You are on page 1of 11

Γεώργιος Κουφογιώργος

Μ.Α Μεσαιωνικών Σπουδών.

«Πήρα αυτό για το οποίο ήλθα. Ο Στάλιν μπαίνει στον πόλεμο στις 15 Αυγούστου.
Πιστεύω τώρα ότι θα τελειώσουμε τον πόλεμο ένα έτος νωρίτερα και σκέψου πόσα
παιδιά δεν θα σκοτωθούν! Αυτό είναι το σημαντικό.» Απόσπασμα επιστολής του
προέδρου Τρούμαν, η οποία στάλθηκε από το Πότσνταμ προς τη σύζυγό του

ΠΟΤΣΝΤΑΜ 1945
Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος δίνει τη σκυτάλη στον Ψυχρό Πόλεμο

Όταν γίνεται συζήτηση για τις συμμαχικές διασκέψεις του Β΄ Παγκοσμίου


Πολέμου, οι περισσότεροι φίλοι της Ιστορίας φέρνουν στον νου την Καζαμπλάνκα
και την Τεχεράνη το 1943 ή τη Γιάλτα το 1945. Στην πραγματικότητα, κατά τη
διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, οι πολιτικοί και στρατιωτικοί ηγέτες των
Συμμάχων συναντήθηκαν συνολικά 23 φορές προκειμένου να ρυθμίσουν μία
πληθώρα φλέγοντα ζητήματα Ο καθορισμός της επιχειρησιακής δράσης σε κάθε
μέτωπο, οι διπλωματικές ενέργειες και η διανομή των σφαιρών επιρροής ανάμεσα
στις Μεγάλες Δυνάμεις συγκαταλέγονταν ανάμεσα στα κρισιμότερα ζητήματα που
έπρεπε να διευθετηθούν μέσα από λεπτούς χειρισμούς, για να μην διασπαστεί η
ενότητα του συμμαχικού μετώπου. Όπως όλες οι άλλες, έτσι και η διάσκεψη του
Πότσνταμ είχε μία κωδική ονομασία: «Terminal» (Τελικός Σταθμός). Πράγματι,
εκείνο το καλοκαίρι στο Πότσνταμ η ανθρωπότηα κατέβηκε σε αυτό τον «σταθμό»
από το τραίνο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και επιβιβάστηκε στον συρμό του
Ψυχρού Πολέμου, για ένα εξίσου επικίνδυνο ταξίδι.

Συνάντηση στο Βερολίνο - Οι πρωταγωνιστές και το σκηνικό

Η Συνδιάσκεψη του Πότσνταμ κράτησε περισσότερο από κάθε άλλη


συνδιάσκεψη που πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια του πολέμου (17 Ιουλίου -2
Αυγούστου). Ο Τσώρτσιλ κατείχε το ρεκόρ συμμετοχής στις συμμαχικές διασκέψεις.
Συνολικά συμμετείχε σε 16 από αυτές, ο Ρούζβελτ σε 12, ενώ ο Στάλιν μόνο σε 7 από
αυτές τις διασκέψεις. Στην πιο κρίσιμη, όμως, αυτή που πραγματοποιήθηκε το
καλοκαίρι του 1945 στο Πότσνταμ, πολύ κοντά στο κατεκτημένο Βερολίνο, ο Στάλιν
έμελλε να έχει κυρίαρχο ρόλο. Ο Ρούζβελτ είχε πεθάνει μήνες πριν και στον Λευκό
Οίκο κατοικούσε ο Χάρρυ Τρούμαν. Παράλληλα, ο Τσώρτσιλ αναγκάστηκε να
παραχωρήσει τη θέση του στον ηγέτη των Εργατικών Κλήμεντ Άτλη, μετά την ήττα
των Συντηρητικών, στις βρετανικές εκλογές που πραγματοποιήθηκαν τον Ιούλιο του
1945. Πρωταγωνιστές λοιπόν έμελλε να είναι δύο άπειροι από παρόμοιες διασκέψεις
πολιτικοί και φυσικά ο Στάλιν, ο οποίος είχε σαφώς μεγαλύτερη εμπειρία σε τέτοιες
διαπραγματεύσεις από τους Άτλη και Τρούμαν. Υπήρχε βέβαια και το θέμα της
Γαλλίας, το τέταρτου εταίρου στην αντιφασιστική συμμαχία.
Οι Γάλλοι απουσίασαν διότι οι τρεις εταίροι τους δεν θεώρησαν απαραίτητη
την παρουσία τους. Για τους Σοβιετικούς, η Γαλλία ήταν μία ελάσσων δυτική
δορυφορική δύναμη η παρουσία της οποίας έπρεπε να αντισταθμιστεί από την
παρουσία μίας δορυφορικής δύναμης των Σοβιετικών, πχ της Πολωνίας. Ούτε οι
Αμερικανοί ενθουσιάζονταν με την προοπτική να βρεθούν οι Γάλλοι στο Πότσνταμ.
Οι σχέσεις των δύο χωρών είχαν δοκιμαστεί στην Ιταλία και την κατεχόμενη

1
Γερμανία (Στουτγάρδη) με αφορμή τη συχνή άρνηση των γαλλικών μονάδων να
ευθυγραμμιστούν με τις εντολές των αμερικανικών προϊστάμενων σχηματισμών.
Σε ό,τι έχει να κάνει με το πεδίο της διπλωματικής μάχης, αυτό έμελλε να είναι ο
Βερολίνο, η πρωτεύουσα του ηττημένου Γ΄ Ράιχ, η πόλη που συνδέθηκε όσο καμία
με τον Ψυχρό Πόλεμο. Το Βερολίνο, δύο μήνες έπειτα από το τέλος του πολέμου
στην Ευρώπη, τον Μάιο του 1945, άρχιζε πάλι να ακολουθεί τους ρυθμούς της
ειρηνικής ζωής. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο πόλεμος είχε πάψει να αποτελεί μέλος της
καθημερινότητας. Καμένα στρατιωτικά οχήματα, ερειπωμένα κτίρια, σημάδια από
σφαίρες, κρατήρες από βόμβες, θύμιζαν το ζοφερό πρόσφατο παρελθόν της πάλαι
ποτέ πρωτεύουσας του Γ΄ Ράιχ. Όμως, δειλά – δειλά, η ζωή επέστρεφε. Στις οικίες
που είχαν μείνει άθικτες διακρίνονταν φώτα το βράδυ και στις όχθες του ποταμού
Σπρέε άρχισαν να εμφανίζονται κάποια πρωτόγονα καταστήματα.
Οι πινακίδες που έφεραν επιγραφές στα κυριλλικά θύμιζαν ότι η Σοβιετική
Ένωση ήταν ο νέος επικυρίαρχος. Τον ίδιο τόνο έδιναν τα ερυθρά λάβαρα με τα
συνθήματα υπέρ του κομμουνισμού, αλλά και η σοβιετική παρουσία στους δρόμους.
Η επόμενη ημέρα στην πολιτική ζωή της χώρας θα είχε ερυθρό χρώμα. Ως νέοι
ηγέτες προαλείφονταν, με τις ευλογίες της Μόσχας, οι Γερμανοί κομμουνιστές και
ειδικά ο Βάλτερ Ούλμπριχτ (1893 –1973) με την επονομαζόμενη «Ομάδα
Ούλμπριχτ»
Μολονότι υπήρχε μεγάλη ένταση στις τάξεις των Συμμάχων αναφορικά με τη
συμπεριφορά της Σοβιετικής Ένωσης, οι ΗΠΑ και η Μεγάλη Βρετανία συμφώνησαν
να πραγματοποιηθεί η κρίσιμη διάσκεψη στο Πότσνταμ, σε απόσταση αναπνοής από
το Βερολίνο, την πρώην πρωτεύουσα του Γ΄ Ράιχ και μήλον της έριδος για τις
συμμαχικές κυβερνήσεις.
Υπήρχαν βέβαια πολλά «καυτά» ζητήματα. Οι Σοβιετικοί είχαν λεηλατήσει
συστηματικά το ανατολικό τμήμα της Γερμανίας, θεωρώντας ότι με αυτό τον τρόπο
αποζημιώνονταν για τις τεράστιες καταστροφές που είχαν πραγματοποιήσει οι
Γερμανοί στη Σοβιετική Ένωση. Το κλίμα δηλητηρίαζε επίσης η διαμάχη για το
μέλλον της Γερμανίας. Έπρεπε η Γερμανία να μείνει μία και αδιαίρετη, όπως
πρέσβευαν οι Δυτικοί, ή να υιοθετηθεί το σοβιετικό δόγμα των δύο Γερμανιών (μια
καπιταλιστική και μία σοσιαλιστική); Άλλο σημείο τριβής ήταν ο καθορισμός των
ζωνών ελέγχου που θα διέθετε κάθε μία από τις νικήτριες χώρες.

Το χρονικό μία προαναγγελθείσης συμφωνίας

Πριν ακόμη λυγίσει η Γερμανία, οι Τρεις Μεγάλοι (Ρούζβελτ, Στάλιν, Τσώρτσιλ)


σχεδίαζαν τον τρόπο με τον οποίο θα διαμόρφωναν τις μεταπολεμικές εξελίξεις.
Τέτοιου περιεχομένου συζητήσεις είχαν γίνει και σε παλαιότερες συναντήσεις, αλλά
εντάθηκαν και έγιναν πιο συγκεκριμένες όταν μπήκε το 1945 και η ήττα του Άξονα
ήταν προ των πυλών. Μόλις άρχισε να διαφαίνεται η ήττα του Άξονα, μετά την
απόβαση στη Νορμανδία τον Ιούνιο του 1944, οι «Τρεις Μεγάλοι» άρχισαν τις
διαπραγματεύσεις για τη διαμόρφωση των σφαιρών επιρροής στη μεταπολεμική
Ευρώπη. Τον Οκτώβριο του 1944 ο Τσώρτσιλ βρέθηκε στη Μόσχα. Εκεί συζήτησε
με τον Στάλιν την περιβόητη συμφωνία για τα ποσοστά επιρροής που θα είχαν οι
Ανατολικοί και οι Δυτικοί στην κεντρική – ανατολική Ευρώπη, αλλά και στη
Μεσόγειο.
Οι ΗΠΑ προς το παρόν παρακολουθούσαν τις εξελίξεις στο ζήτημα των σφαιρών
επιρροής, αλλά τα προβλήματα που ανέμεναν οι Αμερικανοί στις διαπραγματεύσεις
με τους Σοβιετικούς σχετίζονταν με άλλο ζήτημα. Το τίμημα της εισβολής στην
Ιαπωνία αναμενόταν πολύ βαρύ και η Ουάσινγκτον θα ήθελε την αρωγή της Μόσχας

2
στην προσπάθεια να καταβληθεί η Ιαπωνία. Οπωσδήποτε οι Ιάπωνες δεν είχαν
πρόθεση να εγκαταλείψουν τη μάχη, δεδομένο το οποίο οι Αμερικανοί γνώριζαν από
τις υποκλοπές ιαπωνικών τηλεγραφικών μηνυμάτων. Παρά τις παραινέσεις
διπλωματών όπως ο Ιάπωνας επιτετραμμένος στην Ελβετία Κάζε Σουνίτσι, το Τόκιο
σχεδίαζε να συνεχίσει τον πόλεμο, έστω και μόνο του. Συνεπώς, οι ηγέτες των
Συμμάχων οδεύοντας προς το Πότσνταμ είχαν στο μυαλό τους και τις εξελίξεις στην
Άπω Ανατολή.
Ήδη για τον Νοέμβριο του 1945 είχε προγραμματιστεί η εισβολή στο Κυουσού. Ο
πρόεδρος Τρούμαν γνώριζε ότι οι απώλειες θα ήταν βαριές και δεν επιθυμούσε να
υποστεί η χώρα του μία ακόμη αιματηρή εκστρατεία όπως αυτές στην Ίβο Τζίμα και
στην Οκινάουα, η οποία είχε αρχίσει τον Απρίλιο του 1945. Το ζητούμενο βέβαια
ήταν να εισέλθει η ΕΣΣΔ σε αυτή την εκστρατεία πριν κριθεί το αποτέλεσμα στο
μέτωπο με την Ιαπωνία.
Στην Άπω Ανατολή υπήρχε ακόμη το ζήτημα της Κίνας. Οι Σοβιετικοί
διεκδικούσαν στρατηγικές περιοχές στην περιοχή του Ειρηνικού, αλλά και στην
Μαντζουρία. Επίσης, έμενε να καθοριστεί η στάση που θα τηρούσαν οι νικητές του
πολέμου απέναντι στο καθεστώς του Τσιάνγκ Κάι Σεκ, το οποίο διεκδικούσε το
«τιμόνι» της πάλαι ποτέ κραταιής κινεζικής αυτοκρατορίας.
Η συνάντηση που εν μέρει καθόρισε και την ατζέντα του Πότσνταμ ήταν αυτή που
πραγματοποιήθηκε στη Γιάλτα, τον Φεβρουάριο του 1945. Όταν ανακοινώθηκαν οι
αποφάσεις της συνδιάσκεψης έγινε φανερό ότι οι Δυτικοί ότι παρέδωσαν στον Στάλιν
την Πολωνία, έστω και με συγκαλυμμένο τρόπο, μέσω «εκλογών», με αντάλλαγμα τη
βοήθειά του εναντίον των Ιαπώνων και τη συναίνεσή του στη δημιουργία του Ο.Η.Ε.,
μετά το τέλος του πολέμου. Ο Στάλιν από την πλευρά του ήθελε να δημιουργήσει μία
ζώνη ασφαλείας μεταξύ της ΕΣΣΔ και των δυτικών «άσπονδων» συμμάχων του,
ιδρύοντας μία σειρά από κομμουνιστικά κράτη στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη.
Παράλληλα, αποψιλώνοντας τη Γερμανία ήθελε να εκμηδενίσει την προοπτική ενός
ακόμη Ράιχ, βρίσκοντας μάλιστα και τα κατάλληλα «υλικά» για να επανιδρύσει τη
χώρα του, την οποία σε μεγάλο βαθμό είχε ισοπεδώσει ο πόλεμος. Φυσικά, οι βλέψεις
του επεκτείνονταν και στην Ασία, όπου διεκδικούσε εδάφη στη Μαντζουρία, αλλά
και στη Μεσόγειο, όπου διαχρονικά οι Ρώσοι / Σοβιετικοί επιζητούσαν πρόσβαση.
Η τακτική του quid pro quo (δίνω κάτι για να πάρω κάτι άλλο) απέδωσε σε γενικές
γραμμές. Ο Στάλιν δεσμεύθηκε να κηρύξει τον πόλεμο στην Ιαπωνία και συναίνεσε
στη δημιουργία του ΟΗΕ, στον οποίο όμως διεκδίκησε τη συμμετοχή των 16
Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών της ΕΣΣΔ, ως ανεξαρτήτων μελών. Τελικά,
μόνο η Ουκρανία και η Λευκορωσία έλαβαν αυτό το δικαίωμα. Αντιθέτως, οι
Τσώρτσιλ και Ρούζβελτ αρνήθηκαν να εγκρίνουν πολεμικές αποζημιώσεις αξίας 20
δισεκατομμυρίων δολαρίων που απαιτούσε ο Στάλιν από τη Γερμανία. Συμφωνήθηκε,
όμως, να συσταθεί στη Μόσχα μία ειδική επιτροπή για να μελετήσει το επίμαχο θέμα
των αποζημιώσεων. Κατά συνέπεια, πολλά θέματα τα οποία κυριάρχησαν στη
συνδιάσκεψη του Πότσνταμ, όπως η συνέχιση του πολέμου εναντίον της Ιαπωνίας
και οι γερμανικές υποθέσεις, αποτελούσαν «κληρονομιά» της Γιάλτας.
Ο σχεδιασμός για την επόμενη συνάντηση (μετά τη Γιάλτα) των «Τριών
Μεγάλων» άρχισε ήδη από την πρώτη εβδομάδα του Μαΐου, όταν ο Τσώρτσιλ
έγραψε επιστολή προς τον Τρούμαν, προτείνοντας μία νέα συνάντηση σε κάποια
γερμανική πόλη τον Ιούλιο του 1945. Γνωρίζοντας ότι η «διελκυστίνδα» Ανατολής –
Δύσης θα ήταν πλέον πολύ σκληρή, ο Βρετανός πρωθυπουργός τόνισε ιδιαίτερα στον
– άπειρο – Τρούμαν ότι οι δυτικές δυνάμεις όφειλαν να διατηρήσουν τις θέσεις τους
στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη. Ο Τρούμαν δήλωσε έτοιμος να επιμείνει στις
αποφάσεις που ελήφθησαν στην Γιάλτα.

3
Τελικά, στις 14 Μαΐου ο Στάλιν έλαβε επίσημα την πρόσκληση για μία νέα
τριμερή συνδιάσκεψη. Με τη σειρά του ο ηγέτης της ΕΣΣΔ έκανε αποδεκτή την
πρόσκληση, με την προϋπόθεση η συνάντηση να γίνει στο Πότσνταμ. Ως ημερομηνία
έναρξης των διαπραγματεύσεων ορίστηκε η 15η Ιουλίου.
,Εξυπακούεται ότι υπήρξε πληθώρα παρασκηνιακών δραστηριοτήτων μέχρι να
αρχίσει επίσημα η συνδιάσκεψη του Πότσνταμ. Για παράδειγμα, ο Τρούμαν έστειλε
στη Μόσχα τον Χάρρυ Χόπκινς, έναν σημαντικό σύμβουλο του Ρούζβελτ,
προκειμένου να αντιμετωπιστεί το «αγκάθι» της Πολωνίας, ένα από τα κύρια
ζητήματα που θα απασχολούσαν τους Τρεις Μεγάλους στο Πότσνταμ. Οι Σοβιετικοί
ήθελαν να διατηρήσουν καλές σχέσεις με τη Δύση και οι Δυτικοί επιθυμούσαν επίσης
να μη δημιουργηθούν τριβές που θα «έκαιγαν» τη συνδιάσκεψη πριν καν αρχίσει. Στη
διατήρηση ενός κλίματος ύφεσης συντελούσε το γεγονός ότι ο Χόπκινς είχε την
εμπιστοσύνη των Σοβιετικών, οπότε ήταν ο κατάλληλος άνθρωπος για την αποστολή.
Παράλληλα, οι δύο δυτικοί εταίροι, ΗΠΑ και Βρετανία, προσπαθούσαν να
διατηρήσουν και τις μεταξύ τους ισορροπίες. Πάνω απ’ όλα, οι Αμερικανοί ήθελαν
να διατηρηθεί η ειρήνη μεταπολεμικά, γι’ αυτό ήταν έτοιμοι να αποδείξουν έμπρακτα
στον Στάλιν ότι δεν συνωμοτούν εις βάρος του με τους Βρετανούς. Η Ουάσινγκτον
ήταν αποφασισμένη, αν χρειαζόταν, να προκαλέσει δυσαρέσκεια στο Λονδίνο με τις
αποφάσεις της, φθάνει να μη δυναμιτιστεί η ειρήνη μετά την ήττα του Άξονα.
Άλλωστε, αρκετοί άνδρες στις ΗΠΑ θεωρούσαν υποδεέστερο εταίρο τη Μεγάλη
Βρετανία και εκτιμούσαν ότι η βρετανική οικονομία θα κατέρρεε μεταπολεμικά. Σε
αυτή την υποτιμητική εικόνα για τους Βρετανούς συνηγόρησε η επιλογή του Τζόζεφ
Ντέηβις, πρώην πρεσβευτή των ΗΠΑ στη Μόσχα, για επαφές με τη βρετανική
ηγεσία. Ο Ντέηβις δεν έκρυψε ποτέ τις αντιβρετανικές του θέσεις, σε σημείο που ο
Άντονυ Ήντεν να δηλώνει ότι ο Ντέηβις «είναι ένας γεννημένος κατευναστής που
ευχαρίστως θα έδινε στη Ρωσία όλη την Ευρώπη, εκτός ίσως από εμάς»
Πάντως, μία σειρά από γεγονότα που συνέβησαν τον Μάιο και τον Ιούνιο του
1945 μαρτυρούν την ύπαρξη θέλησης για συνεννόηση μεταξύ των διαφαινόμενων
νικητών του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Στάλιν στις 28 Μαΐου δεσμεύθηκε να
κηρύξει τον πόλεμο στην Ιαπωνία τρεις μήνες αφού συνθηκολογούσε η Γερμανία,
αλλά εξαρτούσε την έναρξη των επιχειρήσεων και από την ικανοποίηση των
σοβιετικών αιτημάτων, όπως είχαν τεθεί στη Γιάλτα. Η αλήθεια είναι ότι και για
πρακτικούς λόγους, η ΕΣΣΔ δεν θα μπορούσε να εμπλακεί σε πόλεμο με την Ιαπωνία
πριν τον Αύγουστο.
Οι ΗΠΑ απάντησαν στις 23 Ιουνίου ανακοινώνοντας ότι θα αναγνωρίσουν την
Προσωρινή Πολωνική Κυβέρνηση Εθνική Ενότητας, γεγονός που χαροποίησε τη
Μόσχα, αλλά αντιμετωπίστηκε με σκεπτικισμό από το Λονδίνο. Ο Τρούμαν
ενημέρωσε τον Τσώρτσιλ ότι στις 3 Ιουλίου θα αναγνωρίσει δημόσια την
κυριαρχούμενη από κομμουνιστές κυβέρνηση (τη λεγόμενη κυβέρνηση του
Λούμπλιν), γιατί ήθελε να φανεί συνεπείς προς τις αποφάσεις της Γιάλτας. Ο
Τσώρτσιλ δεν ικανοποιήθηκε από το γεγονός ότι αναγνωρίστηκε μία κυβέρνηση στην
οποία οι «δικοί» του Πολωνοί (οι λεγόμενοι Πολωνοί του Λονδίνου), που είχαν
καταφύγει μετά το 1939 στη Βρετανία, εκπροσωπούντο με ισχνές δυνάμεις. Έμενε
βέβαια να τακτοποιηθεί το εξίσου ακανθώδες ζήτημα των πολωνικών συνόρων.
Οι Βρετανοί είχαν συνειδητοποιήσει ότι οι ΗΠΑ είχαν διαφορετικές
προτεραιότητες και θεωρούσαν ότι οι υπερατλαντικοί εταίροι τους δεν είχαν
συνειδητοποιήσει την απειλή που συνιστούσε ο Στάλιν, γι’ αυτό έδωσαν εντολή στον
λόρδο Χάλιφαξ, πρέσβη των Βρετανών στην Ουάσινγκτον να μη βιαστεί σε ό,τι είχε
να κάνει με την προετοιμασία της συνδιάσκεψης στο Πότσνταμ. Επίσης, με εντολή
του Τσώρτσιλ, οι Βρετανοί επιτελείς ολοκλήρωσαν τον Μάιο του 1945 την πρότασή

4
τους για μία επιχείρηση που θα ισοδυναμούσε με Γ΄ Παγκόσμιο Πόλεμο: τη
στρατιωτική αντιπαράθεση Δύσης – ΕΣΣΔ. Πολύ ταιριαστά, αυτή η επιχείρηση
ονομάστηκε «Unthinkable» (Αδιανόητη).
Οι ΗΠΑ αντελήφθησαν τον προβληματισμό των Βρετανών και βεβαίωσαν τον
λόρδο Χάλιφαξ ότι δεν θα επέτρεπαν στον Στάλιν να κυριαρχήσει στην Ευρώπη, αν
ποτέ τολμούσε κάτι τέτοιο. Ο Τσώρτσιλ έστειλε στον Τρούμαν στις 4 Ιουνίου
τηλεγράφημα με τη διάσημη φράση: «η Σοβιετική δύναμη θα εγκατασταθεί στην
καρδιά της Δυτικής Ευρώπης και ένα σιδηρούν παραπέτασμα θα πέσει ανάμεσα σε εμάς
και σε κάθε τι που βρίσκεται προς τα ανατολικά», θέλοντας να τον προειδοποιήσει τις
ΗΠΑ για τις προθέσεις του Στάλιν. Η Ουάσινγκτον δεν ανησυχούσε και δεν έκρυβε
την επιθυμία της να αρχίσει τη συνδιάσκεψη στο Πότσνταμ χωρίς τη βρετανική
παρουσία, αν και τελικά συμφωνήθηκε να είναι παρών ο Τσώρτσιλ από την αρχή
Ένα εξίσου σοβαρό πρόβλημα που απασχόλησε παρασκηνιακά τις μεγάλες
δυνάμεις ήταν η τύχη της ηττημένης πλέον Γερμανίας. Οι Σοβιετικοί αποψίλωναν
συστηματικά τις περιοχές που κατείχαν, την ώρα που οι άλλοι τρεις από τους
τέσσερις συμμάχους (Γαλλία, ΗΠΑ, Μ. Βρετανία) προσπαθούσαν κι αυτές να
εκμεταλλευτούν όσο γίνεται καλύτερα την κατάσταση, χωρίς όμως να έχουν ακόμη
αποφασίσει αν η Γερμανία έπρεπε να αποδυναμωθεί ή αντιθέτως να ενισχυθεί ως
μελλοντικός κυματοθραύστης απέναντι σε μελλοντική σοβιετική εισβολή.
Ένας ακόμη παράγοντας που θα επηρέαζε τις συζητήσεις στο Πότσνταμ ήταν η
ατομική βόμβα. Ενώ οι εργασίες για την επιχειρησιακή χρήση του ολέθριου αυτού
όπλου ήταν πυρετώδεις, κάτω από την κωδική ονομασία «Σχέδιο Μανχάταν», οι
Βρετανοί και οι Αμερικανοί είχαν ακόμη ενδοιασμούς για την χρήση του. Σε κάθε
περίπτωση το νέο όπλο έπρεπε να παραμείνει κρυφό από τον Στάλιν. Ο τελευταίος,
όχι μόνο γνώριζε τα τεκταινόμενα στο «Σχέδιο Μανχάταν», αλλά είχε αναθέσει στον
περιβόητο Λαβρέντι Μπέρια, αρχηγό της μυστικής σταλινικής αστυνομίας NKVD, να
οργανώσει το ατομικό πρόγραμμα της ΕΣΣΔ.

Η διάσκεψη που διαμόρφωσε τον μεταπολεμικό κόσμο

Καθώς αναχωρούσε για την Ευρώπη, ο Τρούμαν δήλωνε στο περιβάλλον του
αισιοδοξία και αδημονία να συναντήσει τους άλλους δύο εταίρους του. Σύμφωνα με
αυτήκοους μάρτυρες, ο πρόεδρος των ΗΠΑ δήλωνε «σίγουρος ότι οι Ρώσοι θέλουν
να είναι φίλοι». Μετά από θαλάσσιο ταξίδι οκτώ ημερών (8-15 Ιουλίου) με το βαρύ
καταδρομικό του US Navy, «Augusta», ο Τρούμαν αποβιβάστηκε στην Αμβέρσα και
από εκεί πέταξε με το προσωπικό του αεροπλάνο για το Βερολίνο νωρίς το απόγευμα.
Εκεί τον υποδέχθηκαν μεγάλη αντιπροσωπεία διπλωματών και στρατιωτικών, αλλά
και συνοδεία από άνδρες της 35ης Μεραρχίας Πεζικού, της μονάδας με την οποία ο
πρόεδρος πολέμησε κατά τον Α΄ ΠΠ.
Από το αεροδρόμιο του Γκάτοβ, ο Τρούμαν οδηγήθηκε στο Μπάμπελσμπεργκ,
όπου κατέλυσε σε ένα τριώροφο κτίριο της Καϊζερστράσσε, το οποίο προηγουμένως
ανήκε στον εύπορο Γερμανό εκδότη Χανς Ντίτριχ Μύλλερ Γκρότε. Ο γιός του
εκδότη έγραψε στη δεκαετία του ‘50 στον Τρούμαν μία επιστολή, στην οποία
περιέγραφε με ζοφερό τρόπο τις ακρότητες των αρχών κατοχής όταν κατέλαβαν την
οικία τον Μάιο του 1945. Σε αυτόν το «Μικρό Λευκό Οίκο» (όπως ονομάστηκε) θα
κατοικούσε ο πρόεδρος των ΗΠΑ για όσο διάστημα διαρκούσε η συνδιάσκεψη. Το
ίδιο βράδυ πληροφορήθηκε με ικανοποίηση ότι «τα μωρά γεννήθηκαν με
ικανοποιητικό τρόπο». Το κωδικό αυτό μήνυμα σήμαινε ότι η ατομική βόμβα είχε
δοκιμασθεί με επιτυχία στο Αλαμογκόρντο. Προς το παρόν, ο Τρούμαν αποφάσισε να

5
κρατήσει την πληροφορία για τον εαυτό του. Όπως είπε: «είναι ένας δυναμίτης που
δεν πυροδοτώ ακόμη».
Ο Στάλιν, από την πλευρά του, εμπιστευόμενος μόνο το θωρακισμένο του τραίνο
αφίχθη αργότερα. Τα μέτρα ασφαλείας που ελήφθησαν για αυτό το ταξίδι των 1.900
περίπου χιλιομέτρων από τη Μόσχα στο Βερολίνο ήταν δρακόντεια. Πέντε
θωρακισμένα τρένα προηγούντο και τρία έπονταν του συρμού που μετέφερε τον
Στάλιν, ενώ τα μέτρα τάξης κατά μήκος της διαδρομής ανέλαβαν 17.000 άνδρες της
NKVD και 1.500 στρατονόμοι. Λόγω της τεράστιας αυτής κινητοποίησης, ο Στάλιν
έφθασε με καθυστέρηση μίας ημέρας και κατέλυσε σε μία βίλα που πριν ανήκε στον
Γερμανό στρατάρχη Λούντενντορφ και την οποία φρουρούσαν 2.000 άνδρες. Διέθετε
δύο δικά της αρτοποιεία, μία μεγάλη συνοδεία από υπηρετικό και ιατρικό προσωπικό,
αλλά και πρόσβαση σε τρόφιμα που παρήγαγαν επιστρατευμένα από τον Ερυθρό
Στρατό αγροκτήματα. Πράκτορες της NKVD που περιπολούσαν παντού και
ελεύθεροι σκοπευτές συμπλήρωναν τα πρωτοφανή μέτρα.
Πριν συναντηθούν για πρώτη φορά στο Πότσνταμ, το απόγευμα της 17ης Ιουλίου,
οι Σοβιετικοί και οι Αμερικανοί επίσημοι είχαν την ευκαιρία να δουν από κοντά την
κατεστραμμένη πρωτεύουσα του Γ΄ Ράιχ και να διαπιστώσουν ιδίοις όμμασι το
μέγεθος της καταστροφής. Οι ζοφερές εικόνες που κατέγραψαν σύντομα ξεχάστηκαν,
όταν ο Τρούμαν και ο Στάλιν συναντήθηκαν για πρώτη φορά. Οι συζητήσεις
στράφηκαν γύρω από τα γνωστά ζητήματα, όπως τα σύνορα της Πολωνίας. Σε ό,τι
αφορούσε στην εμπλοκή των Σοβιετικών στον πόλεμο εναντίον της Ιαπωνίας, ο
Στάλιν δήλωσε ότι ο Ερυθρός Στρατός θα ήταν έτοιμος να επιτεθεί στα μέσα
Αυγούστου, αλλά έθεσε και το ζήτημα των σοβιετικών απαιτήσεων στην Άπω
Ανατολή. Παρεμπιπτόντως, ο Στάλιν δεν παρέλειψε να υπενθυμίσει ότι οι Βρετανοί
δεν έδειχναν έτοιμοι να συνεισφέρουν στον αγώνα εναντίον της Ιαπωνίας.
Συζητήθηκε ακόμη το ζήτημα της αναγνώρισης του φασιστικού καθεστώτος στην
Ισπανία και η πρόθεση των Βρετανών να εμπλακούν στην Άπω Ανατολή. Η πρώτη
συνάντηση με τον Στάλιν ενθουσίασε τον Τρούμαν, ο οποίος έγραψε στο ημερολόγιό
του: «Μπορώ να συνδιαλλαχθώ με τον Στάλιν. Είναι τίμιος, αλλά και κολασμένα
έξυπνος».
Υπήρξαν και άλλες διμερείς επαφές. Ο Τρούμαν συναντήθηκε επίσης με τον
Τσώρτσιλ και έμεινε γοητευμένος από την προσωπικότητα του Βρετανού
πρωθυπουργού. Όμως και ο έμπειρος Τσώρτσιλ συμπάθησε τον Τρούμαν. Ο Στάλιν
επίσης συναντήθηκε με τον Τσώρτσιλ και μεταξύ άλλων συζήτησαν τη διανομή των
πλοίων του Kriegsmarine (Γερμανικού Πολεμικού Ναυτικού). Ο Τσώρτσιλ δήλωσε
ότι η Μεγάλη Βρετανία δεν αντιμετώπιζε αρνητικά την επιλογή της ΕΣΣΔ να
σχηματίσει αξιόλογη ναυτική δύναμη. Τελικά, οι Σύμμαχοι μοίρασαν σε ίσα μερίδια
τον στόλο επιφανείας και βύθισαν τα υποβρύχια, εκτός από 30 που διατηρήθηκαν για
ερευνητικούς σκοπούς
Οι συναντήσεις των Τριών Μεγάλων πραγματοποιούντο στο Σεσίλιονχοφ, σε ένα
ανάκτορο που κάποτε ανήκε στη γερμανική βασιλική οικογένεια, αλλά τώρα στον
κεντρική του αυλή δέσποζε ένα κόκκινο αστέρι, σχηματισμένο από χιλιάδες
μπιγκόνιες. Κατά την πρώτη συνάντηση των Τριών, συμφωνήθηκε να προεδρεύσει ο
Τρούμαν. Ο Τσώρτσιλ ήταν σε κακή φυσική κατάσταση. Τον ταλαιπωρούσε η
δυσπεψία, αλλά περισσότερο τον ταλάνιζε η δεινή κατάσταση της οικονομίας. Η
Γηραιά Αλβιόνα ξόδευε 2 εκατομμύρια λίρες για κάθε έτος του πολέμου και ήταν
φανερό ότι θα χρεοκοπούσε μεταπολεμικά χωρίς εξωτερική βοήθεια. Ο Τσώρτσιλ
επίσης γνώριζε ότι η εκλογική εκστρατεία στη χώρα του δεν εξελισσόταν με θετικό
τρόπο γι’ αυτόν. Υπήρχε, γενικά, διάχυτη η εικόνα ότι ο Τσώρτσιλ σταδιακά

6
περνούσε στο περιθώριο. Η εικόνα αυτή αποτυπώθηκε κυριολεκτικά στην πρώτη
επίσημη φωτογραφία των ηγετών στο Πότσνταμ.
Η συζήτηση των ηγετών αρχικά στράφηκε πρώτα γύρω από τη μελλοντική
διαχείριση της Γερμανίας. Οι τρεις ηγέτες παραδέχθηκαν ότι ήταν ένα τεράστιο
ζήτημα, για το οποίο όφειλαν να μελετήσουν αρκετά πριν αποφασίσουν. Στη
συνέχεια συζητήθηκε για λίγο η πιθανή ένταξη της Ιταλίας στον ΟΗΕ (με την οποία
διαφώνησαν Βρετανία και ΕΣΣΔ) και η δημιουργία ενός πενταεθνούς (Κίνα, Γαλλία,
ΗΠΑ, Βρετανία, ΕΣΣΔ) συμβουλίου υπουργών Εξωτερικών. Ο Στάλιν αντέταξε ότι η
Γαλλία δεν είχε προσφέρει στον κοινό αγώνα αρκετές θυσίες ώστε να αξίζει μία θέση,
ενώ η Κίνα – κατά τη γνώμη του – δεν έπρεπε να έχει λόγο στα ευρωπαϊκά
προβλήματα..
Σύντομα η συζήτηση έφθασε στο ζήτημα της Πολωνίας και γενικά στο ζήτημα των
εκλογών που θα διεξήγοντο στα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης. Ο Στάλιν φρόντισε
να παρακάμψει τις νύξεις των Τρούμαν και Τσώρτσιλ καταθέτοντας τη δική του
ατζέντα: οι πολεμικές αποζημιώσεις, η διανομή του γερμανικού στόλου, εμπορικού
και πολεμικού, η απομάκρυνση του φρανκικού καθεστώτος από την εξουσία, οι
σχέσεις με τα κράτη που υποστήριξαν τον Άξονα, το μέλλον των μεσογειακών
κτήσεων της Γαλλίας (Λίβανος, Ταγγέρη, Συρία) και – φυσικά – το πολωνικό ζήτημα.
Η ημέρα ολοκληρώθηκε με σαμπάνια, σολωμό, χαβιάρι και άλλα ακριβά
εδέσματα. Κάθε ένας από τους τρεις ηγέτες προσέφερε δείπνο στους άλλους με τη
σειρά, φροντίζοντας και για τη διασκέδαση των καλεσμένων με χορό και μουσική. Ο
Τσώρτσιλ – που δεν ήταν ακριβώς φιλόμουσος – κάλεσε μία ολόκληρη ορχήστρα της
RAF σε δείπνο που διοργάνωσε ο ίδιος.
Υπήρξαν όμως κι άλλα ενδιαφέροντα νέα από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού
κατά τις πρώτες ημέρες της συνάντησης. Στις 21 Ιουλίου έφθασε ειδική 12σέλιδη
εμπιστευτική αναφορά από τις ΗΠΑ, η οποία περιείχε αναλυτικές πληροφορίες για
την ατομική βόμβα. Το ζήτημα που συζήτησαν ο Τρούμαν και οι έμπιστοί του ήταν
πως θα χρησιμοποιούσαν αυτό το όπλο για να δεχθούν οι Ιάπωνες την άνευ όρων
παράδοση. Ο Τσώρτσιλ ενημερώθηκε επίσης για τη σημαντική αυτή εξέλιξη και
εξέφρασε την άποψη ότι ο Στάλιν δεν ήταν πλέον απαραίτητος για να ηττηθεί η
Ιαπωνία.
. Την ίδια ημέρα αποκαλύφθηκε ότι ο υπουργός Εξωτερικών της Ιαπωνίας Τόγκο
Σιγκενόρι είχε στείλει τηλεγράφημα στον Ιάπωνα πρεσβευτή στη Μόσχα, στο οποίο
αποκλειόταν το ενδεχόμενο να παραδοθεί άνευ όρων η Ιαπωνία. Ο Τόγκο
εκπροσωπούσε μια πιο διαλλακτική μερίδα της ιαπωνικής ηγεσίας, η οποία δεχόταν
να συζητήσει το ενδεχόμενο ειρήνευσης, μέσω ενός έντιμου συμβιβασμού, αλλά
απέκλειε την άνευ όρων παράδοση. Για τους Συμμάχους, αυτό σήμαινε συνέχιση του
πολέμου, μόνο που τώρα οι ΗΠΑ γνώριζαν ότι με την ατομική βόμβα μπορούσαν να
καθυποτάξουν χωρίς βοήθεια την Ιαπωνία.
Γι’ αυτό τον λόγο, ο Τρούμαν εμφανίστηκε με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση στη
σύνοδο της 21ης Ιουλίου. Αυτό μαρτυρά και η αμερικανική στάση στη συζήτηση για
την Πολωνία. Οι Σοβιετικοί επεδίωκαν την απόδοση ενός τμήματος της Γερμανίας
στην Πολωνία, όπως είχε συμφωνηθεί σε προηγούμενες συνδιασκέψεις. Ένα τμήμα
της ανατολικής Πολωνίας θα κατέληγε στην ΕΣΣΔ. Ήδη, εκατομμύρια Γερμανοί
μετακινούντο από τις περιοχές αυτές (Πομερανία, Σιλεσία, Ανατολική Πρωσία, κλπ)
προς τα δυτικά. Όμως, οι Δυτικοί προσπαθούσαν τώρα να εμποδίσουν αυτό το
σχέδιο, διότι δεν επιθυμούσαν την προς Δυσμάς επέκταση των Σοβιετικών. Βέβαια, ο
εκτοπισμός περίπου 20 εκατομμυρίων Γερμανών προς τα δυτικά αποτελούσε ήδη
πραγματικότητα και τους έφερε προ τετελεσμένου γεγονότος. Συμφωνήθηκε, πάντως,

7
να κληθεί και να παρουσιάσει τις θέσεις της η – ελεγχόμενη από την ΕΣΣΔ –
πολωνική κυβέρνηση.
Στις 22 Ιουλίου συζητήθηκαν οι σοβιετικές απαιτήσεις για πολεμικές
αποζημιώσεις ύψους 20 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Στις συζητήσεις
πρωταγωνίστησαν οι υπουργοί Εξωτερικών της ΕΣΣΔ και των ΗΠΑ Βιάτσεσλαβ
Μολότοφ και Τζέημς Φράνσις Μπερνς. Οι Αμερικανοί δεν ήθελαν να εξαθλιωθεί
οικονομικά η Δυτική Γερμανία, διότι θα τους ήταν χρήσιμη στο μέλλον. Επεδίωξαν
συνεπώς να μειώσουν τις απαιτήσεις των Σοβιετικών, υποστηρίζοντας ότι οι
τελευταίοι είχαν ήδη μεταφέρει στη χώρα τους τεράστιες ποσότητες γερμανικού
εξοπλισμού, ενώ είχαν υπό τον έλεγχό τους τις περισσότερες πλουτοπαραγωγικές
περιοχές του πάλαι ποτέ Γ΄ Ράιχ, οι οποίες βρίσκονταν στα ανατολικά. Τελικά,
συμφωνήθηκε να πληρώσει η Δυτική Γερμανία με βιομηχανικά προϊόντα ένα
μικρότερο ποσό, το οποίο όμως δεν διευκρινίσθηκε.
Στις 23 Ιουλίου, η συζήτηση περιστράφηκε γύρω από τα Δαρδανέλλια. Η ΕΣΣΔ
επιθυμούσε αυτό που πάντα επιθυμούσαν οι Ρώσοι: ελεύθερη επικοινωνία Μαύρης
Θάλασσας – Μεσογείου. Οι Δυτικοί δεν είχαν αντίρρηση να συζητηθεί σε γενικότερη
βάση η ελεύθερη ναυσιπλοΐα διαμέσου παρόμοιων περασμάτων με στρατηγική
βαρύτητα. Ο Στάλιν, από την πλευρά του, επιφυλάχθηκε να μελετήσει πρώτα μία
τέτοια πρόταση, πριν αποφανθεί η σοβιετική πλευρά. Εκείνο το βράδυ, οι τρεις
ηγέτες απόλαυσαν μαζί ένα δείπνο για τελευταία φορά. Ο Στάλιν, μάλιστα, φρόντισε
να μαζέψει αυτόγραφα από τους 28 καλεσμένους, οι οποίοι υπέγραψαν το μενού του.
Όλοι οι καλεσμένοι τον αντέγραψαν και έτσι το μενού τους μετατράπηκε σε ένα
ξεχωριστής αξίας έγγραφο.
Την επόμενη ημέρα έφθασαν οι δέκα απεσταλμένοι της πολωνικής κυβέρνησης, με
επικεφαλής τον Μπόλεσλαβ Μπίερουτ. Οι απαιτήσεις της πολωνικής αποστολής
εκνεύρισαν τον Τσώρτσιλ και τον Τρούμαν, γι’ αυτό οι Βρετανοί και Αμερικανοί
διπλωμάτες προσπάθησαν να κρατήσουν αποστάσεις από τους Πολωνούς.
Άλλωστε, στις 25 Ιουλίου όλες οι εξελίξεις επισκιάσθηκαν, όταν ο Τρούμαν
αποκάλυψε στον Στάλιν την ύπαρξη της ατομικής βόμβας. Στην πραγματικότητα, ο
Στάλιν γνώριζε σχεδόν τα πάντα και την ίδια ημέρα έδωσε εντολή να επισπευσθεί το
αντίστοιχο σοβιετικό ατομικό πρόγραμμα. Είχε, μάλιστα, εκμυστηρευθεί στον
Μολότοφ ότι θα έδειχνε τη μικρότερη δυνατή έκπληξη στο άκουσμα των «νέων»,
ώστε οι Δυτικοί να πάρουν το μήνυμα ότι η «νέα βόμβα», όπως την ονόμασε, δεν τον
είχε εντυπωσιάσει. Γενικά, στις 25 Ιουλίου δεν υπήρξε μεγάλη πρόοδος στις
συνομιλίες διότι οι συμμετέχοντες άρχισαν να δείχνουν ανυποχώρητοι σε ορισμένα
ζητήματα και τα περιθώρια για συμβιβασμό είχαν στενέψει.
Την επόμενη ημέρα οι συζητήσεις διακόπηκαν προσωρινά, ώστε ο Τσώρτσιλ να
μεταβεί στη Μεγάλη Βρετανία για τη μεγάλη μάχη των εκλογών. Προς έκπληξη όλων
των πλευρών, οι Εργατικοί του Κλήμεντ Άτλη κέρδισαν τις εκλογές, γεγονός που
έθετε τον Τσώρτσιλ εκτός διαπραγματεύσεων στο Πότσνταμ. Αντί, λοιπόν, για τον
Τσώρτσιλ και τον Ήντεν, στο Βερολίνο ταξίδεψαν ο Άτλη και ο νέος ηγέτης του
Foreign Office, Έρνεστ Μπέβιν. Η ειρωνεία είναι ότι οι Σοβιετικοί έδειξαν
περισσότερη συμπάθεια και σεβασμό προς τον «Γέρο», απ’ ό,τι οι Βρετανοί
ψηφοφόροι. Ούτε ο Τρούμαν συμπάθησε τον Άτλη, ούτε ο Στάλιν. Τα υποτιμητικά
σχόλια για τον άπειρο Άτλη δεν έλειψαν, με κορυφαίο αυτό που σκωπτικά ανέφερε
ότι πλέον στο Πότσνταμ συνεδρίαζαν πλέον οι «Οι 2 ½ Μεγάλοι». Η αλήθεια είναι
ότι τα περισσότερα ζητήματα της ατζέντας είχαν προχωρήσει αρκετά, όταν ήλθε ο
Άτλη, οπότε ο νέος πρωθυπουργός της Βρετανίας δεν είχε πολλά περιθώρια για
ελιγμούς και αλλαγές.

8
Η 26η Ιουλίου έμεινε, λοιπόν, στην Ιστορία ως η ημέρα που ο Τσώρτσιλ από
λαοφίλητος «Πατέρας της Νίκης» μετατράπηκε σε ανεπιθύμητο για τους
ψηφοφόρους, ηγέτη. Την ίδια, όμως, ημέρα, δημοσιοποιήθηκε η Διακήρυξη του
Πότσνταμ, η οποία καλούσε επισήμως την Ιαπωνία να παραδοθεί άνευ όρων, αλλά
υποσχόταν ανθρώπινη μεταχείριση στον ιαπωνικό λαό, σεβασμό στα ανθρώπινα
δικαιώματα και προστασία της ιαπωνικής οικονομίας. Τη Διακήρυξη συνυπέγραφαν
οι Βρετανία, ΗΠΑ και εθνικιστική Κίνα, όχι όμως και η ΕΣΣΔ, αφού επισήμως δεν
βρισκόταν σε πόλεμο με την Ιαπωνία. Η ιαπωνική απάντηση ήλθε σύντομα και ήταν
σαφής: το περιεχόμενο της Διακήρυξης ήταν αδιάφορη για την ιαπωνική κυβέρνηση.
Οι συζητήσεις επαναλήφθηκαν στις 28 Ιουλίου και είναι χαρακτηριστικό ότι ο
Μπέβιν μίλησε περισσότερο από τον Άτλη. Η ξαφνική αδιαθεσία του Στάλιν
προκάλεσε κι άλλες καθυστερήσεις, αλλά και προβληματισμό, τουλάχιστον στην
αμερικανική αντιπροσωπεία. Αν ο Στάλιν ήταν όντως άρρωστος και η κατάστασή του
σοβαρή, η πρωτοβουλία των Τριών Μεγάλων θα βρισκόταν σε μεγάλη στενωπό. Το
ίδιο ανησυχητικό θα ήταν ο Στάλιν να προσποιείτο ότι ασθενεί. Πάλι η πρωτοβουλία
θα ετίθετο σε αμφιβολία. Όπως έγραψε ο Τρούμαν στο ημερολόγιό του:
«Αναρωτιέμαι τι θα συμβεί στη Ρωσία και στην κεντρική Ευρώπη αν ο Τζο (ο Στάλιν)
αποβιώσει ξαφνικά». Εξαιτίας της ασθένειας του Στάλιν ο Τρούμαν επέλεξε να
απουσιάσει και ο ίδιος, αφήνοντας τις διαπραγματεύσεις στα χέρια των υπουργών
Εξωτερικών. Ο Άτλη ήταν παρών, αλλά περισσότερο άκουγε τους άλλους να
διαπραγματεύονται τις βρετανικές θέσεις.
Ο Στάλιν επέστρεψε δριμύτερος στις διαπραγματεύσεις την τελευταία ημέρα του
Αυγούστου. Πέρα από τις συνήθεις συζητήσεις για την Πολωνία και τις
αποζημιώσεις, οι τρεις χώρες συμφώνησαν να δικάσουν τους ναζιστικούς θεσμούς
και τις θηριωδίες του Γ΄ Ράιχ σε ένα διεθνές δικαστήριο που θα συνεδρίαζε στη
Νυρεμβέργη, μία πόλη – σύμβολο των Ναζί. Επίσης, συμφωνήθηκε να μη διαμελιστεί
η Γερμανία, πέρα από τον ντε φάκτο διαχωρισμό της χώρας σε ανατολική και δυτική,
ο οποίος ήταν ήδη αναπόφευκτος. Όλοι, όμως, οι ναζιστικοί θεσμοί και οργανώσεις
έπρεπε να ξεριζωθούν και η Γερμανία να επιστρέψει την Αλσατία, τη Σουδητία, τη
Λορένη και αρκετά από τα εδάφη της που συνόρευαν με την Πολωνία. Τα σύνορα με
την τελευταία θα ακολουθούσαν τη γραμμή των ποταμών Όντερ – Νάισσε, γεγονός
που σήμαινε ότι η Γερμανία έχανε το 25% των εδαφών που διέθετε το 1937. Επίσης
ακυρωνόταν η ένωση με την Αυστρία.
Όσον αφορά σε άλλα διεθνή ζητήματα, οι Σοβιετικοί συμφώνησαν να αποσύρουν
τα στρατεύματά τους από το Ιράν και να δεχθούν την Εθνικιστική Κίνα στη διεθνή
κοινότητα. Διατήρησαν, παράλληλα, τις επιδιώξεις τους στην Άπω Ανατολή,
εισβάλοντας στη Μαντζουρία, διότι επεδίωκαν να εκμεταλλευθούν το κενό που
άφηνε η κατάρρευση της ιαπωνική ισχύος στην περιοχή. Ο Τρούμαν επίσης δήλωσε
ότι όλα τα αμερικανικά στρατεύματα θα μεταστάθμευαν στο μέτωπο του Ειρηνικού
μέσα σε δύο μήνες.
Κατά την τελευταία σύνοδο, την πρώτη ημέρα του Αυγούστου, επιβεβαιώθηκε ο
διαχωρισμός της Γερμανίας σε ανατολική και δυτική. Η πρώτη θα παρέμενε υπό
βρετανική και αμερικανική διαχείριση, μέχρι να αποκτήσει αυτόνομη κυβερνητική
λειτουργία, ενώ η ανατολική, όπως και ολόκληρη ανατολική Ευρώπη, θα περνούσε
στη σοβιετική σφαίρα επιρροής. Όσο για το θέμα των διεθνών πορθμών, η ΕΣΣΔ
απέρριψε τις δυτικές προτάσεις. Ο Στάλιν, μάλιστα, μίλησε για πρώτη και τελευταία
φορά στα Αγγλικά, λέγοντας: «Όχι. Λέω όχι!» , για να τονίσει τη διαφωνία του. Η
Ελλάδα έγινε επίσης αντικείμενο συζήτησης κατά την τελευταία σύνοδο. Ο Άτλη
επιθυμούσε να ενισχύσει τις φιλοβασιλικές δυνάμεις, αλλά ούτε οι επιτελείς του, ούτε
οι Αμερικανοί θεωρούσαν δόκιμη μία τέτοια ενέργεια τη δεδομένη στιγμή. Ο

9
Τρούμαν από την πλευρά του, συνέταξε γραπτές οδηγίες για τη χρήση των δύο
πρώτων ατομικών βομβών, οι οποίες επρόκειτο να χρησιμοποιηθούν μετά τις 2
Αυγούστου. Ο Τρούμαν επιθυμούσε να είναι μακριά από το Πότσνταμ και τους
Σοβιετικούς, όταν θα γινόταν γνωστή η χρήση των βομβών, για να αποφύγει τη
διαδικασία της παροχής εξηγήσεων στους ανατολικούς του συμμάχους.
Όπως αναμενόταν, η σύνοδος έκλεισε με τη σύνταξη επίσημου πρωτοκόλλου, ενώ
οι τρεις δυνάμεις συμφώνησαν ότι απαιτείτο κι άλλη διεθνής συνδιάσκεψη,
προκειμένου να επιλυθούν τα ζητήματα που άφησε άλυτα το Πότσνταμ. Ποτέ, όμως,
δεν πραγματοποιήθηκε μία τέτοια συνάντηση.

Συμπεράσματα

Οι τρεις ηγέτες επέστρεψαν στις πατρίδες τους και ο καθένας ασχολήθηκε με τη


γεμάτη ατζέντα του. Ο Στάλιν διέταξε την εισβολή στη Μαντζουρία για να επεκτείνει
τη σοβιετική επικράτεια στον Ειρηνικό. Ο Τρούμαν μελετούσε τη χρήση του
ατομικού Αρμαγεδδώνα που το «Σχέδιο Μανχάταν» είχε εναποθέσει στα χέρια του.
Οι τεράστιες απώλειες που είχαν υποστεί οι Αμερικανοί στην Οκινάβα τον έκαναν να
παραβλέψει τις αντιρρήσεις ηθικού περιεχομένου που είχαν θέσει αρκετοί
επιστήμονες. Άλλωστε, η Βρετανία και ο Καναδάς επικροτούσαν τη χρήση του
όπλου. Το μόνο που απέμενε ήταν να επιλεγούν οι δύο πόλεις – στόχοι.
Όπως ήταν επόμενο, οι Γάλλοι δεν θεώρησαν ότι είναι δεσμευμένοι από τις
αποφάσεις του Πότσνταμ , αφού αυτές ελήφθησαν ερήμην τους. Γι’ αυτό και μετά το
Πότσνταμ οι Γάλλοι άσκησαν αρκετές φορές το δικαίωμα της αρνησικυρίας
προκειμένου να αναχαιτίσουν αποφάσεις που θεωρούσαν αρνητικές για τα
συμφέροντά τους. Οι αποφάσεις αυτές αφορούσαν κυρίως στη διοικητική και
οικονομική οργάνωση της μεταπολεμικής Γερμανίας.
Επομένως, στο Πότσνταμ μπήκαν τα θεμέλια του μεταπολεμικού κόσμου, ενός
κόσμου όπου θα κυριαρχούσε η απειλή του πυρηνικού ολέθρου. Οι Δυτικοί και η
ΕΣΣΔ μοίρασαν το μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη σε σφαίρες επιρροής και άρχισαν
αμέσως αδυσώπητα παιχνίδια εξουσίας. Από αυτή την άποψη, στο Πότσνταμ ο
κόσμος είδε την αυγή του Ψυχρού Πολέμου, μια περίοδος που έμελλε να διαρκέσει
μέχρι την κατάρρευση της ΕΣΣΔ και των δορυφόρων της.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1) Michael Neiberg, POTSDAM – THE END OF WORLD WAR II AND THE


REMAKING OF EUROPE, Basic Books, New York, 2015.
2) Michael Dobbs, SIX MONTHS IN 1945: FROM WORLD WAR TO COLD
WAR, Alfred A. Knopf, New York, 2012.
3) Sir Winston S. Churchill TRIUMPH AND TRAGEDY, Mariner Books, Boston,
1985.
4) David Reynolds, SUMMIT – SIX MEETINGS THAT SHAPED THE
TWENTIETH CENTURY, Basic Books, New York, 2009.
5) Charles River Editors, THE POTSDAM CONFERENCE: THE HISTORY OF
THE NEGOTIATIONS BETWEEN THW ALLIES NEAR THE END OF
WORLD WARR II, Create Space Independent Publishing Platform, USA, 2016.
6) Jonathan Fenby, ALLIANCE, Simon and Schuster, UK, 2008.
7) Laurence Rees, WORLD WAR II - BEHIND CLOSED DOORS, BBC Books,
UK, 2009.

10
8) Chris Tudda, COLD WAR SUMMITS – A HISTORY, FORM POTSDAM TO
MALTA, Bloomsbury Academic, UK/USA, 2015.
9) David Stafford, ENDGAME 1945 – THE MISSIN FINAL CHAPTER OF
WORLD WAR II, Little, Brown and Company, New York, 2007.
10) David McCullough, TRUMAN, Simon and Schuster, New York, 1992.

ΛΕΖΑΝΤΕΣ

1) Μία από τις συνόδους που πραγματοποιήθηκαν στο Πότσνταμ πριν τις 26
Ιουλίου, δεδομένης της παρουσίας του Τσώρτσιλ.
2) Το αρχικό σχήμα των Τριών Μεγάλων, πριν την αποχώρηση του Τσώρτσιλ.
3) Η τελική σύνθεση των τριών ηγετών, με τον Κλήμεντ Άτλη αριστερά, τον
Τρούμαν στο κέντρο και τον Στάλιν στα δεξιά.
4) Οι υπουργοί Εξωτερικών των τριών χωρών. Από αριστερά: Μολότοφ,
Μπερνς, Ήντεν (Bundesarchiv, Bild 183-14059-0016 ).
5) Ο Τρούμαν και η συνοδεία του φωτογραφίζονται στις 7 Αυγούστου 1945 επί
του βαρέως καταδρομικού Augusta, κατά την επιστροφή της αντιπροσωπείας
από την Ευρώπη.
6) Το ανάκτορο Σεσίλιενχοφ ήταν η έδρα της Συνδιασκέψεως του Πότσνταμ.
Διακρίνεται το κόκκινο αστέρι που φύτεψαν οι Σοβιετικοί πριν τη σύνοδο
κορυφής.
7) Η κατοικία του Τρούμαν κατά την παραμονή του στο Πότσνταμ.
8) Ο Τσώρτσιλ και η κόρη του Μαίρη στον κήπο της κατοικίας του στο
Πότσνταμ.
9) Ο Στάλιν υποδέχεται τον Τρούμαν στην κατοικία του, στις 18 Ιουλίου 1945.
10) Άποψη του κατεστραμμένου Βερολίνου, το καλοκαίρι του 1945.
11) Μνημείο αφιερωμένο στην πρώτη ατομική δοκιμή που έγινε στις 16 Ιουλίου
1945 και επηρέασε τις συζητήσεις στο Πότσνταμ.
12) Χάρτης της Γερμανίας με τις ζώνες κατοχής και τα νέα σύνορα της Πολωνίας
μετά τις προσαρτήσεις που συμφωνήθηκαν στο Πότσνταμ.
13) O Χάρρυ Χόπκινς ήταν ο εκλεκτός των ΗΠΑ για τις επαφές με τη Μόσχα,
δεδομένης της εμπιστοσύνης που έδειχναν οι Σοβιετικοί στο πρόσωπό του.
14) O υπουργός Εξωτερικών της Ιαπωνίας Τόγκο Σιγκενόρι είχε αποκλείσει το
ενδεχόμενο της άνευ όρων παραδόσεως. Η επιλογή αυτή επηρέασε τις
συζητήσεις στο Πότσνταμ.
15) O Μπόλεσλαβ Μπίερουτ ηγήθηκε της αντιπροσωπείας η οποία παρουσίασε
στο Πότσνταμ τα αιτήματα της πολωνικής κυβέρνησης.
16) Ο Κλήμεντ Άτλη ήταν ο μεγάλος νικητής των βρετανικών εκλογών που
πραγματοποιήθηκαν τον Ιούλιο του 1945
17) Ο ΄Ερνεστ Μπέβιν αντικατέστησε τον Άντονυ Ήντεν στην ηγεσία του
βρετανικού υπουργείου Εξωτερικών και στις συνομιλίες του Πότσνταμ.

11

You might also like