τόπος πού κατοικεῖ ὁ διάβολος εἶναι ἡ ἁμαρτία. Ὅταν ὅμως ὁ ἄνθρωπος γεμίσει μέ
τόν Θεό, τότε σ’ αὐτόν δέν ἔχει τόπο ὁ διάβολος. Δέν τολμάει νά μπεῖ ὁ διάβολος
ἐκεῖ ὅπου βρίσκεται ὁ Κύριος καί Θεός. Γεμίζοντας τόν ἑαυτό τους μέ τόν Κύριο
Ἰησοῦ Χριστό οἱ χριστιανοί, πληρώνοντας τόν ἑαυτό τους μέ τό πλήρωμα τῆς
Θεότητος, σιγουρεύουν καί φυλάγουν τόν ἑαυτό τους ἀπό τόν διάβολο καί τά
στρατεύματά του.

-Ὅταν ὁ «χριστιανός» -ἐντός εἰσαγωγικῶν ἡ λέξη πλέον- δέν ἐκκλησιάζεται, δέν


προσεύχεται, δέν ἐξομολογεῖται, δέν κοινωνεῖ, πῶς εἶναι δυνατό νά εἶναι γεμάτος μέ
Χριστό;

Εἶναι ἄδειος ἀπό Χριστό, ὁπότε μπαίνει μέσα του τό πονηρό πνεῦμα. Κι ὅμως
ὑπάρχουν πάρα πολλοί τέτοιοι ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι καυχῶνται ὅτι πιστεύουν καί
πολλές φορές σοῦ λένε, ξέρεις, ἐγώ δέν πάω ἐκκλησία, ἀλλά πιστεύω πιό πολύ ἀπό
σένα.. Εἶναι ἀνόητα πράγματα, δαιμονικά πράγματα. Δέν μπορεῖς νά πιστεύεις, ἄν

43
δέν ἐφαρμόζεις αὐτά πού λέει ὁ Χριστός. Κοροϊδεύεις τόν ἑαυτό σου καί σέ
κοροϊδεύει ὁ διάβολος.

Ἀπό μᾶς ἐξαρτᾶται ἄν θά δώσουμε τόπο καί εὐκαιρία στόν διάβολο ἤ ὄχι. Ἡ ἐντολή
τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου λέει ὅτι, ἄν θέλουμε, μποροῦμε νά μή δώσουμε τόπο στόν
διάβολο. Μποροῦμε! Ἔχουμε ἐξουσία. Ἔχουμε πάρει ἐξουσία ἀπό τόν Χριστό μας
νά πατᾶμε «ἐπί ὄφεων καί σκορπίων καί ἐπί πᾶσαν τήν δύναμιν τοῦ ἐχθροῦ»[28].
Καί δέν ἐννοεῖ, ὅπως ἕνα ἁπλός μοναχός ἔλεγε.. νά.. δέ μᾶς εἶπε ὁ Χριστός νά
πατᾶμε τά φίδια καί τούς σκορπιούς; Καί τούς πατοῦσε ὅπου ἔβρισκε! Ἐννοεῖ νά
πατᾶμε τόν διάβολο καί τήν ἁμαρτία. Μποροῦμε νά τό κάνουμε. Δέν εἶναι ἀνίκητη ἡ
ἁμαρτία οὔτε ὁ διάβολος. Εἶναι πολύ εὔκολο. Ἀλλά ὄχι μόνοι μας, μέ τή Χάρη τοῦ
Χριστοῦ τό κάνουμε.

Εἶναι ἐντολή εὐαγγελική νά ἀντιστεκόμαστε στόν διάβολο. «Ἀντίστητε στερεοί τῇ


πίστει»[29] τῷ διαβόλῳ. Ἀμυνθεῖτε κατά τοῦ διαβόλου. Μέ τή στέρεη πίστη μπορεῖς
νά ἀντισταθεῖς. Ἡ πίστη σου πρός τόν Κύριο εἶναι, λέει ὁ Ἅγιος Ἰουστίνος, κατά τοῦ
διαβόλου φρούριο ἀδιαπέραστο, ἀπροσπέλαστο καί ἀπόρθητο. Ἡ στερεότητα τῆς
πίστης κλείνει ὅλες τίς πόρτες τῆς ψυχῆς καί εἶναι ὁ πιό σίγουρος φύλακάς της, πού
δέν ἐπιτρέπει στόν διάβολο νά εἰσέλθει σ’ αὐτήν οὔτε ἀπό τή θύρα τῶν ἀκουσμάτων
μας οὔτε ἀπό τά παράθυρα τῶν σκέψεών μας οὔτε ἀπό τίς ρωγμές τοῦ νοῦ μας. Ὁ
διάβολος εἶναι πάντοτε πιό ἀδύνατος ἀπό τήν πίστη μας στόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό,
τόν νικητή, τόν μοναδικό νικητή τοῦ διαβόλου σέ ὅλα τά ἀνθρώπινα πράγματα. Ἡ
πίστη μας εἶναι ἡ νίκη μας, ἡ ὁποία νικάει τόν διάβολο καί καθετί τοῦ διαβόλου στόν
γήινο κόσμο μας. «Αὕτη ἐστίν ἡ νίκη ἡ νικήσασα τόν κόσμον» καί τόν
κοσμοκράτορα, τόν διάβολο δηλαδή, «ἡ πίστις ἡμῶν»[30]. Ἡ νίκη μας κατά τοῦ
διαβόλου εἶναι σίγουρη, ἐάν καταφέρουμε σ’ αὐτόν ἰσχυρά κτυπήματα καί
μαστιγώματα καί τοῦ δημιουργήσουμε μεγάλες πληγές, μεγάλα πλήγματα, πρῶτον,
μέ τήν ἰσχυρή μας πίστη, δεύτερον, μέ τήν ἰσχυρή μας ἀγάπη, τρίτον, μέ τήν ἰσχυρή
μας προσευχή, τέταρτον μέ τήν ἰσχυρή νηστεία, καί πέμπτον, μέ τήν ἰσχυρή δύναμη
κάθε εὐαγγελικῆς ἀρετῆς, πραότητα, ἀνεξικακία, συγχωρητικότητα, εἰρήνη, ἐλπίδα
καί ὅλες τίς εὐαγγελικές ἀρετές. Καί ὁ διάβολος ἐκμηδενισμένος πλέον φεύγει ἀπό
ἐμᾶς. Γι’ αὐτό μᾶς λέγει ἡ εὐαγγελική ἐντολή, «ὑποτάγητε οὖν τῷ Θεῷ, ἀντίστητε τῷ
διαβόλῳ καί φεύξεται ἀφ' ὑμῶν»[31]. Καί ἐμεῖς εἴμαστε ἐναντίον τοῦ διαβόλου καί
ἀντιστεκόμαστε σέ αὐτόν, ὅταν εἴμαστε ἐναντίον τῶν ἁμαρτιῶν καί δέν ἐπιτρέπουμε
σ’ αὐτές νά ἐνδιατρίβουν σέ μᾶς. Γι’ αὐτό, ἀδελφοί μου, καμιά ὑποχώρηση στήν
ἁμαρτία, οὔτε στήν πιό μικρή ἁμαρτία. Λένε μερικοί, ἔ καλά τώρα.. ἕνα ψέμα.. Ἕνα
ψέμα τί εἶναι;.. Εἶναι μεγίστη καταστροφή νά πεῖς ἕνα ψέμα. Γιατί νά τό πεῖς; Γιά νά
δώσεις τόπο στόν διάβολο καί νά σέ κάνει ἄνω κάτω;

Σέ κάθε ἁμαρτία ὑπάρχει ἀόρατα αὐτός ὁ διάβολος, πού ἔντεχνα καί μέ πονηριά,
κρύβει τήν ἀπαίσια μορφή του. Αὐτή εἶναι ἡ παμπάλαιη τακτική του, ἡ πολεμική
τακτική του ἐναντίον μας. Τό δηλητήριο τῆς ἁμαρτίας πάντα προσφέρεται στό χρυσό

44
ποτήρι τῆς περιέργειας. Προσέξτε το κι αὐτό πού λέει ὁ Ἅγιος Ἰουστίνος. Εἶναι πολύ
σημαντικό.

-Ἀπό ποῦ ξεκινάει ἡ ἁμαρτία;


Ἀπό τήν περιέργεια. Λέει κάπου ὁ Ἀπόστολος «μή ἐργαζόμενοι, ἀλλά
περιεργαζόμενοι»[32], γιά κάποιους Θεσσαλονικεῖς οἱ ὁποῖοι λέγανε, θά ἔρθει ἡ
Δευτέρα Παρουσία, δέν χρειάζεται νά ἐργαστοῦμε. Ἀλλά ἔχει καί πνευματική ἔννοια.
Ἐργασία κατεξοχήν, πού πρέπει νά κάνουμε ὅλοι μας, δέν εἶναι μόνο αὐτά τά
βιοτικά, ἀλλά ἡ πνευματική ἐργασία, ἡ μετάνοια, ἡ ἐργασία τῶν ἀρετῶν. Ὅταν
λοιπόν δέν ἐργάζεσαι αὐτή τήν ἐργασία, περιεργάζεσαι. Καί τί κάνεις; Ἀσχολεῖσαι μέ
τά τοῦ κόσμου, μέ τό τί κάνει ὁ ἕνας, τί κάνει ὁ ἄλλος καί μέ τούς ἀπαγορευμένους
καρπούς. Ὅπως ἡ Εὔα, περιεργάστηκε τό δέντρο, εἶδε τόν καρπό, περιεργάστηκε τόν
καρπό, εἶδε ὅτι ἦταν ὡραῖος, μετά τό δοκίμασε κιόλας.. περιέργεια.. ὅραση -γεύση.
Καί μετά πτώση, πλήρης καί τελεία.

Τό δηλητήριο λοιπόν τῆς ἁμαρτίας μᾶς προσφέρεται στό χρυσό ποτήρι τῆς
περιέργειας. Σοῦ λέει, τί πειράζει; Νά τό μάθουμε κι αὐτό.. νά τό δοῦμε κι αὐτό..
Γιατί νά τό δεῖς; Γιατί νά ἀσχοληθεῖς; Δέ σέ ἀφορᾶ, δέ συμβάλλει στή σωτηρία σου.
Καί ἀκόμα πιό κάτω ἀπό τό δηλητήριο τῆς ἁμαρτίας εἶναι χυμένη ἀφρώδης καί
ἀθέατη, ἀλλά πολύ ἑλκυστική, ἡ ἐξωτερική περιτύλιξη τοῦ πάθους τῆς ἡδονῆς. Ἔχει
καί τό δέλεαρ, τό ἀγκίστρι, πού εἶναι ἡ ἡδονή, ὁ διάβολος. Πίνεις τό ποτήρι καί ἰδού
στήν ψυχή ἐκχύνεται τό πικρό δηλητήριο. Ὁ Χερουβικά ἀτρόμητος καί Σεραφικά
πανικητής στούς πολέμους κατά τοῦ διαβόλου, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος,
λέει: «Μηδέ δίδοτε τόπον τωωω̨̃ διαβόλωω. Ὥστε τό νά πολεμᾶτε μεταξύ σας, σημαίνει
νά δίνετε τόπο στόν διάβολο». Ὅταν παύει ἡ ἀγάπη ἀνάμεσά μας, τότε δίνουμε τόπο
στόν πονηρό. «Πρέπει λοιπόν ὅλοι νά ἔχουμε σχηματισμένη πυκνή παράταξη
ἐναντίον τοῦ διαβόλου, ἀφοῦ καταπαύσουμε τήν ἔχθρα μας πρός ἐκεῖνον,
προτρέπουμε νά στρεφόσαστε ὁ ἕνας ἐναντίον τοῦ ἄλλου». Αὐτό κάνουμε ἐμεῖς,
δυστυχῶς. Δέν ἀσχολούμαστε μέ τόν διάβολο, πρός τόν ὁποῖο πρέπει νά ἔχουμε
ἔχθρα συνεχῆ καί πόλεμο συνεχῆ, τόν ἀφήνουμε τόν διάβολο, κατά κάποιο τρόπο
σχεδόν συμφιλιωνόμαστε, καί ἀρχίζουμε νά μαχόμαστε ὁ ἕνας μέ τόν ἄλλον, νά
τσακωνόμαστε μεταξύ μας.

Ποτέ δέν ἔχει εὐκαιρία ὁ διάβολος νά μᾶς πληγώσει, ὅσο ὅταν ὑπάρχουν ἐχθρότητες.
Ἡ χρυσή εὐκαιρία τοῦ διαβόλου εἶναι οἱ μεταξύ μας ἐχθρότητες καί ρωγμές, οἱ
διάφορες ψυχρότητες. Εἴδατε πού τό λέμε πολλές φορές; Μέ τόν ἄλλον κάτι ἔσπασε
μέσα μου, μιά ρωγμή δημιουργήθηκε καί ἀρχίζει νά μπαίνει ἀπό ’κεῖ ὁ πονηρός. Ἀπό
αὐτό προέρχονται τά ἀμέτρητα κακά καί ὅπως ἀκριβῶς μέχρις ὅτου οἱ πέτρες εἶναι
κατάλληλα προσαρμοσμένες καί χωρίς νά ἔχουν κανένα κενό, ὁ τοῖχος στέκεται
ἀράγιστος, ἄν ὅμως μέ βελόνα μόνο γίνει ἀπό τή μιά ἄκρη ἕως τήν ἄλλη μιά τρύπα ἤ
συμβεῖ μιά λεπτή ρωγμή, πού δίνει τήν ἀφορμή, αὐτό διαλύει καί καταστρέφει τά
πάντα, ἔτσι συμβαίνει καί μέ τόν διάβολο. Ὅσο εἴμαστε πυκνά παρατεταγμένοι καί
ἑνωμένοι, δέν βάζει τίποτα μέσα καί ἀνάμεσα. Τίποτε δέν μπορεῖ νά μπεῖ ἀπ’ τά δικά

45
του ἀνάμεσά μας. Ὅταν ὅμως μᾶς χαλαρώσει λίγο, ὁρμᾶ σάν κάποιος χείμαρρος.
Διότι παντοῦ, αὐτός ἔχει ἀνάγκη μόνο ἀπ’ τήν ἀρχή. Λίγο νά τοῦ δώσεις τόπο στήν
ἀρχή, δέν θέλει πολύ.. λίγο, σοῦ λέει.. Ξέρετε, μοιάζει λίγο, νά μέ συγχωρέσουνε οἱ
ἔμποροι, μέ αὐτό πού γίνεται ὅμως μέ αὐτούς πού ἔχουν τά καταστήματα. Βλέπετε ὁ
ἔμπορος κάθεται στήν πόρτα καί ἐσύ περνᾶς ἀπ’ ἔξω καί σέ βλέπει. Καί μπορεῖ νά
κοίταξες λίγο τήν βιτρίνα καί σοῦ λέει, περάστε, περάστε μέσα.. Ὄχι, λές, δέν θέλω
νά πάρω τίποτα. Καλά, δέν πειράζει, μόνο νά δεῖτε.. περάστε μέσα.. Καί ξέρει μέ τό
πού θά περάσεις μέσα, θά γίνει λίγο ἡ ἀρχή, δέν θά βγεῖς μέ ἄδεια χέρια. Κάτι θά
πάρεις τελικά... Θά σέ καταφέρει.

Ἔτσι καί ὁ διάβολος. Σοῦ λέει, λίγο.. δῶσ’ μου λίγο τόπο.. ἔλα λίγο, μόνο νά δεῖς..
δέν θέλω τίποτα... κοίταξε λίγο ἐκεῖ... ἄκουσε λίγο αὐτό.. δέν εἶναι κακό. Λίγο νά τό
ξέρεις κι αὐτό... Ἀρχίζει μέ τήν περιέργεια. Εἶναι ὡραῖο... Σοῦ βάζει καί τήν ἡδονή.
Καί αὐτή εἶναι ἡ ἀρχή κι ἀπό ἐκεῖ καί μετά ὁρμᾶ σάν χείμαρρος καί σέ κατακλύζει.
Παντοῦ αὐτός ἔχει ἀνάγκη μόνο ἀπ’ τήν ἀρχή.

Προσέξτε πῶς τό λέει ὡραῖα ὁ ἱερός Χρυσόστομος «κι αὐτό εἶναι τό


δυσκολοκατόρθωτο» γι’ αὐτόν, νά καταφέρει νά μπεῖ μέσα μας, νά άρχίσει νά
μπαίνει μέσα μας. Ὅταν ὅμως γίνει αὐτό, αὐτός πλαταίνει γιά τόν ἑαυτό του τά
πάντα. Μετά γίνεται κυρίαρχος. Μέ τίς διαβολές του ἔχει πλέον ἀνοίξει τά αὐτιά, καί
αὐτοί πού λένε ψέματα, γίνονται πιό πιστευτοί, γιατί ἔχουν τό μίσος πού καταδικάζει,
ὄχι τήν ἀλήθεια πού κρίνει. Καί καθώς ὅταν ὑπάρχει φιλία καί τά ἀληθινά ἀπό τά
κακά φαίνονται ψεύτικα, ἔτσι, ὅταν ὑπάρχει ἔχθρα, καί τά ψεύτικα φαίνονται
ἀληθινά. Ἄν δηλαδή, λέει ἐδῶ ὁ ἱερός Χρυσόστομος, ἀφήσεις νά μπεῖ μιά ἀντιπάθεια
μέσα σου, τότε καί τά ψέματα πού θά ἀκούσεις γι’ αὐτόν πού ἀντιπαθεῖς, θά τά
πιστέψεις. Ὅταν ὅμως δέν ἀφήσεις νά μπεῖ τίποτε κακό, κακός λογισμός γιά τόν
ἄλλον, ὑπάρχει φιλία καί ἀγάπη, τότε καί αὐτό πού θά εἶναι ἀλήθεια, πού θά σοῦ
ποῦνε εἰς βάρος τοῦ ἄλλου, ἐσύ δέν θά τό δεχτεῖς. Δέν θά τό πιστέψεις εὔκολα, θά
προσπαθήσεις νά τόν δικαιολογήσεις, θά ἔχεις ἕνα ἐργοστάσιο καλῶν λογισμῶν.
Ὅταν ὅμως μπεῖ μέσα ἡ ἔχθρα, τότε δημιουργεῖται ἕνα ἐργοστάσιο κακῶν λογισμῶν
καί ὅλα τά διαστρέφεις καί τά ἑρμηνεύεις κακῶς. Ἄλλος νοῦς, ἄλλο δικαστήριο, τό
ὁποῖο δέν ἀκούει δίκαια, ἀλλά μέ πολύ μεροληψία καί συμπάθεια γιά κάποιον. Ὅπως
τό μολύβι πού προστίθεται στή ζυγαριά, σηκώνει ψηλά τό πᾶν, ἔτσι συμβαίνει κι
ἐδῶ, ἐπειδή τό βάρος τοῦ μίσους εἶναι πιό φοβερό καί ἀπό τό μολύβι.

Γι’ αὐτό, παρακαλῶ, ἄς κάνουμε τά πάντα γιά νά διαλύονται τά μίση προτοῦ νά


δύσει ὁ ἥλιος. Μή διατηρεῖτε ἔχθρες μεταξύ σας. Μέ τή δύση τοῦ ἡλίου νά ἔχουν
λυθεῖ ὅλες οἱ παρεξηγήσεις. Γιατί ἄν δέν νικήσεις κατά τήν πρώτη καί τήν ἑπόμενη
μέρα τό μίσος, πολλές φορές ἔχεις ἐπεκτείνει αὐτό καί σέ ὁλόκληρο τό ἔτος. Καί
αὐτό μεγαλώνει πλέον μόνο του καί δέν ἔχει ἀνάγκη ἀπό κανέναν. Δουλεύει ἀπό
μόνο του τό κακό καί ἐπεκτείνεται. Καί λόγια πού λέγονται διαφορετικά, τά κάνει
καί τά ἐννοοῦν διαφορετικά. Καί τά προσχήματα καί ὁτιδήποτε ἄλλο, τά κάνει σάν
θηρία καί ἐξαγριώνει καί προδιαθέτει πολύ χειρότερα ἀπό αὐτούς πού κάνουν σάν

46
τρελοί. Καί δέν ἀνέχεται οὔτε τό ὄνομα νά πεῖ οὔτε νά ἀκούσει, ἀλλά ξεστομίζει ὅλες
τίς βρισιές.

-Πῶς λοιπόν θά καταπραΰνουμε τόν θυμό; Πῶς θά σβήσουμε τή φλόγα;


Ἄν κατανοήσουμε τά ἁμαρτήματά μας καί πόσο εἴμαστε ὑπεύθυνοι ἀπέναντι στόν
Θεό. Ἄν κατανοήσουμε ὅτι δέν ὑπερασπιζόμαστε τόν ἐχθρό, ἀλλά τόν ἴδιο τόν ἑαυτό
μας. Ἄν κατανοήσουμε ὅτι εὐφραίνουμε τόν διάβολο, ὅτι εὐφραίνουμε τόν δικό μας
ἐχθρό, τόν πραγματικό ἐχθρό, γιά τόν ὁποῖο ἀδικοῦμε τό δικό μας μέλος. Ὅταν
δηλαδή ἀνέχεσαι τήν ἔχθρα καί δέν τήν ἐξαλείφεις, τόν ἑαυτό σου πολεμᾶς. Γιατί ὁ
ἄλλος, ὁ πλησιόν σου, τόν ὁποῖο ἐχθρεύεσαι, εἶσαι ἐσύ. Εἴμαστε ὁ ἕνας μέλος τοῦ
ἄλλου, «ἀλλήλων μέλη»[33]. Ὅταν λοιπόν ἐσύ πολεμᾶς τόν ἀδελφό σου, τόν ἑαυτό
σου πολεμᾶς καί δίνεις χαρά, ὄχι φυσικά στόν Θεό, ἀλλά στόν διάβολο.

-Θέλεις νά εἶσαι μνησίκακος καί ἐχθρός; Σοῦ ἀρέσουν οἱ ἔχθρες καί ἡ μνησικακία;
Νά εἶσαι ἐχθρός ὄχι τοῦ δικοῦ σου μέλους, ἀλλά τοῦ διαβόλου. Ὅλη τή μνησικακία
σου νά τή στρέψεις κατά τοῦ πονηροῦ. Γι’ αὐτό ὁ Θεός μᾶς ὅπλισε μέ θυμό. Γιά νά
μήν στρέφουμε τό ξίφος ἐναντίον τῶν δικῶν μας σωμάτων, τῶν ἀδελφῶν μας
δηλαδή, ἀλλά γιά νά βυθίζουμε ὁλόκληρο τό μαχαίρι στό στῆθος τοῦ διαβόλου. Ἐκεῖ
μέσα βάλε τό ξίφος μέχρι τή λαβή. Ἄν θέλεις κι αὐτή τή λαβή.. καί ποτέ νά μήν τό
βγάλεις, ἀλλά νά προσθέσεις κι ἄλλο. Καί τοῦτο θά συμβεῖ, ὅταν σπλαχνιζόμαστε
τόν ἑαυτό μας, ὅταν συμπεριφερόμαστε εἰρηνικά μεταξύ μας, γιατί ὁ πλησίον μας, ὁ
ἀδελφός μας, εἶναι ὁ ἑαυτός μας. Λυπήσου λοιπόν τόν ἑαυτό σου, μήν ἐπιτίθεσαι
ἐναντίον τοῦ ἑαυτοῦ σου. Μήν ἔχεις ἔχθρα κατά τοῦ πλησίον σου. Ἄς χαθοῦν τά
χρήματα, ἄς χαθεῖ ἡ δόξα καί ἡ ὑπόληψη, τό δικό μου μέλος μοῦ εἶναι πιό τίμιο καί
ἀκριβό ἀπό ὅλα αὐτά.

Ἄς λέμε στούς ἑαυτούς μας αὐτά, γιά νά μήν ἀδικοῦμε τή φύση μας γιά νά
ἀποκτήσουμε χρήματα καί νά πετύχουμε δόξα. Γιατί αὐτά εἶναι πού μᾶς χωρίζουν, τά
χρήματα καί ἡ μάταιη δόξα τοῦ κόσμου. Καί μᾶς χωρίζουν ἀπό τόν ἑαυτό μας
οὐσιαστικά, γιατί ὁ πλησίον μας εἴμαστε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι. Ὅλοι εἴμαστε μέλη τοῦ
σώματος τοῦ Χριστοῦ. Ἄς προσέχουμε λοιπόν νά μή δίνουμε τόπο στόν διάβολο μέ
τίς ἔχθρες, μέ τήν ἀπουσία τῆς ἀγάπης καί μέ τό νά ἀφήνουμε τούς λογισμούς, τήν
ἀρχή τῶν λογισμῶν νά μπαίνει μέσα μας. Τό κεφάλι τοῦ διαβόλου, νά μήν τοῦ
ἐπιτρέπουμε νά μπεῖ μέσα στήν ψυχή μας, γιατί μετά θά μπεῖ καί ὁλόκληρος καί θά
μᾶς ταλαιπωρεῖ. «Μή δίδετε τόπον τῷ διαβόλῳ».

Αὐτά ἤθελα νά πῶ σήμερα στήν ἀγάπη σας. Ἄν θέλετε κάτι νά συζητήσουμε σ’ αὐτά,
πολύ εὐχαρίστως.

47
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

Ἐρ. : Εἴπατε ὅτι ἡ ἀρχή τῶν πάντων εἶναι νά μήν ἀφήνουμε τόν λογισμό. Πῶς
δηλαδή;

Ἀπ. : Τήν ἀρχή νά μήν ἀφήνουμε. Μέ τήν νοερά προσευχή κυρίως, λένε οἱ Πατέρες,
καί μέ τήν νήψη, τήν προσοχή. Προσευχή καί προσοχή. Αὐτά πᾶνε μαζί. Γιά νά
κάνεις σωστή προσευχή, πρέπει νά ἔχεις νήψη, νά ἔχεις προσοχή δηλαδή. Μιά
ἀπρόσεκτη προσευχή, λέμε, λέμε, λέμε... ἀλλά ὁ νοῦς μας εἶναι ἀλλοῦ, δέν εἶναι
προσευχή. Προσοχή καί προσευχή φυλᾶνε τήν καρδιά μας ἀπό τούς λογισμούς. Κι
ἄν, παρ’ ἐλπίδα, καταφέρει ὁ διάβολος καί χώσει λίγο τό κεφάλι του, ἀμέσως νά πεῖς
πάλι τήν εὐχή γιά νά φύγει. Γιατί δέν μπορεῖ νά συνυπάρξει ὁ Χριστός μέ τόν
διάβολο. Μόλις καταλάβει ὁ διάβολος ὅτι λές τήν εὐχή, ἐξαφανίζεται.

Σᾶς εἶχα πεῖ ἕνα παράδειγμα μέ κάποιον μοναχό, πού ἦταν δαιμονισμένος ὁ
καημένος, γιατί εἶχε δώσει τόπο στόν διάβολο καί παραχώρησε ὁ Θεός παιδαγωγικά
νά δαιμονιστεῖ, δηλαδή νά κατοικήσει μέσα του ὁ διάβολος. Δέν συμβαίνει σέ ὅλους,
μή νομίσετε ὅτι εἶστε δαιμονισμένοι.. ὅτι εἴμαστε ὅλοι δαιμονισμένοι μ’ αὐτή τήν
ἔννοια.. Ὄχι, ἀλλά ἔχουμε δαιμονική ἐπήρεια. Αὐτός ὅμως ἤτανε. Καί ὑποστατικά
δηλαδή, πραγματικά ὡς πρόσωπο ἔμενε μέσα του ὁ διάβολος. Καί ἔβλεπε τούς
δαίμονες. Τούς ἔβλεπε.. καί ἔλεγε στόν Γέροντά του, νάτος, ἐκεῖ εἶναι, στόν νάρθηκα
κάθεται. Τόν βλέπεις, Γέροντα; Δέν τόν βλέπω. Δέν τόν ἔβλεπε ὁ Γέροντας. Καί τί
κάνει ἐκεῖ; Νά, λέει, κάθεται ἐκεῖ, κουνάει τά πόδια του. Ἅμα πῶ μιά φορά τήν εὐχή,
γίνεται νευρικός. Ἀρχίζει καί ταράζεται. Ἅμα τήν πῶ δυό φορές, ἀρχίζει καί ἀφρίζει.
Θυμώνει πάρα πολύ. Κι ἄν τήν πῶ τρεῖς φορές, ἔχει ἐξαφανιστεῖ! Καταλάβατε;

Νά πῶς διώχνουμε τόν διάβολο καί ἀπ’ τό σπίτι μας καί ἀπό μέσα μας καί ἀπό
παντοῦ. Μά τόσο γρήγορα θά πεῖς; Μέ τρεῖς εὐχές; Ναί, μέ τρεῖς εὐχές! Δέν ἀντέχει
τόν Χριστό. Γι’ αὐτό δέν πρέπει νά ἀμελοῦμε. Νά προσευχόμαστε. Γι’ αὐτό εἶπε ὁ
Κύριος «ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε»[34]. Εἶναι πολύ πεζά τά πράγματα καί πολύ
πραγματικά καί ρεαλιστικά. Δέν λέμε τήν εὐχή ἔτσι ἐπειδή μᾶς τό εἶπαν.. γιατί
ἔχουμε νά κάνουμε πόλεμο. Ἄν μπορούσαμε νά βλέπαμε τί γίνεται γύρω μας, θά
φρίτταμε! Πόσο λυσσοῦν οἱ δαίμονες νά μποῦν μέσα στήν ψυχή μας καί νά μᾶς
ρίξουν στήν ἁμαρτία!

Τό μίσος μας ὅλο καί τήν ἐχθρότητά μας καί τήν κακία μας ἐναντίον αὐτοῦ πρέπει νά
τά στρέψουμε, ἐναντίον τοῦ διαβόλου καί ὄχι ἐναντίον τῶν ἀδελφῶν μας. Δέν φταίει
κανένας, οὔτε ἡ γυναίκα μας οὔτε τά παιδιά μας οὔτε ὁ ἄντρας μας, ἀντίστοιχα γιά
τίς γυναῖκες τό λέω. Καί πολλές φορές ἔρχονται στήν ἐξομολόγηση καί κατηγορεῖ ὁ
ἄντρας τή γυναίκα καί ἡ γυναίκα τόν ἄντρα. Ἔτσι ὁ σύζυγος.. καί ἡ σύζυγος…
Ἔρχεται νά ἐξομολογηθεῖ ἡ γυναίκα καί τό πρῶτο πού θά πεῖ, ἔχω πάρα πολλά
προβλήματα μέ τόν ἄντρα μου. Μά ἦρθες νά ἐξομολογηθεῖς... Μέ τόν διάβολο ἔχεις

48
προβλήματα, δέν ἔχεις μέ τόν ἄντρα σου! Τοῦ ἔχεις δώσει τόπο. Αὐτή εἶναι ἡ
ἀλήθεια. Τό ἴδιο καί μέ τούς ἄντρες ἀντιστοίχως.

Ἐρ. : Ὅταν θέλουμε νά κάνουμε τήν εὐχή γιά κάποιο ἄλλο πρόσωπο, εἶναι καλά νά
λέμε Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησε τόν δοῦλο σου ἤ νά λέμε Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ
ἐλέησόν με ἔχοντας στό μυαλό μας τόν ἄνθρωπο αὐτόν;

Ἀπ. : Ρωτῆστε τόν πνευματικό. Καλύτερα ὁ καθένας νά ρωτάει τόν πνευματικό, γιατί
δέν εἶναι γιά ὅλους ὅλα. Ὁ Ἅγιος Πορφύριος ἔλεγε νά λές, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ
ἐλέησόν με. Νά μή διακόπτεις τήν εὐχή, γιατί μπορεῖ νά διασπᾶσαι καί εὔκολα ὅταν
θυμᾶσαι τό ὄνομα. Μερικοί ὅμως μπορεῖ νά βοηθιοῦνται ἀπ’ αὐτό. Ἐξαρτᾶται ἀπό
τήν περίπτωση. Καί τό ἕνα καί τό ἄλλο. Δέν ἀποκλείεται. Ἀλλά τό καλύτερο εἶναι ὁ
καθένας νά ρωτάει τόν πνευματικό του πῶς νά τό κάνει.

Ἐρ. : Εὐλογεῖτε, Γέροντα. Ὅταν ἔκαναν τήν παρακοή ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα, ὁ Κύριος
τούς ἔβγαλε ἀπό τόν Παράδεισο καί ἔφερε τόν θάνατο, ὥστε νά μή γίνει αἰώνια ἡ
ἁμαρτία. Ἀπ’ τήν ἄλλη ὅμως οἱ Πατέρες μᾶς λένε γιά τήν αἰώνια κόλαση. Ἐκεῖ δέν
θά εἶναι αἰώνια ἡ ἁμαρτία, πάτερ;

Ἀπ. : Παύει ἡ ἁμαρτία. Στήν κόλαση δέν θά ἔχει ἁμαρτία. Ὁ κακός ὅ,τι ἔκανε ἔκανε
σ’ αὐτή τή ζωή. Γι’ αὐτό εἶναι καλός ὁ θάνατος. Καί γιά τούς κακούς εἶναι καλός.
Ὅ,τι κάνανε ἐκεῖ, μετά δέν συνεχίζεται ἡ ἁμαρτία. Μετά ὅλοι θά δοῦν τή δόξα τοῦ
Θεοῦ. Καί οἱ κολασμένοι τή δόξα τοῦ Θεοῦ θά βλέπουνε, ἀλλά θά τήν βλέπουν ὡς
φωτιά. Δέν θά μποροῦνε νά ἁμαρτήσουνε. Θά βασανίζονται ἀπό τίς ἐπιθυμίες τους.
Βλέπετε; Ἄς ποῦμε τώρα ἕνας πού εἶναι ἐμπαθής, θέλει νά καπνίσει, πάει ἔξω καί
καπνίζει. Μπορεῖ λίγο νά ζοριστεῖ.. σοῦ λέει.. πῶς νά βγῶ τώρα ἔξω, ἔχει ὁμιλία..
περιμένει λίγο.. ζορίζεται.. Βγαίνει ἔξω, ξεδίνει μετά. Αὐτοί πού πᾶνε ταξίδι, στό
λεωφορεῖο σκᾶνε μέχρι νά κάνει στάση τό λεωφορεῖο.. ἤ μπορεῖ νά ἀνάψουν κρυφά
ἐκεῖ.. ἀρχίζουν νά φωνάζουν οἱ ἄλλοι ἀπό μέσα.. Τί γίνεται; Βασανίζονται οἱ
ἄνθρωποι. Εἶναι αὐτό τό πάθος. Ἔλα τώρα στήν ἄλλη ζωή πού δέν θά μποροῦνε νά
τό ἀνάψουν τό τσιγάρο καθόλου! Ἐδῶ ἐντάξει, καθυστερεῖς λίγο, βγαίνεις ἔξω τό
καπνίζεις. Στήν ἄλλη ζωή δέν θά μπορεῖς νά ἱκανοποιήσεις τά πάθη σου.
Καταλάβατε; Αὐτό θά εἶναι τό μεγάλο βάσανο. Καί σᾶς εἶπα γιά ἕνα πάθος, τό
τσιγάρο. Ποῦ νά βάλεις τά σαρκικά πάθη; Ποῦ νά βάλεις τίς ζήλειες, τίς κακίες; Ὅλα
αὐτά τά φοβερά πάθη. Θά καίγονται. Ἀπό τά ἴδια τους τά πάθη θά καίγονται οἱ
ἄνθρωποι. Αὐτή εἶναι ἡ κόλαση. Καί ἐπειδή δέν θά ἔχουν ἀγαπήσει τόν Χριστό, θά
καίγονται καί ἀπό τή θέα τοῦ Χριστοῦ. Πῶς ὅταν βλέπεις ἕναν ἄνθρωπο πού δέν
συμπαθεῖς; Κακό.. κάκιστο.. Δέν ἐπιτρέπεται γιά ἕναν χριστιανό νά μήν συμπαθεῖ
ἕναν ἄνθρωπο. Ἀλλά λέμε πώς συμβαίνει αὐτό.. Τί παθαίνεις; Ὄχι ἐκεῖνος πού δέν
συμπαθεῖς. Ἐσύ πού δέν συμπαθεῖς, δέν ταράζεσαι ὁλόκληρος; Καί λές, πώ, πώ..
πάλι αὐτός μπροστά μου.. καί ἀρχίζει καί θυμώνει καί κοκκινίζει καί ταράζεται
ὁλόκληρος. Αὐτό τί εἶναι; Βάσανο δέν εἶναι; Ἔ, αὐτό θά γίνεται μέ τόν Χριστό, πού
θά Τόν βλέπουνε συνεχῶς μπροστά τους. Καί θά λένε, δέν θέλω.. Ναί, ἀλλά μόνο ὁ

49
Χριστός ὑπάρχει, θά ὑπάρχει ἐκεῖ. Δέν θά ὑπάρχει τίποτα ἄλλο. Γι’ αὐτό ἡ θέα τοῦ
Χριστοῦ γι’ αὐτούς θά εἶναι φωτιά.

Δέν λέει ἡ Ἁγία Γραφή, ὁ δίκαιος γιά τούς κακούς, γιά τούς ἁμαρτωλούς, «βαρύς
ἐστιν καί βλεπόμενος»[35]; Καί μόνο πού τόν βλέπουν τόν καλό ἄνθρωπο οἱ κακοί,
τούς εἶναι βαρύς. Τούς κάθεται στό στομάχι. Δέν θέλουν νά τόν βλέπουνε, γιατί ἀπό
πίσω εἶναι ὁ διάβολος. Πολύ περισσότερο τόν ἴδιο τόν Καλόν ὑπέρ πάντα καλό, πού
εἶναι ὁ Χριστός. Αὐτή θά εἶναι ἡ κόλαση, ἔτσι; Δέν θά εἶναι ἡ ἁμαρτία πλέον. Θά
εἶναι οἱ ἄνομες ἐπιθυμίες, οἱ κακές ἔξεις, πού δέν θά μποροῦν νά ἱκανοποιηθοῦν. Δέν
θά μπορεῖ νά γίνει ἁμαρτία. Ἐδῶ ἔχουν αὐτή τήν ψευτοπαρηγοριά τῆς ἁμαρτίας.
Ἐκεῖ δέν θά μποροῦν οὔτε αὐτό νά τό ἔχουν. Γι’ αὐτό εἶναι φοβερό πράγμα ἡ
κόλαση. Φοβερότατο! Καί θά πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά πάρει τά μέτρα του νά
ἐλευθερωθεῖ ἀπό τά πάθη του, ἀπό τίς ἐξαρτήσεις του.

Αὐτό πού λέει πολύ ὄμορφα, ἡ ἁμαρτία χτίζει τό σπίτι τοῦ διαβόλου μέσα μας. Αὐτό
εἶναι ἀκριβῶς. Τό σπίτι τοῦ διαβόλου, στό ὁποῖο θά κατοικήσεις μετά! Αὐτό τό σπίτι
τό χτίζουμε κάθε στιγμή μέ τίς ἀρετές ἤ μέ τίς ἁμαρτίες. Καί εἶναι ἀναλόγως, τό σπίτι
πού θά βασιλεύει ὁ Χριστός, ἤ τό σπίτι πού θά εἶναι ὁ διάβολος.

Ἐρ. : ..................
Ἀπ. : Παντοῦ, βέβαια. Μά δέν ὑπάρχει τίποτα ἄλλο. Ὅλα τά ἄλλα εἶναι κτίσματα. Ὁ
πανταχοῦ παρών καί τά πάντα πληρῶν. Ὄχι θά εἶναι. Εἶναι. Καί τώρα εἶναι, ἁπλῶς
τώρα δέν ἔχουμε μάτια καθαρά γιά νά Τόν βλέπουμε. Πανταχοῦ παρών καί τά πάντα
πληρῶν!

Ἐρ. : Γιά τόν πονηρό ὅμως τί θά εἶναι ἡ κόλαση; Γιά μᾶς εἶναι τά πάθη μας. Θά
χαίρεται πού θά βλέπει ἐμᾶς νά βασανιζόμαστε;

Ἀπ. : Ἡ κόλαση, πού λέει ὁ Κύριος, ἔχει ἑτοιμαστεῖ γιά τόν διάβολο. Καί ὁ διάβολος
βασανίζεται. Καί βασανίζεται καί θά βασανίζεται κι αὐτός μέ τή δόξα τοῦ Θεοῦ.
Γιατί κατεξοχήν αὐτός δέν ἀγάπησε καί δέν ἀγαπάει τόν Θεό. Καί ἡ θέα τοῦ Θεοῦ
καί ἡ καλοσύνη τοῦ Θεοῦ εἶναι γι’ αὐτόν φωτιά. Κολάζεται ὁ διάβολος, καίγεται.
Ἐδῶ βλέπετε καίγεται ἀπό τούς Ἁγίους! Πόσο μᾶλλον ἀπό τή θέα τοῦ Χριστοῦ! Καί
θά ἀναγκαστεῖ καί ὁ διάβολος νά προσκυνήσει τόν Χριστό. Ὅλοι θά προσκυνήσουν,
«καί τά ἐπουράνια καί τά ἐπίγεια καί τά καταχθόνια»[36], λέει. Ὅλοι θά
ἀναγκαστοῦν. Καί οἱ δαίμονες δηλαδή θά προσκυνήσουν τόν Χριστό. Γιατί καί οἱ
δαίμονες κτίσματα εἶναι, ἀλλά ἐπειδή μισοῦν τόν Χριστό, δέν θέλουν τόν Χριστό,
δέν θά δεχθοῦν τόν Χριστό ὡς φῶς, ἀλλά ὡς φωτιά. Κατεξοχήν οἱ δαίμονες... καί θά
βασανίζονται αἰώνια ἀπό αὐτό τό πῦρ τῆς κολάσεως.

Ἐρ. : Ἕνας ἄνθρωπος πού κινεῖται ὑπερβολικά μέ τόν ἐγωισμό, αὐτόν τόν ἄνθρωπο
πῶς μποροῦμε νά τόν ἀντιμετωπίσουμε; Δηλαδή ξέρουμε ὅτι αὐτό πού κάνει εἶναι
λάθος καί πρέπει ἐμεῖς νά ὑποκύπτουμε στό θέλημά του. Πρέπει πάντα νά λέμε ναί,

50
γιά νά μήν ὑπάρχει φασαρία, νά μήν ὑπάρχει ἀντιπαράθεση. Τί μποροῦμε νά κάνουμε
σ’ αὐτή τήν περίπτωση;

Ἀπ. : Προφανῶς ἔχετε κάτι συγκεκριμένο ὑπόψη σας. Τό ἄριστο εἶναι νά ἔχουμε τόν
πνευματικό μας ὁ καθένας. Αὐτό πρέπει, καί νά τόν συμβουλευτοῦμε. Γιατί κάθε
περίπτωση θέλει μία εἰδική ἀντιμετώπιση. Τί εἶναι αὐτός; Εἶναι συγγενής σου; Εἶναι
πατέρας σου; Εἶναι μάνα σου; Τί εἶναι; Μπορεῖς νά τόν ἀποφύγεις; Εἶναι πολλές οἱ
περιπτώσεις. Μέ τή βοήθεια τοῦ πνευματικοῦ, θά πάρεις τήν καθοδήγηση.

Γενικῶς, ὑπάρχει ἡ καθοδήγηση τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, πού εἶναι τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος, πού μᾶς λέει, μέ ἀνθρώπους πού δέν εἶναι ἐνάρετοι, τούς ἀποφεύγουμε.
Καί ὁ ἐγωιστής φυσικά δέν εἶναι ἐνάρετος. Τόν ἀποφεύγουμε. Τόν ἀποφεύγουμε
τελείως. Ὅσο γίνεται περισσότερο δηλαδή.

Ἐρ. : Ὅταν εἶναι ὁ προϊστάμενός της τί κάνεις; Λές πάντα ναί, γιά νά μή θυμώνει ὁ
προϊστάμενός της καί δημιουργεῖ πρόβλημα σέ ὅλους;

Ἀπ. : Σᾶς λέω, ἔχετε μία συγκεκριμένη περίπτωση. Θά πεῖτε μέ τόν πνευματικό ὅλες
τίς παραμέτρους καί θά πάρετε τή σωστή καθοδήγηση.

Γενικῶς ἐμεῖς δέν πρέπει νά ἁμαρτήσουμε. Δέν λέμε σέ ὅλα ναί. Στήν ἁμαρτία ποτέ
δέν λέμε ναί. Ἀκόμα κι ἄν χάσουμε τήν ἐργασία μας. Ποτέ δέν λέμε ναί στήν
ἁμαρτία, ὅ,τι κι ἄν κοστίσει. Εἶναι αὐτό πού εἴπαμε, μή δίνεις τόπο στόν διάβολο.
Ἅπαξ καί λές ναί σέ ὅλα, ἁμαρτάνεις. Μά θά γίνω ἀντιπαθής. Θά γίνεις. Μά θά χάσω
τήν ἐργασία μου. Νά τή χάσεις. Μά θά χάσω τή ζωή μου. Νά τή χάσεις. Προκειμένου
νά ἁμαρτήσεις; Νά χάσεις τή ζωή σου, μάλιστα. Θά πεῖς, τί λές πάτερ; Ναί, αὐτό.
Αὐτό λέω, γιατί αὐτό ξέρουμε ἀπό τό Εὐαγγέλιο καί τήν Ἁγία Γραφή.

Τά τρία παιδιά στή Βαβυλῶνα γιατί ρίχτηκαν στό καμίνι θυμάστε; Γιατί δέν
προσκύνησαν τήν χρυσή εἰκόνα τοῦ Θεοῦ τοῦ εἰδωλολατρικοῦ, τῆς Βαβυλῶνας.
Ἁμαρτία. Θά πεῖς, τώρα.. σιγά τό πράγμα.. νά κάνουν μιά τούμπα μπροστά στή
χρυσή εἰκόνα τόσο κακό ἤτανε; Καί ἔπρεπε νά ἀφήσουν τόν βασιλιά νά τούς ρίξει
στό καμίνι; Πολύ κακό, κάκιστο! Ἄρνηση τοῦ Χριστοῦ εἶναι αὐτό.

Νά πῶ ἕνα ψέμα, μοῦ τό λέει ὁ προϊστάμενος. Ὄχι, δέν θά τό πῶ. Μέ συγχωρεῖτε,


δέν θά τό πῶ. Σέ ἀπολύω. Ἀπόλυσέ με. Ψέμα δέν λέω. Καταλάβατε; Δέν θά κάνουμε
ποτέ ἁμαρτία, αὐτό εἶναι μιά βασική ὁδηγία. Πρῶτον.

Δεύτερον, δέν θά ἔχουμε συναναστροφές, λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες καί ἡ Ἁγία Γραφή τό
λέει, μέ ἀνθρώπους πού εἶναι μακριά ἀπό τόν Θεό. Τί σημαίνει συναναστροφές; Δέν
θά τόν πάρεις στό σπίτι σου, νά τοῦ κάνεις τό τραπέζι. Δέν θά τόν πάρεις δίπλα σου
νά τοῦ πεῖς τά μυστικά σου. Τά ἀπολύτως ἀναγκαῖα γιά λόγους ἐργασιακούς κ.λ.π.
ναί. Πέραν τούτου, οὐδέν. Τά ἀπολύτως τυπικά, ὅπως λέμε ἔτσι στήν

51
καθομιλουμένη. Τίποτα ἄλλο. Καί φυσικά προσευχή, ταπείνωση, ἀλλά ὁπωσδήποτε
ὄχι ἁμαρτία. Τό ξανατονίζω αὐτό. Ὁπότε μετά ὁ Θεός σέ φυλάει. «Φυλάσσει τά
νήπια ὁ Κύριος»[37]. Τά νήπια δέν εἶναι μόνο τά παιδάκια τά μικρά, πού τά φυλάει
φυσικά, ἀλλά καί αὐτούς πού εἶναι ἄκακοι. Γιατί, ἄν κι ἐσύ κάνεις λογισμούς γιά τόν
προϊστάμενό σου καί ἔχεις κακία καί ἔχεις μίσος καί ἔχεις ἔχθρα, μετά φυσικά ἔχει
μπεῖ καί σέ σένα ὁ διάβολος. Ἔχει μπεῖ καί σ’ αὐτόν καί σᾶς κάνει μαλλιά κουβάρια,
ὅπως τό λέμε λαϊκά. Καταλάβατε;

Ἐρ. : Εὐλογεῖτε, Γέροντα. Πολλές φορές προσβάλλεται κανείς ἀπό ἄτοπους


λογισμούς. Μήπως εἶναι συνέπεια κάποιας κρυφῆς ὑπερηφάνειας; Ἤ ὅταν σκέπτεται
κανείς, μετά μπαίνουν καί λογισμοί, μαζί μέ τίς σκέψεις, γίνεται ἕνα συνονθύλευμα.
Καί δέν ξέρουμε ἄν εἶναι ἀπό μᾶς ἤ ὄχι.. εἶναι κάτι πού δέν μᾶς ἀρέσει.

Ἀπ. : Προφανῶς ἔχουμε δώσει κάποια δικαιώματα, γιά νά μᾶς βάζει λογισμούς ὁ
διάβολος καί ἴσως λίγο πέσαμε στή ραθυμία, στήν ἀμέλεια. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος εἶναι
γεμάτος φωτιά, θεϊκή φωτιά, γεμάτος μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, δέν πλησιάζει ὁ
διάβολος. Γιά νά μᾶς πλησιάσει καί νά καταφέρει νά μᾶς ρίξει λογισμούς, σημαίνει
ὅτι λίγο ἔχουμε ραθυμήσει, ὅπως καί ἡ Εὔα. Τήν πλησίασε τό φίδι, πότε; Ὅταν δέν
ἦταν μέ τόν Ἀδάμ. Κάπου ἦταν μόνη της, κάπου εἶχε ξεστρατήσει λίγο καί βρῆκε
εὐκαιρία τό φίδι καί τῆς ἔπιασε κουβέντα.

Πρῶτα ἦταν δίπλα της, συνύπαρξη, ὅπως εἴπαμε, τό πρῶτο στάδιο καί μετά
διάλογος. Γιατί νά συνυπάρξουμε; Δέν θέλω νά συνυπάρξω καθόλου. Καί πῶς θά
γίνει νά μήν συνυπάρχουμε μέ τόν διάβολο καί μέ τούς λογισμούς πού εἴπατε; Ὅταν
ὑπάρχουμε συνέχεια μέ τόν Χριστό. Μά, θά πεῖς, γίνεται νά εἶμαι κάθε στιγμή μέ τόν
Χριστό; Βέβαια γίνεται. Αὐτό εἶπε ὁ Χριστός, «ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε»[38],
ἀδιαλείπτως μελετᾶτε τόν λόγο Μου. Δέν μπορεῖς νά διαβάζεις, ἄκουσε μιά ὁμιλία.
Δέν μπορεῖς ν’ ἀκούσεις ὁμιλία, θυμήσου τί ἄκουσες στήν ὁμιλία πού εἴπαμε
σήμερα. Τί εἴπαμε σήμερα στό κήρυγμα; Ἅμα σᾶς ρωτήσω, δέν ξέρω ἄν θά θυμάστε
τί εἴπαμε. Τά ἀκοῦμε καί τά ξεχνᾶμε. Μά δέν τά λέμε γιά νά τά ἀκούσουμε μόνο. Τά
ἀκοῦμε γιά νά τά ἔχουμε μέσα μας βαθιά καί νά τά ἐφαρμόσουμε. Γι’ αὐτό τά λέμε.

Ἄν λοιπόν εἶσαι ἔτσι καί συνέχεια ἡ μνήμη σου, ἡ καρδιά σου, ἡ θέλησή σου, ὅλα
εἶναι στόν Χριστό, δέν πλησιάζει. Κι ἄν τολμήσει καί πλησιάσει, ἀμέσως τό
καταλαβαίνεις καί τό πετᾶς ἀμέσως. Ὁπότε φταῖμε κι ἐμεῖς λίγο. Ὑπάρχει καί λίγη
ὑπερηφάνεια, ὅπως τό εἴπατε. Εἶναι αὐτό τό εὔκρατο κλίμα τῆς ἁμαρτίας. Καί ἀπό
ποῦ ξεκινάει ἡ ὑπερηφάνεια; Ἀπό τήν ἰδέα ὅτι εἴμαστε κάποιοι καί δέν χρειαζόμαστε
τή βοήθεια κανενός. Μποροῦμε μόνοι μας νά ὑπάρξουμε... Ἐνῶ ὁ Χριστός εἶπε
«χωρίς Ἐμένα δέν μπορεῖτε νά κάνετε τίποτε καλό»[39]. Φεύγει ἡ ταπείνωση, ὁπότε
χάνεται καί ἡ προσευχή. Γιατί ἕνας πού εἶναι ταπεινός καί καταλαβαίνει ὅτι ἔχει
ἀνάγκη τοῦ Θεοῦ, συνέχεια λέει, Θεέ μου, βοήθησέ με, ἐλέησέ με. Βοήθησέ με..
κάθε στιγμή τό λέει. Ἐνῶ, ὅταν χάσει τήν ταπείνωση καί ἔρχεται ἡ ὑπερηφάνεια, ἡ
αὐτοπεποίθηση, μετά ἔρχεται καί ὁ πονηρός. Καί σοῦ λέει, νά ἦρθα.. ἐδῶ εἶμαι..

52
ἀφοῦ νομίζεις μόνος σου, θά πάρεις κι ἐμένα παρέα.. κι ἀρχίζει νά σοῦ λέει τά δικά
του. Ἐντάξει;

Ἐρ. : Εὐλογεῖτε. Γιά τούς λογισμούς, πού εἴπατε προσβάλλουν τόν ἄνθρωπο στό
τέλος τῆς ζωῆς του, τῆς ἀθεΐας, τῆς ..

Ἀπ. : Ἀκοῦστε τήν χθεσινή ὁμιλία καί θά τό καταλάβετε. Κάναμε μία ὁμιλία ἐχθές
στήν Κατερίνη γιά αὐτούς τούς τέσσερις λογισμούς, τίς τέσσερις αὐτές ἐπιθέσεις.
Τούς τέσσερις πειρασμούς γιά τήν ἀκρίβεια. Ἀκοῦστε καί θά καταλάβετε.

Ἐρ. : Ἤθελα νά ρωτήσω, ἄν προσβάλλουν ὅλους τούς ἀνθρώπους ἀνεξαιρέτως.


Ἀπ. : Ὅλους, ὅλους.

Ἐρ. : Δηλαδή ἀνεξάρτητα ἄν δώσανε δικαιώματα στή διάρκεια τῆς ζωῆς τους.
Ἀπ. : Ναί. Ἀφοῦ τόλμησε νά πάει καί στόν ἴδιο τόν Κύριο ὁ διάβολος καί εἶπε ὁ
Κύριος «ἔρχεται ὁ ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου, καί ἐν ἐμοί εὑρήσει οὐδέν»[40]. Δέν
θά βρεῖ σέ Μένα τίποτα.

Ἐρ. : Δηλαδή, μπορεῖ κάποιος νά ἦταν πιστός καί νά προσβληθεῖ στό τέλος..
Ἀπ. : Ναί σέ ὅλους ἔρχεται, σέ ὅλους.

Ἐρ. : Καί ἀνάλογα μέ τό τί πνευματικό ὀχυρό ἔχει χτίσει ὁ καθένας μας, μπορεῖ νά
τούς ἀντιμετωπίσει ἤ ὄχι;

Ἀπ. : Φυσικά, βέβαια. Πῶς ἐργάστηκε σ’ ὅλη του τή ζωή, αὐτό εἶναι τό καθοριστικό
σημεῖο. Ἄν ἔχεις μάθει νά πολεμᾶς τόν διάβολο σ’ ὅλη σου τή ζωή, πολύ εὔκολα θά
τόν νικήσεις. Θά τόν καταλάβεις ἀμέσως ὅτι αὐτός εἶναι καί θά τόν συντρίψεις μέ τή
μία. Ἐνῶ ὁ ἄλλος, πού εἶναι ἄπειρος, ἀρχίζει καί παλεύει καί μπορεῖ νά φτάσει καί νά
συγκατατεθεῖ κιόλας. Γιατί ξέρει ὁ διάβολος ὅτι εἶναι ἡ τελευταία του εὐκαιρία καί
σοῦ λέει τώρα πού εἶναι στά τελευταῖα του νά τόν πιάσω, νά τόν κολάσω. Νά τόν
βάλω νά κάνει αὐτή τήν ἁμαρτία, εἴτε τήν ἀπιστία εἴτε τήν ἀπελπισία κ.λ.π. γιά νά
τόν κολάσω. Γι’ αὐτό, ἡ πιό σφοδρή ἐπίθεση εἶναι αὐτή τῆς τελευταίας στιγμῆς τῆς
ζωῆς μας. Καί ὅλη μας ἡ ζωή οὐσιαστικά, νά ξέρετε, εἶναι μία προετοιμασία γι’
αὐτήν τήν ὥρα. Δίνουμε ἐξετάσεις ἐκείνη τήν ὥρα. Πῶς ὁ ἀθλητής πάει στούς
ἀγῶνες; Πόση προετοιμασία κάνει; Μῆνες, χρόνια.. γιά νά πάει στόν τελικό ἀγῶνα.
Ἔτσι εἶναι καί ἡ ζωή μας ὅλη, μιά προετοιμασία γι’ αὐτή τήν ὥρα.

Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης


https://hristospanagia3.blogspot.com

53
Ἡ γυναίκα τοῦ Λώτ
Στήν Ἐκκλησία εἴμαστε «ἀλλήλων μέλη»[1], ὁ ἕνας κομμάτι τοῦ ἄλλου καί
ὠφελοῦμε ὁ ἕνας τόν ἄλλον, ὅταν σκύβουμε καί μελετοῦμε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί
ἀγωνιζόμαστε βέβαια καί νά τόν ἐφαρμόσουμε. Τό θέμα μας σήμερα εἶναι λίγο ἴσως
παράδοξο.. ὁ τίτλος τοῦ θέματος: «Ἡ γυναίκα τοῦ Λώτ».

-Τόσο πολύ σημαντικό πρόσωπο εἶναι;


Δέν ξέρουμε κἄν τό ὄνομά της. Ὅμως ὁ Κύριος, στό κατά Λουκᾶν Εὐαγγέλιο, στό
17οΚεφάλαιο, στόν 32ο στίχο, μᾶς δίνει μία ἐντολή «μνημονεύετε τῆς γυναικός
Λώτ»[2]. Ἴσως κάποιοι δέν τό ἔχουμε προσέξει. Δηλαδή, νά θυμᾶστε τή γυναίκα τοῦ
Λώτ, ἡ ὁποία, ἐπειδή γύρισε πίσω γιά νά δεῖ τί γινότανε στά Σόδομα, μεταβλήθηκε
σέ στήλη ἅλατος. Ἀξίζει νά δοῦμε σέ ποία συνάφεια εἶπε ὁ Κύριος αὐτή τήν ἐντολή.
Μιλοῦσε γιά τά ἔσχατα, γιά τή Δευτέρα Του Παρουσία, ὅταν θά ξαναέρθει. Καί
ἔλεγε: «καθώς ἐγένετο ἐν ταῖς ἡμέραις Νῶε οὕτως ἔσται καί ἐν ταῖς ἡμέραις τοῦ υἱοῦ
τοῦ ἀνθρώπου»[3]. Εἶναι στό ἴδιο κεφάλαιο στόν 26 ο στίχο. Ὅπως γινότανε, λέει,
στίς ἡμέρες τοῦ Νῶε, ἔτσι θά συμβεῖ καί στίς ἡμέρες τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ υἱός
τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος εἶναι τέλειος Θεός καί τέλειος
ἄνθρωπος καί ἔτσι ἀπό πολύ μεγάλη ταπεινοφροσύνη, τήν ἄπειρη ταπεινοφροσύνη
πού ἔχει ὁ Κύριος, ὀνομάζει τόν ἑαυτό Του υἱό τοῦ ἀνθρώπου.

-Τί συνέβαινε τότε;


Λέει στόν ἑπόμενο στίχο «ἤσθιον, ἔπινον, ἐγάμουν, ἐξεγαμίζοντο»[4]. Δηλαδή,
ἔτρωγαν, ἔπιναν, παντρευόντουσαν, πάντρευαν τά παιδιά τους ξέγνοιαστοι, «ἄχρι ἧς
ἡμέρας εἰσῆλθε ὁ Νῶε εἰς τήν κιβωτόν καί ἦλθεν ὁ κατακλυσμός καί ἀπώλεσεν
ἅπαντα»[5], μέχρι τή στιγμή, τήν ἡμέρα, πού μπῆκε ὁ Νῶε στήν κιβωτό, ἔπειτα ἀπό
μία προειδοποίηση τουλάχιστον ἑκατό ἐτῶν πού εἶχε κάνει ὁ Θεός στούς ἀνθρώπους
τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Μετανοεῖστε ἐπίκειται κατακλυσμός. Καί ἦταν προτροπή καί
ἀπό τά λόγια, καί μέσω λόγων, καί μέσω ἔργων. Ὁ Νῶε κατασκεύαζε τήν κιβωτό 100
χρόνια.

-Καί τί κάνανε οἱ ἄνθρωποι τότε;


Τόν κορόιδευαν. Τρελάθηκε ὁ Νῶε!.. νά φτιάχνει πάνω στό βουνό ἕνα καράβι καί νά
μᾶς λέει ὅτι θά καταστραφοῦν τά πάντα καί θά πνιγοῦμε… Σάλεψε!

Τήν ἡμέρα πού μπῆκε ὁ Νῶε στήν κιβωτό, ἦρθε ὁ κατακλυσμός καί ἀπώλεσεν
ἅπαντας. Δηλαδή; Ξαφνικά! Γιατί ξαφνικά; Ἀφοῦ τούς εἶχε προειδοποιήσει 100 καί
πλέον χρόνια. Γιατί δέν ἔδιναν σημασία στίς προειδοποιήσεις. Αὐτό ἔχει σημασία καί
γιά μᾶς. Γιατί τά ἔσχατα εἶναι τώρα. Ἡ περίοδος τῶν ἐσχάτων δέν εἶναι οἱ τελευταῖες
μέρες καί ὧρες πού θά ἔρθει ὁ Ἀντίχριστος κ.λ.π. καί μετά θά ἔρθει ὁ Κύριος. Ὁ
Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος γράφει στήν Α΄ καθολική ἐπιστολή «παιδία, ἐσχάτη ὥρα

54
ἐστί»[6]. Παιδιά μου, εἶναι τώρα τελευταία ὥρα. Καί πότε τό λέει; Τόν πρῶτο αἰῶνα,
πρίν 2000 χρόνια. Τά ἔσχατα εἶναι ἀπό τή στιγμή πού ἐμφανίστηκε ὁ Χριστός μας
στή γῆ, ἡ πρώτη Του παρουσία, μέχρι πού θά ξαναέρθει, τή δευτέρα Του παρουσία.
Ὅλη αὐτή ἡ περίοδος λέγεται ἔσχατα. Ἄρα ὁ Κύριος μιλάει καί γιά μᾶς. Γι’ αὐτό ἔχει
σημασία νά προσέξουμε πολύ αὐτή τήν ἐντολή «μνημονεύετε τῆς γυναικός Λώτ»[7].
Τί σημαίνει αὐτό τό πράγμα; Πρέπει νά θυμόμαστε συνέχεια τή γυναίκα τοῦ Λώτ.

-Δηλαδή τί νά θυμόμαστε;
Λέει ἕνας ἑρμηνευτής, ὁ Ζιγαβηνός, νά θυμόμαστε τό πάθημά της, αὐτό πού ἔπαθε.

-Γιατί ἡ γυναίκα τοῦ Λώτ τί ἔπαθε;


Ἔκανε ὑπακοή. Βγῆκε ἀπό τά Σόδομα. Ἤ πιό σωστά, τήν ἅρπαξαν, τήν πῆραν ἀπό
τό χέρι μαζί μέ τόν Λώτ οἱ δύο Ἄγγελοι καί τούς τράβηξαν ἔξω ἀπό τήν πόλη. Ἀλλά
ἔκανε μισή ὑπακοή. Δέν τήρησε τόν πρῶτο ἀπό τούς τρεῖς ὅρους πού εἶχε βάλει ὁ
Θεός στόν Λώτ γιά νά σωθεῖ. Ὁ Λώτ παρακινήθηκε ἀπό τούς δύο Ἀγγέλους νά βγεῖ
γιά νά σωθεῖ, γιατί ἡ πόλις θά καταστραφεῖ. Καί ὁ Θεός τοῦ ἔβαλε τρεῖς ὅρους. Τοῦ
εἶπε, πρῶτον, δέν θά γυρίσετε πίσω νά δεῖτε τί γίνεται. Δεύτερον, δέν θά μείνετε στά
περίχωρα τῶν Σοδόμων καί τῶν Γομόρρων καί τῶν ἄλλων πόλεων. Ἦταν πέντε
πόλεις πού καταστράφηκαν. Καί τρίτος ὅρος γιά νά σωθεῖτε, θά πᾶτε στό ὄρος, στό
βουνό. Ἐκεῖ θά σωθεῖτε. Καί «ὄρος» εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὅπως θά δοῦμε στήν
ἑρμηνεία.

Ἀλλά γυρίζουμε στό κείμενο τοῦ Εὐαγγελίου. Στίς μέρες τοῦ Νῶε ἦρθε ξαφνικά ὁ
χαμός. «Ὁμοίως ἐγένετο καί ἐν ταῖς ἡμέραις Λώτ». Ὁ Κύριος τό λέει, προσέξτε.
«Ἤσθιον, ἔπινον, ἠγόραζον, ἐπώλουν, ἐφύτευον, ᾠκοδόμουν»[8]. Ἔτρωγαν, ἔπιναν,
ἀγόραζαν, πουλοῦσαν, φύτευαν, ἔχτιζαν. Ὅ,τι γίνεται καί τώρα. «ᾟ δέ ἡμέρᾳ ἐξῆλθε
Λώτ ἀπό Σοδόμων», τήν ἡμέρα πού βγῆκε ὁ Λώτ ἀπό τά Σόδομα, «ἔβρεξε πῦρ καί
θεῖον ἀπ᾿ οὐρανοῦ καί ἀπώλεσεν ἅπαντας»[9]. Ἔβρεξε φωτιά καί θειάφι ἀπό τόν
οὐρανό καί τούς κατέστρεψε ὅλους.

Οἱ ἐπιστήμονες μιλᾶνε γιά κάποια ἔκρηξη ἡφαιστείου, πού ἔγινε ἐκείνη τήν ἐποχή
καί γιά ἕναν σεισμό, ὁ ὁποῖος προκάλεσε μία καταβύθιση τῆς περιοχῆς. Βυθίστηκε
ὅλη ἡ περιοχή. Δίπλα ὑπῆρχε μία λίμνη καί τά νερά τῆς λίμνης κάλυψαν τή
βυθισμένη αὐτή περιοχή καί ἔτσι σήμερα ἡ περιοχή αὐτή ὑπάρχει, γνωρίζουμε ποῦ
εἶναι. Εἶναι στή Νεκρά Θάλασσα. Ἡ Νεκρά Θάλασσα ἔχει ἕνα πρῶτο κομμάτι, ὅπως
κατεβαίνουμε ἀπό Ἱεροσόλυμα γιά τό Σινά περνᾶμε τό πρῶτο κομμάτι, πού εἶναι
πάρα πολύ βαθύ. Αὐτό εἶναι μία λίμνη, πού εἶχε δημιουργηθεῖ πολύ πιό παλιά λένε οἱ
γεωλόγοι καί ἔχει βάθος 400 μέτρα. Καί μετά ὑπάρχει αὐτό τό δεύτερο τμῆμα πού
εἶναι πολύ ἀβαθές, πού εἶναι ἐκεῖ πού ἦταν αὐτές οἱ πέντε πόλεις, τά Σόδομα καί τά
Γόμορρα. Γι’ αὐτό μιλᾶνε οἱ ἐπιστήμονες γιά μία καταβύθιση, σεισμό καί ἔκρηξη
ἡφαιστείου. Ἀκριβῶς ἔδινε αὐτή τήν εἰκόνα τῆς φωτιᾶς, ἡ ὁποία ἔρχεται ἀπό τόν
οὐρανό. Γιατί τό ἡφαίστειο βγάζει εὔφλεκτα ὑλικά, τά ὁποῖα ἐπίσης ἀναφλέγονταν
καί δινόταν αὐτή ἀκριβῶς ἡ ἐντύπωση. Καί μέχρι σήμερα, ἄν περάσει κανείς ἀπό τήν

55
περιοχή αὐτή, θά δεῖ ὅτι ὑπάρχει μία ἀπόλυτη νεκρότητα. Ἐξ οὗ καί Νεκρά
Θάλασσα. Ἀκόμα τή λένε καί Θάλασσα τοῦ Λώτ. Ἀκόμα τή λένε καί Ἀσφαλτίτιδα
Λίμνη, γιατί εἶναι γεμάτη μέ ὀρυκτά ἅλατα καί ἔχει τόσο μεγάλη πυκνότητα τό ἁλάτι,
περίπου 23%, ἐνῶ ἡ θάλασσα ἔχει 2-3. Ὅποιος καί νά μπεῖ ἐκεῖ μέσα εἶναι ἀδύνατο
νά βουλιάξει. Ἔχει πάρα πολύ μεγάλη ἄνωση. Πάνω ἀπό τή λίμνη ποτέ δέν ἔχουνε
δεῖ νά πετᾶνε πουλιά καί γύρω καί μέσα ὑπάρχει ἡ ἀπόλυτη νέκρωση. Δέν ζεῖ τίποτε
σ’ αὐτό τό περιβάλλον.

Καί αὐτό ὅλο τό ἄφησε ὁ Θεός ὡς ἕνα σημεῖο γιά μᾶς, τούς ἀνθρώπους τῶν ἐσχάτων,
γιά νά θυμόμασστε τί φοβερό πράγμα εἶναι ἡ ἁμαρτία καί μάλιστα ὁ σοδομισμός. Θά
πεῖτε, σήμερα ἔχουμε γεμίσει σοδομίτες.. Καί ἡ Εὐρώπη ἔχει γεμίσει καί ἐμεῖς τούς
χειροκροτοῦμε κάποιοι.. φτιάξαμε καί νόμους, τούς κατοχυρώνουμε.. πλησιάζει τό
πράγμα καί στήν ἐκκλησία, ἀρχίζουν νά μιλᾶνε καί οἱ ἐκκλησιαστικοί γι’ αὐτούς μέ
καλά λόγια…

-Γιατί σήμερα δέν τούς καίει ὁ Θεός;


Δέν χρειάζεται. Ὁ Θεός στήν ἀρχή κάθε ἁμαρτίας τιμωρεῖ παραδειγματικά τήν
ἁμαρτία. Δέν τό ξανακάνει. Γιατί ἔχουμε ἤδη τό πρότυπο. Τό ξέρουμε τί θά γίνει καί
τί σημαίνει σοδομισμός.

Ἔβρεξε λοιπόν πῦρ καί θεῖο καί ἀπώλεσεν ἅπαντας. Πάλι ξαφνικά. Γιατί ξαφνικά;
Τό περιστατικό εἶναι πολύ δραματικό, πολύ συγκλονιστικό. Θά θυμάστε τήν
ἐπίσκεψη τῶν τριῶν Ἀγγέλων, φυσικά εἶναι ἡ Ἁγία Τριάδα, γιά κάποιους
ἑρμηνευτές, τό πιό πιθανό.. κάποιοι ἄλλοι λένε ὅτι ἤτανε ὁ ἄσαρκος Λόγος μέ δύο
Ἀγγέλους. Πάντως ἐμεῖς εἰκονίζουμε τήν Ἁγία Τριάδα στήν ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας
μέ τή φιλοξενία τοῦ Ἀβραάμ. Ὁ Ἀβραάμ καί οἱ τρεῖς Ἄγγελοι.

Παίρνει τό μήνυμα ὁ Ἀβραάμ ὅτι θά καταστραφοῦν τά Σόδομα καί τά Γόμορρα,


κάνει ἐκεῖνο τά παζάρι, θά θυμᾶστε, μέ τόν Θεό.. Ἄν ὑπάρχουν πενήντα, σαράντα
πέντε, σαράντα, τριάντα, εἴκοσι, δέκα δίκαιοι Κύριε, θά καταστρέψεις; Ὄχι! Δέν
ὑπῆρχαν οὔτε δέκα! Ἦταν μόνο ὁ Λώτ καί ἡ οἰκογένειά του. Ἀλλά οὐσιαστικά, ἀπ’
ὅ,τι ἀποδείχτηκε, μόνο ὁ Λώτ ἦταν. Οἱ ἄλλοι ἦταν σέ ἀκόμα χαμηλότερο πνευματικό
ἐπίπεδο.

Τί γίνεται λοιπόν; Πηγαίνουνε οἱ δύο Ἄγγελοι στά Σόδομα καί τά Γόμορρα. Τούς
βλέπουνε οἱ Σοδομίτες καί ὁ Λώτ φυσικά τούς παίρνει νά τούς φιλοξενήσει καί τό
βράδυ ἀπό τόν οἶστρο πού εἶχαν, ἀπό αὐτό τό πάθος τό ἔντονο πού εἶχαν, λέει τό ἱερό
κείμενο, ἀπό μικροῦ ἕως μεγάλου, πᾶνε ἔξω ἀπό τό σπίτι τοῦ Λώτ καί ἀπαιτοῦν,
παρακαλῶ τί; Νά τούς παραδώσει τούς δύο ξένους. Γιατί; Γιά νά ἀσελγήσουν μαζί
τους. Κάνουν μιά διαδήλωση ἔξω ἀπό τό σπίτι τοῦ Λώτ. Καί ὁ Λώτ ὁ καημένος, τί νά
κάνει, μέσα στήν ἀπελπισία του, γιατί ἤτανε καί ἱερό πράγμα ἡ φιλοξενία, τούς λέει,
ἔχω δύο θυγατέρες πού δέν τίς ἔχει πειράξει ἄντρας, νά σᾶς τίς δώσω. Ἀφῆστε τούς
ξένους.. καί ὅρμισαν ἐπάνω του μέ ἄγριες διαθέσεις, νά μπουκάρουν μέσα στό σπίτι,

56
νά τόν χτυπήσουν κ.λ.π. Καί τί γίνεται; «Τούς πατάσσει ὁ Θεός», λέει, «μέ
ἀορασίᾳ»[10]. Δέν βλέπουν. Αὐτή ἡ ἀορασία πρέπει νά ἦταν μερική. Δηλαδή
ἔβλεπαν ὅλα, ἀλλά δέν ἔβλεπαν τήν πόρτα γιά νά μποῦνε μέσα στό σπίτι. Καί παρόλα
αὐτά ὁρμοῦνε ψηλαφητά νά βροῦνε τήν πόρτα. Τόσο ἀναίσχυντοι ἦσαν!

Καί τότε τί κάνανε οἱ Ἄγγελοι; Ὁ Θεός δηλαδή; Τούς δίνει καί παραλυσία.
Παραλύουνε. Δέν μποροῦνε νά κουνηθοῦνε, ὁπότε σταματάει ἡ ἐπίθεση καί οἱ δύο
Ἄγγελοι τραβᾶνε τόν Λώτ μέσα στό σπίτι. Καί μετά τοῦ λένε, τελείωσε, τά Σόδομα
θά καταστραφοῦν. Τό διαπιστώσαμε καί μέ τά μάτια μας, θά λέγαμε. Ὁ Θεός τό
ἤξερε, ἀλλά εἶπε, θά κατέβω νά δῶ τί γίνεται σ’ αὐτές τίς πόλεις.

-Αὐτή ἡ βοή πού ἀνεβαίνει εἶναι ἀλήθεια; Γίνονται τέτοια πράγματα στή γῆ;..
Ἐπιβεβαιώθηκε τό πράγμα. Καί στή συνέχεια δίνει αὐτές τίς τρεῖς ἐντολές - ὅρους εἰς
τόν Λώτ ὁ Θεός. Γιά νά σωθεῖς, τοῦ λέει, θά φύγεις. Θά βγεῖς ἔξω ἀπ΄ τά Σόδομα καί
τά Γόμορρα. Ἀλλά δέν εἶναι ἀρκετό νά βγεῖς ἔξω! Πρῶτος ὅρος: δέν θά στραφεῖτε
πίσω, νά δεῖτε τί γίνεται στίς πόλεις αὐτές. Δεύτερον: δέν θά μείνετε στά περίχωρα
τῶν πόλεων. Καί τρίτον: θά πᾶτε στό ὄρος, γιά νά σωθεῖτε ἐκεῖ.

Ὅπως λοιπόν ἔγινε τότε ξαφνικά… καί γιατί ξαφνικά; Προσέξτε. Οἱ Ἄγγελοι λένε
στόν Λώτ, ἔχεις συγγενεῖς; Κοιτάξτε τί σπουδαῖο πράγμα εἶναι νά εἶναι ἕνας δίκαιος.
Ἐξαιτίας αὐτοῦ τοῦ δίκαιου σώζονται πολλοί. Φώναξε καί τούς συγγενεῖς σου νά
τούς πάρεις μαζί σου, νά σωθοῦν κι αὐτοί. Ὁ Λώτ εἶχε δύο γαμβρούς. Οἱ θυγατέρες
του ἦταν ἀρραβωνιασμένες μέ Σοδομίτες. Πᾶνε λοιπόν καί τούς δίνουν τό μήνυμα,
τά Σόδομα θά καταστραφοῦν, ἐλᾶτε νά φύγουμε. Τί κάνουν αὐτοί; «Ἔδοξε δέ
γελοιάζειν»[11]. Ἀστειεύεται ὁ Λώτ… τί εἶναι αὐτά πού λέει;… θά καταστραφοῦν;..
τί θά καταστραφοῦν;.. Ὅλα εἶναι νορμάλ, ὅλα εἶναι φυσιολογικά, τίποτα δέν θά γίνει.
Δέν κουνήθηκαν καθόλου. Ὁπότε ἔμειναν ἐκεῖ.

-Βλέπετε, ὅταν δέν ὑπάρχει πίστη στόν Θεό;


Νομίζει ὁ ἄπιστος, δέν πάει νά λέει τό Εὐαγγέλιο, οἱ παπάδες, οἱ ἀπόστολοι.. τίποτα
δέν θά γίνει.. ὅλα θά συνεχιστοῦν κανονικά. Ἡ ἱστορία ἐπαναλαμβάνεται. Κάνει
κύκλους… Εἶναι ἡ λεγόμενη κυκλική ἀντίληψη τῆς ἱστορίας καί θά συνεχίζεται ἐπ’
ἄπειρον ἔτσι ἡ κατάσταση.. ἔτσι νομίζουν. Ἀλλά ὁ Κύριος δέν εἶπε ἔτσι. Ὁ Κύριος
εἶπε ὅτι ἡ ἱστορία ἔχει τέλος καί ἡ πορεία τῆς ἱστορίας δέν εἶναι κυκλική, ἀλλά εἶναι
εὐθύγραμμη καί ἔχει τέλος. Κάποια στιγμή θά τελειώσουν ὅλα. Θά ἔρθει ὁ
Ἀντίχριστος καί μετά ἀμέσως ἡ Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου.

Ὁπότε φεύγει μόνο ὁ Λώτ, ἡ γυναίκα του, πού δέν μνημονεύεται τό ὄνομά της.
Προσέξτε κι αὐτό ἔχει σημασία.

-Γιατί δέν μνημονεύεται;


Γιατί χάθηκε, δέν σώθηκε. Ἀποδείχθηκε παρήκοος. Δέν ὑπήκουσε στήν ἐντολή τοῦ
Θεοῦ. Θυμάστε στή Θεία Λειτουργία τί λέμε; «Πάντων ὑμῶν μνησθείη Κύριος ὁ

57
Θεός». Ποιούς θυμᾶται ὁ Θεός; Αὐτούς πού παραμένουν πιστοί καί αὐτοί καί
μνημονεύονται. Γι’ αὐτό βλέπετε, στήν Ἁγία Πρόθεση δέν μνημονεύουμε τούς
ἄπιστους. Δέν μπορεῖ νά βγάλει ὁ ἱερέας μερίδα γιά ἕναν ὁ ὁποῖος εἶναι ἄθεος, εἶναι
δηλωμένος ἄθεος δηλαδή, γιά ἕνας πού εἶναι αἱρετικός, γιά ἕναν πού ἀναίσχυντα
καταπατᾶ τόν νόμο τοῦ Θεοῦ, πορνεύει, μοιχεύει κ.λ.π. καί τό δηλώνει καί δέν
ντρέπεται. Γιατί ἐκεῖ πάνω μνημονεύουμε αὐτούς πού μνημονεύει ὁ Θεός, αὐτούς
πού εἶναι ἀληθινά μέλη τῆς Ἐκκλησίας, πού εἶναι ζωντανά κύτταρα. Ὄχι αὐτούς πού
εἶναι ἄπιστοι, πού δέν μένουν δηλαδή πιστοί στόν γάμο τους μέ τόν Νυμφίο Χριστό.
Ἡ πίστις καί ἡ ἀπιστία εἶναι ὁρολογία τοῦ γάμου. Ἄν δέν μείνει πιστός ὁ σύζυγος
στή σύζυγο ἤ ἡ σύζυγος στόν σύζυγο, ὁ γάμος διαλύεται. Δέν ὑπάρχει γάμος
οὐσιαστικά. Ἔτσι καί ὁ Κύριος τήν ἴδια ὁρολογία χρησιμοποιεῖ γιά τόν πνευματικό
γάμο πού ἔχουμε κάνει ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί μέ τόν Νυμφίο μας, πού εἶναι
ὁ ἴδιος, ὁ Χριστός.

Ἔτσι λοιπόν, μόνο τέσσερις ἄνθρωποι, ὁ Λώτ, ἡ γυναίκα του καί οἱ δύο κόρες του,
μαζί μέ τούς Ἀγγέλους, φεύγουνε ἀπό τά Σόδομα καί τά Γόμορρα. Καί μάλιστα
ἐπειδή τά ’χουνε χάσει, λέει ἔτσι πολύ ὡραῖα ὁ π. Ἀθανάσιος ὁ Μυτιληναῖος -πολλά
ἀπό αὐτά πού σᾶς λέω εἶναι ἀπό αὐτόν- εἶναι ἡ ἀδράνεια τῆς σαστισμάρας. Ἐκείνη
τήν ὥρα τά χάνεις. Πῶς ὅταν γίνεται ἕνας σεισμός καί πέφτουνε τά πάντα γύρω σου;
Καί λές, τί νά κάνω; Ποῦ νά πάω; Δέν ξέρεις ποῦ νά πᾶς, καθηλώνεσαι. Ἔτσι καί
αὐτοί, τά χάσανε. Ὁπότε οἱ Ἄγγελοι τούς παίρνουνε ἀπ’ τό χέρι. Ἔρχεται καί ἡ
ἀνθρώπινη ἄς τό ποῦμε βοήθεια, συμπαράσταση τοῦ Θεοῦ. Πόσο στοργικός εἶναι ὁ
Θεός! Τούς παίρνουνε ἀπό τό χέρι καί τούς τραβᾶνε ἔξω ἀπό τά Σόδομα καί τά
Γόμορρα.

Καί τί γίνεται τότε; Ἡ γυναίκα τοῦ Λώτ γυρίζει πίσω. Καί τό σημαντικό εἶναι, γιατί
γύρισε πίσω; Γιατί ἤτανε προσκολλημένη στά ἐπίγεια. Ναί μέν τό σῶμα της τό
κουβαλοῦσε μαζί της, ἔφευγε άπ’ τά Σόδομα, ἡ καρδιά της ὅμως ἦταν στά Σόδομα.
Ἡ καρδιά της ἦταν στό σπίτι της, τήν περιουσία της, τά χρήματά της, τά χρυσαφικά
της, τά φορέματά της… δέν ξέρω τί ἄλλο εἶχε. Ὁπότε, ὅταν ἄρχισε ὁ χαλασμός, λέει,
γιά νά δῶ τό σπίτι μου.. τί γίνεται τό σπίτι μου;.. Δέν τήρησε τόν πρῶτο ὅρο καί ὁ
Θεός τήν ἔκανε στήλη ἅλατος. Ἀπολιθώθηκε, αὐτό σημαίνει στήλη ἅλατος. Δηλαδή
ἔγινε πέτρα, πέτρωσε.

Κοιτάξτε καί κάτι ἄλλο σημαντικό. Ὁ Λώτ βαδίζει μαζί μέ τή γυναίκα του, ἔτσι δέν
εἶναι; Καί τίς κόρες του. Κάποια στιγμή ἡ γυναίκα του δέν εἶναι δίπλα του, ἔγινε
στήλη ἅλατος, πέτρωσε. Ὁ Λώτ δέν γυρίζει νά δεῖ τί ἔγινε ἡ γυναίκα του. Δέν
γυρίζει! Γιατί ἄν γύριζε, θά γινόταν κι αὐτός πέτρα. Βλέπετε; Αὐτό κάτι σημαίνει.

-Ξεκινᾶς ἐσύ, ὁ σύζυγος, μέ τή σύζυγο τή χριστιανική ζωή;


Ἄν κάποια στιγμή ἡ σύζυγος ἀφήσει τή χριστιανική ζωή, ἐσύ μή σταματᾶς. Ἐσύ
προχώρα μπροστά, μή γυρνᾶς πίσω. Καί ἀντίθετα, ἔ; Ἄν ἐσύ ἡ σύζυγος ἔχεις ἕναν

58
σύζυγο, ὁ ὁποῖος κάποια στιγμή ἐγκαταλείπει, ἐσύ συνέχισε, μή σταματᾶς. Γιατί
ἀλλιῶς θά πετρώσεις κι ἐσύ. Θά γίνεις κι ἐσύ στήλη ἅλατος.

Μνημονεύετε λοιπόν τῆς γυναικός Λώτ. Ἀλλά προηγουμένως λέει καί κάτι ἄλλο ὁ
Κύριος. «Ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ ὅς ἔσται ἐπί τοῦ δώματος», δῶμα… στά σπίτια τῶν
Ἑβραίων τότε ἦταν ἡ ταράτσα, πού οἱ γυναῖκες ἀνέβαιναν ἅπλωναν τά ροῦχα τους
κ.λ.π. ἅπλωναν τούς καρπούς γιά νά ξεραθοῦν, πῶς κάνουμε κι ἐμεῖς μέ τά
κηπουρικά μας κ.λ.π. γιά νά στεγνώσουν. Ἐκείνη τήν ἡμέρα λοιπόν, τῆς Δευτέρας
Παρουσίας τοῦ Κυρίου, «ὅς ἔσται ἐπί τοῦ δώματος», αὐτός πού θά εἶναι πάνω στό
δῶμα, στήν ταράτσα.. μιά γυναίκα ἄς ποῦμε ἁπλώνει τά ροῦχα.. «καί τά σκεύη αὐτοῦ
ἐν τῇ οἰκίᾳ», καί τά περιουσιακά του στοιχεῖα, ὅ,τι ἔχει ὁ ἄνθρωπος εἶναι στό σπίτι,
«μή καταβάτω ἆραι αὐτά», μή κατέβει ἀπό τό δῶμα στό σπίτι νά πάρει αὐτά, «καί ὁ
ἐν τῷ ἀγρῷ ὁμοίως μή ἐπιστρεψάτω εἰς τά ὀπίσω»[12]. Καί αὐτός πού εἶναι στόν
ἀγρό, στό χωράφι, ἐργάζεται, μή γυρίσει πίσω.

Τί σημαίνει αὐτό τώρα; Ἐκείνη τήν ἡμέρα, λέει ὁ μακαριστός Τρεμπέλας στήν
ἑρμηνεία του, πού θά ἔρθει ἡ Δευτέρα Παρουσία, οἱ φρόνιμοι καί εὐσεβεῖς ἄς ἔχουν
νεκρωμένο κάθε ἐνδιαφέρον γιά τά ἐγκόσμια. Ἀλλά αὐτό πρέπει νά γίνει ἀπό πρίν,
ὄχι ἐκείνη τή στιγμή. Δέν θά σοῦ ἔρθει ξαφνικά ἡ νέκρωση γιά τήν ὕλη, γιά τά
ἀργύρια, γιά τά χρήματα. Πρέπει νά ἔχεις ἐργαστεῖ, νά ἔχεις κάνει τήν ἔξοδό σου τήν
τροπική, ἀπό τά πάθη. Μπορεῖ νά ἔχεις χρήματα, ἀλλά ἡ καρδιά σου, τροπικά, δέν
πρέπει νά εἶναι κολλημένη σ’ αὐτά. Θά πρέπει νά ἔχεις βγεῖ ἀπό αὐτό. Ὁ μοναχός
κάνει ἔξοδο καί τοπική καί τροπική. Φεύγει καί ἀπό τά χρήματα, φεύγει καί ἀπό τίς
ἡδονές, φεύγει καί ἀπ’ ὅλα, φεύγει καί ἀπό τό σῶμα του, πάει στό μοναστήρι, πάει
στήν ἔρημο. Ὁ χριστιανός μέσα στόν κόσμο πρέπει πάλι νά κάνει ἔξοδο ἀλλά
μένοντας στόν κόσμο. Μπορεῖ νά ἔχει κάποια πράγματα, ἔτσι νά μαγειρεύει… τά
ἀναγκαῖα, ἀλλά ἡ καρδιά του νά ἔχει φύγει, νά ἔχει βγεῖ ἀπό αὐτά, ἄν θέλει νά
συγκαταλεχθεῖ μέ τούς σεσωσμένους. Γιατί ἐκείνη τήν ἡμέρα θά ἔρθει ξαφνικά ὁ
Κύριος «ὡς κλέπτης ἐν νυκτί»[13]. Γιά ποιούς ὅμως; Γι’ αὐτούς οἱ ὁποῖοι δέν θά
ἔχουν κάνει αὐτή τήν ἔξοδο ἀπ’ τά πάθη, δέν θά ἔχουνε βγεῖ ἀπό τόν κακό ἑαυτό
τους. Ὁπότε δέν θά θυμηθοῦν ἤ δέν θά γνωρίζουν αὐτή τήν ἐντολή. Ποιά εἶναι ἡ
ἐντολή;

-Εἶσαι πάνω στό δῶμα;


Μήν κατέβεις νά πάρεις τά πράγματά σου.

-Εἶσαι στούς ἀγρούς;


Μή γυρίσεις στό σπίτι σου, μή γυρίσεις εἰς τά ὀπίσω. Τά ἴδια λόγια -προσέξτε- τά
λέει ὁ Κύριος, τά ἀναφέρουν ὁ Εὐαγγελιστής Ματθαῖος καί ὁ Εὐαγγελιστής Μᾶρκος
καί γιά τήν καταστροφή τῆς Ἱερουσαλήμ, ἡ ὁποία καταστροφή τῆς Ἱερουσαλήμ
ἔγινε, ὅπως γνωρίζετε, τό 70 μ.Χ. ἀπό τόν Τίτο, τόν στρατηγό Τίτο. Ὁ Κύριος
προειδοποίησε τούς Χριστιανούς καί σώθηκαν οἱ Χριστιανοί. Ὅσοι ἦταν ζωντανοί
Χριστιανοί, γνώριζαν αὐτή τήν προφητεία τοῦ Κυρίου. Τί ἔγινε τότε; Ὁ Κύριος εἶχε

59
πεῖ σαφῶς, ὅταν δεῖτε τήν πόλη, τήν Ἱερουσαλήμ, νά κυκλώνεται ἀπό στρατεύματα,
τότε αὐτοί πού εἶναι στά χωράφια, μή μποῦνε στήν πόλη, νά φύγουνε κατευθείαν.
Αὐτοί πού εἶναι στό δῶμα, νά μή μποῦνε στό σπίτι τους, νά κατέβουν κατευθείαν νά
πᾶνε στίς πύλες γιά νά βγοῦνε ἔξω, γιατί δέν θά προλάβουν. Θά κλείσουν οἱ πύλες
καί θά μείνουν μέσα. Καί ὅσοι μείνουν μέσα, θά χαθοῦν. Οἱ Χριστιανοί τό ἤξεραν
αὐτό καί σώθηκαν. Οἱ Ἰουδαῖοι ἐκείνης τῆς ἐποχῆς, τό 70, τήν πάθανε. Γιατί;
Νόμιζαν ὅτι μέσα στήν Ἱερουσαλήμ, ἐπειδή ὑπῆρχε τό τεῖχος θά ἦταν ἀσφαλεῖς.
Ὁπότε ὅλοι μαζεύτηκαν μέσα στήν πόλη. Ποιοί ἦταν αὐτοί; Ἦταν αὐτοί πού
σταύρωσαν τόν Χριστό μέ τά παιδιά τους. Ὁ Χριστός δηλαδή τούς μαζεύει ὅλους
μέσα. Ὄχι γιατί εἶναι ὁ Ἴδιος ἐκδικητικός καί αἱμοχαρής, ἀλλά εἶναι ἡ δικαιοσύνη
τοῦ Θεοῦ πού λειτουργεῖ. Τί εἴπανε στόν πιλάτο; Τό αἷμα Αὐτοῦ ἐφ' ἡμᾶς καί ἐπί τά
τέκνα ἡμῶν»[14]. Τό ζήτησαν οἱ ἴδιοι! Νά πού γίνεται αὐτό. Λένε μερικοί, νά πού
δέν ὑπάρχει Θεός.. τί μοῦ λές τώρα;.. ἐγώ κάνω τά πάντα καί δέν μέ τιμωρεῖ… Δέν
τιμωρεῖσαι ἄμεσα. Κάποια στιγμή θά τιμωρηθεῖς. Ὁ Θεός τιμωρεῖ. Μέ ποιά ἔννοια
τιμωρεῖ; Ὅταν ἁμαρτάνεις, δίνεις δικαιώματα στόν διάβολο καί ὁ διάβολος τά ζητάει
τά δικαιώματά του καί τά παίρνει ἀπό τόν Θεό. Ὅταν προσκυνᾶς τόν διάβολο, μετά
σέ ἀναλαμβάνει ὁ διάβολος καί σέ περιποιεῖται ὅπως ξέρει ἐκεῖνος.. Αὐτό εἶναι ἡ
τιμωρία τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἴδιος ὁ Θεός πάντοτε ἀγαπάει, ἀλλά σέβεται καί τά δικαιώματα
τοῦ διαβόλου.

Λοιπόν, τί ἔγινε; Μαζεύτηκαν ὅλοι οἱ Ἰουδαῖοι μέσα. Οἱ Χριστιανοί τό ἤξεραν,


ἔφυγαν. Σώθηκαν οἱ Χριστιανοί τό 70. Καί ὁ Τίτος τούς κατέσφαξε. Καί ὄχι μόνο
τούς κατέσφαξε, τούς σταύρωσε. Βλέπετε τή δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ. Ἔκοψε ὅλα τά
δέντρα. Δέν ὑπῆρχε δέντρο στήν Ἱερουσαλήμ, γιατί τά ἔκοψε γιά νά φτιάξει
σταυρούς! Ἀκριβῶς μέ τόν ἴδιο θάνατο, πού θανάτωσαν τόν Χριστό μας,
θανατώθηκαν καί αὐτοί. Βλέπετε πῶς λειτουργεῖ ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ;

Λοιπόν, τά ἴδια λόγια πού λέει ἐδῶ γιά τή Δευτέρα Παρουσία, τά λέει ὁ Κύριος καί
γιά τήν καταστροφή τῆς Ἱερουσαλήμ. Γιατί; Γιατί ἡ καταστροφή τῆς Ἱερουσαλήμ
εἶναι τύπος τῆς τελικῆς ἐξόδου τῶν Χριστιανῶν λίγο πρίν τήν Δευτέρα Παρουσία,
ὅπου πλέον θά λειτουργήσει ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ.

Τί εἴπαμε; Οἱ Χριστιανοί ἤξεραν τήν προφητεία αὐτή τοῦ Κυρίου καί σώθηκαν.
Βγῆκαν. Ὅσοι ἦταν στά χωράφια, δέν μπῆκαν κἄν μέσα στά Ἱεροσόλυμα. Ὅσοι ἦταν
μέσα, ἀμέσως βγήκανε καί πίσω τους κλείσανε οἱ πόρτες. Ἦρθε ὁ Τίτος καί ὅσοι
ἦταν μέσα, χάθηκαν ὅλοι. Ἔξοδος. Προσέξτε, ἔχουμε ἔξοδο τοπική τῶν χριστιανῶν
τό 70.

Ἔξοδο ἔχουμε καί τοῦ Λώτ. Φεύγει ἀπ’ τά Σόδομα καί τά Γόμορρα. Ἔξοδο θά
ἔχουμε καί στά ἔσχατα. Λέει στήν Ἀποκάλυψη, ὅτι «ἡ γυνή», ἡ Ἐκκλησία, στά
ἔσχατα «ἔφυγεν εἰς τήν ἔρημον»[15]. Πῆγε στήν ἔρημο ἡ Ἐκκλησία. Αὐτό τί
σημαίνει τώρα; Ὅτι οἱ Χριστιανοί, οἱ πραγματικοί Χριστιανοί, τά γνήσια μέλη τῆς
Ἐκκλησίας, στά ἔσχατα, καί τώρα ἔχουμε ἔσχατα -τό ξαναθυμίζω- μή πάει ὁ νοῦς

60
σας ὅτι θά γίνει μόνο τότε. Θά γίνει… Ὄχι, τώρα πρέπει νά γίνει, γιατί τώρα εἶναι τά
ἔσχατα. Θά πρέπει νά φύγουμε στήν ἔρημο. Καί ποιά εἶναι ἡ ἔρημος; Ἡ ἔρημος εἶναι
ἀκριβῶς ἡ ἀπάθεια. Εἶναι αὐτό πού εἶπε στόν Λώτ, τό ὄρος. Εἶναι ὁ Χριστός. Ἐκεῖ
πού δέν ὑπάρχει ἁμαρτία, δέν ὑπάρχει κόσμος. Ἡ ἔξοδος ἀπό τόν κόσμο. Τί λέει ὁ
Ἀπόστολος Παῦλος; «Ἐξέλθετε ἐκ μέσου αὐτῶν καί ἀφορίσθητε»[16]. Σέ μᾶς τό
λέει, στούς Χριστιανούς. Ἐξέλθετε… Ποῦ νά βγοῦμε; Ποῦ νά πᾶμε νά βγοῦμε;
Ἐννοεῖ τροπικά. Βγεῖτε ἔξω καί ξεχωριστεῖτε. Ἀπό ποιούς; Ἀπό τούς εἰδωλολάτρες;
Ὄχι, μόνο. Καί ἀπό τούς ἐκκοσμικευμένους χριστιανούς, πού δέν θέλουν νά ζήσουν
τήν χριστιανική ζωή ὅπως πρέπει. Ναί μέν φεύγουνε κάπως ἀπό τά Σόδομα, ἀλλά
-προσέξτε- μένουν στά περίχωρα! Ναί μέν δέν κάνω μοιχεία καί πορνεία, νά τό
ποῦμε ὠμά ἔ; Ἀλλά στήνομαι ἀπ’ τό πρωί ἕως τό βράδυ στό διαδίκτυο καί βλέπω ὅλα
τά βρώμικα βίντεο. Αὐτό τί εἶναι; Δέν εἶναι πάλι πορνεία; Εἶναι. Ὁ Κύριος δέν εἶπε
«πᾶς ὁ ἐµβλέψας πρός τό ἐπιθυµῆσαι, ἤδη ἐμοίχευσε»[17]; Δέν εἶναι μόνο στό σῶμα.
Δέν εἶναι σωματική ἡ ἁμαρτία. Γίνεται καί μέ τόν νοῦ καί μέ τά μάτια καί μέ τά
αὐτιά, συζητήσεις πονηρές, λόγια βρώμικα πονηρά, σόκιν ἀνέκδοτα κ.λ.π. Τά ξέρετε
πολύ καλά… Γίνεται καί μέ τή σκέψη καί μέ τή φαντασία καί μέ τίς ἐπιθυμίες.
Λοιπόν, αὐτά εἶναι τά περίχωρα τῆς ἁμαρτίας. Ἄν μείνεις στά περίχωρα, δέν
σώζεσαι! Προσέξτε, εἶναι ὁ δεύτερος ὅρος σωτηρίας πού ἔβαλε ὁ Θεός στόν Λώτ.
Πρῶτος ὅρος, νά μή γυρίσεις πίσω. Ἄφησες τήν ἁμαρτία; Δέν πρέπει νά γυρίσεις
πίσω. Καί δεύτερος ὅρος, μή μείνεις στά περίχωρα. Στά περί τήν ἁμαρτία.

-Μένεις στά περίχωρα;


Δέν σώζεσαι. Θά κατακαεῖς. Καί ἀκόμα, μή διανοηθεῖς νοσταλγικά νά θυμηθεῖς τό
παρελθόν σου. Μᾶς τό λέει πολύ ὡραῖα ὁ π. Ἀθανάσιος: ὤ, κάποτε!... ἔπινα κρασάκι!
Γιατί νά μή γυρίσω πάλι σ’ αὐτό; Ὤ, κάποτε, κάπνιζα τσιγάρο κ.λ.π. Γιατί νά μή
γυρίσω; Ὤ, κάποτε, χόρευα.. ἔκανα τά γλέντια μου… Ὤ, κάποτε, εἶχα τίς φίλες μου
καί τούς φίλους μου. Γιατί νά μή ξαναπάω πάλι νά τούς συναντήσω; Αὐτή ἡ
ἀναπόληση ἡ νοσταλγική τοῦ παρελθόντος σέ κάνει ἀνάξιο γιά τή σωτηρία. Τί εἶπε ὁ
Κύριος; «Οὐδείς βαλῶν τήν χεῖρα ἐπ' ἄροτρον καί στραφείς εις τά ὀπίσω, εὔθετος
ἐστίν εἰς τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν»[18]. Κανένας πού βάζει τό χέρι του στό
ἄροτρο νά ὀργώσει καί βλέπει πρός τά πίσω, κανένας ἀπ’ αὐτούς δέν εἶναι
κατάλληλος γιά τή σωτηρία. Δέν ἐπιτρέπεται νά γυρίσεις πίσω.

Ὑπάρχει ἕνα περιστατικό στόν βίο τοῦ στάρετς Νεκτάριου. Αὐτός ἦταν ὁ τελευταῖος
ἀπό τούς στάρετς τῆς Ὄπτινα. Περίφημη ρωσική Μονή μέ πολύ ὡραία παράδοση
Ἁγίων, τό λεγόμενο στάρτσεβο, δηλαδή Γέροντες. Ὁ ἕνας Γέροντας ἔδινε τή
σκυτάλη στόν ἄλλον. Ὁ τελευταῖος, πρίν κλείσει ἀπό τούς κομμουνιστές ἡ Ὄπτινα,
ἦταν ὁ στάρετς Νεκτάριος. Αὐτό εἶχε διορατικό καί προορατικό. Λέει λοιπόν σέ ἕνα
πνευματικό του παιδί, κοίταξε, ἐκεῖ πού θά πᾶς, μή συναντήσεις τούς παλιούς σου
φίλους. Δέν τό ἔκανε.. πῆγε καί τούς βρῆκε. Καί τί ἔγινε; Ἔπεσε θανάσιμα, σέ
θανάσιμη ἁμαρτία.

61
Μή γυρνᾶς πίσω! Τί λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος; «Τά μέν ὀπίσω ἐπιλανθανόμενος,
τοῖς δέ ἔμπροσθεν ἐπεκτεινόμενος»[19]. Τά πίσω τά ξεχνᾶμε. Ἀλλιῶς τί θά πάθουμε;
Ὅ,τι ἔπαθε ἡ γυναίκα τοῦ Λώτ. Πρέπει νά ξεκολλήσει ἡ καρδιά πλήρως καί τελείως.
Μή θυμᾶσαι καθόλου τό παρελθόν, τήν ἁμαρτία. Μήν ἀναπολεῖς νοσταλγικά τά
κοσμικά. Πολλοί Χριστιανοί σήμερα ζοῦνε ἔτσι, δυστυχῶς. Καί γι’ αὐτό δέν
προχωροῦν καί κινδυνεύουν νά χαθοῦν. Γιατί ξαναλέω, ἡ σωτηρία δέν εἶναι δυνατή,
οὔτε γι΄ αὐτούς πού γυρνᾶνε πίσω οὔτε γι’ αὐτούς πού μένουν στά περίχωρα τῆς
ἁμαρτίας.

-Ποῦ εἶναι ἡ σωτηρία;


Στόν τρίτο ὅρο λέει ὁ Θεός στόν Λώτ, «εἰς τό ὄρος». Ἐκεῖ θά σωθεῖς.

-Ποιό εἶναι «τό ὄρος»[20];


Ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Αὐτά μᾶς λένε οἱ ἅγιοι ἑρμηνευτές. Τό ὄρος στό ὁποῖο θά
σωθοῦμε εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Καλούμαστε νά ἑνωθοῦμε μέ Αὐτόν.

Μνημονεύετε λοιπόν τῆς γυναικός Λώτ. Νά θυμάστε τή γυναίκα τοῦ Λώτ, ἡ ὁποία,
ἁπλῶς καί μόνο ἐπειδή γύρισε πίσω γιά νά δεῖ τί γινόταν, μετεβλήθη σέ στήλη
ἅλατος. Μᾶς χρειάζεται λοιπόν αὐτή ἡ μνήμη. Γιατί μᾶς χρειάζεται; Γιά τή δική μας
ἔξοδο. Τήν τροπική, ἡ ὁποία ὅμως προσέξτε, μπορεῖ νά εἶναι καί τοπική. Στά ἔσχατα,
λέει, ἡ γυνή ἔφυγε στήν ἔρημο. Αὐτό σημαίνει νά φύγουμε ἀπό τό κακό, ἀπό τήν
ἁμαρτία, ἀπ’ τίς προσκολλήσεις στήν ὕλη, στίς ἡδονές, στή δόξα τοῦ κόσμου, στό τί
θά πεῖ ὁ κόσμος, στή μόδα.. πού μᾶς ἔχει φάει, τί κάνουν οἱ πολλοί, ἄν εἴμαστε
ἀποδεκτοί κ.λ.π. Πρέπει νά φύγεις ἀπ’ ὅλα αὐτά. Ἀλλά μπορεῖ νά εἶναι καί τοπική,
δέν ξέρουμε. Ὅπως ἔγινε μέ τούς Ἱεροσολυμίτες Χριστιανούς. Ἦταν ἡ ἔξοδός τους
καί τοπική. Τούς τό εἶχε προείπει ὁ Κύριος. Τό εἶχαν στόν νοῦ τους καί σώθηκαν.
Μπορεῖ καί στά ἔσχατα, δέν ξέρουμε… κάποια στιγμή θά δώσει ὁ Κύριος σημάδι,
πού λέει καί ὁ π. Ἀθανάσιος, ἄν χρειαστεῖ νά φύγουμε καί τοπικά.

Κάπου ἔλεγε ὁ Ἅγιος Παΐσιος, ὅτι θά ἔρθει τέτοια ἀθλιότητα στόν κόσμο, πού πλέον
δέν θά μπορεῖ νά ζήσει ὁ Χριστιανός στόν κόσμο. Δέν θά μποροῦμε. Δέν θά
ἀντέχουμε. Γι’ αὐτό ἔλεγε ὁ Ἅγιος Παΐσιος, νά κάνετε ὁμάδες, νά εἶστε συνδεδεμένοι
οἱ Χριστιανοί, νά γνωρίζεστε, νά ἔχετε ἐν Χριστῷ ἀγάπη καί μικρές-μικρές ὁμάδες
νά ἀντιμετωπίσουμε τόν Ἀντίχριστο καί τούς ἀντιχρίστους. Γιατί «καί τώρα πολλοί
ἀντίχριστοι ὑπάρχουν»[21]. Ποιός τό λέει; Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος τό λέει.
Μέχρι νά ἔρθει ὁ τελικός Ἀντίχριστος, ὁ ὁποῖος θά εἶναι τό κατοικητήριο τοῦ
ἑωσφόρου.

Θά μᾶς χρειαστεῖ λοιπόν ἡ γυναίκα τοῦ Λώτ γιά τήν ἔξοδό μας τήν τοπική καί τήν
τροπική. Ἡ τοπική μπορεῖ νά γίνει, μπορεῖ καί νά μή γίνει. Ἡ τροπική ὅμως πρέπει
νά γίνει ὁπωσδήποτε καί ὄχι αὔριο, τώρα. Καθημερινά, κάθε στιγμή, πρέπει νά
βγαίνουμε ἀπό τόν κόσμο, ἀπό τό κοσμικό φρόνημα, ἀπό τό κοσμικό πνεῦμα.
«Ἐξέλθετε καί ἀκαθάρτου μή ἅπτεσθε»[22]. Μήν ἀκουμπᾶτε τήν ἀκαθαρσία καί ἔτσι

62
θά μᾶς προσλάβει ὁ Κύριος, «κἀγώ εἰσδέξομαι ὑμᾶς»[23]. Πόσο ὡραῖα τό λέει ὁ
Ἀπόστολος στήν πρός Κορινθίους! Ἕκτο κεφάλαιο, δέκατος ἕβδομος στίχος.

Θά μᾶς χρειαστεῖ ἡ γυναίκα τοῦ Λώτ, γιά νά τήν κάνουμε τήν ἔξοδό μας σωστή καί
ὁλοκληρωμένη. Ἡ γυναίκα τοῦ Λώτ τήν ἔκανε μισή. Βγῆκε σωματικά, δέν βγῆκε
καρδιακά.

-Ἄραγε σήμερα πῶς ζοῦμε; Δέν εἶναι οἱ μέρες μας, ὅπως οἱ μέρες τοῦ Λώτ; Ὅπως οἱ
ἡμέρες τοῦ κατακλυσμοῦ;

Ἀκριβῶς ἔτσι εἶναι, γιά νά μήν πῶς ὅτι τά ἔχουμε ξεπεράσει ἐμεῖς αὐτά τά μέτρα τῆς
ἀκολασίας καί τῆς ἀνηθικότητος τῶν Σοδόμων καί τῶν Γομόρρων. Λέει ὁ Ἱερός
Θεοφύλακτος, ὁ Κύριος χρησιμοποιεῖ αὐτά τά δύο ὑποδείγματα, τοῦ χρόνου πρίν ἀπ’
τόν κατακλυσμό, τήν κατάσταση τῶν ἀνθρώπων πρίν ἀπό τόν κατακλυσμό καί τήν
κατάσταση πού ὑπῆρχε στά Σόδομα καί τά Γόμορρα, γιά νά μᾶς δώσει νά
καταλάβουμε ὅτι καί στά ἔσχατα, πού εἶναι τώρα, «τά τῶν ἀτόπων ἡδονῶν
ἐπιθήσονται τοῖς ἀνθρώποις». Δηλαδή, οἱ ἄτοπες ἡδονές, λέει, θά καλύψουν τούς
ἀνθρώπους, θά βουλιάξουν οἱ ἄνθρωποι μέσα στίς ἄτοπες ἡδονές, στίς διαστροφές,
στά αἴσχη. Αὐτό ἀκριβῶς λέει ὁ Ἱερός Θεοφύλακτος. Γι’ αὐτό, λέει, ὁ Κύριος
χρησιμοποιεῖ αὐτές τίς δύο ἐποχές καί τήν κατάσταση πού ὑπῆρχε ἐκεῖ.

Καί τό λέει πάλι καί ὁ Ἀπόστολος «ἐν ἐσχάταις ἡμέραις ἔσονται οἱ ἄνθρωποι
φιλήδονοι μᾶλλον ἤ φιλόθεοι»[24]. Θά ἀγαπᾶνε τίς ἡδονές καί ὄχι τόν Θεό. Καί θά
ἔχουν ἀφροντισιά. Ἀκηδία, ὅπως λέει ὁ π. Σωφρόνιος τοῦ Ἔσσεξ. Τό πλεῖστον τῆς
ἀνθρωπότητας σήμερα, οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι σήμερα, ζοῦνε σέ κατάσταση
ἀκηδίας, ἀφροντισιᾶς, δέν νοιάζονται γιά τή σωτηρία. Δέ βαριέσαι… θά ’ρθεῖ ὁ
Χριστός;.. καί ποῦ τό ξέρω;.. μήπως εἶναι μύθος;.. μήπως εἶναι μύθος ὁ Χριστός;.. Νά
πρόσφατα, μοῦ τό εἶπαν, βγῆκε ἕνα ἔργο, λέει, στόν κινηματογράφο, πού εἶχε τόν
τίτλο «Ὁ ἄνθρωπος πού ἐφεῦρε τά Χριστούγεννα». Ξέρετε ποιός εἶναι αὐτός; Ὁ
Κάρολος Ντίκενς. Αὐτά μᾶς βγάζουνε οἱ προοδευμένοι τοῦ Χόλυγουντ. Ἐφεύρεση
τά Χριστούγεννα! Δηλαδή; Ὁ Χριστός μύθος! Ὁ Κάρολος Ντίκενς ἔφτιαξε αὐτά τά
ὡραῖα χριστουγεννιάτικα διηγήματα καί ἀπό ἐκεῖ βρήκαμε τά Χριστούγεννα... Αὐτοί
εἶναι οἱ ἄθεοι. Αὐτοί εἶναι οἱ ἀντίχριστοι τῆς ἐποχῆς μας.

-Γιατί ποιός εἶναι ὁ ἀντίχριστος;


Τό λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος. Αὐτός πού δέν πιστεύει ὅτι ἦρθε ὁ Χριστός
στή γῆ[25]. Μύθος ὁ Χριστός… ἔτσι λένε. Μύθος τά Σόδομα καί τά Γόμορρα. Ναί…
γι’ αὐτό θά ἔρθει ξαφνικά. Γι’ αὐτό θά ἔρθει «ὡς κλέπτης ἐν νυκτί»[26].

Προσοχή λοιπόν, νά θυμόμαστε τή γυναίκα τοῦ Λώτ. Δηλαδή; Τό πάθημά της. «Τοῦ
Θεοῦ γάρ τῷ Λώτ μηνύσαντος», ἐνῶ ὁ Θεός ἔδωσε μήνυμα στόν Λώτ νά φύγει, ἡ
γυναίκα του στράφηκε πίσω καί ἔγινε στήλη ἅλατος, «ἐκ πόθου τῶν πραγμάτων»,
ἐπειδή ποθοῦσε τά πράγματα, τίς ὕλες. Γι’ αὐτό τό ἔπαθε. Προσοχή, ἀδελφοί μου, μή

63
κολλήσει ἡ καρδιά μας στήν ὕλη, στά πράγματά μας, στά χρήματά μας… θά
χαθοῦμε. Ὁ Θεός νά φυλάξει! Ἰδίως οἱ ἡλικιωμένοι. Γιατί ξέρετε, ὁ πειρασμός τῆς
σάρκας εἶναι πιό πολύ στούς νέους. Ὁ πειρασμός τῆς κενοδοξίας εἶναι στούς
ὥριμους. Ὁ πειρασμός τῆς φιλαργυρίας εἶναι στούς ἡλικιωμένους. Τά λέφτά μου, τά
χρήματά μου… Ἄκουγα, μία γυναίκα, λέει, εἶχε ὅλα τά χρυσαφικά της κάτω ἀπ’ τό
μαξιλάρι της. Πέθανε καί τά εἶχε κάτω ἀπ’ τό μαξιλάρι της. Καί τί ἔγινε; Ποῦ τά
ἄφησε;

Ποῦ εἶναι ἡ καρδιά μας; Πρέπει νά γίνει αὐτή ἡ ἔξοδος. Νά φύγουμε ἀπ’ ὅλα αὐτά.
Γι’ αὐτό λέει ὁ Κύριος καί τό τονίζουμε συνεχῶς, «μνημονεύετε τῆς γυναικός
Λώτ»[27].

«Οἱ Ἄγγελοι», λέει ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας, «ἅρπαξαν τόν Λώτ ὡς κρίνον
ἐξ ἀκανθῶν». Ὅπως παίρνεις ἕναν κρίνο μέσα ἀπό τά ἀγκάθια, ἔτσι οἱ Ἄγγελοι
πιάνουν τόν Λώτ καί τόν σώζουν μέσα ἀπό τά ἀγκάθια, μέσα ἀπό τούς Σοδομίτες.
Ἔτσι ἀδελφοί μου, νά παρακαλέσουμε τόν Θεό νά πιάσει καί μᾶς, νά μᾶς βοηθήσει.
Γιατί εἶναι δύσκολο, δυσκολευόμαστε, ἔχουμε σαστίσει.. σάν ναρκωμένοι εἴμαστε οἱ
Χριστιανοί. Καί λέμε καλά, τί γίνεται τώρα; Ὅλα πέφτουν.. ὅλα πέφτουν. Ὁ ἕνας
ἀντίχριστος νόμος πίσω ἀπό τόν ἄλλον. Τώρα ἑτοιμάζουνε νά διαλύσουνε τό
Σύνταγμα, νά ἀλλάξουνε τό Σύνταγμα. Ξέρετε τί σημαντικό εἶναι αὐτό; Νά γίνει ἡ
Ἑλλάδα οὐδετερόθρησκο κράτος. Ξέρετε τί σημαίνει αὐτό; Δέν θά μπορεῖς νά κάνεις
τόν σταυρό σου δημόσια… στή δουλειά σου… Θά ἀπαγορεύεται. Νά κάνεις τόν
σταυρό σου πρίν φᾶς; Δημόσια; Δέν θά μπορεῖς, θά ἀπαγορεύεται. Αὐτά νά τά
ξεχάσουμε. Νά ὑπάρχουν εἰκόνες στά Δικαστήρια; Στά σχολεῖα; Τελειώσανε αὐτά!
Αὐτό σημαίνει οὐδετερόθρησκο κράτος. Αὐτό μᾶς ἑτοιμάζουν. Νά λές δημόσια ὅτι
εἶσαι Χριστιανός; Τελείωσε αὐτό. Δέν θά ἔχεις δουλειά.. τό πρῶτο. Δέν θά ἔχεις νά
κινηθεῖς, χρήματα.. Ἔχουμε σαστίσει. Ἔχουμε ναρκωθεῖ.

Νά παρακαλοῦμε τόν Θεό νά μᾶς δώσει δύναμη, νά κάνουμε αὐτή τήν ἔξοδο. Νά
φύγουμε ἀπό τά πάθη μας. Γιατί αὐτό εἶναι τό μέγα ἐμπόδιο. Ὅλα αὐτά μᾶς ἔρχονται,
γιατί ἀκριβῶς ἐμεῖς δέν ἀντιστεκόμαστε στήν ἁμαρτία καί ὅλο καί περισσότερο
φεύγουμε ἀπό τόν Χριστό. Ὅλο καί περισσότεροι Ἕλληνες ὑποκύπτουν στήν ἀθεΐα.

-Γιά ρωτῆστε νέα παιδιά, πόσοι πιστεύουν στόν Θεό; Πόσοι ζοῦν κατά Θεόν;
Νά μήν ποῦμε γιά ἁγνότητα. Δέν βρίσκεις ἁγνό παιδί. Πολύ δύσκολο.. Γιατί ὅμως;
Προσέξτε γιατί. Γιατί καί οἱ μεγάλοι ἔχουμε ὑποκύψει καί λέμε, δέν εἶναι δυνατόν
σήμερα νά εἶσαι ἁγνός!.. πῶς εἶναι δυνατόν;.. δέν ὑπάρχει περίπτωση.. Ὑπάρχει
περίπτωση! Ὅταν κάνεις αὐτή τήν ἔξοδο καί πεῖς ὄχι στό κακό. Ὄχι μόνο στό κακό
τῆς ἀνηθικότητας. Ἄν πεῖς μόνο στό κακό τῆς ἀνηθικότητας, δέν θά μπορέσεις. Στό
ὅλο κακό. Στή φιλαργυρία, στό πνεῦμα τῆς καλοπέρασης, στό πνεῦμα τῆς ἄνεσης,
στή φιλοδοξία, στό τί θά πεῖ ὁ κόσμος, ἄν μ’ ἀγαπᾶνε ἤ δέν μ’ ἀγαπᾶνε.. Ἄν δέν πεῖς
ὄχι σ’ ὅλα αὐτά, φυσικά μετά δέν μπορεῖς νά εἶσαι ἁγνός μέ τή στενή ἔννοια, νά
εἶσαι ἠθικός ἄνθρωπος. Σᾶς πληροφορῶ ὅτι καί σήμερα ὑπάρχουν νέοι καί νέες πού

64
εἶναι ἁγνοί καί καθαροί. Πολύ λίγοι, ἀλλά ὑπάρχουν καί εἶναι ἀπάντηση σ’ αὐτούς
πού λένε ὅτι δέν εἶναι δυνατόν νά εἶσαι ἁγνός καί καθαρός.

Μνημονεύετε λοιπόν τῆς γυναικός Λώτ. Αὐτό θά μᾶς χρειαστεῖ καί ἄν ζήσουμε στά
χρόνια τοῦ Ἀντιχρίστου, πού ἴσως κληθοῦμε καί τοπικά νά βγοῦμε ἔξω, ἀλλά καί
τώρα καί κάθε στιγμή.

«Ἡ γυνή ἔφυγεν εἰς τήν ἔρημον»[28]. Ἡ χριστιανική Ἐκκλησία κάποια στιγμή θά


φύγει στήν ἔρημο. Βλέπετε, τώρα ἔχουμε χριστιανικό κράτος. Σιγά-σιγά δέν θά
ὑπάρχει κράτος χριστιανικό. Ἀποχριστιανίζεται τό κράτος μας. Δέν θά ὑπάρχει αὐτή
ἡ στήριξη τοῦ κράτους. Τό κράτος θά εἶναι ἀντίθετο στήν Ἐκκλησία. Ἡ Ἐκκλησία
θά πάει στό περιθώριο. Καί αὐτά ὅλα, ξέρετε, εἶναι σχέδια τῶν Ἑβραιο-Σιωνιστῶν.
Εἶναι γραμμένα. Ἄν διαβάσετε τά Πρωτόκολλα τῶν Σοφῶν τῆς Σιών, αὐτά γράφουν.
Θά πρέπει ἡ Ἐκκλησία νά μπεῖ στό περιθώριο. Οἱ ἱερεῖς καί οἱ ἀρχιερεῖς νά μήν
ἔχουν ἐπιρροή στόν λαό. Καί νά πού ἔρχεται αὐτό. Σιγά-σιγά γίνεται. Μέ ὅλη αὐτή
τήν κατασυκοφάντηση μέσα ἀπό τά ΜΜΕ τῶν ἱερέων, τῶν ἀρχιερέων, ἀλλά καί τοῦ
Εὐαγγελίου καί τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ μας.

Αὐτά ἤθελα νά πῶ ἔτσι στήν ἀγάπη σας σήμερα, νά μή σᾶς κουράσω περισσότερο.
Ἄς κρατήσουμε αὐτόν τόν λόγο τοῦ Θεοῦ «μνημονεύετε τῆς γυναικός Λώτ»[29]. Καί
νά θυμόμαστε τόν πρῶτο ὅρο σωτηρίας, μή στραφεῖς πίσω. Μή γυρίσεις πίσω. Θά
γίνεις πέτρα ὅπως ἔγινε ἡ γυναίκα τοῦ Λώτ. Τόν δεύτερο ὅρο τῆς σωτηρίας, μή
μείνεις στά περίχωρα τῆς ἁμαρτίας. Οὔτε ἐκεῖ μπορεῖς νά σωθεῖς. Λένε μερικοί, μήν
κάνεις τήν ὁλοκληρωμένη πράξη τῆς ἁμαρτίας, τή σαρκική... Ὅλα τά ἄλλα δέν
πειράζουν.. Ποιός σοῦ τό εἶπε, ὅτι δέν πειράζουν; Εἶναι τά περίχωρα τῆς ἁμαρτίας.
Δέν σώζεσαι. Καί ὁ τρίτος ὅρος, πρέπει νά ἀνέβεις εἰς τό ὄρος. Ἐκεῖ θά σωθεῖς. Τό
ὄρος εἶναι ὁ Χριστός, ἡ ἕνωσή μας μέ τόν Χριστό. Μή χαϊδεύουμε τά πάθη μας. Μή
γυρνᾶμε πίσω.

Προσέξτε καί μία σύγχρονη ἀκόμα πλάνη. Ὑπάρχουν πνευματικοί, ὁ Ἅγιος Συμεών
ὁ Νέος Θεολόγος, ἄν ζοῦσε σήμερα, θά τούς ἔλεγε, πνευματικούς χωρίς Ἅγιο
Πνεῦμα, οἱ ὁποῖοι τί κάνουν; Τί λένε; Χριστούγεννα εἶναι… Ἐλᾶτε ὅλοι νά
κοινωνήσετε, δέν ὑπάρχει πρόβλημα.. Συζεῖς; Πορνεύεις;.. Δέν πειράζει.. Ὁ Χριστός
εἶναι ἀγάπη.. γι’ αὐτό γίνεται ἡ Θεία Λειτουργία, γιά νά κοινωνήσουν ὅλοι… Ποιοί
ὅλοι; Αὐτοί οἱ ὁποῖοι εἶναι ἁγνοί μέ τή γενικότερη ἔννοια, εἶναι καθαροί, ἔχουν κάνει
αὐτή τήν ἔξοδο ἀπό τά πάθη.

Στήν πρώτη Ἐκκλησία, ναί, κοινωνοῦσαν ὅλοι. Γιατί ὅμως; Γιατί ὅσοι ἦταν ἀνάξιοι
μετά τό «τάς θύρας, τάς θύρας» βγαίνανε ἔξω. Ὅσοι εἴχανε ἐπιτίμιο ἀπό τόν
πνευματικό, ἔξω. Ὅσοι ἦταν κατηχούμενοι κ.λ.π. ἔξω. Τώρα οἱ πόρτες δέν κλείνουν.
Εἶναι ἀνοιχτές. Μποροῦν ὅλοι νά κοινωνήσουν; Ὄχι. Αὐτοί πού ἔχουν κάνει τήν
ἔξοδο, τήν τροπική ἔξοδο ἀπό τά πάθη. Αὐτοί πού μνημονεύουν τῆς γυναικός Λώτ.

65
-Ἡ σύγχρονη ποιμαντική κάποιων ψευδοποιμένων ξέρετε ποιά εἶναι;
Παιδάκι μου, ὅλα αὐτά εἶναι φυσιολογικά.. δέ γίνεται, νέος ἄνθρωπος τώρα νά μήν
ἔχεις κοπέλα.. ἤ ἡ κοπέλα νά μήν ἔχει ἕναν φίλο!.. δέν γίνονται αὐτά… εἶναι
φυσιολογικά… Δηλαδή τί; Δίνουνε μία ψυχολογική ἀνακούφιση. Καί ἀπό πίσω
βέβαια τσούρμο τά παιδιά.. τρέχουνε! Γιατί αὐτός ὁ πνευματικός «ἀναπαύει»! Δέν
εἶναι σκληρός καί ἄτεγκτος.. μέ τούς κανόνες στό χέρι! Θεραπεύει ὅμως; Δέν
θεραπεύει. Νά τά ψυχοφάρμακα ἀπό δίπλα. Ἔ, πήγαινε καί στόν ψυχολόγο.. ὁ ἴδιος ὁ
πνευματικός τούς στέλνει. Καί στόν ψυχίατρο νά πάρουν τά χαπάκια τους. Γιατί δέν
γίνεται νά ἔχεις καί πάθη νά τά ἀποενοχοποιεῖς καί νά ἔχεις καί ὑγεία. Δέν θά ἔχεις
ὑγεία. Ἄγχος θά ἔχεις, κατάθλιψη θά ἔχεις, μελαγχολία θά ἔχεις καί θά ψάχνεις μέ τά
χάπια νά βρεῖς κάποια ἰσορροπία.

Λοιπόν, προσοχή καί σ’ αὐτή τήν ἀπάτη, γιατί καί αὐτοί οἱ ψευτοπνευματικοί μᾶς
κρατᾶνε ἤ μέσα στά Σόδομα ἤ στά περίχωρα. Δέν ὑπάρχει σωτηρία καί μαζί μέ τά
πνευματικά τους παιδιά χάνονται κι αὐτοί. Προσέξτε το αὐτό, εἶναι ἡ σύγχρονη
πλάνη τῆς ἐποχῆς μας καί βλέπω ὅτι μπαίνει σιγά-σιγά καί σέ μᾶς, στήν ἑλληνική
Ἐκκλησία. Στήν Ἀμερική ὑπάρχει πρό πολλοῦ αὐτό τό πνεῦμα τῆς ἐκκοσμίκευσης.
Μπαίνει καί σέ μᾶς. Δέν πρέπει νά τό δεχτοῦμε. Προσέξτε! Οὔτε στά περίχωρα θά
σωθοῦμε, ἀλλά μόνο στό ὄρος.

Ἄς παρακαλοῦμε τόν Κύριο, αὐτή τήν ἐντολή νά μήν τήν ξεχάσουμε ποτέ. Νά μήν
ξεχάσουμε ποτέ τή γυναίκα τοῦ Λώτ, γιά νά μήν καταστραφοῦμε καί νά μήν
ἀπωλεσθοῦμε, ἀδελφοί μου, μαζί μέ τή γυναίκα τοῦ Λώτ, ἡ ὁποία ἔγινε νεκρή, ἁλάτι.
Νέκρωσε. Στό ἁλάτι μπορεῖς νά καλλιεργήσεις τίποτα; Δέν φυτρώνει τίποτα στό
ἁλάτι. Νέκρα. Καί αἰώνιο παράδειγμα τιμωρίας τῆς ἁμαρτίας καί τῆς ἀμετανοησίας
εἶναι ἡ Νεκρά Θάλασσα. Ἄν σᾶς ἀξιώσει ὁ Θεός νά πᾶτε καί στά Ἱεροσόλυμα καί
στό Σινά, θά περάσετε ἀπό τήν Νεκρά Θάλασσα καί θά δεῖτε ἐκεῖ τό φοβερό τοῦ
πράγματος.

Ὁ Θεός λοιπόν νά δώσει νά μείνουμε πιστοί, νά φύγουμε ἀπό τά Σόδομα καί τά


Γόμορρα, νά φύγουμε καί ἀπ’ τά περίχωρα καί νά σωθοῦμε στό ὄρος μαζί μέ τόν
Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό.

Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης


https://hristospanagia3.blogspot.com

[1] Ρωμ. 12, 5.


[2] Λουκ. 17, 32.
[3] Λουκ. 17, 26.
[4] Λουκ. 17, 27.
[5] Ὅ.π.
[6] Α΄Ἰω. 2, 18.
[7] Λουκ. 17, 32.

66
[8] Λουκ. 17, 28.
[9] Λουκ. 17, 29.
[10] Γεν. 19, 11.
[11] Γεν. 19, 14.
[12] Λουκ. 17, 31.
[13] Α΄Θεσ. 5, 2.
[14] Ματθ. 27, 25.
[15] Ἀποκ. 12, 6.
[16] Β΄Κορ. 6, 17.
[17] Ματθ. 5, 28.
[18] Λουκ. 9, 62.
[19] Φιλ. 3, 14.
[20] Γέν. 19, 17.
[21] Α΄Ἰω. 2, 18.
[22] Β΄Κορ. 6, 17.
[23] Ὅ.π.
[24] Β΄Τιμ. 3, 1-4.
[25] Πρβλ. Α΄Ἰω. 2, 22.
[26] Α΄Θεσ. 5, 2.
[27] Λουκ. 17, 32.
[28] Ἀποκ. 12, 6.
[29] Λουκ. 17, 32.

67
Μή λυπεῖτε τό Πνεῦμα τό Ἅγιον
«Ὁ κλέπτων μηκέτι κλεπτέτω», λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στήν πρός Ἐφεσίους
ἐπιστολή του, στό 4ο κεφάλαιο, 28ο στίχο, καί συνεχίζει «μᾶλλον δέ κοπιάτω
ἐργαζόμενος τό ἀγαθόν ταῖς χερσίν, ἵνα ἔχῃ μεταδιδόναι τῷ χρείαν ἔχοντι»[1].
Δηλαδή αὐτός πού κλέπτει, ἄς πάψει πλέον νά κλέβει. Ἀντίθετα, νά κοπιάζει
ἐργαζόμενος τό ἀγαθό, τό καλό, μέ τά χέρια του, ἔτσι ὥστε νά ἔχει νά δίδει καί σ’
αὐτούς πού ἔχουν ἀνάγκη.

Προηγουμένως, μᾶς εἶχε πεῖ ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος, «μή δίδοτε τόπον τῷ
διαβόλῳ», νά μή δίνουμε τόπο στόν διάβολο. Αὐτό τό εἴχαμε ἑρμηνεύσει τήν
προηγούμενη φορά καί τώρα εἰδικότερα προχωρεῖ σέ ὑποδείξεις, σέ ἐντολές, πού
ἀφοροῦν τήν χριστιανική ζωή, πῶς μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά ζεῖ μέσα στόν Χριστό,
μέσα στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τήν Ἐκκλησία, νά εἶναι κύτταρο τῆς Ἐκκλησίας.

Ἑρμηνεύει ὁ Ἅγιος Νικόδημος[2] καί λέει, βλέπεις, ὤ ἀναγνώστα, ποία εἶναι τά μέλη
τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου, τοῦ κακοῦ ἀνθρώπου, τοῦ ἀνθρώπου τοῦ μή ἀναγεννημένου,
ποιά εἶναι τά μέλη, τά μέρη, τά συστατικά; Ψεῦδος, θυμός, μνησικακία, κλεψία
(κλοπή), γιά τά ὁποῖα εἶπε καί προηγουμένως ὁ Ἀπόστολος καί λέγει καί ἐδῶ. Δέν
εἶπε δέ ἐκεῖνος πού κλέπτει, ἄς παιδεύεται, ἄς τιμωρεῖται δηλαδή, ἀλλά ἄς παύσει τό
κακό, γιατί ἡ παιδεία καί ἡ τιμωρία τῶν κλεπτῶν, αὐτή εἶναι ἔργο τῶν ἐξωτερικῶν
κριτῶν, εἶναι ἔργο τῆς Ἀστυνομίας, τοῦ Κράτους, τό δέ νά παύει ὁ κλέπτης ἀπό τήν
κλεψία, αὐτό εἶναι ἔργο τῆς διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστός δέν θέλει ἁπλῶς
νά τιμωρούμαστε, ἀλλά νά διορθωνόμαστε. Ἐνῶ τό Κράτος δέν τό ἐνδιαφέρει τόσο ἡ
διόρθωση, ὅσο νά ἐπιβάλλει τήν ποινή καί μετά ἐγκαταλείπει τόν ἄνθρωπο.

Ποῦ εἶναι τώρα, λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, οἱ Ναβατιανοί, οἱ λεγόμενοι «Καθαροί», οἱ


γεμάτοι ὄντες ἀπό κάθε ἀκαθαρσία, οἱ ὁποῖοι ἀναιροῦν τήν μετάνοια; Ἄς ἀκούσουν
τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, πῶς εἶναι δυνατόν νά ἀποπλύνει κάποιος τήν ἁμαρτία του;
Ὄχι μόνο μέ τό νά κάμνει ἀποχήν αὐτῆς, ἀλλά καί μέ τό νά ἐργάζεται τό ἀγαθόν. Δέν
εἶναι ἀρκετό τό νά σταματήσεις τό κακό, ἀλλά πρέπει καί νά κάνεις τό ἀντίθετο
καλό. Γι’ αὐτό λέει στή συνέχεια, μᾶλλον δέ κοπιάτω ἐργαζόμενος τό ἀγαθόν ταῖς
χερσίν. Ὄχι μόνο νά μήν κλέβεις, ἀλλά καί νά κάνεις τό καλό ἐργαζόμενος καί
μάλιστα χειρωνακτικά, γιά νά ἔχεις νά δίδεις σ’ αὐτόν πού ἔχει ἀνάγκη. Δέν εἶναι
ἀρκετό λοιπόν, νά ἀφήσει κάποιος τίς ἁμαρτίες, ἀλλά καί νά ἐργαστεῖ τίς ἀντίθετες
ἀρετές. Αὐτό θέλει ὁ Θεός. Γι’ αὐτό λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἐδῶ, ὁ κλέπτης πού
ἔκλεπτε προηγουμένως καί ἔκαμε τήν κακία τῆς κλεψίας, τώρα ἄς κάμει τήν ἀρετή
τῆς ἐλεημοσύνης. Ὄχι ἁπλῶς νά παύει νά παίρνει τά ξένα, ἀλλά νά ἀρχίσει νά δίδει
καί στούς πτωχούς. Καί ὄχι ἁπλῶς ἄς κάμει αὐτήν, ἀλλά μέ κόπο καί μόχθο νά κάμει
τήν ἐλεημοσύνη, δηλαδή μέ τέχνη καί ἐργόχειρο. Προσέξτε ἕνα ὡραῖο νόημα πού
δέν τό συλλαμβάνει κανείς ἴσως μέ τήν πρώτη ἀνάγνωση.

68
-Λέει ὁ Ἀπόστολος «νά ἐργάζεσαι τό ἀγαθόν ταῖς χερσίν». Γιά ποιόν σκοπό;

«Ἵνα ἔχῃ μεταδιδόναι τῷ χρείαν ἔχοντι»[3]. Νά ἐργάζεσαι, νά κοπιάζεις, νά ἱδρώνεις,


νά δίδεις χρόνο καί δυνάμεις, γιά νά μπορεῖς νά δίδεις σ’ αὐτόν πού ἔχει ἀνάγκη. Ὄχι
ἔτσι... ἅμα μοῦ περισσέψει, ἅμα μπορέσω, θά δώσω καί κάτι.. ἀλλά ἐπί τούτου, νά
ἐργάζεσαι γι’ αὐτόν τόν σκοπό.

Νά ἐργάζεται πρέπει λοιπόν ὁ ἄνθρωπος, ὁ χριστιανός, μέ κόπο, μέ μόχθο, πρῶτον,


γιά νά ταπεινώσει καί νά συντρίψει διά τοῦ ἐργοχείρου τό σῶμα του, τό ὁποῖο, μέ τήν
ἀργία πού εἶχε προηγουμένως, ἔμαθε νά κλέβει τά πράγματα τῶν ἄλλων καί νά
τρέφεται ἀπ’ αὐτά. Καί δεύτερον, νά ἐργάζεται γιά νά ἔχει πλούσιο τόν τρόπο καί τόν
πόρο τῆς ζωῆς, άπό τήν τέχνη καί τό ἐργόχειρό του, καί ἔτσι ἔχοντας τόν τρόπο νά
ἐλεεῖ καί τούς ἄλλους πού δέν ἔχουν. Βλέπετε; Ὁ σκοπός τῆς ἐργασίας. Ἀφενός μέν
νά ταπεινώνεται ὁ ἄνθρωπος μέ τόν κόπο πού ἔχει ἡ ἐργασία καί νά μή γίνεται βάρος
στούς ἄλλους, τρεφόμενος ἀπό τούς ἄλλους ἤ κλέπτοντας τούς ἄλλους, νά μή μένει
ἀργός, πού εἶναι κι αὐτό ἁμαρτία, καί νά ἔχει νά δίδει καί σ’ αὐτούς πού ἔχουν
ἀνάγκη. Καί ἀντί γιά ἐκεῖνα πού ἔκλεβε προηγουμένως ἀπ’ τούς ἄλλους, τώρα νά
εὐεργετεῖ καί νά δίδει στούς ἄλλους. Ὤ τοῦ θαύματος! Εἶναι κατάλληλη περίσταση
ἐδῶ νά ἐκφωνήσω, λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, πῶς ἡ ζωή τοῦ ἁγίου εὐαγγελίου κάμνει
καθαρούς καί ἀγγέλους ἐκείνους πού ἦταν προηγουμένως ἁμαρτωλοί καί δαίμονες.

Καί ὁ ἑρμηνευτής Θεοδώρητος, ἑρμηνεύοντας αὐτό τό ρητό, λέει: «ἐπειδή ἡ ἀργία


ταύτην διαφερόντως τήν ἁμαρτίαν, ἤτοι τήν κλεψίαν γεννᾷ, εἰκότως αὐτῇ τήν ἀγαθήν
ἐργασίαν ἀντέταξε». Ἐπειδή, λέει, ἡ ἀργία, τό νά μήν ἐργάζεται κανείς, τό νά
τεμπελιάζει, ὁδηγεῖ στήν ἁμαρτία αὐτή γιά τήν ὁποία μιλάει ὁ Ἀπόστολος, δηλαδή
στήν κλεψιά, γι’ αὐτό καί ἀντέταξε ὡς φάρμακο τήν ἀγαθή ἐργασία στήν κλεψία.

-Βλέπετε πῶς τό Πνεῦμα τό Ἅγιο μᾶς δίνει τό φάρμακο γιά κάθε μας ἀσθένεια, γιά
κάθε ἁμαρτία;

«Παρεγγυᾷ δέ μή μόνης ἕνεκεν τῆς γαστρός μετιέναι τήν ἐργασίαν, ἀλλά καί διά τήν
χρείαν τῶν δεομένων». Καί τί ἀκόμα λέει ὁ Ἀπόστολος; Ὄχι μόνο νά ἐργάζεσαι γιά
νά τρέφεις τό σῶμα, τήν γαστέρα, ἀλλά καί γιά τήν ἀνάγκη νά ἐπαρκεῖς, νά ἐλεεῖς
αὐτούς πού ἔχουν ἀνάγκη.

Ἄς δοῦμε πῶς τό ἑρμηνεύει καί ὁ Ἅγιος Ἰουστίνος ὁ Πόποβιτς[4]. Ὁ χριστιανός


πρέπει νά ἀπορρίψει, λέει ὁ Ἅγιος, ὅ,τι ἀνήκει στόν παλαιό ἄνθρωπο, καί νά
ἀγκαλιάσει τή ζωή τοῦ καινοῦ ἀνθρώπου, τοῦ καινούριου, τή ζωή κατά Θεόν, πού
ὑπάρχει στήν δικαιοσύνη καί στήν ὁσιότητα. Δικαιοσύνη εἶναι ἡ σύνολη ἀρετή.
Ὁσιότητα ἡ εὐσέβεια, ἡ ἁγιότητα. Ἔτσι πρέπει νά γίνει κάθε χριστιανός, δίκαιος καί
ὅσιος. Ὅποιος εἶναι στόν Χριστό, ὅποιος εἶναι τοῦ Χριστοῦ, εἶναι καινή κτίση,
καινούρια δημιουργία, νέα κτίση. «Τά ἀρχαῖα παρῆλθεν, ἰδού γέγονε καινά τά
πάντα»[5], λέει πάλι ὁ Ἀπόστολος στήν β΄ πρός Κορινθίους καί ἔτσι πρέπει νά ζοῦμε

69
«ἐν καινότητι ζωῆς»[6], νά ζοῦμε τήν καινούρια ζωή, τήν ἐν Χριστῷ ζωή. Τά ἀρχαῖα,
τά παλιά πρέπει νά φύγουν. Φύγανε, τά ἀφήσαμε πίσω μας, βαφτιστήκαμε,
μυρωθήκαμε, πήραμε τό Πνεῦμα τό Ἅγιο.

Ὁ ἄλλοτε κλέπτης, ἐάν γίνει χριστιανός, πρέπει νά σταματήσει τήν ἁμαρτία αὐτή καί
νά ἀνανεωθεῖ μέ ἀγῶνα καί κόπο. Πρέπει νά ἀναπτυχθεῖ μέσα του ἡ φιλανθρωπία καί
ἡ ἀδελφοσύνη, γιά νά μπορέσει ὁδηγούμενος ἀπό αὐτές νά ἐργαστεῖ καί νά κερδίσει
μέ τά χέρια του ὅσα περισσότερα μπορεῖ, γιά νά δύναται νά δώσει ἀπ’ αὐτά καί σέ
ἐκείνους πού ἔχουν ἀνάγκη. Νά ποιός εἶναι ὁ σκοπός τῆς ἐργασίας. Δέν εἶναι ἁπλῶς
μιά φίλαυτη ἱκανοποίηση τῶν προσωπικῶν μας ἀναγκῶν, «δικά μου εἶναι, ἐγώ θά τά
φάω μόνος μου», ὅπως λέει ὁ κοσμικός ἄνθρωπος, ἀλλά ἐργαζόμαστε γιά νά
εὐεργετοῦμε καί τό σύνολο, τούς ἀδελφούς μας. Ἔτσι, στόν τόπο τῆς ἀναισθησίας
τοῦ νά κλέβει κάποιος... Εἶναι ἀναισθησία νά κλέβεις.

-Τί θά πεῖ ἀναισθησία μέ τήν πνευματική ἔννοια;

Δέν ἔχεις αἴσθηση τοῦ Θεοῦ, δέν ἔχεις φόβο Θεοῦ, δέν ἔχεις κοινωνία μέ τόν Θεό,
εἶσαι νεκρός πνευματικά, δέν ἔχεις πνευματικές αἰσθήσεις. Στόν τόπο λοιπόν αὐτῆς
τῆς ἀναισθησίας, ὅταν ὁ ἄνθρωπος μετανοήσει καί ἀναγεννηθεῖ πνευματικά,
ἐμφανίζεται ὁ κόσμος τῶν νέων αἰσθήσεων. Ἐμφανίζονται στήν ψυχή οἱ εὐαγγελικές
αἰσθήσεις, τῆς εὐσπλαχνίας, τῆς ἀδελφότητας, τῆς αἰσθηματικότητας καί τῆς
συναισθηματικότητας. Μέσα στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ ὁ ἀναγεννημένος ἄνθρωπος
γίνεται εὐαίσθητος στόν πόνο τοῦ ἄλλου, στή θλίψη τοῦ ἄλλου, στήν ἀνάγκη τοῦ
ἄλλου, ἐνῶ ὁ κλέφτης εἶναι ἀναίσθητος γιά τόν πόνο τοῦ ἄλλου. Ἴσα-ἴσα τό
ἀντίθετο, κάνει τόν ἄλλο νά πονέσει παίρνοντάς του αὐτά πού ἔχει.

Τά πάθη, τά ἐλαττώματα θεραπεύονται μέ τίς ἀντίστοιχες ἀρετές.

-Θέλεις νά κόψεις τά πάθη σου;


Ἐντόπισέ τα καί κάνε ἀκριβῶς τίς ἀντίθετες ἀρετές.

-Εἶσαι μέχρι τώρα ἀκόλαστος, ἀνήθικος, πόρνος...;


Θά πρέπει νά γίνεις ἁγνός, νά γίνεις σώφρων, νά γίνεις προσεκτικός στά θεάματα,
στά ἀκροάματα, στίς συναναστροφές, νά ἀσκήσεις τήν ἁγνότητα, τήν παρθενικότητα
τῆς ὕπαρξής σου. Ἔτσι κόβεις τό πάθος τό σατανικό τῆς ἀνηθικότητας.

-Ἤσουν κλέπτης; Ἤσουν καταχραστής; Ἤσουν τοκογλύφος;


Τώρα θά πρέπει νά γίνεις ἐλεήμων, νά γίνεις δοτικός, νά μοιράζεσαι αὐτά πού ἔχεις,
νά δίνεις καί ἀπό τό ὑστέρημά σου ἀκόμα καί ἔτσι πολεμᾶς καί ἐξαλείφεις τό πάθος
αὐτό τῆς ἁρπαγῆς καί τῆς κλεψίας.

Τό μίσος τό θεραπεύεις μέ τήν ἀγάπη. Τήν ὑπερηφάνεια μέ τήν ταπείνωση. Δέν εἶναι
λοιπόν βλέπετε ἁπλῶς ἕνα «μή» ἡ χριστιανική ζωή. Μήν κάνεις αὐτό, μήν κάνεις τό

70
ἄλλο, ἀλλά εἶναι μία θέση. Ἐκεῖ πού ἔκανες τό κακό, τώρα νά κάνεις τό ἀντίθετο
καλό. Δέν μᾶς καλεῖ λοιπόν ὁ Χριστός σέ μία παθητικότητα, σέ μία ἀνενεργησία, σέ
μία ἀπραξία, ἀλλά σέ μία ἐνεργητική ζωή, σέ μία θέση. Ἐκεῖ πού προηγουμένως
ὑπῆρχε ἡ ἄρνηση τοῦ Θεοῦ, τώρα βάζουμε τήν ἐργασία γιά τόν Θεό καί τά πάντα τά
κάνουμε γιά τόν Θεό.

Ἡ ἀναισθησία πολεμᾶται μέ τήν εὐασθησία. Ἡ ἀκηδία καί ἡ ἀδράνεια μέ τήν


δραστηριότητα καί τή φιλοπονία. Ἔτσι κόβονται τά πάθη.

-Βλέπεις μιά τεμπελιά; Μιά νωθρότητα;


Θά τήν πολεμήσεις μέ τήν ἑκούσια δραστηριότητα, μέ βία στόν ἑαυτό σου, μέ
φιλεργία, δηλαδή μέ ἀγάπη γιά ἐργασία, μέ φιλοπονία, μέ τήν ἀγάπη γιά τόν πόνο,
γιά τόν κόπο, τόν πόνο γιά τόν ἄλλον, νά πονᾶς, νά κοπιάζεις γιά τόν ἄλλον.

Ὁ κανόνας τῆς εὐαγγελικῆς συνευαισθησίας εἶναι «πάντα ὑπέδειξα ὑμῖν ὅτι οὕτω
κοπιῶντας δεῖ ἀντιλαμβάνεσθαι τῶν ἀσθενούντων, μνημονεύειν τε τῶν λόγων τοῦ
Κυρίου Ἰησοῦ, ὅτι αὐτός εἶπε· μακάριόν ἐστι μᾶλλον διδόναι ἤ λαμβάνειν»[7],
διαβάζουμε στίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων. Αὐτός εἶναι ὁ κανόνας μας. Μᾶς ὑπέδειξε
τό Πνεῦμα τό Ἅγιο ὅτι ἔτσι πρέπει νά ζοῦμε, βοηθώντας τούς ἀσθενεῖς, καί νά
θυμόμαστε τά λόγια τοῦ Κυρίου πού εἶπε, εἶναι μακάριο περισσότερο τό νά δίδεις
παρά νά λαμβάνεις. Ὅπως ἔλεγε ὁ μακαριστός Ἅγιος Παΐσιος, ὅταν παίρνεις κάτι
ἀπό κάποιον, ἕνα δῶρο, δέχεσαι - νιώθεις μία ἀνθρώπινη εὐχαρίστηση, ἀνθρώπινη
χαρά. Ὅταν δίνεις στόν ἄλλον, παίρνεις μία θεϊκή χαρά καί εὐχαρίστηση. Πολύ
ἀνώτερο! Γι’ αὐτό, ἄν θέλει πραγματικά κανείς νά γλεντάει τή ζωή του, πρέπει νά
μάθει νά δίνει! Μπορεῖ νά μήν ἔχεις νά δώσεις χρήματα ἄν εἶσαι φτωχός. Μπορεῖς
ὅμως νά δώσεις προσευχή γιά τόν ἄλλον. Μπορεῖς νά δώσεις χρόνο, ν’ ἀκούσεις μιά
δυσκολία τοῦ ἄλλου. Μπορεῖς νά τοῦ δώσεις ἕνα χαμόγελο, μία συμπαράσταση, κι
αὐτό μετράει πολύ περισσότερο καί ἀπό τά χρήματα.

Ἡ φωτεινή καί ἁγία ψυχή τοῦ θεομακάριστου Θεοφυλάκτου εὐαγγελίζεται -ὁ Ἅγιος


Θεοφύλακτος Βουλγαρίας ἔχει ἑρμηνεία μέ βάση τόν ἱερό Χρυσόστομο τοῦ
Ἀποστόλου Παύλου καί ἀπό αὐτόν δανείζεται τώρα καί ὁ Ἅγιος Ἰουστίνος ὁ
Πόποβιτς. Βλέπετε; Ὁ ἕνας Πατέρας ἀκολουθεῖ τόν ἄλλο Πατέρα. Αὐτό εἶναι ἡ
Ἐκκλησία καί ἔτσι εἴμαστε σίγουροι ὅτι εἴμαστε μέσα στήν Ἐκκλησία, ὅταν
ἀκολουθοῦμε τούς ἁγίους Πατέρες, τούς προηγούμενους ἀπό μᾶς. Λέει ὁ Ἅγιος
Θεοφύλακτος: δέν εἶναι ἀρκετό τό νά ἀποστεῖ κανείς ἀπό τήν ἁμαρτία, νά
ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τήν ἁμαρτία, ἀλλά νά κάνει καί κάτι καλό. Γι’ αὐτό λέει καί τό
Πνεῦμα τό Ἅγιο μέ τό στόμα τοῦ Προφήτη Δαβίδ, ὅτι πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά ἐκκλίνει
ἀπό τό κακό καί νά κάνει τό καλό. «Ἔκκλινον ἀπό κακοῦ καί ποίησον ἀγαθόν»[8].
Ὄχι ἁπλῶς νά φύγεις ἀπό τό κακό, ἀλλά νά κάνεις καί τό ἀντίθετο καλό. Δέν εἶναι
ἀρκετό νά σταματήσει κανείς ἀπό τήν ἁμαρτία, λέει ὁ Ἅγιος Θεοφύλακτος, ἀλλά
πρέπει νά κινηθεῖ καί σέ δρόμο ἀντίθετο τῆς ἁμαρτίας. Ἀλλιῶς πάλι θά πέσει στήν

71
ἁμαρτία. Βλέπετε πολλοί ἄνθρωποι λένε, προσπαθῶ νά τό κόψω αὐτό τό πάθος καί
δέν μπορῶ.

-Πῶς τό ἐννοεῖς νά τό κόψεις;


Γιά νά κόψεις τό πάθος, δέν εἶναι ἁπλῶς νά πεῖς νά μήν τό κάνω αὐτό, πρέπει νά
κάνεις τό ἀντίθετο καλό. Ἔτσι κόβεται τό πάθος. Ἀλλιῶς, ἄν πέσεις σέ μιά ἀπραξία,
ἡ κακή συνήθεια θά σέ ρίξει πάλι στό ἴδιο πάθος καί θά δεῖς ὅτι δέν μπορεῖς νά τό
κόψεις. Θά πρέπει νά κάνεις τό ἀντίθετο καλό καί φυσικά νά κάνεις καί προσευχή,
νά ζητήσεις τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ὄχι νά προσπαθήσεις μόνος σου.

-Γινόταν πρίν τό κακό;


Τώρα ἄς γίνεται τό καλό, κι αὐτό μέ ἀγῶνα καί κόπο. Ἀπ’ τή μιά μεριά νά γίνεται τό
καλό γιά νά «ἠρεμήσει» τό σῶμα, τό ὁποῖο προηγουμένως ἀπό τήν πνευματική
ἀδράνεια ἦταν γρήγορο στά κακά ἔργα. Ὅσο ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὑποταγμένος στά
πάθη του εἶναι ἀδρανής πνευματικά, τεμπελιάζει πνευματικά, κοιμᾶται πνευματικά
καί ἡ ψυχή καί τό σῶμα. Τώρα λοιπόν πού μετανόησες, πρέπει νά κινητοποιήσεις καί
τήν ψυχή καί τό σῶμα στά καλά ἔργα καί ἔτσι θά κοποῦν τά πάθη.

Θά πρέπει λοιπόν τό σῶμα, τό ὁποῖο ἦταν γρήγορο στά κακά ἔργα καί ἀδρανές στά
καλά ἔργα, νά κινητοποιηθεῖ, καί ἀπ’ τήν ἄλλη μεριά νά ὑπάρχουν σέ ἱκανοποιητική
ποσότητα τά μέσα καί γιά τή ζωή αὐτοῦ πού κοπιάζει, ἀλλά καί γιά τήν ἐλεημοσύνη
πρός τούς ἄλλους. Ἐργαζόμενος λοιπόν, κοινητοποιεῖς τήν ὕπαρξή σου στό καλό καί
συγχρόνως ἔχεις καί μέσα γιά νά βοηθήσεις καί τούς ἄλλους. Γιά νά μπορέσει αὐτός
πού νωρίτερα ἔκλεβε τούς ἄλλους, τώρα νά γίνει ἀγαθοποιός πρός τούς ἄλλους.
Πρῶτα τούς λήστευε, τώρα πρέπει νά τούς εὐεργετεῖ.

Ὤ, θαυμαστέ Θεέ, πῶς τό εὐαγγέλιό Σου κάνει ἀγγέλους αὐτούς πού ἦσαν πρῶτα
σχεδόν διάβολοι! Λέει καί ἕνας Ἅγιος, αὐτή εἶναι ἡ ἀπόδειξη ὅτι ὁ Θεός ἔγινε
ἄνθρωπος καί ὅτι ὁ Χριστός ἀναστήθηκε, τό ὅτι ὁ κλέπτης ἔπαψε νά κλέβει καί τώρα
γίνεται ἐλεήμων. Ὁ ἀνήθικος γίνεται τώρα σώφρων. Ὁ ἄδικος, ὁ λοίδορος, ὁ
συκοφάντης τώρα γίνεται κήρυκας τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, γίνεται ἐκεῖνος πού τώρα
κηρύττει τήν συγχώρηση, γίνεται αὐτός ὁ ὁποῖος ἀγαπᾶ καί πλέον παύει νά φθονεῖ,
παύει νά ζηλεύει, παύει νά ἔχει τήν καρδιά του γεμάτη κακία. Αὐτό ἀκριβῶς εἶναι
ἀπόδειξη ὅτι ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος, γιατί δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος ἀπό μόνος του νά
τά καταφέρει αὐτά. Μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ γίνονται καί διά τοῦ ἁγίου εὐαγγελίου, διά
τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας.

Λέγει στή συνέχεια ὁ Ἀπόστολος, στόν 29ο στίχο, «πᾶς λόγος σαπρός», κάθε λόγος
σάπιος, «ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν μή ἐκπορευέσθω»[9]. Συνεχίζει λοιπόν τώρα τίς
προτροπές, πῶς θά ἀφήσουμε τόν παλαιό ἄνθρωπο. Μᾶς εἶπε γιά τήν κλεψία καί
τώρα μᾶς μιλάει γιά τή σαπρολογία θά λέγαμε, γιά τά σάπια λόγια, τά βρώμικα
λόγια.

72
Ποιός εἶναι ὁ σαπρός καί βρώμικος λόγος;
Εἶναι ὁ ἀργός, λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, ὁ ἄκαιρος καί ὁ μάταιος. Ἀργός λόγος πού
δέν ἔχει ἔννοια, πού δέν ἔχει λόγο, λογική, δέν χρειάζεται.. Ἀργός λόγος... περί
ἀνέμων καί ὑδάτων. Ἄκαιρος λόγος, δέν εἶναι τῆς παρούσης περιστάσεως, τοῦ
παρόντος χρόνου, δέν εἶναι ἡ κατάλληλη στιγμή νά πεῖς αὐτόν τόν λόγο. Μάταιος
λόγος, δέν ἔχει σκοπό, δέν ἀποσκοπεῖ, δέν βοηθάει στή σωτηρία. Αὐτός εἶναι ὁ
μάταιος λόγος. Ρώτησαν κάποτε ἕναν Γέροντα: «Τί ἐστί ματαιότης;», καί εἶπε «ὅσα
ὑπό τόν οὐρανόν αὐτά ὅλα εἶναι ματαιότης». Ὅσα εἶναι κάτω ἀπό τόν οὐρανό.

-Γιατί τά λές αὐτά τά λόγια; Βοηθᾶνε τήν ὕπαρξή σου νά ἀνέβει στόν οὐρανό; Καί
τήν ὕπαρξη τοῦ πλησίον σου;

Δέν βοηθᾶνε. Μήν τά λές καλύτερα, εἶναι μάταια λόγια. Ὅπως π.χ. λέει ὁ Ἅγιος
Νικόδημος, εἶναι ἡ μωρολογία, τό νά λές μωρά, ἠλιθιότητες νά τό ποῦμε ἔτσι,
ἀνοησίες. Ἡ εὐτραπελία, τό νά λές εὐτράπελα, χαζά, ἀνέκδοτα κ.λ.π. Οἱ ἀστειότητες,
οἱ χωρατάδες καί ἄλλα ὅμοια. Αὐτά δίνουν καί παίρνουν στά κοσμικά συμπόσια, στίς
καρναβαλικές ἐκδηλώσεις, πού λέγαμε προηγουμένως, καί γενικά σέ καθετί κοσμικό,
σέ κάθε κοσμική συγκέντρωση.

Χειρότερος ἀκόμα καί βρωμερότερος λόγος ἀπό τόν σαπρό εἶναι ἡ αἰσχρολογία,
ὅταν λές αἰσχρά, ἡ λοιδορία, ὅταν λοιδορεῖς τόν ἄλλον, δηλαδή τόν ἐμπαίζεις, τόν
κοροϊδεύεις, τόν ἐξουθενώνεις καί ἡ καταλαλιά. Ὅταν κουτσομπολεύεις, κατακρίνεις
τόν ἄλλον. Αὐτά εἶναι ἀκόμα χειρότερα λόγια, βρωμερότερα, ἀχρειότερα ἀπό τήν
μωρολογία, τήν εὐτραπελία, τόν ἄκαιρο λόγο, καί τόν μάταιο λόγο.

Ἡ μωρολογία καί ἡ εὐτραπελία, λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος σέ μία ὑποσημείωσή του,


διαλύουν τό σύντονο καί τό σταθερό τῆς διάνοιας. Ὁ ἄνθρωπος πέφτει σέ μιά
κατάσταση χαλάρωσης-χαύνωσης, χάνει τόν ἑαυτό του, τή συγκρότησή του.
Διαλύεται κατά κάποιο τρόπο ψυχικά καί αὐτή ἡ μωρολογία καί ἡ εὐτραπελία
παρακινοῦν τούς ἀκούοντες σέ γέλωτες, σέ γέλια, σέ μία ἀνεμελιά, σέ μία λήθη τοῦ
Θεοῦ, τῆς κρίσης, τοῦ θανάτου, τῆς αἰώνιας κόλασης, πού πρέπει νά τά ἔχουμε πάντα
στόν νοῦ μας γιά νά μήν ἁμαρτάνουμε. Ὅταν λοιπόν ἀρχίζεις καί λές τέτοια
ἀνέκδοτα, κουτσοκέφαλα καί μωρολογίες, προφανῶς ἁμαρτάνεις. Λέγεται γιά τόν
Κύριο ὅτι ποτέ δέν Τόν εἶδαν νά γελάει, ἀλλά νά δακρύζει πολλές φορές.

Τί λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος; Ὅταν ρωτήθηκε, ἀπό ποία ρήματα ἡ ἀργολογία


κρίνεται; Πῶς μποροῦμε νά ὁρίσουμε τήν ἀργολογία; ἀπήντησε: «Καθόλου πᾶν ρῆμα
τό μή συντελοῦν πρός τήν προκειμένην ἐν Κυρίῳ χρείαν ἀργόν ἐστι». Καθολικά,
συνολικά, κάθε λόγος ὁ ὁποῖος δέ συντελεῖ στήν ἀνάγκη πού ἔχουμε ὅλοι νά εἴμαστε
μέ τόν Κύριο, εἶναι ἀργό. Ὁτιδήποτε δέν συμβάλλει στό νά ἀγαπήσουμε τόν Χριστό
εἶναι ἀργός λόγος. «Καί τοσοῦτός ἐστι τοῦ τοιούτου ρήματος ὀ κίνδυνος, ὅτι, κἄν
ἀγαθόν ᾖ τό λεγόμενον, μή πρός οἰκοδομήν δέ τῆς πίστεως οἰκονομῆται, οὐκ ἐν τῇ
ἀγαθότητι τοῦ ῥήματος ὁ λαλήσας ἔχει τό ἀκίνδυνον, ἀλλ' ἐν τῷ μή πρός οἰκοδομήν

73
οἰκονομῆσαι τό ῥηθέν, λυπεῖ τό Πνεῦμα τό Ἅγιον τοῦ Θεοῦ». Τί λέει ἐδῶ ὁ Ἅγιος
Βασίλειος; Ὁ κίνδυνος τοῦ ἀργοῦ ρήματος εἶναι πολύ μεγάλος, ἀκόμα κι ἄν αὐτό πού
λές εἶναι ἀγαθό ἀλλά δέν λέγεται πρός οἰκοδομήν τῆς πίστεως. Γιατί τί μᾶς λέει ὁ
Ἀπόστολος; Νά μή βγαίνει σαπρός λόγος, λέει, ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν «ἀλλά εἴ τις
ἀγαθός πρός οἰκοδομήν τῆς χρείας ἵνα δῷ χάριν τοῖς ἀκούουσι»[10]. Νά μή βγαίνει
σάπιος λόγος ἀπό τό στόμα σας, ἀλλά ἄν ὑπάρχει κάποιος ἀγαθός λόγος, ὄχι
ὁποιοσδήποτε ἀγαθός λόγος, ἀλλά αὐτός ὁ ὁποῖος εἶναι κατάλληλος γιά τήν
πνευματική οἰκοδομή, ὑπηρετεῖ τήν ἀνάγκη μας γιά τήν ἕνωση μέ τόν Κύριο καί
δίνει χάρη στούς ἀκούοντας. Αὐτός ὁ λόγος πρέπει νά λέγεται, ὄχι ἁπλῶς ἕνας καλός
λόγος. Μπορεῖ νά εἶναι καλός λόγος ἀλλά νά μήν οἰκοδομεῖ πνευματικά τόν ἄλλον.
Κι αὐτός ὁ λόγος εἶναι ἐπικίνδυνος, εἶναι ἁμαρτωλός.

Κάθε ρῆμα λοιπόν, λέει, πού δέν συντελεῖ στήν ἀναγκαία χρεία, στήν ἀνάγκη πού
ἔχει ὁ κάθε ἄνθρωπος ν’ ἀγαπήσει τόν Χριστό, νά ἑνωθεῖ μέ τόν Χριστό, αὐτό εἶναι
ἀργό ρῆμα. Ἀκόμα κι ἄν εἶναι ἀγαθό αὐτό πού λέγεται ἀλλά δέν εἶναι πρός οἰκοδομή
τῆς πίστεως, αὐτός πού τό λέει, δέν ἔχει τό ἀκίνδυνο. Κινδυνεύει, γιατί αὐτό πού
λέει, δέν τό λέει πρός οἰκοδομήν πνευματική, καί γι’ αὐτό, αὐτό πού λέει λυπεῖ τό
Πνεῦμα τό Ἅγιο τοῦ Θεοῦ. Καί αὐτό σαφῶς μᾶς τό δίδαξε ὁ Ἀπόστολος λέγοντας,
ὅτι κάθε λόγος σαπρός νά μή βγαίνει ἀπό τό στόμα σας, ἀλλά μόνο ὅποιος εἶναι
ἀγαθός γιά οἰκοδομή τῆς πίστεως, γιά νά δίνει Χάρη σ’ αὐτούς πού ἀκοῦνε. Καί στή
συνέχεια συμπλήρωσε «καί μή λυπεῖτε τό Πνεῦμα τό Ἅγιον τοῦ Θεοῦ, ἐν ᾧ
ἐσφραγίσθητε»[11], μέ τό Ὁποῖο σφραγιστήκατε ὅταν βαφτιστήκατε εἰς ἡμέραν
ἀπολυτρώσεως. «Τό δέ λυπῆσαι τό Πνεῦμα τό Ἅγιον τοῦ Θεοῦ, ὅσον ἐστί κακόν, τί
δεῖ καί λέγειν;». Τό νά λυπήσουμε δέ τό Ἅγιο Πνεῦμα πόσο μεγάλο κακό εἶναι δέν
χρειάζεται νά τό ποῦμε. Ὥστε, κατά τόν Ἅγιο Βασίλειο, ὁ ἀργός λόγος μπορεῖ
μερικές φορές νά εἶναι καί ἀγαθός. Ἡ μωρολογία καί ἡ εὐτραπελία πάντως εἶναι
πάντοτε κακή καί ἁμαρτώδης, ὁδηγεῖ στήν ἁμαρτία.

Ἑπομένως, προσοχή πάρα πολλή στά λόγια μας. Ἀκόμα καί στά καλά λόγια. Πολύ
περισσότερο στή μωρολογία καί ἀκόμα περισσότερο στήν αἰσχρολογία, στή
λοιδορία, στήν καταλαλιά. Βλέπετε, πῶς οἱ Ἅγιοι μᾶς περιφρουροῦν μέ τή
διδασκαλία τους καί μᾶς βάζουνε φραγμό. Βλέπετε καί τό στόμα μας, ἡ γλώσσα μας
ἔχει διπλό φραγμό. Ἔχει τά δόντια, ἔχει καί τά χείλη. Γιά νά μᾶς διδάξει ὁ Κύριος ὅτι
πρέπει νά προσέχουμε πολύ τί λέμε. Καί ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος λέει, ὅτι
αὐτός πού μπορεῖ καί χαλιναγωγεῖ τή γλώσσα του, εἶναι τέλειος[12]. Τέλειος
χριστιανός. Ἔχει καλή κυβέρνηση ὅλης τῆς ὕπαρξής του, τοῦ σώματος καί τῆς ψυχῆς
του, αὐτός πού ἐλέγχει τή γλώσσα του. Καί ὁ Ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος λέει «ὑπέρ πάντα
τήν σιωπήν ἀγάπησον». Νά ἀγαπήσεις τήν σιωπή. Καί ἄλλοι Ἅγιοι μᾶς λένε…
Πολλές φορές -ἔλεγε ἕνας Ἅγιος- μετάνιωσα γι’ αὐτά πού εἶπα, ποτέ δέν μετάνιωσα
γι’ αὐτά πού δέν εἶπα. Ὁπότε εἶναι πολλές φορές καλύτερο νά σιωπήσεις παρά νά
μιλήσεις. Ἐπειδή πρόκειται νά κατακριθοῦμε, ὄχι μόνο γιά τά πονηρά ἔργα πού
πράττουμε, ἀλλά καί γιά τά ἀργά λόγια πού λαλοῦμε, ὅπως εἶπε ὁ Κύριος «πᾶν ῥῆμα
ἀργόν ὅ ἐάν λαλήσωσιν οἱ ἄνθρωποι, ἀποδώσουσι περί αὐτοῦ λόγον ἐν ἡμέρα

74
κρίσεως»[13]. Δέν θά δώσουμε λόγο μόνο γιά τά ἔργα μας, ἀλλά καί γιά τά λόγια
μας. Ποῦ εἶναι αὐτοί πού λένε, δέν θέλω νά ἐξομολογηθῶ, δέν ἔχω κάνει τίποτα, δέν
σκότωσα, δέν ἔκλεψα.. Μόνο αὐτά εἶναι; Δέν ἔχεις πεῖ λόγο ἀργό; Καί αὐτό εἶναι
ἁμαρτία, καί γι’ αὐτό θά δώσεις λόγο.

Σημείωσε, λέγει πάλι ὁ Ἅγιος Νικόδημος, ὅτι κατά τόν Μέγα Βασίλειο, τόν ἀκριβῆ
νομογράφο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καί αὐτές οἱ ἔννοιες καί τά λόγια τῆς καρδιᾶς μας
λέγονται ἔργα μέ τήν πλατύτερη σημασία τοῦ ἔργου λαμβανόμενα. Ὁ Ἅγιος
Βασίλειος ἑρμηνεύοντας αὐτό τό ψαλμικό χωρίο «ὁ πλάσας κατά μόνας τάς καρδίας
αὐτῶν, ὁ συνιείς πάντα τά ἔργα αὐτῶν»[14], τόν 32 ο Ψαλμό, λέει: «ἔργα λέμε καί
τούς λόγους καί τίς ἔννοιες καί κάθε κίνηση τοῦ ἀνθρώπου». Μπορεῖ νά εἶναι
ἀνεπαίσθητη, ἐσωτερική, καρδιακή. Ὁ Θεός, πού ἔπλασε κατά μόνας τίς καρδιές μας,
γνωρίζει καθενός τήν καρδιά. Τήν ἔπλασε καί τή γνωρίζει. Ὁ συνιείς πάντα τά ἔργα
αὐτῶν. Αὐτός πού ἔχει αἴσθηση καί γνώση ὅλων τῶν ἔργων μας καί τῶν λόγων μας
καί τῶν σκέψεών μας καί τῶν ἐπιθυμιῶν μας καί τῶν κινημάτων μας, τῶν κινημάτων
τῆς καρδιᾶς μας, Αὐτός λοιπόν γνωρίζει τά πάντα, καί μέ βάση αὐτά θά κριθοῦμε.

«Ποία γάρ διαθέσει καί τίνι προθέσει κινούμεθα;» Γιατί κάνεις αὐτό πού κάνεις;
Ποιά εἶναι ἡ πρόθεσή σου; «Πότερον εἰς ἀνθρώπων ἀρέσκειαν ἤ εἰς ὑπουργίαν τῶν
δεδομένων ἡμῖν προσταγμάτων παρά Θεοῦ;» Ἄραγε γιατί τά κάνεις αὐτά πού κάνεις;
Γιά νά ἀρέσεις στούς ἀνθρώπους ἤ γιά νά ἐκπληρώσεις τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ; Αὐτά
ὅλα «μόνος οἶδεν ὁ συνιείς πάντα τά ἔργα ἡμῶν». Μόνο ὁ Θεός τά γνωρίζει
πραγματικά ὅλα αὐτά τά ἔργα μας. «Διά τοῦτο καί περί παντός ρήματος ἀργοῦ
δίδωμεν λόγον. Καί ἕως ποτηρίου ὕδατος ψυχροῦ τόν μισθόν οὐκ ἀπόλλυμεν, διά τό
εἰς πάντα ἡμῶν τά ἔργα συνιέναι τόν Κύριον». Καί δέν χάνουμε τόν μισθό μας,
ἀκόμα κι ἄν δώσουμε ἕνα ποτήρι κρύο νερό. Γιατί ὁ Κύριος γνωρίζει ὅλα τά ἔργα
μας.

«Λόγος σαπρός», λοιπόν, «μή ἐκπορευέσθω ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν»[15]. Καί λέει
στή συνέχεια «εἴ τις ἀγαθός πρός οἰκοδομήν τῆς χρείας, ἵνα δῷ χάριν τοῖς
ἀκούουσι»[16]. Τί ὡραῖα!

-Ἔχεις λόγο νά πεῖς;


Νά εἶναι πρός οἰκοδομή τῆς πίστεως, γιά νά δώσει Χάρη σ’ αὐτόν πού θά τό ἀκούσει.
Ἐμεῖς οἱ χριστιανοί ἐκεῖνο μόνο τόν λόγο πρέπει νά λαλοῦμε, λέει ὁ Ἅγιος
Νικόδημος, ὁ ὁποῖος εἶναι ἀναγκαῖος στήν ὑπόθεσή μας καί στή χρεία πού ἔχουμε.

-Καί ποιά εἶναι ἡ ὑπόθεση καί ἡ χρεία;


Ἡ σωτηρία μας, ἡ πίστις μας. Κάθε λόγος πού δέν εἶναι ἀναγκαῖος στήν ὑπόθεσή
μας, αὐτόν δέν πρέπει νά λαλοῦμε ἀκαίρως καί ἀχρήστως, ἵνα οἱ ἀκούοντες τῶν
καιρίων καί χρησίμων μας λόγων, μᾶς γνωρίζουν χάρη. Ὅταν λαλοῦμε λόγια
ψυχοφελῆ καί σωτήρια, θά μᾶς εὐχαριστήσουν αὐτοί πού τά ἀκοῦνε, γιατί
ὠφελήθηκαν ἀπ’ αὐτά. Ὁ καλός καί ψυχοφελής λόγος θά δώσει Χάρη σέ ἐκείνους

75
πού τόν ἀκοῦνε. Γιατί ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ αὐτός καθεαυτός ὅταν λαλεῖται, ὅταν
ἀκούγεται, δίνει Χάρη σ’ αὐτόν πού τόν ἀκούει, ἀλλά καί σ’ αὐτόν πού τόν λέει.

Καθώς τό μύρο δίνει χάρη καί εὐωδία σ’ ἐκείνους πού τό ἀλείφονται, πού βάζουνε
ἀρώματα πάνω τους, τοιουτοτρόπως καί ὁ θεϊκός καί ὠφέλιμος λόγος δίνει Χάρη καί
εὐωδία πνευματική σ’ αὐτούς πού τόν ἀκοῦνε. Αὐτό λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος:
«Καθάπερ γάρ τό μύρον χάριν δίδωσι τοῖς μεταλαμβάνουσιν, οὕτω καί λόγος
ἀγαθός». Διά τοῦτο καί τίς ἔλεγε «μῦρον ἐκκενωθέν ὄνομά σου»[17], στό Ἄσμα
Ἀσμάτων. Τό ὄνομά Σου Θεέ μου, Χριστέ μου, εἶναι μῦρο ἐκκενωθέν, εἶναι ἄρωμα.
Εἶναι εὐωδία τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτό, ξέρετε, καί αὐτοί πού λένε τήν εὐχή,
τό Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησέ με, ὅταν ἐπιμένουν πολύ, εὐωδιάζει τό στόμα τους.
Βγάζει μιά εὐωδία τό στόμα τους, γιατί ἀκριβῶς τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ εἶναι μία
εὐωδία. Δέν εἶναι παραμύθια ἤ σχήματα λόγου αὐτά πού μᾶς λέει ἡ Ἁγία Γραφή,
εἶναι πραγματικότητα. Κι αὐτή ἡ εὐωδία δέν εἶναι ὑλική βέβαια, δέν εἶναι ἄρωμα
κτιστό, ἀλλά εἶναι εὐωδία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος λέει: «Ὥσπερ ὁ ἀρώματα βαστάζων, καί μή
θέλων ἐκ τῆς ὀσμῆς ἐλέγχεται· οὕτως ὁ πνεῦμα Κυρίου ἔχων, ἐκ τῶν ἑαυτοῦ λόγων
γνωρίζεται καί τῆς ταπεινώσεως». Τί ὡραῖο εἶναι αὐτό! Νά τό ἑρμηνεύσουμε: ὅπως,
λέει, αὐτός πού βαστάζει ἀρώματα, πού ἔχει πάνω του ἀρώματα καί χωρίς νά θέλει
ἐλέγχεται, δηλαδή τόν καταλαβαίνεις.. ἀφοῦ εὐωδιάζουν τά ἀρώματα πού ἔχει βάλει
πάνω του, ἐλέγχεται ἀπό τήν ὀσμή, ἔτσι, λέει, κι αὐτός πού ἔχει τό Πνεῦμα τό Ἅγιο,
πού εἶναι εὐωδία πνευματική, εὐωδία Χριστοῦ, ἀπό τά λόγια του ἐλέγχεται. Τόν
καταλαβαίνεις ἀπό τά λόγια του, πού εὐωδιάζουν, πού εἶναι λόγια ἀρωματισμένα μέ
τό Ἅγιο Πνεῦμα. Καί λές τί ὡραῖα πού εἶναι αὐτά.. Πῶς εἶχε ὁ Κύριος αὐτή τή Χάρη!
Κατεξοχήν ὁ Κύριος… καί κρεμόντουσαν ἀπό τό στόμα Του καί λέγανε «ποτέ δέν
λάλησε ἄνθρωπος, ὅπως Αὐτός ὁ ἄνθρωπος»[18]. Ἡ εὐωδία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος
ἦταν στό στόμα τοῦ Χριστοῦ μας. Καί ἔτσι καί στά στόματα τῶν Ἁγίων. Ἔτσι, ἕνας
πού ἔχει τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, τόν καταλαβαίνεις ἀπό τά λόγια του καί ἀπό τήν
ταπείνωσή του. Προσπαθοῦν οἱ Ἅγιοι νά κρυφτοῦνε. Δέν μποροῦν νά κρυφτοῦν,
τούς προδίδει ἡ εὐωδία τῶν λόγων τους καί ἡ ταπείνωσή τους.

Καί ἀντίστροφα -καί τραγικό αὐτό- καί ὁ κακός ἄνθρωπος ὅσο καί νά ἀρωματίζεται
μέ τά κτιστά ἀρώματα, ὅσο κι ἄν μπογιατίζεται κ.λ.π. δέν μπορεῖ νά ξεφύγει,
προδίδεται. Ἀπό τί; Ἀπό τά λόγια του πάλι, τά ὁποῖα εἶναι βρωμερά καί τρισάθλια.
Καί ἀπό τήν ὑπερηφάνειά του. Προδίδεται καί ὁ κακός, ὁ παλαιός ἄνθρωπος, ὁ
ἄνθρωπος ὁ μή ἀναγεννημένος πνευματικά. Καί δυστυχῶς σήμερα, ἔχουν περισσέψει
αὐτοί οἱ ἄνθρωποι. Βλέπετε, ἡ αἰσχρολογία, ἡ βλασφημία, ἔχει περισσέψει στούς
ἀνθρώπους. Αὐτό δέν εἶναι κάτι ἐξωτερικό. Προδίδει τήν ἐσωτερική κατάσταση πού
ἔχουν. Ἐγώ τό λέω; Ὄχι, τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, ὁ Κύριος τό λέει: «ἐκ τοῦ
περισσεύματος τῆς καρδίας λαλεῖ τό στόμα»[19]. Σήμερα οἱ ἄνθρωποι
αἰσχρολογοῦν, βωμολοχοῦν.. ἀντί νά ποῦν «βρέ, φίλε», λένε ὅ,τι βρωμερότερο.

76
-Λοιπόν, αὐτό εἶναι κάτι ἐξωτερικό; Ἕνα σχῆμα λόγου;
Ὄχι! Δυστυχῶς προδίδει μιά μολυσμένη καρδιά, ἕναν μή ἀναγεννημένο ἄνθρωπο καί
θά πρέπει νά κάνουμε πολλή προσευχή γιά τή διόρθωσή του.

Γι’ αὐτό εἶπε καί ὁ Κύριος «ἀπό τούς καρπούς θά καταλάβεις τό δέντρο»[20].
-Πῶς θά καταλάβεις ἄν ἕνας ἄνθρωπος εἶναι καλός ἤ ὄχι;
Νά τό λέει ἐδῶ, προδίδεται ἀπό τά λόγια του καί ἀπό τήν ταπείνωσή του ὁ καλός
ἄνθρωπος. Εὐωδιάζουν τά λόγια του. Καί ὁ κακός πάλι ἀπ’ τά λόγια του καί ἀπό τό
ἀντίθετο τῆς ταπείνωσης, ἀπό τήν ὑπερηφάνεια, ἀπό τό ὑψηλό φρόνημα, ἀπό τό
ἀγέρωχο, τό ἀλαζονικό, τό ὕφος τό ὑπεροπτικό, τόν θυμό, τήν ὀργή, ὅλα αὐτά πού
εἶναι χαρακτηριστικά τοῦ διαβόλου.

Βλέπεις ἀγαπητέ, πῶς ὁ Παῦλος ἐκεῖνο πού συμβουλεύει πάντοτε στούς χριστιανούς,
αὐτό τώρα τό διδάσκει μέ τά λόγια αὐτά. Παρακινεῖ ἐμᾶς νά οἰκοδομοῦμε καί νά
ὠφελοῦμε τόν ἀδελφό μας. Μήν περιμένεις ὅλα νά τά κάνει ὁ παπάς ἤ ὁ δεσπότης..
κι ἐσύ νά οἰκοδομεῖς τόν ἀδελφό σου. «Οἰκοδομεῖτε εἷς τόν ἕνα»[21], λέει τό Πνεῦμα
τό Ἅγιο. Δέν εἶναι ὑπερηφάνεια αὐτό. Βέβαια μπορεῖ νά μπεῖ ἡ ὑπερηφάνεια, ἀλλά
θά φροντίσεις νά τό κάνεις μέ προσευχή καί μέ ταπεινό φρόνημα. Οἰκοδομεῖτε ὁ ἕνας
τόν ἄλλο πνευματικά. Καί ὁ πνευματικός θά μᾶς οἰκοδομήσει, ἀλλά πόσο χρόνο ἔχει
καί ὁ πνευματικός; Μερικοί ἔρχονται στήν ἐξομολόγηση καί περιμένουν κατήχηση.
Τί νά προλάβει καί ὁ καημένος ὁ πνευματικός, ὅταν περιμένουν ἄλλοι 30 ἀπ’ ἔξω, νά
σοῦ πεῖ; Θά πρέπει καί οἱ λαϊκοί ὁ ἕνας τόν ἄλλον νά νοιάζεται πνευματικά καί νά
τόν οἰκοδομεῖ. Λέμε, λέμε, λέμε… λόγια, λόγια, λόγια..

-Γιατί νά μήν εἶναι τά λόγια μας ὅλα πρός οἰκοδομήν τῆς πίστεως;
Ἀλλά χανόμαστε στά μάταια. Ὁ Ἀπόστολος λοιπόν μᾶς λέει, νά οἰκοδομοῦμε, νά
ὠφελοῦμε τόν ἀδελφό μας, πού σημαίνει τί; Προσέξτε, εἶναι συγκλονιστικό αὐτό. Νά
ὠφελοῦμε τόν ἑαυτό μας, γιατί ὁ ἄλλος εἴμαστε ἐμεῖς! Εἴμαστε ἕνα μέσα στό σῶμα
τοῦ Χριστοῦ. Ὅταν λοιπόν νοιάζεσαι γιά τήν πνευματική οἰκοδομή τοῦ ἄλλου, τόν
ἑαυτό σου οἰκοδομεῖς, τόν ἑαυτό σου ὠφελεῖς.

Ἐκεῖνος πού συμβουλεύει στούς ἄλλους τά ψυχοφελῆ καί σωτήρια, αὐτός πρωτύτερα
ἀπό ἐκείνους συμβουλεύει τόν ἑαυτό του καί ὠφελεῖ. Δυστυχῶς σήμερα ἔχει πάψει
αὐτό σέ πολύ μεγάλο βαθμό. Καί οἱ γονεῖς πολλές φορές δέν συμβουλεύουν τά
παιδιά τους. Κι ἄν τά συμβουλεύσουν, τά συμβουλεύουν στό κακό, στήν ἁμαρτία.
Τραγικό αὐτό, νά ἔχεις γονεῖς πού νά παρακινοῦν τά παιδιά τους νά κάνουν σχέσεις,
νά κάνουν ἁμαρτία πρίν τόν γάμο, ἔξω ἀπό τόν γάμο. Ἤ οἱ φίλοι τούς φίλους κ.λ.π.
Νά ξαναφτιάξεις τή ζωή σου, λέει. Νά χωρίσεις.. νά κάνεις ἔκτρωση.. Τέτοιες
συμβουλές! Φοβερά λόγια αὐτά! Ἀντί νά οἰκοδομοῦμε, γκρεμίζουμε τίς ψυχές τῶν
ἄλλων.

Ἄν λοιπόν ζοῦμε σωστά μέσα στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί νοιαζόμαστε, καί πρέπει νά
νοιαζόμαστε, καί θά νοιαζόμαστε, ἄν εἴμαστε ζωντανά κύτταρα, γιά τόν ἄλλον, τότε

77
οἰκοδομοῦμε καί τόν ἑαυτό μας. Γιατί, ξαναλέω, ὁ ἄλλος εἶμαι ἐγώ καί ὅλοι εἴμαστε
ἕνα μέσα στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ὅταν ἡ μητέρα καί ὁ πατέρας συμβουλεύουν τό
παιδί νά φυλάξει τήν ἁγνότητά του, τήν παρθενικότητά του, ὠφελοῦνται καί οἱ ἴδιοι.

Δυστυχῶς ἔχουμε γονεῖς πού δέν τά λένε αὐτά στά παιδιά τους. Τούς λέω, εἶναι τό
παιδί σου καλά; Ναί, λέει, μέχρι τώρα πάτερ καλά εἶναι, δέν ἔχει κάνει τίποτε, σχέση.
Ποῦ τό ξέρεις; Μπορεῖ καί νά ἔχει κάνει καί νά μήν στό ἔχει πεῖ. Τοῦ τό εἶπες; Ὄχι,
δέν τοῦ τό εἶπα, λέει, πάτερ. Πές του το ἐσύ. Ἐντάξει, ἐγώ θά τοῦ τό πῶ, ἀλλά ἐγώ
πρέπει νά τοῦ τό πῶ; Ἐσύ δέν πρέπει νά τοῦ τό πεῖς; Δέν πρέπει νά νοιαστεῖς γιά τό
παιδί σου, γιά τήν ἁγνότητα τοῦ παιδιοῦ σου;

«Καί μή λυπεῖτε τό Πνεῦμα τό Ἅγιον τοῦ Θεοῦ»[22], λέει στή συνέχεια. Ἀλλά ἄς
δοῦμε καί τήν ἑρμηνεία πού κάνει ὁ Ἅγιος Ἰουστίνος στό «πᾶς λόγος σαπρός ἐκ τοῦ
στόματος ὑμῶν μή ἐκπορευέσθω»[23]. Ἰδού ἀκόμα μιά εὐαγγελική ἰδιαιτερότητα τοῦ
καινοῦ ἀνθρώπου. Κάθε λέξη του, κάθε λόγος ἅγιας πίστης, κεχαριτωμένος. Αὐτό
φτάνεται, πετυχαίνεται, μέ τή χερουβική ἀγρυπνία τοῦ ἑαυτοῦ του, μέ τή χερουβική
ἀγρυπνία τῆς ψυχῆς του. Δηλαδή, θά πρέπει ὁ καινός ἄνθρωπος, ὁ καινούριος
ἄνθρωπος, πού εἶναι ὁ κάθε πιστός χριστιανός, νά ζεῖ μέ ἀγρυπνία χερουβική. Πῶς
εἶναι τά Χερουβίμ πού ἀγρυπνοῦν; Ἔτσι κι αὐτός νά νήφει, νά εἶναι σέ ἐγρήγορση
πνευματική, νά προσέχει κάθε του λέξη. Καί κάθε ἐσωτερική του λέξη, κάθε
ἐσωτερική του σκέψη. Κάθε κίνηση στήν ψυχή του, κάθε αἴσθημα, κάθε ἐπιθυμία,
καθετί πού πάει νά γίνει μέσα του. Καθετί πού εἶναι κακό ἀπό τήν ἀρχή τό
ἐξοστρακίζει, τό διώχνει, τό καταστρέφει. Καί καθετί πού εἶναι καλό, τό περιποιεῖται
καί τό διατηρεῖ.

Αὐτός -ὁ χριστιανός- γνωρίζει ὅτι «πᾶν ὅ οὐκ ἐκ πίστεως, ἁμαρτία ἐστίν»[24].


Προσέξτε, εἶναι πολύ φοβερός αὐτός ὁ λόγος. Τί σημαίνει αὐτό; Καθετί, λέει, πού
δέν εἶναι ἐκ πίστεως, πού δέν ξεκινάει ἀπό τήν πίστη, πού δέν οἰκοδομεῖ στήν πίστη,
πού δέν εἶναι ἀπό τήν πίστη, δέν ξεκινάει ἀπό τήν πίστη, εἶναι ἁμαρτία. Φοβερός
λόγος! Καθετί δηλαδή πού δέν ξεκινάει ἀπό τόν Χριστό, ἀπό τήν πίστη στόν Χριστό,
πού δέν βλέπει στόν Χριστό, πού δέν ἀποσκοπεῖ στό νά ἀρέσει ὁ ἄνθρωπος στόν
Χριστό, πού δέν γίνεται μέ τόν Χριστό καί πού δέν ἔχει τελικό σκοπό τή δόξα τοῦ
Χριστοῦ, εἶναι ἁμαρτία.

-Γιατί τό κάνεις τό καθετί; Εἶναι ἐκ πίστεως; Ἔχει ἀφορμή δηλαδή τήν πίστη;
Βοηθάει στήν πίστη; Στοχεύει στό νά δοξαστεῖ ἡ πίστη τοῦ Χριστοῦ; Νά δοξαστεῖ ὁ
Χριστός;

Τότε κάντο, εἶναι καλό. Ἄν δέν εἶναι, μήν τό κάνεις, εἶναι ἁμαρτία.
Εἶναι ἁμαρτία. Εἶναι κακός, εἶναι σαπρός καί ρυπαρός κάθε λόγος, ὁ ὁποῖος δέν εἶναι
ἀπό τήν πίστη, δέν ὁδηγεῖ στήν πίστη, δέν ἐπιφέρει τήν πρόοδο στήν πίστη. Αὐτός
εἶναι ἁμαρτωλός λόγος. Κατά τήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως ὁ ἄνθρωπος θά δώσει
ἀπολογία γιά κάθε κενό, ἄδειο δηλαδή, περιττό καί μάταιο λόγο. Πολύ περισσότερο

78
ὅμως θά δώσει λόγο γιά κάθε λόγο σαπρό, ρυπαρό καί αἰσχρό. Κάθε λόγο στόν ὁποῖο
δέν ὑπάρχει τό καλό τοῦ Χριστοῦ, ἡ Χάρη τοῦ Χριστοῦ, τό πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ
εἶναι λόγος κακός, σαπισμένος, ἀκάθαρτος. Κάθε τέτοιος λόγος εἶναι μικρό πτῶμα,
στό ὁποῖο δέν ὑπάρχει ζωντανή ψυχή καί γι’ αὐτό καί σήπεται, ὅπως τό πτῶμα,
σαπίζει, ἀναδίδει ὀσμή δυσάρεστη, μυρίζει ἄσχημα, «ἐκ τοῦ περισσεύματος τῆς
καρδίας λαλεῖ τό στόμα»[25].

-Ἕνας λοιπόν πού αἰσχρολογεῖ τί προδίδει;


Ὅτι ἔχει μέσα του ἕνα πτῶμα, αὐτό φανερώνει. Προδίδεται, φανερώνεται ἀπό τά
λόγια του. Καί ὅσο τά λέει αὐτά τά βρώμικα λόγια, τόσο σαπίζει περισσότερο καί τό
μέσα του καί τό ἔξω του, ὁ ὅλος ἄνθρωπος σαπίζει. Γιατί ὁ βρώμικος λόγος εἶναι ἕνα
πτῶμα πού βάζεις στήν ὕπαρξή σου.

-Ποιά εἶναι ἡ καρδιά;


Τέτοιο θά εἶναι καί τό στόμα, τέτοια θά εἶναι καί τά λόγια. Ἡ καρδιά εἶναι τό
θαυματουργικό ἐργαστήριο καί τῶν καλῶν, ἀλλά καί τῶν κακῶν. Γι’ αὐτό πάλι λέει ὁ
Κύριος «ὁ ἀγαθός ἄνθρωπος ἐκ τοῦ ἀγαθοῦ θησαυροῦ τῆς καρδίας αὐτοῦ προφέρει
τό ἀγαθόν»[26]. Δέν εἶναι τυχαῖο νά εἶσαι καλός ἄνθρωπος. Πρέπει νά ἔχεις ἀγαθό
θησαυρό μέσα σου, νά ἔχεις ἀγαθή καρδία, ἀγαθή συνείδηση, καθαρή καρδία.

-Καί ὁ πονηρός ἄνθρωπος;


«Ἐκ τοῦ πονηροῦ θησαυροῦ τῆς καρδίας αὐτοῦ προφέρει τό πονηρόν»[27]. Μήν
ψάχνεις νά διορθώσεις τά ἐξωτερικά, ψάξε βαθιά στήν καρδιά σου. Ἐκεῖνο νά
καθαρίσεις, ὁπότε καί τό ἐξωτερικό θά εἶναι καθαρό μετά.

Τά λόγια εἶναι καθρέφτης, μέσω τοῦ ὁποίου φαίνεται τό ἐσωτερικό τῆς καρδιᾶς τοῦ
ἀνθρώπου. «Πολλά γάρ πταίομεν ἅπαντες», λέγει ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος
στήν καθολική ἐπιστολή του, «εἴ τις ἐν λόγῳ οὐ πταίει, οὗτος τέλειος ἀνήρ, δυνατός
χαλιναγωγῆσαι καί ὅλον τό σῶμα»[28]. Ὅποιος δέν φταίει στά λόγια, αὐτός εἶναι
τέλειος ἀνήρ καί μπορεῖ νά χαλιναγωγήσει ὅλο τό σῶμα.

Καί συνεχίζει ὁ Ἅγιος καί λέει, «μή λυπεῖτε τό Πνεῦμα τό Ἅγιον τοῦ Θεοῦ, ἐν ᾧ
ἐσφραγίσθητε εἰς ἡμέραν ἀπολυτρώσεως»[29]. Μή λυπεῖτε τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, μέ
τό Ὁποῖο σφραγιστήκατε τήν ἡμέρα ἐκείνη πού πήρατε τήν ἀπολύτρωση, τό Ἅγιο
Βάφτισμα, ἀλλά καί τήν ἡμέρα ἐκείνη πού θά δώσετε τόν τελικό λόγο στήν Δευτέρα
Παρουσία τοῦ Κυρίου, ἄν ἔχετε φυλάξει αὐτή τήν σφραγίδα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Αὐτή ἡ σφραγίδα εἶναι πού θά μαρτυρήσει καί θά σᾶς ὁδηγήσει στή σωτηρία, στή
Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἄν ἴσως, λέει, κι ἐσύ χριστιανέ εἰπεῖς κανένα λόγο βρωμερό καί
ἀνάξιο τοῦ χριστιανικοῦ στόματος -ὁ Θεός νά φυλάξει- δέν λυπεῖς ἄνθρωπο, ἀλλά
λυπεῖς αὐτό τό ἴδιο τό Ἅγιο Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, ἀπό τό Ὁποῖο εὐεργετήθηκες καί ἀπό
τό Ὁποῖο ἁγιάστηκε τό στόμα σου. Ὅταν μᾶς βαφτίζει καί μᾶς μυρώνει ὁ ἱερέας, μᾶς
σφραγίζει μέ τό ἅγιο μύρο καί τά κυριότερα μέρη μας τά σφραγίζει, βάζει πάνω τό

79
σημεῖο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ μέ τό ἅγιο μύρο. Καί τό στόμα μας τό σφραγίζει μέ τό
Πνεῦμα τό Ἅγιο τοῦ Θεοῦ. Ἑπομένως, τό στόμα σου πρέπει νά εἶναι ἅγιο.

Ἡ λύπη, πού ἐσύ προξενεῖς στό Πνεῦμα τό Ἅγιο, εἶναι ἁμάρτημα πολύ φοβερό καί
πολύ τρομερό. Γι’ αὐτό καί σέ ἄλλη περίπτωση λέει ὁ ἴδιος Ἀπόστολος (Παῦλος) «ὁ
ἀθετῶν οὐκ ἄνθρωπον ἀθετεῖ, ἀλλά τόν Θεόν»[30]. Αὐτός πού δέν τηρεῖ τίς ἐντολές,
δέν παρανομεῖ ἀπέναντι σ’ ἕναν ἄνθρωπο, ἀλλά ἀπέναντι στόν Θεό. Καί στή
συνέχεια λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ποιά εἶναι ἡ εὐεργεσία πού πήραμε ἐμεῖς οἱ
χριστιανοί ἀπό τό Πνεῦμα τό Ἅγιο «ἐν ᾧ ἐσφραγίσθητε εἰς ἡμέραν ἀπολυτρώσεως»;
Αὐτό τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι, πού μᾶς σφράγισε μέ τή Χάρη του σάν μέ σφραγίδα καί
βούλα βασιλική καί μᾶς ἔδειξε πώς εἴμαστε καί ἐμεῖς πρόβατα τῆς θεϊκῆς Του
ποίμνης καί μάντρας. Πῶς ὁ βοσκός σφραγίζει τά ζῶα του. Τώρα βάζουν καί κάτι
ἐτικετάκια στό αὐτί τοῦ προβάτου καί ξέρει ὁ βοσκός ποιά εἶναι τά δικά του
πρόβατα. Ἔτσι καί ὁ Χριστός μας, ὁ καλός Ποιμένας, μᾶς ἔχει σφραγισμένους μέ τή
βούλα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἐμᾶς πού εἴμαστε τά πρόβατα τῆς θεϊκῆς Του ποίμνης.
Τό Πνεῦμα τό Ἅγιο δέν μᾶς ἄφησε νά στεκόμαστε μαζί μέ τούς κατάδικους καί
ὑπεύθυνους στήν ὀργή τοῦ Θεοῦ. Καί ὅλοι πού γεννιόμαστε στή γῆ, γεννιόμαστε
ὑπόδικοι, κατάδικοι, ὑποχείρια τοῦ πονηροῦ, τοῦ κακοῦ, τοῦ διαβόλου. Ἔρχεται
ὅμως ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία καί μᾶς ἐλευθερώνει ἀπό τά χέρια τοῦ διαβόλου μέ τό
ἅγιο Βάφτισμα καί τό ἅγιο Χρίσμα καί ὁ Χριστός μας μᾶς σφραγίζει μέ τό Πνεῦμα
τό Ἅγιο καί λέει στόν διάβολο, αὐτοί δέν εἶναι δικοί σου, εἶναι δικοί Μου, εἶναι
σφραγισμένοι μέ τό Πνεῦμα Μου.

Μᾶς ξεχώρισε λοιπόν τό Πνεῦμα τό Ἅγιο εἰς τό νά εἴμαστε ἐλεύθεροι ἀπό τήν θεϊκή
ὀργή αὐτή. Ὥστε τό «εἰς ἡμέρα ἀπολυτρώσεως», λέει ὁ ἱερός Θεοφύλακτος, εἶναι ἡ
ἡμέρα τῆς Κρίσεως, ἀπό τήν ὁποία ἔχουμε νά λυτρωθοῦμε μέ τήν σφραγίδα τοῦ
Ἁγίου Πνεύματος. Στήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως αὐτοί πού ἔχουνε ἐνεργό τή σφραγίδα
τοῦ Ἁγίου Πνεύματος θά περάσουν καί δέν θά τούς πάρουνε οἱ πονηροί δαίμονες. Θά
περάσουν στήν αἰώνια ζωή.

Ὁ Οἰκουμένιος, ἡμέρα ἀπολυτρώσεως λέγει, τήν ἡμέρα κατά τήν ὁποία πήραμε τό
ἅγιο Βάφτισμα. Ὅταν σφραγιστήκαμε μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα μέ τή χρίση τοῦ ἁγίου
μύρου.

-Δέν ντρεπόμαστε λοιπόν νά λυποῦμε Αὐτόν τόν τόσο μεγάλο εὐεργέτη μας, τό
Πνεῦμα τό Ἅγιο;

Σφραγίστηκε καί βουλώθηκε τό στόμα σου, χριστιανέ, μέ τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, ὥστε


πλέον νά μή λαλεῖ κανένα λόγο ἀνάξιο τῆς Χάρης τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Λοιπόν, μή
λύσεις τή σφραγίδα αὐτή καί θεϊκή βούλα, ἀλλά λέγε κι ἐσύ μαζί μέ τόν Δαβίδ:
«Θοῦ, Κύριε, φυλακήν τῷ στόµατί µου καί θύραν περιοχῆς περί τά χείλη μου»[31].
Πρόσεξε λοιπόν κι ἐσύ, αὐτή τή σφραγίδα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μή τή λύσεις, μή
τήν διαλύσεις, μή τήν χάσεις, γιατί μετά δέν θά μπορέσεις νά περάσεις τήν ἡμέρα τῆς

80
Κρίσεως στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἡ θεϊκή σφραγίδα. Γι’ αὐτό νά λές κι ἐσύ
μαζί μέ τόν Δαβίδ: «Θοῦ, φυλακήν τῷ στόµατί µου»[32]. Κύριε, φύλαξέ με, φύλαξε
τό στόμα μου, βάλε θύρα περιοχῆς περί τά χείλη μου. Περιφρούρησε τά χείλη μου.
Νά μήν πῶ κάτι πού θά λυπήσει τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, θά λύσει τή σφραγίδα τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος.

Γι’ αὐτό καί λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, «ἄν πεῖς ὑβριστικό ρῆμα..». Ὅπως πολλοί
σήμερα λένε, ἔβρισα… σάν νά μήν ἔκανε τίποτα. Πῶς χύνεις ἕνα ποτήρι νερό.. τόν
ἔβρισα, λέει, ἔτσι ἁπλά. «Ἄν πεῖς», λέει «ὑβριστικό ρῆμα, ἄν πλήξεις τόν ἀδελφό
σου», μέ τά λόγια ἔστω, «οὐκ ἐκεῖνον ἔπληξας, ἀλλά τό Πνεῦμα ἐλύπησας». Δέν
ἔπληξες τόν ἀδελφό, ἀλλά τό Πνεῦμα τό Ἅγιο λύπησες. Βλέπετε πόσο σημαντικό
πράγμα εἶναι αὐτό. Πλήττουμε τούς ἄλλους μέ τά λόγια μας, βρίζουμε, βγάζουμε
κακίες. Τό κεντρί, πού βγάζεις γιά νά πληγώσεις τόν ἄλλον, ἐσένα πληγώνει. Ἐσύ
πληγώνεσαι καί τό Πνεῦμα τό Ἅγιο λυπεῖς. Προσοχή λοιπόν.

Ἄς δοῦμε καί τήν ἑρμηνεία πού λέει ὁ Ἅγιος καί νά κλείσουμε. «Μή λυπεῖτε τό
Πνεῦμα τό Ἅγιον τοῦ Θεοῦ, ἐν ᾧ ἐσφραγίσθητε εἰς ἡμέραν ἀπολυτρώσεως»[33].

-Μέ τί μποροῦν οἱ ἄνθρωποι νά λυπήσουν τό Πνεῦμα τό Ἅγιο τοῦ Θεοῦ; λέει ὁ


Ἅγιος Ἰουστίνος Πόποβιτς.

Κάνοντας αὐτό πού εἶναι ἀκάθαρτο, μή ἅγιο, κακό, δαιμονικό. Ὅταν κάνεις αὐτό,
λυπεῖς τό Πνεῦμα τό Ἅγιο. Μέ μιά λέξη, μέ τίς ἁμαρτίες. Οἱ χριστιανοί στό ἅγιο
μυστήριο τοῦ Βαφτίσματος καί τοῦ Χρίσματος ἔχουν σφραγιστεῖ μέ τό Πνεῦμα τό
Ἅγιο, ἔτσι ὥστε κατά τήν ἡμέρα ἐκείνη νά μή βρεθεῖ σ’ αὐτούς τίποτε, πού δέν εἶναι
ἀρεστό στό Ἅγιο Πνεῦμα. Ἡ σφραγίδα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι στήν ψυχή τους,
στήν καρδιά τους, στά ἀκούσματά τους, σάν σημάδι σωτηρίας καί ἀπολυτρώσεως.
Γι’ αὐτό, βλέπετε, ὁ ἱερέας ὅταν μᾶς χρίει, χρίει τό στόμα μας, μᾶς χρίει τή μύτη, μᾶς
χρίει τά αὐτιά μας, τά χέρια μας, τά πόδια μας, τά κυριότερα μέλη μας, ὥστε ὅλα νά
εἶναι ἁγιασμένα μέ τό Πνεῦμα τό Ἅγιο.

Ὅλη αὐτή ἡ σφραγίδα πρέπει νά μείνει στήν ψυχή τοῦ κάθε χριστιανοῦ μέχρι τό
φοβερό Κριτήριο, μέχρι τή Δευτέρα Παρουσία, μέχρι τήν τελική ἐκείνη ἡμέρα τῆς
τελικῆς καί πλήρους ἀπολυτρώσεως. Μέχρι τότε, πρέπει αὐτή ἡ σφραγίδα νά
διατηρηθεῖ, νά περιφρουρηθεῖ μέ τίς θεϊκές δυνάμεις τῶν ἁγίων ἀρετῶν, ἔτσι ὥστε οἱ
ἁμαρτίες καί τά πάθη νά μήν τήν τεμαχίσουν, νά μήν τήν ἀμαυρώσουν, νά μήν τήν
καταστρέψουν αὐτή τή σφραγίδα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Πῶς καταστρέφεται; Μέ τίς
ἁμαρτίες. Πῶς περιφρουρεῖται; Μέ τίς ἅγιες ἀρετές, μέ τήν ταπείνωση, μέ τήν
προσευχή, μέ τήν ἐξομολόγηση, μέ τή Θεία Κοινωνία, μέ τή νηστεία, μέ τήν κατά
Χριστόν ἄσκηση.

Κεχαριτωμένα, μαζί μέ τήν πανχριστιανική ψυχή τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Παύλου ὁ


ἱερός Χρυσόστομος λέει, μή λυπεῖτε τό Πνεῦμα τό Ἅγιον. Αὐτό εἶναι τό

81
φρικωδέστατο καί φοβερότερο. Κάτι πού λέγει ἀκριβῶς καί στήν ἐπιστολή του πρός
τούς Θεσσαλονικεῖς. «Ἐκεῖνος πού γίνεται παραβάτης δέν ἀθετεῖ ἀνθρώπινες
ἐντολές, ἀλλά ἀθετεῖ τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ»[34], λέει στήν Α΄ πρός Θεσσαλονικεῖς ὁ
Ἀπόστολος Παῦλος. Ἔτσι κι ἐδῶ, ἄν πεῖς ὑβριστικά λόγια, ἄν τραυματίσεις τόν
ἀδελφό σου, δέν τραυμάτισες ἐκεῖνον, ἀλλά τό Πνεῦμα τό Ἅγιο λύπησες, καί στή
συνέχεια ἀκολουθεῖ καί ἡ προσθήκη τῆς εὐεργεσίας γιά νά γίνει μεγαλύτερη ἡ
κατηγορία. Μή λυπεῖτε, λέγει, μέ τά βρωμερά σας λόγια τό Πνεῦμα, μέ τό ὁποῖο
σφραγιστήκατε γιά τήν ἡμέρα τῆς Δευτέρας Παρουσίας, ὁπότε θά πετύχουμε τήν
τέλεια ἀπολύτρωση. Μᾶς δίνει τόν ἀρραβῶνα ὁ Κύριός μας στό ἅγιο Χρίσμα. Ὁ
ἀρραβώνας εἶναι τό Ἅγιο Πνεῦμα, καί μᾶς λέει φυλάξτε τόν ἀρραβῶνα μέχρι τήν
ἡμέρα τοῦ γάμου. Ἡ ἡμέρα τοῦ γάμου εἶναι ἡ Δευτέρα Παρουσία. Ἄν φυλάξεις τόν
ἀρραβῶνα μέχρι τότε, δέν τόν διαλύσεις μέ τίς ἁμαρτίες σου, θά γίνεις νυμφίος. Θά
γίνει νύμφη τοῦ Χριστοῦ ἡ ψυχή σου καί θά γίνει νυμφίος σου ὁ Χριστός.

Μή λυπεῖτε λοιπόν τό Πνεῦμα τό Ἅγιο. Τό Ἅγιο Πνεῦμα μᾶς κατέστησε ἀγέλη


βασιλική. Ποίμνη, κοπάδι τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό μᾶς ξεχώρισε πρώτους ἀπ’ ὅλους.
Αὐτό δέν ἐπέτρεψε νά βρισκόμαστε μαζί μέ τούς ὑπεύθυνους τῆς ὀργῆς τοῦ Θεοῦ καί
σύ λυπεῖς Αὐτό; Πρόσεχε πῶς Ἐκεῖνο μιλάει μέ φοβερά λόγια. «Ἐκεῖνος», λέει, «πού
γίνεται παραβάτης, δέν ἀθετεῖ ἀνθρώπινες ἐντολές, ἀλλά ἀθετεῖ τήν ἐντολή τοῦ
Θεοῦ»[35]. Γιά νά προκαλέσει ντροπή λοιπόν, ἐδῶ μᾶς λέει, μή λυπεῖτε τό Ἅγιο
Πνεῦμα μέ τό Ὁποῖο σφραγιστήκατε. Ἡ σφραγίδα αὐτή νά βρίσκεται στό στόμα. Νά
μή καταστρέψεις τά σημάδια της. Τό πνευματικό στόμα δέν λέει κάτι τέτοιο,
βρώμικο καί αἰσχρό. Μήν πεῖς, τίποτα δέν εἶναι ἄν πῶ κάτι αἰσχρό, ἄν βρίσω τόν
τάδε. Γι’ αὐτό ἀκριβῶς εἶναι μεγάλο κακό, ἐπειδή φαίνεται ὅτι δέν εἶναι τίποτε. Τά
μικρά δέν εἶναι μικρά. Ἀπό τά μικρά φτάνεις καί στά πολύ μεγάλα. Ἐκεῖνα πού
φαίνονται ὅτι δέν εἶναι τίποτα, εὔκολα καί περιφρονοῦνται. Κι αὐτά πού
περιφρονοῦνται αὐξάνουν, καί ὅταν αὐξηθοῦν, γίνονται καί ἀθεράπευτα.

Ἔχεις στόμα πνευματικό; Σκέψου ποιόν λόγο εἶπες ἀμέσως ὅταν γεννήθηκες; Ποιά
εἶναι ἡ ἀξία τοῦ στόματός σου; Ὀνομάζεις πατέρα τόν Θεό κι ἀμέσως βρίζεις τόν
ἀδελφό σου; Λές τό Πάτερ ἡμῶν. Πόσες φορές τό λέμε καθημερινά; Ἀφοῦ λές ὅτι
ἔχεις πατέρα τόν Θεό, δέν εἶναι καί οἱ ἄλλοι χριστιανοί ἀδέλφια σου; Πῶς μπορεῖς
καί τά βρίζεις; Σκέψου ἀπό ποῦ ὀνομάζεις πατέρα τόν Θεό; Ἀπό τή φύση σου; Ὄχι,
βέβαια. Δέν ἔχεις τήν ἴδια φύση μέ τόν Θεό. Ἐσύ εἶσαι ἄνθρωπος. Πῶς λοιπόν
ὀνομάζεις πατέρα τόν Θεό; Ἀπό τήν ἀρετή; Οὔτε αὐτό μπορεῖς νά τό πεῖς. Ἀλλά ἀπό
ποῦ; Μόνο ἀπό φιλανθρωπία, ἀπό εὐσπλαχνία, ἀπό πολλή ἀγάπη, σοῦ δίνει ὁ Θεός
τό δικαίωμα νά Τόν πεῖς Πατέρα. Ὅταν λοιπόν ὀνομάζεις πατέρα τόν Θεό, νά μήν
σκέφτεσαι μόνο, ὅτι ὅταν βρίζεις, πράττεις ἀνάξια τῆς εὐγενικῆς ἐκείνης καταγωγῆς,
ἀλλά ὅτι ἔχεις αὐτή τήν εὐγενική καταγωγή ἀπό φιλανθρωπία. Δέν τήν ἀξίζεις. Μή
λοιπόν καταντροπιάζεις αὐτή μέ τή σκληρότητα πού δείχνεις πρός τούς ἀδελφούς
σου, τή στιγμή πού τήν ἔλαβες ἀπό φιλανθρωπία.

82
Ὀνομάζεις πατέρα τόν Θεό καί βρίζεις; Ἀλλά αὐτό δέν εἶναι ἀπό τά ἔργα τοῦ υἱοῦ
τοῦ Θεοῦ. Ἔργο τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ εἶναι νά συγχωρεῖ τούς ἐχθρούς, νά προσεύχεται
γι΄ αὐτούς πού τόν σταυρώνουν, νά χύνει τό αἷμα του γιά ἐκείνους πού τόν μισοῦν.
Καί ἐννοεῖ ἐδῶ τόν καθένα ἀπό μᾶς, γιατί ὁ καθένας ἀπό μᾶς εἶναι υἱός τοῦ Θεοῦ,
κατά χάριν βέβαια. Πρέπει νά μιμούμαστε τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ κατά φύση, πού
ἀγαποῦσε τούς ἐχθρούς Του καί σταυρωνότανε γι’ αὐτούς. Αὐτά εἶναι ἄξια γιά τόν
υἱό τοῦ Θεοῦ, νά κάνει τούς ἐχθρούς, τούς ἀγνώμονες, τούς κλέφτες, τούς
ἀναίσχυντους, τούς ἐπιβουλεύοντες, ὅλους αὐτούς νά τούς κάνει ἀδελφούς καί
κληρονόμους. Ὄχι νά βρίζει σάν δούλους αὐτούς πού ἔγιναν ἀδελφοί του. Σκέψου
ποιά λόγια εἶπε τό δικό σου στόμα, γιά ποιά τράπεζα, εἶναι ἄξια; Σκέψου ποιά εἶναι
ἐκεῖνα πού ἐγγίζει καί γεύεται; Ποιά τροφή ἀπολαμβάνει τό στόμα σου; Τή Θεία
Κοινωνία.

-Παίρνεις τόν Θεό μέσα σου καί μέ τό ἴδιο στόμα βρίζεις τόν ἀδελφό σου; Νομίζεις
ὅτι δέν κάνεις κανένα κακό πού κατηγορεῖς τόν ἀδελφό σου; Πῶς λοιπόν τόν
ὀνομάζεις ἀδελφό; Ἐάν δέν εἶναι ἀδελφός, πῶς λέγεις Πάτερ ἡμῶν;

Γιατί τό ἡμῶν δηλώνει πολλά πρόσωπα. Δέν εἶπε νά λέμε, Πατέρα μου. «Πάτερ
ἡμῶν», Πατέρα μας. Σκέψου μέ ποιούς παραστέκεις τήν ὥρα τῶν Μυστηρίων, τήν
ὥρα τῆς Θείας Λειτουργίας. Μέ ποιούς εἶσαι μαζί; Εἶσαι μαζί μέ τά Χερουβίμ; Μέ τά
Σεραφίμ; Τά Σεραφίμ δέν βρίζουν. Τό στόμα τους γεμίζει μία μόνο ἀνάγκη νά
δοξολογοῦν καί νά δοξάζουν τόν Θεό. Μέ τήν δοξολογία τοῦ Θεοῦ εἶναι γεμάτο τό
στόμα τῶν Χερουβίμ καί τῶν Σεραφίμ. Πῶς λοιπόν θά μπορέσεις νά λές κι ἐσύ μαζί
μέ ἐκεῖνα «Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος», ὅταν χρησιμοποιεῖς τό στόμα σου γιά νά βρίζεις;
Πές μου λοιπόν, ἐάν εἶναι ἕνα ἐκλεκτό σκεῦος καί εἶναι γεμάτο πάντοτε μέ ἐκλεκτά
ἐδέσματα καί γιά τόν σκοπό αὐτό ἔχει ὁριστεῖ, ἔπειτα κάποιος ὑπηρέτης
χρησιμοποίησε αὐτό στήν κοπριά, θά τολμήσει νά ἀποθέσει πάλι αὐτό πού εἶναι
γεμάτο ἀπό κοπριά μαζί μέ τά σκεύη ἐκεῖνα πού ἔχουν ὁριστεῖ γιά τά ἐκλεκτά
ἐδέσματα; Ἀσφαλῶς ὄχι. Κάτι τέτοιο εἶναι ἡ κακολογία. Κάτι τέτοιο εἶναι ἡ βρισιά.
Βρωμίζεις τό σκεῦος πού εἶναι μόνο γιά τόν Θεό, τό στόμα, τή γλώσσα.

Καί τί; Μόνον αὐτό; Ἄκουε καί τά ἑπόμενα. Τί λέμε; «Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς
οὐρανοῖς», πού κατοικεῖς στούς οὐρανούς. Εἶπες Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς καί
σέ ἀνέστησε ὁ λόγος, σοῦ ἔδωσε φτερά στή διάνοια. Σοῦ ἔδειξε ὅτι ἔχεις Πατέρα
στούς οὐρανούς. Νά μήν κάνεις τίποτε, νά μή λές τίποτε ἀπό τά γήινα. Σέ
τοποθέτησε σέ ἐκείνη τήν τάξη πού βρίσκεται στόν οὐρανό. Σέ ἔκρινε ἄξιο τοῦ
χοροῦ ἐκείνου. Γιατί κατεβάζεις κάτω τόν ἑαυτό σου; Εἶσαι μαζί μέ τόν Πατέρα σου
πού εἶναι στούς οὐρανούς. Πρέπει κι ἐσύ νά εἶσαι οὐράνιος. Καί τό στόμα σου καί τά
λόγια σου καί τό σῶμα σου ὁλόκληρο νά εἶναι οὐράνιο, καί ἡ ψυχή σου.

Στέκεσαι κοντά στόν θρόνο τοῦ Βασιλέως καί βρίζεις; Δέν φοβᾶσαι μήπως αὐτό τό
θεωρήσει βρισιά ὁ Βασιλέας; Ἄν κάποιος ὑπηρέτης κτυπάει μπροστά μας ἤ βρίζει
τόν ὁμόδουλό του, κι ἄν ἀκόμα αὐτό τό κάνει δίκαια, ἀμέσως τόν ἐπιτιμοῦμε, γιατί

83
αὐτό τό θεωροῦμε βρισιά. Ἐσύ ὅμως, ἄν καί στέκεσαι μαζί μέ τά Χερουβίμ κοντά
στόν Βασιλέα, βρίζεις τόν ἀδελφό σου; Δέν βλέπεις αὐτά τά ἅγια σκεύη; Δέν
χρησιμοποιοῦνται αὐτά πάντοτε γιά ἕναν μόνο σκοπό; Μήπως τολμάει κανείς νά τά
χρησιμοποιήσει γιά κάτι ἄλλο; Ὄχι, τά ἅγια σκεύη δέν ἐπιτρέπεται νά
χρησιμοποιηθοῦν γιά τίποτα ἄλλο, εἶναι βεβήλωση. Ἔτσι καί τό στόμα μας, ἔτσι καί
ὅλο μας τό σῶμα καί ἡ ψυχή εἶναι σάν τά ἅγια σκεύη, δέν ἐπιτρέπεται νά τά
χρησιμοποιήσεις γιά βέβηλο σκοπό.

Καί μάλιστα ἐσύ, λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, εἶσαι ἁγιότερος ἀπό τά ἅγια
σκεύη πού χρησιμοποιοῦμε στή Θεία Λειτουργία. Κατά πολύ ἁγιότερος. Γιατί λοιπόν
ρυπαίνεις καί μολύνεις τόν ἑαυτό σου; Στέκεσαι στούς οὐρανούς καί βρίζεις;
Πολιτεύεσαι μαζί μέ Ἀγγέλους καί βρίζεις; Ἔχεις ἀξιωθεῖ τό φίλημα τοῦ Δεσπότου,
σέ ἀσπάζεται ὁ Δεσπότης, καταδέχεται νά μπεῖ μέσα στό στόμα σου καί ἐσύ βρίζεις;
Ἐκόσμησε ὁ Θεός τό στόμα σου μέ τόσους ἀγγελικούς ὕμνους, μέ τροφή ὄχι πλέον
ἀγγελική, ἀλλά ἀνώτερη ἀπό τήν ἀγγελική, μέ τό δικό Του φίλημα, μέ
ἐναγκαλισμούς πρός Αὐτόν, καί βρίζεις; Μή, σέ παρακαλῶ. Τό πράγμα εἶναι αἰτία
μεγάλων κακῶν, ξένο στήν χριστιανική ψυχή. Λέγοντας αὐτά δέν σέ κάνουμε νά
πεισθεῖς; Δέν σέ πείθω; λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος. Δέν σέ κάνω νά ντραπεῖς;
Λοιπόν, εἶναι ἄξιο. Ἄκουε τόν Χριστό, πού λέει «ἐκεῖνος πού θά ἀποκαλέσει τόν
ἀδελφό του μωρέ», ἀνόητο δηλαδή, «θά εἶναι ἔνοχος γιά νά τιμωρηθεῖ στή γέεννα
τοῦ πυρός»[36]. Ἐάν τό ἐλαφρότερο ἀπ’ ὅλα προξενεῖ τή γέεννα.. μωρέ λέμε, βλάκα,
αὐτό θά πεῖ μωρέ, ἀνόητε. Αὐτό λέει ὁ Χριστός, ἄν τό πεῖς ἔτσι στόν ἀδελφό σου,
γίνεσαι ἔνοχος γιά τή γέεννα τοῦ πυρός. Ἄν αὐτό λοιπόν προξενεῖ τή γέεννα, ποιά
τιμωρία θά εἶναι ἄξιος ἐκεῖνος πού λέει τά τολμηρά; Τά βρώμικα, τά αἰσχρά; Ἄς
ἐκπαιδεύσουμε τό στόμα μας νά λέει καλά λόγια. Εἶναι πολύ μεγάλο τό κέρδος ἀπό
αὐτό. Ἐνῶ πολύ μεγάλη εἶναι ἡ βλάβη ἀπό τήν ὕβρη. Αὐτά λέει ὁ ἱερός
Χρυσόστομος.

Κι ἐμεῖς σταματοῦμε ἐδῶ τόν λόγο, συμπληρώθηκε καί ἡ ὥρα μας. Ἄν θέλετε κάτι
πάνω σ’ αὐτά, γιά λίγη ὥρα μποροῦμε. Πάντως ἄς δοξάσουμε τόν Θεό καί τό
Πνεῦμα τό Ἅγιο καί τούς Ἁγίους μας, οἱ ὁποῖοι ἐμπνέονται ἀπ’ Αὐτό καί μᾶς δίνουν
τόσο ὡραῖα πράγματα ὡς τροφή στήν ψυχή μας καί ὡς ἕνα μέσο ἀφυπνίσεως. Γιατί
βλέπετε, πόσο ἔχει κυριαρχήσει στόν κόσμο αὐτή ἡ ἁμαρτία τῆς αἰσχρολογίας, τῆς
βωμολοχίας. Ἀλλά καί οἱ ἄλλες ἁμαρτίες, καί ἡ κλεψία καί ἡ λοιδορία τοῦ πλησίον
καί δυστυχῶς καί ἄλλα πολύ αἰσχρότερα πάθη, πολύ πολύ αἰσχρότερα,
ἀκατανόμαστα, τά ὁποῖα βρωμίζουν ἀκόμα περισσότερο τόν ἄνθρωπο, καί τό στόμα
καί τό σῶμα ὁλόκληρο τοῦ ἀνθρώπου. Γι’ αὐτό καί ὁ ἄνθρωπος μετά γίνεται ἀνάξιος
τῆς Θείας Κοινωνίας. Γιατί ἀκριβῶς ρυπαίνει τό ἅγιο σκεῦος. Εἴδατε πῶς λέει ὁ
Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος; Εἴμαστε ἁγιότεροι ἀπό τά ἅγια σκεύη πού ἔχουμε
στόν ναό. Γιατί ὁ Θεός μᾶς ἔκανε ἔτσι, μᾶς σφράγισε μέ τό Πνεῦμα τό Ἅγιο καί δέν
ἐπιτρέπεται νά βεβηλώνουμε τό σῶμα μας μέ ἁμαρτίες. Τρέμουμε μή τυχόν καί γίνει
μία βεβήλωση στά ἅγια σκεύη. Προσέχουμε πάρα πολύ νά μήν πάει κάτι ἀκάθαρτο,
ἕνα ζωύφιο, ἕνα ποντίκι, ὁτιδήποτε. Προσέχει πάρα πολύ ὁ ἱερέας, ὁποιοσδήποτε

84
εἶναι ὑπεύθυνος. Καί ὅλοι πρέπει νά προσέχουμε. Πολύ περισσότερο πρέπει νά
προσέχουμε τόν ναό τοῦ σώματός μας, τό στόμα μας καί τά μέλη μας ὅλα. Νά μήν
πεῖ τίποτε ἀκάθαρτο, νά μή βγεῖ τίποτε ἀκάθαρτο ἀπό μέσα ἀπό τήν καρδιά μας. Καί
κατεξοχήν νά φροντίζουμε γιά τήν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς μας.

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

Ἐρ. : Εὐλογεῖτε. Γι’ αὐτή τή σφραγίδα πού εἴπατε, πού παίρνουμε μέ τή Βάφτιση καί
τό Χρίσμα, ἐφόσον διατηρηθεῖ ἐνεργός, αὐτή εἶναι καί ἡ σφραγίδα πού μιλάει ἡ
Ἀποκάλυψη;

Ἀπ. : Ναί, αὐτή εἶναι. Εἶναι ἡ σφραγίδα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί μέ αὐτή τή
σφραγίδα θά περάσουμε. Βλέπετε καί ὁ διάβολος ἔχει τή δική του σφραγίδα, τήν
ἑτοιμάζει. Τό χάραγμα, τό 666. Ποτέ δέν θά τήν πάρουμε καί δέν πρέπει νά τήν
πάρουμε. Ἀλλά δέν εἶναι μόνο αὐτό. Κάθε στιγμή πού ἁμαρτάνεις, ἐπιβουλεύεσαι,
γιά νά μή πῶ διαλύεις, αὐτή τή σφραγίδα. Γι’ αὐτό λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης, πρόσεξε,
λέει, νά τή φυλάξεις μέχρι τέλους, μέχρι τή Δευτέρα Παρουσία. Μή τή διαλύσεις τήν
σφραγίδα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γιατί μετά δέν θά σέ ἀναγνωρίσει ὁ Θεός γιά δικό
Του. Θά σοῦ πεῖ, φίλε, ποῦ εἶναι ἡ σφραγίδα σου; Ποῦ εἶναι τό σημεῖο Μου; Τό
Πνεῦμα τό Ἅγιο, αὐτό εἶναι τό σημεῖο πού ἔχουμε πάνω μας ὅλοι οἱ χριστιανοί καί
πρέπει νά τό φυλάγουμε ἐνεργό, καθαρό. Κι ἄν παρ’ ἐλπίδα σφάλλουμε, ἀμέσως νά
τρέξουμε, νά μετανοήσουμε, νά ἀνακαινίσουμε τή σφραγίδα. Νά τήν ἀνανεώσουμε.

Ἐρ. : Γνωρίζουμε ὅτι ἡ βλασφημία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ἁμαρτία


ἀσυγχώρητη. Ἐδῶ τώρα, ὅπως ἀκοῦμε, ὅλες οἱ ἁμαρτίες ἔχουν σχέση μέ τό Ἅγιο
Πνεῦμα. Ὑβρίζεται καθημερινῶς. Δηλαδή ποιά εἶναι αὐτή ἡ ἁμαρτία πού δέν
συγχωρεῖται μέ τήν ὕβρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος; Μόνον ἡ αἵρεσις;

Ἀπ. : Λυποῦμε τό Πνεῦμα τό Ἅγιο μέ τίς ἁμαρτίες. Εἴδατε πῶς τό εἶπε ὀ Ἀπόστολος;
Λυποῦμε τό Πνεῦμα τό Ἅγιο μέ τίς ἁμαρτίες μας. Ὑβρίζεται τό Πνεῦμα τό Ἅγιο,
ὅταν ἀποδίδουμε τά ἔργα Του στόν διάβολο καί ὅταν δέν μετανοοῦμε. Ἡ ὕβρις κατά
τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού δέν συγχωρεῖται, εἶναι ἡ ἀμετανοησία, ὅταν δέν
μετανοοῦμε. Λάθη κάνουμε. Δυστυχῶς, ὅλοι ἁμαρτάνουμε. Ἀλλά τουλάχιστον νά
μετανοοῦμε, νά τό ἀναγνωρίζουμε καί νά ζητᾶμε συγχώρηση ἀπό τό Πνεῦμα τό Ἅγιο
πού τό λυποῦμε συνεχῶς. Αὐτό δέν εἶναι ὕβρις. Δηλαδή ἡ ἁμαρτία ἀπό μόνη της δέν
εἶναι ὕβρις. Ὕβρις εἶναι τό νά μήν τήν παραδέχεσαι καί νά μήν μετανοεῖς. Νά μή
ζητᾶς συγχώρηση, αὐτό εἶναι ὕβρις.

Ὅταν, ἄς ποῦμε, λέει κάποιος, νά σᾶς πῶ ἕνα παράδειγμα, ἔ.. τί εἶναι αὐτά τώρα πού
λέει ὁ παπα-Σάββας.. αὐτά δέν γίνονται. Στήν ἐποχή μας; Σήμερα; Νά φυλαχτεῖ ὁ
νέος καί ἡ νέα καθαρή; Νά μήν κάνει προγαμιαῖες σχέσεις; Δέν γίνονται αὐτά τά
πράγματα. Αὐτό εἶναι ὕβρις κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Εἶναι σάν νά λές στό
Πνεῦμα τό Ἅγιο, δέν ξέρεις τί λές Ἐσύ, Θεέ μου τώρα… πού μᾶς ζητᾶς τέτοια

85
πράγματα.. Ἀφοῦ δέν βλέπεις; Δέν μποροῦμε νά τά κάνουμε.. μᾶς ζητᾶς πράγματα
πού δέν μποροῦμε.. ἄρα εἶσαι κακός! Καί μετά θά μᾶς κολάσεις κιόλας, γι’ αὐτά πού
δέν μποροῦμε νά κάνουμε! Αὐτό εἶναι βλασφημία κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Καταλάβατε; Ἀμφισβητεῖς δηλαδή τή δυνατότητα νά εἶσαι χριστιανός, ὅταν λές αὐτά
τά λόγια. Αὐτό εἶναι ὕβρις. Γιατί ἕνας πού τά λέει αὐτά, δέν θά μετανοήσει ποτέ.
Ἀντίθετα, θά πεῖ στό παιδί του, νά τά κάνεις, ὅπως κάνουν ὅλα τά παιδιά. Νά κάνεις
κι ἐσύ προγαμιαῖες σχέσεις. Αὐτό εἶναι βλασφημία κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτό
δέν συγχωρεῖται. Γιατί αὐτός πού τό λέει, δέν θά ζητήσει συγχώρηση γι’ αὐτό πού
εἶπε. Ἀφοῦ τό πιστεύει. Σοῦ λέει τί; Δέν γίνονται αὐτά.. αὐτά εἶναι γιά τούς
καλογήρους μόνο. Καταλάβατε; Αὐτό εἶναι βλασφημία κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Γιατί αὐτός ὁ ἄνθρωπος ποτέ δέν θά μετανοήσει, δέν θά ζητήσει συγγνώμη γι’ αὐτό.
Καί ὄχι μόνο τά λέει, τά κάνει κιόλας. Γι’ αὐτό τά λέει, γιατί τά κάνει. Τά ἔχει κάνει
καί τά κάνει καί θά τά ξανακάνει. Καί μπορεῖ νά μήν τό κάνει μέ τό σῶμα του, ἄν
εἶναι μεγάλης ἡλικίας, τό κάνει μέ τό μυαλό του. Συνεχῶς λυπεῖ τό Πνεῦμα τό Ἅγιο
καί δέν μετανοεῖ. Αὐτή εἶναι βλασφημία. Αὐτό δέν συγχωρεῖται. Σᾶς εἶπα ἕνα
παράδειγμα.

Ἐρ. : Λέτε ὅτι ὁ Χριστός δέν γελοῦσε. Ἐμεῖς πού ἔχουμε αὐτή τή φύση, ἀπό ποῦ τήν
πήραμε;

Ἀπ. : Δέν εἶπα ὅτι δέν γελοῦσε, ἀλλά ὅτι δέν Τόν εἶδαν ποτέ νά γελάει. Ναί… καί οἱ
Ἅγιοι τί μᾶς λένε; Μποροῦμε νά χαμογελᾶμε. Δηλαδή ἕνα ἁπλό μειδίαμα. Ἀλλά δέν
ἐπιτρέπουνε αὐτό τόν λεγόμενο βρασματώδη γέλωτα. Βρασματώδης, πού βράζει ὁ
ἄνθρωπος.. συγκλονίζεται ὁλόκληρος καί ἀκοῦς ἕνα χάχανο δυνατό. Αὐτό δέν τό
ἐπιτρέπουν οἱ Ἅγιοι. Δέν εἶναι ὡραῖο πράγμα ἔ; Αὐτό δείχνει ἄνθρωπο ὁ ὁποῖος ἔχει
διαλυθεῖ ἐσωτερικά, ἔχει χάσει τήν ὥρα τῆς Κρίσεως, τῆς κολάσεως. Εἶναι ἕνας
διαλυμένος ἐσωτερικά ἄνθρωπος. Διαλυμένος ὡς πρός τήν νήψη, ὡς πρός τήν
ἐγρήγορση τήν πνευματική. Ὁ ἄνθρωπος πού ἔχει ἐγρήγορση πνευματική εἶναι ὁ
ἄνθρωπος ὁ συγκεντρωμένος στόν ἑαυτό του. Ἐδῶ ἔχουμε φοβερούς ἐχθρούς.
Ἔχουμε τόν διάβολο ὡς λέοντα πῦρ πνέοντα, ὡς «λιοντάρι πού περπατεῖ», λέει,
«ζητῶν τίνα καταπίῃ» [37]. Γιά σκεφτεῖτε τώρα ἐδῶ, νά βλέπαμε ἕνα λιοντάρι νά
ἔχει μπεῖ μέσα ἐδῶ καί νά ὠρύεται. Δέν θά ἤμαστε ὅλοι σέ προσοχή; Θά λέγαμε,
τώρα ποιόν θά ἁρπάξει..; Νά φυλαχτῶ. Ἔτσι εἶναι ὁ διάβολος. Μή λέτε ὅτι δέν τόν
βλέπουμε. Ἔτσι εἶναι. Κοιτάει κάθε στιγμή νά μᾶς ἁρπάξει, ὅ,τι μπορεῖ.. καί δέν θά
εἴμαστε σέ ἐγρήγορση; Τί, θά λέμε χαζοκέφαλα; Θά χαλαρώνουμε;..

Ἕνας λοιπόν πού ἔχει ἕναν τέτοιο γέλωτα, τρανταχτό, βρασματώδη, σημαίνει
ἀκριβῶς ὅτι δέν ξέρει τί τοῦ γίνεται. Ἔχει χάσει τήν νήψη, τήν ἐγρήγορση τήν
πνευματική.

Μέ αὐτή τήν ἔννοια τό εἶπαν οἱ Ἅγιοι καί τό παίρνουν βέβαια ἀπό τόν Χριστό μας.
Ἐνῶ ὁ Χριστός μας ἐδάκρυσε τουλάχιστον τέσσερις φορές. Ἔτσι ἀναφέρεται στά

86
ἱερά κείμενα, ἀλλά καί πολλές περισσότερες μέ τίς τόσες ἁμαρτίες πού κάνουμε καί
Τόν λυποῦμε.

Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης


https://hristospanagia3.blogspot.com

[1] Ἐφεσ. 4, 28.


[2] Ἑρμηνεία εἰς τάς ΙΔ΄ Ἐπιστολάς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, Ὁσίου Νικοδήμου
Ἁγιορείτου, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη, Θεσ/νικη.
[3] Ὅ.π.
[4] Πρός Ἐφεσίους Ἐπιστολή Ἀποστόλου Παύλου, ἀρχ. Ἰουστίνου Πόποβιτς, ἐκδ.
Ρηγοπούλου.
[5] Β΄Κορ. 5, 17.
[6] Ρωμ. 6, 4.
[7] Πράξ. 20, 35.
[8] Ψαλμ. 33, 15.
[9] Ἐφεσ. 4, 29.
[10] Ἐφ. 4, 29.
[11] Ἐφ. 4, 30.
[12] Ἰακ. 3, 2.
[13] Ματθ. 12, 36.
[14] Ψαλμ. 32, 15.
[15] Ἐφεσ. 4, 29.
[16] Ὅ.π.
[17] Ἄσμα 1, 3.
[18] Ἰω. 7, 46.
[19] Ματθ. 12, 35.
[20] Ματθ. 7, 16.
[21] Α΄Θεσ. 5, 11.
[22] Ἐφεσ. 4, 30.
[23] Ἐφεσ. 4, 29.
[24] Ρωμ. 14, 23.
[25] Ὅ.π.
[26] Λουκ. 6, 45.
[27] Ὅ.π.
[28] Ἰακ. 3, 2.
[29] Ἐφεσ. 4, 30.
[30] Α΄Θεσ. 4, 8.
[31] Ψαλμ. 140, 3.
[32] Ὅ.π.
[33] Ἐφεσ. 4, 30.
[34] Α΄Θεσ. 4, 8.
[35] Ὅ.π.
[36] Ματθ. 5, 22.
[37] Α΄Πέτρ. 5, 8.

87
Ἡ ἀναγκαιότητα τῆς ὑπακοῆς
Συνεχίζουμε σήμερα, μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, τίς ὁμιλίες μας στή νέα χρονιά. Σήμερα
εἶναι ἡ 19η Ὑπόθεσις ἀπό τό βιβλίο τοῦ Εὐεργετινοῦ, ἡ ὁποία ἔχει τόν ἑξῆς
τίτλο: «Περί τοῦ ὅτι εἶναι ἀναγκαία ἡ ὑποταγή. Ποιά ὠφέλεια προέρχεται ἀπό αὐτή
καί πῶς τήν κατορθώνει ὁ ἄνθρωπος»[1]. Θά πεῖτε, σήμερα ὁ ἄνθρωπος ἔχει μάθει
νά ἀκούει γιά ἐλευθερία καί ὄχι γιά ὑποταγή. Βέβαια ἡ ἐλευθερία ἡ ἀληθινή ἔρχεται
ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ὅπως μᾶς λέει πάλι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ «οὗ τό Πνεῦμα Κυρίου,
ἐλευθερία»[2]. Ἐκεῖ πού εἶναι τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, ἐκεῖ εἶναι καί ἡ ἀληθινή
ἐλευθερία. Καί βλέπουμε ἀπό τήν ἱστορία τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, τήν ἱστορία τῶν
Ἑβραίων, ὅτι ὅταν οἱ Ἑβραῖοι ἔχαναν τήν ἐν Χριστῷ, τήν ἐν Θεῷ, τήν ἐν Ἁγίῳ
Πνεύματι, τήν ἐλευθερία δηλαδή πού ἔρχεται μέσα ἀπό τήν καταπάτηση, τήν
κατανίκηση τῶν παθῶν, τότε σκλαβωνόντουσαν καί σέ βάρβαρους λαούς
εἰδωλολατρικούς. Ὅταν μετανοοῦσαν, τότε ἀπήλαυναν τήν ἐλευθερία τήν ἐθνική,
ἀφοῦ προηγουμένως εἶχαν τήν ἐλευθερία τήν ἠθική, τήν ἐλευθερία ἀπό τήν ἁμαρτία.
Τήν ὀρθόδοξη πίστη, τήν ἐλευθερία ἀπό τήν πλάνη, ἀπό τά εἴδωλα καί ἀπό τήν
εἰδωλολατρία.

Σήμερα βλέπουμε, καί εἶναι ἐπίκαιρο τό θέμα βέβαια τώρα μέ τή Μακεδονία, ὅτι
κινδυνεύουμε πάλι νά σκλαβωθοῦμε. Καί ὄχι μόνο νά χάσουμε ἐδάφη, τή Μακεδονία
μας καί ὄχι μόνο.. οἱ Τοῦρκοι ἀπειλοῦνε ἐξ ἀνατολῶν, οἱ Ἀλβανοί θέλουν κι αὐτοί νά
ἐπεκταθοῦν στήν Ἤπειρο, τή Θράκη μας ἐπίσης τήν ἀπειλοῦν.. ἄλλοι μάλιστα μιλᾶνε
γιά αὐτονομία τῆς Κρήτης.. Ἔχουμε δηλαδή κινδύνους ἀπό παντοῦ, ἐθνικούς
κινδύνους, καί τελικά κινδυνεύει νά μήν ὑπάρχει ἡ Ἑλλάδα ὡς κράτος. Θά πεῖτε,
πρέπει νά ἀντιδράσουμε. Φυσικά πρέπει, καί νά ὑπερασπιστοῦμε τά δίκαια τῆς
πατρίδας μας, ἀλλά ὄχι μέ τρόπο πού δέν θέλει ὁ Θεός. Ὁ ἀληθινός τρόπος, ἡ
ἀληθινή ὑπεράσπιση εἶναι αὐτό πού ὑπαινιχθήκαμε, δηλαδή ἡ ἀπόκτηση τῆς ἐν
Χριστῷ, τῆς ἐν Θεῷ, τῆς ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ἐλευθερίας. Καί τότε ὁ Θεός χαρίζει
-γιατί ὁ Θεός εἶναι πού τά ρυθμίζει ὅλα- καί τήν ἐθνική ἐλευθερία, ἐφόσον κρίνει ὅτι
αὐτό εἶναι γιά τό καλό μας.

Κι ἄν σήμερα φωνάζουμε γιά τή Μακεδονία, καί καλά κάνουμε καί φωνάζουμε, θά


πρέπει ὅμως νά ξεκαθαρίσουμε μέσα μας ὅτι τό πρώτιστο δέν εἶναι τά χωράφια, δέν
εἶναι ὁ χῶρος δηλαδή, δέν εἶναι τό ἔδαφος. Τό πρῶτο εἶναι τό ὅτι ἡ πατρίδα μας ὡς
χῶρος φυλάει τήν Ὀρθοδοξία. Μέ ποιά ἔννοια; Φιλοξενεῖ πιό σωστά. Γιά νά μήν
ποῦμε φιλοξενεῖται, γιατί ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι πάνω ἀπ’ τήν Ἑλλάδα, ἀλλά δίνει ἔτσι
μία προστασία ἀνθρώπινη καί μία ἄνεση σέ μᾶς νά ἔχουμε ἡσύχιο βίο καί ἐν ἡσύχῳ
βίῳ νά λατρεύουμε τόν Θεό. Γιά σκεφτεῖτε νά ἔχουμε μία Τουρκοκρατία, μία
κυριαρχία ξένων ἐδῶ πέρα, οἱ ὁποῖοι θά μᾶς ἐμποδίζουν νά κάνουμε Θεία
Λειτουργία καθημερινά, νά λατρεύουμε τόν Θεό, νά κοινωνοῦμε, νά κάνουμε τόν
σταυρό μας.. καί νά εἴμαστε ὑπό διωγμό ὅταν τά κάνουμε αὐτά, πόσο πιό δύσκολα

88
θά εἶναι τά πράγματα.. Λέει ἡ Ἁγία Γραφή «ἐλασσονοῦσι ἔθνη ἁμαρτίαι»[3]. Τά
ἔθνη τά ἐλαττώνουν, τά λιγοστεύουν, τά μικραίνουν καί τά ἐξαλείφουν τελικά οἱ
ἁμαρτίες. Ἑπομένως, τήν ἱστορία θά πρέπει νά τή δοῦμε στήν ἀληθινή της βάση.

-Ποιός καθορίζει τήν ἱστορία; Τήν καθορίζουν οἱ ἰσορροπίες τῶν ὁπλικῶν


συστημάτων; Τήν καθορίζει ἡ πολιτική καί πόσο ἱκανοί εἶναι οἱ πολιτικοί μας ἤ πόσο
ἀνίκανοι εἶναι; Πόσο καλά χειρίζονται τά θέματα τῆς ἐθνικῆς ἀσφάλειας κ.λ.π.;

Τελικά, πίσω ἀπ’ ὅλα εἶναι ὁ Θεός καί ὁ Θεός εἶναι πού γράφει τήν ἱστορία. Ἔχει
λεχθεῖ πολύ ἐπιτυχημένα «ἄλλοι γράφουν τήν ἱστορία καί γιά ἄλλους γράφει ἡ
ἱστορία». Ἡ ἱστορία γράφει πολλές φορές ἐξωτερικά... αὐτοί πού φαίνονται.. ὁ
Μέγας Ναπολέων κ.λ.π. Ἀλλά τελικά ἄλλοι γράφουν τήν ἱστορία.

-Ξέρετε ποιοί τήν γράφουν;


Ὁ Θεός καί οἱ Ἅγιοι γράφουν πραγματικά τήν ἀληθινή ἱστορία. Καί πίσω ἀπ’ ὅλα
εἶναι ὁ Θεός καί οἱ Ἅγιοι. Καί παραχωρεῖ ὁ Θεός, ὅταν ἐμεῖς παρεκτρεπόμαστε, καί
οἱ ὅποιοι λαοί, σᾶς εἶπα τό παράδειγμα τοῦ ἑβραϊκοῦ λαοῦ, νά σκλαβωνόμαστε καί
νά χάνουμε τήν ἀληθινή ἐλευθερία. Γιατί; Γιατί -γιά νά ξαναγυρίσουμε καί στό θέμα
μας- δέν ἔχουμε μάθει τήν ὑποταγή. Ἡ ἀληθινή ἐλευθερία ἐξασφαλίζεται διά τῆς
ὑποταγῆς στόν Θεό, διά τῆς ὑπακοῆς στόν Θεό. Ἔρχεται ὁ διάβολος καί λέει, ἔλα σέ
μένα.. θά γίνεις ἐλεύθερος.. θά κάνεις ὅ,τι θέλεις... καί μᾶς κοροϊδεύει! Γιατί; Ὅταν
κανείς ἀφεθεῖ στά πάθη του καί κάνει τίς ἁμαρτίες πού τοῦ ὑποβάλλει ὁ διάβολος,
γίνεται σκλάβος μετά στόν διάβολο καί στά πάθη.

-Πῶς λοιπόν θά ὁδηγηθοῦμε στήν ἀληθινή ἐλευθερία;


Διά τῆς ὑπακοῆς. Γι’ αὐτό εἶναι πολύ σημαντικό τό θέμα μας σήμερα καί γιά τή ζωή
μας τήν προσωπική καί γιά τή γενικότερη ζωή τήν κοινωνική καί τή ζωή, ἄν θέλετε,
τοῦ ἔθνους μας, ἀλλά καί ὅλης τῆς ἀνθρωπότητος. Ἄν πᾶμε πίσω στήν ἱστορία μας,
ὡς ἀνθρωπότης, θά δοῦμε ὅτι χάσαμε τήν ἐλευθερία μας στόν παράδεισο μέ τήν
παρακοή πού κάναμε στήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός μᾶς εἶχε προειδοποιήσει, ὅτι ἄν
θά φᾶτε ἀπ’ τόν καρπό αὐτοῦ τοῦ δέντρου, θά πεθάνετε. Κι ἐμεῖς τό κάναμε. Ὁπότε,
ὑποταχθήκαμε στόν διάβολο, στή φθορά καί στόν θάνατο καί γίναμε τριπλά δοῦλοι.
Ἐνῶ ἤμαστε ἀληθινά ἐλεύθεροι, κάνοντας ὑπακοή μέχρι τότε στόν Χριστό, στόν
Θεό, γίναμε σκλάβοι τριπλά, στήν ἁμαρτία, στόν διάβολο καί στόν θάνατο, ὁ ὁποῖος
ἦρθε ὡς τελικό ἀποτέλεσμα τῆς φθορᾶς. Ἡ φθορά, ἡ γήρανση καί τελικά ὁ θάνατος
τῆς ὕπαρξής μας. Ἡ γήρανση φαίνεται στό βιολογικό ἐπίπεδο, ἀλλά ἡ ἁμαρτία ἀπ’
τήν πρώτη στιγμή πού θά διαπραχθεῖ νεκρώνει τόν ἄνθρωπο στό πνευματικό ἐπίπεδο.
Ἔτσι, οἱ Πρωτόπλαστοι πέθαναν πνευματικά ἀμέσως, μέ τό πού ἁμάρτησαν, καί
βιολογικά ἔπειτα ἀπό ἐννιακόσια περίπου χρόνια - πέθανε ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα.

Ἔρχεται τώρα ὁ Χριστός μας καί μᾶς δείχνει τόν δρόμο τῆς θεραπείας, τόν τρόπο τῆς
θεραπείας, τόν δρόμο πού πρέπει νά πάρουμε, καί εἶναι ἡ ἀντίστροφη πορεία.
Παρακοή; Τώρα ὑπακοή. Ἀνυποταξία; Τώρα ὑποταγή. Σέ ποιόν ὅμως; Στόν Χριστό.

89
Καί διά τοῦ Χριστοῦ ὁ κάθε χριστιανός ὀρθόδοξος μέσα στήν Ἐκκλησία ὑποταγή -
ὑπακοή στόν πνευματικό του ὁδηγό, στούς ἱερούς Κανόνες, στίς ἅγιες ἐντολές τοῦ
Χριστοῦ καί ἔτσι θά βρεῖ τήν ἀποκατάσταση καί τήν ἀληθινή ἐλευθερία. Θά
ἀποκτήσει τό Πνεῦμα τό Ἅγιο ἐνεργό μέσα του, ὁπότε «οὗ τό Πνεῦμα Κυρίου»[4],
ἐκεῖ πού εἶναι τό Πνεῦμα Κυρίου, ἐκεῖ θά βρεῖ καί τήν ἀληθινή ἐλευθερία.

Ἑπομένως, ἕνα πρῶτο πού πρέπει νά ξεκαθαρίσουμε εἶναι ὅτι ἡ ὑπακοή δέν
σκλαβώνει, ἡ ὑπακοή στόν Χριστό, ἡ ὑπακοή στίς ἅγιες ἐντολές καί στούς ἱερούς
Κανόνες. Ἀντίθετα εἶναι ὁ δρόμος γιά τήν ἀληθινή ἐλευθερία. Ἡ ὑπακοή στόν
διάβολο εἶναι αὐτή πού σκλαβώνει. Ἐνῶ ὁ διάβολος μᾶς ἐξαπατᾶ ὅτι θά μποροῦμε
νά κάνουμε ὅ,τι θέλουμε, μᾶς κάνει ὑποχειρίους του, ὅταν ὑπακούσουμε σ’ αὐτόν.
Ὑποχειρίους στά πάθη, στίς ἄνομες ἐπιθυμίες καί ὁ ἄνθρωπος πραγματικά γίνεται
σκλάβος. Νά σᾶς πῶ μιά μορφή σκλαβιᾶς, γιά νά μήν εἴμαστε ἀφηρημένοι. Ἡ μόδα.

-Ὅποιος ἀκολουθεῖ τή μόδα εἶναι ἐλεύθερος;


Ὄχι, εἶναι σκλάβος.

- Γιατί ντύνεσαι ἔτσι, παιδί μου; - Ἔτσι λέει ἡ μόδα. - Μά αὐτό εἶναι ἀντίθετο μέ
αὐτό πού λέει ὁ Θεός. - Τί νά κάνουμε;... Ἔτσι λέει ἡ μόδα! Δέν κάνει αὐτό πού
θέλει. Κάνει αὐτό πού τοῦ ἐπιβάλλει ἡ μόδα. Σήμερα εἶναι τῆς μόδας ἡ ἀσέβεια καί
πολλοί ἄνθρωποι, ἐνῶ θέλουν νά ζήσουν χριστιανικά, ὑποτάσσονται σ’ αὐτή τή μόδα
καί ἐμφανίζονται ὡς ἀσεβεῖς. Ἐνῶ προσπαθοῦν νά νηστέψουνε, ὅταν βρεθοῦν σ’ ἕνα
περιβάλλον πού ὅλοι καταλύουν, καταλύουν κι αὐτοί, ἐνῶ εἶναι νηστεία.
Ὑποκρίνονται τόν ἀσεβῆ. Γιατί; Γιατί, σοῦ λέει, ἄν δέν τό κάνω, θά μέ κοροϊδέψουν,
θά μέ εἰρωνευτοῦν, θά μέ ἀπομονώσουν. Θά μείνω μόνος.. καί δέν τό ἀντέχω.

-Εἶναι ἐλεύθερος αὐτός ὁ ἄνθρωπος;


Ὄχι, εἶναι σκλάβος στό τί θά ποῦνε οἱ ἄλλοι. Ἐνῶ ἀληθινή ἐλευθερία εἶναι νά κάνεις
πραγματικά αὐτό πού θέλεις, πού βλέπεις ὅτι εἶναι τό σωστό. Γι’ αὐτό ἡ ἀληθινή
ἐλευθερία βγαίνει μέσα ἀπ’ τήν ὑπακοή καί τήν ὑποταγή στόν Θεό.

Νά ποῦμε καί μιά ἱστορία γιά νά ξεκουραστοῦμε, ὅπως μᾶς τή λέει ἐδῶ ὁ
Εὐεργετινός. «Στόν βίο τοῦ Ἁγίου Θεοδοσίου τοῦ Κοινοβιάρχου»[5]. Θά δεῖτε ἐδῶ
τώρα, ἐπειδή αὐτό τό βιβλίο ἀπευθύνεται καί σέ μοναχούς καί σέ χριστιανούς πού
ζοῦν στόν κόσμο, ὅτι ὑπάρχει ἕνα δίπολο -ἄς τό ποῦμε ἔτσι ἁπλά- ὑπακοῆς καί
ἡσυχίας. Γιά τόν μοναχό ὑπάρχουνε δύο τρόποι ζωῆς. Νά ζεῖ σ’ ἕνα κοινόβιο, ὁπότε
ἔχει συνέχεια μπροστά του ἕναν Γέροντα, στόν ὁποῖο θά πρέπει νά κάνει ὑπακοή.
Καί ὑπάρχει κι ἕνας ἄλλος τρόπος, γιά τόν μοναχό, νά ζεῖ μόνος του, σάν ἡσυχαστής.
Ὁπότε ὑπάρχει αὐτό τό δίπολο -θά δεῖτε ἐδῶ στόν Εὐεργετινό- καί ἀντιδιαστέλλονται
αὐτοί οἱ δύο τρόποι. Καί σοῦ λέει:

-Τί εἶναι καλύτερα; Νά εἶσαι σ’ ἕνα κοινόβιο πού συνέχεια θά ἔχεις ἕναν Γέροντα
πού νά σοῦ λέει, κάνε αὐτό, κάνε ἐκεῖνο.. ἤ νά εἶσαι μόνος σου.. ἐντάξει θά ἔχεις καί

90
τόν πνευματικό σου, ἀλλά δέν θά ἔχεις τόσο αὐστηρή ἐπιτήρηση καί κάθε στιγμή νά
ἔχεις νά ρωτᾶς, ἔχει εὐλογία νά τό κάνω αὐτό;.. δέν ἔχει εὐλογία νά τό κάνω αὐτό;

-Αὐτό θά πεῖτε εἶναι γιά τούς μοναχούς. Ἐμεῖς, γιατί νά τό ξέρουμε καί νά τό
μάθουμε αὐτό;

Ἔχει σημασία καί γιά μᾶς, γιατί ἡ οἰκογένεια, ἄς ποῦμε ἕνα παράδειγμα, εἶναι ἕνα
μικρό κοινόβιο, ὅπου καλεῖται ὁ ἕνας νά κάνει ὑπακοή στόν ἄλλον. Νά κόβει τό
θέλημά του ὁ σύζυγος στή σύζυγο, καί ἀντίστροφα, ἡ σύζυγος στόν σύζυγο. Εἶναι
αὐτό πού λέει ὁ Ἀπόστολος «ὑπακούετε ἀλλήλοις». Ὁπότε βλέπετε, αὐτό πού γίνεται
στούς μοναχούς, ἄν τό ἀξιοποιήσουμε, λειτουργεῖ καί σέ μᾶς θεραπευτικά.

Θά δεῖτε, ὅτι ὅλοι οἱ ἅγιοι Πατέρες τό λένε αὐτό, ἡ ὑπακοή, ἡ ζωή δηλαδή στό
κοινόβιο, εἶναι ἀνώτερη ἀπό τό νά ζεῖς μόνος σου. Σήμερα πάρα πολλοί ἄνθρωποι
δέν ἀντέχουν τήν ὑπακοή. Καί τί κάνουν; Διαζύγιο (στήν οἰκογένεια). Σοῦ λέει,
χωρίζουμε.

-Γιατί χωρίζετε;
Γιατί οὐσιαστικά δέν θέλει νά κάνει ὑπακοή ὁ ἕνας στόν άλλον. Θέλει νά ζεῖ ὁ
καθένας ὅπως θέλει. Ὅπως θέλει... χωρίς νά δίνει λογαριασμό σέ κανέναν.

-Συμφέρει ὅμως αὐτό;


Δέν συμφέρει πνευματικά, γιατί ἔτσι μένεις ἀθεράπευτος.
«Ὁ Ἅγιος Θεοδόσιος, ὅταν πλησίαζε στήν ἀνδρική ἡλικία, κατελήφθη ἀπό τόν ἔρωτα
τῆς φιλοσόφου ζωῆς»[6]. Γιά τούς Πατέρες ἡ φιλόσοφος ζωή, φιλοσοφημένη ζωή,
εἶναι ἡ ἐν Χριστῷ ζωή. Ἡ ἀληθινή φιλοσοφία εἶναι ἡ κατά Χριστόν ζωή, τό νά ζεῖς
σύμφωνα μέ τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος εἶναι ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἀληθινή
σοφία εἶναι ὁ Χριστός, ἡ τοῦ Θεοῦ Σοφία. Γι’ αὐτό ἔχουμε καί τόν ναό τῆς Ἁγίας
Σοφίας στήν Κωνσταντινούπολη. Εἶναι ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ, δηλαδή εἶναι ὁ ναός τοῦ
Χριστοῦ. Αὐτός εἶναι ὁ ναός τῆς Ἁγίας Σοφίας. Ἕνας λοιπόν πού ἀγαπάει τή σοφία,
εἶναι ἀληθινά φιλόσοφος, εἶναι αὐτός πού ἀγαπάει τόν Χριστό. Βλέπετε, τί ὡραῖα τό
λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες!

-Θέλεις νά εἶσαι ἀληθινά φίλος τῆς σοφίας;


Ἡ Σοφία εἶναι ὁ Χριστός. Πρέπει νά εἶσαι ἀληθινός χριστιανός, τότε εἶσαι καί
ἀληθινός φιλόσοφος καί κάνεις ἀληθινά φιλοσοφημένη ζωή. Ὁ Ἅγιος, λοιπόν,
κατελήφθη ἀπό τόν ἔρωτα αὐτό «τῆς φιλοσόφου ζωῆς καί ἐγκατέλειψε τήν πατρίδα
του καί ἦλθε στά Ἱεροσόλυμα. Προσκύνησε μέ ἁγιότητα ψυχῆς τά Ἅγια
προσκυνήματα καί ἄρχισε πλέον νά τόν ἀπασχολεῖ μόνιμα ἡ σκέψη πῶς νά ἀρχίσει
τήν ἔμπρακτη φιλοσοφία», πῶς νά ζήσει αὐτή τήν ἀληθινά φιλοσοφημένη ζωή, τήν
χριστιανική ζωή δηλαδή «καί ποιόν ἀπό τούς δυό δρόμους ν’ ἀκολουθήσει, τήν
τέλεια ἀπομόνωση καί τόν αὐστηρό ἀναχωρητισμό;», νά πάει τελείως μόνος του;.. «ἤ
τήν κοινοβιακή ζωή, μαζί μέ τούς ἄλλους καί νά ἔχουν ὅλοι τόν ἴδιο σκοπό; Ἀλλά

91
τήν κατά μόνας ἡσυχαστική ζωή, ἐπί τοῦ παρόντος τουλάχιστον, δέν ἀποφάσιζε νά
δοκιμάσει, γιατί δέν τήν ἔκρινε ἀσφαλῆ, ἐπειδή θεωροῦσε τόν ἑαυτό του τελείως
ἄπειρο, γιά νά ἀντιπαλαίει μόνος του πρός τά πνεύματα τῆς πονηρίας»[7]. Καί πολύ
σωστά...

«Ἔλεγε, ἐάν ἀπό τούς στρατιῶτες τοῦ κόσμου δέν εὑρίσκεται κανένας τόσο πολύ
θρασύς καί τόσο πολύ ἀνόητος, ὁ ὁποῖος, ἄν καί τελείως ἀπειροπόλεμος καί χωρίς
καθόλου νά ἔχει ἀσκηθεῖ στά πολεμικά ἔργα, νά τολμήσει ἀμέσως, ἀπό τό
στρατόπεδό του, νά ριφθεῖ στό μέσο τῶν ἐχθρῶν, πῶς θά ἦταν δυνατόν ἐγώ, ὁ ὁποῖος
ἀκόμη δέν ἔχω γυμνάσει «τά χέρια μου εἰς παράταξιν καί τά δάκτυλά μου εἰς
πόλεμον»[8], ὁ ὁποῖος ἀκόμη δέν ἔχω ζωσθεῖ μέ τήν ἐξ ὕψους δύναμη, νά μπορέσω
νά ἀντιπαραταχθῶ, κατά μία τοιαύτη συμπλοκή πολύ περισσότερο ἐπικίνδυνη καί
γεμάτη θανάσιμες παγίδες, ἐναντίον τῶν ἀρχῶν, τῶν ἐξουσιῶν τοῦ κοσμοκράτορος
τοῦ κόσμου τοῦ αἰῶνος τούτου, ἐναντίον τῶν πνευματικῶν τῆς πονηρίας;»[9].

-Βλέπετε τί ὡραῖο συλλογισμό κάνει; Λέει ἕνας, στά πράγματα τοῦ κόσμου, πού
εἶναι στρατιώτης, πάει ἀμέσως στό κέντρο τῆς μάχης νά πολεμήσει χωρίς
προηγουμένως νά ἀσκηθεῖ στό κέντρο βασικῆς ἐκπαιδεύσεως; Χωρίς νά μάθει νά
χειρίζεται τά ὅπλα τολμάει κανένας νά πάει στήν πρώτη γραμμή;

Ὄχι, βέβαια. Ἔτσι καί ἐγώ, λέει. Θά πρέπει πρῶτα νά μάθω νά πολεμάω τόν ἐχθρό
μαζί μέ τούς ἄλλους, νά ἐκπαιδευτῶ κάνοντας ὑπακοή, νά μάθω τόν τρόπο νά
ἀντιμετωπίζω τούς πονηρούς ἐχθρούς, τούς δαίμονες, τούς λογισμούς, τά πάθη, καί
μετά θά βγῶ στόν πόλεμο, στήν πρώτη γραμμή, στήν ἡσυχία, ὅπου ἐκεῖ κανείς
βεβαίως ἔχει νά ἀντιμετωπίσει τόν διάβολο -θά λέγαμε- πρόσωπο πρός πρόσωπο. Κι
ἄν δέν ἔχει ἀσκηθεῖ, μπορεῖ καί νά τρελαθεῖ, νά χάσει καί τό μυαλό του, νά
καταληστευθεῖ καί νά φονευθεῖ τελικά πνευματικά.

«Ἀπομένει λοιπόν», λέει ὁ Ἅγιος, «νά γίνω πρῶτον μαθητής ἁγίων Πατέρων, οἱ
ὁποιοι ἔχουν καλῶς ἀσκηθεῖ ἀπό πρίν στούς ἀγῶνες τούς πνευματικούς καί ἀφοῦ
γυμνασθῶ ἀπ’ αὐτούς καλά στόν πόλεμο κατά τῶν νοητῶν ἐχθρῶν, τότε νά
προσπαθήσω νά δρέψω τούς καρπούς τῆς ἡσυχίας»[10], οἱ ὁποῖοι βέβαια εἶναι
γλυκύτατοι, ὅταν κανείς ὅμως ἔχει μάθει νά πολεμάει τόν διάβολο στό κοινόβιο μαζί
μέ τούς ἄλλους κάνοντας ὑπακοή σέ Γέροντα. Πρίν λοιπόν γίνεις καθηγητής καί
δάσκαλος, πρέπει νά γίνεις μαθητής, νά ταπεινωθεῖς, νά κάνεις ὑπακοή, γιά νά μάθεις
τήν τέχνη τοῦ πολέμου.

«Ἀφοῦ μετά πολλῆς σοφίας ἐσκέφθη ὅλα αὐτά (γιατί μεταξύ τῶν ἄλλων προσόντων
-πού εἶχε ὁ Ἅγιος Θεοδόσιος- εἶχε καί βαθύτατη σύνεση), ἄρχισε ἀμέσως νά
ἀναζητεῖ ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι μέ πολλούς κόπους μελέτησαν τό ἀγαθό, γνωρίζοντας
ὅτι ἡ ἀσφαλέστερη μάθηση καί διδασκαλία εἶναι ἐκείνη πού ἀποκτᾶται ἀπό τήν
πεῖρα»[11]. Προσπάθησε λοιπόν νά βρεῖ καθηγητή, νά βρεῖ πνευματικό ὁδηγό, ὁ
ὁποῖος εἶχε μάθει, ὄχι θεωρητικά ἀπό τά βιβλία, ἀλλά στήν πράξη, ἀπό τήν κατά

92
Χριστόν ἄσκηση καί ζωή, τό ἀγαθό, τό καλό, καί τόν τρόπο νά πολεμάει τό κακό,
τόν πονηρό.

«Προσέρχεται λοιπόν καί ἐμπιστεύεται τόν ἑαυτό του στόν μακάριο Γέροντα
Λογγίνο, ὁ ὁποῖος διέφερε πολύ ἀπό τούς πατέρες, πού κατοικοῦσαν μαζί
του». Ἦταν πολύ πνευματικός.«Γίνεται ὁμοτράπεζος καί συγκάτοικός του καί
εὐχαριστήθηκε πάρα πολύ ἀπό τούς τρόπους του καί τή συμπεριφορά του· τόσο
ἑνώθηκε ψυχικά μέ τόν ὅσιο Λογγίνο, ὥστε θά μπορούσαμε νά ποῦμε τό ρητό τοῦ
Δαβίδ, προσκολλήθηκε ἡ ψυχή του ὀπίσω αὐτοῦ[12]. Ἐπειδή, ὅπως πολύ ὀρθά
λέγουν οἱ παλαιοί, μέ ἐκεῖνον πού συναναστρέφεται καί εὐχαριστεῖται κανείς,
πιστεύεται ὅτι εἶναι καί ὅμοιός του»[13] καί σιγά-σιγά μιμεῖται τούς τρόπους του. Γι’
αὐτό ἔχει μεγάλη σημασία μέ ποιούς συναναστρεφόμαστε.

Ἄς δοῦμε καί στό Γεροντικό σχετικά μέ τό θέμα τῆς ὑποταγῆς καί τῆς ὑπακοῆς. «Ὁ
ἀββᾶς Ἀντώνιος εἶπε, ὅτι ἡ ὑπακοή μέ τήν ἐγκράτεια ἔχει τή δύναμη νά ὑποτάσσει
καί τά θηρία ἀκόμα». Ἕνας ἄνθρωπος πού κόβει τό θέλημά του, γιατί αὐτό σημαίνει
ὑπακοή, νά κόψεις τό θέλημά σου στό θέλημα τοῦ ἄλλου, ἀλλά καί τό φρόνημά σου,
τή μεγάλη ἰδέα, πού συνήθως ὅλοι ἔχουμε γιά τόν ἑαυτό μας. Μαζί μέ τήν ἐγκράτεια
ἡ ὑπακοή κάνει θαύματα. Καί ἄγρια θηρία ὑποτάσσονται. Ἔχουμε τέτοιες ἱστορίες
πάρα πολλές στόν βίο τῶν Ἁγίων. Γιατί ἡ ὑπακοή εἶναι ἐφαρμοσμένη ταπείνωση καί
εἶναι μίμηση Χριστοῦ.

Ἄς θυμηθοῦμε αὐτό πού λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γιά τόν Χριστό μας. Λέει, «ὅς», ὁ
ὁποῖος, «ἐν μορφῇ Θεοῦ ὑπάρχων»[14], ἐνῶ ἦταν καί εἶναι Θεός, «οὐχ ἁρπαγμόν
ἡγήσατο τό εἶναι ἴσα Θεῷ», δέν θεώρησε ὅτι ἔχει αὐτή τήν ἐξουσία, αὐτή τή θέση
ἀπό ἁρπαγή, ὅτι τό ἅρπαξε. Ὄχι, εἶναι Θεός κατά φύσιν. Ἦταν καί εἶναι πάντοτε
Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ μαζί μέ τόν Θεό Πατέρα, συνάναρχος, συναιώνιος,
ὁμότιμος μέ τόν Θεό Πατέρα. «Οὐχ ἁρπαγμόν ἡγήσατο τό εἶναι ἴσα Θεῷ», ἀλλά τί
ἔκανε ἀπό ἀγάπη; «Ἐκένωσε ἑαυτόν μορφήν δούλου λαβών»[15]. Ἄδειασε τόν ἑαυτό
Του φαινομενικά, κάλυψε τή δόξα τή θεϊκή πού εἶχε, φόρεσε τήν ἀνθρώπινη φύση
καί μᾶς παρουσιάστηκε σάν ἄνθρωπος, σάν ἕνας ἁπλός κοινός ἄνθρωπος, ὅπως ὅλοι
μας. Γι’ αὐτό καί πάρα πολλοί Τόν παρεξηγοῦσαν, γιατί δέν πίστευαν καί δέν ἤθελαν
νά πιστέψουν καί Τόν ἔβλεπαν σάν ἕναν κοινό ἄνθρωπο. «Μορφήν δούλου λαβών
ἐκκένωσε ἑαυτόν»[16] καί ἔγινε σάν ἕνας ἀπό μᾶς. Καί ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλά καί
σταυρώθηκε καί πέθανε. Πῶς πέθανε; «Γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου
δέ σταυροῦ»[17]. Κάνοντας ὑπακοή, ὡς ἄνθρωπος τώρα, στόν Θεό Πατέρα.

-Ποιός κάνει ὑπακοή;


Ὁ Θεός! Ὁ Χριστός ὡς ἄνθρωπος κάνει ὑπακοή στόν Θεό Πατέρα. Γιατί; Γιά νά μᾶς
διδάξει καί μᾶς ἀκριβῶς αὐτό τό ἴδιο, ὅτι διά τῆς ὑπακοῆς -πού δέν κάναμε στόν
παράδεισο- θά κερδίσουμε τόν παράδεισο. Κι αὐτό πού δέν ἔκανε ὁ Ἀδάμ, τό κάνει
τώρα ὁ Χριστός, ὁ νέος Ἀδάμ, καί ὅποιος ἑνώνεται μέ τόν Χριστό, διά τῆς ὑπακοῆς,
νικάει τόν θάνατο, νικάει τή φθορά, νικάει τήν ἁμαρτία, νικάει τόν διάβολο καί ὄχι
ἁπλῶς γυρίζει - ἐπιστρέφει στήν κατάσταση πού ἦταν ὁ Ἀδάμ πρίν τήν πτώση, ἀλλά

93
πηγαίνει στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ, δηλαδή ἐκεῖ πού θά ἔφτανε ὁ Ἀδάμ ἄν ἔκανε
ὑπακοή. Χάσαμε διά τῆς παρακοῆς; Διά τῆς ὑπακοῆς ξανακερδίζουμε, καί ὄχι μόνο,
προχωρᾶμε καί φτάνουμε ἐκεῖ πού θά φτάναμε, ἐάν δέν κάναμε παρακοή. Διά τοῦ
Χριστοῦ τώρα.

«Ὁ ἀββᾶς Ποιμήν εἶπε, ὅτι κάποτε κάποιος ρώτησε τόν ἀββᾶ Παΐσιο: τί νά κάνω,
πού ἡ ψυχή μου εἶναι ἀναίσθητη καί δέν φοβεῖται τόν Θεό;». Δέν ἔχω φόβο Θεοῦ
μέσα μου. Εἶναι αὐτό πού λέει ὁ λαός, εἶναι ἀθεόφοβος αὐτός. «Ὁ ἀββᾶς Παΐσιος τοῦ
ἀπάντησε: πήγαινε, προσκολλήσου σ’ ἕναν ἄνθρωπο, πού φοβεῖται τόν Θεό. Μέ τήν
συναναστροφή σου μέ ἐκεῖνον θά μάθεις κι ἐσύ ἀπό αὐτόν νά φοβᾶσαι τόν
Θεό»[18]. Πολύ σημαντικό αὐτό! Νά συναναστραφεῖς μέ ἄνθρωπο πού φοβᾶται τόν
Θεό. Κάνεις γάμο, θέλεις νά κάνεις οἰκογένεια.

-Ποιόν θά ἐπιλέξεις; Ποιά θά ἐπιλέξεις;


Θά πρέπει νά βρεῖς ἄνθρωπο πού νά φοβᾶται τόν Θεό, ὥστε κι ἐσύ κοντά σ’ αὐτόν
νά κολλήσεις, νά μάθεις κι ἐσύ νά φοβᾶσαι τόν Θεό. Μέ τήν καλή ἔννοια ἐννοεῖται..
δηλαδή νά Τόν σέβεσαι, νά κάνεις ὑπακοή στίς ἐντολές Του.

«Ὁ ἀββᾶς Ἡσαΐας ἔλεγε πρός τούς ἀρχαρίους, πού ἦταν ὑποτακτικοί ἁγίων
Πατέρων, ὅτι ἡ πρώτη βαφή δέν ξεθωριάζει ὅπως συμβαίνει μέ τήν πορφύρα καί
ὅπως ἀκριβῶς τά τρυφερά κλαδιά μέ εὐκολία λυγίζουν καί γέρνουν, τοιουτοτρόπως
καί οἱ ἀρχάριοι πού βρίσκονται σέ ὑποταγή»[19]. Θά πρέπει δηλαδή κανείς,
ξεκινώντας τήν πνευματική ζωή, νά κάνει ὑποταγή, νά κάνει ὑπακοή σέ πνευματικό
ὁδηγό καί ὄχι ἁπλῶς νά διαβάζει βιβλία. Καί αὐτό, λέει, δέν ξεθωριάζει ποτέ. Ὅταν
στήν ἀρχή ξεκινήσεις σωστά τήν πνευματική ζωή, αὐτό θά τό ἔχεις πάντα, ὅπως ἡ
πρώτη βαφή καί ὅπως τά τρυφερά κλαδιά, τά ὁποῖα λυγίζουν - γέρνουν μέ εὐκολία
καί παίρνει μετά τό κλαδί τήν κατεύθυνση πού θέλουμε νά πάρει. Ἔτσι καί ὁ
ἄνθρωπος θά πρέπει νά προσέξει πολύ, νά βάλει γερά θεμέλια στήν πνευματική του
ζωή καί ν’ ἀρχίσει μέ ἀκρίβεια τήν ὑπακοή σέ πνευματικό ὁδηγό.

«Ὁ ἀββᾶς Μωυσῆς εἶπε σέ κάποιον ἀδελφό: ἔλα, ἀδελφέ μου, στήν ὑπακοή τῆς
ἀληθείας ὅπου ὑπάρχει ταπείνωσις, ὅπου ὑπάρχει δύναμις, ὅπου ὑπάρχει χαρά, ὅπου
ὑπάρχει ὑπομονή, ὅπου ὑπάρχει μακροθυμία, ὅπου ὑπάρχει φιλαδελφία, ὅπου
ὑπάρχει κατάνυξις, ὅπου ὑπάρχει ἀγάπη· γιατί ἐκεῖνος πού ἔχει τέλεια ὑπακοή ἔχει
ἐφαρμόσει ὅλες τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ»[20]. Ἄν κάνεις ὑπακοή δηλαδή, ἀποκτᾶς σύν
τῷ χρόνῳ ὅλες τίς ἀρετές. Γιατί; Γιατί διά τῆς ὑπακοῆς, πού εἶναι ἐφαρμοσμένη
ταπείνωση, δεσμεύεται ὁ Θεός, εἶναι «ὑποχρεωμένος» ὁ Θεός νά σέ βοηθήσει, ἀφοῦ
ὁ Ἴδιος ἔχει ὑποσχεθεῖ «στούς ταπεινούς δίνω χάρη»[21]. Ἐπειδή ὁ ἄνθρωπος
κάνοντας ὑπακοή, ταπεινώνεται. Εἶναι ἡ πιό μεγάλη ταπείνωση.

-Ποιά εἶναι ἡ πιό μεγάλη ταπείνωση γιά τόν ἄνθρωπο;


Νά μήν κάνει αὐτό πού θέλει, νά ρωτήσει. Ὁ σύζυγος τή σύζυγο, τώρα τί λές νά
κάνουμε; Ἐνῶ ὁ νοῦς του τοῦ λέει, αὐτό νά κάνεις. Ὄχι, τό κόβει τό θέλημά του καί

94
λέει νά ρωτήσω, νά δῶ τί θά μοῦ πεῖ ἡ σύζυγος. Αὐτό εἶναι ἡ μέγιστη ταπείνωση κι
αὐτό ἑλκύει τή Χάρη τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός μετά σοῦ δίνει πάρα πολλή Χάρη καί σοῦ
δίνει καί ὅλες τίς ἄλλες ἀρετές. Ἐπειδή ἀκριβῶς δέν ἐμπιστεύεσαι τή φρόνησή σου,
δέν θεωρεῖς τόν ἑαυτό σου σοφό, σπουδαῖο, ἀλλά ρωτᾶς. Τό ἴδιο καί ἡ σύζυγος τόν
σύζυγο κ.λ.π. Ἤ στήν πνευματική ζωή πάλι, σοῦ λέει ὁ λογισμός νά κάνεις αὐτό.

Ὄχι, θά ρωτήσω τόν πνευματικό, νά πάρω εὐλογία.


-Ξέρετε τί σημαντικό πράγμα εἶναι αὐτό;
Καί ὁ Θεός, ἐπειδή βλέπει τή δική σου ταπείνωση, δίνει τή φώτιση στόν πνευματικό
νά σοῦ πεῖ ἀκριβῶς αὐτό πού πρέπει νά κάνεις. Μπορεῖ ὁ πνευματικός νά μήν εἶναι
καί τόσο διακριτικός καί τόσο σοφός κ.λ.π. Δέν ἔχει σημασία. Ἐπειδή ἐσύ
ταπεινώνεσαι, ὁ πνευματικός θά σοῦ πεῖ τό σωστό. Θά πάρεις τήν ἀπάντηση. Γιατί ὁ
Θεός βλέπει τήν ταπείνωσή σου καί τόν φωτίζει.

«Κάποτε τέσσερις ἀδελφοί ἀπό κάποια σκήτη ἦλθαν πρός τόν Μεγάλο Παμβώ,
φοροῦντες ὡς ἐνδύματα δέρματα ζώων». Ἦταν δηλαδή πολύ ἐνάρετοι, ἀσκητικοί,
ὅπως καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος. Φοροῦσαν γιά ἐνδύματα δέρματα
ζώων. «Καί ὁ καθένας ἀπό αὐτούς φανέρωσε στόν Παμβώ -τόν μεγάλο αὐτόν
γέροντα- τήν ἀρετή τοῦ ἄλλου», ὄχι τή δική του. «Ὁ ἕνας νήστευε πολύ». Ἦταν ἡ
πιό μεγάλη του ἀρετή. «Ὁ ἄλλος ἦταν τελείως ἀκτήμων». Δέν εἶχε τίποτε. «Ὁ τρίτος
ἀπέκτησε πολλή ἀγάπη καί ὁ τέταρτος γιά εἴκοσι δύο συνεχῆ χρόνια βρισκόταν στήν
ὑπακοή ἑνός Γέροντος. Ἀφοῦ λοιπόν τούς ἄκουσε ὁ ἀββᾶς Παμβώ τούς εἶπε: - Σάς
διαβεβαιώνω, ὅτι ἡ ἀρετή τοῦ τέταρτου εἶναι μεγαλύτερη ἀπό τίς ἀρετές τῶν
ἄλλων», αὐτοῦ δηλαδή πού εἶχε ὑπακοή. «Γιατί ὁ καθένας ἀπό σᾶς τήν ὁποιαδήποτε
ἀρετή ἀπέκτησε, ἀλλά εἶχε καί τό θέλημά του. Αὐτός ὅμως -ὁ τέταρτος- ἔκοψε τό
θέλημά του καί ἐκτελεῖ τό θέλημα τοῦ ἄλλου καί διά τοῦτο εἶναι ἀνώτερος ἀπό σᾶς.
Αὐτοί οἱ ὁποῖοι ὑπακούουν εἶναι ὁμολογηταί, ἐφόσον φυλάξουν τήν ὑπακοή μέχρι
τέλους»[22]. Βλέπετε πόσο σημαντικό πράγμα εἶναι ἡ ὑπακοή! Γι’ αὐτό καί ὁ γάμος
εἶναι δρόμος γιά τήν τελειότητα. Ὅταν λειτουργεῖ σωστά καί ὁ ἕνας κάνει ὑπακοή
στόν ἄλλον, εἶναι ὁμολογητής. Βλέπετε πῶς λέει ἐδῶ; Κορυφαῖος δηλαδή ἅγιος
ἀναδεικνύεσαι, ὅταν ζεῖς σωστά τό μυστήριο τοῦ γάμου, τό ὁποῖο ἔχει ἀναφορά στόν
Χριστό καί στήν Ἐκκλησία[23], ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Ὅπως ἡ Ἐκκλησία
ὑποτάσσεται πάντα στόν Χριστό, ἔτσι καί ἡ γυναίκα στόν ἄνδρα -φυσικά καί ὁ
ἄνδρας στή γυναίκα, γιατί ἰσχύει τό «ὑπακούετε ἀλλήλοις»- καί ὅταν καί οἱ δυό
ζοῦνε μέσα στό μυστήριο αὐτό τῆς ὑπακοῆς, τελειοποιοῦνται μέσα σ’ αὐτόν τόν
τρόπο ζωῆς.

«Ὁ ἀββᾶς Ροῦφος εἶπε, ὅτι αὐτός ὁ ὁποῖος κάθεται στήν ὑπακοή τοῦ πνευματικοῦ
πατρός ἔχει περισσότερο μισθό ἀπό ἐκεῖνον, πού μόνος του παραμένει ὡς
ἀναχωρητής στήν ἔρημο»[24]. Βλέπετε, οἱ Ἅγιοι Πατέρες δίνουν τά πρωτεῖα στό
κοινόβιο, στήν κοινοβιακή ζωή καί ὄχι στόν μονήρη βίο, ὁ ὁποῖος εἶναι καί
ἐπικίνδυνος. Γι’ αὐτό λέει ἡ Γραφή «οὐαί τῷ ἑνί»[25], ἀλλοίμονο στόν ἕνα... Καί
χρειάζεται νά ἔχεις κάποιες προϋποθέσεις. Νά ἔχεις περάσει ἀπ’ τήν ὑπακοή, νά ἔχεις

95
ἀσκηθεῖ στή νοερά προσευχή, νά τήν ἔχεις κτῆμα σου τή νοερά προσευχή καί μετά
μέ εὐλογία τοῦ πνευματικοῦ σου καί χωρίς -ἐννοεῖται- νά τόν ἐγκαταλείψεις, ἀλλά θά
τόν ἐπισκέπτεσαι καί θά ἐξομολογεῖσαι κάθε τόσο, ὅσο θά σοῦ ὁρίσει ἐκεῖνος.
Ὁπωσδήποτε ὅμως εἶναι ἀνώτερος ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος κόβει κάθε στιγμή τό θέλημά
του.

«Ὁ ἴδιος ἀββᾶς», ὁ ἀββᾶς Ροῦφος, «ἔλεγε στούς μαθητές του ὅσα τοῦ διηγήθηκε
ἕνας ἀπό τούς Πατέρες. Ἀνηρπάγην -ἐξιστορεῖ ὁ Πατήρ πρός τόν ἀββᾶ- εἰς τόν
οὐρανό καί εἶδα τέσσερις κατηγορίες ἀνθρώπων. Ἡ πρώτη κατηγορία ἦταν ἕνας
ἄρρωστος, ὁ ὁποῖος ὅμως εὐαρεστοῦσε στόν Θεό». Μιά κατηγορία ἀνθρώπων, τό νά
εἶσαι ἄρρωστος καί νά κάνεις ὑπομονή, νά μή γογγύζεις, νά μήν τά βάζεις μέ τόν
Θεό, νά λές «δόξα σοι ὁ Θεός». «Ἡ δεύτερη κατηγορία ἦταν ἐκεῖνος πού φιλοξενεῖ
τούς ἀδελφούς, τούς ὑποδέχεται μετά προθυμίας καί τούς περιποιεῖται». Εἶναι ὁ
ἄνθρωπος τῆς φιλοξενίας, τῆς ἀγάπης. «Ἡ τρίτη κατηγορία ἦταν ἐκεῖνος πού ζεῖ εἰς
τήν ἔρημο μόνος του καί δέν βλέπει κανέναν ἄνθρωπο». Γιά χάρη τοῦ Χριστοῦ
ἀπομονώνεται καί προσεύχεται συνέχεια. «Καί ἡ τέταρτη κατηγορία ἦταν ἐκεῖνος
πού ὑπακούει θεληματικά σέ πνευματικό πατέρα καί ὑποτάσσεται σ’ αὐτόν σέ ὅλα
χάριν τοῦ Κυρίου»[26]. Κάνει ὑπακοή.

«Ἀπό τίς τέσσερις αὐτές κατηγορίες ἀνθρώπων ὁ τέταρτος, δηλαδή ὁ ἄνθρωπος τῆς
ὑπακοῆς, φοροῦσε χρυσό περιδέραιο καί εἶχε περισσότερη δόξα ἀπό τούς ἄλλους.
Μόλις εἶδα ἐγώ τή δόξα αὐτή -συνέχισε ὁ ἀββᾶς- ρώτησα τόν ὁδηγό μου: - Πῶς
αὐτός ὁ μικρότερος ἔχει τήν περισσότερη ἀπό τούς ἄλλους δόξα;». Καί ἀπό αὐτόν
πού κάνει ὑπομονή στήν ἀρρώστια του καί ἀπό αὐτόν πού εἶναι φιλόξενος καί ἀπ’
αὐτόν πού ζεῖ μόνος του καί εἶναι ἡσυχαστής καί ἀσκητής κ.λ.π.; «Καί ὁ ὁδηγός μου
μοῦ ἀπάντησε: - Ἐπειδή αὐτός πού ἀσκεῖ τή φιλοξενία καί ὁ ἀναχωρητής στήν ἔρημο
μέ τήν θέλησή τους ἐξέλεξαν αὐτές τίς ἀρετές. Ὁ ὑποτακτικός ὅμως ἐγκατέλειψε ὅλα
τά θελήματά του καί ἐξαρτᾶται πλήρως ἀπό τόν Θεό καί τόν πνευματικό του πατέρα.
Γι’ αὐτή λοιπόν τήν αὐταπάρνηση ἔχει δοξασθεῖ αὐτός περισσότερο ἀπό τούς
ἄλλους»[27]. Βλέπετε, πῶς ὁ ὑποτακτικός ἐφαρμόζει ἀκριβῶς τήν προτροπή τοῦ
Κυρίου: «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν»[28]. Βλέπετε; Ἡ
προϋπόθεση πού θέτει ὁ Θεός εἶναι ἡ αὐταπάρνηση.

-Καί τί σημαίνει νά ἀρνηθῶ τόν ἑαυτό μου;


Νά κάνω ὑπακοή. Γιατί κυρίως ἑαυτός μας εἶναι οἱ ἐπιθυμίες μας, τά θελήματά μας.
Θέλω νά κάνω αὐτό! Καί τό μικρό παιδί, θέλω, θέλω.. σοῦ λέει, ἀφοῦ τό θέλω.. καί
φωνάζει. Καί ἀλλοίμονο ἄν δέν τοῦ τό κάνεις. Ἄν ἔχει μάθει δηλαδή νά τοῦ τό κάνεις
μέχρι τότε τό θέλημα, ἐξανίσταται καί μπορεῖ νά χαλάσει τόν κόσμο μέ τίς φωνές.
Λοιπόν, ἀκριβῶς αὐτό εἶναι ἡ μεγάλη μας ἀρρώστια καί τό μέγα μας ἐμπόδιο γιά νά
κοινωνήσουμε μέ τόν Θεό, τό θέλημά μας. Καί ἀκριβῶς αὐτό πρέπει νά πέσει. Αὐτό
εἶπε ὁ Χριστός, νά πάψετε δηλαδή νά ζεῖτε μέ τά θελήματά σας, μέ τίς ἐπιθυμίες σας.
Ἐνῶ βλέπετε ὁ κόσμος, ἡ κοσμική μόρφωση, ἡ κοσμική παιδεία, ὅλα σέ σπρώχνουν
στό νά ὀνειρεύεσαι.

96
-Ποιό εἶναι τό ὄνειρό σου;.. Τί θέλεις παιδί μου νά γίνεις;..
Καλλιεργοῦμε συστηματικά δηλαδή στά παιδιά μας -ἐμᾶς μᾶς τά καλλιέργησαν οἱ
προηγούμενοι- τί; Τά θελήματα! Καί μαθαίνουμε νά θέλουμε. Ἐνῶ ἡ θεραπεία τῆς
ψυχῆς μας εἶναι νά μάθουμε νά μή θέλουμε, νά ἔχουμε αὐταπάρνηση. Βλέπετε πόσο
λάθος τά κάνουμε τά πράγματα… Κι ἔτσι γινόμαστε δυστυχισμένοι ἀπό πολύ μικροί,
γιατί μαθαίνουμε νά θέλουμε, καί ἐκεῖνα πού θέλουμε 99% εἶναι ἀντίθετα μέ αὐτά
πού θέλει ὁ Θεός, νά μήν ποῦμε 100%! Γιατί εἴμαστε ἄρρωστοι. Γεννιόμαστε
ἄρρωστοι, μέ πάθη πολλά, καί τί θέλουμε; Θέλουμε αὐτά πού μᾶς λένε τά πάθη μας,
αὐτά πού μᾶς λέει ὁ διάβολος, αὐτά πού εἶναι γιά τήν καταστροφή μας. Θέλουμε
τελικά τήν αὐτοκτονία μας… Καί ἐπειδή ὁ Χριστός -εὐτυχῶς- δέν μᾶς κάνει αὐτά τά
ἄρρωστα θελήματά μας, μετά λυπούμαστε στενοχωριόμαστε καί λέμε, εἶμαι
δυστυχισμένος.. τίποτα δέν μοῦ πάει καλά.. Βλέπετε; Ἐνῶ ἡ αἰτία εἶναι σέ μᾶς, γιατί
δέν ἀκοῦμε τήν προτροπή τοῦ Χριστοῦ πού λέει «ἀπαρνήσου τά θελήματά σου»,
γιατί αὐτό σημαίνει τό «ἀπαρνήσου τόν ἑαυτό σου». Ἀπαρνήσου αὐτά πού θέλεις,
αὐτά πού ἀγαπᾶς, αὐτά πού ὀνειρεύεσαι καί πές: τί θέλει ὁ Χριστός. Νά βρῶ, νά
μάθω, τί θέλει ὁ Χριστός ἀπό μένα, ὄχι τί θέλω ἐγώ. Ἐγώ δέν θέλω τίποτα. Ἐξάλλου
στό Πάτερ ἡμῶν τό λέω, ἀλλά δέν καταλαβαίνω τί λέω. Λέω στόν Χριστό νά γίνει τό
θέλημά Του. Ποῦ; Στή ζωή μου. Στήν πράξη ὅμως; Στενοχωριέμαι. Γιατί; Γιατί δέν
γίνεται τό θέλημα τό δικό μου καί ὄχι τοῦ Χριστοῦ.

Αὐτός λοιπόν πού κάνει ὑπακοή, ἔχει αὐταπάρνηση καί γι’ αὐτό ἀκριβῶς ἀρέσει
στόν Χριστό. Καί γι’ αὐτό δοξάζεται καί περισσότερο ἀπ’ ὅλους. Καί βλέπετε ὅτι
αὐτή τήν ἀποκάλυψη τήν ἔκανε ὁ Θεός στόν ἀββᾶ Ροῦφο. Αὐτό ὅλο πού διαβάσαμε
εἶναι μιά ἀποκάλυψη. Αὐτό, θά πεῖτε, ἔγινε σέ ἐκεῖνον. Καί διά ἐκείνου σέ ὅλη τήν
Ἐκκλησία. Δείχνει δηλαδή ὁ Χριστός μας καί μέσα ἀπό τή διδασκαλία τῶν Ἁγίων τί
σημαίνουν τά λόγια Του. Γιατί κανείς ὅταν πάρει τό Εὐαγγέλιο, δέν θά τά καταλάβει
ὅλα ὅσα λέει ὁ Χριστός.

Νά, ἀκοῦμε αὐτόν τόν λόγο «ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν». Τί σημαίνει αὐτό; Δέν μπορεῖς
νά τό καταλάβεις. Νά ἐδῶ πάλι, ὁ Χριστός τό ἐξήγησε σ’ αὐτόν τόν Ἅγιο. Καί τοῦ
εἶπε, ἀπάρνηση τοῦ ἑαυτοῦ σου εἶναι νά ἀπαρνηθεῖς τά θελήματά σου. Αὐτό θέλω
ἀπό τούς ἀνθρώπους, νά μήν ἔχουν δικά τους θελήματα. Μά θά πεῖς:

-Τότε γιατί μᾶς ἔδωσε τή θέληση καί τή βούληση καί μετά μᾶς λέει νά μήν ἔχουμε
κανένα θέλημα;

Μᾶς τήν ἔδωσε τή θέληση καί τή βούληση, γιά νά θέλουμε Ἐκεῖνον. Γιά νά ἔχουμε
ὅλα τά θελήματά μας συνοψισμένα σέ ἕνα, στόν Θεό, στήν ἀγάπη μας γιά τόν Θεό.
Θεέ μου, Χριστέ μου, Ἐσένα θέλω καί ὅ,τι Ἐσύ θέλεις. Τό ἴδιο καί τίς ἄλλες
δυνάμεις τῆς ψυχῆς μας.

-Γιατί μᾶς ἔδωσε τόν νοῦ; Γιά νά χανόμαστε μέσα σέ περιπλανήσεις, σκέψεις,
λογισμούς κ.λ.π.;

97
Ὄχι. Γιά νά τόν κατευθύνουμε στόν Θεό καί νά τόν ἑνώνουμε μέ τόν Θεό καί νά
σκεφτόμαστε Ἐκεῖνον καί μόνο Ἐκεῖνον.

-Γιατί μᾶς ἔδωσε καί τό αὐτεξούσιο καί τήν ἐλευθερία; Γιά νά κάνουμε ὅ,τι θέλουμε
-συγγνώμη- ὅ,τι μᾶς κατεβάζει τό μυαλό μας;

Ὄχι. Γιά νά πηγαίνουμε τήν ἐλεύθερη βούλησή μας σ’ Αὐτόν. Γιατί δέν ἤθελε ὁ
Θεός νά μᾶς ἐξαναγκάσει. Μᾶς δίνει τή δυνατότητα νά Τοῦ ποῦμε ὄχι. Δέν μᾶς
συμφέρει ὅμως. Θέλει ἐλεύθερα καί ἀγαπητικά, αὐτοπροαίρετα νά Τόν πλησιάζουμε
καί νά Τόν λατρεύουμε καί νά Τόν ἀγαπᾶμε. Ἄν ἤμαστε ἀναγκασμένοι νά εἴμαστε
καλοί, δέν θά ἤμαστε εἰκόνες Του. Θά ἤμαστε ρομποτάκια, ἕν δυό, ὅλοι στόν
παράδεισο.. Δέν θέλει ἔτσι ὁ Θεός. Μᾶς θέλει νά εἴμαστε μαζί Του καί ἡ χαρά Του
εἶναι νά εἶναι μαζί μας, ἀλλά θέλει νά τό κάνουμε ἐλεύθερα. Νά πηγαίνουμε κοντά
Του καί νά Τόν ἀγαπᾶμε ἐλεύθερα.

Ὅλες λοιπόν τίς δυνάμεις, πού μᾶς ἔδωσε ὁ Θεός, δέν μᾶς τίς ἔδωσε γιά νά τίς
σπαταλᾶμε στά δικά μας θελήματα, ἀλλά νά τίς δίνουμε στόν Χριστό. Τότε
λειτουργοῦμε σωστά καί τότε χαιρόμαστε ἀληθινά καί γινόμαστε μακάριοι.

«Ὁ ἀββᾶς Ὑπερέχιος εἶπε», εἶναι ὅλα ἀπό τό Γεροντικό αὐτά πού διαβάζουμε καί
ξέρουμε στό Γεροντικό ἔχουν ἀποθησαυριστεῖ οἱ διδασκαλίες τῶν Πατέρων, κυρίως
τῆς ἐρήμου, οἱ ὁποῖοι σάρκωσαν - ἐφάρμοσαν τήν Ἁγία Γραφή στή ζωή τους καί μᾶς
καταθέτουν τήν ἐμπειρία τους. Εἶπε λοιπόν ὁ ἀββᾶς Ὑπερέχιος: «ἡ ὑπακοή εἶναι ὁ
πολύτιμος θησαυρός τοῦ μοναχοῦ» καί τοῦ κάθε χριστιανοῦ. «Ὁ μοναχός, πού ἔχει
ἀποκτήσει τήν ὑπακοή, θά εἰσακουσθεῖ ἀπό τόν Θεό καί μέ παρρησία θά σταθεῖ
κοντά στόν Ἐσταυρωμένο, γιατί καί ὁ Ἐσταυρωμένος Κύριος ὑπήκουσε μέχρι
θανάτου»[29], ὡς ἄνθρωπος.

-Γιατί ἀνέβηκε στόν σταυρό ὁ Χριστός;


Ἀπό ὑπακοή. Θυμηθεῖτε στή Γεθσημανῆ, τί ἔλεγε στόν Θεό Πατέρα; «Ἄν εἶναι
δυνατόν νά μήν πιῶ τό πικρό αὐτό ποτήρι»[30].

-Ἀλλά στό τέλος τί εἶπε;


«Οὐχ ὡς ἐγώ θέλω, ἀλλ’ ὡς σύ»[31]. Ἔτσι κι ἐμεῖς, ὡς ἄνθρωποι, μπορεῖ λίγο νά
δειλιάζουμε μπροστά στόν κόπο, στόν πόνο, στόν θάνατο. Ἀλλά νά πεῖς στό τέλος,
Θεέ μου, δέν μοῦ ἀρέσει αὐτό, ἀλλά ἄν θέλεις Ἐσύ θά τό πιῶ κι αὐτό τό πικρό
ποτήρι, γιατί σίγουρα εἶναι γιά τό καλό μου.

«Δύο σαρκικοί ἀδελφοί ἦλθαν κάποτε νά κατοικήσουν σ’ ἕνα Μοναστήρι. Ὁ ἕνας


ἦταν ἀσκητής», προτίμησε νά ζεῖ μόνος του. «Ὁ ἄλλος προτίμησε τήν ὑπακοή. Μέ
τόση προθυμία ὑπήκουε στόν πνευματικό του Πατέρα, ὥστε ὅσα τοῦ ἔλεγε τά
ἐκτελοῦσε ἀδιάκριτα. Πολλές φορές τοῦ ἔλεγε τό πρωί· φάε, καί ἔτρωγε»[32]. Ἐνῶ
οἰ μοναχοί προσπαθοῦν νά μήν τρῶνε τό πρωί, ὅταν εἶναι μάλιστα ἡμέρα νηστείας,

98
νά κάνουν τή λεγόμενη ἐνάτη, νά φᾶνε μετά τίς τρεῖς τό μεσημέρι. Ὁ Γέροντας, γιά
νά τόν δοκιμάσει, τοῦ ἔλεγε, νά φᾶς τό πρωί, γιά νά δεῖ ἄν εἶχε ὑπακοή. Κι ἐκεῖνος
ἔτρωγε.

«Ἄλλοτε πάλι, μή φᾶς μέχρι τό βράδυ· καί δέν ἔτρωγε. Καί, ἐν γένει, ὅ,τι διετάσσετο,
τό ἐκτελοῦσε μέ χαρά. Γι’ αὐτή του τήν ὑπακοή δοξαζόταν ἀπό ὅλους τούς μοναχούς
τοῦ Μοναστηριοῦ»[33]. Προσέξτε τώρα μιά διευκρίνηση. Ἀδιάκριτη ὑπακοή δέν
σημαίνει νά σοῦ πεῖ μιά ἁμαρτία καί νά τήν κάνεις. Αὐτό πού τοῦ ἔλεγε, νά φάει τό
πρωί, δέν ἦταν ἁμαρτία ἤ νά μή φάει μέχρι τό βράδυ. Ὑπακοή εἶναι στίς ἐντολές τοῦ
Θεοῦ διά τοῦ πνευματικοῦ μας. Ὅταν λοιπόν ὑπάρχει μία ἐντολή, ἡ ὁποία εἶναι
ἀντίθετη μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἐκεῖ φυσικά δέν πρέπει νά κάνεις ὑπακοή. Καί
ὑπάρχουν καί δύο βαριές καταστάσεις πού φεύγεις καί χωρίς νά πάρεις εὐλογία.
Ὅταν ὁ γέροντάς σου εἶναι ἀνήθικος καί σέ προτρέπει σέ ἀνηθικότητα μέ τή στενή
ἔννοια τοῦ ὅρου, ἤ εἶναι αἱρετικός καί σέ προτρέπει κι ἐσένα νά γίνεις αἱρετικός.
Τότε σηκώνεσαι καί φεύγεις χωρίς εὐλογία. Γιά νά μήν παρεξηγήσουμε τήν ἔννοια
τῆς ἀδιάκριτης ὑπακοῆς. Ὅταν ὅμως εἶναι κάτι πού εἶναι θέμα ἄσκησης, εἶναι κάτι
καθημερινό, ἐκεῖ ὀφείλεις νά κάνεις ὑπακοή καί δέν βλάπτεσαι.

Ἦρθε λοιπόν ὁ ἀδελφός αὐτός σέ μία πολύ καλή κατάσταση, ἐπειδή ἔκανε αὐτή τήν
ἀδιάκριτη ὑπακοή στά πλαίσια πού εἴπαμε. «Καί δοξαζόταν γι’ αὐτό ἀπό ὅλους τούς
μοναχούς τοῦ Μοναστηριοῦ», γιατί δέν εἶναι καί εὔκολο πράγμα. «Βλέποντας αὐτά ὁ
σαρκικός ἀδελφός του, ὁ ἀσκητής, φθόνησε καί εἶπε μέσα του, θά τόν δοκιμάσω ἐάν
ἔχει πραγματική ὑπακοή. Ἦλθε λοιπόν στόν Ἡγούμενο καί τοῦ λέει: στείλε τόν
ἀδελφό μου μαζί μου, νά πᾶμε κάπου, πού εἶναι ἀνάγκη. Ὁ Ἡγούμενος ἐπέτρεψε
στόν ὑποτακτικό του νά φύγει. Μόλις λοιπόν οἱ δύο ἀδελφοί ἔφθασαν στόν ποταμό,
πού ἦταν γεμάτος κροκοδείλους, λέει ὁ ἀσκητής στόν ἀδελφό του, κατέβα στό
ποτάμι καί πέρασε»[34], πού ἦταν θανάσιμος κίνδυνος, ἀφοῦ τό ποτάμι ἦταν γεμάτο
κροκοδείλους.

«Ὁ ὑπήκοος κατέβηκε. Καί ἦλθαν οἱ κροκόδειλοι καί ἔγλειφαν τό σῶμα του χωρίς
καθόλου νά τόν πειράξουν». Εἶναι αὐτό πού εἶπε προηγουμένως ὁ ἄλλος ἀββᾶς, ἡ
ὑπακοή μαζί μέ τήν ἐγκράτεια ὑποτάσσει καί τά ἄγρια θηρία. Ξέρετε, τά θηρία δέν
ἦταν ἄγρια. Ἔγιναν ἄγρια, μετά τήν πτώση τοῦ ἀνθρώπου. Γι’ αὐτό στόν παράδεισο
ὁ Ἀδάμ κυριαρχοῦσε ἐπάνω σ’ ὅλα τά ζῶα καί τούς ἔδινε ὀνόματα. Τό λέει ἡ Ἁγία
Γραφή, περνοῦσαν ὅλα μπροστά του καί τούς ἔδινε ὀνόματα[35].

-Πότε ἀγρίεψαν τά ζῶα;


Ὅταν ἐπιτέθηκε ὁ ἄνθρωπος μέ τήν παρακοή στόν Δημιουργό του, στόν Κύριό του,
ὁπότε καί τά ζῶα στόν κύριό τους, στόν ἄνθρωπο. Ὅταν ὅμως ὁ ἄνθρωπος
μετανοήσει καί ἀποκαταστήσει τή σχέση του μέ τόν Κύριό του, δηλαδή ἐπανέλθει
στήν ὑπακοή μέ τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Κυρίου του καί τά ζῶα τότε
ἐπανέρχονται στήν ὑπακοή τους στόν ἄνθρωπο.

99
Γι’ αὐτό οἱ κροκόδειλοι δέν τόν πείραζαν. Γιατί αὐτός ἔκανε ὑπακοή στόν Κύριό του,
στόν Χριστό. Ἄν ἦταν κανένας ἀνυπάκουος, θά τόν εἶχαν κάνει ἕναν πολύ ὡραῖο
μεζέ! Θά εἶχαν κάνει πολύ ὡραῖο φαγητό οἱ κροκόδειλοι!

«Ὅταν -λοιπόν- εἶδε αὐτό ὁ ἀσκητής», ὁ προκομμένος ὁ ἀδελφός του, ὁ φθονερός,


ἐθαύμασε φυσικά καί «τοῦ εἶπε· ἀνέβα ἀπό τό ποτάμι. Καί ἀνέβηκε χωρίς νά πάθει
τίποτε. Βαδίζοντες μετά, βρίσκουν στόν δρόμο πεσμένο ἕνα νεκρό γυμνό καί εἶπε ὁ
ἀσκητής· νά εἴχαμε κανένα παλαιό ροῦχο νά τόν σκεπάσουμε -τόν ἄνθρωπο- τόν
νεκρό. Καί ἀπάντησε ὁ ἀδελφός· ἄς προσευχηθοῦμε καλύτερα, μήπως μᾶς ἀκούσει ὁ
Θεός καί ἀναστηθεῖ». Βλέπετε τήν ἁπλότητα τοῦ ὑποτακτικοῦ! «Καί ἄρχισαν νά
προσεύχονται. Μετά τήν προσευχή, ἀναστήθηκε ὁ νεκρός. Ὁ ἀσκητής ἐκαυχᾶτο καί
ἔλεγε ὅτι χάρη στήν ἄσκησή μου ἀναστήθηκε ὁ νεκρός.

Ὁ Θεός ἐφανέρωσε ὅλα αὐτά τά γεγονότα στόν Ἡγούμενο τοῦ Μοναστηριοῦ. Ὅταν
λοιπόν ἐπέστρεψαν στό Μοναστήρι, λέει ὁ Ἡγούμενος πρός τόν ἀσκητή: Γιατί μέ
τόσο ἐπικίνδυνο τρόπο ἐπεδίωξες νά δοκιμάσεις τόν ἀδελφό σου στόν ποταμό;», τόν
ἔριξες σέ τόσο μεγάλο κίνδυνο; Δέν ἦταν σωστό αὐτό πού ἔκανε, νά ρίξει τόν
ἀδελφό του, μέ τήν προτροπή του, σέ θανάσιμο κίνδυνο, γιά νά δεῖ ἄν ἔχει
ὑπακοή. «Μάθε λοιπόν, ὅτι γιά τήν ὑπακοή του ἀναστήθηκε ὁ νεκρός»[36]. Τοῦ δίνει
ἀπάντηση καί στά δυό γεγονότα. Τόν ἐλέγχει, γιατί ἔβαλε τόν ἀδελφό του σέ
κίνδυνο, καί τοῦ λέει, κοιμᾶσαι.. δέν εἶσαι ἐσύ πού τόν ἀνέστησες.. ὁ ἀδελφός σου
γιά τήν ὑπακοή του, ἡ ὁποία εἵλκυσε καί ἑλκύει τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἄκουσε τήν
προσευχή του ὁ Θεός καί ἀνέστησε τόν νεκρό. Βλέπετε πόσο σπουδαῖο πράγμα εἶναι
ἡ ὑπακοή!

«Ὁ ἀββᾶς Ποιμένας εἶπε· «μή μετρᾶς τά κατορθώματά σου - προσκολλήσου


καλύτερα σ’ αὐτόν πού ζεῖ ἐνάρετα καί εἶναι παράδειγμα γιά τούς
ἄλλους»[37], παράδειγμα ὑπακοῆς. Κι ἐσύ προσκολλήσου μαζί μ’ αὐτόν καί μή
μετρᾶς πόσες μέρες νηστεία ἔκανες, πόσες ἀγρυπνίες κ.λ.π., γιατί πάνω ἀπ’ ὅλα ὁ
Θεός θέλει νά κόβουμε τό θέλημά μας. Αὐτό δέ σημαίνει ὅτι ἀπαξιώνεται ἡ κατά
Χριστόν ἄσκηση καί ἡ ἡσυχία. Ὄχι κι αὐτά χρειάζονται. Ἀλλά τό πιό εὐάρεστο εἶναι
ἡ γνήσια ταπείνωση πού ἐξασφαλίζεται μέ τήν ὑπακοή. Ἐκεῖ φαίνεται, ἄν εἶναι
ταπεινός ὁ ἄνθρωπος, ὅταν δέν κάνει τό δικό του θέλημα. Μπορεῖ εὔκολα νά κάνεις
νηστεῖες, ἀγρυπνίες, ἐξωτερικές θυσίες, ἀλλά δέν εἶναι καθόλου εὔκολο νά κόψεις τό
θέλημά σου.

«Τοῦ ἀββᾶ Μάρκου. Ἐκεῖνος πού ζεῖ στόν ζυγό τῆς ἁμαρτίας, δέν εἶναι δυνατό
μόνος του νά κατανικήσει τό σαρκικό θέλημα, διότι ἔχει μέσα του ἀκατάπαυστο τόν
ἐρεθισμό πρός τά πάθη. Ἐφόσον λοιπόν εἴμαστε ἐπιρρεπεῖς στά πάθη, πρέπει νά
προσευχόμαστε καί νά ὑποτασσόμαστε. Γιατί δύσκολα μπορεῖ κανείς νά πολεμήσει
χωρίς βοήθεια τίς ριζωμένες μέσα μας συνήθειες. Ὁ ἀγωνιζόμενος μέ ὑποταγή καί
προσευχή ἐναντίον τοῦ θελήματός του εἶναι ἐπιτήδειος ἀθλητής», εἶναι ἱκανός, εἶναι

100
συνετός. «Παρουσιάζει ὁλοφάνερα τήν νοητή πάλη» καί ἀγωνίζεται σωστά στή
νοητή πάλη «ἀπέχοντας ἀπό τά αἰσθητά»[38].

Ὁ πόλεμος, ἑπομένως, πού ἔχουμε νά κάνουμε, εἶναι πρός τά θελήματά μας. Αὐτός
εἶναι ὁ πόλεμος. Καί πρέπει νά τό καταλάβουμε αὐτό, ὅτι ὁ ἐχθρός τελικά εἶναι οἱ
διάφορες ἐπιθυμίες καί τά διάφορα θελήματα πού ἔχουμε φτιάξει μέσα μας. Αὐτά
εἶναι πού μᾶς στενοχωροῦν καί μᾶς κάνουν «μαύρη» τή ζωή μας. Κι αὐτά εἶναι πού
πρέπει νά πολεμήσεις. Ἔχεις τά πάθη πού σοῦ δημιουργοῦν ἕνα σωρό ἐπιθυμίες. Τά
σαρκικά πάθη συνεχῶς σέ ἐρεθίζουν στό νά τά ἱκανοποιήσεις.

-Πῶς θά τά πολεμήσεις;
Διά τῆς ὑπακοῆς. Θά προσέλθεις σ’ ἕναν ἄνθρωπο καί θά κόψεις τό θέλημά σου σ’
αὐτόν. Αὐτός μπορεῖ νά εἶναι ὁ πνευματικός σου ὁδηγός -καί ὁπωσδήποτε πρέπει νά
ἔχουμε ὅλοι πνευματικό ὁδηγό- καί ἄν εἶσαι μοναχός, θά εἶναι ὁ γέροντάς σου, καί
ἔτσι θά ξεφύγεις ἀπό τά πάθη.

Ἄς δοῦμε καί αὐτό πού λέει ὁ Ἅγιος Διάδοχος. «Ἡ ὑπακοή ἔχει ἀναγνωρισθεῖ ὡς τό
πρῶτο καλό ἀπό τίς ἀρχικές ἀρετές, πού πρέπει νά ἀποκτήσει κανείς, γιατί ἀποβάλλει
τήν ὑπερηφάνεια καί γεννάει σέ μᾶς τήν ταπεινοφροσύνη. Γι’ αὐτό καί γίνεται θύρα
σ’ αὐτούς πού εὐχαρίστως τήν ἀναδέχονται -τήν ὑπακοή-, ἀπό τήν ὁποία εἰσέρχεται
στόν ἄνθρωπο ἡ πρός τόν Θεό ἀγάπη»[39]. Βλέπετε;

-Θέλεις ν’ ἀγαπήσεις τόν Θεό;


Πάλι μέ τήν ὑπακοή.

-Θέλεις νά κόψεις τά πάθη;


Πάλι μέ τήν ὑπακοή.

-Θέλεις νά κόψεις τήν ὑπερηφάνεια;


Πάλι μέ τήν ὑπακοή.

«Τήν ὑπακοή ἀπέβαλε ὁ Ἀδάμ καί κατρακύλησε στόν τάρταρο τῆς κόλασης». Ὅσο
ἦταν στήν ὑπακοή, ἦταν μέσα στή χαρά τοῦ παραδείσου. «Τήν ὑπακοή αὐτή
ἀγάπησε ὁ Θεός καί κατά τήν ἔνσαρκον οἰκονομία ὑπήκουσε μέχρι σταυροῦ καί
θανάτου στόν ἐπουράνιο Πατέρα Του». Γι’ αὐτό καί ὅποιος ὑποτάσσεται, ὅποιος
κόβει τό θέλημά του, μοιάζει στόν Χριστό. «Ὑπήκουσε δέ, -ὁ Χριστός- ἄν καί δέν
ἦταν σέ τίποτε κατώτερος ἀπό τήν μεγαλοσύνη τοῦ ἐπουρανίου Πατρός, γιά νά
καταργήσει μέ τήν ὑπακοή Του, τό ἔγκλημα τῆς ἀνθρωπίνης παρακοῆς καί νά
ὁδηγήσει πάλι στήν αἰώνια καί μακαρία ζωή ὅσους θά ζήσουν στήν ὑπακοή.

Πρῶτα - πρῶτα λοιπόν γιά τήν ὑπακοή αὐτή πρέπει νά φροντίζουν ὅσοι
ἀναλαμβάνουν τήν πάλη πρός τήν ἀλαζονία τοῦ διαβόλου, γιατί αὐτή θά ὑποδείξει σέ
μᾶς πού τήν ἀποδεχόμεθα, ὅλους τούς δρόμους τῶν ἀρετῶν, χωρίς νά ὑπάρχει
κίνδυνος νά πλανηθεῖ κανείς»[40].

101
«Τοῦ ἀββᾶ Κασσιανοῦ. Μέ κανένα ἄλλο ἐλάττωμα δέν γκρεμίζει τόσο
ἀποτελεσματικά ὁ διάβολος τόν ἄνθρωπο στό βάραθρο τῆς ἀπώλειας, ὅπως μέ τό νά
τόν πείσει νά μή καταδέχεται νά ρυθμίζει τή ζωή του σύμφωνα πρός τίς διδασκαλίες
καί συμβουλές τῶν Πατέρων, ἀλλά νά ἀκολουθεῖ τό θέλημά του»[41]. Φοβερό
πράγμα! Ἡ μεγαλύτερη ἀπάτη τοῦ διαβόλου!

-«Τί χρειάζεται ἡ ἐξομολόγηση;.. Τί χρειάζεται νά ρωτᾶς;.. Συνέχεια θά ρωτᾶς;.. Γιά


ὅλα θά ρωτᾶμε τόν πνευματικό μας; Τί χρειάζεται νά διαβάζουμε τούς ἅγιους
Πατέρες; Ἐσύ δέν ἔχεις νοῦ; Δέν ἔχεις σκέψη; Δέν ἔχεις κρίση; Δέν ἔχεις λογική;..».

Αὐτή εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἀπάτη τοῦ διαβόλου, πού μᾶς γκρεμίζει σέ ὅλα τά πάθη καί
σέ ὅλες τίς ἁμαρτίες. Ἐξ οὗ καί ἡ σύγχρονη αἵρεση στήν Ἐκκλησία πού λέγεται
«μεταπατερική θεολογία». Πού λέει τί; Ἀφῆστε τούς Πατέρες… Οἱ Πατέρες εἶπαν
αὐτά πού εἶπαν γιά τότε… τώρα ἄλλα πράγματα.. τώρα ἐμεῖς θά ποῦμε… Ὄχι. Καί
τότε καί τώρα καί πάντοτε τό Πνεῦμα τό Ἅγιο λέει τά ἴδια πράγματα καί ὀφείλουμε
νά πάρουμε ὁδηγό αὐτά πού λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες, ἀλλιῶς θά γκρεμιστοῦμε ἀπό τίς
ὑποβολές τοῦ διαβόλου στά βάραθρα τῆς κολάσεως.

«Διότι ἐκεῖνος πού ἀκολουθεῖ τή δική του κρίση καί γνώμη», λέει ὁ ἀββᾶς
Κασσιανός,«ποτέ δέν θά βαδίσει μέ ἀσφάλεια, ἀλλά θά σκοντάψει σέ πολλά ἐμπόδια
καί θά πλανηθεῖ καί θά ἀντιμετωπίσει πολλούς καί φοβερούς κινδύνους, ὅπως
κάποιος πού βαδίζει συνεχῶς μέσα στό σκοτάδι.

Ἡμεῖς δέ τοῦτο πρέπει νά μάθουμε, παραδειγματιζόμενοι ἀπό τίς τέχνες καί


ἐπιστῆμες τῶν ἀνθρώπων[42]».

-Θέλεις νά μάθεις μία ἐπιστήμη, μία τέχνη, τί κάνεις; Πῶς τή μαθαίνεις; Ἁπλῶς
διαβάζεις βιβλία;

Ὄχι, πᾶς κοντά σ’ ἕναν τεχνίτη, σ’ ἕναν ἐπιστήμονα, σ’ ἕναν μέντορα -τό λένε ἔτσι οἱ
ἐπιστήμονες- ὁ ὁποῖος θά σέ ὁδηγήσει.

«Ἐάν δηλαδή τίς τέχνες καί τίς ἐπιστῆμες, ἄν καί τίς ψηλαφοῦμε μέ τά χέρια μας,
ἐντούτοις δέν μποροῦμε μόνοι μας νά τίς μάθουμε, ἀλλά ἔχουμε ἀνάγκη ἀπό καλό
διδάσκαλο, πού θά μᾶς ὑποδεικνύει τό κάθε πράγμα, πῶς λοιπόν δέν θά εἶναι μωρό
καί ἀνόητο νά νομίζουμε, ὅτι θά κατορθώσουμε νά μάθουμε χωρίς διδάσκαλο τήν
πνευματική τέχνη, πού εἶναι ἡ δυσκολότερη καί περισσότερο κοπιαστική ἀπό ὅλες
τίς τέχνες καί ἐπιστῆμες;»[43].

-Πῶς θά μάθεις τήν πνευματική ζωή, ἄν δέν ἔχεις ὑπακοή σ’ ἕναν πνευματικό ὁδηγό;

«Ἡ τέχνη αὐτή ἡ πνευματική δέν εἶναι σωματική καί ὁρατή, ὅπως ὅλες οἱ ἄλλες
τέχνες πού καταγίνονται περί τά σωματικά, ἀλλά ἀόρατη καί ἀπόκρυφη καί
ἀποβλέπει πρός μόνη τήν ψυχή καί ἔχει σκοπό νά τήν κάνει θεοειδή», νά τήν κάνει

102
νά μοιάζει μέ τόν Θεό. «Ἡ ἀποτυχία σ’ αὐτή τήν τέχνη δέν ἐπιφέρει πρόσκαιρη
ζημιά, ἀλλά προξενεῖ ἀπώλεια ψυχῆς, αἰώνιο θάνατο καί αἰώνια κόλαση»[44].

Καί ὁ Ἅγιος Μάξιμος λέει: «Ὁ μέν Θεός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ καί Πατρός βρίσκεται
μυστικά μέσα σέ κάθε δική Του ἐντολή». Κρύβεται μέσα σέ κάθε ἐντολή τοῦ Θεοῦ ὁ
Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ Χριστός. «Ὁ Θεός καί Πατέρας εἶναι κατά φύσιν ὅλος ἀχώριστος
ἀπό τόν δικό Του Λόγο». Ὅπου εἶναι ὁ Υἱός καί Λόγος εἶναι καί ὁ Πατέρας. «Αὐτός
λοιπόν πού δέχεται τή θεία ἐντολή καί ἐφαρμόζει» στή ζωή του τόν Λόγο τοῦ
Θεοῦ, «δέχεται καί τόν Λόγο τοῦ Θεοῦ», τόν Χριστό δηλαδή, «πού εἶναι μέσα στήν
ἐντολή. Καί ἀφοῦ διά τῶν ἐντολῶν, δέχθηκε τόν Λόγο, δέχεται συγχρόνως καί τόν
φυσικῶς μέ τόν Θεό Λόγο ὑπάρχοντα Πατέρα. Ἀκόμη δέ καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, πού
συνυπάρχει φυσικῶς σέ Αὐτόν. Λέγει ἑπομένως τό Ἱερό Εὐαγγέλιο «Ἀληθῶς σᾶς
λέγω, ἐκεῖνος πού λαμβάνει αὐτόν πού θά στείλω, Ἐμένα λαμβάνει. Ἐκεῖνος πού
λαμβάνει Ἐμένα, λαμβάνει τόν ἀποστείλαντά Με»[45]. Ἐκεῖνος λοιπόν πού δέχθηκε
ἐντολή καί τήν ἐξετέλεσε, ἔλαβε καί κρατεῖ μυστικά μέσα του ὅλη τήν Ἁγία
Τριάδα»[46].

-Βλέπετε τί μεγάλο πράγμα εἶναι ἡ ὑπακοή;


Ὅταν παίρνεις τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί τίς ἐφαρμόζεις, δέχεσαι μυστικά μέσα σου
τόν Λόγο τοῦ Θεοῦ, τόν Πατέρα, πού εἶναι πάντοτε ἑνωμένος μέ τόν Λόγο, καί τό
Πνεῦμα τό Ἅγιο, ὅλη τήν Ἁγία Τριάδα.

«Στό Γεροντικό. Εἶπε ὁ ἀββᾶς Ἰωσήφ ὁ Θηβαῖος, ὅτι τρία πράγματα εἶναι σπουδαῖα
ἐνώπιον τοῦ Κυρίου· ὅταν ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἄρρωστος καί τοῦ προστίθενται
πειρασμοί καί αὐτός εὐχαρίστως τούς δέχεται. Τό δεύτερο, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἐκτελεῖ
ὅλα τά ἔργα του καθαρά ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, χωρίς νά ἔχουν τίποτε τό
ἀνθρώπινο». Νά μήν προσπαθεῖ νά ἀρέσει σέ ἀνθρώπους, νά τά κάνει ὅλα γιά τόν
Θεό. «Καί τό τρίτο, ὅταν κάποιος ὑποταχθεῖ σέ πνευματικό Πατέρα καί ἀπαρνεῖται
ὅλα τά θέληματά του. Αὐτός μάλιστα ἔχει ἕνα στεφάνι περισσότερο»[47]. Ἀπό τό νά
κάνεις ὑπομονή στήν ἀρρώστια σου καί στούς πειρασμούς καί ἀπό τό νά τά κάνεις
ὅλα τά ἔργα σου γιά τόν Θεό καί ὄχι γιά νά ἀρέσεις στούς ἀνθρώπους, λίγο καί
περισσότερο ἀνώτερο, ἔχεις ἕνα στεφάνι παραπάνω, εἶναι ὅταν κόβεις τό θέλημά σου
στόν πνευματικό σου ὁδηγό. Καί ὄχι μόνο. Προσέξτε αὐτό πού λέει ὁ Ἀπόστολος:
«ὑπακούετε ἀλλήλοις», ὁ ἕνας στόν ἄλλον, ἐκτός φυσικά ἁμαρτίας.

«Ἕνας Γέροντας εἶπε· Νά γίνεις ὅπως ἡ κάμηλος, νά σηκώνεις τίς ἁμαρτίες σου καί
δεμένος μέ τήν ὑπακοή νά ἀκολουθεῖς αὐτόν πού γνωρίζει τόν δρόμο τοῦ Θεοῦ»[48].

-Τί σημαίνει νά γίνεις ὅπως ἡ κάμηλος, ὅπως ἡ καμήλα;


«Ἐπειδή ἡ καμήλα εἶναι φορτηγό ζῶο, σηκώνει μεγάλο βάρος καί ἀντέχει στήν
ὁδοιπορία καί κακουχία καί ἀκολουθεῖ πιστά τόν ὁδηγό της, ἀλλά καί διατηρεῖ καλά
τήν ἀνάμνηση ἐκείνων οἱ ὁποῖοι τῆς ἔκαναν καλό καί τούς ἀγαπᾶ, καί ἀντίθετα
ἐχθρεύεται αὐτούς πού τήν ἔβλαψαν». Εἶναι ζῶο πού θυμᾶται ἡ καμήλα. Καί αὐτούς,
πού τῆς ἔκαναν καλό τούς θυμᾶται καί τούς ἄλλους πού τῆς ἔκαναν κακό. «Γι’ αὐτό

103
λέει ὁ Γέροντας: νά γίνεις ὅπως ἡ κάμηλος, δηλαδή νά θυμᾶσαι τό βάρος τῶν
ἁμαρτιῶν σου καί νά ἀκολουθεῖς πιστά αὐτόν πού γνωρίζει τόν δρόμο τοῦ Θεοῦ, τήν
ὁδό τῆς σωτηρίας, καί νά ἀποφεύγεις αὐτόν πού σέ ἔβλαψε, τόν διάβολο, γιά νά
σωθεῖς»[49].Βλέπετε τί ὡραῖα, μέ παράδειγμα μᾶς δίνουν οἱ ἅγιοι Πατέρες τί πρέπει
νά κάνουμε. Νά θυμᾶσαι τόν Θεό πού σέ εὐεργετεῖ καί τόν διάβολο πού σέ ἔβλαψε.
Μήν πᾶς ἑκούσια καί βάζεις τό κεφάλι σου μέσα στό στόμα τοῦ διαβόλου.

«Ἕνας ἀδελφός ρώτησε Γέροντα: - Κάνω ὅλα τά καθήκοντά μου στό κελί μου καί
δέν λαμβάνω καμία παρηγοριά ἀπό τόν Θεό. Ὁ Γέροντας τοῦ ἀπάντησε: - Αὐτό σοῦ
συμβαίνει, διότι πιέζεις τόν ἑαυτό σου, ἐνῶ ἀκόμη εἶσαι ἄπραγος (δέν ἔχεις
δοκιμασθεῖ)», δέν ἔχεις περάσει ἀπό ὑπακοή «καί θέλεις νά γίνει τό θέλημά σου. Καί
ὁ ἀδελφός ρώτησε πάλι: - Τί λοιπόν, πάτερ, θέλεις νά κάνω; Ὁ Γέροντας ἀπάντησε: -
Πήγαινε, προσκολλήσου σέ ἄνθρωπο πού φοβᾶται τόν Θεό καί ταπεινώσου σ’ αὐτόν
ἀπορρίπτοντας τελείως τό θέλημά σου· καί τότε θά δοκιμάσεις τήν παρηγοριά τοῦ
Θεοῦ»[50].

Καί σήμερα, πόσοι ἄνθρωποι ζοῦνε μέσα σέ μία μεγάλη μοναξιά.. μοναχικοί
ἄνθρωποι. Γιατί; Γιατί δέν μποροῦν νά κόψουν τό θέλημά τους, νά κάνουν ὑπακοή.
Καί τούς λές, πήγαινε στήν ἐκκλησία. Ὄχι, σοῦ λέει. Πήγαινε νά ἐξομολογηθεῖς.
Ὄχι… Τά ξέρουν ὅλα.. Καί ζοῦνε μία ἀπέραντη μοναξιά. Καί δέν ἔχουν παρηγοριά
στήν ψυχή τους. Αὐτό εἶναι τό σπουδαιότερο. Βλέπετε τή συμβουλή τοῦ Γέροντα,
πήγαινε καί προσκολλήσου σέ ἄνθρωπο πού φοβᾶται τόν Θεό, ταπεινώσου σ’ αὐτόν,
κάνε ὑπακοή στόν Θεό καί θά βρεῖς παρηγοριά.

Τοῦ Ἁγίου Ἐφραίμ καί τοῦ Ἁγίου Μάρκου. Δύο μικρά καί τελειώνουμε. Λέει ὁ
Ἅγιος Ἐφραίμ «Ἐπειδή δέν θέλουμε νά ὑπομείνουμε μικρή θλίψη χάρη τοῦ Κυρίου,
περιπίπτουμε, παρά τή θέλησή μας, σέ πολλές καί κακές θλίψεις»[51]. Δέν θέλουμε
τόν χρηστό ζυγό τοῦ Κυρίου, τόν καλό ζυγό, τόν ζυγό τῆς ὑπακοῆς στόν Χριστό.
Ὄχι, σοῦ λέει, δέν θέλω οὔτε Θεό οὔτε ἀφέντη.. πού λένε οἱ ἀναρχικοί. Δέν θέλεις
αὐτή τή λίγη θλίψη πού ἔχει ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν. Ἔ, μετά θά πέσεις σέ πολύ
μεγάλες θλίψεις, πάρα πολύ μεγάλες.

«Δέν θέλουμε νά ἐγκαταλείψουμε τό δικό μας θέλημα γιά χάρη τοῦ Κυρίου καί γι’
αὐτό προξενοῦμε στούς ἑαυτούς μας ζημία ψυχῆς καί καταστροφῆς»[52].

-Δέν θέλεις τίς χαρές τίς οὐράνιες, τή χαρά τῆς προσευχῆς, τῆς Θείας Κοινωνίας, τῆς
θείας ἐπικοινωνίας μέ τόν Θεό;

Μετά θά σοῦ πεῖ ὁ διάβολος.. τί θά σοῦ πεῖ; Πάρε τίς δικές μου ἡδονές.. πάρε
ναρκωτικά, πάρε πιοτό.. καί σέ κάνει σκλάβο στά πάθη. Καί σοῦ καταστρέφει καί
τήν ψυχή καί τό σῶμα.

«Καί ἐπειδή δέν ἀνεχόμαστε νά εἴμαστε στήν ὑποταγή καί περιφρόνηση χάρη τοῦ
Κυρίου», γιατί βέβαια θά σέ εἰρωνευτοῦν οἱ προκομμένοι καί «ἔξυπνοι» τοῦ

104
κόσμου.. ἀκόμα στό κατηχητικό πᾶς;.. Ἐπειδή δέν τά θέλουμε αὐτά, τίς λίγες μικρές
θλίψεις γιά τόν Χριστό, «στεροῦμε τούς ἑαυτούς μας ἀπό τήν παρηγοριά τῶν
δικαίων. Καί ἐπειδή δέν πειθαρχοῦμε στή νουθεσία ὅσων θέτουν εἰς ἡμᾶς νόμους
χάριν τοῦ Κυρίου, γινόμαστε παίγνιο τῶν πονηρῶν δαιμόνων»[53]. Μή βάζεις στά
παιδιά περιορισμούς.. ὄχι μή.. τίποτα μή.. ὅλα ἐπιτρέπονται.. Ἔτσι ὅμως
καταστρέφεσαι καί τό παιδί σου καταστρέφεται. Νά δέχεσαι μέ χαρά τούς
περιορισμούς πού σοῦ βάζουν χάριν τοῦ Κυρίου. «Ἄ, αὐτός ὁ πνευματικός εἶναι
πολύ αὐστηρός.. θά πάω σ’ ἕναν πού δέν βάζει περιορισμούς, πού τά ἀφήνει ὅλα
ἐλεύθερα». Δέν θά θεραπευτεῖς. Κοροϊδεύεις τόν ἑαυτό σου. Νά δέχεσαι μέ χαρά
τούς περιορισμούς γιά χάρη τοῦ Κυρίου.

«Ἐπειδή δέν ἀνεχόμαστε τήν αὐστηρή ἀνατροφή, τήν ὁποία συμβολίζει ἡ ράβδος, θά
μᾶς δεχθεῖ ἡ κάμινος τοῦ πυρός, πού δέ σβήνει ποτέ, ὅπου δέν ὑπάρχει πλέον καμία
παρηγοριά»[54]. Ἐπειδή δέν ἀκοῦμε μέ τά λόγια αὐτά πού μᾶς λέει προτρεπτικά ὁ
Θεός, μετά ἔρχεται ἡ ράβδος.

-Ἡ ράβδος ποιά εἶναι;


Εἶναι οἱ παιδαγωγίες μέσω τῶν θλίψεων, μέσω τῶν πειρασμῶν καί μέσω τῶν
συνεπειῶν πού ἔχει ἡ ἁμαρτία. Καί ἡ ἁμαρτία φέρνει μεγάλες θλίψεις στόν ἄνθρωπο,
τίς πιό μεγάλες θλίψεις. Καί τόν θάνατο τελικά. Καί αὐτό πάλι κατ’ οἰκονομία, μιά
παιδαγωγία τοῦ Θεοῦ εἶναι αὐτή. Ἀλλά γιατί νά περάσεις ἀπ’ αὐτά καί νά μήν
ἀκούσεις τόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί νά τόν ἐφαρμόσεις;

Καί τό τελικό τοῦ Ἁγίου Μάρκου. «Νά μή γίνεις μαθητής αὐτοῦ πού ἐπαινεῖ τόν
ἐαυτό του, γιά νά μή μάθεις τήν ὑπερηφάνεια ἀντί τήν ταπεινοφροσύνη»[55]. Θά
προσέξεις καί σέ ποιόν θά προσκολληθεῖς. Ποιόν θά κάνεις πνευματικό καί γέροντα.
Ὄχι αὐτόν ὁ ὁποῖος προβάλλει τόν ἑαυτό του, αὐτοδοξάζεται, αὐτοεπαινεῖται, ἀλλά
αὐτόν πού εἶναι ταπεινός.

Αὐτά ἤθελα νά πῶ σήμερα στήν ἀγάπη σας. Συγχωρέστε με ἄν παρέτεινα λίγο τήν
ὁμιλία γιά νά ὁλοκληρώσουμε τήν Ὑπόθεση. Ἄν θέλετε κάτι πάνω σ’ αὐτά νά
ρωτήσετε, πολύ εὐχαρίστως.

Βλέπουμε ὅμως ἀπό ὅλα αὐτά πόσο ἀναγκαῖο πράγμα εἶναι ἡ ὑπακοή. Σήμερα
βέβαια εἶναι -θά λέγαμε- ντεμοντέ νά μιλᾶς γιά ὑπακοή, ἐνῶ εἶναι τῆς μόδας νά μιλᾶς
γιά ἐλευθερία. Ἀλλά αὐτοί πού μιλᾶνε γιά ἐλευθερία, νά ξέρετε, εἶναι οἱ ἄνθρωποι
πού τελικά ἄν τούς ἀκούσουμε, θά πέσουμε στή χειρότερη σκλαβιά. Καί ἡ Γαλλική
Ἐπανάσταση μιλοῦσε γιά ἐλευθερία, ἀλλά ἀπό πίσω της εἶχε τήν ἀθεΐα. Καί οἱ
ἄνθρωποι, πού υἱοθετοῦν τέτοια συνθήματα, ἀδελφοσύνης, ἰσότητας κ.λ.π. χωρίς
Χριστό, ποτέ δέν ἐκπληρώνουν αὐτά τά συνθήματα, ποτέ δέν τά φτάνουν. Γιατί
ἀληθινή ἰσότητα, ἀληθινή ἐλευθερία, ἀληθινή καταξίωση τῆς ζωῆς μας βρίσκεται
μόνο στόν Χριστό καί στήν ὑπακοή στίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ.

105
Ὁ διάβολος εἶναι ὁ πρῶτος ἀντάρτης, ὁ πρῶτος ἀνυπάκουος, καί ὅσοι δέν θέλουν τήν
ὑπακοή, εἶναι δικοί του μαθητές. Ἄς μή γελιόμαστε. Ἤ θά εἶσαι μέ τόν ὑπάκουο
Χριστό, ἤ μέ τόν ἀντάρτη διάβολο καί θά ἔχεις μετά βέβαια καί τίς ἀπολαβές τίς
ἀνάλογες. Ὁ διάβολος θά «ἀπολαύσει» τήν αἰώνια κόλαση. Ὁ Χριστός μας εἶναι, καί
ὡς ἄνθρωπος πλέον, δεδοξασμένος καί ἔχει πᾶσα ἐξουσία καί ἐν οὐρανῷ καί ἐπί γῆς.
Καί τό ἴδιο ἀξιώνει καί ἐμᾶς, νά καθίσουμε μαζί Του στόν θρόνο Του, μᾶς λέει στήν
Ἀποκάλυψη, ἐφόσον ζήσουμε μέ ὐπακοή ἐδῶ στή γῆ.

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

Ἐρ. : Κάποιος πού ἔχει πολλά μέτωπα στό σπίτι, σέ ποιόν πρέπει νά κάνει ὑπακοή;
Στόν σύζυγο; Στά παιδιά; Σέ τρίτους;..

Ἀπ. : Εἶναι πρακτικό θέμα, βέβαια. Ἐκεῖ νά κάνουμε προσευχή νά φωτίζει ὁ Θεός.
Βεβαίως νά ξέρουμε καί τήν ἱεραρχία. Στήν οἰκογένεια ἄς ποῦμε, ὁ Χριστός ἔχει
βάλει μιά ἱεραρχία. Ἡ σύζυγος θά κάνει ὑπακοή στόν σύζυγο, εἶναι εἰς τόπον
Χριστοῦ. Ὅταν μᾶς μιλάει ἡ Ἁγία Γραφή γιά τήν οἰκογένεια, βάζει τόν ἄνδρα στή
θέση τοῦ Χριστοῦ. Ὁπότε ἡ σύζυγος στόν ἄνδρα θά κάνει ὑπακοή. Μετά ἔρχεται ἡ
ὑπακοή στά παιδιά, ἤ στόν πεθερό, ἤ στόν πατέρα της, ἤ στή μητέρα της. Σέ καμιά
περίπτωση δέν πρέπει νά ὑπερισχύσει ἡ γνώμη κάποιου ἐκτός τοῦ συζύγου, ἀντίθετα
μέ τόν σύζυγο. Ἐννοεῖται ὅτι ὁ σύζυγος λέει αὐτό πού λέει ὁ Θεός καί δέν λέει κάτι
ἁμαρτωλό. Ὁπότε ὑπάρχει αὐτή ἡ ἱεράρχηση καί αὐτή ἡ τακτοποίηση. Κι ὅλα αὐτά
τακτοποιοῦνται, ὅταν ὑπάρχει καί κοινός πνευματικός ὁδηγός μέσα στήν οἰκογένεια,
στό ζευγάρι κ.λ.π.

Ἑπομένως, ὅταν γνωρίζουμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, θά βροῦμε τήν ἄκρη. Ἤ εἶσαι σ’
ἕνα κοινόβιο. Σέ ποιόν θά κάνεις ὑπακοή; Σοῦ λέει κάτι ὁ Γέροντας καί σοῦ λέει κάτι
καί ἕνας παραδελφός. Ἔ, ποῦ θά κάνεις; Στόν Γέροντα θά κάνεις. Δέν μπορεῖ νά
κάνεις στόν παραδελφό. Ὑπερισχύει ἡ ἐντολή τοῦ Γέροντα. Ὑπάρχει λοιπόν μιά
ἱεραρχία καί μποροῦμε, νομίζω, σιγά-σιγά, μέ τή βοήθεια καί τοῦ πνευματικοῦ μας
νά καταλάβουμε σέ ποιόν θά κάνουμε ὑπακοή.

Ἄς ζοῦμε ἐμεῖς μέ τή διάθεση νά κάνουμε ὑπακοή. Εἶναι πολύ σημαντικό αὐτό, νά


θέλουμε νά κόψουμε τό θέλημά μας. Καί ὁ Θεός μετά θά μᾶς ὁδηγεῖ. Ὑπάρχουν
κάποιοι κανόνες. Σᾶς εἶπα, ἕνας εἶναι ἡ ἱεραρχία πού ἔχει βάλει ὁ Θεός. Μετά ἕνας
ἄλλος κανόνας εἶναι καί τό συμφέρον τῶν πολλῶν. Μπορεῖ νά κάνεις ὑπακοή σέ
κάποιον, ἄν ποῦμε ὅτι εἶναι δύο πού εἶναι ἴσοι μεταξύ τους, καί νά ὠφελεῖται ἕνας,
καί νά κάνεις ὑπακοή στόν ἄλλον καί νά ὠφελοῦνται πενήντα. Θά προτιμήσεις τήν
ὑπακοή στόν ἄλλον πού ὠφελοῦνται περισσότεροι. Ἕνα ἄλλο κριτήριο.

Ἐρ. : ......................
Ἀπ. : Ἐντός εἰσαγωγικῶν.. ὁ Θεός δέν «ὑποχρεώνεται» ἀπό τίποτα. Εἶναι τελείως
ἐλεύθερος. Ὁ Ἅγιος Παΐσιος τό ἔλεγε, ὅτι κατά κάποιο τρόπο ἀναγκάζεις τόν Θεό,

106
ὅταν ταπεινώνεσαι νά πάρεις τή Χάρη, νά σοῦ δώσει Χάρη, ἐπειδή τό ἔχει πεῖ ὁ
Ἴδιος, ἔχει αὐτοδεσμευθεῖ. Ὁ Θεός δέν ἐξαναγκάζεται ἀπό τίποτε. Ἀλλά ὁ Ἴδιος
«συγκινεῖται» ὅταν βλέπει ἕναν ταπεινό ἄνθρωπο. Ἔλεγε ὁ γέροντας τοῦ Ἁγίου
Παϊσίου ὅτι ὁ Θεός κάθε μέρα εὐλογεῖ τόν κόσμο μέ τό ἕνα Του χέρι. Ἄν δεῖ ταπεινό
ἄνθρωπο, τόν εὐλογεῖ καί μέ τά δυό Του χέρια. Παίρνει διπλή εὐλογία... Καί
ταπεινός εἶναι ὁ ὑπάκουος. Αὐτός εἶναι ἀληθινά ταπεινός.

Ἐρ. : Εἴπατε ὅτι ἡ σύζυγος πρέπει νά κάνει ὑπακοή στόν σύζυγο..


Ἀπ. : Καί τό ἀντίθετο... Μή μέ παρεξηγήσετε, δέν εἶμαι ἐναντίον σας..

Ἐρ. : Ἐάν αὐτό πού θέλει ὁ σύζυγος εἶναι ἀντίθετο μέ τόν νόμο τοῦ Θεοῦ..
Ἀπ. : Ἐννοεῖται ὅτι δέν πρέπει νά κάνει ὑπακοή.

Ἐρ. : .......................
Ἀπ. : Προσευχή καί φυσικά νά τό πεῖ καί στόν πνευματικό της ὅτι δέχομαι πιέσεις γι’
αὐτό καί γι’ αὐτό τό συγκεκριμένο πρόβλημα καί φυσικά θά τῆς πεῖ ὁ πνευματικός
νά μήν κάνει ὑπακοή. Ἐννοεῖται! Ὅταν ὑπάρχει παράβαση τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ
σαφής.

Εἶναι σαφέστατο αὐτό. Νά σᾶς πῶ ἕνα παράδειγμα καί συγχωρέστε με.. ἀλλά ἄς τό
ποῦμε. Τό λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος ἐκεῖ, ὅταν ἀναφέρεται στά σαρκικά ἁμαρτήματα...
καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος δέν λέει; «Τίμιος ὁ γάμος καί ἡ κοίτη ἀμίαντος»[56].
Τίμιος ὁ γάμος.. Ὁ γάμος εἶναι τίμιος καί πρέπει νά εἶναι τίμιος καί νά διατηρεῖται
τίμιος, ἀλλά πολλοί ἀτιμάζουν τόν γάμο. Πῶς; Καλά μέ τή μοιχεία, ὅταν πᾶνε μέ
ἄλλα πρόσωπα, ἀλλά καί μέσα στόν γάμο καί στή σχέση μέσα, δυστυχῶς, πολλές
φορές μέ τήν ὅλη διαστροφή πού ἔχει ἐπικρατήσει σήμερα μέσα στόν κόσμο, νά
ζητάει ὁ σύζυγος ἀπό τή σύζυγο πράγματα πού δέν ἐπιτρέπονται, ἀπαράδεκτα.
Ἀτιμάζεται ἔτσι ὁ γάμος καί ἀτιμάζεται τό πρόσωπο τῆς συζύγου καί τοῦ ἑαυτοῦ του
φυσικά ἀτιμάζεται. Ἐκεῖ φυσικά δέν θά κάνει ὑπακοή ἡ σύζυγος, δέν πρέπει νά κάνει
καί εἶναι καί λόγος διαζυγίου αὐτό τό πράγμα. Φυσικά δέν θά κάνουμε ὑπακοή, ὅταν
ὑπάρχει ἁμαρτία. Σέ καμιά περίπτωση. Γιατί ὁ γάμος εἶναι δρόμος γιά τή θέωση, δέν
εἶναι δρόμος γιά τήν κόλαση. Πρέπει νά εἶναι δρόμος γιά τή θέωση. Γι’ αὐτό ὁ Θεός
ἑνώνει δύο πρόσωπα, γιά νά βοηθήσουν ὁ ἕνας τόν ἄλλον νά πᾶνε στόν παράδεισο.
Ὄχι νά κολαστοῦν. Ὁ ἕνας νά κολάζει τόν ἄλλον. Ἀλλοίμονο!

Λοιπόν, νά δοξάζουμε τόν Θεό καί νά Τόν παρακαλοῦμε νά μᾶς δίνει αὐτή τή
διάθεση νά ὑπακοῦμε στίς ἐντολές Του καί νά καταλάβουμε ἀκριβῶς ὅτι ἡ ὑπακοή
εἶναι ὁ δρόμος γιά τήν ἀληθινή ἐλευθερία καί ὄχι ἡ αὐτονόμηση πού μᾶς διδάσκει ὁ
διάβολος καί ἡ ἀνταρσία, πού ἀπό πίσω της ἔχει τήν ὑπερηφάνεια καί τόν ἐγωισμό.

Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης


https://hristospanagia3.blogspot.com

[1] Εὐεργετινός, ἐκδ. Συναξαριστής, 2001 (στό ἑξῆς: Εὐεργετινός).

107
[2] Β΄Κορ. 3, 17.
[3] Παρ. 14, 34.
[4] Β΄Κορ. 3, 17.
[5] Εὐεργετινός.
[6] Ὅ.π.
[7] Ὅ.π.
[8] Ψαλμ. 143, 1.
[9] Εὐεργετινός.
[10] Ὅ.π.
[11] Ὅ.π.
[12] Πρβλ. Ψαλμ. 62, 9.
[13] Εὐεργετινός.
[14] Φιλιπ. 2, 6.
[15] Φιλιπ. 2, 7.
[16] Ὅ.π.
[17] Φιλιπ. 2, 8.
[18] Εὐεργετινός.
[19] Ὅ.π.
[20] Ὅ.π.
[21] Παρ. 3, 34.
[22] Εὐεργετινός.
[23] Πρβλ. Ἐφεσ. 5, 32.
[24] Εὐεργετινός.
[25] Ἐκκλ. 4, 10.
[26] Εὐεργετινός.
[27] Ὅ.π.
[28] Μάρκ. 8, 34.
[29] Εὐεργετινός.
[30] Ματθ. 26, 42.
[31] Μάρκ. 14, 36.
[32] Εὐεργετινός.
[33] Ὅ.π.
[34] Ὅ.π.
[35] Γέν. 2, 20.
[36] Εὐεργετινός.
[37] Ὅ.π.
[38] Ὅ.π.
[39] Ὅ.π.
[40] Ὅ.π.
[41] Ὅ.π.
[42]Ὅ.π.
[43] Ὅ.π.
[44] Ὅ.π.
[45] Ἰω. 13, 20.
[46] Εὐεργετινός.
[47] Ὅ.π.
[48] Ὅ.π.
[49] Ὅ.π.
[50] Ὅ.π.
[51] Ὅ.π.
[52] Ὅ.π.
[53] Ὅ.π.
[54] Ὅ.π.
[55] Ὅ.π.
[56] Ἑβρ. 13, 4.

108
Ἐνδυναμοῦσθε ἐν Κυρίω
Εἴμαστε, μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, στό 6ο Κεφάλαιο τῆς πρός Ἐφεσίους ἐπιστολῆς,
στόν 10ο στίχο. «Τό λοιπόν, ἀδελφοί μου, ἐνδυναμοῦσθε ἐν Κυρίῳ καί ἐν τῷ κράτει
τῆς ἰσχύος αὐτοῦ»[1]. Τό λοιπόν ἀδελφοί, λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος εἰς τούς
Ἐφεσίους, νά ἐνδυναμώνεστε ἐν Κυρίῳ, νά παίρνετε δύναμη ἀπό τόν Κύριο, καί ἐν
τῷ κράτει, καί νά εἶστε δυνατοί καί ἰσχυροί μέ τή δική Του δύναμη, μέ τό δικό Του
κράτος.

Λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος ἑρμηνεύοντας τόν στίχο αὐτό[2], ἡ οἰκεία καί ἡ φαμίλια τοῦ
κάθε χριστιανοῦ παρομοιάζει μέ τό στρατόπεδο καί τήν παρεμβολή τῶν πολεμικῶν
στρατευμάτων. Ἔτσι, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ἀφοῦ ἔβαλε σέ τάξη τά πράγματα τῆς
οἰκείας καί τῆς φαμίλιας τῶν χριστιανῶν, γιατί προηγουμένως μᾶς μίλησε γιά τό πῶς
πρέπει νά εἶναι ἡ οἰκογένεια, πῶς πρέπει νά εἶναι ἡ σχέση τοῦ ἄνδρα μέ τή γυναίκα,
πῶς πρέπει νά εἶναι ἡ σχέση τῶν παιδιῶν μέ τούς γονεῖς, πῶς πρέπει νά εἶναι ἡ σχέση
τῶν δούλων μέ τούς κυρίους, τῶν ὑπηρετῶν πού ὑπάρχουν στήν οἰκογένεια, καί
ἀφοῦ, λέει τώρα, τά τακτοποίησε ὅλα αὐτά, τώρα μᾶς βγάζει στόν πόλεμο, εἰς τόν
πόλεμο τόν νοητό ἐναντίον τοῦ διαβόλου, τόν ἀόρατο πόλεμο πού πρέπει νά κάνουμε
ὡς χριστιανοί.

Γιατί ὅταν -λέει ὁ Ἅγιος- ὁ ἄνδρας καί ἡ γυναίκα καί τά παιδιά καί οἱ δοῦλοι,
φυλάττουν τήν πρέπουσα τάξη τους, δηλαδή στέκονται σύμφωνα μέ τίς ἐντολές τοῦ
Θεοῦ στή θέση καί στόν ρόλο πού τούς ἔχει βάλει ὁ Θεός, ἄλλος εἶναι ὁ ρόλος τοῦ
ἄνδρα, ἄλλος τῆς γυναίκας, ἄλλος τῶν παιδιῶν κ.λ.π. , ὅταν λοιπόν στέκονται ὅπως
πρέπει, στήν πρέπουσα τάξη τους καί δέν βγαίνουν ἔξω ἀπό τούς διορισμένους ἐκ
τοῦ Θεοῦ νόμους, τότε καί ὁ πόλεμος πού ἔχουν νά κάμουν ἐναντίον τῶν δαιμόνων
πρόκειται νά εὐτυχήσει καί νά κατευοδωθεῖ. Δηλαδή, θά ἔχουν ἐπιτυχῆ ἔκβαση οἱ
ἀγῶνες τους οἱ πνευματικοί. Ἐφ΄ ὦ ἐτάχθη ἕκαστος, ὅπου ὁ καθένας ἔχει ταχθεῖ, ἐκεῖ
πρέπει νά στέκεται καί νά πολεμᾶ τόν ἐχθρό, τόν διάβολο, καί θά νικήσει ἐφόσον
τηρεῖ τά προστάγματα, τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, τά ὁποῖα εἶναι ἀφενός μέν σέ σχέση μέ
τόν Θεό, ἀφετέρου σέ σχέση μέ τόν συνάνθρωπο καί ἀφετέρου σέ σχέση μέ τόν
ἑαυτό μας. Γι’ αὐτό καί ὅταν ἐξετάζουμε τόν ἑαυτό μας, τόν ἐξετάζουμε ὡς πρός τόν
Θεό, ὡς πρός τόν πλησίον καί ὡς πρός τόν ἑαυτό μας. Ποιά εἶναι ἡ σχέση μας, πῶς
συμπεριφερθήκαμε ἀπέναντι στόν Θεό, ἀπέναντι στόν πλησίον καί ἀπέναντι στόν
ἑαυτό μας καί ἄν ἀκολουθήσαμε τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί ἐκπληρώσαμε τά
καθήκοντά μας, τίς ὑποχρεώσεις μας, τήν ἀγάπη μας ἀπέναντι στόν Θεό, ἐάν
τηρήσαμε τά καθήκοντά μας καί τίς ὑποχρεώσεις μας ἀπέναντι στόν πλησίον καί
μετά καί στόν ἑαυτό μας.

Αὐτός ὁ πόλεμος ἐναντίον τοῦ διαβόλου προσπαθεῖ νά μᾶς ἐκτρέψει ἀπό τήν
ἐκπλήρωση τῶν ὑποχρεώσεών μας καί ἀπό τή σωστή σχέση μέ τόν Θεό, μέ τόν

109
πλησίον καί μέ τόν ἑαυτό μας. Ἄν θέλουμε νά νικήσουμε σ’ αὐτόν τόν πόλεμο,
πρέπει νά ἔχουμε πάντοτε μπροστά μας τήν ἔννοια τοῦ Θεοῦ, καί ὄχι μόνο τήν
ἔννοια, νά αἰσθανόμαστε τόν Θεό ὡς παρουσία, ὡς ὕπαρξη, καί ὡς κράτος καί ἰσχύ
καί βοήθεια καί καταφυγή καί στερέωμα, ὅπως μᾶς τό λένε οἱ ἅγιοι ὅτι εἶναι ὁ Θεός.
Ὅπως λέει ὁ Δαβίδ, «προωρώμην τόν Κύριον ἐνώπιόν μου»[3]. Βλέπω συνεχῶς
μπροστά μου τόν Κύριό μου καί ἐνδυναμώνομαι ἀπ’ Αὐτόν. Ἔτσι νικοῦμε στόν
πόλεμο, ἔχοντας μπροστά μας τά προστάγματα τοῦ Θεοῦ, τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ.

Ἐπειδή πρόσταξε πολλά πράγματα ὁ Ἀπόστολος, λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος στούς


προηγούμενους στίχους στά προηγούμενα κεφάλαια, καί μερικά ἀπό αὐτά φαίνονται
δυσκολοκατόρθωτα, γι’ αὐτό λέγει ἐδῶ, μή φοβηθεῖτε καί μή δειλιάσετε χριστιανοί,
ἀλλά δυναμώνεσθε καί θαρρεῖτε, ἔχετε θάρρος, εἰς τήν δύναμιν τοῦ Κυρίου, ἐπειδή
στόν Κύριο δέν ὑπάρχει μόνο δύναμη, ἁπλῶς δύναμη, ἀλλά κράτος δυνάμεως,
δηλαδή ἀνεκδιήγητος δύναμις! Μεγίστη δύναμις, ἄπειρη δύναμη ἔχει ὁ Κύριος, ἡ
ὁποία κρατεῖ καί νικᾶ καί κυριεύει ὅλα τά κτίσματα. Δέν θά πρέπει νά ἔχουμε
καταφυγή σέ ἀνθρώπους οὔτε ἀκόμα καί στά μπράτσα μας.

Γι’ αὐτό λέγει καί σέ ἕνα ὡραῖο του βιβλίο, στόν «Ἀόρατο Πόλεμο», ὁ Ἅγιος
Νικόδημος, ὅτι ὁ ἄνθρωπος κάθε στιγμή γιά νά νικήσει σ’ αὐτόν τόν ἀόρατο πόλεμο,
στόν νοερό πόλεμο, στόν πόλεμο ἐναντίον τοῦ διαβόλου, θά πρέπει νά ἔχει τέσσερα
ὅπλα. Τό πρῶτο ὅπλο εἶναι νά ἔχει τελεία ἀπελπισία ἀπό τόν ἑαυτό του. Νά μήν ἔχει
καθόλου αὐτοπεποίθηση, νά μήν ἔχει καμία ἐμπιστοσύνη στή δική του ἱκανότητα,
δύναμη, ἐξυπνάδα. «Τάδε λέγει Κύριος», αὐτά λέει ὁ Κύριος, λέει ὁ προφήτης
Ἱερεμίας, «ἐπικατάρατος ὁ ἄνθρωπος, ὅς τήν ἐλπίδα ἔχει ἐπ᾿ ἄνθρωπον καί στηρίζει
σάρκα βραχίονος αὐτοῦ ἐπ᾿ αὐτόν»[4]. Γίνεται καταραμένος ὁ ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος
ἔχει τήν ἐλπίδα του σέ ἄνθρωπο. Ὅσο δυνατός κι ἄν εἶναι ὁ ὁποιοσδήποτε, εἶναι
ἄνθρωπος καί ἄν ἐσύ ἐμπιστευθεῖς καί ἀφεθεῖς καί στηρίξεις τήν ἐλπίδα σου σέ
ἄνθρωπο, γίνεσαι καταραμένος. Καί δεύτερον, γίνεσαι καταραμένος καί ὅταν
στηρίζεις σάρκα βραχίονός σου ἐπί σέ. Δηλαδή, ὅταν στηρίζεσαι στόν βραχίονά σου,
στά μπράτσα σου. «Καί ἀπό Κυρίου ἀποστῇ ἡ καρδία αὐτοῦ»[5]. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος
ἀπομακρύνεται ἀπό τόν Θεό, ἡ καρδιά του φεύγει μακριά ἀπ’ Αὐτόν. Καί αὐτά τά
λέει τό Πνεῦμα τό Ἅγιο διά τοῦ προφήτου Ἱερεμίου ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη ἀκόμα.
Καί ἔχουμε σήμερα τούς ἄθεους ψυχολόγους καί παιδαγωγούς πού λένε, ὄχι.. νά
ἐλπίζεις στόν ἑαυτό σου… ὄχι μόνο νά ἐλπίζεις, νά ἔχεις ἰσχυρή πεποίθηση, νά ἔχεις
ἰσχυρή θέληση ὅτι μπορεῖς καί θά τά καταφέρεις… Πῶς; Μέ τή δύναμή σου… Ὄχι
μέ τή δύναμη τοῦ Θεοῦ. Δέν μιλᾶνε γιά Θεό, γιατί δέν πιστεύουν στόν Θεό. Πολύ
περισσότερο δέν μιλᾶνε γιά Χριστό.

Ὁ Ἅγιος Θεός ὅμως μᾶς λέει, ὅτι ἄν τό κάνεις αὐτό, ἄν πιστέψεις στά μπράτσα σου,
στήν ἐξυπνάδα σου, στά πτυχία σου, στίς ὅποιες ἱκανότητες καί δεξιότητές σου,
γίνεσαι ἐπικατάρατος! Καταραμένος θά πεῖ χωρισμένος ἀπό τόν Θεό, ἀλλά καί
ὑποκείμενος μετά στό ἀντίθετο τῆς εὐλογίας, πού εἶναι ἡ κατάρα. Πού εἶναι τί ἡ

110
κατάρα; Εἶναι καί τιμωρία. Ἕνας πού εἶναι καταραμένος, εἶναι τιμωρημένος,
χωρισμένος ἀπό τόν Θεό, μακριά ἀπό κάθε θεϊκή εὐλογία.

-Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος μπορεῖ νά προοδεύσει;


Πουθενά δέν μπορεῖ νά προοδεύσει, σέ τίποτε. Οὔτε στά πράγματα τοῦ κόσμου
αὐτοῦ οὔτε πολύ περισσότερο στά πνευματικά οὔτε φυσικά μπορεῖ νά σωθεῖ. Πόσο
λοιπόν πρέπει νά προσέχουμε νά μήν ἔχουμε θάρρος στόν ἑαυτό μας.
«Ἐνδυναμοῦσθε ἐν Κυρίῳ»[6], λέει. Δέν λέει ἐνδυναμοῦσθε ἐν τοῖς βραχίοσι ἡμῶν,
νά ἐνδυναμώνεστε μέ τά μπράτσα σας. Σήμερα οἱ ἄνθρωποι φτιάχνουνε μπράτσα.
Ὑπάρχουν καί εἰδικές σχολές - ἐργαστήρια πού λέγονται body building. Νά
φτιάξουμε γερά μπράτσα, γερό σῶμα.. χτίζουμε, λέει, τούς μῦς μας. Σιγά τό πράγμα!
Καί νομίζει ὁ ἄνθρωπος ὅτι εἶναι ὑπεράνθρωπος. Ἐνῶ εἶναι μία ἀνοησία αὐτό ὅλο τό
πράγμα. Γίνεται ἐπικατάρατος ὁ ἄνθρωπος πού στηρίζεται στά μπράτσα του. Νά
μάθουνε, λέει, τά παιδιά πολεμικές τέχνες, γιά νά μποροῦν νά ὑπερασπίζονται τόν
ἑαυτό τους. Μά ἔτσι θά ὑπερασπίζονται τόν ἑαυτό τους; «Ἐάν μή Κύριος φυλάξῃ
πόλιν, εἰς μάτην ἠγρύπνησεν ὁ φυλάσσων»[7]. Ἐάν δέ φυλάξει τό σπίτι σου, τό παιδί
σου, καί πόλη ὁλόκληρη, καί τό ἔθνος μας ὁλόκληρο, ὁ Θεός, μάταια ἐμεῖς
ἀγρυπνοῦμε καί φυλάσσουμε τό σπίτι μας καί βάζουμε καί διπλούς καί τριπλούς
συναγερμούς καί τήν πατρίδα μας προσπαθοῦμε μέ ἐξοπλισμούς καί μέ πυραύλους
νά τή φυλάξουμε. Δέν φυλάσσεται ἔτσι ἡ πατρίδα, ἀλλά φυλάσσεται ἀπό τούς
ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ, ὅταν ἔχουμε καλή σχέση μέ τόν Θεό. Ἐνῶ ὅταν φεύγουμε ἀπό
τόν Θεό, ἀπομακρύνεται καί ἡ θεία βοήθεια ἀπό μᾶς, γινόμαστε ἐπικατάρατοι.

«Ἐνδυναμοῦσθε», λοιπόν, «ἐν Κυρίῳ καί ἐν τῷ κράτει τῆς ἰσχύος αὐτοῦ»[8]. Ζητᾶτε
δύναμη ἀπό τόν Θεό. Ἡ πεποίθησή σας νά εἶναι στόν Θεό. Ἡ ἐλπίδα σας νά εἶναι
στόν Θεό. Κι αὐτό εἶναι πού πρέπει νά καλλιεργήσουμε μέσα μας, νά ἐλπίζουμε στόν
Θεό. Ὁ Ὁποῖος Θεός εἶναι ἀφενός μέν παντοδύναμος. Δέν ἔχει ἁπλῶς μιά κάποια
δύναμη, ἀλλά ἔχει ὅλη τή δύναμη, πᾶσα δύναμη. Ἐλπίζουμε σέ ἕναν Θεό, ὁ Ὁποῖος
εἶναι πάνσοφος, δέν ἔχει ἁπλῶς κάποια σοφία. Ἔχει τήν ἄπειρη σοφία, τήν ἀληθινή
σοφία. Μπροστά στή σοφία τοῦ Θεοῦ, ἡ δική μας σοφία καί οἱ δικές μας ἐπιστῆμες
εἶναι μωρία[9], ὅπως λέει ἡ Ἁγία Γραφή, εἶναι ἀνοησία, εἶναι ἠλιθιότητα.

Ἐλπίζουμε σέ ἕναν Θεό, ὁ Ὁποῖος ἐκτός ὅτι εἶναι παντοδύναμος καί πάνσοφος, εἶναι
συγχρόνως καί πανάγαθος. Δέν ἔχει ἁπλῶς μιά σχετική καλοσύνη, ἀλλά ἔχει ἄπειρη
καλοσύνη, ἄπειρη ἀγαθότητα. Καί σ’ Αὐτόν ὀφείλουμε νά ἀφήνουμε τίς ἐλπίδες μας
καί ἀπ’ Αὐτόν νά προσπαθοῦμε νά ἀντλήσουμε δύναμη.

Καί ἕνας τέταρτος λόγος πού πρέπει ἀπό τόν Θεό νά ζητᾶμε δύναμη καί νά
κραταιωνόμαστε, νά δυναμώνουμε μέ τό κράτος τῆς ἰσχύος Αὐτοῦ, εἶναι τό γεγονός
ὅτι ὅλοι ὅσοι κατέφυγαν στόν Θεό, ποτέ δέν διαψεύστηκαν, ποτέ δέν
καταισχύνθηκαν, ποτέ δέν ἔμειναν ἀβοήθητοι, ἐφόσον φυσικά αὐτό πού ζητοῦσαν
ἦταν γιά τό καλό τους, ἦταν γιά τό συμφέρον τους καί δέν ἤτανε πρός ψυχική τους
καί πνευματική τους ζημία.

111
«Ἐμβλέψατε», λέει ὁ σοφός Σειράχ, «εἰς ἀρχαίας γενεάς καί ἴδετε· τίς ἐνεπίστευσε
Κυρίῳ καί κατῃσχύνθη;»[10]. Κοιτάξτε, λέει, ὅλους τούς ἀρχαίους ἀνθρώπους, τούς
ἁγίους τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ποιός ἀπό αὐτούς ἐμπιστεύθηκε στόν Θεό καί
καταισχύνθηκε; Καί ντροπιάστηκε; Κανένας! Ἔχουμε λοιπόν καί ἱστορικό
προηγούμενο, ἔχουμε καί δεδομένα, ντοκουμέντα, πού ἐπιβεβαιώνουν τό γεγονός ὅτι
δέν πρέπει νά ἐλπίζουμε καί νά προσπαθοῦμε νά δυναμώσουμε ἀπό τόν ἑαυτό μας,
ἀπό τά μπράτσα μας ἤ στηριζόμενοι σέ ἄλλους ἀνθρώπους, ἔστω καί ἰσχυρούς τῆς
γῆς, ἀλλά εἰς τόν Θεό. Ὅποιος κατέφυγε στόν Θεό, αὐτός βρῆκε τήν ἀληθινή δύναμη
καί τήν ἀληθινή προστασία.

Αὐτά λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος. Τά τέσσερα ὅπλα, λοιπόν, πού πρέπει νά ἔχει ὁ
χριστιανός κάθε στιγμή εἶναι, πρῶτον, νά μήν ἔχει καμιά ἐλπίδα στόν ἑαυτό του, στά
μπράτσα του, στήν ἐξυπνάδα του, στήν ἐπιστήμη του, στήν τεχνολογία του, στά
προσόντα του, ὅσο μεγάλα κι ἄν εἶναι αὐτά, πού κι αὐτά εἶναι δῶρα τοῦ Θεοῦ, οὔτε
σέ ἄλλον ἄνθρωπο, ὅσο ἰσχυρός κι ἄν εἶναι αὐτός, κοσμικός ἄρχοντας κ.λ.π. Δεύτερο
ὅπλο εἶναι νά ἔχει τελεία ἐλπίδα στόν Θεό, ὁ Ὁποῖος εἶναι παντοδύναμος, πάνσοφος,
πανάγαθος καί ὅλοι ὅσοι κατέφυγαν σ’ Αὐτόν, ποτέ δέν ντροπιάστηκαν, ἀλλά πῆραν
τή βοήθεια πού ἤθελαν, ἐφόσον ἦταν γιά τό καλό τους. Τρίτο ὅπλο εἶναι ν’
ἀγωνιζόμαστε πάντοτε ἐναντίον τῶν παθῶν μας, ἐναντίον τοῦ διαβόλου, μέ ὅλα μας
τά μέσα νά ἀσκοῦμε τίς ἀρετές, καί τέταρτο ὅπλο, νά προσευχόμαστε, νά ζητᾶμε τή
θεία βοήθεια. Καί μᾶς δίνει καί ἕνα πέμπτο ὅπλο, λίγο πιό μετά, στό βιβλίο αὐτό,
στόν Ἀόρατο Πόλεμο, τό ἰσχυρότερο ἀπό ὅλα, πού εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός διαμέσου
τῆς Θείας Κοινωνίας.

Αὐτά εἶναι τά ὅπλα μας καί μ’ αὐτά τά ὅπλα πραγματικά ὁ χριστιανός εἶναι
πανίσχυρος, παντοδύναμος. Ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, «πάντα ἰσχύω ἐν τῷ
ἐνδυναμοῦντί με Χριστῷ»[11]. Μπορῶ τά πάντα μέ τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ.

-Χωρίς ὅμως τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ τί μποροῦμε;


Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μᾶς εἶπε «χωρίς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν»[12]. Τίποτε δέν
μπορεῖς νά κάνεις χωρίς τόν Θεό, οὔτε καί τό ἁπλούστερο πραγματάκι.

«Τό λοιπόν, ἀδελφοί μου, ἐνδυναμοῦσθε ἐν Κυρίῳ καί ἐν τῷ κράτει τῆς ἰσχύος
αὐτοῦ»[13]. Λέει πάλι ὁ Ἀπόστολος Παῦλος εἰς τήν πρός Φιλιππησίους ἐπιστολή
αὐτό τό ρητό πού σᾶς εἶπα, στόν 13ο στίχο τοῦ 1ου κεφαλαίου, «πάντα ἰσχύω ἐν τῷ
ἐνδυναμοῦντί με Χριστῷ»[14]. Προηγουμένως εἶχε πεῖ κάποια πράγματα γιά τόν
ἑαυτό του. Ἔλεγε, πάλι στό 4ο κεφάλαιο, στήν πρός Φιλιππησίους, στόν 11ο στίχο:
«ἐγώ γάρ ἔμαθον ἐν οἷς εἰμι αὐτάρκης εἶναι»[15]. Ἔμαθα, λέει, ἀδελφοί μου, μ’ αὐτά
πού ἔχω νά ἀρκοῦμαι. Ἤτανε πάρα πολύ ἀσκητικός καί ὀλιγαρκής ὁ Ἀπόστολος. Καί
συνεχίζει στόν 12ο στίχο, «οἶδα καί ταπεινοῦσθαι, οἶδα καί περισσεύειν»[16]. Ξέρω
καί νά ταπεινώνομαι καί νά ὑποφέρω καί πεῖνα καί στέρηση, οἶδα καί περισσεύειν.
Ἔχω ζήσει καί χρονικές περιόδους πού εἶχα καί περίσσεια καί ἀπό ἐφόδια ὑλικά καί

112
ἀπό χρήματα. Ἀλλά καί τό ἕνα καί τό ἄλλο, τά χρησιμοποιῶ πρός πνευματική μου
ὠφέλεια καί πρός τήν ὠφέλεια καί τῶν ἄλλων ἀδελφῶν. «Ἐν παντί καί ἐν πᾶσι
μεμύημαι καί χορτάζεσθαι καί πεινᾶν, καί περισσεύειν καί ὑστερεῖσθαι»[17]. Καί νά
χορταίνω καί νά πεινάω καί νά περισσεύω καί νά ὑστεροῦμαι, εἶμαι μεμυημένος σέ
ὅλα. Ἦταν πραγματικά ἐλεύθερος ὁ Ἀπόστολος ἀπό κάθε, θά λέγαμε, ἀνθρώπινη
προσκόλληση καί ἀγωνία. Ἦταν ἀφημένος στόν Χριστό. Γιατί; Γιατί μέ τή δύναμη
τοῦ Χριστοῦ πορεύομαι, λέει στή συνέχεια, στόν 14ο στίχο. Μή νομίζετε, λέει, ὅτι
αὐτά πού σᾶς λέω προηγουμένως, ὅτι ξέρω καί νά πεινάω, ξέρω καί νά ὑστεροῦμαι
κ.λ.π. τά κατορθώνω μέ τή δύναμή μου. Ὄχι! Ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντί με Χριστῷ.
Ἔτσι κι ἐμεῖς, θά μάθουμε νά πορευόμαστε καί μέσα στίς δυσκολίες, ὄχι μέ μιά
ἀνθρώπινη, θά λέγαμε, ἐκπαίδευση οὔτε στηριζόμενοι σέ ἀνθρώπους ἤ στόν ἑαυτό
μας, ἀλλά μέ τήν πεποίθησή μας καί τήν καταφυγή μας στόν Κύριο.

Ἄς δοῦμε πῶς ἑρμηνεύει τό ρητό αὐτό καί ὁ Ἅγιος Ἰουστίνος Πόποβιτς[18]. «Τό
λοιπόν», λέει, «ἀδελφοί μου, ἐνδυναμοῦσθε ἐν Κυρίῳ καί ἐν τῷ κράτει τῆς ἰσχύος
αὐτοῦ»[19]. Καί τί ἄλλο μένει, ἀδελφέ; Τί περισσότερο ὑπάρχει γιά ὅλους μας, μετά
ἀπό ὅλες αὐτές τίς εὐαγγελίες πού μᾶς ἀποκάλυψε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος; Γιατί
προηγουμένως μᾶς μίλησε ὁ Ἀπόστολος -καί τά εἴδαμε, ὅσοι ἐρχόσαστε σ’ αὐτές τίς
συνάξεις- μᾶς μίλησε γιά τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ, γιά τόν κόσμο, γιά τήν Ἐκκλησία, γιά
τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας, πώς τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ εἶναι νά ἀνακεφαλαιωθεῖ, νά
ξεκαινουργωθεῖ, νά ἀφθαρτιστεῖ ὅλο τό σύμπαν, ὅλος ὁ κόσμος, καί οἱ ἄνθρωποι
ἀλλά καί ὅλη ἡ κτίση καί νά γίνουν ὅλα Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Μᾶς μίλησε ὁ
Ἀπόστολος γιά τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας, γιά τίς ἁμαρτίες, γιά τά πάθη, γιά ἐμᾶς τούς
χριστιανούς, τούς πιστούς, γιά τούς εἰδωλολάτρες, γιά τή σχέση μας μέ τούς
εἰδωλολάτρες. «Ἐν σοφίᾳ περιπατεῖτε πρός τούς ἔξω»[20]. Γιά τή σοφία, γιά τήν
πίστη, γιά τόν σταυρό, γιά τήν ἀγάπη, γιά τό πλήρωμα τοῦ Χριστοῦ, γιά τό δικό μας
πλήρωμα μέσω Αὐτοῦ, ὅτι κι έμεῖς γινόμαστε πλήρεις, ὁλόκληροι, γεμάτοι ἀπό τήν
πλήρωσή μας ἀπό τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ
Χριστοῦ. Μᾶς μίλησε γιά τόν παλαιό καί τόν καινό ἄνθρωπο, τόν καινούριο
ἄνθρωπο, γιά τή μίμηση τοῦ Θεοῦ, γιά τήν πνευματική κατάσταση τῶν ἀνθρώπων,
γιά τό μεγάλο μυστήριο τοῦ Χριστοῦ καί τήν Ἐκκλησία καί τό γάμο σέ Αὐτή. Καί
μᾶς εἶπε, πώς ὁ γάμος, ἡ ἕνωση τοῦ Νυμφίου μέ τή νύμφη, εἶναι εἰκόνα τῆς
Ἐκκλησίας, ἕνωση τῆς Ἐκκλησίας μέ τόν Χριστό. «Τοῦτο τό μυστήριο μέγα ἐστί ἐγώ
δέ λέγω εἰς Χριστόν καί εἰς τήν Ἐκκλησίαν»[21].
Μᾶς μίλησε γιά τά παιδιά καί τούς γονεῖς, γιά τούς δούλους καί τούς κυρίους.

-Τί λοιπόν, ἀδελφοί μου, λέει ὁ Ἅγιος Ἰουστίνος Πόποβιτς, ὑπάρχει περισσότερο ἀπ’
ὅλα αὐτά στόν γήινο κόσμο μας πού ἔγιναν γιά μᾶς;

Τίποτε. Ὁ Θεός ὅ,τι μᾶς χρειαζότανε, μᾶς τό ἔδωσε. Καί τή σωτηρία καί τήν
προοπτική τῆς αἰωνιότητος, τά πάντα. Γι’ αὐτό, ὅλοι οἱ ἐχθροί, ὁρατοί καί ἀόρατοι,
ἐφορμοῦν γιά νά ὑφαρπάξουν αὐτές τίς σωτηριώδεις καί θεοποιοῦσες εὐαγγελίες. Γι’
αὐτό ὅλοι, 2000 χρόνια, πασχίζουν νά καταστρέψουν τήν Ἐκκλησία, τό Σῶμα τοῦ

113
Χριστοῦ, καί δέν μποροῦν οὔτε θά μπορέσουν. Τό εἶχε πεῖ ὁ Κύριος, ὅτι ἡ Ἐκκλησία
θά ὑπάρχει εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων, «πύλαι ἅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς»[22].
Μάταια οἱ ἐχθροί τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ἐχθροί τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀγωνίζονται λυσσωδῶς
νά ξεθεμελιώσουνε, νά καταστρέψουνε, ὄχι τά ντουβάρια τῆς ἐκκλησίας, ἀλλά τό
Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἐμᾶς τούς πιστούς. Νά πάψει νά ὑπάρχει ἡ πίστη τοῦ Χριστοῦ
καί ἡ λατρεία τοῦ Χριστοῦ στή γῆ. Ποτέ δέν θά τά καταφέρουν. Πάντοτε στή γῆ,
ἔστω κάπου, σ’ ἕνα σημεῖο, θά ὑπάρχει ἡ Ἐκκλησία, ἡ ἀληθινή πίστη καί ἡ ἀληθινή
λατρεία στόν Θεό, στόν Ἰησοῦ Χριστό. Καί οἱ ἀόρατοι δαίμονες τό ἴδιο πάλι
πασχίζουν, νά πληγώσουν τόν Χριστό ἁρπάζοντας ὅσες μποροῦν περισσότερες ψυχές
εἰς τόν Ἅδη. Καί μέσα σ’ ὅλα τά ἄλλα προσπαθοῦν οἱ δαίμονες καί τά ὄργανά τους,
οἱ ἄνθρωποι, νά χτυπήσουν τή διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, τό Εὐαγγέλιο, τίς ὁδηγίες
αὐτές, οἱ ὁποῖες ὁδηγοῦν στή σωτηρία. Νά τίς διαστρέψουν μέσα ἀπό τίς αἱρέσεις,
μέσα ἀπό τή κατασυκοφάντηση τῆς πίστεως, καί τῶν ἀνθρωπων τοῦ Θεοῦ, τῶν
ἁρχιερέων, τῶν ἱερέων καί τῶν ἁπλῶν πιστῶν. Μέ τόν τρόπο αὐτό προσπαθοῦν νά
ὑφαρπάξουν τήν ἀθάνατη ψυχή σας, τήν αἰώνια ἀλήθεια καί μαζί μ’ αὐτή καί σέ
αὐτή καί τήν αἰωνιότητά σας καί τόν παράδεισό σας. Αὐτό προσπαθεῖ νά κάνει ὁ
διάβολος καί τά ὄργανά του. Καί μαζί μ’ αὐτά νά ἁρπάξουν καί τή μοναδική σας, τή
δική σας τή μοναδική φρόνιμη ἔννοια τῆς ὑπάρξεως καί τῆς ζωῆς. Νά πάψουν οἱ
ἄνθρωποι πλέον νά λειτουργοῦν φρόνιμα, λογικά, φυσιολογικά, ἀληθινά ὡς
ἁγιοπνευματικοί ἄνθρωποι.

Καί βλέπουμε, πώς ὅσο προχωράει ἡ ἁμαρτία, τόσο προχωράει καί ὁ παραλογισμός.
Ἀπόδειξη εἶναι τά σύγχρονα αὐτά θεσπίσματα, νομοθετήματα τοῦ ἐπισήμου Κράτους
μας, πού πλέον ἐπίσημα νομοθετεῖται ἡ ὁμοφυλοφιλία, ἡ διαστροφή βραβεύεται, ἡ
υἱοθεσία τέκνων ἀπό ὁμοφυλόφιλους.. Φοβερά πράγματα, πού πρίν ἀπό λίγα χρόνια
ἦταν ἀδιανόητα καί νά τά σκεφτεῖ κανείς. Κι ὅμως σήμερα τό Κράτος προχωράει στή
θεσμοθέτηση αὐτῶν -θά λέγαμε- τῶν παρανοϊκῶν νόμων, τῶν νόμων πού ἀντίκεινται
στή φυσιολογική, ὄχι στή θεϊκή, τακτοποίηση τῶν πραγμάτων, ἀλλά στή φυσική
τακτοποίηση. Τήν ἴδια τήν φυσική τάξη. Καί αὐτό προσπαθοῦν οἱ δαίμονες, νά
ἁρπάξουν ἀπό τόν ἄνθρωπο καί νά διαλύσουν τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο,
τήν λογική, τόν νοῦ καί τήν ἐλευθερία του. Καί ἐνῶ τάζουν ἐλευθερία, ὅμως σοῦ
κλέβουν τήν ἐλευθερία καί σέ κάνουν δοῦλο τους.

Εἶναι ἄπειρος ὁ ἀριθμός τῶν ὁρατῶν ἐχθρῶν καί ἀκόμα μεγαλύτερος εἶναι ὁ ἀριθμός
τῶν ἀοράτων. Ἀρχηγός καί ἐπικεφαλῆς ὅλων αὐτῶν εἶναι ὁ σατανᾶς, ὁ ἀντίθετος, ὁ
διάβολος. Μόνο μέ τόν Θεό θά μπορέσετε νά κρατηθεῖτε ἀπέναντι ὅλων αὐτῶν καί
ἀπέναντι ἐκείνων πού εἶναι μαζί τους καί πού σέ ὅλους αὐτούς δρᾶ ὁ ἴδιος ὁ
διάβολος. Δέν μπορεῖ κανείς νά ἀντισταθεῖ σ’ αὐτόν τόν κατακλυσμό τοῦ κακοῦ, τόν
δαιμονικό κατακλυσμό, παρά μόνο μέ τό κράτος τῆς ἰσχύος τοῦ Χριστοῦ, ὄχι μέ τή
δική του δύναμη.

Μόνο ἄν ἔχετε τόν Θεό στόν ἑαυτό σας, μέσα σας, καί γύρω ἀπό σᾶς, λέει ὁ Ἅγιος
Ἰουστίνος, θά μπορέσετε νά νικήσετε τό κακό. Δέν τό πιστεύεις αὐτό; Δοκίμασε

114
μόνος σου, χωρίς τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, νά νικήσεις ἕνα καί μόνο πάθος σου. Ἄς
πάρουμε γιά παράδειγμα τή φιλαργυρία ἤ τή φιλαυτία ἤ τήν ἀπληστία ἤ τόν θυμό ἤ
τήν ὑπερηφάνεια ἤ ὁποιοδήποτε ἄλλο πάθος. Ναί, τό ὄνομα ὅλων αὐτῶν εἶναι
λεγεών, καί ἐσύ εἶσαι μόνος. Ὅπως ρώτησε ὁ Κύριος ἐκεῖνον τόν δαιμονισμένο, πῶς
εἶναι τό ὄνομά σου; Καί τοῦ ἀπάντησαν τά δαιμόνια ἀπό μέσα, «λεγεών»[23]. Δέν
ἦταν ἕνα δαιμόνιο, ἦταν ὁλόκληρη λεγεώνα, χιλιάδες. Αὐτή ἡ λεγεώνα ἔχει
κυριαρχήσει στόν κόσμο σήμερα καί δέν μπορεῖ κανείς νά νικήσει αὐτή τή λεγεώνα
τῶν δαιμόνων παρά μέ τό κράτος τῆς ἰσχύος τοῦ Χριστοῦ.

Ὤ, ὁ ἄνθρωπος! Μόνος σέ ὠκεανό παθῶν, ἁμαρτιῶν, θανάτου καί σατανισμοῦ!


Πουθενά δέν ὑπάρχει νησίδα ἀσφαλείας γιά νά ἀποβιβάσεις τήν ψυχή σου καί νά
ξεκουραστεῖς. Πάντα θά βουλιάζεις καί θά πνίγεσαι, ὅταν θά θέλεις νά σώσεις τόν
ἑαυτό σου τραβώντας τά μαλλιά σου. Αὐτό κάνει ἡ σύγχρονη κοσμική ἐπιστήμη,
ψυχολογία, παιδαγωγική κ.λ.π. Προσπαθεῖ νά σωθεῖ ὁ ἄνθρωπος τραβώντας τά
μαλλιά του. Μά εἶναι δυνατόν; Χρειάζεσαι κάποιον ἄλλον ἀπ’ ἔξω, νά πιαστεῖς, νά
καταφύγεις σ’ αὐτόν καί νά σέ τραβήξει νά σωθεῖς.

Ὤ, θά βυθίζεσαι ὅλο καί πιό βαθιά χωρίς καμιά ἐλπίδα! Ἄνθρωπε σύνελθε! Ἄν
θέλεις νά σώσεις τόν ἑαυτό σου ἀπ’ αὐτήν τήν παν-θανατηφόρα θάλασσα τῶν παθῶν
καί τῆς ἁμαρτίας, τοῦ θανάτου καί τοῦ διαβόλου, σοῦ εἶναι ἀπαραίτητος Ἕνας καί
Μόνος καί αὐτός εἶναι ὁ Θεός. Γιατί μόνο αὐτός ὁ παντοδύναμος Κύριος μπορεῖ νά
κατισχύσει τῆς ἁμαρτίας, τοῦ θανάτου καί τοῦ ὁποιοδήποτε πάθους. Πολλές φορές
ἔρχονται ἄνθρωποι καί μοῦ λένε, πάτερ, πῆρα ἀπόφαση νά κόψω αὐτό τό πάθος…
Δέν πρόκειται νά τό ξανακάνω. Καί τοῦ λέω, μή λές ἔτσι. Νά λές, μέ τή δύναμη τοῦ
Θεοῦ δέν θά τό ξανακάνω. Πάρα πολλοί μοῦ λένε, ἀπό τή στιγμή πού ἀποφάσισα νά
ἀγωνιστῶ γιά ἕνα πάθος καί νά μήν τό ξανακάνω, τό κάνω χειρότερα. Ἔτσι εἶναι,
γιατί στηρίζεσαι στίς δυνάμεις σου. Θά πρέπει νά καταφύγεις στόν παντοδύναμο Θεό
γιά νά νικήσεις καί ἕνα σου πάθος. Πολύ περισσότερο ὅλη αὐτή τή λεγεώνα τῶν
παθῶν πού ὑπάρχει μέσα μας. Καί γιά νά ὑπερνικήσεις ὅλους αὐτούς τούς
πειρασμούς, πού εἶναι γύρω μας στό ἁμαρτωλό περιβάλλον, χρειαζόμαστε αὐτή τή
βοήθεια ἀπ’ ἔξω. Δέν μποροῦμε μέ τή δική μας δύναμη. Καί ἡ δύναμη αὐτή ἀπ’ ἔξω
εἶναι τοῦ Θεοῦ.

Μόνο Αὐτός θά μπορέσει νά κατισχύσει τίς ἁμαρτίες. Τά πάθη προέρχονται ἄμεσα


ἀπό τόν διάβολο καί πάντα αὐτός εἶναι πιό δυνατός ἀπό τόν ἄνθρωπο, ἀπό τόν κάθε
ἄνθρωπο καί ἀπ’ ὅλο τό ἀνθρώπινο γένος, ἄν δέν ὑπάρχει ἡ βοήθεια τοῦ Θεοῦ.
Χωρίς τόν Θεό εἴμαστε παντελῶς ἀδύναμοι. Μέ τόν Θεό γινόμαστε κατά χάρη
παντοδύναμοι. Ἄς ἀναφέρουμε μία μόνο δύναμη τοῦ διαβόλου, τόν θάνατο. Αὐτή ἡ
δύναμη τοῦ διαβόλου δέν εἶναι πιό δυνατή καί ἀπό ἐσένα καί ἀπ’ ὅλο τό ἀνθρώπινο
γένος; Αὐτή παίζει μέ ἐσένα σάν τή γάτα μέ τό ποντίκι. Καί τό πάθος τῆς φιλαυτίας
καί τό πάθος τοῦ θυμοῦ καί τό πάθος τῆς ἀπληστίας καί τό πάθος τῆς ὑπερηφάνειας.
Δέν εἶναι αὐτές οἱ δυνάμεις του; Μέ τίς ὁποῖες αὐτός σέ θανατώνει καί σέ ὁδηγεῖ σέ
μύριες κολάσεις;

115
Βλέπετε, πῶς οἱ ἄνθρωποι τοῦ κόσμου, οἱ ταλαίπωροι, προσπαθοῦν.. κάνουν κάποιες
ἔτσι κινήσεις νά γίνουν λίγο καλύτεροι κ.λ.π. νά ξεπεράσουν τόν ἐγωισμό τους, τήν
ὑπερηφάνειά τους, τή σκληρότητά τους, τήν ἀγριότητά τους. Κι αὐτό κυρίως
φαίνεται στά μικρά παιδιά, στά παιδιά τοῦ Γυμνασίου, τοῦ Λυκείου, πού ἔχουν
φοβερά ἀγριέψει, ἀλλά δέν πᾶνε στήν Ἐκκλησία. Προσπαθοῦνε μέ ἀνθρώπινους
τρόπους, μέ ἀνθρώπινα μέσα, μέ ψυχικές μεθόδους, ψυχολογικές κ.λ.π. νά
βελτιώσουν κάπως τόν ἑαυτό τους, δηλαδή νά περιστείλουν τά πάθη τους καί τά
πάθη τῶν παιδιῶν τους καί δέν μποροῦν. Φυσικά δέν μποροῦν! Διάβαζα, ἔχουνε
πάρα πολύ αὐξηθεῖ στήν Ἀμερική οἱ ἔνοπλες ἐπιθέσεις. Τά παιδιά πᾶνε μέ ὅπλα στό
σχολεῖο! Καί σιγά-σιγά αὐτό θά ἔρθει καί ἐδῶ. Γιατί ὅ,τι συμβαίνει ἐκεῖ, μετά ἀπό
λίγο ἔρχεται καί ἐδῶ στήν Ἑλλάδα. Καί τί θά κάνετε τότε κύριοι ψυχολόγοι καί
κύριοι πολιτικοί;..

Ὁ παντοδύναμος Θεός καί Κύριος ἔγινε ἄνθρωπος, γιά νά νικήσει τόν διάβολο γιά
χάρη τοῦ ἀνθρώπου καί τόν νίκησε. Καί τόν διάβολο καί τήν ἁμαρτία καί τόν
θάνατο. Τόν νίκησε ὁ Χριστός ὡς ἄνθρωπος. Γιά νά νικήσουμε καί ἐμεῖς, μέ τόν
Χριστό πρέπει νά ἑνωθοῦμε.

Γιά νά μπορέσει ὁ ἄνθρωπος νά καταστεῖ δυνατός διά τοῦ Θεανθρώπου καί νά


παραμείνει δυνατός μέχρι τήν τελική νίκη, τήν παν-νίκη ἐπί τοῦ διαβόλου, γι’ αὐτό
ἔγινε ὁ Θεός ἄνθρωπος, γι’ αὐτό πῆρε ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ τήν ἀνθρώπινη
φύση. Γι’ αὐτό καί ἡ δική σας ἀδιάκοπη ἐργασία στή γῆ, λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος
εἶναι «ἐνδυναμοῦσθε ἐν Κυρίῳ»[24]. Καθετί διαφορετικό σέ σᾶς νά τό διευθετεῖτε σέ
αὐτό, στό «ἐνδυναμοῦσθε ἐν Κυρίῳ»[25].

Εἶναι πολύ εὔκολη ἡ πνευματική ζωή. Ἐνῶ πολλοί ἰσχυρίζονται ὅτι δέν γίνονται
αὐτά τά πράγματα πού λέει ὁ Χριστός καί πού λένε οἱ Ἅγιοι.. δέ γίνονται στίς μέρες
μας.. εἶναι πάρα πολύ δύσκολα τά πράγματα.. πάρα πολλοί οἱ πειρασμοί.. κι ὅμως
εἶναι ὅλα πολύ εὔκολα καί γίνονται πολύ εὔκολα «ἐνδυναμοῦσθε ἐν Κυρίῳ»[26], μέ
τή δύναμη τοῦ Κυρίου. Μήν τό ξεχνᾶμε αὐτό. «Πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντί με
Χριστῷ»[27].

-Γιατί φοβόσαστε τήν ἁμαρτία, τόν θάνατο, τόν διάβολο;


Μά ὁ Κύριος εἶναι ἐκεῖ, βρίσκεται ἐκεῖ κοντά σας, βαδίζει παράλληλα μέ σᾶς, ἔτσι
ὥστε, ἐάν θέλετε, μπορεῖ νά ἔρθει ὅλος σέ σᾶς. Δέν δικαιολογεῖται χριστιανός νά
φοβᾶται τόν διάβολο, τά μάγια, τήν ἁμαρτία κ.λ.π. Εἶναι ἀπαράδεκτο, σημαίνει ὅτι
δέν ἐμπιστεύεται τόν ἑαυτό του στόν Θεό, δέν προσεύχεται, δέν καταφεύγει στόν
παντοδύναμο Κύριο.

Ὁ Θεός Κύριος εἶναι δίπλα μας. Μόνο πού θά Μέ φωνάξεις λέει ὁ Κύριος καί «ἰδού
πάρειμι»[28]! Εἶμαι δίπλα σου, εἶμαι παρών.

116
-Γιατί, θά πεῖτε, δέν μᾶς βοηθάει;
Γιατί δέν Τοῦ τό ζητᾶμε, δέν καταφεύγουμε σ’ Αὐτόν μέ πίστη. Εἴμαστε δίψυχοι,
εἴμαστε ὀλιγόψυχοι. Βλέπετε, ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ὅσο ἔβλεπε πρός τόν Κύριο,
περπατοῦσε πάνω στά κύματα. Ὅταν ἄρχισε νά δειλιάζει, νά ἔχει μέσα του μία
ἀμφιβολία καί νά βλέπει τά κύματα καί τόν ἀέρα τόν δυνατό, νά σκέπτεται δηλαδή
ἀνθρώπινα καί ὄχι μέ τήν πίστη, ἀλλά μέ τή λογική, καί νά λέει, τί θά γίνει τώρα;…
φοβερή κακοκαιρία… θά πνιγῶ… ἄρχισε νά πνίγεται! Ἄρχισε νά βουλιάζει, νά
βυθίζεται.
Καί ὁ Κύριος τοῦ εἶπε «ὀλιγόπιστε, εἰς τί ἐδίστασας;»[29]. Καλά δέν περπάταγες;
Καλά δέν πήγαινες πάνω στά κύματα, ὅταν ἔβλεπες Ἐμένα; Γιατί μετά
ὀλιγοπίστησες;

Ὁ Θεός μπορεῖ νά ἔρθει καί σέ μᾶς, ἄν τό θέλουμε, καί εὐλογημένος εἶναι ἐκεῖνος
πού βαδίζει τόν δρόμο του ἐν ὀνόματι Κυρίου. Δυστυχῶς, οἱ ἄνθρωποι δέν βαδίζουν
ἐν ὀνόματι Κυρίου, ἀλλά ἐν τῷ ὀνόματι τῷ ἰδίῳ. Μέ τή δύναμή τους, μέ τό ὄνομά
τους, θέλουν νά πορεύονται, μέ τόν ἑαυτό τους καί ὄχι μέ τόν Κύριο. Ὑπάρχει
δηλαδή μεγάλος ἐγωισμός, μεγάλη ὑπερηφάνεια, μεγάλη διάθεση γιά αὐτοπροβολή
καί ὁ Κύριος φυσικά δέν παρεμβαίνει, γιατί σέβεται τό αὐτεξούσιο τοῦ ἀνθρώπου,
δέν καταστρατηγεῖ τήν ἐλευθερία καί ἀφήνει τόν ἄνθρωπο νά μάθει ἀπό αὐτά πού θά
πάθει, ἀπό τίς ἐπιλογές του, τίς αὐτονομημένες ἐπιλογές του ἐρήμην τοῦ Θεοῦ, τίς
ἐνέργειές του ἐρήμην τοῦ Θεοῦ καί τίς ἀποτυχίες πού συνεπάγονται αὐτές οἱ
ἐπιλογές.

Ἐσύ πλέον, μέ τόλμη καί ἀποφασιστικότητα, λέει ὁ Ἅγιος Ἰουστίνος, νά πᾶς κοντά
στόν Κύριο. Νά βαδίσεις σ’ αὐτόν τόν δρόμο τοῦ Κυρίου, ἀφοῦ ἀφήσεις συνέχεια νά
ἀντηχεῖ στά αὐτιά σου ἡ φωνή καί ἡ πρόσκληση τοῦ Ἀποστόλου Παύλου:
ἐνδυναμώσου Κυρίῳ, ἐνδυναμώσου ἐν Θεῷ, ἐνδυναμώσου, ἐνδυναμώσου..

-Καί πῶς ἐνδυναμώνεσαι ἐν Κυρίῳ;


Γεμίζοντας διά τῆς δυνάμεως τοῦ Κυρίου. Ἡ δύναμη δέν θά ἔρθει ἀπό μέσα μας. Ἡ
δύναμις θά ἔρθει ἀπό τόν Κύριο.

-Καί ποῦ ὑπάρχει αὐτή ἡ δύναμη τοῦ Κυρίου;


Πρῶτον, στά ἱερά μυστήρια, στή Θεία Εὐχαριστία, στήν ἱερά ἐξομολόγηση, στόν
Ἁγιασμό, σέ ὅλα αὐτά τά μυστήρια πού ἔχουμε στήν Ἐκκλησία μας, καί δεύτερον,
στίς ἅγιες ἀρετές, στήν ταπείνωση, στήν πίστη, στήν προσευχή, στήν ἀγάπη, στήν
πραότητα, στή συγχωρητικότητα. Αὐτές οἱ ἀρετές εἶναι πηγές δύναμης. Οἱ ἅγιες
ἀρετές δέν εἶναι τίποτε διαφορετικό ἀπ’ τά ἱερά μυστήρια, τά ὁποῖα μᾶς ἐξαγιάζουν
παρατεινόμενα μέσω ὅλης τῆς ζωῆς μας.

Ἄν τά δεχόμαστε αὐτά καί τά μεταφέρουμε συνέχεια σέ ὅλη μας τή διάνοια, σέ ὅλη


μας τή ψυχή, σέ ὅλη μας τή συνείδηση, σέ ὅλη μας τήν καρδιά, τότε ἡ διάνοιά μας

117
ζεῖ σέ ἅγιες σκέψεις, ἡ συνείδησή μας σέ ἅγιες διανοήσεις, ἡ καρδιά μας σέ ἅγια
αἰσθήματα, τό θέλημά μας σέ ἅγια θελήματα. Ὅλα γίνοντα ἅγια.

Καί ὅλα αὐτά εἶναι πιό τέλεια ἐνσαρκωμένα σ’ αὐτόν τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Γι’
αὐτό εἶναι Αὐτός δύναμη Θεοῦ. Λοιπόν, ἐνδυναμώνεται κανείς ἐν Κυρίῳ, ὅταν ζεῖ
καί ὑπάρχει ἐν Κυρίῳ. Ὅταν δέν ζεῖ γιά τόν ἑαυτό του καί μέ τόν ἑαυτό του οὔτε γιά
χάρη τοῦ ἑαυτοῦ του, ἀλλά ζεῖ ἐν Κυρίῳ, γιά τόν Κύριο καί γιά χάρη τοῦ Κυρίου.
Καί ζεῖ ἐν Αὐτῷ, ζεῖ ἐν τῷ Κυρίῳ κανείς, ὅταν καθίσταται ὀργανικό κομμάτι τοῦ
δικοῦ Του Θεανθρωπίνου σώματος, τῆς Ἐκκλησίας. Ὅταν εἴμαστε πραγματικά
ἐκκλησιαστικοποιημένοι ἄνθρωποι, ὅταν καλλιεργοῦμε τήν ἀδιάλειπτη κοινωνία μέ
τόν Θεό, τήν ἀδιάλειπτη προσευχή, τότε γινόμαστε ἀληθινά μέλη τῆς Ἐκκλησίας.
Ὅταν ἡ καρδιά μας λειτουργεῖ μέ τήν νοερά προσευχή. Ὅταν ἡ θέλησή μας, ὁ νοῦς
μας, ὅλη μας ἡ ψυχή καί τό σῶμα λειτουργεῖ γιά τόν Κύριο, λατρεύει τόν Κύριο,
προσκυνεῖ τόν Κύριο, δοξολογεῖ τόν Κύριο, εὐχαριστεῖ τόν Κύριο. Τότε γινόμαστε
σύσσωμοι τοῦ Κυρίου. Σύσσωμος τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ ὁ ἄνθρωπος ζεῖ μ’ αὐτό
τόν τρόπο, ἐπειδή ἡ ζωοδοτική δύναμη τοῦ Χριστοῦ ἐκχέεται σ’ ὁλόκληρο τό «εἶναι»
του. Τότε πλέον ἡ δύναμη τοῦ Χριστοῦ περνάει μέσα του. Ὅπως ἕνα κλαράκι, ὅταν
παραμένει στόν κορμό τοῦ δέντρου, τότε παίρνει ὅλους τούς ζωτικούς χυμούς. Καί
ὅσο πιό βαθιά ζεῖ ὁ ἄνθρωπος, τόσο καί ἐνδυναμώνεται περισσότερο ἐν τῷ κράτει
τῆς ἰσχύος αὐτοῦ. Αὐτή ἡ ἐνδυνάμωση ἀποτελεῖ τό κατόρθωμα τῆς ἐνχριστοποίησης.
Ἐνχριστοποίση τό νά μποῦμε μέσα, ἐν τῷ Χριστῷ.

Ἑνωνόμαστε μέ τόν Χριστό μέ τό νά τηροῦμε τίς ἐντολές, νά ἀσκοῦμε τίς ἀρετές καί
νά κοινωνοῦμε. Καί τότε μπαίνει μέσα του ἡ δύναμη τοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἄνθρωπος
σταδιακά, μέ ὅλη του τήν ψυχή καί ὅλη του τήν καρδιά καί μέ ὅλη του τήν ἰσχύ
ψυχικά ἑνώνεται μέ τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, μέ τή βοήθεια τῶν κεχαριτωμένων
κατορθωμάτων. Ὅλες οἱ μικρές πύλες καί φλέβες τοῦ πνεύματός του καί τῆς καρδιᾶς
του συνενώνονται στήν καθολική καρδιά τοῦ Θεανθρώπινου σώματος τοῦ Χριστοῦ
ἀπό τό ὁποῖο, μέσω αὐτῶν, ἡ δύναμις τοῦ Χριστοῦ ἐκχέεται σέ ὅλο του τό «εἶναι»
καί αὐτός ἀδιάκοπα ἐνδυναμώνεται ἐν τῷ κράτει τῆς ἰσχύος Αὐτοῦ. Δηλαδή, ὅταν ὁ
πιστός μπεῖ μέσα στήν Ἐκκλησία, παίρνει αἷμα ἀπό τήν καθολική καρδιά τοῦ
Θεανθρωπίνου σώματος τοῦ Κυρίου.

Τό πᾶν, τό καθετί τοῦ Χριστοῦ, εἶναι πλῆρες ἀπό τή δύναμη τοῦ Κυρίου. Κυρίως ὁ
Σταυρός. Εἶναι ἀπό τά μεγαλύτερα ὅπλα μας. Γι’ αὐτό βλέπετε, ὅταν κανείς
αἰσθανθεῖ δειλία, φόβο, μιά ταραχή, καί κάνει τόν σταυρό του μέ πίστη, ἀμέσως
δυναμώνει. Φεύγει ἡ δειλία, φεύγει ὁ φόβος. Ἔρχεται ἡ δύναμη τοῦ Χριστοῦ μέσα
του. Ἔρχεται αὐτή ἡ πληρότητα, ἡ βεβαιότητα, ἡ εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ. Στόν σταυρό
εἶναι συγκεντρωμένη ὅλη ἡ δύναμη τοῦ Χριστοῦ. Σ’ Αὐτόν βρίσκεται ὅλο τό
Θεανθρώπινο κατόρθωμα τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου ἀπό τήν ἁμαρτία, τόν θάνατο
καί τόν διάβολο. Γι’ αὐτό καί ὁ Χριστοφόρος Ἀπόστολος Παῦλος λέει, «ὁ λόγος τοῦ
σταυροῦ εἶναι δύναμη Θεοῦ»[30]. Γι’ αὐτό καί οἱ δαίμονες τρέμουν τόν σταυρό. Δέ

118
νοεῖται χριστιανός πού νά μή φοράει σταυρό καί νά μήν κάνει πολλές φορές τήν
ἡμέρα τόν σταυρό του.

Ἔτσι λοιπόν, καθετί τοῦ Χριστοῦ εἶναι πλῆρες ἀπό τή δύναμη Αὐτοῦ. Ἡ ἀλήθεια τοῦ
Χριστοῦ εἶναι πλήρης ἀπό τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτό, κι ὅταν κανείς μελετᾶ
τήν ἀλήθεια, πού εἶναι τό ἱερό Εὐαγγέλιο, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, δυναμώνει πνευματικά.

Ἡ δικαιοσύνη τοῦ Χριστοῦ εἶναι πλήρης ἀπό τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ, ὅταν
προσπαθεῖ νά μιμηθεῖ τόν Χριστό, στήν πραότητά Του, στήν εἰρήνη Του, στήν
ταπεινοφροσύνη Του, στήν ἀγάπη Του, γεμίζει μέ τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ.

Ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ εἶναι πλήρης ἀπό τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ. Καί ἡ Βάπτιση τοῦ
Χριστοῦ καί ἡ Μεταμόρφωση τοῦ Χριστοῦ καί ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καί κάθε
θαῦμα τοῦ Χριστοῦ καί κάθε λέξη τοῦ Χριστοῦ καί κάθε ἔργο τοῦ Χριστοῦ καί κάθε
βλέμμα τοῦ Χριστοῦ καί κάθε δάκρυ τοῦ Χριστοῦ καί κάθε ἀναπνοή τοῦ Χριστοῦ
καί ὁτιδήποτε ἄλλο τοῦ Χριστοῦ εἶναι πλήρη, εἶναι ὑπερπλήρη ἀπό τή δύναμη τοῦ
Χριστοῦ. Γι’ αὐτό δέν ἔχουμε νά φοβηθοῦμε τίποτα, ὅταν προσκολληθοῦμε στόν
Κύριο. Ἄν ζεῖ ὁ ἄνθρωπος σέ καθετί πού εἶναι τοῦ Χριστοῦ, τότε αὐτός
ἐνδυναμώνεται ἐν Κυρίῳ. Καθετί πού κάνεις νά τό κάνεις μέ τόν Χριστό, γιά τόν
Χριστό, ὄντας μέσα στόν Χριστό. Τότε ὁ ἄνθρωπος καθίσταται θεϊκά δυνατός καί
ἀνίκητος σέ ὅλες τίς ἀντίθετες δυνάμεις. Καθίσταται παν-νικητής, ὅταν πλήρως
ἐνδύεται τόν Χριστό, ζώντας ἀδιάκοπα μέ Αὐτόν, σέ Αὐτόν καί ἕνεκα Αὐτοῦ.

Μακάρι αὐτό νά περάσει μέσα μας καί νά τό διδάξουμε καί στούς ἄλλους καί εἰδικά
στά παιδιά μας καί ὄχι νά τούς διδάσκουμε τήν αὐτονομία, μιά ζωή αὐτονομημένη
ἀπό τόν Θεό καί θεμελιωμένη στόν ἑαυτό μας. Δυστυχῶς δέν διδάσκουν καί οἱ γονεῖς
τά παιδιά αὐτή τήν ἐξάρτηση ἀπό τόν Θεό. Δέν μαθαίνουν στά παιδιά νά
προσεύχονται, νά ζητᾶνε τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, νά ἔχουν Θεο-πεποίθηση. Ἀκοῦνε
δυστυχῶς τούς ἄθεους ψυχολόγους, πού τούς λένε, νά ἔχετε αὐτοπεποίθηση καί αὐτό
νά καλλιεργεῖτε στά παιδιά σας. Μοῦ ἔλεγε μιά μητέρα, ἔλεγα ἀπό μωρό στό παιδί
μου, εἶσαι ἡ πρώτη, εἶσαι ἡ καλύτερη, εἶσαι ἡ σοφότερη, εἶσαι.. εἶσαι.. εἶσαι.. Καί τό
ἀχρήστεψε τό παιδί της, τό κατέστρεψε, καί τώρα τό παιδί της δέν μπορεῖ νά κάνει
τίποτα. Γιατί ἀκριβῶς τί μπορεῖς νά κάνεις; Μπορεῖς νά σωθεῖς τραβώντας τά μαλλιά
σου; Δέν ὑπάρχει περίπτωση!

Ἄς θυμηθοῦμε τήν παν-δύναμη τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Ἀπό ποῦ τήν ἀντλοῦσε;
Χιλιάδες χιλιόμετρα ἔκανε ὁ Ἀπόστολος μέ μύριες δυσκολίες, μέ λιθοβολισμούς, μέ
πνιγμούς, μέ φυλακίσεις, μέ ραβδισμούς, μέ μαστιγώσεις.. Πόσες φορές τόν
χτύπησαν καί τόν ἄφησαν μισοπεθαμένο… Ποῦ τήν ἔβρισκε τή δύναμη καί
ξανασηκωνόταν καί ξανασυνέχιζε; «Πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντί με
Χριστῷ»[31]. Καί ὅ,τι ἰσχύει γιά τόν Ἀπόστολο Παῦλο, ἰσχύει γιά ὅλους τούς
Ἁγίους, γιά ὅλους τούς Ἀποστόλους, γιά ὅλους τούς μάρτυρες, τούς ἀσκητές, τούς
θαυματουργούς, γιά ὅλους τούς ἁγίους καί δικαίους. Ὅ,τι ἔκαναν, μέ τή δύναμη τοῦ

119
Χριστοῦ τό ἔκαναν. Γι’ αὐτό καί ἦταν ταπεινοί. Τό πίστευαν. Τό ἤξεραν. Καί ὅλοι οἱ
χριστιανοί ὅλων τῶν αἰώνων παρέμειναν χριστιανοί μέχρι τέλους, γιατί κι αὐτό εἶναι
κατόρθωμα, καί μάλιστα στήν ἐποχή μας. Πολλοί ξεκινᾶνε καλά τήν χριστιανική
ζωή, πᾶνε μερικά χρόνια στήν ἐκκλησία καί μετά τά παρατᾶνε. Τούς νικάει ὁ
διάβολος καί ὁ κόσμος, γιατί δέν στηρίζονται, δέν προσκολλῶνται στόν Χριστό, στή
δύναμη τοῦ Χριστοῦ. Ὅλοι οἱ χριστιανοί ὅλων τῶν αἰώνων πού παρέμειναν μέχρι
τέλους χριστιανοί, τό κατόρθωσαν γιατί κόλλησαν, προσκολλήθηκαν στόν Χριστό
καί πῆραν τήν δύναμη ἀπό τόν Χριστό.

Ὅλοι αὐτοί μόνο ἕνα πράγμα πιστοποιοῦν, μόνο ἕνα πράγμα μαρτυροῦν: μέ τόν
Χριστό εἴμαστε δυνατοί, μέ τόν Θεό εἴμαστε δυνατοί. Ἔτσι, ἕνα γίνεται σαφές, ὅτι ὁ
ἄνθρωπος ἐνδυναμώνεται ἐν Χριστῷ καί κατά τῷ κράτει τῆς ἰσχύος Αὐτοῦ, κατά τό
μέτρο βέβαια τῶν εὐαγγελικῶν του ἀγώνων. Κατά τό μέτρο πού θά ἐργαστοῦμε τίς
εὐαγγελικές ἐντολές, θά πάρουμε καί τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ. Κατά τό μέτρο πού θά
τηρήσουμε τίς ἐντολές, θά φανερώσουμε αὐτή τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ. Λέγανε γιά
τόν Ἅγιο Παΐσιο ὅτι εἶχε μία φοβερή δύναμη! Ἤτανε ἡ δύναμη τοῦ Χριστοῦ. Αὐτός
ὁ ἀγράμματος, ἀδύνατος ἔτσι σωματικά ἄνθρωπος, εἶχε μία τρομερή δύναμη
πνευματική.

Ὅσο περισσότερο ἀγωνίζεται γιά τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ ὁ ἄνθρωπος,
τόσο γίνεται ὅλος πιό δυνατός ἐν Κυρίῳ, γιατί ἀδιάκοπα αὐξάνει ἀπό δύναμη σέ
δύναμη. Ὁ κόσμος θαυμάζει τίς ἰσχυρές προσωπικότητες καί συνήθως πίσω ἀπό τίς
ἰσχυρές προσωπικότητες κρύβονται μεγάλοι ἐγωιστές, θρασσεῖς ἄνθρωποι,
ὑπερήφανοι, οἱ ὁποῖοι ὅμως μέ τήν πρώτη δαιμονική δυσκολία καί πειρασμό
καταρρέουν, γιατί ἡ δύναμη πού ἔχουν, εἶναι δύναμη ψεύτικη. Δέν εἶναι δύναμη τοῦ
Θεοῦ. Ἀληθινά ἰσχυρή προσωπικότητα, ἀληθινά ἰσχυρός ἄνθρωπος εἶναι ὁ ταπεινός,
αὐτός πού ἐξαρτᾶται πλήρως καί τελείως ἀπό τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ. Ἡ δύναμη τοῦ
Κυρίου τοῦ δίνει ὅλο καί περισσότερη δύναμη, γιά ἀκόμα πιό ζηλωτική καί ὁλόψυχη
ἐκπλήρωση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ.

Ἡ δύναμη τοῦ Κυρίου ἑλκύεται μέ τά εὐαγγελικά κατορθώματα. Ἀλλά καί τά


εὐαγγελικά κατορθώματα ἐνδυναμώνονται καί τελειοποιοῦνται μέ τή δύναμη τοῦ
Κυρίου. Ὅσο κανείς τηρεῖ τίς εὐαγγελικές ἐντολές, τόσο ἑλκύει τή δύναμη τοῦ
Χριστοῦ. Καί μέ τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ μετά ἐκπληρώνει ἀκόμη πληρέστερα τά
εὐαγγελικά προστάγματα. Αὐτά ἀμοιβαῖα συνεργάζονται μέ ἕνα ἀψεγάδιαστο καί
τέλειο τρόπο. Ἀρχίζουν ἀπό τήν ἀδυναμία καί φτάνουν σέ παν-δύναμη καί παν-ἰσχύ.
Μέ τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ οἱ ἄνθρωποι νικοῦν πρῶτα τίς ἁμαρτίες, μετά τόν
θάνατο, καί τέλος κι αὐτόν τόν διάβολο. Γι’ αὐτό καί μᾶς παρακινεῖ καί ὁ Ἅγιος
Νικόδημος, πάντοτε νά ἔχουμε θάρρος στόν Χριστό καί ποτέ νά μήν ἔχουμε θάρρος
στόν ἑαυτό μας. Ποτέ νά μήν ἐμπιστευόμαστε τόν ἑαυτό μας, ἀλλά πάντοτε ἡ πίστη
μας καί ἡ ἐμπιστοσύνη μας νά εἶναι στόν Χριστό. Καί ἄν θέλεις νά πετύχεις στό ἔργο
σου, θά πρέπει πάντοτε αὐτό νά σκέφτεσαι, ὅτι ἐγώ δέν μπορῶ νά κάνω τίποτε ἀπό

120
μόνος μου. Ἀλλά μπορῶ νά καταφύγω στόν Θεό, πού εἶναι παντοδύναμος καί μέ τή
δύναμη τοῦ Χριστοῦ μπορῶ τά πάντα.

Γι’ αὐτό λέγει καί ἕνας Ρῶσος Ἅγιος, ὁ Ὅσιος Θεοφάνης ὁ ἔγκλειστος «Μή λέτε
«δέν μπορῶ». Αὐτή ἡ κουβέντα δέν εἶναι χριστιανική. Ἐμεῖς οἱ χριστιανοί λέμε: Ὅλα
τά μπορῶ. Ὄχι, ὅμως, μόνος μου, ἀλλά μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ. «Πάντα ἰσχύω ἐν τῷ
ἐνδυναμοῦντί με Χριστῷ»[32], βεβαιώνει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. «Εἶναι ἀλήθεια ὅτι
γιά νά διατηρεῖτε τή μνήμη τοῦ Θεοῦ», τήν ἀδιάλειπτη προσευχή καί τήν αἴσθηση
τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ πού πρέπει νά ἔχουμε κάθε στιγμή, «προωρώμην τόν
Κύριον ἐνώπιόν μου διαπαντός»[33], «ἀπαιτεῖται κόπος καί ἀγώνας. Νά τόν
ἀναλάβετε ἀποφασιστικά. Στήν ἀρχή αὐτοῦ τοῦ ἀγῶνα δέν θά μπορεῖτε νά θυμάστε
τόν Κύριο περισσότερο ἀπό δέκα στιγμές τήν ἡμέρα. Πρός τό τέλος του ὅμως, δέν θά
μπορεῖτε νά Τόν ξεχνᾶτε περισσότερο ἀπό δέκα στιγμές τήν ἡμέρα»[34]. Θά γίνει
ἀνάγκη στήν ψυχή ἡ μνήμη τοῦ Θεοῦ.

-Γιατί ἀπό ποῦ πηγάζει αὐτή ἡ μνήμη τοῦ Θεοῦ καί ἡ ἀδιάλειπτη ἐπίκληση τοῦ
ὀνόματος τοῦ Θεοῦ, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησέ με;

Πηγάζει ἀκριβῶς ἀπό τήν αἴσθηση τῆς δικῆς μας ἀνημπόριας, τή συνειδητοποίηση
τῆς δικῆς μας ἀδυναμίας, τῆς μηδενικῆς μας ἰσχύος, τῆς μηδενικῆς μας δύναμης.
Ὅταν λοιπόν αἰσθάνεσαι ὅτι δέν μπορεῖς τίποτα, ἀμέσως σοῦ ἔρχεται ὡς φυσικό
ἐπακόλουθο καί φυσική ἀνάγκη νά ζητήσεις βοήθεια. Ἀπό ποῦ θά τή ζητήσεις; Ἀπό
τόν Θεό, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησέ με. Καί μετά θά σοῦ γίνει αὐτό καί ἀνάγκη,
λέει ὁ Ἅγιος, καί δέν θά θέλεις καθόλου νά σταματᾶς.

«Καί τελικά, ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, ὁ Χριστός, θά λάμψει ὁλόφωτος στό


στερέωμα τῆς ψυχῆς σας. Καί θά συνεχίσει νά λάμπει ἀκατάπαυστα γιά πάντα.
Λοιπόν, «ζητεῖτε καί εὑρήσετε»[35]»[36]. Μέ τή δύναμη τοῦ Θεοῦ, μέ τή Χάρη τοῦ
Θεοῦ, ἀλλά καί μέ τή δική μας ταπεινότητα καί ἀποφασιστικότητα, θά βροῦμε τή
δύναμη τοῦ Χριστοῦ καί θά κραταιωνόμαστε ἐν τῷ κράτει τῆς ἰσχύος αὐτοῦ»[37].

Αὐτά ἤθελα νά πῶ στήν ἀγάπη σας. Ἄν θέλετε κάτι νά ρωτήσετε, νά συζητήσουμε,


ὑπάρχει λίγος χρόνος.

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

Ἐρ. : Εὐλογεῖτε. Κατά 80% ἔχω πάρει τήν ἀπάντηση σέ μιά ἐρώτηση πού εἶχα νά
κάνω ἀπό τήν ἀρχή, πῶς ἀφοῦ ξεκινάει κάποιος τόν πνευματικό ἀγῶνα ἐπανέρχεται ὁ
ἀρχικός ζῆλος πού φεύγει λίγο μετά. Μιά ἀπάντηση πού ἔχω πάρει εἶναι «τόσο
μπορῶ, τόσο κάνω». Καί ἐγώ ρωτάω: Τόσο θέλουμε ἤ τόσο μποροῦμε; Εὐχαριστῶ.

Ἀπ. : Πῶς ἐπανέρχεται ὁ ζῆλος; Μέ τή μετάνοια. Θά πρέπει νά μετανοήσουμε, νά


ἐξομολογηθοῦμε. Χάσαμε τόν δρόμο. Ἔφυγε ὁ ζῆλος σημαίνει, ἐνῶ περπατούσαμε

121
στόν κανονικό δρόμο, φύγαμε. Θά πρέπει νά γυρίσουμε πίσω καί νά ἀναζητήσουμε
πάλι τόν δρόμο. Καί αὐτή ἡ ἐπιστροφή λέγεται μετάνοια. Γυρνᾶμε πίσω,
ἐξομολογούμαστε, φεύγουν οἱ ἁμαρτίες, κόβονται τά δικαιώματα τοῦ πονηροῦ καί
πάλι ἀρχίζουμε νά κάνουμε τά ἔργα τοῦ Θεοῦ, τήν ὑπακοή μας στόν Χριστό. Καί θά
πρέπει νά ἐντοπίσουμε τήν αἰτία πού χάσαμε τόν δρόμο. Κάποια αἰτία θά ὑπάρχει.
Δέν εἶναι σέ ὅλους ἡ ἴδια. Κάπου ὑπάρχει μιά ἀδυναμία. Αὐτή τήν ἀδυναμία, μέ τή
βοήθεια τοῦ Πνευματικοῦ, πρέπει νά τήν ἐντοπίσουμε, γιά νά μήν τό ξαναπάθουμε,
νά μήν ξαναχάσουμε τόν δρόμο.

Ἐκεῖνο πού συνήθως φταίει εἶναι ἡ ἀμέλεια. Ὁ διάβολος, ξέρετε, ὅταν δεῖ ἕναν ν’
ἀγωνίζεται πνευματικά, δέν θά τοῦ πεῖ πήγαινε κλέψε, πήγαινε σκότωσε, πήγαινε
πόρνευσε.. Θά τοῦ πεῖ, ἔ, καλά… κουρασμένος εἶσαι σήμερα, ἄσε τήν προσευχή σου
τώρα, θά τήν κάνεις αὔριο τό πρωί. Αὔριο τό πρωί θά τοῦ πεῖ, ἔ, τώρα.. ἄσε λίγο πιό
μετά.. Θά περάσει τό πρωινό, θά ἀρχίσει τίς δουλειές, θά τοῦ πεῖ, ἄντε τό βράδυ.. Τό
βράδυ κάτι ἄλλο θά βρεῖ, θά περάσει καί ἡ ἄλλη μέρα καί σιγά-σιγά μέ αὐτή τήν
ἀμέλεια σταματάει νά κοινωνεῖ μέ τόν Θεό, νά κάνει τόν κανόνα του τόν πνευματικό,
ὁπότε μετά σιγά-σιγά ἔρχεται μία ἀδυναμία στήν ψυχή. Εἶναι κάτι ἀνάλογο καί μέ τό
σῶμα. Ἄν ὁ ἄνθρωπος πεῖ τό μεσημέρι, δέν πειράζει τώρα, δέν προλαβαίνω, θά φάω
τό βράδυ.. ἄν δέν φάει καί τό βράδυ, τήν ἄλλη μέρα θά εἶναι πολύ ἀδύναμος. Ἄν καί
ὁλόκληρη τήν ἄλλη μέρα δέν φάει, θά εἶναι τρομερά ἀδύναμος τήν τρίτη ἡμέρα καί
θά ὑπάρξει καί κίνδυνος νά ἀρρωστήσει. Θά κρυολογήσει στήν ἀρχή, καί ἄν ἐπιμένει
νά μήν τρώει, μετά θά ἔχουμε καί χειρότερα, θά πάθει πνευμονία, θά πάθει
φυματίωση καί στό τέλος θά πεθάνει. Ἔτσι καί στά πνευματικά. Ὁ διάβολος
προσπαθεῖ νά μᾶς ρίξει στήν ἀμέλεια, γιά νά ἔρθει μέσα μας ἡ ἀδυναμία, νά μή
μποροῦμε πλέον νά ἔχουμε ἀντιστάσεις στό κακό. Ὅπως στά σωματικά, ὅταν κανείς
δέν σιτίζεται σωστά, μᾶς λένε οἱ γιατροί, πέφτουν τά ἀντισώματα καί τά μικρόβια,
πού ἐν τῷ μεταξύ ὑπάρχουν στό περιβάλλον καί εἰσβάλλουν στόν ὀργανισμό, δέν
ἔχουνε πλέον ἀντιπάλους καί εὔκολα καταλαμβάνουν τόν ὀργανισμό.

Ἔτσι καί τά πνευματικά μικρόβια, οἱ δαίμονες, καταλαμβάνουν τήν ψυχή τοῦ


ἀνθρώπου πού δέν σιτίζεται πνευματικά, δέν κάνει τήν προσευχή του τήν
καθημερινή, τόν κανόνα του, τίς μετάνοιές του, τό κομποσκοίνι του, δέν μελετᾶ τόν
λόγο τοῦ Θεοῦ, δέν νηστεύει, ὁπότε οἱ δαίμονες κερδίζουν ἔδαφος καί φτάνουν σιγά-
σιγά καί στό κέντρο τοῦ ἀνθρώπου, στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου ἀπό ὅπου τούς
εἴχαμε διώξει μέ τό βάφτισμα. Ἐκεῖ φτάνουν καί καταλαμβάνουν τό ὀχυρό τῆς
καρδιᾶς. Τότε, λέει ὁ Κύριος, «γίνονται τά ἔσχατα τοῦ ἀνθρώπου χείρονα τῶν
πρώτων»[38]. Χειρότερα ἀπό αὐτά πού ἔκανε πρίν βαφτιστεῖ κάνει μετά τό
βάφτισμα. Γιατί τό δαιμόνιο πού θά μπεῖ μέσα στήν καρδιά δέν θά εἶναι τό ἴδιο μόνο
του, ὅπως αὐτό πού ἔδιωξε, ἀλλά θά πάρει καί ἄλλα ἑφτά δαιμόνια χειρότερα καί θά
γίνουν τά ἔσχατα τοῦ ἀνθρώπου χείρονα τῶν πρώτων.

Αὐτή εἶναι ἡ πορεία. Ἀπό τήν ἀμέλεια ὁ διάβολος μᾶς ρίχνει στήν ἁμαρτία, λόγω τῆς
ἀδυναμίας, χαλαρώνει ὁ ἄνθρωπος, παύει νά νήφει, νά ἔχει ἐγρήγορση δηλαδή

122
πνευματική, ἀφήνει τίς αἰσθήσεις του χαῦνες, λυμένες, δέν βάζει θύρες στά μάτια,
στά αὐτιά, στή γλώσσα, ὁπότε οἱ ἐχθροί μπαίνουν διά τῶν θυρίδων καί
καταλαμβάνουν τήν ψυχή, πέφτουν στήν ἁμαρτία καί τό ἑπόμενο ὅπλο τοῦ διαβόλου
μετά εἶναι ἡ ἀπελπισία. Ἀφοῦ σέ σπρώξει στήν ἁμαρτία, μετά θά σοῦ πεῖ, ἔ.. πλέον
τώρα τελείωσες.. δέν ὑπάρχει ἐλπίδα σωτηρίας τώρα γιά σένα.. τουλάχιστον νά
χαρεῖς αὐτή τή ζωή ἐδῶ, κάνε ὅ,τι κάνουνε ὅλοι.. καί δέν ὑπάρχει τίποτα ἄλλο, μετά
πεθαίνεις καί ἐξαφανίζεσαι. Κι ἄν δεῖς τά σκοῦρα, αὐτοκτονεῖς καί ἡσυχάζεις καί
νωρίτερα, χωρίς νά πονέσεις καί πολύ… Αὐτή εἶναι ἡ τακτική τοῦ διαβόλου.

Τώρα, ὅταν ὁ ἄνθρωπος θέλει νά ἐπανέλθει, θά πρέπει νά μετανοήσει, νά


ἐξομολογηθεῖ καί νά πιάσει πάλι μέ ἐπιμέλεια τά πνευματικά του τά καθημερινά, γιά
νά μπορέσει νά φυλαχτεῖ καί νά μήν ξαναπέσει στήν ἀμέλεια.

Καί τό ἄλλο πού ρώτησες, «τόσο μποροῦμε ἤ τόσο θέλουμε»; Εἶπε ὁ Ἅγιος
Θεοφάνης, «δέν μπορῶ, μήν τό λές, εἶναι ψέμα». Δέν θέλω, αὐτό εἶναι τό σωστό.
Πόσο μποροῦμε; Μποροῦμε ἄπειρα. Καί αὐτό πού λένε, τόσο μπορῶ, δέν μπορεῖς
τόσο.. Μπορεῖς τά πάντα! Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος δέν λέει, μπορῶ λίγο, κάνω λίγο.
Μπορῶ, λέει, τά πάντα. «Πάντα ἰσχύω», μέ τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ ὅμως.
Ἑπομένως, δέν εἶναι σωστό καί αὐτό πού λένε «τόσο μπορῶ». Δέν μπορεῖς τόσο,
μπορεῖς ἄπειρα, ἐφόσον ὅμως καταφύγεις στόν Χριστό. Ἄν νομίζεις ὅτι δέν μπορεῖς,
σημαίνει ὅτι δέν καταφεύγεις στόν Χριστό καί προσπαθεῖς μέ τίς δικές σου δυνάμεις,
ὁπότε οὔτε τόσο μπορεῖς.. τίποτα δέν μπορεῖς μέ τίς δικές σου δυνάμεις. Πόσοι
ἄνθρωποι παλεύουν νά κόψουν τό τσιγάρο καί χρόνια.. καί δέν μποροῦν. Μά καλά
θά πεῖς, δέν μποροῦν νά σταματήσουν αὐτό τό πράγμα; Ναί, δέν μποροῦν, γιατί ἔχει
γίνει συνήθεια, ἔχει γίνει ἐξάρτηση, τό σῶμα ἔχει συνηθίσει, ὅλη ἡ ψυχή καί τό σῶμα
ἔχουνε ὑποδουλωθεῖ σ’ αὐτό τό πάθος.. Φοβερό πράγμα! Ἀλλά μέ τή δύναμη τοῦ
Χριστοῦ μπορεῖς. Ὅλα τά μποροῦμε μέ τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ.

Ἐρ. : Θά ἤθελα νά κάνω μία μικρή διαπίστωση πάνω σ’ αὐτά πού εἴπατε στήν ἀρχή
τῆς ὁμιλίας σας. Σήμερα π. Σάββα ζοῦμε σέ μιά ἐποχή τεχνητῆς μαγείας, μέ ὅ,τι
συνεπάγεται αὐτό. Αὐτό πού διαπιστώνω καί παρατηρῶ εἶναι ὅτι στήν προσπάθειά
μας, ὅλοι ἀνεξαιρέτως, νά γίνουμε ὑπεράνθρωποι, λησμονήσαμε, ξεχάσαμε νά
εἴμαστε ἄνθρωποι.

Ἀπ. : Αὐτό, ξέρετε, δέν εἶναι μόνο στήν ἐποχή μας, εἶναι πάντα. Ἀπό τήν πρώτη
στιγμή προσπαθήσαμε νά γίνουμε ὑπεράνθρωποι, νά γίνουμε θεοί δηλαδή χωρίς τόν
Θεό, τῇ ὑποβολῇ τοῦ ὄφεως, μέ τήν εἰσήγηση τοῦ διαβόλου. Αὐτό εἶπε ὁ διάβολος
στήν Εὔα, δέν χρειάζεσαι ὑπακοές.. τί σᾶς λέει ὁ Θεός νά μή φᾶτε ἀπό κανένα
δέντρο.. Ψέμα ἔ; Ἀλλά κι αὐτό τό ἕνα πού σᾶς εἶπε, ξέρετε γιατί σᾶς τό εἶπε;.. γιατί
ἄν θά φᾶτε, θά γίνετε σάν Αὐτόν.. Λοιπόν, μήν Τόν ἀκοῦτε.. φᾶτε.. καί θά γίνετε
θεοί! Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος αὐτονομήθηκε. Αὐτό εἶναι τό ἁμάρτημά μας, τό προπατορικό
ἁμάρτημα, τό ὁποῖο συνεχίζεται μέχρι σήμερα.

123
Δεῖτε σήμερα, πόσοι ἄνθρωποι μιλᾶνε στά παιδιά τους γιά τόν Θεό; Ἤ στόν ἑαυτό
τους; Οὔτε λέξη γιά τόν Θεό. Ἐγώ! Μέ τή δύναμή μου, μέ τή δουλειά μου, μέ τήν
τεχνολογία μου, μέ τήν ἐπιστήμη μου, μέ τά αὐτοκίνητά μου, μέ τά ἐφόδιά μου, τούς
πόρους, τούς φυσικούς πόρους, ὁτιδήποτε φτιάχνω ἐγώ.. ὁ λεγόμενος πολιτισμός πού
ἔχει γίνει θεότητα. Καί αὐτός ὁ πολιτισμός ξεκίνησε ἀπό τήν πρώτη στιγμή, ἀπό τά
παιδιά τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας. Ἀπό τόν Κάιν ξεκίνησε ὁ πολιτισμός. Τί εἶναι ὁ
πολιτισμός; Εἶναι ἡ προσπάθεια νά ζήσει ὁ ἄνθρωπος μόνος του χωρίς τόν Θεό, μέ τά
χέρια του, μέ τήν τεχνολογία του. Οἱ πρῶτοι πού ἔκαναν τεχνολογία ἦταν τά παιδιά
τοῦ Κάιν. Ἡ γενιά ἡ ἀπομακρυσμένη ἀπό τόν Θεό, αὐτή ἦταν ἡ γενιά τοῦ Κάιν. Ἐνῶ
ἡ γενιά τοῦ Σήθ, πού Σήθ σημαίνει ἀντικατάσταση καί γεννήθηκε στή θέση τοῦ
Ἄβελ, ἦταν ἡ γενιά πού δέν ἔκανε πολιτισμό. Σημειῶστε το αὐτό. Δέν ἔκαναν
πολιτισμό τά παιδιά τοῦ Σήθ, δηλαδή δέν ἀσχολήθηκαν μέ αὐτά πού ἀσχολήθηκαν τά
παιδιά τοῦ Κάιν, μέ τή μεταλλουργία, μέ τήν ὑφαντουργία, τά μουσικά ὄργανα κ.λ.π.
γιατί ἤτανε ἀφοσιωμένοι στόν Θεό καί ζοῦσαν μέ τή μνήμη τοῦ Θεοῦ, ὅπως καί ὁ
Ἀδάμ καί ἡ Εὔα.

Αὐτή λοιπόν τήν ἀπομάκρυνση, τήν αὐτονόμηση, τήν κληροδοτοῦμε ἀπό γενιά σέ
γενιά καί ἐμεῖς, ὅσοι ὑποτασσόμαστε σ’ αὐτόν τόν «θεό» πού λέγεται πολιτισμός. Κι
ὅταν τολμήσεις νά πεῖς κάτι, θά σοῦ ποῦνε, τί εἶναι αὐτά πού λές;.. τό λέει ὁ
πολιτισμός.. δηλαδή ὁ «θεός»! Θά πᾶς κόντρα στόν πολιτισμό; Βλέπετε;
Ἀνεπιγνώστως δηλαδή, ἴσως κι ἐμεῖς, λίγο ἤ πολύ, νά τό ἔχουμε ἀποδεχθεῖ αὐτό καί
ἔχει γίνει μιά ὑποκατάσταση. Θά πεῖτε, δέν θά χρησιμοποιήσουμε τόν πολιτισμό; Θά
τόν χρησιμοποιήσουμε, ἀλλά μέ διάκριση, μέ μέτρο, καί πάντοτε ἔχοντας τή γνώση
ὅτι ἡ δύναμη θά ἔρθει ἀπό τόν Θεό καί ὄχι ἀπ’ τήν τεχνολογία οὔτε ἀπ’ τήν
ἐπιστήμη.

Βλέπετε, τό ὄνειρο τῶν γονέων εἶναι, πρῶτον, νά περάσουν τά παιδιά τους στό
Πανεπιστήμιο καί δεύτερον, νά παντρευτοῦν - συνήθως. Νά μήν ποῦμε 100%, οἱ
πλεῖστοι γονεῖς θεωροῦν ἐπιτυχία τό νά περάσει τό παιδί τους στό Πανεπιστήμιο.
Θυμᾶμαι -θά πεῖς αὐτοί εἶναι καί ἄθεοι- στά Ἱεροσόλυμα πού εἶχα βρεθεῖ, ἦταν
φθινόπωρο νομίζω, καί ἀκουγόντουσαν πυροβολισμοί μέσα στήν πόλη, στά
Ἱεροσόλυμα.. καί λέω, τί γίνεται; Νά, λέει, χτυπᾶνε τά ντουφέκια, γιατί τά παιδιά
τους πέρασαν στό Πανεπιστήμιο. Μ’ αὐτό τόν τρόπο οἱ Ἄραβες δείχνανε τή χαρά
τους, ἄς ποῦμε.. Ἀλλά θά πεῖς, αὐτοί κάπως εἶναι καί δικαιολογημένοι, εἶναι ἐκτός
Χριστοῦ. Ἀλλά κι ἐμεῖς θεωροῦμε μεγίστη ἐπιτυχία αὐτό τό πράγμα, ἐνῶ δέν εἶναι.
Πολλές φορές εἶναι μεγίστη ἀποτυχία. Γιατί τά παιδιά πού φεύγουν ἀπό τό σπίτι τους
καί κάνουν τή λεγόμενη φοιτητική ζωή, κάνουν ἀνήθικη ζωή, διεστραμμένη ζωή καί
χάνουν τήν ψυχή τους γιά χάρη τοῦ πολιτισμοῦ καί τῆς γνώσης καί τῆς ἐπιστήμης…
ἄν θά καταφέρουν νά τελειώσουν καί τό Πανεπιστήμιο. Ἀληθινή ἐπιτυχία εἶναι ὄχι ἡ
αὐτονόμηση, ἀλλά ἡ ὑποταγή, ἡ ὑπακοή καί ἡ ἐξάρτηση ἀπό τόν Θεό, ἡ
συνειδητοποίηση ὅτι «χωρίς ἐμοῦ», χωρίς τόν Θεό δέν μπορῶ τίποτε. Ὁπότε μετά
πᾶμε καί στήν ἀδιάλειπτη προσευχή.

124
Ἐρ. : Εὐλογεῖτε Γέροντα. Ἤθελα νά σᾶς ρωτήσω, πῶς νά καταλάβω ποῦ τελειώνει
τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ἀρχίζει τό δικό μου, ὅταν ζητάω κάτι; Μήπως εἶναι θέλημα
δικό μου; Τί πρέπει νά ζητήσουμε; Ὅταν ὁ Θεός ὑπακούει καί κάνει τό θέλημά μου,
ἀλλάζει τό θέλημά Του; Πῶς γίνεται αὐτό; Πολλές φορές γίνεται, ἀλλά εἶναι τό δικό
μου…

Ἀπ. : Ἔχετε δεῖ κάτι μικρά παιδιάκια πού -συγγνώμη γιά τή λέξη- πρήζουν τή μαμά
τους «δῶσ’ μου, δῶσ’ μου, δῶσ’ μου..», ἐνῶ δέν πρέπει νά τό πάρει, στό τέλος τοῦ
λέει, ἄντε πάρ΄ το, νά δεῖς τί θά πάθεις, καί τοῦ τό δίνει, ἐνῶ δέν θέλει, ἐνῶ δέν
πρέπει. Ἔτσι καί ὁ Θεός. Ἐπιμένουμε πολλές φορές, ἐνῶ δέν πρέπει. Μιά φορά νά τό
πεῖς, πές το, ἀλλά βάλε μετά, «ἐάν εἶναι δικό Σου θέλημα Κύριε, νά μοῦ τό δώσεις».
Πές το κι αὐτό στό τέλος. Μήν ἐπιμένεις σάν τά πεισματάρικα παιδιά. Γιατί μπορεῖ
νά στό δώσει, ὅπως τό εἴπατε, νά ἀλλάξει. Εἶναι τό δεύτερο θέλημα. Ὁ Θεός,
κοιτάξτε, ἔχει δύο θελήματα. Ἔχει τό κατά εὐδοκίαν θέλημα, πού εἶναι τό τέλειο, τό
θεάρεστο, αὐτό πού, θά λέγαμε, ἀναπαύει τήν καρδιά τοῦ Χριστοῦ -μιλάω ἀνθρώπινα
ἔ;- καί ὑπάρχει καί τό κατά παραχώρηση θέλημα, πού ὁ Θεός ἔτσι παραχωρεῖ,
ἀνέχεται, γιατί βλέπει ὅτι εἴμαστε πολύ πεισματάρικα παιδιά καί δέν κάνουμε πίσω
ἀπό τό θέλημά μας καί θά γίνει ἴσως καί χειρότερη ζημιά, ἅμα δέν μᾶς τό δώσει.
Ὅπως ὁ πατέρας καί ἡ μητέρα, ἀναγκάζονται μερικές φορές νά ὑποχωρήσουν
προκειμένου τό παιδί τους νά τά τινάξει ὅλα καί νά γίνει ἀλήτης ἤ δέν ξέρω τί ἄλλο
νά κάνει.. νά πέσει στά ναρκωτικά, νά αὐτοκτονήσει.. τοῦ λέει, ἄντε πάρ’ το. Ἀλλά
δέν τό κάνουν μέ τήν καρδιά τους. Ἔτσι καί ὁ Θεός.

Γι’ αὐτό, πάντα μᾶς συμφέρει νά μή ζητᾶμε τίποτε. Τό τέλειο αὐτό εἶναι. Βλέπετε,
καί ὁ Χριστός, ὅταν μᾶς ἔδωσε τό πρότυπο προσευχῆς, πού εἶναι τό Πάτερ ἡμῶν, δέν
μᾶς εἶπε νά ζητᾶμε κάτι συγκεκριμένο, μόνο τό στοιχειῶδες «τόν ἄρτον ἡμῶν τόν
ἐπιούσιον δός ἡμῖν σήμερον». Οἱ Πατέρες κι αὐτό τό ἀνάγουν σέ πνευματική αἴτηση.
Ὁ ἄρτος ὁ ἐπιούσιος εἶναι ἡ Θεία Κοινωνία, ἀλλά μπορεῖς νά τό πεῖς ὅτι εἶναι καί ὁ
ἄρτος, τό φαγητό πού χρειαζόμαστε τό καθημερινό.

Ὁ Κύριος τί εἶπε πάλι; «Ζητεῖτε τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ πρῶτον καί τήν δικαιοσύνην
πρῶτον καί ταῦτα πάντα», τό ψωμάκι πού θέλεις, τό φαγητό τό στοιχειῶδες, τά
ροῦχα γιά νά καλυφθεῖς κ.λ.π. «ταῦτα πάντα προστεθήσεται»[39], θά σᾶς τά δώσω
Ἐγώ! Δέν μᾶς εἶπε νά τά ζητᾶμε αὐτά. Βλέπετε; Τό σωστό δέν εἶναι νά τά ζητᾶμε
αὐτά, καθόλου. Ἐμεῖς ζητᾶμε.. δῶσ’ μου ὑγεία, δῶσ’ μου ἐπιτυχία στό παιδί μου,
δῶσ’ μου ἕναν καλό γαμπρό, δέν ξέρω τί ἄλλο ζητᾶνε οἱ γονεῖς.. δῶσ’ μου δουλειά
γιά τό παιδί μου. Δέν πρέπει νά τά ζητᾶς αὐτά. Ἕνα νά ζητᾶς, τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ
γιά σένα καί γιά τό παιδί σου καί γιά τόν ἄντρα σου καί γιά ὅλο τόν κόσμο. Τί θά πεῖ
τή «Βασιλεία τοῦ Θεοῦ»; Νά βασιλεύσει ὁ Χριστός μέσα μας. Δηλαδή τί; Αὐτός νά
λέει «θέλω αὐτό» καί ἐσύ νά λές «ναί Κύριε, ἀκούει ὁ δοῦλος σου». Ἀφοῦ θά ἔχεις
βασιλιά, ἐσύ τί θά εἶσαι; Δέν μπορεῖ νά ἔχει δύο βασιλιάδες! Ἒσύ θά εἶσαι δοῦλος.
Θά λέει ὁ βασιλιάς πού θά εἶναι μέσα σου, ὁ Χριστός, καί ἐσύ θά λές, νά ’ναι
εὐλογημένο, ὅ,τι πεῖς Ἐσύ βασιλιά. Αὐτός εἶναι ὁ ἀληθινός πιστός, ὁ ἀληθινός

125
χριστιανός. Ἄν τό κάνεις αὐτό καί κάνεις βασιλιά σου τόν Χριστό, μετά δέν θά σοῦ
λείψει τίποτα ἀπ’ αὐτά πού ζητᾶνε οἱ ἄνθρωποι. «Εὐκρασία ἀέρων, εὐφορία τῶν
καρπῶν τῆς γῆς, καιρῶν εἰρηνικῶν..», τά βάλαμε καί μέσα στήν Ἐκκλησία, τά
ζητᾶμε κι ἐμεῖς. Θά πεῖς, δέν πρέπει; Ἐπειδή ἡ Ἐκκλησία εἶναι μάνα καί βλέπει ὅτι
εἴμαστε πολύ μωρά.. τά ἔβαλε κι αὐτά. Ἀλλά τό τέλειο εἶναι τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ
ἐλέησέ με». Ἐλέησέ με, βάλε με στή Βασιλεία Σου, ἔλα νά βασιλέψεις μέσα μου.
Ἔλα νά κυριαρχήσεις μέ τό θέλημά Σου Ἐσύ καί ἐγώ νά εἶμαι δοῦλος Σου καί ὅ,τι
θέλεις δῶσ’ μου. Κι ἄν δέν θέλεις νά ἔχω ψωμί νά φάω, ἄς μήν ἔχω. Εἴτε εἶμαι ἐδῶ,
εἴτε εἶμαι στή Βασιλεία Σου, εἴτε εἶμαι πεθαμένος, ἐγώ θέλω νά εἶμαι μαζί Σου. Νά
εἶμαι μέ Σένα, νά ζῶ τή Βασιλεία Σου καί ἀπό ἐδῶ καί μετά θάνατον.

Ὁπότε μετά ὑπερβαίνονται τά πάντα. Βλέπετε; Καί ὁ κόσμος καί οἱ ἀντιλήψεις τοῦ
κόσμου καί ὁ θάνατος. Δέν φοβᾶσαι τίποτα μετά. Μετά εἶσαι παντοδύναμος, εἶσαι
πανίσχυρος.

Ἐρ. : Μέσα στό Εὐαγγέλιο ὅμως λέει «ζητεῖτε καί εὑρήσετε· κρούετε καί
ἀνοιγήσεται». Ὁπότε;..

Ἀπ. : Ναί, ἀλλά τί νά αἰτεῖστε; Τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Εἶπε τί νά ζητᾶμε. Αὐτό σᾶς
λέω. Δέν εἶπε νά ζητᾶμε τό ψωμί, τό νερό.. Αὐτά τά ξέρει ὁ Θεός. Τό λέει «ξέρω ὅτι
ἔχετε ἀνάγκη ἀπό αὐτά»[40]. Τό ξέρω! Οὔτε νά ἔχετε ἀγωνία, λέει. «Μή
μεριμνᾶτε»[41]. Αὐτά τά ζητᾶνε τά ἔθνη, οἱ εἰδωλολάτρες καί λένε καί πολλά λόγια
καί νομίζουν ὅτι μέ τά πολλά λόγια πού λένε, θά εἰσακουσθοῦν. Δέν χρειάζεται,
ἀφοῦ εἶναι πατέρας! Εἶναι σάν νά λέει ἕνα μωρό στή μαμά, μαμά κοίταξε, σήμερα
μήν ξεχάσεις νά μοῦ δώσεις τό γάλα μου! Ἔ, ὑπάρχει περίπτωση ἡ μητέρα νά
ξεχάσει νά δώσει στό παιδί τό φαγητό του; Ἤ.. μαμά ξέρεις, ἐγώ τώρα δέν ἔχω
παπούτσια, νά μοῦ πάρεις παπούτσια.. Δέν χρειάζεται! Ἀφοῦ ἡ μητέρα εἶναι μητέρα,
θά φροντίσει. Πολύ περισσότερο ὁ Θεός! Εἴμαστε στήν ἀγκαλιά τοῦ Θεοῦ. Πρέπει
νά τό πιστέψουμε, νά τό καταλάβουμε, ὁπότε φεύγουν ὅλες αὐτές οἱ ἀγωνίες.

Ἔρχονται ἀγωνιωδῶς μητέρες «τό παιδί μου δέν ἔχει δουλειά»… Τό παιδί σου δέν
ἔχει δουλειά; Τό παιδί σου ἦρθε ποτέ στήν ἐκκλησία νά πεῖ ἕνα εὐχαριστῶ στόν Θεό;
Ὄχι, τήν Κυριακή τό πρωί κοιμᾶται.. Πῆγε ποτέ του νά ἐξομολογηθεῖ; Τέτοια
πράγματα πάτερ… Ἡ δουλειά μᾶς νοιάζει ὅμως, βλέπετε; Καί ἐμεῖς πού πᾶμε στήν
ἐκκλησία, δέν ἀγωνιοῦμε γιατί τό παιδί μας ἔχει φύγει ἀπό τόν Θεό, ἀλλά γιατί δέν
μπορεῖ νά ζήσει αὐτόνομα. Βλέπετε; Νάτο, αὐτό πού σᾶς εἶπα, τό ζοῦμε κι ἐμεῖς.
Γιατί αὐτό θέλουμε. Θέλουμε δουλειά χωρίς τόν Θεό. Θέλουμε νά ζήσουμε.. θέλουμε
δουλειά. Δέν θέλουμε τόν Θεό. Θέλουμε τά ἀγαθά τοῦ Θεοῦ, ἀλλά τά θέλουμε γιά νά
ζήσουμε μόνοι μας χωρίς τόν Θεό, νά μήν παρεμβαίνει ὁ Θεός στή ζωή μας. Νά μήν
ἀλλάξουμε τή ζωή μας. Ἁπλῶς θέλουμε νά τρῶμε καί νά κοιμόμαστε. Καί ὁ Θεός
μᾶς τά στερεῖ αὐτά τά στοιχειώδη, ἀκριβῶς γιά νά κυνηγήσουμε τά οὐράνια, τά
οὐσιαστικά, πού θά μείνουνε γιά πάντα.

126
Νά ξεκολλήσουμε ἀπό αὐτά τά προσωρινά. Δέν μᾶς τά στερεῖ γιατί μᾶς μισεῖ ἤ γιατί
εἶναι θυμωμένος ἤ γιατί θέλει νά μᾶς τιμωρήσει. Μᾶς τά στερεῖ, καί τή δουλειά καί
ὅλα αὐτά πού εἶναι πολύ δύσκολα στίς μέρες μας, γιατί ἔχουμε φύγει μακριά Του καί
ἔχουμε χάσει τό μεῖζον, τό σπουδαιότερο. Τή Βασιλεία Του. Δέν θά μποροῦσε ὁ
Θεός νά δώσει σ’ ὅλους τούς νέους δουλειά σήμερα; Τό πιό εὔκολο πράγμα! Καί
ὅλους τούς φτωχούς νά τούς κάνει πλούσιους; Τό πιό εὔκολο πράγμα! Ἀλλά μετά
εἶναι πού θά γινόμαστε τελείως αὐτονομημένοι, τελείως ὑλιστές, τελείως ἄθεοι,
τελείως κολασμένοι.

[1] Ἐφεσ. 6, 10.


[2] Ἑρμηνεία εἰς τάς ΙΔ΄ Ἐπιστολάς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, Ὁσίου Νικοδήμου
Ἁγιορείτου, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη, Θεσ/νικη.
[3] Ψαλμ. 15, 8.
[4] Ἱερ. 17, 5.
[5] Ὅ.π.
[6] Ἐφεσ. 6, 10.
[7] Ψαλμ. 126, 1.
[8] Ἐφεσ. 6, 10.
[9] Πρβλ. Α΄Κορ. 3, 19.
[10] Σοφ.Σειρ. 2, 10.
[11] Φιλ. 4, 13.
[12] Ἰω. 15, 5.
[13] Ἐφεσ. 6, 10.
[14] Φιλ. 4, 13.
[15] Φιλ. 4, 11.
[16] Φιλ. 4, 12.
[17] Ὅ.π.
[18] Πρός Ἐφεσίους Ἐπιστολή Ἀποστόλου Παύλου, ἀρχ. Ἰουστίνου Πόποβιτς, ἐκδ.
Ρηγοπούλου.
[19] Ἐφεσ. 6, 10.
[20] Κολ. 4, 5.
[21] Ἐφεσ. 5, 32.
[22] Ματθ. 16, 18.
[23] Λουκ. 8, 30.
[24] Ἐφεσ. 6, 10.
[25] Ὅ.π.
[26] Ὅ.π.
[27] Φιλ. 4, 13.
[28] Ἡσ. 58, 9.
[29] Ματθ. 14, 31.
[30] Α΄Κορ. 1, 18.
[31] Φιλ. 4, 13.
[32] Φιλ. 4, 13.

127
[33] Ψαλμ. 15, 8.
[34] Ὁσίου Θεοφάνους τοῦ Ἐγκλείστου, Χειραγωγία στήν Πνευματική Ζωή, ἐκδ.
Ἱ.Μ. Παρακλήτου, 2011 (στό ἑξῆς: Χειραγωγία στήν Πνευματική Ζωή).
[35] Ματθ. 7, 7.
[36] Χειραγωγία στήν Πνευματική Ζωή.
[37] Ἐφεσ. 6, 10.
[38] Λουκ. 11, 26.
[39] Ματθ. 6, 33.
[40] Ματθ. 6, 32.
[41] Ματθ. 6, 31.

128
Προσευχόμενοι ἐν παντί καιρῷ ἐν πνεύματι
«Διά πάσης προσευχῆς καί δεήσεως, προσευχόμενοι ἐν παντί καιρῷ ἐν Πνεύματι»[1].
Αὐτά μᾶς λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στήν πρός Ἐφεσίους, στό ἕκτο κεφάλαιο, στόν
δέκατο ὄγδοο στίχο. «Διά πάσης προσευχῆς», μέ κάθε προσευχή καί δέηση νά
προσευχόμαστε, «ἐν παντί καιρῷ ἐν Πνεύματι καί εἰς αὐτό τοῦτο ἀγρυπνοῦντες», καί
νά ἀγρυπνοῦμε στήν προσευχή, «ἐν πάσῃ προσκαρτερήσει καί δεήσει», μέ κάθε
ὑπομονή καί καρτερία, «περί πάντων τῶν ἁγίων»[2], γιά ὅλους τούς ἁγίους νά
προσευχόμαστε. Καί συνεχίζει στόν δέκατο ἔνατο στίχο «καί ὑπέρ ἐμοῦ». Νά
προσεύχεστε λέει ὁ Ἀπόστολος στούς Ἐφεσίους καί γιά μένα «ἵνα μοι δοθῇ λόγος ἐν
ἀνοίξει τοῦ στόματός μου, ἐν παῤῥησίᾳ γνωρίσαι τό μυστήριον τοῦ εὐαγγελίου»[3].
Νά μοῦ δοθεῖ λόγος γιά νά κάνω ἱεραποστολή.

Ἀφοῦ, λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μᾶς ἐξόπλισε, μᾶς ἁρμάτωσε
τούς χριστιανούς μέ τά πνευματικά ὅπλα, γιά τά ὁποῖα μᾶς μίλησε στούς
προηγούμενους στίχους, γιά τήν περικεφαλαία τοῦ σωτηρίου, πού εἶναι ἡ ἐλπίδα εἰς
τόν Θεό, μέ τήν μάχαιρα τοῦ πνεύματος, πού εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, μέ τόν θώρακα
τῆς δικαιοσύνης, μέ τά ὑποδήματα, πού εἶναι ἠ ἐπιθυμία γιά ἱεραποστολή, ἀφοῦ μᾶς
ἔδωσε τά πνευματικά ὅπλα, τώρα ἐδῶ μᾶς παρουσιάζει μπροστά στόν βασιλέα Θεό
καί μᾶς παρακινεῖ νά παρακαλοῦμε Αὐτόν -τόν Θεό- γιά νά δώσει βοήθεια στούς
χριστιανούς ὅλους, καί σέ μᾶς καί στούς ἀδελφούς μας. Θά πάρετε τά πνευματικά
σας ὅπλα, λέει στούς Ἐφεσίους, ἀλλά συνάμα νά προσευχηθεῖτε στόν Θεό γιά νά
πάρετε κι ἐσεῖς καί οἱ ἀδελφοί σας τή Θεία βοήθεια.

Ἐπειδή προηγουμένως εἶπε ὅτι ἐσεῖς θά μπορέσετε νά σβήσετε τίς πεπυρωμένες


σαΐτες τοῦ διαβόλου, τά πεπυρωμένα βέλη τοῦ πονηροῦ, γιά νά μήν ὑπερηφανευτοῦν
τώρα, τούς λέει ὅτι ἔχετε ἀνάγκη στόν νοητό αὐτό πόλεμο τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, τήν
ὁποία θά ἀποκτήσετε ἐάν βεβαίως προσεύχεσθε, ὄχι ἁπλά, ἀλλά μέ κάθε προσευχή
καί δέηση. Νά προσεύχεσθε στόν Θεό γιά νά σᾶς βοηθήσει μέ κάθε εἶδος προσευχῆς
καί μέ κλαυθμό καί μέ δάκρυα καί μέ κτύπημα τοῦ στήθους, ὅπως ἔκαναν οἱ
τελῶνες, καί μέ γονυκλισίες, νά κλείνετε γόνυ, νά γονατίζετε, καί μέ στρωτές
μετάνοιες, νά κάνετε στρωτές βαθιές μεγάλες μετάνοιες ὅπως λέμε, καί μέ ἔπαρση
-καί μέ ὕψωση- τῶν χειρῶν σας, καί μέ σηκωμένα τά χέρια πρός τόν οὐρανό. Ὅλα
αὐτά εἶναι εἴδη, εἶναι τρόποι προσευχῆς.

Νά προσεύχεσθε δέ, ὄχι μόνο στούς ἑπτά προσδιορισμένους καιρούς τῆς προσευχῆς,
ὅπως λέει ὁ Δαβίδ, «ἑπτάκις τῆς ἡμέρας ἤνεσά σε»[4], σέ παρακάλεσα ἑφτά φορές
τήν ἡμέρα, ἀλλά καί εἰς κάθε καιρό, κάθε στιγμή, ὅπως ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μᾶς τό εἶπε
μέ τήν παραβολή τῆς χήρας καί τοῦ ἄδικου κριτοῦ καί ὅπως μᾶς τό λέει καί πάλι ὁ
Ἀπόστολος Παῦλος «ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε»[5]. Ἔτσι καί ἐδῶ λέει
«προσευχόμενοι ἐν παντί καιρῷ»[6] καί μάλιστα νά προσεύχεσθε ἐν Πνεύματι,

129
δηλαδή νά μή ζητᾶτε τίποτε τό κοσμικό καί τό γήινο ἀπό τόν Θεό, ἀλλά νά ζητᾶτε
μόνο τά πνευματικά καί τά ἐπουράνια. Αὐτό σημαίνει τό «ἐν Πνεύματι». Ἤ ἀκόμα
τό «ἐν Πνεύματι» σημαίνει νά μήν προσεύχεστε μόνο μέ τό στόμα, ἀλλά καί μέ τόν
νοῦ καί μέ τήν καρδιά προσέχοντας στά λόγια τῆς προσευχῆς.

-Γιατί μιά προσευχή πού ἐσύ δέν τήν προσέχεις, γιατί νά τήν προσέξει ὁ Θεός;
Λέγοντας δέ ὁ Παῦλος ὅτι πρέπει νά προσεύχεσθε μέ κάθε προσευχή αἰνιγμωτωδῶς
ἐφανέρωσε ὅτι εἶναι δυνατό νά προσεύχεται κάποιος καί πάλι νά μήν προσεύχεται,
ὅταν κάποιος προσεύχεται ἀλλά προσευχόμενος βαττολογεῖ. Δηλαδή, ὅταν λέει
πολλά λόγια χωρίς ὅμως νά προσέχει αὐτά πού λέει, νομίζοντας ὅτι μέ τήν πολυλογία
καί μόνο, ἐξαιτίας τοῦ ὅτι λέει πολλά, θά εἰσακουστεῖ ἀπό τόν Θεό. Γι’ αὐτό εἶπε ὁ
Κύριος «προσευχόμενοι δέ μή βαττολογήσητε ὥσπερ οἱ ἐθνικοί»[7]. Νά μή κάνετε
παρόμοια προσευχή μ’ αὐτή πού κάνουν οἱ εἰδωλολάτρες, οἱ ὁποῖοι βαττολογοῦν.

-Τί θά πεῖ τώρα βαττολογία;


Τό ἑρμηνεύει ὁ ἱερός Χρυσόστομος. Βαττολογία, λέει, εἶναι ἡ φλυαρία ἤ ἡ
πολυλογία, ἀπό κάποιον Ἕλληνα πού λεγότανε Βάττος. Ἔτσι ἦταν τό ὄνομά του,
Βάττος, ὁ ὁποῖος ἔφτιαχνε μακρούς καί πολύστιχους ὕμνους καί οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες
τόν μιμήθηκαν αὐτόν καί ἔκαναν πολλούς ὕμνους μέ πολλούς στίχους στά εἴδωλα, οἱ
ὁποῖοι εἶχαν ταυτολογίες, δηλαδή λέγανε συνέχεια τά ἴδια πράγματα. Βαττολογία
εἶναι ὅταν ζητᾶμε ἀπό τόν Θεό αὐτά πού δέν ἁρμόζει, αὐτά πού δέν πρέπει.
Παραδείγματος χάριν, λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, δυναστεῖες. Δηλαδή τό νά ἔχει
κανείς δύναμη κοσμική, νά ἔχει μία ἐπιφάνεια στόν κόσμο αὐτό, μιά δόξα μάταιη,
ἀνθρώπινη. Καί τό ἐχθρῶν περιγενέσθαι. Ἤ ἀκόμα νά ζητᾶμε νά κυριαρχήσουμε
στούς ἐχθρούς μας. Καί χρημάτων περιουσία, καί τό νά ἀποκτήσουμε περιουσία
χρηματική, καί ἁπλῶς τά μηδέν διαφέροντα. Καί γενικῶς νά ζητᾶμε αὐτά, τά ὁποῖα
δέν εἶναι πρός τό συμφέρον μας. Αὐτό ὀνομάζει βαττολογία ὁ ἱερός Χρυσόστομος,
νά ζητᾶμε τά μάταια, ἤ καί τά ἐπιβλαβή καί αὐτά τά ὁποῖα δέν ἀρέσουν στόν Θεό.
Ποτέ δέν ἀρέσει στόν Θεό, ἄς ποῦμε, νά εὐχόμαστε ἐναντίον κάποιου ἀνθρώπου, νά
δίνουμε κατάρες καί νά εὐχόμαστε νά πάθει κάποιος κακό. Νά εὐχόμαστε νά
τιμωρηθεῖ ὁ ὁποιοσδήποτε ἄνθρωπος. Αὐτή ἡ προσευχή δέν ἀρέσει στόν Θεό, ἀλλά
καί οἱ προσευχές πού ζητᾶμε μάταια πράγματα, νά κερδίσουμε τό λαχεῖο… καί
διάφορες ἄλλες τέτοιες προσευχές. Αὐτά ὅλα εἶναι ἁμαρτία. Γι’ αὐτό λέει ὁ Κύριος
«μή βαττολογήσητε ὥσπερ οἱ ἐθνικοί»[8], ὅπως κάνουν οἱ εἰδωλολάτρες, «δοκοῦσιν
γάρ ὅτι ἐν τῇ πολυλογίᾳ αὐτῶν εἰσακουσθήσονται»[9]. Νόμιζαν οἱ εἰδωλολάτρες ὅτι
μέ τήν πολυλογία θά τούς ἄκουγαν οἱ ψεύτικοι θεοί, οἱ δαίμονες.

«Καί εἰς αὐτό τοῦτο ἀγρυπνοῦντες»[10], λέει στή συνέχεια ὁ Ἀπόστολος. Καί σ’
αὐτό, στήν προσευχή, νά ἀγρυπνοῦμε. Καί τί σημαίνει ἡ ἀγρυπνία; Ἤ τίς παννυχίδες,
δηλαδή τίς προσευχές πού γινόντουσαν καί γίνονται καί σήμερα κατά τή διάρκεια
τῆς νύχτας καί δοξάζουμε τόν Θεό, εἴτε ὅλη τήν νύχτα εἴτε ἕνα μέρος τῆς νύχτας.
Κανονικά βέβαια ἀγρυπνία-ὁλονυκτία εἶναι ὅλη τήν νύχτα νά μείνεις ἄγρυπνος, ὅπως

130
ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας, λέει στό ἱερό εὐαγγέλιο, διανυκτέρευε στήν προσευχή[11].
Περνοῦσε ὅλη τή νύχτα ἄγρυπνος προσευχόμενος.

Ἤ ἀκόμα ἀγρυπνία λέει τήν ἄγρυπνο προσοχή καί νήψη τοῦ νοός. Δηλαδή νά
κάνουμε προσευχή ἐν παντί καιρῷ ἐν Πνεύματι ἀγρυπνοῦντες, δηλαδή ἔχοντας
προσοχή καί ἐγρήγορση πνευματική. Νά μή κάνουμε προσευχή ἀμελῶς, ράθυμα,
ἀπρόσεκτα, γιατί «ἐπικατάρατος πᾶς ὁ ποιῶν τά ἔργα Κυρίου ἀμελῶς»[12]. Ὅταν
λοιπόν ὁ ἄνθρωπος ἀγρυπνεῖ στήν προσευχή καί ὅταν κάνει προσευχή μέ ἄγρυπντο
νοῦ, μέ ξύπνιο νοῦ, μέ νήφοντα νοῦ, αὐτό ἀρέσει στόν Θεό. Καί τό νά ἀγρυπνοῦμε
τήν νύχτα -εἶναι πολύ καλύτερη ἡ προσευχή τῆς νύχτας, γιατί ὑπάρχει ἡσυχία- καί νά
προσευχόμαστε μέ νήψη. Ὅποιος προσεύχεται καί παραστέκεται ἁρματωμένος
μπροστά στόν οὐράνιο Βασιλέα, πρέπει νά εἶναι καί ἄγρυπνος καί νήφων καί
προσεκτικός. «Καί εἰς αὐτό τοῦτο ἀγρυπνοῦντες ἐν πάσῃ προσκαρτερήσει καί
δεήσει»[13]. Δηλαδή, λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἐδῶ, ὅτι πρέπει οἱ χριστιανοί νά
προσεύχονται ὄχι μία ἤ δύο ἤ τρεῖς φορές, ἀλλά πολλάκις, πολλές φορές καί μέ κάθε
λογῆς ὑπομονῆς καί καρτερία. Καί ὄχι εἰς ὀλίγη ὥρα, ὄχι γιά λίγο, ἀλλά καθώς
παρακαλοῦσε ἡ Χαναναία πού ἐπέμενε, ὅπως ἡ χήρα, ἡ ὁποία παρακαλοῦσε τόν
ἄδικο κριτή, ὅπως ἡ Ἄννα, ἡ Ἅγία Ἄννα ἡ μητέρα τοῦ προφήτου Σαμουήλ. Αὐτή
εἶναι ἀληθινή προσευχή καί αὐτή εἰσακούεται ἀπό τόν Θεό, αὐτή πού γίνεται μέ
ὑπομονή καί καρτερία, ὄχι βιαστικά -νά τελειώνουμε- καί ἀπρόσεκτα καί μετά δέν
θυμᾶται κανείς τί εἶπε..

«Ἐν πάσῃ προσκαρτερήσει καί δεήσει περί πάντων τῶν ἁγίων καί ὑπέρ ἐμοῦ»[14]. Τί
λέει τώρα ἐδῶ ὁ Ἀπόστολος; Ὅτι δέν πρέπει νά προσευχόμαστε μόνο διά λόγου μας,
γιά τόν ἑαυτό μας, ἀλλά καί γιά τούς ἄλλους ἀδελφούς, περί πάντων τῶν ἁγίων.
Ἅγιοι ὀνομάζονταν οἱ χριστιανοί. Καί σήμερα ἔτσι πρέπει νά ὀνομαζόμαστε, γιατί
ἅγιος θά πεῖ ἀφορισμένος - ξεχωρισμένος ἀπό τόν κόσμο, πού εἶναι ὑποκείμενος
στόν διάβολο καί στήν ἁμαρτία, στήν ἀκαθαρσία, καί ὑποψήφιος γιά τήν κόλαση. Ὁ
χριστιανός εἶναι ἅγιος, δηλαδή ἔχει ξεχωριστεῖ ἀπό ὅλον αὐτό τόν τρόπο ζωῆς τοῦ
κόσμου. Προσευχή περί πάντων τῶν ἁγίων καί ὑπέρ ἐμοῦ.

Βλέπε δέ, ὤ ἀναγνώστα, λέει ὁ Ἅγιος, τήν ταπεινοφροσύνη τοῦ μεγάλου Παύλου.
Λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, πρόσεξε πόσο ταπεινός εἶναι ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Ἔχει
ταπεινοφροσύνη διπλή, διότι ὕστερα ἀπό τούς ἄλλους ἔβαλε τόν ἑαυτό του καί διότι
φανερώνει ὅτι χρειάζεται τίς προσευχές τῶν μαθητῶν του. Ἐνῶ ἦταν διδάσκαλος,
ἐνῶ εἶχε ἀποκαλύψεις, εἶχε ἐμπειρίες θεώσεως, εἶχε φτάσει μέχρι τρίτου οὐρανοῦ,
εἶχε ἀκούσει ἄρρητα ρήματα, εἶχε δεῖ τά ἀγαθά τά ὁποῖα δέν μπορεῖ νά περιγράψει
ἀνθρώπινη γλώσσα, τά ἀγαθά τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν, ζητάει πολύ ταπεινά,
ἔπειτα ἀπό τίς προσευχές γιά ὅλους τούς ἄλλους, νά κάνουν καί γι’ αὐτόν. «Περί
πάντων τῶν ἁγίων καί ὑπέρ ἐμοῦ» νά εὐχεσθε λέει στούς Ἐφεσίους. Κι αὐτό δέν
εἶναι παράδοξο, τό ὅτι ἕνας μέγας Ἀπόστολος ζητάει τίς προσευχές τῶν μαθητῶν
του. Καί ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ἦταν δεμένος μέ ἀλυσίδες στή φυλακή, καί, ὅπως λέει
τό κείμενο, γινόταν ἐκτενής δέησις, ἐκτενής προσευχή πρός τόν Θεό ἀπό τούς

131
ἄλλους πιστούς. Καί εἰσακούστηκε ἡ προσευχή τῶν πιστῶν καί ἐλευθερώθηκε ὁ
Πέτρος ἀπ’ τά δεσμά τῆς φυλακῆς, ὅπως εἶναι γραμμένο στίς Πράξεις τῶν
Ἀποστόλων στό δωδέκατο κεφάλαιο.

Αὐτά εἶναι πού μᾶς γράφει ὁ Ἅγιος Νικόδημος ἑρμηνεύοντας αὐτόν τόν στίχο «Διά
πάσης προσευχῆς καί δεήσεως, προσευχόμενοι ἐν παντί καιρῷ ἐν Πνεύματι»[15].

Ἄς δοῦμε πῶς τό ἐρμηνεύει καί ὁ Ἅγιος Ἰουστίνος. Ὁ χριστιανός, λέει, τήν πανοπλία
τοῦ Θεοῦ θά χρησιμοποιήσει μέ σοφία Θεοῦ. Ὅλα αὐτά τά ὅπλα πού μᾶς
παρουσίασε προηγουμένως ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ὀφείλουμε νά τά
χρησιμοποιήσουμε ἀλλά μέ διάκριση, καί θά ἐπιφέρουμε νίκη ἐναντίον ὅλων τῶν
πνευμάτων τοῦ κακοῦ. Ἀλλά πότε θά νικήσουμε; Μόνο ἄν ἀδιάκοπα προσευχόμαστε
καί ἀδιάκοπα ἀγρυπνοῦμε. Δηλαδή ὑπάρχουν τά ὅπλα, ἡ ἀλήθεια, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ,
ἡ ἐλπίδα στόν Θεό, ἡ δικαιοσύνη, ἡ σύνολη ἀρετή, ἀλλά ὅλα αὐτά πρέπει νά
συνδυαστοῦν μέ τήν προσευχή. Στόν πνευματικό πόλεμο τό πολεμικό καί νικηφόρο
πνεῦμα διατηρεῖται μέ τήν ἀδιάκοπη προσευχή, μέ τήν ἀδιάκοπη ἐπίκληση τῆς
βοήθειας τοῦ Θεοῦ. Γιατί αὐτός ὁ πόλεμος ἀπό τήν ἀρχή μέχρι τό τέλος διεξάγεται μέ
τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Ἡ προσευχή διατηρεῖ σέ ἐγρήγορση ὅλες τίς ἀρετές τῆς ψυχῆς,
ἔτσι ὥστε δέν λυγίζει, δέν γονατίζει, δέν νυστάζει. Ἡ προσευχή εἶναι ὁ ἄγρυπνος
φρουρός καί φύλακας κάθε ἀρετῆς. Αὐτή ὁδηγεῖ καί χειραγωγεῖ τούς χριστιανούς
στόν πόλεμο κατά τῶν ἁμαρτιῶν, τῶν ἐλαττωμάτων καί τῶν πειρασμῶν. Οἱ Ἅγιοι
Πατέρες διδάσκουν ὅτι ἡ προσευχή εἶναι ὁ «χοράρχης» στόν χορό τῶν ἀρετῶν. Αὐτή
τίς ταξινομεῖ, τίς διευθετεῖ, τίς κατανέμει, αὐτή καί τίς διευθύνει. Ὅλες οἱ ἀρετές
κατευθύνονται διά τῆς προσευχῆς καί ἐνεργοῦνται διά τῆς προσευχῆς. Ἄν ὁ
χριστιανός ἔχει στήν καρδιά του τήν ἀδιάλειπτη προσευχή, ποτέ στή μάχη μέ τίς
ἁμαρτίες καί τούς πειρασμούς δέν θά παρεκκλίνει καί δέν θά ξεπέσει. Γι’ αὐτό εἶναι
ἀπαραίτητο νά γίνει ἀποφασιστικός καί πιεστικός στόν ἑαυτό του γιά τήν ἀπόκτηση
στήν ἐξάσκηση τῆς προσευχῆς, αὐτό πού λέει ὁ Κύριος «ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν
βιάζεται καί βιασταί ἁρπάζουσιν αὐτήν»[16]. Θά πρέπει νά ἀσκήσουμε μιά ἅγια βία
στόν νοῦ μας, στήν ψυχή μας, σ’ ὅλη μας τήν ὕπαρξη γιά νά προσευχόμαστε. Μιά
ἅγια βία ν’ ἀναγκάσουμε τόν ἑαυτό μας νά προσεύχεται, γιατί ὁ Θεός σ’ αὐτόν πού
ἀναγκάζει τόν ἑαυτό του στήν προσευχή, σ’ αὐτόν δίνει τό χάρισμα τῆς προσευχῆς.
Ἀκοῦμε γιά τούς ὡραίους καρπούς πού ἔχει ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή, ἀλλά δέν τούς
γευόμαστε, γιατί ὁ Θεός δέ μᾶς τό δίνει τό χάρισμα ἐπειδή βλέπει ὅτι ἐμεῖς δέν
ἔχουμε διάθεση νά ἀγωνιστοῦμε. Δέν ἀναγκάζουμε τόν ἑαυτό μας, δέν τόν πιέζουμε
στήν προσευχή. Ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή εἶναι ἡ μοναδική ἔνθεη εὐαγγελική ἐγγύηση
ὅτι θά νικᾶμε ἀδιάκοπα στόν πόλεμό μας μέ τά πνεύματα τοῦ κακοῦ καί τῆς
ἁμαρτίας.

-Ἔχεις αὐτή τήν ἀδιάλειπτη προσευχή;


Τότε ἔχεις μία ἐγγύηση ἀπό τόν Θεό ὅτι θά νικήσεις τούς ἐχθρούς σου. Μή φοβᾶσαι.
Γιατί ἐκεῖνο πού μαστιγώνει τούς ἐχθρούς, τούς δαίμονες, εἶναι ἡ ἀδιάλειπτη

132
προσευχή, τό ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. «Ἰησοῦ ὀνόματι μάστιζε πολεμίους», ὅπως
λέει καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος.

Ἡ προσευχή τοῦ χριστιανοῦ διακλαδίζεται καί ἐκφράζεται σάν προσευχή περί


πάντων τῶν ἁγίων: «Διά πάσης προσευχῆς καί δεήσεως, προσευχόμενοι ἐν παντί
καιρῷ ἐν Πνεύματι καί εἰς αὐτό τοῦτο ἀγρυπνοῦντες ἐν πάσῃ προσκαρτερήσει καί
δεήσει περί πάντων τῶν ἁγίων»[17]. Δηλαδή γίνεται γιά ὅλους τούς χριστιανούς,
γιατί κι αὐτοί βρίσκονται σέ ἀδιάκοπο πόλεμο μέ τά πνεύματα τοῦ κακοῦ κάτω ἀπ’
τόν οὐρανό καί εἶναι σύμμαχοί μας στόν πόλεμο αὐτό, ἀφοῦ ἀνήκουν στόν καθολικό
νοῦν τῆς Ἐκκλησίας. Ἄν εἶσαι χριστιανός πρέπει νά ξέρεις ὅτι ὁ διάβολος εἶναι
διαρκῶς σέ πόλεμο μέ σένα. Εἴμαστε σέ ἐμπόλεμη κατάσταση. Ὁ κάθε διάβολος
ἐξάγει καί στρέφει ἐναντίον σου ὅλη του τή δύναμη. Ὁ διάβολος τοῦ θυμοῦ τόν
θυμό. Ὁ διάβολος τῆς ἀσωτίας τήν ἀσωτία. Ὁ διάβολος τῆς ὑπερηφάνειας τήν
ὑπερηφάνεια. Ὁ διάβολος τῆς πονηρίας τήν πονηρία. Ὁ διάβολος τοῦ φθόνου τόν
φθόνο. Ὁ διάβολος τῆς ζήλειας τή ζήλεια. Ὁ διάβολος τῆς ἀπόγνωσης τήν
ἀπόγνωση. Καί μέ τή σειρά αὐτή τό ὄνομα τῶν δαιμόνων εἶναι λεγεών καί ὁ ἀριθμός
τῶν πλανῶν καί τῶν παθῶν τους εἶναι ἄπειρος. Μά ὅσοι κι ἄν εἶναι οἱ δαίμονες, ἡ
πανοπλία τοῦ Θεοῦ εἶναι πιό δυνατή ἀπ’ αὐτούς, ὥστε νά τούς νικᾶ σέ ὅλα τά πεδία
τῶν μαχῶν, σέ ὅλα τά θέατρα τῶν πολεμικῶν ἐπιχειρήσεων καί νά τούς ἐκδιώκει καί
νά τούς τρέπει σέ φυγή. Κανείς δέ μπορεῖ νά τά βάλει μέ τόν Θεό. Ἐφόσον ζοῦμε ἐν
Χριστῷ καί προσευχόμαστε, οἱ δαίμονες τρέπονται σέ φυγή. Κι αὐτό κυρίως γίνεται
ὅταν σ’ αὐτούς τούς πολέμους μᾶς ὁδηγοῦν οἱ κορυφαῖες ἀπ’ τίς ἅγιες καί
χαριτωμένες ἀρετές, ἡ προσευχή καί ἡ νηστεία. Ἀπέναντι σ’ αὐτές δέν μπορεῖ νά
σταθεῖ οὔτε ἕνα κακό πνεῦμα. Ἀπ’ τή φωτιά τους οἱ δαίμονες τρέπονται σέ ἄτακτη
φυγή. Αὐτό πού εἶπε ὁ Κύριος στόν ἄπιστο ἐκεῖνο πατέρα «τοῦτο τό γένος οὐκ
ἐκπορεύεται εἰ μή ἐν προσευχῇ καί νηστείᾳ»[18].

Ὅσα πνεύματα κακοῦ κι ἄν ἦρθαν ἀπ’ τόν ἔξω κόσμο καί στράφηκαν ἐναντίον σου
ἀκράτητα, κι ἄν ἀκόμα μπῆκαν, κρύφτηκαν καί περιχαρακώθηκαν στή ψυχή σου καί
μετέτρεψαν τήν καρδιά σου σέ σκηνή τους καί πάλι νά μή φοβηθεῖς. Μόνο
ἀντιπαράταξε ἐναντίον αὐτῶν τήν προσευχή καί τή νηστεία καί κράτησε σάν
παρακαταθήκη τήν ἀγάπη, τήν εὐσπλαχνία, τήν ταπεινοφροσύνη, τή σωφροσύνη,
τήν πίστη, τήν ἀλήθεια, τή δικαιοσύνη, τήν ὑπομονή καί προχώρα στή μάχη καί
πολέμα ἀδιάκοπα καί ἄφοβα μέ σύντροφο τήν ἀπροσμέτρητη ἐλπίδα καί τότε, χωρίς
ἀμφιβολία, θά νικήσεις ὅλα τά πνεύματα τοῦ κακοῦ καί αὐτά πού εἶναι μέσα σου καί
αὐτά πού εἶναι γύρω σου. Καί ἀκόμα θά τά ἀπομακρύνεις πλήρως ἀπό τόν ἑαυτό σου
καί θά τά ἐκδιώξεις μακριά σου. Σ’ αὐτό πίστευε μέ εὐστάθεια καί σταθερότητα,
γιατί τά χείλη τοῦ παναληθινοῦ καί πανικητοῦ Κυρίου εἶπαν αὐτή τήν ἐπαγγελία:
«τοῦτο τό γένος οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μή ἐν προσευχῇ καί νηστείᾳ»[19], πού σημαίνει
τό γένος ὅλων τῶν ἀκαθάρτων πνευμάτων καί αὐτῶν ἀκόμα τῶν χειροτέρων καί τῶν
πιό διεστραμμένων φεύγει μέ τήν προσευχή καί τή νηστεία.

133
Ἰδού τό θεϊκό φάρμακο ἀπό κάθε κακό, ἀπό κάθε διάβολο. Ὅταν προσεύχεσαι καί
νηστεύεις καθίστασαι νικητής ἀνίκητος. Ἀνίκητος ὄχι μόνο ἀπό τούς ἀνθρώπους,
ἀλλά καί ἀπό τόν ἴδιο τόν θάνατο τῆς ἁμαρτίας καί τόν διάβολο. Γιατί καί οἱ
ἁμαρτίες καί οἱ θάνατοι καί ὁ διάβολος ἀποτελοῦν ἕνα γένος. Εἶναι μαζί αὐτά:
διάβολος - ἁμαρτία - θάνατος. Γι’ αὐτό καί ὁ παν-ἐλεήμων Κύριος ἦρθε στόν κόσμο
γιά νά μᾶς δώσει τή νίκη καί τό φάρμακο ἐναντίον αὐτῶν, τό φάρμακο κατά τῆς
ἁμαρτίας, κατά τοῦ θανάτου, κατά τοῦ διαβόλου. Γι’ αὐτό, ὅταν εἴμαστε μέ τόν
Χριστό, δέν ὑπάρχει γιά μᾶς οὔτε θάνατος οὔτε διάβολος οὔτε ἁμαρτία. Ἡ προσευχή
γίνεται πάντα «ἐν Πνεύματι». Εἴπαμε τί σημαίνει «ἐν Πνεύματι», νά ζητᾶμε αὐτά πού
εἶναι γιά τήν αἰώνια ζωή καί σωτηρία καί νά μή ζητᾶμε τά μάταια πράγματα τοῦ
κόσμου αὐτοῦ, τά ὑλικά ἤ καί τά ἐπιβλαβῆ, πού δέν ἀρέσουν στόν Θεό καί στό Ἅγιο
Πνεῦμα, καί νά εἶναι μία προσευχή, ὅπου ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀπορροφηθεῖ ἀπό τό
Πνεῦμα τό Ἅγιο, ὅπως εἶπε ὁ Κύριος «τούς προσκυνοῦντας αὐτόν ἐν πνεύματι καί
ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν»[20]. Δέν μποροῦμε νά κάνουμε ἀληθινή προσευχή ἄν δέν
ἔχουμε μέσα μας τό Πνεῦμα τό Ἅγιο ἐνεργό, ἄν δέν τηροῦμε τίς ἐντολές. Αὐτό πού
εἶπε ὁ Κύριος στή Σαμαρείτιδα, «ἔρχεται καιρός πού θά Τόν προσκυνήσουν οἱ
ἀληθινοί προσκυνηταί ἐν Πνεύματι καί ἀληθείᾳ»[21] καί ὄχι μέ ζωοθυσίες ἀτελῶς,
ὅπως γινόταν στήν Παλαιά Διαθήκη.

Αὐτό τό Ἅγιο Πνεῦμα δίνει στήν προσευχή τή δύναμη νά κρατηθεῖ, ἀλλά καί νά
διαρκέσει καί ἀδιάκοπα νά καίει στήν καρδιά σου, ὥστε αὐτή νά φλέγεται ἀπό τόν
θεῖο ἔρωτα. Ὅσο ὁ ἄνθρωπος προσεύχεται, καλεῖ τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ, τότε ἀνάβει
μέσα του ἀκόμη περισσότερο ὁ θεῖος ἔρωτας. Ὅλη ἡ αἰωνιότητα εἶναι δική μας. Γι’
αὐτό καί οἱ διάβολοι διαμέσου τῶν ἁμαρτιῶν καί τῶν παθῶν προσπαθοῦν νά μᾶς τήν
κλέψουν. Μία ἀπό τίς προσπάθειες τοῦ διαβόλου εἶναι νά χάσουμε τόν χρόνο μας
ἐδῶ, πού γνωρίζει ὁ διάβολος ὅτι εἶναι πεπερασμένος, εἶναι ὁρισμένος, δέν εἶναι
ἄπειρος, νά τόν χάσουμε αὐτόν γιά νά μή μπορέσουμε νά μετανοήσουμε, νά
καθαριστοῦμε. Ἔτσι προσπαθεῖ ὁ διάβολος νά μᾶς κάνει νά χάσουμε τήν αἰώνια ζωή.
Προσπαθοῦν νά μᾶς διώξουν ἀπ’ τόν Παράδεισο, ἀπ’ τόν οὐρανό, τήν οὐράνια
βασιλεία, νά μᾶς ἀπομακρύνουν ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό καί Κύριο. Γι’ αὐτό πρέπει νά
μήν ἀποκάμουμε στήν προσευχή.

Γίνεται κατανοητό ὅτι ἡ προσευχή ἐξάγεται ἀπό τήν πίστη μας στόν πάγκαλο Κύριο
Ἰησοῦ Χριστό, ὁ Ὁποῖος μαζί μέ τήν εὐαγγελία τῆς προσευχῆς καί τῆς νηστείας
ἐξέφρασε καί τήν εὐαγγελία τῆς πίστεως, λέγοντας τά ἑξῆς «πάντα ὅσα ἐάν αἰτήσητε
ἐν τῇ προσευχῇ πιστεύοντες, λήψεσθε»[22]. Ὅ,τι ζητᾶτε στήν προσευχή σας μέ
πίστη, θά τό πάρετε.

-Τί σημαίνει τώρα μέ πίστη;Σημαίνει νά τηροῦμε τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Ὁπότε αὐτά
πού θά ζητᾶμε, θά εἶναι αὐτά πού ἀληθινά μᾶς συμφέρουν, αὐτά πού ἀρέσουν καί
στόν Θεό. Γι’ αὐτό λέει ὁ Κύριος «ὅσα ζητήσετε ἐν τῇ προσευχῇ πιστεύοντες,
λήψεσθε»[23].

134
Τό εὐαγγέλιο τοῦ Σωτῆρα πάντα βλέπει τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν αἰωνιότητά του, ἀπό
τήν οὐράνια πατρίδα του. Τόν βλέπει σέ ὅλα τά μαρτύριά του, τίς μάχες του καί τά
κατορθώματά του γιά τή σωτηρία τῆς ψυχῆς του καί γιά τήν ἐξασφάλιση τῆς αἰώνιας
ζωῆς, τοῦ οὐρανοῦ καί τοῦ Παραδείσου. Γι’ αὐτό ἡ ἀποστολική σάλπιγγα σαλπίζει
αὐτό τόν στρατιωτικό παιάνα, αὐτή τήν πολεμική κραυγή: «τῇ ἐλπίδι χαίροντες, τῇ
θλίψει ὑπομένοντες, τῇ προσευχῇ προσκαρτεροῦντες»[24]. Σ’ αὐτές τίς φοβερές
μάχες καί τρομερές συγκρούσεις μέ τόν σατανᾶ, ὅταν τό αἷμα τῆς ψυχῆς σου ρέει,
ὅταν λυγίσεις καί χάσεις τήν ἰσορροπία σου καί πέσεις, καί ὅταν ἀκόμα λάβεις
θανατηφόρες πληγές, καί τότε ἐσύ πολέμα μέ ἐλπίδα, ἀκούγοντας μέ προσοχή τήν
ζωοδοτική εὐαγγελία τοῦ αἰώνιου εὐαγγελίου, «ὁ Κύριος ἐγγύς, μηδέν μεριμνᾶτε,
ἀλλ᾿ ἐν παντί τῇ προσευχῇ καί τῇ δεήσει μετά εὐχαριστίας τά αἰτήματα ὑμῶν
γνωριζέσθω πρός τόν Θεόν»[25], λέει ὁ Ἀπόστολος στήν πρός Φιλιππησίους,
τέταρτο κεφάλαιο, ἕκτο στίχο. Ὁ Κύριος εἶναι κοντά μας, πάρα πολύ κοντά μας.
«Μηδέν μεριμνᾶτε». Τίποτε νά μή ζητᾶτε μέ ἀγωνία καί νά φροντίζετε μέ ἀγωνία.
«Ἀλλ᾿ ἐν παντί τῇ προσευχῇ», ἀλλά σέ κάθε περίσταση, σέ κάθε τόπο καί χρόνο μέ
τήν προσευχή, μέ τή δέηση, εὐχαριστώντας τόν Θεό, νά παρουσιάζετε στόν Θεό τά
αἰτήματά σας.

Ὅπως σέ κάθε πόλεμο, ἔτσι καί στόν πνευματικό -πόλεμο- πολύ σημαντικό εἶναι ἡ
ἐγρήγορση καί ἡ ἑτοιμότητα, μήπως ὁ ἐχθρός μᾶς ἐπιτεθεῖ ἀπότομα καί ἀπρόσμενα.
Μήπως ἐφορμήσει μέ πολλές δυνάμεις στήν ἀδύνατη πλευρά τῆς ψυχῆς μας, ἀφοῦ
χρησιμοποιεῖ ἄπειρες μεθόδους στή μάχη ἐναντίον μας. Λοιπόν, ὁ πολεμικός
σταθερός κανόνας μας θά εἶναι ἡ ἐγρήγορση καί ἡ ἑτοιμότητα, γιά νά νικήσουμε
στόν πνευματικό πόλεμο. «Διά πάσης», λέει, «προσευχῆς καί δεήσεως,
προσευχόμενοι ἐν παντί καιρῷ ἐν Πνεύματι ἀγρυπνοῦντες ἐν πάσῃ προσκαρτερήσει
καί δεήσει»[26]. Ἐγρήγορση καί ἡ ἑτοιμότητα, γιατί δέν ξέρουμε πότε ὁ ἐχθρός θά
μᾶς ἐπιτεθεῖ.

Στόν κόσμο αὐτό ἐμεῖς εἴμαστε περικυκλωμένοι ἀπό παντοῦ, ἀπ’ τίς λεγεῶνες τῶν
ἀκαθάρτων πνευμάτων, ἀλλά θά παραμείνουμε ἀπτόητοι, ἄν ἀντηχεῖ στά αὐτιά μας
αὐτή ἡ ἐντολή τοῦ Σωτῆρα μας: «γρηγορεῖτε καί προσεύχεσθε, ἵνα μή εἰσέλθητε εἰς
πειρασμόν· τό μέν πνεῦμα πρόθυμον, ἡ δέ σάρξ ἀσθενής»[27]. Θέλουμε μέ τό
πνεῦμα μας, ἀλλά ἡ σάρκα μας, ἡ φιλαυτία μας, ἡ φιληδονία καί τά ὑπόλοιπα πάθη,
εἶναι ἀσθενής. Τό σαρκικό φρόνημα μᾶς κυριεύει πολλές φορές καί ὅπως οἱ μαθηταί
στή Γεθσημανῆ, «ἐνύσταξαν», λέει, «καί ἐκάθευδον»[28], ἐνῶ ὁ Κύριος περνοῦσε
τίς τελευταῖες Του ὧρες γεμάτες ἀγωνία.

«Γρηγορεῖτε καί προσεύχεσθε, ἵνα μή εἰσέλθητε εἰς πειρασμόν»[29]. Βλέπουμε πῶς


ἡ ἀγρύπνια, ἡ προσευχή, ἡ ἐγκράτεια, ἡ νῆψις, εἶναι ἀναγκαῖα γιά νά νικήσουμε στόν
πόλεμο τόν πνευματικό. Οἱ ψυχοδηγοί μαθητές, οἱ πνευματοφόροι καί Χριστοφόροι
ἀθλητές ἰδού οἱ βοηθοῦντες ἡμᾶς. Αὐτοί εἶναι πού μᾶς βοηθοῦν, οἱ ἅγιοι Πατέρες, οἱ
παν-νικητές σέ ὅλους τούς πολέμους γιά τή σωτηρία τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς. Καί
αὐτοί ὅλοι οἱ Ἅγιοι σθεναρά κραυγάζουν «ἀγρυπνεῖτε, στήκετε ἐν τῇ πίστει,

135
ἀνδρωθεῖτε, κρατηθεῖτε, σταθεροποιηθεῖτε»[30]. Καί ὁ ἀρχιστράτηγος στούς
πνευματικούς πολέμους, ὁ πρωτοκορυφαῖος ἀπό τούς ἀποστόλους, ὁ Ἅγιος
Ἀπόστολος Πέτρος εὐαγγελίζεται ἐπιτακτικά: «νήψατε, γρηγορήσατε· ὁ ἀντίδικος
ὑμῶν διάβολος ὡς λέων ὠρυόμενος περιπατεῖ ζητῶν τίνα καταπίῃ»[31]. Βλέπετε;
Πάντα εἶναι ἀναγκαία ἡ νήψη, ἡ ἐγρήγορση, γιατί ἔχουμε ἐχθρούς φοβερούς καί
κατεξοχήν τόν πονηρό καί τά διάφορα ὄργανά του. Ὅπου διεξάγεται ἀγώνας καί στή
γῆ καί στόν οὐρανό εἶναι ἀγώνας ζωῆς ἤ θανάτου γιά τήν ἀνθρώπινη ψυχή. Γι’ αὐτό
ὅλοι «τῇ προσευχῇ προσκαρτερεῖτε, γρηγοροῦντες ἐν αὐτῇ ἐν εὐχαριστίᾳ»[32], ὅπως
λέει πάλι στήν πρός Κολοσσαεῖς ἐπιστολή. Ὅλοι νά μένουμε, νά παραμένουμε στήν
προσευχή μέ προσκαρτερία, μέ ὑπομονή, καί ὄχι νά σταματᾶμε καί νά σηκωνόμαστε
ἀμέσως. Καί νά γρηγοροῦμε ἐν εὐχαριστίᾳ. Νά εἴμαστε σέ πνευματική νήψη καί νά
εὐχαριστοῦμε τόν Θεό.

Διασαφηνίζοντας αὐτόν τόν στίχο, τόν δέκατο ὄγδοο, ὁ μακαριστός Θεοδώρητος ὁ


ἑρμηνευτής λέει, ὅσοι εἶναι περιτριγυρισμένοι ἀπό τούς ἐχθρούς, δέν μποροῦν
εὔκολα νά σωθοῦν, γι’ αὐτό καί ὁ ἔνθεος Ἀπόστολος διατάσσει νά μή σταματοῦν οἱ
πιστοί ἀπό τό ἀγρυπνεῖν καί ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε στόν τιτάνιο πνευματικό
ἀγῶνα πού διεξάγουν, ἀλλά νά γίνουν ὑπομονετικοί σ’ αὐτό. Μᾶς ἔρχεται ἀκηδία.
Θά τό πεῖς, θά τό ξαναπεῖς.. Κύριες Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησέ με.. Μᾶς ἔρχεται μία
δυσκολία. Ἐκεῖ χρειάζεται ὑπομονή γιά νά πετύχουμε τό «ἀδιαλείπτως
προσεύχεσθε». Καί ἡ ἐντολή δέν εἶναι μόνο γιά τόν ἑαυτό τους νά προσεύχονται,
ἀλλά καί γιά τούς ὁμόπιστους, τούς ἄλλους χριστιανούς. Καί θά μᾶς πεῖ μετά καί γιά
τόν ἴδιο τόν Ἀπόστολο Παῦλο, «καί ὑπέρ ἐμοῦ».

«Ἐν πάσῃ» λοιπόν «προσκαρτερήσει καί δεήσει περί πάντων τῶν ἁγίων»[33].
Βλέπουμε πόσο σπουδαῖο ἀγαθό εἶναι ἡ προσευχή συνδυασμένη μέ τή νήψη καί τήν
ἐγρήγορση.

Λέει καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ἡ προσευχή αὐξάνει τήν ἀγάπη πού
ἔχουμε γιά τόν Θεό καί συμβάλλει στό νά συνηθίσουμε νά ἔχουμε μαζί Του τακτική
συνομιλία. Ἀπό τή συνομιλία αὐτή ἡ ψυχή πάρα πολύ ὠφελεῖται. Ἄν ἡ τακτική
ἐπικοινωνία μέ ἕνα σπουδαῖο καί ἐπίσημο πρόσωπο, φέρνει πολλά καλά στή ζωή
μας, πόσο μᾶλλον ἡ τακτική ἐπικοινωνία μέ τόν Θεό δέν θά φέρει περισσότερα.
Ἐπίσης, ὅταν βρισκόμαστε μπροστά σέ ἀνώτερα πρόσωπα εἴμαστε πολύ προσεκτικοί
στή στάση μας, στήν ἐνδυμασία μας, στήν ὁμιλία καί γενικά σέ ὅλα.

-Ὅταν ὅμως βρισκόμαστε μπροστά στόν Θεό καί προσευχόμαστε;


Χασμουριόμαστε, ξυνόμαστε, γυρίζουμε ἀπό δῶ κι ἀπό κεῖ. Δέν εἴμαστε
προσεκτικοί. Κι ἐνῶ πολλές φορές εἴμαστε γονατισμένοι μπροστά Του, ὁ νοῦς μας
μετεωρίζεται, γυρίζει στήν ἀγορά, λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Ἄν ὅμως
προσευχόμασταν μέ τήν πρέπουσα εὐλάβεια καί εἴχαμε συναίσθηση ὅτι συνομιλοῦμε
μέ τόν Θεό, καί πρίν ἀκόμα λάβουμε ὅ,τι ζητοῦμε, θά αἰσθανόμασταν τό μεγάλο
ὄφελος τῆς προσευχῆς.

136
-Τό μεγάλο ὄφελος τῆς προσευχῆς ποιό εἶναι;
Τό ὅτι παραμένουμε σέ κοινωνία μέ τόν Θεό. Μπορεῖ ὁ Θεός νά μήν μᾶς κάνει αὐτά
πού τοῦ ζητήσαμε, νά μήν ἱκανοποιήσει τά αἰτήματά μας. Τό μεγάλο κέρδος εἶναι ὅτι
τοῦ μιλήσαμε, ὅτι συναναστραφήκαμε μαζί Του. Ὁ ἄνθρωπος πού προσεύχεται
σωστά, εἶναι φυσικό, ἀφοῦ ἔρχεται σέ σχέση μέ τόν Θεό, νά μεταβάλλεται σέ ἐπίγειο
ἄγγελο. Ἡ ψυχή του ὑπερίπταται τοῦ σώματος. Ὁ νοῦς του ἀνυψώνεται σέ ἄλλο
ἐπίπεδο τοῦ εἶναι. Γίνεται ὕπαρξη οὐράνια. Ἐγκαταλείπει τά ἐγκόσμια καί στέκεται
μπροστά στόν θρόνο τοῦ ἐπουρανίου βασιλέως, ἔστω κι ἄν εἶναι φτωχός ἤ ὑπηρέτης
ἤ ἀγράμματος καί ἰδιώτης. Ὁ Θεός δέν θέλει νά Τοῦ μιλᾶμε μέ ὡραῖα λόγια, ἀλλά ἡ
ψυχή μας νά εἶναι ὡραία καί νά Τοῦ ζητᾶμε ὅσα εἶναι ἀρεστά σ’ Αὐτόν. Τότε μᾶς
δίνει ὅ,τι Τοῦ ζητήσουμε.

-Βλέπετε πόσο εὔκολη εἶναι ἡ προσευχή;


Ὅταν θέλουμε νά πλησιάσουμε κάποιον ἄρχοντα, γιά νά τοῦ ζητήσουμε κάποια
χάρη, πρέπει νά διαθέτουμε καί χάρισμα τοῦ λόγου καί νά ἔχουμε ἐξασφαλισμένη
τήν εὔνοια τοῦ περιβάλλοντός του καί πολλά ἄλλα νά ἐπινοήσουμε γιά νά πετύχουμε
ἐκεῖνο τό ὁποῖο διακαῶς ἐπιθυμοῦμε. Προκειμένου ὅμως νά πλησιάσουμε τόν Θεό,
δέν χρειάζεται κανένα χάρισμα λόγου, παρά μόνο νήψη καί ἄγρυπνη προσευχή.
Μόνο νά εἶσαι ξύπνιος, προσεκτικός, νά παρακολουθεῖς αὐτά πού λές στόν Θεό.
Τότε εἴμαστε πλησίον τοῦ Θεοῦ, διότι ὅπως καί ὁ Ἴδιος λέει, Ἐγώ εἶμαι ὁ Θεός πού
εἶμαι πολύ κοντά σας. Δέν εἶμαι μακριά ἀπό σᾶς. Ἑπομένως, ἡ ἀπομάκρυνσή μας
ἀπό Αὐτόν ἐπιβαρύνει μόνο ἐμᾶς, γιατί Ἐκεῖνος εἶναι πάντοτε πλησίον μας. Βλέπετε;
Ὁ Θεός ποτέ δέν μᾶς ἀφήνει, δέν μᾶς ἐγκαταλείπει. Ὅταν ἐμεῖς ἁμαρτάνουμε,
φεύγουμε ἀπό κοντά Του καί νιώθουμε τήν ἀπουσία τοῦ Θεοῦ ὡς ἐγκατάλειψη.
Ἀλλά δέν εἶναι ὅτι ὁ Θεός μᾶς ἐγκατέλειψε, ἐμεῖς Τόν ἔχουμε ἐγκαταλείψει.

Ὄχι μόνο χάρισμα λόγου δέν χρειάζεται γιά νά ἐπικαλεστοῦμε τόν Θεό, ἀλλά οὔτε
καί φωνή, γιατί ἄν Τόν ἐπικαλεστοῦμε ὅπως πρέπει, ἔστω κι ἄν δέν ἐκφραστοῦμε
ἐξωτερικά μέ λόγια, μᾶς εἰσακούει. Ὅπως εἰσάκουσε τόν Μωυσῆ καί τήν Ἄννα -τή
μητέρα τοῦ Σαμουήλ- πού προσευχήθηκαν μέσα στήν καρδιά τους. Κοντά στόν Θεό
δέν ὑπάρχουν ὑπασπιστές, οἱ ὁποῖοι νά μᾶς ἀπομακρύνουν καί νά μᾶς ποῦν «δέν
εἶναι τώρα ἡ κατάλληλη ὥρα, ἔλα ἀργότερα». Ὁποιαδήποτα ὥρα καί ἄν θελήσεις σέ
ἀκούει ὁ Θεός, εἴτε εἶναι ὥρα γεύματος ἤ δείπνου ἤ ἄλλη πού θεωρεῖται
ἀκατάλληλη. Ἀλλά καί τόπο ὁρισμένο δέν ἔχει. Ὁπουδήποτε κι ἄν βρίσκεσαι, στήν
ἀγορά, στόν δρόμο, στό δωμάτιό σου, στό δικαστήριο, ἄν Τόν ἐπικαλεστεῖς ὅπως
πρέπει, σέ ἀκούει μέ πολύ καλή διάθεση. Δέν εἶναι ἀπαραίτητο οὔτε εἶναι ἀνάγκη νά
σέ παρουσιάσουν οἱ θυρωροί καί οἱ ἰδιαίτεροι, ὅπως τούς ἄρχοντες, ἀλλά ἐσύ μόνος
σου ἀπευθείας ἐμφανίζεσαι.

Πρέπει ὅμως νά μάθουμε πῶς πρέπει νά προσευχόμαστε, γιά νά μᾶς εἰσακούει ὁ


Θεός, λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος. Δέν χρειάζεται νά φοιτήσουμε σέ σχολεῖα ἤ νά μᾶς
διδάξουν οἱ ρήτορες καί οἱ σοφιστές ἤ νά κάνουμε σοβαρές μελέτες, γιά νά μάθουμε

137
τήν τέχνη τῆς προσευχῆς, τούς κανόνες τῆς τέχνης τῆς προσευχῆς. Ἀρκεῖ μόνο νά
θελήσουμε καί ἀμέσως ἔχουμε καί τή γνώση καί εἴμαστε σέ θέση νά συνηγοροῦμε
μπροστά στό θεῖο δικαστήριο τόσο γιά μᾶς ὅσο καί γιά τούς ἄλλους.

-Ποιοί εἶναι αὐτοί οἱ κανόνες; Σέ τί ἀναφέρονται;

Ἀναφέρονται στόν τρόπο τῆς προσευχῆς. Πρέπει δηλαδή νά προσευχόμαστε μέ


νήψη, μέ συντετριμμένη καρδιά καί μέ ἄφθονα δάκρυα. Νά μήν τρέφουμε στήν
καρδιά μας μνησικακία, νά προσευχόμαστε γιά τούς ἐχθρούς μας καί πρῶτα ἀπ’ ὅλα
νά ἔχουμε βγάλει ἀπ’ τήν ψυχή μας ὅλα τά πάθη πού τήν τυραννοῦν. Νά εἴμαστε
ταπεινοί, ἐπιεικεῖς πρός ὅλους, νά μήν εἴμαστε ἕτοιμοι νά κατακρίνουμε, ἡ
συμπεριφορά μας νά εἶναι ἀδελφική, νά ἀπέχουμε ἀπό κάθε κακό καί προπαντός νά
βρισκόμαστε μακριά ἀπό τόν διάβολο, ἀπό τόν κοινό ἐχθρό ὅλης τῆς οἰκουμένης. Ἄν
αὐτά τά βάλεις στή ζωή σου, θά εἶσαι ἐνάρετος καί ἡ προσευχή σου θά εἰσακούεται,
διότι θά ἔχει συνήγορό σου τήν ἀρετή. Καί ὁ Κορνήλιος ὁ ἑκατόνταρχος εἶχε
συνήγορο τήν ἀρετή, γι’ αὐτό εἰσακούστηκε ἡ προσευχή του. Γι’ αὐτό ὁ ἄγγελος τοῦ
εἶπε «οἱ προσευχές σου καί οἱ ἐλεημοσύνες σου ἔφτασαν μπροστά στόν Θεό»[34].
Καί πολύ σωστά, διότι τά καλά ἔργα εἶναι ἐκεῖνα πού συμβάλλουν στό νά
εἰσακουστοῦν οἱ προσευχές μας ἀπό τόν Θεό, καί ὄχι ἁπλῶς τά λόγια πού Τοῦ λέμε.
Οἱ προσευχές δηλαδή εἶναι ἐκεῖνες πού ὑποστηρίζονται ἀπό πράξεις θεάρεστες καί
ἔχουν βάση τόν νόμο τοῦ Θεοῦ.

-Ποιές εἶναι ὅμως αὐτές οἱ προσευχές;


Εἶναι οἱ προσευχές ἐκεῖνες μέ τίς ὁποῖες ζητοῦμε ὅσα εἶναι ἀρεστά στόν Θεό καί ὄχι
τά ἀντίθετα ἀπό τόν εὐαγγελικό νόμο Του.

- Καί ποιός ἔχει τόσο θράσος ὥστε νά ζητάει τά ἀντίθετα ἀπ’ ὅσα ὁρίζει τό
εὐαγγέλιο;
Τέτοιο θράσος ἔχει ἐκεῖνος πού παρακαλεῖ τόν Θεό νά τιμωρήσει τόν ἐχθρό του,
διότι αὐτό εἶναι κάτι πού ἀντιτίθεται στόν εὐαγγελικό νόμο, ὁ ὁποῖος ὁρίζει νά
συγχωροῦμε στούς ὀφειλέτες μας τά παραπτώματά τους.

-Ὁ Θεός σοῦ ἔδωσε ἐντολή νά συγχωρεῖς κι ἐσύ Τόν ἐπικαλεῖσαι γιά νά τιμωρήσει
τόν ἐχθρό; Ὑπάρχει μεγαλύτερη ἁμαρτία καί ἀνοησία ἀπ’ αὐτό τό πράγμα;

Ὁ προσευχόμενος πρέπει νά ἔχει παρουσιαστικό, προαίρεση καί φρόνημα οἰκέτη,


δούλου δηλαδή. Ἔτσι νά πᾶς μπροστά στόν Θεό σάν δοῦλος.

-Γιατί ἐσύ παίρνεις τή μορφή καί τό προσωπεῖο τοῦ κακούργου; Πῶς θά λάβεις
ἄφεση τῶν δικῶν σου ἁμαρτιῶν, ὅταν ζητᾶς ἀπό τόν Θεό τιμωρία γιά τίς ἁμαρτίες
πού διέπραξαν οἱ ἀδελφοί σου;

138
Δέν εἶσαι ἐσύ πού θά ζητήσεις τιμωρία γιά τούς ἀδελφούς σου ἀπό τόν Θεό. Ἡ
προσευχή πρέπει νά χαρακτηρίζεται καί ἀπό τό ἥμερο, τό χαρίεν, τό ἁπαλό πρόσωπο
καί ἔχει αὐτά τά χαρακτηριστικά ὅταν τό πρόσωπο πού τήν ἐνσαρκώνει κατέχεται
ἀπό πραότητα καί ὄχι ἀπό ἐκδικητικότητα ἀπέναντι στούς ἐχθρούς του. Ὅταν ὁ
προσευχόμενος διακατέχεται ἀπό ἐκδικητικό πνεῦμα ἡ προσευχή του μοιάζει μέ
μεθυσμένη γυναίκα πού τρικλίζει καί βρωμάει, μέ ἄγρια ὄψη καί ἀπαίσια. Γι’ αὐτό
καί δέν τῆς ἐπιτρέπεται ἡ εἴσοδος στόν οὐρανό. Ὅταν ὅμως ἡ προσευχή ἔχει μέσα
της πραότητα, οἱ λόγοι της συγκροτοῦν μελωδία, ἄσμα τερπνό, παναρμόνιο καί
γλυκύφθογγο, ἀντάξιο νά τό ἀκούει ὁ μεγάλος Βασιλιάς. Ἡ πραότητα ἐνδύει τήν
προσευχή μέ χρυσοΰφαντη στολή καί τῆς βάζει στά χέρια της χρυσή κιθάρα, γι’ αὐτό
γίνεται εὐχαρίστως δεκτή στά οὐράνια σκηνώματα. Ἐπειδή δέ μέ τίς καλές αὐτές της
διαθέσεις, τή σεμνή της ἐμφάνιση, τή γλυκιά της φωνή προξενεῖ ἀνέκφραστη χαρά
στόν οὐράνιο δικαστή καί σέ ὅλους στεφανώνεται μέ πανέμορφο καί ἔνδοξο στεφάνι.
Ἡ προσευχή γίνεται γλώσσα τῶν ἀγγέλων καί ἄξια νά εἰσέλθει στούς οὐρανούς, ὅταν
παρακαλεῖ ὄχι μέ πικρία, ἀλλά μέ εὐχαριστία, γιά ἐκείνους πού ἀδίκησαν τό
πρόσωπο πού προσεύχεται. Νά εὐχαριστεῖς γι’ αὐτούς πού σέ ἀδικοῦν, γι’ αὐτούς
πού σέ περιφρονοῦν, πού σέ ὑβρίζουν, πού σέ κατατρέχουν.

Τότε καί οἱ ἄγγελοι παρίστανται μέ βαθιά σιωπή, ἀκοῦνε τήν προσευχή, κι ὅταν
πάρει τέλος μία τέτοια προσευχή, τήν θαυμάζουν, τήν ἐπαινοῦν καί τήν
καταχειροκροτοῦν. Λέει ὁ λαός μιά ἔκφραση «ἔφτιαξα προσευχή», «φτιάχνω
προσευχή», καί εἶναι ὡραῖο αὐτό καί σωστό. Δηλαδή καί ἡ προσευχή θέλει τέχνη γιά
νά εἶναι σωστή προσευχή καί ἀρεστή στόν Θεό. Πρέπει νά τή φτιάξεις, νά τήν
οἰκοδομήσεις σωστά, ἀλλιῶς μπορεῖ νά γίνει καί καταδίκη σου, ὅπως ἔγινε γιά τόν
Φαρισαῖο.

Ἄς ἀπευθύνουμε πρός τόν Θεό τέτοιες προσευχές καί θά εἰσακουστοῦμε. Προσευχές


δηλαδή γιά τούς ἐχθρούς μας ἀγάπης, πραότητας, συγχωρητικότητας, ἥμερες
προσευχές, καί ὄχι προσευχές πού κρύβουν μέσα πάθος καί ἐκδικητικότητα. Καί
ὅταν προσευχόμαστε νά μή νομίζουμε ὅτι βρισκόμαστε σέ κάποια συγκεκριμένη
συγκέντρωση, ἀλλά σέ μιά γενική συνέλευση ἀνθρώπων ἀπό ὅλο τόν κόσμο, μεγάλη
καί ἐπίσημη, στήν ὁποία παρίστανται οἱ ἀγγελικές δυνάμεις. Στό μέσο δέ αὐτῆς τῆς
πανανθρώπινης συγκέντρωσης εὑρίσκεται ὁ Βασιλέας τῶν οὐρανῶν, ὁ Ὁποῖος εἶναι
ἕτοιμος νά ἀκούσει προσεκτικά τήν προσευχή μας. Ἄς προσέξουμε λοιπόν πολύ,
ὥστε ἡ προσευχή μας νά εἶναι ἄξια νά ἐμφανιστεῖ στό μέσον τόσο μεγάλης καί
σπουδαίας συγκεντρώσεως. Ἄν οἱ κιθαρίστες πού παίζουν σέ κοινές συγκεντρώσεις
προσέχουν νά μή παίξουν κάτι παράφωνα, πολύ περισσότερο πρέπει νά προσέξουμε
ἐμεῖς ὅταν θά παρουσιαστοῦμε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Γιατί κι ἐμεῖς κιθάρα θά παίξουμε,
τῆς ὁποίας οἱ χορδές εἶναι ἡ ψυχή μας καί πλῆκτρο ἡ γλώσσα μας. Γιά νά μήν
κάνουμε παραφωνία, ἡ γλώσσα μας δέν πρέπει νά πεῖ σκληρά λόγια καί δυσάρεστα,
ἀλλά εὐχάριστα καί ἁρμονικά, μέ ἀγαπητική διάθεση, καί ὅταν ἔρθουμε πλησίον τοῦ
Θεοῦ γιά νά δεηθοῦμε σ’ Αὐτόν καί νά Τόν ἱκετεύσουμε γιά τόν ἑαυτό μας, ἡ

139
γλώσσα μας νά χτυπήσει τίς χορδές ὑπέρ τῶν ἐχθρῶν, γιά νά εἰσακουστοῦν οἱ
δεήσεις πού κάνουμε γιά τόν ἑαυτό μας.

-Θέλεις νά ἀκούσει ὁ Θεός τά αἰτήματά σου; Νά σέ βοηθήσει;


Ἡ πρώτη προσευχή πού θά κάνεις νά εἶναι γιά τούς ἐχθρούς σου, νά τούς δώσει ὁ
Θεός ὅλα τά καλά. Τίποτε δέν εἶναι ἴσο μέ τήν προσευχή πού γίνεται ὑπέρ τῶν
ἐχθρῶν μας. Αὐτή ἐξομοιώνει τόν ἄνθρωπο ὄχι μόνο πρός τούς ἀγγέλους καί τούς
ἀρχαγγέλους, ἀλλά μ’ αὐτόν τόν ἴδιο τόν Βασιλέα τῶν οὐρανῶν. Αὐτά λέει ὁ ἱερός
Χρυσόστομος στήν ὁμιλία του πού ἔχει στόν 4ο Ψαλμό.

Ἔτσι ἐδῶ ἄς κλείσουμε καί τό σημερινό μάθημα καί ἄς κάνουμε πράξη αὐτό πού
λέει ὁ Ἀπόστολος, ἐν παντί καιρῷ ἐν Πνεύματι προσευχόμενοι μέ πᾶσα προσευχή
προσκαρτεροῦντες, μέ ὑπομονή δηλαδή, νά παραμένουμε στήν προσευχή. Καί ὅπως
μᾶς εἶπε καί ὁ ἱερός Χρυσόστομος, πάντοτε ἡ προσευχή μας νά ἔχει ἀγάπη, ποτέ
σκληρότητα. Νά ἔχει αὐτή τήν πραότητα, τήν ὁποία ἀγαπάει ὁ Θεός. «Διά πάσης
προσευχῆς καί δεήσεως, προσευχόμενοι ἐν παντί καιρῷ ἐν Πνεύματι καί εἰς αὐτό
τοῦτο ἀγρυπνοῦντες ἐν πάσῃ προσκαρτερήσει καί δεήσει περί πάντων τῶν
ἁγίων»[35]. Βλέπετε; Σ΄ ἕναν στίχο μᾶς λέει ὅλα τά χαρακτηριστικά τῆς προσευχῆς.
Νά εἶναι συνεχής, νά εἶναι ἄγρυπνη, νά ἔχουμε νήψη, ἐγρήγορση πνευματική, νά
ἔχουμε ὑπομονή στήν προσευχή καί νά μήν εἶναι ἡ προσευχή μόνο γιά μᾶς, ἀλλά καί
γιά ὅλους τούς ἁγίους, γιά ὅλους τούς ἀδελφούς μας.

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

Ἐρ. : Εὐλογεῖτε, γέροντα. Ἄν κάποιος ζεῖ μέ ἀμέλεια καί στήν ἁμαρτία καί ἡ μητέρα
του προσεύχεται γι’ αὐτόν, μπορεῖ αὐτό νά ἑλκύσει τή Χάρη τοῦ Θεοῦ γιά νά
ἀλλάξει ζωή; Εὐχαριστῶ.

Ἀπ. : Ἄν κάποιος ζεῖ μέ ἀμέλεια καί ἡ μητέρα του προσεύχεται, βοηθιέται βέβαια,
ὅπως ἔχουμε τό παράδειγμα τοῦ Ἁγίου Αὐγουστίνου, πού προσευχόταν ἡ Ἁγία
Μόνικα, ἡ μητέρα του, γιά πολλά χρόνια καί τελικά μέ τά δάκρυά της καί τίς
ἐπίμονες εὐχές της τόν μετέστρεψε. Βέβαια κανείς δέ μπορεῖ νά ἀναγκάσει κανέναν,
ἄν δέ θελήσει καί ὁ ἴδιος. Βοηθάει, ἀλλά δέν εἶναι τό μόνο πού χρειάζεται.
Χρειάζεται καί ἡ ἴδια ἡ συγκατάθεση αὐτοῦ γιά τόν ὁποῖο προσευχόμαστε. Ὅταν
κάποιος προσεύχεται γιά κάποιον ἄλλον, ὁ Θεός, λέει ὁ Ἅγιος Πορφύριος, τοῦ
στέλνει μηνύματα καλά, μετανοίας, διαμέσου τοῦ ἀγγέλου του. Ἡ μητέρα γιά τό
παιδί: Ὁ ἄγγελος παίρνει τήν προσευχή τῆς μητέρας καί τήν κάνει λογισμό πού τόν
πάει στόν νοῦ τοῦ παιδιοῦ. Καί ἔτσι γίνεται μιά ὡραία -ἄς τό ὀνομάσουμε ἔτσι-
«πλύση ἐγκεφάλου», σωστή καί ὄχι κακή, ὅπως μᾶς κάνουν σήμερα μέ τίς
τηλεοράσεις καί τό ἴντερνετ... καλή πλύση ἐγκεφάλου γιά μετάνοια. Θερμαίνεται ἡ
ψυχή τοῦ ἀνθρώπου ἐκείνου καί παρακινεῖται στό ἀγαθό, στή μετάνοια, ὅταν ἐμεῖς
προσευχόμαστε γι’ αὐτόν.

140
Ἔχει τεράστια δύναμη ἡ προσευχή ὄντως, ἀλλά πάλι, ἄν δέν συνεργήσει καί ὁ ἄλλος,
μένει ἄκαρπη. Ὁ ἴδιος ὁ Θεός δέν θέλει ὅλοι οἱ ἄνθρωποι νά σωθοῦν; Σώζονται ὅλοι;
Δέ σώζονται, γιατί δέν θέλουν. Οἱ ἄγγελοι ὅλοι δέν προσεύχονται γιά ἐμᾶς τούς
ἀνθρώπους; Ὅλοι οἱ ἅγιοι στόν οὐρανό δέν προσεύχονται; Ἡ Παναγία μας συνεχῶς
δέν προσεύχεται γιά ὅλη τήν ἀνθρωπότητα; Πόσοι ὅμως μεταστρέφονται καί
μετανοοῦν; Αὐτοί πού θέλουν.

Ἐρ. : Εὐλογεῖτε, γέροντα. Ἤθελα νά πῶ πόσο δύσκολο καί πόσο μεγάλο κεφάλαιο
εἶναι αὐτό τῆς προσευχῆς, γιατί τό ἀντιμετωπίζουμε ἐδῶ καί πολλά χρόνια. Ὅταν
στεκόμαστε στά εἰκονίσματα νά κάνουμε τήν προσευχή μας ἔχουμε ἕναν καταιγισμό
ἀπό λογισμούς, ἀπό σκέψεις, ἀπό ραθυμία, ἀπό κούραση, ἀπό πολλά... Αὐτό τό θέμα
τῆς προσευχῆς εἶναι ἕνας ἀγώνας τεράστιος καί δέν ξέρω ἄν πρέπει νά ἀφήσουμε καί
τήν προσευχή μας κυριολεκτικά στόν Κύριο.. Θά ἤθελα πάρα πολύ στή ζωή μου νά
μπορέσω κι ἐγώ νά προσεύχομαι γιά κάποιον ἄλλον καί νά ἔχω καί κατάνυξη γι’
αὐτόν ἤ γιά κάποιο ἄρρωστο παιδί πού περνᾶνε ἕνα μαρτύριο στό σπίτι, νά μπορῶ νά
βοηθήσω κι ἐγώ, τό ὁποῖο δέν μπορῶ νά τό κάνω.. ἤ ἀκόμα γιά τίς ἁμαρτίες μου καί
γιά τά πάθη μου νά μπορῶ νά προσευχηθῶ μέ τέτοια δύναμη, ὥστε νά ἔχω κι ἐγώ
δάκρυα. Δέν ξέρω πῶς καί πότε θά ἐπιτρέψει ὁ Θεός γιά τήν πανοπλία πού μᾶς δίνει
ὁ Κύριος καί φαντάζομαι ὅτι ἕνα κομμάτι εἶναι καί ἡ ἐξομολόγηση καί ἡ Θεία
Κοινωνία.. Γιατί εἶναι τόσο δύσκολο, ἐφόσον ἐπιθυμοῦμε νά ἔχουμε τόν Χριστό,
ἐπιθυμοῦμε νά ἀγωνιστοῦμε γιά τόν Χριστό; Γιατί ἀφήνουμε ὅλα αὐτά τά πάθη, ὅλες
αὐτές τίς ἁμαρτίες; Ὅπως ἔλεγε καί ὁ Ἅγιος Παΐσιος, ὅταν τοῦ εἶπαν ὅτι εἶναι
δύσκολο νά πᾶς στόν Παράδεισο, τί λές παιδί μου; Ἡ κόλαση εἶναι δύσκολη, γιατί
πρέπει νά βγεῖς, νά ξοδέψεις λεφτά.. Ἐμεῖς γιατί τά βλέπουμε ἀνάποδα δέν μπορῶ νά
καταλάβω..

Ἀπ. : Γιατί τά βλέπουμε ἀνάποδα; Γιατί ἔτσι συνηθίσαμε ἀπό μικροί, ἔτσι μᾶς
μάθανε οἱ «καλοί» μας γονεῖς καί τό ὅλο περιβάλλον. Ἐπειδή ζεῖ ἀντεστραμμένα τήν
ἀλήθεια. Δηλαδή ζεῖ τό ψεῦδος σάν ἀλήθεια καί τήν ἀλήθεια σάν ψέμα. Τό σκοτάδι
σάν φῶς καί τό φῶς σάν σκοτάδι. Μπαίνουμε κι ἐμεῖς σ’ αὐτή τή διεστραμμένη ἄς
ποῦμε ἀντίληψη τῶν πραγμάτων, γιατί κυριαρχοῦν μέσα μας τά πάθη καί κατεξοχήν
τῆς ἀνθρωπαρέσκειας. Καί κοιτᾶμε τί κάνουν οἱ πολλοί καί τί ἀρέσει στούς πολλούς.
Ἐνῶ καί σ’ αὐτούς βασικά δέν ἀρέσει, ἀλλά ἀπό πίσω εἶναι ὁ πονηρός πού τούς
κανοναρχεῖ κι αὐτούς… Καί μπαίνουμε κι ἐμεῖς στήν ἴδια -ἄς ποῦμε- ὁμάδα γιά νά
μή συγκρουστοῦμε. Ἐνῶ θά πρέπει νά συγκρουστοῦμε, πρέπει νά τό πάρουμε
ἀπόφαση, γιά νά γίνουμε ἅγιοι, ὅπως λέει ἐδῶ ὁ Ἀπόστολος, καί νά προσευχόμαστε
γιά τούς ἄλλους ἁγίους. Ὀφείλουμε νά γίνουμε ἅγιοι. Ὁ κόσμος τό κοροϊδεύει: Ἅγιοι
θά γίνετε;.. ἐσύ εἶσαι ἅγιος… Μήπως κι ἐμεῖς τό κοροϊδεύουμε μερικές φορές…

Δέν ἔχουμε καταλάβει τί σημαίνει χριστιανισμός καί σέ τί μᾶς καλεῖ ὁ Χριστός. Μᾶς
καλεῖ ὄντως σέ μία σύγκρουση μέ τόν κόσμο, γιατί «ὁ κόσμος κεῖται ἐν τῷ
πονηρῷ»[36]. Κι ἄν δέν συγκρουστοῦμε μέ τόν πονηρό, δέν ἀντισταθοῦμε στόν
πονηρό, θά μᾶς καταπιεῖ. «Ὡς λέων ὠρυόμενος», ὁ πονηρός, «περιπατεῖ ζητῶν τίνα

141
καταπίῃ»[37], μᾶς λέει ὁ Ἀπόστολος. Ἄν δέν ἀντισταθοῦμε στό λιοντάρι αὐτό πού
λέγεται κόσμος καί ἐκκοσμικευμένη ζωή, θά φαγωθοῦμε, θά μᾶς φάει τό λιοντάρι,
δέν ὑπάρχει περίπτωση.. Γι’ αὐτό μένουμε ἔτσι στά ρηχά, δέν μπαίνουμε καθόλου
στόν ὠκεανό τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καί ζοῦμε πεινασμένοι γιά Χάρη. Δέν ἔχουμε
Χάρη, δέν ζοῦμε τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Μένουμε σέ κάτι πολύ λίγο, πολύ μικρό καί
στενοχωριόμαστε καί λέμε «γιατί;». Γιατί δέν παίρνουμε ἀπόφαση, πολύ ἁπλά. Τί
ἀπόφαση; Νά βιάσουμε τόν ἑαυτό μας. Νά ἀναγκάσουμε τόν ἑαυτό μας νά
προσευχηθεῖ. Μά πρέπει νά τόν ἀναγκάσεις, βέβαια! Δέν πρόκειται νά ’ρθεῖ ποτέ ἀπό
μόνο του αὐτό, ἔτσι χαλαρά… Χαλαρά θά σοῦ ’ρθει ἄλλο πράγμα, αὐτό πού κάνει ὁ
πολύς ὁ κόσμος, τό ὁποῖο ὄντως εἶναι δύσκολο, ἀλλά μᾶς ἔχουν φυτέψει τήν ἰδέα ὅτι
εἶναι εὔκολο. Ἐνῶ εἶναι τό πιό βασανιστικό πράγμα ἡ ἁμαρτία καί ὅλα αὐτά πού
ὁδηγοῦν στήν ἁμαρτία. Καί χρήματα ξοδεύεις καί τήν ὑγεία σου χάνεις καί τόν ὕπνο
σου χάνεις καί τόν χρόνο σου χάνεις καί τήν ἠρεμία σου χάνεις, τήν ἡσυχία σου, τά
πάντα.. ὅλα τά χάνεις. Καί σοῦ περνάει τό μήνυμα ὁ διάβολος ὅτι, ὄχι, αὐτό εἶναι τό
νορμάλ, αὐτό εἶναι τό φυσιολογικό, αὐτό πού κάνουν οἱ πολλοί… αὐτό πρέπει νά
κάνεις κι ἐσύ. Ἐνῶ ἄν τά καταφρονήσουμε ὅλα αὐτά καί ποῦμε, γιά στάσου, νά κάνω
ἕνα πείραμα ἁπλό, θά βλέπαμε ὅτι ἀκριβῶς τά ἀντίθετα εἶναι τά ἀληθινά καί τά
ὡραῖα, τό νά δοθεῖς στήν ἡσυχία, στή μόνωση, στή σιωπή, νά χαρεῖς τή δημιουργία
τοῦ Θεοῦ ἁπλά μέσα στή κτίση, νά δοξάζεις τόν Θεό γιά ὅλα, νά μήν ἔχεις καμία
ἐπιθυμία, νά μή ζητᾶς ν’ ἀρέσεις σέ ἀνθρώπους, νά ζητᾶς μόνο νά γίνει τό θέλημα
τοῦ Θεοῦ στή ζωή σου καί τότε πραγματικά ἀρχίζεις νά χαίρεσαι τή ζωή σου.

Γιατί δέν προσευχόμαστε; Γιατί δέν ἀγαπᾶμε. Αὐτόν πού ἀγαπᾶς θέλεις νά Τοῦ
μιλᾶς, ἔτσι δέν εἶναι; Εἶσαι μέ ἕναν πού τόν ἀγαπᾶς πολύ.. θέλεις νά τοῦ μιλήσεις,
θέλεις νά κάνεις κουβέντα κ.λ.π. Πολύ περισσότερο ἄν ἀγαπούσαμε τόν Θεό, θά
θέλαμε νά Τοῦ μιλᾶμε, νά Τοῦ μιλᾶμε συνεχῶς. Ἐπειδή δέν Τόν ἀγαπᾶμε, γι’ αὐτό
καί δέν κάνουμε κουβέντα μαζί Του. Μά θά πεῖς, ἐγώ κοινωνῶ, ἐγώ πάω ἐκκλησία
κ.λ.π. Ναί, βάζεις τόν Χριστό κάπου ἔτσι μέσα στό σπίτι σου καί Τόν ἀφήνεις ἐκεῖ.
Εἶναι συμπεριφορά αὐτή;

Ἦρθε ὁ Χριστός μέσα σου, κοινώνησες. Γιατί δέν Τοῦ μιλᾶς; Νά πῶς βγαίνει ἡ
προσευχή ἡ ἀδιάλειπτη, ἀπό τήν ἀγάπη στόν Θεό. Καί ὅσο περισσότερο κανείς
ἀγαπάει, τόσο περισσότερο θέλει νά μιλάει. Καί ὅσο μιλάει, τόσο καί ἀγαπάει
περισσότερο. Πῶς δένονται δύο φίλοι μεταξύ τους; Ὅσο περισσότερο ἐπικοινωνοῦν,
τόσο πιό πολύ δένονται, τόσο πιό πολύ ἀγαπιοῦνται. Ἔτσι καί μέ τόν Χριστό, ὅσο
πιό πολύ μιλᾶμε στόν Χριστό, τόσο Τόν ἀγαπᾶμε. Καί ὅσο ἀγαπᾶμε τόν Χριστό,
τόσο θέλουμε νά προσευχόμαστε. Γι’ αὐτό οἱ Ἅγιοι φεύγανε στήν ἡσυχία, στή
μόνωση. Δέν ἦταν ἀντικοινωνικοί οὔτε τρελοί οὔτε ἰδιόρρυθμοι νά ἐπιδιώκουν τήν
ἀπομόνωση. Ἦταν ἀπόλυτα φυσιολογικοί μέ τήν ἀληθινή τήν ἐν Χριστῷ
φυσιολογικότητα. Ἀληθινά φυσιολογικός ἄνθρωπος εἶναι ὁ χριστοποιημένος
ἄνθρωπος, ὁ ἄνθρωπος πού μοιάζει στόν Χριστό.

142
Ἑπομένως, δέν προσευχόμαστε γιατί δέ βιάζουμε τόν ἑαυτό μας, αὐτό πού εἶπε ὁ
Κύριος «ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν βιάζεται»[38]. Καί πάλι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος εἶπε τήν
παραβολή τῆς χήρας καί τοῦ ἄδικου κριτοῦ γιά νά μᾶς πεῖ ὅτι πρέπει συνεχῶς νά
προσευχόμαστε. Τό λέει ὁ Ἴδιος, γι’ αὐτό εἶπα αὐτή τήν παραβολή. Καί ὁ
Ἀπόστολος Παῦλος. Καί μαζί μέ τήν προσευχή πρέπει νά ὑπάρχει καί αὐτή ἡ νήψη.
«Γρηγορεῖτε καί προσεύχεσθε»[39] εἶπε ὁ Κύριος στούς Ἀποστόλους. «Γρηγορεῖτε
γιά νά μήν πέσετε σέ πειρασμό»[40]. Ἐμεῖς πέφτουμε σέ πειρασμό, γιατί; Γιατί δέν
γρηγοροῦμε, κοιμόμαστε. Μένουμε χαλαρά, πλαδαρά, δέν εἴμαστε σέ ἐγρήγορση
πνευματική κάθε χρονική στιγμή. Ζοῦμε μία χαλαρότητα, μία ἀκηδία θά ἔλεγα, μία
ἀφροντισιά, ὅπως ἔρθει.. Εἴμαστε ἔτσι χύμα.. Ἐνῶ βλέπετε οἱ Ἅγιοι εἶναι συνεχῶς
ἐφ' ὅπλου λόγχη θά λέγαμε, συνεχῶς σέ κατάσταση στρατιώτου πού εἶναι στήν
πρώτη γραμμή. Πολεμοῦν συνεχῶς. Σέ ἐγρήγορση, μέ ὅλες τίς ψυχικές, τίς
πνευματικές τους δυνάμεις πολεμοῦν τόν ἐχθρό. Μακάρι νά γίνουμε ἔτσι..

Ἐρ. : Πάτερ Σάββα, οἱ ὡραῖες ψυχές, πού προαναφέρατε, νομίζω ὅτι στίς μέρες μας
εἶναι σπάνιο νά μή κρύβουν ἰδιοτέλεια, ὑποκρισία, ἐκδικητικότητα, φθόνο καί ὅλα
αὐτά. Ἔχω γνωρίσει ἀνθρώπους πού προσεύχονται, νηστεύουν, θρηνοῦν, οἱ ὁποῖοι
εἶναι, μιά παροιμία πού λέει ὁ λαός, ψεῦτες, κλέφτες, ρουφιάνοι καί καλοί ἄνθρωποι.
Καί ὑπάρχουν καί ἄνθρωποι ἀπό τήν ἀπέναντι πλευρά οἱ ὁποῖοι εἶναι τό ἀντίθετο.

Ἀπ. : Ἐμεῖς νά προσπαθήσουμε νά γίνουμε ὅπως θέλει ὁ Θεός, οὔτε ὑποκριτές οὔτε
ἐχθροί τοῦ Θεοῦ. Καί ὁ ὑποκριτής ἐχθρός τοῦ Θεοῦ εἶναι, χειρότερος μάλιστα ἀπό
τούς φανερούς ἐχθρούς. Νά γίνουμε πραγματικά θερμοί καί θά ἀναπαυόμαστε κι
ἐμεῖς καί θά ἀναπαύονται καί πολλοί ἄλλοι. Γιατί λέει ὁ Κύριος ὅτι ὁ ἄνθρωπος πού
θά ἔχει γεμίσει μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα, «θά βγοῦν ποταμοί Χάριτος ἀπ’ αὐτόν»[41] τόν
ἄνθρωπο καί θά ξεδιψάσει καί αὐτός καί πολλοί ἄλλοι. Ὅπως βλέπουμε τούς ἁγίους
μας πού μᾶς ξεδιψοῦν καί μέ τό παράδειγμά τους καί μέ τά λόγια τους.

Ἐρ. : Πάτερ εὐλογεῖτε. Διαβάσατε στό βιβλίο ἀπό τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν
Χρυσόστομο νά μή φλυαροῦμε στήν προσευχή. Ἐννοοῦν τήν νοερά προσευχή ἤ
γενικῶς ὅταν κάνουμε κομποσκοίνι, διαβάζουμε κάποιο βιβλίο ἤ τήν Ἁγία Γραφή ἤ
στήν αὐτοσχέδια προσευχή;

Ἀπ. : «Διά πάσης προσευχῆς καί δεήσεως» λέει. Πάσης προσευχῆς ἐννοεῖ κάθε εἶδος
προσευχῆς.

Ἐρ. : Κάποια στιγμή, διορθῶστε με ἄν κάνω λάθος, εἴχατε πεῖ ὅτι ὁ χριστιανός καλό
θά εἶναι νά προσεύχεται κάποιο χρονικό διάστημα τό πρωί καί κάποιο χρονικό
διάστημα τό βράδυ. Ἄρα ὄχι μόνο τήν νοερά προσευχή...

Ἀπ. : Κάθε εἶδος προσευχῆς, ὅ,τι μποροῦμε. Δέν εἶναι εὔκολο πάντα νά κάνουμε
νοερά προσευχή, φεύγει ὁ νοῦς μας. Μποροῦμε νά δοκιμάσουμε νά ποῦμε μέ τό
στόμα κάτι. Ἄλλες φορές πάλι ὅταν μιλᾶμε μέ τό στόμα διασπόμαστε καί θέλουμε νά

143
μιλήσουμε μέ τόν νοῦ μας. Νά μιλήσουμε μέ τόν νοῦ μας ἐκείνη τήν ὥρα. Ἄλλες
φορές δέν μποροῦμε νά ποῦμε τήν εὐχή, θέλουμε νά ποῦμε προσευχές
περιφραστικές, νά ποῦμε τό Πάτερ ἡμῶν, τό Πιστεύω. Ἄλλες φορές δέν μποροῦμε νά
ποῦμε κι αὐτές τίς προσευχές καί θέλουμε νά ποῦμε κάτι μέσα ἀπό τήν ψυχή μας,
δικό μας. Νά τό ποῦμε μέσα ἀπό τήν καρδιά μας, μέ δικά μας λόγια. Ὅλα αὐτά εἶναι
προσευχή. Κάθε εἶδος προσευχῆς νά τό χρησιμοποιοῦμε ἐν παντί καιρῷ καί τόπο. Τό
ζητούμενο εἶναι νά μιλᾶμε στόν Θεό. Ἄλλοτε δέν μποροῦμε νά ποῦμε προσευχή,
θέλουμε νά ψάλλουμε. Νά ψάλλουμε. Κι αὐτό εἶναι προσευχή. Καί αὐτό πού εἴπατε,
ἡ πνευματική μελέτη, δέν εἶναι ἀκριβῶς, ἀλλά εἶναι σχεδόν προσευχή. Ἀκόμα, ἔλεγε
ὁ Ἅγιος Παΐσιος, καί ἡ ἡσυχία, νά μένεις στήν ἡσυχία χωρίς νά λές καί τίποτα. Μόνο
πού μένεις ἥσυχα στό δωμάτιό σου ἤ πᾶς μιά βόλτα στό βουνό καί κάθεσαι ἥσυχα σ’
ἕναν τόπο καί τίποτα νά μή λές εἶναι -λέει- μισή προσευχή αὐτό τό πράγμα.

Ἐρ. : Συγγνώμη, ὅταν εἶσαι μόνος σου, ὅπως λέτε, ἐννοεῖτε χωρίς νά προσεύχεσαι;
Ἀπ. : Ναί. Ὅταν εἶσαι μόνος σου καί ἡσυχάζεις. Κι αὐτό ἀκόμα εἶναι μισή προσευχή.

Ἐρ. : Ἔχεις καταιγισμό ἀπό λογισμούς...


Ἀπ. : Ἔ, ἄν ἔχεις λογισμούς, θά κάνεις προσευχή γιά νά διώξεις τούς λογισμούς. Θά
τούς περιφρονεῖς τούς λογισμούς. Ἀλλά δέν εἶναι ἀναγκαῖο ἐπειδή κάθεσαι μόνος
σου νά ἔχεις λογισμούς. Μπορεῖς νά κάθεσαι μόνος σου καί νά μένεις ἐκεῖ μπροστά
στόν Θεό. Ἔχεις μιά εἰκόνα μπροστά σου καί βλέπεις τήν εἰκόνα χωρίς νά λές
τίποτα. Κι αὐτό εἶναι προσευχή. Ἤ καί ἐπιτέλους νά πεῖς, δέν θά κάνω τίποτα, θά
καθίσω στό δωμάτιό μου νά ἡσυχάσω. Δέν θά κάνω τίποτα... Κι αὐτό εἶναι μισή
προσευχή, ἔλεγε ὁ Ἅγιος Παΐσιος. Ἀντί νά πάω ἐδῶ κι ἐκεῖ, νά τρέχω, ὅπως τρέχουν
οἱ ἄνθρωποι καί δέν βρίσκουν λεπτό νά ἡσυχάσουν… Ὄχι, θά πεῖς δέν θά κάνω
τίποτε, κι αὐτό εἶναι ἕνα εἶδος προσευχῆς.

Γιατί, γιά νά βρεῖς τόν Θεό διά τῆς προσευχῆς, θά πρέπει νά ἡσυχάσεις, νά κάνεις μία
εὐλογημένη ἀπραξία. Νά ’ρθεῖς σέ μιά εὐλογημένη ἀδράνεια ὡς πρός τά ἔξω, ὡς
πρός τίς αἰσθήσεις, τά αἰσθητήρια ὄργανα πού βλέπουν πρός τά ἔξω, νά τά κλείσεις
αὐτά, μάτια, αὐτιά κ.λ.π. νά συγκεντρωθεῖς στόν ἑαυτό σου καί νά βρεῖς ἔτσι τόν
ἑαυτό σου καί τίς ἐσωτερικές αἰσθήσεις, τήν ἐσωτερική φωνούλα πού ἔχουμε μέσα
μας, τόν ἐνδιάθετο λόγο καί ἔτσι μετά ν’ ἀνέβεις στόν Θεό. Ὅπως λέει ὁ Μέγας
Βασίλειος, ὅταν ὁ νοῦς δέν σκεδάννυται, δέν διασκορπίζεται πρός τά ἔξω διαμέσου
τῶν ἐξωτερικῶν αἰσθήσεων, μάτια, αὐτιά, γλώσσα κ.λ.π. τότε ἔρχεται στόν ἑαυτό του
(ὁ νοῦς) καί διά τοῦ ἑαυτοῦ του ἀνεβαίνει στόν Θεό. Ἡ εὐλογημένη ἡσυχία, πού ὅλοι
μποροῦμε, καί πρέπει νά τήν ἀσκοῦμε, ὄχι μόνο οἱ μοναχοί.

Νά οἱ ἄνθρωποι τώρα, τό εἶπα κι ἄλλες φορές τελευταῖα, θά τό πῶ γιατί προσπαθῶ


νά σᾶς πείσω.. νά δῶ ποιούς θά πείσω τελικά... πᾶνε καί τρέχουνε στίς θάλασσες καί
ὅλα αὐτά, τά ὁποῖα εἶναι γεμάτα ἁμαρτία καί γεμάτα προκλήσεις ὅλα αὐτά τά
περιβάλλοντα. Ἀλλά ἐκτός αὐτοῦ δέν μπορεῖς καί νά ἡσυχάσεις. Ἕνα δευτερόλεπτο
ἥσυχο δέν μπορεῖς νά βρεῖς σέ τέτοια μέρη, ἀφοῦ εἶναι γύρω σου δεκάδες,

144
ἑκατοντάδες ἄνθρωποι, αὐτοκίνητα.. πανζουρλισμός γίνεται. Τί ξεκούραση νά ἔχεις
σ’ αὐτά τά περιβάλλοντα;

Γιά δοκίμασε νά πάρεις τό αὐτοκίνητό σου καί νά πᾶς στό βουνό μόνος σου.. πάρε
καί τήν οἰκογένειά σου.. νά περπατήσετε μέσα στό δάσος, τρεῖς ἄνθρωποι.. Νά δεῖτε
πόσο θά ξεκουραστεῖ ἡ ψυχή σας. Καί μόνο πού θά πᾶς καί θά βρεθεῖς μέσα ἐκεῖ
στήν ἡσυχία, στή δημιουργία τοῦ Θεοῦ, μόνος σου. Καί θά βρεῖς καί τή διάθεση μετά
νά πεῖς καί δυό λόγια στόν Θεό. Πάρε κι ἕνα πνευματικό βιβλίο νά διαβάσεις καί ἕνα
τέταρτο ἐκεῖ, νά δεῖς τί χαρά θά πάρεις. Μόνο πού θά βρεθεῖς σ’ ἕνα τέτοιο
περιβάλλον... Ἡ χαρά εἶναι πολύ ἁπλή καί πολύ εὔκολη μέσα στή δημιουργία τοῦ
Θεοῦ, ἀλλά ἐμεῖς τά κάνουμε δύσκολα. Γιατί; Ζοῦμε, αὐτό πού εἴπαμε
προηγουμένως, τό φῶς σάν σκοτάδι καί τό σκοτάδι σάν φῶς. Θά σοῦ πεῖ ὀ κόσμος,
μπά.. παράξενος εἶσαι.. Δέν πᾶς ἐκεῖ πού πᾶνε ὅλοι; Δέν κάνεις αὐτό πού κάνουν
ὅλοι; Ναί, δέν τό κάνω.. ἄς εἶμαι παράξενος γιά σένα. Δοκιμάστε καί θά δεῖτε.

«Πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ᾿ οὐ πάντα συμφέρει»[42], λέει ὁ Ἀπόσολος Παῦλος. Ὄντως
μποροῦμε τά πάντα. Τά πάντα μπορεῖς νά κάνεις.. ἀλλά δέν μᾶς συμφέρουν τά
πάντα. Καί «πάντα δοκιμάζετε, τό καλόν κατέχετε»[43] ὅμως. Αὐτό ὅμως προσέξτε
το, μερικοί τό παρερμηνεύουν, ὅτι ὁ Ἀπόστολος λέει νά δοκιμάζετε τά πάντα.. Τί
ἐννοεῖ ὁ Ἀπόστολος; Ὄχι νά κάνουμε τά πάντα, πού κάνει ὁ κόσμος, ἀλλά νά τά
περνᾶμε ἀπό τή δοκιμασία τοῦ λόγου καί τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ. Νά τά ἐξετάζουμε
δηλαδή, ὅπως ὁ χρυσοχόος ἐξετάζει τό γνήσιο τό χρυσάφι ἀπό τό ψεύτικο, τό
νοθευμένο. Ἔχει ἕναν λίθο κι ἐκεῖ πάνω ἐξετάζει τό γνήσιο ἤ ὄχι τοῦ μετάλλου.
Ἔτσι κι ἐμεῖς, ὅλα θά τά δοκιμάζουμε, δηλαδή θά τά ἐξετάζουμε αὐτά πού κάνει ὁ
κόσμος. Τά ἐγκρίνει ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ;

Σᾶς εἶπα προηγουμένως γιά τή θάλασσα. Τήν ἐγκρίνει ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ; Δέν τήν
ἐγκρίνει. Ἀπαγορεύουν οἱ ἱεροί κανόνες νά συλλούονται ἄνδρες μέ γυναῖκες.
Ἀπαγορεύεται! Γιά πολλούς λόγους εὐνόητους. Εὐνόητους γιά αὐτούς πού ἔχουνε
νοῦ... γιά αὐτούς πού δέν ἔχουνε νοῦ δέν εἶναι εὐνόητοι. Βέβαια, δέν μπορεῖ νά τό
καταλάβει, γιατί δέν θέλει νά τό καταλάβει. Οὔτε τό παιδάκι σου δέν πρέπει νά σέ
βλέπει χωρίς ροῦχα. Ὅταν ὅμως δέν θέλουμε νά τό καταλάβουμε, λέμε, τί εἶναι αὐτά
πού λέτε.. εἶσαι αὐστηρός... Πέστε με αὐστηρό. Ἀλλά δέν τά λέω ἐγώ, οἱ ἱεροί
κανόνες τά λένε «ἀπαγορεύεται νά συλλούονται ἄνδρες μέ γυναῖκες». Τελεία καί
παῦλα. Ἐσύ δέν θέλεις νά τό τηρήσεις; Θά τό πληρώσεις. Θά σοῦ ’ρθει στό κεφάλι
σου. Κάθε κανόνας πού δέν τηροῦμε, νά ξέρετε, ἔλεγε ὁ μακαριστός π. Ἐπιφάνιος
Θεοδωρόπουλος, μᾶς ἐκδικεῖται. Μέ ποιά ἔννοια; Εἶναι ἡ ἁμαρτία πού φέρνει μέσα
της τόν θάνατο. Ὅταν παραβαίνουμε ἕναν κανόνα, ἁμαρτάνουμε. Ἡ ἁμαρτία εἰσάγει
στήν ὕπαρξή μας τόν θάνατο. Τελεία καί παῦλα. Θέλεις νά ζεῖς μέ τόν θάνατο; Νά
ζεῖς καί νά πεθαίνεις κάθε στιγμή; Μπορεῖς. Εὔκολο... Ἀλλά μετά δέ θά σοῦ μείνει
τίποτα στό τέλος ἀπό ψυχική δύναμη καί σωματική.

145
Ἐρ. : Εἴπατε ὅτι ἡ προσευχή ἔχει κάποιες προϋποθέσεις, τή νήψη, τήν ἐγρήγορση
κ.λ.π. Καί ὁ βιασμός ὁ δικός μας καί αὐτό προϋπόθεση μποροῦμε νά τό ποῦμε, ἔτσι;
Γιατί συνήθως ξεκινᾶμε προσευχή καί δέν ἔχουμε τίποτα ἀπό τίς προϋποθέσεις καί
προσπαθοῦμε νά μαζέψουμε τόν νοῦ μας. Καί κάτι ἀκόμα, καί ἡ δοξολογία δέν εἶναι
εἶδος προσευχῆς; Νά δοξάζεις καί νά εὐχαριστεῖς γι΄ αὐτά πού ζεῖς;

Ἀπ. : Σαφῶς, ἡ καλύτερη προσευχή εἶναι ἡ δοξολογία. Καί ἀναγκαιότατο στοιχεῖο


τῆς προσευχῆς τῆς ἀληθινῆς εἶναι ἡ βία. Ξέρετε οἱ παλιοί πῶς κάνανε προσευχή -δέν
ξέρουμε νά κάνουμε προσευχή- μέ ὅλη τους τήν ψυχή καί ὅλο τους τό σῶμα.
Δηλαδή, πῶς βλέπεις ἕναν ἄνθρωπο πού εἶναι σέ μιά ὑπερένταση καί κάνει μιά
δύσκολη ἐργασία καί εἶναι τεντωμένος ὁλόκληρος, τά μάτια, τά αὐτιά, τά νεῦρα ὅλα,
ἀφοσιωμένος ἐκεῖ, νά μή κάνει κάποιο λάθος.. μέ ὅλη του τήν ψυχή.. ἔτσι πρέπει νά
κάνουμε καί προσευχή. Πῶς θά λέγαμε εἶναι τρελαμένος αὐτός.. μέ τήν καλή ἔννοια.
Εἶναι δοσμένος τελείως σ’ αὐτό τό ἔργο. Κι ὅταν λέμε νά ποῦμε 40 φορές Κύριε
ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον.. ξέρετε τί σημαίνει αὐτό; Δηλαδή νά φτάσεις σέ κάποια
στιγμή νά φωνάζεις τό Κύριε ἐλέησον! Ἐμεῖς λέμε Κύριε ἐλέησον.. (πολύ γρήγορα)
καί δέν εἶναι τίποτα αὐτό, στό τέλος δέν ἀκούγεται κἄν ἡ λέξη. Ἄντε νά τό ποῦμε...
Γιατί λένε τά κείμενα νά πεῖς 40 φορές Κύριε ἐλέησον; Τό λές καί τό ξαναλές καί τό
ξαναλές ὅλο μέ μεγαλύτερη ἔνταση. Πῶς λέει ὁ Κύριος προσευχόταν «μετά κραυγῆς
ἰσχυρᾶς»[44] στή Γεθσημανῆ. Τό ἔχετε προσέξει; Τό λέει στό κείμενο. Κραύγαζε
στήν προσευχή Του, δηλαδή φώναζε. Δηλαδή εἶναι συμμετοχή σώματος καί ψυχῆς
γιά νά κάνεις σωστή προσευχή, νά κλαῖς, νά χτυπιέσαι, μέ τήν καλή ἔννοια. Πῶς
ἔκανε ὁ τελώνης; Χτυποῦσε τό στῆθος του. Τί εἶναι αὐτά; Εἶναι συμμετοχή τοῦ
σώματος, εἶναι ἐργασία.

Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης


https://hristospanagia3.blogspot.com

[1] Ἐφ. 6, 18.


[2] Ὅ.π.
[3] Ἐφ. 6, 19.
[4] Ψαλμ. 118, 164.
[5] Α΄Θεσ. 5, 17.
[6] Ἐφ. 6, 18.
[7] Ματθ. 6, 7.
[8] Ὅ.π.
[9] Ὅ.π.
[10] Ἐφ. 6, 18.
[11] Πρβλ. Λουκ. 6, 12.
[12] Ἱερ. 31, 10.
[13] Ἐφ. 6, 18.
[14] Ὅ.π.
[15] Ἐφ. 6, 18.

146
[16] Ματθ. 11, 12.
[17] Ἐφ. 6, 18.
[18] Ματθ. 17, 21.
[19] Ὅ.π.
[20] Ἰω. 4, 24.
[21] Ἰω. 4, 23.
[22] Ματθ. 21, 22.
[23] Ὅ.π.
[24] Ρωμ. 12, 12.
[25] Φιλιπ. 4, 5-6.
[26] Ἐφ. 6, 18.
[27] Ματθ. 26, 41.
[28] Ματθ. 25, 5.
[29] Ματθ. 26, 41.
[30] Α΄Κορ. 16, 13.
[31] Α΄Πέτρ. 5, 8.
[32] Κολ. 4, 2.
[33] Ἐφ. 6, 18.
[34] Πράξ. 10, 4.
[35] Ἐφ. 6, 18.
[36] Α΄Ἰω. 5, 19.
[37] Α΄Πέτρ. 5, 8.
[38] Ματθ. 11, 12.
[39] Ματθ. 26, 41.
[40] Ὅ.π.
[41] Ἰω. 7, 38.
[42] Α΄Κορ. 5, 12.
[43] Α΄Θεσ. 5, 21.
[44] Ἑβρ. 5, 7.

147
Ἀπό ποῦ ἀρχίζουμε τήν ἄσκηση - Α Μέρος
Μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ σήμερα, πού εἶναι ἡ μεγάλη γιορτή τῆς ἀναστάσεως τοῦ
Λαζάρου καί προανάκρουσμα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, ἀλλά καί τῆς
ἀναστάσεως ὅλων τῶν δικαίων καί ὅλων τῶν ἀνθρώπων, συνεχίζουμε νά διαβάζουμε
ἀπό τόν Εὐεργετινό καί νά ἑρμηνεύουμε τό κατά δύναμιν. Ἔχουμε φτάσει στήν 28η
Ὑπόθεση, στόν Α΄ Τόμο, ἡ ὁποία ἔχει τόν ἑξῆς τίτλο: «Περί τοῦ ἀπό ποῦ πρέπει νά
ἀρχίζουμε τήν ἄσκηση, καί ὅτι ὅσοι ἀρχίζουν ἔχουν ἀνάγκη ὑπομονῆς καί βίας στόν
ἑαυτό τους, διότι ἡ ἀρετή στήν ἀρχή μέν φαίνεται ὅτι εἶναι δύσκολη, ἐξαιτίας τῶν
παθῶν καί τῶν προλήψεων»1. Ὅταν λέει «προλήψεις» ἕνα κείμενο πατερικό, νά
ξέρετε ὅτι ἐννοεῖ τίς προγενέστερες ἁμαρτίες καί κακές συνήθειες, τά πάθη.
Μποροῦμε νά τό ποῦμε καί προκαταλήψεις, μέ τήν ἔννοια τῶν ἁμαρτιῶν καί τῶν
παθῶν, τά ὁποῖα ἔχουν κάνει μία κατάληψη μέσα στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, ἔχουνε
δεσμεύσει κάποιον ὑπαρξιακό χῶρο καί, ἑπομένως, ἐπηρεάζουν τόν ἄνθρωπο. Καί θά
πρέπει ὁ ἄνθρωπος, ὅταν ἀρχίζει νά ζεῖ πνευματικά, νά ὑπερβεῖ αὐτές τίς
προκαταλήψεις καί προλήψεις, αὐτά τά κακά πάθη, τίς κακές ἕξεις, τίς συνήθειες, τίς
ἀντιλήψεις τίς κοσμικές, τούς λογισμούς καί τίς ἐπιθυμίες πού ἔχουν περάσει μέσα
του, εἴτε θά λέγαμε ἑκουσίως τίς ἔβαλε ὁ ἴδιος μέσα του ἤ τίς πέρασε τό
οἰκογενειακό περιβάλλον καί ἡ κοινωνία γενικότερα. Θά μπορούσαμε νά τό ποῦμε
καί ἀλλιῶς κοινωνικά στερεότυπα, κάποιες ἀντιλήψεις καί ἰδέες. Καί ὄχι μόνο, ὅπως
εἴπαμε καί κάποιες ἁμαρτίες καί πάθη, τά ὁποῖα ἑδραιώθηκαν μέσα μας λόγω τῆς
κακῆς προηγούμενης ζωῆς.

Γι’ αὐτό φαίνεται δύσκολη ἡ ἀρετή, λέει στόν τίτλο, ἐξαιτίας αὐτῶν τῶν προλήψεων
καί τῶν παθῶν. «Ὕστερα ὅμως ἀποβαίνει παρά πολύ εὐκολοκατόρθωτη» ἡ ἀρετή,
ἐφόσον κανείς ξεπεράσει αὐτή τήν ἀρχική δυσκολία. «Καί ὅτι πάρα πολύ ὠφελεῖ ἡ
ἰσχυρή θεμελίωση στήν ἀρχή», νά βάλει δηλαδή κανείς γερά θεμέλια. «Καί ὅτι εἶναι
ἀδύνατο νά ἀκολουθήσει κανείς τόν Χριστό ἤ νά κατορθώσει ὁποιαδήποτε ἀρετή,
ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος δέν θά προετοιμάσει τόν ἑαυτό του εἰς θάνατο»2. Νά εἶναι ἕτοιμος
δηλαδή νά πεθάνει. Καί σάν νά ἐπίκειται ὁ θάνατός του καί νά εἶναι προτιμητέος ὁ
θάνατος καί ὁ ἴδιος νά αἱρεῖται, νά διαλέγει δηλαδή, τόν θάνατο παρά τή ζωή μακράν
τοῦ Θεοῦ. Καλύτερα δηλαδή ἕνας θάνατος χάριν τοῦ Θεοῦ, χάριν τῶν ἐντολῶν τοῦ
Θεοῦ, παρά μιά ζωή χωρίς τόν Θεό. Οὐσιαστικά δηλαδή, αὐτό τό κεφάλαιο μᾶς βάζει
ἕναν ὑπομνηματισμό, θά λέγαμε, στά λόγια τοῦ Κυρίου «ὅστις θέλει ὀπίσω μου
ἐλθεῖν..»3. Μᾶς παρουσιάζει ἕναν ὑπομνηματισμό σ’ αὐτά τά λόγια, «ὅποιος θέλει νά
Μέ ἀκολουθήσει» -εἶπε ὁ Κύριος- «πρέπει νά ἀπαρνηθεῖ τόν ἑαυτό του καί νά ἄρει
τόν σταυρό του καί νά Μέ ἀκολουθήσει»4. Πῶς δηλαδή πρέπει νά ξεκινάει κανείς νά
ζεῖ πνευματικά. Ἀπό ποῦ ξεκινάει λοιπόν ἡ ἄσκηση, ἀπό ποῦ ἀρχίζει ἡ πνευματική
ζωή.

Πνευματική ζωή οὐσιαστικά σημαίνει ἀσκητική ζωή καί συνάμα μυστηριακή ζωή.
Πολλοί σήμερα μιλᾶνε γιά Μυστήρια, ἀλλά δέν μιλᾶνε καθόλου γιά ἄσκηση. Τά

148
μυστήρια ὅμως χωρίς τήν ἄσκηση δέν ὠφελοῦν, μᾶλλον βλάπτουν. Ὅπως ἔλεγε ὁ
Ἀπόστολος Παῦλος στούς Κορίνθιους «πολλοί ἀρρωσταίνετε καί μερικοί πεθαίνετε
κιόλας, γιατί κοινωνᾶτε ἀνάξια»5. Ἀνάξια σημαίνει ἀνάσκητα, χωρίς ἄσκηση, χωρίς
μετάνοια, χωρίς διόρθωση, χωρίς καταπολέμηση τῶν παθῶν, χωρίς ἐγκράτεια, χωρίς
νηστεία, χωρίς ἐξομολόγηση, γενικότερα χωρίς ἀλλαγή ζωῆς. Ὁ Κύριος μᾶς καλεῖ
«Μετά φόβου Θεοῦ, πίστεως καί ἀγάπης προσέλθετε». Ὁ φόβος Θεοῦ, ἡ πίστη καί ἡ
ἀγάπη δέν εἶναι θεωρητικά μόνο πράγματα, ἀλλά ἔχουνε ἀντίκτυπο στή ζωή τοῦ
ἀνθρώπου. Γιά νά ξεπεράσει κανείς τίς κακίες του, τήν ὑπερηφάνειά του, τόν
ἐγωισμό του, θά πρέπει νά ἀσκηθεῖ. Θά πρέπει νά ταπεινωθεῖ δηλαδή τό σῶμα μέ τήν
νηστεία, μέ τήν ἀγρυπνία, μέ τήν προσευχή, μέ τίς μετάνοιες, ἔτσι ὥστε νά
συνταπεινωθεῖ καί ἡ ψυχή, νά ἔρθει ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο καί ἔτσι ὁ
ἄνθρωπος νά καθαριστεῖ, ὁπότε νά γίνει δεκτικός τῶν ἁγίων Μυστηρίων. Καί ὅταν
ἔρθουν τά ἅγια Μυστήρια βεβαίως ἔτι καί ἔτι καθαρίζεται, πλήρως καί τελείως. Ἀλλά
θά πρέπει νά ὑπάρχει αὐτή ἡ -ἄς τό ποῦμε- προπαρασκευή τοῦ ἀνθρώπου μέ ἑκούσια
ἀσκητική ζωή, μέ τόν ἑκούσιο ἀσκητικό πόνο.

Ἄς δοῦμε λοιπόν τί λένε τά κείμενα, πῶς πρέπει κανείς νά ξεκινάει τήν ἄσκησή του,
πῶς πρέπει νά ξεκινάει τήν πνευματική του ζωή. Ἔχουμε ἕνα μικρό κείμενο ἀπό τή
ζωή τῆς Ἁγίας Συγκλητικῆς, ἡ ὁποία ἦταν σπουδαία ἀμμά, δηλαδή Γερόντισσα, καί
μᾶς ἄφησε ὡραιότατες διδασκαλίες. «Ἔλεγε», λοιπόν ἡ Ἁγία Συγκλητική, ὅτι «ὁ
ἀγώνας γιά τούς προσερχομένους στόν Θεό εἶναι πολύς, καί στίς ἀρχές ἀπαιτεῖται
πάρα πολύς κόπος. Ἔπειτα ὅμως ἀκολουθεῖ χαρά ἀνεκδιήγητος. Ὅπως, δηλαδή,
ἐκεῖνοι πού θέλουν νά ἀνάψουν φωτιά, στίς ἀρχές πνίγονται ἀπό τόν καπνό καί
δακρύζουν, ὕστερα ὅμως κατορθώνουν ἐκεῖνο πού ζητοῦν, ἔτσι ἀκριβῶς συμβαίνει
καί μέ μᾶς, ἄν βέβαια θέλουμε νά ἀνάψουμε στίς καρδιές μας τό θεῖο πῦρ· μέ δάκρυα
καί κόπο προσπαθοῦμε νά τό κάνουμε»6. «Ὁ Θεός ἡμῶν πῦρ καταναλίσκον»7. Ὁ
Θεός εἶναι πῦρ, φωτιά, τό ὁποῖο καί κατακαίει τό κακό καί τήν ἁμαρτία καί τούς
ἐχθρούς μας τούς δαίμονες, ἀλλά καί μᾶς φωτίζει, μᾶς καθαρίζει, μᾶς δίνει τήν
δύναμη τῆς Ἀνάστασης καί τῆς ἀθανασίας. Ἀλλά γιά νά εἴμαστε δεκτικοί αὐτοῦ τοῦ
πυρός, χρειάζεται νά κάνουμε αὐτή τήν προσπάθεια νά καθαριστεῖ ἡ καρδιά μας.
Ὅπως ἕνας, πού θέλει νά ἀνάψει φωτιά, στήν ἀρχή καπνίζεται. Τά ξύλα, ἰδίως ὅταν
εἶναι ὑγρά, βγάζουν πολύ καπνό καί δακρύζει, ὅταν ὅμως ἀνάψει καλά ἡ φωτιά, μετά
φεύγει ὁ καπνός. Ἔτσι καί στήν πνευματική ζωή. Στήν ἀρχή εἶναι δύσκολα, μέ πολύ
κόπο προσπαθοῦμε νά ἀνάψουμε τό πῦρ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἤ μᾶλλον νά τό
ἀναζωπυρώσουμε, γιατί εἶναι ἀναμμένο ἀπό τή Χάρη τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος πού
πήραμε, καί τή Χάρη τοῦ ἀγίου Χρίσματος, ἀλλά χρειάζεται κι ἐμεῖς νά ἐργαστοῦμε
καί νά προσθέσουμε κατά κάποιον τρόπο, ὅπως ἕνας πού θέλει ν΄ ἀνάψει μιά φωτιά
προσθέτει ξερά ξύλα ἀπό πάνω, προσανάμματα καί σιγά-σιγά ἀπό ἕνα μικρό
κάρβουνο ἀνάβει μιά ὁλόκληρη φωτιά, ἔτσι καί ἀπό τόν ἄνθρακα τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος τόν ἀναμμένο, πού ἔχει βάλει στήν καρδιά μας ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία μέ
τό ἅγιο Βάπτισμα καί τό ἅγιο Χρίσμα, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἐργαστεῖ καί συσσωρεύσει
τά ἔργα τά καλά τῶν ἀρετῶν, ἀνάβει αὐτή ἡ φωτιά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

149
«Μερικοί, ἀπό ἀμέλεια, ἀνέχθηκαν μέν τόν καπνό καί νά κοπιάσουν λίγο, δέν
κατόρθωσαν ὅμως νά ἀνάψουν τήν φωτιά, διότι ἐγκατέλειψαν τήν προσπάθεια
συντόμως καί δέν κατόρθωσαν νά ὑπομείνουν μέχρι τέλους». Θά πρέπει κανείς νά
ὁλοκληρώσει τήν προσπάθεια, νά μήν τά ἀφήσει στή μέση. Ξεκινοῦν πολλοί
πνευματικά καλά, προσπαθοῦν, ἀλλά γρήγορα ἀφήνουν τήν προσπάθεια, γιατί
ὑπάρχουν κάποιες δυσκολίες, οἱ ὁποῖες εἶναι μεγάλες στήν ἀρχή καί τούς
ἀναστέλλουν. Ἀλλά δέν πρέπει νά γίνει αὐτό. «Ὁ Κύριος εἶπε· «φωτιά ἦλθον νά
ἀνάψω εἰς τήν γῆν, καί τί περισσότερον θέλω, ἐάν τώρα πλέον ἤναψεν ἡ φωτιά
αὐτή»8»9. Αὐτό δηλαδή ἀναπαύει τόν Κύριο, νά ἔχουμε μέσα μας ἀναμμένη αὐτή
τήν φωτιά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὁπότε δέν τολμοῦν νά πλησιάσουν οἱ ἐχθροί μας οἱ
δαίμονες, καί τά πάθη δέν ἐνεργοῦν.

«Στό Γεροντικό: Κάποιος ρώτησε ἔναν Γέροντα· Πάτερ, γιατί συνεχῶς ἀμελῶ; Καί ὁ
Γέρων ἀπάντησε: ἐπειδή ἀκόμη δέν εἶδες τόν ἥλιο»10. Ἐννοεῖ τόν πνευματικό ἥλιο,
τό φῶς τό ἅγιο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό πῦρ αὐτό τῆς Θεότητος, τήν ἐνέργεια τῆς
θείας Χάριτος. Ἐπειδή ἀκόμα δέν τό γεύτηκες, γι’ αὐτό ἀμελεῖς. Ὅταν κανείς ζήσει
τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τότε λαχταράει πότε θά βρεθεῖ μέσα στόν τόπο πού
εἶναι τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, στήν πνευματική δηλαδή ἀγαλλίαση καί εὐφροσύνη τῆς
προσευχῆς, τῆς νηστείας, τῆς ἐγκράτειας, τῆς λατρείας τοῦ Θεοῦ προπάντων, τῆς
Θείας Εὐχαριστίας καί τῆς Θείας Κοινωνίας.

«Ἕνας Γέροντας εἶπε» –πάλι ἀπό τό Γεροντικό- «τό νά βιάζουμε σέ ὅλα τόν ἑαυτό
μας (γιά νά κατορθώσουμε τό καλό), αὐτός εἶναι ὁ δρόμος, πού ὁδηγεῖ πρός τόν
Θεό»11. Εἶναι «βία φύσεως διηνεκής ὁ μοναχός», θά μᾶς πεῖ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς
Κλίμακος. Ἀλλά καί εὐρύτερα, θά λέγαμε, ὁ κάθε χριστιανός, γιατί ὁ μοναχός δέν
εἶναι τίποτα ἄλλο παρά ἕνας καλός χριστιανός. Ἡ ζωή τοῦ καλοῦ χριστιανοῦ εἶναι
μία συνεχής βία στόν ἑαυτό του, ὄχι στούς ἄλλους. Εἶναι μία συνεχής πίεση, καλή
πίεση, ὥστε νά ἀνταποκριθεῖ ὁ ἄνθρωπος στίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, νά κατορθώσει τό
καλό, κι αὐτός εἶναι ὁ δρόμος πού τόν ὁδηγεῖ στόν Θεό.

«Ὁ ἴδιος Γέροντας εἶπε αὐτός πού βιάζει τόν ἑαυτό του γιά τόν Θεό, ὁμοιάζει μέ
ὁμολογητή τῆς πίστεως»12. Ὑπάρχουν Ἅγιοι, οἱ ὁποῖοι δέν ἔφτασαν νά δώσουν τόν
ἑαυτό τους μέ μαρτύριο. Ὑπέστησαν βασανισμούς καί ταλαιπωρίες γιά χάρη τοῦ
Θεοῦ, ὅμως ἔγινε κάτι καί τούς ἄφησαν. Εἴτε ἔγινε κάποια ἐπανάσταση, κάποια
εἰσβολή καί δέν ἔφτασαν μέχρι τόν θάνατο. Αὐτοί εἶναι οἱ ὁμολογητές.
Ταλαιπωρήθηκαν ὅμως καί βασανίστηκαν χάρη τοῦ Κυρίου. Ἔτσι καί ἕνας πού
ἀγωνίζεται, συνεχῶς βιάζει τόν ἑαυτό του, λογίζεται ὡς ὁμολογητής. Αὐτό λέει ἐδῶ ὁ
Γέροντας. Γι’ αὐτό καί ὁ Ἀββάς Ἰσαάκ ὁ Σύρος λέει, ὅτι περισσότερο ἀπό ὅλα καί
ἀπό τό νά κάνουμε καί θαύματα καί ἀπό τό νά ἀναστήσουμε καί νεκρούς ἀκόμα, ὁ
Θεός θέλει νά κόψουμε ἕνα πάθος μας, μιά ἀδυναμία μας. Γιατί τό νά ἀναστήσει
κανείς νεκρούς, νά κάνει θαύματα, δέν εἶναι δικό του, εἶναι τῆς Θείας Χάρης, ἀλλά
τό νά κόψει τά πάθη του, αὐτό ἐξαρτᾶται κατά πολύ καί ἀπό τόν ἴδιο, ὁ ὁποῖος πρέπει

150
νά συνεργαστεῖ -μέ τήν ἄσκηση πού θά κάνει- μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, γιά νά
καθαριστεῖ ἀπό τίς ἀδυναμίες του καί τά πάθη του.

«Μερικοί ἀδελφοί ρώτησαν ἕναν ἀπό τούς Πατέρες: – Πῶς ἡ ψυχή δέν προστρέχει
στίς ὑποσχέσεις τοῦ Θεοῦ, τίς ὁποῖες ἔδωσε διά τῶν Ἁγίων Γραφῶν, ἀλλά στρέφεται
στά ἀκάθαρτα;». Ἐνῶ δώσαμε ὑποσχέσεις, μετά πάλι πηγαίνουμε στά ἀκάθαρτα.
Γιατί συμβαίνει αὐτό; «– Ἔχω τήν γνώμη -ἀπάντησε ὁ Γέροντας- ὅτι ἀκόμη δέν
γεύθηκε τά ἐπουράνια καί γι’ αὐτό ποθεῖ ἰσχυρῶς τά ἀκάθαρτα»13. Ἡ ψυχή, ἡ ὁποία
δέν γεύτηκε τόν οὐρανό καί τά ἀγαθά τοῦ οὐρανοῦ, ζητάει πάλι τά γήινα καί τά
ρυπαρά. «Ὁ γευσάμενος τῶν ἄνω, εὐχερῶς τῶν κάτω καταφρονεῖ», θά μᾶς πεῖ ὁ
Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος. Αὐτός δηλαδή πού γεύτηκε τά οὐράνια, τό πῦρ τῆς
Θεότητος, αὐτός μέ πολύ εὐκολία καταφρονεῖ τά γήινα καί πολύ περισσότερο τά
βρώμικα. Ἀλλά ἐκεῖνος πού δέν ἔχει γεύση τῶν οὐρανίων, δέν ἔχει ἐμπειρία τοῦ
Θεοῦ, αὐτός, λέει πάλι ὁ Ἅγιος Ἰωάννης, «ἐπί κτήμασιν ἀγάλλεται». Χαίρεται γιά τά
ἀποκτήματά του, γιά τά χρήματά του, τά στολίδια του, τά κτήματά του κ.λ.π.

«Ἕνας ἀδελφός ρώτησε τόν Ἀββά Ποιμένα: – Τό σῶμα μου ἐγήρασε καί
ἐξασθένησε, ἀλλά τά πάθη μου δέν ἐξασθενοῦν. – Τά πάθη ὁμοιάζουν μέ ρίζες,
γεμάτες ἀγκάθια, ἀπάντησε ὁ Γέροντας. Αὐτό σημαίνει, ὅτι ὅπως ἀκριβῶς ἐκεῖνος
πού ἐπιχειρεῖ νά ξεριζώσει τίς ρίζες αὐτές πληγώνει τά χέρια του, ὤστε νά τρέχουν
αἵματα, τοιουτοτρόπως καί αὐτός πού θέλει νά ξεριζώσει τά πάθη του ἔχει ἀνάγκη
ἀπό πολλούς κόπους καί ἱδρῶτες»14. Εἶναι ἕνας ἀγῶνας αἱματηρός ἡ πάλη κατά τοῦ
ἑαυτοῦ μας. Εἶναι ὁ πιό ὀδυνηρός ἀγώνας, ὁ πιό ἐπίπονος, γιατί κανείς τά βάζει μέ
τόν ἴδιο του τόν ἑαυτό καί μέ τίς κακές συνήθειες, οἱ ὁποῖες τόσο πολύ ἔχουν ριζώσει
μέσα μας, ὥστε νά μοιάζουν σάν νά εἶναι δεύτερη φύση μας.

«Ὁ Ἀββάς Ἰωσήφ εἶπε στόν Ἀββά Λώτ· Δέν μπορεῖς νά γίνεις Μοναχός, –πρῶτον–
ἄν δέν φλογισθεῖς προηγουμένως ὁλόκληρος ἀπό τήν ἐπιθυμία τῆς ἀρετῆς, –
δεύτερον– δέν ἀδιαφορήσεις γιά τήν τιμή καί τήν ἀνάπαυση, –τρίτο– δέν ἀποκόψεις
τά θελήματα τῆς καρδιᾶς σου καί –τέταρτο– δέν φροντίσεις νά φύλαξεις ὅλες τίς
ἐντολές τοῦ Θεοῦ»15. Τέσσερα πράγματα. Τέσσερις προϋποθέσεις γιά νά ξεκινήσει
κανείς καί νά πετύχει στόν πνευματικό ἀγῶνα: Νά φλογιστεῖ ὁλόκληρος ἀπό τήν
ἐπιθυμία τῆς ἀρετῆς, νά γίνει σάν μία λαμπάδα πού θά καίει μπροστά στόν Θεό.
Δεύτερον, νά ἀδιαφορήσει γιά τήν τιμή καί τήν ἀνάπαυση, τήν δόξα τοῦ κόσμου, τό
τί θά πεῖ ὁ κόσμος, τά μπράβο καί τούς ἐπαίνους. Θά πρέπει γι’ αὐτά νά
ἀδιαφορήσει, καί ἀφετέρου, θά πρέπει νά ἀδιαφορήσει καί γιά τήν ἀνάπαυση. Νά
διαγράψει τήν ἀνάπαυση, τή λέξη «ξεκούραση», καί νά εἶναι ἕτοιμος γιά κάθε κόπο,
ἀκόμα καί γιά τόν θάνατο. Τρίτον, νά ἀποκόψει τά θελήματα τῆς καρδιᾶς του, νά
πάψει νά θέλει αὐτός κάτι γιά τόν ἑαυτό του καί ὅ,τι θέλει νά τό περνάει ἀπό τό
φίλτρο τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ. Νά λέει ὅπως ὁ Χριστός μας στή Γεθσημανή «οὐχ ὡς
ἐγώ θέλω, ἀλλ’ ὡς σύ»16. Καί τέταρτο, νά φροντίσει νά φυλάξει ὅλες τίς ἐντολές τοῦ
Θεοῦ.

151
Βλέπετε; Δέν εἶναι ἁπλό καί εὔκολο, ἀλλά θέλει κόπο, ἀποφασιστικότητα καί θεῖο
ἔρωτα αὐτό τό ἐγχείρημα, πού εἶναι καί τό μόνο πού πρέπει νά κάνει ὁ ἄνθρωπος,
πού ἀξίζει νά κάνει, νά ἐπιχειρήσει νά ἑνωθεῖ μέ τόν Θεό. Νά ἀρχίσει νά ζεῖ
πνευματικά καί νά φτάσει στή θέωση.

«Τοῦ Ἀββά Ἡσαΐου: Ἀδελφέ, μήν ἀκηδιάσεις», δηλαδή μήν βαρεθεῖς, μήν
ὀλιγοψυχήσεις «ἀπό τόν κόπο πού καταβάλλεις γιά μία προσπάθεια», πού κάνεις γιά
τήν πνευματική σου ζωή. Μήν ἀκηδιάσεις «γιά νά μή μποῦν μέσα στήν ψυχή σου οἱ
ἐνέργειες τοῦ ἐχθροῦ». Πᾶς νά κάνεις προσευχή καί ἀφήνεσαι στήν ἀκηδία. Τότε
ἔρχονται μέσα σου οἱ ἐχθρικές δυνάμεις καί ἀρχίζουν οἱ ρυπαροί λογισμοί καί οἱ
διάφοροι πειρασμοί. «Ὅπως ἀκριβῶς ἕνα ἐρειπωμένο σπίτι ἔξω ἀπό τήν πόλη γίνεται
βρωμερός τόπος, τοιουτοτρόπως καί ἡ ψυχή τοῦ ἀρχαρίου ὀκνηροῦ ἀποβαίνει
κατοικητήριο γιά κάθε ἀτιμωτικό πάθος»17. Θά πρέπει κανείς νά ἀρχίζει μέ
ἐνθουσιασμό, μέ πολλή ζέση, τόν πνευματικό ἀγῶνα καί ὄχι μέ ραθυμία, μέ ἀμέλεια,
μέ τεμπελιά, γιατί τότε θά γίνει σπήλαιο ληστῶν, κατοικητήριο δαιμόνων ἡ ψυχή του
καί τό σῶμα του.

«Τοῦ Ἀββά Μάρκου: Κάθε ἄνθρωπος, πού ἐβαπτίσθη ὀρθοδόξως», καί φυσικά αὐτό
εἶναι βάπτισμα, ὅλα τά ἄλλα δέν εἶναι βαπτίσματα, εἶναι αἱρετικές πράξεις, αὐτός ὁ
ἄνθρωπος λοιπόν, «ἔλαβε, κατά τρόπο μυστικό, ὁλόκληρη τή θεία Χάρη». Μέ τό
ἅγιο Βάπτισμα καί τό ἅγιο Χρίσμα παίρνουμε τό πλήρωμα τῆς Χάριτος, ὅλη τή
Χάρη. Ἀλλά γιατί δέν φανερώνουμε αὐτή τή Χάρη τή μεγάλη πού πήραμε; Ἡ Χάρις
φανερώνεται «διά τῆς ἐργασίας τῶν ἐντολῶν»18. Καί ὁ ἴδιος πληροφορεῖται, ἀλλά
πληροφορεῖ καί τούς γύρω του γιά τή Χάρη αὐτή πού πῆρε. Πότε; Ὅταν ἐργάζεται
τίς θεῖες ἐντολές. Τότε καί ὁ ἴδιος αἰσθάνεται τή Χάρη πού πῆρε μέ τό ἅγιο
Βάπτισμα. Ὅσο προσεύχεται, ὅσο δίνει ἐλεημοσύνη, ὅσο κάνει ἱεραποστολή, ὅσο
ἀγαπάει, ὅσο συγχωρεῖ, τόσο αἰσθάνεται μέσα του αὐτή τή Χάρη, πού τοῦ ἔδωσε ὁ
Θεός, ἀλλά καί οἱ γύρω του αἰσθάνονται τήν ἴδια Χάρη.

«Ἐντολή τοῦ Χριστοῦ κατά συνείδηση, πού ἐκτελεῖται δηλαδή μέ ὁρισμένο σκοπό,
χαρίζει παρηγοριά, ἡ ὁποία εἶναι ἀνάλογη πρός τό μέγεθος τῶν κόπων τῆς καρδιᾶς
γιά τήν ἐκτέλεση τῶν ἐντολῶν»19. Ὅσο κανείς κοπιάζει γιά νά τηρήσει τίς ἐντολές,
τόσο αἰσθάνεται αὐτή τή Χάρη τοῦ Χριστοῦ καί τόσο παρηγορεῖται, γεμίζει μ’ αὐτή
τή θεία παράκληση. Ἔρχεται ὁ Παράκλητος, τό Πνεῦμα τό Ἅγιο καί τόν γεμίζει μ’
αὐτή τή χαρά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

«Τοῦ ἁγίου Διαδόχου: Ἡ ὁδός τῆς ἀρετῆς, σ᾿ ἐκείνους πού ἀρχίζουν ν᾿ ἀγαποῦν τήν
εὐσέβεια, φαίνεται πάρα πολύ δύσκολη καί κουραστική, ὄχι γιατί εἶναι ἐκ φύσεως
τέτοια». Ἀντίθετα ἡ ἀρετή ξεκουράζει τόν ἄνθρωπο. Ἀλλά γιατί τότε ὁ δρόμος γιά
τήν ἀρετή φαίνεται δύσκολος; «Διότι ὁ ἄνθρωπος, ἀπό τή στιγμή, πού θά γεννηθεῖ,
συναναστρέφεται, μέ τό πλῆθος τῶν διαφόρων ἡδονῶν»20. Ὁ ἄνθρωπος γεννιέται ἐν
ἁμαρτίαις, φέρει τήν κατάσταση τήν μεταπτωτική ἀπό τή στιγμή πού συλλαμβάνεται.
«Ἐν ἁμαρτίαις ἐκίσσησέ με ἡ μήτηρ μου»21, πού λέει καί ὁ Προφήτης Δαβίδ.

152
Κυοφορεῖται καί γεννιέται καί ἀπό μικρό ζεῖ μέσα στίς ἡδονές. Κι αὐτό βέβαια τοῦ
δημιουργεῖ μία φιλήδονη κατάσταση καί μία ἀγάπη πρός τήν ἄνεση καί αὐτό τόν
δυσκολεύει στόν ἀγῶνα γιά τήν ἀρετή. Ἀγαπάει τίς ἡδονές καί δυσκολεύεται ν’
ἀγαπήσει τόν Θεό, ν’ ἀγαπήσει τήν ἄσκηση, ν’ ἀγαπήσει τήν ἐγκράτεια, ν’ ἀγαπήσει
τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, ν’ ἀγαπήσει τόν Θεό. «Σ᾿ ἐκείνους ὅμως πού μπόρεσαν νά
φτάσουν στό μέσον τῆς ὁδοῦ τῆς ἀρετῆς, παρουσιάζεται εὔκολη καί πάρα πολύ
εὐχάριστη -ἡ ἀρετή- καί πολύ ξεκούραστη, διότι, μέ τή συνήθεια τῆς ἐκτελέσεως
ἀγαθῶν ἔργων, ὑποτάχθηκε ἡ φαυλότητα καί ἐξαφανίστηκε μαζί μέ τήν συνέργεια
τοῦ ἀγαθοῦ μαζί μέ τήν ἐνθύμηση τῶν ἀλογίστων ἡδονῶν». Ὅταν κανείς ἀγωνιστεῖ,
μπορεῖ νά μή φτάσει στό τέλος, στό τέλειο, ἔστω στή μέση, λέει ὁ Ἅγιος Διάδοχος,
νά φτάσει, τότε ὁ ἀγώνας γίνεται πολύ πιό εὔκολος. Ὑποτάσσεται ἡ φαυλότητα καί
τά διάφορα πάθη καί φεύγουν καί οἱ ἄλογες ἡδονές, τίς ὁποῖες ἀγαποῦσε ὁ
ἄνθρωπος. «Γι’ αὐτό καί ὁ Κύριος προετοιμάζοντας ἐμᾶς νά ἀκολουθήσουμε τήν ὁδό
τῆς σωτηρίας, μᾶς λέει «ὁ δρόμος, πού ὁδηγεῖ στή Βασιλεία τῶν οὐρανῶν εἶναι
στενός καί γεμάτος θλίψεις καί λίγοι εἶναι αὐτοί πού τόν βαδίζουν»22. Σ᾿ ἐκείνους
ὅμως πού θέλουν μέ ὅλη τους τήν καρδιά νά προσέλθουν στήν τήρηση τῶν ἁγίων
ἐντολῶν Του, λέει: «Ὁ ζυγός μου χρηστός καί τό φορτίον μου ἐλαφρόν ἐστι»23»24.

Ἑπομένως, ὁ δρόμος γιά τή Βασιλεία εἶναι δύσκολος γιά τούς ράθυμους, γιά τούς
ἀμελεῖς, γιά τούς φιλήδονους. Ἐνῶ γι’ αὐτούς πού μέ ἐνθουσιασμό καί μέ
ἀγωνιστικότητα πλησιάζουν στόν Κύριο, ὁ ζυγός τοῦ Κυρίου εἶναι χρηστός καί τό
φορτίο Του ἐλαφρό. Βλέπετε πόσο ἐξαρτᾶται ἀπό μᾶς δηλαδή, ἀπό τή διάθεση μέ
τήν ὁποία ξεκινᾶμε τήν πνευματική ζωή. Ἄν ξεκινήσουμε τεμπέλικα, ράθυμα, μέ
ἀμέλεια, μέ φιληδονία, μέ φιλαυτία, μέ προσπάθεια νά ἱκανοποιήσουμε τίς ἐπιθυμίες
μας τίς ἄλογες, τότε ὁ δρόμος τοῦ Θεοῦ εἶναι πάρα πολύ δύσκολος. Γιατί δέν μπορεῖς
νά περπατᾶς σέ δύο ἀντίθετους δρόμους. Ὁ δρόμος τῆς φιληδονίας, ὁ δρόμος τῶν
ἰδίων θελημάτων, ὁ δρόμος τοῦ κόσμου εἶναι ἀντίθετος ἀπό τόν δρόμο τοῦ Θεοῦ.

Ὁ Κύριος προετοιμάζοντάς μας νά ἀκολουθήσουμε τήν ὁδό τῆς σωτηρίας μᾶς τό


λέει, ὅτι εἶναι στενή ἡ πύλη καί τεθλιμμένη ἡ ὁδός καί λίγοι εἶναι αὐτοί πού βαδίζουν
αὐτή τήν ὁδό καί λίγοι εἶναι αὐτοί πού περνοῦν τήν πύλη25. Ἀλλά αὐτοί, ὅταν
ἀγωνιστοῦν σωστά καί φτάσουν περίπου στό μέσον τοῦ ἀγῶνος, τότε αἰσθάνονται κι
αὐτοί πόσο ὡραῖος εἶναι αὐτός ὁ ἀγώνας καί πόσο ἄνετη γίνεται ἡ ψυχή καί ἡ ζωή
μας. «Πρέπει λοιπόν, ὅταν βρισκόμαστε ἀκόμα στήν ἀρχή τοῦ ἀγώνα, νά πιέζουμε τή
θέλησή μας, νά βιάζουμε τόν ἑαυτό μας, ὥστε νά ἐκτελοῦμε τίς ἅγιες ἐντολές τοῦ
Θεοῦ, γιά νά δεῖ ὁ καλός μας Κύριος τόν σκοπό μας καί τούς κόπους μας καί ὅτι
ἔχουμε τήν ὄρεξη νά ὑπηρετήσουμε μέ πολλή εὐχαρίστηση, τά ἔνδοξα θελήματά Του
καί τότε, νά μᾶς βοηθήσει νά ἐκτελοῦμε τό ἅγιο θέλημά Του»26. «Ἴδε τήν
ταπείνωσίν μου καί τόν κόπον μου καί ἄφες πάσας τάς ἀνομίας μου»27, λέει ὁ
προφήτης Δαβίδ. Ἔτσι κι ἐμεῖς λοιπόν, στήν ἀρχή πρέπει νά ξεκινᾶμε μέ βία καί μέ
προθυμία νά ἐκτελοῦμε τίς ἐντολές Του. Καί τότε θά δεῖ ὁ Κύριος καί θά μᾶς
ἐλεήσει.

153
«Διότι τότε πλέον ἑτοιμάζεται ἡ θέλησή μας ἀπό τόν Κύριο γιά νά ἐκτελοῦμε
ἀκαταπαύστως καί μέ πολλή χαρά τό ἀγαθό». Ὅταν ξεκινήσεις μέ πολλή
ἐνθουσιασμό καί μέ βία, τότε καί ἡ θέλησή σου πλέον δυναμώνεται, χαριτώνεται ἀπό
τόν Κύριο, ὥστε νά θέλεις μόνο τό καλό καί νά προχωρήσεις σταθερά ἀπό κεῖ καί
μετά. «Τότε θά ἐννοήσουμε, πράγματι, ὅτι ὁ Θεός εἶναι πού χαρίζει στήν ψυχή καί
τήν θέληση καί τήν δύναμη ἐκτελέσεως τοῦ θείου θελήματος»28. «Καί τό θέλειν καί
τό ἐνεργεῖν εἶναι τοῦ Θεοῦ»29.

– Τελικά τί εἶναι δικό μας;

Μιά προαίρεση. Μιά πρώτη αἵρεσις, μιά πρώτη ἐκλογή πού κάνουμε. Νά ἐκλέξουμε
τόν Θεό καί ὄχι τόν διάβολο, τήν ἀρετή καί ὄχι τήν κακία. Τό φῶς καί ὄχι τό
σκοτάδι. Αὐτό εἶναι πού κάνουμε ἐμεῖς. Ἀλλά πρέπει νά τό κάνουμε μέ ἐνθουσιασμό,
μέ ἀποφασιστικότητα, μέ θάρρος, μέ σταθερότητα, μέ ἀπόφαση νά πεθάνουμε παρά
νά ἐγκαταλείψουμε αὐτόν τόν ἀγῶνα.

«Τοῦ Ἀββά Ἰσαάκ: Εὐτυχισμένοι εἶναι ἐκεῖνοι, πού ἔζωσαν γύρω-γύρω τήν μέση
τους μέ ὑπομονή καί ἐλπίδα, καί ἐρρίφθηκαν στήν θάλασσα τῶν θλίψεων χάριν τῆς
πρός τόν Θεό ἀγάπης, μέ ἁπλότητα καί χωρίς νά πολυπραγμονοῦν, χωρίς ἀκόμη νά
δειλιάζουν ἀπό τά κύματα πού ὑψώνονται ἤ νά φοβηθοῦν ἀπό τήν βοή καί τήν
θαλασσοταραχή. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοί εἶναι εὐτυχισμένοι, γιατί γρήγορα διασώζονται
στόν λιμένα τῆς Βασιλείας καί ἀναπαύονται στά σκηνώματα αὐτῶν πού κοπίασαν
καλῶς, ἀλλά καί χαίρουν ἀπό τήν χαρά, πού γεννᾶ στήν ψυχή τους ἡ ἐλπίδα». Ὅσο
κανείς ἀγωνίζεται, τόσο καί ἐλπίζει καί ἔχει βεβαιότερη τήν ἐλπίδα γιά τή σωτηρία
του καί συνάμα ἀπαλάσσεται ἀπό τά δεσμά τῶν παθῶν, ἐλευθερώνεται ἡ ψυχή καί
γίνεται ἄνετη. Ἀνετοποιεῖται, θά λέγαμε, ἡ ψυχή καί ὅλος ὁ ἄνθρωπος ὅσο
ἀγωνίζεται.

«Ὅσοι τρέχουν μέ ἐλπίδα πάνω στόν πολύστροφο καί ἀνώμαλο δρόμο τῆς σωτηρίας
δέν ἐπιστρέφουν πίσω, οὔτε ἐπιμένουν νά ἐξετάζουν τήν αἰτία τῆς ἀνωμαλίας», γιατί
ὁ δρόμος εἶναι ἀνώμαλος, δέν εἶναι εὔκολος. Δέν τό ἐξετάζουν αὐτό, ἐπειδή ἤδη
ἔχουν πλέον μπεῖ στό νόημα καί στήν Χάρη τοῦ Θεοῦ. «Ὅταν πλέον περάσουν τόν
δρόμο καί τελειώσουν καλῶς τήν διαδρομή, τότε, σκεπτόμενοι μόνοι τους τίς
δυσκολίες καί τίς ἀνωμαλίες τοῦ δρόμου, εὐχαριστοῦν τόν Θεό διότι τούς γλύτωσε
ἀπό τά τόσα καί μεγάλα κακά χωρίς καί οἱ ἴδιοι νά γνωρίζουν τό πῶς»30. Μᾶς
γλυτώνει ὁ Κύριος καί πολλές φορές δέν παίρνουμε σχεδόν εἴδηση ἀπό τί μεγάλους
κινδύνους καί δυσκολίες μᾶς γλύτωσε.

«Ἐκεῖνοι ὅμως πού ἀπασχολοῦν τήν διάνοιά τους μέ πολλές σκέψεις καί θέλουν νά
παρουσιάσουν τούς ἑαυτούς τους ὡς σοφούς, καί παραδίδονται σέ παραπλανήσεις –
καί περιπλανήσεις θά λέγαμε– τῶν λογισμῶν τους καί συμπλέκουν τόν φόβο στήν
ψυχική τους προετοιμασία, ἐπιζητοῦν δέ νά προβλέψουν τίς αἰτίες, πού ἐνδεχομένως
θά τούς βλάψουν, οἱ περισσότεροι ἀπό αὐτούς εὑρίσκονται νά κάθονται συνεχῶς

154
στήν ἐξώθυρα τῶν σπιτιῶν τους». Ἄν ἀρχίσεις δηλαδή νά λές: Τώρα τί νά κάνω; Νά
ξεκινήσω τόν ἀγῶνα τόν πνευματικό ἤ νά μήν τόν ξεκινήσω; Καί τί θά συναντήσω
στόν δρόμο; Καί μήπως δέν τά καταφέρω; Μήπως δέν ἀντέξω; Μήπως;… Μήπως;…
Καί βρίσκονται αὐτοί οἱ ἄνθρωποι, πού δέν μπαίνουν στήν ἀγωνιστική προσπάθεια,
ἀλλά σκέφτονται καί θέλουν νά φαίνονται καί στούς ἄλλους ὡς συνετοί καί σοφοί
καί θέλουν ὅλα νά τά ἐλέγξουν, νά τά προγραμματίσουν, αὐτοί τελικά, λέει, περνᾶνε
τή ζωή τους στό κατώφλι τοῦ σπιτιοῦ τους χωρίς νά βρεθοῦν στόν δρόμο
περπατώντας. Δηλαδή μένουν σέ ἀπραξία. Χρειάζεται δηλαδή καί μία
ἀποφασιστικότητα στό νά ξεκινήσει κανείς, γιατί ἄν ἀρχίσει νά ἐπεξεργάζεται καί νά
λύσει ἐκ τῶν προτέρων ὅλα τά θέματα καί νά προβλέψει τά πάντα, αὐτός τελικά δέν
θά κάνει τίποτα.

«Γι’ αὐτούς τήν ἀλήθεια λέγει ἡ Ἁγία Γραφή, ὅταν γράφει «ὅταν ὁ τεμπέλης
ἀποσταλεῖ σέ μία ὑπηρεσία θά πεῖ· στόν δρόμο ὑπάρχει λιοντάρι καί στήν πλατεία
δολοφόνος»31. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος δηλαδή δέν θέλει νά ἐργαστεῖ πνευματικά, ἀρχίζει
νά προβάλλει δικαιολογίες. Ὅπως λέει καί ὁ λαός, ὅποιος δέν θέλει νά ζυμώσει, δέκα
μέρες κοσκινίζει. Ἔτσι κι ἕνας πού δέν θέλει ν’ ἀρχίσει τήν πνευματική ζωή, μέ
διάφορες προφάσεις παραμένει ἄπραγος. «Ὁμοιάζουν ἐπίσης καί μέ ἐκείνους, πού
λέγουν «εἴδομεν υἱούς γιγάντων καί εἴμεθα ἔμπροσθέν των σάν ἀκρίδες»32. Οἱ
ἐχθροί μας, λένε, εἶναι σάν γίγαντες καί ἐμεῖς εἴμαστε σάν ἀκρίδες… ποῦ νά πᾶμε;…
καί ἔτσι μένουν σ’ αὐτή τήν ἀπραξία. «Αὐτοί εἶναι ἐκεῖνοι, πού κατά τήν ὥρα τοῦ
θανάτου τους εὑρίσκονται χωρίς πνευματικούς καρπούς, πού πάντοτε θέλουν νά
εἶναι σοφοί, ἀλλά δέν ἀποφασίζουν ποτέ νά βάλουν ἀρχή»33. Ἐνῶ βλέπετε ὁ Κύριος
μᾶς παρακινεῖ καί μάλιστα μᾶς λέει, ἐσύ πού ἔβαλες τό χέρι σου στό ἀλέτρι, μή
γυρνᾶς πίσω34. Προχώρα, βλέπε μπροστά τρέχα. Λέει καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὅτι
«τρέχω καί βλέπω πρός τό βραβεῖο τῆς ἄνω κλήσεως»35.

«Πρόσεξε μήπως ἡ πολλή σοφία γίνει παγίδα μπροστά σου καί αἰτία νά γλυστρίσεις.
Στηρίζοντας τό θάρρος σου στόν Θεό πλησίασε καί ἄρχισε νά βαδίζεις κατά τόν
πρῶτο θερμό ἐνθουσιασμό σου, ἐπάνω στόν αἱματωμένο δρόμο, χωρίς νά φροντίζεις
καθόλου γιά τό σῶμα σου, οὔτε νά σοφίζεσαι περιττά πράγματα, γιά νά μή βρεθεῖς
γυμνός ἀπό τήν γνώση τοῦ Θεοῦ. Γιατί καί ὁ γεωργός πού φοβᾶται, ἤ περιμένει νά
ἔλθουν εὐνοϊκοί ἄνεμοι, ποτέ δέν θά σπείρει. Εἶναι προτιμότερος ὁ θάνατος χάριν
τοῦ Θεοῦ, παρά μία ζωή γεμάτη ντροπή καί ὀκνηρία»36. Πόσο ὡραῖο εἶναι αὐτό! Νά
ἔχεις τήν ἀποφασιστικότητα νά ἀγωνιστεῖς, ἀκόμα καί νά πεθάνεις. Καλύτερα νά
πεθάνω, παρά νά ζήσω μιά ζωή γεμάτη ντροπή καί ὀκνηρία καί χωρίς κανένα καρπό.
Μή τυχόν καί κάνω κάποιο λάθος.. μήν τυχόν καί ἔχω καμιά ἀποτυχία… Ἄς ἔχεις καί
ἀποτυχία, ἄς κάνεις καί λάθος. Προχώρα, ξεκίνα!

«Ἐσύ λοιπόν ὅταν θέλεις νά ἀρχίσεις ἔργο Θεοῦ, πρῶτα νά δώσεις ὑπόσχεση στόν
Θεό, ὡς νά μή ζεῖς γιά τήν παροῦσα ζωή καί ὡς νά ἔχεις προετοιμασθεῖ γιά νά
πεθάνεις, ἀδιαφορώντας, ὡς ἐκ τούτου, γι’ ὅλα τά ἐπίγεια πράγματα»37. Κάτι πολύ
σημαντικό.

155
– Θέλεις νά ξεκινήσεις πνευματική ζωή;

Ἀποφάσισε νά πεθάνεις. Μᾶς καλεῖ ὁ Κύριος σέ μία ὁλοκληρωτική ἄρνηση τοῦ


ἑαυτοῦ μας καί σέ μία ἄρση τοῦ σταυροῦ. Σταυρός αὐτό ἀκριβῶς σημαίνει, θάνατος.
Καί μάλιστα μέ τόν χειρότερο καί βασανιστικότερο τρόπο, θάνατος πάνω στόν
σταυρό. Σηκώνω τόν σταυρό μου, σημαίνει εἶμαι ἀποφασισμένος νά σταυρωθῶ. Ἄν
δέν ξεκινήσεις μ’ αὐτή τήν ἀπόφαση τήν πνευματική ζωή, δέν θά καρποφορήσεις
οὔτε θά φτάσεις στό τέλος. Θά μείνεις κάπου στή μέση. Πάρα πολλοί ἄνθρωποι
ξεκινοῦν σωστά, ἀλλά ἡ φιλαυτία, ἡ φιληδονία, ἡ ἀγάπη τῆς ἀνάπαυσης, ἡ ἀγάπη τοῦ
κόσμου καί τό μπράβο-μπράβο πού δίνει ὁ κόσμος, τούς σταμάτησε καί δέν ἔφτασαν
στό τέλος, στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Πρόσεξε λοιπόν νά ξεκινήσεις ἔτσι,
ἀποφασισμένος νά πεθάνεις. Νά ξεκινᾶς σάν νά μή ζεῖς πλέον γι’ αὐτή τή ζωή, σάν
νά ἔχεις πεθάνει, σάν νά εἶσαι νεκρός, ἀδιαφορώντας, ὡς ἐκ τούτου, γιά ὅλα τά
ἐπίγεια πράγματα.

«Καί αὐτό νά ἔχεις πάντοτε στήν σκέψη σου, ὁπόταν θά μπορέσεις, μέ τήν βοήθεια
τοῦ Θεοῦ, νά ἀγωνισθεῖς καί νά νικήσεις»38. Γιατί ἄν τό ἐξετάσουμε:

– Τί εἶναι ἐκεῖνο πού μᾶς ἐμποδίζει;

Σέ τελευταία ἀνάλυση μᾶς ἐμποδίζει ὁ θάνατος, ὁ φόβος τοῦ θανάτου. Γι’ αὐτό δέν
κάνουμε τίς ἐντολές ἤ δέν τίς κάνουμε ὁλοκληρωμένες. Φοβόμαστε νά πεθάνουμε.
Ἄν ὅμως ἀποφασίσεις νά πεθάνεις, μετά αἵρεται κάθε ἐμπόδιο καί δέν σέ νοιάζει
πλέον οὔτε τί θά πεῖ ὁ κόσμος. Ἄς πεῖ ὅ,τι θέλει… ἐγώ θά πεθάνω, εἶμαι ἤδη
πεθαμένος!

– Ἕνας πεθαμένος νοιάζεται γιά τό τί λέει ὁ κόσμος γι’ αὐτόν;

Ὄχι, βέβαια. Κι ἔτσι πολύ εὔκολα θά καταφέρεις καί νά ντύνεσαι σωστά καί νά μή
γίνεσαι εἴδωλο, αὐτείδωλο, ἕνας κλόουν, ὅπως γίνονται οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι
σήμερα, καί οἱ γυναῖκες καί οἱ ἄντρες τώρα δυστυχῶς… Ἔτσι εὔκολα θά δώσεις
ἐλεημοσύνη, εὔκολα θά ἀπελευθερωθεῖς ἀπό ὅλες τίς ἐξαρτήσεις τίς κοσμικές, τίς
γήινες, καί εὔκολα θά τηρήσεις τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἄν ὅμως δέν ἔχεις ἀποφασίσει
νά πεθάνεις γιά τόν Χριστό, τότε βέβαια θά τά λογαριάζεις ὅλα αὐτά καί δέν θά
μπορέσεις νά ἐκπληρώσεις τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό εἶναι προϋπόθεση τό νά
ἀποφασίσεις νά πεθάνεις, τό νά ἄρεις τόν σταυρό σου γιά νά ἀκολουθήσεις τόν
Χριστό.

«Ἡ ἐλπίδα τῆς παρούσης ζωῆς ἀποχαυνώνει τόν λογισμό καί δέν ἀφήνει τόν
ἄνθρωπο νά προκόψει σέ κανένα ἀγαθό»39. Κοιμίζει τόν ἄνθρωπο καί τόν κάνει
χαῦνο, δηλαδή χαλαρό, μή ἀγωνιστή, καθόλου ἀγωνιστικό. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἐλπίζει
σ’ αὐτή τή ζωή, ἐλπίζει σέ μία ἀνάπαυση, κάποια στιγμή θά ἀναπαυθοῦμε… Ὄχι μήν

156
ἐλπίζεις ν’ ἀναπαυθεῖς ἐδῶ. Ἐδῶ νά περιμένεις μόνο θλίψεις, κόπους, δοκιμασίες καί
θάνατο, τό μόνο σίγουρο. Γιατί λοιπόν νά μήν ἀποφασίσεις ἀπό τώρα νά πεθάνεις γιά
χάρη τοῦ Χριστοῦ;

Ὅσο ἐλπίζεις σ’ αὐτή τή ζωή καί τά ἀγαθά της, ἀποχαυνώνεις τόν λογισμό σου.
Αὐτή ἡ ἐλπίδα δέν ἀφήνει τόν ἄνθρωπο νά προκόψει σέ κανένα ἀγαθό. «Ἐσύ ὅμως
νά μή προσέλθεις στήν ἐργασία τοῦ καλοῦ ἔργου μέ δύο σκέψεις γιά τόν κόσμο καί
γιά τόν Θεό». Δέν μπορεῖς ν’ ἀρέσεις καί στούς δύο, καί στόν κόσμο καί στόν Θεό.
Διπλές σκέψεις, νά τά καταφέρουμε, νά τά συνδυάσουμε, νά τά συγκεράσουμε, νά
προσαρμοστοῦμε καί στό κοσμικό καί στόν θεϊκό τρόπο ζωῆς. Εἶναι ἀδύνατο. Μήν
πᾶς μέ δύο σκέψεις, γιατί «ὁ κόπος σου θά εἶναι ἀνωφελής καί ἡ ἐργασία
κουραστική»40. Ὅλοι οἱ Ἅγιοι μᾶς τό λένε καί ὁ Ἅγιος Πορφύριος τό λέει, ὅτι αὐτοί
οἱ χριστιανοί, πού προσπαθοῦν ν’ ἀρέσουν καί στόν κόσμο, κάνουν κάτι πάρα πολύ
δύσκολο, πού φυσικά εἶναι ἀκατόρθωτο, γιατί ὁ κόσμος εἶναι ἐχθρός τοῦ Θεοῦ.

«Ἄρχισε νά ἐργάζεσαι τό ἀγαθό μέ ἀνδρεία καί άδίστακτη πίστη πρός τόν Θεό, ἀφοῦ
γνωρίζεις, ὅτι ὁ Κύριος εἶναι ἐλεήμων, καί εἶναι πάντοτε ἕτοιμος νά βοηθήσει αὐτούς
πού Τόν ζητοῦν, ἀλλά καί ἀποδίδει τόν κόπο τῶν ἐργαζομένων τό ἀγαθό,
μεγαλοψυχία καί μεγάλες δωρεές, δίδων σέ μᾶς τήν Χάρη Του, ὄχι ἀναλόγως τῆς
ἐργασίας μας, ἀλλά κατά τό μέτρο τῆς προθυμίας καί τῆς πίστεως τῶν ψυχῶν μας·
γιατί ὁ ἴδιος εἶναι Ἐκεῖνος, πού λέγει: «ἄς γίνη κατά τήν πίστιν σου»41»42. Κατά τήν
ἀναλογία τῆς πίστης μας μᾶς ἀνταμοίβει ὁ Θεός. Ἀλλά ἡ πίστις εἶναι ζωντανή, ὅταν
ἐπιβεβαιώνεται καί ἀπό κάποια ἔργα.

«Ὅποιος λοιπόν θέλει νά ἔλθει ὀπίσω Του, ὡς ὁπαδός Του, ἄς ἀπαρνηθεῖ τόν ἑαυτό
του, σύμφωνα μέ ὅσα εἶπε καί Ἐκεῖνος καί ἔτσι θά μπορέσει, ἀφοῦ σηκώσει τόν
Σταυρό, νά Τόν ἀκολουθήσει· ὁ Σταυρός φανερώνει τό ὅτι εἴμαστε ἕτοιμοι γιά κάθε
θλίψη καί γιά κάθε κακουχία, ἀκόμη δέ καί γι’ αὐτόν τόν θάνατο. Ὅπως ἀκριβῶς
ἐκεῖνος, γιά τόν ὁποῖο ἔχει ἀποφασισθεῖ νά τόν σταυρώσουν, ἔχει πλέον τόν νοῦ του
στόν θάνατο, αὐτόν καί μόνο σκέπτεται, καί ἔτσι ἐξέρχεται πρός τόν τόπο τῆς
καταδίκης, σάν ἄνθρωπος, πού δέν θυμᾶται ὅτι ἔχει ἀκόμη νά ζήσει λίγο χρόνον σ’
αὐτόν τόν κόσμον, ἔτσι πρέπει νά σκέπτεται καί ὅποιος ἐπιθυμεῖ νά πραγματοποίησει
τό λεγόμενο ὑπό τοῦ Κυρίου, «ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν..»43». Νά εἶσαι
ἀποφασισμένος, ὅπως γιά ἕναν γιά τόν ὁποῖο ἔχει βγεῖ ἀπόφαση νά σταυρωθεῖ, ἔχει
βγεῖ ἀπόφαση νά ἐκτελεστεῖ. Τί σκέφτεται αὐτός ὁ ἄνθρωπος; Ἔτσι νά εἶσαι κι ἐσύ.
Ἔτσι λέει ὁ Ἀββάς Ἰσαάκ ὁ Σύρος. Τί ὡραῖο εἶναι αὐτό! Εἶσαι τελειωμένος γιά τόν
κόσμο, δέν ἔχεις πλέον καμιά ἐλπίδα γιά κάποια ἀναγνώριση, γιά κάποια βράβευση,
γιά κάποια καταξίωση σ’ αὐτή τή ζωή. «Αὐτός πού θέλει -λέει ὁ Κύριος- νά ζήσει σ’
αὐτόν τόν κόσμο, θά ξεγράψει τόν ἑαυτό του ἀπό τήν ἀληθινή ζωή»44.

– Θέλεις νά κερδίσεις τόν κόσμο;

157
Θά χάσεις τήν ζωή τήν ἀληθινή. «Ἐκεῖνος δέ πού θά βάλει στόν νοῦ του, πώς, ἀπό
πόθο πρός Ἐμένα, θά θυσιάσει τήν ψυχή του, αὐτός δέν θά κατηγορηθεῖ στήν αἰώνια
ζωή καί δέν θά ὑποστεῖ καμιά ζημιά»45. Αὐτός πού ἀποφάσισε νά εὐαρεστήσει στόν
Θεό θυσιάζοντας τήν ψυχή του καί τή ζωή του ἄν χρειαστεῖ, αὐτός θά εἶναι πράγματι
ὁ καταξιωμένος, ὄχι ἐδῶ προσωρινά, ἀλλά αἰώνια στή Βασιλεία.

«Ἀπ’ ἐδῶ καί ἐμπρός λοιπόν ἑτοιμάσου νά ἐξαφανίσεις τελείως τήν ψυχή σου ἀπό
τήν παροῦσα ζωή καί θά σοῦ δώσω -λεει ὁ Κύριος- ζωή αἰώνιο, καθώς σοῦ
ὑπεσχέθηκα»46. Γι’ αὐτό βλέπετε καί ὁ ἴδιος ὁ Κύριος δέν ἐπεδίωξε τίποτε κοσμικό.
Καμία θέση μέσα στόν κόσμο. Νά μπεῖ κάπου, σ’ ἕνα ἱερατεῖο, σέ κάποια ὀργάνωση
ἐπίγεια… νά ἔχει κάποιο ρόλο, κάποιο λόγο, κάποια θέση κοσμική.. τίποτα. Ἦταν ὁ
τελευταῖος, κάτω ἀπ’ ὅλους κοσμικά, στό περιθώριο τό κοινωνικό τῆς ἐποχῆς. Αὐτό
ἀκριβῶς λέει ἐδῶ ὁ Ἀββάς Ἰσαάκ, καί ἐσύ μήν ἐπιδιώξεις τίποτε, νά θεωρεῖς τόν
ἑαυτό σου τελειωμένο γι’ αὐτή τή ζωή καί τότε θά πάρεις τήν αἰώνια ζωή.

«Καί σ’ αὐτή ἀκόμη τή ζωή ἔμπρακτα θά σοῦ ἀποδείξω τήν ὑπόσχεσή Μου», λέει ὁ
Κύριος. Δηλαδή καί ἀπό αὐτή τή ζωή θά προγευτεῖς τά ἀγαθά Μου καί θά
βεβαιωθεῖς ὅτι εἶμαι ἀξιόπιστος. «Καί ἀπό ἐδῶ θά λάβεις τούς ἀρραβῶνες τῶν
ἀγαθῶν αὐτῶν»47.

– Ποιός εἶναι ὁ ἀρραβώνας;

Ὁ ἀρραβώνας εἶναι τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, εἶναι ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ ὁποία
φανερώνεται στόν ἄνθρωπο ὡς χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, καλοσύνη48… καί
βλέπεις ἕναν ἄνθρωπο πού δέν ἔχει -ὅπως λέει ὁ κόσμος- στόν ἥλιο μοίρα, δέν ἔχει
τίποτα κι ὅμως ἔχει τά πάντα. «Ὡς μηδέν ἔχοντες καί τά πάντα κατέχοντες»49. Ἔχει
τή χαρά, τήν εἰρήνη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού τόν γεμίζει, τόν πληρώνει καί δέν
νιώθει καμία ἔλλειψη, καί μπορεῖ νά μήν ἔχει τίποτα ἀπ’ αὐτά πού ἔχει ὁ πολύς ὁ
κόσμος, ὁ ὁποῖος ὅμως εἶναι τελείως ἄδειος. Οἱ ψυχές εἶναι στερημένες τῆς Χάρης,
τῆς ἀληθινῆς χαρᾶς καί εἰρήνης, πού δίνει τό Πνεῦμα τό Ἅγιο.

«Ἐάν λοιπόν δέν καταφρονήσεις προηγουμένως τήν παροῦσα ζωή, δέν θά εὕρῃς τήν
αἰώνια ζωή»50. Νά καταφρονήσεις μέ ποιά ἔννοια; Δέν ἐννοεῖ ὁ Ἅγιος Ἰσαάκ βέβαια
νά μήν ἐργάζεσαι. Ὄχι, δέν ἐννοεῖ αὐτό, νά πέσεις σέ μία πλήρη ἀπραξία. Θά
ἐργάζεσαι, ἀλλά ὄχι γιά νά καταξιωθεῖς ἐσύ. Θά ἐργάζεσαι, γιά νά δώσεις ἀγάπη
στούς ἄλλους. Θά ἐργάζεσαι, γιά νά ἀσκεῖς τό σῶμα, νά ταπεινώνεις τό σῶμα καί νά
κάνεις δεκτικό πλέον καί τό σῶμα καί τήν ψυχή σου στή Θεία Χάρη, ἀλλά χωρίς
καμία ἐλπίδα καταξίωσης καί βράβευσης ἀπό τούς ἀνθρώπους τῆς ζωῆς αὐτῆς καί
ἀπό τήν κοινωνία αὐτή. Νά τά καταφρονήσεις ὅλα αὐτά, νά μήν τά θέλεις, νά μήν τά
ἐπιδιώκεις ποτέ. Ἔλεγε κάποιος ἀστειολογώντας, ἄν πᾶς σέ μία συγκέντρωση
ἀνθρώπων καί φωνάξεις «κ. Πρόεδρε» θά γυρίσουν πάρα πολλοί τό κεφάλι τους,
γιατί ὅλοι κάπου εἶναι πρόεδροι, σέ κάποιον σύλλογο, σέ κάποια ὀργάνωση… Αὐτή

158
εἶναι ἡ ματαιότητα τοῦ κόσμου. Ὅλα αὐτά νά τά καταφρονεῖς, λέει ὁ Ἅγιος. Ἐάν δέν
καταφρονήσεις τήν παροῦσα ζωή, δέν θά βρεῖς τήν αἰώνια ζωή.

«Καί ὅταν ἀρχίσεις νά ἀγωνίζεσαι γι’ αὐτήν τήν προετοιμασία, τότε ὅλα, ὅσα
νομίζονται πάρα πολύ κουραστικά καί θλιβερά, θά τά θεωρήσεις ὡς ἀνάξια λόγου,
γιατί δέν μπορεῖ κανείς, κατ’ ἄλλον τρόπο, νά ὑπομείνει τίς θλίψεις, ἐάν δέν μισήσει
προηγουμένως τήν ζωή του, τόν κόσμο αὐτό, γιά νά ἐπιθυμήσει τήν μέλλουσα»51.
Ἐνῶ βλέπετε γιά τόν κοσμικό ἄνθρωπο πού ἔχει τήν ἐλπίδα του σ’ αὐτή τή ζωή καί
σ’ αὐτή τή ζωή τελειώνει καί ἡ ἐλπίδα του, πάρα πολύ στενοχωριέται μέ τίς θλίψεις
τῆς ζωῆς αὐτῆς. Πάρα πολύ πάσχει, ὅταν ἄς ποῦμε ἀρρωστήσει, γιατί βλέπει νά
σβήνουν οἱ ἐλπίδες του καί σοῦ λέει ἐγώ περίμενα νά κάνω τό ἕνα, τό ἄλλο… Ὅταν
φεύγουν οἱ φίλοι του, τά στηρίγματά του γι’ αὐτή τή ζωή, γιατί ἐλπίζει σ’ αὐτά καί σ’
αὐτούς. Ἐνῶ ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, πού ἔχει ἀρνηθεῖ, ἔχει καταφρονήσει ὅλα αὐτά,
δέν στενοχωριέται. Ἴσα-ἴσα χαίρεται καί πανηγυρίζει, γιατί πλησιάζει ἡ αἰώνια ζωή
καί Βασιλεία.

Αὐτά ἤθελα νά πῶ στήν ἀγάπη σας σήμερα. Θά συνεχίσουμε, δέν ὁλοκληρώθηκε τό


κεφάλαιο. Βλέπετε πόσο σημαντικά πράγματα μᾶς λένε οἱ Ἅγιοι. Τά κύρια σημεῖα
βέβαια εἶναι: ἡ ἀποφασιστικότητα καί μάλιστα γιά θάνατο, ἡ μέ ἐνθουσιασμό ἔναρξη
τῆς πνευματικῆς ζωῆς, ἡ ἀγάπη τοῦ κόπου καί τοῦ πόνου, ἡ καταφρόνηση τῶν
ὑπεραξιῶν αὐτῆς τῆς ζωῆς, τῶν «πολυτίμων» ἀγαθῶν γιά τούς κοσμικούς
ἀνθρώπους. Αὐτά πρέπει νά τά καταφρονήσουμε καί ἡ ἐν γένει ἀπάρνηση τοῦ
θελήματός μας καί μάλιστα τῆς φιλαυτίας μας, τῆς ἀγάπης γιά τήν ἀνάπαυση, τῆς
ἀγάπης γιά τίς ἡδονές τίς σωματικές. Ἄν κανείς δέν ξεκινήσει ἔτσι, δέν θά μπορέσει
νά συνεχίσει τήν πνευματική ζωή καί νά φτάσει στό τέρμα.

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

Ἐρ.: Θά σταθῶ πάνω στήν ἀποφασιστικότητα πού εἴπατε. Πόσο εὔκολο εἶναι γιά
ἕναν ἀρχάριο νά ἔχει μνήμη θανάτου; Καί ὄχι μόνο νά τό βάλει στόν μυαλό του,
ἀλλά νά τό βάλει καί στήν καρδιά του;

Ἀπ.: Νά τό ἀποφασίσουμε. Πῶς πᾶμε καί μαθαίνουμε τά μαθήματά μας στό σχολεῖο;
Τά ἀποστηθίζουμε. Μακάρι ἔτσι νά μάθουμε κι αὐτό, ὅτι πρέπει νά ἑτοιμαζόμαστε
κάθε στιγμή. Αὐτή εἶναι ἡ ὑπέρτατη φιλοσοφία ἡ μνήμη τοῦ θανάτου. Τό μόνο
βέβαιο καί σίγουρο.

Εἶναι ἐργασία. Εἶναι καί χάρισμα. Ἀλλά τό χάρισμα τό δίνει ὁ Θεός σ’ αὐτούς πού
ἐργάζονται καί τό σκέφτονται καί τό ξανασκέφτονται… Ἄν κάθε στιγμή θυμόμαστε
τόν θάνατο, δέν θά ἁμαρτάναμε. Δέν θά ἁμαρτάναμε… Ἀλλά ἐπειδή ξεχνᾶμε τόν
θάνατο… Ἔρχεται, λέει, ὁ Κύριος ὡς κλέπτης52. Ἕνα ἀπό τά ὀνόματα τοῦ Κυρίου
εἶναι «κλέπτης». Γιατί ἔρχεται ὡς κλέπτης ὁ Κύριος; Καί σέ ποιούς ἔρχεται ὡς
κλέπτης; Σ’ αὐτούς πού ξεχνᾶνε τόν θάνατο, ὁπότε ξεχνᾶνε καί τίς ἐντολές. Καί

159
ἔρχεται ξαφνικά. Καί τί λές; Πέθανε ὁ τάδε; Ἔ, βέβαια, πέθανε! Σάν νά μήν τό
περίμενε. Μά τό μόνο σίγουρο καί βέβαιο αὐτό εἶναι, ὅτι θά πεθάνουμε. Καί κάποια
στιγμή θά ἔρθει καί σέ σένα. Καί δέν πρέπει νά ἔρθει ξαφνικά. Πρέπει νά τό
περιμένεις, νά εἶσαι προετοιμασμένος. Εἶναι θέμα ἐργασίας πνευματικῆς. Ἔλεγε ἕνας
γέροντας ἅγιος Ρουμάνος, μιλοῦσε γιά τήν πνευματική ζωή, καί ἔλεγε τρεῖς φορές:
«θάνατος, θάνατος, θάνατος». Νά τό βάλουμε καλά στό μυαλό μας. Τό φώναζε
κιόλας. Ἔτσι πρέπει νά ξεκινήσει κανείς, ἀποφασισμένος γιά νά πεθάνει. Βλέπετε
καί ὁ Κύριος δέν μᾶς ὡραιοποιεῖ τά πράγματα. Θέλετε νά ἔρθετε μαζί Μου; Νά Μέ
ἀκολουθήσετε; Νά σηκώσετε τόν σταυρό σας53. Μᾶς τό λέει ἐξ ἀρχῆς. Δέν τό εἶπε
μόνο στούς Ἀποστόλους, στόν ὄχλο τό ἔλεγε, σ’ ὅλους τούς ἀνθρώπους. Ἐνῶ
βλέπετε οἱ δημαγωγοί τοῦ κόσμου, οἱ πολιτικοί, ὅλοι αὐτοί, λένε ὡραῖα λόγια.
Μιλάει κανένας πολιτικός γιά θάνατο; Δέν πρόκειται νά τόν ψηφίσει κανένας… ἔτσι
δέν εἶναι; Σοῦ λέει, τί θέλεις ἐκεῖ νά μᾶς λές γιά θάνατο; Φύγε ἀπό κεῖ. Ἐμεῖς
θέλουμε μόνο χαρούμενα πράγματα νά μᾶς λές. Ὁπότε βγαίνουνε οἱ πολιτικοί, οἱ
δημαγωγοί καί λένε, θά σᾶς κάνω τό ἕνα, θά τό ἄλλο, θά τό ἄλλο, τί καλοί πού
εἶστε… μπράβο σας… νά ἔχετε ἐμπιστοσύνη στόν ἑαυτό σας… θά τά καταφέρετε…
Ἀνοησίες! Ψέματα. Ψέματα. Καί τρέφουν τόν λαό μέ ψέματα. Καί ἔρχεται ὁ Χριστός
καί σοῦ λέει τήν ἀλήθεια. Θέλεις νά προκόψεις; Νά πεθάνεις. Νά ἀποφασίσεις νά
πεθάνεις, ἀλλιῶς δέν πρόκειται νά προκόψεις πνευματικά. Οὔτε μπορεῖς νά ἑνωθεῖς
μαζί Μου ἄν δέν πεθάνεις ὡς πρός τόν κόσμο καί ὡς πρός τόν κακό ἑαυτό σου καί ὡς
πρός τά πάθη σου. Καί αὐτό εἶναι ἡ ἀλήθεια. Ὁ Χριστός πάντα λέει ἀλήθεια καί εἶναι
ἡ ἀλήθεια. Καί ὅποιος ἀκολουθεῖ τόν Χριστό εἶναι στόν ὀρθό δρόμο, στόν δρόμο τῆς
ἀληθείας.

Ἐρ.: Θά ἤθελα νά συμπληρώσω πάνω σ’ αὐτό. Ἐδῶ βλέπουμε νά μή δίνεται


ἰδιαίτερη σημασία καί ἀξία στή ζωή πλέον, γιατί ἔχουμε τήν εὐθανασία καί ὅλα τά
ὑπόλοιπα, ὁπότε καί ὁ θάνατος δέν θεωρεῖται -γιά τούς μή χριστιανούς νά τό πῶ
ἔτσι- ἡ συνέχεια τῆς ζωῆς, ἡ αἰώνια ζωή. Αὐτό περνάει σάν μήνυμα. Σπρώχνουν τά
παιδιά μας στήν αὐτοκτονία, στήν εὐθανασία..

Ἀπ.: Ἐνῶ δέν μιλᾶνε γιά θάνατο, σπρώχνουν στόν θάνατο. Σπρώχνουν στή
διαφθορά, σπρώχνουν στά ναρκωτικά, σπρώχνουν στήν ἀπελπισία. Μοῦ λέγανε
ἐκπαιδευτικοί «πάτερ, κάθε μέρα ἀκοῦμε γιά αὐτοκτονία.. ἔχει γίνει ἐπιδημία». Στή
Θεσσαλονίκη κάθε μέρα ἔχει αὐτοκτονία μικρῶν παιδιῶν, μαθητῶν λυκείου κ.λ.π.
Ἔχει πέσει ἐπιδημία. Γιατί; Γιατί ἀκριβῶς λείπει ὁ Θεός, λείπει ἡ Χάρις. Ὁπότε ὁ
ἄνθρωπος δέν ἔχει ποῦ νά στηριχτεῖ. Στόν ἑαυτό σου δέν μπορεῖς νά στηριχτεῖς,
στούς ἄλλους δέν μπορεῖς νά στηριχτεῖς, ὅλοι καί ὅλα σέ προδίδουν, γιατί κι ἐκεῖνοι
δέν μποροῦν νά στηρίξουν τόν ἑαυτό τους. Καί μετά τί μένει; Ἄν δέν ὑπάρχει ἡ
πίστις, δέν ὑπάρχει τίποτα. Καί ὁ διάβολος αὐτό θέλει. Εἶναι ἀνθρωποκτόνος, σέ
σπρώχνει ἀπό τήν ἁμαρτία στήν ἀπελπισία καί ἀπό ἐκεῖ στήν αὐτοκτονία. Αὐτή εἶναι
ἡ ἀπάτη τοῦ διαβόλου. Ἐνῶ τό ἔχει σάν ταμπού τόν θάνατο… μή μιλᾶς γιά θάνατο..
εἶσαι πολύ ἀντιπαθητικός… ὅμως ὁ ἴδιος ὁ διάβολος σοῦ ἑτοιμάζει τόν θάνατό σου.
Αὐτή εἶναι ἡ μεγάλη ὑποκρισία.

160
Ἐρ.: Εὐλογεῖτε π. Σάββα. Θά ἤθελα νά ρωτήσω γιά τήν διάκριση σέ κάθε περίσταση,
γιατί πολλές φορές κατακλυζόμαστε ἀπό λογισμούς καί πολύ λεπτές διεργασίες
ὑπάρχουν μέσα στό μυαλό μας καί δέν μποροῦμε ν’ ἀποφασίσουμε τί νά πράξουμε.
Ἐγώ προσωπικά λέω σάν ἀρχή, τί ἔχει ἀγάπη, ἄν ἔχει ἀγάπη Θεοῦ, δέχομαι αὐτή τήν
ἄποψη. Τί θά μᾶς συμβουλεύατε ἐσεῖς; Πῶς νά σκεπτόμαστε πάνω σ’ αὐτό;

Ἀπ.: Εἶναι δύσκολο νά διακρίνει κανείς ὅταν εἶναι στήν ἀρχή τῆς πνευματικῆς ζωῆς,
γι’ αὐτό χρειάζεται πνευματικό. Ὅσο ἐξομολογεῖται, ὅσο συμβουλεύεται, ὅσο
μαθητεύει στούς διακριτικούς πατέρες, τόσο κι αὐτός πλουτίζει τή διάκρισή του καί
σιγά-σιγά μαθαίνει καί ὁ ἴδιος νά διακρίνει. Στήν ἀρχή ὅμως εἶναι δύσκολο καί
μπερδεύεται. Καί ὁ διάβολος εἶναι πολύ μάστορας, ἔχει χιλιάδες χρόνια πείρα καί ἄν
κανείς ἀρχίσει νά ἀσχολεῖται μέ τούς λογισμούς, τό μόνο βέβαιο εἶναι νά χάνει τόν
καιρό του καί νά μπερδεύεται καί νά ταλαιπωρεῖται καί νά βασανίζεται καί μπορεῖ νά
καταλήξει νά τρελαθεῖ κιόλας στό τέλος. Ὁπότε δέν συμφέρει νά προσπαθεῖ νά
διακρίνει τούς λογισμούς του, ἀλλά νά τούς καταθέτει στόν πνευματικό του καί ὅ,τι
τοῦ λέει μέ ἁπλότητα νά τό δέχεται. Καί δέν ὑπάρχει περίπτωση νά βλαφτεῖ. Ἀκόμα
καί λάθος νά τοῦ πεῖ ὁ πνευματικός, ἐπειδή ταπεινώνεται καί τό δέχεται, ὁ Θεός θά
τό βγάλει σέ καλό.

Ἡ διάκριση εἶναι μετά τήν ἀγάπη, λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος. Δηλαδή εἶναι
κορυφαία ἀρετή. Ἀφοῦ κανείς ὁλοκληρώσει τήν κάθαρσή του, τόν φωτισμό του,
φτάσει στά ὑψηλότερα ἐπίπεδα πνευματικῆς ζωῆς, ἀγαπήσει πραγματικά τόν Θεό καί
τόν πλησίον, τότε ἔρχεται ἡ διάκριση. Δέν μπορεῖς νά ἔχεις διάκριση, ἄν δέν ἔχεις
ἀγάπη. Ἀλλά γιά νά ἔχεις ἀγάπη, πρέπει νά ἔχεις καθαριστεῖ ἀπ’ τά πάθη σου.
Ἀλλιῶς δέν μπορεῖς ν’ ἀγαπήσεις οὔτε τόν Θεό οὔτε τόν πλησίον σωστά. Γι’ αὐτό
βλέπετε ἡ Ἐκκλησία μας, δέν μᾶς δίνει ἕνα βιβλίο, ὅπως ἔχουν οἱ γιατροί ἕνα βιβλίο,
πού λέγεται διαφορική διάγνωση, δηλαδή σοῦ λέει μέ βάση τά διάφορα σημεῖα καί
συμπτώματα, ποιές πιθανές ἀρρώστιες μπορεῖ νά ἔχει ὁ ἄνθρωπος. Ἀνάλογα μέ τήν
πίεσή του, τίς διάφορες μητρήσεις, τίς ἐξετάσεις πού θά κάνει κ.λ.π. κλινικά σημεῖα
καί συμπτώματα, ὅλα αὐτά, καί σοῦ λέει ποιές εἶναι οἱ πιθανές ἀρρώστιες πού μπορεῖ
νά ἔχεις. Αὐτό τό βιβλίο λέγεται διαφορική διάγνωση. Κάπως ἔτσι κάνει καί ὁ
πνευματικός. Ἀλλά δέν μπορεῖς νά τό κάνεις ἐσύ. Νά μᾶς δώσει ἡ Ἐκκλησία ἕνα
βιβλίο καί νά μᾶς λέει, ἄν ἔχεις αὐτό καί αὐτό καί αὐτό, πιθανῶς νά ἔχεις αὐτά καί
αὐτά καί αὐτά. Ὄχι. Δέν εἶναι καθόλου ἀσφαλές αὐτό. Θά πᾶς σ’ ἕναν ἄνθρωπο, θά
ταπεινωθεῖς. Καί ὁ Θεός βλέποντας τήν ταπείνωσή σου θά σέ βγάλει στόν σωστό
δρόμο. Δέν ὑπάρχει περίπτωση νά πλανηθεῖ ἕνας ἄνθρωπος πού πάει μέ ταπείνωση
καί ὑπακοή καί συμβουλεύεται διακριτικό πνευματικό ὁδηγό.

Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης


https://hristospanagia3.blogspot.com

1 Εὐεργετινός, ἐκδ. Συναξαριστής, 2001 (στό ἑξῆς: Εὐεργετινός).

161
2 Εὐεργετινός.
3 Μάρκ. 8, 34.
4 Ὅ.π.
5 Α΄Κορ. 11, 29-30.
6 Εὐεργετινός.
7 Ἑβρ. 12, 29.
8 Λουκ. 12, 49.
9 Εὐεργετινός.
10 Ὅ.π.
11 Ὅ.π.
12 Ὅ.π.
13 Ὅ.π.
14 Ὅ.π.
15 Ὅ.π.
16 Ματθ. 26, 39.
17 Εὐεργετινός.
18 Ὅ.π.
19 Ὅ.π.
20 Ὅ.π.
21 Ψαλμ. 50, 7.
22 Πρβλ. Ματθ. 7, 14.
23 Ματθ. 11, 30.
24 Εὐεργετινός.
25 Ματθ. 7, 14.
26 Εὐεργετινός.
27 Ψαλμ. 24, 18.
28 Εὐεργετινός.
29 Φιλιπ. 2, 13.
30 Εὐεργετινός.
31 Παρ. 22, 13.
32 Ἀριθ. 13, 34.
33 Εὐεργετινός.
34 Πρβλ. Λουκ. 9, 62.
35 Φιλιπ. 3, 14.
36 Εὐεργετινός.
37 Ὅ.π.
38 Ὅ.π.
39 Ὅ.π.
40 Ὅ.π.
41 Πρβλ. Ματθ. 8, 13.
42 Εὐεργετινός.
43 Μάρκ. 8, 34.

44 Εὐεργετινός.
45 Ὅ.π.
46 Ὅ.π.
47 Ὅ.π.
48 Πρβλ. Γαλ. 5, 22.
49 Β΄Κορ. 3, 10.
50 Εὐεργετινός.
51 Ὅ.π.
52 Πρβλ. Ματθ. 24, 43.
53 Πρβλ. Ματθ. 16, 24.

162
Οὐκ ἔστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρός αἷμα καί σάρκα - Α Μέρος
Πέρυσι, μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, εἴχαμε ἀρχίσει νά μελετᾶμε τήν πρός Ἐφεσίους
ἐπιστολή τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καί φέτος, μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ συνεχίσαμε
στή διάρκεια τοῦ ἔτους νά τή μελετᾶμε, ἔχουμε φτάσει πρός τό τέλος, στό 6ο
Κεφάλαιο, καί εἴμαστε στόν στίχο ἐκεῖνο πού μιλάει γιά τήν ὑποχρέωσή μας νά
ἀναλάβουμε τήν πανοπλία τοῦ Θεοῦ, γιά νά μπορέσουμε νά ἀντισταθοῦμε. Εἴμαστε
στόν 12ο στίχο τοῦ 6ου Κεφαλαίου πού λέγει τά ἑξῆς: «Οὐκ ἔστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρός
αἷμα καί σάρκα, ἀλλά πρός τάς ἀρχάς, πρός τάς ἐξουσίας, πρός τούς κοσμοκράτορας
τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, πρός τά πνευματικά τῆς πονηρίας ἐν τοῖς
ἐπουρανίοις»[1]. Δέν εἶναι ἡ πάλη μας, λέγει ὁ Ἀπόστολος, πρός αἷμα καί σάρκα,
δηλαδή πρός ἀνθρώπους, ἀλλά εἶναι πρός τάς ἀρχάς, τάς ἐξουσίας καί τούς
κοσμοκράτορας τοῦ σκότους, καί μιλάει φυσικά ἐδῶ γιά τούς δαίμονες, πρός τούς
κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου. Θά τά ἐξηγήσουμε ὅλα αὐτά, πῶς
καί μέ ποιά ἔννοια εἶναι κοσμοκράτορας ὁ διάβολος καί τά ὄργανά του, οἱ ἄλλοι
δαίμονες. Ἡ πάλη μας εἶναι πρός τά πνευματικά τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις.

Ἄς δοῦμε πρῶτα τήν ἑρμηνεία τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου[2], ὁ ὁποῖος βασίζεται στόν
Ἅγιο Θεοφύλακτο Βουλγαρίας, ὁ ὁποῖος βασίζεται στόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν
Χρυσόστομο, ὁ ὁποῖος βασίζεται στόν Ἀπόστολο Παῦλο. Βλέπουμε, πῶς οἱ Ἅγιοί
μας ὁ ἕνας ἀκολουθεῖ τόν ἄλλον. Καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος εἶναι ὁ πλέον
αὐθεντικός ἑρμηνευτής, γιατί γνωρίζουμε ὅτι ὁ ἴδιος ὁ Ἀπόστολος Παῦλος πήγαινε
καί τοῦ ἑρμήνευε τά χωρία τῶν ἐπιστολῶν του. Εἶχε θεαθεῖ νά εἶναι πάνω ἀπό τό
αὐτί του καί νά τοῦ ἐξηγεῖ. Ἐνῶ ἔζησε βεβαίως τέσσερις αἰῶνες πρίν ὁ Ἀπόστολος
Παῦλος, ὅμως εἶναι ζωντανός καί αὐθεντικός ἑρμηνευτής τῶν λόγων του. Ἔτσι οἱ
Ἅγιοι εἶναι οἱ αὐθεντικοί ἑρμηνευτές τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Γι’ αὐτό, ὅταν θέλουμε νά
βροῦμε τήν ἔννοια ἑνός χωρίου, θά πρέπει νά καταφεύγουμε στούς Ἁγίους Πατέρες
καί νά μή λέμε δικά μας λόγια πού πηγάζουν ἀπό τήν ἀνθρώπινη σκέψη καί τόν
στοχασμό.

«Οὐκ ἔστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρός αἷμα καί σάρκα»[3]. Στόν προηγούμενο στίχο -γιά νά
κάνουμε ἔτσι καί μιά σύνδεση μέ τά προηγούμενα- μᾶς λέγει ὁ Ἅγιος Παῦλος νά
ἐνδυθοῦμε τήν πανοπλία τοῦ Θεοῦ «πρός τό δύνασθαι ὑμᾶς στῆναι πρός τάς
μεθοδείας τοῦ διαβόλου»[4] καί εἴχαμε ἀναφερθεῖ στό ποιές εἶναι οἱ μεθοδεῖες τοῦ
διαβόλου. Ἡ κατεξοχήν καί κύρια μεθοδεία τοῦ διαβόλου εἶναι νά κρύβει τό κακό
κάτω ἀπό ἕνα φαινομενικό καλό καί νά νομίζει ὁ ἄνθρωπος ὅτι κάνει τό καλό ἐνῶ
κάνει τό κακό. Αὐτή εἶναι ἡ κύρια μεθοδεία καί ἀπάτη τοῦ διαβόλου. Μ’ αὐτή τήν
ἀπάτη ξεγέλασε καί τόν Ἀδάμ καί τήν Εὔα. Τούς εἶπε, γιά τό καλό σας, νά φᾶτε ἀπό
αὐτόν τόν καρπό, θά γίνετε θεοί.. καί ἀφῆστε τόν Θεό πού σᾶς λέει νά μή φᾶτε.. ὁ
Θεός εἶναι κακός, εἶναι πονηρός, δέν θέλει νά τοῦ πάρετε τή θέση, γι’ αὐτό σᾶς εἶπε
ἔτσι.. Κάτω ἀπό ἕνα φαινομενικό καλό, τούς ἔβαλε νά ἁμαρτήσουν, νά παρακούσουν
τόν Θεό. Καί σήμερα πάρα πολλοί ἄνθρωποι παρασύρονται ἀπ’ αὐτό. Ἀφῆστε τί λέει

163
ἡ Ἐκκλησία, τί λένε οἱ παπάδες.. ὁ Χριστός δέν τά λέει αὐτά τά πράγματα, ὁ Χριστός
ἄλλα λέει.. δέν εἶναι αὐτά πού λένε οἱ Πατέρες καί οἱ παπάδες.. ζῆστε καί χαρεῖτε τή
ζωή σας, καί ἐντάξει, θά πηγαίνετε καί λίγο στήν ἐκκλησία.. καλό πράγμα εἶναι κι
αὐτό. Καί ἔτσι βάζει τούς ἀνθρώπους νά ζοῦνε κοσμικά, ἀντιχριστιανικά καί νά μή
χαίρονται καθόλου τήν ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι χαρά, ἀλλά νά προσπαθοῦν νά ζήσουν μιά
κοσμική χαρά, πού δέν εἶναι τίποτα ἄλλο παρά μία θλίψη καί μία κατάθλιψη.

Νά ντυθοῦμε, λοιπόν, λέει στόν προηγούμενο στίχο, τήν πανοπλία τοῦ Θεοῦ, τά
πνευματικά ὅπλα, γιά νά μπορέσουμε νά σταθοῦμε καί νά δοῦμε καί νά ξεπεράσουμε
τίς παγίδες, τίς μεθοδεῖες τοῦ διαβόλου. Καί συνεχίζει στόν στίχο πού θά δοῦμε
σήμερα, γιατί δέν εἶναι ἡ πάλη μας πρός αἷμα καί σάρκα, δέν εἶναι πρός ἀνθρώπους
πού ἔχουνε αἷμα καί σάρκα, ἀλλά πρός τά πνεύματα τά πονηρά.

«Οὐκ ἔστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρός αἷμα καί σάρκα»[5]. Αὐτόν τόν λόγο λέει ὁ Παῦλος
ἐδῶ ὄχι γιά νά μᾶς φοβίσει ὅτι ἔχουμε νά παλέψουμε μέ πνεύματα, ἀλλά γιά νά μᾶς
κάνει πιό προσεκτικούς. Μᾶς λένε οἱ Ἅγιοι, ὅτι ἄν μπορούσαμε νά δοῦμε, ἄν εἴχαμε
ἀνοιχτά τά πνευματικά μάτια, θά βλέπαμε τί γίνεται γύρω μας. Ὁ πνευματικός
κόσμος, οἱ Ἄγγελοι καί οἱ δαίμονες, εἶναι σέ μία συνεχή ἀντιπαράθεση καί μάχη γιά
τίς ψυχές μας. Τά πνεύματα τοῦ κακοῦ, οἱ δαίμονες, ἔκαναν κατ’ ἀρχάς πόλεμο στόν
οὐρανό καί νικήθηκαν ἀπό τούς Ἀγγέλους. Μετά ἔπεσαν στή γῆ καί τώρα
προσπαθοῦν νά πληγώσουν τόν Θεό πολεμώντας τά πλάσματά Του, ἐμᾶς τούς
ἀνθρώπους. Ἀφοῦ νικήθηκαν στόν οὐρανό, πολεμοῦν ἐδῶ στή γῆ τώρα γιά νά
κυριεύσουν ἐμᾶς. Πρέπει νά τό γνωρίζουμε αὐτό, ὄχι γιά νά τρομάξουμε, ἀλλά γιά νά
εἴμαστε προσεκτικοί, νά εἴμαστε σέ πνευματική ἐγρήγορση.

Διότι, λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, ὅποιος ἀρχιστράτηγος διηγεῖται στούς ὑποκειμένους


του στρατιῶτες τή δύναμη καί τήν τέχνη τοῦ ἐχθροῦ, μέ τόν ὁποῖο ἔχουν νά
πολεμήσουν, τούς κάνει πιό ἀσφαλεῖς καί πιό ἀνδρείους. Ἕνα βασικό μέλημα τῶν
στρατηγῶν στόν πόλεμο εἶναι νά μάθουν, ὅσο μποροῦν περισσότερα, γιά τόν ἐχθρό.
Γιά νά μπορέσουν νά τόν νικήσουν, προσπαθοῦν νά συγκεντρώσουν ὅσο γίνεται
περισσότερες πληροφορίες. Ἔτσι κι ἐμεῖς ὀφείλουμε νά γνωρίζουμε τόν ἐχθρό μας
καί τόν τρόπο πού δρᾶ καί τίς μεθοδεῖες του καί ποιά εἶναι τά ἀδύνατα σημεῖα του
καί πῶς μποροῦμε φυσικά νά τόν ἐξουδετερώσουμε.

Ὀφείλουμε λοιπόν νά γνωρίζουμε γιά τόν διάβολο καί ὄχι νά κλείνουμε τά μάτια μας,
ὅπως κάνουν οἱ Εὐρωπαῖοι, πού λένε ὅτι δέν ὑπάρχει διάβολος, ἤ οἱ ἄπιστοι, οἱ
ἄθεοι, οἱ ψυχίατροι, οἱ ψυχολόγοι, ὅλοι οἱ ἐπιστήμονες πού δέν θέλουνε νά
ἀκούσουνε ὅτι ὑπάρχει διάβολος. Καί αὐτή εἶναι ἡ πιό μεγάλη ἐπιτυχία τοῦ ἐχθροῦ,
νά σέ κάνει νά νομίζεις ὅτι δέν ὑπάρχει ἐχθρός. Αὐτή εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἐπιτυχία.
Καί σήμερα γίνονται πάρα πολλοί πόλεμοι χωρίς νά πέφτει οὔτε μία ντουφεκιά.
Ὑπάρχει ὁ λεγόμενος οἰκονομικός πόλεμος. Ὑπάρχουν οἱ πόλεμοι οἱ ὑπόγειοι, μέ
ἄλλους τρόπους.. μέ μετεωρολογικά ὅπλα, πού ἐμεῖς δέν παίρνουμε εἴδηση. Μπορεῖ
νά σοῦ προκαλέσει ἕναν σεισμό καί νά σέ καταστρέψει σάν χώρα καί ἐσύ νά λές ὅτι

164
δέν ἔχω κανέναν ἐχθρό. Κι ὅμως ἔχεις! Ἔτσι καί ὁ διάβολος δρᾶ πολύ
ἀποτελεσματικά, ὅταν μᾶς πείσει ὅτι δέν ὑπάρχει, ὅτι δέν ἔχουμε ἐχθρό.

Ὑπάρχει λοιπόν ὁ ἐχθρός καί πρέπει νά τό γνωρίζουμε. Κι αὐτό δέν μᾶς τρομάζει,
δέν πρέπει νά μᾶς τρομάζει, ἀλλά νά μᾶς κάνει ἀνδρειότερους. Δέν ἔχουμε, λέει, ὤ
χριστιανοί ἀδελφοί καί συστρατιῶτες μου, δέν ἔχουμε νά πολεμήσουμε μέ
ἀνθρώπους ὁμοιοπαθεῖς ὡσάν κι ἐμᾶς οὔτε ἰσοδύναμους μέ μᾶς, ἀλλά ἔχουμε νά
παλέψουμε μέ πνεύματα, ἐνῶ, ἐμεῖς ἔχουμε καί σῶμα. Ὁπότε, ἐπειδή οἱ δαίμονες δέν
ἔχουν καί σῶμα, εἶναι σέ μία πλεονεκτικότερη θέση μέ μᾶς. Ἔχουμε νά
πολεμήσουμε μέ νοητούς καί ἀόρατους ἄρχοντες καί ἐξουσιαστές, δηλαδή τούς
δαίμονες.

Καθώς ὁ Θεός ἔχει στόν οὐρανό διάφορα τάγματα ἁγίων Ἀγγέλων, καί Ἀρχές καί
Ἐξουσίες, ἔτσι καί ὁ τύραννος καί ἀποστάτης τοῦ Θεοῦ διάβολος ἔκαμε στή γῆ
διάφορα τέτοια τάγματα γιά νά νομίζεται, νά θεωρεῖται τρόπο τινά κι αὐτός, ὡσάν
θεός. Αὐτό πού δέν πέτυχε στόν οὐρανό, προσπαθεῖ νά τό πετύχει ἐδῶ στή γῆ, νά
θεωρεῖται θεός καί νά προσκυνεῖται ἀπό τούς ἄλλους δαίμονες καί ἀπό τούς
ἀνθρώπους. Γι’ αὐτό ὑπάρχει, βλέπετε καί στίς ἀνατολικές θρησκεῖες, πού εἶναι
δαιμονικές, ἡ λεγόμενη δυαρχία, δύο ἀρχές, τό καλό καί τό κακό, τό Γίν καί τό
Γιάνγκ, ὅπως τό λένε ἐκεῖ οἱ Ἀνατολικοί, οἱ Ἀσιάτες. Ἐνῶ δέν ὑπάρχουνε δύο ἀρχές.
Μία ἀρχή ὑπάρχει, ὁ Θεός. Ὁ διάβολος δέν εἶναι ἀρχή οὔτε θεός εἶναι, ἀλλά θέλει νά
τό παίζει θεός. Γι’ αὐτό ἔχει κάνει πολλούς ἀνθρώπους, ἑκατομμύρια ἀνθρώπους, νά
πιστέψουν σ’ αὐτό τό παραμύθι, ὅτι εἶναι κι αὐτός θεός. Καί κάποιοι, ἀκόμα πιό
ταλαίπωροι, πιστεύουν ὅτι εἶναι ὁ ἀδικημένος θεός. Εἶναι ὁ «καλός» θεός πού
ἀδικήθηκε ἀπό τόν «κακό» Θεό, πού εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Γιαχβέ, ὁ Τριαδικός
Θεός. Βλέπετε, πῶς ἀντιστρέφει ὁ διάβολος τά πράγματα.

Σημείωσε, λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, σέ μία ὑποσημείωσή του, ὅτι ὁ μέν Θεῖος
Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός καί ὁ ἱερός Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, πρῶτον εἶπαν τόν
ἑωσφόρο τῆς ἐσχάτης, δηλαδή τῆς ἐνάτης τάξεως τῶν Ἀγγέλων καί ἀπό αὐτή μόνην
ἔπεσον ὅσοι Ἄγγελοι ἔπεσον. Μᾶς λέει τώρα τίς θέσεις τῶν Πατέρων.

-Ὁ ἑωσφόρος τί θέση εἶχε πρίν πέσει;


Σύμφωνα μέ τόν ἱερό Δαμασκηνό καί τόν ἱερό Μάξιμο ἦταν ὁ ἀρχηγός τῆς ἐνάτης
τάξεως τῶν Ἀγγέλων καί ὅλοι οἱ Ἄγγελοι πού ἔπεσαν, ἔπεσαν ἀπ’ αὐτό τό τάγμα τό
ἔνατο καί ἔγιναν δαίμονες. Ὁ Τερτυλλιανός, τόν ἑωσφόρο τόν ὀνόμασε ἐξέχοντα
ἁπάντων τῶν Ἀγγέλων καί σοφότατο. Ὅτι ἦταν ὁ πρῶτος καί ὁ πιό ὑψηλός στό
ἀξίωμα Ἄγγελος, ὁ ἀρχηγός τῶν Ἀγγέλων καί σοφότατος. Καί ὁ ἱερός Χρυσόστομος
λέει, ὅτι ὁ ἑωσφόρος ἤτανε ὁ πρῶτος τῶν Ἀγγέλων καί ἐξετραχηλίσθη ἀπό τόν
ἀγγελικό κολοφῶνα, ἔχασε τή θέση του δηλαδή λόγω τῆς ὑπερηφάνειάς του, καί μ’
αὐτό συμφωνεῖ καί ὁ ἱερός Αὐγουστίνος καί ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Διάλογος. Ποῦ
μπορεῖ νά πέσει κανείς! Νά εἶναι ὁ πρῶτος τῶν Ἀγγέλων, σοφότατος, καί νά πέσει
καί νά γίνει ὁ ἀρχηγός τοῦ κακοῦ, ὁ ἐφευρέτης καί ἀρχηγός τοῦ κακοῦ.. Ὁ δέ

165
Ἱερώνυμος, ὁ Ἅγιος Ἱερώνυμος, ὑπέλαβε ἀνώτατον ἁπάντων τόν ἑωσφόρον.
Θεώρησε καί πίστευε ὅτι ἤτανε ἀνώτερος ἀπό ὅλους τούς Ἀγγέλους. Καί οἱ
ἐκπεσόντες Ἄγγελοι ἐξέπεσαν ὄχι ἀπό ἕνα τάγμα, ἀλλά ἀπό πολλά, καί βεβαιώνει
τόν λόγο του ἀπό τό ἀνωτέρω ρητό τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ὅτι δέν ἔπεσαν δηλαδή
οἱ Ἄγγελοι ἀπό ἕνα μόνο τάγμα, ἔπεσαν ἀπό πολλά. Καί τό βεβαιώνει ὁ Ἅγιος
Ἱερώνυμος ἀπό αὐτό τό χωρίο τοῦ Ἀποστόλου Παύλου πού λέει, «δέν εἶναι ἡ πάλη
πρός αἷμα καί σάρκα, ἀλλά πρός τάς ἀρχάς, πρός τάς ἐξουσίας»[6] καί δείχνει ὁ
Παῦλος μέ τά λόγια αὐτά ὅτι οἱ δαίμονες ἔπεσαν ἀπό τά τάγματα τῶν ἀρχῶν καί τῶν
ἐξουσιῶν. Ὑπάρχουν ἐννέα τάγματα. Ὑπάρχουν καί δύο τάγματα Ἀρχές καί
Ἐξουσίες. Κυριότητες, Δυνάμεις, Χερουβίμ, Σεραφίμ κ.λ.π. εἶναι τά ὀνόματα τῶν
Ἀγγελικῶν Ταγμάτων.

Ὁ ἑωσφόρος ἐξέπεσε ἀπό τό τάγμα τῶν Σεραφίμ. Δέν ὀνομάζεται ὅμως Σεραφίμ
οὔτε Θρόνοι οὔτε Κυριότητες, γιατί ὅλα αὐτά δηλώνουν ὑπεροχή, ἡ ὁποία δέν
ἁρμόζει στούς δαίμονες. Ἀφοῦ ἔπεσαν, ἔχασαν καί τό ὄνομά τους, οὔτε Σεραφίμ τά
λέμε πλέον τώρα οὔτε Θρόνους οὔτε Κυριότητες.

Καί ὁ Θεοδώρητος ἐπίσης ὁ ἑρμηνευτής λέει, «ἐκ τῶν ἁγίων ταγμάτων ἦσαν οἱ
πονηροί δαίμονες, ἀλλά καί διά πονηρίαν τῆς τάξεως ἐκείνης ἐξέπεσον καί ἔχουσι
καί νῦν τάς προσηγορίας εἰς ἔλεγχον τῆς βδελυρίας». Καί τώρα κρατᾶνε τήν
προσηγορία ὅτι εἶναι πνεύματα. Καί αὐτό πού λέει ἐδῶ ὁ Ἀπόστολος, πώς ἔχουμε νά
παλέψουμε πρός τίς ἀρχές, τίς ἐξουσίες κ.λ.π. ὄχι πλέον ὅτι εἶναι ὅπως ἦταν, ἀλλά
χρησιμοποιεῖ αὐτά τά ὀνόματα γιά νά τούς ἐλέγξει, πρός ἔλεγχο τῆς βδελυρίας τους,
τῆς κακίας τους.

Δέν εἶναι λοιπόν ἡ πάλη πρός αἷμα καί σάρκα, ἀλλά πρός τάς ἀρχάς, πρός τάς
ἐξουσίας, πρός τούς κοσμοκράτορας. Γιά νά δοῦμε κι αὐτό τό «κοσμοκράτορας». Οἱ
δαίμονες ὀνομάζονται ἐδῶ κοσμοκράτορες ἀπό τόν Ἀπόστολο, ὄχι γιατί κρατοῦν καί
ἐξουσιάζουν τόν κόσμο, δηλαδή τά κτίσματα τοῦ Θεοῦ.. Ἄπαγε! Μή γένοιτο. Ἄν
εἶναι δυνατόν! Ἀλλά κόσμο συνήθως ὀνομάζει, συνηθίζει νά ὀνομάζει, ἡ Ἁγία
Γραφή, τίς πονηρές καί κακές πράξεις καί ἐκείνους τούς ἀνθρώπους πού ἐργάζονται
αὐτές τίς πράξεις. Ὅταν λέμε κόσμος ἐννοοῦμε τίς κακές πράξεις καί τούς
ἀνθρώπους πού κάνους τίς κακές πράξεις. Καί οἱ κακές πράξεις πηγάζουν ἀπό τήν
ὑποταγή στά πάθη. Κόσμος, σύμφωνα μέ τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Θεολόγο, εἶναι τά
τρία αὐτά βασικά πάθη, ἡ φιληδονία, ἡ φιλαργυρία καί ἡ φιλοδοξία. Καί οἱ ἄνθρωποι
πού εἶναι ὑποταγμένοι σ’ αὐτά τά πάθη καί δέν μετανοοῦν, αὐτοί εἶναι κόσμος. Γι’
αὐτό λέει πάλι ὁ Ἅγιος Ἰωάννης, «ὁ κόσμος ἐν τῶ πονηρῶ κεῖται»[7]. Εἶναι
ἑδρασμένος καί θεμελιωμένος στόν πονηρό, στόν διάβολο, ὁ ὁποῖος ἐμφυσᾶ,
ὑποβάλλει στούς ἀνθρώπους τά πάθη. Ὅταν λοιπόν λέει ὁ Ἀπόστολος, ὅτι οἱ
δαίμονες εἶναι κοσμοκράτορες, ἐννοεῖ ὅτι ἐξουσιάζουν τούς ἀνθρώπους τοῦ κόσμου,
οἱ ὁποῖοι ἑκούσια, μέ τή θέλησή τους, ὑποτάσσονται στούς δαίμονες. Γιατί ὁ
ἄνθρωπος πού ἐξασκεῖ τά πάθη του καί δέν μετανοεῖ, δουλεύει στά πάθη του καί δέν
μετανοεῖ, αὐτός μέ τή θέλησή του προσκυνάει τούς δαίμονες καί ὁ δαίμονας φυσικά

166
τόν ἐξουσιάζει. Ἄρα κρατεῖ, εἶναι κοσμοκράτορας. Κυριαρχεῖ ἐπάνω σ’ αὐτούς τούς
ἀνθρώπους.

Γι’ αὐτό εἶπε ὁ Κύριος στούς Ἀποστόλους, «ἐκ τοῦ κόσμου οὐκ ἐστέ»[8]. Δέν εἶστε
ἐκ τοῦ κόσμου. Ἐγώ σᾶς διάλεξα ἐκ τοῦ κόσμου, σᾶς ξεχώρισα καί εἶστε γεννημένοι
ἀπό Ἐμένα. Ἔτσι καί ἐμεῖς οἱ χριστιανοί αὐτή τή συνείδηση πρέπει νά ἔχουμε, ὅτι
δέν εἴμαστε ἀπό τόν κόσμο καί δέν πρέπει νά ἔχουμε καμία σχέση μέ τόν κόσμο.
Δυστυχῶς στίς μέρες μας ὑπάρχει αὐτή ἡ τάση ἀπό πολλούς χριστιανούς νά τά βροῦν
μέ τόν κόσμο, νά συμβιβαστοῦν μέ τόν κόσμο καί νά ζοῦνε καί λίγο κοσμικά καί
νομίζουν ὅτι μποροῦν νά ζήσουν καί χριστιανικά. Εἶναι ἀδύνατον αὐτό. Κάποιοι
νομίζουν ὅτι ἄν κάνουμε λίγα χριστιανικά πράγματα, γιατί δέν εἴμαστε μοναχοί.. ἔτσι
τό λένε.. ἔ, θά σωθοῦμε! Δέν θά σωθοῦμε. Δέν σώζει ὁ λίγος χριστιανισμός, νά
κάνουμε καί κάποια χριστιανικά πράγματα. Σωζόμαστε ὅταν εἴμαστε 100% τοῦ
Χριστοῦ καί ὄχι κατά ἕνα ποσοστό. Αὐτοί πού εἶναι κατά ἕνα ποσοστό, εἶναι
βδελυκτοί γιά τόν Θεό, εἶναι οἱ λεγόμενοι «χλιαροί»[9], τούς ὁποίους ὁ Θεός τούς
κάνει ἐμετό, ὅπως λέει στήν Ἀποκάλυψη.

«Ἐκ τοῦ κόσμου οὐκ ἐστέ»[10], λέει ὁ Κύριος καί σέ μᾶς, ὅπως τό εἶπε καί στούς
Ἀποστόλους. Γι’ αὐτό καί πάλι λέει ὁ Ἀπόστολος «ἐξέλθετε ἐκ μέσου αὐτῶν καί
ἀφορίσθητε»[11]. Ἀφορίζομαι θά πεῖ ξεχωρίζομαι. Βγεῖτε ἀπό αὐτούς. Ποιούς; Ἀπό
τούς ἀνθρώπους τοῦ κόσμου καί ἀπό τούς ἐκκοσμικευμένους χριστιανούς. Δέν
μπορεῖτε νά ἔχετε σχέση μ’ αὐτούς. Ξεχωριστεῖτε «καί ἀκαθάρτου μή ἅπτεσθε»[12].
Καί μήν ἀγγίζετε τίποτε τό ἀκάθαρτο. Ὅλα τά τοῦ κόσμου εἶναι ἀκάθαρτα.
Ἐσεῖς δέν εἶστε ἀπό ἐκείνους πού πράττουν τά πονηρά ἔργα καί φρονοῦν τά
πράγματα τοῦ κόσμου. Αὐτά λοιπόν τά πονηρά ἔργα καί τούς κοσμόφρονας
ἀνθρώπους κρατοῦν καί κυριεύουν οἱ δαίμονες μέ τό νά ἐδουλώθηκαν ἐκεῖνοι
θεληματικῶς σ’ αὐτούς. Ὁ διάβολος δέν μπορεῖ νά ἀσκήσει ἐξουσία σέ κανέναν
παρά μόνο σ’ αὐτούς πού ἑκούσια πηγαίνουν καί τόν προσκυνοῦν. Νά πῶ ἕνα
παράδειγμα, ἕνας πού πηγαίνει στόν μάγο, προσκυνᾶ τόν διάβολο καί φυσικά μετά ὁ
διάβολος ἔχει ἐξουσία πάνω του. Γι’ αὐτό ἔχουμε πάρα πολλές περιπτώσεις
δαιμονικῶν ἐνεργειῶν στούς ἀνθρώπους σήμερα, γιατί δυστυχῶς σάν νά μή
συμβαίνει τίποτα, οἱ ἄνθρωποι πᾶνε στούς μάγους, προσκυνοῦν δηλαδή τόν διάβολο.
Διότι ὁ μάγος εἶναι ἡ καθέδρα τοῦ σατανᾶ. Πῆγα λέει στόν παπά δέν ἔγινα καλά,
πῆγε καί στούς γιατρούς δέν ἔγινε καλά, ἔ, τί ἔμεινε τώρα; Νά χτυπήσει καί τήν
πόρτα τοῦ διαβόλου. Καί σάν νά μή συμβαίνει τίποτα πηγαίνει καί στόν μάγο. Καί
μετά βέβαια βασανίζεται, γιατί ὁ διάβολος μόνο κακό κάνει. Εἴτε μιλᾶνε γιά λευκή
εἴτε γιά μαύρη μαγεία, ὁ διάβολος εἶναι πάντα κακός. Πάντα εἶναι τό μαῦρο
ἀφεντικό. Τούς κάνει τή ζωή τους μαύρη.

Ἑπομένως, ἐμεῖς ὑποδουλωνόμαστε ἑκούσια στούς δαίμονες καί μετά ὁ διάβολος τό


παίζει κοσμοκράτορας, τό παίζει θεός καί ἀσκεῖ ἐξουσία ἐπάνω μας. Ἔχουμε λοιπόν
νά παλέψουμε πρός τίς ἀρχές, πρός τίς ἐξουσίες, πρός τούς κοσμοκράτορες τοῦ
σκότος τοῦ αἰῶνος τούτου.

167
-Ποιό εἶναι τό σκότος τώρα;
Τό σκότος εἶναι ἡ κακία καί ἡ ἁμαρτία, ἡ ὁποία ἐνεργεῖται μόνο σ’ αὐτόν τόν αἰῶνα
καί φαίνεται. Μετά θά καταργηθεῖ. Δέν θά ὑπάρχει κακία στόν μέλλοντα αἰῶνα.
Ἀφοῦ θά γίνει ἡ Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου καί μετά, δέν θά ὑπάρχει κακία οὔτε
θά μπορεῖ πλέον νά ἐνεργεῖ ὁ διάβολος. Ὁ χρόνος τελειώνει, καί ἐπειδή εἴμαστε
ὄντως στά ἔσχατα, ἔχει λυσσάξει ὁ διάβολος καί προσπαθεῖ νά ἁρπάξει ὅσο γίνεται
περισσότερες ψυχές. Γι’ αὐτό βλέπουμε νά κυριαρχεῖ σήμερα παγκοσμίως τό
δαιμονικό στοιχεῖο. Ἀλλά αὐτό θά ἔχει σίγουρα τό τέλος του, τόν ἐρχομό τοῦ
Κυρίου.

Ὁ Μέγας Βασίλειος ἑρμηνεύει ἕνα ρητό τοῦ Προφήτου Ἡσαΐου, στό 13ο Κεφάλαιο,
στόν 4ο στίχο, «Κύριος σαβαώθ ἐντέταλται ἔθνει ὁπλομάχῳ»[13]. Αὑτό εἶναι τό
χωρίο τοῦ Προφήτου Ἡσαΐου. Ὁ Κύριος τῶν δυνάμεων, αὐτό θά πεῖ ὁ Κύριος
σαβαώθ, ἐντέταλται, δίνει ἐντολή καί ἐξουσιάζει, ἔθνει ὁπλομάχῳ. Ποιό εἶναι τό
ἔθνος, τό ἔθνει ὁπλομάχῳ; Εἶναι οἱ πονηροί δαίμονες. Καί τί λέει ὁ Μέγας Βασίλειος;
«Ὅπλα ἔχουσιν οἱ πονηροί δαίμονες ἀπεναντίως διακείμενα τῇ κατασκευῇ τῶν
ὅπλων τοῦ δικαίου». Ἀπέναντι στά ὅπλα πού ἔχει ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ὁ δίκαιος, ὁ
Ἅγιος, ἀντιπαρατάσσουν οἱ δαίμονες τά δικά τους ὅπλα. «Ὁ μέν δίκαιος θυρεόν ἔχει
πίστεως». Ὁ δίκαιος ἔχει τήν ἀσπίδα τῆς πίστεως. «Τοῦ δέ πονηροῦ ὁ θυρεός θυρεός
ἐστιν ἀπιστίας». Ἡ ἀσπίδα τοῦ πονηροῦ, τοῦ διαβόλου, εἶναι ἡ ἀσπίδα τῆς ἀπιστίας.
Γι’ αὐτό βλέπετε, οἱ ἄνθρωποι πού εἶναι ὑποταγμένοι στόν πονηρό, ἀντιπαρατάσσουν
αὐτή τήν ἀσπίδα. Ὅταν τούς λές κάτι, σοῦ λένε, καί ποῦ τό ξέρεις;.. δέν πιστεύω
τίποτα.. δέν ἔχω δεῖ τίποτα. Ἔχουνε αὐτή τήν ἀσπίδα, βλέπετε; Ἐνῶ ἐμεῖς ἔχουμε τῆς
πίστεως. Καί ὅσες δυσκολίες καί ὅσους πειρασμούς κι ἄν ἔχουμε, μέ τήν πίστη τούς
ἀποκρούουμε.

Ὁ μέν δίκαιος ἔχει «μάχαιραν λόγου». Ἔχει τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι σάν
δίστομο μαχαίρι καί κατακόπτει τούς ἐχθρούς. Ὁ ἁμαρτωλός, ὁ κακός, ὁ
ἀμετανόητος, «μάχαιραν ἀλογίας». Παραλογίζεται καί λέει ἄλαλα καί μπάλαλα...
Ὅλες αὐτές οἱ φιλοσοφίες, τά φληναφήματα πού κυριαρχοῦν στίς μέρες μας εἶναι μία
ἀλογία, ἕνας παραλογισμός. Καί ἀκοῦς τά πιό τρελά πράγματα, τά ὁποῖα
ἐμφανίζονται ὡς μεγάλες σοφίες. «Ὁ δίκαιος ἔχει θώρακα δικαιοσύνης καί ἔχει
ἀσφαλιστεῖ ἀπ’ αὐτόν». Ὁ δαίμονας ἔχει «θώρακα ἀδικίας». Δικαιοσύνη στήν Ἁγία
Γραφή σημαίνει ἀρετή, ἡ σύνολη ἀρετή. Ὁ δίκαιος λοιπόν φοράει τήν ἀρετή σάν
θώρακα, τήν ἀγάπη, τήν ταπείνωση, τήν πίστη, τήν ἐλπίδα, ὅλες τίς ἀρετές, οἱ ὁποῖες
τόν προφυλάσσουν ἀπό τά βέλη τοῦ πονηροῦ. Ὁ ἄδικος, ὁ ἁμαρτωλός, ὁ δαίμονας,
ἔχει ὡς θώρακα ὅλες τίς ἁμαρτίες, τήν ἀδικία. Τοῦ δικαίου «τήν κεφαλήν περισφίγγει
περικεφαλαία σωτηρίας, ἐκείνῳ περίκειται περικεφαλαία ἀπωλείας». Ὁ δίκαιος ἔχει
τήν ἐλπίδα στόν Θεό, ἡ ὁποία εἶναι σάν περικεφαλαία καί τόν σώζει, ἐνῶ ὁ δαίμονας,
ὁ διάβολος, ἔχει τήν περικεφαλαία τῆς ἀπωλείας. Δέν ἔχει ἐλπίδα στόν Θεό. Ὅλα
τελειώνουν ἐδῶ. Ὁ θάνατος γιά τόν ἄπιστο εἶναι μία ἐξαφάνιση.

168
«Ὁ δίκαιος τούς πόδας ἔχει πρός τό Εὐαγγέλιον τῆς εἰρήνης». Τρέχει γιά νά ἀκούσει
ἀλλά καί γιά νά διαδώσει τό Εὐαγγέλιο πού φέρνει τήν εἰρήνη. Ὁ ἄδικος, ὁ πονηρός,
τρέχει «πρός τήν ἀπαγγελίαν τῶν κακῶν». Καί οἱ ἄνθρωποι τοῦ πονηροῦ, βλέπετε,
πῶς εἶναι εὔκολοι στήν κατάκριση, στήν καταλαλιά, στό κουτσομπολιό, στή διάδοση
τοῦ κακοῦ.

-Βλέπεις ἀγαπητέ μου ἀδελφέ μέ ποιά ἅρματα εἶναι οἱ ἐχθροί μας ἁρματωμένοι;
Ἀγρύπνει λοιπόν καί πρόσεχε ἀντιπολεμώντας αὐτούς καί μή φοβηθεῖς, διότι, ἄν καί
οἱ δαίμονες, καθό ἀσώματοι, εἶναι δυνατότεροι ἀπό μᾶς πού ἔχουμε σῶμα, εἶναι σέ
μιά πλεονεκτικότερη θέση, ὅμως ὁ Δεσπότης μας Χριστός πού συμπολεμεῖ μέ μᾶς,
εἶναι δυνατότερος ἀπ’ ὅλους, καί οἱ Ἄγγελοι πού συνεργάζονται μαζί μας καί μᾶς
βοηθοῦν, εἶναι περισσότεροι ἀπ’ τούς δαίμονες. Ὅπως εἶπε καί ὁ Προφήτης
Ἑλισαῖος πρός τό παιδάριό του, σ’ ἐκεῖνο τό περιστατικό στήν Δη Βασιλειῶν, «μή
φοβοῦ, ὅτι πλείους οἱ μεθ᾿ ἡμῶν ὑπέρ τούς μετ᾿ αὐτῶν»[14]. Εἶναι πολύ
περισσότεροι αὐτοί πού εἶναι μεταξύ μας, οἱ Ἄγγελοι, ἀπό αὐτούς πού εἶναι μέ
αὐτούς, τούς δαίμονες δηλαδή.

Ἑπομένως, κι ἐμεῖς ἀκούγοντας ὅλα αὐτά δέν πρέπει νά τρομάζουμε, ἀλλά νά ἔχουμε
βέβαιη τήν πίστη μας στόν Θεό, ὁ Ὁποῖος πολεμάει μαζί μας. Καί μπορεῖ ἐμεῖς νά
ἔχουμε καί σῶμα καί σάρκα καί πολλούς πειρασμούς, λόγω ἀκριβῶς τοῦ ὅτι ἔχουμε
φθαρτό σῶμα, ὅμως ἔχουμε σύμμαχο τόν Παντοδύναμο Κύριο καί τά ἀναρίθμητα
πλήθη τῶν Ἀγγέλων καί δέν πρέπει ἔτσι καθόλου νά δειλιάζουμε καί νά φοβόμαστε.

Εἶναι ἡ πάλη μας λοιπόν πρός τούς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου.
Τό σκοτάδι εἶναι σ’ αὐτόν τόν αἰῶνα. Δέν θά ὑπάρχει σκοτάδι μετά. Λοιπόν, πρέπει
νά κάνουμε λίγη ὑπομονή μέχρι νά τελειώσει ὁ παρών αἰών, ὁ αἰών τοῦτος, γιά νά
φύγει καί τό σκοτάδι καί νά ἀπολαύσουμε, ὅπως λέει καί ὁ ποιητής, τήν «ἀβράδιαστη
μέρα» τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.

Ἡ πάλη μας εἶναι λοιπόν πρός τούς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου,
πρός τά πνευματικά τῆς πονηρίας, λέει στή συνέχεια. Πνευματικά τῆς πονηρίας
ὀνομάζει ὁ Παῦλος ἐδῶ αὐτούς τούς ἰδίους δαίμονες. Ἐπειδή καί οἱ Ἄγγελοι εἶναι
πνεύματα, γιά νά τούς ξεχωρίσει, λέει τῆς πονηρίας, τά πνευματικά τῆς πονηρίας.
Δέν πρόκειται γιά τά πνευματικά τῆς ἀγαθότητας, πού εἶναι οἱ ἅγιοι Ἄγγελοι, ἀλλά
πρόκειται γιά τούς πονηρούς ἀγγέλους, τά πνεύματα τῆς πονηρίας. Καί φανερώνει
ἔτσι ὁ Ἀπόστολος ἐδῶ, ὅτι οἱ Ἄγγελοι εἶναι πνεύματα ἀγαθά καί φωτεινά καί ἅγια
καί δοξάζουν συνεχῶς τόν Θεό καί μᾶς ὑπηρετοῦν καί συμβάλλουν
ἀποφασιστικότατα στή σωτηρία μας καί συλλειτουργοῦν μέ τούς ἱερεῖς στή Θεία
Λειτουργία καί μᾶς διακονοῦν, «πνεύματα εἰς διακονίαν ἀποστελλόμενα»[15]. Οἱ δέ
δαίμονες εἶναι ἐκ τοῦ ἐναντίου πνεύματα πονηρά, σκοτεινά καί ἀκάθαρτα. Ἀφοῦ δέ
εἶπε ὁ Ἅγιος Παῦλος, ὅτι ἡμεῖς οἱ χριστιανοί δέν ἔχουμε πόλεμο μέ αἷμα καί σάρκα,
δηλαδή μέ σωματικούς καί ὁρατούς ἐχθρούς, κάνει τή διαφορά πού ἔχουν οἱ ἐχθροί
μας ἀπό τούς σωματικούς ἐχθρούς καί λέγει, ὅτι οἱ ἐχθροί, μέ τούς ὁποίους ἐμεῖς οἱ

169
χριστιανοί πολεμοῦμε, εἶναι πνευματικοί, τά πνευματικά τῆς πονηρίας. Δηλαδή εἶναι
κοῦφοι καί ἐλαφροί. Πώς εἶναι τό πνεῦμα. Εἶναι κοῦφο, εἶναι ἐλαφρό καί ἀόρατο -
πρέπει νά τά γνωρίζουμε αὐτά. Γι’ αὐτό πρέπει καί τά ὅπλα μας νά εἶναι ἀνάλογα.
Δέν ἔχεις νά κάνεις μέ ἕναν ἄνθρωπο, νά πάρεις ἕνα ὅπλο νά τόν ἀντιμετωπίσεις, ἀπ’
αὐτά τά συνηθισμένα ὅπλα πού ἔχουμε στόν πόλεμο, θά πρέπει νά ὁπλιστεῖς μέ
πνευματικά ὅπλα, γιά νά νικήσεις τά πνεύματα τῆς πονηρίας.

Οἱ ἐχθροί μας εἶναι κοῦφοι καί ἐλαφροί καί ἀόρατοι. Προσέξτε, δέν εἶναι πανταχοῦ
παρόντες οἱ δαίμονες. Ὄχι. Εἶναι πάντοτε κάπου, σέ κάποιο σημεῖο. Πανταχοῦ
παρών εἶναι μόνο ὁ Θεός. Οὔτε οἱ Ἄγγελοι εἶναι πανταχοῦ παρόντες οὔτε οἱ Ἅγιοι.
Εἶναι σέ κάποιο σημεῖο καί εἶναι κοῦφοι καί ἀόρατοι. Γι’ αὐτό λέει ὁ Προφήτης
Ἱερεμίας, «Κοῦφοι ἐγένοντο οἱ διώκοντες ἡμᾶς ὑπέρ ἀετούς οὐρανοῦ»[16]. «Εἰ γάρ
κοῦφοί εἰσιν οἱ διώκοντες», λέει καί ὁ σοφός Νεῖλος κατά τόν λέγοντα Ἱερεμία,
«ἡμεῖς δέ βαρύνομεν ἑαυτούς κοσμικοῖς πράγμασι δῆλον ὅτι ἀργότερον κινούμενοι
πρός δρόμον, εὐχερῶς παρά τόν ἐχθρόν καταληφθησόμεθα». Ἀφοῦ λοιπόν αὐτοί
εἶναι κοῦφοι, εἶναι ἐλαφροί, ὁπότε φεύγουν πολύ γρήγορα, ἐμεῖς βαρύνουμε τόν
ἑαυτό μας μέ κοσμικά πράγματα, βάζουμε βαρίδια στά πόδια μας, δενόμαστε μέ τό
χῶμα, μέ τήν ὕλη, μέ τίς ἡδονές, μέ τή σάρκα, μέ τά χρήματα, μέ τά μπράβο τοῦ
κόσμου. Εἶναι φανερό τότε ὅτι θά νικηθοῦμε ἀπό τούς κούφους ἐχθρούς μας, γιατί
ἐμεῖς δέν θά μποροῦμε νά κινηθοῦμε, πνευματικά δηλαδή, καί νά ἀντιπαραταχθοῦμε
σ’ αὐτούς. Γι’ αὐτό, δέν πρέπει νά βαρύνουμε τόν ἑαυτό μας μέ κοσμικά βάρη καί
φροντίδες. Γι’ αὐτό οἱ Ἅγιοι ἀγάπησαν πάρα πολύ τή λιτότητα, τήν ἁπλότητα, τήν
ἀκτημοσύνη. Ὅσο λιγότερα ἔχει κανείς, ὅσο λιγότερο δεμένος εἶναι μέ τόν κόσμο, μέ
τά πράγματα τοῦ κόσμου -κανονικά καθόλου δέν πρέπει νά εἴμαστε δεμένοι, νά
εἴμαστε τελείως ἐλεύθεροι, αὐτό εἶναι τό σωστό καί τό εὐκταῖο- τόσο πιό εὔκολα θά
ἀντιπαραταχθεῖ στόν ἐχθρό.

-Πῶς μᾶς πληγώνει ὁ διάβολος;


Μᾶς πληγώνει μέσω τῶν πραγμάτων πολλές φορές. Δέν πῆρες τήν κληρονομιά πού
ἤθελες ἀπό τόν πατέρα σου, ἀπό τήν μάνα σου καί στενοχωριέσαι καί χωρίζεσαι ἀπό
τόν ἀδελφό σου, πού πῆρε κάτι, πού νόμιζες ὅτι ἔπρεπε νά τό πάρεις ἐσύ καί μισεῖσαι
καί χωρίζεσαι καί ἀπό τόν Χριστό. Γιατί; Γιατί εἶσαι δεμένος μέ τά κοσμικά
πράγματα. Κι ἔτσι δέν μπορεῖς νά ἀντιπαραταχθεῖς στό πνεῦμα τοῦ ἐγωισμοῦ, τῆς
ὑπερηφάνειας, τῆς φιλοδοξίας, τῆς φιλαργυρίας καί γίνεσαι ὑποχείριό του καί χάνεις
τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, γιατί δέν εἶσαι κοῦφος. Εἶσαι δεμένος μέ βαρίδια, τά ὁποῖα
δέν σέ ἀφήνουν νά τρέξεις τόν πνευματικό δρόμο καί νά νικήσεις τούς κούφους
δαίμονες.

Πολύ σημαντικό κι αὐτό τό χωρίο. Προσέξτε νά μή δένεστε μέ βάρη περιττά. Γι’


αὐτό λέει καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, καί γιά τό θέμα τοῦ γάμου, ἄν μπορεῖς, λέει, νά
μείνεις ἔτσι ἁγνός καί παρθένος, νά μήν ἀκουμπήσεις γυναίκα, νά μήν ἔρθεις σέ
σχέση σαρκική μέ ἄλλον ἄνθρωπο, ἀντιστοίχως ὁ ἄνδρας μέ γυναίκα, ἡ γυναίκα μέ
ἄνδρα, εἶναι πολύ καλύτερο. Θέλω νά εἶστε, λέει, ὅλοι, ὅπως εἶμαι ἐγώ. Δηλαδή νά

170
μείνετε ἄγαμοι. Ἀλλά δέν σᾶς βάζω θηλιά στόν λαιμό. Ἀφοῦ θέλετε νά κάνετε γάμο,
κάντε. Ἀλλά νά γνωρίζετε, ὅτι θά ἔχετε θλίψη, θά ἔχετε βάρη καί θά ’ναι πιό
δύσκολη ἡ σωτηρία σας. Γιατί ὅσο πιό πολλά βάρη ἔχεις, ὅσο πιό πολύ δεμένος εἶσαι
μέ τόν κόσμο, τόσο πιό δύσκολα νικᾶς τόν ἐχθρό.

Καί πάλι συμβουλεύει, εἶχες γάμο. Χώρισες; Μή ξαναπαντρεύεσαι, μή


ξαναδεσμεύεσαι. Ὅπως καί ὁ Κύριος τό εἶπε ξεκάθαρα, ὅτι δέν πρέπει νά ἐρχόμαστε
σέ δεύτερο γάμο. Λέει ἄς ποῦμε ἐπί λέξει καί μή σᾶς σκανδαλίσει ὁ λόγος τοῦ
Κυρίου «ὁ ἀπολελυμένην γαμήσας, μοιχᾶται»[17]. Αὐτός πού παντρεύεται μία, ἡ
ὁποία εἶναι χωρισμένη, κάνει μοιχεία διαρκείας. Αὐτό ἀκριβῶς τί μᾶς λέει; Αὐτό πού
λέει καί ὁ Ἀπόστολος: «λέλυσαι ἀπό γυναικός; Μή ζήτει γυναῖκα»[18]. Τόν χάλασες
τόν γάμο σου; Μή ζητᾶς ἄλλη γυναίκα. «Δέδεσαι γυναικός; Μή ζήτει λύσιν»[19].
Εἶσαι δεμένος; Μή ζητᾶς διαζύγιο, κάνε ὑπομονή. Νά μή μπαίνουμε στό πνεῦμα τοῦ
κόσμου, πού λέει νά φτιάξεις τή ζωή σου.. Καί ποιό εἶναι τό φτιάξιμο; Νά μπεῖς ὅλο
καί βαθύτερα μέσα στά βάσανα, στά βαρίδια αὐτά τοῦ κόσμου, στό κοσμικό
φρόνημα, πού εἶναι ἡ φιληδονία, ἡ φιλαργυρία καί ἡ φιλοδοξία.

Ἡ πάλη μας λοιπόν εἶναι πρός τά κοῦφα πονηρά πνεύματα τῆς πονηρίας καί θά
πρέπει νά ἔχουμε πολλή προσοχή, γιατί οἱ ἐχθροί μας, ἐκτός πού εἶναι κοῦφοι,
ἐλαφριοί καί ἀόρατοι, εἶναι καί παμπόνηροι καί γι’ αὐτό εἶναι καί δυσκολοπολέμητοι
καί δυσκολονίκητοι. Καί μάλιστα ἔχουν συσσωρευμένη καί μιά τεράστια πεῖρα στόν
πόλεμο ἐναντίον ἡμῶν. Πολεμοῦν τούς ἀνθρώπους χιλιάδες χρόνια καί ἔχουν
ἀποκτήσει μεγάλη «σοφία» στόν πόλεμο αὐτόν ἐναντίον μας. Καί μάλιστα
πολεμώντας τούς ἀσκητές. Ἀπέκτησαν πολλή πεῖρα οἱ δαίμονες καί ἔτσι ἔχουν
φοβερά ὅπλα γιά νά μᾶς πλανοῦν.

Εἶναι χρεία λοιπόν νά ἔχουμε προσοχή μεγάλη καί προθυμία στόν πόλεμο τόν νοητό
ἐναντίον τους. Ὁ πόλεμος εἶναι νοητός, εἶναι στό ἐπίπεδο τοῦ νοός. Δέν εἶναι πρός
αἷμα καί σάρκα. Δέν εἶναι μέ τά χέρια καί τά πόδια, μέ μπουνιές –ξέρω ’γώ- καί
σωματικά μέσα, ἀλλά μέ πνευματικά. Θά πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά ἀσκεῖ τόν νοῦ του
στήν προσευχή. Νά ἔχει καθαρό τόν νοῦ του, νά μπορεῖ νά πολεμάει στό νοερό
ἐπίπεδο τά πνεύματα τῆς πονηρίας. Καί γιά νά γίνει αὐτό βεβαίως σωστά, θά πρέπει
νά ἔχει πνευματικό ὁδηγό, νά ἐξομολογεῖται καί νά παίρνει ὁδηγίες πῶς θά νικήσει
τόν νοητό ἐχθρό.

Εἶναι ἡ πάλη μας λοιπόν πρός τά πνευματικά τῆς πονηρίας καί συμπληρώνει «ἐν τοῖς
ἐπουρανίοις». Σέ κάποια χειρόγραφα βρίσκεται «ἐν τοῖς ὑπουρανίοις», στά
ὑπουράνια, στά κάτω ἀπό τόν οὐρανό. Ἀλλά καί αὐτή ἡ γραφή «ἐν τοῖς ὑπουρανίοις»
κι αὐτή εἶναι σωστή.

Σέ κάποια ἀντίγραφα, λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, γράφεται «ἐν τοῖς ὑπουρανίοις»


καθότι οἱ δαίμονες ἔχουν τήν ἐξουσία ὄχι στόν οὐρανό, ἀλλό εἰς τήν ὑπ’ οὐρανό, σ’
αὐτό πού εἶναι στόν χῶρο τοῦ ἀέρα, πού εἶναι κάτω ἀπ΄ τόν οὐρανό. Ὅπως εἶπε καί ὁ

171
Ἀπόστολος Παῦλος γι’ αὐτούς, «τόν ἄρχοντα τῆς ἐξουσίας τοῦ ἀέρος»[20], πάλι
στήν ἴδια ἐπιστολή πού συζητᾶμε, στό 2ο Κεφάλαιο, στόν 2ο στίχο. Ὁ ἄρχοντας τῆς
ἐξουσίας τοῦ ἀέρος εἶναι ὁ διάβολος. Οἱ δαίμονες ἔκαναν πόλεμο μέ τούς Ἀγγέλους
στόν οὐρανό καί ἔχασαν, νικήθηκαν καί ἔπεσαν στή γῆ. Καί τώρα κυκλοφοροῦν
πάνω στή γῆ, στά ὑπό τήν γῆ, στά λεγόμενα καταχθόνια καί πάνω ἀπό τή γῆ, στόν
ἀέρα. Γι’ αὐτό γνωρίζετε καί τή διδασκαλία πού ἔχει ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία περί τῶν
τελωνίων. Τά τελώνια εἶναι τά πονηρά πνεύματα, τά ὁποῖα ἐμποδίζουν τίς ψυχές ν’
ἀνέβουν στόν οὐρανό. Εἶναι κάτω ἀπό τόν οὐρανό, στόν ἀέρα, καί ὅταν ἡ ψυχή
βγαίνει ἀπό τό σῶμα, δροῦν σάν τούς τελῶνες καί ἐξετάζουν τήν ψυχή γιά τά
διάφορα ἁμαρτήματα. Αὐτά δέν εἶναι παραμυθάκια οὔτε εὐσεβιστικές διδασκαλίες
γιά νά μᾶς τρομάζουν, ἀλλά εἶναι ἐμπειρίες τῶν Ἁγίων. Οἱ Ἅγιοι τά εἶδαν αὐτά τά
πράγματα καί μᾶς τά διηγήθηκαν. Παραχώρησε ὁ Θεός νά τά δοῦν, νά ἐπιστρέψουν
στή ζωή καί νά μᾶς ποῦν ὅτι ὑπάρχουν αὐτά τά πονηρά πνεύματα, τά τελώνια, κάπου
23 εἴδη τελωνίων, ἀνάλογα μέ τά ἁμαρτήματα, τό τελώνιο τῆς πορνείας, τῆς
μοιχείας, τοῦ φθόνου, τῆς ὑπερηφανείας, τοῦ φόνου, τῆς χρωματοπροσωπίας κ.λ.π.

Ὁ διάβολος λοιπόν δρᾶ ὑπό τόν οὐρανό. Γι’ αὐτό ὑπάρχει κι αὐτή ἡ γραφή «τά
πονηρά τῆς πονηρίας τά ἐν τοῖς ὑπορουνίοις». Μ’ αὐτό τόν λόγο μᾶς ξυπνάει ὁ
Ἀπόστολος τούς χριστιανούς, καί μᾶς λέει, ὤ χριστιανοί, μή λογιάσετε ὅτι γιά ἐπίγεια
καί φθαρτά καί παραμικρά πράγματα μᾶς πολεμοῦν οἱ δαίμονες καί ἐμεῖς τούς
ἀντιπολεμοῦμε. Ὄχι! Μᾶς πολεμοῦν γιά τά ἐπουράνια, γιά τά ἄφθαρτα, γιά τά
ἀνεκλάλητα ἀγαθά τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ καί ὁ σκοπός τους εἶναι νά μήν
κερδίσουμε αὐτά τά αἰώνια ἀγαθά, «τά ὁποῖα ὀφθαλμός οὐκ εἶδε καί οὖς οὐκ ἤκουσε
καί ἐπί καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη»[21], δηλαδή εἶναι ἀπερίγραπτά στό κάλλος,
στήν ὀμορφιά καί στό μέγεθος τῆς μακαριότητος πού χαρίζουν στούς ἀνθρώπους.

Τό γάρ ἐπί τοῖς ἐπουρανίοις εἶναι ἀντί τοῦ ὑπέρ καί ἀντί τοῦ διά. Μᾶς πολεμοῦν
λοιπόν οἱ δαίμονες ἐξαιτίας τῶν ἐπουρανίων, γιά νά μήν τά ἀπολαύσουμε, νά μήν τά
κατακτήσουμε, νά μή μᾶς δοθοῦν ἀπό τόν Θεό, νά μήν τά κερδίσουμε, νά τά
στερηθοῦμε. Γι’ αὐτό θά πρέπει νά εἴμαστε ἔξυπνοι, πρόθυμοι καί προσεκτικοί.

Στόν Ἰώβ ἐπίσης ἔχει γραφτεῖ τό ἑξῆς: «περιελθών τήν γῆν καί ἐμπεριπατήσας τήν
ὑπ᾿ οὐρανόν πάρειμι»[22]. Μιλάει ὁ διάβολος. Εἶναι στό πρῶτο κεφάλαιο τοῦ Ἰώβ.
Μιλάει ὁ διάβολος στόν Θεό καί λέει «περιελθών τήν γῆν», ἔφερα γύρα τή γῆ, «καί
ἐμπεριπατήσας τήν ὑπ᾿ οὐρανόν», καί ἀφοῦ περπάτησα καί κάτω ἀπό τόν οὐρανό,
εἶμαι ἐδῶ μπροστά Σου. Ἐπειδή ὁ οὐρανός εἶναι ἄβατος γιά τόν πονηρό δαίμονα,
κάτω ἀπό τόν οὐρανό περπατάει ὁ δαίμονας.

Γι’ αὐτό καί εἶναι χαρακτηριστικό, στά διάφορα ὁράματα, τίς λεγόμενες
μεταθανάτιες ἤ ἐπιθανάτιες ἐμπειρίες, στά ἀγγλικά τό λένε near-death experiences,
ἐμπειρίες πολύ κοντά στόν θάνατο, λίγο πρίν ἤ λίγο μετά τόν θάνατο, ὅταν οἱ
ἐμπειρίες αὐτές εἶναι ἀπό τόν Θεό, ἀληθινές ἐμπειρίες, βλέπουνε οἱ ἄνθρωποι τόν
Ἄγγελο πού τούς πηγαίνει κατακόρυφα πάνω στόν οὐρανό. Ἐνῶ ὅταν εἶναι

172
δαιμονικές ἐμπειρίες, βλέπουν κάτι σάν ἄγγελο, ἀλλά δέν εἶναι Ἄγγελος, εἶναι
διάβολος, ὁ ὁποῖος δέν τούς πάει ἐπάνω, ἀλλά τούς πάει ἔτσι στόν ἀέρα, πέρα δῶθε..
καί βλέπουν κάποιο φῶς, πού κι αὐτό εἶναι δαιμονικό φῶς. Γιατί δέν ἔχει ἐξουσία ὁ
διάβολος νά πάει ἐπάνω στόν οὐρανό. Κινεῖται ἐδῶ στή γῆ καί λίγο πάνω ἀπ’ τή γῆ.
Ἀλλά εἶναι μεγάλος μαέστρος καί ἐξαπατᾶ τούς ἀνθρώπους καί ἔχουμε ἕνα σωρό
τέτοιους πλανεμένους, προτεστάντες κ.λ.π., πού σοῦ λένε ὅτι, εἶδα φῶτα, πέρασα ἕνα
τοῦνελ σκοτεινό, βγῆκα στό φῶς καί ἦταν πολύ ὡραῖα.. καί ἄρα ὅλοι θά πᾶμε στό
φῶς τό καλό καί θά περάσουμε ὅλοι πολύ καλά! Ὁ διάβολος δηλαδή χρησιμοποιεῖ
καί αὐτό τό μέσο, τά ψευτο-ὁράματα τῆς τελευταίας στιγμῆς, γιά νά πείσει τούς
ἀνθρώπους ὅτι δέν ὑπάρχει κόλαση, ὅλοι πᾶνε σέ καλό μέρος, ὅλοι πᾶνε στόν
Παράδεισο. Δαιμονικές ἐμπειρίες.

Ὁ οὐρανός εἶναι ἄβατος στόν πονηρό δαίμονα. Λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, «καί οὐδέ
κατά ταυτόν πανταχοῦ πάρεστιν, ἀλλ' ἐκ περιόδου». Καί πάλι δέν εἶναι πανταχοῦ
παρών ὁ διάβολος, εἶναι πάντοτε σέ ἕνα σημεῖο, ἤ περιοδικά.. σἐ ἕνα σημεῖο..
πηγαίνει, μετακινεῖται ἀπό ’δῶ καί ἀπό ’κεῖ.

Καί ὁ σοφός Φώτιος, ὁ Μέγας Φώτιος, λέει ὅτι: «μερικοί μετέπλασαν τήν λέξη καί
εἶπον ἐν τοῖς ἐπουρανίοις». Δέν τό δέχεται ὁ ἱερός Φώτιος αὐτό. Δέν τοῦ ἀρέσει
αὐτός ὁ μεταπλασμός. Πρῶτον, διότι δέν πρέπει νά παραχαράσσουμε τίς ἱερές λέξεις,
οὔτε ἕνα στοιχεῖο στό Εὐαγγέλιο δέν πρέπει νά παραχαράσσεται, καί τό ἄλλο, γιατί
καί ἔτσι νά μείνει τό ρητό, τό νόημα δέν ἐμποδίζεται. Καθότι ἐπουράνια συνηθίζει ἡ
Γραφή νά ὀνομάζει καί τά ἐντός τοῦ οὐρανοῦ περιεχόμενα, ὅπως εἶναι ὁ ἀέρας. Δέν
μᾶς ἐμποδίζει λοιπόν νά ποῦμε ὅτι καί τά πονηρά πνεύματα κινοῦνται ἐν τοῖς
ἐπουρανίοις, μέ τήν ἔννοια ὅτι ἐπουράνια εἶναι ὁ ἀέρας, αὐτός ὁ ἀέρας πού εἶναι
κοντά στή γῆ καί αὐτόν στή Γραφή τόν λένε κι αὐτόν ἐπουράνιο. Δέν ἔχουμε λοιπόν
πρόβλημα μέ τή λέξη. Αὐτά γιά τήν ἑρμηνεία τοῦ χωρίου αὐτοῦ, τοῦ 12ου στίχου,
ἀπό τόν Ἅγιο Νικόδημο.

Ἄς δοῦμε καί λίγο ἀπό τόν νεότερο ἅγιο, τόν Ἅγιο Ἰουστίνο Πόποβιτς, πού ἔχει
γράψει κι αὐτός ἑρμηνεία στήν πρός Ἐφεσίους ἐπιστολή[23]. Λέει λοιπόν ὁ Ἅγιος: ἡ
πάλι ἡμῖν, ἡ πάλη μας, εἶναι πρός ὅλες τίς δυνάμεις τοῦ κακοῦ, ἐπικεφαλῆς τῶν
ὁποίων εἶναι αὐτός ὁ σατανᾶς. Προσέξτε, γιατί σήμερα ἀνατρέπονται τά πάντα καί
μᾶς κοροϊδεύουνε μερικοί πού μιλᾶμε γιά πάλη καί γιά ἀγῶνα πνευματικό, καί λένε,
τί εἶναι αὐτά τά πράγματα… τί ν’ ἀγωνιστεῖς καί γιατί ν’ ἀγωνιστεῖς;.. ὅλα εἶναι καλά
καί ὅλα εἶναι ὡραῖα.. ὁ Χριστός ἀναστήθηκε καί ἐμεῖς βαφτιστήκαμε.. εἴμαστε μέσα
στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.. κοινωνοῦμε.. Δέν θέλουνε νά ἀκοῦνε γιά διάβολο καί γιά
πάλη καί γιά ἀγῶνα. Ποιόν ἀγῶνα; λέει. Τί ἀγῶνα; Καί τό παίζουν καί λίγο ταπεινοί
μερικοί καί λένε, ἔ, τώρα.. ἐμεῖς δέν μποροῦμε νά κάνουμε ἀγῶνα.. δέν κάνουμε
τίποτα... ὁ Χριστός θά μᾶς σώσει ἔτσι ὅπως εἴμαστε μέ τά χάλια μας… Καί
παραιτοῦνται ἀπό κάθε προσπάθεια νά πολεμήσουν τά πάθη τους. Εἶναι αὐτοί
εἰσηγητές τῆς αἵρεσης πού λέγεται μεταπατερικότητα, «μεταπατερική θεολογία».
Κηρύσσουν μία σωτηρία χωρίς ἀγῶνα. Μία ἀνάσταση χωρίς σταύρωση. Προσέξτε

173
το, γιατί αὐτό τό πνεῦμα εἶναι διάχυτο. Δέν θέλουν οἱ ἄνθρωποι, λόγω τῆς ραθυμίας
τους, νά ἀκοῦνε γιά ἀγῶνα, γιά προσπάθεια, γιά πάλη. Κι ὅμως ἐδῶ, ὀρίστε, τό
Πνεῦμα τό Ἅγιο μᾶς μιλάει ὅτι ἔχουμε πάλη: «Οὐκ ἔστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρός αἷμα καί
σάρκα»[24]. Ἔχουμε νά παλέψουμε. Ἄν θέλεις νά σωθεῖς, πρέπει νά παλέψεις,
πρέπει νά ἀγωνιστεῖς. Καί ἡ πάλη δέν εἶναι μέ ἀνθρώπους. Νά μάθεις καλό μπόξ, ἄς
ποῦμε, νά μάθεις καλή αὐτοάμυνα νά νικήσεις τόν ἐχθρό. Δέν καταλαβαίνει ἀπ’ αὐτά
ὁ διάβολος. Θά πρέπει νά μάθεις τόν πνευματικό πόλεμο καί τά πνευματικά ὅπλα νά
χρησιμοποιεῖς.

Ἡ πάλη μας εἶναι πρός ὅλες τίς δυνάμεις τοῦ κακοῦ, ἐπικεφαλῆς τῶν ὁποίων εἶναι
αὐτός ὁ σατανᾶς. Σήμερα κηρύσσεται ἀπό πολλούς μία πολύ βολική θεωρία, ὅτι ὁ
Χριστός τελικά θά μᾶς σώσει ὅλους. Θά μᾶς λυπηθεῖ καί τί θά κάνει;.. ἀφοῦ ὅλοι
εἴμαστε τό ἴδιο, ὁ ἕνας πίσω ἀπ΄ τόν ἄλλον πᾶμε ἔτσι ὅπως πᾶμε.. τί θά κάνει καί ὁ
Χριστός; Θά μᾶς βάλει ὅλους στήν κόλαση; Ὅλα αὐτά τά ἑκατομμύρια τῶν
ἀνθρώπων;… Μά δέν εἶναι ὁ Χριστός πού μᾶς βάζει στήν κόλαση, ἀλλά ἡ ἴδια ἡ
ἐπιλογή μας. Ἐμεῖς ἐπιλέγουμε ποῦ θά πᾶμε. Τά ἔργα μας εἶναι αὐτά πού θά
καθορίσουν ἄν θά πᾶμε στόν Παράδεισο ἤ στήν κόλαση. Μέ ποιά ἔννοια; Ὄχι ὅτι
μᾶς σώζουν τά ἔργα, ἀλλά τά ἔργα φανερώνουν ἄν θέλουμε νά ἔχουμε σχέση μέ τόν
Χριστό, πού εἶναι ὁ Παράδεισος, ἤ δέν θέλουμε νά ἔχουμε σχέση. Μέ αὐτή τήν
ἔννοια ἐξαρτᾶται ἡ σωτηρία ἀπό ἐμᾶς. Ὁ Θεός θέλει ὅλοι νά σωθοῦμε. Θέλει, ἀλλά
δέν ἀναγκάζει κανέναν οὔτε ἐκβιάζει κανέναν οὔτε πειθαναγκάζει κανέναν. Γιατί
λένε μερικοί, γιατί δέν μᾶς τό ἀποδεικνύει; Νά μᾶς γράψει τό ὄνομά Του στόν
οὐρανό, νά πιστέψει ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα ἤ νά κάνει κάποια τρομερά θαύματα, ἄς
ποῦμε, νά ἀναγκαστοῦν ὅλοι νά πιστέψουν. Δέν θέλει ὁ Χριστός νά χρησιμοποιήσει
τέτοια μέσα, γιατί θέλει ἐλεύθερα καί ἀγαπητικά νά πᾶμε κοντά Του καί ὄχι
πειθαναγκάζοντάς μας.

Ἡ θεωρία αὐτή, ὅτι ὅλοι θά σωθοῦμε καί ὁ Χριστός θά μᾶς λυπηθεῖ γιατί εἴμαστε καί
πολλοί κ.λ.π., εἶναι αἵρεση. Εἶναι ἡ αἵρεση τῆς ἀποκαταστάσεως τῶν πάντων, τήν
ὁποία ἐκήρυσσε ἕνας ἀρχαῖος -κατά τά ἄλλα σπουδαῖος- θεολόγος καί
ἐκκλησιαστικός συγγραφέας, ὁ Ὠριγένης. Ἀλλά ἔχει καταδικαστεῖ ἐπίσημα ἀπό τήν
Ἐκκλησία ὡς αἵρεση, διότι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός μας μᾶς βεβαίωσε μέ τόν λόγο Του, ὅτι
«πορεύσονται οἱ δίκαιοι εἰς ζωήν αἰώνιον, οἱ δέ ἄδικοι, οἱ ἁμαρτωλοί, εἰς κόλασιν
αἰώνιον»[25]. Μιλάει γιά αἰώνια κόλαση, δέν μιλάει γιά μία κόλαση πού θά ἔχει
ἡμερομηνία λήξης. Βεβαίως ὁ Θεός μᾶς λυπᾶται καί μᾶς ἀγαπάει ὅλους καί μᾶς
πονάει ὅλους, ἀλλά δέν παρεμβαίνει στήν ἐλευθερία μας. Κάλλιστα ἕνας ἄνθρωπος,
καί ἔχουμε δυστυχῶς πολλούς τέτοιους καί στίς μέρες μας, μέ τά πόδια βολεμένους,
ὅταν ὁ Χριστός μέ τό ζόρι θά τόν ἔβαζε στόν Παράδεισο, θά μποροῦσε νά πεῖ στόν
Χριστό, καλά Ἐσύ μοῦ εἶπες ὅτι εἶμαι ἐλεύθερος.. γιατί μέ ἀνάγκασες νά εἶμαι ἐδῶ
μαζί Σου, δίπλα Σου; Δέν θέλω.. Καί θά εἶχε δίκαιο! Ὁ Θεός λοιπόν σέβεται αὐτή τήν
ἐλευθερία πού μᾶς ἔδωσε, δέν τήν παίρνει πίσω, καί λέει, παιδί μου, ὅπου θέλεις! Δέν
Μέ ἀγαπᾶς; Δέν θέλεις νά εἶσαι μαζί Μου; Φυσικά, δέν θά εἶσαι στόν Παράδεισο.
Γιατί ὁ Παράδεισος δέν εἶναι ὡραῖα λουλούδια καί ὡραῖα ποτάμια καί ὡραῖοι κῆποι,

174
ἀλλά εἶναι ὁ Χριστός. Πάρτε ἕναν τέτοιο ἄνθρωπο, διαβολεμένο νά τό ποῦμε ἔτσι..,
ἄνθρωπο πού κυριαρχεῖται ἀπό τά πάθη του καί βάλτον νά ἀκούσει μία λειτουργία, ἤ
ἀκόμα καλύτερα βάλτον σέ μιά ἀγρυπνία 6 -7 ὧρες... Δέν μπορεῖ νά ἀντέξει οὔτε
πέντε λεπτά. Θά σηκωθεῖ νά φύγει. Σοῦ λέει, τί κάνω ἐγώ ἐδῶ πέρα;.. δέν θέλω νά
εἶμαι μέ τόν Χριστό.. Ἔ, πῶς αὐτός θά μπορεῖ νά εἶναι στόν Παράδεισο, πού θά εἶναι
μιά διαρκής λειτουργία ἡ ζωή ἐκεῖ; Μιά διαρκής λατρεία τοῦ Θεοῦ;

Ἡ πάλη μας εἶναι λοιπόν πρός αὐτές τίς δυνάμεις, ἐπικεφαλῆς τῶν ὁποίων εἶναι
αὐτός ὁ σατανᾶς. Ἐναντίον μας εἶναι ἐπιστρατευμένα ὅλα τά πνεύματα τοῦ κακοῦ
ἀπό τό μεγαλύτερο μέχρι τό μικρότερο. Μή σᾶς κάνει ἐντύπωση, πού προσπαθεῖτε
νά κάνετε τό καλό καί ἐμποδίζεστε. Ἀπό ποιόν ἐμποδίζεστε; Θέλω νά κόψω τό
τσιγάρο καί δέν μπορῶ, λέει ὁ ἕνας. Θέλω νά κόψω τή βλαστήμια καί δέν μπορῶ.
Ποιός σέ ἐμποδίζει; Ἀφοῦ τό θέλεις! Κάποιος κρατάει τή θέλησή σου. Θέλω νά
ἀρχίσω πνευματική ζωή καί δυσκολεύομαι. Γιατί δυσκολεύεσαι; Ποιός σέ
δυσκολεύει; Αὐτά τά πονηρά πνεύματα. Εἶναι ἐναντίον μας ὅλες οἱ δυνάμεις τοῦ
κακοῦ καί ἔχουν ἐπάνω μας ἐπιρροή. Γιατί; Γιατί ἔχουν πάρει ἐξουσία λόγω τῶν
ἁμαρτιῶν μας. Κάθε φορά πού κάνουμε μιά ἁμαρτία, οὐσιαστικά προσκυνοῦμε τόν
πονηρό, τόν ἑωσφόρο. Ὅταν λοιπόν τόν προσκυνᾶς, μετά αὐτός θά σοῦ πεῖ,
φιλαράκο ἀφοῦ εἶσαι δικός μου, ἐγώ δέν σ’ ἀφήνω νά πᾶς στόν Χριστό. Ἀσκεῖ μετά
ἐξουσία, σέ ἐμποδίζει. Γι’ αὐτό, τό πρῶτο πού πρέπει νά κάνει κανείς, ὅταν θέλει νά
ἐλευθερωθεῖ ἀπό αὐτά τά δεσμά τά πονηρά, τά διαβολικά, εἶναι νά κάνει μία καλή
γενική ἐξομολόγηση, ὅλη του τή ζωή, μέ τό νί καί μέ τό σίγμα νά ἀναφέρει ὅλα τά
ἁμαρτήματά του, ὥστε νά κοποῦν αὐτά τά δικαιώματα πού ἔχει ὁ διάβολος πάνω του
λόγω τῶν ἁμαρτιῶν. Διότι κάθε φορά πού ἁμαρτάνεις, ὑπογράφεις κι ἕνα
συμφωνητικό συνεργασίας μέ τόν διάβολο. Αὐτό εἶναι ἡ ἁμαρτία.

Ἡ πάλη ἡμῖν δέν εἶναι πρός αἷμα καί σάρκα, πού σημαίνει ἐναντίον τῶν ἀνθρώπων,
γιατί ξέρουμε ὅτι οἱ ἄνθρωποι δέν εἶναι οὔτε πρωτοπόροι οὔτε πρωτοδημιουργοί τῆς
ἁμαρτίας καί τοῦ κακοῦ, ἀλλά τά ἀκάθαρτα πνεύματα. Οἱ διάβολοι, αὐτοί εἶναι οἱ
πρωτοπόροι καί πρωτοδημιουργοί τοῦ κακοῦ, οἱ ἐφευρέτες τοῦ κακοῦ. Γι’ αὐτό καί
εἶναι πολύ πιό εὔκολο νά μετανοήσει ὁ ἄνθρωπος παρά ὁ διάβολος. Γιατί ὁ διάβολος
ἐπινόησε τό κακό, τό βρῆκε. Ὁ ἄνθρωπος δέν τό βρῆκε, τοῦ τό σφύριξε ὁ διάβολος,
τό ὑπέβαλε. Οἱ δαίμονες ἐπινόησαν καί τήν ἁμαρτία καί τό κακό καί διαμέσου αὐτῶν
ἀποδιώκουν τό καλό τοῦ Θεοῦ ἀπό τούς ἀνθρωπους πού συνευδοκοῦν μαζί τους. Τό
ἀποδιώκουν καί ἀπό ἐμᾶς, ὅταν διαπράττουμε τό κακό καί τήν ἁμαρτία. Γι’ αὐτό ὁ
πόλεμός μας εἶναι ψυχικός, εἶναι πνευματικός. Ἐμεῖς παλεύουμε μέ τούς ποιητές τῆς
ἁμαρτίας καί τοῦ κακοῦ, καί ὄχι μέ τούς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι στήν πραγματικότητα
παρασύρονται.

Ἀλλά βλέπετε, πῶς μᾶς πλανᾶ ὁ διάβολος καί μᾶς βάζει νά μαλώνουμε μεταξύ μας,
ἀντί νά τά βάζουμε μ’ αὐτόν. Καί λέμε, κοίταξε, μέ ἔκλεψε, μέ συκοφάντησε, μέ
γλωσσοτρώει, μοῦ κάνει μάγια.. καί δέν καταλαβαίνουμε ὅτι κι αὐτός ὁ ταλαίπωρος
πού τά κάνει αὐτά, εἶναι κι αὐτός θύμα τοῦ κοινοῦ ἐχθροῦ. Ὅπως κι ἐσύ εἶσαι θύμα

175
τοῦ κοινοῦ ἐχθροῦ, τοῦ διαβόλου. Καί δέν πρέπει νά τά βάζεις μέ τόν ταλαίπωρο τόν
συνάνθρωπό σου, ἀλλά μέ τόν κοινό ἐχθρό, μέ τόν διάβολο. Καί τό ἴδιο νά
προσπαθήσεις νά πείσεις καί τόν ἄλλον πού σέ ἀδικεῖ, νά τά βάλει μέ τόν κοινό
ἐχθρό.

Ὁ πόλεμός μας λοιπόν δέν εἶναι μέ τούς ἀνθρώπους. Δέν πρέπει νά εἶναι μέ τούς
ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι στήν πραγματικότητα παρασύρονται ἀπό τόν κοινό ἐχθρό.
Τελικά ὅμως γίνονται, καί γινόμαστε οἰκειοθελῶς, μέ τή θέλησή μας δηλαδή, φορεῖς
τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ κακοῦ. Ὅλο τό σκοτάδι στόν γήινο κόσμο μας ἦρθε, καί
ἀδιάκοπα ἔρχεται σωρευτικά, ἀπ’ αὐτά τά πονηρά πνεύματα, τά πνεύματα τοῦ κακοῦ.
Αὐτά καί οἱ ἐπικεφαλεῖς τους εἶναι οἱ ἀρχηγοί καί οἱ διευθυντές τοῦ σκότους τοῦ
κόσμου τούτου. Πρός τάς ἀρχάς, πρός τάς ἐξουσίας, πρός τούς κοσμοκράτορας τοῦ
σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου. Καί οἱ ἄνθρωποι, δέν εἶναι τίποτα ἄλλο παρά ἡ ἀνόητη,
ἡ οἰκειοθελής καί ἡ ὑπάκουη λεία τους γιά αἰχμαλωσία τους. Ἐμεῖς οἱ ταλαίπωροι
ἄνθρωποι γινόμαστε λεία τῶν πονηρῶν πνευμάτων. Ἀλλά ἐπειδή τό θέλουμε. Ὁ
διάβολος δέν μπορεῖ κανέναν ἄνθρωπο νά τόν ἀναγκάσει νά γίνει ὁπαδός του, νά τόν
ἀναγκάσει νά ἁμαρτάνει. Οἰκειοθελῶς ἁμαρτάνουμε, αὐτεξουσίως δηλαδή, μέ τή
θέλησή μας. Γι’ αὐτό καί κρινόμαστε καί κατακρινόμαστε.

Ἡ δύναμη τῶν πνευμάτων τοῦ κακοῦ εἶναι τεράστια καί ὁ πόλεμός τους ἐναντίον τοῦ
καλοῦ, τοῦ Θεοῦ, γιά τήν ἐπικράτηση τοῦ κακοῦ ἄρχισε πρῶτα ἀπό τόν οὐρανό μέ
ὅλες τίς ἀγγελικές δυνάμεις. Λέει στήν Ἀποκάλυψη, στό 12ο Κεφάλαιο, στόν ἕβδομο
στίχο, «ἐγένετο πόλεμος ἐν τῷ οὐρανῷ· ὁ Μιχαήλ καί οἱ ἄγγελοι αὐτοῦ τοῦ
πολεμῆσαι μετά τοῦ δράκοντος»[26] . Ὁ Μιχαήλ πολέμησε μέ τόν δράκοντα, μέ τόν
ἑωσφόρο «καί ὁ δράκων ἐπολέμησε καί οἱ ἄγγελοι αὐτοῦ»[27]. Ὁ πόλεμος λοιπόν
ἐναντίον τοῦ Θεοῦ ξεκίνησε ἀπ’ τόν οὐρανό καί προσπάθησε ὁ ἑωσφόρος νά
κυριαρχήσει στόν οὐρανό πολεμώντας τούς Ἀγγέλους. Βέβαια κατατροπώθηκε ἀπό
τόν Ἀρχάγγελο Μιχαήλ καί τίς ἄλλες Ἀγγελικές δυνάμεις καί στή συνέχεια ὁ
πόλεμος ἔχει μεταφερθεῖ ἐδῶ στή γῆ.

Νικημένα τά πονηρά πνεύματα στόν οὐρανό, μετέφεραν τόν πόλεμο στή γῆ καί τόν
διεξάγουν ἐδῶ μέ ὅλες τους τίς δυνάμεις, μέχρις ὅτου καταργηθοῦν καί ἀπό ἐδῶ,
ὅταν θά ἔρθει ὁ Κύριος καί θά καταργήσει τόν διάβολο «τῷ πνεύματι τοῦ στόματος
αὐτοῦ»[28], μέ ἕνα φύσημα δηλαδή, αὐτό εἶναι τῷ πνεύματι τοῦ στόματος αὐτοῦ. Μέ
ἕνα φύσημα θά τόν καταργήσει, θά τόν ρίξει στή λίμνη τοῦ πυρός τήν καιομένη.

Αὐτά πρός τά παρόν. Πρῶτα ὁ Θεός, θά συνεχίσουμε. Ἄν θέλετε κάτι πάνω σ’


αὐτά…

176
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

Ἐρ. : ……………………….
Ἀπ. : Ὁ διάβολος (λέω τήν ἐρώτηση πάλι) κρύβεται πίσω ἀπό τά πράγματα. Καί
ὄντως πίσω ἀπό τά ὑλικά πράγματα καί ἀπό τούς ἀνθρώπους πού ὑπηρετοῦν τόν
διάβολο κρύβεται ὁ διάβολος. Καί ἡ ἐρώτηση λέει, ὅτι πρέπει νά γίνουμε ἄγγελοι γιά
νά νικήσουμε τά πονηρά πνεύματα. Κατά ἕνα τρόπο, θά ἔλεγα, ναί, πρέπει νά
γίνουμε ἐπίγειοι ἄγγελοι. Δέν βλέπετε στά τροπάρια πού ψάλλουμε ἐπίγειος ἄγγελος
καί οὐράνιος ἄνθρωπος; Θά πρέπει νά ξεπεράσουμε τό σαρκικό φρόνημα, μ’ αὐτή
τήν ἔννοια νά γίνουμε ἄγγελοι. Ὄχι νά ξεντυθοῦμε τό σῶμα μας, δέν μποροῦμε.
Αὐτό εἶναι αὐτοκτονία. Θά μείνουμε μέ τό σῶμα, ἀλλά θά ἀγγελοποιήσουμε, θά
πνευματικοποιήσουμε τό σῶμα. Τή σάρκα δηλαδή νά τή κάνουμε πνεῦμα. Τό
σαρκικό φρόνημα νά γίνει πνευματικό φρόνημα.

Σαρκικό φρόνημα ποιό εἶναι; Ἡ φιλαυτία, δηλαδή τί ἀναπαύει τό σῶμα. Καί αὐτό
πού ἀναπαύει τό σῶμα, αὐτό θεωροῦμε ὅτι εἶναι καί εὐτυχία. Αὐτό εἶναι τό σαρκικό
φρόνημα καί γι’ αὐτό κυνηγᾶμε τίς ἡδονές τοῦ σώματος, τήν ξεκούραση, τήν
ἀνάπαυση, τά πολλά φαγητά, ὅλα αὐτά.. καί ὅ,τι ἀναπαύει ἔτσι ὑλικά τήν ὕπαρξή
μας, χειροπιαστά. Τά μπράβο-μπράβο τῶν ἀνθρώπων καί ὄχι τήν δόξα τήν οὐράνια
τοῦ Θεοῦ, τό ἄκτιστο φῶς τοῦ Θεοῦ. Καί τά μέσα γιά νά ἐξασφαλίζουμε αὐτές τίς
ἐπίγειες ἡδονές πού εἶναι τά χρήματα. Κι ἔτσι ὁ ἄνθρωπος γίνεται φιλάργυρος, γιατί
εἶναι φιλήδονος καί γιατί εἶναι φιλόδοξος.

Θά πρέπει λοιπόν ὄντως νά πνευματικοποιήσουμε τήν σάρκα, νά γίνουμε ἐπίγειοι


ἄγγελοι, γιά νά πολεμήσουμε τόν πονηρό πού κρύβεται μέσα στά ὑλικά πράγματα
καί ἐνεργεῖ μέσα ἀπό τά πράγματα καί μέσα ἀπό τούς ἀνθρώπους πού τόν
ὑπηρετοῦν.

Δέν ἔχω ἀντίρρηση σ’ αὐτό. Χρειάζεται ὄντως μεγάλος ἀγώνας, μεγάλη προσπάθεια.
Γι’ αὐτό, βλέπετε, οἱ Ἅγιοι κάνανε φοβερά πράγματα, πού στά μάτια ἡμῶν τῶν
ραθύμων φαίνονται ὑπερβολικά καί ἴσως ἀχρείαστα. Δέν ἦταν καθόλου ἀχρείαστα.
Σήμερα λέγαμε γιά τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Λυκοπολίτη πού πέρασε ὅλη τή ζωή του σέ
τρία δωμάτια. Καί τί δωμάτια ἦταν αὐτά;.. Κλεισμένος, αὐτοφυλακισμένος. Καί ἔτσι
ἁγίασε, καθαρίστηκε, φωτίστηκε καί γέμισε μέ τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος,
τό προφητικό, τό διορατικό κ.λ.π. Χρειάζεται δηλαδή ὁ ἄνθρωπος νά περάσει ἀπό
μία στένωση, ἀπό μία ἀτραπό δηλαδή πολύ-πολύ στενή, γιά τήν ὁποία μᾶς μίλησε ὁ
Κύριος καί εἶπε «στενή ἡ πύλη καί τεθλιμμένη ἡ ὁδός ἡ ἀπάγουσα εἰς τήν ζωήν»[29].
Πρέπει νά στενοχωρηθοῦμε. Ὄχι νά καταθλιβοῦμε, μέ τήν κακή ἔννοια, ἀλλά νά
βιάσουμε τόν ἑαυτό μας νά καθαριστοῦμε. Καί αὐτό γίνεται μέ πολλή πολλή
προσπάθεια γιά στένωση, γιά ἐγκράτεια, γιά ἔλεγχο τῶν αἰσθήσεών μας, τῶν
σκέψεών μας. Χρειάζεται κόπος, ἐργασία πνευματική. Γι’ αὐτό μᾶς μίλησε ὁ Κύριος
γιά ἀδιάλειπτη προσευχή, μᾶς μίλησε γιά νηστεία. Ὅλα αὐτά τί εἶναι; Εἶναι μιά
στένωση. Δέν ἀφήνεις τόν νοῦ σου νά πηγαίνει ὁπουδήποτε. Τόν βάζεις νά

177
προσεύχεται. Πόσο δύσκολο εἶναι αὐτό; Πολύ δύσκολο, νά μαζέψεις τόν νοῦ σου. Τό
σῶμα σου δέν τό ἀφήνεις νά τρώει ὁτιδήποτε. Τίς αἰσθήσεις σου δέν τίς ἀφήνεις νά
βλέπουν, νά ἀκοῦνε ὁτιδήποτε.. τά βάζεις ὅλα σ’ ἕναν στενό δρόμο, σέ μιά
ἐγκράτεια, σέ μία στέρηση, γιά νά μπορέσεις νά καθαριστεῖς ἀπό τά πάθη, γιατί τά
πάθη τρέφονται μέσα ἀπό τίς αἰσθήσεις.

Ὅταν θέλει, ἄς ποῦμε, ἕνας στρατηγός νά καταλάβει μία πόλη, κόβει τό νερό καί τό
φαγητό τῶν πολιορκουμένων καί εὔκολα τήν καταλαμβάνει. Ἔτσι κι ἐμεῖς, γιά νά
διώξουμε τόν ἐχθρό, πού ἔχει μπεῖ μέσα στήν ψυχή μας, θά πρέπει νά τοῦ κόψουμε
τόν ἀνεφοδιασμό. Πῶς θά καθαρίσεις τή σκέψη σου, ὅταν στήνεσαι στήν τηλεόραση
καί βλέπεις ὅ,τι νά ’ναι; Ἤ στό διαδίκτυο; Δέν ὑπάρχει περίπτωση ποτέ νά
καθαριστεῖ ἡ σκέψη σου. Πάντοτε θά ἔχεις ἄνομες σκέψεις καί ἄνομες ἐπιθυμίες.
Πῶς θά γλιτώσεις ἀπό τήν ἀνθρωπαρέσκεια καί τή φιλαρέσκεια -γυναῖκες καί
ἄνδρες- ὅταν στήνεσαι συνέχεια στίς βιτρίνες καί ἀκοῦς τί λένε οἱ φιλενάδες σου οἱ
κοσμικές καί τί λέει ὁ κόσμος μέσα ἀπ’ τήν τηλεόραση κ.λ.π.; Ὅλοι σπρώχνουνε
στήν ἱκανοποίηση αὐτῶν τῶν παθῶν. Θά πρέπει ἀπό ὅλα αὐτά νά ξεχωριστοῦμε, ἄν
θέλουμε νά κάνουμε σωστό ἀγῶνα.

Ἐρ. : ……………………….
Ἀπ. : Ὑπάρχουν πολλοί μάγοι πού ἔχουν εἰκόνες. Καί ἕνας περίφημος μάγος, δέν
ξέρω ἄν ζεῖ ἀκόμα -τό λέγαμε- στό Γάζωρο, ὁ Χρήστος, εἶχε ἕνα μικρό δωμάτιο
γεμάτο εἰκόνες καί ὁ πολύς κόσμος νόμιζε ὅτι εἶναι καί ἅγιος! Καί μάλιστα κάνανε
καί αὐτόν τόν ἀναγραμματισμό: Χριστός Ναζωραῖος, Χρήστος Γαζωραῖος! Φοβερή
βλασφημία! Ἦταν τό πρῶτο μέντιουμ τῆς Ἑλλάδος αὐτός ὁ μάγος καί πολλοί θά
πηγαίνανε ἐκεῖ μέ τήν αἴσθηση ὅτι πηγαίνανε σέ ἕναν ἅγιο. Δέν πρέπει νά εἴμαστε
εὔκολοι καί νά μᾶς κοροϊδεύει ὁ διάβολος. Πάρα πολλοί ἅγιοι ἐξαπατήθηκαν καί
προσκύνησαν τόν πονηρό -ἐνῶ ἦταν ὁ διάβολος- καί ἔπαθαν μεγάλο κακό. Πρέπει νά
προσέχουμε πολύ. Γι’ αὐτό χρειάζεται νά ἔχουμε πνευματικό ὁδηγό.

Ὑπῆρχε ἕνας ἀσκητής, ὁ ὁποῖος ἔκανε σπουδαία ἄσκηση, μεγάλη ἄσκηση. Ἀλλά εἶχε
ὑπερηφάνεια καί δέν εἶχε πνευματικό ὁδηγό, δέν εἶχε ταπείνωση, ὁπότε μιά μέρα τοῦ
ἐμφανίστηκε ὁ διάβολος καί τοῦ εἶπε «θά ἔρθει τό βράδυ ὁ Χριστός, νά ἔρθεις νά τόν
προσκυνήσεις». Κι αὐτός τόν πίστεψε, γιατί ἤδη εἶχε μέσα του καλλιεργήσει τήν ἰδέα
ὅτι εἶναι ἅγιος. Ὁπότε, σοῦ λέει, τί πιό φυσικό νά μοῦ φανερωθεῖ ὁ Χριστός! Ἐνῶ ὁ
ταπεινός ἄνθρωπος ποτέ δέν δέχεται τέτοιο λογισμό. Ποιός εἶμαι ἐγώ γιά νά δῶ τόν
Χριστό; Ἔτσι θά ἀπαντοῦσε ἕνας ταπεινός ἄνθρωπος. Τό βράδυ βγῆκε ἔξω λοιπόν…
οἱ δαίμονες εἶχαν στήσει μιά ὁλόκληρη παράσταση καί ἕνας φαινόμενος «Χριστός»
μέ ἕνα φωτεινό τρόπο πέρασε ἔτσι ἀπό μακριά καί τοῦ λέει, νά, αὐτός εἶναι,
προσκύνησέ τον. Καί μέ τό πού τόν προσκύνησε, δαιμονίστηκε. Τόν κατέλαβε τό
πονηρό πνεῦμα.

Θά πρέπει νά ἔχουμε πνευματικό ὁδηγό καί νά ρωτᾶμε. Εἶναι διάφορες περιπτώσεις.


Ὁ Θεός τούς ἁπλούς καί τούς ἀκάκους βέβαια τούς προστατεύει, τούς φυλάει.

178
Πρέπει νά εἴμαστε ἄκακοι ὅπως τά παιδιά, ἀλλά νά εἴμαστε σοφοί κατά Θεόν. Νά
εἴμαστε νήπιοι ὡς πρός τήν κακία, δηλαδή νά μήν κάνουμε τό κακό, ἀλλά νά ἔχουμε
πνευματική γνώση, σωστή ἀντίληψη καί γνώση γιά τόν Θεό, γιά νά μή πέφτουμε
εὔκολα θύματα τῆς ἀπάτης τοῦ πονηροῦ. Καί τό τονίζω αὐτό, χρειάζεται νά ὑπάρχει
πνευματικός ὁδηγός καί νά ὑπάρχει καί ὑπακοή. Γιατί μπορεῖ νά ἔχεις πνευματικό
καί νά μήν κάνεις ὑπακοή. Τότε εἶναι σάν νά μήν ἔχεις.

Καί ἔτσι θά φυλαχτοῦμε. Ὅταν ὑπάρχει αὐτό τό πνεῦμα τῆς ταπείνωσης, ὁ Θεός θά
φυλάει. «Φυλάσσει τά νήπια ὁ Κύριος»[30], λέει. Τά νήπια, αὐτούς δηλαδή πού δέν
ἔχουν δικό τους θέλημα καί δέν ἐμπιστεύονται τή σοφία τους -πού δέν ὑπάρχει- καί
τήν κρίση τους, ἀλλά ρωτοῦν γιά ὅλα. Αὐτούς φυλάει ὁ Κύριος. «Νηπιάζετε τῇ
κακίᾳ, ἀλλ’ οὐ ταῖς φρεσί»[31]. Ὄχι ὡς πρός τίς φρένες, ὡς πρός τήν κακία νά
εἴμαστε νήπιοι, ἄκακοι. Εἰ δυνατό, νά μήν ξέρεις τίποτα δηλαδή τό κακό οὔτε νά τό
ὀνομάζεις. Οὔτε τό ὄνομά του νά μή λές. Ἀλλά ταῖς φρεσί, ὡς πρός τόν νοῦ, ὡς πρός
τίς φρένες, νά εἶστε σοφοί, λέει ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ.

Σήμερα τό κακό δρᾶ πάρα πολύ ὕπουλα καί ἔχει μπεῖ καί μέσα στήν Ἐκκλησία.
Ὅπως καί πάντοτε.. Μή νομίζετε ὅτι παλιότερα ἦταν καλύτερα τά πράγματα. Καί
παλιότερα ὑπήρχανε κακοί ἐπίσκοποι, κακοί ἱερεῖς. Ὁ ἱερός Χρυσόστομος ἔλεγε,
κανέναν δέν φοβᾶμαι, δέν τρομάζω, ὅσο τούς ἐπισκόπους! Τί εἶχε τραβήξει ἀπό τούς
ἐπισκόπους!.. τούς «συναδέλφους» του.. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἀπό τούς
ψευδαδέλφους, τούς ψευτοχριστιανούς δηλαδή, πού τό παίζανε ἀδελφοί του ἐνῶ δέν
ἦταν.

Χρειάζεται λοιπόν ταπείνωση, ὑπακοή, νά ρωτᾶμε, καί ἔτσι δέν θά πλανηθοῦμε. Νά


σᾶς πῶ ἕνα παράδειγμα, γιά νά δεῖτε πῶς μποροῦμε νά ἐξαπατηθοῦμε. Ὁ Ἅγιος
Πορφύριος ξεδιάλυνε ἕνα θαῦμα, πού δέν ἦταν καθαρό, μιᾶς εἰκόνας πού ἐκινεῖτο
στό Εἰρηνοδικεῖο τῶν Ἀθηνῶν, γιά πολύ καιρό. Πρίν χρόνια εἶχε γίνει αὐτό. Εἶχε
γίνει σάλος σ’ ὅλη τήν Ἑλλάδα! Μιά εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, πού δέν ἦταν καί
βυζαντινή, ἦταν ἔτσι ἀπ’ αὐτές τίς φράγκικες, ἐκινεῖτο συνεχῶς. Καί ὁ Ἅγιος
Πορφύριος τό ἔλυσε τό θέμα αὐτό. Δέν ξέρω ἄν τό θυμάστε. Δέν τό θυμάστε.. δέν τό
ξέρετε.. Τό ἔβλεπαν πολλοί ἄνθρωποι αὐτό καί εἶχαν πεῖ ἕνα σωρό θεωρίες, γιατί
κινεῖται ἡ εἰκόνα καί πῶς κινεῖται.. καί ὁ Ἅγιος Πορφύριος εἶπε σ΄ ἕνα πνευματικό
του παιδί, πήγαινε, λέει, στήν τάδε γυναίκα καί πές της, σέ ζητάει ὁ π. Πορφύριος,
θέλει νά σέ δεῖ. Καί πῆγε αὐτή, συνάντησε τόν Γέροντα καί τῆς λέει, παιδί μου, λέει,
στό σπίτι σου ἔχεις δεῖ παρόμοια φαινόμενα, ὅπως αὐτό πού κινεῖται ἡ εἰκόνα; Λέει,
ναί Γέροντα, σπάζουνε ποτήρια, κινοῦνται ἀντικείμενα κ.λ.π. Ἤτανε δαιμονικές
ἐνέργειες. Αὐτή ἡ γυναίκα ἦταν φορέας τοῦ πονηροῦ καί ἦταν πειρασμική ἐνέργεια
αὐτό τό πράγμα. Ἕνας τώρα ἁπλός, καλοπροαίρετος, θά πεῖ, θαῦμα.. θαῦμα..
βλέπεις;.. κουνιέται ἡ εἰκόνα… Ἀλλά ποιός τήν κουνάει!

Πολλά, δυστυχῶς, καί στό διαδίκτυο κυκλοφοροῦνε, πού εἶναι ψεύτικα πράγματα,
ἀπάτες, καί ἔχουνε σκοπό νά μᾶς ρεζιλέψουνε τούς χριστιανούς. Πολλές φορές

179
εἴμαστε πολύ ἀφελεῖς καί πολύ εὔπιστοι. Δέν πρέπει νά εἴμαστε οὔτε εὔπιστοι οὔτε
ἀφελεῖς.

Ἐρ. : ……………………….
Ἀπ. : Νά σᾶς πῶ κάτι, λέμε γιά τόν Ἀντίχριστο καί ὅτι πρέπει νά ἀντισταθοῦμε στόν
Ἀντίχριστο, ἔ; Πόσοι ἀπό μᾶς ἔχουμε μαρτυρικό φρόνημα; Εἴμαστε ἕτοιμοι νά
θυσιαστοῦμε γιά τόν Χριστό; Νά δώσουμε τή ζωή μας γιά τόν Χριστό; Ἐκεῖ εἶναι τό
πρόβλημα. Δέν εἶναι ἄν θά πάρουμε τό barcode, ἤ δέν θά πάρουμε. Αὐτό θά εἶναι τό
ἀποτέλεσμα τοῦ φρονήματος καί τῆς ὅλης μας ζωῆς. Θά πλανηθοῦνε πάρα πολλοί
καί θά πάρουνε τό χάραγμα τό κανονικό, ὄχι τό προ-χάραγμα πού λέτε ἐσεῖς. Καί τί
ἐννοεῖ θά πλανηθοῦνε; Ὄχι οἱ εἰδωλολάτρες. Οἱ εἰδωλολάτρες εἶναι ἤδη πλανεμένοι.
Οἱ χριστιανοί θά πλανηθοῦν. Οἱ χριστιανοί, οἱ ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας. Καί ποιοί
δέν θά πλανηθοῦν; Οἱ νήφοντες, αὐτοί πού ἔχουν νήψη.

Νήψη τί σημαίνει; Ἀπό τό νήφω, πού σημαίνει εἶμαι ξύπνιος. Δέν κοιμοῦνται
πνευματικά. Δηλαδή εἶναι μέ ἀδιάλειπτη προσευχή, μέ τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ
Θεοῦ. Ἐδῶ βλέπετε, πόσο εὔκολα ἐμεῖς οἱ χριστιανοί ὑποχωροῦμε. Νά σᾶς πῶ ἕνα
παράδειγμα πολύ ἁπλό, νά δεῖτε πόσοι θά μοῦ πεῖτε, εἶναι πολύ δύσκολο. Τό εἶπα καί
προχθές.. θά τό ξαναπῶ.. νά δοῦμε ποιός θά τό κάνει στό τέλος.. Ὑπάρχει κανόνας
τῆς Ἐκκλησίας πού λέει, ἀπαγορεύεται νά συλούονται ἄνδρες μέ γυναῖκες. Θά τό
ἔχετε ἀκούσει.. Νά συλούονται, νά λούζονται μαζί ἄνδρες μέ γυναῖκες. Τί σημαίνει
αὐτό; Καταλαβαίνετε τί σημαίνει αὐτό; Γιά νά ἀκούσω.. «πολύ δύσκολο, πάτερ».. γιά
νά τό ἀκούσω! Καταλάβατε; Πόσοι εἶναι διατεθειμένοι νά ποῦνε, δέν θά ξαναπᾶμε
στή θάλασσα, τώρα πού τό μάθαμε; Τί μοῦ λέτε τώρα γιά χάραγμα καί Ἀντίχριστο;
Ἐδῶ ἕνα μπάνιο δέν θέλουμε νά τό θυσιάσουμε! Ἔτσι δέν εἶναι; Γιατί μᾶς ἀρέσει..
Λέει, πάτερ, ἐγώ γιά θάλασσα τρελαίνομαι.. Τρελαίνεσαι! Γιά τόν Παράδεισο
τρελαίνεσαι; Προτιμᾶς τήν ὀφθαλμοπορνεία καί τόν σοδομισμό, ὅλα αὐτά πού
γίνονται ἐκεῖ, ἀπό τόν Παράδεισο.. Μόνο τό χάραγμα θά πάρεις; Τά πάντα θά πάρεις.

Ἐρ. : ……………………….
Ἀπ. : Ἄς διορθώσουμε λοιπόν ὅλα τά ἄλλα, νά εἴμαστε ἕτοιμοι, νά μήν ὑποκύπτουμε
στόν πονηρό σέ τίποτε καί μετά μή φοβᾶστε γιά τό χάραγμα. Ὁ διάβολος, ὁ
Ἀντίχριστος, θά εἶναι πολύ εὐγενικός.. δέν θά μᾶς τό βάλει μέ τό ζόρι. Θά μᾶς
ρωτήσει. Νά τό ξέρετε αὐτό, θά τό πάρουμε μέ τή θέλησή μας, ὅσοι τό πάρουμε. Θά
τό πάρουμε καί θά πανηγυρίζουμε κιόλας, ὅσοι τό πάρουμε. Νά μήν τό πάρουμε
ποτέ! Ἀλλά γιά νά μήν τό πάρουμε εἶναι αὐτό πού σᾶς εἶπα, νά ἀρχίσουμε ἀπό τώρα
νά σφιγγόμαστε, νά ἐξερχόμαστε, «ἐξέλθετε», λέει, «ἐκ μέσου αὐτῶν καί
ἀφορίσθητε»[32]. Ἀλλά τί θά πεῖ ἡ μαμά; «Πάτερ, τί λές τώρα;.. Τά παιδιά μου
θέλουν νά πᾶνε στή θάλασσα». Ἡ ἴδια θέλει νά πάει στή θάλασσα καί βάζει μπροστά
τά παιδιά. Καταλάβατε; Εἶναι τό ἄλλοθι. Λοιπόν.. Ὅ,τι θέλει τό παιδί σου - τό μωρό
σου θά σέ κάνει; Ἐσύ ὀφείλεις νά κατευθύνεις τό μωρό σου καί τό παιδί σου, ὄχι τό
παιδί ἐσένα. Ἀλλιῶς εἶσαι ἀνάξια μάνα, πολύ ἁπλά. Πρέπει νά παραιτηθεῖς ἀπό τό
ρόλο τῆς μάνας. Καί ὁ Θεός, πού σοῦ ἔκανε τή μεγάλη τιμή νά σοῦ δώσει μιά ψυχή

180
νά τή διαχειριστεῖς σωστά καί νά τή βάλεις στόν Παράδεισο, πρέπει νά σοῦ τήν πάρει
αὐτή τήν τιμή. Νά στό πάρει τό παιδί.. κανονικά. Ἔτσι εἶναι. Τό παιδί δέν στό ἔδωσε
γιά νά τό κολάσεις, οὔτε γιά νά τό βάλεις ἀφεντικό στό κεφάλι σου, ὅ,τι λέει τό
παιδί.. Τό παιδί τί θά πεῖ; Τό παιδί θά πεῖ αὐτά πού λένε τά ἀνθρώπινα πάθη, γιατί μ’
αὐτά ἔχει γεννηθεῖ. Μέ τά ἀνθρώπινα πάθη, πού τοῦ τά μετάδωσες ἐσύ. Ἄν λοιπόν
ἀκοῦς τό παιδί σου, οὐσιαστικά τί ἀκοῦς; Τά πάθη σου, τόν ἑαυτό σου. Τό παιδί εἶναι
ἀντίγραφο τῶν παθῶν σου. Ὀφείλεις νά ἀναγεννηθεῖς καί νά ἀναγεννήσεις
πνευματικά καί τό παιδί σου, ἄν θέλεις νά λέγεσαι δίκαια μητέρα καί πατέρας.

Νά σᾶς πῶ καί ἄλλο παράδειγμα, νά δεῖτε πόσο παράνομοι εἴμαστε; Δέν σᾶς λέω
ἄλλο… γιατί μετά θά μοῦ πεῖτε, εἶσαι πάρα πολύ αὐστηρός πάτερ!

Ἐρ. : ……………………….
Ἀπ. : Ἔ, ποιός θά ἀποφασίσει νά μήν ξαναχορέψει; Νά μήν ξαναχορέψει! Μή μοῦ
πεῖτε δημοτικούς καί ἀ-δημοτικούς χορούς… δέν μιλάει γιά τέτοιο πράγμα ὁ κανόνας
τῆς Ἐκκλησίας. Ὑπάρχει κανόνας Οἰκουμενικῆς Συνόδου, πού ἀπαγορεύει στούς
χριστιανούς νά χορεύουν. Μή μοῦ πεῖτε, ὅτι οἱ ἐνορίες κάνουν χορούς… Τά ξέρω
πολύ καλά, τά ἔχω δεῖ καί σέ βίντεο καί τούς παπάδες πού εἶναι πρῶτοι-πρῶτοι. Καί
τί θά πεῖ αὐτό; Τί λέει ἡ Ἐκκλησία διαχρονικά. Ἡ Ἐκκλησία μέσα ἀπό τούς ἱερούς
κανόνες τό ἀπαγορεύει. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος τό λέει ξεκάθαρα «ὅπου
χορός», πέστε το..

-Διάβολος…
Εἴδατε πού τό ξέρετε… πόσες φορές τό ἔχω πεῖ; Ὅπου χορός, διάβολος! Θέλεις νά
εἶσαι μέ τόν διάβολο ἀγκαλιά; Χόρευε! Θά σέ χορέψει κι αὐτός δυό φορές στό
ταψί…

Βλέπετε; Πόσοι εἴμαστε διατεθειμένοι νά κόψουμε αὐτά;.. γιά νά μήν πάρουμε τό


πρό-χάραγμα καί τό πρό-πρό-χάραγμα καί ὅλα αὐτά;

Ἐρ. : ……………………….
Ἀπ. : Καλά τό λές, γιατί τά ἔχουμε πάρει. Ὅταν δέν κόβουμε τά πάθη μας… Μά
ἀκριβῶς αὐτό εἶναι ὁ Ἀντίχριστος. Ὁ Ἀντίχριστος θά εἶναι ἡ ὑποταγή στά πάθη καί
κατεξοχήν, πολύ καλά τό εἴπατε, θά μᾶς πολεμήσει μέ τήν κοιλιά.

Σήμερα τί γίνεται γιά τό φαΐ; Ξεπουλᾶμε τήν πίστη μας. Ἔρχεται ὁ ψευτο-πολιτικός
καί λέει «ἔχουμε λεφτά.. θά σᾶς δώσω λεφτά» καί ἐσύ λές, δέν πάει νά εἶναι ἄθεος..
ἄς δηλώνει ἄθεος ἐπίσημα, ἐγώ θά τόν βγάλω, ἀφοῦ θά μοῦ πάρει τό παιδί μου στή
δουλειά, θά μοῦ δώσει σύνταξη, θά πάρει πίσω τά μέτρα -πῶς τά λένε;- λιτότητας..
τά ΕΝΦΙΑ καί ὅλα αὐτά.. ἐγώ θά τόν ψηφίσω. Αὐτός εἶναι! Ἡ κοιλιά μᾶς κυβερνάει.
Δέν μᾶς κυβερνάει ἡ πίστη. Βλέπετε; Ἕνας πού κυβερνιέται ἀπό τήν κοιλιά, δέν θά
πάρει τό χάραγμα; Ἀγαλλομένω ποδί! Τρέχοντας! Μόνο ἕνα χάραγμα; Χίλια
χαράγματα θά πάρει.. Ἐκεῖ εἶναι τό πρόβλημα.

181
Ἐρ. : ……………………….
Ἀπ. : Ἔτσι ὅπως γίναμε.. ἡ ἐρώτηση εἶναι, δέν ξέρω ἄν ἀκούσατε, τό κοσμικό
πνεῦμα πού ἔχει ἔχει κυριαρχήσει στούς γάμους, στά βαφτίσια καί σέ ὅλα αὐτά.. πού
γίνονται ὅλα τά ἀντίθετα καί στό τέλος βάζουμε καί τό κερασάκι στήν τούρτα, νά
εἶναι καί ὁ παπάς νά εὐλογήσει.. Τί νά εὐλογήσει; Τά πάθη μας καί τίς ἁμαρτίες μας;

Νά σᾶς πῶ τή γνώμη μου τήν προσωπική; Νά μήν πηγαίνετε. Σέ τέτοιους γάμους νά


μήν πηγαίνετε. Γιατί; Γιατί οὐσιαστικά βλασφημεῖται ὁ Χριστός ἐκεῖ πέρα.
Βλασφημεῖται ὁ Χριστός. Μέ τά ἔργα πού κάνουν, βλασφημεῖται. Μέ τόν τρόπο πού
εἶναι ντυμένες -πού δέν εἶναι ντυμένες- οἱ γυναῖκες, βλασφημεῖται ὁ Χριστός. Πολύ
καλά τό ἔλεγε ἕνας σύγχρονος Μητροπολίτης, δέν εἶναι ἀνάγκη νά ἔρθουνε Τοῦρκοι
νά βεβηλώσουν τούς ναούς.. Τούς ἔχουμε βεβηλώσει χίλιες φορές.

Νά μήν πηγαίνουμε. Νά μή συμμετέχουμε. Αὐτή τήν ἔννοια ἔχει τό «ἐξέλθετε ἐκ


μέσου αὐτῶν καί ἀφορίσθητε»[33]. Νά πάρεις ἀποστάσεις ἀπό ὅλα αὐτά.

Ἐρ. : ……………………….
Ἀπ. : Πῶς παίρνουμε;

Ἐρ. : ……………………….
Ἀπ. : Θά πεῖτε, νά γίνουμε ἀκοινώνητοι; Καί θά σᾶς πῶ, ὄχι, νά γίνετε ἀληθινά
κοινωνικοί. Ποιός εἶναι ἀληθινά κοινωνικός; Αὐτός πού κοινωνεῖ τόν Χριστό διά τῆς
Θείας Κοινωνίας. Καί ἀκοινώνητος εἶναι αὐτός ὁ ὁποῖος σχετίζεται κοσμικά, καί ὄχι
κοινωνικά, μέ ὅλους αὐτούς πού δέν κοινωνοῦν τόν Χριστό. Γιατί, ἄν κοινωνεῖς μέ
ἀκοινώνητο, τί λέει ὁ κανόνας τῆς Ἐκκλησίας; Γίνεσαι καί ἐσύ ἀκοινώνητος. Τό
ἀκοῦτε; Ἐμεῖς θέλουμε νά κοινωνοῦμε μέ ἀκοινώνητους, μέ ἀνθρώπους πού δέν
κοινωνᾶνε, ἔτσι δέν εἶναι; Μά, θά πεῖς, εἶναι συγγενής μας... εἶναι ἀδέλφια μας.. τί θά
κάνουμε; Θά κόψουμε τήν κοινωνία;.. Φυσικά! Ἀλλιῶς θά εἶσαι ἀκοινώνητος, δέν θά
δικαιοῦσαι νά κοινωνήσεις δηλαδή. Καταλάβατε πόσο σοβαρά εἶναι τά πράγματα;
Ἐμεῖς ὅμως λέμε, πολύ δύσκολο πάτερ.. ἕτοιμοι εἶστε νά τό πεῖτε.. Κι ὅμως ἔτσι
εἶναι. Ὅταν λέει ὁ Χριστός, πρέπει νά μισήσεις τόν πατέρα σου καί τή μητέρα σου,
αὐτό ἐννοεῖ. Αὐτό ἐννοεῖ.. Τόν πατέρα σου καί τή μητέρα σου νά μισήσεις;.. Ἔτσι
λέει. Τά παιδιά σου, τόν σύζυγό σου κ.λ.π. Γιατί; Γιά νά ἔχεις κοινωνία μέ τόν
Χριστό. Ἄν δέν τό κάνεις αὐτό, δέν κάνεις αὐτές τίς ἀποφασιστικές κινήσεις, τά
κοψίματα αὐτά τῶν σχέσεων, δέν μπορεῖς νά ὑπάρξεις μέ τόν Χριστό, ὡς κοινωνῶν
μέ τόν Χριστό.

Ὁ Χριστός δέν δέχεται τέτοιους ἀνθρώπους, πού κοινωνοῦν καί μέ τούς ἐχθρούς
Του. Εἶναι ἀπόλυτος. Ὅπως καί ἐσύ, ὁ σύζυγος, ἡ σύζυγος, δέν ἀνέχεσαι τόν ἄνδρα
σου νά πηγαίνει καί μέ ἄλλες. Ἀνέχεστε; Πέστε μου.. Ἀγάπη δέν εἶναι; Θά σοῦ πεῖ..
ἐγώ τήν ἀγαπάω καί ἐκείνη, καί ἐσένα σ’ ἀγαπάω... Δέν γίνεται; Δέν γίνεται, χαλάει
ὁ γάμος. Ἔτσι καί ὁ Χριστός. Γι’ αὐτό μιλάει μέ συζυγικό λεξιλόγιο ὁ Χριστός. Τί

182
λέει; Νά εἶσαι πιστός. Τί θά πεῖ πιστός; Νά μήν κάνεις μοιχεία. Δέν μπορεῖς νά
κάνεις μοιχεία καί νά ἔχεις καί γάμο μέ τόν Χριστό. Μετά εἶσαι ἄπιστος. Χαλάει ὁ
γάμος, ὅταν σχετιζόμαστε μέ ἄπιστους, γιατί οὐσιαστικά ἄπιστοι εἶναι ὅλοι πού εἶναι
γύρω μας. Ἄν σκεφτεῖτε ὅτι ἀπό τούς Ἕλληνες τό 3% ἐκκλησιάζεται καί βλέπουμε
πῶς ἐκκλησιάζεται.. μέ σορτσάκια καί σχεδόν γυμνοί οἱ περισσότεροι, φανταστεῖτε
τώρα πόσοι εἶναι οἱ πιστοί γύρω μας! Ἐλαχιστότατοι. Ἔ, μ’ αὐτούς μποροῦμε νά
ἔχουμε κοινωνία. Μέ τούς ἄλλους θά εἴμαστε ἀκοινώνητοι, γιά νά εἴμαστε ἀληθινά
κοινωνικοί, νά ἔχουμε κοινωνία μέ τόν Χριστό.

Ἔλεγε ὁ μακαριστός, ὁ π. Ἀθανάσιος ὁ Μυτιληναῖος, ὅτι πρέπει νά γυρίσουμε, λέει,


στά χρόνια τῶν κατακομβῶν. Ἕνα παιδί, πού προσπαθεῖ νά ζήσει πνευματικά, θά
ἔχει ἐχθρούς τόν πατέρα του, τή μητέρα του, τόν ἀδελφό του.. Καί ἔχω τέτοιες
περιπτώσεις παιδιῶν, πού προσπαθοῦν νά ζήσουν πνευματικά, 18χρονα, 20χρονα,
καί τούς πολεμᾶνε οἱ γονεῖς τους. Τούς πολεμᾶνε! Καί λέει, πάτερ, τί νά κάνω; Καί
λέω, πολύ ἁπλά, θά ζήσεις ὅπως οἱ χριστιανοί στίς κατακόμβες. Δέν θά σέ βλέπουν.
Οὔτε ὅταν προσεύχεσαι οὔτε ὅταν διαβάζεις οὔτε, εἰ δυνατόν, ὅταν πᾶς στήν
ἐκκλησία.. θά τά κάνεις ὅλα κρυφά. Μά δέν θά τό πεῖ στή μάνα του; Ὄχι, δέν θά τό
πεῖ. Οὔτε στόν πατέρα του, σέ κανέναν. Σέ τέτοια χρόνια εἴμαστε καί πρέπει νά τό
πάρουμε ἀπόφαση.

Τό ἴδιο καί ἕνας οἰκογενειάρχης πού θέλει νά φυλάξει τήν οἰκογένειά του. Θά κόψω
σχέσεις μέ τόν ἀδελφό μου; Μέ τόν νονό μου; Μέ τόν νονό τοῦ παιδιοῦ μου; Μέ τή
νονά του; Βεβαίως θά κόψεις σχέσεις. Βεβαίως θά κόψεις σχέσεις, γιατί ἡ νονά θά
φέρει στό κοριτσάκι σου τό παντελονάκι καί τό σορτσάκι καί θά πεῖ, πάρε παιδάκι
μου.. Καί ἐσύ τί θά πεῖς; Τί νά κάνω τώρα;.. Νά τήν προσβάλλω;.. Ναί, νά τήν
προσβάλλεις, καί νά πεῖς, μέ συγχωρεῖτε, δέν παίρνουμε τέτοια πράγματα, κι ἄν δέν
συμφωνεῖτε μήν ξανάρχεστε. Καί θά κάνεις ἅγια, ἄν τό κάνεις αὐτό. Καταλάβατε;

Πόσοι εἴμαστε διατεθειμένοι νά τά κάνουμε αὐτά; Ἀλλιῶς τό χάραγμα εἶναι ἤδη


πάνω μας. Καταλάβατε; Ὁ Χριστός μᾶς θέλει ἀπόλυτους, 100%. Δέν μᾶς θέλει
μεσοβέζικους, διχασμένες προσωπικότητες. Γι’ αὐτό ἔχουμε ὅλες αὐτές τίς
συγκρούσεις καί τά ψυχολογικά καί τίς καταθλίψεις καί μέσα ἀπό τούς χριστιανούς,
οἱ ὁποῖοι προσπαθοῦν νά ζήσουνε μεσοβέζικα καί δέν χαίρονται τίποτα.

[1] Ἐφεσ. 6, 12.


[2] Ἑρμηνεία εἰς τάς ΙΔ΄ Ἐπιστολάς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, Ὁσίου Νικοδήμου
Ἁγιορείτου, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη, Θεσ/νικη.
[3] Ὅ.π.
[4] Ἐφεσ. 6, 11.
[5]Ἐφεσ. 6, 12..
[6] Ἐφεσ. 6, 12.
[7] Α΄Ἰωαν. 5, 19.
[8] Ἰωαν. 15, 19.

183
[9] Ἀποκ. 3, 16.
[10] Ἰωαν. 15, 19.
[11] Β΄Κορ. 6, 17.
[12] Ὅ.π.
[13] Ἡσ. 13, 4.
[14] Δ΄Βασ. 6, 16.
[15] Ἑβρ. 1, 14.
[16] Θρ.Ἱερ. 4, 19.
[17] Ματθ. 19, 9.
[18] Α΄Κορ. 7, 27.
[19] Ὅ.π.
[20] Ἐφεσ. 2, 2.
[21] Α΄Κορ. 2, 9.
[22] Ἰώβ 1, 7.
[23] Πρός Ἐφεσίους Ἐπιστολή Ἀποστόλου Παύλου, ἀρχ. Ἰουστίνου Πόποβιτς, ἐκδ.
Ρηγοπούλου.
[24] Ἐφεσ. 6, 12.
[25] Ματθ. 25, 46.
[26] Ἀποκ. 12, 7.
[27] Ὅ.π.
[28] Β΄Θεσ. 2, 8.
[29] Ματθ. 7, 14.
[30] Ψαλμ. 114, 6.
[31] Πρβλ. Α΄Κορ. 14, 20.
[32] Β΄Κορ. 6, 17.
[33] Ὅ.π.

184
Οὐκ ἔστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρός αἷμα καί σάρκα - Β Μέρος
Μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ ἀρχίσαμε τό πρωί νά μελετᾶμε τόν 12ο στίχο τοῦ 6ου
Κεφαλαίου τῆς πρός Ἐφεσίους, «Οὐκ ἔστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρός αἷμα καί σάρκα»[1],
πού λέγει ὁ Ἀπόστολος. Δέν εἶναι ὁ ἀγώνας μας πρός αἷμα καί σάρκα, πρός
ἀνθρώπους δηλαδή πού ἔχουνε αἷμα καί σάρκα, ἀλλά πρός τίς ἀρχές, πρός τίς
ἐξουσίες, πρός τούς κοσμοκράτορες τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου. Καί
ὀνομάζονται ἔτσι οἱ δαίμονες, ὄχι γιατί ὄντως εἶναι ἀρχές καί ἐξουσίες καί
κοσμοκράτορες, ἀλλά πρός καταισχύνη τους κρατᾶνε ἀκόμα αὐτά τά ὀνόματα, γιατί
ξέπεσαν. Ἦταν ἄγγελοι πού ἀνῆκαν στό τάγμα τό ἀγγελικό τῶν Ἀρχῶν, τῶν
Ἐξουσιῶν καί οὔτε κοσμοκράτορες εἶναι, ἀλλά γίνονται, ἀποκτοῦν ἐξουσία ἐπάνω σέ
μᾶς τούς ταλαίπωρους ἀνθρώπους, γιατί ἐμεῖς μέ τή θέλησή μας ὑποτασσόμαστε σ’
αὐτούς, ἐπειδή ἀκολουθοῦμε τό κοσμικό φρόνημα, τό κοσμικό πνεῦμα. Ὁπότε ὁ
διάβολος ἀποκτᾶ δικαιώματα καί κυριαρχεῖ ἐπάνω μας. Ἀσκεῖ ἐξουσία, ἔχει κράτος,
ἔχει δύναμη ἐπάνω στόν ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος ἑκούσια πηγαίνει καί τόν προσκυνᾶ,
ἑκούσια ὑποτάσσεται στό πνεῦμα τοῦ κόσμου καί τό ἀκολουθεῖ. Συμβιβάζεται μέ τό
πνεῦμα τῆς φιληδονίας, τῆς φιλαργυρίας καί τῆς φιλοδοξίας, γιατί αὐτό εἶναι τό
πνεῦμα τοῦ κόσμου. Καί λέγαμε ὅτι ὁ πόλεμος τῶν δαιμόνων ἄρχισε ἀπό τόν
οὐρανό. Οἱ δαίμονες προσπάθησαν νά κυριαρχήσουν καί νά κατατροπώσουν τούς
Ἀγγέλους, ἀλλά κατατροπώθηκαν ἀπό τόν Ἀρχάγγελο Μιχαήλ καί τίς ἄλλες
ἀγγελικές δυνάμεις, ὁπότε ἔπεσαν στή γῆ καί κάνουν πόλεμο τώρα ἐναντίον ἡμῶν
τῶν ἀνθρώπων.

Λέει ὁ Ἅγιος Ἰουστίνος[2], νικημένοι πλέον στόν οὐρανό, οἱ πονηροί δαίμονες,


μετέφεραν πλέον τόν πόλεμο στή γῆ καί τόν διεξάγουν ἐκεῖ μέ ὅλες τους τίς
δυνάμεις. Ὅσο καί ἄν θέλουμε νά μήν τό λέμε καί νά μήν τό πιστεύουμε, ἔχουμε
πόλεμο. Εἴμαστε πάντοτε σέ ἐμπόλεμη κατάσταση καί δέν πρέπει νά περιμένουμε
καμία ἀνακωχή σ’ αὐτή τή ζωή. Κάθε στιγμή θά πρέπει νά μαχόμαστε ἐναντίον τῶν
πονηρῶν πνευμάτων, «πρός τά πνευματικά τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις»[3].
Καί ὅταν λέμε ἐπουρανίοις, ἐννοοῦμε τόν ἀέρα, γιατί οἱ δαίμονες πλέον δέν ἔχουν
ἐξουσία καί παραμονή καί διαμονή στόν οὐρανό, ὅπου εἶναι μόνο οἱ Ἄγγελοι, ἔχουνε
παραμονή καί δράση πάνω στή γῆ, κάτω ἀπ’ τή γῆ καί στόν ἀέρα πάνω ἀπό τή γῆ.

Στρέφονται ἐνάντια στό καλό τοῦ Θεοῦ, ἐνάντια σέ κάθε καλό τοῦ Θεοῦ, πού
βρίσκεται ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ καί σέ ὅλους τούς συγκληρονόμους τοῦ Χριστοῦ, τούς
χριστιανούς. Πολεμοῦν τήν ὀρθή πίστη, τήν ὀρθή δόξα γιά τόν Θεό καί τήν ὀρθή ζωή
καί πολεμοῦν τούς χριστιανούς τούς ὀρθοδόξους. Ἰδού ποίος εἶναι ὁ αἰώνιος ἐχθρός
μας, ὁ αἰώνιος ἀντίπαλός μας. Τά βάζουμε πολλές φορές μέ ἀνθρώπους, ἀλλά ὁ
ἀληθινός ἐχθρός, πού βρίσκεται πίσω ἀπό τούς ἀνθρώπους πού εἶναι θύματά του,
εἶναι ὁ διάβολος.

185
Ἄν θέλεις πραγματικά νά εἶσαι δίκαιος, θά πρέπει νά τά βάλεις μέ τόν διάβολο. Μέ
κανέναν ἄνθρωπο. Δέν εἶναι πραγματικός ἐχθρός ὁ ὁποιοσδήποτε νομιζόμενος
ἐχθρός μας, ἄς ποῦμε τώρα ἐθνικός ἐχθρός οἱ Τοῦρκοι. Ὄχι, πίσω ἀπό ὅλα αὐτά
κρύβεται ὁ πονηρός, ὁ διάβολος, ὁ ὁποῖος θέλει νά καταστρέψει τούς χριστιανούς καί
τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Καί ὅλα αὐτά πού γίνονται τώρα στήν πατρίδα μας,
οἰκονομικός πόλεμος κ.λ.π. ὅλα αὐτά πού γίνονται.. δέν εἶναι τόσο ὅτι θέλουν νά μᾶς
καταστρέψουν οἰκονομικά ἤ πολιτικά ἤ ἐθνικά, ἀλλά κυρίως θέλουν νά σβήσουν τήν
Ἐκκλησία, τήν Ὀρθοδοξία. Γι’ αὐτό ὁ διάβολος ἔχει λυσσάξει μέ τήν Ὀρθόδοξη
Ἑλλάδα.

Αὐτός εἶναι ὁ αἰώνιος ἐχθρός μας, ὁ αἰώνιος ἀντίπαλός μας, εἶναι ὅλα τά πνεύματα
τοῦ κακοῦ πού κατέβηκαν ἀπό τόν οὐρανό. Δέν θά μπορούσαμε νά ἀντιμετωπίσουμε
αὐτά, ἄν δέν ἤμασταν ἐξοπλισμένοι μέ τήν πανοπλία τοῦ Θεοῦ. Μᾶς εἶπε ὁ
Ἀπόστολος στόν προηγούμενο στίχο ἀκριβῶς «ἐνδύσασθε τήν πανοπλίαν τοῦ
Θεοῦ»[4], γιά νά μπορέσετε νά σταθεῖτε πρός τίς μεθοδεῖες τοῦ διαβόλου. Νά
σταθεῖτε, νά μήν πέσετε, νά μήν ὑποσκελιστεῖτε ὑποκύπτοντας στίς παγίδες,
συλλαμβανόμενοι ἀπό τίς παγίδες τοῦ διαβόλου. Προσέξτε, γιατί οἱ παγίδες δέν εἶναι
κάτι μακρινό μας, εἶναι πολύ κοντά μας. Ἀκόμα καί μέσα στήν Ἐκκλησία ὑπάρχουνε
παγίδες. Ὁ διάβολος στήνει παντοῦ τά δόκανά του καί ὅπου σέ πιάσει. Καί ἐνῶ πᾶς
στήν ἐκκλησία ἤ πᾶς σέ ἕνα προσκύνημα καί ἔχεις δίπλα σου τόν Ἅγιο ἄφθαρτο, ἐσύ
μπορεῖ νά εἶσαι παγιδευμένος, πιασμένος ἀπό τήν παγίδα τοῦ πονηροῦ καί εἴτε νά
φαντάζεσαι εἴτε νά περιπολεύεις περί πολλῶν ἄλλων καί ὄχι νά προσεύχεσαι
πραγματικά. Καί μπορεῖ νά εἶσαι καί στό Προκόπι ἐδῶ πέρα καί νά σκέφτεσαι τίς
καφετέριες.. Νά γνωρίζεις τίς καφετέριες πού ἔχει τό Προκόπι, ἀντί νά σκέφτεσαι ὅτι
ἤρθαμε ἐδῶ γιά νά προσκυνήσουμε. Νά πᾶμε νά πιοῦμε καφέ.. Παντοῦ εἶναι
στημένες οἱ παγίδες. Γι’ αὐτό ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος τίς εἶδε καί ἔφριξε καί εἶπε, «πῶς
εἶναι δυνατόν νά ξεφύγει ὁ ἄνθρωπος καί νά μήν πιαστεῖ ἔστω ἀπό μία;». Καί ἄκουσε
τή φωνή τοῦ Θεοῦ πού τοῦ εἶπε, διά τῆς ταπεινοφροσύνης.

Ὅλα τά πνεύματα τοῦ κακοῦ δέν θά μπορέσουμε νά τά ἀντιμετωπίσουμε, ἄν δέν


εἶμαστε ἐξοπλισμένοι μέ τήν πανοπλία τοῦ Θεοῦ. Τότε θά εἴμαστε δυνατοί καί
ἀνίκητοι στόν πόλεμό μας μέ αὐτά, ὅταν εἴμαστε ἐνδεδυμένοι τόν Ἰησοῦ Χριστό, διά
τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος εἶναι σέ μᾶς καί μεταξύ μας, μέσα στήν Ἐκκλησία, μέ
ὅλες Του τίς θεϊκές δυνάμεις. Ἀλλά, ἄν ἐσύ δέν μένεις μέσα στόν Χριστό, κατά τό
«μείνατε ἐν ἐμοί»[5] πού λέει ὁ Χριστός μας, εἶσαι ἀτείχιστος, εἶσαι άπροστάτευτος,
ἀθωράκιστος καί πανεύκολη λεία γιά τόν ἐχθρό. Ὅπως λέει καί ἀλλοῦ ὁ Ἀπόστολος
Παῦλος, «ἐν σαρκί γάρ περιπατοῦντες οὐ κατά σάρκα στρατευόμεθα»[6]. Ἐνῶ
φορᾶμε σάρκα, σάρκινο σῶμα, δέν στρατευόμεθα κατά σάρκα, δέν κάνουμε
ἐκστρατεία μέ σαρκικά ὅπλα. «Τά γάρ ὅπλα τῆς στρατείας ἡμῶν οὐ σαρκικά, ἀλλά
δυνατά τῷ Θεῷ πρός καθαίρεσιν ὀχυρωμάτων»[7]. Τά ὅπλα μας εἶναι πνευματικά,
ἱκανά νά καταστρέψουν τίς ὀχυρώσεις τοῦ ἐχθροῦ. «Λογισμούς καθαιροῦντες»[8].

-Ποιά εἶναι τά ὀχυρά τοῦ ἐχθροῦ;

186
Εἶναι οἱ λογισμοί, δηλαδή σκέψεις συνδεδεμένες μέ ἐπιθυμίες, μέ πάθη. Αὐτός εἶναι
ὁ λογισμός. Δέν εἶναι μιά ἁπλή σκέψη, ἀλλά συνδεδεμένη μέ ἕνα πάθος, καί σέ
σπρώχνει ὁ λογισμός στήν ἁμαρτία. Αὐτός, ὁ κάθε λογισμός, εἶναι ἕνα ὀχυρό τοῦ
ἐχθροῦ. Θά πρέπει νά τό καθαιρέσεις τό ὀχυρό, ἀλλιῶς δέν θά ἔχεις εἰρήνη. Θά ἔχεις
τόν ἐχθρό μέσα στήν ψυχή σου καί σιγά-σιγά θά σοῦ τρώει τήν ψυχή. Εἴμαστε ὅμως
δυνατοί μέ τόν Χριστό νά καθαιροῦμε τά ὀχυρώματα τοῦ ἐχθροῦ, τούς λογισμούς
πού ἔχει στήσει μέσα μας «καί πᾶν ὕψωμα ἐπαιρόμενον κατά τῆς γνώσεως τοῦ
Θεοῦ»[9] καί κάθε ὑπερηφάνεια, πού ἐπαίρεται, σηκώνεται καί στέκεται ἐνάντια στή
γνώση τοῦ Θεοῦ.

Νά σᾶς πῶ ἕνα παράδειγμα; Ὅταν γκρινιάζουμε, ὅταν γογγύζουμε, ἔχουμε


ὑπερηφάνεια καί εἶναι σάν νά λέμε στόν Θεό «δέν τά κάνεις καλά τά πράγματα.. τί
εἶναι αὐτά πού μοῦ δίνεις;.. ἐγώ ξέρω καλύτερα ἀπό σένα..» καί στενοχωριόμαστε...
καί θά πρέπει αὐτό τό ὀχυρό τοῦ ἐχθροῦ νά καθαιρεθεῖ. Ἡ ἔπαρσις νά φύγει, νά
ταπεινωθοῦμε καί νά ἔχουμε τήν ἀληθινή γνώση τοῦ Θεοῦ. Λές ὅτι πιστεύεις στόν
Θεό. Ὄντως πιστεύεις; Ἄν πιστεύεις, θά πρέπει νά γνωρίζεις ὅτι ὁ Θεός εἶναι
πάνσοφος, εἶναι πανάγαθος καί εἶναι καί παντοδύναμος. Ἄρα, αὐτά πού σοῦ δίνει,
ἐφόσον βέβαια ζητᾶς ἀπό τόν Θεό νά γίνει τό θέλημά Του στή ζωή σου - τό λές μέν
στό Πάτερ ἡμῶν, «Γενηθήτω τό θέλημά Σου», ἀλλά πόσο τό καταλαβαίνεις αὐτό πού
λές καί πόσο θέλεις νά γίνει.. ἄν ἀληθινά πιστεύεις στόν Θεό, θά τό ἐννοεῖς αὐτό πού
λές, ὁπότε ὅ,τι σοῦ ἔρχεται μετά - πρέπει νά τό δέχεσαι μέ δοξολογία, μέ εὐχαριστία,
ἀπό ἕναν Θεό πού ξέρει πολύ καλύτερα ἀπό σένα τό συμφέρον σου, πού εἶναι
πάνσοφος καί πανάγαθος, γεμάτος στοργική ἀγάπη. Καί πλέον δέν χωράει σέ σένα
οὔτε γογγυσμός οὔτε ὑπερηφάνεια οὔτε γκρίνια, ἀλλά μόνο δοξολογία καί
εὐχαριστία. Γι’ αὐτό ἔλεγε ὀ μέγας Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος «Δόξα τῷ Θεῷ πάντων
ἔνεκεν». Ὁ ἀληθινά ταπεινός ἄνθρωπος, νά ξέρετε, εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού δοξάζει τόν
Θεό σέ ὅλα, γιά ὅλα, πάντοτε, πού δέχεται ὅλα μέ εὐχαριστία. Ὁ ἄνθρωπος ὁ
γκρινιάρης εἶναι μίζερος, εἶναι ρημάδης στό τέλος. Ὅπως ἔλεγε ὁ Ἅγιος Παΐσιος
«ὅσο γκρινιάζεις τόσο ρημάζεις».

«Καθαιροῦντες» λοιπόν «λογισμούς καί πᾶν ὕψωμα»[10], κάθε ὑψηλό καί


ὑπερήφανο λογισμό, πού ἐπαίρεται κατά τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ.

-Δέν πιστεύεις ὅτι ὁ Θεός γνωρίζει τά πάντα; Ὅτι σέ ἀγαπάει; Ὅτι εἶναι πάνσοφος;
Ἐσύ εἶσαι καλύτερος, πιό σοφός ἀπό τόν Θεό; Γνωρίζεις καλύτερα;

Ἔχεις ἔπαρση, ἔχεις ὑπερηφάνεια, πρέπει νά καθαιρεθεῖ ἡ ὑπερηφάνεια, νά φύγει


ἀπό μέσα σου «καί αἰχμαλωτίζοντες πᾶν νόημα εἰς τήν ὑπακοήν τοῦ Χριστοῦ»[11].
Καί κάθε νόημα, κάθε σκέψη, κάθε ἰδέα πού ὑπάρχει μέσα σου, κάθε σχέδιό σου,
κάθε ἐπιθυμία σου, κάθε ἔννοια, ὅλα νά τά αἰχμαλωτίζεις καί νά τά βάζεις στήν
ὑπακοή τοῦ Χριστοῦ. Νά λές, Χριστέ μου, δέν γνωρίζω ποιό εἶναι τό καλύτερο γιά
μένα, ἐσύ γνωρίζεις.. ἔχω αὐτές τίς σκέψεις, αὐτές τίς ἴσως ἀρχικές ἐπιθυμίες, ἀλλά
τίποτε δέν θέλω τελικά νά γίνει παρά μόνο αὐτό πού Ἐσύ γνωρίζεις καί εἶναι γιά τό

187
καλό μου. Καί ἔτσι μπαίνεις στήν ὑπακοή τοῦ Χριστοῦ. «Οὐχ ὡς ἐγώ θέλω, ἀλλ᾿ ὡς
σύ»[12], «δέν ἦρθα νά κάνω τό θέλημα τό ἐμόν, ἀλλά τοῦ πέμψαντός με
Πατρός»[13]. Ἔλεγε ποιός; Ὁ Θεός, ὁ Χριστός ὡς ἄνθρωπος. Πόσο περισσότερο
ὀφείλουμε νά τό λέμε ἐμεῖς πού εἴμαστε ἄνθρωποι ἀδύναμοι καί φτωχοί καί
φερόμαστε πολύ ἀνόητα καί ἡ σοφία μας μπροστά στόν Θεό εἶναι μωρία.

Ἡ νίκη μας ἐναντίον κάθε κακοῦ ἐπιτυγχάνεται μόνο διά τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Θέλεις ἀληθινά νά νικήσεις; Μόνος σου ποτέ. Διά τοῦ Χριστοῦ, δηλαδή
ἐπικαλούμενος τόν Χριστό καί ὑποτασσόμενος στόν Χριστό. Δυστυχῶς δέν τά
κάνουμε αὐτά πού λέει ὁ Χριστός καί μετά ἔρχονται οἱ συνέπειες, γιατί «κάθε
παράβαση καί παρακοή ἔλαβεν ἔνδικον μισθαποδοσίαν»[14].

-Μά θά πεῖς, τώρα, τόσο σημαντικό εἶναι νά φορέσω καί ἕνα παντελονάκι, ἄς ποῦμε;
Εἶναι παράβαση, εἶναι παρακοή. Ἀφοῦ τό λέει ξεκάθαρα στήν Παλαιά Διαθήκη,
ἀπαγορεύεται νά φορᾶνε οἱ ἄνδρες γυναικεῖα καί οἱ γυναῖκες ἀνδρικά. Θά τό
πληρώσεις. Αὐτές οἱ παραβάσεις, οἱ παρανομίες, οἱ ἴδιες μᾶς ἐκδικοῦνται. Καί μετά
λές, γιατί ἔχω ταραχή;.. γιατί δέν ἔχω χαρά;.. μά τί κάνω;.. δέν εἶμαι καλός
ἄνθρωπος;.. τόσα κάνω.. Τόσα κάνεις, ἀλλά δέν τά κάνεις ὅλα! Ἕνα γλυκό, ἄν δέν τό
κάνεις σωστά ὡς πρός ὅλα τά ὑλικά, ὡς πρός τόν τρόπο πού θά τό παρασκευάσεις,
δέν τά βάλεις τά ὑλικά στή σωστή σειρά, νά ἔχεις τόν φοῦρνο στούς τόσους βαθμούς
κ.λ.π. ἕνα νά μήν κάνεις σωστό, τό γλυκό θά ἀποτύχει. Ἑπομένως, ὀφείλουμε νά
κάνουμε τά πάντα. Ἕνα ἄν δέν κάνουμε, εἶναι σάν νά μήν κάναμε τίποτα[15], λέει ὁ
Ἅγιος Ἰάκωβος.

«Πᾶν νόημα αἰχμαλωτίζοντες εἰς τήν ὑπακοήν τοῦ Χριστοῦ»[16]. Καλά λίγο δέν
μποροῦμε νά ξεφύγουμε; Νά κάνουμε καί κανένα δικό μας νόημα; Ὄχι, ὅλα τά
νοήματα πρέπει νά εἶναι σύμφωνα μέ τόν Χριστό, ὅλες οἱ σκέψεις μας, ὅλες μας οἱ
ἐπιθυμίες. Ἡ νίκη μας τότε ἐπιτυγχάνεται διά τοῦ Χριστοῦ. Γιατί τότε ἔχουμε
σύμμαχο τόν Χριστό. Λέει στήν πρός Ρωμαίους, «ἐν τούτοις πᾶσιν ὑπερνικῶμεν διά
τοῦ ἀγαπήσαντος ἡμᾶς»[17]. Δέν νικᾶμε μόνοι μας. Δέν μποροῦμε νά νικήσουμε
μόνοι μας, ἀλλά διά Αὐτοῦ πού μᾶς ἀγάπησε, διά τοῦ Χριστοῦ, πού πέθανε ἀπό τήν
ἀγάπη Του γιά μᾶς.

-Πιστεύεις στόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό; λέει ὁ Ἅγιος Ἰουστίνος Πόποβιτς.


Ἤδη, ἀπό τή στιγμή πού πιστεύεις, δηλώνεις τόν πόλεμό σου ἐναντίον τοῦ διαβόλου
καί τῶν δυνάμεων αὐτοῦ. Καί σέ αὐτόν τόν πόλεμο μέ τή βοήθεια τοῦ Κυρίου
ἐπέρχεται ὁ θάνατος τοῦ θανάτου, ὁ θάνατος τῆς κολάσεως, ὁ θάνατος τοῦ διαβόλου,
ὁ θάνατος τοῦ σατανᾶ.

-Μπορεῖς νά θανατώσεις τόν σατανᾶ;


Ναί, διά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἀπό τή στιγμή πού πιστεύεις, κηρύσσεις πόλεμο
ἐναντίον ὅλων τῶν ἀντίθεων δυνάμεων. Ὀφείλεις νά τό ἔχεις συνειδητοποιήσει βαθιά
καί νά τό βιώνεις «εἶμαι σέ ἐμπόλεμη κατάσταση». Γι’ αὐτό καί μία ὀνομασία τοῦ

188
χριστιανισμοῦ εἶναι στρατεία. Εἶναι δηλαδή ἐκστρατεία. Οἱ χριστιανοί εἴμαστε
δηλαδή σέ μία συνεχῆ ἐκστρατεία. Στρατευμένοι, σέ ἐπιστράτευση καί ἐμπόλεμη
κατάσταση στό στρατόπεδο τοῦ Χριστοῦ.

Λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος στόν Ἀόρατο Πόλεμο, πῶς πρέπει νά ξεκινάει ὁ χριστιανός
τήν ἡμέρα του. Νά ἔχει κατά νοῦ ὅτι βγαίνει στόν πόλεμο καί πρέπει νά βγεῖ
ἁρματωμένος γιά νά παλέψει μέ τίς ἀντίθεες πονηρές δυνάμεις, τά πνεύματα τῆς
πονηρίας. Δυστυχῶς οἱ χριστιανοί εἶναι μόνο κατ’ ὄνομα καί τό πρωί πού ξυπνᾶνε,
κοιτᾶνε πῶς θά πιοῦνε καφέ καί ὄχι πῶς νά κάνουν προσευχή. Νά ὁπλιστοῦν δηλαδή,
νά βάλουν τήν πανοπλία τους, νά βγοῦν στόν πόλεμο ἁρματωμένοι. Βγαίνουν στόν
πόλεμο χωρίς ἅρματα καί φυσικά ὅλη μέρα μετά εἶναι δαιμωνιώδεις. Μέσα στήν
ταραχή, μέσα στό ἄγχος, μέσα στίς ἀγωνίες, μέσα στίς μέριμνες. Δοκιμάστε,
χριστιανοί μου, νά δεῖτε, τί σημαντικό πράγμα εἶναι νά κάνεις πρωινή προσευχή.
Πέντε λεπτά, δυό λέξεις, τρεῖς μετάνοιες, πέντε φορές τό Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησέ
με. Θά δεῖτε τεράστια διαφορά ὅλη τήν ἡμέρα. Εὐλογεῖται ὅλη ἡ ἡμέρα, γιατί εἶσαι
ἁρματωμένος πλέον καί ὁ πονηρός κατατροπώνεται.

Ὅταν πιστέψεις στόν Χριστό, ἀμέσως θά στραφεῖ ἐναντίον σου ὅλος ὁ θάνατος, ὅλη
ἡ κόλαση, ὅλος ὁ σατανᾶς καί ὅλα τά στρατεύματά του. Θά σοῦ κηρύξουν πόλεμο οἱ
μαῦροι ἄγγελοι καί οἱ πολεμοχαρεῖς συμπολεμιστές του. Ἐνῶ μέχρι τότε δέν σοῦ
μιλοῦσε κανένας, ξάφνικά ὅλοι σοῦ ἐπιτίθενται, μέ πρώτους τούς δικούς σου, τούς
συγγενεῖς. Ἐνῶ τό παιδάκι ὅταν πήγαινε στή ντισκοτέκ καί στά ναρκωτικά ὅλοι τό
συμπαθοῦσαν, τό ἀγαποῦσαν, τοῦ γλυκομιλοῦσαν, τώρα πού ἄρχισε νά πηγαίνει
στήν ἐκκλησία, νά ἐξομολογεῖται, ἄρχισαν ὅλοι νά τό μαλώνουν. Τάχατες γιά τό
καλό του.. νά μήν πάθει ἡ ὑγεία του.. νά μή μπλέξει πολύ μέ τούς παπάδες καί
ἀρρωστήσει κ.λ.π. Εἶναι ὁ πόλεμος τῶν μαύρων ἀγγέλων.

Ἡ πίστη μας, καί μόνο ἡ πίστη μας, εἶναι δυνατότερη ἀπό ὅλα αὐτά. Γιατί τό στόμα
τοῦ παναληθινοῦ Θεοῦ καί Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ εἶπε αὐτή τήν αἰώνια καί ἀθάνατη
ἀλήθεια: «ὁ δέ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ τό εἰ δύνασαι πιστεῦσαι, πάντα δυνατά τῷ
πιστεύοντι»[18]. Σέ ποιόν τό εἶπε; Σέ ἐκεῖνον τόν ἄπιστο πατέρα, πού πῆγε τό παιδί
του στούς Ἀποστόλους καί δέν μπόρεσαν νά τό κάνουν καλά. Καί ἡ μή θεραπεία
ὀφειλόταν στόν ἄπιστο πατέρα, ὁ ὁποῖος ἔφτασε καί στόν Χριστό μπροστά νά τοῦ
πεῖ, «μπορεῖς νά κάνεις κάτι;.. ἄν μπορεῖς κάνε.. τό εἶπα στούς μαθητές Σου καί δέν
κάνανε τίποτα». Ἔχει καί μιά ἀναίδεια αὐτό, μιά αὐθάδεια. Ὅπως τό λένε καί
σήμερα πολλοί, πῆγα στούς παπάδες, πῆγα στήν ἐκκλησία, τίποτα δέν ἔγινε... Καί
μετά πῆγε στήν πόρτα τοῦ διαβόλου καί ἀφήνει ὁ Θεός, ξέρετε, ὅταν πᾶς ἔτσι μέ
ἀναίδεια καί ἀπιστία, νά πλανηθεῖς. Γιατί θέλεις νά πλανηθεῖς.

Καί λένε, πῆγα στόν μάγο καί μοῦ βρῆκε καί τά μάγια. Ἐν τῷ μεταξύ, ὅσοι πᾶνε σέ
μάγους δέν ὑπάρχει περίπτωση, οἱ μάγοι ὅλοι λένε τό ἴδιο πράγμα, σοῦ ἔχουνε κάνει
μάγια. Ὅλοι! Καί μή νομίζετε ὅτι λένε ἀλήθεια. Ψέματα! Πολλές φορές λένε ψέματα
καί σπέρνουν τίς διχόνοιες μεταξύ ἀδελφῶν, συγγενῶν, γειτόνων κ.λ.π. γιατί ὁ ἄλλος

189
πείθεται, ἐπειδή ἀκριβῶς ἔχει πνεῦμα πονηρίας κι αὐτός μέσα του καί συγγενεύει μέ
τόν μάγο, πείθεται καί πλανᾶται. Καί πολλές φορές παραχωρεῖ ὁ Θεός νά τούς βγοῦν
αὐτά πού τούς λένε οἱ μάγοι, γιατί οἱ ἴδιοι τά πιστεύουν. Καί παραχωρεῖ ὁ Θεός νά
ἐπαληθευτοῦν οἱ μάγοι, νά ἐπαληθεύσουν αὐτά πού τούς εἶπαν. Γιατί ὁ ἴδιος ἔχει
πονηρό πνεῦμα, αὐτός πού πάει στόν μάγο, καί παραχωρεῖ ὁ Θεός νά πάθει, γιά νά
μάθει ἀπό αὐτά πού θά πάθει. Καί ξέρετε, αὐτό τό πράγμα, πολλές φορές, τό ἔχουμε
κι ἐμεῖς πού λέμε ὅτι εἴμαστε χριστιανοί καί ἔχουμε τέτοια πράγματα πού ἔχουν
σχέση μέ τή μαγεία. Νά σᾶς πῶ ἕνα παράδειγμα. Τρίτωσε, λέει, τό κακό. Πόσοι τό
λένε αὐτό; Τό πιστεύουν.. καί πράγματι τριτώνει τό κακό! Ναί! Γιατί ὅμως τριτώνει;
Γιατί ἐσύ τό πιστεύεις. Καί παραχωρεῖ ὁ Θεός νά γίνει, ἐπειδή ἐσύ εἶσαι πλανεμένος
καί θέλεις νά πλανηθεῖς. Δέν ἔχει ἐξουσία ὁ διάβολος, ἀλλά ἐπειδή ἐσύ τό πιστεύεις,
γίνεται. Σοῦ λέει ὁ Θεός, ἀφοῦ παιδί μου, δέν θέλεις Ἐμένα νά πιστέψεις καί νά Μέ
πάρεις προστάτη, θά σοῦ ἔρθει καί τό τρίτο κακό. Σοῦ ἦρθαν τά δύο, θά σοῦ ἔρθει
καί τό τρίτο. Βλέπετε; Τό τραβᾶμε μόνοι μας τό κακό, γιατί μᾶς ἐγκαταλείπει ἡ
Χάρις τοῦ Θεοῦ καί ὁ διάβολος ἄλλο πού δέν θέλει μετά νά μᾶς περιποιηθεῖ
ἀναλόγως καί καταλλήλως.

«Εἰ δύνασαι πιστεῦσαι, πάντα δυνατά τῷ πιστεύοντι»[19]. Τό πρόβλημα δέν εἶναι


στήν παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός εἶναι παντοδύναμος. Εἶναι στή δική μας
πίστη, ἐάν ὁ Θεός εἶναι παντοδύναμος.

-Πιστεύεις ὄντως ὅτι ὁ Θεός εἶναι παντοδύναμος; Τότε γιατί γκρινιάζεις; Πιστεύεις
ὅτι ὁ Θεός εἶναι Πατέρας σου; Γιατί μεμψιμοιρεῖς; Γιατί λές, τί Θεός εἶναι Αὐτός;
Γιατί λές, ὅλα ἀνάποδα μοῦ πᾶνε;

Νά ψαχτεῖς.. μήπως ἔχεις ὑπερηφάνεια.. ἔχεις φύγει ἀπό τόν Θεό Πατέρα καί σοῦ
πᾶνε ὅλα ἀνάποδα. Μόνο μέ τήν πίστη νικιέται τό κάθε κακό, νικιέται ὁ θάνατος, ἡ
κόλαση, ὁ σατανᾶς, «ὅτι οὐκ ἀδυνατήσει παρά τῷ Θεῷ πᾶν ρῆμα»[20]. Τίποτε δέν
εἶναι ἀδύνατο γιά τόν Θεό. Αὐτός εἶπε «πάντα δυνατά τῷ πιστεύοντι»[21], γιά αὐτόν
πού πιστεύει. Καί ὅταν μιλάει ὁ Κύριος γιά πίστη, δέν ἐννοεῖ βέβαια τή δαιμονική, τή
διαβολική, τή θεωρητική πίστη, πού λέει ὅτι ὑπάρχει ὁ Θεός ἤ ὑπάρχουνε τά τρία
Πρόσωπα κ.λ.π. ἤ ὅτι ὁ Χριστός ἔγινε ἄνθρωπος.. Ὡραῖα ὅλα αὐτά.

-Ἐσένα τί συνέπειες ἔχει αὐτή ἡ πίστη στή ζωή σου; Ἐσύ ζεῖς τή ζωή τοῦ Χριστοῦ,
σύμφωνα μέ αὐτά πού λέει ὁ Χριστός;

Τότε πραγματικά πιστεύεις. Ὄχι ἁπλῶς θεωρητικά. Αὐτή τή θεωρητική πίστη τήν
ἔχει καί ὁ διάβολος, ἀλλά ἐπειδή δέν ἐφαρμόζει τίς ἐντολές, δέν σώζεται.

Παρατήρησε τί συμβαίνει στήν πραγματικότητα μέ ὅλους ἐκείνους πού εἶναι ἀρεστοί


στόν Θεό. Αὐτοί διαμέσου τῆς πίστεως κατήγαγαν καί καταγάγουν ἀδιάκοπα
περιφανῆ νίκη ἐναντίον τοῦ σατανᾶ καί τῶν στρατευμάτων του καί κάνουν ὅλα τά

190
θεάρεστα ἔργα καί κατορθώματα. Βλέπετε οἱ Ἅγιοι πόσο πάλεψαν καί νίκησαν τούς
δαίμονες.

Τό νά πιστεύει κανείς σημαίνει τό νά πολεμάει ἀδιάκοπα γιά τήν αἰώνια ζωή, τήν
ὁποία ὅμως κλέβει ὁ διάβολος διαμέσου τῶν κακιῶν, τῶν ἁμαρτιῶν καί τῶν
σκανδάλων πού προσφέρει στούς ἀνθρώπους.

Τό νά πιστεύει κανείς σημαίνει ἐπίσης τό νά ὑποφέρει καί νά μάχεται ἀδιάκοπα γιά


τήν αἰώνια ζωή. Δέ θέλουμε νά ὑποφέρουμε, δέ θέλουμε νά πάθουμε τίποτε. Νά
περάσουμε στόν Παράδεισο ἀβρόχοις ποσί. Ἐνῶ ὁ ἀληθινά πιστός εἶναι ἕτοιμος νά
πάθει τά πάντα γιά χάρη τοῦ Χριστοῦ. Σ’ αὐτό βρίσκεται ἡ κλήση μας ἡ χριστιανική,
στό νά ὑποφέρουμε. Αὐτή εἶναι ἡ κλήση μας, ἡ κλήση γιά μᾶς τά ἀνθρώπινα ὄντα ὡς
θεοειδῆ δημιουργήματα, τό νά πάσχουμε γιά τόν Χριστό. Σέ σᾶς δόθηκε, λέει ὁ
λόγος τοῦ Θεοῦ, ὄχι μόνο τό νά ἀγαπᾶμε καί νά πιστεύουμε, ἀλλά καί τό νά
πάσχουμε γιά τόν Χριστό[22]. Εἶναι μεγάλη τιμή μας νά πάθουμε κάτι γιά τόν
Χριστό.

Ὁ πόλεμός μας δέν εἶναι μέ τούς ἀνθρώπους, ἀλλά μέ τό κακό πού ὑπάρχει σ’
αὐτούς, μέ τίς ἁμαρτίες πού διαπράττουν αὐτοί, μέ τά ψέματα, μέ τίς ἀδικίες, μέ ὅλα
τά κακά πού ἐπιτελοῦν αὐτοί, μέ ὅλο τό σκότος πού βρίσκεται σ’ αὐτούς, μέ ὅλα τά
πνεύματα τοῦ κακοῦ. Πρέπει πάντοτε νά ξεχωρίζουμε τό πρόσωπο ἀπό τήν πράξη.
Ποτέ δέν πρέπει νά τά βάζουμε μέ τόν ἄνθρωπο, μέ τό πρόσωπο, ἀλλά πάντοτε μέ τό
κακό πού ὑπάρχει στό πρόσωπο. Ἔχουμε τούς Οἰκουμενιστές. Τούς ἀγαπᾶμε, καί
τούς Πατριάρχες μας, καί τούς Ἐπισκόπους μας, ὅλους, ἀλλά δέν συμφωνοῦμε μέ
τήν αἵρεση, μέ τόν Οἰκουμενισμό. Ἔχουμε τούς ὑβριστές, ἔχουμε τούς μασόνους,
ἔχουμε τούς ἀντίχριστους, ἔχουμε τούς ἀθέους. Τούς ἀγαποῦμε ὅλους αὐτούς, ἀλλά
δέν ἀγαποῦμε τό κακό πού λειτουργεῖται ἀπό αὐτούς, ἐνεργεῖ μέσα τους καί
ὑποτάσσονται καί ὑποκύπτουν σ’ αὐτό.

Γι’ αὐτό δέν εἶναι κατάκριση νά καταδικάζουμε τήν αἵρεση, τόν Οἰκουμενισμό ἤ τήν
ὅποια ἄλλη ἐκτροπή. Κατάκριση εἶναι νά μισεῖς τό πρόσωπο. Νά χωρίζεσαι καί νά
ἀποβάλλεις τήν ἀγάπη πού ὀφείλεις νά ἔχεις στόν κάθε ἄνθρωπο, ὅ,τι κι ἄν εἶναι
αὐτός, ὅσο κι ἄν ἔχει δώσει δικαιώματα στόν πονηρό, ὅσο κι ἄν μοιάζει στόν πονηρό.
Ὀφείλεις νά τόν ἀγαπᾶς, γιατί εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Δέν θά ἀγαπᾶς ὅμως τά ἔργα
του.

Ὁπότε ὁ πόλεμός μας αὐτός δέν εἶναι πρός αἷμα καί σάρκα. Δέν πρέπει νά
μαχόμαστε μέ ἀνθρώπους, νά τά βάζουμε μέ ἀνθρώπους. Οἱ ἄνθρωποι -οἱ κακοί
ἄνθρωποι, ἔτσι ὅπως τούς λέμε κακούς- εἶναι θύματα. Ὅσο οἱ ἄνθρωποι εἶναι κοντά
στόν Θεό, εἶναι ἅγιοι. Ὅσο πλησιέστερα στόν Θεό εἶναι, τόσο καί ἁγιότεροι εἶναι,
τόσο καθαρότεροι καί πιό εὐλογημένοι. Καί ὅσο καθίστανται ἐργαστήριο καί
κατοικητήριο τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ κακοῦ καί τῶν ἐξουσιῶν καί τῶν κοσμοκρατόρων
τοῦ σκότους, τόσο αὐτοί ἁμαρτοποιοῦνται, γίνονται πλήρεις ἁμαρτιῶν,

191
κριματίζονται, διαβολοποιοῦνται, μοιάζουν μέ τόν διάβολο καί φτάνουν στό τρομερό
μέτρο καί ὅριο τῆς αἰώνιας καταδίκης. Ἀλλά παρόλα αὐτά μποροῦν, διά τῆς πίστεως
καί μετανοίας, νά καθαριστοῦν, νά ἁγιοποιηθοῦν, νά μεταμορφωθοῦν, νά σωθοῦν. Ὁ
κεφαλαιώδης ἐχθρός, σέ μᾶς καί στούς γύρω ἀπό μᾶς ἀνθρώπους, στό σῶμα μας, στό
αἷμα μας, στήν ψυχή μας, εἶναι ὁ διάβολος. Ἡ πάλη μας εἶναι μέ τά πνεύματα τοῦ
κακοῦ, τά ὑπό τῶν οὐρανῶν, πού βρίσκονται στό σῶμα καί στό αἷμα τῶν κοντινῶν
μας, τῶν διπλανῶν μας, τῶν γήινων συνανθρώπων μας ἤ ἀκόμα καί στό δικό μας
σῶμα καί αἷμα.

Σᾶς θυμίζω αὐτό τό περιστατικό μέ τόν Ἅγιο Πορφύριο καί τή μητέρα αὐτή, πού
ἐπρόκειτο νά δεχθεῖ μία ἐπίσκεψη ἀπό ἕνα συγγενικό της πρόσωπο, ἄν δέν ἀπατῶμαι
ἦταν ἡ μητέρα της ἤ ἡ πεθερά της, καί ὁ Ἅγιος τῆς ἔλεγε ρητά, δέν πρέπει αὐτή ἡ
γυναίκα νά πάρει στά χέρια της τό παιδί σου, τό μωρό σου. Καί ἀντιστεκόταν ἡ
μητέρα καί ἔλεγε, αὐτό δέν μπορῶ νά τό κάνω, Γέροντα. Καί τῆς εἶπε ὁ Ἅγιος, ἐγώ
εἶμαι γιά νά χωρίζω τούς ἀνθρώπους;.. Ἴσα-ἴσα, λέει, ἐγώ θέλω νά ἑνώνω τούς
ἀνθρώπους, ἀλλά αὐτή ἡ γυναίκα δέν πρέπει νά τό πάρει τό παιδί σου στήν ἀγκαλιά
της. Γιατί; Γιατί ὑπάρχουν τά πνευματικά μικρόβια, τά ὁποῖα μέ τή στενή ἐπαφή
μεταδίδονται ἀπό τόν ἕναν στόν ἄλλον. Καί ὁ διαβολοποιημένος ἄνθρωπος τά
διαβολικά του μικρόβια τά μεταδίδει καί στόν ἄλλον πού ἀγκαλιάζει, πού φιλάει, στό
μικρό παιδί, στό μωρό.

Ἔλεγε ἕνας σύγχρονος ἅγιος Γέροντας, τά παιδιά πού ἔχουν αὐτισμό, τά λεγόμενα
αὐτιστικά παιδιά, ὅταν, λέει, μιά μητέρα, μέ συγχωρεῖται, πού κάνει διαστροφικά
πράγματα σέ σχέση μέ τόν ἄνδρα της, μέ τό στόμα της κ.λ.π. φιλήσει ἔτσι τό παιδί
της, τό παιδί της ἀφηνιάζει. Καί ἔχουμε τά πολλά αὐτιστικά παιδιά... Ἀκοῦτε
ἐρμηνεία ἀπό ἁγίους;! Ψάχνε ὅσο θέλεις μέ τούς γιατρούς. Εἶναι τά αἴτια
πνευματικά. Εἶναι ἡ ἁμαρτία, κι ἄν δέν φύγει ἡ ἁμαρτία, δέν διορθώνεται τίποτε. Νά
γιατί ἀρρωσταίνουμε.

Ἡ πάλη μας εἶναι μέ τά πονηρά πνεύματα. Μαχόμαστε ἐναντίον τῶν πονηρῶν


πνευμάτων πού εἶναι στούς διπλανούς μας, ἀλλά πού εἶναι καί μέσα μας πολλές
φορές. Σᾶς εἶπα τά παραδείγματα αὐτά. Μαχόμαστε ἐναντίον τοῦ βασικοῦ
δημιουργοῦ τοῦ κακοῦ, τοῦ σατανᾶ, ὁ ὁποῖος ταυτόχρονα εἶναι καί «θεός» τῆς
ἁμαρτίας καί τοῦ θανάτου, «θεός» κάθε κακοῦ καί κάθε διαβόλου. Οἱ ἄνθρωποι ἀπό
ἀδιαφορία, ἀπό ἔλλειψη ἐγρήγορσης, νά τό πῶ ἔτσι, τήν ἔκφραση «ἔλα μωρέ τώρα..
θά ἀκούσουμε αὐτά τά πράγματα πού λέει ὁ τάδε πάτερ, ἄς ποῦμε.. δέν εἶναι καί
τίποτα». Ἔτσι μᾶς ξεγελάει ὁ διάβολος, μέ τήν ἀδιαφορία, μέ τήν ἔλλειψη
ἐγρήγορσης. Εἴτε λοιπόν ἀπό ἀδιαφορία ἤ ἀπό φιληδονία ἤ ἀπό φιλαυτία
προσφέρουν τόν ἑαυτό τους ὡς ὄργανο τῆς ἀδικίας καί τοῦ κακοῦ καί γίνονται
κανονικά ὑπηρέτες τοῦ διαβόλου. Προσφέρουν τόν ἑαυτό τους γιά ὅπλο τῆς ἀδικίας.
Ὁ διάβολος δέν ἔχει χέρια καί πόδια, ἔχει ὅμως ἀνθρώπους πού τοῦ ὑποτάσσονται,
γίνονται τά χέρια του καί τά πόδια του στή γῆ καί γίνεσαι ὅπλο τοῦ ἄδικου, τῆς
ἀδικίας στήν κακοβουλία τοῦ διαβόλου. Καί ἡ ἀδικία τούς χρησιμοποιεῖ σάν ὅπλο

192
ἐναντίον τοῦ Θεοῦ καί Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος ἦλθε στόν κόσμο μας γιά
νά μᾶς σώσει ἀπό τήν ἁμαρτία, τόν θάνατο καί τόν διάβολο.

Τά πνεύματα τοῦ κακοῦ κάτω ἀπό τόν οὐρανό διεξάγουν πόλεμο ἐναντίον τῆς
αἰώνιας ζωῆς μας, τήν ὁποία ἐμεῖς ἀποκτοῦμε διά τῆς πίστεως στόν Κύριο Ἰησοῦ
Χριστό, τόν ἐνσαρκωμένο Θεό καί Κύριο καί προσπαθοῦν νά μᾶς ἐπιβάλλουν τόν
θάνατο μέσω τῆς φιλαμαρτίας, τῆς φιληδονίας καί τῆς φιλαυτίας. Καί ὁ Κύριος
Ἰησοῦς Χριστός μᾶς προσφέρει τήν αἰώνια ζωή διαμέσου τῆς πίστεως πρός Αὐτόν.
Καί ἐνῶ θέλει θυσίες καί κόπο καί προσπάθεια ἡ ζωή ἡ διαβολική, τρέχουμε σ’
αὐτήν καί ἀρνούμαστε τόν γλυκύτατο Ἰησοῦ. Ἀπό μᾶς ἐξαρτᾶται νά δώσουμε τόν
ἑαυτό μας γιά νά γίνει ὑπηρέτης τῆς δικαιοσύνης τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ
διαμέσου τῆς πίστεως. Καί ἄν γίνει αὐτό, τότε ἐμεῖς σιγουρεύουμε γιά τόν ἑαυτό μας
τήν αἰώνια ζωή. «Ζητεῖτε πρῶτα τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί τή δικαιοσύνη
Αὐτοῦ»[23]. Δικαιοσύνη δέν εἶναι ἁπλῶς ἡ ἐπικράτηση τοῦ δίκαιου, ἀλλά ἡ σύνολη
ἀρετή. Ἀπό μᾶς ἐξαρτᾶται νά δώσουμε τόν ἑαυτό μας στόν Χριστό ἤ ὄχι, νά γίνουμε
ὑπηρέτες τῆς σύνολης ἀρετῆς, τῆς δικαιοσύνης τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ διαμέσου
τῆς πίστεως. Κι ἄν γίνει αὐτό, τότε ἐμεῖς σιγουρεύουμε γιά τόν ἑαυτό μας τήν αἰώνια
ζωή. Γιατί ὁ Χριστός εἶναι ἡ ζωή ἡ αἰώνιος.

-Ἑνώθηκες μέ τόν Χριστό διά τῆς ἀρετῆς, διά τῆς δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ;
Σώθηκες. Αὐτή εἶναι ἡ σωτηρία. Γι’ αὐτό οἱ Ἅγιοι, βλέπετε, ζοῦνε αὐτή τήν
κατάσταση πρίν πεθάνουν καί χαίρονται καί πανηγυρίζουν καί ζοῦν ἀναστάσιμα καί
ξεχνοῦν τόν ἑαυτό τους καί πλέον δίνονται στήν προσευχή γιά τούς ἄλλους, ὥστε
αὐτό πού ζοῦν οἱ ἴδιοι, τήν προ-σωτηρία, ἄς τό ὀνομάσουμε ἔτσι, τήν πρόγευση τῆς
σωτηρίας, νά μποῦνε σ’ αὐτή τήν κατάσταση ὅλοι οἱ ἄνθρωποι.

Ἡ πληρωμή, ἡ ἀνταμοιβή γιά τήν ἁμαρτία εἶναι ὁ θάνατος, καί τό δῶρο, ἡ ἀνταμοιβή
τοῦ Θεοῦ γιά τήν ἀρετή εἶναι ἡ αἰώνια ζωή κοντά στόν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό.
«Τά ὀψώνια τῆς ἁμαρτίας θάνατος»[24]. Τῆς ὅποιας ἁμαρτίας, προσέξτε! Δέν εἶναι
μόνο ἡ βαριά ἁμαρτία πού φέρνει τόν θάνατο. Καί ἡ μικρή ἁμαρτία φέρνει τόν
θάνατο, καί ἡ ἐλαχιστότατη, ἐφόσον παραμένει ἀμετανόητη. Ὁ ἄνθρωπος παραμένει
ἀμετανόητος. Δυστυχῶς, πολλοί θά χαθοῦμε ἀπ’ τούς χριστιανούς ὄχι ἐξαιτίας
μεγάλων ἁμαρτιῶν. Τίς μεγάλες τίς ἀποφεύγουμε, τίς θεωρούμενες μεγάλες, φόνος,
μοιχεία, πορνεία, ἀλλά ἐξαιτίας τῶν μικρῶν ἁμαρτιῶν, στίς ὁποῖες ἐπιμένουμε καί
δέν μετανοοῦμε. Κάθεσαι μέ τίς ὧρες στό τηλέφωνο καί κουτσομπολεύεις. Μικρή
ἁμαρτία νομίζεις εἶναι αὐτό; Μά, λέει, τό ἐξομολογήθηκα. Ναί, ἀλλά διορθώθηκες ἤ
πάλι τά ἴδια κάνεις; Εἶναι μεγάλη ἁμαρτία καί παραμένει ἀδιόρθωτη, ἄρα
ἀμετανόητη. Δέν μᾶς σώζει ἡ ἀναφορά μόνο τῶν ἁμαρτιῶν, θά πρέπει νά ὑπάρχει καί
ἡ διόρθωση, τό σταμάτημα τῆς ἁμαρτίας.

Ποιές εἶναι οἱ ἀρχές τοῦ σκότους τοῦ κόσμου τούτου, γιά τίς ὁποῖες μιλάει ὁ
Ἀπόστολος στόν στίχο αὐτό καί μᾶς λέει πώς εἶναι ἡ πάλη μας πρός τάς ἀρχάς, τάς
ἐξουσίας, τούς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους; Ποιές εἶναι οἱ ἀρχές τοῦ σκότους τοῦ

193
κόσμου τούτου; Ποιές οἱ ἐξουσίες τοῦ σκότους τοῦ κόσμου τούτου; Ποιοί οἱ
κοσμοκράτορες τοῦ σκότους τοῦ κόσμου τούτου;

Εἶναι τά πνεύματα τοῦ κακοῦ τά ὑπό τόν οὐρανό. Κάθε σκότος στό δικό μας
ἀνθρώπινο γήινο κόσμο ἔχει τήν καταγωγή του ἀπ’ αὐτά. Καί γενικά ὅλο τό σκότος
εἶναι ἀπ’ αὐτά. Τό σκοτάδι αὐτό διαμέσου τῶν ἀνθρώπων διακλαδίζεται σέ ἄπειρους
τρόπους καί μεθόδους. Καί διαμέσου τοῦ σκότους ἐξαπλώνεται ἡ ἐξουσία τοῦ
σατανᾶ στό ἀνθρώπινο γένος. Γι’ αὐτό καί ἡ πίστη στόν Χριστό συνίσταται στήν
ἐπιστροφή τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τό σκοτάδι στό φῶς καί ἀπό τήν ἐξουσία τοῦ σατανᾶ
στήν ἐξουσία τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό βλέπετε, οἱ ἄνθρωποι πού ζοῦνε μακράν τοῦ Θεοῦ
εἶναι σκοτισμένοι, εἶναι σέ σύγχυση, τό μυαλό τους εἶναι θολωμένο, δέν ξέρουν ποιό
εἶναι τό καλό καί ποιό εἶναι τό κακό, ποιό εἶναι τό ἀληθινό συμφέρον τους καί ποιό
εἶναι αὐτό πού τούς βλάπτει καί πολλές φορές κάνουν πράγματα πού θεωροῦν ὅτι
εἶναι τά πλέον ὠφέλιμα καί εἶναι τά πλέον καταστροφικά γι’ αὐτούς, γιατί ἀκριβῶς
ζοῦν μέσα στό φοβερό σκοτάδι τῶν πονηρῶν πνευμάτων καί στήν ἐξουσία τοῦ
σατανᾶ. Ὅσο ὁ ἄνθρωπος παραμένει ἀνεξομολόγητος, εἶναι ὑπό τήν ἐξουσία τοῦ
σατανᾶ. Προσέξτε το αὐτό. Ὅσο ὁ ἄνθρωπος παραμένει ἀμετανόητος καί δέν
διορθώνεται, δέν ἐξομολογεῖται, ἀλλά καί δέν διορθώνει τή ζωή του, παραμένει
ὑποχείριο τοῦ πονηροῦ.

Στήν οὐσία καί στή φύση της ἡ ἁμαρτία εἶναι σκότος. Γι’ αὐτό καί μᾶς λένε οἱ Ἅγιοι
ὅτι ἐσκοτίσθη ὁ νοῦς τοῦ Ἀδάμ.. μέ πολλές ἁμαρτίες; Ὄχι, μέ μία ἁμαρτία! Μία
ἁμαρτία ἔκανε ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα, τήν παράβαση, τήν παρακοή καί ἀμέσως
σκοτίστηκε ὁ νοῦς τους. Ἕνας ἄνθρωπος, πού ἀγωνίζεται πνευματικά καί εἶναι μέσα
στό φῶς τοῦ Χριστοῦ, ἀμέσως τό καταλαβαίνει μόλις ἁμαρτήσει. Σκοτίζεται, φεύγει
τό φῶς.

Ὁ Κύριος μᾶς ἀπελευθέρωσε ἀπό τήν ἐξουσία τοῦ σκότους μέ τή δική του
Θεανθρώπινη οἰκονομία τῆς σωτηρίας. Ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός μᾶς ἐκάλεσε ἐκ
τοῦ σκότους εἰς τό θαυμαστόν Αὐτοῦ φῶς. Ὑπάρχει τεράστια διαφορά στήν
ἀνθρωπότητα πρό Χριστοῦ καί μετά Χριστόν. Οἱ πρό Χριστοῦ ἄνθρωποι εἶχαν πάρα
πολύ μεγάλη συγγένεια μέ τό κακό καί μεγάλη ροπή στήν ἁμαρτία καί σχεδόν ὁ
διάβολος τούς ἔσερνε μέ τή βία στήν κόλαση. Μετά Χριστόν τά πράγματα ἔχουν
ἀλλάξει πάρα πολύ μέ τήν ἐγκαθίδρυση τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ στή γῆ.
Ἡττήθηκαν οἱ δαιμονικές δυνάμεις καί πλέον ὁ ἄνθρωπος πολύ εὔκολα, ἐάν θέλει,
διά τῆς Ἐκκλησίας νικᾶ τόν διάβολο, ὁ ὁποῖος πρό Χριστοῦ φαινόταν σχεδόν
ἀνίκητος. Γι’ αὐτό καί εἶναι πολύ μεγάλο τό κατόρθωμα τῆς Παναγίας μας, ἡ ὁποία
νίκησε τόν διάβολο ἐνῶ ἦταν ἀβάφτιστη, ἐνῶ ἤτανε ἀκόμα ἐκτός Ἐκκλησίας. Μέ τή
δύναμή της, τή ρωμαλαία θέλησή της, δέν ἁμάρτησε.

Τό πνεῦμα τοῦ κακοῦ, τά πνεύματα τά ποικίλα τοῦ κακοῦ μέσω τῶν ἁμαρτιῶν
ἐκρίνουν τό σκοτάδι τους στήν ἀνθρώπινη φύση καί ὁ ἄνθρωπος συνευδοκώντας καί
κάνοντας τίς ἁμαρτίες «ἐν τῇ σκοτίᾳ ἐστί καί ἐν τῇ σκοτίᾳ περιπατεῖ, καί οὐκ οἶδε

194
ποῦ ὑπάγει, ὅτι ἡ σκοτία ἐτύφλωσε τούς ὀφθαλμούς αὐτοῦ»[25]. Φοβερό πράγμα!
Δέν ξέρει ὁ ἄνθρωπος ποῦ πηγαίνει, ὅταν συνευδοκεῖ στίς ἁμαρτίες. Τά πνεύματα
τοῦ κακοῦ, μέ τή βοήθεια τῶν ἁμαρτιῶν καί τῶν παθῶν, κυριαρχοῦν στούς
ἀνθρώπους καί διευθύνουν τούς ἀνθρώπους τοῦ κόσμου τούτου. Αὐτά εἶναι οἱ
διευθυντές, οἱ κοσμοκράτορες τοῦ σκότους στόν κόσμο αὐτό. Ἀλλά δέν διευθύνουν
τόν κόσμο, ὁ ὁποῖος εἶναι δημιουργία τοῦ Θεοῦ, ἐκτός ἀπό τήν ἁμαρτία καί τό κακό
τά ὁποῖα εἶναι σ’ αὐτόν τόν κόσμο. Φαίνεται ὅτι τόν κόσμο τόν διευθύνουν οἱ
μασόνοι, οἱ ὁμοφυλόφιλοι, οἱ ἄθεοι, οἱ ἀντίχριστοι.. μᾶς ἔχουν καταλάβει ὅλες τίς
στρατιωτικές, τίς πολιτικές ἐξουσίες καί ἐν μέρει καί τίς ἐκκλησιαστικές. Ὅμως δέν
κατευθύνουν τούς ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ, κατευθύνουν τό κακό καί τούς ἀνθρώπους
τοῦ κακοῦ, τά ὑποχείρια τοῦ κακοῦ. Οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ δέν μπαίνουν στήν
ἐξουσία τοῦ διαβόλου οὔτε ὑπόκεινται στίς δαιμονικές αὐτές δυνάμεις. Δέν
κυριαρχεῖ ὁ διάβολος σ’ αὐτούς. Διευθύνουν τόν ἁμαρτωλό κόσμο αὐτοί οἱ
διευθυντές καί κοσμοκράτορες τοῦ σκότους πού ἐμπνέονται ἀπό τά πονηρά
πνεύματα.

Μέ τήν ἐπίμονη φιλαμαρτία ὁ ἄνθρωπος σταδιακά καί ὁ ἴδιος καθίσταται σκότος καί
τότε ἡ μόνη διέξοδος ἀπό τό δηλητηριασμένο καί ἀποπνικτικό σκοτάδι εἶναι ἡ πίστη
στόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, ὁ Ὁποῖος εἶναι τό μοναδικό καί ἀληθινό φῶς στόν
ἀνθρώπινο κόσμο μας. Τό μοναδικό φῶς μέσα στόν κόσμο! Ἄς τό προσέξουμε αὐτό..
Δέν ὑπάρχουν ἄλλα φῶτα. Δέν ὑπάρχουν ἄλλα πράγματα πού μᾶς χρειάζονται γιά νά
μᾶς φωτίσουν ἐκτός ἀπό τόν Χριστό. Οὔτε ἡ παιδεία ἡ κοσμική μᾶς χρειάζεται οὔτε
τά Πανεπιστήμια μᾶς χρειάζονται οὔτε οἱ ἐπιστῆμες μᾶς χρειάζονται οὔτε ἡ
τεχνολογία οὔτε ὁ πολιτισμός οὔτε ἀκόμα, θά ἔλεγα, οἱ πατρίδες.. Τίποτα δέν μᾶς
χρειάζεται. Μόνο ὁ Χριστός μᾶς χρειάζεται. «Τό φῶς τοῦ κόσμου ἐγώ εἰμι»[26], λέει
ὁ Χριστός. Δέν μποροῦμε καί δέν πρέπει νά βάζουμε τίποτα ἄλλο δίπλα,
συμπληρωματικά στόν Χριστό. Γιά νά ζήσουμε χρειαζόμαστε τόν Χριστό μόνο,
τίποτα ἄλλο. Πολλοί βάζουν τήν Ἑλλάδα καί τόν Χριστό μαζί. Καί μερικοί βάζουν
πρῶτα τήν Ἑλλάδα καί μετά τόν Χριστό. Μόνο ὁ Χριστός μᾶς χρειάζεται. Κι ἄν
ἔχουμε τόν Χριστό, θά ἔχουμε καί τήν Ἑλλάδα καί ὅλο τόν κόσμο θά ἔχουμε. Γιατί
σκοπός δέν εἶναι νά διασώσουμε ἕνα κομμάτι τῆς γῆς χριστιανικό ὀρθόδοξο, γιατί γι’
αὐτό πονᾶμε γιά τήν Ἑλλάδα ἔτσι;.. γιατί ἡ Ἑλλάδα φυλάει ἀνθρωπίνως θά λέγαμε,
μᾶς δίνει ἕνα ζωτικό ἐδαφικό χῶρο πού ἄνετα λατρεύουμε τόν Χριστό. Νά δοῦμε
πόσο ἀκόμα... γιατί ὅσο πᾶνε σφίγγουνε οἱ ἄθεοι τά δόντια τους καί ὁρμοῦν ἐναντίον
τῆς Ἐκκλησίας. Ἤδη σχεδιάζεται ὁ χωρισμός ἀπό πολλά χρόνια. Ἀλλά δέν μᾶς
νοιάζει... πῶς νά ποῦμε.. δέν εἶναι αὐτό ἡ ἐπιδίωξή μας. Ἡ ἐπιδίωξή μας εἶναι ὅλος ὁ
κόσμος νά γίνει Ἑλλάδα, χριστιανικός ὀρθόδοξος. Ὅλη ἡ οἰκουμένη θέλουμε νά
γίνει ὀρθόδοξη. Γι’ αὐτό ὁ χριστιανός ὑπέρκειται τῆς πατρίδος. Δέν καταφρονεῖ τήν
πατρίδα του, τήν ἀγαπάει, καί τήν προσωρινή, ἀλλά στέκεται πάνω ἀπ’ αὐτό καί
θέλει νά κάνει πατρίδα του τόν οὐρανό καί ὅλη τή γῆ νά τήν κάνει κι αὐτό κομμάτι
τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι δηλαδή νά μποῦνε στήν Ἐκκλησία, νά
γίνουνε ὀρθόδοξοι. Αὐτός πρέπει νά εἶναι ὁ στόχος μας καί ὁ καημός μας καί ἡ
ἀπαντοχή μας καί ἡ ἐπιδίωξή μας.

195
Ὅσο ὁ ἄνθρωπος ἀγαπάει τήν ἁμαρτία, τόσο γίνεται σκοτάδι. Ὅσο ἔρχεται στόν
Χριστό μέ τήν πίστη, φεύγει τό σκοτάδι. Ἔρχεται τό φῶς καί ὁ ἄνθρωπος
συνειδητοποιεῖ ὅτι δέν χρειάζεται τίποτα ἄλλο. Τό μοναδικό φῶς τοῦ κόσμου, τό
μοναδικό φῶς τῆς ζωῆς εἶναι ὁ Χριστός. Τότε ἡ πίστη στόν Χριστό σημαίνει σεισμό,
καταιγίδα καί λαίλαπα καί ρῆγμα καί θραύση τοῦ σκότους καί ἐπάνοδος στό φῶς.

-Μπορεῖς νά συντρίψεις ὅλο αὐτό τό μυστήριο τῆς ἀνομίας;


Μέ τή χάρη τοῦ Χριστοῦ, μπορεῖς. Δώδεκα ἄνθρωποι σύντριψαν τόν διάβολο καί τίς
δυνάμεις του ὅλες, πού εἶχαν κυριαρχήσει παγκοσμίως ἐκεῖνα τά χρόνια. Πόσο
μᾶλλον ἐμεῖς σήμερα πού δέν εἴμαστε δώδεκα... εἴμαστε πολλοί στό ὄνομα
βαφτισμένοι.. ἑκατομμύρια.. Ἀλλά πόσοι εἴμαστε πραγματικά μέ τή φλόγα τῶν
δώδεκα; Μέ τόν ἱεραποστολικό ζῆλο καί μέ τό Πνεῦμα τό Ἅγιο νά καίει μέσα μας
ὅπως ἔκαιγε στίς ψυχές ἐκείνων, τῶν Ἀποστόλων; Γι’ αὐτό δέν σπάζει τό σκοτάδι, γι’
αὐτό κυριαρχεῖ τό σκοτάδι στή γῆ.

Ὅταν πιστέψουμε ἀληθινά στόν Θεό γίνεται σεισμός, καταιγίδα, λαίλαπα καί θραύση
τοῦ σκότους καί ἐπάνοδος στό φῶς. Καί ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλά μέσω τῶν ἱερῶν
μυστηρίων καί τῶν ἁγίων ἀρετῶν ὅλο τό φῶς τοῦ Χριστοῦ ἐκχέεται καί κατοικεῖ σέ
μᾶς. Διαχέεται σέ ὅλο μας τό εἶναι καί τότε ἐμεῖς ὁλόκληροι καθιστάμεθα φῶς. Μέ
τόν λόγο τοῦ εὐαγγελίου τοῦ Θεοῦ ἀποτεινόμενος στούς πρώην εἰδωλολάτρες καί
τώρα χριστιανούς ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέει «ἦτε», ἤσαστε δηλαδή, «ἦτε γάρ ποτε
σκότος, νῦν δέ φῶς ἐν Κυρίῳ· ὡς τέκνα φωτός περιπατεῖτε»[27]. Τώρα εἶστε φῶς.
Σάν παιδιά τοῦ φωτός, πού εἶναι ὁ Χριστός, θά πρέπει κι ἐσεῖς νά περιπατεῖτε, νά
ζεῖτε.

Καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος εὐαγγελίζεται: Ποιές ἀρχές, λέει, καί ἐξουσίες
καί κοσμοκράτορες τοῦ σκότους, πού ἐπικρατεῖ στόν αἰῶνα αὐτόν; Γιά ποιό σκοτάδι
μιλάει; Μήπως γιά τό σκοτάδι τῆς νύχτας; Καθόλου. Ἀλλά γιά τό σκοτάδι τῆς
πονηρίας, γιατί ἤμαστε, λέει, κάποτε σκοτάδι, λέγοντας ἔτσι τήν πονηρία πού
ἐπικρατεῖ στήν παροῦσα ζωή. Διότι δέν θά ἔχει πλέον ὕπαρξη οὔτε στόν οὐρανό οὔτε
στόν μέλλοντα αἰῶνα. Ἡ κυριαρχία τοῦ κακοῦ θά εἶναι μέχρι νά ἔρθει ὁ Κύριος,
μέχρι τή Δευτέρα Του Παρουσία. Μετά τελειώνει ὁ διάβολος, τελειώνει τό κακό,
τελειώνει ἡ ἁμαρτία.

Ὀνομάζει τούς δαίμονες κοσμοκράτορες, ὄχι ἐπειδή εἶναι κυρίαρχοι τοῦ κόσμου,
ἀλλά ἐπειδή εἶναι αἴτιοι τῶν πονηρῶν ἔργων, γιατί γνωρίζει ἡ Γραφή νά ὀνομάζει
«κόσμο» τίς πονηρές πράξεις. Ὅπως ὁ Χριστός, ὅταν λέγει «ὑμεῖς οὐκ ἐστέ ἐκ τοῦ
κόσμου τούτου, ὥσπερ ἐγώ οὐκ εἰμί ἐκ τοῦ κόσμου»[28], δέν ἔχω καμιά σχέση μέ
τήν ἁμαρτία. Ἔτσι καί ἐσεῖς, δέν ἔχετε καμιά σχέση μέ τήν ἁμαρτία οἱ χριστιανοί.

Ὁ μακαριστός Θεοδώρητος λέει, οἱ κακοί δαίμονες ἀνῆκαν κάποτε στίς τάξεις τῶν
οὐρανίων δυνάμεων, ἀλλά ἐξαιτίας τῆς κακίας τους ἐξέπεσαν ἀπ’ αὐτή τή σειρά.

196
Ἀλλά καί τώρα φέρουν ἐκεῖνες τίς ὀνομασίες, μέ τή διαστρεβλωμένη ὅμως ἔννοια
πού δημιούργησε ἡ κακότητά τους. Καί τώρα λέγονται ἄγγελοι, ἀλλά ἄγγελοι τοῦ
σκότους. Ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος τούς ὀνόμασε κοσμοκράτορες ὄχι γιατί πῆραν ἀπό τόν
Θεό τή διαχείριση τοῦ κόσμου, ἀλλά γιατί κυριαρχοῦν σέ ἐκείνους πού οἰκειοθελῶς
ἀγάπησαν τή δουλεία τῆς ἁμαρτίας καί τή ζωή τῆς ἀδιαφορίας. Τώρα ἐδῶ ζωγραφίζει
τήν ἐποχή μας. Οἱ πλεῖστοι ἄνθρωποι ζοῦνε ἀδιάφορα. «Ἡ ἀνθρωπότητα παγκοσμίως
ζεῖ σέ ἀκηδία», ἔλεγε ὁ μακαριστός ὁ π. Σωφρόνιος Σαχάρωφ. Σέ ἀδιαφορία δηλαδή
γιά τή σωτηρία της. Ἀλλά μήν πᾶμε μακριά.. ἐδῶ μεταξύ μας, νά δεῖτε ὁ ἕνας τόν
ἄλλον..

-Πόσο ἐνδιαφερόμαστε γιά τή σωτηρία μας; Πόσο ζοῦμε μέ ἐπιμέλεια τή χριστιανική


ζωή; Πόσο κάνουμε μέ ἐπιμέλεια τά ἔργα τοῦ Θεοῦ;

Τί λέει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ; «Ἐπικατάρατος ὁ ποιῶν τά ἔργα τοῦ Κυρίου ἀμελῶς»[29].
Καταραμένος, λέει.

-Πᾶς στήν ἐκκλησία;


Καλά κάνεις. Ἀλλά πῶς στέκεσαι ἐκεῖ; Ποῦ εἶναι ὁ νοῦς σου; Τόν κάνεις ὅπως
πρέπει τόν ἐκκλησιασμό σου; Ἡ προσευχή σου πῶς εἶναι; Ἡ ἀγάπη σου στόν Χριστό
πόσους βαθμούς ἔχει; Πόσο ἀντιστέκεσαι στό πνεῦμα τοῦ κόσμου; Πόσο
ἀντιστέκεσαι στίς πονηρές σκέψεις; Στούς πονηρούς λογισμούς; Στίς κακίες; Στίς
κατακρίσεις; Στίς ἐμπαθεῖς ματιές; Στήν ὅποια παρακίνηση τοῦ διαβόλου γιά τό
κακό.

Ὁ Θεϊκός Ἀπόστολος μιμεῖται τόν λαμπρό ἐκεῖνο ἀρχιστράτηγο, ὁ ὁποῖος θέλοντας


νά ἐκδιώξει τήν ἀδράνεια τῶν στρατευμάτων του, περιγράφει τό θάρρος τῶν ἐχθρῶν.
Ἕνας καλός στρατηγός θά ἐνεργοποιήσει, θά ἐρεθίσει τούς στρατιῶτες του γιά μάχη,
περιγράφωντάς τους τήν παληκαριά τῶν ἐχθρῶν καί τίς δράσεις τῶν ἐχθρῶν. Ἔτσι
καί ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος, μᾶς περιγράφει τούς ἐχθρούς, τά πνεύματα τοῦ σκότους, τῆς
πονηρίας, γιά νά μᾶς ἐνεργοποιήσει στή μάχη ἐναντίον τους. Δείχνει καί τό κέρδος
ἀπ’ τή νίκη, γιά νά κάνει τούς στρατιῶτες πιό ζηλωτές, γιατί λέει ὅτι ἡ μάχη
διεξάγεται πρός τά πνεύματα τοῦ κακοῦ τά ὑπό τόν οὐρανόν καί τό βραβεῖο γιά τή
νικηφόρα αὐτή μάχη θά εἶναι ἡ οὐράνια Βασιλεία.

Καί ἕνας ἄλλος ἑρμηνευτής, ὁ Οἰκουμένιος, λέει: ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος ὀνομάζει τούς
δαίμονες ἀρχές, πού οἱ ἄνθρωποι τούς κάνουν δικές τους ἀρχές καί ὑποτάσσονται
εὐχαρίστως σ’ αὐτούς. Τί ὡραῖο εἶναι αὐτό! Ἀκριβῶς! Κάνεις ἀρχή σου, κυρίαρχο
δηλαδή στήν ψυχή σου, τόν διάβολο. Γι’ αὐτό λέγονται ἀρχές καί οἱ δαίμονες, γιατί
τούς δίνουμε ἐμεῖς τή δυνατότητα νά ἄρχουν σέ ἐμᾶς.

Τούς ὀνομάζει καί ἐξουσίες, γιατί αὐτοί μόνο μέ τήν βοήθεια τῶν παθῶν ἀσκοῦν
ἐξουσία στούς ἀνθρώπους. Οἱ ἄνθρωποι ἀγαποῦν τά πάθη τους, ὁπότε οἱ δαίμονες
τούς ἐξουσιάζουν. Τούς ὀνομάζει καί κοσμοκράτορες, γιατί ἐξουσιάζουν αὐτούς πού

197
φρονοῦν τά κοσμικά καί κυβερνοῦν ἐκείνους πού πράττουν τά πονηρά ἔργα. Νά μή
φοβηθεῖς ἀκούγοντας τόν Ἀπόστολο νά ὀνομάζει τούς δαίμονες κοσμοκράτορες,
γιατί στή συνέχεια φανερά δείχνει ὅτι αὐτοί διευθύνουν τό σκότος αὐτοῦ τοῦ
κόσμου. Δηλαδή, τό κακό αὐτοῦ τοῦ κόσμου καί ὄχι ὅλο τόν κόσμο, τόν κακό
κόσμο. Τό σκότος αὐτοῦ τοῦ κόσμου εἶναι τά ἔργα τῆς κακίας καί τῆς πονηρίας.
Αὐτά διευθύνει ὁ διάβολος καί τά ὄργανά του καί ὄχι τούς ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ.

Ἄς σταματήσουμε ἐδῶ.. ὁλοκληρώθηκε καί ἡ ὁμιλία πού κάνει ὁ Ἅγιος Ἰουστίνος σ’


αὐτόν τόν στίχο. Ἄν θέλετε νά μιλήσουμε πάνω σ’ αὐτά, μπορεῖτε..

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

Ἐρ. : ......................
Ἀπ. : Ἡ ἐρώτηση εἶναι, τά πνευματικά μικρόβια μεταδίδονται ἀπό τόν ἕναν στόν
ἄλλο καί τούς βλάπτουνε, ἰδίως τά μικρά παιδιά. Μπορεῖ νά γίνει καί τό ἀντίθετο;
Δηλαδή ἕνας ἅγιος, ἕνας ὑγιής πνευματικά νά ἐξυγιάνει καί ἕνα παιδί, ἕναν ἄλλον
ἄνθρωπο; Βέβαια γίνεται κι αὐτό, ἀλλά πιό δύσκολα θά ἔλεγα, γιατί ρέπουμε πρός τό
κακό εὐκολότερα παρά πρός τό καλό. Ἐξαρτᾶται βέβαια καί ἀπό τή διάθεση μέ τήν
ὁποία πλησιάζουμε ἕναν Ἅγιο. Ἄν πᾶς μέ καλή προαίρεση, μέ διάθεση νά
ὠφεληθεῖς, ἄν πᾶς μέ εὐλάβεια, θά ὠφεληθεῖς. Θά πάρεις ἀπό τά καλά του μικρόβια,
νά τό ποῦμε ἔτσι. Θά πάρεις τόν ζῆλο του, τήν παληκαριά του, τήν ἀγωνιστικότητά
του, στό βαθμό πού θά θελήσεις νά πάρεις. Μπορεῖ νά εἶναι μεγάλος Ἅγιος, ἀλλά
ἐσύ ἐπειδή πᾶς μέ μικρή προαίρεση, μέ λίγη εὐλάβεια, παίρνεις λίγο. Μπορεῖ νά εἶναι
μικρός Ἅγιος, ἀλλά ἐπειδή ἐσύ πᾶς μέ μεγάλη προαίρεση καί μέ μεγάλη εὐλάβεια, θά
πάρεις πολύ. Μπορεῖ νά πάρεις καί περισσότερο ἀπ’ ὅσο ἔχει.

Ἔλεγε ὁ π. Ἐφραίμ ὁ Κατουνακιώτης, ἄν πεῖς ὅτι ὁ Γέροντάς σου ἄς ποῦμε, ἔχει μιά
ἁγιότητα 10 βαθμῶν καί ἐσύ πᾶς μέ μιά εὐλάβεια 50 βαθμῶν, θά πάρεις 50! Ἄσχετα
ἄν ὁ Γέροντάς σου ἔχει μόνο 10 νά σοῦ δώσει. Γιατί δέν εἶναι ὁ Γέροντας πού σοῦ
δίνει, ἀλλά ὁ Θεός, πού λειτουργεῖ μέσα ἀπό τόν Γέροντα καί βλέπει τή δική σου τήν
εὐλάβεια. Κι ἄν πᾶς σέ ἕναν μεγάλο Ἅγιο, ἀλλά μέ πονηρία, μέ κακούς λογισμούς,
μέ διάθεση κατάκρισης, δέν θά πάρεις τίποτα. Θά πάρεις κι ἐσύ κατάκριση. Βλέπετε;
Τό πᾶν δηλαδή, τελικά, ἔγκειται σέ μᾶς, πῶς ἐμεῖς πιστεύουμε ἤ δέν πιστεύουμε,
ἐμπιστευόμαστε ἤ ὄχι τόν Θεό καί τόν πνευματικό μας ὁδηγό καί τούς Ἁγίους Του.

Ἐρ. : Εἴπαμε ὅτι δέν κατακρίνουμε τόν ἄνθρωπο, ἀλλά τίς πράξεις του καί τόν
διάβολο. Αὐτός ὅμως γίνεται ὄργανο τοῦ διαβόλου. Δέν ἔχει εὐθύνη αὐτός; Δέν θά
κριθεῖ;

Ἀπ. : Φυσικά θά κριθεῖ, ἀλλά ὄχι ἀπό μᾶς. Δέν εἴμαστε ἐμεῖς οἱ κριτές τῆς
Οἰκουμένης. Ὁ Κριτής εἶναι ἕνας. Ὄχι ὁ Θεός Πατέρας, ὁ Χριστός! Ἄν καί θά
λέγαμε, θά ἐδικαιοῦτο καί ὁ Θεός Πατέρας νά εἶναι κριτής καί τό Ἅγιο Πνεῦμα! Κι
ὅμως... οὔτε ὁ Θεός Πατέρας οὔτε τό Ἅγιο Πνεῦμα θά κρίνει. Μόνο ὁ Χριστός θά

198
κρίνει. Γιατί; Γιατί ὁ Χριστός ἔγινε ἄνθρωπος ὁμοιοπαθής μέ μᾶς τούς ἀνθρώπους.
Ἔχει τό πολύ ὡραῖο ὁ Ἅγιος Μάξιμος πού λέει, ὁ Θεός Πατέρας δέν κρίνει κανέναν.
Τό παίρνει ἀπό τό εὐαγγέλιο. Τό λέει ὁ Χριστός «ὁ πατήρ δέν κρίνει οὐδένα, πᾶσαν
τήν κρίσιν δέδωκε τῷ υἱῷ»[30]. Καί πᾶμε ἐμεῖς τώρα πάνω ἀπό τόν Υἱό, πάνω ἀπό
τόν Πατέρα καί κρίνουμε καί κατακρίνουμε. Βλέπετε πόσο μεγάλη ἀλαζονεία
ἔχουμε, πόσο μεγάλη ὑπερηφάνεια, ὅταν κρίνουμε τά πρόσωπα; Κάνουμε αὐτό πού
δέν κάνει ὁ Θεός Πατέρας.

Ἐρ. : Ἕνα πρόσωπο στήν οἰκογένεια εἶναι ταραχοποιό. Ἐπειδή εἶναι ταραγμένος ὁ
ἴδιος ἀπό τίς ἁμαρτίες του καί τά πάθη του, ταράζει καί τούς ἄλλους. Ἔχουμε
δυνατότητα νά ξεφύγουμε;

Ἀπ. : Ἔχουμε, ἀλλά εἶναι δύσκολο. Εἶσαι σάν τούς παῖδες στή Βαβυλωνία κάμινο.
Θά πρέπει νά κάνεις προσευχή νά γίνει δροσιά τό καμίνι! Μπορεῖ νά γίνει, ἀλλά
θέλει πίστη καί θέλει κότσια. Γι’ αὐτό καί ὁ Κύριος μᾶς λέει νά κόβουμε τίς
συναναστροφές καί μέ τούς οἰκείους μας καί μέ τούς συγγενεῖς μας. Ὅταν ξέρεις,
λέει, ὅτι ἕνας ἄνθρωπος σέ σκανδαλίζει, κόψ’ τον. Μά εἶναι συγγενής μου.. εἶναι ἡ
μάνα μου.. εἶναι ἡ πεθερά μου.. Τήν πεθερά εὔκολα τήν κόβουμε.. Εἶναι τό παιδί
μου! Πῶς θά τό κόψω; Θά γίνω ἀκοινώνητος κ.λ.π. Εἶναι ὁ ἄντρας μου.. Θά βρεῖς
τρόπο. Μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ καί τή βοήθεια τοῦ πνευματικοῦ, θά τή βρεῖς τή λύση,
γιατί ὁ Θεός ποτέ δέν δίνει πειρασμό παραπάνω ἀπό τίς δυνάμεις μας καί μαζί μέ τόν
πειρασμό, δίνει καί τή δύναμη «τοῦ ὑπενεγκεῖν»[31], νά ὑπομείνουμε τόν πειρασμό.
Ἑπομένως, μή λές, μέ ξεπερνάει ὁ πειρασμός αὐτός. Ἄν σέ ξεπερνάει, εἶναι γιατί τά
’χεις χαλάσει μέ τόν Χριστό. Ἐσύ τά ἔχεις χαλάσει. Κάτι δέν κάνεις σωστά, ὁπότε
δέν δέχεσαι τή βοήθεια πού δίνει ὁ Θεός στούς δικούς Του. Δέν τήν παίρνεις. Τή
δίνει ὁ Χριστός, ἀλλά ἐσύ δέν τήν παίρνεις. Κάτι δέν κάνεις σωστά ἐσύ. Θά πρέπει
νά διορθωθεῖς, νά μετανοήσεις, ὁπότε θά δεῖς ὅτι ἀντέχεις ὄχι μόνο αὐτόν τόν
πειρασμό, ἀκόμα μεγαλύτερους.

Νά πῶ ἕνα παράδειγμα. Εἶναι ὁ σύζυγός σου θυμώδης, βρίζει, βλαστημάει.. Ναί,


ἔχουμε τέτοιες περιπτώσεις. Τί μπορεῖς νά κάνεις ἐσύ ἡ σύζυγος; Μπορεῖς νά κάνεις,
νά ψαχτεῖς μήπως φταῖς κι ἐσύ λίγο.. μήπως κι ἐσύ ἀπαντᾶς στήν πρώτη κουβέντα
πού θά σοῦ πεῖ, ὁπότε τόν ἐρεθίζεις.. τοῦ ἐρεθίζεις τό πάθος. Σταμάτα νά ἀπαντᾶς..
Θά βρεῖς τρόπο καί μέ τή βοήθεια τοῦ πνευματικοῦ καί μέ τήν προσευχή σου καί θά
τούς βοηθήσεις κι αὐτούς πού πάσχουνε οἱ καημένοι καί εἶναι θύματα τοῦ διαβόλου.

Ἕνας ταραχώδης ἄνθρωπος, ταραχοποιός, ἔχει πρῶτα ταραχή μέσα του καί μετά
σπέρνει τήν ταραχή καί γύρω του. Ἀλλά καί ὁ ἄλλος, πού δέχεται αὐτό τό μικρόβιο,
τό μικρόβιο τῆς ταραχῆς, τῆς ὀργῆς κ.λ.π. ἔχει κι αὐτός λίγο συγγένεια μέ τόν
ταραχοποιό, ἔτσι δέν εἶναι; Καί παίζουμε πίνγκ-πόνγκ. Μία σου καί μία μου.. Αὐτό
γίνεται. Ἄν ὁ ἄλλος εἶχε τό πνεῦμα τῆς εἰρήνης, τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, δέν θά
ταραζόταν! Μά, λέει, μέ ἔβρισε! Καί τί σημαίνει αὐτό; Ἔπαθες τίποτα; Μόνο καλό
ἔπαθες. Σέ ἔλουσε, ὅπως λέει καί ὁ λαός. Μέ ἔλουσε.. μέ καθάρισε δηλαδή! Ἕνας

199
πού ὑβρίζεται καί ὑπομένει καί σιωπᾶ, καθαρίζεται. Γιατί; Γιατί ταπεινώνεται. Καί
ὅταν ταπεινώνεσαι, ἔρχεται ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ καί σέ λούζει, σέ καθαρίζει.

Ὁ ἄνθρωπος λοιπόν τοῦ Θεοῦ ὄχι μόνο δέν στενοχωριέται, ἀλλά καί χαίρεται ὅταν
ἀδικεῖται, ὅταν περιφρονεῖται.

Ἐρ. : ......................
Ἀπ. : Ὄχι ὅλα, ἀλλά σᾶς εἶπα μία γνώμη πού λέει ἕνας Ἅγιος. Πολλά παιδιά, ὄχι ὅλα.
Μπορεῖ νά εἶναι καί ἄλλοι λόγοι.

Ἐρ. : ...................... (Γιά τά αὐτιστικά παιδιά εἶναι ἡ ἐρώτηση).


Ἀπ. : Ναί, γιατί εἶναι πολλοί οἱ παράγοντες. Δέν σημαίνει ὅτι κάνεις κάτι, θά γίνει
κάτι ὁπωσδήποτε. Πολλοί γονεῖς κάνουν αἴσχη στόν γάμο καί δέν ἔχουν αὐτιστικά
παιδιά.. ναί. Ἔχουν ἄλλα. Ὁ Θεός δίνει στόν καθένα, παραχωρεῖ δηλαδή τόν διάβολο
νά δράσει κατά τό συμφέρον καί ὅσο τοῦ ἐπιτρέπει ὁ Θεός. Καί ξέρει ὁ Θεός ποῦ θά
ἀφήσει τόν διάβολο καί ποῦ θά τόν δεσμεύσει. Σέ ἄλλον θά τό δώσει καί σέ ἄλλον
δέν θά τό δώσει. Δέν εἶναι τά πράγματα μαθηματικά, ἕνα καί ἕνα κάνουν δύο.
Ὑπάρχει ὁ Θεῖος παράγοντας ὁ ὁποῖος ρυθμίζει τά πάντα. Εἶναι τά κρίματα τοῦ
Θεοῦ. Δέν μποροῦμε νά τά ἐξιχνιάσουμε αὐτά. Γιατί ἄλλοι πεθαίνουνε νέοι καί ἄλλοι
γέροι. Δέν μπορεῖς νά τό βρεῖς. Γιατί ἄλλοι εἶναι ἄρρωστοι ἀπό γεννησιμιοῦ τους καί
ἄλλοι δέν ἀρρωσταίνουν ποτέ. Γιατί ἄλλοι εἶναι πλούσιοι καί ἄλλοι εἶναι φτωχοί.
Γιατί ἀλλονῶν τά παιδιά πεθαίνουν στά 20 χρόνια καί ἄλλων πεθαίνουν μέσα στήν
κοιλιά τῆς μάνας τους καί ἄλλοι πεθαίνουν στά 80. Εἶναι τά κρίματα τοῦ Θεοῦ, μήν
τά ψάχνουμε αὐτά, δέν μποροῦμε νά τά ψάξουμε. Εἶναι στήν πανσοφία τοῦ Θεοῦ, ἡ
ὁποία εἶναι παναγαθότης καί παντοδυναμία. Ὅλα αὐτά πᾶνε μαζί. Γιά ἕνα ὅμως
εἴμαστε βέβαιοι, ὅτι ὅλα λειτουργοῦνε γιά τή σωτηρία μας. Καί ὅταν κάνουμε ὄχι τό
πραγματικό θέλημα τοῦ Θεοῦ -τό πραγματικό θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι αὐτό πού λέμε
τό κατ’ εὐδοκίαν θέλημα τοῦ Θεοῦ- ἀλλά κάνουμε τό δικό μας θέλημα, τό λεγόμενο
δεύτερο θέλημα τοῦ Θεοῦ, τό κατά παραχώρηση. Τό κατά παραχώρηση θέλημα, πού
λέμε ὁ Θεός ἔχει δύο θελήματα, τό κατ’ εὐδοκίαν καί τό κατά παραχώρηση. Τό κατ’
εὐδοκίαν εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τό κατά παραχώρηση εἶναι τό δικό μας, νά τό
ποῦμε ἁπλά... καί παραχωρεῖ ὁ Θεός νά κάνουμε τό δικό μας, γιατί εἴμαστε
πεισματάρικα παιδιά. Ὅπως ὁ πατέρας ἔχει τό πεισματάρικο παιδί του καί τοῦ ’χει
φάει τά αὐτιά, δῶσ’ το μου, δῶσ’ το μου, πάρ’ το μου, πάρ’ το μου... ἔ, πάρ ’το, λέει..
γιά νά μάθεις ἀπό αὐτό πού θά πάθεις. Ἔτσι κάνει καί ὁ Θεός, σάν Πατέρας
στοργικός, μᾶς δίνει κάποια πράγματα, παραχωρεῖ κάποια πράγματα νά κάνουμε,
ἀλλά δέν εἶναι αὐτό πού θέλει. Ἀλλά μέσα στά πλαίσια τῆς ἀνθρώπινης ἐλευθερίας
τά ἀφήνει νά γίνονται καί μετά ἐμεῖς δρέπουμε τίς συνέπειες.

Τώρα, τί εἶναι αὐτά πού ἀφήνει καί ποιές θά εἶναι οἱ συνέπειες, εἶναι πάλι στήν
ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ. Πάρα πολλοί ἄνθρωποι, ἄς ποῦμε, ζοῦνε ἁμαρτωλά, καί πάρα
πολλοί ἀπό αὐτούς δέν ὑποφέρουν. Κάποιοι ὅμως ὑποφέρουν ἀπό αὐτούς πού ζοῦνε
ἁμαρτωλά. Γιατί γίνεται αὐτό; Πάρα πολλοί ἄνθρωποι ζοῦνε καλά, θεάρεστα, καί

200
κάποιοι ἀπό αὐτούς ὑποφέρουν. Κάποιοι δέν ὑποφέρουν. Γιατί γίνεται αὐτό; Μᾶς
λένε κάποια πράγματα οἱ Ἅγιοι Πατέρες, δίνουν κάποιες ἀπαντήσεις. Ἄν ὁ Θεός
ἄφηνε τελείως ἀτιμώρητο τό κακό καί ὅλοι οἱ κακοί εὐτυχοῦσαν καί δέν ὑπῆρχε καί
κάποια τιμωρία σέ κάποιους, θά λέγανε ὅλοι οἱ ἄνθρωποι τότε, νά, ὀρίστε, θά γίνω
καί ἐγώ κακός νά μοῦ πᾶνε ὅλα καλά! Πᾶνε καλά, ἀλλά ὄχι σέ ὅλους. Ὁ Θεός εἶναι
πάνσοφος. Μετά, ὅλοι οἱ καλοί δυστυχοῦν; Ὄχι, εἶναι καί μερικοί καλοί πού περνᾶνε
καλά. Ὁ Θεός βραβεύει τό καλό, ὁπωσδήποτε στήν ἄλλη ζωή, ἀλλά σέ κάποιους καί
σ’ αὐτή τή ζωή. Γιά νά τό κυνηγήσουμε! Εἶναι μέγας ψυχολόγος ὁ Θεός, ἔτσι;
Πάνσοφος! Ἄν ὅλοι οἱ καλοί δυστυχοῦσαν, ποιός θά ἦταν μετά καλός; Κανένας! Θά
λέγανε, τί νά γίνω καλός; Χαζός εἶμαι; Ἀφοῦ ὅλοι ὑποφέρουν οἱ καλοί... Δέν
ὑποφέρουν ὅμως ὅλοι! Βλέπετε τήν πανσοφία τοῦ Θεοῦ; Εἶναι κάποιοι πού περνᾶνε
πολύ καλά καί σ’ αὐτή τή ζωή καί στήν ἄλλη ζωή.

Ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος, ἄς ποῦμε, δέν ἀρρώστησε ποτέ, καί ἔζησε, παρακαλῶ, 105
χρόνια! Θέλετε νά ζήσετε τόσα χρόνια; Νά μοιάσετε στόν Ἅγιο Ἀντώνιο! Ἕνα
παξιμάδι κάθε τρεῖς μέρες... καί εἶχε καί ὅλα του τά δόντια! Εἶναι ἄλλοι Ἅγιοι πού
ζήσανε μιά ζωή στό κρεβάτι, ἄρρωστοι. Ἕνας Ἅγιος, Βενιαμίν νομίζω λεγότανε
αὐτός, εἶχε πάθει ὑδρωπικία. Εἶχε γίνει τεράστιος, σάν τύμπανο.. τυμπανιαῖος.
Συγκρατοῦσε δηλαδή ὁ ὀργανισμός του τό νερό. Πῶς γίνεται ἕνας ἄνθρωπος πού
παίρνει κορτιζόνη.. φουσκώνει. Λοιπόν, αὐτός ἦταν θαυματουργός, καί ἐνῶ εἶχε ἕνα
δάχτυλο τεράστιο ἀπό τό οἴδημα, σέ ἀκουμποῦσε καί φεύγανε οἱ ἀρρώστιες. Γιατί
γινότανε αὐτό; Ἔτσι ἤθελε ὁ Θεός. Αὐτός ταπεινωνότανε μέ τήν ἀρρώστια του καί
γέμιζε μέ Χάρη Θεοῦ καί ἔκανε καλά τούς ἄλλους καί τόν ἑαυτό του δέν τόν ἔκανε
καλά. Ὅπως καί ὁ Ἅγιος Πορφύριος εἶχε 17 ἀρρώστιες καί ἔκανε θαύματα. Καί τοῦ
λέγανε, Γέροντα, καλά.. γιατί δέν κάνεις καλά καί τόν ἑαυτό σου; Ντρέπομαι, λέει,
νά ζητήσω ἀπό τόν Θεό νά μέ κάνει καλά. Χαίρομαι καί Τόν εὐχαριστῶ πού μέ
ἀκούει γιά τίς προσευχές πού κάνω γιά τούς ἄλλους. Τί νά πῶ γιά τόν ἑαυτό μου;
Βλέπετε ταπείνωση;

Ἐρ. : Ὅλοι ἔχουμε σταυρό, ἄλλοι λίγο μικρότερο, ἄλλοι μεγαλύτερο.

Ἀπ. : Λοιπόν, κοιτάξτε, ὁ σταυρός πού πρέπει νά σηκώσουμε, εἶναι αὐτό πού λέει ὁ
Χριστός, «ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν
σταυρόν αὐτοῦ, καί ἀκολουθείτω μοι»[32], νά σηκώσει τόν σταυρό του. Ποιός εἶναι
ὁ σταυρός τώρα; Ὁ σταυρός πολύς κόσμος νομίζει ὅτι εἶναι νά εἶσαι ἀνάπηρος, νά
εἶσαι ἄρρωστος, νά μήν ἔχεις λεφτά.. Ὄχι, ὁ σταυρός ὁ βασικός εἶναι ἡ ὑπακοή στίς
ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, οἱ ὁποῖες ἔχουν κόστος. Γιατί ἄν ἀρχίσεις νά τηρεῖς τίς ἐντολές,
θά σέ κοροϊδέψουν, θά σέ εἰρωνευτοῦν, θά σέ περιγελάσουν, θά σέ ποῦν ὅτι εἶσαι
τοῦ κατηχητικοῦ, θείτσα κ.λ.π. χίλια δυό.. Λοιπόν, αὐτός εἶναι ὁ βασικός σταυρός
«τόν ὀνειδισμόν αὐτοῦ φέροντες»[33]. Νά φέρουμε τόν ὀνειδισμό τοῦ Χριστοῦ.
Εἶναι ντροπιαστικό νά εἶσαι χριστιανός. Ἰδίως στίς μέρες μας ντρέπονται οἱ
ἄνθρωποι νά ποῦνε ὅτι εἶναι χριστιανοί, γιατί ἔχει κυριαρχήσει ἡ ἀθεΐα, ὁ ἀντι-
χριστιανισμός. Αὐτός εἶναι ὁ βασικός σταυρός, ἡ ὑπακοή στίς ἐντολές, ἡ ἐκκοπή τοῦ

201
θελήματός μας. Καί γιά νά καταφέρεις νά κόψεις τό θέλημά σου, μετά θά κάνεις
ἑκούσια σταύρωση. Ποιά εἶναι ἡ ἑκούσια σταύρωση; Ἡ ἄσκηση... εἶναι ἡ ἄσκηση, ἡ
νηστεία, ἡ προσοχή στίς αἰσθήσεις μας, ἡ ἐγκράτεια ἡ γενικότερη στίς αἰσθήσεις,
στή γλώσσα κ.λ.π. Εἶναι ὁ ἑκούσιος σταυρός, οἱ ἑκούσιες θλίψεις, ἡ ὑπακοή στόν
πνευματικό σου, ἡ τήρηση τοῦ κανόνα σου.. Ὅλα αὐτά εἶναι ὁ ἑκούσιος σταυρός, ὁ
ὁποῖος εἶναι ἡ βεβαίωση πού δίνουμε στόν Χριστό ὅτι θέλουμε νά μᾶς καθαρίσει. Ὁ
Χριστός μᾶς καθαρίζει. Ἀλλά πῶς θά Τοῦ τό βεβαιώσουμε ὅτι θέλουμε νά μᾶς
καθαρίσει, νά ἐνεργήσει μέσα μας; Διά τῆς ἄσκησης. Κάνουμε λοιπόν ὅ,τι ἐξαρτᾶται
ἀπό μᾶς, θλίβουμε τή γαστέρα, κάνουμε μετάνοιες, θλίβουμε τό σῶμα, ταπεινώνουμε
τό σῶμα, ἀσκούμαστε κατά Χριστόν καί βεβαιώνουμε τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, ὅτι ναί,
θέλουμε νά μᾶς καθαρίσεις... θέλουμε.. καθάρισέ μας.. Ἔ, τότε, λέει ὁ Χριστός,
«θέλω, καθαρίσθητι»[34].

Καί ὅταν αὐτή ἡ ἄσκηση δέν φτάνει, παραχωρεῖ ὁ Θεός μετά τίς ἀρρώστιες, τίς
ἀναπηρίες, τίς δυσκολίες τίς ἐξωτερικές. Καταλάβατε; Ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος τί
ἀρρώστιες νά εἶχε;.. Δέν χρειαζόταν ἀρρώστιες, ἀφοῦ ἔτρωγε ἕνα παξιμάδι κάθε δύο
μέρες. Ἤταν ἀρκετό αὐτό πού ἔκανε, ἡ ἑκούσια σταύρωση. Ὅταν δέν φτάνει ἡ
ἑκούσια σταύρωση, παραχωρεῖ ὁ Θεός καί τίς ἀκούσιες, γιατί μᾶς ἀγαπάει. Καί ἐμεῖς
εἴμαστε τόσο ἀνόητοι -συγγνώμη γιά τή λέξη- πού τά βάζουμε μέ τόν Θεό, ὅταν μᾶς
στέλνει τίς ἀκούσιες. Ἀντί νά ποῦμε, Σέ εὐχαριστῶ, Θεέ μου, πού μοῦ τά ἔστειλες
αὐτά... τόσο ράθυμος καί τεμπέλης πού εἶμαι, δέν θά συμπλήρωνα ποτέ τήν
ἀπαιτούμενη ἄσκηση γιά νά καθαριστῶ. Σέ εὐχαριστῶ πού μέ βοηθᾶς. Καί οἱ
πλεῖστοι ἄνθρωποι σήμερα, ξέρετε, μ’ αὐτά σώζονται, μέ τίς ἀκούσιες θλίψεις πού
στέλνει ὁ καλός Χριστός, μέ τίς ἀρρώστιες, τά νοσοκομεῖα, τίς ἀναπηρίες, τίς
ἐγχειρήσεις, ὅλα αὐτά..

Νά ἀγαπήσουμε λοιπόν τή σταύρωση, νά ἀγαπήσουμε τήν κακοπάθεια, γιατί αὐτή


μᾶς ὁδηγεῖ στήν ταπείνωση, ἡ ὁποία φέρνει τή Χάρη, ἡ ὁποία μᾶς καθαρίζει καί μᾶς
φωτίζει καί μᾶς θεώνει.

Ἐρ. : Ὅταν λέμε ὅτι ὁ σταυρός εἶναι αὐτός πού ὁ καθένας μπορεῖ νά σηκώσει, πῶς
μερικοί αὐτοκτονοῦν; Σημαίνει ὅτι δέν μποροῦν νά τόν σηκώσουν, δέν ἀντέχουν.

Ἀπ. : Σᾶς εἶπα, ὅτι αὐτοί πού εἶναι μακράν τοῦ Θεοῦ, ὄχι μιά ἀρρώστια δέν
ἀντέχουνε οὔτε τό τσίμπημα μιᾶς βελόνας δέν ἀντέχουνε. Γιατί χωρίς τόν Χριστό δέν
μπορεῖς νά κάνεις τίποτα. Δέν φταίει ὅμως ὁ Χριστός πού δέν ἀντέχουνε, φταῖνε
αὐτοί πού φύγανε μακριά ἀπό τόν Χριστό. Ἑπομένως, ὁ Χριστός δίνει κατά τίς
δυνατότητές μας, ὅταν εἴμαστε μέσα στόν Χριστό. Τότε ὅ,τι δίνει, εἶναι μέσα στίς
δυνατότητές μας. Ὅταν εἴμαστε ἐκτός Χριστοῦ καί τό παραμικρό δέν τό ἀντέχουμε.
Τίποτα δέν ἀντέχουμε οὔτε μποροῦμε νά κάνουμε τίποτα. Δέν φταίει ὁ Χριστός πού
αὐτοκτονοῦνε οὔτε οἱ δοκιμασίες πού τούς δίνει. Φταῖνε οἱ ἴδιοι, οἱ ὁποῖοι δέν
μποροῦνε νά ὑπάρξουν. Καί καμιά δοκιμασία νά μήν εἶχαν, πάλι θά αὐτοκτονοῦσαν.
Καταλάβατε; Δέν φταῖνε οἱ δοκιμασίες οὔτε ἡ κρίση φταίει. Φταῖνε τά πάθη τους,

202
φταίει ἡ ὑπερηφάνεια. Στό βάθος, εἰδικά ἡ αὐτοκτονία, εἶναι μεγάλος ἐγωισμός,
μεγάλη ὑπερηφάνεια.

Ἐρ. : Κάποια κοπέλα ἤθελε κάποιον καί οἱ γονεῖς της δέν τόν θέλανε. Πήγανε καί
τόν δείρανε καί τόν ἄφησαν ἀνάπηρο καί τό κορίτσι αὐτοκτόνησε. Ἀπό τότε οἱ γονεῖς
χτίζουνε ἐκκλησίες, κάνουν διάφορα.. μετανόησαν. Δηλαδή, θυσιάστηκε τό κορίτσι
γιά τούς γονεῖς;

Ἀπ. : Σᾶς εἶπα, τά κρίματα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄβυσσος. Μοῦ εἴπατε μιά ἱστορία τώρα,
ἀληθινή πιστεύω εἶναι.. Τά κρίματα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄβυσσος. Ὁ Θεός προσπαθεῖ νά
μᾶς σώσει ἐκμεταλλευόμενος τίς ἐπιλογές μας. Αὐτή τόν ἀγάπησε.. οἱ ἄλλοι πήγανε
καί τόν δείρανε.. Ὅλα αὐτά εἶναι ἐν Χριστῷ; Δέν ξέρουμε. Μποροῦμε νά ἀγαπᾶμε,
νά ἀφήνουμε τήν καρδιά μας ἔτσι ν’ ἀγαπάει τόν ὁποιοδήποτε; Δέν μποροῦμε.
Μπορεῖς ν’ ἀγαπήσεις ἕναν μουσουλμάνο; Δέν μπορεῖς ν’ ἀφήσεις τήν καρδιά σου,
ἀφοῦ δέν ὑπάρχει δυνατότητα γάμου μ’ ἕναν μουσουλμάνο. Δέν ἐπιτρέπεται. Εἶναι
ἄρνηση Χριστοῦ. Μά.. ὁ ἄλλος καίγεται γιά μένα! Καί ἐπειδή καίγεται; Ἐσύ θά
ἀρνηθεῖς τόν Χριστό; Πόσες Ἅγιες Μάρτυρες ἔχουμε πού τίς ἔλεγαν ὅτι θά τίς
κάνουν γυναῖκες τους οἱ εἰδωλολάτρες; Αὐτές δέν ἦταν ἄνθρωποι; Δέν εἶχαν καρδιά;
Δέν εἶχαν τήν γυναικεία, ἄς ποῦμε, φιλαρέσκεια; Νά κολακευτοῦν κι αὐτές;..
Ἐνδιαφέρεται γιά μένα... μέ κοίταξε... Πώ! βρέ παιδί μου.. σέ κοίταξε! Καί
τρελάθηκε πού τήν κοίταξε.. Αὐτές δέν εἶχαν καρδιά νά τρελαθοῦνε πού τίς κοίταξε
ἔνας εἰδωλολάτρης; Δέν εἴχανε, γιατί εἴχανε τήν καρδιά τους στόν Χριστό.
Καταλάβατε ποῦ πάσχουμε; Δέν ἀγαπᾶμε τόν Χριστό ὅσο πρέπει. Ἐκεῖ εἶναι τό
πρόβλημα.

Γι’ αὐτό, ὅ,τι κάνουμε, νά εἶναι ἐν Χριστῷ. Πολλές φορές αὐτές οἱ ἀγάπες δέν εἶναι
ἐν Χριστῷ. Εἶναι ἄνομοι ἔρωτες καί μετά ἐνεργεῖ ὁ διάβολος... καί γίνονται ὅλα αὐτά
πού εἴπατε.. καί φονικά.. Ἀφῆστε τί μαγεῖες γίνονται... Ξέρετε μέσα στούς γάμους τί
μαγεῖες γίνονται; Κατά τή διάρκεια τοῦ μυστηρίου τοῦ γάμου! Βέβαια.. φοβερές
μαγεῖες γίνονται καί ἐνεργοῦν τά πονηρά πνεύματα. Ἔχουμε φοβερά περιστατικά. Τή
μία μέρα νά παντρεύονται καί τήν ἄλλη νά πεθαίνει ὁ γαμπρός ἀπό τίς μαγεῖες πού
κάνουν. Γι’ αὐτό πρέπει νά προσέχουμε πάρα πολύ νά εἴμαστε ἐν Χριστῷ.

Ἔχουμε πόλεμο, πρέπει νά τό καταλάβουμε. Καί ὁ πόλεμος δέν εἶναι μέ σάρκες καί
αἵματα. Εἶναι μέ πνεύματα καί ὀφείλουμε κι ἐμεῖς νά εἴμαστε ὁπλισμένοι μέ
πνευματικά ὅπλα, ἄν θέλουμε νά ἀνταπεξέλθουμε.

Ἐρ. : Ἡ χαρμολύπη πού πρέπει νά ἔχουμε τί εἶναι;

Ἀπ. : Ἡ χαρμολύπη πού πρέπει νά ἔχουμε εἶναι τό βίωμα τοῦ χριστιανοῦ, ὁ ὁποῖος
ζεῖ σταυροαναστάσιμα. Ἡ ζωή μας πρέπει νά εἶναι σταυρός συνεχής, ὁ ὁποῖος ὅμως
βγάζει στήν Ἀνάσταση. Ὁ χριστιανός σταυρώνεται συνεχῶς, πεθαίνει συνεχῶς,
θάπτεται συνεχῶς μαζί μέ τόν Χριστό. Συσταυρώνεται, συνθάπτεται μαζί μέ τόν

203
Χριστό καί συνανίσταται μέ τόν Χριστό. Κάθε στιγμή πεθαίνουμε γιά χάρη τοῦ
Χριστοῦ ὡς πρός τά πάθη, ὡς πρός τόν κόσμο, ὡς πρός τήν ἁμαρτία, ὡς πρός τόν
διάβολο. Λέμε συνεχῶς ὄχι, ὄχι, ὄχι... στό κακό, στόν πονηρό, στόν κακό λογισμό.
Ὀφείλουμε νά λέμε ὄχι. Αὐτό εἶναι ἕνας θάνατος. Θανατώνεις τά ἄνομα θελήματά
σου, τίς ἄνομες ἐπιθυμίες σου, τίς ἐμπαθεῖς σκέψεις σου κ.λ.π. Εἶναι θάνατος, εἶναι
σταύρωση αὐτό. Πονάει. Εἶναι κόπος νά σταυρώσεις τή φαντασία σου, νά μήν τήν
ἀφήνεις νά πηγαίνει ἐδῶ κι ἐκεῖ, νά συμμαζέψεις τό μυαλό σου, νά μήν τρέχει, πού
λέγαμε προηγουμένως, στίς καφετέριες κ.λ.π. σέ ὁτιδήποτε ἄνομο. Ἀλλά αὐτή ἡ
σταύρωση εἶναι πού σέ βγάζει στήν ἀνάσταση.

Ἡ μεγάλη αἵρεση, πού κυριαρχεῖ σήμερα στήν Ἐκκλησία, εἶναι ἡ «μεταπατερική»


θεολογία, πού κηρύσσει ἀνάσταση χωρίς σταύρωση. Ὁ χριστιανός νά μήν ἔχει
χαρμολύπη, ἀλλά νά ἔχει μόνο χαρά. Χαρά.. χαρά.. χαρά.. Χαρά χωρίς κατά Θεόν
λύπη δέν ὑπάρχει. Καί ἡ κατά Θεόν λύπη εἶναι ἡ μετάνοια, εἶναι ἡ συσταύρωση μέ
τόν Χριστό, εἶναι ἡ διόρθωση τοῦ κακοῦ πού ὑπάρχει μέσα μας καί αὐτό ἔχει πόνο,
ἔχει λύπη, ἔχει δάκρυα, ἔχει πένθος. Ποιός παρηγοριέται; λέει ὁ Χριστός. Αὐτός πού
πενθεῖ, ὄχι αὐτός πού εἶναι τρά-λά-λά.. ἔξω καρδιά.. Αὐτός θά εἶναι μᾶλλον ἕνας
καλός χαζοχαρούμενος. Τίποτα ἄλλο. Ἀληθινά χαρούμενος εἶναι αὐτός πού πενθεῖ
κατά Θεόν. «Μακάριοι οἱ πενθοῦντες, ὅτι αὐτοί παρακλήθησονται»[35]. Αὐτοί θά
παρηγορηθοῦν πού πενθοῦν. Πῶς θά παρηγορηθοῦν; Μέ τήν οὐράνια χαρά τοῦ
Ἁγίου Πνεύματος. Καί γιατί νά πενθοῦν; Γιά τίς ἁμαρτίες τους. Πενθοῦν καί
ἀντιστέκονται στόν διάβολο. «Ἀντίστητε τῶ Διαβόλω καί φεύξεται ἀφʼ ὑμῶν»[36].

Αὐτές εἶναι οἱ προϋποθέσεις τῆς χαρᾶς. Γι’ αὐτό ὁ χριστιανός ζεῖ συνεχῶς τήν
χαρμολύπη. Χαίρεται ὡς σωζόμενος, λυπᾶται ὡς ἁμαρτωλός καί συνεχῶς παλεύει μέ
τά πονηρά πνεύματα μέχρι τελικῆς νίκης. Γι’ αὐτό οἱ Ἅγιοι πότε πανηγυρίζουν; Πότε
τούς γιορτάζουμε; Ὅταν κοιμοῦνται, γιορτάζουμε τόν θάνατό τους. Γιατί τότε
τελειώνει ὁ πόλεμος, τελειώνει ἡ καλή ἀγωνία γιά τή σωτηρία. Τότε μπαίνουν στήν
ἀνάπαυση. «Μακαρία ἡ ὁδός, ᾗ πορεύει σήμερον»[37], δέν λέμε; Δέν λέμε, τόν
κακομοίρη.. Ὁ κόσμος ἔτσι λέει.. πάει κι αὐτός.. δέν ξεφεύγει κανένας... Ἔτσι δέν
λέει ὁ κόσμος; Οἱ ἄνθρωποι «οἱ μή ἔχοντες ἐλπίδα»[38] λένε αὐτά τά χαζά. Οἱ Ἅγιοι
τί λένε; Μακαρία ἡ ὁδός! Πολύ ὡραία ἡ ὁδός.. ὁ καλύτερος δρόμος εἶναι αὐτός πού
περπατᾶς σήμερα.. Τό θυμάστε τό τροπάριο; Εἶσαι εὐτυχισμένος πού περπατᾶς
αὐτόν τόν δρόμο σήμερα. Βλέπετε πῶς παίρνει νόημα ἡ ζωή μας, πῶς ἀλλάζουν ὅλα;
Μέ τήν πίστη, μέ τήν ἐν Χριστῷ ζωή.

Ἐρ. : Ἀκοῦμε τόν παπά νά λέει, μακαρία ἡ ὁδός.. θά τήν βαδίσουμε κι ἐμεῖς αὐτή τήν
ὁδό.. Πῶς θά τήν βαδίσουμε αὐτή τήν ὁδό, ἄν δέν μᾶς πεῖτε τόν τρόπο; Οἱ ἄνθρωποι
πού ἦταν ἀπό κάτω οἱ πιό πολλοί (σέ μιά κηδεία) ἦταν κοσμικοί.. Ἔχουμε δηλαδή
ἀναπαυμένη τή συνείδηση ὅτι ἐμεῖς θά βαδίσουμε μακαρία τήν ὁδό..

Ἀπ. : Μάλιστα. Θά εἶναι μακαρία ἡ ὁδός, ἀλλά πόσοι πραγματικά πᾶνε στή μακαρία
ὁδό καί δέν πᾶνε στήν αἰώνια κόλαση; Ἐμεῖς βάζουμε καλό λογισμό, ὅτι ὁ ἄνθρωπος

204
ἔστω καί τήν τελευταία στιγμή μετάνιωσε. Ἐάν ὅμως πέθανε μέ σώας τίς φρένες του
καί αὐτοκτόνησε, κανονικά δέν πρέπει νά τόν ψάλλουμε. Κακῶς, κάκιστα, τόν
ψέλνουμε καί τούς κάνουμε καί κηδεία. Γιατί ἔχει μπεῖ τό κοσμικό πνεῦμα καί τό
προτεσταντικό πνεῦμα, πού σοῦ λέει, ὅλοι θά πᾶνε στό φῶς. Δέν θά πᾶνε ὅλοι στό
φῶς. Ὁ Χριστός δέν εἶπε ἔτσι. Στό φῶς θά πᾶνε τά τέκνα τοῦ φωτός. Αὐτοί πού
ζούσανε ἐν τῷ φωτί σ’ αὐτή τή ζωή, πού μετανοοῦσαν δηλαδή καί εἶχαν σχέση μέ τό
φῶς τοῦ κόσμου, πού εἶναι ὁ Χριστός. Αὐτοί πού δέν θέλανε νά ἔχουν σχέση μέ τό
φῶς τοῦ κόσμου καί ἦταν πονηρά τά ἔργα τους, γι’ αὐτό δέν θέλανε νά ἔχουν φῶς
καί σχέση μέ τό φῶς, αὐτοί φυσικά καί δέν θά πᾶνε στό φῶς. Γιατί οὐσιαστικά ὁ
θάνατος τί εἶναι; Εἶναι ἡ συνέχεια αὐτοῦ πού εἶσαι τώρα. Δέν ἀλλάζει κάτι. Εἶσαι
ἐδῶ μέ κατάθλιψη; Εἶσαι ἐδῶ μέ τά ταγκαλάκια ἀγκαλιά; Ἔ, τί; Θά σ’ ἀφήσει ὁ
διάβολος μέ τό πού θά βγεῖς ἀπό τό σῶμα; Πιό πολύ θά σέ ἁρπάξει.. θά σοῦ πεῖ,
φιλαράκο, τώρα πᾶμε.. Μιά ζωή παρέα ἤμαστε.. καί τώρα παρέα! Σιγά μή σ’
ἀφήσει.. Ἄν δέν τόν ἀφήσεις πρίν πεθάνεις, δέν θά σ’ ἀφήσει αὐτός ποτέ μετά. «Ἐν
τῷ ἅδη οὐκ ἔστι μετάνοια». Γι’ αὐτό εἶναι πολύ σοβαρά τά πράγματα καί πρέπει νά
τά πάρουμε στά σοβαρά. Δέν ἔχουμε πολύ χρόνο. Πρέπει νά μετανοήσουμε.. χτές!
Ὄχι αὔριο. Νά ἔχουμε ἤδη μετανοήσει δηλαδή. Πρέπει νά τό βάλουμε καλά στό
μυαλό μας.

Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης


https://hristospanagia3.blogspot.com

[1] Ἐφεσ. 6, 12.


[2] Πρός Ἐφεσίους Ἐπιστολή Ἀποστόλου Παύλου, ἀρχ. Ἰουστίνου Πόποβιτς, ἐκδ.
Ρηγοπούλου.
[3] Ὅ.π.
[4] Ἐφεσ. 6, 11.
[5] Ἰω. 15, 4.
[6] Β΄Κορ. 10, 3.
[7] Β΄Κορ. 10, 4.
[8] Β΄Κορ. 10, 5.
[9] Ὅ.π.
[10] Ὅ.π.
[11] Ὅ.π.
[12] Ματθ. 26, 39.
[13] Λουκ. 22, 42.
[14] Ἑβρ. 2, 2.
[15] Πρβλ. Ἰακ. 2, 10.
[16] Β΄Κορ. 10, 5.
[17] Ρωμ. 8, 37.
[18] Μάρκ. 9, 23.
[19] Ὅ.π.
[20] Λουκ. 1, 37.

205
[21] Μάρκ. 9, 23.
[22] Φιλ. 1, 29.
[23] Ματθ. 6, 33.
[24] Ρωμ. 6, 23.
[25] Α΄Ἰω. 2, 11.
[26] Ἰω. 8, 12.
[27] Ἐφεσ. 5, 8.
[28] Ἰω. 8, 23.
[29] Ἱερ. 31, 10.
[30] Ἰω. 5, 22.
[31] Α΄Κορ. 10, 13.
[32] Μάρκ. 8, 34.
[33] Ἑβρ. 13, 13.
[34] Ματθ. 8, 3.
[35] Ματθ. 5, 4.
[36] Ἰακ. 4, 7.
[37] Νεκρώσιμος Ἀκολουθία.
[38] Α΄Θεσ. 4, 13.

***************************************************************
Κατεβάστε τις συνέχειες της σειράς,όπως και μελλοντικά pdf με νέες
απομαγνητοφωνημένες ομιλίες που θα αναρτούνται ανα διαστήματα,στην ανωτέρω
ηλεκτρονική διεύθηνση,στην επίσημη ιστοσελίδα,στην στήλη του blog (πάνω-δεξιά).
(hristospanagia3.blogspot.gr)

***************************************************************

206
Ομιλίες Ορθόδοξης Κατήχησης - Ορθόδοξες Απαντήσεις
(Ορθόδοξες ψυχοφελείς ομιλίες πάνω σε ποικίλα πνευματικά θέματα)

(Ροή Ομιλιών-Συχνή Ανανέωση)


https://www.youtube.com/channel/UCEtOr176QWbyqK_H3ZZoJJw/videos

(Ομιλίες ανά θεματική κατηγορία)


https://www.youtube.com/channel/UCEtOr176QWbyqK_H3ZZoJJw/playlists

Λόγοι & Διδαχές Αγίων Πατέρων - Πατερικά Κείμενα,


Ωφελήματα Ψυχής - Ορθόδοξες Ομιλίες - Ιστορικά Θέματα
http://hristospanagia3.blogspot.gr
http://agiapsychanalysi.blogspot.com

Απομαγνητοφωνημένες Ομιλίες - Αρχιμ. π.Σάββα Αγιορείτου


(Διαβάστε Online)
http://pubhtml5.com/bookcase/zxzm

Βιβλία του Αρχιμ. π.Σάββα Αγιορείτου


http://hristospanagiapsavvas.blogspot.com

207

You might also like