You are on page 1of 3

Έγώ είμι ή άμπελος ή άληθινή, καί ό πατήρ μου ό

γεωργός έστι. πάν κλήμα έν εμΥμή φέρον καρπόν, αίρει


αύτό, 1€ai πάν τό καρπόν φέρον, καθαίρει αύτό, ίνα
πλείονα καρπόν φέρη. ήδη καθαροί έστε διά τόν λόγον δν
λελάληκα μμ!γ. μείνατε έν έμοί κάγώ έν καθώς τό
κλήμα ού δύναται καρπόν φέρειν άφ' έαυτού, έάν μή
μείνη έν τή άμπέλφ, ούτως ούδέ ύμεϊς, έάν μή έν μείνητε.
εΔμιή άμπελος, ύμετά κλήματα. ό μένων έν κάγώ έν
αύτΦ, φέρει καρπόν πολύν, ότι δύνασθε ποιείν ούδέν. έάν
μή τις μείνη έν βμρ!, έβλήθη έξω ώς τό κλήμα καλ
έξηράνθη, καϊ συνάγουσιν αύτά Kai είς τό πύρ βάλλουσι,
καλ καίεται.
Ιωάννης (ιε' \ ιε' 6)

You might also like