You are on page 1of 10

Νίκος Σταμάτης: «Το υπέρτατο νόημα της δόξας.

Οι Ολυμπιακοί Αγώνες στο φως της


πινδαρικής ποίησης. Οι δεκατέσσερις Ολυμπιόνικοι ύμνοι του Πινδάρου στο πρωτότυπο και σε
σύγχρονη απόδοση». Εκδόσεις Καστανιώτη, 2004, σελ. 264

Παρά τους Ολυμπιακούς, που τόσο τους ύμνησε, το όνομα του Πινδάρου δεν ακούστηκε πολύ
τις μέρες που η Ελλάδα τελούσε τους Αγώνες και υποδεχόταν τους αθλητές του κόσμου. Και
σωστά. Αλλες αξίες (και όχι μόνο αθλητικού περιεχομένου) ύμνησε ο γεννημένος στη Θήβα
κορυφαίος χορικός ποιητής (518 ή 522-438 π.Χ.), άλλα ιδεώδη επιχείρησε να απαθανατίσει,
προσδοκώντας ότι θα νικήσει το χρόνο με τις λέξεις του, παρότι γνώριζε, όπως φανερώνει ο
δεύτερος Ολυμπιόνικός του, ότι «Χρόνος ο πάντων πατήρ» – ούτε ο πόλεμος του Ηράκλειτου
ούτε πάλι ο Δίας των επών, κι ας πρόφτασε να τιμήσει ο ποιητής σχεδόν μονοθεϊστικά τον
ηγεμόνα του δωδεκαθέου.

Προφήτης

Είναι πολύ δύσκολη για τη σημερινή ακοή η ποίηση του Πινδάρου, κι όχι μονάχα επειδή λείπει ο
αυλός, η λύρα κι ο χορός, επειδή δηλαδή από το ακρόαμα μετατοπιστήκαμε στο ανάγνωσμα, το
οποίο, ειδικά με τον Πίνδαρο, προϋποθέτει την ύπαρξη εκτενούς υπομνηματισμού, ώστε κάπως
να διαυγαστούν περιοχές του λόγου του που εμφανίζονται σκοτεινές στην πρώτη θέα. Την
προσοικείωσή της τη δυσχεραίνει ο ιεροφαντικός της τόνος (ο Ησίοδος αυτοπροσδιορίζεται ως
μάντης, προφήτης ή κήρυκας και θεράπων των θεών), οι μεταπτώσεις και τα άλματα από το
μύθο στην ιστορία και από τη διδαχή στο εγκώμιο, το ύφος της («επιβλητικό και εμπλουτισμένο
με τολμηρές μεταφορές, απροσδόκητες εικόνες, εντυπωσιακά υπερβατά, νεόκοπα άπαξ επίθετα,
ετυμολογικά παιγνίδια, ποικίλα ρητορικά σχήματα», κατά τον Δανιήλ I. Ιακώβ).

Τη δυσχεραίνει την προσοικείωση αυτή η πεποιημένη γλώσσα της πινδαρικής ποίησης


(«αρχαϊκή, επισημότυπη, άφθονη σε συνώνυμα, υπεροπτική, αναζητώντας στη λέξη την
έκπληξη, την επιβολή, το βάρος, τον όγκο», κατά τη γνώμη του Παναγή Λεκατσά), η
αυστηρότατη δομή της, το ίδιο το κατακτημένο ύψος της εν τέλει, που την άφησε ορφανή από
άξιους διαδόχους και συνεχιστές. Αλλωστε ο Πίνδαρος με την «εγώπαθη αγερωχία» του δεν
επέτρεπε σε κανέναν να θρέψει ψευδαισθήσεις ισοτιμίας ή κληρονομίας: στον Επίλογο του 2ου
Ολυμπιόνικου παρομοιάζει τον «από φυσικού του σοφό» εαυτό του με τον «θείον όρνιχα Διός»,
τον αετό, τους δε ποιητικούς του αντιπάλους στην αυλή των τυράννων της Σικελίας (τον
Βακχυλίδη και τον Σιμωνίδη, όπως υπέθεσαν οι αρχαίοι σχολιαστές) με λυσσασμένα κοράκια.
Σωστά το λέει ο Λεκατσάς και πάλι: «O Πίνδαρος είναι η ακρότερη κορυφή που έφτασε η
Λυρική των Ελλήνων, είναι από τους μεγάλους, οριστικούς ποιητές» – και πόσους ποιητές
μπορούμε άραγε να τους χαρακτηρίσουμε «οριστικούς»; Τόσο «οριστικός» που τουλάχιστον σε
ορισμένους να φαίνεται και ποιητικά αδιάφορος – στον Βολταίρο, ας πούμε, που είχε εκφράσει
και στιχουργημένη την αντίρρησή του, με τον τρόπο της υπερβολής: «Εβγα απ’ τον τάφο σου,
θείε Πίνδαρε […] συ που έχεις την ικανότητα / να λες πολλά, χωρίς να λες τίποτα, / και όμως
πρέπει πάντα να σε θαυμάζουμε».

Υπόδειγμα αρμονίας

Οσα εμπόδια προβληματίζουν την ανάγνωση του πινδαρικού έργου, που από τον Διονύσιο τον
Αλικαρνασσέα θεωρήθηκε τέλειο υπόδειγμα της «αυστηράς αρμονίας» (αντίστοιχός του στον
πεζό λόγο κρίθηκε ο Θουκυδίδης), τόσα υψώνονται και ανάμεσα σ’ αυτό και στη σκοπούμενη
μετάφρασή του. Ισως όλα τούτα λειτούργησαν αποθαρρυντικά στο πέρασμα των χρόνων, κι
έτσι, αν δεν πέφτω έξω, οι μεταφραστικές δοκιμές με αντικείμενο τις πινδαρικές ωδές είναι
αξιοσημείωτα λιγότερες από τις μεταφράσεις του Ομήρου, των τραγικών ή του Αριστοφάνη και
δεν περιλαμβάνουν πάντοτε το σύνολο των επινίκων του.

Καλοδεχούμενη λοιπόν, ούτως η άλλως, η νέα μετάφραση των 14 Ολυμπιόνικων από τον
Πατρινό ποιητή και συγγραφέα Νίκο Σταμάτη (Στάμη), που έρχεται να μας θυμίσει τα
παλαιότερα εγχειρήματα, του Ιωάννη Γρυπάρη, του Θρασύβουλου Σταύρου, οπωσδήποτε του
Λεκατσά (όπου η μεν εισαγωγή έχει ακόμα πολλά να πει, η δε επιλογή μεταφραστικού
ιδιώματος, ενός πεποιημένου δημοτικού ιδιώματος που δεν μιλήθηκε ποτέ, μας φέρνει από έναν
ενδιαφέροντα παράδρομο κοντά στην πινδαρική «κατασκευή»), του Βασίλη Λαζανά.

Κάθε μεταφραστική απόπειρα δεν μπορεί να μη συμπεριλάβει στα «δεδομένα» της δύο τινά, που
φοβίζουν παρότι είναι εντελώς διαφορετική η λογική τους: Το πρώτο, για να τα πω σχηματικά
και με το ενδεχόμενο της αδικίας, είναι η «πεποίθηση των ποιητών» για το ύψος του Πινδάρου,
συνοψισμένη και από τον Οράτιο: «Με τον Πίνδαρο όποιος παραβγαίνει, / με κερόδετες πέτεται
Δαιδάλου / φτερούγες, στον κρουστάλλινο τον πόντο / να δώσει τ΄ όνομά του. // Από βουνό πώς
πόταμος, τις όχτες / που καβαλά από μπόρες, κατεβαίνει, / έτσι βράζει κι απέριορος ο Πίνδαρος /
βαθύστομος κυλάει». Το δεύτερο είναι η «επιφύλαξη των γραμματικών», και μάλιστα
σπουδαίων γραμματικών, όπως ο I. Θ. Κακριδής, που σημείωνε στο έργο του «Από τον κόσμο
των αρχαίων», στον τρίτο τόμο με θέμα της την αρχαία λυρική ποίηση: «O μορφωμένος
Ελληνας σήμερα που του λείπουν οι ειδικές φιλολογικές γνώσεις, όταν δοκιμάζει να διαβάσει
τον ποιητή από τις μεταφράσεις του Γρυπάρη, του Λεκατσά και του Θρασύβουλου Σταύρου -
καλύτερες δεν έχουμε- φοβούμαι πως αν δεν ντραπεί να διαφωνήσει με τη γενική γνώμη πως ο
Πίνδαρος είναι ένας από τους μεγαλύτερους λυρικούς του κόσμου και αποφασίσει να πει
καθαρά τη γνώμη του, θα συμφωνήσει με τον Βολταίρο: Δεν καταλαβαίνω τίποτε! Από πού κι
ώς πού η δόξα του Πινδάρου; O τρόπος που είναι σήμερα οργανωμένο το μυαλό μας δύσκολα
μας επιτρέπει να μπούμε στον τρόπο που ο Πίνδαρος ξεδιπλώνει το στοχασμό του».

Ο Πίνδαρος βέβαια δεν έχει -και δεν μπορεί πια- να απολογηθεί για τίποτε ή να εξηγήσει. Πολλά
θα μπορούσε να μας πει και να μας εξηγήσει ο Κάλβος, αλλά δεν συχνάζει πια κι αυτός στην
ελληνική ποίηση. Εν πάση περιπτώσει, μια νέα μετάφραση ενός παλαιού ποιητικού σώματος
λειτουργεί και σαν μια επιπλέον υπεράσπισή του -αν όντως χρειάζεται υπεράσπιση-, είτε λύνει
προβλήματα και απαντά σε λογοτεχνικού χαρακτήρα απορίες είτε όχι, είτε τελεσφορεί είτε μένει
στα μισά του δρόμου, που κι αυτά είναι πολλά. Ερμηνευτικά ή άλλα, φιλολογικού τύπου
προβλήματα, δεν λύνει η δουλειά του Νίκου Σταμάτη, και δεν είναι αυτός ο ρητός στόχος της.
Αλλωστε η επιλογή να μεταφραστούν αποκλειστικά οι Ολυμπιόνικοι, εναρμονισμένη με το
γενικότερο ολυμπιακό κλίμα, στενεύει κάπως και τον ορίζοντα του μεταφραστή, ο οποίος στο
εισαγωγικό του κείμενο κινείται σε μια υπερασπιστική λογική εν σχέσει με τις «αξίες του
Ολυμπισμού» (ακόμη και στην εποχή του Πινδάρου οι αξίες αυτές δεν ήταν άμοιρες
αναξιότητας, και δεν μπορούμε να γνωρίζουμε αν η δική του κατάφαση οφειλόταν στις
αριστοκρατικές ιδέες του μόνο ή και στο γεγονός ότι οι ύμνοι γράφονταν επ’ αμοιβή, κατόπιν
παραγγελίας).

Το «μέγα τραύμα»
Η ίδια, μάλλον περιττή, υπερασπιστική λογική διακρίνει την Εισαγωγή του μεταφραστή και
όσον αφορά το «μέγα τραύμα» του Πινδάρου, δηλαδή τα βασίμως (κατά τους γραμματικούς και
πάλι) πιθανολογούμενα φιλομηδικά αισθήματά του, απόρροια και της θηβαϊκής καταγωγής του.
Οπωσδήποτε ο Πίνδαρος ύμνησε μετά τους Ελληνοπερσικούς πολέμους το «δαιμόνιον
πτολίεθρον» της Αθήνας, της «Ελλάδος έρεισμα», και τους πολίτες της που «εβάλοντο φαενάν
κρηπίδ’ ελευθερίας». Είχε προλάβει ωστόσο, με ένα «υπόρχημά του», να υμνήσει τα αγαθά της
ειρήνης, η οποία όμως, όπως είχαν τότε τα πράγματα, σήμαινε συμβιβασμό και αποδοχή των
εισβολέων. Ας παραπέμψω, άλλη μια φορά, στον Λεκατσά: «Οσοι από τους υστερότερους, με
πρώτο τον Πολύβιο, κατηγορούνε τον Πίνδαρο για τη στάση του στα Μηδικά, έχουν τόσο άδικο,
όσο κι εκείνοι που επιχειρούν να τον υπερασπίσουν. Οι ελληνικές πολιτείες ήταν χωριστά
κράτη, με λιγοστά συμφέροντα κοινά και με πάρα πολλά εναντιωμένα. H εθνική συνείδηση
αρχίζει να σχηματίζεται ύστερα από τη νίκη των Ελλήνων».

Φιλότιμη και τίμια η μεταφραστική δουλειά του Νίκου Σταμάτη, εμπλουτισμένη με ωφέλιμο
σχολιασμό, μεταφέρει στην οικεία δημοτική, χωρίς ποιητικισμούς και χωρίς σοβαρές απώλειες
(όποιες επιφυλάξεις κι αν θα είχε κάποιος για συγκεκριμένες επιλογές), την «ιστορία» που
συνθέτει κάθε ύμνος και τα νοήματά του, όπως σμιλεύονται σε γνωμικούς στίχους. O
αναλυτικός μεταφραστικός λόγος εντούτοις, όσο κι αν φαντάζει υποχρεωτικός, δεν κατορθώνει
πάντοτε να πείσει για την ποιητική του ισχύ, είτε αυτοτελώς τον δούμε είτε σε συνάρτηση με το
«οριστικό» πρωτότυπο.

…………..

Αφιερωμένη στους «Ολυμπιόνικους Ύμνους» του Πινδάρου, μέσα από το βιβλίο του ποιητή
Νίκου Σταμάτη, «Το Υπέρτατο Νόημα της Δόξας - Οι Ολυμπιακοί Αγώνες στο Φως της
Πινδαρικής Ποίησης», είναι η εκδήλωση, που πραγματοποιείται στο Θέατρο του Ιδρύματος
Μιχάλης Κακογιάννης, την Πέμπτη 7 Ιουλίου, στις 8.30 το βράδυ.

Με ελεύθερη είσοδο (απαραίτητη η κράτηση θέσεων, θα τηρηθεί σειρά προτεραιότητας), η


εκδήλωση τελεί υπό την αιγίδα του Υπουργείου Εξωτερικών και συνδιοργανώνεται από την
Ηρώ Νικολακέα, τον Ανδρέα Τσολοδήμο, το Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης και την Οργάνωση
Πλέον.

Οι «Ολυμπιόνικοι του Πινδάρου» είναι ένα ποιητικό έργο της παγκόσμιας πολιτιστικής
κληρονομιάς, που αναδεικνύει το μοναδικό πνεύμα των Ολυμπιακών Αγώνων. Υμνώντας τις
νίκες των Ολυμπιονικών, ο Πίνδαρος αναφέρεται στην ουσία των αξιών του ελληνικού
πολιτισμού, στην προσπάθεια για αυτοδημιουργία και αυτοπροσδιορισμό του ανθρώπου. Εδώ,
για πρώτη φορά, ο άνθρωπος αναλαμβάνει την ευθύνη της ιστορικής του υπόστασης, με τη
λογική, τη βούληση και τη δύναμή του.

Αυτές τις αξίες αναδεικνύουν τα δεκατέσσερα ανατρεπτικά κείμενα του Νίκου Σταμάτη, η
απόδοση των Ωδών στη νέα ελληνική γλώσσα, καθώς και η μετάφρασή τους στα πορτογαλικά
από τον Βραζιλιάνο ελληνιστή Theo de Borba Moosburger, σε αντιπαράθεση με το πρωτότυπο
αρχαίο κείμενο.
Σκοπός της εκδήλωσης είναι η παρουσίαση του βιβλίου «Το Yπέρτατο Νόημα της Δόξας - Οι
Ολυμπιακοί Αγώνες στο Φως της Πινδαρικής Ποίησης», με την ευκαιρία των Ολυμπιακών
Αγώνων του 2016, στο Ρίο ντε Τζανέιρο της Βραζιλίας. Το βιβλίο θα παραδοθεί από εκπρόσωπο
του υπουργείου Εξωτερικών της Ελλάδας στον πολιτιστικό ακόλουθο της πρεσβείας της
Βραζιλίας στην Αθήνα.

Στην εκδήλωση, θα συμμετάσχουν Έλληνες Ολυμπιονίκες, οι οποίοι θα απαγγείλουν Ύμνους


του Πινδάρου, υπό την εποπτεία της αναπληρώτριας Καθηγήτριας του τμήματος Θεατρικών
Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών, κας Ευανθίας Στιβανάκη. Ο διεθνούς φήμης συνθέτης
Φοίβος Βαλαχής θα παίξει στο πιάνο συνθέσεις του αφιερωμένες στο πνεύμα της εκδήλωσης,
συνοδευόμενος από καλλιτέχνες της Εθνικής Λυρικής Σκηνής.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Ο Πίνδαρος είναι αναμφισβήτητα ο λαμπρότερος χορικός λυρικός ποιητής της αρχαιότητας.


Γεννήθηκε στις Κυνός Κεφαλές της Βοιωτίας (πολύ κοντά στη Θήβα) το 518 π.Χ., επτά χρόνια
περίπου μετά τη γέννηση του Αισχύλου στην Αθήνα. Δεν γνωρίζουμε πολλά για τους γονείς του
αλλά ο ίδιος επαίρεται για την ένδοξη και αριστοκρατική γενιά του, τους Αιγείδες που πρέπει να
είχαν δεσμούς με τη Σπάρτη, τη Θήρα και την Κυρήνη. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν διάφορα
ανέκδοτα σχετικά με την ποιητική του μεγαλοφυΐα που εκδηλώθηκε από ενωρίς. Έτσι λ.χ., σε
μια αρχαία βιογραφία του διαβάζουμε πως παιδί ακόμη, καθώς κυνηγούσε στον Ελικώνα,
κουράστηκε και έπεσε και αποκοιμήθηκε. Τότε εκεί που κοιμόταν ένα μελίσσι κάθισε στο στόμα
του και έφτιαξε μια κερήθρα, ένδειξη πως από το στόμα του Πινδάρου θα ρέει λόγος
μελίρρυτος. Πάντως τα πρώτα ποιητικά μαθήματα τα πήρε από το θείο του τον Σκοπελίνο, αλλά
η κύρια εκπαίδευσή του έγινε στην Αθήνα, μια πόλη με την οποία συνδέθηκε πολύ στενά,
μολονότι οι σχέσεις των Αθηναίων με τους Θηβαίους δεν ήταν πάντοτε ιδανικές. Σύμφωνα με
ένα άλλο ανέκδοτο, οι Θηβαίοι επέβαλαν στον Πίνδαρο ένα αρκετά υψηλό χρηματικό πρόστιμο
επειδή συνέθεσε έναν επαινετικό διθύραμβο για την Αθήνα. Ο μηδισμός των Θηβών στα χρόνια
των Περσικών πολέμων πρέπει να υπήρξε οδυνηρό γεγονός για έναν ποιητή που εξεθείαζε σε
όλη τη ζωή του την πολεμική αρετή και τις αγωνιστικές και ηρωικές αξίες. Ίσως αυτό να ήταν
και η αιτία για την οποία ο ολιγαρχικός Πίνδαρος έζησε κάποιο διάστημα στην αυλή του
διάσημου τυράννου των Συρακουσών και Μαικήνα της εποχής, Ιέρωνα. Ασχολήθηκε με την
ποίηση πάνω από μισόν αιώνα. Η πρώτη ωδή του, ο 10ος Πυθιόνικος, γράφτηκε το 498 π.Χ.,
όταν ήταν είκοσι χρονών και η τελευταία, ο 8ος Πυθιόνικος, το 446 π.Χ. Τις ωραιότερες ωδές
του τις συνέθεσε στις δεκαετίες 480-460 π.Χ. Πέθανε στο Άργος σε ηλικία 80 χρόνων.

            Η αρχαιότητα είχε κατατάξει το σύνολο του πινδαρικού έργου σε 17 βιβλία, δηλ. σε 17
παπύρινους κυλίνδρους που περιελάμβαναν όλα σχεδόν τα είδη της χορικής ποιήσεως: ύμνους,
παιάνες, διθυράμβους, θρήνους, εγκώμια, παρθένεια (χορικά άσματα για παρθένες, που
εκτελούνταν από χορό παρθένων), προσόδια, υπορχήματα και Επινίκους (σε 4 βιβλία). Οι
Επίνικοι είναι οι περίφημες ωδές που γράφτηκαν, ύστερα από παραγγελία, για να τιμηθεί η νίκη
περιώνυμων αθλητών στους πανελλήνιους αγώνες στην Ολυμπία, στους Δελφούς, στον Ισθμό,
και τη Νεμέα. Από όλον αυτόν τον όγκο της πινδαρικής παραγωγής διασώζονται ακέραιοι 44
Επίνικοι: 14 Ολυμπιόνικοι, 12 Πυθιόνικοι, 11 Νεμεόνικοι και 7 Ισθμιόνικοι. Από το υπόλοιπο
έργο διαθέτουμε μόνο αποσπάσματα. Σώζονται επίσης και αρκετά Σχόλια στους Επίνικους. Η
διάσωση των Επίνικων οφείλεται σε λόγους εκπαιδευτικούς. Κάποια στιγμή (γύρω στον 2ο μ.Χ.
αγώνα) μεταγράφονται τα τέσσερα βιβλία των Επίνικων σε έναν κώδικα για ευκολότερη
σχολική χρήση.

           Το χορικό λυρικό άσμα -που ο Πίνδαρος υπηρετεί αριστουργηματικά- φτάνει στην ακμή
του το πρώτο μισό του 5ου αγώνα. Αντίθετα το μονωδικό λυρικό άσμα, όπως αναπτύχθηκε από
τη Σαπφώ, τον Αλκαίο, τον Ίβυκο κ.ά., ακμάζει μέσα στον 6ο αιώνα. Η μεγάλη ανάπτυξη του
χορικού άσματος την εποχή αυτή σχετίζεται προφανώς με τις κοσμοϊστορικές αλλαγές που
αρχίζουν να συντελούνται προς το τέλος του 6ου αιώνα. Με την κατίσχυση του θεσμού της
πόλης και της δημοκρατίας, με τη συνακόλουθη εκλάμπρυνση των μεγάλων δημόσιων
αθηναϊκών εορτών, των Παναθηναίων και των Διονυσίων, με τις πατριωτικές νίκες εναντίον των
Περσών, όπως και με την άνοδο ισχυρών αρχόντων στη Σικελία. Υμνοι, παιάνες, διθύραμβοι,
παρθένεια εκτελούνταν σε δημόσιες γιορτές, τοπικές ή πανελλήνιες, στις αυλές μεγάλων
δωρητών, σε οίκους καλλιεργημένων τυράννων που προστάτευαν και ενεθάρρυναν αυτές τις
πρωτοβουλίες. Είναι η εποχή κατά την οποία οι πλούσιοι και καλλιεργημένοι προστάτες της
ποίησης παραγγέλνουν σε ποιητές εγκώμια, θρήνους, γαμήλια τραγούδια (υμέναιοι) και κυρίως
επινίκιες ωδές. Επί πληρωμή, φυσικά. Πολλά λέγονται για τις απολαβές του Πινδάρου και τη
φιλαργυρία του. Τα περισσότερα είναι άδικα, όμως δεν πρέπει να μας διαφύγει η φανερή
οικονομική συναλλαγή που υπάρχει ανάμεσα στον παραγγελιοδότη μιας εγκωμιαστικής ωδής
και στον ποιητή που αναλαμβάνει τη σύνθεση αυτής της ωδής.

Ο ίδιος ο Πίνδαρος ουδέποτε απέκρυψε αυτή τη δραστηριότητα που προφανώς ήταν κοινωνικά
καθιερωμένη και αποδεκτή και από τους πλούσιους παραγγελιοδότες και από τους ποιητές.
Όμως θα ήταν λάθος μας (βαρημένοι από τα ήθη της εποχής μας) να υποπέσουμε στο αμάρτημα
της κακογλωσσιάς, προβάλλοντας μάλιστα τη δήθεν πνευματική και καλλιτεχνική μας
ανιδιοτέλεια. Άμποτες να υπήρχαν και σήμερα τόσο άξιοι δημιουργοί και τόσο ανοιχτόμυαλοι
παραγγελιοδότες, ώστε οι πρώτοι να καλλιεργούν με άνεση την τέχνη τους και οι δεύτεροι να
την αποτιμούν όσο πρέπει. Η μεγάλη διαφορά ανάμεσα στις σημερινές χορηγίες (ακόμη και όταν
η όποια χορηγία είναι καλοπροαίρετη και η επιχορηγούμενη τέχνη άξια) και στη Μούσα του
Πινδάρου που συμφωνεί να δίδει τη φωνή της «με ασημωμένη γλώσσα» (Μοίσα, το δε τεόν, ει
μισθοίο συνέθευ παρέχειν φωνήν υπάργυρον, 11ος Πυθ., 41-2), έγκειται σε ένα απλό γεγονός
που συχνά μας διαφεύγει. Η πινδαρική ποιητική «συναλλαγή» έχει να κάνει με την αξία και τη
λειτουργία της ποιήσεως ως αναγνωρισμένου κοινωνικού αγαθού, ως πολύτιμου πνευματικού
και κοινωνικού προϊόντος. Η ποίηση δεν είναι ένα περιττό ή άχρηστο προϊόν που παράγεται
χωρίς να καταναλώνεται. Έχει ονομαστική αξία πάνω στην οποία ο παραγγελιοδότης μπορεί να
επενδύσει όχι μόνο για τώρα αλλά κυρίως για το μέλλον. Η άποψη που επικρατεί είναι πως ο
πλούτος δεν πρέπει να σωρεύεται, αλλά να επενδύεται στην υστεροφημία. Στον 1ο Πυθιόνικο ο
Πίνδαρος προτρέπει τον Ιέρωνα, που έχει νικήσει στην αρματοδρομία, να δαπανήσει απλόχερα,
αν θέλει να διατηρηθεί η φήμη και η δόξα του στο μέλλον (91 κκ.).

Ο Πίνδαρος αναφέρεται επανειλημμένως στην αξία της ποιήσεώς του και φαίνεται απόλυτα
βέβαιος πως οι άνθρωποι θα τον διαβάζουν εσαεί. Δεν έπεσε έξω. Αυτή όμως η ποιητική
αθανασία σημαίνει πως και το κλέος των ανυμνούμενων αθλητών θα μείνει στους αιώνες. Τα
αγάλματα χάνονται, τα υλικά μνημεία καταστρέφονται, η ποίηση παραμένει πάντα δραστήρια
και ζωντανή. Δεν πίνει από το ποτάμι της Λήθης. Ποιοι νικητές των σύγχρονων Ολυμπιακών
Αγώνων μπορούν άραγε, πέρα από την τυπική καταγραφή των επιδόσεών τους (record), να
επαίρονται για αθανασία μνημειωμένη μέσα σε στίχους αθάνατους;
Ομως για να μνημειωθεί κάθε Επίνικος και μέσα από αυτόν να απαθανατισθεί ο ευγενικός
νικητής (στο άρμα, στο δρόμο, στην πάλη, στην πυγμαχία, στο πένταθλον και όπου άλλού) ο
ποιητής της ωδής, ο Πίνδαρος εν προκειμένω, πέρα από την αρωγή των Μουσών, θα χρειασθεί
να επιστρατεύσει το ποιητικό του δαιμόνιο, τη μεγαλοσύνη του πνεύματός του, όπως λέει ο
Λογγίνος, αναφερόμενος στον ποιητή. Προκειμένου λοιπόν να διατηρηθεί ένας Επίνικος στην
αιωνιότητα, ο ποιητής πρέπει να ακολουθήσει κάποιους κανόνες που επιβάλλει η παράδοση της
τέχνης του. Η αρχαία ελληνική ποίηση, και η αρχαία ελληνική τέχνη γενικότερα, είναι προϊόν
ενός συνδυσμού: στηρίζεται σε ένα παραδεδομένο «πρόγραμμα» που ο καλλιτέχνης και ο
ποιητής οφείλουν να το ανατρέπουν κάθε στιγμή. Ο δημιουργός οφείλει να ακολουθεί μια σειρά
από παραδοσιακές φόρμες, ταυτόχρονα όμως οφείλει να τις ανατρέπει και να τις υπερβαίνει. Ο
Επίνικος λ.χ. στηρίζεται σε ένα ακατάλυτο σχέδιο, σε ένα βασικό τριμερές σχήμα: αρχίζει με τον
έπαινο του νικητή, διαφεύγει στη συνέχεια στο μυθικό παρελθόν, συναφές με την οικογένεια του
τιμωμένου, και ύστερα επανέρχεται στο παρόν και επαναλαμβάνει τον έπαινο. Αυτό το σχήμα
τώρα-τότε-τώρα, έπαινος-μύθος-έπαινος εμφανίζεται στον Πίνδαρο αλλά πάντοτε σε ποικιλία
παραλλαγών. Μια πινδαρική ωδή είναι σαν μια μουσική συμφωνία όπου ο συνθέτης ακολουθεί
την παραδεδομένη συμφωνική μορφή, αλλά την ίδια στιγμή την εμπλουτίζει με αλλεπάλληλες
παραλλαγές.

           Αυτή η ιδιάζουσα συσσώρευση ποικίλων θεματικών στοιχείων μέσα σε μια πινδαρική
ωδή δημιουργεί συχνά προβλήματα ερμηνείας. Το κυριότερο, κάνει την ωδή να φαίνεται, εκ
πρώτης όψεως, πως δεν έχει ενότητα. Ακριβώς αυτή η αναζήτηση ενότητας σε μια πινδαρική
ωδή υπήρξε χρόνια το κύριο μέλημα των πινδαριστών. Αλλοι βρίσκουν ενότητα στο
περιεχόμενο της ωδής καθώς διακρίνουν «μια κεντρική ενοποιούσα σκέψη (Grundgedanke) ή
μια ιδέα», άλλοι βασίζονται σε εξωτερικά κριτήρια, σε μια σειρά από τυπικές («λογοτυπικές»)
συμβάσεις που διέπουν μια ωδή. Ωστόσο «ο πινδαρικός Επίνικος», γράφει ο Charles Segal, ένας
από τους ευφυέστερους μελετητές του Πινδάρου, «είναι κάτι παραπάνω από μια προσεκτικά
δομημένη αλληλουχία εγκωμιαστικών μοτίβων. Παρόλο που κάνει σαφώς χρήση λογοτυπικών
αλληλουχιών και παραδοσιακών θεμάτων και εκφράσεων, η ενότητά του είναι πιο πολύ
οργανική παρά μηχανική. Η πρόοδος της σκέψης κι η σημασία σε μια ωδή βασίζεται όχι απλώς
στο "οριζόντιο" γραμμικό ξεδίπλωμα μερικών προγραμματικών θεμάτων, αλλά επίσης σε μια
"κάθετη", μεταφορική συσχέτιση εικόνων και συμβόλων κι έναν παραλληλισμό μεταξύ
μεταφοράς και πραγματικότητας, μύθου και ιστορικού παρόντος»[2].

           Σε τούτο το πυκνοϋφασμένο κείμενο ενός Επίνικου πολλά και φαινομενικά ετερόκλιτα
στοιχεία συνείρονται και δημιουργούν το απόλυτο, το ολοκληρωτικό κείμενο. Τίποτε δεν είναι
τυχαίο ή περιττό. Ο εγκωμιαζόμενος ήρωας εντάσσεται όχι μόνο στην κοινότητα που τον
γέννησε, αλλά και σε ένα μυθικό σύστημα. Δεν εμφανίζεται μόνο ως άτομο αλλά και ως μέλος
της τρέχουσας ιστορίας, ζει και στον παρόντα και στον παρελθόντα χρόνο, είναι ο λατρεμένος
των θεών αλλά την ίδια στιγμή αποτελεί στόχο διαβολής και φθόνου. Εν κατακλείδι, όλα αυτά
τα στοιχεία που συνιστούν μια πινδαρική ωδή (γλώσσα, μέτρο, εικόνες και μεταφορές, ιδέες,
ιστορικές αναφορές, φύση, τέχνη, πολιτισμικά στοιχεία, ανθρώπινος πλούτος και δύναμη
πολιτική, μυθολογία και θεολογία, γνωμική γενίκευση και ειδική λεπτομέρεια κ.λπ.) ορίζουν και
προβάλλουν το απόλυτο ιδεώδες. Ωστόσο, πρέπει να τονίσουμε ότι ο Πίνδαρος δεν εξυμνεί μέσα
από τους Επίνικους και ειδικότερα μέσα από τους δεκατέσσερις Ολυμπιόνικους ένα αφηρημένο
«ιδεώδες». Τουναντίον, με αφορμή κάποιο συγκεκριμένο πρόσωπο συστήνει και προβάλλει την
αίσθηση μιας ακατάλυτης ηρωικής ηθικής την οποία ο τιμώμενος νικητής φέρει ή οφείλει να
φέρει.

Μολονότι, όπως αναφέραμε παραπάνω, ο Πίνδαρος διασώθηκε για λόγους σχολικούς σήμερα
ελάχιστα διδάσκεται στα σχολεία μας. Μολονότι ο ποιητής είναι φορτωμένος με τεράστια φήμη
πολύ λίγοι είναι εκείνοι πού τον γνωρίζουν όπως θα έπρεπε. Είναι πολύ πιθανόν πως αυτή η
άγνοια των Ελλήνων για τον Πίνδαρο οφείλεται στον απρόσιτο, σχεδόν σκοτεινό, ειδικά για
τους αμύητους, ποιητικό λόγο του, στην περίτεχνη και πεποικιλμένη σύνθεση των ωδών του και
στη βαθύτατη και συνάμα αντισυμβατική σκέψη του. Είναι αλήθεια επίσης ότι, γενικά μιλώντας,
ο Πίνδαρος κακοτύχησε στις νεοελληνικές μεταφράσεις του. Ελπίζουμε, συνεπώς, πως η
πρωτοβουλία της «Εταιρείας Συγγραφέων» να παρουσιάσει τους Ολυμπιόνικους σε σύγχρονες
μεταφράσεις και μάλιστα από δεκατέσσερις διαφορετικούς μεταφραστές θα συντελέσει ώστε ο
διάσημος πλην άγνωστος Ποιητής να γίνει περισσότερο οικείος στο ελληνικό αναγνωστικό
κοινό[3].

ΟΛΥΜΠΙΟΝΙΚΟΣ 1ος Στον Ιέρωνα τον Συρακούσιο, νικητή στους ιππικούς αγώνες (476
π.Χ.) Το μυθικό βάθος προσδίδει στον τιμώμενο «σύγχρονο» ολυμπιονίκη την αίγλη της διαχρονίας
της αρετής και της βέβαιης διαιώνισης της φήμης. Εκείνο, όμως που φρεσκάρει θαυμαστά τη
σταθερή αυτή ποιητική μέθοδο στη συγκεκριμένη σύνθεση είναι ο τρόπος με τον οποίο ο Πίνδαρος
παρεμβαίνει ευθέως στο μύθο και μετατρέπει μια ιστορία αγριότητας και κανιβαλισμού σε ιστορία
έρωτα. Το τίμημα του έρωτα είναι αναπόφευκτα ο θάνατος και για την ακρίβεια η θνητότητα,
παρηγορία δε για τη θνητότητα η δόξα της νίκης. Το μυθικό τότε γίνεται έτσι ολοζώντανο τώρα όχι
μέσα από τα καθέκαστα του μύθου αλλά μέσα από την ανθρώπινη συνθήκη που τον γεννά.
Εννοείται ότι η μετάφραση προσπάθησε να μην πνιγεί στα φιλολογικά της προαπαιτούμενα αλλά να
σώσει κάτι από τη χαρά του πνεύματος του έργου.

Όποιος ελπίζεινα κάνει λάθη που ξεφεύγουν του θεού, αυτός σφάλλει.

ΟΛΥΜΠΙΟΝΙΚΟΣ 2ος Στον Θήρωνα τον Ακραγαντίνο, νικητή στο άρμα (476 π.Χ.) Όσοι πιστά τον
όρκο τους κρατούνθ’ αξιωθούν αδάκρυτη ζωήπλάι στους τιμημένουςθρόνους των θεών.

Όταν μοχθείς για το σκοπό σουη νίκη λησμονεί τον κάματο.

Όταν ντυθεί τις αρετές ο πλούτοςθα΄ ρθεί στην ώρα του το κέρδοςκαι για τούτο και για τ’ άλλο

διώχνοντας το σκότοςαστέρι πάμφωτο κι άδολο φως.


ΟΛΥΜΠΙΟΝΙΚΟΣ 3ος Στον Θήρωνα τον Ακραγαντίνο, νικητή στην αρματοδρομία (476 π.Χ.).
Εγκώμιο για την εορτή των Θεοξενίων.

ΟΛΥΜΠΙΟΝΙΚΟΣ 4ος Στον Ψαύμη τον Καμαριναίο, νικητή στην αρματοδρομία (452 π.Χ.)

ΟΛΥΜΠΙΟΝΙΚΟΣ 5ος Για τον Ψαύμη που καταγόταν απ’ την Καμάρινα και νίκησε σε αγώνα
αμαξοδρομίας (448 π.Χ.)

ΟΛΥΜΠΙΟΝΙΚΟΣ 6ος Τοῦ Ἀγησία τοῦ Συρακούσιου νικητῆ στήν ἀπήνη (468 π.Χ.)

ΟΛΥΜΠΙΟΝΙΚΟΣ 7ος Στον Ρόδιο Διαγόρα, νικητή στην πυγμαχία (468 π.Χ.) ἡ ὠδή αὐτή εἶχε χαραχθεῖ μέ
χρυσά γράμματα στόν ναό τῆς Λίνδίας Ἀθηνᾶς στή Ρόδο. Γιατί ἡ γνώση τήν ἔμφυτη αὐξάνει σοφία…Μά
ἀρκεῖ μιά τοῦ χρόνου μονάχα στιγμήκαί γι’ ἀλλοῦ νά φυσήξουν μπορεῖοἱ πνοές τῶν ἀνέμων.

ΟΛΥΜΠΙΟΝΙΚΟΣ 8ος Για τον Αλκιμέδοντα, τον Αιγηνήτη, νικητή στην πάλη (460 π.Χ.)

ΟΛΥΜΠΙΟΝΙΚΟΣ 9ος Στον Οπούντιο Εφάρμοστο, νικητή στην πάλη (468 π.Χ.)

ΟΛΥΜΠΙΟΝΙΚΟΣ 10ος Υπέρ του Αγησιδάμου, Επιζεφύριου Λοκρού, νικητή σε αγώνα πυγμαχίας
παίδων (476 π.Χ.)

ΟΛΥΜΠΙΟΝΙΚΟΣ 11oς Για τον Αγησίδαμο από τους Επιζεφύριους Λοκρούς της Ιταλίας που νίκησε
στην πυγμαχία παίδων (476 π.Χ.)

ΟΛΥΜΠΙΟΝΙΚΟΣ 12ος Στον δολιχοδρόμο Εργοτέλη τον Ιμεραίο (470 ή 466 π.Χ.)

ΟΛΥΜΠΙΟΝΙΚΟΣ 13ος Για τον Ξενοφώντα τον Κορίνθιο, νικητή στο στάδιο και στο πένταθλο (466
π.Χ.)

ΟΛΥΜΠΙΟΝΙΚΟΣ 14ος Στον Ασώπιχο τον Ορχομένιο, νικητή στη σταδιοδρομία (488 π.Χ.)

Ο 14ος  Ολυμπιόνικος, που γράφτηκε για τον Ασώπιχο, γιο του Κλεόδημου είναι ένα
ολιγόστιχο ποίημα, αλλά έχει όλα τα χαρακτηριστικά ενός ανεπτυγμενου Επινικου (αναφορά
στο παρόν, και νίκη του αθλητή, ανάπτυξη ενός μύθου, γνωμολογική σοφία και το προσωπικό
βάθος του ποιητή, επάνοδος στον τόπο και το νικητή). Ο πινδαρικός ολυμπιόνικος, γραμμένος σε
πυκνή δωρική γλώσσα, τηρεί την προσωδία και ρυθμίζεται από την ανάλογη μουσική στα επιμέρους στοιχεία,
δηλαδή τις στροφές, τις αντιστροφές και τις επωδούς.

Οι δεκατέσσερις Ολυμπιόνικοι ύμνοι του Πινδάρου στο πρωτότυπο και σε σύγχρονη απόδοση

Όλος ο σημερινός πλανητικός πολιτισμός βρίσκεται εδώ, την ώρα της υπέρτατης δόξας, της
νίκης στους Oλυμπιακούς αγώνες, όπου ο άνθρωπος δοκιμάζεται με επιτυχία και
αυτοεπιβεβαιώνεται απέναντι στους άλλους και στον εαυτό του, αλλά πάντα υπό τη σκέπη της
δικαιοσύνης και των νόμων της πόλεως. Υμνώντας τις νίκες των Oλυμπιονικών ο Πίνδαρος
πηγαίνει αναγκαστικά στην ουσία των αξιών του ελληνικού πολιτισμού, που οδηγούν σε αυτά
και άλλα επιτεύγματα και που συμπυκνώνονται στην προσπάθεια για αυτοδημιουργία και
αυτoπροσδιορισμό του ανθρώπου. Εδώ, για πρώτη φορά, ο άνθρωπος αναλαμβάνει την ευθύνη
της ιστορικής του υπόστασης, με τη λογική, τη βούληση και τη δύναμή του. Αυτό αναδεικνύουν
τα δεκατέσσερα ανατρεπτικά κείμενα του Νίκου Σταμάτη, που μας γνωρίζουν μιαν αρχαία
Ελλάδα διαφορετική απ' αυτήν που μας έμαθαν. Τα κείμενα πλαισιώνουν, σχολιάζουν και
αντλούν τη δύναμή τους από το ίδιο το ποιητικό κείμενο των δεκατεσσάρων Oλυμπιόνικων
ύμνων του Πινδάρου, τους οποίους ο αναγνώστης μπορεί να απολαύσει σε μια ζωντανή,
σύγχρονη, κατανοητή ποιητική μετάφραση, που φωτίζει το αρχαίο κείμενο και φέρνει τον
μεγάλο και παρεξηγημένο ποιητή κοντά μας, στην Ελλάδα του μόχθου, της μέριμνας, της
προσπάθειας, του ανταγωνισμού και του συνεχή αγώνα. Βασικό μέλημα του συγγραφέα δεν
ήταν μια φιλολογική παρουσίαση, αλλά η προσπάθεια για την εμβάθυνση στο φιλοσοφικό και
ιστορικό υπόβαθρο των πινδαρικών ωδών, που συνθέτουν τις καταβολές του σύγχρονου
πολιτισμού, κυριαρχώντας με τη νεωτερικότητα. Oι έννοιες της βελτίωσης της παροντικής
ύπαρξης και της σημασίας της απέναντι στον θάνατο, της χρονικότητας και της συνυφασμένης
τραγικότητας, του ορθολογισμού, της ιστορίας και της ανάγκης της προόδου, της μάχης κατά
του τυχαίου, του πάθους για την ελευθερία, της βούλησης και της υποκειμενικότητας, της
αλληλοσυμπλήρωσης πολιτευμάτων, που οδηγούν στη δημοκρατία και στον ανθρωπισμό,
υπάρχουν στους Eπίνικους με τον πιο διαυγή τρόπο. Κι είναι ανάγκη, ιδιαίτερα σε περιόδους
που μπορεί κανείς να υποψιαστεί ή και να πέσει πάνω σε πολιτισμικές κηλίδες, να ξαναφέρουμε
στη μνήμη μας αυτές τις μεγάλες αξίες που οι Oλυμπιακοί αγώνες ενσαρκώνουν.

Αφιερωμένη στους «Ολυμπιόνικους Ύμνους» του Πινδάρου, μέσα από το βιβλίο του ποιητή
Νίκου Σταμάτη, «Το Υπέρτατο Νόημα της Δόξας – Οι Ολυμπιακοί Αγώνες στο Φως της
Πινδαρικής Ποίησης», είναι η εκδήλωση, που πραγματοποιείται στο Θέατρο του
Ιδρύματος Μιχάλης Κακογιάννης, την Πέμπτη 7 Ιουλίου, στις 8.30 το βράδυ.

Με ελεύθερη είσοδο (απαραίτητη η κράτηση θέσεων, θα τηρηθεί σειρά προτεραιότητας), η


εκδήλωση τελεί υπό την αιγίδα του Υπουργείου Εξωτερικών και συνδιοργανώνεται από
την Ηρώ Νικολακέα, τον Ανδρέα Τσολοδήμο, το Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης και την
Οργάνωση Πλέον.

Οι «Ολυμπιόνικοι του Πινδάρου» είναι ένα ποιητικό έργο της παγκόσμιας πολιτιστικής
κληρονομιάς, που αναδεικνύει το μοναδικό πνεύμα των Ολυμπιακών Αγώνων. Υμνώντας τις
νίκες των Ολυμπιονικών, ο Πίνδαρος αναφέρεται στην ουσία των αξιών του ελληνικού
πολιτισμού, στην προσπάθεια για αυτοδημιουργία και αυτοπροσδιορισμό του ανθρώπου. Εδώ,
για πρώτη φορά, ο άνθρωπος αναλαμβάνει την ευθύνη της ιστορικής του υπόστασης, με τη
λογική, τη βούληση και τη δύναμή του.

Αυτές τις αξίες αναδεικνύουν τα δεκατέσσερα ανατρεπτικά κείμενα του Νίκου Σταμάτη, η
απόδοση των Ωδών στη νέα ελληνική γλώσσα, καθώς και η μετάφρασή τους στα πορτογαλικά
από τον Βραζιλιάνο ελληνιστή Theo de Borba Moosburger, σε αντιπαράθεση με το πρωτότυπο
αρχαίο κείμενο.

Σκοπός της εκδήλωσης είναι η παρουσίαση του βιβλίου «Το Yπέρτατο Νόημα της Δόξας – Οι
Ολυμπιακοί Αγώνες στο Φως της Πινδαρικής Ποίησης», με την ευκαιρία των Ολυμπιακών
Αγώνων του 2016, στο Ρίο ντε Τζανέιρο της Βραζιλίας. Το βιβλίο θα παραδοθεί από εκπρόσωπο
του υπουργείου Εξωτερικών της Ελλάδας στον πολιτιστικό ακόλουθο της πρεσβείας της
Βραζιλίας στην Αθήνα.

Στην εκδήλωση, θα συμμετάσχουν Έλληνες Ολυμπιονίκες, οι οποίοι θα απαγγείλουν Ύμνους


του Πινδάρου, υπό την εποπτεία της αναπληρώτριας Καθηγήτριας του τμήματος Θεατρικών
Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών, κας Ευανθίας Στιβανάκη. Ο διεθνούς φήμης συνθέτης
Φοίβος Βαλαχής θα παίξει στο πιάνο συνθέσεις του αφιερωμένες στο πνεύμα της εκδήλωσης,
συνοδευόμενος από καλλιτέχνες της Εθνικής Λυρικής Σκηνής.

Την εκδήλωση θα χαιρετήσουν, μεταξύ άλλων, εκπρόσωποι του υπουργείου Εξωτερικών, της
Πρεσβείας της Βραζιλίας στην Αθήνα, η πρύτανης του Πανεπιστημίου Πατρών και ο πρόεδρος
του Οργανισμού Πολιτισμού Άθλησης Νεολαίας του Δήμου Αθηναίων.

You might also like