You are on page 1of 11

1

Βερβενιώτη, Τασούλα. 2000. “Μακρονήσι: Μαρτύρια και μαρτυρίες γυναικών» στο Ιστορικό
τοπίο και ιστορική μνήμη. Το παράδειγμα της Μακρονήσου, Πρακτικά Επιστημονικής
Συνάντησης, σ. 103-114. Αθήνα: Φιλίστωρ.

Μακρονήσι: μαρτύρια και μαρτυρίες γυναικών

Τασούλα Βερβενιώτη

Χίλιες διακόσιες περίπου πολιτικές εξόριστες έφτασαν στη Μακρόνησο στις 27


Γενάρη 1950 και τις ενέταξαν στο Α’ Ειδικό Τάγμα Οπλιτών (ΑΕΤΟ). Η έννοια
όμως του οπλίτη, σύμφυτη με την έννοια της στρατιωτικής πειθαρχίας, ήταν
κοινωνικά ασύμβατη με τη γυναικεία ιδιότητα. Το γεγονός αυτό δεν αφορούσε τόσο
τις γυναίκες όσο τους άντρες, κυρίως τους «αναμορφωτές» τους. Οι αξιωματικοί, οι
αλφαμήτες και οι φαντάροι γρήγορα αντιλήφθηκαν ότι ήταν κάπως δύσκολο να
επιβάλουν την εκτέλεση μιας απλής στρατιωτικής εντολής, όπως «Προσοχή!» ή «Εφ
ενός ζυγού» σε γυναίκες που κρατούσαν μωρά στην αγκαλιά, που φορούσαν
παραδοσιακές ενδυμασίες --όπως οι Μυτηλινιές με τις βράκες τους 1-- ή σε γιαγιάδες
πάνω από 70 ετών. Οσον αφορά αξιώματα της στρατιωτικής πειθαρχίας, όπως «οι
διαταγές εκτελούνται, δε συζητιούνται», στα οποία όλοι οι άντρες έχουν μυηθεί στη
διάρκεια της στρατιωτικής τους θητείας, έπρεπε να τα επαναλαμβάνουν άπειρες
φορές και επιπλέον έπρεπε να φροντίζουν να μην εμπλέκονται σε συζητήσεις με τις
γυναίκες, γιατί αποδεικνύοταν ότι οι διαταγές ήταν αδύνατο να εφαρμοστούν. Ο
κοινωνικός φυλετικός ρόλος επέτρεπε στις γυναίκες να μην ξέρουν και βέβαια οι
συγκεκριμένες γυναίκες δεν ήταν καθόλου διατεθημένες να μάθουν 2. «Τις γυναίκες
δε μας θέλανε στη Μακρόνησο, τους χαλάγαμε την πειθαρχία» θα γράψει η Κατερίνα
Χαριάτη3.

1
Σύμφωνα με τη Μαριγούλα Μαστρολέων - Ζέρβα Εξόριστες. Χίος, Τρίκερι, Μακρονήσι, Σύγχρονη
Εποχή 1985, σ. 106-109 στη βράκα της Μερσούδας έκρυψαν τη φωτογραφική μηχανή
2
Και τα κορίτσια που στη διάρκεια της Κατοχής είχαν καταταχθεί στον Ελληνικό Λαικό
Απελευθερωτικό Στρατό (ΕΛΑΣ) είχαν αντιμετωπίσει δυσκολίες προσαρμογής σε θέματα
στρατιωτικής πειθαρχίας, αλλά και σε πιο απλά πράγματα όπως ο βηματισμός και ο χαιρετισμός. Σε
πολύ σύντομο χρονικό διάστημα όμως με ατομικές και συλλογικές προσπάθειες κατόρθωσαν να
ανταποκριθούν και να γίνουν «παράδειγμα για μίμηση». Βλ. Βερβενιώτη Τασούλα Η Γυναίκα της
Αντίστασης. Η είσοδος των γυναικών στην πολιτική, Οδυσσέας 1994, σ. 311-312.
3
Κατερίνα Χαριάτη - Σισμάνη Γυναίκες από όλη την Ελλάδα. Χίος - Τρίκερι- Μακρόνησος - Τρίκερι
1948-1952, Εισαγωγή.
2

Οι εξόριστες δεν αποτελούσαν ένα τυχαίο δείγμα γυναικών. Οι περισσότερες είχαν


ζήσει έγκλειστες στους στρατώνες της Χίου, είχαν υποστεί το λιοπύρι και το χιονιά
του νησιού Τρίκερι, ζώντας στην ύπαιθρο, σε σκηνές και μαζί με όλα τα υλικά
εφόδια από το στρατόπεδο είχαν κουβαλήσει στη Μακρόνησο και τις εμπειρίες τους 4.
Ηξεραν για τη Μακρόνησο από τα «περίεργα» γράμματα των δικών τους. «Λέγανε ο
Τάσος αρρώστησε και έπαθε αυτό που έπαθε ο Δημοσθένης και εγώ ήξερα ότι ο
Δημοσθένης ήταν ένας που έκανε δήλωση ή ότι έσπασε το πόδι του ή ότι τρελλάθηκε
και έβγαινε καθαρά από της μιανής και της αλληνής την αλληλογραφία ότι κάτι
συμβαίνει στη Μακρόνησο5». Από φαντάρους που είχαν έρθει στο νησί Τρίκερι όταν
ανέλαβε το στρατόπεδο των εξορίστων γυναικών ο Οργανισμός Αναμορφώσεως
Μακρονήσου (ΟΑΜ) είχαν ακούσει και για τις χαράδρες.
Ο ΟΑΜ ανέλαβε το στρατόπεδο τις 15 Νοέμβρη 1949. Τότε οι πολιτικές
εξόριστες πήραν μια πρώτη γεύση «αναμόρφωσης»: τους πήραν τα ράντζα, τις
έστηναν όρθιες μέσα στο χιονόνερο να ακούν τους λόγους των ‘ανανηψάντων’ και
τις φοβέρες του στρατοπεδάρχη, υπέστησαν καψόνια (τις έβαζαν να τρέχουν γύρω -
γύρω από το Μοναστήρι μέχρι να πέσουν κάτω), σκληρές αγγαρίες, αλλά και
τιμωρίες --κάποιες τις έκλεισαν στο σύρμα χωρίς παλτά μέσα στο χιόνι γιατί
αρνήθηκαν να κουβαλήσουν νερό για τη φρουρά... 6
Καμιά κατηγορία δεν τις βάραινε -σε αυτήν την περίπτωση θα τις φυλάκιζαν. Ο
μόνος λόγος που βρίσκονταν στην εξορία ήταν η μη υπογραφή της «δήλωσης», μιας
έγγραφης δηλ. μετανοίας για την αντιστασιακή τους δράση στα πλαίσια του Εθνικού
4
Αρχικά οι τόποι εξορίας ήταν κοινοί για άντρες και γυναίκες. Από το Μάρτη του 1948,
άρχισαν να συγκεντρώνουν τις γυναίκες στη Χίο, στους στρατώνες που βρίσκονταν κοντά
στην πόλη. Τον Απρίλη του 1949 τις μετέφεραν (ήταν περίπου 1200) στο νησί Τρίκερι. Εκεί
είχαν συγκεντρώσει και τις «προληπτικές» με τις οποίες απαγορευόταν να έχουν σχέσεις.
Υπολογίζεται ότι στο τέλος της ένοπλης εμφύλιας σύγκρουσης, τον Αύγουστο-Σεπτέμβρη του
1949, μαζί με τα παιδιά βρίσκονταν στο Τρίκερι περίπου 5.000 άτομα. Πριν τελειώσει ο
χρόνος το στρατόπεδο των «προληπτικών» είχε διαλυθεί. Το Γενάρη του 1950 μετέφεραν
περίπου 1.200 γυναίκες στη Μακρόνησο και από κει τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς, αφού
ελευθέρωσαν τις υπερήλικες, 500 περίπου γυναίκες τις πήγαν ξανά στο Τρίκερι. Το 1952 τις
λίγες γυναίκες που είχαν απομείνει τις έστειλαν στο Αη Στράτη μαζί με τους άντρες.
5
Συνέντευξη Ν.Γ. 21.2.1998.
6
Πολύτιμο ντοκουμέντο για τη ζωή των γυναικών στην εξορία αποτελεί το βιβλίο Βικτωρία
Θεοδώρου (επιμ.), Στρατόπεδα Γυναικών. Εννέα θαμμένα τετράδια με αφηγήσεις
κρατουμένων γυναικών στα στρατόπεδα Χίου, Τρίκερι, Μακρονήσου στα χρόνια του εμφυλίου
πολέμου 1947-1951, Αθήνα 1976. Τα κείμενα έχουν γραφτεί το 1950 και 1951 από εξόριστες
γυναίκες στο Τρίκερι με συλλογικές διαδικασίες. Πιο συγκεκριμένα η Ευαγγελία Φωτάκη
έγραψε για τις γυναίκες στα κρατητήρια μεταγωγών (σ. 13-36), η Αθηνά Κωνσταντοπούλου
(σ. 37-80), η Στάσα Κεφαλίδου (σ.81-119) και η Νίτσα Γαβριηλίδη (σ. 223-266) για τις
εξόριστες στη Χίο. Τα τετράδια της Βικτωρίας Θεοδώρου (σ. 121- 221) αναφέρονται στο
πρώτο Τρίκερι, η Ρόζα Ιμβριώτη (σ. 267-326) γράφει για το στρατόπεδο Λάρισσας και το
ΣΚΕ και η Αφροδίτη Μαυροειδή - Παντελέσκου (σ. 327-401) για τη Μακρόνησο. Την
πρωτοβουλία για τη συγγραφή είχε η Ρόζα Ιμβριώτη.
3

Απελευθερωτικού Μετώπου και η αποκήρυξη του ΚΚΕ. Η υπογραφή της «δήλωσης»


αποτελούσε την ατραπό μέσα από την οποία τα μέλη και οι οπαδοί του ΕΑΜ/ΚΚΕ
περνούσαν από το στρατόπεδο των «συμμοριτών» και «εαμοβουλγάρων» στο
στρατόπεδο των «εθνικοφρόνων» και -μετά τον Αύγουστο του 1949- των νικητών. Ο
σκοπός του ερχομού τους στη Μακρόνησο ήταν να πιεστούν με βασανιστήρια --
ψυχολογικά και σωματικά-- να διαβούν αυτή την ατραπό. Στη Μακρόνησο όμως η
υπογραφή της «δήλωσης» δεν αρκούσε για να πιστοποιηθεί η «ανάνηψη» και η
«αναμόρφωση». Η «δήλωση» έπρεπε να δημοσιοποιηθεί με επιστολή σε εφημερίδα,
να διαβαστεί στην εκκλησία από τον παπά της ενορίας και ο «δηλωσίας» να κάνει μιά
ομιλία από τα μεγάφωνα.7
Η υπογραφή της «δήλωσης» φαίνεται ότι για κανέναν δεν έγινε ‘αβρόχοις ποσιν’.
Αποτέλεσε μια εξαιρετικά επώδυνη διαδικασία8. Από τη μια πλευρά το κράτος και οι
συγγενείς πίεζαν να υπογραφεί η «δήλωση» για να γυρίσει ο κρατούμενος στο σπίτι
του --για τους εξόριστους η πίεση ήταν πιο μεγάλη γιατί η απόφαση για εκτόπιση
ανανεωνόταν κάθε χρόνο. Από την άλλη, για το ΚΚΕ, η υπογραφή της «δήλωσης»,
ακόμα και αν ήταν το αποτέλεσμα αβάστακτων σωματικών βασανιστηρίων,
συνιστούσε παραβίαση των αρχών του και αυτόματα έθετε το άτομο έξω από το
κόμμα9. Στην περίπτωση που το μέλος ήταν παντρεμένος/νη με άλλο μέλος του

7
Για τους άνδρες γνωρίζουμε ότι έφτασε μέχρι τη συμμετοχή σε βασανιστήρια
«αμετανόητων». Για τις γυναίκες, σύμφωνα με τα στοιχεία που διαθέτουμε έφτασε μέχρι την
εκφώνηση λόγων. Η Ρεγγίνα Παγουλάτου-Λοβέρδου, Εξορία. Χρονικό 1948-1950, Νέα
Υόρκη 1974, σ. 162-165 αναφέρει ότι μετά την υπογραφή της «δήλωσης» για να
«αποχρωματισθούν» αφού έστειλαν το γράμμα στον παπά της ενορίας και στις εφημερίδες,
δόθηκε διαταγή στις γραμματισμένες να γράψουν ένα λόγο και να τον εκφωνήσουν.Η ίδια το
απέφυγε γιατί ήταν βαριά άρρωστη, η φίλη της όμως έγραψε ένα λόγο με θέμα τη σημαία,
αλλά την ώρα που τον εκφωνούσε υπερπήδησε τα σημεία εκείνα που αναφέρονταν στον
εμφύλιο, χωρίς αυτό να γίνει αντιληπτό.
8
Η Καλή Καλό, Οσα δεν πήρε ο άνεμος. Η αυτοβιογραφία μιας θεατρίνας, Αγρα 1998, σ. 67-
87 αφού περιγράφει αρχικά την άρνησή της να υπογράψει, την εξορία της, την
απελευθέρωσή της και την υπογραφή της «δήλωσης» μετά τη δεύτερη σύλληψή της γράφει
ότι αυτό έγινε «με πολλή απελπισία και οδύνη» και συνεχίζει «για πάρα πολλούς μήνες,
περπάταγα με τα μάτια χαμηλωμένα, για να μην τυχόν αντικρίσω κανένα βλέμμα συντρόφου
μου, που θα μ΄ έφτυνε με το ύφος του».
9
Μετά την απελευθέρωση συζητήθηκε έντονα αν οι «δηλωσίες» της δικτατορίας του Μεταξά
που είχαν διακριθεί στον Αντιστασιακό αγώνα (όπως ο «πρωτοκαπετάνιος» του ΕΛΑΣ Αρης
Βελουχιώτης) θα μπορούν να είναι μέλη του κόμματος. Στην 12η Ολομέλεια (25-27.6.1945)
δεν πάρθηκε οριστική απόφαση. «Απόφαση της 12ης Ολομέλειας της ΚΕ του ΚΚΕ»,
ΚΟΜΕΠ, 39/Ιούλης 1945, σ. 6-10. Τους εξετάζουν κατά περίπτωση. Βλ. Π. Ρούσσος
«Κοινωνική σύνθεση και διαφώτιση των μελών», ΚΟΜΕΠ, 40/Αύγουστος 1945, 8-11.
Σύμφωνα με το νέο καταστατικό του ΚΚΕ δε γίνονται ξανά μέλη του κόμματος. «Το
καταστατικό του ΚΚΕ» ΚΟΜΕΠ, 41/Σεπτέμβρης 1945, σ. 14-18. Βλ. και «Το ΚΚΕ και οι
‘δηλωσίες. Ξεκαθαριζόμενο το κόμμα δυναμώνει...”, του Ζήση Ζωγράφου, όπου γράφεται: “Η
διαγραφή του ‘Αρη -για να αναφέρουμε ένα παράδειγμα χτυπητό σχετικό με το θέμα μας-
ήταν ‘οδυνηρή’! Μα ήταν αναγκαία και, κομματικά ‘αναπόφευκτη και διαπαιδαγωγητική’».
ΚΟΜΕΠ, 41/Σεπτέμβρης 1945, σ. 19-22.
4

κόμματος έπρεπε να τον/την αποκυρήξει και να χωρίσουν, διαφορετικά


διαγράφονταν και οι δύο. 10 Η άποψη ότι ο «δηλωσίας» ήταν «προδότης» ήταν
διάχυτη όχι μόνο στα μέλη και στους οπαδούς του ΚΚΕ, αλλά σε όλη την κοινωνία.
Ισχυε και για τους πολιτικούς αντιπάλους του ΚΚΕ. Η ένταξη του «δηλωσία» στο
στρατόπεδό τους δεν τον έσωζε από το στίγμα. Πώς μπορούσαν να εμπιστευτούν
κάποιον που είχε προδώσει τους «δικούς του»; Αυτός είναι ένας από τους λόγους για
τους οποίους οι άνθρωποι που έχουν υπογράψει δήλωση, ακόμα και σήμερα,
αισθάνονται ντροπή να το ομολογήσουν11.
Σε τελευταία ανάλυση η υπογραφή της δήλωσης θεωρείτο προδοσία όχι μόνο
απέναντι σε κάποιες ιδεολογικές αρχές, αλλά κυρίως απέναντι στους «δικούς» τους,
στην ομάδα στην οποία ανήκαν, που στη συγκεκριμένη περίπτωση ήταν η ομάδα των
εξορίστων, αφού οι περισσότερες γυναίκες δεν ήταν μέλη του κόμματος. Για τις
εξόριστες, όταν οι «δικοί τους» ήταν και μέλη της οικογένειάς τους το γεγονός είχε
ιδιαίτερη βαρύτητα. Γενικότερα όμως ο ρόλος της οικογένειας ήταν τόσο ισχυρός
στην κοινωνία και στις συνειδήσεις των ανθρώπων, που ένα από τα βασικά
χαρακτηριστικά των «έκτακτων μέτρων» ήταν η καθιέρωση της συλλογικής ευθύνης
των μελών της οικογένειας12 που είχαν ως αποτέλεσμα και τις «προληπτικές»
συλλήψεις --κυρίως γυναικών. Η μάνα του αντάρτη του Δημοκρατικού Στρατού με
την υπογραφή της «δήλωσης» αισθανόταν ότι πρόδιδε το γιό της και η αδελφή τον
10
Και σε αυτή την περίπτωση δε λαμβάνονταν υπόψη οι συνθήκες κάτω από τις οποίες έγινε
η δήλωση. Η Μαρίκα, καπνεργάτρια από την Καβάλα, γυναίκα του Βασίλη Μπαρτζιώτα,
ηγετικού στελέχους του ΚΚΕ, στη διάρκεια της δικτατορίας του Μεταξά, αφού άντεξε τα
βασανιστήρια στην Ασφάλεια υπέγραψε δήλωση ενώ βρισκόταν στην απομόνωση των
φυλακών Αβέρωφ μαζί με το παιδί της, που ήταν 18 μηνών. Οταν εκείνο αρρώστησε βαριά
ήθελαν να της το πάρουν και να το στείλουν στο Εμπειρίκειο (Αναμορφωτήριο). Φόβήθηκε
ότι θα το έχανε. Εχασε βέβαια τον άντρα της. Καραγιώργη Μαρία, Μέχρι την απόδραση,
Φυτράκης, Αθήνα 1989, σ. 161-162. Στη διάρκεια του εμφύλιου, στις φυλακές και στις
εξορίες, ζητούσαν από τις γυναίκες που οι άντρες τους υπέγραψαν δήλωση να τους
αποκυρήξουν. Οσες δεν το έκαναν τις ‘απομόνωναν’.
11
Ως υπόθεση εργασίας θα έλεγα ότι το ιδεώδες της τιμής, που στην αγροτική κοινωνία
συνδέει το άτομο με την ομάδα, ήταν ακόμα ιδεολογικά κυρίαρχο. Το γεγονός αυτό θα
μπορούσε να δώσει μια εξήγηση γιατί η υπογραφή της δήλωσης πήρε τέτοια ένταση στη
διάρκεια της δικτατορίας του Μεταξά και στον εμφύλιο, έχασε όμως το βάρος της στη
διάρκεια της επτάχρονης δικτατορίας (1967-1974), όπου η μετάβαση από την αγροτική
κοινωνία προς την ατομοκεντρική καπιταλιστική είχε πια συντελεσθεί.
12
Η συλλογική ευθύνη των μελών της οικογένειας ίσχυε σε όλο το νομικό πλέγμα: από τον
περίφημο νόμο του 1871 «περί καταδιώξεως της ληστείας» που επανέφεραν ‘προσωρινά’
μέχρι τη «δήλωση νομιμοφροσύνης» (A.N. 516/8-1-1948), που αφορούσε κυρίως τους
δημοσίους υπαλλήλους και δεν ήταν παρά η ελληνική μεταγραφή του αμερικάνικου Loyalty
Order με δύο ελληνικές «πρωτοτυπίες»: η πρώτη αφορούσε την αντεθνική δράση και η
δεύτερη τη συλλογική ευθύνη των μελών της οικογένειας. Αυτή ίσχυε και για τα
«πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων», που είχαν χρησιμοποιηθεί από την εποχή της
δικτατορίας του Μεταξά και ήταν απαραίτητα για να πάρεις διαβατήριο, να βγάλεις άδεια
οδήγησης, να γραφτείς στο Πανεπιστήμιο, κ.α. Βλ. Αλιβιζάτος Νίκος Οι Πολιτικοί Θεσμοί σε
Κρίση 1922-1974. Οψεις της Ελληνικής Εμπειρίας, Θεμέλιο 1983, σ. 479-487.
5

αδελφό της. Η 17χρονη Βαγγελίτσα Σκευοφύλακα που τρελλάθηκε από τα χτυπήματα


φώναζε «Ποιόνε ν΄αποκηρύξω μωρέ; το αίμα του αδελφού μου;». Το ίδιο ισχύει και
για τις συζύγους «Δεν υπογράφω. Δεν προδίδω το αίμα του άντρα μου» θα πει μια
άλλη γυναίκα. 13
Ανάμεσα στις εξόριστες υπήρχαν και αρκετές γυναίκες, κυρίως νέες, που είχαν
συλληφθεί γιατί είχαν προσωπική δράση και μερικές από αυτές βρίσκονταν εκεί σε
αντίθεση με την οικογένειά τους. Σε αυτή την περίπτωση οι «δικοί τους» ήταν το
ευρύτερο σύνολο των οπαδών του ΕΑΜ/ΚΚΕ και οραματιστών της Λαοκρατίας. Η
Ρόζα Ιμβρίωτη, μια διανοούμενη, από την οποία κατ εξοχήν θα περίμενε κανείς να
επικαλεσθεί ιδεολογικούς λόγους για τη μη υπογραφή της δήλωσης, όταν υφίσταται
τα βασανιστήρια στη Λάρισα σκέφτεται: «Μόνο να μη λυγίσω. Είναι πίσω οι αδελφές
μου, μπορώ να μπήξω το μαχαίρι πισώπλατα; Μόνο να μη γίνω προδότρα...» 14

Αυτό που τις είχε βοηθήσει μέχρι τότε να αντέξουν ήταν οι συλλογικότητες που
είχαν αναπτύξει και επιπλέον στρατηγικές και τακτικές επιβίωσης και αντίστασης
κάπως ιδιόμορφες σε σχέση με τις παραδοσιακές ανδρικές-πολιτικές πρακτικές. Μια
από αυτές ήταν το χρώμα, τα χρώματα. Χωρίς κανείς να τους το υποδείξει, σαν από
μία αόρατη συμφωνία, δε φορούσαν μαύρα. Και ήταν πάρα πολλές αυτές που είχαν
πένθος, σε σημείο που το στρατόπεδο θα μπορούσε να αποτελείται από ένα μαύρο
λεφούσι. Με το ένστικτο τους όμως καταλάβαιναν ότι το χρώμα ήταν σημαντικό για
τη στήριξη του ηθικού τους. Γι αυτό το πρώτο σοκ στη Μακρόνησο το έπαθαν μόλις
έπεσε η μπουκαπόρτα «Σαν βγήκαμε στη στεριά τα μάτια μας γέμισαν χακί». «Εμείς
τρελλαθήκαμε με το χακί» θα πει μια άλλη γυναίκα15. Το σκηνικό συμπλήρωνε το
γκρι της άνυδρης γης που ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με το λιόφυτο, ήσυχο και
ειρηνικό τοπίο στο νησάκι του Τρίκερι, στη μέση του Παγασητικού, απέναντι από το
Πήλιο.

13
Βικτωρία Θεοδώρου (επιμ.), Στρατόπεδα Γυναικών, ό.π., σ. 357-8, 277. Ο τίτλος του
βιβλίου της Ναταλίας Αποστολοπούλου «Δε δουλώνω.. . Δεν απογράφω!» (Ανταρτομάνες
στην εξορία), Σύγχρονη Εποχή, 4η έκδοση, Αθήνα 1985 προέρχεται από τα λόγια μιας
ογδοντάχρονης κρητικιάς αντάρτομάνας, της Μπλαζάκαινας, που είπε στους βασανιστές στη
Μακρόνησο «Δεν δουλώνω... δεν απογράφω! ντα, τσι Τούρκους δεν εδούλωσα σε σας θα
δουλώσω;». Στην περίπτωση αυτή η λέξη «δήλωση» συγχέεται και ταυτίζεται με τη λέξη
δούλωση, δηλ. υποδούλωση. Επιπλέον «δηλωμένες» λέγονταν οι πόρνες. Και αυτός ήταν
ένας ακόμα λόγος για να μη θέλουν να κάνουν δήλωση.
14
Βικτωρία Θεοδώρου (επιμ.), Στρατόπεδα Γυναικών, ό.π., σ. 297.
15
Την παρατήρηση για τα μαύρα ρούχα την κάνει η Κατερίνα Χαριάτη ό.π., σ. 72. Για το χακί
βλ. Βικτωρία Θεοδώρου (επιμ.), Στρατόπεδα Γυναικών, ό.π., σ. 330 και προφορικές
μαρτυρίες.
6

Μια άλλη τακτική επιβίωσης και αντίστασης ήταν η καθαριότητα και η περιποίηση
του σώματος, των ρούχων τους και γενικότερα της εμφάνισής τους. Γι αυτό,
υπέστησαν ένα δεύτερο σοκ όταν περπατώντας στο δρόμο από την αποβάθρα προς
τον κλοβό τους, πέρασαν μπροστά από το ΕΣΑΙ, τους δηλωσίες ιδιώτες του ΑΕΤΟ.
«Απλυτοι, αξύριστοι, με τα ρούχα τους λερά και σκισμένα έδειχναν νάχανε χάσει
κάθε διάθεση για τη ζωή». Και κάποιοι μέσα από αυτό το «πονεμένο πλήθος»
φώναζαν τα ονόματά τους. Τρόμαξαν οι γυναίκες όταν αναγνώρισαν μέσα σε αυτές
τις φιγούρες συγγενείς, γνωστούς και φίλους, τους «δικούς τους» 16.
Οι γυναίκες ένιωσαν και έγραψαν ότι «το έγλημα είναι μόνο η μια πλευρά της
Μακρονήσου» και ότι «δεν είναι αυτή η χειρότερη». Ο βασικός τους εχθρός ήταν «η
επιστημονικά υπολογισμένη, η σοφά δημιουργημένη ατμόσφαιρα της ψυχικής
αγωνίας, του τρόμου, του άγχους. Ενας ολοκληρωτικός χωρίς έλεος πόλεμος ενάντια
στην ανθρώπινη υφή και συγκρότηση»17. Και για αυτόν τον πόλεμο διέθεταν
περισσότερα εφόδια από τους άντρες. Με δεδομένο ότι η παρουσία τους στην
πολιτική σκηνή ήταν ολιγόχρονη και δεν είχαν προλάβει ούτε να ενσωματωθούν ούτε
να ενσωματώσουν τις ιδιαιτερότητες που πήγαζαν από τον κοινωνικό φυλετικό τους
ρόλο στο πολιτικό παιγνίδι, οι αντιδράσεις τους ήταν λιγότερο προβλέψιμες από τους
εγκέφαλους της «αναμόρφωσης». Γι αυτούς ήταν εύκολο να σκεφτούν να πάρουν
από τις μάνες τα παιδιά, αφού δεν ήταν ‘ελληνίδες’ ή να σπάσουν μια μορφή
συλλογικότητας όπως το μοίρασμα του φαγητού στις σκηνές, αλλά δεν είχαν σκεφτεί
το χορωδιακό τραγούδι.18 Οι πολιτικές εξόριστες όμως είχαν έρθει εξασκημένες από
το Τρίκερι. Οταν κατηφόριζαν την πλαγιά, αφού για ώρες είχαν γευτεί την
αναμόρφωση από το πρώην στέλεχος του ΚΚΕ, που του είχαν δώσει το παραστούκλι
Σπανός, του είχαν απαντήσει τραγουδώντας «η πίτα πούφαγε ο Σπανός ήταν
κολοκυθένια». Οταν στη Μακρόνησο η σκηνή έσπασε από τον αέρα, αφού βόλεψαν
τις ηλικιωμένες και τις άρρωστες στις διπλανές οι υπόλοιπες άρχισαν να τραγουδούν.
Τραγουδούν και όταν τις βάζουν να κόψουν αφάνες χωρίς εργαλεία και τα χέρια τους
ματώνουν από τα αγκάθια «Δε σας φέραμε εκδρομή αφάνες σας φέραμε να κόψετε»
θα τους υπενθυμήσει ο αλφαμήτης. Με το τραγούδι τους αντιστέκονται στη ζάλη που
16
Βικτωρία Θεοδώρου (επιμ.), Στρατόπεδα Γυναικών, ό.π., σ. 334-5.
17
ό.π., σ. 375.
18
Η Ελλη Νικολαίδου είχε οργανώσει μια καταπληκτική τετράφωνη χορωδία και οι εξόριστες
είχαν κουβαλήσει μαζί τους και τα τετράδια με τα τραγούδια. Η Νίτσα Γαβριηλίδη έχει στο
αρχείο της ένα τέτοιο τετράδιο. Στην ετικέτα γράφει «Τραγούδια του νησιού. Τρίκερι 1949»
και περιλαμβάνει κατά σειρά τα εξής τραγούδια: το Ξύπνημα, η Αυγή και η Καμπάνα του
Ροδίου, το Νανούρισμα του Τσαικόφσκι, το Παλιό Σπίτι (νέγρικο), τα Κύματα του Δουνάβεως,
Νυφιάτικο (λαικό σουηδικό), Λαικό μποέμικο, η Λεύκα.
7

τους προξενούν τα μεγάφωνα. Τραγουδούν ακόμα για να τους ακούσουν οι άντρες


που βρίσκονται στη χαράδρα. 19
Οι εξόριστες, ως γυναίκες, ήξεραν ακόμα να δημιουργούν ατμόσφαιρα. Και αυτό
αποτέλεσε ένα ισχυρό όπλο σε αυτόν τον «χωρίς έλεος πόλεμο ενάντια στην
ανθρώπινη υφή και συγκρότηση». Σκέφτομαι εκείνη τη φωτογραφία στο αλμπουμ
όπου η Ροδούλα διαβάζει δυνατά και δύο άλλες κεντούν, ενώ έχουν φτιάξει
ακουμπιστήρια για την πλάτη τους και έχουν σηκώσει τα παραπέτια της σκηνής.
Θυμίζει λίγο φωτογραφία από κάμπινγκ20. Και η αγαπημένη μας και γνωστή σε όλους
ως «το Κατινάκι το Σηφακάκι» μου είπε «μας βάλανε να μαζέψουμε πέτρες -δεν
ξέρω τι- και βρήκα λίγα λουλουδάκια που δεν ήταν και τίποτα, γιατί από το πάτημα
σκέτο χαλίκι [ήταν] και σκόνη και μου δίνει αυτός μια στα χέρια με το αυτό και μου
πήρε τα λουλούδια. Αλλά εγώ πάλι ξαναμάζεψα λουλούδια». Η Κατερίνα Χαριάτη
έχει κάνει πίνακες στο Μακρονήσι και η Βικτωρία Θεοδώρου έχει γράψει ποιήματα21.
Σημαντικό στοιχείο αντίστασης θεωρώ επίσης και το χιούμορ, που στις δυσκολίες
της αναμόρφωσης εκφράζεται κυρίως με παρατσούκλια. Εκτός από το Σπανό,
υπάρχει ο «κουτσαβάκης και απαγορεύεται» ο «γερόλυκος», ο «Σκόμπυ» και ο
«καρσιλαμάς» που τους έκανε τα καψόνια. Και μεταξύ τους ανταλλάσουν αστεία.
Στις 30 του Γενάρη που τις κατέβασαν στο θέατρο, επειδή ήξεραν ότι θα φάνε ξύλο
είχαν ντυθεί καλά. Μια την είπαν «τριώροφο», γιατί φορούσε παντελόνι και από
πάνω φουστάνι και από πάνω τη ζακέτα, μια άλλη «κουρσάρο» γιατί έδεσε στο
κεφάλι της ένα κόκκινο κασκόλ με κρόσια και βρήκαν κουράγιο ακόμα και κείνη τη

19
Το επεισόδιο με τον «Σπανό» αναφέρει η Κατερίνα Χαριάτη ό.π. σ. 72-3 και η Αννα Δ.
Μαχαιροπούλου Τραγούδια (Ντοκουμέντα) των εξορίστων γυναικών στη Μακρόνησο - Λήμνο
- Τρίκερι, Αθήνα 1975, σ. 14 με κάποιες παραλλαγές. Η Μαριγούλα Μαστρολέων-Ζέρβα όπ.
σ. 79-80, 91 κ.α. αναφέρει διάφορα επεισόδια με τραγούδια. Στις εκδρομές που οργανώνει
κάθε χρόνο ο Σύλλογος Εξορίστων γυναικών στο Τρίκερι αλλά και στη Χίο άκουσα διάφορες
διηγήσεις. Μου έκανε εντύπωση η ιστορία μιας γυναίκας που ο άντρας της ήταν στη χαράδρα
και αυτή μαζί με τις φίλες της τραγουδούσαν «τα μάτια, τα δικά σου τα μάτια» που ήταν το
τραγούδι ‘τους’, το τραγούδι με το οποίο γνωρίστηκαν.
20
Βλ. Σύλλογος Πολιτικών Εξορίστων Γυναικών, Γυναίκες εξόριστες στα στρατόπεδα του
εμφυλίου. Χίος - Τρίκερι - Μακρόνησος - Αϊ Στράτης 1948 - 1954, Εκδόσεις Καστανιώτη
Αθήνα 1996, σ. 125. Πρόκειται για ένα φωτογραφικό άλμπουμ. Στο αρχείο της Κατίνας
Σηφακάκη υπάρχει ένα κομμάτι από χαρτί τετραδίου που γράφει «Κική μου, / για τη
γιορτούλα σου εύχομαι /ολόψυχα χρόνια χαρούμενα/ και γρήγορα σπίτι σου./ Μ΄αγάπη
πολλή /Ταϋγέτη/ Μακρονήσι 25.3.50». Πάνω σε αυτό το απλό χαρτί έχουν κολλήσει μια
κούκλα 4 εκατοστά, φτιαγμένη από λεπτό μαλλί, που φοράει καπέλλο, έχει κόκκινα χείλια,
μαύρα μάτια, μαύρες πλεξίδες, ζώνη κτλ.
21
Οι πίνακες έχουν εκδοθεί στο Κατερίνα Χαριάτη ό.π. Ο πιο γνωστός της πίνακας είναι «Οι
τσαγκαρίνες». Τα ποιήματα της Βικτωρίας Θεοδώρου έχουν κατατεθεί από την ίδια στα
Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας.
8

φρικτή ώρα να γελάσουν. Ηταν τα νειάτα και τα αποθέματα συλλογικότητας που


κουβαλούσαν αντάμα με τη γυναικεία τους υπόσταση.

Πόσο εύκολο ήταν άραγε για τους φαντάρους και τους αλφαμήτες να χτυπούν
γυναίκες; Πόσο αυτό συμβιβαζόταν με την εικόνα του άντρα που οι ίδιοι είχαν; Οι
νέες και όμορφες κοπέλλες, έστω και «Βουλγάρες», ήταν αντικείμενα πόθου, οι
ηλικιωμένες σεβασμού. Χτυπούν περισσότερο τις νέες γι αυτό οι πιο ηλικιωμένες
στέκονται μπροστά και τις κρύβουν. Οι τελευταίες δε διστάζουν να τους
αποκαλέσουν και άνανδρους. χτυπούν γυναίκες, επειδή είναι ανίκανοι να τα βάλουν
με τους πραγματικούς άντρες πούναι οι αγωνιστές γιοί, σύζυγοι ή αδελφοί των
εξορίστων γυναικών. Υπάρχουν και περιπτώσεις που οι αλφαμήτες δε χτύπησαν «Με
πήρε ένας ΑΜ [...] Με πήγε στην τελευταία σκηνή μόνη μου. Μόλις πήγαμε μπήκε
πρώτα ο Α.Μ. μέσα με το φακό. Εγώ στάθηκα στην πόρτα. Μου λέει «Πέρασε
μέσα». «Καλά θα έρθω του λέω». «Εβγα εσύ έξω». «Το σταυρό σου» μου λέει κι
έφυγε»22.
Ο γυναικείος ρόλος συνιστά τη δύναμή τους και αποτελεί ταυτόχρονα την
αδυναμία τους. Χίλιες περίπου γυναίκες μέσα σε χιλιάδες άνδρες, άνδρες εχθρούς
(αρκετοί κάποτε ανήκαν στους δικούς τους) και άνδρες δικοί τους. Από τους δικούς
τους θα δουν μόνο αυτούς που είχαν υπογράψει δήλωση (μου είπαν όμως ότι μια
γυναίκα κατάφερε και πήδηξε το σύρμα και πήγε και βρήκε τον «αμετανόητο» άντρα
της στη χαράδρα). Πριν λήξει η προθεσμία των τριών ημερών που τους είχαν δώσει
από τη στιγμή που έφτασαν στη Μακρόνησο για να υπογράψουν οργανώνεται η
συνάντηση των «ανανηψάντων» ανδρών με τις εξόριστες. Ηταν σοφά μελετημένη
αυτή η συνάντηση. Από τη μια μεριά ανέτρεπε την παραδοσιακή αντίληψη, σύμφωνα
με την οποία οι γυναίκες είναι αυτές που πιέζουν τους άντρες τους (συζύγους, γιούς,
αδελφούς) να πάψουν να ασχολούνται με την πολιτική και να κοιτούν τη δουλειά
τους και το σπίτι τους και έτσι εξευτέλιζε τους άντρες. Από την άλλη οι άντρες
ασκούσαν μια ιδεολογική κυριαρχία στις γυναίκες. Η κυριάρχη κοινωνική άποψη
ήταν ότι οι άντρες ξέρουν περισσότερα από τις γυναίκες για την πολιτική, γι αυτό οι
γυναίκες εκτιμούσαν και σέβονταν τη γνώμη τους. Επιπλέον για κανέναν δεν ήταν
ευχάριστο το γεγονός ότι είχε υπογράψει δήλωση και οι άντρες αισθάνονταν
22
Βικτωρία Θεοδώρου (επιμ.), Στρατόπεδα Γυναικών, ό.π., σ. 361. Παρόμοια επεισόδια
αναφέρονται και σε προφορικές μαρτυρίες. Αναφέρονται επίσης κινήσεις βοήθειας και
συμπαράστασης πρός τις γυναίκες σε σχέση με το νερό και το φαγητό, ενέργειες που
εμπεριείχαν πάντοτε κινδύνους.
9

υποχρεωμένοι να δικαιολογηθούν γι αυτό. Θα μιλήσουν λοιπόν στις γυναίκες για τα


βασανιστήρια που υπέστησαν. Ο φόβος για το φόβο αυτού που σε περιμένει είναι το
χειρότερο μαρτύριο. Και επιπλέον ο Γράμμος είχε πέσει, ο Δημοκρατικός Στρατός
είχε νικηθεί και το όραμα μιας «άλλης» κοινωνίας είχε ‘ξεθωριάσει’.
Οι άμεσες επιπτώσεις από τα λόγια των ανδρών εξαρτιόνταν από πολλούς
παράγοντες: από το βαθμό συγγένειας, την κομματική θέση, την ηλικία. Μια γυναίκα
που συνάντησε τον μικρότερο αδελφό της θυμάται: «Ο αδελφός μου [...] είχε πάθει
μια κατάσταση ψυχική. Από το φόβο είχαν σφιχτεί τα σαγόνια του. Είχε συμβεί στο
μεταξύ και η εκτέλεση της αδελφής μας και προσπάθησα να του δώσω κουράγιο και
να μην αισθάνεται ταπεινωμένος, επειδή είχε κάνει δήλωση»23. Για τις συζύγους
φαίνεται ότι δεν ετίθετο θέμα. Επρεπε να υπακούσουν στο σύζυγο και να
υπογράψουν. Ωστόσο το Σουφλέλι, μια μυτιληνιά 85 χρονών με τρεις γιούς στο
αντάρτικο, δεν υπάκουσε στον άντρα της και δεν υπόγραψε. 24 Σε αυτή την ηλικία
όμως, στην αγροτική κοινωνία, η εξουσία της μάνας και μάλιστα της μάνας γιών
είναι μεγαλύτερη από του πατέρα και επιπλέον ο μητρικός ρόλος της παρείχε ένα
αντράνταχτο επιχείρημα: δεν έπρεπε να προδώσει τους γιούς της.
Θεωρώ ότι το πιο μαρτυρικό δίλημμα τέθηκε στις κόρες όταν συνάντησαν τον
πατέρα τους. Αυτές έπρεπε να επιλέξουν ανάμεσα σε δύο κατηγορίες δικών τους,
ανάμεσα σε δύο ομαδοποιήσεις τόσο ισχυρές όσο η οικογένεια και η οργάνωση που
στη συγκεκριμένη περίπτωση βρίσκονταν σε διάσταση. Οποιο και αν ήταν το
αποτέλεσμα της επιλογής τους τα χνάρια της φοβερής ψυχολογικής σύγκρουσης είναι
ακόμα και σήμερα ορατά. «Και ήρθε ο πατέρας μου και μου λέει: Παιδί μου άκουσε
να δεις. Εδώ κάναμε ένα αγώνα. Δώσαμε ότι είχαμε και δεν είχαμε και χαλάλι που το
δώσαμε. Αυτή τη στιγμή ηττηθήκαμε. Εμείς δεν είμαστε οι αρχηγοί για να μείνουμε.
Πρέπει να γυρίσουμε. Εσύ είσαι μικρό παιδί. Δεν μπορούμε εγώ με τη μάνα σου να
γυρίσουμε και να σ’ αφήσουμε». Το κορίτσι υπακούει στον πατέρα, υπογράφει
δήλωση αλλά παθαίνει «ψυχικό μαρασμό». Οταν βγήκε από την εξορία εντάχθηκε
στον παράνομο μηχανισμό του ΚΚΕ25. Σε μια άλλη περίπτωση το κορίτσι δεν
υπάκουσε στον πατέρα και δεν υπόγραψε. Τη νύχτα στις 30 Γενάρη, μετά το θέατρο,
που έγινε το μεγάλο μακελειό, η μάνα ξετρελλαμένη από το φόβο της για το τί θα
πάθαινε το παιδί της έτρεχε στις σκηνές αναζητώντας την. Οταν τη βρήκε και άρχισε

23
Συνέντευξη Κ. Ρ. 25.6.1996.
24
Αποστολοπούλου Ναταλία, ό.π., σ. 17-18.
25
Συνέντευξη Σ.Τ. 5.6.1997.
10

να φωνάζει να μη τη δείρουν γιατί θα υπογράψει δήλωση, η κόρη είπε ότι δεν την
ξέρει αυτή τη γυναίκα, κάποια τρελλή θα είναι, δεν είναι η μάνα της. Και κουβαλάει
τις τύψεις και τις ενοχές της γι αυτή την «άρνηση» μέχρι σήμερα, παρόλη την
περηφάνεια που αισθάνεται γιατί δεν υπόγραψε. 26
Οι μισές περίπου από τις γυναίκες που πήγαν από το Τρίκερι στο Μακρονήσι
υπέγραψαν δήλωση. Ετσι συγκροτήθηκαν δύο λόχοι γυναικών. Φαίνεται όμως ότι οι
συλλογικότητες που είχαν δημιουργηθεί ήταν καλά στεριωμένες. Γυναίκες από τον
Α’ Λόχο κράτησαν τα παιδιά που πήραν από τις μάνες τους στο θέατρο και παρά την
αντίθετη διαταγή τα έδωσαν πίσω. Οταν τιμωρούσαν το Β’ Λόχο οι άλλες
αψηφούσαν τις απαγορεύσεις και παρόλο τον κίνδυνο που διέτρεχαν τους έδιναν
νερό και κανένα πορτοκάλι. Οταν την πρώτη βδομάδα μετά τις 30 Γενάρη σε κείνες
τις πανηγυρικές επισκέψεις που έκαναν διάφοροι «επίσημοι» στη Μακρόνησο
παρέταξαν και τους δύο λόχους των γυναικών πίσω από τις φάλλαγγες του ΕΣΑΙ για
να υποδεχτούν τους υψηλούς επισκέπτες «μέσα στο πλήθος που σάλευε και ούρλιαζε
και χειροκρατούσε οι δύο λόχοι των γυναικών μείνανε παγεροί και ασάλευτοι. Ούτε
δυο χέρια δεν χειροκρότησαν. Ούτε ένα στόμα δε φώναξε: Ζήτω!» 27.

Σύμφωνα με τις μαρτυρίες τους όταν βγήκαν από την εξορία τους έλειψε πολύ η
κοινή ζωή, η συλλογικότητα. Για κάποιες το περιβάλλον ήταν πολύ εχθρικό.
«Είμασταν σα λεπροί. Δε μου μιλούσε κανένας. Δεν είχα δουλειά. Δεν είχα ούτε τον
καφέ της μάνας μου να πάρω. Πεινούσα. Καταλαβαίνεις; Και τότε ένιωσα τη
μεγαλύτερη δυστυχία της ζωής μου. Γιατί έξω [στην εξορία] που είμαστε μπορεί να
υποφέραμε, μας έδιναν ξύλο αλλά μιλούσε η μια στην άλλη και γινόταν καλαμπούρι.
Εκεί ήτανε μόνη μου». Αλλά και μια άλλη γυναίκα περισσότερο κοινωνικά
ευνοημένη που έκανε μια ενδιαφέρουσα και δημιουργική δουλειά που ζούσε σε
ιδιόκτητο σπίτι με την οικογένειά της θα πει «Εγώ θυμάμαι ψυχολογικά όταν βγήκα
από την εξορία άρχισα να παθαίνω μια κατάθλιψη πολύ σοβαρή. Είχα μάθει στην
κοινωνική ζωή με άλλους και ξαφνικά αισθάνθηκα μόνη μου.» Και δεν είναι μια εκ
των υστέρων ωραιοποίηση, γιατί και η Ρόζα Ιμβριώτη όταν της είπαν ότι θα φύγει
από το στρατόπεδο της Λάρισας και θα πάει στη Μακρόνησο, παρόλο που της
έκαναν σαφές ότι εκεί δε θα πεθάνει από φυσικό θάνατο, η είδηση τη γέμισε
«ευτυχία. Θα γυρνούσα πια στο περιβάλλον μου, στους δικούς μου. Πόσο τόνιωθα
26
Συνέντευξη Κ.Χ. 9.6.1996.
27
Βικτωρία Θεοδώρου (επιμ.), Στρατόπεδα Γυναικών, ό.π., σ. 385.
11

βαθειά τούτο «στους δικούς μου». [...] Φεύγω για τη Μακρόνησο, ξαναγυρίζω στα
νερά μου, πάω πίσω στις αδελφές μου»28.

28
ό.π., σ. 326.

You might also like