You are on page 1of 174

ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΑ ΑΥΤΟΝΟΜΟΥ ΝΕΥΡΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

ΝΕΥΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ
ΚΕΝΤΡΙΚΟ ΝΕΥΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΕΡΙΦΕΡΙΚΟ ΝΕΥΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ
ΣΩΜΑΤΙΚΟ ΝΕΥΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΥΤΟΝΟΜΟ ΝΕΥΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ
ΠΑΡΑΣΥΜΠΑΘΗΤΙΚΟ ΝΣ ΣΥΜΠΑΘΗΤΙΚΟ ΝΑ
ΣΥΜΠΑΘΗΤΙΚΟ ΝΣ:
- Ετοιμάζει το σώμα για ‘’δράση’’
- Fight or Flight
Αύξηση καρδιακής λειτουργίας
Αύξηση ΜΑ πίεσης
Ανακατανομή αιματικής ροής – αύξηση ροής στους σκελετικούς μύες, μείωση ροής στο δέρμα και τα
όργανα
Μείωση κινητικότητας ΓΕΣ
Διαστολή βρογχολίων
Αύξηση γλυκόζης αίματος

ΠΑΡΑΣΥΜΠΑΘΗΤΙΚΟ ΝΣ:
- Αντίθετες δράσεις από το ΣΝΣ
- Rest and Digest
Ελαττώνει τον καρδιακό ρυθμό
Ελαττώνει την ΜΑΠ
Αυξάνει τις γαστρικές εκκρίσεις
Διεγείρει την κινητικότητα του ΓΕΣ
Συστολή της κόρης του οφθαλμού
Αδειάζει την ουροδόχο κύστη και το ΓΕΣ

Σημαντικές παράμετροι για τη δράση των νευροδιαβιβαστών:


1) Σύνθεση
2) Αποθήκευση
3) Απελευθέρωση
4) Ενεργοποίηση του υποδοχέα
5) Τερματισμός της δράσης

1
ΥΠΟΔΟΧΕΙΣ ΑΝΣ:

Χολινεργικοί Υποδοχείς Αδρενεργικοί Υποδοχείς


Νικοτινικοί α
-ΝΜ -α1
-ΝΝ -α2
Μουσκαρινικοί β
- Μ1-5 -β1
-β2
Υποδοχείς στους οποίους δρα η Ach Υποδοχείς στους οποίους δρα η NE και η Epi

ΧΟΛΙΝΕΡΓΙΚΟΙ ΥΠΟΔΟΧΕΙΣ:
Νικοτινικοί υποδοχείς:
- Υπάρχουν στα γάγγλια του ΑΝΣ (ΠΝΣ και ΣΝΣ) και στο μυελό των επινεφριδίων (ΝΝ)
Ενεργοποίηση οδηγεί σε μετάδοση νευρικών ώσεων στα γάγγλια του ΣΝΣ και ΠΝΣ και
απελευθέρωση Epi και NE από το μυελό των επινεφριδίων
- Υπάρχουν στους σκελετικούς μύες στη νευρομυϊκή σύναψη (ΝΜ)
Ενεργοποίηση προκαλεί μυϊκή συστολή
- Οι δύο τύποι υποδοχέων είναι δομικά διαφορετικοί και ανταποκρίνονται διαφορετικά σε φάρμακα
Μουσκαρινικοί Υποδοχείς:
- Βρίσκονται στις μεταγαγγλιακές θέσεις, σε όργανα, στο καρδιαγγειακό, το αναπνευστικό, το ΓΕΣ
και το ουρογενετικό
- Ενεργοποίηση από την Ach οδηγεί σε ενεργοποίηση ή αναστολή της λειτουργίας του στού
Ενεργοποίηση των Μ υποδοχέων, μείωση HR, αλλά ενεργοποιεί την κινητικότητα του ΓΕΣ
- 5 υποτύποι υποδοχέων

ΑΔΡΕΝΕΡΓΙΚΟΙ ΥΠΟΔΟΧΕΙΣ:
α-υποδοχείς:
- ΝΕ και Epi δρουν στους α-υποδοχείς
- Ενεργοποίηση από ΝΕ και Epi προκαλεί διέγερση ή αναστολή της ιστικής λειτουργίας
Σύσπαση λείων μυϊκών ινών αγγείων
Χάλαση λείων μυϊκών ινών ΓΕΣ
α1-υποδοχείς:
- Βρίσκονται σε μετα-γαγγλιακές θέσεις στους ιστούς (λείοι μύες αγγείων και στα όργανα των
σπλάχνων)
α2-υποδοχείς:
- Βρίσκονται στις νευρικές απολήξεις
Διέγερση από την ΝΕ αναστέλλει την απελευθέρωση ΝΕ (αρνητική ανάδρομη ρύθμιση)

2
β-υποδοχείς:
- Epi δρα στους β-υποδοχείς
- ΝΕ έχει μικρή μόνο δράση στους β-υποδοχείς
β1-υποδοχείς:
- Βρίσκονται στην καρδιά
Διέγερση από τη ΝΕ ή Epi προκαλεί αύξηση του ρυθμού λειτουργίας της καρδιάς και της έντασης
συστολής
- Βρίσκονται και σε άλλους μετα-γαγγλιακούς ιστούς που νευρώνονται από το ΣΝΣ
β2-υποδοχείς:
- Βρίσκονται σε μετα-γαγγλιακούς ιστούς που νευρώνονται από το ΣΝΣ
Διέγερση από την Epi οδηγεί σε διαστολή ΛΜΙ που υπάρχουν στους σκελετικούς μύες και ΛΜΙ
των βρόγχων

Αλλαγή της νευροδιαβίβασης στο ΑΝΣ με φάρμακα:


- Διεργασίες που εμπλέκονται στη νευροδιαβίβαση είναι οι στόχοι της δράσης των φαρμάκων
- Τα φάρμακα επηρεάζουν την επαναπρόσληψη, σύνθεση, αποθπήκευση και απελευθέρωση των
νευροδιαβιβαστών
Εμμέσως δρώντα φάρμακα
- Τα περισσότερα φάρμακα με κλινική χρήση δρουν σε μεταδυναπτικούς υποδοχείς σαν αγωνιστές
ή ανταγωνιστές
Άμεσα δρώντα φάρμακα

Δράσεις φαρμάκων στους υποδοχείς:


Αυξορύθμιση:
- Χρόνια έκθεση σε ουσία που αναστέλλει τη δράση (ανταγωνιστή)
- Αύξηση του αριθμού των υποδοχέων
- Αύξηση της αντιδραστικότητας του ιστού όταν απομακρυνθεί ο ανταγωνιστής
Π.χ. β-blockers (αύξηση HR)
Μειορύθμιση:
- Χρόνια έκθεση σε ουσία που διεγείρει τη δράση (αγωνιστή)
- Ελάττωση του αριθμού των υποδοχέων
- Οδηγεί σε ανάπτυξη αντοχής
Π.χ. τα αντικαταθλιπτικά αναστέλλουν την έκφραση των β-υποδοχέων

3
ΧΟΛΙΝΕΡΓΙΚΟΙ ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ
ΣΥΝΘΕΣΗ / ΑΠΟΔΟΜΗΣΗ ΑCh:
1) Η ακετυλοχολίνη δημιουργείται από τη χολίνη και το ΑcCoA
2) Στη συναπτική σχισμή η ακετυλοχολίνη υδρολύεται από την ακετυλοχολινεστεράση
3) Η χολίνη προσλαμβάνεται από τον νευρώνα και χρησιμοποιείται στη σύνθεση ακετυλοχολίνης
ΑΜΕΣΗΣ ΔΡΑΣΗΣ
• Ακετυλοχολίνη (ΑCh)
• Βητανεχόλη
• Καρβαχόλη
• Πιλοκαρπίνη
ΕΜΜΕΣΗΣ ΔΡΑΣΗΣ
Αναστρέψιμοι
• Εδροφώνιο
• Νεοστιγμίνη
• Φυσοστιγμίνη
• Πυριδοστιγμίνη
Μη Αναστρέψιμοι
• Εχοθειοφάτη
• Ισοφλουροφάτη
ΕΠΑΝΕΝΕΡΓΟΠΟΙΗΤΕΣ ΤΗΣ ΑΚΕΤΥΛΟΧΟΛΙΝΕΣΤΕΡΑΣΗΣ
• Πραλιδοξίμη
Άμεσης δράσης: δεσμεύονται και ενεργοποιούν τους χολινεργικούς υποδοχείς
Έμμεσης δράσης: αυξάνουν την [Ach] στη σύναψη
ΘΕΣΗ ΔΡΑΣΗΣ ΧΟΛΙΝΕΡΓΙΚΩΝ ΑΓΩΝΙΣΤΩΝ
Στο Αυτόνομο Νευρικό Σύστημα έχουμε τους προγαγγλιακούς νευρώνες, όπου απελευθερώνεται η
Ach (γαγγλιακός διαβιβαστής) στο νικοτινικό υποδοχέα. Στη συμπαθητική νεύρωση του μυελού των
επινεφριδίων, ο νικοτινικός υποδοχέας που βρίσκεται στο μυελό των επινεφριδίων έχει ως
νευροεκτελεστικό διαβιβαστή την επινεφρίνη και νορεπινεφρίνη, οι οποίες απελευθερώνονται στο
αίμα και προσδένονται στον αδρενεργικό υποδοχέα. Στο συμπαθητικό και στο παρασυμπαθητικό, ο
νικοτινικός υποδοχέας βρίσκεται στους μεταγαγγλιακούς νευρώνες. Στο συμπαθητικό, ως
νευροεκτελεστικό διαβιβαστή έχουμε τη νορεπινεφρίνη, που προσδένεται στον αδρενεργικό
υποδοχέα. Στο παρασυμπαθητικό, ως νευροεκτελεστικό διαβιβαστή έχουμε την ακετυλοχολίνη, που
προσδένεται στον μουσκαρινικό υποδοχέα. (Εκτελεστικά Όργανα)
Στο Σωματικό Νευρικό Σύστημα δεν υπάρχουν γάγγλια και ως νευροεκτελεστικό διαβιβαστή έχουμε
την ακετυλοχολίνη, όπου προσδένεται στον νικοτινικό υποδοχέα. (Γραμμωτός Μυς)

4
ΧΟΛΙΝΕΡΓΙΚΟΙ ΥΠΟΔΟΧΕΙΣ
Μουσκαρινικοί υποδοχείς (Μ1 , Μ2 , Μ3 , Μ4 , Μ5 ) (Υψηλή συγγένεια η μουσκαρίνη)
Νικοτινικοί υποδοχείς (Υψηλή συγγένεια η νικοτίνη)
Υποτύποι νικοτινικών υποδοχέων ακετυλοχολίνης:

ΤΥΠΟΣ ΤΥΠΟΣ ΤΟΥ ΚΝΣ


ΤΟΥ ΚΝΣ
Χαρακτηρισ Μυϊκός Γαγγλιακός (α4)2(β2)3 (α7)5 Σχόλιο
τικά τύπος: τύπος:
(α1)2β1δε (α3)2(β4)3
Κύρια Σκελετική Γάγγλια Πολλές Πολλές
συναπτική νευρομυϊκή του εγκεφαλικές εγκεφαλι
εντόπιση σύναψη: αυτονόμου: περιοχές: κές
κυρίως κυρίως προ- και περιοχές
μετασυναπτι μετασυναπ μετασυναπτ : προ-
κά τικά ικά και
μετασυν
απτικά
Μεμβρανική Διεγερτική Διεγερτική Προ- και Προ- και Ο (α7)5
απόκριση Αυξημένη Αυξημένη μετασυναπτ μετασυναπτική υποδοχέας
κατιοντική κατιοντική ική διέγερση προκαλεί
διαπερατότητ διαπερατότ διέγερση Αυξημένη μεγάλη
α (κυρίως ητα Αυξημένη Διαπερατότητα εισροή Ca2+,
Na+, K+) (κυρίως κατιοντική Ca2+ προκαλώντας
Na+, K+) διαπερατότ απελευθέρωσ
ητα (κυρίως η διαβιβαστή
Na+, K+)

Αγωνιστές Ach Ach Νικοτίνη Επιβατιδίνη Ο (α4)2(β2)3


CCh CCh Επιβατιδίνη DMPP είναι
Σουξαμεθώνι Νικοτίνη Ach υπεύθυνος
ο Επιβατιδίνη Κυτοσίνη για τις
DMPP δράσεις της
νικοτίνης στο
ΚΝΣ
Ο (α7) είναι
το σημείο
σύνδεσης της
βουνγκαροτοξ
ίνης
Ανταγωνιστ Ατρακούριο Μεκαμυλαμ Μεκαμυλαμί Μεθυλακονιτίνη
ές Βεκουρόνιο ίνη νη α-Βουνγκαροτοξίνη
α- Τριμεταφάν Μεθυλακονι
Βουνγκαροτο η τίνη
ξίνη α-
Τουβοκουρα Κονοτοξίνη
ρίνη

5
Πανκουρόνιο
Εξαμεθώνιο
α-Κονοτοξίνη

Υποτύποι μουσκαρινικών υποδοχέων ακετυλοχολίνης:

Χαρακτηριστικά Μ1 (‘’νευρωνικός’’) Μ2 Μ3 (‘’αδενικός/ Μ4 Μ5


(‘’καρδιακός’’) λείων μυών’’)
Κύρια εντόπιση ΚΝΣ: φλοιός, Καρδιά: κόλποι Εξωκρινείς αδένες: ΚΝΣ: φλοιός, ΚΝΣ: πολύ
ιππόκαμπος Λείοι μύες: ΓΕΣ γαστρικοί, ραβδωτό εντοπισμένη
Αδένες: γαστρικοί, ΚΝΣ: ευρεία σιελογόνοι, κλπ. έκφραση στη
σιελογόνοι,κλπ. κατανομή Λείοι μύες: ΓΕΣ, μέλαινα ουσία
οφθαλμός Σιελογόνοι
Αιμοφόρα αγγεία: αδένες
ενδοθήλιο Ίριδα/
ακτινωτός μύς
Κυτταρική ↑ IP3, DAG ↓ cAMP, ↑ IP3, Διέγερση ↓ cAMP, Αναστολή ↑ IP3,
απόκριση Εκπόλωση Αναστολή ↑ [ Ca2+ ]i ↓ είσοδος Ca2+ Διέγερση
Διέγερση ↓ είσοδος Ca2+ ↑ είσοδος K+ ↑ [ Ca2+ ]i
↑ είσοδος K+ ↑ είσοδος K+
Λειτουργική Διέγερση του ΚΝΣ Καρδιακή Γαστρική, σιαλική Αυξημένη Άγνωστη
απόκριση (μνήμη) αναστολή έκκριση κινητικότητα
Γαστρική έκκριση Νευρωνική Σύσπαση λείων
αναστολή μυών του GI
Κεντρικές Οπτική
μουσκαρινικές προσαρμογή
δράσεις, π.χ. Αγγειοχάλαση
τρόμος,
υποθερμία

Αγωνιστές (μη- Ach Ach Ach Ach Ach


εκλεκτικοί, εκτός Καρβαχόλη Καρβαχόλη Καρβαχόλη Καρβαχόλη Καρβαχόλη
από αυτούς με Οξοτρεμορίνη Οξοτρεμορίνη Οξοτρεμορίνη Οξοτρεμορίνη Οξοτρεμορίνη
πλάγια McNA343 McNA343 McNA343 McNA343 McNA343
αναγραφή)
Ανταγωνιστές Ατροπίνη Ατροπίνη Ατροπίνη Ατροπίνη Ατροπίνη
(μη-εκλεκτικοί, Δικυκλοβερίνη Δικυκλοβερίνη Δικυκλοβερίνη Δικυκλοβερίνη Δικυκλοβερίνη
εκτός από Τολτεροδίνη Τολτεροδίνη Τολτεροδίνη Τολτεροδίνη Τολτεροδίνη
αυτούς με Οξυβουτυρίνη Οξυβουτυρίνη Οξυβουτυρίνη Οξυβουτυρίνη Οξυβουτυρίνη
πλάγια Ιπρατρόπιο Ιπρατρόπιο Ιπρατρόπιο Ιπρατρόπιο Ιπρατρόπιο
αναγραφή) Πιρενζεπίνη Γαλλαμίνη Mamba τοξίνη ΜΤ3
Mamba τοξίνη ΜΤ7

• ΑΜΕΣΗΣ ΔΡΑΣΗΣ
– Ακετυλοχολίνη
– Βητανεχόλη
– Καρβαχόλη
– Πιλοκαρπίνη

6
ΑΚΕΤΥΛΟΧΟΛΙΝΗ
• Ένωση του τεταρτοταγούς αμμωνίου
• Δεν διαπερνά μεμβράνες
• Χωρίς θεραπευτική αξία  Πολλαπλές δράσεις
 Ταχεία αδρανοποίηση
• Μουσκαρινική και νικοτινική δράση
• Μουσκαρινικές δράσεις-αναστέλλονται από ατροπίνη

Δράσεις:
1. Βραδυκαρδία
2.  Καρδιακής παροχής
3. Αγγειοδιαστολή (χολινεργικοί υποδοχείς αγγείων)   ΒΡ (ΑCh  IP3  Ca2+)
4.  έκκρισης σιέλου
5.  κινητικότητας εντέρου
6.  βρογχικών εκκρίσεων
7.  τόνου εξωστήρα κύστης
8. Μύση
9. Νευροδιαβίβαση
Οι μουσκαρινικές δράσεις αναστέλλονται από ατροπίνη.

ΒΗΤΑΝΕΧΟΛΗ
• Μουσκαρινική δράση >> Νικοτινική δράση
• Δεν υδρολύεται από ακετυλοχολυνεστεράση (εστέρας καρβαμιδικού οξέος)
• Δρα στις ΛΜΙ κύστης και ΓΕΣ
• Διάρκεια δράσης: 1 h

Δράσεις:
1.  τόνο / κινητικότητα εντέρου
2.  ούρηση: χρήση για διέγερση ατονικής κύστης-π.χ. τοκετό

Ανεπιθύμητες ενέργειες:
1. Εφίδρωση
2. Υπόταση
3. Ναυτία
4. Σιελόρροια
5. Βρογχόσπασμο
6. Διάρροια

ΚΑΡΒΑΧΟΛΗ (Καρβαμυλοχολίνη)
• Μουσκαρινική δράση και Νικοτινική δράση
• Δεν υδρολύεται από ακετυλοχολυνεστεράση (εστέρας καρβαμιδικού οξέος)
• Εφάπαξ χορήγηση-διάρκεια δράσης: ~1 h
• Μεγάλη ισχύ και παρατεταμένη δράση  σπάνια στη θεραπευτική / ναι στην οφθαλμολογία

7
Δράσεις:
1. Γαγγλιοδιεγερτική δραστηριότητα ΓΕΣ και ΚΑ: διεγείρει και καταστέλλει
2. Νικοτινική δράση: απελευθέρωση επινεφρίνης
3. Μύση
4.  Ενδοφθάλμιας πίεσης

Ανεπιθύμητες ενέργειες:
Λίγες ή καθόλου λόγω της μη συστηματικής κυκλοφορίας της (τεταρτοταγής αμίνη)

ΠΙΛΟΚΑΡΠΙΝΗ
• Μουσκαρινική δράση
• Δεν υδρολύεται από ακετυλοχολυνεστεράση
• Τριτοταγής αμίνη
• Χρήση κυρίως στην οφθαλμολογία

Δράσεις:
1. Μύση και σύσπαση ακτινωτού μύ
2. Φάρμακο εκλογής- για επείγουσα μείωση ενδοφθάλμιας πίεσης στο γλαύκωμα ανοικτής ή
κλειστής γωνίας
 ακεταζολαμίδη, επινεφρίνη, τιμολόλη= χρόνια θεραπεία γλαυκώματος
3. Διάρκεια δράσης έως 1 ημέρα

Ανεπιθύμητες ενέργειες:
1. Εισέρχεται στον εγκέφαλο  διαταραχές στο ΚΝΣ
2. Εφίδρωση
3. Σιελόρροια

• ΕΜΜΕΣΗΣ ΔΡΑΣΗΣ
Αναστρέψιμοι
– Εδροφώνιο
– Νεοστιγμίνη
– Φυσοστιγμίνη
– Πυριδοστιγμίνη

Μη Αναστρέψιμοι
– Εχοθειοφάτη
– Ισοφλουροφάτη

ΑΝΑΣΤΡΕΨΙΜΟΙ ΑΝΑΣΤΟΛΕΙΣ ACh  Εδροφώνιο, Φυσοστιγμίνη, Νεοστιγμίνη, η καρβοξυλομάδα


τους σχετίζεται με την αργή υδρόλυση της ακετυλοχολίνης.

ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΔΡΑΣΗΣ ΤΩΝ ΑΝΑΣΤΡΕΨΙΜΩΝ:


Η AchE είναι ένα ένζυμο που διασπά την Ach σε οξικό οξύ και χολίνη και έτσι σταματάει τη δράση
της. Βρίσκεται στις προ- και μετασυναπτικές νευρικές απολήξεις, προσκολλημένη στις μεμβράνες.
Οι αναστολείς της AchE παρέχουν έμμεσα χολινεργική δράση, εμποδίζοντας την αποικοδόμηση της
Ach. Έτσι, αυτά τα φάρμακα μπορούν να προκαλέσουν απάντηση σε όλους τους χολινεργικούς
υποδοχείς στο σώμα.

8
ΦΥΣΟΣΤΙΓΜΙΝΗ
• Αλκαλοειδές
• Τριτοταγής αμίνη
• Σύμπλοκο με ακετυλοχολυνεστεράση  αναστρέψιμη αδρανοποίηση ενζύμου   χολινεργικής
δραστηριότητας
• Νικοτινικούς + Μουσκαρινικούς υποδοχείς ΑΝΣ
• Νικοτινικούς υποδοχείς νευρομυϊκής σύναψης
• Διέγερση ΚΝΣ
• Διάρκεια δράσης: 2-4 h
Φυσοστυγμίνη: μπορεί να χρησιμοποιηθεί για μη ειδικό ανταγωνισμό μερικών φαρμάκων στο ΚΝΣ

Δράσεις:
1.  κινητικότητας εντέρου
2.  κινητικότητας ουροδόχου κύστης
3. Οφθαλμό: Μύση  ενδοφθάλμιας πίεσης
4. Δηλητηρίαση από ατροπίνη, φαινοθειαζίνες, τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά

Ανεπιθύμητες ενέργειες:
1. ΚΝΣ: σπασμοί σε  δόσεις
2. Βραδυκαρδία
3. Παράλυση σκελετικών μυών
Σπάνια παρατηρούνται με τις θεραπευτικές δόσεις

ΝΕΟΣΤΙΓΜΙΝΗ
• Συνθετική ένωση
• Αναστρέψιμη αναστολή ακετυλοχολινεστεράσης
• Δεν εισέρχεται στο ΚΝΣ (πολικό>>φυσοστιγμίνη)
• Σκελετικούς μύες: - δρα ισχυρότερα από φυσοστιγμίνη
- διεγείρει συσταλτικότητα πριν την παράλυση
• Διάρκεια δράσης: 2-4 h
• Αντίδοτο για συναγωνιστικούς αποκλειστές νευρομυϊκής σύναψης (π.χ. τουβοκουραρίνη)
• Διέγερση ουροδόχου κύστης + πεπτικού σωλήνα
• Συμπτωματική αντιμετώπιση βαρείας μυασθένειας (Αb nicR’s)

Ανεπιθύμητες ενέργειες:
Σιελόρροια, υπόταση, ναυτία, κοιλιακό πόνο, διάρροια, βρογχόσπασμο, ερυθρότητα προσώπου

Αργή υδρόλυση

ΠΥΡΙΔΟΣΤΙΓΜΙΝΗ
• Χρόνια θεραπεία βαρείας μυασθένειας
• Διάρκεια δράσης: 3-6 h (>> νεοστιγμίνης)

ΕΔΡΟΦΩΝΙΟ
• Τεταρτοταγής αμίνη

9
• Διάγνωση βαρείας μυασθένειας
• Δράση  νεοστιγμίνης
•  νεοστιγμίνη: ταχύτερη απορρόφηση μικρή διάρκεια δράσης (10-20’)
• Ενδοφλέβια χορήγηση   μυϊκής ισχύος
• Προσοχή στη δοσολογία  χολινεργική κρίση
• Αντίδοτο: Ατροπίνη

ΜΗ ΑΝΑΣΤΡΕΨΙΜΟΙ
• Συνθετικές οργανοφωσφορικές ενώσεις
• Ομοιοπολική σύνδεση με ακετυλοχολινεστεράση
• Αυξημένη τοξικότητα- αέρια νεύρων
• Συγγενείς ουσίες: εντομοκτόνα

ΙΣΟΦΛΟΥΡΟΦΑΤΗ (DFP)
• Αδρανοποίηση της ακετυλοχολινεστεράσης
• Γηράσκει σε 6-8 h (νεότερα αέρια-λίγα λεπτά)
• Γενικευμένη χολινεργική διέγερση
• Παράλυση κινητικής λειτουργίας
• Αναπνευστική δυσχέρεια
• Σπασμούς
• Έντονη μύση
• Ατροπίνη: αναστέλλει δράσεις της DFP
• Οφθαλμική τοπική χρήση (αλοιφή) / Γλαύκωμα ανοικτής γωνίας
• Εφάπαξ χορήγηση-δράση για 1 εβδομάδα
• Νεότερο- ΕΧΟΘΕΙΟΦΑΤΗ

ΕΠΑΝΕΝΕΡΓΟΠΟΙΗΤΕΣ ΤΗΣ ΑΚΕΤΥΛΟΧΟΛΙΝΕΣΤΕΡΑΣΗΣ

Πραλιδοξίμη (PAM)
-πυριδινική ένωση
-επανενεργοποιεί ανενεργό ΑChE

ΠΩΣ ΔΡΑ Η ΑΚΕΤΥΛΟΧΟΛΙΝΕΣΤΕΡΑΣΗ;


Η AchE είναι ένα ένζυμο που διασπά ειδικά την Ach σε οξικό οξύ και χολίνη, στη συναπτική σχισμή,
και έτσι σταματάει τη δράση της.

ΕΠΑΝΕΝΕΡΓΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΑΚΕΤΥΛΟΧΟΛΙΝΕΣΤΕΡΑΣΗΣ ΑΠO PAM


Η παρουσία μιας φορτισμένης ομάδας, της πραλιδοξίμης, επιτρέπει να προσεγγίσει μια ανιονική
θέση επί του ενζύμου, όπου εκτοπίζει ουσιαστικά τη φωσφορική ομάδα των οργανοφωσφορικών και
αναγεννά το ένζυμο.

10
ΧΟΛΙΝΕΡΓΙΚΟΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ
Αντιχολινεργικά Φάρμακα
• Συνδέονται σε χολινεργικούς υποδοχείς
• Δεν πυροδοτούν σηματοδότηση μέσω των χολινεργικών υποδοχέων
• 3 βασικές ομάδες φαρμάκων
1 η –Αποκλείουν μουσκαρινικές συνάψεις παρασυμπαθητικών νεύρων
2 η –Νικοτινικούς υποδοχείς ΑΝΣ
3 η –Παρεμποδίζουν τη διαβίβαση απαγωγών ώσεων προς τους σκελετικούς μύες
• Μουσκαρινικοί υποδοχείς υπάρχουν στην καρδιά, τους σιελογόνους αδένες και στις λείες μυϊκές
ίνες του γαστρεντερικού και γεννητικού σωλήνα
• Τα αντιχολινεργικά φάρμακα ανταγωνίζονται με συναγωνιστικό τρόπο τις επιδράσεις της ACh
στους μουσκαρινικούς υποδοχείς
• Οι συνήθεις δόσεις των αντιμουσκαρινικών φαρμάκων ασκούν καμία ή μικρή επίδραση στους
νικοτινικούς χολινεργικούς υποδοχείς

1 η ΑΝΤΙΜΟΥΣΚΑΡΙΝΙΚΕΣ ΟΥΣΙΕΣ: κύριο φάρμακο η ατροπίνη


2 η ΓΑΓΓΛΙΟΠΛΗΓΙΚΑ (ή ανταγωνιστές νικοτινικού υποδοχέα των αυτόνομων γαγγλίων):
εξαμεθώνιο
3 η ΜΥΟΠΛΗΓΙΚΑ (ή νευρομυϊκοί ανταγωνιστές νικοτινικού υποδοχέα): Τουβοκουραρίνη

ΘΕΣΕΙΣ ΔΡΑΣΗΣ ΧΟΛΙΝΕΡΓΙΚΩΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΩΝ


Στο Αυτόνομο Νευρικό Σύστημα έχουμε τους προγαγγλιακούς νευρώνες, όπου απελευθερώνεται η
Ach (γαγγλιακός διαβιβαστής) στο νικοτινικό υποδοχέα. Στη συμπαθητική νεύρωση του μυελού των
επινεφριδίων, ο νικοτινικός υποδοχέας που βρίσκεται στο μυελό των επινεφριδίων έχει ως
νευροεκτελεστικό διαβιβαστή την επινεφρίνη και νορεπινεφρίνη, οι οποίες απελευθερώνονται στο
αίμα και προσδένονται στον αδρενεργικό υποδοχέα. Στο συμπαθητικό και στο παρασυμπαθητικό, ο
νικοτινικός υποδοχέας (θέσεις δράσης γαγγλιακών αναστολέων) βρίσκεται στους μεταγαγγλιακούς
νευρώνες. Στο συμπαθητικό, ως νευροεκτελεστικό διαβιβαστή έχουμε τη νορεπινεφρίνη, που
προσδένεται στον αδρενεργικό υποδοχέα. Στο παρασυμπαθητικό, ως νευροεκτελεστικό διαβιβαστή
έχουμε την ακετυλοχολίνη, που προσδένεται στον μουσκαρινικό υποδοχέα (θέση δράσης
αντιμουσκαρινικών φαρμάκων). (Εκτελεστικά Όργανα)
Στο Σωματικό Νευρικό Σύστημα δεν υπάρχουν γάγγλια και ως νευροεκτελεστικό διαβιβαστή έχουμε
την ακετυλοχολίνη, όπου προσδένεται στον νικοτινικό υποδοχέα (θέση δράσης νευρομυϊκών
αναστολέων). (Γραμμωτός Μυς)
ΑΝΤΙΜΟΥΣΚΑΡΙΝΙΚΕΣ ΟΥΣΙΕΣ
- ΑΤΡΟΠΙΝΗ
- ΣΚΟΠΟΛΑΜΙΝΗ
-ΙΠΡΑΤΡΟΠΙΟ
• Αποκλείουν μουσκαρινικούς υποδοχείς
• Δεν αποκλείουν νικοτινικούς υποδοχείς => μηδαμινή δράση στα αυτόνομα γάγγλια
μηδαμινή δράση στις νευρομυϊκές συνάψεις σκελετικών μυών
• Ευρεία χρήση-σε ποικίλες κλινικές καταστάσεις

11
ΑΤΡΟΠΙΝΗ
• Φυτό belladonna
• Συναγωνιστική πρόσδεση σε Μ υποδοχείς
• Διαπερνά τον ΒΒΒ
• Κεντρική + περιφερική δράση
• t 1/2~4h
• Τοπική εφαρμογή (οφθαλμό)-> δράση για ημέρες
• Εύκολη απορρόφηση
• Μεταβολισμός-ήπαρ
• Αποβολή-ούρα
Δράσεις:
Μάτι: μυδρίαση
απώλεια αντίδρασης στο φως
ΓΕΣ: ισχυρό αντισπασμωδικό

δεν  γαστρικό οξύ  όχι επούλωση έλκους


ΟΥΡΣ: αντιμετώπιση υπερκινητικότητας ουροδόχου κύστης
αντιμετώπιση ακούσιας ούρησης στα παιδιά

Εκκρίσεις: καταστολή σιελογόνων αδένων  ξηροστομία

καταστολή ιδρωτοποιών αδένων   ΤοC σώματος

καταστολή δακρυϊκών αδένων  ξηροφθαλμία


ΚΑ: ανάλογα με δόση

 δόση: βραδυκαρδία (αποκλεισμό Μ1 και ACh)

 δόση (1mg): αύξηση καρδιακής συχνότητας (αποκλεισμό υποδοχέων φλεβόκομβου)


Θεραπευτική χρήση:
-Οφθαλμολογία
-Αντισπασμωδικό (ΓΕΣ, ουροδόχο κύστη)
-Αντίδοτο
-Αντιεκκριτικός παράγοντας
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
ξηροστομία, θόλωση όρασης, κρίση γλαυκώματος, ταχυκαρδία, δυσκοιλιότητα, ΚΝΣ-σύγχηση,
παραλήρημα, καταστολή κυκλοφορικού και αναπνευστικού συστήματος  θάνατο

12
ΙΠΡΑΤΡΟΠΙΟ
-Παράγωγο της ατροπίνης
Ενδείξεις:
Xρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, βρογχικό άσθμα (σε ασθενείς που δεν παίρνουν
αδρενεργικούς αγωνιστές)
Αντενδείξεις:
Γνωστή υπερευαισθησία στην ατροπίνη ή τα συστατικά του φαρμάκου
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
Γενικά είναι ασυνήθεις κατά την χορήγηση του φαρμάκου σε εισπνοές. Σπάνια μπορεί να
προκαλέσει παράδοξο βρογχόσπασμο ή βήχα.
ΣΚΟΠΟΛΑΜΙΝΗ
• Φαρμακοκινητική- παρόμοια με ατροπίνης ( Εύκολη απορρόφηση, Μεταβολισμός-ήπαρ, Αποβολή-
ούρα)
• Έχει ισχυρότερη και μεγαλύτερη διάρκεια δράσης στους περιφερικούς Μ υποδοχείς από την
ατροπίνη
• Προκαλεί μεγαλύτερη αναστολή της έκκρισης σιέλου αλλά έχει μικρότερη δράση στην ΚΣ από
ατροπίνη
• Διέρχεται τον ΒΒΒ και έχει τη > δράση στο ΚΝΣ (αμνησία + καταστολή)
• Ναυτία των ταξιδιωτών: διαδερμικό επίθεμα
Ανεπιθύμητες ενέργειες- παρόμοιες με ατροπίνης (ξηροστομία, θόλωση όρασης, κρίση
γλαυκώματος, ταχυκαρδία, δυσκοιλιότητα, ΚΝΣ-σύγχηση, παραλήρημα, καταστολή κυκλοφορικού
και αναπνευστικού συστήματος  θάνατο)
ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΜΟΥΣΚΑΡΙΝΙΚΩΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΩΝ

Φάρμακο Θεραπευτικές Χρήσεις


Ατροπίνη Στην οφθαλμολογία, για πρόκληση μυδρίασης
(Αντενδείκνυται σε γλαύκωμα κλειστής γωνίας) και κυκλοπληγίας πριν μετρηθεί η διάθλαση
Θεραπεία σπαστικών καταστάσεων του ΓΕΣ
και του κατώτερου ουροποιητικού
Μουσκαρινικοί Ανταγωνιστές Θεραπεία δηλητηρίασης με οργανοφωσφορικά
Ελάττωση των εκκρίσεων του αναπνευστικού
προεγχειρητικά
Σκοπολαμίνη Στη μαιευτική, σε συνδυασμό με μορφίνη, για
την πρόκληση αμνησίας και καταστολής
Προληπτικά για ναυτία του ταξιδιού
Ιπρατρόπιο Θεραπεία άσθματος
Νικοτίνη Καμία
Τριμεθοφάνη Βραχυπρόθεσμη θεραπεία υπέρτασης
Μεκαμυλαμίνη Θεραπεία λιγότερο ή περισσότερο βαρειάς
υπέρτασης

Γαγγλιοπληγικά

13
Συνήθεις ανεπιθύμητες ενέργειες χολινεργικών ανταγωνιστών:
-Θόλωση όρασης
-Σύγχυση
-Μυδρίαση
-Δυσκοιλιότητα
-Κατακράτηση ούρων

ΓΑΓΓΛΙΟΠΛΗΓΙΚΑ
- ΝΙΚΟΤΙΝΗ
- ΤΡΙΜΕΘΑΦΑΝΗ
- ΜΕΚΑΜΥΛΑΜΙΝΗ

• Εκλεκτική δράση σε Ν υποδοχείς (αποκλεισμό ιοντικών διαύλων)


• Αποκλείουν απαγωγό δραστηριότητα ΑΝΣ
• “Κακοί” νευρομυϊκοί ανταγωνιστές
• Περίπλοκα-Απρόβλεπτα αποτελέσματα

ΝΙΚΟΤΙΝΗ
• Καπνό
• Λιποδιαλυτή, διαπερνά ΒΒΒ
• Σε  δόση: Εκπόλωση γαγγλίων διέγερση
• Σε  δόση: Αποκλεισμό γαγγλίων, προμηκική παράλυση
•  ΒΡ,  ΚΣ
•  Περισταλτισμού
•  Εκκρίσεων
• Μεταβολίζεται: πνεύμονες και ήπαρ
• Απεκκρίνεται: ούρα
• Σύνδρομο στέρησης

ΤΡΙΜΕΘΑΦΑΝΗ
• Βραχείας δράσης συναγωνιστικός ανταγωνιστής Ν υποδοχέων
• Εγχύεται ενδοφλέβια
• Χρήση: επείγουσα  ΒΡ (πνευμονικό οίδημα ή ανεύρυσμα αορτής)

ΜΕΚΑΜΥΛΑΜΙΝΗ
• Συναγωνιστικός ανταγωνιστής Ν υποδοχέων
• Εφάπαξ χορήγηση=> 10 h δράση
• Καλή απορρόφηση p.os.  τριμεθαφάνη
Το ΣΝΣ υπερυσχύει του ΠΝΣ σε ορισμένα όργανα
Το ΠΝΣ υπερυσχύει του ΣΝΣ σε άλλα όργανα

Υπερισχύουν τόνος

Θέση
Αρτηρίδια Συμπαθητικό
Φλέβες Συμπαθητικό
Καρδιά Παρασυμπαθητικό
Ίρις (ακτινωτός μυς) Συμπαθητικό
Ίρις (σφιγκτήρας) Παρασυμπαθητικό
ΛΜΙ βρόγχων Παρασυμπαθητικό
ΓΕΣ Παρασυμπαθητικό

14
Ουρογεννητικό Παρασυμπαθητικό

Μεκαμυλαμίνη, εξαμεθώνιο, τριμεθαφάνη

ΜΥΟΠΛΗΓΙΚΑ
-ΑΤΡΑΚΟΥΡΙΟ
-ΒΕΚΟΥΡΟΝΙΟ
-ΔΟΞΑΚΟΥΡΙΟ
-ΜΕΤΟΚΟΥΡΙΝΗ
-ΜΙΒΑΚΟΥΡΙΟ
-ΠΑΝΚΟΥΡΟΝΙΟ
-ΠΙΠΕΡΚΟΥΡΟΝΙΟ
-ΡΟΚΟΥΡΟΝΙΟ
-ΣΟΥΚΚΙΝΥΛΟΧΟΛΙΝΗ
-ΤΟΥΒΟΚΟΥΡΑΡΙΝΗ

ΘΕΣΕΙΣ ΔΡΑΣΗΣ ΧΟΛΙΝΕΡΓΙΚΩΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΩΝ


Στο Αυτόνομο Νευρικό Σύστημα έχουμε τους προγαγγλιακούς νευρώνες, όπου απελευθερώνεται η
Ach (γαγγλιακός διαβιβαστής) στο νικοτινικό υποδοχέα. Στη συμπαθητική νεύρωση του μυελού των
επινεφριδίων, ο νικοτινικός υποδοχέας (θέσεις δράσης γαγγλιοπληγικών) που βρίσκεται στο μυελό
των επινεφριδίων έχει ως νευροεκτελεστικό διαβιβαστή την επινεφρίνη και νορεπινεφρίνη, οι οποίες
απελευθερώνονται στο αίμα και προσδένονται στον αδρενεργικό υποδοχέα. Στο συμπαθητικό και
στο παρασυμπαθητικό, ο νικοτινικός υποδοχέας (θέσεις δράσης γαγγλιοπληγικών) βρίσκεται στους
μεταγαγγλιακούς νευρώνες. Στο συμπαθητικό, ως νευροεκτελεστικό διαβιβαστή έχουμε τη
νορεπινεφρίνη, που προσδένεται στον αδρενεργικό υποδοχέα. Στο παρασυμπαθητικό, ως
νευροεκτελεστικό διαβιβαστή έχουμε την ακετυλοχολίνη, που προσδένεται στον μουσκαρινικό
υποδοχέα (θέση δράσης αντιμουσκαρινικών φαρμάκων). (Εκτελεστικά Όργανα)
Στο Σωματικό Νευρικό Σύστημα δεν υπάρχουν γάγγλια και ως νευροεκτελεστικό διαβιβαστή έχουμε
την ακετυλοχολίνη, όπου προσδένεται στον νικοτινικό υποδοχέα (θέση δράσης μυοπληγικών).
(Γραμμωτός Μυς)

ΜΥΟΠΛΗΓΙΚΑ
• Δομική αναλογία με Ach
• Aποκλείουν την νευρομυϊκή σύναψη
• Δύο κατηγορίες:
• Μη εκπολωτικά
Ανταγωνιστές υποδοχέων τελικής κινητικής πλάκας
• Εκπολωτικά
Αγωνιστές υποδοχέων τελικής κινητικής πλάκας
• Ενδοφλέβια χορήγηση (απορρόφηση p.os.)
•  λιποδιαλυτότητα
• Δεν διαπερνούν ΒΒΒ
• Πολλά δεν μεταβολίζονται-ανακατανομή στον οργανισμό
• Απέκκριση στα ούρα (π.χ. πανκουρόνιο, μετοκουρίνη)
• Ατρακούριο: αποδομείται στο πλάσμα - αυτόματα
- εστερική υδρόλυση
• Αμινοστεροειδή: απακετυλίωση στο ήπαρ
έκκριση στη χολή

15
ΜΗ ΕΚΠΟΛΩΤΙΚΑ (ΣΥΝΑΓΩΝΙΣΤΙΚΑ) ΜΥΟΠΛΗΓΙΚΑ

Μηχανισμός δράσης:
•  δόσεις: σύνδεση με Ν υποδοχέα ΑChX εκπόλωση  X μυϊκή συστολή
 ΑCh  υπερνικά δράση ΜΕΜ (π.χ. με νεοστιγμίνη ή εδροφώνιο)
-> τρόπος βράχυνσης διάρκειας νευρομυϊκού αποκλεισμού
•  δόσεις: αποκλείουν διαύλους ιόντων 
 νευρομυϊκής διαβίβασης
 δράση αναστολέων ΑChesterase 
αναστολή ΜΕΜ

Δράσεις:
• Παράλυση μυών
προσώπο/οφθαλμό>δάκτυλα>άκρα, τράχηλο, κορμό>μεσοπλεύριοι>διάφραγμα

Θεραπευτικές χρήσεις:
• Επικουρικά  χειρουργική αναισθησία: χάλαση σκελετικών μυών

Ανεπιθύμητες ενέργειες:
• ΒΡ, έκλυση ισταμίνης (τουβοκουραρίνη)
• Ταχυκαρδία/Αποκλεισμό πνευμονογαστρικού (πανκουρόνιο)
• Μετεγχειρητικό μυϊκό πόνο, Κ+ , πίεσης οφθαλμού+ενδογαστρικό, κακοήθη υπερθερμία
(σουκκινυλοχολίνη)

Αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα:


• Αναστολείς χολινεστεράσης
• Αναισθητικά αλογονομένων-ΗC
• Αμινογλυκοσιδικά αντιβιοτικά
• Αναστολείς διαύλων Ca2+

ΕΚΠΟΛΩΤΙΚΑ ΜΥΟΠΛΗΓΙΚΑ

Μηχανισμός δράσης:
• Η μεμβράνη εκπολώνεται, οδηγώντας σε μια αρχική εκφόρτιση, η οποία παράγει παροδικές
δεσμιδώσεις και χαλαρή παράλυση.
• Η μεμβράνη επαναπολώνεται, αλλά ο υποδοχέας είναι απευαισθητοποιημένος στη δράση της
ακετυλοχολίνης.

Δράσεις:
• Παράλυση μυών
προσώπο/οφθαλμό>δάκτυλα>άκρα, τράχηλο, κορμό>μεσοπλεύριοι>διάφραγμα ++++

Φαρμακοκινητική:
• Σουκκινυλοχολίνη: iv, βραχεία δράση (min) (υδρολύεται από χολινεστεράση πλάσματος  συνεχή
έγχυση)

Θεραπευτικές χρήσεις:

16
• Σουκκινυλοχολίνη: Ταχεία ενδοτραχειακή διασωλήνωση, ηλεκτροσόκ

Ανεπιθύμητες ενέργειες:
• Κακοήθη υπερθερμία, μυϊκή ακαμψία, υπερπυρεξία (αλοθάνιο+σουκκινυλοχολίνη) #
δαντρολένη+ψύξη ασθενούς, υπερκαλιαιμία
• Άπνοια

17
ΑΔΡΕΝΕΡΓΙΚΟΙ ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ
Οι αδρενεργικοί νευρώνες και οι αδρενεργικοί υποδοχείς είναι σημαντικοί στόχοι για πολλά
φάρμακα.

Οι κύριοι ενδογενείς αγωνιστές για τους ανδρενεργικούς υποδοχείς είναι η ΝΕ, η Epi και η
ντομαπίνη. Όλες αυτές είναι κατεχoλαμίνες.

TYROSINE  DOPA  DOPAMINE  NOREPINEPHRINE  EPINEPHRINE

ΣΥΝΘΕΣΗ/ ΑΠΟΔΟΜΗΣΗ ΝΟΡΕΠΙΝΕΦΡΙΝΗΣ (ΝΕ):


1) Η σύνθεση της ΝΕ ξεκινάει από την υδροξυλίωση της τυροσίνης.
2) Η ντοπαμίνη εισέρχεται σε ένα κυστίδιο και μετατρέπεται σε ΝΕ.
3) Η εισροή του ασβεστίου προκαλεί σύντηξη του κυστιδίου με την κυτταρική μεμβράνη,
εξωκυττάρωση.
4) Ο προσυναπτικός υποδοχέας ενεργοποιείται από την πρόσδεση του νευροδιαβιβαστή.
5) Η απελευθερωθείσα ΝΕ προσλαμβάνεται ταχέως από τον νευρώνα.
6) Η ΝΕ μεθυλιώνεται από την COMT (κατεχολ-Ο-μεθυλοτρανσφεράση) και οξειδώνεται από την
MAO (μονοαμινοξειδάση).
ΠΟΛΛΑΠΛΟΙ ΥΠΟΔΟΧΕΙΣ
α: σύσπαση
β: χάλαση
εκλεκτικοί ανταγωνιστές
ΠΟΛΛΑΠΛΟΙ ΑΔΡΕΝΕΡΓΙΚΟΙ ΥΠΟΔΟΧΕΙΣ
Epi, NE και ανάλογα προκαλούν συστολή ή χάλαση ΛΜΙ κατά τρόπο που εξαρτάται από τη δόση, τη
θέση χορήγησης και τη συγκεκριμένη χημική ουσία
-NE κυρίως σύσπαση ΛΜΙ
-Iso κυρίως χάλαση ΛΜΙ
-Epi και σύσπαση και χάλαση

α1 υποδοχείς:
Η ενεργοποίηση του υποδοχέα αυξάνει την παραγωγή της DAG και της IP3, οδηγώντας σε αύξηση
των ενδοκυττάριων ιόντων ασβεστίου.

α2 υποδοχείς:
Η ενεργοποίηση του υποδοχέα μειώνει την παραγωγή του cAMP και προκαλεί αναστολή της
περαιτέρω απελευθέρωσης νορεπινεφρίνης από τον νευρώνα.

β1 υποδοχείς:
χημική συγγένεια επινεφρίνης = νορεπινεφρίνης

18
β2 υποδοχείς:
χημική συγγένεια επινεφρίνης > νορεπινεφρίνης

β3 υποδοχείς:
εμπλέκονται στη λιπόλυση και έχουν επίδραση στον εξωστήρα μυ της ουροδόχου κύστης

Η πρόσδεση ενός νευροδιαβιβαστή σε οποιονδήποτε από τους τρεις υποτύπους των β υποδοχέων
 ενεργοποίηση της αδενυλικής κυκλάσης
cAMP εντός του κυττάρου

• Τι αποτέλεσμα έχει η διέγερση των α1 υποδοχέων;


- Αγγειοσύσπαση
- Αύξηση περιφερικής αντίστασης
- Αύξηση αρτηριακής πίεσης
- Μυδρίαση
- Επίταση σύγκλεισης του έσω σφιγκτήρα της ουροδόχου κύστης
• Τι αποτέλεσμα έχει η διέγερση των β2 υποδοχέων;
- Αγγειοδιαστολή
- Ελαφρά μείωση της περιφερικής αντίστασης
- Βρογχοδιαστολή
- Αύξηση μυϊκής και ηπατικής γλυκογονόλυσης
- Αύξηση έκλυσης γλυκαγόνου
- Χάλαση λείων μυϊκών ινών της μήτρας
• ΓΙΑΤΙ;;;
Δράση cAMP στην καρδιά 
1) Η σύνδεση του β-αδρενεργικού αγωνιστή ενεργοποιεί την αδενυλική κυκλάση, η οποία παράγει
cAMP.
2) Το cAMP ενεργοποιεί την πρωτεϊνική κινάση, η οποία κατόπιν φωσφορυλιώνει τους διαύλους
ασβεστίου.
3) Η φωσφορυλίωση των διαύλων ασβεστίου αυξάνει τη ροή ασβεστίου προς το κύτταρο,
προκαλώντας αυξημένη δύναμη συστολής του καρδιακού μυός.
4) Οι αναστολείς της φωσφοδιεστεράσης εμποδίζουν την υδρόλυση του cAMP και έτσι παρατείνουν
τη δράση της πρωτεϊνικής κινάσης.

19
• Τι αποτέλεσμα έχει η διέγερση των β1 υποδοχέων;
- Ταχυκαρδία
- Αύξηση της λιπόλυσης
- Αύξηση συσταλτικότητας μυοκαρδίου
- Αύξηση απελευθέρωσης της ρενίνης
• Τι αποτέλεσμα έχει η διέγερση των β2 υποδοχέων;
- Αγγειοδιαστολή
- Ελαφρά μείωση της περιφερικής αντίστασης
- Βρογχοδιαστολή
- Αύξηση μυϊκής και ηπατικής γλυκογονόλυσης
- Αύξηση έκλυσης γλυκαγόνου
- Χάλαση λείων μυϊκών ινών της μήτρας
• ΓΙΑΤΙ;;;
Δράση cAMP στους βρόγχους
1) Προσδένεται ο β2 υποδοχέας με την Gs πρωτεΐνη πάνω στον βρόγχο.
2) Το ATP μετατρέπεται σε cAMP και αυτό πηγαίνει προς την κινάση της ελαφράς αλυσίδας της
μυοσίνης.
3) Με τη φωσφατάση απομακρύνεται η κινάση από τη μυοσίνη.

• Τι αποτέλεσμα έχει η διέγερση των α2 υποδοχέων;


- Αναστολή απελευθέρωσης νορεπινεφρίνης
- Αναστολή απελευθέρωσης ακετυλοχολίνης
- Αναστολή έκλυσης ινσουλίνης

Αγωνιστής Υποδοχέας
NE α1,α2,β1
Epi α1,α2,β1,β2
Ισοπροτερενόλη β1, β2
Φαινυλεφρίνη α1
Αλβουτερόλη β2
Ντοπαμίνη DA1, α2,β1.α1
Δοβουταμίνη β1

ΚΑΤΕΧΟΛΑΜΙΝΕΣ:
-Υψηλή δραστικότητα
-Ταχεία αδρανοποίηση
-Μικρή διεισδυτικότητα στο ΚΝΣ

20
Μηχανισμός δράσης:
ΕΜΜΕΣΗ ΔΡΑΣΗ: Το φάρμακο αυξάνει την απελευθέρωση της νορεπινεφρίνης από τα κυστίδια.
ΑΜΕΣΗ ΔΡΑΣΗ: Το φάρμακο ενεργοποιεί άμεσα τον υποδοχέα.
ΜΙΚΤΗ ΔΡΑΣΗ: Το φάρμακο δρα τόσο άμεσα, όσο και έμμεσα.

ΑΜΕΣΑ ΔΡΩΝΤΕΣ ΑΔΡΕΝΕΡΓΙΚΟΙ ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ


ΕΠΙΝΕΦΡΙΝΗ
-Κατεχολαμίνη
-Αλληλεπιδρά τόσο με α, όσο και με β υποδοχείς
 σε χαμηλές δόσεις, στο αγγειακό σύστημα κυριαρχούν οι β επιδράσεις (αγγειοδιαστολή)
 σε υψηλές δόσεις, οι α επιδράσεις (αγγειοσυστολή) είναι ισχυρότερες
- Ταχεία έναρξη
- Μικρή διάρκεια δράσης
- Ενδομυϊκά ταχεία απορρόφηση
- Ενδοφλεβίως για ταχεία έναρξη δράσης
- Μπορεί να χορηγηθεί και υποδόρια, ενδοτραχειακά και με εισπνοή
- Μεταβολίζεται γρήγορα από MAO και COMT
- Οι μεταβολίτες της απεκκρίνονται στα ούρα
- Προσαρμογή δόσης σε άτομα με υπερθυρεοειδισμό
- Σε διαβητικούς θα χρειαστεί αύξηση της ινσουλίνης

Δράσεις:

 Καρδιαγγειακές: - ενισχύει συσταλτικότητα μυοκαρδίου (θετική ινότροπη: β1 δράση)


- αυξάνει ρυθμό συστολής του (θετική χρονότροπη: β1 δράση)

αύξηση καρδιακής παροχής  αύξηση απαιτήσεων οξυγόνου


από το μυοκάρδιο
- συσπά τα αρτηρίδια στο δέρμα, τους βλεννογόνους και τα σπλάγχνα (α
επιδράσεις)
- διαστέλλει τα αιμοφόρα που φτάνουν στο ήπαρ και στους σκελετικούς
μύες (β2 επιδράσεις)

ελάττωση νεφρικής αιματικής ροής  αύξηση στη συστολική


αρτηριακή πίεση και ελαφρά μείωση στη διαστολική πίεση λόγω β2
υποδοχέα
 Αναπνευστικές: - ισχυρή βρογχοδιαστολή (β2 δράση)

21
-ανστέλλει απελευθέρωση μεσολαβητών αλλεργίας, όπως την ισταμίνη
από τα σιτευτικά κύτταρα
 Υπεργλυκαιμία: - β2 δράση  αυξημένη γλυκονεογένεση στο ήπαρ, αυξημένη
απελευθέρωση γλυκαγόνου
- α2 δράση  μειωμένη απελευθέρωση ινσουλίνης
 Λιπόλυση: β υποδοχείς

Θεραπευτικές Χρήσεις:

 Βρογχόσπασμος
 Αναφυλακτικό σοκ
 Καρδιακή ανακοπή
 Αναισθησία

Ανεπιθύμητες ενέργειες:

 ΚΝΣ: άγχος, φόβο, ένταση, κεφαλαλγία, τρόμο


 Καρδιακές αρρυθμίες (ιδιαίτερα αν λαμβάνει διγοξίνη ο ασθενής)
 Πνευμονικό οίδημα
 Ταχυκαρδία
 Αυξημένη περιφερική αντίσταση και αυξημένη αρτηριακή πίεση από τους β- blockers

ΝΟΡΕΠΙΝΕΦΡΙΝΗ
- Κατεχολαμίνη
- Σε θεραπευτικές δόσεις ο α- αδρενεργικός υποδοχέας επηρεάζεται περισσότερο
- Ενδοφλεβίως για ταχεία έναρξη δράσης
- διάρκεια δράσης 1-2 λεπτά, μετά το τέλος της έγχυσης
- Μεταβολίζεται ταχέως από MAO και COMT
- Απεκκρίνονται ανενεργοί μεταβολίτες της στα ούρα
- Μπορεί να θεραπευτεί η διαταραχή της κυκλοφορίας από νορεπινεφρίνη με ανταγωνιστή α-
υποδοχέων φαιντολαμίνη

Δράσεις:

 Καρδιαγγειακές: - Αγγειοσύσπαση (α δράση)  τόσο η συστολική, όσο και η διαστολική


αρτηριακή πίεση αυξάνονται (έχει ασθενή β2 δράση γι’ αυτό όχι σε άσθμα και αναφυλαξία)
- Αντανακλαστικό των τασεοϋποδοχέων: αυξάνει αρτηειακή πίεση 
διέγερση τασεοϋποδοχέων  αύξηση στη δράση του πνευμονογαστρικού 
αντανακλαστική βραδυκαρδία. Αν πριν από την χορήγησή της, δώσουμε ατροπίνη, τότε
προκαλείται ταχυκαρδία.

22
Θεραπευτικές χρήσεις:

 Θεραπεία καταπληξίας (σοκ)


Ανεπιθύμητες ενέργειες:

 Παρόμοιες με την επινεφρίνη


 Αποχρωματισμός και αποφολίδωση του δέρματος κατά μήκος της φλέβας πού έγινε η
έγχυση
 Νέκρωση των ιστών αν το φάρμακο βγει έξω από το αγγείο που το εγχέουμε (εξαγγείωση)

ΝΤΟΠΑΜΙΝΗ
- Κατεχολαμίνη
- Ενεργοποιεί α- και β- αδρενεργικούς υποδοχείς
 σε υψηλές δόσεις, προκαλεί αγγειοσύσπαση με την ενεργοποίηση των α1 υποδοχέων
σε χαμηλές δόσεις, διεγείρει τους β1 καρδιακούς υποδοχείς
- Οι D2 υποδοχείς παρεμποδίζουν την απελευθέρωση της ντοπαμίνης
- Μεταβολίζεται ταχέως από MAO και COMT

Δράσεις:

 ΚΑ: - διεγερτική επίδραση στους β1 υποδοχείς της καρδιάς, έχοντας τόσο θετική ινότροπη
όσο και θετική χρονότροπο δράση
- Σε πολύ υψηλές δόσεις, ενεργοποιεί υποδοχείς στο αγγειακό σύστημα, με αποτέλεσμα
την αγγειοσύσπαση
 Νεφρικές και Σπλαγχνικές: διαστέλλει αυτά τα αρτηρίδια  αυξάνει την αιματική ροή σε αυτά

Θεραπευτικές χρήσεις:

 Φάρμακο εκλογής για καρδιογενές και σηπτικό σοκ με συνεχή έγχυση


 Αύξηση αρτηριακής πίεσης  διέγερση β1 υποδοχέων στην καρδιά, έτσι ώστε να αυξηθεί η
καρδιακή παροχή και διέγερση α1 υποδοχέων στα αιμοφόρα αγγεία για να αυξηθεί η ολική
περιφερική αντίσταση
 Ενισχύει διάχυση στο νεφρό και σπλαγχνικές περιοχές
 Αύξηση αιματικής ροής στον νεφρό  αύξηση ρυθμού σπειραματικής διήθησης  διούρηση
 Για υπόταση και σοβαρή καρδιακή ανεπάρκεια

Ανεπιθύμητες ενέργειες:

 Ίδια συμπτώματα με αυτά της διέγερσης του συμπαθητικού


 Ναυτία, υπέρταση, αρρυθμίες  βραχύβιες

23
ΔΟΒΟΥΤΑΜΙΝΗ
- Κατεχολαμίνη
- Αγωνιστής β1- υποδοχέων
- Αυξάνει καρδιακό ρυθμό και καρδιακή παροχή με λίγες επιδράσεις στα αγγεία
- Για την αύξηση καρδιακής παροχής σε οξεία καρδιακή ανεπάρκεια
- Για την ινότροπη υποστήριξη της καρδιάς μετά από καρδιογχειρουργική επέμβαση
- Αυξάνει καρδιακή παροχή, χωρίς να αυξάνει σημαντικά τις απαιτήσεις οξυγόνου του μυοκαρδίου
(σημαντικό πλεονέκτημα)
- Με προσοχή σε ασθενείς με κολπική μαρμαρυγή, γιατί αυξάνει την κολποκοιλιακή αγωγιμότητα
- Ανεπιθύμητες ενέργειες, ίδιες με επινεφρίνη
-Ανοχή μπορεί να αναπτυχθεί με παρατεταμένη χρήση

ΦΑΙΝΥΛΕΦΡΙΝΗ
- Αδρενεργικό φάρμακο στους α1- υποδοχείς
-Αυξάνει συστολική και διαστολική αρτηριακή πίεση
- Προκαλεί αντανακλαστική βραδυκαρδία παρεντερικά (καμία επίδραση στην καρδιά)
- Για θεραπεία υπότασης σε νοσηλευόμενους
- Μεγάλες δόσεις μπορούν να προκαλέσουν υπερτασική κεφαλαλγία και καρδιακές αρρυθμίες
- Ρινικό αποσυμφορητικό
- Οφθαλμικά διαλύματα για πρόκληση μυδρίασης

ΚΛΟΝΙΔΙΝΗ
- α2 αγωνιστής
- Θεραπεία υπέρτασης
- Για ελαχιστοποίηση συμπτωμάτων συνδρόμου στέρησης
- ΑΕ: λήθαργος, κατστολή, δυσκοιλιότητα,ξηροστομία
- Απότομη διακοπή προκαλεί αντιδραστική υπέρταση

24
ΑΛΒΟΥΤΕΡΟΛΗ
- Βραχείας δράσης β2 αγωνιστής
- Βρογχοδιασταλτικό εισπνεόμενο
- Για τα συμπτώματα του άσθματος
- ΑΕ: τρόμος, όπου οι ασθενείς τείνουν να αναπτύξουν ανοχή στο σύμπτωμα αυτό,
υπερκινητικότητα, ανησυχία, άγχος, από του στόματος προκαλούν ταχυκαρδία ή αρρυθμία, λόγω
β1- υποδοχέα, ιδιαίτερα σε ασθενείς με υποκείμενη καρδιακή νόσο
- Οι αναστολείς της MAO θα πρέπει να αποφεύγονται για ταυτόχρονη χρήση, γιατί υπάρχει κίνδυνος
εμφάνισης ανεπιθύμητων ενεργειών από το ΚΑ σύστημα

ΕΜΜΕΣΩΣ ΔΡΩΝΤΕΣ ΑΔΡΕΝΕΡΓΙΚΟΙ ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ

ΑΜΦΕΤΑΜΙΝΗ
- Κεντρική διεγερτική δράση στους εθισμένους
- Αύξηση αρτηριακής πίεσης με α1 αγωνιστική δράση στο αγγειακό σύστημα και β1 διεγερτικών
επιδράσεων στην καρδιά
- Απελευθέρωση βιογενών αμινών από τις νευρικές απολήξεις
- Ανάλογα με τη συγκέντρωση απελευθερώνει NΕ, Ντοπαμίνη, Σεροτονίνη

ΑΔΡΕΝΕΡΓΙΚΟΙ ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ ΜΙΚΤΗΣ ΔΡΑΣΗΣ


ΕΦΕΔΡΙΝΗ ΚΑΙ ΨΕΥΔΟΕΦΕΔΡΙΝΗ
- Διέγερση α και β υποδοχέων
- Δεν είναι κατεχολαμίνες, ακατάλληλα υποστρώματα για MAO και COMT  μακρά διάρκεια δράσης
- Απορρόφηση από το στόμα, διείσδυση στο ΚΝΣ
- Απέκκριση στα ούρα (η ψευδοεφεδρίνη μεταβολίζεται πρώτα στο ήπαρ, ενώ η εφεδρίνη
αμετάβλητη)
- Η εφεδρίνη για υπόταση, προκαλεί βρογχοδιαστολή, αύξηση εγρήγορσης, μείωση κόπωσης και
εμποδίζει τον ύπνο, βελτιώνει τις αθλητικές επιδόσεις
- Η ψευδοεφεδρίνη από του στόματος για ρινική συμφόρηση και συμφόρηση παραρρίνιων κόλπων,
για παραγωγή μεθαμφεταμίνης

25
Β- ΑΔΡΕΝΕΡΓΙΚΟΙ ΥΠΟΔΟΧΕΙΣ:

ΙΣΤΟΣ ΤΥΠΟΣ ΥΠΟΔΟΧΕΑ ΔΡΑΣΗ ΑΝΤΙΘΕΤΕΣ


ΔΡΑΣΕΙΣ
Καρδιά
 Φλεβοκόμβος Β1 Αύξηση αυτοματία Χολινεργικοί
και υποδοχείς
κολποκοιλιακός
κόμβος
 Οδός αγωγής Β1 Αύξηση ταχύτητα Χολινεργικοί
σήματος αγωγής, αυτοματία υποδοχείς
 Μυϊκές ίνες Β1 Αύξηση
συσταλτικότητας,
αυτοματία
Λείοι μύες αγγείων Β2 Αγγειοδιαστολή Α- αδρενεργικοί
υποδοχείς
Λείοι μύες βρόγχων Β2 Βρογχοδιαστολή Χολινεργικοί
υποδοχείς
Νεφροί Β1 Αύξηση Α1- αδρενεργικοί
απελευθέρωσης υποδοχείς
ρενίνης
Ήπαρ Β2,α1 Αύξηση -
γλυκογονόλυσης και
γλυκονεογένεσης
Λιπώδης ιστός Β3 Αύξηση λιπόλυσης Α2- αδρενεργικοί
υποδοχείς
Σκελετικοί μύες Β2 Αύξηση -
συσταλτικότητας
Αύξηση πρόσληψης
καλίου,
γλυκογονόλυση,
αρτηριοδιαστολή
στους σκελετικούς
μύες, τρόμος
Ακτινωτός μυς Β2 Χάλαση Χολινεργικοί
οφθαλμού υποδοχείς
Γαστρεντερικός Β2 Μείωση κινητικότητας Χολινεργικοί
σωλήνας υποδοχείς
Χοληδόχος κύστη Β2 Χάλαση Χολινεργικοί
υποδοχείς
Εξωστήρας μυς Β2 Χάλαση Χολινεργικοί
ουροδόχου κύστης υποδοχείς
Μήτρα Β2 Χάλαση Ωκυτοκίνη

26
ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΕΣ ΧΡΗΣΕΙΣ ΑΔΡΕΝΕΡΓΙΚΩΝ ΑΓΩΝΙΣΤΩΝ:

ΦΑΡΜΑΚΟ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΕΣ ΧΡΗΣΕΙΣ


ΥΠΟΔΟΧΕΑ
Επινεφρίνη Α1,α2 Οοξύ άσθμα
Β1,β2 Αναφυλακτικό σοκ
Σε τοπικά αναισθητικάγια αύξηση της
διάρκειας δράσης τους
Νορεπινεφρίνη Α1,α2 Θεραπεία καταπληξίας
Β1
Ισοπροτερενόλη Β1,β2 Ως διεγερτικό της καρδιάς
Ντοπαμίνη Ντοπαμινεργικοί Θεραπεία καταπληξίας
Α1,β1 Θεραπεία συμφορητικής καρδιακής
ανεπάρκειας
Αύξηση αρτηριακής πίεσης
Δοβουταμίνη Β1 Θεραπεία οξείας καρδιακής
ανεπάρκειας
Οξυμεταζολίνη Α1 Ως ρινικό αποσυμφορητικό
Φαινυλεφρίνη Α1 Ως ρινικό αποσυμφορητικό
Αύξηση αρτηριακής πίεσης
Θεραπεία παροξυσμικής υπερκοιλιακής
ταχυκαρδίας
Κλονιδίνη Α2 Θεραπεία υπέρτασης
Αλβουτερόλη, Τερβουταλίνη Β2 Θεραπεία βρογχόσπασμου (βραχείας
δράσης)
Σαλμετερόλη, Φορμοτερόλη Β2 Θεραπεία βρογχόσπασμου (ταχείας
δράσης)
Αμφεταμίνη Α, β, ΚΝΣ Ως διεγερτικό του ΚΝΣ στη θεραπεία
παιδιών με διαταραχή ελλειμματικής
προσοχής και υπερκινητικότητας
(ΔΕΠΥ), ναρκοληψία και για τον έλεγχο
της όρεξης
Εφεδρίνη, Ψευδοεφεδρίνη Α, β, ΚΝΣ Ως ρινικό αποσυμφορητικό
Αύξηση αρτηριακής πίεσης

Κατεχολαμίνες:
- Ταχεία έναρξη δράσης
- Σύντομη διάρκεια δράσης
- Δε χορηγούνται από του στόματος
- Δεν διαπερνούν τον ΑΕΦ
Μη κατεχολαμίνες:
Σε σύγκριση με τις κατεχολαμίνες:
- Μεγαλύτερη διάρκεια δράσης
- Όλες μπορούν να χορηγηθούν από του στόματος ή μέσω
εισπνοής

27
Θεραπευτικές χρήσεις α- αγωνιστών:
• Έλεγχος Αιμορραγίας
• Ρινικό αποσυμφορητικό
• Με ΤΑ
• Υπόταση/ Καταπληξία (Shock)
• Αναφυλακτικό shock
• Υπέρταση (α2)
• Υπερκοιλιακή ταχυκαρδία (μεθοξαμίνη)

Θεραπευτικές χρήσεις β-αγωνιστών:


• Αλλεργία/άσθμα/ΧΑΠ
• Πρόκληση μυδρίασης
• Διεγερτικό της καρδιάς/ΣΚΑ
• Ακράτεια ούρων/νυχτερινή ακράτεια
• Καθυστέρηση πρόωρου τοκετού

Ανεπιθύμητες ενέργειες αδρενεργικών αγωνιστών:


 Καρδιακές αρρυθμίες
 Κεφαλαλγία
 Υπερκινητικότητα
 Αϋπνία
 Ναυτία
 Τρόμος

28
ΑΔΡΕΝΕΡΓΙΚΟΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ

Άμεσα δρώντες:
– Αναστολή μετασυναπτικών υποδοχέων
• φαιντολαμίνη, πραζοσίνη (1 -εκλεκτικός)
• προπρανολόλη (β)

Εμμέσως δρώντες:
– Αναστολή σύνθεσης νευροδιαβιβαστή
• -μεθυλο-τυροσίνη
– Αναστολή έκλυσης νευροδιαβιβαστή
• Βρετύλιο
• Γουανεθιδίνη: αναστολή έκλυσης αποθηκευμένης ΝΕ και σταδιακή εκτόπιση από κυστίδια
– Ψευδείς νευροδιαβιβαστές
• -μεθυλντόπα
– Διέγερση 2
• Κλονιδίνη
– Αναστολή εισόδου NE στα κυστίδια
• Ρεσερπίνη (καταβολισμός από ΝΕ από ΜΑΟ)

ΜΗ ΕΚΛΕΚΤΙΚΟΙ α-ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ α1-ΕΚΛΕΚΤΙΚΟΙ


Φαινοξυβενζαμίνη (μη αντιστρεπτός) Πραζοσίνη
Φαιντολαμίνη (συναγωνιστικός) Δοξαζοσίνη
Τεραζοσίνη

Δράσεις μη εκλεκτικών α-ανταγωνιστών:


• Υπόταση
• ταχυκαρδία (α2, αντανακλαστική)
• αντιστροφή δράσης Epi
• Ανεπιθύμητες ενέργειες (ορθοστατική υπόταση, ταχυκαρδία, ίλιγγος, σεξουαλική δυσλειτουργία)

Χρήσεις α-ανταγωνιστών:
• Φαινοξυβενζαμίνη: φαιοχρωμοκύττωμα
• Πραζοσίνη: υπέρταση (μικρή δράση στην καρδιακή παροχή) 1η δόση ¼, υπερτροφία προστάτη
• Ανεπιθύμητες ενέργειες πραζοσίνης (ορθοστατική υπόταση, ρινική συμφόρηση, ίλιγγος, υπνηλία,
πονοκέφαλος)

ΜΗ ΕΚΛΕΚΤΙΚΟΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ β1-ΕΚΛΕΚΤΙΚΟΙ (50-100 ΦΟΡΕΣ)


Προπανολόλη (πρότυπο) Μετοπρολόλη
Ναδολόλη (μεγάλος t1/2) Ατενολόλη
Τιμολόλη Εσμολόλη (μικρός t1/2)
Πινδολόλη (ΜΑ, πιο ήπιες δράσεις) Ακεβουτολόλη (ΜΑ)
Λαβεταλόλη (α1, β1, β2)
Καρβεδιλόλη

29
ΠΡΟΠΑΝΟΛΟΛΗ

Δράσεις:
• Αρνητική ινότροπη και χρονότροπη δράση (β1)
• Περιφερική αγγειοσύσπαση (β2)
• Βρογχόσπασμος (β2)
• Κατακράτηση Να
• Διαταραχές μεταβολισμού (προσοχή σε διαβητικούς με β-blockers:
ινσουλίνη+προπρανολόλη=υπογλυκαιμία)

Θεραπευτικές χρήσεις β-αδρενεργικών Ανταγωνιστών:


• Υπέρταση
• Στηθάγχη
• Έμφραγμα μυοκαρδίου
• ΣΚΑ
• Αρρυθμίες
• Υπερθυρεοειδισμός
• Προφύλαξη στις ημικρανίες
• Γλαύκωμα ανοικτής γωνίας

Ανεπιθύμητες ενέργειες β-blockers:


• Βρογχόσπασμος (αντένδειξη)
• Αρρυθμίες
• Σεξουαλική δυσλειτουργία
• Διαταραχές μεταβολισμού
• ΟΧΙ ΟΡΘΟΣΤΑΤΙΚΗ ΥΠΟΤΑΣΗ
• Αλληλεπιδράσεις: μεταβολισμός (σιμετιδίνη αυξάνει, φαινυτοΐνη ελαττώνει)

30
ΦΑΡΜΑΚΑ ΓΙΑ ΤΟ ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ
Ασθένειες αναπνευστικού:
• Άσθμα
• Ρινίτιδα
• ΧΑΠ
• Βήχας

Φάρμακα Αναπνευστικού:

ΦΑΡΜΑΚΑ ΕΝΔΕΙΞΗ
ΒΡΑΧΕΙΑΣ ΔΡΑΣΗΣ β2 ΑΔΡΕΝΕΡΓΙΚΟΙ
ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ
Αλβουτερόλη (PROAIRr, PROVENTIL, Άσθμα, ΧΑΠ
VENTOLIN)
Λεβαλβουτερόλη (Xopenex) Άσθμα, ΧΑΠ
ΜΑΚΡΑΣ ΔΡΑΣΗΣ β2 ΑΔΡΕΝΕΡΓΙΚΟΙ
ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ
Αρφομορτερόλη (BROVANA) ΧΑΠ
Φορμοτερόλη (FORADIL, PERFOROMIST) Άσθμα, ΧΑΠ
Ινδακατερόλη (ARCAPTA) ΧΑΠ
Σαλμετερόλη ( SEREVENT) Άσθμα, ΧΑΠ
ΕΙΣΠΝΕΟΜΕΝΑ
ΚΟΡΤΙΚΟΣΤΕΡΟΕΙΔΗ
Μπεκλομεθαζόνη (BECONASE AQ, QVAR) Αλλεργική ρινίτιδα, άσθμα, ΧΑΠ
Βουδεσονίδη (PULMICORT, RHINOCORT) Αλλεργική ρινίτιδα, άσθμα, ΧΑΠ
Σικλεσονίδη (ALVESCO, OMNARIS, Αλλεργική ρινίτιδα
ZETONNA)
Φλουτικαζ’ονη (FLONASE, FLOVENT) Αλλεργική ρινίτιδα, άσθμα, ΧΑΠ
Μομεταζόνη (ASMAREX, NASONEX) Αλλεργική ρινίτιδα, άσθμα
Τριαμσινολόνη (NASACORT AQ) Αλλεργική ρινίτιδα
ΜΑΚΡΑΣ ΔΡΑΣΗΣ β2 ΑΔΡΕΝΕΡΓΙΚΟΙ
ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ/ ΣΥΝΔΥΑΣΜΟΣ
ΚΟΡΤΙΚΟΣΤΕΡΟΕΙΔΩΝ
Φορμοτερόλη/ βουδενοσίδη (SYMBICORT) Άσθμα, ΧΑΠ
Φορμοτερόλη/ μομεταζόνη (DULERA) Άσθμα, ΧΑΠ
Σαλμετερόλη/ φλουτικαζόνη (ADVAIR) Άσθμα, ΧΑΠ
Βιλαντερόλη/ φλουτικαζόνη (BREO ELLIPTA) ΧΑΠ
ΒΡΑΧΕΙΑΣ ΔΡΑΣΗΣ ΑΝΤΙΧΟΛΙΝΕΡΓΙΚΑ
Ιπρατρόπιο (ATROVENT) Αλλεργική ρινίτιδα, ΧΑΠ
ΜΑΚΡΑΣ ΔΡΑΣΗΣ ΑΝΤΙΧΟΛΙΝΕΡΓΙΚΑ
Βρωμιούχο ακλιδίνιο (TUDORZA PRESSAIR) ΧΑΠ
Τιοτρόπιο (SPIRIVA) ΧΑΠ
ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΤΕΣ ΛΕΥΚΟΤΡΙΕΝΙΩΝ
Μοντελουκάστη (SINGULAIR) Άσθμα, αλλεργική ρινίτιδα
Ζαφιρλουκάστη (ACCOLATE) Άσθμα
Ζιλευτόνη (ZYFLO CR) Άσθμα
ΑΝΤΙΙΣΤΑΜΙΝΙΚΑ (ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ Η1
ΥΠΟΔΟΧΕΩΝ)
Αζελαστίνη (ASTELIN, ASTEPRO) Αλλεργική ρινίτιδα
Σετιριζίνη (ZYRTEC) Αλλεργική ρινίτιδα

31
Δεσλοραταδίνη (CLARINEX) Αλλεργική ρινίτιδα
Φεξοφεναδίνη (ALLEGRA) Αλλεργική ρινίτιδα
Λοραταδίνη (CLARITIN) Αλλεργική ρινίτιδα
α-ΑΔΡΕΝΕΡΓΙΚΟΙ ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ
Οξυμεταζολίνη (AFRIN,DRISTAN) Αλλεργική ρινίτιδα
Φαινυλεφρίνη (NEOSYNEPHRINE, SUDAFED Αλλεργική ρινίτιδα
PE)
Ψευδοεφεδρίνη (SUDAFED) Αλλεργική ρινίτιδα
ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΒΗΧΑ
Βενζονατάτη (TESSALON PERLES) Αντιβηχικό
Κωδεϊνη (με γουαϊφενεσίνη) (ΔΙΑΦΟΡΑ) Αντιβηχικό/ αποχρεμπτικό
Δεξτρομεθορφάνη (ΔΙΑΦΟΡΑ) Αντιβηχικό
Δεξτρομεθορφάνη (με γουαϊφενεσίνη) Αντιβηχικό/ αποχρεμπτικό
(ΔΙΑΦΟΡΑ)
Γουαϊφενεσίνη (ΔΙΑΦΟΡΑ) Αποχρεμπτικό
ΑΛΛΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ
Χρωμολύνη (NASALCROM) Άσθμα, αλλεργική ρινίτιδα
Ομαλιζουμάμπη (XOLAIR) Άσθμα
Ροφλουμιλάστη (DALIRESP) ΧΑΠ
Θεοφυλλίνη (ELIXOPHYLLIN, THEO-24, Άσθμα
UNIPHYL)

Παθογένεια άσθματος:

Αλλεργιογόνο —> Σιτευτικά κύτταρα —> Εκκριτικά κοκκία


Ισταμίνη
Τρυπτάση
PGs
LTC4, D4
PAF
GM - CSF παρατεταμένος βρογχοσπασμός βρογχόσπασμος
IL – 4 υπερέκκριση βλέννας
IL – 5 κυτταρική διήθηση
Ειδική βρογχική υπερδιεγερσιμότητα
Σχετίζεται με τη φλεγμονή (κορτικοστεροειδή)
Συμπτώματα (δύσποια, βήχας, συριγμός, ταχύπνοια)

ΘΕΡΑΠΕΙΕΣ ΑΝΑΛΟΓΑ ΜΕ ΤΗ ΒΑΡΥΤΗΤΑ ΤΟΥ ΑΣΘΜΑΤΟΣ:

ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΕΠΕΙΣΟΔΙΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΜΑΚΡΑΣ ΑΜΕΣΗ


ΒΡΟΓΧΟΣΠΑΣΜΟΥ ΜΕΓΙΣΤΗΣ ΡΟΗΣ Ή ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΑΝΑΚΟΥΦΙΣΗ
ΣΠΕΙΡΟΜΕΤΡΗΣΗΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΩΝ
ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΩΝ
Διαλείπον <2 ημέρες/εβδομάδα Σχεδόν φυσιολογικά Όχι καθημερινή Βραχείας δράσης
αγωγή β2- αγωνιστής
Ήπιο εμμένον >2 ημέρες/εβδομάδα Σχεδόν φυσιολογικά Χαμηλή δόση ICS Βραχείας δράσης
(όχι καθημερινά) β2- αγωνιστής
Μέτριο Καθημερινά 60-80% του Χαμηλή δόση Βραχείας δράσης
εμμένον φυσιολογικού ICS+LABA β2- αγωνιστής
Ή
Μέτριας δόσης
ICS

32
Βαρύ εμμένον Συνεχή <60% του Μέτριας δόσης Βραχείας δράσης
φυσιολογικού ICS+LABA β2- αγωνιστής
Ή
Υψηλής δόσης
ICS+LABA

ΣΥΣΚΕΥΕΣ ΕΙΣΠΝΟΗΣ:
- Aerosol (MDI) (Αερόλυμα)  εισπνοή αργή και σταθερή
- Dry Powder Inhaler (DPI) ( Συσκευή Εισπνοής Ξηρής Σκόνης) εισπνοή γρήγορη και βαθιά

ΜΕΘΥΛΟΞΑΝΘΙΝΕΣ (παράγωγα ξανθίνης):


ΚΑΦΕΪΝΗ, ΘΕΟΒΡΩΜΙΝΗ, ΘΕΟΦΥΛΛΙΝΗ
Μηχανισμός δράσης:
(i) cAMP (αναστολή ΦΔΕ)
(ii) Ανταγωνισμός αδενοσίνης
Καφεΐνη —> ΚΝΣ
Θεοφυλλίνη —> ΛΜΙ
ΚΝΣ: διέγερση (παρενέργειες: νευρικότητα, τρόμος)
Καρδιαγγειακό: + ινότροπη & χρονότροπη δράση (αρρυθμίες, ταχυκαρδία, ΚΠ) πίεσης
(κατεχολαμινών)
Γαστρεντερικό: έκκρισης γαστρικού υγρού & ενζύμων
Νεφρό: Διουρητική δράση
ΛΜΙ: Διαστολή

ΣΥΜΠΑΘΟΜΙΜΗΤΙΚΑ
Μηχανισμός δράσης:
(i) χάλαση λείων μυϊκών ινών (β2 )
(ii) αναστολή έκκρισης σιτευτικών κυττάρων
• επινεφρίνη, ισοπροτερενόλη (+β1 ) (ταχυκαρδία, αρρυθμίες)
• sc, αεροσόλ (15’, διαρκεί 90’)
•β2 αγωνιστές: αλβουτερόλη
μεταπροτερενόλη (4hr)
τερβουταλίνη
σαλμετερόλη (t1/2 12h)
σαλβουταμόλη

33
Σαλμετερόλη βραδεία έναρξη (όχι σε κρίση). Παράγωγο αλβουτερόλης με λιπόφιλη πλάγια αλυσίδα
που αυξάνει τη συγγένεια με τον υποδοχέα

Παρενέργειες:
λίγες για τα εισπνεόμενα (ταχυκαρδία, υπεργλυκαιμία, υποκαλιαιμία, υπομαγνησιαιμία) τρόμος
σκελετικών μυών, νευρικότητα

ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ ΜΟΥΣΚΑΡΙΝΙΚΩΝ ΥΠΟΔΟΧΕΩΝ


Ach: απελευθερώνεται από το πνευμονογαστρικό και προκαλεί σύσπαση ΛΜΙ βρόγχων και
εκκρίσεων
Ατροπίνη: βρογχοδιαστολή σε δόση από αυτή που προκαλεί HR (i.v.) + εισπνοή
Ιπρατρόπιο

ΚΟΡΤΙΚΟΣΤΕΡΟΕΙΔΗ: αντιφλεγμονώδης δράση


Τα κορτικοστεροειδή αναστέλλουν την απελευθέρωση του αραχιδονικού οξέος μέσω της αναστολής
της φωσφολιπάσηςΑ2, προκαλώντας άμεσες αντιφλεγμονώδεις δράσεις στους αεραγωγούς.
PGs, LTs & κυτταροκίνες) p.o. αεροζόλ
Βεκλομεθαζόνη
Τριαμκινολόνη
Φλουνισολίδη
Φλουτικαζόνη
Μπουντεσονίδη

ΑΝΑΣΤΟΛΕΙΣ ΛΕΥΚΟΤΡΙΕΝΙΩΝ
Τα λευκοτριένια (LT) B4 και τα κυστεϊνυλικά λευκοτριένια, LTC4, LTD4, LTE4, είναι προϊόντα της
οδού 5-λιποξυγενάσης του μεταβολισμού του αραχιδονικού οξέος και μέρος του φλεγμονώδους
καταρράκτη. Η 5-λιποξυγενάση βρίσκεται σε κύτταρα μυελώδους προέλευσης, όπως σιτευτικά
κύτταρα, βασεόφιλα, ηωσινόφιλα, ουδετερόφιλα. Το LTB4 είναι μια ισχυρή χημειοτακτική ουσία για
τα ουδετερόφιλα και τα ηωσινόφιλα, ενώ τα κυστεϊνυλικά λευκοτριένια συσπούν τους λείους μύες
των βρογχολίων, αυξάνουν τη διαπερατότητα του ενδοθηλίου και προκαλούν την έκκριση βλέννης.
Η ζιλευτόνη είναι ένας εκλεκτικός και ειδικός αναστολέας της 6-λιποξυγενάσης, εμποδίζοντας τον
σχηματισμό LTB4 και των κυστεϊνυλικών λευκοτριενίων, η ζαφιρλουκάστη και η μοντελουκάστη είναι
εκλεκτικοί ανταγωνιστές του υποδοχέα των κυστεϊνυλικών λευκοτριενίων. Και τα τρία φάρμακα
έχουν εγκριθεί για την πρόληψη των συμπτωμάτων του άσθματος. Δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται
σε περιπτώσεις όπου απαιτείται άμεση βρογχοδιαστολή. Οι ανταγωνιστές του υποδοχέα των
λευκοτριενίων έχουν επίσης δείξει αποτελεσματικότητα για την πρόληψη του βρογχόσπασμου που
προκαλείται από την άσκηση. (ΜΟΝΟ ΓΙΑ ΠΡΟΦΥΛΑΞΗ)

34
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
• Αύξηση ηπατικών ενζύμων
• Ηωσινοφιλική αγγειίτιδα
• Πονοκέφαλος, δυσπεψία
• Αναστολή Ρ-450 (όχι από μοντελουκάστη)
• Αύξηση επιπέδων βαρφαρίνης

ΧΡΩΜΟΛΥΝΗ

✓ «σταθεροποιητής» σιτευτικών κυττάρων

✓ αναστέλλει την έκκριση (αλλεργιογόνο, άσκηση)

✓ δεν αναστέλλει την διέγερση από μη ανοσολογικούς απελευθερωτές και δεν αντιστρέφει το
βρογχοσπασμό

✓ δεν αναστέλλει την έκκριση από σιτευτικά κύτταρα του βλεννογόνου και βασεόφιλων

✓ Προκαλεί φωσφορυλίωση μιας πρωτεΐνης που στην Ρ μορφή συνδέει το κυτταροσκελετό με την
κυτταροπλασματική μεμβράνη δημιουργώντας ένα πλέγμα που εμποδίζει τα κοκκία να φτάσουν
στην επιφάνεια

1) ΕΥΑΙΣΘΗΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΚΥΤΤΑΡΟΥ:


Η πρώτη έκθεση στο αντιγόνο προκαλεί παραγωγή ειδικών IgE αντισωμάτων, τα οποία
προσκολλώνται στην επιφάνεια των σιτευτικών κυττάρων των ιστών και των βασεόφιλων του
αίματος.
2) ΑΠΟΚΟΚΚΙΩΣΗ ΣΙΤΕΥΤΙΚΟΥ ΚΥΤΤΑΡΟΥ
Η επόμενη έκθεση στο αντιγόνο έχει ως αποτέλεσμα την πρόσδεσή του στο στα μόρια IgE
που βρίσκονται προσκολλημένα στην επιφάνεια. Τα ευαισθητοποιημένα σιτευτικά κύτταρα
διεγείρονται και απελευθερώνουν κοκκία που περιέχουν ισταμίνη, λευκοτριένια,
προσταγλανδίνες και άλλους ισχυρούς χημικούς μεσολαβητές.

• ταχυφυλαξία
• Αεροζόλ
• Νεδοχρωμύλη
• Χρήσεις: αλλεργικό άσθμα, ρινίτιδα, επιπεφυκίτιδα.
• Χρόνια χρήση: αντιδραστικότητας των πνευμόνων. Δεν ανταποκρίνονται όλοι οι ασθενείς
• Λίγες παρενέργειες λόγω απορρόφησης

35
ΟΜΑΛΙΖΟΥΜΑΜΠΗ
• Εξανθρωποποιημένο Mab anti-ΙgE
• Παρασκευάζεται σε κυτταρική σειρά (CHO)
• Ενδείκνυται για μέτριο έως σοβαρού εμμένοντος άσθματος σε ασθενείς που ελέγχονται
ανεπαρκώς με τη συμβατική θεραπεία
• Ανεπιθύμητες ενέργειες: σοβαρή αναφυλακτική αντίδραση (σπάνια), αρθραλγίες, πυρετό και
εξάνθημα. Έχουν αναφερθεί δευτεροπαθείς κακοήθειες.

Ενδείξεις:
• σοβαρό επίμονο αλλεργικό άσθμα / μειωμένη πνευμονική λειτουργία
• Σοβαρές παροξύνσεις άσθματος παρά τη χορήγηση ↑ δόσεων κορτικοστεροειδών και β2 αγωνιστή

Xορήγηση:
υποδόρια

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΑΛΛΕΡΓΙΚΗΣ ΦΛΕΓΜΟΝΗΣ ΣΕ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΜΕ ΑΣΘΜΑ ΕΠΑΓΟΜΕΝΟ ΑΠΟ IgE


Τα Β-Λεμφοκύτταρα παράγουν αντισώματα, τα Πλασματοκύτταρα, όπου απελευθερώνεται IgE και
προσδένονται στα μαστοκύτταρα/ βασεόφιλα. Στη συνέχεια, τα αλλεργιογόνα προσκολλώνται στην
IgE και απελευθερώνονται οι αλλεργικοί διαβιβαστές, όπου δημιουργείται η αλλεργική φλεγμονή στα
ηωσινόφιλα και στα λεμφοκύτταρα. Έτσι, έχουμε ασθματική παρόξυνση.

ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΔΡΑΣΗΣ ΟΜΑΛΙΖΟΥΜΑΜΠΗΣ ΣΕ ΑΣΘΜΑ ΕΠΑΓΟΜΕΝΟ ΑΠΟ IgE


Τα Β-Λεμφοκύτταρα παράγουν αντισώματα, τα Πλασματοκύτταρα, όπου απελευθερώνεται IgE και
εκεί συνδέεται η ομαλιζουμάμπη με την ελεύθερη IgE του ορού. Η IgE, που προσδένεται στα
μαστοκύτταρα/ βασεόφιλα, είναι υποδοχείς υψηλής συγγένειας. Στη συνέχεια, τα αλλεργιογόνα
προσκολλώνται στην IgE και απελευθερώνονται οι φλεγμονώδεις διαβιβαστές, όπου δημιουργείται η
αλλεργική φλεγμονή στα ηωσινόφιλα και λεμφοκύτταρα. Έτσι, έχουμε παροξύνσεις άσθματος και
συμπτώματα.

ΑΛΛΕΡΓΙΚΗ ΡΙΝΙΤΙΔΑ
• Ρινίτιδα: φλεγμονή του βλεννογόνου (φτερνίσματα, ρινικός κνησμός, υδαρή ρινική έκκριση και
συμφόρηση)
• Αντιισταμινικά (ανταγωνιστές Η1 υποδοχέων).
Για φτέρνισμα και της υδαρή έκκριση διφαινυδραμίνη, χλωρoφαινιραμίνη, λοραταδίνη, τερφεναδίνη
αστεμιζόλη
Συνδυασμοί με αποσυμφορητικά
Τα αντιισταμινικά διαφέρουν ως προς πρόκληση καταστολής ΚΝΣ

36
• α-Αδρενεργικοί αγωνιστές
Συστέλλουν τα διεσταλμένα αρτηρίδια του ρινικού βλεννογόνου
Όταν χρησιμοποιούνται ως αερόλυμα έχουν ταχεία έναρξη δράσης και λίγες συστηματικές δράσεις.
Χορήγηση per os έχει μακρύτερη διάρκεια δράσης και αυξημένες συστηματικές ενέργειες.
• Κορτικοστεροειδή βεκλομεθαζόνη, φλουτικαζόνη, φλουνιζολίδη, τριαμκινολόνη
Τοπικές παρενέργειες- ρινικός ερεθισμός, ρινορραγία, πονόλαιμος και καντιντίαση.
Τα τοπικά στεροειδή πιο αποτελεσματικά από τα συστηματικά αντιισταμινικά στην ανακούφιση των
ρινικών συμπτωμάτων
• Χρωμολύνη

ΧΑΠ
• Έχει προσβάλλει 30 εκατομμύρια ανθρώπους στις ΗΠΑ και είναι η πέμπτη συχνότερη αιτία
θανάτου
• Χρόνια, μη αναστρέψιμη
• Το κάπνισμα είναι ο σημαντικότερος παράγοντας κινδύνου για τη ΧΑΠ.
• Βρογχοδιασταλτικά (αντιχολινεργικά, β-αδρενεργικοί αγωνιστές και θεοφυλλίνη)
• Η θεραπεία δεν επιφέρει ίαση της νόσου ούτε καν επιβραδύνει σημαντικά την εξέλιξή της.
• Γλυκοκορτικοειδή: χρήσιμα στην αντιμετώπιση των οξέων παροξυσμών

ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΣΤΑΘΕΡΗΣ ΧΑΠ:

ΟΜΑΔΑ ΑΣΘΕΝΩΝ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΠΡΩΤΗ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΕΠΙΛΟΓΗ


ΕΠΙΛΟΓΗ
Α Βραχείας δράσης Μακράς δράσης
Χαμηλός κίνδυνος αντιχολινεργικά όταν είναι αντιχολινεργικό
Λιγότερα συμπτώματα αναγκαίο ή
ή Μακράς δράσης β2 αγωνιστής
Βραχείας δράσης β2 ή
αγωνιστής όταν είναι Βραχείας δράσης β2
απαραίτητο αγωνιστής και βραχείας
δράσης αντιχολινεργικό
Β Μακράς δράσης Μακράς δράσης
Χαμηλός κίνδυνος αντιχολινεργικό αντιχολινεργικό και μακράς
Περισσότερα συμπτώματα ή δράσης β2 αγωνιστής
Μακράς δράσης β2 αγωνιστής
Γ Εισπνεόμενα κορτικοστεροειδή Μακράς δράσης
Υψηλός κίνδυνος + μακράς δράσης β2 αντιχολινεργικό και μακράς
Λιγότερα συμπτώματα αγωνιστής δράσης β2 αγωνιστής
ή ή
Μακράς δράσης Μακράς δράσης
αντιχολινεργικό αντιχολινεργικό και PDE-4
αναστολέας
ή

37
Μακράς δράσης β2 αγωνιστής
και PDE-4 αναστολέας
Δ ICS + μακράς δράσης β2 ICS + μακράς δράσης β2
Υψηλός κίνδυνος αγωνιστής αγωνιστής και μακράς δράσης
Περισσότερα συμπτώματα ή/και αντιχολινεργικό
μακράς δράσης ή
αντιχολινεργικό ICS + μακράς δράσης β2
αγωνιστής και PDE-4
αναστολέας
ή
Μακράς δράσης
αντιχολινεργικό και μακράς
δράσης β2 αγωνιστής
ή
Μακράς δράσης
αντιχολινεργικό και PDE-4
αναστολέας

ΒΗΧΑΣ
• Κωδεΐνη
• Υδροκωδόνη
• Υδρομορφώνη
• Δεξτρομεθορφάνη: όχι αναλγητική και εθιστική δράση, λιγότερη δυσκοιλιότητα

38
ΦΑΡΜΑΚΑ ΓΑΣΤΡΕΝΤΕΡΙΚΟΥ ΚΑΙ ΑΝΤΙΕΜΕΤΙΚΑ ΦΑΡΜΑΚΑ

- ΦΑΡΜΑΚΑ ΓΙΑ ΤΟ ΠΕΠΤΙΚΟ ΕΛΚΟΣ ΚΑΙ ΤΗ ΓΑΣΤΡΟΟΙΣΟΦΑΓΙΚΗ ΠΑΛΙΝΔΡΟΜΙΚΗ ΝΟΣΟ


- ΦΑΡΜΑΚΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΙΔΙΟΠΑΘΕΙΣ ΦΛΕΓΜΟΝΩΔΕΙΣ ΠΑΘΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΕΝΤΕΡΟΥ
- ΑΝΤΙΔΙΑΡΟΪΚΑ, ΚΑΘΑΡΤΙΚΑ ΚΑΙ ΥΠΑΚΤΙΚΑ ΦΑΡΜΑΚΑ

ΦΑΡΜΑΚΑ ΓΙΑ ΤΟ ΠΕΠΤΙΚΟ ΕΛΚΟΣ


ΑΝΤΙΕΛΚΩΤΙΚΑ ΦΑΡΜΑΚΑ
1) Ουσίες που δρουν εξουδετερώνοντας το όξινο γαστρικό υγρό (Αντιόξινα)
2) Ουσίες που δρουν σε επίπεδο παραγωγής HCl
α) Η2 υποδοχείς της ισταμίνης (σιμετιδίνη)
β) αντλία πρωτονίων (ομεπραζόλη κλπ.)
3) Ουσίες προστατευτικές του βλεννογόνου
α) προστατευτικές προσταγλανδίνες (μισοπροστόλη)
β) μηχανικά (σουκραλφάτη)

ΑΝΤΙΟΞΙΝΑ
1) Διτανθρακικό Νάτριο + HCl  CO2
- Δε διαλύεται στο νερό
- Παραμένει αέριο στο στομάχι  γαστρική διάσταση
- Ιόντα Να  υδατοδιαλυτά
- Αποβολή από τους νεφρούς
2) Ανθρακικό Ασβέστιο
- Παρόμοια δράση
- Βραδεία αντίδραση με HCl
- Αποβολή από τους νεφρούς
3) Άλατα του αργιλίου
(Υδροξείδιο ή Οξείδιο)
- Ρυθμιστικό διάλυμα (Buffer)
- Cl- ευδιάλυτο, PO4-3 αδιάλυτο στο H2O
- Αυξημένες συγκεντρώσεις στο αίμα
- Εναπόθεση στο ΚΝΣ (Alzheimer)
- Υποφωσφαταιμία, υποφθοριαιμία
4) Υδροξείδιο του Μαγνησίου + HCl  MgCl2 ευδιάλυτο
Υδροξείδιο του Μαγνησίου + φωσφορικά ή ανθρακικά  αδιάλυτα άλατα
(Προσοχή: αύξηση Mg++ αλλά και Ca++ στο αίμα σε ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια 
νευρολογικά ή καρδιολογικά προβλήματα)

Μηχανισμός δράσης Αντιόξινων:


Αντιόξινα (στη σωστή δόση) ανακουφίζουν από τον πόνο του πεπτικού έλκους, μέσω της
εξουδετερωτικής τους δράσης επί του όξινου γαστρικού υγρού που περιβρέχει τον ελκωτικό
κρατήρα, όπου επηρεάζει το μυϊκό σπασμό, που θεωρείται η αιτία του πόνου.

39
Ανεπιθύμητες ενέργειες Αντιόξινων:
 Δυσκοιλιότητα (Αργίλιο, Ασβέστιο)
 Καθαρτική δράση (Μαγνήσιο)
Συνήθως, χρησιμοποιούνται σκευάσματα με συνδυασμούς υδροξειδίων μαγνησίου και
αργιλίου
 Ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια
παρουσιάζουν αυξημένα επίπεδα Ca. Mg, Al  εγκεφαλοπάθειες, καρδιολογικά
προβλήματα
 Φαινόμενο ‘’Rebound’’
Αντιδραστική υπερέκκριση γαστρικού υγρού μετά τη διακοπή της θεραπείας με αντιόξινα
που περιέχουν Ca. (Διέγερση των G-κυττάρων του στομάχου που παράγουν HCl)

ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ ΤΩΝ Η2 ΥΠΟΔΟΧΕΩΝ Της ΙΣΤΑΜΙΝΗΣ


Διαφέρουν στον αρωματικό δακτύλιο
1) Σιμετιδίνη (ιμιδαζολικός) (Tagamed)
2) Νιζατιδίνη (θειαζολικός) (Axid)
3) Ρανιτιδίνη (φουρανικός) (Zantac)
4) Φαμοτιδίνη (θειαζολικός) (Peptan)

- Οι ανταγωνιστες Η2 της ισταμίνης δρουν με εκλεκτική, αναστρέψιμη αναστολή της γαστρικής


έκκρισης, που προκαλεί η ισταμίνη, στους υποδοχείς ισταμίνης των τοιχωματικών κυττάρων του
στομάχου.
- Οι Η2 ανταγωνιστές αναστέλλουν τη γαστρική έκκριση που οφείλεται στην ισταμίνη, αλλά και τη
βασική γαστρική έκκριση και αυτή που οφείλεται στη λήψη τροφής. Σε ποσοστό 90-100%.
- Σε μοριακό επίπεδο δράσης η Ρανιτιδίνη 4-8 φορές ισχυρότερη και η Φαμοτιδίνη 20-50 φορές
ισχυρότερη από τη Σιμετιδίνη.
- Η χορήγηση γίνεται εφ’ άπαξ.
- Βιοϊσοδυναμίες (εφ’ άπαξ) δόσεις:
Σιμετιδίνη 1600 mg
Νιζατιδίνη 300 mg
Ρανιτιδίνη 300 mg
Φαμοτιδίνη 40 mg
Μετά το βραδινό φαγητό επιτυγχάνεται η πιο ευνοϊκή καταστολή της γαστρικής οξύτητας ανά
24ωρο.
- Απομάκρυνση από τον οργανισμό
Νεφροί (i.v)
Ήπαρ (p.o.)
Η Νιζατιδίνη αποβάλλεται μόνο από τους νεφρούς.
- Ανεπιθύμητες ενέργειες σπάνιες (<3%) (κεφαλαλγία, ζάλη, διαταραχές μνήμης)

ΑΝΑΣΤΟΛΕΙΣ ΑΝΤΛΙΑΣ ΠΡΩΤΟΝΙΩΝ


- Αναστέλλουν την ATP-άση Υδρογόνου Καλίου (ATP-άση H+/K+) που ονομάζεται ‘’αντλία
πρωτονίων’’ η οποία εμπλέκεται στην τελική φάση παραγωγής HCl στα τοιχωματικά κύτταρα του
στομάχου.
- Προκαλούν μη αναστρέψιμη αναστολή της ATP-άσης H+/K+
Παρατεταμένη καταστολή της γαστρικής έκκρισης
Ομεπραζόλη: διάρκεια ½ ζωής = 1,5 ώρα

40
Από τη διακοπή της θεραπείας έως την επιστροφή στα μέγιστα επίπεδα HCl προ θεραπείας = 4
ημέρες
- Σε σύγκριση με τους Η2-ανταγωνιστές σημαντικότερη καταστολή, ιδίως κατά τη διάρκεια της
ημέρας (γεύματα - γαστρική έκκριση)
- Ομεπραζόλη (Losec)
- Λανσοπραζόλη (Loprazol)
- Παντοπραζόλη (Zucrazol, Controloc)
- Η χορήγηση γίνεται εφ’ άπαξ
Βιοϊσοδυναμίες (εφ’ άπαξ) δόσεις:
Ομεπραζόλη 20 mg
Λανσοπραζόλη 30 mg
Παντοπραζόλη 40 mg
Μετά το βραδινό φαγητό επιτυγχάνεται η πιο ευνοϊκή καταστολή της γαστρικής οξύτητας ανά 24ωρο

ΟΥΣΙΕΣ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΤΙΚΕΣ ΤΟΥ ΒΛΕΝΝΟΓΟΝΟΥ


Φάρμακα 2ης εκλογής:
Προστατευτικές, συνθετικές προσταγλανδίνες (μισοπροστόλη)
Μηχανική προστασία (σουκραλφάτη)

Προσταγλανδίνες ή εικασανοειδή είναι παράγωγα ακόρεστων λιπαρών οξέων (αραχιδονικό οξύ) με


20 άτομα άνθρακες.
Στο βλεννογόνο του στομάχου παράγονται οι PGE2 και PGF2α και συμβάλλουν στην παραγωγή
βλέννας, αλλά και στην αιμάτωση του βλεννογόνου.

ΜΙΣΟΠΡΟΣΤΟΛΗ (Cytotec)
Συνθετική προσταγλανδίνη, PGE
- αύξηση της παραγωγής βλέννας
- αύξηση των διαττανθρακικών
Βλέννα + διαττανθρακικά = ‘’βλεννογονικός φραγμός’’  Προστατευτικό στρώμα για τον γαστρικό
βλεννογόνο
- αύξηση της αιμάτωσης
(που θεωρείται νασδικός παράγων για τν πρόληψη και επούλωση βλαβών του γαστρικού
βλεννογόνου)
- βραχεία διάρκεια ημίσειας ζωής
- απορρόφηση από το λεπτό έντερο
- απέκκριση 100% από τους νεφρούς
- Δοσολογία: 2-4 φορές 200 μg/day
μετά τα γεύματα και προ του ύπνου

Ανεπιθύμητες ενέργειες:
- Διάρροιες 10-30%
λόγω μετακίνησης H2O και ηλεκτρολυτών στο εντερικό τοίχωμα  αύξηση της έκκρισης Cl-, Na=,
H2O στο έντερο.
- Σπάνια ερυθρότητα προσώπου, ζάλη

ΣΟΥΚΡΑΛΦΑΤΗ (Peptonorm, Dolisec)


Σύμπλοκο θειϊκής σουκρόζης και υδροξειδίου του αργιλίου
Με ιδιότητες ασθενούς αλκάλεως και ρυθμιστικού διαλύματος
- δεν απορροφάται

41
- αποβάλλεται 100% αναλλοίωτοαπό τους νεφρούς
- ανεπιθύμητες ενέργειες: δυσκοιλιότητα, ναυτία (2-3%), (σε νεφρική ανεπάρκεια) συσσώρευση
αργιλίου, στο ΚΝΣ  Alzheimer
- Δοσολογία: 2 φορές 2g/day ή 4 φορές 1g/day
σε άδειο στομάχι

Μηχανισμός δράσης:
1) Σε όξινο περιβάλλον διασπάται το AlOH και αποκτά ηλεκτροστατικότητα
 προσκόλληση σε θετικά φορτισμένες πρωτεΐνες των ιστών με αποτέλεσμα το σχηματισμό
ενός προστατευτικού στρώματος που επικαλύπτει τον κρατήρα του έλκους.
2) Αύξηση παραγωγής βλέννας και αύξηση των διαττανθρακικών
Βλέννα + διαττανθρακικά = ‘’βλεννογονικός φραγμός’’
 Προστατευτικό στρώμα για τον γαστρικό βλεννογόνο

ΚΟΛΛΟΕΙΔΕΣ ΥΠΟΚΙΤΡΙΚΟ ΒΙΣΜΟΥΘΙΟ (De-Nol)


Σύμπλοκο άλας δικιτρικοβισμουθικό τρικάλιο
- Χρησιμοποιείται μόνο του, είτε σε συνδυασμό με αντιβιοτικά για την εκρίζωση του ελικοβακτηριδίου
του πυλωρού (Helicobacter pylori)
- Αποβάλλεται αναλλοίωτο από το έντερο
- Δοσολογία: 2 φορές 600mg/day ή 4 φορές 300mg/day
½ ώρα πριν από το γεύμα και 2 ώρες μετά το βραδινό φαγητό

Μηχανισμός δράσης/ Δράσεις:


- Συνδέεται με γλυκοπρωτεϊνες και σχηματίζει προστατευτικό στρώμα πάνω στον κρατήρα του
έλκους
- Αυξάνει την παραγωγή προσταγλανδινών
- Μειώνει την αποίκιση του βλεννογόνου από H. pylori

Ανεπιθύμητες ενέργειες:
- Μαύρισμα της γλώσσας
- Μεταλλική αίσθηση στο στόμα
- Μαύρισμα των κοπράνων
Όλες εξαφανίζονται με τη διακοπή της θεραπείας

ΦΑΡΜΑΚΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΡΙΖΩΣΗ ΤΟΥ ΕΛΙΚΟΒΑΚΤΗΡΙΔΙΟΥ ΤΟΥ ΠΥΛΩΡΟΥ


Το πεπτικό έλκος και το έλκος του δωδεκαδάκτυλου αποτελούν σχετικά συχνές ασθένειες του
γαστρεντερικού συστήματος, οι οποίες παρουσιάζονται στο περίπου 10% των ενηλίκων κατά τη
διάρκεια της ζωής τους.
Κύρια αιτία της δημιουργίας ελκών είναι αφ’ ενός μεν η υπερχλωριδία αφ’ ετέρου δε η παρουσία του
ελικοβακτηριδίου του πυλωρού.

ΑΝΤΙΜΙΚΡΟΒΙΑΚΑ ΦΑΡΜΑΚΑ:
- Αμοξικιλλίνη
- Κλαριθρομυκίνη
- Μετρονιδαζόλη
- Τετρακυκλίνη
- Κολλοειδές υποκιτρικό βισμούθιο

42
ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΑ ΣΧΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟ ΠΕΠΤΙΚΟ ΕΛΚΟΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΗ ΕΚΡΙΖΩΣΗ ΤΟΥ
ΕΛΙΚΟΒΑΚΤΗΡΙΔΙΟΥ ΤΟΥ ΠΥΛΩΡΟΥ
- Συνδυασμός 2 αντιβιοτικών και 1 αναστολέα αντλίας πρωτονίων, 7-14 ημέρες:
Κλαριθρομυκίνη 2x500 mg/day
+
Αμοξικιλλίνη 2x1000 mg/day
Μετρονιδαζόλη 2x400 mg/day
+
Ομεπραζόλη 2x20 mg/day
Λανσοπραζόλη 2x30 mg/day
Παντοπραζόλη 2x40 mg/day

- Κλασσική θεραπεία, 7-14 ημέρες:


Βισμούθιο 3x600 mg/day
+
Τετρακυκλίνη 3x500 mg/day
+
Μετρονιδαζόλη 2x400 mg/day

ΦΑΡΜΑΚΑ ΓΙΑ ΤΗ ΓΑΣΤΡΟΟΙΣΟΦΑΓΙΚΗ ΠΑΛΙΝΔΡΟΜΙΚΗ ΝΟΣΟ

ΓΑΣΤΡΟΟΙΣΟΦΑΓΙΚΗ ΠΑΛΙΝΔΡΟΜΗΣΗ:
- Φυσιολογική παλινδρόμηση
Παλινδρόμηση γαστρικού περιεχομένου στον οισοφάγο ή και στον φάρυγγα
- Παθολογική παλινδρόμηση
παλινδρόμηση γαστρικού περιεχομένου στον οισοφάγο ή και στον φάρυγγα
οπισθοστερνικός καύσος
βλάβη στον βλεννογόνο, απλή φλεγμονή έως έλκος

ΓΑΣΤΡΟΟΙΣΟΦΑΓΙΚΗ ΠΑΛΙΝΔΡΟΜΙΚΗ ΝΟΣΟΣ:


- Παλινδρόμηση γαστρικού περιεχομένου στον οισοφάγο ή και στον φάρυγγα συνοδευόμενη από
οπισθοστερνικό καύσο και βλάβη στον βλεννογόνο

Παθοφυσιολογία:
Παρατεταμένη επαφή του παλινδρομούντος όξινου γαστρικού περιεχομένου με τον οισοφαγικό
βλεννογόνο, οδηγεί στη
- μείωση του τόνου του κατώτερου οισοφαγικού σφιγκτήρα
- μείωση της περισταλτικότητας του τοιχώματος του οισοφάγου

Μηχανισμοί αντιμετώπισης:
- Αντιπαλινδρομικός φραγμός
 λειτουργία του κατώτερου οισοφαγικού σφιγκτήρα
- Μηχανισμοί κάθαρσης του παλινδρομούντος περιεχομένου
 περισταλτικότητα, σίελος, βαρύτητα
- Αντίσταση του επιθηλίου του οισοφάγου

1) Προκινητικά φάρμακα
2) Ουσίες που δρουν εξουδετερώνοντας το όξινο γαστρικό υγρό (αντιόξινα)
3) Ουσίες που δρουν σε επίπεδο παραγωγής HCl
α) Η2 υποδοχείς της ισταμίνης (σιμετιδίνη)

43
β) αντλία πρωτονίων (ομεπραζόλη κλπ.)
4) Ουσίες προστατευτικές του βλεννογόνου
α) μηχανικά (σουκραλφάτη)

ΠΡΟΚΙΝΗΤΙΚΑ ΦΑΡΜΑΚΑ
1) Μετοκλοπραμίδη (Primperan)
2) Δομπεριδόνη (Cilroton)
3) Σισαπρίδη (Alimix)

ΜΕΤΟΚΛΟΠΡΑΜΙΔΗ
- Δοσολογία: 4x10 mg/day
30 min προ των γευμάτων και προ του ύπνου

Μηχανισμός δράσης:
- Ανταγωνιστής της ντοπαμίνης (αντιχολινεργικό)
 Αναστολή της δράσης της ντοπαμίνης
 Ευαισθητοποίηση του εντερικού μυός στην ακετυλοχολίνη
 Κεντρική δράση
Δράσεις:
1) Αύξηση της έντασης των περισταλτικών συσπάσεων του οισοφάγου  βελτίωση της
οισοφαγικής κάθαρσης
2) Αύξηση του τόνου ηρεμίας του κατώτερου οισοφαγικού σφιγκτήρα  βελτίωση του
αντιπαλινδρομικού φραγμού
3) Ταχύτερη γαστρική κένωση
4) Κεντρική αντιεμετική δράση
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
- ΚΝΣ (παρέρχονται 25 ώρες μετά τη διακοπή)  υπνηλία, καταβολή, ατονία, ζάλη, αϋπνία,
διέγερση, (δοσοεξαρτώμενες) εξωπυραμιδικές  ραιβόκρανο (= η ακούσια σύσπαση των μυών της
περιοχής του αυχένα, η οποία έχει ως αποτέλεσμα σημαντικό περιορισμό στις κινήσεις της
αυχενικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης, ενώ το κεφάλι βρίσκεται σε αφύσικη θέση), οπισθότονο,
τρίξιμο οδόντων, περιστροφικές κινήσεις οφθαλμών
(σπάνια) παρκινσονικά συμπτώματα  τρόμος, ακινησία, δυσκαμψία
- Υπόφυση  αύξηση προλακτίνης (γαλακτόρροια)

ΔΟΜΠΕΡΙΔΟΝΗ
-Δοσολογία: 4x10 mg/day
30 min προ των γευμάτων και προ του ύπνου
Μηχανισμός δράσης:
- Περιφερικός ανταγωνιστής της ντοπαμίνης (αντιχολινεργικό)

 Αναστολή της δράσης της ντοπαμίνης


 Επιτάχυνση της γαστρικής κένωσης
 Δεν έχει κεντρική δράση

44
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
Υπόφυση  αύξηση προλακτίνης (γαλακτόρροια)
ΣΙΣΑΠΡΙΔΗ
- Δοσολογία: 4x5-10 mg/day
30 min προ των γευμάτων και προ του ύπνου
Μηχανισμός δράσης:
- Αύξηση της ενδογενούς έκκρισης ακετυλοχολίνης από τους νευρώνες του μυεντερικού πλέγματος
- Αύξηση της κινητικής δραστηριότητας του πεπτικού σωλήνα
- Πρόκληση προωθητικών συσπάσεων στο λεπτό έντερο
Δράσεις:
- Αύξηση της πίεσης του κατώτερου οισοφαγικού σφιγκτήρα
- Επιτάχυνση της γαστρικής κένωσης
- Δεν παρουσιάζει αντιντοπαμινεργική δράση
- Δεν ανεβάζει τα επίπεδα προλακτίνης
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
-Διάρροιες

ΑΝΤΙΔΙΑΡΡΟΪΚΑ ΦΑΡΜΑΚΑ
ΔΙΑΡΡΟΙΑ:
Αποβολή ασυνήθιστα μαλακών ή υδαρών (>90% H2O) κοπράνων περισσότερες από 3 φορές σε μια
ημέρα.
Η απώλεια ύδατος μπορεί να φτάσει τα 20 λίτρα σε μία ημέρα.

ΔΥΣΕΝΤΕΡΙΑ:
Αποβολή διαρροϊκών κοπράνων μαζί με αίμα, πύο και βλέννα που υποδηλώνει διείσδυση και
καταστροφή της εντερικής επιφάνειας από μικροοργανισμούς ή τοξίνες
ΔΙΑΡΡΟΙΑ:
- Αποτέλεσμα: αφυδάτωση και απώλεια υδατανθράκων, πρωτεϊνών, λιπών, βιταμινών,
ηλεκτρολυτών  Αναιμία, οιδήματα, οστεομαλακία, αιμορραγίες, θάνατος
(Αποτελεί την κατ’ εξοχήν αιτία παιδικής θνησιμότητας στις χώρες του τρίτου κόσμου)
- Αιτιολογία: ιοί, βακτήρια, παράσιτα, μύκητες, επίσης ιδιοπαθείς νόσοι, όπως ελκώδης κολίτιδα,
νόσος του Crohn κ.α. ή ορμονικά ενεργοί όγκοι, υποθυρεοειδισμός, ασθένειες του παγκρέατος, μετά
από ακτινοθεραπεία, αλλά και από τη χρήση φαρμάκων
- Διαγνωστική προσέγγιση:

45
Εξέταση κοπράνων/ Καλλιέργεια
Ενδοσκοπική εξέταση
Ακτινολογική εξέταση
Υπερηχογραφική εξέταση
Συνδυασμός των ανωτέρω
- Θεραπευτική προσέγγιση:

 Ενυδάτωση και ηλεκτρολυτική ισορρόπηση του οργανισμού π.χ. 250 ml χυμό πορτοκάλι (K+)
+ 1 κουταλιά αλάτι (NaCl) + ½ κουταλιά μέλι (γλυκόζη) + 1 κουταλιά ζάχαρη (σακχαρόζη) Ή
1 κουταλιά αλάτι (NaCl) + 1 κουταλιά ζάχαρη (σακχαρόζη) σε 1 λίτρο νερό
 Αντιμετώπιση της αιτιολογικής νόσου (π.χ. ενεργός άνθρακας, αντιμικροβιακή θεραπεία
κλπ.)
 Αντιδιαρροϊκά φάρμακα
Μηχανισμός δράσης:
Οπιούχες και αντιχολινεργικές ουσίες που δρουν επηρεάζοντας την κινητικότητα του εντέρου έτσι,
ώστε μέσω της αύξησης του χρόνου διάβασης να ευνοείται η μεγαλύτερη απορρόφηση ύδατος από
το τοίχωμα του εντέρου.
1) Διφενοξυλάτη με Ατροπίνη (Reasec, Lomotil)
2) Λοπεραμίδη (Imodium)
3) Συνδυασμός καολίνης και πηκτίνης (Kaopectare)

ΔΙΦΕΝΟΞΥΛΑΤΗ ΜΕ ΑΤΡΟΠΙΝΗ
Δισκία 2,5 mg διφενοξυλάτη + 0,025 mg ατροπίνη
Δράσεις:
Διφενοξυλάτη (οπιούχο):
- μείωση κινητικότητας του εντέρου και διάταση λεπτού και παχέος εντέρου
- αύξηση του τόνου του πρωκτού
Δοσολογία: 20 mg/ 24 h = 8 δισκία/day
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
- ευνοεί τη βακτηριδιακή διείσδυση
- μπορεί να προκαλέσει τοξικό μεγάκολο
- καθυστερεί το ΚΝΣ και το κέντρο της αναπνοής
- προκαλεί ευφορία και μπορεί να οδηγήσει σε φαρμακευτική εξάρτηση (> 40 mg)

Ατροπίνη (αντιχολινεργικό):
- μείωση της περίσταλσης του εντέρου και διάταση του λεπτού εντέρου

46
ΛΟΠΕΡΑΜΙΔΗ
Συνθετικό οπιοειδές με ήπια αντιδιαρροϊκή δράση
- ελάττωση της κινητικότητας του εντέρου
- αύξηση του τόνου του πρωκτού
- ήπια αντιεκκριτική δράση
- Δοσολογία: 2 κάψουλες (=4 mg) αρχικά και κατόπιν 2 κάψουλα (=2 mg) μετά από κάθε χαλαρή
διαρροϊκή κένωση
Μέγιστη δόση 16 mg/day
Ανεπιθύμητες ενέργειες όπως η διφενοξυλάτη
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
- ευνοεί τη βακτηριδιακή διείσδυση
- μπορεί να προκαλέσει τοξικό μεγάκολο
- καθυστερεί κάθαρση παθογόνων μικροοργανισμών
- καταστέλλει το ΚΝΣ και το κέντρο της αναπνοής
- προκαλεί ευφορία και μπορεί να οδηγήσει σε φαρμακευτική εξάρτηση (> 40 mg)

ΣΥΝΔΥΑΣΜΟΣ ΚΑΟΛΙΝΗ ΚΑΙ ΠΗΚΤΙΝΗ


Καολίνη: πυριτιούχο αδρανές υλικό με προσροφητικές ιδιότητες
Πηκτίνη: σύνθετος υδατάνθρακας που περιέχεται στη φλούδα εσπεριδοειδών και του μήλου
Αναλογία:
Καολίνη : Πηκτίνη
40 :1
Δεν πρέπει να χορηγείται περισσότερο από 2 ημέρες
Αμφίβολη δραστικότητα

ΚΑΘΑΡΤΙΚΑ ΚΑΙ ΥΠΑΚΤΙΚΑ ΦΑΡΜΑΚΑ


Φυσιολογικά οι κενώσεις μπορούν να κυμαίνονται από 3 φορές την ημέρα έως 1 φορά κάθε 2
ημέρες

47
ΔΥΣΚΟΙΛΙΟΤΗΤΑ:
Όταν η συχνότητα των κενώσεων είναι μικρότερη της 1 φοράς ανά 3 ή περισσότερες ημέρες και η
κατάσταση αυτή διαρκεί περισσότερο από 6 μήνες.
Αιτιολογία:
- Άγνωστη
- Τρόπος ζωής, διατροφή, φάρμακα
- Ψυχολογική κατάσταση, ασθένειες
Ενδείξεις για τη χρήση καθαρτικών και υπακτικών φαρμάκων:
Πολύ περιορισμένες
- κλινήρεις ασθενείς
- μετά από εγχειρήσεις
- ανορεκτικές ασθένειες
- προετοιμασία για διαγνωστικές εξετάσεις
Ταξινόμηση:
1) Καθαρτικά, που δρουν ερεθιστικά στο έντερο
2) Καθαρτικά, που δρουν οσμωτικά
3) Υπακτικά, που αυξάνουν τον όγκο της κένωσης
4) Υπακτικά με λιπαντική δράση
ΚΑΘΑΡΤΙΚΑ, ΠΟΥ ΔΡΟΥΝ ΕΡΕΘΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟ ΕΝΤΕΡΟ
Μηχανισμός δράσης:
- αύξηση της κινητικότητας του εντέρου
- αύξηση της έκκρισης της βλέννας
Καστορέλαιο (Castor oil)
Βισακοδύλη (Dulcolax)
ΚΑΣΤΟΡΕΛΑΙΟ Ή ΡΕΤΣΙΝΟΛΑΔΟ
- παράγεται από σπόρους (ricinus communis)
- η δράση του εντοπίζεται στο λεπτό έντερο
- η δράση του είναι ταχύτατη
- συνήθης δόση 15-60 ml
- η δόση ποικίλει από άτομο σε άτομο
 έντονες αντιδράσεις με πολλαπλές διαρροϊκές κενώσεις σε ορισμένα άτομα, ενώ σε άλλα μη
ικανοποιητικά αποτελέσματα με την ίδια δόση

48
ΒΙΣΑΚΟΔΥΛΗ
- μηχανισμός δράσης και δράσεις παρόμοιες με το καστορέλαιο
- δισκία, λήψη από το στόμα
- συνήθης δόση 10-15 mg

ΚΑΘΑΡΤΙΚΑ, ΠΟΥ ΔΡΟΥΝ ΟΣΜΩΤΙΚΑ ΣΤΟ ΕΝΤΕΡΟ


1) Υδροξείδιο του μαγνησίου (Γάλα μαγνησίας), Δοσολογία: 15 mg
2) Πικοσουλφατικό νάτριο (Laxatol, Gluttalax) 7-15 mg
3) Λακτουλόζη (Duphalac) 5-10 mg
4) Φωσφορικό/ Διφωσφορικό νάτριο (Feet enema, Enema Cooper) 1 δόση
Μηχανισμός δράσης:
Κατακράτηση ύδατος στον εντερικό αυλό, λόγω μη απορρόφησης ή βραδείας απορρόφησης από το
έντερο.
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
- Υδροξείδιο του μαγνησίου + φωσφορικά  αδιάλυτα άλατα
(Προσοχή: αύξηση Mg++ στο αίμα σε ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια  νευρολογικά ή
καρδιολογικά προβλήματα)
- Οιδήματα, λόγω κατακράτησης ύδατος

ΥΠΑΚΤΙΚΑ, ΠΟΥ ΑΥΞΑΝΟΥΝ ΤΟΝ ΟΓΚΟ ΤΗΣ ΚΕΝΩΣΗΣ


Φυσικά ή συνθετικά παράγωγα της κυτταρίνης
+ H2O
(κολλώδη γέλη)
Μηχανισμός δράσης:
1) Κατανέμεται στα κόπρανα και τα διατηρεί υγρά και μαλακά
2) Αυξάνει τον όγκο του εντερικού περιεχομένου
3) Προκαλεί αύξηση της περισταλτικότητας
4) Επιτάχυνση της εντερικής διάβασης
Σκευάσματα:
- Psyllion Metamucil (Psyllium)
- Συνδυασμός Psyllion Metamucil με σεννοειδή (Agiolax)
- Σκευάσματα με Agar
- Πίτουρο (Bran)
Πωλούνται και στα καταστήματα τροφίμων ως συμπληρώματα διατροφής

49
ΛΙΠΑΝΤΙΚΑ ΥΠΑΚΤΙΚΑ
Μηχανισμός δράσης:
Δρουν, απλώς, μαλακώνοντας τη σύσταση των κοπράνων και λιπαίνοντάς τα
Έτσι, επιτυγχάνεται κένωση με μικρότερη προσπάθεια

Σκευάσματα:
- Ορυκτέλαια (Agarol, Nujol)
μίγματα υδρογονανθράκων
- Παραφινέλαιο
- Γλυκερίνη
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
- Δυσαπορρόφηση λιποδιαλυτών βιταμινών  αβιταμίνωση
- Πνευμονία από λιπίδια
- Κνησμός του πρωκτικού δακτυλίου

ΦΑΡΜΑΚΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΙΔΙΟΠΑΘΕΙΣ ΦΛΕΓΜΟΝΩΔΕΙΣ ΠΑΘΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΕΝΤΕΡΟΥ

50
ΑΝΤΙΦΛΕΓΜΟΝΩΔΗ ΦΑΡΜΑΚΑ
ΦΛΕΓΜΟΝΗ:
• Η φλεγμονή είναι μια φυσιολογική προστατευτική απάντηση σε ιστική βλάβη, που προκαλείται από
φυσικό τραύμα, βλαπτικές χημικές ουσίες ή μικροβιολογικούς παράγοντες.
• Η φλεγμονή είναι η προσπάθεια του οργανισμού να αδρανοποιήσει ή να καταστρέψει τους
εισβάλλοντες οργανισμούς, να απομακρύνει τους ερεθιστικούς παράγοντες και να θέσει τις βάσεις
για την επανόρθωση των ιστών.
• Η φλεγμονή μερικές φορές πυροδοτείται από έναν αβλαβή παράγοντα, όπως η γύρη, ή από μια
αυτοάνοση αντίδραση, όπως στο άσθμα ή στη ρευματοειδή αρθρίτιδα.
Ορισμός: Η αλλαγή που εμφανίζεται ως πρώτος μηχανισμός άμυνας του οργανισμού μετά από
κάποιο μηχανικό, χημικό (μικροβιακό ή μεταβολικό) ερέθισμα.
Η εκδήλωση της φλεγμονής συμβαίνει σε 3 φάσεις στην κάθε μία από τις οποίες μεσολαβούν
διαφορετικοί μηχανισμοί:
1. Οξεία παροδική φάση αγειοδιαστολή και αύξηση της διαπερατότητας των τριχοειδών
2. Υποξεία φάση μετακίνηση λευκοκυττάρων και κυρίως φαγοκυττάρων
3. Χρόνια εξελισσόμενη φάση εκφύλιση των ιστών και ίνωση.

Φλεγμονή  1) Καρκίνος
2) Καρδιακές παθήσεις
3) Αλτσχαϊμέρ
4) Διαβήτης Τύπου 2
5) Αρθρίτιδα
6) Αυτοάνοσες ασθένειες
7) Νευρολογικές παθήσεις
8) Πνευμονοπάθειες
Μεταβολισμός και φλεγμονή:
Παχυσαρκία  μια κατάσταση χρόνιας φλεγμονής
Αθηρωμάτωση  μια χρόνια φλεγμονώδης νόσος
Φλεγμονή:
- Αγγειοδιαστολή των μικρών αγγείων (φλεβικά και αρτηριακά τριχοειδή)
- Αγγειακής διαπερατότητας
- Πρώτες 2 ημέρες εισρέουν πολυμορφοπύρηνα ουδετερόφιλα
- Επόμενες ημέρες, εισρέουν μακροφάγα

51
ΛΕΥΚΑ ΑΙΜΟΣΦΑΙΡΙΑ (ΑΜΥΝΑ)

ΦΑΓΟΚΥΤΤΑΡΑ ΛΕΜΦΟΚΥΤΤΑΡΑ (ΕΙΔΙΚΟΙ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ)

ΟΥΔΕΤΕΡΟΦΙΛΑ ΜΟΝΟΚΥΤΤΑΡΑ Β-ΛΕΜΦΟΚΥΤΤΑΡΑ Τ-ΛΕΜΦΟΚΥΤΤΑΡΑ

ΜΑΚΡΟΦΑΓΑ ΠΛΑΣΜΑΤΟΚΥΤΤΑΡΑ ΚΥΤΤΑΡΑ ΜΝΗΜΗΣ


(ΧΥΜΙΚΗ ΑΝΟΣΙΑ)

ΒΟΗΘΗΤΙΚΑ ΚΥΤΤΑΡΑ
ΜΝΗΜΗΣ
ΚΥΤΤΑΡΟΤΟΞΙΚΑ
(ΚΥΤΤΑΡΙΚΗ ΑΝΟΣΙΑ) ΚΑΤΑΣΤΑΛΤΙΚΑ
Κατά τη διάρκεια της οξείας φάσης τα ουδετερόφιλα και μονοκύτταρα αντιδρούν στους
χημειοτακτικούς παράγοντες, εισβάλλουν στη φλεγμαίνουσα περιοχή, προσλαμβάνουν και
«πέπτουν» τα «ξένα» μακροφάγα, υπεύθυνα για το φαινόμενο της φλεγμονής.
Φαγοκύτταρα, είναι πολύ ενεργά όχι μόνο επειδή πέπτουν τις ουσίες αυτές, αλλά επίσης επειδή
παράγουν ελεύθερες ρίζες.
Γενικοί εσωτερικοί μηχανισμοί άμυνας: Η φλεγμονή
Από τον κατεστραμμένο ιστό εισέρχονται τα βακτήρια. Τα φαγοκύτταρα κινούνται μέσω των
τοιχωμάτων των αιμοφόρων αγγείων, τα οποία έχουν διευρυνθεί. Τα λευκά αιμοσφαίρια
προσεγγίζουν τα τοιχώματα του αιμοφόρου αγγείου. Έτσι γίνεται η φαγοκυττάρωση των
μικροοργανισμών στον κατεστραμμένο ιστό.
Τα DAMPs (Damage-associated molecular patterns) προκαλούν ‘’στείρα φλεγμονή’’ (μη λοιμώδους
προέλευσης):
- προϊόντα που απελευθερώνονται από κύτταρα σε στρες ή νεκρωτικά κύτταρα και
κατεστραμμένουν ιστούς (σήματα κινδύνου)
Ενδοκυττάριες πρωτεΐνες (π.χ. heat shock proteins)
Στοιχεία θεμελιώδους ουσίας
Νουκλεϊκά οξέα (DNA, RNA, NETs)

52
Μεταβολίτες πουρίνης (ATP και ουρικό οξύ)
Γλυκόζη
- στοιχεία περιβάλλοντος: αμίαντος, αλουμίνιο, πυρίτιο
- δραστικές ρίζες οξυγόνου (ROS, που παράγονται κατά τη διάρκεια του κυτταρικού στρες)
 κρίσιμα σήματα κινδύνου που διεγείρουν την έμφυτη ανοσολογική απόκριση
Ένα άλλο φαινόμενο που παρατηρείται κατά τη διέγερση των φαγοκυττάρων είναι η ελευθέρωση
ακόρεστων λιπαρών οξέων από τα φωσφατίδια.
Γίνεται με τη βοήθεια των φωσφολιπασών  ελευθέρωση του αραχιδονικού οξέος.
Κύκλος αραχιδονικού
λιποξυγενάση κυκλοξυγενάση
Προσταγλανδίνες, θρομβοξάνια, λευκοτριένια
Ο ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΣ ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΠΡΟΣΤΑΓΛΑΝΔΙΝΩΝ ΣΤΗΝ ΦΛΕΓΜΟΝΗ

ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΠΡΟΣΤΑΓΛΑΝΔΙΝΩΝ ΩΣ ΤΟΠΙΚΩΝ ΜΕΣΟΛΑΒΗΤΩΝ


•Φυσιολογικά παράγονται σε ελάχιστες ποσότητες σε όλους τους ιστούς.
•Ενεργούν στους ιστούς και μεταβολίζονται ταχύτατα προς αδρανή προϊόντα
•Δεν κυκλοφορούν στο αίμα σε μεγάλες ποσότητες.

ΠΡΟΣΤΑΓΛΑΝΔΙΝΕΣ
Ρόλος των προσταγλανδινών ως τοπικών μεσολαβητών.

➢ Ενεργούν στους ιστούς στους οποίους συνθέτονται και μεταβολίζονται ταχύτατα προς αδρανή
προϊόντα στη θέση δράσης τους.
Σύνθεση προσταγλανδινών

➢ Το αραχιδονικό οξύ είναι η κύρια πρόδρομη ουσία των προσταγλανδινών και των συγγενών
τους ενώσεων. Υπάρχουν δύο κύριες οδοί για τη σύνθεση των εικοσανοειδών από το αραχιδονικό
οξύ, οδός της κυκλοοξυγενάσης και οδός της λιποξυγονάσης.
Δράσεις των προσταγλανδινών

➢ Πολλές από τις δράσεις τους επιτελούνται μέσω της δέσμευσής τους σε μεμβρανικούς
υποδοχείς.
Λειτουργίες στον οργανισμό

➢ Δρουν ως τοπικά σήματα που επιτελούν τη λεπτή ρύθμιση της απάντησης ενός ειδικού
κυτταρικού τύπου. Οι λειτουργίες τους ποικίλλουν πολύ, εξαρτώμενες από τον ιστό. Είναι από τους
χημικούς μεσολαβητές που απελευθερώνονται στις αλλεργικές και φλεγμονώδεις διεργασίες.

53
ΟΔΟΣ ΤΗΣ ΚΥΚΛΟΟΞΥΓΕΝΑΣΗΣ:
Τα εικοσανοειδή με κυκλικές δομές (προσταγλανδίνες, προστακυκλίνες, θρομβοξάνες) συντίθενται
μέσω των COX. Η COX-1 υπεύθυνη για τη φυσιολογική παραγωγή προστανοειδών, ενώ η COX-2
προκαλεί αυξημένη παραγωγή προστανοειδών που εμφανίζεται σε θέσεις χρόνιας νόσου και
φλεγμονής.
Η COX συνδέεται με τις κυτταρικές μεμβράνες
Η COX-1 ένζυμο συντήρησης που ρυθμίζει φυσιολογικές κυτταρικές διεργασίες, όπως γαστρική
κυτταροπροστασία, αγγειακή ομοιόσταση, συσσώρευση αιμοπεταλίων, αναπαραγωγικές και
νεφρικές λειτουργίες.
Η COX-2 εκφράζεται σε ορισμένους ιστούς (εγκέφαλος, νεφρός, οστά) και η έκφρασή της αυξάνει
κατά την φλεγμονή.
Έχουν 60% ομολογία στην αλληλουχία των αμινοξέων. Η στερεοδιαμόρφωση των θέσεων
δέσμευσης του υποστρώματος και των καταλυτικών περιοχών είναι διαφορετική. Η COX-2 διαθέτει
μεγαλύτερο και πιο εύκαμπτο κανάλι για το υπόστρωμα και έχει μεγαλύτερο χώρο στη θέση όπου
προσδένονται οι αναστολείς. Οι δομικές διαφορές επέτρεψαν την ανάπτυξη εκλεκτικών αναστολέων.
Η έκφραση της COX-2 επάγεται από μεσολαβητές της φλεγμονής, όπως ο TNF-α και η IL-1, αλλά
αναστέλλεται φαρμακολογικά από τα γλυκοκορτικοειδή.

ΟΔΟΣ ΤΗΣ ΛΙΠΟΞΥΓΕΝΑΣΗΣ:


Οι λιποξυγενάσες δρουν στο αραχιδονικό οξύ για την παραγωγή λευκοτριενίων.

ΤΟ ΜΟΝΟΠΑΤΙ ΤΟΥ ΠΟΝΟΥ:


Αρχική προσβολή  Μεταγωγή  Μετάδοση  Διαμόρφωση  Αντίληψη
• Τραύμα ή ερέθισμα ενεργοποιεί περιφερικούς υποδοχείς πόνου (βραδυκινίνη)
• Σήμα πόνου μεταδίδεται στον εγκέφαλο μέσω (Οπίσθια κέρατα) ανιούσας οδού
• Κατιούσα οδός δρα σαν φίλτρο (ουδό), σήμα να γίνει αίσθημα πόνου
• Oξύς πόνος αντιμετωπίζεται με ΜΣΑΦ
• Γενικά: ήπιος - μέτριος πόνος
• Ειδικά: πονόλαιμο, κεφαλαλγία , οδονταλγία, ισχυαλγία, δυσμηνόροια, διαστρέμματα

Διάκριση του πόνου από θεραπευτική άποψη:


• Α. Αλγαισθητικός πόνος
α) οξύς πόνος (σωματικός)
β) αμβλύς πόνος (σπλαχνικός).
• Β. Νευραλγικός πόνος (έμμεσο ερέθισμα)

54
• Γ. Ψυχογενής πόνος
• Δ. Αντανακλαστικός πόνος
Είδη αλγονόνων ερεθισμάτων:
•Η αλγαισθησία είναι η φυσιολογική διαδικασία αντίληψης του πόνου και προκαλείται ως απάντηση
σε αλγογόνα ερεθίσματα που μπορεί να προκαλέσουν βλάβη στους ιστούς
• Mηχανικός
• Πίεση, οίδημα, απόστημα, τομή
• Θερμικός
• έγκαυμα
• Χημικός
• τοξική ένωση
Αλγονόνο ερέθισμα Χημικοί μεσολαβητές από κατεστραμμένα κύτταρα
Απελευθέρωση
Είδη χημικών μεσολαβητών:
• Προσταγλανδίνες: συνεισφέρουν στην ερυθρότητα, θερμότητα, οίδημα και πόνο
• Bραδυκινίνη: διαστολή αιμοφόρων αγγείων
• Σεροτονίνη: αγγειοδιαστολή και αύξηση αγγειακής διαπερατότητας
• Ουσία P: νευροδιαβιβαστής επώδυνων ερεθισμάτων (αισθητικά νεύρα σε ΚΝΣ)
• Ισταμίνη: αγγειοδιαστολή και αύξηση αγγειακής διαπερατότητας

ΜΗ ΣΤΕΡΟΕΙΔΗ ΑΝΤΙΦΛΕΓΜΟΝΩΔΗ ΦΑΡΜΑΚΑ


Ομάδα χημικώς διαφορετικών παραγόντων που διαφέρουν:
• Αντιπυρετική
• Αναλγητική
• Αντιφλεγμονώδη δράση
Μηχανισμός δράσης:
- αναστολή των ενζύμων κυκλοοξυγενάσης, που καταλύουν το πρώτο βήμα στη βιοσύνθεση των
προστανοειδών  μειωμένη σύνθεση προσταγλανδινών  ευεργετικά και ανεπιθύμητα
αποτελέσματα

ΜΣΑΦ ΚΑΙ ΣΥΝΑΦΗ ΦΑΡΜΑΚΑ:

Σαλικυλικά παράγωγα Ασπιρίνη, σαλικυλικό νάτριο, σαλσαλάτη,


διφλουνιζάλη
Παράγωγα προπιονικού οξέος Ναπροξένη, ιβουπροφαίνη, φλουρβιπροφαίνη,

55
κετοπροφαίνη, φαινοπροφαίνη, οξαπροζίνη
Παράγωγα π-αμινοφαινόλης Παρακεταμόλη (ακεταμινοφαίνη)
Παράγωγα οξικού οξέος Ινδομεθακίνη, σουλινδάκη, δικλοφενάκη,
ασεκλοφενάκη, ετοδολάκη, ασεμετασίνη,
Ετερο/αρυλικά παράγωγα οξικού οξέος Τολμεντίνη, δικλοφαινάκη, κετορολάκη
Παράγωγα ανθρανιλικού οξέος (φαιναμάτες) Μεφαιναμικό οξύ, μεκλοφαιναμικό οξύ
Οξικάμες Πιροξικάμη, μελοξικάμη
Αλκανόνες Ναβουμετόνη
Κοξίμπες Σελεκοξίμπη, Ετορικοξίμπη, Ροφεκοξίμπη (έχει
αποσυρθεί)

ΑΣΠΙΡΙΝΗ ΚΑΙ ΣΑΛΙΚΥΛΙΚΑ


• Το πρωτότυπο ΜΣΑΦ με το οποίο συγκρίνονται όλα τα υπόλοιπα.
• Τα σαλικυλικά απορροφώνται από το δέρμα.
• Μετά από χορήγηση από το στόμα απορροφώνται παθητικά από το στομάχι και το λεπτό έντερο.
• Διαπερνούν τον ΑΕΦ και τον πλακούντα.
• Δοσολογία: Τα σαλικυλικά ασκούν αναλγητική δράση σε χαμηλές δόσεις. (Χαμηλές δόσεις
ασπιρίνης-πρόληψη για ΟΕΜ.)
• Σε χαμηλές δόσεις υδρολύονται προς σαλικυλικό και οξικό οξύ από τις εστεράσες στους ιστούς και
στο αίμα.
• Μετατρέπονται στο ήπαρ σε υδατοδιαλυτά σύμπλοκα.
• Χρόνος ημίσειας ζωής 3,5 ώρες.

Μηχανισμός δράσης:
Μοναδικό ανάμεσα στα ΜΣΑΦ, γιατί ακετυλιώνει με μη αντιστρεπτό τρόπο (απενεργοποιεί) την
COX.
Αποακετυλιώνεται από εστέρες στο σώμα παράγοντας σαλικυλικά.
Αντιφλεγμονώδη, Αντιπυρετική, Αναλγητική  Οφείλεται, κυρίως, στην αναστολή σύνθεσης
προσταγλανδινών στο θερμορυθμιστικό κέντρο του υποθαλάμου.
1) Το υγιές, ανέπαφο ενδοθήλιο απελευθερώνει προστακυκλίνη στο πλάσμα. Η προστακυκλίνη
προσδένεται σε υποδοχείς της αιμοπεταλιακής μεμβράνης προκαλώντας σύνθεση του cAMP. Το
cAMP αναστέλλει την απελευθέρωση των κοκκίων που περιέχουν ουσίες που προκαλούν
συσσώρευση.
2) Η θρομβίνη, θρομβοξάνη Α2 και το εκτεθειμένο κολλαγόνο προκαλούν απελευθέρωση
αραχιδονικού οξέος από τη μεμβράνη των αιμοπεταλίων. Η θρομβοξάνη Α2 συντίθεται από
αραχιδονικό οξύ και απελευθερώνεται από τα αιμοπετάλια. Αυτή η οδός αναστέλλεται από την
ασπιρίνη.
3) Η θρομβοξάνη Α προσδένεται σε υποδοχείς άλλων αιμοπεταλίων προκαλώντας την
απελευθέρωση και άλλως ουσιών που προκαλούν συσσώρευση.
4) Η ισορροπία μεταξύ επιπέδων προστακυκλίνης και θρομβοξάνης Α2 καθορίζει αν τα
αιμοπετάλιαθα συσσωρευθούν ή θα κυκλοφορούν ελεύθερα.

56
Δράσεις:
1) Αντιφλεγμονώδεις
- αναστολή κυκλοοξυγενάσης- ελάττωση προσταγλανδινών
- αναστολή φλεγμονής στην αρθρίτιδα (δε σταματά την πρόοδο της νόσου- δεν προκαλεί ύφεση)
2) Αναλγητικές
- PGE2 ευαισθητοποιεί τις νευρικές απολήξειες στις δράσεις της ισταμίνης, και άλλων χημικών
μεσολαβητών
- για πόνο χαμηλής έως μέτριας έντασης (όλα τα ΜΣΑΦ)
3) Αντιπυρετικές
- ΠΥΡΕΤΟΣ όταν το σημείο διέγερσης του πρόσθιου υποθαλαμικού θερμορυθμιστικού κέντρου
αυξάνεται. Μπορεί να προκληθεί από την PGE2 όταν ένας ενδογενής πυρετογόνος παράγοντας
(κυτοκίνη) ελευθερώνεται από μόλυνση, υπερευαισθησία, κακοήθεια ή φλεγμονή.
- Η ασπιρίνη αυξάνει την αποβολή θερμότητας ως αποτέλεσμα περιφερικής αγγειοδιαστολής και
εφίδρωσης.
4) Δράση στο Αναπνευστικό
- Αυξάνει τον κυψελιδικό αερισμό.
- Υψηλότερες δόσεις δρουν άμεσα στο αναπνευστικό κέντρο στον μυελό προκαλώντας
υπεραερισμό και αναπνευστική αλκάλωση.
- Σε τοξικά επίπεδα κεντρική αναπνευστική παράλυση
5) Δράση στο ΓΕΣ
- Η προστακυκλίνη αναστέλλει την έκκριση γαστρικού οξέος, ενώ οι PGE2, PGF2a διεγείρουν τη
σύνθεση προστατευτικής βλέννης στον στόμαχο και στο λεπτό έντερο.
- Επί παρουσίας ασπιρίνης αυξημένη έκκριση γαστρικού οξέος, και ελαττωμένη παραγωγή
βλέννης.
- Επιγαστρική δυσφορία, εξέλκωση και αιμορραγία.
6) Δράσεις στα Αιμοπετάλια
- Μη αντιστρεπτή αναστολή της παραγωγής θρομβοξάνης από τα αιμοπετάλια χωρίς να
επηρεάζεται η παραγωγή TXA2 από το ενδοθήλιο.
- Τα αιμοπετάλια δεν έχουν πυρήνα, δεν μπορούν να συνθέσουν νέα COX, και η έλλειψη ΤΧΑ2
διαρκεί όσο διαρκεί η ζωή του αιμοπεταλίου (3-7 ημέρες). Τα ενδοθηλιακά κύτταρα έχουν πυρήνα
και μπορούν να παράγουν νέα ΤΧΑ2.
7) Δράση στο Νεφρό
- Εμποδίζουν τη συσσώρευση PGE2 και PGI, υπεύθυνες για τη διατήρηση της νεφρικής ροής.

57
- Η μειωμένη σύνθεση των προσταγλανδινών μπορεί να οδηγήσει σε κατακράτηση Na, και νερού
και να προκαλέσει οίδημα και υπερκαλιαμία.

Θεραπευτικές χρήσεις:
1) Αντιπυρετικό και Αναλγητικό
• Σαλικυλικό νάτριο
• Σαλικυλική χολίνη
• Χολίνη σαλικυλικού μαγνησίου
• Ασπιρίνη.
• Ως αναλγητικά και αντιπυρετικά στη θεραπεία της ΡΑ (τα σαλικυλικά είναι τα φάρμακα εκλογής για
ΡΑ).
• Κοινές καταστάσεις που απαιτούν αναλγησία.
2) Εξωτερικές εφαρμογές
• Σαλικυλικό οξύ
• Τοπικά για θεραπεία εξανθημάτων από μύκητες.
• Μεθυλοσαλικυλικό
• Αντιερεθιστικό του δέρματος σε αλοιφές.
3) Καρδιαγγειακό
• Αναστολείς συσσώρευσης αιμοπεταλίων
4) Καρκίνος του κόλου
• Υπάρχουν ενδείξεις ότι η χρόνια χορήγηση ασπιρίνης μειώνει την επίδραση του καρκίνου του
κόλου.

Ανεπιθύμητες ενέργειες:
- Γαστρεντερικό
• Επιγαστρική δυσφορία, ναυτία και έμετος οι πιο συχνές ΑΕ.
• Μικροσκοπική αιμορραγία από το ΓΕΣ απαντάται σε όλους τους ασθενείς που λαμβάνουν
σαλικυλικά.
• Στο ρΗ του στομάχου η ασπιρίνη αποφορτίζεται, εισέρχεται εύκολα στο βλεννογόνο, όπου
φορτίζεται αρνητικά και παγιδεύεται προκαλώντας καταστροφή των κυττάρων.
• Πρέπει να λαμβάνεται με τροφή και μεγάλες ποσότητες υγρών.
- Αίμα
• Η μη αντιστρεπτή ακετυλίωση της COX μειώνει τα επίπεδα της ΤΧΑ2, των αιμοπεταλίων και την
παράταση του χρόνου πήξης. • Δεν πρέπει να λαμβάνεται 1 εβδομάδα πριν από εγχείρηση.

58
• Όταν χορηγούνται σαλικυλικά τα αντιπηκτικά χορηγούνται σε μικρότερες δόσεις.
- Αναπνοή
• Σε αυξημένες δόσεις καταστολή του αναπνευστικού.
- Μεταβολικές διαταραχές
• Μεγάλες δόσεις αποσυνδέουν την οξειδωτική φωσφορυλίωση.
• Η ενέργεια που φυσιολογικά χρησιμοποιείται για παραγωγή ΑΤΡ διαχέεται ως θερμότητα-
υπερθερμία.
- Υπερευαισθησία
• Παρουσιάζεται στο 15% των ασθενών.Συμπτώματα αλλεργίας, κνίδωση, βρογχόσπασμος.
- Σύνδρομο REYE
• Η ασπιρίνη όταν χορηγείται σε ιογενείς λοιμώξεις έχει συνδεθεί με αυξημένη επίπτωση του
συνδρόμου Reye, συχνά θανατηφόρου ηπατίτιδας με εγκεφαλικό οίδημα.
• ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΕΤΑΙ ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΓΙΑ ΑΥΤΌ ΧΟΡΗΓΕΙΤΑΙ ΑΚΕΤΑΜΙΝΟΦΑΙΝΗ ΑΝΤΙ
ΑΣΠΙΡΙΝΗ.

Τοξικότητα:
- ΗΠΙΑ ΜΟΡΦΗ-ΣΑΛΙΚΥΛΙΣΜΟΣ
• Ναυτία, έμετος, υπεραερισμός, κεφαλαλγία, πνευματική σύγχυση, ζάλη και εμβοές.
- ΣΟΒΑΡΗ ΔΗΛΗΤΗΡΙΑΣΗ ΜΕ ΣΑΛΙΚΥΛΙΚΑ
• Τα παραπάνω συμπτώματα, συν παραλήρημα παραισθήσεις, σπασμούς, κώμα, αναπνευστική
και μεταβολική οξέωση και θάνατο από αναπνευστική ανεπάρκεια.
• Τα παιδιά είναι ιδιαίτερα επιρρεπή σε δηλητηρίαση με σαλικυλικά.
- ΘΕΡΑΠΕΙΑ-ΣΑΛΙΚΥΛΙΣΜΟΣ
• Μέτρηση των συγκεντρώσεων των σαλικυλικών στον ορό, και του ρΗ για να καθοριστεί η
καλύτερη μορφή θεραπείας.
• Σε ήπιες περιπτώσεις συμπτωματική θεραπεία.
• Αυξάνοντας το ρΗ των ούρων ενισχύεται η αποβολή των σαλικυλικών.
• Σε σοβαρές περιπτώσεις, ενδοφλέβια χορήγηση υγρών, αιμοκάθαρση ή περιτοναϊκή κάθαρση,
μέτρηση και διόρθωση της οξεοβασικής ισορροπίας και των ηλεκτρολυτών.
Αλληλεπιδράσεις:
Σαλικυλικά +
- Αντιόξινα  Μειωμένος ρυθμός απορρόφησης της ασπιρίνης
- Ηπαρίνη ή από του στόματος αντιπηκτικά  Αιμορραγία
- Προβενεσίδη, Σουλφινπυραζόνη  Μειωμένη έκκριση ουρικού οξέος (Αντενδείκνυται σε ασθενείς
με ουρική αρθρίτιδα)

59
- Χολερυθρίνη, Φαινυντοϊνη, Ναπροξένη, Σουλφινπυραζόνη, Θειοπεντάλη, Θυροξίνη,
Τριιωδοθυρονίνη  Αυξημένες συγκεντρώσεις στο πλάσμα οδηγούν σε παρατεταμένους χρόνους
ημίσειας ζωής. Θεραπευτικές δράσεις και τοξικότητα

ΠΑΡΑΓΩΓΑ ΤΟΥ ΠΡΟΠΙΟΝΙΚΟΥ ΟΞΕΟΣ


• Ιβουπροφαίνη (Nurofen, Advil, Brufen)
• Ναπροξένη (Naprosyn)
• Φενοπροφένη
• Kετοπροφένη (Soluket , Menaril)
• Φλουρβιπροφένη
• Οξαπροζίνη (Trimelot®, Duraprox®)
• Αντιφλεγμονώδη, αναλγητική και αντιπυρετική δράση, χρόνια θεραπεία ΡΑ και οστεοαρθρίτιδας.
• Αντιστρεπτοί αναστολείς της COX.
• Απορροφώνται καλά μετά από χορήγηση από το στόμα.
• Μεταβολίζονται στο ήπαρ
• Απέκκριση από νεφρούς
• ΑΕ: από το ΓΕΣ (δυσπεψία)

ΠΑΡΑΓΩΓΑ ΤΟΥ ΟΞΙΚΟΥ ΟΞΕΟΣ


• Ινδομεθακίνη (Reumacid, Fortathrin)
• Σουλινδάκη (Norilafin)
• Ετοδολάκη (Lonine)
• Αντιφλεγμονώδη, αναλγητική και αντιπυρετική δράση
• Αντιστρεπτοί αναστολείς της COX.
• Η ινδομεθακίνη-ισχυρός αντιφλεγμονώδης παράγοντας, λόγω τοξικότητας χρησιμοποιείται για τη
θεραπεία της ουρικής αρθρίτιδας, της αγκυλοποιητικής σπονδυλίτιδας και της οστεοαρθρίτιδας του
ισχίου.

ΠΑΡΑΓΩΓΑ ΟΞΙΚΑΜΗΣ
• Πιροξικάμη (Feldene)
• Μελοξικάμη (Loxitan, Movatec)
• Θεραπεία ΡΑ, αγκυλοποιητικής σπονδυλίτιδας και οστεοαρθρίτιδας
• Μακρύ χρόνο ημίσειας ζωής- εφάπαξ χορήγηση
• Ενοχλήματα από το ΓΕΣ 20% των ασθενών

60
• Η μελοξικάμη είναι σχετικά εκλεκτική για την COX-2
• Η ιδιότητα να μην επηρεάζει την COX-1 είναι δοσοεξαρτώμενη.

ΦΑΙΝΟΜΑΤΕΣ
• Μεφαιναμικό οξύ (Ponstan)
• Μεκλοφαιναμάτη
• Δεν υπερέχουν των άλλων ΜΣΑΦ ως αντιφλεγμονώδη.
• ΑΕ: διάρροια, μπορεί να συνδεθεί με φλεγμονή του εντέρου.

ΑΛΛΑ ΦΑΡΜΑΚΑ
ΔΙΚΛΟΦΕΝΑΚΗ
• Αναστολέας CΟΧ
• Μακροχρόνια θεραπεία ΡΑ, οστεοαρθρίτιδας και αγκυλοποιητικής σπονδυλίτιδας
• Πιο ισχυρή από ινδομεθακίνη ή ναπροξένη
• Συσσωρεύεται στο αρθρικό υγρό.

ΚΕΤΟΡΟΛΑΚΗ
• Ενδομυϊκώς για τη θεραπεία του μετεγχειρητικού πόνου
• Τοπικώς για αλλεργική επιπεφυκίτιδα

ΤΟΛΜΕΤΙΝΗ ΚΑΙ ΝΑΒΟΥΜΕΤΟΝΗ


• Ισχυρές όσο η ασπιρίνη για τη θεραπεία ΡΑ
• Λιγότερες ανεπιθύμητες ενέργειες

ΔΙΦΛΟΥΝΙΖΟΛΗ
• Διφθοροφαινυλικό παράγωγο του σαλικυλικού οξέος
• Δεν μεταβολίζεται προς σαλικυλικό
• Δεν προκαλεί σαλικυλική τοξικότητα
• 4 φορές πιο ισχυρή από την ασπιρίνη ως αναλγητικό και αντιφλεγμονώδες, αλλά δεν έχει
αντιπυρετικές δράσεις, δεν εισέρχεται στο ΚΝΣ.

61
ΠΩΣ ΔΡΟΥΝ ΟΙ COX-2 ΑΝΑΣΤΟΛΕΙΣ;
1) Aνακούφιση από τον πόνο: το COX2 είναι ένα ένζυμο που ενεργοποιείται σε σημεία
τραυματισμού. Παράγει ορμόνες που μοιάζουν με προσταγλανδίνες, οι οποίες προκαλούν επώδυνη
φλεγμονή.
2) Οι αναστολείς COX-2 είναι φάρμακα που έχουν σχεδιαστεί για να εμποδίζουν τη δραστηριότητα
του ενζύμου COX-2 και να ανακουφίζουν τον πόνο.
3) Καρδιακός κίνδυνος: προστακυκλίνη, μια προσταγλανδίνη που παράγεται από το COX-2 στα
τοιχώματα των αιμοφόρων αγγείων, ανοίγει τα αιμοφόρα αγγεία και εμποδίζει τη συσσώρευση
αιμοπεταλίων.
4) Οι ερευνητές πιστεύουν ότι όταν το COX-2 είναι αποκλεισμένο, η προστακυκλίνη μπορεί επίσης
να κατασταλεί επιτρέποντας στα αιμοπετάλια να κολλήσουν μεταξύ τους και τα αιμοφόρα αγγεία να
συσφιχθούν, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε καρδιακές προσβολές και εγκεφαλικά επεισόδια.

COX-2 ΕΚΛΕΚΤΙΚΑ ΦΑΡΜΑΚΑ


ΣΕΛΕΚΟΞΙΜΠΗ
• Χρονο-εξαρτώμενη και αντιστρεπτή αναστολή της COX-2.
• Θεραπεία οστεοαρθρίτιδας και ΡΑ.
• Δεν αναστέλλει τη συσσώρευση αιμοπεταλίων
• Φτάνει σε κορυφαία συγκέντρωση σε 3 ώρες.
• Μεταβολίζεται από το CYP2C9.
• Χρόνος ημίσειας ζωής 11 ώρες.
• Ανεπιθύμητες ενέργειες: κεφαλαλγία, δυσπεψία, διάρροια, κοιλιακό άλγος
ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΜΗ-ΕΚΛΕΚΤΙΚΩΝ ΜΣΑΦ ΚΑΙ ΕΚΛΕΚΤΙΚΩΝ COX-2 ΜΣΑΦ:

ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ COX-2 ΕΚΛΕΚΤΙΚΑ COX ΕΝΖΥΜΟ


ΜΣΑΦ ΦΑΡΜΑΚΑ ΣΤΟΧΟΣ
Αντιφλεγμονώδη ΝΑΙ ΝΑΙ COX-2
Αναλγητικό ΝΑΙ ΝΑΙ COX-2
Αντιπυρετικό ΝΑΙ ΝΑΙ COX-2
Αύξηση αρτηριακής ΝΑΙ ΝΑΙ COX-2
πίεσης
Μείωση στα ούρα των ΝΑΙ ΝΑΙ COX-2
PGI2 μεταβολιτών
Μείωση στα ούρα των ΝΑΙ ΟΧΙ COX-1
TXA2 μεταβολιτών
Αναστολή ΝΑΙ ΟΧΙ COX-1
αιμοπεταλίων
Αύξηση χρόνου ΝΑΙ ΟΧΙ COX-1
αιμορραγίας
Τοξικότητα του ΝΑΙ ΟΧΙ COX-1 (και πιθανών

62
Γαστρεντερικού COX-2)

Ανεπιθύμητες ενέργειες από του στόματος ΜΣΑΦ:


► Επιπτώσεις στο γαστρεντερικό
► Επιπτώσεις στο καρδιαγγειακό
► Επιπτώσεις στη νεφρική λειτουργία
► Διαταραχές υγρών και ηλεκτρολυτών
► Επιπτώσεις στο ήπαρ
► Αιματολογικές επιδράσεις
► Αναφυλαξία και αλλεργία
► Επιπτώσεις στο κεντρικό νευρικό σύστημα
► Από υπερβολική δόση ΜΣΑΦ
Ανεπιθύμητες ενέργειες ΜΣΑΦ:
ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΓΕΣ
• Κυμαίνονται από δυσπεψία έως αιμορραγία
• Η παραγωγή προστακυκλίνης (PGI2 ) αναστέλλει την έκκριση του γαστρικού οξέος
• PGE2 και PGF2α διεγείρουν την σύνθεση της προστατευτικής βλέννης
• Πρέπει να λαμβάνονται με τροφή
• Με αναστολείς της αντλίας πρωτονίων
ΑΥΞΗΜΕΝΟΣ ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΑΙΜΟΡΡΑΓΙΑΣ
ΔΡΑΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΝΕΦΡΟ:
• Εμποδίζουν τη σύνθεση PGE2 και PGI2, υπεύθυνες για τη διατήρηση της νεφρικής αιματικής ροής
• Κατακράτηση νατρίου και νερού
• Προσοχή σε ΚΑ και ΝΑ
• Μπορούν να μετριαστούν τα ευεργετικά αποτελέσματα των αντιυπερτασικών

Παράγοντες κινδύνου βλάβης του γαστρικού βλεννογόνου που σχετίζεται με τα ΜΣΑΦ:


• Ηλικία μεγαλύτερη των 60 ετών
• Ιστορικό πεπτικού έλκους ή αιμορραγίας από το γαστρεντερικό
• Χορήγηση υψηλών δόσεων ΜΣΑΦ ή περισσότερα από ένα ΜΣΑΦ
• Μακροχρόνια χρήση ΜΣΑΦ
• Καπνιστές

63
• Υπερκατανάλωση αλκοόλ
• Αθεράπευτη λοίμωξη από με Helicobacter pylori
• Άλλα φάρμακα που προκαλούν γαστρική βλάβη (π.χ γλυκοκορτικοειδή, εκλεκτικοί αναστολείς
επαναπρόσληψης σεροτονίνης)
• Ταυτόχρονη χρήση αντιπηκτικών (π.χ. ανταγωνιστές της βιταμίνης Κ, ηπαρίνη), και
αντιαιμοπεταλιακών παραγόντων (π.χ. ασπιρίνη, κλοπιδογρέλη)

Συμπτώματα από το γαστρεντερικό:


Δυσπεψία – Ναυτία – Πόνος – Διάρροια
Έλκη μονήρη ή πολλαπλά (30-50%)
1. Επιφανειακές διαβρώσεις του γαστροδωδεκαδακτυλικού βλεννογόνου και αιμορραγίες
2. λανθάνοντα έλκη τα οποία ανιχνεύονται με ενδοσκόπηση
3. έλκη που προκαλούν κλινικά συμπτώματα και επιπλοκές
• Θάνατος στο 5-6% των νοσηλευοµένων
• Τα εκλεκτικά COX-2 ΜΣΑΦ εμφανίζουν ελαττωμένη συχνότητα έλκους

Στρατηγικές πρόληψης της βλάβης του γαστρεντερικού βλεννογόνου:


Πρωτογενής πρόληψη:
α) συνχορήγηση με γαστρο-προστατευτικό παράγοντα
β) αντικατάσταση μη-εκλεκτικού ΜΣΑΦ με αναστολέα COX-2
Δευτερογενής πρόληψη:
α) λήψη κατάλληλης θεραπείας για λοίμωξη από το Η. Pylori, μειώνεται σημαντικά την πιθανότητα
επανεμφάνισης της αιμορραγίας
β) η προσεκτική εξέταση της ένδειξης των ΜΣΑΦ
γ) σε περίπτωση που ενδείκνυται ΜΣΑΦ, λαμβάνεται θεραπεία με σελεκοξίμπη μαζί με αναστολέα
αντλίας πρωτονίων
Αυξάνεται ο καρδιαγγειακός κίνδυνος με ΜΣΑΦ σε υγιείς ανθρώπους
Μηχανισμός πρόκλησης καρδιαγγειακού κινδύνου από τα ΜΣΑΦ:
Ο μηχανισμός με τον οποίο τα ΜΣΑΦ οδηγούν σε αύξηση των καρδιαγγειακών επεισοδίων, όπως η
ισχαιμία του μυοκαρδίου και το εγκεφαλικό επεισόδιο, πιθανότατα σχετίζεται με την επίδρασή τους
στην αναστολή της COX-2, η οποία συσχετίζεται με μειωμένη παραγωγή προσταγλανδίνης Ι2 (PGI2
ή προστακυκλίνης) από το αγγειακό ενδοθήλιο με μικρή ή καθόλου αναστολή της πιθανής
προθρομβωτικής παραγωγής θρομβοξάνης Α2 των αιμοπεταλίων.
Διαταραχές υγρών και ηλεκτρολυτών που προκαλούνται από τα ΜΣΑΦ:
• Κατακράτηση υγρών: σημαντική σε ασθενείς με υποκείμενη νεφρική νόσο, χρόνια νεφρική
ανεπάρκεια, ηπατική ανεπάρκεια ή σε ασθενείς που λαμβάνουν διουρητικά

64
• Κατακράτηση νατρίου: που οδηγεί σε υπερνατριαιμία εμφανίζεται λίγο μετά την έναρξη ή την
αύξηση της δόσης
• Υπερκαλιαιμία: σε αυτούς που λαμβάνουν συμπληρώματα καλίου, καλιοσυντηρητικά διουρητικά
και αναστολείς μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτασίνης ή ασθενείς με υποκείμενη νεφρική
ανεπάρκεια

Μηχανισμός πρόκλησης νεφρικού κινδύνου από τα ΜΣΑΦ:


Η αναστολή από τα ΜΣΑΦ της σύνθεσης προσταγλανδινών στα προσαγωγά νεφρικά αρτηρίδια
μπορεί να προκαλέσει μείωση της νεφρικής ροής αίματος και αντισταθμιστική κατακράτηση νατρίου
και νερού, αυτός ο αυξημένος όγκος μπορεί να μειώσει τις επιδράσεις των διουρητικών που
χρησιμοποιούνται για την HF.
Προειδοποιήσεις του FDA για τον καρδιαγγειακό κίνδυνο από τα ΜΣΑΦ:
• Συσχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης ανεπιθύμητων καρδιαγγειακών θρομβωτικών
επεισοδίων, όπως έμφραγμα του μυοκαρδίου και εγκεφαλικό επεισόδιο. Ο κίνδυνος μπορεί να
αυξηθεί με τη διάρκεια της χρήσης ή με αλληλεπίδραση με άλλα φάρμακα ή προϋπάρχουσες
καρδιολογικές ασθένειες.
• Το προφίλ καρδιαγγειακού κινδύνου κάθε ασθενούς πρέπει να αξιολογείται προσεκτικά πριν από
τη συνταγογράφηση.
• Πρέπει να αποφεύγονται σε περίπτωση καρδιακής ανεπάρκειας.
• Πρέπει να χρησιμοποιούνται με προσοχή σε ασθενείς με υπέρταση, καθώς μπορεί να
προκαλέσουν νέα υπέρταση ή επιδείνωση της υπάρχουσας υπέρτασης.
• Η μικρότερη αποτελεσματική δόση θα πρέπει να χρησιμοποιείται για το συντομότερο χρονικό
διάστημα, σύμφωνα με τους επιμέρους στόχους του ασθενούς, ώστε να μειώνεται ο κίνδυνος
καρδιαγγειακών επεισοδίων.
Ανεπιθύμητες ενέργειες αναστολέων COX-2:
Κεφαλαλγία, δυσπεψία και κοιλιακό άλγος οι πιο συχνές.
Μικρότερος βαθμός αιμορραγίας και προβλημάτων ΓΕΣ
ΚΑΡΔΙΑΚΕΣ ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ, λόγω μείωσης προστακυκλίνης

ΑΚΕΤΑΜΙΝΟΦΑΙΝΗ (ΠΑΡΑΚΕΤΑΜΟΛΗ)
• Αναστέλλει τη σύνθεση προσταγλανδινών στο ΚΝΣ.
• Μικρότερη δράση στην COX των περιφερικών ιστών και σε αυτό οφείλεται η ασθενής
αντιφλεγμονώδης δράση.
• Δεν επηρεάζει την λειτουργία των αιμοπεταλίων.
• Δεν θεωρείται ΜΣΑΦ
• Μεταβολισμός πρώτου βαθμού στα κύτταρα του αυλού του εντέρου και στο ήπαρ.

65
• Υπό φυσιολογικές συνθήκες – γλυκουρονίδια.
Θεραπευτικές χρήσεις:
• Υποκατάστατο για την αναλγητική και αντιπυρετική δράση της ασπιρίνης.
• Σε ασθενείς με γαστρικά ενοχλήματα
• Αναλγητικό αντιπυρετικό εκλογής σε παιδιά.
• Μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ασθενείς με ουρική αρθρίτιδα.
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
• Σε φυσιολογικές δόσεις στερείται ΑΕ.
• Με μεγάλες δόσεις η διαθέσιμη γλουταθειόνη του ήπατος εξαντλείται -ηπατική νέκρωση.
• Χορήγηση Ν-ακετυλκυστείνης η οποία περιέχει σουλφυδρυλικές ομάδες που μπορεί να συνδεθεί ο
τοξικός μεταβολίτης-αντίδοτο εάν χορηγηθεί εντός των 10 ωρών σε υπερδοσολογία.

ΣΥΝΟΨΗ ΜΣΑΦ:

ΜΣΑΦ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΑ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΑ ΜΕΙΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ


ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΜΣΑΦ
ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΜΣΑΦ
Σαλικυλικά:
Ασπιρίνη Χαμηλό κόστος Συχνές διαταραχές ανώτερου ΓΕΣ
Άλατα
σαλικυλικού Μικρότερος βαθμός ερεθισμού Μη αντιπυρετική δράση
Διφλουνιζάλη ΓΕΣ από την ασπιρίνη
(Ακετ)οξικά
οξέα: Συχνές διαταραχές ανώτερου ΓΕΣ, πολύ
Ινδομεθακίνη Μεγάλος χρόνος ημίσειας ισχυρά: χρήση όταν άλλοι λιγότερο τοξικοί
Σουλινδάκη ζωής* παράγοντες αναποτελεσματικοί, διαταραχές
Τολμετίνη ΚΝΣ συχνές (Ινδομεθακίνη)
Προπιονικά
οξέα: Χαμηλότερη τοξικότητα και
Ιβουπροφαίνη καλύτερη αποδοχή σε
Φαινοπροφαίνη ορισμένους ασθενείς. Η
Φουλβιπροφαίν ναπροξένη θεωρείται από
η ορισμένους ειδικούς ως ένα
Κετοπροφαίνη από τα ασφαλέστερα ΜΣΑΦ
Ναπροξένη (ΟΛΑ αυτής της κατηγορίας)
Οξαπροζίνη
Οξικάμες:
Προξικάμη Μεγάλος χρόνος ημίσειας
Μελοξικάμη ζωής  χορήγηση 1-2
φορές/day* (ΟΛΑ αυτής της
κατηγορίας)
Φαιναμάτες:
Μεφαιναμικό οξύ
Μεκλοφαιναμικό
οξύ

66
COX-2
αναστολείς: Μικρότερος βαθμός ερεθισμού Δυνατότητα αύξησης εμφραγμάτων
Σελεκοξίμπη ΓΕΣ από την ασπιρίνη μυοκαρδίου και εγκεφαλικών επεισοδίων

ΡΕΥΜΑΤΟΕΙΔΗΣ ΑΡΘΡΙΤΙΔΑ:
Η ρευματοειδής αρθρίτιδα είναι μια χρόνια φλεγμονώδης, αυτοάνοση και εξελικτική νόσος, που
προσβάλλει κατ’ εξοχήν τις αρθρώσεις. Είναι το συχνότερο φλεγμονώδες ρευματικό νόσημα.
Προσβάλλει συνήθως άτομα ηλικίας 35-55 ετών, αλλά μπορεί να εμφανιστεί και σε άτομα
οποιασδήποτε ηλικίας, ακόμη και σε παιδιά.

❖ Χρόνια, αυτοάνοση, εξελικτική, φλεγμονώδης, συστηματική νόσος.

❖ Καταστροφή των χόνδρων, διάβρωση των οστών, παραμόρφωση των αρθρώσεων.

❖ Συμμετρική προσβολή μικρών αρθρώσεων.

❖ Η πρόγνωση εξαρτάται από την παρουσία εξωαρθρικών εκδηλώσεων.

❖ Κατανομή: Παγκόσμια.

❖ Συχνότητα: 1%.

❖ Γυναίκες: Άνδρες= 3:1.

❖ Ηλικία έναρξης: 35-50 έτη.

❖ Πρόγνωση: Χαμηλή ποιότητα ζωής, ↓ προσδόκιμου επιβίωσης κατά 5-10 έτη, ανικανότητα για
εργασία.

❖ Αιτιολογία: Άγνωστη-Πολυπαραγοντική (γενετικοί, περιβαλλοντικοί, ορμονικοί παράγοντες).

❖ ↑ Νοσηρότητα-↑ Θνητότητα.

ΑΥΤΟΑΝΟΣΑ ΝΟΣΗΜΑΤΑ:
Στα αυτοάνοσα νοσήματα το ανοσοποιητικό σύστημα:
• είτε προσβάλλει τον ίδιο τον οργανισμό (αυτοανοσία), επιτίθεται δηλαδή εναντίον του ίδιου του
σώματος, στοχεύοντας τα κύτταρα, τους ιστούς και τα όργανα,
• είτε στη προσπάθεια του να εξουδετερώσει ξένες ουσίες προκαλεί βλάβη στον οργανισμό
(αυτοφλεγμονή),
• είτε τέλος υπολειτουργεί με αποτέλεσμα συχνές και υποτροπιάζουσες λοιμώξεις
(ανοσοανεπάρκειες ).

ΤΑ ΝΟΣΗΜΑΤΑ:
•Ρευματοειδής αρθρίτιδα
• Συστηματικός ερυθηματώδης λύκος

67
• Σακχαρώδης διαβήτης τύπου I
• Σκλήρυνση κατά πλάκας
• Λεύκη
• Ψωρίαση
• Βαριά μυασθένεια
• Κακοήθης αναιμία
• Αυτοάνοση θρομβοκυτταροπενία
• Νόσος του Crohn
Παθογένεια ΡΑ:
• Η ανοσοποιητική αντίδραση αρχίζει από τον αρθρικό υμένα με την ενεργοποίηση μονοκυττάρων
και λεμφοκυττάρων.
• Τα Β κύτταρα αυξάνουν και παράγουν μονοκίνες (πχ IL-1) και λεμφοκίνες.
• Τα αντισώματα σχηματίζουν ανοσοποιητικά συμπλέγματα με άλλα μοριακά αντισώματα ή
αντιγόνα.
• Οι μονοκίνες προάγουν τον πολλαπλασιασμό των υμενικών κυττάρων τα οποία συνθέτουν
παράγωγα του αραχιδονικού οξέος.
Η ανοσολογική αναγνώριση, η αντιγονοπαρουσίαση και η επακόλουθη φλεγμονή δεν αρκούν για
την κλινική εκδήλωση της νόσου.
Θεραπεία:
Απαιτήσεις:
• Ύφεση νόσου.
• Έλεγχος του πόνου
• Μείωση της φλεγμονής.
• Διατήρηση λειτουργικότητας.
• Έλεγχος συστηματικών εκδηλώσεων.
Θεραπευτικές ομάδες:
• ΜΣΑΦ.
• Γλυκορτικοστεροειδή.
• DMARDs (MTX, SSZ, AZA, LEF, HCQ, Cyc, Gold, PcN, μινοκυκλίνη).
• Βιολογικοί παράγοντες (εταναρσέπτη, ινφλιξιμάμπη, ανταλιμουμάμπη, αμπατασέπτη,
ριτουξιμάμπη, ανακίνρα).

ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΤΗΣ ΝΟΣΟΥ (DMARD):


• Ετερογενής ομάδα φαρμάκων-αντιρευματικά φάρμακα.

68
• Επιβραδύνουν την πορεία της νόσου και μπορούν να προκαλέσουν υποχώρηση, εμποδίζοντας
την περαιτέρω καταστροφή των αρθρώσεων.
• Έχουν αργή έναρξη δράσης (3-4 μήνες).

ΦΑΡΜΑΚΑ ΕΚΛΟΓΗΣ
• Κανένα δεν είναι αποτελεσματικό σε όλους τους ασθενείς και ίσως απαιτηθούν δοκιμές αρκετών
φαρμάκων.
• Η αγωγή ξεκινά πιο συχνά με μεθοτρεξάτη και ή υδροξυχλωροκίνη.
• Οι θεραπείες συνδυασμού είναι ασφαλείς και αποτελεσματικές.
• Στις περισσότερες συνδυάζεται η μεθοτρεξάτη.

ΜΕΘΟΤΡΕΞΑΤΗ
• Καθιερωμένη θεραπεία ασθενών με ρευματοειδή ή ψωριασική αρθρίτιδα η οποία δεν
ανταποκρίνεται στα ΜΣΑΦ.
• Η ανταπόκριση συμβαίνει εντός 3-6 εβδομάδων.
• Είναι ανοσοκατασταλτικό.
• Οι θεραπείες συνδυασμού είναι ασφαλείς και αποτελεσματικές.
• Στις περισσότερες συνδυάζεται η μεθοτρεξάτη.
Μηχανισμός δράσης:
Η μεθοτρεξάτη είναι δομικά παρόμοια με το φολικό ή 7, 8-διϋδρο-φολικό (FH2 ), το φυσικό
υπόστρωμα και ανταγωνιστικός αναστολέας της διϋδροφολικής αναγωγάσης (DHFR). Η DHFR είναι
το εξαρτώμενο από το NADPH ένζυμο, το οποίο καταλύει την αναγωγή του FH2 σε 5,6,7,8-
τετραϋδροφολικό (FH4 ), και, σε μικρότερο βαθμό, του φολικού οξέος σε FH2 .Το FH4 αποτελεί
απαραίτητο μεταβολίτη κατά την κυτταρική διαίρεση και την βιοσύνθεση των αμινοξέων. Χρησιμεύει
στην μετατροπή της 2-δεοξυουριδιλάτης σε θυμιδιλικό οξύ, το οποίο είναι απαραίτητο για την
σύνθεση της θυμιδίνης και του DNA των κυττάρων και την μεταφορά μιας ομάδας άνθρακα στη
βιοσυνθετική οδό των πουρινών και στην παραγωγή της αμινογλυκίνης.
Η μεθοτρεξάτη δεσμεύει την DHFR αναστέλλοντας την μετατροπή του FH2 σε FH4 και τις
ενδοκυττάριες διαδικασίες, οι οποίες εξαρτώνται από τη μεταφορά μιας ομάδας άνθρακα. Η
μεθοτρεξάτη αναστέλλει την DHFR με μεγάλη συγγένεια, οδηγώντας σε σχετική ανεπάρκεια της FH4
. Στη θεραπεία της ΡΑ, αναστέλλει τον πολλαπλασιασμό των λεμφοκυττάρων ή άλλων κυττάρων
υπεύθυνων για την αρθρική φλεγμονή.

ΛΕΦΛΟΥΝΟΜΙΔΗ
• Προκαλεί αναστολή πολλαπλασιασμού αυτοάνοσων λεμφοκυττάρων
• Αναστέλει την διυδροoριτική αφυδρογονάση (DHODH)
• H λεφλουνομίδη βιομετρατρέπεται και αναστέλλει αντιστρεπτά την DHODH

69
• Ενδείκνυται για τη θεραπεία της ρευματοειδούς αρθρίτιδας ως μονοθεραπεία, ως εναλλακτικό ή
συμπλήρωμα της μεθοτρεξάτης σε θεραπείες συνδυασμού.
• Απορροφάται χορηγούμενη από το στόμα και έχει χρόνο ημίσειας ζωής 14-19 ημέρες.
•νΜετατρέπεται ταχέως στο δραστικό μεταβολίτη της.

Ανεπιθύμητες Ενέργειες:
Κεφαλαλγία, Διάρροια, Ναυτία, Απώλεια Βάρους.
Αντενδείκνυται σε εγκύους καθώς είναι τερατογόνος καθώς και σε ασθενείς με ηπατοπάθεια.

ΧΛΩΡΟΚΙΝΗ-ΥΔΡΟΞΥΧΛΩΡΟΚΙΝΗ
• Χρησιμοποιούνται στη θεραπεία της ελονοσίας και στη θεραπεία της ρευματοειδούς αρθρίτιδας σε
ασθενείς που δεν ανταποκρίνονται στα ΜΣΑΦ είτε σε συνδυασμό με τα ΜΣΑΦ.
• Επιβραδύνουν τις οστικές βλάβες και προκαλούν ύφεση
• Σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες (υδροξυχλωροκίνη: οφθαλμική τοξικότητα, διαταραχές του ΚΝΣ,
διαταραχές ΓΕΣ, εξανθήματα).

ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ – ΤΡΟΠΟΣ ΔΡΑΣΗΣ ΑΝΘΕΛΟΝΟΣΙΑΚΩΝ:


1. ΠΡΩΤΟΓΕΝΕΙΣ ΔΡΑΣΕΙΣ:
Παρέμβαση στην ενδοκυτταρική λειτουργία την εξαρτώμενη από το οξειδωτικό μικροπεριβάλλον
Αναστολή της δραστηριότητας ενζύμων, περιλαμβανομένης της φωσφολιπάσης Α2.
2. ΑΝΤΙΦΛΕΓΜΟΝΩΔEΙΣ ΔΡΑΣΕΙΣ:
Αναστολή της χημειοταξίας των πολυμορφοπυρήνων και της φαγοκυττάρωσης.
Ελάττωση της παραγωγής υπεροξειδίου.
Αναστολή της επαγόμενης από την IL-1 αποδόμησης του χόνδρου.
3. ΔΡΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΝΟΣΟΛΟΓΙΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ:
Αναστολή της παραγωγής κυτταροκινών.
Αναστολή του σχηματισμού των υποδοχέων της μεμβράνης των λεμφοκυττάρων.
Αναστολή της παραγωγικής απάντησης των διεγερμένων λεμφοκυττάρων.

ΒΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΘΕΡΑΠΕΙΕΣ:
• Η IL-1 και ο παράγοντας νέκρωσης όγκων-α (TNF-α) είναι φλεγμονώδεις κυτοκίνες που
εμπλέκονται στη παθογένεση της ρευματοειδούς αρθρίτιδας.
• Εκκρίνονται από τα μακροφάγα του αρθρικού υμένα και διεγείρουν τα υμενικά κύτταρα να
πολλαπλασιαστούν και να συνθέσουν κολλαγενάση, αποικοδομώντας έτσι τον χόνδρο, διεγείροντας
την οστική επαναρρόφηση και αναστέλλοντας τη σύνθεση των πρωτεογλυκανών
• Η κολλαγενάση αποδομεί τον χόνδρο, προάγει οστική απορρόφηση

70
• Οι αναστολείς του TNF-α (αδαλιμουμάμπη, κερτολιζουμάμπη, ετανερσέπη, ινφλιξιμάμπη)
μειώνουν τα συμπτώματα της ΡΑ, ελαττώνουν την εξέλιξη της δομικής βλάβης και βελτιώνουν τη
φυσιολογική λειτουργία

ΕΤΑΝΕΡΣΕΠΗ (Etanercept)
• Αποτελεί μια κατασκευασμένη πρωτεΐνη σύντηξης του ανθρώπινου υποδοχέα.
• Αποτελείται από δύο ίδιες αλυσίδες του 11875 μονομερούς του υποδοχέα TNF που συντήκονται
με τον Fc υποδοχέα της ανθρώπινης IgG1.
• Δεσμεύει δύο μόρια TNF και τα εμποδίζει να συνδεθούν με τους υποδοχείς τους χωρίς να διακρίνει
μεταξύ TNF-α και TNF-β.
• Ο χρόνος για να επιτευχθεί η μέγιστη συγκέντρωση είναι 72 ώρες ενώ ο χρόνος ημίσειας ζωής
είναι 115 ώρες.
• Η ετανερσέπτη είναι καλά ανεκτή και δεν εμφανίζει τοξικότητα.
• Αντενδείκνυται σε ασθενείς με απειλητική για τη ζωή λοίμωξη.

ΙΝΦΛΙΞΙΜΑΜΠΗ
• Αποτελεί ένα χιμαιρικό μονοκλωνικό αντίσωμα που συντίθεται από μοριακά τμήματα ανθρώπων
και επίμυων.
• Δεσμεύει συγκεκριμένα τον ΤΝF-α και αναστέλλει την πρόσδεση με τους υποδοχείς του
• Έχει εγκριθεί για την ρευματοειδή αρθρίτιδα και για τη νόσο του Crohn, ψωρίαση κατά πλάκας,
ελκώδη κολίτιδα, κ.α.
• Εγχέεται ενδοφλεβίως σε διάστημα τουλάχιστον 2 ωρών και έχει χρόνο ημίσειας ζωής 9,5 ημέρες.
• Ανεπιθύμητες Ενέργειες:

➢Ανάπτυξη αντισωμάτων έναντι της ινφλιξιμάμπης μετά από μακροχρόνια χορήγηση

➢Πυρετός, Ρίγος, Κνησμός ➢ Λοιμώξεις που οδηγούν σε πνευμονία, κυτταρίτιδα

➢Λευκοπενία, ουδετεροπενία, θρομβοκυτταροπενία και πανκυτταροπενία

ΑΔΑΛΙΜΟΥΜΑΜΠΗ
• Χρησιμοποιείται στη θεραπεία της ενεργούς ρευματοειδούς αρθρίτιδας σε ασθενείς με ανεπαρκή
ανταπόκριση σε ένα ή περισσότερα τροποποιητικά της νόσου φάρμακα.
• Αποτελεί ανασυνδυασμένο μονοκλωνικό αντίσωμα που συνδέεται στον ενδογενή ΤΝF-α,
εμποδίζοντας την αλληλεπίδρασή του με τους υποδοχείς της κυτταρικής επιφάνειας
• Δε συνδέεται με λεμφοτοξίνες

71
• Μετριάζει τα σημεία και συμπτώματα της ρευματοειδούς αρθρίτιδας και αναστέλλει την εξέλιξη της
νόσου.
• Χορηγείται υποδορίως και μεγάλος χρόνος ημιζωής, 12-14 ημέρες
• Μπορεί να προκαλέσει κεφαλαλγία ναυτία εξάνθημα ή αντίδραση στο σημείο της ένεσης.

ΚΕΡΤΟΛΙΖΟΥΜΑΜΠΗ ΠΕΓΚΟΛΗ
• Μοναδικός ΤΝF-α αποκλειστής που περιέχει ένα τμήμα Fab ενός ανθρώπινου αντισώματος και
είναι ισχυρός παράγοντας εξουδετέρωσης των βιολογικών δράσεων του ΤΝF-α
• Παρόμοιες χρήσεις και ανεπιθύμητες ενέργειες με την αδαλιμουμάμπη

ΑΝΑΚΙΝΡΑ
• Ανταγωνιστής των υποδοχέων ΙL-1 (η IL-1 επάγεται από φλεγμονώδη ερεθίσματα και μεσολαβεί
σε μια ποικιλία ανοσολογικών αποκρίσεων, σεμπεριλαμβανομένης της αποικοδόμησης του χόνδρου
και της διέγερσης της οστικής επαναρρόφησης)
• H θεραπεία οδηγεί σε μείωση των σημείων και συμπτωμάτων της μετρίως έως έντονα ενεργούς
ρευματοειδούς αρθρίτιδας.
• Το φάρμακο χρησιμοποιείται μόνο σε συνδυασμό με άλλα τροποποιητικά φάρμακα (εκτός από
τους αναστολείς του TNF).

ΑΒΑΤΑΣΕΠΤΗ
• Για ασθενείς με μέτρια ή σοβαρή ΡΑ οι οποίοι είχαν ανεπαρκή ανταπόκριση στα DMARD ή τους
TNF αναστολείς.
• ΑΕ: Κεφαλαλγία, λοιμώξεις
Τα Τ λεμφοκύτταρα χρειάζονται 2 αλληλεπιδράσεις για να ενεργοποιηθούν
1. Αντιγονοπαρουσιαστικό κύτταρο (μακροφάγα ή Β κύτταρα) που θα αλληλεπιδράσουν με τον
υποδοχέα επί του Τ κυττάρου και
2. η πρωτείνη CD80/CD86 θα πρέπει να αλληλεπιδράσει με την CD28.
Η αβατασέπτη ανταγωνίζεται με το CD28 για την πρόσδεση με την CD80/CD86, εμποδίζοντας έτσι
την ενεργοποίηση των Τ κυττάρων.

ΡΙΤΟΥΞΙΜΑΜΠΗ
• Τα Β λεμφοκύτταρα στη ΡΑ μπορούν να διαιωνίσουν τη φλεγμονή:
1. Ενεργοποιώντας τα Τ λεμφοκύτταρα
2. Παράγοντας αυτοαντισώματα
3. Παράγοντας TNF-α και IL-1

72
• Γενετικά κατασκευασμένο χιμαιρικό ποντικού-ανθρώπου που κατευθύνεται εναντίον του αντιγόνου
CD20 στην επιφάνεια των φυσιολογικών και κακοήθων Β λεμφοκυττάρων με αποτέλεσμα τη μείωση
των Β κυττάρων
• Χορηγείται ενδοφλέβια κάθε 26 έως 24 εβδομάδες
• ΑΕ: Αντιδράσεις από την έγχυση (κνίδωση, υπόταση και αγγειοοίδημα) οι ποιο συχνές

TOΣΙΛΙΖΟΥΜΑΜΠΗ
• Μονοκλωνικό αντίσωμα που αναστέλλει τις δράσεις της IL-6 με αποκλεισμό του υποδοχέα της.
• Ενδοφλέβια έγχυση κάθε 4 εβδομάδες
• Ως μονοθεραπεία ή ως συνδυασμό με μεθοτρεξάτη ή άλλα μη βιολογικά DMARD σε αθενείς με
μέτρια έως σοβαρή ΡΑ

ΦΑΡΜΑΚΑ ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΗΣ ΟΥΡΙΚΗΣ ΑΡΘΡΙΤΙΔΑΣ


• Η ουρική αρθρίτιδα χαρακτηρίζεται από αυξημένα επίπεδα ουρικού οξέος στο αίμα
(υπερουριχαιμία).
• Η υπερουριχαιμία οδηγεί σε εναπόθεση κρυστάλλων ουρικού νατρίου στους ιστούς (νεφρούς,
αρθρώσεις).
• Δημιουργία φλεγμονής που περιλαμβάνει τη διήθηση από κοκκιοκύτταρα τα οποία
φαγοκυτταρώνουν τους κρυστάλλους
• Παραγωγή ελευθέρων ριζών οξυγόνου οι οποίες καταστρέφουν τους ιστούς
• Αυξημένη παραγωγή γαλακτικού οξέος στις αρθρώσεις
• Αιτία: ανισορροπία μεταξύ υπερπαραγωγής ουρικού οξέος ή/και ανικανότητας του ασθενούς να
αποβάλλει μέσω νεφρικής απέκκρισης

Θεραπεία Οξείας Ουρικής Αρθρίτιδας:


• Η οξεία ουρική αρθρίτιδα μπορεί να προκληθεί από υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ, δίαιτα
πλούσια σε πουρίνες ή από νεφρική νόσο
• Αντιμετωπίζεται με τη χορήγηση κολχικίνης και ΜΣΑΦ
• H ινδομεθακίνη θεωρείται το ΜΣΑΦ εκλογής
• Ενδαρθρική χορήγηση κορτικοστερεοιδών

Θεραπεία Χρόνιας Ουρικής Αρθρίτιδας:


• Η χρόνια ουρική αρθρίτιδα μπορεί να προκληθεί από γενετική ανωμαλία, νεφρική ανεπάρκεια,
υπερβολική σύνθεση ουρικού οξέος λόγω χημειοθεραπείας.
• Αντιμετωπίζεται με τη χορήγηση ουρικοζουρικών φαρμάκων και με τη χρήση αλλοπουρινόλης

73
ΚΟΛΧΙΚΙΝΗ
• Αποτελεί ένα φυτικό αλκαλοειδές που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία των κρίσεων της οξείας
ουρικής αρθρίτιδας
• Χορηγείται από το στόμα και απορροφάται από τον γαστρεντερικό σωλήνα. Ανακυκλώνεται από τη
χολή και αποβάλλεται αμετάβλητη με τα κόπρανα και τα ούρα

Μηχανισμός δράσης:

➢ Συνδέεται με την τουμπουλίνη προκαλώντας αποπολυμερισμό της, μειώνοντας την κινητικότητα


των κοκκιοκυττάρων και τη μετανάστευση προς την προσβεβλημένη περιοχή.

➢ Εμποδίζει τη κυτταρική διαίρεση και τη παραγωγή λευκοτριενίων.

Τουβουλίνη, η κύρια πρωτείνη των μικροσωληνίσκων της μιτωτικής ατράκτου απαραίτητης για την
ισοκατανομή του DNA στα 2 θυγατρικά κύτταρα κατά τη διαίρεση. Τα αλκαλοειδή της Vinca
αποδιοργανώνουν αυτή τη διαδικασία.
Ανεπιθύμητες Ενέργειες:
Ναυτία, έμετος, κοιλιακός πόνος και διάρροια.
Η χρόνια χορήγηση μπορεί να οδηγήσει σε μυοπάθεια, ακοκκιοκυτταραιμία, απλαστική αναιμία και
αλωπεκία.
Αντενδείκνυται στη κύηση και σε ασθενείς με ηπατική, νεφρική και καρδιαγγειακή νόσο.

ΑΛΛΟΠΟΥΡΙΝΟΛΗ
• Δομικό ανάλογο της πουρίνης.
• Αναστέλλει την οξειδάση της ξανθίνης και μειώνει την παραγωγή ουρικού οξέος
• Αποτελεσματική στη θεραπεία της πρωτοπαθούς και δευτεροπαθούς υπερουριχαιμίας

• ➢ Απορροφάται πλήρως από τη χορήγηση από το στόμα

➢ Ο αρχικός μεταβολίτης της η αλλοξανθίνη (οξυπουρινόλη) είναι επίσης αναστολέας της


οξειδάσης της ξανθίνης

➢ Η δράση της χορηγούμενης αλλοπουρινόλης προέρχεται από τη συνδυασμένη δράση αυτών


των δύο συμπλόκων

➢ Χρόνος ημίσειας ζωής της αλλοπουρινόλης είναι 2 ώρες ενώ της οξυπουρινόλης 15 ώρες

Ανεπιθύμητες Ενέργειες:

➢ Καλώς ανεκτή

➢ αντιδράσεις υπερευαισθησίας

➢ οξείες κρίσεις ουρικής αρθρίτιδας κατά τις πρώτες εβδομάδες (συγχορήγηση κολχικίνης και
ΜΣΑΦ)

➢ Ναυτία, Διάρροια

74
➢ Επεμβαίνει στο μεταβολισμό της 6-μερκαπτοπουρίνης και της αζαθειοπρίνης αναγκάζοντας τη
μείωση των δόσεών τους.

ΟΥΡΙΚΟΖΟΥΡΙΚΑ ΦΑΡΜΑΚΑ
ΠΡΟΒΕΝΕΣΙΔΗ-ΣΟΥΛΦΙΝΠΥΡΑΖΟΝΗ
• Αποτελούν ασθενή οργανικά οξέα που προάγουν την νεφρική κάθαρση του ουρικού οξέος.
• Αναστέλλουν τον ανταλλάκτη ουρικού-ανιόντων στο εγγύς σωληνάριο
• Η προβενεσίδη αποτελεί γενικό αναστολέα της σωληναριακής έκκρισης οργανικών οξέων
• Η σουλφινπυραζόνη είναι παράγωγο της φαινυλβουταζόνης
• Και τα δύο αναστέλλουν την απορρόφηση του ουρικού οξέος στο εγγύς εσπειραμένο σωληνάριο
• ΑΕ: Μπορεί να προκαλέσουν γαστρική δυσφορία
• Η προβενεσίδη αναστέλλει τη σωληναριακή έκκριση της πενικιλλίνης και μερικές φορές
χρησιμοποιείται για να αυξήσει τα επίπεδα του αντιβιοτικού
• Επίσης, αναστέλλει την έκκριση ναπροξένης, κετοπροφένης και ινδομεθακίνης
Μηχανισμός δράσης:
• Αναστέλλουν τον ανταλλάκτη ουρικού οξέος-ανιόντων στο εγγύς εσπειραμένο σωληνάριο, που
ρυθμίζει την επαναρρόφηση του ουρικού οξέος

75
ΑΝΤΙΜΥΚΗΤΙΑΣΙΚΑ ΦΑΡΜΑΚΑ
ΜΥΚΗΤΙΑΣΕΙΣ:
Λοιμώδεις ασθένειες που προκαλούνται από μύκητεσ και συχνά έχουν χρόνιο χαρακτήρα.
Οι μύκητες:
- είναι ευκαρυωτικοί οργανισμοί
- έχουν στερεά κυτταρικά τοιχώματα που περιέχουν χητίνη και πολυσακχαρίτες
- η κυτταρική τους μεμβράνη αποτελείται από εργοστερόλη
Οι μυκητιάσεις:
- Είναι επιφανειακές και αφορούν μόνο στο δέρμα
1) είναι αρκετά συχνές και συνήθως υποχωρούν με τοπική θεραπεία
2) Σε ορισμένες, όμως, περιπτώσεις εκτεταμένες βλάβες, υποτροπιάζουσες επίμονες λοιμώξεις
3) Η συστηματική χορήγηση και κυρίως των νεότερων από του στόματος ευαπορρόφητων
αντιμυκητιασικών τριαζολών δίνει καλύτερα αποτελέσματα
- Μπορούν να εισχωρήσουν μέσα στο δέρμα και να προκαλέσουν υποδόριες ή συστηματικές
λοιμώξεις (εν τω βάθει συστηματικές λοιμώξεις)
1) Οι εν τω βάθει συστηματικές μυκητιάσεις είναι σπανιότερες
2) Κατά κανόνα παρατηρούνται σε άτομα με ανοσοκαταστολή. Η πρόοδος και οι νέες τεχνολογικές
δυνατότητες της ιατρικής, τα τελευταία χρόνια, συνέβαλαν στην αύξηση του αριθμού των ασθενών
με ανοσοκαταστολή και ως εκ τούτου των συστηματικών μυκητιάσεων.
Η συχνότητα των μυκητιάσεων σχετίζεται με την αύξηση του αριθμού των ανθρώπων που
υπόκεινται σε χρόνια ανοσοκαταστολή, λόγω μεταμόσχευσης, χημειοθεραπείας, λοίμωξης, όπως
επίσης, και ατόμων που έχουν προσβληθεί από AIDS.
Είναι γενικά ανθεκτικές στα φάρμακα που χρησιμοποιούνται στη θεραπεία των βακτηριακών
λοιμώξεων

ΑΝΤΙΜΥΚΗΤΙΑΣΙΚΑ ΦΑΡΜΑΚΑ
Τα κύρια αντιμυκητιασικά φάρμακα διακρίνονται ανάλογα με τη χημική τους δομή σε:
1) Αντιβιοτικά πολυένια (αμφοτερικίνη Β, νυστατίνη)
2) Άλλα αντιβιοτικά (γκριζεοφουλβίνη)
3) Αζόλες (κλοτριμαζόλη, εικοναζόλη, ισοκοναζόλη, μικοναζόλη, μπιφοναζόλη, ομοκοναζόλη,
τιοκοναζόλη, κετοκοναζόλη, ιτρακοναζόλη, φλουκοναζόλη, βορικοναζόλη, ποσακοναζόλη, κ.α.)
4) Αλλυλαμίνες (τερβιναφίνη, ναφτιφίνη)
5) Εχινοκανδίνες (κασποφουγκίνη, ανιντουλαφουγκίνη, μικαφουγκίνη)
6) Άλλες αντιμυκητιασικές ενώσεις (φθοριοκυτοσίνη, αμορολφίνη, τολναφτάτη, κυκλοπιροξολαμίνη,
κ.α.)

76
Ταξινόμηση σύμφωνα με την οδό χορήγησης:
1) Συστηματική χορήγηση:
- Γκριζεοφουλβίνη
- Αμφοτερικίνη Β
- Κετοκοναζόλη
- Φλουκοναζόλη
- Τερβιναφίνη
2) Τοπική χορήγηση:
- Στην καντιτίαση: αζόλες (κετοκοναζόλη, μικοναζόλη) και αντιβιοτικά πολυένια (αμφοτερικίνη Β,
νυστατίνη)
- Σε δερματόφυτα: αλλυλαμίνες (τερβιναφίνη, ναφτιφίνη), τολναφτάτη, κ.α.

ΦΑΡΜΑΚΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΥΠΟΔΟΡΙΕΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΕΣ ΜΥΚΗΤΙΑΣΕΙΣ


1) Αμφοτερικίνη Β
2) Βορικοναζόλη
3) Ιτρακοναζόλη
4) Κασποφουγκίνη
5) Κετοκοναζόλη
6) Φθοριοκοναζόλη
7) Φθοριοκυτοσίνη

ΑΜΦΟΤΕΡΙΚΙΝΗ Β
Πολυενικό μακρολιδικό αντιβιοτικό που υπάρχει στη φύση και παράγεται από τον Streptomyces
nodosus
Μηχανισμός δράσης:
Συνδέεται με την εργοστερόλη, που υπάρχει στην κυτταρική μεμβράνη των ευαίσθητων μυκήτων,
και σχηματίζουν πόρους ή διαύλους, οι οποίοι διαταράσσουν την λειτουργία της μεμβράνης,
επιτρέποντας στους ηλεκτρολύτες και σε μικρά μόρια να διαφύγουν από το κύτταρο με αποτέλεσμα
τον κυτταρικό θάνατο.
Αντιμυκητιασικό φάσμα:
Μυκητοκτόνο ή μυκητοστατικό φάρμακο (ανάλογα με το μικροοργανισμό και τη συγκέντρωση του
φαρμάκου)

77
Αντοχή:
Σπάνια, αλλά σχετίζεται με τη μειωμένη περιεκτικότητα της μεμβράνης σε εργοστερόλη
Οδοί χορήγησης:
Βραδέως ενδοφλεβίως ή ενδορραχιαία (για τη θεραπεία μηνιγγίτιδας που έχει προκληθεί από
μύκητες ευαίσθητους στην αμφοτερικίνη Β)
Τα λιποσωματικά σκευάσματα αμφοτερικίνης Β έχουν καλή θεραπευτική δράση και μειωμένη
νεφροτοξικότητα κατά την έγχυση.
Κατανομή:
Συνδέεται ευρέως με τις πρωτεΐνες του πλάσματος, κατανέμεται σε όλο το σώμα και δεσμεύεται
στους ιστούς
Απέκκριση:
Από τα ούρα και τη χολή
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
Πυρετός και ρίγη, νεφρική βλάβη, υπόταση, αναιμία, νευρολογικές διαταραχές, θρομβοφλεβίτιδα

ΒΟΡΙΚΟΝΑΖΟΛΗ
Είναι αντιμυκητιασικό φάρμακο ευρέος φάσματος και ανήκει στην κατηγορία των αζολών
Θεραπευτική χρήση:
Επιθετική ασπεργιλίωση, σοβαρές λοιμώξεις του προκαλούνται από το Scedosporium apiospermum
και το είδος fusarium
Οδός χορήγησης:
Χορηγείται από το στόμα, διεισδύει καλά στους ιστούς και το ΚΝΣ, και η αποβολή του γίνεται μέσω
του μεταβολισμού
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
Περιλαμβάνουν ναυτία, εμετό, εξανθήματα, υποκαλιαιμία, υπέρταση, οίδημα και κεφαλαλγία,
αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα

ΙΤΡΑΚΟΝΑΖΟΛΗ
Ανήκει στην οικογένεια των αζολών (συνθετική τριαζόλη) με ευρύ αντιμυκητιασικό φάσμα και
απουσία ενδοκρινικών ανεπιθύμητων ενεργειών
Είναι το σύγχρονο φάρμακο εκλογής για τη θεραπεία της βλαστομυκητίασης, της ασπεργιλίωσης,
της σποροτρίχωσης, της παρακοκκιδιοειδομυκητίασης και της ιστοπλάσμωσης
Απορρόφηση:
Απορροφάται καλά όταν χορηγείται από το στόμα
Απαιτεί οξύ για να διαλυθεί και το φαγητό αυξάνει τη βιοδιαθεσιμότητά της

78
Συνδέεται ευρέως με τις πρωτεΐνες του πλάσματος και κατανέμεται ικανοποιητικά στους
περισσότερους ιστούς (στα οστά, στο λιπώδη ιστό, στα πτύελα)
ΔΕΝ επιτυγχάνονται θεραπευτικές συγκεντρώσεις στο ΕΝΥ
Μεταβολισμός:
Μεταβολίζεται ευρέως στο ήπαρ, αλλά δεν αναστέλλει τη σύνθεση των ανδρογόνων
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
Ναυτία, εμετός, εξανθήματα, υποκαλιαιμία, υπέρταση, οίδημα και κεφαλαλγία, αλληλεπιδράσεις με
άλλα φάρμακα

ΚΑΣΠΟΦΟΥΓΚΙΝΗ
Το 1ο εγκεκριμένο αντιμυκητιασικό φάρμακο από την ομάδα των Εχινοκανδινών
Χρήση:
Για ασθενείς που δεν ανταποκρίνονται στην αμφοτερικίνη Β ή την ιτρακοναζόλη
Αντιμυκητιασικό φάσμα:
Περιορίζεται στα είδη aspergillus και candida
Φαρμακοκινητική:
Δεν είναι δραστική από το στόμα, έχει χρόνο ημιζωής 9-12 ώρες, μεταβολίζεται με υδρόλυση και Ν-
ακετυλίωσης και απεκκρίνεται εξίσου στα ούρα και στα κόπρανα
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
Πυρετό, εξάνθημα, ναυτία, φλεβίτιδα

ΚΕΤΟΚΟΝΑΖΟΛΗ
Η πρώτη δραστική αζόλη από το στόμα για τη θεραπεία των συστηματικλων μυκητιάσεων
Χρήση:
Για θεραπεία ιστοπλάσμωσης πνευμόνων, οστών, δέρματος, μαλακών ιστών
Μηχανισμός δράσης:
Εμποδίζει την απομεθυλίωση της λανοστερόλης προς εργοστερόλη, την κυριότερη στερόλη των
μεμβρανών των μυκήτων, και αναστέλλει την κυτταρική αύξηση των μυκήτων
Αντιμυκητιασικό φάσμα:
Δραστική ενάντια σε πολλούς μύκητες όπως ιστόπλασμα, βλαστομύκητες, κάντιντα και κοκκιδιοειδή,
αλλά όχι στον ασπέργιλλο
Αντοχή:
Αποτελεί σημαντικό πρόβλημα στην παρατεταμένη θεραπεία ατόμων με HIV

79
Φαρμακοκινητική:
- χορηγείται μόνο από το στόμα, διότι απαιτείται το όξινο γαστρικό περιεχόμενο για να διαλυθεί
- απορροφάται από τον γαστρικό βλεννογόνο, μεταβολίζεται στο ήπαρ και
- αποβάλλεται μέσω της χολής
Η τροφή, τα αντιόξινα, η σιμετιδίνη και η ριφαμπικίνη μειώνουν την απορρόφηση.
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
Γαστρεντερική δυσφορία, ενδοκρινικές διαταραχές, ηπατική δυσλειτουργία

ΦΘΟΡΙΟΚΟΝΑΖΟΛΗ
Είναι το φάρμακο εκλογής για τον Cryptococcus neoformans, για την καντινταιμία και την
κοκκιδιοειδομυκητίαση
Χορήγηση:
(με μερική επιτυχία) για προληπτική θεραπεία με σκοπό την μείωση της μυκητιασικής λοίμωξης σε
δέκτες μοσχευμάτων μυελού των οστών
Μηχανισμός δράσης:
- Αναστέλλει τη σύνθεση της εργοστερόλης στη μεμβράνη των μυκήτων με το ίδιο τρόπο όπως και η
κετοκοναζόλη
- Εμποδίζει την απομεθυλίωση της λανοστερόλης προς εργοστερόλη, την κυριότερη στερόλη των
μεμβρανών των μυκήτων, και αναστέλλει την κυτταρική αύξηση των μυκήτων
Αντοχή:
Αποτυχία στη θεραπεία έχει αναφερθεί σε ορισμένους ασθενείς που έχουν προσβληθεί από τον ιό
HIV
Φαρμακοκινητική:
- Χορηγείται από το στόμα ή ενδοφλεβίως
- Η απορρόφησή της είναι άριστη (δεν εξαρτάται από τη γαστρική οξύτητα)
- Διεισδύει στο ΕΝΥ και απεκκρίνεται από τους νεφρούς
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
Τερατογένεση, ναυτία, εμετός, εξανθήματα, ηπατίτιδα (σπάνια), αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα
Πλεονεκτήματα της Φθοριοκοναζόλης:
- δεν έχει ενδοκρινικές ανεπιθύμητες ενέργειες
- διεισδύει άριστα στο εγκεφαλονωτιαίο υγρό

80
ΦΘΟΡΙΟΚΥΤΟΣΙΝΗ
Συνθετικός αντιμεταβολίτης της πυριμιδίνηςπου αναπτύχθηκε το 1957 (ανεπιτυχώς) ως
αντικαρκινική ουσία.
Χορηγείται συχνά σε συνδυασμό με αμφοτερικίνη Β για τη θεραπεία των συστηματικών
μυκητιάσεων
Μηχανισμός δράσης:
Εισέρχεται στα κύτταρα των μυκήτων, όπου μεταβολίζεται στην ενεργό μορφή του 5-φθοριο-
ουρακίλη (5-FU) και προκαλεί διαταραχές στη σύνθεση του RNA, του DNA και των πρωτεϊνών
Αντιμυκητιασικό φάσμα:
Θεραπεία της χρωμοβλαστομυκητίασης και σε συνδυασμό με άλλα φάρμακα, στη θεραπεία της
καντιντίασης και της κρυπτοκόκκωσης
Αντοχή:
Αναπτύσσει αντοχή και για αυτό δε χρησιμοποιείται σα μονοθεραπεία, εκτός από τη θεραπεία της
χρωμοβλαστομυκητίασης
Φαρμακοκινητική:
Απορροφάται καλά από το στόμα, κατανέμεται σε όλα τα υγρά του σώματος και στο
εγκεφαλονωτιαίο υγρό και το μητρικό φάρμακο, όσο και οι μεταβολίτες του, αποβάλλονται με
σπειραματική διήθηση
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
Αναστρέψιμη ουδετεροπενία, θρομβοκυτταροπενία, (παροδική) καταστολή του μυελού των οστών,
ηπατική δυσλειτουργία, γαστρεντερικές διαταραχές, εντεροκολίτιδα

ΦΑΡΜΑΚΑ ΓΙΑ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΚΕΣ ΜΥΚΗΤΙΑΣΕΙΣ


1) Τερβιναφίρη
2) Γκριζεοφουλβίνη
3) Νυστατίνη
4) Μικοναζόλη
5) Κλοτριμαζόλη
6) Βουτοκοναζόλη
7) Τερκοναζόλη
8) Εκοναζόλη

81
ΤΕΡΒΙΝΑΦΙΡΗ
Θεραπευτική χρήση:
Φάρμακο εκλογής για την αντιμετώπιση των δερματοφυριών και ιδιαίτερα των ονυχομυκητιάσεων
Μηχανισμός δράσης:
Αναστέλλει την σκουαλενική εποξειδάση των μυκήτων και τη σύνθεση της εργοστερόλης
Φαρμακοκινητική:
Είναι δραστική από το στόμα, έχει 40% βιοδιαθεσιμότητα, εναποτίθεται στο δέρμα, στα νύχια και
στο λίπος, συσσωρεύεται στο μητρικό γάλα, μεταβολίζεται εκτεταμένα και αποβάλλεται στα ούρα
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
Γαστρεντερικές διαταραχές, κεφαλαλγία, εξάνθημα (οι κυριότερες)

ΓΚΡΙΖΕΟΦΟΥΛΒΙΝΗ
Τρόπος δράσης:
Συσσωρεύεται στους νεοσυντεθέντες κερατινούχους ιστούς όπου προκαλεί αναστολή της μιτωτικής
ατράκτου και των μυκηριασικών λοιμώξεων
Η θεραπεία είναι μόνο μυκητοστατική και πρέπει να συνεχίζεται μέχρι να αντικατασταθεί ο
μολυσμένος ιστός από φυσιολογικό, παρόλο που προκαλεί μια σειρά από σοβαρές φαρμακευτικές
αλληλεπιδράσεις
Φαρμακοκινητική:
Εξαιρετικά λεπτά κρυσταλλοειδή παρασκευάσματα απορροφώνται επαρκώς από τη γαστρεντερική
οδό (η απορρόφηση αυξάνεται αν συνδυαστεί με δίαιτα πλούσια σε λιπαρά) και αποβάλλεται μέσω
των νεφρών, κυρίως με τη μορφή μεταβολιτών
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
Πιθανή έξαρση της διαλίπουσας πορφυρίας, τοξική δράση σε συνδυασμό με αλκοόλ

ΝΥΣΤΑΤΙΝΗ
- Είναι ένα πολυενικό αντιβιοτικό, του οποίου η δομή, η χημική σύσταση, ο τρόπος δράσης και η
αντοχή μοιάζουν με αυτά της αμφοτερικίνης Β
- Η χρήση του περιορίζεται στην τοπική θεραπεία των λοιμώξεωναπό Candida, λόγω τοξικόττητάς
όταν χορηγείται συστηματικά
- Η απορρόφησή του από γίνεται τη γαστρεντερική οδό είναι αμελητέςκα δε χορηγείται ποτέ
παρεντερικά
- Χορηγείται από το στόμα ‘’μπούκωμα και κατάποση’’ για τη θεραπεία της στοματικής καντιντίασης
- Η αποβολή από τα κόπρανα είναι σχεδόν ποσοτική.
- Λόγω της ελλιπούς απορρόφησης είναι σπάνιες οι ανεπιθλυμητες ενέργειες, αλλά περιστασιακά
παρουσιάζονται ναυτία και εμετός

82
ΜΙΚΟΝΑΖΟΛΗ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΤΟΠΙΚΑ ΦΑΡΜΑΚΑ
- Η μικοναζόλη, κλοτριμαζόλη, βουτοκοναζόλη, τερκοναζόλη και εκοναζόλη είναι φάρμακα που
δρουν τοπικά και μόνο σπάνια χορηγούνται παρεντερικά, λόγω της σοβαρής τους τοξικότητας
- Μηχανισμός δράσης, αντιμηκυτιασικό φάσμα, κατανομή και τύπος μεταβολισμού ίδια με
κετοκοναζόλη
- Η τοπική χρήση σχετίζεται με δερματίτιδα εξ επαφής, ερεθισμό του αιδίου και οίδημα

83
ΑΝΤΙΙΚΑ ΦΑΡΜΑΚΑ
ΓΕΝΙΚΑ
- Οι ιοί είναι υποχρεωτικά ενδοκυττάρια παράσιτα
- Ο αναδιπλασιασμός τους εξαρτάται κυρίως από τις συνθετικές διεργασίες του κυττάρου ξενιστή
- Οι αντιικοί παράγοντες, υποχρεωτικά, είτε εμποδίζουν την είσοδο του ιού στο κύτταρο ξενιστή, είτε
εμποδίζουν την έξοδο του ιού από το κύτταρο ξενιστή ή εμποδίζουν την ενεργοποίηση του ιού εντός
του κυττάρου ξενιστή

Έρευνα τις αντι-ικής χημειοθεραπείας:


- Στις αρχές της δεκαετίας του ’50  Τριφθοριοθυμιδίνη (Thilol/ Φαρμεξ)
- Στα μέσα της δεκαετίας του ’70  Adenine arabinoside (Vidarabine)
- Στα τέλη της δεκαετίας του ’70  Acyclovir (Zovirax/ GSK)
- Με την εμφάνιση της επιδημίας του AIDS στη δεκαετία του ’90  Αναστολείς της ανάστροφης
μεταγραφάσης, Πρωτεάσες

ΑΝΤΙΡΕΤΡΟΪΚΟΙ (ANTI-HIV) ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ


- Πρώτοι εκπρόσωποι: Νουκλεοσιδικά ανάλογα (NRTIs)  ανταγωνιστική αναστολή της ιικής
ανάστροφης μεταγραφάσης
- Μη νουκλεοσιδικοί αναστολείς της ανάστροφης μεταγραφάσης (NNRTIs)
- Οι αναστολείς της πρωτεάσης (PIs)
- Ο συνδυασμός τουλάχιστον δύο αντιρετροϊκών παραγόντων (cocktail therapy)  ενίσχυση της
δραστικότητας και την καθυστέρηση της αντίστασης στη θεραπεία
Ιικό RNA --------------------> Διπλή έλικα DNA -----------------> Ενσωμάτωση στο γονιδίωμα του ξενιστή
Ανάστροφη μεταγραφάση HIV ιντεργκράση

--------------------------------> Πολυπρωτεϊνες -----------------> Τελικές δομικές πρωτεϊνες


Transcription translation HIV πρωτεάση

NRTIs NNRTIs

Drugs PIs

84
ΝΟΥΚΛΕΟΣΙΔΙΚΟΙ ΑΝΑΣΤΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΡΟΦΗΣ ΜΕΤΑΓΡΑΦΑΣΗΣ (NRTIs)
Παράγωγα της Πυραμίνης: AZT, ddC, d4T, 3TC
Παράγωγα της Πουρίνης: ddI, ABC
Μηχανισμός δράσης:
1) Ανταγωνιστική αναστολή της ανάστροφης μεταγραφάσης του HIV-1
2) Ενσωμάτωση στην αναπτυσσόμενη αλυσίδα του ιικού DNA  προκαλεί τερματισμό του
πολυμερισμού της
3) Οι νουκλεοσιδικοί αναστολείς της ανάστροφης μεταγραφάσης απαιτούν ενεργοποίηση
(φωσφορυλίωση) εντός του κυτταροπλάσματος του ξενοστή  Τριφωσφορική μορφή
4) Είναι δραστικοί έναντι του HIV-1, καθώς και έναντι του HIV-2.

ΖΙΔΟΒΟΥΔΙΝΗ (Zidovudine)
- Azidothymidine ή AZT (RETROVIR/ GSK)
- Ανάλογο της Δεόξυ0θυμιδίνης
- Δραστική έναντι του HIV-1 και του HIV-2
- Απορροφάται ικανοποιητικά στον γαστρεντερικό σωλήνα και κατανέμεται στα περισσότερα
κύτταρα και υγρά του σώματος συμπεριλαμβανομένου του ΕΝΥ.
- Αποβάλλεται κυρίως με νεφρική απέκκριση, μετά από γλυκουρονιδίωση στο ήπαρ.
Δράσεις:
- Μειώνει το ρυθμό εξέλιξης της κλινικής νόσου και παρατείνει την επιβίωση
- Μειώνει τη θρομβοκυτταροπενία και την άνοια που συνοδεύει τον HIV
- Μειώνει πιθανότητα της κάθετης μετάδοσης του HIV (από τη μητέρα στο παιδί)
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
- Αναιμία, λευκοπενία, ουδετεροπενία
- Ναυτία, έμετοι, ανορεξία, κοιλιακά άλγη
- Κεφαλαλγία, μυαλγίες, παραισθήσεις, αϋπνία, σπασμοί, εξάντληση
- Υπέρχρωση ονύχων, εξάνθημα, πυρετός
- Διαταραχές ηπατικής δυσλειτουργίας
- Καρκινογένεση
Αλληλεπίδραση:
- Συγχορήγηση ζιδοβουδίνης και ακυκλοβίρης μπορεί να προκαλέσει λήθαργο, νευρίτιδα και
σπασμούς
- Με δυνητικώς νεφροτοξικά φάρμακα αυξάνει ο κίνδυνος νεφροτοξικότητας
- Συγχορήγηση ριφαμπικίνης, ριμπαβιρίνης ή σταβουδίνης πρέπει να αποφεύγεται

85
- Συγχορήγηση προβενεσίδης, φαινυντοϊνης, βαλπροϊκου οξέος, φλουκοναζόλης ή μεθαδόνης
απαιτεί στενή παρακολούθηση
- Τα δισκία κλαριθρομυκίνης μειώνουν την απορρόφησή της
- Με μυελοκατασταλτικά φάρμακα αυξάνεται ο κίνδυνος ανεπιθύμητων ενεργειών

ΖΑΛΣΙΤΑΒΙΝΗ (Zalcitabine, ddC)


- Ενδοκυτταρική ημιδιάρκεια ζωής >10 ώρες
- Χορηγείται σε συνδυασμό με Ζιδοβουδίνη και έναν αναστολέα πρωτεάσης
Μηχανισμός δράσης:
- Η ζαλσιταβίνη αναστέλλει τη δραστηριότητα της ανάστροφης μεταγραφάσης (RT) του ιού HIV-1,
τόσο μέσω του ανταγωνισμού της με το φυσικό υπόστρωμα dGTP, όσο και μέσω της ενσωμάτωσής
της στο DNA του ιού.
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
- Περιφερική νευροπάθεια (επιβάλλεται άμεση διακοπή της θεραπείας).
- Παγκρεατίτιδα (επιβάλλεται άμεση διακοπή της θεραπείας)
- Στοματικά έλκη, ναυτία, έμετος, ανορεξία, δυσκοιλιότητα ή διάρροια, κοιλιακά άλγη
Αλληλεπιδράσεις:
- Με φάρμακα που, ομοίως, ενδέχεται να προκαλέσουν περιφερική νευροπάθεια ή παγκρεατίτιδα
- Δε συνιστάται η ταυτόχρονη χορήγηση με λαμιβουδίνη
- Σύγχρονη χορήγηση προβενεσίδης, σιμετιδίνης ή τριμεθοπρίμης μειώνει την απέκκρισή της

ΣΤΑΒΟΥΔΙΝΗ
- Δραστική έναντι HIV-1 και HIV-2
- Δε χορηγείται με ΑΖΤ, διότι το ΑΖΤ μπορεί α μειώσει τη φωσφορυλίωση των d4T
- Πολύ καλή βιοδιαθεσιμότητα σε p.o. χορήγηση (86%) μη εξαρτώμενη από τη λήψη τροφής
- Πρωτεϊνική σύνδεση είναι αμελητέα
- Τα επίπεδα στο ΕΝΥ ανέρχονται στο 55% αυτών του ορού
- Αποβάλλεται με ενεργή σωληναριακή απέκκριση και σπειραματική διήθηση
Μηχανισμός δράσης: (Ανάλογο της θυμιδίνης, d4T)
- Αναστέλλει την ανάστροφη μεταγραφάση του HIV ανταγωνιζόμενη το φυσικό υπόστρωμα, την
τριφωσφορική θυμιδίνη
- Αναστέλλει, επίσης, τη σύνθεση του DNA του ιού προκαλώντας λήξη της αλυσίδας του DNA. Λόγω
έλλειψης της 3΄-υδροξυλομάδας που είναι απαραίτητη για την επιμήκυνση του DNA.

86
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
- Δοσοεξαρτώμενη νευροπάθεια
- Παγκρεατίτιδα, αρθραλγίες, αύξηση των επιπέδων των τρανσαμιναζών στον ορό

ΔΙΔΑΝΟΣΙΝΗ (Didanosine, ddI)


- Συνθετικό ανάλογο της δεοξυαδενοσίνης
- Χαμηλή σύνδεση με πρωτεϊνες (<5%)
- Καλή κατανομή στο ΕΝΥ (20% της συγκέντρωσης στον ορό)
- Αποβάλλεται μέσω σπειραματικής διήθησης και σωληναριακής απέκκρισης
- Χορηγείται σε άδειο στομάχι
ΠΡΟΣΟΧΗ: Η αντι-HIV δραστικότητα της ddI ενισχύεται από την υδροξυουρία, λόγω εξάντλησης
των ενδοκυτταρικών αποθεμάτων dATP. Για το λόγο αυτό, ενδείκνυται, κλινικά, η συγχορήγηση των
δύο αυτών παραγόντων
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
- Δοσο-εξαρτώμενη παγκρεατίτιδα
- Οδυνηρή περιφερική νευροπάθεια
- Διάρροια
- Ηπατίτιδα
- Οισοφαγικά έλκη
- Καρδιο-μυοπάθεια
- Τοξικότητα του ΚΝΣ (πονοκέφαλος, ερεθιστικότητα, αϋπνία)

ΜΗ-ΝΟΥΚΛΕΟΣΙΔΙΚΟΙ ΑΝΑΣΤΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΡΟΦΗΣ ΜΕΤΑΓΡΑΦΑΣΗΣ (NNRTIs)


Περιλαμβάνουν:
- Δελαβιρδίνη (Delavirdine)
- Νεβιραπίνη (Nevirapine)
- Εφαβιρένζη (Efavirenz)
Μηχανισμός δράσης:
- Προσδένεται κατευθείαν στην περιοχή ενεργοποίησης της ανάστροφης μεταγραφάσης, το οποίο
βρίσκεται κοντά αλλά σαφώς εκτός του σημείου σύνδεσης των NRTIs
- ΔΕΝ ανταγωνίζονται τριφωσφορικά νουκλεοσίδια ΟΥΤΕ απαιτούν φωσφορυλίωση για να
ενεργοποιηθούν
- Η σύνδεση στην περιοχή ενεργοποίησης του ενζύμου έχει σαν αποτέλεσμα την αναστολή της
εξαρτώμενης από το RNA και DNA ενεργοποίησης της DNA πολυμεράσης

87
Δράσεις:
- Εξειδικευμένη δράση κατά του HIV-1
- Διασταυρούμενη αντοχή μεταξύ των εκπροσώπων αυτής της κατηγορίας
- Λόγω ταχύτατης ανάπτυξης αντοχής δεν συνίσταται μονοθεραπεία με οποιοδήποτε NNRTI
- ΔΕΝ υφίσταται διασταυρούμενη αντοχή μεταξύ των NNRTIs και των NRTIs ή των αναστολέων της
πρωτεάσης (ΡΙ)
Φαρμακοκινητική:
- Η από του στόματος (p.o.) βιοδιαθεσιμότητα είναι πολύ υψηλή
- Μεταβολίζεται από το CYP3A
- Απεκκρίνεται στα ούρα
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
- Εξάνθημα

ΑΝΑΣΤΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΠΡΩΤΕΑΣΗΣ (Protease inhibitors, PI)


Περιλαμβάνουν:
- Ριτορναβίρη (Ritonavir)
- Νελφιναβίρη (Nelfinavir)
- Σεκβιναβίρη (Saquinavir)
- Ινδιναβίρη (Indinavir)
- Αμπρεναβίρη (Amprenavir)
Μηχανισμός δράσης:
Γονίδια Gag και Gag-Pol --------------------> Πολυπρωτεϊνες, Πρόγραμμα budding στοιχεία
μετάφραση
------------------> Τελικές μορφοποιημένες πρωτεϊνες, Ώριμος ιός (virioncore)
Πρωτεάση

PIs
Συνδυαστική θεραπεία:
Συνιστάται η συγχορήγηση με άλλα αντι-ιικά φάρμακα, ώστε να αποφεύγεται η φαρμακευτική
αντίσταση, που οφείλεται σε γενετικές παραλλαγές

88
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
- Σύνδρομο λιποδυστροφίας (αλλαγές στην κατανομή του σωματικού λίπους)

 Αύξηση της περιμέτρου της κοιλιάς


 Λέπτυνση των άκρων
 Απώλεια υποδορίου λίπους προσώπου
 Εναπόθεση λίπους στην αυχενική μοίρα
 Αύξηση μεγέθους μαστών (γυναίκες)
- Αντίσταση στην ινσουλίνη
- Υπερλιπιδαιμία

ΑΛΛΟΙ ΑΝΤΙ-ΙΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ


Περιλαμβάνονται:
- Νουκλεοσιδικοί αντι-ιικοί παράγοντες
- Μη- νουκλεοσιδικοί αντι-ιικοί παράγοντες
- Ενισχυτικοί παράγοντες του ανοσοποιητικού
Μηχανισμός δράσης:
- Ανταγωνιστές υποδοχέων, π,χ, Ηπαρίνη, Πολυσακχαρίτες
- Αναστέλλουν ιική προσρόφησηκαι τη διείσδυση στα κύτταρα του ξενιστή καθώς και την
απογύμνωση του ιικού νουκλεϊκού οξέος, π.χ. αμαντιδίνη
- Αναστέλλουν την ιική βιοσύνθεση, π.χ. idoxuridine
- Ενισχύουν την ανοσολογική ενεργότητα του ξενιστή, π.χ interferon

ΝΟΥΚΛΕΟΣΙΔΙΚΟΙ ΑΝΤΙ-ΙΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ


- Περιλαμβάνουν: Παράγοντες της Πουρίνης και Παράγοντες της Πυριμιδίνης
- Τα φάρμακα αυτά απαιτούν ενδοκυτταρική ενεργοποίηση  φωσφορυλίωση  τριφωσφορική
μορφή  ανταγωνιστική αναστολή της ιικής πολυμεράσης του DNA
- Ενσωματώνονται στην αναπτυσσόμενη ιική αλυσίδα του DNA  προκαλούν τερματισμό

ΑΚΥΚΛΟΒΙΡΗ (Acyclovir, ACV)


- Ακυκλικό παράγωγο της γουανοσίνης
- Φαρμακολογικές δράσεις:

 Ενεργό κατά των HSV-1 και HSV-2 και κατά του έρπητα ζωστήρα (VZV), του ιού Epstein-
Barr (EBV) και του κυτταρομεγαλοϊου (CMV)

89
Μηχανισμός δράσης:
- Η ενεργοποίηση γίνεται σε 3 στάδια φωσφορυλίωσης
1. Αρχικά μετατρέπεται σε μονοφωσφορικό παράγωγο κατά την εξειδικευμένη ιική κινάση της
θυμιδίνης
(Επιλεγμένη ενεργοποίηση) και στη συνέχεια
2. σε διφωσφορική και
3. τριφωσφορική μορφή
Κάνοντας χρήση των ενδοκυτταρικών ενζύμων του ξενιστή
- Η τριφωσφορική ακυκλοβίρη αναστέλλει τη σύνθεση του ιικού DNA με 2 μηχανισμούς:
1. Ανταγωνιστική αναστολή της δεόξυGTP της ιικής πολυμεράσης του DNA μέσω πρόσδεσης στη
γενωμική αλυσίδα και δημιουργίας ενός μη αναστρέψιμου συμπλόκου
2. Ενσωμάτωση στο ιικό DNA  τερματισμός στη γενωμική αλυσίδας
Αντίσταση:
- Ειδικά για τους ιούς HSV ή VZV η παραλλαγή είτε της κινάσης της θυμιδίνης είτε της πολυμεράσης
του DNA  αντίσταση
- Διασταυρούμενη αντίσταση στη Βαλακυκλοβίρη (valacyclovir), Φαμκυκλοβίρη (famciclovir) και στη
Γανκυκλοβίρη (ganciclovir)
- Παράγοντες, όπως η Φοσκαρνέτη (foscarnet), η Σιδοφοβίρη (cidofovir), και η Τριφλουριδίνη
(trifluridine) δεν απαιτούν ενεργοποίηση από την ιική κινάση της θυμιδίνης και έτσι διατηρούν την
ενεργότητά τους απέναντι στα περισσότερα ανθεκτικά στην ακυκλοβίρη στελέχη
Φαρμακοκινητική:
- Φαρμακοτεχνικές μορφές: p.p., i.v. τοπική χρήση
- Βιοδιαθεσιμότητα από το στόμα 15-20%
- Η πρωτεϊνική σύνδεση στο πλάσμα είναι χαμηλή, διαχέεται εύκολα στα περισσότερα κύτταρα και
υγρά του σώματος
- Απεκκρίνεται κυρίως με σπειραματική διήθηση και σωληναριακή απέκκριση
Κλινική χρήση:
- Θεραπεία της λοίμωξης από HSV-πρώτη επιλογή
- Τοπικά, η ακυκλοβίρη είναι πολύ λιγότερο αποτελεσματική από την από του στόματος (p.o.)
θεραπεία για την πρωτογενή λοίμωξη με HSV και δεν έχει παρατηρηθεί πρόσθετο όφελος κατά τη
θεραπεία υποτροπών
- Ο VZV είναι λιγότερο ευαίσθητος στην ακυκλοβίρη από τον HSV και απαιτούνται υψηλές δόσεις.
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
- Ναυτία, διάρροια, κεφαλαλγία
- Σε ενδοφλέβια έγχυση  νεφρική ανεπάρκεια ή και νευρολογική τοξικότητα

90
ΒΑΛΑΚΥΚΛΟΒΙΡΗ (Valacyclovir)
- Αποτελεί τον L-βαλινικός εστέρα της ακυκλοβίρης
- Μετά την από του στόματος χορήγηση μετατρέπεται ταχύτατα σε ακυκλοβίρη, επιτυγχάνοντας
επίπεδα στον ορό τρεις έως πέντε φορές μεγαλύτερα από εκείνα που επιτυγχάνονται με την από
του στόματος χορήγηση ακυκλοβίρης

ΓΚΑΝΚΙΚΛΟΒΙΡΗ (Ganciclovir)
Κλινική χρήση:
- Ακυκλικό παράγωγο της γουανοσίνης
- Κατά του CMV, όπου είναι έως και 100 φορές δραστικότερο από την ακυκλοβίρη
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
- Μυελοκαταστολή με ουδετεροφιλία

ΤΡΙΦΛΟΥΡΙΔΙΝΗ (Trifluridine, Trifluorothymidine)


- Φθοριωμένο νουκλεοσίδιο της πυριμιδίνης
Δράση:
- Κατά των HSV-1, HSV-2, vaccinia, και αρκετούς αδενοϊούς
(Ιός Vaccinia-Ιός της δαμαλίτιδας
Δεν είναι γνωστό εάν ο ιός της δαμαλίτιδας είναι το προϊόν γενετικού ανασυνδυασμού ή αν είναι ένα
είδος που προέρχεται από τον ιό της δαμαλίτιδας ή τον ιό της ευλογιάς)
Μηχανισμός δράσης:
- Η τριφωσφορική τριφθοριοθυμιδίνη ενσωματώνεται τόσο στο ιικό DNA όσο και στο κυτταρικό DNA
και αναστέλλει τη θυμιδιλική συνθετάση, προκαλώντας αναστολή της αντιγραφής του ιού
Κλινική χρήση:
- Θεραπεία λοιμώξεων του κερατοειδούς και των επιπεφικότων και σε επαναλμβανόμενες
κερατοπάθειες από HSV-1 και HSV-2
- Συνήθως, τοπική εφαρμογή, ως μονοθεραπεία ή σε σθνδυασμό με Ιντερφερόνη άλφα
- Έχει χρησιμοποιηθεί με επιτυχία στη θεραπεία της ανθεκτικής σε ακυκλοβίρη λοίμωξης με HSV

91
ΒΙΔΑΡΑΒΙΝΗ (Vidarabine, ara-A)
- Ανάλογο της αδενοσίνης
- Λόγω της αστάθειας του μορίου, αλλά και της εκτεταμένης τοξικότητας, η κλινική χρήση της είναι
περιορισμένη
Δράσεις:
- Κατά των HSV, VZV, CMV, HBV και κάποιων ιών RNA
Μηχανισμός δράσης:
- Φωσφορυλιώνεται ενδοκυτταρικά με ένζυμα του ξενιστή για να σχηματίσει ara-ATP, το οποίο
ενσωματώνεται τόσο στο ιικό DNA, όσο και στο κυτταρικό DNA  προκαλεί εκτεταμένη τοξικότητα
- Μεταβολίζεται ταχέως σε υποξανθίνη της αραβινοσίδης
Κλινική χρήση:
- Τοπική χρήση σε οξεία κερατοεπιπεφυκίτιδα, επιφανειακή κερατίτιδα, και υποτροπιάζουσα
επιθηλιακή κερατίτιδα λόγω λοίμωξης HSV-1 και HSV-2. Ενδοφλεβίως (i.v.) για τη θεραπεία της
HSV εγκεφαλίτιδας, περιγενετικής ερμητοπάθειεας και λοίμωξη με VZV σε ανοσοκατασταλμένους
ασθενείς

ΙΔΟΞΟΥΡΙΔΙΝΗ (Idoxuridine)
Μηχανισμός δράσης:
- Ανταγωνιστική αναστολή της συνθάσης του θυμιδυλικού οξέος  αναστολή της σύνθεσης DNA
- Χωρίς επίδραση σε ιούς RNA
Κλινικές Χρήσεις:
- Μόνο για τοπική χρήση λόγω των ενεπιθύμητων ενεργειών σε συστηματική χορήγηση
- Θεραπεία των οφθαλμικών ή δερματικών λοιμώξεψν που οφείλονται σε ιό του έρπητα ή ιό
ευλογιάς των αγελάδων, ιδιαίτερα οξεία επιθηλιακή κερατίτιδα από ερπητοϊό

ΡΙΜΠΑΒΙΡΙΝΗ (Ribavirin, Virazole)


- Ανάλογο της Γουανοσίνης
- Φωσφορυλιώνεται ενδοκυτταρικά από ένζυμα του ξενιστή
Μηχανισμός δράσης:
- παρεμβαίνει στη σύνθεση της τριφωσφορικής γουανοσίνης
- αναστέλλει την προσαρμογή του ιικού αγγελιοφόρου RNA (mRNA), και
- αναστέλλει την ιική RNA-εξαρτώμενη RNA πολυμεράση του ιού

92
Κλινική χρήση:
- Η τριφωσφορική Ριμπαβιρίνη αναστέλλει την αναπαραγωγή μεγάλου φάσματος ιών DNA και RNA,
συμπεριλαμβανομένων των ιών της γρίπης (influeza A και B), parainfluenza, respiratory syncytial
virus (RSV), paramyxoviruses, HVC και HIV-1

ΛΑΜΙΔΟΥΒΙΝΗ (Lamivudine, 3TC)


- Ανάλογο της κυτοσίνης
Κλινική χρήση:
- Κατά του HIV-1, συνεργικά με άλλα αντιρετροϊκά νουκλεοσιδικά ανάλογα, συμπεριλαμβανομένων
της Ζιδοβουδίνης και της Σταβουδίνης
- Θεραπεία της Χρόνιας Ηπατίτιδας Β
Φαρμακοκινητική:
- Η βιοδιαθεσιμότητα σε p.o. χορήγηση >80% και δεν εξαρτάται από την τροφή
- Το μεγαλύτερο μέρος της Λαμιβουδίνης αποβάλλεται αναλλοίωτο από τους νεφρούς

ΜΗ-ΝΟΥΚΛΕΟΣΙΔΙΚΟΙ ΑΝΤΙ0ΙΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ


Περιλαμβάνουν:
- Ριμανταδίνη (Rimantadine) και
Αμανταδίνη (Amantadine)
- Φωσκαρνέτη (Foscarnet)

ΡΙΜΑΝΤΑΔΙΝΗ ΚΑΙ ΑΜΑΝΤΑΔΙΝΗ


- Η Ριμανταδίνη είναι το α-μεθυλ-παράγωγο της Αμανταδίνης
- Είναι κυκλικές αμίνες
Μηχανισμός δράσης:
- Αναστέλλουν την απέκδυση (uncoating) του ιικού RNA του ιού της γρίπης Α (influeza A) εντός των
μολυσμένων κυττάρων του ξενιστή
Κλινική χρήση:
- Πρόληψη της λοίμωξης με τον ιό της γρίπης Α (influeza A)
- Μειώνει τη διάρκεια των συμπτωμάτων της ιογενούς γρίπης όταν χορηγείται εντός 48 ωρών από
την πιθανή λοίμωξη
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
- γαστρεντερική δυσανεξία, διαταρχές στο κεντρικό νευρικό σύστημα (νευρικότητα, δυσκολία
συγκέντρωσης, ζάλη)

93
ΦΩΣΚΑΡΝΕΤΗ
- Είναι μια ανόργανη πυροφωσφορική ένωση
Μηχανισμός δράσης:
- Αναστέλλει άμεσα:

 Την ιική πολυμεράση του DNA


 Την ιική πολυμεράση του RNA, και
 Την ανάστροφη μεταγραφάση του HIV
Χωρίς ενεργοποίηση με φωσφορυλίωση
Κλινική χρήση:
- Κατά των HSV, VZV, CMV, EBV, HHV-6, HHV-8 και HIV
- CMV ρετινίτις
- Λοιμώξεις με HSV ανθεκτικές στην ακυκλοβίρη
Φαρμακοκινητική:
- Ισχυρή βιοδιαθεσιμότητα p.o.
- Χορήγηση μόνο i.v.

ΑΝΟΣΟΕΝΙΣΧΥΤΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ
ΙΝΤΕΡΦΕΡΟΝΕΣ (Interferon)
- Οι ιντερφερόνες είναι μέρος της πρώτης γραμμής άμυνας του οργανισμού για την καταπολέμηση
των ιών
- Αποτελούν ενδογενείς πρωτεϊνες που έχουν πολύπλοκη αντι-ιική, ανοσορυθμιστική και
αντιπολλαπλασιαστική δράση, μέσω των κυτταρικών μεταβολικών διεργασιών που περιλαμβάνουν
τόσο τη σύνθεση RNA όσο και τη σύνθεση πρωτεϊνών
- Παρόλο που δεν είναι εξειδικευμένοι αντι-ιικοί παράγοντες, φαίνεται να δρουν προκαλώντας
αύξηση ειδικών ενδοκυττάριων πρωτεϊνών που ονομάζονται πρωτεϊνες εκτελεστές (effector
proteins), εντός των μολυσμένων κυττάρων, με αποτέλεσμα την αναστολή της:

 Ιικής διείσδυσης
 Ιικής απέκδυσης
 Ιικής σύνθεσης του mRNA
 Ιικής της μετάφρασης
- Οι ιντερφερόνες ταξινομούνται με βάση τους τύπους των κυττάρων από τους οποίους προήλθαν
σε:

 Ιντερφερόνη α από λευκά αιμοσφαίρια


 Ιντερφερόνη β από ινοβλάστες
 Ιντερφερόνη γ από ανοσοποιητικά κύτταρα

94
-Υπάρχουν τρεις τύποι ενζύμων που επάγονται από ιντερφερόνες:
1. Η πρωτεϊνική κινάση, η οποία οδηγεί σε φωσφορυλίωση του παράγοντα επιμήκυνσης 2, με
αποτέλεσμα την αναστολή της έναρξης της πεπτιδικής αλυσίδας
2. Συνθάση του ολιγο-αδενυλικού οξέος,η οποία οδηγεί σε ενργοποίηση μιας ριβονουκλεάσης
(RNA) και την αποδόμηση του ιικού mRNA
3. Η φωσφοδιεστεράση, δρα αποδομώντας τα τερματικά νουκλεοτίδια του tRNA,
αναστέλλοντας την πεπτιδική επιμήκυνση
Κλινική χρήση:
- Θεραπεία της χρόνιας ηπατίτιδας C
- Σαρκώματος Kaposi
- Λευχαιμίας εκ τριχωτών κυττάρων (υποκατηγορία της ΧΛΛ)
- Χρόνια μυελογενής λευχαιμία (ΛΧΜ)
- Κακοήθους μελανώματος
- Οξυτενών κονδυλωμάτων
- Υποτροπιάζουσας σκλήρυνσης κατά πλάκας
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
- Ουδετεροπενία
- Αναιμία
- Θρομβοκυτταροπενία
- Αυξημένα ηπατικά ένζυμα
- Γριπώδη συμπτώματα (συμπεριλαμβανομένων πυρετού, κρυάδων, πονοκεφάλων, μυαλγιών,
κούρασης)

95
ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΟΙ ΑΝΤΙ-ΙΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ:

ΑΝΤΙ-ΙΙΚΟ ΦΑΡΜΑΚΟ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΔΡΑΣΗΣ ΙΟΙ Ή ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ ΠΟΥ


ΠΡΟΣΒΑΛΛΟΝΤΑΙ
Ακυκλοβίρη Μεταβολίζεται σε τριφωσφορική Ιός του απλού έρπητα, ιός της
ακυκλοβίρη, η οποία αναστέλλει ανεμευλογιάς-ζωστήρα,
την ιική DNA πολυμεράση κυτταρομεγαλοϊός
Αμανταδίνη Αποκλεισμός πρωτεϊνης Μ2 Ιός γρίπης Α
διαύλων ιόντων και ικανότητά
της διαμόρφωσης
ενδοκυττάριου pH
Σιδοφοβίρη Αναστολή ιικής DNA Κυτταρομεγαλοϊός, ενδείκνυται μόνο
πολυμεράσης για την επαγόμενη από τον ιό
αμφιβληστροειδίτιδα
Φαμκυκλοβίρη Ίδιος με αυτόν της Ιός του απλού έρπητα, έρπης
πενκυκλοβίρης ζωστήρας
Φοσκαρνέτη Αναστολή ιικής DNA Κυτταρομεγαλοϊός, ανθεκτικός στην
πολυμεράσης και αντίστροφης ακυκλοβίρη απλός έρπητας,
μεταγραφάσης στη θέση ανθεκτικός στην ακυκλοβίρη έρπης
πρόσδεσης του ζωστήρας
πυροφωσφορικού
Γκανκυκλοβίρη Αναστέλλει την ιική DNA Κυτταρομεγαλοϊός
πολυμεράση
Ιντερφερόνη-α Επαγωγή κυτταρικών ενζύμων Ηπατίτιδα B και C, ανθρώπινος
που παρεμβαίνουν στη σύνθεση ερπητοϊός 8, ιός ανθρωπίνων
των ιικών πρωτεϊνών θηλωμάτων, σάρκωμα Kaposi,
λευχαιμία τριχωτών κυττάρων,
χρόνια μυελογενής λευχαιμία
Λαμιβουδίνη Αναστολή ιικής DNA Ηπατίτιδα Β (χρόνιεςπεριπτώσεις),
πολυμεράσης και της ιός της ανθρώπινης
αντίστροφης μεταγραφάσης ανοσοανεπάρκειας τύπου 1
Οσελταμιβίρη Αναστολείς ιικής νευραμινιδάσης Ιός γρίπης Α
Πενκυκλοβίρη Μεταβολίζεται σε τριφωσφορική Ιός του απλού έρπητα
πενκυκλοβίρη, η οποία
αναστέλλει την ιική DNA
πολυμεράση
Ριμπαβιρίνη Αλληλεπιδρά με ιικό Πυρετός Lassa, ιοί χάντα (νεφρικό
σγγρλιαφόρο RNA σύνδρομο αιμορραγικού πυρετού),
ηπατίτιδα C (σε χρόνιες περιπτώσεις
σε συνδυασμό με ιντερφερόνη-α,
καθώς και σε συνδυασμό με
ιντερφερόνη-α και HCV αναστολέα
πρωτεάσης για τον HCV με
γονότυπο 1), RSV σε παιδιά και
βρέφη
Ριμανταδίνη Αποκλεισμός πρωτεϊνης Μ2 Ιός γρίπης Α
διαύλων ιόντων και ικανότητά
της διαμόρφωσης
ενδοκυττάριου pH
Βαλακυκλοβίρη Όπως η ακυκλοβίρη Ιός απλού έρπητα, έρπης ζωστήρας,
κυτταρομεγαλοϊός
Ζαναμιβίρη Αναστολείς ιικής νευραμινιδάσης Ιός γρίπης Α

96
ΦΑΡΜΑΚΑ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΛΟΙΜΩΞΕΩΝ
ΜΟΛΥΝΣΗ:
Η (τυχαία) πρόσληψη ενός μικροβίου (παράσιτο) από έναν μεγαλοοργανισμό (ξενιστή).
ΛΟΙΜΩΞΗ:
Κατάσταση που υποχρεωτικά χαρακτηρίζεται από τον επιτυχή πολλαπλασιασμό του μικροβίου στον
οργανισμό του ξενιστή. Η διαδικασία αυτή συχνά είναι προς όφελος και των δύο, π.χ. ο αποικισμός
από τη γέννηση ανατομικών περιοχών του ανθρώπινου οργανισμού με τη φυσιολογική μικροβιακή
χλωρίδα οδηγεί σε ευαισθητοποίηση και ρύθμιση του ανοσολογικού συστήματος
ΛΟΙΜΩΔΕΣ ΝΟΣΗΜΑ:
Υπάρχει όταν μια λοίμωξη οδηγεί στην εμφάνιση συμπτωμάτων και κλινικών σημείων στο
μεγαλοοργανισμό. Συνδυάζεται με ανατομικές βλάβες ή/και παθοφυσιολογικά φαινόμενα.
ΠΑΘΟΓΟΝΟΣ ΜΙΚΡΟΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ:
Κάθε μικροοργανισμός που έχει την ικανότητα να προκαλέσει λοιμώδες νόσημα.
ΠΑΘΟΓΟΝΟΣ ΔΡΑΣΗ Ή ΠΑΘΟΓΟΝΙΚΟΤΗΤΑ:
Η δυνητική ικανότητα ενός μικροβίου να προκαλεί νόσο στον ξενιστή μεγαλοοργανισμό.
ΛΟΙΜΟΓΟΝΟΣ ΔΥΝΑΜΗ:
Η (σχετική) ποσοτική έκφραση της παθογονικότητας ενός παθογόνου, δηλαδή η πιθανότητα
πρόκλησης νόσου.
Π.χ.1. τα ελυτροφόρα στελέχη πνευμονιόκοκκου έχουν μεγαλύτερη λοιμογόνο δύναμη από τα μη
ελυτροφόρα στελέχη.
Π.χ.2. τα ελυτροφόρα στελέχη τύπου b του H.influeza έχουν μεγαλύτερη λοιμογόνο δύναμη από
τους άλλους τύπους ελυτροφόρων στελεχών.
ΛΟΙΜΟΓΟΝΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ:
Τα γονιδιακά προϊόντα ενός παθογόνου που συντελούν στην έκφραση της λοιμογόνου του δύναμης.

ΑΝΤΙΜΙΚΡΟΒΙΑΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ
1) Αντιβιοτικά (αντιβακτηριδιακά) φάρμακα
2) Αντιμηκυτιασικά φάρμακα
3) Αντι-ιικά φάρμακα
4) Αντιπρωτοζωϊκά φάρμακα
5) Αντιπαρασιτικά Φάρμακα

97
ΑΝΤΙΒΙΟΤΙΚΑ
1) β-λακταμικά αντιβιοτικά
Πενικιλίνες
Κεφαλοσπορίνες
Νεότερα β-λακταμικά αντιβιοτικά
2) Αμινογλυκοζίδες
Κλασσικές
Ομάδα της γενταμυκίνης
3) Κλασσικά αντιβιοτικά ευρέως φάσματος
Τετρακυκλίνες
Χλωραμφενικόλη
4) Ανταγωνιστές του φυλλικού οξέος
Σουλφοναμίδες
Τριμεθοπρίμη
Κοτρομοξαζόλη (Σουλφαμεθοξαζόλη + Τριμεθοπρίμη)
5) Μακρολίδες
Ερυθρομυκίνη
Αζαλίδες
Κλινδαμυκίνη
6) Γλυκοπεπτιδιακά αντιβιοτικά
Βανκομυκίνη
Άλλα
7) Νιτροϊμιδαζόλια
Μετρονιδαζόλη
Τινιδαζόλη
8) Κινολόνες
Κλασσικές
Νεότερες

98
Β-ΛΑΚΤΑΜΙΚΑ ΑΝΤΙΒΙΟΤΙΚΑ
ΠΕΝΙΚΙΛΛΙΝΕΣ
- Παρεντερικές μορφές
- Από του στόματος
- Ημισυνθετικές, ανθεκτικές στην πενικιλλινάση
- Ευρέως φάσματος (3ης και 4ης γενιάς)
Μηχανισμός δράσης:
- Βακτηριοκτόνες: Αναστέλλουν τη σύνθεσή του βακτηριακού τοιχώματος με αποτέλεσμα τη λύση
του κυττάρου
- δρουν στη φάση του κυτταρικού πολλαπλασιασμού
- εκλεκτικοί αναστολείς της σύνθεσης του κυτταρικού τοιχώματος
- δεσμεύουν ειδικούς υποδοχείς της κυτταροπλασματικής μεμβράνης (πενικιλλοδεσμευτικές
πρωτεϊνες-PBPs)
- η δράση τους αναστέλλεται από τις β-λακταμάσες
- φαρμακευτικές ουσίες αναστολείς των β-λακταμασών είναι: τα κλαβουλανικά οξέα και η
σουλβακτάμη
Κατανομή:
- ικανοποιητικά επίπεδα στον ορό, αρθρώσεις, ούρα, υπεζωκότα, περικάρδιο
- περιορισμένη διείσδυση στο ΕΝΥ
Απέκκριση:
- κυρίως από τους νεφρούς
(ΔΟΜΗ ΚΥΤΤΑΡΙΚΟΥ ΤΟΙΧΩΜΑΤΟΣ ΒΑΚΤΗΡΙΔΙΩΝ:
Gram θετικά  έλυτρο, πεπτιδογλυκάνη, κυτταροπλασματική μεμβράνη
Gram αρνητικά  έλυτρο, εξωτερική μεμβράνη, πεπτιδογλυκάνη, περιπλασματικός χώρος,
κυτταροπλασματική μεμβράνη)
Αντιβακτηριακό φάσμα:
- Gram (+) Αερόβιοι κόκκοι (Στρεπτόκοκκοι: pneumoniae, pyogenes, bovis, viridans) και Χρυσίζων
σταφυλόκοκκος
- Gram (-) Αερόβια: Neisseria meningitides, Pasteurella multocida και
Αναερόβια: bacterioides (ρινοφάρυγγας)
Φάρμακο εκλογής για:
- Actinomyces israelii
- Κλωστρίδα (C. perfringes)
- Treponema Pallidum

99
ΠΑΡΕΝΤΕΡΙΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΠΕΝΙΚΙΛΛΙΝΗΣ
ΚΡΥΣΤΑΛΛΙΚΗ (ΥΔΑΤΙΚΗ) ΠΕΝΙΚΙΛΛΙΝΗ
- Άλατα καλίου ή νατρίου
- Χορήγηση i.m. και i.v.
- Άμεσο αποτέλεσμα
- Απώλεια δραστικότητας σε 4 ώρες
- Χρησιμοποιείται σε πνευμονίες από εισρόφηση (σε συνδυασμό με αμινογλυκοσίδες) πνευμονικά
αποστήματα, λοιμώξεις μαλακών μορίων

ΠΡΟΚΑΪΝΙΚΗ ΠΕΝΙΚΙΛΛΙΝΗ G
- Ισομορφική ναλογία πενικιλλίνης και προκαϊνης  άλας
- Αργή απορρόφηση (i.m.)
- Υψηλότερα επίπεδα μετά από 2-4 ώρες
- Ανιχνεύεται μετά από 12-24 ώρες

ΒΕΝΖΑΘΙΝΙΚΗ ΠΕΝΙΚΙΛΛΙΝΗ G
(Βενζυλοπενικιλλίνη)
- Συνδυασμός αμμωνίου και πενικιλλίνης G
- Αργή απορρόφηση (i.m)
- Αλλά υψηλά επίπεδα
- Που παραμένουν για 3-4 εβδομάδες
- Χορηγούνται 1,2-2,4 εκατ. Units/μήνα κυρίως στη θεραπεία της σύφιλης

ΠΕΝΙΚΙΛΛΙΝΗ ΑΠΟ ΤΟ ΣΤΟΜΑ


ΠΕΝΙΚΙΛΛΙΝΗ V
(φαινοξυμεθυλο-πενικιλλίνη)
- Τροποποίηση της πλάγιας αλυσίδας
- Ανθεκτική στα οξέα του στομάχου
- Συνήθης δοσολογία: 4x250-500mg/day
Αντιβακτηριακό φάσμα:
- Όπως και της πενικιλλίνης G με εξαίρεση τη σύφιλη

100
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
- 5-10% αλλεργία

 Άμεση αλλεργική αντίδραση: κνίδωση, βρογχόσπασμος, υπόταση, καταπληξία (shock)


 Καθυστερημένη αλλεργική αντίδραση: εξάνθημα, αρθραλγίες, πυρετός κλπ.
- Σε μεγάλες δόσεις νεφρίτιδα ή τοξικότητα του ΚΝΣ
- Προσοχή σε νεφρική ανεπάρκεια

ΗΜΙΣΥΝΘΕΤΙΚΕΣ ΠΕΝΙΚΙΛΛΙΝΕΣ
Ανθεκτικες στις πενικιλλινάσες (αντισταφυλοκοκκικές)
Αντιβακτηριακό φάσμα:
- Σταφυλόκοκκοι (και στρεπτόκοκκοι)
Φαρμακοτεχνικές μορφές:
- Παρεντερική και από το στόμα
1. Οξακιλλίνη  4x6-10mg/day
 Απεκκρίνεται από ήπαρ και νεφρούς
 Δε χρειάζεται αναπροσαρμογή της δοσολογίας σε περτίπτωση νεφρικής ανεπάρκειας
2. Ναφσιλλίνη  4x6-10g/day (δεν υπάρχει στην Ελλάδα)
 Απεκκρίνεται στο ήπαρ
 Δε χρειάζεται αναπροσαρμογή της δοσολογίας σε περίπτωση νεφρικής ανεπάρκειας
3. Μεθισιλλίνη  6x6-10g/day
 Δε χρησιμοποιείται λόγω νεφροτοξικότητας
4. Κλοξακιλλίνη και Δικλοξακιλλίνη  4x250-500mg/day
 Ενδείξεις: Σταφυλόκοκκοι ανθεκτικοί στις πενικιλλίνες και Στρεπτόκοκκοι της ομάδας
Α

ΠΕΝΙΚΙΛΛΙΝΕΣ ΕΥΡΕΩΣ ΦΑΣΜΑΤΟΣ


1. Δεύτερης γενιάς (αμπικιλλίνη, αμοξικιλλίνη)
2. Τρίτης γενιάς (καρβενικιλλίνη,τιρκασιλλίνη)
3. Τέταρτης γενιάς (αζλοσιλλίνη, μεζλοσιλλίνη, πιπερασιλλίνη)

ΔΕΥΤΕΡΗΣ ΓΕΝΙΑΣ
ΑΜΠΙΚΙΛΛΙΝΗ
- Δραστικότητα όπως η πενικιλλίνη G.
- Επιπλέον E. coli, H. influeza, Listeria, Salmonella, Shigella
Ανθεκτικότητα έναντι:

101
- Εντεροβακτηριοειδών (ιδίως των νοσοκομειακών στελεχών)
- Ψευδομονάδας και σταφυλόκοκκων, που παράγουν πενικιλλινάση
ΑΜΟΞΙΚΙΛΛΙΝΗ
- Δραστικότητα όπως αμπικιλλίνη, απορροφάται όμως καλύτερα
Ενδείξεις:
- Μέση ωτίτιδα
- Παραρινοκολπίτιδα
- Βρογχίτιδες
- Ουρολοιμώξεις
Αποβολή:
- Από τους νεφρούς (νεφρική ανεπάρκεια!)

ΣΥΝΔΥΑΣΜΟΙ:
1) Αμπικιλλίνη – Σαλβουκτάμη
- Φάσμα: S. aureus, H. influenza, N. gonorrhoe, B catarrhalis, αναερόβια, Gram (-): E. coli,
Klebsiela, Proteus
- Δεν αναστέλλει Enterobacter και Pseudomonas
- Χορήγηση i.v. ανά 6ωρο ή p.o. ανά 12ωρο
- Αποβολή από τους νεφρούς
Ενδείξεις:
- μέση ωτίτιδα, παραρινοκολπίτιδα, βρογχίτιδες, ουρολοιμώξεις, λοιμώξεις του κατώτερου
αναπνευστικού
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
- ναυτία, εμετός, διάρροια
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες ελαχιστοποιούνται όταν λαμβάνεται με τα γεύματα

2) Αμοξικιλλίνη – Κλαβουλανικό οξύ


Η σαλβουκτάμη και το κλαβουλανικό οξύ δεν έχουν αντιβιοτική δράση αλλά είναι αναστολείς των β-
λακταμασών
- Φάσμα: S. aureus, H. influenza, N. gonorrhoe, B catarrhalis, αναερόβια, Gram (-): E. coli,
Klebsiela, Proteus
- Χορήγηση i.v. ή p.o. ανά 8ωρο
- Αποβολή από τους νεφρούς

102
Ενδείξεις:
- μέση ωτίτιδα, παραρινοκολπίτιδα, βρογχίτιδες, ουρολοιμώξεις, λοιμώξεις του κατώτερου
αναπνευστικού
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
- ναυτία, εμετός, διάρροια
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες ελαχιστοποιούνται όταν λαμβάνεται με τα γεύματα

ΤΡΙΤΗΣ ΓΕΝΙΑΣ
ΚΑΡΒΕΝΙΚΙΛΛΙΝΗ ΚΑΙ ΤΙΚΑΡΣΙΛΛΙΝΗ
- Φάσμα: Gram (-) Pseudomonas aeruginosa, Αναερόβια (B. fragilis), ιδιαίτερα σε συνδυασμό με
αμινογλυκοζίδες (συνέργεια)

ΤΙΚΑΡΣΙΛΛΙΝΗ – ΚΛΑΒΟΥΛΑΝΙΚΟ ΟΞΥ


- Φάσμα: με αμινογλυκοζίδες Gram (-): Pseusomonas aeruginosa, S. aureus, H. influeza, N.
gonorrhoe, B. catarrhalis, αναερόβια E. Coli, Klebsiella, Proteus
- Χορήγηση i.v. ανά 4-6 ώρες
- Αποβολή από τους νεφρούς
Ενδείξεις:
- ενδοκοιλιακές και πυελικές λοιμώξεις, οστεομυελίτιδες, πνευμονίες
Αντενδείξεις:
- ΟΧΙ νοσοκομειακές λοιμώξεις
- ΟΧΙ μονοθεραπεία
- ΟΧΙ σε καρδιακή ανεπάρκεια
- ΟΧΙ σε νεφρική ανεπάρκεια
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
- ναυτία, εμετός, διάρροια, υποκαλιαιμική αλκάλωση
Ανάπτυξη ανθεκτικών στελεχών

103
ΤΕΤΑΡΤΗΣ ΓΕΝΙΑΣ
ΜΕΖΛΟΣΙΛΛΙΝΗ, ΠΙΠΕΡΑΣΙΛΛΙΝΗ, ΑΖΛΟΣΙΛΛΙΝΗ
- Παράγωγα της αμπικιλλίνης
- Δραστικότητα κατά Klebsiella, Pseudomonas
- Όχι μονοθεραπεία
- Λιγότερες ανεπιθύμητες ενέργειες

ΑΝΤΙΒΙΟΤΙΚΑ (ΑΝΤΙΒΑΚΤΗΡΙΔΙΑΚΑ)
- β-λακταμικά αντιβιοτικά
- πενικιλλίνες
- κεφαλοσπορίνες
- νεότερα β-λακταμικά αντιβιοτικά

ΚΕΦΑΛΟΣΠΟΡΙΝΕΣ
- Πρώτης γενιάς
- Δεύτερης γενιάς
- Τρίτης γενιάς

ΚΕΦΑΛΟΣΠΟΡΙΝΕΣ ΠΡΩΤΗΣ ΓΕΝΙΑΣ


ΠΑΡΕΝΤΕΡΙΚΕΣ
1) Κεφαλοθίνη
2) Κεφαζολίνη
3) Κεφαπιρίνη
4) Κεφαδρίνη

ΑΠΟ ΤΟ ΣΤΟΜΑ
1) Κεφαλεξίνη
2) Κεφαδρίνη
3) Κεφαδροξίλη

104
ΚΕΦΑΛΟΣΠΟΡΙΝΕΣ ΔΕΥΤΕΡΗΣ ΓΕΝΙΑΣ
ΠΑΡΕΝΤΕΡΙΚΕΣ
1) Κεφαμανδόλη
2) Κεφοξιτίνη
3) Κεφουροξίμη
4) Κεφορανίδη

ΑΠΟ ΤΟ ΣΤΟΜΑ
1) Κεφακλόρη
2) Ακετυλο – Κεφουροξίμη

ΚΕΦΑΛΟΣΠΟΡΙΝΕΣ ΤΡΙΤΗΣ ΓΕΝΙΑΣ


ΠΑΡΕΝΤΕΡΙΚΕΣ
1) Κεφοταξίμη
2) Μοξαλακτάμη
3) Κεφοπεραζόνη
4) Κεφτιζοξίμη
5) Κεφτριαξόνη
6) Κεφταζιμίδη

ΑΠΟ ΤΟ ΣΤΟΜΑ
1) Κεφιξίμη
2) Κεφπροδοξίνη
3) Κεφτιμπουτίμη
ΦΑΡΜΑΚΑ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΛΟΙΜΩΞΕΩΝ (ΚΕΦΑΛΟΣΠΟΡΙΝΕΣ):

ΚΕΦΑΛΟΣΠΟΡΙΝΕΣ ΦΑΣΜΑ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΑΝΕΠΙΘΥΜΗΤΕΣ


ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ
Κεφαλοθίνη Gram + (‘όχι i.m., Θρομβοφλεβίτιδα,
εντερόκοκκοι i.v. εξανθήματα, πυρετός,
Gram – (καλύτερα E. αύξηση
Coli, Klebsiella, τρανσαμινασών,
αναερόβια) λευκοπενία,
Όχι ψευδομονάδα θρομβοπενία,
γαστρεντερικές
διαταραχές, σπάνια

105
αναφυλαξία
Νεφροτοξικότητα
Κεφαλοζίνη Δραστικότερη από i.m., Θρομβοφλεβίτιδα,
κεφαλοθίνη έναντι i.v. εξανθήματα, πυρετός,
gram – μεγαλύτερος αύξηση
χρόνος ημιζωής, τρανσαμινασών,
δραστική έναντι λευκοπενία,
σταφυλόκοκκων. θρομβοπενία,
Όχι ψευδομονάδα γαστρεντερικές
διαταραχές, σπάνια
αναφυλαξία
Νεφροτοξικότητα
Κεφαδρίνη Όπως η κεφαλοζίνη p.o. Θρομβοφλεβίτιδα,
Κεφαλεξίνη Όχι H. Influeza εξανθήματα, πυρετός,
Κεφαδροξίλη αύξηση
τρανσαμινασών,
λευκοπενία,
θρομβοπενία,
γαστρεντερικές
διαταραχές, σπάνια
αναφυλαξία
Νεφροτοξικότητα
Κεφοξιτίνη Λιγότερο δραστική i.m., Όπως η κεφαλοθίνη
από κεφαλοζίνη για i.v. Σπανιότερα
gram +, περισσότερο Θρομβοφλεβίτιδα.
δραστική για gram -,
Αναερόβια ΝΑΙ,
εντερόκοκκος,
ψευδομονάδα, H.
Influeza ΟΧΙ
Κεφουροξίμη Βασική για i.m., Όπως η κεφαλοθίνη
Κεφαμανδόλη νοσοκομειακές i.v. Σπανιότερα
Κεφορανίδη λοιμώξεις και Θρομβοφλεβίτιδα.
πολύτιμη λόγω Επιπλέον
αυξημένης δράσης (Κεφαμανδόλη)
έναντι H. Influeza & δυσανεξία στο αλκοόλ
Proteus. Πολύ και διαταραχές στην
δραστική κατά πήξη μέσω
ανθεκτικών στην ανταγωνισμού της
κεφαλοθίνη κόκκων. βιταμίνης Κ.
Κεφακλόρη Φάσμα κεφαλοζίνης, i.m., Όπως η κεφαλοθίνη,
επιπλέον μέτρια i.v., γαστρεντερικές
δράση έναντι H. p.o. διαταραχές (2-6%),
Influeza. σπάνια αρθρίτιδα
Ακετυλο-κεφουροξίμη Όπως οι p.o. Όπως η κεφαλοθίνη,
Κεφουροξίμες γαστρεντερικές
διαταραχές
Κεφοταξίμη (σε Φάσμα κεφαλοθίνης i.m., Όπως η κεφαλοθίνη,
συνδυασμό με ΟΧΙ εντερόκοκκος, i.v., γαστρεντερικές
αμπικιλλίνη φάρμακο ψευδομονάδα, H. p.o. διαταραχές (2-6%),
εκλογής για θεραπεία Influeza. Κατάλληλη σπάνια αρθρίτιδα
μηνιγγίτιδας.) για θεραπεία
αερόβιων και
αναερόβιων μικτών

106
λοιμώξεων.
Περιεγχειρητική
αντιβίωση στις
εγχειρίσεις κοιλίας.
Περνά ΕΝΥ
Κεφοπεραζόνη Όπως η Κεφοταξίμη. i.m., Διαταραχές στην πήξη
Περνά τα χοληφόρα i.v. μέσω ανταγωνισμού
(ένδειξη) της βιταμίνης Κ.
Κεφτριαξόνη (πολύ N. gonorrhoeae, i.m., Θρομβοφλεβίτιδα,
μεγάλος χρόνος μηνιγγίτιδες, i.v. εξανθήματα, πυρετός,
ημιζωής) βακτεριαιμίες, αύξηση
λοιμώξεις οστών, B. τρανσαμινασών,
burgdorferi (Lyme), Λάσπη & πέτρες στι
ψευδομονάδα ΟΧΙ χολή 9%
Κεφταζιδίμη Όπως η Κεφτριαξόνη. i.m., Θρομβοφλεβίτιδα,
Ψευδομονάδα ΝΑΙ i.v. εξανθήματα, πυρετός,
αύξηση
τρανσαμινασών
Κεφιξίμη Όπως Κεφαλοθίνη p.o. Γαστρεντερικές
Ψευδομονάδα ΝΑΙ διαταραχές, αύξηση
τρανσαμινασών,
κεφαλαλγλίες ίλιγγος
Κεφπροδοξίνη Όπως η Κεφοταξίμη. p.o. Όπως η Κεφιξίμη
Ψευδομονάδα ΝΑΙ,
μέτρια δραστική σε
σταφυλόκοκκο
Κεφτιμπουτίμη Όπως η Κεφιξίμη, p.o. Όπως η Κεφιξίμη
Ψευδομονάδα ΝΑΙ,
κύρια ένδειξη στις
ουρολοιμώξεις

Ανεπιθύμητες ενέργειες:
1) Θρομβοφλεβίτιδα (ως επακόλουθο της i.v. χορήγησης)
2) Αλλεργικές αντιδράσεις
Κνιδωτικό εξάνθημα, Πυρετός, Ηωσινοφιλία, Αναφυλαξία, Ορονοσία
3) Διασταυρούμενες αντιδράσεις σε άτομα αλλεργικά στις πενικιλλίνες (5-15%)
4) Υποθρμβιναιμία και αιμοραγικά επεισόδια (μοξαλακτάμη, κεφοπεραζόνη, κεφαμανδόλη,
κεφοτετάνη)
5) Δυσανεξία στο αλκοόλ (μοξαλακτάμη, κεφοπεραζόνη)
6) Ναυτία, εμετός, υπόταση
7) Θετική Coombs σε μεγάλες δόσεις
8( Αιμολυτική αναιμία (σπάνια)
9) Ακοκκοκυττσρσιμίς (σπάνια)

107
ΝΕΟΤΕΡΑ Β-ΛΑΚΤΑΜΙΚΑ ΑΝΤΙΒΙΟΤΙΚΑ
Μονοβακτάμες: Αζτρεονάμη
Καρβαπενέμες: Ιμιπενέμη
Μετροπενέμη

ΙΜΙΠΕΝΕΜΗ
- Συνθετικό β-λακταμικό αντιβιοτικό
- Διατίθεται σε συνδυασμό με σιλαστατίνη
Primaxin® i.v. Vianex
Η σιλαστατίνη αναστέλλει την ενζυμική αδρανοποίηση του φαρμάκου  δε δημιουργείται
νεφροτοξικός μεταβολίτης
- Αναστέλλει το 90% όλων των κλινικά σημαντικών βακτηριδίων
Ενδείξεις:
- Βακτηριαιμίες (μονοθεραπεία)
- Σοβαρές πνευμονίες (μονοθεραπεία)
- Ψευδομονάδα (σε συνδυασμό με αμινογλυκοζίδες)
- Νοσοκομειακές λοιμώξεις
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
- Λίγες:
Εμετός, διάρροια, (1%)
Πυρετός λόγω υπερευαισθησίας (2-4%) (ασθενείς αλλεργικοί στην πενικιλ΄΄ινη)
Αιματολογικές διαταραχές (πολύ σπάνια)

ΑΖΤΡΕΟΝΑΜΗ
- Νεότερο συνθετικό β-λακταμικό βακτηριοκτόνο αντιβιωτικό
Azactam® i.v. BristolMyersSquibb
- Αναστέλλει τη σύνθεση του βακτηριακού τοιχώματος
- Είναι ανθεκτική στις β-λακταμάσες των gram– βακτηριδίων
Ενδείξεις:
- Αποκλειστικά για τη θεραπεία gram– νοσοκομειακών λοιμώξεων (πνευμονία, οξεία
πυελονεφρίτιδα, σηψαιμία, μηνιγγίτιδα και ενδοκοιλιακές λοιμώξεις

108
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
- Είναι πολύ σπάνιες
- Μπορεί να δοθεί σε ασθενείς με γνωστή αλλεργία στις πενικιλίνες χωρίς ιδιαίτερο κίνδυνο

ΑΜΙΝΟΓΛΥΚΟΖΙΔΕΣ
Η πρώτη σειρά αντιβιοτικών με ευρύ φάσμα
Πρωτοεμφανίστηκες η στρεπτομυκίνη το 1944
Και ακολούθησε η καναμυκίνη το 1957
- Γενταμυκίνη Garamycin®
- Τομπραμυκίνη Nebcin®
- Νετελμυκίνη Netromycin®
- Αμικασίνη Lyncomycin®
Είναι βακτηριοκτόνα αντιβιοτικά
Μηχανισμός δράσης:
Διέρχονται τα τοιχώματα και την μεμβράνη του βακτηριδίου και συνδέονται με την υπομονάδα 30S
του ριβοσώματος, προκαλώντας εσφαλμένη ανάγνωση (misreading) του RNA  λάθος
Αντιβακτηριδιακό φάσμα/ ενδείξεις:
Στρεπτομυκίνη
Κύρια ένδειξη η φυματίωση (αν και τα τελευταία χρόνια έχει χάσει σε σημασία)
Επίσης πανώλης, τουλαραιμία, βακτηριδιακή ενδοκαρδίτιδα, βρουκέλωση (σε συνδυασμό με
τετρακυκλίνες), βακτηριδιακές λοιμώξεις του ουροποιητικού
Γενταμυκίνη
Ευρύ πεδίο δραστικότητας, περιλαμβάνει:
- Enterobacter, Serratia, Staphylococcus aureus
- Σε συνδυασμό με πενικιλλίνες για βακτηριδιακή ενδοκαρδίτιδα
- Ψευδομονάδα και άμεση αντιμετώπιση βακτηραιμίας
Άλλες αμινογλυκοζίδες
Αμικασίνη, Νετελμικίνη και Τομπραμυκίνη
Χρησιμοποιούνται όπως η Γενταμυκίνη.
- Η Τομπραμυκίνη είναι πιο δραστική έναντι της ψευδομονάδας
- Τομπραμυκίνη και Νετελμικίνη είναι λιγότερο ωτοτοξικές και νεφροτοξικές

109
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
- Ωτοτοξικότητα μη αναστρέψιμη: (εκλεκτική καταστροφή των τριχωτών κυττάρων του Corti) ναυτία,
ίλιγγος, εμετός, νυσταγμός
- Νεφροτοξικότητα (5-10%) αναστρέψιμη: αύξηση ουρίας, κρεατινίνης, πρωτεϊνουρία, πολυουρία,
οξεία νεφρική ανεπάρκεια, νέκρωση

ΤΕΤΡΑΚΥΚΛΙΝΕΣ
Είναι βακτηριοστατικά αντιβιοτικά
Μηχανισμός δράσης:
- Οι τετρακυκλίνες συνδέονται με την υπομονάδα 30S του ριβοσώματος και εμποδίζουν το αμινο-
ακύλο tRNA να πλησιάσει τη θέση υποδοχής του συμπλέγματος mRNA- ριβόσωμα, αναστέλλοντας
την πρωτεϊνική σύνθεση
Αντιβακτηριδιακό φάσμα:
- Gram+ και Gram-
- Χλαμύδια
- Ρικκέτσιες
- Μυκόπλασμα
- Borrelia Burgdorferi (Lyme)
- Χολέρα
Η χρήση τους έχει περιοριστεί αρκετά λόγω ανάπτυξης ανθεκτικών στελεχών
Μηχανισμοί ανθεκτικότητας:
Αδυναμία συσσώρευσης φαρμάκου λόγω
1) Τροποποίηση της θέσης σύνδεσης
2) Ενζυματική αδρανοποίηση
3) Ενεργητική εκροή από το κυτταρόπλασμα του μικροοργανισμού με τη βοήθεια Mg++ (Efflux
Pumps)
Φαρμακοκινητική:
-Ικανοποιητική απορρόφηση παρεντερικά
- Από το στόμα μόνο για γαστρεντερικές λοιμώξεις
- Ελάττωση της απορρόφησης από τροφές (γάλα  δημιουργία χηλικών ενώσεων)
- Συγκέντρωση στο ήπαρ, νεφρούς, δέρμα, εναπόθεση στα δόντια και οστά
- Μεταβολισμός και σύζευξη για σχηματισμό διαλυτών γλυκουρονιδίων στο ήπαρ
- Απέκκριση στη χολή
- Επαναπρόσληψη από το έντερο

110
- Αδρανοποίηση στους νεφρούς με σπειραματική διήθηση
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
- Γαστρεντερικές διαταραχές (ναυτία, έμετος, διάρροια)
- Επίδραση σε ασβεστοποιημένους ιστούς (δόντια, οστά)
- Ηπατοτοξικότητα, Φωτοτοξικότητα, Νεφροτοξικότητα κ.α.

ΑΝΤΙΜΙΚΡΟΒΙΑΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ
1) Αντιβιοτικά
2) Αντιμηκυτιασικά Φάρμακα
3) Αντι-ιικά Φάρμακα
4) Αντιπρωτοζωϊκά Φάρμακα
5) Αντιπαρασιτικά Φάρμακα
ΑΝΤΙΒΙΟΤΙΚΑ (ΑΝΤΙΒΑΚΤΗΡΙΔΙΑΚΑ)
1) β-λακταμικά αντιβιοτικά
- Πενικιλλίνες
- Κεφαλοσπορίνες
- Νεότερα β-λακταμικά αντιβιοτικά
2) Αμινογλυκοζίδες
- Κλασσικές
- Ομάδα της γενταμυκίνης
3) Κλασσικά αντιβιοτικά ευρέως φάσματος
- Τετρακυκλίνες
- Χλωραμφενικόλη
4) Ανταγωνιστές του φυλλικού οξέος
- Σουλφοναμίδες
- Τριμεθοπρίμη
- Κοτριμοξαζόλη (Σουλφαμεθοξαζόλη + Τριμεθοπρίμη)
5) Μακρολίδες
- Ερυθρομυκίνη
- Αζαλίδες
- Κλινδαμυκίνη

111
6) Γλυκοπεπτιδιακά αντιβιοτικά
- Βανκομυκίνη
- Άλλα
7) Νιτροϊμιδαζόλια
- Μετρονιδαζόλη
- Τινιδαζόλη
8) Κινολόνες
- Κλασσικές
- Νεότερες

ΚΛΑΣΣΙΚΑ ΑΝΤΙΒΙΟΤΙΚΑ ΕΥΡΕΩΣ ΦΑΣΜΑΤΟΣ


ΧΛΩΡΑΜΦΕΝΙΚΟΛΗ:
Είναι βακτηριοστατικό αντιβιοτικό
Μηχανισμός δράσης:
- Αναστρέψιμη σύνδεση με την 50S υπομονάδα του βακτηριακού ριβοσώματος
- Αναστολή της πρωτεϊνικής σύνθεσης στο στάδιο της πεπτιδυλο-τρανσφεράσης
Αντιμικροβιακό φάσμα:
Ευρέως φάσματος αντιβιοτικό
- Gram+ και Gram- βακτηρίδια
- Χλαμύδια
- Ρικκέτσιες
- Μυκόπλασμα
Πολύ καλά αποτελέσματα κατά αναερόβιων
Μηχανισμοί ανθεκτικότητας:
1) Παραλλαγμένη πρωτεϊνική έκφραση στα ανθεκτικά στελέχη προκαλεί μείωση της συσσ’ωρευσης
φαρμάκου στο μικροοργανισμό (μεταβολή στη διαπερατότητα του μικροοργανισμού)
2) Ενζυματική αδρανοποίηση (Chloramphenicol acetyltransferase)
Φαρμακοκινητική:
- Ικανοποιητική και ταχεία απορρόφηση από το ΓΕΣ
- Ευρεία κατανομή στον οργανισμό, συμπεριλαμβανομένων ΕΝΥ, πλακούντα, μητρικό γάλα
- Μεταβολίζεται στο ήπαρ από την γλυκουρονυλο-τρανσφεράση (γλυκουρονίδια)
- Αποβάλλεται από τους νεφρούς

112
Κλινική χρήση:
Λόγω οξείας τοξικότητας  περιορισμένη χρήση
- Φάρμακο εκλογής για τον τυφοειδή πυρετό
- Εναλλακτικά στα β-λακταμικά αντιβιοτικά για τη θεραπεία της μηνιγγίτιδας από ανθεκτικούς στην
πενικιλλίνη μηνιγγιτιδόκοκκους ή πνευμονιόκοκκους
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
- Γαστρεντερικές διαταραχές (ναυτία, εμετός, διάρροια)
- Διαταραχές του αιμοποιητικού
 δοσοεξαρτώμενη μυελοτοξικότητα (μείωση RBC)
 απλαστική αναιμία (σπάνια)
- Σύνδρομο φαιών νεογνών (έμετος, υποθερμία, σοκ)
Αλληλεπιδράσεις:
- Αναστολή του P-450
- Αύξηση των επιπέδων φαρμάκων: Χλωροπροπαμίδη, Φαινυτοϊνη, Τολβουταμίδη, Βαρφαρίνη

ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ ΦΥΛΛΙΚΟΥ ΟΞΕΟΣ


ΣΟΥΛΦΟΝΑΜΙΔΕΣ:
Βακτηριοστατικά
- Αναστολή της σύνθεσης του φυλλικού οξέος
- Μεταβολισμός στο ήπαρ
- Αποβολή από νεφρούς (μεταβολίτες  κρύσταλλοι
- Ανταγωνισμός των θέσεων σύνδεσης αλβουμίνης  επίπεδα έμμεσης χολερυθρίνης αυξημένα
Αντιμικροβιακό φάσμα:
- Εξωνοσοκομειακά στελέχη E. Coli
- Χλαμύδια, Νοκάδρια, τοξόπλασμα
Ταξινόμηση:
1) Σουλφοναμίδες βραχείας δράσης
Σουλφισοξαζόλη
Σουλφαδιαζίνη (ΙΦΕΤ)
Τρισουλφαπυριμιδίνη
Μηνιγγιτιδόκοκκος, Τοξόπλασμα
ΟΧΙ Ουρολοίμωξη
Δοσολογία p.o. 1-1,5 g κάθε 6 ώρες

113
2) Σουλφοναμίδες μέσης δράσης
Σουλφαμεθοξαζόλη
Ουρολοιμώξεις
Προκαλέι κρυσταλλουρία (πολύ νερό!)
p.o. 1g ανά 12 ώρες
3) Σουλφοναμίδες μακράς διάρκειας
Δε χρησιμοποιούνται πλέον λόγω υπερευαισθησίας
4) Σουλφοναμίδες τοπικής χρήσης
Σουλφάμυλο σε εγκαύματα για την αποφυγή βακτηριακού αποικισμού
Αντενδείξεις:
1) Τελευταίο τρίμηνο κύησης
 αυξημένο επίπεδο χολερυθρίνης στο έμβρυο
2) Θηλασμός  περνά στο μητρικό γάλα
3) Νεογνά  δεν μπορούν να μεταβολίσουν
4) G-6PD  αιμόλυση
5) Αντιπηκτικά (βαρφαρίνη)  αυξημένης δράσης
Υπογλυκαιμικά (τολβουταμίδη, χλωροπρομαμίδη  αυξημένης δράσης

ΣΟΥΛΦΑΜΕΘΟΞΑΖΟΛΗ + ΤΡΙΜΕΘΟΠΡΙΜΗ:
Και οι δύο παράγοντες επεμβαίνουν στον μεταβολισμό του φυλλικού οξέος
Σουλφαμεθοξαζόλη:
- Αναστέλλει τη μετατροπή από παρα-αμινο-βενζοϊκό οξύ σε διϋδροφυλλικό οξύ
Τριμεθοπρίμη:
- Αναστέλλει τη ρεδουκτάση του διϋδροφυλλικού που μετατρέπει το διϋδρο- σε τετραϋδροφυλλικό
Δοκιμασία που δείχνει τη συνέργεια των αντιβιοτικών τριμεθοπρίμη και σουλφομεθοξαζόλη (SxT)
έναντι στελέχους E. Coli.
Η ζώνη αναστολής αυξάνεται στην περιοχή που βρίσκεται μεταξύ των δυο δίσκων.
Αντιμικροβιακό φάσμα:
Αναπνευστικό: Pneumonocystis carinii (pcp), Αιμόφιλος, Στρεπτόκοκκος, Λεγιονέλλες
Ουρογεννητικό
Ναϊσέριες, E. Coli, Proteus, Shigela, Salmonella typhi
Γαστρεντερικό

114
Φαρμακοκινητική:
- Αναλογία
- Σουλφαμεθοξαζόλη: Τριμεθοπρίμη 5:1
- Χορήγηση p.o.
- Καλή κατανομή (προστατικά, κολπικά υγρά)
- Αποβολή με τα ούρα
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
- Γαστρεντερικές διαταραχές (ναυτία, εμετός, διάρροια, κλπ.)
- Αντιδράσεις υπερευαισθησίας (εξάνθημα, πολύμορφο ερύθημα, κ.α.)
- Αιματολογικές διαταραχές (λευκοπενία, θρομβοπενία, μεγαλοβλαστική αναιμία)
Αλληλεπιδράσεις:
- Αντιδιαβητικά από το στόμα (αύξηση δράσης)
- Φαινυτοϊνη (αύξηση δράσης)
- Μεθοτρεξάτη, Πυριμεθαμίνη, Προκαϊναμίδη, Αμανταδίνη (αύξηση δράσης)
Δοσολογία:
- Από το στόμα
S800 + T160 mg ανά 12 ώρες

ΜΑΚΡΟΛΙΔΕΣ
- Ερυθρομυκίνη
- Αζαλίδες (Κλινδαμυκίνη)

ΜΑΚΡΟΛΙΔΕΣ
Μηχανισμός δράσης:
- Συνδέονται (αναστρέψιμα με την 50S υπομονάδα του βακτηριακού ριβοσώματος και αναστέλλουν
πρωτεϊνική σύνθεση στο στάδιο της πεπτιδυλοτρανσφεράσης. ‘Ετσι, αναστέλλει την μετάθεση του
ριβοσώματος στο επόμενο κωδικόνιο.
Φαρμακοκινητική:
- Η Ερυθρομυκίνη καταστρέφεται από τα οξέα του στομάχου (δισκία επικαλυμέν ΜΕ ΥΜΈΝΙΟ)
- Κατανέμεται ικανοποιητικά στον οργανισμό εκτός από τον εγκέφαλο και το ΕΝΥ.
- Αποβάλλεται από το ήπαρ
Αντιμικροβιακό φάσμα:

115
- Λοιμώξεις από κόκκους και GRAM θετικά βακτηρίδια, αντί της πενικιλλίνης, σε άτομα
υπερευαίσθητα στην πενικιλλίνη
- Streptococcus Group A- beta, Stafylococcus Aureus, Streptococcus pneumoniae, Mycoplasma
pneumoniae, Clamydia, Ureaplasma urealyticum, Haemophilus influzae, Legionella Pneumophila,
Corynebacterium diptheriae
- Bordetella pertussis, Treponema pallidum, Entamoeba histolytica, Listeria monogytogenes,
Neisseria gonnorhoeae, Campylobacter
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
Γαστρεντερικές διαταραχές (ναυτία, εμετός, διάρροια)
- Ηπατοτοξικότητα
- Χολοστατικός ίκτερος
- Αύξηση επιπέδων πολλών φαρμάκων (λόγω αναστολής του κυτοχρώματος P-450)

ΚΛΙΝΔΑΜΥΚΙΝΗ
- Μηχανισμός δράσης παρόμοιος των μακρολίδων (σύνδεση με 50S θπομονάδα)
- Θεραπεία κυρίως αναερόβιων λοιμώξεων από bacteroides ή άλλες μικτές αναερόβιες λοιμώξεις
- Συνιστάται ως προφυλακτική θεραπεία για ενδοκαρδίτιδα σε άτομα με βαλβιδική βλάβη που
υποβάλλονται σε οδοντιατρική θεραπεία
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
- Γαστρεντερικές διαταραχές (ναυτία, εμετός, διάρροια)
- Δερματολογικές διαταραχές

ΓΛΥΚΟΠΕΠΤΙΔΙΚΑ ΑΝΤΙΒΙΟΤΙΚΑ
- Βανκομυκίνη
- Τεϊκοπλανίνη

ΒΑΝΚΟΜΥΚΙΝΗ:
Μηχανισμός δράσης:
1) Αναστέλλει τον πολυμερισμό των πεπτιδογλυκανών κατά τη διάρκεια του σχηματισμού του
κυτταρικού τοιχώματος και
2) Αναστέλλει τη σύνθεση των φωσφολιπιδίων του κυτταρικού τοιχώματος
Αντιμικροβιακό φάσμα:
Περιορισμένο φάσμα  Θετικοί κατά Gram κόκκοι: Σταφυλόκοκκοι, Στρεπτόκοκκοι, Εντερόκοκκοι,
Κλοστρίδια

116
Φαρμακοκινητική:
- Χορήγηση i.v. (500mg/6h ή 1g/12h ή i.m. 125mg/6h)
- Χρόνος ½ ζωής 12 ώρες
- Δεν απορροφάται από το στόμα (κολίτιδα)
- Δε διέρχεται στο ΕΝΥ
- Μεταβολίζεται ελάχιστα (5-10%)
- Δεν απομακρύνεται με αιμοκάθαρση
- Αποβάλλεται από τους νεφρούς
Κλινική Χρήση:
Φάρμακο 2ης εκλογής
- Νοσοκομειακές λοιμώξεις ανθεκτικών στη μεθικιλλίνη στελεχών Staphylococcus aureus και
epidermidis
- Σε συνδυασμό με αμινογλυκοζίδες για τη θεραπεία ενδοκαρδίτιδας από εντερόκοκκο
- Σταφυλοκοκκική εντεροκολίτιδα
- Προφυλακτικά σε βαλβιδοπαθείς αλλεργικούς στην πενικιλλίνη
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
- Δοσοεξαρτώμενη ωτοτοξικότητα
- Νεφροτοξικότητα
- Αλλεργικές αντιδράσεις (εξάνθημα, πυρετός)
- Θρομβοφλεβίτιδα (στη θέση έγχυσης)
- Διάχυτη ερυθρότητα (Red man syndrome)

ΤΕΪΚΟΠΛΑΝΙΝΗ
- Μηχανισμός δράσης, Αντιμικροβιακό φάσμα και Κλινική χρήση παρόμοια της Βανκομυκίνης
Φαρμακοκινητική:
- Χορήγηση (i.v. αρχικά 400 mg/12 ώρες και κατόπιν 400mg/ 24 ώρες)
- Χρόνος ½ ζωής > 100 ώρες
- Δε διέρχεται στο ΕΝΥ
- Μεταβολίζεται ελάχιστα (5-10%)
- Δεν απομακρύνεται με αιμοκάθαρση
- Αποβάλλεται από τους νεφρούς (Έλεγχος επιπέδων στον ορό, νεφρών, ΩΡΛ)

117
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
- Γαστρεντερικές διαταραχές (ναυτία, εμετός, διάρροια)
- Αλλεργικές αντιδράσεις (εξάνθημα, πυρετός, κνησμός, βρογχόσπασμος κ.α.)
- Σπάνια ηπατικές διαταραχές (GOT, GPT, Crea )

ΝΙΤΡΟΪΜΙΔΑΖΟΛΙΑ
1) Μετρονιδαζόλη (Flagyl)
2) Ορνιδαζόλη (Betiral)
3) Τινιδαζόλη (Fasigyn)

ΜΕΤΡΟΝΙΔΑΖΟΛΗ
Βακτηριοκτόνα φάρμακα έναντι αναεροβίων βακτηρίων και πρωτόζωων
Μηχανισμός δράσης:
Διαπερνά την κυτταρική μεμβράνη των μικροοργανισμών και ενεργοποιεί δι΄ αναγωγής της
νιτροομάδας NO2 τοξικούς μεταβολίτες, που διασπούν το DNA, ανοίγουν τη γενομική αλυσίδα και
προκαλούν κυτταρικό θάνατο.
Φαρμακοκινητική:
- Απορροφάται ταχέως (βιοδιαθεσιμότητα p.o. 90%, από τον ορθό 67-92%, ενδοκολπικά 56%)
- Κατανέμεται ευρέως σε όλους τους ιστούς (πλάσμα 100%, παχύ έντερο 81%, μήτρα 94%,
περιτοναϊκό υγρό 67%)
- Μεταβολίζεται με υδροξυλίωση στο ήπαρ δημιουργώντας ενεργούς μεταβολίτες, που
απενεργοποιούνται με γλουκουρονιδίωση και απεκκρίνονται από τους νεφρούς (80%).
- Χρόνος ½ ζωής = 8 ώρες
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
- Γαστρεντερικές διαταραχές 40% (ναυτλια, εμετός, επιγαστρικός πόνος)
- Ζάλη, Πονοκέφαλος 20%
- Σοβαρή περιφερική νευροπάθεια, αναστρέψιμη ουδετεροπενία <1% (σε μακροχρόνια χρήση 
Νόσος του Crohn
Αλληλεπιδράσεις:

Φάρμακο Αλληλεπίδραση
Βαρφαρίνη Αύξηση της αντιπηκτικής δράσης
Λίθιο Αύξηση των επιπέδων Li στον ορό
Αντιόξινα Μείωση της βιοδιαθεσιμότητας της από του
στόματος μετρονιδαζόλης
Alcohol Flushing, ταχυκαρδία, αναπνευστική δυσχέρια,
ναυτία, εμετός

118
ΚΙΝΟΛΟΝΕΣ
FLUOROQUINOLONES (ΦΛΟΥΟΡΟΚΙΝΟΛΟΝΕΣ)
- Norfloxacin (po)
- Ciprofloxacin (po, iv)
- Ofloxacin (po, iv)
- Enoxacin (po)
- Lomefloxacin (po)
- Levofloxacin (α) (iv, po)
- Gatifloxacin (iv, po)
- Moxifloxacin (po, iv)
Μηχανισμός δράσης:
- Βακτηριοκτόνα
- Εισέρχεται στο κύτταρο με παθητική διάχυση και
- Αναστέλλουν τον αναδιπλασιασμό του βακτηριακού DNA παρεμβαίνοντας στη δράση της γυράσης
του DNA (DNA gyrase) αλλά και της τοποϊσομεράσης IV σχηματίζοντας σύμπλοκα ενζύμου-DNA
Δράσεις των νεότερων μορίων:
Βακτηριδιακό φάσμα:
- Gram (-) βακτηρίδια
Καλύτερη δράση κατά των Gram (+)
Καλύτερη δράση κατά των αναερόβιων
- Χορήγηση μια φορά την ημέρα
- Μειωμένη πιθανότητα δημιουργίας αντοχής
Π.χ.
- Enterobacteriaceae
- Haemophilus spp. Neisseria spp.
- Legionella, Mycoplasma, Chlamydia [Levofloxacin, Gatifloxacin, Moxifloxacin]
- Pseudomonas aeruginosa [Ciprofloxacin, Levofloxacin]
- Staphylococci (MSSA, MSSE) [Levofloxacin, Gatifloxacin, Moxifloxacin]
- Streptococci (+/- enterococci) [Levofloxacin, Gatifloxacin, Moxifloxacin]
- Anaerobes [Gatifloxacin, Moxifloxacin]
- Mycobacteria (M. tuberculosis, M. kansasii, M. fortuitum) [Ciprofloxacin, Levofloxacin, Gatifloxacin]

119
Αλληλεπιδράσεις των Φλουοροκινολονών:
- Μειώνει την από του στόματος απορρόφηση των αντιόξινων, Σουκραλφάτης, κατιόντων
- Αυξάνει τη δράση της θεοφυλλίνης και της καφεϊνης (Enoxacin > Ciprofloxacin)
- Πιθανή δημιουργία νεφροτοξικότητας κατόπιν συγχορήγησης με ΜΣΑΦ (Enoxacin)
- Σπάνια αύξηση της δραστικότητας της Βαρφαρίνης
- Υψηλές δόσεις μπορεί να αυξήσουν τα επίπεδα της κυκλοσπορίνης στον ορό.
Κλινικές ενδείξεις των Φλουοροκινολονών:
- Λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος
- Προστατίτιδες
- Σεξουαλικά μεταδιδόμενες ασθένειες
- Γαστροεντερίτιδα
- Ενδοκοιλιακές λοιμώξεις
- Λοιμώξεις των αεραγωγών
- Λοιμώξεις των οστών και των αρθρώσεων
- Δερματικές λοιμώξεις
- Λοιμώξεις των μαλακών μορίων
- Γενικές νοσοκομειακές λοιμώξεις
Ειδικές Χρήσεις των Φλουοροκινολονών:
- Τυφοειδής και εντερικός πυρετός
- Προστατίτιδα (εναλλακτικά του συνδυασμού τριμεθοπρίμης-σουλφαμεθοξαζόλης)
- Επιπλοκές λοιμώξεων του ουροποιητικού
- Πνευμονία
Νοσοκομειακοί ασθενείες (εναλλακτικά του συνδυασμού κεφαλοσπορίνης + μακρολίδης)
- Λοιμώξεις μετά από προσθετική αρθροπλαστική
Για τη διάσωση του μοσχεύματος, όταν αυτό δεν μπορεί να αφαιρεθεί.
Σε συνδυασμό με ριφαμπικίνη
Ανεπιθύμητες ενέργειες των Φλουοροκινολονών:
- Γαστρεντερικές
Ναυτία, εμετός, διάρροια
- ΚΝΣ
Ζάλη, υπνηλία, επιληπτικές κρίσεις

120
- Καρδιαγγειακό Σύστημα
Επιμήκυνση του διαστήματος QTc
- Ηπατικές διαταραχές
Φαρμακευτική Ηπατίτιδα (trovafloxacin)
- Δερματολογικές
Φωτοευαισθησία – UVA 320-420 nm (sparfloxacin, lomefloxacin)
- Μυοσκελετικές
Διάβρωση των χόνδρων των αρθρώσεων (προσοχή στα παιδιά)
Τενοντίτιδα
Οι τοξικές δράσεις στο ΚΝΣ οφείλονται:
- Σύνδεση με τους GABAα υποδοχείς
- Σύνδεση με τους N-methyl-D-aspartate (NMDA) υποδοχείς
- Ενίσχυση των ΜΣΑΦ και Μεθυλοξανθινών
- Διείσδυσης στο ΚΝΣ (λιποφιλικότητας)
Διαφοροδιάγνωση Αρρυθμιών που συνδέονται με επιμήκυνση ου διαστήματος QTc:
K+ , Mg++

Καρδιομυοπάθεια
Βραδυκαρδία
Κληρονομικά Σύνδρομα Επιμήκυνσης QT
Χρήση αντι-αρρυθμικών φαρμάκων:
Κλάσης III (αναστολείς των διαύλων Κ+)  Αμιωδαρόνη, Σοταλόλη, Ιβουτιλίδη
Κλάσης Ια (αναστολείς των διαύλων Να+ και Κ+)  Κινιδίνη, Προκαϊναμίδη
Τενοντίτιδα από Κινολόνες:
- Αχίλειος τένοντας (πιο συχνό)
Παράγοντας Κινδύνου: >60 ετών, χρήση στεροειδών
- Άγνωστος Μηχανισμός δράσης
Μηχανισμοί Ανθεκτικότητας στις Φλουοροκινολόνες:
- Χρωμοσωμικές παραλλαγές (μεταλλάξεις)
Παραλλαγές στη γυράση του DNA και/ή της τοποϊσομεράσης IV
Ενεργητικό efflux (MDR pumps) +/- μείωση των διαύλων διάχυσης της πορίνης

121
- Ανθεκτικότητα μέσω πλασμιδίων
Klebsiella pneumoniae: Στοχευμένος μηχανισμός προστασίας
- Δεν έχουν αναφερθεί μηχανισμοί αδρανοποίησης του φαρμάκου

122
ΑΝΤΙΚΑΡΚΙΝΙΚΑ ΦΑΡΜΑΚΑ

G0  τα κύτταρα είναι σε φάση ηρεμίας αλλά με δυνατότητα έναρξης της κυτταρικής διαίρεσης
G1  τα κύτταρα παράγουν τα απαραίτητα ένζυμα για τη σύνθεση του DNA
S  φάση προετοιμασίας για τη διαίρεση, το DNA διπλασιάζεται
G2  σύνθεση επιπρόσθετων πρωτεϊνών και RNA

Η ΚΥΤΤΑΡΙΚΗ ΔΙΑΙΡΕΣΗ ΚΑΙ Ο ΚΥΤΤΑΡΙΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ


ΜΕΣΟΦΑΣΗ: G1, S, G2  ΦΑΣΗ Μ: 1) ΠΡΟΦΑΣΗ  2) ΠΡΟΜΕΤΑΦΑΣΗ  3) ΜΕΤΑΦΑΣΗ 
4) ΑΝΑΦΑΣΗ  5) ΤΕΛΟΦΑΣΗ  6) ΚΥΤΤΑΡΟΚΙΝΗΣΗ
ΦΑΣΗ Μ:
Η διαίρεση ενός κυττάρου σε δύο θυγατρικά κύτταρα συμβαίνει κατά τη φάση Μ του κυτταρικού του
κυτταρικού κύκλου. Η φάση Μ περιλαμβάνει τη διαίρεση του πυρήνα ή μίτωση και τη διαίρεση του
κυτταροπλάσματος ή κυτταροκίνηση.
Καρκινικό κύτταρο: αλλαγμένο γονιδίωμα
Μεταλλάξεις σε γονίδια:
- πολλαπλασιασμό
- ομαλή ανάπτυξη
- απόπτωση
- κυτταρικό κύκλο
Ανεξάντλητη ικανότητα για διαίρεση και μετάσταση
Κοινές φαινοτυπικές ιδιότητες του καρκινικού κυττάρου:
- Αυτονομία στα μηνύματα ανάπτυξης
- Μη ανταπόκριση στα ανασταλτικά της ανάπτυξης μηνύματα
- Αποφυγή της απόπτωσης
- Ανεξάντλητο δυναμικό πολλαπλασιασμού
- Συντηρούμενη αγγειογένεση
- Ικανότητα διήθησης και μετάστασης
- Απορρύθμιση του κυτταρικού μεταβολισμοπύ
- Διαφυγή από την ανοσοεπιτήρηση
- Φλεγμονή προάγουσα τον όγκο
- Γονιδιακή αστάθεια

123
Αιτιολογία και Παθογένεια του Καρκίνου:
- Η ακριβής αιτιολογία και παθογένεια του καρκίνου δεν έχουν διαλευκανθεί πλήρως
- Η πρόοδος της κυτταρικής και της μοριακής βιολογίας τις τελευταίες δεκαετίες έχει σηματοδοτήσει
μία αλματώδη αύξηση της γνώσης και κατανόησης γύρω από τους μηχανισμούς της
καρκινογένεσης
- Οι διάφορες μορφές καρκίνου αποτελούν διαφορετικές νόσους χαρακτηριζόμενες από
συγκεκριμένες γονιδιακές μεταβολές
Αντικαρκινικές θεραπείες:
- Χειρουργική
- Ακτινοθεραπεία
- Ορμονοθεραπεία
- Χημειοθεραπεία
- Ανοσοθεραπεία
- ‘’Στοχευμένες Θεραπείες ή Βιολογικές Θεραπείες’’

ΟΡΜΟΝΟΘΕΡΑΠΕΙΑ:
- Καρκίνος του μαστού
- Καρκίνος του προστάτη
- Καρκίνος του ενδομητρίου

ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΤΟΥ ΜΑΣΤΟΥ:


- LHRH-αγωνιστές (ΕΚΛΥΤΙΚΗ ΟΡΜΟΝΗ ΤΗΣ ΩΧΡΙΝΟΠΟΙΗΤΙΚΗΣ ΟΡΜΟΝΗΣ)
- Εκλεκτικοί Τροποποιητές Ορμονικών Υποδοχέων (SERMS) π.χ. ταμοξιφένη, φουλβεστράντη
- Αναστολείς και αδρανοποιητές αρωματάσης π.χ. αναστραζόλη, λετροζόλη, εξεμεστάνη
- Άλλα (προγεστερινοειδή, ανδρογόνα)
ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΤΟΥ ΠΡΟΣΤΑΤΗ:
- LHRH-αγωνιστές
- Αντιανδρογόνα
- Υψηλές δόσεις οιστρογόνων
ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΤΟΥ ΕΝΔΟΜΗΤΡΙΟΥ:
- Προγεστερινοειδή
- Αναστολείς-αδρανοποιητές αρωματάσης
- Ταμοξιφένη

124
ΧΗΜΕΙΟΘΕΡΑΠΕΙΑ:
- Κυτταροστατικά
 Μη ειδικά του κύκλου φάρμακα
Αλκυλιωτικοί παράγοντες (κυκλοφωσφαμίδη, ιφωσφαμίδη, μελφαλάνη κλπ)
Αντιβιοτικά (ανθρακυκλίνες, μιτομυκίνη κλπ)
 Ειδικά του κύκλου φάρμακα
Φάσεως G1 (ένζυμα, L-ασπαραγινάση)
Φάσεως S (αντιμεταβολίτες π.χ. 5F4, μεθοτρεξάτη, καπεσιταμπίνη, γεμσιταμπίνη)
Φάσεως G2 (ΜΠΛΕΟΜΥΚΊΝΗ, ΕΤΟΠΟΣΊΔΗ)
Φάσεως Μ (αλκαλοειδή vinca, ταξάνες, παράγωγα πλατίνας κλπ)

ΑΝΟΣΟΘΕΡΑΠΕΙΑ:
- Κυτταροκίνες (ιντερφερόνη, ιντερλευκίνη)
μελάνωμα, Ca νεφρού
- Μονοκλωνικά αντισώματα
Ca μαστού, Ca πνεύμονα, Ca εντέρου, Ca νεφρού
- Εμβόλια

‘’ΣΤΟΧΕΥΜΕΝΕΣ’’ Ή ‘’ΒΙΟΛΟΓΙΚΕΣ’’ ΘΕΡΑΠΕΙΕΣ:


Είδη μορίων:
- Μονοκλωνικά αντισώματα
- Μικρά μόρια, αναστολείς τυροσινικών κινασών
- Άλλα
ΜΟΝΟΚΛΩΝΙΚΑ ΚΑΙ ΣΤΟΧΟΙ ΤΟΥΣ:
- HER2/neu ή cerbB2  Trastuzumab (Herceptin)
Ca μαστού
- EGFR  Cetuximab (Erbitux)
Ca εντέρου, πλακώδες Ca κεφαλής-τραχήλου (πλην ρινοφάρυγγα)
- VEGF  Bevacizumab (Avastin)
Ca εντέρου, Ca μαστού, NSCLC, Ca νεφρού, Γλοιώματα

125
ΑΝΑΣΤΟΛΕΙΣ ΤΥΡΟΣΙΝΙΚΗΣ ΚΙΝΑΣΗΣ ΚΑΙ ΣΤΟΧΟΙ ΤΟΥΣ:
- EGFR  Erlotinib (Tarceva)
NSCLC
- EGFR  Gefitinib (Iressa)
NSCLC
- VEGFR1, VEGFR2, PDGFR  Sunitinib (Sulent)
Ca νεφρού, GIST
- VEGFR1, VEGFR2, PDGFR  Sorafenib (Nexavar)
Ca νεφρού, HKK, κακοήθες μελάνωμα
- C-kit, PDGFR  Imatinib (Glivec)
GIST, ΧΜΛ
ΑΛΛΑ ΜΟΡΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟΧΟΙ ΤΟΥΣ:
- Αναστολείςπρωτεασώματος (Bortezomib, πολλαπλό μυέλωμα)
- Αναστολείς farnesyl transferase
- Αναστολείς μεταλλοπρωτεϊνασών
- Αναστολείς πρωτεϊνικών κινασών

ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΧΗΜΕΙΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΤΟΥ ΚΑΡΚΙΝΟΥ


- Στόχος της αντικαρκινικής θεραπείας είναι η πρόκληση θανατηφόρας κυτταροτοξικής βλάβης στα
κύτταρα του όγκου, που μπορεί να αναχαιτίσει την αύξησή του.
- Αυτή η ‘’επίθεση’’ κατευθύνεται σε γενικές γραμμές εναντίον κάποιων στρατηγικών σημείων του
μεταβολισμού, που είναι ζωτικής σημασίας για την κυτταρική αναπαραγωγή, όπως λ.χ. η παροχή
προδρόμων οθσιών των πουρινών και πυριμιδινών, που χρειάζονται για τη σύνθεση του DNA ή του
RNA.
- Τα αντικαρκινικά φάρμακα που διαθέτουμε σήμερα δεν προσβάλλουν ειδικά μόνο τα
νεοπλασματικά κύτταρα, αλλά όλα γενικά τα κύτταρα που πολλαπλασιάζονται, τόσο τα φυσιολογικά,
όσο και τα παθολογικά.
- Συνεπώς, η καμπύλη δόσης-δράσης όλων σχεδόν των αντικαρκινικών φαρμάκων, τόσο για τη
θεραπευτική όσο και για την τοξική τους δράση, έχει απότομη κλίση, γι’ αυτό η δοσολογία τους
πρέπει να προσαρμόζεται στη φυσική κατάσταση του εκάστοτε ασθενούς.
ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ
1) Στόχος της αγωγής: Η ίαση, δηλαδή η μακροχρόνια επιβίωση χωρίς νόσο. Αν η ίαση είναι
αδύνατη, τότε στόχος της αγωγής γίνεται η ανακούφιση του ασθενούς, η οποία του επιτρέπει να
διατηρήσει ένα ‘’φυσιολογικό’’ τρόπο ζωής. Και στις δύο περιπτώσεις ελαττώνεται αρχικά η μάζα
των νεοπλασματικών κυττάρων χειρουργικά ή/και με ακτινοβολία και ακολουθεί χημειοθεραπεία,
ανοσοθεραπεία ή συνδυασμός αυτών των θεραπευτικών μεθόδων.

126
2) Ενδείξεις της θεραπείας: Η χημειοθεραπεία ενδείκνυται όταν τα νεοπλάσματα είναι διάσπαρτα και
δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπιστούν χειρουργικώς. Η χημειοθεραπεία χρησιμοποιείται επίσης
συμπληρωματικά της χειρουργικής θεραπείας και της ακτινοθεραπείας, για την αντιμετώπιση των
μικρομεταστάσεων.
3) Ευαισθησία του όγκου και κύκλος ανάπτυξής του: Εξαρτάται από το ποσοστό των κυττάρων τους
που βρίσκεται στο στάδιο αναδιπλασιασμού, Τα ταχέως διαιρούμενα κύτταρα είναι γενικά πιο
ευαίσθητα στα αντικαρκινικά φάρμακα, ενώ τα μη πολλαπλασιαζόμενα κύτταρα (αυτά που
βρίσκονται στη φάση G0) συνήθως επιβιώνουν της τοξικής δράσης αυτών των ουσιών.

ΑΝΤΙΝΕΟΠΛΑΣΜΑΤΙΚΗ ΧΗΜΕΙΟΘΕΡΑΠΕΙΑ
- Ακτινοβολία, χειρουργικά αφαίρεση, χημειοθεραπεία
- Χημειοθεραπεία γίνεται σε διάσπαρτους όγκους και συνήθως μετά από χειρουργική αφαίρεση για
να προληφθούν μεταστάσεις
- Κύκλοι χημειοθεραπείας (6-8). Αιματολογικές διαταραχές επανέρχονται σε 3-4 εβδομάδες

ΑΡΧΕΣ ΣΥΝΔΙΑΣΜΕΝΗΣ ΧΗΜΕΙΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ


- Κάθε φάρμακο να έχει θεραπευτικό αποτέλεσμα για το συγκεκριμένο όγκο (αθροιστική δράση,
συνέργεια)
- Κάθε φάρμακο να έχει διαφορετικό μηχανισμό δράσης
- Κάθε φάρμακο να έχει διαφορετικό τοξικολογικό προφίλ
- Θεραπεία σε κύκλους
Ειδικότητα των φαρμάκων επί του κυτταρικού κύκλου: Τόσο τα φυσιολογικά όσο και τα καρκινικά
κύτταρα ακολουθούν έναν κύκλο ανάπτυξης.
- Ωστόσο, ο φυσιολογικός και ο νεοπλασματικός ιστός μπορεί να διαφέρουν στον αριθμό των
κυττάρων που βρίσκονται στα διάφορα στάδια του κύκλου.
- Οι χημειοθεραπευτικές ουσίες που επιδρούν αποτελεσματικά μόνο στα κύτταρα που
αναπαράγονται, δηλαδή σ’ αυτά που ακολουθούν τον κύκλο ανάπτυξης, λέγονται ειδικές για τον
κυτταρικό κύκλο, ενώ οι άλλες ουσίες είναι μη ειδικές για τον κυτταρικό κύκλο.
- Τα μη ειδικά φάρμακα, όπως οι αλκυλιούντες παράγοντες, αν και είναι πιο τοξικά για τα
αναπαραγόμενα κύτταρα, είναι επίσης χρήσιμα για την αντιμετώπιση όγκων με χαμηλό ποσοστό
αναπαραγόμενων κυττάρων.

6-ΜΕΡΚΑΠΤΟΠΟΥΡΙΝΗ, ΘΕΙΟΓΟΥΑΝΙΝΗ:
-Αναστέλλουν την εξ αρχής σύνθεση του πουρινικού δακτυλίου
- Αναστέλλουν τις αλληλομετατροπές των νουκλεοτιδίων
ΜΕΘΟΤΡΕΞΑΤΗ:
- Αναστέλλει τη διυδροφυλλική αναγωγάση, παρεμποδίζοντας έτσι τη βιοσύνθεση πουρινικού
δακτυλίου και dTMP

127
5-ΦΘΟΡΙΟΟΥΡΑΚΙΛΗ:
- Αναστέλλει τη σύνθεση του dTMP
ΚΥΤΤΑΡΑΒΙΝΗ:
- Τερματίζει την επιμήκυνση των αλυσίδων του DNA
- Ενσωματώνεται στο DNA και το RNA και μεταβάλλει τη λειτουργία των νουκλεϊκών οξέων

ΑΝΤΙΒΙΟΤΙΚΑ ΠΕΠΤΙΔΙΟΥ ΜΠΛΕΟΜΥΚΙΝΗΣ (ΔΟΞΟΡΟΥΒΙΚΙΝΗ, ΔΑΟΥΝΟΡΟΥΒΙΚΙΝΗ):


- Διατέμνουν το DNA με οξειδωτική διαδικασία
ΔΑΚΤΙΝΟΜΥΚΙΝΗ, ΔΟΞΟΡΟΥΒΙΚΙΝΗ, ΔΑΟΥΝΟΡΟΥΒΙΚΙΝΗ:
- Παρεισδύουν στο DNA και αποδιοργανώνουν τη λειτουργία του
ΑΛΚΥΛΙΟΥΝΤΕΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ (ΝΙΤΡΟΖΟΥΡΙΕΣ, ΣΙΣΠΛΑΤΙΝΗ):
- Μεταβάλλουν τη δομή και τη λειτουργία του DNA σχηματίζοντας χιαστές συνδέσεις ή και
κατατεμαχίζοντας τις αλυσίδες του.

Ρυθμός ανάπτυξης του όγκου: Ο ρυθμός ανάπτυξης των περισσότερων όγκων in vivo είναι αρχικά
γρήγορος, αλλά επιβραδύνεται όσο αυξάνεται το μέγεθός του όγκου, διότι η αιμάτωση του όγκου
γίνεται ανεπαρκής και η παροχή οξυγόνου και θρεπτικών ουσιών στα κύτταρά του ελαττώνεται.
Η χειρουργική ή ακτινοθεραπευτική ελάττωση της μάζας του όγκου εξωθεί τα εναπομένοντα κύτταρα
σε ενεργό πολλαπλασιασμό και αυξάνει, έτσι, την ευαισθησία τους στις χημειοθεραπευτικές ουσίες.

Τα θεραπευτικά σχήματα και ο προγραμματισμός τους:


- Λογαριθμική φάση καταστροφής (log kill): Η καταστροφή των καρκινικών κυττάρων από τις
χημειοθεραπευτικές ουσίες ακολουθεί κινητική πρώτης τάξεως δηλαδή, μια συγκεκριμένη δόση του
φαρμάκου καταστρέφει ένα σταθερό ποσοστό κυττάρων.
- Φαρμακευτικά καταφύγια: Τα λευχαιμικά και τα άλλα νεοπλασματικά κύτταρα βρίσκουν συχνά
άσυλο σε ορισμένους ιστούς, όπως για παράδειγμα στο ΚΝΣ, στο οποίο ορισμένες
χημειοθεραπευτικές ουσίες δεν μπορούν να εισέλθουν λόγω περιορισμών στη μεταφορά τους.
Ομοίως, τα φάρμακα μπορεί να αδυνατούν να διεισδύσουν σε ορισμένες περιοχές συμπαγών
όγκων.
- Θεραπευτικά πρωτόκολλα: Η χορήγηση συνδυασμού χημειοθεραπευτικών είναι
αποτελεσματικότερη από την αγωγή με ένα μόνο φάρμακο. Οι συνδυασμοί:
α) επιτρέπουν τη μέγιστη δυνατή καταστροφή κυττάρων μέσα σε ανεκτά όρια τοξικότητας
β) είναι αποτελεσματικοί εναντίον ενός ευρύτερου φάσματος κυτταρικών κλώνων μέσα στον
ετερογενή πληθυσμό του όγκου
γ) μπορεί να επιβραδύνουν ή και να αποτρέψουν την εμφάνιση ανθεκτικών κυτταρικών κλώνων

128
ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΧΗΜΕΙΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ:
1) Αντοχή (+ ‘’καταφαγία’’), ορισμένα κύτταρα, όπως π.χ. αυτά του μελανώματος, έχουν έμφυτη
ανθεκτικότητα προς τα περισσότερα αντικαρκινικά φάρμακα.
2) Όγκοι που προκαλούνται από τα χημειοθεραπευτικά (αλκυλιωτικοί παράγοντες προκαλούν
μεταλλάξεις σε μεγαλύτερη συχνότητα από τους αντιμεταβολίτες)
3) Τοξικότητα Παροδική vs Μόνιμη

ΤΟΞΙΚΟΤΗΤΑ ΑΝΤΙΝΕΟΠΛΑΣΜΑΤΙΚΩΝ ΦΑΡΜΑΚΩΝ:


- Μυελός των οστών: Μολύνσεις, Αιμορραγίες
- Γαστρεντερικά: Στοματίτιδα, Οισοφαγίτιδα, Δυσφαγία, Δι΄΄αρροια
- Αλωπεκία
- ΤΟΠΙΚΗ ΤΟΞΙΚΟΤΗΤΑ: Φλεβίτιδα, Τοπική Νέκρωση
- ΚΑΡΔΙΟΤΟΞΙΚΟΤΗΤΑ
- ΑΝΩΜΑΛΙΕΣ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ: Ανωμαλίες του κύκλου, Ολιγοσπερμία,
Εμμηνόπαυση
- ΟΥΡΟΦΟΡΕΣ ΟΔΟΙ: Νεφρική σωληανριακή βλάβη, Αιμορραγική κυστίτιδα
- ΚΝΣ: Παραισθήσεις, Μυαλγίες, Αδυναμία
- ΚΑΡΚΙΝΟΓΕΝΕΣΗ-ΤΕΡΑΤΟΓΕΝΕΣΗ

ΑΝΤΟΧΗ ΣΤΑ ΝΕΟΠΛΑΣΜΑΤΙΚΑ ΦΑΡΜΑΚΑ:

Μηχανισμός Παραδείγματα
Ανεπαρκής πρόσληψη του φαρμάκου από τα Μεθοτρεξάτη
νεοπλασματικά κύτταρα
Περιορισμένη ενεργοποίηση του φαρμάκου 6-MP, 6-TG, Κυκλοφωσφαμίδη
Αυξημένη αδρανοποίηση Κυτταραβίνη
Αύξηση της παραγωγής του ενζύμου-στόχου Μεθοτρεξάτη
(γονιδιακή ενίσχυση)
Τροποποίηση του ενζύμου-στόχου (γονιδιακή Μεθοτρεξάτη
μετάλλαξη)

ΠΟΛΛΑΠΛΗ ΑΝΤΟΧΗ:
Η P-γλυκοπρωτεϊνη βρίσκεται και σε υγιή κύτταρα, αλλά σε μικρότερη συγκέντρωση, απ’ ότι στα
καρκινικά κύτταρα. Η γλυκοπρωτεϊνη 1 (P-gp ή Pgp), επίσης γνωστή ως πρωτεϊνη πολυανθεκτικής
αντίστασης 1 (MDR1) ή (CD243) είναι μια σημαντική πρωτεϊνη της κυτταρικής μεμβράνης που
αντλεί πολλές ξένες ουσίες έξω από τα κύτταρα, Είναι μια ATP-εξαρτώμενη αντλία εκροής με ευρεία
ειδικότητα υποστρώματος. Υπάρχει σε ζώα, μύκητες και βακτήρια και πιθανόν εξελίχθηκε ως
μηχανισμός άμυνας κατά των επιβλαβών ουσιών.

129
Η P-gp είναι μια ATP-εξαρτώμενη αντλία εκροής φαρμάκων. Είναι υπεύθυνη για τη μειωμένη
συσσώρευση ενός φαρμάκου σε πολυανθεκτικά κύτταρα και συχνάμεσολαβεί στην ανάπτυξη
αντοχής σε αντικαρκινικά φάρμακα.
Η γλυκοπρωτεϊνη έχει 6 έλικες που διασχίζουν τη μεμβράνη και σχηματίζουν έναν κεντρικό δίαυλο
μέσα από τον οποίο τα φάρμακα αποβάλλονται από το κύτταρο με την ενέργεια που παρέχει το
ATP.
Πολυφαρμακευτική ανθεκτικότητα: οφείλεται στη σταδιακή επιλογή ενός γονιδίου με ενισχυμένη
έκφραση που κωδικοποιεί την Γλυκοπρωτεϊνη-P. άντληση και αποκομιδή του φαρμάκου που γίνεται
με τη βοήθεια της γλυκοπρωτεϊνης-P και με κατανάλωση ATP.

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΣΧΕΤΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΗ ΧΗΜΕΙΟΘΕΡΑΠΕΙΑ:


- Ανθεκτικότητα: Ορισμένα νεοπλασματικά κύτταρα, όπως λ.χ. αυτά του μελανώματος, έχουν
έμφυτη ανθεκτικότητα προς τα περισσότερα αντικαρκινικά φάρμακα.
- Πολυφαρμακευτική ανθεκτικότητα: Οφείλεται στη σταδιακή επιλογή ενός γονιδίου με ενισχυμένη
έκφραση, το οποίο κωδικοποιεί μια διαμεμβρανική πρωτεϊνη. Η ανθεκτικότητα οφείλεται στην
άντληση και αποκομιδή του φαρμάκου εκτός του κυττάρου, που γίνεται με τη βοήθεια της
γλυκοπρωτεϊνης-P και με κατανάλωση ATP.

- Τοξικότητα: Η θεραπεία που αποσκοπεί στην εξόντωση ταχέως αναπαραγόμενων κυττάρων


προσβάλλει επίσης τα φυσιολογικά κύτταρα που πολλαπλασιάζονται γρήγορα.
- Συνήθεις ανεπιθύμητες ενέργειες: Κατά τη διάρκεια της θεραπείας εμφανίζονται σοβαροί εμετοί,
στοματίτιδα, αλωπεκία, σε μικρό ή μεγαλύτερο βαθμό.
- Όγκοι που δημιουργεί η θεραπευτική αγωγή: Επειδή τα περισσότερα αντινεοπλασματικά φάρμακα
είναι μεταλλαξογόνα, είναι πιθανό να αναπτυχθούν νεοπλάσματα (όπως λ.χ. οξεία μη
λεμφοκυτταρική λευχαιμία) 10 ή περισσότερα χρόνια μετά την ίαση από τον αρχικό καρκίνο.

ΑΝΤΙΜΕΤΑΒΟΛΙΤΕΣ:
- Σχετίζονται δομικάμε φυσιολογικά συστατικά του κυττάρου.
- Σε γενικές γραμμές παρακωλύουν την παροχή των φυσιολογικών πρόδρομων ουσιών των
πουρινικών ή πυριμιδινικών νουκλεοτιδίων είτε εμποδίζοντας τη σύνθεσή τους είτε ανταγωνιζόμενοι
μ’ αυτές στη σύνθεση DNA ή RNA.
Μηχανισμός δράσης:
- Μιμούνται δομές φυσιολογικών μορίων:
Αναστέλλουν συναγωνιστικά ένζυμα
Ενσωματώνονται σε μακρομόρια δημιουργώντας ακατάλληλες δομές

Σκοτώνουν τα κύτταρα στο στάδιο S

130
ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ:
Ανάλογα φυλλικού οξέος:
- Methotrexate
Ανάλογα πυριμιδινών (pyrimidine, cytosine, uracil, thymine):
- Fluorouracil (5-FU)
- Capecitabine
Cytidine analogues:
- Cytarabine
- Gemcitabine
Ανάλογα πουρινών (purine, adenine, guanine):
- 6-mercaptopurine (6-MP)
- 6-Thioguanine
- Pentostatin
- Fludarabine
- Clofarabine
- Nelarabine
Αντιμεταβολίτες: (5FU, Capecitabine, Cytarabine, Mercaptopurine, Azathioprine,
Fludarabine αναστέλλουν Thymidylate synthase)
Folic acid  Tetrahydrofolic acid  Pyrimidines (Cytosine, Thymine, Uracil)
 Purines (Guanine, Adenine)  Nucleotides
DNA Replication

Methotrexate αναστέλλει DHFR

ΑΝΑΛΟΓΑ ΦΥΛΛΙΚΟΥ ΟΞΕΟΣ:


- Φυλλικό οξύ: pteridine ring + PABA + glutamate
- Μεθιτρεξάτη, Πεμετρεξέδη, Πραλατρεαξάτη: Σχετίζεται δομικά με το φυλλικό οξύ και δρα σαν
ανταγωνιστής αυτής της βιταμίνης.
METHOTREXATE (MTX):
- per os/ IV
Μηχανισμός δράσης:
- Συγκεκριμένη φάση: S
- Μετατρέπεται σε polyglutamates

131
- MTX & MTX(Glu)n:
 Αναστέλλουν διϋδρογυλλική αναγωγάση
 Όχι σύνθεση τετραϋδροφυλλικό
 … Όχι σύνθεση: purines και thymidylate
Κυτταροτοξικότητα εξαρτάται από:
- Συγκέντρωση
- Χρόνος
Θεραπευτικές εφαρμογές:
Σε συνδυασμό με άλλα φάρμακα, είναι αποτελεσματική για την οξεία λεμφοκυτταρική λευχαιμία, τον
καρκίνο του μαστού και τους καρκίνους της κεφαλής και του τραχήλου
Τοξικότητα:
Εξαράται από:Δόση & Σχήμα
- Μυελοκαταστολή
(Ναδίρ μετά 10 μέρες /// ανάκτηση εντός 14-21 μέρες)
- Βλεννογονίτιδα
- Διάρροια
- Ναυτία/ έμετος (δοσοεξαρτώμενη)
- Νεφρική
- Ηπατική
- Πνευμονική
- Νευροτοξικότητα
- Άλλα: εξάνθημα, τερατογένεση, αλωπεκία, υπερευαισθησία (σπάνια)
- Leucovorin (folinic acid)  Αντίδοτο σε τοξικότητα λόγω υψηλών δόσεων MTX
 Παράγωγο της FH4
 Ανταγωνίζεται τη MTX για την ενεργό μεταφορά μέσα στα κύτταρα
 Συμμετέχει στον κύκλο του φυλλικού οξέος και μπλοκάρει τη δράση
της MTX
 Κυρίως στα φυσιολογικά κύτταρα παρά στα καρκινικά
 Μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την αποτελεσματικότητα, αν χορηγηθεί
Νωρίτερα

132
MTX Φαρμακοκινητική:
- Μπορεί να χορηγηθεί από του στόματος, ενδομυϊκώς, ενδοφλεβίως και ενδορραχιαίως
- Δε διαπερνά τον ΑΕΦ και μπορεί να χορηγηθεί ενδορραχιαίως, να καταστρέψει τα κύτταρα που
βρίσκονται σε αυτό το καταφύγιο του ΚΝΣ.
- Το παράγωγο του μεταβολισμού της 7-υδροξυμεθοτρεξάτη είναι λιγότερο υδατοδιαλυτό από την
ΜΤΧ και μπορεί να οδηγήσει σε κρυσταλλουρία. Είναι σημαντικό ο ασθενής να είναι καλά
ενυδατωμένος, για να αποφευχθεί η νεφροτοξικότητα.

6-ΜΕΡΚΑΠΤΟΠΟΥΡΙΝΗ, 6-ΘΕΙΟΓΟΥΑΝΙΝΗ, ΑΖΑΘΕΙΟΠΡΙΝΗ:


Για να ασκήσει τη δράση της μετατρέπεται από το ένζυμο της μεταβολικής οδού φωσφοριβοζυλική
τρανσφεράση υποξανθίνης- γουανίνης σε 6-μερκαπτοπουρινική φωσφορική ριβόζη ή 6-θειοϊνοσικό
οξύ (TIMP).
Το ΤΙΜΡ αφυδρογονώνεται προς θειο-GMP και αναστέλλει το πρώτο βήμα της de novo σύνθεσης
του πουρινικού δακτυλίου
Η 6-θειογουανίνη μετατρέπεται από HPRT σε TGMP το οποίο όταν φωσφορυλιώνεται
ενσωματώνεται στο RNA.
 Μη λειτουργικό RNA και DNA.
Μηχανισμός δράσης 6-MP, Αζαθειοπρίνης:
Αζαθειοπρίνη ανοσοκατασταλτικό που δρα αφού μετατραπεί σε 6-ΜΡ.
Αντοχή: Όχι ενεργοποίηση, Αποφωσφορυλίωση, Αυξημένος μεταβολισμός, Καταβολισμός από ΞΟ.
Η 6-ΜΡ και το ανάλογό της, η αζαθειοπρίνη χρησιμοποιούνται στη θεραπεία του Crohn.

6-ΜΕΡΚΑΠΤΟΠΟΥΡΙΝΗ:
- Χρησιμοποιείται κατά κύριο λόγο για τη διατήρηση της ύφεσης στην οξεία λεμφοβλαστική
λευχαιμία (ΟΜ)

6-ΘΕΙΟΓΟΥΑΝΙΝΗ:
- Χρησιμοποιείται κυρίως για τη θεραπεία της οξείας μη λεμφοκυτταρικής λευχαιμίας σε συνδυασμό
με δαουνορουβικίνη και κυτταραβίνη.

5-ΦΘΟΡΙΟΟΥΡΑΚΙΛΗ:
- Το νουκλεοτίδιο της 5-FU ανταγωνίζεται τη μονοφωσφορική δεοξυουριδίνη (dUMP) για τη
θυμιδυλική συνθετάση.
- Χρησιμοποιείται κυρίως για την αντιμετώπιση συμπαγών όγκων που αναπτύσσονται αργά (π.χ.
καρκίνωμα παχέος εντέρου και ορθού, μαστού, ωοθηκών, παγκρέατος και στομάχου).
- Μετατρέπεται στο αντίστοιχο δεοξυνουκλεοτίδιο, το οποίο ανταγωνίζεται τη μονοφωσφορική
δεοξυουριδίνη (dUMP) για τη θυμιδυλική συνθετάση, αναστέλλοντας τη δράση της.

133
- Η σύνθεση του DNA ελαττώνεται εξαιτίας της έλλειψης θυμιδίνης και οδηγεί σε μη ισορροπημένη
κυτταρική ανάπτυξη των ταχέως διαιρούμενων κυττάρων. Ασκεί τη δράση της στη φάση S του
κυτταρικού κύκλου.
Αντοχή στη 5-FU:
- Μειώσεις ικανότητας παραγωγής FdUMP
- Αύξηση της θυμιδυλικής συνθετάσης
- Αύξηση του μεταβολισμού της 5-FU

ΚΥΤΤΑΡΑΒΙΝΗ:
- Χρησιμοποιείται στην κλινική πράξη, κυρίως για την αντιμετώπιση της οξείας μη λεμφοκυτταρικής
(μυελογενούς) λευχαμίας, σε δυνδυασμό με 6-TG και δαουνορουβικίνη. Δεν είναι αποτελεσματική
όταν χορηγείται από του στόματος, ενδοφλεβίως και ενδορραχιαίως.
Μηχανισμός δράσης Κυτταραβίνης ή Ara-CTP:
-Ανάλογο της 2-δεοξυκυτιδίνης, δρα ως ανταγωνιστής των πυραμιδινών
- Η ara-CTP είναι ανταγωνιστικός αναστολέας της DNA πολυμεράσης
- Η ara-CTP ενσωματώνεται στο DNA (τερματισμός επιμήκυνσης αλυσίδας) και RNA
- Ειδική για τη φάση S

ΑΖΑΚΥΤΙΔΙΝΗ:
- Πυριμιδινικό νουκλεοσίδιο ανάλογο της κυτταραβίνης, υφίσταται ενεργοποίηση προς τον
νουκλεοτιδικό μεταβολίτη τριφωσφορική αζακυτιδίνη και ενσωματώνεται στο RNA. Ειδική της φάσης
S.

ΝΕΟΤΕΡΟΙ ΑΝΤΙΜΕΤΑΒΟΛΙΤΕΣ:
ΚΑΠΕΣΙΤΑΜΠΙΝΗ:
- Μετατροπή σε 5FU από τη φωσφορυλάση της Θυμιδίνης που είναι σε αυξημένες συγκεντρώσεις
στα καρκινικά κύτταρα (‘’ειδική’’ για τα καρκινικά κύτταρα)
ΓΚΕΜΣΙΤΑΜΠΙΝΗ:
- Ανάλογο δεοξυκυτιδίνης (καρκίνος παγκρέατος). Μετατροπή σε τριφωσφορικό παράγωγο από την
κινάση της δεοξυκυτιδίνης και ενσωμάτωση στο DNA. Όχι αποτελεσματική διόρθωση DNA.

134
ΦΑΡΜΑΚΟ ΑΜΕΣΗ ΑΠΩΤΕΡΗ ΜΕΙΖΟΝΕΣ
ΤΟΞΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΞΙΚΟΤΗΤΑ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΕΣ
ΕΝΔΕΙΞΕΙΣ
Μεθοτρεξάτη Ναυτία, διάρροια Μυελοκαταστολή, Οξεία λεμφοκυτταρική
(συνήθως ήπια) εξελκώσεις στόματος- λευχαιμία,
ΓΕΣ, χοριοκαρκίνωμα,
νεφρο-/ηπατοτοξικότη οστεοσάρκωμα, CΑ
τα, πνευμονική μαστού και τραχήλου
διήθηση μήτρας
Φθοριοουρακίλη Ναυτία, εμετός και Εξελκώσεις στόματος- CA μαστού, παχέος
διάρροια ΓΕΣ, μυελοκαταστολή, εντέρου και ορθού,
παρεγκεφαλιδική τοπική θεραπεία της
δυσλειτουργία, προκαρκινικής
αλωπεκία, ερύθημα κεράτωσης και των
και υπέρχρωση του πρωτοπαθών, CA
δέρματος δέρματος
Κυτταραβίνη Ναυτία, εμετός και Μυελοκαταστολή, Οξεία μυελογενής
διάρροια στοματικές εξελκώσεις λευχαιμία
Μερκαπτοπουρίνη Ναυτία, εμετός (όχι Μυελοκαταστολή, Οξείες λευχαιμίες
συχνά) ηπατικές βλάβες
Θειογουανίνη Ναυτία, εμετός (όχι μυελοκαταστολή Οξείες λευχαιμίες
συχνά)

ΑΝΤΙΒΙΟΤΙΚΑ:
-Οφείλουν την κυτταροτοξική τους δράση στις αλληλεπιδράσεις τους με το DΝΑ, οι οποίες
αποδιοργανώνουν τη λειτουργία του.
- Δακτινομυκίνη, γνωστή ως ακτινομυκίνη D, ήταν το πρώτο αντιβιοτικό που βρήκε εφαρμογή στη
χημειοθεραπεία των όγκων (ανοσοκατασταλτικό).
- Δοξορουβικίνη και δαουνορουβικίνη, Παρεμβολή στο DNA, πρόσδεση σε κυτταρικές μεμβράνες,
σχηματισμός ριζών οξυγόνου από υπεροξείδωση λιπιδίων
- Μπλεομυκίνη, Χρησιμοποιείται κυρίως στη θεραπεία όγκων των όρχεων.
- Πλικαμυκίνη, Παρουσιάζει μία σχετικά επιλεκτική τοξικότητα για τους οστεοκλάστες,
παρεμποδίζοντας την απορροφητική τους δραστηριότητα και ελαττώνοντας έτσι τη συγκέντρωση
του ασβεστίου στο πλάσμα των υπερασβεστιαιμικών ασθενών-ειδικά αυτών με όγκους των οστών.

ΑΝΘΡΑΚΥΚΛΙΝΕΣ:
Μηχανισμός δράσης:
- Αναστολή της τοποϊσομεράσης ΙΙ του DNA

- Παραγωγή ελεύθερων ριζών οξυγόνου

- Διέγερση απόπτωσης

135
ΤΟΠΟΪΣΟΜΕΡΑΣΕΣ:
• Ένζυμο που χαλαρώνει το υπερελικωμένο DNA κατά τη διάρκεια της αντιγραφής και μεταγραφής.
• Παράγει DNA-σπασίματα που επιτρέπουν την περιστροφή του γύρω από σχισμένα σκέλη της
διπλής έλικας του άξονα.
• Ενώνει τις δύο έλικες για την αποκατάσταση του διπλού DNA
Topoisomerase I:
Camptothecin (CPT)
CPT analogues: Irinotecan, Topotecan
Νεώτερα (υπό μελέτη): exatecan, rubitecan, lurtotecan, diflomotecan
Topoisomerase II:
doxorubicin, daunorubicin, epirubicin, idarubicin, mitoxantrone, amsacrine
Epipodophyllotoxins: Etoposide, Teniposide
Η Τοποϊσομεράση Ι κόβει μία αλυσίδα της διπλής έλικας του DNA, χαλαρώνει και μετά το κομμένο
σκέλος επανασυνδέεται.
Η Τοποϊσομεράση ΙΙ κόβει και τις δύο αλυσίδες της διπλής έλικας του DNA, περνά μια άλλη
αδιάσπαστη έλικα DNA, μέσα από αυτήν, και στη συνέχεια επανασυνδέει τα κομμένα σκέλη.

Θεραπευτικές χρήσεις:
ΔΟΞΟΡΟΥΒΙΚΙΝΗ:
- Ποικιλία καρκινωμάτων όπως μαστού, πνεύμονα, οξείας λεμφοβλαστικής λευχαιμίας και
λεμφωμάτων
ΔΑΟΥΝΟΡΟΥΒΙΚΙΝΗ, ΙΔΑΡΟΥΒΙΚΙΝΗ:
- Οξείες λευχαιμίες
ΜΙΤΟΞΑΝΔΡΟΝΗ:
- Καρκίνο προστάτη
Τοξικότητα:

➢ Μυελοκαταστολή

➢ Βλεννογονίτιδα

➢ Αλωπεκία

➢ Καρδιοτοξικότητα (οξεία και χρόνια // αθροιστικά)

➢ Σοβαρή τοπική βλάβη στους ιστούς μετά την εξαγγείωση των Φ

136
ΒΛΕΟΜΥΚΙΝΗ:
- = γλυκοπεπτιδικό αντιβιοτικό που παράγεται από το Streptomyces verticillus
- Χρησιμοποιείται κυρίως για καρκίνο όρχεων και λεμφώματος Hodgkin
Μηχανισμός δράσης:
- Χηλικές ενώσεις σιδήρου
→ αλληλεπιδρά με O2
→ ρίζες ανιόντος υπεροξειδίου ή/και υδροξυλίου
→ σπάσιμο DNA
- Πιο αποτελεσματικό σε G2, αλλά δρα και σε G0
Σύμπλοκο DNA-bleomycin-Fe2+ οξειδώνεται σε DNA-bleomycin-Fe3+  ROS
Προσβάλλουν τους φωσφοδιεστερικούς δεσμούς του DNA
1) Αντίδραση Fe2+ ή Cu2+ με H2O2 , γνωστή και ως αντίδραση Fenton.
Fe2+ (Cu+ ) + H2O2 Fe3+ (Cu2+) + HO. + HO
2) Kατά την αντίδραση O2 -. με Η2Ο2 και παρουσία ιχνών ιόντων μετάλλων, όπως σιδήρου ή
χαλκού (αντίδραση Haber -Weiss)
Cu+ ή Fe2+ H2O2 + O2 -. O2 + HO. + HO
Σε βιολογικά συστήματα, η αντίδραση ριζών υδροξυλίου με νουκλεϊκά οξέα και πρωτείνες θεωρείται
ιδιαίτερα επικίνδυνη, καθώς μπορεί να οδηγήσει σε απενεργοποίηση ενζύμων και καταστροφή ή
αλλοίωση του DNA και του RNA
Τοξικότητα:
• Διάμεση πνευμονική ίνωση και διηθήσεις
• Απολέπιση των δακτύλων και αγκώνες
• φαινόμενο Raynaud: Το φαινόμενο Raynaud είναι μια υπεραντίδραση των αγγείων στο έντονο
ψύχος και τις αιφνίδιες συναισθηματικές εντάσεις που έχει ως αποτέλεσμα αλλαγές στο χρώμα του
δέρματος και διαταραχές της αισθητικότητας των δακτύλων
• Αντιδράσεις υπερευαισθησίας

ΑΛΚΥΛΙΟΥΝΤΕΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ:
▪ Χρησιμοποιούνται στην αντιμετώπιση ποικιλίας λεμφικών και συμπαγών καρκίνων, σε συνδυασμό
με άλλα φάρμακα. Εκτός από κυτταροτοξικοί, είναι και μεταλλαξιογόνοι και καρκινογόνοι.
▪ Κυκλοφωσφαμίδη και ιφωσφαμίδη: Έχουν ευρύ φάσμα κλινικών εφαρμογών και χρησιμοποιούνται
είτε μόνες τους είτε ως τμήμα χημειοθεραπευτικού σχήματος για την αντιμετώπιση ευρείας ποικιλίας
νεοπλασιών, όπως ο καρκίνος του μαστού.
▪ Νιτροζουρίες: Λόγω της ικανότητάς τους να διεισδύουν στο ΚΝΣ χρησιμοποιούνται κατά κύριο
λόγο στη θεραπεία εγκεφαλικών όγκων. Η χρήση τους σε άλλους καρκίνους είναι περιορισμένη.

137
Nitrogen Mustards:
• Busulfan
• Melphalan
• Cyclophosphamide
• Ifosfamide
• Chlorambucil
• Mechlorethamine
• Bendamustine
Nitrosureas:
• Carmustine (BCNU)
• Lomustine (CCNU)
• Semustine
• Ethylnitrosourea (ENU)
• Streptozotocin
Triazenes:
• Dacarbazine (DTIC)
• Temozolomide (tMZ)
Methylhydrazine derivative:
• Procarbazine (MIH)
Organophoshpate derivatives:
• ThioTEPA
Platins:
• Cisplatin
• Carboplatin
• Oxaliplatin
• Nedaplatin
• Satraplatin*
• Triplatin tetranitrate**
Συνδέονται ομοιοπολικά με πυρηνόφιλες ομάδες συστατικών του κυττάρου. Η κυτταροτοξική
αντίδραση είναι η αλκυλίωση του DNA. Δεν κάνουν διακρίσεις στα κύτταρα, αλλά είναι πιο τοξικοί
για τα ταχέως διαρούμενα κύτταρα.

138
Στόχοι αλκυλιωτικών παραγόντων:
Ν7 ΜΟΡΙΟΥ ΓΟΥΑΝΙΝΗΣ:
- 06 ΜΟΡΙΟΥ ΓΟΥΑΝΙΝΗΣ
- Ν1 ΚΑΙ Ν3 ΜΟΡΙΟΥ ΚΥΤΟΣΙΝΗΣ
- ΑΤΟΜΑ ΦΩΣΦΟΡΟΥ ΚΑΙ ΠΡΩΤΕΙΝΕΣ ΠΟΥ ΣΥΝΔΕΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΟ DNA
- ΣΥΝΘΕΣΗ RNA ΚΑΙ ΠΡΩΤΕΙΝΩΝ ΣΕ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΕΣ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΕΙΣ
Συνέπειες Αλκυλίωσης:
- Ο ΧΙΑΣΜΟΣ ΟΔΗΓΕΙ ΣΕ ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΔΙΠΛΑΣΙΑΣΜΟΥ ΤΟΥ DNA ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΕΤΑΓΡΑΦΗΣ
• ΑΠΟΠΟΥΡΙΝΩΣΗ ΚΑΙ ΣΠΑΣΙΜΟ ΤΗΣ ΑΛΥΣΙΔΑΣ ΤΟΥ DNA
Ιδιότητες Αλκυλιωτικών Παραγόντων:
1. Λιπόφιλα
2. Κύριος στόχος το DNA
3. Εχουν δράση ανεξάρτητη από τον κυτταρικό κύκλο
4. Κοινοί μηχανισμοί φαρμακευτικής αντίστασης
5. Μυελο-κατασταλτική και ανοσο-κατασταλτική δράση
6. Αμηνόρροια, αναστολή σπερματογένεσης
7. Βλάβες στους βλεννογόνους
8. Ναυτία- εμετός
9. Μηχανισμός δράσης παρόμοιος με αυτόν της ακτινοβολίας
ΚΥΚΛΟΦΩΣΦΑΜΙΔΗ ΙΦΩΣΦΑΜΙΔΗ:
• Ευρεία ποικιλία νεοπλασματικών νόσων, όπως non-Hodgkin λέμφωμα, σάρκωμα και καρκίνος
μαστού
• Ανθεκτικότητα: αυξημένη επιδιόρθωση του DNA
• Αιμοραγική κυστίτιδα που μπορεί να οδηγήσει σε ίνωση της ουροδόχου κύστεως
Μεταβολισμός και μηχανισμός δράσης Κυκλοφωσφαμίδης:
Βιομετατρέπεται σε υδροξυλιωμένα ενδιάμεσα παράγωγα, υφίσταται διάσπαση και σχηματίζουν τις
δραστικές ενώσεις φωσφοραμιδική μουστάρδα και ακρολείνη. Η αντίδραση της φωσφοραμιδικής
μουστάρδας με το DNA θεωρείται το κυτταροτοξικό γεγονός.
Κυκλοφωσφαμίδη: από του στόματος και ενδοφλέβια
Ιφωσφαμίδη: ενδοφλέβια
Αιμορραγική κυστίτιδα αποδίδεται στην ακρολείνη στα ούρα για την κυκλοφωσφαμίδη και σε
τοξικούς μεταβολίτες για την ιφωσφαμίδη.

139
PLATINS;
Cisplatin
Carboplatin
Oxaliplatin
Μηχανισμός δράσης cis-platin:
Στο υψηλής περιεκτικότητας σε χλωριούχα περιβάλλον του πλάσματος, η σισπλατίνη παραμένει ως
έχει, αλλά όταν εισέρχεται στο κύτταρο χάνει τα χλωριούχα, αντικαθίστανται με νερό (στο
περιβάλλον χαμηλών χλωριούχων), συνδέεται με την γουανίνη και η προκύπτουσα κυτταροτοξική
βλάβη αναστέλλει και τις δύο πολυμεράσες (για την αντιγραφή του DNA και τη σύνθεση του RNA).

ΣΥΜΠΛΕΓΜΑΤΑ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΩΝ ΣΧΗΜΑΤΩΝ ΠΟΥ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΥΝ ΠΛΑΤΙΝΕΣ


ΣΙΣΠΛΑΤΙΝΗ: θεραπεία συμπαγών όγκων, Νευροτοξοκότητα, νεφροτοξικότητα
ΚΑΡΒΟΠΛΑΤΙΝΗ: Σε ασθενείς που δεν μπορούν να ενυδατωθούν επαρκώς
ΟΞΑΛΙΠΛΑΤΙΝΗ: ορθοκολικός καρκίνος
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
- Σοβαρός επίμονος έμετος
- Δοσοεξαρτώμενη νεφροτοξικότητα (μπορεί να προληφθεί με επιθετική ενυδάτωση)
- Ωτοτοξικότητα
- Η καρβοπλατίνη προκαλεί ήπια ναυτία και έμετο και είναι σπάνια νεφροτοξική
- Οξαλιπλατίνη περιφερική νευροπάθεια
ΝΙΤΡΟΖΟΥΡΙΕΣ:
ΚΑΡΜΟΥΣΤΙΝΗ
ΛΟΜΟΥΣΤΙΝΗ
Η κυτταροτοξικότητα εμφανίζεται σε κύτταρα που είναι ενεργώς διαιρούμενα, συνεπώς τα μη
διαιρούμενα αποφεύγουν το θάνατο αν γίνεται επιδιόρθωση του DNA. Η πιο σημαντική ιδιότητά
τους είναι ότι διεισδύουν εύκολα στο ΚΝΣ Οι νιτροζουρίες επίσης αναστέλλουν αρκετές ενζυμικές
διαδικασίες με καρβαμοϋλίωση σε πρωτείνες στα κύτταρα στόχους
ΑΝΤΟΧΗ ΣΤΟΥΣ ΑΛΚΥΛΙΩΤΙΚΟΥΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ:
1. ΜΕΙΩΜΕΝΗ ΔΙΑΧΥΣΗ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΟΥ
2. ΑΥΞΗΜΕΝΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΕΠΙΔΙΟΡΘΩΣΗΣ ΤΟΥ DNA
3. ΑΥΞΗΜΕΝΟΣ ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ ΣΕ ΑΝΕΝΕΡΓΟΥΣ ΜΕΤΑΒΟΛΙΤΕΣ
Σισπλατίνη και καρβοπλατίνη (λιγότερες παρενέργειες εμετός-νεφρο)

140
ΦΑΡΜΑΚΟ ΑΜΕΣΗ ΑΠΩΤΕΡΗ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ
ΤΟΞΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΞΙΚΟΤΗΤΑ
Μεχλωραιθανίνη Βαριά ναυτία και Μυελοκαταστολή Νόσος του Hodgin
(αζωθυπερίτης) εμετός, τοπικές (σχήμα MOPP)
αμτιδράσεις
Κυκλοφωσφαμίδη Ναυτία και εμετός Μυελοκαταστολή, Νόσος του Hodgin,
(αζωθυπερίτης) στειρότητα, πολλαπλούν
αλωπεκία, μυέλωμα, CA
ανοσοκαταστολή, μαστού, ωοθηκών
αιμορραγική κυστίτιδα
Ιφωσφαμίδη Ναυτία και εμετός Αιμορραγική CA όρχεων,
(αζωθυπερίτης) κυστίτιδα, ωοθηκών, πνεύμονα,
μυελοκαταστολή, σαρκώματα
ανοσοκαταστολη,
αλωπεκία
Μελφαλάνη Καμία Μυελοκαταστολή Πολλαπλούν
(φαινυλαλανινο-υπερίτης) μυέλωμα, CA
μαστού, ωοθηκών
Χλωραμπουκίλη Καμία Μυελοκαταστολή, Χρόνια
(αζωθυπερίτης) αμηνόρροια λεμφοκυτταρική
λευχαιμία,
μακροσφαιριναιμία
Μιτομυκίνη-C Ναυτία και εμετός, Όψιμη αθροιστική Αδενοκαρκίνωμα
πυρετός, τοπικές μυελοκαταστολή, στομάχου,
αντιδράσεις σε αλωπεκία, παγκρέατος
εξαγγείωση στοματίτιδα
Καρμουστίνη (BNCU) Ναυτία και εμετός (η Έντονη Όγκοι ΚΝΣ, νόσος
Λομουστίνη (CCNU) BNCU προκαλεί μυελοκαταστολή, του Hodgkin,
Σεμουστίνη (MeCCNU) τοπικά πόνο και (όψιμη λευκοπενία κακοήθες μελάνωμα,
(Νιτροζουρίες) φλεβίτιδα στη θέση και πολλαπλούν
χορήγησης) θρομβοκυτταροπενία, μυέλωμα
4-6 εβδομάδες μετά
τη θεραπεία)
Στρεπτοζοκίνη Ναυτία και εμετός Νεφρική και ηπατική Ινσουλίνωμα,
(νιτροζουρία) τοξικότητα καρκινοριδές
(νευροενδοκρινικοί
όγκοι)
Δοκαρβαζίνη (DTIC) Βαριά ναυτία και Μυελοκαταστολή Κακοήθες μελάνωμα,
(Τριαζένιο) εμετός νόσος του Hodgkin,
σαρκώματα μαλακών
μορίων
Τριαιθυλενοφωσφοραμίδη Ναυτία και εμετός Μυελοκαταστολή CA ουροδόχου
(θειοτέπα) κύστης (ενδοκυστική
χορήγηση),
καρκινωματώδης
μηνιγγίτιδα
Μπουσουλφάνη Καμία Μυελοκαταστολή, Χρόνια μυελοειδής
(μεθανοσουλφονικός χρώση του δέρματος, λευχαιμία
εστέρας) πενυμονική ίνωση
Cis-πλατίνη, Νεφροτοξικότητα Πολυνευροπάθεια, CA όρχεων,
καρβοπλατίνη (ήπια στην μυελοκαταστολή ωοθηκών, συμπαγείς
καρβοπλατίνη) όγκοι

141
ANAΣΤΟΛΕΙΣ ΜΙΚΡΟΣΩΛΗΝΙΣΚΩΝ:
Δ1 . Vinca alkaloids: vincristine, vinblastine, vinorelbine, vindesine.
Δ2 . Taxanes: paclitaxel, docetaxel

Δ1  Εμποδίζουν λειτουργία μικροσωληνίσκων ➔ σταματούν κυτταρική διαίρεση

▪ Η μιτωτική άτρακτος αποτελεί τμήμα του ευρύτερου ενδοκυττάριου σκελετού (κυτταροσκελετού)


και είναι απαραίτητη για την ισοκατανομή του DΝΑ στα δύο θυγατρικά κύτταρα που σχηματίζονται
όταν διαιρείται ένα ευκαρυωτικό κύτταρο.
Τουμπουλίνη, η κύρια πρωτείνη των μικροσωληνίσκων της μιτωτικής ατράκτου απαραίτητης για την
ισοκατανομή του DNA στα 2 θυγατρικά κύτταρα κατά τη διαίρεση. Τα αλκαλοειδή της Vinca
αποδιοργανώνουν αυτή τη διαδικασία.

ΦΑΡΜΑΚΑ ΠΟΥ ΔΡΟΥΝ ΣΤΗΝ ΜΙΤΩΤΙΚΗ ΑΤΡΑΚΤΟ:


βινκριστίνη, βινμπλαστίνη, βινορελμπίνη
Αντοχή: γλυκοπρωτεΐνη-Ρ και τουμπουλίνη
Μηχανισμός δράσης:
Όλα τα φάρμακα είναι ειδικά του κύκλου, αναστέλλουν τη μίτωση στη φάση Μ. Η πρόσδεσή τους με
την τουμπουλίνη αναστέλλει την ικανότητα της τουμπουλίνης προς πολυμερισμό και σχηματίζονται
παρακρυσταλλικά συσσωματώματα. Η προκύπτουσα δυσλειτουργική μορφή της ατράκτου
αποτρέπει τον πολλαπλασιασμό του κυττάρου

ΑΝΑΣΤΟΛΕΙΣ ΤΩΝ ΜΙΚΡΟΣΩΛΗΝΙΣΚΩΝ:


A. Βινκριστίνη και βινμπλαστίνη
• Σταματούν τη μίτωση στη φάση της μετάφασης.
• Η βινκριστίνη χρησιμοποιείται στη θεραπεία της οξείας λεμφοβλαστικής λευχαιμίας των παιδιών,
του σαρκώματος Ewing των μαλακών μορίων και των λεμφωμάτων Hodgkin και μη Hodgkin.
• Η βινμπλαστίνη χορηγείται μαζί με βλεομυκίνη και σισπλατίνη για τη θεραπεία του μεταστατικού
καρκινώματος του όρχεως και των συστηματικών λεμφωμάτων Hodgkin και μη Hodgkin.

Μικρές διαφορές στη δομή ➔ Μεγάλες διαφορές στην αποτελεσματικότητα / τοξικότητα

Vincristine: λευχαιμία / νευροτοξικό


Vinblastine: λεμφώματα, Ca όρχεων / μυελοκατασταλή
Vinolrebine: Ca πνεύμονα / νευροτοξικό, μυελοκατασταλή

142
VINCRTISTINE;
Τοξικότητα:

❑ Νευροπάθεια (δοσοεξαρτώμενη): παραισθησίες, πόνοι, αταξία, παράλυση, απώλεια


αντανακλαστικών ...

❑ Απομυελίνωση νευρικών ινών

❑ Τοξικότητα ΚΝΣ

❑ Ορθοστατική υπόταση

❑ Δυσκοιλιότητα, παραλυτικός ειλεός

❑ Δυσουρία, κατακράτηση ούρων

❑ Δέρμα: ερεθιστικό

B. Ταξάνες: Paclitaxel (Taxol), Docetaxel (Taxotere)


▪ Πακλιταξέλη: Καλύτερα γνωστή ως ταξόλη, είναι το πρώτο μέλος της οικογένειας των ταξανών που
χρησιμοποιήθηκε στη χημειοθεραπεία του καρκίνου. Σήμερα κυκλοφορεί μία ημισυνθετική μορφή,
που παράγεται με χημική τροποποίηση μιας πρόδρομης ουσίας που βρίσκεται στις βελόνες ενός
είδους ακακίας. Έχει αποδειχθεί αποτελεσματική εναντίον του προχωρημένου καρκίνου των
ωοθηκών και του μεταστατικού καρκίνου του μαστού.
Μηχανισμός δράσης:
- Είναι δραστικά στη G2/M φάση του κυτταρικού κύκλου, σε αντίθεση με τα αλκαλοειδή της Vinca
προωθούν τον πολυμερισμό και τη σταθεροποίηση του πολυμερούς, παρά την αποσυναρμολόγηση
οδηγώντας στη συσσώρευση των μικροσωληνίσκων.
- Οι υπερβολικά σταθεροί μικροσωληνίσκοι είναι μη λειτουργικοί και δεν συμβαίνει χρωμοσωμικός
διαχωρισμός με αποτέλεσμα τον θάνατο του κυττάρου.
Χρήσεις:
Paclitaxel:
• Ca ωοθηκών
• Ca μαστού
• Ca πνεύμονα
• Σάρκωμα Kaposi
Docetaxel:
• Ca προστάτη
• Ca μαστού
• Ca ωοθηκών

143
• Ca παχέος εντέρου
• Ca πνεύμονα
• Ca ήπατος
• Ca νεφρών
• Ca στομάχου
• Ca κεφαλής
• Ca τραχήλου
• Μελάνωμα
Τοξικότητα:

❑ Αντιδράσεις υπερευαισθησίας (αγωγή νωρίτερα με κορτικοστεροειδή και αντιισταμινικά)

❑ Ουδετεροπενία, θρομβοπενία

❑ Βλεννογονίτιδα

❑ Αλωπεκία

❑ Αισθητική νευροπάθεια

❑ Διαταραχές καρδιακή αγωγής

❑ Κατακράτηση υγρών (docetaxel)

ΦΑΡΜΑΚΟ ΑΜΕΣΗ ΑΠΩΤΕΡΗ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΕΣ


ΤΟΞΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΞΙΚΟΤΗΤΑ ΕΝΔΕΙΞΕΙΣ
ΑΝΤΙΜΙΤΩΤΙΚΑ
Βινκριστίνη (Oncovin) Τοπική αντίδραση Περιφερική Οξεία λεμφοκυτταρική
μετά από εξαγγείωση νευροπάθεια, και μυελογενής
(να αποφεύγεται η αλωπεκία, λευχαιμία,
επαφή με δέρμα και μυελοκαταστολή λεμφώματα,
οφθαλμούς) (ήπια), συμπαγείς όγκοι
υπερουριχαιμία,
δυσκοιλιότητα
Βιμπλαστίνη Τοπική αντίδραση Περιφερική Λεμφώματα, CA
μετά από εξαγγείωση νευροπάθεια, όρχεων, ανθεκτικό
(να αποφεύγεται η αλωπεκία, χοριοκαρκίνωμα
επαφή με δέρμα και μυελοκαταστολή
οφθαλμούς) (ήπια),
Αλλεργική αντίδραση υπερουριχαιμία,
δυσκοιλιότητα
Ταξάνια Προληπτική θεραπεία Μυελοκαταστολή, Ευρύ φάσμα, κυρίως
απαραίτητη νευροτοξικότητα, όμως καρκίνος
Καρδιοτοξικότητα καρδιοτοξικότητα ωοθηκών, καρκίνος
μαστού

144
ΑΝΑΣΤΟΛΕΙΣ ΤΟΠΟΪΣΟΜΕΡΑΣΗΣ I:
Camptothecin (CPT)
Irinotecan
Topotecan
Μηχανισμός δράσης:
Σταθεροποίηση ΤΟΠΟ I/DNA συμπλόκου και σπάσιμο της αλυσίδας του DNA. Αναστολή σύνθεση
DNA
ΤΟΠΟΤΕΚΑΝΗ:
- i.v. Έγχυση για 30min επί 5 μέρες
- CA πνεύμονα , ωοθηκών
- μυελοκαταστολή, γαστρεντερικές διαταραχές
- αλωπεκία
ΙΡΙΝΟΤΕΚΑΝΗ:
(Ο μεταβολίτης της SN-38 είναι περίπου 1000 φορές πιο ισχυρός από Την ιρινοτεκάνη
- CA παχέος εντέρου πνεύμονα
- Ειδικά της φάσης S.
ETOΠΟΣΙΔΗ:
Ημισυνθετικό παράγωγο του φυτού ποδοφυλλοτοξίνη.
Κύριος στόχος TopoII
Αντοχή:
- γλυκοπρωτεΐνη-Ρ ή μετάλλαξη ΤΟΡΟ ΙΙ
Μυελοκαταστολή
Μικροκυτταρικό CA πνεύμονα

Τοξικότητα:

❑ Μυελοκαταστολή (ουδετεροπενία)

❑ Αλωπεκία

❑ Ναυτία, έμετος, διάρροια

❑ Βλεννογονίτιδα

❑ Κόπωση, κράμπες, εξάψεις και εφίδρωση

❑ Αυξημένα ηπατικά ένζυμα

❑ Πνευμοτοξικότητα

145
ΟΡΜΟΝΕΣ ΚΑΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ:
Κλασσικό: Οι κύριοι ενδοκρινείς αδένες στο σώμα είναι η υπόφυση, ο θυρεοειδής αδένας, οι
παραθυρεοειδείς αδένες, τα επινεφρίδια, το πάγκρεας, οι ωοθήκες και οι όρχεις.
ΝΕΥΡΟΕΝΔΟΚΡΙΝΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ
ΥΠΟΦΥΣΗ
ΥΠΟΘΑΛΑΜΟΣ

ΟΡΜΟΝΕΣ:
• Οι ορμόνες πραγματοποιούν την ενδοκρινή ρύθμιση των λειτουργιών του σώματος.
• Είναι χημικοί αγγελιοφόροι που παράγονται από τους ενδοκρινείς αδένες και/ή από ενδοκρινικά
κύτταρα σε άλλα όργανα των οποίων οι εκκρίσεις απελευθερώνονται άμεσα στο κυκλοφορικό
σύστημα και μεταφέρονται στα κύτταρα στόχους όπου οι ορμόνες, αφότου δεσμευτούν με τους
υποδοχείς τους, ασκούν συγκεκριμένες επιδράσεις τους.
Το ενδοκρινικό σύστημα επηρεάζει:
α) την αύξηση και ανάπτυξη
β) τη διατήρηση της ισορροπίας του εσωτερικού περιβάλλοντος
γ) την παραγωγή, χρήση και αποθήκευση της ενέργειας
δ) την αναπαραγωγή
ΥΠΟΘΑΛΑΜΙΚΕΣ ΚΑΙ ΥΠΟΦΥΣΙΑΚΕΣ ΟΡΜΟΝΕΣ:
• Κάθε μία από τις αρχικές ορμόνες του προσθίου λοβού της υπόφυσης έχει μια υποθαλαμική
εκλυτική ορμόνη, συχνά αποκαλούμενη ως εκλυτικός παράγοντας
• (η εκλυτική ορμόνη της γοναδοτροπίνης διεγείρει την έκκριση ταυτόχρονα και των δύο
γοναδοτροπινών του προσθίου λοβού της υπόφυσης, της ωχρινοτρόπου και της ωοθυλακιοτρόπου
ορμόνης, FSH, LH).
Αναγνώριση ορμονών από τα κύτταρα-στόχους:
Διαμεμβρανικοί:
• πεπτιδικές
• παράγωγα αμινοξέων
Ενδοκυττάριοι:
• στεροειδείς

• φωσφορυλίωση ενζύμων
• διέγερση μεταφοράς ιόντων
• ρύθμιση γονιδιακής μεταγραφής
• πρωτεϊνική σύνθεση

146
Υποθάλαμος  (Παλλίνδρομη Αλληλορύθμιση) Νευροϋπόφυση  Αδενοϋπόφυση  Υποφυσιακή
ορμόνη  Περιφερικός Ενδοκρινής Αδένας  ΟΡΜΟΝΗ
Υποθάλαμος ΤRH  Αδενοϋπόφυση  TSH  Θυρεοειδής (περιφερικός αδένας)  Τ3+Τ4 
TRH
Υπερλειτουργίαq
• νεοπλάσματα
• υπερπλασία
Δράση ορμονών:
Οι ορμόνες κάνουν ορισμένους ορμονοευαίσθητους όγκους να αναπτύσσονται πιο γρήγορα.

Ορισμένοι όγκοι στην πραγματικότητα απαιτούν ειδικές ορμόνες για τον πολλαπλασιασμό τους ➔ η
μείωση του ποσού αυτών των ορμονών στους ορμονοευαίσθητους όγκους μπορεί να επιβραδύνει
το ρυθμό ανάπτυξης του καρκίνου και αύξηση του χρόνου επιβίωσης

ΣΤΕΡΟΕΙΔΕΙΣ ΟΡΜΟΝΕΣ ΚΑΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ ΤΟΥΣ:


Οι όγκοι που είναι ευαίσθητοι στις στεροειδείς ορμόνες μπορεί:

➢ να ανταποκρίνονται στις ορμόνες, όταν ο όγκος υποχωρεί μετά τη θεραπεία ή

➢ να εξαρτώνται από ορμόνες, όταν η αφαίρεση ενός ορμονικού ερεθίσματος προκαλεί υποχώρηση
του όγκου ή

➢ να συμβαίνουν αμφότερα.

Η στέρηση των ορμονοεξαρτώμενων όγκων από τα ορμονικά ερεθίσματα μπορεί να επιτευχθεί είτε
εγχειρητικά - π-χ. με ορχεκτομή σε ασθενείς με προχωρημένο καρκίνο του προστάτη- είτε
φαρμακευτικά, π-χ. στην περίπτωση του καρκίνου του μαστού με χορήγηση ταμοξιφαίνης, που
εμποδίζει τη διέγερση των καρκινικών κυττάρων του μαστού από τα οιστρογόνα.

Τύπος Ουσίας Όνομα


Adrenocortico-steroids Prednisone
Progestins Hydroxyprogesterone, medroxyprogesterone,
megestrol
Anti-estrogens Tamoxifen, Toremifene
Aromatase inhibitors Anastrozole, Letrozole, Exemestane
Anti-andogen Flutamide, Bicalutamide
GnRH analogues Leuprolide

ΑΝΑΣΤΟΛΕΙΣ ΥΠΟΔΟΧΕΩΝ ΟΙΣΤΡΟΓΟΝΩΝ:


TAMOXIFEN (Nolvadex®):

➢ Ανταγωνίζεται με οιστραδιόλη για την δέσμευση θέσεων.

➢ Δρα σε ER+ καρκίνους.

➢ Συχνά χρησιμοποιείται σε καρκίνους του μαστού που έχουν κάνει μετάσταση στα οστά.

➢ Μπορεί να προκαλέσει πόνο στην πληγείσα περιοχή.

147
▪ Ανταγωνιστής οιστρογόνων, δομικά συγγενής με το συνθετικό οιστρογόνο διαιθυλοστιλβεστρόλη,
και αποτελεσματική για τη θεραπεία του καρκίνου του μαστού που είναι θετικός σε υποδοχείς
οιστρογόνων.
Μηχανισμός δράσης:
Συνδέεται με τον οιστρογονικό υποδοχέα, αλλά το σύμπλεγμα που προκύπτει δεν είναι
παραγωγικό, δηλαδή δεν επιτυγχάνει να ενεργοποιήσει τα γονίδια που ανταποκρίνονται στα
οιστρογόνα.
Θεραπευτικές εφαρμογές:
Η κλινική χρήση της περιορίζεται στη θεραπεία των οιστρογονοεξαρτώμενων καρκίνων του μαστού.
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
Είναι παρόμοιες μ' αυτές των φυσικών οιστρογόνων, δηλ. εξάψεις, ναυτία, έμετος, εξάνθημα,
κολπική αιμορραγία και έκκριση. Μπορεί επίσης να εμφανιστεί υπερασβεστιαιμία που καθιστά
αναγκαία τη διακοπή του φαρμάκου.
Όχι σε προ-εμμηνοπαυσιακές γυναίκες, όγκους στο ενδομήτριο

ΛΕΥΠΡΟΛΙΔΗ ΚΑΙ ΓΟΣΕΡΕΛΙΝΗ:


▪ Ανάλογα της εκλυτικής ορμόνης γοναδοτροπινών (GnRH, LHRH).
▪ Ως αγωνιστές της LHRH, καταλαμβάνουν τον υποδοχέα της LHRH στην υπόφυση, προκαλώντας
απευαισθητοποίησή του και επακόλουθη αναστολή της έκλυσης FSH και LH (ελαττώνεται η
σύνθεση ανδρογόνων και οιστρογόνων).
▪ Η ανταπόκριση των ασθενών με καρκίνο του προστάτη στη λευπρολίδη ισοδυναμεί με ορχεκτομή,
ο όγκος υποχωρεί.
▪ Οι ανεπιθύμητες ενέργειες αυτών των φαρμάκων, που περιλαμβάνουν σεξουαλική ανικανότητα,
εξάψεις και ερύθημα (tumor flare), είναι ελάχιστες σε σχέση μ' αυτές που εμφανίζονται κατά τη
θεραπεία με οιστρογόνα.

ΦΛΟΥΤΑΜΙΔΗ-ΝΙΛΟΥΤΑΜΙΔΗ-ΒΙΚΑΛΟΥΤΑΜΙΔΗ:
▪ Συνθετικά μη στεροειδή αντιανδρογόνα που χρησιμοποιούνται στη θεραπεία του καρκίνου του
προστάτη.
▪ Ανταγωνίζονται τη φυσική ορμόνη να συνδεθεί με τον υποδοχέα των ανδρογόνων (ανενεργό
σύμπλεγμα).
▪ Οι παρενέργειές τους περιλαμβάνουν γυναικομαστία και γαστρεντερικά ενοχλήματα.

ΠΡΕΔΝΙΖΟΝΗ:
▪ Ισχυρό συνθετικό αντιφλεγμονώδες κορτικοστεροειδές με ασθενέστερη αλατοκορτικοειδή δράση
από την κορτιζόλη.
▪ Η χρήση αυτής της ουσίας στη θεραπεία των λεμφωμάτων άρχισε όταν παρατηρήθηκε ότι οι
ασθενείς με σύνδρομο Cushing (σύνδρομο που χαρακτηρίζεται από υπερέκκριση κορτιζόλης) έχουν

148
λεμφοκυτταροπενία και ελαττωμένη μάζα λεμφικού ιστού (αποτέλεσμα της δράσης των
κορτικοστεροειδών στο σχηματισμό και την κατανομή των λεμφοκυττάρων)
Μηχανισμός δράσης:
Ο ακριβής μηχανισμός για τη λεμφοκυτταροπενική δράση της μετά την αλληλεπίδρασή της με DΝΑ
δεν έχει ακόμα διευκρινιστεί.
Θεραπευτικές εφαρμογές:
Χρησιμοποιείται πρωταρχικά για να επιτευχθεί ύφεση σε ασθενείς με οξεία λεμφοκυτταρική
λευχαιμία και για τη θεραπεία τόσο των Hodgkin όσο και των μη Hodgkin λεμφωμάτων.

ΦΑΡΜΑΚΟ ΑΜΕΣΗ ΑΠΩΤΕΡΗ ΤΟΞΙΚΟΤΗΤΑ ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ


ΤΟΞΙΚΟΤΗΤΑ
Οιστρογόνα:
Διαιθυλοστιλβεστρόλη, Ναυτία, Υπερασβεστιαιμία, Μεταστατικό CA προστάτη
Αιθυνυλ-οιστραδιόλη, εμετός κατακράτηση
Φοσφεστρόλη υγρών,μητρορραγίες,
θρομβοεμβολικά επεισόδια ,
θηλεοποίηση στους άρρενες,
CA κόλπου του θήλεος
απογόνου αν χορηγηθεί κατά
την κύσηση
Αντιοιστρογόνα:
Ταμοξιφαίνη Ναυτία, Αίσθημα ζέστης (hot Προχωρημένο CA μαστού
εμετός flashes), παροδική και ήπια σε εμμηνοπαυσιακές
θρομβοκυτταροπενία και γυναίκες
λευκοπενία, μητρορραγίες,
δερματικά εξανθήματα,
υπερασβεσταιμία,
αμφιβληστροειδοπάθεια και
θόλωση του κερατοειδούς σε
μακρόχρονη χορήγηση
μεγάλων δόσεων
Προγεστογόνα:
Οξική Επώδυνη Κατακράτηση υγρών, CA ενδομητρίου (μετά από
μεδροξυπρογεστερόνη ενδομυϊκή υπερασβεστιαιμία, χειρουργική θεραπεία και
, χορήγηση χολοστατικός ίκτερος ακτινοβολία), μεταστατικό
Καπροϊκή (καπροϊκή νεφρικό CA, διάχυτο CA
υδροξυπρογεστερόνη, υδροξυπρογεστερόνη) μαστού
Οξική μεγεστρόλη
Ανδρογόνα:
Φλουομυμεστερόνη, Καμία Αρρενοποίηση, κατακράτηση Προχωρημένο CA μαστού
Προπιονική υγρών, υπερασβεστιαιμία, (σε ασθενεις κατά τον 1ο-
τεστοστερόνη, χολοστατικό ίκτερος 5ο χρόνο της
Προπιονικη (φλουοξυμεστερόνη) εμμηνόπαυσης)
δρομοστανολόνη,
Γεστολακτόνη
Γλυκοκορτικοειδή:
Πρεδνιζόνη, Καμία Υπερασβεστιαιμία Προχωρημένο CA μαστού
Πρεδνιζολόνη Καμία Βλέπε πρεδνιζολόνη για Οξεία λεμφοκυτταρική
ανεπιθύμητες ενέργειες λευχαιμία, χρόνια
λεμφοκυτταρική λευχαιμία,
οξεία μυελογενής
λευχαιμία, πολλαπλούν

149
μυέλωμα, νόσος Hodgkin,
λεμφοκυτταρικό λέμφωμα,
ιστιοκυτταρικό λέμφωμα,
CA μαστού
Αντιανδρογόνα:
Φλουταμίδη, Κατακράτηση Γυναικομαστία CA προστάτη
Γκυπροτερόνη υγρών
Αμινογλουτεθιμίδη Οπτικές Κηλιδοβλατιδώδες εξάνθημα Προχωρημένο CA μαστού
διαταραχές
GHRH-ανάλογα Γυναικομαστία Προχωρημένο CA μαστού
Καμία

ΑΝΑΣΤΟΛΕΙΣ ΑΡΩΜΑΤΑΣΗΣ:
• Μία νέα ομάδα Φαρμάκων για τον καρκίνο του μαστού
• ΟΧΙ εξαρτώμενες από ER+
Anastrozole, Letrozole, Exemestane
Μηχανισμός δράσης:
Το Tamoxifen μπλοκάρει την ικανότητα των όγκων να χρησιμοποιούν τα οιστρογόνα

Οι αναστολείς αρωματάσης ➔ μειώνουν το ποσό των οιστρογόνων στο σώμα.

Πρώτης γραμμής για καρκίνο του μαστού σε μετεμηννοπαυσιακές γυναίκες


Στοχευμένες θεραπείες:
▪ Νέες τεχνολογίες και φάρμακα που επιτρέπουν τη θεραπεία του καρκίνου με βάση τη "στόχευση"
των καρκινικών κυττάρων παρεμβαίνοντας με τις φυσικές λειτουργίες της ανάπτυξης του όγκου
▪ “Στόχοι" συγκεκριμένα τμήματα ενός καρκινικού κυττάρου ή των λειτουργιών του.
▪ Δυνητικά λιγότερες παρενέργειες
Τύποι:

❖ Μονοκλωνικά αντισώματα

❖ EGFi (Epidermal Growth Factor)

❖ Αναστολείς Tyrosine Kinase

❖ Εμβόλια

ΑΝΟΣΟΘΕΡΑΠΕΙΑ:
BΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΘΕΡΑΠΕΙΕΣ:
ΙΝΤΕΡΦΕΡΟΝΕΣ: (α, β, γ, )
α: λευκοκύτταρα
β: ινοβλάστες
γ: Τ-λεμφοκύτταρα

150
· Παρεμβαίνουν στον αναδιπλασιασμό ιών
· Ρυθμιστές ανοσολογικών
· α2(Α) λευχαιμία από τριχωτά κύτταρα(+ κλινικές δοκιμές). Τα παθογνωμικά κύτταρα έχουν
ανώμαλες κυτταροπλασματικές προσεκβολές ''σαν τρίχες'' και αναγνωρίζονται στο περιφερικό αίμα,
στο μυελό των οστών, στο συκώτι και το σπλήνα των προσβεβλημένων ατόμων. Τα τριχωτά
κύτταρα είναι Β-λεμφοκύτταρα, αλλά σπάνια έχουν αναφερθεί και περιπτώσεις με Τ λεμφοκύτταρα. ·
Ανεπιθύμητες ενέργειες :
- « Συνάχι, Γρίπη »
- κούραση
- αίσθημα κακουχίας
- μυαλγία, ανορεξία
- μείωση βάρους
- αλωπεκία
- λευκοπενία
Ταξινόμηση:
Οι ανθρώπινες ιντερφερόνες ταξινομούνται ανάλογα με την αντιγονικότητά τους στους τρεις τύπους,
α, β και γ.
• Οι α ιντερφερόνες είναι κατά κύριο λόγο λευκοκυτταρικές, ενώ οι β και γ ιντερφερόνες παράγονται,
αντίστοιχα, από ινοβλάστες του συνδετικού ιστού και από Τ λεμφοκύτταρα.
Θέση δράσης:
Ο ακριβής μηχανισμός της κυτταροτοξικότητας είναι άγνωστος, αλλά γνωρίζουμε ότι έχουν την
ικανότητα να διεγείρουν τα κύτταρα "φυσικοί Φονείς" (natural killer).
Θεραπευτικές ενδείξεις:
Η α2(Α) ιντερφερόνη χρησιμοποιείται σήμερα για την αντιμετώπιση της λευχαιμίας από τριχωτά
κύτταρα. Πάνω από το 90% των ασθενών που θεραπεύονται με α ιντερφερόνη εμφανίζουν άρση
της κυτταροπενίας και ελάττωση της επίπτωσης σοβαρών λοιμώξεων και της ανάγκης για
μεταγγίσεις.
• Άλλες ιντερφερόνες δοκιμάζονται στη θεραπεία διαφόρων όγκων, όπως μεταξύ άλλων ο καρκίνος
εκ πλακωδών κυττάρων, το μελάνωμα και το πολλαπλό μυέλωμα.
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
Κατά τις πρώτες ημέρες της θεραπείας εμφανίζεται πυρετός με ρίγη. Η δοσοεξαρτώμενη τοξικότητα
περιλαμβάνει λευκοπενία και πιθανώς θρομβοπενία.

151
ΝΑΥΤΙΑ-ΕΜΕΤΟΙ
ΝΑΥΤΙΑ:
Ένα υποκειμενικό φαινόμενο: μια δυσάρεστη αίσθηση που γίνεται αντιληπτή στο πίσω μέρος του
φάρυγγα και στο επιγάστριο, η οποία μπορεί να καταλήξει ή και να μην καταλήξει σε εμετό. Έχει
περιγραφεί σαν μια αυτόνομη απάντηση, μια συνειδητοποίηση της επιθυμίας για εμετό.
ΕΜΕΤΟΣ:
Η βίαιη εξώθηση περιεχομένου του στομάχου, του δωδεκαδάκτυλου και της νηστίδας μέσω της
στομαχικής κοιλότητας.
Καθώς το περιεχόμενο του στομάχου αιχμαλωτίζεται μεταξύ αφενός μεν των βίαιων συστολών των
κοιλιακών μυών και αφετέρου του διαφράγματος, η ενδοκοιλιακή πίεση αυξάνει πολύ, οι οισοφαγικοί
σφιγκτήρες ανοίγουν και ακολουθεί ο εμετός.
ΤΑΣΗ ΓΙΑ ΕΜΕΤΟ:
Μια προσπάθεια για εμετό, χωρίς όμως να έχουμε οποιαδήποτε έξοδο περιεχομένου του
γαστρεντερικού σωλήνα.
Η τάση για εμετό ελέγχεται από το κέντρο της αναπνοής στο εγκεφαλικό στέλεχος.
Το κέντρο της αναπνοής βρίσκεται πλησίον του κέντρου του εμετού και μοιράζεται μαζί του την
κοινή νευρική οδό που αποτελείται από την 5η, την 7η, την 10η και την 12η εγκεφαλική συζυγία, οι
οποίες είναι και υπεύθυνες για τις αλλαγές στη συχνότητα και στο βάθος της αναπνοής, που
συνοδεύουν, τη ναυτία και τον εμετό.
Τύποι ναυτίας & εμετού:
Η ναυτία και ο εμετός μπορεί να συνδέονται με:
- μνήμη παλαιότερων κύκλων θεραπείας της ναυτίας
- ανακλαστική ναυτία με ή χωρίς εμετό,
- οξεία μεταθεραπευτική ναυτία με ή χωρίς εμετό,
- καθυστερημένη ναυτία με ή χωρίς εμετό
και για αυτό καθιστούν περίπλοκο τον αποτελεσματικό έλεγχο τους.
Παράγοντες κινδύνου για αντανακλαστική ναυτία & εμετό:
- Ηλικία μικρότερη των 50 ετών
- Προηγούμενος ανεπαρκής έλεγχος της ναυτίας και του εμετού
- Υποκειμενικές αντιλήψεις για την ένταση των συμπτωμάτων
- Μια αίσθηση αυξημένης θερμότητας και αδυναμίας η οποία ακολουθεί την θεραπεία
- Ιστορικό ναυτίας κίνησης

152
Φυσιολογία των μηχανισμών ναυτίας και του εμετού: Εμετός

Κέντρο ελέγχου του εμετού (ΚΕΕ). Εντοπίζεται στον προμήκη και περιλαμβάνει το κέντρο του
εμετού και τη Ζώνη Πυροδότησης των Χημειουποδοχέων (ΖΠΧ). Ελέγχει τον εμετό και διεγείρεται
από ποικίλους νευρολογικούς μηχανισμούς

Μηχανισμοί περιφερικής διέγερσης:


- Ερέθισμα σπλαχνικής προέλευσης από το γαστρεντερικό σωλήνα
- Προθαλαμιαία διέγερση οφειλόμενη σε ταχεία μεταβολή της κίνησης που γίνεται αντιληπτή από το
λαβύρινθο του έσω αυτιού
- Συμπαθητική σπλαχνική διέγερση οφειλόμενη σε απόφραξη, ισχαιμία, φλεγμονή και πόνο.
Μηχανισμοί κεντρικής διέγερσης:
- Μέσο εγκεφάλου
- Υποθαλάμου
- Εγκεφαλικού φλοιού και μεταιχμιακού συστήματος
- Το ΖΠΧ
Νευροδιαβιβαστές:
- Η ΖΠΧ διεγείρεται από ουσίες που κυκλοφορούν στο αίμα και/ ή το εγκεφαλονωτιαίο υγρό. Οι
υποδοχείς των νευροδιαβιβαστών που διεγείρονται από ουσίες όπως η ντοπαμίνη, η ισταμίνη, η
σεροτονίνη και η ακετυλοχολίνη, δεν περιορίζονται μόνο στην ΖΠΧ και φαίνεται ότι επιδρούν στο
κέντρο ελέγχου του εμετού προκαλώντας ναυτία και εμετό.

Φάρμακα για την ναυτία & τον εμετό που οφείλονται σε καρκίνο (1/10):
ΦΑΙΝΟΘΕΙΑΖΙΝΕΣ: π.χ. προχλωρπεραζίνη, χλωρπρομαζίνη
- Ασκούν τη δράση τους σαν ντοπαμινικοί ανταγωνιστές αναστέλλοντας τη μετάβαση του
ερεθίσματος στη ζώνη πυροδότησης των χημειοϋποδοχέων (ZΠX).
- Καθώς σχετίζονται με εξωπυραμιδικές αντιδράσεις, οξείες δυστονικές αντιδράσεις, αντιδράσεις
υπερευαισθησίας, και αντιδράσεις από το ΑΝΣ, πρέπει να χρησιμοποιούνται με προσοχή.
- Η ακαθησία, η οποία περιγράφεται σαν το αίσθημα νευρικότητας ταυτόχρονα και υπνηλίας, είναι
μια συχνή ανεπιθύμητη ενέργεια των φαινοθειαζινών και η εμφάνισή της προειδοποιεί για την
ανάγκη της διακοπής του φαρμάκου.

153
Eξωπυραμιδικά συμπτώματα:
- Εξωπυραμιδικά συμπτώματα είναι ανεπιθύμητες ενέργειες που εμφανίζονται με τη χρήση
παραγόντων (Φαρμάκων) που μπλοκάρουν την ντοπαμίνη στον εγκέφαλο.
- Χαρακτηρίζονται από ακούσιες συσπάσεις των μυών που επηρεάζουν τη στάση, το βάδισμα και
τις κινήσεις.
Τύποι:
Υπάρχουν 4 κύριοι τύποι εξωπυραμιδικών συμπτωμάτων που είναι:
- Παρκινσονικά συμπτώματα
- Δυστονία
- Ακασία
- Τριπτική δυσκινησία

Παρκινσονικά συμπτώματα:
- Χαρακτηρίζονται από μη φυσιολογικές κινήσεις παρόμοιες με αυτές που εμφανίζονται στη νόσο
του Πάρκινσον και περιλαμβάνουν:
- Λεπτός τρόμος που εμφανίζεται όταν ένα συγκεκριμένο τμήμα του σώματος είναι σε κατάσταση
ηρεμίας και εξαφανίζεται όταν μετακινείται οικειοθελώς. Συνήθως εμφανίζεται στα χέρια, αν και
μπορεί επίσης να εμφανιστεί στο στόμα. Σε αυτή την τελευταία περίπτωση, θα παρουσιαζόταν αυτό
που θα ήταν γνωστό ως «σύνδρομο κουνελιού», δηλαδή το τίναγμα και το τρόμο των χειλιών.
- Η δυσκαμψία στους μυς, που οδηγεί στις αρθρώσεις να γίνουν άκαμπτες.
- Χαλαρότητα στις κινήσεις, ειδικά σε πολύπλοκες εθελοντικές κινήσεις (βραδυκινησία). Μπορεί
επίσης να υπάρχει απουσία κίνησης (ακινησία). Οι ακρότητες, η λεπτή κινητικότητα των δακτύλων
και οι κινήσεις όταν περπατάτε μπορεί να επηρεαστούν.
- Επίσης, ενδέχεται να προκύψουν προβλήματα με τη φωνή, δυσκολίες κατάποσης και εκφράσεις
του προσώπου.
Δυστονία:
- Πρόκειται για μια κινητική διαταραχή που χαρακτηρίζεται από ακούσιες συσπάσεις των μυών.
- Εμφανίζεται ως ξαφνικές συσπάσεις και επαναλαμβανόμενες κινήσεις που μπορεί να είναι
επώδυνες.
- Μπορεί να επηρεάσει όλους τους εκούσιους μύες του σώματος, όπως εκείνοι του λαιμού
(torticollis), εκείνοι των οφθαλμών (οφθαλική κρίση), εκείνοι της γνάθου, της γλώσσας και ακόμη και
εκείνοι που παρεμβαίνουν στην αναπνοή.
- Οι δυστονικές αντιδράσεις εμφανίζονται συχνότερα στους νέους και σε άτομα που έχουν
χρησιμοποιήσει αντιψυχωσικά φάρμακα για μικρό χρονικό διάστημα.
Ακασία:
- Είναι η ανικανότητα ενός ατόμου να παραμείνει ακίνητος, παρουσιάζοντας την ανάγκη να
μετακινηθεί επειδή αισθάνεται άβολα.

154
- Οι άνθρωποι που έχουν ακαθισία δεν μπορούν να καθίσουν ακόμα και να σηκωθούν συνεχώς
γυρίζοντας, τρίβοντας τους μηρούς ή κουνώντας τους.
- Η ακαθισία προκαλεί επίσης συναισθήματα άγχους και αδυναμία χαλάρωσης.
Τριπτική δυσκινησία:
- Χαρακτηρίζεται από αργές και ακανόνιστες ακούσιες κινήσεις διαφόρων τμημάτων του σώματος.
Εμφανίζεται συχνότερα στη γλώσσα, τα χείλη, το πρόσωπο και το λαιμό, αν και μπορεί να συμβεί
και στον κορμό και στα άκρα.
- Μπορούν να κάνουν κλικ στα χείλη, η γλώσσα βγαίνει και μπαίνει στο στόμα, ή γκριμάτσες. Το
άτομο με όψιμη δυσκινησία μπορεί να μην συνειδητοποιήσει αυτές τις κινήσεις, οι οποίες είναι πολύ
προφανείς σε έναν παρατηρητή.
- Αυτά τα συμπτώματα μπορεί να εμφανιστούν μετά από αρκετούς μήνες ή και χρόνια μετά την
έναρξη της θεραπείας με τυπικά αντιψυχω-σικά, επομένως ονομάζεται "καθυστερημένη".
- Γενικά, αυτό το φαινόμενο είναι αναστρέψιμο, αν και υπάρχουν μεμονωμένες περιπτώσεις στις
οποίες είναι μη αναστρέψιμο.

Φάρμακα για την ναυτία & τον εμετό που οφείλονται σε καρκίνο (2/10):
ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ ΤΗΣ ΣΕΡΟΤΟΝΙΝΗΣ:π.χ. ονδανσετρόνη, γρανισετρόνη, τροπισετρόνη
- Δρουν αποκλείοντας τους υποδοχείς τύπου σεροτονίνης και έχουν δυο εστίες δράσης,τις
περιφερικές νευρικές απολήξεις των ανιόντων κλάδων του πνευμονογαστρικού και τις κεντρικές
νευρικές απολήξεις των ίδιων ανιόντων νεύρων.
- Παρά το ότι οι ανταγωνιστές των υποδοχέων της σεροτονίνης έχουν αναδειχθεί σε θεραπεία
πρώτης γραμμής στην πρόληψη της οξείας μεταχημειοθεραπευτικής ναυτίας και εμετού και έχουν
ελάχιστες ανεπιθύμητες ενέργειες, η ικανότητά τους να προλαμβάνουν την καθυστερημένη ναυτία
και τον εμετό είναι λιγότερο εμφανής.

Φάρμακα για την ναυτία & τον εμετό που οφείλονται σε καρκίνο (3/10):
ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΑΤΟ ΒΕΝΖΑΜΙΔΗΣ: π.χ. μετοκλοπραμίδη
- Η μετοκλοπραμίδη έχει αποδειχθεί ότι αποτελεί αποτελεσματικότατο αντιεμετικό στις περιπτώσεις
χημειοθεραπείας με έντονη εμετογενή δράση, συμπεριλαμβανομένων και των σχημάτων με βάση
την σισπλατίνη.
- Εμφανίζεται να έχει δύο τρόπους δράσης, όπου συμπεριλαμβάνονται:
1) η δράση ανταγωνιστή της ντοπαμίνης και
2) η προαγωγή τη κένωσης του στομάχου, μειώνοντας έτσι την παλινδρόμηση του γαστρικού
περιεχομένου και την τάση για εμετό.
Έχει διάφορες δυνητικά ενοχλητικές ανεπιθύμητες ενέργειες συμπεριλαμβανομένων των
εξωπυραμιδικών αντιδράσεων, της διάρροιας, της κόπωσης και της υπνηλίας.

155
Φάρμακα για την ναυτία & τον εμετό που οφείλονται σε καρκίνο (4/10):
ΚΟΡΤΙΚΟΣΤΕΡΟΕΙΔΗ:
- Η δεξαμεθαζόνη χρησιμοποιείται συχνά σε συνδυασμό με άλλα αντιεμετικά, ιδιαίτερα με την
οντανσετρόνη και την μετοκλοπραμίδη, όταν χορηγούνται επιθετικά θεραπευτικά σχήματα.
- Ο ακριβής μηχανισμός δράσης των κορτικοστεροειδών είναι άγνωστος, αλλά εικάζεται ότι
εμφανίζουν αντιπροσταγλανδινική δράση.

Φάρμακα για την ναυτία & τον εμετό που οφείλονται σε καρκίνο (5/10):
ΒΕΝΖΟΔΙΑΖΕΠΙΝΕΣ: π.χ. λοραζεπάμη, διαζεπάμη
- Οι βενζοδιαζεπίνες δρουν στα επίπεδα του θαλάμου, του υποθαλάμου και της μεσολόβιας
αύλακας του εγκεφάλου, παρά το ότι ο ακριβής μηχανισμός δράσεως τους δεν είναι γνωστός.
- Προάγουν αγχολυτική, καταπραϋντική, υπνωτική, σπασμολυτική δράση καθώς και χαλάρωση των
σκελετικών μυών.
- Καθώς είναι ικανές να παράγουν όλα τα επίπεδα καταστολής του κεντρικού νευρικού συστήματος,
θα πρέπει να χρησιμοποιούνται με προσοχή στους ηλικιωμένους ανθρώπους με έκπτωση της
αναπνευστικής λειτουργίας.

Φάρμακα για την ναυτία & τον εμετό που οφείλονται σε καρκίνο (6/10):
ΑΝΤΙΣΤΑΜΙΝΙΚΑ: π.χ. διφαινυδραμίνη
- Η δράση τους κυρίως εντοπίζεται μέσα στην ΖΠΧ, παρά το ότι είναι αναποτελεσματικά σαν
αντιεμετικά όταν χορηγούνται μόνα τους.
- Συχνότερα χρησιμοποιούνται μαζί με φαινοθειαζίνες ή τη μετοκλοπραμίδη ενσωματούμενα σε
επιθετικά αντιεμετικά σχήματα, ώστε να βοηθήσουν στην πρόληψη εμφάνισης των εξωπυραμιδικών
αντιδράσεων.
Φάρμακα για την ναυτία & τον εμετό που οφείλονται σε καρκίνο (7/10):
ΒΟΥΤΥΡΟΦΑΙΝΟΝΕΣ: Δροπεριδόλη, Χαλοπεριδόλη
- Δρουν ως ντοπαμινικοί ανταγωνιστές μέσα στη ΖΠΧ ενώ επίσης έχουν καταπραϋντική και
αγχολυτική δράση.
- Σημαντικές ανεπιθύμητες ενέργειες τους είναι η πρόκληση υπότασης και οι εξωπυραμιδικές
αντιδράσεις.

Φάρμακα για την ναυτία & τον εμετό που οφείλονται σε καρκίνο (8/10):
ΚΑΝΝΑΒΙΝΟΕΙΔΗ, ΜΑΡΙΧΟΥΑΝΑ:
- Ο τρόπος δράσης τους είναι άγνωστος, αλλά η αντιεμετική δράση μπορεί να σχετίζεται με τη
«μέθη» που επιτυγχάνεται όταν η συγκέντρωσή τους στο αίμα φτάσει σε κάποια επίπεδα.
- Καταγεγραμμένες ανεπιθύμητες ενέργειες τους είναι η απώλεια μνήμης, οι μεταβολές της
διάθεσης, η ασυνεργία, η ευφορία και οι παραισθήσεις.

156
Φάρμακα για την ναυτία & τον εμετό που οφείλονται σε καρκίνο (9/10):
Προοδευτική ή χαλάρωση των μυών, χιούμορ, μουσική, άσκηση, ύπνωση και συστηματική
απευαισθητοποίηση:
- Αυτές οι δραστηριότητες επαναπροσανατολί-ζουν το ενδιαφέρον του ατόμου, απομακρύνοντάς το
από την ναυτία και τον εμετό.
- Το αν η επιτυχία τους οφείλεται στην παύση των συμπτωμάτων ή σε τροποποίηση της αντίληψης
είναι ασαφές.
- Πρόσφατα όμως διαθέσιμα ερευνητικά δεδομένα υποστηρίζουν την αποτελεσματικό-τητά τους και
τη συνέχιση της χρήσης τους.

Μη φαρμακευτικές παρεμβάσεις (10/10):


Εκπαίδευση του ασθενούς και παροχή γραπτών πληροφοριών:
- Η εκπαίδευση του ασθενούς αποτελεί ζωτικής σημασίας διάσταση της αντιμετώπισης των
συμπτωμάτων και οι γραπτές πληροφορίες συχνά αποδεικνύονται μεγάλης αξίας αυτήν την ομάδα
ανθρώπων που κυριολεκτικά βομβαρδίζονται από πληροφορίες σχετιζόμενες με τη νόσο και από
παράγοντες που προκαλούν ψυχολογικά προβλήματα.
Εμετογόνος δράση Χημειοθεραπευτικών:

ΥΨΗΛΗ ΕΜΕΤΟΓΟΝΟΣ ΜΕΤΡΙΑ ΕΜΕΤΟΓΟΝΟΣ ΧΑΜΗΛΗ ΕΜΕΤΟΓΟΝΟΣ


ΔΡΑΣΗ ΔΡΑΣΗ ΔΡΑΣΗ

Cisplatin Doxorubcin Etoposide

Dacarbazine Procarbazine Hydroxyurea

Cyclophosphamide Carboplatin 5-Fluoracil (5-FU)

BCNU Mitomycin-C Bleomycin

Ifosfamide & Mensa Vinblastin

Mitoxatrone Vicristine

Cytosine araboside Methotrexate (dose related)

Daunorubicin Busulfan

Carmustine Taxol

CCNU Taxotere

157
ΦΑΡΜΑΚΑ ΔΕΡΜΑΤΙΚΩΝ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ
ΤΟ ΔΕΡΜΑ:
- Επιδερμίδα (Τρίχα)
- Χόριο (Σμηγματογόνος αδένας, Λεμφαγγείο, Νεύρο)
- Υπόδερμα (Υποδόριο) (Τριχοθυλάκειο, Ιδρωτοποιός αδένας, Λιποκύτταρο, Συνδετικός ιστός,
Αγγεία)

• ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ ΤΟΥ ΔΕΡΜΑΤΟΣ


-Υδατολιπιδικό Υμένιο
- Σμήγμα :
Τριγλυκερίδια 57%, Σκουαλένιο 12%, Κηροί 26%, Στερόλες 26%
- Λιπίδια Κεράτινης Στοιβάδας :
Ακόρεστα λιπαρά οξέα, Κεραμίδια, Χοληστερόλη – Θειϊκή χοληστερόλη
- Μικροβιακή Χλωρίδα
Βακτηρίδια – Μύκητες
ΡΟΛΟΙ : ΕΝΥΔΑΤΩΣΗ - ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ

ΕΠΙΔΕΡΜΙΔΑ
• Επιθήλιο πολύ λεπτό διαρκώς ανανεούμενο (0,04mm στα βλέφαρα –
1,6 mm στα πέλματα)
• Κυριότερη λειτουργία : Προστασία
• Είδη Κυττάρων : Κερατινοκύτταρα, Μελανοκύτταρα, Κύτταρα του Langerhans, Κύτταρα του
Merckel
• Στοιβάδες:
- Βασική (stratum basale)
- Ακανθωτή (stratum spinosum)
- Κοκκιώδης (stratum granulosum)
- Διαυγής (stratum lucidum) Πέλμα-Παλάμη
- Κεράτινη (stratum corneum)

ΔΕΡΜΙΔΑ Ή ΧΟΡΙΟ
• ΘΗΛΩΔΕΣ
• ΔΙΚΤΥΩΤΟ

158
• ΙΝΕΣ
• ΘΕΜΕΛΙΑ ΟΥΣΙΑ
• ΙΝΟΒΛΑΣΤΕΣ
• ΝΕΥΡΑ ΑΙΣΘΗΤΗΡΙΑ ΟΡΓΑΝΑ
• ΑΙΜΟΦΟΡΑ ΑΓΓΕΙΑ

ΕΞΑΡΤΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΔΕΡΜΑΤΟΣ


• ΤΡΙΧΙΚΟ ΘΥΛΑΚΙΟ
• ΙΔΡΩΤΟΠΟΙΟΣ ΑΔΕΝΑΣ
• ΝΥΧΙΑ

ΥΠΟΔΕΡΜΑ

ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΤΟΥ ΔΕΡΜΑΤΟΣ:


-Φραγμός
-Μηχανική Προστασία
-Αφή
-Θερμορρύθμιση
-Απέκκριση
-Μεταβολισμός
-Επικοινωνία (κοινωνικός ρόλος)
-Ανοσοεπαγρύπνηση
-Παραγωγή Βιταμίνης D

ΚΥΡΙΟΤΕΡΕΣ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ ΠΡΟΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑ


• Εκζεματα - Δερματίτιδες
• Ψωρίαση
• Ακμή
• Μολύνσεις: βακτηριακές, μυκητιασικές, παρασιτικές, προκαλουμένες από ιούς
• Κονδυλώματα-Μυρμηγκιές
• Νοσήματα Συνδετικού Ιστού (Σκληροδερμία-Ερυθηματώδης Λύκος)
• Διαταραχές Μελαγχρώσεως (Λεύκη, Μέλασμα)

159
• Ξηροδερμία
• Πληγές
• Κνίδωση
• Νόσοι Τριχών και Ονύχων
• Προ-καρκινικές, καρκινικές καταστάσεις
• Καλοήθεις Όγκοι

ΒΑΣΙΚΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΦΑΡΜΑΚΩΝ:


• ΚΟΡΤΙΚΟΣΤΕΡΟΕΙΔΗ
• ΑΝΤΙΒΙΟΤΙΚΑ-ΑΝΤΙΜΙΚΡΟΒΙΑΚΑ- ΑΝΤΙΠΑΡΑΣΙΤΙΚΑ
• ΡΗΤΙΝΟΕΙΔΗ
• ΑΝΤΙΨΩΡΙΑΣΙΚΑ
• ΑΝΟΣΟΤΡΟΠΟΙΗΤΙΚΑ
• ΑΝΤΙΚΑΡΚΙΝΙΚΑ
• ΕΠΟΥΛΩΤΙΚΑ
• ΑΝΤΙΪΣΤΑΜΙΝΙΚΑ
• ΗΡΕΜΙΣΤΙΚΑ-ΑΝΤΙΚΑΤΑΘΛΙΠΤΙΚΑ

ΒΑΣΙΚΕΣ ΤΟΠΙΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ:


• Καλλυντικό – Τοπικό Φάρμακο
• Γαλάκτωμα
• Κρέμα
• Αλοιφή
• Πούδρες
• Φυράματα (pastes)
• Διαλύματα – Πλύματα (lotions)
• Πηκτώματα ή Γέλες (λιπαρές – υδατικές)
• Επιθέματα
• Απλή – Στεγανή Περίδεση
• Εκδοχο – Δραστική ουσία

160
ΔΟΣΟΛΟΓΙΑ:
• Μονάδα Ακρου του Δακτύλου (Finger Tip Unit) : 0,5g
• Μονάδα Ακρας Χειρός (Hand Unit) : 0,25g Μισή FTU καλύπτει την
μία πλευρά της άκρας χειρός
Πρόσωπο και τράχηλος : 2,5 FTU
Κορμός : 7 FTU
Ακρος Πους : 2 FTU

Θεραπεία Με Τα Αντίθετα : Υγρό – Στεγνό, Λιπαρό – Ξηρό


Φυσική και Ψυχολογική Υποστήριξη
Σχέση Εκδόχου - Δραστικής στην Τοπική Θεραπεία
Από του Στόματος Χορήγηση Διαλυτοποίηση Απορρόφηση από Γαστρεντερικό Αίμα
Φαρμακοδυναμικό Αποτέλεσμα
Τοπική Χορήγηση Απελευθέρωση Διαπερατότητα Απορρόφηση
Φαρμακοδυναμικό Αποτέλεσμα

ΤΟΠΙΚΗ ΧΟΡΗΓΗΣΗ:
• Εφαρμογή στην πάσχουσα περιοχή
• Μειωμένος κίνδυνος συστηματικών προβλημάτων
• Αυξημένη δραστικότητα σε πολλές περιπτώσεις
• Ψυχολογικά όφελος ότι κάτι κάνει
• Τοπική τοξικότητα (ερεθισμός, αλλεργία,
φωτοευαισθητοποίηση)
• Πρόβλημα διαπερατότητας
• Έλλειψη καταλληλότητας
• Χρώση περιοχής
• Δυσοσμία

ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΗ ΧΟΡΗΓΗΣΗ:
• ΑΥΞΗΜΕΝΗ ΔΡΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΕ ΚΑΠΟΙΕΣ
ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ
• ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟ ΌΤΑΝ ΑΠΑΙΤΕΙΤΑΙ ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΗ
ΔΡΑΣΗ

161
• ΒΟΛΙΚΟ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΔΕΡΜΑΤΟΠΑΘΕΙΑΣ Η ΟΠΟΙΑ ΚΑΤΑΛΑΜΒΑΝΕΙ ΜΕΓΑΛΗ
ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ
• ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΗ ΤΟΞΙΚΟΤΗΤΑ
• ΜΙΚΡΗ ΒΙΟΔΙΑΘΕΣΙΜΟΤΗΤΑ

ΑΠΟ ΤΟΥ ΔΕΡΜΑΤΟΣ AΠΟΡΡΟΦΗΣΗ:


• Φραγμός ικανός αλλά όχι τέλειος
• Προνομιούχος οδός διαπερατότητας
• Ορισμοί
• Ουσιώδες βήμα αξιολογήσεως δερματοτοξικότητας – δερματοφαρμακολογικής
δράσεως
• Δράση σε διάφορα επίπεδα (επιφάνεια, επιδερμίδα, χόριο, εσώτερα όργανα)
• Ρύθμιση απορροφήσεως
• Σημασία Υδροφιλίας – Λιποφιλίας
• Μεταβολισμός

ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΗΝ ΑΠΟΡΡΟΦΗΣΗ:


• ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ
• Κατάσταση του δέρματος
• Ανατομική Περιοχή
• Ηλικία
• Αιματική ροή
• Σύνδεση με Συστατικά του Δέρματος (Μελανίνη, Υποδόριο Λίπος, Σμηγματογόνοι Αδένες)
• Διάφοροι Παράγοντες (Μικροβιακή χλωρίδα, Έκθεση στο Φως)
• Συνήθειες (έκθεση σε σάπωνες, διαλύτες, αποτρίχωση...)
• ΦΥΣΙΚΟΧΗΜΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ
• Φορέας
• Ενισχυτές απορροφήσεως
• Επιφανειοδραστικές ουσίες, Απρωτικοί διαλύτες, Οργανικοί διαλύτες, Ιοντοφόρηση, Υπέρηχοι
• Ενυδάτωση (συνθήκες εγκλεισμού)
• Θερμοκρασία
• ρΗ

162
ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝ ΔΕΡΜΑΤΙΚΩΝ ΑΣΘΕΝΕΙΩΝ
ΑΚΜΗ:
Βλατιδώδες-Φλυκταινώδες Εξάνθημα
Εντόπιση: Πρόσωπο-Πρόσθιος Θώρακας-Ράχη
Αύξηση Σμήγματος – Απόφραξη Σμηγματογόνων Πόρων- Propionibacterium acnes
Λιπαρό Δέρμα, Ορμόνες, Φάρμακα

ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΑΚΜΗΣ:
• ΙΣΤΟΡΙΑ
Ρετινόλη (Βιταμίνη Α -1943), Τρετινοϊνη (1962 – Kligman
1969)
• ΥΠΟΒΙΤΑΜΙΝΩΣΗ - YΠΕΡΒΙΤΑΜΙΝΩΣΗ -
• ΕΙΔΗ ΡΗΤΙΝΟΕΙΔΩΝ
-Φυσικά, Συνθετικά / Τοπικά, Συστηματικά
-Μη αρωματικά (Τρετινοϊνη)
-Μονοαρωματικά (Ετρετινάτη, Ακιτρετίνη, Μοτρετινίδη)
-Πολυαρωματικά (Αροτινοειδικό οξύ, Τεμαροτένιο, Σουλφονικό άλας του αροτινοειδικού οξέος)

Μηχανισμός δράσης:
Πυρηνικοί υποδοχείς στεροειδικοί-θυρεοειδικοί-βιταμίνης D ( RAR, RXR, δέσμευση από το DNA.
Μετασχηματισμός των «προδρόμων» ουσιών όπως ρετινόλη-ρετιναλδεϋδη..
CRBP (Cellular Retinoic Binding Protein), CRABP (Cellular Retinoic Acid Binding Protein),

Φαρμακολογική δράση:
- Φαγεσωρολυτικά, αντιφλεγμονώδη
- Αλλαγή στα γονίδια, στον φαινότυπο, επαναφορά της φυσιολογίας
- Ρύθμιση της κερατινοποιήσεως, μείωση πολλαπλασιασμού των κυττάρων των σμηγματογόνων
αδένων, καταστολή παραγωγής σμήγματος(θεαματική δράση των ρετινοειδών, ειδικά το 13-cis
ρετινοϊκό οξύ από του στόματος)
-Τα ρητινοειδή τρίτης γενεάς (αδαπαλένη, ταζαροτένη) δεν επηρεάζουν την παραγωγή
σμήγματος

163
Ανεπιθύμητες ενέργειες:
- Ερεθισμός-ξηρότητα- απολέπιση
- Φωτοευαισθησία
- Απόπειρες αυτοκτονίας
- Γενετικές ανωμαλίες
- Αποφυγή εγκυμοσύνης

ΥΠΕΡΟΞΕΙΔΙΟ ΤΟΥ ΒΕΝΖΟΛΙΟΥ:


- Ήπια-Μέτριας Βαρύτητας Ακμή
- Αντισηπτικό – Οξειδωτικό Στρες
- Ξηρό Δέρμα-Απολέπιση-Ερεθισμός

ΣΑΛΙΚΥΛΙΚΟ ΟΞΥ:
- Απολεπιστικό ήπιας δράσης

ΑΖΕΛΑΪΚΟ ΟΞΥ:
- Ήπια-Μέτρια Ακμή
- Αντιφλεγμονώδες- Αντιβακτηριακό-Ομαλοποιεί την Κερατινοποίηση
- Ήπιος Ερεθισμός

ΑΝΤΙΒΙΟΤΙΚΑ:
- Ερυθρομυκίνη-Κλινδαμυκίνη (κατά προτίμηση) τοπικά
- Συνδυασμός με ρητινοειδή-υπεροξείδιο του βενζολίου
- Μινοκυκλίνη, Δοξυκυκλίνη, Ερυθρομυκίνη (από του στόματος)

ΜΙΚΡΟΒΙΑΚΕΣ ΛΟΙΜΩΞΕΙΣ:
- ΣΤΑΦΥΛΟΚΟΚΚΙΑΣΗ-ΣΤΡΕΠΤΟΚΟΚΚΙΑΣΗ
- ΘΥΛΑΚΙΤΙΔΕΣ-ΑΠΟΣΤΗΜΑΤΑ-ΜΟΛΥΣΜΑΤΙΚΟ ΚΗΡΙΟΠΥΩΔΕΙΣ ΛΟΙΜΩΞΕΙΣ
- ΜΠΟΡΟΎΝ ΝΑ ΕΞΑΠΛΩΘΟΥΝ ΚΑΙ ΝΑ ΠΡΟΚΑΛΕΣΟΥΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΕΣ ΛΟΙΜΩΞΕΙΣ

164
ΤΟΠΙΚΟΙ ΑΝΤΙΜΙΚΡΟΒΙΑΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ:
Gram+ Λοιμώξεις:
- Βακιτρακίνη σε συνδυασμό ή μη με νεομυκίνη ή/και πολυμυξίνη
- Μουπιροσίνη, Ρεταπαμουλίνη (μολυσματικό κηρίο, ανθεκτικά στελέχη Staphylococcus aureus)
Gram- Λοιμώξεις:
- Πολυμυξίνη β, Νεομυκίνη, Γενταμυκίνη
- Σπάνιες οι παρενέργειες – αλλεργικές αντιδράσεις έχουν αναφερθεί με νεομυκίνη

ΠΑΡΑΣΙΤΙΚΕΣ ΛΟΙΜΩΞΕΙΣ-ΘΕΡΑΠΕΙΑ:
Φθειρίαση
- Pediculus capitis, Pthirus pubis
Ψώρα
- Sarcoptes scabiei
Εκτοπαρασιτοκτόνα
- γ-εξαχλωροκυκλοεξάνιο, κροταμιτόνη, πυρεθρίνες, περμεθρίνη
- Ιβερμεκτίνη (από του στόματος)
- Σιλικόνη

ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΧΡΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΔΕΡΜΑΤΟΣ:


- ΥΠΕΡΧΡΩΣΗ-ΛΕΥΚΗ
- ΥΔΡΟΚΙΝΟΝΗ
- Φακίδες-Μέλασμα
- Αναστολή τυροσινάσης
- Πιθανή καρκινογένεση, τοπικός ερεθισμός (έως 4%)
- Μονοβενζόνη (βενζυλαιθέρας της υδροκινόνης) εφαρμόζεται στην λεύκη
- ΜΕΘΟΞΑΛΕΝΗ (Ψωραλένιο)
- Επαναχρωστικός παράγων + Υπεριώδες Φως (PUVA) Γήρανση-Καρκινογένεση

ΨΩΡΙΑΣΗ:
• Η ψωρίαση είναι μια αυτοάνοση δερματική πάθηση που εκδηλώνεται με:ερυθηματώδεις
απολεπιστικές πλάκες και αυξημένο πολλαπλασιασμό επιδερμικών κυττάρων.
• Φαίνεται να διαθέτει γενετικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες, καθώς και ανοσολογικά
χαρακτηριστικά Τ-κυτταρικής αρχής.

165
• Η πλειονότητα των ασθενών έχουν ήπια έως μέτρια ψωρίαση, αντιμετωπίσιμη με τοπικές
θεραπείες ( πχ ρετινοειδή, και των κορτικοστεροειδή).
• Πιο σοβαρές περιπτώσεις απαιτούν συστηματική θεραπεία με φωτοθεραπεία (μεθοξαλένη
συνοδευόμενη από UVA ή UVB μόνο), μεθοτρεξάτη, κυκλοσπορίνη, ή τροποποιητές της βιολογικής
απόκρισης (ετανερσέπτη,αδαλιμουμάμπη)

Συμπτώματα:
- Ερυθηματώδεις πλάκες
- Πάχυνση δέρματος
- Κερατινοποίηση
- Κυτταρική διήθηση
- Φαγούρα
- Αγγειογένεση
- Φλύκταινες

Είδη Ψωρίασης:
- Guttate
- Παλμοπελματιαία
- Φλυκταινώδεις: Τοπική/Γενικευμένη
- Αλωπεκιανή ακροδερματίτιδα
- Ερυθροδερμική
- Νόσος νυχιών
- Γεννητικών οργάνων
- Κρανιακή
- Προσώπου
- Τύπου 1: Νεανική. Σοβαρή. Κληρονομική
- Τύπου 2: 50-60 έτη. Ήπια. Χαμηλή κληρονομικότητα.

166
Μηχανισμός Ψωριασης:
• Αυτοάνοση πάθηση.
• Χαρακτηρίζεται από ανεξέλεγκτο πολλαπλασιασμό και μικρή διαφοροποίηση κερατινοκυττάρων
επιδερμίδας.
Σε άτομα με γενετική προδιάθεση, η πυροδότηση από εξωτερικές προσβολές (τραύμα, φαρμ.
Αγωγή κλπ.)

ένωση νουκλεοτιδίων με αντιμικροβιακά πεπτίδια των κερατινοκυττάρων (πχ. CAMP-cathelicidin


antimicrobial peptide/IL-37).

σχηματισμός συμπλεγμάτων

oι δομές αυτές συνδέονται σε υποδοχείς σε αντιγονοπαρουσιαστικά κύτταρα,


συμπεριλαμβανομένων των TLR υποδοχέων (toll-like receptor) στην επιφάνεια των
πλασμακυτοειδών δενδριτικών κυττάρων (pDCs).

η αντιγονοπαρουσίαση πυροδοτεί 2 μονοπάτια

ΤΟΠΙΚΑ ΚΟΡΤΙΚΟΣΤΕΡΟΕΙΔΗ:
- Ανοσοκατασταλτικά-αντιφλεγμονώδη
- «Αγία Κορτιζόνη» σύμφωνα με τους δερματολόγους
- Κνησμός + Φλεγμονή
- Ενδοκυτταρικοί Υποδοχείς οι οποίοι ενεργοποιούν μεταγραφές και μεταφράσεις οδηγόντας σε
πολλαπλές δράσεις
- Καταστέλλουν την παραγωγή κυτταροκινών, αναστέλλουν τον καταρράκτη του αραχιδονικού οξέος
- Πολλές παρενέργειες κυρίως από χρόνια χρήση όπως ατροφία, ραγάδες, πορφύρα, ακμή,
λοιμώξεις, αποχρωματισμό, καταστολή παραγωγής κορτικοστεροειδών από τα επινεφρίδια.
Κατηγορίες Τοπικών Κορτικοστεροειδών:
1. Χαμηλής Ισχύος : Υδροκορτιζόνη (0,25-2,5%), Ακετονίδιο Τριαμσινολόνης (0,025%), ακετονίδιο
φλουοκινολόνης (0,01%0

167
2. Ενδιάμεσης Ισχύος: Διπροπιονική Βηταμεθαζόνη (0,05%), Δεσονίδη (0,05%), Ακετονίδιο
Τριαμσινολόνης (0,1-0,2%)
3. Υψηλή Ισχύς: Αμκινονίδη 0,1%, Διπροπιονική βηταμεθαζόνη, Ακετονίδιο Τριαμσινολόνης (0,5%),
Χαλκινονίδιο (0,1%), Φλουοσινονίδη(0,05%)
4. Πολύ Υψηλή Ισχύς Κλοβεταζόλη (0,05%), Διοξεική διφλοραζόνη (0,05%),
Φλουοσινονίδη(0,1%)Αλομπεταζόλη (0.05%), Φλουραδενδρολίδη (0,05%)

ΤΡΙΧΟΓΕΝΕΤΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ:
- Μινοξιδίλη
- Φιναστερίδη
- Αναστολέας της 5-α ρεδουκτάσης, εμποδίζει την μετατροπή της τεστοστερόνης στην 5-α
διϋδροτεστοστερόνη
- Παρενέργειες μειωμένη libido και στυτική δυσλειτουργία
-Συνεχόμενη χρήση και των δύο ουσιών.

168
ΒΙΟΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΑ ΦΑΡΜΑΚΑ
Μικρά Μόρια vs Βιοτεχνολογικά Φάρμακα

ΜΙΚΡΟΜΟΡΙΑΚΕΣ ΕΝΩΣΕΙΣ ΠΡΩΤΕΪΝΕΣ

Παράδειγμα Ασπιρίνη Ινσουλίνη

Μοριακό βάρος 200-1000 5.000-500.000


Μέσος Όρος περίπου 450 Μέσος Όρος περίπου 30.000

Σύσταση Οργανική Πεπτιδική

Παραγωγή Χημική Βιοτεχνολογική

Κόστος Χαμηλό Υψηλό

Στόχος Ενδο- και εξω- κυττάριοι Εξω- κυττάριοι

Οδός χορήγησης Συχνά po Ενέσιμη

ΑΝΑΣΤΟΛΕΙΣ ΤΥΡΟΣΙΝΙΚΩΝ ΚΙΝΑΣΩΝ


Pazopanib (Votrient®)
Sorafenib (Nexavar®)
Vandetanib (Caprelsa®)
Axitinib (Inlyta®)
Imatinib (Gleevec®)
Gefitinib (Iressa®)
Erlotinib (Tarceva®)
(EGFR inhibitor)
Sunitinib (Sutent®)
(multiple receptor inhibitors incl VEGFR... )

ΦΑΡΜΑΚΟ ΟΔΟΣ ΑΝΕΠΙΘΥΜΗΤΕ ΑΞΙΟΣΗΜΕΙΩΤΕΣ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙ


ΧΟΡΗΓΗΣ Σ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ Σ
ΗΣ ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΕΙ Σ
Σ

Ιματινίμπη PO Μυελοκαταστολ Υποστρώματα του Γενική αίματος, BCR- Παρακολού


ή, κατακράτηση CYP3A4, βαρφαρίνη ABL θηση για την
υγρών, ανάπτυξη
συμφορητική ΚΑ ΚΑ

Δοσατινίμπη PO Μυελοκαταστολ Υποστρώματα του Γενική αίματος, BCR- Επιμήκυνση

169
ή, κατακράτηση CYP3A4, αντιόξινοι ABL, ηλεκτρολύτες QT
υγρών, διάρροια παράγοντες

Νιλοτινίμπη PO Μυελοκαταστολ Υποστρώματα του Γενική αίματος, BCR- Επιμήκυνση


ή, επιμήκθνση CYP3A4, αντιόξινοι ABL, ηλεκτρολύτες QT,
του QT, παράγοντες χορήγηση
ηπατοτοξικότητα σε άδειο
στομάχι

Ερλοτινίμπη PO Εξάνθημα, Υποστρώματα του Πλήρες μεταβολικό Εξάνθημα


διάμεση CYP3A4, αντιόξινοι προφίλ που
πνευμονοπάθεια παράγοντες, σχετίζεται με
, βαρφαρίνη αυξημένη
ηπατοτοξικότητα απόκριση

Σοραφενίμπ PO Υπέρταση, Επαγωγείς του ΑΠ, πλήρες Επιπλοκές


η σύνδρομο CYP3A4, βαρφαρίνη μεταβολικό προφίλ επούλωσης
χειρός-ποδός, πληγών,
εξάνθημα, καρδιακά
διάρροια, συμβάντα
αδυναμία

Σουνιτινίμπη PO Υπέρταση, Υποστρώματα του ΑΠ, πλήρες Παρακολού


σύνδρομο CYP3A4 μεταβολικό προφίλ, θηση για την
χειρός-ποδός, TSH ανάπτυξη
εξάνθημα, ΚΑ
διάρροια,
αδυναμία,
ηπατοτοξικότητα
,
υποθυρεοειδισμ
ός

Τα "ορφανά" φάρμακα προορίζονται για τη διάγνωση, την πρόληψη ή την θεραπεία παθήσεων που
συνεπάγονται κίνδυνο για τη ζωή ή είναι πολύ σοβαρές, είναι σπάνιες και ο επιπολασμός τους στην
Ευρωπαϊκή Ένωση είναι χαμηλότερος από 5 κρούσματα ανά 10.000 άτομα. Οι φαρμακευτικές
εταιρείες δεν είναι πρόθυμες να αναπτύξουν τέτοια φάρμακα υπό συνήθεις συνθήκες αγοράς,
καθώς το κόστος παραγωγής και εμπορίας τους δεν θα μπορούσε να καλυφθεί από τις
αναμενόμενες πωλήσεις των φαρμάκων χωρίς την παροχή κινήτρων
ΟΡΦΑΝΟΙ ΥΠΟΔΟΧΕΙΣ
ΜΟΝΟΚΛΩΝΙΚΑ ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ:
Στοχεύουν ειδικά αντιγόνα του όγκου (που εκφράζονται πολύ)
ή ουσίες (πχ. EGF)
Rituximab (Mabthera®)
(CD20)

170
Cetuximab (Erbitux®)
(Epidermal Growth Factor Receptor 1)
Transtuzumab (Herceptin®)
(Human Epidermal Growth Factor Receptor 2)
Bevacizumab (Avastin®)
(Vascular Endothelial Growth Factor)

RITUXIMAB (Rituxan):
FDA 1997
• Πρώτo χιμαιρικό mab που χρησιμοποιήθηκε στην κλινική πράξη
• αντι-CD20
• 1 σταθερό τμήμα h IgG1 Ab και μεταβλητές περιοχές της H & L IgG Ab (ποντίκι)

ΦΑΡΜΑΚΟ ΟΔΟΣ ΑΝΕΠΙΘΥΜΗΤΕ ΑΞΙΟΣΗΜΕΙΩΤ ΠΑΡΑΜΕ6ΤΡΟΙ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ


ΧΟΡΗΓ ΕΣ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘ

171
ΗΣΗ Σ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙ ΗΣΗΣ
ΚΕΣ
ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡ
ΑΣΕΙΣ

Τραστουζουμ IV Καρδιομυοπάθει ΚΕΑΚ (Κλάσμα Εμβρυϊκή


άμπη α, πυρετός και Εξώθησης τοξικότητα
ρίγη που Αριστερής
σχετίζονται με Κοιλίας), γενική
την αίματος,
έγχυση,πνευμον τοξικότητα λόγω
ική τοξικότητα, αντίδρασης
κεφαλαλγία, κατά την έγχυση
ναυτία/εμετός,
ουδετεροπενία
σε συνδυασμό
με
χημειοθεραπεία

Ριτουξιμάμπη IV Θανατηφόρος Σισπλατίνη Ζωτικά σημεία Θανατηφόρος


αντίδραση κατά τη διάρκεια επανενεργοπ
έγχυσης, ΣΛΟ, της έγχυσης, οίηση της
βλεννογονοδερμ εργαστηριακά ηπατίτιδας Β,
ατικές για ΣΛΟ προθεραπεία
αντιδράσεις, απαιτείται
ΠΠΛ πριν από την
έγχυση για
πρόληψη
αντίδρασης

Μπεβασιζουμ IV Υπέρταση, ΑΠ, πρωτεΐνες Κρατείται για


άμπη διάτρηση ΓΕ, ούρων, σημεία πρόσφατες ή
πρωτεϊνουρία, και συμπτώματα μελλοντικές
προβλήματα αιμορραγίας χειρουργικές
επούλωσης επεμβάσεις
τραυμάτων,
αιμορραγία

Σετουξιμάμπη IV Δερματικό Ηλεκτρολύτες Προθεραπεία


εξάνθημα, και ζωτικά απαιτείται
εξάντληση σημεία κατά τη πριν από την
ηλεκτρολυτών, διάρκεια της έγχυση,
αντίδραση έγχυσης εξάνθημα
έγχυσης, που
διάρροια εξισώνεται με
αυξημένη
απόκριση

172
ΣΥΝΤΑΓΟΓΡΑΦΙΑ
ΙΑΤΡΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΗ:
- Στοιχεία Ιατρού (Ονοματεπώνυμο, Ειδικότητα, Διεύθυνση, Τηλέφωνο)
- Ονοματεπώνυμο Ασθενούς (Σε περίπτωση παιδιού ή ηλικιωμένου απαραίτητα και η ηλικία)
- Φάρμακο (Εμπορική ονομασία ή Δραστική ουσία)
- Περιεκτικότητα του φαρμάκου (mg, mg/ml, κλπ)
- Φαρμακοτεχνική Μορφή και Συσκευασία (capsules, tablets, syrup, powder, enema, inject, solution,
suppositories)
- Αριθμός Σκευασμάτων (Bt. I, II, III, κλπ)
- Οδηγία (Πότε, Πόσο)
- Ημερομηνία Συνταγής
- Υπογραφή και Σφραγίδα Ιατρού
ΚΑΝΟΝΕΣ ΣΥΝΤΑΓΟΓΡΑΦΗΣΗΣ:
- Αποτελεσματικότητα
- Ασφάλεια
- Προτίμηση σε παλαιότερα φάρμακα
- Βιοδιαθεσιμότητα
- Αντενδείξεις
- Αλληλεπιδράσεις
- Ενημέρωση - Παρακολούθηση

ΦΑΡΜΑΚΑ ΥΠΑΓΟΜΕΝΑ ΣΤΙΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΕΡΙ ΝΑΡΚΩΤΙΚΩΝ:


Φάρμακα, που χορηγούνται με ειδική συνταγή και υπάγονται στις διατάξεις περί ναρκωτικών του Ν.
3459/06
ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Β: Περιλαμβάνονται οι ουσίες: αλφακετυλομεθαδόνη, κοκαΐνη, μεθαδόνη, μορφίνη,
πεθιδίνη, όπιο
ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Γ: Περιλαμβάνονται οι ουσίες: αλφαιντανίλη, δεξτροπροποξυφαίνη, διϋδροκωδεΐνη,
ζιπεπρόλη, κωδε:ινη, μεθυλφαινιδάτη, ναλβουφίνη, πενταζοκίνη, ρεμιφαιντανίλη, σουλφαιντανίλη,
υδροκωδόνη (δισκία), φαιντανύλη
ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΓΣ: Περιλαμβάνονται συνδυασμοί κωδεΐνης, υδροκωδόνης (διάλυμα, σιρόπι) και
διφαινοξυλάτης
ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Δ: Περιλαμβάνει όλες τις βενζοδιαζεπίνες και συνδυασμούς τους, καθώς και τις ουσίες:
αλλοβαρβιτάλη, αμφεπραμόνη, βουπρενορφίνη, δεξτρομεθορφάνη, θειοπεντάλη, κεταμίνη,
μαζινδόλη, μεπροβαμάτη, πεμολίνη, πεντοβαρβιτάλη, προξιβαρβάλη, φαινοβαρβιτάλη, ζιπερόλη

173
ΙΑΤΡΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΗ:
Τι θα μπορούσε να αναρωτηθεί ο φαρμακοποιός παρατηρώντας μια ιατρική συνταγή;
1) Είναι η δοσολογία κατάλληλη σε σχέση με τη νεφρική ή/και ηπατική λειτουργία του ασθενή;
2) Έχει συνταγογραφηθεί η καταλληλότερη μορφή χορήγησης του φαρμάκου;
Είναι ένα δισκίο η καταλληλότερη μορφή χορήγησης φαρμάκου ή θα ήταν καλύτερη μια ενέσιμη
μορφή, ένα υπόθετο ή ένα σιρόπι;
Η συσκευασία του φαρμάκου είναι κατάλληλη για το ηλικιωμένο ασθενή, λαμβάνοντας υπόψη τις
μειωμένες ικανότητές του;
3) Θεωρείται ως δεδομένο ότι τα νέα δυμπτώματα ε΄ναι πιθανόν να οφείλονται σε παρενέργειες
φαρμάκων ή πιο σπάνια ακόμη σ διακοπή φαρμάκου;
4) Ο γιατρός έχει πάρει ένα προσεκτικό ιστορικό πριν συνταγογραφήσει τα φάρμακα στον ασθενή;
Λάβετε υπόψη σας την πιθανότητα αληλεπίδρασης με ουσίες τις οποίες λαμβάνει ο ασθενής,
χωρίς εσεία να το γνωρίζετε, όπως με κάποιο φάρμακο φυτικής προέλευσης ή άλλες θεραπείες, ή
άλλα φάρμακα που βρίσκονται στο φαρμακείο του σπιτιού ή που λαμβάνονται από γνωστούς.
5) Οι τυχόν έτοιμοι συνδυασμοί φγαρμάκων, που χρησιμοποιήθηκαν είναι λογικοί; Βοηθούν στη
συμμόρφωση; Βελτιώνουν την αντοχή ή την αποτελεσματικότητα;
6) Όταν προστίθεται στη θεραπευτική αγωγή ένα νέο φάρμακο, έχει εξεταστεί εάν πρέπει να
αφαιρεθεί κάποιο άλλο;
7) Μπορεί να είναι επαρκής η συμμόρφωση των ασθενών; Έχουν λάβει ο ασθενείς ή οι συγγενείς
του τι απαραίτητες οδηγίες;
8) Θυμηθείτε ότι το να διακόπτετε τη χορήγηση ενός φαρμάκου έχει το ίδιο ενδιαφέρον, όπως όταν
αρχίζετε τη χορήγησή του.

1) Σκεφττείτε για την αναγκαιότητα των φαρμάκων.


- Είναι η διάγνωση σωστή και πλήρης;
- Η χορήγηση του φαρμάκου είναι όντως απαραίτητη;
- Μήπως υπάρχει κάποια καλύτερη εναλλακτική λύση;
2) Μήπως τα αναγραφόμενα φάρμακα δεν είναι χρήσιμα.
- Σκεφτείτε προσεκτικά προτού χορηγήσετε φάρμακα σε ηλικιωμένους, τα οποία ίσως να έχουν
σημαντικές παρενέργειες.
- Σκεφτείτε εναλλακτικές λύσεις.
3) Σκεφτείτε τη δοσολογία του φαρμάκου.
- Η δοσολογία είναι κατάλληλη για τις πιθανές μεταβολές στη φυσιολογική κατάσταση του ασθενή;

174

You might also like