You are on page 1of 64

Συλλογή απομαγνητοφωνημένων ομιλιών

Άρχ.Σάββα Αγιορείτου

8ο Μέρος

Σειρά pdf σε συνέχειες - 2017


Μια δωρεάν διαδυκτιακή συλλογή,απομαγνητοφωνημένων ομιλιών,
του π.Σάββα Αγιορείτη,που έχουν αναρτηθεί στην επίσημη ιστοσελίδα:
(hristospanagia3.blogspot.gr)

Κατεβάστε τις συνέχειες της σειράς,όπως και μελλοντικά pdf με νέες απομαγνητοφωνημένες
ομιλίες που θα αναρτούνται ανα διαστήματα,στην ανωτέρω ηλεκτρονική διεύθηνση,στην
επίσημη ιστοσελίδα,στην στήλη του blog (πάνω-δεξιά).

1
Για περισσότερες ψυχοφελείς ομιλίες για πλήθος θέματων,καθώς και για μελέτη πλήθους
κειμένων Λόγων και Διδαχών Αγίων Πατέρων,επισκεφτείτε τις παρακάτω
ιστοσελίδες.Καθημερινή Ενημέρωση & Αναρτήσεις.
(Επίσημες Ιστοσελίδες)
[Στο τέλος της ιστοσελίδας κάτω κάτω πατήστε Παλαιότερες Αναρτήσεις]
hristospanagia3.blogspot.gr
www.hristospanagia.gr
agiapsychanalysi.blogspot.gr
Η παρούσα συλλογή απομαγνητοφωνημένων ομιλιών,αποτελεί ένα πάρα πολύ μικρό μέρος,απο
το σύνολο ομιλιών του π.Σάββα.Ακούστε τις ομιλίες της παρούσας συλλογής καθώς και τις
συνεχειές τους (ανα θεματική κατηγορία) καθώς και πλήθος άλλων ομιλιών πάνω σε ποικίλα
πνευματικά θέματα,στις παρακάτω ιστοσελίδες με καθημερινή & εβδομαδιαία ενημέρωση:
(Συλλογή ομιλιών - Youtube)
[Στο τέλος της ιστοσελίδας κάτω κάτω πατήστε Φόρτωση Περισσοτέρων]
https://www.youtube.com/channel/UCEtOr176QWbyqK_H3ZZoJJw/videos
(Playlists Ομιλιών ανα θεματική Κατηγορία - Youtube)
[Στο τέλος της ιστοσελίδας κάτω κάτω πατήστε Φόρτωση Περισσοτέρων]
https://www.youtube.com/channel/UCEtOr176QWbyqK_H3ZZoJJw/playlists
(Θεματικές Ενότητες Blog – Ετικέτες ανα κατηγορία)
http://hristospanagia3.blogspot.gr/p/blog-page_25.html
Γιά ενημέρωση μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου για τις καθημερινές λίστες θεμάτων που
αναρτούνται καθημερινά στην ιστοσελίδα - στείλτε τό e-mail σας στό:kyrios.ihsous@gmail.com

2
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
8ο Μέρος

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΟΜΙΛΙΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΩΦΕΛΗΜΑ ΣΤΑΧΥΟΛΟΓΗΜΑΤΑ


ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΙ ΠΑΝΩ ΣΕ ΛΟΓΟΥΣ ΚΑΙ ΔΙΔΑΧΕΣ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ

1)Τί εἶναι ὁ κόσμος; Ποῦ ἀνήκει καί ποῦ ὁδηγεῖ τούς ὁπαδούς του; [Σελ 5 εώς 6]
2)Ἀναγκαῖος ὁ χωρισμός ἀπό τόν κόσμο [Σελ 6 εώς 7]
3)Πίστη καί ζωή - Τί εἶναι πίστη [Σελ 8 εώς 8]
4)Πίστη καί ζωή - Τί εἶναι ὀρθή ζωή [Σελ 9 εώς 9]
5)Πίστη καί ζωή. Σχέση πίστεως καί ζωῆς, α’ μέρος [Σελ 9 εώς 10]
6)Πίστη καί ζωή. Σχέση πίστεως καί ζωῆς, β’ μέρος [Σελ 10 εώς 11]
7)Πίστη και ζωή.Τί συμβαίνει ὅταν κάποιος δέν πιστεύει σωστά στό Τριαδολογικό ἤ στό
Χριστολογικό δόγμα [Σελ 11 εώς 12]
8)Τρόποι ἐπανενεργοποίησης τῆς Θείας Χάρης:α)Μετάνοια,β)Ἀδιάλειπτη προσευχή
[Σελ 13 εώς 17]

9)Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι ὁ Χριστός [Σελ 18 εώς 18]


10)Τά γνωρίσματα τοῦ καλοῦ χριστιανοῦ.Ποῖος εἶναι ὁ καλός,ὁ ἀληθινός χριστιανός;
[Σελ 19 εώς 19]

11)Ἡ ἐντολή τοῦ Θεοῦ καί τό αὐτεξούσιο τοῦ ἀνθρώπου [Σελ 19 εώς 20]
12)Ἡ Ὑπακοή καί ὁ μοναχισμός [Σελ 21 εώς 22]
13)Ἡ ἀναγκαιότητα τῆς ἄσκησης καί τῆς ἐγκράτειας. α΄μέρος [Σελ 22 εώς 23]
14)Ἡ ἀναγκαιότητα τῆς ἄσκησης καί τῆς ἐγκράτειας. β΄μέρος [Σελ 23 εώς 23]
15)Ἡ ἀναγκαιότητα τῆς ἄσκησης καί τῆς ἐγκράτειας. γ΄μέρος [Σελ 23 εώς 24]
16)Ἡ ἀναγκαιότητα τῆς ἄσκησης καί τῆς ἐγκράτειας. δ΄μέρος [Σελ 24 εώς 25]
17)Περί περισπασμοῦ καί ἡσυχίας [Σελ 26 εώς 27]
18)Ἡ Πνευματική ζωή καί ὁ πνευματικός ἀγώνας.Περιφρόνηση καί ὄχι ὑποταγή στά
πάθη [Σελ 27 εώς 28]
19)Ἡ ἐκκοπή τοῦ θελήματος καί ἡ κατάθλιψη [Σελ 28 εώς 30]
20)Ἐμπιστοσύνη στή Θεία Πρόνοια [Σελ 30 εως 37]
21)Ἡ ταλαιπωρία.Ἡ ἀφοβία, τό ἀνεπηρέαστον ἀπό τίς δυσκολίες [Σελ 37 εως 38]
22)Ἡ ξενιτεία, τό ταπεινό, τό ἀπέριττο [Σελ 38 εως 38]
23)Ἡ χρησιμοθηρική σχέση μέ τόν Θεό [Σελ 38 εως 41]

3
24)Ἡ ἀρχή τῆς ὁδοῦ τῆς ζωῆς:Ἡ μελέτη καί ἡ πτωχεία [Σελ 41 εως 43]
25)Ἡ δοξολογία τοῦ Θεοῦ. Ἡ εὐχαριστία πρός τόν Θεό γιά ὅλα.Ἡ χαρά γιά τά ὑπέρ
Χριστοῦ παθήματα [Σελ 43 εως 43]
26)Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ γεννιέται ἀπό τήν πίστι [Σελ 43 εως 43]
27)Ὁ ἐγωισμός καί ἡ θεραπεία τῶν ψυχολογικῶν προβλημάτων [Σελ 44 εως 44]
28)Τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί τό ἄγχος.Πῶς δημιουργεῖται καί πῶς θεραπεύεται [Σελ 45 εως 60]
29)Καταπολέμηση τῆς ἔχθρας καί τῆς μνησικακίας [Σελ 60 εως 61]
30)Ἡ ζήλεια-φθόνος καί ἡ ἐπιθυμία νά μᾶς ἀγαποῦν [Σελ 61 εως 62]
31)Οἱ τρομακτικές μορφές τοῦ πονηροῦ [Σελ 62 εως 63]
32)Ἡ καταπολέμηση τῆς ἐπιθυμίας νά μᾶς ἀγαποῦν [Σελ 63 εως 63]

4
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΟΜΙΛΙΕΣ
ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΩΦΕΛΗΜΑ ΣΤΑΧΥΟΛΟΓΗΜΑΤΑ
ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΙ ΠΑΝΩ ΣΕ ΛΟΓΟΥΣ ΚΑΙ
ΔΙΔΑΧΕΣ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ

Τί εἶναι ὁ κόσμος; Ποῦ ἀνήκει καί ποῦ ὁδηγεῖ τούς ὁπαδούς του;

ΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ


Τά στοιχεῖα τοῦ κόσμου, σύμφωνα μέ τήν Ἁγία Γραφή, εἶναι:
α) ἡ ἐπιθυμία τῆς σαρκὸς (=φιληδονία)
β) ἡ ἐπιθυμία τῶν ὀφθαλμῶν (= φιλαργυρία-ἀπληστία) καὶ
γ) ἡ ἀλαζονεία τοῦ βίου (=φιλοδοξία)[1].
«Ὁ κόσμος ὅλος ἐν τῷ πονηρῷ κεῖται»[2] μᾶς λέγει πάλι ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ.
Ὁ κόσμος εἶναι ὑποταγμένος στόν «κοσμοκράτορα», στόν μισόκαλο, μισόθεο καί
μισάνθρωπο διάβολο.
«Ὁ κόσμος ὅλος ἀνήκει στόν πονηρό»[3], ὄχι διότι ἐκεῖνος τόν ἔφτιαξε ἤ τόν
ἐξουσιάζει δικαιωματικά, ἀλλά διότι ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι τοῦ τόν παραχωροῦμε.
Ὑπακούοντας στίς προτροπές του, ἁμαρτάνοντας ποικιλοτρόπως, τοῦ δίνουμε
«δικαιώματα» ἐπάνω σ’ ἐμᾶς καί στόν κόσμο.
Χρησιμοποιοῦμε τόν κόσμο, ὄχι ὡς θεούμενα λειτουργικά ὄντα, ἀλλ΄ ὡς
δαιμονοϋποτασσόμενα ἀποστατικά ὄντα. Ἀντί νά εὐχαριστοῦμε τόν Θεό γιά τά δῶρα
Του καί νά Τοῦ τά ἀντιπροσφέρουμε στήν Θεία Λειτουργία-Εὐχαριστία, τά
καρπωνόμαστε ἐγωιστικά, φίλαυτα καί τά χρησιμοποιοῦμε κατά τίς ὑποδείξεις τοῦ
Πονηροῦ. Μ’ αὐτήν τήν ἔννοια ὁ κόσμος ἀνήκει στόν Πονηρό.
Ὅποιος θελήσει νά γίνει μέλος αὐτοῦ τοῦ κόσμου, τοῦ παραδομένου στόν Σατανᾶ,
αὐτόματα καθίσταται ἐχθρός τοῦ Θεοῦ.
Μᾶς λέγει ἡ Ἁγία Γραφή: «Δέν γνωρίζετε ὅτι ἡ φιλία τοῦ κόσμου εἶναι ἔχθρα τοῦ
Θεοῦ; Ὅποιος βουληθῆ νά εἶναι φίλος τοῦ κόσμου, καθίσταται ἐχθρός τοῦ Θεοῦ.
Ἤ νομίζετε ὅτι χωρίς λόγο ἡ Γραφή λέγει: Μέ πάρα πολύ μεγάλο πόθο μᾶς
ἐπιθυμεῖ ζηλότυπα τό Ἅγιο Πνεῦμα, τό Ὁποῖο κατοίκησε μέσα μας;»[4].
Ὅποιος ἀγαπᾶ τόν «κόσμο» (δηλ. τά πάθη καί τίς κοσμικές ἐπιθυμίες), ὅποιος θεωρεῖ
ὅτι εἶναι «κοσμικός» καί πρέπει νά ζεῖ σύμφωνα μέ τίς ἐπιταγές τοῦ κόσμου
(προσπάθεια γιά ἀπόκτηση πλούτου, σωματικῆς ἄνεσης, καλοπέρασης, ἐξουσίας,
κοινωνικῆς καταξίωσης καί ἀναγνώρισης, κοινωνικοῦ image, καί prestige), αὐτός
γίνεται ἐχθρός τοῦ Θεοῦ.

5
«Ἐάν κάποιος ἀγαπᾶ τόν κόσμο, ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ Πατρός δέν ὑπάρχει μέσα
του. Διότι, κάθε τί πού εἶναι στόν κόσμο, ἡ ἐπιθυμία τῆς σάρκας καί ἡ ἐπιθυμία
τῶν ὀφθαλμῶν καί ἡ ἀλαζονεία τοῦ βίου, δέν εἶναι ἀπό τόν Θεό Πατέρα ἀλλά
ἀπό τόν κόσμο»[5].
Τά στοιχεῖα τοῦ κόσμου εἶναι τά τρία κορυφαῖα πάθη, οἱ τρεῖς μεγάλες ἄρρωστες
ἀγάπες: Ἡ φιληδονία, ἡ φιλαργυρία καί ἡ φιλοδοξία. Αὐτές πηγάζουν ἀπό τά πάθος
τῆς φιλαυτίας. Ὅποιος ἀγαπᾶ αὐτά τά πάθη, ἐγκαταλείπει τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό,
δέν ἀγαπᾶ κανέναν (οὔτε τόν Θεό οὔτε τόν πλησίον) καί κάνει ἔτσι πνευματική
μοιχεία ἀπέναντι στόν Νυμφίο τῶν ψυχῶν ὅλων μας.

Ἀναγκαῖος ὁ χωρισμός ἀπό τόν κόσμο

«Κανείς δέν μπορεῖ νά πλησιάσῃ στόν Θεό, παρά μόνον αὐτός, πού χωρίζεται ἀπό
τόν κόσμο· χωρισμό ἀπό τόν κόσμο ἐννοῶ, ὄχι τήν ἀναχώρησι τοῦ σώματος, ἀλλά
τήν ἀναχώρησι ἀπό τά πράγματα τοῦ κόσμου»1. Αὐτά μᾶς διδάσκει ὁ Κύριος ἡμῶν
Ἰησοῦς Χριστός διά τοῦ μεγάλου Ὁσίου Του Ἰσαάκ τοῦ Σύρου. Δέν μᾶς διδάσκει νά
φύγουμε ἀπό τόν κόσμο καί νά γίνουμε μοναχοί ἤ ἀναχωρητές. Μᾶς προτρέπει ὅμως
νά φύγουμε ἀπό τήν κοσμική νοοτροπία, ἀπό τήν ὑποδούλωσι στά πράγματα τοῦ
κόσμου.
Μᾶς καλεῖ σέ μία εἰρηνική ἀλλά καί μεγαλειώδη ἀντίστασι στά τρία «Φ», στήν
Φιληδονία, τήν Φιλαργυρία καί τήν Φιλοδοξία. Αὐτές εἶναι οἱ τρεῖς μεγάλες
ἄρρωστες ἀγάπες, οἱ ὁποῖες κυβερνοῦν τόν κόσμο καί τούς ὑποτακτικούς του. Ὁ
Κύριος διά τοῦ Ἁγίου Του μᾶς καλεῖ νά πολεμήσουμε, νά ἀρνηθοῦμε, καί νά
ἀποβάλλουμε:
Α)Τήν ἀγάπη στά χρήματα καί τά ὑλικά πράγματα, δηλ. τήν φιλαργυρία, τήν
φιλοκτημοσύνη, τήν ἀγάπη γιά τήν πολυτέλεια καί τόν καταναλωτισμό.
Β) Τήν ἀγάπη στίς σαρκικές ἡδονές καί ἀπολαύσεις δηλ. τήν φιληδονία, τό πνεῦμα
τῆς ἄνεσης καί καλοπέρασης.
Γ) Τήν ἀγάπη γιά τή μάταιη δόξα τοῦ κόσμου, δηλ. τήν φιλοδοξία, τήν ματαιοδοξία,
τήν ὑποταγή στή μόδα, τήν ἐπιθυμία νά μᾶς ἀγαποῦν, τήν ἐπιθυμία νά ἀρέσουμε, τήν
ἐπιθυμία γιά ἔπαινο καί γιά ἀποδοχή ἀπό τόν κόσμο.
«Ὁ κόσμος ἐν τῷ πονηρῷ κεῖται» 2 μᾶς διδάσκει ὁ ἀψευδής λόγος τοῦ Θεοῦ. Δηλαδή
ὁ κόσμος μέ τήν βιβλική ἔννοια ἀνήκει στόν πονηρό, ὁ κόσμος κυβερνιέται ἀπό τόν
πονηρό. Ὁ κόσμος σύμφωνα μέ τήν Ἁγία Γραφή εἶναι «ἡ ἐπιθυμία τῆς σαρκὸς καὶ ἡ
ἐπιθυμία τῶν ὀφθαλμῶν καὶ ἡ ἀλαζονεία τοῦ βίου» 3. Δηλαδή ὁ κόσμος εἶναι οἱ
σαρκικές ἐπιθυμίες, ἡ ἐπιθυμία τῶν ὀφθαλμῶν, ἡ κενοδοξία, ἡ ἀνθρωπαρέσκεια, ἡ
ἄπληστη φιλαργυρία, ἡ ἀλαζονεία, ἡ ὑπερηφάνεια.

Ὁ κόσμος εἶναι τά τρία κυρίαρχα πάθη ἡ φιληδονία, ἡ φιλαργυρία καί ἡ κενοδοξία,

6
τά ὁποῖα πηγάζουν ἀπό τήν φιλαυτία. Ὅποιος ἀγαπᾶ αὐτά εἶναι ἐχθρός τοῦ Θεοῦ.
«Μοιχοὶ καὶ μοιχαλίδες!», διακηρύττει ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος, «οὐκ οἴδατε
ὅτι ἡ φιλία τοῦ κόσμου ἔχθρα τοῦ Θεοῦ ἐστιν; ὃς ἂν οὖν βουληθῇ φίλος εἶναι τοῦ
κόσμου, ἐχθρὸς τοῦ Θεοῦ καθίσταται»4. Δηλαδή: «Δέν γνωρίζετε, δέν
συνειδητοποιεῖτε, δέν τό καταλαβαίνετε ὅτι ἡ φιλία τοῦ κόσμου εἶναι ἔχθρα πρός τόν
Θεό; Ὅποιος θελήσει νά γίνῃ φίλος τοῦ κόσμου γίνεται ἐχθρός τοῦ Θεοῦ».

Ἡ ἀναχώρησι ἀπό τά πράγματα τοῦ κόσμου, ἡ ἀπέκδυσι τῆς νοοτροπίας τοῦ


κόσμου, ἡ ἀπάρνησι ὅλων τῶν κοσμικῶν στερεοτύπων καί κανόνων εἶναι τό
ζητούμενο-προαπαιτούμενο γιά ὅποιον θέλει νά πλησιάσῃ στόν Θεό καί νά σωθῇ.

Ὁ συμβιβασμός τοῦ Χριστοῦ μέ τόν κόσμο εἶναι ἀδύνατος, ἐκτός καί ἄν ὁ κόσμος
ἀρνηθῇ τόν ἑαυτό του, τίς ἀρχές του καί ἀκολουθήσῃ τό Εὐαγγέλιο.

Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά γιά νά γίνῃ ὁ Χριστιανός ἀγαπητός στόν κόσμο καί νά μήν
διώκεται θά πρέπει νά συμβιβασθῇ μέ τίς ἀρχές τοῦ κόσμου, ὁπότε αὐτομάτως χάνει
τήν χριστιανικότητά του. «Ὅποιος θελήσῃ νά γίνῃ φίλος τοῦ κόσμου, γίνεται ἐχθρός
τοῦ Θεοῦ»5.

Ὁ κλῆρος τοῦ χριστιανοῦ εἶναι πάντα ὁ διωγμός ἀπό τόν κόσμο. «Ἐν τῷ κόσμῳ
θλῖψιν ἕξετε ἀλλά θαρσεῖτε ἐγώ νενίκηκα τόν κόσμον» 6 μᾶς εἶπε ὁ Κύριος,
προετοιμάζοντάς μας γιά τό μῖσος καί τούς ποικίλους πειρασμούς, πού πρόκειται ὡς
χριστιανοί νά ἀντιμετωπίσουμε ἀπό τόν κόσμο. «Στόν κόσμο», μᾶς λέγει, «θά ἔχετε
θλίψεις, ἀλλά ἔχετε θάρρος, διότι ἐγώ ἔχω νικήσει τόν κόσμο». Ὁ Χριστιανός, ὅταν
εἶναι ἀληθινός, θά ἀντιμετωπίσῃ ἀναπόφευκτα τό μῖσος καί τίς διώξεις τοῦ κόσμου,
ἀφοῦ ἡ ζωή του δέν συμβαδίζει μέ τήν κοσμική ζωή. «Ἔσεσθε μισούμενοι ὑπό
πάντων»7 μᾶς προλέγει ὁ Κύριος, δηλαδή «θά μισηθεῖτε ἀπό ὅλους ».

Καί πάλι μᾶς προετοιμάζει λέγοντας: «Εἰ ἐμέ ἐδίωξαν καί ὑμᾶς διώξουσιν» 8. Ἐφ’
ὅσον καταδιώχθηκε ὁ Χριστός μας θά καταδιωχθοῦμε καί ἐμεῖς. Διά τοῦτο μᾶς καλεῖ
σέ αὐταπάρνησι καί ἀπόφασι νά πεθάνουμε γιά χάρι Του, ἀκόμη καί πάνω στό
σταυρό.
Ἄς ἀγωνιστοῦμε νά γίνῃ πραγματικότητα καί γιά μᾶς τό τοῦ Ἀποστόλου Παύλου:
«Ἐμοὶ δὲ μὴ γένοιτο καυχᾶσθαι εἰ μὴ ἐν τῷ σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ
Χριστοῦ, δι’ οὗ ἐμοὶ κόσμος ἐσταύρωται κἀγὼ τῷ κόσμῳ»9.

Ἄς μήν καυχηθοῦμε γιά τίποτε ἄλλο, παρά μόνον γιά τόν Σταυρό τοῦ Κυρίου μας.
Μέ τή δύναμή Του ὁ κόσμος ἔχει νεκρωθῇ γιά ἐμᾶς καί ἐμεῖς γιά τόν κόσμο.
Τῷ δέ Θεῷ ἡμῶν δόξα εἰς τούς αἰῶνας!
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης

7
Πίστη καί ζωή - Τί εἶναι πίστη

Πολλοί ἀδελφοί μας σήμερα διατείνονται ὅτι πιστεύουν στόν Χριστό. Ἡ ζωή τους
ὅμως δέν συμφωνεῖ μέ τίς διακηρύξεις τους. Παρ’ ὅλο πού ἰσχυρίζονται ἐνίοτε καί μέ
κάποιο θυμό καί ὕφος «παρεξηγημένου» ὅτι: «κι ἐμεῖς Χριστιανοί εἴμαστε», ὡστόσο
δέν φυλάττουν τήν ἁγνότητα οὔτε τήν παρθενία πρίν τόν γάμο, δέν σωφρονοῦν μέσα
στό γάμο, δέν ἀποφεύγουν τήν μοιχεία μέ τά μάτια, δέν νηστεύουν, δέν συγχωροῦν,
κάνουν ἐκτρώσεις, διαστροφικές σχέσεις, κλοπές, ψευδομαρτυρίες, καταφεύγουν σέ
μάγους, μέντιουμ, ξεματιάσματα, δέν ἐξομολογοῦνται, δέν κοινωνοῦν μέ εὐλογία
Πνευματικοῦ, δέν προσεύχονται, αἰσχρολογοῦν, ἐξαπατοῦν, ψεύδονται, θυμώνουν
ὅταν ἀδικοῦνται καί γενικά δέν τηροῦν τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ . Εἶναι αὐτό πίστη;
Τί εἶναι πίστη
Σύμφωνα μέ τόν ὁρισμό τοῦ ἀποστόλου Παύλου, πίστη εἶναι «ἐλπιζομένων
ὑπόστασις, πραγμάτων ἔλεγχος, οὐ βλεπομένων»[1], δηλαδή πραγματική ὕπαρξη
αὐτῶν πού ἐλπίζουμε καί ἔλεγχος αὐτῶν, πού δέν βλέπουμε[2]. Ὀρθή πίστη εἶναι ἡ
σύμφωνη μέ τήν διδασκαλία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, ὅπως ἔχει διατυπωθεῖ στό
σύμβολο τῆς πίστεως καί στούς ὅρους τῶν οἰκουμενικῶν συνόδων.
Πίστη σημαίνει ἐμπιστοσύνη. Ὁ πιστός δέχεται ὅ,τι τοῦ δίνει ὁ Θεός μέ χαρά. Κάθε
ἀντιξοότητα καί δυσκολία ἀντιμετωπίζεται ἐπιτυχῶς μέ τήν πίστη. «Λύσις ἡ πίστις
ἐστί» ἀναφωνεῖ τό χρυσοῦν στόμα τῆς Ἐκκλησίας, «τό εἰδέναι ὅτι πάντα δικαίως καί
φιλανθρώπως ὁ Θεός καί συμφερόντως ποιεῖ»[3].
Γνωρίζει ὁ πιστός ὅτι ὁ Θεός ὅ,τι κάνει τό κάνει γιά τό αἰώνιο καλό μας, γιά τή
σωτηρία μας, ἀφοῦ «πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας
ἐλθεῖν»[4].
Ἑπομένως ὁ πιστός, ὡς ἄνθρωπος, πού ἐμπιστεύεται τόν Θεό, δηλαδή Τόν θεωρεῖ
ἀξιόπιστο, δέν ἐπιτρέπεται νά ἔχει ἄγχος ἤ ἀπελπισία ἤ ἀγωνία, ἀφοῦ γνωρίζει ὅτι
εἶναι πάντα στήν ἀγκαλιά τοῦ Πατέρα Του, μέσα στήν στοργική Πρόνοιά Του[5] καί
ὁ Θεός ἔχει μετρήσει ἀκόμη καί τίς τρίχες τῆς κεφαλῆς του[6].
Ὁ ἄνθρωπος μέ τήν ζωντανή πίστη διατηρεῖ πάντα τήν ἐμπιστοσύνη του στόν Θεό
ἔχει τήν βεβαιότητα ὅτι ὁ Θεός πάντα τόν ἀγαπᾶ καί ἀποδέχεται τόν λόγο τοῦ
Ἀποστόλου, ὅτι τίποτε δέν εἶναι δυνατόν νά τόν χωρίσει ἀπό αὐτήν τήν ἀγάπη τοῦ
Χριστοῦ[7].
Μόνο οἱ προσωπικές του ἁμαρτίες χτίζουν ἕνα τεῖχος, τό ὁποῖο δέν ἐπιτρέπει στόν
Θεό νά τόν βοηθήσει. Αὐτό τό τεῖχος ὅμως, γνωρίζει πολύ καλά ὁ πιστός, ὅτι μπορεῖ
νά γκρεμιστεῖ μέ τήν μετάνοια καί τό μυστήριο τῆς Ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως.

8
Πίστη καί ζωή - Τί εἶναι ὀρθή ζωή

Τί εἶναι ὀρθή ζωή.


Ἡ ὀρθή πίστη δέν σώζει τόν ἄνθρωπο, ἄν δέν συνοδεύεται καί ἀπό τήν ὀρθή ζωή.
Δέν εἶναι ἀρκετή μόνη ἡ θεωρητική ἀποδοχή τῶν δογμάτων, ἀλλά καί ἡ παραμονή
στήν ἐν Χριστῷ ἀγάπῃ[8].
Ὅταν ἡ ζωή εἶναι διεφθαρμένη, σέ τίποτε δέν ὠφελεῖ ἡ πίστη[9], παρατηρεῖ ὁ ἱερός
Χρυσόστομος.
Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά, ὁ κακός βίος ὁδηγεῖ στήν διαφθορά τῆς ὀρθῆς πίστεως. Γι’
αὐτό ἐπισημαίνει ὁ Χρυσορρήμων: «Φροντίζωμεν βίου καλοῦ, ἵνα μή
παραδεξώμεθα δόγματα πονηρά»[10]. Νά γιατί τόσο εὔκολα προδίδεται ἡ πίστη καί
τά ὀρθόδοξα δόγματα ἀπό τό λαό μας, ἀλλά δυστυχῶς καί ἀπό τούς κληρικούς μας,
κάθε ἐκκλησιαστικῆς βαθμίδας.
Ποιά ὅμως εἶναι ἡ ὀρθή ζωή;Ὀρθή ζωή εἶναι ἡ ζωή ἐν τῇ Μίᾳ Ἁγίᾳ Καθολικῇ καί
Ἀποστολικῇ Ἐκκλησίᾳ. Εἶναι ἡ ζωή ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι, κατά τήν ὁποία ὁ ἄνθρωπος
τηρεῖ σέ ὅλα τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τό ἀγαθό, τό εὐάρεστο καί τό τέλειο. Εἶναι ἡ ζωή
τῆς ἁγνότητας καί καθαρότητος, ἡ ὁποία ἐπιτυγχάνεται μόνο διά τῆς συνέργειας τῆς
ἀνθρώπινης βουλήσεως καί τῆς Θείας Χάριτος. Αὐτή ἡ συνέργεια πραγματώνεται
μόνο μέσα στήν Ἐκκλησία καί διά τῆς Ἐκκλησίας[11].
Οἱ δύο πυλῶνες τῆς ὀρθῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς εἶναι: 1)ἡ ἄσκηση-ἡσυχία καί 2)ἡ
μετοχή στά ἁγιαστικά μυστήρια· κυρίως στό Μυστήριο τῆς Ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως
καί τῆς Θείας Κοινωνίας. Ὁ πιστός ζώντας ἀσκητικά καί μυστηριακά μέσα στήν
Ἐκκλησία, ἐξαλείφει τίς κηλίδες τῶν μετά τό Βάπτισμα ἁμαρτιῶν του διά τοῦ
Μυστηρίου τῆς Μετανοίας, τρέφεται δέ μέ τήν Θεία Εὐχαριστία. Ζώντας κατ’ αὐτόν
τόν τρόπο σταδιακά καθαρίζεται, φωτίζεται καί θεώνεται.
Ὁ ὑπερτονισμός καί ἡ αὐτονόμηση τοῦ ἑνός ἤ τοῦ ἄλλου παράγοντος, δηλαδή τῆς
ἄσκησης ἤ τῆς μυστηριακῆς ζωῆς, ὁδηγεῖ σέ ἐκτροπές, πού ἀγγίζουν τά ὅρια τῆς
αἵρεσης. Δέν νοεῖται μετοχή στά μυστήρια χωρίς ἄσκηση καί δέν νοεῖται ἄσκηση
χωρίς μυστηριακή ζωή[12].
Ὁ ὀρθός βίος μαζί μέ τήν ὀρθή πίστη συνιστοῦν τήν εὐσέβεια[13]. Ἔκπτωση ἀπό τήν
εὐσέβεια, χωρίς μετάνοια, συνεπάγεται ἔκπτωση ἀπό τή σωτηρία[14].

Πίστη καί ζωή. Σχέση πίστεως καί ζωῆς, α’ μέρος

Ὑπάρχει ἀλληλοπεριχώρησις πίστεως καί ζωῆς, δόγματος καί ἤθους,


ὀρθοδοξίας καί ὀρθοπραξίας[15].
Ἡ πίστη ἀπαιτεῖ καθαρότητα βίου[16] καί ἡ ὀρθή ζωή εἶναι ἀναγκαία γιά τήν
παραμονή στήν ὀρθή πίστη[17].

9
Τί προηγεῖται; Ἡ πίστη ἤ ἡ ζωή;
Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, μᾶς εἶπαν ὅτι προηγεῖται ἡ πίστις καί ἐκεῖνο, πού ἕπεται
εἶναι ἡ ζωή, εἶναι ἡ ἀγάπη. Λέγει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος: «Ἡ πίστις θεμέλιον, τό δέ
λοιπόν οἰκοδομή»[18]. Καί πάλι: «Ὁ θεμέλιος τῆς εὐσεβείας ἡ πίστις ἐστίν»[19].
Ἄς θυμηθοῦμε ἐδῶ, αὐτό πού λέει ὁ Χριστός μας, ὅτι πρέπει νά εἴμαστε «φρόνιμοι
ὡς οἱ ὄφεις καί ἀκέραιοι ὡς αἱ περιστεραί»[20].
Χρειάζεται, κατά τήν ἑρμηνεία τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου, μαζί μέ τή φρονιμάδα τοῦ
ὄφεως (=ὀρθή πίστη) νά ἔχουμε ὁπωσδήποτε καί τήν ἀκεραιότητα τῆς περιστερᾶς
(=ἁγνότητα-καθαρότητα τῆς ζωῆς)[21]. Ἄν κάποιος σφάλλει, κάπως, περί τήν πίστη,
ἀλλά ἔχει καλή προαίρεση καί καθαρό βίο, αὐτός ὁδηγεῖται στήν πλήρη ἀλήθεια τῆς
πίστεως. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἐπειδή εἶχε ἄμεμπτο βίο ὁδηγήθηκε ἀπό τόν Χριστό
μας καί πρός τήν πλήρως ὀρθή πίστη[22].
Εἶναι πράγματι ἀναγκαία γιά τήν πλήρη ἀποδοχή τῶν ὀρθῶν δογμάτων, γιά τήν
ἐγκόλπωση τῆς «ἅπαξ παραδοθείσης τοῖς ἁγίοις πίστεως»[23], ἡ μετάνοια καί ἡ
καθαρότητα τοῦ βίου[24].
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης

Πίστη καί ζωή. Σχέση πίστεως καί ζωῆς, β’ μέρος


Ἡ ὀρθή πίστη ὅταν υἱοθετηθεῖ, γεννᾶ, στήν συνέχεια, τήν τέλεια ἀγάπη, ἡ ὁποία εἶναι
ἡ κατ’ ἐξοχήν ἀρετή, πού χαρακτηρίζει τήν ὀρθόδοξη πνευματική ζωή. Παρατηρεῖ τό
χρυσοῦν στόμα τῆς Ἐκκλησίας: «Ἀπό δέ πίστεως εἰλικρινοῦς, ἡ ἀγάπη τίκτεται»[25].
Γιά τήν παραμονή στήν εὐσέβεια καί τήν διαφύλαξη τοῦ θεμελίου της, πού εἶναι ἡ
πίστη, εἶναι ἀναγκαῖα τά καθημερινά καλά ἔργα τῆς πίστεως καί τῆς ἀγάπης[26].
Αὐτά τά, ἐν «Ἁγίῳ Πνεύματι εἰργασμένα»[27] ἔργα, ὁ ὀρθόδοξος βίος, εἶναι ἡ
προϋπόθεση καί ὁ τροφοδότης γιά τήν ὀρθή πίστη καί τήν εὐσέβεια[28].
Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά ὁ ἄνθρωπος πλανᾶται, χάνει τήν ἀλήθεια, καταντᾶ ἀσεβής καί
ὁδηγεῖται στήν ἀπώλεια[29] εἴτε λόγω διεφθαρμένης πίστεως, εἴτε λόγῳ
διεφθαρμένης ζωῆς.
Ἀπό ὅλα τά ἀνωτέρω εἶναι φανερή ἡ ἀλληλεξάρτηση, ἡ ἀλληλοπεριχώρηση πίστεως
καί ζωῆς, δόγματος καί ἤθους, ὀρθοδοξίας καί ὀρθοπραξίας. Προϋπόθεση τῆς ὀρθῆς
ζωῆς (=τῆς τέλειας ἀγάπης) τοῦ πιστοῦ, εἶναι ἡ ὀρθή πίστις. Ἡ δέ ὀρθή πίστις
διαφυλάσσεται διά τῆς ὀρθῆς ζωῆς.
Αὐτά τά δύο κορυφαῖα πράγματα δέν ἐπιτρέπεται νά αὐτονομοῦνται. Δέν δικαιοῦται
λ.χ. ὁ Ἐπίσκοπος ἤ ὁ Πρεσβύτερος νά ἔχει «ἰδιωτική» ζωή, ἀνεξάρτητη καί ἀντίθετη
ἀπό αὐτά, πού κηρύττει καί ἐπαγγέλλεται μέ τό σχῆμα του[30].
Ἡ μεγαλύτερη αἵρεση εἶναι ἡ αὐτονόμηση αὐτῶν τῶν δύο πραγματικοτήτων. Ἡ
πίστη καί ἡ ζωή, τό δόγμα καί τό ἦθος, εἶναι ὀντολογικά, πραγματικά, στό εἶναι τους,
ἑνωμένα[31].

10
Ἡ ἀλλοτρίωση ἀπό τήν ὀρθόδοξη ζωή, πού εἶναι ζωή μετανοίας καί ταπεινώσεως,
ὁδηγεῖ στήν κατασκευή καί ἀποδοχή ἀλλοτρίων-διεστραμμένων δογμάτων, διά τῶν
ὁποίων ἐπιχειρεῖται νά «στεγασθεῖ» αὐτή ἡ ἀλλοτριωμένη ἀν-ορθόδοξη ζωή.
Αὐτό συνέβη μέ τήν Παπική λεγόμενη Ἐκκλησία, ἡ ὁποία, ὅπως δίδασκε ὁ ὅσιος
Πορφύριος, λόγῳ τοῦ «μεγάλου ἐγωισμοῦ»[32] τοῦ Πάπα (=παρέκκλιση ἀπό τό
ὀρθόδοξο ἦθος) ἀλλά καί τῶν ὁπαδῶν του, εἰσήγαγε καί διατηρεῖ τό πρωτεῖον, τό
«ἀλάθητο», τό Filioque, τή διδασκαλία περί κτιστῆς χάριτος, περί ἀσπίλου
συλλήψεως τῆς Θεοτόκου, περί ἀξιομισθιῶν τῶν ἁγίων, περί καθαρτηρίου πυρός καί
πλεῖστα ἄλλα παρεκκλίνοντα ἀπό τήν Ὀρθοδοξία δόγματα.

Πίστη και ζωή.Τί συμβαίνει ὅταν κάποιος δέν πιστεύει σωστά στό
Τριαδολογικό ἤ στό Χριστολογικό δόγμα
Ἡ ὑπέρβαση τῶν ὁρίων, πού θέτουν τά δόγματα ὁδηγεῖ στήν αἰώνια ἀπώλεια. Ἄν λ.χ.
κάποιος δέν πιστεύει σωστά στό Τριαδικό δόγμα, καί σφάλλει ἐν γνώσει του, ἔστω
καί ἐλάχιστα, ὡς πρός αὐτό, μᾶς διδάσκουν οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ὅτι
αὐτό τό «ἐλάχιστα», τόν βγάζει ἔξω ἀπό αὐτό τό πλαίσιο τῆς ζωῆς, δηλαδή ἔξω ἀπό
τήν Ἐκκλησία. Κι αὐτό διότι ἡ ζωή τοῦ πιστοῦ πρέπει νά εἶναι ζωή κατά τό πρότυπο
τῆς Ἁγίας Τριάδος, δηλαδή ζωή ἑνότητος ἐν τῇ δόξῃ τοῦ Πατρός, πού εἶναι ταυτή μέ
τήν δόξα τοῦ Υἱοῦ καί τήν δόξα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Ἡ μετοχή μας σ’ αὐτήν τήν ἄκτιστη Θεία δόξα, τήν ὁποία προσφέρει ὁ Χριστός
στούς γνήσιους μαθητές Του, μᾶς κάνει «ἕνα» μεταξύ μας, στήν οἰκογένεια, στήν
ἐνορία, στό μοναστήρι, στήν Μητρόπολη, σ’ ὁλόκληρη τήν Ἐκκλησία. Ἀνήκουμε
στήν Ἐκκλησία, ὅταν γινόμαστε «ἕνα» μεταξύ μας[33], καθώς καί μέ τόν Κύριο, διά
τῆς μετοχῆς μας στήν ἄκτιστη θεοποιό Θεία ἐνέργεια.

Εἴμαστε μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν ζοῦμε Ἁγιοτριαδικά, δηλ. ὅταν ἔχουμε: α) μία
ψυχή, μία καρδιά[34], β) ἕνα φρόνημα (γιά τήν ἀκρίβεια: ταὐτό φρόνημα), καί γ)
μία ἐνέργεια (γιά τήν ἀκρίβεια: ταὐτή ἐνέργεια).

Τότε, ὄντες ἑνωμένοι διά τῆς ἐν Χριστῷ ἀγάπης, ὁμοιάζουμε στόν Χριστό καί
εἰκονίζουμε τήν Ἁγία Τριάδα. Τό ὡραιότερο πρᾶγμα, πού μπορεῖ νά ζήσει κανείς,
εἶναι νά βιώσει αὐτήν τήν καθολική ἑνότητα· νά νιώσει «ἕνα» μ’ ὅλους τούς
ἀνθρώπους στή γῆ[35]. Ἄν καί οἱ ἄλλοι συμμερίζονται τό ἴδιο συναίσθημα, τό ἴδιο
βίωμα, μ’ ἐμᾶς, τότε ἀκόμη πιό ἔντονα καί πραγματικά ζοῦμε ἀπό τώρα στόν
Παράδεισο. Ὅμως, αὐτό, μόνο ἐντός τῆς Ἐκκλησίας, διά τῆς ὀρθῆς πίστεως καί τῆς
ὀρθῆς ζωῆς εἶναι δυνατόν νά ἐπιτευχθεῖ[36]. Μόνον ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, μέ τά
θεραπευτικά της μέσα, μεταμορφώνει τήν κοινωνία «ἀπὸ συγκροτήματα ἐγωϊστικῶν
καὶ ἐγωκεντρικῶν ἀτόμων εἰς κοινωνίαν ἀνθρώπων μὲ ἀνιδιοτελῆ ἀγάπην, "ἥτις οὐ
ζητεῖ τὰ ἑαυτῆς"»[37], παρατηρεῖ ὁ καθηγητής π. Ἰωάννης Ρωμανίδης.

11
Οἱ ἄνθρωποι, πού ἔχουν θεραπευθεῖ ἀπό τήν Ἐκκλησία, τό μοναδικό Ψυχ-ιατρεῖο,
ἀκολουθώντας τόν μοναδικό «Ἰατρό τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων μας»[38], τόν
Κύριο Ἰησοῦ, αὐτοί μόνον, εἶναι ἱκανοί νά ἀγαπήσουν ἀληθινά (ἀνιδιοτελῶς, χωρίς
ὅρια, χωρίς διακρίσεις, ἀκόμη καί τούς ἐχθρούς τους, μέ προσωπική θυσία), ἔτσι
ὥστε ὁ καθένας νά ζεῖ στήν καρδιά τοῦ ἄλλου, ὁ καθένας νά ζεῖ γιά τόν Χριστό καί
γιά τόν ἄλλο καί ὄχι γιά τόν ἑαυτό του. Αὐτό εἶναι τό βαθύτερο, τό κυρίαρχο καί κατ’
ἐξοχήν εὐάρεστο, τό «προηγούμενο», ἤ κατ’ εὐδοκίαν θέλημα τοῦ Χριστοῦ : Νά
γίνουμε ὅλοι «ἕνα ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ», νά ζοῦμε μέσα σέ ὅλους καί ὅλοι μέσα μας.
Αὐτό ζήτησε ὁ Κύριος στήν Ἀρχιερατική Του προσευχή: «ἵνα ὦσιν ἕν»[39]. Αὐτό
ὅμως δέν ἐπιτυγχάνεται, ἄν ὁ ἄνθρωπος δέν πιστεύει σωστά στό Τριαδικό δόγμα.
Ὅταν ἀπωλεσθεῖ, λόγῳ τῆς αἵρεσης, αὐτό τό πρότυπο, χάνεται ἡ θεραπευτική
συνταγή γιά τήν ψυχοσωματική θεραπεία τοῦ ἀνθρώπου ἀλλά καί τῆς κοινωνίας.

Ὅταν πάλι, κάποιος δέν πιστεύει σωστά στό Χριστολογικό δόγμα καί γιά παράδειγμα
ἀπορρίπτει τόν Χριστό ὡς Υἱό τοῦ Θεοῦ καί Θεάνθρωπο Κύριο, τότε ὁ Χριστός μᾶς
δίδαξε ὅτι αὐτός ὁ ἄνθρωπος δέν δέχεται οὔτε τόν Θεό Πατέρα· δέν ἔχει τόν Θεό
Πατέρα, ἀλλά ἔχει γιά πατέρα τό σατανά[40] καί αὐτοῦ τό θέλημα κάνει. Δέν μπορεῖ
νά ζήσει σωστά, διότι ἀφοῦ δέν δέχεται τόν Θεό, δέν Τοῦ ἐπιτρέπει νά ἐνεργήσει
μέσα του καί νά τόν καθαρίσει. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος δέν ἔχει πρόσβαση στόν Θεό
Πατέρα, ἀφοῦ ἡ Ὁδός γιά τόν Πατέρα εἶναι ὁ Χριστός[41]. Χωρίς πρόσβαση στόν
Χριστό πάλι, δέν μποροῦμε νά κάνουμε κανένα καλό, ἀφοῦ ὁ Χριστός μας μᾶς
τόνισε ὅτι: «χωρίς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν»[42]· κανένα καλό δέν μποροῦμε
νά κάνουμε χωρίς τόν Θεό[43].

Ἑπομένως χωρίς σωστή πίστη ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἀνίκανος νά κάνει ὁποιοδήποτε


καλό ἔργο. Βλέπουμε λοιπόν καί ἐδῶ τήν ἀλληλοπεριχώρηση τῶν δύο αὐτῶν
πραγματικοτήτων 1)τῆς ἀλήθειας-πίστεως καί 2)τῆς ζωῆς. Χωρίς ὀρθή πίστη δέν
μποροῦμε νά ἔχουμε, οὔτε ἀληθινά ὀρθή ζωή διότι στερούμεθα τήν πηγή αὐτῆς τῆς
ζωῆς, πού εἶναι ὁ Θεία Χάρη τοῦ Χριστοῦ. Στή συνέχεια, ὁ ἄνθρωπος πού δέν ζεῖ
σωστά, ἄν δέν μετανοήσει, θά ἀπωλέσει καί τήν ὅποια πίστη του καί καθίσταται
ἀνίκανος νά πιστεύσει. Αὐτό βεβαιώνει ὁ λόγος τοῦ Κυρίου μας πρός τούς
ὑπερήφανους καί διαβρωμένους ἀπό τήν κενοδοξία-ἀνθρωπαρέσκεια Φαρισαίους:
«Πῶς δύνασθε ὑμεῖς πιστεῦσαι δόξαν παρ’ ἀλλήλων λαμβάνοντες καὶ τὴν δόξαν τὴν
παρὰ τοῦ μόνου Θεοῦ οὐ ζητεῖτε;»[44]. Βλέπουμε τήν ἔκπτωση στά θέματα τοῦ
δόγματος καί τήν εὐκολία μέ τήν ὁποία πολλοί ταυτίζουν-ἐξισώνουν τήν ὀρθοδοξία
μέ τήν ἑτεροδοξία ἤ ἐλαχιστοποιοῦν τίς δογματικές διαφορές. Δυστυχῶς πίσω ἀπό
τέτοιες δραστηριότητες διαπιστώνεται διαχρονικά διαβρωμένη ἠθική ζωή καί
προπάντων μεγάλη ὑπερηφάνεια, πού εἶναι μέγιστη ἀκαθαρσία καί ἁμαρτία γιά τόν
ἄνθρωπο.

12
Τρόποι ἐπανενεργοποίησης τῆς Θείας Χάρης

α)Μετάνοια, β)Ἀδιάλειπτη προσευχή


α)Συνεχής διά βίου Μετάνοια- ἐξομολόγηση.

Ἡ ἁμαρτία καί τά πάθη ἀπενεργοποιοῦν τήν Βαπτισματική Θεία Χάρη. Μέ τήν


μετάνοια-ἐξομολόγηση ὁ ἄνθρωπος ἐξαλείφει τήν ἁμαρτία καί ἀπαλάσσεται ἀπό τά
πάθη. Μπορεῖ ἔτσι νά «ἀδειάσει» τό ἐσωτερικό τῆς καρδιᾶς του ἀπό ὅλην αὐτήν τήν
δυσωδία καί νά δημιουργήσει χῶρο γιά τόν Θεό καί τόν πλησίον. Ἄν ὁ ἄνθρωπος
ἔχει ἀνεξομολόγητες-ἀμετανόητες ἁμαρτίες, αὐτές λειτουργοῦν ὡς ἐμπόδιο στό ν’
ἀγαπήσει τόν Θεό καί τόν πλησίον. Αὐτό συμβαίνει διότι ὅλος ὁ ὑπαρξιακός του
χῶρος (ὅλη του ἡ καρδιά) εἶναι κατειλημμένος ἀπό τά πάθη καί μάλιστα ἀπό τό
κυρίαρχο πάθος τοῦ ἐγωισμοῦ-ὑπερηφάνειας δηλαδή ἀπό τήν ἄρρωστη ἀγάπη γιά τό
Ἐγώ του. Ἡ ψυχή εἶναι μολυσμένη καί «στραπατσαρισμένη», ἀνάξια τοῦ
Ὑπέρλαμπρου νυμφίου της τοῦ Χριστοῦ.
«Ἐμεῖς» ἀναρωτιέται ὁ π. Πορφύριος «ἔχομε φλόγα γιὰ τὸν Χριστό; Τρέχουμε, ὅταν
εἴμαστε κατάκοποι, νὰ ξεκουρασθοῦμε στὴν προσευχή, στὸν Ἀγαπημένο ἢ τὸ
κάνουμε ἀγγάρια καὶ λέμε: «Ώ, τώρα ἔχω νὰ κάνω καὶ προσευχὴ καὶ κανόνα...»; Τί
λείπει καὶ νιώθουμε ἔτσι; Λείπει ὁ θεῖος ἔρως. Δὲν ἔχει ἀξία νὰ γίνεται μία τέτοια
προσευχή. Ἴσως μάλιστα κάνει καὶ κακό.
Ἂν στραπατσαρισθεῖ ἡ ψυχὴ καὶ γίνει ἀνάξια τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, διακόπτει ὁ
Χριστὸς τὶς σχέσεις, διότι ὁ Χριστὸς «χοντρὲς» ψυχὲς δὲν θέλει κοντά Του. Ἡ ψυχὴ
πρέπει νὰ συνέλθει πάλι, γιὰ νὰ γίνει ἄξια του Χριστοῦ, νὰ μετανοήσει «ἕως
ἐβδομηκοντάκις ἑπτά». Ἡ μετάνοια ἡ ἀληθινὴ θὰ φέρει τὸν ἁγιασμό. Ὄχι νὰ λέεις,
«πᾶνε τὰ χρόνια μου χαμένα, δὲν εἶμαι ἄξιος» κ.λ.π., ἀλλὰ μπορεῖς νὰ λέεις,
«θυμᾶμαι κι ἐγὼ τὶς μέρες τὶς ἀργές, ποὺ δὲν ζοῦσα κοντὰ στὸν Θεό...». Καὶ στὴ δική
μου ζωὴ κάπου θὰ ὑπάρχουν ἄδειες μέρες. Ἤμουν δώδεκα χρονῶν, ποὺ ἔφυγα γιὰ τὸ
Ἅγιον Ὅρος. Δὲν ἦταν αὐτὰ χρόνια; Μπορεῖ βέβαια νὰ ἤμουν μικρὸ παιδί, ἀλλὰ
ἔζησα δώδεκα χρόνια μακράν του Θεοῦ· τόσα πολλὰ χρόνια!...». Ὁ Γέροντας θεωρεῖ
χαμένα τά χρόνια πού δέν εἶχε τήν μετάνοια, τόν Θεῖο Ἔρωτα, τήν ἀδιάλειπτη
προσευχή, ἀλλά καί τόν σωματικό κόπο γιά τόν Χριστό.
Μέ τήν μετάνοια, τήν ἐξομολόγηση, ἀλλά καί τήν ἄσκηση (τόν σωματικό κόπο γιά
τόν Κύριο), ἡ ψυχή τοῦ Χριστιανοῦ ἐλευθερώνεται ἀπό τά δεσμά τῶν παθῶν, πού
διαστρέφουν-ἀποπροσανατολίζουν τίς τρεῖς δυνάμεις τῆς ψυχῆς (λογιστικό, θυμικό,
ἐπιθυμητικό). Διά μέσου τῆς ἐξομολόγησης «κόβονται τά δικαιώματα τοῦ
διαβόλου», ὁ ὁποῖος καί ἐμποδίζει τίς σκέψεις, τά συναισθήματα καί τίς ἐπιθυμίες
τοῦ ἀνθρώπου νά κινηθοῦν ὁλοκληρωτικά καί ἀποτελεσματικά πρός τόν Δημιουργό
Του. Μέ τήν μετάνοια ἡ ψυχή καθαρίζεται, ἡμερεύει, ἐλαφρώνει ἀπό τά ὑπαρξιακά
βάρη τῶν ἁμαρτιῶν, λεπτύνεται, γίνεται κατάλληλη καί ἱκανή ὥστε νά ἑνωθεῖ μέ τόν

13
«ὑπέρ πᾶσαν καθαρότητα» Θεόν.
«Ἡ ψυχὴ τοῦ Χριστιανοῦ» παρατηρεῖ ὁ π. Πορφύριος «πρέπει νὰ εἶναι λεπτή, νὰ
εἶναι εὐαίσθητη, νὰ εἶναι αἰσθηματική, νὰ πετάει, ὅλο νὰ πετάει, νὰ ζεῖ μὲς στὰ
ὄνειρα. Νὰ πετάει μὲς στ΄ ἄπειρο, μὲς στ΄ ἄστρα, μὲς στὰ μεγαλεῖα του Θεοῦ, μὲς
στὴ σιωπή.
Ὅποιος θέλει νὰ γίνει χριστιανός, πρέπει πρῶτα νὰ γίνει ποιητής».
Ἡ μετάνοια συντρίβει τήν καρδιά καί τήν ταπεινώνει.
Ὁ μετανοών ἀρχίζει νά ἐπικαλεῖται ἀδιάλειπτα τήν Θεία Βοήθεια καί ἔτσι
ἐπανανακαλύπτει τήν κρυμμένη Βαπτισματική Θεία Χάρη

β)Ἀδιάλειπτη ἔμπονη ἑκούσια προσευχή μέ συμμετοχή ὅλης τῆς ψυχῆς ἀλλά καί
τοῦ σώματος.
«Ὁ Θεῖος Ἔρωτας ἀνάβει μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή» μᾶς διδάσκει σύμπας ὁ τῶν
Ἁγίων Πατέρων χορός. Ἡ ἀδιάλειπτη νοερά προσευχή καθαρίζει τήν καρδιά ἀπό
ὅλους τούς λογισμούς, συγκεντρώνει ὅλες τίς ψυχικές δυνάμεις, τίς ἑνοποιεῖ καί τίς
κατευθύνει πρός τόν Θεό. Τότε γίνεται σωστή προσευχή.
Γιά νά ἐπιτευχθεῖ ἀληθινή καί καρποφόρα προσευχή θά πρέπει ὅλος ὁ νοῦς, ὅλο τό
θυμικό καί ὅλο τό ἐπιθυμητικό τοῦ ἀνθρώπου νά εἶναι στραμμένα πρός τόν Θεό.
Ἀναλυτικώτερα:
Ὁ ἄνθρωπος μέ τόν ἐνδιάθετο ἤ καί μέ τόν προφορικό λόγο ὁμιλεῖ πρός τόν Θεό. Ὁ
νοῦς κινεῖται πρός τόν Θεό μέ ἀγάπη. Ἡ διάνοια διατυπώνει σέ λογικές προτάσεις
αὐτό πού συλλαμβάνει καί θέλει νά ἐκφράσει ὁ νοῦς.
Τό θυμικό τοῦ ἀνθρώπου κινεῖται μέ ὅλη του τήν ἀγαπητική ὁρμή πρός τόν Θεό. Τό
ἐπιθυμητικό, ὅλες οἱ ἐπιθυμίες, ὅλα τά θέλω τοῦ ἀνθρώπου γίνονται μία ἔφεση, μία
ἐπιθυμία, μία λαχτάρα, ἕνας ἀσυγκράτητος πόθος, ἕνα θέλω: «ὁ Θεός, ἡ Βασιλεία
Του καί ἡ δικαιοσύνη Του».
Τότε ἐκδιώκονται ὅλοι οἱ «ἀλλόφυλοι» λογισμοί, ὅλοι οἱ λογισμοί ἀπό τήν καρδιά
καί μένει μόνο ἡ προσευχή. Ἐπανανακαλύπτει ὁ ἄνθρωπος τήν κεκρυμμένη
Βαπτισματική Θεία Χάρη ἡ Ὁποία ἐνεργεῖ τήν κάθαρση στήν καρδιά. Τότε ἀρχίζει
νά ἀνάβει μέσα στήν καρδιά ὁ Θεῖος Ἔρωτας, ἡ πρός τόν Θεόν ἀγάπη καί ὁ
ἄνθρωπος θέλει νά κάνει θυσίες γιά τόν Ἀγαπημένο μαζί μέ τήν ἀδιάλειπτη
προσευχή.
Νά πῶς περιγράφει στήν «Εἰσαγωγή στή Φιλοκαλία» ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ
Ἁγιορείτης τήν εὐλογημένη Πατερική μέθοδο ἐπανανακάλυψης τῆς Θείας Χάρης:
«Τὸ Πνεῦμα φωτίζει τοὺς σοφοὺς στὰ θεῖα Πατέρες καὶ ὡς πρὸς τὴν ἀδιάκοπη νήψη
καὶ τὴν προσοχὴ σὲ ὅλα καὶ τὴ φυλακὴ τοῦ νοῦ καὶ τοὺς ἀποκαλύπτει τρόπο γιὰ νὰ

14
ξαναβροῦν τὴν χάρη, τρόπο ἀληθινὰ θαυμαστὸ καὶ ἐπιστημονικότατο.
Αὐτὸς ἦταν ἡ ἀδιάκοπη προσευχὴ στὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ.
Ὄχι ἁπλῶς μὲ τὸ νοῦ μόνο καὶ τὰ χείλη (τοῦτο εἶναι προφανὲς σὲ ὅλους ἀνεξαιρέτως
ὅσοι διάλεξαν τὴν εὐσέβεια καὶ εὔκολο στὸν πρῶτο ἀπὸ αὐτοὺς) ἀλλὰ στρέφοντας
ὁλόκληρο τὸ νοῦ στὸν μέσα ἄνθρωπο, ποὺ εἶναι καὶ τὸ θαυμαστό.
Ἔτσι μέσα τους, στὰ ἴδια τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς ἐπικαλοῦνται τὸ πανάγιο ὄνομα τοῦ
Κυρίου, ζητοῦν μ' ἐπιμονὴ τὸ ἔλεός Του, προσέχουν ἀποκλειστικὰ καὶ μόνο στὰ
λόγια τῆς προσευχῆς, τίποτε ἄλλο δὲ δέχονται οὔτε ἀπὸ μέσα οὔτε ἀπὸ ἔξω καὶ
διατηροῦν τὴ διάνοιά τους ὁλότελα ἀσχημάτιστη καὶ καθαρή.
Τῆς ἐργασίας αὐτῆς τὶς ἀφετηρίες καὶ – θὰ ἔλεγε κανεὶς – καὶ τὴν ὕλη, τὰ πῆραν ἀπὸ
τὴν ἴδια τὴν διδασκαλία τοῦ Κυρίου. Κάπου μᾶς λέει: «Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ
βρίσκεται μέσα σας»[1]. Κι ἀλλοῦ: «Ὑποκριτή, καθάρισε πρῶτα τὸ ἐσωτερικό τοῦ
ποτηριοῦ καὶ τῆς πιατέλας, καὶ τότε θὰ εἶναι καθαρὸ καὶ τὸ ἐξωτερικό τους»[2].
Αὐτὰ δὲν λέγονται γιὰ τὸ αἰσθητὸ μέρος τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ ἀναφέρονται στὸν
μέσα μας ἄνθρωπο.
Καὶ ὁ Ἀπ. Παῦλος γράφει στοὺς Ἐφεσίους ἔτσι: «Γιὰ τοῦτο λυγίζω τὰ γόνατά μου
ἐμπρὸς στὸν Πατέρα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ· νὰ δώσει νὰ κραταιωθεῖτε μὲ
τὸ Πνεῦμα Του στὸν μέσα ἄνθρωπο, γιὰ νὰ κατοικήσει ὁ Χριστὸς μὲ τὸ Πνεῦμα Του
μέσα στὴν καρδιὰ σας»[3]. Τί θὰ μποροῦσε νὰ γίνει σαφέστερο ἀπὸ τὴ μαρτυρία
αὐτή; Σὲ ἄλλο σημεῖο λέει: «Τραγουδώντας καὶ ψάλλοντας στὸν Κύριο μέσα στὴν
καρδιὰ σας»[4]. Ἀκοῦς; Μέσα στὴν καρδιὰ λέει. Ἀλλὰ τοῦτο τὸ ἐπιβεβαιώνει καὶ ὁ
κορυφαῖος Πέτρος, λέγοντας: «Ὥσπου νὰ φέξει ἡ μέρα καὶ ὁ αὐγερινὸς ἀνατείλει
στὶς καρδιὲς σας»[5].
Ὅτι τοῦτο εἶναι ἀπαραίτητο γιὰ κάθε εὐσεβή, τὸ διδάσκει τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο καὶ σὲ
μύριες ὅσες ἄλλες σελίδες τῆς Νέας Διαθήκης. Αὐτὸ μποροῦν νὰ τὸ διαπιστώσουν
ὅσοι σκύβουν σ' αὐτὲς προσεκτικά»[6].
Ὁ Κύριος μᾶς διδάσκει τόν τρόπο ζωῆς ὥστε νά γίνουμε ἀληθινά μακάριοι,
μετέχοντας στή δική Του ἄπειρη μακαριότητα. Ὁ τρόπος εἶναι ἡ μίμηση τῆς δικῆς
Του ζωῆς καί ἡ ἕνωσή μας μαζί Του , ἡ ἕνωση τοῦ νοῦ μας, ἡ ἕνωση τῆς καρδιᾶς μας
μέ Αὐτόν.
Γιά νά ἑνωθεῖ ὁ νοῦς μας, ἡ καρδιά μας μαζί Του θά πρέπει νά εἶναι καθαρά.
Γιά νά καθαρισθοῦν θά πρέπει νά τά καθαρίσει ὁ Κύριος μέ τήν Χάρη Του.
Ἡ Θεία Χάρη μᾶς ἔχει δοθεῖ δωρεάν κατά τό Βάπτισμά μας, ἀλλά στούς
περισσότερους ἀπό τούς βαπτισμένους παραμένει ἀνενεργή, θαμμένη κάτω ἀπό τά
πάθη, στό βάθος τῆς καρδιᾶς.
Ὁ ἄνθρωπος πού θέλει νά καθαρισθεῖ θά πρέπει νά εἰσέλθει στήν καρδιά του καί νά
ἐπανεύρει- ἐπανανακαλύψει αὐτήν τήν κρυμμένη Θεία Χάρη.

15
Ὁ τρόπος, ὅπως μᾶς διδάσκει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, γιά τήν ἐπανεύρεσή της, εἶναι ἡ
ἀδιάλειπτη ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου Ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἐπίκληση
δέν πρέπει νά γίνεται ξηρά, τυπικά, προστακτικά ( «ὅπως ὁ στρατηγός διατάσσει
τούς φαντάρους του»), ἀλλά ταπεινά, στό βάθος τῆς καρδιᾶς, μέ συντριβή, μέ
συναίσθηση, μέ μετάνοια, μέ ἀγάπη πρός τόν Κύριο, μέ γλυκύτητα. Δέν θά πρέπει ὁ
νοῦς νά προσέχει τίποτε ἄλλο παρά μόνο τήν ἔννοια αὐτῶν τῶν πέντε λέξεων:
«Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με». Κανένα ἐρέθισμα, καμμία ἄλλη παρεμβολή εἴτε
ἐπό ἔξω, εἴτε ἀπό μέσα δέν θά πρέπει νά γίνεται δεκτή ἀπό τόν ἄνθρωπο. Τότε ὁ
νοῦς παραμένει ἀσχημάτιστος καί σιγά-σιγά καθαρίζεται καθώς καί ἡ καρδιά.
Ἡ πρακτική τῆς ἀδιαλείπτου νοερᾶς προσευχῆς
Γιά τόν ἅγιο Μαρτίνο[7] ἡ προσευχή δέν ἦταν ὑπόθεσις κάποιων στιγμῶν καί μόνον,
ἀλλά τρόπον τινά ὑπόθεσις μιᾶς ὁλοκλήρου ζωῆς. Ὁ βιογράφος του μᾶς παρέχει τήν
καταπληκτική γιά τόν τόπο καί τόν χρόνο μαρτυρία, πῶς ὁ ἅγιος «semper orabat»
(=πάντοτε προσευχόταν)! Παράλληλα συναντοῦμε κάποιες νύξεις γιά τήν μυστική
ζωή του, οἱ ὁποῖες προφανῶς προέρχονται ἀπό περιστασιακές δικές του
ἐκμυστηρεύσεις στούς μαθητές του, σχετικά μέ τό πῶς ἐκτελοῦσε τήν ἐντολή τοῦ
«ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε».
Τό κύριο συστατικό αὐτῆς τῆς πνευματικῆς καταστάσεως εἶναι ἡ διηνεκής ἀνάτασις
τῆς ψυχῆς πρός τά οὐράνια («animus caelo semper intentus»). Πρέπει νά
παρατηρήσουμε πώς ἐδῶ ἡ σημασία τῆς λέξεως ψυχή (animus, καί ὄχι anima)
ταυτίζεται ἀπόλυτα μέ ἐκείνη τῆς λέξεως νοῦς τῶν μεταγενεστέρων Πατέρων,
πρόκειται δηλ. γιά νοερά προσευχή.
Βασική προϋπόθεσίς της εἶναι ἡ συνεχής ἐμμονή στό ἔργον Θεοῦ (opus Dei). Ὁ ὄρος
αὐτός, ἀντίθετα μέ αὐτό πού ἤθελαν νά καταλάβουν πολλοί Δυτικοί ἤ δυτικίζοντες,
οὐδέποτε σημαίνει ἐξωστρεφεῖς καλές πράξεις, παρά ἀποκλειστικά καί μόνον τήν
πνευματική ἐργασία, δηλ. αὐτό πού ἐννοοῦμε σήμερα στό Ἅγιον Ὄρος ὅταν λέμε ὅτι
κάποιος «κάνει τά πνευματικά του»: ἀτομική προσευχή, κανόνας, ἀνάγνωσις
κατανυκτικῶν βιβλίων, μνήμη θανάτου, μνήμη Θεοῦ, δάκρυα κλπ. Ἔτσι τηρεῖται μία
θαυμαστή ἰσορροπία μεταξύ «σχόλης» καί «ἀσχολίας» διά τῆς καταργήσεως καί τῶν
δύο. Σχολασμός πλέον δέν εἶναι ἡ νοσηρή ραθυμία καί ἀπραγία, ἀλλά ἡ ἀπόθεσις
τῶν βιοτικῶν ἀπασχολήσεων∙ καί ἀσχολία δέν εἶναι ἡ κοσμική τύρβη τῆς
ἀνθρώπινης πολυπραγμονίας, ἀλλά ἡ ἐνεργός πνευματική ἐργασία.
Ἀνθρωπίνως θά ἔλεγε κανείς, πώς ἦταν ἀδύνατον ὁ ἅγιος νά προσευχόταν νοερῶς
καί κατά τήν διάρκεια τῆς ἀναγνώσεως ἤ τῆς ἐνασχολήσεως μέ τίς ὑποθέσεις τῆς
ἐπισκοπῆς. Καί ὅμως!Γιά νά τό καταλάβουμε αὐτό ὁ βιογράφος του μᾶς δίδει γιά
παράδειγμα μιά καθημερινή εἰκόνα, πού ἔχουμε κάθε λόγο νά πιστεύουμε πώς
ἀποτελεῖ ἑρμηνευτική παραβολή ἀπό τό στόμα τοῦ ἴδιου τοῦ ἁγίου Μαρτίνου: Ἄς

16
προσέξουμε τούς σιδηρουργούς, ὅταν κτυποῦν τό σφυρί στό ἀμόνι. Ἀφοῦ δώσουν
μερικά γερά κτυπήματα, ἔπειτα δέν σταματοῦν ἀμέσως, ἀλλά ἐξακολουθοῦν νά
κτυποῦν σιγά-σιγά καί χωρίς νά καταβάλλουν προσπάθεια, ἔπειτα πάλι χτυποῦν
δυνατά, καί μετά πάλι σιγά καί μηχανικά κ.ο.κ. Ἔτσι λοιπόν στά διαλείμματα
ἀνάμεσα στά κύρια κτυπήματα δέν σταματοῦν, ἀλλά συνεχίζουν χαλαρώτερα καί
δίχως ἔντασι. Ἡ συνέχισις αὐτή ὀφείλεται στήν «φόρα» πού ἔχουν ἀπό
προηγουμένως καί σέ προθέρμανσι γιά τήν ἑπόμενη προσπάθεια. Κατά τόν ἴδιο
τρόπο καί ὁ νοῦς, ὅταν κοπιάσῃ καί ἀγωνισθῇ στήν προσευχή, στήν συνέχεια
ἐξακολουθεῖ τήν εὐχή χωρίς ἔντασι καί κόπο, ἀλλά χαλαρά, ξεκούραστα καί δίχως
ἰδιαίτερη προσπάθεια, ἐνόσῳ ἀσχολεῖται κανείς καί μέ διάφορες ἀπαραίτητες
ἐργασίες. Μέ αὐτή τήν εἰκόνα λοιπόν ὁ ἅγιος ἐξηγοῦσε παραβολικά στούς μαθητές
του τό ἀδιάλειπτον τῆς προσευχῆς του. Καταλαβαίνουμε ὅτι ἡ ἐργασία αὐτή ἀπαιτεῖ
κόπο καί ἔντασι κατά τήν διάρκεια τῆς κυρίως προσευχῆς καί διαρκῆ καρδιακή
προσήλωσι πρός τόν Θεό σέ κάθε στιγμή τῆς ζωῆς.
Δέν ἔλειψαν στόν ἅγιο Μαρτίνο καί τά θεωτικά ἀποτελέσματα τῆς εὐχῆς: Μία
βασική ἀρετή, πού διατρέχει ὁλόκληρο τό μῆκος καί τό πλάτος τῆς πολιτείας του,
ὑπῆρξε ἡ ἀπάθεια, ἐκφραζόμενη ὡς παντοτεινή παραμονή στήν ἴδια κατάστασι καί
διαρκής ἀταραξία (ὑποδηλώνεται μέ τόν ὄρο constantia). Ἀκόμη ὅλοι ἀναγνώριζαν
μία αἴσθησι ουράνιας ἀγαλλιάσεως στό πρόσωπό του!Μέχρι τήν τελευταία στιγμή
τῆς ζωῆς του ὄχι μόνον κράτησε τόν νοῦ του στά οὐράνια, ἀλλά καί ἀπό τήν
ἐπιθανάτια κλίνη ἀκόμη δέν ἤθελε νά γυρίσῃ πλευρό, γιά νά ἔχῃ προσηλωμένο τό
βλέμμα του στόν οὐρανό. Τήν ὥρα τοῦ θανάτου του τό πρόσωπό του θά λάμψῃ σάν
πρόσωπο ἀγγέλου!
Μέ ἀφορμή ἕνα ἄλλο περιστατικό, ὁ ἅγιος θά μάς δώσῃ ἀκόμη μία σημαντική
διδασκαλία περί προσευχῆς: Ὁ βιογράφος του μᾶς διηγεῖται μέ κάθε λεπτομέρεια
πῶς ἐνεπλάκη σέ μία πυρκαγιά, τήν ὥρα πού κοιμόταν μετά ἀπό μία πολύ
κοπιαστική ἡμέρα. Ξύπνησε τρομαγμένος καί στήν κατάστασι αὐτή ὁ πειρασμός
κατάφερε νά τοῦ ὑποκλέψῃ τόν νοῦ. Ὅπως ὁμολογοῦσε ὁ ἴδιος, δέν προσέφυγε
ἀμέσως «στά ὄπλα τῆς προσευχῆς καί τό λάβαρο τοῦ Σταυροῦ», ἀλλά καταγινόταν
πανικόβλητος νά ἀνοίξῃ τήν πόρτα. Ὅμως τό μάνταλο δέν ἄνοιγε… Σέ λίγο «ἐλθών
εἰς ἑαυτόν», προσέπεσε στήν γνώριμή του στάσι προσευχῆς καί ἡ φωτιά ὑποχώρησε
θαυματουργικῶς.
Νά λοιπόν, γιατί οἱ ἅγιοι μισοῦν τήν τύρβη καί τήν ταραχή τοῦ κόσμου καί ἀγαποῦν
τίς ἑρημίες! Νά γιατί χίλια χρόνια ἀργότερα θά ὀμιλοῦν γιά ἡσυχία καί ἡσυχασμό
καί ὁ κόσμος πάλι δέν θά τούς καταλαβαίνῃ! Ὅμως ἐμεῖς πιστεύουμε ὅτι καί τώρα
καί εἰς τόν αἰώνα θά εὔχωνται γιά τόν φωτισμό τοῦ ἰδικοῦ μας ταλαίπωρου καί
ἐσκοτισμένου νοός.Ἀμήν

17
Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι ὁ Χριστός

Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι ἡ ἁπτή καί ὁρατή Ὁμολογία ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ὁ
Λυτρωτής τοῦ ἀνθρώπου, πού μέ τόν Σταυρό Του, τόν Θάνατο καί τήν Ἀνάστασή
Του νίκησε τό διάβολο καί τό θάνατο καί δημιούργησε τό νέο λαό τοῦ Θεοῦ.

Μιλώντας γιά τή Θεία Εὐχαριστία ὁ Κύριος εἶπε: «Ἐγώ εἰμι, ὁ ἄρτος τῆς ζωῆς… ὁ ἐκ
τοῦ οὐρανοῦ καταβαίνων… Ἐγώ εἰμι ὁ ἄρτος ὁ ζῶν ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς· ἐάν
τις φάγῃ ἐκ τούτου τοῦ ἄρτου, ζήσεται εἰς τόν αἰῶνα. Καί ὁ ἄρτος δέ ὅν ἐγώ δώσω, ἡ
σάρξ μού ἐστιν, ἥν ἐγώ δώσω ὑπέρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς» [2].Ὁ Χριστός εἶναι ὁ
ἄρτος τῆς Ζωῆς, πού κατέβηκε ἀπό τόν οὐρανό (ὁ καταβάς), τῇ δυνάμει τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος.

Κατέβηκε τήν ἡμέρα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ μέσα στήν Ὑπερευλογημένη Παρθένο· κι ἡ


Παρθένος ἔγινε γῆ ἀγαθή εὐλογημένη, πού βλάστησε τόν Ἄρτο τῆς Ζωῆς.Ὁ Χριστός
εἶναι ὁ ἄρτος τῆς Ζωῆς, πού κατεβαίνει διαρκῶς ἀπό τόν οὐρανό (ὁ «καταβαίνων»),
τῇ δυνάμει τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Κατεβαίνει τήν ὥρα τοῦ Εὐχαριστιακοῦ
Εὐαγγελισμοῦ μέσα στήν Παρθένο Ἐκκλησία, κι ἡ ἁγία Ἐκκλησία γίνεται γῆ ἀγαθή
εὐλογημένη, πού βλαστάνει τόν ἄρτο τῆς Ζωῆς.

Αὐτό τό γεγονός τῆς καθόδου τοῦ Χριστοῦ καί τῆς παρουσίας Του μέσα στήν
Ἐκκλησία τό ζοῦμε στή Θεία Λειτουργία.Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι ὁ Χριστός
ἀνάμεσά μας: «Ἰδού ἐγώ μεθ’ ὑμῶν εἰμι πάσας τάς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ
αἰῶνος» [3].

Μέ τόν Χριστό, μέ τήν Θεία Λειτουργία, ἡ ζωή ξανάγινε, ἀλλά καί γίνεται συνεχῶς
κτῆμα τοῦ ἀνθρώπου, χορηγήθηκε καί χορηγεῖται ξανά ὡς μυστήριο, ὡς κοινωνία
καί ὡς εὐχαριστία [4].

[1] Ἱερομονάχου Γρηγορίου: Ἡ Θεία Λειτουργία, ἐκδόσεις Δόμος, Β΄ ἔκδοση,


Ἀθήνα 1985, (στό ἑξῆς: Ἡ Θεία Λειτουργία) σελ. 9.
[2] Ἰω. 6, 48-51
[3] Μτ. 28, 20.
[4] Αὐτή ἡ Εὐχαριστία ὡς μυστήριο εἶναι ἡ πορεία τῆς Ἐκκλησίας πρός τή Βασιλεία.
Καί ἡ μεταμόρφωση τῶν ἀνθρώπων σέ Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ.

18
Τά γνωρίσματα τοῦ καλοῦ χριστιανοῦ.Ποῖος εἶναι ὁ καλός, ὁ
ἀληθινός χριστιανός;
Ὁ ἀληθινός χριστιανός εἶναι ὁ Ἅγιος. Ὁ Κύριος μᾶς εἶπε Ἅγιοι γίνεσθε ὅτι ἐγὼ Ἅγιος
εἰμί»[1]. Ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος ὅλους τούς χριστιανούς τούς ὀνομάζει Ἁγίους
δηλαδή ξεχωρισμένους ἀπό τόν κόσμο, τήν ἁμαρτία, τόν διάβολο καί ἀφιερωμένους
στόν Θεό. Παρατηρεῖ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἀναφερόμενος στόν Ἅγιο
Ἀπόστολο Παῦλο: «Ἁγίους δέ πιστούς καλεῖ πάντας» δηλαδή ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος
«ἀποκαλεῖ ἁγίους ὅλους τούς πιστούς». Ὀφείλουμε λοιπόν ὅλοι νά γινόμαστε
συνεχῶς Ἅγιοι.
Ἑπομένως τά γνωρίσματα τῶν Ἁγίων θά πρέπει νά γίνουν καί δικά μας γνωρίσματα.
Ἀποτελοῦν δέ τά γνωρίσματα τῶν Ἁγίων κριτήρια γιά τό κατά πόσο εἴμαστε
ἀληθινοί χριστιανοί.Γνωρίσματα τῶν Ἁγίων κατά τόν Ἅγιο Ἰωάννη τό
Χρυσόστομο[2].
Ἡ πίστις, ὁ ἄμεμπτος βίος, ἡ καθαρότης. «Ἅγιος εἶναι αὐτός πού μετέχει στήν
πίστη (πιστεύει σωστά), ὁ ἄμωμος, αὐτός πού ἔχει ἀνεπίληπτη ζωή»[3]. Καί πάλι
διδάσκει: «Ἅγιος εἶναι ὁ καθαρός»[4]. Δέν χρειάζεται νά κάνουν θαύματα. «Ἅγιοι
εἶναι ὅλοι ὅσοι ἔχουν ὀρθή πίστη μαζί μέ ζωή. Ἀκόμη καί ἄν δέν κάνουν θαύματα,
ἀκόμη καί ἄν δέν βγάζουν δαίμονες, εἶναι ἅγιοι»[5].
Ἀπόσπασμα ἀπό τήν μελέτη μέ τίτλο:Ποῖος εἶναι ὁ Ἅγιος κατά τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν
Χρυσόστομο

Ἡ ἐντολή τοῦ Θεοῦ καί τό αὐτεξούσιο τοῦ ἀνθρώπου


Ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν ὡς ἀπόδειξη τῆς ἐλεύθερης ἀγαπητικῆς κίνησης τοῦ
ἀνθρώπου πρός τόν Θεό.
Ὁ Θεός, γράφει ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ἀφοῦ ἔπλασε τόν Ἀδάμ καί τήν
Εὔα τούς τοποθέτησε στόν Παράδεισο τῆς τρυφῆς. «Κι ἔπειτα ἀφοῦ προσέφερε σ’
αὐτόν καὶ τὸ νόμο τῆς Ἐντολῆς [Του], σάν κάποια δοκιμή τοῦ Αὐτεξουσίου [του],
ἔκρινε ὅτι πρέπει εἰς τό ἑξῆς νά ἀποσυρθῇ ἀπ’ αὐτόν, καί ἐκεῖνο πού λέγει ὁ
Σειράχ:«τόν ἄφησε στά χέρια τοῦ συλλογισμοῦ του» 1, νά ἐπιλέξῃ σύμφωνα μέ τή
γνώμη του, ἐκεῖνο πού θεωρεῖται καλό ἀπ’ αὐτόν-τήν ἐνυπόστατο Χάρι τῆς θεώσεως,
ἀφοῦ ἔγινε Θεός καί λάμπει μέσα στούς αἰῶνες μέ τό ὑπέρλαμπρο φῶς [τοῦ Θεοῦ]» 2.
Ἡ ἐντολή τοῦ Θεοῦ ἦταν μία προσφορά στόν ἄνθρωπο συνοδευμένη μέ τήν
ὑπόσχεση τῆς θεώσεως ἐάν γινόταν σεβαστή. Στή συνέχεια ὁ Θεός ἀποσύρεται
ἀφήνοντας ἀνεπηρέαστο τόν ἄνθρωπο νά διαλέξει ἐλεύθερα τί θέλει: Μία ζωή κοντά
Του ἤ σωστότερα μέσα Του, «ἐν Αὐτῷ», στήν Ἐκκλησία Του ἤ μία ζωή αὐτονομίας
μακρυά Του, ἔξω ἀπό τόν Παράδεισο πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία Του, ἡ κοινωνία μέ τήν
Ἁγία Τριάδα;Ἡ ὑπακοή στήν ἐντολή θά ἦταν ἀπόδειξη τῆς ἀγάπης τῶν
Πρωτοπλάστων στόν Θεό.

19
Ὁ Κύριος τό τόνισε ἐμφαντικά: «Ἐκεῖνος εἶναι πού μέ ἀγαπάει, αὐτός πού ἔχει τίς
ἐντολές μου καί τίς τηρεῖ»3.
Ἡ ἀγάπη δέν ἐπιβάλλεται ἀναγκαστικά ἀπό τόν Θεό στόν ἄνθρωπο, ἀλλά εἶναι
καρπός τῆς ἐλευθερίας-αὐτεξουσίου τοῦ ἀνθρώπου καί βλαστάνει μέσα σέ
περιβάλλον ἐλευθερίας.
Ἡ ἀγάπη τοῦ ἀνθρώπου πρός τόν Θεόν ἑνώνει τόν ἄνθρωπο μέ τόν Θεό διά τῆς
Θείας Χάρης.
Ὁ Κύριος ἔρχεται καί ἐνοικεῖ μαζί μέ τόν Πατέρα καί τόν Πανάγιον Πνεῦμα στόν
ἄνθρωπο πού τόν ἀγαπᾶ ἀποδεδειγμένα δηλ. στόν ἄνθρωπο πού τηρεῖ τίς ἐντολές
Του. Μᾶς εἶπε: «Ἐάν κάποιος μέ ἀγαπᾶ, θά τηρήσει τόν λόγο μου καί ὁ Πατέρας μου
θά τόν ἀγαπήσει καί θά ἔλθουμε πρός αὐτόν καί θά κάνομε διαμονή σ’ αὐτόν» 4.
Ἀπόδειξη μή ἀγάπης πρός τόν Θεό εἶναι ἡ μή τήρηση τῶν ἐντολῶν Του. «Ἐκεῖνος
πού δέν μέ ἀγαπάει» μᾶς δίδαξε ὁ Κύριος «δέν τηρεῖ τούς λόγους μου» 5. Ἡ ἀπουσία
ἀγάπης πρός τόν Θεό κάνει ἀδύνατη τήν ἕνωση μαζί Του καί τήν ἔνταξη καί
παραμονή στήν Ἐκκλησία Του.
Ὁ ἅγιος Νικόδημος θεολογεῖ ἀλάνθαστα παρουσιάζοντας καί αἰτιολογώντας τήν
ἐντολή τοῦ Θεοῦ πρός τούς πρωτοπλάστους ὡς δοκιμασία τοῦ αὐτεξουσίου τους. Ὁ
Θεός θέλει νά Τόν θέλουμε, νά κινούμαστε αὐτοπροαίρετα συνεχῶς πρός Αὐτόν, νά
Τόν ἀγαπᾶμε «ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς, τῆς καρδίας, τῆς διάνοιας, τῆς ἰσχύος» 6.
Ἡ ἔνταξή μας μέσα στό σῶμα Του τήν Ἁγία μας Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί ἡ
παραμονή μας σ’ Αὐτή γίνεται διά τῆς ὑπακοῆς στίς ἐντολές Του καί ὄχι τυχαῖα ἤ
μαγικά ἤ ἀναγκαστικά ἀλλά ἑκούσια, αὐτοπροαίρετα καί ἀγαπητικά. Θέλοντας νά
δοκιμάσει τήν ἀγάπη μας, θέλοντας νά δεῖ πρός τά ποῦ κλίνει τό αὐτεξούσιό μας, μᾶς
ἔδωσε τήν πρώτη ἐντολή τῆς νηστείας. Ἄν οἱ πρωτόπλαστοι τηροῦσαν τήν ἐντολή θά
ἐλάμβαναν τήν ἐνυπόστατη Χάρη τῆς Θεώσεως. Ὅμως ἀπέτυχαν…
Ὁ Νέος Ἀδάμ, ὁ Χριστός ἐκπλήρωσε τελειότατα τήν ὑπακοή στόν Θεό Πατέρα
παραμένοντας σέ συνεχή κοινωνία καί ἕνωση μέ τόν Πατέρα καί τό Ἅγιο Πνεῦμα,
τήν αἰώνια Ἐκκλησία τῆς Ἁγίας Τριάδος.
Οἱ διάδοχοι καί μιμητές Του ἐπίσης φθάνουν στήν θέωση διά τῆς ὑπακοῆς στίς
ἐντολές, ἡ ὁποία εἶναι ἀπόδειξη τῆς ἀγάπης τους.
Ἐντάσσονται ἔτσι καί αὐτοί στήν αἰώνια ἄκτιστη Ἐκκλησία καί γίνονται κατά χάριν
ἄκτιστοι καταστραπτόμενοι ἀπό τό ἄκτιστο θεῖο Φῶς. Ἡ ὑπακοή ἑπομένως
ἐκκλησιαστικοποιεῖ τόν ἄνθρωπο. Ἡ παρακοή ἀντιθέτως ἐξωεκκλησιάζει τόν
ἄνθρωπο ἀπομακρύνοντάς τον ἀπό τήν κοινωνία καί ἕνωση μέ τόν Τριαδικό Θεό.
Αὐτό ἀκριβῶς τό ἀγαθό προβάλλει ὁ μοναχισμός ὡς πανάκεια (σωτήριο θεραπευτικό
παν-φάρμακο) γιά τήν θεραπεία τοῦ μεταπτωτικοῦ ἀποστάτη ἀνθρώπου.

20
Ἡ Ὑπακοή καί ὁ μοναχισμός

Κατ’ ἐξοχήν ἡ ἀρετή τῆς ὑπακοῆς στίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ διά τῆς ὑπακοῆς στόν
Γέροντα-Πνευματικό ὁδηγό προβάλλεται στό Μοναχισμό. Ὁ μοναχισμός ὡς
συνέχεια τῆς ζωῆς τῶν πρώτων χριστιανῶν 7 εἶναι ὁ συνεπής χριστιανισμός, καί ἡ
πλήρης μίμηση τῆς ζωῆς τοῦ Κυρίου καί τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων.
Ὁ ὀρθόδοξος μοναχός λαμβάνει τίς ἐντολές τοῦ πνευματικοῦ του πατρός, ὡς ἀπό
στόματος Θεοῦ καί αὐτές ἀποτελοῦν μία δοκιμασία τοῦ αὐτεξουσίου του. Ἐάν
ὑπακούσει θά λάβει τήν ἐνυπόστατη Χάρη τῆς Θεώσεως.
Ἡ λειτουργία τῆς ὑπακοῆς τοῦ μοναχοῦ μέσα στό Μοναστῆρι εἶναι ἀνάλογη τῆς
λειτουργίας τῆς ὑπακοῆς τοῦ ἀνθρώπου μέσα στόν Παράδεισο. Ὅ, τι δέν κατάφεραν
οἱ Πρωτόπλαστοι ἀγωνίζεται νά κατορθώσει ὁ Μοναχός.
Ἡ λειτουργία τῆς ὑπακοῆς μέσα στήν πρώτη (ἀρχέγονη) ἐκκλησία τῆς Ἁγίας Τριάδος
καί τῶν Πρωτοπλάστων δέν ὁλοκληρώθηκε. Ὅ,τι ἔμεινε ἀτελές καί
ἀπραγματοποίητο ἐκεῖ, ἀγωνίζεται νά τελειώσει καί νά πραγματώσει ὁ Μοναχός
στήν ἔρημο ἤ στό κοινόβιο.
«Ὁρατός Θεός» κατά τόν σεβαστό Γέροντα Ἐφραίμ Κατουνακιώτη εἶναι ὁ Γέροντας.
Ἡ ὑπακοή ἑπομένως, πού γίνεται σ’ αὐτόν ἀπό τόν μοναχό-ὑποτακτικό
«ἀνατρέχει»(ἀναφέρεται) τελικά στόν Θεό.
«Πιστέψατέ μου» παρατηρεῖ ὁ Πατερικός θεοφώτιστος Γέρων Ἐφραίμ, «μὲ πεῖρα
σᾶς μιλῶ, μὲ εἰλικρίνεια σᾶς λέω. Ὅποιος ὑποτακτικὸς φθάση στὴν τελειότητα τῆς
ὑπακοῆς, δὲν φοβᾶται Θεό. Οὔτε τὴν Κρίση, οὔτε τὴ Δευτέρα Παρουσία. Φοβᾶται
μόνο τὸ πνεῦμα τοῦ Γέροντα νὰ μὴ λυπήση. Ὁ Γέροντας εἶναι ὁ ὁρατὸς Θεός.
Λύπησες τὸν Γέροντα, λύπησες τὸν Θεό. Ἀνέπαυσες τὸν Γέροντα, ἀνέπαυσες τὸν
Θεό. Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἤξεραν τί ἔλεγαν: Ὑπακοὴ -ζωή, παρακοὴ-
θάνατος. Δὲν θέλει ἐδῶ οὔτε μεταλήψεις, οὔτε ἀγῶνες, οὔτε φιλοξενίες, οὔτε νοερὲς
προσευχές. Ὅλα μπροστὰ στὴν ὑπακοὴ καταργοῦνται. Δέκα φορὲς τὴν ἡμέρα νὰ
μεταλαμβάνεις, ἂν δὲν κάνης ὑπακοή, προορίζεσαι γιὰ τὴν κόλαση» 8.
Οἱ μοναχοί εἶναι τὸ ἅλας τῆς γῆς καὶ τὸ φῶς τοῦ κόσμου κατὰ τὸν ἅγιον Ἰωάννην τῆς
Κλίμακος «Φῶς μὲν μοναχοῖς ἄγγελοι, φῶς δὲ πάντων ἀνθρώπων μοναδική
πολιτεία»9.
Στό μέτρο πού κανείς ἀρνεῖται τό θέλημά Του καί κάνει ὑπακοή στόν Πνευματικό
Του Πατέρα, ἀναπαύει τόν Θεό. Ἐάν δέν κάνει ὑπακοή δέν ὠφελεῖται οὔτε ἀπό τίς
προσευχές, οὔτε ἀπό τίς νηστεῖες, οὔτε ἀπό τήν Θεία Μετάληψη.
Ἡ διδασκαλία τῶν Πατέρων τῆς ἐρήμου εἶναι ἀπόλυτα θεραπευτική καί γιά τούς
λαϊκούς χριστιανούς, τούς ἐρημῖτες καί ἀσκητές τῶν πόλεων, τούς οὐρανοπολίτες
μιμητές τοῦ Τέλειου Ὑποτακτικοῦ, τοῦ Χριστοῦ Μας.

21
Ὁ Κύριος ἔγινε «ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δέ σταυροῦ» 10 στόν ἐν οὐρανοῖς
Πατέρα Του καί Πατέρα Μας. Μᾶς καλεῖ στήν μίμησή Του γιά νά μᾶς σώσει καί
θεώσει.
Ἄς μήν ὑποκύπτουμε σέ θεωρίες τοῦ τύπου: «Ἡ ὑπακοή εἶναι γιά τούς μοναχούς.
Μήν ψάχνεις γιά ὑπακοές στούς λαϊκούς»…Ἡ ὑπακοή εἶναι ἀπαραίτητη καί
ἀναγκαία γιά τή σωτηρία μας καθώς εἶναι μίμηση Χριστοῦ καί ἀπόδειξη ὅτι Τόν
ἀγαπᾶμε.
«Ἐκεῖνος εἶναι πού μέ ἀγαπάει» εἶπε ὁ Κύριος «αὐτός πού ἔχει τίς ἐντολές μου καί
τίς τηρεῖ»11 διά τῆς ἐλεύθερης καί χαρούμενης (ὅπως δίδασκε ὁ μακαριστός Γέρων
Πορφύριος) ὑπακοῆς.

Ἡ ἀναγκαιότητα τῆς ἄσκησης καί τῆς ἐγκράτειας.α΄μέρος


Ἀπό τόν μέγα ἁγιοπνευματικό πλοῦτο τῶν λόγων τοῦ Ὁσίου Πορφυρίου ὅσο καί ἀπό
τήν θεόπνευστη ποιμαντική του πράξη-ἐμπειρία ἐπιλέγουμε κάποια μαργαριτάρια-
ἰαματικά φάρμακα. Αὐτά εἶναι πολυτιμότατα, τόσο γιά τούς Πνευματικούς Πατέρες-
Ἐξομολόγους, ὅσο καί γιά ὅλους τούς πιστούς πού ἀγωνίζονται στό σκάμμα τοῦ
κόσμου καί ζητοῦν ξεκάθαρες ἀπαντήσεις γιά τά καίρια σύγχρονα ἤ καί παλαιότερα
πνευματικά προβλήματα.

Ἡ ἀναγκαιότητα τῆς ἄσκησης καί τῆς ἐγκράτειας.


Ἡ διδασκαλία τοῦ Ὁσίου Πορφυρίου εἶναι ἴδια μέ αὐτήν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Σύμφωνα μέ τήν Ἁγιοπατερική Παράδοση, ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου γίνεται διά
τῆς συνέργειας τοῦ ἀνθρώπου μέ τήν Θεία Χάρη. Ἡ συνέργεια τοῦ ἀνθρώπου
συνίσταται στήν ἄσκηση. Μέ τόν ὅρο ἄσκηση ὑπονοοῦνται κυρίως τρία
πράγματα: ΝΗΣΤΕΙΑ-ΑΓΡΥΠΝΙΑ-ΠΡΟΣΕΥΧΗ. Αὐτά, μαζί μέ τήν Θεία Χάρη,
πού ἔρχεται διά τῶν μυστηρίων, καθαρίζουν τήν ὕπαρξή μας, τήν φωτίζουν καί
τήν θεώνουν.
Ἡ ἄσκηση εἶναι ἀπαραίτητη γιά τόν ἁγιασμό μας, ἀλλά, ὅπως δίδασκε ὁ Ὅσιος
Γέροντας, πρέπει νά γίνεται μέ χαρά. Ἡ ἄσκηση πολύ ὠφελεῖ καί τό σῶμα. Ὁ μέχρι
τέλους τῆς ζωῆς του ἀσκούμενος καί κακοπαθῶν Ἅγιος δίδασκε ὅτι κανείς δέν
ἁγίασε χωρίς ἀσκήσεις. Κανείς, ὅπως διεκήρυττε, δέν μπορεῖ νά γίνει πνευματικός,
νά κατακτήσει τήν ἀληθινή πνευματικότητα, χωρίς νά κάνει ἄσκηση. Βεβαίως, ἡ
ἄσκηση δέν αὐτονομεῖται οὔτε ἀπολυτοποιεῖται. Ὁ στόχος εἶναι ὁ Θεῖος Ἔρωτας
καί ἡ ψυχική τελείωση. Παράλληλα ὅμως μέ τήν ἄσκηση, ἐπεσήμαινε, ὠφελεῖται
καί τό σῶμα[130].
Ὁ Ὅσιος Γέροντας τόνιζε ὅτι ὁ ἀσκητισμός δέν εἶναι μόνο γιά τά Μοναστήρια,
ἀλλά καί γιά τόν κόσμο. «Κάποτε (διηγεῖται πνευματικό του παιδί), μοῦ εἶπε ὁ π.
Πορφύριος: «Ὁ ὀρθόδοξος ἀσκητισμός δέν εἶναι μόνο γιά τά Μοναστήρια, ἀλλά
καί γιά τόν κόσμο. Εἶναι μεγάλη εὐλογία ἡ προσευχή μέσα στόν Ναό, οἱ μακρές

22
ἀκολουθίες καί ἡ δοξολογία τοῦ Θεοῦ ἐν πνεύματι ἀγάπης. Νά ‘ξερες πόσο οἱ ψυχές
βασανίζονται ἀπό τά πάθη καί πόσο ἀνακουφίζονται κοντά στήν ἀγάπη τοῦ
Χριστοῦ!»»[131].

Ἡ ἀναγκαιότητα τῆς ἄσκησης καί τῆς ἐγκράτειας.β’ μέρος

Ἡ ἀναγκαιότητα τῆς ἄσκησης καί τῆς ἐγκράτειας


Ἡ ἄσκηση σύμφωνα μέ τόν Ἅγιο Πορφύριο περιλαμβάνει τίς μετάνοιες, τίς
ἀγρυπνίες, καί τίς διάφορες ἄλλες κακοπάθειες[132].
Μία ἀπό τίς κύριες συνιστῶσες τῆς ἄσκησης, εἶναι ἡ ἐγκράτεια στό φαγητό, ἡ
νηστεία. Ὁ Ἅγιος Πορφύριος πολλές φορές δίδασκε γιά τίς πολύ μεγάλες ὠφέλειες
τῆς νηστείας. Τήν θεωροῦσε ἀπαραίτητη. Ἡ νηστεία συμβάλλει ἀποφασιστικά στήν
πνευματική ὑγεία, διότι λεπταίνει τόν νοῦ, ἀφοῦ, ὅπως ἔλεγε, «παχεῖα γαστήρ
λεπτόν οὐ τίκτει νόον». Ἐπίσης, χαρίζει καί σωματική ὑγεία. Δανείζεται τήν
διδασκαλία του ἀπό τούς Ἁγίους Πατέρες, οἱ ὁποῖοι μᾶς διδάσκουν νά ἀποφεύγουμε
τά δυσκολοχώνευτα, παχιά καί λιπαρά φαγητά. Αὐτά, ὅπως τό κρέας, βλάπτουν τό
σῶμα καί ἡ ψυχή[133]. Ὠφελοῦν τά χόρτα καί τά λαχανικά καί προπάντων ἡ ἁγία
ζωή.
Τόνιζε, ὁ Ἅγιος Γέροντας, ὅτι κανείς δέν ἀρρώστησε ἀπό τήν νηστεία· ἀντίθετα,
πολλοί θεραπεύθηκαν ἀπό ποικίλες ἀσθένειες. Ἐπίσημαινε δέ ὅτι δέν πρέπει νά
φτιάχνουμε περίπλοκα φαγητά, νά μήν διαθέτουμε πολύ χρόνο γιά τήν
παρασκευή τους καί νά μήν ἐπιδιώκουμε τήν ἡδονή πού προέρχεται ἀπό
αὐτά[134]. Ἡ πίστη στόν Θεό, ὁ Θεῖος Ἔρωτας, ἡ προσευχή εἶναι αὐτά πού βοηθοῦν
τόν ἄνθρωπο νά νικήσει τήν λαιμαργία καί τήν γαστριμαργία[135].
Ὁ ἴδιος ἠσκεῖτο συστηματικά, νήστευε, ἀγρυπνοῦσε. Προσπαθοῦσε ὅμως ὅλα αὐτά
νά τά κάνει ἀφανῶς «ἐν κρυπτῷ». Πολλές φορές ἔτρωγε συνεχῶς τό ἴδιο φαγητό
μέχρι πού νά μήν μπορεῖ νά φάγει πλέον ἄλλο λόγῳ φυσικῆς ἀποστροφῆς. Ἐπίσης,
ἀγρυπνοῦσε ἀλλά δέν τό ἔλεγε ξεκάθαρα, γιά νά μήν προκαλεῖ, ἀλλά νά παραμένει
στήν ἀφάνεια καί τήν ταπείνωση. Ἔλεγε τήν ἔκφραση: «κοιμόμουνα ξυπνητός».
Αὐτός σημαίνει ὅτι ἀγρυπνοῦσε τήν ὥρα πού οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι κοιμοῦνται[136].
Πολλά γιά τήν ἄσκησή του γράψαμε στήν δεύτερη ἑνότητα τοῦ παρόντος πονήματος,
πού φέρει τόν τίτλο: Ὁ Ἐξομολόγος-Πνευματικός Πατέρας.

Ἡ ἀναγκαιότητα τῆς ἄσκησης καί τῆς ἐγκράτειας.γ’ μέρος

Ἡ ἀναγκαιότητα τῆς ἄσκησης καί τῆς ἐγκράτειας


Ἄλλες ἀσκήσεις πού συνιστοῦσε ἔνθερμα ὁ Ὅσιος Πορφύριος εἶναι οἱ μετάνοιες καί
ἡ ἀγρυπνία. Ὁ κόπος τοῦ σώματος, εἶναι μία θυσία εὐάρεστη στόν Θεό, ὅταν
γίνεται ἀπό ἀγάπη γιά τόν Θεό. Ὁ Θεός δέν ἔχει ἀνάγκη ἀπό αὐτόν τόν κόπο. Ἐμεῖς

23
ἔχουμε ἀνάγκη διότι ἡ ἀγάπη μας πρός Αὐτόν, ὅπως δίδασκε ὁ Ὅσιος, μᾶς παρακινεῖ
νά κάνουμε θυσίες γιά χάρη Του. Μέ τήν ἄσκηση μας ἐκφράζουμε αὐτή μας τήν
ἀγάπη στόν Κύριο.
Ὁ Ἅγιος τόνιζε ὅτι οἱ ἀσκητικοί κόποι δέν αὐτονομοῦνται, δέν εἶναι αὐτοσκοπός
ἀλλά εἶναι τύπος ἀπαραίτητος γιά νά φτάσουμε στήν οὐσία[137].
Οἱ μετάνοιες καί γενικά ἡ ἄσκηση δέν εἶναι κάποιο «καθῆκον νομικοῦ τύπου»,
ἀλλά μέσον, γιά νά ἀγαπήσουμε καί νά ἐκφράσουμε τήν ἀγάπη μας μέ αἰσθητό
τρόπο. Οἱ μετάνοιες καί ὅλες οἱ ἀσκήσεις πρέπει νά γίνονται μέ ἀγάπη πρός τόν
Χριστό καί ὄχι «τυπικά». Ὅποιος ὅμως, δίδασκε ὁ σοφισμένος ἀπό τό Ἅγιο
Πνεῦμα Ὅσιος, δέν ἔχει διάθεση νά κάνει κόπους καί ἄσκηση γιά τόν
Ἠγαπημένο, ἀποκλείει ἀπό μόνος του τήν Θεία Χάρη γιά τόν ἑαυτό του[138].
Ὁ ἀγωνιστής Ἅγιος Γέροντας προέτρεπε νά κάνουμε λίγες μετάνοιες καλά, χωρίς νά
τίς μετρᾶμε. Εἶναι πολύ καλλίτερο ἀπό τό νά κάνουμε πολλές, ἀλλά τυπικά χωρίς
Θεῖο Ἔρωτα. Ὁ λίγος κόπος, ἀπό ἀγάπη γιά τόν Χριστό, ἑλκύει τήν Θεία Χάρη. Ὁ
σωματικός κόπος ταπεινώνει τό σῶμα καί διά τοῦ σώματος συνταπεινώνεται ἡ ψυχή
καί ἑλκύεται ἡ Θεία Χάρη. Ἡ Θεία Χάρη ἐξουδετερώνει τόν σωματικό κόπο καί
χαρίζει στόν ἄνθρωπο τήν κάθαρση ἀπό τά πάθη καί τήν ψυχοσωματική ὑγεία.
Μέ τίς μετάνοιες, μάλιστα, δίδασκε ὁ ἀείποτε ἀσκούμενος Ὅσιος Γέροντας, ἔρχεται
ἀπ’ εὐθείας ἡ Χάρη στήν ψυχή, ἡ εἰρήνη καί ἡ χαρά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Στή
συνέχεια, χαριτώνεται καί τό σῶμα καί εἰρηνεύει[139]. Εἰδικά γιά τίς γονυκλισίες θά
ἀναφερθοῦμε στήν ἑπόμενη ὑποενότητα.

Ἡ ἀναγκαιότητα τῆς ἄσκησης καί τῆς ἐγκράτειας.δ’ μέρος, τελευταῖο

Ἡ ἀγρυπνία ἐπίσης μία ἀπό τίς ἀσκήσεις πού ἔνθερμα συνιστοῦσε ὁ Ἅγιος Γέροντας
Πορφύριος.
Τόνιζε ὅτι ὅταν κανείς ἀγρυπνεῖ τήν νύκτα ἑλκύει τήν Θεία Χάρη. Τήν ἑπόμενη
ἡμέρα ὁ ἄνθρωπος πού ἀγρύπνησε γιά τόν Κύριο μπορεῖ νά ἐργασθεῖ πολύ
ἀποδοτικά, διότι ἡ Θεία Χάρη ἔχει ξεκουράσει καί ἔχει ἀνανεώσει τήν ψυχή καί τό
σῶμα του. Ὁ λίγος κόπος τῆς νύκτας ἀνταμοίβεται πλούσια ἀπό τόν Πανάγαθο
Κύριο. Ἡ Θεία Χάρη ξεκουράζει τήν ψυχή καί αὐτή ἀνανεωμένη ζωογονεῖ καί τό
σῶμα.
Οἱ ἐργασίες τόσο οἱ πνευματικές, ὅπως ἡ ἱεραποστολή, ὅσο καί αὐτές πού ἀφοροῦν
στό σῶμα γίνονται πολύ πιό εὔκολα καί τελειότερα τήν ἑπόμενη ἡμέρα, διότι ἡ
συσσωρευμένη Χάρη τοῦ Θεοῦ ἀπό τήν νυκτερινή ἀγρυπνία ἐμπνέει τόν πιστό καί
τόν ἐνισχύει.
Εὔγλωττο εἶναι τό ἀκόλουθο περιστατικό:
«Συνέβη μία ἡμέρα τοῦ 1985. Ὁ πατήρ Πορφύριος εἶχε ἕνα πνευματικό του παιδί,
ἱερέα στήν Ἀμερική, τόν πατέρα Σπυρίδωνα. Τοῦ τηλεφώνησε λοιπόν καί τοῦ εἶπε:
«Αὔριο στίς 3 ἡ ὥρα τήν νύχτα (ὥρα Ἀμερικῆς = 10 τό πρωί, ὥρα Ἑλλάδος), θά σέ

24
ἐπισκεφθῶ. Νά μήν κοιμᾶσαι ὅμως. Νά μέ περιμένεις». Κάποια στιγμή, τό ἄλλοι
βράδυ ὁ π. Σπυρίδων κρύωνε καί ξύπνησε. Τότε χτύπησε τό τηλέφωνο. Ἦταν ὁ
Γέροντας ἀπό τόν Ὠρωπό, πού τοῦ εἶπε: «Πάτερ Σπυρίδωνα, γιατί κοιμόσουν; Δέν
σοῦ εἶπα ὅτι θά σέ ἐπισκεφθῶ; καί γιά νά μέ πιστέψης, κοίταξε: σοῦ ἔχω ἀφήσει τήν
πόρτα ἀνοιχτή». Ὁ πατήρ Σπυρίδων κοιτάζει. Πράγματι ἡ πόρτα ἦταν ὀρθάνοιχτη,
γι’ αὐτό καί κρύωνε τόσο πολύ!»[140].
Γενικά ἡ ἄσκηση συμβάλλει ἀποτελεσματικά στήν κάθαρση ἀπό τά πάθη καί τήν
πνευματική ὑγεία.
Ἡ πνευματική ὑγεία φέρνει καί τήν σωματική ἴαση.
Ἀντίθετα ἡ πνευματική ἀκαταστασία, ἡ ἀπουσία τῆς κατά Χριστόν ἄσκησης καί
τῆς συμμετοχῆς στά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, τό ἄγχος κ.λ.π. προκαλοῦν τά
λεγόμενα ψυχοσωματικά νοσήματα. Αὐτό ἐπιβεβαιώνεται καί ἀπό τήν ἰατρική
ἐπιστήμη.
Ἡ ἄσκηση, βέβαια, δημιουργεῖ κόπωση στό σῶμα καί ὑπάρχει ἡ πιθανότητα τῆς
«γκρίνιας», ὅπως τήν ὀνόμαζε ὁ Ὅσιος Γέροντας. Ἡ προσευχή ὅμως, δίδασκε,
ἐξουδετερώνει τόν σωματικό κόπο.
Ὁ σωματικός κόπος γιά τόν Χριστό (ἀγρυπνία, μετάνοιες, νηστεία κ.λ.π.) φέρνει τήν
χάρη στήν ψυχή, διότι ταπεινώνει τόν ἄνθρωπο. Πρέπει κανείς, παρατηροῦσε,
μιλώντας ἀπό τήν ἀσκητική ἐμπειρία του ὁ Ἅγιος Γέροντας, νά προλαβαίνει καί νά
ἐξουδετερώνει τήν «γκρίνια» τοῦ κουρασμένου σώματος, ἀνεβάζοντας τήν
ἔνταση τῆς προσευχῆς.
Ἀντιλαμβανόμαστε ἀπό ὅλα αὐτά τήν τεράστια σημασία καί τό ἀναγκαῖο τῆς
σωματικῆς κακοπάθειας. Ἡ νηστεία, οἱ μετάνοιες, ἡ ἀγρυπνία καί γενικά ὅλη ἡ
ἀσκητική σωματική ἀγωγή εἶναι ἀναγκαία γιά τήν ψυχοσωματική ὑγεία καί
σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου[141].
Ὁ Ὅσιος Γέροντας ἐπισημαίνει ὅτι ἀκόμη καί ὁ καρκίνος μπορεῖ νά θεραπευθεῖ ὅταν
ὁ ἄνθρωπος δοθεῖ στήν ἄσκηση καί μάλιστα στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, στόν Θεῖο
Ἔρωτα, ὁπότε εἰρηνεύει ἡ ψυχή καί τό σῶμα του[142]. Εἰδικά γιά τόν καρκίνο, καί τί
δίδασκε ὁ Ὅσιος σχετικά, θά ἀναφερθοῦμε σέ ἑπόμενη ὑποενότητα.

25
Περί περισπασμοῦ καί ἡσυχίας

Λέγει ὁ μέγας Ἀββᾶς Ἰσαάκ ὁ Σύρος: «Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ἀρχή τῆς ἀρετῆς.
Γεννιέται ἀπό τήν πίστι. Σπέρνεται στήν καρδιά, ὅταν ἡ διάνοια ἀποχωρισθῇ ἀπό τόν
περισπασμό τοῦ κόσμου καί συνάξει τίς σκέψεις της, πού μετεωρίζονται ἐδῶ καί ἐκεῖ
καί ἀσχοληθεῖ μέ τήν μελλοντική ἀποκατάστασι».
Ἑρμηνεία: Ὅταν κάποιος φοβηθῇ, δηλαδή σταθῇ μέ σεβασμό ἀπέναντι στό
Δημιουργό Του Θεό, τότε μπαίνει στόν δρόμο τῆς ἀρετῆς.
Ἡ ἀρχή τῆς ἀρετῆς εἶναι ὁ σεβασμός πρός τόν Θεό, ἡ σκέψι ὅτι ὑπάρχει ὁ αἰώνιος
γλυκύτατος Παράδεισος καί ἡ ἐπίσης αἰώνια ἀλλά φοβερώτατη κόλασι.
Ἡ σκέψι ὅτι, ἄν κάποιος δέν ζήσει σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί δέν
μετανοήσει γιά τά σφάλματά του, θά κολασθῇ αἰώνια.
Τότε εὑρισκόμενος ὁ ἄνθρωπος μπροστά σ’ αὐτό τό φοβερό ἐνδεχόμενο ἀρχίζει νά
σκέπτεται πῶς θά τό ἀποφύγῃ.Καταλαβαίνει ὅτι πρέπει νά μετανοήσῃ. Ἀρχίζει
λοιπόν ὁ ἄνθρωπος νά ἐρευνᾶ τήν ζωή του καί νά τήν διορθώνῃ. Αὐτό εἶναι ἡ ἀρχή
τῆς ἀρετῆς, πού σηματοδοτεῖται ἀπό τήν μετάνοια καί τήν καλή γενική ἐξομολόγησι
ὅλης μας τῆς ζωῆς.
Ὅμως ὅλα αὐτά δέν εἶναι δυνατόν νά γίνουν, ὅσο ὁ ἄνθρωπος βρίσκεται σέ
περισπασμό καί στόν κοσμικό τρόπο ζωῆς.
Χαρακτηριστικό τοῦ κόσμου εἶναι ὁ μετεωρισμός τοῦ νοῦ, ὁ περισπασμός σέ πολλά,
τό σκόρπισμα τοῦ νοῦ τοῦ ἀνθρώπου, ἡ σκότισή του καί ἡ περιπλάνησί του σέ ὅ,τι-
δήποτε ἄλλο πλήν τοῦ Θεοῦ καί τῆς μετάνοιας.
Ὁ ἄνθρωπος ζώντας κοσμικά εἶναι «ἐκτός ἑαυτοῦ». Ζεῖ σάν τόν ἄσωτο πού βόσκει
τούς χοίρους, δηλαδή τά πάθη του.
Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀπομακρυνθῇ λίγο ἀπό τόν περισπασμό τοῦ κόσμου (τό κινητό, τό
ἰντερνέτ, τήν τηλεόραση-τηλεκόλασι, τίς περιττές βιοτικές φροντίδες, τήν δια-
σκέδασι, τό ξέφρενο κυνήγι τῆς σωματικῆς ἀπόλαυσης) καί ἡσυχάσει, πηγαίνοντας
λ.χ. σ’ ἕνα μοναστήρι ἤ στό Ἅγιον Ὄρος, τότε ἀρχίζει νά βλέπῃ τόν ἑαυτό του καί νά
σκέπτεται τήν αἰώνια κόλασι.
Τότε ἀρχίζει νά μετανοῇ καί νά καθαρίζεται,ἀφοῦ βλέπει ὅτι εἶναι ὅλος μία
ἀκαθαρσία.
«Ἡ ἡσυχία εἶναι ἀρχή τῆς καθάρσεως» μᾶς διδάσκει ὁ Μ. Βασίλειος.
Στήν ἡσυχία, στή πάταξι τοῦ περισπασμοῦ, πού ἐπιτυγχάνεται ὅταν κανείς
περιορισθῇ στό δωμάτιό του καί μελετήσει, προσευχηθῇ, ἐξετάσῃ τόν ἑαυτό του καί
τόν συγκρίνει μέ τούς Ἁγίους, ὅταν ἀντιπαραβάλλῃ τόν τρόπο πού ζεῖ μέ τόν τρόπο
πού ἐκεῖνοι ἔζησαν, τότε ἀρχίζει νά βλέπῃ πόσο μακρυά εἶναι ἀπό τή σωτηρία.
Ἀρχίζει τότε νά σκέπτεται σοβαρά ὅτι λίγο χρόνο ἔχει, ὥστε νά ἐπιτύχει τόν

26
γλυκύτατο Παράδεισο, τήν ἕνωσι μέ τόν Δεσπότη Χριστό, τήν θέωσι. Τότε
προβληματίζεται γιά τήν μελλοντική του ἀποκατάστασι πού δέν θά ἔχῃ τέλος. Τότε
σκέπτεται σοβαρά τό αἰώνιο μέλλον του καί ἀρχίζει νά ζεῖ ἐνάρετα διότι δέν θέλει νά
κολασθῇ. Τότε βάζει ἀρχή μετανοίας καί ἀρετῆς. Ἀρχίζει νά τηρῇ τίς θεῖες ἐντολές,
νά μελετᾶ τό Θεῖο Λόγο, νά νηστεύῃ, νά προσεύχεται, νά ἐγκρατεύεται, νά
ἐξομολογεῖται καί μέ τήν ἄδεια τοῦ Πνευματικοῦ του νά κοινωνῇ.
Τότε ὁ ἄνθρωπος μπαίνει στόν ἀληθινό δρόμο τῆς ἀρετῆς-σωτηρίας διά τῆς
ἀποδίωξης τοῦ περισπασμοῦ καί τῆς κατά Θεόν ἡσυχίας.Ἀμήν Χριστέ μας γιά ὅλους
μας, διά πρεσβειῶν τοῦ Ἀββᾶ Ἰσαάκ καί πάντων τῶν ἁγίων Πατέρων μας.

Ἡ Πνευματική ζωή καί ὁ πνευματικός ἀγώνας.

Περιφρόνηση καί ὄχι ὑποταγή στά πάθη.

Δίδασκε ὁ Ὅσιος Γέροντας Πορφύριος πνευματικό του παιδί ὅτι: «Ὁ πνευματικὸς


ἀγώνας εἶναι αὐτός: Νὰ μεταμορφώνεις ὅ,τι σοῦ συμβαίνει σὲ καλό. Ἂν ἔχεις
θλίψη, νὰ δίνεσαι στὴν προσευχή. Σιγά-σιγὰ θὰ μπορεῖς νὰ θεραπεύεις ὅλες σου τὶς
ἀδυναμίες. Ἡ θλίψη σου γίνεται χαρά. Δὲν εἶναι παραμύθια ὅσα σοῦ λέω. Γίνονται!
…ὁτιδήποτε συμβαίνει, μπορεῖς νὰ τὸ μεταμορφώσεις σὲ καλό, ὅταν δοθεῖς στὸν
Θεό»[169].
«Ὁ Θεός», δίδασκε ὁ σεβαστός Ὅσιος Γέρων, «ἔχει βάλει μία δύναμη μέσα στήν
ψυχή τοῦ ἀνθρώπου. Ἀπ’ αὐτόν ἐξαρτᾶται πῶς τήν διοχετεύει, γιά τό καλό ἤ γιά τό
κακό. Ἄν τό καλό τό παρομοιάσομε μέ ἀνθόκηπο γεμάτο λουλούδια, δέντρα καί
φυτά, ἐνῶ τό κακό μέ ἀγκάθια, καί τήν δύναμη μέ νερό, τότε μπορεῖ νά συμβεῖ τό
ἑξῆς: ὅταν τό νερό τό διοχετεύσομε πρός τόν ἀνθόκηπο, τότε ὅλα τά φυτά
ἀναπτύσσονται, πρασινίζουν, ἀνθίζουν, ζωογονοῦνται· τήν ἴδια στιγμή τ’ ἀγκάθια,
ἐπειδή δέν ποτίζονται, μαραίνονται, χάνονται. Καί τό ἀντίθετο» [170].
Ὅσο ὁ ἄνθρωπος παραμένει ἐκτός τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας, ἀμετανόητος,
καλλιεργώντας τά πάθη του, κινεῖται μέ ἀμαυρωμένο τό κατ’ εἰκόνα, μέ
σκοτισμένο τόν νοῦ, στερημένος ἀπό τήν Θεία Χάρη καί γι’ αὐτό πλανᾶται ὑπό τοῦ
διαβόλου, τοῦ κόσμου καί τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου (τῶν παθῶν). «Ποτίζει καί αὐξάνει
τά ἀγκάθια», κατά τό παράδειγμα τοῦ Ἁγίου Γέροντος Πορφυρίου, καί προγεύεται
τόν αἰώνιο θάνατο, πού εἶναι ὁ χωρισμός τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν Θεό. Ὅταν ὁ
ἄνθρωπος, διά τῆς εἰλικρινοῦς μετανοίας καί ἐξομολογήσεως καί τῆς ὅλης
μυστηριακῆς-ἀσκητικῆς ζωῆς, στρέφεται πρός τόν Θεό, τότε «ποτίζει καί αὐξάνει
τά λουλούδια, δηλαδή τίς ἀρετές». Τότε, τά δέχεται ὅλα ὡς δῶρα Θεοῦ μέ χαρά καί
εὐγνωμοσύνη. Ὅλα ὅσα τοῦ συμβαίνουν γίνονται, κατ’ αὐτόν τόν τρόπο, τά μέσα
πού ὁδηγοῦν στή σωτηρία του.
Ἡ μέ χαρά καί εὐχαριστία ἀποδοχή ὅσων μᾶς δίνει ὁ Θεός, εἶναι ἀπόδειξη πίστεως-
ἐμπιστοσύνης σ’ Αὐτόν καί ταπεινοφροσύνης. « Ἡ στενοχώρια», δίδασκε, «δείχνει
ὅτι δέν ἐμπιστευόμαστε τήν ζωή μας στόν Χριστό…Ὅλα νά τά ἀντιμετωπίζετε μέ

27
ἀγάπη, μέ καλοσύνη, μέ πραότητα, μέ ὑπομονή καί μέ ταπείνωση»[171].
Τόν διάβολο καί τό κακό, τήν ἁμαρτία καί τά πάθη θά πρέπει νά τά περιφρονοῦμε. Ἡ
καλλίτερη ἀντιμετώπιση τῶν παθῶν καί τοῦ διαβόλου εἶναι ἡ περιφρόνηση καί
ὄχι ἡ κατά μέτωπον ἐπίθεση ἐναντίον τους[172].
Αὐτό βέβαια δέν σημαίνει ὅτι ἐπιτρέπει ὁ Ὅσιος νά καλλιεργοῦμε τά πάθη ἤ νά
τά ὑποθάλπουμε ἤ νά μήν θέλουμε νά ἀπαλλαγοῦμε ἀπό αὐτά. Ὁ Ἅγιος Γέροντας
δίδασκε νά θέλουμε νά ἀπαλλαγοῦμε ἀπό τά πάθη ἀλλά νά μήν ἀγχωνόμαστε
οὔτε νά καταπληττόμαστε οὔτε νά ταραζόμαστε ἀπό τίς ἐπιθέσεις τους.
Ἁπλᾶ, ἔλεγε, καί ἁπαλά νά στρεφόμαστε πρός τόν Χριστό, ποτίζοντας μέ ὅλες τίς
ψυχοσωματικές μας δυνάμεις τόν ἀνθόκηπο τῶν ἀρετῶν, πράττοντας τό καλό
καί προπάντων κάνοντας προσευχή, ἔχοντας ἐμπιστοσύνη καί ἀγάπη στόν
Κύριο. Ἔτσι μαραίνονται τά πάθη ἀπό μόνα τους καί ὁ διάβολος φεύγει, διότι δέν
ἀνέχεται νά τόν περιφρονοῦμε, ἐπειδή ἔχει μεγάλο ἐγωισμό[173].
Σέ καμμιά περίπτωση ὁ Ἅγιος Γέροντας δέν δικαίωνε μέ τά λόγια του τά πάθη,
τήν ἁμαρτία καί τόν διάβολο.

Ἡ ἐκκοπή τοῦ θελήματος καί ἡ κατάθλιψη


ΤΟ ΘΕΛΗΜΑ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΧΑΛΚΙΝΟ ΤΕΙΧΟΣ ΠΟΥ ΜΑΣ ΧΩΡΙΖΕΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΕΟ
(ΑΒΒΑΣ ΠΟΙΜΗΝ)

Ὅποιος «ἔχει θέλημα» καί δέν τό καταπολεμᾶ διά τῆς ὑπακοῆς σέ Πνευματικό
πατέρα, ζεῖ ζωή ὑπερήφανη, ἐγωιστική, ζεῖ ὑπό τήν ἐπήρρεια τοῦ πονηροῦ πνεύματος
καί βασανίζεται. Οἱ ἄνθρωποι ταλαιπωροῦνται καί ταλαιπωροῦν διότι δέν κόβουν
τό θέλημά τους ὁ ἕνας στόν ἄλλο, κατά τό «Ὑπακούετε ἀλλήλοις».
Αὐτό, τό θέλημα εἶναι σύμφωνα μέ τούς Ἁγίους Πατέρες τό χάλκινο τεῖχος, πού
μᾶς χωρίζει ἀπό τόν Θεό διότι μᾶς ἐμποδίζει νά κάνουμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Διαβάζουμε στό Γεροντικό: «Ὁ ἀββᾶς Ποιμὴν εἶπε, ὅτι τὸ θέλημα τοῦ ἀνθρώπου
εἶναι τεῖχος χάλκινο ἀνάμεσα σ᾿αὐτὸν καὶ τὸ Θεό, καὶ πέτρα ποὺ (γυρίζει) καὶ
χτυπάει τὸν ἴδιο (τὸν ἄνθρωπο). Ἂν λοιπὸν τὸ ἐγκαταλείψει, θὰ λέει κι αὐτὸς (ὅπως ὁ
προφήτης Δαβίδ):«Ἐν τῷ Θεῷ μου ὑπερβήσομαι τεῖχος» (Ψαλμ. 17:30).Ἂν πάλι τὸ
δικαίωμα συνεργαστεῖ μὲ τὸ θέλημα, τότε ὁ ἄνθρωπος νικιέται»[1].
«Αἱματηρός» ἀγώνας ἀπαιτεῖται γιά τήν ἀποβολη τοῦ ἰδίου θελήματος. «Ἡ Πατερικὴ
πείρα χαρακτήρισε …τὸν ἀγώνα (τοῦ ἀνθρώπου) γιὰ τὴν ἐκκοπὴ τοῦ ἰδίου
θελήματος, σὰν μαρτύριο καὶ σταυρό. Ὁ ἀγώνας αὐτὸς ἀποτελεῖ βασικὸ στοιχεῖο τῆς
ὀρθόδοξης πνευματικότητας. Διότι ὅταν κανεὶς ἱκανοποιεῖ τὸ θέλημά του, ἀρχικὰ
ἀπολαμβάνει τὴν τέρψη τῆς ἡδονῆς, ἡ ὁποία ὅμως εἶναι ἐφήμερη, παραπλανητικὴ καὶ
καταλήγει γρήγορα σὲ ἀπογοήτευση καὶ πίκρα. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἡ ἐκκοπὴ τοῦ θελήματος
ἀξιολογεῖται περισσότερο ἀπὸ τὴ νηστεία καὶ τὴν προσευχή, oἱ ὁποῖες χωρὶς τὴν
ὑπακοὴ αὐξάνουν τὸν ἐγωκεντρισμὸ καὶ ἐνισχύουν τὴ φιλαυτία. Αὐτὸς ποὺ ἐπιμένει
στὸ θέλημά του ἔχει μεγάλη ἐμπιστοσύνη στὸν ἑαυτό του καὶ δὲν μπορεῖ νὰ γνωρίσει

28
τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ»[2].
Ὅσοι δέν ἀρνοῦνται τό θέλημά τους νοσοῦν ἀπό ὑπερηφάνεια καί αὐτοπεποίθηση.
« Ὁ ὑπερήφανος» γράφει ὁ Ἅγιος Σιλουανός ὁ Ἀθωνίτης, «δὲν ἀναζητεῖ τὸ θέλημα
τοῦ Θεοῦ , ἀλλὰ προτιμᾶ νὰ κατευθύνει ὁ ἴδιος τὴ ζωή του (ἐνν. κάνοντας τό
θέλημά του) . Καὶ δὲν καταλαβαίνει πώς , χωρὶς τὸν Θεὸ , δὲν ἐπαρκεῖ τὸ λογικό τοῦ
ἀνθρώπου γιὰ νὰ τὸν καθοδηγεῖ . Κι ἐγὼ , ὅταν ἐζοῦσα στὸν κόσμο προτοῦ νὰ
γνωρίσω τὸν Κύριο καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα , ἐστηριζόμουν στὸ λογικό μου . Ὅταν ὅμως
ἐγνώρισα μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστὸ , τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ , τότε
παραδόθηκε ἡ ψυχή μου στὸν Θεὸ καὶ δέχομαι ὁ,τιδήποτε θλιβερό μοῦ συμβεῖ καὶ
λέω : «Ὁ Κύριος μὲ βλέπει … Τί νὰ φοβηθῶ ;» Προηγουμένως ὅμως δὲν μποροῦσα
νὰ ζῶ κὰτ ‘ αὐτὸν τὸν τρόπο .
Γιὰ ὅποιον παραδόθηκε στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ἡ ζωὴ γίνεται πολὺ εὐκολότερη , γιατί
στὶς ἀρρώστιες , στὴ φτώχεια καὶ στὸ διωγμὸ σκέφτεται: «Ἔτσι εὐδόκησε ὁ Θεὸς καὶ
πρέπει νὰ ὑπομείνω γιὰ τὶς ἁμαρτίες μου»[3] .
Ὁ πνευματικά ὑγιής ἄνθρωπος ἀφήνεται στόν Θεό. Κάνει ὑπακοή καί ὅλα τοῦ
γίνονται ὅπως τά θέλει, διότι δέν θέλει τίποτα δικό του, ἀλλά πάντα αὐτό πού
θέλει ὁ Θεός. Ὅποιος ἔχει θέλημα καί ἐπιθυμίες αὐτός βασανίζεται καί
βασανίζει.
Ὁ Γέροντας Πορφύριος ἦταν πολύ αὐστηρός ἀπέναντι στόν ἄνθρωπο, πού δέν ἤθελε
νά κάνει ὑπακοή.
Χαρακτηριστικά ἔλεγε γιά κάποιον «ἀνυπότακτο ὑποτακτικό»: «Εἶχε ἔρθει ὁ … Τόν
ἐκάλεσα, γιατί εἶπε ὅτι δέν πηγαίνει στήν ἐκκλησία, διότι στήν ἐκκλησία παθαίνει
κακό, ὅταν αισθάνεται κλεισμένο χῶρο καί δέν μπορεῖ.
-Τοῦ λέω, τώρα τί εἶναι αὐτό, βρέ,! Ἐγώ θέλω νά πᾶς στήν ἐκκλησία, νά σηκωθεῖς
πρωί γιά νά ἔρθεις νά φυτέψουμε τά δέντρα. Κι’ ἐσύ μοῦ λές αὐτό;
-Ἄ μπά, λέει, δέν μπορῶ.
Τοῦ λέω, ἄκου νά σοῦ πῶ, νά ξέρεις ὅτι σ’ἔχω ἀφήσει ἐλεύθερο, δέν σοῦ μιλάω,
ἀλλά αἰσθάνομαι καί τύψεις, διότι ἐσύ, ἀντί νά συμμορφωθεῖς πιό πολύ ἐγωιστής
γίνεσαι, γιατί ὅπου θέλεις πηγαίνεις, ὅπου σοῦ καπνίσει, καί κάνεις καί ὅ,τι θέλεις
καί ἔτσι ἰσχυροποίηθηκε τό θέλημά σου καί ζεῖς μέσα στό κακό πνεῦμα καί
βασανίζεσαι. Ἐγώ, λέω, θ’ ἀρχίσω νά ἐφαρμόζω κανόνες. Δέν ἔχεις διαβάσει περί
ὑπακοῆς;
Λέει, ἔχω διαβάσει.
-Πού διάβασες ;
- Στήν Κλίμακα.
- Ἔ, δέν θυμᾶσαι τί λέει;
- Ἔ, λέει, θυμᾶμαι. Ἀλλά τώρα, ἔτσι πού μοῦ τά λές μ’ἐκβιάζεις καί δέν μπορῶ ἐγώ.

29
-Ἐγώ, λέω σ’ἐκβιάζω;
- Γιατί μοῦ εἶπες ὅτι θά μοῦ δίνεις τρία παξιμάδια τήν ἡμέρα νά τρώγω καί θά μέ
διώξεις ἀπ’ἐδῶ. Δέν εἶναι ἐκβιασμός;
- Ὄχι, εἶναι κανόνας αὐτός, γέροντας εἶμαι, μπορῶ νά σοῦ πῶ αὐτό. Τί θέλεις ἐσύ, νά
σέ πηγαίνουμε ὄπα! ὄπα ὄπα; μή μοῦ ἄπτου, καί νά λέμε, πρόσεχε μήν τό
στενοχωρέσουμε τό παιδί; Νά μήν τό τραυματίσουμε, νά μήν τοῦ ποῦμε τίποτα καί
τό πιάσουν τά νεῦρα του, ἡ μελαγχολία του; Τ’ ἀντιδραστικά του;Δηλαδή, νά
κοιτάζουμε ἐσένανε καί νά σέ φοβούμαστε μήπως σοῦ πούμε καμιά λέξη καί
στενοχωρηθεῖς. Αὐτό εἶναι μεγάλος ἐγωισμός, τοῦ λέω. Τί μοῦ κουβεντιάζεις;
-Μ’ἐκβιάζεις μοῦ λέει.
-Πῶς σ’ἐκβιάζω;
-Νά πού μοῦ λές αὐτά.
-Δέν εἶμαι πνευματικός σου; Δέν ἔρχεσαι ἐδῶ, δέν ἐξομολογεῖσαι, δέν σοῦ διαβάζω
εὐχή καί πηγαίνεις καί μεταλαβαίνεις; Δέν ἔχω ὑποχρέωση νά σοῦ πῶ ἔτσι; Τί θά πεῖ
σ’ἐκβιάζω; Πρέπει νά μάθεις νά ὑπακούεις, νά ταπεινώνεσαι»[4].
Ὁ Γέροντας-Πνευματικός Πατέρας ἔχει ὑποχρέωση νά κόβει τό θέλημα τοῦ
ὑποτακτικοῦ-πνευματικοῦ του παιδιοῦ προκειμένου νά τόν βοηθήσει πνευματικά.
Ἔτσι θεραπεύεται ὁ ἄνθρωπος διότι φεύγει ὁ ἐγωισμός, ἡ φιλαυτία πού εἶναι ἡ ρίζα
ὅλων τῶν παθῶν.
Ἔτσι φεύγει καί ἡ κατάθλιψη.
Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης

Ἐμπιστοσύνη στή Θεία Πρόνοια

Ἀπόσπασμα ἀπό τήν ἀπομαγνηματοφωνημένη ὁμιλία ‘Τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἡ


στενοχώρια καί ἡ ἀληθινή ἐλευθερία’, μέ τίτλο “Γράμμα ἀπό τόν Ἅγιο Σεραφείμ
τῆς Βίριτσα σ’ ἕνα πνευματικοπαίδι του”.
Σχολιάζει ὁ Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
Σχόλιο:Ὁ Ἅγιος Σεραφείμ τῆς Βίριτσα ἀπευθύνεται σάν νά εἶναι ὁ Χριστός καί νά
μιλάει σ’ ἐμᾶς. Μᾶς λέει ὁ Χριστός, λοιπόν:
Ἔχεις ποτέ σκεφτεῖ ὅτι ὅλα ὅσα ἀφοροῦν ἐσένα, ἀφοροῦν καί Ἐμένα;
Διότι αὐτά πού ἀφοροῦν ἐσένα ἀφοροῦν τήν κόρη τοῦ ὀφθαλμοῦ Μου, πού εἶσαι
ἐσύ.
Σχ.:»-Ἔχω τόση ἀγάπη γιά σένα», λέει ὁ Χριστός στόν καθένα μας, «πού εἶσαι σάν
τήν κόρη τοῦ ὀφθαλμοῦ Μου.»
Ἔτσι μᾶς ἀγαπάει ὁ Θεός.
Ἔτσι καί πολύ περισσότερο ἀγαπάει ὁ Θεός τόν καθένα μας προσωπικά καί μᾶς τό
ἔχει πεῖ μέ τίς ἴδιες Του τίς λέξεις, ὅτι:

30
«-Ἔχω φροντίσει καί ἔχω μετρήσει ἀκόμα καί τίς τρίχες τῆς κεφαλῆς σας.»Εἶσαι
πολύτιμη στά μάτια Μου καί σέ ἔχω ἀγαπήσει. (Σχ.:Μιλᾶ γιά τήν ψυχή).
Γι’ αὐτό εἶναι ἰδιαίτερη χαρά γιά Μένα νά σέ ἐκπαιδεύω.
Ὅταν οἱ πειρασμοί ἔρχονται ἐπάνω σου καί ὁ πολέμιος σάν τό ποτάμι,
θέλω νά ξέρεις ὅτι ἀπό Ἐμένα ἦταν αὐτό.
Σχ.:Εἶναι αὐτό πού λέγαμε: ὅτι δέν ὑπάρχουν δύο ἀρχές.
Κακῶς μερικοί λένε ὅτι ὁ διάβολος τά κάνει.
Ὁ Θεός εἶναι πού τά ἀφήνει νά γίνονται ὅλα.
Μπορεῖ νά χρησιμοποιεῖ τόν διάβολο σάν ἕνα, ἄς τό ποῦμε ἔτσι, ὄργανο ὑπηρετικό
της βουλῆς Του, ἀλλά τόν ἀφήνει ὅσο Αὐτός θέλει,
τοῦ βάζει πάντοτε ὅρια, καί ἡ δράση τοῦ διαβόλου ἔχει πάντοτε ἡμερομηνία λήξης.
Ὅλα αὐτά πού γίνονται καί ὅλα αὐτά πού ἀπειλοῦνται στήν προσωπική μας, στήν
οἰκογενειακή καί στήν ἐθνική μας ζωή, καί στό γένος μας ὁλόκληρο, ἔχουνε σίγουρα
ἡμερομηνία λήξης
καί ἔχουνε καί ἕνα σημεῖο ὅπου θά σταματήσουν, γιατί εἶναι ὅλα κάτω ἀπό τόν
ἔλεγχο τοῦ Θεοῦ.
Τίποτα δέν γίνεται ἀνεξέλεγκτα καί ὅλα θά πᾶνε μέχρι ἐκεῖ πού θά εἶναι πρός
ὠφέλειά μας.
Ὁπότε, ὅλα εἶναι ἀπό Ἐμένα καί γι’ αὐτό νά εἶσαι ἥσυχος.
Θέλω νά ξέρεις ὅτι ἡ ἀδυναμία σου ἔχει ἀνάγκη ἀπό τήν δύναμή Μου,
καί ἡ ἀσφάλειά σου βρίσκεται στό νά Μέ ἀφήνεις νά σέ προστατεύω.
Σχ.:Γιατί δυστυχῶς δέν ἀφήνουμε τόν Θεό νά μᾶς προστατέψει, καί αὐτό συμβαίνει
ἀκριβῶς διότι δέν προσευχόμαστε.Ὁπότε, δέν δίνουμε δικαίωμα στόν Θεό νά
παρέμβει στήν ζωή μας προστατευτικά.Καί ὁ λόγος πού δέν Τόν ἀφήνουμε εἶναι
γιατί εἴμαστε ὑπερήφανοι καί λέμε:
«-Ἐγώ θά τό κάνω, μόνος μου. Θά δουλέψω γιά νά ζήσω, γιά νά προστατέψω τήν
ζωή μου, θά ἀσφαλιστῶ, θά μαζέψω πτυχία γιά μένα καί γιά τό παιδί μου, γιά νά ἔχω
ἐξασφαλισμένη τήν ζωή μου».
Καί ὅμως βλέπουμε ὅτι καθόλου ἐξασφαλισμένη δέν εἶναι ἡ ζωή μας,
ἀκόμα κι ἄν ἔχουμε τόσα καί τόσα ἀνθρώπινα ἐφόδια καί στηρίγματα.
Ὁ Θεός λοιπόν μᾶς παρακαλεῖ νά Τόν ἀφήσουμε νά μᾶς προστατέψει.
Καί ἴσως πεῖτε:
» -Μά γιατί δέν τό κάνει μόνος Του καί περιμένει νά Τοῦ τό ζητήσουμε;»
«-Γιατί ἀκριβῶς μᾶς ἔχει φτιάξει ἐλεύθερους, μᾶς ἔχει φτιάξει εἰκόνες Του, καί
σέβεται αὐτήν τήν ἐλευθερία μας καί δέν θέλει νά τήν καταπατήσει».
Γιατί, ἄν τό κάνει ἀπό μόνος Του καί παρέμβει στήν ζωή μας, κάλλιστα θά Τοῦ
ποῦμε κάποιοι:
«-Γιατί μᾶς ἐμποδίζεις νά κάνουμε αὐτό πού θέλουμε; Γιατί μᾶς στερεῖς αὐτό πού
μᾶς ἔχεις χαρίσει;»
Καί θά ἔχουμε δίκιο. Γι’ αὐτό ὁ Θεός δέν παρεμβαίνει, ἄν ἐμεῖς δέν Τοῦ τό
ζητήσουμε.
Θέλω νά ξέρεις ὅτι, ὅταν βρίσκεσαι σέ δύσκολες συνθῆκες μεταξύ τῶν ἀνθρώπων
πού δέν σέ καταλαβαίνουν, πού δέν λογαριάζουν αὐτά πού σου εἶνα εὐάρεστα, καί σέ

31
ἀπομακρύνουν ἀπό κοντά τους, ἀπό Ἐμένα ἦταν αὐτό.
Δέν εἶναι ἀπό τούς κακούς ἀνθρώπους οὔτε ἀπό τόν διάβολο.
Ἐγώ τό ἐπιτρέπω, γιά τό καλό σου.
Εἶμαι ὁ Θεός σου.
Οἱ περιστάσεις τῆς ζωῆς σου εἶναι στά χέρια Μου.
Δέν βρέθηκες τυχαία στήν θέση που βρίσκεσαι.
Εἶναι ἀκριβῶς ἡ θέση πού σοῦ ἔχω ὁρίσει.
Σχ.:Καί ὁ σταυρός πού σηκώνουμε, εἶναι αὐτός ἀκριβῶς ὁ σταυρός πού μᾶς
ταιριάζει.
Ξέρετε αὐτήν τήν ἱστορία μέ κάποιον πού δέν ἦταν εὐχαριστημένος;
Καί ἔλεγε :
«-Θεέ μου, ἕναν πιό ἐλαφρύ σταυρό δέν μποροῦσες νά μοῦ δώσεις;»
Καί τόν πῆρε ὁ Ἄγγελος ἐκεῖ στήν αἴθουσα πού εἶχε ὅλους τούς σταυρούς καί τοῦ
λέει:
«- Ἰδού, αὐτοί εἶναι ὅλοι οἱ σταυροί. Διάλεξε ποιόν θέλεις γιά δικό σου».
Ἔψαχνε, ἔψαχνε, καί ὅλοι ἤτανε βαριοί. Τελικά βρῆκε κάποιον ἐλαφρύ καί λέει :
«-Ἄ, αὐτός μοῦ κάνει.»
Καί τοῦ λέει ὁ Ἄγγελος :
«-Αὐτός εἶναι ὁ σταυρός σου, αὐτόν πού ἤδη ἔχεις».
Ἤτανε, δηλαδή, ὁ ἴδιος σταυρός πού τοῦ εἶχε δώσει καί ὁ Χριστός.
Καί ἴσως πεῖτε :
«-Χωρίς σταυρό δέν γίνεται;»
«-Χωρίς σταυρό; Ὄχι, δέν γίνεται.
Ζωή χωρίς σταυρό, εἶναι ζωή χωρίς Ἀνάσταση.
Λοιπόν, ἐπειδή θέλουμε τήν Ἀνάσταση, θά περάσουμε ἀπό τόν σταυρό.
Ὅπως καί ὁ Χριστός μας, ἄν καί ἦταν ἀναμάρτητος, πέρασε ἀπό τόν σταυρό.
Ἐμεῖς πού εἴμαστε καί ἁμαρτωλοί, πῶς ζητᾶμε νά μήν ἔχουμε σταυρό;
Πῶς μπορεῖς νά ἐλευθερωθεῖς ἀπό ὅλη αὐτήν τήν ἡδονή, ἀπό ὅλο αὐτό τό δηλητήριο
τῆς ἡδονῆς, χωρίς ὀδύνη, χωρίς πόνο, χωρίς κόπο;
Πῶς μπορεῖς νά θεραπευτεῖς χωρίς νά πάρεις αὐτό τό πικρό φάρμακο πού δίνει ὁ
γιατρός;
Ἐσύ δέν ἤσουν πού Μέ παρακαλοῦσες νά σοῦ μάθω τήν ταπείνωση;
Καί νά, σέ αὐτό ἀκριβῶς τό περιβάλλον σέ ἔβαλα, στό σχολεῖο ὅπου διδάσκουν
ἀκριβῶς αὐτό τό μάθημα.
Σχ.:»-Πῶς μαθαίνουμε τήν ταπείνωση;»
«-Μέσα ἀπό τήν ταλαιπωρία, μέσα ἀπό τόν σταυρό, μέσα ἀπό τόν κόπο».
Τό περιβάλλον σου καί αὐτοί πού ζοῦν γύρω σου δέν ἐκτελοῦν παρά μόνον τό
θέλημά Μου.
Ἔχεις οἰκονομικές δυσκολίες καί μόλις πού τά βγάζεις πέρα;
Νά ξέρεις ὅτι ἀπό Ἐμένα ἦταν αὐτό.
Θέλω νά ξέρεις ὅτι Ἐγώ διαθέτω τά χρήματά σου, καί νά καταφεύγεις σέ Ἐμένα καί
νά γνωρίζεις ὅτι ἐξαρτᾶσαι ἀπό Ἐμένα.
Θέλω νά ξέρεις ὅτι τά ἀποθέματά Μου εἶναι ἀνεξάντλητα καί νά εἶσαι βέβαιος ὅτι

32
εἶμαι πιστός στίς ὑποσχέσεις Μου.
Σχ.Ὅλα τά χρήματα καί τά ἀγαθά εἶναι τοῦ Θεοῦ. Καί ἴσως πεῖτε :
«-Γιατί δέν μᾶς τά δίνει;»
«-Εἴτε γιατί δέν μᾶς συμφέρει εἴτε γιατί δέν Τοῦ τό ζητᾶμε ἤ γιατί δέν κάνουμε αὐτό
πού λέει».
Ὁ Θεός εἶπε ὅτι θά μᾶς τά δώσει ὅλα, ἀρκεῖ ἐμεῖς νά κάνουμε αὐτό τό ἕνα:
«Νά ζητᾶμε νά βασιλέψει ὁ Ἴδιος στήν ζωή μας, νά εἶναι Αὐτός Κύριος στήν ζωή
μας.
Νά μήν συμβεῖ ποτέ νά σοῦ ποῦν στήν ἀνάγκη σου:
«ΜΗΝ ΠΙΣΤΕΥΕΙΣ ΣΤΟΝ ΚΥΡΙΟ ΚΑΙ ΘΕΟ ΣΟΥ».
Ἔχεις περάσει ποτέ νύχτα μέσα στήν θλίψη ???
Εἶσαι χωρισμένος ἀπό τούς συγγενεῖς σου, τούς ἀνθρώπους πού ἀγαπᾶς;
Σοῦ τό ἐπέτρεψα γιά νά στραφεῖς σ’ Ἐμένα καί σ’ Ἐμένα νά βρεῖς τήν αἰώνια
παρηγοριά καί ἀνακούφιση.
Σέ ξεγέλασε ὁ φίλος σου ἤ κάποιος πού τοῦ εἶχες ἀνοίξει τήν καρδιά σου;
Ἀπό Ἐμένα ἦταν αὐτό.
Ἐγώ ἐπέτρεψα νά σέ ἀγγίξει αὐτή ἡ ἀπογοήτευση, γιά νά μάθεις ὅτι ὁ καλύτερός σου
φίλος εἶναι ὁ Κύριος.
Σχ.:Καί παραγματικά, ὅπως εἶπε καί ἕνας σύγχρονος Γέροντας:
«-Τελικά, ὅλοι θά μᾶς προδώσουν, γιατί ἔτσι εἴμαστε ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, ἀδύναμοι.
Καί τήν μία εἴμαστε στίς καλές μας καί τήν ἄλλη γινόμαστε ζηλιάρηδες, φθονεροί,
καί ἐχθρευόμαστε τούς καλύτερους φίλους μας.
Ἐκεῖνος πού ποτέ δέν μᾶς προδίδει εἶναι ὁ Χριστός.
Θέλω νά τά φέρνεις ὅλα σ’ Ἐμένα καί ὅλα νά Μοῦ τά λές. (Σχόλιο…λέει ὁ Χριστός
στήν ψυχή μας.)
Σέ συκοφάντησε κάποιος;
Νά τό ἀφήσεις σ’ Ἐμένα. Μήν πᾶς νά πάρεις ἐκδίκηση μόνος σου.
Σ’ Ἐμένα νά προσκολληθεῖς, σ’ Ἐμένα νά βρίσκεις προστασία καί καταφύγιο ἀπό
τήν ἀντιλογία τῶν ἐθνῶν.
Θά κάνω τήν δικαιοσύνη σου νά λάμψει σάν φῶς καί τήν ζωή σου σάν μέρα
μεσημέρι.
Καταστράφηκαν τά σχέδιά σου;
Λύγισε ἡ ψυχή σου καί εἶναι ἐξαντλημένη;
Ἀπό Ἐμένα ἦταν αὐτό.
Σχ.:Καί δέν πρέπει νά στενοχωριόμαστε ποτέ.
Κάνουμε πολλά σχέδια οἱ ἄνθρωποι. Κακῶς κάνουμε.
Ἕνα μόνο σχέδιο πρέπει νά ἔχουμε, τό πώς νά πᾶμε στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, καί
ὅλα τά ἄλλα νά τά ἀφήνουμε στόν Θεό.
«Ἀρκετόν τῇ ἡμέρᾳ ἡ κακία αὐτῆς», λέει ὁ Κύριος [Ματθ. 6:34]
Ἄσε τό τί θά κάνεις τήν ἑπόμενη μέρα. Κοίτα τό σήμερα.
Δηλαδή, ἡ σημερινή ἡμέρα ἔχει ἤδη ἀρκετές σκοτοῦρες. Μήν ἀγχώνεστε γιά τό
αὔριο.
Ἔκανες σχέδια, ἔβαλες σκοπό νά πετύχεις τούς δικούς σου στόχους, καί Μοῦ τά

33
ἔφερες νά τά εὐλογήσω.
Ὅμως ἐγώ θέλω νά τά ἀφήνεις σ’ Ἐμένα, νά κατευθύνω Ἐγώ καί νά χειραγωγῶ Ἐγώ
τίς περιστάσεις τῆς ζωῆς σου.
Σχ.:Συνήθως ἔτσι κάνουμε. Γράφουμε σέ μιά κόλλα χαρτί:
«-Θέλω, θέλω, θέλω».
Τό πετᾶμε στόν Θεό καί τοῦ λέμε:
«-Κοίτα το, Θεέ μου, καί ὑπόγραψε ἀπό κάτω, γιατί ἀλλιῶς θά τά χαλάσουμε».
Ἐνῶ κανονικά θά ἔπρεπε τήν κόλλα τοῦ χαρτιοῦ νά Τοῦ τήν δίνουμε λευκή, νά
ὑπογράφουμε ἐμεῖς ἐν λευκῶ καί νά λέμε :
«-Χριστέ μου, γράψε πάνω σέ αὐτό τό χαρτί Ἐσύ ὅτι θέλεις. Ὁδηγός στήν ζωή μου
ἄς εἶναι τό δικό Σου θέλημα.»
Γιατί ἐσύ εἶσαι ἕνα ὀρφανό καί ὄχι ὁ πρωταγωνιστής.
Σχ.:Ἐμεῖς ὀρφανά σέ βρεφική ἡλικία εἴμαστε, ἀλλά θέλουμε νά παριστάνουμε τόν
κύριο στόν ΚΥΡΙΟ, καί εἶναι ἀνοησία αὐτό τό πράγμα.
Σάν νά ἔχεις τό μωρό σου, ἄς ποῦμε, καί νά σοῦ λέει τό μωρό:
«-Κοίταξε, μπαμπά, αὐτό θά κάνεις γιά μένα».
Σέ βρῆκαν ἀπροσδόκητες ἀποτυχίες καί κατέλαβε τήν καρδιά σου ἡ ἀπελπισία;
Θέλω νά ξέρεις ὅτι ἀπό Ἐμένα ἦταν αὐτό καί δέν θά ἔπρεπε νά σέ καταλάβει ἡ
ἀπελπισία.
Διότι, μέ αὐτήν τήν κούραση καί τήν δυσκολία πού σοῦ βάζω, δοκιμάζω πόσο
ἰσχυρή εἶναι ἡ πίστη σου στίς ὑποσχέσεις Μου.
Καί, ἄν ἔχεις ἄγχος, φανερώνεις τήν ὀλιγοπιστία σου.
Δοκιμάζω καί τήν πάρρησία σου στήν προσευχή πού κάνεις γιά τούς συγγενεῖς σου.
Σχ.:Ὅταν π.χ. βλέπεις νά ταλαιπωροῦνται οἱ συγγενεῖς σου καί τούς ἐμπιστεύεσαι
στόν Θεό.
Ἄν δέν τούς ἀφήνεις στόν Θεό, σημαίνει ὅτι δέν ἔχεις καλή σχέση μέ τόν Θεό. Δέν
ἔχεις σωστή ἀντίληψη γιά τόν Θεό.
“Ἑαυτούς καί ἀλλήλους καί πάσαν τήν ζωήν ἠμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα”[ἀπό
τήν Θ. Λειτουργία].
Καί τούς ἄλλους, δηλαδή, πρέπει νά τούς ἀφήσουμε στόν Θεό.
Οἱ γονεῖς πολλές φορές πάσχουν γιά τά παιδιά, ἀγωνίζονται, ἀγωνιοῦν καί
ἀγχώνονται, ἐνῶ θά ἔπρεπε καί τά παιδιά νά τά ἐμπιστευτοῦν στόν Θεό. Οἱ γονεῖς
δέν εἶναι ἰδιοκτῆτες τῶν παιδιῶν.
Εἶναι ἁπλῶς «κηδεμόνες», δηλαδή «φροντιστές» καί ὁ Θεός τούς κάνει τιμή πού
τούς δίνει τά παιδιά γιά ὁρισμένο χρόνο, πρωτίστως γιά νά τά βοηθήσουν νά πᾶνε
στόν Παράδεισο καί δευτερευόντως γιά νά τά θρέψουνε βιολογικά.
Ἐσύ δέν ἤσουν πού ἐμπιστεύτηκες τήν φροντίδα τους στήν προνοητική Μου ἀγάπη;
Ἐσύ δέν εἶσαι πού ἀκόμη καί τώρα τούς ἀφήνεις στήν προστασία τῆς Πάναγνου
Μητέρας Μου;
Σχ.:Πόσες φορές τό λέμε:
«-Παναγία μου, τακτοποίησέ το ἐσύ. Χριστέ μου, τακτοποίησέ το Ἐσύ».
Τό λέμε, ἀλλά πῶς τό ξεχνᾶμε μετά καί ἀγχωνόμαστε πάλι;
Σέ βρῆκε σοβαρή ἀσθένεια πού μπορεῖ νά γιατρευτεῖ ἤ πού εἶναι ἀθεράπευτη καί σέ

34
κάρφωσε στό κρεβάτι σου;
Ἀπό Ἐμένα ἦταν αὐτό.
Σχ. :Δέν εἶναι ἀπό τά δηλητήρια πού μᾶς ποτίζουνε.
Ὄχι. Ὅλα αὐτά εἶναι ἀνθρώπινα αἴτια, ἀλλά τίποτε ἀπό αὐτά δέν ἐνεργεῖ, ἐάν δέν
θέλει ὁ Θεός.
Ἐπειδή θέλω νά Μέ γνωρίσεις πιό βαθιά, μέσω τῆς σωματικῆς ἀσθένειας, καί νά μήν
γογγύζεις γι’ αὐτήν τήν δοκιμασία πού σοῦ στέλνεται καί νά μήν προσπαθεῖς νά
καταλάβεις τά σχέδιά Μου γιά τήν σωτηρία τῆς ψυχῆς τῶν ἀνθρώπων μέ διάφορους
τρόπους,
ἀλλά ἀγόγγυστα καί ταπεινά νά σκύψεις τό κεφάλι σου μπροστά στήν ἀγαθότητά
Μου.
Γι’ αὐτό σου δίνονται οἱ ἀσθένειες.
Γιά νά βρεῖς τόν ἑαυτό σου, τόν ἀληθινό ἑαυτό σου, καί τήν σωστή σχέση μαζί Μου.
Νά μάθεις νά ἀφήνεσαι ὁλοκληρωτικά σ’ Ἐμένα καί νά μήν στηρίζεσαι καθόλου
στόν ἑαυτό σου.
Ὀνειρευόσουν νά κάνεις κάτι ξεχωριστό καί ἰδιαίτερο γιά Ἐμένα καί ἀντί νά τό
κάνεις ἔπεσες στό κρεβάτι τοῦ πόνου;
Ἀπό Ἐμένα ἦταν αὐτό.
Σχ.:Πολλές φορές σχεδιάζουμε νά κάνουμε πράγματα γιά τόν Θεό καί ἔρχεται μία
ἀσθένεια καί σέ σταματάει. Καί λές:
«-Μά Θεέ μου, ἐγώ γιά Ἐσένα θά τό ἔκανα».
Κι ὅμως, ὑπάρχει καί κάτι ἄλλο ἀνώτερο:
«-Τό νά ἀφεθεῖς πλήρως στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, νά ἀναθεωρήσεις τά δικά σου σχέδια,
νά ἀφεθεῖς στό σχέδιο καί στό πρόγραμμα τοῦ Θεοῦ, καί αὐτό εἶναι πολύ πιό
εὐάρεστο.
Διότι τότε, ἄν σέ ἄφηνα νά κάνεις τά δικά σου σχέδια, θά ἤσουν βυθισμένος στά δικά
σου ἔργα.
Σχ.:Καί βεβαίως θά γέμιζες καί μέ μιά ἱκανοποίηση, πιθανῶς καί μέ μιά
ὑπερηφάνεια, μέ ἕναν ἐγωισμό καί μέ μιά αὐτάρκεια.
Καί Ἐγώ δέν θά μποροῦσα νά προσελκύσω τήν σκέψη σου σ’ Ἐμένα.
Σέ θέλω νά Μέ ἀγαπᾶς ἐξ’ ὅλης τῆς ψυχῆς καί τῆς καρδίας καί τῆς διανοίας σου, ὄχι
γιά Ἐμένα, ἀλλά γιά ἐσένα.
Σχ.:Γιατί αὐτό εἶναι τό ἀληθινό συμφέρον τοῦ ἀνθρώπου.
Νά εἶναι κολλημένος μέ ὅλη του τήν ψυχή, μέ ὅλη του τήν σκέψη καί μέ ὅλη του τήν
καρδιά στόν Θεό.
Ἐγώ θέλω νά σοῦ διδάσκω τίς βαθύτερες σκέψεις καί τά μαθήματά Μου, γιά νά Μέ
ὑπηρετεῖς.
Θέλω νά σοῦ μάθω νά ἔχεις τήν ἐπίγνωση πώς εἶσαι ἕνα τίποτα χωρίς Ἐμένα.
Σχ.:Μάθετε ὅτι: «χωρίς Ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν»[Ἰωάν. 15:5].
Χωρίς τόν Χριστό, εἴμαστε ἕνα τίποτα καί δέν μποροῦμε νά κάνουμε τίποτα.
Αὐτό θέλει νά μᾶς μάθει ὁ Χριστός μέ ὅλες αὐτές τίς δοκιμασίες.
Γιατί ἔτσι ταπεινωνόμαστε καί ἔτσι προοδεύουμε.
Μερικοί ἀπό τούς καλύτερους υἱούς Μου, εἶναι αὐτοί πού εἶναι ἀποκομμένοι ἀπό τήν

35
δραστήρια ζωή.
Σχ.:Τήν ζωή τῆς δράσης δηλαδή. Βλέπεις ἕναν ἀνάπηρο, βλέπεις ἕνα παιδάκι πού
εἶναι λίγο διανοητικά καθυστερημένο, βλέπεις ἕναν ἄνθρωπο πού τόν θεωρεῖς ὅτι
βρίσκεται στό περιθώριο τῆς ζωῆς, καί λές:
«-Ἐ τώρα, αὐτός τί εἶναι; Ἕνας ἄχρηστος ἄνθρωπος…».
Κι ὅμως, πολλές φορές αὐτοί οἱ ἄνθρωποι εἶναι πού ψέλνουν μαζί μέ τούς Ἀγγέλους.
Αὐτοί εἶναι γιά τόν Θεό οἱ πιό δραστήριοι ἄνθρωποι, γιατί προσεύχονται καί ὁ νοῦς
τους εἶναι κολλημένος συνέχεια στόν Χριστό.
Καί τούς ἔδωσε ὁ Θεός αὐτήν τήν δωρεά, νά εἶναι ἀκίνητοι σωματικά καί νά εἶναι σέ
μεγάλο βαθμό εὐκίνητοι πνευματικά καί νά μοιάζουν καί νά ζοῦν μέ τούς Ἀγγέλους
ἀπό αὐτήν τήν ζωή.
Μερικά ἀπό τά καλύτερα παιδιά Μου εἶναι ἀποκομένα ἀπό τήν ζωή τῆς δράσης, γιά
νά μάθουν νά χειρίζονται τό ὅπλο τῆς ἀδιάλειπτης προσευχῆς.
Σχ.:Πού εἶναι καί τό μεγαλύτερο καί δυνατότερο ὅπλο πού διαθέτει ὁ Χριστιανός.
Κλήθηκες ἀπροσδόκητα νά ἀναλάβεις μία δύσκολη καί ὑπεύθυνη θέση, στηριγμένη
σ’ Ἐμένα.
Σοῦ ἐμπιστεύομαι τίς δυσκολίες αὐτές, καί γι’ αὐτό θά σέ εὐλογήσει ὁ Κύριος ὁ Θεός
σου σέ ὅλα τά ἔργα σου, σέ ὅλους τους δρόμους σου.
Καθοδηγητής καί δάσκαλός σου σέ ὅλα θά εἶναι ὁ Κύριος.
Τήν ἡμέρα αὐτήν, στά χέρια σου, τέκνον μου, ἔδωσα αὐτό τό δοχεῖο μέ τό Θεῖο
Μύρο γιά νά τό χρησιμοποιεῖς ἐλεύθερα.
Νά θυμᾶσαι πάντοτε ὅτι κάθε δυσκολία πού θά συναντήσεις, κάθε προκλητική λέξη,
κάθε διαβολή καί κατάκριση, κάθε ἐμπόδιο στά ἔργα σου, πού θά μποροῦσε νά
προκαλέσει ἀγανάκτηση καί ἀπογοήτευση, κάθε φανέρωση τῆς ἀδυναμίας καί τῆς
ἀνικανότητάς σου, θά χρείεται μέ αὐτό τό ἔλαιο, ὅτι καί αὐτό ἀπό Ἐμένα ἦταν.
Σχ.:Ὅλα αὐτά λοιπόν πού μᾶς συμβαίνουν, τά καθημερινά,
τά ὁποία μᾶς στεναχωροῦν πολλές φορές, μᾶς δυσαρεστοῦν καί μᾶς χαλοῦν τήν
διάθεση, δέν εἶναι τυχαία (ἀπό ἁπλή σύμπτωση).
Τίποτα δέν εἶναι τυχαῖο, γιατί τύχη δέν ὑπάρχει.
Ὑπάρχει μόνον ὁ Θεός καί ἡ στοργική Του Πρόνοια.
Καί θά πρέπει ὁἄνθρωπος νά φιλοσοφεῖ σέ κάθε στιγμή καί σέ κάθε γεγονός τῆς
ζωῆς του καί νά προσπαθεῖ ἐπίσης νά μαθαίνει, ἄν θέλει,
γιατί ὁ Θεός παραχώρησε καί ἐπέτρεψε αὐτό τό συγκεκριμένο γεγονός, αὐτήν τήν
συνάντηση, αὐτήν τήν συνομιλία, αὐτήν τήν κατάκριση καί τήν παρατήρηση πού
δέχθηκε, αὐτήν τήν ζήλια καί τόν φθόνο πού ἀντιμετώπισε.
Γιά ποιόν λόγο;
Εἶναι σίγουρα πάντοτε γιά τό καλό του.
Ἀλλά, μπορεῖ, ἄν θέλει, νά ἐρευνήσει περισσότερο καί νά μάθει τί παραπάνω μπορεῖ
νά κάνει αὐτός, γιά νά ἐπωφεληθεῖ ἀπό αὐτήν τήν εὐκαιρία.Γιατί κάθε στιγμή εἶναι
μία εὐκαιρία τοῦ Θεοῦ στήν ζωή μας.
Κάθε περίσταση, κάθε γεγονός, εἶναι μία πρόκληση καί μία πρόσκληση τῆς ἀγάπης
τοῦ Θεοῦ στήν καρδιά μας, ὥστε νά Τόν πλησιάσουμε, νά Τόν ἀγαπήσουμε καί νά
μποῦμε στήν Βασιλεία Του.

36
Νά θυμᾶσαι πώς κάθε ἐμπόδιο εἶναι νουθεσία ἀπό τόν Θεό, καί γι’ αὐτό νά βάλεις
καλά μές στήν καρδιά σου τόν λόγο πού σου ἀπεκάλυψα σήμερα.
Ὅτι: Ἀπό Ἐμένα ἦταν αὐτό.
Σχ.:»-Ποιό δηλαδή;»
«-Τό ἐμπόδιο».
Βλέπετε, καί ὁ λαός τό λέει πολύ σοφά :
«-Κάθε ἐμπόδιο γιά καλό».
Ἑπομένως, δέν πρέπει νά δυσανασχετοῦμε ὅταν μᾶς ἔρχεται ἕνα ἐμπόδιο.
Ἄν δυσανασχετεῖς, ἄν στεναχωρεῖσαι ὅταν σου χαλᾶνε τά σχέδια, νά ξέρεις ὅτι ἔχεις
ὑπερηφάνεια, ὅτι ἔχεις θέλημα, ὅτι ἔχεις ἐγωισμό καί ὅτι ἔχεις προσκόλληση σ’ αὐτό
τό θέλημα τό δικό σου.
Ἐνῶ βλέπετε πόσο σοφά τό λέει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ μέ τό στόμα τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου,
τοῦ ἀδελφοθέου;
Ἀκοῦστε τώρα αὐτοί πού λέτε:
«-Σήμερα ἤ αὔριο θά πᾶμε σέ αὐτήν ἤ τήν ἄλλη πόλη, …θά μείνω γιά ἔναν χρόνο ἐκεῖ,
θά δραστηριοποιηθῶ ἐπιχειρηματικά καί θά βγάλω χρήματα.».
Γιατί; Ἀφοῦ δέν ξέρουμε τί μᾶς ξημερώνει αὔριο. Ἀντ’ αὐτοῦ θά ἔπρεπε νά ποῦμε:
«-Ἄν θέλει ὁ Θεός, θά ζήσουμε καί θά κάνουμε αὐτό ἤ ἐκεῖνο».[Ἰακ. 4:13-15])
Θέλω νά ξέρεις καί νά θυμᾶσαι πάντα, ὅπου καί ἄν εἶσαι, ὅτι: ὁποιοδήποτε κεντρί κι
ἄν σέ τρυπήσει, θά ἀμβλυνθεῖ, μόλις θά μάθεις σέ ὅλα νά βλέπεις Ἐμένα.
Σχ.:Ἕνα κεντρί πού μᾶς πληγώνει καί μᾶς πονάει, ἕνα γεγονός, ὁποιοδήποτε καί νά
εἶναι αὐτό, θά γίνει πολύ ἁπαλό, πολύ ἀμβλύ, ὅταν πιστέψεις καί μάθεις ὅτι ὅλα εἶναι
ἀπό τόν Θεό.
Τότε δεχόμαστε ὅλα τά κεντριά καί τά κεντρίσματα μέ ἄλλη διάθεση, τά βλέπουμε
διαφορετικά,μέ ἄλλη προοπτική, μέ ἄλλη καρδιά, καί τά δεχόμαστε μέ χαρά.
Ὅλα σοῦ στάλθηκαν ἀπό Ἐμένα γιά τήν τελείωση τῆς ψυχῆς σου.
Ὅλα αὐτά ἦταν ἀπό Ἐμένα.
Σχ.:Καί μακάριος αὐτός πού θά πιστέψει αὐτά τά λόγια του Ἁγίου, ὅτι:
Ὅλα εἶναι ἀπό τόν Θεό καί ὅλα ἑπομένως εἶναι γιά τό καλό του. Ὅλα λειτουργοῦν
γιά τό καλό μας.Ὅλα λειτουργοῦνε στό νά μᾶς βοηθήσουνε νά βαθύνει καί νά
αὐξηθεῖ ἡ μετάνοιά μας καί ἡ συντριβή μας, καί νά σταθεροποιηθοῦμε στήν
πνευματική μας ζωή, στήν κατά Χριστόν ζωή μας.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης

Ἡ ταλαιπωρία.Ἡ ἀφοβία, τό ἀνεπηρέαστον ἀπό τίς δυσκολίες.

Ἡ ταλαιπωρία. Πάντοτε οἱ Ἅγιοι βρισκόντουσαν σέ ταλαιπωρίες. Τό βλέπουμε στή


ζωή τῶν μεγάλων Πατριαρχῶν καί μάλιστα τοῦ Ἀβραάμ καί τοῦ Ἰακώβ, τόν ὀποῖον
μισοῦσε καί καταδίωκε ὁ δίδυμος ἀδελφός του[28], ἀλλά καί στή ζωή ὅλων τῶν
Ἁγίων. Ἡ ἀφοβία, τό ἀνεπηρέαστον ἀπό τίς δυσκολίες. Οἱ ἅγιοι δέν ἐπάθαιναν
τίποτε ὅσο φοβερές καί ἄν ἦταν οἱ ἐξωτερικές συνθῆκες. «Οἱ δίκαιοι ἀκόμη καί ἄν
βρίσκονται μέσα στήν κακοκαιρία, ἀκόμη καί ἄν μέσα στή θάλασσα, ἀκόμη καί ἄν

37
μέσα στό πέλαγος, τίποτε δέν παθαίνουν φοβερό, ἀλλά καί ἄλλους σώζουν μαζί
τους»[29].

Ἡ ξενιτεία, τό ταπεινό, τό ἀπέριττο

Ἡ πολιτεία τους, ὁ τρόπος ζωῆς τους, ἡ ὅλη τους βιοτή ἦταν συνεσταλμένη καί
ἀπέριττος. Ζοῦσαν ὡς ξένοι καί πάροικοι καί παρεπίδημοι, ὡς προσωρινοί καί
συνεχεῖς μετανάστες. Λέγει ὁ ἱερός Χρυσόστομος διηγούμενος τήν ζωή τοῦ Ἁγίου
Πατριάρχου Ἀβραάμ, τοῦ σκηνίτου, πού συνεχῶς μετεκινεῖτο: «Δές τήν διαγωγή, τόν
τρόπο ζωῆς, τῶν δικαίων ὅτι ἦταν συνεσταλμένος καί ἀπέριττος, καί ὅτι μέ εὐκολία
μετανάστευαν καί ὅπως ἀκριβῶς οἱ πάροικοι καί παρεπίδημοι, ἔτσι οἰκονομοῦσαν τή
ζωή τους καί ἄλλοτε μέν ἐδῶ, ἄλλοτε δέ ἔστηναν τίς σκηνές, ὡσάν νά ζοῦσαν στήν
ξενιτειά.Ὄχι ὅπως κάνουμε ἐμεῖς, πού κατοικοῦμε τήν ξενιτειά ὡς πατρίδα καί
κατασκευάζουμε λαμπρές κατοικίες καί στοές καί περιπάτους καί ἔχουμε ἀγρούς καί
κατασκευάζουμε λουτρά καί ἄλλα μύρια πράγματα»[26]. Καί πάλι διδάσκει ὁ Ἅγιος:
«Καθένας ἀπό τούς δίκαιους, ζοῦσε στή ζωή αὐτή, ὡσαν νά εὑρίσκετο στήν
ξενιτειά»[27].

Ἡ χρησιμοθηρική σχέση μέ τόν Θεό.

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΜΙΛΙΑ: Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ (Ἀρχ.Σάββα Ἁγιορείτου)


ΠΡΕΠΕΙ Ν’ ΑΛΛΑΞΟΥΜΕ, ΝΑ ΓΙΝΟΥΜΕ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
Στὴν Ὀρθοδοξία πρέπει νὰ ἀλλάξουμε, νὰ ἀλλάξει ὁ ἄνθρωπος, νά μετανοήσει
δηλαδὴ, νὰ θεραπευθεῖ ἐν Χριστῷ. Πρέπει νὰ ἀλλάξει ὁ νοῦς μας, νὰ «καθαριστεῖ» ἡ
καρδιά μας, νὰ ἀδειάσει ἀπὸ ὅλα καὶ νὰ γεμίσει μὲ τὸν Χριστό Μας. Πρέπει νὰ
ἀλλάξουμε.
Γι’ αὐτὸ μὴ σᾶς πειράζει, ἅμα σᾶς λένε:
«Ἄλλαξες…».
«Ναί, ἄλλαξα. Τὸ θέμα εἶναι: Πρὸς τὰ ποῦ ἄλλαξα;»…
«(Ἄλλαξες) Διότι μπῆκες στὴν Ἐκκλησία καὶ σὲ παρέσυραν οἱ παππάδες…κ.λπ.
κ.λπ.»
Ναί…Τὸ θέμα εἶναι ὅτι πράγματι χρειάζεται νὰ ἀλλάξουμε.
Ἄν μᾶς ποῦνε «ἄλλαξες», μὴν τά χάνουμε, ἄς μήν φοβόμαστε νά τό ποῦμε…«Ναὶ
ἄλλαξα».
Προσπαθοῦν νά μᾶς χτυπήσουν στόν ἐγωισμό, στήν κενοδοξία, ὅταν μᾶς λένε ὅτι
«ἀλλάξαμε». Μὰ ἀκριβῶς αὐτὸ εἶναι πού ὀφείλουμε νά κάνουμε: πρέπει νὰ
ἀλλάξουμε καὶ ἀπό ἄρρωστοι νά γίνουμε καλά. Ἄς μην παραμένουμε ἄρρωστοι, γιά
νά φαινόμαστε «σταθεροί» χαρακτῆρες, οὔτε εἶναι μειωτικό νά παραδεχθοῦμε ὅτι
μέχρι τώρα «εἴχαμε πάρει τήν ζωή μας λάθος»…

38
ΣΤΟΥΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ (ΠΑΠΙΚΟΥΣ, ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΕΣ Κ.ΛΠ.) ΕΚΕΙΝΟΣ ΠΟΥ
ΑΛΛΑΖΕΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΘΕΟΣ
Ἀντίθετα μὲ τὴν ὀρθόδοξη θεολογία, οἱ αἱρετικοί (οἱ ὁποῖοι εἶναι καθ’ ὑπερβολήν
ὑπερήφανοι καί ἐγωιστὲς) πρεσβεύουν ὅτι δὲν εἶναι ὁ ἄνθρωπος αὐτός πού πρέπει νά
ἀλλάξει. Γνωρίζετε, πιστεύω, ὅτι ἡ αἵρεση πηγάζει ἀπό τήν ὑπερηφάνεια καί τόν
ἐγωισμό. Ὅλοι οἱ αἱρεσιάρχες ἦταν πάρα πολὺ ὑπερήφανοι ἄνθρωποι. Κατ’ αὐτούς,
ὁ Θεὸς εἶναι Ἐκεῖνος πού ἀλλάζει καί ὄχι ὁ ἄνθρωπος! Τὸ ἔχουν κάνει καὶ θεολογία
αὐτὸ τὸ πρᾶγμα. Ἐνῶ ἡ ἀλήθεια εἶναι τὸ ἀντίθετο: Ὁ Θεὸς εἶναι ἀναλλοίωτος· δὲν
ἀλλάζει ποτέ. Ἐπίσης, ὁ Θεὸς εἶναι ἀΐδιος -ὅπως λέμε στὴν ὀρθόδοξη θεολογία-
δηλαδὴ εἶναι πάντοτε ὁ ἴδιος (πρό πάντων τῶν αἰώνων πάντοτε ὁ Ἴδιος). Ὁ Θεός
εἶναι τέλειος, παντέλειος, ὑπέρ πᾶσαν τελειότητα. Γι’ αυτό καὶ δέν χρειάζεται καμμία
ἐξέλιξη, βελτίωση ἤ ἀλλαγή.
Ἀλλοίμονο, ἐὰν ἄλλαζε ὁ Θεός. Αὐτὸ θὰ σήμαινε ὅτι καὶ ὁ Θεὸς ἔχει πάθη! Ὄχι
βέβαια… Ὁ Θεὸς εἶναι ἀπαθής. Εἶναι ἀναλλοίωτος. Κι ὅμως, στὴν θεολογία αὐτῶν
(τῶν αἱρετικῶν, Παπικῶν, Προτεσταντῶν κλπ.), ὁ Θεὸς ἀλλάζει.
Προσέξτε, τώρα, πῶς αὐτὴ ἡ θεολογία ἔχει ποτίσει δυστυχῶς κι ἐμᾶς τούς
ὀρθοδόξους. Λέγει ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης: «Στοὺς ἀνθρώπους αὐτούς, στὴν Δύση,
τοὺς παπικοὺς καὶ τοὺς προτεστάντες, ὁ ἄνθρωπος δὲν ἀλλάζει. Τὸ μόνο πρᾶγμα ποὺ
κάνει ὁ ἄνθρωπος γι’ αὐτοὺς εἶναι ὅτι γίνεται καλὸ παιδί». Δηλαδή, ἀλλάζει κάποια
ἐξωτερικὴ συμπεριφορά. Τὸ εἶναι του, ἡ οὐσία του, ἡ ψυχὴ του (δηλαδὴ ὁ κατ’
οὐσίαν ἄνθρωπος) δὲν ἀλλάζει. Ἁπλῶς γίνεται ἐξωτερικά «καλὸ παιδί». Κι ὅταν ὁ
ἄνθρωπος ἀπὸ «κακὸ παιδί», ποὺ ἦταν, γίνει «καλὸ παιδί», τότε ὁ Θεὸς τὸν ἀγαπάει.
Διαφορετικά, τὸν ἀποστρέφεται.
Προσέξτε θεολογία… Τελείως λάθος! Ὁ Θεὸς δηλαδή, κατ’ αὐτοὺς, μπορεῖ νὰ μισεῖ,
νὰ ἀποστρέφεται. Ἂν παραμένει ἢ γίνεται κάποιος «κακὸ παιδί», τότε ὁ Θεὸς δὲν τὸν
ἀγαπάει. Δὲν ἔχει περάσει καί σ’ ἐμᾶς αὐτὴ ἡ ἀντίληψη; Πέστε μου…
Γιατί; Διότι, δυστυχῶς, ἡ κατήχησή μας εἶχε ἐπηρεαστεῖ ἀπὸ τὰ Δυτικὰ πρότυπα.
Ἀκόμη καὶ στὰ Κατηχητικὰ, μερικὲς φορές, λέγανε τὰ ἴδια πράγματα. Δηλαδή, ἐὰν ὁ
ἄνθρωπος γίνει καλὸ παιδί, τότε ἀλλάζει κι ὁ Θεὸς καὶ γίνεται καλός! Βλέπετε ποῦ
καταλήγουμε;…
Καὶ ἀπὸ ἐκεῖ ποὺ τάχα δὲν ἀγαποῦσε τὸν ἄνθρωπο, τώρα τὸν ἀγαπάει. «Ὅταν ὁ
ἄνθρωπος γίνεται «κακὸ» παιδί, ὁ Θεὸς θυμώνει, κι ὅταν ὁ ἄνθρωπος γίνεται «καλὸ»
παιδί, ὁ Θεὸς χαίρεται»(!)
Τέτοιες, δυστυχῶς, ἀντιλήψεις ἐπικρατοῦν στὴν Εὐρώπη. Αὐτὴ εἶναι ἡ θεολογία τῆς
Δύσης. Οὐσιαστικά, ὅλη αὐτὴ ἡ διδασκαλία εἶναι μία ἀναίρεση τοῦ Θεοῦ, γιατί ὁ
Θεὸς δὲν εἶναι ἔτσι. Γι’ αυτὸ ἡ Δύση ἔφθασε στὴν ἄρνηση τοῦ Θεοῦ καὶ στὴν
ἀθεΐα(Ἡ θεολογία τοῦ θανάτου τοῦ Θεοῦ, μπορεῖτε νὰ δείτε σχετικό ἄρθρο στὴν
διεύθυνση:http://www.alopsis.gr/alopsis/Nellas.htm).

39
Ο ΕΠΗΡΕΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΥΤΙΚΗ
Ὁ Θεὸς δὲν ἀλλάζει· δὲν εἶναι ἄλλοτε καλὸς καὶ ἄλλοτε κακός· δὲν ἀλλάζει
διαθέσεις ἀνάλογα μὲ τὸ τί εἴμαστε ἐμεῖς. Ἀλλὰ τὸ κακὸ αὐτό…ὅπως εἴπαμε, ἡ
πλανεμένη αὐτή διδασκαλία δὲν κηρύσσεται μόνο στὴν Εὐρώπη… Ἡ θεολογία αὐτὴ
ὑπάρχει καὶ στὴν Ἑλλάδα. Σὲ πολλοὺς ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ «εἶναι μέσα στὴν Ἐκκλησία»
αὐτὸ εἶναι τὸ πνεῦμα ποὺ ἐπικρατεῖ.
Ἔχει καταντήσει γιὰ ὁρισμένους νὰ εἶναι καὶ ἡ Ὀρθοδοξία ἕνα ἐργαλεῖο
«χρησιμοποίησης» τοῦ Θεοῦ, γιά νά «περνᾶμε ἐμεῖς καλά», μιὰ θρησκεία, ὅπως ὅλες
οἱ ἄλλες, κατά τήν ὁποία ὁ Θεὸς ἀλλάζει διαθέσεις. Καὶ πρέπει, λοιπόν, νὰ πᾶμε στὴν
Ἐκκλησία γιὰ νὰ «κατευνάσουμε» τὸν Θεό, νὰ Τὸν «μαλακώσουμε», ὥστε νὰ πάψει
ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ!!!
Κι ἔχουμε, λοιπόν, καὶ τὸν παππὰ (συγγνώμη ποὺ θὰ τὸ πῶ ἔτσι), σὰν τὸν μάγο τῆς
φυλῆς, ὅπου θὰ πᾶμε καὶ θὰ τοῦ ποῦμε: «Ξέρεις, κάνε μου αὐτὸ τὸ πρᾶγμα (εὐχή,
Ἁγιασμό, Εὐχέλαιο, ἄκόμη καὶ ἑφτά Εὐχέλαια!, διάβασέ μου τήν φανουρόπιττα
κ.λπ.), γιὰ νὰ τὰ βρῶ μὲ τὸν Θεό, γιὰ νὰ ἀποκαταστήσω τὴν σχέση μου μαζί Του,
γιατί ὁ Θεὸς ἔχει θυμώσει μαζί μου». Ἔτσι νομίζουνε. Αὐτὰ εἶναι, βέβαια, τελείως
εἰδωλολατρικὰ καὶ παγανιστικά πράγματα, σκέτη δεισιδαιμονία. Ἔχουμε ἀλλοιώσει
φοβερὰ τὴν ἀλήθεια γιὰ τὸ «Ποιὸς εἶναι ὁ Θεός», ἔχουμε ψεύτικη ἀντίληψη γι’
Αὐτὸν καὶ, κατὰ συνέπεια, δὲν ζοῦμε σωστὰ, δὲν θεραπευόμαστε.

Η ΧΡΗΣΙΜΟΘΗΡΙΚΗ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΘΕΟ

Ἡ σχέση μας, ἡμῶν τῶν Ὀρθοδόξων, μέ τόν Θεό δέν εἶναι ἀγαπητική, ἀλλά
ἐμπορική, χρησιμοθηρική, εἶναι μιὰ σχέση στὴν ὁποία χρησιμοποιοῦμε τὸν Θεό, γιά
νά περνᾶμε καλά ἐμεῖς. Ἔχει γίνει ἡ σχέση μας μὲ τὸν Θεὸ παρόμοια μὲ τὴν σχέση
πού ἔχουν οἱ πιστοί ἄλλων θρησκειῶν μὲ τοὺς δῆθεν θεούς τους (δηλ. τούς
δαίμονες). Ἐκεῖνοι λένε: «θὰ πάω στὸν μάγο, θὰ πάω στὸν ἱερέα, τὸν ἰνδουιστή,
γιόγκι κ.λπ….θὰ τοῦ δώσω καὶ χρήματα, φροῦτα κλπ….θὰ κάνω τὴν θυσία μου, καὶ
ἐκεῖνος θὰ διαβάσει μία εἰδικὴ προσευχή, γιὰ νὰ μοῦ πᾶνε καλὰ τὰ πράγματα, γιὰ νὰ
μὴν ἔχω ἀρρώστιες, νὰ πάει καλὰ ἡ σοδειά μου, νὰ πάει καλὰ τὸ αὐτοκίνητό μου, τὸ
χρηματιστήριο, νὰ βρῶ ἕνα καλὸ παιδὶ νὰ παντρέψω τὴν κόρη μου κ.λπ.»…
Δυστυχῶς ἔτσι συμπεριφερόμαστε πολλὲς φορὲς κι ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι. Ἕνα
παράδειγμα πού δείχνει τόν βαθμό τῆς ἄγνοιας καί ἀλλοτρίωσής μας εἶναι τὸ ἑξῆς:
Πᾶμε καὶ λέμε: «Παππᾶ νὰ ’ρθεῖς, νὰ μοῦ κάνεις Εὐχέλαιο», ἔτσι…, ἢ «νὰ μοῦ
κάνεις Ἁγιασμό». «Γιατί νὰ σοῦ κάμω Ἁγιασμὸ καὶ Εὐχέλαιο;» ρωτάει ὁ παππάς.
«Ε..νά, γιὰ τὸ καλό», ἀπαντάμε ἐμεῖς. Ποιὸ «καλό»; Δὲν ξέρουμε, τί θὰ πεῖ καλό.
-Γιατί, ὅμως, κάνουμε Εὐχέλαιο;
-Τὸ Εὐχέλαιο εἶναι εἰδικὸ Μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας ποὺ γίνεται ὅταν κὰποιος εἶναι
ἄρρωστος· συνδέεται ἄμεσα μὲ τὴν Ἐξομολόγηση, μὲ τὴν μετάνοια. Πῶς θὰ ‘ρθεῖ ὁ

40
Θεὸς νὰ σὲ κάνει καλά, ὅταν ἐσὺ δὲν θέλεις νὰ ἔχεις σχέσεις μαζί Του, δὲν Τὸν
ἀγαπᾶς, δὲν μετανοεῖς, δὲν ἀλλάζεις ζωή; Τί τὸ θὲς τὸ Εὐχέλαιο; «Ἔτσι, ἁπλῶς γιά
τό καλό, γιά εὐλογία…γιὰ νὰ “τὰ φτιάξω” μὲ τὸν Θεὸ», λένε κάποιοι, ὑποβιβάζοντας
καί μετατρέποντας τὸ Εὐχέλαιο σέ μαγικὴ πράξη!
Πῶς θὰ τὰ φτιάξεις; Ἔτσι μαγικὰ τὰ φτιάχνεις μὲ τὸν Θεό; Ἂν δὲν μετανοήσεις, ἄν
δὲν ζητήσεις συγγνώμη γι’ αὐτὰ πού ἔχεις κάνει, πῶς θὰ ἀποκαταστήσεις τὴν
κοινωνία μὲ τὸν Θεό; Μὴπως σκέφτεσαι πῶς θὰ «ἐξευμενίσεις» τὸν Θεό; Αὐτή εἶναι
μιὰ τελείως λανθασμένη ἀντίληψη. Διότι, προσέξτε, ὁ Θεὸς πάντα μᾶς ἀγαπάει. Κι
ὅταν εἴμαστε ἁμαρτωλοί μᾶς ἀγαπάει, κι ὅταν εἴμαστε δίκαιοι, κι ὅταν εἴμαστε στὴν
κόλαση…ἀκόμα καί ἐκεῖ, μᾶς ἀγαπάει. Ἀκόμη καί ὅταν, ἐξ αἰτίας τῶν βαριῶν μας
ἁμαρτιῶν, γίνουμε δαιμονισμένοι, ἀκόμη καί τότε, μᾶς ἀγαπάει. Μάλιστα ἀγαπάει
ὄχι μόνον ἐμᾶς ἀλλά καὶ τοὺς δαίμονες…Ὅλους τους ἀγαπάει. Ὁ Θεός, βέβαια, δέν
ἀλλάζει. Ἐμεῖς εἴμαστε αὐτοὶ ποὺ πρέπει νά ἀλλάξουμε, νά μετανοήσουμε καί νά
ἐπιτρέψουμε στόν Θεό ὥστε νά ἔλθει νά ἐργασθεῖ μέσα μας…
Μὲ τίς ἁμαρτίες ποὺ κάνουμε, χτίζουμε τείχη γύρω μας καὶ δὲν μπορεῖ νὰ περάσει ἡ
ἀγάπη, ἡ Ἐνέργεια, ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ στὴν ψυχή μας καὶ νὰ μᾶς κάνει καλά, νὰ μᾶς
θεραπεύσει. Τότε γινόμαστε δυστυχισμένοι. Ἂν δὲν γκρεμίσεις αὐτὸ τὸ τεῖχος μὲ τὴν
μετάνοια, ὅσα «μαγικὰ» καὶ νὰ κάνεις, δὲν μπορεῖς νὰ κοινωνήσεις μὲ τὸν Θεό. Δὲν
γίνεται τίποτα.
Ἔτσι, λοιπόν, σύμφωνα μὲ τὴν θεολογία τῆς Δύσης, ἀλλὰ δυστυχῶς καὶ μὲ τὴν
διεστραμμένη δική μας, ὅταν ὁ ἄνθρωπος εἶναι καλός, τότε ὁ Θεὸς τὸν ἀγαπάει!…

Ἡ ἀρχή τῆς ὁδοῦ τῆς ζωῆς: Ἡ μελέτη καί ἡ πτωχεία

«Ἡ ἀρχή τῆς ὁδοῦ τῆς ζωῆς, εἶναι τό νά μελετᾶ ὁ νοῦς πάντοτε τά λόγια τοῦ Θεοῦ
καί τό νά ζεῖ μέ πτωχεία». Αὐτό διδάσκει ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ ὁ Σῦρος 1.
Στήν ἐποχή μας βραβεύεονται τά ἀντίθετα: ἡ ἐξωστρέφεια καί ὁ πλοῦτος· τό
σκόρπισμα τῆς διανοίας καί ὄχι ἡ αὐτοσυγκέντρωσι, πού ἀπαιτεῖ ἡ μελέτη καί ἡ
προσευχή.
Τό νά εἶναι «ὁ νοῦς σέ ὅλα» καί ὁ ἄνθρωπος «μέσα σ΄ ὅλα» θεωρεῖται ἐξυπνάδα.
Ἐπίσης ὁ πλοῦτος κάνει τούς ἀνθρώπους νά ὑποκλίνωνται καί νά ἀκοῦν προσεκτικά
τόν πλούσιο ἀκόμη καί ὅταν ὁ αὐτός λέγει ἀνοησίες. Ἀντίθετα τόν πτωχό, ἀκόμη καί
ὅταν ὁμιλῇ σοφά τόν καταφρονοῦν. «Σοφία τοῦ πένητος ἐξουδενωμένη, καί οἱ λόγοι
αὐτοῦ οὐκ εἰσίν ἀκουόμενοι» λέγει ὁ Ἐκκλησιαστής 2, δηλαδή «ἡ σοφία τοῦ πτωχοῦ
εἶναι καταφρονημένη ἀπό τούς πολλούς καί τά λόγια του δέν ἀκούγονται ἀπό τούς
ἄλλους, δέν τόν προσέχουν».
Ἡ «ὁδός τῆς ζωῆς» εἶναι ἡ ὁδός πρός τήν ὄντως Ζωή, δηλαδή ἡ ὁδός πρός τόν
Χριστό. Αὐτός μᾶς δίδαξε ὅτι «Ἐγώ εἰμί ἡ Ὁδός καί ἡ Ἀλήθεια καί ἡ Ζωή» 3. Ὅταν
λοιπόν ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ ὁμιλεῖ γιά τήν «ἀρχή τῆς ὁδοῦ τῆς ζωῆς» ἀναφέρεται στόν

41
τρόπο μέ τόν ὁποῖο ὁ ἄνθρωπος θά φθάσῃ στόν Χριστό, στήν ἕνωσι μαζί Του, στήν
Θέωσι.
Μᾶς διδάσκει ὁ Ὅσιος ὅτι ἡ ἀρχή τῆς πνευματικῆς ζωῆς εἶναι ἡ στροφή τοῦ νοῦ πρός
τόν Θεό, ἡ νοερά μελέτη τῶν λόγων Του καί ἡ πτωχεία. Στό Συριακό κείμενο ἔχουμε
τήν λέξι «ὑπομονή/ἐγκράτεια» ἀντί «πτωχεία».
Ἡ λέξι πτωχεία μέ τήν γενικότερη ἔννοια ἀναφέρεται καί στήν πτωχεία τοῦ
φρονήματος στήν ταπεινοφροσύνη, στήν μικρή ἕως μηδενική ἰδέα γιά τόν ἑαυτό μας.
Ἡ ὑπομονή στίς θλίψεις καί ἡ ἐγκράτεια στίς ὑλικές/σωματικές ἀπολαύσεις εἶναι
ἐπίσης ἀρετές πού συμπληρώνουν τήν κατά Θεόν πτωχεία καί ἀποτελοῦν ἐκδηλώσεις
καί χαρακτηριστικά της.
Θά τολμούσαμε νά ποῦμε ὅτι ἡ ἀρχή τῆς ὁδοῦ τῆς ζωῆς εἶναι πράγματι ὅλα αὐτά: ἡ
συνεχής στροφή καί παραμονή τοῦ νοῦ στόν Θεό, ἡ πτωχεία ὡς πρός τά ὑλικά
πράγματα καί χρήματα, ἀλλά καί ἡ ταπεινοφροσύνη, ἡ ἐγκράτεια καί ἡ ὑπομονή
στίς θλίψεις.
Ἡ ἀδιάλειπτη μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, ἡ μνήμη τῶν «δικαιωμάτων» Του, ἡ
ἀδιάλειπτη προσευχή, ἡ μελέτη τοῦ λόγου τῶν Ἁγίων Πατέρων, πού εἶναι πάλι λόγος
Θεοῦ θεόπνευστος εἶναι ὁ πρῶτος πυλώνας-βάσις τῆς πνευματικῆς πορείας, τοῦ
πνευματικοῦ ἀγῶνα.
Ἡ ὑλική πτωχεία, ἡ ἀπουσία πολυτέλειας, ἡ ἐλαχιστοποίησι τῶν ὑλικῶν κτήσεων, ἡ
ἐγκράτεια ὡς πρός τίς τροφές, τόν ὕπνο, τίς αἰσθήσεις, τούς λογισμούς, τήν
φαντασία, τίς μετακινήσεις, τίς βιοτικές ἐνασχολήσεις καί δραστηριότητες, ἡ
ἐγκράτεια ὡς πρός τήν σωματική ἀνάπαυσι, τίς σαρκικές/σωματικές ἡδονές, καί
τέλος ἡ ὑπομονή στίς θλίψεις/δοκιμασίες/ἐξουδενώσεις, εἶναι ὁ δεύτερος πυλώνας.
Ἔχοντας αὐτούς τούς δύο πυλῶνες ὡς θεμέλιο ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά ἀρχίσῃ νά
βαδίζῃ τήν ὁδό πρός τήν Ζωή/Χριστό.
Ὁ νοῦς στό Θεό, τό σῶμα στήν ἐγκράτεια, ἡ ψυχή στήν ὑπομονή καί ὁ ὅλος
ἄνθρωπος μέσα στήν πτωχεία τήν ὑλική, ἀλλά καί τήν τοῦ θελήματος καί τοῦ
φρονήματος. Ὁ ἄνθρωπος αὐτός προσπαθεῖ νά μελετᾶ συνεχῶς τό λόγο τοῦ Θεοῦ καί
νά εἶναι ἐγκρατής σέ ὅλα, χωρίς θέλημα δικό του καί μέ ταπεινό φρόνημα. Ἀσκεῖ
ἔτσι καί τήν μεγάλη ἀρετή τῆς ὑπακοῆς. Ὑπακοή στίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ διά τῆς
ὑπακοῆς σέ διακριτικό Πνευματικό Πατέρα.
Ὁ ἕνας πυλώνας στηρίζει τόν ἄλλο.« Ὅταν ἀρδεύεσαι μέ τήν μελέτη τῶν λόγων [τοῦ
Θεοῦ]», διδάσκει ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ, «[αὐτό] σέ βοηθεῖ στό νά κατορθώσῃς τήν
πτωχεία· ἡ δέ κατόρθωσις τῆς ἀκτημοσύνης σοῦ παρέχει τήν σχόλη γιά νά
κατορθώσῃς τήν μελέτη τῶν λόγων τοῦ Θεοῦ· ἡ βοήθεια αὐτῶν τῶν δύο σύντομα
ὁδηγεῖ στήν ἀνύψωσι ὅλης τῆς οἰκοδομῆς τῶν ἀρετῶν4.
Ἄς ἐπιδιώξουμε τήν ἀδιάλειπτη μνήμη τοῦ Θεοῦ, τήν κατά Θεόν πτωχεία, τήν
ἐγκράτεια, τήν ὑπομονή καί τήν ὑπακοή γιά νά οἰκοδομήσουμε τόν οἶκο τῶν ἀρετῶν,
νά λάβουμα τήν Θεία Χάρι καί νά ὁδηγηθοῦμε στήν αἰώνιο ζωή καί σωτηρία διά

42
πρεσβειῶν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, τοῦ Ὁσίου Ἰσαάκ καί πάντων τῶν Ἁγίων.

Ἡ δοξολογία τοῦ Θεοῦ. Ἡ εὐχαριστία πρός τόν Θεό γιά ὅλα.

Ἡ χαρά γιά τά ὑπέρ Χριστοῦ παθήματα.

Τά γνωρίσματα τοῦ καλοῦ χριστιανοῦ.Ποῖος εἶναι ὁ καλός, ὁ ἀληθινός


χριστιανός;
Ἡ δοξολογία τοῦ Θεοῦ. Οἱ Ἅγιοι δέν παύουν, δέν σταματοῦν τό λόγο τους ἄν δέν
πετύχουν «νά δοξάσουν τόν Θεό καί νά Τόν εὐφημήσουν καί νά ἐκπληρώσουν τήν
ἐπιθυμία τους»[31]. Ἡ εὐχαριστία πρός τόν Θεό γιά ὅλα. «Αὐτό μάλιστα εἶναι τό
χαρακτηριστικό τῶν δικαίων τό νά εὐχαριστοῦν (τόν Θεό) πάντοτε καί γιά ὅλα»[32].
Δέν γκρινιάζουν, δέν μεμψιμοιροῦν, δέν γογγύζουν κατά τοῦ Θεοῦ.
Ἡ χαρά γιά τά ὑπέρ Χριστοῦ παθήματα. «Ἐπειδή οἱ Ἅγιοι ἀγαποῦσαν τόν
Δεσπότη Χριστό, τά παθήματα γιά τό Χριστό τά ἐδέχονταν μέ πολλή προθυμία καί
γινόντουσαν μέ αὐτά πιό χαρούμενοι»[33]

Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ γεννιέται ἀπό τήν πίστι

«Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἡ ἀρχή τῆς ἀρετῆς· λέγεται δέ ὅτι εἶναι γέννημα τῆς
πίστεως». Αὐτό διδάσκει ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ ὁ Σύρος στά Ἀσκητικά του.
Ἡ ἀληθινή, ζωντανή πίστι γεννᾶ τόν Θεῖο φόβο, δηλαδή τόν σεβασμό στό Θεό καί
στίς ἐντολές Του.
Ἡ πίστη ὅτι ὑπάρχει αἰώνια ζωή καί αἰώνια κόλασι δημιουργεῖ στόν ἄνθρωπο α)πόθο
γιά τό πρῶτο, δηλαδή γιά τήν αἰώνια χαρά μέ τόν Χριστό καί β)φόβο γιά τό δεύτερο,
δηλαδή γιά τόν αἰώνιο χωρισμό ἀπό τόν Χριστό, τήν αἰώνια δυστυχία.
Ὅποιος πιστεύει ἀληθινά, αὐτός ἐμπιστεύεται τόν Χριστό. Αὐτός δέχεται τούς
λόγους Του ὡς ἀληθινούς.Ὁ Χριστός πράγματι ὁμίλησε γιά αἰώνια ζωή καί αἰώνια
κόλασι. Εἶπε ὅτι οἱ δίκαιοι «ἀπελεύσονται εἰς αἰώνιον ζωήν» καί οἱ ἄδικοι, ὅσοι δέν
τήρησαν τίς ἐντολές Του καί δέν μετανόησαν «ἀπελεύσονται εἰς κόλασιν αἰώνιον».
Αὐτά γιά τόν πιστό εἶναι πέρα γιά πέρα ἀληθινά καί θά πραγματοποιηθοῦν μέ πᾶσαν
ἀκρίβεια κατά τήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου.
Ἐμπρός στό ἐνδεχόμενο τῆς αἰώνιας καταδίκης τους οἱ πιστοί αὐτοκατακρίνονται,
αὐτοκαταδικάζονται, αὐτοκατηγοροῦνται καί μετανοοῦν ἀληθινά. Διορθώνουν τή
ζωή τους ἐδῶ καί τώρα, καί ἑλκύουν τό Θεῖο Ἔλεος. Ἔτσι σώζονται δηλαδή
διασώζουν τήν ὕπαρξί τους στήν αἰωνιότητα.
Ἄς πιστεύσουμε ἀληθινά, ὥστε νά ὁδηγηθοῦμε στή μετάνοια, στήν τήρησι τῶν
Θείων Ἐντολῶν καί στήν αἰώνιον ζωήν καί Βασιλεία διά πρεσβειῶν τῆς Ὑπεραγίας
Θεοτόκου καί πάντων τῶν Ἁγίων. Ἀμήν!

43
Ὁ ἐγωισμός καί ἡ θεραπεία τῶν ψυχολογικῶν προβλημάτων.

Ὁ ἐγωισμός καί ἡ θεραπεία τῶν ψυχολογικῶν προβλημάτων.


Ὁ ἐγωισμός, τό ἀντίθετο τῆς ταπείνωσης, φαίνεται ἀπό τό ὅτι ὁ ἄνθρωπος, πού εἶναι
κυριευμένος ἀπό αὐτόν δέν θέλει νά βγεῖ ἀπό τό θέλημα του, δέν δέχεται ἐντολές,
ὑποδείξεις, δέν κάνει ὑπακοή. Ἔχει βαθειά, μεγάλη ἰδέα γιά τόν ἑαυτό του καί γι’
αὐτό δέν ἀποβάλλει εὔκολα τίς ἰδέες του καί τίς ἐπιθυμίες του.
«Αὐτοί οἱ καταθλιπτικοί», δίδασκε ὁ Ἅγιος Γέροντας Πορφύριος, «καί ὅλοι αὐτοί,
πού ἔχουνε ἀντιδραστικά μέσα τους καί βασανίζονται· τό βλέπουνε ὅτι, ὅταν τοῦ
πεῖς κάτι γιά νά κόψει τό θέλημά του, ἐκεῖ πέρα, σέ βουτάει, ἀντιδρᾶ·
κατάλαβες;»[154].
Αὐτοί πού ἔχουν κατάθλιψη καί ἀντίδραση, ἔχουν ἐγωισμό καί ἐπιτίθενται ἐναντίον
ἐκείνου πού τούς «κόβει» τό θέλημα.
Ὅποιος δέν κόβει διά τῆς ὑπακοῆς τό θέλημά του, ἀλλά κάνει ὅ,τι θέλει, αὐτός ζεῖ
μέσα στό κακό πνεῦμα καί βασανίζεται.
Ἔλεγε ὁ Ὅσιος Γέροντας σ’ ἕναν τέτοιον «θεληματάρη» ὑποτακτικό – ἀνυπότακτο,
πού ἔπασχε καί ἀπό κατάθλιψη:
«Κάνεις… ὅ,τι θέλεις καί ἔτσι ἰσχυροποιήθηκε τό θέλημά σου καί ζεῖς μέσα στό
κακό πνεύμα καί βασανίζεσαι»[155]. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος κάνει τό θέλημά του
μπαίνει στήν κυριαρχία τοῦ πονηροῦ καί βασανίζεται. Ἡ ὑπακοή λυτρώνει τόν
ἄνθρωπο ἀπό τήν κυριαρχία τοῦ πονηροῦ πνεύματος ἐπάνω του.
« Τί θά πεῖ ἄγχος, νεῦρα, ψυχασθένειες;» ἐρωτοῦσε ὁ π. Πορφύριος. Καί ἀπαντοῦσε:
«Ἐγώ πιστεύω ὅτι ὑπάρχει διάβολος σ’ ὅλα αὐτά. Δέν ὑποτασσόμεθα στόν Χριστό
μέ ἀγάπη. Μπαίνει ὁ διάβολος καί μᾶς ἀνακατεύει»[156].
Αὐτά βέβαια (τά πάθη καί οἱ δαίμονες) δέν ἀπομακρύνονται μέ χάπια οὔτε μέ
ἡλεκτροσόκ, ἀλλά μέ τό μυστήριο τῆς Γενικῆς Ἐξομολόγησης. Ὁ ἄνθρώπος θά
πρέπει νά ἐξομολογηθεῖ μέ εἰλικρίνεια τά ἁμαρτήματα ὅλης του τῆς ζωῆς, τά κύρια
γεγονότα πού τήν σημάδεψαν, καθώς καί τό πῶς ἐκεῖνος τά ἀντιμετώπισε, ὅπως
δίδασκε ὁ θεοφώτιστος Ὅσιος Γέροντας Πορφύριος[157]. Θά πρέπει ἐπίσης νά κάνει
ἀσκητική καί μυστηριακή ζωή συνεχῶς, ἔτσι ὥστε νά ἀποκτήσει τόν Θεῖο Ἔρωτα
καί τήν ἀνιδιοτελή ἀγάπη. Τότε ἡ θεραπεία ἀπό ὅλα τά λεγόμενα ψυχολογικά εἶναι
μόνιμη.

44
Τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί τό ἄγχος.

Πῶς δημιουργεῖται καί πῶς θεραπεύεται

Ἀπόσπασμα ἀπό τήν ἀπομαγνηματοφωνημένη ὁμιλία ‘Τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί τό
ἄγχος, πῶς δημιουργεῖται καί πῶς θεραπεύεται».
Τίτλος ἀποσπάσματος: “Ὁ μοναχός μέ τό ἰαματικό χάρισμα”.
Σχολιάζει ὁ Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
Θεωροῦμε κατάλληλη τήν στιγμή, χάριν νουθεσίας, νά παραθέσουμε τήν διήγηση
γιά κάποιον μοναχό, ὁ ὅποιος ὑπέταξε τό δικό του θέλημα στό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί
ἀπόλαυσε μεγάλη εἰρήνη στήν ψυχή του, λαμβάνοντας ἀπό τόν Θεό τό ἰαματικό
χάρισμα (Σχ.:τό χάρισμα δηλαδή νά θεραπεύει).
Πολλοί ἀσθενεῖς γίνονταν καλά μόνο μέ τό ἄγγιγμα τοῦ ἐνδύματός του. Παντοῦ
συναντοῦσε μεγάλο σεβασμό στό πρόσωπό του.
Μεταξύ αὐτῶν, οἱ ἀδελφοί της μονῆς ἐκπλήττονταν πολύ μέ ὅσα γίνονταν ἀπό τόν
συμμοναστή τους, ἐπειδή δέν παρατηροῦσαν σ’ αὐτόν κανένα ἰδιαίτερα ἐξέχον
ἀσκητικό ἀγώνισμα οὔτε αὐστηρή νηστεία οὔτε ὑπερβολικούς κόπους οὔτε κάτι
ἄλλο. Ζοῦσε ὅπως ὅλοι οἱ ἄλλοι.
Ἕνα μόνο πράγμα κρατοῦσε μέ αὐστηρότητα:
Ὅλα ὅσα τοῦ συνέβαιναν τά δεχόταν πρόθυμα καί εὐχαριστοῦσε γι’ αὐτά τόν Θεό.
Ἕνα τόν διέκρινε: Εἶχε παραδοθεῖ ὁλοκληρωτικά στό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Σχ.:Ὅτι καί ἄν τοῦ συνέβαινε, δηλαδή, τό δεχόταν σάν νά τό ἔπαιρνε κατευθείαν ἀπό
τά χέρια τοῦ Θεοῦ.
Κάποτε πού ὁ μοναχός αὐτός θεράπευσε κάποιους ἄρρωστους χωρίς κανένα ἰατρικό
μέσο, διά τῆς ἐν αὐτῷ ζώσης χάριτος καί δυνάμεως, ὁ προεστῶς τοῦ κοινοβίου, τόν
ρώτησε ποιά ἦταν ἡ αἰτία τῆς θεραπείας
καί γιατί οἱ προσερχόμενοι σ’ αὐτόν λαμβάνουν τήν ἴαση.
- Καί ἐγώ ὅ ἴδιος ἐκπλήττομαι πού μπορῶ νά τούς δίνω τήν ὑγεία τους, ἀπάντησε ὁ
μοναχός.
Ντρέπομαι πού τά ἐνδύματά μου ἔχουν ἰαματική δύναμη, γιατί ἐγώ οὔτε μέ τήν
νηστεία οὔτε μέ ἄλλα ἀσκητικά καί μοναστικά ἀγωνίσματα, ἀξιώθηκα νά λάβω
τέτοιο δῶρο ἀπό τόν Θεό.
Σχ.:Βλέπετε, εἶχε μία τέλεια αἴσθηση τῆς ἀναξιότητάς του καί ἔλεγε ὅτι:
“δεν τό ἀξίζω, δέν εἶναι δικό μου, πώς γίνεται δέν μπορῶ κι ἐγώ νά τό καταλάβω”.
- Αὐτό εἶναι ἀλήθεια, εἶπε ὁ προεστῶς. Ἐμεῖς βλέπουμε ὅτι εἶσαι ἕνας συνηθισμένος

45
ἄνθρωπος καί σέ σένα δέν ὑπάρχει τίποτα πού νά σέ ξεχωρίζει ἀπό τήν τάξη τῶν
ὑπολοίπων πατέρων.
Ὁ προεστῶς τῆς μονῆς ἀποφάσισε πάση θυσία νά ἀποκαλύψει τήν πραγματική αἰτία
τοῦ ζωντανοῦ ἰαματικοῦ χαρίσματος πού εἶχε ὁ μοναχός.
Σχ.:Τόν ἔπιασε μία καλή καί ἅγια περιέργεια. Δέν εἶναι μικρό πράγμα νά εἶσαι Ἅγιος
Παντελεήμονας ἀπό ζωντανός καί νά τούς κάνεις ὅλους καλά.
Ἔκανε μακρές συζητήσεις μαζί του, προσπαθώντας νά μάθει ὅλα τά καλά στοιχεῖα
του καί νά ξεσκεπάσει τό μυστικό της καρδιᾶς του.
Στά ἐρωτήματα τοῦ ἡγουμένου ὁ μακάριος μοναχός εἶπε:
- Θυμήθηκα κάτι σχετικό μέ τό ἔλεος πού μου δόθηκε ἀπό τόν Θεό:
Ἐγώ συντονίζω -σταθερά καί σέ ὅλα- τό θέλημά μου μέ τό Θεῖο θέλημα.
Ποτέ καί τίποτα δέν φέρνω στήν σκέψη μου πού θά ἐναντιωνόταν στό θέλημα τοῦ
Θεοῦ.
Σχ.:Ποῦ εἶναι αὐτοί πού λένε: “Γιατί Θεέ μου σ’ ἐμένα καί τί σοῦ ‘κάνα καί γιατί ὄχι
στόν ἄλλον καί γιατί ἐκείνου τοῦ πάνε ὅλα καλά κι ἐμένα ὄχι;”
Αὐτά τά λόγια ὄχι μόνον νά τά πεῖ δέν τολμοῦσε, ἀλλά οὔτε στή σκέψη του δέν
ἐπέτρεπε νά σχηματιστοῦν.
Σέ ὅλα συντονίζω τό θέλημά μου μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ποτέ δέν τρομάζω
μπροστά σέ ἀπρόβλεπτα γεγονότα, τά ὁποῖα θά μποροῦσαν νά κλονίσουν τόν νοῦ
μου καί νά ἑξασθενίσουν τήν καρδιά μου.
Ποτέ καί γιά τίποτε δέν παραπονέθηκα στούς ἄλλους οὔτε τούς φανέρωσα τήν θλίψη
μου. Τό ἴδιο, καί ὅσα εὐτυχῆ συμβάντα λάχουν στήν ζωή μου, δέν μέ εὐχαριστοῦν σέ
τέτοιο βαθμό, πού νά εὐθυμῶ περισσότερο ἀπό ὅτι τόν ὑπόλοιπο καιρό.
Σχ.:Οὔτε λοιπόν ὅταν συμβαίνει κάτι “λυπηρό” καταπίπτω, οὔτε ὅταν συμβαίνει κάτι
“εὐχάριστο” ξεσαλώνω, θά λέγαμε, καί ὑπερηφανεύομαι.
Ὅλα τά δέχομαι ἐξίσου, σάν νά εἶναι σταλμένα ἀπό τό χέρι τοῦ Θεοῦ, τόσο αὐτά πού
θεωρῶ εὐχάριστα ὅσο καί αὐτά πού θεωρῶ δυσάρεστα.
Δέν προσεύχομαι στόν Θεό γιά νά πραγματοποιηθοῦν ὅλα σύμφωνα μέ τήν ἐπιθυμία
μου, ἄλλα θέλω σέ ὅλα νά γίνεται τό ἅγιο θέλημά Του.
Σχ.:Ἐμεῖς κάνουμε προσευχή, γιά νά περάσουν ὅλα τά παιδιά στό Πανεπιστήμιο.
-Εἶναι σωστό?
-Ὄχι, δέν εἶναι σωστό. Μπορεῖ νά μήν εἶναι θέλημα Θεοῦ. Μπορεῖ νά μήν εἶναι γιά
τό καλό τους νά περάσουν στό Πανεπιστήμιο.
Τό σωστό εἶναι νά προσευχηθοῦμε νά γίνει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὄχι νά γίνει τό δικό
μας θέλημα καί νά ἔχουμε τόν Θεό σάν ἕναν ἐργάτη πού θά τόν πληρώσουμε κιόλας,
θά κάνουμε καί τό τάμα μας, θά ἀνάψουμε καί τήν λαμπάδα μας, γιά νά μᾶς κάνει
τήν δουλειά μας. Καί μετά … ποῦ σέ εἶδα, ποῦ σέ ξέρω.

46
Δέν προσεύχομαι λοιπόν στόν Θεό γιά νά κάνει τήν ἐπιθυμία μου, ἀλλά θέλω σέ ὅλα
νά γίνεται τό ἅγιο θέλημά Του. Μ’ αὐτόν τόν τρόπο τίποτε δέν μέ εὐχαριστεῖ
ἰδιαίτερα, τίποτε δέν μέ συντρίβει ἀλλά καί τίποτε δέν μέ συγχύζει.
Σχ.:Ἀφοῦ ξέρω ὅτι ὅλα εἶναι ἀπό τόν Θεό καί ξέρω ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη, ἄρα ὅλα
εἶναι γιά τό καλό μου. Ἑπομένως, γιατί νά συντριβῶ καί νά συγχυστῶ;
Καί τίποτε δέν μέ κάνει τόσο εὐτυχισμένο, ὅπως μόνο αὐτό τό ἴδιο τό θέλημα τοῦ
Θεοῦ, καί γιά τίποτε δεν χαίρομαι περισσότερο, ὅσο γι’ αὐτό πού κάθε φορά
ἐπιτρέπει ὁ Θεός νά συμβαίνει.
Σχ.:Ἐνῶ, βλέπετε, ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, ἔχουμε κάποια πράγματα πού συνήθως δέν
γίνονται καί νομίζουμε ὅτι ἄν γινόντουσαν θά ἤμασταν εὐτυχισμένοι καί συνεχῶς
εἴμαστε ἀνεκπλήρωτοι, ἄδειοι, κι ὅλο ἔχουμε ἕνα κενό μέσα μας. Ἀντιθέτως, ὁ
μαναχός αὐτός ἦταν πάντα εὐχαριστημένος μέ αὐτό πού γινόταν καί αὐτή ἦταν ἡ
μεγαλύτερη χαρά του, δηλ. τό ὅτι σέ κάθε στιγμή γίνεται τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Γι’ αὐτό καί σέ ὅλες μου τίς προσευχές γιά ἕνα καί μοναδικό πράγμα παρακαλῶ τόν
Θεό: Νά γίνεται πάντοτε καί ὁλοκληρωτικά σέ μένα καί σέ ὅλα τά πλάσματά Του τό
Θεῖο Του θέλημα.
Σχ.:Ὄχι μόνο σ’ ἐμένα, ἀλλά καί σέ ὅλα τά πλάσματά Του. Μά ἔρχεται ὁ ἄλλος καί
σοῦ λέει νά προσευχηθεῖς νά γίνει καλά. Ὅμως ἐγώ θά τοῦ πῶ ὅτι θά προσευχηθῶ νά
γίνει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Μπορεῖ τό νά γίνεις καλά νά μήν εἶναι γιά τό καλό σου,
ἀλλά τό νά γίνεις καλός εἶναι σίγουρα. Αὐτό εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Θεός θέλει: “πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν“ (Τιμ.
2:4).
Αὐτό εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τό ὁποῖο εἶναι ἁπλό καί εἶναι ἕνα. Δέν ἔχει πολλά
θελήματα ὁ Θεός. Ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι ἔχουμε πολλά θελήματα, γιατί εἴμαστε
ἁμαρτωλοί. Αὐτό τό ἕνα θέλημα τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἡ σωτηρία μας. Αὐτό πρέπει νά
ζητᾶμε καί τίποτε ἄλλο.
Ὁ ἡγούμενος τοῦ κοινοβίου παρά πολύ θαύμασε τά λόγια του μοναχοῦ καί
ἀπευθυνόμενος σ’ αὐτόν τόν ρώτησε:
- Ἀγαπημένε μου ἀδελφέ, πές μου, χθές, τήν ὥρα πού συνέβη πυρκαγιά στό
μοναστήρι μας, τί αἰσθάνθηκες; Σχ,:Εἶχε πιάσει φωτιά.
Στ’ ἀλήθεια δέν λυπήθηκες μαζί μέ ὅλους τους ἄλλους, ὅταν ὁ κακός ἄνθρωπος (ὁ
ἐμπρηστής), ἔβαλε φωτιά στά μοναστηριακά οἰκοδομήματα καί κάηκε μεγάλη
ποσότητα ἀπό τό σιτάρι μας;
- Δέν θά κρύψω, ἀπάντησε ὁ μοναχός, ὅτι ὅλη αὐτή ἡ ζημιά τοῦ μοναστηριοῦ δέν
μοῦ προκάλεσε τήν παραμικρή θλίψη.
Σχ,:Προσέξτε, τό λέει, δέν ντρέπεται καί δέν τό παίζει “κοσμικά” καλός γιά νά κάνει
τήν καρδιά στόν ἡγούμενο, ἀλλά λέει τήν ἀλήθεια. Γιατί ὅμως δέν ἐθλίβη; Προσέξτε.
Ὄχι ἐπειδή εἶναι ἀναίσθητος -μέ τήν κοσμική ἔννοια-, ἀλλά δεῖτε τό γιατί, ὅπως τό
ἐξηγεῖ παρακάτω:

47
Ἐπειδή ἔχω τήν συνήθεια γιά ὅλα, καί γιά τά θλιβερά καί γιά τά εὐχάριστα, νά
εὐχαριστῶ τόν Θεό καί ἥσυχα νά δέχομαι καί τοῦτο καί τό ἄλλο.
Σχ.:Γιατί ἀκόμα καί αὐτά πού ἐμεῖς λέμε “θλιβερά”, εἶναι γιά τό καλό μας, γιά τήν
αἰώνια σωτηρία μας.
Εἶμαι πεπεισμένος ὅτι αὐτό πού συνέβη σέ ἐμᾶς, συνέβη σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ
Θεοῦ, ὁ ὅποιος κατευθύνει τά πάντα πρός ψυχική ὠφέλεια.
Σχ.:…καί ὄχι πρός σωματική καί σαρκική ὠφέλεια, ἡ ὁποία ἀντίκειται στό
πνεῦμα/ἔρχεται σέ ἀντίθεση μέ τό πνεῦμα:
“ἡ γὰρ σάρξ ἐπιθυμεῖ κατὰ τοῦ πνεύματος, τὸ δὲ πνεῦμα κατὰ τῆς σαρκός” (Γάλ.
5:17),
καί ἔρχεται σέ ἀντίθεση καί μέ τήν σωτηρία μας, δηλ. ἀντίκειται σέ αὐτήν. Ὁ Θεός
κάνει τά πάντα πρός ψυχική μας ὠφέλεια.
Γι’ αὐτό ἀκριβῶς δέν μεριμνῶ καί δέν σκέπτομαι τίποτε σχετικά μ’ αὐτό.
Σχ.:Δέν τόν ἔπιασε ἀγωνία νά πεῖ «Τώρα πάει τό σιτάρι μας. Τί θά κάνουμε καί τί θά
τρῶμε τό χειμώνα» κ.τ.λ., τίποτα ἀπό αὐτά. Ἀφοῦ ὁ Θεός τό παραχώρησε, ὁ Θεός θά
μᾶς θρέψει, ξέρει ὁ Θεός τί θά φᾶμε τό χειμώνα.
Λίγο ἤ πολύ ἐμεῖς ἔχουμε τό ψωμί μας καί τά ὑπόλοιπα γιά τήν διατροφή μας, γιατί
πιστεύω ἀκλόνητα ὅτι ὁ Θεός μπορεῖ νά χορτάσει τόν καθέναν ἀπό ἐμᾶς τόσο μέ ἕνα
ψίχουλο ὅσο καί μέ ἕνα ὁλόκληρο ψωμί.
Σχ.:Λέγαμε τήν ἄλλη φορά γιά τά λόγια ἑνός γέροντα στά χρόνια του ἀντιχρίστου,
ποῦ δέν θά ἔχουμε πρόσβαση στά σοῦπερ μάρκετ κ.τ.λ. Καί εἶπε : “Καί τί εἶναι γιά
τόν Θεό νά μᾶς χορταίνει μέ ἕνα φυλλαράκι;
Νά κόβεις ἕνα φυλλαράκι ἀπό τό δέντρο καί νά χορταίνεις γιά ἕνα μήνα εἶναι
δύσκολο;”
Ἔτσι λοιπόν κι ἐγώ ἤρεμα, χωρίς καμιά σύγχυση, περνῶ τήν ζωή μου.
Κατάπληκτος ἀπό τά λόγια του μοναχοῦ ὁ ἡγούμενος γιά πολύ ἀκόμη καιρό
συζητοῦσε μαζί του, προσπαθώντας νά ἀναγκάσει τόν ἀδελφό νά παρουσιάσει τόν
τρόπο σκέψεώς του, τίς ἀπόψεις του, ἀκόμη πιό καθαρά καί νά τοῦ ἀποκαλύψει τήν
πνευματική του κατάσταση.
Σχ.:Ἤθελε νά ἐμβαθύνει κι ἄλλο, νά δεῖ πώς σκέφτεται, τί λογισμούς, τί ἰδέες
κυκλοφοροῦν μέσα στόν νοῦ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου μοναχοῦ.
Μεταξύ πολλῶν ἀπαντήσεων πού ἔδωσε ὁ ταπεινός μοναχός στόν προεστώτα, εἶπε
καί τά ἕξης:
Σχ.:Καί ἐδῶ προσέξτε, εἶναι τό ἀποκορύφωμα.
- Κατά τήν καθημερινή προσφορά τοῦ ἑαυτοῦ μου στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τόσο
προόδευσα στήν ὑπακοή μου σ’ Αὐτόν, ὥστε ἄν ἀπό πρίν γνώριζα ὅτι ὁ Θεός
ἐξάπαντος προόριζε νά μέ στείλει στήν κόλαση …

48
Σχ.:Κάνει μία ὑπόθεση ὅτι, ἄν εἶχε ἀποφασίσει ὁ Θεός κάτι τέτοιο καί ἦταν τό
θέλημά Του. Βέβαια, τό θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι νά μήν πάει κανείς στήν κόλαση,
ἀλλά τώρα ὁ μοναχός αὐτός κάνει μιά ὑπόθεση,
δηλαδή ὅτι ἀκόμη κι ἄν ὁ Θεός εἶχε ἀποφασίσει γι’ αὐτόν νά τόν στείλει στήν
κόλαση,
…τότε ἐγώ δέν θά ἐπιχειροῦσα νά κάνω τίποτε ἐναντίον Του.
Σχ.:-Γιατί; -Γιατί πολύ ἁπλά ξέρω ὅτι ὁ Θεός μ’ ἀγαπάει καί ἄν κατ’ ἐξαίρεση ἔχει
ὁρίσει γιά μένα νά πάω στήν κόλαση, καί ἐκεῖ καλά θά εἶναι. Γιατί ὁ Θεός καί στήν
κόλαση εἶναι παρών, παντοῦ εἶναι ὁ Θεός.
Οἱ κολασμένοι δέν εἶναι μέ τόν Θεό καί αὐτό εἶναι τό πρόβλημά τους. Ὁ Θεός εἶναι
πανταχοῦ παρών.
Λέει ὁ Ἀββάς Ἰσαάκ ὁ Σύρος ὅτι: ”Καί αὐτοί πού εἶναι στήν κόλαση δέν στεροῦνται
τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, ἀλλά δέν τήν δέχονται. Τούς τήν δίνει ὁ Θεός, ἀλλά αὐτοί δέν
τήν δέχονται. Τό ἴδιο συμβαίνει καί μέ τούς δαίμονες. Ἐκχέει τήν ἀγάπη Τοῦ ὁ Θεός
σέ ὅλους, ἀλλά κάποιοι δέν τήν δέχονται, δέν τήν θέλουν. Γιατί δέν τήν θέλουν; Γιατί
πολύ ἁπλά δέν Τόν ἀγαπᾶνε καί Τοῦ λένε «Δέν σέ θέλω». Ἑπομένως, λέει αὐτός ὁ
μοναχός «ἄν ὁ Θεός ἀποφασίσει νά μέ πάει ἐμένα ἐκεῖ, θά εἶναι γιά τό καλό μου».
Καί γιά νά δεῖτε πῶς ταυτίζεται καί πῶς φανερώνεται τό Ἅγιο Πνεῦμα στούς ἄγιους
ἀνθρώπους (τό ὁποῖο εἶναι πάντοτε τό ἴδιο, καί δέν λέει στήν μία περίπτωση τό ἕνα
καί στήν ἄλλη τό ἀντίθετο) τό ἴδιο ακριβῶς πράγμα ἔλεγε καί ὁ πατήρ Πορφύριος, ὁ
σύγχρονος αὐτός ἅγιος γέροντας.
Καί ἔλεγε αὐτό τό πράγμα σέ ἕναν ἄλλο γέροντα, ὅτι:
“Αν σοῦ πεῖ ὁ Θεός νά πᾶς στήν κόλαση, θά πᾶς, γιατί αὐτό θά εἶναι τό θέλημα τοῦ
Θεοῦ καί θά εἶναι γιά τό καλό σου. Θά κάνεις ὑπακοή. Τί;… Θά πεῖς στόν Θεό «Δέν
πάω»;”
Αὐτό λέει κι αὐτός ὁ μοναχός ἐδῶ, ὅτι δέν θά ἐπιχειροῦσε νά κάνει τίποτε ἐναντίον
τοῦ Θεοῦ, ὄχι ἐπειδή δέν θά μποροῦσε καί δέν τόν συνέφερε, ἀλλά ἐπειδή δέν θέλει
νά ἀντιστρατευτεῖ στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τό ὁποῖο εἶναι πάντοτε βγαλμένο μέσα ἀπό
τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί εἶναι πάντα γιά τό καλό μας.
Σοῦ λέω ἐπίσης ὅτι κι ἄν ἀκόμη ἦταν δυνατόν σέ μένα νά ἀλλάξω αὐτή τήν θεία
ἀπόφαση λέγοντας ἕνα «Πάτερ ἠμῶν», σοῦ λέω ἀλήθεια, δέν θά τολμοῦσα νά τό
κάνω, ἄλλα θά προσευχόμουν στόν Θεό ἀκόμη πιό ἔντονα, νά ἐνεργήσει σέ μένα
σύμφωνα μέ τό Πανάγιο θέλημά Του καί νά μοῦ δωρίσει τήν Χάρη Του, πού θά μέ
ἐνισχύει ὡς τούς ἀπέραντους αἰῶνες, γιά νά μή σκέπτομαι ὁτιδήποτε ἀντίθετο στό
ἅγιό Του θέλημα.
Μετά ἀπό παρατεταμένη σιωπή λέει, τέλος, ὁ ἡγούμενος στόν μοναχό:
Σχ.:Ἔμεινε ἐμβρόντητος / κατάπληκτος δηλαδή καί ὁ ἡγούμενος ἀπό αὐτά πού
ἄκουσε.

49
- Πορεύου, περιπόθητε πάτερ, πορεύου καί ἐκπλήρωσε φιλότιμα τήν ὑπόσχεσή σου
στόν Θεό, ὅπως μου τήν ἐξέθεσες.
Ἐσύ βρῆκες τόν οὐρανό ἔξω ἀπό τόν οὐρανό.
Σχ.:Δηλαδή πρίν πᾶς στόν οὐρανό εἶσαι ἤδη στόν οὐρανό.
Νά θυμᾶσαι ὅτι τέτοια Χάρις δέν δωρίζεται ἀπό τόν Θεό σέ πολλούς.
Δέν ὑπάρχουν πολλοί πού νά μήν μπαίνουν ποτέ σέ ἀνησυχία καί δέν προσβάλλονται
ἀπό ὁποιονδήποτε. Ἐκεῖνος μόνο εἶναι προστατευμένος στήν ζωή του μέ ἰσχυρά καί
ἀπόρθητα τείχη, ἐκεῖνος πού πάντοτε καί σέ ὅλα, ὅτι κι ἄν συναντήσει στήν ζωή του,
συμφωνεῖ μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, δηλαδή δέχεται τά πάντα σάν νά εἶναι σταλμένα
ἀπό τόν Θεό.
Σχ.:Βλέπετε, αὐτός εἶναι προστατευμένος, αὐτός εἶναι ἀληθινά εὐτυχισμένος, αὐτός
εἶναι ἀληθινά μακάριος. Αὐτός πού τά δέχεται ὅλα σάν νά εἶναι σταλμένα ἀπό τόν
Θεό. Καί εἶναι πράγματι σταλμένα ἀπό τόν Θεό, γιατί τίποτα δέν γίνεται χωρίς τόν
Θεό. Ὅλα γίνονται σύμφωνα με τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, εἴτε τό “κατ’ εὐδοκίαν” εἴτε τό
“κατά παραχώρησιν”).
(Καί καταλήγει ὁ Στάρετς Σάββας) :
Ἄς γίνεται σέ ὅλα τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Ἀφοῦ λοιπόν ὅλα γίνονται εἴτε κατά εὐδοκία εἴτε κατά παραχώρηση τοῦ Θεοῦ καί
κανενός ἄλλου, ἄρα ὅλα εἶναι γιά τό καλό μας,
γιατί ὁ Θεός εἶναι ἀγαθός, εἶναι ”ἡ αὐτοαγαθότης”.
Ἀποκλείεται ὁ Θεός νά κάνει κακό καί
κανένα κακό δέν δημιούργησε ὁ Θεός.
Ἄν λοιπόν ἀντιδροῦμε, γογγίζουμε, μεμψιμοιροῦμε, ἀγχωνόμαστε καί
στενοχωριόμαστε μέ τά διάφορα γεγονότα, εἶναι σάν νά λέμε στόν Θεό: “Δέν εἶσαι
καλός. Δέν μοῦ στέλνεις καλά πράγματα· ἄρα δέν μ’ ἀγαπάς”.
-Καί τί κάνουμε οὐσιαστικά; -Βλασφημοῦμε.
Βλέπετε πόσο μακριά πάει αὐτή ἡ ἁμαρτία τοῦ ἄγχους καί τῆς στεναχώριας; Γιατί
περί ἁμαρτίας πρόκειται. Εἶναι μία βλασφημία στήν ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ καί φυσικά
ἔχει ρίζα τήν ἀπιστία. Γιατί ὁ Θεός μᾶς ἔχει διδάξει ὅτι Αὐτός νοιάζεται γιά μᾶς,
φροντίζει γιά μᾶς, ἔχει τήν φροντίδα μας καί ζητάει ἀπό ἐμᾶς μόνο νά Τόν
ἐμπιστευτοῦμε, νά Τόν πιστέψουμε.
Εἴδατε, τί ρωτοῦσε; Πιστεύεις ὅτι μπορῶ νά σέ κάνω καλά; Πιστεύεις;
Αὐτό ζητάει ὁ Θεός, ἁπλῶς νά τόν ἀποδεχτεῖς ὡς Σωτήρα.
Τό μόνο εὔκολο δηλαδή, κι ὅμως δέν τό κάνουμε καί μετά γεμίζουμε βέβαια μέ
ἄγχος. Ἐνῶ ὁ Θεός μᾶς εἶπε ὅτι εἶναι Πατέρας μας καί μᾶς δίδαξε νά Τοῦ μιλᾶμε καί
νά ἀπευθυνόμαστε σ’ Αὐτόν μ’ αὐτήν τήν λέξη: “Πατέρα”. Μᾶς εἶπε ὅτι ὅλα ὅσα
χρειάζονται γιά τήν βιολογική μας ζωή θά μᾶς προστεθοῦν, δηλαδή δέν θά κάνουμε

50
τίποτα ἐμεῖς, θά μᾶς ἔρθουν ἕτοιμα. Αὐτό θά πεῖ “θά σοῦ προστεθοῦνε”, καί τό
φαγητό πού χρειαζόμαστε καί τά ροῦχα πού χρειαζόμαστε καί ἡ στέγη κ.τ.λ. ἀρκεῖ
ἐμεῖς τί; Μία προϋπόθεση:
Νά κάνουμε “τά πνευματικά μας”, νά ζητήσουμε Αὐτόν τόν Ἴδιο καί τό θέλημά Του
καί νά εὐχηθοῦμε νά γίνει τό θέλημά Του στήν ζωή μας.
Ὁ Ἴδιος, τό ξέρει πολύ καλά ὅτι εἴμαστε ἀδύναμοι καί μᾶς τό εἶπε κι ὄλας: “χωρίς
ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν” (Κατά Ἰωάν 15:5).
Μᾶς τό εἶπε, ἀλλά ἐμεῖς λέμε ἄλλα πράγματα καί εἰδικά στά παιδιά μας. Τούς λέμε
ὅτι: “Θα πρέπει νά πάρεις πτυχία, νά εἶσαι ἀνταγωνιστικός κ.τ.λ” καί τά φορτώνουμε
τά παιδιά μέ φορτία δυσβάσταχτα. Ἐνῶ τί πιό εὔκολο καί πιό ἁπλό, νά πεῖς στό
παιδί: ”Παιδί μου, δέν μπορεῖς νά κάνεις τίποτα, ἀλλά μόνο νά ἐμπιστευτεῖς στόν
Θεό καί ἀπό ἐκεῖ καί μετά, νά ἐκπληρώνεις τό θέλημα τοῦ Θεοῦ σέ κάθε στιγμή”.
Εἴμαστε ἀδύναμοι σάν τά μωρά, ἀλλά μποροῦμε, ἄν θέλουμε, νά εἴμαστε στήν
ἀγκαλιά τοῦ πιό στοργικοῦ, τοῦ πιό ἀγαθοῦ, τοῦ πιό σοφοῦ καί πιό δυνατοῦ Πατέρα.
-Τό μωρό, ὅταν βρίσκεται στήν ἀγκαλιά τοῦ πατέρα του, ἔχει ἄγχος; -Κανένα ἄγχος.
Ποτέ. Πόσο μᾶλλον ἐμεῖς, πού εἴμαστε τά ἀγαπημένα παιδιά τοῦ Θεοῦ καί, ἐφ’ ὅσον
τό θέλουμε, ὁ Θεός θά μᾶς ἔχει στήν ἀγκαλιά Του.
Ἕνα μόνο θά πρέπει νά μᾶς ἀπασχολεῖ : “Μήπως μᾶς ξεγελάσει ὁ ἐχθρός του
Πατέρα μας”, γιατί ὑπάρχει καί ὁ ἐχθρός τοῦ Πατέρα, ὁ πονηρός, “καί μᾶς πείσει νά
φύγουμε ἀπό τήν θερμή κι ἀντιαγχωτική ἀγκαλιά Του.
Καί σού πεῖ : “Γιατί; Φτιάξτο μόνος σου. Γιατί νά εἶσαι στήν ἐκκλησία; Γιατί νά
ἔχεις Πνευματικό; Γιατί νά ἐξομολογιέσαι;
Γιατί νά ρωτᾶς; Μυαλό δέν ἔχεις;”
Καί τότε πράγματι θά νιώσουμε ἀπέραντα ἀνασφαλεῖς καί μόνοι.
Ὅταν φύγεις ἀπό τήν ἀγκαλιά τοῦ Πατέρα, ἀπό τήν Ἐκκλησία,
τότε ὄντως θά γεμίσεις ἀνασφάλειες καί φόβους καί μοναξιά.
Καί τότε θά σοῦ σφυρίξει ὁ πονηρός:
«Πήγαινε στόν ψυχίατρο καί στόν ψυχολόγο», στό ὑποκατάστατο.
Ὁ διάβολος πάντα δίνει ὑποκατάστατα ψεύτικα καί πλανερά, ἀλλοτριωτικά καί
καταστροφικά. Ἀφοῦ προηγουμένως μᾶς εἶπε:”Πάρε τήν ζωή σου στά χέρια σου”,
τώρα, πού βλέπεις ὅτι δέν μπορεῖς νά κάνεις τίποτα, οὔτε μέ τήν “αὐτοπεποίθηση”,
πού σοῦ διδάξανε οἱ ψυχίατροι καί οἱ ψυχολόγοι, οὔτε καί μέ τό “ἀγωνίσου καί
δούλεψε γιά νά ζήσεις”, γιατί δέν σέ ζεῖ ἡ δουλειά, ἔτσι τώρα σοῦ λέει:
“Πάρε κανένα χαπάκι, γιά νά ἠρεμήσεις”.
Ἀλίμονο, ἄν τόν ἀκούσουμε!
Τό ἀντίθετο θά πρέπει νά κάνουμε.
-Ποιό δηλαδή; – Νά ξαναγυρίσουμε ἀπό ἐκεῖ πού φύγαμε.

51
Ἀπό τήν ἀγκαλιά τοῦ Πατέρα φύγαμε, στήν ἀγκαλιά τοῦ Πατέρα νά γυρίσουμε, ὅπως
ὁ ἄσωτος υἱός.
Κοιτάξτε πῶς μᾶς τό λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος:
“Μή φροντίσεις μέ ἀγωνία γιά τά δικά σου θέματα,
ἀλλά ἄφησέ τά στόν Θεό.
Γιατί, ἄν φροντίσεις ἐσύ, φροντίζεις σάν ἄνθρωπος,
μέ τίς δυνάμεις πού ἔχεις.
Ἄν ὅμως προνοήσει ὁ Θεός, προνοεῖ ὡς Θεός,
δηλαδή ὡς Παντοδύναμος, Πάνσοφος, Πανάγαθος.
Γιά νά προνοεῖ λοιπόν σέ μεγάλο βαθμό ὁ Θεός γι’ αὐτά,
ἐμπιστέψου ὅλα τά βιοτικά στόν Θεό”…
Σχ.:Ἐμεῖς τί κάνουμε; Φροντίζουμε γιά τά βιοτικά καί παραμελοῦμε τά πνευματικά.
…“Μη φροντίσεις γι’ αὐτά, τά βιοτικά, ἀδιαφορώντας γιά τά σπουδαιότερα, τά
πνευματικά, γιατί ὁ Θεός δέν θά δείξει μεγάλο ἐνδιαφέρον γιά τά βιοτικά”.
Σχ.:Δηλαδή, ὅσο φροντίζουμε ἐμεῖς γιά τά βιωτικά καί ἀμελοῦμε τά πνευματικά, τότε
ὁ Θεός δέν μᾶς δίνει οὔτε τά βιοτικά καί λές:
-Μά τίποτα δέν μοῦ πάει καλά; -Τίποτα δέν σοῦ πάει καλά, φυσικά, γιατί δέν κάνεις
αὐτό πού λέει ὁ Θεός.
Ἐνῶ ὁ Θεός σοῦ εἶπε:
“Φρόντισε γιά τά πνευματικά καί θά φροντίσω Ἐγώ γιά τά ὑλικά. Ἐγώ θά σού δώσω
νά φᾶς, νά πιεῖς, νά κοιμηθεῖς, νά ντυθεῖς. Ἐγώ δέν σ’ ἔφτιαξα;
Ἐγώ δέν ξέρω ὅτι ἔχεις ἀνάγκη ἀπό ροῦχα, ἀπό φαγητό; Ἐγώ φροντίζω γιά τά
λουλουδάκια καί γιά τά πουλάκια”.
Καί κανένα πουλάκι δέν πέφτει (δέν ψοφάει δηλαδή), ἄν δέν θέλει ὁ Θεός. Πόσο
μᾶλλον ὁ ἄνθρωπος, πού εἶναι ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. “Λοιπόν, γιά νά πᾶνε καλά τά
θέματά σου καί νά ἀπαλλαγεῖς ἀπό κάθε ἀγωνιώδη φροντίδα, φρόντισε γιά τά
πνευματικά καί περιφρόνησε τά βιοτικά, γιατί ἔτσι καί τήν γῆ θά ἐπιτύχεις μαζί μέ
τόν οὐρανό καί τά μελλοντικά ἀγαθά θά κερδίσεις”.
Γιατί ὅμως δέν ἀκοῦμε τήν φωνή τοῦ Κυρίου, τοῦ στοργικοῦ Πατέρα μας;
Ἄς μελετήσουμε προσεχτικά τό πιό ἀντί-ἀγχωτικό καί ἀγχολυτικό κείμενο ὅλων τῶν
αἰώνων. Ὁμιλεῖ ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος:
“Διὰ τοῦτο λέγω ὑμῖν, μὴ μεριμνᾶτε τῇ ψυχῇ ὑμῶν τί φάγητε καὶ τί πίητε, μηδὲ τῷ
σώματι ὑμῶν τί ἐνδύσησθε· οὐχὶ ἡ ψυχή πλεῖόν ἐστι τῆς τροφῆς καὶ τὸ σῶμα τοῦ
ἐνδύματος; (Ματθ. 6:25)
Μετάφραση: Γι’ αὐτό ἀκριβῶς καί σᾶς λέω, μή φροντίζετε μέ στενοχώρια καί

52
ἀγωνία γιά τήν ζωή σας, δηλαδή γιά τό τί θά φᾶτε καί τό τί θά πιεῖτε, οὔτε καί γιά τό
σῶμα σας μέ τί θά ντυθεῖτε. Δέν ἀξίζει ἡ ζωή περισσότερο ἀπό τήν τροφή καί τό
σῶμα ἀπό τό ἔνδυμα; (Φυσικά).
Ὁ Θεός λοιπόν, πού σᾶς ἔδωσε τό σπουδαιότερο, τό πολυτιμότερο (τή ζωή καί τό
σῶμα), δέν θά σᾶς δώση καί τά κατώτερα, (τήν τροφή πού χρειάζεστε γιά νά
συντηρηθεῖτε στή ζωή καί τό ἔνδυμα πού χρειάζεται τό σῶμα;)
“ἐμβλέψατε εἰς τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ, ὅτι οὐ σπείρουσιν οὐδὲ θερίζουσιν οὐδὲ
συνάγουσιν εἰς ἀποθήκας καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος τρέφει αὐτά· οὐχ ὑμεῖς
μᾶλλον διαφέρετε αὐτῶν;” (Ματθ. 6:26)
Μετάφραση : Παρατηρῆστε τά πτηνά τοῦ οὐρανοῦ καί ἴδετε (Σχ.:κοιτάξτε τα), ὅτι
αὐτά οὔτε σπέρνουν οὔτε θερίζουν οὔτε συγκεντρώνουν τροφές στίς ἀποθῆκες. Καί
ὅμως, ὁ Πατέρας σας ὁ οὐράνιος τά τρέφει.
Σχ.:Δέν λέει ὁ Πατέρας ΤΟΥΣ, λέει ὁ Πατέρας ΣΑΣ, ὁ δικός μας Πατέρας δηλαδή,
φροντίζει καί γιά τά πουλάκια.
Ἐσεῖς δέν ἔχετε ἀσυγκρίτως μεγαλύτερη ἀξία ἀπό αὐτά;
Σχ.:Καί βέβαια, ἀφοῦ ἔχουμε τήν ἀθάνατη ψυχή, ἔχουμε τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ.
“ τίς δὲ ἐξ ὑμῶν μεριμνῶν δύναται προσθεῖναι ἐπὶ τὴν ἡλικίαν αὐτοῦ πῆχυ ”. (Μάτθ.
6:27)
Μετάφραση : Ποιός δέ ἀπό σας, ὅσες πολλές καί μεγάλες φροντίδες καί ἄν
καταβάλει, θά μπορέσει νά προσθέσει στό ἀνάστημά του ἕναν πῆχυ; (Σχ.:Ἕναν
πόντο δηλαδή, δέν μπορεῖς).
“καὶ περὶ ἐνδύματος τί μεριμνᾶτε; καταμάθετε τὰ κρῖνα τοῦ ἀγροῦ πῶς αὐξάνει· οὐ
κοπιᾷ οὐδὲ νήθει·” (Μάτθ. 6:28)
Μετάφραση : Καί γιά τό ἔνδυμα, γιατί φροντίζετε μέ τόση ἀνησυχία καί ἀγωνία;
Παρατηρῆστε μέ προσοχή τά ἄνθη τοῦ ἀγροῦ, πῶς φυτρώνουν καί πῶς αὐξάνουν.
Οὔτε κοπιάζουν οὔτε γνέθουν.
“ λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι οὐδὲ Σολομὼν ἐν πάσῃ τῇ δόξῃ αὐτοῦ περιεβάλετο ὡς ἓν τούτων.”
(Μάτθ. 6:29)
Μετάφραση : Καί ὅμως, σᾶς λέω τοῦτο, οὔτε καί αὐτός ὁ Σολομῶν, μέ ὅλη του τήν
βασιλική μεγαλοπρέπεια καί δόξα, δέν φόρεσε ποτέ ἕνα τόσο περίλαμπρο ἔνδυμα
σάν αὐτό μέ τό ὁποῖο περιβάλλεται ἕνα ἀπό τά ταπεινά αὐτά ἄνθη.
“Εἰ δὲ τὸν χόρτον τοῦ ἀγροῦ, σήμερον ὄντα καὶ αὔριον εἰς κλίβανον βαλλόμενον, ὁ
Θεὸς οὕτως ἀμφιέννυσιν, οὐ πολλῷ μᾶλλον ὑμᾶς, ὀλιγόπιστοι;“ (Μάτθ. 6:30)
Μετάφραση : Ἐάν λοιπόν ὁ Θεός ντύνει μέ τόση λαμπρότητα τά χορτάρια τοῦ ἀγροῦ,
πού σήμερα ὑπάρχουν καί αὔριο ρίχνονται στόν φοῦρνο, δέν θά ντύσει πολύ
περισσότερο ἐσᾶς, ὀλιγόπιστοι;
“ μὴ οὖν μεριμνήσητε λέγοντες, τί φάγωμεν ἢ τί πίωμεν ἢ τί περιβαλώμεθα;” (Μάτθ.

53
6:31)
Μετάφραση : Λοιπόν μή κυριευθεῖτε ποτέ ἀπό τήν ἀνήσυχη μέριμνα καί μή λέτε
συνέχεια «τί θά φᾶμε ἤ τί θά πιοῦμε ἤ τί θά ντυθοῦμε»;
“πάντα γὰρ ταῦτα τὰ ἔθνη ἐπιζητεῖ· οἶδε γὰρ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος ὅτι χρῄζετε
τούτων ἁπάντων”. (Μάτθ. 6:32)
Μετάφραση : Γιατί, οἱ εἰδωλολάτρες (Σχ.:πού δέν γνωρίζουν τά αἰώνια ἀγαθά καί
τήν στοργική πρόνοια τοῦ Θεοῦ), ἐπιζητοῦν ἀποκλεστικά καί μόνο αὐτά τά φθαρτά
ἀγαθά. Σχ.:Μήπως σήμερα εἴμαστε εἰδωλολάτρες; Μόνο αὐτά ζητᾶμε.
Ἐσεῖς ὅμως μήν κυριεύεσθε ἀπό τέτοιες μέριμνες, γιατί ὁ Πατέρας σᾶς ὁ οὐράνιος
γνωρίζει ὅτι ἔχετε ἀνάγκη ἀπό ὅλα αὐτά καί, σάν πανάγαθος πού εἶναι, θά σᾶς τά
δώσει.
Σχ.:-Τί νά κάνετε; -Προσέξτε τήν συνταγή τώρα.
“ζητεῖτε δὲ πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ, καὶ ταῦτα
πάντα προστεθήσεται ὑμῖν.” (Μάτθ. 6:33)
Μετάφραση : Ζητεῖτε δέ πρῶτον τήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί τήν δικαιοσύνη Αὐτοῦ
καί ὅλα τά ἄλλα θά σᾶς προστεθοῦν.
“Μὴ οὖν μεριμνήσητε εἰς τὴν αὔριον· ἡ γὰρ αὔριον μεριμνήσει τὰ ἑαυτῆς· ἀρκετὸν
τῇ ἡμέρᾳ ἡ κακία αὐτῆς.” (Μάτθ. 6:34)
Μετάφραση : Μή σκέφτεστε λοιπόν μέ ἀγωνία καί ἀνησυχεῖτε γιά τήν αὐριανή
ἡμέρα. Γιατί ἡ αὐριανή ἡμέρα θά φροντίσει γιά ὅσα θά χρειασθεῖτε κατ’ αὐτήν. Σέ
κάθε ἡμέρα ἀρκετές εἶναι οἱ δικές της ἀσχολίες καί τά δικά της βάσανα.
Σχ.:Βλέπετε, ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος, μέ πόση ἀγάπη μᾶς λέει: “Μήν ἔχετε ἄγχος. Ἄφησε
τά προγράμματα καί τό τί θά κάνεις αὔριο καί μεθαύριο καί τί θά γίνει, τί θά γίνει, τί
θά γίνει”. Ἄσε τό τί θά γίνει. Ἐσύ ἄραγε κάνεις αὐτό πού λέει ὁ Θεός; Ἐάν ναί, ὁ
Θεός μετά θά μεριμνήσει γιά τό τί θά γίνει, καί θά πᾶνε ὅλα πολύ καλά.
Ἔχουμε λοιπόν Κύριο πού μᾶς νοιάζεται καί μᾶς ἀγαπάει ἄπειρα καί μᾶς φροντίζει
στοργικά καί μᾶς ἀγκαλιάζει πατρικά. Ἔχουμε Πατέρα Πανάγαθο καί Πάνσοφο καί
Παντοδύναμο. Αὐτός μας ὑποσχέθηκε ὅτι: ”Ἐγώ θά σᾶς τά τακτοποιήσω ὅλα, ὅλες
σας τίς ἀνάγκες τίς πραγματικές”. (Σχ.:Ὄχι τεχνητές ἀνάγκες. Τό τσιγάρο, ἄς ποῦμε,
δέν εἶναι ἀνάγκη, ἔτσι; Μή ζητᾶμε ἀπό τόν Θεό τσιγάρα.
Ἀλλά νά ζητᾶμε αὐτά πού χρειάζεσαι πραγματικά καί θά μᾶς τά δώσει ὁ Θεός).
“Ἐσείς μόνο μία ἔννοια νά ἔχετε. Νά ζητᾶτε Ἐμένα, τήν Βασιλεία Μου, τήν ἀρετή,
τό ἀγαθό, πού εἶμαι Ἐγώ. Αὐτή εἶναι ἡ προδιαγραφή σας, ἔτσι σᾶς ἔχω φτιάξει καί
ἔτσι θά ζήσετε στόν αἰώνα”. “Ἡ ἀγάπη πρός Ἐμένα (Σχ.:λέει ὁ Θεός), εἶναι ἡ
προδιαγραφή τῆς ἀληθινῆς καί τέλειας καί γεμάτης ὀμορφιά ζωῆς”.
Σχ.:Τό ν’ ἀγαπᾶς τόν Θεό δηλαδή, εἶναι ἡ συνταγή καί “ἀγαπῶ τόν Θεό”, σημαίνει
αὐτό πού εἶπε ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος:

54
“Κάνω πάνω ἀπ’ ὅλα καί πρῶτα ἀπ’ ὅλα καί κυρίως καί προπάντων τά πνευματικά,
αὐτά πού θέλει ὁ Θεός, τήν λατρεία στόν Θεό, αὐτό εἶναι τό πρῶτο ζητούμενο”.
Σχ.:Καί αὐτό τό εἶχαν καταλάβει πολύ καλά οἱ πρῶτοι χριστιανοί, γι’ αὐτό, βλέπετε,
λέει:
“…περνοῦσαν τήν ἡμέρα τους μέ τήν Θεία Λειτουργία, μέ τήν προσευχή, μέ τίς
δεήσεις καί μέ τήν ἀκρόαση τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ”.
Σχ.:Ὅλα τά ἄλλα ἦταν δεύτερα, τρίτα, ὅπως δηλαδή λειτουργεῖ σήμερα ἕνα
μοναστήρι, ἔτσι λειτουργοῦσαν. Στό μοναστήρι, τό κέντρο δέν εἶναι τό ἐργόχειρο. Τό
ἐργόχειρο εἶναι δεύτερο, τρίτο.
Τό πρῶτο εἶναι ἡ λατρεία στόν Θεό, ἡ προσευχή.
Ἔτσι πρέπει νά ζοῦμε.
Ἄν λοιπόν τό τηρήσουμε αὐτό, τότε θά εἴμαστε εὐτυχισμένοι καί τότε θά ζήσουμε
πραγματικά. Ὅταν δέν ἐμπιστευόμαστε τόν ἑαυτό μας, τόν λογισμό μας, τίς δυνάμεις
μας (Σχ.:πού εἴπαμε εἶναι ἀνύπαρκτες), τήν ἐξυπνάδα μας, τήν ἐνεργητικότητά μας,
ἀλλά ὅλα τά ζητήματά μας τά ἀναθέτουμε, τά παραθέτουμε στόν Χριστό, τότε
τηροῦμε τήν λειτουργική προτροπή:«Ἑαυτούς καί ἀλλήλους καί πάσαν τήν ζωήν
ἠμῶν Χριστῷ τῷ Θεῶ παραθώμεθα».
Τότε καί ξεφεύγουμε ἀπό τό ἄγχος πού πνίγει ὅλα τά ἔθνη.
Σχ.:Τούς εἰδωλολάτρες δηλαδή. τούς ἀνθρώπους δίχως Θεό, δίχως πίστη στόν Θεό
καί δίχως ἐλπίδα. Μήπως γίναμε ἔτσι κι ἐμεῖς; Σήμερα χριστιανοί λέμε ὅτι εἴμαστε
καί γεμάτοι ἄγχος εἴμαστε. Συμβιβάζονται αὐτά;
Καί κάποιοι μάλιστα μιλᾶνε γιά “φυσιολογικό ἄγχος”. Ἄν εἶναι δυνατόν!
Τό ἄγχος εἶναι πράγματι ἀπιστία ἤ, ἄς εἴμαστε καί λίγο πιό ἐπιεικεῖς, ὀλιγοπιστία.
Ὁπωσδήποτε ὅμως εἶναι ὀλιγοπιστία, ἄν δέν εἶναι καί πλήρης ἀπιστία.
Σχ.:-Νά ποῦμε ὅτι φταίει ἡ ἐποχή; Μά τί εἶναι ἡ ἐποχή; Εἶναι κανένα θηρίο, κανένα
τέρας καί μᾶς ἐπηρεάζει; Ἄλλαξε ὅ κόσμος;
-Ὄχι, τίποτα δέν ἄλλαξε οὐσιαστικά. Ἐμεῖς φύγαμε ἀπό τόν Θεό.
Πῶς γίνεται νά φταίει ἡ ἐποχή ἤ ἡ τεχνολογία καί ὅλα αὐτά!
Ἐμεῖς φταῖμε, μέ τόν τρόπο πού χρησιμοποιοῦμε αὐτά τά τά ἀγαθά της τεχνολογίας
κ.τ.λ. Ἐπειδή σήμερα ἔχουμε τά ρολόγια, εἶναι σωστό νά κατεβάσουμε τόν σταυρό
καί νά βάλουμε στή θέση τοῦ τό ρολόϊ;
Κι ὅμως, αὐτό ἔχουμε κάνει. Πρῶτα οἱ ἄνθρωποι πηγαίνανε μέ τόν σταυρό στό χέρι,
τώρα πᾶνε μέ τό ρολόϊ στό χέρι, γιά νά προλάβουν καί τίποτα δέν προλαβαίνουν, καί
ὄχι μόνο δέν προλαβαίνουν, ἀλλά εἶναι καί γεμάτοι ἄγχος.
Ἐμπιστευόμαστε τόν ἑαυτό μας καί ὄχι τόν Θεό. Πιστεύουμε μόνο θεωρητικά ὅτι
ὑπάρχει Θεός.
Σχ.:Ἀλλά αὐτό καί οἱ δαίμονες τό πιστεύουν· δέν ἔχουν ἀντίρρηση σ’ αὐτό. Τό

55
ξέρουν πολύ καλά ὅτι ὑπάρχει Θεός.
Στήν πράξη ὅμως δέν ἐμπιστευόμαστε τά λόγια του Θεοῦ. Ὁ Κύριός μας
διαβεβαίωσε:
«ὑμῶν δὲ καὶ αἱ τρίχες τῆς κεφαλῆς πᾶσαι ἠριθμημέναι εἰσί». (Μάτθ. 10:30)
Μετάφραση: Καί οἱ τρίχες τῆς κεφαλῆς σας εἶναι μετρημένες.
- Ποιός ἄραγε ἀπό ἐμᾶς μέτρησε τίς τρίχες του;
- Κανένας. Ὁ Θεός ὅμως τό ἔχει κάνει καί μᾶς τό ἔχει πεῖ.
Ὅτι λέει ὁ Θεός δέν εἶναι σχῆμα λόγου, καί θέλει νά μᾶς πεῖ μ’ αὐτό πώς καί γιά τά
ἐλαχιστότατα φροντίζει.
Σχ.:Λοιπόν, πῶς δικαιολογεῖται μετά νά ἔχεις ἄγχος;
Γι’ αὐτά πού ἐμεῖς περιφρονοῦμε καί δέν καταδεχόμαστε ν’ ἀσχοληθοῦμε κἄν, ὅπως
ἡ ἔκφραση πού λέμε: ”καλά τώρα, μέ τρίχες θ’ ἀσχολούμαστε;”
Ὁ Θεός ὅμως ἀσχολεῖται, γιατί μᾶς ἀγαπάει μέ ἕναν ἄπειρο βαθμό ἀγάπης.
Ἄν μεριμνάει λοιπόν γιά τίς τρίχες μας καί γιά τά πουλάκια καί γιά τά κρίνα τοῦ
ἀγροῦ,
(Σχ.:τά ὁποία γιά μᾶς τά ἔδωσε, ὄχι ὅμως γιά νά τά εἰδωλοποιοῦμε, ἀλλά γιά νά
χαιρόμαστε καί νά βλέπουμε πίσω ἀπό αὐτά τόν Πατέρα, πού μᾶς ἀγαπάει καί μᾶς
σκεπάζει μέ τήν στοργή Του), ἄν λοιπόν φροντίζει γι’ αὐτά, τά φτιάχνει τόσο τέλεια
καί τόσο ὄμορφα, δέν θά μεριμνήσει γιά τίς μεγάλες μας ἀνάγκες; (Σχ.:δηλ. ὅλα αὐτά
πού εἴπαμε προηγουμένως, τά βιοτικά, τά ὁποῖα γνωρίζει ὅτι μᾶς χρειάζονται
ἀπαραίτητα).
Θά φροντίσει λοιπόν γιά ὅλα, ἀλλά μέ μία προϋπόθεση :
“Νά ζητοῦμε Αὐτόν τόν Ἴδιο πού εἶναι ἡ Ζωή καί νά ζητᾶμε καί τήν Βασιλεία Του.
(Σχ.:Δηλ. νά Τόν ἔχουμε Βασιλέα στήν ζωή μας. Αὐτό σημαίνει τό “ζητάω τήν
Βασιλεία τοῦ Θεού”. Ζητάω νά βασιλέψει ὁ Ἴδιος μέσα μου, δηλαδή Ἑκεῖνος νά
κάνει κουμάντο στή ζωή μου.
Ἐκεῖνος νά εἶναι ὁ Κύριος καί ἐγώ νά εἶμαι ὑποτακτικός, νά εἶμαι ὁ δοῦλος…)
Γιατί νομίζετε λέμε στόν ναό κατά τήν Βάπτιση:
“Βαπτίζεται ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ” ;
Τί θέλει νά μᾶς πεῖ ἡ Ἐκκλησία; Ὅτι δέν εἴμαστε ἐμεῖς οἱ Κύριοι.
Καί σοῦ λέει ὁ κόσμος: “Ὄχι, ἐσύ εἶσαι ὁ Κύριος, πάρε τήν ζωή στά χέρια σου”.
(Σχ.:Αὐτό εἶναι διαβολικό).
Σχ.:Ἡ Ἐκκλησία μᾶς λέει ὅτι εἴμαστε δοῦλοι καί μᾶς λέει τήν ἀλήθεια, τήν
λυτρωτική ἀλήθεια, ὅτι: Δέν εἴμαστε ἐμεῖς οἱ Κύριοι. Δέν μπορεῖς, ἄνθρωπε, νά
πάρεις τήν ζωή στά χέρια σου. Τήν ζωή σου πρέπει νά τήν ἀφήσεις στά χέρια τοῦ
Θεοῦ. Οὔτε τήν ζωή τῶν παιδιῶν σου νά τήν πάρεις στά χέρια σου.

56
Λένε κάποιοι ἄνθρωποι: -“Γιά τά παιδιά μου… Πῶς θά ζήσουν τά παιδιά μού”.
-Σιγά, ἐσύ θά τά ζήσεις τά παιδιά σου; Δέν ἔχουν Κύριο τά παιδιά σου δηλαδή; Ἐσύ
εἶσαι ὁ Κύριος τῶν παιδιῶν σου;
Δοῦλος εἶσαι καί τά παιδιά σου δοῦλοι εἶναι καί ἕνας εἶναι ὁ Κύριος καί σ’ Αὐτόν
πρέπει ν’ ἀφήσεις καί τά παιδιά σου καί τήν γυναίκα σου καί ὅλη σου τήν ζωή καί τίς
ζωές ὅλων τῶν ἀνθρώπων πού σέ περιβάλλουν.
Ὅταν λοιπόν ζητήσεις τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ζητήσεις νά γίνει δηλαδή Αὐτός ὁ
Βασιλιάς σου, τότε Ἐκεῖνος (ὁ Θεός) ἔχει δεσμευτεῖ
νά μᾶς ἐξασφαλίσει ὅλα τά ἀναγκαῖα βιοτικά ἀγαθά.
Σχ.:Ἔχει δεσμευτεῖ καί ὁ Θεός ποτέ δέν ὑπαναχωρεῖ, ποτέ δέν ἀκυρώνει, ποτέ δέν
προδίδει τόν Ἑαυτό Του.
Ὅλα αὐτά γιά νά πραγματοποιηθοῦν, προϋποθέτουν ἀπό μέρους μας τήν πίστη σ’
Αὐτόν. Τότε, ὅταν δηλαδή πιστέψουμε, θά βοῦμε τήν δύναμη νά ἐλευθερωθοῦμε ἀπό
τά δεσμά τῆς κοσμικῆς λογικῆς, τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου, τοῦ κόσμου καί τοῦ
κοσμοκράτορα.
-Τί εἶναι αὐτό πού μᾶς κολλάει καί μᾶς γεμίζει ἄγχος;
-Εἶναι αὐτή ἡ ὑποδούλωση στήν λογική.
Σχ.Ἡ παιδεία πού παίρνουμε, εἶναι τέτοια, πού μᾶς σπρώχνει στό νά ἔχουμε
ἐμπιστοσύνη μόνο στήν λογική, σάν νά μήν ὑπάρχει ὁ νοῦς, σάν νά μήν ὑπάρχει
ἄλλη δύναμη στήν ψυχή μας, παρά μόνο ἡ λογική.
Ἔ λοιπόν, δέν εἶναι μόνο ἡ λογική.
Ὑπάρχει καί μιά ἄλλη δύναμη στήν ψυχή μας, πιό ἀνώτερη ἀπό τήν λογική, πού οἱ
ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας τήν εἴπανε “νοῦ”.
Καί ὁ νοῦς, δέν δουλεύει μέ τήν λογική, ἀλλά δουλεύει μέ τήν πίστη καί εἶναι τό μάτι
τῆς ψυχῆς. Αὐτή τήν δύναμη λοιπόν τήν ἔχουμε χαντακώσει, τήν ἔχουμε θάψει, τήν
ἔχουμε ὑποδουλώσει στή λογική.
Ἡ λογική ὅμως δουλεύει παίρνοντας δεδομένα ἀπό τίς αἰσθήσεις:
ἀπό τό τί βλέπουμε, τί ἀκοῦμε, τί πιάνουμε, τί ὀσφραινόμαστε, τί γευόμαστε.
-Μπορεῖς μέ τίς αἰσθήσεις νά δεῖς τόν Θεό; -Ὄχι. Γιατί ὁ Θεός εἶναι Ἄϋλος, εἶναι
Πνεῦμα. δέν μπορεῖς νά τόν προσεγγίσεις μέ τίς αἰσθήσεις. Ἄρα, σοῦ λέει ἡ λογική
«Δέν ὑπάρχει Θεός», καί βλέπετε πώς τά κατάφερε ὁ διάβολος, νά σοῦ περάσουνε τό
μήνυμα: “Ἔε, τώρα, ἐντάξει. Αὐτά εἶναι τῶν παπάδων. Κοίταξε ἐσύ νά κάνεις αὐτό
πού κάνει ὁ πολύς ὁ κόσμος, δούλεψε γιά νά ζήσεις”.
Καί ἔτσι γεμίζουμε ἄγχος.
Εἶναι λοιπόν ἐπιλογή μας ἡ ἀπελευθέρωση ἀπό τήν λογική τοῦ κόσμου, ἐπιλογή τοῦ
καθενός, καί ἄν τήν κάνουμε θά λυτρωθοῦμε. Ἄν δέν τήν κάνουμε, θά συνεχίσουμε
νά ζοῦμε μέ ἄγχος καί μέ χάπια.

57
Ὅταν δέν σκεφτόμαστε μέ τήν ἀνθρώπινη κοσμική λογική καί δέν ἀντιμετωπίζουμε
μέ τίς φτωχές καί οὐσιαστικά ἀνύπαρκτες ἀνθρώπινες δυνάμεις τό κάθε μᾶς
πρόβλημα, ἀλλά προσευχόμαστε καί ἀνοιγόμαστε ἀγαπητικά στόν Θεό καί τηροῦμε
τίς ἐντολές Του, τότε ξεφεύγουμε ἀπό τήν ἀγωνιώδη μέριμνα καί φροντίδα πού
πνίγει τήν ψυχή καί τήν κάνει νά νιώθει ἀσφυξία.
Σχ.:Αὐτό πού λέμε “ἄγχος” τί εἶναι; Εἶναι ἡ ἀγωνιώδης φροντίδα.
- Γιατί δημιουργεῖται τό ἄγχος;
- Γιατί βλέπεις ὅτι αὐτό πού θέλεις νά κάνεις δέν μπορεῖς νά τό κάνεις καί… κλείνει
ἡ μία πόρτα, κλείνει ἡ ἄλλη πόρτα, καί σκέφτεσαι: “Ἀποτυχία ἐδῶ, ἀποτυχία ἐκεῖ, σέ
ὅλα ἀποτυχία, λοιπόν, τί θά κάνω; Χάθηκα! ”
-Γιατί χάθηκες; -Γιατί χαντάκωσες τήν πίστη.
-Ποῦ εἶναι ἡ πίστη σου; Ποῦ εἶναι ὁ Θεός; Δέν πιστεύεις στόν Θεό; Δέν πιστεύεις
στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ;
Ἀκόμα καί ὅταν δέν ἔχουμε κάποιο συγκεκριμένο καί ἄμεσο καί πιεστικό πρόβλημα,
πάλι δέν πρέπει νά ξεχνοῦμε τήν πρώτη ἐντολή:
“ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐν ὅλῃ τῇ καρδίᾳ σου καὶ ἐν ὅλῃ τῇ ψυχῇ σου καὶ
ἐν ὅλῃ τῇ διανοίᾳ σου” (Ματθ. 22:37).
Σχ.:Αὐτή εἶναι ἡ πρώτη καί μεγάλη ἐντολή. Δέν εἶναι ἡ πρώτη ἐντολή νά
δουλεύουμε. Ἡ πρώτη ἐντολή εἶναι ν’ ἀγαπήσουμε τόν Θεό.
Θά πρέπει σταθερά πάντα, νά ἐμμένουμε στήν προσευχή, στήν ἐμπιστοσύνη στόν
Κύριο, στό ἄφημα ὅλης μας τῆς ζωῆς, τούς ἑαυτούς μας καί ὅλους σ’ Αὐτόν. Χωρίς
αὐτή τήν ἄμετρη ἐμπιστοσύνη στόν Θεό, στήν Θεία Πρόνοια, στήν Θεία Ἀγάπη, δέν
μποροῦμε νά βροῦμε ἀνάπαυση. -Θέλεις νά βρεῖς ἀνάπαυση στήν ψυχή σου; Θέλεις
νά εἰρηνέψεις; -Ἄκου τί λέει ὁ Κύριος:
“Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς”.
(Μάτθ. 11:28).
Σχ.:“Ελάτε σ’ Ἐμένα”, λέει. Δέν χρειάζεται νά κάνεις κάτι μόνος σου καί
ἀνεξάρτητα, αὐτονομημένα, γιά νά ἠρεμήσεις, ἀλλά νά πᾶς σέ Κάποιον, καί Αὐτός ὁ
Κάποιος εἶναι μόνο Ἕνας, εἶναι ὁ Χριστός! Τό λέει ὁ Ἴδιος: “Δεῦτε πρός με”.
Δέν μᾶς λέει: “Κάντε αὐτό”.
“Ἐλάτε σ’ Ἐμένα”, λέει, πού σημαίνει:
“Ἀγαπήστε με, σχετιστεῖτε μαζί μου”, καί τότε εἰρηνεύεις.
Ἄρα, μήν ψάχνουμε γιά ἄλλες συνταγές, γιά χαπάκια. Ὅπως καί ἡ Εὕα. Τῆς εἶπε ὁ
διάβολος: “Φάε ἀπό τό φροῦτο καί θά γίνεις Θεός” – «εὐτυχισμένη».
Τό πῆρε ἡ Εὕα καί ἔπαθε αὐτό πού ἔπαθε.
Ἀλλά αὐτό τό ἴδιο τό παθαίνουμε καί ἐμεῖς συνεχῶς στήν σημερινή ἐποχή.

58
Δέν τό μάθαμε τό μάθημα, δηλ. ὅτι πρέπει νά πᾶμε σ’ Αὐτόν τόν Κάποιον, ἄν
θέλουμε νά εἰρηνεύσουμε.
Καί συνεχίζει ὁ Κύριος :
“ἄρατε τὸν ζυγόν μου ἐφ᾽ ὑμᾶς“ (Μάτθ. 11:29)
Μετάφραση: σηκῶστε ἐπάνω σας τόν ζυγό τῆς ὑπακοῆς σ’ Ἐμένα – δηλαδή νά
τηρήσετε τίς ἐντολές Μου,
“καὶ μάθετε ἀπ᾽ ἐμοῦ, ὅτι πραΰς εἰμι καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ” (Μάτθ. 11:29)
Μετάφραση : καί μάθετε ἀπό Μένα τόν Ἴδιο ὅτι εἶμαι πράος καί ταπεινός στήν
καρδιά,
“καὶ εὑρήσετε ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν·” (Ματθ. 11:29)
Μετάφραση: καί τότε θά βρεῖτε ἀνάπαυση καί εἰρήνη στίς ψυχές σας.
Σχ.:-Τί σημαίνει, τώρα,
“νά μάθουμε ἀπό τόν Χριστό ὅτι εἶναι πράος καί ταπεινός”;
-Σημαίνει νά ζήσουμε αὐτό πού ζεῖ ὁ Χριστός, τήν πραότητα καί τήν ταπείνωση.
-Ὁ Χριστός, ἔχει ἄγχος;
-Εἶναι βλάσφημο καί μόνο νά τό σκεφτοῦμε. Ὁ Χριστός ἔχει ἀπέραντη καί ἀπόλυτη
εἰρήνη καί ἀταραξία. Τίποτα δέν μπορεῖς νά κάνεις στόν Χριστό καί νά Τόν ταράξεις,
τίποτα. Λοιπόν, αὐτό ἰσχύει καί γιά τούς Ἁγίους.
Γιατί οἱ Ἅγιοι εἶναι ἀκριβῶς αὐτοί πού ἔμαθαν ἀπό τόν Χριστό, ὅτι εἶναι πράος καί
ταπεινός καί τό ζοῦνε δηλαδή.
-Μπορεῖς νά ταράξεις ἕναν Ἅγιο;
-Μέ τίποτα. Ὅτι καί νά τοῦ κάνεις, ὅσο καί νά τόν μισήσεις, ὅσο καί ἄν τόν
τηγανίσεις, νά τόν κάψεις, νά τόν διαλύσεις, αὐτός θά συνεχίσει νά σέ ἀγαπάει. Δέν
θά ταραχτεῖ καθόλου, γιατί ζεῖ αὐτό πού ζεῖ καί ὁ Χριστός.
Καί συνεχίζει ὁ Κύριος, λέγοντας:
“ὁ γὰρ ζυγός μου χρηστὸς καὶ τὸ φορτίον μου ἐλαφρόν ἐστιν.” (Ματθ. 11:30)
Μετάφραση: διότι ὁ ζυγός μου εἶναι χρηστός καί τό φορτίο μου ἐλαφρό.
(Μή διστάσετε, γιατί ὁ ζυγός μου εἶναι καλός καί χρήσιμος καί τό φορτίο τῶν
ὑποχρεώσεων καί καθηκόντων πού ἐπιβάλλω Ἐγώ εἶναι ἐλαφρό.
Ἐγώ τό ἐπιβάλλω, ἀλλά καί Ἐγώ σᾶς βοηθῶ νά τό σηκώσετε).
(Ἐμεῖς προτιμᾶμε τά βαρέα φορτία καί τά δυσβάσταχτα πού βάζει ὁ πονηρός καί ὁ
κόσμος, καί σοῦ λέει :
“Ἔ, καλά τώρα, ὁ Χριστός…κᾶνε τώρα αὐτά πού κάνουν οἱ πολλοί, δούλεψε γιά νά
ζήσεις, ἀγχώσου γιά νά περάσεις στό πανεπιστήμιο”. Τό λένε στά παιδιά ἔτσι στά
ψυχρά:

59
“Πρέπει νά ἀγχωθεῖτε, λέει, γιά νά περάσετε στό πανεπιστήμιο”.
Σχ.:Δηλαδή πρέπει νά διαστραφεῖτε, νά δαιμονοποιηθεῖτε γιά νά περάσετε στό
πανεπιστήμιο. -Ὄχι, νά μοῦ λείπει. Δέν θέλω νά γίνω δαίμονας, γιά νά περάσω στό
πανεπιστήμιο, νά χάσω τήν εἰρήνη μου, γιατί, ὅταν χάνεις τήν εἰρήνη σου, χάνεις τό
Ἅγιο Πνεῦμα. Εἶσαι ὑπό δαιμονική ἐπήρεια, ὅταν εἶσαι ταραγμένος. Τό ἄγχος εἶναι
δαιμονική ἐπήρεια, νά τό ξέρετε. Εἶναι μιά “πρόσκαιρη δαιμονοκαταληψία”.
Ὁ ἄνθρωπος πού προσεύχεται καί ὑποτάσσεται, γενικά, στό Θεῖο θέλημα, μιμεῖται
τόν ταπεινό Χριστό, ὁ ὁποῖος, καί ὡς ἄνθρωπος, προσευχόταν ἀδιάλειπτα,
κοινωνοῦσε συνεχῶς μέ τόν ἐν οὐρανοῖς Πατέρα Του καί ὑπέτασσε πάντα τό
ἀνθρώπινο θέλημά Του στό Θεῖο, γιά νά μᾶς δώσει τό ἀληθινό πρότυπο ζωῆς.
Ὅταν λοιπόν κανείς ὑποτάσσει τό θέλημά του στό θέλημα τοῦ Θεοῦ σέ ὅλα, τότε
ὅλα του γίνονται ὅπως τά θέλει.
-Θέλεις νά σοῦ γίνονται ὅλα ὅπως θέλεις;
-Νά τά θέλεις ὅλα ὡς θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὅταν τά δέχεσαι ὅλα ὡς θέλημα τοῦ Θεοῦ,
τότε ὅλα σου γίνονται ὅπως τά θέλεις καί τότε δέν ἔχεις λόγο νά στεναχωρηθεῖς γιά
τίποτα.
Σχ.:Ὅπως αὐτός ὁ μοναχός πού διαβάσαμε, ὁ τόσο Ἅγιος, πού εἶχε ἀξιωθεῖ νά κάνει
ἀπό ζωντανός, θεραπεῖες καί ἰάσεις.
Ὅταν λοιπόν ὅλα τά δέχεσαι ὡς θέλημα Θεοῦ, λέγοντας:
“Γενηθήτω τό θέλημά Σου”
σέ ὅλα καί πάντοτε καί σ’ ἐμένα καί στά παιδιά μου καί στούς πάντες, καί:
“Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με”,
τότε μή φοβᾶσαι.
Εἶσαι στόν σωστό δρόμο,
στόν δρόμο τῆς Σωτηρίας καί τῆς Ἁγιότητας.

Καταπολέμηση τῆς ἔχθρας καί τῆς μνησικακίας

Ὁ Ἅγιος Πορφύριος ἔδινε τεράστια σημασία στό θέμα τῆς διατήρησης τῆς ἑνότητας
ἐν Χριστῷ ὅλων τῶν πιστῶν καί στήν ἐξάλειψη τῆς ἔχθρας.
«Ὅταν ὁ Γέροντας Πορφύριος», διηγεῖται πνευματικό του τέκνο, «ἦταν νεώτερος καί
ὑγιής, ἐξομολογοῦσε πολλούς πιστούς καί, ὡς εὐσπλαχνικός πατέρας, ὅ,τι κι ἄν τοῦ
λέγανε, τούς τά συγχωροῦσε ὅλα. Μόνο πού τούς ἔκανε στό τέλος τήν ἐρώτηση
«Ἔχεις κακία μέ κανέναν;»
Κι ἄν ἕνας του ἔλεγε ὅτι δέν κρατεῖ κακία σέ κανέναν, τόν ἀγαποῦσε πολύ.
Ἄν ὅμως τοῦ ἔλεγε ὅτι ἔχει ἔχθρα μέ τόν ἀδερφό του ἤ τήν νύφη του ἤ μέ κάποιο
ἄλλο πρόσωπο, ἄρχιζε νά τοῦ ἀναπτύσσει τό μυστήριο τῆς συγχωρητικότητας καί

60
τοῦ ἐλέους πρός τόν συνάνθρωπό μας, γιατί τό πταῖσμα τοῦ πλησίον μας, ὅσο
μεγάλο κι ἄν φαίνεται, στήν πραγματικότητα, μπροστά στά πταίσματά μας πρός
τόν Θεό, εἶναι ἐλάχιστο, κι ὅμως, αὐτήν τήν μεγαλοψυχία μας θά ἐκμεταλλευθεῖ ὁ
Θεός γιά νά μᾶς συγχωρήσει ἁμαρτίες, γιά τίς ὁποῖες δέν ὑπάρχει ἀριθμός. Μάλιστα,
θά ἦταν φρικτό καί βλακῶδες νά χαθεῖ ἕνας ἄνθρωπος στήν αἰώνια κόλαση, ἐπειδή
δέν θέλει νά ἀποβάλει τήν κακία καί τήν ἔχθρα πρός τόν ὁμοιοπαθῆ συνάνθρωπό
του»[102].

Ἡ ζήλεια-φθόνος καί ἡ ἐπιθυμία νά μᾶς ἀγαποῦν

Ὁ ἐγωισμός ἔχει ποικίλες μορφές καί ἀποτελέσματα. Φοβερά τέκνα του, πού
δημιουργοῦν μεγάλη θλίψη καί κατάθλιψη στόν ἄνθρωπο εἶναι ἡ ζήλεια, ὁ φθόνος
καί ἡ ἐπιθυμία νά μᾶς ἀγαπούν.
Ὁ Ὅσιος Γέροντας Πορφύριος τόνιζε ὅτι ὁ πνευματικός ἄνθρωπος πρέπει ὅλα αὐτά
νά τά καταπολεμᾶ. Τόνιζε ὅτι δέν πρέπει νά ζητᾶμε τήν ἀγάπη τῶν ἄλλων. Ἀντίθετα
νά καλλιεργοῦμε τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό, τόν Θεῖο Ἔρωτα καί τήν ἀγάπη πρός τόν
πλησίον, νιώθωντας ἕνα μέ ὅλους.
Ἔλεγε σέ πνευματικό του παιδί: ««Μακριά ἀπό τήν Ζήλεια. Τόν κατατρώγει τόν
ἄνθρωπο. Ἀπό φθόνο, μία Μοναχή πρός ἄλλη, τήν φαντάστηκε νά ἀσχημονεῖ μέ τόν
πνευματικό, καί τό ἔλεγε σάν πραγματικότητα.
Ὅλα γίνονται στόν φθονερό ἄνθρωπο. Ἐγώ τά ἔζησα. Οἱ ἄνθρωποι μέ εἶχαν γιά καλό
καί ἐρχόντουσαν πολλοί γιά νά ἐξομολογηθοῦν. Καί μοῦ τά ἔλεγαν μέ εἰλικρίνεια.
Μακριά ἀπό αὐτά τά γυναικίστικα παράπονα. Τόν Χριστό, μωρέ, τόν Χριστό νά
ἀγαπήσουμε μέ πάθος, μέ Θεῖο Ἔρωτα.
Εὐτυχισμένος ὁ μοναχός πού ἔμαθε νά ἀγαπάει ὅλους μυστικά. Δέν ζητᾶ ἀπό τούς
ἄλλους ἀγάπη, οὔτε τόν νοιάζει νά τόν ἀγαπούν.
Ἐσύ ἀγάπα ὅλους, καί προσεύχου μυστικά μέσα σου. Ξεχύνε τήν ἀγάπη σου πρός
ὅλους. Καί θά ἔλθει ὥρα πού θά ἀγαπᾶς ἀβίαστα. Καί θά νιώθεις, ὅτι ὅλοι σ’
ἀγαπούν…
Μερικοί μοναχοί, ἰδίως γυναῖκες, λένε:
- Μ’ ἀγαπᾶς;
- Γιατί δέν μ’ ἀγαπᾶς;
Πώ πώ! Πόσο μακριά εἶναι ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ!
Φτώχεια, πνευματική φτώχεια.
Μή σέ νοιάζει ἄν σ’ ἀγαπούν. Ἐσύ μόνο ξεχείλιζε ἀπό ἀγάπη Χριστοῦ πρός
ὅλους. Καί τότε, μυστικά ἔρχεται μία μεταβολή, μία ἀλλαγή σ’ ὅλο τό σύνολο.
Αὐτό πού σοῦ λέω εἶναι ἡ καλύτερη ἱεραποστολή»[159].
Ὁ ἄνθρωπος πού ἔχει μεγάλο ἐγωισμό θέλει νά εἶναι τό ἐπίκεντρο τῆς προσοχῆς

61
ὅλων. Ἐπίσης, ζηλεύει ὅταν ἀγαποῦν ἄλλους καί ὄχι αὐτόν.
Ὁ σοφός ἅγιος Πορφύριος ἔλεγε σέ πνευματική του θυγατέρα, γιά τήν ὁποία νόμιζαν
ὅτι πάσχει ἀπό κρίσεις ἐπιληψίας:
«Ἐσύ ἔχεις μεγάλο ἐγωισμό μέσα σου, θέλεις νά σ’ ἀγαποῦνε ὅλοι. Καί πολλές
φορές, ὅταν δεῖς τούς γονεῖς σου νά περιποιοῦνται κάποιον ἀδερφό σου, ἔ! τό κάνεις
μόνη σου. Ξεύρεις πῶς γίνεται αὐτό τό πράγμα, καί κάνεις ἔτσι καί τό κάνεις.
Δηλαδή, ἀνοίγεις, σέ κυριεύει ὁ δαίμονας καί ἀπό κεῖ καί πέρα τά χάνεις, πέφτεις
κάτω, ἀφρίζεις, χτυπιέσαι, δαγκάνεις τά χείλη σου,… Γιά θυμήσου το, τῆς λέω, ρέ
κόρη;
Ἔ! αὐτό τό κάνω, μοῦ λέει.
Λέω «Πῶς τό κάνεις, γιατί τό κάνεις;»
Νά, ὅταν μέ στενοχωρήσουν, δέν ἔχω τίποτ’ἄλλο νά κάνω. Κάνω αὐτό, γιά νά τό
καταλάβουν, νά μή μέ στενοχωροῦν, νά μ’ ἀγαποῦν καί νά μοῦ φέρνουνε ἐκεῖνο
πού θέλω»[160].
Οἱ φαινομενικά φοβερές κρίσεις ἐπιληψίας σ’ αὐτήν τήν κοπέλα δέν ἦταν παρά
ἐκδηλώσεις ζήλειας καί πληγωμένου ἐγωισμοῦ.

Οἱ τρομακτικές μορφές τοῦ πονηροῦ

Ὁ Ὅσιος Γέροντας Πορφύρος ἀπέφευγε τὴν ὀξύτητα στὶς ἐκφράσεις. Συνιστοῦσε


πάντα ὅλα νὰ γίνονται ἁπαλὰ καὶ χωρὶς βία.
— Οἱ τρομακτικὲς μορφὲς ποὺ παίρνει ὁ πονηρὸς καὶ παρουσιάζεται στὸν
χριστιανό, ὀφείλονται πολὺ συχνὰ στὸν βίαιο τρόπο, μὲ τὸν ὁποῖον ὁ πιστὸς
πολεμᾶ τὰ πάθη του, ἔλεγε. Τὸ πνεῦμα τοῦ κακοῦ δὲν ἔχει μορφή. Οἱ ἄνθρωποι τοῦ
δίνουν μορφὴ ἀνάλογα μὲ τὰ βιώματά τους, τὰ γονίδιά τους καὶ τὴν
κληρονομικότητά τους.
— Καὶ ὁ Μέγας Ἀντώνιος ποὺ ἔβλεπε τέτοιες μορφές; (ρώτησε κάποιος)
—  Ἔ, δὲν ἦταν μέγας καὶ ἅγιος ἀπὸ τὴν ἀρχή, ἔλεγε μὲ χαμόγελο. Νὰ ἀγωνίζεσαι
ἁπαλὰ καὶ χωρὶς βία νὰ μεταμορφώσεις τὰ ἁμαρτωλὰ πάθη σὲ καλά. Οἱ τρεῖς 
Ἱεράρχες δὲν ἔβλεπαν τὸ κακό καὶ δὲν περιγράφουν τὸν διάβολο.
Δὲν ἀσκοῦσαν βία πάνω τους, ὥστε νὰ καταπιεσθεῖ τὸ νευρικὸ σύστημα. Μὲ ἁπαλὸ
καὶ ἐρωτικὸ τρόπο ἔστρεφαν ἀβίαστα τὸν νοῦ τους πρὸς τὸν Χριστό, καὶ τὰ ἄλλα
ὑποχωροῦσαν, κι ἔτσι δὲν ὑπῆρχε καμία καταπίεση. Δίνονταν στὸν Χριστὸ καὶ ὅλη ἡ
δυναμικότητά τους πήγαινε ἐκεῖ. Δὲν ἔμενε τίποτα γιὰ τὸν ἀντίθετο. Ἂν τὴν θλίψη
σου τὴν κάνεις προσευχή, ἂν τὸν πόνο σου δὲν τὸν ἀφήνεις μέσα σου, ἀλλὰ τὸν
κάνεις ἀνάταση, τότε μεταβάλλεται σὲ δύναμη.  Ἔτσι ἔκαναν οἱ μεγάλοι Πατέρες
τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης. Τότε ποὺ ἔμεινα τρεῖς μέρες στὴν
ἐκκλησία καὶ μελετοῦσα περιμένοντας τὴν κουρά μου, τότε ἤμουν μέσα στὸν Θεό.
Καὶ ἐπανέλαβε τὴν σκέψη του γιὰ τὴν Ἐκκλησία: Ὅλοι νὰ εἴμαστε ἑνωμένοι μέσα

62
στὴν Ἐκκλησία. Μὰ ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἄκτιστη.  Ὅλοι ἑνούμεθα ἐκεῖ μεταξύ μας καὶ
μὲ ὅλους τοὺς ἁγίους. Ἑνωμένοι καὶ ὁ Υἱὸς μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Πνεῦμα, ἡ
Παναγία Τριάδα, κι ἐμεῖς μαζί Της. Αὐτὴ εἶναι ἡ Ἐκκλησία»[168].

Ἡ καταπολέμηση τῆς ἐπιθυμίας νά μᾶς ἀγαποῦν.


Γιά νά ταπεινωθοῦμε θά πρέπει νά καταπολεμήσουμε τήν ἐπιθυμία νά μᾶς ἀγαποῦν
καί νά μᾶς ἀποδέχονται. Ὅταν θέλουμε νά μᾶς ἀγαποῦν φανερώνουμε τήν ἄρρωστη
ἀγάπη πού ἔχουμε στόν ἑαυτό μας, τόν ἐγωκεντρισμό μας. Νά τί μᾶς συμβουλεύει ὁ
Γέροντας Παΐσιος:

«Νά προσεύχεσαι καί νά ἀγαπᾶς. Νά ἀγαπᾶς τό Θεό καί τούς ἀνθρώπους.Δέν


βλέπεις ἐδῶ τί κάνει ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ; Νά μή λές μέσα σου ”μέ ἀγαποῦν οἱ
ἄλλοι; ”. Ἄν τούς ἀγαπᾶς ἐσύ πρῶτα,νά ξέρεις ὅτι καί αὐτοί σέ ἀγαποῦν τό
ἴδιο”»[1].

Ὁ ἄνθρωπος πού ἔχει μεγάλο ἐγωισμό θέλει νά εἶναι τό ἐπίκεντρο τῆς προσοχῆς
ὅλων. Ἐπίσης ζηλεύει ὅταν ἀγαποῦν ἄλλους, αὐτοί, πού περιμένει νά ἀγαποῦν
αὐτόν.

Ὁ σοφός π. Πορφύριος ἔλεγε σέ πνευματική του θυγατέρα, γιά τήν ὁποίαν νόμιζαν
ὅτι πάσχει ἀπό κρίσεις ἐπιληψίας: «Ἐσύ ἔχεις μεγάλο ἐγωισμό μέσα σου, θέλεις νά
σ’ ἀγαποῦνε ὅλοι. Καί πολλές φορές, ὅταν δεῖς τούς γονεῖς σου νά περιποιοῦνται
κάποιον ἀδερφό σου, ἔ! Τό κάνεις μόνη σου. Ξεύρεις πῶς γίνεται αὐτό τά πράγμα,
καί κάνεις ἔτσι καί τό κάνεις. Δηλαδή, ἀνοίγεις, σέ κυριεύει ὁ δαίμονας καί ἀπό κεῖ
καί πέρα τά χάνεις. Πέφτεις κάτω, ἀφρίζεις, χτυπιέσαι, δαγκάνεις τά χείλη σου, γιά
θυμήσου το, τῆς λέω, ρέ κόρη; Ἔ! αὐτό τό κάνω, μοῦ λέει. Λέω, πῶς τό κάνεις,
γιατί τό κάνεις; Νά ὅταν μέ στενοχωρήσουν δέν ἔχω τίποτ’ἄλλο νά κάνω, κάνω
αὐτό γιά νά τό καταλάβουν νά μή μέ στενοχωροῦν, νά μ’ ἀγαποῦν καί νά μοῦ
φέρνουνε ἐκεῖνο πού θέλω»[2]. Οἱ φαινομενικά κρίσεις ἐπιληψίας σ’ αὐτήν τήν
κοπέλα δέν ἦταν παρά ἐκδηλώσεις ζήλειας καί πληγωμένου ἐγωισμοῦ.

Ὁ ἄνθρωπος δέν τό καταλαβαίνει πολλές φορές, ὅτι ἐνεργεῖ μέ πολύ ἐγωισμό διότι
καταλαμβάνεται καί αἰχμαλωτίζεται ἀπό τόν πονηρό. Ἀρχικά ὅμως ἑκούσια
ὑποχωρεῖ στόν πονηρό. Ὁ πνευματικά ὑγιής δέν ἀποζητᾶ τήν ἀγάπη τῶν ἄλλων,
οὔτε τό ἐνδιαφέρον τους γιαυτόν, ὁπότε καί δέν πάσχει ὅταν ἀδιαφοροῦν γι’ αὐτόν ἤ
ἀκόμη καί ὅταν τόν ἀδικοῦν μέ ὁποιοδήποτε τρόπο.

Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης

63
***************************************************************
Κατεβάστε τις συνέχειες της σειράς,όπως και μελλοντικά pdf με νέες
απομαγνητοφωνημένες ομιλίες που θα αναρτούνται ανα διαστήματα,στην ανωτέρω
ηλεκτρονική διεύθηνση,στην επίσημη ιστοσελίδα,στην στήλη του blog (πάνω-δεξιά).
(hristospanagia3.blogspot.gr)

***************************************************************

Λίστα και Σύνδεσμοι


Απομαγνητοφωνημένων ομιλιών
http://hristospanagia3.blogspot.gr/p/blog-page_27.html

***************************************************************

Πώς θα Σωθούμε - (Σειρά ηχητικών ομιλιών)


Κατεβάστε την σειρά ομιλιών σε pdf από εδώ:
http://www.hristospanagia.gr/?p=61046

***************************************************************

Βιβλιογραφία π.Σάββα Αγιορείτη

http://hristospanagiapsavvas.blogspot.gr/

***************************************************************

64

You might also like