You are on page 1of 1

φάσκα http://webcache.googleusercontent.com/search?q=cache:-jU30tAvwQo...

Αυτή είναι η προσωρινά αποθηκευμένη σελίδα της Google για την ιστοσελίδα
http://greek_greek.enacademic.com/185808/%CF%86%CE%AC%CF%83%CE%BA%CE%B1. Πρόκειται για
ένα στιγμιότυπο της σελίδας όπως εμφανίστηκε στις 21 Φεβ. 2021 06:32:45 GMT. Από τότε, αυτή η σελίδα
ενδέχεται να άλλαξε. Μάθετε περισσότερα.

Πλήρης έκδοση Έκδοση μόνο κειμένου Προβολή πηγής


Συμβουλή: για να εντοπίσετε γρήγορα τον όρο αναζήτησης σε αυτήν τη σελίδα, πληκτρολογήστε Ctrl+F ή ⌘-F
(Mac) και χρησιμοποιήστε τη γραμμή εύρεσης.

RU DE FR ES

Dictionary of Greek Interpretations Translations Books

Dictionary of Greek

φάσκα
φάσκα: translation

τὸ, ΜΑ, και φάσχα Μ


το Πάσχα («τὸ Πάσχα ὅπου λέγομεν ἡμεῑς οἱ Εβραῑοι λέγουσι τὸ Φάσχα», Δαμάσκ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. Άλλος τ. τής λ. Πάσχα].

Dictionary of Greek. 2013.

← φάσιτρο(ν) φάσκελο →

Look at other dictionaries:

φάσκα — φάσκᾱ , φάσκος sage apple neut nom/voc/acc pl (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική
μορφολογικούς δείκτες)

φάσχα — τὸ, Μ βλ. φάσκα … Dictionary of Greek

We are using cookies for the best presentation of our site. Continuing to use this site, you agree with this.

1 από 1 13/5/2021, 2:01 π.μ.

You might also like