Professional Documents
Culture Documents
Ι. ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Ο Πλάτωνας στο διάλογό του Πρωταγόρας, διηγείται ότι οι άνθρωποι τους πρώτους
χρόνους εμφάνισής τους στη γη ζούσαν μόνοι τους σε σπηλιές. Ο τρόπος όμως αυτός
διαβίωσής τους δεν τους παρείχε αποτελεσματική προστασία έναντι των επιθέσεων των
αγρίων θηρίων. Γι’ αυτό αποφάσισαν να ζήσουν σε ομάδες. Με τη συμβίωσή τους
περιορίστηκαν μεν οι επιθέσεις των θηρίων, άρχισαν όμως οι επιθέσεις και συγκρούσεις
μεταξύ τους. Γι’ αυτό ζήτησαν από το θεό Ερμή να τους φέρει κανόνες που να ρυθμίζουν τη
συμβίωσή τους. Έτσι, οι ανθρώπινες κοινωνίες απέκτησαν δίκαιο. Επειδή το δίκαιο αυτό,
όμως, πρέπει και να εφαρμόζεται και δεδομένου ότι η αυτοδικία, ο αρχέγονος τρόπος
αυτοδύναμης προστασίας των δικαιωμάτων ευνοεί καταρχήν εξ’ ορισμού τον ισχυρότερο,
γρήγορα κατέστη αντιληπτή η αναγκαιότητα της ύπαρξης μιας δικαιοδοτικής εξουσίας.
Αρχικά αυτή η εξουσία ασκούνταν από τους βασιλείς και τους λοιπούς αξιωματούχους.
Προϊόντος του χρόνου άρχισαν να συγκροτούνται ειδικά δικαιοδοτικά όργανα, τα δικαστήρια
και να προβάλλεται το αίτημα για μια ακηδεμόνευτη, αμερόληπτη και αποτελεσματική
δικαιοσύνη, ένα αίτημα που δεν έχει μέχρι σήμερα απολέσει την επικαιρότητα του και την
επιτακτικότητά του και ιδίως στους σημερινούς χαλεπούς καιρούς της δημοσιονομικής
κρίσης που έχει επηρεάσει δυσμενώς το σύνολο του πληθυσμού της χώρας ανακύπτει εύλογα
το ερώτημα για το κατά πόσον ο δικαστής μπορεί να επιτελέσει ανεπηρέαστος το έργο του ή
θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη του τις αντιδράσεις της κοινής γνώμης και το κοινό περί
δικαίου αίσθημα; Οι συζητήσεις αυτές μάλιστα εντείνονται σε περιόδους όπου η δικαιοσύνη
καλείται να επιλύσει κάποια διαφορά από την οποία δημιουργούνται κοινωνικές ή πολιτικές
προεκτάσεις.
1
α. Από την εκτελεστική εξουσία η οποία αρέσκεται να θέλει τη δικαιοσύνη
υποταγμένη στα κελεύσματά της (π.χ. άρθρο 90 παρ. 5 επιλογή των προέδρων και
αντιπροέδρων των ανώτατων δικαστηρίων από το Υπουργικό συμβούλιο, πιθανόν να
επιλέγεται ο κομματικά αρεστός, άρθρο 90 παρ. 3 δυνατότητα διαφωνίας υπουργού
δικαιοσύνης αναφορικά με προαγωγέ και μεταθέσεις, δυνατότητα έγερσης πειθαρχικής
αγωγής από τον υπουργό δικαιοσύνης).
Όταν η κοινή γνώμη έχει ήδη αποφανθεί, απαιτείται από τους δικαστές πλεόνασμα
ευθυκρισίας, αντικειμενικότητα και ψυχικό σθένος για να μπορέσουν να επιτελέσουν
ανεπηρέαστα το έργο τους, χωρίς να προκαταλαμβάνονται από τη γνώμη της μάζας.
Απαλλαγή από την κηδεμονία της κοινής γνώμης. Δεν υπάρχει αληθινή δικαιοσύνη, χωρίς
πραγματικά ανεξάρτητα δικαστήρια. Όταν κλέβουν από τη δικαστική λειτουργία τον
ανεξάρτητο δικαστή, η λειτουργία αυτή φθίνει και πεθαίνει. Η μεγαλύτερη εγγύηση για την
ανεξαρτησία του δικαστικού λειτουργού είναι η ίδια η προσωπικότητά του. Καμία
συνταγματική πρόβλεψη, καμία θεσμική μεταρρύθμιση δεν θα μπορέσει ποτέ να προσφέρει
στο δικαστή αποτελεσματικότερη θωράκιση έναντι των εξωγενών επεμβάσεων απ’ ότι η ίδια
του η ευψυχία, το ήθος και το θάρρος του.
α. Με τον όρο «κοινή γνώμη» αναφερόμαστε στη γνώμη, την άποψη, την κρίση και
τη θέση που έχει ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας σε σπάνιες περιπτώσεις το σύνολο πάνω σε
διάφορα ζητήματα που ενδιαφέρουν κι ως ένα βαθμό απασχολούν τους πολίτες στον
πολιτικό, κοινωνικό, πολιτιστικό κ.ά. τομέα ή ακόμα και αναφορικά με πρόσωπα ή ποικίλες
άλλες καταστάσεις.
2
γ. Θετικός ρόλος (έλεγχος & κριτική εξουσίας, διασφάλιση δημοκρατίας, αμοραλισμού,
αδικίας, εξασφάλιση κοινωνικής συνοχής, υπόδειξη λύσεων, συγκράτηση εγκληματικότητας,
αξιόποινων πράξεων, απόρριψη ανάξιων, αξιοκρατία, κοινωνικός έλεγχος, διαμαρτυρία).
Συνιστά βασικό παράγοντα κατά τη διαμόρφωση της βούλησης των φορέων της
νομοθετικής εξουσίας και των πολιτειακών οργάνων. Η συμβολή του κάθε πολίτη στη
δημιουργία της άγρυπνης κοινής γνώμης είναι δημοκρατικό λειτούργημα. Εκδήλωση των
αντιδράσεων από την τηλεόραση, το ραδιόφωνο, τον τύπο και μέσω ομαδικών
συγκεντρώσεων και συνελεύσεων.
Από την άλλη πλευρά, το Σύνταγμα στο άρθρο 1 παρ.3 Σ ορίζει ότι όλες οι εξουσίες
πηγάζουν από το λαό, υπάρχουν υπέρ αυτού και του έθνους, ενώ κατ’ άρθρο 26 παρ.3 Σ η
δικαστική εξουσία ασκείται από τα δικαστήρια και οι αποφάσεις τους εκτελούνται στο όνομα
του ελληνικού λαού. Πηγή όλων των εξουσιών είναι ο λαός και το ανώτατο κρατικό όργανο.
Επομένως, πρώτον κάθε συντεταγμένη εξουσία, άρα και η δικαστική δεν βρίσκεται πάνω από
το λαό και δεν μπορεί να εκφεύγει από τον έλεγχο και την κριτική του λαού και δεύτερον
κάθε εξουσία, άρα και η δικαστική οφείλει να ενεργεί στο πλαίσιο που της έχει διαγράψει η
εκφρασμένη λαϊκή βούληση από το Σ και τους νόμους και να υπάρχει υπέρ του λαού.
Οι αντιδράσεις της κοινής γνώμης είναι θεμιτό να έχουν ως στόχο την απονομή της
δικαιοσύνης;
Διερεύνηση α) ως προς το στάδιο που προηγείται από την έκδοση μιας δικαστικής
αποφάσεως και β) ως προς το στάδιο που επακολουθεί.
3
επηρεασμού είναι η σκοπιμότητα που υπηρετεί η διοίκηση ή το ενδιαφέρον της κοινής
γνώμης. Π.χ. εκκρεμούσης ποινικής υποθέσεως και μέχρις εκδόσεως τελεσίδικης αποφάσεως
επ' αυτής, απαγορεύεται η δημοσίευση οποιωνδήποτε κρίσεων ή χαρακτηρισμών, αφορώντων
είτε στους διαδίκους είτε στον κατήγορο και ιδίως κριτική ως προς την ενοχήν του
κατηγορουμένου, γεγονός που θα έπληττε κατάφωρα το τεκμήριο αθωότητας (άρθρο 6 παρ. 3
ΕΣΔΑ). Θα αποτελούσε ανεπίτρεπτη παρέμβαση σε συγκεκριμένη εκκρεμή δίκη και
εξώθηση της κοινής γνώμης για να ασκήσει πίεση στο δικαστή. Εμπόδια στην ορθή και
ανεπηρέαστη απονομή δικαιοσύνη, προδιαθέτοντας το δικαστήριο και επηρεάζοντας τους
μάρτυρες. Όταν μια δίκη βρίσκεται σε εξέλιξη, κανείς δεν πρέπει να τη σχολιάζει κατά τρόπο
πρόσφορο να προκαλέσει σοβαρό κίνδυνο βλάβης του πνεύματος δικαιοσύνης και
προδιαθέτοντας γενικά την κοινή γνώμη εναντίον ενός από τα διάδικα μέρη γιατί έτσι
διαπράττει μια καταφρόνηση προς τη δικαιοσύνη αν προδικάζει την αλήθεια πριν το
δικαστήριο την αποκαταστήσει. Είναι ανεπίτρεπτη η ανοχή μιας δίκης υπό πίεση.
- και ποιο πρακτικό αντίκρυσμα έχει η διακήρυξη του άρθρου 26 § 3 του Συντάγματος, κατά
το οποίο «αι αποφάσεις... εκτελούνται εν ονόματι του Ελληνικού Λαού»;
4
Δεν πρέπει λοιπόν, να λησμονούμε ότι η εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων στο
όνομα του λαού δεν είναι απλό σχήμα λόγου, αλλά ουσιαστική διακήρυξη, φορέας της
δικαστικής εξουσίας είναι ο κυρίαρχος λαός που την ασκεί δια των δικαστών, ως άμεσων
αντιπροσώπων του. Επίσης όπου η εφαρμογή των κανόνων του δικαίου προϋποθέτει την
εξειδίκευση μιας αόριστης νομικής έννοιας, λχ ότι η σύμβαση είναι ανήθικη και ότι ο
κλονισμός του γάμου κρίνεται ισχυρός, τότε η εξειδίκευση των αορίστων νομικών εννοιών
δεν γίνεται με τις υποκειμενικές αντιλήψεις του δικαστή, αλλά με τις αντιλήψεις της κοινής
γνώμης και ο δικαστής τότε μόνο μπορεί να κάνει χρήση των ιδιωτικών γνώσεων του, όταν
πρόκειται για πασίδηλα γεγονότα ή διδάγματα της κοινής πείρας, κτήματα δηλαδή της κοινής
γνώμης.
IV. ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Συνοψίζοντας, κατέστη σαφές ότι ο πολίτης οφείλει να δείχνει σεβασμό προς τις
αποφάσεις της δικαστικής εξουσίας που εκτελούνται εις το όνομα του ελληνικού λαού,
προκειμένου να εκπληρώνει με επιτυχία την αποστολή της. Πλην όμως ζούμε σε μια εποχή
που όλα στασιάζονται και αμφισβητούνται, διάχυτη μάλιστα είναι η κρίση θεσμών, ακόμη
και της δικαστικής εξουσίας, η οποία θεωρούν ότι αδυνατεί να ανταπεξέλθει στα καθήκοντα
που της έχουν ανατεθεί, ενώ αμφισβητείται και η ποιότητα των δικαστικών αποφάσεων.
Αναδείχθηκε περαιτέρω τόσο ο θετικός, όσο και ο αρνητικός ρόλος της κοινής γνώμης
σχετικά με την επιρροή που μπορεί ν’ ασκήσει ως προς τη διαμόρφωση του δικανικού
συλλογισμού και εξήχθη το συμπέρασμα ότι απαιτείται συνδυασμός και στάθμιση του
δικαιώματος της ορθής πληροφόρησης και της έκφρασης της κοινής γνώμης από τη μια
πλευρά και του σεβασμού της αμερόληπτης και ουδέτερης δικαστικής κρίσης η οποία σε
καμία περίπτωση δεν πρέπει να υποκαθίστανται. Συνεπώς, ανεξάρτητη δικαστική λειτουργία,
υψηλού επιπέδου μέσα ενημέρωσης, δικαστικό σθένος, έλεγχος απονομής δικαιοσύνης από
σωστά ενημερωμένη κοινή γνώμη, συνειδητοποίηση ότι όλα πηγάζουν από το λαό και
υπάρχουν υπέρ αυτού σημαίνει αληθινά δημοκρατική κοινωνία.