Professional Documents
Culture Documents
ÍÅÐÉÓÔÇÌ
ÅðéìÝëåéá ÐÁ ENS FREE UNIVER
ÉÏ
ÅÕÈÅÑÏ
Z
SIT
ITI
ÐÏËÉÔÙÍ
C
Y
ÉÔ ÉÓÌÉÊÇ ÅË.Ð.ÐÏ.
ÏË Ó
18ï
ÔÑÏ ÄÉÁÐ
ÅÊ
ÅË
ÐÁÉÄÅÕÓ * *
ÊÅ. Ä.ÅÊ. ÅË.Ð.ÐÏ.
ÄéåèíÝò ÓõíÝäñéï
ÅÍ
ÇÓ
*Ê *
ÐÁÔÑÁ
ÊïéíùíéêÞ ÐáéäáãùãéêÞ
Äéáðïëéôéóìéêüôçôá êáé
ÅéäéêÞ ÁãùãÞ
Ôüìïò É
ÐÜôñá 2015
Εκπαίδευση και Ετερότητα
Παντελής Γεωργογιάννης
Επιμέλεια
Κοινωνική Παιδαγωγική,
Διαπολιτισμικότητα
και
Ειδική Αγωγή
Τόμος Ι
Πάτρα 2015
--
17ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
������� 27-29
������ Ιουνίου
�������� ����
2014
Ηλεκτρονική
στοιχειοθεσία: Ελεύθερο Πανεπιστήμιο Πολιτών - Μελιτζάνη Ειρήνη
ISBN: 978-960-8206-90-8
SET: 978-960-8206-89-2
--
Εκπαίδευση και Ετερότητα
Επιστημονική Επιτροπή
Πρόεδρος:
Γεωργογιάννης Παντελής, Καθηγητής Πανεπιστημίου Πατρών
Μέλη:
Σκούρτου Ελένη, Καθηγήτρια Πανεπιστημίου Αιγαίου
Φυριππής Εμμανουήλ, Καθηγητής ΠΤΔΕ Πανεπιστημίου Αθηνών
Γαλανάκη Ευαγγελία, Καθηγήτρια ΠΤΔΕ Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου
Αθηνών
Μαλαφάντης Κωνσταντίνος, Καθηγητής ΠΤΔΕ Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου
Αθηνών, Πρόεδρος Παιδαγωγικής Εταιρίας Ελλάδας
Χατζησαββίδης Σωφρόνης, Καθηγητής, Τμήμα Επιστημών Προσχολικής Αγωγής και
Εκπαίδευσης Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
Σακελλαρίου Mαρία, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Πανεπιστημίου Ιωαννίνων
Στεργίου Λήδα, Επίκουρη Καθηγήτρια ΠΤΝ Πανεπιστημίου Ιωαννίνων
Μάγος Κωνσταντίνος, Επίκουρος Καθηγητής ΠΤΝ Πανεπιστημίου Θεσσαλίας
Μπάκας Θωμάς, Επίκουρος Καθηγητής ΠΤΝ Πανεπιστημίου Ιωαννίνων
Νταραντούμης Θανάσης, Μόνιμος Επίκουρος Καθηγητής, Τμήμα Πολιτισμικής
Τεχνολογίας και Επικοινωνίας, Πανεπιστήμιο Αιγαίου
Πανταζής Βασίλης, Επίκουρος Καθηγητής Π.Τ.Π.Ε. Πανεπιστημίου Θεσσαλίας
Ροφούζου Αιμιλία, Λέκτορας Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας στη Σχολή Ναυτικών
Δοκίμων
Μανιάτης Παναγιώτης, Δρ. Πανεπιστημίου Αθηνών Εξωτ. Συνεργάτης, Π.Δ. 407
Οργανωτική Επιτροπή
--
17ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
������� 27-29
������ Ιουνίου
�������� ����
2014
--
Εκπαίδευση και Ετερότητα
Περιεχόμενα
Κοινωνική Παιδαγωγική 9
Κοινωνική Ψυχολογία 59
--
17ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
������� 27-29
������ Ιουνίου
�������� ����
2014
--
Εκπαίδευση και Ετερότητα
--
17ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
������� 27-29
������ Ιουνίου
�������� ����
2014
Ψευδόφιλες λέξεις μεταξύ της κοινής νέας ελληνικής γλώσσας και της
κατωιταλικής διαλέκτου και η αξιοποίησή τους στο γλωσσικό μάθημα 433
Σταφίδας Δημήτριος - Σταφίδα Βασιλική
--
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Κοινωνική Παιδαγωγική
--
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
- 10 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Περίληψη
Η δια βίου μάθηση εμπεριέχει τη μη τυπική εκπαίδευση και την άτυπη γνώση, την
υποσυνείδητη μάθηση, η οποία κατακτάται καθημερινά μέσα από τις προκλήσεις μιας
μεταβιομηχανικής κοινωνίας. Στο πεδίο της δια βίου μάθησης ανήκει και η εκπαίδευση
ενηλίκων. Εθελοντικές οργανώσεις με περιβαλλοντικό προσανατολισμό στη Ρόδο,
θέλοντας να εξασφαλίσουν την αειφορία του δάσους, εκπαιδεύουν συστηματικά τα
μέλη τους, ώστε να έχουν τις κατάλληλες γνώσεις και δεξιότητες στους τομείς της
δασοπυρόσβεσης και δασοπροστασίας.
Abstract
1. Εισαγωγή
Η δια βίου μάθηση είναι η συνεχής, εθελοντική και αυτενεργούμενη επιδίωξη της
γνώσης για προσωπικούς ή επαγγελματικούς λόγους. Αποτελεί μία από τις κορυφαίες
πολιτικές προτεραιότητες, τόσο σε Ευρωπαϊκό, όσο και σε Διεθνές επίπεδο. Ο επίσημος
ορισμός της από την Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ως εξής: «Κάθε μαθησιακή δραστηριότητα,
η οποία αναλαμβάνεται καθ΄ όλη τη διάρκεια της ζωής, με σκοπό τη βελτίωση των
γνώσεων, των δεξιοτήτων και των εφοδίων, στο πλαίσιο μιας προσωπικής, κοινωνικής
οπτικής και/ή μιας οπτικής που σχετίζεται με την απασχόληση».
Πρόκειται, δηλαδή, για την εξέλιξη δεξιοτήτων, γνώσεων και ικανοτήτων
που εξασφαλίζουν τη συμμετοχή του πολίτη στις μαθησιακές διεργασίες. Εκτείνεται
πέρα από τους τρόπους της τυπικής μάθησης, εμπεριέχοντας την αρχική και περαιτέρω
εκπαίδευση και κατάρτιση μέσα από τα τυπικά, μη τυπικά και άτυπα περιβάλλοντα
μάθησης. Αποκαλύπτει την έννοια μιας φυσικής διαδικασίας μάθησης και κάνει έντονο
το γεγονός ότι η μάθηση συμβαίνει σε διαφορετικά πλαίσια και με διαφορετικούς
τρόπους κάθε φορά. Αναδεικνύει μαθησιακές προτάσεις και ενθαρρύνει όλους
τους πολίτες να λάβουν μέρος σε αυτές. Δεν πρόκειται για μια εναλλακτική μορφή
εκπαίδευσης. Αποτελεί μια μεθοδολογική αρχή για την παροχή και συμμετοχή στην
κοινωνία της γνώσης. Επομένως εκτός από τα τυπικά προσόντα που έχουν αποκτηθεί
(π.χ. πτυχίο, τεχνικές γνώσεις), χρειάζεται να αναπτύσσονται συνεχώς, μέσα από
European
��������� ������������
Commission, �����������������������
Com (2001)678/F1. Στο: http://ec.europa.eu/transparency/regdoc/
?fuseaction=list&coteId=1&year=2001&number=678&language=EN (προσπελάστηκε στις 8/2/2014).
- 11 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
������������������
Rogers, A. (2005 )��
���,� Δια βίου Μάθηση στις μέρες μας. Θέματα και Προκλήσεις. Στα πρακτικά του 1ου
Συνεδρίου της Επιστημονικής Ένωσης Εκπαίδευσης Ενηλίκων. Αθήνα: Μεταίχμιο.
- 12 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
απαραίτητος για την αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών και για την ανακούφιση
των συνανθρώπων μας που επλήγησαν. Αξίζει να αναφερθεί ότι η καλλιέργεια όλων
αυτών των δεξιοτήτων δεν αποτελούσε αυτοσκοπό για τους πολίτες της Ρόδου, αν
και είναι αναγκαία για την αειφορία του δάσους. Έτσι, η εθελοντική προσφορά
εκπαιδευμένων πολιτών στο πλαίσιο οργανώσεων και συλλόγων συνιστά μια
συνεχόμενη διαδικασία δια βίου μάθησης.
Στην Ελλάδα, από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, εμφανίζεται ο θεσμός του
������������
Rochester, C.,
���� Ellis
������ Paine,
��������������������
A., Howlett, S.
�������
and ���������
Zimmeck, M.
�����������
(2009), Volunteering and society in the 21st
century. Basingstoke: Palgrave MacMillan.
������������
Rochester, C.,
���� Ellis
������ Paine,
��������������������
A., Howlett, S.
�������
and Zimmeck,
��������� �����������
M. (2009), Volunteering and society in the 21st
century. Basingstoke: Palgrave MacMillan.
- 13 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Εκτός από τις εθελοντικές ομάδες, υπάρχει και ο θεσμός του Εθελοντή Πυροσβέστη,
ο οποίος καθιερώθηκε με το Νόμο 1951/1991 (ΦΕΚ Α’ 84 / 31-05-1991), ενώ η
����������������������������������������������������������������������������������������������
Παντζαρτζή, Ε. (2010)������������������������������������������������������������������������
,�����������������������������������������������������������������������
«Ευρωπαϊκή Ένωση και Διαχείριση Φυσικών και Τεχνολογικών Καταστροφών,
Μελέτη περίπτωσης Ιταλία». Διπλωματική εργασία. Αθήνα: Εθνική Σχολή Τοπικής Αυτοδιοίκησης Τμήμα
Πολιτικής προστασίας.
��������������������������������������
Παντελίδης, Κ. & Τζηρίτης,Η. (2009)��,� Εθελοντισμός, δασοπροστασία και δασοπυρόσβεση στην Ελλάδα. Πρόταση
για την ουσιαστική και αποτελεσματική συμμετοχή των εθελοντών στην προστασία των δασών. Αθήνα: WWF.
- 14 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
1. Ε.Ο.Π.Κ.
��������� (Εθελοντική
������������ Ομάδα
����������������������������
Πρόληψης Καταστροφών) Σύλλογος
��������� C��
���
B�
Δωδεκανήσου
��������������������������������������������������
Πουλής, Γ., Καρρά, Α., Κωσταρόπουλος, Α. (2009)��,� Εγχειρίδιο Εκπαίδευσης Εθελοντών Πυροσβεστών.
Αθήνα: Υπουργείο Εσωτερικών, Πυροσβεστικό Σώμα Ελλάδας.
- 15 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
αρμόδιες αρχές με κάθε νόμιμο τρόπο, από τη μια μεριά της καθιέρωσης σε όλη την
ελληνική επικράτεια της Ραδιοσυχνότητας των πολιτών (CITIZENS BANK) σύμφωνα
με τα διεθνή πρότυπα και από την άλλη, της χορήγησης αδειών για χρησιμοποίηση
της ραδιοσυχνότητας αυτής από τα μέλη του.
Τα μέλη του συλλόγου συμμετέχουν στην επιτήρηση για πρόληψη
ενδεχόμενης πυρκαγιάς κατά την καλοκαιρινή περίοδο. Πηγαίνουν στα υψώματα
με τα αυτοκίνητά τους και με τους ασυρμάτους από τις έντεκα μέχρι τις δύο τα
μεσάνυχτα. Ακόμη, αν κρίνουν ότι σε ορισμένα σημεία χρειάζεται καθαρισμός,
παροτρύνουν τις τοπικές αρχές και προχωρούν σε αυτόν και με τη βοήθειά τους.
Προσπαθούν να προστατεύουν το δάσος με περιπολίες. Τα περίπολα κινούνται
ανάμεσα στους δρόμους που διασχίζουν τα παρατηρητήρια, τα οποία βρίσκονται
σε περιοχές που χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής, όπως Φιλέρημος, Πεταλούδες, Επτά
Πηγές και Προφήτης Ηλίας και έχουν σταθερά κάποια μέλη. Έτσι, σε περίπτωση
ύποπτης κίνησης, επικοινωνούν τα περίπολα με τους παρατηρητές. Έχουν
συμμετάσχει σε όλες τις δενδροφυτεύσεις, που έχουν οργανώσει η Περιφέρεια και ο
Δήμος, σε όλες τις ασκήσεις Δια Πυρός, στην εκπαίδευση που κάνει η Πυροσβεστική
στις εγκαταστάσεις της και σε όλα τα Σ.Ν.Ο (Συντονιστικό Νομαρχιακό Όργανο)
που γίνονται. Τέλος, καθώς διενεργούνται οι περιπολίες, τα μέλη κάνουν αναφορά
για την κατάσταση των αγροτικών δρόμων. Γίνεται δηλαδή έλεγχος κατά πόσον οι
δρόμοι αυτοί είναι διαβατοί από Πυροσβεστικά οχήματα.
2. ����������������������������������
Ένωση Ραδιοερασιτεχνών Δωδεκανήσου
- 16 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
3. Ε.Ο.Δ
������ (Ελληνική
���������� ���������������
Ομάδα Διάσωσης)
4. ���������������������������������������������������
Σώμα Εθελοντών Σαμαρειτών Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού
Οι πολίτες που θέλουν να ενταχθούν στο Σώμα Εθελοντών Σαμαρειτών και πληρούν τις
προϋποθέσεις (17-45 χρονών, απόφοιτοι Β’ τάξης Λυκείου, καλή φυσική κατάσταση),
φοιτούν στη Σχολή Πρώτων Βοηθειών 15μηνης διάρκειας και εφόσον συμπληρώσουν
τις απαιτούμενες ώρες (470) σε Εκπαιδευτικές-Ερυθροσταυρικές-Υγειονομικές και
υπηρεσίες ΤΕΠ (Τμήμα Επειγόντων περιστατικών οικείου Νοσοκομείου) και πετύχουν
στις εξετάσεις τους, λαμβάνουν το πτυχίο του Εθελοντή Σαμαρείτη του Ελληνικού
Ερυθρού Σταυρού, πενταετούς διάρκειας αναγνωρισμένο από το Ελληνικό κράτος
(Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Υπουργείο Εσωτερικών, Γενική
Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας), το Γερμανικό Ερυθρό Σταυρό, τη Διεθνή Επιτροπή
του Ερυθρού Σταυρού και Ερυθράς Ημισελήνου και την ILSE. Η εκπαίδευση, όμως,
δε σταματά εκεί, καθώς ο εθελοντής μπορεί να εξελιχθεί σε Διασώστη του Ελληνικού
Ερυθρού Σταυρού, Διεθνή Ναυαγοσώστη, Βοηθό Εκπαιδευτή του Γερμανικού και
Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού.
Οι Εθελοντές Σαμαρείτες, οι Εθελοντές Διασώστες και οι Εθελοντές
Ναυαγοσώστες του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού, εργάζονται καθημερινά σε τοπικό,
εθνικό και διεθνές επίπεδο, συμμετέχοντας σε πλήθος υπηρεσιών ή αποστολών του
Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού, όπως εκπαίδευση πολιτών σε βασικές γνώσεις πρώτων
βοηθειών. Για να φτάσουν στο απαιτούμενο επίπεδο γνώσεων και επιχειρησιακής
ετοιμότητας, οι Εθελοντές Σαμαρείτες εκπαιδεύονται από τους πλέον εξειδικευμένους
εκπαιδευτές, ενώ κάθε δύο χρόνια γίνεται στην Πάτρα η Πανελλήνια Εκπαίδευση
Διάσωσης και Αντιμετώπισης Καταστροφών του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού με τη
συνεργασία του Γερμανικού Ερυθρού Σταυρού, όπου συγκεντρώνονται πάνω από 140
Εθελοντές από όλη τη χώρα, διαμένουν σε συνθήκες εκστρατείας και λαμβάνουν την
πλέον προχωρημένη εκπαίδευση για 15 ημέρες, με αποκορύφωμα τη μεγάλη άσκηση,
που κάθε φορά μεταδίδεται από όλα τα μεγάλα κρατικά και μη κανάλια της χώρας.
Στις 4 Οκτωβρίου 2000 έγινε ο Αγιασμός του Περιφερειακού Τμήματος Ρόδου
του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού- Σώμα Εθελοντών Σαμαρειτών, Διασωστών και
Ναυαγοσωστών. Η ηλεκτρονική διεύθυνση είναι: http://www.samarites.gr
- 17 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
5. Λέσχη
���������
4W4
O σύλλογος έχει ιδρυθεί το 2005 με την ονομασία Εξερευνητική Λέσχη 4w4 και έχει
αναγνωριστεί από την Ε.Λ.Π.Α. Το 2011 εντάχθηκε στα μητρώα της Γενικής Γραμματείας
Πολιτικής Προστασίας. Τα μέλη της συμμετέχουν σε όλες τις δενδροφυτεύσεις της
Περιφέρειας, καθώς και σε δενδροφυτεύσεις άλλων συλλόγων. Ακόμη, ανταποκρίνονται
στις προσκλήσεις για ΣΝΟ/ΣΤΟ. Δίνουν το παρόν τόσο στις ασκήσεις Δια Πυρός, όσο
και στην Εκπαίδευση της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, που γίνεται κάθε χρόνο στις
εγκαταστάσεις της. Παράλληλα, κινητοποιούνται και στις περιπολίες πυρασφάλειας
με την έναρξη της αντιπυρικής περιόδου σε δύσβατες περιοχές και χωματόδρομους. Η
ηλεκτρονική διεύθυνση είναι: http://www.4wd.sunweek.gr/
6. Δωδεκανησιακός
������������������������
Σύλλογος Οχημάτων
����������������������
Εκτός Δρόμου
Η Αιθρία είναι περιβαλλοντική οργάνωση με έδρα τη Ρόδο, την οποία ίδρυσαν νέοι
επιστήμονες το 2005. Η αφορμή για τη δημιουργία της Αιθρίας δόθηκε όταν μια ομάδα
νέων επιστημόνων ένωσαν τις δυνάμεις τους για να μελετήσουν το Πλατώνι (ελάφι) της
Ρόδου, στο πλαίσιο ερευνητικού προγράμματος του Πανεπιστημίου Αθηνών. Μέσα από
τις δράσεις της, η Αιθρία προωθεί κυρίως δυο στόχους: την έρευνα και την εφαρμογή
των ερευνητικών αποτελεσμάτων για το Πλατώνι και το περιβάλλον της Ρόδου και της
Δωδεκανήσου γενικότερα, και την ενεργό συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών, κυρίως
νέων και παιδιών, στη διατήρηση του περιβάλλοντος. Για την επίτευξη των στόχων της,
η Αιθρία συνεργάζεται τόσο με ερευνητικούς φορείς της Ελλάδας και του εξωτερικού,
- 18 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
όσο και με φορείς της τοπικής κοινωνίας, όπως συλλόγους, σχολεία, τοπικές αρχές,
δημόσιους φορείς και επιχειρήσεις. Η Αιθρία διοικείται από τη Γενική Συνέλευση
των εταίρων, οι οποίοι καθορίζουν το σκοπό, τη στρατηγική και τους στόχους της
οργάνωσης, ενώ υπεύθυνος για την εφαρμογή των αποφάσεων της Γενικής Συνέλευσης
και το συντονισμό των δράσεων είναι ο Διαχειριστής. Ειδικοί επιστήμονες απαρτίζουν
την επιστημονική ομάδα της Αιθρίας και βέβαια η δράσης της υποστηρίζεται σε μεγάλο
βαθμό από τα μέλη της. Δράσεις της ομάδας έχουν χρηματοδοτηθεί από εθνικά και
ευρωπαϊκά προγράμματα, με το μεγάλο μέρος τους να στηρίζεται στην εθελοντική
προσφορά των επιστημόνων και των μελών – υποστηρικτών της.
Για την πραγματοποίηση των στόχων της, η Αιθρία αναπτύσσει συνεργασίες
με φορείς, δημόσιους και ιδιωτικούς, και υποστηρίζεται από το δίκτυο των μελών
- εθελοντών της. Επιδιώκει τη συνεργασία με τοπικούς φορείς της Ρόδου και της
Δωδεκανήσου, αφού έχει διαφανεί ότι μέσα από συμμετοχικές διαδικασίες είναι
δυνατό να προαχθούν πιο εύκολα και αποτελεσματικά οι στόχοι της. Έχει εμπλέξει
συνεπώς στις δράσεις της τόσο τοπικούς δημόσιους φορείς, όπως είναι ο Δήμος
Ρόδου, η Διεύθυνση Δασών Δωδεκανήσου, οι Διευθύνσεις Α/θμιας και Β/θμιας
Εκπαίδευσης Ρόδου, σχολεία της Ρόδου, όσο και τοπικούς συλλογικούς φορείς, όπως
είναι πολιτιστικοί σύλλογοι και περιβαλλοντικές οργανώσεις της Ρόδου.
Στον τομέα της ενημέρωσης, διοργανώνονται ημερίδες για τις πυρκαγιές
και για το Πλατώνι, σε συνεργασία με το Ζωολογικό Μουσείο του Πανεπιστημίου
Αθηνών και για τις περιοχές Natura. Μέσα από τα ερευνητικά προγράμματα που
υλοποιούν οι εθελοντές της συμβάλλει στην αειφορία του δάσους της Ρόδου.
Συμμετοχή των μελών της καταγράφηκε και σε μεγάλες πυρκαγιές που απείλησαν τη
χλωρίδα και την πανίδα του νησιού, όπως στην πυρκαγιά του 2008. Η ηλεκτρονική
διεύθυνση της Αιθρίας είναι: www.aithria.org.
Σε όλους αυτούς τους συλλόγους και τις οργανώσεις, που αναφέρθηκαν
παραπάνω, υπάρχουν πιστοποιημένοι εθελοντές πυροσβέστες με ειδική κάρτα από
την Πυροσβεστική Υπηρεσία. Ακόμα, αρκετοί από αυτούς είναι μέλη σε περισσότερες
από μία οργανώσεις.
6. Συμπεράσματα
H��������������������������������������������������������������������������
εκπαίδευση ενηλίκων εθελοντών στη δασοπυρόσβεση – δασοπροστασία, η οποία
εμπίπτει στο πεδίο της δια βίου μάθησης είναι μη τυπική και άτυπη. Οι εθελοντές της
Ρόδου, μέσα από την προσπάθειά τους να εξασφαλίσουν την αειφορία του δασικού τους
πλούτου, καλλιεργούν τις δεξιότητες της συνεργατικότητας και της οργανωτικότητας και
διευρύνουν τις γνώσεις τους γύρω από θέματα που αφορούν στην τεχνολογία, τη διάσωση
και το περιβάλλον. Τα προσόντα αυτά, είτε συνοδεύονται από αντίστοιχη πιστοποίηση
είτε όχι, λειτουργούν θετικά ως προς την επαγγελματική τους σταδιοδρομία και ως προς
την εξέλιξή τους γενικότερα ως προσωπικότητες.
Συνεπώς γίνεται κατανοητό ότι μέσα από αυτές τις διαδικασίες δια βίου
μάθησης και εκπαίδευσης ενηλίκων διαμορφώνονται ενεργοί πολίτες με περιβαλλοντικό
ήθος και αίσθηση περιβαλλοντικής ευθύνης. Πολίτες ενδυναμωμένοι με αξίες, ώστε να
μετασχηματισθεί η σκέψη και η πρακτική τους προς τη διαμόρφωση νέων σχέσεων μεταξύ
κοινωνίας και φύσης με την υιοθέτηση βιώσιμων συμπεριφορών και τρόπου ζωής.
- 19 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσση
Ξενόγλωσση
- 21 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Η Συμβουλευτική στο σχολείο: μια συγκριτική μελέτη μεταξύ Αγγλίας και Ελλάδας
Κουρμπέλη Δήμητρα�
Περίληψη
Η ανάγκη για την κάλυψη των κοινωνικο-συναισθηματικών και ψυχικών αναγκών των
παιδιών είναι ευρέως αποδεκτή στη σχετική βιβλιογραφία για την ισορροπημένη ανάπτυξη
και ευημερία τους. Ως εκ τούτου, η αναγκαιότητα για συμβουλευτική υποστήριξη
κρίνεται επιτακτική ιδιαίτερα σε μία συνεχώς μεταβαλλόμενη παγκοσμιοποιημένη
πραγματικότητα. Στην παρούσα εισήγηση αρχικά παρουσιάζονται οι προσπάθειες
που έχουν γίνει στην Αγγλία και την Ελλάδα αναφορικά με την παροχή υπηρεσιών
Συμβουλευτικής στο σχολείο. Στη συνέχεια επιχειρείται μία σύντομη συγκριτική ανάλυση
των ευρημάτων υπό το πρίσμα του εκπαιδευτικού πλαισίου στο οποίο εντάσσονται οι δύο
χώρες.
Abstract
The need to meet the emotional and psychological needs of children so as to enhance
their well-being is widely recognized in the relevant body of literature. Hence, the need
for Counseling is all the more exigent especially in the constantly changing reality of
globalization. At first the present paper endeavors to shed light into the efforts that have
been made regarding the provision of school Counseling services in the UK and Greece.
Then a short comparative analysis of the findings is attempted within the framework of
the educational systems of the two countries.
1. ��������
Εισαγωγή
- 22 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
σε μεγάλο βαθμό όχι μόνο την ακαδημαϊκή απόδοση αλλά και τη γενικότερη πρόοδο
στη ζωή ενός ατόμου. Η ανάγκη μάλιστα για συμβουλευτική υποστήριξη των παιδιών
επιτείνεται, καθώς σύμφωνα με τους �������������������������������������������
Hornby�������������������������������������
και ��������������������������������
Atkinson������������������������
, όπως αναφέρεται στους
Smith, οι συναισθηματικές ανάγκες οι οποίες δεν καλύπτονται αναπόφευκτα έχουν
αρνητική επίδραση στη μάθηση των παιδιών.
Ιδιαίτερα σε μια περίοδο κρίσης η συνδρομή της σχολικής συμβουλευτικής
καθίσταται ακόμη πιο καθοριστική για την ενίσχυση της συναισθηματικής ευημερίας.
Αποσκοπώντας με την παρούσα εισήγηση να ερευνήσουμε την παροχή συμβουλευτικών
υπηρεσιών στο σχολείο για την κάλυψη των συναισθηματικών και ψυχολογικών
αναγκών των παιδιών, θα επιχειρήσουμε μια συγκριτική μελέτη για το πώς λειτουργεί
ο θεσμός της Σχολικής Συμβουλευτικής στην Αγγλία και στην Ελλάδα αντίστοιχα, μέσα
στα πλαίσια ωστόσο του γενικότερου εκπαιδευτικού περιβάλλοντος των δυο χωρών.
2. Αποσαφήνιση
��������������������
εννοιών
� Smith,
�����������
L., 2006.
��������������������������������������������������������������������������������
What effect does listening to individual children have on their learning? Pastoral Care in
Education, December 2006, 24(4), pp. 32
����������������
���������������
Δημητρόπουλος��, ����������
E., 1999. Συμβουλευτική και συμβουλευτική ψυχολογία: θεωρία-μεθοδολογία-πράξη. 3�η έκδ�� �����.
Αθήνα��������������������
: Εκδόσεις����������
������������������
Γρηγόρη��.
���������
Κασσοτάκης��, ���������
M., ed., ������
2004. Συμβουλευτική και επαγγελματικός προσανατολισμός: θεωρία και πράξη. Αθήνα��:
Τυπωθήτω�.
���������������
Baginsky, W., ������
2004. School
������� counselling in England, Wales and Northen Ireland: a review. London: NSPCC, ����� σ. 44
�����������������������
Μαλικιώση�������������
����������������������
-������������
Λοΐζου������
, ���
����., ����������������������
2011. ����������������
Συμβουλευτική ������������������������������
Ψυχολογία Στην Ελλάδα Σήμερα, Hellenic� �����������
Journal����
of�
���
Psychology, Vol������
���������
. 8 , �����������
2011, σελ. ���266
�������������������
Hornby, G., Hall, C. �����������
& Hall, E. ���������
eds., 2003.
������ Counselling pupils in schools: skills and strategies for teachers.
London: Routlegde Falmer.
Μπρούζος������������
, A., 1998. Ο εκπαιδευτικός ως λειτουργός συμβουλευτικής και προσανατολισμού: μία ανθρωπιστική
θεώρηση της εκπαίδευσης. �2η ���������������������������
έκδ������������������������
. Αθήνα�����������������
����������������������
: Εκδόσεις�������
���������������
Λύχνος
������
���������������
Baginsky, W., ������
2004. School
������� counselling in England, Wales and Northen Ireland: a review. London: NSPCC, ��� σ. �8
Bor, R., Ebner-Landy, J., Gill, S., & Brace, C., 2002. Counselling in schools. London: SAGE Publications Ltd.
- 23 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
των μαθητών καθίσταται όλο και πιο επιβεβλημένο, με τους Zins et al.10 να επισημαίνουν
τη συσχέτιση που υπάρχει ανάμεσα σε μία συστηματική παροχή που στοχεύει στην
ανάπτυξη των κοινωνικών και συναισθηματικών δεξιοτήτων με τη σχολική επιτυχία και
με μία λιγότερη προβληματική συμπεριφορά.
Θα πρέπει να σημειώσουμε στο σημείο αυτό μάλιστα, ότι οι τεράστιες
προκλήσεις που απορρέουν από την παγκοσμιοποίηση θέτουν σε κίνδυνο τη
συναισθηματική σταθερότητα και ασφάλεια των παιδιών και κατ’ επέκταση καθιστούν
την ανάγκη για συμβουλευτική ακόμη πιο επιτακτική. Ο έντονος ανταγωνισμός, η
συνεχής ανάπτυξη της τεχνολογίας, η πολυπολιτισμικότητα, οι αλλαγές στις δομές της
οικογένειας, οι υποβαθμισμένες αξίες και η υφιστάμενη οικονομική κρίση είναι κάποιες
από τις πτυχές της πολυεπίπεδης πραγματικότητας με την οποία έρχονται αντιμέτωποι οι
μαθητές, καθώς αυτοί προσπαθούν να φτάσουν σε ένα επίπεδο αυτογνωσίας. Η απειλή
λοιπόν που υφίσταται η συναισθηματική τους ισορροπία από αυτήν την πολύ-επίπεδη
πραγματικότητα είναι έκδηλη και από το εύρος των προβλημάτων τα οποία βιώνουν και
κατ’ επέκταση δυσχεραίνουν τη μάθησή τους. Τα πιο σημαντικά από αυτά, έτσι όπως
απαντώνται στους Hornby et al11, είναι η ανταγωνιστικότητα, ο σχολικός εκφοβισμός, ο
κοινωνικός αποκλεισμός, ο ρατσισμός, η κρίση στην οικογένεια, οι χαμηλές επιδόσεις στο
σχολείο, η κακοποίηση, η ομοφοβία, η πίεση των συνομήλικων και η κατάχρηση ουσιών.
Η όποια μορφή δράσης που έχει λάβει χώρα στο Ηνωμένο Βασίλειο για την επίλυση των
τυχόν προβλημάτων αποτελεί το αντικείμενο προς διερεύνηση στη συνέχεια.
Ιστορική αναδρομή
10 10� Zins,
������E.��������������
J., et al. 2004.
�������������������������������������������������������������������������������������
The scientific base linking social and emotional learning to school success in
Building academic success on social and emotional learning: what does the research say? New York: Teachers
College Press�������
, σελ.5
11 11�������������������
Hornby, G., Hall, C. & �����������
Hall, E. eds.,
���������
2003.
������
Counselling pupils in schools: skills and strategies for teachers.
London: Routlegde Falmer, σελ 1
����������������
Baginsky, W., ������
2004. School
������� counselling in England, Wales and Northen Ireland: a review. London: NSPCC, ��� σ��. �2
Lines, D., 2006. Brief counseling in schools: working with young people from 11 to 18. 2nd ed. London: SAGE
Publications Ltd.
Williams, E. , 2006. Counselling. 24 March.
- 24 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
αναπόσπαστο κομμάτι του ρόλου του εκπαιδευτικού13. Αυτή καθεαυτή η έμφαση στον
συμβουλευτικό ρόλο του εκπαιδευτικού σε συνδυασμό με τις οικονομικές δυσκολίες
αναφέρονται στη βιβλιογραφία14 ως οι αιτίες στις οποίες αποδίδεται η παρατηρούμενη
επιβράδυνση της ανάπτυξης της συμβουλευτικής στην περίοδο αυτή.
Στο μεταξύ η εγκαθίδρυση Εθνικού Προγράμματος Σπουδών και η έμφαση
που δόθηκε στην επίδοση των μαθητών περιόρισε σε μεγάλο βαθμό την ικανότητα των
εκπαιδευτικών να παίξουν αυτόν τον συμβουλευτικό ρόλο. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό
με τη λεγόμενη Children Act το 1979 συνετέλεσε στην αναβίωση του ενδιαφέροντος για
τη σχολική συμβουλευτική15.
Τα αποτελέσματα σχετικής έρευνας, η οποία διεξήχθη από τους Jenkins και Polat16,
καταδεικνύουν τη διαφοροποιημένη φύση της σχολικής συμβουλευτικής στην Αγγλία
και την Ουαλία η οποία είχε τα εξής χαρακτηριστικά:
Ήταν «αποκεντρωμένη, έχοντας ως βάση τις σχολικές μονάδες, παρέχονταν
πάντα με βάση τη ζήτηση, μη θεσμοθετημένη και οι υπηρεσίες προσφέρονταν από πάρα
πολλές πηγές». Επίσης γίνεται αναφορά στη σχετική έλλειψη καθοδήγησης και οδηγιών
για τις σωστές πρακτικές αλλά και κάποιου κυβερνητικού πλαισίου αναφοράς. Πιο
συγκεκριμένα ωστόσο στοιχεία έφερε στο φως μία μεγαλύτερης κλίμακας έρευνα17 η
οποία έγινε από τη Βρετανική Εταιρεία Συμβουλευτικής και Ψυχοθεραπείας. Σύμφωνα
με τα εν λόγω ευρήματα, έτσι όπως παρουσιάζονται από την Pattison et al.18 τα κυρίαρχα
μοντέλα συμβουλευτικών υπηρεσιών που προέκυψαν παρουσιάζουν τα παρακάτω
χαρακτηριστικά:
• «Συμβουλευτική η οποία αποτελεί μέρος υπηρεσιών που παρέχονται από μια πολυπληθή
ομάδα ειδικών»
• «Συμβουλευτική που παρέχεται από προσωπικό ψυχικής υγείας»
• «Συμβουλευτική από εκπαιδευτικούς»
• «Συμβουλευτική αλληλοϋποστήριξη μεταξύ συνομήλικων»
• «Κεντρική περιπατητική παροχή από τις τοπικές αρχές»
• «Κεντρική παροχή από τις τοπικές αρχές»
• «Μοντέλο ανεξάρτητου συμβούλου»
• «Παροχή συμβουλευτικής στο χώρο του σχολείου από εξωτερικές υπηρεσίες»
13 13����������
Bor, R., Ebner-Landy,
�����������������������
J., Gill, S., �������������
& Brace, C.,����
2002.
������
Counselling in schools. London: SAGE Publications Ltd.
����������������
Baginsky, W., ������
2004. School
������� counselling in England, Wales and Northen Ireland: a review. London: NSPCC, ��� σ��
.4
Bor, R., Ebner-Landy, J., Gill, S., & Brace, C., 2002. Counselling in schools. London: SAGE Publications Ltd.
Wehrly, B., 1987. International developments in counseling 1977-1986: some observations. International
Journal for the Advancement of Counselling, 10 , pp. 191-207.
�� Bor,
���������
R., Ebner-Landy,
�����������������������
J., Gill, �������������
S., & Brace, ����
C., ������
2002. Counselling in schools. London: SAGE Publications Ltd.
16 16����������
Jenkins, P. �����
& Polat,
�������F.,����2006.
�����������������������
The children Act 2004 �������������������������������������������������������
and the implications for counseling in schools in
England and Wales. Pastoral Care, 01 ��������
June 2006��
������, �����������������
24 (2), ���������
σελ������
. 10.
17 17�������������������������
������������������������
British Association for ����������������
Counselling
����������������
and ���������������
Psychotherapy,
��������������� �����
2007�
�����
.Co��������������������������������������������
unselling in schools: a research study into
services for children and young people.
18 18� Pattison,
����������
S.,�������������������������������
Rowland, N., Richards, K., Cromarty, �����������������������
K., Jenkins, P., ����
Polat,
�������
F.,����
2009.
������
School
����������������������
counselling in
Wales: recommendations for good practice. Counselling and Psychotherapy research, ��� 01 September
���������� 2009,���
��������
9
(3), ��������
σελ 170�.
- 25 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
19 19�����
Ο.π�.
����
20 20�������������������������
������������������������
British Association for ����������������
Counselling
����������������
and ���������������
Psychotherapy,
���������������
�����
2007�
�����
.Co��������������������������������������������
unselling in schools: a research study into
services for children and young people.����� Σελ 5�
21 21����������������������������
Welsh
���������������������������
Assembly Government, 2008. ������
������
School-based counselling services in Wales: a national strategy.
Wales, Welsh Assembly Government. Σελ ���� �2
22 22��������������������������������������������������������������������������
Department for children, schools and families. About every child matters.
�������������������������������������������������������������������������
23 23����������������������
���������������������
Roche, J., & Tucker, ����S., ����
������
2007.
������
������
Every
������
������
Child
������
���������
Matters:
���������
���������������
‘tinkering’
���������������
or �������������������������������
‘reforming’—an
�������������������������������
analysis of the
development of the Children Act (2004) from an educational perspective’. Education 3-13, August 2007, 35(3),
σελ� 216
���
24 24��������������������������������������������������������������������������������
Department for children, schools and families. About every child matters.������
������������������������������������������������������������������������������� Σελ��
�����5
25 25�����������
Best,
����������
R., 2007.The
�����������������������������������������������
�����������������������������������������������
whole child matters: the challenge of Every������
������
Child
������
������
Matters
���������������������������
���������������������������
for pastoral care. Education
3-13, August 2007, 35(3), ����
σελ� 250
���
26 26����������������������
���������������������
Roche, J., & Tucker, ����S., ����
������
2007.
������
������
Every
������
������
Child
������
���������
Matters:
���������
���������������
‘tinkering’
���������������
or �������������������������������
‘reforming’—an
�������������������������������
analysis of the
development of the Children Act (2004) from an educational perspective’. Education 3-13, August 2007, 35(3),
σελ 216
27 27�������������
Harris, B., 2006.
��������������������������������������������������������������������������
Overview of every child matters (2003) and the children Act (2004). Pastoral Care in
Education, 24 (2), ������
σελ���
5�.
- 26 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Η Reid28 μάλιστα δίνει έμφαση στην έγκαιρη παρέμβαση σε πάρα πολύ πρώιμο
στάδιο, το οποίο μπορεί να ενισχυθεί με την «αναβάθμιση του συστήματος διαμοιρασμού
πληροφοριών» και την ύπαρξη ενός «κοινού πλαισίου αξιολόγησης των δομών».
Παράλληλα, η ύπαρξη μίας βάσης δεδομένων για τα παιδιά σε εθνικό επίπεδο θεωρείται
απαραίτητη προκειμένου να διασφαλιστεί η διαδικασία αναγνώρισης των παιδιών που
υφίστανται κίνδυνο και να διευκολύνεται η επικοινωνία ανάμεσα στους διαφορετικούς
επαγγελματίες, όπως προτείνουν οι Jenkins and Polat29.
Ιστορικό Πλαίσιο
28 28�����������
Reid, K., 2005.
��������������������������
The Implications of Every ������
Child
������
Matters
����������������
and the Children
�����������������
Act for Schools,
���������
Pastoral Care
in Education. 23(1)��, ������
March ��������������
2005, ��������
σελ����
�������
. 1�3
29 29����������
Jenkins, P. �����
& Polat,
�������F.,����2006.
�����������������������
The children Act 2004 �������������������������������������������������������
and the implications for counseling in schools in
England and Wales. Pastoral Care, 01 ��������
June 2006��
������, ��������������
24 (2), σελ 12
30 30����������������
���������������
Δημητρόπουλος, ���������������������������������������������������
E��������������������������������������������������
., ���������������������������������������������������
1999. Συμβουλευτική και συμβουλευτική ψυχολογία: θεωρία – μεθοδολογία - πράξη.
3η έκδ. Αθήνα: Εκδόσεις Γρηγόρη.
31 31���������������������
��������������������
Νόμος 1894/ΦΕΚ 110, �������������������������
27-8-1990,
�������������������������
Τόμος Α’, Αρ. �2 �
32 32�����������������������������������
Υ.Α.
����������������������������������
Γ2/806 ΦΕΚ 134, 5-3-1993 Τ.Β’
33 33�������������������
Υ.Α.
������������������
Γ2/1869, ΦΕΚ 287, ��������������������������������������������
��������������������������������������������
10-4-1997, Τ.Β’, Υ.Α. Γ2/4116/15-9-1999
34 34�������������������
������������������
Π.Δ/445, ΦΕΚ 185, 7-10-1993,
���������������
���������������
Τ.Α’
35 35���������������������������
Υ.Α.
��������������������������
Γ7/104492, 10-10-2006
36 36�����������������������
����������������������
Μαλικιώση-Λοΐζου, Μ., ����������������������
2011.
����������������������
Η Συμβουλευτική ������������������������������
Ψυχολογία
������������������������������
Στην Ελλάδα Σήμερα, Hellenic� �����������
Journal����
���
of�
- 27 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Psychology, Vol������
���������
. 8 , �����������
2011, σελ. ���
282
37 37�����������������������������������
Υ.Α.
����������������������������������
Γ2/806 ΦΕΚ 134, 5-3-1993 Τ.Β’
38 Υ.Α Γ7/93008/10-8-2012
- 28 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Όπως υπογραμμίζει η Καραγιάννη39 η αξία του έργου των Σ.Σ.Ν. είναι άμεσα
συνυφασμένη με το εύρος της πρόληψης, καθώς τα οφέλη που αποκομίζονται είναι
πολλαπλά με την παρέμβαση να στοχεύει τόσο στους μαθητές όσο και στους καθηγητές
και στους γονείς. Έτσι, όπως αναφέρεται στη σχετική ιστοσελίδα της δράσης του Σ.Σ.Ν.
Ηρακλείου40 οι μαθητές υποστηρίζονται ώστε να μπορούν να διαχειριστούν προσωπικά,
ψυχολογικά, οικογενειακά προβλήματα μέσα στο χώρο του σχολείου, έχοντας
παράλληλα τη δυνατότητα να συμμετέχουν σε βιωματικές ομάδες μαθητών με στόχο την
ενδυνάμωσή τους και την ενίσχυση μεταξύ άλλων των διαπροσωπικών τους σχέσεων
και της αυτοεκτίμησης τους. Οι εκπαιδευτικοί με τη σειρά τους υποστηρίζονται ώστε να
ανταπεξέλθουν στο δύσκολο εκπαιδευτικό τους έργο, λαμβάνοντας διαρκή ενημέρωση
είτε για θέματα που ανακύπτουν κατά την εκπαιδευτική διαδικασία, είτε για θέματα που
άπτονται της ψυχικής υγείας. Τέλος, οι δράσεις που αφορούν τους γονείς σχετίζονται τόσο
με οικογενειακή συμβουλευτική και συμβουλευτική γονέων, όσο και με τη γενικότερη
ευαισθητοποίηση τους σε διάφορα θέματα ψυχικής υγείας και παιδαγωγικής.
Φαίνεται λοιπόν ότι παρότι υπάρχει πρόβλεψη τουλάχιστον όσον αφορά την ευρύτητα
του σκοπού των συμβουλευτικών σταθμών νέων, στην πράξη υπάρχει ανησυχία η
οποία εκφράζεται από πολλά μέλη της εκπαιδευτικής κοινότητας και τους υπεύθυνους
των Σ.Σ.Ν. σχετικά με τους περιορισμούς που προκύπτουν από τον τρόπο λειτουργίας.
Συγκεκριμένα, σε σχετική μελέτη που διεξήχθη από την ΟΛΜΕ41 με τη συνδρομή
των υπεύθυνων των Σ.Σ.Ν. γίνεται λόγος για ανάγκη αναδιαμόρφωσης του πλαισίου
λειτουργίας καθώς προκύπτουν γενικότητες και ασάφειες στο νομοθετικό πλαίσιο.
Επιπρόσθετα, επισημαίνεται η ανεπαρκής στελέχωση τους και τονίζεται η ανάγκη
για στελέχωση με μόνιμο προσωπικό, έναν εκπαιδευτικό στο ρόλο του υπευθύνου,
δύο ψυχιάτρους και δύο ψυχολόγους κατάλληλα πιστοποιημένους. Μάλιστα, όπως
διαπιστώθηκε στην έρευνα, το γεγονός ότι παρά την πρόβλεψη από το σχετικό Προεδρικό
Διάταγμα για μόνιμο και εξειδικευμένο προσωπικό, στην πράξη η στελέχωση γίνεται με
καθυστερημένες ετήσιες αποσπάσεις εκπαιδευτικών, δυσχεραίνει το πλαίσιο λειτουργίας
και δεν επιτρέπει την κάλυψη των αναγκών που εμφανίζουν οι μαθητές στα σχολεία της
αρμοδιότητάς τους. Επίσης, προτείνεται στη βιβλιογραφία42 η ίδρυση ενός εποπτικού
39 39�����������������������������������������������������������������������������������������������
Καραγιάννη Λ., (n.d) Συμβουλευτικοί Σταθμοί Νέων: Γιατί η ανάπτυξη αυτού του θεσμού είναι μία
επιβεβλημένη ανάγκη
40 40����������������������������������������������������������������������
Ιστότοπος Σ.Σ.Ν. Ηρακλείου - http������������������������������������
���������������������������������������������������������������������
����������������������������������������
://���������������������������������
symvstathmos���������������������
.��������������������
wordpress�����������
.����������
com�������
/������
about�/
41 41���������������������������������������������
��������������������������������������������
ΟΛΜΕ (��������������������������������������
n�������������������������������������
.������������������������������������
d�����������������������������������
) Συμβουλευτικοί Σταθμοί Νέων, σελ �7 �
42 42�����������������������������������������������������������������������������������������������
����������������������������������������������������������������������������������������������
Καραγιάννη Λ., (������������������������������������������������������������������������������
n�����������������������������������������������������������������������������
.����������������������������������������������������������������������������
d���������������������������������������������������������������������������
) Συμβουλευτικοί Σταθμοί Νέων: Γιατί η ανάπτυξη αυτού του θεσμού είναι μία
επιβεβλημένη ανάγκη
- 29 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
φορέα από το Υπουργείο Παιδείας και συγκεκριμένα μία αυτοτελής υπηρεσία η οποία θα
εποπτεύει αποκλειστικά τους Σ.Σ.Ν.
Συμπληρωματικά, θα εκφράζαμε από την εμπειρία μας ως εκπαιδευτικοί την
ανάγκη για μεγαλύτερη ενημέρωση για το ρόλο και τη χρησιμότητα των Σ.Σ.Ν., καθώς
οι πρωτοδιόριστοι εκπαιδευτικοί συχνά αγνοούν την ύπαρξή τους. Τέλος συνιστάται η
επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, για την απόκτηση συμβουλευτικών δεξιοτήτων, ώστε να
μπορούν να αναγνωρίζουν τα προβλήματα εγκαίρως και να απευθύνονται στους Σ.Σ.Ν.
προκειμένου να διευκολυνθεί η αποτελεσματικότητα και η συνεργασία μεταξύ των φορέων.
Συνολικά όλοι οι εμπλεκόμενοι θα πρέπει να δραστηριοποιηθούν προς την κατεύθυνση
της παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών σε μόνιμη βάση στο χώρο του σχολείου.
Από μια πρώτη ανάγνωση παρατηρείται ότι υπάρχει διαφοροποίηση ως προς την έκταση
και τον τρόπο παροχής των προσφερόμενων συμβουλευτικών υπηρεσιών ανάμεσα
στις δυο χώρες. Στη μεν Αγγλία φαίνεται να υπάρχει εκτεταμένη μέριμνα σχολικής
συμβουλευτικής η οποία δεν αναιρείται από την έλλειψη ομοιογένειας στον τρόπο
παροχής. Στην Ελλάδα ωστόσο η πρόνοια δεν εμφανίζεται να είναι εκτεταμένη ούτε να
έχει τη μορφή συμβουλευτικών υπηρεσιών ενταγμένων στο σχολικό περιβάλλον.
Επιπλέον η ατομική συμβουλευτική, με την έννοια της σχέσης ένας προς ένα ενώ
είναι διαθέσιμη για όλους τους Βρετανούς μαθητές, δε δείχνει να είναι διαθέσιμη για το
σύνολο του Ελληνικού μαθητικού πληθυσμού σε συστηματική βάση τουλάχιστον, παρά
μόνο μετά από συγκεκριμένο αίτημα, καθώς μόνο συγκεκριμένα περιστατικά μπορεί να
αντιμετωπιστούν στο χώρο του σχολείου. Γενικά, φαίνεται ότι στην Ελλάδα η πρόληψη
προσανατολίζεται κυρίως στην ενημέρωση και την ευαισθητοποίηση των μαθητών και των
γονέων. Επίσης, μπορούμε να εξάγουμε το ασφαλές συμπέρασμα ότι υπάρχει βραχυπρόθεσμη
παρέμβαση και υποστήριξη των μαθητών οι οποίοι παραπέμπονται σε ειδικές υπηρεσίες
ψυχικής υγείας συνεργαζόμενων φορέων. Θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι η
μεγαλύτερη έμφαση που έχει δοθεί στην ανάπτυξη της επαγγελματικής καθοδήγησης μπορεί
να εξηγεί εν μέρει το γεγονός ότι έχει παραμεληθεί η ατομική συμβουλευτική.
Είναι αξιοσημείωτο βέβαια το ότι και στις δύο χώρες άλλοι επαγγελματίες εκτός
των εκπαιδευτικών προσλαμβάνονται προκειμένου να υπηρετήσουν το καλό των παιδιών.
Οι ανάγκες των παιδιών τοποθετούνται κυριολεκτικά στην καρδιά των πολιτικών στην
Αγγλία, κάτι που δηλώνεται ευθέως όχι μόνο από το όνομα του αντίστοιχου υπουργείου,
αλλά και από την απαίτηση του σχετικού ������������
green�������
������
paper� �������
‘������
Every� ������
Child� ��������������
Matters�������
’, για
οργανωμένη και στοχευμένη συνεργασία όλων των ενσωματωμένων υπηρεσιών. Εν
αντιθέσει στην Ελλάδα δε φαίνεται να υπάρχουν ακόμα ενδείξεις μίας πολιτικής προς
την κατεύθυνση ενός κοινού εγχειρήματος όπου η διε-επαγγελματική συνεργασία δεν
είναι ξεκάθαρα προκαθορισμένη και θεσμοθετημένη.
Εντούτοις, οποιαδήποτε προσπάθεια εξήγησης της παρατηρούμενης διαφοροποίησης
αναφορικά με την πρόνοια θα πρέπει να ενταχθεί στο συγκεκριμένο εκπαιδευτικό πλαίσιο
των δύο χωρών. Όπως είδαμε η σχολική συμβουλευτική στην Ευρώπη αναθεωρήθηκε υπό
το πρίσμα του ������������
green�������
paper�
������ �������
‘������
Every� ������
Child� �����������������������������������������������
Matters����������������������������������������
’, ως αντιστάθμισμα στην έλλειψη χρόνου
των εκπαιδευτικών να ασκήσουν το συμβουλευτικό τους ρόλο, όντας απορροφημένοι
από το να πετύχουν τα πολύ υψηλά στάνταρ και να κατακτήσουν μια υψηλή θέση στην
- 30 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
7��������������
. Συμπεράσματα
43 43� Saiti,
�������������
A., & Eliofotou-Menon,
����������������� M.,����
2009.
������
Educational
�����������������������������������������������������������������
�����������������������������������������������������������������
decision making in a centralised system: the case of
Greece. International Journal of Educational Management,23(6), pp. 446-455.
44 44����������
Jenkins, P. �����
& Polat,
�������F.,����2006.
�����������������������
The children Act 2004 �������������������������������������������������������
and the implications for counseling in schools in
England and Wales. Pastoral Care, 01 June 2006, 24 (2), σελ��� ������
.7.
45 45���������������������
Levin, B., 1998. An Epidemic������������
of Education
����������
Policy:
���������������������������������������������
(what) can we learn from each other? Comparative
������������
Education, 34(2), σελ.138
�������
46 46� Philips,
��������������
D. & Schweisfurth,
�������������� M.,����
2007.
������
Comparative
��������������������������������������������������������������������
and International education: an introduction to theory,
method, and practice. London: Continuum International Publishing Group.
47 47�������������������
Hornby, G., Hall, C. & �����������
Hall, E. eds.,
���������
2003.
������
Counselling
�������������������������������������������������������������������
pupils in schools: skills and strategies for teachers.
London: Routlegde Falmer
- 31 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Βιβλιογραφία
- 32 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
- 33 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
- 34 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Kοινωνική Eργασία�����
���� Ανθρώπινα
και ��������������������
Δικαιώματα
Πανταζής Βασίλειος
Περίληψη
Abstract
Social workers are now required to overcome methodologically and politically many
of the conservative “theories” and seek new forms of action. This will contribute to the
emergence of a new social work which is politically active and socially sensitive. To
achieve the above vision, we need the contribution of the field of human rights education,
as this can effectively lead to the building of the global culture of human rights and help
develop a human rights competence. One of the professional groups on which human
rights education focuses is that of social workers.
Εισαγωγή
Schilling,
���������������
J., Zeller,
�������� S.
�����������
(2010), Soziale Arbeit: Geschichte-Theorie-Profession. ���������������
Mόnchen Basel: ������
Ernst
Reinhardt, ��
�����
. 18
- 35 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Η σχέση της Κοινωνικής Εργασίας με την Κοινωνική Παιδαγωγική έχει διεξοδικά συζητηθεί.
Τα πρόσφατα χρόνια όλο και περισσότερες μελέτες συνηγορούν στην άποψη της διάκρισης
μεταξύ Κοινωνικής Παιδαγωγικής και Κοινωνικής Εργασίας, ως προς τους στόχους, το
περιεχόμενο, την επιστημολογική ταυτότητα, τις μεθοδολογικές προσεγγίσεις, το πεδίο και
τον τρόπο εφαρμογής, τις προτεραιότητες, τους προσανατολισμούς και τις δυνατότητές
τους, χωρίς ωστόσο να παραβλέπεται το δεδομένο των πολλών κοινών επιδιώξεών τους.
Η επιστήμη της Κοινωνικής Εργασίας διακρίνεται ανάλογα με το περιεχόμενο
και τον πληθυσμό-στόχο στον οποίο απευθύνεται σε:
- πρόνοια για ενηλίκους: πρόκειται για βοήθεια που παρέχεται σε ενήλικα άτομα,
τα οποία αδυνατούν να προσαρμοστούν στις συνθήκες ζωής λόγω οικονομικών
δυσχερειών και ένδειας υλικών αγαθών.
- πρόνοια για ανηλίκους: πρόκειται για παροχή βοήθειας σε παιδιά, που έρχονται
αντιμέτωπα με την ηθική τάξη πραγμάτων και οδηγούνται στην έκπτωση ηθικών
αξιών και συνεπώς στην ηθική παρακμή.
Συνεπώς, όταν γίνεται λόγος για υλική ένδεια-φτώχεια αναφερόμαστε κυρίως
σε μια κατάσταση ανάγκης των ενηλίκων, ενώ όταν γίνεται λόγος για ηθική ένδεια
εννοούμε μια πραγματικότητα που έχει να κάνει με εφήβους και παιδιά. Αυτός ο
διαχωρισμός του Scherpner σε υλική και ηθική ένδεια δικαιολογεί και τον παραπάνω
διαχωρισμό σε πρόνοια για ενηλίκους και πρόνοια για παιδιά και εφήβους. Ο εν λόγω
����������������������������
Hδmδlδinen, J. (2003), The Concept�����������
of Social
������� Pedagogy
����������������
in the Field
���������
of Social
������������������
Work. Στο:
����� Journal of
Social Work. Vol. 3, No 1. London, Thousand Oaks, California and New Delhi: Sage Publications , ��� σ��. ������
69–80
• M����������������������������
υλωνάκου��������������������
- Κεκέ�������������
�����������������
, �����������
����������
. (2013), Κοινωνική������������������������������������������������������������
�����������������������������������������������������������
Παιδαγωγική������������������������������������������������
: ����������������������������������������������
Θεωρητικές������������������������������������
, ����������������������������������
επιστημολογικές�������������������
������������������
και���������������
��������������
μεθοδολογικές�
Διαστάσεις��. Αθήνα����������
: Διάδραση
��������
� Schilling,
���������������
J., Zeller,
�������� S.
�����������
(2010), Soziale Arbeit: Geschichte-Theorie-Profession. Mόnchen
���������������
Basel: Ernst
������
Reinhardt,
����������������������
Scherpner, H. (1966): Geschichte der Jugendfόrsorge. Gφttingen������������������������
:�����������������������
Vandenhoeck & Ruprecht
- 36 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Η ιστορική πορεία της Κοινωνικής Εργασίας, κυρίως στον γερμανικό χώρο, αναφέρεται σε
ενήλικα άτομα, ξεκίνησε αρχικά εθελοντικά και αναπτύχθηκε με το πέρασμα του χρόνου
σε αυτοτελές επάγγελμα. Η εξέλιξή της διήνυσε τις παρακάτω χρονικές περιόδους:
Ο Θωμάς Ακινάτης (1224-1274) και η θεωρία του (θεωρία ελεημοσύνης) βρήκαν μεγάλη
απήχηση κατά την εποχή του Μεσαίωνα και παρά τις συκοφαντίες και τις απειλές από
πλευράς της καθολικής εκκλησίας επηρέασε σε εξαιρετικό βαθμό μέχρι και σήμερα τον
δυτικό θεολογικό τρόπο σκέψης.
Στο αρχή του Μεσαίωνα η επαιτεία κέρδιζε όλο και περισσότερο έδαφος, στο τέλος αυτού
και στο ξεκίνημα της Νέας Εποχής αναδύεται μια νέα αντίληψη απέναντι στην τέχνη
της επαιτείας. Το ιδανικό και η αξία της ένδειας αλλάζει ριζικά εξαιτίας οικονομικών,
θρησκευτικών και κοινωνικών αλλαγών. Η εποπτεία της πρόνοιας περνάει από τα χέρια
της εκκλησίας στην κυριότητα του κράτους και έτσι συντελείται:
- η κοινοτικοποίηση (Kommunalisierung): Ο όρος αυτός αναφέρεται στο γεγονός ότι
πλέον τα κρατικά σώματα και οι κοινότητες-δήμοι είναι υπεύθυνοι για τη χορήγηση
ελεημοσύνης και όχι τα εκκλησιαστικά ιδρύματα,
- ο ορθολογισμός - εκλογίκευση (Rationalisierung): Στόχος του ορθολογισμού της
- 37 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
• Φροντίδα απόρων την εποχή της Απολυταρχίας και του Διαφωτισμού (17.-18.
αιών.)
Κατά την περίοδο της Απολυταρχίας έκαναν την εμφάνισή τους νέα ιδρύματα στον
τομέα της πρόνοιας των απόρων, όπως σωφρονιστικά ιδρύματα και πτωχοκομεία. Τα
πρώτα σωφρονιστικά ιδρύματα ιδρύθηκαν στη Βρέμη (1609), στο Λούμπεκ (1613), στο
Αμβούργο (1620) και στο Γκντανσκ (1629). Τα νέα αυτά ιδρύματα έφεραν στο φως
μια σειρά από άλυτα κοινωνικά προβλήματα και επίσης αποτέλεσαν σημείο αναφοράς
διαφορετικών κοινωνικών απαιτήσεων και αναγκών.
Μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο το κράτος δεν όφειλε να είναι μόνο ένα κράτος δικαίου, αλλά
ένα κράτος, του οποίου οι πολίτες απολάμβαναν την ισότητα που εξασφάλιζαν οι νόμοι του
και το οποίο ήταν αρμόδιο για την εφαρμογή κοινωνικής πολιτικής. Το κράτος αναλαμβάνει
πλέον τη ρύθμιση της γενικότερης κοινωνικής πολιτικής και κοινωνικής πρόνοιας.
� Schilling,
���������������
J., Zeller,
�������� S.
�����������
(2010), Soziale Arbeit: Geschichte-Theorie-Profession. Mόnchen Basel: Ernst
Reinhardt, ��
�����
. 31
- 38 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Όπως σημειώνεται και στην αρχή της εργασίας, η Κοινωνική Παιδαγωγική απευθύνεται
σε ανήλικα άτομα, τα οποία χρήζουν βοήθειας εξαιτίας της ηθικής τους ένδειας. Έτσι,
εδώ δεν αναφερόμαστε τόσο σε παροχή υλικής βοήθειας, όπως στην περίπτωση των
ενηλίκων, αλλά στη διαπαιδαγώγηση ανηλίκων (παιδιών και εφήβων). Η φτώχεια
των παιδιών είχε σαν αποτέλεσμα την ηθική τους ένδεια, τον ηθικό ξεπεσμό. Έτσι,
επειδή οι ενήλικες θεωρούνταν «ολοκληρωμένοι» άνθρωποι, στόχος της Κοινωνικής
Παιδαγωγικής είναι να προστατέψει από την ηθική παρακμή τα παιδιά και τους εφήβους
μέσω της διαπαιδαγώγησης που μπορούν να λάβουν όντας ακόμα μη ολοκληρωμένες
προσωπικότητες.
Προκειμένου να καταστεί δυνατή μια σύγκριση της ιστορικής εξέλιξης της
Κοινωνικής Παιδαγωγικής και πρόνοιας των ανηλίκων με την πορεία της Κοινωνικής
Εργασίας, επιχειρείται η ίδια χρονική διαίρεση. Συγκεκριμένα:
Κατά την περίοδο του Μεσαίωνα κυριαρχούσε ο νόμος της κηδεμονίας των συγγενών,
όταν ένα παιδί είχε χάσει το έναν ή και τους δύο γονείς του. Όποιος, λοιπόν, θεωρούταν
ο κηδεμόνας, αναλάμβανε τη φροντίδα του συγκεκριμένου παιδιού. Για τα παιδιά, για
τα οποία δεν μπορούσαν να μεριμνήσουν οι συγγενείς τους, υπήρχαν τα νοσοκομεία,
στα οποία συνέρεαν όχι μόνο ενδεείς ανήλικοι αλλά και ενήλικοι. Όταν τα νοσοκομεία
άρχισαν να γίνονται ξενώνες εξαθλιωμένων ενηλίκων, τότε τα παιδιά απομονώνονταν και
προστατεύονταν σε ειδικά ορφανοτροφεία που εξυπηρετούσαν τις δικές τους ανάγκες.
Βέβαια, κατά την περίοδο του Μεσαίωνα δεν μπορούμε να μιλήσουμε για ουσιαστικούς
παιδαγωγικούς στόχους της πρόνοιας έκθετων και ορφανών παιδιών.
� Schilling,
���������������
J., Zeller,
�������� S.
�����������
(2010), Soziale Arbeit: Geschichte-Theorie-Profession. Mόnchen Basel: Ernst
Reinhardt
- 39 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Ο August Hermann Francke (1663-1727), επηρεασμένος και από τις ιδέες του
ανθρωπιστή Vives, κατά τον οποίο η διαπαιδαγώγηση αποτελεί βασικό συστατικό της
πρόνοιας ανηλίκων, ανέπτυξε στην πόλη Halle της Γερμανίας ένα καινούργιο μοντέλο
ορφανοτροφείου. Δύο είναι τα νέα στοιχεία που χαρακτηρίζουν το καινούργιο αυτό είδος
ιδρύματος:
- ��������������������������������������������������������������������
Η οργάνωση του ιδρύματος βρίσκονταν υπό την εποπτεία μιας μοναδικής
προσωπικότητας. Επίσης, μεθοδικά και με σύνεση προσανατολίζονταν στην
αντιμετώπιση των διαφόρων αναγκών.
- ������������������������������������������������������������������������������
Το είδος της χρηματοδότησης είναι ένα ακόμα πρωτοπόρο στοιχείο που αναδύεται.
Φορείς χρηματοδότησης αυτών των ιδρυμάτων δεν ήταν πλέον κάποια κοινότητα, το
κράτος ή θρησκευτικές ομάδες, αλλά ένας κύκλος ομοϊδεατών όλων των κοινωνικών
τάξεων. Έτσι, ξεπηδά για πρώτη φορά η ιδιωτική πρωτοβουλία στον τομέα της
πρόνοιας, υπό την έννοια ότι ένα μεμονωμένο άτομο αντιλαμβάνεται την κρισιμότητα
της κατάστασης, μάχεται για την αντιμετώπισή της και μπορεί να υπολογίζει στην
προσωπική και οικονομική στήριξη ομοϊδεατών του.
Επίσης, κατά την περίοδο του Διαφωτισμού έλαβε χώρα στο Αμβούργο το 1788
η «μεταρρύθμιση περί απόρων». Σύμφωνα με αυτή, η πρόνοια ανηλίκων θα πρέπει να
μεριμνά όχι μόνο για τους άμεσα χρήζοντες βοήθειας, αλλά να ενεργεί προληπτικά για
όλα τα άπορα παιδιά.
Κατά την περίοδο του 18.-19. αιώνα κέρδιζε όλο κα περισσότερο έδαφος η άποψη ότι,
εάν θέλει κάποιος να εργασθεί με ορθό παιδαγωγικό τρόπο σε ένα ίδρυμα ανηλίκων, τότε
θα πρέπει να το οργανώσει σε μικρές ομάδες, σύμφωνα με το πρότυπο της οικογένειας.
Κατά την περίοδο αυτή έχουμε την εμφάνιση των πρώτων ψηγμάτων
διαπαιδαγώγησης μικρών παιδιών. Ο Friedrich Oberlin (1740-1826) έκανε την αρχή με
τα λεγόμενα «Strickschulen» το 1770, δηλαδή σχολεία που παρείχαν γνώσεις για την
εκμάθηση της τέχνης του πλεξίματος. Στη συνέχεια, αξίζει να αναφέρουμε τον Johann
Heinrich Pestalozzi (1746-1821), ο οποίος έκανε λόγο για τη μητρική διαπαιδαγώγηση
στο σπίτι. Επίσης, ένας από τους σημαντικότερους παιδαγωγούς του προηγούμενου
αιώνα ήταν ο δάσκαλος Julius Fφlsing (1818-1882). Ο Fφlsing διαμόρφωσε το 1843
στη Γερμανία ένα σχολείο για παιδιά ανώτερων κοινωνικών στρωμάτων και παράλληλα
ένα σχολείο εκπαίδευσης για παιδαγωγούς, καθώς πίστευε ότι τα αξιόλογα σχολεία
πρέπει να διαθέτουν βαθιά εκπαιδευμένους παιδαγωγούς και όχι καθέναν που απλά
δηλώνει ότι είναι παιδαγωγός. 10
Επίσης ο Friedrich Frφbel (1782-1852) προσπάθησε να επεξεργαστεί ένα σχέδιο
προσχολικής διαπαιδαγώγησης. Πίστευε ότι η διαπαιδαγώγηση στο σπίτι δεν επαρκεί
για την ισόρροπη και ολοκληρωμένη ανάπτυξη του παιδιού, καθώς βασικό στοιχείο
Schilling,
���������������
J., Zeller,
�������� S.
�����������
(2010), Soziale Arbeit: Geschichte-Theorie-Profession. ���������������
Mόnchen Basel: ������
Ernst
Reinhardt������
, σ��
���. ���
66
10 10� Metzinger,
�����������������������
A. (1993), Zur Geschichte der Erzieherausbildung. Frankfurt: Lang, ��
�����
. 43
- 40 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
αυτής της ηλικίας είναι η επαφή με τους συνομηλίκους, η συλλογή εμπειριών μέσω
αυτής της συνύπαρξης και η εξερεύνηση του κόσμου. Συμπληρωματικά, λοιπόν, με τη
διαπαιδαγώγηση στο σπίτι λειτουργούσε και η διαπαιδαγώγηση στο σχολείο.
Επιπλέον έχουμε τα Ιδρύματα φύλαξης παιδιών προσχολικής ηλικίας
εκκλησιαστικών φορέων: Κατά την περίοδο απαγόρευσης των παιδικών σταθμών κυρίως
η ευαγγελική εκκλησία ήταν αυτή που δραστηριοποιήθηκε στον τομέα της προσχολικής
αγωγής. Στο τέλος του 19ου αιώνα υπήρχαν ήδη 2000 ιδρύματα προσχολικής αγωγής που
λειτουργούσαν υπό την εποπτεία διακονισσών.11
Άξιο αναφοράς είναι το γεγονός ότι το φιλελεύθερο κράτος δικαίου έμενε
αμέτοχο σε ζητήματα κοινωνικής πρόνοιας. Ωστόσο, στα μέσα του 19ου αιώνα
αναγκάστηκε να συμμετάσχει πιο ενεργά.
Παρόλο που οι κυβερνήσεις στη Γερμανία την περίοδο της Αυτοκρατορίας και της
Δημοκρατίας της Βαϊμάρης μέχρι το 1933 κατά κύριο λόγο δε συμμετείχαν στην ανάπτυξη
της κοινωνικής πρόνοιας για ανηλίκους, κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα θεσπίζονται μια
σειρά από νόμους στο συγκεκριμένο τομέα.
Άξιο λόγου είναι το γεγονός ότι από το 1928 είχαν πλέον και οι άνδρες το
δικαίωμα εκπαίδευσης στον τομέα της Κοινωνικής Εργασίας. Ωστόσο, κυρίως οι γυναίκες
ήταν αυτές που δραστηριοποιούνταν στην πράξη, ενώ οι άντρες απασχολούνταν κυρίως
στον διοικητικό τομέα.
Οι Friedlδnder και Pfaffenberger12 περιέγραψαν κατά τη δεκαετία του 1960 τους στόχους
της Κοινωνικής Εργασίας. Σύμφωνα με αυτούς, η Κοινωνική Εργασία προσπαθεί
να παρέχει βοήθεια σε άτομα, ομάδες και κοινότητες, ώστε να φτάσουν στον ύψιστο
βαθμό κοινωνικής, πνευματικής και σωματικής ευημερίας. Στόχος της δεν είναι μόνο
να βοηθήσει μεμονωμένα άτομα, οικογένειες ή ομάδες ατόμων στις κοινωνικές τους
σχέσεις, αλλά ασχολείται επίσης και με τη βελτίωση των γενικών κοινωνικών συνθηκών
μέσα από την ύψωση των προτύπων της υγείας και της οικονομίας και την υποστήριξη
καλύτερων συνθηκών στέγασης και εργασίας καθώς και μιας εποικοδομητικής
κοινωνικής νομοθεσίας. Εν κατακλείδι, οι στόχοι της προσανατολίζονται στη δημιουργία
ανθρώπων υπεύθυνων, χειραφετημένων και όσο το δυνατόν ελεύθερων από τα κοινωνικά
προβλήματα και τους εξαναγκασμούς, στην οικοδόμηση μιας κοινωνίας βασισμένης στα
ιδανικά της ελευθερίας, της ισότητας, της κοινωνικής δικαιοσύνης και της αλληλεγγύης,
αλλά και στη δημιουργία ενός δημοκρατικού κοινωνικού κράτους δικαίου.13
H Schmidt14 δύο δεκαετίες αργότερα προέβαλλε ως γενικό στόχο των
11 Schilling,
���������������J., Zeller,
�������� S.
�����������
(2010), Soziale Arbeit: Geschichte-Theorie-Profession. Mόnchen
���������������
Basel: Ernst
������
Reinhardt, ���� ���. ��
σ�� 72
12 12� Friedlδnder,
�����������������
W., Pfaffenberger,
���������������������������
H. (1969), Grundbegriffe und Methoden der Sozialarbeit. Berlin
13 Schilling,
���������������
J., Zeller,
�������� S.
�����������
(2010), Soziale Arbeit: Geschichte-Theorie-Profession. ���������������
Mόnchen Basel: ������
Ernst
Reinhardt, ����� ���. �������
σ�� 203-204
14 14� Schmidt-Grunert,
����������������� M.�����������
(2009), Soziale Arbeit mit Gruppen. Eine Einfόhrung. Freiburg: Lambertus Verlag.
- 41 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
15 Schilling,
���������������J., Zeller,
�������� S.
�����������
(2010), Soziale Arbeit: Geschichte-Theorie-Profession. ���������������
Mόnchen Basel: ������
Ernst
Reinhardt, �����
����. ����
� 204
16 16��������������������
Lowy, L. (1983), Social �������������������������
work supervision: From
������������������������������������
models towards theory. Στο���
������: Journal of Education for
Social Work,19 (2), ���������
������
. 55-61
17 Schilling,
���������������J., Zeller,
�������� S.
�����������
(2010), Soziale Arbeit: Geschichte-Theorie-Profession. ���������������
Mόnchen Basel: ������
Ernst
Reinhardt, �����
����. ����
� 205
18 18� Erler,
�������M.�����������
(2004), Soziale Arbeit. Ein Lher- und Arbeitsbuch zu Geschichte, Aufgaben und Theorie.
Weinheim: Juventa Verlag.
19 19� Schilling,
���������������
J., Zeller,
��������
S. �����������
(2010), Soziale Arbeit: Geschichte-Theorie-Profession. ���������������
Mόnchen Basel: Ernst
������
Reinhardt, �����
����. ���
� 205
20 20���������������������������������������
Bock, K./Miethe, I. (Hrsg.), (2009), Handbuch qualitative Methoden in der Sozialen Arbeit. Opladen,
Berlin, Toronto: Verlag Barbara Budrich.
- 42 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Η Κοινωνική Εργασία διέπεται από ανθρωπιστικά και δημοκρατικά ιδανικά και στοχεύει
στην αντιμετώπιση των ανθρωπίνων αναγκών και την αξιοποίηση των ανθρωπίνων πόρων.
Τα ανθρώπινα δικαιώματα αποτελούν βασικό μέρος στην πρακτική της Κοινωνικής
Εργασίας. Η γνώση, επομένως, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και η ευαισθητοποίηση σε
περίπτωση καταπάτησής τους συνιστούν καίριο ζήτημα σε ότι αφορά στην εκπαίδευση
και πρακτική των κοινωνικών λειτουργών. Τα ανθρώπινα δικαιώματα, η ανθρώπινη
αξιοπρέπεια, η αλληλεγγύη και η κοινωνική δικαιοσύνη ανήκουν στο αξιακό σύστημα της
Κοινωνικής Εργασίας και αποτελούν βάση της δράσης των κοινωνικών λειτουργών.21
Τα κοινωνικά προβλήματα, όπως η φτώχεια, η μετανάστευση, ο ρατσισμός, οι
διακρίσεις, η βία και οι συνέπειες αυτών, θα πρέπει να αναλύονται και να εξετάζονται
από τη σκοπιά των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και οι κοινωνικοί λειτουργοί είναι αυτοί
που θα πρέπει να δραστηριοποιούνται με στόχο την πραγμάτωση τους.
Η αναγκαιότητα της γνώσης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και η άμεση σχέση
τους με την Κοινωνική Εργασία καταδεικνύεται, επίσης, και από τον ορισμό της Διεθνούς
Ομοσπονδίας Κοινωνικών Λειτουργών (International Federation of Social Workers)
για την Κοινωνική Εργασία, σύμφωνα με τον οποίο: «Το επάγγελμα της Κοινωνικής
Εργασίας προωθεί την κοινωνική αλλαγή, την επίλυση προβλημάτων στις ανθρώπινες
σχέσεις καθώς και την ενδυνάμωση και απελευθέρωση του ανθρώπου, με σκοπό την
ενίσχυση της ευημερίας του. Στηριζόμενη στις θεωρίες της ανθρώπινης συμπεριφοράς
και των κοινωνικών συστημάτων, η Κοινωνική Εργασία παρεμβαίνει στα σημεία στα
οποία το άτομο αλληλεπιδρά με το περιβάλλον του και την κοινωνία γενικότερα. Γι’ αυτό
το λόγο οι αρχές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της κοινωνικής δικαιοσύνης είναι
θεμελιώδεις στην Κοινωνική Εργασία» (IFSW 2010)22
Η Κοινωνική Εργασία βασίζεται στο σεβασμό της έμφυτης αξίας και αξιοπρέπειας
όλων των ανθρώπων και στα δικαιώματα που είναι επακόλουθα αυτού. Οι κοινωνικοί
λειτουργοί θα πρέπει να υπερασπίζονται τη φυσική, ψυχολογική, συναισθηματική
και πνευματική ακεραιότητα και ευεξία κάθε ατόμου. Έτσι, σύμφωνα με τον κώδικα
δεοντολογίας «Ethics in Social Work, Statement of Principles» «Η Δεοντολογία στην
Κοινωνική Εργασία, Διακήρυξη Αρχών» που συντάχθηκε από τη Διεθνή Ομοσπονδία
Κοινωνικών Λειτουργών (IFSW) και τη Διεθνή Ένωση Σχολών Κοινωνικής Εργασίας
(IASSW) οι κοινωνικοί λειτουργοί πρέπει: 23
• Να σέβονται το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης (αυτό-προσδιορισμός).
• Να προωθούν το δικαίωμα συμμετοχής.
• Να φέρονται σε κάθε άτομο ως μία ολότητα.
• Να αναγνωρίζουν και να αναπτύσσουν τις δυνάμεις.
Σημαντικό μέρος της ευθύνης των κοινωνικών λειτουργών και συνεπώς της
Κοινωνικής Εργασίας αποτελεί η προώθηση της κοινωνικής δικαιοσύνης, σε σχέση
21 �������������������
Akkaya, G. (2010), Menschenrechte in der Sozialen Arbeit. Werkstattheft „Menschenrechte“, Hochschule
Luzern, σ��
���. �7
22 22���������
Hermes, P. (2010),
������������
Soziale Arbeit als Menschenrechtsprofession, Ethisches Handeln auf der Grundlage der
Menschenrechte in der beruflichen Praxis der Sozialen Arbeit. GRIN Verlag, ����
�
.5
23 23���������������
International Federation
���������������
of Social
�����������������������������
Workers. �������������
IFSW (2001). Human Rights. Cases. http://www.ifsw.org./
Activities/3.2.act.html
- 43 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Η εκπαίδευση στα ανθρώπινα δικαιώματα είναι απαραίτητη στην εφαρμογή και εξέλιξη
των αντιλήψεων σχετικά με τα δικαιώματα του ανθρώπου. Τι ωφελεί να υπάρχουν
ανθρώπινα δικαιώματα και να μην τα γνωρίζουμε; Ωφελεί να τα γνωρίζουμε και να μην
τα κατανοούμε; Και σε τι ωφελεί να τα κατανοούμε, αλλά να μην είμαστε πρόθυμοι να
τα σεβαστούμε και να τα προασπίσουμε;25
Στόχος της εκπαίδευσης στα ανθρώπινα δικαιώματα είναι η ευαισθητοποίηση
των ανθρώπων σχετικά με την ιδέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και η κινητοποίησή
τους για την απόκτηση δεξιοτήτων, οι οποίες καθιστούν δυνατή την εφαρμογή των
ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Πιο συγκεκριμένα, η εκπαίδευση στα ανθρώπινα δικαιώματα
στοχεύει στην προώθηση μιας κουλτούρας, η οποία προστατεύει, σέβεται και προωθεί τα
ανθρώπινα δικαιώματα.26
Η εκπαίδευση στα ανθρώπινα δικαιώματα περιλαμβάνει τρεις διαστάσεις:
- Μάθηση σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα
- Μάθηση μέσω των ανθρωπίνων δικαιωμάτων
24 Staub-
�������������������
Bernasconi, S. ������������
(2007), Soziale Arbeit als Handlungswissenschaft, Systemische Grundlagen und
professionelle Praxis - Ein Lehrbuch. Bern: Haupt, � ����
.35
25 Πανταζής, Β. (2011), Ανθρώπινα δικαιώματα, δικαιώματα του παιδιού και εκπαίδευση. Αθήνα: Διάδραση�.
26 ���������������
Kirchschl������
����
ger��, �������������������������������������������������������������
P������������������������������������������������������������
., ��������������������������������������������������������
Kirchschl�����������������������������������������������
���������������������������������������������
ger�������������������������������������������
, �����������������������������������������
Th���������������������������������������
., Akkaya,
������������������������������������
G. (2010), Das UNO-Jahr des ����������������������
Menschenrechtslernens ������
2009.
Στο��: Werkstatt Menschenrechte. Hochschule Luzern, σ�� ���. ��
25
- 44 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
27 ���������������
Kirchschlδger, P.,
�������������������������������������������������������������
Kirchschlδger, Th., Akkaya, G. (2010), Das UNO-Jahr des Menschenrechtslernens
���������������������� 2009.
������
Στο��: Werkstatt Menschenrechte. Hochschule Luzern
- 45 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Συμπεράσματα
Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσση
Ξενόγλωσση
Ιστοσελίδες
International Federation of Social Workers. IFSW (2001). Human Rights. Cases. http://
www.ifsw.org./Activities/3.2.act.html και http://www.sagepub.com/jimenezs-
tudy/articles/Hare.pdf (προσπελάστηκε στις 15/9/2014).
Σιταρά Μαρκέλλα
Περίληψη
Abstract
This study, adopting a human rights perspective and aiming at a critical Social Pedagogy,
detects, analyzes and opposes some ideas, methods and practices that have been historically
endorsed and applied in institutional interventions, concerning socially vulnerable
children and adolescents and aimed mainly to social control and population management.
In this context, a collection of data is presented from a field research that took place in
child protection institutions in Spain. Finally, the study suggests some principles, ideas
and values with which the contemporary Social Pedagogy can contribute to personal and
collective empowerment and equitable social participation.
1. Εισαγωγή
Από την εμφάνισή της έως σήμερα, η θεωρία και η πράξη της Κοινωνικής Παιδαγωγικής
έχει συμπεριλάβει παιδιά και εφήβους που το σχολικό σύστημα αδυνατεί να τους
απορροφήσει, να τους προσαρμόσει ή να τους ελέγξει καθώς και παιδιά που
Platt, A.M. (1982), Los “salvadores del niρo” o la invenciσn de la delincuencia, (μτφρ.)Fιlix Blanco, Μεξικό:
Εκδόσεις Siglo veintiuno autores, σ.10
- 48 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Donzelot, J. (1977), La Police des Familles. Παρίσι: Ιditions de Minuit /De Leo, G. (1985), La Justicia de
Menores. La delincuencia juvenil y sus instituciones.Bαρκελώνη: Editorial Teide/Bergalli,R.,Rivera I. (2007),
Jσvenes y adultos. El difνcil vνnculo
social, Βαρκελώνη:Ediciones Anthropos, Observatori del sistema penal i els drets humans
Mόller, V.R. (1996), El Niρo ciudadano y otros niρos: concepciones de infancia en unα perspectiva
histσrica y sus relaciones con “el niρo” del Ayuntamiento de Porto Alegre.Διδακτορική Διατριβή, Βαρκελώνη:
Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης
Φουκώ, Μ.(1989)Επιτήρηση και Τιμωρία. Η γέννηση της φυλακής, Αθήνα:Κέδρος- Ράππα
- 49 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
- 50 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
3.1 Ο Υγιεινισμός
- 51 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Ένας από τα ρεύματα του Θετικισμού που επηρέασαν την θεωρία και πράξη της
Κοινωνικής παιδαγωγικής είναι ο αναμορφωτισμός. Ο βασικός εκπρόσωπος αυτής της
σχολής είναι ο γερμανός Karl Roedor ο οποίος μίλησε για την ηθική αναμόρφωση της
διαστροφικής συνείδησης του παραβάτη του ποινικού δικαίου μέσω της ποινής. Αυτές
οι ιδέες συνέβαλλαν λίγο αργότερα στην εμφάνιση της λεγόμενης Αναμορφωτικής
Παιδαγωγικής. Αυτή η τάση της Παιδαγωγικής δίνοντας έμφαση και αναλύοντας τις
έννοιες του φυσιολογικού και του «ανώμαλου», προτάσσει την ανάπτυξη σχέσεων
μεταξύ της ιατρικής και της παιδαγωγικής και δίνει οδηγίες για την κατάρτιση καθηγητών
«ειδικής εκπαίδευσης»
Συγκεκριμένα, όσον αφορά την προληπτική και αναμορφωτική παιδαγωγική
παρέμβαση με τα «άλλα» παιδιά και εφήβους, αυτή περιελάμβανε τις παρακάτω
διαδικασίες:α)τον εγκλεισμό του παιδιού σε ιδρυματικά περιβάλλοντα ώστε να το
απομακρύνουν από τα παθογόνα ερεθίσματα του οικογενειακού και κοινωνικού του
περιβάλλοντος, β)την αορίστου χρόνου εκπαίδευση έως ότου γεννηθεί η νέα φύση
του ατόμου, γ)μια ηθικολογία που παραβαίνει τις αρχές του Δικαίου, δ)την μεθοδική
παρατήρηση και τον συστηματικό έλεγχο, ε)την αλλαγή της συμπεριφοράς του ατόμου
ώστε να απέχει από τις αθέμιτες κλίσεις του στηριζόμενος στην δική του προσπάθεια
(σύστημα αμοιβών/ ποινών).
Όπως υποστηρίζουν οι Varela και Αlvarez Urνa, έτσι ξεκίνησε η αναμορφωτική
- 52 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
«Ναι, με έχουν τιμωρήσει σε δωμάτιο απομόνωσης λόγω έλλειψης σεβασμού προς έναν εκπαιδευτή. Είχα
νευριάσει και του φώναξα(Σ16, ανήλικος στο ίδρυμα Estrep)».
« Πως επιδρά η απομόνωση; Λοιπόν...Το παιδί γνωρίζει ότι «τώρα ήρθε η σειρά μου». Και δοκιμάζει
το όριο, έτσι; Συναντάει το όριο...Καταλαβαίνει ότι υπάρχουν όρια και ότι υπάρχουν και συνέπειες. Ότι
κάνουμε, έχει τις συνέπειές του. Με αυτό τον τρόπο μαθαίνει»(Σ6, Ψυχολόγος του Κέντρου Castanyers).
«Για μένα ο καταναγκασμός είναι επικίνδυνος. Είναι αλήθεια ότι χρειάζεται να θέτεις στα παιδιά όρια
και πρέπει να είναι ικανά να συμμορφώνονται με τις οδηγίες. Δεν μπορεί ένα παιδί να κάνει συνεχώς ότι
θέλει. Αλλά όσον αφορά τον καταναγκασμό...Ξέρω ότι υπάρχουν μέτρα περισσότερο εκπαιδευτικά για να
συγκρατήσεις ένα παιδί. Αλλά σε αυτό το Κέντρο χρησιμοποιείται πολύ η απομόνωση και η τιμωρία(ως
μέσα συγκράτησης).Δουλεύουμε πολύ με αυτό τον τρόπο. Η στέρηση της ελευθερίας, η απομόνωση
δεν μου φαίνονται εκπαιδευτικά ούτε καν για τους ενήλικους, πόσο μάλλον για τους ανήλικους. Ούτε
αποτελεσματικότητα έχουν, ούτε παιδαγωγική αξία (Σ2, εκπαιδεύτρια Κέντρου Castanyers)».
3.3 Ο συμπεριφορισμός
Ο Συμπεριφορισμός είναι ένα ρεύμα της ψυχολογίας του οποίου οι αρχές έχουν υιοθετηθεί
από κάποιες θεωρητικές τάσεις των επιστημών της αγωγής και των κοινωνικών επιστημών.
Ο στόχος της συμπεριφοριστικής παρέμβασης είναι η τροποποίηση της εξωτερικής
συμπεριφοράς του ατόμου μέσω της εξάσκησης σε δεξιότητες αυτοελέγχου και προωθώντας
την απόκτηση τεχνικο-εργασιακών και πειθαρχικών ικανοτήτων έτσι ώστε να γίνουν τα
άτομα πιο προσαρμόσιμα στο περιβάλλον τους. Κύρια στοιχεία της συμπεριφοριστικής
παιδαγωγικής είναι η έννοια της εξέλιξης/ προοδευτικότητας και η τεχνική.
Το συμπεριφοριστικό μοντέλο υποβαθμίζει τον άνθρωπο καθώς θεωρεί ότι αυτός
είναι ταυτόσημος με την εξωτερική του συμπεριφορά, και σχεδόν τον ισοδυναμεί με ένα
σύνολο πράξεων ή αντιδράσεων ερεθίσματος-απάντησης. Αυτή η θεωρία «αγνοεί» τον
πλούτο και το απρόβλεπτο της ανθρώπινης προσωπικότητας καθώς και την συνθετότητα
των διαπροσωπικών και κοινωνικών σχέσεων. Παράλληλα αρνείται την ύπαρξη
των πολιτιστικών και κοινωνικών συγκρούσεων. Επικαλούμενος μία επιστημονική
ουδετερότητα, ο συμπεριφορισμός δικαιολογεί και παράγει εργαλεία κοινωνικού ελέγχου.
Στην συμπεριφοριστική παιδαγωγική, η ξεχωριστή προσωπικότητα και η
προσωπική εμπειρία κάθε παιδιού δεν έχει αξία αλλά αντίθετα το παιδί πρέπει να αποκηρύξει
τις επιθυμίες, τις εμπνεύσεις και τις βιωμένες γνώσεις του και να αποδεχτεί εκείνες του
δασκάλου, εκπαιδευτή, παιδαγωγού, θεραπευτή. Εκείνος είναι ο μοναδικός κάτοχος της
Varela, J., Αlvarez Urνa, F.(1991), Arqueologνa de la escuela, Mαδρίτη: La Piqueta, σ.215
- 53 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
«αλήθειας»και της γνώσης και μόνο το παιδί μπορεί και οφείλει να μάθει από αυτόν.
Επομένως, μέσα σε αυτά τα πλαίσια η εκπαίδευση αποτελεί μία μονόδρομη διαδικασία μέσα
στην οποία το παιδί, ο μαθητής, εκπαιδευόμενος υπάρχει σαν ένας παθητικός δέκτης10.
Οι συμπεριφοριστικές τεχνικές ξεκινώντας από την εκπαίδευση των παιδιών
στα σχολεία, τη θεραπεία του “ασθενή” ή την αποκατάσταση του «εγκληματία» έχουν
διαδοθεί και εφαρμόζονται πλέον σε ευρύτερους κοινωνικούς χώρους και ομάδες.
«Υπάρχει ένα σύστημα προοδευτικής απόδοσης προνομίων. Υπάρχουν κάποια επίπεδα στα οποία μπορούν
να φτάσουν τα παιδιά ανάλογα με το βαθμό σεβασμού που δείχνουν στους εκπαιδευτές, στα υπόλοιπα
παιδιά, στο Κέντρο, ανάλογα με την ικάνοτητα αυτονομίας που έχουν, δηλαδή, με το εάν διατηρούν το
δωμάτιο τους και τα πράγματά τους τακτοποιημένα και καθαρά. Και επιπλέον, σε περίπτωση που φοιτούν
στο σχολείο ή παρακολουθούν κάποιο σεμινάριο ανάλογα με το ποια είναι η επίδοσή τους σε αυτά. Έτσι σε
σχέση με όλα αυτά ανεβαίνουν επίπεδο. Σε όσο πιο μεγάλο επίπεδο βρίσκονται τόσο μεγαλύτερα προνόμια
έχουν στο Ίδρυμα» (Σ15 Εκπαιδεύτρια Estrep).
«Όταν έχουμε έναν ανήλικο που δημιουργεί συνεχώς συγκρούσεις ή έναν ανήλικο με ελλείψεις, πχ. σε
επίπεδο συνηθειών υγιεινής, επιμένουμε σε αυτά τα θέματα χρησιμοποιώντας όλες τις πιθανές τεχνικές όπως
το προοδευτικό σύστημα, το σύστημα της βαθμολόγησης, όπως το σύστημα των ανταλλάξιμων αμοιβών
(token economy).Όλα αυτά βασίζονται στην ατομική προσπάθεια του κάθε ανήλικου» (Σ13, Εκπαιδευτής
Estrep).
« Κάθε εβδομάδα το παιδί μπορεί να λάβει από το Ίδρυμα το ποσό των 9 ευρώ. Εάν η συμπεριφορά του είναι
άριστη αυτό το ποσό μπορεί να αυξηθεί ενώ εάν η συμπεριφορά του είναι άσχημη τα χρήματα μειώνονται.
Αφαιρούνται χρήματα για παραπτώματα όπως το να απειλήσει έναν εκπαιδευτή, να μην ακολουθεί τις
οδηγίες του εκπαιδευτή, να καπνίζει στο δωμάτιο, να μην τραβάει το καζανάκι της τουαλέτας. Για κάθε τι
από αυτά του αφαιρούνται 50 λεπτά » (Σ2 Εκπαιδεύτρια Castanyers).
Έχοντας γνώση της επιρροής των παραπάνω θεωριών στην κοινωνική παιδαγωγική
ιστορικά και σύγχρονα και πιστεύοντας ότι η υιοθέτηση και η εφαρμογή τους στοχεύει
κυρίως στον κοινωνικό έλεγχο, η παρούσα ανάλυση αντιπροτείνει, υπό το πρίσμα των
ανθρώπινων δικαιωμάτων, κάποιες αρχές και αξίες πάνω στις οποίες μπορεί να θεμελιωθεί
μία κριτική κοινωνική παιδαγωγική για κοινωνικά ευπαθή παιδιά και νέους.
Κεντρικοί άξονες μιας τέτοιας προσέγγισης αποτελούν οι δύο παρακάτω ιδέες:
Την βάση για την ύπαρξη αυτής της συνθήκης αποτελούν μια σειρά διεθνή και
ευρωπαϊκά νομοθετικά κείμενα όπως η Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του
Ανθρώπου(1948), η Διεθνής Σύμβάση για τα δικαιώματα του παιδιού(1989), ο Χάρτης
των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (2010/C 83/2), η Σύμβαση για
τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία(2006), η Σύμβαση κατά των Βασανιστηρίων και
άλλων τρόπων σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας(1984)
Συγκεκριμένα τίθεται επιτακτικός ο σεβασμός και η εκπλήρωση των
10 Nϊρez, V. (1999), Pedagogνa social: Cartas para navegar en el nuevo milenio, Μπουένος Άιρες:
Santillana,σ.42
- 54 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
παρακάτω αρχών:
1. ��������������������������������
Το υπέρτατο συμφέρον του παιδιού(Άρθρο 3 της Διεθνούς Σύμβασης για τα δικαιώματα
του παιδιού)
2. ����������������������������������������
Ισότητα και προστασία από τις διακρίσεις (Άρθρο 2 της Διεθνούς Διακήρυξης Δικαιωμάτων
του Ανθρώπου)
3. ��������������������������
Ελευθερία και αξιοπρέπεια (Άρθρα 1και 3 της Διεθνούς Διακήρυξης Δικαιωμάτων του
Ανθρώπου )
4. ������������������������������������������������������������������������������
Σεβασμός των εξελισσόμενων ικανοτήτων των παιδιών με αναπηρίες και ο σεβασμός
του δικαιώματος των παιδιών να διατηρήσουν την ταυτότητά τους (Άρθρο 3 της
Σύμβασης για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία)
5. ��������������������������������������
Δικαίωμα στη διατήρηση της ταυτότητας (Άρθρο 8 της Διεθνούς Σύμβασης για τα
δικαιώματα του παιδιού)
6. ���������������������
Ελευθερία έκφρασης (Άρθρο 13 της Διεθνούς Σύμβασης για τα δικαιώματα του παιδιού)
7. �����������������
Ελευθερία γνώμης (Άρθρο 12 της Διεθνούς Σύμβασης για τα δικαιώματα του παιδιού)
8. �������������������������������������������
Ελευθερία σκέψης, συνείδησης και θρησκείας (Άρθρο 14 της Διεθνούς Σύμβασης για τα
δικαιώματα του παιδιού)
9. ���������������������������
Σεβασμός στην ιδιωτικότητα (Άρθρο 16 της Διεθνούς Σύμβασης για τα δικαιώματα του
παιδιού/ Άρθρο 7 της Κάρτας Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ)
10. �������������������������
Δικαίωμα στη πληροφόρηση (Άρθρο 17 της Διεθνούς Σύμβασης για τα δικαιώματα του
παιδιού)
11. ���������������������������������
Ψυχαγωγία και τον ελεύθερο χρόνο (Άρθρο 31 της Διεθνούς Σύμβασης για τα δικαιώματα
του παιδιού)
12. ������������������������������������������������
Δικαίωμα στη ζωή και επικοινωνία με τους γονείς (Άρθρο 9 της Διεθνούς Σύμβασης για
τα δικαιώματα του παιδιού)
13. �����������������������������������������������������������������������������
Δικαίωμα σε μία εκπαίδευση που θα αποσκοπεί στην ανάπτυξη της προσωπικότητας
του παιδιού και στην πληρέστερη δυνατή ανάπτυξη των χαρισμάτων του και των
σωματικών και πνευματικών ικανοτήτων (Άρθρο 29 της Διεθνής Σύμβασης για τα
δικαιώματα του παιδιού)
14. ������������������������������������������������������������������������������
Απαγόρευση των βασανιστηρίων ή και άλλων σκληρών, απάνθρωπων ή εξευτελιστικών
τιμωριών ή μεταχείρισης και της παράνομης ή αυθαίρετης στέρησης της ελευθερίας
(Άρθρο 5 της Διακήρυξης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, Άρθρο 37 της Διεθνούς Συμβάσεως
για τα δικαιώματα του παιδιού, Άρθρα 16,10,11, 12, 13, της Σύμβασης κατά των Βασανιστηρίων
και άλλων τρόπων σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας, Άρθρο 4
Κάρτας Θεμελιωδών Δικαιωματων της Ε.Ε.)
15. ������������������������������������������������������������������������������
Δικαίωμα στην επικράτηση μιας κοινωνικής και διεθνής τάξη, μέσα στην οποία τα
δικαιώματα και οι ελευθερίες που προκηρύσσει η παρούσα Διακήρυξη να μπορούν να
πραγματώνονται σε όλη τους την έκταση(Άρθρο 28 της Οικουμενικής διακήρυξης για τα
δικαιώματα του ανθρώπου).
4.2 Η εκπαίδευση για την ενδυνάμωση του παιδιού ως ενεργό, συμμετοχικό και
δημιουργικό υποκείμενο με πρωταγωνιστικό ρόλο στο κοινωνικό γίγνεσθαι
Μία εκπαίδευση που στοχεύει προς αυτή την κατεύθυνση οφείλει να λάβει υπόψη της τα
παρακάτω στοιχεία και αρχές:
- Την ανάπτυξη ενός εκπαιδευτικού «δεσμού» πάνω στη βάση της εκδήλωσης
ενδιαφέροντος από μέρους του εκπαιδευτικού και της αμοιβαίας εμπιστοσύνης
- 55 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωση
Ληξουριώτης, Ι. Δ.(1986), Οι κοινωνικές και νομικές αντιλήψεις για το παιδί τον πρώτο
αιώνα του νεοελληνικού κράτους, Αθήνα:Εκδόσεις Δωδώνη
Φουκώ, Μ.(1989), Επιτήρηση και Τιμωρία. Η γέννηση της φυλακής, Αθήνα:Κέδρος-
Ράππα
- 56 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Ξενόγλωσση
Bauman��, �������������������������������������������������������������������������
Z������������������������������������������������������������������������
. (2007), ��������������������������������������������������������������
Los�����������������������������������������������������������
retos�����������������������������������������������������
����������������������������������������������������������
de��������������������������������������������������
����������������������������������������������������
la�����������������������������������������������
�������������������������������������������������
educaci���������������������������������������
����������������������������������������������
������������������������������������
n�������������������������������������
en����������������������������������
������������������������������������
la�������������������������������
���������������������������������
modernidad��������������������
������������������������������
l������������������
�������������������
����������������
quida������������
. Βαρκελώνη:
E��������������
κδοσεις ������
Gedisa
Bergalli, R, Rivera Beiras, I., (2007) Jσvenes y adultos. El difνcil vνnculo social,
Βαρκελώνη: Ediciones Anthropos, Observatori del sistema penal i els drets
humans
Castel R. (1986), “De la peligrosidad al riesgo”, στο Αlvarez-Urνa, F., Varela, J.Materiales
de sociologνa crνtica, Mαδρίτη: La Piqueta, σ.σ. 219-243
De Leo, G. (1985), La Justicia de Menores. La delincuencia juvenil y sus instituciones,
Bαρκελώνη: Eκδόσεις Teide
Donzelot, J. (1977), La Police des Familles. Παρίσι: Ιditions de Minuit
Kazdin, A.E.(1993) “Tratamientos conductuales y cognitivos de la conducta antisocial en
niρos: Avances de la investigaciσn”, στην
����� Psicologνa
����������� Conductual,
�������������������������
Ν.1, σελίδες
111-144
La Berge, A. F. (2002), Mission and Method. The Early nineteenth- Century French Pub-
lic Health Movement. Cambridge: Cambridge University Press
Manzanos C. (coord.), (2006), Infancia y juventud marginada. Polνticas sociales y crimi-
nales. Vitoria-Gasteiz: Ediciones Ikusbide
Martνnez Reguera, E. (2001) Cuando los polνticos mecen la cuρa, Madrid: Ediciones
Quilombo
Mόel (1991), “La escuela obligatoria y la invenciσn de la infancia anormal” στο AA VV.:
Espacios de Poder, Μαδρίτη: Eκδόσεις La Piqueta
Nϊρez, V. (1999), Pedagogνa social: Cartas para navegar en el nuevo milenio, Μπουένος
Άιρες: Eκδόσεις Santillana
Platt, A.M. (1982), Los “salvadores del niρo” o la invenciσn de la delincuencia,
(μτφρ.)Fιlix Blanco, Μεξικό: Εκδόσεις Siglo veintiuno autores.Πρωτότυπος
τίτλος: The child savers. The invention of Delinquency, Chicago: The Univer-
sity of Chicago Press
Sitara, M. (2013), De los “niρos en peligro” a los niρos “peligrosos”. ����������������
Control social,
tratamiento institucional y prαcticas socio-educativas destinados a adolescen-
tes entre la protecciσn y el castigo.Διδακτορική Διατριβή, Πανεπιστήμιο της
Βαρκελώνης
Varela, J., Αlvarez Urνa F. (1991), Arqueologνa de la escuela. Μαδρίτη:� ��������
Endymion
Νομοθεσία
Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου
Διεθνής Σύμβάση για τα δικαιώματα του παιδιού
Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Σύμβαση για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία
Σύμβαση κατά των Βασανιστηρίων και άλλων τρόπων σκληρής, απάνθρωπης ή
ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας
- 57 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
της Βαρκελώνης (2013), κατέχει μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών του τμήματος Μεθόδων
Έρευνας και Διαγνωστικής στην Εκπαίδευση του ιδίου Πανεπιστημίου (2005) και πτυχίο
του τμήματος Επιστημών Προσχολικής Αγωγής και Εκπαίδευσης του Αριστοτελείου
Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (2001).Τα ερευνητικά της ενδιαφέροντα εντοπίζονται
σε θέματα κοινωνικής παιδαγωγικής, κοινωνικού ελέγχου ανηλίκων, ανθρωπίνων
δικαιωμάτων και ποιοτικών μεθόδων έρευνας.
- 58 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Κοινωνική Ψυχολογία
- 59 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
- 60 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Αλεξανδρόπουλος Γεώργιος
Περίληψη
Abstract
In this work we seek to shed light on some aspects of teachers’ occupational stress.
Our data derived from relevant studies in Greece, European (EU, ETUCE, European
Agency for Safety and Health at Work, Eurostat) and international organizations (World
Health Organization, International Labour Office, OECD). We study both the personality
of teachers, and the characteristics of the working environment in which they operate.
Our findings suggest that the latter factors are crucial for their emotional balance and
professional development. The ability to deal with stressful situations increases when the
educational system has those features / structures which decisively enhance their work.
1. ��������
Εισαγωγή
�����������
Griffith, J.
��� -�� Steptoc,
��������� A.
��� -�� ���������
Cropley, M.�����������
(1999). An
��� investigation
�������������� ���
of coping
������� strategies
����������� associated
����������� with
����� job
���� stress
�������
in teachers. British Journal of Educational Psychology, 69, 517-531.
Kyriacou,
���������� C.�����������
(1989). The
�����������
nature and
���� prevalence
����������� of
��� teacher
�������� stress.
�������� In
��� ������
Cole, M.
��� &
�� ��������
Walker, ����
S., Teaching and
stress (2nd Edition). Milton Keynes-Philadelphia: Open University Press��, ������ p. 27.
� Education
���������� International
������������������� (EI) -�� European
��������� Trade
������ Union
������ Committee
���������� for ���� Education
���������� (ETUCE)
�������� (2001).
�������� Study
on Stress: The cause of stress for teachers, its effects, and suggested approaches to reduce it. Education
- 61 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
χώρο, γι’ αυτό δέχεται καθημερινά ένα σύνολο ερεθισμάτων που προέρχονται από το
εσωτερικό περιβάλλον του εκπαιδευτικού συστήματος, αλλά κι από αυτό που αποτελεί
(το) συγκείμενο της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Καλείται να επιτελέσει ένα κατά βάση
συγκρουσιακό έργο και να αντιμετωπίσει παράγοντες που δεν ελέγχει. Πρέπει να κινείται
με ευελιξία σε ένα πλέγμα ρόλων, όπως ο εμψυχωτής των μαθητών, ο καθοδηγητής,
ο φίλος, ο αξιολογητής, αυτός που επιβάλλει την πειθαρχία. Η προσωπικότητά του
(ιδιογραφική διάσταση) με τις ανάγκες, τις αξίες, τις πεποιθήσεις και η οργανωτική
δομή του χώρου στον οποίο εργάζεται (νομοθετική διάσταση), μέσω της κατανομής
εξουσίας και ευθύνης, οριοθετούν ένα πλαίσιο προσδοκιών και συμπεριφορών. Αυτά
που διαδραματίζονται στο προαναφερόμενο πλαίσιο βιώνονται διαφορετικά, ανάλογα
με την προσωπικότητα και τις γνωστικές δομές του καθενός.
Πηγές άγχους θεωρούνται οι καταστάσεις εκείνες που, είτε πραγματικά είτε γιατί
έτσι γίνονται αντιληπτές από το άτομο, ξεπερνούν τις δυνατότητές του, αισθάνεται
ανήμπορο να ανταπεξέλθει στις απαιτήσεις που θέτουν. Η υποκειμενική αντίληψη
αυτών των δυνατοτήτων θα επιδράσει στη βίωση ενός αγχογόνου συμβάντος. Είναι
απαραίτητο να διακρίνουμε έναν πιθανό από έναν πραγματικό συντελεστή άγχους, κάτι
που δεν είναι πάντα εύκολο. Εάν ένας παράγοντας θα γίνει αντιληπτός ως αγχογόνος
εξαρτάται από την παρουσία ή απουσία αρκετών άλλων μεταβλητών, που θα επηρεάσουν
την υποκειμενική βίωση του άγχους και την προσπάθεια αντιμετώπισής του, είτε είναι
επιζήμια είτε επικερδής. Πρόκειται στην ουσία για μια διάζευξη ή κακή συνάρθρωση
στοιχείων, τα οποία «κανονικά» αναμένεται να λειτουργούν αρμονικά. Οι συντελεστές
αυτοί προσδιορίζουν την επίτευξη ισορροπίας μεταξύ προσωπικών δυνατοτήτων και
επαγγελματικών απαιτήσεων, καθορίζουν την εργασιακή ευτυχία του ατόμου.10
Μελέτες έχουν δείξει ότι υπάρχουν μερικά χαρακτηριστικά της προσωπικότητας
που κάνουν κάποιους να είναι πιο επιρρεπείς στο άγχος από κάποιους άλλους.
Μάλιστα, οι ερευνητές κάνουν λόγο για προσωπικότητες τύπου Α (εξωτερικού
κέντρου ελέγχου) και προσωπικότητες τύπου Β (εσωτερικού κέντρου ελέγχου).
Οι εκπαιδευτικοί με προσωπικότητα εξωτερικού κέντρου πιστεύουν ότι ασκούν
περιορισμένο έλεγχο πάνω σε σημαντικά πράγματα που συμβαίνουν στην ζωή τους,
- 62 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Οι αλλαγές που έλαβαν χώρα κατά τις τελευταίες δεκαετίες στο κοινωνικό σύνολο
απαίτησαν μια αντίστοιχη προσαρμογή στο ρόλο του δασκάλου.14 Ο τελευταίος
θεωρείται υπεύθυνος για την μόρφωση των νέων μελών της κοινωνίας, αλλά κι αυτός
που οφείλει να απαντήσει σε οποιαδήποτε κριτική των αποτυχιών της εκπαίδευσης.15 Τα
εκπαιδευτικά συστήματα μεταβαίνουν από την απλή μετάδοση παγιωμένων γνώσεων
στον ανταγωνισμό με άλλες πιθανές πηγές παροχής πληροφοριών. Μέσα σε ένα κλίμα
αβεβαιότητας όσον αφορά τους σκοπούς της εκπαίδευσης, την οικονομική και κοινωνική
αποτελεσματικότητά της και τη μορφή που θα έχει η μελλοντική κοινωνία ο εκπαιδευτικός
πρέπει να ανανεώνει διαρκώς τον γνωστικό του εξοπλισμό, προκειμένου να διασφαλίσει
τη θέση του.16 Η επιτυχημένη ή αποτυχημένη εμβάθυνση στη γνώση αντανακλάται στο
επίπεδο αυτοεκτίμησης και στην αυτοεικόνα που διαμορφώνει.
Είναι εξαιρετικά δύσκολο να προετοιμάσει τους μαθητές για μια μελλοντική
κοινωνία που στην ουσία δεν υπάρχει. Το κλασικό στερεότυπο που αποδίδεται στο
δάσκαλο, του φίλου και συμβούλου, δεν είναι εύκολο να διατηρηθεί σε ένα σχολικό
περιβάλλον, που πρέπει να εκπαιδεύσει την πλειοψηφία ενός ετερόκλητου από πλευράς
εθνικής και κοινωνικής προέλευσης, αλλά και ικανοτήτων μαθητικού πληθυσμού. Αυτές
11 Τσιάκκιρος, Α. & Πασιαρδής, Π. (2002). Επαγγελματικό άγχος εκπαιδευτικών και διευθυντών σχολείων:
Μια ποιοτική προσέγγιση. Παιδαγωγική����������� ���������� 33, ������������
Επιθεώρηση, σ�����������
. 195-213. �����
Cox, ���
T. ��- �����������
Griffiths, ���
A. ��- ��������������
Rial-Gonzalez
E. (2000). Research on work related stress. Luxemburg: Office for Official Publications of the European
Communities, p. 50-51.
12 12��������
Lσpez, J. (et�������
al) ����
(2010).
��������
Exploring
����������
Stress,
��������
Burnout,
���������
and����Job����
Dissatisfaction
����������������
in Secondary
��� ����������
School
�������
Teachers.
����������
International Journal of Psychology and Psychological Therapy, 10, 1, p. 109.
13 Esteve,
�������� J.
�����������
(1989). Teacher
����������������
burnout and
���� teacher
�������� stress.
�������� In
��� Cole,
������ M.
��� &
�� Walker,
�������� S.,
���� Teaching and stress (2nd
Edition). Milton Keynes-Philadelphia: Open University Press, p. 7.
�� ��������������
OECD (2005b). Teachers matter: Attracting, developing and retaining effective teachers. Paris: OECD, pp. 3-4.
15 15� Travers,
���������
C.�������
& Cooper,
��������
C.�����������
(1996). Teachers under pressure. Stress in the teaching profession. London and
New York: Routledge, p. 6-12.
16 16� Esteve,
��������
J. (1989).
�����������Teacher
����������������
burnout and����
teacher
��������
stress.
��������
In ���
Cole,
������
M.���
& ��
Walker,
��������S.,����
Teaching and stress (2nd
Edition). Milton Keynes-Philadelphia: Open University Press, p. 10-13.
- 63 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
17 17�����������
���������
����������
.��������
�����
.:8-16.
18 18�������������������
������������������
Δες���������������
��������������
σχετικά�������
������
και���: ���������
European
��������������������
Commission
����������� ��������
(2002).
��������Health statistics. Key data on health (1970-2001).
Luxembourg: Office for Official Publications of the European Communities, p. 155, 224-225. Eurostat -
Statistical books (2010). Health and safety at work in Europe (1999–2007). A��������������������� �������� Luxembourg��
statistical���������
��������������������
portrait. ������������:
Publications� �������
Office� of�
��� ����
the� European�
��������� �������
Union��, ������
p�����
. 67�.
19 Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το άγχος που οφείλεται στην εργασία είναι το δεύτερο σε συχνότητα πρόβλημα
υγείας και επηρεάζει το 14% των εργαζομένων. Μάλιστα, καθοριστικός παράγοντας για την εμφάνισή του είναι
το μέγεθος μιας οργάνωσης ή ενός οργανισμού, με την εκπαίδευση να θεωρείται χαρακτηριστικό παράδειγμα.
Ειδικότερα για την τελευταία, το άγχος αποτελεί το συχνότερα αναφερόμενο πρόβλημα σε ποσοστό 27%. Η
παρουσία του στις γυναίκες είναι υψηλότερη. ��������� European� �������
Agency� ����
for� �������
Safety� ����
and� ��������
Health�� � ���
at� ������������
Work��������
(2002). Άγχος�
που������������������������������ E-facts 22, Belgium. European Agency for Safety and Health at Work-European
οφείλεται�������������
����������������������
στην��������
������������
εργασία.
Risk Observatory Report (2009). OSH in figures: stress at work-facts and figures. Luxembourg: Office for
Official Publications of the European Communities, p. 9-10, 20, 65, 67, 71. Eurostat (2009). Statistics in focus,
63. Luxembourg: Publications Office of the European Union, p. 3-5. Eurostat - Statistical books (2010). Health
and safety at work in Europe (1999–2007). A statistical portrait. Luxembourg��������������� : Publications�
������������� �������
Office� ���
of� ����
the�
European� Union��
�������, ����������
p���������
. 66, 68.
20 Κάντας, Α. (1998). Επαγγελματικό άγχος και επαγγελματική εξουθένωση στους Έλληνες εκπαιδευτικούς
(τόμος 1ος). Αρέθας: Επιστημονική Επετηρίδα Π.Τ.Δ.Ε. Πατρών, 1, σ. 91.
21 21� Woods,
������������������
P. (1989). Stress �������
and����
the ����
teachers’
����������
role.������
In Cole,
��� ������
M. ���
& Walker,
�� ��������
S., Teaching
���� and stress (2nd Edition).
Milton Keynes-Philadelphia: Open University Press, p. 84-96.
22 22� Travers,
���������
C.�������
& Cooper,��������
C.�����������
(1996). Teachers under pressure. Stress in the teaching profession. London and
New York: Routledge, p. 16-19.
- 64 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Γράφημα 1: Επίπεδα εργασιακού άγχους στις χώρες τις Ευρωπαϊκής Ένωσης, E������
�������
.�����
U����
. 15
Πηγή: European Agency for Safety and Health at Work-European Risk Observatory Report (2009). OSH
in figures: stress at work-facts and figures. Luxembourg: Office for Official Publications of the European
Communities, p. 22.
3. Ο
�� χώρος
������������������
του σχολείου
- 65 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Πηγή��: European
��������� Agency
������� for
���� Safety
������� and
���� Health
������� at
��� Work-European
�������������� Risk
����� Observatory
������������ Report
���������������
(2009). ����
OSH
in figures: stress at �����������
work-facts ����
and ���������������������
figures. Luxembourg: Office
������� for
���� Official
����������������������
Publications of
��� the
���� European
���������
Communities, p. 67.
23 APA,
����� Teaching Is Fundamental, p. 1. Τελευταία
����������������������������������������
ανάκτηση στις 26/07/2014 από http://www.apa.org/ed/
schools/cpse/teacher-stress-brochure.pdf.
- 66 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
σε περισσότερες από μία σχολικές μονάδες. Η κατάσταση αυτή επιτείνεται για έναν
ωρομίσθιο ή αναπληρωτή που γνωρίζει πως τους καλοκαιρινούς μήνες δε θα αμείβεται
ή δε θα εργαστεί καθόλου το επόμενο σχολικό έτος.24 Πολλές φορές, η συμπλήρωση
του εργασιακού ωραρίου σημαίνει καθήκοντα και γνωστικά αντικείμενα που απέχουν
πολύ από το αντικείμενο των σπουδών του. Πιθανόν, καθημερινά να διανύει μεγάλες
αποστάσεις για να φτάσει στο χώρο εργασίας του ή εργάζεται σε δυσπρόσιτα σχολεία με
αποτέλεσμα να απουσιάζει μεγάλα χρονικά διαστήματα από την οικογένειά του.
Η πλήρης γνώση του μελετώμενου θέματος απαιτεί να ανατρέξουμε στα σχετικά
με αυτό δημοσιεύματα,25 προκειμένου να αναδειχθούν όλες οι διαστάσεις του, αλλά κι
24 24�����������������
Δες�������������
����������������
σχετικά�����
������������
και�
����: European Foundation for the Improvement of Living and Working Conditions (Eurofound)
(2012). The Fifth European Working Conditions Survey. Luxembourg: Office for Official Publications of the
European Communities, p. 52-59.
25 Ενδεικτικά αναφέρουμε: Greenglass���������
�������������������
, R������
�������
. (���
et� ����
al��) ��������
(1997). The
���� �������
impact ���of �������
social ��������
support ���
on ����������������
the development ���
of
burnout in teachers: examination of a model. Work & Stress, 11, 267-278. Lewis, R. (1999). Teachers coping
with the stress of classroom discipline. Social Psychology of Education, 3, 155-171. Rudow, B. (1999). Stress
and burnout in the teaching profession: European studies, issues, and research perspectives. In R. Vanderberghe
& A. Huberman (Eds.), Understanding and preventing teacher burnout. Cambridge, UK: Cambridge University
Press, 38-58. Kyriacou, C. (2001). Teacher Stress: Directions for Futute Research. Educational Review, 53(1),
27-35. Grimley, B. (2001). Simply the Stressed!. The Occupational Psychologist, 43, 8-12. Van Dick, R. &
Wagner, U. (2001). Stress and strain in teaching: A structural equation approach. British Journal of Educational
Psychology, 71, 243-259. Hughes, R.E. (2001). Deciding to leave but staying: teacher burnout, precursors and
turnover. Journal of Human Resource Management, 12 (2), 288-298. Troman, G. & Woods, P. (2001). Primary
teachers’ stress. New York: Routledge/Falmer. Forlin, C. (2001). Inclusion: identifying potential stressors for
regular class teachers. Educational Research, 13, 235-245. Fang, W. & Yan, X. (2004). Job burnout among
elementary and high school teachers: characteristics and relationship with social support. Acta Psychologica
Sinica, 36, 568-574. Austin, V. (et al) (2005). Teacher stress and coping strategies used to reduce stress.
Occupational Therapy International, 12(2), 63-80. Rieg, A. (et al) (2007). Coping with stress: An investigation
of novice teachers’ stressors in the elementary classroom. Education, 128, 211-226. Lambert, R. G. (et al)
(2009). Measuring elementary teacher stress and coping in the classroom: Validity evidence for the classroom
appraisal of resources and demands. Psychology in the Schools, 46, 973-988. McCarthy, C. J. (et al) (2009).
The relations of elementary teachers’ experience, stress, and coping resources to burnout symptoms. The
Elementary School Journal, 109, 282-300. Klassen, M. & Chiu, M. (2010). Effects on Teachers’ Self-Efficacy
and Job Satisfaction: Teacher Gender, Years of Experience, and Job Stress. Journal of Educational Psychology,
No. 102(3), 741-756. Otero, J. (et al) (2010). Exploring Stress, Burnout, and Job Dissatisfaction in Secondary
School Teachers. International Journal of Psychology and Psychological Therapy, 10(1), 107-123. Stixrud, W.
R. (2012). Why Stress Is Such a Big Deal. Journal of Management Education, 36(2), 135-142.
Για την ελληνική πραγματικότητα δες σχετικά: Kantas�� ��������, ���
A��. ��
& �����������
Vassilaki��, �����������
E����������
. (1997). ��������
Burnout ���
in ������
Greek
teachers: Main findings and validity of the Maslach Burnout Inventory. Work and Stress, 11, 94-100. Koustelios,
A. & Kousteliou, I. (1998). Relations among measures of job satisfaction, role conflict, and role ambiguity
for a sample of Greek teachers. Psychological��������������� 82, 131-136. Λεονταρή Α. – Κυρίδης, Α. – Γιαλαμάς,
Reports,
Β. (2000). Το επαγγελματικό άγχος των εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Παιδαγωγική
Επιθεώρηση, 7 (30), 139-161. Παγοροπούλου, Α. – Κουμπιάς, Μ. – Γιαβρίμης, Π. (2002). Σύνδρομο
Επαγγελματικής Εξουθένωσης: Το χρόνιο άγχος των δασκάλων και η μετεξέλιξή του σε επαγγελματική
εξουθένωση. Μέντορας, 5, 103-127. Κολιάδης, Ε. (κ.ά.) (2003). Το Σύνδρομο Επαγγελματικής Εξουθένωσης
σε Εκπαιδευτικούς Πρωτοβάθμιας Γενικής & Ειδικής Αγωγής. Στο Πρακτικά του 2ου Πανελλήνιου Συνεδρίου
της Παιδαγωγικής Εταιρείας Ελλάδ�� a�ς (τόµος Β΄, 282-297). Αθήνα: Ατραπός. Καραδήμας, Ε. (κ.ά.) (2004).
Προγράμματα διαχείρισης του στρες σε παιδιά, εφήβους και εκπαιδευτικούς. Στο Μ. Ζαφειροπούλου & Γ.
Κλεφτάρας (Επιμ.), Εφαρμοσμένη Κλινική Ψυχολογία του παιδιού. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. Παππά, Β.
(2006). Το στρες των εκπαιδευτικών και οι παράγοντες που συμβάλλουν στην επαγγελματική εξουθένωση.
Επιθεώρηση���������������
Εκπαιδευτικών� Θεμάτων, 11, 141-158. Antoniou, A. (et al) (2006). Gender and age differences
�������������� �������
in occupational stress and professional burnout between primary and high-school teachers in Greece. Journal
of Managerial Psychology, 21(7), 682-690. Lazuras, L. (2006). Occupational stress, negative affectivity and
- 67 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
- 68 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
τη διάρκεια της ημέρας τα χρονικά όρια είναι περιορισμένα για τον εκπαιδευτικό που
πρέπει να βρίσκεται σε διαρκή εγρήγορση. Ανεξάρτητα από το εάν o�����������������
������������������
φόρτος εργασίας
είναι ποσοτικός ή ποιοτικός (υπόθεση του αντίστροφου U������������������������������
�������������������������������
), προκειμένου να διευκολύνει
τη μάθηση παιδιών διαφορετικών ικανοτήτων, συνεχίζει να εργάζεται στον ελεύθερο
χρόνο του.31
Πηγή: Eurostat - Statistical books (2010). Health and safety at work in Europe (1999-2007). A statistical
Portrait. Luxembourg: Publications Office of the European Union, p. 66.
31 Καραδήμας������������
, ���������
����������
. (������
����
.����
���
.) (2004).
���������������������������������������������������������������������������������
Προγράμματα διαχείρισης του στρες σε παιδιά, εφήβους και εκπαιδευτικούς.
Στο Μ. Ζαφειροπούλου, & Γ. Κλεφτάρας (Επιμ.), Εφαρμοσμένη Κλινική Ψυχολογία του παιδιού. Αθήνα��:
Ελληνικά������������������
Γράμματα���������
�����������������
, �������
����
. 408.
- 69 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Πηγή: ETUCE/CSEE (2007). Report on the ETUCE Survey on Teachers’ Work related Stress (By Billehψj,
H.). Bruxelles, p. 6.
32 APA,
����� Teaching
��������� Is����������������
Fundamental, p.
���������������������������������������������
2. ���������������������������������������
Τελευταία ανάκτηση στις 26/07/2014 από http://www.apa.org/ed/
schools/cpse/teacher-stress-brochure.pdf.
33 33� Travers,
���������
C.�������
& Cooper,
��������
C.�����������
(1996). Teachers under pressure. Stress in the teaching profession. London and
New York: Routledge, p. 43-45.
- 70 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
34 34� Education
����������
International
�������������������
(EI) - European
�� ���������
Trade
������
Union
������
Committee
����������
for����
Education
����������
(ETUCE)
��������
(2001).
��������
Study
on Stress: The cause of stress for teachers, its effects, and suggested approaches to reduce it. Education
International/European Trade Union Committee for Education Stress Report, p. 10-12.
35 Alder��, �����������
B����������
. (2005). Κίνητρα, Συναισθήματα και Στρες. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. Καραστάθη-
Παναγιώτου, Μ. (2006). Στρες στο χώρο του σχολείου. Στο Α.Σ. Αντωνίου (Επιμ.), Εργασιακό στρες. Αθήνα:
Παραδισιανού�.
36 International
���������������������
Labour Organization
������������� (2012).
�������� Handbook of good human resource practices in the teaching
profession (1st Edition). Geneva, Switzerland: ILO, p. 135-136. Abidin, R. & Robinson, L. (2002). Stress,
Biases, or Professionalism: What Drives Teachers’ Referral Judgments of Students with Challenging Behaviors?
Journal of Emotional and Behavioral Disorders, 10(4), p. 204-212.
37 Ο Α. Κάντας (1998:228-229) υπογραμμίζει πως αυτό που είναι δύσκολο να βρεθεί στην ελληνική
πραγματικότητα είναι οι συμπεριφορικές επιπτώσεις του άγχους και της επαγγελματικής εξουθένωσης. Οι λόγοι
είναι πολλοί. Μεταξύ αυτών: η αποφυγή εξωτερίκευσης του προβλήματος (αφού εκλαμβάνεται ως αδυναμία),
η προσπάθεια λύσης του εντός της οικογένειας, η αδυναμία/αποφυγή συζήτησής του με κάποιο συνάδελφο-
κριτικό φίλο, ο δισταγμός για αναζήτηση βοήθειας.
- 71 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Πηγή: �������������������
ETUCE��������������
/�������������
CSEE���������
(2007). Report on the ETUCE Survey on Teachers’ Work related Stress (By Billehψj,
H.). Bruxelles, p. 9.
38 38���������
Geving, A. ���
M.�����������
(2007). Identifying
������������
the����
types
������
of student
��� ��������
and����
teacher
������������������
behaviors associated
�����������
with�����
teacher
��������
stress.
��������
Teaching and Teacher Education, 23, p. 624-640.
- 72 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
στην τάξη διαφόρων θεμάτων εκλαμβάνεται (γιατί έτσι είναι ή από κακή εκτίμηση)
σαν μια προσπάθεια από τους μαθητές να εντοπίσουν ατέλειες στην προετοιμασία
του ή αδύνατα σημεία της προσωπικότητάς του. Κομβικό σημείο αποτελεί η διαρκής
επιθυμία των εκπαιδευτικών να αξιοποιήσουν οι τελευταίοι το μέγιστο των ικανοτήτων
τους, να αποκτήσουν όσο το δυνατόν γρηγορότερα νέες δεξιότητες (π.χ., η πρώτη τάξη
του σχολείου με τις ιδιαίτερες απαιτήσεις της ή η προετοιμασία των μαθητών για την
τριτοβάθμια εκπαίδευση).39 Καθημερινά είναι εκτεθειμένοι στα βλέμματα των μαθητών
(τρόπος συμπεριφοράς, ένδυσης κτλ.) και η προοπτική να αξιολογηθεί το έργο τους από
κάποιο ενδοσχολικό ή εξωσχολικό πρόσωπο τους αποδιοργανώνει.
Καθώς κινούμαστε από το πρωτοβάθμιο επίπεδο προς τα ανώτερα επίπεδα
της εκπαίδευσης οι πιθανότητες άγχους αυξάνουν. Επιπλέον, σοβαρά συμβάντα που
παρατηρούνται σποραδικά είναι λιγότερο ενοχλητικά από αυτά που είναι μέτριου επιπέδου,
αλλά αποτελούν μέρος της καθημερινότητας και επαναλαμβάνονται (ψυχική φθορά). Ο τύπος
του σχολείου, επίσης, διαμορφώνει στάσεις και συμπεριφορές (π.χ., ένα σχολείο ειδικής
αγωγής με μαθητές που έχουν μαθησιακές δυσκολίες ή ένα εσπερινό σχολείο). Επίσης,
τμήματα ένταξης με μαθητικό δυναμικό ποικίλης εθνικής προέλευσης, με γλωσσικές και
πολιτισμικές διαφορές απαιτούν εξειδικευμένες διδακτικές μεθόδους και γνώσεις.
Οι διαπροσωπικές σχέσεις που αναπτύσσονται μεταξύ των εργαζομένων στο
σχολείο μπορεί να ενισχύσουν, αλλά και να αποδυναμώσουν μια αγχογόνο κατάσταση ή
να αποτελέσουν αυτές αιτία δυσφορίας.40 Σημαντική είναι η ποιότητα κι όχι η ποσότητα
αυτών των σχέσεων. Ο αριθμός των ατόμων, οι άτυπες ομάδες και η μορφή ηγεσίας
(αυταρχική, δημοκρατική, συμμετοχική, αδιάφορη) καθορίζουν τη μορφή/ποιότητα
των σχέσεων του εκπαιδευτικού με τους συναδέλφους του.41 Ιδίως, ένας νεοδιόριστος
επιδιώκει να γίνει αποδεκτός από όλους, να ενταχθεί στην ομάδα του σχολείου, να
αποδείξει τις ικανότητές του και να μάθει από τους συναδέλφους του.42
Η οργανωτική δομή η οποία στηρίζεται στη συμμετοχή και την ευθύνη θα ενθαρρύνει
αυτούς που διστάζουν ή που γενικότερα αδυνατούν να πουν όχι σε καταστάσεις που τους
ενοχλούν να παρουσιάσουν τα δικά τους προβλήματα. Η οργάνωση, της οποίας τους
σκοπούς υπηρετεί ο εκπαιδευτικός, μπορεί να επικροτεί την αυτονομία, τις καινοτομίες,
την ετερότητα ή το αντίθετο. Η απουσία συνεργατικού πνεύματος, ο ανταγωνισμός,
οι συγκρούσεις, οι σχέσεις υποκρισίας και όχι αμοιβαίας υποστήριξης,43 η πίεση για
συμμετοχή σε ομάδες με μοναδικό κριτήριο την ιδεολογική ταύτιση συμβάλλουν στη
χαμηλή ικανοποίηση από το επάγγελμα. Συχνά οδηγούν, όσους διαφωνούν, σε αλλαγή
σχολείου. Σε προσωπικό επίπεδο, η στασιμότητα και ο επαγγελματικός εγκλωβισμός, καθώς
- 73 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
και οι προαγωγές που γίνονται με κριτήρια απρόβλεπτα ή ασαφή επιφέρουν κόπωση και
συναισθηματική εξάντληση. Αποτελεί σύνηθες φαινόμενο για τις γυναίκες εκπαιδευτικούς
που, εν μέρει στερεοτυπικά, πρέπει να συμβιβάσουν καριέρα και οικογένεια.44
Η αντιστάθμιση, για τον ���
P��. �������������������������������������������������
Woods (1989:89-92), δηλαδή η αναζήτηση σε άλλους
χώρους ικανοποίησης της ανάγκης για επιτυχία δεν είναι πάντα αποτελεσματική.
Συμμετέχοντας ο εκπαιδευτικός σε κύκλους σπουδών, σε σεμινάρια ή επιμορφωτικά
μαθήματα ακολουθεί τη λογική των πρόσθετων προσόντων από τα οποία περιμένει κάποια
ανταμοιβή, όχι αύξηση της πίεσης. Με αυτό τον τρόπο ενισχύεται η δέσμευση που έχει
με την εκπαίδευση, αλλά ταυτόχρονα πολλαπλασιάζονται και οι απαιτήσεις απ’ αυτόν.
Όσο πιο πολλά προσφέρει, τόσο αισθάνεται πως πρέπει να προσφέρει περισσότερα.
Εμφανίζει, έτσι, χαρακτηριστικά πολυφασικής δραστηριοποίησης. Η κόπωση
στο σχολείο δεν του επιτρέπει να ανταποκριθεί ικανοποιητικά σε άλλους ρόλους, όπως
αυτός του πατέρα ή της μητέρας. Η δικαιολογημένη απουσία από το χώρο εργασίας τού
προκαλεί ανησυχία, επειδή θα επιβαρυνθεί κάποιος συνάδελφός του ή εξαιτίας του φόβου
μήπως θεωρηθεί προσπάθεια αποφυγής των καθηκόντων του.
4. Η
�� οργανωτική
������������������������������
και διοικητική δομή
Ο διευθυντής του σχολείου, αλλά και όλα εκείνα τα πρόσωπα που αποτελούν τις
προϊστάμενες αρχές του εκπαιδευτικού αποτελούν πιθανές αιτίες άγχους. Είναι, όμως,
και οι ίδιοι εκτεθειμένοι σε ένα πλέγμα σχέσεων που τους δημιουργεί έντονα αισθήματα
ανασφάλειας. Σε σχετικές έρευνες έχει εντοπιστεί πως οι μη ρεαλιστικές απαιτήσεις από τις
προϊστάμενες αρχές, η έλλειψη υποστήριξης από το διευθυντή, η ανεπαρκής αναγνώριση
από τον άμεσο προϊστάμενο, η διστακτικότητα του τελευταίου να λάβει σοβαρές
αποφάσεις προκαλούν σύγχυση. Σε ένα επόμενο στάδιο η δυσφορία αυξάνεται, όταν στο
σχολείο συμβαίνουν πράγματα για τα οποία κανένας δεν αναλαμβάνει την ευθύνη ή των
οποίων κανένας δεν έχει τον έλεγχο.45 Στην περίπτωση αυτή το άτομο που εκπροσωπεί το
σχολείο δεν αποτελεί σημείο αναφοράς για τον εκπαιδευτικό, αλλά αποσταθεροποιητικό
παράγοντα.46 Ο προσανατολισμός του προσώπου αυτού προς τις ανθρώπινες σχέσεις ή προς
τους στόχους της οργάνωσης θα διαμορφώσει το συνολικό κλίμα της σχολικής κοινότητας.
Κατά πόσο, δηλαδή ο εκπαιδευτικός θα πρέπει να παρουσιάσει «πολιτική» συμπεριφορά
ή ειλικρινή αφοσίωση στο έργο του, καθώς και το επίπεδο συμμετοχής του στη λήψη
αποφάσεων. Διλήμματα όπως να εκφέρει γνώμη για τις δυσκολίες ενός μαθητή, να πάρει
θέση σε μια διαφωνία ή να αρνηθεί πρόσθετα καθήκοντα που του επιβάλλονται αποτελούν
τυπικά παραδείγματα ανάλογων περιπτώσεων. Ένα σύνολο, δηλαδή χαρακτηριστικών του
τρόπου διοίκησης του σχολείου που προκαλούν δυσφορία σε όσους εργάζονται σ’ αυτό.47
Η πιθανή αντίδραση σε αυτή τη μορφή ηγεσίας, που χαρακτηρίζεται από ελάχιστα
περιθώρια επικοινωνίας και ανατροφοδότησης, κυμαίνεται από την παθητικότητα έως
44 Κάντας, Α. (1998). Επαγγελματικό άγχος και επαγγελματική εξουθένωση στους Έλληνες εκπαιδευτικούς
(τόμος 1ος). Αρέθας: Επιστημονική Επετηρίδα Π.Τ.Δ.Ε. Πατρών, 1, σ. 112-113.
45 Cohen�����
����������
, L��
���. &
�� Manion�������������
�������������������
, �����������
L����������
. (2000). Μεθοδολογία εκπαιδευτικής έρευνας. Αθήνα: Μεταίχμιο, σ. 451-461.
46 46�������
Leka, S. -���Griffiths,
�� �����������
A. ���
- Cox.
�� �����
T. (2004).
�����������
Work Organization & Stress. World Health Organization - Institute
of Work, Health & Organizations. Geneva, Switzerland: WHO publications, p. 7.
47 47� Hepburn,
��������� A. ���
& Brown,
�� ������� D. �����������
(2001). Teacher
��������
Stress
�������
and����
the����
Management
�����������
of Accountability.
��� ����������������
Human Relations,
54(6), p. 691-715.
- 74 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
48 48� Travers,
���������
C.���
& ��
Cooper,
��������
C.�����������
(1996). Teachers under pressure. Stress in the teaching profession. London and
New York: Routledge, p. 123-129�.
49 49��������������������
�������������������
Κάντας�������������
, �����������
Α����������
. (1998). Οργανωτική και Βιομηχανική ψυχολογία (Μέρος 1ο, Έκδοση γ΄). Αθήνα: Ελληνικά
Γράμματα, σ. 107-124.
50 50� European
���������� Agency
�������
for����
Safety
�������
and����
Health
�������
at Work,
��� ������
Prevention of work-related stress in the education sector.
E- facts 31, Luxemburg, p. 4, 8-10.
51 Καμπουρίδης, Γ. (2002). Οργάνωση και διοίκηση σχολικών μονάδων. Αθήνα: Κλειδάριθμος, σ. 134-135,
236-239.
52 Κάντας, Α. (1998). Οργανωτική και Βιομηχανική ψυχολογία (Μέρος 3ο, Έκδοση στ΄). Αθήνα: Ελληνικά
Γράμματα, σ. 110-���� 1���
11.
53 Cohen�����
����������
, L��
���. &
�� Manion�������������
�������������������
, �����������
L����������
. (2000). Μεθοδολογία εκπαιδευτικής έρευνας. Αθήνα: Μεταίχμιο, σ. 451.
54 Κάντας, Α. (1998). Οργανωτική και Βιομηχανική ψυχολογία (Μέρος 3ο, Έκδοση στ΄). Αθήνα: Ελληνικά
Γράμματα, σ. 81-82.
- 75 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
5. ��������������
Αντί επιλόγου
Η μελέτη ενός θέματος όπως το άγχος του εκπαιδευτικού έχει ως αφετηρία της τη
συνειδητοποίηση του συγκεκριμένου προβλήματος. Αφού γίνει αντιληπτό ότι αποτελεί
μία πραγματικότητα κι όχι απλά (την) υπερβολική αντίδραση κάποιων υπερευαίσθητων
ατόμων, είναι δυνατόν να αντιμετωπιστεί. Κάθε είδους παρέμβαση μπορεί να είναι
είτε προληπτική είτε θεραπευτική και να εστιάζει σε διαφορετικά επίπεδα.55 Είναι μια
συστηματική και μεθοδευμένη διαδικασία επίλυσης προβλήματος (��������
control� ����������������
cycle�����������
), η οποία
έχει ως αφετηρία της την ανάλυση/εκτίμηση κινδύνων στην εργασία (�����
risk� ������������
assessment��, �����
risk�
management���). Στη
��������������������������������������������������������������������
συνέχεια, διαμορφώνεται πρόγραμμα παρεμβάσεων, που αξιολογείται
σε τακτά χρονικά διαστήματα.56 Θα πρέπει να αποφασίσουμε αν είναι σημαντικότερο
το επίπεδο του ατόμου (π.χ., τεχνικές χαλάρωσης), το επίπεδο της οργάνωσης (θέματα
ρόλων, συμμετοχής, σχέσεων ατόμου-περιβάλλοντος, συνθηκών εργασίας) ή το επίπεδο
της αλληλεπίδρασης ατόμου-οργάνωσης (οργανωτική δομή, κατάρτιση, επιλογή,
αξιολόγηση). Στην ουσία θα απαιτηθεί η συνδυαστική δράση πολλών στοιχείων και από
τις τρεις συνιστώσες, αλλά και η συνεχής αναθεώρηση/αξιολόγησή τους.
Πρωταρχικά, οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί οφείλουν να εντοπίσουν τις πηγές του
επαγγελματικού άγχους με την εισαγωγή συνολικών πολιτικών παροχής εκπαιδευτικής
και συμβουλευτικής υποστήριξης στο σχολείο. Σύμφωνα με τους De�������
���������
Frank�
������ ��
& �������
Cooper�
(1987) μία ευρύτερη στρατηγική αντιμετώπισης του άγχους θα συμπεριλάμβανε:
Στο επίπεδο του ατόμου
• Τεχνικές χαλάρωσης.
• Προγράμματα υποστήριξης προσωπικού.
• Τεχνικές διαχείρισης χρόνου.
• Γνωστικές στρατηγικές αντιμετώπισης αγχογόνων καταστάσεων.
• Άσκηση
Στο επίπεδο της αλληλεπίδρασης ατόμου-οργανισμού
• Συμμετοχή στη λήψη αποφάσεων για θέματα που το αφορούν, αυτονομία.
• Σχέσεις στον εργασιακό χώρο.
• Ζητήματα που σχετίζονται με το ρόλο του ατόμου στην οργάνωση.
• Εναρμόνιση του ατόμου με το περιβάλλον του.
• Κατάλληλη υπηρεσία συμβουλευτικής και (επαγγελματικής) υποστήριξης.
Στο επίπεδο της οργάνωσης
• Διαμόρφωση κατάλληλης οργανωτικής δομής.
• Κατάρτιση του προσωπικού.
• Φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον εργασίας.
• Χαρακτηριστικά/φύση της εργασίας.
• Περισσότερη πληροφόρηση και επικοινωνία.
• Εναλλαγή εργασιών-καθηκόντων.
55 55� Travers,
���������
C.���
& ��Cooper,
�������� C.�����������
(1996). Teachers under pressure. Stress in the teaching profession. London and
New York: Routledge, p. 157-182.
56 56�������
Leka, S. ���
- Cox,
�� �����
T. ���
- Zwetsloot,
�� ����������������������
G. (2008). The����
European
���������
Framework
����������
for����
psychological
�������������������
Risk Management
�����������
(PRIMA-EF). In Leka, S. & Cox, T., The European Framework for psychological Risk Management: PRIMA-
EF. Nottingham: I-WHO Publications, pp. 1-16. European Agency for Safety and Health at Work (2000b).
Research on Work-Related Stress. E-facts 8, Summary of Agency report, p. 102-111.
- 76 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
• Ουσιαστικό ενδιαφέρον για την υγεία και τις ανάγκες του εκπαιδευτικού.
Πηγή: Cox, T. - Griffiths, A. - Rial-Gonzαlez, E. (2000a). Research on Work-related Stress, European Agency for
Safety and Health at Work. Luxembourg: Office for Official Publications of the European Communities, p. 102.
Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσση
57 57� Travers,
���������
C.���
& ��
Cooper,
��������
C.�����������
(1996). Teachers under pressure. Stress in the teaching profession. London and
New York: Routledge, p. 157-162.
58 Πατσάλης, Χ. & Παπουτσάκη, Κ. (2010). Η επαγγελματική εξουθένωση εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας
εκπαίδευσης. E������������ ήμα, 14, σ. 249-251.
πιστημονικό ����
B���
- 77 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
- 78 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Ξενόγλωσση
Abidin, R. & Robinson, L. (2002). Stress, Biases or Professionalism: What Drives Teach-
ers’ Referral Judgments of Students with Challenging Behaviors? Journal of
Emotional and Behavioral Disorders, 10(4), 204-212.
APA, Teaching Is Fundamental. ����������������������������������������
Τελευταία ανάκτηση στις 26/07/2014 από http://www.
apa.org/ed/schools/cpse/teacher-stress-brochure.pdf
APA, Resources on Stress for New Teachers. ����������������������������������������
Τελευταία ανάκτηση στις 26/07/2014 από
http://www.apa.org/ed/schools/cpse/activities/stress-resources.pdf.
Cox, T. - Griffiths, A. - Rial-Gonzαlez, E. (2000a). Research on Work-related Stress,
European Agency for Safety and Health at Work. Luxembourg: Office for Of-
ficial Publications of the European Communities. ������������������������
Τελευταία ανάκτηση στις
14/07/2014 από http://osha.europa.eu/publications/reports/203.
DeFrank, R.S., & Cooper, C.L. (1987). Worksite management interventions: their effec-
tiveness and conceptualization. Journal of Managerial Psychology, 2, 4-10.
Dick, R. & Wagner, U. (2001). Stress and strain in teaching: A structural equation ap-
proach. British Journal of Educational Psychology, 71, 243-259.
Education International (EI) - European Trade Union Committee for Education (ETUCE)
(2001). Study on Stress: The cause of stress for teachers, its effects, and sug-
gested approaches to reduce it. Education International/European Trade Union
Committee for Education Stress Report.
Esteve, J. (1989). Teacher burnout and teacher stress. In Cole, M. & Walker, S., Teaching
and stress (2nd Edition). Milton Keynes-Philadelphia: Open University Press.
ETUCE/CSEE (2007). Report on the ETUCE Survey on Teachers’ Work related Stress,
(���
By� Billeh����
����������
ψ���
j��, �����
H����
.)��.� ��������������������������������������������������
Bruxelles�����������������������������������������
. Τελευταία ανάκτηση στις 10/07/2014 από http://
etuce.homestead.com/News/2008/March2008/DraftReport_WRS_EN.pdf.
European Agency for Safety and Health at Work (2000b). Research on Work-Related
Stress. E-facts 8, Summary of Agency report.
European Agency for Safety and Health at Work (2002). Άγχος που οφείλεται στην
εργασία. E�����������
������������
-����������
facts�����22, ������������������������������������������������
Belgium�����������������������������������������
. Τελευταία
���������������������������������������
ανάκτηση στις 10/07/2014 από http://
osha.eu.int/ew2002.
European Agency for Safety and Health at Work ( 2002a). How to Tackle Psychosocial
Issues and Reduce Work-related Stress. �����������������������������������
Τελευταία ανάκτηση στις 10/07/2014
από http��������������������������������������������
������������������������������������������������
://�����������������������������������������
osha�������������������������������������
.������������������������������������
europa������������������������������
.�����������������������������
eu���������������������������
/��������������������������
publications��������������
/�������������
reports������
/309.
European Agency for Safety and Health at Work, Prevention of work-related stress in the
education sector. E-facts 31, Luxemburg. Τελευταία �����������������������������������
ανάκτηση στις 14/07/2014
από https��������������������������������������������������
�������������������������������������������������������
://�����������������������������������������������
osha�������������������������������������������
.������������������������������������������
europa������������������������������������
.�����������������������������������
eu���������������������������������
/��������������������������������
en������������������������������
/�����������������������������
publications�����������������
/����������������
e���������������
-��������������
facts���������
/��������
efact���
31.
European Agency for Safety and Health at Work (May 22, 2002). Research on work-
related stress. Luxemburg. Τελευταία ���������������������������������������
ανάκτηση στις 6/08/2014 από https://
osha.europa.eu/el/publications/factsheets/22.
European Agency for Safety and Health at Work (2003). Facts 46 Occupational safety
and health in the education sector. ���������������������������������������
Τελευταία ανάκτηση στις 10/07/2014 από
- 79 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
http����������������������������������������������
://�������������������������������������������
osha���������������������������������������
.��������������������������������������
europa��������������������������������
.�������������������������������
eu�����������������������������
/����������������������������
publications����������������
/���������������
factsheets�����
/46.
European Agency for Safety and Health at Work (2004b). Frequently Asked Questions
(FAQs) on Education Sector. ����������������������������������������������
Τελευταία ανάκτηση στις 10/07/2014 από ������� http���
://
osha���������������������������������������������������
.��������������������������������������������������
europa��������������������������������������������
.�������������������������������������������
eu�����������������������������������������
/����������������������������������������
good������������������������������������
_�����������������������������������
practice���������������������������
/��������������������������
sector��������������������
/�������������������
education����������
/���������
faq������
.�����
stm��.
European Agency for Safety and Health at Work, Good practice in the education sector.
Τελευταία ανάκτηση στις 10/07/2014 από http����������������������������
��������������������������������
://�������������������������
osha���������������������
.��������������������
europa��������������
.�������������
eu�����������
/����������
good������
_�����
prac-
tice������������������
/�����������������
sector�����������
/����������
education�.
European Agency for Safety and Health at Work-European Risk Observatory Report
(2009). OSH in figures: stress at work-facts and figures. Luxembourg: Office
for Official Publications of the European Communities.
European Commission, Education and training. Τελευταία��������������������������
�����������������������������������
ανάκτηση�����������������
�������������������������
στις������������
����������������
10/07/2014
από��������������������������������������������
http://ec.europa.eu/education/index_en.html
European Commission (2000a). Guidance on work-related stress. Luxembourg: Office
for Official Publications of the European Communities.
European Commission (2002). Health statistics. Key data on health (1970-2001). Lux-
embourg: Office for Official Publications of the European Communities.
European Foundation for the Improvement of Living and Working Conditions (Euro-
found) (2007). The Fourth European Working Conditions Survey. Dublin:
Office for Official Publications of the European Communities. Τελευταία�
ανάκτηση���������������������
��������������������
στις����������������
10/08/2014 ����από� https://www.eurofound.europa.eu/publica-
tions/htmlfiles/ef00128_el.htm.
European Foundation for the Improvement of Living and Working Conditions (Euro-
found) (2012). The Fifth European Working Conditions Survey. Luxembourg:
Office for Official Publications of the European Communities.
European Social Dialogue (2004). Framework Agreement on Work-related Stress. Brussels:
European Social Partners-ETUC, UNICE (BUSINESS EUROPE), UEAPME
and CEEP. Τελευταία
����������������������������������������
ανάκτηση στις 14/07/2014 από http://ec.europa.eu/em-
ployment_social/news/2004/oct/stress_agreement_en.pdf.
European Working Conditions Observatory (2010). Greece: EWCO comparative
analytical report on work-related stress (by Lampousaki, S.). Τελευταία ����������
ανάκτηση στις 14/07/2014 από http://www.eurofound.europa.eu/ewco/studies
/tn1004059s/gr1004059q.htm.
European Working Conditions Observatory (2010). Work-related stress (by Broughton,
A.). Τελευταία
���������������������������������������
ανάκτηση στις 14/07/2014 από http://www.eurofound.europa.
eu/ewco/studies/tn1004059s/tn1004059s_1.htm.
Eurostat (2009). Statistics in focus, 63. Luxembourg: Publications Office of the European
Union.
Eurostat - Statistical books (2010). Health and safety at work in Europe (1999-2007). A
statistical portrait. Luxembourg: Publications Office of the European Union.
Geber, S. (1996). How to manage stress for success. New York: American Management
Association.
Geving, A. M. (2007). Identifying the types of student and teacher behaviors associated
with teacher stress. Teaching and Teacher Education, 23, 624����� -����
640.
Griffith, J. - Steptoc, A. - Cropley, M. (1999). An investigation of coping strategies asso-
ciated with job stress in teachers. British Journal of Educational Psychology,
- 80 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
69, 517-531.
Harnois, G. - Gabriel, P. (2000). Mental health and work: Impact, issues and good prac-
tices. Geneva, Switzerland: World Health Organization - International Labor
Organization.
Hepburn, A. & Brown, D. (2001). Teacher Stress and the Management of Accountability.
Human Relations, 54(6), 691�����-����
715.
International Labour Organization (2007). Violence and stress in education workplac-
es, Sectoral Activities Programme Notes, ILO. ������������������������
Τελευταία ανάκτηση στις
05/09/2014 από http://www.ilo.org/wcmsp5/groups/public/---ed_dialogue/---
sector/documents /briefingnote /wcms�����������
_161994.���
pdf
International Labour Organization (2012). Handbook of good human resource practices
in the teaching profession (1st Edition). Geneva, Switzerland: ILO. Τελευταία
����������
ανάκτηση στις 05/09/2014 από http://www.ilo.org/sector/Resources/publica-
tions/WCMS_187793/lang--en/ ����������
index�����
.����
htm�.
Kyriacou, C. (1989). The nature and prevalence of teacher stress. In Cole, M. & Walker,
S., Teaching and stress (2nd Edition). Milton Keynes-Philadelphia: Open Uni-
versity Press.
Leka, S. - Griffiths, A. - Cox, T. (2004). Work Organization & Stress. World Health Or-
ganization - Institute of Work, Health & Organizations. Geneva, Switzerland:
WHO publications. ��������������������������������������������������
Τελευταία�����������������������������������������
ανάκτηση��������������������������������
����������������������������������������
στις���������������������������
�������������������������������
10/07/2014 από������������
���������������
http://www.
who.int/occupational_health/publications/stress/en/.
Leka, S. - Cox, T. - Zwetsloot, G. (2008). The European Framework for psychological
Risk Management (PRIMA-EF). In Leka, S. & Cox, T., The European Frame-
work for psychological Risk Management: PRIMA-EF. Nottingham: I-WHO
Publications, 1-16.
Lσpez, J. (et al) (2010). Exploring Stress, Burnout, and Job Dissatisfaction in Second-
ary School Teachers. International Journal of Psychology and Psychological
Therapy, 10, 1, 107-123.
National Association of School Psychologist (NASP) (2009). Supporting teachers’ abil-
ity to teach in stressful times. Tips for Administrators and Teachers. ����������
Τελευταία�
ανάκτηση��������������������
στις���������������
�������������������
5/07/2014 από�
���� http://www.nasponline.org/educators/Support-
ing_Teachers_Under_Stress_FINAL.pdf.
OECD (2005b). Teachers matter: Attracting, developing and retaining effective teach-
ers. Paris: OECD. ��������������������������������������
Τελευταία ανάκτηση στις 5/07/2014 από http://www.oecd.
org/education/school/34990905.pdf.
OECD (2009b). Creating effective teaching and learning environments: First results from
TALIS. Paris: OECD. Τελευταία
��������������������������������������
ανάκτηση στις 5/07/2014 από http://www.
oecd.org/berlin/43541655.pdf.
Travers��, �������
C������
. &
��� Cooper,
�������� C.
�����������
(1996). Teachers under pressure. Stress in the teaching profes-
sion. London and New York: Routledge.
Verdugo, R. & Vere, A. (2003). Workplace violence in service sectors with implications
for the education sector: Issues, solutions and resources. International Labour
Office. Τελευταία
������������������������������������������������������������������
ανάκτηση στις 10/07/2014 από http://www.ilo.org/public/
english/dialogue/sector/papers/education/wp208.pdf.
Woods, P. (1989). Stress and the teachers’ role. In Cole, M. & Walker, S., Teaching and
- 81 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
- 82 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Περίληψη
Abstract
In this paper we analyze the concept of “in-hospital education”. We explore any possibility
of eliminating educational and by extension social exclusion of children whether suffering
of chronic illness or not, offering them educational opportunities while being hospitalized.
Generally, we could say that this institution by receiving the right financial aid by the state
would have excellent results on the field of education of this specific student population.
1. Εισαγωγή
Αντικείμενο της παρούσας έρευνας αποτελεί η εκπαίδευση που παρέχεται εντός των
δημόσιων νοσοκομείων (εφεξής «νοσοκομειακή εκπαίδευση») σε παιδιά που νοσηλεύονται
σε αυτά εξαιτίας χρόνιων ή μη προβλημάτων υγείας. Υποθέτουμε λοιπόν, ότι τα
συγκεκριμένα παιδιά, εξαιτίας της επιβαρημένης υγείας τους και των συχνών απουσιών
από το σχολείο, λόγω της αναγκαιότητας εξίσου συχνών νοσηλειών στα νοσοκομεία,
εμφανίζουν αυξημένες πιθανότητες κακής σχολικής πορείας. Ταυτόχρονα, διερευνάται η
συνεισφορά της παροχής νοσοκομειακής εκπαίδευσης στην αντιστάθμιση της αδυναμίας
απρόσκοπτης παρακολούθησης στις κανονικές τους τάξεις και στη δυνατότητα αποφυγής
διολίσθησης σε κατάσταση εκπαιδευτικού και, μακροπρόθεσμα, κοινωνικού αποκλεισμού.
Η νοσοκομειακή εκπαίδευση είναι ένας θεσμός γνωστός εδώ και χρόνια στην Ευρώπη, ενώ
δεν έχει αναδειχθεί ιδιαίτερα στη χώρα μας. Στα πλαίσια αυτά, θα εστιάσουμε στη μελέτη
της δομής και λειτουργίας των υφιστάμενων νοσοκομειακών δομών στην Ελλάδα, αφού
πρώτα αναλύσουμε το φαινόμενο του κοινωνικού αποκλεισμού και αποδώσουμε σε αυτό
έναν λειτουργικό ορισμό, προκειμένου να καταστεί δυνατή η περαιτέρω διαπραγμάτευση
του φαινομένου στη βάση των πιθανών διασυνδέσεών του με τις παραπάνω δομές.
2. Θεωρητικό πλαίσιο
- 83 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
20 και πλέον χρόνια. Εμφανίστηκε τη δεκαετία του ’70 στη Γαλλία και αφορούσε όσους
θέτονταν εκτός κρατικής κοινωνικής πρόνοιας, ενώ κατέληξε να συμπεριλαμβάνει
και εκείνους που δεν κατάφεραν να ακολουθήσουν τους ρυθμούς της οικονομικής
ανάπτυξης στα τέλη της ίδιας δεκαετίας. Πρόκειται για διαδικασία απο-ενσωμάτωσης,
προοδευτικής διάρρηξης των δεσμών του ατόμου με την κοινωνία. Ωστόσο, υπάρχουν
διαφορετικές αναγνώσεις και νοηματοδοτήσεις του φαινομένου στα διάφορα κράτη. Σε
κάποια, ο κοινωνικός αποκλεισμός ενέχει κοινωνική και ατομική διάσταση, εξελίσσεται
δυναμικά και προοδευτικά από την πλήρη ενσωμάτωση στον ολικό αποκλεισμό, εμπλέκει
ψυχοκοινωνικούς παράγοντες, ενώ διαφοροποιείται στα επιμέρους πλαίσια. Αποδίδονται
ενίοτε διαφορετικά αίτια και σημασίες του φαινομένου. Εκλαμβάνεται άλλοτε (π.χ. στη
Γαλλία) ως αποτέλεσμα βαθμιαίας διάρρηξης κοινωνικών και συμβολικών δεσμών του
ατόμου με το σύνολο, απειλώντας ολόκληρο το κοινωνικό οικοδόμημα με την απώλεια
των συλλογικών αξιών. Άλλοτε πάλι (π.χ. στις ΗΠΑ) ο κοινωνικός αποκλεισμός συνδέεται
με τη διάκριση και την αποτυχία στην αγορά εργασίας, ενώ σε άλλες χώρες της Ευρώπης
ανάγεται στην αλληλεπίδραση μεταξύ κοινωνικής τάξης, στάτους και πολιτικής εξουσίας,
υπηρετώντας συμφέροντα των κοινωνικά ενταγμένων σε βάρος όσων δεν κατάφεραν να
ενσωματωθούν Θα έλεγε κανείς λοιπόν, ότι ο κοινωνικός αποκλεισμός έχει οικονομικές
(αποκλεισμός από ευκαιρίες εξοικονόμησης εισοδήματος, από αγορά εργασίας, κεφάλαια
και πόρους) και κοινωνικές διαστάσεις (αποκλεισμός από τα κέντρα λήψης αποφάσεων,
κοινωνικές υπηρεσίες, δίκτυα κοινωνικής-οικογενειακής υποστήριξης).
Παλιότερα, η έννοια του αποκλεισμού θεωρούνταν συνώνυμη με τη φτώχεια.
Ο πλήρης διαχωρισμός τους παραμένει εννοιολογικά δύσκολος, ωστόσο διακρίνονται
δύο θεωρητικές παραδόσεις, του κοινωνικού αποκλεισμού ως «αδυναμίας πρόσβασης σε
πόρους γενικά» και ως «αποκλεισμού από την αγορά εργασίας». Στη σχετική βιβλιογραφία
οι δύο παραδόσεις συνδυάζονται, ενώ φτώχεια και μακρόχρονη ανεργία εκλαμβάνονται
ως διαστάσεις και κεντρικοί δείκτες του κοινωνικού αποκλεισμού, παρά ως αιτίες του.
Επιπλέον, στην προσπάθεια ερμηνείας του φαινομένου, καταρτίσθηκε λίστα
παραγόντων που αποκλείουν ανθρώπους από τη φυσιολογική κοινωνική ζωή και ευπρεπή
διαβίωση. Ωστόσο, η προσέγγιση δέχθηκε κριτική για την ανεπάρκειά της σε εννοιολογικό
και φιλοσοφικό επίπεδο. Αντί αυτής, προτάθηκε ο προσανατολισμός στην απονομή
κοινωνικής δικαιοσύνης μέσω ισότιμης κατανομής και απόκτησης ικανοτήτων και ισότητας
ευκαιριών, σε μια προσπάθεια εξήγησης του τρόπου με τον οποίο ο κοινωνικός αποκλεισμός
προκαλείται από διάφορες αποστερήσεις. Έτσι, θεωρήθηκε είτε οργανικό στοιχείο της
αποστέρησης, άρρηκτα δεμένο με το εσωτερικό της, είτε αιτία της. Περαιτέρω διάκρισή
του σε «ενεργητική» ή «παθητική» αποστέρηση, αποδίδει αντίστοιχα την εμπρόθετη
θεσμική αιτία πρόκλησής του (μέσω θεσπισμένων πολιτικών) ή τη δευτερογενή, ακούσια
παραγωγή του, εξαιτίας των συνεπειών μιας σειράς κοινωνικών καταστάσεων.
Επισημαίνεται ακόμη, θεώρηση του φαινομένου που εστιάζει στις ευρύτερες
δομικές ανισότητες και τη γενικότερη κοινωνική ιεράρχηση -αντίστοιχη με εκείνη
Hargie, O., O’ Donnell, A., & McMullan, Chr. (2011), Constructions of Social Exclusion Among Young
People from Interface Areas of Northern Ireland. Youth & Society, 43(3), p.p. 873-899.
� Bδckman,
��������� Ol.,
��������������
Nilsson, And.
����������������������
(2011), Pathways to ��� Social
������� Exclusion-A
������������������������
Life-Course Study.
������� European
Sociological Review, Vol. 27, No. 1, p.p. 107-123.
� Wang,
������������������
Li, (2011), �������
Social exclusion
���������� ����
and �����������
inequality ���
in higher
������� education
���������� in
��� China:
���������
A capability
����������� perspective.
�������������
International Journal of Educational Development, 31, p.p. 277-286.
- 84 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
της αγοράς εργασίας- και στα αποτελέσματα της άνισης πρόσβασης στο οικονομικό,
πολιτισμικό και κοινωνικό κεφάλαιο κατά τη διάρκεια της παιδικής και ενήλικης ζωής
(«ισχυρός» ορισμός). Σε τομείς δηλαδή, που δημιουργούν τις προϋποθέσεις ύπαρξης και
διαιώνισης του φαινομένου, αντί της απλοϊκής αναγωγής του σε προσωπικά ελλείμματα και
ατομικά πολιτισμικά χαρακτηριστικά («αδύναμος» ορισμός του κοινωνικού αποκλεισμού).
Ωστόσο, το μοντέλο του κοινωνικού αποκλεισμού δε θεωρείται από πολλούς ιδεολογικά
ουδέτερο, αλλά μοντέλο οριζόντιας κοινωνικής ανισότητας, όπου ισχυροί και προνομιούχοι
διαχέονται στην ενταγμένη πλειοψηφία, ενώ φτώχεια και αποκλεισμός τοποθετούνται
εκτός κοινωνίας. Έτσι, πρόκειται για συζήτηση στα όρια ένταξης και αποκλεισμού, σε
κοινωνίες των οποίων οι δομικές ανισότητες δεν αμφισβητούνται.
Παρόλα αυτά, δείχνει να σχετίζεται έντονα με την τάξη προέλευσης, στα πλαίσια
της οποίας, και στη βάση άνισων συνθηκών άσκησης εξουσίας, απαγορεύεται η πρόσβαση
σε αξιόλογες κοινωνικές θέσεις σε όσους δεν ανήκουν στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα.
Τέλος, από τη βιβλιογραφία προκύπτει σημαντική σχέση μεταξύ εκπαίδευσης
και κοινωνικού αποκλεισμού. Αυτή (η εκπαίδευση) συγκαταλέγεται στην πρώτη γραμμή
των πολιτικών πρωτοβουλιών για την καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού και
την επίτευξη κοινωνικής ενσωμάτωσης, κινητικότητας και εθνικής ανταγωνιστικότητας.
Επηρεάζει προσωπικές φιλοδοξίες, ικανότητα για εργασία, εισόδημα, δυνατότητα
στέγασης, φυσικής και πνευματικής υγείας, συμμετοχή σε πολιτικά-κοινωνικά δίκτυα.
Επομένως, η αδυναμία φοίτησης ή ολοκλήρωσης των σπουδών, ακόμη και σε επίπεδο
τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, αποτελεί παράγοντα κοινωνικού αποκλεισμού.
Έρευνα, για παράδειγμα, του κοινωνικού αποκλεισμού άστεγων κοριτσιών στον
Καναδά, εστιάζει στον προηγηθέντα εκπαιδευτικό τους αποκλεισμό. Ασκεί κριτική σε
δομικά χαρακτηριστικά και προκαταλήψεις φύλου που παρεμποδίζουν την πρόσβαση στην
εκπαίδευση, στα πλαίσια γενικότερης υπο-επένδυσης στον τομέα της κοινωνικής πολιτικής
από τις νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις. Μιλά για δομική βία και αντιλαμβάνεται τον
κοινωνικό αποκλεισμό στα πλαίσια μιας συστηματικής αφαίρεσης κοινωνικοπολιτισμικών,
πολιτικών και οικονομικών αγαθών από κάποιους ανθρώπους, την ίδια στιγμή που σε
κάποιους άλλους συμβαίνει το αντίθετο. Αναδεικνύει τον αναπαραγωγικό ρόλο των
εκπαιδευτικών ιδρυμάτων στην εδραίωση της κοινωνικής πραγματικότητας της χώρας σε
σεξιστικά και ανισότιμα χαρακτηριστικά. Έτσι, η διαρροή από το σχολείο ή η ελλιπής και
διακεκομμένη φοίτηση οδηγούν συχνά σε κοινωνικό αποκλεισμό.
Θα λέγαμε λοιπόν, ότι ο εκπαιδευτικός αποκλεισμός έχει κοινωνική, υλική
βάση και μακροπρόθεσμα αρνητικά αποτελέσματα, αφού επηρεάζει τη δυνατότητα
πλήρους συμμετοχής στην κοινωνία, οδηγεί σε μακροχρόνιο κοινωνικό αποκλεισμό
και φτώχεια. Πρόσφατες έρευνες δείχνουν, ότι οι κοινωνικά αποκλεισμένοι νέοι
εμφανίζουν κοινά χαρακτηριστικά (ελάχιστα ή καθόλου ακαδημαϊκά προσόντα,
� Thompson,
���������������������
R. (2011), Individualisation
������������������ ����
and �������
social exclusion:
����������� the
���� case
����� of
���������
young people
�����������
not in
��� �����������
education,
employment or training. Oxford Review of Education, Vol. 37, No.6, p.p. 785-802.
Stuber, M. J., Klugman, J., & Daniel, C. (2011), Gender, Social Class and Exclusion: Collegiate Peer Cultures
and Social Reproduction. Sociological Perspectives, Vol. 54, Issue 3, p.p. 431-451.
� Kenyon,
�������� S.�����������
(2011), Transport
���������� and
���� �������
social exclusion:
����������� access
������� to
����������
higher education
���������� in
��� the
���� ���
UK �������
policy ���������
context.
Journal of Transport Geography, 19, p.p. 763-771.
� Dhillon,
��������� J.
�����������
(2011), Social
������� Exclusion,
�������������������
Gender, and
���� �������
Access ���
to ����������
Education ���
in ������������������
Canada: Narrative ���������
Accounts �����
from
Girls on the Street. Feminist Formations, Vol. 23, No. 3 (Fall), p.p. 110-134.
- 85 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
περιοδικές απουσίες από την εκπαίδευση και την αγορά εργασίας, επιδόματα πρόνοιας
ως βασικούς πόρους επιβίωσης). Σύμφωνα με τη Μονάδα Κοινωνικού Αποκλεισμού
στην Αγγλία, χιλιάδες παιδιά κάθε χρόνο εγκαταλείπουν προσωρινά το σχολείο, ενώ
αρκετά από αυτά δεν επανέρχονται ποτέ. Όλα βρίσκονται σε κίνδυνο μελλοντικής
εμπλοκής με το νόμο ή ανεργίας. Επομένως, ο εκπαιδευτικός αποκλεισμός αποτελεί
πολυδιάστατο πρόβλημα με προεκτάσεις στην πολιτική οικονομία και σε πρακτικές
κοινωνικού ελέγχου-καταστολής, ενώ συνδέεται ακόμη με ζητήματα πολιτικής αγωγής
και ανθρώπινων δικαιωμάτων. Ο αποκλεισμός από την πρωτοβάθμια εκπαίδευση έχει
ολέθρια αποτελέσματα, αφού εκεί τα παιδιά κατακτούν βασικές δεξιότητες (ανάγνωση,
γραφή, κοινωνική αλληλεπίδραση) και ενδεχόμενη διακοπή της διαδικασίας εκπαίδευσης
και κοινωνικοποίησης στην ηλικία αυτή, δύσκολα αναπληρώνεται στο μέλλον.
Συνοπτικά, οι συνθήκες κοινωνικού αποκλεισμού λειτουργούν επιβαρυντικά
και στην εκπαίδευση όσων τις υφίστανται, ενώ ενδεχόμενος εκπαιδευτικός
αποκλεισμός στο μέλλον συντελεί στη διαιώνιση του προϋπάρχοντος κοινωνικού
αποκλεισμού, αναπαράγοντας στην ουσία έναν φαύλο κύκλο ανισοτήτων σε όλους
τους τομείς της δημόσιας και κοινωνικής ζωής.
Επομένως, υποθέτει κανείς, ότι τα παιδιά με προβλήματα υγείας επιβαρύνονται
διπλά στην περίπτωση σχολικής αποτυχίας. Διενεργήθηκε συγκριτική έρευνα, που
αφορούσε στο πώς αντιμετωπίζουν διάφορες χώρες τη διπλή επιβάρυνση που δέχονται
άτομα με χρόνιες παθήσεις ή αναπηρία και με χαμηλή εκπαίδευση, ώστε να μην οδηγούνται
σε περιθωριοποίηση από την αγορά εργασίας, φτώχεια, κοινωνικό αποκλεισμό και
περαιτέρω επιβάρυνση της υγείας τους. Σε όλες τις χώρες της έρευνας, τα συγκεκριμένα
άτομα αποκλείονται στον εργασιακό τομέα σημαντικά περισσότερο από εκείνα που δεν
εμφανίζουν ανάλογα προβλήματα. Στη χειρότερη θέση κατατάσσονται οι γυναίκες με
χαμηλό μορφωτικό επίπεδο και χρόνιες παθήσεις. Η χειροτέρευση δε στο εργασιακό
καθεστώς των συγκεκριμένων ατόμων σε περιόδους οικονομικής κρίσης, δε φαίνεται να
καλυτερεύει ούτε στις περιπτώσεις ανάκαμψης των οικονομιών των χωρών τους10.
Έτσι, η κακή υγεία παρεμποδίζει την απρόσκοπτη σχολική σταδιοδρομία, ενώ
αμφότερες αυξάνουν τις πιθανότητες για διολίσθηση των ατόμων που τις υφίστανται σε
κατάσταση κοινωνικού αποκλεισμού και περαιτέρω επιδείνωση της ήδη επιβαρημένης
υγείας τους. Από τη βιβλιογραφία προκύπτει, ότι η μεταβίβαση των διαφόρων ανισοτήτων
από γενιά σε γενιά οδηγεί στην υπόθεση, ότι ο κοινωνικός αποκλεισμός κατά την ενήλικη
ζωή εδράζεται στις πρώιμες εμπειρίες. Έτσι, αποκτούν μεγάλη σημασία οι συνθήκες
φτώχειας και ανεργίας και τα γενικότερα προβλήματα στην οικογένεια κατά την παιδική
ηλικία, η χαμηλή επίδοση στο σχολείο και τα προβλήματα υγείας κατά την εφηβεία ή
την ενηλικίωση. Η επίδοση των παιδιών φαίνεται να εξαρτάται από τις επενδύσεις της
� Macrae,
�������� Sh.,
����� Maguire,
��������� M.,
���� &
�� Milbourne,
����������������������
L. (2003), Social
������� exclusion:
����������� exclusion
���������� from
����� school.
�������� International
Journal of Inclusive Education, Vol. 7, No. 2, p.p. 89-101.
����������������������������������������������������������������������������������������������������
Τρέσσου, Ευ. (1999), Αποκλεισμός ειδικών ομάδων από την εκπαίδευση και μέσω της εκπαίδευσης. Ποιες
ομάδες κινδυνεύουν περισσότερο. Στο: Γ., Τσιάκαλος, & Ε., Σπανού (Επιμέλεια), Ανθρώπινη αξιοπρέπεια και
κοινωνικός αποκλεισμός. Εκπαιδευτική πολιτική στην Ευρώπη. Ίδρυμα Νίκος Πουλαντζάς. Αθήνα: Ελληνικά
Γράμματα, σ.σ. 241-250.
10 10� Holland,
�������������
P., Burstrφm,
����������
B., ����
Whitehead,
�����������
M.,����
Diderichsen,
�����������������
F., Dahl,
������
Esp.,
������
Barr,
������
B., ���������������
Nylιn, L., Chen,������
W-H.,
������
Thielen, K., Van der Wel, A. Kj., Clayton, St., & Uppal, Sh. (2011), How do Macro-Level Contexts and Policies
affect the Employment chances of chronically ill and disabled people? Rart I: The impact of recession and
deindustrialization. International���������������������������
Services, Vol�������������
Journal�������������������
��������������������������
of����������������
������������������
Health���������
���������������
�������� ����������������
. 41, No�����
�������
. 3, ��������������
p�������������
.������������
p�����������
. 395-413.
- 86 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
κοινωνίας, τις επενδύσεις των γονιών τους και τις δικές τους επιλογές στα πλαίσια των
ευκαιριών που έχουν στη διάθεσή τους. Η αδυναμία πρόσβασης σε πόρους και τα διάφορα
μειονεκτήματα κατά την παιδική ηλικία αφήνουν κοινωνικά ίχνη που εσωτερικεύονται
και διαμορφώνουν συνθήκες αποκλεισμού κατά την ενηλικίωση11.
Επιπλέον, πρόσφατα αποτελέσματα ερευνών έδειξαν ότι, ελλείμματα σε
κοινωνικές σχέσεις μεταφράζονται σε ανεπάρκειες στο ανοσοποιητικό σύστημα, αϋπνίες,
αυξημένη πιθανότητα θανάτου. Επίσης, βρέθηκε ότι ο κοινωνικός πόνος σχετίζεται
σημαντικά με το φυσικό (μοιράζονται κοινό νευροβιολογικό υπόβαθρο) και τα επίπεδα
πόνου των κοινωνικά αποκλεισμένων είναι σημαντικά υψηλότερα από τα αντίστοιχα
ατόμων που δεν έχουν υποστεί αποκλεισμό. Γεγονός, που ερμηνεύεται ως αποτέλεσμα
της επίδρασης του κοινωνικού αποκλεισμού, εν είδη φυσικού τραύματος, στη μείωση
της ευαισθησίας προς το φυσικό πόνο (κατάσταση προσωρινής αναλγησίας). Το σώμα,
με άλλα λόγια, αποκρίνεται προς τον κοινωνικό αποκλεισμό όπως στο φυσικό πόνο.
Αναμφίβολα, ο κοινωνικός αποκλεισμός είναι πολύ οδυνηρό γεγονός στη ζωή όσων τον
υφίστανται, επικίνδυνο για την υγεία και την κοινωνική τους συμπεριφορά12.
Θεωρούμε, λοιπόν, σημαντικό να αναδειχθεί η χρησιμότητα κάποιων ήδη
θεσμοθετημένων παροχών στο χώρο της εκπαίδευσης για παιδιά που βρίσκονται σε κίνδυνο
εκπαιδευτικού -και κατ’ επέκταση κοινωνικού- αποκλεισμού, εξαιτίας προβλημάτων
υγείας. Έτσι, η δυνατότητα εκπαίδευσης κατά τη διάρκεια της νοσηλείας στο νοσοκομείο
-ή κατ’ οίκον μέχρι την αποθεραπεία- αποτελεί για το συγκεκριμένο μαθητικό πληθυσμό
σημαντική ενίσχυση στην προσπάθεια αποφυγής του κοινωνικού του αποκλεισμού.
Για τις ανάγκες, τέλος, της παρούσας εργασίας ορίζουμε ως «νοσοκομειακή
εκπαίδευση» την παρεχόμενη προσχολική και σχολική εκπαίδευση (πρωτοβάθμια,
δευτεροβάθμια) από τα εκπαιδευτικά ιδρύματα που λειτουργούν εντός διαφόρων
νοσοκομείων της χώρας, σε παιδιά που νοσηλεύονται σε αυτά13. Επίσης, υιοθετούμε
τον ορισμό του «κοινωνικού αποκλεισμού», ως: «(…)παρεμπόδιση απορρόφησης
κοινωνικών και δημόσιων αγαθών, όπως είναι, π.χ., της εκπαίδευσης, του συστήματος
υγειονομικής περίθαλψης, η έλλειψη των οποίων οδηγεί συνήθως και στην οικονομική
ανέχεια και στην περιθωριοποίηση»14.
Η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού τέθηκε σε ισχύ στην
Ελλάδα το 1992 (Ν.2101/92). Βασική θέση αποτελούσε το δικαίωμα των παιδιών για
εκπαίδευση αντίστοιχη των αναγκών και ικανοτήτων τους και κάτω από οποιεσδήποτε
11 Bδckman, Ol., Nilsson, And. (2011), Pathways to Social Exclusion-A Life-Course Study. European
Sociological Review, Vol. 27, No. 1, p.p. 107-123.
12 12� DeWall,
��������
C. �������
N., Deckman,
���������
T., ����������
Pond, S. R.,
�������
& Bonser,
�� ��������
I. (2011),
�����������
Belongingness
��������������
as a�����
Core�����������������
Personality Trait:
�������
How Social Exclusion Influences Social Functioning and Personality Expression. Journal of Personality, 79(6),
p.p. 1281-1314.
13 Πατσάλης, Χ., & Νταρλαδήμα, Ι. (2013), Νοσοκομειακή εκπαίδευση και η ανάγκη για κατάλληλη
επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, που την υπηρετούν. Στο: Β., Χαρίτος (Επιμέλεια), Σχολείο για το παιδί που
νοσηλεύεται. Θεωρητικές και εμπειρικές προσεγγίσεις. Αθήνα: Αλφάβητο ΑΕΒΕ, σ.σ. 65-71.
14 Τσιάκαλος, Γ. (2007), Κοινωνικός αποκλεισμός: ορισμοί, πλαίσιο και σημασία. Στο: Κ., Κασιμάτη
(Επιμέλεια), Κοινωνικός αποκλεισμός: η ελληνική εμπειρία. Κέντρο Κοινωνικής Μορφολογίας και Κοινωνικής
Πολιτικής. Αθήνα: Gutenberg, σ. 58.
- 87 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
15 15���������������������������������������������������������������������������������������
Πανταζής, Β. (2013), Η σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα του παιδιού και ο EACH- �����
Χάρτης. Στο: Β., Χαρίτος (Επιμέλεια), Σχολείο για το παιδί που νοσηλεύεται. Θεωρητικές και εμπειρικές
προσεγγίσεις. Αθήνα: Αλφάβητο ΑΕΒΕ, σ.σ. 45-56.
16 http://www.paidon-agiasofia.gr/index.cfm?Level1=5&Level2=7&Level3=0&Level4=0&Level5=0&Level
6=0&PageID=368 (προσπελάστηκε στις 26/9/2013).
17 Μιχαλοπούλου, Χρ. (2013), Ηλεκτρονική μάθηση και νοσηλευόμενο παιδί: μια σύγχρονη πρόταση για τα
νοσοκομειακά σχολεία παίδων. Στο: Β., Χαρίτος (Επιμέλεια), Σχολείο για το παιδί που νοσηλεύεται. Θεωρητικές
και εμπειρικές προσεγγίσεις. Αθήνα: Αλφάβητο ΑΕΒΕ, σ.σ. 73-88.
18 Πατσάλης, Χ., & Νταρλαδήμα, Ι. (2013), Νοσοκομειακή εκπαίδευση και η ανάγκη για κατάλληλη
επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, που την υπηρετούν. Στο: Β., Χαρίτος (Επιμέλεια), Σχολείο για το παιδί που
νοσηλεύεται. Θεωρητικές και εμπειρικές προσεγγίσεις. Αθήνα: Αλφάβητο ΑΕΒΕ, σ.σ. 65-71.
19 19�����������������������������������������������������������������������������������
Μπουλουτζά, Π. (2008), Ένα οργανωμένο σχολείο μέσα στο νοσοκομείο δίνει κουράγιο. Η Καθημερινή.
Στο: http://www.kathimerini.gr/339589/article/epikairothta/ellada/ena-organwmeno-sxoleio-mesa-sto-
nosokomeio-dinei-koyragio (προσπελάστηκε στις 30/4/2014).
- 88 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
3. Μεθοδολογία έρευνας
Σκοπός της συγκεκριμένης έρευνας ήταν μια συστηματικότερη μελέτη της «νοσοκομειακής
εκπαίδευσης» και του βαθμού που αυτή απαντά στις εκπαιδευτικές και άλλες ανάγκες των
παιδιών που την κάνουν χρήση, αποτρέποντας τον εκπαιδευτικό και ευρύτερο κοινωνικό
τους αποκλεισμό. Δεδομένου δε του σημαντικού ελλείμματος στη σχετική βιβλιογραφία,
- 89 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
4. Αποτελέσματα συνεντεύξεων-Συζήτηση
23 Robson, C. (2007), Η Έρευνα του Πραγματικού Κόσμου. Ένα μέσον για κοινωνικούς επιστήμονες και
επαγγελματίες ερευνητές. Αθήνα: Gutenberg, σ.σ. 319-345.
24 Phillips, L., & Jψrgensen, W. M. (2009), Ανάλυση Λόγου. Θεωρία και μέθοδος. Αθήνα: Παπαζήση, σ.σ. 17-170.
- 90 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
των τελευταίων και αναπροσαρμόζεται ανάλογα με την κατάστασή τους την ώρα του
μαθήματος. Πραγματοποιείται εξατομικευμένα στο θάλαμο νοσηλείας, αφού συχνά η
αρρώστια δεν επιτρέπει την επαφή με άλλα άτομα, και τις ώρες που δεν παρακωλύει
τη θεραπεία25. Αντίστοιχα, στο Νοσοκομείο «Παναγιώτη & Αγλαΐας Κυριακού» δεν
επισκέπτονται οι μαθητές το σχολείο αλλά το σχολείο τους μαθητές. Οι εκπαιδευτικοί
εργάζονται πρόσωπο με πρόσωπο με τους μαθητές στο κρεβάτι νοσηλείας τους. Υπάρχουν
περιπτώσεις όπου η διδασκαλία γίνεται ομαδικά με τη συμμετοχή όλων των παιδιών ή
στους ειδικά διαμορφωμένους χώρους, όταν οι συνθήκες νοσηλείας το επιτρέπουν26.
25 25�����������������
Ανδριτσοπούλου, Σ. &
���Τριπερίνα,
�� ����������������������������������������������������������������������������������
Κ. (2009), Αθόρυβοι ήρωες: οι εκπαιδευτικοί που εργάζονται στα σχολεία
των Νοσοκομείων Παίδων. Νόημα. Μηνιαίο Ηλεκτρονικό Περιοδικό Κοινωνικής Πολιτικής & Πρόνοιας, τεύχ.
Δεκεμβρίου-Ιανουαρίου. Στο: http://www.swm.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=141
(προσπελάστηκε στις 5/10/2013).
26 26����������������������
Βλέπε υποσημείωση 20.
27 Βασιλάτου-Κοσμίδη, Ε. (2013), Νοσοκομείο: ένα διαφορετικό σχολείο για το παιδί με καρκίνο. Στο: Β.,
Χαρίτος (Επιμέλεια), Σχολείο για το παιδί που νοσηλεύεται. Θεωρητικές και εμπειρικές προσεγγίσεις. Αθήνα:
Αλφάβητο ΑΕΒΕ, σ.σ. 25-27.
28 Πατσάλης, Χ., & Νταρλαδήμα, Ι. (2013), Νοσοκομειακή εκπαίδευση και η ανάγκη για κατάλληλη
επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, που την υπηρετούν. Στο: Β., Χαρίτος (Επιμέλεια), Σχολείο για το παιδί που
νοσηλεύεται. Θεωρητικές και εμπειρικές προσεγγίσεις. Αθήνα: Αλφάβητο ΑΕΒΕ, σ.σ. 65-71.
- 91 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
εξαρτάται και από τη διάρκεια νοσηλείας. Έτσι, στην περίπτωση σταθερών μαθητών,
ο δάσκαλος προετοιμάζεται με βάση τις ατομικές τους ιδιαιτερότητες. Αντιθέτως, στην
περίπτωση ολιγοήμερης νοσηλείας, η διδασκαλία διαμορφώνεται με βάση την ηλικία29.
29 29��������������
Χαρίτος, Β., & Κονταδάκη,
�� ����������������������������������������������������������������������������
Τρ. (2013), Πρωτοβάθμια εκπαίδευση για το παιδί που νοσηλεύεται. Στο:���������
Β.,
Χαρίτος (Επιμέλεια), Σχολείο για το παιδί που νοσηλεύεται. Θεωρητικές και εμπειρικές προσεγγίσεις. Αθήνα:
Αλφάβητο ΑΕΒΕ, σ.σ. 57-63.
30 30�����������������
Ανδριτσοπούλου, Σ. &���Τριπερίνα,
�� ����������������������������������������������������������������������������������
Κ. (2009), Αθόρυβοι ήρωες: οι εκπαιδευτικοί που εργάζονται στα σχολεία
των Νοσοκομείων Παίδων. Νόημα. Μηνιαίο Ηλεκτρονικό Περιοδικό Κοινωνικής Πολιτικής & Πρόνοιας, τεύχ.
Δεκεμβρίου-Ιανουαρίου. Στο: http://www.swm.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=141
(προσπελάστηκε στις 5/10/2013).
- 92 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Πληροφορούμαστε την ύπαρξη, από χορηγίες και δωρεές, άφθονου υλικού διδασκαλίας,
όπως βιβλία, γραφική ύλη, φορητούς υπολογιστές. Η διδασκαλία περιλαμβάνει
επιτραπέζια παιχνίδια, ζωγραφική, μουσική, χειροτεχνίες, κουκλοθέατρο, δραστηριότητες
που βοηθούν το παιδί να ξεφύγει από το πρόβλημα31.
31 Καλαϊτζίδου, Ε. (2004), Ο ρόλος του ειδικού νοσοκομειακού σχολείου στην αποκατάσταση και επανένταξη
των νοσηλευόμενων παιδιών. Στα: Πρακτικά Ημερίδας με θέμα: Αποκατάσταση Επανένταξη, Θεσσαλονίκη:
Πήγασος, σ.σ. 122-137.
32 http://micro-kosmos.uoa.gr/gr/magazine/ergasies_foititon/ettap/2010-11/Paidon/index.htm
(προσπελάστηκε στις 20/9/2013).
33 33��������������������������������������������������������������������������������������������������
Μιχαλοπούλου, Χρ. (2013), Ηλεκτρονική μάθηση και νοσηλευόμενο παιδί: μια σύγχρονη πρόταση για τα
νοσοκομειακά σχολεία παίδων. Στο: Β., Χαρίτος (Επιμέλεια), Σχολείο για το παιδί που νοσηλεύεται. Θεωρητικές
και εμπειρικές προσεγγίσεις. Αθήνα: Αλφάβητο ΑΕΒΕ, σ.σ. 73-88.
34 34� Kenyon,
��������
S. (2011),
�����������
Transport
����������
and����
social
�������
exclusion:
�����������
access
�������
to higher
����������
education
����������
in the
��� ����
UK���
policy
�������
context.
���������
Journal of Transport Geography, 19, p.p. 763-771.
- 93 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
με τους συμμαθητές του επιδρά θετικά στην ψυχολογία του. Δε γίνεται, βέβαια,
καθημερινά. Όταν πραγματοποιείται η τηλεδιάσκεψη, γίνεται προγραμματισμένα
και πάντοτε σε συνεννόηση με το σχολείο προέλευσης(…)»(συν. 2).
4.3. Ο δάσκαλος
Κατά τη νοσηλεία, ένα παιδί αποκόπτεται από την καθημερινότητά του. Έρχεται αντιμέτωπο
με άγνωστα άτομα (νοσηλευτές, γιατρούς) και αναζητά τη δυνατότητα να δημιουργήσει
σχέσεις ασφάλειας και εμπιστοσύνης, όπου θα αντιμετωπίζεται ως άτομο ξεχωριστό από
τη νόσο του. Την ανάγκη αυτή καλύπτει ο εκπαιδευτικός του νοσοκομειακού σχολείου.
Ο ρόλος του δασκάλου είναι γνώριμος για το παιδί και συνηγορεί στην ανάπτυξη μεταξύ
τους ειλικρινούς δεσμού και άμεσου, αφού δε μεσολαβούν οι γονείς, όπως στη σχέση
γιατρού και παιδιού35. Μέσα, λοιπόν, από μια ιδιότυπη εκπαίδευση, ο δάσκαλος καλείται,
συνεργαζόμενος με το νοσηλευτικό προσωπικό, να εξασφαλίσει τη φυσιολογική ανάπτυξη
του παιδιού και να ομαλοποιήσει, όσο είναι δυνατό, μια «ανώμαλη» κατάσταση36. Εξίσου
σημαντικό ρόλο παίζει και στην κατ’ οίκον διδασκαλία.
Οι γονείς αιφνιδιάζονται ευχάριστα από την ύπαρξη σχολείου στο νοσοκομείο και δε
σπανίζουν εκείνοι που καταφεύγουν στους εκπαιδευτικούς, για να τους συμβουλευτούν.
«Πολλές φορές, μάλιστα, ο ίδιος ο γονέας μας αναζητά. Επειδή, όμως, η ύπαρξη
σχολείου εντός του νοσοκομείου δεν είναι τόσο διαδεδομένη, συνήθως γίνεται το
αντίστροφο(…)Αντιδρούν πολύ θετικά και ευχάριστα στην ύπαρξη σχολείου και
υπάρχει κάποια συνεργασία και ενημέρωση, που όμως είναι στοιχειώδης, καθώς
η αγωνία των γονέων επικεντρώνεται στην υγεία των παιδιών τους»(συν. 2).
Η εκπαιδευτική διαδικασία στο χώρο του νοσοκομείου δεν είναι η ιδανικότερη, αφού
δημιουργούνται ζητήματα σχετικά με τη διαμόρφωση και την καταλληλότητα του χώρου,
35 35��������������������������������������������������������������
Τρυφωνίδη, Μ. (2013), Η αγκαλιά του σχολείου στα νοσοκομεία. Στο: ������������������������������
Β., Χαρίτος (Επιμέλεια), Σχολείο για
το παιδί που νοσηλεύεται. Θεωρητικές και εμπειρικές προσεγγίσεις. Αθήνα: Αλφάβητο ΑΕΒΕ, σ.σ. 29-32.
36 Βλέπε υποσημείωση 20.
- 94 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Σχετικά με τον τρόπο διορισμού και τις απολαβές των εκπαιδευτικών, διαπιστώθηκε
ότι εξαρτώνται από το είδος του νοσοκομειακού σχολείου όπου εργάζονται.
37 37��������������
Χαρίτος, Β., & Κονταδάκη,
�� ����������������������������������������������������������������������������
Τρ. (2013), Πρωτοβάθμια εκπαίδευση για το παιδί που νοσηλεύεται. Στο:���������
Β.,
Χαρίτος (Επιμέλεια), Σχολείο για το παιδί που νοσηλεύεται. Θεωρητικές και εμπειρικές προσεγγίσεις. Αθήνα:
Αλφάβητο ΑΕΒΕ, σ.σ. 57-63.
38 38����������������������
Βλέπε υποσημείωση 16.
39 39���������������
Πατσάλης, Χ., & �� Νταρλαδήμα,
��������������������������������������������������������������������������
Ι. (2013), Νοσοκομειακή εκπαίδευση και η ανάγκη για κατάλληλη
επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, που την υπηρετούν. Στο: Β., Χαρίτος (Επιμέλεια), Σχολείο για το παιδί που
νοσηλεύεται. Θεωρητικές και εμπειρικές προσεγγίσεις. Αθήνα: Αλφάβητο ΑΕΒΕ, σ.σ. 65-71.
- 95 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
5. Συμπεράσματα
Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσση
- 96 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Ξενόγλωσση
B��������
a�������
ckman��, ��������������
Ol������������
., ���������
Nilsson��, ����������������������
And�������������������
. �����������������
(2011), Pathways ���
to �������
Social ������������������������
Exclusion-A Life-Course �������
Study.
European Sociological Review, Vol. 27, No. 1.
DeWall, C. N., Deckman, T., Pond, S. R., & Bonser, I. (2011), Belongingness as a Core
Personality Trait: How Social Exclusion Influences Social Functioning and
Personality Expression. Journal of Personality, 79(6).
Dhillon, J. (2011), Social Exclusion, Gender, and Access to Education in Canada: Nar-
rative Accounts frm Girls on the Street. Feminist Formations, Vol. 23, No. 3
(Fall).
Hargie, O., O’ Donnell, A., & McMullan, Chr. (2011), Constructions of Social Exclu-
sion Among Young People from Interface Areas of Northern Ireland. Youth &
Society, 43(3).
Holland, P., Burstrφm, B., Whitehead, M., Diderichsen, F., Dahl, Esp., Barr, B., Nylιn, L.,
Chen, W-H., Thielen, K., Van der Wel, A. Kj., Clayton, St., & Uppal, Sh. (2011),
How do Macro-Level Contexts and Policies affect the Employment chances of
chronically ill and disabled people? Rart I: The impact of recession and dein-
dustrialization. International Journal of Health Services, Vol. 41, No. 3.
- 97 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Kenyon, S. (2011), Transport and social exclusion: access to higher education in the UK
policy context. Journal�����������������������
Geography, 19.
of��������������������
����������������������
Transport����������
�������������������
���������
Macrae, Sh., Maguire, M., & Milbourne, L. (2003), Social exclusion: exclusion from
school. International�������������������������������
Education, Vol�����������
Journal�����������������������
������������������������������
of��������������������
����������������������
Inclusive����������
�������������������
��������� ��������������
. 7, ������
No����
. 2.
Phillips������
, ����
L���
., ��
& �����������
J����������
ψ���������
rgensen��, ���
W��. �����������
M����������
. (2009), Ανάλυση Λόγου. Θεωρία και μέθοδος. Αθήνα:
Παπαζήση.
Robson��, �����������
C����������
. (2007), Η Έρευνα του Πραγματικού Κόσμου. Ένα μέσον για κοινωνικούς
επιστήμονες και επαγγελματίες ερευνητές. Αθήνα������������
: Gutenberg.
Stuber, M. J., Klugman, J., & Daniel, C. (2011), Gender, Social Class and Exclusion:
Collegiate Peer Cultures and Social Reproduction. Sociological�������������
Perspectives,
������������
Vol������
. 54, ��������
Issue���
3.
Thompson, R. (2011), Individualisation and social exclusion: the case of young people
not in education, employment or training. Oxford Review of Education, Vol.
37, No.6.
Wang, Li, (2011), Social exclusion and inequality in higher education in China: A capa-
bility perspective. International Journal of Educational Development, 31.
Ιστοσελίδες
http://www.paidon-agiasofia.gr/index.cfm?Level1=5&Level2=7&Level3=0&Level4=0&Level5=0&
Level6=0&PageID=368 (Προσπελάστηκε στις 26/9/2013).
http://0317.syzefxis.gov.gr/?page_id=1815 (Προσπελάστηκε στις 2/5/2014).
http://www.gennimatas-thess.gr/default.aspx?catid=125 (Προσπελάστηκε στις 26/9/2013).
http://micro-kosmos.uoa.gr/gr/magazine/ergasies_foititon/ettap/2010-11/Paidon/index.
htm (Προσπελάστηκε στις 20/9/2013).
- 98 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Κάλφα Μαρία
Περίληψη
Στο πλαίσιο αυτού του συνεδρίου, θα επιχειρήσω να προσεγγίσω το φύλο, την εκπαίδευση
καθώς και τις δυνατότητες που αυτή παρέχει ώστε να αποδυναμωθούν οι έμφυλες
προκαταλήψεις τόσο σε μικρο-επίπεδο όσο και σε μακρο-επίπεδο. Πιο αναλυτικά, θα
ήθελα να αναφερθώ στον τρόπο με τον οποίο συνδέθηκε η γυναίκα με τους ‘ρόλους’
και τις ‘αρμοδιότητες’ της, όπως ο ρόλος της μητρότητας. Οι ‘Λόγοι’ αυτοί περί της
γυναικείας φύσης αποτέλεσαν ανασταλτικό παράγοντα στην επίτευξη της πρόσβαση
τους στο εκπαιδευτικό σύστημα, όχι μόνο σε πρακτικό αλλά και σε ιδεολογικό επίπεδο.
Εν κατακλείδι, θα ήθελα να αναφερθώ και στο πρώτο επάγγελμα που κατέκτησαν οι
γυναίκες αλλά και τις προεκτάσεις και τις ευκαιρίες που έδωσε η κατάκτηση αυτή στον
τομέα της εκπαίδευσης.
Abstract
In the context of this conference, I will attempt to approach sex, education and the
opportunities it provides to weaken the gender biases in both micro-level and macro-level.
Specifically, I would like to mention how she was connected with the ‘roles’ and ‘powers’,
as the role of motherhood. The ‘discourses’ on womanhood became a limiting factor in
achieving access to the educational system, not only practical but also an ideological
level. In conclusion, I would like to mention the first profession that women won and the
implications and opportunities afforded to conquer this field of education.
Στο παρόν κείμενο, θα αναφερθούμε στην γέννηση του σεξισμού και στο πως αυτή μέσα
από διάφορα μέσα, όπως το οικογενειακό περιβάλλον, δημιουργείται με σκοπό την
δημιουργία προκαταλήψεων που εδράζονται στο εκπαιδευτικό σύστημα. Ανέκαθεν, η θέση
της γυναίκας στην οικογένεια, στο σχολείο και ευρύτερα στον κοινωνικό χώρο συνδυαζόταν
με μειωμένα δικαιώματα και προκαταλήψεις που αφορούσαν την δυνατότητες της. Τα
δικαιώματα των γυναικών ορίζονταν σε συνάρτηση με την ‘φύση’ τους και η πρακτική
αυτή αντανακλούσε την πηγή των μειωμένων δικαιωμάτων τους. Οι προκαταλήψεις αυτές
προβάλλονταν και αναπαράγονταν όχι μόνο από ανεπίσημους ‘Λόγους’ αλλά και από
επίσημους ‘Λόγους’, οι οποίοι προσέδιδαν και την ‘επιστημονική εγκυρότητα’ αυτών.
Οι προκαταλήψεις, στα πλαίσια ενός βιολογικού ντετερμινισμού, φυσικοποιήθηκαν.
Επιστήμες όπως η Ιατρική, η Βιολογία και η Ανατομία φυσικοποίησαν τις έμφυλες
αναπαραστάσεις αναπαράγοντας τις υπάρχουσες κοινωνικές προκαταλήψεις. Οι διαφορές
των φύλων π.χ. σε θέματα ευφυΐας ανάγονταν στην βιολογία και την φυσιολογία τους.
Όπως θα δούμε και παρακάτω οι ‘Λόγοι’ αυτοί εκλαμβάνονταν ως ‘φυσικοί’ τόσο από τους
άντρες όσο και από τις γυναίκες. Άλλωστε, όπως αναφέρει και ο Foucault��������������
����������������������
, χάνουμε την
ουσία του ζητήματος της εξουσίας όταν το θέτουμε μόνο με όρους κράτους ή κρατικού
μηχανισμού. Έτσι λοιπόν αντιλαμβανόμαστε ότι η εξουσία είναι πολύ πιο περίπλοκη απ’
- 99 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
ότι έχουμε συνηθίσει να την αντιλαμβανόμαστε καθώς δεν μπορεί να περιοριστεί στο
σύνολο των νόμων. Ο ιατρικός-επιστημονικός λόγος, θεωρητικά,, κατείχε την εξουσία
να προσεγγίζει ‘ορθολογικά’ θέματα φύλου, ενώ στην πραγματικότητα νομιμοποιούσε
υφιστάμενες αντιλήψεις που εδράζονταν στην άνιση μεταχείριση ανδρών και γυναικών.
Σύμφωνα με την Αντωνοπούλου, τα βασικά μέσα χειραγώγησης είναι ο σεξισμός
και ο γυναικείος ρόλος της μητρότητας. Οι ανατομικές διαφορές μεταφράζονται τόσο
στο επίπεδο των ικανοτήτων που έχει στη διάθεση του ένα άτομο, όσο και στις προσδοκίες
που έχουν οι άλλοι απ’ αυτόν. Ο ρόλος της μητρότητας συνδέθηκε με την φυσιολογία και
το σώμα της γυναίκας. Άλλωστε, η ‘κοινωνική ενηλικίωση’ της γυναίκας συντελούνταν
και συντελείται από την ‘ολοκλήρωση’ που προστάζει η φύση και κατ’ επέκταση το σώμα
της. Οι αντιλήψεις περί μητρότητας διαφοροποιούνταν από χώρο σε χώρο και από χρόνο
σε χρόνο, ωστόσο, ήταν πάντα κεντρικές στην ζωή της γυναικείας ταυτότητας. Η μητέρα
και οι υποχρεώσεις τόσο απέναντι στο παιδί της, όσο απέναντι και στην κοινωνία δρούσαν
ανασταλτικά για την είσοδο των γυναικών στην εκπαίδευση. Η σύνδεση της γυναίκας με
την μητρότητα είχε προεκτάσεις και στον τρόπο που προσλαμβάνονταν οι ικανότητες της
στον χώρο της εκπαίδευσης. Επιστήμες όπως η Βιολογία και η Ιατρική έχουν συγκροτήσει,
αναπτύξει και πολλές φορές, αναπαράγει ρατσιστικές και έμφυλες ιδεολογίες. Η Ανατομία
υπήρξε ένας απ’ τους κλάδους της Ιατρικής, ο οποίος δεν έμεινε ανεπηρέαστος από τα
στερεότυπα των φύλων. Όταν ο ένθερμος καρτεσιανός Poullain δήλωνε ότι ο νους δεν
έχει φύλο στήριζε το εγχείρημα του στην νέα τότε επιστήμη της ανατομίας αν και πολλοί
ήταν οι ανατόμοι οι οποίοι εξακολουθούσαν να επιβεβαιώνουν ότι ο νους έχει φύλο. Οι
πρώτες απεικονίσεις του γυναικείου σκελετού εμφανίστηκαν στην Ευρωπαϊκή επιστήμη
στα συμφραζόμενα της προσπάθειας να προσδιοριστεί η θέση των γυναικών στην
ευρωπαϊκή κοινωνία. Δυστυχώς, εν προκειμένω και στο πλαίσιο της Ανατομίας, τα
χαρακτηριστικά που συνδέθηκαν με το γυναικείο φύλο είχαν υποτιμητικό και αρνητικό
χαρακτήρα. Η Londa Schiebinger αναφέρει πως η απεικόνιση ενός μικρότερου γυναικείου
εγκέφαλου χρησιμοποιήθηκε για να αποδείξει ότι οι νοητικές ικανότητες της γυναίκας
ήταν κατώτερες από εκείνους του άντρα. Ο μικρότερος εγκέφαλος συνδέθηκε με τον
δείκτη νοημοσύνης και αποτέλεσε αφορμή για την έκρηξη ‘Λόγων’ περί μειωμένων
ικανοτήτων που φυσικά είχαν αντίκτυπο και στην εννοιολόγηση της μόρφωσης και της
πρόσβασης στο εκπαιδευτικό σύστημα. Γίνεται, λοιπόν, έκδηλο, ότι η διαφορά δεν είναι
μόνο μορφολογική αλλά έχει και άλλες ‘αποχρώσεις’, θα λέγαμε , κοινωνικές. Αν και
αυτή η θεωρία έχει αμφισβητηθεί, κατά καιρούς, από αρκετούς επιστήμονες, πολλοί είναι
αυτοί που την υποστηρίζουν ακόμη, στην βάση μιας ρατσιστικής αντίληψης. Η
αλληλοεπίδραση επιστήμης και κοινωνίας γίνεται φανερή μέσα απ’ την παραπάνω
θεωρία, καθώς αυτό το επιστημονικό μέτρο του μικρότερου ‘φυσικού λόγου’ της
γυναίκας, χρησιμοποιήθηκε για να στηρίξει επιχειρήματα εναντίον της συμμετοχής των
γυναικών στις δημόσιες σφαίρες της διακυβέρνησης και του εμπορίου, της επιστήμης και
της μόρφωσης. Οι ‘βαρυσήμαντοι’ αυτοί Λόγοι υπήρξαν κάποιες από τις αιτίες, οι
Αντωνοπούλου Χριστίνα (1999). Κοινωνικοί ρόλοι των δύο φύλων, Αθήνα: Καστανιώτης, σελ. 28-9
* Επιφανής γιατρός του 19ου αιώνα.
���������������������
Schiebinger����������
���������
L��������
.(2006) �, Ο νους δεν έχει φύλο-Οι γυναίκες στις απαρχές της νεωτερικής επιστήμης-, Αθήνα:
Κάτοπτρο, σελ. 45
���������������������
Schiebinger����������
���������
L��������
.(2006) �, Ο νους δεν έχει φύλο-Οι γυναίκες στις απαρχές της νεωτερικής επιστήμης-, Αθήνα:
Κάτοπτρο, σελ. 376
- 100 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
οποίες απέκλεισαν για μεγάλο χρονικό διάστημα τις γυναίκες από την δημόσια σφαίρα
και δυσκόλεψαν την κοινωνική τους και επαγγελματική τους ανέλιξη. Επιπλέον, η
μεγαλύτερη λεκάνη της γυναίκας χρησιμοποιήθηκε για να αποδείξει ότι οι γυναίκες είχαν
εκ φύσεως τη μητρότητα, την περίκλειστη σφαίρα της οικογενειακής εστίας και του
σπιτιού. Η αντίληψη αυτή δεν έχει εκλείψει εξ’ ολοκλήρου στις μέρες μας. Άλλος ένας
παράγοντας, αυτός της μητρότητας και της δημιουργίας οικογένειας επηρέασε και
εξακολουθεί να επηρεάζει τον τρόπο που αντιμετωπίζονται οι γυναίκες στον χώρο της
εκπαίδευσης και στον επαγγελματικό χώρο, π.χ. ένας άντρας εφόσον δεν έχει κάποιου
τύπου ‘δέσμευση’, έχει περισσότερες πιθανότητες να ανέλθει σε ανώτερες εκπαιδευτικές
βαθμίδες και μπορεί να αναλάβει υψηλότερες θέσεις στο εργασιακό του περιβάλλον
καθώς δεν επιβαρύνεται με τα ‘γυναικεία καθήκοντα’. Αξίζει να σημειωθεί ότι ακόμη
και τώρα που σύμφωνα με στατιστικές έρευνες η είσοδος των γυναικών υπερτερεί σε
μέσο όρο απ’ αυτήν των αντρών σε ανώτερα και ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, η
πλειοψηφία των διατριβών διενεργείται από τους άντρες. Η πρακτική αυτή σχετίζεται
άμεσα με τα ‘καθήκοντα’ των γυναικών που αφορούν την μητρότητα και θεωρείται
‘περιττή’, η επιπρόσθετη γνώση και εξειδίκευση. Σύμφωνα με την Schiebinger, κατά την
διάρκεια του 18ου και 19ου αιώνα, η μελέτη της ‘φύσης’ της γυναίκας μετατράπηκε σε
προτεραιότητα της επιστημονικής έρευνας όμως η ‘φύση’ και οι ‘ικανότητες’ της γυναίκας
ερευνήθηκαν από μία επιστημονική κοινότητα από την οποία οι γυναίκες ήταν σχεδόν
απούσες. Ένα επιπλέον λάθος ήταν η μελέτης των γυναικών με τη χρήση της ανδρικής
ανατομίας η οποία χρησιμοποιήθηκε ως πρότυπο. Καθώς ο 19ος αιώνας προχωρούσε,
ορισμένοι ανατόμοι κατέληξαν να πιστεύουν ότι οι διαφορές ανάμεσα στο ανδρικό και
το γυναικείο σώμα ήταν τεράστιες, κάτι που σήμαινε ότι η ανάπτυξη της γυναίκας είχα
σταματήσει σε κάποιο κατώτερο στάδιο εξέλιξης. Επιπλέον πολλοί ήταν οι ανατόμοι,
σύμφωνα με την Schiebinger L, οι οποίοι υποστήριξαν ότι οι λευκές γυναίκες βρίσκονται
σε κατώτερη βαθμίδα από τους Ευρωπαίους άνδρες, τόσο οντογενετικά όσο και
φυσιολογικά. Δυστυχώς η φιλολογία εκείνης της εποχής δεν έχει εκλείψει ακόμα και
στην σημερινή ‘προοδευτική’ εποχή μας. Μέχρι τα μέσα του αιώνα, η εικόνα της γυναίκας
που μοιάζει με το παιδί είχε γίνει συνηθισμένη. Άλλωστε πολλοί ήταν εκείνοι που
υποστήριζαν όπως και οι αρχαίοι – Ο Ζηνοκράτης, ο Γαληνός και ο Ερμαγόρας- ότι οι
γυναίκα δεν μπορεί να είναι κάτι παραπάνω από ένα παιδί. Η ταύτιση με παιδικά
χαρακτηριστικά ήταν ανασταλτική για το γυναικείο φύλο και δικαιολογούσε την εξάρτηση
της και την επίβλεψη της από το ανδρικό φύλο. Επιπροσθέτως, στα τέλη του 19ου αιώνα
πάλι, υπήρχε η αντίληψη πως η άσκηση των γυναικείων εγκεφάλων προκαλεί μαρασμό
των ωοθηκών. Η ενασχόληση με την μόρφωση εν γένει των γυναικών, πλέον, όχι μόνο
δεν ενθαρρύνονταν, αλλά υπήρχε η αντίληψη ότι θα είχε και επιπτώσεις στην μητρότητα.
Η ‘κατασκευή’ τόσο αρνητικών συνεπειών για την πνευματική καλλιέργεια των γυναικών,
���������������������
Schiebinger����������
���������
L��������
.(2006) �, Ο νους δεν έχει φύλο-Οι γυναίκες στις απαρχές της νεωτερικής επιστήμης-, Αθήνα:
Κάτοπτρο, σελ. 376
���������������������
Schiebinger����������
���������
L��������
.(2006) �, Ο νους δεν έχει φύλο-Οι γυναίκες στις απαρχές της νεωτερικής επιστήμης-, Αθήνα:
Κάτοπτρο, σελ. 385
���������������������
Schiebinger����������
���������
L��������
.(2006) �, Ο νους δεν έχει φύλο-Οι γυναίκες στις απαρχές της νεωτερικής επιστήμης-, Αθήνα:
Κάτοπτρο, σελ. 378
���������������������
Schiebinger����������
���������
L��������
.(2006) �, Ο νους δεν έχει φύλο-Οι γυναίκες στις απαρχές της νεωτερικής επιστήμης-, Αθήνα:
Κάτοπτρο, σελ.46
- 101 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
τις έβαζε άμεσα σε ένα δίλλημα, την μητρότητα και εν γένι την οικογένεια ή την μόρφωση.
Συνεπώς η πνευματική ανάπτυξη της γυναίκας καταστέλλονταν όχι μόνο από την
κοινωνία αλλά και από την ίδια την επιστήμη. Για αιώνες, οι γυναίκες αποκλείονταν από
ακαδημίες και πανεπιστήμια όχι για κανέναν άλλο λόγο, παρά μόνο εξαιτίας του φύλου
τους. Παράλληλα, η εισαγωγή των γυναικών στην επιστημονική κοινότητα δεν
συνοδεύτηκε από αναγνώριση παρά μόνο σε βάθος χρόνου, διότι οι ‘αντικειμενικές’
επιστήμες είχαν καταφέρει να πείσουν, και τις ίδιες τις γυναίκες , για την
αναποτελεσματικότητα τους σ’ αυτόν τον ‘ανδρικό’ χώρο. Οι λιγοστές, οι οποίες
κατόρθωσαν να πετύχουν σε επιστημονικά πεδία, συχνά δεν απολάμβαναν την αναγνώριση
που η επιτυχία συνεπάγεται π.χ. η Marie Curie, το πρώτο πρόσωπο που κατάφερε να
κερδίσει δύο βραβεία Νόμπελ, δεν έγινε δεκτή το 1911 ως μέλος στην περίβλεπτη
Ακαδημία των Επιστημών, επειδή ήταν γυναίκα. Αξιοσημείωτο είναι δε το γεγονός ότι
καμία γυναίκα δεν εξελέγη ως πλήρες μέλος της Ακαδημίας μέχρι το 1979, για περισσότερο
δηλαδή από 300 χρόνια από την ίδρυση της. Από το ‘Περί ενδόξων γυναικών’ του
Βοκκάκιου ως τον 18ο αιώνα, τα ονόματα γυναικών που αναδείχτηκαν στις τέχνες και
τις επιστήμες παραθέτονταν, κυρίως, σε μία προσπάθεια ν’ αποδειχτεί, ότι πράγματι
υπήρξαν πολύ περισσότερο πετυχημένες γυναίκες απ’ όσες πιστεύονταν ως τότε. Ο Σ.
Βλαβιανός*, παρόλο που δεχόταν ότι ο γυναικείος εγκέφαλος μπορεί να είναι εξίσου
βαρύς ή και βαρύτερος από τον αντρικό απαγόρευε στις γυναίκες περισσότερη μόρφωση
απ’ αυτήν που απαιτούν τα καθήκοντα της συζύγου και της μητέρας.10 Ο αποκλεισμός
των γυναικών από την εκπαίδευση ενθαρρύνονταν και από επιστημονικούς γνώμονες!
Νεότερες μελέτες έχουν αποδομήσει αυτές τις θεωρίες, παρόλο που στην καθημερινή
ζωή η ισχύ τους παραμένει. Απ’ την άλλη πλευρά και η Βιολογία έχει συμβάλλει στην
ασυμμετρία των φύλων. Σύμφωνα με την Rossaldo, ο τρόπος που τα βιολογικά δεδομένα
προσλαμβάνονται, ταξινομούνται, ερμηνεύονται και αξιολογούνται συμβάλλει στην
επιδείνωση της ισορροπίας των δύο φύλων. Κατά παρόμοιο τρόπο, το σώμα της γυναίκας
φαίνεται να την καταδικάζει να αναπαράγει απλώς την ζωή. Η έμφυλη διαφορά δεν
αφορά εξίσου τα δύο φύλα, οι άνδρες αποτελούν τον γνώμονα με βάση το οποίο ορίζεται
η διαφορετικότητα, έτσι η διαφορά ταυτίστηκε με τις γυναίκες. Συνεπώς η Βιολογία
λειτούργησε δηλαδή ως μεταφορά για την κατωτερότητα των γυναικών και γι’ αυτό
εμποδίζει ακόμη και σήμερα την ιστορική κατανόηση.11 Σύμφωνα με την Ortner, αν η
γυναίκα θεωρηθεί διαμεσολαβητικό στοιχείο στη σχέση πολιτισμού-φύσης, τότε μπορεί
να εξηγηθεί τουλάχιστον εν μέρει η πολιτισμική τάση όχι απλώς να υποτιμάται η γυναίκα
αλλά να οριοθετούνται και να περιορίζονται οι λειτουργίες της, καθώς ο πολιτισμός
πρέπει πάντοτε να ελέγχει τους μηχανισμούς που αφορούν τον μετασχηματισμό της
φύσης σε κουλτούρα. Η Iris Young, η Nancy Frazer και η Seyla Beuhabib συμφωνούν ότι
���������������������
Schiebinger����������
���������
L��������
.(2006) �, Ο νους δεν έχει φύλο-Οι γυναίκες στις απαρχές της νεωτερικής επιστήμης-, Αθήνα:
Κάτοπτρο, σελ.46
���������������������
Schiebinger����������
���������
L��������
.(2006) �, Ο νους δεν έχει φύλο-Οι γυναίκες στις απαρχές της νεωτερικής επιστήμης-, Αθήνα:
Κάτοπτρο, σελ.48
10 Μπακαλάκη Α., Ελεγμίτου Ε. (1987). Η εκπαίδευση «εις τα του οίκου» και τα γυναικεία καθήκοντα. Από
την ίδρυση του Ελληνικού κράτους έως την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1929, Αθήνα: Ιστορικό Αρχείο
Ελληνικής Νεολαίας Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς, σελ. 25
11 Αβδελά Ε. – Ψαρρά Α.(1997) ‘Ξαναγράφοντας το παρελθόν: Σύγχρονες διαδρομές της ιστορίας των
γυναικών’ Στο Ε. Αβδελά – Α. Ψαρρά, Σιωπηρές ιστορίες: Γυναίκες και φύλο στην ιστορική αφήγηση, Αθήνα:
Αλεξάνδρεια σελ. 43
- 102 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
12 Αθανασίου Αθηνά (2006) ‘Εισαγωγή: Φύλο, εξουσία και υποκειμενικότητα μετά το ‘δεύτερο κύμα’ Στο
Αθηνά Αθανάσιου, Φεμινιστική θεωρία και πολιτισμική κριτική, Αθήνα, Νήσος, σελ. 45
13 Αντωνοπούλου Χριστίνα (1999). Κοινωνικοί ρόλοι των δύο φύλων, Αθήνα: Καστανιώτης, σελ. 51-2
*βλ. Μπακαλάκη Αλεξάνδρα. (1994), Ανθρωπολογία, γυναίκες και φύλο, Αθήνα: Αλεξάνδρεια
- 103 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
14 ������������������������
Jurner������������������
�����������������
Patricia���������
(1998). Ψυχολογία: Βιολογικό φύλο, κοινωνικό φύλο και ταυτότητα του Εγώ, επιμ. Γιαννίτσας.
Δ. Νικόλαος, ε’ έκδοση, Εξελικτική Ψυχολογία: Ελληνικά Γράμματα, σελ. 19
15 ������������������������
Jurner������������������
�����������������
Patricia���������
(1998). Ψυχολογία: Βιολογικό φύλο, κοινωνικό φύλο και ταυτότητα του Εγώ, επιμ. Γιαννίτσας.
Δ. Νικόλαος, ε’ έκδοση, Εξελικτική Ψυχολογία: Ελληνικά Γράμματα, σελ. 29
- 104 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
δημοτικού, ασκούν επίσης βαρυσήμαντη επιρροή στον τρόπο που τα παιδιά ορίζουν
την ταυτότητα τους και διαφοροποιούνται από το άλλο φύλο. Επιπλέον η M.U’Ren to
1971, μελέτησε τα εγχειρίδια που συνιστούσε το California State Board of Education
και βρήκε ότι το 75% από τους κύριους χαρακτήρες στις ιστορίες ήταν άντρες και
λιγότερο από 20% γυναίκες.16 Παράλληλα, όπως αναφέρει η Ζιώγου , «στα παλαιότερα
αναγνωστικά του 1954 και 1965 αλλά και στα καινούργια του 1978 και 1979 συναντάμε
την κυριαρχία του αρσενικού φύλου, τον αποκλεισμό των γυναικείων χαρακτήρων
από κάθε δημιουργική ασχολία και έκφραση, τον σαφή διαχωρισμό καθηκόντων στα
δύο φύλα».17 Το βιβλίο κατέχοντας μια πιο ‘πνευματική’ και ‘βαθύτερη’ προσέγγιση
των πραγμάτων προβάλλει με την σειρά του αυτές τις αναπαραστάσεις. Η διάκριση
αυτή υπογραμμίζεται, πολλές φορές και από τον ίδιο τον δάσκαλο, στο πλαίσιο μιας
τάξης, πρακτική που υποδηλώνει την βαθιά εδραιωμένη διάκριση των δύο φύλων
ανεξαρτήτως κοινωνικής ή μορφωτικής κλίμακας. Απ’ την άλλη πλευρά, ο Ν. Σωρίπολος,
καταδίκαζε την συνήθεια να απομακρύνονται τα κορίτσια από το σπίτι για να φοιτήσουν
…».18 Αυτές οι αντιλήψεις, όχι μόνο καθυστέρησαν την είσοδο των γυναικών στο
εκπαιδευτικό σύστημα, αλλά, ταυτόχρονα στάθηκαν εμπόδιο και στην μετέπειτα πορεία
των γυναικών, όπου κατάφεραν να έχουν πρόσβαση στην εκπαίδευση. Εν παραλλήλω,
πολλά από τα μαθήματα που διδάσκονταν τα κορίτσια όσο ανατρέχουμε πίσω στον χρόνο
έχουν καθαρά έμφυλο χαρακτήρα. Τα πρώτα μαθήματα που διδάσκονται τα κορίτσια
παρουσιάζουν μεγάλη συνάφεια με τα οικιακά τους καθήκοντα, τα οποία αποτελούσαν
την βασική μορφή εκπαίδευσης τους. Οι μαθήτριες των πρώτων αλληλοδιδακτικών
σχολείων διδάσκονταν την ραπτική, το πλέξιμο και το κέντημα μαζί με την ανάγνωση,
την γραφή και την αριθμητική.19 «Το πρόβλημα για τις γυναίκες, κατά τον Πλάτωνα,
είναι ότι κυβερνούνται από την μήτρα τους, κι’ όχι από τον εγκέφαλο τους»20 Η σύνδεση
της γυναικείας ταυτότητας με τις αναπαραγωγικές της λειτουργίες τροφοδότησε
περαιτέρω την αδυναμία τους να κυριαρχήσουν στους υφιστάμενους ‘Λόγους’ με σκοπό
να αποδέχονται για πολλά χρόνια ότι αυτός ήταν ο προορισμός τους. Όπως αναφέρει και
η Ε. Φουρναράκη «η μη παραγωγική» και «άχρηστη» εικόνα των γυναικών προβάλλεται
καθ’ όλη την διάρκεια του 19ου αιώνα, όχι μόνο από όσους υποστηρίζουν την παράδοση,
αλλά και από οπαδούς του εκσυγχρονισμού.21
Η διαφοροποίηση της ανθρώπινης ‘φύσης’ σε αντρική και γυναικεία παραμένει
έως και σήμερα συστατικό στοιχείο της κυρίαρχης ιδεολογίας των δύο φύλων, όπως
και η αντίληψη ότι οι γυναίκες είναι και πρέπει να παραμείνουν πιο κοντά στην φύση
απ’ ότι είναι οι άντρες. Αυτός ο διαχωρισμός καθιστά ακόμη πιο δύσκολη την είσοδο
16 Δεληγιάννη Β., Ζιώγου Σ. (1994). Εκπαίδευση και φύλο: Ιστορική διάσταση και Σύγχρονος προβληματισμός,
Θεσσαλονίκη: Βάνιας, σελ. 134
17 Δεληγιάννη Β., Ζιώγου Σ. (1994). Εκπαίδευση και φύλο: Ιστορική διάσταση και Σύγχρονος προβληματισμός,
Θεσσαλονίκη: Βάνιας, σελ. 142-3
18 Μπακαλάκη Α., Ελεγμίτου Ε. (1987). Η εκπαίδευση «εις τα του οίκου» και τα γυναικεία καθήκοντα. Από
την ίδρυση του Ελληνικού κράτους έως την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1929, Αθήνα: Ιστορικό Αρχείο
Ελληνικής Νεολαίας Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς, σελ. 25
19 Μπακαλάκη Α., Ελεγμίτου Ε. (1987). Η εκπαίδευση «εις τα του οίκου» και τα γυναικεία καθήκοντα. Από
την ίδρυση του Ελληνικού κράτους έως την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1929, Αθήνα: Ιστορικό Αρχείο
Ελληνικής Νεολαίας Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς, σελ33-34
20 Αντωνοπούλου Χριστίνα (1999). Κοινωνικοί ρόλοι των δύο φύλων, Αθήνα: Καστανιώτης, σελ.88
21 Αντωνοπούλου Χριστίνα (1999). Κοινωνικοί ρόλοι των δύο φύλων, Αθήνα: Καστανιώτης, σελ. 83-84
- 105 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
22 Αντωνοπούλου Χριστίνα (1999). Κοινωνικοί ρόλοι των δύο φύλων, Αθήνα: Καστανιώτης, σελ 79
23 Αντωνοπούλου Χριστίνα (1999). Κοινωνικοί ρόλοι των δύο φύλων, Αθήνα: Καστανιώτης, σελ 89
24 Δεληγιάννη Β., Ζιώγου Σ. (1994). Εκπαίδευση και φύλο: Ιστορική διάσταση και Σύγχρονος προβληματισμός,
Θεσσαλονίκη: Βάνιας σελ.133
25 Ζιώγου Κ. Σιδηρούλα (1986). Η μέση εκπαίδευση των κοριτσιών στην Ελλάδα (1830-1893), Αθήνα:
- 106 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Ιστορικό Αρχείο Ελληνικής Νεολαίας Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς, σελ. 105
26 Ζιώγου Κ. Σιδηρούλα (1986). Η μέση εκπαίδευση των κοριτσιών στην Ελλάδα (1830-1893), Αθήνα:
Ιστορικό Αρχείο Ελληνικής Νεολαίας Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς σελ. 110
27 Μπακαλάκη Α., Ελεγμίτου Ε. (1987). Η εκπαίδευση «εις τα του οίκου» και τα γυναικεία καθήκοντα. Από
την ίδρυση του Ελληνικού κράτους έως την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1929, Αθήνα: Ιστορικό Αρχείο
Ελληνικής Νεολαίας Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς, σελ. 265
28 Ζιώγου Κ. Σιδηρούλα (1986). Η μέση εκπαίδευση των κοριτσιών στην Ελλάδα (1830-1893), Αθήνα:
Ιστορικό Αρχείο Ελληνικής Νεολαίας Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς σελ. 336
29 Φουρναράκη Ελένη (1987). Εκπαίδευση και αγωγή των κοριτσιών: Ελληνικοί προβληματισμοί (1830-1910).
Ένα Ανθολόγιο, Αθήνα: Ιστορικό Αρχείο Ελληνικής Νεολαίας Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς, σελ. 56
- 107 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
όλες τις εκφάνσεις της ζωής του. Η εκπαίδευση αποτελεί το πεδίο εκείνο που αναπαράγει
τις όποιες ανισότητες και το κατορθώνει αποτελώντας κομμάτι του κοινωνικού ιστού το
οποίο αρχικά τις κατασκευάζει. Συνεπώς, ο χώρος του σχολείου δεν συνιστά ένα ουδέτερο
πεδίο, καθώς είναι ενσωματωμένος σ’ ένα ευρύτερο κοινωνικοοικονομικό πλαίσιο. Το
φεμινιστικό κίνημα έπαιξε σημαντικό ρόλο στις πρακτικές προώθησης της ισότητας, ενώ
τρεις υπήρξαν οι σημαντικότερες φεμινιστικές τάσεις που επηρέασαν την έρευνα γύρω
από το φύλο στην εκπαίδευση: ο Φιλελεύθερος φεμινισμός, ο Μαρξιστικός φεμινισμός
και ο Ριζοσπαστικός φεμινισμός. Οι διεκδικήσεις των φεμινιστριών αφορούσαν στην
εισαγωγή των κοριτσιών στην στοιχειώδη εκπαίδευση, ενώ ταυτόχρονα την παρότρυνση
για εισαγωγή σε ανώτερες επαγγελματικές σχολές, οι οποίες θα βελτίωναν την κοινωνική
και οικονομική θέση των γυναικών και θα δρούσαν ως κινητήρια δύναμη και για την
εξασφάλιση ευρύτερων δικαιωμάτων. Η Χ. Αντωνοπούλου αναφέρει χαρακτηριστικά
«παρόλο που τα τελευταία εκατό χρόνια η γυναίκα κατέκτησε σημαντικά δικαιώματα
όπως το δικαίωμα της ψήφου… το κράτος δεν επεμβαίνει για την αλλαγή των κοινωνικών
αντιλήψεων και αφήνει την αναχρονιστική νοοτροπία να εξακολουθεί να λειτουργεί με
την επίσημη εκσυγχρονιστική νομοθεσία.30 Παρόλο που οι φεμινίστριες είχαν κατακτήσει
δικαιώματα που αφορούσαν στην τυπική τουλάχιστον εξισορρόπηση των γυναικών με
τους άντρες υπό το πολιτικό πρίσμα , αρκετά ήταν τα δικαιώματα τα οποία πρακτικά
δεν είχαν ισχύ. Η έννοια του πολίτη υπήρξε έμφυλη καθώς, ενώ ως πολίτες μιας χώρας
ορίζονταν ‘άντρες και γυναίκες, δεν απολάμβαναν εξίσου τα ίδια δικαιώματα και τις ίδιες
ελευθερίες. Οι πολιτισμικοί ‘Λόγοι’ εμφανίζονται πάλι να υπερτερούν έναντι των νόμων
του κράτους, του ίδιου του Συντάγματος. Γίνεται, εν τέλει, αντιληπτό ότι το πολιτισμικό
πλαίσιο, το οποίο είναι καθαρά υποκειμενικό και διαφέρει από χώρο σε χώρο και από
χρόνο σε χρόνο διαθέτει την ισχύ να διαμορφώνει, κατά τα’ άλλα, αντικειμενικούς
‘Λόγους’. Η δύναμη που διαθέτουν οι ‘Λόγοι’ δεν βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με τον
επίσημο ή τον ανεπίσημο χαρακτήρα τους, αλλά ταυτίζεται πιο πολύ με πολιτισμικούς
παράγοντες και εν γένει τις παραδόσεις.
Η Carol Lee Bacohi, υποστήριξε ότι κάποιοι βλέπουν την εκπαίδευση σαν
τον υπέρτατο εξισορροπιστή.31 Με σημείο αναφοράς την βελτίωση της θέσης τους,
οι γυναίκες, στράφηκαν στην μόρφωση τους και επιδίωξαν την πρόσβαση στις
βασικές βαθμίδες εκπαίδευσης και αργότερα και στις ανώτατες, την πρόσβαση σε
επαγγελματικούς χώρους και την ευρύτερη κατάκτηση δικαιωμάτων. Η μόρφωση των
γυναικών σε συνδυασμό με την εργασία τους συγκρότησε ως μία ταυτότητα, η οποία
οδήγησε σε αμφισβήτηση κάποιων στερεοτύπων(π.χ. ότι οι γυναίκες ήταν ηλίθιες όπου
ήταν κυρίαρχη αντίληψη για πολλά χρόνια), κοινωνική αναβάθμιση και οικονομική
ανεξαρτησία. Συνεπώς, ο Λόγος του σχολείου, πρέπει να δημιουργεί και να αναπαράγει
σχέσεις ισότητας κι’ όχι σχέσεις εξουσίας, παρόλο που ως θεσμός συνιστά μέρος ενός
κοινωνικού συνόλου, το οποίο ακόμη και σήμερα, δεν έχει καταφέρει να αφήσει πίσω
του τον σεξισμό, και τις προκαταλήψεις που απορρέουν απ’ αυτόν. Εντούτοις, ο αγώνας
για την εξασφάλιση ισότητας στις εκπαιδευτικές και επαγγελματικές ευκαιρίες των δύο
30 Αντωνοπούλου Χριστίνα (1999). Κοινωνικοί ρόλοι των δύο φύλων, Αθήνα: Καστανιώτης, σελ.24
31 Νώτη Φ., Καντσά Β. (2007). Η ισότητα των φύλων και οι πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την
ενσωμάτωση της στην εκπαίδευση και την επαγγελματική κατάρτιση : Μία φεμινιστική κριτική, Πανεπιστήμιο
Αιγαίου, διπλωματική εργασία, Μυτιλήνη, σελ. 50
- 108 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
φύλων συνεχίζεται, με διαφορετικά βέβαια αιτήματα και επιδιώξεις, μέχρι και σήμερα.32
Υπάρχουν χώρες όπου οι γυναίκες δεν έχουν καν το δικαίωμα να μορφωθούν, ακόμη
και σήμερα, το αίτημα για μόρφωση πρέπει να είναι καθολικό. Οι λόγοι που οι γυναίκες
αυτές δεν έχουν πρόσβαση δεν σχετίζονται άμεσα με τον χώρο της εκπαίδευσης αυτόν
καθ’ αυτόν, αλλά με το ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο στο οποίο ζουν. Η αποχή από την
εκπαίδευση δεν μπορεί να βελτιώσει την ποιότητα ζωής αυτών των γυναικών ούτε να
τους εξασφαλίσει πρόσβαση σε επαγγέλματα πέραν των χειρωνακτικών(π.χ. αγροτικές
εργασίες) ούτε οικονομική ανεξαρτησία κατ’ επέκταση. Παράλληλα, η αλλαγή αυτών
των στερεοτύπων θα μεταβάλλει και τον τρόπο που αντιμετωπίζεται η εργασία των
γυναικών. Όταν και αυτές οι γυναίκες θα κατορθώσουν να κατακτήσουν την γνώση κι’
αποκτήσουν ανώτερη ή ανώτατη μόρφωση και εξειδίκευση η εργασία τους θα πάψει να
θεωρείται συμπληρωματική των αντρών είτε συζύγων, είτε πατεράδων, είτε αδελφών
αλλά θα είναι αυτόνομη και επαρκής ώστε να εξασφαλίζει οικονομική ανεξαρτησία
και αυτονομία. Συνεπώς, η εκπαίδευση συνιστά ένα κλειδί, ένα μέσο με το οποίο οι
γυναίκες μπορούν να κατακτήσουν περαιτέρω ελευθερίες, δικαιώματα, ικανότητες και
δυνατότητες. Αυτός είναι και ο λόγος που η εκπαίδευση αποτελεί σημαντική συνιστώσα
για την ζωή κάθε ανθρώπου καθώς αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την ομαλή,
αξιοπρεπή και συνεχή ανάπτυξη και εξέλιξη του ατόμου. Η εκπαίδευση δεν μπορεί να
τροποποιήσει αυτά τα στερεότυπα αν δεν αναδιαμορφωθούν πρώτα οι ‘Λόγοι’ περί φύλου
που απορρέουν από τις κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές σχέσεις, μπορεί ωστόσο
να δώσει μια κατεύθυνση και να δράσει συμπληρωματικά αποδομώντας και περαιτέρω
προκαταλήψεις π.χ. φυλετικές, ταξικές κ.λπ. οικογενειακές.
Βιβλιογραφία
32 Ζιώγου Κ. Σιδηρούλα (1986). Η μέση εκπαίδευση των κοριτσιών στην Ελλάδα (1830-1893), Αθήνα:
Ιστορικό Αρχείο Ελληνικής Νεολαίας Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς σελ.338
- 109 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Νώτη Φ., Καντσά Β. (2007). Η ισότητα των φύλων και οι πολιτικές της Ευρωπαϊκής
Ένωσης για την ενσωμάτωση της στην εκπαίδευση και την επαγγελματική
κατάρτιση : Μία φεμινιστική κριτική, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, διπλωματική
εργασία, Μυτιλήνη
Φουρναράκη Ελένη (1987). Εκπαίδευση και αγωγή των κοριτσιών: Ελληνικοί
προβληματισμοί(1830-1910).Ένα Ανθολόγιο, Αθήνα: Ιστορικό Αρχείο
Ελληνικής Νεολαίας Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς
Jurner Patricia (1998). Ψυχολογία: Βιολογικό φύλο, κοινωνικό φύλο και ταυτότητα του
Εγώ, επιμ. Γιαννίτσας. Δ. Νικόλαος, ε’ έκδοση, Εξελικτική Ψυχολογία:
Ελληνικά Γράμματα
Schiebinger Londa (2006). Ο νους δεν έχει φύλο- Οι γυναίκες στις απαρχές της νεωτερικής
επιστήμης -, Αθήνα: Κάτοπτρο
- 110 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Περίληψη
Στην προσπάθεια ορισμού του φύλου στις μέρες μας γίνεται διάκριση μεταξύ βιολογικού
φύλου (sex) και κοινωνικού φύλου (gender). Οι αντιλήψεις για τα φύλα διαμορφώνονται
παράλληλα με αυτές για τη σεξουαλικότητα, η οποία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της
έμφυλης ζωής μας. Έτσι και το σώμα, με βάση το οποίο γίνονται οι κατηγοριοποιήσεις
του φύλου και το οποίο εμπλέκεται άμεσα στη σεξουαλικότητα, αποκτά την υπόσταση
του κοινωνικού δράστη. Στο σχολείο, τα παιδιά διαμορφώνουν την ταυτότητα του φύλου
τους με μια σειρά διαδικασιών κοινωνικής μάθησης, που κατά βάση διέπουν το κρυφό
αναλυτικό πρόγραμμα. Όμως, σε ένα Σχολείο για Όλους, ίσων ευκαιριών, χρειάζεται
παραπάνω ευαισθητοποίηση, ώστε να πάψουν να διαιωνίζονται τα πρότυπα της σεξιστικής
κοινωνίας.
Abstract
Nowadays, trying to define the term “gender” we are facing a distinguish between terms
“sex” and “gender”. Perceptions of gender are formed parallel to those of sexuality,
which is an integral part of our life. So, body, which is the base of gender classifications
and is directly involved to sexuality, acquires the status of the social actor. Children,
at school, are forming their gender identity under the process of social learning, which
basically govern the hidden curriculum. But a School for Everybody, a school of equal
opportunities, needs more awareness, in order to eliminate patterns of a sexist society.
Εισαγωγή
� Synnott,
��������� A.
����������
(1993), The body social. Routledge�.
Αλεξιάς, Γ. (2006). Κοινωνιολογία του Σώματος : από τον “Άνθρωπο του Νεάτερνταλ” στον “Εξολοθρευτή”.
Αθήνα��������������������
: Ελληνικά����������
������������������
���������
Γράμματα�.
����������
Giddens, A.�����������
(1992), The Transformation of Intimacy: Sexuality, Love & Eroticism in Modern Societies.
- 111 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Θέτοντας το ερώτημα «τι είναι το φύλο» σήμερα η απάντηση σε αυτό είναι δύσκολη
και πολλές φορές περίπλοκη. Η ανάπτυξη των θεωρητικών μοντέλων προσέγγισης του
φύλου, η διερεύνηση και η ανάλυση των διαφορών από την επιστημονική κοινότητα
προσανατολίζονται αρχικά κυρίως σε δυο κατηγορίες. Σε αυτές που διαπιστώνουν
διαφορές που οφείλονται σε βιολογικούς παράγοντες και σε αυτές που αναφέρονται
στην εμπλοκή κοινωνικών συνθηκών και παραγόντων. Η συνύπαρξη αυτών των
προσεγγίσεων αναδεικνύουν τις αντιθέσεις και λειτουργούν με τάσεις συναγωνισμού,
οδηγώντας τη συνεχιζόμενη αναζήτηση σε ανατροπή των μέχρι τώρα ερμηνειών και
διαφορών του φύλου και στην αμφισβήτηση των διχοτομήσεων και των διπόλων
διακρίσεων στις κατηγορίες του φύλου.
Σύμφωνα με την ��������������
APA�����������
(���������
American���������������
��������������
Psychological� �������������
Association��) ��������������
το φύλο (�����
sex��)
αναφέρεται στη βιολογική κατάσταση ενός ατόμου και κατηγοριοποιείται συνήθως
ως αρσενικό, θηλυκό ή διαφυλικό, συμπεριλαμβάνοντας ένα σύνολο βιολογικών
χαρακτηριστικών (χρωμοσώματα, εσωτερικά αναπαραγωγικά όργανα, εξωτερικά
γεννητικά όργανα κ.α). Το κοινωνικό φύλο (��������
gender��) ����������������������������
αναφέρεται στις στάσεις, τα
συναισθήματα και τις συμπεριφορές που η δεδομένη κουλτούρα συνδέει με το βιολογικό
φύλο του ατόμου. Συμπεριφορά η οποία είναι συνεπής με τις πολιτιστικές προσδοκίες
για το φύλο αναφέρεται ως κανονιστική, ενώ συμπεριφορά που εκλαμβάνεται ως
ασυμβίβαστη με τις προσδοκίες χαρακτηρίζεται ως μη συμμόρφωση των φύλων.
Η άποψη ότι το φύλο είναι αποτέλεσμα της κοινωνίας και του πολιτισμού και
όχι της βιολογίας και της φύσης μπορεί να λύνει προβλήματα αλλά μπορεί επίσης και να
δημιουργεί, και αυτό σχετίζεται κυρίως με την παραδοχή ή όχι για τη σχέση αντίθεσης
μεταξύ βιολογικού και κοινωνικού φύλου, ιδιαίτερα σε ότι αφορά στο ποιοι/ποιες είμαστε.
Η Ann�
���� �������
Oakley����������������������������������������������������������������������
���������������������������������������������������������������������
χρησιμοποίησε για πρώτη στην κοινωνιολογία την έννοια του κοινωνικού
φύλου και τη σαφή διαφοροποίησή του από τη βιολογική διάκριση σε ανδρικό και γυναικείο,
τονίζοντας την άνιση κοινωνική διάκριση σε αρσενικό και θηλυκό και εστιάζοντας στις
κοινωνικά κατασκευασμένες διαφορές μεταξύ τους. Οι διαφορές αυτές αναδεικνύονται
μέσα από πολιτισμικές και κοινωνικές διεργασίες με τέτοιο τρόπο ώστε να αποδίδονται
ιδιαίτερες θηλυκές ή αρσενικές ιδιότητες σε γυναίκες και άνδρες αντίστοιχα. Έτσι το παιδί
- 112 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
αναπτύσσεται εντός της κοινωνίας με ένα σύνολο εντολών, κανόνων και συμπεριφορών
που η αφομοίωση τους είναι ικανή να το κατατάξει σε πολιτισμικά καθορισμένο κοινωνικό
φύλο. Η διαδικασία μετασχηματισμού που αφορά το κοινωνικό φύλο «μεταφράζεται»
λοιπόν σε κανόνες, πρότυπα, αξίες, σύμβολά, ρόλους και ταυτότητες των οποίων φορείς
και πλαίσια είναι οι κοινωνικοί θεσμοί και οι πολιτισμικές πρακτικές. Διαφορετικές
κοινωνίες, διαφορετικές σημασίες και αξίες που αποδίδονται στο φύλο αναδεικνύουν τα
συστατικά στοιχεία της πολιτισμικής ιδιαιτερότητας αλλά ταυτόχρονα και τις διαφορές
και τις συγκρούσεις στο εσωτερικό τους, αποδεικνύοντας εντέλει ότι όλες οι διαφορετικές
όψεις και συνισταμένες του φύλου έχουν κάτι κοινό που περιλαμβάνει την κατηγορία του
κοινωνικού και όχι του βιολογικού φύλου10.
Οι κοινωνικές ανισότητες είναι μια πραγματικότητα που επεκτείνεται και στον
τομέα του φύλου και επηρεάζονται από τις κοινωνικές δομές, τους κοινωνικούς ρόλους,
την εξουσία και τον πολιτισμό γενικότερα. Οι απόψεις για τους άνδρες και τις γυναίκες
και οι αποδιδόμενες ιδιότητες της θηλυκότητας και την αρρενωπότητας συνθέτουν ένα
σύστημα πεποιθήσεων για το φύλο. Σύμφωνα με τους Kite ���������
και ������
Deaux,11 στο σύστημα αυτό
περιλαμβάνονται: α) τα στερεότυπα για τα χαρακτηριστικά γυναικών και ανδρών (ποιος
πρέπει να είναι ο αντιπροσωπευτικός τύπος άνδρα ή γυναίκας πχ. τα αγόρια κλαίνε, τα
κορίτσια είναι ευαίσθητα κ.α), β) οι στάσεις για τους κοινωνικούς ρόλους ανδρών και
γυναικών, γ) ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβάνονται οι άνδρες και οι γυναίκες την ταυτότητα
φύλου τους και δ) οι αντιλήψεις για όλα εκείνα τα άτομα που ανατρέπουν το παραδοσιακό
πρότυπο των κοινωνικών ρόλων για το φύλο, αναφερόμενοι στους ομοφυλόφιλους
άνδρες και γυναίκες. Τα στερεότυπα, ανεξάρτητα από ηλικία, φύλο ή μορφωτικό επίπεδο,
παρουσιάζουν μεγάλη ανθεκτικότητα απέναντι σε αλλαγές και κάθε παρέκκλιση από τις
δίπολες «κανονικότητες» οδηγούν σε περιθωριοποίηση των υποκειμένων.
Ο φεμινισμός και ιδιαίτερα το τρίτο κύμα καθώς και οι φεμινιστικές θεωρίες
έδωσαν μια νέα και δυναμικότερη οπτική σχετικά με την ερμηνεία και την ανάλυση
του κοινωνικού φύλου. Από την καταπίεση των γυναικών, τις κοινωνικές-πολιτικές
κατασκευές και το ρόλο της πατριαρχίας σε αυτό καταλήγει στην αποδόμηση των
φύλων. Το φύλο «συναντάται» σε όλες τις εκφάνσεις της καθημερινής ζωής, τόσο
σε ατομικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο, λειτουργώντας μέσω της ιεραρχίας και της
ταξινόμησης ως αποτέλεσμα των εξουσιαστικών σχέσεων, των δομών και των θεσμών
ικανό να εμποδίσει την ολοκλήρωση της ανθρώπινης προσωπικότητας.
Η «αναταραχή» προκαλείται από την αμφισβήτηση του «αναπόφευκτου»
βιολογικού πεπρωμένου και προορισμού του κάθε φύλου, του οποίου όχημα και
τρόπος εγκατάστασης θεμελίωσης των οντολογικών αποτελεσμάτων αποτελεί
η επιτελεστικότητα12. Σύμφωνα με την Judith Butler το «φύλο υπάρχει μόνο στην
υπηρεσία του ετεροσεξισμού. Είναι μια ιδεατή κατασκευή που πραγματώνεται
Connell,
��������������������������
R (1987), Gender �� & �������
Power. Cambridge���������
������������������
: Polity�������
������� ������
Press�.
10 Μπακαλάκη, Α. (2003), Χρήσεις και καταχρήσεις του κοινωνικού φύλου στην ανθρωπολογία, Στο Το φύλο,
τόπος συνάντησης των επιστημών: Ένας πρώτος ελληνικός απολογισμός, Πρακτικά Συνεδρίου (Ρόδος 11-12
Οκτωβρίου 2003). Ρόδος Ανασύρθηκε από http://www.aegean.gr/gender-postgraduate/documents/Praktika_
������������������������������������������������������������
Synedriou/ %CE%9A%CE%B5%CE%AF%CE%BC%CE%B5%CE%BD%CE%BF%20%CE%9C%CF%80
%CE%B1%CE%BA%CE%B1%CE%BB%CE%AC%CE%BA%CE%B7.pdf
11 11� Kite,
������
M.���E. ���
& ��Deaux,
�������
K.�������������������������
(1987). Gender belief systems:
���������Homosexuality
��������������
and����
implicit
���������
inversion
����������
theory.
��������
Gender belief systems. Psychology of Women Quarterly, 11, p. 83-96.
12 Butler,
�������� J.
�����������
(1990), Gender Trouble: Feminism and the Subversion of Identity. New York/London: Routledge
- 113 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
βίαια. Δεν είναι ένα απλό στατικό γεγονός ή κατάσταση του σώματος αλλά μια
βίαιη διαδικασία επίδρασης των ρυθμιστικών κανονιστικών προτύπων που εντέλει
συμβάλλουν στην πραγμάτωση - υλικοποίηση του φύλου και την επαναεπιβεβαίωση
των κανονιστικών προτύπων. Οι άνθρωποι γεννιούνται με ανδρικά ή γυναικεία
χαρακτηριστικά όμως δεν γεννιούνται αρσενικοί ή θηλυκές»13.
Σεξουαλικότητες
13 Butler,
�������� J.
�����������
(1993), Bodies that Matter: On the Discursive Limits of «Sex». New York: Routledge
14 Κογκίδου, Δ. (2005), Φύλο, σεξουαλικότητα και σεξουαλικός προσανατολισμός -Ιδιωτική ζωή, δημόσιο
νόημα. Στο «Σεξουαλικός προσανατολισμός: Στάσεις – Επιλογές – Προβληματισμοί». (Θεσσαλονίκη, 9 Μαΐου
2005). Επιτροπή Κοινωνικής Πολιτικής - Κέντρο Συμβουλευτικής και Ψυχολογικής Υποστήριξης (ΚΕΣΥΨΥ),
ΑΠΘ. Ανασύρθηκε από
http���������������������������������������������������������������������������������
://������������������������������������������������������������������������������
www���������������������������������������������������������������������������
.��������������������������������������������������������������������������
dkogidou������������������������������������������������������������������
.�����������������������������������������������������������������
gr���������������������������������������������������������������
/��������������������������������������������������������������
documents�����������������������������������������������������
/����������������������������������������������������
article���������������������������������������������
_5_1.����������������������������������������
pdf�������������������������������������
?������������������������������������
sid���������������������������������
=6�������������������������������
d������������������������������
64����������������������������
f���������������������������
493������������������������
d�����������������������
5����������������������
c���������������������
4��������������������
df������������������
4350��������������
f�������������
32�����������
fe���������
468������
a�����
73169
15 Sexuality
���������� ���������
Resource Center
������� for
�������������������
Parents (2014), A Definition of Sexuality. ��������������������������������
Ανασύρθηκε από ����������������
http������������
://���������
www������
.�����
srcp�.
org��������������������������������
/�������������������������������
for����������������������������
_���������������������������
all������������������������
_�����������������������
parents����������������
/���������������
definition�����
.����
html
16 Κογκίδου, Δ. (2004). Φύλο και σεξουαλικότητα. Στο Παπαζήση Θ.-Χατζητρύφων Ν.-Κτενίδης Θ. (επιμ.),
Ομοφυλοφιλία – ομοφυλοφοβία. Το φύλο και η συμπεριφορά του). Αθήνα: Επίκεντρο.
17 Βαϊδάκης, Ν. (1993), Σεξουαλικός προσανατολισμός – Ομοφυλοφιλία. Ιατρική, �������������������������
τόμ����������������������
. 63(2), �������������
����������
.�����������
��������
. 134-139.
- 114 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
α) προς μέλη του ιδίου φύλου, β) προς μέλη του άλλου φύλου και γ) προς μέλη και
του ιδίου φύλου και του άλλου φύλου18. Στις δυτικές κοινωνίες παίρνει τη μορφή της
ομοφυλοφιλίας, ετεροφυλοφιλίας και αμφιφυλοφιλίας»19. Μελετώντας την ιστορία της
σεξουαλικότητας του ανθρώπου, διαπιστώνουμε ότι δεν υπάρχει ένα συγκεκριμένο
μοντέλο ανθρώπινης σεξουαλικότητας20. Κατά τη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας,
παρατηρούνται διαφορετικές δομές σεξουαλικότητας σε κάθε κοινωνία αλλά και ατομικά,
σε κάθε μονάδα της κάθε κοινωνίας. Το άτομο αντιλαμβάνεται τη σεξουαλικότητα του
επηρεασμένο από την κουλτούρα της εποχής του και τα κοινωνικά πρότυπα. Ωστόσο,
σημαντικό στοιχείο της σεξουαλικότητάς του αποτελεί και η προσωπική του επιθυμία21.
Παράλληλα. παρατηρούμε ότι τα σεξουαλικά συναισθήματα του ατόμου εξατομικεύονται.
Μάλιστα, εξατομικεύονται με τέτοιο τρόπο που κάθε άτομο διαφοροποιείται από τα
υπόλοιπα, βιώνοντας με μοναδικό τρόπο τη σεξουαλικότητά του22.
Κατά τις κονστρουκτιβιστικές θεωρίες, η σεξουαλικότητα προκύπτει από
τις σχέσεις που δημιουργούνται σ’ ένα πολιτισμικό και ιστορικό πλαίσιο και κατά
τις ουσιοκρατικές θεωρίες αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της ταυτότητάς μας. Η
ταυτότητα εκφράζει τον τρόπο με τον οποίο σχηματίζεται η εικόνα ως προς τον εαυτό
και τους άλλους ανθρώπους. Όσο πιο ολοκληρωμένη και συνεπής είναι η εικόνα αυτή,
τόσο πιο κοντά είναι το άτομο στη σύνθεση της ταυτότητάς του23. Οι Bucholtz and
Hall τονίζουν ότι στη σεξουαλικότητα λειτουργούν και εκδηλώνονται ταυτόχρονα
και με διαφορετικούς τρόπους πρακτικές, ταυτότητες, πεποιθήσεις και ιδεολογίες
σχετιζόμενες με το σώμα ως κάτι ερωτικό24.
Διαπιστώνεται ότι, παρά το γεγονός ότι η σεξουαλικότητα και το φύλο δεν
ταυτίζονται, δημιουργούν ένα πλέγμα σχέσης δεδομένης της ετεροκανονικότητας25.
Μέσα στο πλαίσιο της ετεροκανονικότητας η σεξουαλική έλξη της γυναίκας από άνδρα
και η σεξουαλική έλξη του άνδρα από γυναίκα αναδεικνύεται ως ο πολιτισμικός ορισμός
του «σωστού αρσενικού» και του «σωστού θηλυκού» αντίστοιχα26, καλλιεργώντας την
προσδοκία ευθυγράμμισης του φύλου με «κατάλληλες» συμπεριφορές27. Κατά συνέπεια
18 APA
��������������
(American Psychological
�������������� Association)
������������� (2014),
� Definition of Terms: Sex, Gender, Gender Identity,
Sexual Orientation. Α �νασύρθηκε από http����������������������������������������������������������
��������������������������������������������������������������
://�������������������������������������������������������
www����������������������������������������������������
.���������������������������������������������������
apa������������������������������������������������
.�����������������������������������������������
org��������������������������������������������
/�������������������������������������������
pi�����������������������������������������
/����������������������������������������
lgbt������������������������������������
/�����������������������������������
resources��������������������������
/�������������������������
sexuality����������������
-���������������
definitions����
.���
pdf
19 Κογκίδου, Δ. (2004). Φύλο και σεξουαλικότητα. Στο Παπαζήση Θ.-Χατζητρύφων Ν.-Κτενίδης Θ. (επιμ.),
Ομοφυλοφιλία – ομοφυλοφοβία. Το φύλο και η συμπεριφορά του). Αθήνα: Επίκεντρο.
20 Foucault, M. (1982). Ιστορία της σεξουαλικότητας, τ. 1. Αθήνα: Ράππα.
21 McNair, Brian (2005). Η Κουλτούρα του Στριπτίζ. Σεξ, μέσα ενημέρωσης και ο εκδημοκρατισμός της
επιθυμίας.Αθήνα: Σαββάλας
22 22� Weeks,
�������
J. (2003).
�����������
Sexuality. 2nd ed. London������������
: Routledge�
����������.
23 Κογκίδου, Δ. (2004). Φύλο και σεξουαλικότητα. Στο Παπαζήση Θ.-Χατζητρύφων Ν.-Κτενίδης Θ. (επιμ.),
Ομοφυλοφιλία – ομοφυλοφοβία. Το� ��������������������������
φύλο����������������������
και������������������
���������������������
���������������
�����������������
συμπεριφορά����
��������������� του). Αθήνα������������
��� �����������������
: Επίκεντρο�
����������.
24 Bucholtz,
���������� M.
��� & �� ������
Hall, K.
������������
(2004a), Theorizing
����������� ���������
Identity ��� in ���������
Language ����
and ����������
Sexuality ����������
Research. Language�������
in�
������������
33: 469-515.
Society,�������������
25 Κανάκης, Κ. (2008α), Γλώσσα, Αρσενικότητα και Σεξουαλικότητα στο Διαδίκτυο. Στο: Μελέτες για την
Ελληνική Γλώσσα: Πρακτικά της 28ης Ετήσιας Συνάντησης του Τομέα Γλωσσολογίας της Φιλοσοφικής
Σχολής του ΑΠΘ, (Θεσσαλονίκη 21-22 Απριλίου 2007). Θεσσαλονίκη: Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών,
σ.σ. 159-170.
26 Archakis��
����������, ����
A���., ��
& ��������������
Lampropoulou��, ��������������������������
S�������������������������
., (2010). Narrativising
�������������� ���� the �����
Body �����
as a Stimulus
��������� for
���� Desire:
�������� Evidence
���������
from Greek Youth Storytelling. Language and Sexuality (through and) beyond Gender. Canakis, Kantsa
Yannakopoulos (eds.) Cambridge� ����������������������
Scholars��������������
�������������. ���������
Publishing��� p��������
. 67-85.
27 Κανάκης, Κ., (2007α), Αποκωδικοποιώντας τη Γλώσσα της Μαρκέτας: Ομοσεξουαλικότητα και
Εμπορεύσιμη Αρσενικότητα. Σύγχρονα� �������� Θέματα��, τόμ���. 98, �����������
��������
.���������
������
. 55-59.
- 115 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
η σεξουαλικότητα συνδέεται με την άποψη ότι δεν αποτελεί απλά ένα φυσικό φαινόμενο,
αλλά περισσότερο ένα πολιτισμικό28.
Μια άλλη διάσταση της σεξουαλικότητας των ατόμων δεν αφορά μόνο το φύλο
αλλά την επίδειξη ισχύος στον πραγματικό κόσμο29, ενισχύοντας την αλληλεξάρτηση
εξουσίας, σεξουαλικότητας και φύλου. Ο Foucault��������������������
����������������������������
, στην «Ιστορία της ������������������
Σεξουαλικότητας»,
τονίζει ότι η εξουσία δρα με τέτοιο τρόπο ώστε να κατασκευάσει ένα υποκείμενο και μια
ατομικότητα από τα μέσα προς τα έξω. Στις δυτικές κοινωνίες ο μετασχηματισμός του
σεξουαλικού υποκειμένου είναι το αποτέλεσμα μιας εξουσίας που δεν καταστέλλει τη
σεξουαλικότητα ώστε να την εξαφανίσει, αλλά δημιουργεί «λόγους» γι αυτή. Οι λόγοι
αυτοί θέτουν κανόνες και αρχές, αποκτούν δύναμη και εξουσία και γίνονται ικανοί να
κατευθύνουν τις ανθρώπινες σχέσεις και συμπεριφορές, καθορίζοντας το πλαίσιο και το
χώρο συζήτησης απέναντι στη σεξουαλικότητα30.
28 ���������
Cameron, ���D. ��
& ��������
Kulick, �������������
D., (2003), Language and Sexuality. Cambridge, UK: Cambridge University Press.
29 Hall,
������ K.,
����������
2005. Exceptional
������������ Speakers:
���������� Contested
���������� and
���� Problematized
�������������� Gender
������� Identities.
������������ The Handbook of
Language and Gender. Holmes, J. & M. Meyerhoff (eds.). Malden��, MA�� ����: �������������������
Blackwell����������
. 353-380.
30 Foucault, M. (1982). Ιστορία της σεξουαλικότητας, τ. 1. Αθήνα: Ράππα.
31 ���������
Glick,P. & �� Fiske,S.T.(1996).The
����������������� ambivalent sexism inventory: Differentiating hostile and benevolent
sexism. Journal� of�������������
���������������
������������ ����
Personality� and� ��������������������������
Social��������������������
Psychology���������
�������������������
, 70, 491–512.
32 Αλεξιάς, Γ. (2006). Κοινωνιολογία του Σώματος : από τον “Άνθρωπο του Νεάτερνταλ” στον “Εξολοθρευτή”.
Αθήνα��������������������
: Ελληνικά����������
������������������
���������
Γράμματα�.
33 Turner,
�������� B.
�����������
(1995). Medical Power and Social Knowledge. London: Sage.
- 116 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
34 34� Turner,
��������
B.S.�������������
(2008), The Body & Society. Explorations in Social Theory. 3rd edition. London: Sage.
35 McNair��
��������, B����������
�����������
. (2005), Η Κουλτούρα του Στριπτίζ. Σεξ, μέσα ενημέρωσης και ο εκδημοκρατισμός της επιθυμίας.
Αθήνα: Σαββάλας.
36 36�������
Liss, M.,����
Erchull,
���������
M.J.�����
& ��Ramsey,
��������������������
L.R.(2011), Empowering
����������� or ���
Oppressing?
������������
Development
������������ and
����
Exploration
������������
of the Enjoyment of Sexualization Scale. Personality and Social Psychology 37(1), p. 55-68.
37 37� APA
��������������
(���������
Α��������
merican ��������������
Psychological
��������������
��������������
Association),
��������������
������������
Taske
������������
Force ���
on ���
����
the����
��������������
sexualization
��������������
���
of ���������������
girls,
��� ���������������
(2007), Report of the
APA Taske Force on the sexualization of girls. Washington, DC: ���������Α��������
merican ��������������
Psychological �����������
Association
- 117 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
στην εικόνα του σώματός τους και στη ντροπή που νιώθουν γι αυτό (μην έχοντας τα
ιδανικά σώματα των γυναικών που προβάλλουν τα ΜΜΕ). Υψηλά επίπεδα επιτήρησης
του σώματος και ντροπής γι αυτό οδηγούν σε παθολογικές διατροφικές συμπεριφορές38.
Η έρευνα επίσης αποδεικνύει ότι η αντικειμενοποίηση σχετίζεται με την αύξηση της
κατάθλιψης39 και τη μείωση της αυτοεκτίμησης και της ευημερίας40.
Κοινωνική Μάθηση
38 Calogero,
����������������
R.M., Davis,
������� W.N.,
������ Thompson,
���������� J.K.
�������������
(2005), The
���� role
����� of
��� self-objectification
��������������������� in��� the
���� experience
����������� of
���
women with eating disorders. Sex roles, 52, p. 43-49.
39 Muehlenkamp,
������������� J.J. ����� &
�� ����������������������������
Saris-Baglama, R.N. (2002), Self-objectification
��������������������� and
���� its
���� psychological
�������������� outcomes
��������� for
����
college women. Psychology of Women Quarterly, 26, p. 371-379.
40 Hurt,
������ M.M.,
��������������
Nelson, J.A.,������ Turner,
�������� D.T.,
������ Haines,
�������� M.E.,
��������������������
Ramsey, L.R., Erchull,��������� M.J.,������������
Liss, M.
������������������������
(2007), Feminism: What is it good for?
Feminine norms and objectification as the link between feminist identity and clinically relevant outcomes. Sex
roles, 57, p. 355-363.
41 ������
Lips, M.
��� H.
������������
(2001), Sex and Gender: An Introduction. (4th ed.). California: Mayfield Publ. Company.
42 Mischel,
��������� W.�������������
(1966). A social
������� learning
��������������
view of
��� sex
����������������
differences in��� behavior.
���������� ���
In ���
E. E.
��� Maccoby
�������� �������
(Ed.), The
development of sex differences. (pp. 56-81). Stanford: Stanford University Press.
43 Bussey,
�����������
��
���. ��
& ��������������������
Bandura, Α����������
�����������
. (1984), Influence
���������� of
��� gender
������� constancy
���������� and
���� �������
social power
������ on��� sex
���� ��- �������
linked ����������
modeling,
Journal �������������������������
�������������������������� Psychology. 47, p. 1292-1302.
f personality and Social ����������
44 Sayers,
�������� J.
�����������������������
(1987), Psychology ���� and �����������������
gender divisions in��� Weiner,
�����������
G. & �� Arnot,
������� M.
���������
(eds) Gender Under Scrutiny:
New Inquiries in Education. London: Hutchinson and Open University Press.
- 118 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Εκπαίδευση
45 Κογκίδου, Δ., (1998), Ισότητα των Φύλων στην Εκπαίδευση - Δυνατότητες και Προβλήματα στην
Ευαισθητοποίηση των Εκπαιδευτικών. Στο: Κέντρο Ερευνών για Θέματα Ισότητας -ΚΕΘΙ (Επιμ.) Εκπαίδευση
και Φύλο - Νέες Τεχνολογίες. Πρακτικά Συνεδρίου, σ. 41-47. Αθήνα: ΚΕΘΙ.
46 Kehily,
�����������
Μ. J.,
���������������������������������������������������������������������
(2002), Ζητήματα για το φύλο και τη σεξουαλικότητα στα σχολεία, Στο ���� Διερευνώντας το
Κοινωνικό Φύλο: Σύγχρονες Προσεγγίσεις για την Εκπαίδευση (Δεληγιάννη-Κουιμτζή, Β. Επιμ.), σ. 169-184,
Αθήνα: ΚΕΘΙ.
47 ������
Rich, A.,
������������
(1980), Compulsory
����������� Heterosexuality
���������������� and
���� ��������
Lesbian �����������
Existence, Signs, Vol. 5, No. 4, Women: Sex and
Sexuality. p. 631-660. Ανασύρθηκε ���������������������������������������������������������������������������
από������������������������������������������������������������������������
http://readthenothing.files.wordpress.com/2010/10/richcompulsuryhet.pdf
- 119 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
αναλυτικό πρόγραμμά αλλά και το «κρυφό αναλυτικό πρόγραμμα». Μέσα από τις
καθημερινές δραστηριότητες των μαθητών/τριών το «κρυφό αναλυτικό πρόγραμμα»
λειτουργεί ως ρυθμιστής του βιολογικού και κοινωνικού φύλου, με σαφή εμπλοκή
σε ζητήματα σεξουαλικότητας και με εμφανή πάντα αποτελέσματα, οδηγώντας στη
συμμόρφωση ή στην αντίδραση. Στη σχολική κουλτούρα για τους μαθητές και τις
μαθήτριες η σεξουαλικότητα κατέχει ιδιαίτερη σημασία καθώς και η «αντίστοιχη» του
φύλου τους συμπεριφορά. Αυτές οι καθορισμένες συναλλαγές εκφράζονται στο σχολικό
χώρο καθημερινά και εμπεριέχουν ζητήματα εξουσίας. Για παράδειγμα, η «μαγκιά»
εμπεριέχει την καλλιέργεια της ετεροφυλοφιλικής ταυτότητας, στο «δειλό» μαθητή μπορεί
να αποδοθούν «θηλυκά» χαρακτηριστικά και να τον αποκαλέσουν με ευκολία «γκέι», η
υπόληψη των κοριτσιών που κατηγοριοποιούν τις νεαρές γυναίκες με όρους σεξουαλικής
διαθεσιμότητας κ.α και δηλώνουν τη διάχυτη παρουσία της ετεροφυλοφιλίας48.
Επίλογος - Προτάσεις
Το σχολείο είναι ένας βασικός παράγοντας της κοινωνίας μας, ένας ζωντανός οργανισμός
με πολιτισμικά στοιχεία, μέσα στον οποίο κατασκευάζονται, αναπαράγονται και
βιώνονται νοήματα και πρακτικές που αφορούν τη σεξουαλικότητα και το φύλο49. Η απλή
μετάδοση των γνώσεων δεν είναι αρκετή, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η αλλαγή των
κοινωνικών αντιλήψεων και η εξάλειψη των στερεοτυπικών αντιλήψεων της κοινωνίας
σε ζητήματα φύλου και σεξουαλικότητας. Το καταλληλότερο μέσο αυτής της αλλαγής
είναι η εκπαίδευση και οι εκπαιδευτικοί. Για να πραγματοποιηθούν αυτές οι αλλαγές
αναγκαία είναι η εκπαίδευση των εκπαιδευτικών, η υλοποίηση προγραμμάτων σε θέματα
φύλου, ταυτότητας φύλου, σεξουαλικότητας, και σεξουαλικής ταυτότητας. Η εκπαίδευση
να προσανατολίζεται σε όλες εκείνες τις δράσεις που θα επιτρέψουν την ομαλή εξέλιξη
της διαδικασίας της διαμόρφωσης της ταυτότητας ώστε «εγώ να είμαι εγώ»50.
Λαμβάνοντας υπόψη την πολυπλοκότητα των σύγχρονων κοινωνικών σχέσεων
και τη βαθιά κατανόηση της πραγματικότητας, μια ευαισθητοποιημένη εκπαίδευση
μπορεί να διακρίνει ότι ο πολιτισμός έχει δυναμική, ότι όλα τα άτομα ανεξαρτήτως φυλής,
φύλου, αναπηρίας, σεξουαλικότητας μπορούν να συνυπάρχουν και να εξελίσσονται μέσα
σε μια ποικιλόμορφη κοινωνία, μέσα σε ένα Σχολείο για Όλους.
Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσση
Αλεξιάς, Γ. (2006). Κοινωνιολογία του Σώματος : από τον “Άνθρωπο του Νεάτερνταλ”
στον “Εξολοθρευτή”. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
48 Kehily,
�����������
Μ. J.,
���������������������������������������������������������������������
(2002), Ζητήματα για το φύλο και τη σεξουαλικότητα στα σχολεία, Στο ���� Διερευνώντας το
Κοινωνικό Φύλο: Σύγχρονες Προσεγγίσεις για την Εκπαίδευση (Δεληγιάννη-Κουιμτζή, Β. Επιμ.), σ. 169-184,
Αθήνα: ΚΕΘΙ.
49 Πολίτης, Φ. (2006), Οι ανδρικές ταυτότητες στο σχολείο: ετεροσεξουαλικότητα, ομοφυλοφοβία και
μισογυνισμός. Αθήνα: Επίκεντρο.
50 Bauman,
����������������������������������
Ζ. (1999), ‘Individually, together
�������������������
Foreword, Στο
���� U. Beck and Ε. Beck Gernsheim’ lndividuαlisαtion,
London: Sage.
- 120 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Ξενόγλωσση
APA (���������
Α��������
merican ��������������
Psychological ��������������
Association), ������������
Taske Force ���
on ����
the ��������������
sexualization ���
of �������
girls,
(2007), Report of the APA Taske Force on the sexualization of girls. Washing-
ton, DC: Α��������
���������
merican ��������������
Psychological �����������
Association
- 121 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
- 122 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
States in the twentieth century (Vol. 2.). New York: Charles Scribner’s Sons,
( pp. 899-915).
Muehlenkamp, J.J. & Saris-Baglama, R.N. (2002), Self-objectification and its psycho-
logical outcomes for college women. Psychology of Women Quarterly, 26, p.
371-379.
Oakley, Α����������
�����������
. (1972), Sex, Gender and Society. London: Temple Smith.
Rich, A., (1980), Compulsory Heterosexuality and Lesbian Existence, Signs, Vol. 5, No.
4, Women: Sex and Sexuality. p. 631-660. Ανασύρθηκε �������������������
από����������������
http://readthe-
nothing.files.wordpress.com/2010/10/richcompulsuryhet.pdf
Sayers, J. (1987), Psychology and gender divisions in Weiner, G. & Arnot, M. (eds)
Gender Under Scrutiny: New Inquiries in Education. London: Hutchinson
and Open University Press.
Sexuality Resource Center for Parents (2014), A Definition of Sexuality. ���������������
Ανασύρθηκε από
http�����������������������������������������������
://��������������������������������������������
www�����������������������������������������
.����������������������������������������
srcp������������������������������������
.�����������������������������������
org��������������������������������
/�������������������������������
for����������������������������
_���������������������������
all������������������������
_�����������������������
parents����������������
/���������������
definition�����
.����
html
Synnott, A. (1993), The body social. Routledge.
Turner, B. (1995). Medical Power and Social Knowledge. London: Sage.
Turner, B.S. (2008), The Body & Society. Explorations in Social Theory. 3rd edition.
London: Sage.
Weeks, J. (2003), Sexuality. 2nd ed. London: Routledge. ��������������������������
Ανασύρθηκε����������������
από������������
���������������
http://www.
google.com/books?id=xp-H1XfbM4AC&pg=PA1&dq=body+sexuality&lr=
&hl=el&cd=32#v= onepage&q=body%20sexuality&f=false
- 123 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
- 124 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Περίληψη
Στην παρούσα εργασία διερευνήσαμε τις αντιλήψεις των εκπαιδευτικών που υπηρετούν
στον Νομό Αρκαδίας σχετικά με τις συνέπειες της κοινωνικής και οικονομικής κρίσης στην
ελληνική πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνάς μας, φαίνεται
ότι έχουν ήδη αρχίσει να εμφανίζονται τα πρώτα αρνητικά σημάδια στην εύρυθμη λειτουργία
των δημόσιων δημοτικών σχολείων καθώς και σε ορισμένους τομείς της καθημερινότητας
των μαθητών. Οι αλλαγές αυτές επιβάλλουν τον άμεσο επαναπροσδιορισμό του ρόλου
του δασκάλου και την υιοθέτηση καινοτόμων και δημιουργικών προγραμμάτων που θα
βοηθήσουν στη βελτίωση της καθημερινότητας των παιδιών.
Summary
In the present study we investigated the perceptions of teachers who serve the Prefecture
of Arcadia on the effects of social and economic crisis in Greek primary education.
According to the results of our research, it seems that the first negative signs have already
begun to appear in the proper functioning of public elementary schools and in some areas
of the daily life of students.� ������
These ��������
changes ��������
require ����������
immediate �������������
redefinition ���
of ����
the �����
role ���
of
the teacher and the adoption of innovative and creative programs that will help to improve
the daily lives of children.
1. Εισαγωγή
Η διαπίστωση ότι η οικονομική κρίση δεν είναι κάτι μακρινό και ξένο προς εμάς,
αναγνωρίστηκε, όταν αυτή έγινε αισθητή σε κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης που
ανήκαν στην Ευρωζώνη, όπως η Ιρλανδία. Ωστόσο, οι συνέπειες αυτού του φαινομένου
καθυστέρησαν να γίνουν αντιληπτές στην Ελλάδα. Η αρχή έγινε στις 9 Αυγούστου
του 2007, όταν η γαλλική τράπεζα BNP Paribas, ανέστειλε τις αναλήψεις από τρία
επενδυτικά ταμεία. Ορόσημο, όμως, της οικονομικής κρίσης ήταν η πτώχευση της
τράπεζας επενδύσεων Lehman Brothers στις 15 Σεπτεμβρίου του 2008. Μετά από
την πτώχευσή της, δημιουργήθηκαν σοβαρά προβλήματα στο διεθνές εμπόριο και
στην παραγωγή. Ταυτόχρονα, ξεκίνησε μία σειρά από πτωχεύσεις τραπεζών, αλλά και
αγωνιώδεις προσπάθειες διάσωσης άλλων. Δυστυχώς, η ύφεση στην Ευρώπη και στον
κόσμο συνεχίστηκε και το 2009 η Ευρωζώνη συρρικνώθηκε κατά -4,1% και η χώρα μας
κατά -2,0%.
Χαρδούβελης, Γ. (2011). Το χρονικό της διεθνούς και συνακόλουθης ελληνικής και ευρωπαϊκής κρίσης: αίτια,
επιπτώσεις, αντιδράσεις, προοπτική. Στο: Από τη διεθνή κρίση στην κρίση της Ευρωζώνης και της Ελλάδας: Τι
μας επιφυλάσσει το μέλλον. Αθήνα���������������
: Εκδ����������
�������������
. Λιβάνη��
��������.
- 125 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
� ����������������
UNICEF. (2012). When the global crisis and youth bulge collide – Double the jobs trouble for youth.
Retrieved from: http://www.unicef.org/socialpolicy/files/ Global _Crisis_and_Youth_Bulge_-_FINAL.pdf
� �������������������
Eurochild. (2012). How the economic and financial crisis is affecting children & young people in Europe.
Retrieved from: http://www.eurochild.org/fileadmin/ ThematicPriorities/Crisis/Eurochild%20updates/
Eurochild_Crisis_Update_Report_2012.pdf
Ευρωπαϊκή Ένωση. (2011). Ευρωπαϊκή πλατφόρμα για την καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού
αποκλεισμού: ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο για κοινωνική και εδαφική συνοχή (doi:10.2767/39120). Ανακτήθηκε������
από��
�����:
ec.europa.eu/social/ BlobServlet?docId=7003&langId=el
Μάρδας, Δ. (2012) Η κρίση μέσα από τα μάτια των παιδιών μας. Ανακτήθηκε από: http://www.airetos.gr/
default.aspx?pageid=5894
- 126 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
� Conger,
�������� D.
�������
R., Conger,
�������� J.
��� ����
K., ��
& ��������
Martin, J.
��� M.
�����������
(2010). Socioeconomic
�������������� status,
���������������
Family processes
���������� and
���� individual
�����������
development. Journal of Marriage and Family, 72, 685-704.
� ���������������
ETUCE. (2012). Παρουσίαση της έρευνας. Ανακτήθηκε από: http://www.tovima. gr/files/1/2012/06/05/
etuce050612.pdf.
Αναγνωστόπουλος, Δ. & Σουμάκη, Ε. (2012). Οι επιπτώσεις της κοινωνικο-οικονομικής κρίσης στην ψυχική
υγεία παιδιών και εφήβων. Ψυχιατρική, 23(1), 13-14.
������������������
Paraskevopoulos��,� ���
I. ��
& �������
Morgan �����������������
J. (2010). Greek ����������
Education ����
and ��������������
the Financial ��������
Crisis. Grundfragen und Trends
International.
- 127 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
3. Έρευνα
3.1 Μεθοδολογία
Οι ερευνητικές υποθέσεις που διατυπώθηκαν στην αρχή της παρούσας εργασίας είναι:
Πρώτον, η περιοχή στην οποία υπηρετούν οι δάσκαλοι δεν διαφοροποιεί τη συχνότητα
εμφάνισης προβλημάτων σχετικά με τη διατροφή των παιδιών. Δεύτερον, η διαφορετική
εμπειρία των δασκάλων δεν παίζει ρόλο στη διατύπωση των αντιλήψεων τους σχετικά με
10 10��������
Έφηβοι�
������� Σύμβουλοι�����
��������������
��������������
του�
���� �������������������������������
Συνηγόρου����������������������
�������������������������������
του������������������
���������������������
Παιδιού����������
�����������������
. (2012).
�������� Οι συνέπειες της κρίσης στη ζωή των μαθητών.
Ανακτήθηκε από: http://www.0-18.gr/downloads/ Symperasmata%20ereynas%20gia%20tin%20krisi.pdf
- 128 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
τη συχνότητα περιπτώσεων που η σχολική επίδοση των μαθητών και η παραμέληση της
εργασίας τους, σημείωσε κάμψη, σε σχέση με το παρελθόν. Η τρίτη υπόθεση ήταν ότι οι
δάσκαλοι από σχολεία διαφορετικών περιοχών δεν κρίνουν διαφορετικά τη συχνότητα
προβλημάτων στον ψυχισμό των μαθητών και τη συμπεριφορά τους. Τέλος, υποθέσαμε
ότι η περιοχή στην οποία υπηρετούν οι δάσκαλοι δεν επηρεάζει τις αντιλήψεις τους για
τις ελλείψεις ή όχι στις λειτουργικές ανάγκες του σχολείου στο οποίο υπηρετούν.
3.3 Αποτελέσματα
Στην ερώτηση για τη συχνότητα των περιπτώσεων που τα παιδιά προσέρχονται στο
σχολείο με ενδύματα και υποδήματα είτε φθαρμένα είτε δυσανάλογα της σωματικής τους
διάπλασης, η πλειοψηφία των δασκάλων απαντά πως τα φαινόμενα αυτά τα συναντούν
συχνότερα (σε ποσοστό 37,3%) ή πολύ συχνότερα (σε ποσοστό 3%) σε σχέση με τα
προηγούμενα χρόνια, ενώ το 17,2% του δείγματος δηλώνει ότι τέτοια φαινόμενα δεν
έχουν υποπέσει στην αντίληψή τους. Στη συνέχεια ερωτήθηκαν πάνω σε θέματα της
διατροφής. Το ζήτημα της διατροφής κρίνεται ως ένα ιδιαίτερα σημαντικό ζήτημα, καθώς
πολλές αναφορές έχουν γίνει τον τελευταίο καιρό και έχουν γραφτεί άρθρα, σχετικά με
προβλήματα υποσιτισμού στα σχολεία.
Σύμφωνα, λοιπόν, με τις απαντήσεις των δασκάλων φαίνεται πως το ζήτημα του
δεκατιανού είναι ένα σχετικά συχνό πρόβλημα. Συγκεκριμένα, το 32,1% των ερωτηθέντων
υποστηρίζει πως το πρόβλημα της εξασφάλισης του δεκατιανού είναι συχνότερο σήμερα
για τους μαθητές τους, ενώ 5,2% υποστηρίζει πως είναι πολύ συχνότερο. Παρόλα αυτά,
είναι αξιοσημείωτο ότι το 26,1% δηλώνει ότι το πρόβλημα έχει την ίδια δυναμική σήμερα
σε σχέση με το παρελθόν, ενώ το 23,9% δεν το έχει παρατηρήσει. Επίσης, η πλειοψηφία
των ερωτηθέντων (39,6%) δηλώνει πως δεν έχει υποπέσει στην αντίληψή της σημάδια
υποσιτισμού στην εμφάνιση των παιδιών. Μόνο τριάντα δάσκαλοι υποστηρίζουν ότι
υπάρχουν υποσιτιζόμενα παιδιά, εκ των οποίων οι τρεις δάσκαλοι αναφέρουν πως είναι
πολύ περισσότερα σε σχέση με το παρελθόν.
Έπειτα, αξιολογήθηκε η συχνότητα εμφάνισης προβλημάτων υγιεινής και
καθαριότητας σε μαθητές δημοτικού, ένα φαινόμενο που και αυτό σχετίζεται με την
οικονομική ανέχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό. Η πλειοψηφία των δασκάλων
μοιράζεται στις απαντήσεις «το ίδιο» (σε ποσοστό 34,3%) και «συχνότερα» (σε ποσοστό
33,6%). Αντίθετα, το 45,5% του δείγματος τονίζει ότι οι ελλείψεις στα σχολικά είδη των
μαθητών έχουν αυξηθεί σε μεγάλο βαθμό, αν και το 11,9% αγνοεί το πρόβλημα αυτό. Η
διαφορά αυτή εστιάζεται στην περιοχή που εργάζονται οι εκπαιδευτικοί, όπως φαίνεται
και στο επόμενο γράφημα.
- 129 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
β) Σχολική επίδοση, συμμετοχή και ενδιαφέρον στη μαθησιακή διαδικασία και στις
σχολικές και εξωσχολικές δραστηριότητες
Στην ερώτηση «Αν έχει σημειωθεί κάμψη στη σχολική επίδοση των μαθητών σε σχέση
με τα προηγούμενα χρόνια» δύο δάσκαλοι δήλωσαν αδυναμία να απαντήσουν, ενώ το
54,5% των υπολοίπων θεωρεί ότι οι περιπτώσεις αυτές είναι ελάχιστες. Μόνο το 15,2%
θεωρεί ότι οι περιπτώσεις αυτές είναι αρκετές και το 5,3% υποστηρίζει ότι το πρόβλημα
της σχολικής επίδοσης είναι αυξημένο. Αντίθετα, η παραμέληση της σχολικής εργασίας
είναι ένα πολύ συχνότερο φαινόμενο σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, καθώς
η πλειοψηφία των δασκάλων (43,3%) δηλώνει πως οι περιπτώσεις των μαθητών που
παραμελούν τις εργασίες τους είναι αρκετές και το 9% πολλές.
Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθεί, ότι σύμφωνα με έλεγχο συσχέτισης,
φαίνεται ότι η διαφορετική εμπειρία των δασκάλων παίζει ρόλο στη διατύπωση των
απόψεων τους σχετικά με τη συχνότητα περιπτώσεων που η σχολική επίδοση των
μαθητών και η παραμέληση της εργασίας τους. Συγκεκριμένα, οι νεότεροι σε εμπειρία
δάσκαλοι, κρίνουν αυστηρότερα και διαπιστώνουν πολύ περισσότερες περιπτώσεις
παιδιών με τις παραπάνω δυσκολίες από τους εμπειρότερους δασκάλους και ειδικότερα
αυτούς με εμπειρία άνω των 20 ετών.
Στη συνέχεια, ζητήθηκε από τους εκπαιδευτικούς να αναφέρουν αν υπάρχει
διαφοροποίηση στο ενδιαφέρον και τη συμμετοχή των μαθητών στη μαθησιακή
διαδικασία, σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. Η συντριπτική πλειοψηφία των
δασκάλων και το ποσοστό του 75,4% πιστεύει πως αυτή έχει παραμείνει ίδια, ενώ μόνο
το 18,7% πιστεύει πως μειώθηκε. Επίσης, οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί συζητούν για
την οικονομική κρίση μέσα στην τάξη, ενώ μόνο το 23,1% αποφεύγει το θέμα. Έπειτα,
ζητήθηκε από τους δασκάλους να καταγράψουν αν έχουν μειωθεί ή όχι οι εξωσχολικές
δραστηριότητες των μαθητών τους. Οι μισοί δάσκαλοι υποστήριξαν πως αυτές έχουν
μειωθεί, ενώ το 18,7% δήλωσε πως δεν γνωρίζει. Όσον αφορά τη συμμετοχή των
μαθητών του δημοτικού στις προγραμματισμένες σχολικές δραστηριότητες, όπως είναι οι
εκπαιδευτικές επισκέψεις και εκδρομές, το 54,5% των δασκάλων θεωρεί πως ο αριθμός
των μαθητών που συμμετέχουν έχει μειωθεί.
- 130 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Το πεδίο αυτό εστιάζει σε θέματα που έχουν να κάνουν με τον ψυχισμό του παιδιού, όπως
συμπτώματα θλίψης και απομόνωσης, σημάδια σωματικής κακοποίησης ή ψυχολογικής
βίας, αλλά και σε ζητήματα σχετικά με τη συμπεριφορά, όπως θέματα επιθετικότητας και
παιδικής εργασίας. Από την έρευνα προέκυψε ότι οι μισοί δάσκαλοι δεν διαπιστώνουν
σημαντικές διαφορές, σε σχέση με το παρελθόν, ως προς τη συχνότητα εμφάνισης
παιδιών με συναισθηματικού τύπου προβλήματα, όπως θλίψη και τάσεις απομόνωσης.
Ωστόσο, είναι αξιοσημείωτο ότι 41 δάσκαλοι παρατηρούν τέτοιες περιπτώσεις παιδιών
συχνότερα σήμερα. Αντίθετα, τα ποσοστά για παιδιά με επιθετικότητα, φαίνεται να
είναι ιδιαίτερα αυξημένα σήμερα. Οι περισσότεροι δάσκαλοι διακρίνουν συχνότερα το
φαινόμενο παιδιών με θυμό και επιθετικότητα, ενώ μόνο το 10,4% του δείγματος είτε δεν
διαπιστώνει τέτοια φαινόμενα, είτε θεωρεί ότι είναι μειωμένα σε σχέση με το παρελθόν.
Στην ερώτηση για τη συχνότητα των κρουσμάτων παιδιών που έχουν υποστεί
σωματική κακοποίηση, το 54,5% να υποστηρίζει πως ζητήματα σωματικής κακοποίησης
δεν έχουν υποπέσει στην αντίληψή του, ενώ μόλις 2,2% κρίνει πως έχουν αυξηθεί.
Η πλειοψηφία αυτή ήταν βέβαια αναμενόμενη, αφού τα θέματα που αφορούν στην
κακοποίηση ανήλικων θεωρούνται από τα πιο δύσκολα προβλήματα στην αξιολόγηση
και αντιμετώπισή τους, ενώ απαιτείται συχνά η εμπλοκή και άλλων φορέων, όπως η
εισαγγελία, η αστυνομία κλπ.. Αλλά και στην ερώτηση για τα κρούσματα παιδιών που
έχουν υποστεί ψυχολογική βία, το 41% δηλώνει πως δεν έχουν υποπέσει στην αντίληψή
τους τέτοια κρούσματα, αν και υπάρχει ένα 14,2% που αναφέρει συχνότερα κρούσματα
παιδιών που έχουν υποστεί κατά τη γνώμη τους, ψυχολογική βία. Στο σημείο αυτό, πρέπει
να αναφερθεί ότι υπάρχει διαφοροποίηση σε σχέση με την εμπειρία του δασκάλου. Οι
δάσκαλοι με τα λιγότερα χρόνια εμπειρίας, έχουν μεγαλύτερο μέσο όρο, 2,64, με την
αξιολόγηση 1 (δεν έχει υποπέσει στην αντίληψή μου) έως 5 (πολύ συχνότερα), από τους
δασκάλους με 11-20 χρόνια εμπειρίας και μέσο όρο 1,77 και τους έμπειρους δασκάλους
των άνω των 20 χρόνων με μέσο όρο 2,25.
Επίσης, το 68,7% των δασκάλων θεωρεί πως η παρουσία των γονέων στο σχολείο
δεν έχει αλλάξει σε σχέση με το παρελθόν. Όσον αφορά την παιδική εργασία, το 17,9%
δηλώνει πως αυτό συμβαίνει σήμερα συχνότερα. Βέβαια, η συντριπτική πλειοψηφία των
απαντήσεων προέρχεται από τους δασκάλους που υπηρετούν σε αγροτικές περιοχές,
όπως φαίνεται και από το επόμενο διάγραμμα.
- 131 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
- 132 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
4. Συμπέρασμα
Στην παρούσα ερευνητική μελέτη πραγματοποιήθηκε μία προσέγγιση της κατανόησης των
επιπτώσεων και συνεπειών της κοινωνικοοικονομικής κρίσης, στις ζωή των μαθητών, όπως
παρατηρείται από τους δασκάλους της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης του Νομού Αρκαδίας.
Διαπιστώθηκε πως η οικονομική κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στη χώρα μας, έχει
αρχίσει να εκδηλώνει και τις πρώτες συνέπειες στην καθημερινότητα του μαθητή και τη
σχολική πραγματικότητα. Παρόλα αυτά δε φαίνονται αυτές οι συνέπειες να είναι έντονες
και σε βαθμό τέτοιο, που να παραπέμπουν σε σοβαρά φαινόμενα φτώχειας. Θέματα που
αφορούν στην επιβίωση και κίνδυνο της υγείας των παιδιών δεν προέκυψαν σε αντίθεση με
πολλές απ τις έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί σε χώρες με ανάλογα προβλήματα.
Η σχολική επίδοση η οποία βάσει των βιβλιογραφικών αναφορών και των
ερευνητικών δεδομένων σχετίζεται άμεσα με το κοινωνικοοικονομικό επίπεδο, δεν
φαίνεται, στην παρούσα έρευνα να μεταβάλλεται αρνητικά λόγω των δυσμενών
οικονομικών συνθηκών. Ωστόσο, μεγάλες φαίνεται να είναι οι διαφορές από περιοχή
σε περιοχή, εντός του ίδιου νομού, ενώ η έρευνά μας καταδεικνύει πως οι δάσκαλοι που
εργάζονται σε αγροτικές περιοχές ή ημιαστικές, υπογραμμίζουν με διαφορετικό και πιο
έντονο τρόπο τα προβλήματα των μαθητών τους και του σχολείου τους. Αυτό μπορεί
να οφείλεται πράγματι στη διαφορετικότητα των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν τα
παιδιά που ζουν σε πιο απομακρυσμένες από την πόλη περιοχές, όπου το βιοτικό επίπεδο
βρίσκεται σε χαμηλότερα επίπεδα από αυτό της πόλης. Ειδικά στις αγροτικές περιοχές
της Αρκαδίας ζει πληθυσμός με πολύ χαμηλό κοινωνικοοικονομικό επίπεδο, στοιχείο
που με βάση τα ερευνητικά δεδομένα που έχουν παρουσιαστεί, ενισχύει την υπόθεση της
αντιμετώπισης σοβαρότερων προβλημάτων.
Όμως, στη διαφορετικότητα της προσέγγισης των δυσκολιών και προβλημάτων
που προέρχονται από την οικονομική ύφεση, μπορεί να παίζουν ρόλο και οι διαφορετικές
παραστάσεις και εμπειρία του δασκάλου. Κάτι τέτοιο φάνηκε να ισχύει και στην
παρούσα έρευνα, όπου οι πιο νέοι σε εμπειρία δάσκαλοι παρατηρούν πιο συχνά και πιο
έντονα προβλήματα από τους πολύ μεγαλύτερης εμπειρίας συναδέλφους τους, σχετικά
με τα θέματα κυρίως της σχολικής επίδοσης και της «ανάγνωσης» των συναισθηματικών
- 133 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσση
Ξενόγλωσση
Conger, D. R., Conger, J. K., & Martin, J. M. (2010). Socioeconomic status, Family
11 11� Eurochild.
�������������������
(2012). How the economic and financial crisis is affecting children & young people in Europe.
- 134 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
- 135 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Περίληψη
1. ��������
Εισαγωγή
- 136 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
2. Αποσαφήνιση
����������������
όρων
1. Ο
�� όρος
�������������
αναπηρία
Ο ορισμός της αναπηρίας, όπως πολλοί επιστήμονες υποστηρίζουν, δεν είναι απλό να
δοθεί. Είναι έννοια πολύπλοκη και ο όρος είναι συχνά αόριστος και γενικός, ποικίλει
ανάλογα με την επιστημονική προσέγγιση και δεν είναι ξεκάθαρος, ούτε μπορεί να
υιοθετηθεί από όλες τις χώρες .
Σύμφωνα με τον Williams (1987), ορισμένα γνωρίσματα του σώματος,
όπως άλλωστε και του νου ή της ψυχής, αναγνωρίζονται πολλές φορές ως απειλή
για την τάξη της αλληλεπίδρασης, επειδή αφενός δηλώνουν ένα «ατελές ον», το
οποίο αδυνατεί να συμμορφωθεί προς τα κανονιστικά πολιτισμικά πρότυπα περί
ταυτότητας, και αφετέρου ενδέχεται να καταπατούν κανόνες που ρυθμίζουν την
κοινότοπη καθημερινή συναναστροφή.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας διακρίνει ανάμεσα στην αναπηρία ως
ατομικό χαρακτηριστικό και τα λειτουργικά προβλήματα που απορρέουν από αυτή, και
το μειονέκτημα, το οποίο θεωρεί κοινωνική επίπτωση της αναπηρίας ή των λειτουργικών
προβλημάτων. Η αντίληψη αυτή στηρίζεται στην αρχή, ότι μια φυσική μειονεκτικότητα
δεν είναι αναπηρία, στο βαθμό που δεν αναστέλλει το άτομο από την αυτοολοκλήρωσή
του. Πιο συγκεκριμένα, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας όρισε τα είδη της αναπηρίας
ως εξής: Άτομα με ειδικές ανάγκες είναι άτομα που εμφανίζουν σοβαρή μειονεξία, η
οποία προκύπτει από φυσική ή διανοητική βλάβη. Ως μειονέκτημα ορίζεται κάθε
απώλεια ουσίας ή αλλοίωσης μιας δομής ή μιας ψυχολογικής, φυσιολογικής, ανατομικής
λειτουργίας. Ως ανικανότητα ορίζεται κάθε μερική ή ολική ελάττωση (αποτέλεσμα του
μειονεκτήματος) της ικανότητας επιτέλεσης μιας δραστηριότητας με συγκεκριμένο
τρόπο ή μέσα στα όρια που θεωρούνται φυσιολογικά για ένα ανθρώπινο ον. Ως ελάττωμα
ορίζεται το αποτέλεσμα ανεπάρκειας ή ανικανότητας που περιορίζει ή απαγορεύει την
εκπλήρωση ενός φυσιολογικού ρόλου που είναι ομαλός ανάλογα με την ηλικία, το φύλο,
τους κοινωνικούς και πολιτιστικούς παράγοντες για το άτομο αυτό.
- 137 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
2. �������������������
Στίγμα και αναπηρία
Goffman, �����������
E����������
. (2001). Στίγμα. Σημειώσεις για τη διαχείριση της διεφθαρμένης ταυτότητας, μτφρ. Δ. Μακρυνιώτη,
Αθήνα: Αλεξάνδρεια.
Goffman, �����������
E����������
. (2001). Στίγμα. Σημειώσεις για τη διαχείριση της διεφθαρμένης ταυτότητας, μτφρ. Δ. Μακρυνιώτη,
Αθήνα: Αλεξάνδρεια.
Δραγώνα, Θ. (2001). «Κοινωνικές ταυτότητες και ετερότητες». Στο Θ. Δραγώνα, Ε. Σκούρτου, Α.
Φραγκουδάκη, Εκπαίδευση: Πολιτισμικές Διαφορές και Κοινωνικές Ανισότητες, τομ. Α΄, Πάτρα: ΕΑΠ.
Ασκούνη, Ν. (2001). «Εθνοκεντρισμός και πολυπολιτισμικότητα: η αναζήτηση ενός νέου προσανατολισμού
της εκπαίδευσης». Στο Α. Ανδρούσου, Ν. Ασκούνη, Κ. Μάγος & Σ. Χρηστίδου-Λιοναράκη, Εκπαίδευση:
Πολιτισμικές Διαφορές και Κοινωνικές Ανισότητες, τομ. Β΄, Πάτρα: ΕΑΠ.
Goffman, �����������
E����������
. (2001). Στίγμα. Σημειώσεις για τη διαχείριση της διεφθαρμένης ταυτότητας, μτφρ. Δ. Μακρυνιώτη,
- 138 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
3. Αναπηρία
�����������������������������������
και κοινωνικός αποκλεισμός
Η κάθε είδους αναπηρία (σωματική, νοητική κ.ά.) γεννά στους άλλους ανθρώπους πολλές
φορές άγχος, φόβο, νευρικότητα, οίκτο ακόμα και ενοχή.14 Άλλοι πάλι δεν αισθάνονται
τίποτα από τα παραπάνω και απλώς αδιαφορούν ή απολαμβάνουν την προνομιούχα τους
κατάσταση νιώθοντας δυνατοί και σπουδαίοι.
Αθήνα: Αλεξάνδρεια.
10 Goffman, E����������
�����������
. (2001). Στίγμα. Σημειώσεις για τη διαχείριση της διεφθαρμένης ταυτότητας, μτφρ. Δ.
Μακρυνιώτη, Αθήνα: Αλεξάνδρεια.
11 11����������
Neuberg,
��������� S.,
���� ����
Smith,
�������
�������
D.,
��������
Asher,
�������
�������
T.
����������������
(2000).
����������������
“Why people
�������
�������
stigmatize:
������������
������������
toward
�������
�������
a��������������
biocultural
��������������
framework”.
������������
������������
In�
��� ���
T��
���. ���
Heatherton, R. Kleck, M. Hebl, J. Hull. The social psychology of stigma, New York: The Guilford Press.
12 Λάγιος, Β. (2008). Το κοινωνικό στίγμα σε πολιτισμικά διαφορετικές ομάδες. Μια ερευνητική προσέγγιση της
συνείδησης του κοινωνικού στίγματος σε αλλοδαπούς μαθητές της Ε’ και Στ’ Δημοτικού. Μεταπτυχιακή εργασία,
Πάτρα: ΠΤΔΕ.
13 Λάγιος, Β. (2008). Το κοινωνικό στίγμα σε πολιτισμικά διαφορετικές ομάδες. Μια ερευνητική προσέγγιση της
συνείδησης του κοινωνικού στίγματος σε αλλοδαπούς μαθητές της Ε’ και Στ’ Δημοτικού. Μεταπτυχιακή εργασία,
Πάτρα: ΠΤΔΕ
14 Ζώνιου-Σιδέρη, Α. (1998). Οι ανάπηροι και η εκπαίδευσή τους. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
- 139 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
3. ��������
Επίλογος
Πολύ συχνά τα άτομα που έχουν ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό, όπως μια σωματική
ή ψυχική αναπηρία γίνονται αντικείμενα στιγματισμού. Τα άτομα αυτά δέχονται
μεγάλες πιέσεις από τους συνανθρώπους τους και γενικότερα από την κοινωνία,
που τους εμποδίζει να αποκτήσουν αυτοπεποίθηση, συναισθηματική και κοινωνική
αποδοχή, ενώ ταυτόχρονα δέχονται λεκτικές και σωματικές επιθέσεις, έμμεσες, αλλά
και άμεσες απειλές από τα άλλα άτομα. Αυτό έχει ως συνέπεια να δημιουργείται στα
στιγματισμένα άτομα αίσθηση κατάθλιψης, έλλειψη αυτοεκτίμησης, απελπισία και
πολλές φορές τάση για αυτοκτονία.
Η αποτελεσματική καταπολέμηση του στιγματισμού και του κοινωνικού
αποκλεισμού απαιτεί τη συνεργασία κεντρικού κρατικού μηχανισμού και φορέων
σε τοπικό επίπεδο, κοινωνικές έρευνες και μελέτες αξιολόγησης, πιο πολύπλευρο
σχεδιασμό και πολυδιάστατη κοινωνική πολιτική, άρση θεσμικών και νομικών
εμποδίων και βεβαίως των περίπλοκων γραφειοκρατικών διαδικασιών. Ταυτόχρονα,
όλα αυτά απαιτούν ανάπτυξη ανθρώπινου δυναμικού και επαγγελματική κατάρτιση
των στελεχών του τομέα πρόνοιας και όλων εκείνων των λειτουργών που θα
ασχοληθούν με τα άτομα με αναπηρία.
Πάνω από όλα, όμως, απαιτείται η αντιμετώπιση των κοινωνικών προκαταλήψεων,
κάτι που επιτυγχάνεται με τη γενικότερη παιδεία. Η γνώση φέρνει την ευαισθητοποίηση
15 Κασσωτάκης, Μ. Παπαπέτρου, Σ., Φακιολάς. Ν. (2002). «Φραγμοί στην εκπαίδευση και την επαγγελματική
αποκατάσταση των ατόμων με ειδικές ανάγκες». Στο Δ. Καραντίνος, Λ. Μαράτου-Αλιπράντη, Ε. Φρονίμου
(επιμ.), Διαστάσεις του κοινωνικού αποκλεισμού στην Ελλάδα. Αθήνα: ΕΚΚΕ.
- 140 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
και η συνεχής μάθηση μπορεί να αποτελέσει τη βάση κάθε προόδου και να συμβάλει στην
άρση κάθε προκατάληψης. Αυτή η γενική παιδεία πρέπει να είναι κεντρικά οργανωμένη,
να εφαρμόζεται στο εκπαιδευτικό σύστημα και στα σχολικά βιβλία που διαπαιδαγωγούν
τους μαθητές, καθώς επίσης και στα ΜΜΕ, που πληροφορούν τον περισσότερο κόσμο
επηρεάζοντας συμπεριφορές.
Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσση
Ξενόγλωσση
Neuberg, S., Smith, D., Asher, T. (2000). “Why people stigmatize: toward a biocultural
framework”. In� T��
���. Heatherton,
���������������
R. Kleck,
������� M.
��� Hebl,
������ J.
��� Hull.
������ The social psychol-
ogy of stigma, New York: The Guilford Press.
Η Μαρία-Ελένη Σάχου γεννήθηκε στο Βόλο και τα σχολικά έτη 2012-13 & 2013-
14 υπήρξε δασκάλα των Ιδ. Εκπαιδευτηρίων ΚANTA. Πτυχιούχος του τμήματος
Δημοτικής Εκπ/σης του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας με άριστα, διαθέτει Msc�����
��������
στη
«Διαπολιτισμική εκπαίδευση» του τμήματος Προσχ. Αγωγής και Εκπ/σης του Α.Π.Θ.
με Υποτροφία του Ιδρύματος Παιδείας και Ευρωπαϊκού Πολιτισμού ως αριστούχος.
- 141 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Επιπλέον, έχει ολοκληρώσει μεταπτυχιακές σπουδές στην «Ειδική Αγωγή» στο κρατικό
Πανεπιστήμιο Tor��������������������������������������������������������������
�����������������������������������������������������������������
Vergata������������������������������������������������������
�������������������������������������������������������������
της Ρώμης. Έχει διδάξει σε Τμήμα Υποδοχής με μαθητές
Ρομά, ως αναπληρώτρια δασκάλα στο 2ο Δημ.Σχολείο Άμφισσας (2010-11) και σε
Πρόγραμμα εξειδ. εκπ/κής υποστήριξης για ένταξη μαθητών με ειδικές εκπ/κές ανάγκες
στο 6ο Δημ. Σχολείο Ν.Ιωνίας Αττικής (2011- 12). Είναι γνώστης 4 ξένων γλωσσών.
Έχει παρακολουθήσει πολλά επιμορφωτικά προγράμματα και σεμινάρια στο αντικείμενό
της και έχει συμμετάσχει με εισηγήσεις σε διάφορα πανελλήνια και διεθνή επιστημονικά
συνέδρια. Σήμερα ζει και εργάζεται σε μεγάλο διαπολιτισμικό εκπαιδευτικό οργανισμό
του Μονάχου.
- 142 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Σκαγιάς Ιωάννης
. . . . .
Περίληψη
Οι επισκέψεις πεδίου είναι ένα νέος σχετικά εκπαιδετικός χώρος. Η εφαρμογή τους
συμβάλλει στην καλύτερη κατάκτηση του γνωστικού αντικειμένου. Ορίζεται ως ένα
εργαλείο της διδακτικής διαδικασίας. Μέσω των εκδρομών, οι μαθητές κατακτούν
τη γνώση, κοινωνικοποιούνται και συμμετέχουν ενεργά στη λήψη αποφάσεων για
την εκπαίδευσή τους. Έχουν πολλές εφαρμογές στα σχολικά αντικείμενα, όπως στη
Γεωγραφία, τα Φυσικά, την Περιβαλλοντική Αγωγή και τη Μουσειακή Αγωγή.
Abstract
The field trips are a relatively new educational space. Their application contributes to
better conquer the subject. Defined as a tool of teaching process. Through the trip, students
earn their knowledge, are being socialized and participate actively in decisions about their
education. They have many applications in school subjects, such as geography, physics,
Environmental Education and Museum Education.
1. ��������
Εισαγωγή
Μία επίσκεψη πεδίου ή εκπαιδευτική εκδρομή, είναι γνωστή είτε ως σχολική εκδρομή
είτε ως σχολική περιοδεία. Ο σκοπός της εκδρομής είναι συνήθως η παρατήρηση για
Με αυτή την ορολογία είναι γνωστή στο Ηνωμένο Βασίλειο, τη Νέα Ζηλανδία και τις Φιλιππίνες
Με αυτή την ορολογία είναι γνωστή στην Ιρλανδία
- 143 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
την εκπαίδευση, μία μη πειραματική έρευνα που να παρέχει στους μαθητές εμπειρίες έξω
από τις καθημερινές τους δραστηριότητες, όπως να πηγαίνουν κατασκήνωση με τους
δασκάλους και τους συμμαθητές τους. Ο στόχος αυτής της έρευνας είναι να παρατηρήσουν
το θέμα στη φυσική του κατάσταση και, ενδεχομένως, τη συλλογή δειγμάτων.
Η εισαγωγή της ιδέας των ������
field� ��������������������������������������������
trips���������������������������������������
ξεκίνησε από τα χρόνια του Αριστοτέλη
ακόμα. Έπειτα, ο Comenius���������������������������������������������������������
�����������������������������������������������������������������
είχε διατυπώσει την άποψη, ότι είναι απαραίτητο η γνώση
να μην εξαρτάται από τα βιβλία μόνο αλλά και από την ίδια «τη γη και τον ουρανό»
όπως χαρακτηριστικά έλεγε.
Η ουσιαστική αναγνώριση των επισκέψεων πεδίου και η θεώρησή τους ως
μία βασική τεχνική διδασκαλίας ήλθε το 1805, όταν ο ������� Johann���������������������
��������������������
Pestalozzi����������
εμφάνισε
αυτή τη μέθοδο διδασκαλίας στο σχολείο του στην πόλη Yverdun�������������
�������� στην
������������
Ελβετία.
Στο δυτικό πολιτισμό οι εκπαιδευτικοί έρχονται πρώτοι στη χρήση αυτής
της διδακτικής μεθόδου, όταν πρόκειται για μαθήματα γεωλογικού ή γεωγραφικού
περιεχομένου. Σε ένα μεγάλο μέρος της βιβλιογραφίας διαφαίνεται, ότι τα βιώματα
των δασκάλων διαδραματίζουν σπουδαίο ρόλο στην οργάνωση και την εφαρμογή
μιας επίσκεψης πεδίου. Ο τρόπος, που οργανώνουν μια επίσκεψη πεδίου, η εφαρμογή
της, και η ανασκόπησή της εξαρτώνται άμεσα από τις παλαιότερες συμμετοχές των
δασκάλων σε τέτοιου είδους διδακτικές πρακτικές.
Στην παρούσα εργασία θα γίνει προσπάθεια για μία ένταξη του αναγνώστη στο
χώρο των επισκέψεων πεδίου. Συγκεκριμένα στο πρώτο κεφάλαιο, γίνεται προσπάθεια
αποσαφήνισης του όρου “επίσκεψη στο πεδίο” (������ field� ��������
trips��� Στο δεύτερο κεφάλαιο,
). ����
γίνεται η παρουσίαση κάποιων πλεονεκτημάτων αυτών των εκδρομών. Στο τρίτο, η
εργασία πραγματεύεται τις φάσεις των εκπαιδευτικών εκδρομών. Στο τέταρτο κεφάλαιο
πραγματοποιείται μία προσπάθεια σύνδεσης των ������field� ��������������������������������
trips���������������������������
με τη διδασκαλία διάφορων
γνωστικών αντικειμένων. Τέλος, στο πέμπτο κεφάλαιο, αναφέρονται ορισμένα
συμπεράσματα της παρούσης εργασίας.
2. Αποσαφήνιση
������������������������������������������������
του όρου “επισκέψεις πεδίου” (field trips)
������
Wikipedia��������
�����������������
. Field�
������ ����������
trip������
, 2014
� Beidleman,
����������������������
R. (1952), The ���� field
������ �����
trip -�� A
�� technique
���������� in
��� Natural
�������� Science
�������� Teaching.
���������� School Science and
Mathematics, 52(2), 105-114.
Ο Κώνος του ����������������������������������������������������������������������������������������
Dale������������������������������������������������������������������������������������
είναι ένας τρόπος να μπορεί ο δάσκαλος να κατανοήσει την δράση και τη συμβολή ενός
μέσου διδασκαλίας. Το αρνητικό του σημείο είναι, ότι ο διαχωρισμός των μέσων σε διάφορες κατηγορίες και
θέσεις είναι αυθαίρετος με αποτέλεσμα να μη γίνεται ορισμένες φορές αντιληπτή η διαφορά της σημασίας
- 144 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Εικόνα 1
……………………………………………
δύο μέσων διδασκαλίας (πχ. ένα άκουσμα του ραδιοφώνου με μία επίδειξη ενός αντικειμένου), Το θετικό του
σημείο αντίθετα είναι η ελευθερία, που δίνει στο δάσκαλο για την επιλογή του μέσου, που θα χρησιμοποιήσει.
Δεν υποδεικνύει ποιο μέσο να προτιμήσει. Το μόνο που προσφέρει στο δάσκαλο είναι “η αντιστοιχία άμεση
εμπειρία – μάθηση με δράση, εμπειρία εικόνων – μάθηση με παρατήρηση, εμπειρία – συμβόλων – μάθηση με
επεξήγηση” (εικόνα 1) (Κανάκης, 1999),
��������
Rebar, B.
�����������
(2012), ����������
Teachers’ sources
�������� of
��� ����������
knowledge for
���� field
������ trip
����� practices.
��������������������
Learning Environments
�����������������������
Research,
15, 81-102.
- 145 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
��������
Rebar, B.
�����������
(2012), ����������
Teachers’ sources
�������� of
��� ����������
knowledge for
���� field
������ trip
����� practices.
��������������������
Learning Environments
�����������������������
Research,
15, 81-102.
- 146 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
3. Σε
���������������������
τι χρησιμεύουν τα ������
field� trips��
�������; (Πλεονεκτήματα)
���������������
Τα ������
field� ���������������������������������������������������������������������������
trips����������������������������������������������������������������������
έχουν πολλά πλεονεκτήματα, που αφορούν τη μαθησιακή διαδικασία. Αυτά
είναι τα εξής:
1. ��������������������������������������������������������������������������������
Οι μαθητές μπορούν να απομακρύνονται από το σχολικό χώρο και να διδάσκονται και
σε υπαίθρια περιβάλλοντα ή σε διάφορους εκπαιδευτικούς χώρους.
2. �����������������������������������������������������������������������������������
Οι επισκέψεις πεδίου αυξάνουν τις κοινωνικές δεξιότητες των μαθητών και βελτιώνουν
τις μεταξύ τους σχέσεις, μέσω των συνεργασιών τους για την εξεύρεση λύσης στο
ζήτημα, που τους έχει ανατεθεί (Κανάκης, 1999).
3. �������������������������������������������������������������������������������
Είναι ένας τρόπος αξιοποίησης της γνώσης των μαθητών, που έχουν αποκτήσει στην
τάξη, καθώς χρησιμοποιώντας τη γνώση επεκτείνουν τον προβληματισμό τους και
ανακαλύπτουν οι ίδιοι την επίλυση του ζητήματος.
4. �������������������������������������������������������������������������
Όλες οι απορίες, που μπορεί να έχουν προκύψει στη τάξη λύνονται πρακτικά.
5. �������������������������������������������������������������������������
Αποκτούν αυτοπεποίθηση καθώς μόνοι τους ανακαλύπτουν την περαιτέρω γνώση.
6. ����������������������������������������������������������������������������������
Τα πεδία, που επισκέπτονται οι μαθητές είναι πολύ πιο ενδιαφέροντα από τη σχολική
τάξη, και οι μαθητές δίνουν περισσότερη σημασία στη διδασκαλία.
7. ��������������������������������������������������������������������������
Εκτός από τη γνώση που προσφέρουν οι εκδρομές, δίνουν και ψυχαγωγία στους
μαθητές, που τους βοηθά να είναι πιο συγκεντρωμένοι αφού τους αρέσει η
διδασκαλία.
8. ������������������������������������������������������������������������
Η βιωματική αυτή συμμετοχή στο μάθημα βοηθά τους μαθητές να αφομοιώνουν
καλύτερα το μάθημα και να το διατηρούν στη μνήμη τους για καιρό.
9. ����������������������������������������������������������������������
Η πρακτική εφαρμογή της γνώσης μέσω των επισκέψεων σε πεδία, βοηθά να
αποβάλλουν τη δειλία της συμμετοχής τους στην ανασκόπηση της επίσκεψης, και
στην αξιολόγησή της. Οι μαθητές είναι πιο πρόθυμοι να είναι ενεργοί στην τάξη.
10. ��������������������������������������������������������������������������
Το αίσθημα της ουσιαστικής γνωριμίας και κατ’ επέκταση φιλίας, μεταξύ των
μαθητών, αναδύεται πολύ περισσότερο μέσω των μελετών πεδίου.
11. ������������������������������������������������������������������������������
Αυτή η ανεπίσημη συνάντηση – επαφή των μαθητών με τον εκπαιδευτικό και μεταξύ
τους, τους βοηθά να απεκδύονται των φόβων και των δισταγμών τους και να είναι
αληθινοί άνθρωποι, να λένε την άποψή τους χωρίς να φοβούνται.
12. ����������������������������������������������������������������������
Οι επισκέψεις πεδίου οδηγούν τους μαθητές στην επιθυμία να ασχοληθούν
περισσότερο με το αντικείμενο, στο οποίο ανήκει το ζήτημα, που ερευνούν, και
μπορούν να αναζητήσουν περισσότερες πληροφορίες (�����������������
Beidleman��������
, 1952).
13. ����������������������������������������������������������
Η έρευνες βοηθούν τους μαθητές δίνοντάς αυτοπεποίθηση και ���������������������
θάρρος για ερωτήσεις
στους εκπαιδευτικούς τους, χωρίς μα φοβούνται τα σχόλια των συμμαθητών τους.
14. �������������������������������������������������������������������������������������
Τα μουσεία είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα πεδίου προς επίσκεψη, καθώς μέσω αυτών οι
μαθητές ενισχύουν την παρατηρητικότητά τους, και τους μένουν ανεξίτηλες αναμνήσεις.
15. �������������������������������������������������������������������������������
Τέλος, οι έρευνες είναι πιο χρήσιμες για την μετάδοση γνώσεις παρά οι διαλέξεις.
� Orion,
����������
N. & �� Hofstein,
���������� A.
�������������������
(1994), Factors that
����� influence
����������������������������
Learning during a Scientific
�����������������
Field Trip
����� in
��� a����������
Natural
Environment. Journal Of Research In Science Teaching, 31(10), 1110-1111.
����������
Gutwill, J.
��� &
�� Allen,
������� S.
�����������
(2011), Deepening
���������� Students’
���������� Scientific
����������� Inquiry
�������� Skills
������� During
���������a ��������
Science �������������
Museum Field
- 147 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
4. �����������������������������������������
Οι φάσεις εφαρμογής των επισκέψεων πεδίου
- 148 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
4.2 Η
�� εκτέλεση
�����������������������������������
της εκπαιδευτικής εκδρομής
Κατά την εκτέλεση της εκδρομής οι εκπαιδευτικοί είναι θεμιτό να επισημαίνουν στους
μαθητές τους τη σημαντικότητα της παρατήρησης και κατά τη διάρκεια της διαδρομής.
Οι επισκέψεις πεδίου γίνονται με κύριο μέλημα την απάντηση σε μία προβληματική του
γνωστικού αντικειμένου τους. �����������������
Οι εκπαιδευτικοί �����������������������������������������
θα μπορούσαν να πουν στους μαθητές τους,
ότι είναι συνετό να μην αντιμετωπίζουν την εκδρομή σαν στενή απάντηση στο ερώτημα, αλλά
σαν μια ευρύτερη απόκτηση γνώσεων. Είναι λογικό οι μαθητές να θεωρούν τη διαδρομή ως
χάσιμο χρόνου, γι’ αυτό και οι εκπαιδευτικοί πρέπει να φροντίζουν η διαδρομή να είναι εξίσου
11 11� Beidleman,
����������������������
R. (1952), The����
field
������
trip�����
- A�� technique
�� ����������
in ���
Natural
��������
Science
��������
Teaching.
����������
School�������������
Science�����
������������
and�
����
Mathematics, 52(2), 105-114.
12 Η κοινωνιομετρία είναι ένας κλάδος της κοινωνικής ψυχολογίας, όπου προσπαθεί να διερευνήσει τη δομή
των κοινωνικών σχέσεων ανάμεσα στα μέλη μιας ομάδας, συλλέγοντας πληροφορίες για το ρόλο, την κοινωνική
θέση και τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας.Η πιο συνηθισμένη και εύχρηστη τεχνική της είναι το
κοινωνιομετρικό τεστ μέσω του οποίου οργανώνεται και το κοινωνιόγραμμα της ομάδας (Πυργιωτάκης 1999),
Το «κοινωνιόγραμμα» ασχολείται με τη μέτρηση των κοινωνικών σχέσεων που αναπτύσσονται ανάμεσα
στα μέλη μιας ομάδας. Προσπαθεί δηλαδή να συλλάβει και να εκφράσει ποσοτικά και ποιοτικά τις κοινωνικές
επαφές και τις σχέσεις που αναπτύσσονται ανάμεσα στα μέλη μιας ομάδας ή ανάμεσα στις διάφορες κοινωνικές
ομάδες (Δεληκωστοπούλου - Γράψας, 1981)
13 Κανάκης, Ι. (1999), Διδασκαλία και μάθηση με σύγχρονα μέσα διδασκαλίας. Αθήνα: Γρηγόρη.
- 149 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
επιμορφωτική για τους μαθητές δείχνοντάς τους τα σημαντικά αξιοθέατα που συναντούν.
Η διάλεξη στα field trips θα πρέπει να είναι ελάχιστη έως ανύπαρκτη. Αν η
προετοιμασία τους έχει γίνει με προσοχή και υπευθυνότητα, οι παρεμβάσεις των εκπαιδευτικών
θα πρέπει να μην υφίστανται. Ο ρόλος των εκπαιδευτικών θα είναι μόνο συμβουλευτικός και
ρυθμιστικός. Οι μαθητές θα έχουν ενεργό ρόλο στη γνωστική διαδικασία.
Με πολλούς τρόπους μπορούν οι εκπαιδευτικοί να υποβοηθούν τους μαθητές
τους, κυρίως με ερωτήσεις, όπως “ Τι νομίζεις, ότι είναι αυτό;”, “ Έχεις ξαναδεί κάτι
παρόμοιο;” κλπ. �������������������������������������������������������������������
Εξειδικευμένες ερωτήσεις πάνω στο ζήτημα της εκδρομής είτε ατομικά
είτε ομαδικά, είναι πολύ αποτελεσματική μέθοδος κατάκτησης της γνώσης. Αν �������
για
την πληρέστερη τεκμηρίωση των ζητημάτων της επίσκεψης σε πεδίο απαιτείται η
μετάβαση των συμμετεχόντων κα σε άλλα μέρη, τότε κατά τη διάρκεια της μεταφοράς
ο εκπαιδευτικός τους συγκεντρώνει κάπως κοντά και αναστοχάζονται αυτά, που
συνάντησαν στο προηγούμενο πεδίο.
Όπως προαναφέρθηκε, ο αριθμός των συμμετεχόντων διαδραματίζει σημαντικό
ρόλο στην εκδρομή. ������������������������������������������������������������������
Στη βιβλιογραφία διαφαίνεται, ότι μία λογική και αντιπροσωπευτική
ομάδα ατόμων για μια τέτοιου είδους διαδικασία αποτελεί αυτή των επτά (7) ατόμων.
Ο ανώτατος αριθμός, που επιτρέπει να λειτουργήσει ομαλά η εκδρομή είναι των 15
ατόμων. Σε περιπτώσεις μεγάλου αριθμού ατόμων, συνιστάται να κάθονται γύρω από τον
εκπαιδευτικό. Ακόμα, θα ήταν θεμιτό ο χωρισμός των ατόμων σε ομάδες, και η ανάθεση
επιμέρους ενοτήτων του ζητήματος στην καθεμία.
Η αποτελεσματικότερη εκδρομή, είναι πιο πιθανή σε άτομα, που έχουν ήδη
συμμετάσχει σε και σε προηγούμενες εκπαιδευτικές εκδρομές. Μία �������������������������
έρευνα, που διεξήχθη
στη Νέα Υόρκη το 1962 από το ���� New� Hyde������
����������
Park�
����� ���������
Memorial� �����
High� �������������������������
School�������������������
, με ζητούμενο την
αναγκαιότητα ή μη της προηγούμενης επαφής των μαθητών με διάφορες πληροφορίες για
το χώρο, που θα επισκέπτονταν, έδειξε ότι όσοι είχαν στενότερη επαφή με τα field� ������ ������
trips�
πέτυχαν πολύ περισσότερα από αυτούς τους μαθητές, που δεν είχαν επαφή. Επίσης, έδειξε
ότι η προσωπική –βιωματική προσέγγιση των μαθητών με τα πεδία για έρευνα, αποδίδει
καλύτερα σε σύγκριση με την παρουσίαση τους μέσω άλλων μέσων διδασκαλίας14.
Η ποσότητα των πληροφοριών, όπου δίνονται από τον εκπαιδευτικό κατά τη διάρκεια
της μετάβασης τους στον προς επίσκεψη χώρο μεγεθύνει την πιθανότητα να στεφθεί με
επιτυχία η εκδρομή. ���������������������������������������������������������������������
Το ίδιο συμβαίνει με τα διαλείμματα της εκδρομής. Όταν
�������������������
ξεκουράζονται
οι μαθητές, είναι ευκαιρία για μία ανασκόπηση των όσων είδαν μέχρι εκείνη τη στιγμή.
Διαφαίνεται, ότι ο ρόλος του εκπαιδευτικού είναι σημαντικός. ������������������
Με την ενεργητική
συμμετοχή των μαθητών και τις κατευθυντήριες οδηγίες των εκπαιδευτικών, οι
εκπαιδευτικές εκδρομές είναι σχεδόν σίγουρο, πως θα έχουν επιτύχει τους στόχους τους.
4.3 Η
�� ανασκόπηση
��������������������������������������
της εκδρομής πίσω στην τάξη
14 14� Delaney,
���������
A. �����������
(1967), An���
experimental
�������������
investigation
��������������
of ���
the����
effectiveness
��������������
of ���
the����
teacher’s
����������
introduction
�������������
in ���
implementing a science field trip. International Journal of Science Education, 51(5), 474-476.
- 150 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
που έλαβαν στην εκδρομή και ταυτόχρονα τις αφομοιώνουν ευκολότερα. Ακόμα, οι
συζητήσεις μεταξύ των συμμετεχόντων θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην ένωση των
επιμέρους ενοτήτων του ζητήματος, που είχαν ανατεθεί στις ομάδες. Σε αυτή τη φάση
των ������
field� ����������������������������������������������������������������������������
trips�����������������������������������������������������������������������
ο εκπαιδευτικός δράττει της ευκαιρίας και συνδέει τα αποτελέσματα της
“έρευνας” τους με το μάθημα. Η συνένωση αυτών των αποτελεσμάτων μεταξύ τους και
με το μάθημα μπορεί να γίνει με τη χρήση χαρτών, γραφημάτων, φωτογραφιών κ.λπ.
Τέλος, βασικό συστατικό της φάσης αυτής, είναι η αξιολόγηση της εκδρομής.
Εδώ, ο εκπαιδευτικός φροντίζει να αξιολογήσει καθένα κομμάτι του field trip για να
διαπιστώσει, αν επετεύχθηκαν οι στόχοι του. Υπάρχουν διάφορες μέθοδοι αξιολόγησης
των field trips. ����������������������������������
Αναφορικά επισημαίνονται αυτή των �������
Mckown� ��& ���������������
Roberts��������
(1949)
και του �����������������������������������������������������������������������
Deyoe������������������������������������������������������������������
(1947). Αλλά και οι μαθητές αξιολογούν την εκπαιδευτική εκδρομή
μέσω συζητήσεων και ασκώντας κριτική μαζί με τον εκπαιδευτικό. Αναφέρουν τους
παράγοντες, που έφεραν την επιτυχία ή την αποτυχία στην εκδρομή και τα λάθη που
πρέπει να αποφευχθούν σε μελλοντικές επισκέψεις15. Επομένως, η ανασκόπηση της
εκδρομής είναι εξίσου σημαντική με τον σχεδιασμό και την εκτέλεσή της.
5. ��������������
Εφαρμογές των ������
field� ����������������������������������������
trips�����������������������������������
σε μαθήματα του Δημοτικού Σχολείου
(Η συμβολή τους στη διδασκαλία)
5.1. Η
�� εφαρμογή
���������������������������������
τους στη Μουσειακή Αγωγή
15 Κανάκης, Ι. (1999), Διδασκαλία και μάθηση με σύγχρονα μέσα διδασκαλίας. Αθήνα: Γρηγόρη.
16 16�������
Falk, J., ����
Martin,
��������
W.���
& Balling,
�� ���������
J. (1978),
�����������
The ���������������������������������
Novel Field-Trip Phenomenon: Adjustment
�����������
To���������
Novel Settings
���������
Interferes With Task Learning. Journal��������������������������������Teaching, 15(2), 127.
Of�����������������������������
�������������������������������
Research��������������������
����������������������������
In�����������������
�������������������
Science���������
����������������
��������
- 151 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
. Τα εκπαιδευτικά προγράμματα
3. Οι διαλέξεις και ξεναγήσεις
. Η δραματοποίηση, χρησιμοποιώντας αναπαραστάσεις με ηθοποιούς
5. Η οργάνωση πολιτιστικών εκδηλώσεων
6. Τα εργαστήρια, στα οποία οι μαθητές πιάνουν τα μουσειακά αντικείμενα και τα
αισθάνονται
7. Οι περιηγήσεις στις μουσειακές συλλογές μέσω του Η/Υ
�. Εκδόσεις εκπαιδευτικού υλικού………
Εκτός μουσείων:
. Η οργάνωση εκθέσεων σε διάφορους μη μουσειακούς χώρους (εμπορικά κέντρα,
σχολεία κ.λπ)
. Τα ΜΜΕ
3. Οι μουσειοσκευές και τα μουσειολεωφορεία
5.��
.2 Εφαρμογές των field trips και σε άλλα γνωστικά αντικείμενα
5. Συμπεράσματα
���������������– Επίλογος
��������
Οι επισκέψεις σε πεδία, μία νέα μέθοδος διδασκαλίας θα έλεγε κανείς, βοηθά στην
καλύτερη κατανόηση του γνωστικού αντικειμένου. Αν ο εκπαιδευτικός επιθυμεί να
εφαρμόσει αυτή τη μέθοδο διδασκαλίας, οφείλει να σκεφτεί ορισμένες παραμέτρους,
που την επηρεάζουν, όπως είναι η προηγούμενη επαφή των εκπαιδευτικών με τα ������ field�
trips�����������������
είτε ως μαθητές ��- ����������������������������������������������������������������
φοιτητές είτε ως εκπαιδευτικοί και η ηλικία των μαθητών. Πολλές
έρευνες το αποδεικνύουν αυτό, όπως εκείνη του ���������������
Mullins��������
(1998).
Οι εκπαιδευτικές εκδρομές έχουν πολλά πλεονεκτήματα, για το μαθητή. Η
απόκτηση αυτοπεποίθησης και η καλύτερη εμπέδωση – αφομοίωση του αντικειμένου,
είναι μερικά από αυτά. Τα field�
������ �������������������������������������������������
trips��������������������������������������������
χρησιμεύουν οπωσδήποτε και στην ανάπτυξη
17 17� Mallinson,
����������������������
G. (1957), The����
Use����
of the
��� ����������
Field Trip�����
in Science.
��� ���������
School Science and Mathematics, 57(7), 569-569.
18 Κανάκης, Ι. (1999), Διδασκαλία και μάθηση με σύγχρονα μέσα διδασκαλίας. Αθήνα: Γρηγόρη.
- 152 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσση
Ξενόγλωσση
Beidleman, R. (1952). The field trip - A technique in Natural Science Teaching. School
52(2), 105-114.
Science and Mathematics,����������������
Delaney, A. (1967). An experimental investigation of the effectiveness of the teacher’s
- 153 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
- 154 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Σχολικός Εκφοβισμός
- 155 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
- 156 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα παρέμβασης για την πρόληψη και αντιμετώπιση της
βίας και του εκφοβισμού μεταξύ μαθητών του Δημοτικού Σχολείου
Γελαδάρη Αθηνά
Περίληψη
Abstract
1. Εισαγωγή
Ματσόπουλος, Α. (2009). Επιθετικότητα και βία στα σχολεία: στρατηγικές αντιμετώπισης, Art of Crime, τ. 11.
Houndoumadi, Α. & Pateraki, L. (2001). Bullies and bullying in Greek elementary schools: Pupils’ attitudes
and teachers’/parents’ awareness. Educational Review, 53, 19-26.
����������
Sapouna, M.
������������������������������������������������������������
(2008). Bullying in Greek primary and secondary schools, School Psychology International,
29 (2), 199-213.
- 157 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
άνοδος των προβλημάτων συμπεριφοράς στους μαθητές και κυρίως στα αγόρια, ενώ το
φαινόμενο κορυφώνεται στις ηλικίες των 11-14.
Οι επιθετικές συμπεριφορές που εμφανίζονται μεταξύ των παιδιών δεν
χαρακτηρίζονται απαραίτητα εκφοβιστικές. Ένας άνθρωπος θεωρείται ότι εκφοβίζεται
όταν εκτίθεται επανειλημμένα και επί μακρόν στις αρνητικές ενέργειες ενός ή πολλών
ατόμων και έχει δυσκολία να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Επομένως, δύο είναι τα
κριτήρια που διαφοροποιούν το πείραγμα μεταξύ μαθητών, το οποίο διασκεδάζουν και οι
δύο πλευρές, από τον εκφοβισμό, όπου ο θύτης διασκεδάζει ενώ το θύμα ταπεινώνεται:
η επανάληψη και η διαφορά στη δύναμη. Τα θύματα επιλέγονται με βάση τη σωματική ή
ψυχολογική τους αδυναμία και οι επιθέσεις που δέχονται είναι απρόκλητες και εσκεμμένες.
Οι συνέπειες της βίας στην ψυχοκοινωνική εξέλιξη και στις διαδικασίες της μάθησης
των παιδιών είναι πολλαπλές και ιδιαίτερα σοβαρές, καθώς μπορεί να παρουσιαστούν
ψυχοσωματικά συμπτώματα, διαταραγμένες διαπροσωπικές σχέσεις, άγχος, κατάθλιψη,
ροπή προς την παραβατικότητα και την αντικοινωνική συμπεριφορά,.
Τα στατιστικά σκιαγραφούν κυνικά την πραγματική έκταση του φαινομένου
της βίας κατά ανηλίκων. Σύμφωνα αποτελέσματα της πανελλαδικής έρευνας10, επτά
στους δέκα μαθητές δηλώνουν ότι στη σχολική τους ζωή έχουν παρατηρήσει περιστατικά
ενδοσχολικής βίας, η οποία εκδηλώνεται ως επί το πλείστον λεκτικά, δύο στους τρεις
μαθητές αναφέρουν ότι έχουν γίνει μάρτυρες αυτών των περιστατικών, ενώ ένας στους
10 μαθητές δηλώνει ότι ο ίδιος έχει ασκήσει βία.
Στον κύκλο της βίας, οι ρόλοι που έχουν επισημανθεί από τους ψυχολόγους
είναι ο θύτης, το θύμα και οι θεατές (βλέπε Εικόνα 1). Ο θύτης έχει συνήθως κυρίαρχη
προσωπικότητα, ισχυρό και παρορμητικό χαρακτήρα. Αναπτύσσει συχνά βίαιες
συμπεριφορές, στερείται ενσυναίσθησης και δεν ακολουθεί κανόνες11, χαρακτηριστικά
που τον ακολουθούν και στη μετέπειτα ζωή του12. Το θύμα, από την άλλη, μπορεί να
��������������
Pateraki, L. & �� Houndoumadi,
����������������������������������������������������������������������������������
A. (2001). Bullying among primary school children in Athens, Greece.
Educational Psychology, 21 (2), 167-175.
A�������������������������������������������������������������������������������������������������
��������������������������������������������������������������������������������������������������
νδρέου, Ε. (2007). Εκπαιδευτικό πρόγραμμα παρέμβασης για την αντιμετώπιση της επιθετικότητας και
του εκφοβισμού στο δημοτικό σχολείο. Στο: Διαχείριση Προβλημάτων Σχολικής Τάξης. Αθήνα: Παιδαγωγικό
Ινστιτούτο.
Στη σχετική μελέτη συμμετείχαν 664 μαθητές ηλικίας 8 έως 11 ετών της εκπαιδευτικής περιφέρειας των Αθηνών
και τα αποτελέσματα έδειξαν ότι το 58,7 % των αγοριών και το 47,4% των κοριτσιών είχαν συμμετάσχει σε
περιστατικά σωματικής επιθετικότητας, ενώ 51,5% των κοριτσιών και 58,4% των αγοριών της ίδιας ηλικίας
είχαν εμπλακεί σε επεισόδια λεκτικής επιθετικότητας.
Σιώμος, Κ. (2008). Εθισμός των εφήβων στους Η/Υ και το διαδίκτυο: Ψυχιατρικά συμπτώματα και
διαταραχές ύπνου. Διδακτορική Διατριβή, Ιατρική Σχολή, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.
� Herbert,
��������� M.
�����������
(1998). Clinical Child Psychology. Social Learning, Development and Behaviour, 2nd edn.
Chichester: Wiley.
� Nansel,
�������� R.T.,
������ Overpeck,
���������� M.,
�����������
Pilla, R.,S.,
������� ������������������������������������������������������������
Ruan, W.J., Simons-Morton, B., Scheidt, P. (2001). Bullying
Behaviors Among US Youth. Prevalence and Association With Psychological Adjustment. Journal of American
Medical Association, 285 (16), 2094-2100.
Εταιρεία Ψυχοκοινωνικής Υγείας του Παιδιού και του Εφήβου (Ε.Ψ.Υ.Π.Ε.) (2010β). Ενδοσχολική Βία και
Εκφοβισμός: Αιτίες, Επιπτώσεις, Αντιμετώπιση. Απαντήσεις στα Ερωτήματα των Εκπαιδευτικών. Στο: http://
www.epsype.gr/images/gia_goneis.pdf
10 ���������������
Τίτλος έρευνας «Παιδική
��������������������������������������
βία: Δεν κλείνουμε τα μάτια» (2012),
��������������������������
βλέπε ιστότοπους: http://www.ea.gr/ea/
main.asp?id=7001&lag=gr&eventID=225&subid=1, http://www.tovima.gr/society/article/?aid=447152
11 11�����������������������������
Σφακιανάκης,
����������������������������
Ε., Σιώμος, Κ. & �� ��
Φλώρος,
��������
��������
Γ.
�����������
�����������
(2012). Εθισμός στο διαδίκτυο και άλλες διαδικτυακές
συμπεριφορές υψηλού κίνδυνου. Αθήνα: Λιβάνη
12 �����������������������
Mobbing in der Schule, http://arbeitsblaetter.stangl-taller.at/KOMMUNIKATION/MobbingSchule.shtml
- 158 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Η βία είναι μια φυσιολογική ανθρώπινη αντίδραση για την έκφραση του
θυμού ή του φόβου με την απαρχή της να εντοπίζεται στα κοινωνικά σύνολα στα οποία
εντάσσεται και ενεργοποιείται το άτομο ως μέλος τους, από την οικογένεια έως το
σχολείο, την κοινότητα και την κοινωνία. Όταν κάποιο από συστήματα αυτά, τα οποία
αλληλεπιδρούν με το άτομο και μεταξύ τους, λειτουργεί προβληματικά, επηρεάζει το
άτομο να συμπεριφερθεί είτε ως θύτης, είτε ως θύμα. Για παράδειγμα, όταν το σύστημα
της οικογένειας λειτουργεί τιμωρητικά, αυταρχικά, με έλλειψη τρυφερότητας, ανέχεται
τη βία, τότε το άτομο διαμορφώνεται με αυτά τα χαρακτηριστικά, τα οποία μεταφέρει
στα συστήματα που ενεργοποιείται16. Λόγω του ότι οι επιδράσεις της βίας συμβαίνουν
από την πρώτη ηλικία του ατόμου, μπορεί, αντίστροφα, να προληφθεί μέσα από πρώιμες
13 Mishna,
�������� F.
������������������
(2003). Double Jeopardy.
���������� Journal of Learning Disabilities, 36 (4), 336-347.
14 Quiroz,
�������� H.
����������������
C., Arnette, J.
�������
L., &�� Stephens,
���������� R.
�������������������������������������������������������������
D. (2006). Bullying In Schools-Fighting the Bully Battle:
Bullying Fact Sheet Series [Brochure]. National School Safety Center.
15 ��������������������������
Καραβόλτσου���������������
��������������
Α�������������
. �����������
Α����������
. (2013). Συνοπτικό������������������������������������������������������������
�����������������������������������������������������������
Εγχειρίδιο�������������������������������������������������
������������������������������������������������
Αντιμετώπισης�����������������������������������
����������������������������������
Σχολικού��������������������������
�������������������������
Εκφοβισμού���������������
��������������
Εκπαιδευτικών
Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Αθήνα. Διαθέσιμο στο: http://www.slideshare.net/2gymagni/ss-20547096
16 16�������
Krug, E. �������������������
Dahlberg, L.L., Mercy,�������
J.A.,
���������������������������
et al., eds. (2002). World report on violence and health. Geneva,
Switzerland. World Health Organization.
- 159 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
17 17�����������������������������������������������������������������������������������
Albee, G. W. (1996). A model for classifying prevention programs. In G. W. Albee, J. M. ��� ���
Joffe
������
& L.�� A.
����������������
Dusenbury
(Eds). Prevention, Powerlessness, & Politics: Readings on Social Change. Newbury Park, Ca: Sage, 13-22.
18 18�������������
Borgelt, C. & Conoly,
�� ��������J. (1999).
�������������������������������������������������������������������������������
Psychology in the Schools: System intervention case examples. In C.
Reynolds & Gutkin, T. (Eds.) The Handbook of School Psychology. New York: Wiley & Sons, pp. 1056-1076.
19 19�������������������������
Ματσόπουλος, Α. (2005). Σχολική Ψυχολογία: Μια Νέα Επιστήμη. Συγγραφέας: Αθήνα.
20 20� Reynolds,
�������������������������
D. (1997). The East �����������������
looks West, Times Education Supplement, June 27, p. 21.
Τα σχολεία τα οποία εντάσσονται στο «Kίνημα των Αποτελεσματικών Σχολείων» (Effective��������� ��������
Schools� �����������
Movement���),
αποδέχονται ότι η αλλαγή αφορά συνολικά το περιβάλλον στο οποίο διαβιούν τα παιδιά. Λειτουργούν σύμφωνα
με βασικούς άξονες που συμβάλλουν στις υψηλές επιδόσεις των μαθητών και ελαχιστοποιούν τα προβλήματα στη
συμπεριφορά των μαθητών. Αυτοί είναι: οι καλά εκπαιδευμένοι παιδαγωγοί, η αποτελεσματική εκπαιδευτική
ηγεσία, η υψηλής ποιότητας διδασκαλία, η οργανωμένη και συστηματική γονεϊκή εμπλοκή. Με αυτόν τον
τρόπο οι παρεμβάσεις που γίνονται είναι στοχευμένες στα αίτια του προβλήματος, και όχι στα συμπτώματα που
συνήθως είναι η επιφάνεια των προβληματικών συμπεριφορών.
21 ������������������������������������������������������������������������������������������������������������
Olweus������������������������������������������������������������������������������������������������������
, D. (1993).������������������������������������������������������������������������������������������
Bull�������������������������������������������������������������������������������������
y������������������������������������������������������������������������������������
ing Prevention Program, ������������������������������������������������������������
�����������������������������������������������������������
ips and resources for administrators, teachers and parents.
Βλ. επίσης: http://www.violencepreventionworks.org/public/bullying_tips_for_administrators.page, http://www.
violencepreventionworks.org/public/bullying_tips_for_teachers.page, http://www.violencepreventionworks.org/
public/bullying_tips_for_parents.page
22 22�������
Krug, E. �������������������
Dahlberg, L.L., Mercy,�������
J.A.,
���������������������������
et al., eds. (2002). World report on violence and health. Geneva,
Switzerland. World Health Organization.
23 23��������������������
Sethi, D., Bellis, M.,����
Hughes,
���������������������
K., Gilbert, R.,����
Mitis,
�������
F.,���������������������������
G Galea, (Eds) (2013). European report on preventing
child maltreatment. World Health Organization.
- 160 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
2. Η εκπαιδευτική παρέμβαση
2.1. Στοχοθεσία
Η παρούσα παρέμβαση βασίζει το διαδικαστικό της μέρος στο μοντέλο του Olweus������25,
για την πρόληψη και αντιμετώπιση του σχολικού εκφοβισμού και το περιεχόμενό της
στα βιωματικά εργαστήρια που προτείνονται για εκπαιδευτικούς της πρωτοβάθμιας από
το ευρωπαϊκό διακρατικό πρόγραμμα Δάφνη ΙΙΙ26. Για την ολοκληρωμένη προσέγγιση
του θέματος της σχολικής βίας και εκφοβισμού, προστέθηκαν θεματικές που κρίθηκαν
αναγκαίες, προσαρμοσμένες στην ηλικία των παιδιών και τη σύσταση των τάξεων. Οι
γενικοί ψυχοπαιδαγωγικοί στόχοι του προγράμματος είναι: η κατανόηση και πρόληψη του
φαινομένου του σχολικού εκφοβισμού και η ανάπτυξη δεξιοτήτων διαχείρισης περιστατικών
εκφοβισμού στο σχολείο και τρόπων αυτοπροστασίας από τις μορφές της βίας.
2.2. Συμμετέχοντες
Το πρόγραμμα απευθύνεται στους 14 μαθητές των Γ και Δ τάξεων του Δημοτικού Σχολείου
Αγίου Ανδρέα του Νομού Αιτωλοακαρνανίας. Πιο συγκεκριμένα, συμμετείχαν 7 μαθητές
από τη Γ και 7 μαθητές από τη Δ τάξη, με το μεγαλύτερο ποσοστό να αποτελείται από
αγόρια (71,6%). Επιπλέον, ένα μεγάλο μέρος των μαθητών προέρχεται οικογένειες
μεταναστών στη χώρα (46,2%) (Βλέπε Πίνακα 1). Στο συγκεκριμένο σχολείο έχουν
εκδηλωθεί περιστατικά ρατσισμού και λεκτικής βίας αλλά και περιστατικό απόπειρας
αρπαγής μαθητή, γεγονός που συνέβαλε καθοριστικά στην απόφαση για την υλοποίηση
της παρέμβασης.
Φύλο
Τάξη Αγόρια Κορίτσια Σύνολο
(Ν) % (Ν) % (Ν) %
Γ 5 35,8 2 14,2 7 50
Δ 5 35,8 2 14,2 7 50
24 �������������������������������������������������������������
Κάποιες έρευνες μπορεί να μελετήσει κάποιος στους ιστότοπους http://www.epsype.gr/paremvaseis.aspx
και http://www.0-18.gr/gia-megaloys/bia-sto-scholeio
25 25� Olweus,
������D. (1993). Bullying at school: What we know and what we can do. Cambridge, MA: Blackwel.
26 Εταιρεία Ψυχοκοινωνικής Υγείας του Παιδιού και του Εφήβου (Ε.Ψ.Υ.Π.Ε.) (2010α). Δραστηριότητες στην
Τάξη για την Πρόληψη του Εκφοβισμού και της Βίας Μεταξύ Μαθητών: Εγχειρίδιο Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας
Εκπαίδευσης. Στο: http://www.epsype.gr/images/egxeiridio/activities.pdf
- 161 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
- 162 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Κατανόηση του
φαινομένου του
1.Να σκεφτούν τα χαρακτηριστικά του θύτη, του θύματος και του
εκφοβισμού στο
παρατηρητή.
σχολείο: οι ρόλοι
2.Να συνειδητοποιήσουν τη σημαντικότητα των συνεπειών της βίας.
των εμπλεκομένων
και οι συνέπειες.
1. Να έρθουν σε σύγκρουση με τα αισθήματα ρατσισμού και τον
Σεβασμός στη εθνικιστικό τρόπο σκέψης.
διαφορετικότητα 2. Να διαμορφώσουν θετική στάση και αντίληψη απέναντι στις διαφορές
των πολιτισμών/θρησκειών, την ετερότητα και τη διαφορετικότητα.
Σεξουαλική 1.Να μάθουν τρόπους ώστε οι μαθητές να προφυλάσσουν τον εαυτό τους
παραβίαση από συμπεριφορές που στοχεύουν στην σεξουαλική τους παραβίαση.
Αντιμετώπιση του
1.Να προταθούν από τους μαθητές αποτελεσματικοί τρόποι
εκφοβισμού και της
αντιμετώπισης
βίας στο σχολείο
του φαινομένου.
– τι μπορεί να κάνει
2. Να συζητηθεί ο ρόλος των συμμαθητών, των δασκάλων και των
ο καθένας μόνος
γονέων σε περιστατικά εκφοβισμού και βίας στο σχολείο.
του.
- 163 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Εκδήλωση
παρουσίασης 1. Να ενημερωθούν οι γονείς για τα αποτελέσματα του προγράμματος.
τελικού προϊόντος
Για την καλύτερη παρακολούθηση της διάρθρωσης του μαθήματος από τους
μαθητές, στην αρχή κάθε μαθήματος γίνεται αναφορά στους στόχους του μαθήματος,
εισαγωγή και σύνδεση με τα προηγούμενα, αναφορά στις δραστηριότητες, στις μεθόδους
και στα υλικά μέσα εφαρμογής. Ομοίως, στο τέλος του μαθήματος γίνεται σύνοψη,
βγαίνουν συμπεράσματα, αξιολόγηση και ενημέρωση για το περιεχόμενο του επόμενου
μαθήματος. Οι δραστηριότητες που υποστηρίζουν τις θεματικές αφορούν κυρίως σε
βιωματικές καταστάσεις, ομαδικές εργασίες, ανάγνωση παραμυθιών και βιβλίων με
σχετική θεματολογία, προβολή εκπαιδευτικών βίντεο, δραματοποιήσεις, παιχνίδια
εμπιστοσύνης μέσα και έξω από την τάξη, συζητήσεις με τους μαθητές, συναντήσεις
με τους γονείς τους, κατασκευή αφίσας, συγγραφή παραμυθιού, ελεύθερη έκφραση
συναισθημάτων, ερευνητικές εργασίες.
Για τη διερεύνηση της αποτελεσματικότητας της παρέμβασης, καθ’όλη τη διάρκεια
των 6 μηνών συλλέγονται ποιοτικά και ποσοτικά δεδομένα μέσα από φύλλα εργασίας
που συμπληρώνουν οι μαθητές στο τέλος κάθε θεματικής και ημερολόγια παρατήρησης
της εκπαιδευτικού. Επιπλέον, στο ξεκίνημα της παρέμβασης, ένα διαγνωστικό τεστ
διανεμήθηκε στους μαθητές, για την διερεύνηση των γνώσεων για θέματα που αφορούν
στη βία, τον εντοπισμό εκφοβιστικών συμπεριφορών στο σχολείο, τα συναισθήματα που
τους δημιουργούν τα επεισόδια βίας και τις στάσεις τους σε θέματα διαπολιτισμικότητας.
Το ίδιο ερωτηματολόγιο πρόκειται να συμπληρωθεί στο τέλος του προγράμματος για
τον εντοπισμό πιθανών διαφορών στις απαντήσεις, ενδεχόμενη αλλαγή στάσεων και τη
συνολική αξιολόγηση του προγράμματος παρέμβασης ως προς τους αρχικούς στόχους.
Η σύγχρονη εκπαιδευτική έρευνα έχει αναδείξει ότι η αποτελεσματικότητα των
προγραμμάτων αγωγής υγείας στο σχολείο επιτυγχάνεται όταν σε αυτά εμπλέκονται
δημιουργικά και οι γονείς των μαθητών27, 28. Για το σκοπό αυτό, έχουν προγραμματιστεί
δύο συναντήσεις για γονείς όπου στη μεν πρώτη συνάντηση πριν την έναρξη των
μαθημάτων, θα ενημερωθούν για τη σχολική βία και θα συναινέσουν για τη συμμετοχή
των παιδιών τους και στη δεύτερη θα συμμετέχουν σε εκδήλωση παρουσίασης του τελικού
προϊόντος των 6 μηνών εργασίας και θα ακούσουν τα αποτελέσματα του προγράμματος.
Η δεύτερη αυτή συνάντηση έχει προγραμματιστεί για την 6η Μαρτίου, Πανελλήνια Ημέρα
κατά της Σχολικής Βίας και του Εκφοβισμού. Με αυτόν τον τρόπο, οι μαθητές, γονείς και
27 Γιοβαζολιάς, Θ. (2011). Συνεργασία εκπαιδευτικών – οικογένειας. Σχολές Γονέων -Γενική γραμματεία Δια
βίου μάθησης, Ινστιτούτο Διαρκούς Εκπαίδευσης Ενηλίκων. Αθήνα: Υπουργείο παιδείας Δια βίου μάθησης και
θρησκευμάτων.
28 28����������������
Lee, A., Cheng F., ���������������������
Leger L. (2005). Evaluating
�����������������������������������������
health – promoting schools in Hong��������������������������
Kong: development of
a framework. Health Promotion International,�����������������
20(2), 177-187.
- 164 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Επίλογος
Το σχολείο μπορεί να δράσει καθοριστικά στην αντιμετώπιση και κυρίως στην πρόληψη
της επιθετικής συμπεριφοράς και του σχολικού εκφοβισμού, αφού το σχολικό περιβάλλον
έχει τη δυναμική να επηρεάσει τη συμπεριφορά των μαθητών29. Ένα εκπαιδευτικό
σύστημα που προσανατολίζεται στη μείωση της παραβατικότητας στηρίζεται στην
κατανόηση και το σεβασμό των αναγκών κάθε ατόμου, παρέχει ισότητα ευκαιριών με
στόχο την κοινωνική ενσωμάτωση όλων των μαθητών και σέβεται τη διαφορετικότητα.
Με αφετηρία τις επιτυχημένες παρεμβάσεις του πρωτοπόρου Νορβηγού Olweus30,31,32,33
αλλά και σύμφωνα πλέον και με διεθνείς οργανισμούς (Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας,
Συμβούλιο της Ευρώπης), το σχολείο καλείται για την αντιμετώπιση του εκφοβισμού, να
δημιουργήσει μία ολοκληρωμένη πολιτική, μέσα από μία ενεργητική και αναστοχαστική
διαδικασία (εφαρμογή, διάχυση, αξιολόγηση).
Ο Συνήγορος του Παιδιού, στην προσπάθεια διερεύνησης «καλών πρακτικών»
για την αποτελεσματικότερη πρόληψη και αντιμετώπιση της επιθετικότητας μεταξύ
μαθητών στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, συνοψίζει τις κυριότερες προτάσεις του για τις
παρεμβάσεις που χρειάζονται στην πρόληψη και αντιμετώπιση της βίας, οι οποίες, με τις
κατάλληλες προσαρμογές, μπορούν να εφαρμοστούν και στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση.
Σύμφωνα με αυτές, πρωταρχική μέριμνα θα πρέπει να είναι η διασφάλιση μιας γενικότερης
λειτουργικότητας και ευνομίας στη σχολική κοινότητα μέσα από την εδραίωση ενός
κλίματος συνεργασίας, συμμετοχής και αλληλοσεβασμού ανάμεσα στα μέλη της. Μεταξύ
των παραγόντων που συντείνουν στην εύρυθμη λειτουργία του σχολείου βρίσκονται34:
η διαμόρφωση ενός καλού σχολικού κλίματος επικοινωνίας, η ύπαρξη ξεκάθαρων
σχολικών κανόνων, η ενημέρωση για κοινωνικά φαινόμενα, η διεξαγωγή προγραμμάτων
και βιωματικών εργαστηρίων βελτίωσης κοινωνικών δεξιοτήτων, ο σεβασμός και
η προστασία των δικαιωμάτων όλων των μελών της σχολικής κοινότητας κ. ά. Όταν
εκδηλώνεται περιστατικό βίας, προτείνεται να λαμβάνουν χώρα διαδικασίες ακρόασης
και ανάθεση ρόλων συμβούλων και μεσολαβητών σε εκπαιδευτικούς με ειδικές γνώσεις
και δεξιότητες, καθώς και διαδικασίες συμφιλίωσης και εναλλακτικές μορφές κυρώσεων
στους μαθητές που ασκούν βία, όπως η προσφορά κοινωφελούς εργασίας.
Τέλος, ωφέλιμο είναι να τονιστεί για άλλη μια φορά η δημιουργία κοινωνικών,
συμβουλευτικών και ψυχολογικών υπηρεσιών με σκοπό την πρόληψη της βίας. Σημαντική
είναι η συνεργασία με τους γονείς και την τοπική κοινότητα, για την οργάνωση ομάδων
29 ����������������������������������������������������������������������������������
Σχετικά με την επίδραση του σχολείου στην ψυχοκοινωνική εξέλιξη του παιδιού�������
, στο: http://psychografimata.
com/4122/i-epidrasi-tou-scholiou-stin-psichokinoniki-exelixi-tou-pediou/
30 30� Olweus,
�������������������
D. (1978). Aggression in the schools: Bullies and whipping boys. Washington,�����
���� �����������
DC:� Hemisphere.
31 31� Olweus,
�������������������
D. (1986). The Olweus Bully/Victim Questionnaire. Mimeo. Bergen, Norway: Research Center for
Health Promotion, University of Bergen.
32 32� Olweus,
������D. (1993). Bullying at school: What we know and what we can do. Cambridge, MA: Blackwel.
33 33� Olweus,
�����������
D. & Limber,
�� ����������������������
S. P. (2007). Olweus Bullying Prevention Program Teacher Guide. Center City, MN:
Hazelden.
34 Συνήγορος του Παιδιού, Συνήγορος του Πολίτη, 2010, http://www.0-18.gr/gia-megaloys/bia-sto-scholeio
- 165 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσση
A������������������������������������������������������������������������������
νδρέου, Ε. (2007). Εκπαιδευτικό πρόγραμμα παρέμβασης για την αντιμετώπιση της
επιθετικότητας και του εκφοβισμού στο δημοτικό σχολείο. Στο: Διαχείριση
Προβλημάτων Σχολικής Τάξης. Αθήνα: Παιδαγωγικό Ινστιτούτο.
Γιοβαζολιάς, Θ. (2011). Συνεργασία εκπαιδευτικών – οικογένειας. Σχολές Γονέων -Γενική
γραμματεία Δια βίου μάθησης, Ινστιτούτο Διαρκούς Εκπαίδευσης Ενηλίκων.
Αθήνα: Υπουργείο παιδείας Δια βίου μάθησης και θρησκευμάτων.
Καραβόλτσου Α. Α. (2013). Συνοπτικό Εγχειρίδιο Αντιμετώπισης Σχολικού Εκφοβισμού
Εκπαιδευτικών Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Αθήνα. Στο: http://www.slide-
share.net/2gymagni/ss-20547096
Ματσόπουλος, Α. (2005). Σχολική Ψυχολογία: Μια Νέα Επιστήμη. Συγγραφέας: Αθήνα
Σφακιανάκης, Ε., Σιώμος, Κ. & Φλώρος, Γ. (2012). Εθισμός στο διαδίκτυο και άλλες
διαδικτυακές συμπεριφορές υψηλού κίνδυνου. Αθήνα: Λιβάνη
Υπουργείο Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων (2011), Αποτύπωση καλών
πρακτικών σχολικών μονάδων Δ.Ε. για την πρόληψη και αντιμετώπιση της
βίας και επιθετικότητας μεταξύ μαθητών, εγκύκλιος Γ2/18890/14.2.2011. Στο:
http://www.minedu.gov.gr/publications/docs2011/egkyklios_prolhpsh_an-
timetwpish__biasepithetikothmathhtwn_110214.pdf
Ξενόγλωσση
- 166 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Olweus, D. (1993). Bullying at school: What we know and what we can do. Cambridge,
MA: Blackwel.
Olweus, D. & Limber, S. P. (2007). Olweus Bullying Prevention Program Teacher Guide.
Center City, MN: Hazelden.
Quiroz, H. C., Arnette, J. L., & Stephens, R. D. (2006). Bullying In Schools-Fighting the
Bully Battle: Bullying Fact Sheet Series [Brochure]. National School Safety
Center.
Reynolds, D. (1997). School effectiveness, Highlight No 157: National Childrenʼs Bu-
reau/Barnardoʼs.
Sethi, D., Bellis, M., Hughes, K., Gilbert, R., Mitis, F., G Galea, (Eds) (2013). European
report on preventing child maltreatment. World Health Organization.
Ιστοσελίδες
Η Αθηνά Γελαδάρη είναι απόφοιτος του Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης και κάτοχος
Μεταπτυχιακού Διπλώματος Ειδίκευσης στις Ανθρωπιστικές Επιστήμες. Τα ερευνητικά
της ενδιαφέροντα αφορούν σε ζητήματα διγλωσσίας, στην εκμάθηση και διδασκαλία της
πρώτης/δεύτερης/ξένης γλώσσας, καθώς και στην εφαρμογή καινοτόμων παιδαγωγικών
μεθόδων στη διδασκαλία. Πολλά άρθρα της έχουν δημοσιευτεί σε ελληνικά και διεθνή
επιστημονικά περιοδικά και συνέδρια. Υπηρετεί την εκπαίδευση ως δασκάλα στο
Δημοτικό σχολείο.
- 167 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Take a stand- Lend a Hand: Stop bullying now. Πάρτε απόσταση- Δανειστείτε ένα
χέρι: Σταματήστε τα σχολικό εκφοβισμό τώρα
Γεωργαντά Βίκυ
Περίληψη
Abstract
This paper presents the theoretical foundation, the implementation and evaluation of the
results of a Project involving school bullying. Through a series of educational activities
students variously expressed their feelings, informed the relevant phenomenon, forms of
expression, the role and the feelings of both the perpetrator and the victim. Also, through
the technique of role playing played digital game “Yeti Sports Pingu Throw». Finally,
created a blog, which posted all stages of the program accompanied by the corresponding
material and final creations of students.The results of the implementation of this Project was
particularly encouraging for future and similar actions. Structured educational activities,
in particular related to the digital game, proved to be very fruitful to the extent that it was
found that the inclusion of a digital game to the educational process can motivate students
to learn in a fun way, maintaining their interest undiminished and creating a breeding
ground for cultivating social skills through interaction. Through play pupils were able to
effortlessly express their feelings and to unleash their creative spirit.
1.Εισαγωγή
Είναι γεγονός ότι η σημερινή κοινωνία της γνώσης, της πολυπλοκότητας, της κυβερνητικής
πληροφορίας και της κυριαρχίας του διαδικτύου υπόκειται συνεχώς σε μεταβολές και
- 168 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
ανακατατάξεις, που διατρέχουν όλες τις εκφάνσεις του επιστητού. Στη σύγχρονη εποχή,
οι επιστημονικές γνώσεις, τα τεχνολογικά επιτεύγματα και οι συνεχώς ανανεωνόμενες
πληροφορίες εναλλάσσονται με ταχύτατη διαδοχή. Ταυτόχρονα, αξιόλογες μελέτες και
έρευνες έχουν συμβάλλει στην πρόοδο της παιδαγωγικής επιστήμης και τροφοδοτούν την
εκπαιδευτική κοινότητα με έγκυρα και έγκαιρα ερευνητικά πορίσματα. Οι παιδαγωγικές
θεωρίες, η εκπαιδευτική πράξη σε συνδυασμό με την ένταξη των Τεχνολογιών της
Πληροφορίας και της Επικοινωνίας (Τ.Π.Ε.) στην εκπαιδευτική πράξη τοποθετούνται στο
πλαίσιο μιας συνεχούς αλληλεπίδρασης και αλληλοτροφοδότησης. Οι νέες τεχνολογίες
και ιδιαίτερα οι Τ.Π.Ε. αποτελούν βασικό εργαλείο μετάδοσης της πληροφορίας κι η
έλευση της κοινωνίας της γνώσης έχει επιφέρει σημαντικές αλλαγές συμβάλλοντας στη
δημιουργία ενός νέου κοινωνικού γίγνεσθαι, αναδεικνύοντας νέα πρότυπα και νέους
τρόπους επικοινωνίας. ������������������������������������������������������������
A�����������������������������������������������������������
πό την άλλη πλευρά, η μάθηση βασισμένη στα παιχνίδια (����� game�
based�������������������������������������������������������������������������������������
������������������������������������������������������������������������������������
learning����������������������������������������������������������������������������
) δίνει τη δυνατότητα ενός διαφορετικού τρόπου επεξεργασίας της διδακτικής
ύλης, παρέχει πρόσβαση σε περισσότερες πληροφορίες, ξεπερνά υλικοτεχνικές υποδομές
μέσω εικονικών περιβαλλόντων και προσομοιώσεων, διευκολύνει τη διαδραστικότητα και
τέλος προσφέρει μια διαφορετική εικόνα της εκπαίδευσης.
Λαμβάνοντας υπόψη τα δεδομένα της σύγχρονης και πολυσύνθετης συγκυρίας
για την ανάγκη δημιουργίας καινοτόμων εκπαιδευτικών προγραμμάτων υψηλού
επιπέδου στα ελληνικά σχολεία με την ταυτόχρονη αξιοποίηση των Τ.Π.Ε. σχεδιάστηκε
και υλοποιήθηκε η εκπαιδευτική παρέμβαση με βασικό άξονα αναφοράς το ψηφιακό
παιχνίδι και τη συναισθηματική αγωγή με επίκεντρο το ευαίσθητο θέμα του σχολικού
εκφοβισμού. Ο τίτλος της εκπαιδευτικής παρέμβασης ορίστηκε να είναι «����� Take���
��a� �������
stand��-
Lend� a��� hand��
������: ����� now�». Βασικός στόχος ήταν η καλύτερη δυνατή διαχείριση
Stop� bullying�����
��������� ����
της σχετικής βιβλιογραφίας και ο σχεδιασμός ενός ����������������������������������
project���������������������������
εντάσσοντας μέσα σε αυτόν
και τη χρήση ψηφιακού παιχνιδιού, προκειμένου να εκπονηθεί μια ολοκληρωμένη και
επιστημονικά τεκμηριωμένη εργασία. Η παρούσα εργασία θα μπορούσε να θεωρηθεί
ως μια αφόρμηση για την ένταξη στο σχολείο τόσο των ψηφιακών παιχνιδιών στην
καθημερινή εκπαιδευτική διαδικασία όσο και προγραμμάτων Αγωγής Υγείας εμπλέκοντας
ενεργά τους μαθητές σε βιωματικές δραστηριότητες. Οι ίδιοι οι μαθητές καταγράφοντας
με ψηφιακά μέσα (ψηφιακές κάμερες, ψηφιακές φωτογραφικές μηχανές, κινητά τηλέφωνα
& ψηφιακό καταγραφικό φωνής) τις δραστηριότητές τους, θα γίνουν οι ίδιοι δημιουργοί
πρωτότυπου ψηφιακού υλικού κοινοποιώντας το τόσο στους μαθητές της τάξης τους όσο
και ευρύτερα στη σχολική κοινότητα μέσα από τη δημιουργία ενός blog�� ������.
2.Σχολικός εκφοβισμός
Μείζον Πρόγραμμα Επιμόρφωσης, Βασικό Επιμορφωτικό Υλικό, Τόμος Α΄, Γενικό μέρος, (2011) Αθήνα
Caspersen M.K., (2008) Learning through Simulations and Games -A Theoretical Synthesis and a Design
Guide, Master’s Thesis in Multimedia Technology and Games, IT University of Copenhagen, Denmark
- 169 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
στο μαθητικό μικρόκοσμο και αποκτούν δική τους οντότητα και τρόπο έκφρασης. Ο
σχολικός εκφοβισμός αποτελεί μια ανησυχητική εκδήλωση διατάραξης των ομαλών
σχέσεων των μαθητών καθώς εμπεριέχει την εκτεταμένη χρονικά, σταθερή και επίμονη
άσκηση βίας μεταξύ των μελών της σχολικής κοινότητας. Είναι γεγονός ότι η βία στην
εποχή μας έχει πάρει μεγάλες διαστάσεις και πλήττει όλες τις κοινωνικές ομάδες,
ιδιαίτερα όμως τα παιδιά και τους εφήβους.. Έρευνες σε διεθνές επίπεδο έχουν δείξει
ότι περίπου το 15% των μαθητών έχουν βιώσει συμπεριφορές εκφοβισμού και βίας, οι
οποίες παρατηρούνται συχνότερα στις ηλικίες 8-15 ετών. Αναφορικά με την ελληνική
πραγματικότητα επιδημιολογικές έρευνες έχουν δείξει ότι το φαινόμενο της βίας και του
εκφοβισμού αφορά ένα στα δέκα παιδιά. Ο εκφοβισμός και η βία στο σχολείο μεταξύ
μαθητών αποτελεί μορφή επιθετικής συμπεριφοράς με σοβαρές επιπτώσεις για την
ψυχοκοινωνική τους εξέλιξη και στις διαδικασίες της μάθησης.
Ο σχολικός εκφοβισμός (αγγλ. bullying) είναι ένα φαινόμενο νεανικής
παραβατικότητας, που εμφανίζεται σε πολλές χώρες του κόσμου. Ο σχολικός
εκφοβισμός αναφέρεται στη χρήση βίας μεταξύ μαθητών ή συνομηλίκων παιδιών με
στόχο να προκληθεί πόνος ή αναστάτωση. Ο όρος «εκφοβισμός και βία στο σχολείο»
(����������������������������������
school����������������������������
���������������������������
bullying�������������������
), όπως και ο όρος «θυματοποίηση»
� (��������������������������������
victimization�������������������
) χρησιμοποιούνται
για να περιγράψουν μια κατάσταση κατά την οποία ασκείται εσκεμμένη, απρόκλητη,
συστηματική και επαναλαμβανόμενη βία και επιθετική συμπεριφορά με σκοπό την
επιβολή, την καταδυνάστευση και την πρόκληση σωματικού και ψυχικού πόνου σε
μαθητές από συμμαθητές τους, εντός του σχολικού χώρου όσο και εκτός αυτού. Το
φαινόμενο του εκφοβισμού και της βίας στο σχολείο είναι σύνθετο, ενώ στην εκδήλωσή
του συμβάλλει η αλληλεπίδραση ψυχολογικών, οικογενειακών, κοινωνικών, γνωστικών
και συναισθηματικών παραγόντων. Στην Ελλάδα σημειώνεται ότι τα φαινόμενα βίας
στο σχολικό χώρο δεν παρουσιάζονται σε βαθμό ιδιαίτερα ανησυχητικό ή με ακραίες
μορφές και τα δεδομένα διαφόρων ερευνών δείχνουν ότι:
α) Το 10-15% των μαθητών πέφτουν θύματα διαφόρων μορφών εκφοβισμού και βίας
στο σχολείο.
β) Οι μαθητές που εκφοβίζουν και ασκούν βία, δηλ. οι θύτες, υπολογίζεται ότι ξεπερνούν
το 5% του συνόλου των μαθητών.
γ) Έχει παρατηρηθεί ότι τα αγόρια εμπλέκονται περισσότερο σε περιστατικά σωματικής
βίας σε σύγκριση με τα κορίτσια, τα οποία φαίνεται να εμπλέκονται πιο συχνά σε
περιστατικά λεκτικής βίας.
δ) Τα αγόρια σε σύγκριση με τα κορίτσια εμπλέκονται πιο συχνά σε περιστατικά βίας,
σε αναλογία 3 προς 1.
ε) Τα περιστατικά εκφοβισμού και βίας στο σχολείο εκδηλώνονται με μεγαλύτερη
συχνότητα στο δημοτικό και στο γυμνάσιο και μειώνονται στο λύκειο.
στ) Οι μισοί από τους μαθητές-θύματα εκφοβισμού και βίας δεν αναφέρουν πουθενά το
γεγονός, ενώ οι υπόλοιποι μισοί συνήθως το αναφέρουν σε φίλους τους και λιγότερο
Smith, P., Cowie, H., Olafsson , F & Liefooghe, A., (2002). Definitions of bullying : A comparison of terms
used, and age and gender differences, in a fourteen country international comparison. Child��������������
�������������, ���7
Development��
Δραστηριότητες στην τάξη για την πρόληψη του εκφοβισμού και της βίας μεταξύ των μαθητών, Εγχειρίδιο
Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, Ε.Ψ.Υ.Π.Ε, (2010),Αθήνα
Δραστηριότητες στην τάξη για την πρόληψη του εκφοβισμού και της βίας μεταξύ των μαθητών, Εγχειρίδιο
Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, Ε.Ψ.Υ.Π.Ε, (2010),Αθήνα
- 170 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Δραστηριότητες στην τάξη για την πρόληψη του εκφοβισμού και της βίας μεταξύ των μαθητών, Εγχειρίδιο
Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, Ε.Ψ.Υ.Π.Ε, (2010),Αθήνα
� Von
�����������������������������
Wangenheim C.G. & Shull �����������������������
F., (2009) “To Game or Not
������������������������������
to Game?”, IEEE Software, Vol.
���������
25, No.2.
�����
������������������������������������������
Squire K.D. & Giovanetto L. (2008) “The �������
Higher ����������������������
Education of Gaming”, ������������
E-Learning, Vol.
��������
5, No.1,
�����
������������
(����������
Caspersen M.K.
������������������������������������������������������������������������������������������
(2008),Learning through Simulations and Games - A Theoretical Synthesis and a Design
Guide, Master’s Thesis in Multimedia Technology and Games, IT University of Copenhagen, Denmark.
10 ���������
Prensky��, ���������������������������������������������������������������������������������������
M��������������������������������������������������������������������������������������
., (2009), Μάθηση βασισμένη στο Ψηφιακό Παιχνίδι, Αρχές, δυνατότητες και παραδείγματα
εφαρμογής στην εκπαιδευτική και την κατάρτιση. Επιστημονικός υπεύθυνος : Μ. Μεϊμάρης, Αθήνα:
Μεταίχμιο
- 171 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
γ) Αλλαγή της εικόνας που έχουν τα παιδιά για το σχολείο και τη μάθηση γενικότερα,
την οποία θεωρούν μια διαδικασία απολύτως βαρετή και μακριά από τα δικά τους
ενδιαφέροντα.
δ) Πρόσβαση σε πολλές πηγές πληροφοριών.
Έχοντας, λοιπόν, ως γνώμονα όλα τα παραπάνω, το ψηφιακό παιχνίδι είναι ένα
καινούριο, πολύτιμο εργαλείο στα χέρια των εκπαιδευτικών και έγκειται στους ίδιους
αν θα το χρησιμοποιήσουν μέσα στην τάξη και στη συνέχεια αν θα το αξιοποιήσουν
σωστά. Για να αξιοποιηθεί σωστά ένα παιχνίδι μέσα στην τάξη ο εκπαιδευτικός πρέπει να
γνωρίζει το θέμα του, τις δραστηριότητες που προσφέρει και τι στόχο έχουν αυτές.11
Υλοποίηση
Γενικός στόχος του εκπαιδευτικού σεναρίου ήταν η ενημέρωση και η ευαισθητοποίηση των
μαθητών σε θέματα σχολικού εκφοβισμού. Συγκεκριμένα, τέθηκαν οι παρακάτω��������
στόχοι:
11 ���������
Prensky��, ���������������������������������������������������������������������������������������
M��������������������������������������������������������������������������������������
., (2009), Μάθηση βασισμένη στο Ψηφιακό Παιχνίδι, Αρχές, δυνατότητες και παραδείγματα
εφαρμογής στην εκπαιδευτική και την κατάρτιση. Επιστημονικός υπεύθυνος: Μ. Μεϊμάρης, Αθήνα:
Μεταίχμιο
- 172 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Πίνακας����
1: ������������������������������
Χρονοδιάγραμμα����������������
���������������
υλοποίησης�����
����
του� ��������
Project ����������������������
«Take a stand- Lend a ������
hand:
Stop bullying now
Χρόνος
Δραστηριότητες
πραγματοποίησης
• Ενημέρωση για το πρόγραμμα
1ο διδακτικό δίωρο
• Εισαγωγική δραστηριότητα
• Εκφράζω και ζωγραφίζω τα συναισθήματά μου, όταν είμαι στο σχολείο
2ο διδακτικό δίωρο
• Παρουσίαση στην ολομέλεια της τάξης
• Καλλιέργεια φιλαναγνωσίας μέσα από δύο ιστορίες για τον εκφοβισμό
γραμμένες και εικονογραφημένες από παιδιά «Τα μπαλόνια της φιλίας» και
«Η Μόνα σε καινούριο σχολείο
3ο διδακτικό δίωρο • Συζήτηση για το περιεχόμενο των παραμυθιών
• Παρουσίαση σε Power Point «Όταν μιλούν μόνο οι εικόνες..»
• Συζήτηση για το ρόλο και τα συναισθήματα του θύτη και του θύματος με
αφόρμηση τις εικόνες της παρουσίασης
• Το αλφαβητάρι των συναισθημάτων
4ο διδακτικό δίωρο
• Συζήτηση με την ολομέλεια της τάξης
5ο διδακτικό δίωρο • Παρακολούθηση ταινίας μικρού μήκους Bullying: Μια καθημερινή ιστορία
6ο διδακτικό δίωρο • Ώρα για το ψηφιακό παιχνίδι «Yeti Sports Pingu Throw»
7ο διδακτικό δίωρο • Ομαδικές δημιουργίες ιστοριών (σύνθεση ιστορίας)
8ο διδακτικό δίωρο • Ομαδικές δημιουργίες ιστοριών (εικονογράφηση ιστορίας)
9ο διδακτικό δίωρο • Ψηφιοποίηση ιστοριών
• Ψηφιοποίηση ιστοριών
10ο διδακτικό δίωρο
• Παρουσίαση στην ολομέλεια της τάξης
11ο διδακτικό δίωρο • Επικοινωνία των μαθητών των δύο σχολείων
• Καλλιέργεια της ενσυναίσθησης μέσα από τη
12ο διδακτικό δίωρο
• φιλαναγνωσία με το βιβλίο «Μίλα μη φοβάσαι»
• Καλλιέργεια της ενσυναίσθησης μέσα από τη φιλαναγνωσία με το βιβλίο «Μου
13ο διδακτικό δίωρο
έκλεψαν το όνομά μου»
14ο διδακτικό δίωρο • Παρακολούθηση του DVD «Τα μπλε γυαλιά » - Συζήτηση
• Καταιγισμός ιδεών για την αντιμετώπιση του σχολικού εκφοβισμού
15ο διδακτικό δίωρο • Συμμετοχή των μαθητών στην εξέλιξη της διαδραστικής κοινωνικής ιστορίας
«Ο άμπαλος» 1
16ο διδακτικό δίωρο • Βιωματικό παιχνίδι «Τell vs Tattle»
17ο διδακτικό δίωρο • Βήματα αντιμετώπισης
18ο διδακτικό δίωρο • Συνάντηση με τους γονείς των μαθητών
19ο διδακτικό δίωρο • Συνάντηση με τους γονείς των μαθητών
20ο διδακτικό δίωρο • Delete στον ηλεκτρονικό εκφοβισμό
4.Αξιολογικά Εργαλεία
12 Cohen�����
����������
, L��
���. &
�� Manion���������������������������������������������������������������
���������������������������������������������������������������������
, �������������������������������������������������������������
L������������������������������������������������������������
.,(1994) Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας, Αθήνα, Μεταίχμιο
- 174 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
δραστηριότητα και προσπαθούσαν να βρουν όσο το δυνατόν πιο γρήγορα ένα συναίσθημα,
είτε θετικό είτε αρνητικό, που να αρχίζει από το αντίστοιχο γράμμα. Κατά τη διάρκεια
που οι μαθητές παρακολουθούσαν την ταινία μικρού μήκους «Bullying�����������������
: Μια καθημερινή
ιστορία» αξίζει να σημειωθεί ότι και οι μαθητές των δύο τάξεων ξεκίνησαν να διαβάζουν
φωναχτά την πρόταση που ξεκινούσε να γράφει ο δάσκαλος της ταινίας. Ήταν μια
αυθόρμητη και συγκινητική στιγμή από τους μαθητές μας κατά τη διάρκεια υλοποίησης
του συγκεκριμένου ���������
Project��.
Είναι αλήθεια ότι η ένταξη του ψηφιακού παιχνιδιού μέσα στη σχολική αίθουσα
ήταν μια καινοτόμος δραστηριότητα. Για πρώτη φορά οι μαθητές και της τάξης θα
είχαν τη δυνατότητα να παίξουν ένα ψηφιακό παιχνίδι μέσα στο σχολικό περιβάλλον. Ο
αρχικός τους ενθουσιασμός δεν μπορεί να περιγραφεί με λόγια. Οι μαθητές της Στ΄ τάξης
παρόλη την ύπαρξη ενός και μόνου φορητού υπολογιστή στην τάξη έδειξαν απίστευτη
υπομονή και περίμεναν με απόλυτη ησυχία να έρθει η σειρά τους να παίξουν, χωρίς να
δυσανασχετούν και να διαμαρτύρονται. Κατά τη διάρκεια που ο συμμαθητής τους έπαιζε
το παιχνίδι παρακολουθούσαν με αγωνία και με προσηλωμένα τα μάτια στην προβολή
που γινόταν ταυτόχρονα μέσω προτζέκτορα στην επιφάνεια του πίνακα. Ο μαθητής που
βρισκόταν μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή και έπαιζε ήταν απόλυτα αφοσιωμένος
στο παιχνίδι, χωρίς να διασπάται η προσοχή του και να φεύγουν τα μάτια του από αυτήν.
Ο συμμαθητής που βρισκόταν κοντά του τον ενημέρωνε πότε είχε ολοκληρώσει το
παιχνίδι, όπως προαναφέρθηκε και στο στάδιο της υλοποίησης, και τη θέση του έπαιρνε
ο επόμενος μαθητής. Χαρακτηριστικό είναι ότι ο ακόμα και ο μαθητής που έπαιζε δε
μιλούσε καθόλου και το μόνο που μπορούσε να παρατηρηθεί ήταν η μη λεκτική έκφραση
των προσώπων τους και η μορφή που αυτή έπαιρνε κάθε φορά.
Όταν ολοκληρώθηκαν και οι δύο κύκλοι όπου οι μαθητές μέσα από την τεχνική
του παιχνιδιού ρόλων είχαν παίξει το ψηφιακό παιχνίδι ζήτησαν ξανά να το παίξουν. Όσον
αφορά τη δημιουργία ιστοριών οι μαθητές της Στ΄ τάξης, που είναι εξοικειωμένοι ήδη
να δουλεύουν ομαδοσυνεργατικά, συγκρότησαν γρήγορα τις ομάδες τους και ξεκίνησαν
να ανταλλάσσουν ιδέες και απόψεις για τη σύνθεση της ιστορίας τους. Σίγουρα, η
ομαδική συγγραφή μιας ιστορίας δεν είναι μια διαδικασία εύκολη στην πραγμάτωσή της,
χρειάζεται χρόνο και καλή επεξεργασία και αξιοποίηση των απόψεων όλων των μελών
της ομάδας. Εντούτοις, το αποτέλεσμα που προκύπτει στο τέλος είναι αξιοζήλευτο, γιατί
ο καθένας συνεισφέρει στο μέτρο των δυνατοτήτων του και λειτουργεί συμπληρωματικά
με όλα τα μέλη της ομάδας. Παρατηρήθηκε ότι κάθε ομάδα δούλεψε με διαφορετικό
τρόπο κάνοντας κατανομή των αντίστοιχων δραστηριοτήτων και βρίσκοντας η ομάδα από
κοινού επίλυση στα προβλήματα που προέκυπταν. Για να συμμετέχουν και όλοι μαθητές
των ομάδων στην ψηφιοποίηση των ιστοριών τους ερχόταν κάθε φορά ένα ζευγάρι
και περνούσε ένα μέρος της ιστορίας ή της φωτογράφησης που είχε προηγηθεί και το
επόμενο ζευγάρι της ομάδας συνέχιζε από εκεί και μετά. Σίγουρα, αν στο σχολείο μας (2ο
Δ. Σ. Σπάτων) διαθέταμε άλλη τεχνολογική υποδομή και εξοπλισμό με ηλεκτρονικούς
υπολογιστές η ψηφιοποίηση των ιστοριών δε θα ήταν τόσο χρονοβόρα διαδικασία. Με
δεδομένη την παρούσα κατάσταση στο σχολείο όλες οι ομάδες έπρεπε να περιμένουν
κυκλικά τη σειρά τους και να χρησιμοποιήσουν το ένα και μοναδικό �����������������
laptop�����������
. Μετά την
ολοκλήρωση και την ψηφιοποίηση όλων των ιστοριών η κάθε ομάδα παρουσίασε στην
ολομέλεια της τάξης τη δημιουργία τους. Τα μέλη κάθε ομάδας παρακολουθούσαν με
ιδιαίτερη υπερηφάνεια τα δημιουργήματά τους. Το αναπάντεχο ήταν ότι τα μέλη της
- 175 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
μιας ομάδας έδιναν τα συγχαρητήριά τους στα μέλη των υπόλοιπων ομάδων και τους
ζητούσαν λεπτομέρειες για το πως εργάστηκαν σε κάθε διαφορετική εφαρμογή, τι ήταν
εύκολο και τι τους δυσκόλεψε.
• Ερωτηματολόγια
Τα ερωτηματολόγια που δόθηκαν προς συμπλήρωση στους μαθητές τόσο πριν την
εκπαιδευτική παρέμβαση όσο και ατά τη διάρκεια και μετά σχεδιάστηκαν ανάλογα
με το προφίλ της ομάδας των μαθητών του σχολείου. Έγινε προσπάθεια ώστε όλες οι
ερωτήσεις να έχουν σαφή και κατανοητή διατύπωση, ενώ εναλλασσόταν ερωτήσεις
ανοιχτού και κλειστού τύπου.
Ερωτηματολόγιο Παιχνιδιού
Εφόσον οι μαθητές έπαιξαν το ψηφιακό παιχνίδι μπαίνοντας μέσα από την τεχνική του
παιχνιδιού ρόλων στη θέση του αρκούδου- ��������������������������������������������
Yeti����������������������������������������
, απάντησαν στις αντίστοιχες ερωτήσεις.
Το 44,1% των μαθητών απάντησε ότι ο αρκούδος είναι χαρούμενος, το 41,2% ότι είναι
αδιάφορος και το 14,7% ότι είναι λυπημένος χωρίς να υπάρχουν συσχετίσεις ως προς
το φύλο ή την ηλικία των μαθητών. Επιλέξαμε να συμπεριλάβουμε μόνο ένα από τα
τρία αρνητικά συναισθήματα και συγκεκριμένα τη λύπη. Αποφύγαμε τα αντίστοιχα
προσωπάκια να αναπαριστάνουν το φόβο και το θυμό για να μην προκαταβάλουμε εμείς
από την πλευρά μας αντίστοιχες απαντήσεις. Θέλαμε να διερευνήσουμε κατά πόσο τα
συναισθηματικά φορτισμένα και αρνητικά συναισθήματα του θυμού και του φόβου, θα
προέκυπταν μέσα από τις ανοιχτές ερωτήσεις του ερωτηματολογίου.
Κατά συνέπεια προέκυψε και βγήκε μέσα από τους ίδιους τους μαθητές το
αρνητικό συναίσθημα του θυμού, που μπορεί να βιώνει ο αρκούδος στο συγκεκριμένο
παιχνίδι. Η επόμενη ερώτηση αφορούσε τα συναισθήματα που θα είχαν οι μαθητές, εάν
ήταν οι ίδιοι στη θέση του αρκούδου. Το 38,2% θα ήταν χαρούμενοι, το 29,4% θα ήταν
αδιάφοροι και το 32,4% θα ήταν λυπημένοι.
- 176 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
- 177 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
- 178 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Η επόμενη ερώτηση διερευνούσε τις σχέσεις των μαθητών μετά την υλοποίηση
του προαναφερθέντος ��������������������������������������������������������
Project�������������������������������������������������
. Συγκεκριμένα, οι μαθητές ερωτήθηκαν, εάν έχουν
καλυτερέψει οι σχέσεις τους με τους συμμαθητές τους. Το μεγαλύτερο μέρος των μαθητών
(73,5%) απάντησε ότι έχουν καλυτερέψει οι σχέσεις τους με τους συμμαθητές τους. Τέλος,
κλήθηκαν οι μαθητές να εκφράσουν τη γνώμη τους για το σύνολο του προγράμματος.
Κανένας από τους μαθητές δεν εξέφρασε αρνητική γνώμη για το εκπαιδευτικό πρόγραμμα.
Ενδεικτικά, οι μαθητές απάντησαν ότι «Αυτό το πρόγραμμα μου άρεσε πολύ και θα
ήθελα να το συνεχίσουμε διότι μαθαίνουμε πώς να συμπεριφερόμαστε στους συμμαθητές
μας και να δημιουργούμε δικές μας ιστορίες. Επίσης, μαθαίνουμε να φτιάχνουμε ομάδες
και να δουλεύουμε ομαδικά», «Οι σχέσεις με τους φίλους μου έχουν καλυτερέψει, γιατί
παίζουμε και είμαι χαρούμενος», «Πιστεύω πως όλα αυτά τα ηλεκτρονικά παιχνίδια και
οι δραστηριότητες με έκαναν να συγκινηθώ και να έρθω πιο κοντά με τους συμμαθητές
και τις συμμαθήτριές μου», «Η γνώμη μου για το πρόγραμμα είναι ότι είναι πάρα πολύ
ενδιαφέρον, γιατί κάναμε πολλές και ενδιαφέρουσες δραστηριότητες».
Το συγκεκριμένο Project Αγωγής Υγείας θα μπορούσε να αποτελέσει αφόρμηση
για την ένταξη στο σχολείο καινοτόμων εκπαιδευτικών προγραμμάτων εμπλέκοντας
ενεργά το σύνολο της εκπαιδευτικής κοινότητας κάθε σχολείου αλλά και τους γονείς
στην ουσιαστική αντιμετώπιση του ευαίσθητου και επίκαιρου φαινομένου του σχολικού
εκφοβισμού. Είναι ένα φαινόμενο που απαιτεί καθολική αντιμετώπιση με την ενεργή
εμπλοκή και των μαθητών και των ενηλίκων. Με αυτή την έννοια χρειάζεται μια «συνολική
πολιτική προσέγγιση του σχολείου κατά του εκφοβισμού», που αποτελείται από ένα
σύνολο συνηθειών στρατηγικών επικοινωνίας και ενεργειών. Κάθε σχολική μονάδα είναι
απαραίτητο να διαθέτει ένα παρόμοιο πρόγραμμα, όχι μόνο για την αντιμετώπιση του
φαινομένου, αλλά και για εμποδίσει και να περιορίσει την εμφάνισή του, κι αυτό ίσως
να είναι και το σημαντικότερο. Με αυτόν τον τρόπο το σχολείο μπορεί να επιλύει τα
προβλήματα προτού αυτά προσλάβουν ανησυχητικές διαστάσεις.13 Άλλωστε, η πρόληψη
είναι η καλύτερη θεραπεία. Από την άλλη πλευρά η ένταξη των ψηφιακών παιχνιδιών
στην εκπαιδευτική πραγματικότητα και η ορθή αξιοποίησή τους από τους εκπαιδευτικούς
και στη συνέχεια από τους μαθητές είναι το μεγάλο στοίχημα στο σχολείο του 21ου
αιώνα. Μέσα από την εμπειρία μας σχετικά με τη χρήση του ψηφιακού παιχνιδιού
στην εκπαιδευτική διαδικασία θεωρούμε ότι είναι ένα πολύτιμο εργαλείο στα χέρια του
εκπαιδευτικού. Εντούτοις έγκειται στον ίδιο τον εκπαιδευτικό πως θα το αξιοποιήσει
λειτουργικά και θα το εντάξει ουσιαστικά στην εκπαιδευτική διαδικασία. Σίγουρα είναι
ένα καινούριο μέσο που χρειάζεται κανείς να διαθέτει ένα στέρεο γνωστικό υπόβαθρο που
να σχετίζεται τόσο με τις παιδαγωγικές θεωρίες από την μια πλευρά όσο και με τον τρόπο
που μπορούν να αξιοποιηθούν τα ψηφιακά παιχνίδια εποικοδομητικά εξυπηρετώντας
τους αντίστοιχους μαθησιακούς στόχους. Κατά συνέπεια, εμείς αξιολογώντας τη θετική
στάση των μαθητών μας από τη μια πλευρά για το ψηφιακό παιχνίδι και τα αποτελέσματα
που είδαμε από την άλλη, επιχειρούμε να εντάξουμε ψηφιακά παιχνίδια και σε άλλα
γνωστικά αντικείμενα του σχολικού μας προγράμματος. Τα αποτελέσματα από ανάλογες
δράσεις θα πρέπει, ωστόσο, να μελετηθούν προσεκτικά τόσο βραχυπρόθεσμα όσο
και μακροπρόσθεμα. Αναμφισβήτητα, χρειάζεται έρευνα και ανάλυση σε βάθος χωρίς
εμπάθειες και τυχόν προκαταλήψεις.
13 Olweus�����������������������������������������������������������������������������������������������
�����������������������������������������������������������������������������������������������������
, D��������������������������������������������������������������������������������������������
���������������������������������������������������������������������������������������������
. (2009), Εκφοβισμός και βία στο σχολείο: Τι γνωρίζουμε και τι μπορούμε να κάνουμε, Έκδοση
Εταιρείας Ψυχοκοινωνικής Υγείας του Παιδιού και του Εφήβου (Ε.Ψ.Υ.Π.Ε.), Αθήνα
- 179 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσση
Δραστηριότητες στην τάξη για την πρόληψη του εκφοβισμού και της βίας μεταξύ των
μαθητών, Εγχειρίδιο Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, Ε.Ψ.Υ.Π.Ε,
Αθήνα 2010
Μείζον Πρόγραμμα Επιμόρφωσης, Βασικό Επιμορφωτικό Υλικό, Τόμος Α΄, Γενικό
μέρος, (2011) Αθήνα
Olweus����������������������������������������������������������������������������
, ��������������������������������������������������������������������������
D�������������������������������������������������������������������������
. (2009), Εκφοβισμός και βία στο σχολείο: Τι γνωρίζουμε και τι μπορούμε
να κάνουμε, Έκδοση Εταιρείας Ψυχοκοινωνικής Υγείας του Παιδιού και του
Εφήβου (Ε.Ψ.Υ.Π.Ε.), Αθήνα
Prensky, Marc, (2009). Μάθηση βασισμένη στο Ψηφιακό Παιχνίδι, Αρχές, δυνατότητες
και
παραδείγματα εφαρμογής στην εκπαιδευτική και την κατάρτιση. Επιστημονικός υπεύθυνος:
Μ. Μεϊμάρης, Αθήνα: Μεταίχμιο
Ξενόγλωσση
Caspersen M.K., (2008) Learning through Simulations and Games -A Theoretical Syn-
thesis and a Design Guide, Master’s Thesis in Multimedia Technology and
Games, IT University of Copenhagen, Denmark
Cohen�����
, L��
���. ��
& ������������������������������������������������������������
Manion������������������������������������������������������
, L���������������������������������������������������
����������������������������������������������������
.,(1994) Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας, Αθήνα,
Μεταίχμιο
Smith, P., Cowie, H., Olafsson , F & Liefooghe, A., (2002). Definitions of bullying : A
comparison of terms used, and age and gender differences, in a fourteen coun-
try international comparison. Child Development, 7
S����������������������������������������
quire K.D. & Giovanetto L. (2008) “The �������
Higher ����������������������
Education of Gaming”, ������������
E-Learning,
Vol. 5, No.1,
Von Wangenheim C.G. & Shull F., (2009) “To Game or Not to Game?”, IEEE Software,
Vol. 25, No.2.
Ιστοσελίδες
- 180 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
- 181 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Σχολικός εκφοβισμός
Γεωργαντά Βίκυ
Περίληψη
Abstract
The phenomenon of bullying in recent years has begun to employ bold and Greek
educational community to the extent that is a worrying event of disruption of normal
relations of students because it contains the extended time, stable and persistent violence
between members of the school community. In the case of bullying and school violence,
aggression and strength twist, become a means of imposing and even a way of association
with others, to binary and group level. Many recent studies recognize a special relationship
between the child exercising violence and child receives intimidation. Bullying and
violence in schools is complex and contributes to the manifestation of the interaction of
psychological, family, social, cognitive and emotional factors.
1. Εισαγωγή
Είναι γεγονός ότι την τελευταία δεκαετία σε διεθνές επίπεδο το ενδιαφέρον των
ειδικών έχει στραφεί στην έρευνα των χαρακτηριστικών που καθιστούν ένα σχολείο
αποτελεσματικό. Η προσέγγιση αυτή στηρίζεται στην παραδοχή ότι όλοι οι μαθητές έχουν
τη δυνατότητα να επωφεληθούν από την εκπαίδευση και ότι όλα τα σχολεία, ανεξαρτήτως
κοινωνικοοικονομικών συνθηκών, μπορούν να είναι αποτελεσματικά προσαρμόζοντας
τους στόχους και τη λειτουργία τους στις ανάγκες των μαθητών τους. Η προαγωγή της
ψυχικής ανθεκτικότητας αποτελεί σημαντική διάσταση ενός αποτελεσματικού σχολείου.
Η ψυχική ανθεκτικότητα αναφέρεται στη διαδικασία της θετικής προσαρμογής, παρά τις
δύσκολες και αντίξοες συνθήκες και παρά την έκθεση σε παράγοντες επικινδυνότητας.
Οι τάξεις και τα σχολεία μπορούν να αποτελέσουν «ψυχικά ανθεκτικές κοινότητες» που
� ��������
Rutter, ����
M., ��
& Maughan,
�������������������������������������������������������������
B. (2002),School effectiveness findings, 1979-2002. Journal
����������������������������������
of School Psychology, 40,
� Masten,
����������������������
A. S. (2007), Resilience
���������������������������������������������������������������������������������
in developing systems: Progress and promise as the fourth wave rises.
Development��������������������
���� Psychopathology
and� ���������������
- 182 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
παρέχουν στήριξη και καθοδήγηση σε όλα τα παιδιά και συμβάλλουν στη διευκόλυνση
της ανάπτυξης και της σχολικής τους προσαρμογής. Επίσης, τα τελευταία χρόνια έχει
αρχίσει να εκτιμάται η έννοια της κοινότητας στο σχολικό πλαίσιο. Τα στοιχεία που
χαρακτηρίζουν μια κοινότητα συνίστανται στο ότι τα μέλη της νοιάζονται και στηρίζουν
το ένα το άλλο, έχουν ουσιαστική και ενεργό συμμετοχή στην κοινότητα, ταυτίζονται
με την ομάδα και αισθάνονται ότι ανήκουν σε αυτή. Αυτή η προσέγγιση τονίζει ότι οι
εκπαιδευτικοί δε θα πρέπει να στοχεύουν απλά στη μόρφωση των μαθητών, αλλά και
στην ανάπτυξη μιας ποιοτικής επικοινωνίας μαζί τους .
Παράλληλα, οι θεωρίες της πολλαπλής νοημοσύνης και της συναισθηματικής
νοημοσύνης διαμόρφωσαν νέες προοπτικές στην εκπαίδευση και ανέδειξαν και άλλες
διαστάσεις της προσωπικότητας του ατόμου, όπως η συναισθηματική, που μέχρι τότε
υποβαθμίζονταν στο σχολείο.
Τέλος, μία από τις πιο σύγχρονες ψυχολογικές προσεγγίσεις που έχει συμβάλει στη
διαμόρφωση μιας νέας οπτικής για την εκπαίδευση αποτελεί και η «θετική ψυχολογία».
Η θετική ψυχολογία εστιάζει στην πρόληψη, στην αξιοποίηση των δυνατοτήτων και
στην ενδυνάμωση των ατόμων και των συστημάτων, που τα περιβάλλουν. Επιπλέον, η
έμφαση στο σύστημα και κυρίως η προσέγγιση του σχολείου μέσα από τη συστημική
προσέγγιση αναδεικνύει την έννοια της σχολικής κοινότητας ως συνόλου, το οποίο είναι
κάτι παραπάνω από το άθροισμα των μελών του.
Νέο Σχολείο, Σχολική και Κοινωνική Ζωή, Οδηγός Εκπαιδευτικού για την Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση,
Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, (2011),Αθήνα
Χατζηχρήστου, Χ., (2011), Σχολική Ψυχολογία. Αθήνα: Τυπωθήτω
Gottman, J., (2001), Η συναισθηματική νοημοσύνη των παιδιών. Πώς να μεγαλώσουμε παιδιά με
συναισθηματική νοημοσύνη. Ένας πρακτικός οδηγός για γονείς. Επιστημονική Επιμέλεια: Χ. Χατζηχρήστου.
Αθήνα: Πεδίο
Νέο Σχολείο, Σχολική και Κοινωνική Ζωή, Οδηγός Εκπαιδευτικού για την Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση,
Παιδαγωγικό Ινστιτούτο,(2011), Αθήνα
��������������������������������������������������������������������������������������������
Greeff, P., (2004),The nature and prevalence bulling during the intermediate school phase. Masters’
����������������
Thesis
Department of Psychology, at the University of the Free State
- 183 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
3.Ορισμός και μορφές του εκφοβισμού και της βίας στο σχολείο
�������������������
Smith, P., Cowie, ����
H., Olafsson
��������� F.
��� &
�� ��������������������������������������������������������������������
Liefooghe A.,(2002), Definitions of bullying: A comparison of terms
used, and age and gender differences, in a fourteen country international comparison. Child������������
Development
�����������
Δραστηριότητες στην τάξη για την πρόληψη του εκφοβισμού και της βίας μεταξύ των μαθητών. Εγχειρίδιο
Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, Ε.Ψ.Υ.Π.Ε, (2010),Αθήνα
10 http://el.wikipedia.org/wiki- προσπέλαση 20/12/2012
- 184 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
- 185 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Το φαινόμενο του εκφοβισμού και της βίας στο σχολείο είναι σύνθετο, ενώ στην
εκδήλωσή του συμβάλλει η αλληλεπίδραση ψυχολογικών, οικογενειακών, κοινωνικών,
γνωστικών και συναισθηματικών παραγόντων. Ειδικότερα, σημαντικό ρόλο παίζουν τόσο
τα ατομικά χαρακτηριστικά των παιδιών όσο και τα χαρακτηριστικά του οικογενειακού
τους περιβάλλοντος. Επίσης, οι διάφορες πλευρές του σχολικού περιβάλλοντος, το
ψυχολογικό κλίμα του σχολείου και γενικότερα οι πολιτικές του εκπαιδευτικού συστήματος
διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο. Σε αυτό το σημείο δε θα πρέπει παραβλέψουμε τις
στάσεις των ίδιων των παιδιών, των γονέων και των εκπαιδευτικών απέναντι στη βία, τον
τρόπο προβολής της βίας από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και γενικότερα τα κοινωνικά
προβλήματα, που ενισχύουν τις αντικοινωνικές συμπεριφορές.12 Σε μια πρόσφατη έρευνα
φάνηκε ότι το αντιλαμβανόμενο από τα παιδιά σχολικό κλίμα (η αντίληψη δηλ. των
παιδιών για τη γενικότερη συμπεριφορά των δασκάλων τους, την ύπαρξη ή όχι σαφών
κανόνων και δικαιοσύνης στο σχολικό πλαίσιο, την ύπαρξη ενός συνεργατικού κλίματος
στην τάξη) συνδέεται σημαντικά με την υιοθέτηση ριψοκίνδυνης συμπεριφοράς στο
χώρο του σχολείου, γεγονός που οδηγεί κατ’ επέκταση στην εκδήλωση εκφοβιστικών
συμπεριφορών προς άλλα παιδιά.13 Βεβαίως, στους αιτιολογικούς παράγοντες του
φαινομένου δε θα πρέπει να παραλείπεται η αναφορά στην απροκάλυπτη προβολή βίαιων
εικόνων από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, αλλά και η ενασχόληση με βιντεοπαιχνίδια
που προωθούν το πρότυπο του επιθετικού ήρωα, ο οποίος μέσα από τη χρήση βίας και
την επιβολή «κερδίζει τους κακούς» και καταξιώνεται στον κοινωνικό του περίγυρο.14
Είναι γενικά παραδεκτό από τους ειδικούς επιστήμονες ότι το πείραγμα ξεκινάει από
την πρώτη σχολική ηλικία15. H συχνότητα του φαινομένου έχει βρεθεί να κυμαίνεται
11 Δραστηριότητες στην τάξη για την πρόληψη του εκφοβισμού και της βίας μεταξύ των μαθητών, Εγχειρίδιο
Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, Ε.Ψ.Υ.Π.Ε, (2010),Αθήνα
12 Δραστηριότητες στην τάξη για την πρόληψη του εκφοβισμού και της βίας μεταξύ των μαθητών, Εγχειρίδιο
Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, Ε.Ψ.Υ.Π.Ε,(2010),Αθήνα
13 Γιοβαζολιάς, Θ., Κουρκούτας, Η., & Μητσοπούλου, Ε., (2008), Σχολικός Εκφοβισμός,Θυματοποίηση και
Τύποι Διαπαιδαγώγησης του Πατέρα: Ψυχοπαιδαγωγικές και Συμβουλευτικές Παρεμβάσεις. Στο Μ. Μαλικιώση
& Α. Παπαστυλιανού (επιμ). Η Συμβουλευτική Ψυχολογία στους Άντρες. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα
14 Γιοβαζολιάς, Θ., Κουρκούτας, Η., & Μητσοπούλου, Ε., (2008), Σχολικός Εκφοβισμός,Θυματοποίηση και
Τύποι Διαπαιδαγώγησης του Πατέρα: Ψυχοπαιδαγωγικές και Συμβουλευτικές Παρεμβάσεις. Στο Μ. Μαλικιώση
& Α. Παπαστυλιανού (επιμ). Η Συμβουλευτική Ψυχολογία στους Άντρες. Αθήνα�����������
: Ελληνικά�
��������� ��������
Γράμματα
15 15��������������������
Craig, W., Peters, R.,����
& ��Konarski,
����������
R.,(1999),
������������������������������������������������������������������
Bully and victim: Child’s play or unhealthy schoolyard
bahaviour?, A����������������������
ναρτημένο�������������
: 20-12-2002 http://www11.hrsdc.gc.
- 186 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
από 11,3% στην Φιλανδία16 μέχρι και 49,8% στην Ιρλανδία17 για τα παιδιά από την
πρώτη ως την πέμπτη τάξη του δημοτικού. Όσον αφορά την ηλικιακή ομάδα των
τελευταίων τάξεων του δημοτικού, έρευνα με 1.312 μαθητές στην Αθήνα, βρήκε ότι
το 14,7% των μαθητών δήλωσαν πως έπεφταν θύματα εκφοβισμού μία ή περισσότερες
φορές την εβδομάδα. To�����������������������������������������������������
�������������������������������������������������������
14,2% των μαθητών δήλωσαν ότι εκφόβιζαν τους άλλους
σε συστηματική βάση, ενώ πολύ περισσότεροι παραδέχονταν ότι το έκαναν αλλά
σπανιότερα.18 Σε αντίστοιχη έρευνα σε σχολεία του Ρεθύμνου στην Κρήτη (Ε’ και ΣΤ’
δημοτικού) το ποσοστό θυματοποίησης ήταν 16,1%.19
Με βάση τα αποτελέσματα μιας μελέτης που πραγματοποίησε η Εταιρία
Ψυχοκοινωνικής Υγείας του Παιδιού και του Εφήβου (Ε.Ψ.Υ.Π.Ε.) σε συνεργασία με
την Παιδαγωγική σχολή του ΑΠΘ, το 25% των μαθητών έχει υποστεί κάποια μορφή
εκφοβισμού εντός του σχολικού περιβάλλοντος με συχνότητα δύο έως τρεις φορές το
μήνα ή και περισσότερο. Τα αγόρια είναι πιο συχνά θύτες και θύματα εκφοβιστικής
συμπεριφοράς, που εμφανίζεται κυρίως στο σχολικό περιβάλλον σε χώρους όπου δεν
υπάρχει η παρουσία ενός εκπαιδευτικού.
Αναμφίβολα, η κατάσταση αυτή μπορεί να επηρεάσει την ψυχοσυναισθηματική
ανάπτυξη του παιδιού και τη διαδικασία της μάθησης. Πιο συγκεκριμένα, τα παιδιά
που γίνονται θύματα σχολικού εκφοβισμού αρχικά νοιώθουν φόβο, απόγνωση και
παρουσιάζουν τάσεις φυγής. Αισθάνονται ότι απειλούνται, τρομάζουν, αρνούνται να
πάνε σχολείο και παρουσιάζουν συμπτώματα σχολικής φοβίας. Μπορεί, επίσης, να
γίνουν επιθετικά και νευρικά, ενώ δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις όπου τα ίδια τα παιδιά-
θύματα μπορούν να γίνουν θύτες σε άλλα παιδιά ή στα αδέρφια τους στο σπίτι. Από την
άλλη μεριά οι γονείς συνήθως δεν αντιλαμβάνονται το πρόβλημα και δηλώνουν άγνοια.
Αυτό συμβαίνει γιατί τα θύματα εξομολογούνται το γεγονός του εκφοβισμού συχνότερα
σε φίλους τους. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό το παιδί να αισθανθεί ότι έχει στήριγμα τους
γονείς του και το σχολείο. Επιπλέον, οι ειδικοί επιμένουν ότι τα παιδιά πρέπει να μη
φοβούνται, να έχουν το θάρρος της γνώμης και να μάθουν να «μιλούν».20
Στην Ελλάδα τα δεδομένα διαφόρων ερευνών δείχνουν ότι:
• Το 10-15% των μαθητών πέφτουν θύματα διαφόρων μορφών εκφοβισμού και βίας
στο σχολείο.
• Οι μαθητές που εκφοβίζουν και ασκούν βία, δηλαδή οι θύτες, υπολογίζεται ότι
ξεπερνούν το 5% του συνόλου των μαθητών.
• Έχει παρατηρηθεί ότι τα αγόρια εμπλέκονται περισσότερο σε περιστατικά σωματικής
βίας σε σύγκριση με τα κορίτσια, τα οποία φαίνεται να εμπλέκονται πιο συχνά σε
περιστατικά λεκτικής βίας.
• Τα αγόρια σε σύγκριση με τα κορίτσια εμπλέκονται πιο συχνά σε περιστατικά βίας,
16 16� Olafsen,
���������
R.N.,
������
& Vimerφ,
�� �������� V.,��������������������������������������������������������������������������������
(2000),Bully/victim problems and coping with stress among 10-to 12 year old
pupils in Εland, Finland. Aggressive Behaviour, 26
17 17�������
Dake, J. A.,
��������������
Price, J. H.,
��� ����
& Telljohann,
�� ���������������������������������������������������������������������������
S. K., (2003),The nature and extent of bullying at school. The Journal
��������
of School Health, 73
18 18���������������
Pateraki, L., & �� Houndoumadi,
���������������������������������������������������������������������������������
A.,(2001),Bullying among primary school children in Athens, Greece.
Educational�����������
Psychology
����������
19 Γιοβαζολιάς, Θ., Κουρκούτας, Η., & Μητσοπούλου, Ε., (2008), Σχολικός Εκφοβισμός,Θυματοποίηση και
Τύποι Διαπαιδαγώγησης του Πατέρα: Ψυχοπαιδαγωγικές και Συμβουλευτικές Παρεμβάσεις. Στο Μ. Μαλικιώση
& Α. Παπαστυλιανού (επιμ). Η Συμβουλευτική Ψυχολογία στους Άντρες. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα
20 http://el.wikipedia.org/wiki
- 187 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
σε αναλογία 3 προς 1.
• Τα περιστατικά εκφοβισμού και βίας στο σχολείο εκδηλώνονται με μεγαλύτερη
συχνότητα στο δημοτικό και στο γυμνάσιο και μειώνονται στο λύκειο.
• Οι μισοί από τους μαθητές-θύματα εκφοβισμού και βίας δεν αναφέρουν πουθενά το
γεγονός, ενώ οι υπόλοιποι μισοί συνήθως το αναφέρουν σε φίλους τους και λιγότερο
στους εκπαιδευτικούς ή στους γονείς τους.21
Ένα αξιόπιστο εύρημα που συστηματικά εμφανίζεται στις μελέτες για την
ενδοσχολική βία είναι ότι το φαινόμενο αυτό αυξάνεται ως τις τελευταίες τάξεις του
δημοτικού και έπειτα τείνει να μειώνεται.22 Στην Ελλάδα σημειώνεται ότι τα φαινόμενα
βίας στο σχολικό χώρο δεν παρουσιάζονται σε βαθμό ιδιαίτερα ανησυχητικό ή με
ακραίες μορφές, όπως στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής ή σε άλλες δυτικές χώρες,
ωστόσο πιστεύεται ότι η έγκαιρη πρόληψη μπορεί να συμβάλλει στον περιορισμό τους.
Σημειώνεται δε ότι στη χώρα μας δεν έχουν εφαρμοστεί συστηματικά προγράμματα
πρόληψης και παρέμβασης σε σχολεία ή σε άλλο επίπεδο παρά μόνο προγράμματα
μικρής έκτασης που αντιμετωπίζουν αποσπασματικά τη μια ή την άλλη πλευρά των
φαινομένων βίας και παραβατικότητας.23
Οι ψυχοκοινωνικές επιπτώσεις του εκφοβισμού και της βίας στα παιδιά είναι πολλές και
σοβαρές. Τα παιδιά που πέφτουν θύματα εκφοβισμού και βίας στο σχολείο είναι δυνατόν:
• Να νιώσουν έντονο άγχος και ανασφάλεια.
• Να παρουσιάσουν σχολική άρνηση
• Να κάνουν πολλές απουσίες από το σχολείο.
• Να οδηγηθούν σε σχολική αποτυχία.
• Να εμφανίσουν μαθησιακές δυσκολίες και ψυχοσωματικά προβλήματα, όπως
πονοκεφάλους, πόνους στην κοιλιά, διαταραχές ύπνου, ενούρηση.
• Να παρουσιάσουν φοβίες, κατάθλιψη, απόπειρες αυτοκτονίας.
Τα παιδιά-θύτες, αυτά που ασκούν τον εκφοβισμό και τη βία, βρίσκονται σε
μεγάλο κίνδυνο:
• Να απομακρυνθούν από το σχολείο.
• Να διακόψουν τη σχολική φοίτηση.
• Να εμφανίσουν τάσεις φυγής από το σπίτι.
• Να εξελιχθούν, σε ποσοστό που προσεγγίζει το 50%, σε ενήλικες με αντικοινωνική
και παραβατική συμπεριφορά.
Γίνεται, επομένως, φανερό ότι οι συνέπειες του εκφοβισμού και της βίας
στα παιδιά είναι σοβαρές και καθοριστικές για την ψυχοκοινωνική τους ανάπτυξη
και εξέλιξη. Γι’ αυτό η συστηματική πρόληψη και η κατάλληλη αντιμετώπιση κάθε
μορφής εκφοβισμού και βίας στο σχολείο είναι πολύ σημαντικές. Δεν πρέπει να
ξεχνάμε ότι τα παιδιά έχουν απόλυτο δικαίωμα σε ένα σχολικό περιβάλλον το οποίο
21 Δραστηριότητες στην τάξη για την πρόληψη του εκφοβισμού και της βίας μεταξύ των μαθητών, Εγχειρίδιο
Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, Ε.Ψ.Υ.Π.Ε, (2010), Αθήνα
22 �������
Eslea, M.,
���� ������
Ress, ������������������������������������������������������������������������������������������������
J. , At what age are children most likely to be bullied at school? Aggressive�������������������
Behavior����������
������������������
, 27, 2001
23 Πετρόπουλος, Ν. & Παπαστυλιανού, Α.,(2000), Προκλήσεις στη σχολική κοινότητα: Έρευνα και
Παρέμβαση. Πρακτικά Διημερίδας. Αθήνα: Παιδαγωγικό Ινστιτούτο
- 188 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Τα θύματα είναι συνήθως παιδιά με περισσότερο άγχος και ανασφάλεια από τους άλλους
μαθητές. Είναι ιδιαίτερα ήσυχα και ευαίσθητα, εσωστρεφή και μοναχικά, με χαμηλή
αυτοεκτίμηση. Πρόκειται κατά κύριο λόγο για παιδιά φοβισμένα και με παθητική στάση
απέναντι στη βία, που δύσκολα υπερασπίζονται τον εαυτό τους.
Όταν υφίστανται εκφοβισμό και βία, την αποδέχονται παθητικά και φοβούνται
ότι θα δεχτούν περαιτέρω βία ή τιμωρία από τους μεγάλους. Διακρίνονται για έλλειψη
αυτοπεποίθησης και αδυναμία αντιπαράθεσης και αποσύρονται. Η σύγχυση, η απόγνωση,
το έντονο άγχος και ο πανικός που βιώνουν τους οδηγούν σε συμπτώματα κατάθλιψης
ακόμη και σε απόπειρες αυτοκτονίας. Έχουν την πεποίθηση ότι η παρέμβαση ενός
ενήλικα δε θα είναι αποτελεσματική και αν ακόμη συζητήσουν το πρόβλημα μαζί του,
τότε θα εισπράξουν περισσότερη βία από τους θύτες. Τα παιδιά-θύτες, αυτά που ασκούν
εκφοβισμό και βία σε άλλα, είναι συνήθως παιδιά με χαμηλή αυτοεκτίμηση, ενώ φαίνονται
σίγουρα για τον εαυτό τους. Είναι ιδιαίτερα ενεργητικά και υπερδραστήρια, επιθετικά
και επιρρεπή σε παραβίαση κανόνων και σε αντικοινωνικές συμπεριφορές. Έχουν την
ικανότητα να ξεφεύγουν από δύσκολες καταστάσεις, δίχως ηθικούς ενδοιασμούς ή τύψεις
για τις πράξεις τους.
Τα παιδιά-παρατηρητές περιστατικών εκφοβισμού και βίας διαχωρίζονται σε
πέντε βασικές ομάδες.
• Α΄ ομάδα : Υποστηρίζουν το θύτη με γέλια, χειροκροτήματα και άλλες μορφές
επιδοκιμασίας
• Β΄ ομάδα : Απομακρύνονται από τη σκηνή και κάνουν ότι δεν είδαν τίποτα.
• Γ΄ ομάδα : Θυματοποιούνται, τρομοκρατούνται, «παγώνουν».
• Δ΄ ομάδα : Δεν ξέρουν τι να κάνουν, είναι σε αμφιθυμία και δεν παίρνουν θέση.
• Ε΄ ομάδα : Προσπαθούν να βοηθήσουν το θύμα, αποδοκιμάζουν το θύτη και τρέχουν
να φέρουν βοήθεια.
Γενικά οι τέσσερις πρώτες ομάδες παιδιών-παρατηρητών πιστεύουν ότι ο
εκφοβισμός και η βία δεν είναι σωστές συμπεριφορές, χαρακτηρίζονται όμως από το φόβο
μήπως συμβεί και στους ίδιους, γι’ αυτό και ανησυχούν ότι αν πάρουν θέση, θα κάνουν τα
πράγματα χειρότερα. Τα παιδιά που παρεμβαίνουν για να βοηθήσουν το θύμα έχουν ξεκάθαρη
άποψη κατά του εκφοβισμού και της βίας, υψηλό βαθμό ενσυναίσθησης και αλληλεγγύης,
εμπιστοσύνη στον εαυτό τους και στους ενήλικες, ενώ συνάμα πιστεύουν ότι η παρέμβασή
τους μπορεί να βοηθήσει, κάτι που βασίζεται σε προηγούμενες εμπειρίες τους.
8. Ενέργειες του εκπαιδευτικού για να προλάβει την εμφάνιση του εκφοβισμού και
της βίας στο σχολείο
Για την πρόληψη του εκφοβισμού και της βίας στο σχολείο ο εκπαιδευτικός πρέπει:
24 Δραστηριότητες στην τάξη για την πρόληψη του εκφοβισμού και της βίας μεταξύ των μαθητών, Εγχειρίδιο
Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, Ε.Ψ.Υ.Π.Ε, (2010),Αθήνα
- 189 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
• Να συζητά με τους μαθητές για τα δικαιώματά τους, τους κανόνες συμπεριφοράς, στο
σχολείο και τους τρόπους αντιμετώπισης του εκφοβισμού και της βίας στο σχολείο.
• Να παρέχει από νωρίς στους μαθητές κατάλληλους τρόπους έκφρασης της
επιθετικότητας (όπως τα αθλήματα, οι τέχνες κτλ.) και ανάλογες ευκαιρίες για
επιτεύγματα και καταξίωση.
• Να ενισχύει τη φιλία μεταξύ των μαθητών και να αναδεικνύει την αλληλεγγύη της
παρέας των φίλων ως το πλέον κατάλληλο μέσο για την αντιμετώπιση περιστατικών
εκφοβισμού και βίας στο σχολείο.
• Να ευαισθητοποιεί τους γονείς για το πρόβλημα, στις ατομικές και στις ομαδικές
συνεργασίες.
• Να αντιμετωπίζει τις αιτίες απομόνωσης και περιθωριοποίησης μαθητών.
• Να δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ένταξη στη σχολική ομάδα των νεοφερμένων
μαθητών ή των μαθητών με ειδικά προβλήματα και ανάγκες.
• Να ασκεί ουσιαστική εποπτεία των χώρων του σχολείου στους οποίους πιθανολογείται
εκδήλωση εκφοβισμού και βίας μεταξύ των μαθητών.25
Ο εκπαιδευτικός για την άμεση αντιμετώπιση περιστατικών εκφοβισμού και βίας στο
σχολείο πρέπει:
• Να διαβεβαιώσει το παιδί-θύμα ότι «δεν ευθύνεται το ίδιο για ό,τι έχει συμβεί».
• Να του θυμίσει ότι το νοιάζεται και ότι ο εκπαιδευτικός μπορεί να το προστατεύει.
• Να του πει ότι τα πράγματα μπορούν να αλλάξουν μόνο αν «σπάσει η σιωπή».
• Να εξηγήσει ότι η κοινοποίηση των περιστατικών εκφοβισμού και βίας στο σχολείο
δεν αποτελεί «κάρφωμα».
• Να συζητήσει το γεγονός στην ομάδα τάξης ως κάτι σοβαρό και ως ευθύνη όλων και
να κινητοποιήσει την αλληλεγγύη των μαθητών.
• Να προτείνει στο παιδί και στην ομάδα τάξης πρακτικούς τρόπους για την αντιμετώπιση
δύσκολων καταστάσεων.
• Να ενημερώσει αμέσως τους γονείς του παιδιού.
• Να ενημερώσει παράλληλα την ομάδα των εκπαιδευτικών και το διευθυντή του
σχολείου.
• Εάν κρίνεται αναγκαίο, να ζητήσει τη βοήθεια ενός ειδικού ψυχικής υγείας.
Είναι κοινός τόπος ότι στα προγράμματα πρόληψης του σχολικού εκφοβισμού σπάνια
υπάρχει η έννοια της τιμωρίας του δράστη. Διακρίνεται εδώ μια νέα μορφή πρόληψης, η
οποία δεν εμπεριέχει την «κλασσική μέθοδο» της επιβολής μιας ποινής. Το γνωστότερο,
ίσως, πρόγραμμα πρόληψης και καταπολέμησης του φαινομένου είναι αυτό που έχει
προτείνει ο Νορβηγός καθηγητής Dan Olweus (1994), το «Olweus Bullying Prevention
Program». Το πρόγραμμα αυτό παρουσιάστηκε, τελειοποιήθηκε και εφαρμόστηκε
25 Olweus, D. (2009), Εκφοβισμός και βία στο σχολείο: Τι γνωρίζουμε και τι μπορούμε να κάνουμε, Έκδοση
Εταιρείας Ψυχοκοινωνικής Υγείας του Παιδιού και του Εφήβου. (Ε.Ψ.Υ.Π.Ε.), Αθήνα
- 190 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
συστηματικά στο Bergen της Νορβηγίας στα μέσα της δεκαετίας του ’80 – εφαρμόστηκε
όμως και σε πολλά σχολεία πέρα από τη Νορβηγία, στη Σουηδία και στις Η.Π.Α. Το
βασικό στοιχείο του προγράμματος είναι η ανάμειξη όλων των ενδιαφερομένων για το
ζήτημα. Χαρακτηριστικά, ως στρατηγική του προγράμματος αναφέρεται η κινητοποίηση
των μαθητών, των γονέων και του προσωπικού των σχολείων με βασικούς στόχους:
• την ενημέρωση για το πρόβλημα,
• τη βελτίωση των σχέσεων μεταξύ τους,
• τη μεσολάβηση για την εξάλειψη του φαινομένου,
• τη θέσπιση σαφών κανόνων κατά του σχολικού εκφοβισμού και
• την υποστήριξη και την προστασία των θυμάτων.
Το πρόγραμμα προσδίδει σημαντικό ρόλο στους εκπαιδευτικούς του σχολείου, και
στον τομέα οργάνωσής του, ειδικότερα δε, στον τομέα της μεσολάβησης μεταξύ θυτών,
θυμάτων και των γονέων τους. Ως στόχος-κλειδί του προγράμματος νοείται η δημιουργία
ενός σχολείου όπου ο σχολικός εκφοβισμός δεν θα είναι από κανέναν ανεκτός. Το
πρόγραμμα εφαρμόζεται σε τρία επίπεδα: στο σχολείο, στην τάξη και σε ατομικό επίπεδο.
Πιο συγκεκριμένα, οι εκπαιδευτικοί στο σχολείο διεξάγουν έρευνα μεταξύ των
μαθητών (με ανώνυμα ερωτηματολόγια) για να διαπιστώσουν την φύση και την διάδοση
του προβλήματος. Επίσης, αυξάνουν την επιτήρηση των μαθητών κατά τα διαλείμματα
και διεξάγουν σχολικές «συνελεύσεις» για την συζήτηση του θέματος. Στο επίπεδο της
τάξης οι εκπαιδευτικοί εισάγουν και επιβάλλουν κανόνες κατά του σχολικού εκφοβισμού
συγκαλώντας συχνές συναντήσεις με τους μαθητές της τάξης για τη συζήτηση του
θέματος (διδασκαλία “εναλλακτικών τρόπων αντίδρασης” σε μαθητές αναμεμειγμένους
στον σχολικό εκφοβισμό με ασκήσεις role-playing και σχετικές εργασίες).
Σε ατομικό επίπεδο μεσολαβούν μεταξύ των δραστών, των θυμάτων και των
γονέων τους (και σε ατομικό επίπεδο) προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι το φαινόμενο
θα σταματήσει. Τέλος, οι εκπαιδευτικοί δε θα πρέπει να παραλείψουν να συναντώνται
τακτικά με τους γονείς. Στόχοι των συναντήσεων αυτών είναι να αυξηθεί η πληροφόρηση
των γονέων για το πρόβλημα, να καταδειχθεί η σημαντικότητα της ανάμειξής τους για την
επιτυχία του προγράμματος και να ενθαρρυνθεί η υποστήριξη του προγράμματος από τους
γονείς.26 Επειδή η βία είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο, η πρόληψή της θα πρέπει να ξεκινήσει
από τη βελτίωση των συνθηκών ζωής. Η βελτίωση της ποιότητας ζωής σε σχέση με την
υγεία, την εκπαίδευση και τη δικαιοσύνη μπορεί να μειώσει τις κοινωνικές ανισότητες, τον
κοινωνικό αποκλεισμό, προσφέροντας έτσι ίσες ευκαιρίες για όλους τους ανθρώπους, αλλά
και μειώνοντας τις πιθανότητες θυματοποίησης από άλλους ανθρώπους.27
Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσση
Δραστηριότητες στην τάξη για την πρόληψη του εκφοβισμού και της βίας μεταξύ των
μαθητών, Εγχειρίδιο Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, Ε.Ψ.Υ.Π.Ε,
(2010),Αθήνα
26 Olweus, D. (2009): Εκφοβισμός και βία στο σχολείο: Τι γνωρίζουμε και τι μπορούμε να κάνουμε, Έκδοση
Εταιρείας Ψυχοκοινωνικής Υγείας του Παιδιού και του Εφήβου. (Ε.Ψ.Υ.Π.Ε.), Αθήνα.
27 http://el.wikipedia.org/wiki
- 191 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Γιοβαζολιάς, Θ., Κουρκούτας, Η., & Μητσοπούλου, Ε., (2008), Σχολικός Εκφοβισμός,
Θυματοποίηση και Τύποι Διαπαιδαγώγησης του Πατέρα: Ψυχοπαιδαγωγικές και
Συμβουλευτικές Παρεμβάσεις. Στο Μ. Μαλικιώση & Α. Παπαστυλιανού (επιμ).
Η Συμβουλευτική Ψυχολογία στους Άντρες. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα
Gottman, J., (2001), Η συναισθηματική νοημοσύνη των παιδιών. Πώς να μεγαλώσουμε
παιδιά με συναισθηματική νοημοσύνη. Ένας πρακτικός οδηγός για γονείς.
Επιστημονική Επιμέλεια: Χ. Χατζηχρήστου. Αθήνα: Πεδίο
Νέο Σχολείο, Σχολική και Κοινωνική Ζωή, Οδηγός Εκπαιδευτικού για την Πρωτοβάθμια
Εκπαίδευση, Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, (2011),Αθήνα
Πετρόπουλος, Ν. & Παπαστυλιανού, Α.,(2000), Προκλήσεις στη σχολική κοινότητα:
Έρευνα και Παρέμβαση. Πρακτικά Διημερίδας. Αθήνα: Παιδαγωγικό
ΙνστιτούτοΔραστηριότητες στην τάξη για την πρόληψη του εκφοβισμού και
της βίας μεταξύ των μαθητών, Εγχειρίδιο Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας
Εκπαίδευσης, Ε.Ψ.Υ.Π.Ε, (2010),Αθήνα
Χατζηχρήστου, Χ., (2011), Σχολική Ψυχολογία. Αθήνα: Τυπωθήτω
Ξενόγλωσση
Craig, W., Peters, R., & Konarski, R.,(1999), Bully and victim: Child’s play or unhealthy
schoolyard bahaviour?, Aναρτημένο: 20-12-2002 http://www11.hrsdc.gc.
Dake, J. A., Price, J. H., & Telljohann, S. K., (2003),The nature and extent of bullying at
school. The Journal of School Health, 73
Eslea, M. & Ress, J. , At what age are children most likely to be bullied at school? Ag-
gressive�������������������
Behavior����������
������������������
, 27, 2001
Greeff, P., (2004),The nature and prevalence bulling during the intermediate school phase.
Masters’ Thesis Department of Psychology, at the University of the Free State-
Smith, P., Cowie, H., Olafsson F. & Liefooghe A.,(2002), Definitions of bully-
ing: A comparison of terms used, and age and gender differences, in a fourteen
country international comparison. Child������������
Development
�����������
Masten, A. S. (2007), Resilience in developing systems: Progress and promise as the
fourth wave rises. Development��������������������
���� ���������������
and� Psychopathology
Rutter, M., & Maughan, B. (2002),School effectiveness findings, 1979-2002. Journal of
School Psychology, 40,
Olafsen, R.N., & Vimerφ, V., (2000),Bully/victim problems and coping with stress among
10-to 12 year old pupils in Εland, Finland. Aggressive Behaviour, 26
Olweus, D. (2009), Εκφοβισμός και βία στο σχολείο: Τι γνωρίζουμε και τι μπορούμε
να κάνουμε, Έκδοση Εταιρείας Ψυχοκοινωνικής Υγείας του Παιδιού και του
Εφήβου. (Ε.Ψ.Υ.Π.Ε.), Αθήνα.
Pateraki, L., & Houndoumadi, A.,(2001),Bullying among primary school children in Ath-
ens, Greece. Educational Psychology
- 192 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
«Τεχνολογίες της Πληροφορίας και της Επικοινωνίας για την Εκπαίδευση». Έχει 12
χρόνια εργασία σε δημοτικά σχολεία. Συμμετέχει στη δράση της Αντιπροσωπείας
της Ευρωπαϊκής Επιτροπής �����������
Teachers���
4 ����������������������������������������
Europe����������������������������������
και στη Δράση �������������������
KA�����������������
1 του Ευρωπαϊκού
Προγράμματος Jean�
����� �������
Monnet� ����������
«���������
Learning� ����������������
EU��������������
at�����������
�������������
Schools���
����������
»: «������������������������������
�������������������������������
Europe������������������������
at���������������������
�����������������������
Schools�������������
��������������������
through�����
������������
Art�
����
and�������������
������������
Simulation��
» (�������������������������������������������������������������
��������������������������������������������������������������
EuropeStARTS�������������������������������������������������
) που διοργανώθηκε από το Πανεπιστήμιο Πειραιώς.
Στοιχεία Επικοινωνίας: vikigeo@gmail.com.
- 193 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Περίληψη
Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να παρουσιάσει το υπαρκτό ζήτημα του φαινομένου
της ενδοοικογενειακής βίας στα Ελληνικά σχολεία, και να προτείνει αποτελεσματικούς
τρόπους αντιμετώπισης. Για το σκοπό αυτόν, καταγράφηκαν στοιχεία που πάρθηκαν
κατόπιν επικοινωνίας με Διευθυντές σχολείων Επαγγελματικών Λυκείων, και αναλύθηκε
συγκεκριμένη μελέτη περίπτωσης μαθητή που έχει βιώσει την ενδοοικογενειακή βία.
Abstract
1. ���������
Εισαγωγή
Η ενδοοικογενειακή βία είναι μια από τις μορφές επιθετικότητας, της σκόπιμης
δηλαδή βλάβης κάποιας μορφής σε άλλους. Σύμφωνα με τον Ν. 3500/06 (ΦΕΚ 232 τ.
Α΄), ενδοοικογενειακή βία ορίζεται η τέλεση αξιόποινης πράξης σε βάρος μέλους της
οικογένειας. Η βία περιλαμβάνει τόσο τη σωματική όσο και την ψυχική βλάβη και
εκφράζεται λεκτικά, σωματικά και ψυχολογικά. Το φαινόμενο της ενδοοικογενειακής
βίας είναι διαχρονικό, διαταξικό και διαγενεαλογικό και πολυπαραγοντικό, καθώς δεν
υφίσταται ένας συγκεκριμένος παράγοντας που να το καθορίζει. Παρατηρείται πως
εμφανίζεται σε όλες τις χώρες, τις κοινωνικές τάξεις, τα κοινωνικά επίπεδα. Η εξέλιξη
της βίας στη χώρα μας δείχνει να παρουσιάζει αυξητικές τάσεις τα τελευταία χρόνια
λόγω και της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας την τελευταία εικοσαετία έχει αναγνωρίσει
τα φαινόμενα της βίας, και ειδικότερα της διαπροσωπικής βίας και της κακοποίησης
– παραμέλησης των παιδιών, ως μείζονα προβλήματα δημόσιας υγείας, καλώντας τα
κράτη – μέλη της να αναλάβουν δράσεις πρόληψης και αντιμετώπισης των φαινομένων
αυτών. Παράλληλα, έχει επεξεργασθεί και έχει δώσει στη δημοσιότητα, μια σειρά
από ορισμούς, κατευθυντήριες οδηγίες, για το σχεδιασμό των ερευνών πεδίου και
προτεινόμενα ερευνητικά εργαλεία, τονίζοντας τη σημασία της εκπόνησης και της
υλοποίησης ερευνητικών προγραμμάτων με στόχο την χαρτογράφηση ιδιαίτερα των
φαινομένων όπως η βία κατά των παιδιών. Ταυτόχρονα, και στα πλαίσια της ευρύτερης
ευαισθητοποίησης των Διεθνών Οργανισμών σχετικά με τα φαινόμενα αυτά, έχουν
διατυπωθεί και υλοποιούνται σειρά ανάλογων πρωτοβουλιών .
Νικολαΐδης Γ., Πετρουλάκη Κ., Σταυριανάκη Μ. (2008). Μεθοδολογική Περιγραφή Έρευνας για τη
Μελέτη της Έκτασης και των Χαρακτηριστικών της Βίας κατά Ανηλίκων, σε μαθητές/τριες Α΄ Γυμνασίου των
- 194 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Επίσης, σειρά μελετών τις τελευταίες τρεις δεκαετίες έχει δείξει ότι 6%
με 10% των παιδιών και των νέων έχουν συναισθηματικά και συμπεριφοριστικά
προβλήματα, τα οποία και εμποδίζουν την ανάπτυξη τους, ενώ απαιτούν μια
διαφορετική και πιο προσεκτική προσέγγιση για να μπορούν να αποδώσουν επαρκώς
στο σχολείο και στην ευρύτερη κοινωνία .
Μάλιστα, όσο μεγαλύτερα σε ηλικία είναι τα παιδιά τόσο πιο δύσκολο φαίνεται
ότι είναι να χειριστείς την κατάσταση και να παρέμβεις αποτελεσματικά .
2. �������������������������������
Ενδοικογενειακή βία και σχολείο
Έρευνες έχουν μελετήσει το ζήτημα βία σε παιδιά. Ενδεικτικά, έρευνα που διεξήχθη
περισσότερο από 12 μήνες το έτος 2008 στις ΗΠΑ, έδειξε πως ποσοστό μεγαλύτερο του 60
% παιδιών στην Αμερική έχουν πέσει θύματα πολυθυματοποίησης - �����������������
polyvictimization.
Στη χώρα μας, η έλλειψη πρωτογενών στοιχείων από επιδημιολογικές – κοινωνικές
έρευνες πεδίου για θέματα βίας, δημιουργούν πολλαπλά προβλήματα στη διαχρονική
και περιφερειακή αποτύπωση της έκτασης του φαινομένου, αλλά και στη διαμόρφωση
σαφούς εκτίμησης για τα ειδικά χαρακτηριστικά που το φαινόμενο παρουσιάζει στη χώρα
μας. Αυτά, με τη σειρά τους, δημιουργούν πολλαπλά προβλήματα και στο σχεδιασμό των
αντίστοιχων υπηρεσιών και στη λήψη των ανάλογων αποφάσεων για επιλογές εστίασης
των διενεργούμενων παρεμβάσεων σε σημεία στόχους με γνώμονα τη βελτιστοποίηση
του αποτελέσματος .
Η παρούσα έρευνα πραγματεύεται το ζήτημα της ενδοοικογενειακής βίας στο
σχολείο και τους τρόπους αντιμετώπισης του φαινομένου.
Πιο συγκεκριμένα, η έρευνα κατέγραψε τις απόψεις Διευθυντών Επαγγελματικών
Λυκείων των Αθηνών για το φαινόμενο ενδοοικογενειακή βία στο σχολείο, ενώ οι
ερευνητές διερεύνησαν επισταμένα και μια συγκεκριμένη μελέτη περίπτωσης που
συνέβη σε Επαγγελματικό Λύκειο της Αθήνας, την περίπτωση της Ελένης (ερευνητικό
ψευδώνυμο). Για λόγους δεοντολογίας και διασφάλισης του απορρήτου, η περιγραφή της
έρευνας θα περιοριστεί στο απολύτως απαραίτητο γενικευμένο πλαίσιο που επιβάλλουν
οι λόγοι παιδαγωγικής αντιμετώπισης και ευαισθησίας τέτοιων ζητημάτων.
Από την τηλεφωνική και δια ζώσης επικοινωνία με τους Διευθυντές, οι οποίοι και
είναι σύμφωνα με το νόμο και οι άμεσοι αποδέκτες ενημέρωσης ζητημάτων που σχετίζονται
με το φαινόμενο βία σε όλες του τις εκφάνσεις, και τους οποίους οι ερευνητές γνωρίζουν
Περιφερειών Β. και Ν. Αιγαίου. Νέοι, έγκλημα και τιμωρία, 2008, τευχ. 1, 41-54, στο http://www.ich-mhsw.
gr/sites/all/themes/ich_mhsw/img/pdfs/en/7.pdf. (Προσπελάστηκε στις 6/10/2014).
Πολυδώρου Έ., (2010). Μελέτη περίπτωσης παιδιού με προβλήματα συμπεριφοράς. 11ο Συνέδριο
Παιδαγωγικής Εταιρείας Κύπρου, 4-5 Ιουνίου 2010. Λευκωσία, Πανεπιστήμιο Κύπρου, 204-213.
���������
Carter, M.,
�������������
Clayton, M.,
����������������
Stephenson, J.��������������������������������������������������������
(2006). Students With Severe Challenging Behavior in Regular
��������
Classrooms: Prevalence and Characteristics. Australian Journal of Guidance & Counseling. 16(2), 189����� -����
209.
� National
������������������������������
Survey on Children’s Exposure
������������
to Violence
���������������������������������
(2009). Washington, DC: Office
����������
of Juvenile
��������� Justice
������������
and
Delinquency Prevention, with support from the Centers for Disease Control and Prevention, �����������
στο��������
http://www.
justice.gov/defendingchildhood. (������������������������������
Προσπελάστηκε�����������������
στις������������
����������������
6/10/2014).
Νικολαΐδης Γ., Πετρουλάκη Κ., Σταυριανάκη Μ. (2008). Μεθοδολογική Περιγραφή Έρευνας για τη
Μελέτη της Έκτασης και των Χαρακτηριστικών της Βίας κατά Ανηλίκων, σε μαθητές/τριες Α΄ Γυμνασίου των
Περιφερειών Β. και Ν. Αιγαίου. Νέοι, έγκλημα και τιμωρία, 2008, τευχ. 1, 41-54, στο http://www.ich-mhsw.
gr/sites/all/themes/ich_mhsw/img/pdfs/en/7.pdf. �������������������������������
(������������������������������
Προσπελάστηκε�����������������
στις������������
����������������
6/10/2014).
- 195 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
και έχουν άριστη επικοινωνία και συνεργασία, διαπιστώθηκε πως συχνά εμφανίζονται
κρούσματα και περιπτώσεις αντιμετώπισης κοινωνικών προβλημάτων γονέων μαθητών
(ανεργία, κακές ενδοοικογενειακές σχέσεις κ.ά) και μαθητών (μαθησιακές δυσκολίες,
συγκρουσιακές σχέσεις με τους γονείς τους, μεταξύ τους, επιθετικές συμπεριφορές,
εξαρτήσεις από το διαδίκτυο, από ουσίες κ.ά). Χωρίς να υπάρχουν σε κάθε σχολείο
ειδικοί επιστήμονες (παιδοψυχολόγος, κοινωνικός λειτουργός), το κάθε σχολείο
προσπαθεί είτε εκ των έσω (συζήτηση και παρακολούθηση, συγκεντρώσεις γονέων,
συμβούλια τάξης, μικρή οικονομική ενίσχυση), είτε σε επικοινωνία με διάφορους
κοινωνικούς φορείς ή ειδικούς στους οποίους απευθύνεται για την αρωγή και τη
συνεργασία τους, να διαχειριστεί την κάθε περίπτωση.
Όσον αφορά στη μελέτη περίπτωσης, που αφορά μελέτη συμπεριφοράς μαθήτριας
στο σχολικό χώρο και τη συσχέτισή της με την κατάσταση στο σπίτι, η Ελένη (ερευνητικό
ψευδώνυμο), ενήλικη αλλοδαπή μαθήτρια, όταν αρχικά φοιτούσε στην πρώτη τάξη σε
Επαγγελματικό Λύκειο της Αθήνας, είχε πολύ καλές μαθησιακές και γνωστικές επιδόσεις
καθώς και πολύ καλή μαθητική συμπεριφορά καθ όλη τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς.
Αυτό ήταν κοινή διαπίστωση από το σύνολο των εκπαιδευτικών της τάξης. Οι σχέσεις της
όμως με τους συμμαθητές της ήταν κατά κοινή διαπίστωση των εκπαιδευτικών τυπικές
και διεκπαιρεωτικές. Δεν δημιουργούσε φιλίες, δεν τους εμπιστευόταν.
Την επόμενη σχολική χρονιά η Ελένη έκανε εγγραφή στη Β΄ τάξη. Σε
συνεργασία που είχαμε οι ερευνητές με τους εκπαιδευτικούς της τάξης, μας ανέφεραν
από κοινού πως η επίδοση της Ελένης σταδιακά μειωνόταν, παρουσίαζε ασυνέπεια
ως προς τα μαθητικά της καθήκοντα (μη υλοποίηση εργασιών, αδιαφορία για τα
μαθήματα, αυξημένες αδικαιολόγητες απουσίες) ενώ ως προς τη συμπεριφορά και τη
διάθεσή της διαπίστωναν πως ήταν αφηρημένη, κακόκεφη και προβληματισμένη.
Όπως προαναφέραμε, για λόγους δεοντολογίας και διασφάλισης του
απορρήτου της συνομιλίας, θα αναφέρουμε απλά το γενικό συμπέρασμα της
συγκεκριμένης περίπτωσης, με την οποία οι ερευνητές ασχοληθήκαμε σε τακτές
συναντήσεις περισσότερο από επτά μήνες, και θα εστιάσουμε στους τρόπους
παρέμβασης και στις ενέργειες βελτίωσης παρεμφερών περιστατικών, αν και κάθε
περίπτωση πρέπει να μελετάται ως αυτόνομη με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της.
Αρχικά, σε συνεργασία με τους εκπαιδευτικούς της τάξης, προτείναμε
παιδαγωγικούς τρόπους διαχείρισης και προσέγγισης της Ελένης προκειμένου να
ανιχνεύσουμε τα αίτια της αλλαγής στην όλη συμπεριφορά της, να παρακολουθήσουμε
την εξελικτική της πορεία και κυρίως να αποφύγουμε τις συγκρούσεις, καθώς,
σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, οποιεσδήποτε συγκρούσεις με δασκάλους έχουν
αρνητικές επιπτώσεις στην προσαρμογή του παιδιού στο σχολείο τόσο για τα χρόνια
που θα ακολουθήσουν όσο και για τους επόμενους δασκάλους που θα έχει το παιδί .
Το τελικό συμπέρασμα που προέκυψε ήταν ότι η μαθήτρια είχε πέσει θύμα
έντονης ενδοοικογενειακής βίας πριν από κάποια χρόνια, γεγονός που συνεχίστηκε
για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Η ενδοοικογενειακή βία στη συγκεκριμένη περίπτωση αντικατοπτρίζει σχέσεις
� Henricsson,
���������������
L. &�� �������������������������������������������������������������������������������
Rydell, A.M. (2006). Children with Behaviour Problems: The Influence of Social
Competence and Social Relations on Problem Stability, School Achievement and Peer Acceptance Across the
First Six Years of School. Infant and Child Development Inf. Child, 15, 347-366.
- 196 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
άνισης δύναμης και δεν περιλαμβάνει μόνο τη σωματική κακοποίηση, αλλά και τις
άμεσες ή έμμεσες απειλές, τη συναισθηματική και ψυχολογική βία, τη σεξουαλική
κακοποίηση, την κοινωνική απομόνωση και γενικότερα, όλες εκείνες τις συμπεριφορές
που ωθούν το άτομο να ζει υπό το καθεστώς διαρκούς φόβου. Επίσης, η εικόνα που
έχουν για την Ελένη οι γονείς της είναι ιδιαίτερα αρνητική, υποτιμητική, και της
έχει δημιουργήσει ζητήματα φοβίας, ανασφάλειας, άγχους, πανικού, αβοηθητότητας
και αναξιότητας, χαμηλής αυτοεκτίμησης, απομόνωσης, παθητικής συμπεριφοράς,
αξιοπρέπειας, ενοχικών συναισθημάτων, τραυμάτων και προβλημάτων υγείας (στρες,
άγχος, διαταραχές – εφιάλτες στον ύπνο, ελαφριά κατάθλιψη).
Αισθάνεται εγκλωβισμένη, καταπιεσμένη ψυχολογικά, μη αποδεκτή
κοινωνικά, παραμελημένη, καθώς οι γονείς δεν έχουν καμία διάθεση να αντιληφθούν
τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ελένη, δεν ασχολούνται καθόλου με την Ελένη,
πολύ δε περισσότερο, δεν αντιλαμβάνονται τη δική τους ευθύνη και δικαιολογούν τον
εαυτό τους για τη συμπεριφορά τους.
Για την Ελένη, επιγραμματικά, η μεθοδολογία παρέμβασης που ακολουθήθηκε
ήταν η εξής:
• Επικοινωνία και συνεργασία με τον Συμβουλευτικό Σταθμό Νέων.
• Παρέμβαση κοινωνικού φορέα για προσωρινή φιλοξενία σε ξενώνα κακοποιημένων
γυναικών.
• Συνεργασία Διευθυντών σχολείων και Διευθύνσεων εκπαίδευσης για μετεγγραφή σε
σχολείο άλλης Διεύθυνσης και εξασφάλιση σε ξενώνα ατομικής στέγης και διατροφής
έως ότου ολοκληρώσει τη φοίτησή της στο σχολείο, και διαρκής παρακολούθηση από
κοινωνικούς λειτουργούς και ψυχολόγους σε συνεργασία με τις υπηρεσίες του Δήμου.
Η χρονιά για την Ελένη ολοκληρώθηκε με επιτυχία στο νέο της σχολείο, όπου
ο σύλλογος των εκπαιδευτικών είδε το θέμα με παιδαγωγικό αλλά και ανθρωπιστικό
και κοινωνικό πνεύμα.
Η επικοινωνία με την Ελένη συνεχίζεται. Έχει κοινωνικοποιηθεί σε μεγάλο
βαθμό, απέκτησε παρέες, εργάζεται για την προσωπική της αυτονομία, για να μπορεί
να σταθεί στα πόδια της, να πάρει τις αποφάσεις της να συνεχίσει να ονειρεύεται,,
να ζει τη ζωή της.
3. Τρόποι
�������������������������������������������
παρέμβασης-στρατηγικές αντιμετώπισης
- 197 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
4. �����������������������
Συμπεράσματα- Προτάσεις
������������
DuPaul, G. J.�����������
&Ervin, R.��������������
A. (1996). Functional
����������������������������������������������������������������
assessment of behaviors related to Attention-Deficit
Hyperactivity Disorder: Linking Assessment to intervention design. Behavior��������
therapy, 27, 601-622.
�������
ΥΠΕΠΘ/Παιδαγωγικό Ινστιτούτο (2008). Η ποιότητα στην εκπαίδευση: Έρευνα για την αξιολόγηση ποιοτικών
- 198 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
- 199 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσση
13 13���������
Carter, M.,�������������
Clayton, M.,����������������
Stephenson, J. (2006).
��������������������������������������������������������
Students With Severe Challenging Behavior in Regular
��������
Classrooms: Prevalence and Characteristics. Australian Journal of Guidance & Counseling. 16(2), 189�����
-����
209.
- 200 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
αυτοέκδοση.
Νικολαΐδης Γ., Πετρουλάκη Κ., Σταυριανάκη Μ. (2008). Μεθοδολογική Περιγραφή
Έρευνας για τη Μελέτη της Έκτασης και των Χαρακτηριστικών της Βίας
κατά Ανηλίκων, σε μαθητές/τριες Α΄ Γυμνασίου των Περιφερειών Β. και Ν.
Αιγαίου. Νέοι, έγκλημα και τιμωρία, 2008, τευχ. 1, σελ.41-54, στο http://www.
ich-mhsw.gr/sites/all/themes/ich_mhsw/img/pdfs/en/7.pdf. (Προσπελάστηκε
στις 6/10/2014).
ΥΠΕΠΘ/Παιδαγωγικό Ινστιτούτο (2008). Η ποιότητα στην εκπαίδευση: Έρευνα για την
αξιολόγηση ποιοτικών χαρακτηριστικών του συστήματος Πρωτοβάθμιας και
Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Αθήνα��.
Πολυδώρου Έ., (2010). Μελέτη περίπτωσης παιδιού με προβλήματα συμπεριφοράς.
11ο Συνέδριο Παιδαγωγικής Εταιρείας Κύπρου, 4-5 Ιουνίου 2010.Λευκωσία,
Πανεπιστήμιο Κύπρου, 204-213.
Ξενόγλωσση
Carter, M., Clayton, M., Stephenson, J. (2006). Students With Severe Challenging Behav-
ior in Regular Classrooms: Prevalence and Characteristics. Australian Journal
of Guidance & Counseling. 16(2), 189�����
-����
209.
DuPaul, G. J. &Ervin, R. A. (1996). Functional assessment of behaviors related to At-
tention-Deficit Hyperactivity Disorder: Linking Assessment to intervention
design. Behavior therapy, 27, 601-622.
Henricsson, L. & Rydell, A.M. (2006). Children with Behaviour Problems: The Influ-
ence of Social Competence and Social Relations on Problem Stability, School
Achievement and Peer Acceptance Across the First Six Years of School. Infant
and Child Development Inf. Child, 15, 347-366.
Lane, L. K., Menzies, M. H. (2010). Reading
����������������������������������������������������
and writing interventions for students with
and at risk for emotional and behavioral Disorders. Behavioral Disorders, 35
(2): 82-85.
Luiselli, K. J., Putnam, F. R., Handler, W. M., Feinberg, B. A., (2005) Whole-School Pos-
itive Behaviour Support: Effects on student discipline problems and academic
performance. Educational Psychology, 25(2–3), 183–198.
National Survey on Children’s Exposure to Violence (2009). Washington, DC: Office
of Juvenile Justice and Delinquency Prevention, with support from the Cen-
ters for Disease Control and Prevention, ������������
στο���������
http://www.justice.gov/defend-
ingchildhood (������������������������������
Προσπελάστηκε�����������������
στις������������
����������������
6/10/2014).
Βιογραφικά��������������������
στοιχεία συγγραφέων
�������������������
- 202 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
«Δεν φοβάμαι, δεν φοβίζω, κερδίζω φίλους». Σχολικός εκφοβισμός και βία μέσα από
ένα Πρόγραμμα Αγωγής Υγείας σε Διαπολιτισμικό Γυμνάσιο, Αθήνα
����������
2014
Περίληψη
Abstract
In the school year 2011 – 2012 we worked with our foreigner students of Grade 3 on a
project having to do with bullying and violence in school. The project’s title was “I am not
afraid, I don’t scare others, I gain friends” and resulted in a booklet including the activities
during the project and a 13 minute film, based on the script written by a student of the class.
The project was generally received by the students as a positive and beneficial
experience because :
a) they learnt to distinguish the different forms of bullying and violence in schools and
realized their consequences and
b) they felt stronger and able to react more effectively in similar situations and incidents,
instead of remaining passive observers in cases of bullying.
1. Εισαγωγή
1.1 �������������
Η εργασία μας
Μετά την επιλογή του τμήματος, ενημερώσαμε τους μαθητές για το τι είναι εκφοβισμός, τις
- 203 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
αιτίες του και τι μπορούν οι ίδιοι να κάνουν για την αποφυγή και την αντιμετώπισή του.
Οργανώσαμε μια σειρά δραστηριοτήτων με στόχο την κατανόηση των εννοιών και την
κατάκτηση της ενσυναίσθησης, μέσα από βιωματικές κυρίως μεθόδους, και συνεργαστήκαμε
με το Ινστιτούτο Υγείας του Παιδιού στα πλαίσια σχετικού προγράμματος.
Ακολούθησε η συγγραφή κειμένων, η επιλογή μιας ιστορίας, η μετάφρασή
της στα Ελληνικά, η εικονογράφηση των σκηνών και η δημιουργία κόμικς, η διασκευή
της σε θεατρικό κείμενο, η κατανομή των ρόλων, οι πρόβες και τέλος η δημιουργία
μιας ταινίας μικρού μήκους.
Παράλληλα, προχωρήσαμε στη διαμόρφωση ερωτηματολογίου, τη
συμπλήρωσή του από τους μαθητές και στην ανάλυση των αποτελεσμάτων που
έγινε σε όσες ερωτήσεις απαντήθηκαν από τα παιδιά. Υπολογίστηκαν τα ποσοστά
ανά φύλο και κατασκευάστηκαν οι αντίστοιχοι πίνακες και τα αποτελέσματα
απεικονίστηκαν γραφικά σε ραβδογράμματα.
Τέλος, μετά τον σχεδιασμό αφίσας και τη δημιουργία εντύπου που να περιλαμβάνει
όλες τις δραστηριότητες, το πρόγραμμα παρουσιάστηκε σε ημερίδα στο σχολείο μας και
οι μαθητές αξιολόγησαν το πρόγραμμα και τη συμμετοχή τους σ’ αυτό. Το υλικό που είχε
συγκεντρωθεί αποτέλεσε αφετηρία για βιβλιογραφική αναζήτηση.
2. Θεωρία
- 204 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Ένας από τους βασικούς στόχους του προγράμματος ήταν η σε βάθος κατανόηση - όχι
μόνο θεωρητικά αλλά και μέσα από βιωματικές δραστηριότητες - από τους μαθητές των
διαφορετικών τύπων σχολικού εκφοβισμού που είναι αναλυτικά:
α. ο άμεσος ή σωματικός εκφοβισμός (physical bullying): ο θύτης μεταχειρίζεται φυσική
βία καθώς επίσης άρπαγμα ή και φθορά της ατομικής ιδιοκτησίας.
β. ο λεκτικός εκφοβισμός (verbal bullying): όπου ο δράστης ενοχλεί και προσβάλλει
συνεχόμενα το θύμα και
γ. ο έμμεσος ή κοινωνικός εκφοβισμός (��������������������������������������������
indirect������������������������������������
/ ����������������������������������
social����������������������������
/ ��������������������������
relational����������������
���������������
bullying�������
): εδώ
προκαλείται κοινωνική απομόνωση και αποκλεισμός του θύματος. Περισσότερο
συνηθισμένο είδος εκφοβισμού στα κορίτσια, χωρίς εμφανείς επιπτώσεις, αποτελεί
τη μορφή που τα θύματα δυσκολεύονται περισσότερο να αναφέρουν.
Άλλοι τύποι εκφοβισμού: ο εκβιασμός (blackmail), ο οπτικός εκφοβισμός (visual
bullying), ο ηλεκτρονικός εκφοβισμός (cyberbullying), ο σεξουαλικός εκφοβισμός
(sexual bullying) και ο ρατσιστικός εκφοβισμός (racial bullying).
Η προσοχή μας στρέφεται αρχικά προς τον άμεσο εκφοβισμό (πρωτογενείς
ενδείξεις), χωρίς να μας αφήνει αδιάφορους και ο έμμεσος. Γιατί «κοινός παρονομαστής
του εμμέσου και του άμεσου είναι ότι οι μαθητές – στόχοι συνήθως απομονώνονται και
απορρίπτονται από τους συνομηλίκους» .
3. Υπάρχουσες θεωρίες
«Σχολική Βία και Επιθετικότητα: Αίτια, μορφές και τρόποι αντιμετώπισης», ΚΥΒΕ Περιστερίου, σ.2
Παπαχρήστου Κ., Μαυροκεφαλίδου Ε. (2013), Σχολική βία και πολυπολιτισμικότητα: η αναγκαιότητα
διαπολιτισμικών παρεμβάσεων, Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, σ.σ.3-4, ημερομηνία προσπέλασης 18/09/2014
http://www.pdeamth.gr/paratiritiriovias/images/file2014/sxol_via_pol.pdf
Κανακίδου Ε., Παπαγιάννη Β. (1998), Διαπολιτισμική αγωγή. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα
- 205 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
κοινωνικού αποκλεισμού και φαίνεται πως η βία είναι τελικά σύμπτωμά του.
Στην περίπτωση αυτή το σχολείο διαμορφώνει, αποδέχεται και νομιμοποιεί,
μέσω της παρεχόμενης εκπαίδευσης, συμπεριφορές απέναντι στη διαφορά, που είναι
αναντίστοιχες με την επαγγελία ενός επιθυμητού πολιτισμικού πλουραλισμού» .
Η Εταιρία Ψυχοκοινωνικής Υγείας του Παιδιού και του Εφήβου σε συνεργασία με την
Παιδαγωγική σχολή του ΑΠΘ πραγματοποίησε μια μελέτη όπου φαίνεται ότι το 25% των
μαθητών έχει υποστεί κάποια μορφή εκφοβισμού εντός του σχολικού περιβάλλοντος με
συχνότητα το λιγότερο δύο ως τρεις φορές το μήνα με τα αγόρια να είναι πιο συχνά θύτες
και θύματα εκφοβιστικής συμπεριφοράς.
Στη Νορβηγία, σε μια από τις σχετικές έρευνες, βρέθηκε ότι ένας στους επτά
συμμετέχουν σε πράξεις βίας και θυματοποίησης. Βέβαια μπορεί το 85% των μαθητών να
μην εκδηλώνουν έντονη επιθετικότητα, να μην είναι οι ίδιοι θύτες και θύματα, είναι όμως
μάρτυρες από φόβο μήπως, αν μιλήσουν ή παρέμβουν, γίνουν και οι ίδιοι θύματα .Σε
άλλη μελέτη αναφέρεται ότι στις Η.Π.Α. το 13% των μαθητών έχει υποστεί εκφοβισμό
από μια εως τρεις φορές το μήνα, ενώ το 3.4% περισσότερο από δέκα φορές το μήνα. Και,
δυστυχώς, τα μισά από τα περιστατικά εκφοβισμού δεν αναφέρθηκαν από τους μαθητές10.
4. Κριτική
Το ζήτημα του σχολικού εκφοβισμού συγκροτείται γύρω από την ετερότητα, την
απόκλιση από κοινά αποδεκτούς μέσους όρους χαρακτηριστικών και συμπεριφορών.
Η διαφορετικότητα προκαλεί αρνητικές αντιδράσεις και ενεργοποιεί αντανακλαστικά
φόβου και απόρριψης για τον «άλλο» και έτσι προκύπτει το ζήτημα της σχολικής
επιθετικότητας11. Σε σχετική έρευνα μάλιστα αναφέρεται ότι οι μαθητές από
οικογένειες μεταναστών έχουν μεγαλύτερη εμπλοκή σε καταστάσεις ��������������
bullying, και
μάλιστα έχοντας το ρόλο του θύτη 12.
Δήμου Γ. (2012), Το bullying σε παιδιά οικογενειών μεταναστών από την Αλβανία και την πρώην Σοβιετική
Ένωση. Διπλωματική Εργασία, Τμήμα Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής πολιτικής, Θεσσαλονίκη, σ. 75,
ημερομηνία προσπέλασης 16/09/2014
http://kmaked.pde.sch.gr/site/attachments/article/544/To%20bulling.pdf
Wikipedia��������������������������������������������������������
�����������������������������������������������������������������
, Σχολικός εκφοβισμός, ημερομηνία προσπέλασης 25/09/2014
h t t p : / / e l . w i k i p e d i a . o r g / w i k i /
%CE%A3%CF%87%CE%BF%CE%BB%CE%B9%CE%BA%CF%8C%CF%82_%CE%B5%CE%BA%CF
%86%CE%BF%CE%B2%CE%B9%CF%83%CE%BC%CF%8C%CF%82
�� Olweus
�����������������������������������������������������������������������
D. (1993), Bull�������������������������������������������������
y������������������������������������������������
ing at school. What we know and what we can do, Malden,
�������� MA:
��������������
Blackwell
Publishing
10 10����������������������������������������������������������������������������������
���������������������������������������������������������������������������������
Yerger W.������������������������������������������������������������������������
,�����������������������������������������������������������������������
Gehret C.�������������������������������������������������������������
������������������������������������������������������������
(2011)������������������������������������������������������
,�����������������������������������������������������
Understanding and Dealing With Bullying in Schools. The Educational
Forum, vol.75, pp.�������������������������������������������
315-326,����������������������������������
ημερομηνία προσπέλασης�����������
16/09/2014
http://www.tandfonline.com/doi/full/10.1080/00131725.2011.602468#tabModule
11 Μανιάτης Π. (2010), Σχολική βία και ετερότητα στην Ελλάδα, Η αναγκαιότητα της διαπολιτισμικής
εκπαίδευσης. Μέντορας, τόμ.12, σ.σ.118-138
12 Δήμου Γ. (2012), Το bullying σε παιδιά οικογενειών μεταναστών από την Αλβανία και την πρώην Σοβιετική
Ένωση. Διπλωματική Εργασία, Τμήμα Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής πολιτικής, Θεσσαλονίκη, σ.70,
ημερομηνία προσπέλασης 16/09/2014
- 206 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
5.1. Το δείγμα
Στο πρόγραμμα συμμετείχαν πέντε (5) αγόρια και (5) κορίτσια, μαθητές και μαθήτριες
του τμήματος Γ2, όλοι αλλοδαποί, προερχόμενοι από οκτώ χώρες (Αίγυπτος, Αλβανία,
Αρμενία, Βουλγαρία, Μολδαβία, Ουκρανία, Πακιστάν, Φιλιππίνες) που βρίσκονταν
στην Ελλάδα μόλις δύο χρόνια, κατά μέσο όρο.
Στην παρούσα ερευνητική και εμπειρική εργασία και στα πλαίσια του προγράμματος
Αγωγής Υγείας που πραγματοποιήθηκε στο σχολείο, χρησιμοποιήσαμε κυρίως την
βιωματική προσέγγιση με συμμετοχικές μεθόδους, δραστηριότητες και καλλιτεχνικές
προσεγγίσεις (παιχνίδια γνωριμίας, δραματοποίηση, σχεδιασμός προσωπικής Ασπίδας-
Θυρεού, κόμικς και αφίσας) καθώς και τη χρήση ερωτηματολογίων.
Έχει διαπιστωθεί ότι τα εκπαιδευτικά προγράμματα που παρέχουν δυνατότητα έκφρασης και
ανταλλαγής εμπειριών, συγγραφής κειμένων, αλλά και έκφρασης μέσω της τέχνης με σχέδια,
ζωγραφική και δραματοποίηση μπορούν να διοχετεύσουν θετικά την δημιουργική ενέργεια
των μαθητών και να τα βοηθήσουν να απεμπλακούν από προβληματικές καταστάσεις 13.
Επίσης, με τις βιωματικές δραστηριότητες καλλιεργείται η ε�������������
v������������
συ����������
v���������
αίσθηση,
προωθείται η ήρεμη δύ���������������������������������������������
v��������������������������������������������
αμη και βελτιώ������������������������������
vov���������������������������
ται o����������������������
�����������������������
ι σχέσεις στο σχολείο.14.
Έτσι, έχει παρατηρηθεί ότι: «Θετικές κοινές δραστηριότητες όπως να συγκεντρωθεί
όλη η τάξη για να συμμετέχει σε κάποια παιγνιώδη ομαδική δραστηριότητα, μπορεί να
έχουν σημαντική επίδραση στις σχέσεις των μαθητών και να δημιουργήσει θετικές σχέσεις
αλληλεγγύης….Μια άλλη αποτελεσματική και ευχάριστη μέθοδος είναι τα παιχνίδια
ρόλων που σχετίζονται με τον εκφοβισμό στα οποία μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε
συγκεκριμένες καταστάσεις από την τάξη ή από γενικότερα περιστατικά»15.
http://kmaked.pde.sch.gr/site/attachments/article/544/To%20bulling.pdf
13 13� Smokowski P., Kopasz K.H. (2004), Bullying in School: An Overview of Types, Effects, Family
Characteristics, and Intervention Strategies. Children & Schools, vol.27, ������
p 106
14 Μπάδα Η. (2009), Συναισθηματική Υγεία στα σχολεία: Πρακτικές και Μέθοδοι, Πρακτικά Ημερίδας
«Σχολική Βία και Επιθετικότητα: Αίτια, μορφές και τρόποι αντιμετώπισης», ΚΥΒΕ Περιστερίου, σ. 4
15 Παπαχρήστου Κ., Μαυροκεφαλίδου Ε. (2013), Σχολική βία και πολυπολιτισμικότητα: η αναγκαιότητα
- 207 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
β. Η χρήση ερωτηματολογίων
Πίνακας 1
- 208 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Με έβρισαν 3 0 60%
Έβρισα 3 0 60%
Διέδωσαν άσχημες φήμες για μένα 0 1 25%
Διέδωσα άσχημες φήμες για άλλους 0 0
Μου έστειλαν προσβλητικά σχόλια στο
1 0 20%
κινητό/ υπολογιστή
Έστειλα προσβλητικά σχόλια στο κινητό/
0 0
υπολογιστή
Πίνακας 2
17 ��������������������������������
Wikipedia�����������������������
, Σχολικός εκφοβισμός, http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A3%CF%87%CE%BF%CE% BB%CE%B9%
CE%BA%CF%8C%CF%82_%CE%B5%CE%BA%CF%86%CE%BF%CE%B2%CE%B9%CF%83%CE%BC%CF%
8C%CF%82, ημερομηνία προσπέλασης 25/09/2014.
- 209 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Ραβδόγραμμα 1
Ραβδόγραμμα 2
Μετά την παρουσίαση του προγράμματος σε ημερίδα στο σχολείο μας και την
ολοκλήρωσή του, ζητήσαμε από τα παιδιά να αξιολογήσουν το πρόγραμμα και τη
συμμετοχή τους σε αυτό.
Όλοι οι μαθητές και οι μαθήτριες τόνισαν ότι ήταν μία θετική και ωφέλιμη
εμπειρία γι’ αυτούς γιατί συνειδητοποίησαν τις διαφορετικές μορφές των φαινομένων
εκφοβισμού και βίας στα σχολεία και τις καταστρεπτικές τους συνέπειες. Αισθάνθηκαν πιο
δυνατοί να αντιδράσουν αποτελεσματικά αν κάποιος προσπαθήσει να τους εκφοβίσει και,
κυρίως, έτοιμοι να εμποδίσουν παρόμοια φαινόμενα αντί να μείνουν παθητικοί μάρτυρες.
Έμειναν ιδιαίτερα ικανοποιημένοι από την ταινία μικρού μήκους που γυρίστηκε, με τους
ίδιους ως ηθοποιούς, γιατί διασκέδασαν πολύ προσπαθώντας να αποδώσουν σωστά τους
ρόλους τους και βελτιώθηκαν ως προς την καλύτερη χρήση και εκφορά της ελληνικής
γλώσσας αλλά, το σημαντικότερο, τονώθηκε η αυτοπεποίθηση και η αυτοεκτίμησή τους
μετά και τα συγχαρητήρια που δέχθηκαν από τους συμμαθητές και καθηγητές τους18.
18 2ο Γυμνάσιο Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης Ελληνικού, Δεν φοβάμαι δεν φοβίζω κερδίζω φίλους, 28
Μαΐ 2012, ημερομηνία προσπέλασης 20/09/2014, sxolikos�����������������
�������������������������
ekfovismos������
����������������
.�����
wmv. http://www.youtube.com/
watch?v=xgGG2j54oNE
- 210 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Και η δική μας πεποίθηση είναι ότι τα παιδιά που συμμετείχαν στο πρόγραμμα
ωφελήθηκαν από αυτό γιατί τώρα γνωρίζουν συνειδητά τις μορφές και συνέπειες του
φαινομένου και θα είναι πιο ικανοί να το αντιμετωπίσουν. Οι εμπειρίες που αποκόμισαν
πιστεύουμε ότι θα τους βοηθήσουν σε πολλά επίπεδα.
Τέτοια βιωματικά και συμμετοχικά εκπαιδευτικά προγράμματα που κινούνται
στα πλαίσια της Διαπολιτισμικής Αγωγής πιστεύουμε ότι μπορούν να αποτελέσουν
παράδειγμα και να συμβάλλουν στην αντιμετώπιση του σχολικού εκφοβισμού.
Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσση
Αρτινοπούλου Β. (2001), Βία στο σχολείο. Έρευνες και πολιτικές στην Ευρώπη, Αθήνα:
Μεταίχμιο, σ. 11
Μπάδα Η. (2009), Συναισθηματική Υγεία στα σχολεία: Πρακτικές και Μέθοδοι,
Πρακτικά Ημερίδας «Σχολική Βία και Επιθετικότητα: Αίτια, μορφές και
τρόποι αντιμετώπισης», ΚΥΒΕ Περιστερίου, σ.σ.30-40
Κανακίδου Ε., Παπαγιάννη Β. (1998), Διαπολιτισμική αγωγή. Αθήνα: Ελληνικά
Γράμματα
Μανιάτης Π. (2010), Σχολική βία και ετερότητα στην Ελλάδα, Η αναγκαιότητα της
διαπολιτισμικής εκπαίδευσης. Μέντορας, τόμ.12, σ.σ.118-138
Ξενόγλωσση
Olweus D. (1993), Bullying at school. What we know and what we can do, Malden, MA:
Blackwell Publishing
Olweus, D., Limber S. P. (2010), Bullying in School: Evaluation and Dissemination of
the Olweus Bullying Prevention Program. Am. J. Orthopsychiatry, vol.80,
pp.124–134
Smokowski P., Kopasz K.H. (2004), Bullying in School: An Overview of Types, Ef-
fects, Family Characteristics, and Intervention Strategies. Children & Schools,
vol.27, pp.101-110
Ιστοσελίδες
- 211 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Η κ. Ραχήλ Σακκή, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1966 και σπούδασε Ζωγραφική (1984
-1989) στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας. Είναι μέλος του Ε.Ε.Τ.Ε., έχει
κάνει 2 ατομικές εκθέσεις και έχω πάρει μέρος σε 15 ομαδικές. Είναι κάτοχος πτυχίου
Proficiency στα αγγλικά. Εργάστηκε σε φροντιστήριο Ξένων γλωσσών το σχολικό έτος
1988 – 1989 ως καθηγήτρια αγγλικών και από το 1989 εργάζεται στη Μέση Εκπαίδευση
ως καθηγήτρια καλλιτεχνικών. Από το 1990 διδάσκει στο 2ο Γυμνάσιο Διαπολιτισμικής
Εκπαίδευσης Ελληνικού. Συμμετείχε σε ημερίδες και συνέδρια με εισηγήσεις και
αναρτήσεις εργασιών. Έχει ασχοληθεί ενεργά με σχολικές παραστάσεις και πολιτιστικές
εκδηλώσεις και συμμετείχε σε εκπαιδευτικά προγράμματα.
- 212 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Διαπολιτισμική Εκπαίδευση
- 213 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
- 214 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Γεωργογιάννης Παντελής
2. Διαδικασίες των ΗΠΑ και της Δυτικής Ευρώπης για την εισδοχή Ελλήνων
μεταναστών
Από την πλευρά της κάθε χώρα που χρειάζεται μετανάστες, διαμορφώνει και εφαρμόζει
τους δικούς της μεταναστευτικούς κανόνες. Για παράδειγμα, οι Ηνωμένες Πολιτείες στις
αρχές του 20ου αιώνα δεχόταν αλλοδαπούς μετανάστες ως εργατικό δυναμικό, μεταξύ
Κυριακίδου, Ζ., Παπαδοπούλου, Κ., Βαθμός ικανοποίησης των παράνομων μεταναστών από τις παρεχόμενες
PRAKSIS��. Στο: http://nefeli.lib.
υπηρεσίες υγείας από τις μη κυβερνητικές οργανώσεις. Το παράδειγμα της ���������
teicrete.gr/browse/seyp/ker/2009/KyriakidouZoi,PapadopoulouKonstantina/attached-document-1279179656-
31396-11502/Kyriakidou2010.pdf (προσπελάστηκε στις 4/11/2012)
Κυριακίδου, Ζ., Παπαδοπούλου, Κ., Βαθμός ικανοποίησης των παράνομων μεταναστών από τις παρεχόμενες
PRAKSIS��. Στο: http://nefeli.lib.
υπηρεσίες υγείας από τις μη κυβερνητικές οργανώσεις. Το παράδειγμα της ���������
teicrete.gr/browse/seyp/ker/2009/KyriakidouZoi,PapadopoulouKonstantina/attached-document-1279179656-
31396-11502/Kyriakidou2010.pdf (προσπελάστηκε στις 4/11/2012)
Ζολώτα, Ι., Ο ρόλος της γλώσσας της χώρας υποδοχής στη διαδικασία ένταξης των μεταναστών: έρευνα σε
μετανάστες στην Πάτρα. Στο: nenemertes.lis.upatras.gr (προσπελάστηκε στις 4/11/2012)
- 215 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
των οποίων και Έλληνες. Για να τους επιτραπεί η είσοδος στη χώρα έπρεπε να περάσουν
από καραντίνα στο Έλις Άιλαντ. Μετά από διαλογή οι ασθενείς, οι μη επιθυμητοί και οι
λαθρομετανάστες επαναπατρίζονταν. Οι πολίτες που εγκαταστάθηκαν στις ΗΠΑ, μετά
από πολλές δυσκολίες, ενσωματώθηκαν στο κοινωνικό και οικονομικό σύστημα.
Στην εποχή μας για τους Έλληνες υπάρχουν τέσσερεις βασικές επιλογές
για να μεταναστεύσουν στις Ηνωμένες Πολιτείες: σπουδές, συγγενείς α’ βαθμού,
εργοδοσία, και κλήρωση. Οι κανόνες και οι διαδικασίες που αναφέρθηκαν
παραπάνω συνιστούν μια συνοπτική σκιαγράφηση της μεταναστευτικής πολιτικής
που είχαν και έχουν οι Ηνωμένες Πολιτείες.
Η μετανάστευση Ελλήνων στη Γερμανία τη δεκαετία του 1960 πραγματοποιούνταν
μετά από διακρατικές συμφωνίες και την υπογραφή διμερούς συμφώνου προσέλκυσης
Ελλήνων «φιλοξενούμενων εργατών». Εγκαθίσταται, λοιπόν, μετά την υπογραφή της
συμφωνίας, στην Αθήνα μια Γερμανική Επιτροπή που ιδρύθηκε για το σκοπό οργάνωσης
της μετανάστευσης. Οι υποψήφιοι μετανάστες, επειδή έπρεπε να φέρουν σε πέρας σκληρή
σωματική εργασία για την οποία προορίζονταν, στην κυλιόμενη ταινία παραγωγής στο
εργοστάσιο, στην υψικάμινο του μεταλλείου, στα ανθρακορυχεία ή στην οικοδομή,
έπρεπε να υποβληθούν σε ιατρική εξέταση, για να διαπιστωθεί ότι είναι απόλυτα υγιείς.
Αντιθέτως «η έλλειψη εξειδικευμένων γνώσεων ή η γλωσσική ανεπάρκεια δεν φαίνεται
να έπαιζαν κανένα ρόλο», καθώς η γερμανική οικονομία είχε άμεση ανάγκη από
εργατικά χέρια. Στην πρώτη δεκαετία του αιώνα μας, όμως, η Γερμανία ανακοινώνει
κατά διαστήματα τη ζήτηση συγκεκριμένων ειδικοτήτων, όπως γιατρούς, μηχανικούς
κ.λπ., ανταποκρινόμενη στις ανάγκες της κοινωνίας και της οικονομίας της.
- 216 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Εκτός από την εισδοχή των μεταναστών, το γερμανικό κράτος αλλά και οι
υπόλοιπες χώρες της δυτικής Ευρώπης, μερίμνησαν για τη δημιουργία προϋποθέσεων
ένταξης των μεταναστών στις τοπικές κοινωνίες. Τους μη νόμιμους μετανάστες τους
διαχώριζαν σε πολιτικούς πρόσφυγες, στους οποίους χορηγούνταν με σχετικά απλές
διαδικασίες πολιτικό άσυλο, και σε εκείνους που οδηγούνταν σε επαναπατρισμό.
Από τα 2.000.000 των Ελλήνων που μετανάστευσαν στη Δυτική Ευρώπη στη
δεκαετία του 1960, η πλειοψηφία παλιννόστησε στην Ελλάδα, ενώ περίπου 699.498
Έλληνες μετανάστες πρώτης, δεύτερης και τρίτης γενιάς, παραμένουν στις χώρες της Ε.Ε.
Διαφαίνεται, λοιπόν, ότι οι ΗΠΑ και οι χώρες της βόρειας Ευρώπης, αλλά και
άλλες χώρες υποδοχής μεταναστών όπως ο Καναδάς, η Αυστραλία κ.λπ., εφαρμόζουν
συγκεκριμένη μεταναστευτική πολιτική, που ορίζει το είδος, τον αριθμό και τις χώρες
προέλευσης του εργατικού δυναμικού που χρειάζονται για να καλύψουν συγκεκριμένες
εθνικές ανάγκες στην κοινωνία και την οικονομία τους.
Ανέκαθεν υπήρχε μια συνεχής ροή αλλοδαπών μεταναστών προς την Ελλάδα, νόμιμων
ή μη νόμιμων. Νόμιμα εισέρχονταν στη χώρα μέλη διπλωματικών αποστολών με τις
οικογένειές τους, εργαζόμενοι σε πολυεθνικές, φοιτητές που ήθελαν να σπουδάσουν,
άτομα που προέρχονταν από μικτούς γάμους κ.λπ. Σύμφωνα με τα επίσημα στατιστικά
στοιχεία, ο νόμιμος αλλοδαπός πληθυσμός στην Ελλάδα ανερχόταν:
• το 1951 σε 30.571
• το 1961 σε 54.736
• το 1971 σε 92.568
• το 1981 σε 171.424
• το 1991 σε 167.276
• το 2001 σε 762.191.
Καλοφωλιάς, Κ.Π. (2011). Το Μεταναστευτικό Ζήτημα στη Μεσόγειο (Ισπανία - Ιταλία - Ελλάδα). Αθήνα:
Μιχάλη Σιδέρη. σελ. 33.
10 Ε.Σ.Υ.Ε. (2008). Στατιστική Επετηρίδα της Ελλάδος 2008. Στο: http://dlib.statistics.gr/Book/GRESYE_01_
0002_00060, σ.σ. 60-63 (προσπελάστηκε στις 10/7/2008).
- 217 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Ο μόνιμος πληθυσμός της Ελλάδας κατά την απογραφή του 2001 είναι
10.171.615 Έλληνες και 762.191 αλλοδαποί.
Πίνακας 2: Μόνιμος πληθυσμός της Ελλάδας κατά φύλο και υπηκοότητα το 200112
Φύλο
Άντρες Γυναίκες Σύνολο
Χώρα προέλευσης
Ελλάδα 4.997.874 5.174.032 10.171.615
11 Ε.Σ.Υ.Ε. (2008). Στατιστική Επετηρίδα της Ελλάδος 2008. Στο: http://dlib.statistics.gr/Book/GRESYE_01_
0002_00060, σ.σ. 60-63 (προσπελάστηκε στις 10/7/2008).
12 Ε.Σ.Υ.Ε. (2008). Στατιστική Επετηρίδα της Ελλάδος 2008. Στο: http://dlib.statistics.gr/Book/GRESYE_01_
0002_00060, σ.σ. 60-63 (προσπελάστηκε στις 10/7/2008).
- 218 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
- 219 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
εκτός της χώρας τους. Στην προσπάθειά τους να φτάσουν σε μια από τις χώρες της
Ευρώπης όπου θα βρουν καλύτερες συνθήκες ζωής ή τους περιμένουν συγγενείς
τους, η Ελλάδα αποτελεί γι’ αυτούς την ιδανικότερη λύση εισόδου.
Εγκλωβίζονται, όμως, στην Ελλάδα από την πολιτική της ΕΕ και του
Δουβλίνο ΙΙ. Με τον τρόπο αυτό όλη η πίεση της μετανάστευσης που προκάλεσαν
οι πόλεμοι κι η φτώχεια συγκεντρώνεται στην Ελλάδα, με μοναδική βαλβίδα
εκτόνωσης την Τουρκία. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ο κύριος όγκος των μη
νόμιμων μεταναστών εισέρχεται από τη χώρα αυτή και σύμφωνα με το Δουβλίνο
ΙΙ οι μη νόμιμοι μετανάστες επιστρέφονται στη χώρα από την οποία εισήλθαν. Οι
Τούρκοι από την πλευρά τους δέχονται την επιστροφή μόνο Τούρκων υπηκόων,
γιατί ισχυρίζονται πως αν δεχθούν και όλους τους μη νόμιμους μετανάστες από την
Ελλάδα, θα υποχρεωθούν να δεχθούν και τους υπόλοιπους από όλες τις χώρες της
Ε.Ε. Για το λόγο αυτό η Τουρκία δεν είναι η κύρια βαλβίδα αποσυμπίεσης από τη
μεταναστευτική πίεση που δέχεται η χώρα μας. Η πολιτική επομένως του Δουβλίνο
ΙΙ εξυπηρετεί μόνο τα συμφέροντα της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης.
Το πόσο ισχυρό είναι το ρεύμα των μη νόμιμων μεταναστών προς την Ελλάδα
το 2007 και το 2008 αντίστοιχα, φαίνεται από:
1. ��������������������������������������������������������������������������
τη δήλωση του τότε Υπουργού Εσωτερικών κ. Παυλόπουλου στις 18/8/2008, ότι
μόνο το 2007 εισήλθαν στην Ελλάδα 112.000 μη νόμιμοι μετανάστες17 και
2. ����������������
τα στοιχεία της ��������
Frontex���������������������������������������������������������
��������������������������������������������������������
ότι το 2008 συνελήφθησαν 146.337 μη νόμιμοι μετανάστες,
χωρίς να υπολογίζονται αυτοί που πέρασαν τα σύνορα και δεν συνελήφθησαν.
Αν λάβουμε ως πραγματικούς αυτούς τους αριθμούς, τότε μόνο το 2007 και
το 2008 εισήλθαν στη χώρα 258.337 μη νόμιμοι μετανάστες.
Γίνεται σαφές ότι η Ελλάδα έχει να αντιμετωπίσει ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα,
καθώς όλα δείχνουν ότι το ρεύμα των μη νόμιμων μεταναστών προς τη χώρα μας
θα συνεχίσει να εντείνεται αν δεν αλλάξουν τα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά
δεδομένα στις χώρες προέλευσής τους.
Γίνεται φανερό ότι οι διαδικασίες της νόμιμης και της μη νόμιμης μετανάστευσης
είναι τελείως διαφορετικές και επομένως και οι αντίστοιχες μεταναστευτικές
πολιτικές διαφέρουν. Η νόμιμη μετανάστευση προκαλείται από τη χώρα υποδοχής και
ακολουθούνται νόμιμες διαδικασίες, ενώ η μη νόμιμη μετανάστευση γίνεται με τη θέληση
ή χωρίς της θέληση των μετακινούμενων πληθυσμών και με μη νόμιμες διαδικασίες.
- 220 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
- 221 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
2. �������������������������������������
η έξαρση του φαινομένου του ρατσισμού
3. �������������������������������������������
η ενίσχυση του φασισμού και του νεοναζισμού
4. �����������������������������
η αύξηση της εγκληματικότητας
5. ��������������������������������
η άνθιση της μαύρης αγοράς κ.λπ.
Το πρόβλημα αυτό μπορεί να τεθεί σε σωστή βάση μόνο με μια ολοκληρωμένη
πρόταση μεταναστευτικής πολιτικής για τη μη νόμιμη μετανάστευση, που όπως
φαίνεται οι εκάστοτε κυβερνήσεις ή δεν την έχουν ή δεν μπορούν ή δεν έχουν την
πολιτική βούληση να την εφαρμόσουν.
- 222 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
5. Συμπερασματικά
Βιβλιογραφία
http://www.ethnos.gr/article.asp?catid=5348&subid=2&PubID=44493&word=%EC
%E5%F4%E1%ED%DC%F3%F4%E5%F2, «Mια πόλη μεταναστών στην
καρδιά της Αθήνας» (19/5/2006) (προσπελάστηκε στις 3/6/2006).
http://www.in.gr/news/article.asp?lngEntityID=929072 (18-08-2008) (προσπελάστηκε
- 223 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
στις 26/10/2009).
http://www.newsit.gr/default.php?pname=Article&art_id=152363&catid=3
www.eone,gr, 21/2/2005 (προσπελάστηκε στις 18/1/2006).
Γενική Γραμματεία Απόδημου Ελληνισμού, Γενικά Στοιχεία Διασποράς, http://www.
ggae.gr/gabroad/organosi.el.asp (προσπελάστηκε στις: 29/6/2007).
Ε.Σ.Υ.Ε. (2008). Στατιστική Επετηρίδα της Ελλάδος 2008. Στο: http://dlib.statis-
tics.gr/Book/GRESYE_01_0002_00060, σ.σ. 60-63 (προσπελάστηκε στις
10/7/2008).
Ελληνική Μετανάστευση στις ΗΠΑ (1900-1925). Στο: http://www.tsamantas.com/leute/
metanastefsi/metanastefsi.htm (προσπελάστηκε στις 14/1/2014)
Ζολώτα, Ι., Ο ρόλος της γλώσσας της χώρας υποδοχής στη διαδικασία ένταξης των
μεταναστών: έρευνα σε μετανάστες στην Πάτρα. Στο: nenemertes.lis.upatras.
gr (προσπελάστηκε στις 4/11/2012)
Καλοφωλιάς, Κ.Π. (2011). Το Μεταναστευτικό Ζήτημα στη Μεσόγειο (Ισπανία - Ιταλία
- Ελλάδα). Αθήνα: Μιχάλη Σιδέρη. σελ. 33.
Κυριακίδου, Ζ., Παπαδοπούλου, Κ., Βαθμός ικανοποίησης των παράνομων μεταναστών
από τις παρεχόμενες υπηρεσίες υγείας από τις μη κυβερνητικές οργανώσεις.
Το παράδειγμα της PRAKSIS. Στο: http://nefeli.lib.teicrete.gr/browse/
seyp/ker/2009/KyriakidouZoi,PapadopoulouKonstantina/attached-docu-
ment-1279179656-31396-11502/Kyriakidou2010.pdf (προσπελάστηκε στις
4/11/2012)
(προσπελάστηκε στις 4/11/2012)
Μετανάστευση στις ΗΠΑ. Μέρος 1ο:Γενικά. http://irakliotis.gr/blog/?p=3014
(προσπελάστηκε στις 14/1/2014)
Μετανάστευση: Έλληνες στη Γερμανία. http://www.goethe.de/ins/gr/lp/kul/dug/gid/
el6748690.htm
Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., Ανακοίνωση Τύπου του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. κ. Γιώργου Σουφλιά,
στο: http://www2.minerv.gr/press/doc/0908281.doc (προσπελάστηκε στις
26/10/2009)
- 224 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Περίληψη
Abstract
This paper presents a novel action for the acceptance of cultural diversity through
museum education, from the fifth and sixth grade of 2nd elementary school of
Akrata, during the school year 2011 - 2012. In the context of this intercultural act,
the school is working with the museum forming an intercultural culture. Teachers
and students jointly mold the multicultural identity of the school. Using alternative,
experiential activities of dramatic play, different cultural mosaics are being related in
a fair learning environment. School and museum fellow towards diapolitismopoiisis,
recognition and understanding of different cultures, through art.
Εισαγωγή
Υφαντή, Α.Α. (2011), Εκπαιδευτική πολιτική και σχεδιασμός για ένα σύγχρονο σχολείο. Αθήνα: Α.Α. Λιβάνη, σ. 11.
- 225 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Νάκου, Ε. (2002), Το επιστημολογικό υπόβαθρο της σχέσης Μουσείου, Εκπαίδευσης και Ιστορίας. Στο: Γ.
Κόκκινος, Ε. Αλεξάκη (επιμ.), Διεπιστημονικές προσεγγίσεις στη μουσειακή αγωγή. Αθήνα: Μεταίχμιο, σ.σ. 115-128.
Γκόβαρης, Χ. (2001), Εισαγωγή στη Διαπολιτισμική Εκπαίδευση. Αθήνα: Ατραπός, σ. 89.
Τσαούσης, Δ. Γ. (2004), Μουσεία και κοινωνική πολιτική. Στο: Μ. Βελιώτη – Γεωργοπούλου & Ε.
Τουντασάκη (επιμ.), Μουσεία και Άτομα με Ειδικές Ανάγκες. Εμπειρίες και�������������
Προοπτικές. Πάντειο Πανεπιστήμιο
������������
Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών: Κέντρο Κοινωνικής Μορφολογίας και Κοινωνικής Πολιτικής.
Υπουργείο Πολιτισμού: Διεύθυνση Λαϊκού Πολιτισμού. Αθήνα: Gutenberg, σ.σ. 27-34.
����������������������
Υφαντή, Α.Α. (2011), Εκπαιδευτική πολιτική και σχεδιασμός για ένα σύγχρονο σχολείο. Αθήνα: Α.Α. Λιβάνη, σ. 13.
��������������������
Γκόβας, Ν. (2002), Για ένα νεανικό δημιουργικό θέατρο. Αθήνα: Μεταίχμιο, σ. σ. 17-18.
� �����������������
Ψηφιακό Σχολείο, Θεατρική Αγωγή. Στο: http://ebooks.edu.gr/modules/ebook/show.php/DSDIM-
G102/716/4738,21364/ (προσπελάστηκε στις 22/9/2014).
Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, Διαθεματικό ενιαίο πλαίσιο προγραμμάτων σπουδών: Περιεχόμενα: ΔΕΠΠΣ – ΑΠΣ
Θεάτρου. Στο http://www.pi-schools.gr/programs/depps/ (προσπελάστηκε στις 22/9/2014).
- 226 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
στο σχολικό περιβάλλον. Με την επίσκεψη των μαθητών σ’ ένα μουσείο και
την αλληλεπίδρασή τους με το χώρο, το σχολείο ανοίγει τις πόρτες του για μια
ουσιαστική επικοινωνία, πολύπλευρη ανταλλαγή και γόνιμη αλληλεπίδραση με την
πολυπολιτισμική κοινωνία. Κι αυτό, γιατί όπως υποστηρίζει ο Gardner��������������
���������������������
, το παιδί ως
θεατής εμψυχώνεται από τον εκπαιδευτικό να απορήσει, να πειραματιστεί με τα
εκθέματα ως πηγές πληροφοριών και να ενταχθεί σε κοινότητες μάθησης, που θα το
οδηγήσουν στην ανακάλυψη νέων εμπειριών.
Σύμφωνα με τον �����
Banks η ενσωμάτωση αναφορών από άλλους πολιτισμούς στο
πλαίσιο των σχολικών μαθημάτων, η ισότητα στη μάθηση, η μείωση των προκαταλήψεων
και η ενδυνάμωση της κουλτούρας του σχολείου μέσω ομαδικών δραστηριοτήτων
αποτελούν στοιχεία διαπολιτισμικής εκπαίδευσης10. Το παρόν σχέδιο εργασίας
ανταποκρινόμενο στις προϋποθέσεις αυτές αξιοποιεί τα βιώματα των αλλοδαπών μαθητών
κι ενσωματώνει τις ιδέες και τις αντιλήψεις τους μέσα από πολιτιστικές δράσεις. Με
τον τρόπο αυτό προωθεί την ισότιμη αλληλεπίδραση των πολιτισμών στοχεύοντας στην
υπέρβαση των ορίων τους και στη συγκρότηση μιας υπερπολιτισμικής ταυτότητας.
Νάκου, Ε. (2001), Μουσεία: Εμείς, τα πράγματα και ο πολιτισμός. Αθήνα: Νήσος, σ.σ. 207-208.
10 �������
Banks, J.A.,
������ Citizenship education and diversity implications for teacher education. Στο: http://
pcsocialstudiesmethods.pbworks.com/w/file/fetch/68301852/Banks%20article.pdf (προσπελάστηκε στις 22/9/2014).
- 227 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
- 228 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
��o�������������������������
������������������������
Τι και το Πώς της Δράσης
11 Χρυσουλάκη, Σ. (1997), Ο εκπαιδευτικός ρόλος του Μουσείου. 5ο Περιφερειακό Σεμινάριο Μουσείο και
Σχολείο (Καλαμάτα Απρίλιος 1997). Καλαμάτα, σ.σ. 13-15.
- 229 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
12 12� Hooper
�������������������������������
– Greenhill, E����������
�����������
. (1994), Museum and Gallery Education. London��
��������: Leicester
�����������������������������
University Press.
13 13�����������������������������
Παρασκευόπουλος, Ι. (1985), Εξελικτική ψυχολογία. Η ψυχική ζωή από τη σύλληψη ως την ενηλικίωση.
(Τομ. Β΄). Αθήνα: Ιδιωτική έκδοση, σ.σ. 107-111.
- 230 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Αξιολόγηση
Τόσο κατά το σχεδιασμό όσο και κατά την υλοποίηση και εφαρμογή της δράσης μέσα
κι έξω από τη σχολική τάξη, η αξιολόγηση συμπεριέλαβε «πολλαπλές φωνές», όπως
αναφέρεται στη διαδικασία αξιολόγησης στο μοντέλο «Μάθηση μέσω Σχεδιασμού»15. Η
κατάθεση των εμπειριών και των βιωμάτων των μαθητών σε κάθε στάδιο νοηματοδότησε
τη μάθησή τους, ενεργοποίησε τη δυνατότητα συνύπαρξης διαφορετικών πολιτισμών και
εμπλαισίωσε τη νέα γνώση μέσα από ενδιαφέρουσες δραστηριότητες16. Η συνεργασία
14 Βούρη, Σ. (2002), Μουσείο και συγκρότηση της εθνικής ταυτότητας. Στο: Γ. Κόκκινος & Ε. Αλεξάκη
(επιμ.), Διεπιστημονικές προσεγγίσεις στη μουσειακή αγωγή. Αθήνα: Μεταίχμιο, σ.σ. 55-65.
15 15�����������������������������������������������������������������������������������
Νέα Μάθηση: Μετασχηματιστικοί μηχανισμοί για την Παιδαγωγική και την Αξιολόγηση, Παρουσιάζοντας
το Πρόγραμμα Μάθηση μέσω Σχεδιασμού. Στο: http://neamathisi.com/learning-by-design (προσπελάστηκε στις
22/9/2014).
16 16����������������
Βοσνιάδου, Σ., Πώς μαθαίνουν οι μαθητές. Διεθνές Γραφείο Εκπαίδευσης της UNESCO. Στο: http://www.
ibe.unesco.org/publications/EducationalPracticesSeriesPdf/prac07gr.pdf (προσπελάστηκε στις 22/9/2014).
- 231 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
των μαθητών ήταν ομαλή και δεν παρατηρήθηκαν ιδιαίτερα φαινόμενα αντιπαλότητας
ανάμεσα σε συγκεκριμένες ομάδες ή διάκρισης μεταξύ μαθητών διαφορετικών εθνοτήτων.
Η δράση στο σύνολό της διαπνέεται από διάφορες μορφές αξιολόγησης:
Αρχική αξιολόγηση: Παρατήρηση κι ερωτηματολόγια που σαν στόχο είχαν τη
διερεύνηση και την ανάδειξη του επιπέδου της προϋπάρχουσας γνώσης. Επικεντρώθηκαν
στις όποιες διαστάσεις του θέματος, όπως για παράδειγμα οι πολλαπλές ερμηνείες των
αντικειμένων ως μέσα για την «ανακάλυψη» του τρόπου ζωής μιας άλλης εποχής κι ενός
διαφορετικού πολιτισμού ή η χρήση και η χρησιμότητα των εκθεμάτων του μουσείου,
καθώς και η σημασία τους στο χωροχρόνο. Τα ερωτηματολόγια λειτούργησαν ως μέσα
αξιολόγησης σε όλα τα εμπλεκόμενα πολιτισμικά περιβάλλοντα, με αποτέλεσμα να
επιτυγχάνεται αρχική αξιολόγηση ενώ παράλληλα αποτέλεσαν την εισαγωγή και συνέθεσαν
τις προϋποθέσεις προγραμματισμού μελλοντικών δράσεων και δραστηριοτήτων.
Ενδιάμεση - Ανατροφοδοτική αξιολόγηση: Με την ολοκλήρωση κάθε
φάσης υλοποίησης του προγράμματος - πριν, κατά και μετά την επίσκεψη στο
μουσείο - σχεδιάστηκαν δραστηριότητες που στόχευαν σε μια ενδιάμεση αξιολόγηση
διαμορφωτικού χαρακτήρα και αποσκοπούσαν στην επιλογή των καταλληλότερων
μεθόδων για την έξοδο από τα ατομικά πλαίσια και τη μετάβαση στην πολλαπλή εμπειρία
της ετερότητας. Καλλιτεχνικές αποτυπώσεις εντυπώσεων με σωματικές αναπαραστάσεις,
που λειτουργούσαν έξω από προκαταλήψεις και στερεότυπα και ειδικά φύλλα εργασίας,
που αξιολογούσαν τις δράσεις κάθε φάσης, όπως φύλλα παρατηρήσεων και σχολιασμών
που αποδελτίωναν συνεντεύξεις από γηγενείς κι αλλοδαπούς συγγενείς, είχαν σα στόχο
να αξιολογήσουν το επίπεδο κατανόησης διαφορετικών ανθρώπων και πολιτισμών και
να τροφοδοτήσουν δράσεις και δραστηριότητες επόμενων φάσεων.
Τελική αξιολόγηση: Με την ολοκλήρωση του προγράμματος, μια σειρά
διαφορετικών προσεγγίσεων αξιολόγησαν τελικά τη δράση στο σύνολό της: Ειδικά
φύλλα εργασίας σχεδιάστηκαν με σκοπό την αξιοποίηση βασικών δομικών στοιχείων
διαφορετικών επικοινωνιακών καταστάσεων. Βιωματικά παιχνίδια και ασκήσεις
θεατρικού παιχνιδιού βοήθησαν στη διαισθητική αντίληψη της υπό ανίχνευση
ετερογενούς πραγματικότητας. Παρουσίαση της δράσης σε εκδήλωση στο χώρο του
σχολείου τη 18η Μαΐου, Παγκόσμια Ημέρα Μουσείων, που επιμελήθηκαν οι μαθητές
και περιελάμβανε έκθεση των προσωπικών βιωμάτων τους με θεατρικούς διαλόγους.
Αποτίμηση
17 17���������������������������
Kalantzis�����������������
��������������������������
, Μ., �����������
Cope�������
, Β. & ���������������
Arvanitis������
���������������
, Ε., Ο Εκπαιδευτικός ως Σχεδιαστής: Η Παιδαγωγική στην Εποχή
των Νέων Ψηφιακών Μέσων. Στο: http://neamathisi.com/learning-by-design/references (προσπελάστηκε στις
22/9/2014).
- 232 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
απαλλαγμένο από τον εθνοκεντρισμό και τη μονοπολιτισμική διάσταση, που θέλει τους
μαθητές αυριανούς πολίτες μιας κοινωνίας που θα συμμετέχουν στην αλλαγή της.
Καταφέραμε να επιτύχουμε την αγαστή συμπόρευση όλων των εμπλεκομένων
στο μαθησιακό πεδίο, προωθώντας κλίμα συνεργασίας κι αποδοχής διαφορετικών
παραδόσεων και εθίμων των μαθητών, διαλόγου και ανταλλαγής απόψεων,
μέσα από μία σειρά διαπολιτισμικών δράσεων. Ενθαρρύναμε τη μάθηση μέσα
από δραστηριότητες με χρήση νέων τεχνολογιών, με ενεργητική συμμετοχή και
συναισθηματική εμπλοκή των μαθητών, όπως καθορίζουν τα παιδαγωγικά αιτήματα
των θεωριών του εποικοδομητισμού και των κοινωνιογνωστικών θεωρήσεων18.
Οι εκπαιδευτικοί σε ρόλο σχεδιαστή νέων περιβαλλόντων μάθησης
κατάφεραν ν΄ ανακαλύψουν έναν γόνιμο διδακτικά τρόπο για να καλλιεργήσουν
σκέψη αλληλεγγύης και γνώση του έτερου πολιτισμικού κεφαλαίου, μέσα από
την παιδαγωγική διασταύρωση των ποικίλων πολιτισμικών ερεθισμάτων των
μαθητών. Η οικοδόμηση της νέας γνώσης μέσα από την πρότασή μας συνδράμει
στην ολοκλήρωση της ολότητας του παιδιού και στο χτίσιμο της κοινωνικής του
προσωπικότητας στους κόλπους ενός αντιρατσιστικού, διαπολιτισμικού σχολείου.
Η καινοτόμος δράση πέτυχε κι έναν άλλο στόχο. Να εμπλέξει τους μαθητές στη
διαδικασία της διερεύνησης νέων γνωστικών πεδίων. Οι μαθητές εστίασαν την έρευνά
τους στην έννοια του πολιτισμού, ανέτρεξαν στην ιστορία άλλων εθνοτήτων, συμμετείχαν
σε βιωματικές δράσεις και δούλεψαν στη βάση της διαθεματικής προσέγγισης.
Οδεύοντας προς την ολοκλήρωση του προγράμματος συνειδητοποίησης
της διαπολιτισμικότητας μέσω της μουσειακής εκπαίδευσης μετά από έξι μήνες
εργασίας, η σχολική ομάδα παρουσίασε την καινοτόμο ιδέα στους μαθητές των
άλλων τάξεων, σε εκδήλωση – αφιέρωμα στη δράση, με πρωταγωνιστές τα παιδιά,
τα οποία ζωντάνεψαν τα προσωπικά τους βιώματα και τη μεικτή πολιτισμική τους
διαδρομή μέσα από θεατρικά δρώμενα, αναδεικνύοντας τη δουλειά του σχολείου.
Σήμερα το αίτημα της πολιτιστικής αγωγής στοχεύει στην ανάδειξη του
σχολείου της προσφοράς στο πολιτισμικό γίγνεσθαι19. Μέσα από τη δράση μας
επιτύχαμε μια Παιδεία του Ανθρωπισμού αλλά και την Παιδεία του Ενεργού Πολίτη
προς όφελος της πολυπολιτισμικής κοινωνίας (������������������������������������
Citizenship�������������������������
Education���������������
������������������������
). Ένα σχολείο
που οι εκπαιδευτικοί του ως παιδαγωγοί του «νέου» καταφέρνουν να αναπτύσσουν
συνεργατικά μοντέλα μάθησης, να εξυπηρετούν τις αρχές της διαπολιτισμικής
προσέγγισης και να κινητοποιούν τους μαθητές τους προς την κατεύθυνση αποδοχής
της πολιτισμικής ετερότητας, μέσω της αλληλεπίδρασης με τους διαφορετικούς
πολιτισμούς που συνθέτουν την «κοινωνία» της τάξης.
Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσση
Βούρη, Σ. (2002), Μουσείο και συγκρότηση της εθνικής ταυτότητας. Στο: Γ. Κόκκινος &
Ε. Αλεξάκη (επιμ.) (2002), Διεπιστημονικές προσεγγίσεις στη μουσειακή αγωγή.
18 Νάκου, Ε. (2001), Μουσεία: Εμείς, τα πράγματα και ο πολιτισμός. Αθήνα: Νήσος, σ.σ. 199-201.
19 19� Wojnar,
��������
I. (1996),
������������������������������������������������������������������������������������������
Μόρφωση και Πολιτιστική Αγωγή. Στο: Α. Κοσμόπουλος, Α. Υφαντή & Ν. Πετρουλάκης
(επιμ.), Η Εκπαίδευση στην Ενωμένη Ευρώπη. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα, σ.σ.178-187.
- 233 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Ξενόγλωσση
Ιστοσελίδες
Banks, J.A. , Citizenship education and diversity implications for teacher education.
Στο: http://pcsocialstudiesmethods.pbworks.com/w/file/fetch/68301852/
Banks%20article.pdf (προσπελάστηκε στις 22/9/2014).
Βοσνιάδου, Σ., Πώς μαθαίνουν οι μαθητές. Διεθνές Γραφείο Εκπαίδευσης της UNESCO.
Στο: http://www.ibe.unesco.org/publications/EducationalPracticesSeriesPdf/
prac07gr.pdf (προσπελάστηκε στις 22/9/2014).
Kalantzis�����������������
, Μ., Cope�������
�����������
, Β. & ���������������
Arvanitis������
, Ε., Ο Εκπαιδευτικός ως Σχεδιαστής: Η Παιδαγωγική
στην Εποχή των Νέων Ψηφιακών Μέσων. Στο: http://neamathisi.com/learning-
by-design/references (προσπελάστηκε στις 22/9/2014).
Νέα Μάθηση: Μετασχηματιστικοί μηχανισμοί για την Παιδαγωγική και την Αξιολόγηση,
Παρουσιάζοντας το Πρόγραμμα Μάθηση μέσω Σχεδιασμού. Στο: http://nea-
mathisi.com/learning-by-design (προσπελάστηκε στις 22/9/2014).
Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, Διαθεματικό ενιαίο πλαίσιο προγραμμάτων σπουδών:
- 234 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
- 235 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Περίληψη
Abstract
In the current proposal are introduced three educational activities of acknowledgment and
conformation of the students’ cultural identity in multicultural classrooms. It involves
techniques which, with due elaboration, can be developed age-wise on a larger scale. It
has to do with students on the whole in the context of intercultural tuition which lays
emphasis on multiculture and has as starting point the student’s linguistic and cultural
dynamism, so that the reality of multicultural society can be reflected in the classroom,
and the students are in a position to negotiate their way in it.
1. Εισαγωγή
Aπό την ανασκόπηση διεθνών ερευνών δεν έχουν προκύψει ακόμη ασφαλή συμπεράσματα
για το ποιοι ακριβώς παράγοντες επηρεάζουν περισσότερο τη σχολική επίδοση των
μαθητών με γλωσσικές και πολιτισμικές ιδιαιτερότητες. Πολλές διεθνείς έρευνες σχετικά
με την αποτυχία των αλλοδαπών μαθητών στο σχολείο παρουσιάζουν ως κύριες αιτίες
τους κοινωνικο-οικονομικούς παράγοντες. Το βασικό επιχείρημά τους είναι πως οι
αλλοδαποί μαθητές που προέρχονται από οικογένειες με υψηλό κοινωνικο-οικονομικό
επίπεδο τα καταφέρνουν εξ’ ίσου καλά με τους αντίστοιχους γηγενείς μαθητές.
Άλλες διεθνείς έρευνες καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι το οικονομικό κύρος
της οικογένειας δεν αρκεί για να ισχυροποιήσει τη σχολική επίδοση των αλλοδαπών
μαθητών· τη βελτιώνει μεν, αλλά δεν αρκεί να αποτελέσει τη βάση ούτε να εξαλείψει
τις ρατσιστικές και εθνοτικές διαφορές. Έτσι, ακολουθώντας τις θεωρίες οι οποίες
υποστηρίζουν οτι η γνωστική ανάπτυξη του παιδιού, εξαρτάται κυρίως από ψυχολογικούς
μηχανισμούς οι οποίοι παρωθούνται σε μεγάλο βαθμό από την αλληλεπίδραση διαφόρων
Βλ. εργασίες των Kao & Tienda, 1995, Portes & MacLeod. 1996, Driessen, 2001, Kalmijn & Kraaykamp,
2003, Rueda, Monzσ & Arzubiaga, 2003, Marks, 2005 κ.ά.
- 236 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Bλ. εργασίες των White & Kaufman, 1997, Zhou & Bankston, 1994, Monkan, Ronald & Theramene, 2005,
Kelley, Evans & Sikora, 2006 κ.ά.
Βλ. εργασίες των Valdes, 1996, Reay, 1998 κ.ά.
Γεωργογιάννης, Π. (2008). «Διαπολιτισμικότητα και Διαπολιτισμική Εκπαίδευση». Στο Π, Γεωργογιάννης
(επιμ.), Διαπολιτισμική Εκπαίδευση: Βηματισμοί για μιαν αλλαγή στην εκπαίδευση. , Τόμος 7ος, Πάτρα:
Αυτοέκδοση, σ. 30.
Γκαϊνταρτζή, Α. (2010). Διδακτικές προτάσεις για την ανάπτυξη διαπολιτισμικής κατανόησης, ευαισθησίας και
διγλωσσικής συνειδητοποίησης. Θεσσαλονίκη: Πολύδρομο, σ������ . 10.
Crozet, C. & Liddicoat, A. (1997). «Teaching culture as an integrated part of language teaching: An
Introduction». In C. Crozet & A. Liddicoat (Eds.). Teaching languages, Teaching culture. Melbourne, Language
Australia. p.4
- 237 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
2. Παγοθραυστικά (Icebreakers)
Παπαχρήστος, Κ. (2001). Διαπολιτισμική Αγωγή –Εκπαίδευση και Παιδική Λογοτεχνία – Αξιολόγηση βιβλίων
παιδικής Λογοτεχνίας με βάση τις αρχές της Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης. Αθήνα: Αυτοέκδοση. σ������
. 52.
Dover, K., Break the ice in classrooms and meetings. Στο: http://adulted.about.com/cs/icebreakers/a/
icebreaker.htm.(προσπελάστηκε στις 20/9/14).
- 238 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
γ. Ποίημα
«Τα παιδιά μπορούν να γράψουν ένα ποίημα για τον εαυτό τους, επιλέγοντας τα
στοιχεία που θεωρούν τα ίδια σημαντικά και που τους αντιπροσωπεύουν, χρησιμοποιώντας
όποια γλώσσα αποφασίσουν τα ίδια ή ακόμη, ύστερα από την ενθάρρυνση του εκπαιδευτικού,
συμπεριλαμβάνοντας λέξεις και από τις δύο γλώσσες που μπορεί να μιλούν ή να εκτίθενται
στην οικογένεια. Τα ποιήματα μπορούν να γραφτούν σε δύο γλώσσες από τα δίγλωσσα
παιδιά με τη βοήθεια της οικογένειάς τους ή να παρουσιαστούν προφορικά στην τάξη ή
ακόμη να δοκιμάσουν να τα ηχογραφήσουν. Τα υπόλοιπα παιδιά μπορούν να κάνουν το ίδιο
στην ελληνική και την αγγλική γλώσσα την οποία μαθαίνουν ως ξένη. Έτσι, δημιουργούνται
τα δίγλωσσα ποιήματα αυτό-παρουσίασης: «Να ποιος είμαι! Να ποια είμαι!»» 11.
δ. Πρωτοσέλιδο εφημερίδας
Ο κάθε μαθητής φτιάχνει ένα «πρωτοσέλιδο εφημερίδας» με τα στοιχεία που
χαρακτηρίζουν την ταυτότητά του. «Εξηγούμε πως στον κυρίως τίτλο μπορεί να βάλει
αυτό που θεωρεί πιο σημαντικό για εκείνον και στους υπότιτλους άλλα αντίστοιχα
χαρακτηριστικά του. Τα πρωτοσέλιδα μπορούν να έχουν χρώμα και ζωγραφική και για
αυτό έχουμε διαθέσιμα διάφορα χρώματα- εναλλακτικά μπορούμε να διαθέσουμε και
Tiedt, P. & Tiedt, I. (2006). Πολυπολιτισμική διδασκαλία. Αθήνα: Παπαζήσης. σ.σ. 291-99.
10 Νικολάου, Γ. (2000). Ένταξη και εκπαίδευση των αλλοδαπών μαθητών στο δημοτικό σχολείο. Από την
«ομοιογένεια» στην πολυπολιτισμικότητα. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. σ. 245.
11 Γκαϊνταρτζή, Α. (2010). Διδακτικές προτάσεις για την ανάπτυξη διαπολιτισμικής κατανόησης, ευαισθησίας
και διγλωσσικής συνειδητοποίησης. Θεσσαλονίκη: Πολύδρομο. σ.13.
- 239 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
εικόνες για να τις κολλήσουν στο πρωτοσέλιδο ανάλογα με το τι τους εκφράζει πχ. ένα
βουνό, μια ήρεμη λίμνη, μια ταραγμένη θάλασσα, μια μεγαλούπολη, ένα χωριό. Στη
συνέχεια κάθε μέλος θα αναρτήσει το πρωτοσέλιδο και θα μας διαβάσει τι γράφει»12.
Με αυτήν την άσκηση προωθείται η γνωριμία των μαθητών και κυρίως δίνεται η
ευκαιρία στους αλλοδαπούς μαθητές να παρουσιάσουν τα ενδιαφέροντά τους και την
προσωπικότητά τους κάτι που στα πλαίσια μιας διδακτικής ώρας δεν καθίσταται εύκολα
δυνατό εξαιτίας των απαιτήσεων των διδακτικών αναγκών.
Στάδια δραστηριότητας
Α’ Στάδιο: Συζητάμε με τους μαθητές για την έννοια της πολιτισμικής ταυτότητας και
γράφουμε στον πίνακα της βασικές πτυχές της όπως εθνικότητα, γλώσσα, φύλο,
γεωγραφική περιοχή, φυσικές ικανότητες, θρησκεία, προσωπικά ενδιαφέροντα/
δραστηριότητες, ήθη/έθιμα/παραδόσεις, κοινωνικοοικονομική κατάσταση,
οικογενειακή δομή, επίπεδο εκπαίδευσης κ.ά. Μοιράζουμε στους μαθητές σε
φωτοτυπία το σχέδιο με τους κύκλους ή κάνουν το σχεδιάγραμμα στο τετράδιό τους.
- 240 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Β’ Στάδιο: Ζητάμε από τους συμμετέχοντες να γράψουν τα ονόματά τους στον κύκλο
του κέντρου. Στη συνέχεια τους ζητάμε να γράψουν σε κάθε κύκλο μια διάσταση της
ταυτότητάς τους την οποία θεωρούν ως πιο σημαντική, έτσι ώστε να συμπληρωθούν
οι τέσσερις διαστάσεις που τους χαρακτηρίζουν περισσότερο.
Γ’ Στάδιο: Χωρίζουμε τους μαθητές σε ομάδες των τεσσάρων μελών ώστε να αισθάνονται
πιο άνετα να μιλήσουν και να εκφράσουν τα συναισθήματά τους χωρίς το άγχος του
μεγαλύτερου ακροατηρίου. Έτσι, ο κάθε ένας μαθητής μοιράζεται με τον άλλους δυο
ιστορίες. Στην πρώτη ιστορία αναφέρεται σε μια περίπτωση κατά την οποία αισθάνθηκε
υπερήφανος εξαιτίας μιας πτυχής της ταυτότητάς του και στην άλλη ιστορία αφηγείται
ένα γεγονός που τον έκανε να αισθανθεί άσκημα εξαιτίας, επίσης, μιας πτυχής της
ταυτότητάς του. Η σημασία αυτού του σταδίου είναι οτι μπορούν να συμμετέχουν στη
συζήτηση όλοι οι μαθητές της τάξης και να μοιραστούν ανάλογες εμπειρίες.
Δ’ Στάδιο: Ζητάμε από τους μαθητές των ομάδων να συζητήσουν για ένα στερεότυπο
που έχουν ακούσει όσον αφορά μια διάσταση τη ταυτότητάς τους και έπειτα να
συμπληρώσουν τα κενά στην ακόλουθη φράση: «Είμαι (η / ο) ____________, αλλά
δεν είμαι (η / ο) _____________». Στόχος αυτού του σταδίου είναι η δυνατότητα που
παρέχεται στους μαθητές να εκφράσουν τη στερεοτυπική απειλή η οποία βιώνεται ως
απειλή της αυτοεκτίμησής τους και να εξαλειφθούν εντός της τάξης οι οποιεσδήποτε
προκαταλήψεις οι οποίες λειτουργούν αρνητικά τόσο ως προς τη μαθησιακή
διαδικασία όσο και στην κοινωνική ζωή των μαθητών.
Ε’ Στάδιο: Ζητάμε από την κάθε ομάδα να διαβάσει τις φράσεις που έγραψε και ακολουθεί
συζήτηση μεταξύ όλων των ομάδων της τάξης για την ύπαρξη των στερεοτύπων (από
πού προέρχονται, γιατί διαιωνίζονται, πώς αντιμετωπίζονται κ.ά.) και τη σημασία της
πολιτισμικής ταυτότητας.
14 Foss, A. (2002). «Peeling the onion: Teaching critical literacy with students of privilege». Language Arts,
Vol. 79, No. 5, p.p. 393-404 και���������
Schall, J.M.,
������ Exploring the Cultural Identities of Students and Book Characters
with Identity Intersections. ����������������������������������������������������������������������������������
Στο: http://wowlit.org/on-line-publications/stories/storiesiv6/6/ (προσπελάστηκε
στις 5/9/14).
15 Κωνσταντόπουλου, Χ. (2000). «Εισαγωγή: Αναφορά στην Έννοια και στις Όψεις των Σύγχρονων
Αποκλεισμών». Στο Χ. Κωνσταντοπούλου, Λ. Μαράτου-Αλιπράντη, Δ. Γερμανός, Θ. Οικονόμου (επιμ), Εμείς
και οι άλλοι- αναφορά στις τάσεις και τα σύμβολα. Αθήνα: Τυπωθήτω. σ����� .15.
- 241 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
«Μητρική Γλώσσα» η οποία παύει να είναι η επίσημη γλώσσα της περιοχής όπου μένουν
συνεπώς διαφοροποιείται και ο ρόλος της στη ζωή των μαθητών και εμφανίζεται ως
χαρακτηριστική πτυχή της νέας τους ταυτότητας, η γλώσσα της χώρας υποδοχής, η
οποία μπορεί και να αντικαταστήσει στο γράφημα τη μητρική γλώσσα (ή να αναφερθούν
παράλληλα). Το ίδιο μπορεί να ισχύσει και για άλλες πλευρές της ταυτότητας όπως τα
«ήθη/έθιμα» τα οποία αναλόγως του τόπου διαμονής και των νέων συνθηκών διαβίωσης
ισχυροποιούνται (περιπτώσεις εθνοκεντρισμού) ή αποδυναμώνονται (περιπτώσεις
αφομοίωσης).
Ο σχεδιασμός του γραφήματος είναι χειρόγραφος ώστε εκτός από την εξέταση
των πτυχών που καταγράφονται (ποιες και γιατί επιλέγονται ή αποκλείονται), να εξεταστεί
και η μορφή που παίρνει η «Διασταύρωση», να «ερμηνευτεί», δηλαδή και το σχέδιο.
Αυτό γίνεται γιατί εκτός της επιλογής των πτυχών της ταυτότητας εξετάζεται και το
μέγεθος των γραμμάτων (ποιες πτυχές τονίζονται συνειδητά ή ασυνείδητα περισσότερο
γραφιστικά), ο σχεδιασμός της διασταύρωσης (π.χ. οι κατευθύνσεις και η φορά των
δρόμων), η ζωγραφική και ο χρωματισμός κ.ά. Ακολουθεί ένα Γράφημα μαθητή όπως
σχεδιάστηκε στα πλαίσια μιας μελέτης περίπτωσης η οποία είχε ως βασικό μεθοδολογικό
εργαλείο αυτή τη δραστηριότητα16.
16 Aravanis, S. (2014). “”Identity Intersections” as a method of investigating the cultural identity of students.
A case study through the course of literature”. International Journal of Education and Research, Vol. 2, No. 8.
p.p. 71-86.
17 Μαλαφάντης, Κ. & Καρέλα, Γ. (2012). «Για μια ποιοτική Εκπαίδευση: Οι Τέχνες στην Εκπαίδευση και η
έννοια της διαφορετικότητας μέσα από την Τέχνη», στο Τριλιανός, Α., Κουτρομάνος, Γ. & Αλεξόπουλος, Ν.
(επιμ.). Η Ποιότητα στην Εκπαίδευση: Τάσεις και Προοπτικές, Πανελλήνιο Συνέδριο, Πρακτικά Συνεδρίου Α’,
Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, σ. 376.
18 Αραβανής, Σ. (2013). «Εξερευνώντας την πολιτισμική ταυτότητα μέσω της λογοτεχνίας: η μέθοδος
«Διασταυρώσεις Ταυτότητας»». Στο Η Συμβολή της Τεχνολογίας στην Επιστήμη, την Οικονομία, την Κοινωνία
και την Εκπαίδευση, ΙΕ΄ Διεθνές Συνέδριο της Παιδαγωγικής Εταιρείας Ελλάδος– International Scientific
Conference eRA-8, T.E.I. Πειραιά, Πρακτικά υπό έκδοση.
- 242 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
5. Επίλογος
Σύμφωνα με τους Sue & Sue και το «Μοντέλο της Φυλετικής/ Πολιτισμικής
19 Αναγνωστοπούλου, Δ., (2004). «Λογοτεχνία και Ετερότητα: Η έννοια και η εικόνα του ξένου και του
διαφορετικού σε λογοτεχνικές αφηγήσεις για παιδιά». Στο Α. Κατσίκη-Γκίβαλου (επιμ.), Η Λογοτεχνία Σήμερα:
Όψεις, Αναθεωρήσεις, Προοπτικές. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα, σ.σ. 350-55.
- 243 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσση
20 Sue, D. W. & Sue, D. (2013). Counseling the Culturally Diverse: Theory and Practice. (6th edition).
Hoboken, New Jersey: John Wiley & Sons.
21 Brooks, J. G., Brooks, M. G. (1993). In Search of Understanding The Case for Constructivist Classrooms.
Virginia: Association for Supervision and Curriculum Development, Alexandria και� ������������������������
Hutchison, C.B. (2006).
«Cultural constructivism: the confluence of cognition, knowledge creation, multiculturalism and teaching».
Intercultural Education, Vol. 17, No. 3. p.p. 301-10.
- 244 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Ξενόγλωσση
- 245 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Foss, A. (2002). «Peeling the onion: Teaching critical literacy with students of privilege».
Language Arts, Vol. 79, No. 5, p.p. 393-404.
Hutchison, C.B. (2006). «Cultural constructivism: the confluence of cognition, knowl-
edge creation, multiculturalism and teaching». Intercultural Education, Vol.
17, No. 3. p.p. 301-10.
Kalmijn, M., Kraaykamp, G. (2003) «Dropout and downward mobility in the educational
career: an event-history analysis of ethnic schooling differences in the Nether-
lands». Educational Research and Evaluation, vol. 9, no.3, p.p. 265-289.
Kao, G., Tienda, M. (1995). «Optimism and achievement: the educational performance of
immigrant youth». Social Science Quarterly, vol. 76 no. 1, p.p. 1-19.
Marks, G. (2005). «Accounting for immigrant non-immigrant differences in reading and
mathematics in twenty countries». Ethnic and Radical Studies, Vol. 28, no. 5,
p.p. 925-46.
Monkan, K., Ronald, M., Theramene, F.D. (2005). «Social and cultural capital in an ur-
ban Latino school community ». Urban education, Vol. 40, No 4, p.p. 4-33.
Portes, A. & MacLeod, D. (1996), «Educational Progress of Children of Immigrants: The
Roles of Class, Ethnicity, and School Context», Sociology of Education, Vol.
69, no. 4, p.p. 255-275.
Reay, D. (1998). Class work: mothers’involvement in their children’ s primary schooling
, Cambridge: Taylor & Francis.
Sue, D. W. & Sue, D. (2013). Counseling the Culturally Diverse: Theory and Practice.
(6th edition). Hoboken, New Jersey: John Wiley & Sons.
Valdes, G. (1996). Con respecto: Bridging the distance between culturally diverse fami-
lies and schools. New York: Teachers College Press.
White, M.J. & Kaufman, G. (1997). «Language Usage, Social Capital, and School Com-
pletion among Immigrants and Native-Born Ethnic Groups». Social science
quarterly, vol. 78, no.2, p.p. 385-93.
Zhou, M., Bankston, C. L. (1994). «Social Capital and the Adaptation of the Second
Generation: The Case of Vietnamese Youth in New Orleans». International
Migration Review, vol. 28, no. 4., p.p. 821-845.
Ιστοσελίδες
Dover, K., Break the ice in classrooms and meetings. Στο: http://adulted.about.com/cs/
icebreakers/a/icebreaker.htm. (προσπελάστηκε στις 20/9/14).
Gorski, P. Circles of My Multicultural Self. Στο: http://www.edchange.org/multicultural/
activities/circlesofself.html (προσπελάστηκε στις 18/9/14).
Kelley, J., Sikora, J., Evans, M., Culture and Academic Performance in 42 Nations.
Στο: http://sf.oxfordjournals.org/content/92/4/1573.full (προσπελάστηε στις
10/9/14).
Πέππα, Α. Ασκήσεις γνωριμίας- Breaking ice. Στο: http://athanasiapeppa.blogspot.
gr/2007/12/breaking-ice.html (προσπελαστηκε στις 2/9/14).
Rueda, R., Monzσ, L. D., Arzubiaga, A., Academic instrumental knowledge: Deconstruct-
ing cultural capital theory for strategic intervention approaches. Στο: http://
cie.asu.edu/volume6/number14/index.html (προσπελάστηκε στις 3/9/14).
- 246 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Schall, J.M., Exploring the Cultural Identities of Students and Book Characters with
Identity Intersections. Στο: http://wowlit.org/on-line-publications/stories/sto-
riesiv6/6/ (προσπελάστηκε στις 5/9/14).
- 247 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Συγκριτική μελέτη της αντίληψης Ελλήνων και Αλλοδαπών μαθητών για την
επίδραση της οικονομικής κρίσης σε πτυχές της κοινωνικής τους ζωής
Περίληψη
Abstract
������������������������������������������������������������������������������������
he current reality in conjunction with the economic recession has strongly affected
children, causing severe influences in aspects of their social life. In this research we
examine in which aspects and how Greek and Immigrant students have been affected by the
economic crisis. Our research tool was a questionnaire that we developed and administered
to a sample of primary and lower-secondary students of Ioannina. Among others, the
effects of economic crisis are clearly disclosed in the points that we examined. However,
there is also the detection of some spots of emotional impact, which are attributable to this
situation. The main points of our recommendations regard the expansion of the institution
of social welfare and of the role of Parent Counselling, as well as the reinforcement of
empathy in accordance with the principles of Intercultural Education.
1. ��������
Εισαγωγή
Η παρούσα εργασία είναι μέρος προηγούμενης έρευνας στην οποία είχαμε διερευνήσει
το εξής ερώτημα: «Ποιά είναι η επίδραση της οικονομικής κρίσης στην κοινωνική και
συναισθηματική ζωή των παιδιών;». Με τη συγκεκριμένη παρουσίαση εξετάζουμε από
τη μία την αντικειμενική διάσταση η οποία αποτελείται από τις απτές επιπτώσεις της
οικονομικής κρίσης στο κοινωνικό γίγνεσθαι Ελλήνων και Αλλοδαπών παιδιών, και από
την άλλη ορισμένα στοιχεία του προσωπικού τρόπου αποτίμησης της κατάστασης αυτής.
Η εργασία δομείται ως εξής: Πρώτον αποσαφηνίζονται οι όροι Αλλοδαπός και
Οικονομική κρίση, ως βασικές έννοιες της εργασίας. Στη συνέχεια, παρουσιάζεται η
θεωρία γύρω από το υπό μελέτη θέμα, καθώς και η κριτική των όσων θα παρουσιαστούν.
Επιπλέον, δίνονται με την εξής σειρά: τα ερευνητικά ερωτήματα και η μεθοδολογία
με την περιγραφή του δείγματος, τα ερευνητικά εργαλεία και η μέθοδος ανάλυσης. Εν
συνεχεία, και με βάση τα ερευνητικά ερωτήματα, παρουσιάζονται τα αποτελέσματα, τα
- 248 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
2. Θεωρία
Η αποτύπωση της κρίσης μέσα στην οικογένεια, δεν είναι μόνο προϊόν
αντανάκλασής της από τους γονείς, καθώς αυτοί δεν αποτελούν το μοναδικό φορέα
διαπαιδαγώγησης του παιδιού. Οι πηγές και οι τρόποι πληροφόρησης συνεχώς
πολλαπλασιάζονται. Τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και οι συνομήλικοι καθίστανται
επίσης σημαντικοί φορείς κοινωνικοποίησης, οι οποίοι ασκούν επιρροή στη διαμόρφωση
της προσωπικότητας των παιδιών και της αντίληψής τους για τον περιβάλλοντα κόσμο.
Η σύγχρονη κοινωνία βρίσκεται όμως σε κρίση και η οικογένεια ως αποδέκτης της
κατακλύζεται με τη σειρά της από συναισθήματα απόγνωσης και αβοήθητου. Η οικογένεια,
ως ένα μέρος του ευρύτερου κοινωνικού συστήματος και λόγω της αμφίπλευρης
Κουφάρης, Γ. (2010) στο Παναγιώτου, Κ. (2013), Οι επιπτώσεις των χρηματοοικονομικών εγκλημάτων στις
σύγχρονες κοινωνίες, (διπλωματική εργασία). Αθήνα: Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. σ. 35
Marmot�
������� ������������������������������������������������������������������������������������������
M�����������������������������������������������������������������������������������������
. & �������������������������������������������������������������������������������������
Bell���������������������������������������������������������������������������������
, R������������������������������������������������������������������������������
�������������������������������������������������������������������������������
. (2009) στο Κυριόπουλος, Γ. & Τσιάντου, Β. (2010), Η οικονομική κρίση και οι
επιπτώσεις της στην υγεία και την ιατρική περίθαλψη, Αρχεία Ελληνικής Ιατρικής, τόμ. 27, τεύχ. 5, ���������
���
������
. 835
��������
Ridge, T.
�����������
(2002), Childhood poverty and social exclusion: from a child’s perspective. Bristol���������������
: Policy�������
�������������
Press�.
������
Παρά το γεγονός ότι αντίκειται στον γραμματικό κανόνα καθώς δεν δηλώνει προέλευση ή εθνικότητα,
γράφουμε την λέξη «Αλλοδαπός» με κεφαλαίο γράμμα, κατά αναλογία είτε ως προς τον πρώτο όρο σύγκρισης
είτε ως προς την δειγματοληπτική ομάδα «Έλληνες».
Γαλογαύρος, Γ., Ράπτη, Π. & Τεστεμπασίδου, Ι. (2014), Έλληνες και Αλλοδαποί σε κρίση: Διαπολιτισμική
προσέγγιση στον κοινωνικό και συναισθηματικό κόσμο των παιδιών. Στο: Π. Γεωργογιάννης (επιμ.) (2014),
Διαπολιτισμική Εκπαίδευση- Η οικονομική κρίση στην οικογένεια και ο αντίκτυπός της στο παιδί, τόμ. Ι, Πρακτικά
17ου Διεθνούς Συνεδρίου (Πάτρα, 28-29 Ιουλίου). Πάτρα, σ.σ. 297- 310
Στρατής, Κ. (χ.χ), Κρίση και μετανάστευση. Στο: http://www.edujob.gr/node/159451 (προσπελάστηκε στις
12.09.2014).
- 249 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
- 250 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Γονέων, είναι οι μαθησιακές δυσκολίες και τα προβλήματα που προκύπτουν από αυτές,
τα προβλήματα συμπεριφοράς και όσα εκδηλώνονται στο χώρο του σχολείου. Επιπλέον,
με την αδελφική ζήλια, τη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση και την εφηβεία13. Αυτά τα
προγράμματα ενίσχυσης γονέων, λειτουργούν με ατομικές συναντήσεις που έχουν
προληπτικό χαρακτήρα και απευθύνονται σε γονείς παιδιών όλων των ηλικιών και κάθε
εθνικής προέλευσης. Έχουν στόχο την ενίσχυση και τη διαρκή βελτίωση του γονεϊκού
ρόλου, την ευαισθητοποίηση των γονέων καθώς και την διαφοροποίηση της στάσης
τους μέσα στην οικογένεια14. Αλλάζοντας στάση οι γονείς, αλλάζει και το παιδί, αφού
σε κάθε οικογένεια υπάρχει αλληλεπίδραση των μελών της15.
2.3. Κριτική
Σκοπός της παρούσας έρευνας, είναι να μελετήσουμε την επίδραση της οικονομικής
κρίσης στην κοινωνική ζωή των παιδιών που βρίσκονται στην Ελλάδα, μέσω των
παρακάτω ερευνητικών ερωτημάτων:
• Πώς παρατηρεί το παιδί την επίδραση της οικονομικής κρίσης στο άμεσο
περιβάλλον του;
- 251 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
3. �����������
Μεθοδολογία
3.1 ����������
Το δείγμα
Η παρούσα έρευνα διεξήχθη τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο του 2014, στην καρδιά
δηλαδή της σχολικής χρονιάς, με τις όποιες σχολικές και οικονομικές απαιτήσεις που
χαρακτηρίζουν το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Το δείγμα αποτέλεσαν συνολικά 194
παιδιά, εκ των οποίων οι 144 ήταν Έλληνες και οι 50 Αλλοδαποί (χώρες προέλευσης:
Αλβανία, Ρωσία, Τουρκία, Σερβία, Βουλγαρία, Πακιστάν κ.α.). Εξυπηρετώντας τη
θεματολογία της συγκεκριμένης έρευνας, παρουσιάζονται οι απαντήσεις 92 Ελλήνων και
35 Αλλοδαπών, οι οποίοι απάντησαν θετικά στην ερώτηση του εάν υφίσταται οικονομική
κρίση η οικογένειά τους.
Η ηλικία του δείγματος κυμάνθηκε από τα 9 έως και τα 14 έτη, λόγω της
εύθραυστης προσωπικότητας που χαρακτηρίζει τη συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα. Για τη
διεξαγωγή της έρευνας επιλέχθηκε η πόλη των Ιωαννίνων, τόπος μεταπτυχιακών σπουδών
μας, αφενός επειδή την χαρακτηρίζει η ετερογένεια στον πληθυσμό και αφετέρου επειδή
ανήκει στην Ήπειρο, γεωγραφικό διαμέρισμα που έχει το μεγαλύτερο ποσοστό φτώχειας
ανάμεσα στις υπόλοιπες περιφέρειες της ευρωζώνης17.
3.2. ��������������������
Ερευνητικά Εργαλεία
3.3. ������������������������������������������
Μέθοδος ανάλυσης των ερευνητικών δεδομένων
��������������������
Eurostat, (2014), GPD per capita in the EU in 2011: seven capital regions among the ten most prosperous. Στο:
�����
http://epp.eurostat.ec.europa.eu/cache/ITY_PUBLIC/1-27022014-AP/EN/1-27022014-AP-EN.PDF (προσπελάστηκε
στις 17.02.2014)
- 252 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
4. Αποτελέσματα
4.1. Παρατήρηση από την πλευρά του παιδιού των επιδράσεων της οικονομικής
κρίσης στο άμεσο περιβάλλον του
Στην ερώτηση: «Έχεις ακούσει την φράση οικονομική κρίση;» και οι δυο δειγματοληπτικές
ομάδες απαντούν εξ ολοκλήρου θετικά. Όπως διαπιστώνουμε στον Πίνακα 1, τα
περισσότερα υποκείμενα έχουν δεχθεί το ακουστικό ερέθισμα «οικονομική κρίση»
πρωτίστως από τα μέλη της οικογένειάς τους. Αμέσως μετά, η πολυπληθέστερη απάντηση
ήταν τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Επίσης, ένας μαθητής απάντησε ότι έχει ακούσει
την φράση από τον θείο του, και ένας άλλος από κάποιον περαστικό.
Με βάση την ερώτηση που τους τέθηκε: «Σου δίνουν οι γονείς σου χαρτζιλίκι;»
(Πίνακας 2) παρατηρείται ότι τόσο οι Έλληνες όσο και οι Αλλοδαποί μαθητές στην
πλειονότητα τους εξακολουθούν να λαμβάνουν χρήματα.
Μάλιστα από τις απαντήσεις των όσων λαμβάνουν χαρτζιλίκι, το μέγεθος των
χρημάτων για τα μισά παιδιά, κινείται στα ίδια επίπεδα με την προηγούμενη χρονιά
(Πίνακας 3).
Πίνακας 3
Επιλογές Απαντήσεις Ελλήνων % Απαντήσεις Αλλοδαπών %
Λιγότερο από πέρυσι 34,6 31
Περισσότερο από πέρυσι 12,8 13,8
Το ίδιο με πέρυσι 52,6 55,2
4.2. Αξιολόγηση από την πλευρά του παιδιού των επιδράσεων της οικονομικής
κρίσης στο εγγύτερο και ευρύτερο κοινωνικό του περιβάλλον
Απαντήσεις Ελλήνων
Επιλογές Απαντήσεις Αλλοδαπών %
%
Με κάποιον από τους γονείς μου 57,6 42,9
Στη συνέχεια και από τα δεδομένα του Πίνακα 6, η μεγαλύτερη ευθύνη για
την οικονομική κατάσταση της χώρας μας αποδίδεται ολοφάνερα και από τις δυο
ερευνητικές ομάδες στους πολιτικούς. Ανησυχητικό είναι επίσης και το γεγονός ότι το
τριπλάσιο ποσοστό των Ελλήνων έναντι των Αλλοδαπών, ενοχοποιεί τον εαυτό του για
την οικονομική κατάσταση της οικογένειάς του. Τέλος, ένας από τους Έλληνες απάντησε
ότι θεωρεί υπεύθυνη «την τύχη» και ένας άλλος «τον κόσμο όλο».
- 254 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Πίνακας 6: «Ποιόν θεωρείς υπεύθυνο για την οικονομική κρίση της οικογένειάς
σου;»
Απαντήσεις
Επιλογές Απαντήσεις Αλλοδαπών %
Ελλήνων %
Τους γονείς μου 8,7 14,3
Τον εαυτό μου 8,7 2,9
Τους πολιτικούς 80,4 77,1
Κανέναν 0 5,7
Κάποιον άλλο 2,2 0
4.3. Δηλώσεις από την πλευρά του παιδιού για τις προσωπικές και οικογενειακές
προθέσεις στο μέλλον
Πίνακας 7: «Έχεις σκεφτεί εσύ ή κάποιος άλλος από την οικογένεια σου να»
5. ������������
Συμπεράσματα
- 255 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
την οικονομική ένδεια των Αλλοδαπών για την απόκτηση ηλεκτρονικών συσκευών και
άρα την διαχρονική κοινωνική ανισότητα που βιώνουν στην Ελλάδα, είτε την αδιαφορία
τους να αποκτήσουν αυτά τα αγαθά για χάρη κάποιων άλλων. Συνεχίζοντας στα
συμπεράσματα του πίνακα, ένα ελάχιστο ποσοστό άκουσε τη φράση οικονομική κρίση
στον χώρο του σχολείου. Κάτι τέτοιο επιδέχεται μεταξύ άλλων πολλαπλής ερμηνείας:
είτε το σχολείο προσπαθεί να προστατέψει τους μαθητές του από τα προβλήματα του
κόσμου των μεγάλων διασφαλίζοντας έτσι την ψυχολογική τους ισορροπία, είτε ίσως
είναι απροετοίμαστο να ενημερώσει και να συμβουλέψει τα παιδιά, είτε εθελοτυφλεί
απορροφημένο στη διδασκαλία του γνωστικού περιεχομένου, σπάζοντας έτσι τις γέφυρες
με την κοινωνία και τα προβλήματα που την ταλανίζουν (Πίνακας 1).
Εν μέσω κρίσης, εντύπωση προκαλεί πως μόνο σε ένα μικρό ποσοστό οι γονείς
σταμάτησαν να παρέχουν στα παιδιά τους χαρτζιλίκι. Οι περισσότεροι γονείς παρόλο που
βιώνουν την οικονομική κρίση, προτιμούν να στερούνται οι ίδιοι κάποια χρήματα αντί
των παιδιών τους (Πίνακας 2). Συνεχίζοντας, οι περισσότεροι μαθητές εξακολουθούν
να λαμβάνουν το ίδιο ποσοστό χρημάτων σε σύγκριση με πέρυσι. Αυτό ωστόσο θα
πρέπει να αποτιμηθεί κάτω από το πρίσμα της πολυετούς παραμονής της Ελλάδας στην
οικονομική κρίση. Δεδομένου λοιπόν του γεγονότος ότι η χώρα υφίσταται κρίση πάνω
από ένα χρόνο, τα παιδιά ναι μεν φέτος παίρνουν τα ίδια χρήματα με πέρυσι, αλλά αυτά
είναι ούτως ή άλλως μειωμένα σε σχέση με τις προγενέστερες χρονιές. Αρκετές από
τις οικογένειες πάντως, αναγκάστηκαν να μειώσουν το χαρτζιλίκι των παιδιών τους, ως
πρακτική εξοικονόμησης χρημάτων χάριν του οικογενειακού προϋπολογισμού. Τέλος,
σύμφωνα με τον πίνακα, μόνο 1 στις 10 οικογένειες βιώνει μια καλύτερη οικονομική
κατάσταση (Πίνακας 3).
Μπορεί οι γονείς να θεωρούν σημαντικό να δίνουν χαρτζιλίκι στα παιδιά τους
για τους δικούς τους προσωπικούς λόγους, τι πιστεύουν όμως εκείνα για τα χρήματα;
Με βάση τα αποτελέσματα της ερώτησης σχετικά με το αν η ευτυχία της οικογένειας
εξαρτάται από τα χρήματα, οι Έλληνες του δείγματος απαντούν θετικά, ενώ οι
Αλλοδαποί αρνητικά. Αυτό ίσως ερμηνεύεται από το γεγονός ότι η οικονομική κρίση
είναι μια καινούρια κατάσταση για τους Έλληνες, οι οποίοι απολάμβαναν οικονομική
άνεση και πληθώρα αγαθών μέχρι σχετικά πρόσφατα. Από την άλλη οι Αλλοδαποί, όντας
κάποιοι από αυτούς οικονομικοί μετανάστες, θέτουν την ύπαρξη της ευτυχίας σε αγαθά
πέραν των χρημάτων (Πίνακας 4).
Στη συνέχεια, οι περισσότεροι μαθητές επιλέγουν να εκφράσουν τις όποιες
ανησυχίες τους σε κάποιο μέλος της οικογένειάς τους υποδεικνύοντας την εμπιστοσύνη
τους στον οικογενειακό θεσμό. Από την άλλη, αξίζει να σημειωθεί πως τα παιδιά ειδικά
των Ελλήνων εμφανίζονται πλήρως διστακτικά και αποστασιοποιημένα ως προς την
συζήτηση των οικονομικών τους προβλημάτων με το πρόσωπο του/της δάσκαλου /-ας.
Αν το εξετάσουμε από ένα πιο ευρύ επίπεδο, το σχολείο ως ένας σημαντικός κοινωνικός
θεσμός μαζί με τους λειτουργούς του, απαξιώνεται έντονα. Τέλος, ανησυχητικό είναι το
σχεδόν διπλάσιο ποσοστό των Ελλήνων έναντι των Αλλοδαπών, όπου επιλέγει συνειδητά
την αποσιώπηση των ανησυχιών και των φόβων, φανερώνοντας μια εσωτερίκευση, κάτι
που ίσως μετέπειτα επιφέρει κάποιες δυσλειτουργικές καταστάσεις σε πολλαπλά επίπεδα
στον ψυχισμό του ατόμου (Πίνακας 5).
Κατόπιν, η οικονομική αυτή δυσχέρεια καταλογίζεται ως επί το πλείστον
στους πολιτικούς της Ελλάδας, άποψη η οποία διαμορφώνεται μεταξύ άλλων, λόγω
- 256 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
της επίδρασης του κοινωνικού περιβάλλοντος πάνω στα παιδιά. Ταυτοχρόνως, ένα
σημαντικό ποσοστό από αυτά, καταδεικνύουν ως υπεύθυνους της οικονομικής κρίσης
τον εαυτό τους. Το ποσοστό αυτό μπορεί να ερμηνευτεί διττά: Σαν μια πρώτη αντίδραση,
εκπλήσσει αρνητικά το γεγονός ότι υπάρχουν παιδιά και από τις δύο ομάδες, τα οποία
ενοχοποιώντας και θυματοποιώντας τον εαυτό τους, εσωτερικεύουν αδίκως όλες τις
ευθύνες της οικονομικής κρίσης. Δεύτερον, συγκρίνοντας τις δύο πληθυσμιακές ομάδες,
στεκόμαστε στο γεγονός ότι το ποσοστό των Ελλήνων είναι τριπλάσιο από εκείνο
των Αλλοδαπών. Οι αιτίες που προκαλούν αυτή την αποκρυσταλλωμένη στάση, δεν
μπορούν εν προκειμένω να καταγραφούν, καθώς μόνο εικασίες μπορούν να γίνουν.
Ωστόσο μπορούν να αναζητηθούν σε μια περαιτέρω έρευνα. Επιπλέον, είναι διάχυτα
τα έντονα αρνητικά συναισθήματα όπως ο θυμός, η οργή και μπορεί και το μίσος, από
μια μικρή μερίδα παιδιών προεφηβικού σταδίου. Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι 1
παιδί ανάμεσα στα 92, και μάλιστα αγόρι ηλικίας 10 ετών, καταλογίζει ως υπεύθυνο της
κρίσης «τον κόσμο όλο». Μπορεί το ποσοστό να φαντάζει αμελητέο, ωστόσο το γεγονός
ότι μιλάμε για ανθρώπους πίσω από τα νούμερα και ειδικά για μια ηλικιακή ομάδα που
τα χαρακτηριστικά της δεν είναι τέτοιου είδους έντονα αρνητικά συναισθήματα, αυτό
είναι ιδιαιτέρως επίφοβο και σημάδι που θα πρέπει να κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου
(Πίνακας 6).
Καταληκτικά, μια από τις άμεσες συνέπειες της κρίσης θα ήταν η ανάγκη
μετανάστευσης μεγάλου μέρους του διαθέσιμου εργατικού δυναμικού προς πλουσιότερες
χώρες. Το σχεδόν μισό ποσοστό των ερωτηθέντων εξέφρασε την επιθυμία για παραμονή
στην Ελλάδα, κάτι που υποδεικνύει πως τόσο οι οικογένειες Ελλήνων όσο και Αλλοδαπών
έχουν κοινές ανησυχίες, φοβίες, αλλά και κοινά όνειρα για τη ζωή τους στην χώρα
παραμονής. Ένα άλλο σημείο επίσης στο οποίο πρέπει να σταθούμε, είναι ότι 1 στις 4
οικογένειες Αλλοδαπών φαίνεται να θέλει να επιστρέψει στην χώρα καταγωγής. Αυτό
φανερώνει την διάψευση των προσδοκιών τους απέναντι στη χώρα όπου υποτίθεται ότι
θα τους προσέφερε καλύτερες συνθήκες διαβίωσης και που όμως αυτή τους επέφερε
συναισθήματα απογοήτευσης και απελπισίας (Πίνακας 7).
6. ���������
Προτάσεις
18 Γαλογαύρος, Γ., Ράπτη, Π. & Τεστεμπασίδου, Ι. (2014), Έλληνες και Αλλοδαποί σε κρίση: Διαπολιτισμική
προσέγγιση στον κοινωνικό και συναισθηματικό κόσμο των παιδιών. Στο: Π. Γεωργογιάννης (επιμ.) (2014),
Διαπολιτισμική Εκπαίδευση- Η οικονομική κρίση στην οικογένεια και ο αντίκτυπός της στο παιδί, τόμ. Ι, Πρακτικά
17ου Διεθνούς Συνεδρίου (Πάτρα, 28-29 Ιουλίου). Πάτρα, σ.σ. 297- 310�.
- 257 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
αυτόν τον τρόπο, θα μπορούσε να επιτευχθεί και η περαιτέρω συμφιλίωση μεταξύ των
δύο πληθυσμιακών ομάδων, με απώτερο στόχο την εκ βάθρων αποδοχή των Ελλήνων ως
προς κάθε συνάνθρωπό τους. Το δεύτερο στοιχείο από την άλλη, αφορά τη διαφαινόμενη
διαχρονική παραμονή των Αλλοδαπών σε χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα. Το κράτος
λοιπόν, θα πρέπει να μεριμνήσει μέσω κάποιων ενεργειών προς μια ισότιμη παροχή
ευκαιριών στους πληθυσμούς αυτούς, ώστε να μπορέσουν να ανελιχθούν σε ανώτερα
στρώματα. Παρά τη δύσκολη οικονομική συγκυρία, κάποιες από τις ενέργειες αυτές θα
μπορούσαν να είναι οι εξής: πρώτον, η επέκταση της κοινωνικής πρόνοιας, δεύτερον,
η νομοθέτηση θετικών διακρίσεων αρχικά στην εκπαίδευση με μια προσεκτική
ωστόσο διεργασία, και τρίτον η ύπαρξη ποσόστωσης σε κάθε είδους εργασίας για τους
Αλλοδαπούς.
Η δεύτερη πρότασή μας έχει να κάνει με την καθολική προστασία των παιδιών
απέναντι στην οικονομική κρίση, η οποία τα επηρεάζει σε ένα μεγάλο ποσοστό. Θεσμοί
όπως η οικογένεια, το σχολείο ή οι εκάστοτε θρησκευτικοί, θα πρέπει να ενημερώνουν
τα παιδιά με τρόπο παιδαγωγικά ορθό, χωρίς να υποκρύπτουν την αλήθεια. Επιπλέον,
θα πρέπει να είναι δίπλα σε αυτά, εμπνέοντάς τα εμπιστοσύνη, και προστατεύοντάς
τα από την παραπληροφόρηση και τη διασπορά πανικού που συντελείται είτε από τα
προγράμματα της τηλεόρασης είτε από οποιοδήποτε άλλο μέσο. Επιπρόσθετα, τα ίδια
τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης θα μπορούσαν να έχουν περισσότερες εκπαιδευτικές και
ψυχαγωγικές εκπομπές για τα παιδιά, αλλά και ενημερωτικές για τους γονείς, όπου θα
παρουσίαζαν στα μεν την αλήθεια απαλλαγμένη από κάθε είδους τρόμου, πανικού και
φόβου, και στους δε, θα παρείχε κάθε είδους ενημέρωση από ειδικούς για την προστασία
των παιδιών.
Η τρίτη πρόταση μας είναι η επέκταση του ρόλου της Συμβουλευτικής Γονέων
όχι μόνο σε όσα προαναφέρθηκαν στο θεωρητικό κομμάτι (ενότητα 2.2), αλλά και στη
διαχείριση των επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης μέσα στην οικογενειακή εστία. Με
το ενδιαφέρον στραμμένο προς τους γονείς, ο Σύμβουλος θα ενισχύσει τον υποστηρικτικό
ρόλο των γονέων, αλλά και του οικογενειακού πλαισίου γενικότερα. Με μια σειρά άμεσων
επαφών, η Συμβουλευτική θα τους βοηθήσει να ενισχύσουν και να βελτιώσουν την αυτο-
αποτελεσματικότητά τους και να αναπτύξουν μεθόδους που θα τους διευκολύνουν να
αντιμετωπίσουν και να διαχειριστούν καλύτερα οποιαδήποτε προβληματική κατάσταση
είτε δική τους είτε των παιδιών τους. Τέλος, μια σημαντική πρωτοβουλία των Δήμων ή και
του ευρύτερου κράτους, θα μπορούσε να είναι ο σχεδιασμός και η οργάνωση εθελοντικών
προγραμμάτων. Σε αυτά τα προγράμματα, θα μπορούσαν να προσφέρουν εθελοντικά τις
υπηρεσίες τους εξειδικευμένοι επιστήμονες της Συμβουλευτικής Γονέων, στοχεύοντας
έτσι στο μεγαλύτερο κοινωνικό όφελος με το χαμηλότερο οικονομικό κόστος.
Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσση
Αθανασίου, Λ. (2003), Μέθοδοι και τεχνικές έρευνας στις επιστήμες της αγωγής. Ιωάννινα:
Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων.
Γαλογαύρος, Γ., Ράπτη, Π. & Τεστεμπασίδου, Ι. (2014), Έλληνες και Αλλοδαποί σε κρίση:
Διαπολιτισμική προσέγγιση στον κοινωνικό και συναισθηματικό κόσμο των
- 258 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Ξενόγλωσση
Ridge��, �����������
T����������
. (2002), Childhood���������������������������������������������������������
poverty�������������������������������������������������
��������������������������������������������������������
and���������������������������������������������
������������������������������������������������
social��������������������������������������
��������������������������������������������
exclusion����������������������������
�������������������������������������
: from����������������������
��������������������������
a��������������������
���������������������
child��������������
�������������������
’�������������
s������������
perspective.
�����������
Bristol: Policy Press.
Ιστοσελίδες
- 259 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
- 260 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Περίληψη
Η διαπολιτισμική εκπαίδευση αποτελεί μία από τις πιο πολυσυζητημένες έννοιες στο χώρο
των επιστημών της Αγωγής. Την ίδια στιγμή, για δεκαετίες, το μάθημα της Γεωγραφίας –
Γεωλογίας προσφέρει στους μαθητές του γυμνασίου γνώσεις αναφορικά με το φυσικό και
το ανθρωπογενές περιβάλλον και τις σχέσεις που αναπτύσσονται μεταξύ των ανθρώπων
και των ανθρώπινων δραστηριοτήτων. Σκοπός της εργασίας είναι να διερευνήσει τις
υπάρχουσες δυνατότητες προσέγγισης της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης μέσω του
μαθήματος της Γεωγραφίας – Γεωλογίας του γυμνασίου στον ελλαδικό χώρο. Από τη
διερεύνηση προέκυψε ότι δεν υπάρχουν ιδιαίτερα σημαντικές δυνατότητες προσέγγισης,
μολονότι η θεματολογία του μαθήματος ενδείκνυται γι’ αυτό.
Summary
Intercultural education is one of the most widely discussed concepts in the field of the
Education Sciences. At the same time, for decades, the subject of Geography – Geology
has endowed high school students with knowledge concerning the natural and the man-
made environment, as well as the relationships that are developed between humans and
human activities. The purpose of the paper is to explore the possibility of approaching
intercultural education through the subject of junior high school Geography – Geology
in Greece. The investigation revealed that this possibility is rather remote, although the
topics covered by the course are well-suited for such an approach.
1. Εισαγωγή
Η διαπολιτισμική εκπαίδευση συνιστά μία πολυσυζητημένη έννοια στο χώρο των επιστημών
της Αγωγής, η οποία τέμνει εγκάρσια το πρόγραμμα σπουδών και δεν αποτελεί αυτόνομο
μάθημα18. Την ίδια στιγμή, για δεκαετίες, το μάθημα της Γεωγραφίας – Γεωλογίας προσφέρει
στους μαθητές, της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, γνώσεις αναφορικά με
το φυσικό και το ανθρωπογενές περιβάλλον και τις σχέσεις που αναπτύσσονται μεταξύ των
ανθρώπων και των ανθρώπινων δραστηριοτήτων. Σκοπό της παρούσας εργασίας αποτελεί
η διερεύνηση των δυνατοτήτων προσέγγισης της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης μέσω του
μαθήματος της Γεωγραφίας – Γεωλογίας του γυμνασίου στον ελλαδικό χώρο.
18 Νικολάου, Γ. (2007), Η διαθεματική αξιοποίηση των αρχών της Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης μέσα από το
Αναλυτικό πρόγραμμα του Δημοτικού Σχολείου, Στο συνέδριο «Η πρωτοβάθμια εκπαίδευση και οι προκλήσεις
της εποχής μας», 17-20 Μαΐου 2007, Ιωάννινα: ΠΤΔΕ Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, σ.σ. 1173-1185.
- 261 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
τις τελευταίες δεκαετίες και ορίζεται ως η εκπαίδευση που αποσκοπεί στην προετοιμασία
ανεξάρτητων ανθρώπων για τη συμμετοχή τους σε μια δημοκρατική, πολυπολιτισμική
κοινωνία που χαρακτηρίζεται από την πολιτιστική, εθνική, γλωσσική και θρησκευτική
διαφορά και ανισότητα19.
Η διαπολιτισμική εκπαίδευση αποσκοπεί:
19 19���������������������
Batelaan, P., & Van Hoof,
������������������������������������������������������������������
C. (1996), Cooperative learning in intercultural education. European Journal of
Intercultural Studies, 7 (3), ����������
p.p. �����
5-16.
20 20���������������������
Valchev, R. (1996), Teaching
�����������������������������������������������������������������������������������
teachers about intercultural education in Bulgaria: Evaluating a seminar.�
European Journal of Intercultural Studies, 6 (3), p. 25.
21 21�����������
Essinger, H.�����������
(1990), Interkultureller
��������������������������������������������������������������
Erziehung in multiethnischen Gesellschaften. Die Bruecke, 52, p.p.
22-31.
22 Νικολάου, Γ. (2005), Διαπολιτισμική Διδακτική. Το νέο περιβάλλον. Βασικές αρχές. Αθήνα: Ελληνικά
Γράμματα���������
, �������
σ. 240.
23 Νικολάου, Γ. (2005), Διαπολιτισμική Διδακτική. Το νέο περιβάλλον. Βασικές αρχές. Αθήνα: Ελληνικά
Γράμματα, σ.σ. 206-266.
- 262 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
- 263 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
30 ΦΕΚ. 304, Αναλυτικά προγράμματα σπουδών Γεωγραφίας – Γεωλογίας, τ. Β, 13- 03- 2003.
31 ΦΕΚ. 304, Αναλυτικά προγράμματα σπουδών Γεωγραφίας – Γεωλογίας, τ. Β, 13- 03- 2003.
32 Παυλόπουλος, Κ., & Γαλάνη, Α. (2009α), Γεωγραφία – Γεωλογία Α΄ Γυμνασίου. Αθήνα: Οργανισμός
Εκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων.
- 264 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
αναφορά γίνεται στην ανάγκη για προγραμματισμό και οργάνωση του κοινωνικού
συνόλου, προκειμένου να καλύπτονται οι ανάγκες των ανθρώπων που θα γεννηθούν
μελλοντικά σε τροφή, περίθαλψη, εκπαίδευση και εργασία. Η κάλυψη των παραπάνω
αναγκών συνιστά ζητούμενο της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης που εκφράζεται μέσω των
αρχών της ενσυναίσθησης, της αλληλεγγύης, της ισότητας και της κοινωνικής συνοχής.
Παράλληλα, στην ίδια ενότητα παρουσιάζεται το ζήτημα της μετανάστευσης
προς αναζήτηση εργασίας, εξαιτίας των εντόνων οικονομικών προβλημάτων. Η σχετική
συζήτηση μπορεί να οδηγήσει στην ενσυναίσθηση, στην εξάλειψη του εθνικιστικού
τρόπου σκέψης, στην αλληλεγγύη και στην κοινωνική συνοχή.
Στην ενότητα του φυσικού περιβάλλοντος θίγεται το φαινόμενο της ανάπτυξης
παραγκουπόλεων σε μεγάλες πόλεις, στις οποίες οι άνθρωποι ζουν σε άθλιες συνθήκες. Η
μελέτη του συγκεκριμένου φαινομένου προσφέρει τη δυνατότητα στον εκπαιδευτικό να
ενσπείρει αρχές της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης όπως: η ενσυναίσθηση, η αλληλεγγύη
και η κοινωνική συνοχή.
Το βιβλίο της Α΄ Γυμνασίου περιέχει την υποενότητα: Τόσο διαφορετικοί και
τόσο ίδιοι. Σε αυτή μελετάται η διαφορετικότητα σε επίπεδο γλώσσας και θρησκείας
και γίνεται συζήτηση αναφορικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα. Κατά αυτό τον τρόπο
προσεγγίζονται ζητήματα αναγνώρισης της ετερότητας, διαπολιτισμικού σεβασμού,
κοινωνικής συνοχής και εξάλειψης του εθνικιστικού τρόπου σκέψης.
Στην τέταρτη ενότητα του βιβλίου Ήπειροι και Στιγμιότυπα αναπτύσσονται
θέματα που ενδιαφέρουν τη διαπολιτισμική εκπαίδευση όπως: οι εθνοτικές ομάδες
της Αφρικής και οι ένοπλες συγκρούσεις μεταξύ τους, η ύπαρξη παραγκουπόλεων, το
δουλεμπόριο, η παιδική εργασία, το απαρτχάιντ και η καταπάτηση των ανθρωπίνων
δικαιωμάτων. Στην ίδια ενότητα και ειδικότερα στη μελέτη των ηπείρων της Αμερικής και
της Ωκεανίας γίνεται αναφορά αντίστοιχα στους Ινδιάνους και στις φαβέλες, καθώς και
στους Αβορίγινες της Αυστραλίας. Η ενασχόληση με τους Ινδιάνους και τους Αβορίγινες
αυξάνει το διαπολιτισμικό σεβασμό και αμβλύνει τον εθνικιστικό τρόπο σκέψης.
Μελετώντας το βιβλίο του καθηγητή της Α΄ Γυμνασίου33 διαπιστώνεται
ότι υπάρχουν έμμεσες αναφορές σε ζητήματα διαπολιτισμικής εκπαίδευσης. Αυτές
βρίσκονται κυρίως στην ενότητα του ανθρωπογενούς περιβάλλοντος και στις υποενότητες
που αναφέρονται στον πληθυσμό της γης. Σε αυτές παρουσιάζεται η «σύγκρουση»
μεταξύ πλούσιων και φτωχών κρατών που προκαλεί το φαινόμενο της μετανάστευσης,
το οποίο «τρέφει» τα φαινόμενα ρατσισμού. Ως προς τη μετανάστευση αναλύονται οι
ηλικίες, το φύλο και οι χώρες προορισμού των μεταναστών. Επίσης, πραγματοποιείται
μελέτη της γεωγραφικής κατανομής βασικών πολιτισμικών διαφορών των ανθρώπων
(γλώσσα, θρησκεία), ενώ γίνεται αναφορά στους πληθυσμούς των ιθαγενών. Ως προς
τις πολιτισμικές διαφορές επισημαίνεται η ανάγκη σεβασμού της ιδιαιτερότητας των
«Άλλων». Αυτά τα θέματα αποτελούν προτεραιότητα της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης
που εκφράζεται μέσω του σκοπού και των αρχών της.
Επιπροσθέτως, στην ενότητα Ήπειροι και Στιγμιότυπα καλείται ο εκπαιδευτικός
να παρουσιάσει τις φυλές της Αφρικής, τις θρησκείες τους, αλλά και την αυξημένη
γεννητικότητά τους, η οποία επιτείνει τη φτώχεια και αυξάνει τη μετανάστευση προς
33 Παυλόπουλος, Κ., & Γαλάνη, Α. (2009β), Γεωγραφία – Γεωλογία Α΄ Γυμνασίου. Βιβλίο καθηγητή. Αθήνα:
Οργανισμός Εκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων.
- 265 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
αναζήτηση καλύτερων συνθηκών ζωής. Ιδιαίτερη μνεία γίνεται στο βιβλίο του καθηγητή
για τον τρόπο παρουσίασης των Ινδιάνων καθώς και των φυλών που μετανάστευσαν
στη Βραζιλία. Τα παραπάνω θέματα αποτελούν τομείς ενασχόλησης της διαπολιτισμικής
εκπαίδευσης.
Το βιβλίο «Γεωγραφία – Γεωλογία» της Β΄ Γυμνασίου34 αποτελείται από
τέσσερις ενότητες: α) οι χάρτες, β) το φυσικό περιβάλλον της Ευρώπης, γ) οι κάτοικοι της
Ευρώπης και δ) οι οικονομικές δραστηριότητες των Ευρωπαίων. Σε αυτό εντοπίζονται
διάσπαρτα διάφορα ζητήματα διαπολιτισμικής εκπαίδευσης. Ειδικότερα, στην ενότητα του
φυσικού περιβάλλοντος της Ευρώπης γίνεται αναφορά στους σεισμούς, στις ανθρώπινες
απώλειες και στις οικονομικές συνέπειες που επιφέρουν. Η μελέτη των σεισμών δύναται
να προκαλέσει την ενσυναίσθηση, την αλληλεγγύη και την κοινωνική συνοχή.
Στην ίδια ενότητα αναδεικνύονται οι διαφορές και οι ομοιότητες μεταξύ των
λαών της μεσογείου. Οι εθνολογικές, θρησκευτικές και οικονομικές διαφορές αποτελούν
ευκαιρία για τον εκπαιδευτικό, ώστε να καλλιεργήσει στους μαθητές του το διαπολιτισμικό
σεβασμό, την αναγνώριση της ετερότητας και την εξάλειψη του εθνικιστικού τρόπου
σκέψης.
Με αφορμή το κλίμα της Ευρώπης παρουσιάζεται ο όρος οικολογικός μετανάστης.
Η διασαφήνισή του καλλιεργεί στους μαθητές την ενσυναίσθηση, την αλληλεγγύη και
περιορίζει τον εθνικιστικό τρόπο σκέψης, καθώς όλοι οι άνθρωποι αποτελούν εν δυνάμει
οικολογικούς μετανάστες. Επιπλέον, η ενασχόληση με τους διάφορους τύπους βλάστησης
ανά περιοχή, τις ανθρώπινες δραστηριότητες που προκάλεσαν καταστροφές στα δάση
και την όξινη βροχή συνιστά πρόσφορο πεδίο για την καλλιέργεια της ενσυναίσθησης,
της αλληλεγγύης, της δικαιοσύνης και της κοινωνικής συνοχής.
Η ενότητα «Οι κάτοικοι της Ευρώπης» ασχολείται με σημαντικά ζητήματα
όπως: οι άνθρωποι που διαβιούν κάτω από τα όρια της φτώχειας στις χώρες της Ευρώπης,
η διαφορετική οικονομική ανάπτυξη των κρατών, καθώς και η διάκρισή τους με κριτήριο
τη γλώσσα. Επίσης, αναδεικνύονται τα οφέλη από την ύπαρξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης
όπως: η απουσία πολεμικών συγκρούσεων, η κατάργηση της θανατικής ποινής, η
προσήλωση στους δημοκρατικούς θεσμούς, ο σεβασμός στα ανθρώπινα δικαιώματα,
η ειρήνη, η κοινωνική αλληλεγγύη, η ασφάλεια, η δικαιοσύνη, η καταπολέμηση της
ανεργίας, οι ίσες ευκαιρίες για όλους, ο σεβασμός των πολιτισμικών διαφορών σε
επίπεδο γλώσσας, ιστορίας, ηθών και εθίμων. Τα παραπάνω θέματα ενδιαφέρουν άμεσα
τη διαπολιτισμική εκπαίδευση.
Στην ίδια ενότητα αναλύεται το φαινόμενο της μετανάστευσης στην Ευρώπη,
στην Ελλάδα και στα Βαλκάνια, ενώ παράλληλα, παρουσιάζονται τα οφέλη του. Εμμέσως,
καλλιεργούνται αρχές της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης όπως: η ενσυναίσθηση, η
αλληλεγγύη και η εξάλειψη του εθνικιστικού τρόπου σκέψης.
Ιδιαίτερη αναφορά πραγματοποιείται στα κοινά πολιτισμικά χαρακτηριστικά των
ευρωπαϊκών λαών, τα οποία ενδιαφέρουν άμεσα τη διαπολιτισμική εκπαίδευση, όπως: η
θρησκευτική ελευθερία, η ελευθερία της έκφρασης, η απόρριψη του ρατσισμού και των
φυλετικών διακρίσεων, το χαμηλό ποσοστό αναλφαβητισμού, η ισότητα των δύο φύλων
και ο σεβασμός της πολιτισμικής κληρονομιάς.
34 Ασλανίδης, Α., Ζαφειρακίδης, Γ., Καλαϊτζίδης, Δ. (2009α), Γεωγραφία – Γεωλογία Β΄ Γυμνασίου. Αθήνα:
Οργανισμός Εκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων.
- 266 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
5. Συμπεράσματα - Προτάσεις
Βιβλιογραφία
Batelaan, P., & Van Hoof, C. (1996), Cooperative learning in intercultural education.
European Journal of Intercultural Studies, 7 (3), 5-16.
Essinger, H. (1990), Interkultureller Erziehung in multiethnischen�����������������
��������������������������������
Gesellschaften��
����������������. Die
Bruecke, 52, 22-31.
Valchev, R. (1996), Teaching teachers about intercultural education in Bulgaria: Evaluat-
ing a seminar.� European Journal of Intercultural Studies, 6 (3), 25-34.
Ασλανίδης, Α., Ζαφειρακίδης, Γ., Καλαϊτζίδης, Δ. (2009α), Γεωγραφία – Γεωλογία Β΄
Γυμνασίου. Αθήνα: Οργανισμός Εκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων.
Ασλανίδης, Α., Ζαφειρακίδης, Γ., Καλαϊτζίδης, Δ. (2009β), Γεωγραφία – Γεωλογία Β΄
Γυμνασίου. Βιβλίο Καθηγητή. Αθήνα: Οργανισμός Εκδόσεως Διδακτικών
Βιβλίων.
35 Ασλανίδης, Α., Ζαφειρακίδης, Γ., Καλαϊτζίδης, Δ. (2009β), Γεωγραφία – Γεωλογία Β΄ Γυμνασίου. Βιβλίο
Καθηγητή. Αθήνα: Οργανισμός Εκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων.
- 267 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
- 268 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Περίληψη
Η διαπολιτισμική εκπαίδευση αποτελεί μια από τις πιο δημοφιλείς έννοιες στο χώρο
των επιστημών της Αγωγής, ενώ παράλληλα, συνιστά αναγκαιότητα για το σύγχρονο
εκπαιδευτικό σύστημα, καθώς απαντά σε ποικίλα προβλήματα και συμβάλλει στην
εκπαιδευτική και κοινωνική ομαλότητα. Από την άλλη, η Αθωνιάδα Εκκλησιαστική
Ακαδημία λειτουργεί τους τελευταίους αιώνες στο Άγιο Όρος μεταδίδοντας όχι μόνο
τις απαιτούμενες σχολικές γνώσεις με βάση το αναλυτικό πρόγραμμα, αλλά και άλλες
που σχετίζονται με την ανθρωπιστική και χριστιανική αγωγή των παιδιών. Σκοπός της
παρούσας εργασίας είναι να αναδείξει τη σχέση που υφίσταται ανάμεσα στην Αθωνιάδα
Εκκλησιαστική Ακαδημία και στη διαπολιτισμική εκπαίδευση.
Summary
Intercultural education is one of the most popular concepts in the field of the sciences of
Education, while also constituting a necessity for the modern educational system since
it resolves a variety of problems and contributes to educational and social normality. At
the same time, the Athonite Ecclesiastical Academy has operated during the last centuries
in Mount Athos, transmitting not only the required school knowledge on the basis of the
syllabus, but also knowledge related to the humanitarian and Christian education of the
children. The aim of the present paper is to highlight the relationship that exists between
the Athonite Ecclesiastical Academy and intercultural education.
1. Εισαγωγή
Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες έχουν συντελεστεί σημαντικές αλλαγές στη δομή και στη
λειτουργία του κοινωνικού συνόλου με αποτέλεσμα να υφίσταται αδήριτη ανάγκη για
αντίστοιχη προσαρμογή του εκπαιδευτικού συστήματος στα νέα κοινωνικά δεδομένα.
Η διαπολιτισμική εκπαίδευση αποτελεί την απάντηση σε αρκετά από τα προβλήματα
και τις δυσκολίες που αναφύονται στην εκπαιδευτική διαδικασία από τις αλλαγές που
έχουν επισυμβεί στο κοινωνικό σύνολο, καθώς προσεγγίζει σημαντικά ζητήματα όπως
αυτά των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της ισότητας, του ρατσισμού, του δικαιώματος στην
εκπαίδευση κ.ά. Από την άλλη, η Αθωνιάδα Εκκλησιαστική Ακαδημία, ως εκκλησιαστικό
σχολείο, προσφέρει σε αγόρια – άνδρες, που ασπάζονται το ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα,
την ευκαιρία εκπαίδευσης με γνώμονα τις αξίες και τα πιστεύω της ορθόδοξης χριστιανικής
θρησκείας. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να αναδείξει τη σχέση που υφίσταται
ανάμεσα στην Αθωνιάδα Εκκλησιαστική Ακαδημία και στη διαπολιτισμική εκπαίδευση.
Στην περιοχή του Αγίου Όρους με την επωνυμία Αθωνιάδα Σχολή έχουν λειτουργήσει
- 269 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
κατά περιόδους διάφορες σχολές. Ουσιαστικά, όμως, η Αθωνιάδα Σχολή ιδρύεται το 1749
όταν οι μοναχοί της μονής Βατοπαιδίου με τις φιλότιμες προσπάθειες του Προηγουμένου
Μελετίου και την προτροπή του πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Κυρίλλου του Ε΄, ο
οποίος εξέδωσε το σχετικό Σιγγίλιο, πρωτοστάτησαν στην ίδρυση σχολείου κοντά στην
ιερά μονή Βατοπαιδίου. Αυτό το σχολείο μετονομάστηκε αργότερα από τον Ευγένιο
Βούλγαρη σε Αθωνιάδα Εκκλησιαστική Ακαδημία.
Η Αθωνιάδα αποτέλεσε σημαντικό πνευματικό φυτώριο της ελληνικής
ορθοδοξίας, αλλά και σημείο σύγκρουσης φιλελεύθερων και συντηρητικών τάσεων τόσο
μεταξύ των καθηγητών της, όσο και μεταξύ των μοναχών του Αγίου Όρους. Επίσης,
συνεισέφερε σημαντικά στην αναζωπύρωση του νεοελληνικού εθνισμού και στην
αναγέννηση της κοινοβιακής και ασκητικής ορθοδοξίας.
Πρώτος σχολάρχης της διορίστηκε ο ιεροδιάκονος Νεόφυτος Καυσοκαλυβίτης.
Μετά την παραίτησή του, το Οικουμενικό Πατριαρχείο το 1752, διορίζει σχολάρχη
τον αρχιμανδρίτη του Παναγίου Τάφου Αγάπιο, ο οποίος, ερχόμενος να αναλάβει τα
καθήκοντά του, σφαγιάστηκε από τους Τούρκους στις 18 Αυγούστου 1752 στην περιοχή
της Θέρμης έξω από την Θεσσαλονίκη. Την άνοιξη του 1753 ορίζεται ως σχολάρχης ο
Ευγένιος Βούλγαρης.
Μαθητές της Ακαδημίας υπήρξαν ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, ο Άνθιμος ο
Ολυμπιώτης, ο Όσιος Αθανάσιος Πάριος, ο Δαμασκηνός Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης,
ο Παΐσιος Καυσοκαλυβίτης, ο Άγιος Αθανάσιος ο Κουλακιώτης, ο κτήτορας της μονής
του Μεγάλου Δένδρου στην Πάρο όσιος Κύριλλος Παπαδόπουλος, ο Ρήγας Φεραίος
και ο πρώτος σχολάρχης της θεολογικής σχολής της Χάλκης Κωνσταντίνος Τυπάλδος,
μετέπειτα μητροπολίτης Σταυρούπολης.
Το 1821, εξαιτίας της ελληνικής επανάστασης, η σχολή διακόπτει τη λειτουργία
της και επαναλειτουργεί στις Καρυές του Αγίου Όρους το 1842. Με εράνους επιτυγχάνεται
η ανοικοδόμηση του νέου κτιρίου της στις Καρυές το 1844. Για την Αθωνιάδα ξεκινά μια
νέα περίοδος μετά το 1930, όταν με απόφαση της ιεράς κοινότητας, μεταφέρεται στον
εξωτερικό ξενώνα της σκήτης του Αγίου Ανδρέα με σχολάρχη τον Αρχιμανδρίτη Αθανάσιο
Παντοκρατορινό. Τα επόμενα χρόνια έως σήμερα η Αθωνιάδα πέρασε περιόδους ακμής και
παρακμής, αλλά συνέχισε και συνεχίζει να επιτελεί το ρόλο και να εκπληρώνει το σκοπό της.
Ρούνης, Ε. (1966), Προσφορά αρετής και παιδείας (1749-1953), στο: Επετηρίς Αθωνιάδος Σχολής επί τη
συμπληρώσει δωδεκαετίας από της επαναλειτουργίας αυτής. Αθήνα: Αστήρ, σ.σ. 244-250.
Κτενάς, Χ. (1930), Η σύγχρονος Αθωνιάς και οι εν αυτή διδάξαντες από του 1845-1916, Αθήνα:
Αλευρόπουλος, σ. 4.
Τσάκωνας, Δ. (1966), Αθωνιάς και ασκητεία, στο: Επετηρίς Αθωνιάδος Σχολής επί τη συμπληρώσει
δωδεκαετίας από της επαναλειτουργίας αυτής. Αθήνα: Αστήρ, σ.σ. 251-253.
- 270 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
των γυμνασίων και των γενικών Λυκείων, με τη διαφορά ότι οι μαθητές διδάσκονται
επιπλέον βυζαντινή μουσική και βυζαντινή αγιογραφία. Οι μαθητές του λυκείου της
Αθωνιάδας παρακολουθούν υποχρεωτικά τα μαθήματα της θεωρητικής κατεύθυνσης.
Οι τελειόφοιτοι ή απόφοιτοι συμμετέχουν κανονικά στις πανελλήνιες εξετάσεις και
έχουν το δικαίωμα επιλογής - δήλωσης στο μηχανογραφικό τους δελτίο όποιων σχολών
επιθυμούν. Οι απόφοιτοι της Αθωνιάδας Εκκλησιαστικής Ακαδημίας, εφόσον γίνουν
κληρικοί, εντάσσονται: οι απόφοιτοι του γυμνασίου στην τρίτη μισθολογική κατηγορία,
ενώ οι απόφοιτοι του λυκείου στη δεύτερη.
Οι μαθητές της Αθωνιάδας διαμένουν υποχρεωτικά στη σχολή και επισκέπτονται
την οικογένειά τους μόνο κατά τις περιόδους των εορτών των Χριστουγέννων και του Πάσχα
(σύμφωνα με το νέο ημερολόγιο), καθώς και των θερινών διακοπών. Οι μαθητές διαμένουν
και σιτίζονται εντελώς δωρεάν και επιβαρύνονται μόνο με τα όποια προσωπικά τους έξοδα.
Κάθε μαθητής οφείλει να έχει τον προσωπικό του ρουχισμό και τα ατομικά του είδη.
Οι μαθητές έχουν κοινό πρόγραμμα, τρώνε μαζί φαγητό στην τράπεζα
της Ακαδημίας, έχουν ορισμένες ώρες υποχρεωτικής μελέτης, ενώ διαμένουν σε
θαλάμους έως τεσσάρων ατόμων. Παράλληλα, εκκλησιάζονται στο παρεκκλήσιο της
Ακαδημίας, όπου κάνουν εξάσκηση στη βυζαντινή μουσική και μαθαίνουν την τέχνη
του ιεροψάλτη. Μεταξύ των παιδιών αναπτύσσονται φιλίες και πνευματικοί δεσμοί, ενώ
συγχρόνως, κοινωνικοποιούνται και αποκτούν πνεύμα συνεργασίας, αδελφοσύνης και
αλληλοϋποστήριξης.
�����������
Essinger, H.�����������
(1990), Interkulturelle
�������������������������������������������������������������
Erziehung in multiethnischen Gesellschaften. Die����������
Bruecke��, 52, ������������
��������� pp����������
. 22 – 31.
Dietrich��
����������, ���������������������������������������������������������������������������������������
I��������������������������������������������������������������������������������������
. (2006), Παιδεία και πολυπολιτισμικότητα – η μεταβολή των αιτημάτων προς τα σχολεία.
Στο: Δ. Χατζηδήμου & Χ. Βιτσιλάκη (επιμ.) (2006), Το σχολείο στην κοινωνία της πληροφορίας και της
πολυπολιτισμικότητας. Πρακτικά ΙΑ Διεθνούς Συνεδρίου (Ρόδος 21 – 23 Οκτωβρίου). Θεσσαλονίκη: Αφοί
Κυριακίδη, σ.σ. 45 – 60.
- 271 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
�����������
Essinger, H.
�����������
(1988), Interkultureller
�����������������������������������������������������������
Erziehung als antirassistische Erziehung. In:
������������������������
G. Pommerin (1988),
Und im Ausland sind die Deutsche auch Fremde. Frankfurt, pp. 58 – 72. Essinger, H. (1990), Interkulturelle
Erziehung in multiethnischen Gesellschaften. Die Bruecke, 52, pp. 22 – 31.
Νικολάου, Γ. (2005), Διαπολιτισμική Διδακτική. Το νέο περιβάλλον. Βασικές αρχές. Αθήνα: Ελληνικά
Γράμματα, σ. 240.
Δημητριάδου, Α. (2004), Λίγες σκέψεις για τη Διαπολιτισμική Εκπαίδευση στην Ελλάδα. Τα εκπαιδευτικά,
73 – 74, σ. 186.
Καδιγιαννόπουλος, Γ. (2014), Γνωριμία με τη διαπολιτισμική εκπαίδευση. Αθήνα: Αυτοέκδοση, σ. 84.
10 Δαμανάκης, Μ. (1997), Η εκπαίδευση των παλιννοστούντων και αλλοδαπών μαθητών στην Ελλάδα.
Διαπολιτισμική προσέγγιση. Αθήνα: Gutenberg�
����������.
11 Γκόβαρης, Χ. (2001), Εισαγωγή στη Διαπολιτισμική Εκπαίδευση. Αθήνα: Ατραπός, σ. 78.
12 Κωστούλα – Μακράκη, Ν., & Μακράκης, Β. (2006), Διαπολιτισμικότητα και εκπαίδευση για ένα βιώσιμο
μέλλον. Αθήνα: Προπομπός.
- 272 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
την ανάδειξη των πολιτισμικών διαφορών που υφίστανται μεταξύ των μελών ενός
πολυπολιτισμικού συνόλου13.
Γίνεται, επομένως, αντιληπτό από τα παραπάνω ότι τόσο οι ορισμοί και οι
αρχές, όσο και οι κατευθύνσεις της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης προσεγγίζουν ζητήματα
που συμβάλλουν διαχρονικά στην ισορροπία και στην ομαλή λειτουργία του κοινωνικού
συνόλου, αλλά και κάθε ανθρώπου σε ατομικό επίπεδο.
Α Γ Α Β Γ
ΕΤΟΣ Β ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ
ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ
1 Βούλγαρος
2 Σέρβοι
2009-2010 1 Ρώσος 3 Ρουμάνοι
1 Ρουμάνος
1Γεωργιανός
1Βούλγαρος
1 Σέρβος 2 Σέρβοι
2010-2011 1 Ρώσος 3 Ρουμάνοι
1 Ρουμάνος 1 Ρουμάνος
1 Γεωργιανός
- 273 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
1 Βούλγαρος
2 Ρουμάνοι
1 Σέρβος 1 Ρώσος 2 Σέρβοι
2011-2012 1 Ρώσος 4 Ρουμάνοι
1 Ρουμάνος 2 Ρουμάνοι 2 Ρουμάνοι
1 Αλβανός
1 Γεωργιανός
3 Ρουμάνοι
1 Ρώσος 1 Σέρβος 1 Ρώσος
2012-2013 4 Ρουμάνοι
1 Αλβανός 2 Ρουμάνοι 2 Ρουμάνοι
1 Εσθονός
5 Ρουμάνοι
1 Ρώσος 2 Σέρβοι 1 Ρώσος
2013-2014 1 Ρουμάνος 1 Αλβανός
1 Αλβανός 6 Ρουμάνοι 2 Ρουμάνοι
1 Εσθονός
Η συνύπαρξη των μαθητών στις τάξεις, στους θαλάμους και στις υπόλοιπες
δραστηριότητες και ο κοινός τρόπος ενδυμασίας (ράσα) συνεισφέρει στην καταπολέμηση
του εθνικιστικού τρόπου σκέψης, του ρατσισμού, στην ανάπτυξη αλληλεγγύης και του
αισθήματος της ισότητας.
Οι μαθητές που φοιτούν στην Αθωνιάδα και δε μιλούν την ελληνική γλώσσα,
έχουν τη δυνατότητα να ενταχθούν σε ειδικό τμήμα εκμάθησης της ελληνικής γλώσσας.
Η εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας σε αλλοδαπούς μέσω ειδικού τμήματος αποτελεί
στοιχείο διαπολιτισμικής εκπαίδευσης, καθώς δείχνει σεβασμό στη γλωσσική ετερότητα,
αλλά και ενσυναίσθηση, καθώς η πλήρης ή μερική άγνοια της γλώσσας διδασκαλίας των
μαθημάτων προκαλεί δυσκολίες στην παρακολούθησή τους, ανισότητες στη μάθηση και
γίνονται προσπάθεια ώστε αυτές να ξεπεραστούν.
Αρκετοί από τους μαθητές της Αθωνιάδας, Έλληνες ή μη, επιλέγουν να
εγγραφούν σε αυτή εξαιτίας σημαντικών οικονομικών δυσκολιών που αντιμετωπίζουν
οι οικογένειές τους. Την εγγραφή των συγκεκριμένων μαθητών εισηγούνται ορθόδοξες
εκκλησίες και μοναστήρια. Η εγγραφή και η φοίτησή τους στη σχολή αποδεικνύει την
ύπαρξη ενσυναίσθησης, αλληλεγγύης, ισότητας και κοινωνικής συνοχής, καθώς γίνεται
κατανοητή η δύσκολη οικονομική κατάσταση των οικογενειών, η οποία περιορίζει τις
ίσες ευκαιρίες τους για εκπαίδευση. Παράλληλα, γίνεται εμφανής η έλλειψη εθνικιστικού
τρόπου σκέψης και επιτυγχάνεται οι μαθητές να μαθαίνουν να κινητοποιούνται σε
βοήθεια όσων καταπιέζονται ή απορρίπτονται από το κοινωνικό σύνολο.
Η κατεύθυνση του πολιτισμικού οικουμενισμού επιδιώκει να αναδείξει
τις ομοιότητες που εμφανίζουν οι πολιτισμικές αξίες των εκάστοτε διαφορετικών
ομάδων σε μια πολυπολιτισμική κοινωνία. Υπό την ευρύτερη έννοια το Άγιο Όρος με
τον αυξημένο αριθμό αλλοδαπών μοναχών και εργατών που φιλοξενεί συνιστά μια
πολυπολιτισμική κοινωνία. Την άποψη αυτή ενισχύει η ύπαρξη ιερών μονών εντός
Αγίου Όρους που η πλειονότητα των μοναχών είναι μη Έλληνες όπως: Χιλανδαρίου
– Σέρβοι, Ζωγράφου – Βούλγαροι, Παντελεήμονος – Ρώσοι και Ουκρανοί, σκήτη του
Προφήτη Ηλία – Ρουμάνοι. Αντίστοιχη εικόνα εμφανίζει σύμφωνα με τον Πίνακα 1 και
ο μαθητικός πληθυσμός της Αθωνιάδας Εκκλησιαστικής Ακαδημίας. Ποιες είναι όμως
αυτές οι ομοιότητες που εμφανίζουν οι πολιτισμικές αξίες των διαφορετικών ομάδων
που κατοικούν εντός Αγίου Όρους; Οι ομοιότητες, που εμφανίζουν οι πολιτισμικές αξίες,
είναι ότι αποτελούν χριστιανικές αξίες, που πηγάζουν από τη διδασκαλία της ορθόδοξης
χριστιανικής θρησκείας.
- 274 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
6. Συμπεράσματα
Σκοπό της παρούσας εργασίας αποτελεί η ανάδειξη της σχέσης που υφίσταται ανάμεσα
στην Αθωνιάδα Εκκλησιαστική Ακαδημία και στη διαπολιτισμική εκπαίδευση. Από όσα
αναλύθηκαν παραπάνω δύναται κανείς να οδηγηθεί σε δύο χρήσιμα συμπεράσματα.
Πρώτον ότι η Αθωνιάδα Εκκλησιαστική Ακαδημία προσεγγίζει με τον τρόπο λειτουργίας
της, αρχές και ζητήματα διαπολιτισμικής εκπαίδευσης. Δεύτερον ότι, ως εκκλησιαστικό
σχολείο, η Αθωνιάδα μεταδίδει στους μαθητές της, τις αξίες της ορθόδοξης χριστιανικής
πίστης, οι οποίες ταυτίζονται ή συνδέονται άμεσα με τις αρχές που διέπουν τη διαπολιτισμική
εκπαίδευση. Σε κάθε περίπτωση η Αθωνιάδα Εκκλησιαστική Ακαδημία προσφέρει
σημαντικό εκπαιδευτικό και θρησκευτικό έργο από την πρώτη στιγμή της λειτουργίας
της και είναι ωφέλιμο να συνεχίσει να λειτουργεί στο διηνεκές, καθώς επιτυγχάνει να
προσαρμόζεται, τηρουμένων των αναλογιών, στις σύγχρονες εκπαιδευτικές ανάγκες
όπως η ανάγκη των μαθητών για επαφή με ζητήματα διαπολιτισμικής εκπαίδευσης.
Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσση
- 275 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Ξενόγλωσση
- 276 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Περίληψη
Abstract
The redefinition of the role of education and the public dialogue which constantly
surrounds the topic on the co-existence of cultural identities shape the new pedagogic and
educational environment.
This ongoing process gives meaning to education and the new roles which arise
give meaning to and influence the reality of school.
Within the context of this study we are focusing on the social, political and
organizational perspectives of this matter, given the fact that school is often taken into
account as a learning institute.
We envisage to develop the objectives of the strategic plan applied in an urban
school level in order to support the operation of Roma pupils integration.
Εισαγωγή
- 277 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
1. �����������������������������������
Κοινωνική Παιδαγωγική και ετερότητα
- 278 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
κοινότητας, διαχειρίζονται τις ευαίσθητες κοινονικές ομάδες, τους μαθητές Ρομά στη
συγκεκριμένη περίπτωση, καθώς και ο βαθμός δεκτικότητάς τους ή και άρνησής τους
απέναντι στην ένταξη των παιδιών αυτών.
Η αναφορά στα συγκεκριμένα ερωτήματα και πεδία προβληματισμού προσεγγίζουν
ζητήματα οργανωσιακής μάθησης και αλλαγής, ζητήματα που θα πρέπει να τεθούν ως
στρατηγικός στόχος κάθε οργανισμού, άρα και κάθε σύγχρονης σχολικής μονάδας.
Στο σύγχρονο κοινωνικό και εκπαιδευτικό τοπίο, οι συνεχείς προκλήσεις, οι
ανακατατάξεις και οι αλλαγές που παρατηρούνται, ανοίγουν ένα ευρύ πεδίο διαλόγου
σχετικά με τον τρόπο που μπορούν, αφ’ ενός να αντιμετωπιστούν αυτές οι αλλαγές και
αφ’ ετέρου για τον τρόπο που μπορεί να εκπαιδευτεί ένας οργανισμός, μια σχολική
μονάδα, εν προκειμένω, για την αντιμετώπιση των νέων προκλήσεων και αλλαγών.
2. Η
��������������������������������������
ετερότητα ως κοινωνικό και πολιτικό �������
ζήτημα
14 Cole��
������, M����������������������������������������������������������������������������������������
�����������������������������������������������������������������������������������������
. (1997), Διδάσκοντας και μαθαίνοντας για το ρατσισμό: Μία κριτική της πολυπολιτισμικής
εκπαίδευσης στη Βρετανία. Στο ���S��. �������������������������
Modgil�������������������
κ.ά. (επιμέλεια), Πολυπολιτισμική εκπαίδευση. Προβληματισμός
– Προοπτικές, Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα, σ. 201
- 279 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
3. Η
����������������������������������������������������������������������������
ετερότητα από την πλευρά της οργανωσιακής οπτικής: το σχολείο ως μανθάνων
οργανισμός
Αναγκαία και ικανή συνθήκη για την εξασφάλιση της ανάπτυξης του σχολικού
οργανισμού, όπως και κάθε οργανισμού, είναι η έμφαση στην αξιοποίηση του
15 15����������������������
Gillborn, D. (1995), Racism and Antiracism in Real Schools: Theory, policy, practice, Open University
Press, p.58
16 Baker�������������
������������������
, C����������
�����������
. (2001), Εισαγωγή στη Διγλωσσία και τη Δίγλωσση Εκπαίδευση, Μ. Δαμανάκης (επιμέλεια),
Αθήνα: ����������������
Gutenberg�������
, σ. 40
- 280 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
- 281 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
- 282 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Σε μια εποχή και σε μια κοινωνία που εδώ και δεκαετίες έχει θέσει στο επίκεντρο του
ενδιαφέροντος ζητήματα ταυτότητας και ετερότητας, πολλά σύγχρονα καθημερινά
στιγμιότυπα αποδεικνύουν ότι τα ζητήματα αυτά, ζητήματα αποδοχής και ένταξης του
΄΄άλλου και διαφορετικού΄΄ στο σχολικό περιβάλλον, και σήμερα συνεχίζουν να είναι
ανοικτά προς συζήτηση και διάλογο. Η αλλαγή της μαθητικής σύνθεσης στη σχολική τάξη,
ανοίγει πεδία διαλόγου σχετικά με το ποια είναι η κοινωνική ομάδα που τροποποίησε τη
μαθητική σύνθεση, αλλά και μια σειρά θεμάτων σχετικά με τις αντιστάσεις υποδοχής,
τις διαχειριστικές πρακτικές των εμπλεκόμενων στη ζωή μιας σχολικής κοινότητας. Τα
παραπάνω πεδία διαλόγου και προβληματισμού δημιουργούν και επιπλέον ερωτήματα
και προβληματισμούς σχετικά με την ανάγκη εκπαίδευσης πάνω σε ζητήματα διαχείρισης
και αξιοποίησης της ετερότητας και των δυνατοτήτων που δημιουργεί η πολιτισμική
συνύπαρξη, για την ενίσχυση της ψυχικής ανθεκτικότητας των μαθητών και της
καλλιέργειας δεξιοτήτων ενσυναίσθησης.
Η απουσία κοινωνικής ένταξης και το έλλειμα εκπαίδευσης των παιδιών Ρομά
δεν είναι ένα απλό διαχειριστικό ζήτημα, αλλά ζήτημα κοινωνικό. Δεδομένου ότι, στη
συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα των Ρομά ενυπάρχουν μιά σειρά ιδιότητες, άνεργοι,
πολύτεκνοι, οικονομικά αδύναμοι, κλπ. επιβάλλεται η ανάπτυξη των στρατηγικών που θα
κατατείνουν στην άρση των συνθηκών που αναπαράγουν και εδραιώνουν τον αποκλεισμό,
η ανάπτυξη στρατηγικών πεδίων δράσης, πέραν των θεσμοθετημένων πρακτικών, με στόχο
την ένταξής τους στο κοινωνικό σύνολο, την ουσιαστική και πρακτική κοινωνικοποίησή
- 283 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Για την ένταξη των μαθητών Ρομά στο αστικό σχολικό περιβάλλον, συγκεκριμένων
σχολικών μονάδων, τέθηκαν σε εφαρμογή, με τη συνδρομή θεσμικών φορέων της
εκπαίδευσης, διαδικασίες αποτελεσματικής διαχείρισης των αλλαγών. Αξιοποιήθηκε
το μοντέλο του ���
J��. ������
Kotter,24 ο οποίος προτείνει ένα ευέλικτο σχήμα παρεμβάσεων
για την υιοθέτηση των αλλαγών στους οργανισμούς. Στη βάση αυτή και με δεδομένο
ότι το πλαίσιο αυτό μπορούσε να εφαρμοσθεί στις συγκεκριμένες σχολικές μονάδες,
οργανώσαμε ένα σχέδιο δράσης διαδοχικών σταδίων.
24 Kotter��
��������, �������������
J������������
.�����������
P����������
. (2005), Η Καρδιά της Αλλαγής, Αθήνα: Prothesis�������
����������������
, σ.118
- 284 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
τους, τη σημασία, επίσης, της συμμετοχής τους σε συλλόγους γονέων και κηδεμόνων. Οι
συγκεκριμένες δράσεις επεκτάθηκαν και στο επίπεδο της ευρύτερης τοπικής κοινωνίας
προκειμένου να ενημερωθούν και να ευαισθητοποιηθούν απέναντι στην ανάγκη
δημιουργίας ΄΄πολιτισμένης και εγγράμματης τοπικής κοινωνίας΄΄.
Ιδιαίτερη, επίσης, έμφαση δόθηκε και στην εκπαίδευση των μαθητών των
σχολείων υποδοχής. Δόθηκε έμφαση στην απόκτηση δεξιοτήτων και θετικών στάσεων
για την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την κριτική τοποθέτησή τους
απέναντι σε ζητήματα προκατάληψης, μέσα από ένα πολυσχιδές πλαίσιο δράσεων που
οργάνωσαν οι σχολικές μονάδες.
Η διάδοση του οράματος, που στην προκειμένη περίπτωση ήταν η ένταξη των μαθητών
Ρομά στο αστικό σχολικό περιβάλλον, απαιτούσε κατ΄αρχήν παραδειγματικές και
συμβολικές πράξεις από τα στελέχη που είχαν αναλάβει την υλοποίηση αυτού του
οράματος. Απαιτούσε οργανωμένο σχεδιασμό του παρεμβατικού πλαισίου, επικοινωνία
και ενθουσιασμό για την επίτευξη του στόχου, ενδυνάμωση για την εξάλειψη των εμποδίων
των δύσκαμπτων και ανελαστικών δομών, όπως περιγράφηκε και στο πρώτο στάδιο.
Δεδομένου ότι, η μετάβαση από μια κατεστημένη τάξη πραγμάτων σε μια νέα βάση,
με έντονα τα στοιχεία της αλλαγής απαιτεί την ενδυνάμωση των συμμετεχόντων και
την ευρεία συμμετοχή στο εγχείρημα, με τις ανάλογες διοικητικές παρεμβάσεις,
εξαλείφθηκαν βασικά εμπόδια και δύσκαμτες δομές. Δημιουργήθηκε μια ελκυστική
τάξη αποκλειστικά για τους μαθητές Ρομά, εμπλουτίσθηκε με το ανάλογο υλικό,
δημιουργήθηκε ένα παιδαγωγικό περιβάλλον στη βάση των αρχών της ψυχολογίας
και της παιδαγωγικής. Προκειμένου να δημιουργήσουμε αίσθημα ασφάλειας στους
μαθητές Ρομά, ενεργοποιήσαμε, πέραν του βασικού προγράμματος του Πανεπιστημίου
Αθηνών και επιμέρους τομείς κοινωνικής και συναισθηματικής αγωγής, με πολύ θετικά
αποτελέσματα, δεδομένου ότι, οι διαφορετικές ηλικίες στο τμήμα των μαθητών Ρομά,
αναδείκνυαν και διαφορετικές συμπεριφορές. Η δειλία των μικρότερων εξαφανιζόταν
απέναντι στο υπερβολικό θάρρος ή τον αναίτιο θυμό κάποιων μεγαλύτερων μαθητών. Ο
χαμηλός κώδικας γλωσσικής προφορικής επικοινωνίας, ο υπερβολικός αυθορμητισμός
- 285 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
και η απουσία στοιχειωδών αρχών σχολικής συμπεριφοράς διαμόρφωσαν και τους άξονες
του παρεμβατικού πλαισίου σε επίπεδο σχολικής μονάδας.
Η εκπαίδευση, η διαδικασία μάθησης και ένταξης των μαθητών Ρομά στο
σχολικό περιβάλλον, υποστηρίχθηκε μέσα από ένα πλαίσιο παρεμβάσεων σε γνωστικό,
κοινωνικό και συναισθηματικό επίπεδο. Κυρίαρχος στόχος ήταν, η ουσιαστική και
πρακτική κοινωνικοποίησή τους, η καλλιέργεια επικοινωνιακών δεξιοτήτων, η ανάπτυξη
δεξιοτήτων χρήσης εργαλείων πληροφόρησης, παραγωγής λόγου, προφορικού και
γραπτού, καθώς και δεξιότητες συνεργασίας με τους μαθητές των σχολείων υποδοχής.
Διαμορφώθηκε ένα πρόγραμμα σταδιακής συνύπαρξης με τους μαθητές των σχολείων
υποδοχής και παρατήρησης των αντιδράσεων των μαθητών Ρομά, αλλά και των
μαθητών των σχολείων υποδοχής στο σχολικό περιβάλλον. Σε κάθε παρέμβαση που
θα έθετε σε κίνδυνο το εγχείρημα, ακολουθούσε επανεκτίμηση και τροποποίηση του
παρεμβατικού πλαισίου με ανάλογες προσαρμογές. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η τάση και
από τις δύο πλευρές, υποστήριξης της ταυτότητάς τους και ενίσχυσης της ομαδικότητας.
Κατά τις παρατηρήσεις μας καταγράψαμε, ως ενδιαφέρουσα την έννοια του ΄΄εμείς΄΄,
και οι ΄΄άλλοι΄΄, τόσο από την ομάδα στόχου (Ρομά), όσο και από τους μαθητές των
σχολείων υποδοχής. Στο σημείο αυτό έγιναν οι ανάλογες παρεμβάσεις και τροποποιήσεις
του παρεμβατικού πλαισίου, με δράσεις κοινωνικού και επικοινωνιακού χαρακτήρα,
προκειμένου να επιτευχθεί η ενίσχυση της επικοινωνίας και της αλληλεπίδρασης των
μαθητών μεταξύ τους.
Στο τελικό στάδιο παγιοποιήθηκε το όραμα για τη δημιουργία μιας νέας τάξης
πραγμάτων στις συγκεκριμένες σχολικές μονάδες και φάνηκαν τα πρώτα αποτελέσματα
των παρεμβάσεων. Εφαρμόζοντας τη διαδικασία σταδιακής ένταξης των μαθητών
Ρομά στις τάξεις /τμήματα των σχολείων, διαφάνηκε, ότι παρεμβατικό περιβάλλον
και ο στρατηγικός σχεδιασμός επέφερε θετικά αποτελέσματα. Οι γονείς των μαθητών
των σχολείων υποδοχής φάνηκε ότι έκαμψαν τις αντιδράσεις τους βλέποντας τις
διαχειριστικές παρεμβάσεις που θέσαμε σε εφαρμογή για τη σταδιακή ενταξή τους στο
σχολικό περιβάλλον και οι συγκεκριμένοι μαθητές (Ρομά) απέκτησαν, στο μέτρο του
δυνατού, μέσα από παρεμβάσεις σταδιακής συνύπαρξης με το σύνολο των μαθητών του
σχολείου, δεξιότητες ομαδικής συμμετοχής στις σχολικές απαιτήσεις. Τέλος, οι φορείς του
οργανισμού ενστερνίσθηκαν την ανάγκη αλλαγής και η νέα κουλτούρα ενσωματώθηκε
σταδικά στη σχολική μονάδα, όπως προκύπτει από το πλαίσιο δράσεων που ανέλαβε,
προκειμένου να υποστηρίξει την πολυμορφία της.
Συμπεράσματα
Στον συγκεκριμένο οργανισμό ο στόχος για οργανωσιακή αλλαγή και μάθηση πάνω
σε έναν προδιαγεγραμμένο στόχο επιτεύχθηκε. Δεδομένου όμως, ότι για να παγιωθεί
ένα σύστημα αλλαγής και κουλτούρας θα πρέπει να υποστηρίζεται από στέρεες δομές,
στη συγκεκριμένη περίπτωση αυτές τις δομές τις υποστήριζαν μαθητές μιας ευαίσθητης
κοινωνικής ομάδας, οι οποίοι δεν μπόρεσαν τελικά να ενισχύσουν και να οδηγήσουν οι
ίδιοι το ΄΄όχημα΄΄ της αλλαγής.
- 286 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσση
Baker�������������
, �����������
C����������
. (2001), Εισαγωγή στη Διγλωσσία και τη Δίγλωσση Εκπαίδευση, Μ. Δαμανάκης
(επιμέλεια). Αθήνα: ���������
Gutenberg
Cole��, ������������������������������������������������������������������������
M�����������������������������������������������������������������������
. (1997), Διδάσκοντας και μαθαίνοντας για το ρατσισμό: Μία κριτική της
πολυπολιτισμικής εκπαίδευσης στη Βρετανία. Στο S�� ���. Modgil��������������
��������������������
(επιμέλεια),
Προοπτικές. ����������������
Πολυπολιτισμική εκπαίδευση. Προβληματισμός�������������
– ���������� Αθήνα�����������
: ���������
Ελληνικά�
Γράμματα
Kotter��, �������������
J������������
.�����������
P����������
. (2005), Η Καρδιά της Αλλαγής. Αθήνα: Prothesis
���������
Lynch��, ������������������������������������������������������������������������������
J�����������������������������������������������������������������������������
. (1997), Μία αρχική τυπολογία των προοπτικών για την εξέλιξη του προσωπικού
στην πολυπολιτισμική εκπαίδευση των εκπαιδευτικών. Στο ��� S��. �������
Modgil�
(επιμέλεια), Πολυπολιτισμική εκπαίδευση. Προβληματισμός�������������
– Προοπτικές.
����������
Αθήνα�������������������
, �����������������
Ελληνικά���������
Γράμματα
��������
Κεκκέ-Μυλωνάκου, Ηρ. (2013), Κοινωνική Παιδαγωγική. Αθήνα: Διάδραση
Κόκκος, Α. (2005), Εκπαίδευση Ενηλίκων: Ανιχνεύοντας το τοπίο. Αθήνα: Μεταίχμιο
Μπουραντάς��������������
, �����������
������������
. (2005), Ηγεσία. Αθήνα:��������
��������������
Κριτική
�������
Ξενόγλωσση
Gillborn, D. (1995), Racism and Antiracism in Real Schools: Theory, policy, practice.
- 287 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
- 288 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Νταλάκας Χαράλαμπος
Περίληψη
Στα τελευταία χρόνια οι δυνάμεις της παγκοσμιοποίησης έχουν διαμορφώσει ένα νέο
πεδίο στην οικονομία, την πολιτική και τον πολιτισμό. Το σχολείο βρίσκεται στο κέντρο
όλων των αλλαγών αυτών και καλείται να προπαρασκευάσει τον αυριανό πολίτη για
να μπορεί να συμμετέχει σε τοπικό, εθνικό και υπερεθνικό επίπεδο. Το αναλυτικό
πρόγραμμα όμως δε δίνει προτεραιότητα στην πολιτική παιδεία των μαθητών έτσι ώστε
αυτοί να λειτουργήσουν μέσα σε μία δημοκρατική και πολυπολιτισμική κοινωνία και
να συνεργάζονται με τους διαφορετικούς “άλλους”. Οι μαθητές αντιλαμβάνονται τους
ομοίους με τους Έλληνες λαούς με κριτήρια κυρίως τη θρησκεία, τη γλώσσα, το χρώμα,
τη γεωγραφική θέση και τον τρόπο ζωής. Έτσι με την αλλαγή του πολιτισμού του
σχολείου θα αναπτυχθούν εκείνα τα χαρακτηριστικά που θα αναδείξουν το μαθητή σε
παιδί της πατρίδας του και πολίτη του κόσμου.
Summary
During last years the forces of globalization have shaped a new field in the economy,
the policy and the culture. The school is found in the centre of this all changes and it is
called to prepare the citizen of tomorrow in order to participate in local, national and
supernational level. The school program however doesn’t give priority in the citizen’s
education of students for their participation in a democratic and multicultural society
and their cooperation with different �������������������������������������������������
“others”. Pupils perceive the similar with Greek
nationalities mainly with criteria the religion, the language, the colour, the geographic
place and the way of life. Thus, by the change of the culture of school will be developed
those characteristics that will elect the pupils to child of his country and citizen of the
world.
1.Εισαγωγή
- 289 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
παγκοσμιοποιημένου κόσμου. Σύμφωνα με το ρεύμα αυτό της σκέψης ζούμε σε μια νέα
εποχή, τη μετανεωτερική, που διαδέχτηκε εκείνη της νεωτερικότητας. Οι κοινωνικές
αλλαγές και η επιστημολογική μετατόπιση συνεπάγονται αλλαγές στους κοινωνικούς
θεσμούς που έχουν οικοδομηθεί με βάση τις ιδέες της νεωτερικότητας.
2. Μετανεωτερικοί μετασχηματισμοί
� Fukugiama��
�����������, �����������
F����������
. (1989), The end of History στο����������
������������� Interest. PG Summer�.
��������� ����������
National�
Fukugiama��, F����������
�����������
. (�������
1992)��,� �����������
The end of ����������������
History and the ������������������
Last man.���������
Penguin�.
��������
��������������������������
�������������������������
Cherryholmes,������������
�����������
C.���������
(�������
1998)��,� Power and criticism. Teachers������������������������
�����������������������
College����������������
���������������
Press,���������
κεφ������
.viii, Giddens, A., 2001, Ο�
αλλαγών�, ����������������������
κόσμος����������������������
των������������������
���������������������
ραγδαίων���������
�����������������
�������� μτφ�������������������
. �������������
Γεώρμας������
, ����
���
.��
Δ�. Μεταίχμιο���������
, �������
σ.σ.15.
- 290 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
περιεχόμενο της ταυτότητας του πολίτη να μην ταυτίζεται απόλυτα με ένα συγκεκριμένο
έθνος - κράτος. Περιέχει στοιχεία -πολιτισμικά, οικονομικά - που υπερβαίνουν τα όριά
του. Ο πολιτισμός της εικονικής πραγματικότητας καθιστά ευάλωτη και εύθραυστη την
πρωταρχική ταύτιση με μια εθνική ομάδα. Η έκθεση σε ανέμους του ανοικτού πεδίου
είναι δυνατό να οδηγεί σε αντιδράσεις αμυντικού χαρακτήρα, όπως είναι η ταύτιση με
συγκεκριμένες ομάδες (θρησκευτικές, εθνοτικές κ.τ.λ.) στο εσωτερικό του κράτους.
Πρόκειται για αντιδράσεις που αποβλέπουν στη διατήρηση του νοήματος της ζωής τους,
των αξιών και των συμβόλων τους.
Το περιεχόμενο της ταυτότητας του πολίτη δεν είναι σταθερό και στατικό
αλλά δυναμικό και εξελισσόμενο, γιατί συνδέεται με τις έννοιες της δημοκρατίας
της κοινωνίας και των ανθρώπινων δικαιωμάτων, που δεν αντιπροσωπεύουν τελικές
καταστάσεις, αλλά εξελισσόμενες διαδικασίες. Καμιά δημοκρατία δεν προσφέρει ίσες
ευκαιρίες συμμετοχής στις λειτουργίες της σε όλα της τα μέλη. Και καμιά κοινωνία
δεν ικανοποιεί απόλυτα τα δικαιώματα του ανθρώπου που, για τον Ο.Η.Ε. και την
Ευρωπαϊκή Ένωση, αποτελούν τη βάση της δημοκρατίας και το πλαίσιο κοινών
αξιών όλων των κατοίκων του πλανήτη. Άτομα και ομάδες αγωνίζονται συνεχώς για
συμμετοχή, για ικανοποίηση του αισθήματος του “ανήκειν” και για αποδοχή με όρους
που είναι δίκαιοι, ανθρώπινοι και αξιοπρεπείς.
Η αναφορά στις κύριες πτυχές των πολιτικών μετασχηματισμών που έχουμε
κάνει, προσφέρει ένα πλαίσιο σκέψης σχετικά με το περιεχόμενο της ταυτότητας στο
οποίο πρέπει να προσανατολίζεται η εκπαίδευση. Το πλαίσιο αυτό οριοθετείται από
την αυξανόμενη πολυπολιτισμική σύνθεση της κοινωνίας μας και τη θέση της στην
πολυπολιτισμική Ευρώπη και τον παγκοσμιοποιημένο κόσμο. Έτσι, αποφάσεις για την
εκπαίδευση, όπως και για άλλους θεσμούς που παίρνονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση
και τους διεθνείς οργανισμούς επηρεάζουν, ως ένα βαθμό, την εκπαιδευτική πολιτική
� ������������������
McGuigan ,��������
���������
1999���,�� Modernity and Postmodern Culture. O.U., �������� �����
.������
���
.153.
������������������������������������
Osler������������������������������
, ����������������������������
Α���������������������������
.��������������������������
�������������������������
και����������������������
���������������������
Starkey��������������
,�������������
������������
. (���������
2005)����,��� Changing Citizenship ����������������������������������������
Democracy and inclusion in education. O.U.,��
-��������������������������������������� σ�.
��
.77.
�����������������������������������������������������������������������������������
����������������������������������������������������������������������������������
Μνημονεύουμε����������������������������������������������������������������������
���������������������������������������������������������������������
τις������������������������������������������������������������������
�����������������������������������������������������������������
κυριότερες�������������������������������������������������������
(�����������������������������������������������������
όπως�������������������������������������������������
������������������������������������������������
παρατίθενται������������������������������������
�����������������������������������
στο��������������������������������
�������������������������������
βιβλίο�������������������������
������������������������
των���������������������
Osler-Starkey, 2005, Changing Citizenship
Democracy and inclusion in education. O������������
-��������������������������������������� .�����������
U����������
.,σ.σ.123)
• Η Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του ανθρώπου του Ο.Η.Ε.(1948), που απέκτησε δεσμευτικό
χαρακτήρα στην πρόσφατη Διάσκεψη της Βιέννης.
• Η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την εφαρμογή των Δικαιωμάτων του παιδιού (1996) του Συμβουλίου της
Ευρώπης.
• Οι αποφάσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης:
• Πρόγραμμα παιδείας για την ανάπτυξη του δημοκρατικού πολίτη (1997) που αποβλέπει στη δημιουργία
ενός κοινού ευρωπαϊκού πλαισίου για την καταπολέμηση "της βίας, της ξενοφοβίας, του ρατσισμού, του
επιθετικού εθνικισμού και της μη ανοχής". Το πλαίσιο αυτό υποστηρίζει ότι ο ρατσισμός και η ξενοφοβία
αποτελούν εμπόδια για τη δημοκρατία και την κοινωνική συνοχή.
• Η απόφαση των Υπουργών Παιδείας, σύμφωνα με την οποία η παιδεία που προσφέρει ευκαιρίες για συμμετοχή
του παιδιού στη ζωή της κοινωνίας, για ανάληψη ευθυνών και για συμβίωση συμβάλλει σημαντικά στην
κοινωνική συνοχή.
• Η Σύμβαση-πλαίσιο για την προστασία των μειονοτήτων (1995).
• Η απόφαση της επιτροπής Υπουργών παιδείας (1999) για την καταπολέμηση του "κοινωνικού αποκλεισμού,
της περιθωριοποίησης της μη ανοχής και της βίας" (2000).
• Ευρωπαϊκή Ένωση: α) η Σύσταση 1401 της κοινοβουλευτικής Συνέλευσης για την εκπαίδευση και την
ευθύνη του ατόμου (1999), β) η ευρωπαϊκή Σύμβαση για την εφαρμογή των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου,
γ) ο Χάρτης των θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (2000) ,δ) το πρόγραμμα δράσης της
- 291 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
της χώρας μας. Παραθέτουμε ενδεικτικά τα βασικά σημεία που επισημαίνουν τα σχετικά
κείμενα, τα περισσότερα από τα οποία έχουν δεσμευτικό χαρακτήρα για τη χώρα μας:
• Τα ανθρώπινα δικαιώματα αποτελούν, ουσιαστικά, τη βάση της δημοκρατίας και το
πλαίσιο των κοινών αξιών για την παγκόσμια κοινότητα.
• Διαμόρφωση κοινού πλαισίου εκπαίδευσης για τη διαμόρφωση του δημοκρατικού
πολίτη που αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την καταπολέμηση πρακτικών
ρατσισμού, ξενοφοβίας, επιθετικού εθνικισμού, της μη ανοχής, που υπονομεύουν τις
αξίες της δημοκρατίας και συνεκδοχικά την οικονομική ανάπτυξη, την ειρήνη, την
πρόοδο και τη σταθερότητα.
• Προπαρασκευή για συμβίωση και συνεργασία των παιδιών με " διαφορετικούς
άλλους " στα πλαίσια μιας πολυπολιτισμικής κοινωνίας με δέσμευση από τις αρχές
της ισότητας και της διαφορετικότητας και συνειδητοποίηση του γεγονότος της
αλληλεξάρτησης των ανθρώπων σε τοπικό, εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο.
• Ενθάρρυνση ανάπτυξης και διεύρυνσης των διαστάσεων της ταυτότητας του πολίτη.
Αυτό σημαίνει ανάπτυξη της αίσθησης του " ανήκειν " στο κράτος ως άτομο, αλλά
και σε κοινότητες που τα όριά τους ξεπερνούν τα όριά του και δεσμεύεται από μια
αίσθηση αλληλεγγύης και κοινής ευθύνης για το κοινό μέλλον όλων των ανθρώπων.
Η οικοδόμηση μιας μονοδιάστατης και μονολιθικής εθνικής ταυτότητας είναι, όχι
μόνο αδύνατη, αλλά και ανεπιθύμητη.
• Εξοπλισμός των πολιτών με γνώσεις, στάσεις και δεξιότητες που επιτρέπουν
στον πολίτη να σκέπτεται και να ενεργεί σε διαφορετικά πολιτισμικά πλαίσια που
εκτείνονται από τη γειτονιά ως τον κόσμο.
• Το κράτος είναι ο εγγυητής:
-των δημοκρατικών αξιών και των ανθρώπινων δικαιωμάτων όλων των πολιτών
ανεξάρτητα από τις διαφορές τους και της ελευθερίας των ατόμων και των ομάδων να
επιλέγουν την πολιτισμική τους ταυτότητα και να αντιμετωπίζονται με ισότητα, ώστε
να μη βιώνουν αισθήματα διακρίσεων και αποκλεισμού.
Οι επισημάνσεις αυτές δεν έχουν αξιοποιηθεί από το εκπαιδευτικό μας σύστημα,
που εξακολουθεί να κινείται σε νομικά πλαίσια που έχουν διαμορφωθεί πριν από τους
πρόσφατους κοινωνικούς μετασχηματισμούς. Σήμερα, η σύνθεση και η δυναμική της
ελληνικής κοινωνίας έχει ριζικά αλλάξει. Είναι πολυπολιτισμική και ζει σ’ ένα ευρύτατο
πλαίσιο ποικίλων δεσμών αλληλεξάρτησης με την Ευρωπαϊκή Ένωση και τον κόσμο.
Περιλαμβάνει στους κόλπους της ανθρώπους με πολλαπλές ταυτότητες (εξαιτίας
εργασίας, σπουδών, διεθνών ανταλλαγών κ.τ.λ.). Η κατάσταση αυτή προσφέρει τη
βάση για την έκφραση ποικίλων αξιώσεων γύρω από το περιεχόμενο της ταυτότητας
του πολίτη. Μερικοί βλέπουν την πολυπολιτισμικότητα και την παγκοσμιοποίηση ως
απειλή κατά της εθνικής και πολιτισμικής ταυτότητας του Έλληνα πολίτη και για το λόγο
αυτό απορρίπτουν την ιδέα μιας ευρύτερης, πολυδιάστατης υβριδικής και πολυεπίπεδης
ταυτότητας του πολίτη. Η θέση αυτή αρνείται την κοινωνική πραγματικότητα μέσα στην
οποία ζούμε και το δίλημμα που αυτή θέτει για την εκπαίδευση. Το δίλημμα συνίσταται
- 292 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
�������������������������������������
������������������������������������
Osler�������������������������������
, Α����������������������������
�����������������������������
.���������������������������
��������������������������
και�����������������������
Starkey���������������
����������������������
, �������������
������������
. (���������
2005)����,��� Changing Citizenship -���������������������������������������
Dempcracy and inclusion in education. O����������
���������������������������������������� .���������
U��������
.�������
,������
���
.����
�
.23
�������������������������������������
������������������������������������
Osler�������������������������������
, Α����������������������������
�����������������������������
.���������������������������
��������������������������
και�����������������������
Starkey���������������
����������������������
, �������������
������������
. (���������
2005)����,��� Changing Citizenship -���������������������������������������
Dempcracy and inclusion in education. O����������
���������������������������������������� .���������
U��������
.�������
,������
���
.����
�
.24
�������������������������������������
������������������������������������
Osler�������������������������������
, Α����������������������������
�����������������������������
.���������������������������
��������������������������
και�����������������������
Starkey���������������
����������������������
, �������������
������������
. (���������
2005)����,��� Changing Citizenship -���������������������������������������
Dempcracy and inclusion in education. O.U.,������
���������������������������������������� ���
.����
�
.24
- 293 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
αλληλεπίδραση. Για το λόγο αυτό περιλαμβάνει ερωτήματα κλειστού αλλά και ανοικτού
τύπου και δηλώσεις που αποβλέπουν στη διερεύνηση των αντιλήψεων, στάσεων και
εμπειριών γύρω από επιλεγμένες πλευρές της κοινωνικής πραγματικότητας. Το δείγμα
αποτελούνταν από 255 μαθητές σχολείων αγροτικών, ημιαστικών και αστικών περιοχών.
Πιο συγκεκριμένα αποτελούνταν από τους μαθητές των δημοτικών σχολείων Λεπενούς
Αιτωλοακαρνανίας, Ξεχασμένης Ημαθίας, 1ου Φιλιππιάδας, 1ου Αμφιλοχίας, 5ου
Βέροιας, 27ου Ιωαννίνων, 1ου Πειραματικού Ιωαννίνων, 6ου Περιστερίου Αττικής και
11ου Νέου Ηρακλείου Αττικής. Όλοι μαθητές συμπλήρωσαν το ερωτηματολόγιο που
τους δόθηκε και στη συνέχεια επιλέχθηκαν 26 μαθητές (περίπου 10% του δείγματος)
να απαντήσουν στα ερωτήματα της συνέντευξης προκειμένου να διερευνηθούν πιο
αποτελεσματικά οι στάσεις τους.
���������������������������
Παπαγεωργίου��������������
��������������������������
Βασ����������
�������������
. (1927), Ζωντανοί���������������������������������������������������������������
πεθαμένοι�����������������������������������������������������
��������������������������������������������������������������
. Δύο
��������������������������������������������������
σελίδες της υπηρεσιακής μου ζωής για το λαϊκό
σχολείο. Δημητράκος, σ.σ.48-49
10 Αζίζι-Καλαντζή Αναστασία, Ζώνιου-Σιδέρη Αθηνά, Βλάχου Αναστασία (1996), Προκαταλήψεις και
στερεότυπα. ΥΠΕΠΘ ΓΓΛΕ.σ.σ.1
- 294 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
ύμνο, Βουλή, Παρθενώνα κ.α.) σε μεγάλη επιφάνεια χαρτιού και ζητήσαμε από τα παιδιά
να επιλέξουν τρία που, κατά τη γνώμη τους, αντιπροσωπεύουν καλύτερα την Ελλάδα,
την πατρίδα τους.
Για όλους ανεξαίρετα τους μαθητές που έλαβαν μέρος στη συνέντευξη, η
σημαία αποτελεί το σύμβολο που αντιπροσωπεύει καλύτερα την Ελλάδα. Υπήρξε πρώτη
επιλογή για του περισσότερους μαθητές (64%) και δεύτερη επιλογή για όλους σχεδόν
του υπόλοιπους (32% περίπου). Αυτό μπορεί να αποδοθεί ίσως στη συγκεκριμένη της
υπόσταση, στην εντυπωσιακή αισθητική της μορφή και στη στενή της σύνδεση με τις
εθνικές και σχολικές γιορτές. Τα παιδιά από μικρή ηλικία εκτίθενται και συμμετέχουν σε
σχετικές εκδηλώσεις, πράγμα που οδηγεί στην εμπέδωσή της ως συμβόλου της πατρίδας.
Το δεύτερο σύμβολο που, μετά τη σημαία αντιπροσωπεύει καλύτερα την Ελλάδα,
είναι ο εθνικός ύμνος. Ωστόσο, μόνο για το 12% των μαθητών αποτελεί πρώτη επιλογή.
Για το 44% αποτελεί τη δεύτερη επιλογή και για το υπόλοιπο 28% τη τρίτη. Η κατάταξη
αυτή μπορεί να οφείλεται στο ότι συνδέεται συνειρμικά με τη σημαία.
Είναι αξιοπαρατήρητο ότι η βουλή των Ελλήνων, ο ναός της δημοκρατίας,
επιλέγεται μόνο από το 38,46% των μαθητών και από όλους σχεδόν μόνον ως τρίτη
προτίμηση. Αυτό μπορεί να αποδοθεί στο ότι το περιεχόμενο των βιβλίων όπως και
οι εκπαιδευτικές πρακτικές δεν προβάλλει το έργο της βουλής και τη σχέση της με τη
δημοκρατία και την καθημερινή μας ζωή, μολονότι ο ρόλος της είναι καθοριστικός στη
διαμόρφωση των κοινωνικών θεσμών και συνακόλουθα της κοινωνικής πραγματικότητας
που μας περιβάλλει.
Η διαπίστωση αυτή επιβεβαιώνει διαπιστώσεις που προέκυψαν σε σχέση με
τις πολιτικές γνώσεις των παιδιών που εξετάσαμε σε προηγούμενη ενότητα. Το χαμηλό
επίπεδο πολιτικών γνώσεων των παιδιών υπογραμμίζει την ανάγκη για επανεξέταση του
ρόλου του σχολείου σε σχέση με τη θεμελίωση της πολιτικής παιδείας σε μια κρίσιμη
φάση εξέλιξης των παιδιών. Στο τελευταίο κεφάλαιο αναπτύσσουμε τις απόψεις μας σε
σχέση με τον παραμελημένο αυτόν τομέα του σχολικού προγράμματος.
Ο Παρθενώνας, αντίθετα, επιλέγεται ως σύμβολο της Ελλάδας από το 65,38%.
Η τρίτη θέση του Παρθενώνα ως συμβόλου της Ελλάδας έχει ενδιαφέρον. Αποτελεί
ίσως έκφραση θαυμασμού και υπερηφάνειας των παιδιών για το ιστορικό παρελθόν της
χώρας στο οποίο το σχολείο κάνει συχνές αναφορές, όπως επισημαίνει και η έρευνα των
Φραγκουδάκη και Δραγώνα11.
11 Φραγκουδάκη, Α. και Δραγώνα, Θ. (1997), «Τι είν’ η πατρίδα μας» - Εθνοκεντρισμός στην εκπαίδευση.
Αλεξάνδρεια.
- 295 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
τρεις που θα επιθυμούσαν να έχουν, αν δεν είχαν την ελληνική, και τρεις που δε θα
επιθυμούσαν να έχουν.
Τα παιδιά αντιλαμβάνονται ως ομοίους με τους Έλληνες τους παρακάτω λαούς
κατά σειρά συχνότητας: Κύπριους, Ισπανούς, Άγγλους και Τούρκους. Το γεγονός ότι και
οι Τούρκοι εκλαμβάνονται ως όμοιοι έρχεται σε αντίθεση με την πλειονότητα των παιδιών
που θεωρούν τους Τούρκους ως διαφορετικούς στο ερωτηματολόγιο. Η αντίφαση αυτή
αποκαλύπτει ίσως τα διαφορετικά κριτήρια με τα οποία τα παιδιά κρίνουν τους άλλους
λαούς ως όμοιους ή ανόμοιους. Μερικά παιδιά τείνουν να κρίνουν με βάση εξωτερικά
χαρακτηριστικά (μορφή, χρώμα) και άλλα με βάση πιο εκλεπτυσμένα πολιτισμικά
χαρακτηριστικά. Τα συνηθισμένα πάντως κριτήρια που χρησιμοποιήθηκαν από τα παιδιά
που έλαβαν μέρος στη συνέντευξη είναι κατά σειρά: η θρησκεία, η γλώσσα, το χρώμα, η
γεωγραφική θέση και ο τρόπος ζωής.
Από την επικοινωνία μας με τους μαθητές/τριες αποκομίσαμε την εντύπωση ότι,
σε σχέση με τους Τούρκους, η αντίληψη της ομοιότητας στηριζόταν σε καθαρά εξωτερικά
χαρακτηριστικά, όπως είναι το χρώμα, η εμφάνιση κ.τ.λ. και όχι σε πιο εκλεπτυσμένα
εσωτερικά χαρακτηριστικά, όπως είναι τα πολιτισμικά. Αυτό ενισχύεται και από το
γεγονός ότι η πλειονότητα των μαθητών που έλαβαν μέρος στην έρευνα αντιλαμβάνονται
τους Τούρκους ως διαφορετικούς από τους Έλληνες.
Ως ανόμοιους αναφέρουν κατά σειρά τους Τούρκους, τους Κινέζους, τους
Αμερικανούς, τους τσιγγάνους, τους Αφρικανούς κ.ά. Κριτήρια που λαμβάνουν υπόψη
για το χαρακτηρισμό άλλων λαών ως ανόμοιων είναι κατά σειρά η θρησκεία, το χρώμα,
η γλώσσα, τα εξωτερικά χαρακτηριστικά, ο τρόπος ζωής, η οικονομική ανάπτυξη και ο
πολιτισμός. Από την άμεση επικοινωνία που είχαμε με τα παιδιά ενισχύεται η άποψη
ότι η αντίληψη της ομοιότητας ή ανομοιότητας επηρεάζει, χωρίς φυσικά να καθορίζει,
τις θετικές ή αρνητικές στάσεις προς άλλους λαούς. Είναι ευνόητο ότι ο τρόπος
κοινωνικοποίησης παίζει σημαντικό ρόλο τόσο στην αντίληψη της διαφορετικότητας όσο
και στη διαμόρφωση των στάσεων.
Ως προς τις πηγές πληροφοριών για άλλους λαούς, την πρώτη θέση κατέχουν
τα Μ.Μ.Ε Ακολουθεί ο έντυπος τύπος (βιβλία, εφημερίδες) και έπονται οι γονείς. Είναι
προφανές ότι το σχολείο έχει χάσει πια το μονοπώλιο στη διαμόρφωση στερεοτυπικών
αντιλήψεων για άλλες εθνικές ομάδες.
Ως πλέον επιθυμητοί συμμαθητές κρίνονται οι Γάλλοι και οι Κύπριοι με σημαντική
διαφορά Η διαπίστωση αυτή επιβεβαιώνει την εκτίμησή μας πως και άλλοι παράγοντες
(π.χ. γλώσσα κ.α.), εκτός από την ομοιότητα, προσδιορίζουν την εκδήλωση θετικών ή
αρνητικών σχέσεων προς άλλους λαούς.
Οι απαντήσεις των παιδιών στο ερώτημα της επιλογής τριών άλλων επιθυμητών
εθνικοτήτων, κατά σειρά προτίμησης, στον πίνακα 1:
Όπως προκύπτει από τον πίνακα αυτόν η Γερμανική εθνικότητα συγκεντρώνει
τις περισσότερες πρώτες προτιμήσεις. Η εξήγηση για την πρώτη προτίμηση (γερμανική
εθνικότητα) μπορεί να οφείλεται σε ποικίλους λόγους. Ένας από αυτούς είναι και η
εκμάθηση της γερμανικής γλώσσας. Ένας δεύτερος είναι οι ποικίλες σχέσεις που έχει
αναπτύξει η χώρα μας με τη χώρα αυτή. Εδώ και χρόνια πολλοί Έλληνες εργάστηκαν
και εξακολουθούν να εργάζονται στη Γερμανία. Πολλοί εκπαιδευτικοί έχουν εργαστεί
και εξακολουθούν να εργάζονται εκεί. Ένας αριθμός Ελλήνων μαθητών, εκπαιδευτικών
και άλλων ειδικοτήτων κάνουν προπτυχιακές ή μεταπτυχιακές σπουδές σε γερμανικά
- 296 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Ποσοστό
ΕΘΝΙΚΟΤΗΤΕΣ 1η προτίμηση 2η προτίμηση 3η προτίμηση Σύνολο
%
1. Αγγλική 5 5 7 17 65,38
2. Γαλλική 3 9 5 17 65,38
3. Γερμανική 7 3 1 11 42,30
4. Κυπριακή 3 2 4 9 34,61
5. Ιταλική 3 2 3 8 30,76
6. Αμερικανική 2 2 4 15,38
7. Ρωσική 2 2 7,69
8. Αυστραλέζικη 2 2 7,69
9. Μεξικανική 1 1 3,84
10. Ισπανική 1 1 1 3 11,53
11. Αιγυπτιακή 1 1 3,84
- 297 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Ποσοστό
ΕΘΝΙΚΟΤΗΤΕΣ 1η ανεπιθύμητη 2η ανεπιθύμητη 3η ανεπιθύμητη Σύνολο
%
1. Τουρκική 9 4 2 15 57,69
2. Αλβανική 3 5 4 12 46,15
3. Αμερικανική 3 1 1 5 19,23
4. Ιταλική 2 2 7,69
5. Γερμανική 1 2 3 11,53
6. Αιγυπτιακή 1 3 0 4 15,38
7. Βουλγαρική 2 2 7,69
8. Κινέζικη 1 2 3 11,53
9. Ισπανική 1 1 2 7,69
10. Ρωσική 1 2 3 11,53
11. Βουλγαρική 1 1 3,84
12. Αφγανή 1 1 2 7,69
13. Ισραηλινή 1 1 2 7,69
14. Σερβική 1 1 3,84
15. Κουρδιστανική 1 1 3,84
16. Αγγλική 1 1 2 7,69
17. Πακιστανή 1 1 3,84
18. Ινδική 1 1 3,84
19. Ιρακινή 1 1 3,84
20. Ιρανική 1 1 2 7,69
21. Κύπριακή 1 0 0 1 3,84
22. Αφρικανική 1 1 3,84
23. Ιαπωνική 1 1 3,84
- 298 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
12 Φλουρής, Γ. Καλογιαννάκη, Π. (1996), Εθνοκεντρισμός στην εκπαίδευση - Η περίπτωση των βαλκάνιων
λαών και Τούρκων στα ελληνικά σχολικά βιβλία - Αφορμή για προβληματισμό και συζήτηση. Παιδαγωγική
Επιθεώρηση, τεύχος 23. Ατραπός.
13 ���������������
Kapa�����������
Research�� Εφημ. ΤΟ ΒΗΜΑ 11-12-07 και 23-01-08�.
����������
- 299 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
των άλλων λαών βαθμιαία χάνουν την αξιοπιστία τους. Τα μικρά παιδιά εκδηλώνουν
μια περίεργη εκλεκτικότητα και αυτό αποτελεί μια θετική επισήμανση. Τα στερεότυπα
οδηγούν σε διανοητική τυφλότητα που αδυνατεί να διακρίνει διαφοροποιήσεις που
αποτελούν ίσως την πραγματικότητα στο εσωτερικό των εθνικών κοινοτήτων.
Επιβεβαιώνεται, επίσης, σε γενικές γραμμές και η υπόθεση ότι οι αντιλήψεις και οι
στάσεις τους σε σχέση με τη σύγχρονη πολιτισμική πραγματικότητα αντικατοπτρίζουν τους
προσανατολισμούς και τις γενικότερες τάσεις της ελληνικής κοινωνίας. Οι γνωστικές και
συναισθηματικές αντιδράσεις τους προς άλλες εθνικές ομάδες προσδιορίζονται όχι τόσο
με βάση τα εξωτερικά, τα φυσικά χαρακτηριστικά, όσο από κριτήρια πολυπολιτισμικού
χαρακτήρα. Η έμφαση στις ομοιότητες και στις διαφορές ανάμεσα στις διάφορες εθνικές
ομάδες σχετίζεται μάλλον με τη νεωτερική παρά με τη μετανεωτερική κοινωνία που
χαρακτηρίζεται από την πολυπολιτισμική της σύνθεση. Η ιδέα της ομοιότητας και της
τυποποίησης των εθνικών χαρακτηριστικών οικοδομήθηκε κατά τη διάρκεια μιας μακράς
περιόδου που οι ποικίλες μειονοτικές ομάδες δεν είχαν φωνή και που οι μετακινήσεις
πληθυσμών ήταν περιορισμένες. Στη μετανεωτερική εποχή η ιδέα της ομοιομορφίας
χάνει έδαφος παρά το γεγονός ότι φαίνεται ελκυστική. Ωστόσο, θεωρείται υποκριτική
γιατί υπάρχει πλουραλισμός αξιών ακόμη και στο εσωτερικό των κοινωνικών ομάδων.
Έπειτα, έχει γίνει συνείδηση ότι η εμμονή στην ιδέα της ομοιομορφίας είναι ασύμβατη
με την πολυπολιτισμική πραγματικότητα. Μπροστά στην αλλαγή αυτή το σχολείο δεν
μπορεί να ψάχνει και να καλλιεργεί ομοιότητες.
Με την ανάπτυξη της κριτικής σκέψης το σχολείο μπορεί να διαβρώνει
προκαταλήψεις και να υποσκάπτει τα θεμέλια του ανορθολογισμού. Παράλληλα μπορεί
να υποκινεί το ενδιαφέρον των μαθητών και να προσφέρει τα κατάλληλα μέσα για
αναζήτηση πληροφοριών γύρω από ομάδες και λαούς που εκλαμβάνονται ως ανόμοιοι. Η
κατανόηση της ιδιαιτερότητας των λαών, καλλιεργεί την πολυπολιτισμική αντίληψη και
το σεβασμό αξιών οικουμενικού χαρακτήρα. Αυτό δε σημαίνει βέβαια ότι δεν καλλιεργεί
τις αξίες της εθνικής παράδοσης. Οι αξίες αυτές έχουν προτεραιότητα αλλά δεν πρέπει
να διδάσκονται με τρόπο που οδηγεί σε σωβινιστικές και εθνικιστικές εξάρσεις. Πρέπει
να διδάσκονται με τρόπο που διευκολύνει τη συμβίωση σε έναν κόσμο που γίνεται όλο
και πιο πλουραλιστικός και πολυπολιτισμικός. Οι αξίες δεν αντλούν το νόημά τους από
το βαθμό της αντιπαράθεσης και αντίθεσής τους προς τις αξίες των άλλων.
Η παρουσίαση και ο σχολιασμός των διαπιστώσεων που προκύπτουν από τις
αντιδράσεις των παιδιών, επιβεβαιώνουν τις υπόλοιπες υποθέσεις της έρευνας. Ειδικότερα,
οι αντιλήψεις και οι στάσεις τους σε σχέση με τη σύγχρονη κοινωνικοπολιτισμική
πραγματικότητα αντικατοπτρίζουν τους προβληματισμούς και τις γενικότερες τάσεις της
ελληνικής κοινωνίας. Οι στάσεις τους προς τους λαούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι
θετικές. Κατανοούν την έννοια της εθνικότητας και της πατρίδας και έχουν αναπτύξει
συναισθηματικούς δεσμούς με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά της τοπικής κοινωνίας και
τα εθνικά σύμβολα. Έχουν πρόσβαση σε ποικίλες πηγές πληροφοριών που προσφέρει η
κοινωνία του δικτύου.
7. Συμπεράσματα-Προτάσεις
Ένα από τα μηνύματα που εκπέμπει η κοινωνική αλληλεπίδραση στα πλαίσια της
σχολικής αίθουσας είναι οι διακρίσεις των μαθητών με βάση το επίπεδο των επιδόσεών
- 300 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
τους, την κοινωνική τους προέλευση και το φύλο. Οι διακρίσεις έχουν ως βάση την
αντίληψη της πολιτισμικής ομοιότητας και την επιλεκτική διαδικασία του σχολείου.
Η πολυπολιτισμικότητα όμως έχει ανατρέψει ήδη την αντίληψη της ομοιομορφίας και
στη θέση της βρίσκεται η αρχή της ισότητας των διαφορών. Σύμφωνα με την αρχή
αυτή, η διαδικασία της μάθησης διαφοροποιείται, ώστε τα παιδιά να συνειδητοποιούν
τις δυνατότητες και ικανότητες που αναπτύσσουν. Η μάθηση αποτελεί ευθύνη του
κάθε παιδιού για να αναπτύσσει τις δυνατότητές του κι αυτό προπαρασκευάζει για την
αντίληψη αργότερα της ευθύνης για τη ζωή του.
Με βάση τις διαπιστώσεις αυτές σε συνδυασμό με τα χαρακτηριστικά της
μετανεωτερικής πραγματικότητας που έχουμε περιγράψει, επισημαίνουμε την ανάγκη για
αλλαγή του πολιτισμού του σχολείου, αλλά και των αντιλήψεων και στάσεων της ίδιας
κοινωνίας προς τα παιδιά. Είναι προφανές ότι ο τρόπος αλληλεπίδρασης που συμβαίνει στα
πλαίσια του σχολείου συνδέεται με το όραμα για τη μορφή της κοινωνίας που επιθυμούμε
να προκύψει στο μέλλον. Υπάρχουν μορφές αλληλεπίδρασης που δεν είναι συμβατές με
τις ανάγκες και τις προσδοκίες των παιδιών. Ένα τέτοιο κλίμα δεν προσφέρεται ασφαλώς
για την ανάπτυξη της κριτικής σκέψης, για ανάληψη πρωτοβουλιών και σεβασμό της
λογικής ή εμπειρικής βάσης των επιχειρημάτων.
Μερικές από τις επιθυμητές κατευθύνσεις αλλαγής του πολιτισμού του σχολείου
είναι οι παρακάτω:
- Η αναγνώριση και η προσπάθεια για ισότητα των διαφορών. Το αίτημα αυτό
ανταποκρίνεται τόσο στη σύγχρονη αντίληψη για την πολυδιάστατη φύση της
ευφυίας (����������������������������������������������������������������������
Gardner���������������������������������������������������������������
), όσο και στην πολυπολιτισμική φύση της κοινωνίας. Η επιδίωξη
της ομοιομορφίας έχει μάλλον καταστρεπτικές συνέπειες. Εκείνο που χρειάζεται
είναι η διαφοροποίηση των προσεγγίσεων διδασκαλίας και μάθησης και του τρόπου
αξιολόγησης της σχολικής επίδοσης.
- Άνοιγμα του σχολείου στην τοπική κοινωνία, στους γονείς των παιδιών καθώς και
στην ευρύτερη κοινωνία.
- Κυρίαρχη έμφαση στην εξοικείωση με τα ανθρώπινα δικαιώματα και τα δικαιώματα
του παιδιού και εφαρμογή των παιδαγωγικών αρχών που απορρέουν από το πνεύμα
που τα διέπει. Έχουμε τη γνώμη ότι η αντίληψη της Σύμβασης των δικαιωμάτων
του παιδιού θα οδηγήσει στην αλλαγή της εσωτερικής οργάνωσης και του ήθους του
σχολείου και έτσι θα μειωθούν οι εστίες δυσαρέσκειας των παιδιών.
- Η ανάπτυξη των χαρακτηριστικών που θα αναδείξουν το μαθητή σε παιδί της πατρίδας
του και πολίτη της οικουμένης.
Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσση
- 301 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
των βαλκάνιων λαών και Τούρκων στα ελληνικά σχολικά βιβλία - Αφορμή
για προβληματισμό και συζήτηση. Παιδαγωγική Επιθεώρηση, τεύχος 23.
Ατραπός.
Φραγκουδάκη, Α. και Δραγώνα, Θ.,1997, «Τι είν’ η πατρίδα μας» - Εθνοκεντρισμός στην
εκπαίδευση. Αλεξάνδρεια.
Ξενόγλωσση
Cherryholmes,�����������
C.��������
����������
,�������
1998��,� Power and criticism. Teachers College Press�.
Fukugiama��, �����������
F����������
., 1989, The end of History στο �������������
��������� Interest. PG Summer��.�
National� ����������
Fukugiama��, �����������
F����������
.,��������
1992���,�� The end of History and the Last man.� Penguin�.
Giddens��, A����������
�����������
., 2001, Ο κόσμος των ραγδαίων αλλαγών, μτφ. Γεώρμας, Κ.Δ. Μεταίχμιο.
McGuigan ,��������
���������
1999���,�� Modernity and Postmodern Culture. O.U.
Osler������������������������������
, Α.��������������������������
και
�������������������������
Starkey��������������
���������������������
,Η.,����������
2005����,��� Changing Citizenship ������������������������������
-�����������������������������
Dempcracy and inclusion in
education. O��� .��
U�.
- 302 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Παπάζογλου Ασημίνα
Περίληψη
Summary
1. Εισαγωγή
Ο εκπαιδευτικός, όσο έμπειρος και επαρκής επιστημονικά και αν είναι, αισθάνεται
συχνά αβοήθητος μπροστά στις ιδιαίτερες καταστάσεις, που δημιουργούνται μέσα στο
πολυπολιτισμικό σχολικό περιβάλλον, το οποίο είναι συνήθως ανομοιογενές, με μαθητές
διαφορετικών ικανοτήτων, αναγκών και ενδιαφερόντων, προερχόμενους από διαφορετικά
πολιτισμικά, εθνικά και κοινωνικά περιβάλλοντα. Στο πλαίσιο αυτό, το Κέντρο Ανάπτυξης
Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΚΑΝΕΠ) της Γ.Σ.Ε.Ε πρόκειται να υλοποιήσει πρόγραμμα
ενδοσχολικής επιμόρφωσης για την ενημέρωση και κατάρτιση των εκπαιδευτικών σε
θέματα διαχείρισης της εθνοπολιτισμικής ετερότητας μέσα στο σχολικό περιβάλλον.
Στόχος της παρούσας εργασίας είναι να περιγραφούν τα σημαντικά στοιχεία
- 303 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
και οι διδακτικές ενότητες του προγράμματος. Στη συνέχεια, να αναλυθεί μία διδακτική
ενότητα και να διατυπωθούν δύο κριτικά ερωτήματα που θα αξιοποιηθούν κατά τη
διδασκαλία της, μέσα από την τέχνη. Να αιτιολογηθεί η επιλογή ενός έργου τέχνης
μέσω του οποίου θα ενθαρρύνουμε την κριτική σκέψη των εκπαιδευομένων και να
αναδειχθούν τα πιθανά εμπόδια που θα αντιμετωπίσει ο εκπαιδευτής στην εφαρμογή
αυτής της μεθόδου.
- 304 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
- 305 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Europa (2011), Βασικές ικανότητες για τη δια βίου μάθηση. Διαθέσιμο στο σύνδεσμο: http://europa.eu/
legislation_summaries/education_training_youth/lifelong_learning/c11090_el.htm. Ανασύρθηκε: 8/2/2014.
Καλογρίδη, Σ. (2014), Η σημασία της χρήσης της μεθόδου της τέχνης στην εκπαίδευση ενηλίκων. Σημειώσεις
για τη θεματική ενότητα: Εισαγωγή στην εκπαίδευση ενηλίκων. ΕΑΠ, σ.σ.2-10.
Κόκκος, Α. (2014), Η χρήση της τέχνης στην εκπαίδευση ενηλίκων. Κείμενο για τη θεματική ενότητα: Εισαγωγή
στην εκπαίδευση ενηλίκων. Moodle-EAΠ,σ.σ.1-5.
Perkins, D. (1994), The intelligent eye: Learning to think by looking at art. USA : Getty Publications, σ.5.
- 306 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
ARTiT, (a), H Μεθοδολογία και η Αξιολόγηση του ARTi��� .. Διαθέσιμο στο σύνδεσμο: http://artit.eu/files/
t��
ARTiT_FINAL_CONFERENCE_ALEXIS_KOKKOS.pdf. Ανασύρθηκε: 9/2/2014, σ.5.
ARTiT, (c), Ανάπτυξη Καινοτόμων Μεθόδων Εκπαίδευσης Εκπαιδευτών.6ο Eνημερωτικό Δελτίο. Τελική
συνδιάσκεψη ΑRTiT. Διαθέσιμο στο σύνδεσμο: http://artit.eu/gr/6th%20newsletter%20GR.pdf. Ανασύρθηκε:
11/2/2014,σ.3.
- 307 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
- 308 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
7. Συμπεράσματα - Προτάσεις
10 ARTiT,(d),Ανάπτυξη Καινοτόμων Μεθόδων για την Εκπαίδευση των Εκπαιδευτών. Διαθέσιμο στο
σύνδεσμο :http://artit.eu/RECOMMENDATIONS_FOR_THE_USE_OF_ARTiT_METHODOLOGY_GR.pdf.
Ανασύρθηκε:14/2/2014,σ.9.
11 Rogers, A. (1999), H Εκπαίδευση ενηλίκων. Αθήνα: Μεταίχμιο,σ.σ. 276-280.
12 Κόκκος, Α. (2008), Οι εκπαιδευτικές τεχνικές. Στο Κόκκος, Α., Γκιάστας, Ι., Γιαννακοπούλου, Ε. Εισαγωγή
στην εκπαίδευση ενηλίκων. Εκπαιδευτικές μέθοδοι – ομάδα εκπαιδευομένων . Πάτρα: ΕΑΠ, σ.σ.61-62.
13 ARTiT, (b), Transformative Learning through Aesthetic Experience: Towards a Comprehensive Method.
Paper presented at the 8th International Transformative Learning Conference. Available online: http://artit.
- 309 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
των συμμετεχόντων. Όταν μεθοδεύει την μαθησιακή διεργασία, αφήνοντας χώρο για
πρωτοβουλία των εκπαιδευόμενων. Όταν συμβάλλει στη διαμόρφωση ενός κλίματος
ελεύθερης έκφρασης, επικοινωνίας, αλληλεπίδρασης και συνεργασίας. Κυρίως, όταν
θυμάται ότι κάθε εκπαιδευόμενος είναι μοναδικός και μαθαίνει με το δικό του τρόπο
και το δικό του ρυθμό 14.
Είναι σημαντικό να διαμορφωθούν στρατηγικές, οι οποίες να αποβλέπουν στην
εδραίωση της μεθοδολογίας της διδασκαλίας μέσα από έργα τέχνης, στην εκπαίδευση
ενηλίκων. Αυτό μπορεί να γίνεται με: α) τη διοργάνωση συνδιασκέψεων και σεμιναρίων
εκπαίδευσης εκπαιδευτών, γ) την ενεργοποίηση ιστοσελίδων, δ) τη δικτύωση μεταξύ
εκπαιδευτικών οργανισμών, πολιτιστικών και κοινωνικών φορέων, ε) τη δημιουργία
εκτεταμένων αρχείων που να περιέχουν, ανά διδακτικό αντικείμενο, κριτικές ερωτήσεις
επάνω σε διάφορα θέματα, στ) την ενθάρρυνση των εκπαιδευτών ώστε να αυτομορφώνονται
σε σχέση με τη χρήση της μεθόδου και ζ) τη διάδοση καλών πρακτικών.
Βιβλιογραφία
Eλληνόγλωσση
Καλογρίδη, Σ. (2014). Η σημασία της χρήσης της μεθόδου της τέχνης στην εκπαίδευση
ενηλίκων. Σημειώσεις για τη θεματική ενότητα: Εισαγωγή στην εκπαίδευση
ενηλίκων. ΕΑΠ.
Κόκκος, Α. (2008). Οι εκπαιδευτικές τεχνικές. Στο Κόκκος, Α., Γκιάστας, Ι.,
Γιαννακοπούλου, Ε. Εισαγωγή στην εκπαίδευση ενηλίκων. Εκπαιδευτικές�
εκπαιδευομένων� (����������������������
μέθοδοι������������������������
– ���������������������
ομάδα����������������
��������������� �������������������
. 17-89). �����������
Πάτρα������
: ΕΑΠ�
����.
Κόκκος, Α. (2014). Η χρήση της τέχνης στην εκπαίδευση ενηλίκων. Κείμενο για τη θεματική
ενότητα: Εισαγωγή στην εκπαίδευση ενηλίκων. Moodle�����
-����
EA��
Π.
Νικολάου, Γ. (2012). Πρόγραμμα ενδοσχολικής επιμόρφωσης εκπαιδευτικών.
Πολυπολιτισμικό μαθητικό δυναμικό & διαπολιτισμική εκπαίδευση. Αθήνα:
�������
ΚΑΝΕΠ ΓΣΕΕ.
Rogers��, A����������
�����������
. (1999). H����������������������
Εκπαίδευση ενηλίκων. Αθήνα: Μεταίχμιο.
Ξενόγλωσση
Perkins�������������
, D����������
�����������
. (1994). The intelligent eye: Learning to think by looking at art. USA : Getty
Publications.
Ιστοσελίδες
ARTiT���������
, (�����
a����
). H���������������������������������� ARTiT . Διαθέσιμο στο σύνδεσμο:
Μεθοδολογία και η Αξιολόγηση του �����
http://artit.eu/files/ARTiT_FINAL_CONFERENCE_ALEXIS_KOKKOS.pdf.
ARTiT, (b). Transformative Learning through Aesthetic Experience: Towards a
Comprehensive Method. Paper presented at the 8th International Trans-
- 310 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
- 311 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
1. Εισαγωγή
� Ahdell,
������������
R., Andresen,
���������������������������������������������������������������������������������������������
G., (2001), Games and simulations in workplace e-Learning, Norwegian University of
Science and Technology Department of Industrial Economics and Technology Management.
- 312 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
���������
Caskey,
�������� J.L.����������
��������������
,���������
(�������
��������
1968���
),� ��������������������������
Lerna in the Early Bronze �����
Age, AJA 72, �����������
��������������
.������������
���������
. 313–316.�
��������� ���������
Wiencke, ��������������
M.H.����������
,���������
(�������
��������
2000���
),� Lerna. A
Preclassical site in the Argolid IV. The architecture, stratification, and pottery of Lerna III, Princeton.
- 313 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
ιστορικό θέμα που πραγματεύεται η πιλοτική εφαρμογή και σχετική συζήτηση και η
δεύτερη φάση στο εργαστήριο όπου οι μαθητές κλήθηκαν να αλληλεπιδράσουν με την
πιλοτική εφαρμογή. Μετά το πέρας της αλληλεπίδρασης με το περιβάλλον, διανεμήθηκε
ερωτηματολόγιο το οποίο περιείχε ερωτήσεις (κλειστές και ανοιχτές) μέσω των οποίων
επιχειρήθηκε να διερευνηθεί κατά πόσο οι προδιαγραφές που τέθηκαν μέσα από την
παράθεση των δομικών στοιχείων του θεωρητικού πλαισίου, προκάλεσαν τα αναμενόμενα
αποτελέσματα (υποκίνηση, μαθησιακή ενίσχυση) στους εκπαιδευόμενους.
�����������������������������������������������������������������
Μπαρμπάτσης�����������������������������������������������������
����������������������������������������������������������������
���������������������������������������������������
����������������������������������������������������
., Οικονόμου���������������������������������������
������������������������������������������������
��������������������������������������
�������������������������������������
., Παπαμαγκανά�����������������������
����������������������������������
���������������������
����������������������
., Ζώζας�������������
������������������
�����������
������������
. (2010����
��
), Αξιολόγηση ενός εκπαιδευτικού
τρισδιάστατου εικονικού περιβάλλοντος��������������������������������������������
���������������������������������������������������������
με�����������������������������������������
�������������������������������������������
χαρακτηριστικά��������������������������
����������������������������������������
ηλεκτρονικού�������������
�������������������������
παιχνιδιού��
������������. 7ο Πανελλήνιο Συνέδριο
ΕΤΠΕ Κόρινθος Σεπτέμβριος 2010, σ.σ. 79-86.
- 314 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
οποία τίθεται από τη διδακτέα ύλη εκτός της σημαντικής πολιτιστικής πορείας της
Ελλάδας. Τέλος, οι μαθητές εξοικειώνονται με την επιστημονική ορολογία (ερώτηση
3), ενώ ταυτόχρονα συνδέουν την περίοδο με τον υλικό της πολιτισμό κατανοώντας
ότι αυτός προκύπτει από τις συνθήκες και τις ανάγκες κάθε εποχής. Συνεπώς, από τα
παραπάνω προκύπτει ότι η επίτευξη των μαθησιακών στόχων ήταν άκρως ικανοποιητική,
καθώς εξάλλου ο μέσος όρος σωστών απαντήσεων από 7,57 στον προ-έλεγχο αυξάνεται
σε 13,43 στο μετα-έλεγχο. Η επιτυχία της εφαρμογής στον τομέα αυτό αποδεικνύεται
και από τις θετικές απαντήσεις των μαθητών του δείγματος το οποίο θεωρεί ότι η
πιλοτική εφαρμογή συνέβαλε αρκετά έως πάρα πολύ στην κατανόηση του εκπαιδευτικού
περιεχομένου και ειδικότερα στην κατανόηση της προϊστορικής περιόδου στην Ελλάδα.
Ιδιαίτερα θετικό στοιχείο αποτελεί η συνολική σχεδόν επιτυχία των μαθητών σε κάποιες
ερωτήσεις ελέγχου των μαθησιακών αποτελεσμάτων της εφαρμογής, ανεξάρτητα από την
καταγωγή, τις μαθησιακές τους ικανότητες ή άλλες παραμέτρους. Φαίνεται λοιπόν ότι η
εφαρμογή απευθύνεται με επιτυχία στο σύνολο του μαθητικού πληθυσμού και οδηγεί
στην άρση των όποιων δυσκολιών προκύπτουν συνήθως από τις διαφοροποιήσεις του.
Η σημασία της επίτευξης των μαθησιακών στόχων ενισχύεται από το γεγονός
ότι η Πρώιμη Εποχή του Χαλκού στην Ηπειρωτική Ελλάδα είναι, όπως προαναφέραμε,
εξοβελισμένη από το αναλυτικό πρόγραμμα του μαθήματος της ιστορίας, παρ’ ότι είναι μια
σημαντικότατη περίοδος η οποία αποτελεί έναν ιδιαίτερο κρίκο στην ιστορική εξέλιξη του
ελλαδικού χώρου και συντελεί στην κατανόηση των υπόλοιπων πολιτισμών της Εποχής
του Χαλκού, δηλαδή του Μινωικού και του Μυκηναϊκού. Εξάλλου η ιδιαιτερότητα της
περιόδου αποτελεί και βασικό κριτήριο επιλογής του θέματος της πιλοτικής εφαρμογής.
Παρά την επιτυχία στο μαθησιακό επίπεδο μας δημιουργούνται και εκεί
προβληματισμοί οι οποίοι σχετίζονται κυρίως με την ανάγκη για αναθεώρηση των δικών
μας στόχων σχετικά με την εφαρμογή, οι οποίοι θα μπορούσαν να είναι υψηλότεροι. Το
εκπαιδευτικό σενάριο ήταν σχετικά απλό και στις δοκιμασίες περιλάμβανε την απάντηση
σε ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής. Σε μια δεύτερη φάση μπορούν να επιτευχθούν
σαφώς ουσιαστικότεροι μαθησιακοί στόχοι, οι οποίοι θα αποσκοπούν στην απόκτηση
μιας πιο ολοκληρωμένης εικόνας για την περίοδο που μας αφορά. Επίσης, διαπιστώσαμε
αδυναμίες στο επίπεδο της βιωματικότητας, καθώς ο μαθητής- παίκτης βίωνε το τοπίο,
αλλά όχι και ένα ρόλο πιο ουσιαστικό στην κοινωνία της προϊστορικής εποχής στην
οποία αναφερόμαστε.
���������
Rutter,
�������� J.B.
�������������
��������
(�������
2001���
),� ������������������������
‘The Prepalatial Bronze ����������������������������������������������������
Age of the southern and central Greek���������������
mainland’,
��������������
in T.
����������
Cullen
(ed.), Aegean prehistory: a review (AJA, Suppl., 1), Boston, σ.σ.��������������������������������
���������������������������
95–147 (first published in AJA 97, 1993, σ.σ.
�����
745–797��.
- 315 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
� McGuire,
������������R. H.�����
& Walker,
�������� M.�����������������������������������
(1999). ������������������������
Class Confrontations in �������������
Archaeology. Historical Archaeology, 33(1),
�����������
.������������
���������
. ���������
159-183.
�����������������������
����������������������
Bourdieu, P.����������
,���������
��������
(�������
1977���),� Outline of a theory of practice. Cambridge and New York : Cambridge University
Press. �������������������������
Bourdieu�����������������
, P��������������
���������������
. & Passeron��
����������, ��������������
J�������������
. �����������
C����������
. ��������
(�������
1977���
),� Reproduction������������������
�����������������
in���������������
��������������
Education����� ���� �������
and� Society.
Meskell��
���������, ��������������������������������������������
L�������������������������������������������
., (2006), Η αρχαιολογία έχει σημασία. Στο ��������� Meskell��, ����
L���., Η αρχαιολογία στο στόχαστρο- Εθνικισμός,
πολιτική και πολιτιστική κληρονομιά στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή, Αθήνα: Κριτική, σ.σ. 21-36.
����������������������
���������������������
Bourdieu, P., Darbel ���������������������������
A. & Schnapper D.����������
,���������
(1991)��,� The love of art: European art museums�����������������
����������������
and�������������
������������
their�������
������
public.
Cambridge����������������
: Polity��������
��������������
Press��.
�������
Παπαμαγκανά Ι., (2012), «Η Διαπολιτισμική προσέγγιση του υλικού πολιτισμού στην εκπαίδευση: Η περίπτωση
των Διαπολιτισμικών Γυμνασίων και Λυκείων της Αττικής». Αδημοσίευτη διδακτορική διατριβή, ΑΠΘ, Θεσ/κη.
Emmot, K. (1989), A child’s perspective of the past: influences of home, media and school. In Layton, R. (eds)
Who Needs the Past? Indigenous Values and Archaeology, London: �������������������������������
Routledge��������������
, ������������
���������
.����������
�������
. 21-44.
10 10�����������������������
Κασβίκης, Κ.����������
,���������
(2004)��,� Αρχαιολογικές αφηγήσεις και εκπαίδευση. Αδημοσίευτη διδακτορική διατριβή.
Θεσσαλονίκη: ΑΠΘ, Hamilakis, Y.���������������������������
,��������������������������
(2003), “Learn history!” Antiquity,
���������������������������������������������������
national narrative and history in Greek
educational textbooks. In K. S. Brown & Y. Hamilakis (Εd.) The usable past: Greek metahistories, Oxford: ��������
Lexington Books, σ.σ��������� . 39-67��.
11 11� Henderson,
�����������J., (2013),
������������
Linking
����������������������������������������
Critical Pedagogy and Education Technology, ����������������������������
in EdTechnology Ideas,
�������������
issue
1. http://edtechnologyideas.com/issue1-article2-linking-critical-pedagogy-education-technology-written-by-
- 316 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
- 317 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
5. Νέες προοπτικές
Για να προχωρήσουμε στη βελτίωση της εφαρμογής μας θα πρέπει να διευκρινίσουμε και
να συγκεκριμενοποιήσουμε τους στόχους μας.
1. Η ενεργός εμπλοκή του συνόλου των μαθητών.
2. Η ανάπτυξη της κριτικής ιστορικής σκέψης.
3. Η βελτίωση των ικανοτήτων των μαθητών που σχετίζονται με τις τεχνολογίες της
πληροφορικής και της επικοινωνίας.
4. Η μάθηση με ευχάριστο τρόπο.
- 318 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
έχει και φραγμούς ταξικούς ή κοινωνικούς καθώς η κοινωνία στην οποία αναφερόμαστε
μπορεί να προσεγγιστεί από μαθητές κάθε κοινωνικής προέλευσης.
Ο σημαντικότερος από τους στόχους μας είναι η ανάπτυξη κριτικής ιστορικής
σκέψης, η οποία συντελεί στην ουσιαστική χειραφέτηση της σκέψης των μαθητών στην
οποία αναφερθήκαμε στο θεωρητικό τμήμα. Η επιλογή του θέματος συμβάλλει όπως
προαναφέραμε σε αυτό, εξαιτίας της ιδιαιτερότητας της περιόδου. Οι δύο βασικές
μέθοδοι μέσα από τις οποίες θα επιχειρήσουμε να επιτύχουμε το δεύτερο βασικό μας
στόχο είναι η ανάπτυξη ενός πιο πολύπλοκου και βιωματικού σεναρίου και η σύνδεση
της αφαρμογής μας με μια ανασκαφική διαδικασία. Ας διευκρινίσουμε.
Το αρχικό μας σενάριο ήταν, όπως προαναφέραμε, σχετικά απλό και υστερούσε
στη βιωματικότητα, καθώς ο μαθητής- παίκτης μπορούσε να περιηγηθεί στο χώρο, δεν
αποτελούσε όμως ένα ενεργό υποκείμενο της εποχής στην οποία αναφερόμαστε. Ο
σχεδιασμός ενός διαφορετικού σεναρίου στο οποίο ο μαθητής θα παίρνει την ταυτότητα
ενός μέλους της τοπικής κοινωνίας της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού και θα προχωρεί
σε δραστηριότητες σχετικές με τη λειτουργία του κτιρίου μπορεί τόσο να αναδείξει
με εύληπτο τρόπο τις διαδικασίες και τις δομές της περιόδου, όσο και να κινήσει το
ενδιαφέρον των μαθητών οι οποίοι θα εμπλέκονται έτσι ουσιαστικότερα και εντονότερα με
το ηλεκτρονικό παιχνίδι. Η προοπτική αυτή μας δίνει τη δυνατότητα να συνδέσουμε τους
χώρους του κτιρίου της Οικίας των Κεράμων με τις δραστηριότητες οι οποίες λάμβαναν
κατά πάσα πιθανότητα χώρα εκεί, καθώς ο μαθητής- παίκτης θα έχει τη δυνατότητα να τις
αναπαραστήσει σε συνθήκες κατά το δυνατόν ρεαλιστικές και να αλληλεπιδράσει με άλλα
μέλη της κοινωνίας της εποχής. Επίσης, θα μπορούσε να αναδειχθεί η πολυπλοκότητα
της περιόδου ώστε να γίνει εμφανής η σύνδεσή της με τις επόμενες έντονα ιεραρχικές
κοινωνίες της Εποχής του Χαλκού στο Αιγαίο. Ακόμη, ο μαθητής θα κατανοεί πως ο υλικός
πολιτισμός του παρελθόντος δημιουργείται στο πλαίσιο μιας συγκεκριμένης κοινωνίας
με ιδιαίτερες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες και γίνεται αντικείμενο διαρκούς
διαπραγμάτευσης από τους ίδιους τους ανθρώπους της εποχής οι οποίοι λειτουργούν ως
δρώντα υποκείμενα. Σημαντικότατος μπορεί να είναι και ο ορισμός επάθλου, το οποίο θα
κερδίζεται με επιτυχείς δοκιμασίες σχετιζόμενες πάντοτε με την ταυτότητα του μαθητή-
παίκτη και τη λειτουργία της Οικίας των Κεράμων και των επιμέρους χώρων της.
Για την καλύτερη ανάπτυξη της κριτικής σκέψης θα πρέπει οι μαθητές να
μπορέσουν να κατανοήσουν και τον τρόπο με τον οποίο προκύπτουν τα δεδομένα στα
οποία στηρίζεται η εφαρμογή μας, δηλαδή την ανασκαφική διαδικασία. Τα ηλεκτρονικά
παιχνίδα έχουν αξιοποιηθεί και στο παρελθόν για την ανάδειξη αυτής της εκπαιδευτικής
προοπτικής19. Η συνδρομή τους στην κατανόηση μιας τόσο μακρινής και ανοίκειας
στα παιδιά εποχής μπορεί να είναι καθοριστική, όπως και στη δημιουργία μιας πρώτης
επαφής των μαθητών με την επιστημονική γνώση.
Η βελτίωση των ικανοτήτων των μαθητών σε ζητήματα τεχνολογίας σχετίζεται
κατ’ αρχάς με τη βελτίωση της εφαρμογής μας σε τεχνικό επίπεδο. Έτσι, λαμβάνοντας
υπ’ όψιν τα παραπάνω δεδομένα, θεωρήσαμε αναγκαία τη βελτίωση του τρισδιάστατου
περιβάλλοντος της πιλοτικής εφαρμογής. Συγκεκριμένα, αποφασίσαμε να βελτιώσουμε
τα χαρακτηριστικά του ηλεκτρονικού παιχνιδιού τα οποία, σύμφωνα με την έρευνα, είναι
δυνατόν να προκαλέσουν ακόμη μεγαλύτερη εσωτερική υποκίνηση και συγκεκριμένα το
19 Meyers,
��������������������
K., (2011), Meaningful
�������������������
Play in Archaeology
������������ http://www.playthepast.org/?p=1657 (προσπελάστηκε
στις 23/07/2014), ��������������������
�������������������
������������������
το����������������
���������������
παιχνίδι�������
Roman ����������������
Town από��������
�����������
�������
το�����
Dig It!
�����������
Games.
- 319 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
ρεαλισμό (γραφικά, ήχος, φωτισμός, σπέσιαλ εφέ, υλικά, περιβάλλον, physics και AI)
καθώς και την αλληλεπίδραση του εκπαιδευόμενου με το εικονικό περιβάλλον.
Αφετηρία για τις μελλοντικές τεχνικές βελτιώσεις της πιλοτικής εφαρμογής,
αποτελούν τα σύγχρονα ηλεκτρονικά παιχνίδια, τα οποία γοητεύουν και καθηλώνουν
παιδιά οποιασδήποτε ηλικίας ανά τον κόσμο20 21. Η βιομηχανία ανάπτυξης ηλεκτρονικών
παιχνιδιών τα τελευταία χρόνια γνωρίζει μεγάλη εξέλιξη. Έχει καταφέρει να αναπτύξει
ψυχαγωγικές εφαρμογές οι οποίες αξιοποιούν στο μέγιστο βαθμό τις τεχνολογικές εξελίξεις
στον τομέα του υλικού (hardware) των ηλεκτρονικών υπολογιστών (και όχι μόνο),
προσφέροντας στο χρήστη αυξημένης αλληλεπίδρασης και ρεαλισμού περιβάλλοντα.
Η πλειονότητα των εταιριών ανάπτυξης ηλεκτρονικών παιχνιδιών χρησιμοποιεί
συστήματα λογισμικού που ονομάζονται μηχανές παιχνιδιών (game engines). Πρόκειται
για ένα σύνολο λογισμικών τα οποία παρέχουν τεχνολογίες οι οποίες παράγουν υψηλής
ποιότητας αποτελέσματα. Μια συμβατική μηχανή παιχνιδιών περιλαμβάνει μια μηχανή
φωτοαπόδοσης (rendering) για δισδιάστατα ή τρισδιάστατα γραφικά, μια μηχανή φυσικής
(physics engine) ή εντοπισμού συγκρούσεων (collision detection, καθώς και collision
response), μηχανή αναπαραγωγής υψηλής ποιότητας ήχου, τμήμα συγγραφής κώδικα
προγραμματισμού (scripting), τμήμα σχεδιοκίνησης (animation), δυνατότητες τεχνητής
νοημοσύνης (artificial intelligence), δυνατότητα δικτύωσης (networking), streaming,
διαχείριση μνήμης, νήματα (threading), υποστήριξη τοπικοποίησης, και ένα γράφο
σκηνής (scene graph) 22. Πέρα από το υψηλής ποιότητας παραγόμενο αποτέλεσμα,
καταλήξαμε στη συγκεκριμένη λύση μιας και μια μηχανή παιχνιδιών απλοποιεί τη
διαδικασία ανάπτυξης ενός παιχνιδιού (μέσω της δυνατότητας επαναχρησιμοποίησης
τμημάτων λογισμικού), διασφαλίζει τη συμβατότητα του παραγόμενου αποτελέσματος
μεταξύ διαφορετικών πλατφορμών όπως οι κοσνόλες ηλεκτρονικών παιχνιδιών ή
τα διαφορετικά λειτουργικά συστήματα. Επίσης προσφέρει στον ίδιο το χρήστη ένα
εξατομικεύσιμο περιβάλλον που μπορεί να προσαρμοστεί στις ανάγκες του και, σε μεγάλο
βαθμό, στις συσκευές του, δεδομένου ότι τα περισσότερα από τα τρισδιάστατα παιχνίδια
υποστηρίζουν μια ποικιλία από περιφερειακές μονάδες, γραφικές κάρτες και αναλύσεις
οθόνης. Αυτά τα παιχνίδια προσφέρουν ένα γερό, καλά-δοκιμασμένο περιβάλλον που
εφαρμόζει μια αποδοτική μηχανή γραφικής αναπαράστασης.
Η έμφαση στον τέταρτο στόχο θα δοθεί με τη βελτίωση του σεναρίου το οποίο
θα αποκτήσει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τους μαθητές αφού θα τους βοηθά να βιώσουν μια
εικονική, αλλά άκρως ενδιαφέρουσα εμπειρία, λαμβάνοντας την ταυτότητα ενός ατόμου
της 3ης χιλιετίας π.Χ. και παίρνοντας εικονικά μέρος στην ανασκαφική διαδικασία η
οποία έφερε στο φως τα σημαντικά αυτά ευρήματα.
6. Συμπεράσματα
Η σύνδεση των νέων τεχνολογιών και της εκπαίδευσης ανοίγει νέα και ενδιαφέροντα
20 20� Amory,
�������
A., ��������������������������
Naicker, K., Vincent, J., &������
Adams,
�������������������
C., (1999), The��������������������������������������������
use of computer games as an educational
tool: Identification of appropriate game types and game elements. British Journal of Educational Technology,
30(4), 311-321.�
21 21�������������
Kirriemuir, J., �����������������������������������������������������������������������������
(2002), Video gaming, education and digital learning technologies. D�����
-����
Lib� ����������������
Magazine��������
����������������
, 8(2).
22 Κυριακίδου Ε., (2007), Ανάπτυξη τρισδιάστατου διαδραστικού παιχνιδιού περιήγησης. Πτυχιακή εργασία,
Τμήμα Μηχανικών Υπολογιστών Τ.Ε.Ι. Κρήτης.
- 320 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
μονοπάτια, δίνοντάς μας την ευκαιρία να προσεγγίσουμε και περιοχές της γνώσης
απροσπέλαστες ως τώρα για το ευρύ κοινό, όπως είναι κάποιες συγκεκριμένες ιστορικές
περίοδοι, ή και «κλειστά» επιστημονικά πεδία όπως η αρχαιολογία. Η σύνδεση αυτή θα
φέρει αποτελέσματα ανάλογα με τους στόχους και την προσέγγισή μας. Στη δεύτερη φάση
της ανάπτυξης της εφαρμογής �������������������������������������������������
VRLerna������������������������������������������
αποσκοπούμε στη βελτίωση του αρχικού μας
σχεδιασμού, με νέο πιο ολοκληρωμένο αυτή τη φορά σκεπτικό και βελτιωμένο λογισμικό.
Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσση
Ξενόγλωσση
Caskey, J.L.����������
,���������
��������
(�������
1968���
),� ��������������������������
Lerna in the Early Bronze �����Age, AJA 72, �����������
.������������
���������
. ���������
313–316.�
Emmot, K., (1989), A child’s perspective of the past: influences of home, media and
school. In Layton, R. (eds) Who Needs the Past? Indigenous Values and Ar-
chaeology, ��������������������������������
London: Routledge���������������
, �������������
����������
.�����������
��������
. 21-44���.
Freire, P., (2000), Pedagogy of the Oppressed. New York: Continuum.
Hamilakis, Y.���������������������������
,��������������������������
(2003)�������������������
,������������������
“Learn history!” Antiquity,
���������������������������������������������������
national narrative and history in Greek
educational textbooks. In K. S. Brown & Y. Hamilakis (eds.) The usable past:
Greek metahistories, Oxford: Lexington Books, ��������� ������������
.����������
�������
. 39-67.
Hooper- Greenhill, E., (1994), Education, communication and interpretation: towards a
critical pedagogy in museums. In Hooper- Greenhill E. (Ed.), The Educational
Role of the Museum, London and New York: Routledge, ������� ����������
.��������
�����
. 3-27.
Kirriemuir, J., (2002), Video gaming, education and digital learning technologies. D-Lib
Magazine, 8(2).
McGuire, R. H. & Walker, M., (1999), Class ������������������������
Confrontations in Archaeology.
������������� Historical
Archaeology, 33(1), �����������
.������������
���������
. ���������
159-183.
Rutter, J.B.����������
,���������
��������
(�������
2001���
),� ������������������������
‘The Prepalatial Bronze �������������������������������������������
Age of the southern and central Greek������ �����
main-
land’, in T. Cullen (ed.), Aegean prehistory: a review (AJA, Suppl., 1), Boston,
�����������������������������
.������������������������������
���������������������������
. ���������������������������
95–147 (first published in AJA 97, 1993, σ������������
.�����������
��������
. ��������
745–797.
Shaffer, D. W., Squire, K. R., Halverson, R., and Gee J. P., (2005), Video Games and the
Future of Learning, Phi Delta Kappan 87 no2 October 2005, ����������� ��������������
.������������
���������
. 104-111.
Wiencke, M.H.����������
,���������
(2000)��,� Lerna. A Preclassical site in the Argolid IV. The architecture,
stratification, and pottery of Lerna III, Princeton.
Ιστοσελίδες
Garcνa-Raso, D., (2011), Watching video games, playing with Archaeology and Pre-
history. Retrospectives and perspectives into the image that videogames
spread about a scientific discipline and the humankind past. AP� Journal������
�������������
Vol��
�����.
1, σ.σ. 73-92 http://www.arqueologiapublica.es/descargas/1300786325.pdf
(προσπελάστηκε στις 23/07/2014).
Henderson, J., (2013), Linking Critical Pedagogy and Education Technology, in EdTech-
nology Ideas, issue 1. http://edtechnologyideas.com/issue1-article2-link-
ing-critical-pedagogy-education-technology-written-by-jonathon-henderson-
university-of-oregon/ (ανασύρθηκε στις 23/07/2014 (προσπελάστηκε στις
23/07/2014).
Kellner, D. (1998), Multiple Literacies and Critical Pedagogy in a Multicultural Society.
Educational Theory Volume 48, Issue 1, March 1998, ������������
���������������
.�������������
����������
. 103–122, http://
pages.gseis.ucla.edu/faculty/kellner/essays/multipleliteraciescriticalpedagogy.
pdf (��������������������������������
προσπελάστηκε�������������������
στις��������������
������������������
23/07/2014).
Meyers, K. ,(2011), Meaningful Play in Archaeology http://www.playthepast.org/?p=1657
(προσπελάστηκε στις 23/07/2014).
- 322 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
- 323 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Διδακτικές παρεμβάσεις και στρατηγικές για την ενίσχυση και την εδραίωση της
μάθησης σε διαπολιτισμικό σχολικό περιβάλλον
Ρεντίφης Γεράσιμος
Περίληψη
Abstract
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις
Η ύπαρξη διαφορετικών πολιτισμών, οι οποίοι συμβιώνουν στον ίδιο χώρο δεν είναι κάτι
το νέο, αλλά είναι τόσο παλιό φαινόμενο όσο και η ανθρωπότητα και είναι αποτέλεσμα
των πληθυσμιακών μετακινήσεων. Ο πολιτισμός δεν είναι μια στατική οντότητα αλλά
δυναμική, η οποία αλλάζει μέσα στο χρόνο και εφόσον δύο πολιτισμοί ασκούν αμοιβαίες
Ο πολιτισμός είναι μια διαρκώς εξελισσόμενη επινόηση προς επιβίωση, που βασίζεται στην προσαρμοστική
αλλαγή, η οποία καθιστά ικανές τις κοινωνικές ομάδες να αντιμετωπίζουν τα προβλήματα επιβίωσης σ’
- 324 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
ένα συγκεκριμένο περιβάλλον. Άρα ο πολιτισμός παράγεται από τις συνθήκες επιβίωσης. Βλ. Bullivant, B.
(1986), «Towards Radical Multiculturalism: Resolving Tensions». Ι�����������������������������
n Curriculum and Educational ������������
Planning in
Multicultural Education: The Interminable Debate, � London,
�������� The
���� Falmer
�������������������������
Press, σελ��������
�����������
. 81-82.
Verma G. K., Bagley, C. (1984), Race Relations and Cultural Differences, London, Croom Helm, σελ. 38.
Βρύζας, Κ. (2003), Παγκόσμια Επικοινωνία και Πολιτιστικές Ταυτότητες, Αθήνα, εκδ.: Gutenberg, σελ. 217.
Στη διεθνή βιβλιογραφία εμφανίζονται οι όροι «διαπολιτισμική αγωγή» (Intercultural education - interkulturelle
erziehung), «διαπολιτισμική εκπαίδευση – μόρφωση» (interkulturelle ��������������������������������������
bildung), «διαπολιτισμική�������������
����������������������������
������������
διδασκαλία»�
(interkultureller Uterricht). ��������������������������������������������������������������������������������
Επίσης, χρησιμοποιείται αντί του επιθετικού προσδιορισμού «διαπολιτισμικός-η-ο»
(intercultural) ο επιθετικός προσδιορισμός «πολυπολιτισμικός-η-ο» (multicultural). Ο όρος «διαπολιτισμικός»
σε πολλές χώρες χρησιμοποιείται και ως ουσιαστικό (διαπολιτισμός). Στη Γερμανία για παράδειγμα συναντάται
ως Interkulturalismus, στη Γαλλία ως Interculturalisme, στην Ιταλία ως Interculturalismo, στην Αγγλία ως
Interculturalism». Βλ. Κανακίδου, Ε. / Παπαγιάννη, Β. (1998). Διαπολιτισμική Αγωγή. Αθήνα, εκδ. Ελληνικά
Γράμματα, σελ. 21
Πολυπολιτισμικότητα σημαίνει την ανοχή των «άλλων και του διαφορετικού», χωρίς να αντιμάχεται ή
να προβάλλει αντίρρηση στην πολιτισμική ποικιλία, αντανακλά μια ουδέτερη στάση στην πολιτισμική
ποικιλία, ενώ διαπολιτισμικότητα σημαίνει σεβασμός της ισχύος των διαφορετικών πολιτισμών ως ίσων και
προωθεί θετική στάση στην πολιτισμική αλληλεπίδραση. Μια αλληλεπίδραση που βασίζεται στην αναζήτηση,
δημιουργικότητα, αμοιβαιότητα και στο διάλογο και εμπλουτισμό. Βλ��. ����������������������������������������
Walterova, E. (1999), «�����������������
������������������
Consideration of
a Concept of Intercultural Education in Europe�����
» Ι��
���
n Education of Ethnic Minorities: Unity and Diversity, εκδ���
������
.:
Ελληνικά�������������������������������
Γράμματα����������������������
������������������������������
, Αθήνα���������������
��������������������
, �������������
σελ����������
.���������
557-559.
��������
�����������������
����������������
UNESCO, (2003), Overcoming exclusion through inclusive approaches to education. A�����������������
����������������
challenge�������
������
and�����a�
vision, ����������������������
Paris�����������������
, ���������������
UNESCO���������
, σελ. 14
Ο όρος «πολυπολιτισμικός» σημαίνει συνύπαρξη πολλών πολιτισμών σε ένα συγκεκριμένο περιβάλλον, ενώ
ο όρος «διαπολιτισμικός» ενέχει την έννοια της αλληλεπίδρασης, της υπέρβασης των ορίων ενός πολιτισμού
- 325 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
και της προσέγγισης των άλλων. Ο όρος «διαπολιτισμικός» είναι απαραίτητο να περιγράφεται με σαφήνεια,
να αποστασιοποιείται από ιδεολογικές αποχρώσεις και ορίζεται ως εξής: «…Είναι η προετοιμασία για τις
κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές πραγματικότητες που βιώνουν τα άτομα σε πολιτισμικά ποικίλες και
περίπλοκες ανθρώπινες συναντήσεις (Katz,1982:16-17). Η πολυπολιτισμικότητα αποτελεί ένα δεδομένο, ενώ
η διαπολιτισμικότητα είναι το ζητούμενο, ο στόχος και η προοπτική. Η διαπολιτισμικότητα προϋποθέτει την
πολυπολιτισμικότητα, αλλά δεν απορρέει αυτόματα από αυτήν. Ο Gundara διακρίνει ότι ο όρος πολυπολιτισμικός
χρησιμοποιείται από ομιλούντες αγγλικά ευρωπαίους μελετητές, ενώ ο διαπολιτισμικός από μη αγγλομαθείς.
Βλ���������������������������������������������������
. Norberg, K. (2000), «Intercultural Education and Teacher
���������������������������������
Education in Sweden», Ι��
���
n Teaching and Teacher
Education, vol. 16, σελ����������
�������������
. 515-519.
Rey, M. (1991), «Human rights and intercultural education» Ιn H. Starkey (ed.), The Challenge of Human
Rights Education, Cassell and Council of Europe, London, σελ. 142.
Γκόβαρης, Χ. (2001), Εισαγωγή στη Διαπολιτισμική Εκπαίδευση, Αθήνα, εκδ.: Ατραπός, σελ. 78.
10 Γεωργογιάννης, Π. (1999), Θέματα Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης, Αθήνα, εκδ.:Gutenberg, σελ. 55-56.
- 326 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
11 Ματσαγγούρας, Η. (2000). Ομαδοσυνεργατική Διδασκαλία και Μάθηση. Αθήνα, Γρηγόρης, σελ. 6.
12 Μάρκου, Γ. (1989), «Πολυπολιτισμική εκπαίδευση». Στο Παιδαγωγική Ψυχολογική Εγκυκλοπαίδεια,
Αθήνα, εκδ: Ελληνικά Γράμματα, σελ. 147.
13 Δαμανάκης, Μ. (1989), Μετανάστευση και Εκπαίδευση, Αθήνα, εκδ.: Gutenberg, σελ. 83-84.
14 Κανακίδου, Ε. / Παπαγιάννη, Β. (1998). Διαπολιτισμική Αγωγή. Αθήνα, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, σελ. 14-15.
15 Παπάς, Α., (1998). Διαπολιτισμική Παιδαγωγική και Διδακτική. Τομ. Α΄. Αθήνα, αυτοέκδοση, σελ. 128-129.
16 Βρεττός, Γ., Καψάλης, Α. (1997), Αναλυτικό Πρόγραμμα, Αθήνα, σελ. 66-81.
- 327 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
- 328 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
4. Διδακτικές στρατηγικές και παρεμβάσεις για την ενίσχυση και την εδραίωση της
μάθησης σε διαπολιτισμικό σχολικό περιβάλλον
20 Rios, F. (1998), «Pursuing the possibilities of passion: the affective domain of multicultural education». Ιn
Being responsive to cultural differences: How Teachers learn, London, AACTE, σελ. 161-162.
21 Tiedt, P., Tiedt, I. (2006), Πολυπολιτισμική Διδασκαλία, Αθήνα, εκδ.: Παπαζήση, σελ. 123.
- 329 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
απορρέουν από τη συνεργασία του με άλλα άτομα για την επιδίωξη κοινών στόχων22.
O����������������������������������������������������������������������
μαθητής χρειάζεται «να μάθει πώς να μαθαίνει» και όχι να αποστηθίζει
εγκυκλοπαιδικές γνώσεις, ενώ παράλληλα πρέπει να πειστεί για την αναγκαιότητα
συνεργασίας με όλους τους συμμαθητές του επιτυγχάνοντας με αυτή τη διαδικασία τη
μαθητοκεντρική μάθηση. Έτσι ο εκπαιδευτικός, που εφαρμόζει τις μαθητοκεντρικές
μορφές διδασκαλίας, οφείλει να δίνει ιδιαίτερη έμφαση στο συγκείμενο της μάθησης και
να αξιοποιεί τις παιδαγωγικό - διδακτικές αρχές της: για πράξη και γνώση, για συνύπαρξη
με τους άλλους, για το σεβασμό της ετερότητας, για την βαθύτερη κατανόηση των
προβλημάτων, για τις συναισθηματικές επιδράσεις και για τις επιδράσεις των εσωτερικών
κινήτρων23. Ιδιαίτερα προτείνεται η μάθηση για αρμονική συνύπαρξη με τους άλλους,
για συνεργατική συμμετοχή, για αλληλεξάρτηση, για αλληλεγγύη και ενσυναίσθηση, για
το σεβασμό των άλλων και παράλληλα κρίνεται απαραίτητο να εμφυσώνται οι αξίες του
πλουραλισμού και της διαφορετικότητας στους μαθητές όλων των βαθμίδων, εφόσον
καλούνται να ζήσουν σε μια παγκοσμιοποιημένη και πολυπολιτισμική κοινωνία, η σύνθεση
της οποίας συνεχώς μεταβάλλεται. Επίσης, στη συγκεκριμένη περίπτωση επιβάλλεται
να κυριαρχούν οι βασικές αρχές: της καταπολέμησης του αποκλεισμού, της ειρηνικής
επίλυσης των συγκρούσεων, της κοινωνικής αλληλεπίδρασης, της διαπροσωπικής
νοημοσύνης και της αποφυγής δημιουργίας προκαταλήψεων και διακρίσεων24.
Ορισμένες διδακτικές στρατηγικές και παρεμβάσεις για την ενίσχυση και την εδραίωση
της μάθησης σε διαπολιτισμικό σχολικό περιβάλλον θα μπορούσε να είναι:
• Εργασία σε ομάδες. Πρόκειται για ένα γενικό όρο, που περιλαμβάνει τεχνικές πολλών
ειδών. Δύο ή περισσότερα μέλη (ο ιδανικός αριθμός μελών είναι πέντε) αναλαμβάνουν
μια άσκηση που προϋποθέτει συνεργασία και αυθόρμητη συζήτηση. Η τεχνική αυτή
θεωρείται ζωτικής σημασίας, γιατί, μεταξύ άλλων, δημιουργεί ζεστή ατμόσφαιρα,
προωθεί την υπευθυνότητα και την αυτονομία και οδηγεί στην αυτοκατευθυνόμενη
μάθηση. Ο εκπαιδευτικός πρέπει να σχεδιάσει την εργασία κατάλληλα και να την
παρακολουθεί. Η εργασία σε δυάδες είναι κατάλληλη για απλές και σύντομες
ασκήσεις. Η ομαδική εργασία μπορεί να περιλαμβάνει παιχνίδια, προσομοιώσεις,
παιχνίδι ρόλων κ.λπ, διότι σύμφωνα με τον ��������������������������������������
Kohn����������������������������������
«Η συνεργασία είναι μια ουσιώδης
ανθρωπιστική εμπειρία, η οποία προδιαθέτει τους συμμετέχοντες να διαμορφώσουν
μια θετική άποψη για τους άλλους. Τους επιτρέπει να υπερβούν τις εγωκεντρικές
συμπεριφορές τους και τους ενθαρρύνει να έχουν εμπιστοσύνη, ευαισθησία, ανοικτό
διάλογο και κοινωνική δραστηριότητα25».
Στο χώρο του σχολείου η συνεργατική μάθηση προσφέρει δυνατότητες
αποδυνάμωσης των στερεοτυπικών κατηγοριοποιήσεων, η οποία στηρίζεται στη
διδακτική αρχή της αντιμετώπισης του «άλλου» ως ισότιμου εταίρου. Ο πλουραλισμός
του σχολείου δεν πρέπει να οδηγήσει στη διάβρωση των συλλογικών ταυτοτήτων, αλλά
στη συγκρότηση μιας σύνθετης ταυτότητας, η οποία θα συνδέει σε ένα ενιαίο σχήμα
τις ιδιαίτερες ταυτότητες των υποκειμένων. Επίσης η συνεργατική μάθηση συμβάλλει
στην αποδυνάμωση των διαδικασιών ταξινόμησης του κοινωνικού χώρου σε εθνοτικές
και πολιτισμικές ομάδες, γιατί οι μαθητές είναι αναγκασμένοι να αλληλεπιδρούν ως
22 Χατζηγεωργίου, Ι. (1999), Γνώθι το Curriculum, Αθήνα, εκδ.: Ατραπός, σελ. 305.
23 Τριλιανός, Α. (2002), Η Παρώθηση του Μαθητή για Μάθηση, Αθήνα, σελ. 118.
24 Ματσαγγούρας, Η. (1999), Θεωρία της Διδασκαλίας, εκδ.: Gutenberg, σελ. 142.
25 Kohn, A. (1991), Caring Kids: The Role of the Schools, Phi Delta Kappan, 72/7, σελ. 505.
- 330 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
συγκεκριμένα πρόσωπα και στοχεύει στην κριτική προσέγγιση της σχέσης μεταξύ της
επίσημης σχολικής γνώσης και των ατομικών/συλλογικών εμπειριών των μαθητών
(Μετασχηματιστική Παιδαγωγική). Η διερεύνηση της σχέσης αυτής βοηθά τους
μαθητές να ανιχνεύουν δυνατότητες κοινωνικού μετασχηματισμού προς την κατεύθυνση
διευρυμένων μορφών δημοκρατικής συμμετοχής και κοινωνικής δράσης26.
• Παιχνίδι ρόλων. Η διδασκαλία της κοινωνικής-πολιτικής συμπεριφοράς και
η απόκτηση γνώσης για το πώς να ζεις μαζί με τους άλλους δεν μπορούν να
επικεντρωθούν μόνο σε θεωρητικές διακηρύξεις. Είναι απαραίτητο οι μαθητές να
εργαστούν σε μελέτες περιπτώσεων και να επιλύσουν κρίσεις με το διάλογο, που
είναι εποικοδομητικός τρόπος διαχείρισης των κρίσεων και ειρηνικής επίλυσης των
διαφορών. Κατά την τεχνική αυτή αναδημιουργείται μια κατάσταση της πραγματικής
ζωής, που θέτει συνήθως αντιμέτωπες δύο ομάδες. Πραγματοποιείται αναπαράσταση
μιας σύγκρουσης και οι μαθητές παρουσιάζουν και αναλύουν λεπτομερώς τα στοιχεία
που δημιούργησαν την ένταση ενώπιον της ευρύτερης μαθητικής ομάδας. Έπειτα οι
μαθητές ανταλλάσσουν τους ρόλους τους υιοθετώντας την αντίθετη άποψη. Στο τέλος
καταλήγουν σε συμβιβασμό και εκθέτουν τις απαραίτητες συνθήκες, που απαιτούνται
για την επίτευξη της αμοιβαίας κατανόησης και του συμβιβασμού. Η ανάληψη
υπόδησης σχετικών ρόλων μπορεί να είναι: α) δημιουργική, όταν οι ρόλοι δεν
προσδιορίζονται επακριβώς και αυτό είναι δυνατό να υλοποιηθεί μέσα από ευέλικτα
αναλυτικά προγράμματα, και β) αξιοποιήσιμη για την ανάπτυξη διαπροσωπικών
και κοινωνικών δεξιοτήτων1,οι οποίες μπορούν να δημιουργήσουν πραγματικά
συναισθηματικά βιώματα αυτοσεβασμού, σεβασμού των «άλλων» και αποδοχής
της διαφορετικότητας του «άλλου». Το ενδιαφέρον στα παιχνίδια ρόλων είναι ότι
αποδομούν τις αναπαραστάσεις, διότι καταστρέφουν την εσωτερική συνοχή αυτών
των υποκειμενικών δομήσεων της πραγματικότητας και υιοθετούν διαφορετική οπτική
γωνία θέασης, οπότε αντιλαμβάνεται κανείς ότι και ο “άλλος” είναι εγκλωβισμένος
στις δικές του, υποκειμενικές αναπαραστάσεις27.
Σε αυτή την περίπτωση ο ρόλος του εκπαιδευτικού είναι καθοδηγητικός,
κριτικός, υποβοηθητικός, εμψυχωτικός, μεσολαβητικός στην αλληλοκατανόηση και
στην αλληλεπίδραση2 συντελώντας έτσι στη μεταξύ των μαθητών αλληλοκατανόηση
δεδομένου ότι o εκπαιδευτικός εξαίρει την πολιτιστική κληρονομιά που κομίζει ο κάθε
μαθητής του28. Συγκεκριμένα, ο εκπαιδευτικός καθοδηγεί και βοηθά στην επέκταση
της μαθησιακής ζώνης του μαθητή, προσπαθώντας να κατανοήσει τί γνωρίζει ο
τελευταίος, πριν κατευθύνει τις νέες μαθησιακές προσπάθειές του στο να ανακαλύψει
αυτά που τον ενδιαφέρουν, να δημιουργήσει τους δικούς του τρόπους μάθησης και να
συνδέσει το ποιος είναι με το τί κάνει στο σχολείο29.
• Σχέδια Εργασίας (Project): Η μέθοδος σχεδίων εργασίας είναι καθαρά
μαθητοκεντρική και αποτελεί μια μορφή διδακτικής διαδικασίας με αφετηρία τους
26 Γκόβαρης, Χ. (2001), Εισαγωγή στη Διαπολιτισμική Εκπαίδευση, Αθήνα, εκδ.: Ατραπός.
Γκόβαρης,2001, σελ. 189.
27 Tiedt, P., Tiedt, I. (2006) Πολυπολιτισμική Διδασκαλία, Αθήνα, εκδ.: Παπαζήση Tiedt/Tiedt, σελ. 233-234.
28 Τριλιανός, Α. (1998), Μεθοδολογία της διδασκαλίας, τ. Α΄ και τ. Β΄, Αθήνα, σελ. 60.
29 Oldfather, P., Thomas A. (1998), «What does it mean when teachers participate in collaborative research
with high school students on literacy motivations?». In Teachers College Record, vol. 90(4), 647-691, Lyn
Corno, Clifford Hill and Amy Stuart Wells, σελ. 665.
- 331 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
30 Νικολάου, Γ. (2000), Ένταξη και εκπαίδευση των αλλοδαπών μαθητών στο δημοτικό σχολείο, Αθήνα, εκδ.:
Ελληνικά Γράμματα, σελ. 222.
31 31������������������������������������������������������������������������������������������������������������
Sternberg, R.J., «Teaching critical thinking: Eight easy ways to fail before you begin», Phi Delta Kappan,
68, 1987, �������������
σελ����������
. 456-459.
32 32� ���������������������������������
Alvermann,
���������������������������������
D.E., «The Discussion ��������������������������������������������������������
Web:
��������������������������������������������������������
A graphic aid for learning across the curriculum», The Reading
Teacher, 45 (2), 1991: 92-99.
- 332 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
5. Τελικές παρατηρήσεις
- 333 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσση
- 334 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Ξενόγλωσση
Alvermann, D.E., «The Discussion Web: A graphic aid for learning across the curricu-
lum», The Reading Teacher, 45 (2), 1991: 92-99.
Bigge, M., Shermis, S. (1999), Learning Theories for Teachers, London, Falmer Press.
Bullivant, B. (1986), «����������������
�����������������
Towards Radical Multiculturalism:
����������������������������
Resolving Tensions������
��������������
». Ι��n Cur-
riculum and Educational Planning in Multicultural Education: The Intermi-
nable Debate (Modgil, S. et al), London, The Falmer Press.
Camilleri, C. (1992), ������
«�����
From �����������������
Multicultural to ���������������
Intercultural: �����������������������������
How to move one to another��� ».
��n J.
��� Lynch,
��������������
et al: Cultural Diversity and the Schools, London, Falmer Press,
pp. 141-151.
Diaz, C. (2002), «Research in Multicultural Education: Implications for teaching». ���� Στο�
Μάθηση��������������������������������������������������� Προσεγγίσεις, Αθήνα������
και�����������������������������������������������
��������������������������������������������������
Διδασκαλία������������������������������������
����������������������������������������������
: ����������������������������������
Σύγχρονες�������������������������
Ερευνητικές�������������
������������������������
������������ �����������
, ����
ΚΕΕ�.
Gray, G. (2000), Culturally responsive teaching: Theory, research and practice, Teachers
College Press, N.Y�.
Kohn, A. (1991), Caring Kids: The Role of the Schools, Phi Delta Kappan, 72/7������� , σελ.
496-506.
Norberg, K. (2000), «����������������������������
�����������������������������
Intercultural Education and Teacher
���������������������������������
Education in Sweden������ »�����
, ��
���
n
Teaching and Teacher Education, vol. 16, pp. 515-519.
Lynch, J. (1986), Multicultural Education: principles and practice, London, Rutledge &
Kegan Paul.
Oldfather, P., Thomas A. (1998), �������������������������������������������������������
«������������������������������������������������������
What does it mean when teachers participate in collab-
orative research with high school students on literacy motivations?��� ».� ���
In Teach-
ers College Record, vol. 90(4), 647-691, Lyn Corno, Clifford Hill and Amy
Stuart Wells.
Coelho, E. (1998), Teaching and Learning in Multicultural schools, Multilingual Matters Ltd.
Pentini, A.A. (2002), Accoglienza, comminicazone e confronto in contesti educative mul-
ticulturali, Azzano.
Rey, M. (1991), ����������������������������������������������
«���������������������������������������������
Human rights and intercultural education����� » Ι��n H.
������������������
Starkey (ed.), The
Challenge of Human Rights Education, Cassell and Council of Europe, Lon-
don, �������������
σελ����������
.���������
135-151.
��������
Rios, F. (1998), �������������������������������������������������������������������������
«������������������������������������������������������������������������
Pursuing the possibilities of passion: the affective domain of multicul-
tural education������». Ι��n Being responsive to cultural differences: How Teachers
learn, London, AACTE, σελ����������
�������������
.���������
160-181.
��������
Rφhrs, H. (1980), ��������������������������������������������������
«�������������������������������������������������
Education for in Primary Schools: experiments in �������������
Heidelberg���»��, Com-
pare, vol. 10, No 1, Heidelberg.
Sternberg, R.J., «Teaching critical thinking: Eight easy ways to fail before you begin»,
Phi Delta Kappan, 68, 1987, �������������
σελ����������
. 456-459.
Tiedt, P., Tiedt, I. (2006) Πολυπολιτισμική Διδασκαλία, Αθήνα, εκδ.: Παπαζήση.
Triantis, Η. (1997), Προς τον Πολυπολιτισμό στην εκπαίδευση Πολυπολιτισμική
Εκπαίδευση. Προβλήματα και Προοπτικές, Αθήνα, εκδ.: Ελληνικά Γράμματα.
UNESCO, (2003), Overcoming exclusion through inclusive approaches to education. A
challenge and a vision, Paris, UNESCO.
Verma G. K., Bagley, C. (1984), Race Relations and Cultural Differences, London,
Croom Helm.
- 335 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
- 336 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Περίληψη
Η παρούσα ανάλυση εστιάζει στην κατασκευή και αναπαραγωγή της εικόνας του
πολιτισμού στον εικοστό αιώνα. Ειδικότερα μέσα από την καταγραφή και ανάλυση
σημαντικών εξωφύλλων και φωτογραφικών τεκμηρίων του περιοδικού Life γίνεται η
αποτύπωση της εικόνας του ελληνικού πολιτισμού και η αναπαραγωγή της σε κρίσιμες
χρονικά περιόδους για την πορεία της χώρας.
Η μεθοδολoγική προσέγγιση είναι διαθεματική. Επίσης γίνεται χρήση της
σημειωτικής ανάλυσης της πολιτισμικής ιδεολογίας και πολιτικής, μέσω της τεκμηριωτικής
φωτογραφίας που διαδραματίζει σημαντικό ρόλο καθ’ όλη τη διάρκεια του 20 αιώνα.
Abstract
This analysis focuses on the creation and reproduction of the image of culture in the
twentieth century. Particular through out the recording and analysis of significant cover-
pages of Life magazine, is being illustrated the image of Greek Culture and its reproduction
in critical time periods for the development of the country.
The methodological approach is interdisciplinary. There is also being used a
semiotic analysis of cultural ideology and policy, through documentary photography,
which plays an important role throughout the course of the 20th century.
1.Εισαγωγή
- 337 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Στον 20ο αιώνα ιδιαίτερα στη μεταπολεμική εποχή, η εμπειρία και η αίσθηση της
ιστορίας διαμεσολαβείται κυρίως από τις φωτογραφίες. Η ιστοριογραφική στροφή που
επισημαίνει ο Burke,δε βοηθήθηκε απλώς από την αξιοποίηση του φωτογραφικού
αρχείου αλλά αποτελεί η ίδια, σε ένα βαθμό τουλάχιστον, συνέπεια της ανάπτυξης
της φωτογραφικής κουλτούρας και ειδικότερα της αυξανόμενης μορφοποίησης και
διαθεσιμότητας του παρελθόντος μέσω των φωτογραφικών εικόνων.
Έτσι διαπιστώνεται και η ευρύτερη στροφή της σύγχρονης ιστορικής κουλτούρας
από την ιστορία στη μνήμη.
Η υψηλή δημοτικότητα των φωτογραφικών ιστοριών, όπως και η προνομιακή
���������������������������������
Goffman��������������������������
�������������������������
E������������������������
. (2006), Κεφ.����������
VI��������
, στο: Η παρουσίαση του εαυτού στην καθημερινή ζωή. Μτφρ. Μ. Γκόφρα.Αθήνα,
Αλεξάνδρεια
Πασχαλίδης Γ. (2012), Τα νοήματα της φωτογραφίας, Θεσσαλονίκη,������������������������������
STUDIO������������������������
�����������������������
UNIVERSITY�������������
������������
PRESS�������
, σ.114
��������������������������������������
Kracauer S. (1993[1927]) Photography,Critical Inquiry 19 (2): ��
�����
.432
Δες επίσης σχετ. Kracauer�����������������
�������������������������
����������������
S���������������
. (1983[1960]) Θεωρία του Κινηματογράφου. Η απελευθέρωση της φυσικής
πραγματικότητας. Μτφρ. Δ. Κούρτοβικ. Αθήνα, Κάλβος
Πασχαλίδης Γ. (2012), Τα νοήματα της φωτογραφίας, Θεσσαλονίκη,��������������������������
STUDIO��������������������
UNIVERSITY���������
�������������������
PRESS���
��������,σ.
σ114-115.
Πασχαλίδης Γ. (2012) Τα νοήματα της φωτογραφίας, Θεσσαλονίκη,������������������������
STUDIO������������������
�����������������
UNIVERSITY�������
������ ��������
PRESS���������
σ.213.
����������������
Burke�����������
����������
P���������
. (2004) Αυτοψία. Οι χρήσεις των εικόνων ως ιστορικών μαρτυριών.Μτφρ.Ε.Στιβακτάκη.Αθήνα,
Μεταίχμιο, σ.11
Όπως σημειώνει ο Πασχαλίδης Γ. (2012) στο: Τα νοήματα της φωτογραφίας, Θεσσαλονίκη,������� STUDIO�
UNIVERSITY���������������������������������������������������������������������������������������
��������������������������������������������������������������������������������������
PRESS���������������������������������������������������������������������������������
, σ.212, σε αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να ενταχθεί η επισήμανση του ��������������
Benjamin������
, ότι
η κάμερα “μας δείχνει το οπτικό ασύνειδο, όπως η ψυχανάλυση μας δείχνει το ενστικτικά ασύνειδο”. Ο
Benjamin��������������������������������������������������������������������������������������
εδώ εννοεί φυσικά ολόκληρο εκείνο το υπόστρωμα των κοινωνικών κωδίκων, συμπεριφορών,
πρακτικών και τελετουργιών που συγκροτούν τον αφανή ορίζοντα της καθημερινής ζωής και αλληλόδρασης.
������ (1978) [1936]): “Το έργο της Τέχνης στην εποχή της αναπαραγωγιμότητάς του”
Δες σχετ. : Benjamin� Walter
στο: Δοκίμια για την Τέχνη. Μτφρ. Δ. Κούρτοβικ. Αθήνα, Κάλβος, σ. 36 και σ.σ.9-46. Δες επίσης σχετικά
Βωìβου Ιωαìννα (2009), Οι διάτρητοι καθρέφτες της τηλεόρασης, Αθηìνα, ΗΡΟΔΟΤΟΣ, σ.23.
����������������
Nora P. (1988) “The Era of Commemoration” στο: D. Kritzman (επιμ.), Realms of Memory. Τόμ. III, Νέα
Υόρκη, Columbia University Press, σ�� ���
.8
- 338 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
3.Η Μέθοδος.
Για την ανάλυση του δείγματος χρησιμοποιήθηκε ο δικτυακός κόμβος του περιοδικού
Life12, όπου φιλοξενούνται εκατομμύρια φωτογραφίες, καθώς και η μηχανή αναζήτησης
10 �������������������������������
Samuel R. (1994) Μέρος���������
��������������
V, �����
στο��: Theaters of Memory. Λονδίνο
����������������
και Νέα ������������
Υόρκη: �����
Verso
11 Ψύλλα Μ. (2010) Μεθοδολογία της ανάλυσης ενός γεγονότος από τον έντυπο λόγο, Αθήνα,Τυπωθήτω-
Γιώργος Δαρδανός, σ.49. Σύμφωνα μάλιστα με τη V�� ���. ����������������������
ISAMBERT��������������
-�������������
JAMATI�������
, στο: Crises��������������������������
�������������������������
de�����������������������
����������������������
la��������������������
�������������������
societe������������
, ����������
crises����
���
de�
enseignement, �����������������
l��������������
’ ������������ PUF��������������
,1970,σ. 53: “Η συμφωνία είναι λιγότερο άμεση, ανάμεσα στους αναλυτές, όσον αφορά την
αρχή και το τέλος της ανάπτυξης ενός θέματος παρά τη συχνότητα εμφάνισης μιας λέξης”
12 Δες σχετ.την τοποθεσία: http://life.time.com
- 339 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
της Google13 στη δικτυακή θέση, όπου φιλοξενείται επίσης ένα ιστορικό αρχείο
εκατομμυρίων φωτογραφιών14. Ωστόσο είναι απαραίτητο να σημειωθεί ότι ο Eric
Margolis(1999)15, όπως τονίζει ο Σκαρπέλος(2012) αναφέρει ότι η αυξανόμενη χρήση
του Διαδικτύου στην έρευνα των οπτικών αρχείων, μπορεί να οδηγήσει, στο να τα
αντιμετωπίσει κανείς ως ένα έτοιμο, πλήρες αυτονόητο και εξαντλητικό corpus, ή ως
«ελεύθερα σημαίνοντα που εμφανίζονται ως μικρά θραύσματα της πραγματικότητας και
μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να υποστηρίξουν ή να ‘αποδείξουν’ διάφορες αντιφατικές
μεταξύ τους θέσεις»16.
Επίσης είναι αναγκαίο να τονιστεί ότι τόσο το ψηφιακό, όσο και το αναλογικό
φωτογραφικό αρχείο υπακούει σε πολιτικές που υπαγορεύουν τί μπορεί να συμπεριληφθεί
και τί απορρίπτεται17.
3.2.Τα κριτήρια
Για την καταγραφή και ανάλυση του δείγματος χρησιμοποιήθηκε κυρίως το υλικό του Life,
ενός από τα πιο ιστορικά έντυπα παγκοσμίως, το οποίο ιδρύθηκε το 1883 και ανελλιπώς
εξεδίδετο ως εβδομαδιαίο έντυπο έως το 1972, ενώ ως μηνιαία έκδοση από το 1978
έως το 2000. Από το 2004-2007 το Life μετετράπη σε εβδομαδιαίο ένθετο εφημερίδας.
Στις 30 Ιανουαρίου του 2012 το LIFE.com μετεξελίχθηκε σε φωτογραφικό κανάλι στο
διαδικτυακό τόπο Time.com18.
Επομένως το κριτήριο της αναγνωσιμότητας, και της κυκλοφορίας, στο
πλαίσιο του ιστορικού χρόνου ήταν καθοριστικό. Για την ασφαλή εξαγωγή όσο το
δυνατόν αξιόπιστων συμπερασμάτων, το υλικό αυτό συγκρίνεται και αναλύεται κριτικά
και με τα αντίστοιχα εξώφυλλα με θεματολογία από την Ελλάδα, του περιοδικού ΤΙΜΕ19
της περιόδου από τον Φεβρουάριο του 1924 έως τον Απρίλιο του 1967.
4. Η Ελληνική Πραγματικότητα
Το πέρασμα από το 19ο στον 20ο αιώνα συνοδεύεται από ένα βασικό μετασχηματισμό:
Την αναδιάταξη του δημοσίου/ιδιωτικού χώρου, η οποία ήταν αποτέλεσμα κυρίως της
- 340 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
σημαντικής επέκτασης του ρόλου του Κράτους στο πεδίο της οικονομίας και της
ανασυγκρότησης των ΜΜΕ με την εμπορευματοποίηση στο χώρο του Τύπου20. Έτσι
ο μετασχηματισμός αυτός αλλάζει και τις συνθήκες λειτουργίας της κοινής γνώμης και
οδηγεί στην εμπορευματοποίηση στο πεδίο της κουλτούρας21.
Σε ό,τι αφορά την εξέλιξη της ελληνικής δημόσιας σφαίρας, δεν ακολούθησε
την ίδια πορεία εξέλιξης με τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης. Oι ιδιαίτερες μάλιστα
κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες που επικρατούσαν στην ελληνική επικράτεια κατά
τον 18ο αιώνα, που για την υπόλοιπη Ευρώπη ήταν ο αιώνας του φιλελευθερισμού
αποτέλεσαν την κυριότερη αιτία που ο ελληνικός δημόσιος χώρος δεν ακολούθησε την
ίδια πορεία εξέλιξης22.
Ως απόρροια αυτών των μετασχηματισμών συγκροτείται η ελληνική δημόσια
σφαίρα, η οποία διακρίνεται από έντονες πολιτικές και κοινωνικές αναταράξεις, καθ’
όλη τη διάρκεια του 20ου αιώνα.
“Τα μόνα αισθήματα που μπορεί να έχει κανείς για ένα γεγονός, το οποίο δε γεύεται
είναι τα αισθήματα που γεννά για το γεγονός αυτό, η διανοητική του εικόνα”, τονίζει
ο Lippmann23, ενώ ο Robins24 για τη λειτουργία των Μέσων σημειώνει ότι μας
καθιστούν μάρτυρες των γεγονότων του κόσμου αλλά μας απομονώνουν από την
πραγματικότητα.
Σχετικά με αυτή την προβληματική ο Κοντογιώργης αναφέρει ότι τα
οπτικοακουστικά μέσα “...συνδέονται με το καθοριστικό πέρασμα από τη βιομηχανική
κοινωνία στην τεχνολογική κοινωνία που βρίσκεται σε φάση ανάδυσης...Η διεύρυνση
του πεδίου της πολιτικής εισάγει νέα δεδομένα στην πολιτική σχέση και τροποποιεί σε
βάθος τη βάση πάνω στην οποία στηρίχτηκε έως τώρα η θεωρητική προσέγγιση της
ανταλλαγής, τόσο στο τυπολογικό πλαίσιο της κοινωνίας πολιτών, όσο και σε αυτό
μιας προοπτικής πολιτικής κοινωνίας”25.
20 Κομνηνού Μ. (2003), Από την αγορά στο θέαμα, Αθήνα, Παπαζήσης, σ.σ.30-31
21 Σταυρόπουλος Α. (2011), Πολιτική Επικοινωνία και Image Making στην Ελλάδα, Οι Βουλευτικές Εκλογές
του 2004, Αθήνα, ΕΚΤ,σ.38
22 Ψύλλα Μ.(2003), Η πολιτική ως δράση και λόγος, Αθήνα, Τυπωθήτω, Γιώργος Δαρδανός, σ.122
Για την περίπτωση της Ελλάδας και των Βαλκανίων ενδιαφέρον έχει η θέση του Νίκου Μουζέλη (1987),
Κοινοβουλευτισμός και εκβιομηχάνιση στην ημιπεριφέρεια, Ελλάδα, Βαλκάνια, Λατινική Αμερική, Αθήνα,
Θεμέλιο, σ.σ. 16-17, ότι: “οι χώρες αυτές απέκτησαν την πολιτική τους ανεξαρτησία τον 19ο αιώνα και
αμέσως προχώρησαν στην εφαρμογή δυτικοευρωπαϊκών κοινοβουλευτικών μορφών διακυβέρνησης.
Μολονότι δε οι μορφές αυτές και εύθραυστες ήταν και διακρίθηκαν για την κακή τους λειτουργία, εν
τούτοις οι κοινοβουλευτικοί θεσμοί γνώρισαν εκπληκτικό βαθμό αντοχής : επέζησαν και λειτούργησαν
σχεδόν αδιάκοπα από το δεύτερο ήμισυ του 19ου αιώνα μέχρι τη δεκαετία του 1930, στην περίπτωση των
Β. Βαλκανίων, και μέχρι την επιβολή των αυταρχικών στρατιωτικών καθεστώτων στην περίπτωση της
Ελλάδας”. Εξίσου ενδιαφέρουσα και σημαντική είναι η ανάλυσή του για την περίοδο μετά τον εμφύλιο έως
και την 21η Απριλίου 1967. Στο ίδιο, σ.251. Δες επίσης σχετικά: Σταυρόπουλος Αναστάσιος (2011), Κεφάλαιο
2ο, “Η μετεξέλιξη της Ελληνικής Δημόσιας Σφαίρας”,στο: Πολιτική Επικοινωνία και Image Making στην
Ελλάδα, Οι Βουλευτικές Εκλογές του 2004, Αθήνα, ΕΚΤ, σ.σ.42-57.
23 ���������
Lippmann� �����������
W����������
. (1988), Κοινή Γνώμη, Αθήνα, Κάλβος. σ.22. Δες επίσης σχετ. Δεμερτζής Νίκος (2002),
Πολιτική Επικοινωνία, Διακινδύνευση, Δημοσιότητα, Διαδίκτυο, Αθήνα, Παπαζήσης, σ.215 & σ.217,
24 �����������������
Robins K. (1996) Into the Image. Culture and Politics in the Field of Vision, London, Routledge, ���
������
.76
25 25��������������������������
Contogeorgis G. (1995), “Systeme de communication et systeme d’ echange: la television” στο P.-H. Claeys,
- 341 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
αμερικανικό περιοδικό, “Life”, στις 27 Νοεμβρίου του 1944 λίγες δηλαδή εβδομάδες,
μετά την απελευθέρωση με τίτλο «Τι έκαναν οι Γερμανοί στην Ελλάδα», αφού μέσα από
τις φωτογραφίες αναδεικνύεται όλο το δράμα μιας χώρας και των ανθρώπων της που
πλήρωσαν με τον χειρότερο τρόπο τη βαρβαρότητα των «πολιτισμένων»28…
Η πρωτοσέλιδη εικόνα της Μαρίας Παντσίκα-Μίχα29, της νεαρής
μαυροφορεμένης γυναίκας από το Δίστομο, με τη χαρακτηριστική έκφραση, στο
A.-P. Frognier (επιμ.) L’ echange politique, Centre de Sociologie Politique-Universite libre de Bruxelles,
Bruxelles.
26 ����������������
Sontag����������
���������
S��������
. (1993 ���������
[1977]), Περί φωτογραφίας, Μτφρ. Η. Παπαϊωάννου, Αθήνα, Φωτογράφος, σ.27
27 Πασχαλίδης Γ.(2012) Τα νοήματα της φωτογραφίας, Θεσσαλονίκη, �����������������������������
STUDIO�����������������������
UNIVERSITY������������
����������������������
PRESS������
�����������
,σ.121
28 Οι εικόνες (2,3,4) του αφιερώματος του τεύχους της 27ης Νοεμβρίου 1944 του Life��
������, παρουσιάστηκαν στο
συνέδριο για τα Ολοκαυτώματα που πραγματοποιήθηκε στη Βιάννο από τις 13.09.2013-15.09.13
29 Η Μαρία Παντσίκα-Μίχα έχασε τη μητέρα της την ώρα που οι Γερμανοί τη βασάνιζαν. Αυτό ήταν ένα από
τα πιο χαρακτηριστικά εξώφυλλα του Life��������������������������������
������������������������������������
που έκανε το γύρο του κόσμου...
- 342 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
πρόσωπο, του πόνου, της θλίψης, της οργής και της απορίας για την καταστροφή που
υπέστη από την ανείπωτη βαρβαρότητα είναι πλέον σύμβολο.
30 Από αριστερά, η Κατίνα Πίτσου. Έχασε πέντε μέλη της οικογένειάς της. Η Μαρία Καρούζου, στη μέση,
έχασε 6 μέλη της οικογένειάς της. Οι Γερμανοί σκότωσαν, τον πατέρα και τη μητέρα της, τον αδελφό της, την
αδελφή της, το γαμπρό της και το μόλις 3 ετών παιδί τους. Η Ζωή Σεχρεμέλη (δεξιά) κρατούσε στην αγκαλιά
της το μωρό της, όταν τη συνάντησαν Γερμανοί. Ένας απ’ αυτούς σήκωσε το όπλο και πυροβόλησε το βρέφος
στο κεφάλι, σκοτώνοντάς το. Η σφαίρα πέρασε το κεφάλι του μωρού και διαπέρασε τη μητέρα του!
31 Πασχαλίδης Γ. (2102) Τα νοήματα της φωτογραφίας, Θεσσαλονίκη, ��������������������������������
STUDIO��������������������������
UNIVERSITY���������������
�������������������������
PRESS���������
��������������
, σ.154.
32 �����
Στο: Agamben
�������������������
G., (2005) Homo sacer. ��������������������������������
Κυρίαρχη εξουσία και γυμνή ζωή. Μτφρ.Π.Τσιαμούρας, Αθήνα,
Scripta�����������������������������������������
. Δες επίσης Πασχαλίδης Γρηγόρης (2012), Η ασπίδα του Περσέα,στο: Τα νοήματα της φωτογραφίας,
Θεσσαλονίκη, �����������������������
STUDIO�����������������
UNIVERSITY������
����������������
PRESS σ.155.
�����
- 343 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
απογύμνωσης δηλαδή του σώματος από κάθε δικαίωμα ή νόμο, έκθετου στη βία της
απόλυτης εξουσίας.
Εικόνα 4:Η σιωπή του θανάτου, Life November, 27, 1944, Vol. 17, No 22
Η εικόνα, λοιπόν, του σώματος αποτελεί ένα μεταιχμικό κείμενο, που λειτουργεί
ως διεπαφή (interface) μεταξύ αναπαράστασης και μη αναπαράστασης, επιτρέποντας
τη μετάβαση από τη μία στην άλλη...Με τον τρόπο αυτό η εικόνα του πάσχοντος σώματος
αναπαριστά το μη αναπαραστάσιμο και μάλιστα με δύο έννοιες: αναπαριστά εκείνους
που δεν μπορούν να αυτο-αναπαρασταθούν, δηλαδή τα ανήμπορα και κακοποιημένα
σώματα, αλλά και το άφατο, αυτό που δεν μπορεί να εκφρασθεί μέσω του λόγου33.
Εικόνα 534: Ο μυλωνάς Πέτρος Λατινόπουλος. Έχασε 11 μέλη της οικογένειάς του!,
Life-November, 27, 1944, Vol. 17, No 22
- 344 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
- 345 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
40 Ο πυρήνας αυτός μάλιστα έχει στέρεες βάσεις από την εποχή της Δρέσδης και διαλέγεται με τα ευρωπαϊκά
ιδεολογήματα για το σώμα, αλλά και με τον ελληνικό μοντερνισμό. Δες περισσότερα στο: Σκαρπέλος Γ.(2012):
Φωτογραφική τεκμηρίωση στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου, στο: Εικόνα και κοινωνία,Αθήνα,Τόπος ,σ.σ. 87-96.
- 346 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
εξώφυλλο (εικόνα 8)του Life στα πλαίσια του έκτου (PART VI) αφιερώματος για την
Ελλάδα στις 3 Μαΐου 1963 είναι εξίσου χαρακτηριστικό.
O υπέρτιτλος, σε εμφανές και ευανάγνωστο σημείο, πάνω δεξιά, στο εξώφυλλο του
Life, είναι αποκαλυπτικός και ταυτόχρονα συνδηλωτικός της συνέχειας της ταυτότητας
του ελληνικού πολιτισμού: ALEXANDER THE GREAT: CONQUEROR (Μέγας
Αλέξανδρος: Ο Κατακτητής).
Έτσι ενώ η υφήλιος βιώνει τις συνέπειες του ψυχρού πολέμου, όπως φαίνεται
και από τον υπέρτιτλο του αντίστοιχου εξωφύλλου του Life, το Φεβρουάριο του 1963
(εικόνα 9), με τον χαρακτηριστικό τίτλο 1963:Most Savage Winter of the Century
(1963:Ο πιο άγριος χειμώνας του αιώνα), η αναπαραγωγή της εικόνας της συνέχειας
του ελληνικού πολιτισμού, μέσω της τέχνης είναι προφανής. Το αρχαίο δράμα και
ο κλασσικός ελληνικός πολιτισμός αναδεικνύονται σε κυρίαρχη εικόνα στα πλαίσια
ενός τεταμένου παγκοσμιοποιημένου τοπίου. Έτσι η εικόνα αποδεικνύει το οπτικό
σημαίνον, περισσότερο ίσως και από το γλωσσικό, αφού “διαθέτει περίσσιο πλούτο”
είναι πλήρης και “προϋποθέτει μία γνώση, ένα χθες, μια μνήμη, μια συγκριτική τάξη
από γεγονότα, ιδέες, αποφάσεις”41.
Ο Πλειός42 θεωρεί ότι δεν είναι το ίδιο πράγμα το να παρακολουθείς από απόσταση
σε σχέση με το συμμετέχεις στην πολιτική διαδικασία. Σε ό,τι αφορά τη διαφορά της
βίωσης της πραγματικού γεγονότος και της μεσοποιημένης αναπαράστασής θεωρεί ότι
πρόκειται για μια «συνθετική» εμπειρία πολιτικής συμμετοχής, στα πλαίσια της οποίας
41 �������������������
Barthes������������
R����������
�����������
. (1979). Μυθολογίες-Μάθημα. Αθήνα, Ράππα, σ.209
42 Πλειός Γ. (2001), Ο Λόγος της Εικόνας, Αθήνα, Παπαζήσης, σ.σ. 374-378
- 347 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Έτσι στην εποχή της μηντιακής κυριαρχίας και κατασκευής της πολιτικής
και κατ’ επέκταση του πολιτικού πολιτισμού45 ως βασικής αρχής και αξίας, βασικό
ρόλο διαδραματίζει η ανάδειξη της εικόνας των προσωπικοτήτων, η οποία γίνεται
μέσω του μηντιακού πλέγματος46. Χαρακτηριστικό λοιπόν σε αυτό το πλαίσιο είναι το
43 Σταυρόπουλος Α.(2011), Πολιτική Επικοινωνία και Image Making στην Ελλάδα, Οι Βουλευτικές Εκλογές
του 2004, Αθήνα, ΕΚΤ σ.86
44 Goodman N. (2005[1968]) Γλώσσες της τέχνης.Μτφρ.Π.Βλαγκόπουλος,Αθήνα,Εκκρεμές
45 Η προσωπική πολιτική ξεκινά από τις ΗΠΑ τη δεκαετία του 1960, όταν τα δύο μεγάλα κόμματα άρχισαν να
χάνουν συστηματικά την ελκυστικότητά τους και να παρουσιάζουν σημαντικές και έντονες τάσεις απόκλισης
σε μεγάλα τμήματα του εκλογικού σώματος. Ο �������������������������������������
James��������������������������������
�������������������������������
Perry��������������������������
(1968) κάνει λόγο για τη «Νέα Πολιτική» τονίζοντας
τη συστηματική εισβολή του επαγγελματικού marketing�������������������������������������������������
����������������������������������������������������������
, που είχε ως αποτέλεσμα την υπεραπλούστευση του
πολιτικού μηνύματος και την άμεση επικοινωνία των πολιτικών με τους ψηφοφόρους μέσω των ��������������
media���������
και του
direct����������������������������
���������������������������
mail�����������������������
. Δες περισσότερα στο: Σταυρόπουλος Αναστάσιος (2011):Η κατασκευή της πολιτικής συναίνεσης
στο: Πολιτική Επικοινωνία και Image Making στην Ελλάδα, Οι Βουλευτικές Εκλογές του 2004, Αθήνα, ΕΚΤ,
σ.σ. 86-88.
46 Σταυρόπουλος Α. (2011), Πολιτική Επικοινωνία και Image Making στην Ελλάδα, Οι Βουλευτικές Εκλογές
του 2004, Αθήνα, ΕΚΤ, σ.88
- 348 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
εξώφυλλο του Life (εικόνα 10) στις 26 Μαρτίου 1965. Αποτυπώνεται και αναπαράγεται
η ιστορική εικόνα του Αρχιεπισκόπου Βορείου και Νοτίου Αμερικής Ιακώβου με την
ιστορική φυσιογνωμία του ηγέτη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Martin Luther King,
την ταραχώδη δεκαετία του 1960, όπου στις ΗΠΑ, μαίνεται η αντιπαράθεση για τα
δικαιώματα ενός σημαντικού τμήματος της αμερικανικής κοινωνίας. Το βλοσυρό βλέμμα
του Αρχιεπισκόπου, η ευθυτενής παρουσία, αλλά και η μετριοπαθής αυστηρότητα της
συνολικής εικόνας του, σε συνδυασμό με το αγέρωχο βλέμμα, του Martin Luther King
που ατενίζει το μέλλον είναι αποκαλυπτικό και ταυτόχρονα συνδηλωτικό της εικόνας που
κατασκευάζει και αναπαράγει το Life: της εικόνας του ηγέτη. Οι δύο προσωπικότητες
συμβολίζουν την υπόσχεση για το μέλλον. Προσωποποιούν ένα ριπίδιο φόβων και
ελπίδων, συνδυάζοντας έντoνα την ασάφεια και το ισχυρό συναίσθημα47.
- 349 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
6. Συμπεράσματα
Η ελληνική δημόσια σφαίρα, η οποία διακρίνεται από έντονες πολιτικές και κοινωνικές
αναταράξεις, καθ’ όλη τη διάρκεια του 20ου αιώνα, αποτυπώνεται και αναπαράγεται με
τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο μέσω των κυρίαρχων media, τα οποία σηματοδοτούν μια
ολόκληρη εποχή. Από τη συγκριτική ανάλυση διαπιστώνεται η κυριαρχία του οπτικού
σημαίνοντος.
- 350 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Η εικόνα λειτουργεί, στα πλαίσια του οπτικού αφηγήματος, στη βάση της
εκλεκτικής σχέσης των σημείων του Peirce51: ως εικόνα (icon), ως δείκτης(index) και
ως σύμβολο (symbol).
Έτσι η εικόνα αποδεικνύει το οπτικό σημαίνον, περισσότερο ίσως και από το
γλωσσικό, αφού “διαθέτει περίσσιο πλούτο” είναι πλήρης και “προϋποθέτει μία γνώση,
ένα χθες, μια μνήμη, μια συγκριτική τάξη από γεγονότα, ιδέες, αποφάσεις”52.
Κυρίαρχο ρόλο έχουν τα πρωτεία της εικόνας των προσώπων που
συμμετέχουν.
Η εικόνα του πάσχοντος σώματος είναι ένα αντί-κείμενο, που όχι μόνο
ανθίσταται στους κώδικες και τις συμβάσεις, αλλά και στην ίδια την ερμηνεία53, ενώ
λειτουργεί απονομιμοποιητικά σε ό,τι αφορά τη χρήση της βίας της πολιτικής και
πολιτισμικής εξουσίας.
Κυρίαρχη επίσης είναι η ανάδειξη και αναπαραγωγή της εικόνας του ηγέτη,
αλλά και η εικόνα του ελληνικού πολιτισμού, με κύρια χαρακτηριστικά το σεβασμό στη
Δημοκρατία, την Ελευθερία, το σεβασμό στην Προσωπικότητα και την Εικόνα του
Άλλου, το σεβασμό στα Ανθρώπινα Δικαιώματα, στην ίδια τη ζωή.
Πρόκειται για την εικόνα του σύγχρονου ελληνικού πολιτισμού, η οποία
παγκοσμιοποιείται μέσω των media της εποχής, ως η τεκμηριωμένη συνέχεια του
αρχαιοελληνικού πολιτισμού στο ιστορικό-χρονικό διηνεκές.
Στην νέα λοιπόν εικονομία54, με τη ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας και των
νέων Μέσων, όπως τα social media, και με την αντικατάσταση της αναλογικής από την
ψηφιακή εικόνα, εισερχόμαστε σε μία μεταφωτογραφική εποχή, που όχι μόνο δε δείχνει
να σηματοδοτεί το τέλος της φωτογραφίας, αλλά μάλλον την καθολική επικράτησή
της55....
Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσση
51 Για τη σχέση εικόνας και ιδεολογίας δες επίσης: Σταυρόπουλος Α. (2014), Εικόνα και Ιδεολογία, Στο: Π.
Γεωργογιάννης (επιμ.) (2014), Εκπαίδευση και Ετερότητα, τόμ. Ι, Πρακτικά 17ου Διεθνούς Συνεδρίου (Πάτρα 27
Ιουνίου-29 Ιουνίου 2014). Πάτρα, σ.σ. 465-467..
52 �������������������
Barthes������������
R����������
�����������
. (1979). Μυθολογίες-Μάθημα. Αθήνα, Ράππα, σ.209
53 Πασχαλίδης Γ. (2102) Τα νοήματα της φωτογραφίας, Θεσσαλονίκη, �����������������������
STUDIO�����������������
UNIVERSITY������
����������������
PRESS
�����
54 ���������������������
Debray Regis, (1992), Vie et mort de l’ image, Paris, Gallimard
55 Πασχαλίδης Γ.(2012) Τα νοήματα της φωτογραφίας, Θεσσαλονίκη, �����������������������������
STUDIO�����������������������
UNIVERSITY������������
����������������������
PRESS������
�����������
,σ.197
- 351 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Ξενόγλωσση
Agamben Giorgio (2005).Homo sacer. Κυρίαρχη εξουσία και γυμνή ζωή. Μτφρ.
Π.Τσιαμούρας, Αθήνα, Scripta
Barthes Roland (1979). Μυθολογίες-Μάθημα. Αθήνα:Ράππα
Barthes Roland (1988α): “Το φωτογραφικό μήνυμα”, στο: Εικόνα-Μουσική-Κείμενο.
Μτφρ. Γ.Σπανός.Αθήνα, Πλέθρο.
Barthes Roland (1988β): «Ρητορική της εικόνας», στο: Εικόνα-Μουσική-Κείμενο. Μτφρ.
Γ. Σπανός, Αθήνα, Πλέθρο.
Benjamin Walter (1978 [1936]): “Το έργο της Τέχνης στην εποχή της αναπαραγωγιμότητάς
του” στο: Δοκίμια για την Τέχνη. Μτφρ. Δ. Κούρτοβικ. Αθήνα, Κάλβος.
Burke Peter, (2004).Αυτοψία. Οι χρήσεις των εικόνων ως ιστορικών μαρτυριών.Μτφρ.
Ε.Στιβακτάκη.Αθήνα, Μεταίχμιο.
Contogeorgis George (1995). “Systeme de communication et systeme d’ echange: la tel-
evision” στο: P.-H. Claeys, A.-P. Frognier (επιμ.) L’ echange politique, Centre
de Sociologie Politique-Universite libre de Bruxelles,Bruxelles,1995
Debray Regis(1992).Vie et mort de l’ image, Paris,Gallimard
Edelman Murray (1999), Η ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΘΕΑΜΑΤΟΣ, Αθήνα,
Παπαζήσης
Fiske John (1998),Η ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΤΗΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΜΕΣΑ ΜΑΖΙΚΗΣ
ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ, Αθήνα, Αλεξάνδρεια
Goffman Erving (2006 [1996]).Η παρουσίαση του εαυτού στην καθημερινή ζωή. Μτφρ.
Μ. Γκόφρα.Αθήνα, Αλεξάνδρεια.
Goffman Erving (1996 [1961]).Συναντήσεις. Δύο μελέτες στην κοινωνιολογία της
αλληλεπίδρασης. Μτφρ. Δ. Μακρυνιώτη, Αθήνα, Αλεξάνδρεια
Goodman Nelson (2005[1968]) Γλώσσες της τέχνης.Μτφρ.Π.Βλαγκόπουλος,Αθήνα,Εκ
κρεμές
Kracauer Siegfried (1993[1927]).Photography,Critical Inquiry 19 (2):421-36
Kracauer Siegfried (1983[1960]). Θεωρία του Κινηματογράφου. Η απελευθέρωση της
φυσικής πραγματικότητας. Μτφρ. Δ. Κούρτοβικ. Αθήνα, Κάλβος
Lippmann Walter (1988). Κοινή Γνώμη, Αθήνα, Κάλβος
Margolis Eric (1998), “Picturing Labor: Visual Ethnography of the Coal Mine Labor
Process”. Visual Sociology,12(2):5-35
- 352 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Nora Pierre, (1988). “The Era of Commemoration” στο D. Kritzman (επιμ.), Realms of
Memory. Τόμ. III, Νέα Υόρκη, Columbia University Press.
Isambert-Jamati V. (1970) Crises de la societe, crises de l’ enseignement, PUF
Perry James (1968) The New Politics. The Expanding Technology of Political Manipula-
tion, London Weidenfeld & Nicholson.
Robins Kevin (1996). Into the Image. Culture and Politics in the Field of Vision, London,
Routledge.
Samuel Raphael, (1994). Theaters of Memory. Λονδίνο και Νέα Υόρκη: Verso
Sontag Susan (1993 [1977]), Περί φωτογραφίας, Μτφρ. Η. Παπαϊωάννου, Αθήνα,
Φωτογράφος
Ιστοσελίδες
http://life.time.com/
Life (magazine) - Wikipedia, the free encyclopedia
GREECE TIME Magazine - Search Results
http://images.google.com/hosted/life
Η σιωπή του θανάτου στην ελληνική γη. Candia News
- 353 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
- 354 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Η ελληνική ως δεύτερη
ή ξένη γλώσσα
- 355 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
- 356 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Η εικόνα της β’ βάθμιας μειονοτικής εκπαίδευσης μέσα από τις απόψεις των
ελληνόφωνων και τουρκόφωνων εκπαιδευτικών. Μια έρευνα πάνω στις απόψεις
των εκπαιδευτικών που υπηρετούν στα δυο (2) δευτεροβάθμια μειονοτικά σχολεία
της Ξάνθης και της Ροδόπης.
Περίληψη
Το έργο των μειονοτικών σχολείων, αλλά και των εκπαιδευτικών που εργάζονται
σε αυτά, θεωρείται δυσκολότερο σε σύγκριση με αυτό των τυπικών δευτεροβάθμιων
σχολείων. Με το παρόν άρθρο οι ερευνητές εξετάζουν τις απόψεις, που έχουν σχηματίσει
οι εκπαιδευτικοί, τόσο του ελληνόφωνου, όσο και του τουρκόφωνου προγράμματος
για τα σχολεία που υπηρετούν και εργάζονται καθώς και για την γενικότερη εικόνα της
μειονοτικής εκπαίδευσης.
Abstract
1. ��������
Εισαγωγή
Το έργο των μειονοτικών σχολείων, αλλά και των εκπαιδευτικών που εργάζονται σε αυτά,
θεωρείται δυσκολότερο σε σύγκριση με αυτό των τυπικών δευτεροβάθμιων σχολείων.
Προκειμένου να ανταποκρίνονται επαρκώς στις ολοένα αυξανόμενες απαιτήσεις της
εποχής μας, αλλά και εξαιτίας της ιδιαιτερότητας των συγκεκριμένων σχολείων, οι
υπηρετούντες σε αυτά εκπαιδευτικοί έρχονται αντιμέτωποι εκτός των εκπαιδευτικών
θεμάτων, και με παραμέτρους που έχουν να κάνουν με ευρύτερα πολιτικά και κοινωνικά
ζητήματα της περιοχής που παραμένουν ανέγγιχτα επί αιώνων, διότι οι δυο πλευρές είναι
αμετακίνητες στις αντιλήψεις που πίστευαν και εξακολουθούν να πιστεύουν. Με το παρόν
άρθρο οι ερευνητές εξετάζουν τις απόψεις, που έχουν σχηματίσει οι εκπαιδευτικοί, τόσο
του ελληνόφωνου, όσο και του τουρκόφωνου προγράμματος για τα σχολεία που υπηρετούν
και εργάζονται καθώς και για την γενικότερη εικόνα της μειονοτικής εκπαίδευσης.
2. ������
Θεωρία
- 357 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
� Huseyinoglu,
������������� A.
�����������
(2012). “The
��������������������
development of Minority
��������� Education
�����������������������������������������������
at the south-east most corner of the E.U:
�����
The case of the Muslim Turks in W. Thrace, Greece”. A PhD thesis submitted in the University of Sussex, UK.
Μαυρομάτης, Γ. (2005). «Τα παιδιά της Καλκάντζας», «Εκπαίδευση, φτώχεια και κοινωνικός αποκλεισμός
σε μια κοινότητα μουσουλμάνων της Θράκης», Αθήνα: Μεταίχμιο.
- 358 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Κατά την άποψη των ερευνητών, η διαχείριση των διαπολιτισμικών διαφορών αναδεικνύει
ότι ένα σημαντικό εμπόδιο για τον πολιτισμικό πλουραλισμό στο σχολικό περιβάλλον
προέρχεται από τη μέχρι τώρα χαμηλή και χωρίς ουσία διαπολιτισμική επιμόρφωση των
εκπαιδευτικών. Οι ερευνητές μέσα στο πλαίσιο των σχολείων που υπηρετούν είχαν την
εμπειρία να βιώσουν παρόμοιες καταστάσεις οι οποίες διατυπώνονται στην υπάρχουσα
βιβλιογραφία. Πολλοί ερευνητές επίσης επισημαίνουν ότι, ιδιαίτερα σε ζητήματα που
αφορούν στη διαχείριση της διαφορετικότητας και του ρατσισμού, η εκπαίδευση των
εκπαιδευτικών είναι τελείως ανεπαρκής και ως ένα βαθμό ανύπαρκτη, αν λάβει κανείς
υπόψη την ελληνική περίπτωση, με αποτέλεσμα, όταν προκύπτουν τέτοια θέματα στην
τάξη, συχνά να τα αγνοούν ή να τα αντιμετωπίζουν με αμηχανία, άγνοια και πολλές φορές
εσφαλμένη εκδικητικότητα φανερώνοντας το προσωπικό τους έλλειμμα (Grougeon and
Woods, 1990, Siraj-Blatchford, 1995, Gaine, 1995).
Η Bender-Szymanski (2000, 247) αναφέρει ότι, η ευαισθητοποίηση των
εκπαιδευτικών πάνω στη διαπολιτισμικότητα δεν είναι κάτι που γίνεται χωρίς προσπάθεια
και των ιδίων, αν απλά εμπλακούν σε μια συνεχή διαπολιτισμική διεργασία. Πρόκειται
αντίθετα για μια «επίπονη και χωρίς τέλος διαδικασία ανάπτυξης», που απαιτεί μια «εκ
βαθέων υποστήριξη προκειμένου να γίνουν κατανοητές οι δικές τους ηθικές φιλοδοξίες».
Μια τέτοια διαδικασία ανάπτυξης βοηθά τους εκπαιδευτικούς να επιτύχουν «σαφείς
πολιτισμικές και εθνικές ταυτίσεις» και να υπερβούν τις συνήθεις αντιλήψεις και στάσεις
που εστιάζουν είτε στην αφομοίωση των ‘λεγόμενων’ διαφορετικών μαθητών είτε
στην αγνόηση των διαπολιτισμικών διαφορών που υπάρχουν μέσα στο περιβάλλον της
σχολικής τάξης (Βanks, 2004, 146).
Οι εκπαιδευτικοί, ανάλογα με τη στάση που δείχνουν στο θέμα της επιμόρφωσης
τους στη διαπολιτισμική εκπαίδευση, μπορεί να διακριθούν σε τρεις ομάδες: α) στους ήδη
ευαισθητοποιημένους, β) στους αρχικά αδιάφορους και γ) στους αρνητικούς εκπαιδευτικούς
�����������
Grougeon, E.�������������������������
and Woods, P. (1990). Educating
���������� All.
����� Multicultural
��������������������������������������������������
Perspectives in the Primary School,
London: Routledge.
������������������������������
Bender-Szymanski, D. (2000), “Learning
������������������
through Cultural
��������� Conflict?
���������� A
����������������������������������
longitudinal analysis of German
teachers’ strategies for coping with cultural diversity at school”, European Journal of Teachers Education, 23,
3, 2000, 229-250.
����������������������
Banks, J. and Banks, C. �����������������������������������
(Eds), «Handbook of Research on Multicultural
�������������� Education»,
������������ New
���� York:
������ MacMillan
����������
Publishing.
�����������������
Rollandi-Ricci, M.,
�������������
(1996). “Training
�������������������������������������
Teachers for Intercultural Education.
���������������������������
The Work of the Council
�����������
of
Europe” in Dragonas, T., Frangoudaki, A. and Inglessi C. (Eds), Beyond One’s Own Backyard: Intercultural
Teacher Education in Europe.
- 359 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
(Rollandi-Ricci, 1996, 66). Οι ευαισθητοποιημένοι εκπαιδευτικοί είναι αυτοί που έχουν ήδη
αναγνωρίσει την ανάγκη της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης και συχνά έχουν προσπαθήσει
να την εφαρμόσουν, πριν τη συμμετοχή τους σε κάποιο πρόγραμμα επιμόρφωσης.
Εξετάζουν τα εκπαιδευτικά υλικά που τους παρέχονται για να εξοικειωθούν με τα θέματα
της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης και πειραματίζονται με νέες παιδαγωγικές εφαρμογές
στις τάξεις τους. Οι αρχικά αδιάφοροι εκπαιδευτικοί, παρόλο που δεν έχουν ακόμη έλθει
σε επαφή με πολυπολιτισμικές κοινότητες, είναι αρκετά ανοιχτοί για να ακούσουν και να
αποδεχθούν τις αρχές της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης και να αξιοποιήσουν τα υλικά της
στις τάξεις τους. Κάποιοι από τους εκπαιδευτικούς της κατηγορίας αυτής δείχνουν στη
συνέχεια μεγάλο ενδιαφέρον και επιζητούν περισσότερη εκπαίδευση και ενημέρωση, ενώ
κάποιοι άλλοι δεν ευαισθητοποιούνται ιδιαιτέρως. Οι εκπαιδευτικοί αυτοί είναι συνήθως
αυτοί που βρίσκονται να υπηρετούν στα λεγόμενα αμιγώς πολιτισμικά σχολεία και είναι
από την μια περίεργοι και από την άλλη συναρπάζονται με την έννοια «διαφορετικότητα»
Οι αρνητικοί εκπαιδευτικοί τέλος, αρνούνται την αναγκαιότητα της διαπολιτισμικής
εκπαίδευσης και είναι δύσκολο να πεισθούν ότι η αντίθεσή τους είναι παράλογη και
συγκρούεται με τις κρατικές εκπαιδευτικές πολιτικές. Δεν μπορούν, κατά την γνώμη των
ερευνητών, να κατανοήσουν τις αλλαγές που συντελούνται με αποτέλεσμα να μη μπορούν
να τις απορροφήσουν. Οι λόγοι της διαφωνίας τους είναι πολλοί και αντίστοιχοι με τις
αιτίες της ξενοφοβίας, επικεντρώνοντας στη μη αποδοχή του διαφορετικού.
Ένας τρόπος για να ξεπεραστούν τα εμπόδια και οι αντιστάσεις, αποτελεί η
«ενδοσκόπηση του εκπαιδευτικού» (Hidalgo, 1994, 105). Η ενδοσκόπηση, που συχνά
είναι μια πολύ δύσκολη και επώδυνη διαδικασία, τελικά συνδράμει τους εκπαιδευτικούς
στο να αναλύσουν, να συναισθανθούν και να καταλάβουν τα πολιτισμικά χαρακτηριστικά
τόσο των ίδιων όσο και των ‘άλλων’ μαθητών τους. Μέσω της ενδοσκόπησης και σε
συνδυασμό με την ευαισθητοποίηση απέναντι στην διαφορετικότητα, οι εκπαιδευτικοί
αποκτούν τη δυνατότητα να εγκαταλείψουν παραδοσιακές στάσεις που αναπαράγονται
και αναπαράγουν ποικιλόμορφες στερεοτυπικές αντιλήψεις (Δραγώνα, 2001) και να
αναπτύξουν ευαισθησίες και διαπολιτισμικές στρατηγικές, οι οποίες θα αφορούν στη
συμβίωση μεταξύ διαφορετικών πολιτισμών και θα προωθούν την συνεχή αλληλεπίδραση,
επιδιώκοντας την ανάπτυξη της ομαλής κοινωνικής συμβίωσης και συνύπαρξης μέσα
από τη διαφορετικότητα (Κανακίδου και Παπαγιάννη, 1997, Χρυσαφίδης, 2003α).
Η διαδικασία αυτή είναι ικανή να οδηγήσει τους εκπαιδευτικούς σ’ αυτό
που αποτελεί τελικώς και το σπουδαιότερο στόχο της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης,
δηλαδή «να εκτιμήσουν πλήρως την αναγκαιότητα δημιουργίας μιας δημοκρατικής,
απελευθερωτικής εμπειρίας μάθησης10» (Ηooks, 1994). Οι εκπαιδευτικοί, μέσα από την
επιμόρφωσης στη διαπολιτισμική εκπαίδευση, μπορούν να ενημερωθούν πολυεπίπεδα και
να δουν με περισσότερη κριτική διάθεση το δικό τους πολιτισμό 11(Fennes and Hapgood,
� Hidalgo,
��������� N.,
������������
(1994). �����������������������������������������������������������������������������������������
“Multicultural Teacher Introspection” in Perry, T. and Fraser, J. (Eds), Freedom’s Plow,
New York: Routledge.
Δραγώνα, Θ. (2001). «Κοινωνικές ταυτότητες/ετερότητες» στο Δραγώνα, Φραγκουδάκη, Α. και Σκούρτου,
Ε. Εκπαίδευση: Πολιτισμικές Διαφορές και Κοινωνικές Ανισότητες, τόμος Α΄, Πάτρα: Ελληνικό Ανοιχτό
Πανεπιστήμιο.
Κανακίδου, Ε & Παπαγιάννη, Β. (1997). «Διαπολιτισμική Αγωγή», Αθήνα : Ελληνικά Γράμματα.
10 10�������������������
������������������
Ηοο���������������
ks, B. (1994) �����������������������������
“Transformative
�����������������������������
Pedagogy and �����������������������������������������������������
Multiculturalism”
�����������������������������������������������������
in Perry, T. and Foster J. �������
(������
Eds���
),
Freedom���������
’��������
s�������
������, ����
Plow�� New� ���������������
York�����������
: Routledge
���������
11 Μάγος, Κ.(2004). «Επιμόρφωση εκπαιδευτικών στη διαχείριση εθνοπολιτισμικών διαφορών. Η περίπτωση
- 360 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
1997 στο Μάγο 2004), να υιοθετήσουν επιπλέον στοιχεία από ‘άλλους’ πολιτισμούς
και να αναπτύξουν νέες και διαφορετικές προσεγγίσεις, μεθόδους και εργαλεία για να
ανταποκριθούν με επάρκεια σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον.
3. ����������������������������
Μεθοδολογία της έρευνας
των πλειονοτικών εκπαιδευτικών στα Μειονοτικά Σχολεία της Θράκης», Διδακτορική διατριβή, Αθήνα:
ΕΚΠΑ.
- 361 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
4. �������������������������������������
Παρουσίαση αποτελεσμάτων της έρευνας.
4.1 ������������������������������������������������������������������������
Οι απόψεις των ελληνόφωνων εκπαιδευτικών για την εικόνα του μειονοτικού
σχολείου
12 Πετρίδης, Τρ. (2013). «Η δευτεροβάθμια εκπαίδευση των μειονοτικών μουσουλμάνων της δυτικής Θράκης.
(δεκαετία 1950-δεκαετία 1970)», μεταπτυχιακή διατριβή, Αθήνα: Πάντειο Πανεπιστήμιο.
13 Ανδρούσου, Α., Ασκούνη, Ν.(2011). «Πολιτισμική ετερότητα και ανθρώπινα δικαιώματα», Αθήνα:
Μεταίχμιο.
- 362 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
με αυτήν του τυπικού δημόσιου σχολείου. Αυτό ενισχύεται και από την άποψη και των
Ε10 και Ε11. Αντιπροσωπευτικό χαρακτηριστικό αυτών των απόψεων είναι η έκφραση
του Ε10 που το χαρακτηρίζει ως το «Σχολείο όπου φοιτούν οι μουσουλμανοπαίδες,
που επιθυμούν να αποκτήσουν περισσότερες γνώσεις όσον αφορά την τουρκική και το
κοράνι». Η έκφραση δε του Ε10 αντικατοπτρίζει και τους διαχωρισμούς που υπάρχουν
στην τοπική κοινωνία της Κομοτηνής και τις αντιλήψεις για τους ‘άλλους’ (Μαυρομμάτης,
σελ.66). Ακόμη και η απάντηση «σχολείο με ιδιαίτερες μαθησιακές δυσκολίες» του
Ε11, δείχνει την αντίληψη της ιδιαιτερότητας του συγκεκριμένου σχολείου και της
απόστασης που το χωρίζει από ένα κομμάτι της τοπικής κοινωνίας, που μέρος της είναι
και οι εκπαιδευτικοί του συγκεκριμένου σχολείου. Οι Ε12 και Ε13 λόγω της πολύχρονης
παρουσίας τους στα μειονοτικά σχολεία (Ε12, 10χρονη και Ε13,14χρονη) απαντούν
περισσότερο εμπεριστατωμένα χρησιμοποιώντας πιο τεχνοκρατικές εκφράσεις (Ε12)
όπως: «Μεταβατική Φάση Βελτιωτικής Εξέλιξης». Η φράση αυτή δείχνει αφενός την
πολύχρονη παρουσία του πάνω στην μειονοτική εκπαίδευση και αφετέρου τη σύγκριση
της τωρινής εικόνας του σχολείου, σε σχέση με αυτό που βρήκε όταν πρωτοήρθε. Η Ε13
με τα περισσότερα χρόνια υπηρεσίας στο σχολείο βλέπει αφενός μεν και αυτή με θετική
οπτική γωνία τη κατάσταση, χωρίς να παραβλέπει τα υπάρχοντα προβλήματα, αφετέρου
δε τονίζει πολύ θετικά «την εξαιρετικά καλή συνεργασία γονέων εκπαιδευτικών» και
την «εξαιρετική ποιότητα και συμπεριφορά των παιδιών». Εδώ η Ε13, ο οποία κατάγεται
από την περιοχή, συγκρίνει τις σχέσεις αυτές με τα αντίστοιχα λειτουργούντα δημόσια
σχολεία της περιοχής, αλλά και με τη γενικότερη κατάσταση που επικρατεί στο επίπεδο
αυτό στη δημόσια δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Τέλος υπάρχει και η άποψη του Ε7 που
χαρακτηρίζει το επίπεδο καλό και με δυνατότητες περαιτέρω βελτίωσης.
Μπορούμε να κατατάξουμε τις απόψεις των εκπαιδευτικών με βάση τις
απαντήσεις τους στον παρακάτω πίνακα:
14 Δραγώνα, Θ. και Φραγκουδάκη, Α. (2008). «Πρόσθεση όχι αφαίρεση, Πολλαπλασιασμός όχι διαίρεση»,
- 363 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Επίσης η αρνητική άποψη των εκπαιδευτικών για το σχολείο οφείλεται κατά ένα μεγάλο
βαθμό και στις χαμηλές επιδόσεις των μαθητών, πράγμα που μπορεί να συγκριθεί και
με τις αντίστοιχες επιδόσεις των μαθητών των υποβαθμισμένων περιοχών στα μεγάλα
αστικά κέντρα της χώρας. Και εκεί η άποψη των εκπαιδευτικών είναι παρόμοια εξαιτίας
της «πολιτισμικής ένδειας» και των κοινωνικών ανισοτήτων 15(Φραγκουδάκη, 2001,
σελ.141), αλλά και της ιδιαίτερα κακής μεταχείρισης του μειονοτικού πληθυσμού στην
Ξάνθη και τη Ροδόπη κατά το πρόσφατο παρελθόν (Πετρίδης, 2013).
4.2 Οι
������������������������������������������������������������������������
απόψεις των τουρκόφωνων εκπαιδευτικών για την εικόνα του μειονοτικού
σχολείου
Οι τρείς στους δεκαέξι (18,7%) εκπαιδευτικούς αναφέρθηκαν στο τι είναι και πως
ορίζουν τα μειονοτικά σχολεία, και πως σε αλλά σχολειά δεν υπάρχει η δυνατότητα
παρακολούθησης της μητρικής γλώσσας. Ενδεικτικά ο Ε14 αναφέρει πως είναι
«Εκπαιδευτικά ιδρύματα που προσφέρουν δίγλωσση εκπαίδευση…, μέσω εμάς τους
δίνεται να μάθουν την μητρική γλώσσα όπως πρέπει… αυτή η δυνατότητα εκμάθησης
σε άλλα σχολεία δεν υπάρχει και είναι το μοναδικό σχολείο». Επίσης, ο Ε16 αναφέρει
πως «είναι ένα σχολείο που συνυπάρχουν δύο προγράμματα το ελληνικό και το
τουρκικό, θα έλεγα πως δεν είναι ικανοποιητικό και πως χρειάζονται αλλαγές και γενικώς
επανασχεδιασμό της εκπαίδευσης από την βάση». Ενώ ο Ε5, τα αναφέρει ως «δίγλωσσα
εκπαιδευτικά ιδρύματα από δημοτικό – γυμνάσιο- λύκειο με δυνατότητα πρόσβασης και
στην ανώτερη εκπαίδευση».
Οι πλειοψηφία των εκπαιδευτικών έντεκα στους δεκαέξι (68,7%) εκφράστηκαν
με αρνητικούς σχολιασμούς για την εικόνα του μειονοτικού σχολείου ως προς τις
κτιριακές εγκαταστάσεις, τις πολλές ελλείψεις σε υλικοτεχνική υποδομή και γενικώς σε
χαρακτηρισμούς ως σχολειά χωρίς τις απαραίτητες προδιαγραφές και ποιότητα. Ο Ε8
αναφέρει με ένα βλέμμα απογοήτευσης «Θα την χαρακτήριζα χωρίς ποιότητα … θα
πρέπει να δούμε το όλο θέμα από την αρχή…». Ο Ε2 την παρομοιάζει με την τούρκικη
λέξη ¨ ����������
Arap������
�����
saci� ��
= ������������������������������������������������������������
Κατσαρά Μαλλιά-μπούκλες¨ για να περιγράψει το όλο πρόβλημα
«Κτιριακές εγκαταστάσεις ανεπαρκείς... έχουμε 476 μαθητές, το κτήριο παλιό.. Το
συγκεκριμένο κτήριο ήταν καπναποθήκη και μετατράπηκε σε σχολείο χωρίς να πληροί
τις προδιαγραφές (αναφέρεται στο κτήριο του Μουζαφέρ Σαλίογλου στην Ξάνθη). Ως
ειδικότητα δεν έχω το χώρο που απαιτείται να κάνω ασκήσεις και δραστηριότητες…».
Σε παρόμοιο ύφος και ο Ε6, αναφέρει τον αριθμό των μαθητών σε σχέση με
την κτιριακή υποδομή «Το συγκεκριμένο σχολείο είναι ανεπαρκές (ελλιπείς κτιριακές
εγκαταστάσεις) για τον αριθμό των μαθητών. Γίνονται μαθήματα στο υπόγειο...
πολλές ειδικότητες έχουν βασικό πρόβλημα για την υλοποίηση των μαθημάτων τους
(Εργαστήρια και προαύλιος χώρος)». Ενδεικτική αναφορά της Ε1 «… ως προς την
εκπαίδευση έχουμε σοβαρά θέματα υποδομής κτιριακών εγκαταστάσεων, τάξεις 34
μαθητών κάτι που δυσκολεύει το έργο μας..». Ακόμη, ο Ε3 χαρακτηριστικά λέει «Οι
Κτιριακές εγκαταστάσεις μεγάλο και σοβαρό πρόβλημα, ο διαχωρισμός των τάξεων δεν
Αθήνα: Μεταίχμιο
15 Δραγώνα, Θ., Φραγκουδάκη, Α. και Σκούρτου, Ε. Εκπαίδευση: Πολιτισμικές Διαφορές και Κοινωνικές
Ανισότητες, τόμος Α΄, Πάτρα: Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο.
- 364 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
έχει γίνει καλά.., χωρίς ηχομόνωση με αποτέλεσμα να ακούω τους συναδέλφους από 2
και 3 τάξεις όπως και αυτοί εμένα... Επίσης 2 τάξεις.., μαθήματα στο υπόγειο κάνουν ».
Τρείς εκπαιδευτικοί επισημάνουν την απαίτηση να γίνουν διορθωτικές αλλαγές
στις εκπαιδευτικές δομές της μειονοτικής εκπαίδευσης. Ενδεικτικές αναφορές για
απαίτηση διορθωτικών αλλαγών. Ο Ε10 αναφέρει «Θα μπορούσε να είναι σε καλύτερη
κατάσταση, απαιτούνται παρεμβάσεις και αλλαγές στην προσχολική εκπαίδευση
(Νηπιαγωγεία ) αλλά και στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση..» Παρόμοια και ο Ε11
«Θεωρώ πως χρειάζονται διορθωτικές αλλαγές σε όλες τις εκπαιδευτικές δομές της
μειονοτικής εκπαίδευσης..». Ο Ε9 αναφέρει «Όχι τόσο καλή όσο θα έπρεπε… πρέπει
να γίνουν κάποιες διορθωτικές αλλαγές για να καλυτερέψει η κατάσταση..». Σύμφωνα
με τις παραπάνω αναφορές των εκπαιδευτικών το συγκεκριμένο σχολείο δεν πληροί τις
απαραίτητες κτιριακές – σχολικές προδιαγραφές.
Μόλις δύο εκπαιδευτικοί(12.5%) εκφράστηκαν με θετικά - αισιόδοξα σχόλια
ως προς την μειονοτική εκπαίδευση πιστεύοντας πως θα αλλάξει η εικόνα της. Και αυτό
έχει να κάνει περισσότερο ως προς τον έναν συνεντευξιαζόμενο λόγω της αναβάθμισης
της Ε.Π.Α.Θ. πέρσι από την πολιτεία ενσωματώνοντας την στην παιδαγωγική σχόλη του
Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Ενδεικτικά ο Ε12 αναφέρει «Θέλω να
πιστεύω πως πάει προς το καλύτερο από μέρα σε μέρα…(βλέπε Ε.Π.Α.Θ. αλλαγές..)».
Ο Ε13 αναφέρει «Με τις σημερινές δυνατότητες που υπάρχουν και οι χρήσεις τους,
είναι από μόνο του ένα σχολείο που προσπαθεί να προσφέρει τις υπηρεσίες του...». Στον
πίνακα που ακολουθεί ομαδοποιούνται οι απαντήσεις.
4.3 Οι
�����������������������������������������������������������������
λόγοι επιλογής του μειονοτικού σχολείου από τους ελληνόφωνους
εκπαιδευτικούς
- 365 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
εκπαιδευτικοί, που υπηρετούν στην περιοχή της Θράκης, αλλά και στη Δευτεροβάθμια
μειονοτική εκπαίδευση. Η Δραγώνα (1997, σελ. 96-97) στα πλαίσια του ΠΕΜ, σε έρευνα
εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας κατέγραψε ‘ανησυχίες’ με κατεύθυνση το ρατσισμό και
την ξενοφοβία16. Χαρακτηριστικές είναι οι εκφράσεις όπως: «...με το συνοθύλευμα των
λαών αλλοτριώνονται τα ήθη και τα έθιμα ενός λαού (εννοεί του Ελληνικού)». Επίσης
η ίδια έρευνα κατέδειξε ότι ένα ποσοστό που ισοδυναμεί στο Ό του δείγματος εξέφραζε
άποψη ότι «…τα παιδιά ελληνικής υπηκοότητας αλλά μουσουλμανικού θρησκεύματος
πρέπει να ενταχθούν όπως και τα παιδιά των τσιγγάνων σε ξεχωριστά σχολεία».
Έκπληξη αποτέλεσαν οι απόψεις των εκπαιδευτικών που κρατούν συνολικά
θετική στάση και άποψη στο ερώτημα αυτό. Ο Ε1 αναφέρει χαρακτηριστικά ότι
«υπήρχαν οργανικές θέσεις και έτσι ζητήσαμε τη μετάθεση μας στο συγκεκριμένο
σχολείο. Εξάλλου είχαμε ακούσει θετικά σχόλια από άλλους συναδέλφους». Ο Ε2
επικροτώντας την άποψη του Ε1 λέει επιγραμματικά «καλύτερες συνθήκες εργασίας»
και «καλύτερες σχέσεις μαθητή - καθηγητή». Το μειονοτικό σχολείο είναι ένα σχολείο,
όπου δεν υπάρχει το στοιχείο της έντονης παραβατικότητας, συγκρινόμενο με σχολεία
των μεγάλων αστικών κέντρων, αν και η κοινωνική καταγωγή των μαθητών είναι χαμηλή
και κυρίως από αγρότες και εργάτες. Η σχολική ζωή μπορεί να χαρακτηριστεί μέχρι και
απόλυτα ήρεμη. Οι μαθητές σέβονται σχεδόν απόλυτα τόσο το περιβάλλον του σχολείου,
όσο και το σύνολο του προσωπικού που υπηρετεί σε αυτό, είτε ως διοικητικοί είτε ως
εκπαιδευτικοί. Οι Ε1 και Ε2 εξαιτίας της μακρόχρονης εμπειρίας τους (10χρονη για Ε1
και 25χρονη για Ε2) και με βάση τις απόψεις τους επεδίωξαν ουσιαστικά την μετάθεση
τους στο Μειονοτικό Λύκειο.
Στην συνέχεια οι Ε3, Ε11 και Ε13 είναι περίπτωση εκπαιδευτικών οι οποίοι
βρέθηκαν κατά τύχη στην Μειονοτική Εκπαίδευση είτε για λόγους κάλυψης ωραρίου,
είτε γιατί απλά δεν είχαν άλλη επιλογή. Ο Ε3 δηλώνει ότι «βρέθηκε τυχαία», ενώ ο Ε11
περιγράφει ότι «δεν είναι επιλογή μου το μειονοτικό (εννοεί σχολείο)». Η Ε13 απαντά
ότι «βρέθηκε τυχαία» με την ιδιότητα του αναπληρωτή. Στην συνέχεια «διορίστηκε εδώ
(εννοεί το σχολείο), γιατί της άρεσε ο σύλλογος οι σχέσεις με τους συναδέλφους και
τα παιδιά» και συμπληρώνει, κατά την άποψη του ερευνητή, το σημαντικότερο λόγο:
«Άλλωστε είναι κοντά στο σπίτι μου». Η Ε13 δηλώνει ξεκάθαρα ότι ένα από τα βασικά
κριτήρια στην επιλογή της τοποθέτησης του/της, είναι η κοντινή απόσταση από τον τόπο
κατοικίας. Ο Ε4 τέλος υπονοεί ότι και αυτός βρέθηκε τυχαία χωρίς να χρησιμοποιεί τη
λέξη «τυχαία», υπογραμμίζοντας ότι «δεν ήταν επιλογή μου, αλλά μια κοντινότερη
επιλογή στον τόπο μόνιμης κατοικίας μου».
Το μεγαλύτερο ενδιαφέρον εστιάζεται στις απαντήσεις, που έδωσαν οι υπόλοιποι
εκπαιδευτικοί και ομολογουμένως αποτελεί ενθαρρυντικό σημάδι, τόσο για τους ίδιους
και για τους μαθητές, όσο και για τα εκπαιδευτικά δρώμενα της περιοχής. Οι εκπαιδευτικοί
αυτοί ξεπερνούν το 50% του συλλόγου διδασκόντων και είναι οι υπόλοιποι επτά από
τους δεκατρείς, που συμμετείχαν στην ερευνητική διαδικασία. Αναλυτικότερα ο Ε5
χαρακτηρίζει την επιλογή του να εργαστεί στο Μειονοτικό Λύκειο ως «μια ενδιαφέρουσα
εμπειρία που προσφέρει στον εκπαιδευτικό την δυνατότητα εναλλακτικών μεθόδων
διδασκαλίας». Πράγματι η Μειονοτική Εκπαίδευση προσφέρεται για την εφαρμογή όχι
μόνο εναλλακτικών μεθόδων διδασκαλίας, αλλά και για καινοτόμες δράσεις που μπορούν
16 Φραγκουδάκη, Α. και Δραγώνα, Θ. (Επιμέλεια), 1997. «Τι είν’ η πατρίδα μας;», Αθήνα: Αλεξάνδρεια
- 366 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
και ξεπερνούν τα στενά όρια των αναλυτικών προγραμμάτων. «Αποτελεί πρόκληση (με
θετική έννοια) η διαπολιτισμική εκπαίδευση και η επαφή με άλλες κουλτούρες» είναι η
άποψη του Ε6. Η άποψη του αλλά και η χρήση της έννοιας «πρόκληση» για να περιγράψει
την επιλογή του να εργαστεί στο μειονοτικό σχολείο , αν μη τι άλλο δείχνει την δυναμική
που έχει ως χαρακτήρας από την μια και από την άλλη την αυτοπεποίθηση, που έχει ο
ίδιος, γι’ αυτό που κάνει. Ο συγκεκριμένος εκπαιδευτικός δεν φοβάται τις δυσκολίες,
γιατί δείχνει ότι γνωρίζει τους τρόπους, για να τις ξεπερνά. Μια πιο ευαισθητοποιημένη
άποψη εμφανίζει ο Ε7 ο οποίος δηλώνει χαρακτηριστικά ότι «αισθάνεσαι ότι προσφέρεις
σε παιδιά που έχουν ελλείψεις στην ελληνική γλώσσα». Χρησιμοποιώντας ρήματα όπως
τα «αισθάνομαι» και «προσφέρω», ο Ε7 αγγίζει την ευαισθησία μιας μεγάλης μερίδας
παιδιών και οικογενειών της μειονότητας, στη σωστή εκμάθηση της ελληνικής, μέσω της
ενσυναίσθησης. Η Ε8 συμφωνεί με τον Ε6, χρησιμοποιώντας ηπιότερη έκφραση με την
έννοια του «διαφορετικού». «Της αρέσει το διαφορετικό», πράγμα που δείχνει ότι δεν
τρομάζει από τις συχνές δημιουργικές εναλλαγές μέσα στο εργασιακό περιβάλλον, οι
οποίες φανερώνουν την συνεχή αναζήτηση με τελικό στόχο την αυτοβελτίωση. Συμφωνεί
επίσης και με την άποψη των Ε1 και Ε13 σχετικά με την ποιότητα του χαρακτήρα των
παιδιών, ενώ καταλήγει την άποψη της λέγοντας ότι «ο σεβασμός που δείχνουν στο
πρόσωπό μου με κάνει να νιώθω σημαντική». Μέσα από την συμπεριφορά των παιδιών
αισθάνεται ότι επιβραβεύεται για το έργο που προσφέρει, ενώ παράλληλα ανεβάζει την
αυτοεκτίμηση της και αυτό φαίνεται από την φράση «νιώθω σημαντική». Οι απόψεις των
Ε9 και Ε10 κινούνται προς την ίδια κατεύθυνση με τους υπόλοιπους, για «ενδιαφέρον
για τη Διαπολιτισμική Εκπαίδευση» και «επαφή με μια διαφορετική κουλτούρα», αλλά
δεν παραλείπουν να αναφερθούν και στην αυξημένη μοριοδότηση που προσφέρουν
αυτά τα σχολεία στη Ροδόπη. Τέλος ο Ε12 με πιο εξειδικευμένη αντίληψη, μιας και κατά
τη χρονική περίοδο 2010 έως 2012 κατείχε την θέση του υποδιευθυντή του σχολείου,
καταθέτει «το ενδιαφέρον του να συνεργάζεται με ομάδες σύνθετης πολιτιστικής
ταυτότητας και πολιτισμικής παράδοσης». Στον πίνακα που ακολουθεί, ομαδοποιούνται
οι απαντήσεις των εκπαιδευτικών. ». Στον πίνακα που ακολουθεί, ομαδοποιούνται οι
απαντήσεις των εκπαιδευτικών.
Στις απαντήσεις του ερωτήματος που τους ετέθη, τέσσερις (4) από τους
εκπαιδευτικούς αιτιολόγησαν την απάντηση τους με περισσότερους από ένα λόγους για
την επιλογή της Μειονοτικής εκπαίδευσης. Πηγαίνοντας πίσω στην αφετηρία του ΠΕΜ
το 1997 και συγκρίνοντας την κατάσταση και τις απόψεις των εκπαιδευτικών εκείνης
της εποχής, έτσι όπως περιγράφεται από την Ανδρούσου (σελ.364), με την σημερινή, θα
μπορούσε να ειπωθεί ότι τόσο το ΠΕΜ, όσο και τα αποτελέσματα, που αυτό επέφερε στις
τοπικές κοινωνίες της Θράκης, βελτίωσαν την προ του 1997 κατάσταση και άμβλυναν ως
ένα βαθμό τις αντιλήψεις του εκπαιδευτικού προσωπικού, που υπηρετεί στην Μειονοτική
- 367 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Εκπαίδευση17. Από μια άλλη οπτική γωνία, πρέπει να υπογραμμιστεί το γεγονός των
τεράστιων κοινωνικών και οικονομικών αλλαγών, που συντελέσθηκαν παράλληλα κατά
την περίοδο του ΠΕΜ (1997-2007), με την νομισματική ένωση, την εύκολη πρόσβαση
σχεδόν όλων των κατοίκων της περιοχής στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και την αλλαγή,
με την έννοια του εκσυγχρονισμού, συνηθειών και αντιλήψεων, που πριν εθεωρείτο
αδιανόητο να συμβούν. Ουσιαστικά η βελτίωση των συνθηκών ζωής σε πολιτικό και
κοινωνικό επίπεδο από το 1990 και έπειτα , αλλά και οι αλλαγές της συμπεριφοράς
της Ελληνικής Πολιτείας απέναντι στη Μειονότητα βελτίωσαν τις συνθήκες ζωής του
μειονοτικού πληθυσμού, ο οποίος με τη σειρά του κάλυψε το μεγαλύτερο κομμάτι της
απόστασης που τον χώριζε από την πλειονότητα σχεδόν σε όλα τα επίπεδα.
Πριν μια πενταετία (09/2009) από τους δεκαπέντε (15) ελληνόφωνους του
συλλόγου διδασκόντων ενός εκ των τεσσάρων σχολείων μόνο οι τρείς (3) ανήκαν στην
πρώτη ομάδα κατά Δραγώνα-Φραγκουδάκη. Οι υπόλοιποι επηρεασμένοι τόσο από αυτό
που διδάσκουν, όσο και από τα βιώματα του στενού και του ευρύτερου οικογενειακού
τους περιβάλλοντος, θεωρούσαν και θεωρούν ότι ο τουρκικός και ο οθωμανικός
πολιτισμός είναι κατώτεροι και αποφεύγουν να αναφέρονται σ’ αυτούς ως μια γέφυρα με
το κοντινό παρελθόν. Ανάλογες επισημάνσεις έχει κάνει και η Αβδελά σύμφωνα με την
οποία η επίδραση του «κατώτερου» πολιτισμού στη διαμόρφωση της ελληνικής εθνικής
ταυτότητας «βιώνεται ως τραύμα και απωθείται18» (Αβδελά, 1997, 63). Χαρακτηριστική
η φράση συνταξιοδοτηθείσας εκπαιδευτικού, που κλείνοντας σχετική συζήτηση με τους
ερευνητές ανέφερε χαρακτηριστικά: «εμείς εδώ φυλάμε Θερμοπύλες», εννοώντας τον
εαυτό της ως θεματοφύλακα του ελληνικού πολιτισμού και της παράδοσης.
Συνάγεται επίσης από τις απαντήσεις που έδωσαν οι ερωτώμενοι εκπαιδευτικοί,
ότι δεν υπάρχει θέμα διαχείρισης της σχολικής τάξης και δεν αντιμετωπίζονται γενικά
προβληματικές καταστάσεις συμπεριφοράς μέσα στη σχολική μονάδα.
4.4 Οι
�����������������������������������������������������������������
λόγοι επιλογής του μειονοτικού σχολείου από τους τουρκόφωνους
εκπαιδευτικούς
Για τους λόγους επιλογής εργασίας στα μειονοτικά σχολεία από τους εκπαιδευτικούς του
τουρκόφωνου προγράμματος, οι δυο μετακλητοί εκπαιδευτικοί ανέφεραν κυρίως λόγους
πολιτιστικούς και κοινωνικούς (γνωριμία με την ελληνική κουλτούρα), και οικονομικούς
δεδομένου ότι οι εκπαιδευτικοί του εξωτερικού έχουν σχεδόν δυο μισθούς. Κάτι αντίστοιχο
ισχύει και με τους έλληνες εκπαιδευτικούς που αποσπούνται σε ελληνικά σχολεία του
εξωτερικού. Στη συνέχεια τρείς από τους δεκαέξι εκπαιδευτικούς (18,7%) ανέφεραν τη
θέληση να βοηθήσουν τα παιδιά της μειονότητας γνωρίζοντας τα προβλήματα που υπάρχουν.
Συγκεκριμένα, ο Ε8 αναφέρει «Υποχρεωτικά θα έλεγα, θα πρέπει να βοηθήσουμε τα παιδιά
της μειονότητας..» Στο ίδιο μήκος κύματος η Ε9 αναφέρει « Ανήκω στην μειονότητα, τα
παιδιά της μειονότητας είναι και δικά μου παιδιά και ήθελα και εγώ με τον τρόπο μου να
βοηθήσω για μια καλύτερη εκπαίδευση.. για αυτό και επέλεξα μειονοτικό σχολειό» .
17 Δραγώνα, Θ. και Φραγκουδάκη, Α. (2008). «Πρόσθεση όχι αφαίρεση, Πολλαπλασιασμός όχι διαίρεση»,
Αθήνα: Μεταίχμιο.
18 Aβδελά, Ε. (1997). «Χρόνος, ιστορία και εθνική ταυτότητα στο ελληνικό σχολείο» στο Φραγκουδάκη, Α.
και Δραγώνα, Θ. (Επιμέλεια), «Τι είν’ η πατρίδα μας;», Αθήνα: Αλεξάνδρεια
- 368 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Τέσσερις από τους δεκαέξι (25%) των συμμετεχόντων ανέφεραν την δυσκολία
της διαδικασίας του Α.Σ.Ε.Π. και λόγω των ελλείψεων από συγκεκριμένες ειδικότητες
επιλέχτηκε το μειονοτικό σχολείο. Η Ε1 αναφέρει «…..πριν έρθει η αναγνώριση μου
υπήρχε ζήτηση στην ειδικότητα μου λόγω συνταξιοδότησης και την δέχτηκα με χαρά.
Θα ήταν πιο δύσκολο να μπω στην διαδικασία του αναπληρωτή και του ΑΣΕΠ. Επίσης
το επέλεξε διότι θα δίδασκα αυτό που σπούδασα στην μητρική μου γλώσσα στο σχολειό
οπού και φοίτησα..». Χαρακτηριστικά αναφέρει και ο Ε11 «Σπουδές στην Τουρκία και η
διαδικασία του ΑΣΕΠ ήταν δύσκολη για μένα υπήρχε κενό στο σχολείο και δεν υπήρξε
δεύτερη σκέψη».
Το 25% των συμμετεχόντων (4/16) ανέφεραν την μη ύπαρξη άλλης επιλογής
πέραν της μειονοτικής Β/μιας εκπαίδευσης λόγω ειδικοτήτων. Χαρακτηριστικά
παραδείγματα τα μαθήματα των θετικών επιστημών (φυσική, χημεία, μαθηματικά ,
βιολογία), τουρκικών και θρησκευτικών. Χαρακτηριστικά ο Ε5 αναφέρει «Λόγω της
ειδικότητας μου δεν έχω δυνατότητα πρόσβασης σε αλλά σχολεία..».
Επίσης, ένα 18,7% (3/16) ανέφεραν νομοθετικά προβλήματα ως προς τη
πρόσβαση στην μειονοτική πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Χαρακτηριστικά ο Ε6 αναφέρει
«Λόγω ειδικότητας μόνο σε μειονοτικό σχολείο γυμνάσιο- λύκειο, με τα δημοτικά δεν
ξέρω.. αλλά προτεραιότητα έχουν απόφοιτοι της Ε.Π.Α.Θ.. Στα πιλοτικά δημόσια σχολεία
που είχαν την Τουρκική ως μάθημα επιλογής πλέον δεν υπάρχει δυνατότητα. Άποψη μου
να εξακολουθεί να υπάρχει .. είναι μια γλώσσα που χρησιμοποιείται σε πολλές χώρες».
Ενδεικτικές αναφορές λόγω ειδικότητας αναφέρουν, η Ε12, και Ε13 «Δεν είχα άλλη
επιλογή και επειδή είναι μειονοτικό σχολείο..» , «Λόγω της ειδικότητας μου δεν έχω άδεια
αλλού εργασίας..». Στον πίνακα παρακάτω ομαδοποιούνται οι απαντήσεις που δόθηκαν.
5. ������������
Συμπεράσματα
- 369 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσση
Aβδελά, Ε. (1997). «Χρόνος, ιστορία και εθνική ταυτότητα στο ελληνικό σχολείο» στο
Φραγκουδάκη, Α. και Δραγώνα, Θ. (Επιμέλεια), «Τι είν’ η πατρίδα μας;»,
Αθήνα: Αλεξάνδρεια.
Ανδρούσου, Α., Ασκούνη, Ν.(2011). «Πολιτισμική ετερότητα και ανθρώπινα δικαιώματα»,
Αθήνα: Μεταίχμιο.
Δραγώνα, Θ. (2001). «Κοινωνικές ταυτότητες/ετερότητες» στο Δραγώνα, Φραγκουδάκη,
Α. και Σκούρτου, Ε. Εκπαίδευση: Πολιτισμικές Διαφορές και Κοινωνικές
Ανισότητες, τόμος Α΄, Πάτρα: Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο.
Δραγώνα, Θ. και Φραγκουδάκη, Α. (2008). «Πρόσθεση όχι αφαίρεση, Πολλαπλασιασμός
όχι διαίρεση», Αθήνα: Μεταίχμιο.
Κανακίδου, Ε & Παπαγιάννη, Β. (1997). «Διαπολιτισμική Αγωγή», Αθήνα : Ελληνικά
Γράμματα.
Μάγος, Κ.(2004). «Επιμόρφωση εκπαιδευτικών στη διαχείριση εθνοπολιτισμικών
διαφορών. Η περίπτωση των πλειονοτικών εκπαιδευτικών στα Μειονοτικά
Σχολεία της Θράκης», Διδακτορική διατριβή, Αθήνα: ΕΚΠΑ.
Μαυρομάτης, Γ. (2005). «Τα παιδιά της Καλκάντζας», «Εκπαίδευση, φτώχεια και
κοινωνικός αποκλεισμός σε μια κοινότητα μουσουλμάνων της Θράκης»,
Αθήνα: Μεταίχμιο.
Πετρίδης, Τρ. (2013). «Η δευτεροβάθμια εκπαίδευση των μειονοτικών μουσουλμάνων
- 370 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Ξενόγλωσση
- 371 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Τουρκίας με θέμα: «Ρατσισμός και Ξενοφοβία» μέσω της United Societies of Balkans.
- 372 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Περίληψη
Το επάγγελμα του εκπαιδευτικού κατέχει θέση κλειδί στην κοινωνία και είναι ένα από τα
πλέον απαιτητικά λόγω του ενδιαφέροντος του συνόλου στην διαμόρφωση μελλοντικών
γενεών, εξαιτίας των συνεχών αλλαγών σε κοινωνικό, οικονομικό και τεχνολογικό
επίπεδο. Στην παρούσα εργασία θα διερευνηθούν οι απόψεις των εκπαιδευτικών του
Ελληνόγλωσσου, αλλά και του Τουρκόγλωσσου προγράμματος ως προς τις δυσκολίες
που αντιμετωπίζουν οι μαθητές τους, αλλά και οι ίδιοι στην εκπαιδευτική διαδικασία στα
Μειονοτικά Δευτεροβάθμια Σχολεία Ξάνθης και Κομοτηνής.
Abstract
Teacher’s job has a key position in society and it is one of the most demanding professions,
because of increased human interest in shaping future generations. This situation comes
as a result of the ongoing changes in social, economic and technological level. This paper
aims to investigate the teachers’ views, in Greek and Turkish speaking curriculum about
the difficulties met by students and themselves in the educational process in both Muslim
Minority Secondary Schools of Xanthi and Komotini.
1. ���������
Εισαγωγή
Το επάγγελμα του εκπαιδευτικού κατέχει θέση κλειδί στην κοινωνία και είναι ένα από τα
πλέον απαιτητικά, λόγω του συνολικού ενδιαφέροντος στην διαμόρφωση μελλοντικών
γενεών. Τα τελευταία χρόνια χαρακτηρίζονται από έντονες αλλαγές σε κοινωνικό,
οικονομικό και τεχνολογικό επίπεδο. Οι κοινωνικές αλλαγές, που παρατηρούνται στην
σύνθεση των συγχρόνων κοινωνιών (πολυπολιτισμικότητα), οι απαιτήσεις των γονέων
ως προς την παρεχόμενη εκπαίδευση, οι ιδιαιτερότητες των μαθητών, οι συνθήκες
εργασίας και οι ελλείψεις σε υλικοτεχνικές- υποστηρικτές υποδομές είναι μόνο κάποιες
από τις προκλήσεις που καλούνται να αντιμετωπίσουν στη καθημερινή τους εργασία.
Οι εκπαιδευτικοί και τα σχολεία καλούνται να ανταποκριθούν στις νέες συνεχόμενες
και μεταβαλλόμενες συνθήκες.Το έργο των μειονοτικών σχολείων αλλά και των
εκπαιδευτικών θεωρείται ακόμη δυσκολότερο στο να ανταποκριθούν στις νέες απαιτήσεις.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν λόγω ιδιαιτέρων συνθηκών, η εκπαιδευτική διαδικασία και τα
προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι μαθητές στα εν λόγω σχολεία.
Στην παρούσα εργασία θα διερευνηθούν οι απόψεις των εκπαιδευτικών του
ελληνόγλωσσου προγράμματος αλλά και του Τουρκόγλωσσου, ως προς τις δυσκολίες
που αντιμετωπίζουν οι μαθητές τους αλλά και οι ίδιοι στην εκπαιδευτική διαδικασία.
Day��
�����, C����������
�����������
. (2003), Η Εξέλιξη των εκπαιδευτικών: Οι προκλήσεις της δια-βίου μάθησης,(μτφρ): Α. Βακάκη,
Αθήνα: Τυπωθήτω – Γ. Δαρδανός.
- 373 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Επίσης, στην ερευνητική διαδικασία συμμετείχαν και δυο μετακλητοί καθηγητές από την
Τουρκία. Η έρευνα έγινε στα μειονοτικά σχολεία Ξάνθης και Κομοτηνής.
2. ������
Θεωρία
2.1 Η
���������������������������������������
Μουσουλμανική Μειονότητα της Δυτικής ������
Θράκης
Ασημακοπούλου, Φ. & Χρηστίδου – Λιοναράκη, Σ. (2002), Η μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης και οι
Ελληνοτουρκικές Σχέσεις, Αθήνα : Λιβάνη, σ. 226
Παναγιωτίδης, Ν,(1995). Μουσουλμανική μειονότητα και εθνική συνείδηση, Αλεξανδρούπολη, Τ.Ε.Δ.Κ. σ.15
Giddens���
����������, A�����������
������������
. (2009). Κοινωνιολογία. (μτφρ), Τσαούσης Δ.Γ, Αθήνα: Gutenberg�������
����������������
, σ.789
Μαυρομάτης, Γ.(2004). Τα παιδία της Καλκάντζας. Εκπαίδευση, Φτώχεια και κοινωνικός αποκλεισμός σε μια
κοινότητα μουσουλμάνων της Θράκης . Αθήνα : Μεταίχμιο, σ.72
- 374 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
2.2 �������������������������������������
Η δευτεροβάθμια μειονοτική εκπαίδευση
Βακαλιός, Θ.(1991). Το πρόβλημα της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης στη Δ. Θράκη. Αθήνα: Gutenberg�
����������
Υπουργείο Εξωτερικών, Υπηρεσία Ενημέρωσης , Μουσουλμανική Μειονότητα Θράκης. Στο: http://www.
hri.org/MFA/foreign/musmingr.htm, (προσπελάστηκε στις 20.10.2014)
Ασκούνη, Ν.(2006). Η εκπαίδευση της μειονότητας στη Θράκη. Από το περιθώριο στην προοπτική τη
κοινωνικής ένταξη. Αθήνα Αλεξάνδρεια
Μαυρομάτης, Γ.(2004). Τα παιδία της Καλκάντζας. Εκπαίδευση, Φτώχεια και κοινωνικός αποκλεισμός σε μια
κοινότητα μουσουλμάνων της Θράκης . Αθήνα : Μεταίχμιο, σ. 78
- 375 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
την μουφτεία λαμβάνοντας υπόψη τον αριθμό μαθητών ανά σχολείο και την οικονομική
κατάσταση των γονιών. Τα δίδακτρα καταβάλλονται για την κάλυψη λειτουργικών
αναγκών όπως επίσης και για την μισθοδοσία ορισμένων εκπαιδευτικών10.
Η επιλογή των μαθητών για τη συνέχιση της δευτεροβάθμιας μειονοτικής
εκπαίδευσης τους αποτελείται από τα εξής εκπαιδευτικά ιδρύματα: το «Τζελάλ Μπαγιάρ»
στην Κομοτηνή με έτος ίδρυσης το 1952, το μειονοτικό γυμνάσιο - λύκειο Ξάνθης με
έτος ίδρυσης το 1965(Μουζαφέρ Σαλίογλου) καθώς επίσης και τα δύο Ιεροσπουδαστήρια
(θρησκευτικά σχολεία) στον Εχίνο Ξανθής και το Χαϊριγέ Μεντρεσέ στην Κομοτηνή.
Τα σχολεία χαρακτηρίζονται ως ιδιωτικά αλλά ταυτοχρόνως διέπονται από βασικές
ρυθμίσεις τις δημόσιας εκπαίδευσης 11
Τα σχολεία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης με βάση τους μαθητές φοίτησης
στην πρωτοβάθμια εκπαίδευσης, δεν αρκούν για να καλύψουν τις ανάγκες των
μαθητών για να συνεχίσουν τις σπουδές τους σε μειονοτικά σχολεία με αποτέλεσμα
ένα μεγάλο ποσοστό να συνεχίζουν στα δημόσια σχολεία της περιοχής και ένα μικρό
ποσοστό να πηγαίνει στην Τουρκία.
2.3 ���������������������������������������������������������
Εκπαιδευτικοί της δευτεροβάθμιας μειονοτικής εκπαίδευσης
2.4 Δίγλωσση
�������������������������������
εκπαίδευση και στόχοι
10 Μαυρομάτης, Γ.(2004). Τα παιδία της Καλκάντζας. Εκπαίδευση, Φτώχεια και κοινωνικός αποκλεισμός σε μια
κοινότητα μουσουλμάνων της Θράκης . Αθήνα : Μεταίχμιο, σ. 143
11 Ασκούνη, Ν.(2006). Η εκπαίδευση της μειονότητας στη Θράκη. Από το περιθώριο στην προοπτική της
κοινωνικής ένταξη. Αθήνα Αλεξάνδρεια, σ. 69
12 Υπουργική Απόφαση, Ζ2/103/08-04-1996
13 Μπαλτσιώτης, Λ. & Τσιτσελίκης, Κ. (2008). «Η μειονοτική εκπαίδευση της Θράκης νομικό καθεστώς,
προβλήματα και προοπτικές». Στο: Δραγώνα, Θ. & Φραγκουδάκη Α. Πρόσθεση όχι αφαίρεση, Πολλαπλασιασμός
όχι διαίρεση. Αθήνα: Μεταίχμιο, σ. 63-69
14 Γεωργογιάννης, Π. & Κουνέλη Β.(2008). «Μορφές και Μοντέλα διγλωσσίας». Στο: Γεωργογιάννης, Π.
- 376 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
περισσότερων γλωσσών, η οποία προκύπτει, όταν δύο ομάδες ανθρώπων, που μιλούν
διαφορετικές γλώσσες έρθουν σε επαφή ». Δίγλωσσα θεωρούνται τα άτομα εκείνα που
είναι σε θέση να χειρίζονται δύο γλώσσες, που βιώνουν την κοινωνικοποίηση σε δύο
διαφορετικές κουλτούρες με διαφορετικές αξίες παραστάσεις και στυλ. Στην διεθνή
βιβλιογραφία πρωτοχρησιμοποιήθηκε ο όρος «����������������������������
Diglossia�������������������
» από τον Fergusson
���������15 (1959)
και Β�������������������������������������������������������������������������������
ilinquality��������������������������������������������������������������������
ή �����������������������������������������������������������������
Bilinqualism�����������������������������������������������������
που είναι και ο πιο διαδεδομένος για να δηλώσει την
ικανότητα χρήσης δύο γλωσσών. Ενώ για τον Cummins16 η δίγλωσση εκπαίδευση
συνήθως αναφέρεται «στη χρήση δύο ή περισσότερων γλωσσών διδασκαλίας σε κάποιο
σημείο της εκπαίδευσης του μαθητή». Συμπερασματικά από τον προηγούμενο ορισμό η
δίγλωσση εκπαίδευση ορίζεται με βάση το μέσο με τη βοήθεια του οποίου επιτυγχάνονται
συγκεκριμένοι εκπαιδευτικοί στόχοι.
Ο �����
Reich17 κατατάσσει την δίγλωσση εκπαίδευση σε τρία είδη:
• Σε αυτήν που απευθύνεται σε παιδιά ξένων υψηλόβαθμων εργαζομένων σε μία χώρα
όπου η γλώσσα της χώρας δεν είναι γλώσσα κύρους και η εκπαίδευση αυτή παρέχεται
από ακριβά ιδιωτικά σχολεία
• Σε αυτήν που απευθύνεται σε οργανωμένες και αναγνωρισμένες μειονότητες, τα μέλη
των οποίων δεν ανήκουν σε προνομιούχα στρώματα αλλά μπορούν να ασκήσουν
πολιτική πίεση.
• Σε αυτήν που απευθύνεται σε παιδιά μεταναστών και σε στρώματα όπου κοινωνικά
και οικονομικά είναι στερημένες. Το χαρακτηριστικό της ομάδας αυτής σε σύγκριση
με την προηγούμενη είναι ότι δεν είναι σε θέση να ασκήσουν πολιτική πίεση.
Από την παραπάνω κατηγοριοποίηση είναι φανερό πως η μουσουλμανική
μειονότητα ανήκει στη δεύτερη κατηγορία δίγλωσσων σχολείων. Έχουν κατοχυρωμένο
το δικαίωμα από την συνθήκη της Λωζάννης αναφορικά με τη διδασκαλία της μητρικής
γλώσσας και της άσκησης των θρησκευτικών καθηκόντων. Είναι τα μόνα δίγλωσσα
σχολεία στην Ελλάδα, τα οποία όμως παρουσιάζουν μια ιδιομορφία στην εκπαιδευτική
πορεία των μαθητών, επειδή τα παιδιά ξεκινούν αναγκαστικά με ένα μονόγλωσσο
νηπιαγωγείο χωρίς καμία επαφή με τη μητρική τους γλώσσα. Η συνέχιση της φοίτησης
τους αποτελεί ένα ερωτηματικό ως προς την επιλογή της μειονοτικής Α’/θμιας
εκπαίδευσης ή του δημόσιου σχολείου.
Στο πρώτο καλούνται να ανταπεξέλθουν σε ένα δίγλωσσο εκπαιδευτικό
πρόγραμμα, όπου λαμβάνεται υπ όψιν η διδασκαλία της μητρικής γλώσσας και το μάθημα
των θρησκευτικών ενώ, η επιλογή του δημόσιου σχολείου δεν προσεγγίζει καθόλου
τα πολιτισμικά στοιχεία των μαθητών. Ο μεγάλος αριθμός μαθητών στην πρωτοβάθμια
εκπαίδευση δεν μπορεί να απορροφηθεί από την δευτεροβάθμια μειονοτική εκπαίδευση
με αποτέλεσμα να μην έχουν την δυνατότητα να συνεχίσουν σε ένα δίγλωσσο πρόγραμμα
στη συνέχεια. .Η δυνατότητα φοίτησης στην δίγλωσση εκπαίδευσης δεν μπορεί να
Διγλωσσία και Δίγλωσση Εκπαίδευση- Βηματισμοί για μια αλλαγή στην εκπαίδευση, Τόμος 6ος , Πάτρα: �����
Typo�
center�������
, σ. 96
15 15������������������������������������������������������������������������������������������������
�����������������������������������������������������������������������������������������������
Γεωργογιάννης, Π. & Κουνέλη Β.(2008). «Μορφές και Μοντέλα διγλωσσίας». Στο: Γεωργογιάννης, Π.
Διγλωσσία και Δίγλωσση Εκπαίδευση- Βηματισμοί για μια αλλαγή στην εκπαίδευση, Τόμος 6ος , Πάτρα: �����
Typo�
center��������
, σ. ���
48.
16 16� Cummins,
��������������������
J. (2005). Ταυτότητες υπό διαπραγμάτευση – Εκπαίδευση με σκοπό την ενδυνάμωση. Σκούρτου,
Ε. (εισαγ. – επιμ.). Αθήνα Gutenberg, σ. 124
17 Νικολάου, Γ. (2000). «Ένταξη και εκπαίδευση των αλλοδαπών μαθητών στο Δημοτικό Σχολείο», Αθήνα:
Ελληνικά Γράμματα. σ.265
- 377 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
2.5 ������������������������������������������
Σκοπός και στόχοι της ερευνητικής εργασίας
3. �����������������������
Μεθοδολογία της έρευνας
18 Baker, C. (2001). Εισαγωγή στη διγλωσσία και τη δίγλωσση εκπαίδευση. Αλεξανδρόπουλο, Α.(μτφρ) Αθήνα:
Gutenberg, σ. 275
19 Παρασκευοπούλου - Κόλλια, Ε.Α.(2008) Μεθοδολογία ποιοτικής έρευνας στις κοινωνικές επιστήμες και
συνεντεύξεις, Open�
����� Education�������������������������������������
����������������������������������������������
- The�������������������������������
����������������������������������
Journal�����������������������
������������������������������
for�������������������
����������������������
Open��������������
������������������
and����������
�������������
Distance�
��������� ��������������
Education�����
and�
���� ������������������������
Educational�������������
Technology��
������������,
Volume����
4, ������������������������������������������
Number������������������������������������
1. Ανακτημένο στις 15/09/2014 από: http://journal.openet.gr/index.php/openjournal/article/
- 378 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Για την καλύτερη διερεύνηση του σκοπού, των στόχων αλλά και των ερευνητικών
ερωτημάτων της έρευνας χρησιμοποιήθηκε το εργαλείο της ημιδομημένης συνέντευξης.
Κατά τον Ιωσηφίδης22 χαρακτηρίζεται από ένα σύνολο καθορισμένων ερωτήσεων, οι
όποιες παρουσιάζουν ανάλογα με τον συνεντευξιαζόμενο ευελιξία ως προς την σειρά
διατύπωσης, την τροποποίηση του περιεχομένου τους έως και την προσθαφαίρεση θεμάτων
προς συζήτηση. Η διαδικασία αυτού του τύπου συνεντεύξεων έχει ως πλεονέκτημα την
ανάδειξη και συλλογή δεδομένων που δεν είχαν οριστεί από τον ερευνητή.
Οι ανοικτού τύπου ερωτήσεις διατυπώθηκαν με προσοχή και σαφήνεια, έτσι
ώστε να ελαχιστοποιηθεί η μεροληψία όσο το δυνατόν περισσότερο καθώς επίσης
αποφεύχθηκαν και οι ερωτήσεις καθοδηγητικού τύπου και προκαταλήψεις23.
Η πιλοτική φάση και εφαρμογή της έρευνας προηγείται της διεξαγωγής των
view/60/35.
20 Ιωσηφίδης, Θ. ( 2008) . Ποιοτικές μέθοδοι έρευνας στις κοινωνικές επιστήμες . Αθήνα: Κριτική, σ. 20
21 Ιωσηφίδης, Θ. ( 2008) . Ποιοτικές μέθοδοι έρευνας στις κοινωνικές επιστήμες . Αθήνα: Κριτική, σ. 20
22 Ιωσηφίδης, Θ. ( 2008) . Ποιοτικές μέθοδοι έρευνας στις κοινωνικές επιστήμες . Αθήνα: Κριτική, σ. 112
23 Ιωσηφίδης, Θ. ( 2008) . Ποιοτικές μέθοδοι έρευνας στις κοινωνικές επιστήμες . Αθήνα: Κριτική, σ. 117.
- 379 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Για την επεξεργασία του κειμένου χρησιμοποιήθηκε η τεχνική της ανάλυσης περιεχομένου.
Πρόκειται για μια τεχνική που αφορά κατά κύριο λόγο τις εκφραζόμενες ιδέες που απορρέουν
από τα κείμενα. Ενδεικτικός ο ορισμός της ανάλυσης περιεχομένου από τον ��������
Berelson24 (1952)
είναι μια τεχνική που στοχεύει «στην αντικειμενική, συστηματική και ποσοτική περιγραφή του
φανερού περιεχομένου της επικοινωνίας γραπτού ή προφορικού λόγου» με κύριο σκοπό την
ερμηνεία των ποιοτικών κειμένων. Συμπερασματικά, οι συνεντεύξεις έχουν κωδικοποιηθεί
από λέξεις, φράσεις ή και παραγράφους τα οποία ανήκουν σε μια ευρύτερη κατηγορία ή
υποκατηγορία που στη συνέχεια έχουν μετατραπεί σε αριθμητικά δεδομένα.
4. ����������������������������������������
Παρουσίαση των αποτελεσμάτων της έρευνας
Ποιες είναι οι μεγαλύτερες δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα παιδιά της μειονότητας στην
διαδικασία της μάθησης και πως αυτές μπορούν να αντιμετωπιστούν; ��������
Az������
ύ�����
nl���
ύ��k��������������
�����������
�������������
ocuklar�����
ύ����
n���
ύ��
n�
e������
���
itim� �����������������
s����������������
ό���������������
recinde��������
en�����
�������
��
ok� ������
hangi� ���������������������������
zorluklarla����������������
kar������������
���������������
ώύ����������
la��������
ş�������
t������
ύπύ���
n��ύ ���������������������
anlatabilir����������
misiniz��
���������? Sizce�
������ ���
bu�
zorluklar� nasύl
������ a����������
�����������
ώύ��������
labilir�
?
24 Τζανή Μ.(2005), Μεθοδολογία έρευνας κοινωνικών επιστήμων (διδακτικές σημειώσεις), Εργαστήριο
«Βιοφυσικό περιβάλλον : Νευροεπιστήμες & Μάθηση », Παιδαγωγικό τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης,
Ε.Κ.Π.Α., Ανακτημένο στις 20/08/2014 από : http://benl.primedu.uoa.gr/database1/method.pdf , σ.4
- 380 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Ενδεικτικές απαντήσεις:
Στην κατηγορία δυσκολίες των μαθητών. Με βάση τις συχνότητες των απαντήσεων
οι εκπαιδευτικοί θεωρούν πως οι περισσότερες δυσκολίες έχουν να κάνουν με την
πολυγλωσσία των μαθητών αλλά και το χαμηλό επίπεδο γνώσεων και δεξιοτήτων που
αποκτάνε στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Ο Ε2 αναφέρει «Προβλήματα στην τουρκική
γλώσσα αλλά και ελληνική γλώσσα. Έρχονται με πολλά προβλήματα από το δημοτικό ως
προς την γλώσσα αλλά και ως προς τις γνώσεις που έχουν πάρει…». Επίσης, ο Ε15 « Μεγάλο
γλωσσικό πρόβλημα.., δεν ξέρουν την επίσημη γλώσσα (Τουρκικά) στο σχολείο, επιπλέον
ούτε την Ελληνική γνωρίζουν καλά . Λόγω απαιτήσεων στέλνουν τα παιδιά τους από μικρή
ηλικία και για εκμάθηση των Αγγλικών. Δεν πρέπει να ξεχνάμε το γεγονός ότι μαθαίνουν και
την Αραβική για ανάγνωση του κορανίου. Τέσσερις γλώσσες χωρίς την διάλεκτο ορισμένων
μαθητών.. Όλα αυτά δυσκολεύουν το έργο των μαθητών με αποτέλεσμα να μην μαθαίνουν
καμιά γλώσσα σε ικανοποιητικό βαθμό…». Είναι το μάθημα των αρχαίων ελληνικών και
αυτό έχει την δίκια του βαρύτητα στο να ανταπεξέλθουν οι μειονοτικοί μαθητές. Η Ε18
ταυτίζεται με την άποψη της Ε19 στο σημείο ότι οι γονείς δεν προσέχουν τα παιδιά,
όσο θα έπρεπε συγκρίνοντας το τι γίνεται σε σημαντική μερίδα των ελληνόφωνων
οικογενειών και τα παιδιά τους. Τονίζει ότι «πρέπει να συναναστρέφονται με χριστιανούς»
και «να κάνουν κάποια μαθήματα ενισχυτικά της ελληνικής γλώσσας»
Ως προς τις αιτίες των δυσκολιών με βάση τις συχνότητες των απαντήσεων οι
εκπαιδευτικοί θεωρούν σημαντικό παράγονται το οικογενειακό περιβάλλον, την έλλειψη
ενδιαφέροντος αλλά και το χαμηλό επίπεδο μόρφωσης των γονέων,. Χαρακτηριστικά , η
Ε3 αναφέρει και ο Ε6 αναφέρουν «Εξαρτάται και από την οικογένεια και στο περιβάλλον
στο οποίο μεγαλώνουν. Δυστυχώς σε πολλές οικογένειες παρατηρείται μεγάλο ποσοστό
μη μόρφωσης τους αλλά αυτό αλλάζει σιγά-σιγά…», «Είναι αρκετά χαμηλή η μόρφωση
των γονέων (απόφοιτοι Δημοτικού), μετά το ‘90 υπάρχει μια αισθητή διαφορά και πολλά
κορίτσια μετά το 2000 ξεκίνησαν τις σπουδές νωρίτερα δεν δινόταν αρκετή έμφαση..».
Στην συνέχεια οι εκπαιδευτικοί θεωρούν την ίδρυση νηπιαγωγείων και την
δυνατότητα επιλογής φοίτησης σε δημόσιο η διαπολιτισμικό – μειονοτικό νηπιαγωγείο.
Ενδεικτικά η Ε3 «…είναι και το άλλο ακόμη νηπιαγωγεία δεν υπάρχουν», ο
Ε5 «Νηπιαγωγεία δίγλωσσα δεν υπάρχουν…». Επίσης, καταλογίζουν ευθύνες στην
πρωτοβάθμια μειονοτική εκπαίδευση αλλά και γενικότερα στην εκπαιδευτική πολική που
υιοθετούνται στην μειονοτική εκπαίδευση Ενδεικτικά, ο Ε6 «Οι εκπαιδευτικοί της Α’/θμιας
(Ε.Π.Α.Θ.) είναι απόφοιτη διετής φοίτησης.. τα παιδιά έρχονται με πολλές ελλείψεις σε
βασικές γνώσεις..., Υπάρχει ευθύνη και στην εκπαιδευτική πολιτική παλαιότερων ετών…».
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι απόψεις των εκπαιδευτικών ως προς τις
λύσεις που προτείνουν για την αντιμετώπιση των δυσκολιών που έχουν οι μαθητές τους.
Χαρακτηριστικά ο Ε6 «Προτείνω δίγλωσσα νηπιαγωγεία, επιμόρφωση των μειονοτικών
δασκάλων στην Α’/θμια αλλά και αξιολόγηση. Στο γυμνάσιο και λύκειο να γίνονται
ενισχυτικά μαθήματα στο σχολείο εκ μέρους της πολιτείας..». Ο ίδιος εκπαιδευτικός
συγκρίνει το πρόγραμμα σπουδών ως προς τα μαθήματα διδασκαλίας με τα αντίστοιχα
ελληνικά σχολεία της Κωνσταντινούπολης και προτείνει να ισχύσει κάτι αντίστοιχο και
στην Θράκη προκειμένου να αυξηθούν οι γλωσσικές ώρες διδασκαλίας. «Πολλές οι
ενότητες λίγες οι ώρες μόνο 3 ώρες την εβδομάδα στην ειδικότητα (3ώρες γυμνάσιο και
3 λύκειο) προτείνω την αύξηση ωρών. Στην Κωνσταντινούπολη τα μαθήματα θετικών
- 381 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
επιστημών γίνονται στα Τουρκικά αντί στα Ελληνικά για να έχουν περισσότερες ώρες στα
γλωσσικά μαθήματα προτείνω το ίδιο να γίνει και στην Θράκη για να αυξηθούν οι ώρες
των γλωσσικών μαθημάτων..».
Η Ε7 αναφέρει την αναγκαιότητα αναβάθμισης της α/θμιας εκπαίδευσης. «…να
δοθεί περισσότερη έμφαση στην Α’/θμια εκπαίδευση…» , «Θα πρέπει να γίνεται καλύτερη
δουλειά και πολλές αλλαγές στην Α’/θμια εκπαίδευση…».
Τέλος, ως λύση ο εκπαιδευτικός Ε2 αναφέρει ένα σχολείο με προδιαγραφές και
τα πρότυπα που έχουν όλα τα κοινά σχολεία «Ως σχολειό θα πρέπει να έχουμε όλα τα
standards����������������������������������������������������������
που έχει ένα σχολείο για αυτό και απαιτεί Νέο σχολείο..»
- 382 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
25 Συµεού, Λ. (2002). Εµπλοκή των γονιών στο σχολείο: Η προοπτική των διευθυντών δηµοτικής. Πρακτικά
VII Παγκύπριου Συνεδρίου Παιδαγωγικής Εταιρείας Κύπρου (Τοµ. 1), σσ. 263-273. Προσπελάστηκε από: http://
www.csca.org.cy/doc/Symeou_2002.pdf στις 30/08/2014.
- 383 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Διαφορά
• Απαραίτητη καλή σχέση εκπαιδευτικού και μαθητή 1
• Εκπαιδευικοί του ελληνόγλωσσου προγράμματος να 1
γνωρίζουν και τουρκικά.
Ποια υλικοτεχνική υποδομή θα επιθυμούσατε για το σχολείο και την τάξη προκειμένου να
διευκολύνει το έργο σας ; Ηalύώmanύzύn daha kolay olabilmesi iηin okul ve sύnύfύnύzύn
hangi donanύmlara sahip olmasύnύ arzulardύnύz?
Στο τελευταίο ερώτημα της ποιοτικής έρευνας οι εκπαιδευτικοί αναφέρουν μια
σειρά από σημαντικές ελλείψεις όπου δυσχεραίνουν το έργο τους ακόμη περισσότερο.
Συγκεκριμένα ο Ε7 αναφέρει «Λιγότεροι μαθητές ανά τάξεις (4 τμήματα στην
Β’ γυμνάσιου άνω των 30 μαθητών..) Αδεία για ανέγερση νέου σχολείου δεν δίνουν
(στην περιοχή Δοκό της Κομοτηνής) Εξοπλισμένα εργαστήρια και διδακτικά εργαλεία
πάντα απαραίτητα σε κάθε σχολειό..». Ο Ε11 αναφέρει την ανάγκη σε υποστηρικτικά
εργαλεία, «Σύγχρονα διδακτικά εργαλεία όπως προτζέκτορας, εργαστήριο της ειδικότητας
μου... διαδραστικούς πίνακες όπου θα μπορώ να κάνω τις προσομοιώσει, διότι αυτά
είναι που κρατούν το ενδιαφέρουν και ελκύουν τους μαθητές». Ακόμη, ο εκπαιδευτικός
«Διαδραστικούς πίνακες, προτζέκτορες και οπωσδήποτε βιβλιοθήκη. Βασικά βιβλιοθήκη
υπάρχει αλλά είναι άδεια… Τα παιδιά είναι στον κόσμο τους. Κανείς (εκπαιδευτικός Έλληνας
26 Κουτσούρη, Α.,(2003). «Δημιουργικές δραστηριότητες και Διαδικασίες μάθησης», Κλειδιά και Αντικλείδια,
βιβλίο 20, Πανεπιστήμιο Αθηνών,(προσπελάστηκε στις 23.8.2014) από: http://www.kleidiakaiantikleidia.net/
book20/book20.pdf , σ. 35
27 Μάγος, Κ. (2002). «Για τη μέθοδο Project���������������������������������������������������������������
����������������������������������������������������������������������
», Κλειδιά και Αντικλείδια, βιβλίο 2, Πανεπιστήμιο Αθηνών,
,(προσπελάστηκε στης 23.8.2014) από: http://www.kleidiakaiantikleidia.net/book2/KMagos2.pdf, σ. 4
- 384 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
και Μουσουλμάνος) δεν τους μαθαίνει την χρήση και την συνήθεια να διαβάζουν βιβλία
και να χρησιμοποιούν βιβλιοθήκη.. Υπό τον έλεγχο της ελληνικής πολιτείας θα πρέπει να
εξοπλιστεί η βιβλιοθήκη .. και να μάθουν να την χρησιμοποιούν ως υποστηρικτικό υλικό.
Αλλαγή νοοτροπίας ώστε να διαβάζουν και εξωσχολικά βιβλία και στις 2 γλώσσες». Η
κατηγοριοποίηση των αναγκών παρουσιάζεται συγκεντρωτικά στο παρακάτω πίνακα.
- 385 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
5. ������������
Συμπεράσματα
Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσση
31 ������������������
Jarvis������������
, ����������
P���������
. (2007).Οι θεμελιωτές της Εκπαίδευσης Ενηλίκων. Μετάφραση: Θεοδωρακακού, Α., Επιμέλεια:
Κόκκος, Α., Αθήνα: Μεταίχμιο.
- 386 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Ξενόγλωσση
- 387 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Giddens���, ������������
A�����������
. (2009). Κοινωνιολογία. Μετάφραση – Επιμέλεια, Τσαούσης Δ.Γ, Αθήνα:
Gutenberg
Jarvis������������
, ����������
P���������
. (2007).Οι θεμελιωτές της Εκπαίδευσης Ενηλίκων. Μετάφραση: Θεοδωρακακού,
Α., Επιμέλεια: Κόκκος, Α., Αθήνα: Μεταίχμιο.
Ιστοσελίδες
- 388 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Περίληψη
Abstract
Despite the religious character of the only recognised minority in our country, the Muslim
minority of Thrace, linguistic rights have also been established in a rather specific way.
Thus, for this otherness, that does not exceed 1-2%, there has been taken providence of
educational planning, usually, under the burden of political and diplomatic relations, rather
than under the burden of a pedagogical orientation. This paper starts from the report of
the legal framework about the minority education, since the A’ World War and so far.
Afterwards, the correlation between this kind of education is charted along with the needs
of the minority group about social inclusion and it ends up depicting some thoughts, as a
conclusion, referring to its effectiveness up to now and its probable future improvement.
1. Εισαγωγή
Το αυτονόητο της πρόσβασης όλων των παιδιών - ασχέτως ιδιαιτερότητας - στο αγαθό της
μόρφωσης κατοχυρώνεταιμε διεθνή κείμενα που ενσωματώθηκαν στο ελληνικό Δίκαιο
έχοντας αυξημένη τυπική ισχύ. Στο άρθρο 30 της Διεθνούς Σύμβασης για τα Δικαιώματα
του Παιδιού, ειδικότερα, θεσπίζεται διευρυμένο προστατευτικό πλαίσιο για τα παιδιά
που ανήκουν σε μειονότητες με σκοπό τη διασφάλιση των πολιτιστικών και μειονοτικών
τους δικαιωμάτων. Σύμφωνα με τον «Πίνακα των επίσημων, εθνικών και μειονοτικών
γλωσσών στην Ευρώπη», στην Ελλάδα, υφίστανται ως γλώσσες αναγνωρισμένες με
ατομικά και συλλογικά δικαιώματα εκπαίδευσης μόνον τρεις: η αρμενική, η εβραϊκή
και τουρκική. Η αρμενική χρησιμοποιείται ως γνωστικό αντικείμενο, αλλά και ως
���������������������������������������������������������������������������������������������
Διεθνής Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού (1990). Κυρώθηκε στην Ελλάδα με τον Ν.2101/92
������������������������
Τσιτσελίκης Κ. (1996), Το διεθνές και Ευρωπαϊκό καθεστώς προστασίας των γλωσσικών δικαιωμάτων των
μειονοτήτων και η ελληνική έννομη τάξη, Θεσ/νίκη: Σάκκουλας, σ.37κε
- 389 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
γλώσσα επικοινωνίας για τη διδασκαλία κάποιων μαθημάτων στα ιδιωτικά σχολεία των
αρμενικών κοινοτήτων. Η εβραϊκή έχει την αντίστοιχη χρήση στο ιδιωτικό δημοτικό
ισραηλιτικό σχολείο στην Αθήνα και στο ιδιωτικό δημοτικό σχολείο της ισραηλιτικής
κοινότητας στη Θεσσαλονίκη και, τέλος, η τουρκική, για το Μειονοτικό πληθυσμό της
Θράκης, που με μια σειρά νόμων θεμελίωσε μία ιδιότυπη δίγλωσση εκπαίδευση.
2. Θεωρία
Η Συνθήκη της Λωζάνης (άρθρο 40 και 45) είναι το θεμέλιο της νομικής πλαισίωσης για
τη Μειονοτική Εκπαίδευση, αφού τα δύο κράτη, δεσμεύονται αμοιβαία να παρέχουν
«ως προς τη δημοσίαν εκπαίδευσιν, τας προσηκούσας ευκολίας προς εξασφάλισιν της
�������������������������
Τσιτσελίκης, Κ. (2001), Μειονοτικές γλώσσες στην Ελλάδα. Εγκυκλοπαιδικός οδηγός για τη γλώσσα (επιμ. Α.-Φ.
Χριστίδης, σε συνεργασία με τη Μ. Θεοδωροπούλου). Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, σ. 142-145.
�����������������������������������������������������������������������������������������������������
Τσιτσελίκης, Κ. (1999). «Η αντιμετώπιση των μειονοτικών γλωσσών στην Ελλάδα και το ευρωπαϊκό νομικό
περιβάλλον στα πρόθυρα του 21ου αιώνα». Στο: «Ισχυρές» και «ασθενείς» γλώσσες στην Ε.Ε :Όψεις του
γλωσσικού ηγεμονισμού (Πρακτικά διεθνούς συνεδρίου, Θεσσαλονίκη, Μάρτιος 1997), επιμ. Α.-Φ. Χριστίδης,
2ος τόμος, 785-793. Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας ,σ. 785-789
���������������������������������������������������������������������������������
Παναγιωτίδης Ν. (1996). «Το μειονοτικό εκπαιδευτικό σύστημα της Ελλάδας», εφημ. Γνώμη,σ.11,
Αλεξανδρούπολη.
- 390 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
εν τοις δημοτικοίς σχολείοις παροχής εν τη ιδία αυτών γλώσση, της διδασκαλίας εις τα
τέκνα των εν λόγω υπηκόων».
Ιδιαίτερη πολιτική σημασία δόθηκε στη γλώσσα που επρόκειτο να
χρησιμοποιηθεί στα Μειονοτικά σχολεία δεδομένου ότι η Μειονότητα ορίζεται
θρησκευτικά , όχι εθνικά, και είναι τριχοτομημένη γλωσσικά (τουρκική, πομακική,
ρομανί). Παρόλα αυτά, αρχικά και κατά τη δεκαετία του ’30 τα πρώτα Μειονοτικά
σχολεία λειτούργησαν – αν και σε νομικό κενό - αποκλειστικά στην τουρκική γλώσσα.
Το καθεστώς αυτό άλλαξε όταν, με την επιβολή του Αναγκαστικού Νόμου 132 του
1936, επιβλήθηκε η υποχρεωτική διδασκαλία και της ελληνικής γλώσσας.
Κατόπιν το καθεστώς των Μειονοτικών σχολείων συμπληρώθηκε επικουρικά
από τις διατάξεις της Μορφωτικής Συμφωνίας του 1951, που, ενώ δεν ορίζει σε κανένα
σημείο της ότι η επίσημη γλώσσα της Μειονότητας είναι η τουρκική, εντούτοις, αυτή
καθιερώθηκε στα τότε Μειονοτικά σχολεία, επειδή υπαγόρευε την ευθυγράμμισή τους
με το Αναλυτικό Πρόγραμμα του τουρκικού Υπουργείου Παιδείας.
Διεύρυνση της συμφωνίας του 1951, με ανάλογο προσανατολισμό, αποτέλεσε
το ελληνοτουρκικό Μορφωτικό Πρωτόκολλο που υπογράφηκε στις 20-12-1968,
οπότε και θεωρήθηκε αυτονόητη η χρήση της τουρκικής ως γλώσσα της Μειονοτικής
Εκπαίδευσης, λόγω του ότι αποφασίστηκε η εκατέρωθεν ανταλλαγή βιβλίων προς χρήση
των μαθητών της Μειονότητας. Έτσι, ενώ η ελληνική κυβέρνηση είχε χρησιμοποιήσει
ειδικά μεταφρασμένα βιβλία για τα σχολεία της Μειονότητας, τα απέσυρε, εισάγοντας
στη θέση τους διδακτικά βιβλία που προέρχονταν από την Τουρκία. Η υποχωρητική αυτή
στάση της ελληνικής κυβέρνησης ερμηνεύεται σε μεγάλο βαθμό ως προσπάθεια συνοχής
των χωρών μελών του ΝΑΤΟ και δημιουργίας καλού κλίματος στις ελληνοτουρκικές
σχέσεις ενώπιον του κινδύνου του βουλγαρικού κομμουνισμού.
Στο Πρωτόκολλο αυτό προβλέπονταν ότι τα μαθήματα που, ως το 1968,
διδάσκονταν στα ελληνικά θα εξακολουθούσαν να διδάσκονται έτσι, ενώ όλα τα
υπόλοιπα συμφωνήθηκε να διδάσκονται στη γλώσσα της Μειονότητας, θεωρώντας
ως δεδομένο ότι αυτή ήταν η τουρκική. Το ΝΔ 3065/54 (ΦΕΚ 239.9/10/54) και η
Υπουργική Απόφαση 149251/4/6/58 (ΦΕΚ 162/4/6/58) που ρυθμίζουν τα θέματα της
Μειονοτικής Εκπαίδευσης, στηρίζονται σε διατάξεις διακρατικών συμφωνιών. Έτσι η
τουρκική γλώσσα εισάγεται ως η μόνη μειονοτική γλώσσα, παρά το ότι αποτελεί τη
μητρική γλώσσα του 50% της Μειονότητας.
Ενδεικτικό των πολιτκών σκοπιμοτήτων δεν είναι μόνο το γεγονός της
γλωσσικής επιλογής στην εκπαίδευση, αλλά και το ότι ο νομοθέτης αποκαλεί τα
Μειονοτικά σχολεία με διαφορετικό κάθε φορά τρόπο μέσα στη μακρόχρονη θεσμική
λειτουργία τους από το 1881 μέχρι σήμερα. Τα σχολεία ονομάζονται, λοιπόν, τουρκικά,
οθωμανικά, μουσουλμανικά και, τέλος, μειονοτικά10. Όλα τα παραπάνω αποδεικνύουν
ότι οι ρυθμίσεις που έγιναν, για να αποκρυσταλλωθεί μία εκπαιδευτική πολιτική για τη
μειονότητα, κάθε άλλο παρά παιδαγωγικό προσανατολισμό είχαν.
Μπαλτσιώτης, Λ.& Τσιτσελίκης, Κ. (2001). Η μειονοτική εκπαίδευση της Θράκης. Συλλογή Νομοθεσίας
– Σχόλια, Αθήνα, Κομοτηνή: Σάκκουλας, σελ.57
�����������������������������
Ν. ΑΙΓ’/1882, Ν.Δ. 3065/1954
������������
Ν. 568/1915
�������������������������������������������
Ν. 1618/1919, Ν. 2781/1922, Ν.Δ. 4242/1962
10 10��������������������������������
Υπ. Απ. 57658/1972, 159503/1971
- 391 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Πέρα από τις διμερείς συμβάσεις και τους διεθνείς κανόνες, το νομικό καθεστώς που
διέπει τη Μειονοτική Εκπαίδευση, χαρακτηρίζεται από ένα πολύπλοκο σύνολο εσωτερικών
κανόνων που αφορούν και τη δημόσια και την ιδιωτική παιδεία, και ταυτόχρονα επιτρέπουν
τον απόλυτο κρατικό έλεγχο. Η συνύπαρξη των δύο, διαφορετικού χαρακτήρα, κατηγοριών
διατάξεων διατυπώνεται στον Ν. 694/1977 (άρθρο 1, παρ. 1 και 4), ενώ τον ιδιωτικό της
χαρακτήρα11 υπογραμμίζει ο θεσμός των διδάκτρων, που οι μαθητές των Μειονοτικών
σχολείων υποχρεούνται να καταβάλλουν σε ετήσια βάση Το ύψος των διδάκτρων αυτών
ξεκινά από 44 και μπορεί να φτάσει ακόμη και τα 88 ευρώ ετησίως12.
Για την εφαρμογή του νομοθετικού πλαισίου και τη λειτουργία της Μειονοτικής
Εκπαίδευσης υπεύθυνο είναι το Τμήμα Μειονοτικής Εκπαίδευσης του Υπουργείου
Παιδείας και Θρησκευμάτων. Ουσιαστική διοίκηση, όμως, ασκούσε μέχρι το 2013
το Συντονιστικό Γραφείο13 Μειονοτικής Εκπαίδευσης που υπάγεται στο Υπουργείο
Εξωτερικών, έχει έδρα την Κομοτηνή και επικεφαλής του είναι ο Συντονιστής Μειονοτικής
Εκπαίδευσης14. Από τον Δεκέμβρη του 2013 το Συντονιστικό Γραφείο Μειονοτικής
Εκπαίδευσης υπάγεται στην Περιφερειακή Διεύθυνση Εκπαίδευσης Αν. Μακεδονίας και
Θράκης και τα μειονοτικά σχολεία, αντίστοιχα με τη βαθμίδα στην οποία ανήκουν, στη
διεύθυνση πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης Ροδόπης και Ξάνθης15.
Από το 1995 λειτουργεί και ένα άλλο όργανο με ουσιαστικές αρμοδιότητες, το
Υπηρεσιακό Συμβούλιο Μειονοτικής Εκπαίδευσης (ΥΣΜΕ), το οποίο έχει την ευθύνη
των διορισμών και τοποθετήσεων νεοδιόριστων εκπαιδευτικών, των μεταθέσεων, των
κρίσεων και του πειθαρχικού ελέγχου16. Όλα τα Μειονοτικά σχολεία τελούν, επίσης,
υπό την εποπτεία της Διαχειριστικής Επιτροπής Βακουφίων που ελέγχει τις κτιριακές
εγκαταστάσεις, καθώς αυτά, συνήθως, είναι κτισμένα στον αυλόγυρο κάποιου τεμένους
ή συστεγάζονται με αυτό, λόγω του θρησκευτικού χαρακτήρα της εκπαίδευσης.
Στα Μειονοτικά σχολεία ορίζεται μουσουλμάνος διευθυντής και χριστιανός
υποδιευθυντής, ενώ ο συνολικός αριθμός των δασκάλων εξαρτάται από το δυναμικό του
εκάστοτε σχολείου. Δικαίωμα διορισμού σ’ αυτά τα ιδρύματα έχουν δάσκαλοι και καθηγητές
της δημόσιας εκπαίδευσης για τη διδασκαλία των ελληνόγλωσσων, και μουσουλμάνοι με
ιδιότυπο καθεστώς διορισμού, για τη διδασκαλία των τουρκόγλωσσων μαθημάτων.
Σήμερα, για το τουρκόφωνο μέρος του προγράμματος στα Μειονοτικά σχολεία
υπάρχουν: α) μετακλητοί Τούρκοι δάσκαλοι που έρχονται από τη γειτονική χώρα
έναντι αμοιβαίας υπηρέτησης Ελλήνων εκπαιδευτικών στα σχολεία της ελληνικής
Μειονότητας στην Κωνσταντινούπολη, σύμφωνα με την Ελληνοτουρκική Συμφωνία του
2000 για την Πολιτιστική Συνεργασία (άρθρα 1.ε και 10) και τις ΥΑ 55368/16.5.1978
και Ζ2/219/24.5.1993 β) απόφοιτοι Ιεροσπουδαστηρίων, γ) απόφοιτοι της Ειδικής
Παιδαγωγικής Ακαδημίας Θεσσαλονίκης (ΕΠΑΘ, έτος ίδρυσης 1969 – κατάργηση
2010), οι οποίοι διορίζονται ως δημόσιοι υπάλληλοι, προσωρινοί ή μόνιμοι, με απόφαση
11 11�������������������������������������������������
Ν. 682/1977 και άρθρο 16, παρ. 8 του Συντάγματος
12 12�����������������������������
άρθρο 14, Υπ. Απ. 55369/1978
13 Υπουργική Απόφαση Ζ2/365 της 11.8.92 (ΦΕΚ Β΄ 544, 1992), «Ρύθμιση Θεμάτων Συντονιστικού
Γραφείου Μειονοτικών Σχολείων Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης».
14 Υπουργική Απόφαση Ζ2/365/11.8.92 (ΦΕΚ Β΄ 544, 1992), «Αρμοδιότητες του Συντονιστή Μειονοτικής
Εκπαίδευσης»
15 15����������������������
ΦΕΚ 3292B/24-12- 2013
16 Υπουργική Απόφαση Ζ2/411 της 8.11.1995 (ΦΕΚ Β΄ 945, 1995), «Αρμοδιότητες και Λειτουργία του Υπηρεσιακού
και Πειθαρχικού Συμβουλίου του εκπαιδευτικού και διοικητικού προσωπικού της Μειονοτικής Εκπαίδευσης».
- 392 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
του Αντιπεριφερειάρχη και ύστερα από πρόταση του Συντονιστή Μειονοτικών σχολείων.
Κατά κανόνα, η ΕΠΑΘ τροφοδοτούνταν από απόφοιτους λυκείου ή άλλης ισότιμης
σχολής, κυρίως όμως από τους απόφοιτους των μουσουλμανικών ιεροσπουδαστηρίων
ή της Β’ τάξης του λυκείου. Οι προερχόμενοι από τις δύο τελευταίες κατηγορίες
κατατάσσονταν στην προκαταρκτική τάξη της ΕΠΑΘ, και δ) Μειονοτικοί Έλληνες που
σπούδασαν στην Τουρκία σε αντίστοιχα παιδαγωγικά τμήματα.
Σύμφωνα με τον νόμο, οι απόφοιτοι των ιεροσπουδαστηρίων προηγούνται στη
διαδικασία επιλογής για τον διορισμό στα Μειονοτικά σχολεία17 Π.∆. 1024/1979.
Σήμερα, στο γεωγραφικό διαμέρισμα της Θράκης λειτουργούν 162 Μειονοτικά σχολεία18,
σε περιοχές όπου υπάρχουν κάτοικοι που ανήκουν στη Μουσουλμανική Μειονότητα
(Πομάκοι, Ρομά και τουρκογενείς). Τα 158 είναι σχολεία Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης,
ως επί το πλείστον ολιγοθέσια με ό,τι αυτό συνεπάγεται στο επίπεδο των παιδαγωγικών-
διδακτικών προβληματισμών (διδασκαλία της αγγλικής γλώσσας, λειτουργία Ολοήμερου
σχολείου, εφαρμογή ολοκληρωμένων εκπαιδευτικών προγραμμάτων κ.λ.π.).
Μέχρι το 2007, κατά κανόνα, οι μουσουλμάνοι άρχιζαν τη φοίτηση χωρίς την
προπαιδευτική διαδικασία του νηπιαγωγείου19. Η Προσχολική Αγωγή τους θα μπορούσε
να θεωρηθεί ανύπαρκτη καθώς ο αριθμός των τυπικών Νηπιαγωγείων ήταν μικρός λόγω
έλλειψης μαθητικού δυναμικού. Η έλλειψη αυτή οφείλονταν στην απροθυμία των γονέων
να στείλουν τα νήπιά τους σε σχολείο που δεν ακολουθεί δίγλωσσο πρόγραμμα για τα
παιδιά της Μειονότητας, λόγω του φόβου αφομοίωσης. Έτσι με συμμετοχή που μετά
βίας άγγιζε το 5% στην Προσχολική Αγωγή, τα περισσότερα παιδιά των μουσουλμάνων,
κυρίως των Αθίγγανων και των Πομάκων, μορφώνονταν κάτω από άνισες συνθήκες,
αφού προσέρχονταν στο Δημοτικό Σχολείο χωρίς τα εφόδια της Προσχολικής αγωγής
που θα τους έδινε την ευκαιρία να εξοικειωθούν με το σχολείο και να γίνει ομαλή η
ένταξή τους20. Αντίκτυπος της μη φοίτησης σε νηπιαγωγείο είναι η απόσταση των
μαθητών από ένα γλωσσικό περιβάλλον στο οποίο καλούνται στην πρωτοσχολική ηλικία
να επικοινωνήσουν και να εκφραστούν με ευχέρεια.
Αυτό άλλαξε, όταν με τον Ν/3518/21-12-2006 (ΦΕΚ 272Α) κατέστη
υποχρεωτική η Προσχολική Αγωγή διάρκειας τουλάχιστον ενός έτους πριν την εγγραφή
σε Δημοτικό σχολείο, δημόσιο ή Μειονοτικό. Αυτή η νομοθετική ρύθμιση προκάλεσε
αισθητή αντιστροφή του κλίματος που επικρατούσε στο παρελθόν και υποχρέωσε τον
Μειονοτικό πληθυσμό σε υπαγωγή στο σύστημα εκπαίδευσης από τη νηπιακή ηλικία
παρά τις μεμονωμένες – πολιτικά υποκινούμενες - αντιρρήσεις και τις απαιτήσεις για
τουρκόφωνα ή δίγλωσσα Νηπιαγωγεία της Μειονότητας που θα εξυπηρετούσαν πολιτικά
συμφέροντα της γειτονικής χώρας και κανέναν παιδαγωγικό σκοπό.
17 17���������������
Π.∆. 1024/1979
18 18������������������������������������������������������������������������������������
Αρχείο Περ/κής Δ/νσης Εκπ/σης Αν. Μακεδονίας και Θράκης (στοιχεία Σεπτεμβρίου 2014)
19 19����������������������
Κανακίδου Ε. (1997), Η εκπαίδευση στη μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης, Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα
20 20�����������������������������������������������������������������
Βακαλιός Αθ., Κανακίδου Ε., Παναγιωτίδη Ν. & Παπαγιάννη. (1997) Το πρόβλημα της διαπολιτι- στικής
εκπαίδευσης στη δυτική Θράκη.(Έρευνα.), Gutenberg.
- 393 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
21 21�����������������������
ΥΑ 149251/28.11.1957 (ΦΕΚ 162/Β΄/4.5.58)
22 Δημάση Μ., Παπασταμάτης Α., Στόγιος Ι., «Μουσουλμανική Μειονότητα στη Θράκη:Εκπαιδευτικοί
προβληματισμοί» ,στην ηλεκτρονική διεύθυνση: http://utopia.duth.gr/~mdimasi/cv/CV46.pdf
23 23������������������������
Ευαγγέλου, Οδ. (2007). Διαπολιτισμικά Αναλυτικά Προγράμματα. Αθήνα, Τυπωθήτω-Δαρδανός
24 24������������������������������������������������������������������������������������������������������
Κελεσίδης, Γ. (2003). «Από τα μειονοτικά σχολεία στη Δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Διαλεκτική σχέση ή το
ασύμπτωτο μιας σχέσης». Στο: Τρέσσου, Ε. & Μητακίδου, Σ., Εκπαιδευτικοί μιλούν σε εκπαιδευτικούς για τις
εμπειρίες τους. Εκπαίδευση γλωσσικών μειονοτήτων, Θεσσαλονίκη: Παρατηρητής , σς 582-590
25 25��������������������������������������������������������������������
Στάθη Π., (1997). «Τα τουρκικά σχολικά εγχειρίδια στη Θράκη», περ. Σύγχρονα Θέματα, τχ.63, σσ 68-69 , σ.65
26 26���������������������
Dalegre�������������
��������������������
, �����������
J����������
.,(1997), La� �������
Thrace� ���������
grecque��. Populations
��������������� territoire, �������������������������
et ���������� Paris��������������������
, L’Harmattan, p.199
- 394 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
λογοκρισία από το ελληνικό κράτος, το οποίο δεν επέτρεψε τη διανομή τους και τα
έστειλε πίσω για διόρθωση. Οι αντεκκλήσεις συνεχίστηκαν σε πολιτικούς τόνους και το
παιδαγωγικό αποτέλεσμα φάνηκε να αφήνει αδιάφορες και τις δύο πλευρές…
Από το 2000 η κατάσταση αποκαθίσταται. Τα βιβλία άλλαξαν και
χρησιμοποιούνται πλέον εγχειρίδια που έχουν συνταχθεί ειδικά για τους μαθητές των
Μειονοτικών σχολείων, με βάση το ισχύον αναλυτικό πρόγραμμα, αλλά λαμβάνοντας
υπόψη τις ιδιαιτερότητες (θρησκευτικές, γλωσσικές) των μουσουλμανοπαίδων . Επίσης,
στάλθηκαν νέα βιβλία από την τουρκική κυβέρνηση (σε εφαρμογή των σχετικών
διατάξεων του Πρωτοκόλλου του 1968) με τη δομή και το περιεχόμενο των βιβλίων που
χρησιμοποιούνται στην Τουρκία, αλλά παραλείποντας τα τουρκικά εθνικά σύμβολα.
Αναφορικά με τον τρόπο μετάδοσης γνώσης στην Πρωτοβάθμια εκπαίδευση
παρατηρήθηκε ότι οι μουσουλμάνοι δάσκαλοι προτιμούν τη δασκαλοκεντρική μέθοδο
υπερτονίζοντας την αυθεντία της ηλικίας και της γνώσης του Κορανίου. Μαρτυρείται ακόμη
ότι «η χρήση βίας από τον δάσκαλο στους μαθητές είναι συχνό φαινόμενο και χαρακτηρίζει
τη σχέση μουσουλμάνων δασκάλων με τους μαθητές»27. Αντίθετα οι χριστιανοί δάσκαλοι
ακολουθούν παιδοκεντρική μέθοδο28. Αποτέλεσμα του εναλλασσόμενου παιδαγωγικού
ύφους είναι η σύγχυση και η αδυναμία ορθής αντίληψης για την εξουσία29 και η διαφορετική
συμπεριφορά των μαθητών απέναντί τους, αλλά και των γονιών τους, για διαφορετικούς
λόγους. Ως αποτέλεσμα υπάρχει σοβαρή διάκριση μεταξύ χριστιανών και μουσουλμάνων
δασκάλων που κάποτε φτάνει και σε ακραία σημεία30.
Οι εκπαιδευτικοί βιώνουν, επίσης, σύγχυση ως προς το περιεχόμενο της γνώσης
που πρόκειται να μεταδώσουν, γιατί η γνώση αυτή δεν είναι πάντα αποδεκτή από το
σύνολο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι δάσκαλοι της ΕΠΑΘ που κρίθηκαν με καχυποψία
ως προς τις πολιτισμικές επιρροές τους και ως προς το περιεχόμενο των γνώσεων που θα
μετέδιδαν, γιατί φοίτησαν σε ελληνικό εκπαιδευτικό ίδρυμα31.
27 27���������������������������������������������������������������
Βακαλιός Αθ., Κανακίδου Ε., Παναγιωτίδη Ν.&Παπαγιάννη. (1997) Το πρόβλημα της διαπολιτι- στικής
εκπαίδευσης στη δυτική Θράκη.(Έρευνα.), Gutenberg , σ.71
28 28����������������������
Κανακίδου Ε. (1997), Η εκπαίδευση στη μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης, Αθήνα, Ελληνικά
Γράμματα, σ. 94
29 29���������
Vuille, M.����������
(1978) Les maξtres d’ιcole. Analyse sociologique de la situation professionnelle des instituteurs
vaudois, Vevey, Delta, p.125-127
30 30�����������������������������������������������������������������������������������������������������
Δήμου Π.Σ &Μηλιαζήμ Τζ., (2003), Οι δυσκολίες ενός εκπαιδευτικού στα μειονοτικά σχολεία της ορεινής
Ξάνθης. Στο Τρέσσου Ε. & Μητακίδου Σ. (επιμ.), Εκπαιδευτικοί μιλούν σε εκπαιδευτικούς για τις εμπειρίες τους.
Εκπαίδευση γλωσσικών μειονοτήτων, σ.552-559, Θες/νίκη, Παρατηρητής.
31 31����������������������������������
Ρηγοπούλου -Σεραφείμ, Ε. (2002), Η εκπαιδευτική πραγματικότητα στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση του
Ν. Έβρου, μέσα από τον ρόλο και το έργο του δασκάλου, Διδακτορική διατριβή, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο
Θράκης (ΔΠΘ), σ. 244-245
32 NΔ 2203/15.8.1952 (ίδρυση του Tζελάλ Mπαγιάρ).
33 Yπουργική Aπόφαση (28767/5.4.1965).
- 395 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
34 Πρόκειται για την Oργάνη στο νομό Pοδόπης, Σμύνθη όπου λειτουργεί και Λύκειο, Γλαύκη, Eχίνο και
Θερμά στο νομό Ξάνθης.
35 35��������������������������������������������������������������������������������������������
Ασκούνη, Ν., (2008), «Η διαρροή των μαθητών της μειονότητας της Θράκης από την υποχρεωτική
εκπαίδευση». Στο: Δραγώνα, Θ. & Φραγκουδάκη Α. (επιμ.), Πρόσθεση, όχι αφαίρεση, πολλαπλασιασμός, όχι
διαίρεση, σ.123-137, Αθήνα, Μεταίχμιο Βακαλιός 1997
36 36������������������������������������������������������������������������������������������
Ασκούνη, Ν. (2008),»Η διαρροή των μαθητών της μειονότητας της Θράκης από την υποχρεωτική
εκπαίδευση». Στο: Δραγώνα, Θ. & Φραγκουδάκη Α. (επιμ.), Πρόσθεση, όχι αφαίρεση, πολλαπλασιασμός, όχι
διαίρεση, σ.123-137, Αθήνα, Μεταίχμιο, σ. 132
37 Υπουργική Απόφαση Γ2/5560/25.111999.
38 38�������������������������
Άρθρο 4 του Ν. 2621/1998
- 396 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
των δημοσίων εκκλησιαστικών Γυμνασίων και Λυκείων αντίστοιχα. Ωστόσο, και τα δύο
ιεροσπουδαστήρια λειτουργούν σε νομικό κενό39. Το αναλυτικό τους πρόγραμμα είναι
διαφορετικό και στην τουρκική διδάσκονται η τουρκική γλώσσα, τα αραβικά, η ιστορία του
Ισλάμ, και διάφορα άλλα μαθήματα σχετικά με τη θρησκεία, ενώ τα υπόλοιπα γνωστικά
αντικείμενα διδάσκονται στην ελληνική. Για το ελληνόγλωσσο πρόγραμμα χρησιμοποιούνται
τα βιβλία του ΟΕΔΒ και για τα υπόλοιπα μαθήματα οι διδάσκοντες διαμορφώνουν τα
διδακτικά βιβλία, μετά από έγκριση του Συντονιστή Μειονοτικών σχολείων.
Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι στα Μειονοτικά Γυμνάσια και Λύκεια
το ωρολόγιο πρόγραμμα λειτουργεί με τροποποιήσεις που αποβαίνουν σε βάρος του
ωφέλιμου διδακτικού χρόνου, εξασφαλίζοντας χρόνο για την τέλεση των θρησκευτικών
καθηκόντων. Για λατρευτικούς λόγους, επίσης, οι μέρες λειτουργίας των Μειονοτικών
είναι λιγότερες από ότι στα σχολεία της κυρίαρχης κοινότητας. Μια γενικευμένη
προσπάθεια αναβάθμισης του ωρολόγιου προγράμματος, εκσυγχρόνισε σχετικά
πρόσφατα το περιεχόμενο της παρεχόμενης παιδείας40 και το πρόγραμμα σπουδών στα
ιεροσπουδαστήρια41.
39 Μπαλτσιώτης Λ., (1997),«Ελληνική διοίκηση και μειονοτική εκπαίδευση στη Δυτική Θράκη», Στο: Κ.
Τσιτσελίκης & Δ. Χριστόπουλος (επιμ.), Το μειονοτικό φαινόμενο στην Ελλάδα - Μια συμβολή των κοινωνικών
επιστημών,Αθήνα: Κριτική: 415-451. Διαθέσιμο στην ηλεκτρονική διεύθυνση: http://www.kleidiakaiantikleidia.
net/book13/i3.html (Ανακτήθηκε στις 25/8/2014)
40 40������������������������
Υπ. Απόφαση Γ2/933/2000
41 41����������������
ΥΑ Γ2/5560/1999
42 42���������������������������
95403/Ζ2 ΑΣ 999/30-07-2010
43 Άρθρο 2, Παράγραφος 1 του Ν.2341/2.10.1995 (ΦΕΚ, Α΄ 208, 1995) του ΥΠ.Ε.Π.Θ. Ο ορισμός του
ποσοστού 0,5% προβλέπεται στην ΥΑ Φ.152.11/Β3/790 – 28.2.1996 (ΦΕΚ Β΄ 129, 1996).
- 397 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
3. Συμπερασματικά
Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσση
Ασκούνη Ν. ,(2008), «Η διαρροή των μαθητών της μειονότητας της Θράκης από την
υποχρεωτική εκπαίδευση». Στο: Δραγώνα, Θ. & Φραγκουδάκη Α. (επιμ.),
44 44���������������������������������������������������������������������������������������������������������
Σελλά – Μάζη, Ε.(1997). «Διγλωσσία και λιγότερο ομιλούμενες γλώσσες στην Ελλάδα». Στο: Τσιτσελίκης,
Κ., & Χριστόπουλος, Δ., Το μειονοτικό φαινόμενο στην Ελλάδα. Μια συμβολή των κοινωνικών επιστημών,
Αθήνα: Κριτική.Σελλά – Μάζη, σ. 379 – 385.
45 45������������������
Freire P.(1977), Η αγωγή του καταπιεζόμενου, Αθήνα, Κέδρος, σ. 38-58
46 Μουσταφά, Μ., (2002). «Χαιρετισμός προς το Συνέδριο». Πρακτικά Συνεδρίου: Ομοιότητες και
διαφορές: Αναζητώντας νέους δρόμους στην εκπαίδευση. Κομοτηνή,σ. 12
- 398 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
- 399 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Ξενόγλωσση
Dalegre�������������
, J����������
�����������
. (1997), La� Thrace�
������� ���������
grecque��. ��������������� territoire, Παρίσι��������������
Populations et ���������� ��������������������
, Μόντρεαλ����
������������
:L’
Harmattan
Vuille, M. (1978) Les maξtres d’ιcole. Analyse sociologique de la situation profession-
nelle des instituteurs vaudois, Vevey, Delta.
- 400 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Μελισόβα Ζαφειρούλα
Περίληψη
Abstract
In this paper it is studied in depth the approach of primary school children, residing
in Germany, from different linguistic, cultural and social environment through the art
of theater. In a ten-month intervention, a multilevel combinatorial methodology was
applied, with emphasis on personalized support for each child, in order to effortlessly
come into contact with the German language, become familiar with it, to join in their new
environment and to socialize with other children of different nationalities. The alternative
is based on the application of generic theater in the educational process, which results in
immediate positive effects in the teaching and interventional approach.
1. ��������
Εισαγωγή
- 401 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
τέχνη, και πιο συγκεκριμένα το γενερικό θέατρο, μπορεί να επιφέρει άμεσα τη γνωστική
και γλωσσική ανάπτυξη των παιδιών, καθώς και την ομαλή ένταξή τους στο καινούργιο
κοινωνικο-πολιτισμικό πλαίσιο, μέσω εκφραστικών και δημιουργικών διαδικασιών, ενώ
παράλληλα όλα τα παιδιά εξοικειώνονται με το διαφορετικό.
2. ���������������
Θεωρητικό μέρος
2.1. ��������������
Θεατρική τέχνη
Η θεατρική τέχνη αποτελεί ένα αρχέγονο φαινόμενο, προερχόμενη από λαούς με πλήθος
παραδόσεων, εμπλουτισμένη με «αλήθεια που μετατρέπεται σε ψέμα». Το θέατρο σαν
διαδικασία έχει χρησιμοποιηθεί ως μέσο επικοινωνίας, αυτογνωσίας, δημιουργικής
έκφρασης και ευαισθητοποίησης. Τα χαρακτηριστικά αυτά είναι που το καθιστούν τέχνη,
πρωτίστως κοινωνική, που λειτουργεί αποκλειστικά παρουσία κοινού.
Βιβλιογραφικά, έχει επίσης επισημανθεί η χρησιμότητα του θεάτρου με ψυχαγωγική,
ψυχολογική, πολιτική και αισθητική λειτουργία. Το θέατρο έχει την ικανότητα να μετατρέπει
το καθημερινό βίωμα σε σκέψη, αίσθηση και δρώμενο, ενώ, μέσο της αναβίωσης επέρχεται
ο αναστοχασμός. Με βάση αυτό, η έκθεση των συμμετεχόντων στη θεατρική τέχνη παρέχει
ψυχολογική υποστήριξη και σε τομείς ένταξης σε ομάδα και κοινωνία.
Σύμφωνα με τον Κουρετζή, όταν η προσέγγιση του θεάτρου γίνεται από παιδιά,
όπως και κάθε άλλη έννοια, η μέθοδος είναι παιγνιώδης. Η παιγνιοκεντρική προσέγγιση
της θεατρικής τέχνης επέρχεται μέσω του θεατρικού ή του δραματικού παιχνιδιού. Το
θεατρικό παιχνίδι διαφοροποιείται από το δραματικό ως προς την προσέγγιση και τα στάδια
που περνά η ομάδα παιδιών που το εξασκεί. Στη περίπτωση του δραματικού παιχνιδιού
το παιδί έρχεται σε επαφή με θεατρικά κείμενα και τεχνικές, ενώ στο θεατρικό παιχνίδι
το παιδί ευαισθητοποιείται και εκφράζει το προσωπικό του στοιχείο. Στη προκειμένη
μελέτη, η μέθοδος προσεγγίζει αυτή του θεατρικού παιχνιδιού αλλά διαφοροποιείται ως
προς τα στάδια και την εξατομικευμένη προσέγγιση.
Σύμφωνα με τον Παπαδόπουλο, το θέατρο σαν μορφή παιχνιδιού
περιλαμβάνει πολύ διαφορετικές πράξεις και εκδηλώσεις. Για τον ��������� Winnicott είναι
εμπειρία δημιουργική, βάση της υγιούς ανάπτυξης και της διαμόρφωσης των
διαπροσωπικών και κοινωνικών σχέσεων. Κατ’ επέκταση, εντοπίζεται οικουμενικά
και διακρίνεται από αοριστία ως προς το χώρο και το χρόνο.
Στην Ευρώπη η σημασία του θεάτρου ως «ωφέλιμο μέσο απασχόλησης»
για το παιδί μεγάλωσε στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα, με την έναρξη της
θεσμοθετημένης προσχολικής αγωγής, ταυτόχρονα με την εισαγωγή του παιχνιδιού
Κουρετζής, Λ. (1990), Το Θέατρο για παιδιά στην Ελλάδα. Σελ. 11. Αθήνα: Καστανιώτη
Κουρετζής, Λ. (1991), Το θεατρικό παιχνίδι. Αθήνα: Καστανιώτη.
Αντωνιάδης, Α. (1994), Το παιχνίδι. Θεσσαλονίκη: University Studio Press.
Κουρετζής, Λ. (1990), Το Θέατρο για παιδιά στην Ελλάδα. Αθήνα: Καστανιώτη
Κουρετζής, Λ. (1990), Το Θέατρο για παιδιά στην Ελλάδα. Αθήνα: Καστανιώτη
Παπαδόπουλος, Ν. (1991), Ψυχολογία – σύγχρονα θέματα: σπουδές, εφαρμογές, κοινωνικοποίηση, παιχνίδι,
μάθηση, επιθετικότητα, ωριμότητα, κληρονομικότητα, περιβάλλον, προσωπικότητα, εφηβεία, πειθαρχία,
αυτοχειρία, ναρκωτικά. Αθήνα.
Winnicott (1971), στο: Γαλανάκη, Ε. (2003), Θέματα Αναπτυξιακής Ψυχολογίας. Γνωστική – κοινωνική
– συναισθηματική ανάπτυξη. Αθήνα: Άτραπος.
- 402 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
στην εκπαιδευτική διαδικασία. Την περίοδο αυτή υπήρχε μια εμφανή επιρροή στην
επικρατούσα αντίληψη από τον Διαφωτισμό, ενώ το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, η
αντίληψη για την εισαγωγή του παιδιού στο θεατρικό δρώμενο επηρεάζεται από τον
Ρομαντισμό. Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο η εξιδανίκευση του θεατρικού
παιχνιδιού γίνεται ακόμα μεγαλύτερη.
Στις μέρες μας, υπάρχουν κάποιες παραδοχές που έχουν αναγνωριστεί για το
θεατρικό παιχνίδι στην εκπαιδευτική διαδικασία και του καθιστούν έναν κεντρικό ρόλο,
όπως επισημαίνεται ότι έπρεπε να έχει. Το θέατρο στην εκπαίδευση ταυτίζεται με τη
φύση του παιδιού, διασφαλίζει την ελευθερία της επιλογής του, ανταποκρίνεται στο
συγκεκριμένο στάδιο ανάπτυξης του κάθε παιδιού, προσαρμόζεται στο ρυθμό του κάθε
παιδιού και στην προσωπικότητά του, στηρίζεται στη φαντασία και στον αυθορμητισμό,
προάγει την παραγωγή άμεσων εμπειριών και τη μάθηση μέσω της διερεύνησης, βοηθάει
στην έννοια της τάξης και αναθέτει τον κεντρικό ρόλο στο παιδί και προσδίδει στον
ενήλικο έναν υποβοηθητικό ρόλο (παιδοκεντρισμός).
2.2. Το
������������������
γενερικό θέατρο
Το γενερικό θέατρο αποτελεί μορφή της θεατρικής τέχνης, κατά την οποία οι συμμετέχοντες
δημιουργούν το πλαίσιο και τις συνθήκες. Με εμφανή επιρροές από το ψυχόδραμα, το
ψυχοθεραπευτικό εργαλείο του Moreno�������������������������������������������������
�������������������������������������������������������
, το γενερικό θέατρο βασίζεται στον αυθορμητισμό
και στα βιώματα των συμμετεχόντων10. Οι εμπλεκόμενη στη διαδικασία διαλέγουν οι
ίδιοι το θέμα που διαδραματίζεται σε κάθε σκηνή και η επιλογή τους αυτή αποτελεί
συνήθως κάτι που έζησαν όλοι μαζί ή που έζησαν μόνοι τους σε χώρο εκτός ομάδας. Οι
σκηνές αυτές συνήθως δεν είχαν εξελιχθεί όπως θα ήθελαν οι εμπλεκόμενοι και μέσω της
σκηνής δίνεται η ευκαιρία να αλλάξουν τη πορεία της εξέλιξης και να καταλάβουν, να
εξηγήσουν τις επιλογές τους και να αποκτήσουν σεβασμό στην ατομική και πολιτισμική
καταβολή του άλλου.
Η θεατρική διαδικασία γεννάται αποκλειστικά από τους εμπλεκόμενους,
αποτελεί αυτό που οι ίδιοι θέλουν να ζήσουν και έχει άμεση σχέση με την ατομικότητά
τους. Η κάθε δράση εξαρτάται αποκλειστικά από τα μέλη της ομάδας και αποτελεί
αποτέλεσμα δημιουργικού brainstorming�������������������������������������������
��������������������������������������������������������
, με τεχνικές αυτοσχεδιασμού και σωματικής
ενεργοποίησης. Τα μέλη της ομάδας γενερικού θεάτρου περνούν φάσεις «ζεστάματος»
κατά τις οποίες ανοίγονται στους άλλους, εκφράζονται ελεύθερα, ακούν και σέβονται.
Μέσω της προσπάθειας έκφρασης αποκτούν συλλογική ταυτότητα και έρχονται σε επαφή
με το στοιχείο που ο άλλος μοιράζεται.
Σημαντική παράμετρος αποτελεί η τόσο ελεύθερη επιλογή του τρόπου
και της μορφής έκφρασης. Κατ’ επέκταση οι συμμετέχοντες δεν αναγκάζονται να
εκφραστούν λεκτικά, όπως γίνεται σε διαδικασίες δραματικού παιχνιδιού και δεν
δημιουργείται το συναίσθημα της περιθωριοποίησης στα μέλη της ομάδας που
ταυτόχρονα βρίσκονται στη διαδικασία ενδωνάμωσης των λεκτικών τους μέσων και
νοιώθουν ανασφάλεια ακόμα γι αυτά.
Κυπριανός, Π. (2005), Παιδί και θεσμοί προσχολικής αγωγής στην Ευρώπη. Πάτρα: Παν/κές εκδόσεις.
Βοσνιάδου, Σ. (επιμ.) (1992), Κείμενα εξελικτικής Ψυχολογίας. Β’ τόμος: Σκέψη. Αθήνα: Guttenberg.
10 10�������
Karp, M.,�������������������������������������������������������������������
et. al. (1998), The handbook of Psychodrama. London������������
: Routledge�
����������.
- 403 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
2.3. Το
������������������������������������������
θέατρο στα στάδια ανάπτυξης του παιδιού
Ο ���������������������������������������������������������������������������������
Piaget���������������������������������������������������������������������������
διακρίνει τρεις μεγάλους τύπους παιχνιδιών: το παιχνίδι των αισθήσεων, το
συμβολικό και των κανόνων. Σε κάθε ένα από αυτούς τους τύπους, ο ������
Garvey11 εντόπισε
την θεατρική τέχνη. Τα παιχνίδια των αισθήσεων είναι ατομικά και διεξάγονται
από το παιδί στα πλαίσια εξερεύνησης του εαυτού τους και του περιβάλλοντός τους,
κινώντας τα άκρα του και ψελλίζοντας χωρίς σκοπό. Τα παιχνίδια αυτά τοποθετούνται
στο αισθησιοκινητικό στάδιο και το παιδί ερμηνεύει και αυτοσχεδιάζει μόνο του.
Στο συμβολικό παιχνίδι το παιδί υπονοεί ένα συμβολισμό, μια αναπαράσταση του
απόντος αντικειμένου, ενώ μέσω της συμβολικής αναπαράστασης νιώθει ευχαρίστηση
συνδέοντας το πραγματικό αντικείμενο που το παιδί έχει μπροστά του, το «σημαίνον», με
το φανταστικό, το «σημαινόμενο». Έτσι, το παιδί αυτοσχεδιάζει με αφαιρετικές τεχνικές
παντομίμας. Τέλος, τα παιχνίδια των κανόνων τοποθετούνται στην ηλικία των 7 – 11
ετών, ενώ είναι κατά βάση ομαδικά. Αμιγώς σε αυτά εντάσσεται η θεατρική τέχνη που
διέπεται από κανόνες και πλαίσια.
Σύμφωνα με την κατάταξη του Jean �������
Chateau12 για τις εξελικτικές μορφές του
παιχνιδιού, το θέατρο εντάσσεται σε διάφορα στάδια της ανάπτυξης του παιδιού. Αρχικά
εντάσσεται στα μιμητικά παιχνίδια, τα οποία συναντώνται από το 3ο μήνα ανάπτυξης
του παιδιού, όταν αρχίζει να μιμείται τον εαυτό του. Από το 2ο έτος, ωστόσο, έχουν
εξελιχτεί αυτά τα μιμητικά παιχνίδια και η μίμηση του εαυτού του γίνεται μίμηση του
περιβάλλοντός του και των άλλων. Την περίοδο εκείνη πολλές φορές το παιδί μπερδεύει
το πραγματικό με το φανταστικό. Το θέατρο εντάσσεται επίσης και στα παιχνίδια με
αυθαίρετους κανόνες, τα οποία επέρχονται μετά τα μιμητικά παιχνίδια στην ανάπτυξη
του παιδιού και προάγουν τις νοητικές λειτουργίες. Πρόκειται για παιχνίδια που έχουν
εφευρεθεί από κάθε παιδί ξεχωριστά και που ποικίλλουν ανάλογα τη φαντασία και
τα ερεθίσματα που έχει το κάθε παιδί. Στην κατηγορία των ομαδικών παιχνιδιών, το
θέατρο εμφανίζεται με μορφή πιο κοντά στη συμβατή. Με παρότρυνση από εξωτερικούς
παράγοντες και από τον εκπαιδευτικό στο σχολείο, το παιδί εντάσσεται σε ομάδες των
δύο ή περισσότερων συνομήλικων ατόμων και μαθαίνει να λειτουργεί μέσα σε αυτές.
Τα παιδιά με την είσοδό τους στο σχολείο εντάσσονται σε μια μικρή κοινωνία, η οποία
μιμείται την κοινωνία των μεγάλων. Από μόνη της η διαδικασία επιβίωσης μέσα στην
καινούργια κοινωνία των παιδιών διαθέτει μιμητικά χαρακτηριστικά θεατρικής τέχνης13.
Ο ������
Mahler14 συσχέτισε της αλλαγές στη ζωή του παιδιού με το θέατρο και το
παιχνίδι-επαφή του με αυτό και εντόπισε έναν παραλληλισμό ανάμεσα στα δύο αυτά
φαινόμενα, εντοπίζοντας ότι στα πλαίσια εύρεσης της προσωπικής ταυτότητας και στη
διαδικασία ένταξης στην καινούργια ομάδα, τα θεατρικά παιχνίδια των παιδιών αλλάζουν
αναλόγως. Έτσι μέχρι τη συμπλήρωση του τρίτου έτους, τα στάδια του παιχνιδιού
θεατρικής έκφρασης τροποποιούνται σύμφωνα με τον παρακάτω πίνακα15:
11 Garvey, C. (1990), Το παιχνίδι και το θέατρο: η επίδρασή του στην εξέλιξη του παιδιού. Αθήνα:
Κουτσουμπός
12 Chateau, J. (1974), Το παιχνίδι του παιδιού. Αθήνα: Κένταυρος.
13 Garvey, C. (1990), ό.π., Αδαμίδης, Δ. (1999), Το παιδί και το παιχνίδι. Σύγχρονη Εκπαίδευση, τόμος 33.
14 Γαλανάκη, Ε. (2003), Θέματα Αναπτυξιακής Ψυχολογίας. Γνωστική – κοινωνική – συναισθηματική
ανάπτυξη. Αθήνα: Άτραπος.
15 Σέργη (1991), στο: Γαλανάκη, Ε. (2003), ό.π.
- 404 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
2.4. ��������������������������������������������
Η πολιτιστική θεώρηση του θεάτρου στα παιδιά
Πρώτος ο ��������
Huizinga16 εντόπισε την πολιτιστική θεώρηση του θεατρικού παιχνιδιού,
δίνοντας βάση, όχι στον αναπτυξιακό του ρόλο, αλλά στην ικανότητά του να διατηρεί
την ψυχική ισορροπία του παίζοντος ατόμου. Στηριζόμενος σε αρχαίους Έλληνες
φιλοσόφους, θεωρεί ότι μέσα από τη διαδικασία του θεάτρου για το παιδί η συλλογική
συνείδηση θεμελίωσε και ανέπτυξε πλευρές του πολιτισμού, όπως είναι η ποίηση, ο
χορός, η μουσική και η επιστήμη17».
Συνεχιστής αυτών των αντιλήψεων είναι ο νεότερος θεωρητικός του
παιχνιδιού θεάτρου, ������������
Sutton������
-�����
Smith18, ο οποίος έλαβε υπόψη του την πολιτισμική
διάσταση του θεατρικού παιχνιδιού και την εξέλιξή του μέσα στην πορεία των
πολιτισμικών μεταβολών. Με βάση αυτό, η πολιτισμική θεωρία εξάγει το πόρισμα
ότι η πολυπλοκότητα της κοινωνίας είναι υπαίτια για την πολυπλοκότητα των όσων
τα παιδιά εκφράζουν μέσω της θεατρικής τέχνης, διαδικασία που για τον �������Sutton�-
Smith�����������������������������������������������������������������������������
προετοιμάζουν τα παιδιά για την μετέπειτα ζωή τους. Αντιστρόφως, η θεατρική
τέχνη όταν προσεγγίζεται αυθόρμητα από τα παιδιά γίνεται όλο και πιο πολύπλοκη
προκειμένου να καλύψει τις ανάγκες της κοινωνίας19. Ως εκ τούτου, η πολυπλοκότητα
της κοινωνίας και του παιχνιδιού του θεάτρου είναι ένας αέναος κύκλος.
Ο �����
Andr�δ20, ενισχύοντας τη θεωρία του ������������������������������������
Huizinga����������������������������
, υποστηρίζει ότι το θέατρο
όταν εξασκείται σαν παιχνίδι δεν είναι μόνο αντικείμενο διασκέδασης αλλά και
μεσολαβητής ανάμεσα στο παιδί και τον πολιτισμό, αφού η ιστορία του παιχνιδιού είναι
- 405 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
ένα μέρος της ιστορίας του ανθρώπινου πολιτισμού21. Το θέατρο συνέβαλλε με αυτό
τον τρόπο στη διαμόρφωση και μετάδοση προτύπων κοινωνικών και ηθικών αξιών για
τη ζωή στα παιδιά, καθώς και άμεση προβολή και εκμάθηση του καινούργιου πλαισίου
στο οποίο καλούνται να ενταχθούν.
2.5. ���������������������������������������������
Η θεατρική τέχνη στην εκπαιδευτική διαδικασία
Χρειάστηκε να φτάσουμε στην εποχή του Frφebel22, μόλις τα τέλη του 19ου αιώνα, για να
κάνει το παιχνίδι του θεάτρου την πρώτη του εμφάνιση στα εκπαιδευτικά προγράμματα.
Ο Frφebel23 ανήκει στους πρώιμους συζητητές του παιχνιδιού, τόσο γενικότερα όσο
και του παιχνιδιού του θεάτρου, που αντιμετώπισε τη διαδικασία αυτή με μια συνολική
κοινωνική, φιλοσοφική και παιδαγωγική οπτική. Συγκεκριμένα, ο Frφebel υποστήριξε
ότι το παιχνίδι του θεάτρου είναι στάδιο μάθησης αλλά και στάδιο ζωής, καθώς
χαρακτηρίζει την ιδιαιτερότητα της παιδικής ηλικίας και της αυτοεκτίμησης, βοηθώντας
το παιδί παράλληλα να συνειδητοποιήσει τις δυνατότητές του για ανάπτυξη24. Για τον
Frφebel, μέσω του θεάτρου, το παιδί μαθαίνει τον γύρω κόσμο, αποκτά αρχές και αξίες
και μαθαίνει τον εαυτό του25. Συναναστρέφεται με τους ανθρώπους και κάνει σωστή
χρήση της γλώσσας την οποία αναπτύσσει παίζοντας26.
Στου έργου του Frφebel υπήρξε συνεχιστής η παρέμβαση των παιδαγωγών
Νέας Αγωγής, του �����������
Dewey������
, της �������������������������������������������������������
Montessorri��������������������������������������������
και του �����������������������������������
Decroly����������������������������
, οι οποίοι όμως στην ουσία
πρόσθεσαν και παράλλαξαν σε μερικά μόνο σημεία τις θεωρίες του Frφebel, και κυρίως
επικεντρώθηκαν κυρίως στην πρακτική εφαρμογή τους27.
Ο Scheuerl
��������28 το 1962 χαρακτήρισε τη παιγνιώδη μάθηση ως το ανώτερο μέσο
εκμάθησης και αφομοίωσης της διδακτέας έννοιας. Το θέατρο έχει διττή φύση για τον
Scheuerl������������������������������������������������������������������������
αφού τόσο προετοιμάζει το παιδί για να μαθαίνει σωστά όσο διδάσκει από
μόνο του, μέσω της βιωματικής εμπειρίας. «Το παιδί, ασχολούμενο με τη διαδικασία του
θεάτρου, ταυτίζεται ψυχικά και φυσικά με τη διαδικασία της εργασιακής και δημιουργικής
ασχολίας29» και σαν αποτέλεσμα αυτό έχει τόσο την απόκτηση γνώσεων όσο και την
επιτηδειότητα των συμπεριφορών, σημαντική παράμετρος για την εκπαίδευση και τη
μόρφωση του ανθρώπου. Επομένως, το «μαθαίνω να παίζω» δεν ήταν μόνο μάθηση των
προϋποθέσεων του θεάτρου, αλλά και μάθηση μέσω του θεάτρου30.
Ο �����������������
Twellmann��������
το 198331 τονίζει την ικανότητα του παιχνιδιού του θεάτρου να
21 21��������������������������������������������������������������������
Blatchford, P. (1994), Breaktime and the School. London:
������������������
Routledge.
22 22� Heiland,
���������
H. �����������������������������������
(2000), Friedrich Froebel, στο: Houssaye,
���������������������������������������������������������
J. (επιμ.), Δεκαπέντε Παιδαγωγοί. �������������
Σταθμοί στην
Ιστορία της Παιδαγωγικής Σκέψη. Αθήνα: Μεταίχμιο.
23 Τσιαντζή, Μ. (1996), Αγωγή της Προσχολικής Ηλικίας. ������������������
Αθήνα: Guttenberg.
24 24�����������������������������������������������������������
Braun, K. (1991), Play and Ontogenesis, στο: Tolman, W. & Maiers., �������������������
W. (eds), Critical
���������������������
Psychology:
Contribution to a Historical Science of the Subjects. Cambridge: University Press.
25 25�����������
Τσιαντζή��
����������, M.
������������������������������������������������������������
������������������������������������������������������������
(1996). �������������������������������������������������
Αγωγή της Προσχολικής Ηλικίας. Αθήνα: Guttenberg.
26 26�����������������������������������������������������������
Braun, ���������������������������������������������������
��������������������������������������������������
. (1991), Play and Ontogenesis, στο���������������
������������������
: Tolman, W. & �������������������
Maiers.,
�������������������
W. (eds), ���������������������
Critical
���������������������
Psychology:
Contribution to a Historical Science of the Subjects. Cambridge:
����������� �����������������
University Press�.
27 27� Heiland,
��������������������������������������������
�����������������������������������
����������������������������������
. (2000). Friedrich Froebel, �����
στο��: ���������������������������������������������������������
Houssaye,
���������������������������������������������������������
J. (�������������������������������������������
επιμ���������������������������������������
.), Δεκαπέντε��������������������������
�����������������������������������
Παιδαγωγοί���������������
�������������������������
. Σταθμοί
�������������
στην
Ιστορία της Παιδαγωγικής Σκέψη. Αθήνα: Μεταίχμιο.
28 28�����������
Scheuerl, H.������������������������������������������������������������
(1991), Das Spiel. Theorien des Spiels. Bassel: Weinheim.
29 29���������������������������������������������������������������������������������
Scheuerl, ���������������������������������������������������������������������
����������������������������������������������������������������������
. (1991), Das Spiel. Theorien des Spiels., σελ�����������������������
��������������������������
. 42, Bassel: Weinheim.
30 Πανταζής, Σ. (1997), Η Παιδαγωγική και το Παιχνίδι. Αθήνα: Guttenberg.
31 Πανταζής, Σ. (1997), Η Παιδαγωγική και το Παιχνίδι. Αθήνα: Guttenberg.
- 406 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
3. ����������������
Ερευνητικό μέρος
3.1. ����������������������������������
Κίνητρο, Σκοπιμότητα και Υποθέσεις
32 Σεργή, Λ. (1991). Δραματική έκφραση και αγωγή του παιδιού. Αθήνα: Gutenberg,
Πανταζής, Σ. (1997). Η Παιδαγωγική και το Παιχνίδι. Αθήνα: Guttenberg.
33 Αντωνιάδης, Α. (1994). Το παιχνίδι. Θεσσαλονίκη: University Studio Press.
34 34� Arnaud,
�������������
S. – H. �����������������������������������
(1974), Some functions of play. N.J.:
������
Childhood
����������
Education
���������
35 35� Arnaud,
�������������
S. – H. ���������������������������������������������
(1974), Some functions of play., σελ. 19. N.J.:
������
Childhood
����������
Education,
�����������
36 36�������������������������������������������������������
Ματσαγγούρας������������������������������������������
������������������������������������������������������
, (2003). ��������������������������������
Η σχολική τάξη. Αθήνα: Γρήγορης.
- 407 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
3.2. ����������������������
Χαρακτηριστικά έρευνας
37 Τσιμπούκης, Κ. (1979), Η μέτρηση και η αξιολόγηση στις επιστήμες της αγωγής. Αθήνα.
Βάμβουκας, Μ. (1998), Εισαγωγή στην ψυχοπαιδαγωγική έρευνα και μεθοδολογία. Αθήνα: Γρηγόρη.
Παπαδοπούλου, Β. (1999), Παρατήρηση Διδασκαλίας. Θεσσαλονίκη: Κυριακίδη.
- 408 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
πράγμα που δεν ήταν εφικτό να πραγματοποιήσει ο ερευνητής κατά τη διάρκεια της
διδασκαλίας. Οι συμπεριφορές παρατηρούνταν και καταγράφονταν ημερολογιακά
αργότερα εκτός τάξης.
Η καταγραφή έγινε από έναν ερευνητή σε διάστημα δέκα μηνών.
3.3. ������������������
Οργανωτικό πλαίσιο
- 409 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
3.4. ������������
Συμπεράσματα
Τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν μετά την παρέμβαση δείχνουν ότι η θεατρική τέχνη, και
πιο συγκεκριμένα το γενερικό θέατρο, μπορεί να επιφέρει άμεσα τη γνωστική και γλωσσική
ανάπτυξη των αλλοδαπών παιδιών πρωτοσχολικής ηλικίας, καθώς και την ομαλή ένταξή
τους στο καινούργιο κοινωνικο-πολιτισμικό πλαίσιο, μέσω εκφραστικών και δημιουργικών
διαδικασιών, ενώ παράλληλα όλα τα παιδιά εξοικειώνονται με το διαφορετικό.
Διασταυρώνοντας τις υποθέσεις συμπεραίνουμε ότι η χρησιμοποίηση της
βιωματικής προσέγγισης του θεάτρου οδήγησε σε πολύ θετικά αποτελέσματα. Τα παιδιά
που προέρχονταν από διαφορετικά γλωσσικά και πολιτισμικά πλαίσια ένοιωθαν μέλη
της ίδιας ομάδας και εκφράζονταν περισσότερο, νοιάζονταν για τους συμμαθητές τους,
συμμετείχαν περισσότερο και προσπαθούσαν να συντάξουν πολύπλοκες προτάσεις,
αποφεύγοντας τις μονολεκτικές ανταποκρίσεις που είχαν στην αρχή.
Επίσης, η επαφή των παιδιών με πραγματικές καταστάσεις, με γεγονότα
της καθημερινής τους ζωής τους προκαλούσε μεγάλο ενδιαφέρον στις σκηνές που
διαδραμάτιζαν. Τέλος, το γενερικό θέατρο ως προσέγγιση παρεμβατική και διδακτική
παρέχει υψηλής ποιότητας παιδαγωγικές υπηρεσίες όπως αυτό προσμετρείται από
εμπειρικώς τεκμηριωμένες αποδείξεις.
Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσση
- 410 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Ξενόγλωσση
- 411 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Ροφούζου Αιμιλία
Περίληψη
Η παρούσα μελέτη στοχεύει στην ανάδειξη των μοχλών εξάπλωσης της γερμανικής
γλώσσας στο εξωτερικό, όπως αυτοί προκύπτουν από τις κατευθυντήριες γραμμές της
εξωτερικής πολιτιστικής πολιτικής της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Για
το λόγο αυτό επιχειρείται η σκιαγράφηση του γλωσσικού ζητήματος, αναλύονται ωστόσο
προηγουμένως οι στόχοι και μέθοδοι της γερμανικής εξωτερικής πολιτιστικής πολιτικής
εν γένει από το 2000 και έπειτα.
Abstract
The current study aims to highlight the tools needed to promote the German language
abroad, according to the guidelines set out by the Foreign Cultural Policy of the Federal
Republic of Germany. For this reason, this study attempts to outline the language issue,
having earlier analyzed the targets and methods of the German Foreign Cultural Policy
generally since 2000.
1. Εισαγωγή
�����
Βλ��
����. ���������������������
Martin Praxenthaler, Die Sprachverbreitungspolitik der DDR: Die deutsche Sprache als Mittel
sozialistischer auswδrtiger Kulturpolitik, Frankfurt am Main: Peter Lang Europδischer Verlag der
Wissenschaften, 2002, σελ��������
�����������
. 21-25.
- 412 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
�����������������
Βλ��������������
����������������
. Kurt-Jόrgen Maaί,
������������������
»άberblick: Ziele
��������������������������
und Instrumente der Auswδrtigen
���������������������������������������������
Kulturpolitik«, στο��������������
�����������������
: Kurt-Jόrgen
Maaί (Hg.), Kultur und Auίenpolitik. Handbuch fόr Studium und Praxis, Baden-Baden: Nomos, 2005, σελ������ ���������
. 23.
������������������������������������������������������������������
�����������������������������������������������������������������
Βλ���������������������������������������������������������������
. K. von Beyme, »Auswδrtige Kultur- und Bildungspolitik«, στο�� �����: Kulturpolitik in Deutschland. Von der
Staatsfφrderung zur Kreativwirtschaft, Wiesbaden: Springer VS, 2012, ���������
σελ������
. 202.
������������������
����������������
Βλ��������������
. Kurt-Jόrgen Maaί,
������������������
»άberblick: ��������������������������
Ziele und Instrumente der Auswδrtigen
������������������������������������������
Kulturpolitik«, ό�������������
��������������
.������������
���������
., ��������
σελ�����
. 26.
�����������������
����������������
Βλ��������������
. Kurt-Jόrgen Maaί,
��������������������
»Das deutsche Modell
�������������
– Die Mittlerorganisationen«,
�����������������������������������������
στο��������������
�����������������
: Kurt-Jόrgen Maaί
������������
(Hg.),
Kultur und Auίenpolitik. Handbuch fόr Studium und Praxis, Baden-Baden: Nomos, 2005, σελ������ ���������
. 205.
�����������������������������������
Βλ��������������������������������
����������������������������������
. Gόnter Sautter, »Fόhrung ohne ��������������
Monopol – Das �����������
Auswδrtige �����������
Amt in der ���������������������������������
Auswδrtigen Kulturpolitik«, στο��
�����:
Kurt-Jόrgen Maaί (Hg.), Kultur und Auίenpolitik. Handbuch fόr Studium und Praxis, Baden-Baden: Nomos,
2005, �������������
σελ����������
. 179 και�
���� �������
Eckart �������
Conze, Das Auswδrtige Amt. Vom Kaiserreich bis zur Gegenwart, Mόnchen: Verlag
C.H. Beck, 2013, passim.
- 413 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
διεθνή συνεργασία και στη διατήρηση και ενίσχυση της θέσης της γερμανικής γλώσσας
και της γερμανικής παιδείας γενικότερα στο εξωτερικό οριοθετούν τη σύγχρονη πολιτική
του γερμανικού Υπουργείου Εξωτερικών.
Η επίτευξη, ωστόσο, των προαναφερθέντων στόχων επιτάσσει την υποστήριξη
και στενή συνεργασία πολλών και διαφορετικών τομέων άσκησης της πολιτικής της
γερμανικής κυβέρνησης, μεταξύ των οποίων εντάσσεται η αναπτυξιακή και εξωτερική
οικονομική πολιτική, ενώ απαραίτητη κρίνεται και η συνεισφορά της πολιτικής της
διεθνούς συνεργασίας στην επιστήμη, την έρευνα, την τεχνολογία, την παιδεία, την
επαγγελματική εκπαίδευση, τον αθλητισμό και την ανταλλαγή νεολαίας. Το διαφορετικό
ωστόσο χαρακτηριστικό της νέας αυτής πολιτικής από το 2000 και έπειτα είναι η σταδιακή
αναδόμηση της εξωτερικής πολιτιστικής πολιτικής στις δυτικές χώρες και η αντικατάσταση
των κρατικών δομών στο εξωτερικό -πολιτιστικά ινστιτούτα, σχολεία- από δομές
συνεργασίας ιδιωτικών και δημοσίων φορέων. Επιπροσθέτως, φαίνεται να αποδίδεται
ιδιαίτερη σημασία πλέον και για πρώτη φορά σε αξίες, όπως εξασφάλιση ειρήνης,
πρόληψη συγκρούσεων, προστασία ανθρωπίνων δικαιωμάτων, προώθηση δημοκρατίας.
Όλη αυτή η πολιτική ενισχύεται ωστόσο ακόμη περισσότερο μέσω των λεγόμενων
«Leitlinien� zur�
���� ����������������������������������
politischen�����������������������
���������������������
ffentlichkeitsarbeit� ��� 2000», των κατευθυντήριων
im� �������������
Ausland������
γραμμών που θέτουν ως «βασική εντολή» της εξωτερικής πολιτικής της ΟΔΓ την προώθηση
της πραγματικής εικόνας της Γερμανίας στο εξωτερικό και την ενίσχυση του κύρους της.
Αλλά και το νέο πλάνο δράσης -Zivile����������������������������������
���������������������������������
Krisenpr�������������������������
�����������������������
vention�����������������
, ���������������
Konfliktl������
φ�����
sung� ����
und�
Friedenskonsolidierung�- της 12.05.2004 ήρθε για να επικυρώσει τη σημασία που
απέδιδε η γερμανική κυβέρνηση στις προαναφερθείσες αξίες, ενώ διασαφηνίζει και
ορισμένους από τους στόχους της εξωτερικής πολιτιστικής πολιτικής αποδίδοντας στην
πρόληψη κρίσεων και μια πολιτιστική διάσταση: η κατανόηση των πολιτισμών άλλων
λαών, πρωτίστως μέσω του διαλόγου και της ανταλλαγής, και η προώθηση των αξιών
αποτελούν θεμελιώδη προϋπόθεση για την αποκλιμάκωση. Αυτή η διάσταση ανάγεται
στο γεγονός ότι κουλτούρα και κοινωνία συνδέονται σε τέτοιο βαθμό μεταξύ τους, ώστε
η κουλτούρα είναι δυνατόν να διαμορφώνει τις συγκρούσεις μιας κοινωνίας.
Στο ίδιο κλίμα διεύρυνσης των καθηκόντων της εξωτερικής πολιτιστικής
πολιτικής και οι επόμενες ενέργειες της γερμανικής κυβέρνησης μέσω των
διασκέψεων του Υπουργείου Εξωτερικών Menschen� ������������������������
bewegen�����������������
- Kulturpolitik�
�������������� ���
im�
Globalisierung, το 2006 και το 2009.10
Zeitalter� ������������������
der���������������
��������������
Τέλος, χαρακτηριστική της σημασίας της εξωτερικής πολιτιστικής
πολιτικής για τη γερμανική κυβέρνηση αποδεικνύεται η εντυπωσιακή τα τελευταία
χρόνια χρηματοδότηση: από 543 εκατομμύρια ευρώ το 2004 διατέθηκαν για τους
�����������������
����������������
Βλ��������������
. Kurt-Jόrgen Maaί,
������������������
»άberblick: ��������������������������
Ziele und Instrumente der Auswδrtigen
������������������������������������������
Kulturpolitik«, ό�������������
��������������
.������������
���������
., ��������
σελ�����
. 26
������
Gerd ��������������
Ulrich Bauer, Auswδrtige Kulturpolitik als Handlungsfeld und »Lebenselixier«, Mόnchen: Iudicium Verlag,
2010, �������
����
. 94�.
Βλ��������������
. Kurt-Jόrgen Maaί,
������������������
»άberblick: ��������������������������
Ziele und Instrumente der Auswδrtigen
����������������������������������������������
Kulturpolitik«, ό�����������������
������������������
.����������������
�������������
., σελ���������
������������
. 26 -27.
���������������������������������������
��������������������������������������
Βλ������������������������������������
. Tina Balla, »Krisen ohne Grenzen. ��������������������������������������������������������������
Auswδrtige Kulturpolitik als Krisenprδvention«, στο�����������
��������������
: Wolfgang
Schneider (Hg.), Auswδrtige Kulturpolitik. Dialog als Auftrag – Partnerschaft als Prinzip, Bonn: Kulturpolitische
Gesellschaft e.V.; Essen: Klartext Verlag, 2008, ���������
σελ������
. 145.
10 Βλ��������������
. Kurt-Jόrgen Maaί,
������������������
»άberblick: Ziele
��������������������������
und Instrumente der Auswδrtigen
������������������������������������������
Kulturpolitik«, ό�������������
��������������
.������������
���������
., σελ�����
��������
. 27
και� Auswδrtiges
������������ Amt,
������������������������������������������
»Menschen bewegen – Kulturpolitik im Zeitalter
���������������������������������������
der Globalisierung«, Berlin: Edition��������
Diplomatie, 2009.
- 414 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
11 Βλ��������������������������������
. Gόnter Sautter, »Fόhrung ohne Monopol
��������������
– Das Auswδrtige
����������� Amt
�����������
in der Auswδrtigen
����������������������������
Kulturpolitik«,
ό������������
.�����������
��������
., �������
����
. 179.
12 12�����������������������������������������������
����������������������������������������������
Βλ��������������������������������������������
. »Auswδrtige Kultur- und Bildungspolitik«, Auswδrtiges Amt, 16.12.2013, http://www.auswaertiges-
amt.de/DE/Aussenpolitik/KulturDialog/ZieleUndPartner/ZielePartner_node.html, 2013 και�����������������
��������������������
»Grundlagen und
Ziele der Auswδrtigen Kultur- und Bildungspolitik«, Institut fόr ���������������������
Α��������������������
uslandsbeziehungen, http://www.ifa.de/
kultur-und-aussenpolitik/themen/grundlagen-der-akbp.html.
13 13�����������������������������������
Βλ��������������������������������
����������������������������������
. Gόnter Sautter, »Fόhrung ohne Monopol
��������������
��������������
– Das Auswδrtige
�����������
�����������
Amt
�����������
�����������
in der Auswδrtigen
����������������������������
����������������������������
Kulturpolitik«,
ό������������������
.�����������������
��������������
., �������������
σελ����������
. 179-180.
14 14������������������������������������������������
Βλ��������������������������������������������
����������������������������������������������
. »Auswδrtige Kultur- und Bildungspolitik«, Auswδrtiges Amt, 16.12.2013, ό��������������������
���������������������
.�������������������
����������������
. ����������������
και�������������
Kurt-Jόrgen ������
Maaί,
»άberblick: Ziele und Instrumente der Auswδrtigen Kulturpolitik«, ό�����������������������
������������������������
.����������������������
�������������������
., ������������������
σελ���������������
. 205, 210-212.
- 415 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
15 15�����������������������������������������������
����������������������������������������������
Βλ��������������������������������������������
. »Fφrderung der deutschen Sprache« (2013), Auswδrtiges Amt, 21.03.2013, http://www.auswaertiges-
amt.de/sid_EE374B4514C96E3505E6287A6162A615/DE/Aussenpolitik/KulturDialog/Sprache/
DeutscheSprache_node.html.
16 16�����
Βλ��
����. Ulrich
�������
�������
Ammon,
����������������������������������������������������������������������
����������������������������������������������������������������������
»Umkδmpftes Privileg – Die deutsche Sprache«, στο��������������
�����������������
: Kurt-Jόrgen Maaί
������������
������������
(Hg.), Kultur
und Auίenpolitik. Handbuch fόr Studium und Praxis, Baden-Baden: Nomos, 2005, ������������������������
σελ���������������������
. 90, »Fφrderung der
deutschen Sprache« (2013), Auswδrtiges Amt, 21.03.2013, �������������������������
ό������������������������
.�����������������������
��������������������
. ��������������������
και�����������������
Goethe-Institut �������
Athen, http://www.goethe.
de/ins/gr/ath/deindex.htm?wt_sc=athen.
17 17�������������
������������
Βλ����������
. Felicia �����������������������������
Maier,
�����������������������������
»Der kulturpolitische ������������������������������
Auftrag
������������������������������
des Goethe-Instituts. ����������������������������������
Eine
����������������������������������
kritische Betrachtung anhand
- 416 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
της δράσης είναι το γεγονός ότι μέσα σε ένα χρονικό διάστημα 40 ετών (1961-2001)
διπλασιάστηκε ο αριθμός των Ινστιτούτων στο εξωτερικό -από 64 σε 128-,18 ενώ μέχρι το
2004 το δίκτυο έφτασε τον εντυπωσιακό αριθμό των 143 Ινστιτούτων.19
Περαιτέρω πεδίο δράσης της γερμανικής γλωσσικής πολιτικής αποτελεί η
εκπροσώπησή της μέσω γερμανικών σχολείων στο εξωτερικό, στα οποία οι μαθητές
διδάσκονται μαθήματα και στη γερμανική γλώσσα και τα οποία παρέχουν τόσο
εθνικά όσο γερμανικά απολυτήρια.
Οι γερμανικές μειονότητες έχουν κι αυτές αναλάβει το ρόλο τους στην άσκηση
της προαναφερθείσας πολιτικής. Η γερμανική κυβέρνηση έχει θέσει ως στόχο να
υποστηρίζει τις μειονότητες στο βαθμό που να μην απειλείται η επιβίωσή τους.
Με την εξάπλωση της αγγλικής γλώσσας έχει απειληθεί, ωστόσο, η θέση της
γερμανικής ως γλώσσας της επιστήμης σε διεθνές επίπεδο. Για το λόγο αυτό επικεντρώνεται
η πολιτική της ΟΔΓ σήμερα στη διατήρηση της γερμανικής ως γλώσσας επιστήμης εντός
γερμανικού εδάφους, ενώ μέσω της Deutsche���������������
�����������������������
Welle���������
��������������
και των ��������
ARD�����
και ����������������
ZDF�������������
γίνεται μια
συντονισμένη προσπάθεια προώθησης διεθνώς των γερμανικών ως γλώσσας των Μέσων.
Ένα τελευταίο πεδίο δράσης αποτελεί η χρήση της γερμανικής γλώσσας ως
γλώσσας της διπλωματίας και κυρίως εντός ευρωπαϊκών οργάνων20 με δείκτη μέτρησης
το ποσοστό των υπαλλήλων, οι οποίοι είναι σε θέση να χρησιμοποιούν τα γερμανικά
στην εργασία τους είτε ενεργά είτε παθητικά. Για την επίτευξη αυτού του στόχου και
σε συνεργασία με τη γαλλική κυβέρνηση η Γερμανία υποστηρίζει την πολυγλωσσία
εντός των ευρωπαϊκών οργάνων.21 Σε αυτό το πλαίσιο αναπτύχθηκε και το πρόγραμμα
υποτροφιών «���������������������������������������������������������������������
Europanetzwerk�������������������������������������������������������
Deutsch�����������������������������������������������
������������������������������������������������������
», το οποίο μέσω του Υπουργείου Εξωτερικών και
του Ινστιτούτου Γκαίτε προσφέρει γλωσσικά μαθήματα στη Γερμανία και απευθύνεται
στα υψηλά ιστάμενα στελέχη των ευρωπαϊκών οργανισμών, καθώς και στους υπαλλήλους
υπουργείων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.22
4. Συμπεράσματα
Στη μελέτη αυτή παρουσιάστηκε συνοπτικά τόσο η εξωτερική πολιτιστική πολιτική της
Γερμανίας εν γένει με αφετηρία το 2000, όσο και η πολιτική εξάπλωσης της γερμανικής
γλώσσας ειδικότερα.
Από τη σκιαγράφηση των στόχων και μεθόδων της γερμανικής εξωτερικής
πολιτιστικής πολιτικής γίνεται σαφής η προσπάθεια της Γερμανίας να ασκήσει μια
συντονισμένη και καλά οργανωμένη πολιτική, ώστε να επιτύχει τους στόχους της, οι
- 417 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
οποίοι μέσω του κεντρικού ρόλου του Υπουργείου Εξωτερικών συνοψίζονται σήμερα
ως ακολούθως: παρουσίαση της Γερμανίας ως χώρας με πολύπλευρες και παγκοσμίως
αναγνωρισμένες πολιτιστικές σκηνές, ενίσχυση του κύρους της μέσω της παρουσίασης
της χώρας ως τόπου επιστήμης, έρευνας και εκπαίδευσης, εξάπλωση της γερμανικής
γλώσσας σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, προώθηση της ευρωπαϊκής ενσωμάτωσης,
πρόληψη κρίσεων, διατήρηση της πληθώρας των παγκόσμιων πολιτισμών και εξασφάλιση
μιας σταθερής βάσης για τις διεθνείς σχέσεις μέσω της προώθησης του διαλόγου.
Αναφορικά με την πολιτική εξάπλωσης της γερμανικής γλώσσας, στην
προκείμενη μελέτη παρουσιάστηκαν τα πεδία δράσης της γερμανικής πλευράς. Το
μάθημα της γερμανικής ως ξένης γλώσσας με κεντρικό το ρόλο του Ινστιτούτου Γκαίτε,
η εκπροσώπηση μέσω γερμανικών σχολείων, οι γερμανικές μειονότητες, η διατήρηση της
γερμανικής ως γλώσσας επιστήμης εντός γερμανικού εδάφους, η προώθησή της διεθνώς
ως γλώσσας των Μέσων και η χρήση της εντός ευρωπαϊκών οργάνων αποτελούν τον
πυρήνα εργασίας της γερμανικής πλευράς, αλλά και το «Δούρειο ίππο» της γερμανικής
κυβέρνησης για την άσκηση αυτού του σημαντικού τομέα της εξωτερικής της πολιτιστικής
πολιτικής. Ανάλογα με τη χώρα-στόχο μένει να διερευνηθεί ο ρόλος έκαστου εκ των
προαναφερθέντων πεδίων δράσης και να αναλυθούν οι μέθοδοι εργασίας, καθώς και η
αποτελεσματικότητα των φορέων που εμπλέκονται.
Βιβλιογραφία�
Ξενόγλωσση
Ammon, Ulrich (2005), »Umkδmpftes Privileg – Die deutsche Sprache«, στο������� ����������
: Kurt-
Jόrgen Maaί (Hg.), Kultur und Auίenpolitik. Handbuch fόr Studium und Pra-
xis, Baden-Baden: Nomos, σελ�������
����������
. 85-94
»Auswδrtige Kultur- und Bildungspolitik« (2003), Auswδrtiges Amt, Referat
Φffentlichkeitsarbeit Inland, http://www.auswaertiges-amt.de/cae/servlet/con-
tentblob/382838/publicationFile/4286/AKBPolitik.pdf.
»Auswδrtige Kultur- und Bildungspolitik« (2013), Auswδrtiges Amt, 16.12.2013, http://
www.auswaertiges-amt.de/DE/Aussenpolitik/KulturDialog/ZieleUndPartner/
ZielePartner_node.html
Auswδrtiges Amt (2009), »Menschen bewegen – Kulturpolitik im Zeitalter der Globali-
sierung«, Berlin: Edition Diplomatie
Balla, Tina (2008), »Krisen ohne Grenzen. Auswδrtige Kulturpolitik als Krisenprδvention«,
στο����������������������������
: Wolfgang Schneider (Hg.), Auswδrtige Kulturpolitik. Dialog als Auftrag
– Partnerschaft als Prinzip, Bonn: Kulturpolitische Gesellschaft e.V. ; Essen:
Klartext Verlag, �������������
σελ����������
. 142-145
Bauer, Gerd Ulrich (2010), Auswδrtige Kulturpolitik als Handlungsfeld und »Lebenseli-
xier«, Mόnchen: Iudicium Verlag
Beyme, K. von, (2012), »Auswδrtige Kultur- und Bildungspolitik«, ����� στο��: Kulturpolitik
in Deutschland. Von der Staatsfφrderung zur Kreativwirtschaft, Wiesbaden:
Springer VS
Conze, Eckart (2013), Das Auswδrtige Amt. Vom Kaiserreich bis zur Gegenwart,
Mόnchen: Verlag C.H. Beck
- 418 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
- 419 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Περίληψη
Στόχος της παρούσας έρευνας ήταν η διερεύνηση του ρόλου των δεξιοτήτων φωνολογικής
μνήμης ως παράγοντα ανίχνευσης αναγνωστικών δυσκολιών σε δίγλωσσους μαθητές.
Μια δοκιμασία επανάληψης ψευδολέξεων δόθηκε σε 97 αλβανόφωνους μαθητές, 61 με
αναγνωστικές δυσκολίες και 36 καλούς αναγνώστες. Η ανάλυση των αποτελεσμάτων
έδειξε σοβαρά προβλήματα φωνολογικής μνήμης μόνο στους μαθητές με αναγνωστικές
δυσκολίες. Επιπλέον, τα λάθη που πραγματοποιήθηκαν από τους μαθητές δε φάνηκε να
επηρεάζονται από τη μητρική τους γλώσσα.
Abstract
The goal in present study was to investigate the role of phonological memory skills as
a screening factor for reading disabilities in bilingual students. A pseudoword repetition
test was used with 97 Albanian students, 61 with reading disabilities and 36 good readers.
The analysis of the data revealed serious phonological memory problems only for the
group of reading disabilities. Furthermore, mistakes made by the students did not seem to
be impacted by their first language.
1. ��������
Εισαγωγή
Οι αναγνωστικές δυσκολίες στο πλαίσιο αυτής της έρευνας ταυτίζονται με τη δυσλεξία, ως μια εξαιρετική
δυσκολία στην ακριβή και ευχερή ανάγνωση και γραφή (�������������������������������������
British������������������������������
Psychological����������������
�����������������������������
Society��������
���������������
, 1999).
� Hertzman,
���������� C.,
���� McLean,
�����������
S. A.,
��������������
Kohen, D. E.,
���������������
Dunn, J. & Evans,
�����������
T., Early development in Vancouver: Report of
the Community Asset Mapping Project (CAMP). ������������������������������������������������������������
Στο���������������������������������������������������������
:http://dsp-psd.pwgsc.gc.ca/Collection/H118-16-2002E.pdf
- 420 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Abu
������������������������������������������������������������������������������������������������������������
Rabia, R. & Siegel, L. (2002)���������������������������������������������������������������������������
,��������������������������������������������������������������������������
Reading, syntactic, orthographic, and working memory skills of bilingual
�������������������������������������������������������������������������
Arab Canadian children. Journal of Psycholinguistic Research, 31, 661-678..
�������������
Da Fontoura, H. ����������������������������������������������������������������������������������������������
& Siegel, L. (1995), Reading, syntactic, and working memory skills of bilingual Portuguese-
English Canadian children. Reading and Writing, 7, 139-153.
������
Geva, E.,
���� Yaghoub
�������� Zadeh,
������� Z.,
���������������������������
& Schuster, B. (2000), Understanding
���������������������������������������������������������
individual differences in word recognition
skills of ESL children. Annals of Dyslexia, 50, 123-154.
������
Geva, E.
�����
& Massey-Garrison,
����������������� A.��������������������������������������������������
(2012), A comparison of the language skills of ELLs
��������������������������
and monolinguals who
are poor decoders, poor comprehenders, or normal readers. Journal of Learning Disabilities, 46(5), 387-401.
Comeau,
������������ L., ��������������������������
Cormier, P., Grandmaison, E. ��������������������������������������������������������������
& Lacroix, D. (1999), A longitudinal study of phonological
processing skills in children learning to read in a second language. Journal of Educational Psychology,
91, 29-43.
�������������������������������
De Jong, P.F. & Van der Leij, A. ������������������������������������������������������������������������
(2003), Developmental changes in the manifestation of a phonological
deficit in dyslexic children learning to read a regular orthography. Journal of Educational Psychology,
95, 22-40.
��������������
Smythe, I. & Everatt,
��������������������������������������������������������������������������������������������
J. (2000), Dyslexia diagnosis in different languages. In: L. Peer & G. Reid (eds),
Multilingualism, Literacy and Dyslexia. London: David Fulton.
10 10����������
Service, E. ���������������������������������������������������������������������
(1992), Phonology, working memory, and foreign language learning. The Quarterly Journal of
Experimental Psychology, 45(1), 21-50.
11 11�����������
Baddeley,
���������� A.����������������������
����������������������
D., Gathercole, S. E.��������������
��������������
& Papagno, C.��������������������������������������������������������
��������������������������������������������������������
(1998), The phonological loop as a language learning
device. Psychological Review, 105(1), 158-173.
12 12��������������
Scarborough,
������������� H.S.
�������������
�������������
(1998), Early
��������������������������������������������������������������������������������
��������������������������������������������������������������������������������
identification of children at risk for reading disabilities: Phonological
awareness and some other promising predictors. In: B.K.Shapiro, P.J. Accardo, A.J. Capute (eds), Specific
- 421 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
- 422 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
2. ������������
Μεθοδολογία
19 Η Πράξη συγχρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από το Υπουργείο Παιδείας και
Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού.
20 Οι εκπαιδευτικοί των Τμημάτων Ενίσχυσης της Ελληνομάθειας χορηγούσαν στους μαθητές τα κατατακτήρια
τεστ γλωσσομάθειας στην αρχή της σχολικής χρονιάς και τα τεστ ελέγχου επίδοσης στο τέλος της σχολικής
χρονιάς προκειμένου να εξετάσουν την κατανόηση και την παραγωγή προφορικού και γραπτού λόγου και την
κατάκτηση της γραμματικής της ελληνικής γλώσσας ως ξένης (Γ2).
21 Α) Οι μαθητές που ήταν στο χαμηλότερο 10% στο τεστ Raven����������������������������
���������������������������������
, εξαιρέθηκαν από το δείγμα.
Β) Θεωρήθηκαν μαθητές με αναγνωστικές δυσκολίες όσοι είχαν ποσοστό επιτυχίας στο τεστ ανάγνωσης κάτω
από 20%.
Γ) Θεωρήθηκαν μαθητές με αναγνωστικές δυσκολίες οι μαθητές που είχαν χαμηλή αρχική και τελική επίδοση
στα τεστ γλωσσομάθειας, ή είχαν επίδοση κάτω του Μ.Ο. στο αρχικό ή τελικό τεστ στις περιπτώσεις που
- 423 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Επισημαίνεται ότι για όλους τους συμμετέχοντες στην έρευνα μαθητές, υπήρξε φροντίδα
να έχουν παρόμοιο δημογραφικό προφίλ (ηλικία, φύλο, χρόνια φοίτησης στο ελληνικό ή
σε άλλο εκπαιδευτικό σύστημα, και όσο το δυνατόν παρόμοιο διάστημα παραμονής στην
Ελλάδα και παρόμοιο αρχικό γλωσσικό επίπεδο ελληνομάθειας).
Δημιουργήθηκε, έτσι, ο τελικός κατάλογος των συμμετεχόντων μαθητών στην
έρευνα ο οποίος αποτελείται από 97 συμμετέχοντες: 61 μαθητές με σοβαρές αναγνωστικές
δυσκολίες (ΑΔ) και 36 μαθητές με τυπικές αναγνωστικές δεξιότητες (καλοί αναγνώστες)
όπως φαίνεται στο ακόλουθο γράφημα.
2.2. Συμμετέχοντες
Στην έρευνα συμμετείχαν, όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω, 97 αλβανόφωνοι μαθητές, 65
αγόρια και 32 κορίτσια (Γράφημα 2) οι οποίοι διέμεναν στην Ελλάδα (Μ.Ο. διαμονής 9,3
έτη) και διδάσκονταν την ελληνική ως δεύτερη/ξένη γλώσσα (Μ.Ο. φοίτησης 4,8 έτη) σε
δημόσια σχολεία της Πρωτοβάθμιας και της Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (Πίνακας 1):
- 424 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Γράφημα 2: Φύλο
2.3 Υλικό
22 Σιδερίδης, Γ., Αντωνίου, Φ., Σίμος, Π. & Μουζάκη, Α. (υπό έκδοση), Raven����������
’���������
s��������
�������
Colour� ��������������������
Progressive���������
��������
Matrices.
Αθήνα�����������������
: Εκδόσεις�������
���������������
Τόπος�
������.
23 23��������������
Wicherts, J. M.,�����������
Dolan, C. �������
V., Carlson,
�������������������������
J. S. & van der Maas,
������
H. ������������������������������������������
L. J. (2010), Raven’s test performance
- 425 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
2. ���������������������������������������������������������������������������
Επανάληψη ψευδολέξεων: Στους μαθητές χορηγήθηκε η δοκιμασία της επανάληψης
ψευδολέξεων24 η οποία αποτελείται από 28 ψευδολέξεις αυξανόμενης δυσκολίας ως
προς τον αριθμό των συλλαβών (οι πρώτες λέξεις είναι δισύλλαβες π.χ. ρίδο ενώ οι
τελευταίες πεντασύλλαβες π.χ. απεσογανίζω) και χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση
της βραχύχρονης μνήμης. Ο μαθητής άκουγε την λέξη από τον ερευνητή και έπρεπε
να την επαναλάβει. Η κάθε σωστή επανάληψη βαθμολογήθηκε με 1 βαθμό και η
κάθε λάθος με 0 βαθμούς. Δεν υπήρχε κάποιος κανόνας διακοπής της διαδικασίας.
Το έργο της επανάληψης ψευδολέξεων εντάσσεται στην έννοια της φωνολογικής
επεξεργασίας και αφορά στην ικανότητα του παιδιού να οργανώνει την φωνολογική
πληροφορία, χωρίς καμία υποστήριξη από προηγούμενη επαφή με τις συγκεκριμένες
φωνολογικές συνθέσεις (ψευδολέξεις) ή από σημασιολογική υποστήριξη. Μετράει
την ικανότητα των παιδιών σε έργα που απαιτούν την αποθήκευση και την επανάληψη
άγνωστων γλωσσικών μορφών. Η επανάληψη λέξεων είναι μια δεξιότητα ανεξάρτητη
από συγκεκριμένη γλώσσα. Όμως, στην αξιολόγησή της θα πρέπει να λαμβάνονται
υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και οι επιτρεπόμενοι φωνολογικοί συνδυασμοί
κάθε γλώσσας που χρησιμοποιείται/αξιολογείται25. Υπάρχει σημαντική ερευνητική
τεκμηρίωση για την ικανότητα της επανάληψης ψευδολέξεων, να εντοπίζει παιδιά με
ειδικές γλωσσικές δυσκολίες σε διάφορες γλώσσες και ηλικίες26.
3. ���������������������
Τεστ Ανάγνωσης Τεστ-Α27: Αποτελείται από συνολικά 10 ασκήσεις, δομημένες σε
4 άξονες (αποκωδικοποίηση, ευχέρεια μορφολογία και κατανόηση), με στόχο τη
σφαιρική αξιολόγηση της αναγνωστικής δεξιότητας μαθητών από Γ΄ Δημοτικού
έως Γ΄ Γυμνασίου. Είναι σταθμισμένη δοκιμασία ευρύτατα χρησιμοποιούμενη στην
Ελλάδα, με πολύ καλά ψυχομετρικά χαρακτηριστικά και απουσία προκατάληψης για
χρήση με αλλοδαπούς μαθητές.
3. Αποτελέσματα
Η ελληνική και η αλβανική είναι δύο γλώσσες με σχετικά απλό ορθογραφικό σύστημα
καθώς το ίδιο γράμμα/γράφημα αντιπροσωπεύει στις περισσότερες περιπτώσεις τον ίδιο
φθόγγο. ����������������������������������������������������������������������
H���������������������������������������������������������������������
αλβανική γλώσσα ακολουθεί περισσότερο από την ελληνική την αναλογία
1 γράμμα/γράφημα: 1 φθόγγος, ενώ υπάρχουν κάποιες περιπτώσεις στην ορθογραφία
της όπου δύο γράμματα αναπαριστούν έναν φθόγγο. Όσον αφορά στο φωνολογικό
σύστημα της αλβανικής τόσο στην αρχή όσο και στη μέση της λέξης εμφανίζεται μια
πληθώρα διμελών και τριμελών συμφωνικών συμπλεγμάτων όπως και στην ελληνική.
Στην αλβανική, ωστόσο, δεν υπάρχουν τα υπερωικά τριβόμενα φωνήματα της ελληνικής
/��������������������������������������������������������������������������������
x�������������������������������������������������������������������������������
, γ/ καθώς επίσης και κάποια συμφωνικά συμπλέγματα (π.χ. θ���������������������
l��������������������
). Έχοντας υπόψη τα
παραπάνω, για την ανάλυση των αποτελεσμάτων της δοκιμασίας ακολουθήθηκε η εξής
διαδικασία: Σε κάθε ψευδολέξη ελέγχθηκαν οι φθόγγοι και οι ακολουθίες συμφωνικών
of sub-Saharan Africans; mean level, psychometric properties, and the Flynn Effect. Learning and Individual
Differences, 20, 135-151.
24 Διαμαντή�������������������������������������������������
, �����������������������������������������������
����������������������������������������������
. (�������������������������������������������
υπό����������������������������������������
στάθμιση�������������������������������
���������������������������������������
), ����������������������������
Επανάληψη�������������������
ψευδολέξεων�������.
������������������
�� �������������������
Martin, D. (2009), Language Disabilities in Cultural and Linguistic Diversity. Bristol: Multilingual Matters.
�����������
Botting, �����
N. & ��������������������������
Conti-Ramsden, G. (2001), Non-word
�����������������������������������������������������������������������
repetition and language development in children with specific
language impairments (SLI). International Journal of Language & Communication Disorders, 36(4), 421-432.
27 Παντελιάδου����������������������������
, �������������������������
��������������������������
. & Αντωνίου�������������
���������������������
, ����������
�����������
. (2007), Τεστ����������������������������������������������������������
Ανάγνωσης������������������������������������������������
���������������������������������������������������������
– ���������������������������������������������
Α��������������������������������������������
. Περιγραφή���������������������������������
������������������������������������������
του�����������������������������
��������������������������������
εργαλείου�������������������
����������������������������
, Οδηγός�����������
�����������������
Εξεταστή��
����������,
Τεύχος��������������������������������������
Παρουσίασης��������������������������
��������������������������������������������� Υπουργείο
Υλικού�������������������
�������������������������
, Φυλλάδιο���������
�����������������
Εξέτασης. �����������������������������������������������������
Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων – ΕΠΕΑΕΚ.
- 426 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
συμπλεγμάτων που περιλάμβανε και το κατά πόσο αυτές ανήκουν στο φωνολογικό
σύστημα της αλβανικής28, επομένως εμφανίζουν μεγάλη πιθανότητα να τις επαναλάβει
λάθος ο μαθητής επηρεασμένος από την μητρική του γλώσσα. Οι 28 ψευδολέξεις,
επομένως, διακρίθηκαν σε δύο ομάδες 21 και 7 λέξεων αντίστοιχα: στις ψευδολέξεις που
περιλαμβάνουν φθόγγους και συμφωνικά συμπλέγματα υπαρκτά στην αλβανική γλώσσα
(Λέξεις 1: λέξεις χωρίς προβλέψιμο λάθος, π.χ. «τσεμα») και στις ψευδολέξεις με
φθόγγους ή φθογγικά συμπλέγματα που δεν υπάρχουν στην αλβανική (Λέξεις 2: λέξεις με
προβλέψιμο λάθος, π.χ. «θληζαμείο»). Για κάθε λέξη καταγράφηκαν οι λάθος απαντήσεις
των μαθητών και καταμετρήθηκαν οι συχνότητες εμφάνισης των λάθος απαντήσεων από
τους μαθητές με ΑΔ και από τους καλούς αναγνώστες, όπως φαίνεται και στο παράδειγμα
για την ψευδολέξη «πογός» (Πίνακας 2). Παράλληλα, για τις λέξεις με προβλέψιμα λάθη
(σε αυτές ανήκει και η λέξη «πογός») χαρακτηρίστηκε το κατά πόσο τα λάθη αφορούσαν
τον «προβληματικό» φθόγγο (ή σύμπλεγμα) ή αν ήταν σε κάποιο άλλο σημείο της λέξης
και στην συνέχεια έγινε η περιγραφή τους.
Προβλέψιμο (δεν
Απαντήσεις μαθητών Περιγραφή Συχνότητα Καλοί αναγνώστες ΜΔ
υπάρχει το -γ-)
μπογός ΟΧΙ 1 1
Ν λαθών Μ.Ο. λαθών ανά ψευδολέξη Ν λαθών Μ.Ο. λαθών ανά ψευδολέξη
- 427 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
λέξεων παρατηρούμε πως η αναλογία λαθών παραμένει σταθερή: στις λέξεις χωρίς
προβλέψιμο λάθος οι μαθητές με ΑΔ κάνουν υπερδιπλάσια λάθη σε σχέση με τους
καλούς αναγνώστες, αφού ο Μ.Ο. των λαθών τους ανά ψευδολέξη είναι 13,04 και 5,04
αντίστοιχα (λόγος λαθών ΑΔ/καλοί αναγνώστες= 2,58), ενώ το ίδιο συμβαίνει και στις
Λέξεις 2 όπου ο Μ.Ο. λαθών ανά ψευδολέξη είναι 12,57 και 4,42 αντίστοιχα (λόγος λαθών
ΑΔ/καλοί αναγνώστες= 2,83). Φαίνεται, επίσης, πως τα λάθη που κάνουν οι μαθητές δεν
επηρεάζονται από το είδος της λέξης καθώς ο Μ.Ο. λαθών τόσο για τους μαθητές με ΑΔ
όσο και για τους καλούς αναγνώστες παραμένει στις ίδιες τιμές (ΑΔ Λέξεις 1: 13,04 και
Λέξεις 2: 12,57, Καλοί αναγνώστες: Λέξεις 1: 5,04 και Λέξεις 2: 4,42).
Όσον αφορά στις λέξεις που περιλάμβαναν προβληματικούς φθόγγους
ή συμπλέγματα (Λέξεις 2) τα λάθη που εμφανίζονται στο προβλέψιμο σημείο
παρουσιάζονται στον Πίνακα 4.
4. ��������
Συζήτηση
- 428 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
29 ���������
Swanson, H. ��������������������������
L., Sαez, L. & Gerber, M. �����������������������������������������������������
(2004), Do phonological and executive processes in
English Learners at risk for reading disabilities in grade 1 predict performance in grade
2?. Learning Disabilities Research & Practice, 19(4), 225-238.
30 30�����
Ηο��
����, ���������������
C. S.-H.
���������������
& Lai ���
C. ��������������
N.
��� ��������������
D. (1999), ����������������������������������������������������������
Naming
����������������������������������������������������������
speed deficits and phonological memory deficits in ��������
Chinese
��������
developmental dyslexia. Learning and Individual Differences 11(2), 173-186.
31 31�������
Geva, E. (2006),
������������������������������������������������������������������������������������������
Second-language oral language proficiency and second-language literacy. In: D. August
�������
& T. Shanahan (eds), Developing literacy in second-language learners: Report of the national literacy panel on
language-minority children and youth. Mahwah, NJ: Lawrence Erlbaum, 123-139.
32 32�������
Geva, E., ���������������������������������������������������������������������������������������������������
& Siegel, L. (2000), Orthographic and cognitive factors in the concurrent development of basic
reading skills in two languages. Reading and Writing, 12, 1-30.
33 33�����������
Guron, L. M. �����������������������������������������������������������������������������������������
& Lundberg, I. (2003), Identifying dyslexia in multilingual students:can phonological
awareness be assessed in the majority language?. Journal of Research in Reading, 26(1), 69-82.
34 34� Munson,
������������������������������������������������������������������������������������������������������
B. (2001), Relationships between vocabulary size and spoken word recognition in children aged
3-7. Contemporary Issues in Communication Disorders and Sciences, 28, 20-29.
- 429 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
στο τεστ ανάγνωσης και να εξεταστεί ο ρόλος που ενδεχομένως παίζουν μεταβλητές
όπως η τάξη φοίτησης των μαθητών, το διάστημα παραμονής τους στην Ελλάδα και το
διάστημα που έχουν παρακολουθήσει το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα.
Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσση
Ξενόγλωσση
- 431 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Ιστοσελίδες
Hertzman, C., McLean, S. A., Kohen, D. E., Dunn, J. & Evans, T., Early development in
Vancouver: Report of the Community Asset Mapping Project (CAMP). ���� Στο�:
http://dsp-psd.pwgsc.gc.ca/Collection/H118-16-2002E.pdf
- 432 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Ψευδόφιλες λέξεις μεταξύ της κοινής νέας ελληνικής γλώσσας και της κατωιταλικής
διαλέκτου και η αξιοποίησή τους στο γλωσσικό μάθημα
Περίληψη
Στην ανακοίνωση αυτή, που αποτελεί συνέχεια προγενέστερης έρευνας, αφού αρχικά
επιβεβαιωθεί η ύπαρξη ψευδόφιλων λέξεων στην κοινή νέα ελληνική γλώσσα και στην
κατωιταλική διάλεκτο από ένα σώμα γραπτών, παράλληλων ελληνικών και κατωιταλικών
κειμένων σχολικών εγχειριδίων της Κάτω Ιταλίας, θα γίνει καταγραφή αυτών και
κατηγοριοποίησή τους. Επιπλέον, θα παρουσιαστούν συγκεκριμένες προτάσεις για τη
διδακτική αξιοποίηση των λέξεων αυτών στο γλωσσικό μάθημα με στόχο τον εμπλουτισμό
του εκφραστικού φάσματος των μαθητών και την αποφυγή συγχύσεων.
Abstract
In this oral presentation, which follows an earlier study, after initially it is confirmed
the existence of false friends in the new Greek language and in the Griko dialect from
written ��������������������������������������������������������������������������
texts of the current school handbooks of South Italy, we are gonna record
and categorize them. In addition, specific ����������������������������������������
examples of didactical suggestions will
be presented for the use of these words in a language course in order to enrich the
expressive range of students and to avoid confusions.
1. Εισαγωγή
- 433 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
2. Η κατωιταλική διάλεκτος
Προφίλη, O. (1999), Η ελληνική στη νότια Ιταλία. Στο: Διαλεκτικοί θύλακοι της ελληνικής γλώσσας.
Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, σ.σ. 31-38.
- 434 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
γεγονός αυτό έδωσε τη δυνατότητα διδασκαλίας της γκρίκο και των Νέων Ελληνικών
στα σχολεία της δημόσιας εκπαίδευσης. Ανασταλτικοί παράγοντες στη διδασκαλία
των παραπάνω γλωσσών είναι μεταξύ άλλων η συχνή παύση χρηματοδότησης από το
ιταλικό κράτος και η διακοπή απόσπασης Ελλήνων εκπαιδευτικών.
Η κατωιταλική διάλεκτος χαρακτηρίζεται από επικοινωνιακή ανεπάρκεια,
καθότι δεν υπάρχουν επικοινωνιακές περιστάσεις που να προωθούν τη χρήση της και οι
ομιλητές της έχουν μειωθεί σημαντικά. Ομιλείται κυρίως από ηλικιωμένους������������
�����������
στο σπίτι��,
ενώ ����������������������������������������������������������������������������
γλώσσα καθημερινής επικοινωνίας είναι η τοπική ρωμανική γλώσσα. Δε διαθέτει
κύρος και οι ομιλητές της εμφανίζουν συμπεριφορές αυτο-υποτίμησης, αρνητική στάση
απέναντι στη διάλεκτο και άρνηση μετάδοσής της στη νέα γενιά . Στην Απουλία,
ωστόσο, υπάρχει τα τελευταία χρόνια ενδιαφέρον από τους νέους να μάθουν τη γλώσσα
των παππούδων τους. Η συμβολή των τοπικών πολιτιστικών συλλόγων στη διατήρηση
και διάδοση της δαλέκτου κρίνεται ιδιαίτερα σημαντική, αλλά η ελληνική γλώσσα
κερδίζει έδαφος εις βάρος του γκρίκο/των γκρεκάνικων (κυρίως στην Καλαβρία).
Οι σημαντικότεροι παράγοντες που οδήγησαν σε γλωσσική και εδαφική
συρρίκνωση του ελληνόφωνου πληθυσμού είναι η μετανάστευση (κυρίως κατά τη
δεκαετία του 1960), η αντιμετώπιση της διαλέκτου ως διάλεκτο χαμηλού κύρους, ο
πλεοναστικός της χαρακτήρας, η χαμηλή αυτοεκτίμηση των ομιλητών της, η απαγόρευση
της χρήσης της διαλέκτου (από τον Μουσολίνι), η αστυφιλία, η εγκατάλειψη των
περιοχών της Απουλίας και της Καλαβρίας λόγω φυσικών καταστροφών, ο ηγεμονικός
χαρακτήρας της επίσημης ιταλικής γλώσσας και η στροφή προς την εκμάθηση της
Κοινής Νέας Ελληνικής Γλώσσας.
Κατσογιάννου, Μ. (1999), Ελληνικά της Κάτω Ιταλίας: η κοινωνιογλωσσολογική άποψη. Στο: Α. Μόζερ
(επιμ.) (1999), Ελληνική Γλωσσολογία ‘97, Πρακτικά του Γ΄ Διεθνούς Γλωσσολογικού Συνεδρίου για την
Ελληνική Γλώσσα (Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τομέας Γλωσσολογίας, 25-27 Σεπτεμβρίου 1997). Αθήνα: Ελληνικά
Γράμματα, σ.σ. 605-613.
Προφίλη, O. (1999), Η ελληνική στη νότια Ιταλία. Στο: Διαλεκτικοί θύλακοι της ελληνικής γλώσσας.
Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, σ.σ. 31-38.
������
Kiss, �����������
M. (2002), ������������������������������������������������������
“Les piθges du vocabulaire bilingue : les faux amis”. Revue d’Ιtudes Franηaises 7, σ.σ. 41-55.
Mattheoudakis,
��������������� M.�������������������������
& Patsala, P. (2007), “English-Greek
������������������������������
false friends: Now
��������������������������������
they are, now they aren’t”. 8th
International Conference of Greek Linguistics. University of Ioannina, August 30th-September 7th. Στο:
��� http://www.
linguistuoi.gr/cd_web/docs/english/025_mattheoudakisICGL8_Ok.pdf σ. 330 (προσπελάστηκε στις 10/10/2013)
- 435 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
5. Ερευνητικός σχεδιασμός
Αναστασιάδη-Συμεωνίδη,
����������������������� A. �����������
(1994), Νεολογικός Δανεισμός της Νεοελληνικής: Άμεσα δάνεια από τη Γαλλική
και Αγγλοαμερικανική-Μορφοφωνολογική Ανάλυση. Θεσσαλονίκη: Υπηρεσία Δημοσιευμάτων, Α.Π.Θ.
Κυριαζή-Παπακωνσταντίνου,
��������������������������������������������������������������������������������������������
Μ. (2005), Διαγλωσσικά ομότυπα της ελληνικής και αγγλικής ειδικής
γλώσσας ηλεκτρολογίας-ηλεκτρονικής. Γλωσσοδιδακτική πρόταση. Στο: «Ελληνική �������������������������������
Γλώσσα και Ορολογία».
Ηλεκτρονικά Πρακτικά 5ου Συνεδρίου ΕΛΕΤΟ. Λευκωσία, Κύπρος, 13-15 Νοεμβρίου 2005.
Κασάπη-Ζωντανού,
����������������� E. �����������
(�������
1997���
), Κατανόηση κειμένου από μη φυσικούς ομιλητές και ψευδοδιαφανείς λέξεις:
Μια έρευνα συσχέτισης για τα μεταφραστικά τους δάνεια. Α.Π.Θ.: διδακτορική διατριβή.
�������
Kiss, �����������
M. (2002), ������������������������������������������������������
“Les piθges du vocabulaire bilingue : les faux amis”. Revue d’Ιtudes Franηaises 7, σ.σ. 41-55.
10 10�� � Mattheoudakis,
���������������
���������������
M.
�������������������������
�������������������������
& Patsala, P. (2007), “English-Greek
������������������������������
������������������������������
false friends: Now
��������������������������������
��������������������������������
they are, now they aren’t”.
8th International Conference of Greek Linguistics. University of Ioannina, August 30th-September 7th. ��� Στο:
http://www.linguistuoi.gr/cd_web/docs/english/025_mattheoudakisICGL8_Ok.pdf
σ. 330 (προσπελάστηκε στις 10/10/2013)
- 436 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
- 437 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Ο απαιτούμενος χρόνος εφαρμογής της ενότητας είναι 6 διδακτικές ώρες, εντάσσεται στο
γλωσσικό μάθημα και προτείνεται η χρήση της ομαδοσυνεργατικής μεθόδου. Το υλικό
αποτελείται από ένα επιτραπέζιο παιχνίδι, κάρτες εμπέδωσης λεξιλογίου και ένα κείμενο
προς μετάφραση.
Το παιχνίδι αποτελείται από μια βάση με σειρά δίχρωμων τετραγώνων σε
σπειροειδή μορφή, ένα ζάρι�����������������������������������������������������
, 2 πιόνια
�������������������������������������������������
και δύο σειρές καρτών με χρώματα «πλάτης»
αντίστοιχων της διχρωμίας των τετραγώνων της βάσης. Η σπειροειδής μορφή επιλέχθηκε
με το σκεπτικό ότι το σαλιγκάρι αναφέρεται αρκετά συχνά σε κείμενα του γκρίκο ως
λιχουδιά της τοπικής κουζίνας. Οι κόκκινες κάρτες περιέχουν λέξεις στο γκρίκο με δύο
εκδοχές μετάφρασής τους στα Νέα Ελληνικά, ενώ οι πράσινες περιέχουν λέξεις στα Νέα
Ελληνικά με δύο εκδοχές μετάφρασής τους στο γκρίκο. Σε κάθε σειρά/στοίβα περιέχονται
τόσο ομόηχες και ταυτόσημες έννοιες όσο ομόηχες αλλά ετερόσημες έννοιες (ψευδόφιλες
λέξεις). Η σωστή απάντηση είναι σημειωμένη με έντονα γράμματα πάνω στην κάρτα.
Σκοπός του παιχνιδιού είναι να φτάσουν οι παίκτες στο κέντρο της σπείρας. Νικητής
είναι όποιος παίκτης καταφέρει να τερματίσει πρώτος έχοντας παράλληλα συλλέξει και
τις περισσότερες κάρτες από όλους τους υπόλοιπους.
11 11� Mattheoudakis,
���������������
���������������
M.
�������������������������
�������������������������
& Patsala, P. (2007), “English-Greek
������������������������������
������������������������������
false friends: Now
��������������������������������
��������������������������������
they are, now they aren’t”.
8th International Conference of Greek Linguistics. University of Ioannina, August 30th-September 7th. ��� Στο:
http://www.linguistuoi.gr/cd_web/docs/english/025_mattheoudakisICGL8_Ok.pdf
σ. 330 (προσπελάστηκε στις 10/10/2013)
- 438 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Στο πίσω μέρος των καρτών υπάρχει η σωστή απάντηση και αυτό καθιστά δυνατή
την αυτοαξιολόγηση. ������������������������������������������������������������������
Μια επιπλέον δραστηριότητα για τους μαθητές αποτελεί κείμενο προς
μετάφραση από τα Ελληνικά στο γκρίκο ή και αντίστροφα, ανάλογα με τις προϋπάρχουσες
γνώσεις των μαθητών. Εναλλακτικά μπορούν να δοθούν ταυτόχρονα και τα δύο κείμενα
και να εντοπιστούν οι ψευδόφιλες λέξεις. Στη συνέχεια οι μαθητές προχωρούν σε σύνταξη
λίστας ψευδόφιλων λέξεων και δημιουργία δικού τους λεξικού. Τέλος, παροτρύνονται να
συντάξουν δικά τους κείμενα κάνοντας χρήση ψευδόφιλων λέξεων.
Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσση
- 439 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Campolo, I. (2004), Ένα καινούριο ιστορικό λεξικό των νοτιοϊταλικών ελληνικών. Στο:
Μελέτες για την Ελληνική Γλώσσα. Πρακτικά της 24ης ετήσιας συνάντησης του
Τομέα Γλωσσολογίας του Τμήματος Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του
Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (9-11 Μαΐου 2003). Θεσσαλονίκη,
σ.σ. 153-162��.
Haarmann, H. (2001), Kleines Lexikon der Sprachen. Von Albanisch bis Zulu. Mόnchen:
C.H. Beck-Verlag.
Horrocks, G. (1977), Greek: A history of the language and its speakers. London:�
�������� Ad-
���
dison Wesley.
������
Kiss, M.
�����������
(2002), “Les
������������������������������������������������������
piθges du vocabulaire bilingue : les faux amis”. Revue d’Ιtudes
Franηaises 7, 41-55.
Rohlfs, G. (1962), Neue Beitrδge zur Kenntnis der unteritalienischen Grδzitδt. Mόnchen:
���������
Verlag d. Bayer. Akad. d. Wiss.
Tore, J. (2003), Eine kurze Geschichte der Sprachen. Heidelberg: Spektrum.
Ιστοσελίδες
Mattheoudakis, M. & Patsala, P. (2007), “English-Greek false friends: Now they are,
now they aren’t”. 8th International Conference of Greek Linguistics. Univer-
sity of Ioannina, August 30th-September 7th. ���Στο: http://www.linguistuoi.
- 440 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
gr/cd_web/docs/english/025_mattheoudakisICGL8_Ok.pdf (προσπελάστηκε
στις 10/10/2013)
- 441 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
- 442 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Σχολικά Προγράμματα
- 443 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
- 444 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Περίληψη
Abstract
- 445 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
towards expansion due to pressures for widening access and participation. This lead to
the development of a mass Higher Education system (Universities and Technological
Institutions) and the institutionalization of a non-tertiary Vocational Training sector
(public/ private Vocational Training Institutions (VTI)). Institutions in the two
sectors are highly differentiated in terms of their aims, organizational and knowledge
structures, the specializations offered and their links with other education institutions
or the job market. Students’ education choices are affected by differences in admission,
accreditation and progression opportunities for graduates. VTIs appear to students to be
an alternative to H.E. because they offer two-year courses on various specializations,
aligned to the needs of the labour market. Furthermore, students’ selection takes place
at the local level of the institutions under flexible criteria (e.g. previous education, work
experience). Particularly, for young people from lower socio-economic backgrounds,
VTIs promises to potentially equip them with accredited vocational qualifications and
to protect them against chronic unemployment and social exclusion (Matousi, 2012,
Samaras, 2012). However, crucial for the status of these institutions is the fact that
accreditation requires national exams, administered by governmental agencies, and that
there are no pathways available to them to continue studying in H.E.
1. Εισαγωγή
Η Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση (ΕΕΚ) έχει για αρκετές δεκαετίες τώρα
βρεθεί στο επίκεντρο της διεθνούς βιβλιογραφίας προσεγγιζόμενη με όρους κυρίως
οικονομικούς αλλά και κοινωνιολογικούς. Θα μπορούσαμε δε να ισχυριστούμε ότι κατά
την τελευταία πενταετία με ιδιαίτερη έμφαση προβάλλεται η ποιοτική αναβάθμιση της
ΕΕΚ ως ένα από τα μέσα για την υπέρβαση της οικονομικής κρίσης, αλλά επίσης και για
πρόληψη φαινομένων όπως η ανεργία στους νέους ηλικίας 15-24 ετών και η συνακόλουθη
φτώχεια και κοινωνική περιθωριοποίηση.
Η πρόσβαση στα ιδρύματα της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης αλλά πολύ
περισσότερο η παρακολούθηση/φοίτηση και η τελική απόκτηση του τίτλου, σε περιόδους
οικονομικής κρίσης όπως η σημερινή θα γίνονται ολοένα και δυσκολότερες ειδικά για
τους οικονομικά ασθενέστερους. Τα ΔΙΕΚ θα ήταν δυνατό να αποτελούν μια αξιόπιστη
εναλλακτική λύση για απόκτηση προσόντων (και μάλιστα αναγνωρισμένων από την
ΕΕ) και δυνατότητα εύρεσης εργασίας / απασχόλησης. Εν τούτοις ο θεσμός φαντάζει
αρκετά απαξιωμένος τόσο σε ευρύτερο κοινωνικό επίπεδο, όσο και μεταξύ των ίδιων
των καταρτιζομένων. Η άποψη ότι ακόμα και η τελική πιστοποίηση από τα ΔΙΕΚ στην
πραγματικότητα δεν έχει καμία χρησιμότητα είναι διαδεδομένη ευρύτατα.
Σε μια πρώτη προσέγγιση θα μπορούσε να διαπιστώσει κανείς ότι ο χώρος
των ΔΙΕΚ βρίσκεται σ’ ένα κρίσιμο «σταυροδρόμι». Εκείνο που οδηγεί μετά την
12χρονη βασική εκπαίδευση είτε στην εργασία, είτε στη συνέχιση των σπουδών σε
τριτοβάθμια ιδρύματα. Η χαρτογράφηση του χώρου αυτού μέχρι σήμερα είναι μάλλον
ελλιπής όσον αφορά είτε την λειτουργία των ιδρυμάτων αυτών είτε την σκιαγράφηση
/ αποτύπωση των χαρακτηριστικών / φυσιογνωμίας των καταρτιζομένων σ’ αυτά. Μια
μικρή συμβολή στο πεδίο αυτό επιχειρεί η εργασία αυτή.
Η παρούσα έρευνα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως έρευνα επισκόπησης και
συσχετίσεων μικρής κλίμακας. Είναι κατά βάση μία ποσοτική έρευνα, ενώ παράλληλα
- 446 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
για το ίδιο θέμα διεξήχθη μια ποιοτική έρευνα (Ματούση, 2012). Λόγω του μεγέθους
της (μικρής κλίμακας) περιοριστήκαμε σ’ ένα δείγμα μη πιθανοτήτων, σε 6 ΙΕΚ της
Αττικής και 1 ΙΕΚ της Πελοποννήσου (Σχήμα 1.) και εφαρμόσαμε ένα είδος ποσοστιαίας
δειγματοληψίας (αντίστοιχο της στρωματοποιημένης σε δείγματα πιθανοτήτων)
(�����������������������������������������������������������������������������������
Bailey�����������������������������������������������������������������������������
,1978). Η επιλογή τόσο του δείγματος, όσο και της στρατηγικής δειγματοληψίας
έλαβε υπ’ όψη της τους σκοπούς και τους στόχους της έρευνας, το χρονοδιάγραμμα, τους
περιορισμούς του χρόνου, την μέθοδο συλλογής των δεδομένων, και την μεθοδολογία.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση του Προγράμματος Δια Βίου Εκπαίδευσης ���� LLP�
– ��������������������������������������������������������
Leonardo������������������������������������������������
�����������������������������������������������
da���������������������������������������������
Vinci���������������������������������������
��������������������������������������������
, �������������������������������������
Moving�������������������������������
������������������������������
Project�����������������������
, ���������������������
Study����������������
«��������������
Understudying� ���������������������
NEETs����������������
», το φαινόμενο
των ����������������������������������������������������������������������������
NEETs�����������������������������������������������������������������������
(δηλαδή των νέων που δεν ευρίσκονται σε κάποιο στάδιο της εκπαίδευσης
ή κατάρτισης ή απασχόλησης) είναι σίγουρα μία από τις προτεραιότητες πλέον των
Ευρωπαϊκών Πολιτικών, τόσο σε επίπεδο εκπαίδευσης όσο και απασχόλησης των νέων.
Τα δεδομένα, ειδικά στο Ηνωμένο Βασίλειο, παρουσιάζουν μια επικίνδυνη κατάσταση,
που τείνει να γίνει ακόμα χειρότερη με την παρούσα οικονομική κρίση. Το φαινόμενο
επηρεάζει όλες τις χώρες της Ε.Ε., συνειδητά ή ασυνείδητα, αφού ο όρος ΝΕΕΤ δεν
υπάρχει ακόμα σε πολλές χώρες. Η Αγγλία και λίγες ακόμα χώρες έχουν προσδιορίσει
τις διαστάσεις, τις αιτίες και τις συνέπειες του φαινομένου. Οι διάφορες υπάρχουσες
μελέτες/έρευνες μέχρι σήμερα δεν οδηγούν σε μια διακρατική σύγκριση, επειδή είναι
δύσκολο να συλλεχθούν δεδομένα και μάλιστα συγκρίσιμα. Η Αγγλία έχει ενσωματώσει
τις μελέτες των ΝΕΕΤ����������������������������������������������������������������
s���������������������������������������������������������������
στις εθνικές στατιστικές της και τα δεδομένα είναι πραγματικά
πολλά. Εν τούτοις αποτελεί μοναδική περίπτωση χώρας στην Ευρώπη. Μία διαγραμματική
απεικόνιση της περιοχής των ���������������������������������������������������
NEETs����������������������������������������������
σε συνδυασμό με το χώρο των Δημόσιων ΙΕΚ της
χώρας μας παρουσιάζουμε στο Σχήμα 2. Είναι φανερό ότι ο χώρος των ΙΕΚ (περιοχή Τ1)
καταλαμβάνει μια πολύ κεντρική περιοχή και θα μπορούσε να αποτελέσει μία βάση για
αποτροπή μεγέθυνσης του φαινομένου των ΝΕΕΤ�� s�.
- 447 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
2. �����������
Μεθοδολογία
Σύμφωνα τόσο με την ελληνική αλλά κυρίως την διεθνή βιβλιογραφία βρισκόμαστε
σε μια περίοδο μετασχηματισμού τόσο στο κοινωνικό όσο και στο εκπαιδευτικό πεδίο
(έρευνα ΑΔΕΔΥ/Πολύκεντρο, 2011).
Οι δυνάμεις των μετασχηματισμών αυτών γίνονται ισχυρότερες μετά την υπαγωγή
της χώρας στο μηχανισμό στήριξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Διεθνούς Νομισματικού
Ταμείου. Η εργασία αυτή λοιπόν διεξήχθη στις νέες συνθήκες που διαμορφώνονται στο
οικονομικό, κοινωνικό, πολιτικό αλλά και το εκπαιδευτικό περιβάλλον.
2.1.2 Από
��������������������������������������������������
το πλαίσιο στη θεωρητική σύλληψη και ερμηνεία
Η προσπάθειά μας για την όποια θεωρητική διερεύνηση των όρων και των συνθηκών
λειτουργίας των ΙΕΚ προϋποθέτει σαφώς την προηγούμενη διερεύνηση υπαρχόντων
θεωρητικών σχημάτων, ελληνικών και διεθνών. Επίσης την εύρεση και ερμηνεία
συνθηκών του αντίστοιχου εκπαιδευτικού πεδίου, διεπιστημονική προσέγγιση,
- 448 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
• Πλαίσιο: Όπως είναι κατανοητό και από προηγούμενες αναφορές, η φύση της
παρούσας έρευνας μπορεί να ιδωθεί μέσα από το ερευνητικό παράδειγμα της
επιστημονικής και θετικιστικής μεθοδολογίας (��������������������
Cohen���������������
et������������
��������������
al���������
�����������
., 2007).
• Στόχοι:
α) Η καταγραφή της ιστορικής διαδρομής του θεσμού των ΙΕΚ.
β) Η χαρτογράφηση του πλέγματος των ΔΙΕΚ που λειτουργούν στις 13 περιφέρειες
της χώρας.
γ) Η καταγραφή των προσφερομένων ειδικοτήτων.
δ) Η σκιαγράφηση της κοινωνικής προέλευσης, της εκπαιδευτικής ταυτότητας, των
αναγκών και των προσδοκιών, αλλά και των δυσκολιών ή/και ματαιώσεων που
αντιμετωπίζουν οι νέοι καταρτιζόμενοι.
ε) Η διερεύνηση των λόγων οι οποίοι ωθούν τους νέους στη συγκεκριμένη επιλογή,
μέσα από την οποία θα διαφανούν τόσο οι απαιτήσεις από το θεσμό όσο και οι
αδυναμίες που χρήζουν θεραπείας ή τα δυνατά σημεία που χρήζουν ενίσχυσης.
• Ερευνητικά Ερωτήματα:
α1) Ποιοι απόφοιτοι (κοινωνικοοικονομικό υπόβαθρο) της δευτεροβάθμιας
εκπαίδευσης παρακολουθούν τον κύκλο μαθημάτων των Δημοσίων ΙΕΚ;
α2) Για ποιους λόγους οι απόφοιτοι της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης παρακολουθούν
τον κύκλο μαθημάτων των Δημοσίων ΙΕΚ;
α3) Για ποιους λόγους οι απόφοιτοι της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης παρακολουθούν
την συγκεκριμένη ειδικότητα των Δημοσίων ΙΕΚ;
α4) Με ποιες προοπτικές, σχέδια και προσδοκίες οι απόφοιτοι της δευτεροβάθμιας
εκπαίδευσης παρακολουθούν τον κύκλο μαθημάτων των Δημοσίων ΙΕΚ;
β) Σε τι ποσοστό οι απόφοιτοι των Δημοσίων ΙΕΚ σκέπτονται να συνεχίσουν στην
Τριτοβάθμια Εκπαίδευση;
γ) Ποια είναι τα ποσοστά αποφοίτησης-πιστοποίησης-διαρροής των Δημοσίων ΙΕΚ;
δ) Πόσο επηρεάζονται οι καταρτιζόμενοι των Δημοσίων ΙΕΚ από τις εξαγγελίες για
πιθανή μοριοδότησή τους για την είσοδό τους στο Πανεπιστήμιο;
ε) Είναι λόγοι οικονομικοί που δεν επέτρεψαν στους απόφοιτους της δευτεροβάθμιας
εκπαίδευσης να συνεχίσουν σ’ ένα τριτοβάθμιο ίδρυμα του εσωτερικού ή άλλοι;
(κοινωνικοοικονομική θεώρηση).
στ) Πώς κρίνουν το παρεχόμενο επίπεδο κατάρτισης στα Δημόσια ΙΕΚ με βάση
την μέχρι τώρα εμπειρία τους από το τυπικό εκπαιδευτικό σύστημα που έχουν
παρακολουθήσει; (Πρόγραμμα σπουδών, εκπαιδευτές, υλικοτεχνική υποδομή,
υποστήριξη, πρόσβαση κτλ).
ζ) Πώς αντιμετωπίζουν την οικονομική απαίτηση (δίδακτρα) παρακολούθησης των
Δημοσίων ΙΕΚ και τον θεσμό της επιταγής αρχικής επαγγελματικής κατάρτισης;
- 449 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
2.3 Διαδικασία
Η έρευνα κατά βάση είναι ποσοτική, τουλάχιστον στο σκέλος που περιγράφεται στην
εργασία αυτή. Συμμετείχαν 347 καταρτιζόμενοι από 7 Δημόσια ΙΕΚ (6 της Περιφέρειας
Αττικής και 1 της Περιφέρειας Πελοποννήσου). Οι καταρτιζόμενοι παρακολουθούσαν
18 διαφορετικές ειδικότητες (Σχήμα 3.).
Για τη συλλογή των στοιχείων διαμορφώθηκαν ερωτηματολόγια και
διανεμήθηκαν στους καταρτιζόμενους. Περιλάμβαναν κυρίως ερωτήσεις κλειστού
τύπου και προσπαθούσαν να δώσουν απαντήσεις στα τεθέντα ερευνητικά ερωτήματα.
Το Α΄ μέρος του ερωτηματολογίου περιελάμβανε κυρίως διχοτομικές ερωτήσεις για
συγκέντρωση κυρίως δημογραφικών στοιχείων. Το Β΄ μέρος περιελάμβανε διχοτομικές
ερωτήσεις και ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής. Τέλος το Γ΄ μέρος περιελάμβανε
ερωτήσεις ιεράρχησης. Του ερωτηματολογίου προηγήθηκε επιστολή σύμφωνα με τις
προτεινόμενες προδιαγραφές της βιβλιογραφίας. Στο τέλος του ερωτηματολογίου,
σε Παράρτημα, ζητιόταν (σε εθελοντική βάση) η συμμετοχή σε συνέντευξη όσων το
επιθυμούν για περαιτέρω μελέτη του θέματος των ΙΕΚ (Ματούση, 2012). Η κατάστρωση
του τελικού ερωτηματολογίου εξυπηρέτησε το σκοπό της λειτουργικοποίησης των
ερευνητικών ερωτημάτων, τα οποία με τη σειρά τους εξέφραζαν τους σκοπούς και
τους στόχους της έρευνας, όπως αρχικά διατυπώθηκαν.
Η λειτουργικότητα των ερωτηματολογίων δοκιμάστηκε μέσω πιλοτικής
εφαρμογής. Στόχος της πιλοτικής εφαρμογής ήταν κυρίως να αντληθούν εμπειρίες
και συμπεράσματα που θα βοηθούσαν σε μια αποτελεσματικότερη εφαρμογή της
κυρίως έρευνας. Αρχικά, λοιπόν, διαμορφώθηκε το «πιλοτικό ερωτηματολόγιο» και
μοιράστηκε στο ΙΕΚ Κορίνθου-Λουτρακίου. Συλλέχτηκαν 17 συμπληρωμένα πιλοτικά
ερωτηματολόγια.Διαπιστώσαμε έτσι αν τα εργαλεία της έρευνας έχουν τα χαρακτηριστικά
της πρακτικότητας, οικονομίας, αξιοπιστίας, εγκυρότητας. Ακολούθησε η διαμόρφωση
- 450 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
του τελικού ερωτηματολογίου και το μοίρασμά του στους καταρτιζόμενους των ΙΕΚ,
όπως περιγράφηκε πιο πάνω. Τα χαρακτηριστικά των συμμετεχόντων στην έρευνα
περιγράφονται στην επόμενη παράγραφο. Συμπερασματικά αναφέρεται ότι στο εαρινό
εξάμηνο των Δημοσίων ΙΕΚ αρμοδιότητας ΥΠΔΒΜΘ (ΓΓΔΒΜ) φοιτούσαν περίπου
6.535 άτομα. Το πλήθος των καταρτιζόμενων του δείγματος (347) αντιστοιχεί περίπου
στο 5,3% του συνολικού πληθυσμού. Το περιθώριο σφάλματος για τις μετρήσεις μας
ήταν 5.2% με επίπεδο εμπιστοσύνης 95%.
3. Χαρακτηριστικά καταρτιζομένων
Από τους 347 καταρτιζόμενους που περιλαμβάνονται στο δείγμα, 228 είναι γυναίκες
(65,7%) και 119 είναι άνδρες (34,3%).
Στο σύνολο των καταρτιζομένων (347) οι 298 είναι Ελληνικής Εθνικότητας
(85,9%) και οι υπόλοιποι άλλων Εθνικοτήτων. Για 21 δεν έχουμε στοιχεία.
Το δείγμα περιέλαβε καταρτιζόμενους από επτά (7) ΙΕΚ. 59 από το ΙΕΚ Αιγάλεω
(17,0%), 35 από το ΙΕΚ Γαλατσίου (10,1%), 65 από το ΙΕΚ Γλυφάδας (18,7%), 18 από
το ΙΕΚ Κορίνθου-Λουτρακίου (5,2%), 55 από το ΙΕΚ Κηφισιάς (15,9%), 63 από το ΙΕΚ
Νέας Σμύρνης (18,2%) και 52 από το ΙΕΚ Κορυδαλλού (15,0%).
Από το σύνολο των 347 καταρτιζόμενων οι 253 (72,9%) παρακολουθούσαν το
δεύτερο εξάμηνο της ειδικότητας και οι 94 (27,1%) το τέταρτο εξάμηνο της ειδικότητας.
Το δείγμα των καταρτιζόμενων περιλάμβανε 18 ειδικότητες ΙΕΚ, όπως στον
πίνακα αναφέρονται κατά ποσοστό συγκεκριμένα.
Από το σύνολο των 347 καταρτιζομένων του δείγματος οι 174 (50,1%) ήταν
κάτω των 20 ετών, οι 93 (26,8%) από 21-24 ετών, οι 36 (10,4%) από 25-30 ετών και 35
(10,2%) άνω των 30 ετών. Εννέα (9) καταρτιζόμενοι δεν έδωσαν στοιχεία ηλικίας. 310
(89,3%) δήλωσαν ως χώρα γέννησής τους την Ελλάδα και 34 (9,8%) δήλωσαν ως χώρα
- 451 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
γέννησής τους μία άλλη χώρα. Τρεις (3) δεν έδωσαν στοιχεία.
Οι 307 (88,5%) δήλωσαν ως τόπο μόνιμης κατοικίας την περιφέρεια όπου
βρίσκεται το ΙΕΚ φοίτησης. 29 (8,4%) έχουν ως τόπο μόνιμης κατοικίας άλλη περιφέρεια
από το ΙΕΚ φοίτησης. Έντεκα (11) δεν έδωσαν στοιχεία.
Οι 280 (80,7%) αποφοίτησαν από σχολείο της περιφέρειας όπου βρίσκεται το
ΙΕΚ φοίτησης. 53 (15,3%) αποφοίτησαν από σχολείο άλλης περιφέρειας. 14 δεν έδωσαν
στοιχεία.
Οι καταρτιζόμενοι στη συντριπτική τους πλειοψηφία (326 – 93,9%) είναι
άγαμοι. Μόνο 16 (4,6%) είναι έγγαμοι. Πέντε (5) δεν έδωσαν στοιχεία.
Όπως προκύπτει και από τον πιο πάνω πίνακα η πλειοψηφία των καταρτιζόμενων
(167 – 48,1%) έχουν ένα αδελφό ή αδελφή. Μόνο 20 (5,8%) ανήκουν σε πολύτεκνες
οικογένειες.
Σε ότι αφορά το επίπεδο σπουδών των αδελφών ένα μεγάλο ποσοστό (88 –
25,4%) φοιτούν σε ΑΕΙ-ΤΕΙ και ένα επίσης μεγάλο ποσοστό (78 – 22,5%) είναι απόφοιτοι
Λυκείου. 104 άτομα (30,0%) δεν δήλωσαν κάτι. Μόνο 44 όμως είναι οι τιμές που λείπουν
αφού 60 δεν έχουν αδέλφια όπως προκύπτει από τον σχετικό προηγούμενο πίνακα.
Η συντριπτική πλειοψηφία (162 – 46,7,2%) δήλωσε ότι δεν έχει αδελφό ή
αδελφή που σπουδάζει σήμερα.
Η συντριπτική πλειοψηφία (128 - 36,9%) δήλωσε ότι κανένα από τα αδέλφια
τους δεν εργάζεται σήμερα.
Σε ότι αφορά τους ίδιους τους καταρτιζόμενους ένα πολύ μεγάλο ποσοστό (248
– 71,5%) δήλωσε ότι δεν εργάζεται σήμερα.
Είναι δε επίσης σημαντικό ότι από τους 91 (26,2%) που δήλωσαν ότι
εργάζονται μόνο οι 28 (8,1%) εργάζονται σε συναφή εργασία με την ειδικότητα ΙΕΚ που
παρακολουθούν.
Στο συγκεκριμένο ερώτημα απάντησαν οι 85 από τους 347 που εργάζονται με
ποσοστά ωρών απασχόλησης διάφορα, όπως προκύπτει και από τον πιο πάνω πίνακα.
Είναι σημαντικό να παρατηρήσουμε ότι 11 καταρτιζόμενοι εργάζονται για λιγότερες από
10 ώρες εβδομαδιαίως και 10 καταρτιζόμενοι για περισσότερες από 40 ώρες
Η πλειοψηφία δηλώνει ως επάγγελμα πατέρα τον αυταπασχολούμενο (98 –
28,2%), ένα σημαντικό ποσοστό (72 - 20,7%) είναι ιδιωτικοί υπάλληλοι και επίσης ένα
ικανό ποσοστό (52 – 15,0%) συνταξιούχοι.
Η πλειοψηφία δηλώνει επάγγελμα μητέρας τα οικιακά (84 – 24,2%), ενώ το
δεύτερο πιο σημαντικό ποσοστό είναι ιδιωτικοί υπάλληλοι (72 – 20,7%). Αξίζει να
παρατηρήσουμε το αυξημένο ποσοστό των άνεργων μητέρων (46 – 13,3%).
Πλειοψηφούν εκείνοι που αποφοίτησαν από το Λύκειο (142 – 40,9%). Ποσοστό
μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης 25,9% (90 άτομα).
Πλειοψηφούν εκείνες που αποφοίτησαν από το Λύκειο (171 – 49,3%). Ποσοστό
μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης 22,8% (79 άτομα).
Η συντριπτική πλειοψηφία (277 – 79,8%) των καταρτιζομένων έχει αποφοιτήσει
από Γενικό / Ενιαίο Λύκειο. Αξίζει να σημειώσουμε το πολύ μικρό ποσοστό (14 – 4%)
των αποφοίτων των ΤΕΕ.
Η συντριπτική πλειοψηφία (303 – 87,3% ) έχουν αποφοιτήσει από Δημόσιο
Σχολείο.
Οι 2 στους 3 (ποσοστό 64,8 %) έχουν καλές έως άριστες βαθμολογίες αποφοίτησης
- 452 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
από το Λύκειο.
Η πλειοψηφία (140 – 40,3%) είχε μέτρια σχολική εμπειρία. Αξίζει να
σημειώσουμε όμως ότι κακή εμπειρία είχαν μόνο 10 (ποσοστό 2,9%).
Η συντριπτική πλειοψηφία (326 – 93,9%) δεν επανέλαβε τάξη κατά την διάρκεια
της υποχρεωτικής και της ανώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Περίπου 2 στους 3 (208 – 59,9%) δηλώνουν ότι έχουν μεσαία γνώση στους
υπολογιστές. Ένα σημαντικό ποσοστό (86 – 24,8%) δηλώνει ότι έχει προχωρημένη
γνώση.
Μία απογοητευτική διαπίστωση για το μάθημα του ΣΕΠ στο σχολείο. Το πολύ
μεγάλο ποσοστό 85,9% (298 καταρτιζόμενοι) δηλώνουν ότι δεν τους βοήθησε.
Περίπου οι 3 στους 4 (73,8 %) δηλώνουν ότι έμαθαν υπολογιστές στο σχολείο
ή μόνοι τους (χωρίς σεμινάρια και σχολές).
Σε ένα ποσοστό 84,2% γνωρίζουν τουλάχιστον μία ξένη γλώσσα σε μεσαίο
επίπεδο.
Μέλη της οικογένειας, προσωπικοί φίλοι και άλλοι (χωρίς προσδιορισμό)
επηρέασαν περίπου τους 4 από τους 10 καταρτιζόμενους στην επιλογή τους.
Άντληση πληροφοριών κατά 47,0% από το Internet�������������������������
���������������������������������
και 15,9% από συγγενείς.
4. Απόψεις
����������������������
καταρτιζομένων
4.1 �����������������
Γενικά για τα ΙΕΚ
Το 82,7% των καταρτιζομένων πιστεύουν ότι τα ΙΕΚ αποτελούν μια αναγκαία δομή
στο σύστημα επαγγελματικής κατάρτισης και μόνο ένα μικρό ποσοστό 3,5% πιστεύουν
εντελώς το αντίθετο.
Οι 6 στους 10 των καταρτιζομένων πιστεύουν ότι τα ΙΕΚ θα αναβαθμίσουν πολύ
έως πάρα πολύ τις επαγγελματικές τους γνώσεις.
Οι 7 στους 10 των καταρτιζομένων πιστεύουν ότι οι προσφερόμενες ειδικότητες
στα ΙΕΚ ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της αγοράς.
Το σύνολο των μερικώς έως πολύ ικανοποιημένων φτάνει το 67,4% εξ όσων
πιστεύουν ότι θα έχουν την δυνατότητα επαγγελματικής αποκατάστασης στους τομείς
στους οποίους οδηγεί η κατάρτισή τους
Ένα συντριπτικό ποσοστό (74,3%) θεωρεί από μέτρια έως πάρα πολύ ότι θα έχει
την δυνατότητα επαγγελματικής αποκατάστασης στους τομείς που οδηγεί η κατάρτιση
που λαμβάνουν στη συγκεκριμένη ειδικότητα των ΙΕΚ.
Ένα πολύ μεγάλο ποσοστό (75,8%) θεωρεί από μέτρια έως πάρα πολύ ότι θα έχει
την δυνατότητα απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα με την κατάρτιση που λαμβάνουν στη
συγκεκριμένη ειδικότητα των ΙΕΚ.
Το ποσοστό μειώνεται σημαντικά (50,2%) για όσους θεωρούν από μέτρια
έως πάρα πολύ ότι θα έχουν την δυνατότητα απασχόλησης στον δημόσιο τομέα με την
κατάρτιση που λαμβάνουν στη συγκεκριμένη ειδικότητα των ΙΕΚ.
Το σύνολο των μέτρια έως πάρα πολύ ικανοποιημένων όσων πιστεύουν ότι τους
παρέχονται ευκαιρίες για επαγγελματική εξέλιξη φτάνει το 69,4%.
Το σύνολο των μέτρια έως πάρα πολύ ικανοποιημένων εξ όσων πιστεύουν ότι
οι επαγγελματικοί τομείς στους οποίους οδηγεί η κατάρτισή τους στο ΙΕΚ υπόσχονται
- 453 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
4.2 Για
�������
τα ΑΕΙ
�����������������������
και την μοριοδότηση
Ο ένας στους τέσσερις δηλώνει ότι έχει εγγραφεί στο παρελθόν σε κάποιο
μεταδευτεροβάθμιο ίδρυμα.
Ο ένας στους δέκα δηλώνει ότι έχει αποφοιτήσει στο παρελθόν από κάποιο
μεταδευτεροβάθμιο ίδρυμα.
Οι επτά στους δέκα δηλώνουν ότι έχουν δώσει εξετάσεις στο παρελθόν για
εισαγωγή σε κάποιο τριτοβάθμιο ίδρυμα.
Ο ένας στους τέσσερις δηλώνει ότι σκέπτεται να συνεχίσει σε κάποιο τριτοβάθμιο
ίδρυμα. Το ίδιο ποσοστό δηλώνει αρνητική διάθεση για συνέχιση, ενώ ο ένας στους δύο
δεν έχει αποφασίσει ακόμα.
Περίπου οι εννέα στους δέκα θεωρούν ότι πρέπει να υπάρχει μια διαδικασία
πρόσβασης από τα ΙΕΚ στα τριτοβάθμια ιδρύματα.
- 454 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Οι τέσσερις στους δέκα παραδέχονται ότι επηρεάστηκαν από τις εξαγγελίες για
πιθανή μοριοδότησή τους για την είσοδό τους στο Πανεπιστήμιο.
Οι οκτώ στους δέκα πιστεύουν ότι θα έπρεπε να υπάρχουν ειδικές εξετάσεις, ή
να μετρά ο βαθμός αποφοίτησης από τα ΙΕΚ, ή το αν έχουν πιστοποιηθεί από τα ΙΕΚ για
την είσοδό τους στο Πανεπιστήμιο.
Οι πέντε στους δέκα δηλώνουν ότι δεν συνέχισαν στο Πανεπιστήμιο για
οικονομικούς αλλά και άλλους λόγους, ενώ δύο στους δέκα επειδή πέτυχαν σε τμήμα
χαμηλής επιλογής και επιθυμίας. Ένας στους δέκα δεν συνεχίζει επειδή πέτυχε σε πόλη
διαφορετική από εκείνη της μόνιμης διαμονής του.
4.3 ����������������������������������
Για το περιεχόμενο σπουδών των ΙΕΚ
Το σύνολο των μέτρια έως πάρα πολύ θετικών απαντήσεων στην ερώτηση αν είναι
ικανοποιημένοι/-ες με το περιεχόμενο του προγράμματος σπουδών της ειδικότητάς τους
φτάνει το 65,4 %.
Οι 15 στους 100 των καταρτιζομένων δήλωσαν ότι θεωρούν το σύστημα
προαγωγής στο επόμενο εξάμηνο εξαιρετικά αυστηρό. Οι οκτώ στους δέκα το θεωρούν
από καθόλου έως μέτρια αυστηρό.
Οι οκτώ στους δέκα θεωρούν τα υφιστάμενα όρια απουσιών από καθόλου έως
μέτρια λογικά. Μόνο οι 16 στους 100 τα θεωρούν λογικά.
Το σύνολο των μέτρια έως πάρα πολύ θετικών απαντήσεων στην ερώτηση αν
Θεωρούν ότι ο αριθμός των μαθημάτων είναι επαρκής φτάνει το 80,1 %.
Το σύνολο των μέτρια έως πάρα πολύ θετικών απαντήσεων στην ερώτηση αν
χρειάζονται περισσότερα θεωρητικά μαθήματα στην ειδικότητά τους φτάνει μόλις το
23,1 %.
Το σύνολο των μέτρια έως πάρα πολύ θετικών απαντήσεων στην ερώτηση αν τα
πρακτικά μαθήματα είναι αυτά που μετράνε στην ειδικότητά τους φτάνει το 89,0 %.
Το σύνολο των μέτρια έως πάρα πολύ θετικών απαντήσεων στην ερώτηση αν η
πρακτική άσκηση είναι καλά οργανωμένη και λειτουργεί πολύ καλά φτάνει το 50,5 %.
Ένας στους 4 δεν είναι καθόλου ευχαριστημένος.
Το σύνολο των μέτρια έως πάρα πολύ θετικών απαντήσεων στην ερώτηση αν
χρειάζονται μεγαλύτερα διαστήματα πρακτικής άσκησης φτάνει το 87,7 %.
Το σύνολο των μέτρια έως πάρα πολύ θετικών απαντήσεων στην ερώτηση αν
χρειάζεται στενότερη σύνδεση μεταξύ των θεωρητικών και των πρακτικών
φτάνει το 77,8 %.
Το σύνολο των μέτρια έως πάρα πολύ θετικών απαντήσεων στην ερώτηση αν
χρειάζεται μεγαλύτερη σύνδεση των διαφορετικών θεωρητικών μεταξύ τους φτάνει
μόλις το 64,3 %.
Το σύνολο των μέτρια έως πάρα πολύ θετικών απαντήσεων στην ερώτηση αν το
ΙΕΚ που φοιτούν έχει εξαιρετική οργάνωση και άριστη λειτουργία φτάνει το 50,2 %.
Το σύνολο των μέτρια έως πάρα πολύ θετικών απαντήσεων στην ερώτηση αν το
ωράριο λειτουργίας του ΙΕΚ τους διευκολύνει απόλυτα φτάνει το 47,6 %.
Το σύνολο των μέτρια έως πάρα πολύ θετικών απαντήσεων στην ερώτηση αν οι
συγκοινωνίες τους διευκολύνουν φτάνει το 51,3 %.
Οι 44 στους 100 των καταρτιζομένων δήλωσαν ότι προκειμένου κα καταρτιστούν
- 455 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
στην ειδικότητα που επιθυμούν θα ήταν διατεθειμένοι/ες να επιλέξουν ΙΕΚ που βρίσκεται
σε άλλη (και πιθανώς πιο δύσκολα προσβάσιμη) περιοχή από αυτή που διαμένουν. Το
σύνολο των μέτρια έως πάρα πολύ θετικών απαντήσεων στην ερώτηση φτάνει το 64,8 %.
Οι 3 στους 10 των καταρτιζομένων δήλωσαν ότι η γραμματειακή υποστήριξη
του ΙΕΚ που φοιτούν είναι εξαιρετικά βοηθητική. Το σύνολο των μέτρια έως πάρα πολύ
θετικών απαντήσεων στην ερώτηση φτάνει το 54,2 %. Ένας στους 5 δεν είναι καθόλου
ευχαριστημένος.
Οι 15 στους 100 των καταρτιζομένων δήλωσαν ότι η υλικοτεχνική υποδομή
του ΙΕΚ στο οποίο φοιτούν είναι επαρκής. Το σύνολο των μέτρια έως πάρα πολύ
θετικών απαντήσεων στην ερώτηση φτάνει το 44,1 %. Τρεις στους 10 δεν είναι καθόλου
ευχαριστημένοι.
Οι 4 στους 10 των καταρτιζομένων δήλωσαν ότι είναι πολύ ικανοποιημένοι/
ες από τους εκπαιδευτές της ειδικότητάς τους. Το σύνολο των μέτρια έως πάρα πολύ
θετικών απαντήσεων στην ερώτηση φτάνει το 78,0 %.
4.4 �����������������������������������������������������������������
Για τα δίδακτρα και την επιταγή αρχικής επαγγελματικής κατάρτισης
Οι 2 στους 10 των καταρτιζομένων δήλωσαν ότι δεν έχουν όλες τις πληροφορίες που
χρειάζονται για να πάρουν την επιδότηση που δικαιούνται με την επιταγή ΑΕΚ (�������������
voucher������
). Το
σύνολο των μέτρια έως πάρα πολύ θετικών απαντήσεων στην ερώτηση φτάνει το 74,0%.
Οι 7 στους 10 των καταρτιζομένων δήλωσαν ότι έχουν κάνει αίτηση για επιταγή
(�������������������������������������������������
voucher������������������������������������������
) αρχικής επαγγελματικής κατάρτισης (�����
AEK��).
Περισσότεροι από τους 5 στους 10 των καταρτιζομένων δήλωσαν ότι ορισμένοι
σπουδαστές αποφεύγουν να κάνουν αίτηση εξ αιτίας της γραφειοκρατίας.
Μόνο οι 2 στους 10 των καταρτιζομένων δήλωσαν ότι πολλοί σπουδαστές
έρχονται στα ΙΕΚ επειδή ακριβώς υπάρχει η επιδότηση (voucher) και καλύπτουν έτσι
μερικές από τις ανάγκες των σπουδών τους.
5. ������������
Συμπεράσματα
1. ���������������������������������������������������������������������������
Υπάρχει σχέση ανάμεσα στον τύπο του σχολείου αποφοίτησης και στο αν έδωσαν
εισαγωγικές εξετάσεις για ΑΕΙ/ΤΕΙ (Σχήμα 4.).
2. �����������������������������������������������������������������������
Υπάρχει σχέση ανάμεσα στο αν θα συνεχίσουν στα ΑΕΙ και στη επήρεια της
μοριοδότησης.
3. ����������������������������������������
Υπάρχει σχέση ανάμεσα στις απόψεις ότι �����������������������������������
‘‘με τα προσόντα που θα αποκτήσουν
θα μπορέσουν αργότερα να διεκδικήσουν καλύτερα μια θέση σε ένα τριτοβάθμιο
ίδρυμα’’ και ‘‘ο αριθμός των μαθημάτων είναι επαρκής’’ και στο φύλο.
4. ������������������������������������������������������������������������
Υπάρχει σχέση ανάμεσα στο γεγονός ότι δεν συνέχισαν σε ΑΕΙ/ΤΕΙ και στις
γραμματικές γνώσεις της μητέρας.
5. ������������������������������������������������������������������������
Υπάρχει σχέση ανάμεσα στο αν θα συνεχίσουν σε ΑΕΙ/ΤΕΙ με την ηλικία, το
συγκεκριμένο ΙΕΚ που φοιτούν και το πρόγραμμα σπουδών των ΙΕΚ.
- 456 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Count
ΔΩΣΑΤΕ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΣΕ
ΑΕΙ Total
ΝΑΙ ΟΧΙ
ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ /
ΤΥΠΟΣ 206 67 273
ΕΝΙΑΙΟ ΛΥΚΕΙΟ
ΣΧΟΛΕΙΟΥ
ΕΠΑΛ / ΤΕΛ 30 25 55
ΤΕΕ 7 6 13
Total 243 98 341
Chi-Square Tests
Asymp. Sig. (2-
Value df
sided)
Pearson Chi-Square 11,777(a) 2 ,003
Likelihood Ratio 11,069 2 ,004
Linear-by-Linear
10,445 1 ,001
Association
N of Valid Cases 341
a 1 cells (16,7%) have expected count less than 5. The minimum expected count is 3,74.
Επίλογος
Συνδυάζοντας όσα έχουν γραφεί πιο πάνω σχετικά με την έρευνα, το είδος της,
τους περιορισμούς της κ.ά. υποστηρίζουμε ότι η ενίσχυση και η επιβεβαίωση των
αποτελεσμάτων θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί με τη συνέχισή της σε μια μεγαλύτερη
κλίμακα και πιθανόν με ένα δείγμα πιθανοτήτων και στρωματοποιημένη δειγματοληψία.
Κατά τη διάρκεια διεξαγωγής της παρούσας, μικρής κλίμακας ποσοτικής έρευνας,
διενεργείτο παράλληλα και μία αντίστοιχη ποιοτική (Ματούση, 2012). Τα συμπεράσματα
συνολικά και των δύο αυτών ερευνητικών προσπαθειών θα μπορούσαν να ληφθούν υπ’
όψη για την ευρύτερης κλίμακας έρευνα που προαναφέραμε. Είναι δύσκολο να τελειώσει
μια εργασία, όταν στην πορεία της έχουν προκύψει τόσα πολλά και ενδιαφέροντα νέα
στοιχεία. Από το χρόνο και μόνο είναι αναγκασμένος κάποιος να το κάνει. Με την
ελπίδα ότι κάποιοι θα συνεχίσουν, από τα ενδιαφέροντα αλλά ακόμα αδιευκρίνιστα και
ανεξιχνίαστα «σημεία» της έρευνας αυτής…
Βιβλιογραφία
- 457 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Κατσής, Α. κ.ά. (2010). Στατιστικές Μέθοδοι στις Κοινωνικές Επιστήμες. Εκδ. Τόπος,
Αθήνα.
Bailey, K. D. (1978). Methods of Social Research. Basingstoke: Collier-Macmillan.
Bourdieu, P. & Passeron, J.-C. (1990). Reproduction in Education, Society and Culture,
2nd Ed. London: SAGE Publications.
Cohen��, ������������������
L�����������������
. ���������������
et�������������
al����������
������������
. (2007). Μεθοδολογία εκπαιδευτικής έρευνας. Αθήνα: Μεταίχμιο.
Gewirtz, S. and Cribb, A. (2011). Κατανοώντας την εκπαίδευση: Μια κοινωνιολογική
θεώρηση. Αθήνα: Μεταίχμιο.
Matousi, M. (2012). Education outside the University: Students’ Choice of Public Voca-
tional Training Institutions. Unpublished Master Dissertation. University of
the Peloponnese, Department of Social and Education Policy. Greece.
Power, S. (2000). Educational Pathways into the Middle Class(es). British Journal of
Sociology of Education, 21:2, 133-145.
Samaras, V. (2012). Education outside the University: Public Vocational Training Institu-
tions - Needs and Perspectives. Unpublished Master Dissertation. University
of Peloponnese, Department of Social and Education Policy. Greece
- 458 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
- 459 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Σαχανά Ιφιγένεια
Περίληψη
Abstract
This paper studies the contribution of the school activities to the opening up of the school
towards the local community, placing emphasis on secondary schools. After clarifying
terms related to its topic, it goes on to mention the types of school activities that have been
stipulated by the greek law, the institutions which support them, i������������������������
���������������������
checks their place in
the greek educational reality and it ends up describing the way in which school activities
could serve the cause of promoting school to its external social environment. Finally, the
paper draws some conclusions as to the prerequisites which are necessary in order for the
school activities to be used in the self presentation of the school.
1.Εισαγωγή
Τα τελευταία χρόνια τόσο στη διεθνή όσο και στην ελληνική βιβλιογραφία γίνεται λόγος
για την ανάγκη ανοίγματος του σχολείου στην κοινωνία, ιδίως την τοπική. Ως ένας από
τους πιο πρόσφορους τρόπους ενός τέτοιου ανοίγματος προτείνονται τα προγράμματα
σχολικών δραστηριοτήτων, που αποτελούν μία από τις βασικότερες κατηγορίες
καινοτόμων δράσεων στην εκπαίδευση. Στο συγκεντρωτικό και έντονα γραφειοκρατικό
ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, όπου λίγα περιθώρια ευελιξίας και πρωτοτυπίας
προσφέρονται στη σχολική μονάδα, τα προγράμματα σχολικών δραστηριοτήτων είναι
ίσως ο ευκολότερος τρόπος να έρθει η μονάδα σε επαφή με το εξωτερικό της περιβάλλον
και να ανοίξει τις πόρτες της στους κοινωνικούς φορείς (γονείς, συλλόγους γονέων,
τοπικές αρχές, συλλόγους κ.λπ.), ώστε η εκπαιδευτική και σχολική διαδικασία να
αποκτήσει εντονότερα δημοκρατικά χαρακτηριστικά.
Η παρακάτω εργασία αποσαφηνίζει σε πρώτη φάση ορισμένους όρους-κλειδιά
που έχουν να κάνουν με το θέμα των σχολικών δραστηριοτήτων, ενώ στη συνέχεια
παρουσιάζει τα είδη των σχολικών δραστηριοτήτων, όπως αυτά θεσμοθετήθηκαν από την
ελληνική νομοθεσία καθώς και τις προτάσεις για αξιοποίηση αυτών των δραστηριοτήτων
για το άνοιγμα του σχολείου στην κοινωνία, εστιάζοντας κυρίως στα σχολεία της
- 460 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
2. Αποσαφήνιση όρων
Ο όρος καινοτομία ορίζεται από το Μεγάλο Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής Γλώσσας
του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης ως μια ενέργεια που χαρακτηρίζεται
από νέα, πρωτοποριακή αντίληψη για την πραγματικότητα.
Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (1999). Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών
Σπουδών-Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη.
Fullan, M. (1991), The New Meaning of Educational Change. London: Casssell, όπως αναφέρεται στους:
Σπυροπούλου, Δ.-Αναστασάκη, Α.-Δεληγιάννη, Δ.-Κούτρα, Χ.-Λουκά, Ε.-Μπούρα, Σ. (2008), Καινοτόμα
Προγράμματα στην Εκπαίδευση, στο: Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, Η ποιότητα στην εκπαίδευση. Έρευνα για
την αξιολόγηση ποιοτικών χαρακτηριστικών του συστήματος πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Αθήνα: έκδοση του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, σ.197.
Γιαννακάκη, Μ. Σ. (2005), Η εφαρμογή καινοτομιών στη σχολική μονάδα, στο: Καψάλης Α. (επιμ.), (2005),
Οργάνωση και Διοίκηση Σχολικών Μονάδων. Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις Πανεπιστημίου Μακεδονίας, σ.σ. 243-276.
- 461 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Ο όρος “άνοιγμα του σχολείου στην κοινωνία” αναφέρεται στην επαφή, επικοινωνία και
συνεργασία της σχολικής μονάδας με το εξωτερικό της περιβάλλον, τόσο το κοντινό
(γονείς, τοπικοί φορείς κ.α.), όσο και το ευρύτερο (π.χ. κοινωνικές και οικονομικές
συνθήκες του περιβάλλοντος της σχολικής μονάδας, ευρύτερες κοινωνικές και
οικονομικές συνθήκες). Το άνοιγμα στην κοινωνία όχι μόνο θα φέρει το σχολείο σε
επαφή με το εξωτερικό του περιβάλλον με κατεύθυνση “από μέσα προς τα έξω”
αλλά και με την αντίθετη κατεύθυνση, “από έξω προς τα μέσα”, επιτρέποντας στους
εξωτερικούς κοινωνικούς θεσμούς, όπως οι οικογένειες των μαθητών και άλλοι τοπικοί
παράγοντες, να μετάσχουν με δημοκρατικό και συμμετοχικό πνεύμα στις σχολικές
διαδικασίες και να συνδιαμορφώσουν με την ηγεσία και τους εκπαιδευτικούς του
σχολείου την σχολική κουλτούρα.
. C.I.D.R.E.E. (1999), Across the great Divides: Διεπιστημονική διδασκαλία και μάθηση στο σχολείο
της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Εργασία μελέτης του Συνδέσμου των Παιδαγωγικών Ινστιτούτων της
Ευρώπης (μτφρ. Ν. Ηλιάδης-Α. Γαλανοπούλου). Αθήνα: Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, όπως αναφέρεται στους:
Σπυροπούλου, Δ.-Αναστασάκη, Α.-Δεληγιάννη, Δ.-Κούτρα, Χ.-Λουκά, Ε.-Μπούρα, Σ. (2008), Καινοτόμα
Προγράμματα στην Εκπαίδευση, στο: Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, Η ποιότητα στην εκπαίδευση. Έρευνα για
την αξιολόγηση ποιοτικών χαρακτηριστικών του συστήματος πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Αθήνα: έκδοση του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, σ.198.
- 462 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
Πίνακας 1
- 463 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Η Πολιτεία, μεριμνώντας για την καλύτερη εισαγωγή της καινοτομίας των σχολικών
δραστηριοτήτων στην ελληνική σχολική ζωή και την υποστήριξη των εκπαιδευτικών που
ενδιαφέρονται να υλοποιήσουν σχετικά προγράμματα, θεσμοθέτησε τις θέσεις υπευθύνων
σχολικών δραστηριοτήτων στις έδρες των Διευθύνσεων Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης,
και τις θέσεις υπευθύνων Αγωγής Υγείας, Περιβαλλοντικής Αγωγής και Πολιτιστικών
Θεμάτων στις έδρες των μεγαλύτερων Διευθύνσεων Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης της
χώρας. Ο ρόλος τους είναι να ενημερώνουν τους εκπαιδευτικούς για τις δυνατότητες
υλοποίησης προγράμματος και να τους στηρίζουν κατά την υλοποίηση, να λειτουργούν ως
πολλαπλασιαστές επισκεπτόμενοι τις σχολικές μονάδες και οργανώνοντας ενημερωτικές
συναντήσεις με τους εκπαιδευτικούς, να γνωστοποιούν τις επιστημονικές ημερίδες,
συνέδρια, σεμινάρια κ. λπ. και να διοργανώνουν ανάλογες δραστηριότητες και οι ίδιοι
καθώς επίσης και να διοργανώνουν (δι)ημερίδες παρουσίασης των καινοτόμων δράσεων
των σχολείων της ευθύνης τους. Επιπλέον, η ελληνική εκπαιδευτική νομοθεσία προέβλεψε
την ίδρυση Κέντρων Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης, Κέντρων Συμβουλευτικής και
Προσανατολισμού καθώς και τη διενέργεια μαθητικών καλλιτεχνικών αγώνων, που
συμπληρώνουν το πλαίσιο της υλοποίησης και υποστήριξης των σχολικών δραστηριοτήτων.
- 464 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
4.2.1. Στάδια υλοποίησης σχολικής δραστηριότητας που στοχεύει στο άνοιγμα του
σχολείου
Μια σχολική δραστηριότητα που έχει ως στόχο να υποστηρίξει το άνοιγμα της σχολικής
μονάδας στην τοπική κοινωνία πρέπει να ακολουθήσει τα ακόλουθα στάδια:
α) προετοιμασία: στο στάδιο αυτό οι εμπλεκόμενοι εκπαιδευτικοί με την καθοδήγηση
της σχολικής ηγεσίας επισκοπούν τις ιδιαίτερες συνθήκες της σχολικής μονάδας και
του περιβάλλοντός της (κοινωνικές, οικονομικές, πληθυσμιακής σύστασης κ.τ.λ.),
εξετάζουν τους διαθέσιμους πόρους και μέσα, εξακριβώνουν ποια είναι η ήδη
υπάρχουσα σχέση του σχολείου με τους κοινωνικούς φορείς στους οποίους στοχεύουν
να κάνουν το άνοιγμα (π.χ. με το σύλλογο γονέων, με τους τοπικούς πολιτιστικούς
φορείς κ.α.) και θέτουν στόχους ως προς τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα. Στη φάση
αυτή επιλέγεται και το είδος και το θέμα της καινοτόμου δράσης σε συνεργασία
και με τους μαθητές και ενδεχομένως και τους κοινωνικούς φορείς και γίνεται
χρονοδιάγραμμα πραγματοποίησης ενεργειών και δράσεων και επίτευξης στόχων.
Μαυρογιώργος, Γ., Καινοτομία και εκπαιδευτική πολιτική του σχολείου, στο: http://www.innovation.edu.gr/
?page_id=142 (προσπελάστηκε στις 28-09-2014).
- 465 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
5. Συμπεράσματα
Στη σύγχρονη εποχή της πολύπλοκης πραγματικότητας, των απαιτήσεων, των ευρωπαϊκών
και παγκόσμιων προκλήσεων στην παιδεία, της τεχνολογικής επανάστασης και των ριζικών
ανακατατάξεων, το σχολείο δεν μπορεί να παραμένει ένα κλειστό σύστημα που περιορίζει
τη δράση του στο εσωτερικό του περιβάλλον. Αντιθέτως, οφείλει να συνεργάζεται και με
το εξωτερικό του περιβάλλον για την αποτελεσματικότερη επίτευξη των στόχων του.
Η αξιοποίηση των σχολικών δραστηριοτήτων προς αυτή την κατεύθυνση προσφέρεται
ιδιαίτερα, διότι οι καινοτόμες αυτές δράσεις είναι ένα από τα λίγα πεδία στο ελληνικό
εκπαιδευτικό σύστημα και ιδίως στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, που προσφέρουν στη
σχολική μονάδα ευρύ περιθώριο αυτονομίας και ανάληψης πρωτοβουλιών και ευθυνών.
Αυτή η ελευθερία κινήσεων είναι αναγκαία όταν η σχολική μονάδα έχει να αντιμετωπίσει
τοπικές συνθήκες και ιδιαιτερότητες που η κεντρικά χαραγμένη και άνωθεν επιβεβλημένη
εκπαιδευτική πολιτική του ελληνικού συγκεντρωτικού εκπαιδευτικού συστήματος
αδυνατεί εκ των πραγμάτων να λάβει υπ’ όψη.
Ο νέος αυτός ρόλος του σχολείου ως εστίας επικοινωνίας με το εξωτερικό του
περιβάλλον θέτει επιτακτικά στους εκπαιδευτικούς την ανάγκη να αναλάβουν νέες
ευθύνες και ρόλους, για τους οποίους ίσων να μην είναι έτοιμοι ούτε και πρόθυμοι να τους
αναλάβουν. Ο κυριότερος ανασταλτικός παράγοντας του μετασχηματισμού αυτού της
σχολικής μονάδας από χώρο εφαρμογής εκπαιδευτικής πολιτικής σε χώρο δημιουργίας
Ορφανός, Σ.-Φατσέα, Α.-Τόγια. Κ., Το εξωτερικό περιβάλλον του σχολείου και η επίδρασή του στη διαμόρφωση
και επίτευξη των στόχων του, στο: kpe-kastor.kas.sch.gr/kpe/yliko/sppe2/oral/PDFs/513-522_oral.pdf
(προσπελάστηκε στις 27-09-2014)
- 466 -
Κοινωνική Παιδαγωγική, Διαπολιτισμικότητα και Ειδική Αγωγή
και άσκησης εκπαιδευτικής πολιτικής είναι η έλλειψη ενημέρωσης και επιμόρφωσης των
εκπαιδευτικών. Η επιμόρφωση αποτελεί προϋπόθεση για την εφαρμογή των καινοτομιών
στην εκπαιδευτική μονάδα, διότι μόνο τότε οι εκπαιδευτικοί θα αισθανθούν έτοιμοι να
αναλάβουν κρίσιμους και υπεύθυνους ρόλους, να μετάσχουν ενεργά στις διαδικασίες
λήψης αποφάσεων και στη διαμόρφωση της εκπαιδευτικής πολιτικής του σχολείου τους.
Η διαμόρφωση στρατηγικού σχεδιασμού και εσωτερικής εκπαιδευτικής
πολιτικής της σχολικής μονάδας, μιας πολιτικής προσανατολισμένης στο άνοιγμα
του σχολείου στην κοινωνία με την προώθηση των κατάλληλων δράσεων που θα
συντείνουν προς αυτό το στόχο, είναι ακόμη μια προϋπόθεση για την καθιέρωση
των καινοτόμων δράσεων στις σχολικές μονάδες. Τα καινοτόμα προγράμματα
σχολικών δραστηριοτήτων μπορούν να αποτελέσουν δομικά στοιχεία μιας εσωτερικής
εκπαιδευτικής πολιτικής της σχολικής μονάδας και μιας κουλτούρας επικοινωνίας του
σχολείου του σχολείου με εξωτερικούς φορείς.
Καίριος σε όλα αυτά είναι ο ρόλος της σχολικής ηγεσίας10. Ο διευθυντής
καλείται να παίξει το ρόλο του εμπνευστή και του καθοδηγητή για τους εκπαιδευτικούς,
στους οποίους θα εξηγήσει την ανάγκη διαμόρφωσης μιας εσωτερικής εκπαιδευτικής
πολιτικής και μιας κουλτούρας δημοκρατικής συμμετοχής όλων των ενδιαφερόμενων
φορέων στη διαχείριση της σχολικής πραγματικότητας (σύλλογος γονέων, δημοτικές και
κοινοτικές αρχές κ.α.), αφού πρώτα έχει ερευνήσει τα χαρακτηριστικά, τις συνθήκες, τις
ανάγκες και τις κοινωνικές αφετηρίες του σχολικού οργανισμού στον οποίο προΐσταται.
Η γνώση του εσωτερικού και του εξωτερικού περιβάλλοντος της σχολικής μονάδας, η
ξεκάθαρη στοχοθεσία, η μετάδοση οράματος και η παρακίνηση, η ικανότητα διαχείρισης
συγκρούσεων, η ικανότητα διαχείρισης του ανθρώπινου παράγοντα, το δημοκρατικό
πνεύμα, η αισιοδοξία για την έκβαση της προσπάθειας, η αίσθηση του καθήκοντος είναι
απαραίτητα γνωρίσματα του Διευθυντή που υποστηρίζει και προωθεί το άνοιγμα της
σχολικής μονάδας της οποίας προΐσταται στην κοινωνία.
Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσση
Ορισμός και αξιοποίηση της έννοιας του στρατηγικού σχεδιασμού στην εκπαίδευση: Στυλιανίδης, Μ., Στρατηγική
προοπτική διερεύνηση του μέλλοντος του κυπριακού σχολείου: Μια σύγχρονη προσέγγιση ανάπτυξης στρατηγικού
σχεδιασμού και εκπαιδευτικής πολιτικής, στο: www.pek.org.cy/Proceedings_2008/pdf/o4.pdf (προσπελάστηκε
στις 31-10-2014). Στυλιανίδης, Μ., Το σχολείο του μέλλοντος: κυρίαρχα χαρακτηριστικά γνωρίσματα, στο: www.
special-edition.gr/pdf_dioik_enim/pdf_de_40/stylianides.pdf (προσπελάστηκε στις 31-10-2014). Στυλιανίδης.
Μ., Ένα μοντέλο στρατηγικής πρόγνωσης και σχεδιασμού για το μελλοντικό σχολείο, στο: www.special-edition.
gr/pdf_dioik_enim/pdf_de_45/stylianides.pdf (προσπελάστηκε στις 31-10-2014).
Ράπτης, Ν. (2006), Η διαχείριση της καινοτομίας από τη σχολική ηγεσία. Επιστημονικό βήμα, τόμος 6, σ. 34-
35. Ζαζάνη, Ε., Η ρητορική της καινοτμίας στην εκπαίδευση και οι προϋποθέσεις για την ουσιαστική εφαρμογή
της, στο: neospaidagogos.gr/periodiko/writers/.../12.i_ritoriki_tis_kainotomias.pdf ((προσπελάστηκε στις 27-
09-2014).
- 467 -
18ο Διεθνές Συνέδριο - Πάτρα,
�������������
14-16 Νοεμβρίου
���������� 2014
����
Ζαζάνη, Ε., Η ρητορική της καινοτμίας στην εκπαίδευση και οι προϋποθέσεις για την
ουσιαστική εφαρμογή της, στο: neospaidagogos.gr/periodiko/writers/.../12.
i_ritoriki_tis_kainotomias.pd�����������������������������������
f����������������������������������
((προσπελάστηκε στις 27-09-2014).
Μαυρογιώργος, Γ., Καινοτομία και εκπαιδευτική πολιτική του σχολείου, στο: http://
www.innovation.edu.gr/?page_id=142 (προσπελάστηκε στις 28-09-2014).
Ορφανός, Σ.-Φατσέα, Α.-Τόγια. Κ., Το εξωτερικό περιβάλλον του σχολείου και
η επίδρασή του στη διαμόρφωση και επίτευξη των στόχων του, στο: kpe-kastor.
kas.sch.gr/kpe/yliko/sppe2/oral/PDFs/513-522_oral.pdf (προσπελάστηκε στις
27-09-2014).
Στυλιανίδης, Μ., Στρατηγική προοπτική διερεύνηση του μέλλοντος του κυπριακού
σχολείου: Μια σύγχρονη προσέγγιση ανάπτυξης στρατηγικού σχεδιασμού και
εκπαιδευτικής πολιτικής, στο: www.pek.org.cy/Proceedings_2008/pdf/o4.pdf
(προσπελάστηκε στις 31-10-2014).
Στυλιανίδης, Μ., Το σχολείο του μέλλοντος: κυρίαρχα χαρακτηριστικά γνωρίσματα, στο:
www.special- edition.gr/pdf_dioik_enim/pdf_de_40/stylianides.pdf (προσπε-
λάστηκε στις 31-10-2014).
Στυλιανίδης. Μ., Ένα μοντέλο στρατηγικής πρόγνωσης και σχεδιασμού για το μελλοντικό
σχολείο, στο: www.special-edition.gr/pdf_dioik_enim/pdf_de_45/stylianides.
pdf (προσπελάστηκε στις 31-10-2014).
Η Ιφιγένεια Σαχανά γεννήθηκε στις Σέρρες το 1978 και από το 1995 κατοικεί
στη Θεσσαλονίκη. Είναι απόφοιτος του τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας της
Φιλοσοφικής Σχολής του Α.Π.Θ. και του τμήματος Αγγλικής Φιλολογίας του ίδιου
Πανεπιστημίου. Επίσης, είναι κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου ειδίκευσης στην κλασική
αρχαιολογία ενώ το 2012 αναγορεύτηκε διδάκτορας κλασικής αρχαιολογίας του
Αριστοτελείου Πανεπιστημίου. Εργάστηκε σε διάφορα πανεπιστημιακά ερευνητικά
προγράμματα και πανεπιστημιακές ανασκαφές στη Βόρεια Ελλάδα και από το 2003
υπηρετεί στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Τα κύρια ερευνητικά της ενδιαφέροντα είναι
η μελέτη της γλυπτικής της Ελληνιστικής και Αυτοκρατορικής Εποχής, η διδασκαλία της
αρχαίας τέχνης και η αρχαιογνωσία στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση και οι καινοτόμες
εκπαιδευτικές δράσεις.
- 468 -