You are on page 1of 10

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΝΑΦΟΡΑ (ΑΣΚΗΣΗ 18)

Δημητρακόπουλος Ιωάννης (mc21071)

ΘΕΩΡΙΑ
Το όργανο που βρίσκεται στο επίκεντρο της παρούσας εργαστηριακής άσκησης
είναι το οπτικό μικροσκόπιο. Το μικροσκόπιο βρίσκει εφαρμογές σε ένα ευρύ
φάσμα επιστημών, και εξακολουθεί να είναι το κυριότερο εργαλείο στα εργαστήρια
μικροαναλύσεων. Η συχνή χρήση του οφείλεται στο γεγονός ότι το μικροσκόπιο
αποτελεί το απλούστερο όργανο μελέτης του μικρόκοσμου.

Το μικροσκόπιο αποτελείται, μεταξύ άλλων, από τον προσοφθάλμιο (Φ 2, ocular


lens) και τους αντικειμενικούς φακούς (Φ 1, objective lenses). Τόσο στον
προσοφθάλμιο όσο και σε καθέναν από τους αντικειμενικούς φακούς αντιστοιχεί
μια εστιακή απόσταση (f2 για τον προσοφθάλμιο και f1 για τον εκάστοτε
αντικειμενικό φακό που χρησιμοποιείται), μεγέθη που μας βοηθάνε στον
υπολογισμό της μεγέθυνσης. Για να παρατηρήσουμε ένα αντικείμενο ΑΒ, το
τοποθετούμε στην εστία μπροστά από τον αντικειμενικό φακό. Αφού σχηματιστεί
το είδωλό του, Α' Β' , κοντά στην εστία του προσοφθάλμιου φακού, όπου Α' Β' > ΑΒ ,
ο φακός Φ2 λειτουργεί ως μεγεθυντικός και αναστρέφει το τελικό ειδώλιο Α ΄ ΄Β ΄ ΄.

Αφού έχουμε δει τον μηχανισμό της μεγέθυνσης, μπορούμε πλέον να την
ορίσουμε μαθηματικά ως τον λόγο της γωνίας υπό την οποία παρατηρούμε το

Σελίδα 1 από 10
τελικό είδωλο (θ2) προς την γωνία υπό την οποία βλέπουμε το προς παρατήρηση
αντικείμενο με γυμνό μάτι (θγο). Δηλαδή:

θ2
Μ= (1)
θγο

Με τις κατάλληλες αλγεβρικές μετατροπές και θεωρώντας τις γνωστές


προσεγγίσεις, η μεγέθυνση μπορεί να υπολογιστεί και από τους παρακάτω τύπους:
'' ''
Α Β
Μ= (2)
ΑΒ

(πειραματικός υπολογισμός μεγέθυνσ ης )

καθώς και

mπ L
Μ =m π m α ( 3 ) ή Μ = (4 )
f2

(θεωρητικός υπολογισμός μεγέθυνσης)

όπου mπ και mα η μεγέθυνση του προσοφθάλμιου και του


αντικειμενικού φακού αντιστοίχως και L το οπτικό μήκος του σωλήνα.

Αξίζει επιπλέον να σημειωθεί, ότι μεγαλύτερη μεγέθυνση δεν σημαίνει


απαραίτητα καλύτερη παρατήρηση των λεπτομερειών του αντικείμενου. Η
ικανότητα μεγέθυνσης, λοιπόν, πρακτικά περιορίζεται από το διακριτικό όριο (R),
δηλαδή την ελάχιστη απόσταση δύο σημείων του αντικειμένου που μπορούν να
γίνουν αντιληπτά ως δυο διακριτά σημεία. Το διακριτικό όριο οφείλεται στην
περίθλαση του φωτός και δίνεται από τον εξής τύπο:

λ
R=0,61 (5)
Α

με το λ να συμβολίζει το μήκος κύματος της φωτεινής πηγής και το Α


το αριθμητικό άνοιγμα του φακού.

Το αριθμητικό άνοιγμα αναγράφεται στον αντικειμενικό φακό, αλλά μπορεί να


υπολογισθεί και από την σχέση:

Α=n sin ( φ2 )(6)


στην οποία το n εκφράζει τον δείκτη διάθλασης του υλικού που
παρεμβάλλεται μεταξύ του γυαλιού και του προς μελέτη αντικειμένου, ενώ
το φ την γωνία αριθμητικού ανοίγματος του αντικειμενικού φακού.

Σελίδα 2 από 10
Σημαντική είναι, επίσης, και η αναφορά της διακριτικής ικανότητας
(δ), που ορίζεται ως το αντίστροφο του διακριτικού ορίου. Δηλαδή:

1
δ= (7)
R

Είναι προφανές ότι η ελαχιστοποίηση του R είναι προς όφελος του


παρατηρητή. Ένας τρόπος επίτευξης μικρότερου R είναι η χρήση
καταδυτικού φακού. Για την χρήση αυτού του φακού, παρεμβάλουμε μια
σταγόνα υγρού με σχεδόν ίδιο δείκτη διάθλασης με αυτόν του γυαλιού. Έτσι,
λόγω έλλειψης διάθλασης, αυξάνεται η μεγέθυνση.

Τέλος, οφείλουμε να αναφερθούμε και σε άλλα είδη μικροσκοπιών,


πέρα του οπτικού, εκ των οποίων το σημαντικότερο είναι το ηλεκτρονικό
μικροσκόπιο. Χάρις της χρήσης ηλεκτρονίων αντί για φως, το ηλεκτρονικό
μικροσκόπιο πετυχαίνει πολύ μεγαλύτερες μεγεθύνσεις, λόγω του
μικρότερου μήκους κύματος των ηλεκτρονίων και την επακόλουθη μείωση
του διακριτικού ορίου (λόγω εξίσωσης 4). Εξίσου σημαντικό είναι και το
ηλεκτρονικό μικροσκόπιο σάρωσης, που αποτελεί παραλλαγή του
ηλεκτρονικού μικροσκοπίου. Και σε αυτό το μικροσκόπιο πετυχαίνονται
μεγαλύτερες μεγεθύνσεις μέσω της αντικατάστασης του φωτός από πηγή με
μικρότερο μήκος κύματος, όμως αυτήν την φορά αντί για ηλεκτρόνια
χρησιμοποιούνται ακτινοβολίες λέιζερ.

Σελίδα 3 από 10
ΑΣΚΗΣΕΙΣ

(1)

Για την πρώτη άσκηση κληθήκαμε να μετρήσουμε την μεγέθυνση του


μικροσκοπίου πειραματικά και να την συγκρίνουμε με την θεωρητικά αναμενόμενη
μεγέθυνση.

Η πειραματική μέτρηση της μεγέθυνσης έγινε με την εξής μέθοδο. Αρχικά,


εστιάσαμε το μικροσκόπιο πάνω από ένα αντικείμενο πραγματικού μήκους
ΑΒ=1 mm. Στην συνέχεια, τοποθετήσαμε κοντά στο μικροσκόπιο έναν χάρακα.
Παρατηρώντας με το ένα μάτι το αντικείμενο στο μικροσκόπιο και με το άλλο τον
χάρακα, μπορέσαμε να εκτιμήσουμε το μήκος του ειδώλου, δηλαδή το μέγεθος
'' ''
Α Β . Αξιοποιώντας την εξίσωση (2), προκύπτει εύκολα η μεγέθυνση.

Η παραπάνω διαδικασία πραγματοποιήθηκε δύο φόρες. Την πρώτη φορά, η


μεγέθυνση του αντικειμενικού φακού ήταν ίση με 4 × ενώ την δεύτερη ήταν ίση με
10 ×. Και τις δύο φορές η μεγέθυνση του προσκείμενου φακού ήταν 10 ×.

Ο θεωρητικός υπολογισμός της μεγέθυνσης έγινε και της δύο φορές με την
χρήση της εξίσωσης (3), καθώς το mπ και το mα είναι γνωστά.

Οι πειραματικές μετρήσεις ( Μ = Α ΄΄ΑΒΒ ΄ ΄ ) και οι θεωρητικοί υπολογισμοί


( Μ '=mπ m α ) φαίνονται στον παρακάτω πίνακα:

mπ mα AB(mm) Α΄΄Β΄΄(mm) M M’ M/M’


10 × 4× 1 36 36 40 0.9

10 × 10 × 1 75 75 100 0.75

(Πίνακας 1)

Ο παραπάνω τρόπος υπολογισμού μεγέθυνσης εξαρτάται σε πολύ μεγάλο


βαθμό από την εξοικείωση που έχει ο παρατηρητής με την χρήση του
μικροσκοπίου. Όσο πιο έμπειρος είναι ο χρήστης, τόσο πιο ακριβείς οι μετρήσεις
του και τόσο πιο μικρό το σφάλμα. Αξίζει να σημειωθεί ότι το σφάλμα στην δεύτερη
μέτρηση είναι σαφώς μεγαλύτερο, καθώς η ακρίβεια των πειραματικών μετρήσεων
μικραίνει όσο αυξάνει η μεγέθυνση.

Σελίδα 4 από 10
(2)

Στην δεύτερη άσκηση παρατηρήσαμε τέσσερα διαφορετικά δείγματα, ένα


βιολογικό παρασκεύασμα, δύο ορυκτά παρασκευάσματα και ένα δείγμα με τρία
ηλεκτρικά κυκλώματα.

(α) Βιολογικό παρασκεύασμα (Αθηρωματική πλάκα σε καρωτίδα)

Αρχικά εστιάσαμε το δείγμα στο μικροσκόπιο, χρησιμοποιώντας τον


αντικειμενικό φακό 4 ×. Με την βοήθεια χρωστικής, τα χαρακτηριστικά του
παρασκευάσματος πήραν διακριτά χρώματα για να διευκολυνθεί η παρατήρησή
τους. Συγκεκριμένα, οι λευκές περιοχές φανερώνουν την ύπαρξη ασβεστίου, τα
μαύρα στίγματα είναι λιπίδια ενώ όσο πιο σκούρα κόκκινη είναι μια περιοχή τόσο
μεγαλύτερη είναι η ποσότητα χοληστερίνης.

Συγκεκριμένα:

Μαύρο στίγμα, λιπίδιο

Ροζ περιοχή αντιστοιχεί σε


χαμηλή ποσότητα χοληστερίνης

Κόκκινη περιοχή, άρα


υψηλή ποσότητα
χοληστερίνης

Μωβ περιοχή, άρα


μεσαία ποσότητα
χοληστερίνης

Σελίδα 5 από 10
(β) Ορυκτό παρασκεύασμα

I. Oolitic Limestone

Το πρώτο ορυκτό παρασκεύασμα που παρατηρήσαμε ήταν ένα δείγμα από


οολιτικό ασβεστόλιθο. Σε αυτό το δείγμα, οι λευκές περιοχές αντιστοιχούν σε
ανθρακικό ασβέστιο, οι μαύρες περιοχές στις οποίες παρεμβάλλονται άσπροι
κόκκοι είναι απολιθώματα ενώ είναι πιθανή και η παρατήρηση προσμείξεων από
διάφορα χρώματα.

Συγκεκριμένα:

Προσμίξεις μαύρου
χρώματος

Ανθρακικό
ασβέστιο

Απολίθωμα

Σελίδα 6 από 10
II. Limestone with fossils

Το δεύτερο ορυκτό παρασκεύασμα που παρατηρήσαμε ήταν ένα δείγμα από


ασβεστόλιθο με απολιθώματα. Τα χαρακτηριστικά αυτού του δείγματος
αντιστοιχούν στα ίδια χρώματα με αυτά του προηγούμενου.

Συγεκριμένα:

Προσμίξεις μαύρου
χρώματος

Ανθρακικό ασβέστιο

Απολίθωμα

Σελίδα 7 από 10
(γ) Δείγμα με τρία κυκλώματα

Τέλος, κληθήκαμε να παρατηρήσουμε το δείγμα με τα τρία κυκλώματα.


Παρακάτω φαίνεται μια φωτογραφία των κυκλωμάτων και τα σκίτσα αυτών.

Σελίδα 8 από 10
(3)

Αρχικά αναλύουμε τα δεδομένα του προβλήματος. Από την υπόθεση έχουμε


ότι: mπ =20 ×, f 2=5 cm και L=16 cm. Το πρόβλημα μας ζητάει να βρούμε την ολική
μεγέθυνση. Από την θεωρία της εργαστηριακής άσκησης, γνωρίζουμε ότι έχουμε 4
διαφορετικές εξισώσεις για τον υπολογισμό της μεγέθυνσης (εξισώσεις 1 έως 4). Το
μόνο που μένει είναι να αποφασίσουμε ποια από αυτές θα χρησιμοποιήσουμε.
Προφανώς, με βάση τα δεδομένα που έχουμε, ο καταλληλότερος τύπος είναι η
εξίσωση (4). Κάνοντας αντικατάσταση:

mπ L 20∗5∗10−2 m 100
Μ= = −2
= =6.25
f2 16∗10 m 16

Παρατηρούμε ότι οι μονάδες μέτρησης απαλείφονται και μένει καθαρός


αριθμός, όπως περιμέναμε.

(5)

Όπως έχει ήδη αναφερθεί στην θεωρία, ένας τρόπος επίτευξης μικρότερης
τιμής R και άρα μεγαλύτερης διακριτικής ικανότητας είναι η χρήση καταδυτικού
φακού, δηλαδή η παρεμβολή μιας σταγόνας υγρού με δείκτη διάθλασης ίδιο με
αυτόν του φακού. Με αυτόν τον τρόπο περιορίζεται η διάθλαση του φωτός και άρα
η διακριτική ικανότητα μεγαλώνει.

Στην υπόθεση περιγράφεται ένας καταδυτικός φακός. Σύμφωνα με τα


παραπάνω, το nλάδι ταυτίζεται με το nγυαλί, ή είναι προσεγγιστικά ίσο με αυτό. Η
επιλογή, λοιπόν, είναι ουσιαστικά μεταξύ δύο συντελεστών διάθλασης, δηλαδή του
nνερό και του nλάδι=nγυαλί. Από τον τρόπο που ορίσαμε την εξίσωση (6), ο δείκτης
διάθλασης που θα αντικατασταθεί στον τύπο είναι ο δείκτης του μέσου που
παρεμβάλλεται μεταξύ του φακού-λαδιού (αφού είναι καταδυτικός) και του προς
παρατήρηση αντικειμένου.

Είναι σαφές λοιπόν ότι ο δείκτης που μπαίνει στον τύπο είναι ο δείκτης
διάθλασης του νερού, nνερό.

(6)

δ1
Για την τελευταία άσκηση μας ζητείται να βρούμε τον λόγο (I ), όπου δ1 η
δ2
διακριτική ικανότητα του μικροσκοπίου όταν χρησιμοποιείται ορατό φως με μήκος
κύματος λ 1=500 nm και δ2 το διακριτικό όριο του μικροσκοπίου όταν
χρησιμοποιείται φως με μήκος κύματος λ 2=300 nm. Η διακριτική ικανότητα δίνεται
από την εξίσωση (7):

Σελίδα 9 από 10
1
δ=
R

Κάνοντας αντικατάσταση στον λόγο (Ι) παίρνουμε:

1 λ2
0.61
δ1 R 1 R 2 Α λ 2 300 nm 3
= = = = = = =0.6
δ2 1 R 1 λ1 λ 1 500 nm 5
0.61
R2 Α

Σελίδα 10 από 10

You might also like