You are on page 1of 6

Μπεϊκάκη Κασσάνδρα

Φιλόλογος Πειραματικού Λυκείου Ρεθύμνου

Διδακτική πρόταση στο μάθημα «Αρχές Φιλοσοφίας» της Θεωρητικής Κατεύθυνσης


της Β` Λυκείου
8ο κεφάλαιο: «Θαυμάζοντας το ωραίο. Τι κάνει τα ωραία πράγματα να είναι ωραία; Γιατί και πώς μας
συγκινούν τα έργα τέχνης;»

 ΜΕΘΟΔΟΣ
 Ομαδοκεντρική
 Κειμενοκεντρική
 Καθοδηγούμενος διάλογος

 ΣΤΟΧΟΙ (οι στόχοι αναγράφονται σε κάθε επιμέρους ενότητα)

Εισαγωγικά
Το κεφάλαιο αυτό έχει να κάνει με την Αισθητική, έναν από τους κλάδους της Φιλοσοφίας, που
γενικώς κινεί το ενδιαφέρον των μαθητών, καθώς άπτεται ζητημάτων που τους είναι οικεία και τους
απασχολούν και προσφέρεται για τη χρήση ποικίλλων εποπτικών μέσων.
Η οργάνωση του μαθήματος έχει στηριχθεί στο υλικό που παρέχει το σχολικό εγχειρίδιο. Από το
βιβλίο του καθηγητή έχουν αντληθεί και οι στόχοι τους οποίους παραθέτω σε κάθε υποενότητα.
Η διδασκαλία αυτή είναι προγραμματισμένη να ολοκληρωθεί σε μία διδακτική ώρα.

2η ενότητα: Βασικές αντιλήψεις για την Τέχνη

1η υ π ο ε ν ό τ η τ α:
Η τέχνη ως μίμηση ή αναπαράσταση της φύσης και της ζωής

ΣΤΟΧΟΙ:
Με τη διδασκαλία της υποενότητας ο/ η μαθητής/ τρια πρέπει:
 Να έλθει σε επαφή με την έννοια της αναπαράστασης, τις αντιδράσεις που προκαλεί και τα όριά της στο
βαθμό που συνιστά “αντικειμενική” απεικόνιση.

Αφόρμηση –Σύνδεση με τα προηγούμενα:


Οι μαθητές καλούνται να ανακαλέσουν στη μνήμη τους τη συζήτηση τόσο για τα χαρακτηριστικά
που μπορεί να διαθέτει η αισθητική εμπειρία όσο και για την πηγή της αισθητικής αξίας. Επίσης, γίνεται
υπενθύμιση της διαπίστωσης ότι ο χαρακτήρας των αισθητικών κρίσεων δεν είναι πάντα οικουμενικός και
διαχρονικός, αλλά ενίοτε είναι υποκειμενικός και σχετικός.
Ο νέος προβληματισμός που θα τεθεί στη συγκεκριμένη διδακτική ώρα είναι το ποια αντίληψη
μπορεί να έχει κανείς για το τι είναι τέχνη.

Β Η Μ Α 1ο :
Οι μαθητές χωρίζονται σε τέσσερις ομάδες των τεσσάρων ατόμων. Καθεμιά από αυτές καλείται να
μελετήσει μία από τις τέσσερις ακόλουθες πηγές και κατόπιν ομαδικής συζήτησης να πάρει θέση για το
ποια είναι η σχέση της τέχνης με την αναπαράσταση.

ΠΗΓΗ 1η (σελ. 200), Περιοδικό Διαβάζω, αριθμ. 143, 7-5- 86, Γκυστάβ Φλομπέρ, αφιέρωμα, σ. 46
«Στοχάσου, στοχάσου, προτού γράψεις. Πρώτα να συλλάβει ο νους. Αυτό το αξίωμα
του μεγάλου Γκαίτε είναι η πιο απλή και η πιο εξαίσια σύνοψη και εντολή όλων των
πιθανών έργων τέχνης. […] Να έχεις πάντα στον νου σου το πρωτότυπο, και τίποτε
25
άλλο. […] Η τέχνη είναι μια αναπαράσταση, δεν πρέπει να σκεφτόμαστε παρά πώς να
αναπαραστήσουμε. Πρέπει το πνεύμα του καλλιτέχνη να είναι σαν τη θάλασσα, τόσο
απέραντο, ώστε να μη φαίνονται τα όριά του, τόσο αγνό, ώστε να καθρεφτίζονται
βαθιά μέσα του τα αστέρια του ουρανού».

ΠΗΓΗ 2η (σελ. 194), Ρενέ Μαγκρίτ, Τα δυο μυστήρια, 1966

Η απεικόνιση μιας πίπας δεν είναι μια


πίπα. Πρόκειται για κοινότοπο
συμπέρασμα που ωστόσο κρύβει όλο
το μυστήριο της τέχνης στο οποίο
διαρκώς επανέρχεται ο Μαγκρίτ: ούτε
η λέξη, ούτε η εικόνα του αντικειμένου
μπορούν να μας διαβεβαιώσουν ότι το
αντικείμενο υπάρχει πραγματικά.
(σχόλιο του βιβλίου)

ΠΗΓΗ 3η (σελ. 201), Μoρίς Μερλό-Ποντύ, Η αμφιβολία του Σεζάν. Το μάτι και το πνεύμα,
μτφρ. Α. Μουρίκη, εκδ. Νεφέλη, Αθήνα 1991, σ. 81
«Δεν υπάρχει πλέον δύναμη των εικόνων. Όσο ζωντανά κι αν μας “αναπαριστά”
τα δάση, τις πόλεις, τους ανθρώπους, τις μάχες ή τις καταιγίδες, το σχέδιο, παρ’
όλα αυτά δεν τους μοιάζει: δεν είναι παρά λίγο μελάνι βαλμένο εδώ κι εκεί πάνω
στο χαρτί. Μετά βίας κρατάει από τα πράγματα το σχήμα τους, ένα σχήμα που
έχει αναχθεί σε ένα και μόνο επίπεδο, παραμορφωμένο, και το οποίο οφείλει να
είναι παραμορφωμένο – το τετράγωνο σε ρόμβο, ο κύκλος σε σχήμα ωοειδές-
προκειμένου να αναπαραστήσει το αντικείμενο. Δεν αποτελεί την “εικόνα” του
παρά μόνον υπό τον όρο να “μην του μοιάζει”. Αν όμως δε δρα μέσω της
ομοιότητας, πώς δρα λοιπόν; “Ωθεί τη σκέψη μας” να “συλλαμβάνει”, όπως
κάνουν και τα σημεία και τα λόγια, τα οποία κατά κανέναν τρόπο δε μοιάζουν με
τα πράγματα που σημαίνουν […] η παλιά ιδέα της αποτελεσματικής ομοιότητας,
η οποία μας έχει επιβληθεί από την ύπαρξη των καθρεφτών και των πινάκων,
χάνει και το τελευταίο της στήριγμα, αν όλη η δύναμη του πίνακα ανάγεται πλέον
στη δύναμη ενός κειμένου που προορίζεται για ανάγνωση…».

ΠΗΓΗ 4η (σελ. 193), Ρενέ Μαγκρίτ, Εν λευκώ, 1965.

«Τα ορατά πράγματα μπορούν να γίνουν


αόρατα. Αν κάποιος ιππεύει ένα άλογο σ'
ένα δάσος, άλλοτε φαίνεται και άλλοτε όχι,
παρότι είναι εκεί. Στο Εν λευκώ η
αναβάτισσα κρύβει τα δέντρα και τα δέντρα
την κρύβουν. Όμως, η δύναμη της σκέψης
μας συλλαμβάνει τόσο το ορατό όσο και το
αόρατο, κι εγώ χρησιμοποιώ τη ζωγραφική
για να κάνω ορατές τις σκέψεις».
Ρενέ Μαγκρίτ

26
Β Η Μ Α 2ο:
Ο Φλομπέρ φαίνεται να θεωρεί πως η τέχνη δεν κάνει τίποτε άλλο από το να αναπαριστά το πρωτότυπο,
η έννοια της «αναπαράστασης» δηλαδή είναι κομβικής σημασίας για την Τέχνη. Ο Μαγκρίτ (2η πηγή)
φαίνεται να αμφισβητεί τη σχέση αναπαράστασης με το πρωτότυπο ή το γεγονός πως η αναπαράσταση
καθιστά υπαρκτό το πρωτότυπο. Ο Μερλό-Ποντύ (3η πηγή) μοιάζει να αμφισβητεί το κατά πόσο ένα έργο
τέχνης αναπαριστά ακριβώς το πρωτότυπό του. Ο Μαγκρίτ στην 4η πηγή δίνει μια άλλη απάντηση και
προοπτική στο ζήτημα της αναπαράστασης. Συνθέτει, θα μπορούσαμε να πούμε, τις δύο απόψεις που
αντιτέθηκαν και θα πει πως η τέχνη μπορεί να αναπαραστήσει το πρωτότυπο, ακόμη κι αν δεν είναι ορατό.
….

 Στη συζήτηση που θα ακολουθήσει θα τεθεί επί τάπητος το ζήτημα κατά πόσο η τέχνη μπορεί να συνιστά
αναπαράσταση ή σε ποιο βαθμό μια αναπαράσταση μπορεί να θεωρηθεί έργο τέχνης. Η θεωρία της
αναπαράστασης είναι ικανοποιητική ή, τουλάχιστον, απαντά/ καλύπτει πλήρως τον προβληματισμό για
το τι είναι τέχνη;

3η υ π ο ε ν ό τ η τ α:
Η τέχνη ως έκφραση των συναισθημάτων του δημιουργού.

Με τη διδασκαλία της υποενότητας ο/ η μαθητής/ τρια πρέπει:


 Να προσεγγίσει την καλλιτεχνική δημιουργία ως έκφραση συναισθημάτων στην ιστορική της έκφανση,
ιδίως στον ρομαντισμό.
 Να εξοικειωθεί με τις αισθητικές κατηγορίες του ωραίου και του υψηλού

Αφόρμηση:
Στη φάση θα αξιοποιηθεί το γεγονός ότι αρκετοί μαθητές εκφράζονται με κάποια μορφή τέχνης
(γράφουν ποίηση, ζωγραφίζουν, παίζουν μουσική). Για ποιο λόγο εκφράζονται έτσι και υπό ποιες
περιστάσεις; Μπορεί η καλλιτεχνική δημιουργία/ έκφραση να είναι κάτι παραπάνω από απλή
αναπαράσταση; Αναμένεται, λοιπόν, να προκύψει σχετικός προβληματισμός και διάλογος, ο οποίος θα
εισάγει το ζήτημα πως η καλλιτεχνική δημιουργία είναι μια μορφή έκφρασης συναισθημάτων.

Β Η Μ Α 1ο :
Δίνεται στους μαθητές το ακόλουθο ποίημα και ζητείται από αυτούς όχι να το αναλύσουν
εξαντλητικά, αλλά να προσπαθήσουν να προσδιορίσουν τα συναισθήματα που εκφράζονται σε αυτό. Γεννά
άραγε στους ίδιους παρόμοια ή διαφορετικά συναισθήματα; Τι μπορεί να θέλει να εκφράσει ο καλλιτέχνης
με αυτό το έργο; Επηρεάζει τους ίδιους; …

ΠΗΓΗ 5η (σελ. 203), Αλφόνς ντε Λαμαρτίν, “Η ΛΙΜΝΗ”, μτφρ. Α. Βαλαωρίτης

“Πάντα λοιπόν θα τρέχουμε προς Θυμάσαι, λίμνη, μόνοι μας μια νύχτα
άγνωστο ακρογιάλι, εγώ κι εκείνη
Θα καταποντιζόμεθα στου τάφου την Ελάμναμε άφωνοι οι φτωχοί στα κρύα
νυχτιά, σου νερά.
Χωρίς ποτέ έν ‘πάνεμο μέσ’ στην Τ’ αγέρι δεν ανάσαινε, είχες κι εσύ γαλήνη,
ανεμοζάλη, Στον ύπνο σου δεν άκουες παρά τα δυο
Ούτ’ ένα καταφύγιο στη βαρυχειμωνιά! κουπιά.

Κοίταξε, λίμνη, κοίταξε! Δεν έκλεισ’ Λοιπόν, απ’ όσα εχάρηκα δεν θ’ απομείνει
ένας χρόνος τρίμμα,
Πο’ ‘παιζε με το κύμα σου χαρούμενη, δεν θε ν’ αφήσω τίποτε σ’ αυτήν τη μαύρη
τρελή, γη!
και τώρα, τώρα ο δύστυχος, κάθομαι, Απ’ το γοργό μας πέρασμα δεν είναι τά-

27
λίμνη, χα κρίμα
μόνος να μη σωθεί ένα πάτημα, ω Χρόνε αδικητή;
στην πέτρα εδώ, όπου πάντοτε μας
έβλεπες
μαζί.

Καθώς και τώρα, εμούγκριζες και τότε Ω λίμνη, ω βράχοι μου άφωνοι, ω σεις,
αγριεμένη σπηλιές και δάση,
Κι εξέσχιζες τα στήθη σου στου βράχου που βλέπετε τον πόνο μου, μια χάρη σας
τα πλευρά, ζητώ:
Ανήσυχη παράδερνες στην άκρη, εσείς οπού δεν σκιάζεσθε κανείς να σας
θυμωμένη, χαλάσει,
Κι εράντιζες τα πόδια της με τον αφρό ποτέ μην μας ξεχάσετε, στο μνήμ’ αν πάω
συχνά. κι εγώ...”

Β Η Μ Α 2ο:
Το ποίημα αυτό εκφράζει υποκειμενικές απόψεις, σκέψεις και έντονα συναισθήματα, (μελαγχολία,
θλίψη, απελπισία, λύπη, νοσταλγία…). Η αντίληψη ότι η τέχνη συνιστά την έκφραση των συναισθημάτων
του δημιουργού δίνει τον πρωταρχικό ρόλο/ σημασία στην έκφραση της λύπης, της χαράς, της οργής, του
ενθουσιασμού ή της μελαγχολίας μέσα από τις καλλιτεχνικές μορφές. Το ανθρώπινο υποκείμενο εξερευνά
τον εσωτερικό του κόσμο και αναζητά και στο φυσικό περιβάλλον αντιστοιχίες και εκφραστικά μέσα
ψυχικών καταστάσεων.
Με αφορμή την παραπάνω πηγή τροφοδοτείται διάλογος σχετικά με το ποιες άλλες μορφές τέχνης
μπορούν να γεννήσουν τόσο έντονα συναισθήματα και με ποιες από αυτές είμαστε εξοικειωμένοι.

Β Η Μ Α 3ο :
Οι μαθητές καλούνται να προβληματιστούν/ «μαντέψουν» την έννοια που μπορεί να εκφράζει ο
όρος «Ωραίο» και ο όρος «Υψηλό (Υπέροχο)» στην τέχνη με τη βοήθεια του ακόλουθου αποσπάσματος
από το έργο του Καντ.

ΠΗΓΗ 6η (σελ. 202), Ι. Καντ, Παρατηρήσεις πάνω στο αίσθημα του ωραίου και του υπέροχου, μτφρ. Χ.
Τασάκος, εκδ. Printa, Αθήνα 1999, σ. 25 – 27
«Το αίσθημα που αγγίζει και τις πιο απλοϊκές ψυχές είναι διττό: αποτελείται από το
αίσθημα του ωραίου και αυτό του υπέροχου, οι συγκινήσεις τους είναι ευχάριστες αλλά με
διαφορετικό τρόπο. Η όψη των χιονισμένων κορυφών μιας οροσειράς που υψώνονται
πάνω από τα σύννεφα, η περιγραφή ενός κυκλώνα ή του βασιλείου της κολάσεως (Milton)
μας παρέχουν μια απόλαυση ανάμεικτη με τρόμο. Η θέα των ανθισμένων λιβαδιών, οι
ελικώσεις των ποταμών και τα βοσκοτόπια, η περιγραφή των Ηλυσίων ή η ομηρική
αναπαράσταση της Αφροδίτης μάς προξενούν επίσης ευχάριστα συναισθήματα, που δεν
αποπνέουν όμως παρά μόνο ιλαρότητα και χαρμονή. Για να μπορεί κανείς να
προσοικειωθεί σ’ όλη της την ισχύ την πρώτη εντύπωση, πρέπει να διαθέτει το αίσθημα του
υπέροχου, για να μπορεί να απολαύσει τη δεύτερη, το αίσθημα του ωραίου. Οι πελώριες
βελανιδιές και οι μοναχικές βαθύσκιες φυλλωσιές σ’ ένα παρθένο δάσος είναι υπέροχες, τα
ανθοτόπια, οι μικροί φράκτες, οι ομοιόσχημα κλαδεμένες δεντροσειρές είναι ωραία. Η
νύχτα είναι υπέροχη, η ημέρα είναι ωραία. Αυτοί που διαθέτουν το αίσθημα του υπέροχου
οδηγούνται στα υψηλά αισθήματα της φιλίας, της αιωνιότητας, της περιφρόνησης του
κόσμου, μέσα στη γαλήνια σιωπή μιας καλοκαιρινής νύχτας, όταν η τρεμάμενη λάμψη των
άστρων διατρέχει τη μελανόχροη νύχτα και το φεγγάρι εμφανίζεται μοναχικό στο
στερέωμα. Το φέγγος της μέρας γεννά, μαζί με τον ζήλο για εργασία, ένα αίσθημα χαράς.
Το υπέροχο ταράσσει, το ωραίο γοητεύει. Το πρόσωπο αυτού που διαπερνάται από το
αίσθημα του υπέροχου αποπνέει την αυστηρότητα και, συχνά, την έκπληξη, το ζωηρό
αίσθημα του ωραίου αναγγέλλεται από το φωτεινό βλέμμα, το χαμόγελο και, συχνά, από τη
θορυβώδη ευθυμία. Το υπέροχο παρουσιάζεται με διάφορες μορφές. Άλλοτε συνοδεύεται
από βαρυθυμία ή τρόμο, άλλοτε από σιωπηλό θαυμασμό και άλλοτε συνδυάζεται με το
28
αίσθημα μιας σεβάσμιας ευμορφίας… Το υπέροχο είναι πάντοτε μεγάλο, το ωραίο μπορεί
να είναι προσέτι μικρό».

Β Η Μ Α 4ο:
Αφού οι μαθητές κατανοήσουν τις έννοιες του Ωραίου και του Υπέροχου – Υψηλού θα κληθούν να
εντοπίσουν τα παραπάνω γνωρίσματα/ χαρακτηριστικά στον πίνακα του Τέρνερ. Γίνεται συζήτηση για το
Υψηλό (καταιγίδα κ.ά  συναίσθημα δέους.)

ΠΗΓΗ 7η (σελ. 202), Γουίλιαμ Τέρνερ, Χιονοθύελλα, Ατμόπλοιο στο Ηarbour’s Mouth. Ελαιογραφία, 1842,
Λονδίνο, Πινακοθήκη Τέϊτ.

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ
(Οι μαθητές μπορούν να επιλέξουν μία από τις τρεις)

1.Να συζητηθεί η άποψη του Πλάτωνα (Πολιτεία, 596d-e) ότι ο ποιητής δεν κάνει τίποτα σοβαρό παρά
μονάχα περιφέρει παντού έναν καθρέφτη, μέσα στον οποίο αναπαρίστανται τα πάντα ταχύτατα: ο ήλιος,
τα ουράνια σώματα, η γη, ο εαυτός του, τα άλλα ζώα, τα σκεύη και τα φυτά.
2.Αφού μελετήσετε το ακόλουθο κείμενο, να καταγράψετε την άποψη που φαίνεται να υποστηρίζει η
συντάκτριά του για την αντίληψη της τέχνης ως αναπαράσταση.
«...Δύο πράγματα πρέπει να αναρωτηθούμε, όταν δε μας ικανοποιεί η ακρίβεια ενός
πίνακα. Το ένα είναι μήπως ο καλλιτέχνης είχε τους λόγους του για ν’ αλλάξει την όψη των
πραγμάτων. Θα ξαναβρούμε αυτούς τους λόγους όσο προχωρούμε στην ιστορία της τέχνης.
Το άλλο είναι πως δεν πρέπει ποτέ να καταδικάζουμε ένα έργο επειδή δεν είναι σωστά
σχεδιασμένο, εκτός κι αν είμαστε απόλυτα βέβαιοι πως έχουμε δίκιο εμείς, και ο ζωγράφος
άδικο. Όλοι έχουμε την τάση να αποφαινόμαστε βιαστικά ότι “δεν είναι αυτή η αληθινή
όψη των πραγμάτων”. Έχουμε την παράξενη συνήθεια να νομίζουμε πως η φύση πρέπει να
μοιάζει με τις εικόνες που συνηθίσαμε να βλέπουμε. .[...] Τα παιδιά νομίζουν συχνά πως
τα άστρα έχουν το σχήμα του άστρου όπως το σχεδιάζουμε, ενώ, φυσικά, δεν το έχουν.
Εκείνοι που επιμένουν πως σε μιαν εικόνα ο ουρανός πρέπει οπωσδήποτε να είναι
γαλάζιος και η χλόη πράσινη δε διαφέρουν πολύ από τα παιδιά. Αγανακτούν όταν βλέπουν
άλλα χρώματα σε μιαν εικόνα. Αν ξεχάσουμε όμως όσα ξέρουμε για πράσινη χλόη και
γαλάζιο ουρανό και αντικρίσουμε τον κόσμο σαν να έχουμε έρθει από το διάστημα σε
εξερευνητικό ταξίδι και βλέπουμε τη Γη για πρώτη φορά, θα βρούμε ίσως πως τα πράγματα
έχουν τα πιο αναπάντεχα χρώματα. Και οι ζωγράφοι αισθάνονται πότε πότε πως κάνουν
ένα τέτοιο εξερευνητικό ταξίδι. Θέλουν να δουν τον κόσμο για πρώτη φορά, να
ελευθερωθούν από όλες τις συμβατικές έννοιες και τις προκαταλήψεις – ότι η σάρκα είναι
ροδαλή και τα μήλα κίτρινα ή κόκκινα. Δεν είναι εύκολο να απαλλαγεί κανείς από αυτές τις
προκαθορισμένες έννοιες, οι καλλιτέχνες όμως που το κατορθώνουν δημιουργούν συχνά τα
πιο ενδιαφέροντα έργα. Αυτοί μας μαθαίνουν ν’ ανακαλύπτουμε στη φύση νέες ομορφιές,
που δεν είχαμε φανταστεί ποτέ πως είναι δυνατόν να υπάρχουν. Αν τους ακολουθήσουμε
29
και μάθουμε κάτι κοντά τους, τότε, ακόμη και μια ματιά από το παράθυρό μας μπορεί να
γίνει συναρπαστική περιπέτεια».
(Ε. Γκόμπριχ, Το χρονικό της τέχνης, μτφρ. Λίνα Κάσδαγλη, εκδ. Αθήνα,
Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1998, σ. 26-29)

1. Να παρατηρήσετε τις εικόνες και τους πίνακες που ακολουθούν. Ποιοι από αυτούς γεννούν το
αίσθημα του Ωραίου και ποιοι του Υψηλού (κατά τον Καντ); Δικαιολογήστε την απάντησή σας.

30

You might also like