You are on page 1of 20

π.

Τιμοθέου (Γεωργίου) Χαλκιά

ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ-
ΑΣΚΗΤΙΚΑ ΣΥΓΓΡΑΜΜΑΤΑ
ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Συντμήσεις-Βιβλιογραφία 3
Εισαγωγή 4
1.Ασκητική Γραμματεία δ΄ και ε΄αιώνα 4
2.Μοναχικός βίος στη Δύση κατά τον δ΄αιώνα 5
3.Ιωάννης Κασσιανός ο Ρωμαίος 5
4.Συγγραφικό έργο 7
5.Πελαγιανισμός και Ιερός Αυγουστίνος 11
6.Ο όρος ημιπελαγιανισμός και η θέση του Κασσιανού 13
7. Η συμφωνία της διδασκαλίας του με τους ανατολικούς πατέρες 15
8.Η θέση του στην Ανατολή 16
Συμπληρωματική βιβλιογραφία 18
Συντμήσεις και Βιβλιογραφία

Α΄. Πηγές
-Coll.= Joannis Cassiani, Collationes, Migne J. P. Patrologiae cursus
completes; series latina 49,477-132, Paris 1844-1864
-C.= Johannes Cassianus,Collationes,ed. Dom E. Pichery, SC 42 Paris
1955
-Inst.= Johannes Cassianus, De institutis coenobiorum et de octo
princiralium vitiorum remediis, ed. J. C. Guy, SC109, Paris 1965
- Joannis Cassiani, De coenobiorum institutis, Migne J. P. Patrologiae
cursus completes; series latina 49,53-476, Paris 1844-1864
- De incarnation Domini contra Nestorium hereticum, Migne J. P.
Patrologiae cursus completes; series latina J. P. Patrologiae cursus
completes; series latina 50,9-272, Paris 1844-1864
-Iωάννου Κασσιανού, Προς τον επίσκοπο Κάστορα περί των οκτώ
λογισμών της κακίας, Φιλοκαλία των ιερών νηπτικών, τ. Α΄, εκδ. Το
περιβόλι της Παναγίας, Θεσσαλονίκη 19843, σ.91-111
-Iωάννου Κασσιανού, Λόγος προς τον ηγούμενο Λεόντιο για τους
πατέρες της Σκήτης και για τη διάκριση, Φιλοκαλία των ιερών νηπτικών,
τ. Α΄, Θεσσαλονίκη 19843 , σ.112-125
P.G.= Migne J. P. Patrologiae cursus completes; series graeca, Paris 1857-
1866
P.L.= Migne J. P. Patrologiae cursus completes; series latina J. P.
Patrologiae cursus completes; series latina 50,9-272, Paris 1844-1864

Β΄.Βοηθήματα
Chadwick, John Cassian= Chadwick Owen, John Cassian, Cambridge 1968
Φλωρόφσκυ Γεωργίου, Οι Βυζαντινοί =Φλωρόφσκυ Γεωργίου, Οι
Βυζαντινοί και ασκητικοί πατέρες, (μετάφραση Παναγιώτη Κ. Πάλλη),
Θεσσαλονίκη 1992
Eισαγωγή
Το κέντρο του δυτικού κόσμου η Ρώμη κατά τον δ΄αι. είναι ασθενής
πνευματικά και όλοι οι λατίνοι συγγραφείς προέρχονται από την
περιφέρεια, Αφρική, Γαλλία, Νήσους, Β. Ιταλία, Δαλματία. Η διακοπή
της επικοινωνίας με τον ελληνικό χριστιανισμό, που παρατηρείται από
το πρώτο μισό του γ΄αι. είχε εξασθενήσει σοβαρά τη θεολογική σκέψη,
αλλά οι ανάγκες των πραγμάτων δημιούργησαν συνθήκες νέας στενής
επαφής που συν το χρόνο συντέλεσαν στην ανάδειξη μεγάλων
προσωπικοτήτων το δεύτερο μισό του δ΄αι1.

1. Ασκητική γραμματεία δ΄και ε΄αιώνα

Οι μοναχοί, αποκομμένοι αρχικώς του κοινού εκκλησιαστικού βίου,


είχαν ανάγκη ιδιαίτερης φροντίδας προς ενημέρωση επί των κανόνων
του πνευματικού και ηθικού βίου, η δε ανάγκη αυτή διατηρήθηκε ακόμη
και όταν υπήχθησαν στην εξουσία της εκκλησίας διότι πάντοτε
αποτελούσαν διακεκριμένο κομμάτι αυτής. Έτσι γεννήθηκε μία
εκτεταμένη και εύρωστη ασκητική γραμματεία την οποία βασικώς
συγκροτούν κείμενα με τα εξής στοιχεία: α) Διατάξεις που ορίζουν την
οργάνωση και συγκρότηση του μοναχικού βίου γενικώς, β) Κεφάλαια
περί των επιμέρους όψεων του βίου των μοναχών και γ) Συλλογές που
περιέχουν λόγια και ανέκδοτα επισήμων μοναχικών ηγετών2.
Στα τέλη του δ΄αι. στην Ανατολή, παρατηρείται μεγάλη ακμή του
μοναχικού βίου και κρίνεται αναγκαίο να τεθεί χαλινός στην αλόγιστη
εξύψωση του ασκητισμού ως μοναδικού κανόνα βίου χωρίς παράλληλη
προσπάθεια κατανοήσεως των αληθειών της πίστεως. Αυτό οδήγησε
στην ανάπτυξη αξιόλογης ασκητικής γραμματείας, τα έργα της οποίας
καλύπτουν τις αναζητήσεις των απλούστερων μοναχών ως κείμενα
ασκητικής εμπειρίας και των τελειότερων ως κείμενα μυστικής
εμπειρίας. Γενική γραμμή της γραμματείας αυτής είναι ότι ο άνθρωπος
οικοδομείται σε πνευματική προσωπικότητα με τις δικές του
προσπάθειες και με τη βοήθεια του Θεού, χωρίς να καθίσταται δυνατή
η ματαίωση των προσπαθειών του υπό της δαιμονικής δυνάμεως, διότι

11βλ. Χρήστου Π., Εκκλησιαστική Γραμματολογία, τ.Α΄, Θεσσαλονίκη 19982, σ.242κ.ε.

2 2 Χρήστου Π., Ελληνική Πατρολογία, τ.Α΄, Θεσσαλονίκη 20043, σ.172-173


κατά τους ασκητικούς τούτους θεολόγους, το κακό που δεν έχει
οντολογική ύπαρξη, μπορεί εύκολα να αποφευχθεί. Το έργο αυτό δεν
υπερβαίνει τις δυνάμεις του ανθρώπου αφού έχει πλασθεί κατ΄εικόνα
Θεού. Υπάρχει ένα συνεχές παράλληλο ρεύμα μεταξύ ουρανού και γης,
η πορεία του Θεού προς συνάντηση του ανθρώπου και η στην
πρόσκληση ανταπόκριση του ανθρώπου κινούμενου από τον θείο
έρωτα. Η ανταπόκριση του ανθρώπου εγκαινιάζει την άνοδο (Μ.
Αντώνιος, Αμμωνάς, Μακάριος Αλεξανανδρεύς και Αιγύπτιος, Ευάγριος,
Μασσαλιανοί, Ιω. Κολοβός, Αρσένιος, Σενούτος Ατριπηνός, Ισίδωρος
Πηλουσιώτης, Παλλάδιος, Συλλογεύς αποφθεγμάτων πατέρων, Νείλος
Αγκυρανός, Μάρκος Ερημίτης, Διάδοχος Φωτικής). Μέσα σε αυτό το
ανατολικό πατερικό και ασκητικό πνεύμα κινείται ο Κασσιανός. Αποτελεί
χαρακτηριστικό παράδειγμα ανθρώπου στη Δυτική Μεσόγειο του ε΄αι.
που δένει την περιοχή αυτή με την πατερική παράδοση του πρώιμου
Βυζαντίου3 .

2. Μοναχικός βίος στη Δύση κατά τον δ΄αιώνα


Όπως στην Ανατολή παλαιότερα, έτσι και στη Δύση υπήρχαν
αναχωρητές, πληρέστερα όμως πληροφορήθηκαν για τον μοναχικό βίο
της Ανατολής από τον Μ. Αθανάσιο, όταν για πρώτη φορά εξορίστηκε
(335-338) στα Τρέβηρα. Τον δ΄αι. ιδρύθηκαν μοναστήρια από
εκκλησιαστικούς ηγέτες και μοναχούς. Ο Ιερώνυμος και ο Ρουφίνος που
έζησαν ως μοναχοί στην Ανατολή, εγκαταστάθηκαν στη Δύση και
διέδωσαν τον μοναχισμό. Στο νησί Λερίνο στη Νίκαια της Ν. Γαλλίας ο
Ονωράτος ίδρυσε μοναστήρι. Η άνθηση της εκκλησίας της Γαλατίας την
εποχή των πρώτων Μεροβιγγείων βασιλιάδων οφείλεται στην επίδραση
των μοναχών του Λερίνου, οι οποίοι ήταν και συγγραφείς. Επίσης στη
Γαλατία περίφημος ήταν ο Μαρτίνος της Τουρ (+397).

3. Ιωάννης Κασσιανός ο Ρωμαίος


Ένας από τους μεγάλους διοργανωτές του μοναχικού βίου στη Ν.
Γαλλία είναι ο Ιωάννης Κασσιανός (360-435), θεωρείται ο πρώτος
μεγάλος θεμελιωτής του μοναχισμού στον δυτικό Χριστιανικό κόσμο.
Φέρεται ως καταγόμενος από τη Σκυθία (βόρεια του Ευξείνου Πόντου)
και τη Δοβρουτσά, αλλά μάλλον ήταν εκ Σκυθοπόλεως Παλαιστίνης. Στο
μοναστήρι της Βηθλεέμ που εισήλθε με το φίλο του Γερμανό, έμαθε την

3 3 Σάββα Αγουρίδη, «Ανατολή και Δύση στην Ύστερη Αρχαιότητα και το πρώιμο Βυζάντιο», εφημ.
Αυγή, 31/1/1999
λατινική, εάν αυτή δεν ήταν η μητρική του. Μόνασε έπειτα στην Αίγυπτο
επί δεκαετία. Όταν έφυγε παρέλαβε μαζί του πολύτιμα στοιχεία από
συζητήσεις με μοναχούς τα οποία χρησιμοποίησε έπειτα. Ο Ιωάννης
φέρεται να ήταν ανάμεσα στους «ωριγενιστές» μοναχούς από τα
μοναστήρια και την έρημο που εκδιώχθηκαν από τον Θεόφιλο
Αλεξανδρείας όταν επενέβη στη διαμάχη ανάμεσα στους
«ανθρωπομορφίτες» και «ωριγενιστές». Εκείνο τον καιρό ήταν στην
Σκήτη και περιγράφει τα συμβάντα στο βιβλίο του Conferences X, II4
.Πήγε στην Κωνσταντινούπολη το 400, δίπλα στο ιερό Χρυσόστομο ο
οποίος τον έκανε διάκονο παρά τη θέληση του5 . Μετά την καταδίκη του
Χρυσοστόμου πήγε στη Ρώμη όπου μετέφερε επιστολή του κλήρου της
βασιλεύουσας προς μεσολάβηση υπέρ αυτού6. Έπειτα πήγε στη Ν.
Γαλλία όπου ίδρυσε ανδρική μονή του Αγίου Βίκτωρος και μία
γυναικεία. Την περίοδο εκείνη η Προβηγγία είχε μόλις ησυχάσει από τις
επιδρομές των Βησιγότθων, τις οποίες ο λαός δεν είχε σίγουρα
λησμονήσει, και στις οποίες υπέφεραν και ασκητές. Το γεγονός αυτό
ήγειρε στην λαϊκή σκέψη το ζήτημα της θεοδικίας χωρίς την ανίχνευση
του θείου θελήματος7. Έτσι, υπό ταραχώδεις πολιτικές συνθήκες και
εντός ενός περιβάλλοντος καχύποπτου για τον ασκητικό βίο, προσέφερε
στη Γαλατία για πρώτη φορά μία θεωρία περί μοναχισμού8.Είναι ο Άγιος
που εορτάζουμε τη μνήμη του την 29η Φεβρουαρίου δηλαδή κάθε
τέσσερα χρόνια, η ακολουθία του ωστόσο διαβάζεται στο απόδειπνο
4 4 Bλ. Φλωρόφσκυ Γεωργίου, Οι Βυζαντινοί, σ. 204-219

5 5 Inst. XI, 18 και Chadwick, John Cassian, σ. 30

6 6 Βλ. Olphe- Galliard Michel, “ Cassien”, Dictionnaire de la spiritualite, τ. 2 (1954), στ.214, Chadwick,
John Cassian, σ.32, Chitty Derwas J., The Desert a city: an introduction to the study of Egyptian and
Palestinian monasticism under the Christian empire, London-Oxford 1966, σ.59-60, πρβλ. Inst. Praef. 3
και Σωζομενός, Εκκλ. Ιστορία 8.26.8

7 7 Βλ. Chadwick, John Cassian, σ.34 (…and in the abbey of St. Victor puzzled enquirers came to Cassian
to ask why God permitted righteous monks to die at the hands of barbarians..), και παραπομπή του
στο C. VI. 3. Όπως γράφει ο Chadwick “Monks and nuns certainly suffered during the invasions”.

8 8 Chadwick, John Cassian, σ.36 και 29


της 28ης εάν δεν υφίσταται η 29η9. Στη Ν. Γαλλία εορτάζεται την 2α
Ιουλίου10. Επειδή θεωρήθηκε αιρετικός, τιμάται μόνο στη Ν. Γαλλία
(πλην ανατολής).

4. Συγγραφικό έργο
Χάριν των μοναχών αλλά και για ευρύτερη χρήση συνέταξε τρία
ενδιαφέροντα συγγράμματα. Πρώτον το De istitutis coenobiorum (περί
κοινοβιακών θεσμών), περιγράφοντας τους κανονισμούς των μοναχικών
κοινοτήτων της Παλαιστίνης και της Αιγύπτου. Στο πρώτο βιβλίο
αναφέρεται στο μοναχικό ένδυμα, στο δεύτερο και τρίτο στις ώρες
προσευχής, στο τέταρτο στους δοκίμους και στους εν ασκήσει
μοναχούς. Τα τέσσερα αυτά βιβλία επηρέασαν πολύ τους αρχαίους
ασκητικούς κανόνες της Δύσης και πιθανώς κωδικοποιήθηκαν τον ζ΄αι.
στην Ισπανία και απτετέλεσαν κείμενο γνωστό ως κανόνας του
Κασσιανού11. Μεταφράστηκαν στα ελληνικά τον ε΄αι. Βάσει αυτής της
μεταφράσεως συνετέθη μία σύνοψη σε δύο βιβλία, την οποία γνώριζε ο
Φώτιος και η οποία σώζεται υπό το όνομα του Μ. Αθανασίου 12. Άλλη
σύνοψη φέρεται υπό το όνομα του αγίου Νείλου13.
Σε αυτό το έργο ενώθηκε η δεύτερη πραγματεία του De octo
principalium vitiorum remediis (περί της θεραπείας των οκτώ
κυριότερων κακιών) όπου περιγράφει τα θανάσιμα αμαρτήματα με τα
9 9 Μηναίο Φεβρουαρίου, τυπικό ΚΘ΄Φεβρουαρίου

1010Χρήστου Π., Ιωάννης Κασσιανός. Θ.Η.Ε., τ.6, στ. 1194-1195

1 11 Βλ. Vogue Adalbertde, Les Regles Monastiques Anciennes (400-700), Brepols, Turnhout 1985

1 12 Μ. Αθανασίου, Προς Κάστορα τον μακαριώτατον περί των κανονικών των κοινοβίων διατυπώσεις,
P.G. 28, 849-905 και cod. Vindodon. graec theol. 121, πρβλ. Ηαmann Adalbert, “Writers of Gaul” στο
Quasten Johannes, Patrology, V. ed. A. di berardino, tr. Placid Solari, Allen- Texas, ά.έ., σ. 514-5

1 13 Νείλου, Περί των οκτώ της κακίας λογισμών, P.G. 79, 1435-1463, πρβλ. Dekkers E., “ Les
traductions drecques des ecrits patristiques latins”, Sacris Erudiri 5 (1953), σ. 193-233
οποία παλεύει ο μοναχός. Ειδικότερα, γραφέντα περί το 420 κατά
παράκληση του επισκόπου Άπτης Κάστορος, στο πρώτο μέρος ομιλεί
περί αποταγής, ενδυμασίας, διαίτης, προσευχής και των γενικών αρχών
του μοναχισμού με βάσει τους διέποντες κανονισμούς Παλαιστίνης και
Αιγύπτου. Στο δεύτερο μέρος περιγράφει τα οκτώ θανάσιμα
αμαρτήματα, λαιμαργία, ακολασία, φιλαργυρία, οργή, απελπισία,
ακηδία, ματαιοδοξία, υπερηφάνεια. Ονομάζονται γιατί πεθαίνει
πνευματικώς η ψυχή. Ο Κασιανός κάνει μία διεξοδική ανάλυση τους ως
προς την γέννηση τους (σχηματίζονται σταδιακά από έννοιες) και τη
θεραπεία τους, ακολουθώντας την πνευματική και ασκητική παράδοση
που θεμελιώνεται στις θείες Γραφές στις οποίες συνεχώς παραπέμπει.
Ο Κασσιανός προβαίνει στην ανάλυση των «λογισμών» αυτών,
ακολουθώντας ορισμένους Πατέρες που διακρίνουν την υπερηφάνεια
από την κενοδοξία και αριθμούν τα πάθη σε οχτώ, ενώ άλλοι σε επτά
γιατί θεωρούν την κενοδοξία ενέργεια της υπερηφανείας14.

Βεβαίως η διάκριση των αμαρτιών σε κύριες- θανάσιμες και μη έχει


πρακτικούς και ποιμαντικούς λόγους και δε πρέπει να θεωρείται
απόλυτη, ο πνευματικός θάνατος δεν επέρχεται με την πραγματοποίηση
κάποιας συγκεκριμένης αμαρτίας, αλλά με την αποκοπή από το σώμα
του Χριστού. Επειδή όμως η αποκοπή αυτή εκφράζεται και με
συγκεκριμένες αμαρτίες, είναι φυσικό αυτές που εμφανίζονται μεγάλες
να φανερώνουν τον πνευματικό θάνατο του ανθρώπου. Πάντως,
αλλοτρίωση από το Θεό, και επομένως κατάσταση πνευματικού
θανάτου μπορεί να δημιουργείται χωρίς να σημειώνονται εμφανώς
θανάσιμα αμαρτήματα. Η βλασφημία του Αγίου Πνεύματος, ως
κατάσταση αμετανοησίας, μπορεί να καλλιεργείται όχι μόνο με μεγάλα
αλλά και με φαινομενικώς μικρά αμαρτήματα. Κατά τον Άγιο Συμεών το
Νέο Θεολόγο, όλα τα αμεταμέλητα και ανεξομολόγητα αμαρτήματα
γίνονται θανάσιμα. Οι Πατέρες της Εκκλησίας δεν επιμένουν τόσο στη
διάκριση των αμαρτημάτων σε θανάσιμα ή μη, αλλά προτρέπουν τους
πιστούς να γρηγορούν και να πολεμούν κάθε αδυναμία. Η διάκριση
λοιπόν των αμαρτιών σε μικρές και μεγάλες δεν πρέπει να αναζητείται
στις αντικειμενικές πράξεις, αλλά στην προσωπική κατάσταση του
ανθρώπου15. Το έργο αυτό γνωστό ως Περί των οκτώ της κακίας
1 14 Φιλοκαλία των ιερών νηπτικών (εισαγωγή-σχόλια Θεόκλητος μοναχός Διονυσιάτης), τ. α΄,
Θεσσαλονίκη 19843, σ. 14 κ.ε.

1515Μαντζαρίδη Γ., Χριστιανική Ηθική, Θεσσαλονίκη 19814 , σ.152κ.ε. Επίσης περί μικρών παθών και
αδυναμιών που εξελίσσονται σε μεγάλα και θανάσιμα βλ. Αββά Δωροθέου, Έργα ασκητικά, Καρέας
λογισμών, μαζί με την Προς Λεόντιον Ηγούμενον ή περί διακρίσεως,
συμπεριλήφθηκε στη Συλλογή κειμένων νηπτικών συγγραφέων, του
ιδ΄αι., γνωστό ως Φιλοκαλία των ιερών νηπτικών που εκδόθηκε από
τους Μακάριο Νοταρά και Νικόδημο Αγιορείτη το 1782. Ειδικά τα
κείμενα του ιερού Κασσιανού στη Φιλοκαλία, αναφέρονται στο πρώτο
στάδιο της πνευματικής ζωής, στην κάθαρση της αισθήσεως16.
Όσον αφορά την Προς Λεόντιον, με αναφορές σε γεγονότα, γνώμες
Αγίων Πατέρων και σε σχετικά χωρία των Γραφών, θεμελιώνει την
αναγκαιότητα της διακρίσεως σε όλες τις εργασίες της πνευματικής
ζωής. Πρόκειται για μία χαρισματική λειτουργία της ψυχής, χωρίς την
οποία όχι μόνο οι αρετές δεν είναι αρετές, αν δε γίνονται με διάκριση,
αλλά και όλες οι πνευματικές εργασίες πέφτουν στο κενό ή υπηρετούν
τον εχθρό.
Τρίτον είναι οι Collationes partum (συζητήσεις πατέρων) όπου
αναφέρονται συζητήσεις του Κασσιανού και του φίλου του Γερμανού με
αιγύπτιους ερημίτες και ασκητές, αναφερόμενες στη μοναχική
τελειότητα. Γράφτηκαν από το 420 έως 428 σε τρείς ομάδες και
συνολικά εικοσιτέσσερα βιβλία. Η πρώτη ομάδα περιλαμβάνει δέκα
συζητήσεις με πατέρες της σκήτης περί πνευματικής ζωής και δυσκολιών
αυτής. Η δεύτερη ομάς περιλαμβάνει επτά συζητήσεις με πατέρες της
Θηβαϊδος περί τελειώσεως, πνευματικής γνώσεως και θείας χάρης. Η
τρίτη ομάδα περιλαμβάνει επτά συζητήσεις με πατέρες του Δέλτα του
Νείλου περί μοναχικής ζωής και περί τελείου αγαθού17.
Ειδικότερα, περιλαμβάνει διάλογο με τους: Αββά Παφνούτιο για τις
τρείς υποταγές, αββά Μωυσή για το σκοπό και την τελείωση της
μοναχικής ζωής, αββά Μωυσή για το χάρισμα και τη διάκριση, αββά
Πινούφριο για το σκοπό μετανοίας και ποιο είναι το σημείο που
φανερώνει τη συγχώρεση των αμαρτιών μας, αββά Σερήνο για την
αστάθεια του ανθρώπου και τα πονηρά πνεύματα, αββά Σερήνο για τις
αρχές και εξουσίες, αββά Δανιήλ για την επιθυμία της σάρκας και του

20057, σ. 113

1616Ι. Μονή Αγ. Διονυσίου, Θεός Λόγος και ανθρώπινος λόγος, Άγιον Όρος 1998, σ. 458-60

1 17 Είναι χαρακτηριστικό ότι όταν ο Ζαχ. Παπαντωνίου διάβασε μία τέτοια ανθολογία (το Λαυσαϊκό
του Παλλαδίου), έγραψε: «Οι αριστοτεχνικές αυτές σελίδες που έδωκεν η έρημος είναι ό,τι
ευαγγελικότερο γράφτηκε μετά το ευαγγέλιο, όπως η ερημιτική ζωή είναι ό,τι αγνότερο έζησε ο
άνθρωπος μέσα στην ιστορία του Χριστιανισμού…». Άγιον Όρος, Αθήνα 1936, σ. 64
πνεύματος, αββά Σεραπίωνα για τα οκτώ βασικά πάθη, αββά Ισαάκ για
την προσευχή (δύο λόγους), αββά Χαιρήμονα για τελειότητα, αββά
Χαιρήμονα για αγνότητα και καθαρότητα, αββά Χαιρήμονα για
προστασία του Θεού, αββά Θεόδωρο για το μαρτύριο των αγίων, αββά
Νεστερότη, αββά Ιωσήφ, αββά Πιανούν, αββά Πινούφριο, αββά Θεωνά,
αββά Αβραάμ. 18. O Kασσιανός αποκάλεσε τους ασκητές που γνώρησε
πατέρες και αγίους19. Εξήρε την αιγυπτιακή άσκηση, αλλά και την
θεώρησε αναπόσπαστο μέρος της ανατολικής ασκητικής παραδόσεως,
η οποία στο σύνολο της συνιστούσε, κατά τη γνώμη του, υπόδειγμα που
ο ποικιλότροπος δυτικός μοναχισμός όφειλε να μιμηθεί20. Εξήρε το
αναχωρητικό πρότυπο, όμως το θεωρούσε επικίνδυνο και συνιστά την
κατά την άποψη του μετριότερη οδό του κοινοβίου. Η κοινοβιακή
άσκηση που προτείνει έχει ως πρότυπο το κοινόβιο του Παχωμίου και
όχι το κοινόβιο του Βασιλείου21. Ωστόσο, διατηρεί πολλά αναχωρητικά
στοιχεία. Θεωρείται ως ο πρώτος που μετέφερε την καρδιακή προσευχή
στη Δύση, με ρητό όμως από το ψαλτήρι (παράδοση της Αιγύπτου)22.
Όσον αφορά την γένεση του μοναχισμού, ζήτημα που έχει προκαλέσει
πολλές συζητήσεις, στην 18η Collatio του ο Κασσιανός, αναφέρει την
εξήγηση του αββά Πιαμούν η οποία διαφέρει από εκείνη που αναφέρει
ο ίδιος στο β΄ βιβλίο των κοινοβιακών θεσμών23, που θυμίζει ίσως

1 18 Αββά Κασσιανού τ. Α΄και Β΄, Συνομιλίες με τους πατέρες της ερήμου, εκδ. Ετοιμασία

1 19 Inst. praef. 3

2 20 Inst. praef. 2, όπου τα “disciplinae” και “instituta” των ανατολικών και Αιγυπτίων (orientalium et
aegyptiorum), παρουσιάζονται ως η ύψιστη ανθρώπινη γνώση, ανώτερη της οποίας είναι μόνο η
θεία σοφία, πρβλ. Inst. Praef. 3.

2 21 Βλ. Βαλσάμη Γ., Ο Μ. Βασίλειος και ο Ιω. Κασσιανός για την κοινοβιακή άσκηση, Μυριόβιβλος
ψηφιακή βιβλιοθήκη της Εκκλησίας της Ελλάδος, στο worldwide web,
http://www.myriobiblos.gr/texts/greek/valsamis_basilcassian.html

2 22 Ρωμανίδη Ιω., «Η θρησκεία είναι νευροβιολογική ασθένεια, η δε Ορθοδοξία η θεραπεία της»,


Ορθοδοξία, Ελληνισμός, πορεία στην 3η χιλιετηρίδα,τόμος Ι. Μονής Κουτλουμουσίου, Αγ. Όρος 1966,
σ. 67-87. Επίσης βλ. Φλωρόφσκυ Γεωργίου, Οι Βυζαντινοί, σ.223-230

2 23 Inst. 11.5
ορισμένες σύγχρονες απόψεις, κατά τις οποίες η γένεση του
μοναχισμού θα πρέπει να αποδοθεί στην αύξουσα εκκοσμίκευση της
Εκκλησίας μετά τους διωγμούς. Όμως, κατ΄αυτόν ο μοναχισμός
αποτελεί τον κατ΄εξοχήν χριστιανικό βίο, και ως τέτοιος θα ήταν
αδύνατο να προκύψει αιφνιδίως τον γ΄μ.Χ. αι., μετά το χριστιανικό
κήρυγμα, και μάλιστα ως αρνητικό φαινόμενο. Πρωταρχικά
θεμελιώνεται στη ζωή της αρχαίας Εκκλησίας24.
Όλα τα έργα είναι εκ των σπουδαιοτέρων της ασκητικής λογοτεχνίας
και διαβάστηκαν πολύ από τους πιστούς κατά τον Μεσαίωνα και
μεταφράστηκαν νωρίς στα ελληνικά, καθώς είναι γνωστά στο Ιωάννη
της Κλίμακος.
Έχει περί τις 1800 αναφορές στην Αγία Γραφή. Ως πηγές του επίσης
αναφέρει τους Μ. Βασίλειο, Ιερώνυμο, Παλλάδιο, Ρουφίνο, Μ.
Αθανάσιο, Ιω. Χρυσόστομο, Ευάγριο. Η ασκητική θεολογία του δεν
παρουσιάζει καμία πρωτοτυπία ως προς τα ελληνικά πρότυπα. Ως
σκοπό της θρησκευτικής ζωής εκλαμβάνει την πνευματική τελείωση την
οποία θεωρεί δυνατή και εκτός μοναχικού βίου. Έχει κατά νου δύο
θεμελιώδεις έννοιες, τη θεωρία (contemplatio), σκοπό της μοναχικής
ζωής, και τον πρακτικό βίο (vita actualis) όρο για την θεωρία. Δίδει
ιδιαίτερη σημασία όπως και ο Ευάγριος στην καταπολέμηση των
θανάσιμων αμαρτημάτων που είναι εμπόδιο στην τελείωση. Τα κύρια
μέσα προσέγγισης του σκοπού για τον κοινοβιάτη είναι η νηστεία
(jejunitas), αγρυπνία (vigilia), πτωχεία (panpertas), εργασία (labor),
συχνή ανάγνωση και μελέτη των Γραφών(frequens lectio et meditation
scripturarum), συνεχής ωδή των Ψαλμών (decantation crebra
psalunorutas). O πιο υψηλός καρπός του πρακτικού βίου είναι η
καθαρότητα της καρδιάς (puritas cordis).Ομιλεί εκτεταμένα για καθαρή
προσευχή (oratio pura), τους τύπους της προσευχής, την έννοια του
Πάτερ ημών (Pater Noster), την διάπυρη προσευχή (oratio ignea),
κατάνυξη (compunction), κλειστό κελί (oratio in cubiculo clause),
σύντομη προσευχή (oratio brevis). Στη κορυφή του οικοδομήματος των
αρετών τοποθετεί την προσευχή, η τελεία προσευχή οδηγεί στη θεωρία
του Θεού. Απαιτεί σκληρό αγώνα, ισχυρά και ελεύθερη θέληση. Τα
κείμενα του ιερού Κασσιανού αποτελούν προσφιλές ανάγνωσμα των
μοναχών25.

2 24 Βλ. Βαλσάμη Γ., Πηγές του δυτικού μοναχισμού στον 4ο και 5ο αι. μ.Χ., Μυριόβιβλος ψηφιακή
βιβλιοθήκη της Εκκλησίας της Ελλάδος, στο worldwide web,
http://www.myriobiblos.gr/texts/greek/valsamis_westmon.html
Εκτός από ασκητικά έργα, έχει γράψει και έναν αντιρρητικό (De
incarnatione Domini contra Nestorium), στον οποίο με μετριοπάθεια
καταπολεμεί τις ακρότητες του Νεστορίου, κατά παράκληση του
διακόνου Λέοντα, μετέπειτα Πάπα Ρώμης.

5.Πελαγιανισμός και ιερός Αυγουστίνος


Οι ανατολικές αιρέσεις είχαν μόνο μικρή διάδοση στη Δύση κατ’ αυτή
τη περίοδο, με εξαίρεση τον μανιχαϊσμό που ήκμαζε σε Ρώμη και
Καρχηδόνα. Έτσι ενώ στην Ανατολή ήταν απασχολημένοι με τον
αρειανισμό και τον νεστοριανισμό, στη Β. Αφρική με τους δονατιστές,
στη Δύση γίνονται συζητήσεις σχετικά με την ανθρωπολογία και τη
σωτηριολογία και παρουσιάζονται αυτόχθονες αιρέσεις όπως ο
πρισκιλλιανισμός και ο πελαγιανισμός. Οι πατέρες της εκκλησίας
δέχονταν την ύπαρξη του προπατορικού αμαρτήματος, της ελευθερίας
του ανθρώπου και εξαρτούσαν τη σωτηρία από το Θεό και τη
συνεργασία του ανθρώπου. Ο βρετανός μοναχός Πελάγιος που ήταν
μορφωμένος και ήξερε ελληνικά, διακρινόταν για την ασκητική ζωή του,
έμεινε λίγο καιρό στην Ανατολή και γνώρισε τις αντιλήψεις των
εκπροσώπων της αντιοχειανής σχολής, ιδίως του Θεοδώρου
Μοψουεστίας. Αυτός απέδιδε μεγάλη σημασία στην ανθρώπινη
συμβολή στη σωτηρία, αλλά προχώρησε και στο πρόβλημα αυτό πολύ
πέρα των γραμμών της σχολής από την οποία προήρχετο. Απέδιδε τα
πάντα στην ελεύθερη βούληση καταστρέφοντας την έννοια του
προπατορικού. Ελευθερία βουλήσεως απέδιδε και στο Χριστό, τον
οποίο παρίστανε ως υποκείμενο στην αμαρτία, οπότε η ηθική του
τελειότητα θα ήταν, ως νόμιζε, άξια μεγαλύτερης εκτίμησης. Ο Πελάγιος
δίδασκε ότι ο άνθρωπος πλάστηκε θνητός και ο επίγειος θάνατος δεν
είναι συνέπεια της αμαρτίας. Το αμάρτημα του Αδάμ δεν
μεταβιβάστηκε στους απογόνους του και η φύση του ανθρώπου έμεινε
αγαθή, οι άνθρωποι μπορούν να γίνουν αγαθοί ή κακοί ανάλογα με τη
χρήση της ελευθερίας που θα κάνουν και με την καταπολέμηση του
κακού. Η καθολικότητα της αμαρτίας βρίσκεται στο κακό παράδειγμα
και μπορούν να υπάρξουν αναμάρτητοι άνθρωποι, η χάρη του Θεού δεν
είναι απόλυτα αναγκαία για τη σωτηρία του ανθρώπου, βοηθάει μόνο
με το παράδειγμα και τη διδασκαλία του Χριστού που ενανθρώπησε για
να μας δώσει αυτά τα μέσα. Αρνήθηκε το προπατορικό αμάρτημα και
εξαρτούσε τη σωτηρία από την ελευθερία του ανθρώπου. Βεβαίως τις
αντιλήψεις του τις γνωρίζουμε μόνο μέσα από τα συγγράμματα των
2 25 Σωφρονίου (Σαχάρωφ) Αρχιμ., Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, Έσσεξ Αγγλίας 19957, σ.88
αντιπάλων του που έχουν αποσπάσματα των έργων του De natura (περί
φύσεως) και De libero arbitrio (περί αυτεξουσίου). Ο Πελάγιος επέκτεινε
τη θεωρία του Θεοδώρου Μοψουεστίας περί δυνάμεως της ελευθέρας
βουλήσεως του ανθρώπου ως ρυθμιστικού της διαγωγής του
παράγοντα. Η θεία χάρη παρεχομένη αδιακρίτως σε όλους είναι
βοηθητική. Μέσα στα κείμενα των αντιπάλων του, συχνά μπερδεύονται
οι απόψεις του με αυτές του φίλου του Κελεστίου, τολμηρότερου και
πιο ακραίου (ο νηπιοβαπτισμός δεν έχει καμία ισχύ και έννοια).
Ο κυριότερος αντίπαλος του Πελαγίου υπήρξε ο Αυγουστίνος, που στη
προσπάθεια του αυτή ανέπτυξε όσο κανένας άλλος πατέρας της
εκκλησίας το ζήτημα του προπατορικού, φθάνοντας στην άλλη
ακρότητα περί προορισμού του ανθρώπου. Στον τελευταίο αυτό αγώνα
του εναντίον του Πελαγίου αφιέρωσε δεκαπέντε (15) συγγράμματα.
Τον άρχισε το 410 όταν πληροφορήθηκε ότι ο Πελάγιος επέκρινε φράση
του από το έργο του Confessiones (εξομολογήσεις) με την οποία
ενεφάνιζε τη σωτηρία ως αδικαιολόγητο δώρο του Θεού, “Da quod
jupes et jupe quod vis”, «δίδε ότι διατάσσεις και διάτασσε ότι
επιθυμείς». Αναιρών την πελαγιανική θεωρία περί αυταρκείας της
ανθρωπίνης θελήσεως στη σωτηρία, αναμορφώνει πλήρως το δικό του
ακραίο σύστημα περί απολύτου προορισμού. Με αυτή τη θεωρία το
έργο του Χριστού δεν φαίνεται αποτελεσματικό, οι άνθρωποι σώζονται
με το Χριστό αλλά μόνο όσοι προορίστηκαν και αυτοί είναι ελάχιστοι,
όσοι οι εκπεσόντες άγγελοι των οποίων τη θέση αναπληρούν. Οι
άνθρωποι με τη βούληση τους δε μπορούν να επιτύχουν τίποτα καλό,
διότι με το προπατορικό έγιναν μάζα καταδικασμένη (massa damnata)
και οδηγούνται μόνοι στην απώλεια ως μάζα απωλείας (massa
perditionis). Ο Θεός εκλέγει κάποιους κατ΄απόλυτη βούληση του και
τους καθιστά σκεύη ελέους (vasa misericordiae) και τους οδηγεί στη
σωτηρία. Δεν τους εκλέγει γιατί το αξίζουν ή διότι το επιθυμούν αλλά
παρά την αναξιότητα και θέληση τους. Και να θέλουν να αποκρούσουν
την εκλογή, δε μπορούν. Τα μεγάλα πλήθη αφήνονται στη μοίρα τους
ως σκεύη οργής (vasa irrae). Αυτό δεν είναι αδικία του Θεού αλλά
αγαθότητα, αφού ενώ όλοι αξίζουν να απολεσθούν, ο Θεός διαχωρίζει
μερικούς.

6.Ο όρος ημιπελαγιανισμός και η θέση του Κασσιανού

Ο κυριότερος αντίπαλος του Αυγουστίνου και της θεωρίας του


απόλυτου προορισμού ήταν ο Κασσιανός που δέχεται βέβαια το
προπατορικό και την αναγκαιότητα της θείας χάρης, απορρίπτει τον
προορισμό και τονίζει την ελευθερία του ανθρώπου. Η ανθρώπινη
θέληση έχει την πρωτοβουλία για το αγαθό και δέχεται τη χάρη του
θεού που δίδεται χωρίς διάκριση σε όλους γιατί ο Θεός θέλει τη
σωτηρία όλων. Αυτή τη διδασκαλία τη δέχτηκαν πολλοί, από τους
οποίους σπουδαιότερος ο Βικέντιος από το Λερίνο που έγραψε το
Υπόμνημα για την αρχαιότητα και παγκοσμιότητα της καθολικής
πίστεως. Όμως όσοι δέχτηκαν τη διδασκαλία του Κασσιανού
ονομάστηκαν ημιπελαγιανοί γιατί θεωρήθηκαν ως υπολείμματα του
Πελαγίου26.
Ο Κασσιανός όμως αποκρούει τις υπερβολές του Πελαγίου αλλά και
του Αυγουστίνου και διδάσκει τη συνέργια. Τη βουλησιαρχική θεωρία
του Πελαγίου θεωρεί αιρετική και τη θεωρία του Αυγουστίνου την
ονομάζει μεγάλη ιεροσυλία (ingens sacrilegium). Η χάρη και η βούληση
του ανθρώπου συνεργάζονται, η μεν στροφή δυνατόν να προέλθει από
τον άνθρωπο αλλά η προκοπή στο αγαθό επιτυγχάνεται με τη θεία
χάρη. Ο άνθρωπος μπορεί να δεχθεί ή να απορρίψει την υπό Θεού
προσφερόμενη σωτηρία διότι έχει τις προς τούτο απαιτούμενες
λειτουργίες, η πτώση δεν τις κατέστρεψε αλλά άφησε τη βούληση
ελεύθερη και ικανή να στραφεί προς το αγαθό, πάντως για την προκοπή
χρειάζεται η ενίσχυση της χάριτος.
Ειδικότερα, η περί χάριτος διδασκαλία εκτίθεται στο έργο του
Collationes και μάλιστα στο 13ο βιβλίο και μπορεί να συνοψισθεί ως
εξής:
Ο Θεός θέλει τη σωτηρία όλων και η χάρη (προηγουμένη και επομένη)
απευθύνεται σε όλους27. Η χάρη έγκειται στο ότι ο Θεός προσφέρει σε
όλους τη σωτηρία και δίνει στον καθένα την τάση της θελήσεως προς το
αγαθό, την οποία, άμα τη εκδηλώσει, φωτίζει και ενισχύει ωθώντας στη
σωτηρία28. Η τάση της θελήσεως του ανθρώπου προς το αγαθό ουδεμία
παρέχει σε αυτόν αξίωση αξιομισθίας29.

2 26 Ιωάννου Αναστασίου, Εκκλησιαστική ιστορία, τ.Α΄,Θεσσαλονίκη, ά.έ., σ.320

2 27 Coll. 13,7.8

2 28 Coll. 13,8

2 29 Coll. 1,4
Η προσφερομένη σε όλους χάρη δεν ενεργεί χωρίς τη θέληση μας,
διότι οΘεός ουδένα βιάζει στη σωτηρία, καθότι καμία αξία δεν έχει
εκβιαζομένη σωτηρία, αλλά πρέπει να γίνει ελευθέρως αποδεκτή με την
πίστη30.
Ο άνθρωπος μπορεί ελεύθερα να αποδεχθεί ή όχι την προσφερόμενη
χάρη, διότι η θέληση με την αμαρτία δεν εκμηδενίστηκε αλλά μόνο
εξησθένησε, διότι στον άνθρωπο πάντα η ελεύθερη θέληση μπορεί να
αποκρούσει ή μα αγαπήσει τη χάρη του Θεού καθότι η ανθρώπινη ψυχή
διατηρεί πάντα σπέρματα αρετής (manet in homine simper liberum
arbitrium quod gratiam Dei posit vel ne gligere vela mare)31.
Η θεία χάρη είναι η βάση, η διαρκής σύνοδος και η αναγκαία
συμπλήρωση για το έργο της σωτηρίας32, και παρόλο ότι είναι
απαραίτητη η καλή θέληση του ανθρώπου, αυτή ποτέ δε μπορεί να
κατορθώσει κάτι χωρίς την χάρη, άνευ της οποίας είναι αδύνατο να
επιτύχει σωτηρία και τελείωση αρετής όπως διδάσκει η Αγ. Γραφή στο
Ρωμ. 7,1833.
Από αυτήν την άποψη, κατά την οποία η σωτηρία του ανθρώπου δε
δύναται να επιτευχθεί άνευ της χάριτος, λαμβανομένου υπ΄όψιν ότι και
η ανθρώπινη ελευθερία είναι θείο δώρο, δύναται ορθά να λεχθεί ότι η
σωτηρία είναι δώρο της θείας χάρης, εφόσον πάντα ταύτα ενεργεί εν
και το αυτό πνεύμα34.
Παραδείγματα ελευθέρας αποδοχής της χάριτος υπό του ανθρώπου
φέρει ο Κασσιανός εκ της Γραφής τον Ζακχαίο, τον επί του σταυρού
ληστή, παρότι δεν αρνείται ότι σε κάποιες περιστάσεις προτρέχει της
ανθρωπίνης ελευθερίας η χάρη, όπως στον Παύλο και Ματθαίο, χωρίς
όμως να είναι αναγκαστική35.

3 30 Coll. 13,18

3 31 Coll. 13,12.18

3 32 Coll. 13,18.13.9

3 33 Coll. 13,6.9

3 34 Coll. 13,18
Η διδασκαλία που ο Θεός προορίζει κάποιους μόνον στη σωτηρία είναι
βλάσφημος, και ρητώς ο Κασσιανός ονομάζει την αυγουστινιακή
διδασκαλία περί σωτηρίας, την καταντώσαν στο δόγμα του απόλυτου
προορισμού «μεγάλη ιεροσυλία» (ingens sacrilegium)36.
Ωστόσο το μέγα κύρος του Αυγουστίνου στη Δύση, ως και ο
εμφανιζόμενος κίνδυνος της επικρατήσεως της διδασκαλίας του
Πελαγίου, συντέλεσαν στην επικράτηση της αυγουστίνειας
διδασκαλίας. Από τον Μεσαίωνα εώς σήμερα ο Κασσιανός
χαρακτηρίζεται πατέρας της ημιπελαγιανικής αιρέσεως, αν και την
πολέμησε σφοδρώς και χαρακτήριζε τον Πελάγιο αιρετικό. Ο δε
Grutzmacher (RE3 3,747) λέει ότι η διδασκαλία του μάλλον ως
ημιαυγουστινισμός μπορεί να χαρακτηριστεί37. Ιδίως ο Πρόσπερος
πολέμησε τον Κασσιανό με την πραγματεία του De gratia et libero
arbitrio, liber contra collatorem38, θέλοντας να καταδείξει αυτόν
συμπιλητή (collatorem), κακόδοξο αιρετικό και πατέρα του
ημιπελαγιανισμού. Επίσης πολεμήθηκε υπό του πάπα Καιλεστίνου Ά
(422-432) με εγκύκλιο επιστολή προς τους επισκόπους της Γαλλίας.
Αργότερα το Decretum de libris recipiendis et non recipiendis39 (περί
γνησίων και απορριπτέων βιβλίων) που αποδίδεται στον πάπα Γελάσιο
Ά (492-496) χαρακτηρίζει την περί χάριτος διδασκαλία του ως απόκρυφο
δηλαδή κακόδοξο. Οριστικό όμως πλήγμα στη Δύση έφερε η εν Οράγγη
σύνοδος40 (Aransicana secunda) του 529 που αποδέχθηκε ως ορθόδοξο

3 35 Coll. 13,11.18

3 36 Coll. 13,7

3 37 Μπαλάνου Δ.Σ., «Είναι κακόδοξος η περί χάριτος διδασκαλία του Ιωάννου Κασσιανού;»,
Επιστημονική Επετηρίς Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών 1935-36, σ. 60-69

3 38 PL. 51,213-276

3 39 P.L. 59,157-167

4 40 Βλ. Hefele Conciliengeschichte, τ.β΄, παρ.242, η εν Οράγγη σύνοδος του 529


τον μεμετριασμένο αυγουστινισμό και χαρακτήρισε κακάδοξη κάθε
αντικείμενη σε αυτόν διδασκαλία, ακόμα και του Κασσιανού.

7. Η συμφωνία της διδασκαλίας του με τους ανατολικούς πατέρες

Στο κεφάλαιο αυτό θα παραπέμψουμε σε έργα εκκλησιαστικών


συγγραφέων και πατέρων της Εκκλησίας, όπου συναντάται συμφωνία
της περί χάριτος διδασκαλίας τους με την θέση του Κασσιανού. Λόγω
του εκτεταμένου του ζητήματος, θα αναφέρουμε μονάχα τα ονόματα
τους και η παραπομπή θα δηλώνει το έργο όπου συναντάται η ταύτιση
της διδασκαλίας.
Η θέση λοιπόν του Κασσιανού είναι σύμφωνη με τους Ωριγένη41,
Μακάριο Αιγύπτιο42, Κύριλλο Ιεροσολύμων43, Μ. Βασίλειο44, Γρηγόριο
Νύσσης45, ιδιαιτέρως Ιωάννη Χρυσόστομο46, Ισίδωρο Πηλουσιώτη47,
Ιωάννη Δαμασκηνό48.

4 41 Ωριγένους, Περί αρχών, P.G. 11, 280

4 42 Μακαρίου Αιγυπτίου, Ομιλία Β΄, β΄, P.G. 34, 464 και Ομιλία Λ΄, P.G. 34, 728. Επίσης Ομιλία Κ΄, ζ΄,
P.G. 34, 653, πρβλ. Κ΄, δ΄, 34, 652.

4 43 Κυρίλλου Ιεροσολύμων, Κατήχησις Α΄,δ΄, P.G. 33,376 και Κατήχησις Ε΄, ι΄και ια΄, P.G. 33, 517

4 44 M. Bασιλείου, Όροι κατά πλάτος Β΄, P.G. 31, 908-912 και Επιστολή σλε΄, P.G. 32, 872

4 45 Γρηγορίου Νύσσης, Λόγος κατηχητικός ο μέγας A΄, P.G. 45,76-77

4 46 Ιω. Χρυσοστόμου, Εις Ρωμαίους ομιλία ΚΗ΄, P.G. 60,651, Εις Ιωάννην Ι΄,γ΄, P.G. 59,76, Eις Γένεσιν
ΝΖ΄, P.G. 54,497 και 506, Εις Ρωμαίους ΙΑ΄, 60, 483, Εις το «Σαύλε Σαύλε τι με διώκεις», P.G. 51,143 kai
144

4 47 Ισιδώρου Πηλουσιώτου, Επιστολές 2,159. 218. 242. 280. -3,22. 271. 406. -4,13. 51. 65. 171. -5,327.
459, P.G. 78, 177 κ.ε.
8.Η θέση του στην Ανατολή

Η διδασκαλία του Κασσιανού συγκεφαλαιώνει και διατυπώνει όσα επί


τούτου εδίδαξαν οι έλληνες πατέρες και εκκλησιαστικοί συγγραφείς.
Κανένας από τους ανατολικούς πατέρες χαρακτηρίζει αυτόν ως
κακόδοξο, ούτε ο τόσο εύθικτος για την δογματική ακριβολογία Μ.
Φώτιος που αντίθετα, ευφήμως εκφράζεται για αυτόν και λέει ότι οι
λόγοι του είναι χρήσιμοι και ωφέλιμοι όσο κανένας άλλος για εκείνους
που έχουν αναλάβει τον ασκητικό αγώνα49. Για τα ασκητικά
συγγράμματα του Ιωάννη Κασσιανού, εκφράζεται εγκωμιαστικώς και ο
Όσιος Ιωάννης στην Κλίμακα που τον ονομάζει μεγάλο και λέει ότι
εφιλοσόφησε κάλλιστα και υψηλότατα50.
Κατά τον Αρχιμανδρίτη Σωφρόνιο Σαχάρωφ «…ουδεμία αμφιβολία
υπάρχει ότι ο Κασσιανός ανήκει στην παράδοση των ανατολικών
Πατέρων, ότι κατατάσσεται μεταξύ των σπουδαιοτέρων μαθητών και
κληρονόμων αυτών, ότι διεμορφώθη εν μέσω αυτών και μέχρι τέλους
της ζωής του τήρησε βαθειά ευλάβεια προς εκείνους τους οποίους και
εθεώρει ως υποδείγματα της μεγαλύτερης τελειότητος. Εν τούτοις είναι
φανερόν ότι το έργο του δεν αποτελεί δάνειο εκ των ανατολικών
πατέρων, αλλ΄αυτήν ταύτην την έκφραση των ιδίων αυτού απόψεων
περί εκείνου το οποίον ο ίδιος έζησε και αφομοίωσε, γενόμενος ο ίδιος
φορεύς της αυθεντικής ταύτης ζωής. Έτι δε δια των συγγραφών του
ήσκησε εν συνεχεία επίδραση επί των ανατολικών Πατέρων, διότι μετά
μεγάλης τέχνης και βαθείας γνώσεως εξέθεσε σε σύστημα την
ασκητικήν διδασκαλίαν και παράδοσην των Πατέρων τούτων. Συχνάκις
υψούται εκ του καθαρώς ασκητικού επιπέδου επί του μυστικού και
θεολογικού…»51. Όσον αφορά την επίδραση που ήσκησε σε ανατολικούς
Πατέρες, εάν παραβάλουμε με προσοχή την Κλίμακα προς τους λόγους
του Κασσιανού, θα παρατηρήσουμε ότι ο Ιωάννης Σιναΐτης
48 Ιω. Δαμασκηνού,
4 Έκδοσις ακριβής ορθοδόξου πίστεως ΠΒ΄, P.G. 94, 1121 και Πς΄, 94,1137

49 Μεγάλου Φωτίου,
4 Μυριόβιβλος, P.G.104, 661 B

50 Ιωάννου Σιναΐτου,
5 Κλίμαξ Δ΄105, έκδοσις Παρακλήτου, 1978, σ.104

51 Σωφρονίου (Σαχάρωφ)
5 Αρχιμ., Άσκησις καιΘεωρία, Έσσεξ Αγγλίας 1996, σ. 84-85
επηρεάστηκε κατά πολύ, και θα μπορούσαμε να παραθέσουμε εκτενή
κατάλογο αντιστοιχιών52. Ο Άγιος Ιωάννης ο Κασσιανός εν τη ανατολή
θεωρείται πάντοτε διδάσκαλος της Εκκλησίας, κατά πάντα ορθόδοξος,
και ότι ουδέποτε εγένοντο αποδεκτές οι κατηγορίες περί
ημιπελαγιανισμού, τις οποίες προσάπτουν σε αυτόν εν τη Δύση, μέχρι
των ημερών μας53. Ιδιαιτέρως στη μετάφραση των ομιλιών του υπό του
Dom Pichery, “Sources chretiennes”, τ.42, στην εισαγωγή αυτού, σελ. 22,
αναγγέλει ότι: «Ο Κασσιανός συμφωνεί σχεδόν απολύτως με τον
Αυγουστίνο εκτός ενός μόνον σημείου το οποίον όμως, περικλείει όλον
το δηλητήριον της πλάνης του ημιπελαγιανισμού: “ H πρωτοβουλία της
αγαθής πράξεως δύναται, ενίοτε τουλάχιστον, να ανήκει στον άνθρωπο,
και ούτος δύναται τότε να προσελκύσει την χάρη δια μιας αρχής της
αγαθής θελήσεως”54. Ο Ιωάννης Κασσιανός είναι αυτός που ήδη από τον
ε΄αι., ήλθε από την Κωνσταντινούπολη, να διδάξει την ησυχαστική
παράδοση των Νηπτικών Πατέρων στη Μασσαλία, την παλιά πόλη του
Φωκαέως και σε όλα τα μοναστήρια της Προβηγκίας. Πέντε αιώνες
προτού η Ρωσσία ανακαλύψει την Ορθοδοξία, ολόκληρος ο νότος της
Γαλλίας είναι, εδώ και αιώνες, πνευματική επαρχία της Βυζαντινής
Ορθοδοξίας55.

5 52 Για την σχέση των δύο πατέρων βλ. Αρχιμ. Σωφρονίου, Άσκησις και Θεωρία, τα κεφάλαια «Περί
των βάσεων της Ορθοδόξου ασκήσεως», σ.26-34, και ιδίως «Περί της αναγκαιότητας των τριών
αποταγών κατά τον Άγιο Ιωάννη Κασσιανό και τον Όσιο Ιωάννη της Κλίμακος», σ.81-91, μετάφραση
εκ της γαλλικής και ρωσσικής υπό ιερομονάχου Ζαχαρία, Έσσεξ Αγγλίας 1996

5 53 Σωφρονίου (Σαχάρωφ) Αρχιμ., Άσκησις και Θεωρία, Έσσεξ Αγγλίας 1996, σ. 91

5 54 Jean Cassien, Conferences XII, γαλλική μετάφραση υπό του Dom E. Pichery, “Sources Chretiennes”,
τ.42, Paris 1955-1959, σ.22

5 55 Βλάχου Ιεροθέου, Μητροπολίτου Ναυπάκτου, Ανατολή και Δύση στην ενωμένη Ευρώπη, από
worldwide web, http://www.vic.com. Περί της σημασίας της προσφοράς στοιχείων πνευματικότητας,
σκέψης και ανατολικού πατερικού ανθρωπισμού στη Ν. Ευρώπη από τον Ιωάννη Κασσιανό βλ. Ioan
Coman, « Les “Scythes” Jean Cassies et Denys le Petir et leurs relations avec le monte Mediterraneeν»,
Κληρονομία. τ. 7, τεύχος Α΄, Θεσσαλονίκη 1975, σ. 27-48
Συμπληρωματική βιβλιογραφία
Φωτίου Ιωαννίδη, «Ο πνευματικός γέροντας στα ασκητικά έργα του Ιω.
Κασσιανού και τη Regula Magistri», Γρηγόριος Παλαμάς 82 (1999), 37-
45, Α. Ηoch, Lehre des Johannes Cassianus von Natur und Gnade,
Freiburg i. Br. 1895, Fr. Worter, Beitrage Zur Dogmengeschichte des
Semipelagianismus, Paderborn 1898 σ. 31-79, J. Langier, St. J. Cassien et
sa doctrine sur la grace, Lyon 1908, O. Abel, Studien zu dem gallischen
Presbyter Johannes Kassian, Munchen 1904, A. Kemmer, charisma
Maximum, Louvain 1938, O. Gorce, Un specialiste de l’ interview,
Strasbourg 1947, B. Griffiths, “John Cassian”, Month, 21 (1959), 342-365,
E. Pichery, “Les idees morales de Jean Cassien”, Mel. Science Rel., 14
(1957), 5-20.

You might also like