You are on page 1of 150

ΑΕΦ 103 με Μήλτσιο

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 2018

1ο μάθημα, 9.10.2018

ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ

Να μπορούμε να δώσουμε νοηματική μετάφραση.

Μια ερώτηση κατανόησης θα έχει με θέματα που έχουν συζητηθεί π.χ. Γιατί έχει
προγραμματικό χαρακτήρα η νουβέλα του Γύγη για το έργο του Ηροδότου;

Χαρακτηριστικά για τη δομή των έργων π.χ. Ο λόγος ο Αιγυπτιακός σε ποιο βιβλίο
είναι στον Ηρόδοτο (απάντηση: είναι στο 2ο βιβλίο) ή σε ποιο βιβλίο του
Θουκυδίδη έχουμε την Αρχαιολογία; (απάντηση: στο 1ο βιβλίο)

ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ Η ΣΥΜΠΛΟΚΗ ΤΩΝ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ: ο Αντιοχικός πόλεμος έχει


ξεκινήσει, έχει την αφορμή στο Φιλιππικό και ο Φιλιππικός στον Αννιβαϊκό και ο
Αννιβαϊκός στον πόλεμο που γίνεται για τη Σικελία, δηλαδή στον Α΄ Καρχηδονιακό
πόλεμο. Δηλαδή ο ένας πόλεμος θεωρούμε ότι οδηγεί στον άλλον και αυτή η
διαδικασία πως ο ένας οδηγεί στον άλλο, θα τη δείξω στο έργο μου.

Ιστοριογραφία, Ηρόδοτος, Θουκυδίδης, Πολύβιος.

Τα κείμενα αυτά είναι ιστορικά. Πως παρουσιάζουν τα γεγονότα αυτοί οι


συγγραφείς.

Θα κάνουμε λογοτεχνική προσέγγιση.

Μετάφραση, γραμματική, συντακτικό, ερμηνευτικές ερωτήσεις.

1
ΗΡΟΔΟΤΟΣ. Πριν ο Ηρόδοτος αρχίσει να γράφει, οι Έλληνες ασχολήθηκαν πολύ πριν
από αυτόν σε κάποια ποιήματα, καρπός των οποίων είναι τα δύο έπη του Ομήρου,
δηλαδή Ιλιάδα και Οδύσσεια. Στην Ιλιάδα και την Οδύσσεια καταλαβαίνουμε ότι ο
αφηγητής φαίνεται να έχει μία ιστορική συνείδηση, ουσιαστικά ασχολείται με
γεγονότα του παρελθόντος. Υπάρχει και η αίσθηση ότι τα γεγονότα αυτά του
παρελθόντος και οι άνθρωποι του παρελθόντος ήταν μεγαλύτερης αξίας και
σπουδαιότητας από τα σημερινά γεγονότα, ήταν ήρωες. Ιλιάδα και Οδύσσεια
λοιπόν ανάμεσα στους προδρόμους της ιστοριογραφίας. Πρόδρομοι δηλαδή έπος
και λυρική ποίηση.

1)Τι μπορεί η Ιλιάδα και η Οδύσσεια να έχει κληροδοτήσει στην ιστοριογραφία?


Ποιες είναι η επικές δηλαδή καταβολές?

Η Ιλιάδα κληροδότησε πολιτισμικά στοιχεία, τη θεματική του πολέμου. Οι


ιστοριογράφοι ασχολούνται συνήθως με στρατιωτικά θέματα.

Η Οδύσσεια κληροδότησε το γεωγραφικό υλικό. Τη μυθολογία με θαυμαστά


φαινόμενα και γεωγραφικές παρεκβάσεις. Την πορεία του ανθρώπου με υπομονή
και πως μπορεί να επιβιώσει.

Κοινά στοιχεία λοιπόν στο έπος και την ιστοριογραφία είναι τα καθαρά
αφηγηματικά στοιχεία, η τριτοπρόσωπη αφήγηση, η καταγραφή λόγων, δηλαδή
δημηγοριών και τον αφηγητή παντογνώστη που είναι φερέφωνο της Μούσας. Άρα
επικαλείται ότι ξέρει την αλήθεια, γιατί υπάρχει εξωτερική πηγή έμπνευσης,
υπερφυσική. Ο ιστορικός όμως αναγνωρίζει και την άγνοιά του και εκφράζει
αμφιβολίες γι αυτά που αναφέρει. Είναι ένα κόλπο για να γίνουν πιο αξιόπιστοι.

2)Ποιες είναι οι καταβολές της λυρικής ποίησης στην ιστοριογραφία?

Εκτός από το έπος, πρόδρομος της ιστοριογραφίας ήταν και η λυρική ποίηαη.
Υπήρχαν κάποια είδη που οι ποιητές ασχολιόντουσαν με τις μυθικές ή ιστορικές

2
καταβολές μίας περιοχής.

Στη λυρική ποίηση υπάρχουν πρόσωπα που ασχολούνται με το παρελθόν, πχ το


παρελθόν πόλεων. Υπάρχουν και ποιητές, όπως ο Πίνδαρος που γράφουν τους
επίνικος. Ο νικητής παρουσιάζεται ισάξιος συνεχιστής των προγόνων του. Άρα
έχουμε πέρα από την ιστορία του παρελθόντος και τη σύγχρονη ιστορία. Η λυρική
ποίηση κληροδότησε σημαντικά αφηγηματολογικά, όπως το “εγώ” το λυρικό που
υπάρχει και στην ιστοριογραφία. Πολύ συχνά οι ιστορικοί διακόπτουν την αφήγηση,
μιλούν σε α΄ πρόσωπο σχολιάζοντας αυτά που παρουσιάζουν. Αυτό είναι το κοινό
ανάμεσα στη λυρική ποίηση και στην ιστοριογραφία. Και σχολιάζουν όχι μόνο τα
γεγονότα, αλλά και τα πρόσωπα, δηλαδή κάνουν και ηθική αξιολόγηση.

ΠΡΩΤΗ ΠΗΓΗ η λυρική ποίηση παρουσιάζει τα γεγονότα του παρελθόντος για να


μην ξεχαστούν, για να τα θαυμάσουν, για να μείνουν στη μνήμη των ανθρώπων και
των γενεών που θα έρθουν. Η ιστοριογραφία όμως γεννιέται ύστερα από την
επίδραση και ενός δεύτερου άξονα, εξίσου σημαντικού, που είναι ο ορθολογισμός
και η ιωνική φιλοσοφία του 6ου αιώνα.

ΔΕΥΤΕΡΗ ΠΗΓΗ τα πεζογραφικά κείμενα. Το ενδιαφέρον είναι ότι αυτά τα έργα που
γράφτηκαν εξέταζαν την ιστορία, όχι μόνο των ελληνικών περιοχών, αλλά και ξένων.
Η γοητεία που ασκούσε στους Έλληνες το παρελθόν, υπάρχει και στη πεζογραφία,
αλλά στη πεζογραφία δεν περιορίζεται στα ελληνικά δεδομένα, αλλά και στην
ιστορία άλλων λαών πχ Λυδών, Περσών κλπ .

Αυτά τα χαρακτηριστικά φαίνεται ότι κληροδοτούνται και αξιοποιούνται από τον


Ηρόδοτο. Αυτά τα δύο συνδυάζονται και δημιουργούν το είδος της ιστοριογραφίας.
Από την μια η ποίηση, που προσεγγίζει το παρελθόν με διάθεση εγκωμιαστική, και
από την άλλη η φιλοσοφία και τα πεζογραφικά κείμενα, που προσεγγίζουν το
παρελθόν, όχι με διάθεση εγκωμιαστική, αλλά για να εξηγήσουν, να κατανοήσουν
και να ερμηνεύσουν.

ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΑΛΙΚΑΡΝΑΣΣΕΥΣ, Περί Θουκυδίδου 5-6.


3
Είναι ιστορικός και φιλόλογος του 1ου αιώνα πΧ. Κι αυτός ασχολήθηκε με το θέμα
πως ξεκίνησε η ιστοριογραφία.

Γραμματολογία του Μοντανάρι και Ρεγκάκο “Επινοώντας το παρελθόν”

Ο Ξάνθος ο Λύδος ήταν Λυδός, αλλά έγραψε και στα ελληνικά.

Ο Ελλάνικος ο Λέσβιος ήταν μεταγενέστερος από τους άλλους και κοντά στην εποχή
του Ηρόδοτου και του Θουκυδίδη. Σώζονται 23 τίτλοι έργων, ήταν πολυγραφότατος.
Έγραψε και γενεολογίες και εθνογραφίες, αλλά μας είναι γνωστός από τις
χρονογραφίες του.

Μας λέει ότι άλλοι έγραφαν ιστορίες ελληνικές, άλλοι βαρβάρων, αλλά δεν τις
μπέρδευαν μεταξύ τους. Δηλαδή μπορεί ο ίδιος συγγραφέας να έγραφε και για τα
δύο, όμως άλλο έργο ήταν τα περσικά και άλλο τα ελληνικά. Ποιος τα μπέρδεψε
μετά? Ο Ηρόδοτος.

Βέβηλοις: αυτός που μπορεί να πατήσει, να έχει πρόσβαση. Τα έβγαλαν έξω να


γίνουν κοινή γνώση όλων, ούτε πρόσθεσαν, ούτε αφαίρεσαν κάτι. Σε όλα αυτά τα
έργα, ανάμεσα σε αυτά τα κείμενα υπάρχουν και πολλοί μύθοι, που παλιότερα τους
πίστευαν, υπάρχουν και κάποιες υποθέσεις που θα ταίριαζαν να παρουσιαστούν
στη σκηνή σαν τραγωδίες δηλαδή, για τους σημερινούς φαίνεται να είναι τελείως
ανόητοι.

Όσοι από αυτούς χρησιμοποίησαν την ίδια διάλεκτο, χρησιμοποίησαν λίγο πολύ το
ίδιο ύφος, ένα ύφος που ήταν σαφές, που ήταν κοινό σε όλους, καθαρό, σύντομο,
που ταίριαζε στην υπόθεση και δεν πρόδιδε κάποια επιτήδευση. Άρα το ύφος όλων
αυτών των συγγραφέων ήταν απλό χωρίς ιδιαίτερες καλλιτεχνικές αξιώσεις. Αλλά
σε κάποιους από αυτούς υπάρχει μία φρεσκάδα και μία χάρη στα έργα τους, σε
άλλους περισσότερη, σε άλλους λιγότερη, εξ αιτίας της οποίας κάποια από τα έργα
αυτά να μένουν την εποχή του Διονυσίου.

Ο Ηρόδοτος από την Αλικαρνασσό, ο οποίος γεννήθηκε λίγο πριν από τους
περσικούς πολέμους και έφτασε να ζει μέχρι και τον Πελοποννησιακό πόλεμο, πήρε

4
αυτό το είδος, το οποί το αρχίσανε άλλοι και το κατέστησε λαμπρότερο. Τι
διαφορετικό έκανε? Πήρε πολλά και διαφορετικά γεγονότα από την Ευρώπη και
από την Ασία και τα παρουσίασε στο ίδιο έργο.

Αυτό είναι καινοτομία του Ηρόδοτου, γιατί μέχρι τότε ήταν διακριτά. Τα πήρε και
ουσιαστικά συνέθεσε την πρώτη παγκόσμια ιστορία. Ξεκίνησε από τη δυναστεία
των Λυδών, γιατί ο πρώτος βασιλιάς που καταγράφει είναι ο Κροίσος και φτάνει την
ιστορία του μέχρι και τον περσικό πόλεμο, όπου περιγράφει τι σημαντικό έκαναν οι
΄Ελληνες και οι βάρβαροι κατά τη διάρκεια 200 ετών σε ένα έργο. Εμπλούτισε το
ύφος με τις αρετές τις οποίες πήρε από τους προδρόμους του. Ούτε θέλησε να
περιορίσει την ιστορία του σε έναν τόπο, όπως κάνουν ο Ελλάνικος.

Στο έργο του Ηροδότου μπορεί κανείς να βρει λίγο απ' όλα: εθνογραφία,
γενεαλογία, παγκόσμια ιστορία και γεωγραφικά στοιχεία.

Ο Θουκυδίδης δεν θέλησε να γράψει ιστορία μόνο ενός τόπου, αλλά ούτε ήθελε να
να παρουσιάσει σε ένα έργο τις πράξεις και των Ελλήνων και των βαρβάρων
μιμούμενος τον Ηρόδοτο. Ο Θουκυδίδης κάνει κάτι διαφορετικό: ούτε την τοπική
ιστορία του Ελλάνικου και των άλλων συγγραφέων θέλησε να κάνει, ούτε να
ακολουθήσει το παράδειγμα του Ηροδότου, να γράψει δηλαδή παγκόσμια ιστορία,
που να αναφέρει οτιδήποτε συνέβη σε μία συγκεκριμένη περίοδο και στην Ελλάδα
και στην Ευρώπη και στην Ασία. Από τη μια η τοπική ιστορία θεώρησε ότι είναι
ευτελής και ταπεινή, δηλαδή ότι δεν είναι φιλόδοξο εγχείρημα, δεν μπορεί
ιδιαίτερα να ωφελήσει αυτούς που θα τη διαβάσουν, γιατί είναι τοπικά
περιορισμένη. Από την άλλη πλευρά, το είδος της παγκόσμιας ιστορίας θεώρησε ότι
είναι κάτι πάρα πολύ μεγάλο και σύνθετο, για να μπορεί ένας άνθρωπος να την
κατανοήσει με ακρίβεια. Βασικό αίτημα του Θουκυδίδη στο έργο του είανι να
υπάρχει ακρίβεια. Να παρουσιάσει τα γεγονότα, έτσι ώστε να μην μένει
οποιαδήποτε απορία στον αναγνώστη, ότι κάτι μπορεί να έχει υποβληθεί σε έλεγχο
και να είναι εσφαλμένο. Η ακρίβεια είναι σημαντική. Όταν λοιπόν κάποιος γράφει
παγκόσμια ιστορία, η ακρίβεια είναι δύσκολο να υπάρχει. Το υλικό είναι τεράστιο,

5
δεν μπορεί κάποιος να το υποβάλει σε έλεγχο, οπότε θα έχει ανακρίβειες που για
τον Θουκυδίδη είναι ανεπίτρεπτα στην Ιστορία. Και έτσι διάλεξε έναν πόλεμο,
αυτόν στον οποίο πολέμησαν οι Αθηναίοι τους Πελοποννήσιους και έγραψε γι
αυτόν. Οπότε η επιλογή του Θουκυδίδη ήταν να μην περιορίσει την ιστορία σε έναν
τόπο, αλλά σε ένα γεγονός πολύ μεγάλης εμβέλειας. Έτσι εγκαινίασε το είδος της
ιστορικής μονογραφίας, με την έννοια ότι έχει ένα θέμα, έναν πόλεμο να εξετάσει.

Οι φιλόλογοι δεν θεωρούν το έργο του Διονύσιου απολύτως ακριβές, ότι


δηλαδή ακριβώς έτσι έγιναν τα πράγματα, ότι ισχύουν αυτά που γράφονται για τον
Ηρόδοτο και τον Θουκυδίδη.

2ο μάθημα – 9.10.2018

Κείμενο σελ. 3 Ηρόδοτος προοίμιο

Είναι σε ιωνική διάλεκτο. Οι δύο τάσεις είναι ορατές: ποίηση για εγκώμιο και
φιλοσοφία για κατανόηση.

Διαφορές ιωνικής και αττικής διαλέκτου

Ιστορίης απόδεξις = ιωνική διάλεκτος – θωμαστά

Ιστορίας απόδειξις = αττική διαλεκτος – θαυμαστά

το α γίνεται η, το αυ γίνεται ω στην ιωνική

Αυτό που ακολουθεί είναι η έκθεση της ιστορικής έρευνας που έχει κάνει. Δεν μας
ενδιαφέρουν τα μυθικά στοιχεία εδώ. Λέει ότι αυτό που λέω είναι καρπός έρευνας,
ώστε αυτά τα οποία έκαναν οι άνθρωποι να μην ξεθωριάσουν με το χρόνο, ούτε
έργα που ήταν μεγάλα και θαυμαστά, που έγιναν άλλα από τους Έλληνες και άλλα
από τους βαρβάρους και θα εξηγήσω και για ποια αιτία πολέμησαν οι Έλληνες με
τους βαρβάρους.

Τάση εγκωμιασμού, τάση κατανόησης και ερμηνείας στο προοίμιο. Η


εγκωμιαστική τάση είναι τα έργα των ανθρώπων να μείνουν δοξασμένα, αλλά και

6
τάση κατανόησης στο ότι το έργο του θα εντοπίσει και την αιτία για την οποία έγινε
ο πόλεμος. Το προοίμιο έχει δύο στόχους, και να εγκωμιάσει και να ερμηνεύσει τα
γεγονότα. Το έργο του δεν περιλαμβάνει μόνο γεγονότα και πράξεις, αλλά και
κτίσματα, και μνημεία, ίσως έθιμα άλλων λαών. Όπως είδαμε ο κάθε ιστορικός
διαχωρίζει την ελληνική και την βαρβαρική ιστορία. Ο Ηρόδοτος αυτές τις δύο
τάσεις τις συνέθεσε, λέει ότι θα αναφερθεί στο ίδιο έργο σε έργα που έγιναν και
από Έλληνες και από βαρβάρους. Το έργο του ήταν ένα έργο παγκόσμιας ιστορίας
σε 9 βιβλία με πληθώρα ιστοριών. Περιγράφει κάποιες κατηγορίες των Ελλήνων
εναντίον των Περσών και αντίστροφα για το ποιος άρχισε να αδικεί τον άλλον.

Οι κατηγορίες έχουν να κάνουν με κάποιες αρπαγές γυναικών. Στο σημείο 1.5 3-4
τελειώνει το θέμα των αρπαγών.

Δεν θα έρθω να πω αν αυτά έγιναν έτσι ή αλλιώς. Δεν παίρνει θέση δηλαδή για το
ποιος φταίει. Αφήνω δηλαδή τον μύθο και πιάνω την ιστορία. Θα αναφέρω ποιος
ήταν αυτός που πρώτος αδίκησε τους Έλληνες και αφού πρώτα τον αναφέρω μετά
θα συνεχίσω την αφήγησή μου, στεκόμενος το ίδιο σε πόλεις που ήταν μικρές και
πόλεις που ήταν μεγάλες. Λέει δηλαδή ότι την αφήγησή του θα την ξεκινήσει από
έναν άντρα, ο οποίος πρώτος φάνηκε ότι αδίκησε τους Έλληνες. Αυτός είναι ο
Κροίσος, ο βασιλιάς της Λυδίας. Πράγματι η ιστορία του Κροίσου είναι που ξεκινά
το πρώτο βιβλίο, γιατί σύμφωνα με την αρχή, ο Κροίσος ήταν αυτός που θα
κατακτηθεί από τον Κύρο, είναι η πρώτη περσική κατάκτηση, είναι το βασίλειο του
Κροίσου.

Γιατί αυτές οι πόλεις που στο παρελθόν ήταν μεγάλες, οι πιο πολλές από αυτές
μετά έγιναν μικρές και αυτές που στην εποχή μου ήταν σημαντικές, πριν ήταν
ασήμαντες. Επομένως, επειδή λέει ότι γνωρίζει καλά “επιστάμενος” ότι η
ανθρώπινη ευδαιμονία ποτέ δεν στέκεται στο ίδιο σημείο, θα ασχοληθώ το ίδιο και
με σημαντικές πόλεις και με τις ασήμαντες.

Επ' εμέο: εμού, δηλαδή στην εποχή μου

εν των τω: εν ταυτώ (το αυ γίνεται ω)


7
ευδαιμονίην: ευδαιμονίαν

Η ανθρώπινη ευτυχία ποτέ δεν είναι σταθερή και διαρκής, αλλά τα πράγματα είναι
ένας κύκλος. Υπήρχε αυτή η αντίληψη στην αρχαιότητα. Όταν μιλάμε για
ανθρώπινα δεν μπορεί να υπάρχει σταθερότητα. Μόνο το θείο εκεί υπάρχει
σταθερότητα. Ο τρόπος που λέει ότι θα ασχοληθεί και με μικρές και με μεγάλες
πόλεις, λέει ότι αυτές οι πόλεις που παλιά ήταν μεγάλες από αυτές οι περισσότερες
έγιναν μικρές και στην εποχή του αυτές που ήταν μεγάλες παλιότερα έγιναν μικρές.
Φαίνεται να αναγνωρίζει ότι το έργο αυτό δεν απευθύνεται μόνο στο σύγχρονο
κοινό, αλλά ταυτόχρονα απευθύνεται και σε μεταγενέστερες γενιές, για τις οποίες
γενιές, αυτά που στην εποχή του Ηροδότου είναι σύγχρονα, θα είναι παρελθόν. Γι
αυτό λέει στην εποχή μου είναι μεγάλα. Το κοινό θα είναι και μελλοντικά
μεταγενέστερα. Έχει συναίσθηση. Το έργο του θα έχει μία διαχρονικότητα.

Πρώτη αφηγηματική ενότητα του έργου 1.8-12

Νουβέλα του Γύγη και του Κανδαύλη.

Το πρώτο πρόσωπο που θα απασχολήσει τον Ηρόδοτο είναι ο Κροίσος. Γιατί αυτός
αδίκησε πρώτος και γιατί αυτός είναι που θα κατακτηθεί από τους Πέρσες. Ο Γύγης
και ο Κανδαύλης σχετίζονται, γιατί ο ένας από τους δύο πρωταγωνιστές, ο Γύγης
είναι πρόδρομος του Κροίσου. Μετά το Γύγη περνούν 5 γενιές και έρχεται διάδοχός
του ο Κροίσος. Άρα αυτή η νουβέλα είναι σημαντική, γιατί αναφέρεται σε έναν
πρόδρομο του Κροίσου. Ο Κροίσος είναι το θέμα που μας ενδιαφέρει, αλλά
ξεκινάμε νωρίτερα από έναν πρόγονό του, γιατί η ιστορία του πρόγονου επηρεάζει
άμεσα τον Κροίσο. Πως?

Σε αυτή τη νουβέλα 3 πρόσωπα που παίζουν ρόλο. Ο Κανδαύλης, που είναι ο


βασιλιάς των Λυδών, ο Γύγης ο οποίος είναι έμπιστος στρατιωτικός και η βασίλισσα
γυναίκα του Κανδαύλη. Έχει υποστηριχτεί ότι η πηγή του Ηροδότου για το
συγκεκριμένο γεγονός μπορεί να μην είναι ένα άλλο ιστορικό έργο, γιατί για πολλά
χρόνια θεωρούσαν ότι η πηγή του Ηροδότου ήταν από του Ξάνθου Λυδού. Η πηγή
8
του Ηροδότου μπορεί να είναι μία τραγωδία. Δεν είναι σίγουρο όμως αυτό. Έχει
τραγικά στοιχεία αυτό που θα δούμε, μία δραματική πλοκή.

Κείμενο 1.8-12.

Αυτός λοιπόν ο Κανδαύλης ήταν παντρεμένος με την βασίλισσα και την ερωτεύτηκε
παράφορα και καθώς την ερωτεύτηκε παράφορα, θεώρησε ότι η γυναίκα του είναι
ομορφότερη από όλες τις άλλες. Δεν του αρκούσε βέβαια να το πιστεύει ο ίδιος
αυτό, αλλά είχε κάποιον δορυφόρο (αυτός που φέρει δόρυ) τον Γύγη, τον γιο του
Δασκύλου, τον οποίο τον συμπαθούσε και τον εμπιστευόταν ιδιαίτερα. Του ανέθετε
πάντα τις σπουδαιότερες υποθέσεις. Ήταν το δεξί του χέρι. Άρα δεν του έφτανε να
θεωρεί ο ίδιος ότι η γυναίκα του ήτα ωραιότερη, αλλά παινευόταν στον Γύγη για
την ομορφιά της γυναίκας του. Εκτός από έμπιστος του ήταν το πρόσωπο στο οποίο
ήθελε να τονίσει πόσο όμορφη είναι η γυναίκα του.

Από “Χρόνου δε πολλού...” έως “...θεήσεαι γυμνήν”.

Δεν πέρασε πολύς καιρός και ήταν γραφτό o Κανδαύλης να πάθει κάποια συμφορά.
Από την αρχή ο Ηρόδοτος ανακοινώνει ότι το τέλος του Κανδαύλη δεν θα είναι
καλό. Για ποιο λόγο δεν θα είναι καλό, δε μας το λέει, θα το πει σταδιακά.
Μπορούμε να το θεωρήσουμε προοικονομία. Απλώς μας προϊδεάζει. Δημιουργείται
και μία αγωνία με την προοικονομία. Εδώ δεν φαίνεται να υπάρχει αμφισβήτηση.
Εδώ δηλώνεται ξεκάθαρα ότι τα πράγματα για τον Κανδαύλη δεν θα είναι καλά. Δεν
ξέρουμε τι ακριβώς θα του συμβεί. Η αγωνία για το “πως” μας κεντρίζει το
ενδιαφέρον να συνεχίσουμε να διαβάζουμε, για να μάθουμε τι θα γίνει και θα τι
πάθει ο Κανδαύλης.

Ήταν γραφτό λοιπόν να πάθει κάτι κακό και είπε στον Γύγη: Γύγη δεν θεωρώ ότι σε
πείθω όταν σου μιλάω για την ομορφιά της γυναίκας μου. Ο Κανδαύλης θεωρεί ότι
η γυναίκα του είναι ωραιότερη, δεν του φτάνει αυτό. Το λέει στον Γύγη και του λέει

9
ότι δεν σε πιστεύω. Κάνε κάπως (ποίεε όκως= κάνε κάπως) να τη δεις γυμνή.
Δηλαδή στα λέω, αλλά δεν μου αρκεί, πρέπει να τη δεις γυμνή. Ο Κανδαύλης έχει
ανάγκη να πάρει επιβεβαίωση και από έναν που είναι κατώτερός του. Και ως
επιχείρημα γιατί πρέπει να το κάνει αυτό, είναι αυτό που είναι μέσα σε παρένθεση:
όταν κάποιος κοιτάει με τα μάτια του ξέρει περισσότερο. Τα λόγια δεν του φτάνουν.
Οι άνθρωποι πιστεύουν τα μάτια τους περισσότερο από τα αυτιά τους.

“ Ο δε μέγα αμβώσας...” : ο Γύγης όταν το άκουσε αυτό θαύμασε και είπε: τι


αρρωστημένα πράγματα μου λες, όταν μου ζητάς να δω τη βασίλισσά μου γυμνή;
Όταν η γυναίκα χάνει τα ρούχα της (κιθώνι= χιτώνι), χάνει και την αιδώ. Δηλαδή εδώ
εννοεί την αξιοπρέπειά της, το αίσθημα της ντροπής. Με το να εκτεθεί μία γυναίκα
έστω και σε έναν ξένο, χάνει την υπόληψή της, γιατί ντροπιάζεται. Δεν χάνει μόνο
την τιμή και την υπόληψη που της οφείλει η κοινωνία με το να εκτεθεί γυμνή, αλλά
χάνει το αίσθημα της ντροπής, που σημαίνει ότι πολύ πιο εύκολα να προβεί σε
κάποιες πράξεις ανήθικες.

“Πάλαι δε τα καλά.... εωυτού”: από παλιά οι άνθρωποι έχουν βρει κάποιες αρχές
με τις οποίες πρέπει να κινούνται, από τις οποίες αρχές πρέπει να διδασκόμαστε.
Και μία από αυτές τις αρχές είναι ότι κανείς πρέπει να κοιτά την δουλειά του, να μη
κοιτάζει τα πράγματα που δεν τον αφορούν.

Επομένως λέει ότι αυτό που ζητάς, εκτός από αρρωστημένο και επικίνδυνο, είναι
κάτι που έρχεται σε αντίθεση με αυτό το οποίο οι άνθρωποι θεωρούν ότι είναι
βασική αρχή, γιατί εγώ πείθομαι ότι εκείνη είναι η πιο ωραία από όλες τις γυναίκες
και σου ζητώ να μην μου ζητάς παράλογα πράγματα.

“Ο μεν δη λέγων...”: ο Γύγης λέει ότι τα έλεγε αυτά τα πράγματα και προσπαθούσε
να αποκρούσει την πρόταση του Κανδαύλη, γιατί φοβόταν μήπως πάθει κάτι κακό

10
από όλα αυτά. Μπορεί να πίστευε ότι ο άλλος θα ήθελε να τον δοκιμάσει
ενδεχομένως. Πάντως ο Γύγης φοβόταν. Ο Κανδαύλης όμως δεν πτοείται παρά τα
όσα του λέει ο Γύγης και του απαντά: έχε θάρρος λέει και μη φοβάσαι ότι εγώ πάω
να σε δοκιμάσω με αυτά, ότι θα πάθει κάτι από εκείνη.

“Αρχή γαρ...” γιατί εγώ θα κάνω έτσι τα πράγματα, ώστε εκείνη να μη καταλάβει
καν ότι θα τη δεις. Του λέει τον τρόπο που θα τα οργανώσει τα πράγματα, για να
μην τον δει. Εγώ θα σε βάλω στο δωμάτιο που κοιμόμαστε πίσω από μία πόρτα. Και
αφού βγω εγώ πρώτος θα μπει μετά η γυναίκα μου να ξαπλώσει. Και κοντά στην
είσοδο αυτού του δωματίου υπάρχει μία καρέκλα. Σε αυτό το χρόνο η γυναίκα μου
θα βγάλει τα ρούχα της και θα σου δώσει όλη την ευκαιρία να την δεις με την
ησυχία σου. Αυτό είναι το σχέδιο που κάνει ο Κανδαύλης.

“Έπεαν δε από...”: όταν από αυτή τη καρέκλα πάει στο κρεβάτι (ευνήν=κρεβάτι) και
εσύ είσαι πίσω από αυτήν τότε το μόνο που πρέπει να φροντίσεις είναι να μη σε
δει, καθώς θα φεύγεις από την πόρτα. Αυτό είναι το σχέδιο του Κανδαύλη. Άρα
ούτε θέλει να τον δοκιμάσει, ούτε η γυναίκα του να τον καταλάβει, γιατί υπάρχει
αυτή η καρέκλα, εγώ θα σε βάλω πίσω από μια πόρτα και όταν βάλει τα ρούσα στην
καρέκλα εσύ θα την βλέπεις και όταν πάει στο κρεβάτι, εσύ θα φύγεις και όλα καλά.

Ο Ηρόδοτος μας έχει πει από την αρχή ότι τα πράγματα δεν θα εξελιχτούν πολύ
καλά για τον Κανδαύλη. Ήδη μπορεί κανείς να υποψιάζεται ότι κάτι θα πάει
στραβά, ότι το σχέδιο μπορεί τελικά να μην εξελιχτεί όπως το σκέφτεται ο
Κανδαύλης. Ακόμα δεν μπορούμε να φανταστούμε τι είναι αυτό, πέρα από την
προειδοποίηση του αφηγητή στην αρχή. Φαίνεται ότι ο Κανδαύλης πάει
γυρεύοντας. Πρώτον, γιατί η συμπεριφορά του δεν είναι ώριμη, θέλει να εκθέσει τη
γυναίκα του, λες και είναι κάποιο απόκτημά του στα βλέμματα ενός υποτελή. Αυτό
παραβιάζει το θεσμό ότι “κοίτα μην βάζεις το Γύγη να δει κάτι που δεν είναι δικό
του, γιατί με το που θα το δει μπορεί να γίνει και το επόμενο βήμα, δηλαδή να το
11
αποκτήσει”. Καθώς προχωρά η ιστορία, αυτό που είναι γραμμένο να συμβεί στον
Κανδαύλη το σφραγίζει με τις πράξεις του. Από τη μια είναι το πεπρωμένο να πάθει
αυτό που έπαθε και από την άλλη και οι πράξεις του φέρνουν τα πράγματα προς τα
εκεί.

Πάντα έτσι γίνεται, αυτό είναι που λένε διπλή αιτιότητα, από τη μια το πεπρωμένο
ενός ανθρώπου και από την άλλη αυτό το πεπρωμένο προκύπτει, όχι ουδέτερα,
αλλά μέσα από τις πράξεις που θα κάνει ο κάθε άνθρωπος και θα οδηγηθεί εκεί.
Εδώ ο Κανδαύλης φαίνεται ότι κάνει λάθη και φαίνεται πρώτον επειδή το λέει
ιστορικός στην αρχή, ότι θα πάθει κακό και δεύτερον επειδή ο ίδιος
συμπεριφέρεται με τρόπο που προκαλεί τη τύχη του.

Τι θα πάθει ακόμα δεν ξέρουμε. Συνεχίζει το ενδιαφέρον να υπάρχει, γιατί δεν


ξέρουμε πως θα εξελιχθεί όλο αυτό το πράγμα.

Ο Γύγης, επειδή δεν μπορούσε να ξεφύγει από αυτό το πράγμα, ήταν έτοιμος να
δεχθεί την πρόταση και να το κάνει. Ο Κανδαύλης, επειδή έφτασε η ώρα να
ξαπλώσουν, έβαλε το Γύγη στο δωμάτιο και μετά από λίγο ήρθε και η γυναίκα του.
Και αφού μπήκε και έβαλε τα ρούχα, ο Γύγης κάθεται και την παρακολουθεί και την
απολαμβάνει μέχρι το τέλος. Μια χαρά συμμετέχει σε όλο αυτό, έστω και αν στην
αρχή από φόβο είπε όχι.

“Ως δε κατά νώτου...” και όταν βρέθηκε στο πίσω μέρος της γυναίκας, καθ' ότι
πήγαινε να ξαπλώσει, τότε ξεγλιστρά και βγαίνει έξω από το δωμάτιο.

Τον βλέπει η γυναίκα. Είναι το σημείο που θα αλλάξει τα σχέδια του Κανδαύλη και
θα δρομολογήσει όλη τη συνέχεια. Είναι το κομβικό σημείο, δίνεται έμφαση με το
να γράφει σε ενεστώτα. Τον βλέπει και δεν προλαβαίνει να ξεφύγει από το βλέμμα
της γυναίκας, όπως πίστευε ο Κανδαύλης. Από την στιγμή που τον βλέπει, αυτό θα
έχει συνέπειες.

12
“Μαθούσα δε...” Αυτή όχι απλώς τον είδε, αλλά κατάλαβε ότι αυτό ήταν σχέδιο του
άντρα της. Ούτε φώναξε, αν και ντράπηκε, ούτε όμως άφησε να μαθευτεί ότι το
κατάλαβε. Δηλαδή αν και το κατάλαβε, δεν το έδειξε, το κράτησε για τον εαυτή της.

“...εν νοώ έχουσα...” γιατί είχε στο μυαλό της να τιμωρήσει τον Κανδαύλη, γιατί
λέει για τους Λυδούς και για όλους σχεδόν τους βαρβάρους, ακόμα και ένας άντρας
να φανεί γυμνός, είναι κάτι το οποίο προκαλεί ντροπή. Αυτό το σχόλιο μας βοηθά
να καταλάβουμε την αντίδραση της γυναίκας, γιατί το πήρε τόσο βαριά. Μας βοηθά
να καταλάβουμε, επειδή ο Ηρόδοτος στο βιβλίο του γράφει παγκόσμια ιστορία,
οικουμενική. Απευθύνεται κατά βάση σε Έλληνες. Θεωρεί ότι είναι χρέος του να
εξηγήσει στοιχεία τα οποία για τους Έλληνες δεν είναι τόσο οικεία. Για τους
Έλληνες η γυναικεία γύμνια ήταν βέβαια κάτι ντροπιαστικό, η αντρική δεν ήταν.
Αισθάνεται την ανάγκη να το εξηγήσει στο κοινό, το οποίο ενδεχομένως δεν είναι
εξοικειωμένο με αυτή τη πολιτική αντίληψη των Λυδών και των βαρβάρων.

“Τότε μεν δη...” τότε χωρίς να πει τίποτα, αυτή περίμενε, γιατί είχε σαν στόχο να
τιμωρήσει τον άλλον. Όταν έφτασε η μέρα που αποφάσισε να κάνει ό,τι είχε στο
μυαλό της, φώναξε τον Γύγη.

“...τους (ούς) μάλιστα ώρα πιστούς...”: εισάγει δευτερεύουσα πρόταση με το “τους”.


Στην Αττική διάλεκτο θα ήταν “ούς”. Εδώ το ρήμα είναι το εώρα (ώρα). Τους
δούλους, τους οποίους έβλεπε ότι ήταν πιστοί, τους προετοίμασε γι αυτό που
ήθελε να κάνει και κάλεσε τον Γύγη.

“Ο δε ουδέν δοκέων...” ο Γύγης δεν ήξερε ότι αυτή κατάλαβε κάτι, πήγε, γιατί και
παλαιότερα συνήθιζε, όταν η βασίλισσα τον προσκαλούσε να την επισκέπτεται.
Έχουμε ένα στοιχείο. Είμαστε στην αρχαιότητα. Ο Γύγης την επισκεπτόταν. Αυτή η
ιστορία υπήρχε και σε άλλα γραπτά κείμενα. Υπήρχε ως θέμα τραγωδίας. Ο

13
Ηρόδοτος καταγράφει αυτή την εκδοχή με τρόπο που εξυπηρετεί τους δικούς του
στόχους. Υπάρχουν κάποια στοιχεία σε αυτήν την εκδοχή από άλλες πηγές, τα
οποία δεν τα καταγράφει ο Ηρόδοτος πχ ο Γύγης είχε ένα δαχτυλίδι, που όταν το
φορούσε, εξαφανιζόταν. Ένα από τα στοιχεία που δεν αναφέρει, αλλά εδώ φαίνεται
να το υπονοεί είναι όταν λέει ότι ο Γύγης συνήθιζε να την επισκέπτεται. Υπονοεί ότι
ήταν εραστές. Όταν την βλέπει, γίνονται εραστές. Οπότε εδώ φαίνεται από την
παράδοση ότι αυτοί οι δύο σύναψαν σχέση. Όταν λοιπόν φτάνει ο Γύγης, η
βασίλισσα του λέει το εξής: τώρα λέει Γύγη δύο δρόμοι υπάρχουν για εσένα και σε
αφήνω να επιλέξεις (δίδωσιν αίρεσιν), όποιον από τους δύο θέλεις να
ακολουθήσεις. Ή θα σκοτώσεις τον Κανδαύλη και θα αποκτήσεις εμένα και το
βασίλειο των Λυδών (αυτό μας κάνει να σκεφτούμε ότι είχαν σχέση. Γιατί να μην
θέλει απλώς να σκοτώσει τον άντρα της, αλλά και να παντρευτεί αυτόν που
σκότωσε τον άντρα της, αν δεν είχαν κάποια σχέση;).

“...ή αυτόν” ή εσύ να σκοτωθείς από άλλους, γιατί εγώ θα το αποκαλύψω. Άρα τον
εκβιάζει, γιατί θέλει να σκοτώσει τον Κανδαύλη. Και αυτός βέβαια διάλεξε να
σωθεί.

“Επειρώτα δη λέγων...” και ρωτά την βασίλισσα. Από την στιγμή που με
εξαναγκάζεις να σκοτώσω το βασιλιά χωρίς να το θέλω, με ποιο τρόπο θα κάνουμε
την επιχείρηση; Και του λέει αυτή: η επίθεση θα γίνει από το ίδιο σημείο στο οποίο
εκείνος με έδειξε γυμνή σε εσένα. Και θα γίνει, ενώ εκείνος κοιμάται.

Ο Κανδαύλης δυστυχώς πεθαίνει. Όλα αυτά που έκανε έχουν το αποτέλεσμα αυτό.
Με ένα δραματικό τρόπο. Λέει στον Γύγη θα τα κάνω έτσι τα πράγματα, που δεν
πρόκειται να πάθεις τίποτα από τη γυναίκα μου. Και τελικά αυτός που θα πάθει,
αλλά θα το πάθει και από το ίδιο σημείο το οποίο έστησε αυτή την επιχείρηση.
Υπάρχει μία ειρωνεία σε όλο αυτό. Το σημείο που θεωρούσε ο Κανδαύλης πιο
ασφαλές, από εκείνο το σημείο θα του επιτεθεί ο Γύγης.

14
“Ως δε ήρτυσαν...” Όταν λοιπόν κατέστρωσαν το σχέδιο και έφτασε η νύχτα, γιατί ο
Γύγης δεν μπορούσε να απελευθερωθεί από την πίεση που του ασκούσε η γυναίκα,
ούτε να βρει έναν τρόπο να ξεφύγει, αλλά έπρεπε ή αυτός να σκοτωθεί ή ο
Κανδαύης, ακολούθησε στο δωμάτιο τη γυναίκα.

“Και μιν εκείνη εγχειρίδιον δούσα...” και εκείνη του δίνει ένα μαχαίρι και το κρύβει
πίσω από την πόρτα αυτή. Και ύστερα, όταν αναπαυόταν ο Κανδαύλης, αυτός
βγαίνει από την κρυψώνα, τον σκοτώνει και παίρνει και την γυναίκα και την
βασιλεία.

Βλέπουμε ποιο όταν το κακό το οποίο βρήκε τον Κανδαύλη και ευθύνεται και ο
ίδιος. Πέρα από την ομορφιά που έχει αυτή η ιστορία ως ιστορία.

Προγραμματικά τι μπορεί να μας πει αυτό το κείμενο για το υπόλοιπο έργο; Γιατί
ο Γύγης στη αρχή; Γιατί ο Κροίσος στο τέλος; Ο Κροίσος είναι ο πρώτος βασιλιάς,
που περιγράφεται η βασιλεία του εκτενώς από τον Ηρόδοτο στο πρώτο βιβλίο του,
είναι αυτός που θα κατακτηθεί από τον Κύρο, γιατί υποτίθεται ότι πληρώνει την
αμαρτία του Γύγη. Είναι γραφτό στον Κροίσο να πληρώσει αυτή την αμαρτία του
προγόνου του, 5 γενιές πριν. Κι έτσι αυτή η ιστορία γίνεται στην αρχή, για να
εξηγήσει για τι ακριβώς πληρώνει ο Κροίσος. Δηλαδή ότι πήρε ο πρόγονός του αυτό
που δεν δικαιούταν και το σφετερίστηκε. Οι αμαρτίες της γενιάς κάποια στιγμή
πληρώνονται.

Δύο ή τρία είναι τα σημαντικά στοιχεία εδώ:

1)Το ένα είναι μεθοδολογικής σημασίας για το έργο του Ηροδότου. Αυτό το
μεθοδολογικό στοιχεία δεν είναι άλλο από αυτό που λέει, ότι οι άνθρωποι
συνηθίζουν να πιστεύουν τα μάτια τους περισσότερο από τα αυτιά τους. Αυτό
κυριολεκτικά συμφραζόμενα είναι το επιχείρημα με το οποίο ο Κανδαύλης
προσπαθεί να εξηγήσει στο Γύγη, γιατί τον υποχρεώνει να τη δει και δεν του αρκεί

15
να ακούει τις περιγραφές της ομορφιάς της γυναίκας του. Πολύ συχνά όταν έχουμε
ένα ιστορικό έργο, όπως εδώ, όπου υπάρχουν οι καταγραφές των γεγονότων
μπορεί να υπάρχουν και κάποια σχόλια, που λένε ότι έχουν μετα-ιστορική σημαδία.
Δηλαδή ότι η σημασία του δεν αφορά μόνο τα συγκεκριμένα ιστορικά
συμφραζόμενα, αλλά μπορεί να αποκαλύπτει κάτι για τη μεθοδολογία που
ακολούθησε ο ιστορικός. Άρα αυτή η φράση ότι με τα μάτια πιστεύουν πιο πολύ,
παρά με τα αυτιά, όχι μόνο για τον Ηρόδοτο, αλλά για κάθε αρχαίο ιστορικό είναι η
βασική μέθοδος με την οποία φτάνει στην αλήθεια, είναι η αυτοψία. Αυτά που
βλέπουν με τα μάτια τους, συνηθίζουν να μην τα αμφισβητούν οι άνθρωποι, οπότε
συνήθως ένας ιστορικό δείχνει ότι αυτά που καταγράφει είναι έγκυρα, γιατί τα είδε
ο ίδιος. Ως μεθοδολογική αρχή το βασικό είναι η αυτοψία. Αλλά δεν είναι πάντα
εύκολο να είναι κανείς αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων. Ο επόμενος τρόπος
είναι οι αφηγήσεις από μάρτυρες.

2)Ο δεύτερος τρόπος είναι οι αφηγήσεις από μάρτυρες, προφορικές πηγές από
μάρτυρες. Μπορεί δηλαδή να μην είναι ο ίδιος ο ιστορικός μάρτυρας, αλλά να βρει
άλλους μάρτυρες. Εδώ στον Ηρόδοτο μπορούμε να μιλάμε για όλα αυτά τα
πράγματα από τη στιγμή που δεν μιλάμε για σύγχρονη ιστορία. Είναι γεγονότα τα
οποία συνέβησαν παλαιότερα. Οι δηλώσεις αυτοψίας είναι πιο συχνές στο 2ο
βιβλίο και αυτά που λέει τα είδε πραγματικά στα επόμενα βιβλία τέτοιες γνώσεις
αυτοψίας δεν υπάρχουν, γιατί δεν είναι σύγχρονα. Οπότε η αυτοψία στον Ηρόδοτο
υπάρχει σε εθνογραφικά συμφραζόμενα, όχι σε ιστορικά.

Για το έργο του Ηροδότου ερμηνευτικά. Το επιχείρημα με το οποίο ο Γύγης


προσπάθησε να αποκρούσει τη πρόταση του Κανδαύλη είναι ότι οι άνθρωποι από
παλιά έχουν πει ότι κανείς πρέπει να κοιτά τη δουλειά του, τα πράγματά του και να
μην ασχολείται με τα πράγματα των άλλων. Αυτό είναι μία αρχή και έχει σχέση με
το κείμενο των ιστοριών. Αυτή η ερωτική ιστορία, πως συνδέεται με τα επόμενα
βιβλία; Πως ο Ηρόδοτος θέλει να ερμηνεύσουμε αυτά που θα γίνουν με βάση αυτή

16
την ερωτική ιστορία. Αυτοί οι οποίοι δεν κοιτούν τη δουλειά τους και παραβιάζουν
αυτό το νόμο τον ανθρώπινο είναι αυτοί που έχουν την επεκτατική διάθεση και
θέλουν να προσαρτήσουν άλλες χώρες. Και ποιοι είναι αυτοί; Οι Πέρσες. Ο
επεκτατισμός τους, η πολιτική τους φαίνεται ήδη εκ προοιμίου και από τον
Ηρόδοτο αξιολογείται αρνητικά, γιατί σύμφωνα με αυτό παραβιάζουν το νόμο οι
Πέρσες βασιλείς. Αυτή η ερωτική ιστορία μπορεί να έχει επιπτώσεις για την
ερμηνεία του κειμένου όλου του έργου πολύ σημαντικές. Από την αρχή το λέει ο
Ηρόδοτος, ότι αυτά που θα διαβάσεις στη συνέχεια αναγνώστη, διάβασέ τα με
αυτό το πρίσμα. Κάθε διάθεση που θα έχουν οι Πέρσες να κατακτήσουν, φαίνεται
ότι είναι μία διάθεση που παραβιάζει αυτή την αρχή, άρα κινδυνεύουν κι αυτοί.
Βέβαια οι Πέρσες δεν είναι οι μόνοι με επεκτατισμό. Στην εποχή του Ηροδότου
εκτυλίσσεται ο Πελοποννησιακός πόλεμος. Άρα σαν να θέλει να περάσει το μήνυμα,
ότι στην ιστορία αυτό το έχουν πληρώσει όσοι παραβιάζουν το νόμο. Άρα αυτή η
πρώτη ιστορία θα λέγαμε ότι έχει προγραμματική διάσταση γι αυτούς τους 2
βασικούς λόγους, ο ένας είναι ότι ο Ηρόδοτος από την αρχή βοηθά τον αναγνώστη
να ερμηνεύσει με συγκεκριμένο τρόπο τη συμπεριφορά των Περσών από εδώ και
πέρα και ο δεύτερος γιατί από την αρχή μας λέει κάτι πολύ στοιχειώδες για τη
μεθοδολογία που ακολουθούν οι ιστορικοί σε σχέση με την αυτοψία και τον τρόπο
που φτάνεις στην αλήθεια.

3o μάθημα – 16.10.2018

Ηρόδοτος. Στα 9 βιβλία η δομή είναι κάπως δύσκολη για να μπορέσει κανείς να την
παρακολουθήσει. Για το λόγο αυτό οι φιλόλογοι προσπάθησαν να βρουν κάποιες
δομές, κάποιους άξονες, πάνω στους οποίους να μπορεί ο αναγνώστης να έχει
γενικότερη εικόνα.

Ο πρώτος άξονας είναι η διαδοχή των αρχόντων της Ανατολής. Είναι 5 μονάρχες
της Ανατολής που διαδέχονται ο ένας τον άλλον. Αυτή η διαδοχή είναι σταθερός
17
άξονας πάνω στον οποίο μπορεί να βρει κανείς την δομή. Και λέω μονάρχες της
Ανατολής και όχι Πέρσες βασιλείς, γιατί ο πρώτος μονάρχης της Ανατολής δεν είναι
Πέρσης βασιλεύς, αλλά είναι ο Κροίσος που είναι Λυδός βασιλιάς.

Ο δεύτερος άξονας που συνδυάζεται με τον πρώτο είναι ότι με τα διάφορα έθνη,
τα οποία εμφανίζονται στο κείμενο είπαμε από το προοίμιο, το θέμα δεν
περιορίζεται σε πράξεις Ελλήνων, αλλά και σε πράξεις βαρβάρων, έθιμα βαρβάρων,
που έχουν θέση σημαντική στο έργο, όσο και οι Έλληνες. Άρα ο 2ος άξονας είναι ότι
τα έθνη τα οποία εμφανίζονται στο κείμενο, εμφανίζονται τη στιγμή που μπαίνουν
στο στόχαστρο βασιλιά. Όταν ένα έργο μπαίνει στο στόχαστρο του βασιλιά, εκεί
σταματά η πορεία της αφήγησης και αντί να παρακολουθήσουμε την επεκτατική
εκστρατεία, παρακολουθούμε εκτενή κείμενα, τα οποία σχετίζονται με την
παλαιότερη ιστορία και εθνογραφικά στοιχεία. Ο Ηρόδοτος είναι σαν να παίρνει, θα
μπορούσε να πει κανείς, εκδίκηση για λογαριασμό του έθνους, που ετοιμάζεται να
κατακτηθεί από τον Πέρση. Με ποια έννοια το καταλαβαίνουμε αυτό, ότι δηλαδή
σταματά την αφήγηση της επεκτατικής εκστρατεία; αντί να δώσει αφηγηματικό
χώρο στους Πέρσες, δίνει στο έθνος που ετοιμάζεται να κατακτηθεί. Του
αφιερώνεται ο αφηγηματικός χώρος που κανονικά θα περιμέναμε να αφιερωθεί
στους Πέρσες, σε αυτούς δηλαδή που προετοιμάζονται να κάνουν την εκστρατεία.

Ο τρίτος τρόπος με τον οποίο μπορεί να βρει μία ενότητα σε ένα τόσο πολύπλοκο
έργο, όπως αυτό του Ηροδότου, πέρα από τη διαδοχή των μοναρχών της Ανατολής
και από τα έθνη, είναι να επιχειρήσει κανείς να εντοπίσει κάποια κεντρικά θέματα,
τα οποία επανέρχονται στο έργο του Ηροδότου. Αυτά τα κεντρικά θέματα είναι
σημαντικά, όχι μόνο γιατί λειτουργούν κατά κάποιο τρόπο ενοποιητικά, δηλαδή
αναμιγνύουν την ενότητα του έργου, αλλά και γιατί είναι αυτά τα θέματα, για τα
οποία γράφεται το έργο. Από τη στιγμή που επανέρχονται συνεχώς ο Ηρόδοτος
ενδιαφέρεται να τα αναδείξει. Άρα είναι πολύ σημαντικό να βρει κανείς αυτά τα
θέματα.

Ξεκινήσαμε από την πρώτη αφηγηματική ενότητα που υπάρχει μετά το προοίμιο,

18
που είναι η νουβέλα του Γύγη και του Κανδαύλη, γιατί η νουβέλα αυτή έχει
προγραμματική διάσταση. Γενικώς στην αρχαία ελληνική ιστοριογραφία το πρώτο
επεισόδιο πάντα το προσεγγίζει κανείς υποψιασμένος, γιατί εμφανίζονται θέματα
τα οποία είναι σημαντικά για την κατανόηση όλου του έργου. Γιατί επανέρχονται
και θα δίνονται κάποια ερμηνευτικά κλειδιά για την κατανόηση του υπόλοιπου
έργου.

Πως ο Κροίσος σχετίζεται με τον Γύγη; Ο Κροίσος είναι απόγονος του Γύγη, 5 γενιές
μετά. Συνδέεται όχι μόνο μέσω της γενιάς, αλλά και μέσω της τιμωρίας που τον
περιμένει, εξαιτίας αμαρτήματος που έχει κάνει ο Γύγης και το αμάρτημα που έκανε
είναι ότι υπάκουσε πρώτα στον βασιλιά και μετά στη γυναίκα του βασιλιά και πήρε
πράγματα που δεν ήταν δικά του. Όλα αυτά έρχονται σε αντίθεση με μία αρχή, που
την λέει ο Γύγης στον Κανδαύλη, αλλά δεν το τηρεί. Η τιμωρία θα βρει τον απόγονό
του μετά από 5 γενιές, που είναι ο Κροίσος. Εδώ βρίσκουμε ένα στοιχείο του
προγραμματικού χαρακτήρα του έργου, που έχει σημασία ως θέμα βασικό για την
συνέχεια. Προϊδεάζει για το τι θα συμβεί στον Κροίσο, για τους Αθηναίους, όχι
απλώς να μην τα βάζουν με τους Σπαρτιάτες, αλλά να μην έχουν τις επεκτατικές
βλέψεις που έχουν. Οι Πέρσες βασιλείς χαρακτηρίζονται από επεκτατική διάθεση,
συνεχώς αναλαμβάνουν καινούργιους επεκτατικούς πολέμους. Είναι βασικό θέμα
του έργου ότι οι Πέρσες παραβιάζουν την αρχή αυτή. Θεωρείται ότι τα ποτάμια που
διασχίζουν οι Πέρσες για να πάνε στις περιοχές που βάζουν στο μάτι τους, είναι ένα
σύμβολο των ορίων, το οποίο ξεπερνούν. Το πιο χαρακτηριστικό είναι η διάβαση
του Ελλησπόντου ή στην εκστρατεία προς την Αίγυπτο διασχίζουν μία έρημο,
διασχίζουν δηλαδή κάποια γεωγραφικά όρια, τα οποία έχουν ένα συμβολισμό.
Διασχίζουν τα γεωγραφικά όρια, αλλά διασχίζουν και τα ηθικά όρια. Και συνήθως
με το που παραβιάζουν τα όρια, έρχεται και η τιμωρία.

Κείμενο 1.32

19
Είναι η συνάντηση του Κροίσου με τον Σόλωνα. Ο Σόλωνας επισκέπτεται τις Σάρδεις
και τον Κροίσο. Ο Κροίσος τον ξεναγεί στα πλούτη του και τον ρωτά ποιος θεωρεί
ότι είναι ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος του κόσμου. Και ο Σόλωνας του απαντά “δεν
μπορώ να πω για κάποιον αν είναι ο πιο ευτυχισμένος, αν δεν δω το τέλος του”. Το
1ο παράδειγμα που βάζει ο Σόλων είναι ο Τέλος ο Αθηναίος, ένας άνθρωπος που
έζησε μία οικογενειακή ήσυχη ζωή χωρίς ταραχές. Δεν ήταν πλούσιος, αλλά έκανε
παιδιά. Το 2ο παράδειγμα ήταν 2 παιδιά νέα από το Άργος. Ο Κροίσος, ενώ
περιμένει από τον Σόλωνα να πει: γιατί με ρωτάς; εσύ είσαι ο πιο ευτυχισμένος
άνθρωπος, έχεις όλα αυτά τα πράγματα, ξαφνικά βλέπει τον Σόλωνα να του δίνει
παραδείγματα που δεν περιμένει. Σε αυτό το σημείο αρχίζει το απόσπασμα. Αυτό
που κάνει ο Κροίσος, που παίρνει τον Σόλωνα και δείχνει τα πλούτη του και τον
ρωτά ποιος είναι ο πιο ευτυχισμένο άνθρωπος του κόσμου, θυμίζει τον Κανδαύλη
που λέει για την γυναίκα του. Ο Κροίσος υπερηφανεύεται για τα πλούτη του και ο
Κανδαύλης για τη γυναίκα του. Και εδώ έχουμε έναν μονάρχη που έχει πλούτη,
αλλά δεν του φτάνει, θέλει την επιβεβαίωση από τον Σόλωνα, δηλαδή από ένα
άλλο πρόσωπο. Είναι και οι δύο (Κροίσος και Κανδαύλης) βασιλείς και οι 2 είναι
ανασφαλείς. Και οι δύο βάρβαροι (εθνολογική ερμηνεία). Δεν είναι τόσο ότι τους
συνδέει η βαρβαρική καταγωγή, αλλά τους συνδέει το τυραννικό αξίωμα, είναι και
οι δύο βασιλείς. Φαίνεται ότι παρότι τα έχουν όλα, δεν είναι ικανοποιημένοι με τον
εαυτό τους και θέλουν έναν άλλον να τους πει ότι τα έχουν όλα.

Ο Κροίσος λέει ταραγμένος: Αθηναίε, τόσο πολύ δεν υπολογίζεις τη δική μου
ευδαιμονία, ώστε την βάζεις σε χαμηλότερη θέση και από άντρες που είναι ιδιώτες;
(και τα δύο παραδείγματα δεν έχουν να κάνουν με πλούσιους, ούτε βασιλείς, αλλά
έχουν να κάνουν με απλούς ανθρώπους. Ο Κροίσος μπορεί να δεχόταν να τον
συγκρίνει με έναν άλλον βασιλιά, αυτό ίσως να το περίμενε).

Ο Σόλων απάντησε: Κροίσε με ρωτάς για τα ανθρώπινα πράγματα, εμένα που ξέρω
πολύ καλά, ότι το θείο είναι φθονερό και ταραχώδες (είναι δύο κατηγορούμενα, τα
οποία χαρακτηρίζουν το θείο και ενδεχομένως μας δημιουργείται μία απορία). Για
την θεολογία και ανθρωπολογία για τον Ηρόδοτο το θείο έχει αυτά τα δύο
20
χαρακτηριστικά. Το θείο φθονεί και δημιουργεί αναστάτωση στη ζωή των
ανθρώπων. Κανονικά ξέρουμε ότι το θείο είναι αγαθό, όχι φθονερό. Το φθονερό
έχει εδώ μία πολύ συγκεκριμένη σημασία, δεν είναι ότι ζηλεύει τον άνθρωπο. Το
θείο είναι φθονερό, γιατί δεν θέλει να προσφέρει στον άνθρωπο αυτό που
δικαιωματικά ανήκει στο ίδιο το θείο και δεν ανήκει στον άνθρωπο. Και το
χαρακτηριστικό που ανήκει στο θείο είναι το ότι δεν υπόκειται σε μεταβολή, ούτε
σε αλλαγή, αλλά διαρκώς υπάρχει μία σταθερή. Η μεταβολή είναι χαρακτηριστικό
των ανθρώπων. Επομένως το θείο είναι φθονερό, γιατί αυτό το οποίο ανήκει στο
ίδιο, που είναι η σταθερότητα και το ότι δεν υπόκειται σε μεταβολή, δεν θέλει να το
παραχωρήσει με τίποτα στον άνθρωπο. Ο άνθρωπος υπόκειται σε μία διαρκή
μεταβολή. Αυτό όμως δεν είναι του θείου. Επομένως αυτή η μεταβολή έχει σαν
αποτέλεσμα, όπως είχαμε δει, πόλεις που ήταν μεγάλες έγιναν μικρές και το
αντίθετο, ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της διαρκούς μεταβολής είναι αυτό το
οποίο η Ηρόδοτος λέει σε εκείνο το απόσπασμα, ότι υπήρξαν στην ιστορία πόλεις
που από μεγάλες έγιναν μικρές και το αντίθετο. Το ίδιο συμβαίνει και στις ζωές των
ανθρώπων. Άνθρωποι που ήταν ευτυχείς, κατέληξαν δυστυχείς και το αντίθετο. Με
τον τρόπο αυτό το θείο λειτουργεί ως εγγυητής της δικαιοσύνης στον κόσμο, ότι
κανείς εδώ δεν θα μείνει διαρκώς κολλημένος στην ίδια κατάσταση. Αυτοί οι πολύ
ευτυχισμένοι άνθρωποι για τον Σόλωνα ήταν ευτυχισμένοι, γιατί δεν γνώρισαν
μεγάλες μεταβολές. Έζησαν μία ζωή ατάραχη. Ο Σόλων λέει ότι αυτή είναι η άποψη.
Το πιθανότερο είναι να μην υπήρξε αυτή η συνάντηση.

Ο Σόλων εδώ φαίνεται ότι λέει στο Κροίσο αυτά που πιστεύει ο αρχαίος άνθρωπος
και αυτά που πιστεύει ο Ηρόδοτος. Ο Ηρόδοτος συμφωνεί με την άποψη που
εκφράζει ο Σόλων για τους ανθρώπους και το Θεό.

“Εν γαρ τω μακρώ χρόνω...” Πολλά είναι τα χρόνια της ζωής του ανθρώπου, ώστε
πολλά κανείς να δει και να πάθει που δεν τα επιθυμεί. Βάζω περίπου τα 70 χρόνια
που είναι ώριμη η ζωή ενός ανθρώπου. Αυτά τα 70 χρόνια έχουν 26.250 περίπου

21
μέρες. Από αυτές τις 26.250 μέρες, καμιά μέρα δεν μοιάζει με την άλλη. (Από όλες
αυτές τις ημέρες επομένως μπορεί να συμβεί κάτι και να την διαφοροποιήσει
τελείως). Έτσι λοιπόν Κροίσε κάθε άνθρωπος συμφορή (εδώ σημαίνει το συμφέρον
με την έννοια ότι ο άνθρωπος είναι δεμένος στον χρόνο της αλλαγής, ότι υπόκειται
σε μία αέναη μεταβολή.

“Εμοί δε συ....” Εσύ πράγματι μου φαίνεται ότι είσαι και πλούσιος και σε πολλούς
ανθρώπους βασιλεύεις, εκείνο όμως που με ρωτάς, δεν μπορώ να σου το
απαντήσω, πριν μάθω με ποιον τρόπο θα τελειώσεις τη ζωή σου. (Ο αιών εδώ είναι
η ανθρώπινη ζωή, όχι ο αιώνας). Γιατί αυτός που είναι πολύ πλούσιος δεν σημαίνει
ότι είναι ευτυχέστερος από αυτόν που έχει απλώς τα προς το ζην, αν η τύχη δεν τον
ακολουθήσει ως το τέλος του.

Ολβιώτερος = ευτυχέστερος, ο όλβος είναι το ουσιαστικό.

“Πολλοί μεν γαρ...” Πολλοί πάμπλουτοι άνθρωποι είναι δυστυχείς και πολλοί που
έχουν τα προς το ζην μπορεί να είναι ευτυχείς.

“Σκοπέειν δε χρη..” Για κάθε πράγμα πρέπει κανείς να κοιτάξει πως θα τελειώσει,
γιατί πολλούς ο Θεός του άφησε να είναι ευτυχισμένοι και στη συνέχεια τους
ανέτρεψε, τους έκαψε από την ρίζα. Ο Σόλων εννοεί το θάνατο, για να μπορέσεις να
αξιολογήσεις αυτό που έχει προηγηθεί. Αλλά μπορεί κανείς να το ερμηνεύσει και
μετά – ιστορικά αυτό, δηλαδή ότι το αποτέλεσμα είναι αυτό που μετρά.

Μία άλλη ερμηνεία θα μπορούσε να είναι ότι εδώ ο Ηρόδοτος λέει ότι από τη
στιγμή που η έκβαση (το τέλος) είναι σημαντική, πρέπει να ερμηνεύσουμε το τι
προηγείται. Ο Θουκυδίδης γράφει σύγχρονη ιστορία, ο Ηρόδοτος γράφει ιστορία
του παρελθόντος, όταν έχουν ολοκληρωθεί τα πράγματα και μπορεί να τα
αξιολογήσει, γιατί έχει τελειώσει ο πόλεμος.

22
Κείμενο 1.34-45

Αυτό το κομμάτι είναι η συνέχεια της ιστορίας του Κροίσου. Είναι μία άλλη διάσημη
νουβέλα στο έργο του Ηροδότου. Η νουβέλα του Άδραστου. Έχει φύγει ο Σόλων,
έχει πει αυτά που έχει να πει, δεν έχει ευχαριστήσει το Κροίσο, που περίμενε άλλα
και άλλα ακούει και ο Κροίσος δεν τα έχει πιστέψει. Γιατί για να πιστέψεις κάτι,
πρέπει να το ζήσεις. Ως τότε ο Κροίσος ακούει τις απόψεις του Κροίσου και το μόνο
που αισθάνεται είναι θυμός και αγανάκτηση, γιατί δεν πήρε την απάντηση που
ήθελε.

Αφού έφυγε ο Σόλωνας βρήκε μία μεγάλη τιμωρία τον Κροίσο, γιατί θεώρησε ότι
είναι ο πιο ευτυχισμένος από όλους τους ανθρώπους. Αυτός είναι ο ένας λόγος, για
τον οποίο βρήκε τιμωρία. Ο άλλος λόγος είναι ότι έπρεπε να πληρώσει το κρίμα του
Γύγη. Δεν θα μπορούσε ο Κροίσος απλώς να τιμωρηθεί για κάτι το οποίο έχει κάνει
ο Γύγης χωρίς να έχει και ο ίδιος ο Κροίσος ένα μερίδιο ευθύνης. Υπάρχει δηλαδή
μία διπλή αιτιότητα. Από τη μια υπάρχουν και οι πράξεις του ίδιου, οι οποίες θα
επισφραγίσουν το πεπρωμένο. Εδώ δεν μας υπενθυμίζει ο Ηρόδοτος ότι ο Κροίσος
θα έπρεπε να πληρώσει το αμάρτημα του Γύγη και ως λόγο αναφέρει αυτό που είχε
γίνει με τον Σόλωνα.

“Αυτίκα δε οι εύδοντι...” Καθώς κοιμότανε είδε ένα όνειρο, το οποίο του έλεγε την
αλήθεια για το κακό που έπρεπε να συμβούν στο παιδί του.

“Ήσαν δε τω Κροίσω...” Ο Κροίσος έχει δύο παιδιά, από τα οποία το ένα ήταν
προβληματικό, γιατί ήταν κωφάλαλο και το άλλο ήταν πολύ καλύτερο από τους
συνομήλικούς του. Άρα τα δύο παιδιά έχουν πολύ διαφορετικές ικανότητες. Το
όνομα του χαρισματικού παιδιού ήταν Άτυς.

23
“Τούτον δη ων τον Άτυν...” Το όνειρο έδειξε στον Κροίσο ότι ο γιος του θα σκοτωθεί
κτυπημένος από μία σιδερένια αιχμή.

“ Ο δε επείτε...” Ο Κροίσος ξεκινά και λαμβάνει κάποια μέτρα. Επειδή φοβήθηκε το


όνειρο, παντρεύει τον Άτυ για να τον κρατήσει στις Σάρδεις και να μην τον αφήσει
να πηγαίνει στις εκστρατείες.

“...εωθότα δε στρατηγέειν...” συνήθιζε να είναι στρατηγός στους Λυδούς. Δεν τον


έστειλε εκεί όπου πολεμούν με ακόντια και δόρατα. Τα πήρε από τα δωμάτια των
ανδρών και τα άφησε στους θαλάμους των γυναικών, από φόβο μη τυχόν από εκεί
που κρεμόντουσαν, πέσει κάποιο και στοτώσει το παιδί το. Τα όνειρα είναι ένα
συχνό φαινόμενο. Βλέπουν όνειρα που τους προμηνύουν για το μέλλον. Ο
Ηρόδοτος δεν αμφισβητεί την ορθότητα των ονείρων. Τα όνειρα, όπως και οι
χρησμοί, αποδεικνύουν την αλήθεια. Για τον Ηρόδοτο το πρόβλημα είναι το πως
ερμηνεύουν οι άνθρωποι, τα παρερμηνεύουν δηλαδή.

“Έχοντος δε οι εν χερσί του παιδός...” Καθώς λοιπόν ο Κροίσος ασχολιόταν με τον


γάμο του παιδιού του, έρχεται στις Σάρδεις ένας άντρας που ήταν δυστυχισμένος
και τα χέρια του ήταν βαμμένα με αίμα. Ήταν Φρυγάς και ανήκε σε βασιλική γενιά.

Απικνέεται (αφικνείται) = ιστορικός ενεστώτας. Έχει την έννοια να τονίσει ότι εδώ
είμαστε σε ένα σημείο της ιστορίας που είναι σημαντικό για την εξέλιξη. Το ότι
φτάνει αυτό το πρόσωπο έχει καθοριστική σημασία για την εξέλιξη της πλοκής.
Αυτό δηλώνει ο ιστορικός ενεστώτας.

“Παρελθών δε ούτος...” Αυτός όταν έφτασε στο παλάτι του Κροίσου ζητούσε από
τον Κροίσο, σύμφωνα με τους νόμους εκείνος να τον εξαγνίσει.

24
“Έστι δε παραπλησίη...” Είναι παραπλήσιος ο τρόπος που γίνεται ο εξαγνισμός
από τους Λυδούς με αυτόν των Ελλήνων (είναι σχόλιο του Ηροδότου που
αποκαλύπτει ότι μπορεί να γράφει για πράξεις Ελλήνων και βαρβάρων, αλλά το
κοινό του είναι ελληνικό. Επομένως όταν περιγράφεται ένα έθιμο βαρβαρικό, θα το
παραλληλίσει με κάτι ελληνικό, με το οποίο είναι εξοικειωμένο το κοινό του για να
μπορέσει να το καταλάβει. Εδώ έχουμε ένα σχόλιο του ιστορικού, το οποίο
απευθύνεται προς τον αναγνώστη, για να τον βοηθήσει να καταλάβει αυτό το
οποίο λέει.

“Επείτε δε τα νομιζόμενα...” Αφού ο Κροίσος έκανε αυτό, δηλαδή τον εξάγνισε, τον
ρώτησε ποιος είναι και από που προέρχεται/κατάγεται και τον ρωτά: Ω άνθρωπε,
ποιος είσαι και από ποιο μέρος της Φρυγίας έρχεσαι και έφτασες στο σπίτι μου;
Ποιον άνδρα ή γυναίκα σκότωσες; Ο ξένος απαντά: είμαι γιος του Γορδία, του γιου
του Μίδα και ονομάζονται Άδραστος, σκότωσα τον αδελφό μου χωρίς να το θέλω
και με εξόρισε ο πατέρας μου και με αποκλήρωσε. Επομένως πήγε εκεί στον Κροίσο
για να τον εξαγνίσει και να βρει μια καινούρια πατρίδα, γιατί τον εξόρισε ο πατέρας
του, επειδή σκότωσε τον αδελφό του.

Άδραστος = Α + διδράσκω, δηλαδή ο άνθρωπος που δεν μπορεί να ξεφύγει από την
μοίρα του.

Ο Κροίσος του απάντησε: εσύ είσαι απόγονος φίλος μου και ήρθες σε φίλους. Εδώ
τίποτα δεν θα στερηθείς και τη συμφορά σου θα την περάσεις πολύ απαλά και
επιπλέον θα έχεις και κέρδος. Άρα ο Κροίσος τον καλοδέχεται, του λέει ότι ήρθες σε
φίλους, εδώ τίποτα δεν θα στερηθείς και θα ζήσεις μία καλή ζωή.

“Ο μεν δη δίαιταν είχε...” Ο Αδραστος έμεινε στο παλάτι του Κροίσου και εκείνη την
περίοδο στα βουνά εκείνης της περιοχής, στη Μυσία, εμφανίζεται ένας μεγάλος
ταύρος. Αυτός ο ταύρος κατέβαινε από το βουνό και κατέστρεφε τα χωράφια των
Μουσών και πολλές φορές οι Μύσιοι έβγαιναν και πήγαιναν να τον κυνηγήσουν,
25
αλλά τίποτα δεν μπορούσαν κακό να του κάνουν, αλλά αυτοί έπαθαν πράγματα.

“Τέλος δε απικόμενοι...” Τελικά έφτασαν κάποιοι στον Κροίσο και του είπαν:
βασιλέα εμφανίστηκε ένας μεγάλος ταύρος στην ύπαιθρό μας και καταστρέφει τα
χωράφια. Αν και έχω όλη τη διάθεση, δεν θα τα καταφέρουμε. Τώρα σου ζητάμε το
παιδί σου και κάποιους επιλεκτικούς νέους και κάποια κυνηγετικά σκυλιά, να τα
στείλεις μαζί μας, για να τον διώξουμε από την ύπαιθρό μας.

μιν = ταύρος.

Αυτά λοιπόν του ζητούσαν του Κροίσου οι αγγελιοφόροι των Μυσών και ο Κροίσος

“Κροίσος δε μνημονεύων...” και ο Κροίσος επειδή θυμότανε το όνειρο τους


απάντησε τα εξής: Μην αναφέρετε καθόλου το παιδί μου, γιατί δεν πρόκειται να
φύγει μαζί σας. Φυσικά δεν τους αναφέρει τον λόγο, για τον οποίο δεν θα στείλει το
παιδί του, απλά η δικαιολογία είναι ότι έχει παντρευτεί. Είναι νιόπαντρος και αυτό
που τον απασχολεί είναι ο γάμος του. Θα σας στείλω κάποιους εκλεκτούς νέους και
μαζί όλο τον εξοπλισμό τον κυνηγετικό και θα ζητήσω από αυτούς που θα έρθουν
μαζί σας να είναι πάρα πολύ πρόθυμοι, ώστε να διώξουν το θηρίο από την ύπαιθρο.
Αυτά τους απάντησε.

“Αποχρεωμένων δε...” Καθώς οι Μυσοί ήταν ικανοποιημένοι με αυτά που


άκουσαν και ετοιμάζονταν να φύγουν, έρχεται ο γιος του Κροίσου, γιατί άκουσε
αυτά που είπε ο πατέρας του και αυτά που ζητούσαν οι Μυσοί. Κι όταν ο Κροίσος
είπε ότι δεν πρόκειται να στείλει τον γιο του, του λέει o γιος του τα εξής: (ο γιος του
δεν ξέρει για τα όνειρα, αναρωτιέται γιατί ο πατέρας του τον κρατά στο σπίτι και
δεν τον στέλνει στις εκστρατείες και ούτε σε αυτή την αποστολή, ενώ μέχρι τότε,
επειδή ήταν γιος του βασιλιά, έπρεπε να αποδεικνύει ότι ήταν ικανός με το να
συμμετέχει σε τέτοιες δραστηριότητες). Πατέρα, ως τώρα εγώ είχα πάρα πολύ καλό

26
όνομα για την ανδρεία μου, γιατί συνήθιζα να πηγαίνω να πολεμώ και σε κυνήγια.
Τώρα όμως με κρατάς αποκλεισμένος από αυτά τα δύο, χωρίς όμως να μπορείς να
μου καταλογίσεις, ούτε ότι είμαι δειλός, ούτε ότι δεν έχω διάθεση γι αυτά. Τώρα με
τι πρόσωπο θα εμφανιστώ στην αγορά; (αυτό που κάνει ο πατέρας του τον
ντροπιάζει ως γιο βασιλιά). Πως θα φανώ στους πολίτες και τι άνδρας θα φανώ στη
γυναίκα, που παντρεύτηκα πρόσφατα; και με τι άνδρα θα σκεφτεί εκείνη ότι ζει μαζί
του; Αυτές οι δύο δραστηριότητες για κάποιον ευγενή άνδρα της αρχαιότητας
προσδιορίζουν την αξία του και τον ανδρισμό του, δηλαδή ο πόλεμος και το κυνήγι.

Επομένως εσύ ή άσε με να πάω να κυνηγήσω ή πείσε με με επιχειρήματα.


Διαμαρτύρεται αλλά θέλει να καταλάβει.

Ο Κροίσος τότε του λέει: Δεν έχω ούτε δειλία να σου καταλογίσω, ούτε κάτι άλλο
δυσάρεστο, αλλά είχα δει ένα όνειρο το οποίο μου έλεγε ότι θα μου ζήσεις λίγα
χρόνια και ότι θα σκοτωθείς από μία σιδερένια αιχμή. Γι αυ΄το το λόγο, επειδή είδα
αυτό το όνειρο, έσπευσα να σε παντρέψω και δεν σε στέλνω σε όλα αυτά, γιατί
προσπαθώ να προφυλαχτώ, αν μπορέσω να σε κλέψω από τον θάνατο και να σου
χαρίσω λίγη παραπάνω ζωή.

“Εις γαρ μοι μούνος...” Γιατί εσύ είσαι το μοναδικό παιδί που έχω, ο άλλος, επειδή
είναι κωφάλαλος, δεν τον λογαριάζω ότι είναι παιδί μου.

Αυτό που είπε ο Σόλων στον Κροίσο είναι μία πάρα πολύ καλή εφαρμογή. Όταν ο
Κροίσος θα κινδυνέψει να σκοτωθεί από έναν Πέρση στρατιώτη, θα το δει το παιδί
το κωφάλαλο και από την ταραχή του θα βρει τη φωνή του κι έτσι θα φωνάξει στον
στρατιώτη που ετοιμάζεται να σκοτώσει τον πατέρα του να μην τον σκοτώσει με
αποτέλεσμα ο Κροίσος να μη σκοτωθεί. Είναι ενδιαφέρον, γιατί αυτό το παιδί που
το αποκληρώνει, είναι αυτό στο οποίο θα χρωστά τη ζωή του. Ο Κροίσος έχει
περιορισμούς, όπως οι περισσότεροι άνθρωποι.

Ο νέος όταν άκουσε την απάντηση του πατέρα του λέει: Σε καταλαβαίνω πατέρα
μου από τη στιγμή ου είδες αυτό το όνειρο για μένα να προσέχεις, αλλά αυτό που
27
εσύ δεν καταλαβαίνεις, αλλά σου έχει διαφύγει της προσοχής σε σχέση με το
όνειρο, αυτό θέλω εγώ να στο εξηγήσω. (Εδώ έρχεται ο Άτυς να παρουσιάσει μία
ερμηνεία ονείρου, για να πείσει με αυτή την ερμηνεία ότι δεν έχει λόγο να φοβάται
να τον στείλει στο κυνήγι).

“Φης τοι το όνειρον υπό αιχμής...” Το ότι εγώ θα σκοτωθώ από μία σιδερένια
αιχμή. Όμως που είναι του κάπρου τα χέρια, ποια είναι η σιδερένια αιχμή την οποία
φοβάσαι; Αν το όνειρο έλεγε ότι εγώ θα σκοτωθώ από κάποιο δόντι ή από κάτι
παρόμοιο, εσύ έπρεπε να κάνεις αυτά που κάνεις. Τώρα όμως από σιδερένια αιχμή
λέει το όνειρο. Από τη στιγμή που δεν πρόκειται να πολεμήσω με άλλους άντρες,
άσε με να πάω.

Ο Κροίσος του απαντά: Πραγματικά το γνωρίζω ότι η ερμηνεία που έδωσες στο
όνειρο είναι σωστή και με πείθεις ότι έτσι είναι τα πράγματα. Επειδή μπορώ να
γνωρίζω ότι έχεις δίκιο, αλλάζω γνώμη και σε αφήνω να πας εκεί.

Είπε αυτά ο Κροίσος και αφού του δίνει την άδεια, στέλνει να του φωνάξουν τον
Άδραστο. Και όταν ο Άδραστος φτάνει του λέει: Άδραστε, εγώ εσένα που ήσουν
χτυπημένος από μία τέτοια δυστυχία και συμφορά, για την οποία δε σε κατηγορώ,
σε εξάγνισα και αφού σε δέχτηκα στο σπίτι μου, σου κάνω όλα τα έξοδα και ζεις με
τα δικά μου. Τώρα όμως οφείλεις σε μένα που σου έκανα το καλό, να μου το
ανταποδώσεις και σου ζητώ να γίνεις ο φύλακας του παιδιού μου, που πηγαίνει να
κυνηγήσει, μη τυχόν στο δρόμο εμφανιστούν κάποιοι κακούργοι κλέφτες και σας
κάνουν κακό. Ο Κροίσος εδώ αφήνει το γιο του να πάει, αλλά δεν έχει καθησυχάσει
ότι δεν υπάρχει κίνδυνος. Αυτό είναι ακόμα μία ένδειξη για το πόσο μειωτικός
χαρακτήρας είναι ο Κροίσος, όπως οι περισσότεροι άνθρωποι, για΄τι υπάρχει
κίνδυνος, αλλά δεν είναι ο κίνδυνος που βλέπει. Μειωτικός, δηλαδή δεν μπορεί
ακριβώς να ερμηνεύσει την πραγματικότητα με σωστό τρόπο.

Αν πας εκεί κι εσύ θα μπορέσεις να δοξαστείς με τα έργα σου, γιατί είσαι από μία
βασιλική οικογένεια και είσαι και δυνατός.
28
Ο Αδραστος απάντησε: Βασιλιά, εγώ διαφορετικά δεν θα πήγαινα σε κάτι τέτοιο,
ούτε είναι σωστό εγώ που έχω αυτήν την δυστυχία τώρα να είμαι ανάμεσα σε
συνομήλικους ευγενείς, οι οποίοι είναι άξιοι. Ούτε υπάρχει θέληση για να πάω,
αλλά έχω πολλούς λόγους να είμαι εδώ. Τώρα όμως επειδή εσύ με παρακινείς και
πρέπει να σου κάνω το χατήρι )οφείλω να σου ανταποδώσω το καλό που μου
έκανες με καλό), είμαι έτοιμος να κάνω αυτό που μου ζητάς, δηλαδή να συνοδεύσω
το γιο σου (να τον προστατεύσω) και περίμενε πως θα σου γυρίσει απήμονας
(δηλαδή σώος).

Ο Αδραστος επαναλαμβάνει στον Κροίσο ότι είναι υποχρέωσή του να του


ανταποδώσει το καλό που του έκανε με καλό.

Κι αφού έτσι απάντησε στον Κροίσο μετά ξεκίνησαν κάποιοι νεαροί, εκλεκτοί
κυνηγοί μαζί με τα κυνηγετικά σκυλιά. Όταν έφτασαν στο βουνό, τον Όλυμπο,
ζητούσαν να βρούνε τον ταύρο κι αφού τον βρήκανε και τον περικύκλωσαν,
άρχισαν να του ρίχνουν ακόντια και τότε αυτός που εξαγνίστηκε από τον φόνο και
λεγόταν Άδραστος (μας το λέει ότι λεγόταν Άδραστος, γιατί το όνομά του δείχνει
αυτό το οποίο τον ακολουθούσε σαν μοίρα, ότι δεν μπορούσε να ξεφύγει από τη
μοίρα του) ρίχνει το ακόντιο, αλλά αστοχεί και αντί να κτυπήσει τον ταύρο,
πετυχαίνει το γιο του Κροίσου. Αυτός κτυπήθηκε κι έτσι πραγματοποιήθηκε το
όνειρο (γιατί σκοτώθηκε). Και κάποιος αγγελιοφόρος πήγε στον Κροίσο, του είπε τι
έγινε και ο γιος του με αυτό το τρόπο βρήκε το θάνατό του.

“Ο δε Κροίσος τω θανάτω του παιδός...” Ο Κροίσος ταράχτηκε από το θάνατο του


παιδιού του και κατηγορούσε τον εαυτό του, γιατί τον σκότωσε αυτός, που ο ίδιος
εξάγνισε από το φόνο.

Τώρα που ξέρουμε το τέλος μπορούμε να οδηγηθούμε στη σωστή ερμηνεία όσων
έχουν προηγηθεί.

Πρώτον ο Κροίσος, παρά τα μέτρα τα οποία έλαβε, για να αποτρέψει την


εκπλήρωση του ονείρου, ο άνθρωπος που έστειλε για να προστατέψει το γιο του,
29
ήταν αυτός που τελικά σκότωσε το γιο του. Άρα παρά τα μέτρα που έλαβε,
προκάλεσε τον θάνατο. Το όνειρο ήταν ένα είδος αυτοεκπληρούμενης προφητείας.

Δεύτερον που το καταλαβαίνουμε βλέποντας το τέλος είναι το πόσο λάθος έκανε ο


Κροίσος όταν ζήτησε από τον Άδραστο να του ανταποδώσει το καλό που του έκανε.
Είναι μία τραγική ειρωνεία.

“Περιημεκτέων δε τη συμφορή....” Ο Κροίσος πριν δεχτεί το γιο του, θρηνεί για τη


συμφορά και προσφωνεί το Δία τον καθάρσιον, τον επίστιον και τον εταιρήιον,
δηλαδή τον Δία της κάθαρσης, δηλαδή του εξαγνισμού, προστάτη του οίκου, επειδή
έβαλε μέσα στο σπίτι του το φονιά του παιδιού του και προστάτη της φιλίας επειδή
έστειλε ως προστάτη του γιου του και τελικά τον βρήκε να είναι ο εχθρός του γιου
του. Μετά από λίγο οι Λυδοί ήρθαν φέρνοντας τον νεκρό και του ζητούσε να τον
σφάξει πάνω στο νεκρό σώμα θυμίζοντας τη συμφορά που είχε ως τοτε και ότι
πάνω σε εκείνη έκανε κάτι αντίστοιχο, σκότωσε δηλαδή το γιο αυτού του τον
εξάγνισε και επειδή τα έκανε όλα αυτά, δεν μπορούσε άλλο να ζει. Ο Κροίσος όταν
άκουσε τον Άδραστο να θρηνεί με αυτόν τον τρόπο, τον λυπάται, ενώ και ο ίδιος
ήταν μέσα σε μία μεγάλη συμφορά, του μιλάει.

Το γεγονός ότι ο Κροίσος φαίνεται τελικά να λυπάται τον Άδραστο είναι κάτι το
οποίο έχει παραξενέψει τους ερμηνευτές από την αρχαιότητα ως σήμερα. Δηλαδή
παρότι ο Άδραστος φαίνεται ότι είναι μεταμελημένος, το ότι ξαφνικά ο Κροίσος
φαίνεται να συγκινείται από την τόση μεγάλη μεταμέλεια του Άδραστου, δεν είναι
αυτονότητο αυτό.

Και του λέει του Άδραστου ο Κροίσος: Από σένα ξένε, από τη στιγμή που
καταδικάζεις τον εαυτό σου σε θάνατο, εμένα με δικαιώνεις. Εσύ δεν είσαι αίτιος
του κακού που έπαθα, εφόσον αυτό το έκανες χωρίς τη θέλησή σου, δεν μπορώ να
στο καταλογίσω, αλλά κάποιος θεός είναι αίτιος, ο οποίος από παλιά με είχε
προσημάνει αυτό που πρόκειται να πάθει. Έτσι ο Κροίσος έθαψε το γιο του και ο
Άδραστος, ο γιος του Γοργία από την Μίδα, αυτός που υπήρξε φονιάς του γιου
30
αυτού που τον εξάγνισε, όταν οι άνθρωποι απομακρύνθηκαν γύρω από το μνήμα,
κατάλαβε ότι ήταν ο πιο βαρυσυμφορότερος (ο πιο δυστυχής) από τους ανθρώπους
που γνώριζε και αφού είχε αυτή τη συναίσθηση, σφάζει τον εαυτό του πάνω στον
τάφο.

Η συμφορά του Άδραστου είναι αυτή που είναι, γιατί δεν κάνει κακό μονο στον
εαυτό του, αλλά και σε άλλους που τον έχουν ωφελήσει. Ο Αδραστος είναι αυτός
που δεν μπορεί να ξεφύγει από τη μοίρα του. Αλλά ο πρωταγωνιστής εδώ της
ιστορίας, αλλά και του Λυδικού λόγου είναι ο Κροίσος.

Στη φιλολογία λέμε συχνά ότι μία τεχνική, η οποία υπάρχει στις εισηγήσεις είναι να
υπάρχει μία λεπτομέρεια σε ένα κείμενο, η οποία αντανακλά και καθρεφτίζεται σε
ένα στοιχείο που είναι ζωτικότερης σημασίας για το κείμενο. Η λεπτομέρεια σε
αυτό το σημείο είναι ότι εμφανίζεται αυτός ο Άδραστος, ο οποίος έχει αυτό το
χαρακτηριστικό. Αυτό μπορεί να καθρεφτίζει γενικότερα αυτό το οποίο θα συμβεί
στο Λυδικό λόγο. Δηλαδή ο Άδραστος ο οποίος παθαίνει αυτό, φεύγει από την
ιστορία, σφάζει τον εαυτό του, αλλά από εδώ και πέρα συνεχίζεται του Λυδιακού
λόγου. Πως μπορούμε να θεωρήσουμε ότι ο Άδραστος καθρεφτίζει κάτι ποιο
ουσιαστικό για το Λύδιο λόγο; Ο Κροίσος ευθύνεται. Είναι προδιαγεγραμμένο να το
πάθει, αλλά το προκαλεί κιόλας. Άδραστος είναι κάθε άνθρωπος. Κανείς δεν μπορεί
να ξεφύγει από τη μοίρα του. Αλλά Άδραστος στη συγκεκριμένη περίπτωση, στην
ιστορία εδώ είναι ο Κροίσος. Γιατί αυτός δεν μπορεί να ξεφύγει από την μοίρα του,
αφού πρέπει να πληρώσει το αμάρτημα του Γύγη. Ο Αδραστος ως ένας χαρακτήρας
τραγικός, που δεν μπορεί να ξεφύγει από τη μοίρα του, ουσιαστικά λειτουργεί εδώ
ως καθρέφτης του ίδιου του Κροίσου.

4ο μάθημα 23.10.2018

Σελίδα 11.

Θουκυδίδης.

31
Δύο νουβέλες έχουμε δει. Ο Κροίσος, ένας μονάρχης της ανατολής. O τρόπος
αντιμετωπίζουν τα αγαθά με τον Κανδαύλη. Και οι δύο είναι βάρβαροι. Αυτοί οι
δύο έχουν την ανάγκη για επιβεβαίωση. Στη νουβέλα του Άδραστου είναι τρεις οι
πρωταγωνιστές, ο Κροίσος, ο Άτυς και ο Άδραστος. Τα όνειρα στον Ηρόδοτο έχουν
μεγάλη σημασία, γιατί προοικονομούν σημαντικά στοιχεία για την εξέλιξη. Οι
χαρακτήρες που βλέπουν τα όνειρα δεν μπορούν να τα ερμηνεύσουν σωστά. Τα
μέτρα που παίρνει ο Κροίσος έχουν το τραγικό χαρακτηριστικό, ότι τελικά
επισπεύδουν αυτό που προσπαθεί να αποτρέψει.

Διπλή αιτιότητα: υπάρχει μία αμαρτία που πρέπει να πληρωθεί και από την άλλη
με τις πράξεις του το προκαλεί.Δεν ήταν τυχαίο το ότι αυτό συνέβη στον Κροίσο.
Ποιος θα προσδιορίσει ποιος απόγονος πρέπει να πληρώσει; Οι πράξεις του ίδιου
του απογόνου το ορίζει.Ο Κροίσος και οι πράξεις του τον έκαναν κατάλληλο για να
πληρώσει. Η φιγούρα του Άδραστου στην πραγματικότητα αντικατοπτρίζει τον
κροίσο. Οι ιστορικοί βοηθιούνται από το τέλος, την τελική έκβαση. Ένας άλλος
τρόπος που βοηθάει έναν ιστορικό να γράψει την αφήγηση του, έχει να κάνει με το
θέμα των κινήτρων. Τα κίνητρα των χαρακτήρων. Τα κίνητρα των χαρακτήρων είναι
κάτι εσωτερικό, γι αυτό λέμε ότι ένας βασικός τρόπος με τον οποίο ο ιστορικός
φτάνει στο να παρουσιάσει τα κίνητρα των χαρακτήρων είναι με τον ίδιο τρόπο που
περιγράφουν εδώ για την έκβαση των γεγονότων. Βλέπει τα αποτελέσματα των
πράξεων και με βάση τις πράξεις και τον τρόπο με τον οποίο αυτές ολοκληρώθηκαν
συνάγει, φαντάζεται ποια μπορεί να είναι τα κίνητρα.Ένας τρόπος είναι να ρωτήσει

Ο Θουκυδίδης δεν ακολουθεί την γραμμή των προδρόμων των ιστορικών που
έγραφαν τοπική ιστορία, ούτε τη γραμμή του Ηροδότου που έγραψε παγκόσμια
ιστορία. Ο Θουκυδίδης έγραψε το είδος της ιστορικής μονογραφίας.

Προοίμιο Θουκυδίδη 1.1.1.

Πολύ ευκολότερη και απλούστερη η γλώσσα του Ηροδότου, παρά την ιωνική
διάλεκτο.
32
Ο Θουκυδίδης ο Αθηναίος κατέγραψε τον πόλεμο των Πελοποννησίων και των
Αθηναίων, όπως πολέμησαν μεταξύ τους ξεκινώντας αμέσως μόλις ξεκίνησε ο
πόλεμος και περιμένοντας ότι θα είναι μεγάλος και πολύ πιο αξιόλογος από τους
προηγούμενους.

“Τεκμαιρόμενος ότι ακμάζοντες...” Γιατί οδηγήθηκε στην άποψη ότι ο πόλεμος


αυτός θα έχει πάρει τέτοιες διαστάσεις. Επειδή έκρινε δηλαδή ότι ήταν και οι δύο
πάρα πολύ καλά προετοιμασμένοι σε όλα και βλέποντας ότι και οι υπόλοιποι
Έλληνες θα συντάσσονταν σε έναν από τους δύο. Άλλοι αμέσως και άλλοι το
σκέφτονται με ποια παράταξη θα πάνε.

Εδώ μπορεί να είναι ένας πόλεμος μεταξύ δύο κρατών, αλλά ακριβώς εξαιτίας του
μεγέθους των κρατών, ο πόλεμος παίρνει τέτοιες διαστάσεις, που γίνεται τελικά ένα
πανελλήνιο γεγονός. Φτάνει αυτός ο πόλεμος να απασχολεί, όχι μόνο την Ελλάδα,
αλλά φτάνει κάποια στιγμή και δυτικά, προς την Ιταλία και την Σικελία.

Από το προοίμιο αυτό λείπει τελείως η λέξη “ιστορία”, που υπήρχε στον Ηρόδοτο
ως “ιστορίης απόδειξις”. Εδώ οι δύο πρώτες λέξεις συνεχίζουν το μοντέλο του
Ηροδότου, δηλαδή το όνομα του συγγραφέα σε τρίτο πρόσωπο και την καταγωγή
του. Η 3η λέξη διαφοροποιείται. Το έργο του Θουκυδίδη καταλαμβάνει 8 βιβλία,
ενώ του Ηροδότου 9. Μάλιστα το 8ο βιβλίο θεωρείται ημιτελές, γιατί έχει κάποια
χαρακτηριστικά που δείχνουν ότι δεν έχει τελειοποιηθεί, όπως τα προηγούμενα. Η
εισαγωγή στο Θουκυδίδη σε κάποια βασικά πράγματα για τον Θουκυδίδη, ο ίδιος
μιλά για τη μέθοδο που ακολουθεί κατά τη σύνταξη του έργου του. Αντίθετα από
τον Ηρόδοτο, δεν έχει συγκεντρώσει τις μεθοδολογικές αρχές του σε ένα σημείο,
αλλά κανείς μπορεί να τις συνάγει σε διάσπαρτα σημεία. Ο Θουκυδίδης κάνει κάτι
το οποίο τον διαφοροποιεί απο τους ιστορικούς μέχρι τότε. Όταν τελειώνει την
αρχαιολογία του, που η αρχαιολογία του είναι τα πρώτα 20 κεφάλαια μετά το
προοίμιο, στην αρχαιολογία ο Θουκυδίδης θέλησε να δείξει:

ΠΡΩΤΟΝ γιατί ο πόλεμος αυτός είναι όντως σημαντικότερος από όλους όσους
33
προηγήθηκαν και

ΔΕΥΤΕΡΟΝ πως η ναυτική υπεροχή των Αθηναίων και τα χρήματα τα οποία τους
εξασφάλιζε τους έκαναν να είναι τα απόλυτα φαβορί για να νικήσουν αυτόν τον
πόλεμο.

Αυτό είναι το βασικό θέμα το οποίο θίγει αυτή τη στιγμή στην αρχαιολογία. Οι
Αθηναίοι μπαίνουν στο πόλεμο έχοντας όλα τα εφόδια να βγουν νικητές. Αυτό είναι
μία πρόκληση του Θουκυδίδη, που απευθύνεται προς τον αναγνώστη. Όταν η
αρχαιολογία δείχνει ότι οι Αθηναίοι φαίνεται να έχουν την δυνατότητα και όλη τη
δύναμη λόγω των χρημάτων που εξασφαλίζουν από τη ναυτική κυριαρχία να
αναδειχθούν νικητές, αυτό είναι μία πρόκληση, γιατί το αποτέλεσμα είναι ότι οι
Αθηναίοι χάνουν. Στην περίπτωση του Πολύβιου αρκεί να σας πω ότι έχει γραφτεί
ότι οι μεθοδολογικές παρατηρήσεις, που υπάρχουν είναι τόσες πολλές, αλλά είναι
διάσπαρτες στα 40 βιβλία που έχει γράψει, δεν είναι συγκεντρωμένες σε ένα
κεφάλαιο, όπως εδώ στο Θουκυδίδη.

Κείμενο 1.21.2-23.6

Μεθοδολογικό κεφάλαιο, όπου μας απασχολεί συγκεντρωμένα κάποιες


διατυπώσεις σχετικά με το πως κινήθηκε για να γράψει το έργο

Εδώ δεν αρχίζει να μιλά για τη μέθοδό του στην πρώτη περίοδο, μετά αρχίζει, αλλά
λέει κάτι ενδιαφέρον.

Ο πόλεμος αυτός (κάνει μία παρατήρηση για το πως σκέφτονται οι άνθρωποι), οι


άνθρωποι θεωρούν ότι η παρούσα εποχή είναι ανώτερη από μία προηγούμενη και
στα γεγονότα που συμβαίνουν. Κάθε γενιά θεωρεί ότι αν ζήσει κάποιο πόλεμο,
θεωρεί ότι αυτός ο πόλεμος που βιώνει είναι σφοδρότερος από όλους τους
προηγούμενους. Και όταν τελειώσει ο πόλεμος μετά με την ησυχία τους κάθονται
και αναπολούν αυτά τα οποία πέρασαν. Κάθε γενιά το κάνει αυτό, θα αποκαλύψει
απέναντι σε αυτούς που κρίνουν από τα ίδια τα πράγματα, θα τους δείξει ο ίδιος ο

34
πόλεμος ότι πραγματικά ήταν μεγαλύτερος από αυτούς που προηγήθηκαν. Και
εμείς θεωρούμε ότι ο πόλεμος που θα περιγράψει είναι σημαντικότερος από τους
άλλους, όπως όλοι οι άνθρωποι, αλλά εμείς δικαιολογημένα το κάνουμε. Δεν είναι
μόνο οι απλοί άνθρωποι που θεωρούν τον πόλεμο για τον οποίο γράφουν ότι είναι
σφοδρότερος, αλλά και οι ιστορικοί το κάνουν. Κάθε ιστορικός όταν παρουσιάζει το
θέμα του έχει την τάση να δείξει ότι το θέμα του τον διαφοροποιεί, τον κάνει να
υπερέχει από τους άλλους ιστορικούς. Είναι ένα μοτίβο που υπάρχει σε όλα τα
ιστορικά έργα.

Αμέσως μετά ακολουθεί η πρώτη μεθοδολογική παρατήρηση:

“Και όσα μεν λόγω είπον...” Εδώ το πρώτο κομμάτι το οποίο θίγει ο Θουκυδίδη
είναι το πως αντιμετώπισε το πρόβλημα της καταγραφής των δημηγοριών. Δεν
υπάρχουν ούτε μαγνητόφωνα, ούτε κάμερες, προκειμένου να αποτυπώνουν τη
στιγμή, οπότε υπάρχει δυσκολία στο πως αποτυπώνονται ως λόγια ενός ιστορικού
προσώπου. Ο Θουκυδίδης είναι ο πρώτος, ο οποίος θέτει το θέμα, ότι δηλαδή
υπάρχει ένα πρόβλημα με αυτό και λέει τον τρόπο με τον οποίο προσπάθησε να
αντιμετωπίσει αυτό το πρόβλημα. Όσα είπανε αυτοί οι οποίοι είτε πολεμούσαν,
είτε πρόκειται να πολεμήσουν, ήταν δύσκολο με ακρίβεια να θυμηθώ αυτά τα
οποία είπαν, το παραδέχεται. Είτε αυτά για τα οποία άκουσα ο ίδιος, είτε γι αυτά τα
οποία μετέφεραν άλλοι. Το ότι τα άκουσε δεν σημαίνει ότι τα θυμόταν ακριβώς, για
να μπορεί να τα αποτυπώσει σε ένα χαρτί.

“ως δ' αν εδόκουν...” Τα έγραψε ακολουθώντας δύο μεθόδους. Η μία ήταν δηλαδή
αυτά που θεώρησε ότι οι χαρακτήρες σε κάθε περίπτωση είπανε τα δέοντα, αυτά
τα κατέγραψε. Ο ένας τρόπος είναι ότι εγώ κατέγραψα αυτά που θεώρησα ότι
έπρεπε να πουν αυτοί, τα κατάλληλα επιχειρήματα που χρησιμοποίησα, για να
πετύχουν το σκοπό τους. Τα δέοντα είναι τα κατάλληλα επιχειρήματα για την
περίσταση. Αυτό δείχνει ότι κρίνει με βάση την δική του σκέψη. Αυτό που θεώρησα
35
εγώ ότι έπρεπε να ειπωθεί, προκειμένου να επιτευχθεί ο κάθε στόχος, αυτό
κατέγραψα. Η δεύτερη ερμηνεία, η καταλληλότητα, στη δεύτερη περίπτωση δεν
αφορά το σκοπό τον επιδιωκόμενο, αλλά αφορά τον χαρακτήρα του προσώπου.
Δηλαδή ό,τι θεώρησα ότι ταιριάζει στον χαρακτήρα του προσώπου, ο οποίος
μιλούσε. Εκείνη τη στιγμή κατέγραψε είτε κατάλληλο, για να επιτευχθεί ο στόχος,
είτε κατάλληλος ο χαρακτήρας του προσώπου. Πάντως η μέθοδος που
ακολουθείται από το πρώτο μέρος της περιόδου είναι της εικασίας, ότι ο
Θουκυδίδης συνάγει με βάση το στόχο που εξυπηρετεί την πορεία και το
χαρακτήρα του προσώπου τα επιχειρήματα τα οποία θα καταγράψει. Από την άλλη
προσπάθησε να κάνει και κάτι άλλο:

“...εχομένω ότι εγγύτατα της ξυμπάσης γνώμης...” από την άλλη όμως για να μην
φανεί κιόλας ότι αυτά τα οποία έκανε ήταν απολύτως δικές του επινοήσεις, λέει
προσπάθησα όμως ταυτόχρονα να μείνω όσο κοντά γίνεται στα αληθώς λεχθέντα.
Είναι αυτά που πραγματικά ειπώθηκαν, στα οποία δεν μπορεί να έχει πρόσβαση,
δηλαδή να τα θυμάται ακριβώς “ξυμπάσης γνώμης”. Το γενικό πνεύμα αυτών που
ειπώθηκαν προσπάθησα να χρησιμοποιήσω αυτά τα επιχειρήματα, που φαίνονταν
ότι ταιριάζουν της περίστασης μένοντας όμως όσο κοντά γίνεται στο γενικό πνεύμα
αυτών που ειπώθηκαν.

Ο Θουκυδίδης μας λέει χωρίς να κρύβεται ότι οι λόγοι τους οποίους καταγράφει
είναι δικοί του. Ο Θουκυδίδης ήταν ευκολότερο να θυμάται ένα επιχείρημα, που σε
μία συνέλευση ήταν παρών. Παρά τις προσπάθειες που έγιναν για να
διαφοροποιηθεί το υλικό, στο τι μπορεί δηλαδή να έχει πρόσβαση ο ίδιος και στο τι
όχι, δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι. Τελικά η δική του οπτική είναι που
παρουσιάζεται και όχι των χαρακτήρων. Όταν οι δημηγορίες καταγράφονται από
τα ιστορικά πρόσωπα, αποσκοπούν στο να πείσουν το ακροατήριο να ακολουθήσει
κάτι, να κάνει κάτι. Στο Θουκυδίδη οι δημηγορίες κάνουν πολλά περισσότερα, δεν
έχουν στόχο απλώς να δείξουν το πως ο συγκεκριμένος αγορητής θέλει να πείσει το
ακροατήριο, αλλά δείχνουν στοιχεία γύρω από την φιλοσοφία του αγορητή, από τα
κίνητρα του αγορητή, από τα συμφέροντα που εκπροσωπεί ο αγορητής. Ο
36
αγορητής έχει σαν στόχο να πείσει το ακροατήριο, ενώ στον Θουκυδίδη έχουμε κάτι
πολύ περισσότερο. Για να μας βοηθούν οι δημηγορίες να κατανοήσουμε τα
γεγονότα, σημαίνει ότι τις έγραψε ο Θουκυδίδης απλώς στην αρχή επειδή θέλει να
δείξει στους αναγνώστες του ότι γράφει ένα έργο το οποίο ως ιστορικός είναι
αντικειμενικό και ότι υπάρχει μία ακρίβεια. Θέλει το θέμα αυτό να το θέσει με
ειλικρίνεια, είναι κομμάτι της ρητορικής τεχνικής που θέλει να πείσει το κοινό ότι το
έργο είναι αποτέλεσμα ακριβούς έρευνα. Εγώ δεν τα κατέγραψα σε κάθε
περίπτωση, αλλά από την γνώση μου για το τι έπρεπε να ειπωθεί, προκειμένου να
επιτευχθεί ο στόχος από τη γνώση του χαρακτήρα του ομιλητή κατέγραψα τα
επιχειρήματα. Μπορεί να λέει ότι δεν είναι τα πραγματικά λόγια αυτά, αλλά είναι
ό,τι καλύτερο μπορούμε να έχουμε κοντά στα πραγματικά λόγια, γιατί δεν ήταν
επινοήσεις, ήταν η ερμηνεία των γεγονότων, στην οποία ερμηνεία έφτασε ο ίδιος
και την οποία την παρουσίασε μέσω των δημηγοριών.

Για τις δημηγορίες ακολούθησε την εξής τακτική: από τη μια χρησιμοποίησε όσα
επιχειρήματα θεώρησε ότι ήταν κατάλληλα για την περίσταση και τα
χρησιμοποίησαν οι αγορητές για να πετύχουν τον στόχο τους. Άρα ό,τι θεώρησε ότι
ειπώθηκε, το χρησιμοποίησε. Από την άλλη όμως, έμεινα όσο πιο κοντά γίνεται στο
γενικό πνεύμα των αληθινών λόγων. Αυτό για πολλά χρόνια θεωρούνταν ότι δεν
μπορούσε να συμβιβαστεί. Τα αληθώς λεχθέντα δεν υπάρχουν. Εξάλλου λέει της
ξυμπάσης γνώμης των αληθών λεχθέντων.

Ποια ήταν η μέθοδος που ακολουθούσε στο να καταγράψει τα γεγονότα; Όχι τις
δημηγορίες, τις πράξεις. Αν για τα αληθώς λεχθέντα έχουμε πρόβλημα, τότε το
πρόβλημα είναι οξύτερο για τα κίνητρα των χαρακτήρων, γιατί αντίθετα από τις
δημηγορίες, τα κίνητρα δεν ακούστηκαν ποτέ. Ο Θουκυδίδης έγραψε τα δέοντα,
δηλαδή αυτά που φαίνεται ότι ήταν κατάλληλα για το κάθε χαρακτήρα του
συγκεκριμένου προσώπου και για το σκοπό που εξυπηρετούσαν. Δεν αναφέρει εδώ
συγκεκριμένα την μέθοδο που ακολούθησε για τα κίνητρα. Αλλά έχει κάποια κοινά
με τη μέθοδο που ακολούθησε για τις δημηγορίες. Και εδώ έπρεπε να στηριχτεί
κάπως στη γνώση που είχε γύρω από τα πρόσωπα και τους σκοπούς που
37
εξυπηρετούσαν.

“Τα δ' έργα των πραχθέντων εν τω πολέμω...” Για τις δημηγορίες έκανα αυτό, δεν
θεώρησα ότι θα έπαιρνα πληροφορίες για τα γεγονότα του πολέμου από τον πρώτο
τυχόντα. Ήθελα να έχω αξιόπιστους πληροφοριοδότες. Δεν τα κατέγραψα, ούτε
από τον πρώτο τυχόντα, ούτε όμως και όπως εγώ νόμιζα. Ενώ στις δημηγορίες, τα
δέοντα, δηλαδή το τι πιστεύει. Η προσωπική του γνώμη εδώ δεν μπαίνει.

“... άλλ'οις τε αυτός..” Αλλά λέει και για τα γεγονότα, στα οποία εγώ ήμουν παρών,
άρα μπορούσα να επιστρατεύσω την αυτοψία και για τα γεγονότα τα οποία
πληροφορήθηκα από άλλους και για τις δύο κατηγορίες, όσο είναι δυνατό,
προσπάθησα να τα διερευνήσω με ακρίβεια προκειμένου να τα καταγράψω.
Δηλαδή τα υπέβαλα σε κριτικό έλεγχο, προκειμένου να επιτευχθεί ένας σημαντικός
βαθμός ακριβείας. Αλλά δεν μας λέει ποια είναι ακριβώς αυτή η διαδικασία, που
ακολούθησε, προκειμένου τα γεγονότα αυτά να είναι αξιόπιστα. Ο Θουκυδίδης, σε
αντίθεση με τον Ηρόδοτο έχει το εξής χαρακτηριστικό: ενώ ο Ηρόδοτος πολύ συχνά
μας λέει ότι υπάρχουν 3 εκδοχές πχ εγώ ενδεχομένως δεν ξέρω ποια εκδοχή είναι
σωστή ή σε άλλες περιπτώσεις λέει ότι εγώ θεωρώ αυτήν την εκδοχή πιθανότερη,
αλλά υπάρχει κι άλλη, στον Θουκυδίδη έχουμε μόνο το τελειωμένο προϊόν. Δεν
υπάρχει ποτέ λόγος για δεύτερη ή τρίτη εκδοχή. Αυτό που μας παρουσιάζει θέλει
να μας πει ότι είναι και αυτό το οποίο έγινε, γιατί το υπέβαλε σε πάρα πολύ
αυστηρή κριτική. Κι αυτό όμως που κάνει ο Ηρόδοτος είναι για ρητορική τεχνική,
προκειμένου να μας πείσει ότι όποτε δεν το κάνει, έχει φτάσει στο σωστό. Και οι
δύο αυτό που κάνουν οι δύο ιστορικοί είναι δύο διαφορετικοί τρόποι. Δύο
διαφορετικές ρητορικές, οι οποίες όμως καταλήγουν στο ίδιο αποτέλεσμα, να μας
πείσουν για την ειλικρίνεια των προθέσεών τους και την αλήθεια.

Για τα γεγονότα που ήμουν ο ίδιος παρών και γι αυτά που άκουσα από άλλους όλα
τα υπέβαλα σε κριτικό έλεγχο (χωρίς όμως να μας πει με ποιο τρόπο έκανε τον
38
έλεγχο).

“Επιπόνως δε ηυρίσκετο...” Με δυσκολία μπορούσα να φτάσω στα γεγονότα, γιατί


αυτοί που συμμετείχαν στα γεγονότα δεν έλεγαν τα ίδια πράγματα, αλλά ο καθένας
ανάλογα με το τι θυμόταν. Το θέμα εδώ έχει να κάνει με την εξέταση των
μαρτύρων, όχι με την αυτοψία. Οι μάρτυρες, λέει, ακόμα και αυτοί που ήταν
σύγχρονοι, δεν ήταν πάντα αξιόπιστοι. Απόδειξη ήταν ότι οι αφηγήσεις τους δεν
συνέπιπταν. Άλλοι δεν θυμόντουσαν και άλλοι έλεγαν ψέμματα. Επομένως σε
σχέση με την καταγραφή των γεγονότων μας λέει ότι δεν πήρα από τον πρώτο
τυχόντα, αλλά ούτε κατέγραψα σύμφωνα με τις απόψεις μου, αλλά υπέβαλα σε
κριτικό έλεγχο, όσα παρακολούθησα ο ίδιος και όσα μου μετέφεραν άλλοι. Κι αυτά
που έλεγαν οι άλλοι δεν ταυτίζονταν πάντα.

“Και ες μεν ακρόασιν...” Αυτό πρέπει να είναι ακόμα ένας υπαινιγμός προς τον
Ηρόδοτο, γιατί λέει: Η έλλειψη, η απουσία του μηθιστορηματικού στοιχείου από το
έργο μου, ενδεχομένως να φανεί ότι δεν είναι ιδιαίτερα ευχάριστο στο να το
ακούνε οι ακροατές. Στον Ηρόδοτο έχει ποικιλία από παράνομες σεξουαλικές
σχέσεις, ενώ εδώ στον Θουκυδίδη μιλάμε για πολιτική και στρατιωτική ιστορία. Και
γιατί λέει από αυτούς που θα το ακούσουν, γιατί αρκετά κομμάτια του Ηροδότου
είχαν παρουσιαστεί προφορικά. Αλλά τον Θουκυδίδη δεν τον απασχολεί αυτό, γιατί
ο στόχος του είναι άλλος.

“Όσοι δε βουλήσοντες..” Θα μου είναι λέει αρκετό, αν το κρίνουν ωφέλιμα το έργο


μου, πρώτον αυτοί που θα θελήσουν να καταλάβουν με σαφήνεια αυτά που έχουν
συμβεί (το σαφές των γεγομένων), αλλά και αυτά τα παραπλήσια, να καταλάβουν
δηλαδή με σαφήνεια και αυτά τα παρόμοια που πρόκειται να συμβούν κατά το
ανθρώπινον, γιατί το έργο μου φιλοδοξώ να είναι ένα κτήμα, το οποίο θα έχει
διαχρονική αξία και όχι ένα κομμάτι το οποίο θα έχει σαν στόχο να εντυπωσιάσει
39
τους ακροατές παροδικά. Εδώ λοιπόν λέει για την διαχρονικότητα. Με βάση την
ανθρώπινη φύση (κατά το ανθρώπινον) και την ανθρώπινη κατάσταση ο
Θουκυδίδης θέλει να πετύχει μία οικουμενικότητα στο έργο του, αλλά με ποιο άλλο
τρόπο από αυτόν το Ηροδότου. Η οικουμενικότητα που επιδιώκει να πετύχει, δεν
εξαρτάται από το πλήθος των πρωταγωνιστών, δηλαδή αν είναι Έλληνες ή ξένοι,
αλλά εξαρτάται από τα συγκεκριμένα γεγονότα. Θα φροντίσει αυτά να τα
παρουσιάσει με τέτοιο τρόπο, που να είναι παραδειγματικά για την ανθρώπινη
φύση και την ανθρώπινη κατάσταση. Δηλαδή θα παρουσιάσει παραδειγματικές
συμπεριφορές, που θα μπορέσει κανείς να τις κατανοήσει.

Το έργο του Θουκυδίδη μπορεί να είναι ο πόλεμος, αλλά δεν είναι τα πολεμικά,
το θέμα του Θουκυδίδη είναι τα ανθρώπινα. Σε όλες τις κρίσεις που θα βιώνουν οι
χαρακτήρες, είτε στον λοιμό, είτε στον πόλεμο, είτε σε εμφύλιες διαμάχες μετράει ο
άνθρωπος σε αυτές τις κρίσεις. Συνήθως στον Θουκυδίδη μετριέται αρνητικά ο
άνθρωπος. Αυτή είναι η ανθρωπογνωσία που προσφέρει το έργο του (κτήμα ες
αιεί, δηλαδή το διαχρονικό στοιχείο).

Στο τελευταίο κομμάτι προσπαθεί να δείξει ότι το θέμα του είναι σημαντικότερο
από αυτά που προηγήθηκαν, γιατί έχει κάποια χαρακτηριστικά, που το κάνουν
σημαντικό. Αύξησις λέγεται, το κάνουν όλοι οι ιστορικοί αυτό.

“Των δε πρότερον έργων...” Από τους παλαιότερους, αυτό που έκανε ο Ηρόδοτος,
τους μηδικούς πολέμους, η αύξησις γίνεται με το να υποβαθμίσει το έργο άλλου,
όχι μόνο με το μεγεθύνει το δικό του. Το σπουδαιότερο Μηδικό με δύο ναυμαχίες
(Σαλαμίνα) και δύο πεζομαχίες (Θερμοπύλες και Πλαταιές) τελείωσε.

“Τούτου δε του πολέμου...” (έρχεται στο δικό του έργο) Από τη μια η διάρκεια του
ήταν μεγάλη και κατά τη διάρκειά του υπήρξε πολύ πόνος στην Ελλάδα, τόσος όσο
ποτέ άλλοτε. Άρα το μέγεθος του πολέμου με διάρκεια, που ήταν μακρά και με
πόνο.
40
Και με συμφορές που συνέβησαν στην Ελλάδα και κατά τη διάρκειά του ήταν
τέτοιες που ποτέ άλλοτε σε τόσο διάστημα δεν συνέβη κάτι ανάλογολ

Εξηγεί παρακάτω ποιος ήταν αυτός ο πόνος.

“Ούτε γαρ πόλεις..” Ποτέ άλλοτε τόσες πολλές πόλεις δεν αλώθηκαν και δεν
ερημώθηκαν, άλλες από βαρβάρους και άλλες από αντιμαχόμενους (και κάποιες
όταν καταλήφθηκαν μετά άλλαξαν και κατοίκους). Ποτέ άλλοτε δεν έγιναν τόσες
πολλές εξορίες ανθρώπων, ποτέ δεν έγινε τόσο μεγάλο φονικό, άλλοι φόνοι που
έγιναν από τον ίδιο τον πόλεμο και άλλοι κατά τις εμφύλιες διαμάχες. Κι αυτό
παλιότερα το ακούγαμε μόνο (αυτό είναι καθαρά ρητορικό που λέει), αλλά πολύ
σπάνια τα βλέπαμε να γίνονται στη πράξη. Έγιναν κατά διάρκεια του πολέμου,
πλέον τα πιστέψαμε. Εκλείψεις ηλίου, η οποία την περίοδο που μας απασχολεί
ήταν συχνότερες από ότι σε άλλες περιόδους, μεγάλες ξηρασίες σε κάποιες
περιπτώσεις και από τις ξηρασίες και τις πείνες και όχι λιγότερη αυτή η οποία
σκότωσε πολλούς, δηλαδή η νόσος. Όλα αυτά τα πράγματα συνέβησαν κατά τη
διάρκεια του πολέμου. Όλο αυτό δημιουργεί μία απορία στους ερευνητές του
Θουκυδίδη, γιατί μας προετοιμάζει για μία αφήγηση και λέει ότι έγιναν πείνες,
νόσος, ξηρασίες. Δεν λέει ότι μπήκε κάποια αιτιώδης σχέση ανάμεσα στον πόλεμο
και σε αυτά. Απλώς λέει ότι την περίοδο του πολέμου συνέβησαν και αυτά τα
τραγικά πράγματα, αυτά τα δραματικά. Δεν τα συσχετίζει κάπως. Σε αυτό το
κομμάτι θέλει να τραβήξει τη προσοχή των αναγνωστών, γι αυτό βάζει ότι πιο
τραγικό μπορούμε να σκεφτούμε. Η αφήγηση όμως έχει να κάνει με πράξεις
πολεμικές και στρατιωτικές. Αυτά τα βάζει για “σάλτσες”.

“Ήρξαντο δε αυτού Αθηναίοι...” Άρχισαν τον πόλεμο αυτό οι Αθηναίοι και οι


Πελοποννήσιοι όταν έληξαν τις τριακοντάχρονες σπονδές, οι οποίες συνήφθησαν
μετά την Άλωση της Εύβοιας. Γιατί τις έλυσαν τις σπονδές, τα παράπονα που είχαν
μεταξύ τους οι εμπλεκόμενοι τις έχω ήδη καταγράψει, για να μην αναρωτηθεί ποτέ
41
κανένας για ποιο λόγο ξέσπασε αυτός ο μεγάλος πόλεμος ανάμεσα στους Έλληνες.

“Την μεν γαρ αληθεστάτην πρόφασιν...” Κάνει έναν διαχωρισμό ο Θουκυδίδης


ανάμεσα στη βαθύτερη αιτία, την πραγματική με τις μικροδιαφορές που
επικαλούνταν οι αντιμαχόμενοι, για να ρίξουν την ευθύνη ο ένας στον άλλον. Αυτό
είναι κάτι που είναι προσφορά του Θουκυδίδη στην ιστορία, το ότι δηλαδή
διακρίνει την πραγματική αιτία πίσω από τα γεγονότα από τα οποία επικαλούνται
οι αντιμαχόμενοι (αιτίας και διαφοράς). Η πραγματική αιτία είναι η αληθεστάτην
πρόφασιν, η βαθιά αιτία και ποια είναι αυτή; Ότι οι Αθηναίοι γίνονταν μεγάλοι και
οι Λακεδαιμόνιοι φοβόντουσαν τους Αθηναίους που αύξαναν την δύναμή τους και
τους ανάγκασαν να πολεμήσουν. Και γιατί φοβόντουσαν; Με το να αυξάνεται η
ισχύς των Αθηναίων, θα έπρεπε οι Σπαρτιάτες να υποταχθούν. Όταν ένας παίκτης
αποκτά μεγάλη δύναμη, ο άλλος έχει δύο επιλογές: ή να αντισταθεί ή να
υποταχθεί. Επομένως οι Σπαρτιάτες αντέδρασαν. Αυτό είναι η αληθεστάτην
πρόφαση. Τα παράπονα ακούγονταν πιο πολύ, ενώ η αληθής πρόφαση ακούστηκε
λιγότερο.

5o μάθημα – 30.10.2018

Λοιμός, 2ο βιβλίο Θουκυδίδη, σελίδα 16.

Θουκυδίδης 2.47-54

Είναι εύλογο από τις δημηγορίες, ακόμα και να τις θυμάται πως ειπώθηκαν, θα
συγκρατούσε αυτά τα οποία εξυπηρετούσαν κάθε φορά τους συγγραφικούς τους
στόχους. Το πραγματικό νόημα είναι ότι προσπαθεί να διασώσει τυλίγοντας σε
κατάλληλα επιχειρήματα, όχι τα αληθώς λεχθέντα. Δεν επινόησε δημηγορίες μόνο
42
και μόνο για να μας τα κάνει ποιο ευχάριστα. Είναι καθαρά ουσιαστικός. Δύο
κριτήρια ακολούθησε, το ένα είναι να είναι κατάλληλα για τον πολιτικό στόχο που
εξυπηρετούσε και το χαρακτήρα των αγορητών και δεύτερον να μην πρόδιδαν το
γενικότερο πλαίσιο, στο οποίο ειπώθηκαν πραγματικά τα λόγια. Μία αντίστοιχη
διαδικασία ακολουθήθηκε και για το άλλο μεγάλο θέμα και είναι το πως συνάγει ο
Θουκυδίδης τα κίνητρα των χαρακτήρων, όπως και όλοι οι άλλοι ιστορικοί.

Για την αρχαία ελληνική ιστοριογραφία ο βασικός τρόπος με τον οποίο


ερμηνεύονται τα γεγονότα είναι μέσα από την πρόσβαση στα κίνητρα των
χαρακτήρων, δηλαδή στο τι θέλησαν, τι φοβήθηκαν, τι επιθυμούσαν, τι σκέφτονταν
και γενικά τον εσωτερικό κόσμο των χαρακτήρων. Τα κίνητρα είναι κάτι εσωτερικό.

Μετά τις δημηγορίες αυτό που αναφέρει ο Θουκυδίδης είναι ο τρόπος που
κινήθηκε για να καταγράψει τα γεγονότα. Για τα γεγονότα έχει πει ότι οι
πληροφορίες δεν ήταν από τον πρώτο τυχόντα, αλλά ήταν από αξιόπιστους
μάρτυρες. Και έτσι θέτει μία δυσκολία που αντιμετώπισε ο ίδιος. Λέει δηλαδή ότι,
παρότι οι μάρτυρες ήταν αξιόπιστοι, πολύ συχνά δεν έλεγαν τα ίδια πράγματα για
τα γεγονότα. Μετά την αυτοψία, ο δεύτερος τρόπος (μέθοδος) που είχε για να
φτάσει στην αλήθεια ήταν η εξέταση αυτών των μαρτύρων. Τονίζει πάντως, ότι
παρότι η δυσκολία που αντιμετώπιζε τα γεγονότα για τα οποία γράφει, φρόντισε να
τα υποβάλλει σε πάρα πολύ αυστηρό έλεγχο, ώστε να υπάρχει ακρίβεια.

Το δεύτερο μεγάλο θέμα που θίγει σε αυτό το μεθοδολογικό κεφάλαιο είναι το


περίφημο “κτήμα ες αεί”, η άποψή του για τη διαχρονική αξία του έργου του. Ο
ίδιος παραδέχεται ότι σε σχέση με άλλα έργα των προδρόμων του, όπως του
Ηροδότου για παράδειγμα, απο το έργο του λείπει το λεγόμενο μυθώδες, το
μυθιστορηματικό στοιχείο. Το έργο του Θουκυδίδη είναι μία αυστηρή αφήγηση
πολιτικών και στρατιωτικών γεγονότων και δεν υπάρχει χώρος για όνειρα, χρησμούς
και για όλα αυτά τα στοιχεία που μπορεί να γοητεύουν το ακροατήριο.

Πως καταφέρνει ο Θουκυδίδης να περιορίσει το εύρος του έργου του; Εδώ δεν
έχουμε παγκόσμια ιστορία, αλλά εξετάζει έναν πόλεμο, που όμως παίρνει

43
διαστάσεις σε όλη την Ελλάδα, αλλά το εύρος του είναι περιορισμένο σε σχέση με
την παγκόσμια ιστορία του Ηροδότου.

Πως καταφέρνει να αναπληρώσει αυτό το χάσμα και την οικουμενικότητα που χάνει
από το έργο του και να αποκτά διαχρονικότητα και οικουμενικότητα; Τα ανθρώπινα
είναι το θέμα του, ο πόλεμος είναι μία ακραία εκδήλωση στη ζωή των ανθρώπων,
που επιτρέπει να διαφαίνονται πτυχές του χαρακτήρα των ανθρώπων, οι οποίες δεν
φαίνονται υπό ομαλές συνθήκες. Δηλαδή ο πόλεμος γίνεται αφορμή για τον
Θουκυδίδη, για να εκθέσει κάποια βασικά χαρακτηριστικά γύρω από την
ανθρώπινη φύση και την ανθρώπινη κατάσταση. Αυτά τα χαρακτηριστικά
δεδομένα, ότι η ανθρώπινη φύση δεν αλλάζει, όσο περισσότερο μπορέσει να
εξοικειώσει τους αναγνώστες του με τα χαρακτηριστικά αυτά, θα τους δώσει μία
ανθρωπογνωσία. Ό,τι χάνει περιορίζοντας το χώρο, τον κερδίζει με το βάθος το
οποίο επιτυγχάνει περιγράφοντας τα γεγονότα. Γι αυτό πρέπει να κατανοήσουμε
αυτό που λέει, ότι το έργο του είναι “κτήμα ες αεί”. Επιτυγχάνει ένα βάθος με το να
παρουσιάσει συμπεριφορές σε τύπους ανθρώπινης συμπεριφοράς, οι οποίοι είναι
χαρακτηριστικό πάγιο της ανθρώπινης φύσης. Αυτή η γνώση που προσφέρει γύρω
από τον άνθρωπο, θα βοηθήσει αυτόν που θα έχει το μυαλό να την κατανοήσει, να
πάρει ένα μάθημα, όχι για τον πόλεμο αυτό καθαυτό, αλλά για την τύχη του
ανθρώπου και πως σε ακραίες συνθήκες, όπως είναι ο πόλεμος ή ο λοιμός,
μπορούν να εκδηλωθούν και τι να μας πουν για τον άνθρωπο.

Στη ρητορική τη λέμε αύξηση, προκειμένου να φανεί ότι το έργο είναι σημαντικό,
μεγεθύνει την σπουδαιότητα των γεγονότων, για τα οποία γράφει. Yπάρχει
ρητορική έξαρση. Κάνει μία διάκριση, τέλος, ανάμεσα στην αληθέστατην πρόφασιν,
για την οποία έγινε ο πόλεμος και στα επιμέρους παράπονα, που εξέφραζαν οι
αντιμαχόμενοι, ο ένας εναντίον του άλλου. Χρησιμοποιεί έναν όρο, που είναι
κάπως προκλητικός, αληθέστατη πρόφαση. Στα νεοελληνικά η πρόφαση δεν έχει
καν την έννοια της βαθύτερης αιτίας, αλλά ακριβώς το αντίθετο. Κι όμως στον
Θουκυδίδη χρησιμοποιείται ο όρος, για να δηλώσει την βαθύτερη αιτία και είναι το
ότι η Αθήνα ολοένα και μεγάλωνε σε δύναμη, με αποτέλεσμα οι Σπαρτιάτες να μην
44
μπορούν να μείνουν αμέτοχοι παρατηρητές, αλλά θα πρέπει να αντιδράσουν, γιατί
θα ήταν περίεργο να υποκύψουν. Δεν μπορείς να είσαι απλώς παρατηρητής, γιατί η
επέκταση κάποια στιγμή θα σε καταπιεί.

Στο δεύτερο βιβλίο κάνει λόγο για τον λοιμό που ξέσπασε στην Αθήνα μετά το
πρώτο έτος του πολέμου. Αυτό θα δούμε τώρα. Αρχικά μας λέει πότε έγινε αυτό.
Έτσι έγινε η ταφή εκείνον τον χειμώνα. Αναφέρεται στη ταφή των νεκρών του
πρώτου έτους του πολέμου προς τιμήν των οποίων μίλησε ο Περικλής στον
Επιτάφιό του. Αφού λοιπόν τελείωσε η ταφή των νεκρών του πρώτου έτους το
χειμώνα, το καλοκαίρι οι Πελοποννήσιοι και οι σύμμαχοί τους με τα 2/3 των
δυνάμεων, εισέβαλαν για 2η φορά στην Αττική (και αρχηγός τους ήταν ο
Αρχίδαμος, ο βασιλιάς των Λακεδαιμονίων) και στρατοπέδευσαν στην Αττική και
λεηλατούσαν/πολιορκούσαν την ύπαιθρο.

Και ενώ δεν είχαν περάσει πολλές μέρες που βρίσκονταν στην ύπαιθρο, στην Αττική
γη, τότε ξέσπασε πρώτα η νόσος στους Αθηναίους. Λεγόταν ότι πριν είχε ξεσπάσει
στη Λήμνο και σε κάποια άλλα μέρη, αλλά πουθενά αλλού κι αν ξέσπασε, δεν
προκάλεσε τόσο θάνατο, όσο στην Αθήνα. Άρα στην Αθήνα ήταν η πιο ακραία
εκδήλωσή της και αυτό γιατί ήταν πολυπληθής η Αθήνα, αλλά και λόγω της
εκστρατείας των Πελοποννησίων στην Αθήνα. Ένα από τα μέτρα που είχε πάρει ο
Περικλής ήταν να ζητήσει από τους ανθρώπους που ήταν στην ύπαιθρο, να μπουν
στη πόλη μέσα.

“Ούτε γαρ ιατροί ήρκουν...” Ούτε και οι γιατροί μπορούσαν να θεραπεύσουν την
αρρώστια αυτή, γιατί αγνοούσαν τη φύση της, αλλά και αυτοί κυρίως πέθαιναν,
γιατί ήταν αυτοί οι οποίοι κυρίως έρχονταν σε επαφή με τους αρρώστους, ούτε
καμία άλλη τέχνη ανθρώπινη μπόρεσε να την αντιμετωπίσει. Αλλά αφού δεν
μπόρεσαν με φυσικό τρόπο να την αντιμετωπίσουν, ούτε και με μεταφυσικό τρόπο
κατάφεραν τίποτα, γιατί ούτε οι ικεσίες προς τα ιερά και τα μαντεία είχαν κάποιο
αποτέλεσμα, αλλά στο τέλος τα παράτησαν, γιατί κατάλαβαν ότι νικήθηκαν και δεν

45
μπορούσαν να το αντιμετωπίσουν.

“ Ήρξατο δε το μεν πρώτον...” Ξεκίνησε, λέει, η αρρώστια πρώτα από την Αιθιοπία
και έπειτα πήγε και στην Αίγυπτο και στη Λιβύη και στο μεγαλύτερο μέρος της γυς
του βασιλιά, δηλαδή της Περσίας.

“Ες δε την Αθηναίων πόλιν...” Στην Αθήνα ξέσπασε ξαφνικά και πρώτα ξεκίνησε
στον Πειραιά, ώστε κυκλοφόρησε η φήμη ότι αιτία της είναι ότι οι Πελοποννήσιοι
είχαν μολύνει τα πηγάδια στον Πειραιά. Δηλαδή ότι δεν ήταν μολυσματική η φύση
της αρρώστιας, αλλά ήταν αποτέλεσμα δολιοφθοράς των Πελοποννησίων.

“Κρήναι γαρ ούπω ήσαν...” Γιατί εκεί δεν υπήρχαν βρύσες. Ύστερα έφτασε και στην
άνω πόλη, δηλαδή στην Αθήνα και πέθαναν πολλοί περισσότεροι.

“Λεγέτω μεν ουν...” Έχουμε δύο περιόδους εδώ, η δεύτερη κυρίως μας ενδιαφέρει.
Ο καθένας που είναι, είτε γιατρός, είτε απλός πολίτης, μπορεί να πει τη γνώμη του
από που μπορεί να προήλθε αυτό και ποιες νομίζει αιτίες ότι μπορεί να ήταν τόσο
ικανές, να έχουν τέτοια δύναμη, ώστε να προκαλέσουν τέτοια μεταβολή στην
ανθρώπινη φύση.

“Εγώ δε οίον τε εγίγνετο λέξω...” (αυτό μας ενδιαφέρει). Εγώ θα σας πω τι συνέβη,
την πορεία της νοσου και από αυτά που θα πω, θα μπορεί κανείς εξετάζοντάς τα, αν
ξανασυμβεί ξέροντας από πριν, να μπορέσει να τα αντιληφθεί τα συμπτώματα και
όλα αυτά θα μπορέσω να τα πω. Είμαι τόσο βέβαιος ότι θα μπορέσω αυτό το οποίο
θα σας παρουσιάσω να είναι αντικειμενικό, γιατί ο ίδιος νόσησα και είσα και
άλλους να είναι άρρωστοι.

46
Βασίζει την αξιοπιστία της περιγραφής του στο ότι ο ίδιος πέρασε από αυτήν την
αρρώστια και είδε και κάποιους άλλους να την περνούν. Ο ίδιος έχει εμπειρία,
γράφει κάτι το οποίο έπαθε. Εγώ, λέει, θα σας αποκαλύψω την πορεία της νόμου
και αν ποτέ ξανασυμβεί από αυτά ου θα πω, θα μπορέσει να αναγνωρίσει την
αρρώστια. Είναι μία απλή εφαρμογή από αυτό που είπε, ότι θα παρέχω γνώση, η
οποία θα είναι χρήσιμη. Ήταν μία μεταδοτική αρρώστια. Ιδέα της επίκτητης
ανοσίας, θα πει ότι όποιος έχει περάσει από την αρρώστια, δεν την ξαναπερνάει.
Ανατριχιαστικά συμπτώματα. Ήταν τα πραγματικά συμπτώματα, το ερώτημα είναι
εάν ήταν τα πραγματικά συμπτώματα που τα είχαν περάσει οι άρρωστοι και τα
καταγράφει ή τα πήρε από ιατρικά εγχειρίδια και τα παρουσίασε, ώστε να έχει ένα
ρητορικό αποτέλεσμα; Ο Θουκυδίδης ξεπερνά τα εγχειρίδια, θεωρούμε ότι η
ιατρική του σκέψη δεν βασίζεται μόνο εκεί. Θεραπεία δεν υπάρχει. Τελικά έμεινε
αναπάντητο το ερώτημα κατά πόσο τα συμπτώματα ήταν πραγματικά ή τα πήρε
από ιατρικά εγχειρίδια και τα παρουσίασε, για να έχει αυτό το αποτέλεσμα, το
οποίο εξυπηρετεί τον στόχο της ακρίβειας. Βασίζει την αξιοπιστία στο ότι ο ίδιος ο
έζησε και το είδε σε άλλους να το περνούν και δεύτερον λέγοντας ότι η αφήγησή
του θα προσφέρει χρήσιμη γνώση στους αναγνώστες, ώστε σε μία αντίστοιχη
περίπτωση, να καταλάβουν, αν ξανασυμβεί, γιατί πρόκειται και να προετοιμαστούν
καλύτερα. Είναι μία εφαρμογή του γενικότερου πλαισίου, στο οποίο λέγει, ότι το
έργο του θα είναι χρήσιμο “κτήμα ες αεί”. H γνώση θα βοηθήσει τους αναγνώστες,
όποτε αντιμετωπίσουν μία παρόμοια κατάσταση, να ξέρουν πως να το
αντιμετωπίσουν/να το αναγνωρίσουν και να προφυλαχθούν.

“Το μεν γαρ έτος...” Εκείνη τη χρονιά, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη, μέχρι
εκείνο το σημείο ήταν άνοσο, άλλες αρρώστιες δεν παρουσιάστηκαν. Και αν
κάποιος κολλούσε κάτι άλλο, στο τέλος κατέληγε να πάθει και αυτό. Δηλαδή δεν
υπήρχαν άλλες αρρώστιες και αν κάτι ξεκινούσε, τελικά κολλούσε και αυτή την
αρρώστια. Άλλοι χωρίς να έχουν κολλήσει κάτι, το πάθαιναν. Και ξαφνικά ενώ ήταν
υγιείς, ξεκινούσε αυτό να εκδηλώνεται με πολύ δυνατούς πυρετούς και τα μάτια
47
κοκκίνιζαν και είχαν μία φλόγωση, άλλοτε εσωτερικά, ο φάρυγγας και η γλώσσα
γίνονταν κόκκινα σαν αίμα και η ανάσα ήταν παράξενη και δυσώδης. Μετά
ακολουθούσε φτέρνισμα και βραχνάδα στη φωνή και γρήγορα κατέβαινε προς τα
κάτω ο πόνος στο στήθος με δυνατό βήχα και όποτε έφτανε στη καρδιά την
προσέβαλα και όταν τάραζε τη καρδιά, έβγαζε ο άνθρωπος διάφορα είδη χολής,
όσα ήταν ικανοί να προσδιορίσουν οι γιατροί.

Εδώ είναι σαν να λέει, ότι θα μπορούσα να γίνω ακόμα πιο λεπτομερής. Αυτά τα
συμπτώματα θα συνεχιστούν. Πάντως αυτή η αρρώστια δεν εμφανίστηκε ποτέ ξανά
και δεν μπόρεσε, παρά τις προσπάθειες που έγιναν, να ταυτιστούν με μία
συγκεκριμένη αρρώστια. Αλλά η περιγραφή συνεχίζεται. Έβγαιναν με μεγάλη
ταλαιπωρία. Δημιουργείται στους περισσότερους μία τάση για εμετό, η οποία όμως
έμενε εκεί, χωρίς να γίνει εμετός. Αλλά δημιουργούσε δυνατούς σπασμούς. Σε
κάποιους γρήγορα ανακουφιζόταν αυτό, σε άλλους όμως κρατούσε πολύ. Το σώμα
όταν το ακουμπούσες εξωτερικά ούτε πολύ ζεστό ήταν, αλλά ούτε και δροσερό,
αλλά ήταν κατακόκκινο, χλωμό, ήταν γεμάτο από φλυκταίνες από τα σπυριά και τις
πληγές. Ήταν τόσο ανυπόφορα όλα αυτά, ώστε δεν μπορούσαν να ανεχτούν πάνω
τους ούτε το πιο λεπτό ρούχο, ούτε το πιο λεπτό σεντόνι, αλλά προτιμούσαν να
κυκλοφορούν γυμνοί και το καλύτερο ήταν να πέφτουν μέσα σε ψυχρό νερό.

“Και πολλοί τούτο των ημελημένων...” Και πολλοί από τους ανθρώπους που δεν
είχαν φροντίδα, πραγματικά τα έκαναν αυτά, έπεφταν μέσα σε πηγάδια, γιατί τους
βασάνιζε μία ακατάπαυστη δίψα και το ίδιο είτε έπιναν πολύ, είτε λίγο, είχε το ίδιο
αποτέλεσμα, η δίψα δηλαδή δεν περιοριζόταν. Τους ταλαιπωρούσε πάρα πολύ και
το ότι δεν μπορούσαν να ησυχάσουν και να κοιμηθούν κατά τη διάρκεια της
αρρώστιας. Και το σώμα παραδόξως, όσο διαρκούσε η έξαρση της νόσου, δεν
καταβαλλόταν, αλλά άντεχε την ταλαιπωρία, ώστε είτε οι περισσότεροι πέθαναν
την 9η ημέρα ή την 7η ημέρα από τον εσωτερικό πυρετό, ενώ είχαν ακόμα κάποια
δύναμη ή αν γλίτωναν την 9η ή την 7η ημέρα κατέβαινε η αρρώστια προς την κοιλιά

48
και δημιουργούσε εκεί μεγάλη πληγή και ισχυρή διάρροια. Όσοι είχαν γλυτώσει
πέθαναν ύστερα εξαιτίας της αδυναμίας που τους προκαλούσε η διάρροια, που
ακολουθούσε τον ισχυρό πυρετό μετά την 9η ημέρα.

“Διεξήει γαρ δια παντός του σώματος...” Αυτό το πρόβλημα ουσιαστικά περνούσε
από όλο το σώμα, ξεκινούσε από το κεφάλι και κατέβαινε προς τα κάτω. Κι αν
κανείς γλίτωνε τα χειρότερα, έφτανε στα άκρα και φαινόταν ότι γλίτωσε τα
χειρότερα. Γιατί στο τέλος κατέληγε να προσβάλλει η αρρώστια και τα γεννητικά
όργανα και τα άκρα των χεριών και των ποδιών και πολλοί σώθηκαν, αφού έχασαν
τα άκρα τους. Άλλοι έχασαν και τα μάτια τους. Άλλοι σώθηκαν μεν, αλλά έπαθαν
μία γενική αμνησία και δεν μπορούσαν να αναγνωρίσουν ούτε τον εαυτό τους, ούτε
τους οικείους τους.

“Γενόμενον γαρ κρείσσον λόγου...” Το είδος της αρρώστιας ήταν κρείσσον λόγου,
δηλαδή ήταν ανώτερο κάθε περιγραφής, ό,τι και να πει κανείς δεν μπορεί να το
περιγράψει. Και το ότι ήταν τόσο βαριά και ξεπερνούσε τα συνηθισμένα, αυτό
μπορεί να δείξει ότι δεν ήταν κάτι από τα συνηθισμένα.

“Τα γαρ όρνεα και τετράποδα...” Τα σκυλιά και τα τετράποδα ζώα, τ;α οποία
μπορεί να τρέφονταν από ανθρώπους, ενώ υπήρχαν πολλοί άταφοι ή δεν τους
πλησίαζαν ή τους έτρωγαν και πέθαιναν. Αυτά τα σαρκοφάγα άρχισαν να
εξαφανίζονται και δεν φαινόντουσαν ούτε γενικά, ούτε γύρω από τους νεκρούς.
(Μπορεί να δοκίμαζαν τους νεκρούς και να πέθαιναν, αυτό δηλαδή λέει το τεκμήριο
ότι και αυτά εξαφανίζονταν). Και τα σκυλιά περισσότερο το έκαναν αυτό, γιατί αυτά
συναναστρέφονταν κυρίως τους ανθρώπους. Η αρρώστια, αν αφήσω κατά μέρος
κάποιες άλλες λεπτομέρειες, που εκδηλώνονταν με διαφορετικό τρόπο στον έναν
και στον άλλον, γενικά αυτή τη μορφή είχε.

49
Εδώ τελειώνει η περιγραφή των συμπτωμάτων της αρρώστιας. Τα συμπτώματα
αυτά περιγράφονται τόσο αναλυτικά και εξονυχιστικά, για να δώσουν την
εντύπωση ότι ο Θουκυδίδης πετυχαίνει και σε αυτή την αφήγηση την ακρίβεια.
Θέλει να δείξει ότι το κομμάτι αυτό που γράφει χαρακτηρίζεται από ακρίβεια. Είναι
θέματα που ξέρει ότι θα κρατήσουν το ενδιαφέρον του κοινού.

“ Έθνησκον δε οι μεν αμελεία...” Άλλοι πέθαιναν παρατημένοι, δεν είχαν κανέναν


να τους φροντίσει και αυτοί που είχαν τους καλύτερους γιατρούς κι αυτοί πέθαιναν.
Ένα φάρμακο που να τους ωφελεί όλους δεν βρέθηκε, ούτε ένα.

Δεν λέει ότι δεν βρέθηκε ένα φάρμακο, αλλά λέει ότι βρέθηκαν φάρμακα που
μπορεί να ωφέλησαν τον έναν ή τον άλλον, αλλά δεν βρέθηκε ένα που να κάνει για
όλους.

“Το γαρ τω ξυνενεγκον..” Γιατί αυτό που κάποιον μπορεί να τον ωφελούσε,
κάποιον άλλον τον έβλαπτε. Ούτε μία κράση δεν βρέθηκε η οποία να είναι ισχυρή
απέναντι σε αυτή την αρρώστια, αλλά όλους τους σάρωνε, ακόμα και αυτούς που
είχαν την καλύτερη φροντίδα. Το χειρότερο ήταν η κατάθλιψη που πάθαινε κανείς,
όταν αρρώσταινε (γιατί απελπιζόταν) και παραδίδονταν/ εγκατέλειπαν και το άλλο
καλό ήταν ότι, καθώς ο ένας προσπαθούσε να θεραπεύσει τον άλλον, πέθαιναν σαν
τα πρόβατα.

Εδώ είναι καθαρά το κομμάτι της μεταδοτικότητας. Και αυτό ήταν που προκαλούσε
περισσότερο θανατικό. Γιατί, επειδή δεν ήθελαν να πλησιάζουν ο ένας τον άλλον,
πέθαιναν έρημοι και άρρωστοι. Εκτός από τον Θουκυδίδη και άλλοι κατάλαβαν ότι
ήταν μολυσματική ασθένεια. Γι αυτό κάποιοι δεν πλησίαζαν και τους άφηναν να
πεθάνουν μόνοι τους. Είτε πλησίαζαν και πέθαιναν και μάλιστα αυτό το πάθαιναν
αυτοί που ήθελαν να είναι πιο ενάρετοι, γιατί δεν λογάριαζαν τον εαυτό τους από
ντροπή και προτιμούσαν να πηγαίνουν στους φίλους, γιατί ντρέπονταν να τους
αφήσουν εγκαταλελειμμένους. Αλλά στο τέλος ήταν τέτοια η κατάσταση που ακόμα
50
και οι συγγενείς των νεκρών σταματούσαν να τους θρηνούν και είχαν πλέον
καταβληθεί από τη μεγάλη συμφορά που τους είχε βρει. Επιπλέον αυτοί που είχαν
ξεφύγει τον κίνδυνο και είχαν σωθεί, αισθάνονταν οίκτο γι αυτόν που πέθαινε και
αυτόν που ταλαιπωρούνταν, γιατί αυτοί ήξεραν τι περνούσε αυτός και επειδή οι
ίδιοι είχαν πλέον θάρρος.

“Δις γαρ τον αυτόν, ώστε και κτείνειν...” Δύο φορές τον ίδιο άνθρωπο δεν τον
έπιανε αυτή η αρρώστια σε σημείο τουλάχιστον που να είναι θανατηφόρο.

Εδώ είναι το κομμάτι της επίκτητης ανοσίας. Εδώ αναγνωρίζει ότι όσοι είχαν
περάσει την αρρώστια δεν την ξαναπερνούσαν ή αν την περνούσαν, ήταν πιο ήπια/
ελαφριά. Και αυτοί ου είχαν σωθεί, μακάριζαν τους άλλους από τη μεγάλη χαρά
που είχαν που σώθηκαν, ήλπιζαν, πίστευαν ότι πλέον είχαν όλο το κόσμο δικό τους,
τίποτα ξανά δεν θα τους απειλούσε.

“Επίεσε δ' αυτούς μάλλον προς τω υπάρχοντι πόνω...” Την κατάσταση την
επιδείνωσε το ότι από τους αγρούς ο Περικλής έφερε τους Αθηναίους μέσα στη
πόλη, για να τους προφυλάξει και σε αυτούς τους πρόσφυγες που ήρθαν μέσα,
επειδή δεν υπήρχαν σπίτια, αλλά συναθροίζονταν σε αποπνικτικά καλύβια και ήταν
κατακαλόκαιρο, πέθαιναν ο ένας πάνω στον άλλον, μία κατάσταση τραγική, αλλά
και οι νεκροί ήταν ο ένας επάνω στον άλλον και στους δρόμους κυκιόντουςσαν και
γύρω από τις βρύσες ήτανε ημιθανείς, θέλοντας να πιουν νερό.

“Τα τε ιερά εν οις εσκήνηντο...” Τίποτα δεν είχε μείνει το οποίο να δείχνει ότι
λειτουργούσε καλά, ήταν όλο σε κατάσταση αποσάθρωσης. Ακόμα και τα ιερά ήταν
γεμάτα από νεκρούς, γιατί πέθαιναν εκεί. Γιατί το κακό ξεπερνούσε σε διάσταση, οι
άνθρωποι που δεν είχαν τι να κάνουν, άρχισαν να αδιαφορούν και για τα ιερά και
για τα όσια. Οι νόμοι που παλιότερα είχαν να κάνουν με τις ταφές, όλοι

51
ανατράπηκαν. Και ο καθένας έλαβε τον δικό του, όπως μπορούσε. Και πολλοί
άρχιζαν να θάβουν τους δικούς τους με αναίσχυντο τρόπο, επειδή δεν είχαν τα
απαραίτητα, καθώς είχαν ήδη θάψει πολλούς γνωστούς. Πήγαιναν εκεί που κάποιοι
άλλοι είχαν συγκεντρώσει τη δική τους πυρά, για να θάψουν το δικό τους νεκρό και
έφερναν το δικό τους νεκρό. Άλλοι ενώ καιγόταν ένας άλλος, έβαζαν το δικό τους
από πάνω και έφευγαν.

Αυτό είναι το “αναισχύντους θήκας”, δηλαδή έθαβαν χωρίς να υπολογίζουν κανένα


νόμο που ίσχυε για το πως έπρεπε να γίνει η ταφή.

νήσαντας = από το ρήμα νέω που είναι αυτός που συγκεντρώνει, στοιβάζει τα υλικά
για να κάνει την πυρά.

ΣΟΣ!!! Γιατί αυτή η έμφαση στο ότι διαταράσσονται οι νόμοι γύρω από τις ταφές,
εδώ έχει μεγάλη σημασία!! ο Επιτάφιος έχει θέμα πόσο τιμητικά θάβονται οι νεκροί
του πρώτου έτους του πολέμου και γίνεται αυτός ο περίφημος λόγος, που
εγκωμιάζει την Αθήνα και τους θεσμούς της. Και αμέσως μετά έχουμε μία αφήγηση,
όπου γίνεται αυτό το φοβερό πράγμα και όλοι αυτοί οι θεσμοί ξαφνικά
ανατρέπονται και η εικόνα η εξιδανικευμένη δίνει τη θέση της σε μία εικόνα
κοινωνίας ντροπής. Επομένως ο Θουκυδίδης φημίζεται για μία τεχνική, η οποία
λέγεται αντίστιξη. Η τεχνική της αντίστιξης είναι ότι έχει σκηνές οι οποίες
ακολουθούν η μία την άλλη και έχουν τελείως διαφορετικό περιεχόμενο, σε σημείο
που να προκαλεί εντύπωση η διαφορετικότητα και η αντίθεσή τους. Εν προκειμένω
δηλαδή η αντίστιξη που είναι σημαντική εδώ έχει να κάνει με την εικόνα που
προβάλλεται από τον Επιτάφιο για την Αθήνα και την εικόνα που προβάλλεται από
την Αθήνα για τον λοιμό. Αυτό είναι αντίστιξη. Η αντίστιξη προϋποθέτει ότι δύο
σκηνές διαδέχονται η μία την άλλη άμεσα!!

Δύο είναι οι βασικές αντιστίξεις στον Θουκυδίδη. Η μία είναι εδώ που βλέπουμε
τώρα ανάμεσα στον Επιτάφιο και τον λοιμό. Η άλλη μεγάλη αντίστιξη είναι
ανάμεσα στο διάλογο των Μηλίων στο 5ο βιβλίο και στη Σικελική εκστρατεία στο
52
6ο βιβλίο. Οι Αθηναίοι παρουσιάζονται να αναλαμβάνουν ένα ρόλο που θυμίζει
περισσότερο αυτούς τους οποίους είχαν νικήσει παλιότερα, δηλαδή τους Πέρσες.
Παρουσιάζονται απόλυτα δυνάστες. Μία πόλη η οποία προσπαθεί να επιβάλει τη
γνώμη της επικαλούμενη το δίκαιο του ισχυρού. Έχουν τελείως αντιθετικό
περιεχόμενο δηλαδή στην αντίστιξη. Σε μία ακραία κατάσταση πως η ανθρώπινη
φύση μπορεί να αντιδράσει και τι σκοτεινές πτυχές της εκδηλώνονται. Αυτό θα
δούμε.

“Πρώτον τε ήρξε και ες τάλλα....” Το νόσημα στάθηκε αφορμή για να αρχίσει μία
γενικότερη κατρακύλιση των ηθών στην πόλη. (ράον γαρ ετόλμα) πιο εύκολα
τολμούσε να κάνει κανείς αυτά που μέχρι τότε κρυβόταν για να τα κάνει, γιατί
έβλεπαν πόσο γρήγορα γινόταν η μεταβολή και πως κάποιοι πλούσιοι πέθαιναν
αμέσως και κάποιοι που δεν είχαν τίποτα τους κληρονομούσαν. Ώστε ήθελαν να
απολαμβάνουν τη ζωή τους, όσο το δυνατόν γρηγορότερα και τα αποκτήματά τους
εφήμερα και κανείς δεν έμπαινε στη διαδικασία να πολεμήσει, για να αποκτήσει
κάτι, για να πετύχει κάτι, το οποίο το θεωρούσε καλό. Γιατί δεν ήταν βέβαιο ότι θα
το πετύχει προτού πεθάνει. Αφού έβλεπαν ότι ο θάνατος ήταν δίπλα, σταμάτησαν
να ενδιαφέρονται για οτιδήποτε.

“ ΄Οτι δε ήδη τε ηδύ πανταχόθεν...” Ότι ήταν ευχάριστο και ότι συντελούσε στην
ευχαρίστηση, αυτό θεωρήθηκε και καλό και χρήσιμο. Έχουμε δηλαδή μία
ανατροπή, όχι μόνον των ηθικών αξιών, αλλά και των εννοιών. Το καλό και το
χρήσιμο ταυτίστηκε με το ευχάριστο. Δεν υπήρχε καλό, αν δεν δημιουργούσε
ευχαρίστηση.

“Θεών δε φόβος ή ανθρώπων...” Δεν τους εμπόδιζε κανένας νόμος, ούτε θεϊκός,
ούτε ανθρώπινος, γιατί τελικά όλοι θα έχουμε το ίδιο τέλος, είτε έδειχναν σεβασμό
απέναντι στους νόμους, είτε δεν έδειχναν. Αυτοί σταματούσαν να δίνουν σημασία
53
σε νόμους, γιατί έβλεπαν ότι και αυτοί που ήταν σεβαστικοί και αυτοί που δεν ήταν,
όλοι χάνονταν με τον ίδιο τρόπο, άρα δεν είχε νόημα να είσαι σεβαστικός απέναντι
στους θεούς και στο νόμο. Η τύχη ήταν κοινή. Γιατί θεωρούσαν ότι δεν ήταν
καθόλου βέβαιο ότι θα επιβίωναν μέχρι να πληρώσουν για τα εγκλήματά τους.
Πολύ χειρότερη ήταν η τιμωρία που βρήκε τους ίδιους, δηλαδή η αρρώστια και
ήθελαν να απολαύσουν, όσα περισσότερα μπορούσαν, πριν πεθάνουν. Άρα για δύο
λόγους δεν έδιναν σημασία στους νόμους, τους θεϊκούς και τους ανθρώπινους.
Πρώτος γιατί έβλεπαν ότι είτε έδιναν σημασία, είτε δεν έδιναν, η τύχη ήταν κοινή
και δεύτερος γιατί πίστευαν ότι ήταν αβέβαιο ότι θα μπορούσαν να φτάσουν να
δικαστούν και να τιμωρηθούν πριν πεθάνουν. Όλα αυτά δείχνουν πως στην πρώτη
μεγάλη κρίση όλοι φαίνονται να αποσυντίθενται. Αυτές είναι οι ηθικές επιπτώσεις
του λοιμού στην Αθήνα. Τα ήθη των ανθρώπων ανατράπηκαν. Εδώ είναι μία
περίπτωση κρίσης, όπου ο άνθρωπος μετριέται και το αποτέλεσμα είναι αυτό.
Εμφύλιοι και πόλεμοι, το ίδιο αποτέλεσμα. Το θέμα είναι τα ανθρώπινα.

“Τοιούτω μεν πάθει οι Αθηναίοι...” Αφού έπεσαν σε τέτοια συμφορά οι Αθηναίοι


πιέζονταν, καθώς μέσα στη πόλη πέθαιναν άνθρωποι και η ύπαιθρος λεηλατούνταν
και μέσα στη συμφορά, όπως είναι εύλογο να συμβαίνει, θυμήθηκαν οι παλιότεροι
και κάποιο στίχο που λεγόταν ότι θα έρθει στη πόλη δωριακός πολεμος και μαζί του
η αρρώστια. Και υπήρξε μία διαφωνία ανάμεσα στους ανθρώπους, εάν ο στίχος
έλεγε μαζί με τον πόλεμο θα έρθει λοιμός, δηλαδή αρρώστια, ή λιμός, δηλαδή
πείνα. Δηλαδή είπαν μήπως ο στίχο έλεγε ότι δεν θα έρθει αρρώστια, αλλά πείνα
και επικράτησε η άποψη που έλεγε ότι ο στίχος ανέφερε ότι θα έρθει μαζί με τον
πόλεμο και αρρώστια. Γιατί οι άνθρωποι προσάρμοζαν την μνήμη τους σε αυτά τα
οποία πάθαιναν. Αν ποτέ μετά από αυτόν ξαναέρθει ένας πόλεμος
πελοποννησιακός στην Αθήνα και συμβεί να συνοδευτεί από πείνα, θα
προσαρμόσουν πάλι τον στίχο και θα λένε ότι ο στίχος έλεγε, ότι θα έρθει πείνα και
όχι ότι θα έρθει αρρώστια. Επειδή πέθαιναν από την αρρώστια, είπαν ότι ο στίχος
έλεγε για την αρρώστια.
54
“Μνήμη δε εγένετο και του Λακεδαιμονίων...” Θυμήθηκαν και έναν άλλον χρησμό
που είχε δοθεί στους Σπαρτιάτες, όταν ρώτησαν το θεό, αν πρέπει να πολεμήσουν
και αυτός του είπε ότι θα νικήσουν και ότι ο ίδιος θα τους βοηθήσει.

“Περί μεν ουν του χρηστηρίου...” Και πάλι θεωρούσαν ότι αυτά που συνέβαιναν
τότε, ότι επαλήθευαν τον χρησμό. Άποψη συγκεκριμένων ανθρώπων. Γιατί μόλις
εισέβαλαν στην Πελοπόννησο, τότε ξεκίνησε η νόσος και στην Πελοπόννησο δεν
μπήκε σε σημείο που να είναι αξιόλογο, αλλά κυρίως την Αθήνα προσέβαλε και
κάποια άλλα μέρη τα πολυανθρωποτατα, δηλαδή που είχαν πολύ πληθυσμό, γιατί
ακριβώς είπαμε έχει να κάνει με την μεταδοτικότητα. Αυτά έγιναν τότε, όταν η
αρρώστια ξέσπασε στην Αθήνα.

6o μάθημα – 6.11.2018

Σε κάποια σημεία ο Θουκυδίδης φαίνεται στη σκέψη του να είναι πιο


προχωρημένος από τις γενικές πραγματείες της εποχής του, τουλάχιστον σε δύο
σημεία:

Το ένα σημείο είναι ότι συλλαμβάνει την έννοια της μεταδοτικότητας της
αρρώστιας, κάτι που δεν υπάρχει στις πραγματείες της εποχής του και

το άλλο σημείο είναι η έννοια της ανοσίας με την έννοια ότι αυτοί οι οποίοι
κολλούσαν την αρρώστια αυτή και γλίτωναν και ήταν λίγοι αυτοί που γλίτωναν, δεν
την ξανακολλούσαν, τουλάχιστον όχι στην ακίνητη μορφή της.

Συνδέει την ενότητα του λοιμού με το μεθοδολογικό κεφάλαιο του Θουκυδίδη, για
να τονίσει τη διαφορετικότητα του έργου του (κτήμα ες αιεί). Επισημαίνει ότι οι
καταστάσεις οι οποίες περιγράφει, ενδέχεται να επαναληφθούν με την έννοια ότι η
ανθρώπινη φύση και κατάσταση δεν αλλάζει. Και το έργο του πιστεύει ότι θα
55
προσφέρει στον άνθρωπο μία γνώση γύρω απο την ανθρώπινη φύση και θα τον
βοηθήσει, όταν θα αντιμετωπίσει παρόμοιες καταστάσεις, να είναι
προετοιμασμένος καλύτερα.

ΣΟΣ!! Αυτή είναι η εφαρμογή που λέει ότι εγώ θα δώσω μία περιγραφή των
συμπτωμάτων της νόσου, έτσι ώστε, αν ποτέ έρθει ξανά αντιμέτωπος με τέτοια
συμπτώματα, να καταλάβει ότι πρόκειται για τη συγκεκριμένη νόσο και να
προστατευτεί.

Πολύβιος 1.1-4 σελίδα 27

Προοίμιο

Στον Πολύβιο έχουμε 40 βιβλία, αλλά σώζονται ακέραια τα πρώτα 5. Οι ιστορικοί


γίνονται περισσότερο συνειδητοί επαγγελματίες. Έχουν καταλάβει ότι αυτό που
κάνουν είναι επάγγελμα. Πολύ συχνά διακόπτεται η αφήγηση, ειδικά όταν η
αφήγηση αφορά γεγονότα τα οποία έχουν πραγματευτεί και άλλοι ιστορικοί, ώστε
να δείξει ο ιστορικός η δική του πραγμάτευση είναι καλύτερη, ανώτερη. Η πολεμική
λειτουργεί ως ένα είδος αυτοδικαίωσης του ιστορικού. Δηλαδή εγώ ασκώντας
κριτική στον άλλον, δεν δηλώνω απλώς το λάθος του, αλλά δείχνω ότι εγώ κάνω
καλύτερα αυτό που κάνει ο άλλος. Ένα δεύτερο που υπάρχει είναι ότι πάλι
διακόπτεται η αφήγηση πολύ συχνά και αυτό σχετίζεται με την πολεμική, αλλά
διακόπτεται εν προκειμένω ο ιστορικός για να παρεμβάλλει διάφορα σχόλια, όποια
σχόλια μπορούν να αφορούν την αξιολόγηση των χαρακτήρων για τους οποίους
μιλά ή σχόλια που να ανακεφαλαιώνει αυτά που έχει πει ή παρατηρήσεις που να
εξηγούν τις συγγραφικές του επιλογές. Στον Πολύβιο ουσιαστικά το κείμενο
χωρίζεται από την αφήγηση και από την άλλη έχουμε τον σχολιασμό της αφήγησης,
πράγμα που δηλώνει ότι πλέον αυτοί αντιμετωπίζουν τη δουλειά τους ως ιστορικοί
διαφορετικά. Αυτό βέβαια στην κατηγορία των ιστορικών έργων ου ακολουθούν το
πρότυπο του Θουκυδίδη, δηλαδή της αυστηρής ιστοριογραφίας, που
επικεντρώνεται σε πολιτικά και στρατιωτικά γεγονότα. Η πραγματική ιστορία,
56
δηλαδή το έργο αναφέρεται στην ελληνιστική περίοδο, όχι στην κλασική.

Το προοίμιο του πρώτου βιβλίου είναι αυτό. Θα δούμε αρκετές διαφορές στο
προοίμιο αυτό αυτό του Ηροδότου και του Θουκυδίδη. Το κυρίως έργο του
Πολύβιου ξεκινά από το 3ο βιβλίο. Τα δύο πρώτα πάνε μαζί. Τα λέει ο ίδιος
προκατασκευή και είναι δύο εισαγωγικά βιβλία, που στόχο έχουν να
εξοικειώσουν τους Έλληνες αναγνώστες με τους δύο βασικούς πρωταγωνιστές της
ιστορίας, τη Ρώμη και τη Καρχηδόνα. Και επειδή λέει ότι οι περισσότεροι Έλληνες
δεν είναι εξοικειωμένοι με την παλαιότερη ιστορία, γι αυτό προτάσσει τα δύο
βιβλία, για να εξοικειώσει τον αναγνώστη. Το προοίμιο αυτό εξηγεί βασικά
στοιχεία, που αφορούν συνολικά το έργο του Πολύβιου και όχι μόνο τη
προκατσκευή.

“ Ει μεν τοις προ ημών αναγράφουσι...” (ξεκινά χωρίς όνομα, ούτε καταγωγή). Αν
συνέβαινε να είχαν παραλείψει αυτοί που έγραφαν ιστορία πριν από εμένα (αν
δηλαδή οι συνάδελφοί μου, δηλαδή οι παλαιότεροι συνέβαινε να είχαν παραλείψει
το να επαινέσουν την ιστορία) ίσως θα ήταν ανάγκη το να προτρέψω όλους τους
αναγνώστες να επιλέξουν να διαβάσουν ιστορικά έργα, γιατί τίποτε άλλο δεν
μπορεί να βοηθήσει τους ανθρώπους να διορθωθούν περισσότερο από το να
γνωρίζουν καλά τα γεγονότα του παρελθόντος.

Αρχίζει να μιλά για το γραμματειακό είδος, το οποίο καλλιεργεί. Λέει ότι εγώ δεν
πρόκειται να ασχοληθώ με το γιατί πρέπει κανείς να διαβάζει ιστορία, γιατί αυτό το
έχον κάνει οι συνάδελφοί μου πριν από εμένα.

“Επει δ' ου τινες, ουδ' επί ποσόν...” Εδώ στον Πολύβιο έχουμε μία φλυαρία,
δηλαδή πολύ συχνά χρησιμοποιεί 2 και 3 λέξεις με παρεμφερές νόημα, για να πει
το ίδιο πράγμα. Γι αυτό το νόημα πρέπει να το αποδώσουμε σωστά. Επειδή όμως
όλοι θα λέγαμε ότι αρχίζουν και τελειώνουν το έργο τους με αυτό, λέγοντας ότι η
διδασκαλία που προσφέρει η ιστορία είναι η καλύτερη εκπαίδευση για να γίνει ο
57
ίδιος πολιτικός.

Άρα το ένα πράγμα που προσφέρει η ιστορία είναι να εξασκήσει τον αναγνώστη,
ώστε να τον κάνει εν δυνάμει ικανό πολιτικό.

Το δεύτερο πράγμα που προσφέρει η ιστορία και επίσης είναι σημαντικότερο,


γιατί αφορά όλους τους αναγνώστες, και όχι μόνο τους φιλόδοξους πολιτικούς, ότι
η ανάμνηση, η υπενθύμιση των περιπετειών των αλλοτρίων. Οι περιπέτειες στην
ιστοριογραφία αφορούν στην απότομη μετάβαση από την επιτυχία στην ατυχία και
στη δυστυχία και το αντίστροφο. Το ότι οι χαρακτήρες υφίστανται κάποιες
σημαντικές μεταβολές. Το δεύτερο κέρδος που αποκτά ο αναγνώστης, ότι η
υπενθύμιση των περιπετειών των άλλων, κάνει τον αναγνώστη να μπορεί να
υποφέρει με γενναιότητα τις μεταβολές. Ξεκινά, όχι όπως οι δύο κλασικοί ιστορικοί
προτάσσοντας το όνομά του, το θέμα του και την καταγωγή του, αλλά μία συζήτηση
γύρω από το γραμματικό είδος, το οποίο καλλιεργεί. Λέει ότι δεν θα αναφερθεί στα
οφέλη που προσφέρει η ιστοριογραφία, γιατί αυτό το έχουν κάνει όλοι οι ιστορικοί,
αλλά τελικά τα αναφέρει και εντοπίζει 2 οφέλη.

“Αυτό γαρ το παράδοξον των πράξεων...” Τώρα θα δούμε εδώ ότι όλη αυτή την
αρχή την κάνει, για να προσεγγίσει τους αναγνώστες και για να πει ότι εγώ δεν
χρειάζεται να διαφημίσω την αξία της ιστορίας, για να προσελκύσω αναγνώστες,
γιατί αυτό το έχω εξασφαλισμένο χάρη στο θέμα που επιλέγω. Αυτό λέει. Όλοι οι
ιστορικοί θέλουν να διαφημίσουν το έργο τους. Δεν χρειάζεται εγώ να διαφημίσω
το έργο μου, γιατί τα γεγονότα τα οποία έχω επιλέξει να καταγράψω είναι τόσο
παράδοξα, ώστε μπορούν να προκαλέσουν τον καθένα, είτε είναι νέος, είτε
μεγαλύτερος.

“Τις γαρ ούτως υπάρχει φαύλος...” Γιατί ποιος από τους ανθρώπους μπορεί να
είναι τόσο φαύλος ή τεμπέλης, που δεν θα ήθελε να μάθει με ποιον τρόπο και με
ποιο είδος πολιτεύματος, όλα σχεδόν τα έθνη της οικουμένης, έπεσαν κάτω από την
58
κυριαρχία ενός κράτους, της Ρώμης σε λιγότερο από 53 χρόνια;

“...και τίνι γένει πολιτείας...” αναφέρεται στο πολίτευμα το ρωμαϊκό, το οποίο για
τον Πολύβιο, ήταν σημαντικός παράγοντας στο να εξασφαλίσει τους Ρωμαίους
αυτή την υπεροχή.

Είπαμε ότι όλοι οι ιστορικοί πρέπει να διαφημίσουν το έργο τους με διάφορα


επιχειρήματα, αλλά πρέπει κάπως να δείξουν ότι το έργο τους είναι μοναδικό και
καλύτερο από των άλλων. Θα δούμε ποια είναι τα επιχειρήματα που χρησιμοποιεί
εδώ ο Πολύβιος, για να δείξει αυτό που λέει, ότι δηλαδή το έργο του δεν χρειάζεται
να διαφημιστεί. Το πρώτο επιχείρημα το είδαμε, το θέμα είναι τόσο εντυπωσιακό.
Είναι τόσο πρωτότυπο και μοναδικό, που ποτέ ξανά κανείς δεν μπόρεσε να
κατακτήσει ολόκληρο το κόσμο σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα.

Ή ποιος άλλος είναι τόσο παρασυρμένος με άλλα θεάματα και μαθήματα, ο οποίος
να θεωρήσει κάτι σπουδαιότερο από την εμπειρία που πρέπει στο έργο; Είναι το
ίδιο νόημα.

“Ως δε' εστί παράδοξον και μέγα...” Μετά το πρώτο επιχείρημα, που είναι η
μοναδικότητα του θέματος, το δεύτερο επιχείρημα που χρησιμοποιεί έχει να κάνει
με την υπεροχή και την μοναδικότητα των πρωταγωνιστών. Εδώ θα μας δείξει ότι οι
Ρωμαίοι υπερέχουν από όλα τα άλλα έθνη, που διεκδίκησαν μία εξουσία στην
ιστορία που προηγήθηκε. Θα συγκρίνει δηλαδή τους πρωταγωνιστές του δικού του
έργου, τους Ρωμαίους, με άλλες δυναστείες που προηγήθηκαν και θα προσπαθήσει
να δείξει, γιατί η δική του υπερέχει των άλλων και αυτό αντανακλά στο ίδιο το έργο
από τη στιγμή που οι δικοί του πρωταγωνιστές είναι σημαντικότεροι από άλλους,
άρα το έργο αυτό είναι σπουδαιότερο. Η ιστορική σύγκριση των Ρωμαίων με
άλλους λαούς που κάνει, καταλήγει σε ένα ιστοριογραφικό συμπέρασμα. Όπως οι
Ρωμαίοι είναι ανώτεροι των άλλων λαών, έτσι και το έργο μου που παρουσιάζει
τους Ρωμαίους είναι ανώτερο από τα έργα των άλλων ιστορικών, που
παρουσιάζουν κατώτερους λαούς.
59
Πόσο παράδοξο και σπουδαίο είναι το θέμα που προσφέρει το έργο μου, μπορεί να
γίνει εμφανές, αν παραβάλλουμε και συγκρίνουμε τις πιο σπουδαίες προηγούμενες
δυναστείες, για τις οποίες οι συγγραφείς έχουν γράψει τόσα πολλά έργα. Τις
παλαιότερες σπουδαίες δυναστείες να τις συγκρίνουμε με την υπεροχή των
Ρωμαίων.

“Πέρσαι κατά τινας καιρούς...” Πράγματι οι Πέρσες κάποτε απέκτησαν μεγάλη


εξουσία. Εδώ προσπαθεί κάτι αρνητικό να πει για κάθε μία από τις δυναστείες και
αυτό το αρνητικό αντανακλά στα έργα των συγγραφέων, που τις πραγματεύτηκαν
ακριβώς για να δείξει την υπεροχή του δικού του.

Αλλά όσες φορές τόλμησαν να πάνε πέρα από την Ασία, δεν κινδύνευσαν μόνο να
χάσουν την εξουσία τους, αλλά και την δική τους εδαφική ακεραιότητα. Οι
Σπαρτιάτες, αφού για πολλά χρόνια πολέμησαν για να κατακτήσουν την ηγεμονία
ανάμεσα στους Έλληνες, όταν τα κατάφεραν, το πέτυχαν μόνο για 12 χρόνια. Οι
Μακεδόνες πράγματι κατείχαν ένα μέρος της Ευρώπης από την Αδριατική μέχρι τον
Δούναβη, το οποίο θα φαινόταν μικρό σε σχέση με το πραγματικό μέγεθος της
Ευρώπης. Και επιπλέον αργότερα εξουσίασαν και την Ασία καταλύοντας την
περσική κυριαρχία (με την εκστρατεία του Αλέξανδρου).

Για τους Μακεδόνες γράφει πιο πολλά, γιατί είναι η δυναστεία που είναι πιο κοντά
στην εποχή του).

Στο έργο του θα περιγράψει την κατάλυση του μακεδονικού βασιλείου, που γίνεται
με την μάχη της Πύδνας. Οι Μακεδόνες, παρότι φάνηκαν ότι κυριάρχησαν σε πάρα
πολλούς τόπους, μεγάλο μέρος της οικουμένης το άφησαν χωρίς να μπορέσουν να
το πατήσουν.

“Σικελίας μεν γαρ και Σαρδούς...” Δεν δοκίμασαν καν να φτάσουν στη Σικελία, στη
Σαρδηνία και στην Αφρική και τα έθνη από τη δυτική Ευρώπη, ούτε καν τα γνώρισε.

60
Οι Ρωμαίοι όμως, όχι μόνο κάποια μεμονωμένα μέρη, σχεδόν ολόκληρη την
οικουμένη κατέκτησαν. Η υπεροχή τους ασυναγώνιστη, ανυπέρβλητη και για τους
κοντινούς και για τους μελλοντικούς.

Ο Πολύβιος όταν γράφει στο έργο του το κοινό δεν αντιμετωπίζει τους Ρωμαίους ως
ιστορία, αλλά τους αντιμετωπίζει ως πανίσχυρους. Τα λέει σε ένα κοινό που είναι
υποδουλωμένο κάτω από τη Ρώμη. Άρα είναι ένα θέμα το οποίο μιλά απόλυτα στις
ανάγκες της εποχής του. Είναι επίκαιρο για τις ανάγκες της εποχής του. Άρα με αυτή
την έννοια έχει όντως εξασφαλισμένο κοινό. Από το έργο του θα φανεί πόσο
ωφέλιμη είναι η πραγματική ιστορία για τους αναγνώστες της. Η πραγματική
ιστορία είναι αυτή που ασχολείται με πολιτικές και στρατιωτικές πράξεις!!!

Περνάμε στο 3ο και πιο πρωτότυπο επιχείρημα με το οποίο στοιχειοθετεί την


μοναδικότητα και την αξία του έργου του. Ως τώρα αυτά που είπε ήταν λίγο-πολύ
πράγματα που θα τα περίμενε από κάθε ιστορικό. Εδώ βλέπουμε κάτι μοναδικό
από τον Πολύβιο και δεν θα το δούμε ποτέ ξανά.

“ Άρξει δε της πραγματείας ημίν...” Λέει ότι το έργο θα αρχίσει από την 140η
Ολυμπιάδα. Προσδιορίζει τη χρονική αφετηρία του έργου του. Δηλαδή από το 220
– 216 πΧ, τι γίνεται κατά τη διάρκεια αυτής της Ολυμπιάδας.

Συμπίπτει εκείνη την περίοδο να ξεσπάσουν κάποιοι πόλεμοι ταυτόχρονα.

1)Στους Έλληνες ο λεγόμενος συμμαχικός πόλεμος, τον οποίο διεξήγαγε ο Φίλιππος,


γιος του Δημητρίου και ο πατέρας του Περσέα, μαζί με τους Αχαιούς εναντίον των
Αιτωλών.

2)Στην Ασία από την άλλη πλευρά την ίδια περίοδο διεξαγόταν ο πόλεμος για την
Κοίλη Συρία, στον οποίο πολεμούσαν ο Αντίοχος και ο Πτολεμαίος ο Φιλοπάτωρας
μεταξύ τους.

3)Ανάμεσα στην Ιταλία και την Αφρική. Ο πόλεμος ανάμεσα στους Ρωμαίους και
61
τους Καρχηδόνιους, τον οποίο οι περισσότεροι ονομάζουν Αννιβαϊκό, είναι ο 2ος
Καρχηδονιακός.

Και όλα αυτά τα γεγονότα συνεχίζουν με αυτά που τελείωσε ο Άρατος από τη
Συκυώνα στο δικό του έργο. Είναι χαρακτηριστικό των αρχαίων Έλληνων ιστορικών
να βρίσκουν μία χρονική αφετηρία για το έργο τους. Ένα σημείο δηλαδή στο οποίο
έχει σταματήσει άλλος την αφήγησή του. Εδώ βρίσκει τον Άρατο.

Την περίοδο που θα ξεκινήσω διαδραματίζονται σε διάφορα σημεία της οικουμένης


διάφοροι πόλεμοι. Από την εποχή αυτή, τα γεγονότα που συνέβαιναν στα διάφορα
σημεία της οικουμένης ήταν σποραδικά, με αποτέλεσμα και οι αρχές των
επιχειρήσεων και ο τρόπος με τον οποίο ολοκληρώνονταν και οι τόποι στους
οποίους διεξάγονταν, να διαφέρουν ο ένας από τον άλλον. Μέχρι τότε τα διάφορα
γεγονότα δεν συνδέονταν καθόλου.

“Από δε τούτων των καιρών...” Από την εποχή αυτή η ιστορία γίνεται σαν ένα
ενιαίο σώμα (σωματοειδή) για τον Πολύβιο, η λεγόμενη συμπλοκή των γεγονότων.

Ο Πολύβιος υποστηρίζει ότι τα 53 χρόνια τα οποία παρουσιάζει στο έργο του, τα


οποία είναι από το 221 – 168, όταν καταλύεται η Μακεδονική δυναστεία στη μάχη
της Πύδνας, γίνεται μία διαδικασία που την ονομάζει συμπλοκή των γεγονότων: ότι
τα γεγονότα που συνέβαιναν στα διάφορα μέρη της οικουμένης εκείνα τα χρόνια,
αλληλοδιαπλέκονται μεταξύ τους ως προς τους σκοπούς και τα αποτελέσματά τους
και ως προς τις αρχές τους. Γενικώς συσχετίζονται μεταξύ τους. Και αυτή η
συμπλοκή των γεγονότων έχει ένα στόχο, να εξυπηρετήσουν την πορεία της Ρώμης
προς την κατάκτηση της κοσμοκρατορίας.

Και συμπλέκονται οι πράξεις στην Ιταλία και στην Αφρική με αυτές στην Ασία και
στην Ελλάδα και όλα αυτά τα αποδίδουμε σε ένα μοναδικό σκοπό (σε αυτό που
είπαμε παραπάνω).

62
“Διο και την αρχήν της αυτών πραγματείας...” Γι αυτό διαλέξαμε αυτό το σημείο
ως αρχή της ιστορίας. Επέλεξε το 220 και μετά γιατί από τότε η ιστορία αρχίζει να
γίνεται σωματοειδής ως αποτέλεσμα της επιλογής των γεγονότων. Για τον Πολύβιο
αυτή η συμπλοκή των γεγονότων ξεκινά τότε, αλλά δεν συνεχίζεται επ' άπειρον.
Έχει συγκεκριμένη λήξη. Η συμπλοκή των γεγονότων κρατά αυτά τα 53 χρόνια. Το
έργο του Πολύβιου συνεχίζει και μετά τη μάχη της Πύδνας. Η συμπλοκή ισχύει μόνο
τα 53 χρόνια, δηλαδή από τις παραμονές του Ανιβαϊκού πολέμου. Προσδίδει στο
έργο του ένα πολύ σημαντικό επιχείρημα για το πόσο μοναδικό είναι. Είναι
πρωτότυπο αυτό που κάνει, φαίνεται ότι προσπαθεί να διεκδικήσει μία θέση για το
έργο του σε σχέση και σε σύγκριση, όχι μόνο με έργα προγενέστερων ιστορικών,
αλλά και έργα μελλοντικών. Από την άποψη αυτή, αυτό που λέει πριν, ότι οι
Ρωμαίοι άφησαν την υπεροχή τους και στους μελλοντικούς, πάλι μπορούμε να
πούμε ότι αντανακλά και ιστοριογραφικά στο έργο του. Αν οι Ρωμαίοι υπερέχουν
για τις μελλοντικές γενιές, το ίδιο είναι και το έργο του. Και το έργο του θα έχει μία
αιτία να προηγηθεί, αλλά και με αυτά τα οποία πρόκειται να συμβούν αργότερα
στην ιστορία. Αυτή η διαδικασία δεν οφείλεται μόνο στις ικανότητες της Ρώμης,
αλλά και στο ότι ξαφνικά όλη η ιστορία αρχίζει και εξυπηρετεί αυτή την κατεύθυνση
μέσα από τη συμπλοκή των γεγονότων. Είναι διπλή αιτιότητα. Από τη μια έχει την
ικανότητα, από την άλλη ευνοείται από το περιβάλλον και την ατμόσφαιρα, ώστε
να πετύχει. Σε καμιά περίπτωση δεν θα λέγαμε για τον Πολύβιο, ότι η Ρώμη αυτό
που κατέκτησε ήταν αποτέλεσμα τύχης. Ο Πολύβιος οργανώνει το έργο του γύρω
από το κομμάτι της συμπλοκής. Το πως αυτή η συμπλοκή οργανώνει όλο το έργο.
Από τα 40 αυτά βιβλία, ο τρόπος με τον οποίο το υλικό κατανέμεται είναι κάθε
βιβλίο να περιλαμβάνει τα έργα μίας Ολυμπιάδας. Κάθε βιβλίο του δηλαδή να
περιλαμβάνει 2 χρόνια. Αυτός είναι ο κανόνας, αλλά αυτός ο κανόνας έχει πολλές
εξαιρέσεις. Ανάλογα με το αν τα γεγονότα της Ολυμπιάδας είναι σημαντικά ή
λιγότερο σημαντικά, υπάρχουν περιπτώσεις που ένα βιβλίο μπορεί όταν τα
γεγονότα είναι σημαντικά, να καλύπτει τα γεγονότα ενός μόνο έτους. Ή αν η
Ολυμπιάδα δεν έχει σημαντικά γεγονότα, μπορεί να έχουμε ένα βιβλίο να καλύπτει

63
4 έτη.

Που κολλάει η συμπλοκή σε όλα αυτά; Αυτό το κομμάτι είναι ρητορική έξαρση. Για
κάθε χρόνο ο Πολύβιος καταγράφει τα γεγονότα ακολουθώντας μία συγκεκριμένη
διαδοχή. Για κάθε έτος πολέμου ξεκινά λέγοντας τι συνέβη εκείνη τη χρονιά στη
Ρώμη. Μετά λέει τι συνέβη την ίδια χρονιά στη Σικελία, μετά στην Ισπανία, μετά στη
Καρχηδόνα, στην Ασία, στην Ελλάδα και μετά στην Αίγυπτο. Ο Πολύβιος γράφει
παγκόσμια ιστορία, οικουμενική ιστορία!!!

Όταν τελειώσει μία χρονιά, το 218 πΧ, πάει μετά στο 217 ξεκινώντας πάλι από τη
Ρώμη, Σικελία κλπ. Και για την επόμενη χρονιά ακολουθεί πάλι την ίδια διαδοχή.
Αυτό του επιτρέπει να δείξει πως αυτή η συμπλοκή πραγματοποιείται, αφού
ακολουθεί ένα μοντέλο. Αυτή η διαδοχή ουσιαστικά αποτυπώνει κατά κάποιο
τρόπο την πορεία της Ρώμης στο χώρο της Μεσογείου. Ξεκινά από την Ρώμη, πάει
στη Σικελία, πρώτος Καρχηδονιακός πόλεμος, πηγαίνει μετά προς Ανατολικά,
δηλαδή Ασία, Ελλάδα και Αίγυπτο με την κατάλυση των εκεί βασιλείων, οπότε αυτό
είναι σαν να αποτυπώνει την ίδια την πορεία της Ρώμης στο χώρο, στην ιστορία. Η
συμπλοκή των γεγονότων πολύ περισσότερο από έναν τρόπο να διαφημίσει το
έργο του στο πλαίσιο της αυξήσεως είναι και το δομικό σχήμα, πάνω στο οποίο
στηρίζεται όλο το έργο, γιατί για κάθε χρόνο θα δείξει τι συνέβη σε αυτές τις
περιοχές, προκειμένου να φανεί ο τρόπος που τα γεγονότα αλληλοδιαπλέκονται.

“Τω γαρ προειρημένω πολέμω...” Στο πόλεμο που ανέφερα, δηλαδή τον
Αννιβαϊκό, οι Ρωμαίοι όταν νίκησαν τους Καρχηδόνιους θεώρησαν ότι έκαναν το
μεγαλύτερο βήμα προς τον σκοπό τους, που ήταν να κατακτήσουν την οικουμένη.
Και τότε πήραν θάρρος να απλώσουν τα χέρια τους και πέρα από τα δικά τους και
να περάσουν την στρατιωτική δύναμη και στην Ελλάδα και στην Ασία. Όταν νίκησαν
στον 2ο Καρχηδονιακό πόλεμο, τότε πίστεψαν ότι έκαναν ένα σημαντικό βήμα για
το σκοπό που είχαν. Και τότε ήταν που πέρασαν με δύναμη προς την Ελλάδα και την
Ασία. Το παρακάτω δικαιολογεί μία επιλογή του. Αν ήμασταν εξοικειωμένοι και

64
γνωρίζαμε τα έθνη τα οποία αγωνίστηκαν μεταξύ τους για να κατακτήσουν την
κοσμοϊστορία, δηλαδή τους Ρωμαίους και τους Καρχηδόνιους (το κοινό στο οποίο
απευθύνεται είναι Έλληνες γι αυτό και λέει αν γνωρίζαμε τα έθνη), ίσως δεν θα
χρειαζόταν εμείς να γράψουμε σε τι βασίστηκαν αυτοί και τόλμησαν να
καταπιαστούν με τέτοια σημαντικά έργα. Επειδή για τους περισσότερους Έλληνες
δεν είναι γνωστή ούτε η παλαιότερη ιστορία και οι δυνατότητες του ρωμάϊκού και
του καρχηδονιακού λαού. Θεώρησα ότι είναι αναγκαίο να συντάξω αυτήν (δηλαδή
το πρώτο βιβλίο) και την εξής (δεύτερο βιβλίο) πριν από την κυρίως ιστορία μου,
που αρχίζει από το τρίτο βιβλίο, για να μη σκοντάψει κανείς μετά όταν δεν τα ξέρει
αυτά που έχουν προηγηθεί σε αυτά που θα αναφέρω κι αναρωτιέται τι αποφάσεις
ήταν αυτές, τι δυνάμεις ήταν αυτές και τι χρήματα ήταν αυτά που θα μπορούσαν να
έχουν οι Ρωμαίοι, ώστε να μπορούνε να εφαρμόσουν τόσο μεγάλο σχέδιο.
Επομένων λέει ότι αυτά τα 2 βιβλία αποσκοπούν στο να εξοικειώσουν τους
αναγνώστες με την παλαιότερη ιστορία των Ρωμαίων, ούτως ώστε όταν θα
βλέπουν ότι οι Ρωμαίοι αποφασίζουν να κάνουν αυτό ου κάνουν, να μη μείνει σε
κάποιον απορία από που ξεκίνησε, από που βρήκε την ικανότητα αυτό το έθνος να
τολμήσει να κάνει κάτι τέτοιο. Και στον Θουκυδίδη υπάρχει αυτό, γιατί πριν αρχίσει
η ιστορία του Πελοποννησιακού πολέμου έχουμε τη λεγόμενη αρχαιολογία.

“...αλλ' εκ τούτων των βύβλων...” από αυτά τα βιβλία και τα 2 πρώτα και την
προετοιμασία, προκατασκευή που θα κάνω σε αυτά, θα είναι φανερό σε αυτούς
που θα το διαβάσουν, ότι δεν ξεκίνησαν τυχαία οι Ρωμαίοι, αλλά ξεκίνησαν έχοντας
σταθερές βάσεις να συλλάβουν το σχέδιο και να το πραγματοποιήσουν, να
εξαπλώσουν την κυριαρχία τους σε όλη τη Μεσόγειο.

ΣΟΣ!!! “Το γαρ της Η ημετέρας πραγματείας...” Η ιδιαιτερότητα και το θαυμαστό


φαινόμενο της εποχής μας είναι το ίδιο και το έργο μας. Και στο έργο και στην
εποχή, όπως η τύχη έκανε όλες τις υποθέσεις στην οικουμένη να κατατείνουν προς

65
μία κατεύθυνση και όλα να δείχνουν προς ένα και μοναδικό σκοπό το να γίνει η
Ρώμη κοσμοκράτειρα, έτσι κι εγώ στην ιστορία μου πρέπει σε ένα έργο να
μπορέσω να δείξω στους αναγνώστες από το χειρισμό της τύχης τον οποίο
πραγματοποιεί, προκειμένου όλες οι υποθέσεις να ολοκληρωθούν με το
συγκεκριμένο τρόπο. Δεν είναι ότι οι Ρωμαίοι τυχαία έγιναν αυτό που έγιναν. Γιατί
η Ρώμη ήταν η κατάλληλη για να παίξει αυτόν τον ρόλο και λέει, όπως η τύχη τα
οδήγησε όλα σε αυτή την κατεύθυνση, έτσι κι εγώ με το έργο μου θα πρέπει να
δείξω το περίτεχνο της τύχης. Και για να το δείξω, πρέπει να γράψω, πρώτον όχι
τοπική ιστορία ή ιστορική μονογραφία. Άρα θα γράψω παγκόσμια ιστορία. Δεν έχω
άλλη επιλογή από το να δείξω πως η Ρώμη κατέκτησε. Γιατί έτσι αυτό που έκανε η
τύχη στην οικουμένη εγώ ως καλλιτέχνης θα το αποτυπώσω στο χαρτί. Η εποχή μου
έχει μία ιδιαιτερότητα, λέει, (αυτό είναι το επιχείρημα) έχει ένα θαυμαστό
φαινόμενο κι αυτό το φαινόμενο εγώ το αποτυπώνω στο έργο.

“Και γαρ το προκαλεσάμενον ημάς...” Εδώ λέει ότι αυτό το οποίο συνέβαινε στην
εποχή του που περιγράψαμε ήταν ο λόγος για τον οποίο το έκανε, δηλαδή να
γράψει ιστορία. Αυτό που με προέτρεψε να ασχοληθώ με την ιστορία ήταν αυτό
ακριβώς, ότι δηλαδή υπήρχε αυτό το μοναδικό φαινόμενο στην εποχή μου. Και
επιπλέον ότι κανένας άλλος από τους σύγχρονους δεν δοκίμασε να γράψει μία
παγκόσμια ιστορία της περιόδου, για να καταγράψει αυτό το μοναδικό φαινόμενο.
Γιατί η ιστορία μπορεί να ήταν παγκόσμια, είτε ως προς το χρονικό άνοιγμά της,
αλλά μπορεί να είναι και ως προς το γεωγραφικό έργο. Εδώ στον Πολύβιο είναι ως
προς το γεωγραφικό έργο παγκόσμια, αλλά δεν ξεκινά από παλιά, ξεκινά από τον 1ο
Καρχηδονιακό πόλεμο. Είναι όμως παγκόσμια, επειδή αυτά τα χρόνια προσπαθεί να
καλύψει ό,τι συμβαίνει σε όλη τη Μεσόγειο. Η εποχή του απαιτεί παγκόσμια
ιστορία, γιατί αλλιώς το φαινόμενο δεν θα μπορέσει να αποτυπωθεί. Εκ των
πραγμάτων δηλαδή χρειάζεται παγκόσμια ιστορία.

66
7o μάθημα – 13.11.2018

Πολύβιος 200 – 118 πΧ. Διάσημος για το βιβλίο του “Ιστορίες”, η άνοδος της
Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, καλύπτει λεπτομερώς την περίοδο 220 – 146 πΧ. Όπως
και ο Θουκυδίδης, από τον οποίο έχει επηρεαστεί, στοχεύει περισσότερο στη
χρησιμότητα, παρά στη ψυχαγωγία.

Ξεκινήσαμε με το προοίμιο, όμως σε αντίθεση με τα προοίμια των ιστορικών της


κλασικής περιόδου που δίνουν την ταυτότητα του συγγραφέα και μετά το θέμα, με
τον Πολύβιο, που είμαστε στην ελληνιστική περίοδο τα πράγματα είναι πολύ
διαφορετικά.

Σε αυτό γίνεται μία συζήτηση αναλυτική. Η βασική επιδίωξη που προσπαθεί να


πετύχει, δεν τον διαφοροποιεί και αυτός όπως και οι προκάτοχοί του, θέλει να
διαφημίσει το έργο του, θέλει να προσελκύσει το αναγνωστικό κοινό.

Τα δύο βασικά επιχειρήματα: ο Πολύβιος λέει να ωφελήσει τους απλούς


αναγνώστες. Αναφέρεται σε επαγγελματίες αναγνώστες που θα πάρουν το έργο
του για να μάθουν κάτι για το δικό τους επάγγελμα. Προσδιορίζοντας ένα κομμάτι
του αναγνωστικού κοινού ότι δεν είναι ο πρώτος τυχών, αλλά είναι κάποιος
άνθρωπος που έχει εξουσία. Είναι σαν να αυτοπροσδιορίζει το έργο του, σαν να
αυξάνει την αξία του έργου του λέγοντας ότι το έργο μου είναι ικανό να διδάξει κάτι
σε ανθρώπους, οι οποίοι θα γράψουν ιστορία. Άρα προσδιορίζοντας το κοινό του,
καταλήγει να προσθέσει κάποια αξία στο έργο του. Σε δύο κατηγορίες αναγνωστών,
στους απλούς και στους επαγγελματίες. Πρέπει να αποδείξει γιατί το έργο το αξίζει
την προσοχή των αναγνωστών.

Επιστρατεύει τρία επιχειρήματα για να το κάνει αυτό:

1) Τα γεγονότα αυτά είναι μοναδικά, ποτέ λέει δεν ξανάγινε αυτό.

2) Οι πρωταγωνιστές είναι αξιότεροι, άρα και το έργο του το ίδιο. Κι αυτό το


67
επιχείρημα το 2ο δεν είναι πρωτόγνωρο, σε όλους τους ιστορικούς συμβαίνει
να συσχετίζουν την αξία του έργου τους με το θέμα.

3) Το 3ο επιχείρημα είναι πρωτότυπο. Αυτή η συμπλοκή των γεγονότων


αλληλοδιαπλέκονται. Αποσκοπεί στην ανάδειξη της Ρώμης ως
κοσμοκράτειρα.

Αυτή η διαδικασία φαίνεται ότι έχει σαν αποτέλεσμα να ξεχωρίζει το έργο του
Πολύβιου, όχι μόνο από τους προδρόμους, αλλά και από τους μεταγενέστερους,
γιατί αυτή η διαδικασία έχει λήξει, τελειώνει με την κατάλυση του Μακεδονικού
βασιλείου μετά τη μάχη της Πύδνας. Είναι η δομική αρχή πάνω στην οποία
βασίζεται όλο το έργο του Πολύβιου από το πρώτο μέχρι το 40ο βιβλίο. Όλα τα
βιβλία είναι δομημένα έτσι ώστε να αποτυπώνουν αυτή τη συμπλοκή των
γεγονότων. Το πως αυτή η συμπλοκή επηρεάζει την δομική οργάνωση του έργου θα
το επαναλάβουμε.

“Νυν δ' ορών τους μεν κατά μέρος πολέμους...” Αφού είπε τα 3 επιχειρήματα,
λέει κάτι άλλο για να δηλώσει την αιτία, η οποία τον παρακίνησε να γράψει ιστορία.
Βλέπω ότι οι περισσότεροι συνάδελφοί μου ασχολούνται και καταγράφουν
μεμονωμένους πολέμους. Για έναν πόλεμο ένα ολόκληρο έργο και το τι συνέβη
κατά τη διάρκεια των πολέμων αυτών. Αλλά το πως τα γεγονότα εξελίχθηκαν σε
παγκόσμιο επίπεδο, πως ξεκίνησε αυτό, πότε έγινε και πως τελείωσε, αυτά κανένας
δεν δοκίμασε να τα καταγράψει. Δηλαδή ενώ στην εποχή μου συμβαίνει κάτι τόσο
πρωτόγνωρο, οι περισσότεροι κάθονται και ασχολούνται με μεμονωμένους
πολέμους και κανένας δεν μπήκε στη διαδικασία να καταγράψει αυτό το μοναδικό
φαινόμενο, το οποίο θέλω να καταγράψω εγώ. Κανείς δεν ασχολήθηκε ως τώρα με
αυτό κι έτσι θεώρησα ότι είναι τελείως αναγκαίο να μην παραλείψω και να μην
αφήσω να μείνει ανεξέταστο αυτό το έργο της τύχης, το οποίο είναι το πιο όμορφο
και το πιο ωφέλιμο. Γιατί αυτή η τύχη φέρνει συνέχεια καινούργια πράγματα στη
ζωή των ανθρώπων και συνεχώς είναι παρούσα στη ζωή των ανθρώπων, αλλά ποτέ

68
η τύχη, παρότι είναι πανταχού παρούσα στη ζωή των ανθρώπων, δεν έκανε κάτι
αντίστοιχο και τόσο εντυπωσιακό, όπως αυτό που γίνεται στην εποχή μας. Η
παρουσία της τύχης στο έργο του Πολύβιου παίζει σπουδαίο ρόλο. Η Ρώμη πέτυχε
αυτό, επειδή ήταν ικανή και την βοήθησε η τύχη. Διπλή αιτιότητα. Συνήθως όταν
κάνουμε λόγο για μοίρα, τύχη και πράξεις μιλάμε για διπλή αιτιότητα. Από τη μια
είναι κάτι προκαθορισμένο από τη μοίρα, αλλά και από την άλλη είναι οι πράξεις
του ανθρώπου, που τον κάνουν να προσελκύει και να πραγματώνει αυτό που είναι
γραμμένο από την μοίρα. Γιατί πχ ο Κροίσος το έπαθε αυτό? Η διπλή αιτιότητα
έτσι γίνεται αντιληπτή. Οι πράξεις του Κροίσου τον έκαναν κατάλληλο. Η Ρώμη έχει
ικανότητες που την διαφοροποιούν. Είναι και η κατάλληλη συγκυρία.

Ικανότητες είχαν οι Ρωμαίοι, λέει, ο Πολύβιος και όχι με την τύχη. Για τον Πολύβιο η
Ρώμη που κατόρθωσε αυτό που κατόρθωσε είναι μία διαδικασία, η οποία μπορεί
να εξηγηθεί απολύτως με βάση τις ικανότητές της. Η τύχη μπαίνει εδώ για να
προσδώσει ένα μεγαλείο, μία άλλη διάσταση. Η παρουσία της τύχης είναι πιο πολύ
ρητορικό κομμάτι!! Αν υπάρχει διπλή αιτιότητα, φαίνεται να το αρνείται και δίνει
έμφαση στο ότι η Ρώμη το πέτυχε με την ικανότητά της και να βάζει την τύχη σε
τέτοια σημεία, που προσφέρονται για μία ρητορική έξαρση, για να προσδώσει ένα
μεγαλείο. Άρα λέει κανένας στην εποχή μου δεν επιχείρησε να αποτυπώσει αυτή
την μοναδική διαδικασία, αλλά όλοι ασχολήθηκαν με μεμονωμένους πολέμους
γράφοντας ιστορικές μονογραφίες και μετά έχει δύο παραδείγματα, για να δείξει
πόσο αναποτελεσματικές είναι οι ιστορικές μονογραφίες, για να αποτυπώσουν
αυτή τη μοναδική διαδικασία της συμπλοκής των γεγονότων. Το είδος που
ασχολείται ο Πολύβιος είναι αυτό της παγκόσμιας ιστορίας.

“ Όπερ εκ μεν των κατά μέρος γραφόντων...” Αυτή τη μοναδική διαδικασία της
συμπλοκής των γεγονότων (δηλαδή αυτό το “όπερ”) από τους συγγραφείς των
ιστορικών μονογραφιών δεν είναι δυνατόν να την αντιληφθούν, διαφορετικά αν
ήταν έτσι, κανείς να επισκεπτόταν μία μία τις σπουδαίες πόλεις ή να τις δει

69
σχεδιασμένες σε χαρτί χωριστά η μία από την άλλη, να νομίσει ότι έχει κατανοήσει
όλο το σχήμα της οικουμένης. Δηλαδή όποιος νομίζει ότι από έναν μεμονωμένο
πόλεμο μπορεί να καταλάβει την συμπλοκή των γεγονότων, είναι σαν να
επισκέπτεται μία μία πόλη ή σαν να βλέπει μία μία πόλη στο χάρτη χωριστά από
την άλλη και να νομίζει ότι έτσι έχει μία εποπτική εικόνα όλου του κόσμου, κάτι που
δεν είναι δυνατόν να συμβεί.

“Καθόλου μεν γαρ έμοιγε δοκούσιν...” Μία δεύτερη παρομοίωση κάνει εδώ.
(καθόλου = γενικά). Γενικά μου φαίνονται αυτοί που πιστεύουν (κατά μέρος
ιστορίας = ιστορικές μονογραφίες) ότι από τις ιστορικές μονογραφίες μπορούν να
αποκτήσουν μία εποπτική εικόνα του συνόλου, παθαίνουν κάτι όπως αυτοί που
πιστεύουν ότι υπάρχει ένας ζωντανός οργανισμός, ο οποίος όταν είναι ολόκληρος
είναι όμορφος. Αν αυτόν τον ζωντανό οργανισμό βλέπεις τα μέρη του
διασκορπισμένα, θεωρείς ότι έχεις γίνει ικανός αυτόπτης της ενέργειας, της
ζωντάνιας και της ομορφιάς του ζώου.

Δύο παρομοιώσεις κάνει λοιπόν. Ο Πολύβιος στο έργο του δεν δικαιολογεί απλώς
την απόφασή του να γράψει ιστορία, αλλά δικαιολογεί την απόφασή του να
καλλιεργήσει το συγκεκριμένο είδος ιστοριογραφίας, που επιλέγει, να καλλιεργήσει
παγκόσμια ιστορία λέγοντας ότι είναι το μόνο είδος, το οποίο μπορεί εκείνη την
εποχή να αποτυπώσει την συμπλοκή των γεγονότων.

Η σοβαρή ιστορία έχει 3 είδη: παγκόσμια ιστορία, τα ελληνικά και ιστορική


μονογραφία.

“Ει γαρ τις αυτίκα μάλα συνθείς...” Αν κανείς έπαιρνε τα κομμάτια τα σκορπισμένα
και τα ένωνε και το έκανε ξανά το ζώο τέλειο ως προς τη μορφή και την ωραιότητα
και ύστερα πάλι το έδειχνε σε εκείνους, σε αυτούς που όταν έβλεπαν τα
διασκορπισμένα μέλη, θεωρούσαν ότι μπορούσανε να κατανοήσουν την ομορφιά
του ζώου. Γρήγορα όλοι αυτοί θα ομολογούσαν ότι πολύ μακριά ήταν από την
70
αλήθεια πριν και ήταν σαν αυτούς που βλέπουν όνειρο, σαν να κοιμόντουσαν.
Δηλαδή αυτοί που πιστεύουν ότι βλέποντας τα διασκορπισμένα μέλη, μπορούσαν
να κατανοήσουν πόσο ωραίο ήταν το ζώο, όταν ήταν ολόκληρο, αν τους το έδειχνες
το ζώο ολόκληρο, πραγματικά θα παραδέχονταν ότι η εικόνα που είχαν σχηματίσει
πριν, απείχε πάρα πολύ από την αλήθεια και ήταν σαν να βλέπουν όνειρο. Τόσο
πολύ απείχε η εικόνα που είχαν αποκομίσει από τα διασκορπισμένα μέλη από την
εικόνα που είχε το ζώο ολόκληρο. Μία μικρή έννοια να πάρεις από το μέρος για το
όλο είναι δυνατό, αλλά είναι αδύνατο να αποκτήσεις μία πάρα πολύ καλή και
ακριβή γνώση για το όλο. Γι αυτό πρέπει να παραδεχτούμε ότι οι επιμέρους
ιστορίες πολύ λίγο συμβάλλουν στο να μας προσφέρουν μία εμπειρία για τα όλα
για το τι συμβαίνει σε παγκόσμιο επίπεδο. Μόνο όταν δεις τα επιμέρους πως
συμπλέκονται και συσχετίζονται το ένα με το άλλο και έτσι να τα συγκρίνεις, μόνο
τότε θα μπορέσεις να πάρεις μία εικόνα για το σύνολο και να απολαύσεις και το
χρήσιμο και το ευχάριστο κομμάτι της ιστορίας. Και φυσικά ο μόνος τρόπος για
συμβεί αυτό εκείνη την εποχή είναι να διαβάσεις ένα έργο παγκόσμιας ιστορίας,
που θα σου επιτρέψει να συγκρίνεις τα επιμέρους και να δεις πως συνδέονται στο
όλο. Και ποιο έργο έχει γραφτεί εκείνη την εποχή χωρίς να έχει προηγηθεί κάτι
άλλο; Φυσικά το δικό μου.

Κείμενο 3.32

Κυρίως αφήγηση.

Σταματά η αφήγηση και μιλά για την ίδια τη συγγραφική διαδικασία.


Αυτοαναφορικότητα, αυτοσυνειδησία, σταματούμε την αφήγηση και κάνουμε
λόγο για τις επιλογές μας και τις υπερασπιζόμαστε.

Αυτοί που νομίζουν ότι το έργο μου, επειδή έχει τόσα πολλά και εκτενή βιβλία,
μεγάλα και εκτενή βιβλία, είναι δύσκτητο και δυσανάγνωστο. Είναι σαν να λέει ότι
καταλαβαίνω ότι υπάρχει μία μερίδα αναγνωστών που θα πουν ότι το έργο σου
είναι δύσκτητο, δεν μπορούμε να το αποκτήσουμε εύκολα, ούτε να το διαβάσουμε
71
εύκολα, γιατί έχει πολλά βιβλία, 40 και μεγάλα βιβλία. Πρέπει να θεωρήσουμε ότι
δεν ξέρουν τι τους γίνεται, αυτοί που λένε ότι το έργο μου έχει 40 βιβλία και
μεγάλα, είναι δύσκτητο και δυσανάγνωστο (και όντως έχει ειπωθεί αυτό). Έρχεται
τώρα να υπερασπιστεί την επιλογή του, να γράφει ένα τόσο μεγάλο και σύνθετο
έργο.

Πόσο ευκολότερο είναι να αποκτήσει κανείς και να διαβάσει από την αρχή ως το
τέλος 40 βιβλία, τα οποία είναι σαν να ενώνονται με κάποια κλωστή και να
παρακολουθήσει τις πράξεις που γίνονται στην Ιταλία, τη Σικελία και την Αφρική
από την εποχή του Πύρρου μέχρι την άλωση της Καρχηδόνας και στην άλλη
οικουμένη από την εξορία του Σπαρτιάτη Κλεομένη συνεχόμενα μέχρι και την μάχη
των Ρωμαίων εναντίον των Αχαιών στον Ισθμό παρά να διαβάσει ή να αποκτήσει
έργα για το καθένα από αυτά;

“Χωρίς γαρ του πολλαπλασίους...” Γιατί εκτός του ότι αυτά τα μεμονωμένα έργα
είναι πολλά, περισσότερα από τα δικά μου, καταλαβαίνετε ότι δεν υπάρχει αριθμός
στα έργα τα οποία μπορούν να αναφέρονται σε μεμονωμένους πολέμους, γιατί
είναι πάρα πολύ πλούσια τα περιεχόμενα του Πολύβιου.

Εκτός του ότι είναι πολλά περισσότερα τα μεμονωμένα από το δικό του, δεν
μπορούν ούτε καν να καταλάβουν αυτά που διαβάζουν.

Πρώτον, γιατί οι περισσότεροι γράφουν διαφορετικά πράγματα, δεν γράφουν τα


ίδια πράγματα και έπειτα τα έργα αυτά παραλείπουν (κατάλληλος εδώ σημαίνει
σύγχρονος) τις σύγχρονες πράξεις με τα γεγονότα τα οποία πραγματεύονται (ενώ το
δικό του έργο περιγράφει την ίδια περίοδο τι συμβαίνει στις άλλες περιοχές του
κόσμου, άρα γράφει τις σύγχρονες πράξεις, που γίνονται δηλαδή παράλληλα). Γιατί
αυτές οι πράξεις που γίνονται την ίδια εποχή κάθε φορά όταν τις βλέπεις μαζί και
τις συγκρίνεις, τα συμπεράσματα είναι διαφορετικά από αυτά στα οποία
καταλήγεις, όταν τα βλέπεις μεμονωμένα. Αποτέλεσμα είναι αυτοί να μη μπορούν
αυτοί να αγγίξουν τα σημαντικότερα.
72
Το θέμα του είναι η συμπλοκή γεγονότων, ότι τα μεμονωμένα δεν είναι μόνο ότι
είναι πολλά, είναι πολύ συχνά και αντικρουόμενα μεταξύ τους, αλλά και δεν
μπορούν να αποτυπώσουν καθόλου την συμπλοκή, γιατί λείπουν οι σύγχρονες
παράλληλες πράξεις.

“Ακμήν γαρ φάμεν...” Είπαμε επιπλέον ότι το πιο σημαντικό κομμάτι της ιστορίας
είναι οι συνέπειες, οι άμεσες και οι απώτερες και κυρίως είναι οι αιτίες. Θεωρούμε
ότι ο Αντιοχικός πόλεμος έχει ξεκινήσει, έχει την αφορμή στο Φιλιππικό και ο
Φιλιππικός στον Αννιβαϊκό και ο Αννιβαϊκός στον πόλεμο που γίνεται για τη Σικελία,
δηλαδή στον Α΄ Καρχηδονιακό πόλεμο. Δηλαδή ο ένας πόλεμος θεωρούμε ότι
οδηγεί στον άλλον και αυτή η διαδικασία πως ο ένας οδηγεί στον άλλο, θα τη δείξω
στο έργο μου.

“... τα δε μεταξύ τούτων πολλάς...” τα γεγονότα που μεσολαβούν ανάμεσα σε


αυτούς τους πολέμους μπορούν να έχουν ποικίλες μορφές, αλλά όλα οδηγούν στον
ίδιο στόχο. Αυτό όλο, το πως το ένα οδηγεί στο άλλο, μπορεί κανείς να το καταλάβει
και να το μάθει μόνο από αυτούς που γράφουν παγκόσμια ιστορία. Αν όμως
επιχειρήσει κανείς να τα καταλάβει όλα αυτά από αυτούς που γράφουν για έναν
έναν μεμονωμένο πόλεμο, για τον Περσικό ή τον Φιλιππικό, αδύνατον. Εκτός και αν
θεωρεί ότι με έναν έναν πόλεμο καταλαβαίνει όλη τη συμπλοκή είναι σαν να
πιστεύει ότι παρακολουθώντας για μία μάχη μπορεί να καταλάβει τη γενική
οικονομία ολόκληρου του πολέμου.

“Αλλ' ουκ έστι τούτων ουδέν...” Αυτό δεν είναι δυνατόν με αυτό το τρόπο να το
κάνεις, αλλά όσο διαφέρει το να μάθεις κάτι από το να ακούσεις μόνο, τόσο πολύ
διαφέρει το δικό μου έργο της παγκόσμιας ιστορίας από τις ιστορικές μονογραφίες.

Κείμενο 2.56.1-14

73
Μία από τις διασημότερες πολεμικές που υπάρχουν στο έργο του Πολύβιου και
στην αρχαία ελληνική ιστοριογραφία. Είναι πολεμική, μπορεί να είναι το θεωρητικό
μανιφέστο για τη σχολή της τραγικής ιστορίας.

Είμαστε στο 2ο βιβλίο, άρα είμαστε στην προκατασκευή δεν έχουμε ξεκινήσει το
κυρίως μέρος. Είμαστε στο κομμάτι όπου ο Πολύβιος περιγράφει τον λεγόμενο
Κλεομενικό πόλεμο, δηλαδή τον πόλεμο που πολέμησαν οι Μακεδόνες με την
Αχαϊκή Συμπολιτεία μαζί εναντίον της Σπάρτης. Ένα από τα επεισόδια του πολέμου
ήταν η Άλωση της Μαντινείας. Ο Πολύβιος για τα γεγονότα αυτά ακολουθεί ως
πηγή τον Άρατο τον Συκιώνη. Ο φύλαρχος διαφοροποιείται από τον Άρατο. Ο
Πολύβιος ακολούθησε τον Άρατο και γράφει αυτή τη πολεμική, γιατί θέλει να δείξει
ότι η πηγή που ακολουθεί ο ίδιος, είναι περισσότερο αξιόπιστη από αυτή του
φύλαρχου, ότι η πραγμάτευσή του εμπίμπει σε αυτό το χώρο της τραγικής ιστορίας.

“Επί δε κατά τους αυτούς καιρούς Αράτω...” Επειδή από τους συγγραφείς που
πραγματεύτηκαν την ίδια περίοδο την οποία γράφει ο Άρατος, ιδιαίτερη αποδοχή
απολαμβάνει ο φύλαρχος. Άρα ο φύλαρχος δεν είναι απλώς ένας συγγραφέας, που
γράφει για την ίδια περίοδο που πραγματεύεται και ο ίδιος ακολουθώντας τον
Άρατο, αλλά είναι και ένας συγγραφέας που τον πιστεύουμε πολύ. Γράφει
διαφορετικά πράγματα για τον Άρατο. Είναι μία πηγή άλλη για την περίοδο εκείνη,
αλλά η οποία έρχεται σε αντίθεση με την πηγή που ακολουθεί ο ίδιος. Ήταν
χρήσιμο (προηρημένοις ημίν = αναφέρεται στον εαυτό του) ή μάλλον περισσότερο
αναγκαίο για μένα που επέλεξα να ακολουθήσω για την εποχή αυτή τον Άρατο για
τα γεγονότα του του Κλεομενικού πολέμου, θεωρώ ότι είναι σημαντικό να μην
παραλείψω από το σημείο, το γεγονός ότι υπάρχει μία πηγή που θεωρείται
αξιόπιστη, η οποία αντικρούει τη δική μου, ώστε το ψεύδος να μην το κάνουμε να
έχει την ίδια δύναμη με την αλήθεια.

Αφού ο Άρατος λέει αυτό, ο φύλαρχος λέει το άλλο και αυτά τα δύο είναι
αντικρουόμενα, δεν μπορούν και τα δύο να είναι σωστά, ένα θα είναι ψευδές, ένα

74
θα είναι αληθές. Πρέπει να δείξω ότι η επιλογή μου είναι η σωστότερη, γιατί ο
άλλος λέει ψέμματα. Γενικά αυτός ο φύλαρχος πολλά τα είπε χωρίς να τα εξετάσει
ιδιαίτερα (τα είπες όπως έτυχε). Αυτός στο έργο του έχει πει πολλά ανακριβή. Για
τα άλλα, ίσως δεν είναι αναγκαίο να τον μεμφθώ προς το παρόν, ούτε να τα
αναλύσω ιδιαίτερα. Σε όσα όμως συμπίπτει με την εποχή για την οποία τώρα εγώ
γράφω και η οποία είναι τα γεγονότα για τον Κλεονικό πόλεμο, γι αυτά είναι
αναγκαίο να τα διευκρινίσω.

“ Έσται δε πάντως αρκούντα ταύτα...” Και θα είναι αυτά αρκετά για να καταλάβει
κανείς γενικά το ήθος του και την ποιότητά του σε όλο το έργο του.

Εννοεί ότι αν εγώ αποδείξω ότι σε αυτό το κομμάτι αυτός γράφει ψέμματα, μπορεί
να μην ασχοληθώ με τα άλλα ψέμματά τουσε όλο το έργο, αλλά αυτό θα είναι ικανό
και αρκετό για τον αναγνώστη, για να καταλάβει την ποιότητά του σε όλο το έργο.
Δεν χρειάζεται δηλαδή να δείξω όλες τις ανακρίβειες, αν δείξω ένα μέρος, ο
αναγνώστης θα καταλάβει ότι σε όλο το έργο του έχει ανάλογη ποιότητα.

“Βουλόμενος δη διασαφείν...” Θέλει ο φύλαρχος να παρουσιάσει την ωμότητα του


Αντίγονου και των Μακεδόνων και την ωμότητα του άρατου και των Αχαιών. Στον
Κλεομενικό πόλεμο οι Μακεδόνες με τον βασιλιά τους τον Αντίγονο συνασπίζονται
με την Αχαϊκή Συμπολιτεία και τον Άρατο εναντίον του Κλεομένη, βασιλιά της
Σπάρτης. Και ένα από τα επεισόδια του πολέμου είναι η Άλωση της Μαντινείας. Οι
κάτοικοι της Μαντινείας, όταν υποδουλώθηκαν, έπεσαν σε πάρα πολλές μεγάλες
δυστυχίες και η πιο αρχαία και μεγάλη πόλη της Αρκαδίας, έπεισε σε τόσες πολλές
συμφορές, ώστε όλοι οι Έλληνες όταν το έμαθαν εξεπλάγησαν και δάκρυσαν.

“Σπουδάζων δ' εις έλεον εκκαλείσθαι...” Θέλοντας να προκαλέσει στους


αναγνώστες τον οίκτο, το έλεος για τα παθήματα των κατοίκων της Μαντινείας

75
αρχίζει και περιγράφει γυναίκες να αγκαλιάζονται, να κόβουν τα μαλλιά τους, να
γυμνώνουν τα στήθη τους, παρουσιάζει επιπλέον άντρες μαζί με τις γυναίκες και τα
παιδιά τους να κλαίνε, να θρηνούν και να τους αιχμαλωτίζουν μαζί με τους γέρους
γονείς του. Κι αυτό το κάνει γενικά σε όλη την ιστορία προσπαθώντας σε κάθε
περίπτωση να παρουσιάσει τις συμφορές μπροστά στα μάτια των αναγνωστών.

“Το μεν ουν αγεννές και γυναικώδες...” Ας παραλείψω ότι αυτό το οποίο κάνει δεν
αρμόζει, είναι γυναικώδες. Ας δούμε αν αυτό που κάνει έχει κάποια σχέση με την
ιστορία.

“Δει τοιγαρούν ουκ επιπλήττειν...” ο ιστορικός δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη


στους αναγνώστες. Δεν είναι αυτός ο στόχος του ιστορικού.

Τερατευόμενον= είναι υπερβολικό, δεν έχει σχέση με την πραγματικότητα, αλλά


είναι κάτι ψεύτικο. Μπορεί να είναι και μεταφυσικό.

Άρα ο συγγραφέας δεν πρέπει με αυτά τα υπερβολικά και φανταστικά στοιχεία να


προκαλεί έκπληξη στους αναγνώστες. Ούτε να ψάχνει να βρει τα πραγματικά λόγια
που ειπώθηκαν και να τα μνημονεύει αν και είναι τελείως τετριμμένα. Δηλαδή
στόχος του ιστορικού είναι να είναι δεσμευμένος με την αλήθεια, ακόμα και αν η
αλήθεια δεν είναι καθόλου εντυπωσιακή. Ο στόχος δεν είναι ο εντυπωσιασμός και
η πρόκληση συναισθήματος. Για τον Πολύβιο η ιστορία είναι σημαντικότερη από
την τραγωδία, γιατί η ιστορία παρουσιάζει την αλήθεια, ενώ η τραγωδία ασχολείται
με πράξεις που θα μπορούσαν να συμβούν , αλλά δεν συνέβησαν ποτέ.

“Εκεί μεν γαρ δει δια των πιθανωτάτων λόγων...” Εκεί στο χώρο της τραγωδίας
πρέπει με τα πιο αληθοφανή λόγια να προκαλέσεις έκπληξη προσωρινή στο
ακροατήριο, ενώ εδώ στο χώρο της ιστορίας με τα πραγματικά έργα και λόγια να
διδάξεις και να πείσεις τους αναγνώστες, να προσφέρεις ένα όφελος, το οποίο θα

76
είναι μόνιμο, γιατί στην ιστορία εκείνο το οποίο προέχει είναι το αληθοφανές,
ακόμη και αν είναι ψεύτικο, για να εξαπατηθούν οι θεατές, ενώ σε εμάς εκείνο που
προέχει είναι το αληθινό για το όφελος των αναγνωστών.

Στην τραγωδία όλα γίνονται δια την απάτην, ενώ στην ιστορία όλα γίνονται δια την
ωφέλειαν. Και επιπλέον τις περισσότερες από αυτές τις περιπέτειες, που
υπέστησαν οι Μαντινείς, ο φύλαρχος μας εξηγεί χωρίς να αναφέρει ούτε κάποια
αιτία, για τις οποίες έγιναν, ούτε τον τρόπο με τον οποίο έγιναν. Χωρίς να ξέρουμε
τις αιτίες δεν είναι δυνατόν ούτε να σπλαχνιστούμε, ούτε να εξοργιστούμε, όπως
θα έπρεπε. (Να σπλαχνιστούμε τους κατοίκους της Μαντινείας και να εξοργιστούμε
με τους Μακεδόνες και τους Αχαιούς).

Η κριτική του περιλαμβάνει δύο από τα βασικά κριτήρια, που θεωρήθηκε ότι
υπήρχαν στη σχολή της τραγικής ιστοριογραφίας. Αυτή η σχολή θεώρησαν ότι
δημιουργήθηκε από κάποιους συγγραφείς της Ελληνιστικής περιόδου, οι οποίοι σε
αντίδραση προς την κριτική του Αριστοτέλη, θέλησαν να δώσουν στην ιστορία
κάποια στοιχεία της τραγωδίας.

Και ποια στοιχεία θεωρούμε ότι είχε αυτή η σχολή της τραγικής ιστορίας;

1)ότι αποσκοπούσε στην πρόκληση συναισθήματος, στη συναισθηματική διέγερση


των αναγνωστών. Το συναίσθημα είναι το έλεος.

2)ότι περιέγραφε τα γεγονότα με τόση παραστατικότητα, ώστε αποσκοπούσε να τα


παρουσιάσει κατά κάποιο τρόπο μπροστά στα μάτια των αναγνωστών (αυτό ειναι
το “πειρώμενος εν εκάστοις).

3)ότι έδινε πάρα πολύ μεγάλη έμφαση σε απότομες μεταπτώσεις των ιστορικών
πρωταγωνιστών, δηλαδή επέμενε πάρα πολύ σε καταστάσεις οι οποίες ήταν
οριακές.

Θεώρησαν οι φιλόλογοι ότι αυτή η σχολή, ενώ προσπάθησε να κάνει την ιστορία
φιλοσοφικότερη, τελικά πήρε στοιχεία από την τραγωδία, τα οποία δεν είχαν καμία

77
σχέση με την ιστορία

Τι πιστεύουμε σήμερα για όλο αυτό το θέμα; Πιστεύουμε ότι μία τέτοια σχολή σαν
να ήταν μία οργανωμένη αντίδραση απέναντι σε αυτά που έλεγε ο Αριστοτέλης,
δεν πρέπει να υπήρξε. Ο Πολύβιος δεν αντιδρά απέναντι σε όλα αυτά. Δεν τον
απασχολεί η παραστατικότητα, το συναίσθημα. Ο Πολύβιος θεωρεί ότι έχει θέση
και το συναίσθημα, αρκεί να μην γίνεται σε βάρος της αλήθειας. Αν μεταδίδεται η
αλήθεια, τότε μια χαρά να προβληθεί και το συναίσθημα. Αυτοί όμως οι
συγγραφείς επινοούν λεπτομέρειες και στοιχεία. Αυτό είναι το πρόβλημα.

8ο μάθημα 20/11 2018

Aπό αυτό το μάθημα έβαλε στην εξεταστική. Περίπτωση Μιας κριτικής που ασκεί ο
Πολύβιος προς τον φύλαρχο για τον τρόπο με τον οποίο παρουσιάζει την άλωση
της Μαντινείας κατά τη διάρκεια του πολέμου.

Κείμενο 3.47-6-48 σελίδα 33. Μιλάει για την τραγική ιστορία.

Είμαστε στο τρίτο βιβλίο, έχει τελειώσει η προκατασκευή και έχει αρχίσει το κυρίως
μέρος της αφήγησης που θα δείξει πως σε 53 χρόνια κατόρθωσε η Ρώμη να γίνει
κοσμοκράτηρα. Ο Β΄ Καρχηδονιακός πόλεμος ή Αννιβαϊκός πόλεμος, γιατί
πρωταγωνιστής σε αυτό τον πόλεμο ήταν ο Αννίβας. Πως ο Πολύβιος ασκεί κριτική
σε κάποιους ιστορικούς, οι οποίοι έγραψαν με το δικό τους τρόπο τη διάβαση των
Άλπεων από τον Αννίβα.

Δεύτερη περίπτωση κριτική. Η πολεμική ουσιαστικά στηρίζεται θεωρητικά στο

78
λεγόμενο των … αρνητικών παραδειγμάτων, δηλαδή οι ιστορικοί δείχνοντας τι
λάθος έκαναν οι ομότεχνοί τους προσπαθούν να πουν στους αναγνώστες τους πως
πρέπει αυτοί να κάνουν την ιστορία, προκειμένου μέσα από τα λάθη να φανεί το
σωστό, αλλά και να δείξουν τι σωστό κάνουν οι ίδιοι.

Σε αυτό το κείμενο που θα δούμε έχουμε μία άλλη κατηγορία ιστορικών που
μπαίνουν στο στόχαστρο του Πολύβιου και είναι αυτοί οι ιστορικοί που έγραψαν
για τον Αννίβα και συγκεκριμένα για τον τρόπο που πέρασε τις Άλπεις για να
φτάσει στην Ιταλία. Αυτοί οι ιστορικοί έκαναν κάποια λάθη που δεν θα έπρεπε να
έχουν θέση.

“ ΄Ενιοι δε των γεγραφότων…” Κάποιοι που δεν τους κατονομάζει από αυτούς που
έχουν περιγράψει τη διάβαση των Άλπεων θέλοντας να τους εντυπωσιάσουν τους
αναγνώστες (Εδώ το συναίσθημα που θέλουν να προκαλέσουν είναι η έκπληξη) με
την παραδοξολογία με το να πούνε υπερβολικά πράγματα για τις Άλπεις. Αλλά στην
προσπάθειά τους να εκπλήξουν τους αναγνώστες χωρίς να το καταλάβουν πέφτουν
σε δύο σφάλματα τα οποία είναι εντελώς άσχετα με την ιστορία, τα οποία δεν
έχουν θέση στην ιστορία. Το ένα είναι ότι ψεύδονται, λένε ψέματα αναγκάζονται
να αντικρούσουν αυτά που έχουν πει προηγουμένως. Από τη μία τον Αννίβα τον
παρουσιάζουν έναν στρατηγό που δεν έχει όμοιο στην τόλμη και στην
προνοητικότητα του. Εμφανίζεται να είναι ο απόλυτος στρατηγός. Από την άλλη
τον παρουσιάζουν να μην είναι ιδιαίτερα συνετός, να είναι πάρα πολύ απρόσεκτος.
Ταυτόχρονα δεν μπορούν να τελειώσουν την ιστορία που έχουν αρχίσει με λογικό
τρόπο. Αναγκάζονται στην πραγματική ιστορία να εμπλέκουν Θεούς και παιδιά
θεών (στον Ηρακλή αναφέρεται εδώ). Πραγματική ιστορία είναι τα πολιτικά
στρατιωτικά γεγονότα. Αυτοί λένε ότι είναι τόσο δύσβατες οι Άλπεις, τόσο πολύ το
χιόνι, ώστε ο Αννίβας δεν μπόρεσε να την περάσει μόνος του, αλλά θα χανόταν, εάν
δεν εμφανιζόταν στο τέλος ο Ηρακλής για να του δείξει το δρόμο. Ο Πολύβιος
έρχεται και λέει ότι αυτό το πράγμα είναι τραγική ιστορία, γιατί θέλουν να δώσουν

79
έμφαση στο πόσο δύσβατη ήταν η περιοχή, αναγκάζονται μετά να μην μπορούν να
εξηγήσουν πως ένας άνθρωπος με το στρατό του κατόρθωσε να τις περάσει, παρά
μόνο αν επικαλεστούν την παρέκβαση αυτή την είναι ημι-θεϊκή. Είναι σαν να
έχουμε τον από μηχανής Θεό.

“Υποθέμενοι γαρ τας ερυμνότατας…” Αφού λοιπόν αυτοί μας παρουσιάζουν την
τραχύτητα και την αγριότητα των Άλπεων σε τέτοιο βαθμό, ώστε να μην είναι
δυνατόν, όχι άλογα και ολόκληρα στρατόπεδα που έχουν ελέφαντες, αλλά ούτε
ελαφρά οπλισμένοι πεζοί να είναι εύκολο να τις διασχίσουν και παρόμοια
περιγράφουν τους τόπους αυτούς να έχουν τέτοια ερημιά, να μην υπάρχει δηλαδή
τίποτα που να μπορεί να εξασφαλίσει την διαβίωση ενός στρατεύματος, ώστε αν
δεν εμφανιζόταν ένας θεός, ένας ήρωας να δείξει στον Αννίβα τον δρόμο να είχαν
εξολοθρευτεί. Με αυτό τον τρόπο πέφτουν σε αυτά τα δύο σφάλματα που έχω πει
προηγουμένως, δηλαδή λένε ψέματα και λένε πράγματα, τα οποία αντικρούουν
αυτά που έχουν πει πριν.

“Πρώτον μεν γαρ αν τις φανείη στρατηγός….” Ποιος θα ήταν στρατηγός πιο
ασυνετος από τον Αννίβα και πιο άπειρος αρχηγός, ο οποίος, ενώ είχε εκείνη τη
στιγμή τόσες πολλές μεγάλες δυνάμεις στη διάθεσή του και είχε πολύ σοβαρές
ελπίδες να πετύχει το σκοπό του, επιλέγει μια διαδρομή, η οποία δεν είναι
επικίνδυνη σε σημείο να θέσει σε κίνδυνο τα στρατεύματα που έχει. Ο Αννίβας
δηλαδή δεν ήταν κανένας απελπισμένος εκείνη τη στιγμή ο οποίος έπρεπε να
φύγει, να σωθεί και να πάει στις Άλπεις, γιατί δεν έχει άλλο τρόπο διαφυγής, αλλά
είναι ο στρατηγός που έχει πάρα πολύ μεγάλη δύναμη και σοβαρές ελπίδες να
πετύχει το στόχο του. Ο Αννίβας είχε πολύ μεγάλες δυνάμεις μαζί του, είχε ελπίδες
ότι μπορεί να πετύχει και έτσι επέλεξε μία διαδρομή, που δεν θα μπορούσε να τον
θέσει σε κίνδυνο. Δηλαδή λέει δεν μπορεί ο Αννίβας να ήταν έμπειρος και να
διάλεξε μία διαδρομή η οποία ήταν τόσο επικίνδυνη, όπως την παρουσιάζουν

80
αυτοι οι ιστορικοί.

“Αλλ’ όπερ οι τοις όλοις επταικότες…” Αλλά αυτό το οποίο θα έκαναν αυτοί οι
στρατηγοί που είχαν χάσει τα πάντα και αυτοί που δεν θα είχαν τίποτα άλλο να
κάνουν. Αυτό δηλαδή που θα έκαναν μόνο αυτοί που είχαν κοιμηθεί και δεν είχαν
κανένα άλλο τρόπο να αντιδράσουν, ώστε να βάλουν τις δυνάμεις τους σε τόπους
ανεξερεύνητους. Αυτό αποδίδουν οι συγγραφείς ότι το κάνει ο Αννίβας, ο οποίος
είχε ακέραιες τις ελπίδες, ότι μπορεί να επιτύχει η αποστολή του. Γι αυτό εδώ τους
καταλογίζει αντίφαση.

“ Ομοίως δε και τα περί της ερημίας…” ερυμνότητος = τραχύτητα τόπων.

Γιατί για όλα αυτά που λένε ότι πόσο ερημικές και δύσβατες και άγριες είναι οι
τοποθεσίες και αυτά εμφανίζουν το ψέμα τους κατάμουτρα. Γιατί (ιστορώ / ιστορία
= έρευνα) δεν ερεύνησαν αυτοί ότι οι Κέλτες, οι οποίοι κατοικούν στο Ροδανό
ποταμό, όχι μία, ούτε δύο φορές, πριν εμφανιστεί ο Αννίβας και όχι πολύ παλιά,
αλλά πρόσφατα με πολύ μεγάλες δυνάμεις διέσχισαν τις Άλπεις, για να
πολεμήσουν τους Ρωμαίους και συμμάχησαν με τους Κέλτες (Γαλάτες), οι οποίοι
κατοικούσαν γύρω από τον Πάδο. Δηλαδή δεν ήταν ο Αννίβας πρώτος που τις
πέρασε τις Άλπεις, αλλά και κάποια άλλα μεγάλα στρατεύματα κατόρθωσαν να τις
περάσουν. Εμείς έχουμε δηλώσει αυτή τη μάχη μεταξύ των Γαλάτων και των
Ρωμαίων,ο ίδιος ο Πολύβιος την έχει περιγράψει στο δεύτερο βιβλίο. Δηλαδή δεν
μπορεί οι Άλπεις να είναι τόσο τραχιές, όπως μας τις λένε, γιατί ο Αννίβας όχι μόνο
δεν ήταν χαζός, αλλά την περιοχή αυτή την είχαν περάσει κι άλλοι και επιπλέον δεν
γνωρίζουν ότι οι Άλπεις δεν είναι έρημες, όπως αυτοί λένε, αλλά πολλές φυλές
ανθρώπων τις κατοικούν, αλλά, επειδή δεν τα ξέρουν αυτά, δεν φρόντισαν να
εξετάσουν και να τα ερευνήσουν, λένε ότι εμφανίστηκε κάποιος ήρωας (ο Ηρακλής)
και έδειξε στον Αννίβα τον δρόμο, για να βγει από τη δύσκολη θέση.

81
“Εξ ων εικότως εμπίπτουσιν…” Με όλα αυτά παθαίνουν κάτι παρόμοιο με αυτό
που παθαίνουν οι τραγικοί ποιητές και σε εκείνους οι λύσεις των δραμάτων
απαιτούν κάποιον από μηχανής Θεό, γιατί ο τρόπος που αρχίζει το δράμα είναι
παράλογος και ψευδής. Και οι ιστορικοί παθαίνουν το ίδιο και παρουσιάζουν
κάποιους ήρωες και Θεούς να εμφανίζονται, επειδή ακριβώς η αρχή που συνδέουν
την αφήγησή τους είναι ψευδής και είναι και απίθανο και η αρχή είναι ψευδής και
απίθανη, γιατί το πρόβλημα εδώ είναι για να εντυπωσιάζουν κι έτσι βάζουν τις
Άλπεις εδώ να είναι ένας χώρος αφιλόξενος, άγριος, τραχύς και έρημος, ενώ δεν
είναι έτσι. Πώς είναι δυνατόν Όταν η αρχή σου δεν βασίζεται στη λογική να
βασίζεται το τέλος; Ο Αννίβας αντίθετα, όχι όπως γράφουν αυτοί, αλλά όλα τα
σχέδια του τα έβαλε σε εφαρμογή πραγματικώς, δηλαδή με μεγάλο πραγματισμό,
όλα τα σκέφτηκε σοβαρά, εξέτασε και κατά πόσο αυτή η περιοχή ήταν ικανή και όχι
αφιλόξενη, εξέτασε ότι το τσιφλικάτο αυτής της περιοχής ήταν εχθρικά
διακείμενος προς τους Ρωμαίους, αυτό σημαίνει ότι προς αυτόν θα ήταν φιλικός,
δηλαδή ήταν έχθρικός προς τους Ρωμαίους, άρα θα εξυπηρετούσε τα συμφέροντα
του.

ΣΟΣ!!! Στα δύσβατα μέρη χρησιμοποίησε κάποιους οδηγούς από τους ντόπιους με
τους οποίους τον συνέδεε και κοινή ελπίδα, γιατί αυτοί οι κάτοικοι των περιοχών
ήταν εχθρικά διακείμενοι προς τους Ρωμαίους, θα τον βοηθούσαν, θα του έδιναν
οδηγούς, για να φτάσει στον προορισμό του.

Σημαντικό αυτό έβαλε στις εξετάσεις!!!!! Έχει να κάνει με τη μεθοδολογία του


ιστορικού, που εδώ εφαρμόζεται στην πράξη. Εμείς για τα θέματα αυτά μπορούμε
να μιλήσουμε με βεβαιότητα. Ερεύνησε για το θέμα της διάβασης των Άλπεων με
ανθρώπους που τα έζησαν. Εδώ αναφέρεται πρώτα στο θέμα της εξέτασης
μαρτύρων.

Ιστορηκέναι, ότι δηλαδή εγώ μπορώ να μιλήσω για το πώς έγινε η διάβαση, γιατί
βρήκα κάποιους επιζήσαντες τους οποίους ρώτησα. Άρα το πρώτο είναι ότι

82
ερεύνησα για το θέμα αυτό από ανθρώπους, που ήταν παρόντες, αλλά δεν εξέτασε
μόνο μάρτυρες, έκανε και κάτι άλλο. Ο ίδιος λέει πήγε στις Άλπεις, είδε τις Άλπεις,
αναφέρεται στον εαυτό του ως συγγραφέα. Δεν λέει εγώ πήγα, έκανα, λέει εμείς
πήγαμε. Δηλαδή μπορώ να μιλήσω, γιατί είδα τους τόπους. Πέρασα ο ίδιος τις
Άλπεις, για να δω την περιοχή και να τη γνωρίσω.

Η δική του πραγμάτευση είναι πιο αξιόπιστη από αυτή των ιστορικών που
συγκρίνει, όχι μόνο γιατί οι ιστορικοί αυτοί κάνουν αυτά τα οποία δεν ταιριάζουν
στην ιστορία, αλλά στην τραγωδία, αλλά και γιατί ο ίδιος μπορεί να βασίσει τα
στοιχεία τα οποία θα περιγράψει πρώτον στους μάρτυρες, που τους συνέλεξε από
τους παρόντες και δεύτερον επειδή ο ίδιος με προσωπική αυτοψία πήγε στις
Άλπεις και τις πέρασε.

Άρα για να τις περάσει δεν ήταν κάτι τόσο τρομακτικό, όπως το έλεγαν οι ιστορικοί
για τον Αννίβα και πέρασε ο ίδιος ο Πολύβιος για να τις δει και να τις γνωρίσει. Άρα
εδώ έχουμε ένα δεύτερο κομμάτι κριτικής. Δεν απευθύνεται σε συγκεκριμένους
ιστορικούς, τους οποίους κατηγορεί, ότι δηλαδή κάνουν την Ιστορία να μοιάζει
περισσότερο με την τραγωδία, παρά με την ιστορία. Οι ιστορικοί αντίθετα από τον
φύλαρχο δεν θέλουν να προκαλέσουν λύπη, αλλά να προκαλέσουν έκπληξη για τα
κατορθώματά του Αννίβα λένε ψέματα και δεύτερον ο Αννίβας δεν χρειάζεται
κάποιον από μηχανής θεό, για να περάσει τις Άλπεις, αλλά είχε χρησιμοποιήσει
ντόπιους οδηγούς, οι οποίοι τον βοήθησαν να βρει τον δρόμο του και να φτάσει
στην Ιταλία.

Ο πρωταγωνιστής της ιστορίας του Πολύβιου είναι η Ρώμη, είναι αυτό το κράτος.
Για το θέμα αυτό έχουν διατυπωθεί δύο απόψεις διαφορετικές. Δηλαδή έχει
ειπωθεί ότι για τον Πολύβιο οι Ρωμαίοι οικοδόμησαν την αυτοκρατορία
επιδιδόμενοι σε ένα είδος αμυντικού ιμπεριαλισμού Ότι δηλαδή οι Ρωμαίοι
προκειμένου να επιβιώσουν από τις επεκτατικές διαθέσεις άλλων κρατών
αναγκάζονται να αποκτούν δύναμη ολοένα και περισσότερη και έτσι στο τέλος να
κατακτούν το ένα κράτος μετά το άλλο, για να εξαπλώσουν τη δύναμή τους.

83
Αυτή ήταν μία άποψη που υποστηρίχθηκε για τους λόγους, που ο ίδιος
παρουσιάζει τον ρωμαϊκό επεκτατισμό. Αλλά υπάρχει και μία δεύτερη άποψη για
τον Πολύβιο που λέει ότι οι Ρωμαίοι από την αρχή ήταν προσκολλημένοι σε μία
επεκτατική πραγματιστική καθαρά πολιτική, που στόχο είχε την εξάπλωση και την
αύξηση της δύναμης τους. Αυτά τα δύο είναι διαφορετικά, αλλά το πρόβλημα είναι
ότι διαβάζοντας ένα τόσο μεγάλο έργο, όπως είναι του Πολύβιου, μπορούμε να
δούμε στοιχεία τα οποία φαίνεται ότι άλλοτε ενισχύουν την πρώτη άποψη, δηλαδή
ότι οι Ρωμαίοι προσπαθούν απλά να επιβιώσουν και από την άλλη υπάρχουν και
στοιχεία που δείχνουν ότι οι Ρωμαίοι ακολουθούν αυτή την πραγματιστική
πολιτική, που στόχο έχει εξάπλωση της κυριαρχίας τους.

Eίναι και οι δύο απόψεις υπαρκτές. Προσπάθησαν οι φιλόλογοι και οι ιστορικοί να


εξηγήσουν, γιατί υπάρχουν όλα αυτά τα πράγματα. Προσπάθησαν για παράδειγμα
να πουν ότι οι απόψεις του Πολύβιου μπορεί να μεταβάλλονταν κατά τη διάρκεια
της συγγραφής του έργου του, ανάλογα με αυτά που βίωνε και ο ίδιος. Γράφτηκε
το έργο σε μία περίοδο ετών, όπου τα γεγονότα που ζούσε ο Πολύβιος ήταν
διαφορετικά και ανάλογα με αυτά που ζούσε. Μπορεί να άλλαζε τις απόψεις του
γύρω από τη Ρώμη, γιατί όντως τα βιώματα του Πολύβιου μπορεί να διέφεραν
κατά τη διάρκεια των ετών αυτών που ζούσε. Θα μπορούσε ένα τόσο μεγάλο έργο
να έχει διαφορετικές φάσεις. Ένας δεύτερος τρόπος που προσπάθησαν να
ερμηνεύσουν τις αντιφάσεις που υπάρχουν στον τρόπο με τον οποίο
παρουσιάζεται η Ρώμη, κυρίως όμως στην εξωτερική της πολιτική στο έργο του
Πολύβιου είναι ότι αυτές οι αντιφάσεις έχουν να κάνουν με το διαφορετικό κοινό
στο οποίο απευθυνόταν. Ο Πολύβιος στο έργο του το λέει ότι απευθύνεται, όχι
μόνο σε Έλληνες, αλλά και σε Ρωμαίους αναγνώστες. Κι αυτό πως μπορεί να
σχετίζεται με τον τρόπο που παρουσιάζει τη Ρώμη; Έχει υποστηριχτεί ότι αυτό
μπορεί να επηρεάζει τον τρόπο που παρουσιάζεται η Ρώμη, γιατί όταν η Ρώμη
εμφανίζεται με θετικό πρόσημο, αυτό έχει ως στόχο να ικανοποιήσει τους
Ρωμαίους αναγνώστες, οι οποίοι θέλουν να διαβάσουν για τη Ρώμη, για την
πατρίδα τους θετικά πράγματα. Και όταν πάλι η Ρώμη παρουσιάζεται με ένα πιο
84
σκοτεινό φως, αυτό απευθύνεται στους Έλληνες αναγνώστες, οι οποίοι θέλουν να
δουν τη Ρώμη διαφορετικά, γιατί είναι υποδουλωμένοι. Το πρόβλημα που έχει
αυτή η άποψη, αν ισχύει αυτό, σημαίνει ότι οι Ρωμαίοι αναγνώστες πρέπει να
μένουν ικανοποιημένοι με αυτά που θέλουν να διαβάσουν, δηλαδή την θετική
πλευρά της Ρώμης και να ξεχνούν την αρχική πλευρά της Ρώμης οι Έλληνες. Και τα
δύο στοιχεία είναι παρόντα.

ΣΟΣ!!! Ποια είναι η τοποθέτηση του Πολύβιου απέναντι στον πρωταγωνιστή της
ιστορίας του, είναι θετική ή αρνητική; Η Ρώμη είναι ο ήρωας ή είναι το τέρας;

Αν έπρεπε να δώσουμε μία απάντηση, δεν είναι σίγουρα συναισθηματική


προσέγγιση, δηλαδή δεν έχει σκοπό, είπε, να εγκωμιάσει την Ρώμη. Είπε να την
απορρίψει. Ο Πολύβιος στο έργο προσπαθεί να περιγράψει που έγκειται η
μοναδικότητα αυτού του λαού, ποια είναι τα χαρακτηριστικά του που τον έκαναν
ικανό να διαδραματίσει την συγκεκριμένη ιστορική συγκυρία, αυτό το ρόλο. Αυτό
το πράγμα δεν κρύβει κάποιον εγκωμιαστικό χαρακτήρα, ούτε κάποιον
απορριπτικό χαρακτήρα. Τον Πολύβιο τον ενδιαφέρει να μας δείξει αυτή την
επιτυχία που γνώρισαν οι Ρωμαίοι. Ποιες αιτίες είχε αυτό, άρα θαυμασμός υπάρχει
σίγουρα, γι αυτό που έτυχαν. Είναι περιγραφική η προσέγγισή του, θέλει να δείξει
ποια ήταν η ιδιαιτερότητα των Ρωμαίων, που τους επέτρεψε να πετύχουν αυτό που
πέτυχαν. Αυτό θα το δείξει περιγράφοντας, όχι μόνο την υπεροχή των Ρωμαίων στα
πεδία των μαχών, δηλαδή τις στρατιωτικές ικανότητες, αλλά περιγράφοντας και
στοιχεία γύρω από το χαρακτήρα και τη νοοτροπία των Ρωμαίων στην
καθημερινότητά τους. Αυτό γίνεται στο 6ο βιβλίο, όπου οι Ρωμαίοι εμφανίζονται
να έχουν χαρακτηριστικά, τα οποία τους διαφοροποιούν τελείως από
οποιονδήποτε άλλον. Οι Ρωμαίοι είναι άνθρωποι του καθήκοντος. Είχαν
ικανότητες που τους επέτρεψαν να γίνουν αυτό που έγιναν.

Από το 3ο βιβλίο είμαστε στην αρχή του Αννιβαϊκού πολέμου. Ο Ανίβας δεν έχει
85
φτάσει ακόμα στις Άλπεις, είναι στην Ισπανία. Γίνεται ένα μεγάλο debate στην αρχή
του Αννιβαϊκού πολέμου, για το αν υπεύθυνος για τον πόλεμο που ξέσπασε ήταν
μόνο ο Αννίβας ή είχε ευθύνη και η Ρώμη. Αυτό εντάσσεται στον ευρύτερο
προβληματισμό, που είπαμε πριν. Τα πράγματα είναι σύνθετα. Αν εδώ ο Αννίβας
είναι όντως ο κατεξοχήν υπεύθυνος γι αυτό που συμβαίνει, τότε είναι ένα
εγχείρημα που παρουσιάζει την Ρώμη ο Πολύβιος σε ένα θετικό πρόσημο. Δεν είναι
ο λαός αυτός ο οποίος θέλει να εξαπλωθεί πάση θυσία, γιατί φταίει και ο Αννίβας.
Από την άλλη, αν η ευθύνη είναι των Ρωμαίων και όχι του Αννίβα, γίνεται το
αντίστροφο. Οι φιλόλογοι θεωρούσαν ότι στο κομμάτι που θα δούμε η ευθύνη
φαίνεται από τον Πολύβιο να αποδίδεται στον Αννίβα, η ευθύνη για το ότι ξεσπά ο
Β΄ Καρχηδονιακός πόλεμος. Όλο αυτό θα το εντάξουμε στο ζήτημα του
προβληματισμού γύρω από τον τρόπο με τον οποίο τοποθετεί ο Πολύβιος την
εξωτερική πολιτική των Ρωμαίων.

Κείμενο 3.15-16 σελίδα 31

“Οι δε Ζακανθαίοι..... προσπιπτόντων” Είμαστε στην παραμονή του Β΄


Καρχηδονιακού πολέμου. Ο Αννίβας βρίσκεται στην Ισπανία, έχει κατακτήσει
κάποιες περιοχές εκεί. Οι Ζακανθαίοι, είναι κάτοικοι της Ζάκυνθας, αρχίζουν να
φοβούνται ότι ο Αννίβας με την φόρα που έχει πάρει θα κατακτήσει και τη δική
τους πόλη. Στέλνουν διαρκώς πρεσβείες στη Ρώμη. Από τη μια γιατί ανησυχούσαν
για την τύχη τους και έβλεπαν το μέλλον, ότι δηλαδή ο Αννίβας θα τους
καταλάμβανε και συγχρόνως επειδή ήθελαν οι Ρωμαίοι να γνωρίσουν, ότι δηλαδή
τα πράγματα για τους Ρωμαίους εξελίσσονταν τόσο καλά. Δηλαδη ήθελαν να
προλάβουν την επεκτατικότητα των Καρχηδονίων και να πληροφορήσουν τους
Ρωμαίους για το πόσο καλά εξελίσσονται τα πράγματα για τους Καρχηδόνιους στην
Ισπανία.

Οι Ρωμαίοι από την πλευρά τους, αν και πολλές φορές τους είχα παραχωρήσει,
δηλαδή δεν αντέδρασαν στις πρεσβείες που τους έστελναν. Τότε έστειλαν

86
δεσμευτές για να εξετάσουν τις πληροφορίες που τους έρχονταν. Κάποια στιγμή
ανταποκρίθηκαν.

“Αννίβας δε κατά τους αυτούς καιρούς.... των ενεστώτων” Ο Αννίβας, λέει, αυτή
την εποχή κατάφερε να υποτάξει, όσους είχε βάλει στο μυαλό του και με τις
δυνάμεις του έφτασε για να ξεχειμωνιάσει στην νέα Καρχηδόνα (αυτή είναι η
Καινήν πόλιν), η οποία κατά κάποιο τρόπο είναι το στολίδι των Καρχηδονίων στην
Ισπανία. Αφού λοιπόν υπέταξε διάφορες περιοχές στην Ισπανία, έφτασε να
ξεχειμωνιάσει στην νέα Καρχηδόνα ο Αννίβας. Αφού υποδέχτηκε εκεί τους
πρεσβευτές των Ρωμαίων και τους δέχτηκε για ακρόαση, κάθισε να ακούσει αυτά
τα οποία του διεμήνυσαν οι πρεσβευτές.

“Ρωμαίοι μεν ουν διεμαρτύροντο Ζακανθαίων...” Οι Ρωμαίοι του έλεγαν να μην


βάλει το χέρι του στη Ζάκανθο, όχι πέρα από τη Ζάκανθο, γιατί οι κάτοικοί του ήταν
στη δική τους συμμαχία, ήταν σύμμαχοί τους. Και να μην διασχίσει τον Ίβηρα
ποταμό σύμφωνα με τις συνθήκες που είχαν γίνει επί Ασδρούβου, πριν τον Αννίβα.
Οπότε φτάνουν οι πρέσβεις των Ρωμαίων στη Νέα Καρχηδόνα, συναντούν τον
Αννίβα και τους λένε ότι δεν πρέπει να περάσουν τον Ίβηρα ποταμό και δεν πρέπει
να πολιορκήσει την Ζάκανθο, γιατί σε κάθε περίπτωση αυτά τα δύο είναι αιτία να
αρχίσει ο πόλεμος.

“Ο δ' Αννίβας, άτε νέος μεν ων...” Ο Πολύβιος περιγράφει τον Αννίβα, ήταν λέει
νέος, γεμάτος πολεμική ορμή ως νέος, ήταν επιτυχημένος ως τότε σε όποια
επιχείρηση είχε προσπαθήσει να πετύχει. Επίσης ήταν από μικρός εχθρικά
διακείμενος προς τους Ρωμαίους, γιατί ο πατέρας του τον είχε ορκίσει. Εδώ
εμφανίζεται ένας άνθρωπος, ο οποίος είναι νέος, γεμάτος πολεμική ορμητικότητα,
που δεν είχε γνωρίσει έως τότε αποτυχία. Μέχρι εδώ ο Αννίβας φαίνεται να έχει
μεγάλο μερίδιο ευθύνης!! Θέλει να πολεμήσει.
87
Απαντά ο Αννίβας στους πρέσβεις: κατηγορεί τους Ρωμαίους ότι λίγο προτύτερα,
όταν είχαν μία εμφύλια διαμάχη κατά της Ζακάνθου, ανέλαβαν την διαιτησία και
σκότωσαν οι Ρωμαίοι κάποιους από τους προύχοντες των Ζακανθέων. Οπότε τους
κατηγορεί ότι ο ίδιος φροντίζει τους Ζακανθαίους, γιατί εσείς παλαιότερα σε μία
εμφύλια διαμάχη ήρθατε και σκοτώσατε κάποιους από τους αξιωματούχους των
Ζακανθαίων και δεν μπορεί αυτός να βλέπει να αδικούνται. Δηλαδή λέει κάτι που
καταλαβαίνουμε ότι δεν ισχύει, αντιστρέφει την πραγματικότητα και λέει ότι εγώ
είμαι που ενδιαφέρομαι για τους Ζακανθαίους, και όχι εσείς που δεν τους
φερθήκατε καλά στο παρελθόν. Αυτό βέβαια το κάνει για να φουντώσει την έχθρα
που υπάρχει και όχι για να την κατευνάσει.

“Πάτριον γαρ είναι Καρχηδονίοις...” Ταυτόχρονα έστελνε πρέσβεις στους


Καρχηδόνιους ρωτώντας πως πρέπει να αντιδράσει. Επειδή οι Ζακανθαίοι είχαν
εμπιστοσύνη στην συμμαχία των Ρωμαίων.

Από τη μία δηλαδή είπε αυτά τα πράγματα τους Ρωμαίους, που δεν είχαν σχέση με
την πραγματικότητα, αλλά ήθελε να τους δείξει ότι εγώ θέλω να βάλω υπό την
προστασία μου τους Ζακανθαίους, γιατί εσείς δεν τους φέρεστε καλά και από την
άλλη στέλνει στην Καρχηδόνα, γιατί βλέπει ότι οι Ζακανθαίοι έχουν μία
συμπεριφορά, η οποία προξενεί πρόβλημα.

“Καθόλου δ' ην πλήρης αλογίας...” Και γενικά ήταν γεμάτος από έναν θυμό, ο
οποίος ήταν βίαιος και δεν είχε την λογική. Ήταν ένας παράλογος και βίαιος θυμός.
Ο Αννίβας φαίνεται να έχει μία συμπεριφορά, η οποία τον κάνει να φαίνεται ότι
είναι ο υπεύθυνος που ξεσπά σύγκρουση με τους Ρωμαίους, γιατί έχει αυτά τα
χαρακτηριστικά: γεμάτος θυμό, πολεμική ορμή, προκατειλημμένος, νέος με
φοβερή επιτυχία.

“Διό και τας μεν αληθιναίς αιτίας...” Επειδή λοιπόν είχε αυτά τα χαρακτηριστικά
88
στην συμπεριφορά του και στον τρόπο σκέψης του, δεν επικαλέστηκε τις αληθινές
αιτίες, που έδειχνε ότι οι Καρχηδόνιοι είχαν παράπονα προς τους Ρωμαίους και
επικαλείται αυτές τις παράλογες προφάσεις, ότι δηλαδή αυτός ενδιαφέρεται να
υποστηρίξει τους Ζακανθαίους. Αυτό δεν ήταν η πραγματική αιτία, ήταν ένα
πρόσχημα το οποίο επικαλείτο.

Αυτό το κάνουν αυτοί οι οποίοι έχουν από πριν κάποια ορμητικότητα μέσα τους και
ξεχνούν αυτό που πρέπει να κάνουν και παρασύρονται από την ορμητικότητά τους.
Πόσο καλύτερα θα ήταν να ζητήσει από τους Ρωμαίους να τους αποδώσουν τη
Σαρδηνία και τους φόρους που τους είχαν επιβάλλει τότε. Εδώ αναφέρετε σε αυτό
που είχε γίνει μετά την λήξη τους Α΄ Καρχηδονιακού πολέμου, όταν ανάμεσα στους
όρους που είχαν επιβάλλει οι Ρωμαίοι στους Καρχηδόνιους ήταν να τους δώσουν
την Σαρδηνία και κάποιους φόρους. Αυτό ήταν κάτι που τους βάραινε τους
Καρχηδόνιους. Πόσο καλύτερο θα ήταν όμως να πει στους Ρωμαίους το πρόβλημα
του λαού του ήταν ότι τους είχαν αποσπάσει την Σαρδηνία και τους είχαν επιβάλλει
βαριά φορολογία άδικα (ο ίδιος ο Πολύβιος το λέει το άδικα) εκμεταλλευόμενοι
την περίσταση, διαφορετικά να πει ότι θα πολεμήσει. Ο Αννίβας αντί να πει στους
Ρωμαίου ότι το πρόβλημά τους είναι η φορολογία και η Σαρδηνία και να τα
διεκδικήσει αυτά, την πραγματική αιτία την αποσιώπησε και έβγαλε μία που δεν
υφίστατο σχετικά με τη Ζάκανθο. Κι έτσι έδωσε την εντύπωση, όχι μόνο την
παράλογη, αλλά και ότι άδικα ξεκίνησε τον πόλεμο. Εδώ τα πράγματα γίνονται πιο
πολύπλοκα. Ο Αννίβας έχει κάποια ευθύνη, αλά η ευθύνη δεν είναι ότι αδικεί τους
Ρωμαίους. Η ευθύνη είναι ότι αντί να θέσει το θέμα στην πραγματική του
διάσταση, που ήταν η φορολογία και η Σαρδηνία, επικαλείται κάποια αιτία που δεν
είναι πραγματική, για να ξεσπάσει ο πόλεμος. Ο τρόπος που παρουσιάζεται εδώ η
κατάσταση από τον Πολύβιο δεν φαίνεται να υποβαθμίζει την ευθύνη των
Ρωμαίων. Το “αδίκως” δείχνει ότι οι Ρωμαίοι είχαν φερθεί στους Καρχηδόνιους με
τρόπο άδικο και εξουθενωτικό, αλλά αντίθετα ο Αννίβας με τη συμπεριφορά του
έδωσε την εντύπωση ότι άδικα ξεκινούσε τον πόλεμο. Η αδικία οφειλόταν στο ότι
δεν έβαλε στο τραπέζι τα πραγματικά προβλήματα. Δεν μπορούμε να πούμε ότι
89
εδώ ο Πολύβιος ακολουθεί κάποιες φιλορωμαϊκές πηγές. Ο θυμός του Αννίβα
συντονίζεται με την αδικία που αισθάνονται οι Καρχηδόνιοι από τους Ρωμαίους
γενικά. Η ευθύνη του Αννίβα είναι ότι δεν φέρνει το πράγμα στην πραγματική του
διάσταση. Να πει ότι τα προβλήματά μας σε εσάς είναι αυτά. Και δίνει την
εντύπωση ότι αδίκως ξεκινά ένας πόλεμος, ο οποίος τελικά ξεκινά δικαιολογημένα
σύμφωνα με τον Πολύβιο. Οι Καρχηδόνιοι γενικώς αισθάνονται αδικημένοι από
τους Ρωμαίους. Τελικά ξεσπά ο πόλεμος. Εδώ πάντως δεν υποβαθμίζεται η ευθύνη
των Ρωμαίων. Οι Ρωμαίοι αδίκησαν τους Καρχηδόνιους. Δεν φαίνεται ότι η πηγή
είναι φιλορωμαϊκή!!

“Οι δε των Ρωμαίων πρέσβεις...” Κατάλαβαν ότι θα χρειαστεί να πολεμήσουν.


Πήγαν στην Καρχηδόνα, τουλάχιστον πίστεψαν και ήλπισαν ότι δεν θα πολεμούσαν
στην Ιταλία, αλλά στην Ισπανία. Ο πόλεμος θα ήταν αναπόφευκτος, αλλά το άλλο
είναι ότι ο πόλεμος θα γίνει στην Ισπανία. Τελικά το Αννιβαϊκός έγινε στην Ιταλία.
Εδώ τα σχέδια των Ρωμαίων αναφέρονται, γιατί δείχνουν ακριβώς πόσο
παραπλανημένοι ήταν σε αυτό που επρόκειτο να γίνει.

Εδώ ξεκινά γενικώς ένα θέμα που αναπτύσσεται σε όλο το 3ο βιβλίο, γιατί σε όλο
το 3ο βιβλίο θα βλέπουμε ότι Αννίβας, παρά το νεαρό της ηλικίας του, καταφέρνει
να νικά το θέμα του συντονισμού και της στρατηγικής τους αντιπάλους και επειδή
υπερτερεί στο θέμα του στρατηγικού σχεδιασμού κατορθώνει και τους νικά και στις
μάχες. Άρα εδώ δείχνει ότι οι Ρωμαίοι κάνουν το ένα λάθος στρατηγικής μετά το
άλλο.

Το πρώτο λάθος που κάνουν οι Ρωμαίοι είναι ότι θεωρούν ότι ο πόλεμος δεν θα
τους αγγίξει πολύ, γιατί θα είναι εκεί. Τα πράγματα θα γίνουν ακριβώς αντίθετα. Κι
αυτό είναι ένα θέμα που σε όλο το 3ο βιβλίο θα επανέρχεται, για να εξηγεί τις
αλλεπάλληλες ήττες που θα υφίστανται οι Ρωμαίοι στα χέρια των Καρχηδονίων. Ο
Αννίβας αποδεικνύεται, όχι μόνο ικανός στο πεδίο μαχών, αλλά και ικανός στη
στρατηγική. Ξεκινά εδώ αυτή η διαφοροποίηση μεταξύ του Αννίβα και των

90
αντιπάλων. Κάνουν λάθη οι Ρωμαίοι. Γι αυτό η Σύγκλητος άρχισε να προετοιμάζεται
γι αυτό το οποίο επρόκειτο να γίνει, δηλαδή η σύγκλητος θεώρησε ότι ο πόλεμος
θα είναι μακριά από “της οικείας” , ένα δεύτερο λάθος!!

Προτεραιότητά τους θα ήτανε να τακτοποιήσουν αυτά που γίνονταν στην Ιλλυρία,


ενώ έχουμε τον Αννίβα στην Ισπανία να κατακτά μία περιοχή μετά την άλλη.
Προσπαθούν να αντιμετωπίσουν τον Αννίβα με διπλωματικό τρόπο και αντίθετα
στέλνουν στράτευμα στην Ιλλυρία, όπου ο Δημήτριος ο Φάριος κάνει κάποιες
πράξεις εναντίον τους. Εδώ έχουμε έναν συγχρονισμό. Την ίδια την περίοδο που
γίνονται αυτά στην Ισπανία, στην Ιλλυρία γίνονται κάποια άλλα πράγματα εξαιτίας
του Δημήτριου του Φάριου και οι Ρωμαίοι παίρνουν μία απόφαση. Να βάλουν σε
προτεραιότητα την κατάσταση που υπάρχει στην Ιλλυρία, αντί να στείλουν άμεσα
στρατό στην Ισπανία. Στον Πολύβιο πολλές από τις πράξεις που γίνονταν, γίνονταν
την ίδια περίοδο και αυτός έπρεπε να αναδείξει το συγχρονικό χαρακτήρα τους,
γιατί αυτό θα μπορούσε να αποκαλύψει κάποια πράγματα και για την μία και για
την άλλη πράξη, που γινόταν ταυτόχρονα. Εδώ θα δούμε το γεγονός ότι
αναδεικνύει πως αυτές οι πράξεις γίνονταν την ίδια εποχή και πως θα μπορούσε να
ερμηνευτεί από τους αναγνώστες.

“Συνέβαινε γαρ κατ' εκείνους τους καιρούς...” Συνέβαινε την ίδια εποχή ο
Δημήτριος ο Φάριος να έχει ξεχάσει τις ευεργεσίες που είχε δεχτεί παλαιότερα από
τους Ρωμαίους, αλλά επειδή ήταν απασχολημένοι με τους Γαλάτες και ύστερα
επειδή ήταν απασχολημένοι με το φόβο που είχαν με τον Αννίβα και τους
Καρχηδόνιους και ο Δημήτριος από την άλλη στήριζε τις ελπίδες του στη
Μακεδονική δυναστεία, επειδή είχε συμμαχήσει με τον Αντίγονο εναντίον του
Κλεομένη και επομένως πίστευε ότι με το να αδικεί τους Ρωμαίους δεν είχε
πρόβλημα, πρώτον επειδή ήταν απασχολημένοι με τους Γαλάτες και επειδή θα είχε
τον Αντίγονο τον Δώσων να τον βοηθήσει. Έτσι άρχισε να πολιορκεί και να
υποδουλώνει κάποιες πόλεις στην Ιλλυρία, οι οποίες ήταν όμως στο πλευρό των

91
Ρωμαίων. Και πέρασε με 50 πλοία και άρχισε να πολιορκεί κάποια νησιά των
Κυκλάδων.

“Εις α βλέποντες Ρωμαίοι...” Βλέποντας οι Ρωμαίοι την συμπεριφορά του


Δημητρίου και βλέπονται ότι η Μακεδονική Δυναστεία ήταν σε ακμή, θέλησαν
πρώτα να στρέψουν όλη τη προσοχή τους εκεί, πεπεισμένοι ότι θα προλάβουν να
αποκαταστήσουν αυτή τη συμπεριφορά των Ιλλυρίων, πιστεύονται ότι θα
προλάβουν αργότερα να τακτοποιήσουν και τον Αννίβα, αλλά έπεσαν έξω στους
υπολογισμούς τους.

“Κατετάχησε γαρ αυτούς Αννίβας...” Ήταν πεπεισμένοι οι Ρωμαίοι ότι θα


προλάβουν να διορθώσουν την άγνοια αυτή των Ιλλυρίων και να τιμωρήσουν την
αχαριστία του Δημητρίου. Τους πρόλαβε ο Αννίβας, ο οποίος, μέχρι αυτοί να
τακτοποιήσουν τον Δημήτριο τον Φάριο, κατέλαβε την Ζάκανθο και έτσι συνέβη ο
πόλεμος, να μη γίνει τελικά στην Ισπανία, όπως νόμιζαν οι Ρωμαίοι, αλλά να γίνει
στην ίδια τη Ρώμη και γενικώς σε ολόκληρη την Ιταλία.

Εδώ έχουμε 2 σύγχρονες πράξεις και ο Πολύβιος τονίζει ότι γινόντουσαν


ταυτόχρονα. Αναδεικνύει το στρατηγικό σφάλμα των Ρωμαίων. Οι Ρωμαίοι έκαναν
ένα λάθος. Το σφάλμα δεν ήταν μόνο ότι ο πόλεμος υπολόγιζαν ότι θα γίνει στην
Ισπανία, αλλά ότι θεώρησαν ότι είχαν την ευκαιρία να αφήσουν τον Αννίβα για πιο
μετά και να στρέψουν πρώτα την προσοχή τους στην Ιλλυρία και στον Δημήτριο τον
Φάριο. Έτσι υποβάλλεται η ιδέα ότι , αν οι Ρωμαίοι είχαν αντιδράσει διαφορετικά
και δεν είχαν αφήσει τον Αννίβα να συνεχίζει την πορεία του στην Ισπανία,
ενδεχομένως η ιστορία θα είχε πάρει μία διαφορετική μορφή και ο Αννίβας δεν θα
είχε περάσει τις Άλπεις να φτάσει στην Ιταλία και να φτάσει τους Ρωμαίους στο να
απειλούνται να χάσουν την ίδια τους τη πατρίδα.

Εδώ λοιπόν αναδεικνύεται το σφάλμα που έκαναν οι Ρωμαίοι στη συγκεκριμένη


περίπτωση. Αυτό είναι ένα θέμα που εγκαινιάζεται τώρα, αλλά επανέρχεται
92
συνεχώς σε όλο το 3ο βιβλίο.

Αυτή η ταυτόχρονο πράξη και ο τρόπος που το αντιμετώπισαν οι Ρωμαίοι,


καθόρισαν αυτό το αποτέλεσμα.

9o μάθημα 27.11.2018

Κείμενο 3.6 σελίδα 30.

Ο Πολύβιος προσπαθεί να διευκρινίσει στους αναγνώστες τη διαφορά ανάμεσα


στην αιτία, ιστορικά μιλώντας, την αφορμή, την πρόφαση και την αρχή μίας
πολεμικής ενέργειας.

Θα δούμε το σχήμα το οποίο κατασκευάζει να μοιάζει με αυτό που σήμερα


θεωρούμε ότι είναι αρχή, αιτία, πρόφαση ή αφορμή. Ενώ στον Θουκυδίδη η
βαθύτερη αιτία λέγεται πρόφασις, αλλά καταλαβαίνουμε τι εννοεί, γιατί υπάρχει το
“αληθεστάτην”. Δεν σημαίνει ότι εκείνες οι αιτίες είναι προφάσεις. Οι αιτίες είναι
πραγματικά παράπονα, αλλά δεν είναι η αληθεστάτην πρόφασιν. Εδώ στον
Πολύβιο θα δούμε την δική του πρόταση, με την οποία προσπαθεί να εξηγήσει
στους αναγνώστες τη διαφορά μεταξύ των τριών: προφάσεων ή αφορμών και των
αρχών ενός πολέμου.

“'Ενιοι δε των συγγεγραφότων....” Κάποιοι λέει, που έχουν ασχοληθεί με την


ιστορία του Αννίβα θέλοντας να μας δείξουν τις αιτίες, για τις οποίες ξέσπασε ο
πόλεμος ανάμεσα στους Ρωμαίους και τους Καρχηδόνιους, λένε ότι πρώτη αιτία
ήταν η πολιορκία της Ζακάνθου από τους Καρχηδόνιους και δεύτερη αιτία, το ότι οι
Καρχηδόνιοι παραβίασαν τις συνθήκες, γιατί διέσχισαν τον ποταμό Ίβηρα.

Εγώ θα έλεγα ότι αυτά είναι οι αρχές του πολέμου, αλλά σε καμία περίπτωση δεν
θα δεχόμουν να πως ότι αυτά είναι αιτίες.

Εδώ έχουμε τον Πολύβιο πάλι να κάνει κριτική, δεν αφηγείται, αλλά σχολιάζει τις
επιλογές του, τους άλλους ιστορικούς. Είναι πολύ συχνό αυτό το κομμάτι. Είναι
93
σαφές για τον κάθε αναγνώστη που σταματά η αφήγηση και που ξεκινά ο
σχολιασμός.

Πολύ μακριά θα ήμουν από το να πω ότι αυτά τα δύο είναι αιτίες και όχι αρχές,
γιατί αν ίσχυαν αυτά τα πράγματα που λένε αυτοί που γράφουν για τον Αννίβα,
τότε θα έπρεπε να πούμε ότι και η διάβαση του Αλεξάνδρου στην Ασία είναι αιτία
του πολέμου που έκανε ο Αλέξανδρος με τους Πέρσες στην Ασία. Ή το ότι
κατέρρευσε ο Αντίοχος στη Δημητριάδα ότι είναι η αιτία για τον πόλεμο που έκανε
τότε με τους Ρωμαίους. Αν θεωρήσουμε ότι το γεγονός πως ο Αννίβας πήρε τη
Ζάκανθα ότι είναι η αιτία του πολέμου, είναι σαν να λέμε ότι το γεγονός πως ο
Αλέξανδρος πήγε στην Ασία είναι αιτία του πολέμου των Μακεδόνων με τους
Πέρσες. Κανείς δεν θα έλεγε ότι αυτό ήταν η αιτία. Είναι η αρχή.

“Ων ουτ εικός ουτ' αληθές...” Τίποτα όμως από αυτά δεν είναι εύλογο και
πραγματικό. Δηλαδή δεν μπορούμε να πούμε ότι η μετάβαση του Αλέξανδρου στην
Ασία είναι αιτία, ούτε η άφιξη του Αντίοχου ότι είναι αιτία. Γιατί ποιος θα
μπορούσες να πει ότι αυτά είναι αιτίες, από τη στιγμή που ο Αλέξανδρος και
παλιότερα και ο Φίλιππος όταν ζούσε, έκανε πολλές προετοιμασίες, προκειμένου
να πολεμήσουν τους Πέρσες. Άρα δεν μπορούν να είναι αιτίες, γιατί οι
εμπλεκόμενοι είχαν από πριν αποφασίσει ότι θα πολεμήσουν και είχαν
προετοιμαστεί ανάλογα.

“Αλλ' έστιν ανθρώπων τα τοιαύτα...” Αλλά αυτά τα κάνουν άνθρωποι, οι οποιοι


δεν μπορούν να καταλάβουν πόσο διαφέρει η αρχή από την αιτία και την πρόφαση.
Κι ότι αυτά τα δύο (αιτίες και πρόφαση) προηγούνται χρονικά, ενώ η αρχή έπεται
χρονικά.

ΣΟΣ!!! “Εγώ δε παντός αρχάς...” Εγώ γενικώς αρχή λέω ότι είναι οι πρώτες

94
ενέργειες για θέματα τα οποία έχουν ήδη αποφασιστεί. Για τον Αλέξανδρο η αρχή
είναι ότι πήγε στην Ασία, αλλά η απόφαση είχε ήδη παρθεί. Και ότι αιτίες είναι
αυτές οι απόψεις και οι σκέψεις που προηγούνται, προκειμένου να παρθεί η όποια
απόφαση. Αιτίες λοιπόν είναι όλες οι σκέψεις και οι συλλογισμοί που μας οδηγούν
να πάρουμε κάποια απόφαση. Και αυτό θα γίνει κατανοητό από αυτό που θα πω
στη συνέχεια: Γιατί ποιες ήταν οι πραγματικές αιτίες και από που προέκυψε ο
περσικός πόλεμος του Αλεξάνδρου, είναι εύκολο να το καταλάβει και ο πρώτος
τυχόντας.

ΠΡΩΤΗ ΑΙΤΙΑ που θεωρεί ο Πολύβιος για την εκστρατεία είναι η επιστροφή από την
Ασία του Ξενοφώντα με τους Έλληνες, ενώ διέσχιζαν όλη την Ασία, που ήταν
εχθρική σε αυτούς. Κανείς από τους βαρβάρους δεν μπορούσε να αντιταχθεί στους
Έλληνες του Ξενοφώντα με επιτυχία. Αναφερόμαστε στην Κύρου ανάβαση.

ΔΕΥΤΕΡΗ ΑΙΤΙΑ το ότι διάβηκε ο Αγησίλαος, ο βασιλιάς της Σπάρτης την Μικρά Ασία
και δεν βρήκε τίποτα ισάξιο με την δύναμη του και αναγκάστηκε να γυρίσει μετά
στην Ελλάδα.

“Εξ ων Φίλιππος κατανοήσας...” Από όλα αυτά ο Φίλιππος, επειδή κατανόησε και
είδε ότι οι Πέρσες είναι άνανδροι, δεν συγκρίνονταν με τους Μακεδόνες και το
κατάλαβε αυτό. Ο Φίλιππος τα κέρδη που θα είχε από αυτό το πόλεμο θα ήταν
πολλά και σημαντικά. Κατάλαβε ο Φίλιππος ότι είναι ισχυρότερος από τους Πέρσες
πολεμικά, αλλά και αυτή η εκστρατεία θα είχε κέρδη. Αφού κατάφερε να
εξασφαλίσει την ευνοϊκή διάθεση των Ελλήνων απέναντί του, ευθέως βάζοντας ως
πρόφαση ότι πηγαίνει για να τιμωρήσει την παρανομία των Περσών εναντίον των
Ελλήνων, επικαλούμενος αυτό ως πρόφαση, πήρε απόφαση να πολεμήσει.

“Διόπερ αιτίας μεν τας πρώτας...” Γι αυτό αιτίες πρέπει να θεωρήσουμε αυτό που
είπαμε στην αρχή, δηλαδή ότι

1) ο Φίλιππος κατάλαβε από την κατάσταση του Αγησιλάου ότι οι Πέρσες είναι
95
κατώτεροι από τους Μακεδόνες και

2) ότι διέβλεψε τα κέρδη που θα έχει από την εκστρατεία κι έτσι αποφάσισε να
πολεμήσει.

Αυτές είναι οι αιτίες, πρόφαση είναι το ότι είπε πως θα τιμωρήσει τους Πέρσες γι
αυτά που έκαναν στους Έλληνες και αρχή η διάβαση του Αλέξανδρου, η πρώτη
ενέργεια. Είχαν ήδη πάρει τις αποφάσεις και η πρώτη άφιξη του Αλέξανδρου στην
Ασία.

Η διάκριση μεταξύ των αιτιών, των προφάσεων και των αρχών είναι όπως ακριβώς
θα τα χρησιμοποιούσαμε σήμερα και εμείς.

Η αιτία, λέει, ότι είναι αυτή που λιγότερο συχνά ακούγεται και πιο συχνά ακούγεται
η πρόφαση.

Κείμενο 3.78.5-82, σελίδα 34

Εδώ ο Πολύβιος είναι σαν αφηγητής. Ο Αννίβας έχει περάσει τις Άλπεις, βρίσκεται
στην Ιταλία και το αποτέλεσμα είναι υπέρ του Αννίβα και εναντίον των Ρωμαίων. Η
αφήγηση του Πολύβιου αποτυπώνει πρώτον την υπεροχή των Καρχηδονίων και
πως την ερμηνεύει. Ο Πολύβιος καταφέρνει να εμπνεύσει και να αποτυπώσει την
υπεροχή των Καρχηδονίων και του Αννίβα εναντίον των Ρωμαίων.

Με ποιο τρόπο; Με τα σφάλματα των Ρωμαίων.

“Θεωρών δε τους Κέλτες...” Ο Αννίβας έβλεπε ότι οι Κέλτες δυσανασχετούσαν που


ο πόλεμος καθυστερούσε τόσο πολύ στη χώρα τους και από την άλλη ήταν
ξεσηκωμένοι να πάνε στην εχθρική χώρα, δηλαδή την ρωμαϊκή. Ήταν οργισμένοι με
τους Ρωμαίους ηγέτες, αλλά το έκαναν κυρίως για τα κέρδη, που θα αποκόμιζαν
και γι αυτό ο Αννίβας θεώρησε ότι πρέπει να ξεκινήσει το ταχύτερο.

96
“Διόπερ άμα τω την ώραν μεταβάλλειν...” Γι αυτό καθώς άλλαζε η εποχή και από
χειμώνας ερχόταν η άνοιξη, πληροφορούμενος (πυνθανόμενος) από αυτούς που
ήξεραν πολύ καλά την περιοχή όλες τις εισόδους, όλες οι άλλες είσοδοι προς την
χώρα των Ρωμαίων ήταν πιο μακρινές και πρόδηλες, φανερές στους εχθρού. Από
αυτούς που είχαν εμπειρία της περιοχής η είσοδος που πήγαινε μέσα από τα έλη
προς την Τυρρηνία ήταν λέει δύσκολη, αλλά σύντομη και μάλιστα θα φαινόταν και
εντυπωσιακή, θα εξέπλητε τον Φλαμίνιο. Άρα πληροφορείται ο Αννίβας ότι
υπάρχουν διάφοροι τρόποι να φτάσει στη Ρώμη, αλλά όλοι οι τρόποι είναι
προφανείς για τους αντιπάλους, ενώ ο δρόμος που οδηγεί μέσα από κάποια έλη
είναι δύσκολος, αλλά συντομότερος και θα προκαλέσει αιφνιδιασμό.

Υπάρχει μία διάθεση από τον Αννίβα να μη μείνει στα του εαυτού, να εξετάσει την
κατάσταση στο στρατόπεδό του. Αυτο είναι το “θεωρών” και να διαβάσει την
πιθανή αντίδραση των αντιπάλων. Ότι δηλαδή οι αντίπαλοι δεν θα περίμεναν ότι
θα περνούσε από τα έλη. Συλλέγει πληροφορίες ο Αννίβας.

“Αεί δε πως οικείος (ων) τη φύσει....” Και επειδή και από την φύση του άρεσαν
αυτά τα επικίνδυνα και τα δύσκολα, διάλεξε να ακολουθήσει αυτή τη πορεία,
δηλαδή μέσα από τα έλη. Είναι ορμητικός, αλλά προετοιμάζει καλά τις κινήσεις
του. Οι νίκες του Αννίβα πρέπει να εξηγηθούν. Αυτός είναι ο ρόλος του ιστορικού!!

“Διαδοθείσης δε της φήμης...” Όταν διαδόθηκε η φήμη στο στρατόπεδο, ότι ο


Αννίβας πρόκειται να τους περάσει από κάποια έλη, όλοι οι στρατιώτες άρχισαν να
φοβούνται τι θα συναντήσουν, γιατί υποπτεύονταν ότι θα συναντούσαν
ρουφήχτρες, έλη, ο Αννίβας όμως “επιμελώς εξητακώς”! Διερεύνησε και έμαθε ότι
οι τόποι αυτοί δεν ήταν ιδιαίτερα βαθείς, ήταν δηλαδή σχετικά ρηχοί και σχετικά
στέρεοι, επομένως μπορεί να ήταν έλη, αλλά δεν ήταν τελείως χάλια. Πόσο
προσεκτικά ο ίδιος ο Πολύβιος μέσα από την αφήγησή του προσπαθεί να δείξει ότι
κάθε κίνηση του Αννίβα είναι προμελετημένη. Αφού λοιπόν έμαθε ότι οι τόποι δεν
97
ήταν τόσο τρομεροί, ξεκίνησαν και στην πρωτοπορία έβαλαν τους Καρχηδόνιους
και τους Ισπανούς. Και το μεγαλύτερο και το πιο αξιόμαχο μέρος το έβαλε μαζί με
τις αποσκευές για να έχουν ό,τι χρειάζονται για εκείνη την περιοχή. Αλλά για το
μέλλον δεν τον ένοιαζε καθόλου η τύχη των αποσκευών, γιατί αν καταφέρει να
φτάσει στην Ιταλία, αν ηττηθεί δεν θα χρειαστεί καθόλου τις αποσκευές. Αν από
την άλλη υπερισχύσει, στην ύπαιθρο την ιταλική δεν θα του λείψει τίποτα από τα
αναγκαία.

Επομένως οι αποσκευές τον ενδιέφεραν μόνο για να περάσει τα έλη. Γίνεται χρήση
της εσωτερικής εστίασης στους συλλογισμούς του Αννίβα, προκειμένου να φανεί
ότι κάθε κίνηση του Αννίβα ήταν προμελετημένη πολύ προσεκτικά.

“Επί δε τοις προειρημένοις επέβαλε...” Στη συνέχεια από αυτούς τους Ισπανούς
και τους Καρχηδόνιους έβαλε τους Κέλτες και πίσω από όλους έβαλε τους ιππεις
και πίσω από όλους έβαλε τον αδελφό του τον Μάγωνα, για πολλούς λόγους, αλλά
επειδή οι Κέλτες ήταν μαλθακοί και φυγόπονοι, ώστε αν δοκίμαζαν οι Κέλτες να
φύγουν, ο αδελφός του θα τους σταματούσε. Άρα το έχει σχεδιάσει πολύ
προσεκτικά.

“Οι μεν ουν Ίβηρες και Λίβυες...” Οι Ισπανοί και οι Καρχηδόνιοι, επειδή
προχωρούσαν όταν τα έλη ήταν ακόμα απάτητα, αφού ήταν οι πρώτοι δεν
ταλαιπωρούνταν και πάρα πολύ. Τα έλη ήταν ακόμα σχετικά στέρεα και ήταν
“φερέκακοι” δηλαδή αυτοί που αντιμετωπίζουν την ταλαιπωρία, είχαν αντοχή,
ήταν σκληραγωγημένοι και ήταν συνηθισμένοι στις ταλαιπωρίες. Οι Κέλτες όωμς με
δυσκολία προχωρούσαν, επειδή εν τω μεταξύ τα έλη είχαν ταραχθεί και είπαν
πατηθεί από τους προηγούμενους κι έτσι με μεγαλύτερη δυσκολία και ταλαιπωρία
υπέμεναν αυτή την κακοπάθεια, ήταν και περισσότερο άπειροι από τέτοιες
ταλαιπωρίες.

98
“Εκωλύοντο δε πάλιν απονεύειν...” Άλλα εμποδίζονταν να πάνε πίσω, επειδή
υπήρχαν οι ιππείς, που είχε βάλει ο Αννίβας. Αυτό το αναφέρει ο Πολύβιος για να
δείξει ότι ο Αννίβας έχει ένα καλό στρατιωτικό σχέδιο. Πάντως όλοι
ταλαιπωρούνταν και κυρίως από την αγρύπνια και δεν κοιμόντουσαν, γιατί 4
ημέρες και 3 νύχτες συνεχώς περνούσαν μέσα από το νερό, που να κοιμηθούν
εκεί; Και οι Κέλτες περισσότερο από τους άλλους ταλαιπωρούνταν και πέθαιναν και
πολλά από τα ζώα, τα υποζύγια έπεφταν στην λάσπη και σκοτώνονταν, αλλά καθώς
έπεφταν τα ζώα βοηθούσαν και λίγο τους ανθρώπους, γιατί ξάπλωναν λίγο πάνω
στα μικρά ζώα και τις αποσκευές, απλώς για να είναι πάνω από το νερό και με αυτό
το τρόπο μπορούσαν να κοιμούνται λίγο. Και ο Πολύβιος βάζει και λεπτομέρειες
εδώ.

“Ουκ ολίγοι δε και των ίππων τας οπλάς...” Και πολλά από τα άλογα έχασαν τις
οπλές τους, επειδή περνούσαν μέσα από λάσπη και ο Αννίβας με δυσκολία σώθηκε
και με μεγάλη ταλαιπωρία, πάνω στο μοναδικό που σώθηκε (εννοεί πάνω στον
ελέφαντα). Αλλά ήταν και αυτός ταλαιπωρημένος, γιατί κάτι έπαθε το μάτι του και
εξαιτίας αυτής της αρρώστιας έχασε και το ένα του μάτι, γιατί δεν μπορούσε κάπου
να περιμένει και να θεραπευτεί εξαιτίας της κατάστασης, οπότε του Αννίβα του
στοίχισε όλο αυτό και το ένα του το μάτι, αλλά τουλάχιστον πέτυχε τον στόχο του.

“Διαπεράσας δε παραδόξως...” Αφού πέρασε τα έλη παραδόξως, πετυχαίνεει στην


Τυρρηνία τον Φλαμίνιο να στρατοπεδεύει έξω από το Αρρητινό. Τότε εκεί ο
Αννίβας καταρχήν στρατοπέδευσε κοντά στα έλη θέλοντας οι στρατιώτες να
αναλάβουν δυνάμεις και να εξετάσει, να διερευνήσει εξονυχιστικά τα σχετικά με
τους αντιπάλους και την περιοχή. Πάλι ο Αννίβας δεν αφήνει τίποτα στη τύχη. Πριν
κάνει το οτιδήποτε το έχει εξετάσει προσεκτικά.

“Πυνθανόμενος δε την μεν χώραν...” Πληροφορούμενος ότι η ύπαιθρος που ήταν


99
μπροστά του ήταν γεμάτη από πολλά αγαθά και κυρίως πληροφορούμενος ότι ο
Φλαμίνιος είναι οχλοκόπος (ότι κολακεύει τα πλήθη και δημαγωγός), αλλά
επιπλέον είχε απόλυτη εμπιστοσύνη στην δύναμή του ο Φλαμίνιος και στην
ανωτερότητά του.

ΣΟΣ!!! Ο Αννίβας πέρα από τη περιοχή φροντίζει να πληροφορηθεί στοιχεία για


τον αντίπαλο. Εδώ φαίνεται ότι ο Αννίβας είναι απόλυτα συντονισμένος με το τι
έχει να κάνει μπροστά του. Ο Φλαμίνιος είναι δημαγωγός και κόλακας, δεν ξέρει
τίποτα από τα πολεμικά και έχει και υπερβολική αυτοπεποίθηση. Άρα του κάνει
πλήρες πορτραίτο και “συνελόγιζετο”, σκεφτόταν ο Αννίβας αν προσπεράσει το
στρατόπεδο του Φλαμίνιου και προχωρήσει πέρα από αυτόν, επειδή θα φοβάται
την κοροϊδία του όχλου, δεν θα ανεχτεί να βλέπει τη χώρα του να λεηλατείται και
θα είναι ντροπιασμένος και θα τον ακολουθεί τον Αννίβα χωρίς προετοιμασία από
κοντά.

Σκέφτεται ο Αννίβας ότι, επειδή ο Φλαμίνιος είναι αυτός που είναι, αν τον
προσπεράσει, ο Φλαμίνιος, επειδή θα ντρέπεται και θα φοβάται την κοροϊδία του
στρατού του, θα τον ακολουθεί, θέλει να τον πολεμήσει. Γιατί θέλει να πολεμήσει
με τον Φλαμίνιο; Γιατί ο Φλαμίνιος δεν είχε ιδέα από πολεμικά, οπότε τον Αννίβα
τον συνέφερε αυτό.

“Εξ ών πολλούς αυτόν υπελάμβανε...” Θεωρούσε ότι θα του προσφέρει πολλές


ευκαιρίες να συγκρουστεί μαζί του.

“Πάντα δ' εμφρόνως ελογίζετο...” Εδώ σταματάμε να έχουμε πρόσβαση στους


συλλογισμούς του Αννίβα και έχουμε το σχόλιο του ιστορικού: όλες αυτές οι
σκέψεις ήταν εύλογες και από την εμπειρία την στρατιωτική που είχε ο Αννίβας.
Εδώ επιβεβαιώνει, όχι μέσα από την αφήγησή του, αλλά μέσα από το σχόλιό του,
ότι όλη αυτή η διαδικασία που ακολουθούσε ο Αννίβας ήταν σωστή και τον

100
οδηγούσε στην επιτυχία. Παρακάτω θα δούμε ότι μας το επιβεβαιώνει πιο δυνατά
μέσα από την αφήγησή του. Και η φήγηση πολλές φορές είναι πιο δυνατή από το
σχόλιο, γιατί παρασύρει τον αναγνώστη, γιατί περνά το μήνυμα πολύ πιο υπόγεια
και αποτελεσματικά από το σχόλιο. Έχουμε ένα πολύ ενδιαφέρον κομμάτι, το οποίο
δίνεται με αφορμή την ικανότητα του Αννίβα να διαβάζει τον αντίπαλο και για το
πόσο σημαντικό είναι αυτό, προκειμένου να κερδίσει (σημαντικό!!).

ΣΟΣ!!! “Ου γαρ εικός άλλως ειπείν...” Αν κανείς θεωρεί ότι υπάρχει
σημαντικότερο μέρος της στρατηγίας από το να γνωρίζει την φύση και τον
χαρακτήρα του αντιπάλου στρατηγού, αγνοεί και είναι τυφλός.

Άρα το σημαντικότερο κομμάτι είναι να πληροφορηθεί με ποιον έχει να κάνει.

“Καθάπερ γαρ επί των κατ' άνδρα...” Όπως και στις μάχες που γίνονται άντρες με
άντρες και σειρά με σειρά, δηλαδή στον πόλεμο αυτός που πρόκειται να νικήσει
πρέπει να δει πως θα μπορέσει να φτάσει στον σκοπό του, δηλαδή να νικήσει τον
Αννίβα στη μάχη και σε ποιο σημείο του σώματος του αντιπάλου είναι γυμνό, για
να κτυπήσει εκεί και οι στρατηγοί πρέπει να εξετάζουν, όχι ποιο σημείο του
αντιπάλου είναι γυμνό, αλλά ποιο σημείο της ψυχής του αντίπαλου στρατηγού
μπορεί να εκμεταλλευτεί. Άρα κάνει μία παρομοίωση.

“Επειδή πολλοί μεν δια ραθυμίαν....” Επειδή λόγω της ραθυμίας τους και της
αμέλειάς τους έχουν παραμελήσει, όχι μόνο τις κοινές πράξεις, αλλά και την
προσωπική τους ζωή. Πολλοί επειδή πίνουν πολύ, ούτε να κοιμηθούν μπορούν
χωρίς να πιουν και να μεθύσουν και άλλοι, επειδή είναι επιρρεπείς στα σεξουαλικά
και στην ηδονή που προκαλεί αυτό, όχι μόνο έχουν καταστρέψει πόλεις και
περιουσίες, αλλά μερικές φορές έχουν χάσει και τη ζωή τους, μπροστά στην ανάγκη
τους να ικανοποιήσουν τις ορέξεις του.

101
“ Και την δειλία και βλακεία κατ' ιδίαν...” Γιατί και η δειλία και η ανοησία σ'
αυτόν που την έχει είναι από μόνο του ντροπιαστικό. Όταν όμως την έχει κάποιος
που είναι στρατηγός, τότε αυτό είναι κάτι που μπορεί να εκθέτει σε κίνδυνο γενικά
το στράτευμα.

“Ου γαρ μόνον απράκτους ποιεί...” Γιατί αυτά τα χαρακτηριστικά, όχι μόνον
ταράζουν τους στρατιώτες να είναι άπρακτοι, αλλά πολλές φορές φέρνει σε πάρα
πολύ μεγάλους κινδύνους αυτούς οι οποίοι εμπιστεύονται τέτοιους ηγεμόνες.

“Προπέτεια γε μην και θρασύτης και θυμός...” Από την άλλη η θρασύτητα,
παράλογος θυμός, η φιλοδοξία, η αλαζονεία είναι στοιχεία τα οποία μπορούν να τα
εκμεταλλευτούν. Και από την άλλη αν για τους εχθρούς εύκολα μπορούν να τα
εκμεταλλεύονται, για τους φίλους είναι πάρα πολύ επικίνδυνα.

“Προς γαρ πάσαν επιβουλήν...” Γιατί αυτός που τα έχει όλα αυτά είναι
επιρρεπής να πέσει θύμα κάθε ενέδρας, κάθε απάτης, κάθε επίθεσης.

“Διόπερ ει τις δύναιτο συννοείν...” Γι αυτό αν κανείς είναι σε θέση να δει τα


αδύνατα σημεία στον άλλον και εκεί κτυπήσει τους αντιπάλους, όπου μάλιστα είναι
ιδιαίτερα ευάλωτος, εύκολα θα κερδίσει τα πάντα, αρκεί να βρει το αδύνατο
σημείο.

“Καθάπερ γαρ νεώς εάν αφέλη...” Από ένα σκάφος αφαιρέσει κανείς τον
κυβερνήτη, όλο το σκάφος θα πέσει στα χέρια των εχθρών. Κατ' αυτόν τον τρόπο,
αν κανείς νικήσει τον αρχηγό των αντιπάλων στα σχέδια και τους υπολογισμούς, θα
καταφέρει να νικήσει τους αντιπάλους όλους συνολικά.
102
Εδώ τελειώνει αυτό που λέει ο Πολύβιος με αφορμή την ικανότητά του Αννίβα να
διαβάζει σωστά τον αντίπαλο.

“Αν δη και τότε προϊδόμενος...” Πράγματι τότε ο Αννίβας, αφού σκέφτηκε, έκανε
αυτές τις σωστές σκέψεις για τον αντίπαλο στρατηγό, δεν διαψεύστηκε στους
υπολογισμούς του.

“Ως γαρ θάττον ποιησάμενος αναζυγήν...” Τώρα θα δούμε πως ο Πολύβιος


περιγράφει και πως ο τρόπος που περιγράφεται ο Φλαμίνιος. Όταν ξεκίνησε από
την περιοχή και ξεπέρασε το στρατόπεδο των Ρωμαίων στην ύπαιθρο, αμέσως ο
Φλαμίνιος ξεσηκώθηκε και γέμισε θυμό θεωρώντας ότι έχει περιφρονηθεί από
τους αντιπάλους.

Εδώ η αφήγηση βεβαιώνει απολύτως αυτό το οποίο είχε σκεφτεί ο Αννίβας ότι θα
γίνει. Αυτό σε αφηγηματικό επίπεδο αποδεικνύει την οξυδέρκεια με την οποία ο
Αννίβας κατόρθωσε να διαβάσει τον αντίπαλό του, δηλαδή με το παρουσιάζεται ο
Φλαμίνιος να αντιδρά όπως ακριβώς είχε προβλέψι ο Αννίβας.

“Μετά δε ταύτα πορθουμένης της χώρας...” Καθώς λεηλατούνταν η χώρα και


καθώς ο καπνός δήλωνε το ότι η χώρα καταστρεφόταν, θεώρησε (ο Φλαμίνιος)
τρομερό αυτό το οποίο συνέβαινε. Γι αυτό αν κάποιοι του έλεγαν να μην ακολουθεί
πρόχειρα τους αντιπάλους και να μην σπεύσει να πολεμήσει μαζί τους, αλλά να
προφυλάγεται από το πλήθος των ιππέων των αντιπάλων,

“... μάλιστα δε και τον έτερον ύπατον προσλαβείν...” και μάλιστα να περιμένει να
έρθει και ο άλλος ύπατος και μαζί με τον άλλον ύπατο να πολεμήσουν τον Αννίβα,
ο Φλαμίνιος δεν θα πρόσεχε αυτά που του λένε, ούτε θα ανεχόταν αυτούς που θα
τα έλεγαν αυτά, αλλά τους προέτρεπε να σκεφτούν. Πως θα απολογείτο στην
πατρίδα, όταν όλη η ύπαιθρος λεηλατούνταν μέχρι σχεδόν τη Ρώμη και αυτοί

103
περιμένουν πίσω από τους εχθρούς στην Τυρρηνία.

Δεν τον απασχολεί εάν θα χάσει, αλλά τον απασχολεί τι θα πει μετά στη Ρώμη.

Άρα ποια μεγάλη διαφορά έχει από τον Αννίβα; ενώ ο Αννίβας διαβάζει τον
αντίπαλο και δεν τον απασχολούν τα δικά του, αλλά ο αντίπαλος, ο άλλος είναι
απορροφημένος στον εαυτό του. Δεν καταλαβαίνει τι του γίνεται, δεν
αντιλαμβάνεται σε τι κίνδυνο μπορεί να πέσει. Η διαφορά είναι πολύ μεγάλη. Ο
Αννίβας πληροφορείται τα πάντα. Ο άλλος μόνο τον εαυτό του!

“Τέλος δε, ταύτ' ειπών, αναζεύξας...” Και στο τέλος αφού τα είπε αυτά, ξεκίνησε
με την δύναμή του, δε λογαριάζει ούτε την κατάλληλη ευκαιρία, ούτε τον
κατάλληλο τόπο, αλλά τον ενδιαφέρει μόνο να συμπλακεί με τους εχθρούς σαν η
νίκη να ήταν εξασφαλισμένη για τον ίδιο.

Αυτό είναι απόλυτα ειρωνικό. Ο Φλαμίνιος είναι έτοιμος να υποστεί μία τραγική
ήττα, όχι μόνο για τον ίδιο, αλλά και για τους Ρωμαίους.

“Τηλικούτον γαρ προενεβεβλήκει...” Είχε δημιουργήσει τέτοιες υπερβολικές


ελπίδες στο πλήθος που τον ακολουθούσε, ώστε περισσότεροι και από αυτούς που
είχαν τα όπλα, ήταν αυτοί που τον ακολουθούσαν, γιατί περίμεναν ότι θα
κερδίσουν κάτι, φέρνοντας μαζί τους αλυσίδες και πράγματα για να συλλάβουν
τους αντιπάλους. Όλο αυτό βέβαια είναι και πάλι ειρωνικό, γιατί αυτές οι ελπίδες
θα διαψευστούν.

“Ο γε μην Αννίβας άμα μεν εις τούμπροσθεν...” Έτσι ο Αννίβας εν μέσω της
Τυρρηνίας προχωρούσε στη Ρώμη έχοντας αριστερά του την πόλη Κυρτώνιον, δεξιά
την λίμνη που λεγόταν Ταρσιμέννην και καθώς προχωρούσε, κατέστρεφε την
ύπαιθρο θέλοντας να προκαλέσει τον θυμό του αντιπάλου του και καθώς έβλεπε
τον Φλαμίνιο να πλησιάζει “συνεθεώρησε”, εξέτασε και βρήκε ποια ήταν η

104
κατάλληλη περιοχή για να πολεμήσει και ετοιμαζόταν για τη μάχη που θα έδινε.

10ο μάθημα – 4.12.2018

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Θα δούμε το πρώτο βιβλίο. Το βασικό κομμάτι είναι η δημηγορία με την οποία


κλείνει το βιβλίο, που εκφωνεί ο Περικλής στην Αθήνα, θέλοντας να πείσει ότι δεν
πρέπει να υποχωρήσουν στις απαιτήσεις των Σπαρτιατών, αλλά να κάνουν τον
πόλεμο.

Η αρχαιολογία είναι η προσπάθεια του Θουκυδίδη να καταγράψει την παλαιότερη


ιστορία της Ελλάδας. Καταλήγει η αρχαιολογία να γίνει ουσιαστικά μία ιστορία των
απαρχών της ναυτικής δραστηριότητας στον ελληνικό χώρο. Σε αυτή την ανάλυση
του παρελθόντος το ενδιαφέρον είναι ότι αντί να γίνεται λόγος για
ανδραγαθήματα, για ήρωες και για ένα μυθικό παρελθόν που το αντιμετωπίζουμε
με θαυμασμό, όπως υπάρχει στη ποίηση, εδώ φαίνεται ότι είναι πολύ ορθολογική
η ανάλυση. Οι δυνάμεις και τα κίνητρα που φαίνεται να λειτουργούν και να
προσδιορίζουν την συμπεριφορά των ανθρώπων, είναι ουσιαστικά 3
χαρακτηριστικά

1) η επιδίωση του κέρδους

2) η εξυπηρέτηση του προσωπικού συμφέροντος και

3) ο φόβος ότι οι άλλοι φοβούνται τους γείτονές τους και προσπαθούν να


αναπτύξουν την δύναμη για να μην καταλήξουν υποδουλωμένοι στους άλλους.

“Κείμενο 1.70, σελίδα 12.

Ποίημα μίας δημηγορίας που εκφωνείται στη Σπάρτη από τους Κορίνθιους. Οι
Κορίνθιοι πηγαίνουν στη Σπάρτη, εκεί βρίσκονται Αθηναίοι και εκπρόσωποι άλλων
πόλεων και γίνεται μία συζήτηση κατά πόσο οι Αθηναίου έχουν μία συμπεριφορά,
η οποία παραβιάζει τις συνθήκες που υπάρχουν, άρα κατά πόσο οι Σπαρτιάτες
105
δικαιολογούνται να κηρύξουν τον πόλεμο στους Αθηναίους.

Οι Κορίνθιοι πηγαίνουν εκεί, γιατί θεωρούν ότι έχουν αδικηθεί και ότι οι
Σπαρτιάτες έπρεπε χθες να κηρύξουν τον πόλεμο.

“Και άμα, είπερ τινές και άλλοι...” Εμείς περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον,
λένε οι Κορίνθιοι, νομίζουμε ότι αξίζει να κατηγορήσουμε εσάς που είστε κοντιμοί
μας Σπαρτιάτες, επειδή αυτά για τα οποία συζητούμε είναι μεγάλα διακυβεύματα.
Και μάλιστα νομίζουμε ότι δεν καταλαβαίνετε, δεν έχετε αντιληφθεί, ούτε
σκεφτήκατε ποτέ με ποιους τα βάζετε, τι λογής είναι οι Αθηναίοι με τους οποίους
τώρα έρχεστε αντιμέτωποι και πόσο διαφορετικοί είναι από εσάς και πόσο γενικά
είναι διαφορετικοί από τον οποιονδήποτε.

Οπότε λέει ερχόμαστε σε σας, για να σας κατηγορήσουμε ότι δεν καταλαβαίνετε
πόσο κρίσιμη είναι η κατάσταση ου υπάρχει και τι λογής είναι ο αντίπαλός σας.

“Οι μεν γε νεωτεροποιοί και επινοήσαι οξείς...” Οι Αθηναίοι είναι καινοτόμοι,


είναι γρήγοροι στο να σκεφτούν κάτι και να εφαρμόσουν αυτό το οποίο θα
σκεφτούν. Ενώ δικό σας χαρακτηριστικό είναι να θέλετε να διασώσετε μόνο τα
υπάρχοντα που έχετε και τίποτα καινούργιο να μη σκέφτεστε, ούτε καλά καλά τα
απαραίτητα να μην πραγματοποιείτε.

“Αύθις δε οι μεν και παρά δύναμιν τολμηταί...” Και οι άλλοι (οι Αθηναίοι) είναι
τολμηροί πάνω από την δύναμή τους και ριψοκίνδυνοι πέρα και από τη δύναμή
τους και είναι αισιόδοξοι στις συμφορές. Ενώ, όσο οι άλλοι είναι αισιόδοξοι, εσάς
χαρακτηριστικό σας είναι να κάνετε λιγότερο από αυτό που μπορείτε, να μην έχετε
εμπιστοσύνη ούτε στα ασφαλή συμπεράσματα, με τα οποία φτάνετε με το μυαλό
σας και να θεωρείτε ότι ποτέ δεν θα γλυτώσετε από τις συμφορές. Οι άλλοι είναι
ακούραστοι και αποδημητές, γιατί συνεχώς θέλουν να ταξιδεύουν, σε αντίθεση με

106
εσάς που θέλετε να μένετε συνεχώς στη πατρίδα σας.

“ Οίονται γαρ οι μεν τη απουσία...” Γιατί οι άλλοι θα δούνε ότι απουσιάζοντας


μπορούν να κερδίσουν κάτι, ενώ εσείς ότι αν κάνετε κάποια εκστρατεία θα χάσετε
κι αυτά που έχετε. Όταν νικούν τους εχθρούς προσπαθούν να κερδίσουν τα
περισσότερα από αυτούς, να τους εκμεταλλευτούν, όσο το δυνατόν περισσότερο
και όταν αντίθετα νικώνται, τότε υποχωρούν, όσο το δυνατόν λιγότερο. Οι Αθηναίοι
αντιμετωπίζουν τα σώματά τους σαν να είναι τελείως ξένα, όταν έχουν να κάνουν
με την πόλη. Για το καλό της πόλης δεν διστάζουν να δώσουν τη ζωής τους και με
το μυαλό θεωρούν ότι είναι καθήκον τους να αφοσιώνονται στο να κάνουν κάτι
καλό για την πόλη.

“Και α μεν αν επινοήσαντες...” Αν βάλουν κάτι στο μυαλό τους και δεν το
πετύχουν, θεωρούν ότι έχασαν κάτι που δικαιωματικά τους ανήκε. Και αν
αποκτήσουν κάτι, ύστερα από προσπάθεια, θεωρούν ότι είναι λίγα σε σχέση με
αυτά που θα μπορούσαν να αποκτήσουν. Και αν αποκλίνουν σε κάποιες
περιπτώσεις, δεν πτοούνται, αλλά αναπληρώνουν ατό με το να κάνουν αμέσως
άλλα σχέδια, δηλαδή δεν μένουν κολλημένοι στην ήττα, αλλά αναπροσαρμόζουν.

“Μόνοι γαρ έχουσι τε ομοίως και ελπίζουσιν...” (ρητορικό είναι). Είναι οι μόνοι
που με το που βάζουν κάτι στο μυαλό τους, είναι την ίδια στιγμή σαν να το έχουν,
δηλαδή η ελπίδα ισοδυναμεί με την απόκτηση, γιατί αμέσως βάζουν σε εφαρμογή
αυτά που έχουν αποφασίσει.

“... δι' όλου του αιώνος μοχθούσι...” (αιώνος = η παρούσα ζωή). Σε όλη τη
διάρκεια της ζωής τους κοπιάζουν με μόχθο και κίνδυνο, για να πετύχουν όλα αυτά
και ελάχιστα από αυτά που έχουν, γιατί θέλουν συνεχώς να αποκτούν καινουρια
πράγματα. Γι αυτούς γιορτή δεν είναι άλλο, παρά να κάνουν το καθήκον τους και η
μεγαλύτερη συμφορά είναι η απραξία, παρά μία επίπονη ασχολία.
107
“Ώστε ει τις αυτούς ξυνελών...” Ώστε, εάν κάποιος συνοψίζοντας έλεγε ότι αυτοί
γεννήθηκαν για να μην είναι ποτέ, ούτε οι ίδιοι ήσυχοι, ούτε να αφήνουν τους
άλλους να ανθρώπους σε ησυχία, θα είχε δίκαιο.

Οι Κορίνθιοι είναι σύμμαχοι των Σπαρτιατών. Πηγαίνουν και λένε αυτά τα


πράγματα στους Σπαρτιάτες. Φαίνεται ότι κατά κάποιο τρόπο είναι ένα εμπόδιο
των Αθηναίων. Κατά πόσο αυτά είναι χαρακτηριστικά των Αθηναίων τα αντίθετα
των Σπαρτιατών και τα οποία επανέρχονται στο έργο και με τα οποία συμφωνεί ο
Θουκυδίδης, η απάντηση είναι ΝΑΙ. Γιατί στο βιβλίο επανέρχεται σε αυτή τη
θεματική και με τη δική του φωνή κάνει μία αντίστοιχη διάκριση μεταξύ των
Αθηναίων και των Σπαρτιατών. Οι Αθηναίοι φαίνονται πιο δραστήριοι και οι
Σπαρτιάτες πιο αναβλητικοί. Αυτό πως συνεχίζει τώρα την ρητορική που αρχίζει η
Αρχαιολογία.

Κείμενο 1.139.4-145, σελίδα 12

Δημηγορία που εκφωνεί ο Περικλής. Οι Σπαρτιάτες, παρότι είναι αναβλητικοί


τελικά παίρνουν την απόφαση να κάνουν τον πόλεμο. Στέλνουν κάποιες προσβείες
και ζητούν κάποια πράγματα. Να ανακαλέσουν το Μεγαρικό ψήφισμα: οι Αθηναίοι
είχαν απαγορεύσει στους Μεγαρείς να χρησιμοποιούν τα λιμάνια τους και αυτό το
βρίσκουν οι Σπαρτιάτες ότι είναι πρόβλημα. Πηγαίνουν και τους λένε ανακαλέστε
το ψήφισμα. Οι Αθηναίοι κάνουν μία συνέλευση στην οποία παίρνουν το λόγο
διάφοροι, για το αν θα πρέπει να δεχθούν τα αιτήματα των Σπαρτιατών,
προκειμένου να αποφευχθεί ο πόλεμος ή αντίθετα αν θα πρέπει να πολεμήσουν.
Τελευταίος μιλά ο Περικλής. Ουσιαστικά λέει στους Αθηναίους ότι δεν έχετε λόγο
να φοβάστε τον πόλεμο, αντίθετα πρέπει να πολεμήσετε. Όλα τα στοιχεία δείχνουν
ότι η Αθήνα μπορεί να αναδειχθεί νικήτρια. Έχουν βαρύτητα τα λόγια του Περικλή,
γιατί επαναλαμβάνει επιχειρήματα με τα οποία συμφωνεί και ο ίδιος ο ιστορικός.
108
Τελικά τι πήγε στραβά;

“Και παριόντες άλλοι τε πολλοί έλεγον...” Πολλοί ανέβηκαν στο βήμα και
υποστήριζαν άλλοι την μία άποψη και άλλοι την άλλη. Άλλοι ότι πρέπει να
πολεμήσουμε και άλλοι ότι πρέπει να υποχωρήσουμε και να μην είναι εμπόδιο το
ψήφισμα το Μεγαρικό στην ειρήνη, αλλά να το αποσύρουν.

Ανέβηκε ο Περικλής ο Ξάνθιππος, που εκείνη την εποχή ήταν στους Αθηναίους ο
πρώτος σε επιρροή (influencer), ήταν δεινότατος στο λέγειν και στα έργα (13
συναπτά έτη ήταν στρατηγός) και τους συμβούλευε με τον εξής τρόπο.

“Της μεν γνώμης, ω Αθηναίοι...” Εγώ Αθηναίοι συνεχίζω να πω την ίδια άποψη, να
μην υποχωρήσουμε στα αιτήματα των Πελοποννησίων, αν και ξέρω ότι οι
άνθρωποι με μεγαλύτερη ορμητικότητα πείθονται να πολεμήσουν, αλλά όταν
έρχεται η ώρα του πολέμου, εκεί την χάνουν. (Ακόμα και στις δημηγορίες και στα
πολιτικά θέματα ο Θουκυδίδης ενδιαφέρεται να προσφέρει μαθήματα
αυτοπροστασίας). Αργότερα όμως προσαρμόζουν τις απόψεις τους σε αυτά τα
οποία τους συμβαίνουν.

“Ορώ δε και νυν ομοία και παραπλησία...” Βλέπω λοιπόν ότι με παρόμοιο τρόπο
πρέπει να σας συμβουλεύσω, ότι τώρα θέλω να πράξετε, έχω την απαίτηση από
αυτούς που θα πειστούν σε αυτά που θα αποφασίσουμε μαζί, από τη στιγμή που
θα πειστούν, να μας βοηθήσουν. Αν όμως πετύχουμε, αυτοί που δεν θα
βοηθήσουν, δεν θα έχουν μερίδιο από την επιτυχία.

ΣΟΣ!! “Ενδέχεται γαρ τας ξυμφοράς των πραγμάτων...” Γιατί είναι πιθανόν και
οι υποθέσεις, όπως και τα σχέδια του ανθρώπου να εξελιχθούν με τρόπο που δεν
μπορούμε να τα προβλέψουμε.
109
ΣΟΣ!! “Διόπερ και την τύχην, όσα αν παρά λόγον...” Γι αυτό συνεχίζουμε να
κατηγορούμε και την τύχη, για όσα συμβαίνουν και δεν μπορούμε να τα
δικαιολογήσουμε.

“Λακεδαιμόνιοι δε πρότερον τε δήλοι...” Οι Λακεδαιμόνιοι από παλιά φαινόταν


ότι μας επιβουλεύονται και τώρα κάνουν το ίδιο. Γιατί ενώ οι συνθήκες που έχουν
λένε ότι τις διαφορές μας πρέπει να τις υποβάλλουν σε διαιτησίες και έχουμε αυτά
τα οποί κατέχουμε, όσο διαρκούν οι διαφορές μας, αυτοί ούτε ζήτησαν από εμάς
διαιτησία, ούτε δέχονται να επιβάλλουν ό,τι εμείς ζητάμε, αλλά φαίνεται ότι τις
διαφορές μας θα τις λύσουμε με μάχη και όχι με συζήτηση. Και έρχονται εδώ
επιβάλλοντας τη θέλησή τους και όχι απλά για να πουν τα παράπονά τους. Θέλουν
να λύσουμε τη πολιορκία της Ποτίδαιας και να αφήσουμε αυτόνομη την Αίγινα και
να αποσύρουμε το Μεγαρικό ψήφισμα. Και αυτοί που ήρθαν τώρα τελευταία εδώ
πέρα θέλουν από εμάς να αφήσουμε αυτόνομους τους Έλληνες που είναι στην
ηγεμονία.

“Υμών δε μηδείς νομίση περί βραχέος...” Κανείς από εσάς να μη θεωρήσει ότι θα
πολεμήσουμε για κάτι ασήμαντο, για το τίποτα αν δεν αποσύρουμε το Μεγαρικό
ψήφισμα. Ούτε να θεωρείτε, ούτε να κατηγορείτε τους εαυτούς σας ότι
πολεμήσατε για μία μικρή αιτία, το Μεγαρικό ψήφισμα.

“Το γαρ βραχύ τι τούτο πάσαν υμών...” Γιατί αυτό το τίποτα (το ψήφισμα) έχει
όλη την δοκιμασία και την επιβεβαίωση της αποφασιστικότητάς σας. Αν σ' αυτούς
υποχωρήσετε γι αυτό, μετά και κάτι άλλο σημαντικότερο θα σας επιβάλλουν,
επειδή τάχθηκε από φόβο.

110
“Απισχυρισάμενοι δε σαφές....” Αν αρνηθείτε να το αποσύρετε, θα καταστήσετε
σαφές στους Πελοποννήσιους ότι τους απευθύνεστε σαν ίσο προς ίσο. Επομένως
τώρα σκεφτείτε, αν θα υπακούσουμε σε αυτά που μας λένε, πριν πάθουμε κάποιο
κακό ή αν θα πολεμήσουμε, όπως εγώ θεωρώ προτιμότερο, είτε πρόκειται για
μεγάλη και σημαντική, είτε για ασήμαντη αφορμή και θα μπορέσουμε να έχουμε
αυτά τα οποία κατέχουμε χωρίς φόβο και χωρίς να υποχωρήσουμε στους άλλους.

Γιατί και οι μεγαλύτεροι και οι μικρότεροι, όταν επιβάλλουν σαν εντολή από
κάποιον που είναι ίσος προς εσένα, είναι ικανή να προκαλέσει την ίδια
υποδούλωση.

Ανθρωπολογική παρατήρηση: είτε υποχωρήσετε σε κάτι ασήμαντο, είτε σε κάτι


σημαντικό, από τη στιγμή που κάποιος που είναι όμοιός σας, σας το επιβάλλει είναι
σαν να αποδέχεστε ότι είστε κατώτερος από αυτόν, άρα υποδουλώνεστε σε αυτόν.

“Τα δε του πολέμου και των εκατέροις υπαρχόντων...” Θα καταλάβετε τώρα από
εμένα τα σχετικά με τον πόλεμο και το ποια κατάσταση υπάρχει σε εμάς και στους
άλλους, για να καταλάβετε ότι εμείς δεν είμαστε στην ασθενέστερη θέση, άρα δεν
έχουμε λόγο να φοβόμαστε.

Τώρα κάνει μία σύγκριση των Πελοποννησίων με τους Αθηναίους σε σχέση με το τι


δυνατότητες και τι χαρακτηριστικά έχουν οι μεν από τους δε, άρα ποιος φαίνεται
να έχει περισσότερες πιθανότητες να κερδίσει.

“Αυτουργοί τε γαρ εισι Πελοποννήσιοι...” Οι Πελοποννήσιοι γεωργοί είναι και δεν


έχουν πολλά χρήματα, ούτε σαν κοινό, ούτε ατομικά, ενώ οι Αθηναίοι χάρη στα
πλοία έχουν και την ηγεμονία και πολλά χρήματα. Ύστερα δεν έχουν πείρα από
μακροχρόνιους πολέμους και από υπερπόντιους πολέμους, γιατί εξαιτίας της

111
φτώχειας τους περιορίζονται στο να μη συγκρούονται με τους γείτονές τους. Ούτε
μπορούν να επανδρώσουν πλοία, ούτε να στείλουν πεζικά στρατεύματα μακριά,
γιατί θα λείπουν από τις δουλειές τους και επειδή θα σπαταλούν από τις ατομικές
τους περιουσίας. Και καθώς αποκλείονται και από τη θάλασσα. Αλλά τους
πολέμους τους κερδίζουν οι περιουσίες και όχι οι εισφορές (και περιουσία έχει η
Αθήνα). Αυτοί οι γεωργοί είναι προτιμότερο να πολεμήσουν με τα σώματά τους,
παρά με τα χρήματά τους, γιατί τα σώματά τους πιστεύουν ότι ενδεχομένως μπορεί
και να τα σώσουν, αν επιβιώσουν, ενώ την περιουσία τους δεν είναι καθόλου
σίγουρο ότι δεν θα την σπαταλήσουν και μάλιστα όταν όπως είναι πιθανόν ο
πόλεμος πάρει πολύ μεγάλη διάρκεια σε βάρος τους.

“Μάχη μεν γαρ μια προς άπαντας Έλληνας...” Οι Πελοποννήσιοι και οι σύμμαχοί
τους όντως είναι δυνατοί να αντιμετωπίσουν όλους τους Έλληνες σε μία μάχη. Αλλά
δεν μπορούν να πολεμήσουν απέναντι σε μία ηγεμονία σαν τη δική μας. Γιατί
αλλιώς είναι η εθνική ηγεμονία και αλλιώς η πελοποννησιακή συμμαχία. Δεν έχουν
μία κοινή βουλή, ώστε αμέσως να εφαρμόζουν αυτά τα οποία σκοπεύουν, όλοι
είναι ισόψηφοι, ακόμα και αυτοί που δεν είναι ομόφυλοι και ο καθένας θέλει να
εξυπηρετήσει το δικό του συμφέρον.

Λέει ότι στην πελοποννησιακή συμμαχία όλοι έχουν ίδια ψήφο και αυτό είναι
πρόβλημα, γιατί όταν συνέρχονται ο καθένας θέλει να εξυπηρετήσει τα δικά του
συμφέροντα.

“Εξ ων φιλεί μηδέν επιτελές...” Εξαιτίας αυτού τίποτα χρήσιμο δεν μπορεί να γίνει
τη στιγμή που κάποιοι θέλουν να τιμωρήσουν κάποιον άλλο, θέλουν να υποστούν
όσο το δυνατόν λιγότερη βλάβη. Αφού συγκεντρώνονται ύστερα από καθυστέρηση,
πολύ λίγο εξετάζουν τα κοινά θέματα, αλλά το περισσότερο καιρό αναλώνονται στο
να κοιτάζουν ο καθένας τα δικά του και ο καθένας, παρότι συμπεριφέρεται με αυτό
το τρόπο, δεν πιστεύει ότι θα βλάψει με την αλήθεια του τα κοινά, αλλά θεωρεί ότι
112
υποχρέωση του άλλου είναι να ενδιαφερθεί για το κοινό καλό, ώστε καθώς όλοι
σκέφτονται με τον ίδιο τρόπο, τα κοινά συμφέροντά τους καταλήγουν να μην
εξυπηρετούνται, αλλά να βλάπτονται. Το κυριότερο όμως είναι ότι λείπουν τα
χρήματα, καθώς θα καθυστερούσαν να τα προμηθευτούν. Αλλά στον πόλεμο οι
ευκαιρίες δεν περιμένουν (να βρουν χρήματα οι Λακεδαιμόνιοι). Και ούτε το να
κάνουν εδώ με έναν επιτοιχισμό γύρω από από την πόλη μας και ούτε το ναυτικό
τους αξίζει να το φοβόμαστε. Γιατί όσον αφορά τον επιτοιχισμό ακόμα και κατά τη
διάρκεια της ειρήνης είναι δύσκολο να το κάνεις σε μία αντίπαλη πόλη, πολύ
περισσότερο σε μία εθνική πόλη και όταν κι εμείς θα μπορούμε να κάνουμε τους
δικούς μας επιτοιχισμούς. Ακόμα και αν κάνουν κάποιο φρούριο εδώ στην ύπαιθρό
μας και μπορεί να βλάπτουν όντως την ύπαιθρό μας με τις επιδρομές και με τις
αυτομολίες που θα γίνονται, αλλά με τον επιτοιχισμό που θα κάνουν, δεν θα
μπορέσουν να μας εμποδίσουν, επειδή εμείς θα έχουμε τα πλοία να πηγαίνουν στη
δική τους περιοχή, δηλαδή στη Πελοπόννησο, να κάνουμε κι εμείς εκεί φρούρια και
να τα υπερασπιζόμαστε με τα πλοία, όπου είναι το μεγάλο μας πλεονέκτημα.

“Πλέον γαρ ημείς έχομεν του κατά γην...” Το πλεονέκτημα που μας δίνει η
εμπειρία στη θάλασσα είναι μεγαλύτερο από το πλεονέκτημα που τους δίνει η
εμπειρία τους στη ξηρά από ό,τι στη θάλασσα.

“Το δε της θαλάσσης επιστήμονας...” Δεν θα μπορέσουν αυτοί να μάθουν την


ναυτοσύνη εύκολα, γιατί κι εσείς για να το πετύχετε αυτό, το κάνετε συνεχώς από
την εποχή των περσικών πολέμων, δεν είναι κάτι που το αποκτήσατε πρόσφατα.
Πως λοιπόν άνθρωποι που είναι γεωργοί και δεν είναι ναύτες και που επιπλέον δεν
θα τους προσφέρουμε την ευκαιρία να εξασκηθούν, επειδή θα τους αποκλείσουμε
από τα πολλά πλοία και δεν θα μπορέσουν να κάνουν κάτι αξιόλογο.

Δεν ξέρουν, δεν έχουν φρόνημα να μάθουν και δεν θα τους αφήσουμε το
περιθώριο να μάθουν την ναυτοσύνη, γιατί εμείς θα τους αποκλείσουμε.
113
“Προς μεν γαρ ολίγας εφορμούσας...” Αν τους αποκλείσουμε με λίγα πλοία, θα
μπορούσαν να αποκτήσουν κάποιο θάρρος με την αμάθειά τους και να
ριψοκινδυνεύσουν κάτι, επειδή όμως τους αποκλείουμε με πολλά πλοία, θα
κάτσουν ήσυχοι και επειδή δεν θα κάνουν εξάσκηση, θα γίνουν λιγότερο ικανοί και
γι αυτό θα γίνουν και λιγότερο πρόθυμοι.

“Το δε ναυτικόν τέχνης εστίν...” Γιατί η ναυτοσύνη, η ναυτιλία είναι τέχνη


περισσότερο από οτιδήποτε άλλο και δεν γίνεται κανείς να το μάθει σαν να είναι
πάρεργο, αλλά μάλλον όταν ασχολείσαι με αυτό δεν πρέπει να έχεις μία
παράλληλη ασχολία, αλλά να αφοσιώνεσαι αποκλειστικά σε αυτό.

“Ει τε και κινήσαντες των Ολυμπίασιν...” Και αν βάλουν χέρι στα χρήματα της
Ολυμπίας και των Δελφών και με μεγαλύτερη προσπάθεια προσπαθήσουν να
πάρουν τους δικούς μας ναύτες, θα ήταν φοβερό, αν δεν μπορούσαμε εμείς και οι
μέτοικοι να μπούμε στα πλοία και να καταλάβουμε εμείς. Εμείς ξέρουμε τα ναυτικά
και μπορούμε ακόμα και να πάρουμε τους ναύτες, να μπούμε στα καράβια και να
τα οδηγήσουμε οι ίδιοι.

“Νυν δε τόδε τε υπάρχει...” Έχουμε συμπολίτες μας που είναι κυβερνήτες πλοίου
και από τα άλλα τεχνικά πληρώματα έχουμε τα περισσότερα και καλύτερα από ότι
όλη η Ελλάδα. Και στον κίνδυνο κανείς από τους μισθοφόρους δεν θα βρεθεί να
εξοριστεί και για μικρότερη ελπίδα και να συμπαραταχθεί με εκείνους μόνο και
μόνο επειδή θα πάρει μεγαλύτερο μισθό λίγων ημερών, δεν θα δεχτεί να
κινδυνεύσει να εξοριστεί. Και τα σχετικά με τους Πελοποννήσιους νομίζω ότι έτσι
είναι. Όσον αφορά τη δική μας κατάσταση, είμαστε απαλλαγμένοι από αυτά για τα
οποία κατηγόρησαν αυτούς και νομίζω σε άλλα είμαστε ακόμα καλύτεροι.

114
“Ην τε επί την χώραν ημών πεζή ίωσιν...” Γιατί , αν αυτοί φύγουν πεζοί, εμείς θα
πλεύσουμε εναντίον της χώρας εκείνης.

Το να κυριευθεί ένα μέρος της Πελοποννήσου είναι χειρότερο από το να κυριευθεί


όλη η Αττική; (Το πρώτο είναι χειρότερο), γιατί αυτοί δεν θα έχουν άλλη γη να
καταλάβουν χωρίς μάχη. Εμείς όμως έχουμε πολύ γη και στα νησιά και στα
ηπειρωτικά.

“Μέγα γαρ το της θαλάσσης κράτος...” Γιατί είναι μεγάλη η ισχύ που προσφέρει η
ναυτική κυριαρχία. Αν οι Σπαρτιάτες χάσουν ένα μέρος της γης τους, δεν έχουν που
να πάνε, θα πρέπει να πολεμήσουν για να την ανακτήσουν. Εμείς οι Αθηναίοι, όλη
την ύπαιθρο να χάσουμε, θα πάρουμε τα πλοία μας και θα πάμε στα νησιά που
είναι οι σύμμαχοί μας και γιατί είναι σύμμαχοι αυτοί; Γιατί οι Αθηναίοι με τα πλοία
μπορούν να πηγαίνουν και να τους ελέγχουν. Σκεφτείτε λίγο, αν ήμασταν νησιώτες,
ποιοι θα ήταν λιγότερο επικίνδυνοι να κυριευτούν. Και τώρα σκεφτείτε ότι
μοιάζουμε πάρα πολύ με αυτούς, είναι σαν να είμαστε νησιώτες. Αφήστε την
ύπαιθρο και τα σπίτια και στρέψτε όλη την προσοχή στη θάλασσα και την Αθήνα
και μην πολεμήσετε τώρα με τους Πελοποννήσιους, που είναι περισσότεροι, επειδή
θυμώνετε για την ύπαιθρο και τα σπίτια, γιατί και να τους νικήσουμε, μετά θα
πολεμήσουμε άλλους περισσότερους, αν πάλι χάσουμε, θα χάσουμε και τους
συμμάχους, γιατί θα μας αμφισβητήσουν. Γιατί οι σύμμαχοι δεν θα ησυχάσουν, αν
εμείς δεν είμαστε ικανοί να εκστρατεύσουμε εναντίον τους από φόβο γιατί με
φόβο τους επιβάλλονται. Και μην κλαίτε τα σπίτια και την γη, αλλά τους
ανθρώπους. Γιατί δεν είναι τα σπίτια που κάνουν τους ανθρώπους, αλλά οι
άνθρωποι που αποκτούν τα σπίτια.

“Και ει ώμην πείσειν υμάς...” Αν όμως νόμιζα ότι θα μπορούσα να σας πείσω γι
αυτό, θα σας έλεγα να βγείτε οι ίδιοι να λεηλατήσετε την ύπαιθρο και να
115
αποδείξετε στους Πελοποννήσιους ότι δεν θα υπακούσετε σ' αυτούς εξ αιτίας της
υπαίθρου, μόνο και μόνο γι αυτά τα σπίτια.

“Πολλά δε και άλλα έχω ες ελπίδα...” Πολλά άλλα έχω να σας πω, για το ότι
έχουμε τις πιθανότητες εμείς να είμαστε νικητές, αρκεί να θέλετε, όσο διαρκεί ο
πόλεμος να μην αποκτήσετε περισσότερη εξουσία και να μην προσθέσετε
περισσότερους κινδύνους από αυτούς που έχετε.

“Μάλλον γαρ πεφόβημαι τας οικείας ημών αμαρτίας...” Περισσότερο φοβάμαι


τις δικές μας αμαρτίες, παρά τα σχέδια των αντιπάλων. Αλλά αυτά θα έχουμε την
ευκαιρία να σας τα ξαναπώ, όταν θα χρειαστεί να πάρουμε τις αποφάσεις, τώρα
όμως προτείνω αυτούς να τους απαντήσουμε και να τους διώξουμε απαντώντας
τους ότι θα επιτρέψουμε τους Μεγαρείς να χρησιμοποιούν τα λιμάνια και τις
αγορές μας, αν οι Λακεδαιμόνιοι σταματήσουν να διώχνουν τους ξένους (γιατί ούτε
εκείνο απαγορεύεται από τις συνθήκες, ούτε αυτό). Να τους πούμε επιπλέον ότι τις
πόλεις θα τις αφήσουμε αυτόνομες, αν ήταν αυτόνομες όταν τις πήραμε στη
συμμαχία και όταν και εκείνοι αποδώσουν την αυτονομία στις πόλεις τους, όχι
όπως συμφέρει σε εκείνους, αλλά όπως η κάθε πόλη θέλει για τον ευαυτό της.

“ Δίκας τε ότι εθέλομεν δούναι...” Ότι θέλουμε να υποβληθούμε σύμφωνα με τις


συνθήκες που έχουμε υπογράψει σε διαιτησία και τον πόλεμο δεν θα τον
αφήσουμε, αλλά όταν αρχίσουν αυτοί, εμείς θα αντισταθούμε.

“Ταύτα γαρ δίκαια και πρέποντα...” Γιατί αυτή είναι η δίκαιη απάντηση, η οποία
ταιριάζει στην αξιοπρέπεια της πόλης. Πρέπει να ξέρετε ότι είναι αναγκαίο να
πολεμήσουμε, είναι αναπόφευκτο και αν με την θέλησή μας αποδεχθούμε τον
πόλεμο, τόσο θα τους κάνουμε αυτούς να είναι λιγότερο τολμηροί. Και επίσης

116
σκεφτείτε ότι για τις πολιτείες και για τους ιδιώτες η μεγαλύτερη δόξα αποκτιέται
μέσα από τους μεγαλύτερους κινδύνους.

“Οι γουν πατέρες ημών υποστάντες Μήδους...” Γιατί οι πατέρες μας αντιστάθηκαν
στους Πέρσες χωρίς να έχουν αυτά που έχουμε εμείς, αλλά εγκαταλείποντας αυτά
που είχαν περισσότερο στηριγμένοι στην αποφασιστικότητά τους, παρά στην τύχη
και περισσότερο στην τόλμη τους, παρά στη δύναμή τους. Έδιωξαν τους βαρβάρους
και έφεραν την πόλη στην κατάσταση που είναι σήμερα. Εμείς δεν πρέπει να
υπολειπόμαστε σε τίποτα από όλα αυτά, αλλά πρέπει τους εχθρούς με κάποιο
τρόπο να τους αποκρούσουμε και να κληροδοτήσουμε στις μελλοντικές γενιές αυτά
που μας κληροδότησαν οι πρόγονοί μας.

“Ο μεν Περικλής τοιαύτα είπεν...” Έτσι μίλησε ο Περικλής, οι Αθηναίοι πείστηκαν


ότι αυτός λέει τα καλύτερα κι έτσι ψηφίζουν αυτά που τους προέτρεπε και
απάντησαν στους Σπαρτιάτες σύμφωνα με την άποψη εκείνη και για τα επιμέρους
και συνολικά. Είπαν τίποτα δεν θα κάνουν ύστερα από προσταγή, αλλά ότι είναι
έτοιμοι να λύσουν τις διαφορές τους με διαιτησία σαν ίσοι προς ίσους. Και τότε οι
Σπαρτιάτες πήγαν στο σπίτι τους και δεν ξαναέστειλαν πρέσβεις.

Κείμενο 2.65 σελίδα 15

Εδώ δίνεται η απάντηση γιατί δεν βγαίνουν νικητές οι Αθηναίοι, αφού είχαν
πλεονεκτήματα: το ένα είναι το ναυτικό και τα χρήματα, το δεύτερο ήταν
δραστήριοι και αποφασιστικοί, ενώ οι άλλοι ήταν αναβλητικοί και το τρίτο είχαν
ικανό ηγέτη. Αντίθετα οι Σπαρτιάτες είχαν τον Αρχίδαμο.. Η σπαρτιατική συμμαχία
διαφοροποιείται από την αθηναϊκή. Είναι διχασμένοι, ο Αρχίδαμος λέει να μην
πολεμήσουμε, ενώ ένας άλλος λέει να πολεμήσουμε.

117
“Τοιαύτα ο Περικλής λέγων...” Λέγοντας αυτά ο Περικλής προσπαθούσε να
κατευνάσει την οργή των Αθηναίων εναντίον του (γιατί αυτός τους είχε πει
πολεμήστε και ήδη υπήρξε κάτι που προηγήθηκε, το οποίο δεν μπορούσε να το
προβλέψει, το λοιμό τον οποίο ο Περικλής δεν μπόρεσε να προβλέψει) και να τους
κάνει να ξεχαστούν από τα παρόντα δεινά. Και οι Αθηναίοι πείθονταν από τα λόγια
του και δεν έστειλαν άλλον πρέσβη στους Σπαρτιάτες, αλλά είχαν διάθεση να
πολεμήσουν. Ιδιωτικά όμως λυπούνταν για τα παθήματά τους. Ο λαός, επειδή λίγα
είχε και τα έχασε κι αυτά και οι πλούσιοι επειδή είχαν καλά κτήματα στη χώρα και
κτίσματα και πολυτελή κατασκευάσματα τα είχαν χάσει. Και το κυριότερο που
αφορούσε όλους, επειδή είχαν πόλεμο αντί για ειρήνη και ποιος τους είχε πει να
κάνουν πόλεμο; Ο Περικλής.

“Ου μέντοι πρότερόν γε οι ξύμπαντες...” Και δεν σταμάτησαν να είναι όλοι


οργισμένοι μαζί του, πριν του επιβάλλουν πρόστιμο. Ύστερα από λίγο όμως, όπως
συνηθίζει να κάνει ο λαός, τον ξανάκανε στρατηγό και του ανέθεσαν όλες τις
υποθέσεις για δύο λόγους, επειδή είχαν εξοικειωθεί με αυτά που είχαν πάθει και
ήδη το ένιωθαν λιγότερο βαρύ από αυτό που τους είχε συμβεί και από την άλλη
επειδή θεωρούσαν ότι είναι ο καταλληλότερος να χειριστεί τις υποθέσεις που
υπήρχαν στη πολη.

“Οσον τε γαρ χρόνον προύστη της πόλεως...” Και όσο καιρό ο Περικλής διοικούσε
την πόλη κατά την περίοδο της ειρήνης, το έκανε με σωστό τρόπο και την
διαφύλαξε με ασφάλεια (14 χρόνια συνεχόμενα ήταν στρατηγός) και κατά τη
διάρκεια της ηγεσίας του η πόλη έφτασε στο αποκορύφωμα της δόξας της. (ο
χρυσούς αιώνας). Όταν ξέσπασε ο πόλεμος ο Περικλής φαίνεται ότι και στον
πόλεμο σωστά προέγνωσε τη δύναμη της πόλης.

“Επεβίω δε δύο έτη και εξ μήνας...” Επιβίωσε μόνο δύο χρόνια και 6 μήνες, οπότε
118
δεν πρόλαβε να δει τι επρόκειτο να συμβεί. Και όταν πέθανε φάνηκε ακόμα
περισσότερο πόσο σωστές ήταν οι προβλέψεις του. Υποστήριζε ότι θα νικούσαν οι
Αθηναίοι αν φρόντιζαν το ναυτικό τους, αν στη διάρκεια του πολέμου έμεναν
ήσυχοι και αν δεν ζητούσαν να επεκτείνουν περισσότερο την εξουσία τους και να
θέσουν την πόλη σε κίνδυνο. Άρα θα κερδίσετε, πρώτον αν φροντίσετε το ναυτικό
και δεύτερον, αν στην διάρκεια του πολέμου δεν θελήσετε να επεκτείνετε την
κυριαρχία σας θέτοντας τη πόλη σε κίνδυνο. Αυτές ήταν οι προϋποθέσεις.

“Οι δε ταύτα τε πάντα ες τουναντίον έπραξαν...” Αυτοί όμως έκαναν τα πάντα


αντίθετα.

Ποιοι ήταν αυτοί; Μια άποψη λέει ότι ήταν οι Αθηναίοι γενικά, μία άλλη άποψη ότι
ήταν οι ηγέτες που διαδέχτηκαν τον Περικλή.

Η φιλοτιμία είναι μία έννοια που είχε δύο σημασίες. Στην αρχαιότητα μπορεί να
χρησιμοποιηθεί είτε θετικά, είτε αρνητικά. Εδώ πρόκειται για την καλή έννοια της
φιλοδοξίας, επειδή πρώτον είναι δίπλα από τα “κέρδη” και δεύτερον επειδή
συνοδεύεται από “τας ιδίας φιλοτιμίας”. Αυτή είναι η άποψη του Περικλή, ότι
πολιτεύονταν οι ηγέτες με γνώμονα τις προσωπικές τους φιλοδοξίας και τα
προσωπικά τους κέρδη.

Πορτραίτο Περικλή: ήταν δυνατός και για το αξίωμα που κατείχε και για το μυαλό
που είχε και δεν μπορούσε κανείς να τον κατηγορήσει ότι δωροδοκήθηκε ποτέ.
Υπήρχε διαφάνεια στη διοίκησή του, μπορούσε να συγκρατεί το πλήθος. Αυτός
στήριζε την εξουσία και δεν ελεγχόταν από το πλήθος, αλλά αυτός το ήλεγχε. Και
δεν χρειαζόταν να ευχαριστεί το πλήθος, επειδή την δύναμη που είχε αποκτήσει
δεν την απέκτησε με αθέμιτα μέσα, αλλά επειδή την είχε με θεμιτά μέσα μπορούσε
ακόμα και να μιλήσει με τρόπο που εξόργιζε το πλήθος. Ενώ οι δημαγωγοί που
ακολούθησαν ήταν καταδικασμένοι να ενδιαφέρονται για την άποψη του πλήθους.

“Οπότε γουν αίσθοιτό τι αυτούς...” Όποτε έβλεπε αυτοί να έχον πάρει υπερβολικό
119
θάρρος με τα λόγια του, τους έκανε να φοβηθούν και να δουν την πραγματικότητα.
Και όταν πάλι φοβούνταν παράλογα, τους έκανε να ξαναβρούν το θάρρος. Με
αποτέλεσμα στα λόγια το πολίτευμα ήταν δημοκρατικό, στην πράξη όμως ήταν
εξουσία του πρώτου άνδρα, όπου πρώτος άνδρας ήταν ο Περικλής.

“Οι δε ύστερον ίσοι μάλλον...” Αυτοί όμως που ήρθαν μετά από αυτόν, επειδή
είχαν ίσες δυνάμεις και ήθελαν ο καθένας πρώτος να γίνει, αλλά ήθελαν να γίνει
πρώτος χωρίς να είναι όμως πρώτος, ήταν ίσοι, άρα έπρεπε να κολαψέψουν το
λαό. Έτσι στράφηκαν όμως στο να βάζουν σε προτεραιότητα την ευχαρίστηση του
λαού, για να τους ψηφίζει, ακόμα και όταν αυτό το πράγμα ερχόταν και υπονόμευε
τις δημόσιες υποθέσεις. Κριτήριό τους ήταν η κολακεία του λαού, προκειμένου να
εκλέγονται αυτοί. Με αποτέλεσμα πολλά σφάλματα σε μία πόλη τόσο μεγάλη και
ανάμεσα σε αυτά την σικελική εκστρατεία, ο Περικλής έλεγε ότι θα νικήσετε αρκεί
κατά τη διάρκεια του πολέμου να μην προσπαθήσετε να επεκτείνετε την κυριαρχία
αλλού και να μείνετε ήσυχοι. Στην πορεία γίνονται ακριβώς τα αντίθετα,
επαναλαμβάνουν μία τεράστια εκστρατεία, όπως αυτή στη Σικελία, με αποτέλεσμα
να εκθέσουν την πόλη σε μεγάλο κίνδυνο κι έτσι να αρχίσει η αρχή τους τέλους για
τους Αθηναίους. Άρα φαίνεται ότι οι Αθηναίοι δρουν κακώς. Δεν ήταν τόσο ότι δεν
υπολόγισαν την δύναμη αυτών εναντίων των οποίων εκστράτευσαν, όσο ότι
έλαβαν επιζήμιες αποφάσεις γι αυτούς, που πήγαν και με βάση τις προσωπικές
τους διενέξεις, για το ποιος θα ακολουθήσει το δήμο. Έκαναν και τα στρατόπεδα
στη Σικελία να είναι λιγότερο αποτελεσματικά και η πόλη να βυθίζετε σε
αλλεπάλληλες ταραχές.

“ Σφαλέντες δε εν Σικελία άλλη τε...” Και όταν ακόμα ηττήθηκαν στη Σικελία (τώρα
θα δείξει πόσο σωστός ήταν ο Περικλής, το λάθος ήταν αλλού), γιατί παρότι
ηττήθηκαν στη Σικελία και στο μεγαλύτερο μέρος του στρατεύματος και στο
μεγαλύτερο μέρος του ναυτικού και ενώ στην πόλη υπήρχαν ήδη ταραχές, όμως 3

120
παραπάνω χρόνια άντεξαν, παρότι είχαν χάσει την Ιταλία. Το σωστό είναι 8, όχι 3.
Παρότι ηττώνται στη Σικελία και έχουν εμφύλιες διαμάχες αντέχουν άλλα 8 χρόνια
απέναντι στους παλιούς εχθρούς, στους Σπαρτιάτες και απέναντι στους
καινούργιους τους εχθρούς από τη Σικελία, που ενώθηκαν με τους Σπαρτιάτες και
απέναντι στους συμμάχους τους, που πλέον είχαν αρχίσει να αποστατούν (το είχε
πει ο Περικλής) και όμως οι Αθηναίοι, παρότι τα χάνουν όλα αυτά, αντέχουν άλλα 8
χρόνια. Και απέναντι στον Κύρο, το γιο του βασιλιά, ο οποίος παρείχε χρήματα
στους Πελοποννήσιους για να κάνουν το ναυτικό τους. Αλλά αυτό που δεν
προβλέπει ο Περικλής είναι ότι τελικά οι Σπαρτιάτες θα καταφέρουν να
αποκτήσουν και αυτοί ναυτικό με χρήματα περσικά. Οι Πέρσες θα δώσουν χρήματα
στους Σπαρτιάτες.

“Και ου πρότερον ενέδοσαν ή αυτοί...” Και πάλι δεν παραδόθηκαν, παρά μόνο
όταν οι ίδιοι αναγκάστηκαν να ηττηθούν εξ αιτίας των εμφυλίων διαμαχών, που
είχαν στη πόλη τους. Τόσο μεγάλη δύναμη υπήρχε τότε στην Αθήνα, ώστε αυτός (ο
Περικλής) να προβλέψει ότι πολύ εύκολα η πόλη του (η Αθήνα) θα μπορέσει να
υπερισχύσει των Πελοποννησίων.

11ο μάθημα – 11.12.2018

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗ

Κείμενο 5.91-95, 104-5 σελίδα 19

Διάλογος, κανένας δεν πείθει κανέναν.

“Αθηναίοι: Ημείς δε της ημετέρας αρχής...” Εμείς και να χάσουμε την ηγεμονία
μας, δεν στενοχωριόμαστε πολύ, για το τι πρόκειται να γίνει, γιατί δεν είναι αυτοί
121
ου εξουσιάζουν τους λαούς, όπως οι Σπαρτιάτες που είναι σκληροί απέναντι στους
ηττημένους, αλλά αυτοί που γίνονται σκληροί με τους αρχηγούς τους είναι οι
υπήκοοι, αν κάποια στιγμή τύχει και τους νικήσουν. Άρα δεν φοβόμαστε τόσο τους
Σπαρτιάτες, ότι θα είναι σκληροί μαζί μας, γιατί είναι και αυτοί ηγεμόνες και θα
μπορέσουμε να συνεννοηθούμε κάπως μαζί τους. Αυτούς που φοβόντουσαν
περισσότερο είναι οι υπήκοοι. Η δική μας προτεραιότητα είναι να ελέγξουμε τους
συμμάχους μας. Και με τρόπο; Με το φόβο.

“Και περί μεν τούτου ημίν αφείσθω...” Και σε σχέση με αυτό, αφήστε εμείς να
διατρέχουμε τον κίνδυνο, εμείς εδώ ερχόμαστε για να πούμε ότι έχουμε έρθει,
πρώτος γιατί ζητάνε κάτι που θα ωφελήσει τη δική μας εξουσία και δεύτερον, να
σας πούμε και τον τρόπο με τον οποίο και εσείς θα μπορέσετε να σωθείτε, γιατί
αυτό που θέλουμε είναι να σας εξουσιάζουμε χωρίς να υποβληθούμε σε κόπους
και είναι και χρήσιμο και εξυπηρετεί και τους δύο μας, εσείς να σωθείτε.

Μήλιοι: Και πως συμβαίνει να είναι το ίδιο χρήσιμο εμείς να υποδουλωθούμε σε


εσάς και εσείς να εξουσιάζετε εμάς; (Γιατί λένε οι Αθηναίοι ότι συμφέρει και τους
δύο).

Αθηναίοι: Γιατί εσείς θα υπακούσετε σε εμάς προτού πάθετε τα χειρότερα (σας


συμφέρει δηλαδή να υποταχθείτε σε εμάς), αλλά και εμείς θα κερδίσουμε, αν δεν
σας εξοντώσουμε, γιατί θα έχουμε ακόμα έναν υποτελή σύμμαχο.

Μήλιοι: το να μείνουμε εμείς ουδέτεροι και να είμαστε φίλοι σας, αντί να είμαστε
εχθροί, αλλά να κρατήσουμε μία ουδετερότητα, ούτε υπέρ των Σταρτιατών, ούτε
υπέρ των Αθηναίων, δεν θα το δεχόσασταν;

122
Αθηναίοι: δεν μας βλάπτει σαν ηγεμονία η έχθρα σας, αλλά μας βλάπτει η φιλία
σας, γιατί αν σας έχουμε φίλους , αυτό θα δείξει στους άλλους συμμάχους ότι
είμαστε αδύναμοι, ενώ εάν μας μισείτε, θα δείξει στους άλλους συμμάχους ότι
είμαστε δυνατοί.

Τους Αθηναίους τους απασχολεί να κρατήσουν τους συμμάχους φοβισμένους.

Μήλιοι: Καταλαβαίνετε και εσείς καλά, ότι αν η τύχη δεν πάει με τος μέρος σας, θα
είναι δύσκολο να τα βάλουμε τη δική σας δύναμη. Από την άλλη έχουμε
εμπιστοσύνη στη τύχη και ότι ο Θεός δεν θα μας εγκαταλείψει, γιατί εμείς είμαστε
όσιοι και τα βάζουμε με κάποιους που δεν είναι δίκαιοι. Πιστεύουμε ότι το
έλλειμμα της δύναμης που έχουμε σε σχέση με εσάς, θα το αναπληρώσει η
συμμαχία των Λακεδαιμονίων, η οποία, επειδή είμαστε συγγενής και από ντροπή
δεν θα μας αφήσουν αβοήθητους και έτσι δεν είναι τελείως παράλογο το θράσος
μας.

Αθηναίοι: Οι θεοί θα είναι ευνοϊκοί με εμάς, ούτε κι εμείς πιστεύουμε ότι αυτό θα
το στερηθούμε. Γιατί τίποτα από αυτά που οι άνθρωποι οφείλουν να πιστεύουν σε
σχέση με τους θεούς και με τη σχέση μεταξύ τους, δεν αξιώνονται από εσάς ή δεν
κάνουμε. Δηλαδή τίποτα δεν κάνουμε που είναι διαφορετικό από αυτά που οι
άνθρωποι πρέπει να πιστεύουν σε σχέση με τους θεούς και να κάνουν σε σχέση
μεταξύ τους. Γιατί πιστεύουμε ότι και με το θείο και φυσικά οι άνθρωποι θεωρούν
ότι είναι ο νόμος της φύσης τέτοιος, να εξουσιάζουν ό,τι είναι λιγότερο δυνατό από
αυτά. Ο νόμος της φύσης λέει ότι ο ισχυρότερος πρέπει να εξουσιάζει τον
ασθενέστερο, άρα αυτό που κάνουμε είναι σύμφωνο και με τον θεϊκό και με τον
ανθρώπινο νόμο. Κι εμείς δεν είμαστε πρώτοι που θεσπίσαμε αυτό το νόμο, έτοιμο
τον πήραμε και θα το αφήσουμε και στη συνέχεια να ισχύει, ξέροντας καλά ότι κι
εσείς και οποιοσδήποτε άλλον να βρισκόταν σε θέση υπεροχής, θα έκανε το ίδιο.
Και έτσι σε σχέση με το κίνδυνο που μπορεί να έχουμε από το θεό, δεν πιστεύουμε
123
ότι τον διατρέχουμε, γιατί δεν κάναμε τίποτε άλλο, παρά να ακολουθούμε τον νόμο
της φύσης. Όσο αφορά την άποψη που έχετε για τους Σπαρτιάτες, οι οποίοι θα
ντραπούν και θα σας βοηθήσουν, σας μακαρίζουμε που δεν γνωρίζετε το κακό, την
κακία, αλλά δεν ζηλεύω την ανοησία σας. Οι Σπαρτιάτες όσον αφορά τα δικά τους,
τα τακτοποιούν με τον καλύτερο τρόπο. Σε σχέση με τους άλλους, πολλά θα
μπορούσε να πει κανείς για το τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρονται και ότι το
κάνουν με το πιο χαρακτηριστικό τρόπο, να θεωρούν καλά τα συμφέροντα και να
ταυτίζουν το δίκαιο με το συμφέρον τους. Φυσικά αυτός ο τρόπος σκέψης δεν
πρόκειται τώρα να σας βοηθήσει ιδιαίτερα, πολύ απλά γιατί δεν είναι στο
συμφέρον τους να ξεκινήσουν και να σας βοηθήσουν, άρα δεν πρόκειται να το
κάνουν.

Οι Αθηναίοι αρχίζουν να αποκτούν κάποια τυραννικά χαρακτηριστικά.

Κείμενο 6.91

“Τοιαύτα μεν περί του νυν οιχομένου στόλου...” έτσι για το εκστρατευτικό στόλο
που είχε φύγει, αυτά τα ακούσατε με πάρα πολύ μεγάλη ακρίβεια από αυτόν που
τα ξέρει καλά (γιατί ο Αλκιβιάδης είχε σταλεί στη Σικελία και μετά πήγε στη Σπάρτη
και προσπαθεί να τους κινητοποιήσει εναντίον των Αθηναίων).

“Και όσοι υπόλοιποι στρατηγοί...” βρίσκονται εκεί, το ίδιο θα κάνουν. Το ότι όμως
αν δεν τους βοηθήσετε, δεν θα τρέξουν οι Σικελιώτες, θα το καταλάβετε τώρα.

“Σικελιώται γαρ απειρότεροι μεν εισίν...” Δεν έχουν πείρα στον πόλεμο ιδιαίτερη
οι Σικελιώτες, όμως αν αμυνθούμε, θα μπορέσουν κάπως να υπερισχύσουν. Οι πιο
ισχυροί είναι οι Συρακούσες, επειδή όμως ήδη έχουν ηττηθεί σε μάχη και έχουν
αποκλειστεί από πολλά πλοία, δεν μπορούν να αντισταθούν στη δύναμη των

124
Αθηναίων που βρίσκεται εκεί και αν καταληφθεί αυτή η πόλη, θα πέσει και όλη η
Σικελία και μετά τη Σικελία θα πάνε στην Ιταλία.

Δείχνει την επεκτατική διάθεση που έχουν οι Αθηναίοι. Αν λοιπόν, λέει, αφήσετε
τις Συρακούσες, θα χάσετε τη Σικελία και μετά και όλη η Ιταλία θα καταληφθεί και
ο κίνδυνος θα έρθει πολύ γρήγορα.

“ Ώστε μη περί της Σικελίας τις οιέσθω μόνον βουλεύειν...” Να μην πιστεύει κανείς
ότι εδώ μιλάμε μόνο για τη Σικελία, αλλά και για την Πελοπόννησο, για εσάς, αν
δεν κάνετε αυτά που σας λέω γρήγορα, δηλαδή να στείλετε στράτευμα με πλοία
τέτοια, όπου οι κωπηλάτες να είναι και στρατιώτες μαζί και αυτό που είναι ακόμα
σημαντικότερο να κάνετε άρχοντα στρατηγό Σπαρτιάτη, ο οποίος θα μπορέσει να
ενώσει όλους τους Σικελούς και ακόμα και αυτούς που δεν θέλουν να τους κάνει να
συνταχθούν μαζί. Έτσι θα σας ρίξουν και οι φίλοι που έχετε τώρα εκεί και αυτοί ου
είναι κάπως διστακτικοί, θα πλησιάσουν με μεγαλύτερη αποφασιστικότητα χωρίς
φόβο.

Αυτό φαίνεται να φωτογραφίζει αυτή τη διάθεση των Αθηναίων να επεκτείνονται.

ΗΡΟΔΟΤΟΣ

Κείμενο 7.8γ.1-3

Μιλά ο Ξέρξης. Αν υποδουλώσουμε αυτούς για τους γείτονές τους, οι οποίοι


έχουν την Πελοπόννησο, τη χώρα του Πέλοπα, και τους Πελοποννήσιους, θα
κάνουμε την περσική γη να συνορεύει με τον ουρανό του Δία, γιατί ο ήλιος δεν θα
βλέπει καμιά άλλη χώρα, εννοεί γιατί όλες οι χώρες είμαστε εμείς. Αλλά εγώ θα την
διασπάσω όλη την Ευρώπη και θα την κάνω να είναι μία χώρα, γιατί
125
πληροφορούμαι, ότι έτσι είναι τα πράγματα, ότι δεν μένει καμιά άλλη πόλη, ούτε
έθνος ανθρώπων. Δεν ξέρω αν υπάρχει κάποιο έθνος ανθρώπων, το οποίο να είναι
ικανό να μας αντιμετωπίσει, αν βγουν από τη μέση αυτοί που ανέφερε (δηλαδή
Αθηναίοι και Σπαρτιάτες). Αυτός, λέει, σε όλη την Ευρώπη θέλουν να επεκταθούν.
Όταν η Ηρόδοτος γράφει για τους Πέρσες μπορεί να απευθύνει διάφορα μηνύματα
που να αφορούν και σύγχρονούς του. Έτσι λοιπόν και οι υπεύθυνοι και οι
ανεύθυνοι θα υποδουλωθούν σε εμάς.

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Κείμενο 2.41.4

Μιλά ο Περικλής. Βρισκόμαστε στην αρχή του πολέμου. Είναι κομμάτι του
Επιτάφιου, όπου η εικόνα που προκύπτει για την αθηναϊκή ηγεμονία είναι θετική.
Δεν φαίνεται το πρόσωπο του ηγεμόνα σκληρό, αλλά έχει απλώς την έννοια ότι δεν
θέλουμε να αφήσουμε τίποτα, που να μην το φτάσουν και να είναι προσβάσιμο σε
εμάς. Αυτή τη διάθεση να εξαπλωθούμε και να επεκταθούμε φωτογραφίζει ο
Περικλής.

“Μετά μεγάλων δε σημείων και ου δη...” Με την δύναμή μας έχουμε ανεγείρει
διάφορα μνημεία και ψευδείς μαρτυρίες και έτσι θα γίνουμε αντικείμενο
θαυμασμού από τους τωρινούς και από τους μεταγενέστερους και δεν
χρειαζόμαστε, ούτε κάποιους σαν τον Όμηρο να μας επαινέσει, ο οποίος να μας
ευχαριστήσει με τους στίχους του, αλλά αργότερα η λήθη των πραγμάτων θα
αποδείξει, θα ελέγξει υπερβολικά αυτά τα οποία θα έχει δει, αλλά με την τόλμη
μας αναγκάσαμε κάθε θάλασσα και κάθε γη να γίνουν προσβάσιμες σε εμάς.
Μπορέσαμε να εξαπλωθούμε παντού με το ναυτικό. Αλλά παντού, αφού φτάσαμε
σε κάθε θάλασσα και κάθε γη κτίσαμε και μνημεία των κατορθωμάτων μας, αλλά
και των επιτυχιών μας αιώνια. Για μια τέτοια πόλη, λέει αυτή εδώ πέρα, επειδή
θεώρησαν δίκαιο να μην την χάσουν, να μην τους την στερήσουν, πολέμησαν και
πέθαναν και αυτοί που έχουν επιβιώσει είναι λογικό να θέλουν να κάνουμε αυτή τη
126
γη τόσο σημαντική πόλη, η οποία να τιμά και τους πολίτες της, σε σημείο που να μη
θέλουν να βάλουν την προσωπική τους επιβίωση πάνω από την επιβίωση και το
συμφέρον της πόλης.

ΣΟΣ!! Αντιστίξεις στον Θουκυδίδη είναι μία τεχνική, στην οποία δύο ενότητες, η
μία διαδέχεται την άλλη άμεσα και η εικόνα, τα θέματα που προβάλλονται στην
κάθε ενότητα είναι τελείως διαφορετικά. Μία χαρακτηριστική περίπτωση είναι
ανάμεσα στον Επιτάφιο και στον λοιμό. Άλλη μία είναι ανάμεσα στο διάλογο των
Μηλίων και στη Σικελική εκστρατεία. Γιατί οι Αθηναίοι στη περίπτωση των Μηλίων
είναι οι πανίσχυροι οι οποίοι εκφοβίζουν και όταν πάνε στη Σικελία θα περιέλθουν
σε πολύ μεγάλη ανάγκη, να ελπίζουν στο Θεό για να σωθούν.

Κείμενο 6.81-87

Ο Εύφημος προσπαθεί να πείσει τους κατοίκους της Καμαρίνας να πάνε με το


πλευρό των Αθηναίων. Αν οι Σικελοί ενωθούν τότε θα μπορέσουν να
αντιμετωπίσουν τους Αθηναίους. Αν δεν ενωθούν οι Σικελοί, τότε όλοι θα
υποταχθούν στους Αθηναίους και αυτό προσπαθεί ο Εύφημος, να μην αφήσουν
τους κατοίκους της Καμαρίνας να πάνε με τους Συρακούσιους, αλλά τους λέει,
ελάτε με εμάς, γιατί αυτό συμφέρει εσάς, συμφέρει κι εμάς.

Επιχειματολογία Εύφημου:

“Ο δ' Εύφημος ο των Αθηναίων πρεσβευτής...” Ο πρέσβυς των Αθηναίων, ο


Εύφημος, μετά αυτόν είπε: ήρθαμε εδώ για να ανανεώσουμε τη συμμαχία που
είχαμε και πρότερα, αλλά επειδή οι Συρακούσιοι μας επιτίθενται, είναι ανάγκη να
μιλήσουμε για την ηγεμονία, δηλαδή ότι είναι πολύ εύλογο να την κατέχουμε. Η
μεγαλύτερη απόδειξη είναι αυτή που παρουσίασε, δηλαδή ότι ανέκαθεν υπήρχε
αντιπαλότητα ανάμεσα στους Ίωνες και στους Δωριείς. Και η κατάσταση έχει ως
εξής. Εμείς που είμαστε Ίωνες, στους Πελοποννήσιους που είναι περισσότεροι από

127
εμάς και γείτονές μας εξετάσαμε με ποιο τρόπο θα μπορέσουμε να μην τους
υπακούσουμε. Είναι πάντα ο φόβος, αν αποκτήσουν μεγαλύτερη δύναμη, θα
αναγκαστούμε να υπακούσουμε στους γείτονές μας. Κι έτσι μετά τους περσικούς
πολέμους αποκτήσαμε πλοία δεν δεν χρειαζόταν να υποταχτούμε στους
Λακεδαιμόνιους, γιατί δεν μας φαινόταν ότι ταιριάζει περισσότερο σε εκείνους να
μας εξουσιάζουν από ότι σε εμάς. Θεωρήσαμε ότι αυτό ήταν κάτι που μπορούμε να
το κάνουμε κι εμείς. Θωρούσαμε ότι δεν άξιζαν αυτοί περισσότερο από εμάς να
μας εξουσιάζουν, παρά μόνο γιατί σε εκείνη την παρούσα φάση είχαν περισσότερη
δύναμη κι εμείς, επειδή ήμασταν αντιμέτωποι με τέτοια κατάσταση, πήραμε υπό
την προστασία μας περιοχές που παλαιότερα ήταν υπό το κράτος του Πέρση
βασιλιά, δηλαδή τα νησιά και τα παράλια της Μ. Ασίας και ακόμα τα έχουμε
νομίζοντας ότι με αυτό το τρόπο θα μπορέσουμε να μην υποταχθούμε στους
Πελοποννήσιους, αλλά να τους αντισταθούμε και μάλιστα πρέπει να σας πω ότι δεν
αδικήσαμε τους Ίωνες και τους νησιώτες, ούτε τους υποδουλώσαμε, τους οποίους
οι Συρακούσιοι λένε ότι αν και είναι συγγενείς μας, τους υποδουλώσαμε.

Είναι ένα επιχείρημα που λέει πως ό,τι κάναμε ήταν δίκαιο.

“ Ήλθον γαρ επί την μητρόπολιν εφ' ημάς..” Γιατί αυτοί ήρθαν εναντίον της
μητρόπολής μας της Αθήνας μαζί με τους Πέρσες και δεν τόλμησαν να αφήσουν τις
περιουσίες τους και να τις χάσουν, όπως κάναμε εμείς, όταν εγκαταλείψαμε την
πόλη. Διάλεξαν την δουλεία και ήθελαν να την επιβάλλουν σε εμάς. Γι αυτό αξίζει
να εξουσιάζουμε, πρώτον γιατί προσφέραμε πάρα πολλά πλοία στους Έλληνες, με
τα οποία νικήσαμε τους Πέρσες και με πάρα πολύ μεγάλη προθυμία, για να μπούμε
σε αυτόν τον πόλεμο. Ύστερα επειδή αυτοί συνθηκολόγησαν με τους Πέρσες και
μας έβλαψαν, ύστερα δικαιολογημένα μας εξουσιάζουν, γιατί ήθελαν τη δύναμη,
που θέλουν οι Πελοποννήσιοι να την πάρουν από εμάς. Δεν θα πουν όμορφα λόγια
ότι μόνοι μας διώξαμε τους βαρβάρους χωρίς βοήθεια άλλων ή ότι κινδυνεύσαμε
περισσότερο για την ελευθερία αυτών των συμμάχων τους και όχι για την δική μας.

128
Θα πούμε τα πράγματα όπως είναι.

“Πασί δε ανεπίφθονον την προσήκουσαν...” Δεν πρόκειται να κακίσουμε κανέναν


που προσπαθεί να βρει ένα τρόπο να σωθεί. Ο καθένας δικαιούται να βρει το
τρόπο να σωθεί και τώρα έχουμε έρθει εδώ και για χάρη της δικής μας ασφάλειας,
αλλά και επειδή θεωρούμε ότι αυτά συμφέρουν και εσάς. Θα σας πούμε κάτι
δηλαδή, το οποίο εξυπηρετεί και τους δύο μας. Και τα επιχειρήματά μας θα
στηριχτούν σε αυτά με τα οποία οι Συρακούσες μας κατηγορούν και τα οποία σας
κάνουν να μας υποπτεύεστε περισσότερο. Ξέροντας, λέει, ότι αυτοί που είναι
καχύποπτοι, επειδή φοβούνται πολύ, μπορεί να ευχαριστούνται από τα όμορφα
λόγια, όταν όμως πρέπει να πάρουν κάποια απόφαση, θα κάνουν αυτό που τους
συμφέρει. Δεν έρχεται να πει ότι θα σας πω κάτι που συμφέρει εσάς, αλλά ότι έχω
βρει ένα τρόπο να συμφιλιώσουμε τα συμφέροντά μας.

“Την τε γαρ εκεί αρχήν ειρήκαμεν δια δέος...” Είπαμε ότι την εξουσία μας την
έχουμε από φόβο, ο φόβος ήταν που μας έκανε να έχουμε την εξουσία μας. Ο
φόβος ήδη από την αρχαιολογία διαφημίζεται ως σημαντικό στοιχείο της
ανθρώπινης συμπεριφοράς. Και έχουμε έρθει εδώ για να ερευνήσουμε την
κατάσταση με τρόπο που να εξασφαλίζει και την δική σας ασφάλεια και δεν
ερχόμαστε για να σας υποδουλώσουμε, αλλά ερχόμαστε για να σας βοηθήσουμε
να μη πάθετε αυτό, δηλαδή να μην υποδουλωθείτε.

“Υπολάβη δε μηδείς ως ουδέν...” Και μην θεωρήσετε ότι η δική σας κατάσταση
δεν μας αφορά καθόλου, ίσα ίσα είναι κάτι που μας ενδιαφέρει απολύτως, γιατί
ξέρουμε καλά, ότι, εάν εσείς σωθείτε και αν εσείς δεν είστε ανίσχυροι, θα μπορείτε
να αντιμετωπίσετε τους Συρακούσιους και έτσι αυτοί δεν θα στείλουν δύναμη
στους Πελοποννήσιος, ώστε να βλάψουν εμάς. Λέει δηλαδή, ότι αν εσείς είστε
σώοι και ισχυροί, αυτό μας συμφέρει, γιατί οι Συρακούσιοι θα έχουν ένα αντίπαλο
129
δέος.

“Και εν τούτω προσήκετε...” Και σε αυτό το σημείο επομένως μας συμφέρετε


πάρα πολύ. Γι αυτό και τους Λεοντίνους εδώ τους κάναμε να μην είναι υπήκοοί
μας, όπως οι συγγενείς τους στην Εύβοια, αλλά να είναι πάρα πολύ ισχυροί, για να
είναι γείτονες με αυτούς και να τους ενοχλούν κι έτσι να εξυπηρετούν τα δικά τοςυ
συμφέροντα.

“Τα μεν γαρ εκεί και αυτοί αρκούμεν...” Γιατί στα πράγματα στην Ελλάδα είμαστε
αρκετοί σε σχέση με τους αντιπάλους μας να τους αντιμετωπίσουμε. Όσο για τους
Χαλκιδείς,, για τους οποίους οι Συρακούσιοι, μας λένε ότι από τη μία αυτούς τους
υποδουλώσαμε, ενώ εσάς μας λένε ότι από τη μία αυτούς τους υποδουλώσαμε,
ενώ εσάς λένε ότι θα σας ελευθερώσουμε. Μας συμφέρει να είναι οι Χαλκιδείς
άοπλοι και να συνεισφέρουν μόνο χρήματα, ενώ εδώ το συμφέρον μας είναι οι
Λεοντίνοι και οι άλλοι φίλοι μας να είναι όσο γίνεται πιο αυτόνομοι. Ποιον
θεωρούμε φίλο και εχθρό τον καθορίζουν τα συμφέροντά μας.

ΣΟΣ!! “ Ανδρί δε τυράννω ή πόλει αρχήν εχούση...” Για έναν τύραννο ή για μία
πόλη τίποτα δεν είναι παράλογο, αν είναι συμφέρον, τίποτε δεν είναι οικείο αν δεν
μπορεί να το εμπιστευτεί. Άρα για έναν τύραννο αυτά που είναι άμεσες
προτεραιότητες είναι η εξυπηρέτηση του συμφέροντος και να μπορεί να
εμπιστευτεί κάποιον. Αν δεν μπορεί να εμπιστευτεί κάποιον ο τύραννος, δε μπορεί
να τον λογαριάσει δικό του, ακόμα και αν είναι σύζυγος, γονιός κλπ. Και τίποτα δεν
είναι παράλογο, αρκεί να εξυπηρετεί τα συμφέροντά του.

“Και γαρ τους εκεί ξυμμάχους...” Και τους συμμάχους στην Ελλάδα τους έχουμε
όπως μας συμφέρει. Κάθε φορά δηλαδή τους αφήνουμε αυτόνομους, αρκεί να μας

130
δίνουν καράβια. Τους Χίους και τους Μυθημναίους ζητάμε χρήματα και όχι
καράβια, άλλους πάλι που είναι σύμμαχοί μας τους αφήνουμε μεγαλύτερη
ελευθερία, αν και είναι νησιώτες και μπορούμε να τους καταλάβουμε εύκολα, γιατί
χωρίζονται σε κομμάτια που είναι πολύ χρήσιμα, για να κάνουμε επιδρομές στη
Πελοπόννησο, οπότε αυτούς, επειδή θέλουμε να τους έχουμε με το καλό, τους
αφήνουμε περισσότερη ελευθερία, ώστε και εδώ τα πράγματα θα τα ρυθμίσουμε
σύμφωνα με το συμφέρον τους και αυτό είπαμε σε σχέση με το φόβο που έχουμε
για τους Συρακούσιους.

“Αρχής γαρ εφίενται υμών και βούλονται...” Αυτοί ορέγονται την εξουσία σας και
θέλουν να σας κάνουν να είστε καχύποπτοι με μας, για να σας στρέψουν εναντίον
μας και ύστερα με βία ή επειδή θα απομονωθείτε, αν εμείς φύγουμε άπρακτοι,
αυτοί μετά να σας πάρουν και να εξουσιάσουν την Σικελία. Άρα αυτό που
κατηγορούν εμάς, το θέλουν και αυτοί και αυτοί είναι μία δύναμη, η οποία θέλει
να επεκταθεί σε όλη τη Σικελία και θα αποτελεί κίνδυνο και για σας.

“Ανάγκη δε, ήν ξυστήτε προς αυτούς...” Και αυτό θα γίνει αναγκαστικά αν εσείς
πάτε με το μέρος τους. Γιατί αν εσείς ενωθείτε με αυτούς, δεν θα μπορούμε να
αντιμετωπίσουμε τόσο μεγάλη δύναμη, που θα έχει ενωθεί, ούτε αυτοί θα είναι
ανίσχυροι, αν εμείς εδώ δεν είμαστε παρόντες.

“Και ότω ταύτα μη δοκεί...” Και όποιον δεν τα πιστεύει αυτά, θα έπρεπε να τα
πιστέψει βλέποντας τη διαγωγή των Συρακουσίων. Όταν στο παρελθόν μας
καλούσατε να σας βοηθήσουμε, δεν επικαλεστήκατε άλλο παρά τον φόβο, ότι αν
επιτρέπαμε στους Συρακούσιους να σας υποτάξουν, τότε κινδυνεύαμε κι εμείς. Δεν
είναι σωστό να δυσπιστείτε σήμερα σε ένα επιχείρημα, με το οποίο άλλοτε
επιδιώκατε να μας πείσετε, ούτε είναι σωστό να μας υποψιάζεστε επειδή ήρθαμε
εδώ με μεγαλύτερη δύναμη από ό,τι έχει ο αντίπαλος. Εμείς δεν μπορούμε να
131
μείνουμε εδώ, αν δεν μας βοηθήσετε, αν μάλιστα κάνουμε το λάθος να
καταλάβουμε όλη τη Σικελία, είναι αδύνατον να την κρατήσουμε υπό την κατοχή
μας, επειδή είναι πολύ μακριά από την Αθήνα και επειδή είναι αδύνατον να
επιτηρούμε μεγάλες πολιτείες που είναι εξοπλισμένες σαν να μην είναι νησιωτικές
πόλεις, αλλά ηπειρωτικές, δηλαδή έχουν πολύ στρατό.

“Οίδε δε ου στρατοπέδω...” Αυτοί όμως εδώ δεν σας απειλούν με ένα


στρατόπεδο, όπως εμείς αλλά με μία πόλη που είναι πολύ μεγαλύτερη, πολύ πιο
πολυάριθμη από ό,τι εμείς. Και διαρκώς σας επιβουλεύονται και όταν βρουν την
κατάλληλη ευκαιρία, δεν θα την αφήσουν να φύγει (γιατί με αυτό τον τρόπο
φέρθηκαν στους Λεοντίνους) και τώρα τολμούν αυτούς να σας καλούν σε βοήθεια
εναντίον εκείνων, οι οποίοι ήταν αντίθετοι στις ενέργειες αυτές και οι οποίοι
εμπόδισαν έως σήμερα να υποτάξουν ολόκληρη τη Σικελία. Σας θεωρούν λοιπόν
εντελώς ανόητους.

Εδώ ο Εύφημος κατορθώνει να δείξει ότι το συμφέρον είναι και των δύο.

“Πολύ δε επί αληθεστέραν...” Αλλά η αλήθεια, η σωτηρία την οποία εμείς σας την
υποσχόμαστε και γι αυτό να μην εγκαταλείψετε, αλλά να αναγνωρίσετε ότι αυτοί
και χωρίς συμμάχους, έχουν έτοιμη ευκαιρία να σας επιτεθούν και να σας
καταλάβουν. Ενώ εσείς δεν θα έχετε την ευκαιρία να τους αντιμετωπίσετε χωρίς τη
μεγάλη βοήθεια που σας προσφέρουμε εμείς.

“ Ήν ει τω υπόπτω ή άπρακτον...” Αν εξαιτίας της καχυποψίας σας αφήσετε αυτή


τη βοήθεια να φύγει άπρακτη ή και νικημένη, τότε θα έρθει η στιγμή που θα
εύχεστε να έχετε έστω ένα μικρό κομμάτι της, αλλά τότε θα είναι μάταιο. Τότε και
αν την έχετε δεν πρόκειται να σας ωφελήσει σε τίποτα, αλλά ούτε εσείς οι
Καραμιναίοι, ούτε οι άλλοι μην πείθεστε από τις συκοφαντίες αυτών. Σας είπαμε
όλη την αλήθεια για τα θέματα, τα οποία εμείς γινόμαστε αντικείμενο υποψίας και
132
θα τα επαναλάβουμε περιληπτικά θέλοντας να σας πείσουμε.

“Φαμέν γαρ άρχειν μεν των εκεί...” Είπαμε ότι θέλουμε να έχουμε την ηγεμονία
μας στην Ελλάδα, για να μην υπακούμε σε κανέναν άλλον και ότι εδώ θέλουμε να
σας έχουμε ελεύθερους πάλι, για να μη βλαπτόμαστε από τους εχθρούς μας τους
Σπαρτιάτες και πολλά αναγκαζόμαστε να κάνουμε, γιατί έχουμε και πολλά από τα
οποία πρέπει να φυλαχτούμε. Η πολυπραγμοσύνη είναι χαρακτηριστικό των
Αθηναίων, είμαστε πολυπράγμονες, γιατί έχουμε πολλούς κινδύνους που μας
απειλούν. Ήρθαμε και παλαιότερα όχι απρόσκλητοι και εσείς τώρα μην κρίνετε
αυτά που κάνουμε, ούτε να προσπαθήσετε να μας αλλάξετε τα μυαλά, κάτι το
οποίο είναι πάρα πολύ δύσκολο, γιατί αυτό που λέμε σας συμφέρει και να το
εκμεταλλευτείτε. Και μη νομίζετε ότι η ηγεμονία μας βλάπτει τους Έλληνες,
αντίθετα τους ωφελεί.

“Εν παντί γαρ πας χωρίω...” Κάθε άνθρωπος σε κάθε περιοχή, ο οποίος νομίζει ότι
αδικείται και αυτός που νομίζει ότι θα αδικηθεί και αυτός που σχεδιάζει να τον
αδικήσει, παντού ο καθένας ακόμα και εκεί που δεν υπάρχουμε εμείς, αυτός που
νομίζει ότι θα υποστεί κάποια αδικία και αυτούς που σχεδιάζει να αδικήσει άλλον,
επειδή και οι δύο περιμένουμε ο πρώτος ότι θα βοηθηθεί από εμάς που είμαστε
πανίσχυροι, ο άλλος που επιδιώκει να επιβουλεύσει, θα φοβάται ότι αν φτάσουμε,
δεν θα επιχειρήσει κάτι χωρίς να κινδυνεύσει, γιατί εμείς θα φτάσουμε και θα τον
τιμωρήσουμε. Και οι δύο αναγκάζονται, ο ένας επειδή φοβάται ότι θα έρθουν οι
Αθηναίοι και θα τον τιμωρήσουν να κάθεται ήσυχος και ο άλλος κινδυνεύει χωρίς
να κάνει τίποτα να σώζεται, έτσι η δύναμή μας τελικά ωφελεί πολλούς
περισσότερους, γιατί κάνει κάποιους να σώζονται χωρίς να κάνουν τίποτα και
άλλους που σκέφτονται να αδικήσουν τους άλλους να το σκεφτούν διπλά. Να
φοβηθούν ότι θα φτάσουμε εμείς για να τους υπερασπιστούμε αυτούς που θα
αδικηθούν.

133
“Ταύτην ουν την κοινήν τω τε δεομένω...” Αυτή λοιπόν η ασφάλεια είναι κοινή σε
όποιον την χρειαστεί και που τώρα την προσφέρουμε σε εσάς, μην τη διώξετε,
αλλά όπως κάνουν και οι άλλοι συνασπιστείτε μαζί μας εναντίον των Συρακουσίων
και αντί να προφυλάσσεστε από αυτούς, αλλάξτε τακτική και αρχίστε εσείς να τους
απειλείτε, γιατί εάν πάτε με το μέρος μας, εσείς θα είστε πλέον αρκετά δυνατοί ,
όχι να τους φοβάστε, αλλά να τους απειλείτε.

Εδώ σε αυτή τη δημηγορία φαίνεται ότι η Αθήνα έχει αναπτύξει τυραννικά


χαρακτηριστικά. Η ηγεμονία της δεν έχει απλώς την έννοια ου έχει στην αρχή, αλλά
μετά το διάλογο με τους Μηλίους φαίνεται καθορίζει την συμπεριφορά της από το
συμφέρον της.

ΗΡΟΔΟΤΟΣ

Κείμενο 9.122

Είναι ένα κομμάτι που είναι το τέλος του Ηροδότου. Έτσι τελειώνει ο Ηρόδοτος.
Πάντα όταν κάνουμε Ηρόδοτο ξεκινά από τον Γύγη και συνήθως δεν ασχολούμαστε
με το τέλος. Το τέλος είναι περίεργο. Ανέκδοτο που αφορά τον Κύρο και μία
συμβουλή που έδωσε στους Πέρσες και λέει καλά έτσι τελειώνει;

“Τούτου δε του Αρταύκτεω...” Ο Αρταύκτης είναι ένας Πέρσης, ο οποίος είναι ο


διοικητής της Σειστού. Η πολιορκία της Σειστού ήταν το τελευταίο γεγονός, το
οποίο ολοκληρώνεται στην ιστορία του Ηροδότου και όταν οι Έλληνες πολιορκούν
τη Σειστό κρεμάνε τον Αρταύκτη.

Πρόγονος του Αρταύκτη, που τον κρέμασαν ήταν ο Αρτεμβάρης, ο οποίος είπε
κάποτε στους Πέρσες μία συμβουλή, την οποία εκείνοι την πήραν, την υιοθέτησαν
και την μετέφεραν μετά στον Κύρο. Έλεγε αυτή η συμβουλή: από τη στιγμή που ο
134
Δίας έδωσε την εξουσία στους Πέρσες και σε εσένα Κύρο από όλους τους
ανθρώπους, αφού εκθρόνισε τον Αστυάγη, αυτή η γη που έχουμε είναι λίγη, και
μάλιστα είναι και άγονη. Ας φύγουμε από εδώ και ας αποκτήσουμε άλλη χώρα, η
οποία να είναι καλύτερη. Πολλές χώρες είναι κοντινές μας γειτονικές και είναι
εύφορες, πολλές είναι μακρύτερα εύφορες. Μία από αυτές τις χώρες αν
καταλάβουμε, θα μας θαυμάζουν οι περισσότεροι. Και είναι λογικό οι άνθρωποι
που θέλουν να εξουσιάζουν πολλούς ανθρώπους και ολόκληρη τη Ασία. Ο Κύρος τα
άκουσε αυτά, δεν ενθουσιάστηκε και τους είπε ότι αν τα κάνουν αυτά, θα πρέπει
να ετοιμαστούν να μην εξουσιάζουν αυτοί άλλους, αλλά αυτοί να εξουσιάζονται.

“Φιλέειν γαρ εκ των μαλακών χώρων...” Γιατί από τα χωράφια που είναι εύφορα,
βγαίνουν και μαλθακοί άνθρωποι, γιατί δεν είναι χαρακτηριστικό η ίδια η γη να
δίνει αξιόλογο καρπό και ανθρώπους που είναι ικανοί στον πόλεμο. Οι Πέρσες
κατάλαβαν αυτό που τους είπε και έφυγαν ηττημένοι, επειδή ο Κύρος υπερίσχυσε
με την άποψή του και προτίμησαν να εξουσιάζουν άλλους έχοντας μία γη που δεν
είναι καλή, παρά να υποδουλωθούν σε άλλους έχοντας πεδιάδες να καλλιεργούν.
Έτσι τελειώνει ο Ηρόδοτος.

Λένε ότι έτσι ο Ηρόδοτος αφήνει εμάς τους αναγνώστες να γράψουμε τον επίλογο,
γιατί ο καθένας μπορεί να δώσει μια ερμηνεία.

12ο μάθημα – 18.12.2018

Τελευταία φορά είδαμε ένα θέμα που δείχνει πόσο κοντά είναι η σκέψη του
Ηροδότου με τον Θουκυδίδη. Δηλαδή είδαμε όλη αυτή τη διαδικασία, με την οποία
η Αθήνα φαίνεται να έχει κάποια χαρακτηριστικά. Όταν οι Μήλιοι δεν κατόρθωσαν
να τους πείσουν να κρατήσουν έστω ουδετερότητα, οι Αθηναίοι εξόντωσαν όλους
τους κατοίκους της Μήλου, εκτός από τα παιδιά και τις γυναίκες, που τις πούλησαν
ως σκλάβες. Οι Αθηναίοι δικαιολόγησαν την επιλογής τους να έχουν την ηγεμονία.
135
Δημηγορία του Εύφημου στη Σικελία που προσπαθεί να πείσει τους Καμαριναίους
να μην συνασπιστούν με τους Συρακούσιους, αλλά να είναι μαζί τους. Κοινός
παράγοντας το συμφέρον!!!

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Κείμενο 7.87

Από το τέλος της Σικελικής εκστρατείας το τέλος του 7ου βιβλίου γράφει το τι
περνούν οι Αθηναίοι, οι οποίοι μένουν στην Πελαγονία και υποφέρουν και
στοιβάζονται ο ένας πάνω στον άλλον. Δείχνει με δραματικό τρόπο τους
Αθηναίους, ο τρόπος που περιγράφει θυμίζει τον τρόπο που παρουσίαζε τον λοιμό.

Τελειώνει το 7ο βιβλίο, αλλά υπάρχει και 8ο βιβλίο.

“Τους δ' εν ταις λιθοτομίαις οι Συρακόσιοι χαλεπώς...” Τους Αθηναίους που ήταν
στα λατομεία, οι Συρακούσιοι στην αρχή τους μεταχειρίστηκαν με σκληρότητα,
γιατί ενώ κινούνταν σε ένα στενό χώρο και αυτοί ήταν πολλοί τους ταλαιπωρούσε
ο καυτός ήλιος και η αποπνικτική ατμόσφαιρα, γιατί δεν υπήρχαν στέγαστρα τότε
και οι νύχτες που ακολουθούσαν στη συνέχεια του φθινοπώρου, επειδή ήταν
ψυχρές και η θερμοκρασία μεταβλήθηκε, τους προκαλούσαν αρρώστιες. Και όλοι
αυτοί οι πόνοι συνασπισμένοι σε αυτό το μικρό χώρο, έκαναν τα πάντα εκεί
(αναφέρεται στις σωματικές ανάγκες). Και επειδή επιπλέον, εκτός από τις
σωματικές ανάγκες, ήταν και οι νεκροί στοιβαγμένοι ο ένας πάνω στον άλλον,
άλλοι που είχαν πεθάνει από τα τραύματά τους και άλλοι από τις απότομες
μεταβολές της θερμοκρασίας, με αποτέλεσμα να υπάρχουν και ανυπόφορες
μυρωδιές και να ταλαιπωρούνται από την πείνα και τη δίψα (γιατί τους έδιναν για
8 μήνες ένα κύπελλο νερό και δύο κύπελλα σιτάρι) και ό,τι άλλο θα μπορούσε
κανείς να φανταστεί,το έπαθαν. Δεν υπήρξε τίποτα που να μην το έπαθαν.

136
“ Και ημέρας μεν εβδομήκοντά τινας...” 70 ημέρες έμειναν μαζεμένοι όλοι εκεί
και ύστερα οι Συρακούσιοι τους πούλησαν όλους σαν δούλους, εκτός από τους
Αθηναίους και κάποιους από τους Έλληνες της Σικελίας ή από τους Έλληνες της
Ιταλίας, που είχαν εκστρατεύσει μαζί τους. Σικελιώτες και Ιταλιώτες είναι οι
Έλληνες της Σικελίας και της Ιταλίας, όχι Σικελοί και Ιταλοί.

“Ελήφθησαν δε οι ξύμπαντες....” Και συνολικά ο αριθμός αυτών που είχαν


συλληφθεί τότε είναι δύσκολο με ακρίβεια να τον υπολογίσω, αλλά δεν ήταν
λιγότεροι από 7.000.

“Ξυνέβη τε έργον τούτο (Ελληνικόν)...” Αυτή η εκστρατεία ήταν η σημαντικότερη, η


οποία έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου και νομίζω ότι
πάλι ήταν η σημαντικότερη από οτιδήποτε συνέβη ποτέ στην ελληνική ιστορία.
Πάρα πολύ λαμπρή επιχείρηση γι αυτούς που νίκησαν, αλλά και πάρα πολύ ατυχής
επιχείρηση γι αυτούς οι οποίοι ηττήθηκαν. Νικήθηκαν ολοκληρωτικά και σε όλους
τους τομείς, αφού έπαθαν όλες τις συμφορές. Κατά κάποιο τρόπο υπέστησαν μία
πανωλεθρία και στο πεζικό και στα καράβια και τίποτα δεν υπήρχε στο οποίο να
μην ηττήθηκαν και λίγοι μόνο κατάφεραν να γυρίσουν στην πατρίδα. Αυτά ήταν τα
γεγονότα της Σικελίας.

ΗΡΟΔΟΤΟΣ

Κείμενο 7.8-11

Είναι η αρχή της περσικής εκστρατείας από την πλευρά του Ξέρξη.

“Ως δε ανεγνώσθη Ξέρξης στρατεύεσθαι επί την Ελλάδα...” Αφού πήρε την
απόφαση ο Ξέρξης να κάνει την εκστρατεία εναντίον της Ελλάδας το 2ο έτος μετά
το θάνατο του Δαρείου και πριν εκστρατεύσει στην Ελλάδα αποφασίζει να
εκστρατεύσει εναντίον των επαναστατών στην Αίγυπτο, αφού αυτούς τους

137
υπέταξε. Και αφού έκανε την Αίγυπτο να είναι ακόμα πιο σκληρά υποδουλωμένη
σε αυτούς από ότι ήταν στην εποχή του Δαρείου, ορίζει διοικητή στην Αίγυπτο τον
Αχαιμενέα, τον αδελφό του, που είναι αυτός παιδί του Δαρείου. Τον Αχαιμενέα, τον
νικητή της Αιγύπτου, λίγο αργότερα τον σκότωσε ο Ινάρος, ο γιος του Ψαμμητίχου.
Ο Ξέρξης όμως μετά την υποδούλωση της Αιγύπτου, επειδή ακριβώς σκόπευε να
κάνει την εκστρατεία του εναντίον των Αθηνών, συγκαλεί μία συνέλευση κάποιων
αξιωματούχων ευγενών Περσών, για να τους ακούσει και για να τους πει τις δικές
του απόψεις. (Έχουμε μοναρχικό περιβάλλον άρα η έμφαση δίνεται στο δεύτερο,
γιατί και στο πρώτο θέλει αν ακούσει γνώμες που συμφωνούν με τη δική του). Κι
όταν συγκεντρώθηκαν τους είπε ο Ξέρξης τα εξής:

“ Άνδρες Πέρσες, ούτ' αυτός κατηγήσομαι νόμον...” Πέρσες δεν είμαι ο πρώτος
ου θα θεσπίσω αυτό το νόμο τώρα, για τον οποίο θα σας μιλήσω, αλλά τον έχω
δεχτεί από το παρελθόν κι αυτόν θα ακολουθήσω. Ο νόμος είναι ο νόμος του
επεκτατισμού, ο νόμος του ισχυρότερου είναι ο νόμος του δίκαιου. Δικαιολογούν
την τυραννική συμπεριφορά τους με το επιχείρημα ότι αυτό που κάνουν το βρήκαν
έτσι, δεν είναι αυτοί οι οποίοι το σκέφτηκαν πρώτοι και όποιος άλλος ήταν στη
θέση τους, θα έκανε το ίδιο.

“Ως γαρ εγώ πυνθάνομαι των πρεσβυτέρων...” Όπως εγώ τα μαθαίνω απο τους
προγόνους μας, ποτέ δεν καθήσαμε ήσυχοι από τότε ου παραλάβαμε την εξουσία
από τους Μήδους, όταν ο Κύρος σκότωσε τον Αστυάγη, αλλά κάποιος θεός
φαίνεται ότι μας οδηγεί σε όλα αυτά και εμείς που ακολουθούμε τα προστάγματα
του θεού, κερδίζουμε συνεχώς κάποια πράγματα.

Εδώ φαίνεται ότι ο Ξέρξης, παρότι είναι ένας μονάρχης, ο οποίος συγκαλεί τους
ευγενείς Πέρσες, για να τους ανακοινώσει αυτό που θέλει να κάνει, φαίνεται ότι
δεν είναι σε αυτό το σημείο αυθαίρετος, όπως πχ ήταν ο Καμβύσης, από τους πιο
138
σκληρούς ήταν Πέρσης μονάρχης πριν από τον Δαρείο και μετά τον Κύρο, ο οποίος
παρουσιάζεται σχεδόν τρελός ο Καμβύσης. Εδώ μπορούμε να δώσουμε
ελαφρυντικά στον Ξέρξη. Ο Ηρόδοτος δικαιολογεί τον Ξέρξη. Στο νόμο τον περσικό
αυτά που κάνουν, δεν είναι αντίθετα με το νόμο τον περσικό, ο οποίος νόμος λέει
ότι εμείς επεκτεινόμαστε συνεχώς. Ο Ηρόδοτος, όταν μιλά για τους νόμους που
ισχύουν στα διάφορα κράτη και έθνη σέβεται αυτούς τους νόμους, ποτέ δεν λέει
ότι ένας νόμος είναι κατώτερος από τον άλλον. Λέει και για τους Σκύθες πχ ότι
έχουν συνήθεια να τρώνε τους γονείς τους, όταν πεθαίνουν, δεν λέει ότι αυτό είναι
αποτρόπαιο. Ένα δεύτερο ελαφρυντικό που μπορούμε να δώσουμε στον Ξέρξη
είναι ότι επίσης φαίνεται να υπολογίζει και το θείο σε όλο αυτό. Ένας θεός μας
οδηγεί σε αυτό. Δεν είμαστε μόνοι που το κάνουμε. Το θείο για τον Ηρόδοτο είναι
φθονερό, δεν θέλει οι άνθρωποι να κοιτάζουν πέρα από αυτό, βασική άποψη του
Ηροδότου και της αρχαϊκής σκέψης.

“ Τα μεν νυν Κύρος τε και Καμβύσης....” Τα έθνη τα οποία υποδούλωσαν ο Κύρος


και ο Καμβύσης και ο πατέρας του ο Δαρείος δεν χρειάζεται να τα πω σε εσάς, που
ξέρετε καλά.

Δεν απευθύνεται μόνο στο συγκεντρωμένο πλήθος των ευγενών Περσών, που
ξέρουν αυτά τα έθνη, αναφέρεται και στους σύγχρονους αναγνώστες, τα ξέρουν
από τα προηγούμενα βιβλία.

“Εγώ δε επείτε παρέλαβον τον θρόνον...” Από τότε που εγώ παρέλαβα αυτό το
θρόνο, φρόντιζα να μην μείνω πίσω σε τίποτα από τους προδρόμους μου στη τιμή,
αλλά αντίθετα να αυξήσω τη δύναμη των Περσών. Κάθε γενιά πρέπει να αυξάνει
αυτά τα οποία παίρνει από την προηγούμενη. Και καθώς ερευνώ, βρίσκω ένα τρ΄πο
για να αυξήσουμε τη δόξα μας, αλλά και να αυξήσω την επικράτειά μας
προσπαθώντας σε αυτή τη χώρα η οποία δεν είναι μικρότερη, ούτε φτωχότερη,
αλλά πιο εύφορη από τη δική μας και συγχρόνως να πετύχω και μία τιμωρία και
139
εκδίκηση.

ΣΟΣ!! Ένα βασικό χαρακτηριστικό κίνητρο του επεκτατισμού για τον Ηρόδοτο
είναι ότι θέλουν να βρουν κάτι το οποίο είναι ωραιότερο και πιο πλούσιο από
αυτούς. Άρα είναι ένα γνωστό κίνητρο. Ένα δεύτερο κίνητρο είναι ότι η απόφαση
δεν είναι αυθαίρετη, που θέλει να εκδικηθεί τους Αθηναίους, οι οποίοι ήταν οι
μόνοι οι οποίοι είχαν στείλει πλοία στα παράλια της Ιωνίας, για να συνδράμουν
τους επαναστάτες. Ένα από αυτά που ισχυρίζεται ο Ξέρξης είναι ότι η εκστρατεία
που θα κάνουμε, θα είναι και ένας τρόπος να εκδικηθούμε την αδικία που
υποστήκαμε από τους Αθηναίους, οι οποίοι βοήθησαν εδώ τους Ίωνες και έκαναν
κάποιες καταστροφές στη χώρα μας.

Τρία είναι τα επιχειρήματα 1)νόμος περσικός, 2) οφέλη από τον επεκτατισμό και
3)εκδίκηση.

“Διό υμέας νυν εγώ συνέλεξα...” Γι αυτό λοιπόν εγώ σας συγκέντρωσα εδώ για να
σας εξηγήσω αυτό το οποίο σκέφτομαι να κάνω. Σκοπεύω να γεφυρώσω τον
Ελλήσποντο και να περάσω το στράτευμά μου στην Ελλάδα, για να τιμωρήσω τους
Αθηναίους για όσα έκαναν εναντίον των Περσών και τους πατέρα μου του Δαρείου.

“Ωράτε μεν νυν και [πατέρα τον εμόν]...” Βλέπετε ότι ο πατέρας μου σκόπευε να
κάνει εκστρατεία εναντίον των Αθηναίων, αλλά εκείνος πέθανε και δεν πρόλαβε να
τους εκδικηθεί. Εγώ για χάρη του πατέρα μου και των άλλων Περσών, δεν θα
σταματήσω, πριν καταστρέψω και κατακάψω την Αθήνα, οι οποίοι ξεκίνησαν να
μας αδικούν. Γιατί αυτοί ήταν πρώτοι που ήρθαν στις Σάρδεις μαζί με τον
Αρισταγόρα τον Μηλήσιο, που ήταν δούλος μας και όταν έφτασαν έβαλαν φωτιά
στα άλση και τα ιερά και ύστερα αυτά που έκαναν όταν εμείς εκστρατεύσαμε στην
πατρίδα τους, όταν ο Δάτης και ο Αρταφέρνης ήταν στρατηγοί. Αυτά τα γνωρίζετε
καλά όλοι. Αναφέρεται σε στοιχεία τα οποία έχει ήδη αφηγηθεί στα προηγούμενα

140
βιβλία του. Γιατί έτσι η επιχειρηματολογία του αποκτά μεγαλύτερη δύναμη. Ο
Ξέρξης στηρίζεται σε στοιχεία και γεγονότα, τα οποία έχει ενημερωθεί ο
αναγνώστης, άρα μπορεί να παρακολουθήσει καλύτερα την επιχειρηματολογία που
αναπτύσσει εδώ ο Ξέρξης. Γι αυτούς τους λόγους λοιπόν έχω πάρει απόφαση να
κάνω εκστρατεία εναντίον των Αθηναίων.

“Αγαθά δε εν αυτοίσι τοσάδε...” Και βρίσκω επιπλέον ότι θα έχουμε τα εξής


οφέλη από αυτή την εκστρατεία. Έχει θυμηθεί αυτά τα οποία έχει υποστεί ο
πατέρας του.

“Ει τούτους τε και τους τούτοισι πλησιοχώρους...” Γιατί αν υποδουλώσουμε


αυτούς τους Αθηναίους και τους γείτονες τους, αυτοί οι οποίοι έχουν τη χώρα του
Φρύγα Πέλοπα (δηλαδή τους Πελοποννήσιους), θα κάνουμε τη περσική γη να
συνορεύει με τον ουρανό του Δία, γιατί δεν θα υπάρχει άλλη χώρα ου να μπορεί να
μας αντισταθεί, αλλά να είναι μια χώρα στη γη. Δηλαδή θα περάσω από όλη την
Ευρώπη, θα την κάνω να είναι μία χώρα με τη περσική, γιατί πληροφορούμε ότι, αν
αυτοί οι δύο τους οποίους έχω αναφέρει (δηλαδή Αθηναίοι και Πελοποννήσιοι)
βγουν από τη μέση, καμία πόλη ανθρώπων, ούτε κανένα έθνος θα μείνει το οποίο
θα είναι ικανό να αντισταθεί σε εμάς.

“Ούτω οι τε ημίν αίτιοι έξουσι δούλιον...” Και έτσι λοιπόν θα υποδουλωθούν σε


εμάς και οι υπεύθυνοι και οι ανεύθυνοι.

Οι Πέρσες είναι η περίπτωση της υβριστικής και αλλαζονικής συμπεριφοράς.


Αυτή η συμπεριφορά δεν είναι μόνο των Περσών, αλλά και των Ελλήνων.

“Υμείς δ' αν μοι τάδε ποιεύντες...” Εσείς τότε θα μπορέσετε να ικανοποιήσετε


εμένα, αν το χρόνο που θα δηλώσουμε σε εσάς ότι πρέπει να εμφανιστείτε, έρθετε

141
φέροντας τον καλύτερα οργανωμένο στρατό κι εγώ θα του δώσω τα πιο αξιόλογα
δώρα, που έχουν βγει σε δώρο.

“Ίνα δε μη ιδιοβουλέειν...” Και για να μη φανεί εδώ ότι θέλω εγώ να επιβάλλω τη
θέλησή μου, θέτω το θέμα προς ψήφιση ενώπιόν σας ζητώντας όποιος θέλει να
πάρει το λόγο και να πει την άποψή του.

Εδώ θα πάρουν δύο άτομα τον λόγο, ο ένας είναι ο Μαρδόνιος, ο οποίος, όπως
περιμένει ο Ξέρξης, θα πει ότι σοφά είναι αυτά που λες, είσαι ο καλύτερος και αυτό
θα κάνουμε, αυτό περιμένει ο Ξέρξης. Μετά θα μιλήσει ο Αρτάμενος, θείος του
Ξέρξη και θα του πει κάτι διαφορετικό από αυτό που περιμένει να ακούσει. Άρα ο
Αρτάμενος θα δούμε τότε ότι έχει εδώ τον ρόλο του σοφού συμβούλου. Οι σοφοί
σύμβουλοι είναι ένα μοτίβο με την έννοια ότι επανέρχεται συχνά και εμφανίζονται
όταν κάποιος ηγέτης πρέπει να πάρει μία απόφαση, η οποία θα είναι
καταστρεπτική γι αυτόν. Συνήθως οι σοφοί σύμβουλοι δεν ακούγονται και γι αυτό ο
ιστορικός δείχνει το πόσο τυφλός είναι ο ηγέτης. Πόσο τραγικά τυφλωμένος και
πωρωμένος είναι ο ηγέτης.

“Μετ' αυτόν δε Μαρδόνιος έλεγε...” Μετά από αυτόν ο Μαρδόνιος είπε: Ω


δέσποτα, δεν είσαι μόνο από τους Πέρσες τους παλαιότερους ο καλύτερος, αλλά
και από τους μεταγενέστερους είσαι ο καλύτερος, γιατί με αυτά που είπες
κατάφερες κάτι πάρα πολύ σωστό και αληθές. Τους Ίωνες που είναι στην Ευρώπη
(δηλαδή τους Αθηναίους) δεν θα τους αφήσεις να μας κοροϊδεύουν και ενώ
μάλιστα είναι ανάξιοί μας. Έχουμε υποδουλώσει τους Σάκας, τους Ινδούς, τους
Αιθίοπες, τους Ασσύριους και άλλα πολλά και μεγάλα έθνη, τα οποία δεν αδίκησαν
καθόλου τους Πέρσες, αλλά μόνο και μόνο επειδή θέλαμε να αυξήσουμε την
δύναμή μας, γιατί αυτή είναι η συμπεριφορά των Περσών.

Στον Ηρόδοτο δεν γίνεται καθόλου λόγος για το φόβο!! Δεν είμαστε όπως τον
Θουκυδίδη, που μιλά για την βαθύτερη επιθυμία του ανθρώπου να αυξήσει τη
142
δύναμή του από φόβο μή τυχόν αργότερα υποδουλωθεί!! Στον Ηρόδοτο λέει ότι
είναι ένας πόθος, ένας έρωτας για δύναμη. Άρα είναι ντροπή να έχουμε
υποδουλώσει αυτούς που δεν μας έκαναν τίποτα και να μην τιμωρήσουμε τους
Έλληνες, οι οποίοι πρώτοι ξεκίνησαν να μας αδικούν.

“Τι δείσαντες; κοίην πληθέος συστροφήν...” Τι έχουμε να φοβηθούμε; Θα


φοβηθούμε το ότι είναι πολυάριθμοι; Θα φοβηθούμε ότι έχουν πολλά χρήματα;
Ξέρουμε τον τρόπο που πολεμούν και ξέρουμε ότι δεν είναι ισχυροί στον πόλεμο.
Γιατί έχουμε εδώ υποδουλώσει τους αποίκους τους, τους Έλληνες του Ιωνίου,
αυτούς που κατοικούν εδώ και είναι Ίωνες και Αιολείς και Δωριείς.

“Επειρήθην δε και αυτός ήδη επελαύνων...” Και ο ίδιος δοκίμασα να


εκστρατεύσω εναντίον αυτών των ανδρών, όταν μου το ζήτησε ο πατέρας μου ο
Δαρείος και ενώ κατάφερα να φτάσω στη Μακεδονία και σχεδόν να φτάσω στην
Αθήνα, κανείς δεν μας αντιστάθηκε στη μάχη. Μαθαίνω μάλιστα ότι οι Έλληνες
όταν ξεκινούν να κάνουν κάποιο πόλεμο, δεν το συλλογίζονται καλά, αλλά τον
κάνουν τον πόλεμο ασυλλόγιστα και με προχειρότητα.

“ Επεάν γαρ αλλήλοισι πόλεμον...” Κήρυξαν πόλεμο ο ένας στον άλλο και αφού
βρήκαν ένα χώρο που να είναι πολύ ομαλός και λείος, εκεί έκαναν πόλεμο. Δεν
θέλω καν να μιλήσω γι αυτούς που νικούν ή υφίστανται μεγάλες απώλειες. Ενώ θα
έπρεπε αυτοί από τη στιγμή που είναι ομόγλωσσοι, να έχουν κήρυκες και
αγγελιοφόρους κι έτσι να επιλύσουν τις διαφορές τους με κάθε τρόπο, παρά με
μάχες. Αν ωστόσο έπρεπε κάποια στιγμή να πολεμήσουν, να βρουν κάποιο μέρος
όπου θα είναι περισσότερο οχυρωμένοι και εκεί να κάνουν τη μάχη. Και ενώ οι
Έλληνες με αυτό το τρόπο σκέφτονται σε σχέση με τον πόλεμο, όταν εγώ έφτασα
μέχρι τη Μακεδονία δεν μου αντιστάθηκαν. Ποιος λοιπόν θα διανοηθεί να
αντισταθεί σε εσένα βασιλιά, όταν θα φέρεις τον πόλεμο σε αυτούς και θα έχεις
143
μαζί σου τεράστιο πλήθος περσικών στρατευμάτων και πλοίων από την Ασία. Όπως
εγώ νομίζω, δεν πρόκειται οι Έλληνες να βρουν το θάρρος να σου αντισταθούν
απέναντι σε μία τόσο μεγάλη δύναμη που θα έχεις συγκεντρώσει. Αν όμως εγώ
κάνω λάθος και εκείνοι μέσα στην αμυαλοσύνη τους αποφασίσουν να μας
πολεμήσουν, θα κατανοήσουμε ότι είμαστε οι πιο δυνατοί στα πολεμικά. Ας μην
αφήσουμε τίποτα χωρίς να το δοκιμάσουμε. Αλλά μόνο ύστερα από προσπάθεια
κατορθώνουμε να πετύχουμε ό,τι θέλουμε.

“Μαρδόνιος μεν τοσαύτα επιλεήνας... “ Με αυτό το τρόπο ο Μαρδόνιος τους


μίλησε και σταμάτησε να μιλά. Οι υπόλοιποι Πέρσες σιωπούσαν και δεν τόλμησαν
να εκφράσουν μία άλλη γνώμη. Ο Αρτάβανος, ο γιος του Υστάσπου, που ήταν θείος
του Ξέρξη και γι αυτό είχε το θάρρος να πάρει το λόγο και να του πει τα εξής:
βασιλιά, αν δεν ακουστούν γνώμες που είναι αντίθετες μεταξύ τους, δεν είναι
δυνατόν να διαλέξουμε την καλύτερη, αλλά θα πρέπει να αποφασίσουμε να
κρατήσουμε μόνο αυτή που έχει ειπωθεί. Αλλά όταν λέγονται δύο, μπορούμε να
διαλέξουμε την καλύτερη. Όπως και το χρυσάφι δεν μπορούμε από μόνο του να
καταλάβουμε αν είναι ατόφιο, παρά μόνο αν το τρίψουμε πάνω σε κάποιο άλλο
χρυσάφι και έτσι θα καταλάβουμε πιο είναι το καλύτερο.

“Εγώ δε και πατρί τω σω αδελφεώ...” Εδώ ο Αρτάμενος θα αναφερθεί σε κάποια


περιστατικά, τα οποία έχει αφηγηθεί ο Ηρόδοτος. Γι αυτό το λόγο έχουν μία
πειστική αξία. Θα αναφερθεί στα γενόμενα της Σκυθικής εκστρατείας, αυτά τα
οποία ο Ηρόδοτος περιγράφει στο 4ο βιβλίο, όταν ο Δαρείος προσπαθήσει να
υποτάξεις του Σκύθες κι εκεί ηττήθηκε. Εγώ, λέει, και τον Δαρείο, τον πατέρα σου,
που ήταν και αδελφός μου, τον συμβούλευσα να μην εκστρατεύσει εναντίον των
Σκυθών, ενάντια σε ανθρώπους που δεν είχαν καθόλου πόλεις στην επικράτειά
τους, γιατί ήταν νομάδες οι Σκύθες, δεν είχαν οργανωμένες πόλεις, αυτός όμως
επειδή περίμενε ότι θα τους υποδούλωνε τους Σκύθες, δεν πειθόταν σε εμένα και

144
έκανε την εκστρατεία και έτσι αφού έχασε πολλούς και εκλεκτούς στρατιώτες,
γύρισε πίσω εκείνη την ημέρα. Εσύ όμως, βασιλιά, εσύ σκοπεύεις τώρα να
εκστρατεύσεις εναντίον ανδρών που είναι πολύ καλύτεροι από τους Σκύθες, οι
οποίοι είναι πολύ καλοί και στη θάλασσα και στη ξηρά και ο κίνδυνος που υπάρχει
σε αυτή την επιχείρηση άσε με να στον εξηγήσω.

Θυμίζει ο Αρτάδαμος, ο σοφός σύμβουλος, τι είχε πάθει ο Δαρείος, όταν είχε


τολμήσει να εκστρατεύσει εναντίον της Σκύθιας και θέλει να προειδοποιήσει τον
Ξέρξη και να του πει, κοίτα ο πατέρας σου τι είχε πάθει, πρόσεξε μην πάθεις κάτι
αντίστοιχο.

Θα σου πω, λέει, ποιο φόβο βλέπω. Λες ότι θα ζεύξεις τον Ελλήσποντο και θα
περάσεις το στράτευμά σου στην Ελλάδα. Στον Ηρόδοτο η ύβρις που έχουν οι
Πέρσες και θέλουν να επιβάλλουν τη θέλησή τους απέναντι στους άλλους
εκδηλώνεται και με ένα συγκεκριμένο τρόπο, με μία αγριότητα. Γενικώς θεωρείται
ότι διαβαίνουν τα ποτάμια οι Πέρσες, καθώς πηγαίνουν προς την Ελλάδα. Είναι
ένας συμβολικός τρόπος για να φανεί ότι αυτοί ξεπερνούν τα όριά τους και
πηγαίνουν σε κάτι που δεν τους ανήκει, δηλαδή η διάβαση των ποταμών είναι
διάβαση ορίων με ένα συμβολικό τρόπο, που δεν είναι θετικά χρωματισμένος. Με
τον ίδιο τρόπο και η ζεύξη του Ελλήσποντου είναι το πιο χαρακτηριστικό
παράδειγμα κακής χρήσης στη φύση.

“Και δη και συνήνεικε ήτοι κατά γην...” Και εάν συμβεί να ηττηθείς και στη ξηρά
και στη θάλασσα ή και στα δύο, γιατί οι άνδρες λένε ότι είναι δυνατοί αυτοί οι
Έλληνες, μπορεί κανείς να σκεφτεί αυτό λαμβάνοντας υπόψη του το γεγονός ότι
μόνοι οι Αθηναίοι κατόρθωσαν να αντιμετωπίσουν το στράτευμα που ήρθε με τον
Δάτη και τον Αρταφέρνη στην Αθήνα, αλλά ακόμα κι αν δεν ηττηθείς και στα δύο,
αλλά αν τους επιτεθούν με τα καράβια τους και μας νικήσουν στη ναυμαχία και
μετά πλεύσουν στον Ελλήσποντο και διαλύσουν τη γέφυρα που θα έχεις κάνει,
αυτό φαντάσου πόσο φοβερό θα είναι για εσένα. Γιατί θα του θυμίσω πως κάτι

145
τέτοιο έγινε στο παρελθόν. Εγώ δεν προσφέρω δώρα (δεν προσφέρω δηλαδή
εξυπνάδα), αλλά σου υπενθυμίζω τι κοντέψαμε να πάθουμε, όταν ο πατέρας σου
έζευξε τον θρακικό Βόσπορο και γεφύρωσε τον Ίστρο ποταμό (δηλαδή τον
Δούναβη), για να πάει στη Σκύθα. Τότε οι Σκύθες προσπάθησαν να παρακαλέσουν
με κάθε τρόπο τους Ίωνες που είχαν αναλάβει να φρουρούν τη διάβαση του
Ίστρου, να διαλύσουν τη γέφυρα. Γιατί αν προλάβαιναν να διαλύσουν τη γέφυρα,
το στράτευμα των Περσών θα είχε μείνει στην επικράτεια των Σκυθών και θα τους
είχαν εξοντώσει. Και τότε ο Ιστιαίος τύραννος της Μιλήτου, αν είχε ακολουθήσει τη
γνώμη των άλλων τυράννων που έλεγαν να κόψει τη γέφυρα και δεν τους
αντιστεκόταν τότε όλος ο στρατός των Περσών, θα είχε καταστραφεί. Αν δηλαδή
τότε σώθηκε ο Δαρείος με το στράτευμά του, ήταν επειδή ο Ιστιαίος ήταν ο μόνος
που εναντιώθηκε στην άποψη των άλλων τυράννων της Ιωνίας, για να μη κόψουν
τη γέφυρα, με αποτέλεσμα να προλάβουν να τη διασχίσουν ο Δαρείος με τα
στρατεύματά του και να μην αποκλειστούν στη γη των Σκυθών και να τος
πετσοκόψουν οι Σκύθες. Πόσο κοντά ήταν το ενδεχόμενο να ηττηθούν τότε οι
Πέρσες και από έναν άνθρωπο εξαρτήθηκε η σωτηρία τους. Και μόνο να το
ακούσει κανείς αυτό είναι φοβερό. Όλες οι υποθέσεις σου, βασιλιά, πρέπει να
εξαρτώνται από έναν και μόνο άντρα. Εσύ λοιπόν τώρα μη θέλεις έτσι πάλι να
εκθέσεις τον εαυτό σου σε ένα τόσο μεγάλο κίνδυνο, ενώ δεν υπάρχει ανάγκη γι
αυτό, αλλά να πεισθείς από αυτά που σου λέω. Τώρα δεν υπάρχει κάποια
απόφαση, αλλά διάλυσε αυτή τη συνέλευση και όταν το ξανασκεφτείς, τότε πες
μας τι θεωρείς ότι είναι καλύτερο.

Άρα μη βιαστείς, πάρε χρόνο. Γιατί το να πάρει κανείς μία σωστή απόφαση, θεωρώ
ότι είναι μεγάλο κέρδος, γιατί αν κανείς αποτύχει, δεν θα πάψει να έχει
αποφασίσει σωστά, απλώς θα έχει ηττηθεί από την τύχη. Η τύχη είναι πανταχού
παρούσα. Αυτός όμως που θα έχει πάρει μία λανθασμένη απόφαση, ακόμα και αν
τον ακολουθήσει η τύχη και κερδίσει, τυχαίο θα είναι και δεν θα αναιρέσει το
γεγονός ότι η απόφαση που είχε πάρει ήταν κακή. Βλέπεις ότι ο θεός ρίχνει τον
κεραυνό του στα ζώα, τα οποία θέλουν να υπερέχουν των άλλων και δεν τα αφήνει
146
να έχουν μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους. Αυτά τα οποία είναι ταπεινά καθόλου
δεν τα ενοχλεί. Βλέπεις ότι ο θεός ρίχνει τα βέλη του στα πολύ ψηλά κτίρια και στα
πολύ ψηλά δέντρα, γιατί ο θεός συνηθίζει αυτά τα οποία ξεπερνούν το μέτρο, να τα
επαναφέρει στις αρχικές τους διαστάσεις. Ο Αρτάμενος από την αρχή φαίνεται να
έχει ένα μειονέκτημα. Ότι λέει κάτι το οποίο είναι μεν η σκέψη του Ηροδότου, αλλά
απευθύνεται σε ένα ακροατήριο, το οποίο είναι περσικό, που έχει σαν νόμο την
επέκταση. Και πάλι όμως είναι πιο σύνθετα τα πράγματα εδώ, γιατί αυτός ο τρόπος
σκέψης φαίνεται να υιοθετείται και από τους Έλληνες. Το θείο συνηθίζει όταν
βλέπει κάποιον άνθρωπο να ξεφεύγει από τα όριά του, να τον επαναφέρει στα
αρχικά. Το είδαμε αυτό ήδη από τη νουβέλα με το Γύγη.

“Ούτως δε και στρατός πολλός υπό ολίγου....” Έτσι πολλές φορές συμβαίνει και
μεγάλο στράτευμα να καταστραφεί από ένα μικρότερο, όταν ο θεός τους
εμφυσήσει τον φόβο ή κάνει κάποια βροντή και καταστρέφονται με τρόπο ανάξιο
της δύναμής τους. Δεν αφήνει ο θεός άλλον να έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του.
Η βιασύνη πάντα δημιουργεί λάθη και από αυτή τη βιασύνη γίνονται μεγάλες
ζημιές, ενώ το να κρατήσεις μία πιο ήρεμη στάση, να περιμένεις λίγο, σου φέρνει
καλά, τα οποία και αν δεν είναι εμφανή από την αρχή, με το καιρό γίνονται
φανερά. Γι αυτό λοιπόν, βασιλιά, σου δίνω μια συμβουλή και σε εσένα γιε του
Γωβρυά Μαρδόνιε, σταμάτα να λες λόγια τέτοια για τους Έλληνες, που δεν αξίζει
να τα ακούν αυτά, τα οποία λες. Γιατί διαβάλλοντας τους Έλληνες, παρακινείς τον
βασιλιά να κάνει εκστρατεία εναντίον τους. Αλλά μου φαίνεται όλη αυτή η
προθυμία για τον πόλεμο την έχεις για να εξυπηρετήσεις τη δική σου ανάγκη. Ας μη
γίνουν έτσι τα πράγματα. Η διαβολή είναι κάτι πολύ φοβερό, γιατί στη συκοφαντία
δύο είναι αυτοί που αδικούν και ένας αυτός που αδικείται.

“Ο μεν γαρ διαβάλλων αδικέει...” Αυτός που συκοφαντεί άδικα, γιατί κατηγορεί
κάποιον που είναι απών και αυτός που τα ακούει πάλι αδικεί, γιατί καταλήγει σε

147
κάποιο συμπέρασμα, πριν εξετάσει ακριβώς, αν η συκοφαντία έχει βάση. Και αυτός
ο οποίος συκοφαντείται, επειδή δεν είναι μπροστά, θεωρείται ότι είναι άδικος
χωρίς να είναι. Αλλά αν πρέπει να εκστρατεύσουμε εναντίον των Ελλήνων, ο
βασιλιάς ας μείνει εδώ στην Περσία, ενώ εμείς οι δύο ας βάλουμε στοίχημα τα
παιδιά μας κι εσύ στρατηλάτη να είσαι ο στρατηγός της εκστρατείας, διαλέγοντας
όσους πολεμιστές θέλεις και διαλέγοντας όσο στράτευμα θέλεις και αν τα
πράγματα εξελιχθούν για τον βασιλιά, όπως εσύ υποστηρίζεις, ας εκτελεστούν τα
δικά μου τα παιδιά και μαζί τους κι εγώ. Αν όμως τα πράγματα εξελιχθούν, όπως
λέω εγώ, τότε τα δικά σου παιδιά να το πάθουν κι εσύ μαζί, αν καταφέρεις να
γυρίσεις πίσω. Αλλά άμα θες να δεχτείς αυτή τη πρόκληση και οδηγήσεις το
στράτευμα στην Ελλάδα, προφητεύω ότι κάποια στιγμή θα ακουστεί ότι ο
Μαρδόνιος, ο οποίος έχει βλάψει, έχει προκαλέσει τόσο μεγάλο κακό στους
Πέρσες, κάποια στιγμή θα τον σέρνουν σκυλιά και όρνεα στη γη των Αθηναίων και
των Σπαρτιατών, επειδή θα έχεις σκοτωθεί. Εκτός εάν δεν προλάβεις να φτάσεις,
ούτε μέχρι εκεί και τότε θα καταλάβεις εναντίον ποίων ανθρώπων παροτρύνεις τον
βασιλιά να εκστρατεύσει.

Ο Αρταβάνος λέει ότι δεν πρέπει να πολεμήσουμε, έχει το ρόλο του σοφού
συμβούλου. Ο Ξέρξης βέβαια ως μονάρχης θέλει να επιβάλλει τη δική του
απόφαση, παρότι συγκαλεί μία συνέλευση.

“Αρτάβανος μεν ταύτα έλεξε. Ξέρξης δε θυμωθείς...” Αυτά είπε ο Αρτάβανος. Ο


Ξέρξης θυμωμένος του λέει: Αρτάβανε, είσαι αδελφός του πατέρα μου και αυτό
είναι το μόνο που σε σώζει από το να λάβεις μία τιμωρία, η οποία θα είναι
χειρότερη από αυτή που θα σου επιβάλλω κανονικά, δηλαδή αυτός έπρεπε να
εκτελεστεί, αλλά εγώ γι αυτή την ατιμία σου, την δειλία και την απροθυμία σου να
μην εκστρατεύσω εναντίον της Ελλάδας θα σου επιβάλλω να μείνεις εδώ στην
Περσία μαζί με τις γυναίκες. Εγώ χωρίς εσένα αυτά που θέλω να κάνω, θα τα κάνω.
Να μην είμαι παιδί του Δαρείου, του γιου του Υστάσπου, του γιου του Αρσάμεος,

148
του γιου.... του γιου... αν δεν τιμωρήσω τους Αθηναίους, γιατί ξέρω καλά ότι ακόμα
κι εμείς να είμαστε ήσυχοι, δεν θα είναι εκείνοι.

Εδώ για πρώτη φορά ο Ξέρξης χρησιμοποιεί ως επιχείρημα. Ανακαλεί το θέμα των
προγόνων του και ο πόλεμος είναι αναπόφευκτος, ακόμη και εάν εμείς δεν τον
θέλουμε, γιατί θα τον θελήσουν οι άλλοι. Είναι κάτι που ακούστηκε και στη Σπάρτη,
αλλά και στην Αθήνα. Ο Ξέρξης διαβάζει στους αντιπάλους τα δικά του κίνητρα.
Τελικά δεν κάνει λάθος ο Ξέρξης, γιατί και οι Αθηναίοι σκέφτονται με τον ίδιο
τρόπο.

“Το γαρ μέσον ουδέν της έχθρης εστί.” Δεν υπάρχει μέση οδός στην έχθρα. Ή θα
τους υποτάξουμε εμείς ή θα μας υποτάξουν εκείνοι.

“Καλόν ων προπεπονθότας....” Επομένως θα γίνει ένα από τα δύο. Ή εμείς θα


υπερισχύσουμε ή εκείνοι. Καλό είναι εμείς να πάρουμε την πρωτοβουλία και να
τους τιμωρήσουμε, για να μάθω τι είναι και αυτό το φοβερό που θα πάθω, αν
εκστρατεύσω εναντίον αυτών των ανθρώπων, τους οποίους και ο Φρύγας Πέλοπας,
που ήταν δούλος των πατέρων μου, τους υποδούλωσε σε τέτοιο βαθμό, ώστε και
αυτοί σήμερα που τον κατοικούν, να έχουν όνομα της χώρας τους το όνομά του,
δηλαδή Πελοποννήσιοι.

Άρα ο Ξέρξης έχει πάρει την απόφαση να κάνει τον πόλεμο, παρά τα όσα λέγονται.
Δεν είναι περίεργο που δεν αλλάζει η γνώμη του, γιατί πέρα από το θυμό που έχει
γι αυτά τα οποία έχουν πάθει από τους Έλληνες, θυμάται ότι είναι πατρογονική
κληρονομιά να επεκτείνει την δύναμή του. Βέβαια μετά άλλαξε γνώμη ο Ξέρξης
(δεν υπάρχει αυτό το κομμάτι στα φυλλάδια).

149
150

You might also like