Professional Documents
Culture Documents
Book Dioikhsh Kef 22
Book Dioikhsh Kef 22
… είµαστε η τελευταία γραµµή άµυνας των ασθενών κατά των υγειονοµικών φορέων,
οι οποίοι θέλουν να αποµυζήσουν και την τελευταία δεκάρα από το σύστηµα της υγει-
ονοµικής περίθαλψης.
Deborah Burger
∏ÁÂÙÈÎÔ› ƒfiÏÔÈ
1. √ ËÁ¤Ù˘ ¤¯ÂÈ Â›ÁÓˆÛË ÙˆÓ ‰ÈÎÒÓ ÙÔ˘ ÛÙ¿ÛÂˆÓ Î·È ·ÍÈÒÓ ·Ó·ÊÔÚÈο Ì ÙȘ Û˘ÏÏÔÁÈΤ˜
‰È·Ú·ÁÌ·Ù‡ÛÂȘ Î·È ÙËÓ ÂÚÁ·ÙÈ΋ ÓÔÌÔıÂÛ›·
2. ∞Ó·ÁÓˆÚ›˙ÂÈ Î·È ·Ô‰¤¯ÂÙ·È ÙÔ˘˜ ÏfiÁÔ˘˜ ÁÈ· ÙÔ˘˜ ÔÔ›Ô˘˜ ÔÈ ¿ÓıÚˆÔÈ ÂȉÈÒÎÔ˘Ó ÙÔ
Û˘Ó‰ÈηÏÈÛÌfi
3. ¢ËÌÈÔ˘ÚÁ› ¤Ó· ÂÚÁ·ÛÈ·Îfi ÂÚÈ‚¿ÏÏÔÓ, ÙÔ ÔÔ›Ô ÂÍ·Ï›ÊÂÈ ÙËÓ ·Ó¿ÁÎË ‡·Ú͢ Û˘Ó‰È-
ηÏÈÛÌÔ‡ ÁÈ· ÙËÓ ÂÎÏ‹ÚˆÛË ÙˆÓ ··ÈÙ‹ÛÂˆÓ ÙˆÓ ÂÚÁ·˙Ô̤ӈÓ
4. ¢È·ÙËÚ› ÌÈ· Û˘Ì‚È‚·ÛÙÈ΋ ‹ Û˘ÓÂÚÁ·ÙÈ΋ ÚÔÛ¤ÁÁÈÛË ÚÔ˜ Ù· Û˘Ó‰Èοٷ Î·È ÙËÓ ÂÚÁ·ÙÈ΋
ÓÔÌÔıÂÛ›·
5. §ÂÈÙÔ˘ÚÁ› ˆ˜ ÚfiÙ˘Ô ‰ÈηÈÔÛ‡Ó˘
6. ∂›Ó·È ·ÌÂÚfiÏËÙÔ˜ Û fiϘ ÙȘ ÚÔÛˆÈΤ˜ Î·È Â·ÁÁÂÏÌ·ÙÈΤ˜ ÂÓ¤ÚÁÂȘ
7. ∂ÍÂÙ¿˙ÂÈ ÂÚÈÔ‰Èο ÙÔ ÂÚÁ·ÛÈ·Îfi ÂÚÈ‚¿ÏÏÔÓ ÒÛÙ ӷ ‰È·ÛÊ·Ï›ÛÂÈ fiÙÈ ·Ú¤¯ÂÙ·È ˘ÔÛÙ‹ÚÈÍË
Û fiÏ· Ù· ̤ÏË ·ÓÂÍ·Úًو˜ ʇÏÔ˘, Ê˘Ï‹˜, ËÏÈΛ·˜, ·Ó·ËÚ›·˜ ‹ ÛÂÍÔ˘·ÏÈÎÒÓ ÚÔÙÈÌ‹ÛˆÓ
8. ∂È˙ËÙ› ÂÓÂÚÁ¿ ¤Ó· ÔÏÈÙÈÛÌÈο Î·È ÂıÓÈο ÔÈÎÈÏfiÌÔÚÊÔ ÂÚÁ·ÙÈÎfi ‰˘Ó·ÌÈÎfi, ÙÔ ÔÔ›Ô ı·
·ÓÙ·ÔÎÚ›ÓÂÙ·È ÛÙȘ ·Ó¿ÁΘ ÂÓfi˜ ÏËı˘ÛÌÔ‡ Ì ‰È·ÚÎÒ˜ ·˘Í·ÓfiÌÂÓË ÔÈÎÈÏÔÌÔÚÊ›·
¢ÈÔÈÎËÙÈΤ˜ §ÂÈÙÔ˘ÚÁ›Â˜
1. √ ÚÔ˚ÛÙ¿ÌÂÓÔ˜ ηٷÓÔ› Î·È ÂÊ·ÚÌfi˙ÂÈ Î·Ù¿ÏÏËÏ· ÙȘ Û˘ÏÏÔÁÈΤ˜ Û˘Ì‚¿ÛÂȘ ÂÚÁ·Û›·˜
2. ¢È·¯ÂÈÚ›˙ÂÙ·È ÙȘ ÔÏÈÙÈΤ˜ Ô˘ ·ÊÔÚÔ‡Ó ÛÙÔ ÚÔÛˆÈÎfi Ì ·ÌÂÚÔÏË„›· Î·È Û˘Ó¤ÂÈ·
3. ™˘ÓÂÚÁ¿˙ÂÙ·È Ì ÙË ‰È‡ı˘ÓÛË ÚÔÛˆÈÎÔ‡ Î·È ÙËÓ ·ÓÒÙÂÚË ‰ÈÔ›ÎËÛË Î·Ù¿ ÙË ‰È·¯Â›ÚÈÛË
Û˘Ó‰ÈηÏÈÛÙÈÎÒÓ ıÂÌ¿ÙˆÓ.
4. ∫·Ù·ÓÔ› Î·È Û˘ÌÌÔÚÊÒÓÂÙ·È Ì ÙËÓ ÂÚÁ·ÙÈ΋ ÓÔÌÔıÂÛ›· ·Ó·ÊÔÚÈο Ì ÙË ÛÊ·›Ú·
ÂÈÚÚÔ‹˜ ÙÔ˘
5. ∂ÁÁ˘¿Ù·È ÙËÓ ·ÛÊ¿ÏÂÈ· ÙÔ˘ ÂÚÁ·ÛÈ·ÎÔ‡ ÂÚÈ‚¿ÏÏÔÓÙÔ˜
6. ·ÁÚ˘Ó› ÁÈ· ÙÔÓ ÂÓÙÔÈÛÌfi ÌÂÚÔÏËÙÈÎÒÓ Ú·ÎÙÈÎÒÓ ··Û¯fiÏËÛ˘ ÛÙÔ ¯ÒÚÔ ÂÚÁ·Û›·˜
7. ¢ÈÂÚÂ˘Ó¿ ÔÔÈ·‰‹ÔÙ ·Ó·ÊÔÚ¿ ÙˆÓ ÂÚÁ·˙ÔÌ¤ÓˆÓ ÁÈ· ÌÂÚÔÏËÙÈ΋ Û˘ÌÂÚÈÊÔÚ¿ (ÂȘ
‚¿ÚÔ˜ ÙÔ˘˜)
8. ¢È·ÛÊ·Ï›˙ÂÈ fiÙÈ Ë ÌÔÓ¿‰· ‹ ÙÔ ÙÌ‹Ì· ÏÂÈÙÔ˘ÚÁ› Û‡Ìʈӷ Ì ÙÔ˘˜ ÔÏÈÙÂÈ·ÎÔ‡˜ ηÓÔÓÈ-
ÛÌÔ‡˜ ·‰ÂÈÔ‰fiÙËÛ˘
9. ¢ÈÂÚÂ˘Ó¿ ¿ÌÂÛ· Î·È ÂÈÛÙ¿ÌÂÓ· fiϘ ÙȘ ηٷÁÁÂϛ˜ ηٷÛÙÚ·Ù‹ÁËÛ˘ Ù˘ Û˘ÏÏÔÁÈ΋˜
ۇ̂·Û˘ ÂÚÁ·Û›·˜ Î·È ÚÔ‚·›ÓÂÈ ÛÙȘ ··ÈÙÔ‡ÌÂÓ˜ ÂÓ¤ÚÁÂȘ
γνωρισθεί ως ένα επάγγελµα παροχής φροντίδας, θα πρέπει να αποτελεί µέρος των προσπαθειών
διαπραγµάτευσης για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας. Αν και αυτό µπορεί να φαίνεται ότι αν-
τικατοπτρίζει µία µορφή διχοτόµησης, είναι γεγονός επίσης ότι τα συνδικάτα και οι συλλογικές δια-
πραγµατεύσεις αποτελούν ένα µεγάλο µέρος της βιωµατικής εµπειρίας πολλών νοσηλευτών.
Μολονότι οι προϊστάµενοι πρώτου και µεσαίου επιπέδου συνήθως δεν ασχολούνται µε τη δια-
πραγµάτευση των συλλογικών συµβάσεων εργασίας, συµµετέχουν σε µεγάλο βαθµό στην καθηµε-
ρινή εφαρµογή τους. Ο προϊστάµενος µεσαίου επιπέδου έχει τη µεγαλύτερη επιρροή στην ποιότητα
της σχέσης που αναπτύσσεται µεταξύ των εργαζοµένων και της διοίκησης. Η ορολογία που σχετί-
ζεται µε τα συνδικάτα και τις συλλογικές διαπραγµατεύσεις παρατίθεται στο Πλαίσιο 22.2.
Η διοίκηση που θεωρείται ότι αγνοεί τις ανάγκες των εργαζοµένων παρέχει πρόσφορο
❍ έδαφος στους συνδικαλιστές, καθώς τα συνδικάτα ευηµερούν σε ένα κλίµα όπου η
φιλοσοφία του οργανισµού θεωρείται ότι δεν δείχνει ευαισθησία προς τον εργαζόµενο.
Κατανόηση των Συλλογικών ∆ιαπραγµατεύσεων, του Συνδικαλισµού και της Εργατικής Νοµοθεσίας 579
Για πολλούς λόγους, η ανάπτυξη των συλλογικών διαπραγµατεύσεων στη βιοµηχανία της
υγειονοµικής περίθαλψης ήταν βραδεία. Πριν την τροποποίηση της εργατικής νοµοθεσίας, ο
συνδικαλισµός των εργαζοµένων στον κλάδο της υγειονοµικής περίθαλψης θεωρείτο παράνοµος.
Η µακρά ιστορία της νοσηλευτικής, ως κλάδου παροχής υπηρεσιών, καθυστέρησε περαιτέρω την
οργάνωση των εργαζοµένων στα περιβάλλοντα υγειονοµικής περίθαλψης. Οι συλλογικές δια-
πραγµατεύσεις του συγκεκριµένου επαγγελµατικού κλάδου έλαβαν αρχικά χώρα σε οργανισµούς
οι οποίοι θεωρούνταν κρατικοί ή δηµόσιοι. Αυτό κατέστη δυνατό µε το Εκτελεστικό ∆ιάταγµα
10988, που εκδόθηκε το 1962 (αφορά στις ΗΠΑ). Το εν λόγω διάταγµα ήρε τους περιορισµούς
που απαγόρευαν στους δηµοσίους υπαλλήλους τη δηµιουργία συνδικάτων. Συνεπώς, οι συλλο-
γικές διαπραγµατεύσεις των νοσηλευτών που εργάζονταν σε αστικά, κοινοτικά και περιφερειακά
νοσοκοµεία ή σε υπηρεσίες υγειονοµικής περίθαλψης, ξεκίνησαν τη δεκαετία του 1960.
Το 1974, το Κογκρέσο τροποποίησε τον Νόµο του Wagner, επεκτείνοντας την εθνική εργα-
τική νοµοθεσία στα ιδιωτικά, µη κερδοσκοπικά νοσοκοµεία, τα νοσηλευτικά ιδρύµατα, τις κλι-
νικές, τους οργανισµούς διατήρησης της υγείας, καθώς και σε άλλους φορείς υγειονοµικής
περίθαλψης. Οι τροποποιήσεις αυτές αποτέλεσαν το έναυσµα για την επέκταση της συνδικαλι-
στικής δραστηριότητας σε διάφορους επαγγελµατικούς κλάδους και στο δηµόσιο τοµέα. Πράγ-
µατι, µία ανασκόπηση των ποσοστών συµµετοχής σε συνδικάτα έδειξε, ότι από το 1960, το
µεγαλύτερο µέρος των συλλογικών διαπραγµατεύσεων στις Ηνωµένες Πολιτείες της Αµερικής
παρατηρήθηκε σε δηµόσιους και επαγγελµατικούς κλάδους της βιοµηχανίας, κυρίως στο διδα-
κτικό προσωπικό των ιδρυµάτων ανώτερης εκπαίδευσης, στους εκπαιδευτικούς πρωτοβάθµιας
και δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης και στους ιατρούς. Από το 1950, οπότε και σηµειώθηκε κατα-
κόρυφη αύξηση της συµµετοχής σε συνδικαλιστικές οργανώσεις, έχει παρατηρηθεί µικρή ανά-
πτυξη του συνδικαλισµού στον ιδιωτικό τοµέα και τον τοµέα των εργατοτεχνιτών.
Από το 1962 έως το 1989, σηµειώθηκε αργή αλλά σταθερή αύξηση του αριθµού των νοση-
λευτών που εκπροσωπούνταν από µεσολαβητές συλλογικών διαπραγµατεύσεων. Το 1989, το
Εθνικό Συµβούλιο Εργασιακών Σχέσεων (National Labor Relations Board - NLRB) όρισε ότι οι
νοσηλευτές θα µπορούσαν πλέον να σχηµατίσουν τις δικές τους διαπραγµατευτικές οµάδες,
οπότε η συνδικαλιστική δραστηριότητα αυξήθηκε. Ωστόσο, η Ένωση Αµερικανικών Νοσοκο-
µείων (American Hospital Association - ΑΗΑ) άσκησε άµεσα αγωγή στην Αµερικανική Ένωση
580 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 22
σεις για το δίληµµα που δηµιουργήθηκε από το διττό ρόλο της ANA. Προκειµένου να διασαφηνι-
στούν αυτά τα ζητήµατα, οι διοικητές πρέπει πρώτα να εξετάσουν τα κίνητρα των νοσηλευτών για
τη συµµετοχή τους στις συλλογικές διαπραγµατεύσεις. Ο προϊστάµενος οφείλει τουλάχιστον να
προσπαθήσει να ακούσει και να κατανοήσει την άποψη των εργαζοµένων.
Ένα αίσθηµα αδυναµίας ή η αντίληψη ότι η διοίκηση δεν ενδιαφέρεται για τους
❍ εργαζόµενους αποτελεί ισχυρό κίνητρο για την ένταξη σε συνδικάτα.
Επίσης, υπάρχουν πολλοί κοινωνικοί παράγοντες που δρουν ως κίνητρο για τους νοσηλευ-
τές, όσον αφορά στη συνδικαλιστική τους δραστηριότητα. Το τέταρτο κίνητρο για τη συµµε-
τοχή σε συνδικάτα είναι απόρροια της κοινωνικής ανάγκης για αποδοχή. Ορισµένες φορές, η
κοινωνική αυτή ανάγκη προέρχεται από την οικογένεια ή την πίεση που δέχονται από τους συ-
ναδέλφους τους. Επειδή αρκετές οικογένειες που ανήκουν στην εργατική τάξη έχουν διαγράψει
µία µακρά ιστορία ισχυρών συνδικαλιστικών δεσµών, τις περισσότερες φορές, τα παιδιά ανα-
τρέφονται σε ένα πολιτισµικό περιβάλλον το οποίο προάγει το συνδικαλισµό.
Ο πέµπτος λόγος για τον οποίο οι νοσηλευτές κάποιες φορές συµµετέχουν σε συνδικάτα είναι
διότι η συλλογική σύµβαση εργασίας επιβάλλει όλοι οι νοσηλευτές να ανήκουν στο συνδικάτο.
Αυτό έχει υπάρξει ισχυρή κινητήρια δύναµη στο χώρο των εργατών βιοµηχανιών. Ωστόσο, η
κλειστή επιχείρηση ή η υποχρέωση συµµετοχής όλων των εργαζοµένων σε ένα σωµατείο, δεν επι-
κράτησε ποτέ στη βιοµηχανία της υγειονοµικής περίθαλψης. Τα περισσότερα συνδικάτα στον
κλάδο της υγειονοµικής περίθαλψης λειτουργούν στο πλαίσιο ανοικτών επιχειρήσεων, οι οποίες
παρέχουν τη δυνατότητα στους νοσηλευτές να επιλέξουν εάν επιθυµούν να συµµετέχουν σε αυτά.
Τέλος, ορισµένοι νοσηλευτές συµµετέχουν σε συνδικάτα επειδή θεωρούν ότι οι εκβάσεις των
ασθενών είναι καλύτερες στους οργανισµούς µε συνδικαλιστική δραστηριότητα, λόγω της κα-
λύτερης διάρθρωσης του προσωπικού και της επίβλεψης της διοικητικής πρακτικής. Υποστηρί-
ζεται η ύπαρξη µιας θετικής σχέσης µεταξύ συνδικαλισµού, ασφαλών προτύπων περίθαλψης
και αποτελεσµατικής προάσπισης των δικαιωµάτων των ασθενών (Bruno, 2005). Η Twarog
(2005) υποστηρίζει, ότι η υποχρεωτική χρήση ασφαλών συρίγγων, ο περιορισµός των υποχρε-
ωτικών υπερωριών και ο καθορισµός της αναλογίας του νοσηλευτικού προσωπικού προς τους
ασθενείς, αποτελούν ζητήµατα τα οποία προωθήθηκαν αρχικά από τα συνδικάτα και ότι η επί-
τευξη αυτών των αποτελεσµάτων δεν οφείλεται στην καλοσύνη ή την καλή προαίρεση των ερ-
γοδοτών. Αντίθετα, αποτελούν επιτεύγµατα των συνδικάτων.
Ο Bauer (2005) δηλώνει, ότι υφίσταται διαφωνία αναφορικά µε το εάν ο συνδικαλισµός οδη-
γεί σε καλύτερες συνθήκες εργασίας, αλλά δεν έχει θιγεί το γεγονός ότι οι µισθοί των συνδικα-
Κατανόηση των Συλλογικών ∆ιαπραγµατεύσεων, του Συνδικαλισµού και της Εργατικής Νοµοθεσίας 583
λιστών είναι υψηλότεροι. ∆ηλώνει επίσης, ότι οι νοσηλευτές που συµµετέχουν σε συνδικάτα,
έχουν ετήσιο εισόδηµα υψηλότερο κατά 6.100 $ από τους µη συνδικαλιζόµενους νοσηλευτές.
Όπως ακριβώς υπάρχουν αρκετοί λόγοι για τη συµµετοχή σε ένα συνδικάτο, υπάρχουν και
λόγοι για τους οποίους οι νοσηλευτές αρνούνται να συνδικαλιστούν (Πλαίσιο 22.3). Οι βασικό-
τεροι εξ αυτών είναι κοινωνικού και πολιτισµικού χαρακτήρα. Αρκετοί τρέφουν δυσπιστία προς
τα συνδικάτα, καθώς θεωρούν ότι προασπίζουν τα συµφέροντα του κράτους πρόνοιας, υπονο-
µεύοντας το αµερικανικό σύστηµα της ελεύθερης οικονοµίας. Ένας άλλος λόγος απόρριψης των
συνδικάτων είναι ενδεχοµένως η ανάγκη των νοσηλευτών να αποδείξουν ότι έχουν τη δύναµη
να προασπίζουν τα συµφέροντά τους.
Η ανάπτυξη της συνδικαλιστικής δραστηριότητας από τους επαγγελµατίες υπαλλήλους έγινε
µε βραδείς ρυθµούς για διάφορους λόγους, οι οποίοι σχετίζονται µε την κοινωνική τάξη και την εκ-
παίδευση. Οι περισσότεροι από αυτούς ήταν της άποψης ότι τα συνδικάτα είναι κατάλληλα για
την εργατική τάξη, αλλά όχι για τον πανεπιστηµιακό καθηγητή, τον ιατρό ή τον µηχανικό. Οι νο-
σηλευτές που απορρίπτουν τα συνδικάτα βάσει αυτής της πεποίθησης, συνήθως ωθούνται από
την ανάγκη τους να επιδείξουν τον ατοµισµό τους και την κοινωνική τους θέση. Κάποιοι εργαζό-
µενοι ταυτίζονται µε τη διοίκηση και κατά συνέπεια υιοθετούν συχνά και την άποψή της για τα συν-
δικάτα. Εποµένως, οι νοσηλευτές αυτοί απορρίπτουν τα συνδικάτα, καθώς οι αξίες τους ταυτίζονται
περισσότερο µε αυτές της διοίκησης παρά των εργαζοµένων. Μολονότι τα συµφέροντα των ερ-
γαζοµένων προστατεύονται από τον Εθνικό Νόµο περί Εργασιακών Σχέσεων (National Labor Re-
lations Act - NLRA), ορισµένοι από αυτούς ενδέχεται να απορρίπτουν τα συνδικάτα λόγω του
φόβου αντιποίνων από τον εργοδότη. Οι νοσηλευτές που απορρίπτουν τα συνδικάτα βάσει αυτής
της πεποίθησης, παρακινούνται συνήθως από την ανάγκη διατήρησης της θέσης τους.
Τέλος, ορισµένοι νοσηλευτές απορρίπτουν τα συνδικάτα φοβούµενοι την απώλεια εισοδήµα-
τος που σχετίζεται µε τη συµµετοχή τους σε απεργίες ή στάσεις εργασίας. Οι απεργίες και οι στά-
σεις εργασίας είναι άρρηκτα συνδεδεµένες µε το συνδικαλισµό, ωστόσο ρυθµίζονται από το νόµο.
Ο NLRA ορίζει εν µέρει ότι «οι εργαζόµενοι θα έχουν το δικαίωµα να επιδίδονται σε άλλες συν-
τονισµένες δραστηριότητες µε σκοπό τις συλλογικές διαπραγµατεύσεις ή άλλη αµοιβαία συνδροµή
ή προστασία». Η φράση άλλες συντονισµένες δραστηριότητες αναφέρεται στην «απεργία ζήλου»,
τη «γαλάζια γρίπη» (σιωπηρή απεργία µε τη δικαιολογία της ασθένειας), την επιβράδυνση των ερ-
γασιών, την υποβολή καταιγισµού διαµαρτυριών, τη συµµετοχή σε διαδηλώσεις ενηµέρωσης ή
αναγνώρισης, τη σύναψη συµβάσεων µε κυβερνητικούς φορείς, όπως είναι το Υπουργείο Υγείας
ή η ∆ιοίκηση Επαγγελµατικής Ασφάλειας και Υγείας, όπως επίσης και τη συµµετοχή σε απεργίες
(Forman & Powell, 2003). Τα συνδικάτα θα πρέπει ωστόσο να ενηµερώνουν τους εργαζόµενους
και την Οµοσπονδιακή Υπηρεσία Μεσολάβησης και Συµβιβασµού (FMCS – Federal Mediation
and Conciliation Service) 10 ηµέρες πριν την έναρξη της απεργίας (Forman & Powell, 2003).
Όταν οι διοικούντες κατανοήσουν τα κίνητρα και τις ανάγκες που ωθούν τους εργαζόµενους
να συµµετέχουν σε συνδικάτα, θα µπορέσουν να τις αντιµετωπίσουν και ενδεχοµένως να απο-
τρέψουν το συνδικαλισµό κάποιου ποσοστού υπαλλήλων. Οι υπάλληλοι οργανισµών, στους οποί-
ους ακολουθούνται αθέµιτες πολιτικές διοίκησης, είναι πιο πιθανό να συµµετέχουν σε συνδικάτα.
Έγκειται στη δύναµη των προϊσταµένων να εξαλείψουν κάποιες από τις ανάγκες
❍ που ωθούν το προσωπικό να συµµετέχει σε συνδικάτα.
Οι προϊστάµενοι µπορούν να ενισχύσουν την αίσθηση της δύναµης στους υφισταµένους τους,
παρέχοντάς τους τη δυνατότητα να λαµβάνουν ενεργά µέρος στη διαδικασία λήψης αποφάσεων,
οι οποίες έχουν αντίκτυπο στην εργασία τους. Μπορούν επίσης να εξετάζουν τις ιδέες, τα πα-
ράπονα και τα αισθήµατα των υπαλλήλων και να λαµβάνουν τα κατάλληλα µέτρα, προκειµένου
584 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 22
να διασφαλίζουν ότι η ευνοιοκρατία και η µεροληψία δεν αποτελούν χαρακτηριστικά του προ-
σωπικού τους τρόπου διοίκησης. Επιπλέον, ένας προϊστάµενος µπορεί να ενισχύσει τα κίνητρα
και τις ανάγκες που οδηγούν τους νοσηλευτές στην απόρριψη των συνδικάτων. Όταν ένας προ-
ϊστάµενος καλλιεργεί την οµαδική προσπάθεια, µοιράζεται τις ιδέες και τα µελλοντικά σχέδια της
ανώτερης διοίκησης µε το προσωπικό και ενθαρρύνει την αυτονοµία των υπαλλήλων, µπορεί να
διευκολύνει την ταύτιση του εργαζόµενου µε τη διοίκηση.
Όταν οι νοσηλευτές αρχίζουν να εµφανίζουν δείγµατα επαγγελµατικής δυσαρέσκειας, όταν
αισθάνονται απογοήτευση, άγχος ή αδυναµία, κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου στη διοίκηση.
Οι ηγέτες του κλάδου οφείλουν να εντοπίζουν πρακτικές απασχόλησης οι οποίες είναι αθέµιτες
ή δεν επιδεικνύουν την απαιτούµενη ευαισθησία προς τις ανάγκες των εργαζοµένων και να ανα-
λαµβάνουν την ανάλογη δράση, πριν τα ζητήµατα αυτά οδηγήσουν στο συνδικαλισµό των ερ-
γαζοµένων. Ωστόσο, ακόµα και οι οργανισµοί µε πολύ ικανοποιητικά πακέτα παροχών και δίκαια
ηγεσία, δεν αποκλείεται να έρθουν αντιµέτωποι µε κάποια συνδικαλιστική δραστηριότητα σε
περιπτώσεις κατά τις οποίες συντρέχουν συγκεκριµένοι κοινωνικοί και πολιτισµικοί παράγοντες.
Εφόσον αναπτυχθεί συνδικαλιστική δραστηριότητα, οι προϊστάµενοι οφείλουν να είναι ενήµε-
ροι για τα δικαιώµατα των εργαζοµένων και της διοίκησης, προκειµένου να αποφευχθεί η κα-
ταστρατήγηση του NLPA είτε από τους διευθύνοντες είτε από τους εργαζόµενους.
Το συγκεκριµένο εύρηµα δέχθηκε τα πυρά των συνδικάτων και µένει να φανεί εάν το NLRB
θα αλλάξει τον κανονισµό στο µέλλον (Burger, 2006).
Κάποιες από τις απαγορευµένες διοικητικές πρακτικές είναι η εκτόξευση απειλών προς τους ερ-
γαζοµένους, η ανάκρισή τους, οι υποσχέσεις ανταµοιβών για την παύση της συνδικαλιστικής τους
δραστηριότητας και η κατασκόπευσή τους. Ωστόσο, εάν ένας προϊστάµενος µπορέσει να διακρίνει
τα πρώιµα σηµάδια συνδικαλιστικής δραστηριότητας, ο οργανισµός θα έχει τη δυνατότητα να λάβει
τα απαιτούµενα µέτρα για την αποθάρρυνση της συµµετοχής των εργαζοµένων στα συνδικάτα.
Το πρώτο βήµα σύστασης ενός συνδικάτου είναι η επίδειξη επαρκούς επιθυµίας για συνδι-
καλισµό από τους εργαζοµένους. Το NLRB έχει θέσει ως προϋπόθεση την υπογραφή µίας κάρ-
τας ενδιαφέροντος από το 30% τουλάχιστον των εργαζοµένων, πριν από τη διεξαγωγή των
συνδικαλιστικών εκλογών. Ωστόσο, τα περισσότερα συνδικάτα απαιτούν την υπογραφή της κάρ-
τας ενδιαφέροντος από ένα ποσοστό της τάξεως του 60% έως 70% των εργαζοµένων, πριν δα-
πανήσουν χρόνο και χρήµα για την οργάνωσή τους. Οι εκπρόσωποι των συνδικάτων είναι γενικά
προσεκτικοί στο να κρατούν µυστικές τις ενέργειες της συνδικαλιστικής οργάνωσης, µέχρι του
σηµείου που θα είναι έτοιµοι να θέσουν την υποψηφιότητά τους στις συνδικαλιστικές εκλογές.
Αυτό γίνεται προκειµένου να οργανώσουν την τακτική που θα ακολουθήσουν χωρίς την πα-
ρέµβαση του εργοδότη. Παρ’ όλ’ αυτά, το 2007 υποβλήθηκε ένα νέο νοµοσχέδιο στο Κογκρέσο
των Ηνωµένων Πολιτειών, µε την ονοµασία Νόµος περί Ελεύθερης Επιλογής των Εργαζοµένων
(HR 800). Στην περίπτωση που ψηφιστεί ο συγκεκριµένος νόµος, θα επιτρέπει στα συνδικάτα
να απαιτούν εκπροσώπηση από το NLRB χρησιµοποιώντας µόνο τις υπογεγραµµένες κάρτες.
Κατά συνέπεια, το γεγονός αυτό θα εξαλείψει την ανάγκη οργάνωσης µυστικής ψηφοφορίας για
την ανάδειξη των συνδικαλιστικών εκπροσώπων. Το εν λόγω νοµοσχέδιο υποστηρίχθηκε στο
Κογκρέσο από έναν δικοµµατικό συνασπισµό (AFL-CIO, 2007).
Σύµφωνα µε το ισχύον καθεστώς, µετά την έκδοση συγκεκριµένου αριθµού καρτών, ο ορ-
γανισµός πιέζεται για τη διεξαγωγή εκλογών. Τη συγκεκριµένη χρονική στιγµή, όλοι οι εργαζό-
µενοι της ίδιας κατηγορίας, όπως για παράδειγµα οι νοσηλευτές, θα πρέπει να ψηφίσουν για το
εάν επιθυµούν να συνδικαλιστούν. Μια επιλογή σε κάθε τέτοιου είδους εκλογές είναι η µη εκ-
προσώπηση, που σηµαίνει ότι οι ψηφοφόροι δεν επιθυµούν τη σύσταση συνδικάτου. Κατά την
εκλογική διαδικασία, 50% συν 1 ψηφοφόροι πρέπει να ψηφίσουν υπέρ της σύστασης συνδικά-
του, προκειµένου αυτό να αναγνωριστεί.
Μία διαδικασία, η οποία µοιάζει µε αυτήν της πιστοποίησης, µπορεί επίσης να αφαιρέσει
την πιστοποίηση ενός συνδικάτου. Η διαδικασία ανάκλησης της εκπροσώπησης µπορεί να τεθεί
σε εφαρµογή, όταν το 30% τουλάχιστον των εκλέξιµων εργαζοµένων της οµάδας συλλογικών
διαπραγµατεύσεων υποβάλλουν αίτηµα για τη µη εκπροσώπησή τους από το συνδικάτο (For-
mann & Kraus, 2003). Βάσει νόµου, οι εργοδότες δεν επιτρέπεται να υποκινήσουν ή να προ-
ωθήσουν τη διαδικασία ανάκλησης εκπροσώπησης, αλλά µπορούν να παρέχουν πληροφορίες
στους εργαζοµένους, αναφορικά µε το δικαίωµά τους να το πράξουν, σύµφωνα µε τον NLRA
(Forman & Kraus, 2003).
Είναι σηµαντικό να επισηµάνουµε ότι υπάρχουν ορισµένες διαφορές µεταξύ της οργάνωσης
µίας µονάδας παροχής υπηρεσιών υγείας και άλλων τύπων οργανισµών. Γενικά, η προσέλκυση
µελών και η διανοµή συνδικαλιστικού έντυπου υλικού απαγορεύεται ρητώς στις «µονάδες πα-
588 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 22
ροχής άµεσης νοσηλευτικής φροντίδας». Ωστόσο, οι διοικητές δεν πρέπει ποτέ να προβαίνουν
σε ανεξάρτητες ενέργειες για την αντιµετώπιση της δραστηριότητας οργάνωσης συνδικάτων.
Αντίθετα, θα πρέπει πάντα να αναζητούν υποστήριξη και καθοδήγηση από την ανώτερη διοί-
κηση, καθώς και από το τµήµα ανθρώπινου δυναµικού.
Ο πλήρης κατάλογος των δικαιωµάτων της διοίκησης και των εργαζοµένων κατά τις φάσεις
της οργάνωσης και εδραίωσης του συνδικαλισµού εκτείνεται πέρα από το πεδίο ενδιαφέροντος
του παρόντος συγγράµµατος. Με την πάροδο του χρόνου, το Κογκρέσο προέβη στην τροποποί-
ηση διάφορων εργατικών διατάξεων και νόµων, προκειµένου να επιτύχει την εξισορρόπηση
δυνάµεων µεταξύ της διοίκησης και των εργαζοµένων. Κατά καιρούς, η ισορροπία κλίνει είτε
προς το µέρος της διοίκησης είτε προς το µέρος των εργαζοµένων, όµως το Κογκρέσο τελικά θε-
σπίζει νόµους οι οποίοι αποκαθιστούν την ισορροπία. Ο προϊστάµενος οφείλει να διασφαλίζει
την προάσπιση των δικαιωµάτων της διοίκησης και των εργαζοµένων. Οι δύο πιο ευαίσθητες
πτυχές µίας συλλογικής σύµβασης εργασίας, εφόσον έχουν συµφωνηθεί τα µισθολόγια, είναι η
συµµόρφωση και η διαδικασία υποβολής παραπόνων, οι οποίες αναλύονται στην Ενότητα VII.
τανακλά τον πιο ώριµο και εξελιγµένο τύπο σχέσεων µεταξύ εργαζοµένων και διοίκησης.
Οι στάσεις και οι φιλοσοφίες των ατόµων που ασκούν διοίκηση και των συνδικάτων καθο-
ρίζουν το είδος της σχέσης που αναπτύσσεται µεταξύ των δύο µερών σε έναν οργανισµό. Οι δι-
οικούντες οφείλουν να επιδεικνύουν ευελιξία κατά τη συναλλαγή τους µε τα συνδικάτα. Είναι
σηµαντικό να µην αγνοούν τα διάφορα ζητήµατα που προκύπτουν και να µην προσπαθούν να επι-
βάλλονται στους άλλους χρησιµοποιώντας τη δύναµη της θέσης τους. Η επίλυση των προβλη-
µάτων πρέπει να γίνεται βάσει µιας ορθολογικής προσέγγισης.
Αναµφισβήτητα, ο συνδικαλισµός στον κλάδο της παροχής υπηρεσιών υγείας αναµένεται να
επεκταθεί. Είναι σηµαντικό να γνωρίζετε τον τρόπο διαχείρισης αυτού του ενδεχόµενου περιο-
ρισµού της αποτελεσµατικής διοίκησης. Οι διοικούντες πρέπει να µάθουν να συνεργάζονται µε
τα συνδικάτα και να αναπτύξουν την ικανότητα αξιοποίησης τους, έτσι ώστε να ενισχυθεί η συλ-
λογική προσπάθεια εντός του οργανισµού για την εκπλήρωση των στόχων του.
ΕΡΓΑΣΙΑ: Παραθέστε όλους τους λόγους υπέρ και κατά της απεργίας. Αποφασίστε πώς
θα ενεργήσετε. Χρησιµοποιήστε κατάλληλη επιχειρηµατολογία από διάφορες βιβλιογραφικές
590 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 22
πηγές, προκειµένου να υποστηρίξετε την τελική σας απόφαση. Μοιραστείτε τις σκέψεις σας µε
τους συµφοιτητές σας. ∆ιενεργήστε µία ψηφοφορία στην τάξη, για να προσδιορίσετε πόσοι από
εσάς θα απεργούσαν και πόσοι θα τάσσονταν µε την πλευρά των απεργοσπαστών.
ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ
Όπως συµβαίνει και µε το συνδικαλισµό, τα διάφορα νοµικά ζητήµατα που σχετίζονται µε την
πρόσληψη και την απασχόληση, έχουν αντίκτυπο στις διοικητικές λειτουργίες. Αυτοί οι πιθανοί
περιορισµοί παρουσιάζονται ανεξάρτητα από την ύπαρξη συνδικαλισµού. Το αµερικανικό σύ-
στηµα βιοµηχανικών σχέσεων θεωρείται ως ένα από τα πλέον νοµότυπα του δυτικού κόσµου
και εξακολουθεί να εξελίσσεται. Κάποιες πτυχές των εργασιακών σχέσεων δεν διέπονται από πο-
λιτειακές ή οµοσπονδιακές νοµοθετικές ρυθµίσεις. Η εργατική νοµοθεσία που εξετάζεται στο
παρόν κεφάλαιο παρέχει µία επιφανειακή προσέγγιση των εν λόγω νόµων. Πολλοί από αυτούς
τους κανονισµούς σχετίζονται µε συγκεκριµένες πτυχές της διοίκησης του προσωπικού, όπως
είναι οι νόµοι που διέπουν τις συλλογικές διαπραγµατεύσεις ή οι νόµοι περί της ισότητας στον
εργασιακό τοµέα, που διέπουν τη διαδικασία των προσλήψεων. Κάποιες ρυθµίσεις που σχετί-
ζονται µε το προσωπικό συζητούνται σε προηγούµενα κεφάλαια και άλλες σε επόµενα. Οι συ-
νετοί διοικητές, συνεργάζονται στενά µε τη διοίκηση του τµήµατος ανθρώπινου δυναµικού, όταν
καλούνται να αντιµετωπίσουν ζητήµατα που άπτονται της εργατικής νοµοθεσίας.
Ορισµένοι παρατηρητές θεωρούν ότι τόσο η εργατική νοµοθεσία, όσο και η νοµοθεσία που
αφορά στις σχέσεις εργαζοµένων – διοίκησης, έχουν καταστεί τόσο απαρέγκλιτες, ώστε να απο-
κλείουν τον πειραµατισµό και τη δηµιουργικότητα από την πλευρά της διοίκησης. Κάποιοι άλλοι
πιστεύουν ότι, όπως ισχύει και για τις συλλογικές διαπραγµατεύσεις, η θέσπιση πληθώρας ερ-
γατικών νόµων θα πρέπει να εξετάζεται από την ιστορική της πλευρά, προκειµένου να γίνει αν-
τιληπτή η ανάγκη ύπαρξής τους. Ανεξάρτητα από το εάν κάποιος τάσσεται υπέρ ή κατά της
αναγκαιότητας αυτών των νόµων και κανονισµών, είναι αναµφισβήτητο το γεγονός ότι αποτε-
λούν µία πραγµατικότητα για κάθε διοικητή.
Το αίσθηµα ότι ο εργοδότης είναι δίκαιος προς όλους θέτει τη βάση για την οικοδό-
❍ µηση της οµαδικότητας που είναι τόσο σηµαντική για µία αποτελεσµατική διοίκηση.
5. Λοιπή Νοµοθεσία. Οι διοικούντες στον κλάδο της νοσηλευτικής έχουν ορισµένες νοµικές
υποχρεώσεις, οι οποίες συνήθως δεν ισχύουν για τους διοικούντες στο βιοµηχανικό κλάδο.
Για παράδειγµα, οι εργαζόµενοι οφείλουν να κατέχουν έγκυρη άδεια από την πολιτεία στην
οποία ασκούν το επάγγελµά τους. Επιπλέον, οι περισσότερες πολιτείες απαιτούν από τους
εργοδότες των νοσηλευτών να αναφέρουν στις πολιτειακές επιτροπές χορήγησης άδειας
ασκήσεως επαγγέλµατος τυχόν περιπτώσεις κατάχρησης ουσιών. Οι νόµοι περί εχεµύθειας,
έχουν επίσης σηµαντικό αντίκτυπο στους οργανισµούς υγειονοµικής περίθαλψης.
Εργασιακά Πρότυπα
Τα εργασιακά πρότυπα αποτελούν διατάξεις που αφορούν στις συνθήκες του εργασιακού περι-
βάλλοντος, συµπεριλαµβανοµένων των φυσικών συνθηκών, των οικονοµικών ζητηµάτων και του
ωραρίου εργασίας. Οι διατάξεις αυτές µπορούν να εκδοθούν από πολιτειακούς και/ή οµοσπονδια-
κούς φορείς. Όταν οι διατάξεις αλληλεπικαλύπτονται, συνήθως υπερισχύει η αυστηρότερη εξ αυτών.
οποίο ο εργαζόµενος πρέπει να αµειφθεί υπερωριακά. ∆εδοµένου ότι η αµοιβή των υπερω-
ριών αποτελεί σηµαντικό ζήτηµα, τα διοικητικά στελέχη οφείλουν να γνωρίζουν τα πρότυπα
που ακολουθεί ο οργανισµός τους.
Το ωράριο εργασίας περιλαµβάνει το σύνολο των ωρών, κατά τις οποίες ο εργαζόµενος
οφείλει να είναι σε υπηρεσία. Συνεπώς, οι υποχρεωτικές εκπαιδεύσεις, η προσαρµογή, τα συ-
νέδρια και ούτω καθεξής, πρέπει να συµπεριλαµβάνονται στο ωράριο εργασίας και να υπό-
κεινται στους κανόνες που αφορούν στις υπερωρίες. Ο FLSA δεν απαιτεί την ύπαρξη
καταµετρητών χρόνου προσέλευσης και αποχώρησης του προσωπικού, ωστόσο καθιστά υπο-
χρεωτική την καταγραφή των ωρών εργασίας.
Ο FLSA καθορίζει επίσης την ελάχιστη αµοιβή για την υπερωριακή εργασία, η οποία ισού-
ται µε τουλάχιστον 1,5 φορές τη βασική αµοιβή. Σε περίπτωση που υπάρχει ασυµβατότητα µε-
ταξύ της πολιτειακής και της οµοσπονδιακής νοµοθεσίας ως προς την έναρξη πληρωµής της
υπερωριακής απασχόλησης, συνήθως εφαρµόζεται η περισσότερο αυστηρή ρύθµιση. Ορισµένες
συλλογικές συµβάσεις εργασίας περιλαµβάνουν αυστηρότερες ρυθµίσεις για την υπερωριακή
απασχόληση σε σχέση µε το FLSA.
Η οµοσπονδιακή εργατική νοµοθεσία εξαιρεί ορισµένους εργαζοµένους από τις διατάξεις
περί ελάχιστων αποδοχών και αµοιβής της υπερωριακής απασχόλησης. Τα ανώτερα στελέχη, οι
διοικητικοί υπάλληλοι και οι ελεύθεροι επαγγελµατίες, αποτελούν τρεις από τις πιο διακεκρι-
µένες εξαιρούµενες κατηγορίες υπαλληλικού προσωπικού. Αυτό που διαφοροποιεί τον εξαιρού-
µενο υπάλληλο είναι κατά κύριο λόγο οι λειτουργίες της θέσης και όχι τόσο ο τίτλος ή το γεγονός
ότι οι υπάλληλοι αµείβονται σε µηνιαία βάση. Ορισµένες κατηγορίες φοιτητών, µαθητευοµέ-
νων, όπως επίσης και κάποιες άλλες ιδιαίτερες περιπτώσεις, µπορούν επίσης να αποτελέσουν
λόγο εξαίρεσης ενός υπαλλήλου από τους κανονισµούς του FLSA.
Στις 23 Ιανουαρίου 2004, ο Πρόεδρος Μπους υπέγραψε ένα νοµοσχέδιο δαπανών της τά-
ξεως των 328 εκατοµµυρίων δολαρίων, το οποίο, εκτός των άλλων, έθεσε σε εφαρµογή νέους
κανονισµούς που επιτρέπουν στις εταιρείες να καταβάλλουν αµοιβές υπερωριακής απασχόλη-
σης σε λιγότερους υγειονοµικούς υπαλλήλους, συµπεριλαµβανοµένων και των νοσηλευτών.
Σύµφωνα µε τους νέους κανονισµούς, οι χαµηλόµισθοι εργαζόµενοι απέκτησαν περισσότερα δι-
καιώµατα ως προς την καταβολή υπερωριακής αποζηµίωσης, ενώ οι εργαζόµενοι µε ετήσιο ει-
σόδηµα άνω των $65.000 δεν δικαιούνταν καταβολή υπερωριακής αποζηµίωσης, σε περίπτωση
που οι εργοδότες τους τούς κατέτασσαν στο διοικητικό προσωπικό, στους ελεύθερους επαγγελ-
µατίες ή σε κάποια άλλη από τις εξαιρούµενες κατηγορίες (Ray, 2004). Η διεύθυνση ανθρώπι-
νου δυναµικού οποιουδήποτε µεγάλου οργανισµού παρέχει τη συνδροµή της στη διοίκηση κατά
την εφαρµογή των παραπάνω εργατικών νόµων. Ωστόσο, τα διοικητικά στελέχη οφείλουν να κα-
τανοούν το βαθµό στον οποίο οι συγκεκριµένοι νόµοι θέτουν περιορισµούς στις πολιτικές που
αφορούν στο προσωπικό και στο χρονικό προγραµµατισµό.
Ο Νόµος περί Ίσης Αµοιβής του 1963, ορίζει ότι οι άνδρες και οι γυναίκες που εκτελούν
την ίδια εργασία, λαµβάνουν την ίδια αποζηµίωση. Η καταβολή ίσης αµοιβής προϋποθέτει
την ύπαρξη τεσσάρων κριτηρίων: ίδιες δεξιότητες, ίδιες προσπάθειες, ίδιες ευθύνες και πα-
ρεµφερείς συνθήκες εργασίας. Ο συγκεκριµένος νόµος είχε µεγάλο αντίκτυπο στη διοίκηση
του νοσηλευτικού κλάδου, όταν τέθηκε σε ισχύ. Πριν από το 1963, οι ανειδίκευτοι άνδρες νο-
σοκόµοι αµείβονταν συνήθως περισσότερο από τις βοηθούς αδελφές νοσοκόµες, ενώ τα κα-
θήκοντά τους ήταν τα ίδια. Παρόλο που το γεγονός αυτό φαντάζει απίθανο σήµερα, την εποχή
εκείνη πολλοί διευθύνοντες παρέβλεπαν αυτήν την ευρέως εφαρµοζόµενη πρακτική της κα-
τάφωρης διάκρισης στη µισθοδοσία. Σήµερα, οι περισσότερες υπηρεσίες παροχής υπηρεσιών
υγείας ονοµάζουν τους εργαζοµένους αυτούς «βοηθούς νοσηλευτή» και ανεξάρτητα από το αν
είναι άνδρες ή γυναίκες, αµείβονται το ίδιο.
Κατανόηση των Συλλογικών ∆ιαπραγµατεύσεων, του Συνδικαλισµού και της Εργατικής Νοµοθεσίας 593
Καταµετρητές Χρόνου
Μέχρι τη δεκαετία του 1950, οι περισσότεροι οργανισµοί υγειονοµικής περίθαλψης, δεν απαι-
τούσαν τη χρήση καταµετρητών χρόνου κατά την προσέλευση ή την αποχώρηση των εργαζο-
µένων. Σήµερα, η χρήση των καταµετρητών χρόνου έχει καθιερωθεί στα νοσοκοµεία και σε
ορισµένους -όχι όµως σε όλους- άλλους οργανισµούς υγειονοµικής περίθαλψης.
τάση εξακολουθεί να στοχεύει προς την πρόωρη συνταξιοδότηση. Ωστόσο, η αντιστροφή αυτής
της γενικής τάσης ενδέχεται να έχει σηµαντικές συνέπειες για ορισµένους οργανισµούς. Συγκε-
κριµένα, µπορεί να έχει σηµαντικό αντίκτυπο στους οργανισµούς µε υψηλό αριθµό απασχο-
λουµένων, ιδιαίτερα όταν αυτοί οι οργανισµοί έχουν αυξηµένες φυσικές απαιτήσεις από τους
εργαζοµένους, όπως συµβαίνει στη νοσηλευτική.
ΕΡΓΑΣΙΑ: Χρησιµοποιώντας τις γνώσεις σας αναφορικά µε τις ηλικιακές διακρίσεις, την
ασφάλεια των ασθενών, τα δικαιώµατα των εργαζοµένων και τις ευθύνες της διοίκησης, απο-
φασίστε µε ποιον τρόπο θα χειριστείτε τη συγκεκριµένη περίπτωση. Σκεφθείτε δηµιουργικά και
πέρα από το προφανές. Θα πρέπει να είστε σε θέση να αιτιολογήσετε τις αποφάσεις σας.
Σεξουαλική Παρενόχληση
Μολονότι οι διακρίσεις βάσει φύλου στο εργασιακό περιβάλλον κρίθηκαν παράνοµες από το
Νόµο περί Αστικών ∆ικαιωµάτων του 1964, για πρώτη φορά το 1977 το οµοσπονδιακό εφετείο
αποδέχθηκε το αίτηµα ότι οι λεκτικές ή οι φυσικές συµπεριφορές σεξουαλικής φύσεως από έναν
προϊστάµενο στο εργασιακό περιβάλλον, αποτελούν σεξουαλική παρενόχληση. Έκτοτε, η σε-
ξουαλική παρενόχληση έχει αναγνωριστεί ως µορφή φυλετικής διάκρισης, η οποία αντιβαίνει
στον Τίτλο VII του Νόµου περί Αστικών ∆ικαιωµάτων.
Η USEEOC (2007b) ορίζει τη σεξουαλική παρενόχληση (sexual harassment) ως ανεπιθύµητες
σεξουαλικές προτάσεις και άλλες λεκτικές ή φυσικές συµπεριφορές σεξουαλικής φύσεως, όταν
η αποδοχή ή η απόρριψη αυτών των συµπεριφορών επηρεάζει άµεσα ή έµµεσα τη θέση εργασίας
ενός ατόµου, την επαγγελµατική του απόδοση ή δηµιουργεί συνθήκες εκφοβισµού, εχθρότητας
ή προσβολής, στο εργασιακό περιβάλλον. Η EEOC αναφέρει ότι η σεξουαλική παρενόχληση µπο-
ρεί να εκδηλωθεί ποικιλοτρόπως, συµπεριλαµβανοµένων, µεταξύ άλλων, των ακόλουθων:
• Το θύµα όπως και ο θύτης, µπορεί να είναι γυναίκα ή άνδρας. Το θύµα δεν είναι απαραι-
τήτως αντίθετου φύλου.
• Ο θύτης µπορεί να είναι ο προϊστάµενος του θύµατος, κάποιος εκπρόσωπος του εργο-
Κατανόηση των Συλλογικών ∆ιαπραγµατεύσεων, του Συνδικαλισµού και της Εργατικής Νοµοθεσίας 597
δότη, ένας προϊστάµενος κάποιου άλλου τοµέα, ένας συνάδελφος ή κάποιος τρίτος που
δεν εργάζεται στον οργανισµό.
• Το θύµα δεν είναι απαραίτητο να είναι το άτοµο που δέχθηκε τη σεξουαλική παρενό-
χληση, αλλά οποιοσδήποτε µπορεί να επηρεάζεται από την προσβλητική συµπεριφορά.
• Η παράνοµη σεξουαλική παρενόχληση µπορεί να συµβεί ακόµη και χωρίς την απειλή οι-
κονοµικής ζηµίας ή απόλυσης του θύµατος.
• Η συµπεριφορά του θύτη πρέπει να είναι ανεπιθύµητη.
Μετά την απόφαση του 1977, έχει υποβληθεί σωρεία καταγγελιών και αγωγών για σεξουα-
λική παρενόχληση σχεδόν σε όλους τους κλάδους, συµπεριλαµβανοµένου κι αυτού της υγει-
ονοµικής περίθαλψης. Το περιοδικό Legal Eagle Eye (2006) υποστηρίζει ότι, προκειµένου να
αντιµετωπιστεί αποτελεσµατικά το φαινόµενο της σεξουαλικής παρενόχλησης, απαιτείται η
άµεση λήψη διορθωτικών µέτρων αµέσως µετά τη γνωστοποίηση της καταγγελίας στον εργο-
δότη. Για να γίνει αυτό, πρέπει να ληφθούν προσωρινά µέτρα για την αντιµετώπιση της κατά-
στασης, εφόσον διαπιστωθεί ότι οι καταγγελίες έχουν υπόσταση και να ληφθούν µόνιµα
διορθωτικά µέτρα από τον εργοδότη µετά την ολοκλήρωση της διερεύνησης της υπόθεσης.
Η Neuson (2005) υποστηρίζει, ότι κάθε εργοδότης πρέπει να διαθέτει ευκρινώς διατυπωµέ-
νες και δηµοσιευµένες πολιτικές κατά της σεξουαλικής παρενόχλησης, οι οποίες θα περιλαµβά-
νουν οδηγίες σε σχέση µε τη διαδικασία υποβολής καταγγελίας. Θα πρέπει να διευκρινίζεται ότι
η παραβίαση της πολιτικής επισύρει πειθαρχικές κυρώσεις, ενώ επίσης θα ορίζεται το άτοµο
στο οποίο θα υποβάλλονται οι σχετικές καταγγελίες (Neuson, 2005).
Τέλος, οι νοσηλευτές οφείλουν να προβαίνουν και οι ίδιοι στις απαιτούµενες ενέργειες, όταν
εντοπίζουν περιπτώσεις σεξουαλικής παρενόχλησης σε τρίτους ή όταν γίνονται στόχος παρό-
µοιων συµπεριφορών. Η συµπεριφορά ενός ατόµου που φέρνει σε δύσκολη θέση ένα άλλο άτοµο
στο χώρο εργασίας χρησιµοποιώντας σεξουαλικά υπονοούµενα και αστεία ή εισβάλλοντας στον
προσωπικό του χώρο, µπορεί να χαρακτηριστεί ως σεξουαλική παρενόχληση.
ΕΡΓΑΣΙΑ: Περιγράψτε ένα κατάλληλο σχέδιο δράσης. Ποιες είναι οι εναλλακτικές που
έχετε; Ποια είναι η δική σας ευθύνη; Ποιες είναι οι υπάρχουσες κινητήριες και περιοριστικές δυ-
νάµεις; Ποια είναι τα υποστηρικτικά συστήµατα δράσης που µπορείτε να προσδιορίσετε; Ποια
είναι η ευθύνη του οργανισµού; Σκεφθείτε δηµιουργικά και πέρα από το προφανές. Αιτιολογή-
στε τις αποφάσεις σας.
Από την έναρξη της ισχύος του, ο OSHA δέχθηκε σφοδρές επικρίσεις. Μία από τις κατηγο-
ρίες ήταν, ότι το κόστος εκπλήρωσης των κριτηρίων του OSHA επιβάρυνε σε µεγάλο βαθµό τις
αµερικανικές επιχειρήσεις. Από την άλλη πλευρά, τα συνδικάτα ισχυρίζονται, ότι η οµοσπον-
διακή κυβέρνηση δεν µερίµνησε για την επαρκή στελέχωση και χρηµατοδότηση του OSHA.
Καταγγέλλουν επίσης, ότι ο OSHA έχει επιδείξει αµέλεια στον καθορισµό κριτηρίων για τοξι-
κές ουσίες, καρκινογόνους παράγοντες και για άλλους µολυσµατικούς παράγοντες.
Επειδή ο κίνδυνος αποκάλυψης και επιβολής προστίµου (σε περίπτωση αποδεδειγµένης ενο-
χής) είναι ιδιαίτερα χαµηλός, οι εργοδότες συχνά επιλέγουν να παραβλέπουν την ύπαρξη µη
ασφαλών συνθηκών εργασίας. Οι προϊστάµενοι νοσηλευτές καλούνται να επιστήσουν την προ-
σοχή στις συνθήκες εργασίας που ενέχουν κινδύνους και οφείλουν να γνωστοποιούν τέτοιου εί-
δους ανησυχίες στις ανώτερες αρχές. Οι διαρκείς αντιπαραθέσεις αναφορικά µε τα ζητήµατα
ασφάλειας περιλαµβάνουν το κόστος και την αποτελεσµατικότητα των καθολικών µέτρων προ-
φύλαξης και της ανοσοποίησης για το ενδεχόµενο βιοτροµοκρατικών ενεργειών. Οι περισσότε-
ρες πολιτείες έχουν θεσπίσει κανονισµούς που άπτονται της απασχόλησης και της ασφάλειας.
Και σε αυτήν την περίπτωση, ο εργοδότης οφείλει να συµµορφώνεται µε τους πιο αυστηρούς κα-
νονισµούς. Πολλές πολιτειακές επιτροπές αδειοδότησης διαθέτουν πρόσθετους κανονισµούς
υγείας, οι οποίοι διαφέρουν από τους οµοσπονδιακούς κανονισµούς.
κοινωνία, τη δικαιοσύνη και την από κοινού λήψη αποφάσεων, έτσι ώστε να διασφαλίσει ότι
οι εργαζόµενοι δεν θα αισθανθούν την ανάγκη να συνδικαλιστούν. Ο ηγέτης – προϊστάµενος
που έχει επίγνωση του ρόλου του, αποτελεί πρότυπο δικαιοσύνης, γνωρίζει καλά τους υπαλ-
λήλους της µονάδας και προσπαθεί µε ειλικρίνεια να ικανοποιήσει τις ανάγκες τους.
Κατά τη λήψη αποφάσεων που αφορούν στα συνδικάτα και την εργατική νοµοθεσία, ένας
αποτελεσµατικός ηγέτης – προϊστάµενος προσπαθεί πάντα να ενεργεί δίκαια. Επιπλέον, ανα-
ζητά την κατάλληλη υποστήριξη για την οριστικοποίηση των αποφάσεων που σχετίζονται µε
ευαίσθητα νοµικά ζητήµατα ή ζητήµατα που αφορούν στις συµβάσεις. Πραγµατώνοντας τον
ηγετικό του ρόλο, ο προϊστάµενος γίνεται πιο δίκαιος στα θέµατα διαχείρισης προσωπικού. Έχει
ενισχυµένη αυτογνωσία και κατανοεί την ανάγκη ενός ατόµου να επιδιώξει το συνδικαλισµό,
καθώς και την αναγκαιότητα της ύπαρξης εργατικής νοµοθεσίας.
Ο αποτελεσµατικός προϊστάµενος διατηρεί την απαιτούµενη στελέχωση και διασφαλίζει την
ύπαρξη ενός ασφαλούς εργασιακού περιβάλλοντος. Τα δικαιώµατα του οργανισµού και των ερ-
γαζοµένων προστατεύονται όταν οι διοικούντες εφαρµόζουν πολιτικές προσωπικού, οι οποίες
χαρακτηρίζονται από αµεροληψία και συνέπεια. Ο βασικός στόχος είναι η ευελιξία και η προ-
σαρµογή της εργατικής νοµοθεσίας και των συλλογικών συµβάσεων εργασίας.
❍ Σηµεία Κλειδιά
• Ιστορικά, η συνδικαλιστική δραστηριότητα ήταν εντονότερη κατά τη διάρκεια των πε-
ριόδων έλλειψης εργατικού δυναµικού και οικονοµικής άνθισης.
• Η ANA ενεργεί ως επαγγελµατική ένωση για τους νοσηλευτές και ως όργανο συλλογικών
διαπραγµατεύσεων (collective bargaining agent). Ο διττός αυτός ρόλος αποτελεί αφορµή
σύγκρουσης, ως προς την αφοσίωση, για ορισµένους νοσηλευτές.
• Τα άτοµα παρακινούνται να συµµετάσχουν ή να απορρίψουν τα συνδικάτα, ως απόρροια
πολλών αναγκών και αξιών.
• Παρόλο που όλοι οι διοικητές διαδραµατίζουν σηµαντικό ρόλο στην καθιέρωση και τη
διατήρηση αποτελεσµατικών σχέσεων διοίκησης – εργαζοµένων (management – labor re-
lationships), ο προϊστάµενος µεσαίου επιπέδου ασκεί τη µεγαλύτερη επιρροή για την απο-
τροπή του συνδικαλισµού σε έναν οργανισµό που δεν διαθέτει συνδικάτο.
• Είναι δυνατή η δηµιουργία ενός κλίµατος µέσα στο οποίο οι εργαζόµενοι και η διοίκηση
θα µπορούν να συνεργάζονται για την επίτευξη κοινών στόχων.
• Οι νόµοι περί εργασιακών σχέσεων αφορούν στα δικαιώµατα και τις υποχρεώσεις των
συνδικάτων και των εργαζοµένων στις µεταξύ τους σχέσεις.
• Τα εργασιακά πρότυπα (labor standards) αποτελούν κανονισµούς που σχετίζονται µε τις
συνθήκες εργασίας, συµπεριλαµβανοµένων των φυσικών συνθηκών, των οικονοµικών
θεµάτων και του ωραρίου εργασίας.
• Η πολιτειακή και η οµοσπονδιακή εργατική νοµοθεσία συχνά αλληλεπικαλύπτονται.
Στην περίπτωση αυτή, ο εργοδότης πρέπει να ακολουθεί τον αυστηρότερο από τους
δύο κανονισµούς.
• Η νοµοθεσία περί ανθρωπίνων δικαιωµάτων αναφορικά µε τις εργασιακές πρακτικές
προέκυψε, ως επί το πλείστον, λόγω της αποδεδειγµένης ύπαρξης διακρίσεων στον
εργασιακό χώρο.
• Μολονότι ορισµένα νοµοθετικά πλαίσια καθιστούν δυσκολότερη τη διοίκηση των υπαλ-
λήλων από τους διοικητές, έχουν συµβάλει στην προαγωγή της αξιοκρατίας στην εργα-
σία και στην παροχή ίσων επαγγελµατικών ευκαιριών σε γυναίκες, µειονότητες,
ηλικιωµένους και άτοµα µε ειδικές ανάγκες.
Κατανόηση των Συλλογικών ∆ιαπραγµατεύσεων, του Συνδικαλισµού και της Εργατικής Νοµοθεσίας 601
ΕΡΓΑΣΙΑ: Αποφασίστε τι πρέπει να κάνετε. Ποιες είναι οι εναλλακτικές που έχετε; Αι-
τιολογήστε την απόφασή σας.
ΑΝΑΦΟΡΕΣ
AFL-CIO. (2007). The employee free choice act. Retrieved Huston (Ed.), Professional issues in nursing. Philadelphia:
February 22, 2007, from http://www.aflcio.org/joinau- Lippincott Williams & Wilkins.
nioinl voiceatworklefcal. Kleinman, C. S. (2004). Understanding and capitalizing on
Bauer, J. (2005). Earnings survey. Registered Nurse, 65(10), men's advantages in nursing. Journal of Nursing Admin-
46-53. istration, 34(2), 78-82.
Bruno, E. (2005). Building a new national RN movement. Middaugh, D., & Hester, C. (2006). Managing the pregnant
Revolution, 6(1), 15-16, 18-21. employee. MEDSURG Nursing, 15(4), 238-240.
Buerhaus, P. I., Donelan, K., Ulrich, Β. T., Kirby, L., Nor- Neuson. B. (2005). Properly investigate harassment com-
man, L., & Dittus R. (2005). Registered nurses' percep- plaints. Nursing Management, 36(6), 14-16, 60.
tions of nursing. Nursing Economics, 23(3), 110-118, Ray, R. (2004, February 9). New overtime legislation may
143. exempt some nurses. NurseWeek (California), 2.
Burger, D. (2006). Letter from the president. Registered Breaking away. (2005). Revolution: The Journal for RNS
Nurse, 10(2), 2. and Patient Advocacy, 6(1), 19.
Forman H., & Grimes, T. C. (2004). Effective labor rela- Service Employees International Union. (2007). SEIU:
tions. The "New Age" of union organizing. Journal of America's largest and fastest growing union. Retrieved
Nursing Administration, 23(3), 120-124. February 22, 2007, from
Forman, H., & Kraus, H. R. (2003). Decertification. Man- http://www.seiu.org/health/nurses.
agement's role when employees rethink unionization. Sexual harassment: Hospital fulfilled its obligations, nurse
Journal of Nursing Administration, 33(6), 313-316. can still sue for retaliation. (2006). Legal Eagle Eye
Forman, H., & Powell, T. A. (2003). Managing during an Newsletter for the Nursing Profession, 14(4), 6.
employee walkout. Journal of Nursing Administration, Twarog, J. (2005). Workplace benefits: Not the result of
33(9), 430-433. employee benevolence or goodwill. Massachusetts
Gordon, S. (2004). Collective thinking. Nursing Manage- Nurse, 76(9), 6-7.
ment, 11(2), 8. United States Equal Employment Opportunity Commission
Haugh, R. (2006). The new union strategy: Turning the (USEEOC). (2007a). Discrimination by type: Facts and
community against you. Hospitals and Health Networks, guidance. Retrieved February 22, 2007, from
80(5), 32-37. http://www.eeoc.gov/.
Huston, C. (2006a). Collective bargaining and the profes- United States Equal Employment Opportunity Commission
sional nurse. In C. Huston (Ed.), Professional issues in (USEEOC). (2007b). Facts about sexual harassment.
nursing. Philadelphia: Lippincott Williams & Wilkins. Retrieved February 22, 2007, from
Huston, C. (2006b). Diversity in the nursing workforce. http:llwww.eeoc.gov/factslfs-sex.html.
In C.
Κατανόηση των Συλλογικών ∆ιαπραγµατεύσεων, του Συνδικαλισµού και της Εργατικής Νοµοθεσίας 603
BIBΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Bemey, B., Needleman, J., & Kovner, C. (2005). Factors in- rights as a worker. Massachusetts Nurse, 76(1), 5, 7.
fluencing the use of registered nurse overtime in hospi- Parish, C. (2006). Unions call for real cost rise as govern-
tals, 1995-2000. Journal of Nursing Scholarship, 37(2), ment misses pay deadline. Nursing Standard, 21(4), 9.
165-172. Piknick, B. (2006). President's column. Question: What
Everitt, M. (2006). RNs rally for first major unionization. does Labor Day mean for nurses? Massachusetts Nurse,
Registered Nurse: Journal of Patient Advocacy, 102(4), 10. 77(1), 3.
Kennedy, M. S. (2006). In the news. Nursing unions create Tammelleo, A. D. (2005). Supervisor refuses to make ac-
a cooperative alliance: A way to represent more than commodation for pregnant employee. Nursing Law's
200,000 RNs. American Journal of Nursing, 106(4), 22. Regan Report, 45(11), 1.
King, S., Block, V. J., & Jamerson, P. A. (2005). Running a Twarog, J. (2005). The benefits of union membership:
successful campaign against unionization. Journal of Numerous and measurable. Massachusetts Nurse, 76(4), 6.
Nursing Administration, 35(4), 157. Vonfrolio, L. G. (2006). Rise up (collectively). Registered
Norton, E. (2005). Organizing and the law: Protecting your Nurse, 69(2), 72.
604 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 22