Professional Documents
Culture Documents
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ - ΘΕΜΑ ΜΕΛΕΤΗΣ - 2018
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ - ΘΕΜΑ ΜΕΛΕΤΗΣ - 2018
2017
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η ικανοποίηση των εργαζομένων σε έναν οργανισμό είναι καθοριστικός παράγοντας της επίτευξης των
στόχων του. Ιδιαίτερα, σε έναν οργανισμό υγείας, ο βαθμός της εργασιακής ικανοποίησης συμβάλει σε
σημαντικό βαθμό στην παροχή ποιοτικότερων υπηρεσιών υγείας.
Σκοπός, της παρούσας μελέτης είναι η μέτρηση του βαθμού Εργασιακής Ικανοποίησης (Ε.Ι.) μέσω
των αντιλήψεων που την προσδιορίζουν, στο Ιατρικό και Νοσηλευτικό προσωπικό ενός Γ.Ν. και μέσω
της μελέτης αυτής να διερευνηθεί κατά πόσο η εφαρμογή των τεχνικών management δύναται να
επιφέρει ποιοτικές αλλαγές στην αύξηση της Ε.Ι. αυτών και ως αποτέλεσμα την αύξηση της ποιότητας
των παρεχόμενων υπηρεσιών.
Μεθοδολογία: Η έρευνα πραγματοποιήθηκε σε δύο δομές του Γ.Ν. στην Νοσοκομειακή Μονάδα
(Ν.Μ.) Α και στην Νοσοκομειακή Μονάδα (Ν.Μ.) Β και συμμετείχαν διακόσιοι σαράντα ένας (241)
εργαζόμενοι. Τα δεδομένα συλλέχθηκαν με την χρήση του ερωτηματολογίου Job Satisfaction Survey
(JSS) και η επεξεργασία των δεδομένων έγινε με το στατιστικό πρόγραμμα SPSS, v.23. Μελετήθηκαν
οι παράγοντες της ικανοποίησης που αφορούν τη δυνατότητα εξέλιξης των εργαζομένων, τα
χαρακτηριστικά της εργασίας, τις σχέσεις των συναδέλφων και τη δυνατότητα ανάληψης
πρωτοβουλιών.
Συμπεράσματα: Στην παρούσα μελέτη διερευνήθηκε το επίπεδο Εργασιακής Ικανοποίησης, στο
Ιατρικό και Νοσηλευτικό προσωπικό του Γ.Ν., μέσω των παραγόντων που την χαρακτηρίζουν. Τα
αποτελέσματα της μελέτης, ανέδειξαν την ανάγκη χρήσης τεχνικών management, προκειμένου να
αυξηθεί η Εργασιακή Ικανοποίηση και να επιτευχθεί η αποδοτικότερη λειτουργία των μονάδων
παροχής φροντίδας υγείας.
ΛΕΞΕΙΣ ΚΛΕΙΔΙΑ
Εργασιακή Ικανοποίηση, παρακίνηση, Ιατρικό - Νοσηλευτικό προσωπικό, τεχνικές management,
κίνητρο, υποκίνηση, εργαλείο μέτρησης, δημογραφικά δεδομένα, παράγοντας, συσχέτιση, συνάφεια,
Job Satisfaction Survey.
ΑΡΚΤΙΚΟΛΕΞΑ
Γ.Ν.: Γενικό Νοσοκομείο
ΔΙ.ΕΚ: Διετούς Εκπαίδευσης
Ε.Σ.Υ.: Εθνικό Σύστημα Υγείας
Ν.Μ.: Νοσοκομειακή Μονάδα
Ε.Ι.: Εργασιακή Ικανοποίηση
E.R.G.: Existence Relatedness Growth
JSS: Job Satisfaction Survey
SPSS: Statistical Package for the Social Sciences
SD: Standard Deviation
K.M.O.: Kaiser- Mayer- Olkin
ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1ο
1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η ικανοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού κάθε οργανισμού και ιδίως ενός οργανισμού παροχής
φροντίδας υγείας, είναι ένας από τους πιο σημαντικούς παράγοντες επίτευξης των στόχων του, καθότι η
εργασιακή ικανοποίηση έχει αντίκτυπο στην παραγωγικότητα, στην αποδοτικότητα και στην ποιότητα
των παρεχόμενων υπηρεσιών (Μπογιατζίδης, 2011, Reschovsky & Blumenthal, 2003). Η ευρύτερη
έννοια της ποιότητας εντός του ανταγωνιστικού περιβάλλοντος των οργανισμών συμβάλει, μέσω της
ικανοποίησης των εργαζομένων, σε υψηλό βαθμό στην επιτυχία αυτού. Αρκετοί επιστημονικοί κλάδοι
έχουν ασχοληθεί με την ικανοποίηση των εργαζομένων, όπως η Κοινωνιολογία, η Νοσηλευτική, η
Διοίκηση Ανθρωπίνου Δυναμικού, η Ψυχολογία κ.α. O Frederick Winslow Taylor, θεωρείται ο πατέρας
της επιστημονικής διοίκησης (Taylor,1911). Η ικανοποίηση από την εργασία είναι μία πολυδιάστατη
έννοια, η οποία επηρεάζεται από πολλές μεταβλητές (Bogler, 2002; Eliophotou-Menon & Athanasoula-
Reppa, 2011; Evans, 1997; Jubge & Watanabe, 1993) και αποτελεί συνάρτηση της αλληλεπίδρασης
μεταξύ του ατόμου και του περιβάλλοντος, σύμφωνα με ΄΄Το μοντέλο Αρμονικής Συνύπαρξης Ατόμου
και Περιβάλλοντος (Person–Environment Fit Model). Η συνύπαρξη αυτή υφίσταται είτε στην
περίπτωση που τουλάχιστον το ένα μέρος δίνει αυτά που οι άλλοι έχουν ανάγκη είτε όταν μοιράζονται
και τα δύο μέρη όμοια χαρακτηριστικά, είτε όταν συμβαίνουν και οι δύο περιπτώσεις ( Kristof, 1996).
Ανάλογη με τον βαθμό προσαρμογής του ατόμου στην εργασιακή του κατάσταση είναι και η
ικανοποίηση ή δυσαρέσκεια από την εργασία του (Jex, 1998; Πομάκη & Αναγνωστοπούλου, 2001).
Σύμφωνα με τους Bush & Middlewood (2005) η εργασιακή ικανοποίηση αποτελεί μια υποκειμενική
αίσθηση του εργαζομένου για την εργασία του και ανάλογα με τις προσδοκίες του αλλά και τις
απαιτήσεις της εργασίας του είναι θετική ή αρνητική.
Το ανθρώπινο δυναμικό ενός οργανισμού συμβάλει καθοριστικά στην επίτευξη των στόχων του
και για τον λόγο αυτό η ικανοποίησή του στην εργασία είναι ένα βασικό θέμα μελέτης. Ιδιαίτερα στις
μονάδες υγείας, όπου το έργο των εργαζομένων συμβάλει στην ποιοτική προσφορά υπηρεσιών υγείας,
οι καλές εργασιακές σχέσεις, το σωστό εργασιακό περιβάλλον και η εργασιακή ικανοποίηση των
εργαζομένων πρέπει να αποτελούν την κυριότερη παράμετρο προσφοράς ποιοτικών ιατρονοσηλευτικών
υπηρεσιών (Νιάκας, 2004).
Σε ένα επιτυχημένο σύστημα υγείας η ικανοποίηση των εργαζομένων, πέραν των ασθενών, είναι από
τους σημαντικότερους στόχους της διοίκησης στις Μονάδες Υγείας (Μπογιατζίδης, 2011).
Τα Δημόσια Νοσοκομεία ανήκουν στο Εθνικό Σύστημα Υγείας (ΕΣΥ) και η λειτουργία τους
καθορίζεται από τις αρχές του Δημοσιοϋπαλληλικού Κώδικα (Ν.3528/2007 ΦΕΚ 26 Α΄). Η εκάστοτε
διοίκηση είναι υποχρεωμένη να ακολουθεί και να τηρεί ορισμένες αρχές και κατευθύνσεις και ως εκ
τούτου έχει περιορισμένες δυνατότητες για την παροχή κινήτρων στους εργαζομένους. Ιδιαίτερα κατά
την περίοδο της οικονομικής κρίσης που διανύει η χώρα, όπου οι μισθοί και το προσωπικό μειώνονται
σημαντικά, και συγχρόνως έχουμε αύξηση των ασθενών, οι οποίοι απευθύνονται στις δημόσιες δομές
υγείας, θα πρέπει οι διοικήσεις των Μονάδων Υγείας να εφαρμόζουν άλλες τεχνικές με τις οποίες θα
στοχεύουν στην αύξηση της Ε.Ι. Εκτός από τις οικονομικές παροχές, η κατανόηση των αναγκών των,
εργαζομένων είναι προϋποθέσεις απαραίτητες για την αύξηση της αποδοτικότητας, της
παραγωγικότητας και της ποιοτικής παροχής υπηρεσιών υγείας (Καννελόπουλος, 2012). Σύμφωνα με
έρευνες των Herzberg et al. (1959) η ικανοποίηση είναι αυξημένη κατά τα πρώτα χρόνια της υπηρεσίας
του εργαζομένου, μετά μειώνεται σταδιακά με αποκορύφωμα τα 20 χρόνια εργασίας και από τα 30 έτη
και μετά ως την συνταξιοδότηση του εργαζομένου αυξάνεται.
Στους επαγγελματίες υγείας, η έννοια της ικανοποίησης της εργασίας συνδέεται με τη σωματική
και ψυχική υγεία η οποία έχει αντίκτυπο στην ποιοτικότερη προσφορά τους στον εργασιακό χώρο και
στη θετική συνεισφορά τους στους στόχους της Διοίκησης. Στην αντίθετη περίπτωση το άγχος και η
κατάθλιψη οδηγούν στο σύνδρομο επαγγελματικής εξουθένωσης με αποτέλεσμα την ελλιπή παροχή
υπηρεσιών, την απουσία από την εργασία, την αρνητική συμπεριφορά κ.α.(Papadopoulos &
Dimitriadis, 2011). Σύμφωνα με τον Lease (1998) η εργασιακή ικανοποίηση ως ΄΄ο συναισθηματικός
προσανατολισμός του εργαζομένου ως προς τον εργασιακό του ρόλο στον οργανισμό ΄΄ είναι ένας πολύ
σοβαρός παράγοντας οργάνωσης της εργασίας και συνδέεται με ποικίλες συμπεριφορές στην εργασία,
στην επικοινωνία, στην αυτοαποτελεσματικότητα, στην οργανωσιακή μάθηση κ.α. Κατά τους Berwick
et al.(1990), οι υπηρεσίες υγείας είναι σημαντικό να προσπαθούν να ενισχύουν συνεχώς τις γνώσεις των
εργαζομένων μέσω της οργανωσιακής μάθησης. Πρέπει, συνεχώς να μετασχηματίζονται οι εμπειρίες σε
γνώση, να αναπτύσσονται κοινά αποδεκτά πρότυπα μεταξύ των εργαζομένων και με τις κατάλληλες
βελτιώσεις να προωθείται η αποτελεσματικότητα, η ποιότητα και η διαμόρφωση ενός υγιούς
περιβάλλοντος.
Σύμφωνα με τον Μπογιατζίδη (2011), η σχέση της οργανωσιακής μάθησης με την εσωτερική ποιότητα
αλλά και με τις νέες τεχνικές management δεν έχουν διερευνηθεί επαρκώς. Η σύγκριση αυτή στο
περιβάλλον των υπηρεσιών υγείας και ιδιαίτερα στις νοσοκομειακές μονάδες, συνδυαζόμενη και με τις
νέες τεχνικές management είναι μια σημαντικά χρήσιμη διαδικασία που θα συμβάλει στην εργασιακή
ικανοποίηση και στην βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας.
ΣΚΟΠΟΣ της παρούσας μελέτης είναι, η μέτρηση του βαθμού Εργασιακής Ικανοποίησης μέσω των
αντιλήψεων που την προσδιορίζουν, στο Ιατρικό και Νοσηλευτικό προσωπικό του Γ.Ν. Μέσω της
μελέτης αυτής θα διερευνηθεί κατά πόσο η εφαρμογή των τεχνικών management δύναται να επιφέρει
ποιοτικές αλλαγές στην αύξηση της Εργασιακής Ικανοποίησης και κατ’ επέκταση στην αύξηση της
ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας.
Η έρευνα αφορά:
τη μέτρηση της εργασιακής ικανοποίησης και την διερεύνηση των παραγόντων από τους
οποίους εξαρτάται η εργασιακή ικανοποίηση,
τη διερεύνηση του βαθμού και του είδους επιρροής που έχουν οι τεχνικές management στην
ικανοποίηση των εργαζομένων,
τον προσδιορισμό των πιο σημαντικών προβλημάτων και την κατάθεση προτάσεων για να
βελτιωθεί το επίπεδο της εργασιακής ικανοποίησης του προσωπικού με σκοπό την παροχή ποιοτικών
υπηρεσιών υγείας.
Η παρούσα εργασία αποτελείται από δύο μέρη, το Γενικό και το Ειδικό μέρος.
Στο γενικό μέρος, γίνεται βιβλιογραφική ανασκόπηση της εργασιακής ικανοποίησης. Αναφέρονται,
οι ορισμοί που έχουν δοθεί κατά καιρούς, οι θεωρητικές προσεγγίσεις και οι παράγοντες που συνθέτουν
την εργασιακή ικανοποίηση όσον αφορά το Ιατρικό και Νοσηλευτικό προσωπικό των δημόσιων
μονάδων υγείας. Επίσης, γίνεται αναφορά στην έννοια του management, στις τεχνικές και τις μεθόδους
συμβολής του στην Ε.Ι.
Στο Ειδικό μέρος, παρατίθενται ενημερωτικά στοιχεία των δύο νοσοκομειακών μονάδων που έχει
διεξαχθεί η έρευνα, αναφέρεται η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε και τα αποτελέσματα αυτής. Για την
μελέτη χρησιμοποιήθηκε το εργαλείο μέτρησης της Ε.Ι., Job Satisfaction Survey(JSS) και η ανάλυση
των δεδομένων πραγματοποιήθηκε με την χρήση του στατιστικού προγράμματος SPSS v.23. Τέλος,
παρουσιάζονται τα αποτελέσματα και τα συμπεράσματα της έρευνας που πραγματοποιήθηκε στα
πλαίσια της παρούσας μελέτης.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2ο
ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΚΗΣ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗΣ
2.1. Η έννοια της εργασιακής ικανοποίησης
Η εργασιακή ικανοποίηση αποτέλεσε διαχρονικά αντικείμενο πολλών ερευνών, κυρίως από το χώρο
της οργανωσιακής ψυχολογίας (Steger & Dik, 2009; Μακρή - Μπότσαρη, 2008). Είναι μια σύνθετη
έννοια και διακρίνεται, σύμφωνα με την πλειονότητα της σχετικής βιβλιογραφίας, στην ενδογενή και
εξωγενή ικανοποίηση (Warr, 1987). Η ενδογενής σχετίζεται με το περιεχόμενο της εργασίας, απορρέει
από την υλοποίηση της και σχετίζεται με την αυτονομία, την υπευθυνότητα, την ποικιλία
δραστηριοτήτων, τις επιδεξιότητες και την εποπτεία. Η εξωγενής ικανοποίηση συνδέεται με το πλαίσιο
εντός του οποίου υλοποιείται η εργασία και αφορά τις συνθήκες, τα ωράρια εργασίας, την ασφάλεια και
τις ανταμοιβές (Staw, 1976).
Το συνεχές ενδιαφέρον των επιστημόνων και η εστίαση της προσπάθειάς τους στον ορισμό του
περιεχομένου, των διαστάσεων και των επιδράσεων του συγκεκριμένου φαινομένου στους εργασιακούς
χώρους, οφείλεται στους εξής λόγους (Spector, 1997): Πρώτον, εξετάζοντας το φαινόμενο από την
οπτική του ανθρωπισμού, είναι αναφαίρετο δικαίωμα των εργαζομένων να αντιμετωπίζονται με
δικαιοσύνη και σεβασμό. Η επαγγελματική ικανοποίηση αντανακλά, ακριβώς το βαθμό μεταχείρισής
τους και κατ’ επέκταση αποτελεί δείκτη ψυχικής και συναισθηματικής υγείας, που έχει άμεσο
αντίκτυπο στη γενικότερη ικανοποίηση τους από τη ζωή. Δεύτερον, από άποψη οργανωσιακή η
ικανοποίηση από την εργασία επιδρά στη συμπεριφορά των εργαζομένων, επηρεάζοντας με τη σειρά
της τη λειτουργία των οργανισμών. Γεννά θετικά ή αρνητικά συναισθήματα, που μετατρέπονται,
αντίστοιχα, σε θετικές ή αρνητικές συμπεριφορές στο χώρο εργασίας.
Σύμφωνα με τον Locke (1976), όταν το αντικείμενο της εργασίας καθώς και οι συνθήκες αυτής
είναι ικανοποιητικά, τότε ο εργαζόμενος βρίσκεται σε κατάσταση συναισθηματικής ευφορίας και
απολαμβάνει την εργασιακή ικανοποίηση. Αντίθετα, όταν στο περιβάλλον εργασίας υπάρχουν
συγκρούσεις και ασυμφωνίες επέρχεται η εργασιακή δυσαρέσκεια με δυσάρεστα συναισθήματα.
Επίσης, ο Locke θεωρεί την εργασιακή ικανοποίηση σαν τη θετική συναισθηματική ανταπόκριση του
εργαζομένου προς συγκεκριμένο έργο που ασκεί εφόσον ικανοποιούνται οι επαγγελματικές του αξίες.
Θεωρεί ότι, η αξία αναφέρεται στον τρόπο δράσης του εργαζομένου που στοχεύει στην απόκτηση ή
διατήρηση ενός ωφελήματος. Ομοίως, ο Cavanagh (1992), όπως αναφέρεται από την Χαραλαμπίδου
(1996), ορίζει πως η ικανοποίηση πηγάζει από την υποκειμενική αξιολόγηση της εργασίας του
εργαζομένου σε σχέση με την εκπλήρωση συγκεκριμένων επαγγελματικών αξιών. Ο Allport (1954),
όπως αναφέρεται από τον Κάντα (1998), ορίζει ότι η εργασιακή ικανοποίηση θεωρείται «η στάση
απέναντι σε μια συγκεκριμένη εργασία» ενώ ο Herzberg et al. (1959), όπως αναφέρεται από τους
Μακρή-Μπότσαρη & Ματσαγγούρας (2003), θεωρούν ότι η εργασιακή ικανοποίηση λειτουργεί ως
κίνητρο.
Η ικανοποίηση στην εργασία, σύμφωνα με τους Cranny et al (1992), συσχετίζεται με την άποψη
που έχει ο εργαζόμενος για αυτήν και είναι αποτέλεσμα της σύγκρισης μεταξύ των οφελών που αποκτά
και αυτών που στοχεύει. Αν και όλοι οι ορισμοί της εργασιακής ικανοποίησης που δίνουν έμφαση στο
συναίσθημα του εργαζομένου είναι επαρκείς, εν τούτοις αυτοί δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στην εν τη
πράξει ικανοποίηση και στην ταύτισή της με την εργασιακή συμπεριφορά (Παπάνης & Ρόντος, 2005).
Στα ίδια συμπεράσματα καταλήγουν σε έρευνά τους και οι Wright και Davis (2003), δηλαδή ότι, η
εργασιακή ικανοποίηση εξαρτάται από το τι επιθυμεί ο εργαζόμενος να αποκομίσει από την εργασία
του και από το πώς αξιολογεί αυτό που αποκομίζει. Οπότε, ο βαθμός ικανοποίησης εξαρτάται από την
έκταση κάλυψης των επιθυμιών και των αναγκών του εργαζομένου. Αξιοσημείωτη επισήμανση γίνεται
από τον Μπουραντά (2002) ο οποίος αντί να δέχεται την διάσταση του θέματος της εργασιακής
ικανοποίησης ως σύνολο, την προσεγγίζει ως έναν αριθμό επί μέρους διαστάσεων, όπως εργασιακές
σχέσεις, εξέλιξη, παροχές, στοιχεία που ορίζουν τα επίπεδα ικανοποίησης. Ένας εργαζόμενος κατά τον
Spector (2000) μπορεί να νιώθει ικανοποίηση σε ορισμένες από τις διαστάσεις και σε άλλες όχι.
Σύμφωνα με την θεωρία των Hackman & Oldham (1976) οι βασικότεροι παράγοντες της
εργασιακής ικανοποίησης είναι η ποικιλία των ικανοτήτων που διαθέτει ένα άτομο, ο βαθμός
σοβαρότητας της εργασίας του και η ταύτιση με αυτήν, η αυτονομία που νοιώθει και η εργασιακή
ανατροφοδότηση. Εξ ίσου σημαντικοί παράγοντες που επιδρούν στην εργασιακή ικανοποίηση είναι ο
φόρτος εργασίας, οι συγκρούσεις, η προσφορά εργασίας και οι φιλίες (Agho et al. 1993). Με σχετική
μελέτη, οι Terry Lam,Ray Pine & Baum Tom (2001), αφού εξέτασαν την σχέση της εργασιακής
ικανοποίησης με τους ατομικούς και κοινωνικούς παράγοντες, θεώρησαν ότι είναι σημαντικός ο ρόλος
της κοινωνικοποίησης της εργασίας και της εκπλήρωσης των προσδοκιών των εργαζομένων στην
εργασιακή ικανοποίηση.
Οι αιτίες της εργασιακής ικανοποίησης, μπορούν να αποδοθούν σε παράγοντες που σχετίζονται
τόσο με το περιβάλλον όσο και με την προσωπικότητα του εργαζομένου. Οι μεν περιβαλλοντικοί
παράγοντες σχετίζονται με την εργασία και το περιβάλλον της, ενώ οι προσωπικοί παράγοντες
αναφέρονται στις ατομικές ιδιότητες και τα χαρακτηριστικά του κάθε εργαζόμενου. Παράλληλα, στο
οργανωτικό σκέλος η ικανοποίηση από την εργασία μπορεί να καθορισθεί σε τρεις βαθμίδες, του
ατόμου, της ομάδας και των επιπέδων οργάνωσης. Στην ατομική βαθμίδα είναι ευρέως αποδεκτή η
θέση ότι, η τάση των συμπεριφορών και των τοποθετήσεων αλληλοεπιδρά ως μία δραστηριότητα στην
κατάσταση του ατόμου με το περιβάλλον (Katz, 1978).
Οι προσπάθειες για την εξήγηση της εργασιακής ικανοποίησης, κατά τον Kristof (1996), εστιάζονται
περισσότερο στα πιστεύω του εργαζομένου και του περιβάλλοντος εργασίας ενώ τα μέτρα εκτίμησης
της εργασιακής ικανοποίησης ξεχωρίζουν από τον τρόπο αποτίμησης των παραμέτρων
συναισθηματικής ικανοποίησης ή της ικανοποίησης γνώσης (Spector, 1997).
Σύμφωνα με την θεωρία του Holland(1973,1985a) η εργασιακή ικανοποίηση συσχετίζεται με έξι(6)
τύπους προσωπικότητας: του ρεαλιστικού, του ερευνητικού, του καλλιτεχνικού, του κοινωνικού, του
επιχειρησιακού και του συμβατικού. Με βάση αυτήν την θεωρία, υποστηρίχθηκε από τους ερευνητές
Young G et al. (1998), ότι η ικανοποίηση και η απόδοση του εργαζομένου θα αυξηθούν εάν επιτευχθεί
η αντιστοιχία του εργασιακού περιβάλλοντος με τον χαρακτήρα του κάθε εργαζομένου.
Γενικότερα, η βαθύτερη έννοια της εργασιακής ικανοποίησης προσδιορίζεται από τον θεμελιωτή
της συστημικής έρευνας Huppock (1935), ως μια γενικευμένη συναισθηματική αντίδραση του
ανθρώπου που έχει σχέση με τον εργασιακό του χώρο και τις αντικειμενικές ιδιότητες των
δραστηριοτήτων του. Η κατάσταση αυτή του ανθρώπου, εξαρτάται από τα προσωπικά του κριτήρια με
τα οποία εκτιμά την εργασία του, όπως το πως αντιλαμβάνεται την ιδανική εργασία (Brophy, 1959), αν
εκπληρώνονται οι προσωπικές του ανάγκες (Porter, 1962) και εάν οι αξίες τις οποίες έχει, εφαρμόζονται
στην εργασία του. H εργασιακή ικανοποίηση, έχοντας άμεση σχέση με την σωματική και
συναισθηματική υγεία του ατόμου συμβάλει καθοριστικά στην οργανωσιακή του συμπεριφορά
(Oshagbemi, 1999). Προκειμένου να μετρηθεί η εργασιακή ικανοποίηση είναι αναγκαία η
χρησιμοποίηση αντιλήψεων πολλών κατηγοριών καθότι η συμπεριφορά του εργαζομένου προσδιορίζει
και την εργασιακή ικανοποίηση (Schmidt, 2007). Κατά τον Schermerhorn (1993), η εργασιακή
ικανοποίηση εξαρτάται από την θέση του εργαζομένου, τις συναδελφικές σχέσεις, τη στάση της
διοίκησης, το εργασιακό περιεχόμενο, την αμοιβή, και τις δυνατότητες εξέλιξης που έχει ο
εργαζόμενος. Ο βαθμός επαγγελματικής ικανοποίησης είναι παράγοντας από τον οποίο μπορεί να
διαγνωσθεί η εύρυθμη λειτουργία ενός οργανισμού και ειδικότερα ενός φορέα παροχής υπηρεσιών
υγείας και να χρησιμοποιηθεί για τον εντοπισμό πιθανών προβλημάτων του. Το γεγονός αυτό ανάγει τη
διαχείριση της ικανοποίησης των εργαζομένων σε πρωτεύοντα στόχο των σύγχρονων manager στους
περισσότερους οργανισμούς, καθότι είναι μια από τις βασικότερες παραμέτρους που εξετάζεται στο
σύγχρονο management. Θεωρείται ένας από τους βασικούς σκοπούς της έρευνας για την βελτίωση του
ρυθμού αύξησης της παραγωγικότητας και της αποδοτικότητας του εργαζόμενου μέσω της
ικανοποίησης που λαμβάνει από την παραγωγική του δραστηριότητα (Γούλα, 2007). Ιδιαίτερα στους
οργανισμούς υγείας η ικανοποίηση των αναγκών και των προσδοκιών των εργαζομένων μέσω των
τεχνικών management συμβάλλει στην υλοποίηση των στόχων της διοίκησης και στην αύξηση της
εσωτερικής και εξωτερικής παρεχόμενης ποιότητας (Τσακαλάκης, 2013).
Σύμφωνα με τον Edwards (1993), όπως παρατίθεται στους Arnolds and Boshoff (2001), η
πρώτη βαθμίδα ιεράρχησης αναφέρεται στην ικανοποίηση των ψυχολογικών αναγκών που
περιλαμβάνει τις φυσιολογικές/βιοποριστικές ανάγκες όπως, η στέγαση, η πείνα, τα υλικά και τα
οικονομικά οφέλη που επηρεάζουν θετικά την απόδοση των εργαζομένων. Η δεύτερη βαθμίδα αφορά
το αίσθημα ασφάλειας (σωματικής, οντότητας, απειλής, στέρησης). Σύμφωνα με τους Smith and Tisak
(1993), όπως παρατίθεται στους Arnolds & Boshoff, 2001), στην βαθμίδα αυτή, η ασφάλεια και η
προστασία με τη μορφή εργασιακής ασφάλειας και πρόσθετων παροχών ενισχύουν την εργασιακή
απόδοση των εργαζομένων. Η τρίτη βαθμίδα αναφέρεται στις κοινωνικές ανάγκες και στην αίσθηση ότι
ανήκει το άτομο/εργαζόμενος σε ένα σύνολο, εστιασμένη στη σχέση με τους συναδέλφους ή
υφισταμένους. Το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει ο Levine (1994), είναι ότι σε αυτή την βαθμίδα, η
κοινωνική στήριξη των εργαζομένων είναι απαραίτητη και βελτιώνει σημαντικά την απόδοση.
Η αξιολόγηση των αναγκών του εργαζομένου που υπάρχουν στην τέταρτη βαθμίδα διακρίνεται
σε δύο κατευθύνσεις. Στην ανάγκη για μια θετική στάση προς την εικόνα για τον εαυτό του για
αυτοεκτίμηση και στην ανάγκη για αναγνώριση και σεβασμό από τους άλλους (Abdullah, 2002). Κατά
τους Korman (1971) και Tharenou (1979) (όπως παρατίθεται στους Arnolds and Boshoff, 2001), όταν
τα άτομα εκτιμούν σε σημαντικό βαθμό τις ικανότητες τους και την άποψη που έχουν για τον εαυτό
τους, πιθανότατα έχουν υψηλότερη επίδοση στην εργασία σε σχέση με τα άτομα που δεν εκτιμούν
αρκετά τις ικανότητες τους, έχουν λιγότερες προσδοκίες για επιτυχία και χαμηλή αξία που δίνουν για
τον εαυτό τους. Στην τελευταία βαθμίδα της ιεράρχησης των αναγκών του Maslow υπάγονται οι
ανάγκες αυτοπραγμάτωσης και είναι αυτό που προκύπτει όταν όλες οι προηγούμενες βαθμίδες έχουν
ικανοποιηθεί σε σημαντικό βαθμό (Heller and Hindle, 1998).Το αίσθημα ικανοποίησης της
αυτοπραγμάτωσης στον χώρο εργασίας ενισχύεται από την ύπαρξη ευκαιριών για προαγωγή,
δυνατοτήτων για αυτονομία, την δυνατότητα ανάθεσης και της αξιοποίησης της ικανότητας του
εργαζομένου. Το αίσθημα αυτό είναι ευρέως διαδεδομένο στην περίπτωση υψηλόβαθμων διοικητικών
στελεχών, καθότι οι προαναφερόμενοι παράγοντες επιδρούν θετικά στην εργασιακή απόδοση των
εργαζομένων σύμφωνα με τον Alpander (1990) και τους, Cranny, Smith και Stone (1992), όπως
παρατίθεται στους Arnolds και Boshoff, (2001).
Παρά του ότι, η θεωρία του Maslow χρησιμοποιείται ευρέως, έχει δεχτεί αρνητική κριτική σχετικά με
την έλλειψη εμπειρικών στοιχείων, ελαστικότητας και προσαρμοστικότητας που υπάρχει στην
τεκμηρίωση της θεωρίας (De Cenzo and Robbins, 1988, όπως παρατίθενται στους Arnolds and Boshoff,
2001). Από τους Steers and Porter (1991) προστίθεται ότι δεν υπάρχουν ουσιαστικά αποδεικτικά
στοιχεία από τις πέντε βαθμίδες των αναγκών που να αντιστοιχούν στη σειρά των απαιτήσεών τους σε
οποιαδήποτε ειδική ιεραρχία. Ο ίδιος ο μελετητής δεν έκρινε ότι η θεωρία του θα έχει εφαρμογή στο
χώρο της εργασίας. Ομοίως, οι Robbins et al. (2003) θεωρούν ότι, η δομή των αναγκών οργανώνεται
κατά μήκος του πεδίου εφαρμογής που προτείνεται από τον Maslow και δεν υποστηρίζεται σε
ικανοποιητικό βαθμό.
Ο Alderfrer (1969), περιόρισε τις πέντε βασικές βαθμίδες αναγκών του Maslow σε τρεις: στις
υπαρξιακές ανάγκες (Existence), όπου υπάγονται οι φυσιολογικές ανάγκες και οι ανάγκες ασφάλειας,
στις ανάγκες σχέσεων (Relatedness) με το κοινωνικό περιβάλλον, στις οποίες υπάγονται οι κοινωνικές
ανάγκες και στις ανάγκες ανάπτυξης (Growth), που υπάγονται οι ανάγκες αυτοεκτίμησης/
αυτοσεβασμού (Καντάς, 2010). Η θεωρία του Alderfrer υποθέτει, όπως και του Maslow, ότι η
ικανοποίηση των αναγκών σε μία βαθμίδα ενεργοποιεί μία ανάγκη στην αμέσως ανώτερη βαθμίδα.
Ενδεικτικό παράδειγμα αυτής της θεωρίας, είναι ότι ο εργαζόμενος που νιώθει ασφαλής στον χώρο
εργασίας του, θα προσπαθεί να νιώσει ότι σχετίζεται ή/και συνδέεται με τον οργανισμό που εργάζεται.
Αν και, ως θεωρία είναι σχετικά πιο ευέλικτη σε σχέση με την ιεράρχηση του Maslow εν τούτοις είναι
περιορισμένα τα στοιχεία που διαφοροποιούνται (Sullivan E. & Decker P, 2005). Όμως η έλλειψη
προοπτικών εξέλιξης και προαγωγής μπορεί να επαναφέρει τον εργαζόμενο από την βαθμίδα αναγκών
εξέλιξης στην αμέσως προηγούμενη βαθμίδα των αναγκών σχέσης και για αυτό οι μάνατζερ πρέπει να
αναγνωρίζουν έγκαιρα μια τέτοια κατάσταση, ώστε με την διόρθωσή της να συμβάλουν στην
ικανοποίησή και στην εκ νέου μετάβαση στην ανώτερη βαθμίδα των αναγκών. Δίδεται έμφαση στον
εργασιακό χώρο, στην ταυτόχρονη ύπαρξη διαφορετικών αναγκών, στην στροφή σε άλλες ανάγκες αν
δεν δύναται να ικανοποιηθούν ορισμένες και στην ικανοποίηση μίας ανάγκης αν δεν συνεπάγεται
υποχρεωτικά και μείωση της έντασης της. Μία ουσιαστική διαφορά του Alderfrer με του Maslow είναι
ότι, υποστηρίζει πως οι ανάγκες ανώτερης βαθμίδας προκαλούν οπισθοδρόμηση και δίνουν νέα έμφαση
στην ανάγκη που ανήκει στην αμέσως κατώτερη βαθμίδα αναγκών και ότι μπορούν να λειτουργούν
ταυτόχρονα περισσότερες από μία ανάγκες και δεν είναι απαραίτητο να ικανοποιηθεί πρώτα μια
κατώτερη ανάγκη για να παίξει κύριο ρόλο παρακίνησης για μια ανώτερη κατηγορία. (Sullivan and
Decker, 2005; Μπουραντάς, 2001). Παρόλο που ο Alderfer δεν στηρίχθηκε μόνο στην θεωρία αλλά
χρησιμοποίησε και εμπειρικές μεθόδους η θεωρία του αμφισβητήθηκε, επειδή η έννοια των αναγκών
ερμηνεύεται διαφορετικά ανάλογα με το πλαίσιο στο οποίο αναφέρεται (Robbins and Judge, 2011).
Ούτε οι ανάγκες, ούτε οι διαβαθμίσεις είναι δυνατό να είναι ίδιες σε διαφορετικά άτομα έστω και αν
εργάζονται μαζί και μοιράζονται τον ίδιο χώρο εργασίας (Landy & Becker, 1987).
Η σημαντικότερη τροποποίηση της θεωρίας του Maslow, προήλθε από τον Herzberg
(1959,1966), ο οποίος συνέδεσε τις έννοιες των κινήτρων και της ικανοποίησης. Ο Maslow
προσπάθησε να προσδιορίσει ποιές είναι οι ανάγκες του ανθρώπου, ο Herzberg, προσπάθησε να δείξει
τους παράγοντες που ικανοποιούν τις ανάγκες αυτές στο χώρο του οργανισμού. Τους παράγοντες
αυτούς τους διακρίνει σε δύο κατηγορίες, τους παράγοντες υγιεινής και τους παράγοντες παρακίνησης.
Κατά τους Heller and Hindle (1998), η θεωρία του Herzberg αναφέρεται στους παράγοντες
ικανοποίησης από την εργασία, ως ένα σύνολο κινήτρων που ωθούν τους εργαζομένους στην επιτυχία
η οποία βρίσκεται στο χώρο της διοίκησης
Οι Παράγοντες Υγιεινής, ή παράγοντες συντήρησης, αναφέρονται στο περιβάλλον εργασίας,
όπως, η πολιτική και η διοίκηση του οργανισμού, ο τρόπος εποπτείας και ο σαφής καθορισμός των
καθηκόντων, η αμοιβή, οι διαπροσωπικές σχέσεις, η ασφάλεια στην εργασία και η θέση που έχει στην
εργασία του ο εργαζόμενος. Επίσης εξετάζουν κατά πόσο ικανοποιείται ο εργαζόμενος από τις
συνθήκες εργασίας. Ο Herzberg σημειώνει ότι, τα ζητήματα της υγιεινής δεν μπορούν να παροτρύνουν
τους εργαζόμενους αλλά μπορούν να μειώσουν τη δυσαρέσκεια και να χρησιμεύσουν για την επίτευξη
των κινήτρων, για αυτό θεωρούνται ως αρχική και αναγκαία παράμετρος παρακίνησης (Τύπας και
Κατσαρός, 2006).
Οι παράγοντες παρακίνησης, κατά τον Herzberg (1987) θεωρούνται και ΄΄κινητοποιητές΄΄ και
είναι τα στοιχεία που εμπλουτίζουν την εργασία του ατόμου, αποτελούνται από χαρακτηριστικά και
δεδομένα όπως η φύση της εργασίας, η επίτευξη στόχων, η αναγνώριση της προσπάθειας και του
προσφερόμενου έργου, η υπευθυνότητα, η ελευθερία πρωτοβουλιών και η δυνατότητα εξέλιξης. Αυτοί
οι παράγοντες συμβάλλουν σε συναισθήματα εργασιακής ικανοποίησης και συνακόλουθα ωθούν τον
εργαζόμενο για αύξηση της αποδοτικότητάς του. Οι παράγοντες παρακίνησης σχετίζονται με
μακροπρόθεσμα θετικά αποτελέσματα στην εργασιακή απόδοση, ενώ οι παράγοντες συντήρησης
σχετίζονται με βραχυπρόθεσμες αλλαγές. Επίσης οι ίδιοι παράγοντες ευθύνονται και για τα
αποκαλούμενα ενδογενή κίνητρα (Herzberg, 1987).
Η θεωρία του Herzberg, αποτελεί μια σημαντική βάση πάνω στην οποία αποτυπώνονται όλες οι
όψεις και οι διαστάσεις της εργασίας και συντελούν στην συνολική ικανοποίηση ενός ατόμου από την
εργασία του. Αυτό είναι μια εξίσου σημαντική παράμετρος
για την μέτρηση της εργασιακής ικανοποίησης, η οποία βρίσκει μεγάλη απήχηση στην πρακτική της
διοίκησης οργανισμών. Από την άλλη πλευρά, η ικανοποίηση των αναγκών των κινήτρων οι οποίες
σχετίζονται με τα καθήκοντα εργασίας, το περιεχόμενο της εργασίας και εγγενείς πτυχές της θέσης
εργασίας μπορεί να οδηγήσει σε εργασιακή ικανοποίηση, αλλά η απουσία αυτής δεν μπορεί να
οδηγήσει σε δυσαρέσκεια. Σύμφωνα με τους Robbins et al. (2003), οι έρευνες που πραγματοποίησε ο
Herzberg όσον αφορά τους εγγενείς παράγοντες (κίνητρα) και τους εξωγενείς παράγοντες (υγιεινής)
δείχνουν ότι, το αντίθετο της ικανοποίησης δεν είναι η δυσαρέσκεια, όπως παραδοσιακά ήταν
αποδεκτό. Επίσης καταδεικνύουν ότι, όταν οι εργαζόμενοι παρακινούνται αυτό οδηγεί και στην αύξηση
της παραγωγικότητας για τον ίδιο τον οργανισμό. Συνεπώς η διοίκηση του οργανισμού και οι αρχές του
management που ακολουθεί, αποτελούν τον πιο κρίσιμο παράγοντα όσον αφορά την αποτελεσματική
διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού (Μπουραντάς, 2001). Βασική κριτική στην θεωρία του
Herzberg, είναι ότι απλουστεύει τα κίνητρα εργασίας και ότι υπάρχουν παράγοντες της εργασίας που
οδηγούν στην ικανοποίηση και δυσαρέσκεια ταυτόχρονα. Από τον Nagy (1996) επισημαίνεται ότι, οι
εμπειρικές αποδείξεις για τη θεωρία του Herzberg είναι σπάνιες και μεγαλύτερη υποστήριξη γύρω από
τη θεωρία αυτή έχει ληφθεί με τη χρήση των δικών του μοναδικών μεθόδων που αποτελούνται από
κρίσιμες συνεντεύξεις. Σύμφωνα με τον Schermerhorn (1993), η θεωρία του Herzberg είναι ένα
σημαντικό πλαίσιο αναφοράς για τους διαχειριστές που θέλουν να πετύχουν την κατανόηση της
εργασιακής ικανοποίησης και των σχετικών θεμάτων απόδοσης στην εργασία. Επίσης θεωρεί ότι, η
θεωρία του Herzberg μας υπενθυμίζει, ότι η εργασία έχει δύο σημαντικές πτυχές, το τι κάνουν οι
άνθρωποι σχετικά με το καθηκοντολόγιο, που είναι το περιεχόμενο της εργασίας, και το περιβάλλον
της εργασίας στο οποίο το εφαρμόζουν και είναι το πλαίσιο εργασίας.
δ. Η θεωρία του McClelland για την ανάγκη της επίτευξης των στόχων
Η θεωρία του McClelland (1953) στηρίζεται στην θεωρία επίτευξης του Murrey (1938), αφορά
στη διαχείριση βάσει στόχων (Rodio, 2002) και αποτελεί έναν εναλλακτικό τρόπο ταξινόμησης των
αναγκών. Οι Robbins et al. (2003) αναφέρουν ότι, η θεωρία McClelland εστιάζεται στις ανάγκες για την
υλοποίηση, την εξουσία και την εξασφάλιση. Η ανάγκη για επίτευξη στόχων, σύμφωνα με τον
Greenberg (1999), υπάρχει όταν τα άτομα
προσπαθούν για εφικτούς στόχους που αποτελούν πρόκληση, και προσμονή επίτευξης αυτών και ότι η
ανάγκη αυτή ασχολείται με τη ζωηρή επιθυμία του εργαζόμενου να αγωνιστεί για την αυτοπραγμάτωση
και όχι για τα οφέλη της επιτυχίας. Σύμφωνα με τον McClelland (1976), υπάρχουν δύο είδη εξουσίας
που συμβάλουν στην υποκίνηση των ανθρώπων να εργαστούν, η προσωπική εξουσία όπου τα άτομα
επιζητούν την κυριαρχία και η κοινωνική εξουσία. Οι Cronje et al. (2003) υποθέτουν ότι, η έρευνα
δείχνει ότι οι άνθρωποι με υψηλή ανάγκη για ισχύ και χαμηλή ανάγκη για υπαγωγή είναι καλοί
διαχειριστές, ενώ άτομα με υψηλή ανάγκη για επίτευξη στόχων, στις περισσότερες περιπτώσεις, είναι
επιτυχημένοι στους χώρους εργασίας τους.
Οι McClelland και Atkinson το 1953, ανέπτυξαν την θεωρία των κινήτρων επίτευξης (Achievent
Motivation), μετά από έρευνες κυρίως στο διοικητικό προσωπικό. Σύμφωνα με τη θεωρία υπάρχουν
τρεις κατηγορίες κινήτρων που προσδιορίζουν την παρακίνηση του ανθρώπου οι οποίες αποκτώνται
καθώς εξελίσσεται στο κοινωνικό περιβάλλον:
-Η ανάγκη για κοινωνικές σχέσεις (affiliation), αντίστοιχη των κοινωνικών αναγκών του
Maslow, που ορίζεται ως αίσθημα ένταξής του σε μία ή περισσότερες κοινωνικές ομάδες, η ανάγκη για
ζεστασιά, φιλικές και εγκάρδιες σχέσεις, μείωση της αβεβαιότητας. Επιδιώκεται η αγάπη, στοργή και
αποδοχή του εργαζομένου από το περιβάλλον του.
-Η ανάγκη για δύναμη(Power), σχετίζεται με την επιθυμία άσκησης ελέγχου και επιρροής
και επιθυμία ανάπτυξης αισθήματος ανωτερότητας.
-Η ανάγκη για επίτευξη (Achievement), εκφράζει την επιθυμία του εργαζομένου για
ανάληψη ευθύνης και επίλυση προβλημάτων καθώς και για αυξημένη αποδοτικότητα.
Ο συνδυασμός των δύο τελευταίων αναγκών επιφέρει αύξηση της παραγωγικότητάς του
εργαζόμενου. Βασική ιδέα της θεωρίας αυτής, είναι ότι οι ανάγκες δεν είναι έμφυτες και ότι
αποκτώνται με την μάθηση ή από τις εμπειρίες της ζωής. Η κριτική της θεωρίας αυτής έγκειται στο ότι
οι ανάγκες είναι επίκτητες και μαθαίνονται, οπότε αλλάζουν κατά τη διάρκεια της ζωής του ανθρώπου
(Δίκαιος, 1999).
Η θεωρία των προσδοκιών αναπτύχθηκε από τον Victor Vroom (1964), ο οποίος έχοντας ως
αφετηρία τις εργασίες των ψυχολόγων Kurt Lewin (1880-1947) και Edward Tolman (1886-1959)
επιχείρησε να εξηγήσει τη διαδικασία της υποκίνησης, δηλαδή τον τρόπο με τον οποίο οι εργαζόμενοι
επιλέγουν ποιές από τις διαφορετικές εναλλακτικές λύσεις θα υιοθετήσουν, ώστε να έχουν τα
μεγαλύτερα δυνατά ανταποδοτικά οφέλη. Ο Vroom θεωρεί πολύ απλές τις θεωρίες του Maslow και του
Herzberg και προτείνει ένα μοντέλο, διατυπωμένο και ως εξίσωση, που αποτελείται από τις έννοιες
της ελκυστικότητας (σθένους) (V), της λειτουργικότητας (I) και της προσδοκίας (Ε). Η εξίσωση
αποτελείται από τις τρεις παραμέτρους που έχουν μεταξύ τους πολλαπλασιαστική σχέση: Δύναμη
κινήτρου = Λειτουργικότητα x Ελκυστικότητα της συνέπειας x Προσδοκία. Το γεγονός ότι η σχέση
είναι πολλαπλασιαστική υποδηλώνει, ότι είναι απαραίτητα και τα τρία στοιχεία για την ενεργοποίηση
του οργανισμού.
Ο Vroom προσπάθησε να εξηγήσει τις διαφορές ως προς την υποκίνηση μεταξύ των ανθρώπων
και υποστήριξε, ότι τα άτομα υποκινούνται ανάλογα με τις προσωπικές προσδοκίες τους για
ανταμοιβές. Ανάλογα με τις προτιμήσεις τους για αυτές τις ανταμοιβές και την πιθανότητα που έχουν
να τις αποκτήσουν γίνεται η προσπάθεια που οι ίδιοι καταβάλουν στην εργασία (Νιάκας, 2004).
Σύμφωνα με τη θεωρία του προσδόκιμου του Vroom, η επιτυχία του κινήτρου εξαρτάται από δύο
παράγοντες. Από το ότι η αξία του αποτελέσματος θα πρέπει να είναι υψηλή και ότι ο εργαζόμενος θα
πρέπει να πιστεύει ότι το έργο που αναλαμβάνει είναι εφικτό και θα οδηγήσει στο αναμενόμενο
αποτέλεσμα (Dessler, 1988). Σε αυτό το πλαίσιο, η θεωρία του Vroom συνδέει την προσδοκία και την
επίτευξη του στόχου με την πιθανότητα αναγνώρισης (Luthans, 2002). Επίσης οι Nel et al. (2004)
αναφέρουν, ότι η προσδοκία αναφέρεται στην πεποίθηση του ατόμου, ότι ένα ορισμένο επίπεδο
προσπάθειας θα οδηγήσει σε ένα ορισμένο επίπεδο απόδοσης και ανταμοιβής. O Vroom με απλά λόγια
θεωρεί την διαδικασία της παρακίνησης σαν μια διαπραγμάτευση μεταξύ εργαζομένου και
επιχείρησης. (Μπουραντάς, 2001). Η κριτική της θεωρίας του Vroom ωστόσο, είναι ότι δεν κατάφερε
να μετατρέψει το κίνητρο για την εκτέλεση μιας πράξης στην πραγματική εκτέλεση της (Bottomley,
1987).
β. Η Θεωρία Καθαρής Αξίας
Σύμφωνα με τον Dessler (1988) η θεωρία αυτή δείχνει ότι τα άτομα επιδιώκουν να διατηρήσουν
μια ισορροπία μεταξύ αυτού που αντιλαμβάνονται ως εισροές ή συνεισφορές στην εργασία τους με τα
αναμενόμενα οφέλη (Dessler, 1988). Ενώ ο Robbins (1993) υποστηρίζει ότι η ικανοποίηση του
εργαζομένου εξαρτάται από την ισορροπία του ανάμεσα στις εισροές και τα αποτελέσματα και
συμβαίνει όταν ο εργαζόμενος αντιλαμβάνεται την καθαρή αξία και δυσαρεστείται όταν υπάρχει
αδικία.
Επίσης οι εργαζόμενοι, θεωρούν δίκαιο όταν οι εισροές σε σχέση με τα αποτελέσματα είναι ισοδύναμα
με των συναδέλφων τους (Robbins, 1993). Επιπλέον, οι Robbins et al. (2003) υποστηρίζουν ότι, οι
εργαζόμενοι συγκρίνουν τις εισροές της εργασίας τους (όπως η συνεισφορά τους, η πείρα, η εκπαίδευση
και οι ικανότητες) με τα αποτελέσματα στη δουλειά τους (τα επίπεδα αποδοχών, μισθών, τις αυξήσεις
και την αναγνώριση) σε σχέση με εκείνη των άλλων και αν πιστεύουν ότι αμείβονται λιγότερο από ότι
αξίζουν καταβάλουν τη μικρότερη προσπάθεια στον εργασιακό χώρο. Ενώ, εάν αμειβόντουσαν
καλύτερα και είχαν καλύτερα κίνητρα συνεισφοράς τα αποτελέσματα θα ήταν καλύτερα (Dessler,
1988).
γ. Η Θεωρία Στοχοθέτησης
Ανήκει στις συμπεριφορικές θεωρίες κινήτρων. Στη θεωρία αυτή, το κίνητρο αναφέρεται σε
συγκεκριμένα έργα που εκτελούνται σε δεδομένη στιγμή της ανθρώπινης δραστηριότητας. Ο Locke
(1968) υποστηρίζει ότι ένα σημαντικό κίνητρο για την εργασία είναι η επίτευξη ενός στόχου. Η θεωρία
της στοχοθέτησης στηρίζεται στη διαπίστωση ότι, κάθε ανθρώπινη ενέργεια πρέπει να κατευθύνεται
προς κάποιο στόχο και ότι η επίτευξη των στόχων αποτελεί ισχυρό κίνητρο απόδοσης (Νιάκας, 2004).
Σύμφωνα με τους Heery και Noon (2001), η θεωρία αυτή υποστηρίζει, ότι εάν επηρεαστούν οι στόχοι
και οι επιδιώξεις των εργαζομένων υπάρχει πιθανότητα να αλλάξει η συμπεριφορά των εργαζομένων.
Από τους Nel et al. (2004) αναφέρεται ότι πρέπει οι εργαζόμενοι να ενημερώνονται για τους στόχους,
για να έχουν κίνητρα για την επίτευξη τους, ανεξάρτητα από τις δυσκολίες που μπορεί να
αντιμετωπίσουν. Ο Robbins (1998) σημειώνει ότι, οι εργαζόμενοι θα αποδίδουν καλύτερα όταν είναι
συνεχώς ενήμεροι για την εξέλιξη της υλοποίησης των στόχων τους και
η συνεχής ανατροφοδότηση θα εντοπίσει πιθανές ασυνέχειες που ενδέχεται να εμποδίζουν την πορεία
της επίτευξης των στόχων. Οι εργαζόμενοι που μπορούν να συμμετέχουν στην προετοιμασία των δικών
τους στόχων δεσμεύονται και στην υλοποίηση αυτών. Σύμφωνα με τη θεωρία της στοχοθέτησης, η
επίτευξη ενός στόχου επηρεάζεται από τα κίνητρα, την αυτοαντίληψη και τον προσδιορισμό του στόχου
(Παπάνης, 2005). Για να επιτευχθεί υποκίνηση σύμφωνα με αυτήν την θεωρία πρέπει να ισχύουν τα
ακόλουθα (Heery and Noon 2001):
-Οι στόχοι, να είναι δύσκολοι αλλά μέσα στις δυνατότητες των εργαζομένων για να τους
επιτύχουν, να μην είναι αόριστοι, να είναι αναλυτικοί και ακριβείς.
-Να συμμετέχουν όλοι οι εργαζόμενοι και να υπάρχει εμπιστοσύνη και αλληλοκατανόηση.
-Με την ολοκλήρωση ενός στόχου να τονίζεται το αίσθημα της προσωπικής ή ομαδικής αξίας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3ο
ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΗΝ Ε.Ι.
Πηγή: Γ.Ν.
Ιδρύθηκε το και λειτούργησε αρχικά σαν Δημοτικό Νοσοκομείο με ιατρούς Γενικής Ιατρικής χωρίς
ξεχωριστές ειδικότητες. Ως Νομαρχιακό Νοσοκομείο, μεταφέρθηκε στην σημερινή του θέση στην
είσοδο της πόλης, το . Με τον Ν.3528/2007 μετονομάσθηκε σε Νοσοκομειακή Μονάδα Α και
εντάχθηκε μαζί με την Νοσοκομειακή Μονάδα Β στο Γ.Ν.. Ο ισχύων οργανισμός προβλέπει 175
κλίνες.
α. Ιατρικό Προσωπικό
Διευθυντής Ιατρικής Υπηρεσίας
Διευθυντές Κλινικών
Διευθυντές Εργαστηρίων
Το ιατρικό προσωπικό κατατάσσεται κατά τομείς ως εξής:
Τομέας Παθολογικός
Τομέας Χειρουργικός
Τομέας Εργαστηριακός
Τρία Διατομεακά Τμήματα
β. Νοσηλευτικό Προσωπικό
Μαία
Νοσηλεύτρια / Νοσηλευτής (νοσηλευτής/τρια Ανωτάτης και Ανώτερης Εκπαίδευσης, βοηθός
νοσοκόμος)
Θεμελιώθηκε το στην πόλη και δόθηκε προς χρήση το. Με τον Ν.3528/2007 ονομάστηκε σε
Νοσοκομειακή Μονάδα Β και εντάχθηκε μαζί με την Νοσοκομειακή Μονάδα Αστο Γ.Ν. . Ο ισχύων
οργανισμός προβλέπει 175 κλίνες.
α. Ιατρικό Προσωπικό
Διευθυντής Ιατρικής Υπηρεσίας
Διευθυντές Κλινικών
Διευθυντές Εργαστηρίων
Το ιατρικό προσωπικό κατατάσσεται κατά τομείς ως εξής:
Τομέας Παθολογικός
Τομέας Χειρουργικός
Τομέας Εργαστηριακός
Τομέας Ψυχιατρικός
Δύο Διατομεακά Τμήματα
β. Νοσηλευτικό Προσωπικό
Μαία
Νοσηλεύτρια / Νοσηλευτής (νοσηλευτής/τρια Ανωτάτης και Ανώτερης Εκπαίδευσης, βοηθός
νοσοκόμος)
Η στατιστική επεξεργασία και η ανάλυση των δεδομένων των συμπληρωμένων ερωτηματολογίων έγινε
με τη χρήση του στατιστικού προγράμματος SPSS (Statistical Package for the Social Sciences), v.23 για
Windows. Χρησιμοποιήθηκαν για την ανάλυση και για την παρουσίαση των αποτελεσμάτων πίνακες
συχνοτήτων, μέτρων θέσης και διακύμανσης, συνάφειες/συσχετίσεις και γραφήματα ανάλογα της
κατηγορίας των μεταβλητών. Ειδικότερα:
α. Για τις πέντε (5) ονομαστικές ποιοτικές μεταβλητές των δημογραφικών δεδομένων: το φύλο,
οικογενειακή κατάσταση, κατηγορίες προσωπικού, μεταπτυχιακές σπουδές και το νοσοκομείο,
υπολογίσθηκαν οι απόλυτες (N) συχνότητες, οι σχετικές(%) συχνότητες, οι αθροιστικές σχετικές
συχνότητες, οι διάμεσοι(Median) και οι επικρατούσες τιμές (Mode). Για τις δύο (2) ποιοτικές διακριτές
μεταβλητές των δημογραφικών δεδομένων: ηλικιακές ομάδες και ομάδες ετών υπηρεσίας,
υπολογίσθηκαν επιπλέον, από τα μέτρα θέσης οι μέσες τιμές(Mean), οι διάμεσοι(Median), οι
επικρατούσες τιμές(mode) και από τα μέτρα διασποράς οι διακυμάνσεις (Variance) και οι τυπικές
αποκλίσεις(SD) αυτών.
β. Για τις μεταβλητές των εννέα (9) παραγόντων της εργασιακής ικανοποίησης του
ερωτηματολογίου υπολογίσθηκαν, ως ποιοτικές διακριτές μεταβλητές, οι απόλυτες (N) συχνότητες, οι
σχετικές (%) συχνότητες, οι αθροιστικές σχετικές συχνότητες και τα περιγραφικά μέτρα θέσης(μέση
τιμή, διάμεσος, επικρατούσα τιμή) και διασποράς(τυπική απόκλιση και διακύμανση) με σκοπό να
υπάρξει μια πρώτη εικόνα όσον αφορά το επίπεδο ικανοποίησης/δυσαρέσκειας του ιατρικού και το
νοσηλευτικού προσωπικού.
γ. Οι συνάφειες μεταξύ των δημογραφικών μεταβλητών φύλο, οικογενειακή κατάσταση,
κατηγορίες προσωπικού, μεταπτυχιακές σπουδές και το νοσοκομείο και των μεταβλητών των εννέα
παραγόντων ικανοποίησης.
δ. Οι συσχετίσεις μεταξύ των δύο (2) δημογραφικών μεταβλητών ηλικιακές ομάδες και
ομάδες ετών υπηρεσίας και των μεταβλητών των εννέα παραγόντων καθώς και συσχετίσεις μεταξύ των
μεταβλητών των εννέα παραγόντων.
Από την περιγραφική στατιστική προτιμήθηκε η επιλογή της μέσης τιμής, καθώς όλες οι μεταβλητές
της έρευνας, όπως προαναφέρθηκε, ήταν σε κλίμακα Likert με διαβάθμιση. Η μέση τιμή δίνει μια
εικόνα για το πού τείνουν οι θέσεις των συμμετεχόντων (Spector, 1985). Οι τιμές κοντά στο 6 ή στο 5,
δηλώνουν πλήρη συμφωνία, και τιμές κοντά στο 1 ή στο 2, δηλώνουν πλήρη διαφωνία, με την
εκάστοτε πρόταση και με τιμές 3 ή 4 δείχνουν ουδέτερη στάση.
Μελετήθηκαν οι συνάφειες/συσχετίσεις των δημογραφικών μεταβλητών με τους εννέα παράγοντες της
εργασιακής ικανοποίησης για το σύνολο του προσωπικού του δείγματος του Γ.Ν. αλλά και μεταξύ των
δύο νοσοκομειακών μονάδων που αφορούν την εργασιακή ικανοποίηση και σε συνάρτηση του
μοντέλου management. Κατόπιν πραγματοποιήθηκε κατάλληλος έλεγχος, όσον αφορά την πιθανή
διαφοροποίηση των αποτελεσμάτων, ανάλογα με τα δημογραφικά χαρακτηριστικά του ιατρικού και
νοσηλευτικού προσωπικού, των ετών υπηρεσίας καθώς και το φύλο. Στο σύνολο της έρευνας,
χρησιμοποιήθηκαν μη παραμετρικοί έλεγχοι, θεωρώντας ως ελάχιστο επίπεδο αποδεκτής
σημαντικότητας την τιμή p<0,05.
Με την βοήθεια του συντελεστή συσχέτισης Pearson, διερευνήθηκε η ύπαρξη γραμμικής συσχέτισης
των παραγόντων εργασιακής ικανοποίησης αλλά και μεταξύ της συνολικής εργασιακής ικανοποίησης
με κάθε παράγοντα χωριστά. Αυτός ο συντελεστής είναι ένας αριθμός μεταξύ -1 και +1 και δείχνει τη
μορφή και την ένταση της σχέσης μεταξύ δύο συνεχών αριθμητικών μεταβλητών. Ο κύριος σκοπός της
ανάλυσης γραμμικής εξάρτησης είναι, στο να προβλέψει τιμές της μιας μεταβλητής στη βάση των
τιμών που παρατηρούνται
στην άλλη μεταβλητή, προκειμένου να διερευνηθεί αν η ικανοποίηση συσχετίζεται θετικά ή αρνητικά
με τους εννέα (9) παράγοντες της εργασιακής ικανοποίησης (Ιωαννίδης, 2004). Ανάλογα με την τιμή
συνάγουμε το είδος και την ισχύ της γραμμικής σχέσης μεταξύ των μεταβλητών. Θετικές τιμές των
συντελεστών συνεπάγονται θετική συσχέτιση, δηλαδή όταν αυξάνεται η μία μεταβλητή αυξάνεται και η
άλλη. Αντίθετα, αρνητικές τιμές των συντελεστών συνεπάγονται αρνητική συσχέτιση, δηλαδή όταν η
μία μεταβλητή αυξάνεται η άλλη μειώνεται. Όσο μεγαλύτερη είναι η τιμή του συντελεστή συσχέτισης
(ανεξαρτήτως πρόσημου), τόσο μεγαλύτερη είναι η σχέση που συνδέει τις δύο μεταβλητές. Πιο
συγκεκριμένα τιμές των συντελεστών:
Aν −1 < r ≤ −0,8 υπάρχει πολύ ισχυρή αρνητική γραμμική συσχέτιση
Αν −0,8 < r ≤ −0,7 υπάρχει ισχυρή αρνητική γραμμική συσχέτιση.
Αν −0,7 < r ≤ −0,5 υπάρχει μέση αρνητική γραμμική συσχέτιση.
Αν −0,5 < r ≤ −0,3 υπάρχει ασθενής αρνητική γραμμική συσχέτιση.
Αν −0,3 ≤ r < 0,3 δεν υπάρχει γραμμική συσχέτιση.
Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει άλλου είδους συσχέτιση μεταξύ των δύο
μεταβλητών.
Αν 0,3 ≤ r < 0,5 υπάρχει ασθενής θετική γραμμική συσχέτιση.
Αν 0,5 ≤ r < 0,7 υπάρχει μέση θετική γραμμική συσχέτιση.
Αν 0,7 ≤ r < 0,8 υπάρχει ισχυρή θετική γραμμική συσχέτιση.
Αν 0,8 ≤ r < 1 υπάρχει πολύ ισχυρή θετική γραμμική συσχέτιση (Ιωαννίδης, 2004)
Ως μέθοδος ελέγχου συνάφειας των δεδομένων για την περίπτωση των ονομαστικών ποιοτικών
δημογραφικών μεταβλητών με τις μεταβλητές των εννέα(9) παραγόντων του ερωτηματολογίου, οι
οποίες είναι επίσης κατηγορικές, χρησιμοποιείται η δοκιμασία x 2 test ως κριτήριο σημαντικότητας της
διαφοράς των αναλογιών επί ποιοτικών ονομαστικών χαρακτηριστικών στο επίπεδο του 5% , δηλαδή Ρ
< 0.05 (Polit and Hungler 1983 & Reid and Boore, 1987). Αντίστοιχος έλεγχος συσχέτισης Pearson R
εφαρμόζεται για τον έλεγχο της συνάφειας μεταξύ των δημογραφικών διατακτικών ποιοτικών
μεταβλητών και των μεταβλητών των εννέα (9) παραγόντων εργασιακής ικανοποίησης.
5.5. Αξιοπιστία ερωτηματολογίου
Το ερωτηματολόγιο JSS, σύμφωνα με τους Van Saane et al. (2003),όπως αναφέρεται από τον
Μπογιατζίδη (2011), περιλαμβάνεται σε επτά (7) ψυχομετρικά εργαλεία που πληρούν τα ποιοτικά
κριτήρια για αξιοπιστία και εγκυρότητα. Στην Ελλάδα προέλεγχος του μεταφρασμένου
ερωτηματολογίου πραγματοποιήθηκε από τον Γεροβασιλείου (2009).
Ελέχθηκε το ερωτηματολόγιο για την φαινομενική του εγκυρότητα και την αξιοπιστία του. Όσον αφορά
την φαινομενική εγκυρότητά του δεν αντιμετώπισε θέματα εγκυρότητας καθότι οι ερωτήσεις αλλά και
οι διευκρινίσεις είναι διατυπωμένες απλά και με σαφήνεια και οι παράγοντες που έχουν τεθεί
προέρχονται από την προηγηθείσα θεωρητική ανάλυση. Βασικό στοιχείο της διαδικασίας αξιολόγησης
των χαρακτηριστικών ενός ερωτηματολογίου είναι η αξιοπιστία του προς την δυνατότητά του να
χρησιμοποιηθεί ως ένα εργαλείο μέτρησης των στόχων για τους οποίους έχει δημιουργηθεί (Hair et al.,
1995). Η αξιοπιστία των ερευνητικών εργαλείων μετριέται μέσω του συντελεστή Cronbach’s Alpha, ο
οποίος λαμβάνει τιμές από 0 έως 1. Κατά τον Cronbach (1951), τιμές του δείκτη μεγαλύτερες του 0,70
θεωρούνται ικανοποιητικές.
Στην παρούσα έρευνα μαζί με τον έλεγχο αξιοπιστίας Cronbach’s Alpha εξετάσθηκε και το μοντέλο
ελέγχου αξιοπιστίας Lambda του Guttman για τις 36 ερωτήσεις που απαντήθηκαν σε 241
ερωτηματολόγια στo Γ.Ν. Ο δείκτης εσωτερικής συνάφειας Cronbach’s Alpha για το σύνολο των 36
ερωτήσεων ανήλθε σε 0,844(84,4%) που κρίνεται για την παρούσα έρευνα πολύ καλός, καθώς ο
συντελεστής εσωτερικής συνάφειας Cronbach’s alpha (α), εμφανίστηκε μεγαλύτερος του 0,70
αποδεικνύοντας έτσι την πολύ καλή διαβάθμιση του εργαλείου μέτρησης (Nunnally, 1978). Όσον
αφορά το μοντέλο αξιοπιστίας Lambda του Guttman, έδειξε για κάθε μία από τις επιλογές 1 έως 6, των
36 ερωτήσεων, πολύ υψηλή αξιοπιστία (από 74,9% έως 89%). Στο Πίνακα 5 απεικονίζονται τα
αποτελέσματα και των δύο ελέγχων αξιοπιστίας.
Πίνακας 5 Έλεγχοι Αξιοπιστίας
Cronbach's Alpha ,844
N of Items: 36
Model Guttman Lambda
1 ,821
2 ,854
3 ,844
4 ,749
5 ,838
6 ,890
N of Items 36
Πηγή: Από στοιχεία έρευνας
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6ο
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΑΣ
6.1. Ανάλυση των δεδομένων του δείγματος
6.1.1. Παραγοντική Ανάλυση
Αρχικά γίνεται μια συνοπτική παραγοντική ανάλυση προκειμένου να ευρεθούν κοινοί παράγοντες στην
ομάδα των μεταβλητών της εργασιακής ικανοποίησης. Ο σκοπός της ανάλυσης παραγόντων είναι να
συνοψίσει τις σχέσεις μεταξύ ενός μεγάλου αριθμού μεταβλητών με έναν περιεκτικό και ακριβή τρόπο,
για να βοηθήσει στο να γίνει αντιληπτή μια έννοια ή ιδιότητα. Για την παρούσα έρευνα, εξετάσθηκε εάν
ο αριθμός των εννέα (9) παραγόντων που έχουν επιλεγεί για εξέταση της εργασιακής ικανοποίησης,
μπορεί να περιορισθεί σε λιγότερες βασικές μεταβλητές (Kaiser, & Rice,1974). Για την εξαγωγή αυτών
των παραγόντων εφαρμόστηκε η μέθοδος της Ανάλυσης Βασικών Συνιστωσών (Principal Component
Analysis). Για τον έλεγχο της Συνολικής Δειγματικής Καταλληλότητας χρησιμοποιήθηκε το μέτρο
K.M.O. (Kaiser – Mayer - Olkin), ως το πλέον ευρέως χρησιμοποιούμενο διαγνωστικό μέτρο και οι
τιμές του κυμαίνονται από 0 έως 1. Δεν υπάρχει στατιστικός έλεγχος για τις τιμές του δείκτη, αλλά οι
Kaiser και Rice (1974) συνιστούν να απορρίπτονται τιμές μικρότερες του 0,5. Στην συνέχεια έγινε ο
έλεγχος Σφαιρικότητας του Bartlett (Bartlett’s Test of Sphericity). Ο έλεγχος αυτός εξετάζει την ύπαρξη
συσχετίσεων μεταξύ των μεταβλητών και παρέχει τη στατιστική πιθανότητα, ο πίνακας συσχετίσεων να
περιέχει σημαντικές συσχετίσεις μεταξύ, τουλάχιστον, ορισμένων μεταβλητών. Γίνεται με τη χρήση της
χ2 κατανομής και με ορισμένη σημαντικότητα p<0,05. Για τον προσδιορισμό του αριθμού των
παραγόντων γίνεται χρήση του κριτηρίου ιδιοτιμής (Eigenvalue), της διακύμανσης κάθε παράγοντα,
σύμφωνα με το οποίο επιλέγονται μόνο οι παράγοντες των οποίων η τιμή υπερβαίνει το 1 (Sharma,
1996) και η συνολική διακύμανση είναι ίση με τον αριθμό των μεταβλητών που χρησιμοποιήθηκαν
στην ανάλυση, στην περίπτωση αυτή 10. Ένα άλλο σημαντικό κριτήριο, για την επιλογή του πλήθους
των παραγόντων, είναι το κριτήριο του ποσοστού της Διακύμανσης, το οποίο ερμηνεύουν οι
παράγοντες. Δεν είναι ασυνήθιστο, μία λύση που υπολογίζει το 60% της συνολικής διακύμανσης (και
σε κάποιες περιπτώσεις ακόμη λιγότερο) να θεωρείται ικανοποιητική (Hair et al., 1995).
Στην ανάλυση χρησιμοποιούνται οι μεταβλητές της εργασιακής ικανοποίησης (αμοιβή, μισθός,
προαγωγή, επίβλεψη/εποπτεία, προνόμια/οφέλη, ανταμοιβή, συνθήκες εργασίας, σχέση με
συναδέλφους, φύση της εργασίας, επικοινωνία και η συνολική ικανοποίηση).
Από τον έλεγχο του κριτηρίου καταλληλότητας του Bartlett και την στατιστική συνάρτηση
K.M.O(Kaiser-Meyer-Olkin) συνδυαζόμενα, μας δίνουν το ακόλουθο αποτέλεσμα για καταλληλότητα ή
όχι των δεδομένων μας (Πίνακας 6).
Πίνακας 6 K.M.O and Bartlett's Test
Kaiser-Meyer-Olkin Measure of Sampling Adequacy. 0,827
Bartlett's Test of Sphericity Approx. Chi-Square 793,092
df 45
Sig. ,000
Πηγή: Από στοιχεία έρευνας
Η τιμή του ελέγχου Κ.Μ.Ο. είναι 0,827 κατά πολύ μεγαλύτερη του ελαχίστου 0,60 και σημαντικότητα
0,000<0,05. Σημαίνει αποδοχή της καταλληλότητας των δεδομένων και μας παρέχει τη στατιστική
πιθανότητα, ο πίνακας συσχετίσεων να περιέχει σημαντικές συσχετίσεις μεταξύ ορισμένων
μεταβλητών. Για λόγους πληρότητας προσδιορίζεται και ο αριθμός των καταλλήλων παραγόντων με το
κριτήριο του Kaiser (Πίνακας 7). Ο αριθμός των καταλλήλων παραγόντων είναι ίσος με τον αριθμό των
ιδιοτιμών>1.
Πίνακας 7 Total Variance Explained
Παράγων Extraction Sums of Squared Rotation Sums of
Ε.Ι. & Ιδιοτιμές Loadings Squared Loadings
Συνολική
Σύνολο % Συνολική Σύνολο % Συνολική Σύνολο
Διακύμανση % Διακύμανση %
1 3,84 38,35 38,35 3,84 38,35 38,35 3,13
2 1,65 16,50 54,85 1,65 16,50 54,85 2,93
3 ,88 8,80 63,66
4 ,747 7,47 71,13
5 ,646 6,46 77,59
6 ,598 5,98 83,57
7 ,556 5,56 89,12
8 ,466 4,66 93,78
9 ,427 4,27 98,05
10 ,195 1,95 100,0
Extraction Method: Principal Component Analysis.
Πηγή: Από στοιχεία έρευνας
Στον ανωτέρω Πίνακα 7, στην πρώτη στήλη φαίνονται οι ιδιοτιμές του κάθε παράγοντα και το ποσοστό
διακύμανσης. Διαπιστώνεται ότι, ο αριθμός των προτεινόμενων νέων παραγόντων που σαν σύνολο
ερμηνεύουν το 54,85% της συνολικής διακύμανσης, είναι δύο. Η έννοια αυτής της πρότασης είναι ότι οι
εννέα παράγοντες, σύμφωνα με το κριτήριο K.M.O.(Kaiser-Meyer-Olkin), θα μπορούσαν να
συνοψισθούν σε δύο, καλύπτοντας σχεδόν
το 54,85% του εύρους της διακύμανσης. Στον Πίνακα 8, που ακολουθεί, απεικονίζεται η έκφραση κάθε
μεταβλητής σε σχέση με τους δύο προτεινόμενους νέους παράγοντες.
Πίνακας 8 Component Matrixa
ΠΑΡΑΓΩΝ
ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ
η
1 2η
AMOIBH ,545 -,474
ΠΡΟΑΓΩΓΗ ,453 -,487
ΕΠΙΒΛΕΨΗ ,525 ,535
ΠΡΟΝΟΜΙΑ ,611 -,512
ΑΝΤΑΜΟΙΒΗ ,715 -,128
ΣΥΝΘ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ,558 -,188
ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΙ ,495 ,603
ΦΥΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ,505 ,400
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ,722 ,251
ΣΥΝΟΛΙΚΗ ,917 ,028
Extraction Method: Principal Component Analysis.
a. 2 components extracted.
Πηγή: Από στοιχεία έρευνας
Διαπιστώνεται ότι οι παράγοντες Ε.Ι. ΄΄AMOIBH΄΄, ΄΄ΠΡΟΑΓΩΓΗ΄΄, ΄΄ΠΡΟΝΟΜΙΑ΄΄ ,
΄΄ΑΝΤΑΜΟΙΒΗ΄΄ και ΄΄ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ΄΄ σχετίζονται αρνητικά με τον νέο παράγοντα της 2 ης
στήλης. Με τον νέο παράγοντα της 1ης στήλης ο παράγοντας ΄΄ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ΄΄ έχει
πολύ ισχυρή σχέση σε αντίθεση με τον παράγοντα της 2ης στήλης. Οι παράγοντες ΄΄ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ΄΄,
΄΄ ΑΝΤΑΜΟΙΒΗ΄΄ και ΄΄ ΠΡΟΝΟΜΙΑ΄΄ έχουν ισχυρή συσχέτιση και σχετικά υψηλή έχουν οι
μεταβλητές ΄΄ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ΄΄ και ΄΄ΦΥΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ΄΄. Με τον 2 ο παράγοντα έχουν υψηλή
σχέση(θετική) οι μεταβλητές ΄΄ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΙ΄΄, ΄΄ΕΠΙΒΛΕΨΗ΄΄ και ΄΄ΦΥΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ΄΄ και
σχετικά χαμηλή σχέση με την ΄΄ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ΄΄. Ο 1 ος προτεινόμενος παράγοντας θα μπορούσε να
προσδιορισθεί και να συμπεριλάβει, κυρίως, την Επικοινωνία/πληροφόρηση και το σύνολο Αμοιβών,
Ανταμοιβών και προνομιών(όχι μόνο οικονομικών), ο δε 2 ος προτεινόμενος παράγοντας, με την
ευρύτερη έννοια, ως περιβάλλον εργασίας, στο οποίο να εμπεριέχονται οι παράγοντες, Συνάδελφοι,
Επίβλεψη και Φύση Εργασίας.
6.1.2. Περιγραφική Στατιστική Ανάλυση
Συνολικά δόθηκαν 280 ερωτηματολόγια και στις δύο νοσηλευτικές μονάδες, εκ των οποίων
τα 140 ερωτηματολόγια στην Ν.Μ Α και τα 140 ερωτηματολόγια στην Ν.Μ Β Επεστράφησαν
συμπληρωμένα συνολικά 241 ερωτηματολόγια εκ των οποίων τα 115 από την Ν.Μ. Α και τα 126 από
την Ν.Μ. Β με συνολικό ποσοστό ανταπόκρισης 86,1% και από κάθε νοσοκομειακή μονάδα ήταν
82.1% από την Ν.Μ. Α και 90% από την Ν.Μ. Β. Η δε κατανομή των 241 εργαζομένων του δείγματος,
του Γ.Ν. , είναι με ποσοστό 47,7% στην Ν.Μ. Ακαι με ποσοστό 52,3% στην Ν.Μ. Β. Πίνακας 9
(Γράφημα 2 Παράρτημα ΄΄Α΄΄).
Πίνακας 9 Κατανομή Προσωπικού κατά Ν.Μ.
ΑΡΙΘΜΟΣ
ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑΚΗ ΜΟΝΑΔΑ ΠΟΣΟΣΤΟ
ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ
V Ν.Μ. Α 115 47,7 %
a Ν.Μ. Β 126 52,3 %
l ΣΥΝΟΛΟ Γ.Ν.
i 241 100 %
d
Πηγή: Από στοιχεία έρευνας
γ. Οικογενειακή κατάσταση
Σε ποσοστό 75,1%, των εργαζομένων του δείγματος, δηλώνουν έγγαμοι, σε ποσοστό 19,1% δεν έχουν
δημιουργήσει οικογένεια και ένα ποσοστό της τάξης του 5,8% δήλωσε ότι η οικογενειακή του
κατάσταση είναι κάτι άλλο. Η αναλογία έγγαμου προς άγαμο είναι σχεδόν 3,5:1 Πίνακας 14 (Γράφημα
7 στο Παράρτημα ΄΄Α΄΄).
δ. Κατηγορίες προσωπικού
Από τους 241 εργαζομένους στο Γ.Ν., το 6,2% είναι κάτοχοι μεταπτυχιακού και διδακτορικού
διπλώματος. Στο νοσηλευτικό προσωπικό οι περισσότεροι εργαζόμενοι είναι απόφοιτοι των
τεχνολογικών ιδρυμάτων και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και λίγοι κατέχουν πανεπιστημιακό και
μεταπτυχιακό τίτλο. Όσον αφορά στο ιατρικό προσωπικό
διαπιστώνεται ότι ένα μικρό ποσοστό είναι κάτοχοι μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων. Πίνακας
16 (Γράφημα 9 στο Παράρτημα ΄΄Α΄΄).
Για την απεικόνιση των εννέα (9) παραγόντων Ε.Ι., όπως αναφέρθηκε και προηγουμένως, εξετάζονται
τα αποτελέσματα απόλυτης συχνότητας(Ν), σχετικής συχνότητας(%) και αθροιστικής σχετικής
συχνότητας, των μέτρων Θέσης και Διασποράς, η μέση τιμή(Mean), η τυπική απόκλιση(Std.Deviation),
η διάμεσος(Median) η επικρατούσα τιμή(Mode) και ελάχιστες-μέγιστες(Min,max) τιμές. Ο
υπολογισμός της βαθμολογίας των εννέα(9) παραγόντων ικανοποίησης έγινε στα πλαίσια της
περιγραφικής στατιστικής και σύμφωνα με την βαθμολογία της κλίμακας του Spector που αναφέρθηκε
στην 5.1 ( Πίνακας 1).Τα μέτρα Θέσης και Διασποράς των εννέα παραγόντων της Εργασιακής
Ικανοποίησης για το σύνολο του προσωπικού του Γ.Ν. παρουσιάζονται στον Πίνακα 19. Εντός
παρενθέσεως είναι οι τιμές προσαρμοσμένες για την κλίμακα από το 1 έως το 6.
Πίνακας 19 Τιμές Μέτρων Θέσεως και Διασποράς Παραγόντων Ε.Ι.
ΤΥΠΙΚΗ ΕΠΙΚΡΑΤΟΥΣΑ
ΜΕΣΗ ΤΙΜΗ ΔΙΑΜΕΣΟΣ
9 ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ JSS ΑΠΟΚΛΙΣΗ ΤΙΜΗ
(ΜΕΑΝ) (MEDIAN)
(SD) (MODE)
ΑΜΟΙΒΗ 7,79(1,95) 4,88(1,22) 7(1,75) 4(1)
ΠΡΟΑΓΩΓΗ 11,27(2,82) 6,27(1,57) 9(2,25) 7(1,8)
ΕΠΙΒΛΕΨΗ 18,73(4,70) 5,41(1,35) 20(5) 22(5,5)
ΠΡΟΝΟΜΙΑ 9,35(2,34) 5,08(1,27) 8(2) 6(1,5)
ΑΝΤΑΜΟΙΒΗ 10,38(2,60) 5,46(1,37) 10(2,5) 10(2,5)
ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 10,78(2,70) 5,49(1,37) 11(2,75) 11(2,8)
ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΙ 17,98(4,25) 4,80(1,20) 16(4) 16(4)
ΦΥΣΗ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 18,26(4,57) 5,10(1,28) 19(4,75) 21(5,3)
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ 14,25(3,56) 5,72(1,43) 14(3,5) 16(4)
ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΕΡΓΑΣ.
ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ
117,79(3,35) 48,24(1,34) 114(3,4) 113(3,1)
Πηγή: Από στοιχεία Έρευνας
Στην συνέχεια παρατίθενται τα αποτελέσματα της ανάλυσης των παραγόντων ικανοποίησης, που
προέκυψαν, σε συνάρτηση του φύλου και των κατηγοριών του προσωπικού (το ιατρικό και το
νοσηλευτικό προσωπικό) για κάθε νοσοκομειακή μονάδα.
6.2.1. Αποτελέσματα Ικανοποίησης κατά φύλο Ν.Μ. Α
α. Φύλο ΄΄Ανδρας΄΄
Για το προσωπικό της Ν.Μ. Α οι παράγοντες που εμφάνισαν για το φύλο ΄΄ ΄Ανδρας΄΄ τις υψηλότερες
βαθμολογίες μέσης τιμής και δείχνουν εργασιακή ικανοποίηση (16 έως 24)
είναι: ΄΄φύση της εργασίας΄΄ με μέση τιμή 18,8, ΄΄επίβλεψη΄΄ με μέση τιμή 18,6 και ΄΄σχέση με
συναδέλφους΄΄ με μέση τιμή 17,6. Οι παράγοντες ικανοποίησης με τις χαμηλότερες βαθμολογίες μέσης
τιμής που δείχνουν δυσαρέσκεια (4 έως 12) είναι: ΄΄αμοιβή΄΄ με μέση τιμή 7,90 , ΄΄προνόμια΄΄ με μέση
τιμή 8,80 , ΄΄ συνθήκες εργασίας ΄΄ με μέση τιμή 9,60 και ΄΄ανταμοιβή΄΄ με μέση τιμή 9,80. Οι
παράγοντες με βαθμολογίες που δείχνουν ουδέτερη στάση(12 έως 16) είναι: ΄΄προαγωγή΄΄ με μέση τιμή
12,5 και ΄΄επικοινωνία΄΄ με μέση τιμή 14,3. Σε σχέση με την συνολική βαθμολογία του Γ.Ν.
διαφοροποιείται στον παράγοντα ΄΄προαγωγή΄΄ όπου εντάσσεται στην ουδέτερη στάση από την
δυσαρέσκεια. Πίνακας 22.
Πίνακας 22 Βαθμολογία Ε.Ι. κατά Φύλο ΄΄ΑΝΔΡΑΣ΄΄ Ν.Μ. Α
ΣΥΝΘ ΦΥΣΗ
ΑΜΟΙΒΗΠΡΟΑΓΩΓΗ ΕΠΙΒΛΕΨΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑ ΑΝΤΑΜΟΙΒΗ ΕΡΓΑΣ ΣΥΝΑΔ ΕΡΓΑΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ
β. Φύλο ΄΄ Γυναίκα΄΄
Για το προσωπικό της Ν.Μ. Α οι παράγοντες που εμφάνισαν για το φύλο ΄΄ Γυναίκα ΄΄ τις υψηλότερες
βαθμολογίες μέσης τιμής και δείχνουν εργασιακή ικανοποίηση (16 έως 24) είναι: ΄΄φύση της εργασίας΄΄
με μέση τιμή 19,1 , ΄΄επίβλεψη΄΄ με μέση τιμή 19,1 και ΄΄σχέση με συναδέλφους΄΄ με μέση τιμή 17,5.
Οι παράγοντες ικανοποίησης με τις χαμηλότερες βαθμολογίες μέσης τιμής που δείχνουν δυσαρέσκεια
(4 έως 12) είναι: ΄΄αμοιβή΄΄ με μέση τιμή 7,60 , ΄΄προνόμια΄΄ με μέση τιμή 9,10 , ΄΄προαγωγή΄΄ με μέση
τιμή 9,60 , ΄΄ανταμοιβή΄΄ με μέση τιμή 10,10 και ΄΄ συνθήκες εργασίας ΄΄ με μέση τιμή 11,2. Ουδέτερη
στάση (12 έως 16) με μέση τιμή 14,50 έδειξε ο παράγοντας ΄΄επικοινωνία΄΄. Οι βαθμολογίες των
παραγόντων ικανοποίησης για το φύλο ΄΄ΓΥΝΑΙΚΑ΄΄ ταυτίζονται με την συνολική βαθμολογία του
Γ.Ν. Πίνακας 23.
Πίνακας 23 Βαθμολογία Ικανοποίησης κατά Φύλο ΄΄ΓΥΝΑΙΚΑ΄΄ Ν.Μ. Α
ΣΥΝΘ
ΑΜΟΙΒΗ ΠΡΟΑΓΩΓΗ ΕΠΙΒΛΕΨΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑ ΑΝΤΑΜΟΙΒΗ ΕΡΓΑΣ ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΙ ΦΥΣΗ ΕΡΓΑΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ
β. Φύλο ΄΄ Γυναίκα΄΄
Για το προσωπικό της Ν.Μ. Β οι παράγοντες που εμφάνισαν για το φύλο ΄΄ Γυναίκα ΄΄ τις υψηλότερες
βαθμολογίες μέσης τιμής και δείχνουν εργασιακή ικανοποίηση (16 έως 24) είναι: ΄΄επίβλεψη΄΄ με μέση
τιμή 18,7 , ΄΄φύση της εργασίας΄΄ με μέση τιμή 17,3 , και ΄΄σχέση με συναδέλφους΄΄ με μέση τιμή 16,5.
Οι παράγοντες ικανοποίησης με τις χαμηλότερες βαθμολογίες μέσης τιμής που δείχνουν δυσαρέσκεια
(4 έως 12) είναι: ΄΄αμοιβή΄΄ με μέση τιμή 8,1 , ΄΄προνόμια΄΄ με μέση τιμή 9,50 , ΄΄ανταμοιβή΄΄ με μέση
τιμή 10,50 και ΄΄ συνθήκες εργασίας ΄΄ με μέση τιμή 10,90. Οι παράγοντες με βαθμολογίες που δείχνουν
ουδέτερη στάση(12 έως 16) είναι: ΄΄προαγωγή΄΄ με μέση τιμή 12,3 και ΄΄επικοινωνία΄΄ με μέση τιμή
14,3. Παρατηρείται διαφοροποίηση ως προς τον παράγοντα ΄΄προαγωγή΄΄ με την συνολική ικανοποίηση
στο Γ.Ν. , όπου μεταφέρεται στην ουδέτερη στάση και ταυτίζεται με την βαθμολογία του παράγοντα
΄΄ΑΝΔΡΑΣ΄΄ στην Ν.Μ. Α.
β. Νοσηλευτικό προσωπικό
Για το νοσηλευτικό προσωπικό της Ν.Μ. Α οι παράγοντες που εμφάνισαν υψηλότερες
βαθμολογίες μέσης τιμής και δείχνουν εργασιακή ικανοποίηση (16έως 24) είναι:
΄΄επίβλεψη΄΄ με μέση τιμή 19,33 , ΄΄φύση της εργασίας΄΄ με μέση τιμή 19,30 και ΄΄σχέση με
συναδέλφους΄΄ με μέση τιμή 17,77. Οι παράγοντες ικανοποίησης με τις χαμηλότερες βαθμολογίες
μέσης τιμής που δείχνουν δυσαρέσκεια (4 έως 12) είναι: ΄΄αμοιβή΄΄ με μέση τιμή 7,66 , ΄΄προνόμια΄΄ με
μέση τιμή 9,11 , ΄΄προαγωγή΄΄ με μέση τιμή 10,06 , ΄΄ανταμοιβή΄΄ με μέση τιμή 10,06 και ΄΄συνθήκες
εργασίας΄΄ με μέση τιμή 11,53. Ουδέτερη στάση(12 έως 16) με μέση τιμή 14,92 έδειξε ο παράγοντας
΄΄επικοινωνία΄΄. Οι βαθμολογίες κατά παράγοντα του νοσηλευτικού προσωπικού στην Ν.Μ. Α
ταυτίζονται με τις αντίστοιχες του Γ.Ν. . Οι τιμές εντός της παρένθεσης προσαρμόσθηκαν για το
διάστημα 1 έως 6 (Πίνακας 27).
Πίνακας 27 Βαθμολογία Ικανοποίησης Νοσηλευτικού προσωπικού Ν.Μ. Α
ΣΥΝΘ ΦΥΣΗ
ΑΜΟΙΒΗ ΠΡΟΑΓΩΓΗ ΕΠΙΒΛΕΨΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑ ΑΝΤΑΜΟΙΒΗ ΕΡΓ ΣΥΝΑΔ ΕΡΓ ΕΠΙΚΟΙΝ
7,7(1,9) 10(2,5) 19,3(4,8) 9,1(2,3) 10(2,5) 11,5(2,9) 17,8(4,4) 19,3(4,8) 14,9(3,7)
ΔΥΣΑΡ ΔΥΣΑΡ ΙΚΑΝΟΠ ΔΥΣΑΡ ΔΥΣΑΡ ΔΥΣΑΡ ΙΚΑΝΟΠ ΙΚΑΝΟΠ ΟΥΔΕΤ
Πηγή: Από στοιχεία Έρευνας
β. Νοσηλευτικό προσωπικό
Για το νοσηλευτικό προσωπικό της Ν.Μ. Β οι παράγοντες που εμφάνισαν υψηλότερες
βαθμολογίες μέσης τιμής και δείχνουν εργασιακή ικανοποίηση (16έως 24) είναι: ΄΄επίβλεψη΄΄ με μέση
τιμή 18,99 , ΄΄φύση της εργασίας΄΄ με μέση τιμή 17,31 , ΄΄σχέση με συναδέλφους΄΄ με μέση τιμή
16,49.Οι παράγοντες ικανοποίησης με τις χαμηλότερες βαθμολογίες μέσης τιμής που δείχνουν
δυσαρέσκεια (4 έως 12) είναι: ΄΄αμοιβή΄΄ με μέση τιμή 8,20 , ΄΄προνόμια΄΄ με μέση τιμή 9,63 ,
΄΄ανταμοιβή΄΄ με μέση τιμή 10,65 και ΄΄ συνθήκες εργασίας ΄΄ με μέση τιμή 11,01.Ουδέτερη στάση(12
έως 16) με μέση τιμή 14,36 ο παράγοντας ΄΄επικοινωνία΄΄. Παρατηρείται διαφοροποίηση ως προς την
συνολική ικανοποίηση του Γ.Ν. στον παράγοντα ΄΄προαγωγή΄΄ όπου μετατέθηκε στην ουδέτερη στάση
από την δυσαρέσκεια. Πίνακας 29. Οι τιμές εντός της παρένθεσης είναι προσαρμοσμένες για το
διάστημα κλίμακας 1 έως 6.
Πίνακας 29 Βαθμολογία Ικανοποίησης Νοσηλευτικού προσωπικού Ν.Μ. Β
ΣΥΝΘ ΦΥΣΗ
ΑΜΟΙΒΗ ΠΡΟΑΓΩΓ ΕΠΙΒΛΕΨΗ ΠΡΟΝΟΜ ΑΝΤΑΜ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΥΝΑΔ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΠΙΚΟΙΝ
8,2(2,1) 12,3(3,1) 19(4,8) 9,6(2,4) 10,7(2,7) 11(2,8) 16,50(4,1) 17,31(4,3) 14,36(3,6)
ΔΥΣΑΡ ΟΥΔΕΤ ΙΚΑΝΟΠ ΔΥΣΑΡ ΔΥΣΑΡ ΔΥΣΑΡ ΙΚΑΝΟΠ ΙΚΑΝΟΠ ΟΥΔΕΤ
Πηγή: Από στοιχεία Έρευνας
Γενική διαπίστωση, είναι ότι για τον παράγοντα ΄΄επικοινωνία΄΄ σαν σύνολο αλλά και σε κάθε Ν.Μ. η
θέση :΄΄ουδέτερη στάση΄΄ παραμένει ισχυρή. Η επικοινωνία θεωρείται βασική παράμετρος άσκησης
αποτελεσματικού management και είναι ανάγκη η διοίκηση να εστιασθεί πέραν και των άλλων
ευρημάτων, που σχετίζονται με την δυσαρέσκεια σε πέντε(5) παράγοντες, προς την βελτίωση και αυτού
του παράγοντα. Στην παράγραφο που αφορά τις συσχετίσεις και συνάφειες θα εξετασθεί κατά πόσο
επηρεάζονται από τους δημογραφικούς παράγοντες, τόσο ο παράγοντας ΄΄ επικοινωνία ΄΄ όσο και οι
υπόλοιποι παράγοντες.
6.3. Ανάλυση παραγόντων Ε.Ι. μέσω των σχετικών συχνοτήτων
Eξετάζονται οι παράγοντες εργασιακής ικανοποίησης μέσω των τιμών απόλυτων συχνοτήτων και
σχετικών συχνοτήτων για κάθε μία ερώτηση για την εύρεση του επιπέδου ικανοποίησης ή
δυσαρέσκειας σε παράγοντα.
1. ΑΜΟΙΒΗ
Ο παράγοντας προσδιορίζεται από τις ερωτήσεις 1,10,19 και 28.
Στην ερώτηση ΄΄ Αισθάνομαι ότι η αμοιβή μου είναι δίκαιη για τη δουλειά που προσφέρω΄΄: Το
72,2% των ερωτηθέντων και στις δύο Νοσοκομειακές Μονάδες, διαφωνεί, ένδειξη δυσαρέσκειας, το
18,3% τηρεί ουδέτερη στάση και το 9,5% δηλώνει ικανοποίηση.
Στην ερώτηση ΄΄Οι μισθολογικές αυξήσεις είναι μικρές και δεν είναι συχνές΄΄: Το 91,4%
συμφωνεί ,ένδειξη δυσαρέσκειας, το 7% τηρεί ουδέτερη στάση και το 1,7% δηλώνει ικανοποίηση.
Στην ερώτηση ΄΄Αισθάνομαι ότι δεν εκτιμούν ιδιαίτερα τη δουλειά μου όταν σκέφτομαι τις
μισθολογικές απολαβές μου΄΄: Το 70,5% συμφωνεί, ένδειξη δυσαρέσκειας, το 24,1% τηρεί ουδέτερη
στάση και το 5,4% διαφωνεί, ένδειξη ικανοποίησης.
Στην ερώτηση ΄΄Αισθάνομαι ικανοποιημένος/η με τις προοπτικές που υπάρχουν για αύξηση
των αποδοχών μου΄΄: Το 73,4% διαφωνεί, ένδειξη δυσαρέσκειας, το 19,1% τηρεί ουδέτερη στάση και
το 7,5% συμφωνεί, ένδειξη ικανοποίησης.
Συμπερασματικά για τον παράγοντα ΄΄ΑΜΟΙΒΗ΄΄ υπάρχει έντονη δυσαρέσκεια που κυμαίνεται από το
70 έως 92% των ερωτηθέντων. Είναι σχετικά υψηλό το ποσοστό αυτών που τηρούν ουδέτερη στάση
από 7 έως 24,1% και πολύ χαμηλό ποσοστό εκ των ερωτηθέντων δήλωσαν ικανοποίηση από 1,7 έως
9,5%.
2. ΠΡΟΑΓΩΓΗ
Ο παράγοντας προσδιορίζεται από τις ερωτήσεις 2,11,20 και 33.
Στην ερώτηση ΄΄ Υπάρχουν λίγες πιθανότητες για προαγωγή στην εργασία μου΄΄ : Το 42,7%
συμφωνεί, ένδειξη δυσαρέσκειας, το 27,8% τηρεί ουδέτερη στάση και το 29,5% διαφωνεί, ένδειξη
ικανοποίησης.
Στην ερώτηση ΄΄Εκείνοι που διεκπεραιώνουν καλά τα καθήκοντά τους έχουν αρκετά καλές
πιθανότητες να πάρουν προαγωγή΄΄ :Το 59,3% διαφωνεί, ένδειξη
δυσαρέσκειας, το 23,7% τηρεί ουδέτερη στάση και το 17% δηλώνει ικανοποίηση.
Στην ερώτηση ΄΄ Οι άνθρωποι που δουλεύουν στο χώρο εργασίας μου, μπορούν να
ανελιχθούν τόσο γρήγορα, όσο και αν δούλευαν οπουδήποτε αλλού΄΄ : Το 53,9% διαφωνεί, ένδειξη
δυσαρέσκειας, το 31,5% τηρεί ουδέτερη στάση και το 14,5% δηλώνει ικανοποίηση στην προοπτική
ανέλιξης.
Στην ερώτηση ΄΄ Είμαι ικανοποιημένος/η από τις προοπτικές που υπάρχουν για μια πιθανή
προαγωγή μου΄΄ το 57,3% διαφωνεί, ένδειξη δυσαρέσκειας ,το 29,9% τηρεί ουδέτερη στάση και το
12,9% δηλώνει ικανοποίηση.
Συμπερασματικά για τον παράγοντα ΄΄ΠΡΟΑΓΩΓΗ΄΄ υπάρχει δυσαρέσκεια που κυμαίνεται από
42,7% έως 59,3%, υψηλό είναι το ποσοστό εκ των ερωτηθέντων που τηρούν ουδέτερη στάση από 23,7
έως 31,5% ενώ είναι χαμηλά τα ποσοστά που δηλώνουν ικανοποίηση από 12,9 έως 27,8%.
3. ΕΠΙΒΛΕΨΗ
Ο παράγοντας προσδιορίζεται από τις ερωτήσεις 3, 12, 21 και 30.
Στην ερώτηση ΄΄ Ο/Η προϊστάμενός/η μου είναι αρκετά ικανός στη δουλειά του/της΄΄ το 76,8%
αξιολογεί θετικά τον προϊστάμενό του, ένδειξη ικανοποίησης, το 16,6% τηρεί ουδέτερη στάση και τον
6,6% διαφωνεί , ένδειξη δυσαρέσκειας.
Στην ερώτηση ΄΄ Ο/Η προϊστάμενος/η είναι άδικος/η μαζί μου΄΄ το 66% διαφωνεί, ένδειξη
ικανοποίησης από τον προϊστάμενο, το 22% τηρεί ουδέτερη στάση και το 12% συμφωνεί, ένδειξη
δυσαρέσκειας.
Στην ερώτηση ΄΄ Ο/Η προϊστάμενος/η δείχνει ελάχιστο ενδιαφέρον όσον αφορά τα συναισθήματα
των υφισταμένων του/της (υπαλλήλων του/της)΄΄ το 52,3% διαφωνεί, ένδειξη ικανοποίησης από το
ενδιαφέρον του προϊσταμένου, το 27,8% τηρεί ουδέτερη στάση και το 19,9% συμφωνεί, ένδειξη
δυσαρέσκειας.
Στην ερώτηση ΄΄ Συμπαθώ τον προϊστάμενό μου΄΄ το 79,7% συμφωνεί, ένδειξη ικανοποίησης, το
16,2% τηρεί ουδέτερη στάση και το 4,1% διαφωνεί, ένδειξη δυσαρέσκειας.
Συμπερασματικά για τον παράγοντα ΄΄ΕΠΙΒΛΕΨΗ΄΄ υπερέχει το ποσοστό ικανοποίησης από 52,3 έως
79,7% , το ποσοστό ουδέτερης στάσης είναι σχετικά αυξημένο από 16,2 έως 27,8% και είναι σχετικά
χαμηλό το ποσοστό δυσαρέσκειας από 4,1 έως 19,9%.
4. ΠΡΟΝΟΜΙΑ
Ο παράγοντας προσδιορίζεται από τις ερωτήσεις 4,13,22 και 29.
Στην ερώτηση ΄΄ Δεν είμαι ικανοποιημένος/η από τα προνόμια που μου προσφέρει η εργασία μου΄΄
το 56,4% δηλώνει δυσαρέσκεια, το 35,5% τηρεί ουδέτερη στάση και το 8,3% είναι ικανοποιημένο με τα
προσφερόμενα προνόμια.
Στην ερώτηση ΄΄ Τα προνόμια που αποκομίζω από την εργασία μου, είναι τόσο καλά όσο και αυτά
που αποκομίζουν οι υπάλληλοι άλλων δημόσιων υπηρεσιών το 69,7% δεν είναι συμφωνεί, ένδειξη
δυσαρέσκειας, το 21,6% τηρεί ουδέτερη στάση και το 8,7% δηλώνει ικανοποιημένο.
Στην ερώτηση ΄΄ Τα προνόμια που μας προσφέρει η εργασία μας είναι ικανοποιητικά΄΄ μόλις το
12% είναι ικανοποιημένο, το 36,1%, αρκετά υψηλό, τηρεί ουδέτερη στάση και το 51,9% δεν συμφωνεί,
ένδειξη δυσαρέσκειας.
Στην ερώτηση ΄΄ Υπάρχουν προνόμια που δεν έχουμε ενώ τα δικαιούμαστε΄΄, το 80,9% συμφωνεί,
ένδειξη ισχυρής δυσαρέσκειας, το 14,1% τηρεί ουδέτερη στάση και το 5% συμφωνεί, ένδειξη
ικανοποίησης.
Συμπερασματικά για τον παράγοντα ΄΄ ΠΡΟΝΟΜΙΑ΄΄ είναι σαφής τη υπεροχή της δυσαρέσκειας από
51,9 έως 80,9%, το ποσοστό ουδέτερης στάσης κυμάνθηκε από 14,1 έως 36,1% και η ικανοποίηση σε
πολύ χαμηλό ποσοστό από 5 έως 12%.
5. ΑΝΤΑΜΟΙΒΗ
Ο παράγοντας προσδιορίζεται από τις ερωτήσεις 5,14,23 και 32.
Στην ερώτηση ΄΄ Όταν κάνω τη δουλειά μου σωστά, αποκομίζω την αναγνώριση που θα έπρεπε ΄΄,
το 38,6% διαφωνεί, ένδειξη δυσαρέσκειας, το 36,9%, αρκετά υψηλό, τηρεί ουδέτερη στάση και το
24,5% είναι ικανοποιημένο από την αναγνώριση στην εργασία του.
Στην ερώτηση ΄΄Δεν αισθάνομαι ότι η δουλειά που κάνω εκτιμάται όπως πρέπει΄΄ μόλις το 9,1%
είναι ικανοποιημένο, το 27,4% τηρεί ουδέτερη στάση και το 63,5% συμφωνεί , ένδειξη δυσαρέσκειας.
Στην ερώτηση ΄΄ Οι πιθανότητες για να ανταμειφθεί ηθικά κάποιος/α που εργάζεται εδώ είναι
λίγες΄΄ μόλις το 13,3% διαφωνεί, ένδειξη ικανοποίησης , το 27,8% τηρεί ουδέτερη στάση και το 58,9%
συμφωνεί , ένδειξη δυσαρέσκειας.
Στην ερώτηση ΄΄ Δεν πιστεύω ότι οι προσπάθειές μου αναγνωρίζονται στο βαθμό που θα έπρεπε΄΄
μόλις το 5,8% διαφωνεί, ένδειξη ικανοποίησης, το 27,4% τηρεί ουδέτερη στάση και το 66,8%
συμφωνεί, ένδειξη υψηλής δυσαρέσκειας.Συμπερασματικά για τον παράγοντα ΄΄ΑΝΤΑΜΟΙΒΗ΄΄ είναι
σαφής η υπεροχή της δυσαρέσκειας από 38,6 έως 66,8%, το ποσοστό ουδέτερης στάσης κυμάνθηκε
από 27,4 έως 36,9% και η ικανοποίηση , σε πολύ χαμηλό ποσοστό από 5,8 έως 24,5%.
6. ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Ο παράγοντας προσδιορίζεται από τις ερωτήσεις 6,15,24 και 31.
Στην ερώτηση ΄΄Πολλοί από τους κανόνες και τις διαδικασίες που ακολουθεί ο οργανισμός στον
οποίο απασχολούμαι έχουν ως αποτέλεσμα να κάνουν τη δουλειά μου πιο δύσκολη΄΄, το 61,4%
συμφωνεί, ένδειξη δυσαρέσκειας, το 30,3% τηρεί ουδέτερη στάση και το 8,3% διαφωνεί με την
διατύπωση, ένδειξη ικανοποίησης.
Στην ερώτηση ΄΄Οι προσπάθειές μου για να κάνω σωστή δουλειά σπανίως κωλυσιεργούνται από τη
γραφειοκρατία΄΄, το 33,6 διαφωνεί, ένδειξη δυσαρέσκειας. Το 34% τηρεί ουδέτερη στάση και το
32,4% συμφωνεί, ένδειξη ικανοποίησης.
Στην ερώτηση ΄΄Έχω πολύ μεγάλο φόρτο εργασίας΄΄, το 3,7% διαφωνεί, ένδειξη ικανοποίησης, το
19,5% τηρεί ουδέτερη στάση και το 76,8% συμφωνεί, ένδειξη μεγάλης δυσαρέσκειας.
Στην ερώτηση ΄΄Στη δουλειά μου, έχω πάρα πολύ μεγάλο όγκο γραφικής εργασίας΄΄, το 19,1%
διαφωνεί, ένδειξη ικανοποίησης, το 32% τηρεί ουδέτερη στάση και το 49% συμφωνεί, ένδειξη
δυσαρέσκειας.
Συμπερασματικά για τον παράγοντα ΄΄ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ΄΄ είναι σαφής η υπεροχή της
δυσαρέσκειας από 33,6 έως 76,8%, το ποσοστό ουδέτερης στάσης κυμάνθηκε από 19,5 έως 34% και η
ικανοποίηση, σε πολύ χαμηλό ποσοστό, από 3,7 έως 32,4%.
7. ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΥΣ
Ο παράγοντας προσδιορίζεται από τις ερωτήσεις 7, 16, 25 και 34.
Στην ερώτηση ΄΄Σε γενικές γραμμές συμπαθώ τους συναδέλφους μου΄΄, το υψηλό ποσοστό 91,7%
συμφωνεί, ένδειξη ικανοποίησης, το 8,3% τηρεί ουδέτερη στάση και δεν υπάρχει καμία διαφωνία,
ένδειξη απουσίας οποιασδήποτε δυσαρέσκειας.
Στην ερώτηση ΄΄ Πιστεύω ότι πρέπει να δουλεύω περισσότερο στη δουλειά μου εξαιτίας της
ανικανότητας των συναδέλφων μου΄΄, το 37,7% διαφωνεί, ένδειξη ικανοποίησης όσον αφορά την
αποδοχή της παρεχόμενης εργασίας συναδέλφων, το 39,8% τηρεί ουδέτερη στάση και το 24,5%
συμφωνεί, ένδειξη δυσαρέσκειας όσον αφορά την εργασία των συναδέλφων.
Στην ερώτηση ΄΄ Υπάρχει ευχάριστο κλίμα στις σχέσεις μου με τους συναδέλφους μου΄΄, το 5,4%
διαφωνεί , ένδειξη δυσαρέσκειας, το 22% τηρεί ουδέτερη στάση και το 72,6% συμφωνεί, ένδειξη
ικανοποίησης όσον αφορά το κλίμα μεταξύ των συναδέλφων.
Στην ερώτηση ΄΄ Υπάρχουν αρκετοί διαπληκτισμοί και συγκρούσεις στη δουλειά μου΄΄, το 25,7%
διαφωνεί, ένδειξη ικανοποίησης από την απουσία συγκρούσεων, το 38,6% τηρεί
ουδέτερη στάση και το 35,7% συμφωνεί, ένδειξη δυσαρέσκειας καθότι υπάρχουν σημαντικές
συγκρούσεις.
Συμπερασματικά για τον παράγοντα ΄΄ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΥΣ΄΄ η ικανοποίηση κυμαίνεται από
25,7 έως 91,7%, η ουδέτερη στάση από 8,3 έως 39,8% και η δυσαρέσκεια κυμαίνεται από 5,4 έως
24,5%. Αν και στην πρώτη ερώτηση απουσιάζει η δυσαρέσκεια στις επόμενες είναι σημαντικό το
ποσοστό, ειδικότερα στην ύπαρξη διαπληκτισμών και συγκρούσεων.
8. ΦΥΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Ο παράγοντας προσδιορίζεται από τις ερωτήσεις 8,17,27 και 35.
Στην ερώτηση ΄΄ Μερικές φορές αισθάνομαι ότι η εργασία μου δεν έχει νόημα΄΄, το 49% διαφωνεί,
που σημαίνει ικανοποίηση από την εργασία του, το 26,1% τηρεί ουδέτερη στάση και το 24,9%
συμφωνεί, ένδειξη δυσαρέσκειας.
Στην ερώτηση ΄΄ Μου αρέσει να υλοποιώ τις απαιτήσεις της εργασίας μου΄΄, το 2,1% διαφωνεί,
ένδειξη δυσαρέσκειας, το 10% τηρεί ουδέτερη στάση και το 88%, πολύ υψηλό ποσοστό, συμφωνεί,
ένδειξη ισχυρής ικανοποίησης.
Στην ερώτηση ΄΄ Αισθάνομαι περήφανος/η που κάνω αυτή τη δουλειά΄΄, το 2,5% διαφωνεί, ένδειξη
δυσαρέσκειας, το 18,3% τηρεί ουδέτερη στάση και το 79,3% συμφωνεί, ένδειξη ισχυρής ικανοποίησης.
Στην ερώτηση ΄΄ Η δουλειά μου είναι ευχάριστη΄΄, το 23,7% διαφωνεί, ένδειξη δυσαρέσκειας, 36,1%
τηρεί ουδέτερη στάση και το 40,2% συμφωνεί , ένδειξη ικανοποίησης.
Συμπερασματικά για τον παράγοντα ΄΄ΦΥΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ΄΄ η ικανοποίηση κυμαίνεται από 40,2 έως
88%, η ουδέτερη στάση από 10 έως 36,1% και η δυσαρέσκεια κυμαίνεται από 2,1 έως 24,9%.
Διαπιστώνεται σαφής υπεροχή του αισθήματος ικανοποίησης έναντι των άλλων δύο περιπτώσεων.
9. ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7ο
ΣΥΖΗΤΗΣΗ- ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ-ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
7.1. Συζήτηση
Στην παρούσα μελέτη μετρήθηκε ο βαθμός της συνολικής και των επιμέρους παραγόντων της
εργασιακής ικανοποίησης του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού στις δύο νοσοκομειακές μονάδες
του Γ.Ν. Επίσης διερευνήθηκε η σχέση της εργασιακής ικανοποίησης με τις τεχνικές και μεθόδους
management και η επίδραση της εφαρμογής αυτών στην αύξηση της εργασιακής ικανοποίησης.
Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιήθηκε το ερωτηματολόγιο JSS, το οποίο αποτελείται από τριάντα έξι
ερωτήσεις και προστέθηκαν επτά ερωτήσεις για τα δημογραφικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά των
ερωτηθέντων. Το ερωτηματολόγιο συμπληρώθηκε από διακόσια σαράντα ένα (241) άτομα (Ιατρικό και
Νοσηλευτικό προσωπικό) του Γ.Ν. . Το συνολικό ποσοστό ανταπόκρισης του προσωπικού του Γ.Ν.
ήταν 86,1% και από κάθε νοσοκομειακή μονάδα ήταν 82.1% για τη Ν.Μ. Α και 90% για τη Ν.Μ. Β. Η
κατανομή των 241 εργαζομένων του δείγματος, του Γ.Ν. είναι σε ποσοστό 47,7% στην Ν.Μ. Α και σε
ποσοστό 52,3% στην Ν.Μ. Β. Η υπεροχή των γυναικών στο σύνολο του δείγματος, κατά 75,1% έναντι
του 24,9% των ανδρών δικαιολογείται διότι, το νοσηλευτικό προσωπικό που πλειοψηφεί (72,6%),
αποτελείται από γυναίκες σε 86,9% και από άνδρες 13,1%. Η κατανομή του προσωπικού, σε κάθε Ν.Μ.
σε συνάρτηση του φύλου δείχνει την υπεροχή των γυναικών και στις δύο(73,9% και 76,2%). Επίσης
παρατηρείται αυξημένη συμμετοχή ανδρών κατά 2,8% στην Ν.Μ. Α και μειωμένη κατά 1,1% στην
Ν.Μ. Β σε σχέση με τα συνολικά ποσοστά κατανομής του προσωπικού του δείγματος του Γ.Ν. .
Φαίνεται ότι υπάρχει υπεροχή των γυναικών από 2 έως 4 φορές περισσότερες έναντι των ανδρών στις
τέσσερις πρώτες ομάδες ενώ στην 5η ηλικιακή ομάδα ΄΄56 και άνω΄΄ ανατρέπεται αυτή η υπεροχή υπέρ
των ανδρών σχεδόν σε διπλάσιο ποσοστό. Η διαπίστωση αυτή οφείλεται στην πρόωρη συνταξιοδότηση
των γυναικών λόγω των ευεργετικών διατάξεων που υπήρξαν (ανατροφής τέκνου κ.α). Αυτό ήταν ένα
κίνητρο υπαγόμενο στην ανταμοιβή/κίνητρα και στοιχείο παρακίνησης για αύξηση της εργασιακής
ικανοποίησης. Η δυνατότητα αυτή με τις νέες συνταξιοδοτικές διατάξεις έχει περιορισθεί στο ελάχιστο.
Όσον αφορά την ηλικιακή κατανομή, μεγαλύτερη συγκέντρωση καταγράφεται στην ηλικιακή ομάδα
των 46-55 ετών, με ποσοστό 39,8% και στην ομάδα των
36-45 ετών με ποσοστό 36,9%. Οι δύο ομάδες μαζί αποτελούν το 76,7% του συνολικού πληθυσμού του
δείγματος.
Για τις γυναίκες η μεγαλύτερη συγκέντρωση συμπίπτει με την γενική κατανομή, στην ηλικιακή ομάδα
των 46-55 ετών ενώ για τους άνδρες η μεγαλύτερη συγκέντρωση παρατηρείται στην ηλικιακή ομάδα
των 36-45 ετών, ένδειξη ότι ο πληθυσμός του δείγματος για τους άνδρες είναι νεώτερος κατά μια
ηλικιακή ομάδα.
Σε ποσοστό 75,1%, των εργαζομένων του δείγματος, δηλώνουν έγγαμοι, στοιχείο που επηρεάζει τους
παράγοντες της Ε.Ι. που σχετίζονται κατά κύριο λόγο με την αμοιβή, την σχέση και τις συνθήκες
εργασίας, την προαγωγή και την επικοινωνία.
Από το Ιατρικό Προσωπικό που καλύπτει το 27,5% του συνολικού πληθυσμού του δείγματος, το 15,8%
είναι ειδικευμένοι, το 10% ειδικευόμενοι και το 1,7% επικουρικοί. Το νοσηλευτικό προσωπικό
προέρχεται κυρίως, από Τεχνολογικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα(ΤΕ) κατά 42,3%, μόνο το 2,1% είναι
Πανεπιστημιακής προέλευσης (ΠΕ) και το 28,2% από Σχολές ΔΙΕΚ(ΔΕ). Η υπάρχουσα στελέχωση και
των δύο Ν.Μ. για τις δύο κατηγορίες προσωπικού, υπολείπεται σημαντικά των προβλεπομένων
οργανικών θέσεων. Αξιοσημείωτη επίσης παρατήρηση είναι ότι, το ποσοστό ηλικιών 25-35 ετών είναι
πολύ μικρό και μελλοντικά εάν δεν γίνει αναπλήρωση/ πρόσληψη θα υπάρξει πρόβλημα στελέχωσης. Η
έλλειψη αυτή, έχει σαν συνέπεια την αύξηση του φόρτου εργασίας του υπάρχοντος προσωπικού, την
αδυναμία από την Διοίκηση χορήγησης κανονικής άδειας και οφειλόμενων ρεπό, με επακόλουθο την
αντίστοιχη αύξηση του ποσοστού δυσαρέσκειας. Στο ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό ένα μικρό
ποσοστό είναι κάτοχοι μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων. Αυτή είναι μια διαπίστωση που ισχύει
στις περισσότερες επαρχιακές νοσοκομειακές μονάδες.
Το μεγαλύτερο ποσοστό του προσωπικού, κατά 69,3%, είναι πολύ έμπειρο καθώς τα έτη υπηρεσίας
είναι αρκετά. Συνεξετάζοντας όμως, με την κατανομή των ηλικιών κατά φύλο εκτιμάται ότι θα υπάρξει
σύντομα, αποχώρηση μεγάλου αριθμού εργαζομένων, κυρίως γυναικών, που θα έχει σαν συνέπεια την
περαιτέρω αύξηση του φόρτου εργασίας στο υπόλοιπο προσωπικό εάν δεν γίνουν έγκαιρα νέες
προσλήψεις.
Το ερωτηματολόγιο ελέγχθηκε για την εγκυρότητα και την αξιοπιστία του και δεν αντιμετώπισε θέματα
εγκυρότητας καθότι οι ερωτήσεις αλλά και οι διευκρινίσεις είναι διατυπωμένες με σαφήνεια.
Συγκεκριμένα χρησιμοποιήθηκε ο έλεγχος αξιοπιστίας Cronbach’s Alpha και το μοντέλο ελέγχου
αξιοπιστίας Lambda του Guttman για τις 36
ερωτήσεις που απαντήθηκαν σε 241 ερωτηματολόγια από τo Γ.Ν. Ο δείκτης εσωτερικής συνάφειας
Cronbach’s Alpha για το σύνολο των 36 ερωτήσεων ανήλθε σε 0,84 που κρίνεται για την παρούσα
έρευνα πολύ καλή, καθότι είναι μεγαλύτερος του 0,70 δείκτης πολύ καλής διαβάθμισης του εργαλείου
μέτρησης (Nunnally, 1978). Όσον αφορά το μοντέλο αξιοπιστίας Lambda του Guttman, έδειξε για
κάθε μία από τις επιλογές 1 έως 6 πολύ υψηλή αξιοπιστία(Από 74,9% έως 89%).
Επιπρόσθετα, εξετάσθηκε κατά πόσο ο αριθμός των εννέα (9) παραγόντων που έχουν επιλεγεί για
εξέταση της εργασιακής ικανοποίησης, θα μπορούσε να περιορισθεί σε λιγότερες βασικές μεταβλητές
(Kaiser, & Rice,1974). Εφαρμόσθηκε η μέθοδος της παραγοντικής ανάλυσης κατά την οποία προέκυψε
ότι οι εννέα παράγοντες, σύμφωνα με το κριτήριο K.M.O.(Kaiser-Meyer-Olkin), θα μπορούσαν να
συνοψισθούν σε δύο, καλύπτοντας σχεδόν το 54,85% του εύρους της διακύμανσης. Επίσης
εφαρμόστηκε ο έλεγχος Σφαιρικότητας του Bartlett (Bartlett’s Test of Sphericity) κατά τον οποίο
διαπιστώθηκε η ύπαρξη σημαντικών συσχετίσεων μεταξύ ορισμένων μεταβλητών. Προτείνονται δύο
νέοι παράγοντες, όπου ο 1ος θα μπορούσε να συμπεριλάβει, κυρίως, την επικοινωνία/πληροφόρηση και
το σύνολο αμοιβών, ανταμοιβών και προνομιών(όχι μόνο οικονομικών), ο 2 ος προτεινόμενος
παράγοντας, με την ευρύτερη έννοια, ως περιβάλλον εργασίας, να περιλαμβάνει τους παράγοντες
συνάδελφοι, επίβλεψη και φύση εργασίας.
Η Ανάλυση Παραγόντων Εργασιακής Ικανοποίησης έδειξε ότι, η συνολική ικανοποίηση του ιατρικού
και νοσηλευτικού προσωπικού του Γ.Ν. , κυμαίνεται σε μέτρια επίπεδα (117,8) και στην κλίμακα Likert
μεταξύ του 3 και 4, που κατατάσσεται σύμφωνα με τον Spector, στην ουδέτερη στάση.
Η συνολική, αλλά και οι επιμέρους παράγοντες ικανοποίησης δεν παρουσίασαν στατιστικά σημαντικές
διαφορές ανά νοσοκομειακή μονάδα. Συγκεκριμένα, υπάρχει δυσαρέσκεια όσον αφορά την αμοιβή, την
προαγωγή, τα προνόμια, την ανταμοιβή και τις συνθήκες εργασίας, ενώ υπάρχει ικανοποίηση από την
φύση εργασίας, την επίβλεψη και τις συναδελφικές σχέσεις. Στον παράγοντα της επικοινωνίας και οι
δύο κατηγορίες προσωπικού δήλωσαν ουδετερότητα. Συγκεκριμένα οι παράγοντες που εμφάνισαν τις
υψηλότερες βαθμολογίες μέσης τιμής και δείχνουν εργασιακή ικανοποίηση είναι: επίβλεψη με μέση
τιμή 18,73 (4,7), φύση της εργασίας με μέση τιμή 18,26(4,6) και σχέση με συναδέλφους με μέση τιμή
17,98(4,3). Οι παράγοντες ικανοποίησης με τις χαμηλότερες βαθμολογίες μέσης τιμής που δείχνουν
δυσαρέσκεια είναι: αμοιβή με μέση τιμή 7,79(1,95), προνόμια με μέση τιμή
9,35(2,3), ανταμοιβή με μέση τιμή 10,38( 2,6), συνθήκες εργασίας με μέση τιμή 10,78 (2,7) και
προαγωγή με μέση τιμή 11,27(2,8). Τέλος ο παράγοντας επικοινωνία με μέση τιμή 14,2(3,6) δείχνει
ουδέτερη στάση.
Σχεδόν το σύνολο των πρόσφατων μελετών που ερεύνησαν την στάση του ιατρικού και νοσηλευτικού
προσωπικού μονάδων υγείας στην χώρα παρουσίασαν όμοια αποτελέσματα όσον αφορά την εργασιακή
ικανοποίηση (Γκίνη, 2016; García et al., 2010; Carrillo et al., 2011; Hernández et al., 2012). Στοιχείο
που είναι αναγκαίο να λάβει υπόψη του το αρμόδιο Υπουργείο Υγείας και να αντιμετωπίσει άμεσα την
δυσαρέσκεια του προσωπικού υγείας προκειμένου να αυξηθεί το επίπεδο των παρεχόμενων υπηρεσιών
υγείας και επακόλουθα η ικανοποίηση των ασθενών.
Από την εξέταση και σύγκριση των δημογραφικών παραγόντων για κάθε Ν.Μ. προέκυψαν συνοπτικά
τα ακόλουθα:
Στη Ν.Μ. Α υπάρχει διαφοροποίηση για το ανδρικό φύλο στον παράγοντα προαγωγή όπου η στάση του
εντάσσεται στην ουδέτερη στάση σε σχέση με την συνολική βαθμολογία του Γ.Ν. που είναι η
δυσαρέσκεια ενώ η στάση του γυναικείου φύλου ταυτίζεται.
Στη Ν.Μ. Β παρατηρείται διαφοροποίηση του γυναικείου φύλου ως προς τον παράγοντα προαγωγή
όπου η στάση του μετατοπίζεται στην ουδέτερη στάση και ταυτίζεται με τη βαθμολογία του ανδρικού
φύλου στην Ν.Μ. Α ενώ η στάση του ανδρικού φύλου ταυτίζεται με την συνολική βαθμολογία του Γ.Ν.
Η εξέταση της Ε.Ι. κατά κατηγορίες προσωπικού έδειξε ότι:
Η στάση του ιατρικού και του νοσηλευτικού προσωπικού στην Ν.Μ. Α για τους παράγοντες Ε.Ι.
ταυτίζεται με την αντίστοιχη του Γ.Ν.
Η στάση του ιατρικού προσωπικού στην Ν.Μ. Β για τους παράγοντες Ε.Ι. ταυτίζεται με την αντίστοιχη
του Γ.Ν. και η στάση του νοσηλευτικού προσωπικού για τον παράγοντα προαγωγή μετατοπίζεται στην
ουδέτερη στάση από την δυσαρέσκεια.
Κατά την εξέταση των παραγόντων εργασιακής ικανοποίησης μέσω των τιμών απολύτων συχνοτήτων
και σχετικών συχνοτήτων των εννέα παραγόντων για κάθε μία ερώτηση για την εύρεση του επιπέδου
ικανοποίησης ή δυσαρέσκειας, τα αποτελέσματα επιβεβαιώνουν τα αντίστοιχα που υπολογίσθηκαν με
βάση την βαθμολογία του Spector για το JSS. Ειδικότερα:
Για τον παράγοντα της αμοιβής, έντονη είναι η δυσαρέσκεια από το ιατρικό και νοσηλευτικό
προσωπικό που κυμαίνεται από 70 έως 92%. Η διαπίστωση αυτή επιβεβαιώνεται και από
αποτελέσματα αντίστοιχων μελετών (Nahm, 1940; Kaarna et al., 2004; Γεροβασιλείου, 2009).
Για τον παράγοντα προαγωγή, υπάρχει υψηλή δυσαρέσκεια που κυμαίνεται από 42,7 έως 59,3%, με
αυξημένο ποσοστό ουδέτερης στάσης από 23,7 έως 31,5% και χαμηλό ποσοστό ικανοποίησης από 12,9
έως 27,8%.
Για τον παράγοντα επίβλεψη, υπερέχει το ποσοστό ικανοποίησης από 52,3 έως 79,7% , το ποσοστό
ουδέτερης στάσης είναι σχετικά αυξημένο από 16,2 έως 27,8% και είναι σχετικά χαμηλό το ποσοστό
δυσαρέσκειας από 4,1 έως 19,9%.
Για τον παράγοντα προνόμια, είναι σαφής η υπεροχή της δυσαρέσκειας που κυμαίνεται από 51,9 έως
80,9%, το ποσοστό ουδέτερης στάσης είναι αυξημένο και κυμάνθηκε από 14,1 έως 36,1% και η
ικανοποίηση είναι σε πολύ χαμηλό ποσοστό από 5 έως 12%.
Για τον παράγοντα ανταμοιβή, είναι σαφής η υπεροχή της δυσαρέσκειας από 38,6 έως 66,8%, το
ποσοστό ουδέτερης στάσης που είναι αυξημένο, κυμάνθηκε από 27,4 έως 36,9% και η ικανοποίηση
ευρίσκεται σε πολύ χαμηλό ποσοστό από 5,8 έως 24,5%.
Για τον παράγοντα συνθήκες εργασίας, υπερέχει η στάση της δυσαρέσκειας από 33,6 έως 76,8%, το
ποσοστό ουδέτερης στάσης που είναι αυξημένο, κυμάνθηκε από 19,5 έως 34% και η ικανοποίηση, σε
πολύ χαμηλό ποσοστό από 3,7 έως 32,4%.
Για τον παράγοντα σχέση με συναδέλφους, η ικανοποίηση κυμαίνεται από 25,7 έως 91,7%, η ουδέτερη
στάση από 8,3 έως 39,8% και η δυσαρέσκεια κυμαίνεται από 5,4 έως 24,5%. Στην μεγάλη διακύμανση
των ποσοστών των απαντήσεων διαφαίνεται η επιθυμία για καλές συναδελφικές σχέσεις που όμως λόγω
των συνθηκών εργασίας δεν επιτυγχάνεται. Τα αποτελέσματα αυτά δείχνουν την αναγκαιότητα των
σύγχρονων τεχνικών management για την δημιουργία κλίματος συνεργασίας, την αποφυγή
συγκρούσεων μεταξύ του προσωπικού, την εξάλειψη του αισθήματος της αδικίας και γενικότερα την
δημιουργία ενός υγιούς εργασιακού περιβάλλοντος.
Για τον παράγοντα φύση εργασίας, η ικανοποίηση υπερτερεί έναντι των άλλων δύο στάσεων, από 40,2
έως 88%. Η ουδέτερη στάση κυμαίνεται από 10 έως 36,1% και η δυσαρέσκεια κυμαίνεται από 2,1 έως
24,9%.
Για τον παράγοντα επικοινωνία η ικανοποίηση κυμαίνεται σε χαμηλά ποσοστά, από 17,8 έως 49,4%, η
ουδέτερη στάση είναι πολύ αυξημένη από 30,7 έως 43,6% και η δυσαρέσκεια κυμαίνεται από 19,1 έως
41,9%. Η θέση της ουδετερότητας στην επικοινωνία θεωρείται ότι είναι αναγκαίο να εξετασθεί με πιο
εξειδικευμένη και στοχευμένη μελέτη προκειμένου να
εντοπισθούν τα αίτια της στάσης αυτής. Η επικοινωνία είναι σημαντικός και κρίσιμος παράγοντας στην
άσκηση του management σε οργανισμούς υγείας, όπου τα περιθώρια παρερμηνειών είναι πολύ στενά
και περιορισμένα. Οι εντολές και οι οδηγίες πρέπει να είναι κατανοητές, ευδιάκριτες και βεβαίως να
κατευθύνονται προς το κατάλληλο και αρμόδιο κάθε φορά προσωπικό. Η ασάφεια δημιουργεί σύγχυση,
απώλεια πολύτιμου εργασιακού χρόνου, εκνευρισμό και στο τέλος δυσαρέσκεια. Αυτό οδηγεί στην
μείωση της αποτελεσματικότητας και ποιοτικής παροχής υπηρεσιών υγείας.
Από τον έλεγχο των αποτελεσμάτων των συσχετίσεων προέκυψαν τα ακόλουθα:
-Συσχέτιση δημογραφικών δεδομένων με τους παράγοντες της Ε.Ι.:
Ο παράγοντας φύλο συσχετίζεται θετικά ασθενώς με τον παράγοντα προαγωγή και μέτρια με την
συνολική ικανοποίηση.
Ο παράγοντας οικογενειακή κατάσταση συσχετίζεται σημαντικά με τον παράγοντα προαγωγή και
ασθενώς με τον παράγοντα ανταμοιβή.
Ο παράγοντας κατηγορίες προσωπικού συσχετίζεται ισχυρά με τον παράγοντα προνόμια, μέτρια με
τους παράγοντες προαγωγή και φύση εργασίας και ασθενώς με τους παράγοντες επίβλεψη και σχέση με
συναδέλφους.
Ο παράγοντας μεταπτυχιακές σπουδές συσχετίζεται πολύ ισχυρά με τους παράγοντες αμοιβή και
επίβλεψη.
Ο παράγοντας Νοσοκομειακή Μονάδα συσχετίζεται μέτρια με τον παράγοντα προαγωγή και ασθενώς
με τον παράγοντα φύση εργασίας.
Ο παράγοντας ηλικιακές ομάδες συσχετίζεται ισχυρά με τον παράγοντα ομάδες ετών υπηρεσίας και
ασθενώς αρνητικά με τον παράγοντα προαγωγή.
Οι συσχετίσεις αυτές επαληθεύθηκαν και με τον μη παραμετρικό έλεγχο Spearman r.,που σημαίνει ότι
είναι σημαντικά και δεν υπόκειται στην τυχαιότητα.
-Συσχέτιση μεταξύ των παραγόντων Ε.Ι.
Η χρήση του ελέγχου Spearman, πέραν του Pearson, γίνεται λόγω του ότι εφαρμόζεται καλύτερα για μη
κανονικά δεδομένα. Διερευνήθηκε η ύπαρξη γραμμικής συσχέτισης ανά δύο των παραγόντων της Ε.Ι.
αλλά και μεταξύ της συνολικής εργασιακής ικανοποίησης με κάθε παράγοντα. Ανάλογα με την τιμή
συνάγουμε το είδος και την ισχύ της γραμμικής σχέσης μεταξύ των μεταβλητών.
Οι σημαντικότερες συσχετίσεις από τους ελέγχους του παραμετρικού δείκτη συσχέτισης Pearson και
του μη παραμετρικού δείκτη συσχέτισης Spearman’s είναι οι ακόλουθες:
Ο παράγοντας αμοιβή παρουσίασε σημαντική συσχέτιση με τους παράγοντες προαγωγή, προνόμια,
ανταμοιβή και συνολική Ε.Ι.
Ο παράγοντας προαγωγή παρουσίασε σημαντική συσχέτιση με την συνολική Ε.Ι.
Ο παράγοντας επίβλεψη παρουσίασε σημαντική γραμμική συσχέτιση με τους παράγοντες σχέση με
συναδέλφους, επικοινωνία και συνολική Ε.Ι.
Ο παράγοντας προνόμια, παρουσίασε σημαντική γραμμική μέση θετική συσχέτιση με τους παράγοντες
ανταμοιβή και την συνολική Ε.Ι.
Ο παράγοντας ανταμοιβή, παρουσίασε σημαντική παραμετρική ασθενή συσχέτιση με τους παράγοντες
συνθήκες εργασίας και επικοινωνία σημαντική παραμετρική ασθενή συσχέτιση και μέτρια παραμετρική
συσχέτιση με την Συνολική Ε.Ι.
Ο παράγοντας συνθήκες εργασίας παρουσίασε σημαντική παραμετρική ασθενή συσχέτιση με τους
παράγοντες επικοινωνία, και συνολική Ε.Ι.
Ο παράγοντας σχέση με συναδέλφους παρουσίασε σημαντική παραμετρική συσχέτιση με τους
παράγοντες φύση εργασίας, επικοινωνία και συνολική Ε.Ι.
Ο παράγοντας φύση εργασίας παρουσίασε σημαντική παραμετρική ασθενή συσχέτιση με την συνολική
Ε.Ι.
Ο παράγοντας επικοινωνία, παρουσίασε σημαντική παραμετρική μέτρια συσχέτιση με την συνολική
Ε.Ι.
7.2. Συμπεράσματα- Προτάσεις
Από την ανωτέρω μελέτη προκύπτει, ότι η εργασιακή ικανοποίηση πρέπει να είναι ο πιο σημαντικός
στόχος για την Διοίκηση των μονάδων υγείας, για να επιτευχθεί ένα άρτιο επίπεδο παροχής υπηρεσιών
υγείας. Ιδιαίτερα στην περίοδο της οικονομικής και δημοσιονομικής κρίσης που βρίσκεται η χώρα μας
και οι οικονομικοί πόροι είναι πολύ περιορισμένοι, πρέπει να βρεθούν άλλοι τρόποι υποκίνησης και
παρακίνησης του προσωπικού. Τα αποτελέσματα της μελέτης φανερώνουν ότι:
Η Εργασιακή Ικανοποίηση επηρεάζεται από τις μισθολογικές μειώσεις και τις αλλαγές
που έχουν επέλθει στις εργασιακές σχέσεις λόγω της μείωσης του προσωπικού, και την αύξηση του
φόρτου εργασίας αλλά εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό και από την αναγνώριση του προσφερόμενου έργου
και την αυτοαποτελεσματικότητα των εργαζομένων
Η αύξηση της ικανοποίησης των εργαζομένων πρέπει να εξατομικευτεί ανάλογα με τα
ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του κάθε εργαζόμενου
Η έλλειψη σωστής επικοινωνίας είναι ένα από τα σημαντικότερα ευρήματα της μελέτης
Με βάση τις σχετικές θεωρίες υποκίνησης, που αναφέρθηκαν σε προηγούμενο κεφάλαιο,
σύμφωνα με τις ανάγκες αυτοπραγμάτωσης, συμπεραίνουμε ότι οι εργαζόμενοι επιθυμούν
την εργασιακή τους εξέλιξη ανάλογα με τις ικανότητες που έχουν και όχι τα χρόνια
προϋπηρεσίας.
Τα κίνητρα που σχετίζονται με την επίτευξη των στόχων και την επαγγελματική εξέλιξη του
εργαζόμενου έχουν μεγαλύτερη αξία από τα οικονομικά κίνητρα
Όταν οι στόχοι που θέτει η Διοίκηση κάθε οργανισμού υγείας είναι σαφείς και κατανοητοί,
όλες τις κατηγορίες των εργαζομένων παρακινούνται για να τους υλοποιούν
Η τεχνική εφαρμογής της συμμετοχικής διαδικασίας στη λήψη αποφάσεων προσδίδει
υπευθυνότητα και αποδοτικότητα στους εργαζόμενους και τους δεσμεύει στην εφαρμογή
των αποφάσεων
Το υψηλό ηθικό των εργαζόμενων και το αίσθημα ασφάλειας, παρακινούν τους
εργαζόμενους και εξασφαλίζεται ένα υψηλό επίπεδο παροχής υπηρεσιών υγείας
Είναι επιτακτική ανάγκη, οι Διοικήσεις των Νοσοκομείων χρησιμοποιώντας νέες τεχνικές, να
εξασφαλίζουν στους εργαζόμενους ένα υγιές εργασιακό περιβάλλον, ώστε με το χαμηλότερο κόστος να
παρέχουν ποιοτικότερες υπηρεσίες υγείας. Πρέπει να εφαρμοστούν άλλοι τρόποι υποκίνησης και
παρακίνησης του προσωπικού, για να επιτευχθεί ένα άρτιο επίπεδο παροχής υπηρεσιών υγείας. Διότι
εάν δεν είναι ικανοποιημένο το Ιατρικό και Νοσηλευτικό προσωπικό θα υπάρχει άμεση επίπτωση και
στην ικανοποίηση των ασθενών.
Προκειμένου η μελέτη αυτή να συνεισφέρει στην αύξηση της Ε.Ι. του Ιατρικού και Νοσηλευτικού
προσωπικού και τα αποτελέσματα να αποτελέσουν έναυσμα για την αντίστοιχη υπηρεσία του
Υπουργείου Υγείας ώστε να συμβάλουν στη βελτίωση του νομοθετικού πλαισίου για την αύξηση της
Εργασιακής Ικανοποίησης και την παροχή ποιοτικότερης φροντίδας υγείας, προτείνονται οι ακόλουθες
τεχνικές :
Η τεχνική της ανταμοιβής και των επιπλέον παροχών με τη μορφή τιμητικής άδειας ή
επαίνου,
Η δυνατότητα παρακολούθησης εκπαιδευτικών και επιμορφωτικών σεμιναρίων και η
ενίσχυση της δια βίου μάθησης σε όλες τις ηλικιακές ομάδες των
εργαζομένων, με την διοργάνωση επιμορφωτικών συνεδρίων και την ενθάρρυνση και διευκόλυνση των
εργαζομένων να συμμετέχουν ενεργά.
Η θέσπιση καθηκοντολογίου για την κάθε ειδικότητα εργαζομένων.
Η εναλλαγή των θέσεων εργασίας όσον αφορά κυρίως το Νοσηλευτικό προσωπικό ανάλογα
με τις οικογενειακές και προσωπικές ανάγκες του κάθε εργαζόμενου.
Η εξατομικευμένη αναγνώριση του έργου που εκτελεί ο κάθε εργαζόμενος.
Η άσκηση διοίκησης έχοντας ως κύριο γνώμονα τη διαφάνεια, την αξιοκρατία, και την
δικαιοσύνη, τα οποία αποδεδειγμένα λειτουργούν ως θετικά κίνητρα.
Η τακτική επικοινωνία και η συγκρότηση ομάδων συζήτησης ανά τακτά
χρονικά διαστήματα
Για την αρτιότερη ενημέρωση του Ιατρικού και Νοσηλευτικού προσωπικού θα πρέπει να
υπάρχουν προγράμματα μέσα στο ωράριο εργασίας όπου θα εκπαιδεύονται στον τρόπο
πρόσβασης και διαχείρισης της ηλεκτρονικής πληροφόρησης.
Επίσης η δημιουργία βιβλιοθήκης στον χώρο του Νοσοκομείου με ποικιλία συγγραμμάτων
Ιατρικών και Νοσηλευτικών θα παρέχει στους εργαζόμενους τη δυνατότητα ενημέρωσης.
Τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης, δεν μπορούν να γενικευτούν στο Ιατρικό και Νοσηλευτικό
προσωπικό όλων των μονάδων παροχής δευτεροβάθμιας φροντίδας υγείας, καθότι οι συνθήκες
εργασίας και διαβίωσης διαφέρουν και επηρεάζονται από τους δημογραφικούς παράγοντες, τις
οικονομικές συνθήκες κάθε περιοχής (αστική – αγροτική – νησιωτική) και την ποιότητα ζωής των
εργαζομένων. Επίσης, δεν δύναται να γενικευτούν και για τα Νοσοκομεία που ανήκουν στην
τριτοβάθμια φροντίδα υγείας όπου το προσωπικό είναι καλύτερα καταρτισμένο και έχει μεγαλύτερη
δυνατότητα πληροφόρησης, συμμετοχής σε εκπαιδευτικά προγράμματα και συνέδρια.
Στα μεγαλύτερα Νοσοκομεία και ιδίως στα Πανεπιστημιακά, υπάρχουν περισσότερες Ιατρικές
ειδικότητες υπάρχει η δυνατότητα συνεργασίας των διαφόρων ειδικοτήτων και ανταλλαγής
πληροφοριών και φυσικά περισσότερο προσωπικό, οπότε ο φόρτος εργασίας μειώνεται.
Όσον αφορά το Νοσηλευτικό προσωπικό έχει περισσότερες ευκαιρίες εξέλιξης και εκπαίδευσης,
τηρείται κατά κάποιο τρόπο το καθηκοντολόγιο με αποτέλεσμα να υπάρχει
μεγαλύτερη ικανοποίηση. Υπάρχουν περισσότερες ευκαιρίες για προαγωγή καθώς δημιουργούνται
θέσεις ευθύνης σε αντίθεση με τα Επαρχιακά Νοσοκομεία όπου οι θέσεις προϊσταμένων είναι πολύ
λιγότερες και περιζήτητες λόγω του σχετικού επιδόματος.
Επίσης, τα αποτελέσματα της έρευνας αφορούν όλες τις Ιατρικές και Νοσηλευτικές ειδικότητες, οπότε
πιθανώς να υπάρχει διαφοροποίηση ανάλογα με τον τομέα που ανήκει ο κάθε εργαζόμενος.
Τέλος διατυπώνονται ορισμένες προτάσεις που βασίζονται στα αποτελέσματα της μελέτης:
Η έρευνα πρέπει να πραγματοποιηθεί και σε άλλες μονάδες παροχής δευτεροβάθμιας φροντίδας
υγείας, για να υπάρξει σύγκριση και σωστότερη αξιοποίηση των αποτελεσμάτων.
Ένα σημαντικό αντικείμενο μελέτης είναι η σύγκριση της Εργασιακής Ικανοποίησης του
προσωπικού των Επαρχιακών και των Πανεπιστημιακών Νοσοκομείων, αν και υπάρχουν
διαφορές όπως για παράδειγμα στην υλικοτεχνική υποδομή των Νοσοκομείων και στην
επάρκεια του προσωπικού.
Μια άλλη μελέτη, θα μπορούσε να ερευνήσει την ικανοποίηση των εργαζομένων σε συνδυασμό
με την ικανοποίηση των ασθενών.
Η έρευνα της επίδρασης της αύξησης του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης κυρίως των γυναικών
στην εργασιακή ικανοποίηση.
Με την εφαρμογή των σωστών τεχνικών management και την καλύτερη αξιοποίηση των ανθρώπινων
πόρων οι μονάδες υγείας έχοντας ικανοποιημένους εργαζόμενους, επιτυγχάνουν την αύξηση της
αποδοτικότητας, της αποτελεσματικότητας και της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ
Ξενόγλωσση
Abdullah, W. (2002). Human resources management: A comprehensive guide. Cape Town: Heinemann
Publishers.
Agho, A.O., Mueller C.W. & Price, J.L. (1993). Determinants of employee job satisfaction: an empirical
test of a casual model. Human Relations, 46, 1007-1027.
Aiken L, Clarke S, Sloane D, Sochalski J , Busse R, Clarke H, Giovannetti P, Hunt J,
Rafferty A Shamian J. (2001). Nurses reports on hospital care in five countries, Health Affairs,
20(3):43-53.
Alderfer C. (1969). An Empirical Test of a new Theory of Human Needs; Organizational Behaviour and
Human Performance. Vol 4(2), 142-175. Doi.org/10.1016/0030-5073(69)90004-X.
Alderfer C. (1972), Existence, Relatedness and Growth; Human Needs in Organizational Settings, New
York: Free Press.
Alpander, G.G. (1990), Relationship between commitment to hospital goals and job satisfaction: a case
study of a nursing department, Health care management review, vol. 15, no. 4, pp. 51-62.
Allport, G. W. (1954). The nature of prejudice. Reading, MA: Addison-Wesley.
Arnetz BB.,(2001). Psychological challenges facing physicians of today, Social Science and Medicine,
vol. 52:203-213.
Arnolds, C. A. and Boshoff, C. (2001). The challenge of motivating top management A need
satisfaction perspective, Journal of Industrial Psychology, Vol.27 No.1, pp.39-42.
Berry, L. M. & Houston, J. P. (1993). Psychology at work. Madison: Brown & Benchmark.
Berwick, D., Godfrey, B. and Roesner J. (1990). Curing healthcare: New strategies for quality
improvement. San Francisco: Jossey Bass.
Bogler, R.(2002). Two profiles of schoolteachers: a discriminant analysis of job satisfaction, Teaching
and Teacher Education, vol. 18, 665–673.
Bottomley, M.H. (1987). Personnel management. Pitman Publishing, London.
Bowles, C & Candela, L. (2005). First job experiences of recent RN graduates, Journal of Nursing
Administration, vol. 35, no. 3, pp. 130-137.
Brophy. (1959). Self, role and satisfaction, Genetic Psychology Monographs, 1959, 59.
Brown, S.P., & Peterson, R.A. (1993). Antecedents and consequences of sales person job satisfaction:
metaanalysis and assessment of causal effects΄΄, Journal of Marketing Research, vol.30, (1), 63-
77.
Bruk-Lee ,V., Haitham A. K., Nixon, E., Goh A., and Spector E. P. (2009). Replicating and Extending
Past Personality/Job Satisfaction Meta-Analyse, Human Performance vol 22:156–189, 2009.
Buitendach, JH & De Witte, H. (2005). Job insecurity, extrinsic and intrinsic job satisfaction, African
Journal of business and management, vol. 36, no. 2, pp. 27-37.
Burnard, P. G.,(1999). The bubble-by-bubble volatile evolution of two mid-ocean ridge basalts, Earth
Planet. Sci. Lett., 174, 199 – 211.
Bush, T. & Middlewood, D. (2005). Leading and Managing people in education, London: Sage
publications.
Calder, G. (2000). Motivating pharmacist, The Pharmaceutical Journal, Vol 7096 No.264 pp.729-731.
Carrillo, C. (2011). Un estudio sobre la satisfacción de la vida laboral en profesionales sanitarios del
Hospital General Universitario José María Morales Meseguer. Región de Murcia. [tesis
doctoral]. Murcia: Universidad de Murcia. 500 p.
Cathy A. Kidd (2006). An exploration of the impact of employee, job satisfaction, affect, and
performance on organizational financial performance in the health care industry. Department of
Leadership, Foundation & Human Resource Education. University of Louisville, Louisville
Kentucky.
Cavanagh, S.J.(1992). Job satisfaction of nursing staff working in hospitals, Journal of Advanced
Nursing, 17,704-711.
Cole G. (2002). Personnel and Human Resource Management, 5nd Ed Thomson Learning, London. pp:
95- 105.
Cope L.(1981). Organization development and action, Research in Hospitals. London:
Gower.
Cranny, C.J.,Smith P.C. & Stone E.F. (1992). Job satisfaction: How people feel about their jobs and
how it affects their performance, New York, Russell Sage Foundation.
Cronbach, L. J. (1951). Coefficient alpha and the internal structure of tests, Psychometrika, vol. 16,
297–334.
Cronje, G.J., Du Toit, G.S., Marais, A.K. and Motlatta, M.D.C. (2003). Introduction to business
management(6th ed.), Cape Town: Oxford University Press.
DeCenzo, D.A. & Robbins, S.P. (1988). Personnel/Human Resource Management, Englewood Cliffs,
New Jersey: Prentice-Hall.
Dessler, G. (1988). Personnel management (4th ed.), Prentice-Hall, Inc, New York.
Dimitriadis S, .Papadopoulos D. (2011). The creation of a measuring instrument of
teachers’ Job Satisfaction in Greek Primary Education, 6th ICODL 2011 Section A.
Drucker P. F.(1974). Management Challenges for the 21st century, Leader Books, μετάφραση: Γιάννης
Σουφλής, Ουρανία Νομικού.
Dunstone DC, Reames HR. (2001). Physician satisfaction revisited, Soc Sci Med, Vol. 52 (6):825-837.
Edwards, J.R. (1993). Problems with use of profile similarity indices in the study of congruence in
organizational research, Personnel Psychology, vol. 46 (1993),pp.641-665.
Eliophotou-Menon, M. & Athanasoula-Reppa, A. (2011). Job satisfaction among secondary school
teachers: the role of gender and experience. School Leadership & Management: Formerly
School Organization, 31(5), 435-50.
Evans, L. (1997). Understanding Teacher Morale And Job Satisfaction, Teaching and Teacher
Education ,vol. 13(8), 831-45.
Furnham A.,Petrides K.V.,Jackson C.J.,and Cotter T.(2002). Do personality factors predict job
satisfaction?, Personality and Individual Differences, ELSEVIER Vol.33 Issue 8, p.1325-1342.
Fayol, H. (1949). General and Industrial Management, London: Pitman.
García, A., Moro, M.N., & Medina, M.(2010). Evaluación y dimensiones que definen el clima y la
satisfacción laboral en el personal de enfermería. Rev Calid Asist. 25(4), 207-14
Greenberg, J. (1999). Managing behavior in organizations(4nd ed.), Trenton Prentice-Hall
International, Inc.
Hackman J.R., & Oldham G.R. (1976). Motivation through the design of work: test of a theory,
Organizational Behavior and Human Performance, vol. 16,250-279.
Hair, F., Anderson, R., Tatham, R., & Black, W. (1995). Multivariate Data Analysis with Readings, 4th
Ed, London: Prentice-Hall International.
Hays B, Bonnet A.(2010). Job satisfaction, stress and burnout associated with
haemodialysis nursing: a review of literature, J Ren Care.
Hayhurst A, Saylor C, Stuenkel D. (2005). Work environmental factors and retention of nurses, Journal
of Nursing Care Quality, vol. 20(3).
Healy CM, McKay MF.(2000). Nursing stress: The effects of coping strategies and job satisfaction in a
sample of Australian nurses, Journal of Advanced Nursing, 31(3).
Heery, E. and Noon, M.(2001). A dictionary of human resource management, New York: Oxford
University Press.
Heller, R. and Hindle, T. (1998). Essential manager’s manual, Dorling Kindersley Ltd, London.
Hernández, M., Hernández, A., Nava, M.G., Pérez, M.T., Hernández, M.G., &Matus, R.
(2012).Satisfacción laboral del profesional de enfermería en cuatro instituciones de salud.Rev
Enferm Universit ENEO-UNAM, 9(9), 7-15.
Herzberg, F.I. (1987). One more time: How do you motivate employees?, Harvard
Business Review, 65(5), σελ.109-120.
Herzberg, F., Mausner, B., Peterson, R., & Snyderman B.B., (1959). The motivation of work. New
York:Wiley.
Holland, J. L.(1973). Making vocational choices. Englewood Cliffs, NJ: Prentice-Hall.
Holland, J. L.(1985). Making vocational choices: A theory of vocational personalities and work
environments. Englewood Cliffs, NJ: Prentice Hall.
Hoffoss D, Falkum E, Gjerberg E. (1997). Positive feedback for good medical workashort supply
commodity΄. Tidsskr nor Laegeforen, 117:1094-1098.
Huppock, E. (1935). Job satisfaction, New York: Harper and Row publisher.
Ironson, G.H., Smith, P.C., Brannick, M.T., Gibson, W.M. & Paul, K.B. (1989). Construction of a Job
in General Scale: a comparison of global, composite, and specific measures, J Appl Psychol,
Vol. 74, pp. 193–200.
Jex, S.M.(1998). Stress and job performance: Theory, research and implications for managerial
practice. Thousand Oaks, CA: Sage Publications.
Jubge, T.A.& Watanabe, S. (1993). Another look at the job satisfaction-life satisfaction relationship.
Journal of Applied Psychology, 78, 939-948.
Kaarna M., Polluste K., Lpnurm R., Thetloff M. (2004). The progress of reforms: Job satisfaction in a
typical hospital in Estonia, International Journal of Quality
Health Care, Vol. 16: 253-261.
Kaiser, H. F., & Rice, J. (1974). Educational and Psychological Measurement, Little Jiffy, MARK VI,
34, 111 – 117.
Kangas S., Kee CC, McKee-Waddle R.(1999). Organizational Factors, Nurses Job
Satisfaction and Patient Satisfaction with Nursing Care, Journal of Nursing
Administration, Vol. 29(1):32-42.
Kapur N., Borrill C., Stride C. (1998). Psychological morbidity and job satisfaction
in hospital consultants and junior house officers. BMJ, Vol. 317(7157): 511-512.
Katz, R. (1978). The influence of job longevity on employee reactions to task. Characteristics, Human
Relations,Vol.31 No.8, pp.703
Korman, A.K. (1971). Industrial and Organizational Psychology. Englewood Cliffs, NJ: Prentice-Hall.
Koustelios, A. and Bagiatis, K. (1997). The employee satisfaction inventory (ESI): Development of a
scale to measure satisfaction of Greek employees. Educational and Psychological Measurement,
Vol. 57 No. 3, pp. 469 – 476.
Koustelios, A.D. (2001). Personal characteristics and job satisfaction of Greek Teachers, The
International Journal of Educational Management, Vol.15 No.2, pp.354-358.
Kristof, A.L. (1996). Person–organization fit: An integrative review of its conceptualizations,
measurement, and implications. Personnel Psychology, 49,1–49.
Lam, T., Baum, T. and Pine, R. (2001). Study of Managerial Job Satisfaction in Hong Kong’s Chinese
Restaurant, International Journal of Contemporary Hospitality Management, 13(1), pp. 35-42.
Landon,B, Reschovsky, J, Blumenthal, D. (2003). Changes in career satisfaction among primary care
and specialist physicians 1997−2001, JAMA, 289:442−449.
Landy, F.J. & Becker, W.S. (1987). Motivation Theory Reconsidered, in Cummings, L. L. & Staw, B.
M. (Eds.), Research in Organizational Behavior, Vol. 9: 1-38. Greenwich, Connecticut: JAI
Press Inc.
Lease, S. (1998). Annual review, 1993-1997:work attitudes and autcomes, Journal of Vocational
Behaviour, 53, 154-183.
Lepnurum R., Danielson D., Dobson R., Keegan D. (2006). Cornerstones of Career
Satisfaction in Medicine. Can J Psychiatry, Vol. 51(8):512-522.
Levine, H.Z. (1994). Why incentive plans cannot work?, Compensation and benefits review, Vol.26
No.1,pp. 77-78.
Locke, E. A.(1968). Towards a theory of task motivation and incentives. Organizational Behavior and
Human Performance, 3, 157-189.
Locke, E. A.(1976). The nature and causes of job satisfaction, in M.D, Dunnette(ed), Handbook
of Industrial and Organizational psychology, Chicago: Rand McNally.
Lounsbury, J.W.,Lucy, W. Gibson, Robert P. Steel, Eric D. Sundstrom and James L. Loveland (2004).
Personality and Individual Differences, ELSEVIER 37 181–189.
Luthans, F. (1989). Organizational behavior, (5th ed.), New York: McGraw-Hill.
Maslach C., Jackson S.E. & Leiter M.P. (1996)., Maslach Burnout Inventory Manual,
(3rd Ed.), Palo Alto. CA: Consulting Psychologists Press.
Maslow, A. H. (1954). Motivation and personality. New York: Harper and Row.
Maslow A.,(1964). A theory of human motivation. In: Leavett HJ, Pondy LR, (eds).
Reading in managerial psychology. Chicago: University of Chicago Press.
Maslow, A. H. (1970a). Motivation and personality. New York: Harper & Row.
Mathieu, J.E., & Zajac, D.M. (1990). A review and meta-analysis of the antecedents, correlates, and
consequences of organizational commitment. Psychological Bulletin
Mayo, A. and Lank, E. (1994). The Power of Learning, A Guide to Gaining Competitive Advantage.
London: IPD House.
McClelland, D. C., Atkinson, J. W., Clark, R. A., & Lowell, E. L. (1953). The achievement motive. New
York: Appleton-Century-Crofts.
McClelland, D. C. (1976). The achieving society. New York: Irvington Publishers.
McCormick, E.J. and Ilgen, D.R.,(1987). Industrial and Organizational Psychology, VIII Edition.
London: Allen and Unwin Ltd.
McFraland GK, Leonard HS & Morris MM. (1984). Nursing leadership and management:
Contemporary strategies. New York: Wiley & Sons.
McGregor D. (1960). The Human side of enterprise. New York: McGrawhill.
McManus IC, Keeling A & Paice E. (2004). Stress burnout and doctors' attitudes to work are determined
by personality and learning style: a twelve year longitudinal study of UK medical graduates.
BMC Med Vol.2, pp29-32.
Moumtzoglou, A. (2010). The Greek Nurses’ Job Satisfaction Scale, Journal of Nursing Measurement,
vol. 18, no. 1, pp. 61-73.
Moore, C. (2003). The self-actualisation theory of Abraham Maslow(1908-1970), In W. Meyer, C.
Moore and H. Viljoen, Personology. From individual to ecosystem (pp.335-358). Cape Town:
Lebone Publishing Services.
Mullins, L.J. (1996). Management and organizational behavior, (4th ed.). Great Britain: Pitman
Publishing, p 520.
Murray H.A. (1938). Explorations in Personality, New York: Oxford University Press.
Nahm H. (1940). Job satisfaction in nursing, American Journal of Nursing, Vol.
40: 1389-1392.
Nagy, M.S. (1996). What to do when you are dissatisfied with job satisfaction scales: A better way to
measure job satisfaction technical affaire section; International Personnel Management
Association Assessment Council. IPMAAC Online.
Nel, S., Van Dyk, S., Haasbroek, D., Schultz, B., Sono, T. & Werner, A. (2004). Human resources
management, (6th ed.), Cape Town: Oxford University Press, p 453.
Oshagbemi, T. (1999). Academics and their managers: A comparative study in job satisfaction,
Personnel Review, Vol.28, pp.08-123.
Parker & Price (1994). Empowered managers and empowered workers: The effects of managerial
support and managerial perceived control on workers’ sense of control over decision making,
Human relations,47,911-928.
Porter, Lyman W. (1962). Job attitudes in management: I. Perceived deficiencies in need fulfillment as a
function of job level,Journal of Applied Psychology,Vol 46(6),375-384
Psilopanagioti A., Anagnostopoulos F., Mourtou E. & Niakas D. (2012). Emotional intelligence,
emotional labor, and job satisfaction among physicians in Greece, BMC Health Services
Research 12:463.
Ray G, John J. (1990). Acquiescence and problems with forced-choice scales. Journal of Social
Psychology, 130(3):397.
Robbins, S.P. (1993). Organizational behavior(6th ed.). New Jersey: Prentice Ηall.
Robbins, P., Odendaal, A. & Roodt, G. (2003). Organisational behavior (9th ed.). Cape Town:
Prentice-Hall International.
Robbins,S.P. & Judge,T.A. (2011). Οργανωσιακή συμπεριφορά: Βασικές έννοιες και σύγχρονες
προσεγγίσεις, Αθήνα: Εκδόσεις Κριτική.
Rodio, W. D. (2002). An exploration of the concept “Motivation” as a tool for Psychotherapeutic
Assessment, Practical Philosophy Autumn, Vol.5 No.2 pp. 55-62.
Roznowski, M. and Hulin, C. (1992). The scientific merit of valid measures of general constructs with
special reference to job satisfaction and job withdrawal. In C. J.
Cranny, P. C.,Sharma, S. (1996). Applied Multivariate Techniques, New York : Willey.
Sullivan E., Decker P. (2005). Αποτελεσματική Ηγεσία και Διοίκηση στις Υπηρεσίες Υγείας, Εκδόσεις Μ.
Γκιούρδας 2009.
Schermerhorn, J.R. (1993). Management for productivity(4th ed.). Canada: John Wiley& Sons, Inc.
Schmidt S. W. (2007). The relationship between satisfaction with workplace training and overall job
satisfaction, Human Resource Development Quarterly, Vol.18 No.4.
Smith, C. S., & Tisak, J. (1993). Discrepancy measures of role stress revisited: New perspectives on old
issues, Organizational Behavior and Human Decision Processes, 56, 285-307.
Smith HL, Hood JN, Waldman JD & Smith VL. (2005). Creating a favorable practice
environment for nurses, Journal of Nursing Administration, 35(12) 525-532.
Smith, C., Kendall, M. & Hulin, L. (1969). The measurement of satisfaction in work and retirement,
Chicago:Rand Mc Nally.
Spector, R. (1997). Job satisfaction, Application, assessment, causes and consequences, Thousand
Oaks, Sage, CA.
Spector, PL. ( 2000). Industrial and organizational psychology, New York: John Wiley & Sons.
Stamps LP. (1997). Nurses and work satisfaction: An index for measurement. 2nd ed.
Chicago, IL: Health Administration Press.
Staw, B.M. (1976). Intrinsic and Extrinsic Motivation, Morristown, NJ: General Learning Press.
Steers, R.M. & Porter, L.W. (1991). Motivation and work behavior (5th ed.), New York: Mc Graw Hill
Inc.
Taylor, F.W. (1911). The Principles of Scientific Management, New York, NY, USA and London, UK:
Harper & Brothers.
Tharenou, P. (1979). Employee self-esteem: a review of the literatur, Journal of Vocational Behaviour,
Vol. 15, pp. 316-46.
Van-Saane, N., Sluiter, JK., Verbeek, JHAM & Frings- Dresen, MHW (2003). Reliability and validity
of instruments measuring job satisfaction- a systematic review, Occupational Medicine, 53(3).
Vroom VH. (1964). Work and motivation, New York: John Wiley and Sons.
Vroom VH. (1982). Work and motivation. Malabar, NY: Robert Krieger Publishing Co.
Warr P.B. (1987). Job characteristics and mental health in P.Warr (Ed) Psychology at work. London:
Penguin Books Ltd. Harmondsworth.
Weiss, D. J., Davis, R. V., England, G. W. & Lofquist, L. H. (1967). Manual for the Minnesota
Satisfaction Questionnaire, Minneapolis: The University of Minnesota Press, MN.
Wright, EB & Davis, SB. (2003). Job satisfaction in the public Spector: The role of the work
environment, The American review of public administration, vol. 33, no.1, pp.70-90.
Young Graham., Tokar D. M., & Subich, L. M. (1998). Congruence revisited: Do 11 Indices
differentially predict job satisfaction and is the relation moderated by person and situation
variables;, Journal of Vocational Behavior, 52, 208-223.
Ελληνόγλωσση
Αλεξιάς Γ., Φ. Αναγνωστόπουλος & Πιλάτης Ι. (2010). Επαγγελματική εξουθένωση και ικανοποίηση
από την εργασία του Ιατρικού προσωπικού Δημόσιου νοσοκομείου των Αθηνών, Επιθεώρηση
Κοινωνικών Ερευνών, 131, Α΄.
Αλετράς, Β., Ζαχαράκη, Φ. & Νιάκας, Δ. (2009). Ερωτηματολόγιο μέτρησης της ικανοποίησης των
επισκεπτών των εξωτερικών ιατρείων οφθαλμολογικής κλινικής ελληνικού δημόσιου
νοσοκομείου, Αρχεία Ελληνικής Ιατρικής, vol. 24, no.1,pp.89-96.
Γκίνη Μ. (2016). Η πληροφοριακή συμπεριφορά στο νοσηλευτικό προσωπικό του Γ.Ν. Ιπποκράτειο
Θεσσαλονίκης και η συσχέτισή της με την εργασιακή ικανοποίηση. Μεταπτυχιακή εργασία.
Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, Πάτρα.
Γούλα Ασπασία (2007). Διοίκηση και Διαχείριση Νοσοκομείου, Β΄ έκδοση. Αθήνα: Παπαζήση.
Δικαίος, Κ.(1999). Σημειώσεις Ε’ Εξαμήνου για το μάθημα Πολιτική Υγείας. Βασικές έννοιες,
πρακτική και δομή, διάρθρωση.
Δράκου Α., Χαραχούσου Υ., Καμπίτση Ν. & Τζέτζης Γ.,(2008). Διαφορές στην Επαγγελματική
Ικανοποίηση μεταξύ Προπονητών Διαφορετικών Αθλημάτων στην Ελλάδα, Αναζητήσεις στη
Φυσική Αγωγή & τον Αθλητισμό τόμος 6 (1), 97 – 110.
Εμμανουήλ Σ. Χατζηπαντελής, Ιωακείμ Σιγάλας (2010). Η εργασιακή ικανοποίηση (job satisfaction)
του νοσηλευτικού προσωπικού στο Εθνικό Σύστημα Υγείας, Αρθρογραφία, Τεύχος 51, 2010,20-
26.
Ιωαννίδης Δ. (2004). Στατιστικές Μέθοδοι, Τόμος Α’, Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις ΖΗΤΗ.
Κανελλόπουλος Δημήτριος (2012). Θεωρίες Παρακίνησης του Ιατρικού Προσωπικού στα Νοσοκομεία,
Το Βήμα του Ασκληπιού 11ος Τόμος , 2ο Τεύχος, Απρίλιος –Ιούνιος, σελ.182-189.
Κάντας Α. (1998). Κίνητρα, επαγγελματική ικανοποίηση, ηγεσία, Οργανωτική-βιομηχανική ψυχολογία,
Μέρος 1ο, Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα, ISBN 960-7019-66-0,ISBN-13 978-960-7019-66-0.
Καρανικόλα Μ. (2006). Αυτοεκτίμηση και Επαγγελματική Ικανοποίηση των Ελλήνων Νοσηλευτών,
Διδακτορική Διατριβή, Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο, Αθήνα.
Κόντης, Θ. (1994). Διοικητική Ψυχολογία, Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
Λάμπρου, Π. (2005). Τμήμα επειγόντων περιστατικών-οργάνωση και λειτουργία. Αθήνα: Mediforce
Services SA.
Μακρή-Μπότσαρη, Ε. & Ματσαγγούρας, Η. (2003). Δομή της επαγγελματικής αυτοαντίληψης και
επαγγελματικής ικανοποίησης εκπαιδευτικών Α/θμιας Εκπαίδευσης, Πρακτικά 3ου Πανελλήνιου
Συνεδρίου της Παιδιατρικής Εταιρίας Ελλάδος.
.
.
Μπουραντάς, Δ. (2001). Μάνατζμεντ: Θεωρητικό Υπόβαθρο, Σύγχρονες πρακτικές, Αθήνα: Εκδόσεις
Μπένου.
Νιάκας Δ. (2004). Υπηρεσίες υγείας Μάνατζμεντ και Τεχνολογία, 9η έκδοση, Αθήνα: Mediforce.
Νικολαϊδου Α. (2010). Παράγοντες Ικανοποίησης των εργαζομένων στις Επιχειρήσεις Τροφίμων και
Γεωργίας, Μεταπτυχιακή εργασία, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Παντουβάκης & Μπογιατζίδης (2012). Η σχέση μεταξύ εργασιακής ικανοποίησης και εσωτερικής
ποιότητας μέσω των αντιλήψεων της κλινικής ηγεσίας νοσηλευτικών τμημάτων, Ερευνητική
εργασία, Αρχεία Ελληνικής Ιατρικής, 29(1) 44-50.
Παπαδάτου Δ & Αναγνωστόπουλος Φ. (1986). Επαγγελματική κόπωση. Ψυχολογική προσέγγιση ατόμων
με καρκίνο. Αθήνα: Εκδόσεις Ζήτα,133-144.
Παπάνης, Ε. & Ρόντος, Κ. (2005). Ψυχολογία-Κοινωνιολογία της εργασίας και διοίκηση ανθρώπινου
δυναμικού: Θεωρία και εμπειρική έρευνα, Αθήνα:Εκδόσεις Σιδέρης.
Πετριλή, Σ. (2007). Έρευνα επίδρασης μιας σειράς εσωτερικών και εξωτερικών
παραγόντων στο αίσθημα εργασιακής ικανοποίησης υπαλλήλων ιδιωτικών εταιριών,
Μεταπτυχιακή εργασία, Πάντειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα.
Πομάκη, Γ. & Αναγνωστοπούλου, Τ. (2001). Το στρες στον εργασιακό χώρο, Στο: Το στρες, το άγχος
και η αντιμετώπισή τους, Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
Σαρµανιώτης, Χ. (2005). Μάνατζµεντ, Αθήνα: Εκδοτική Β. Γκιούρδας
Τσακαλάκης Ι. (2013). Η εισαγωγή των μεθόδων του new public management στην ελληνική δημόσια
διοίκηση, Διπλωματική Εργασία, Πανεπιστήμιο Πειραιώς.
Τύπας Γ. & Κατσαρός, Γ.(2006). Εισαγωγή στην διοικητική επιστήμη. Από την γραφειοκρατία και την
Επιστημονική Διοίκηση στην Σύγχρονη Οργανωτική Θεωρία, Αθήνα:Gutenberg.
Φαναριώτης Π. (2004). Εργασιακές Σχέσεις, Β΄ έκδοση. Αθήνα: Εκδόσεις Σταμούλη.
Χαραλαμπίδου, Ε. (1996). Επαγγελματική ικανοποίηση των νοσηλευτών στο χώρο του νοσοκομείου,
Διδακτορική Διατριβή, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο, Αθήνα.
Νομοθεσία
Κώδικας Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ,
Ν.3528/2007 ΦΕΚ 26 Α΄.
Ιστοχώροι
Ιωάννης Τσαούσης, Η Ανάλυση Παραγόντων (Factor Analysis) Πανεπιστήμιο Κρήτης – Τμήμα
Ψυχολογίας http://old.psych.uoa.gr/~roussosp//stats/Factor_Analysis1.pdf
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΄΄Α΄΄
ΣΧΕΤ.
ΝΩ 50,4% 23,3% 4,5% 31,5% 25,9% 24,7% 5,7% 5% 9,3%
ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ
Υ
ΑΘΡΟΙΣ.ΣΧΕΤ
50,4% 23,3% 4,5% 31,5% 25,9% 24,7% 5,7% 5% 9,3%
ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ
ΣΧΕΤ.
ΝΩ 27% 30,1% 6% 33% 31,1% 30,5% 10,9% 8,3% 18,9%
ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ
Α
ΑΘΡΟΙΣ.ΣΧΕΤ
77,1% 53,40% 11% 65% 57% 55,2% 16,6% 13,3% 28,2%
ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ
ΣΧΕΤ.
ΝΩ 9,4% 15,8% 9,5% 16,70% 16,7% 16,3% 15,2% 8,3% 21,8%
ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ
ΑΘΡΟΙΣ.ΣΧΕΤ
86,5% 69,2% 20,5% 81,7% 73,7% 71,5% 31,8% 21,6% 50%
ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ
ΣΧΕΤ.
ΝΩ 7,2% 12,4% 11,30% 10,3% 13,2% 12,7% 11,9% 14,3% 16,5%
ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ
ΑΘΡΟΙΣ.ΣΧΕΤ
93,7% 81,6% 31,8% 92% 86,9% 84,2% 43,70% 35,9% 66,5%
ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ
ΣΧΕΤ.
ΝΩ 3,9% 8,9% 34,2% 6% 9,90% 10,9% 34,8% 31,8% 23,3%
ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ
Α
ΑΘΡΟΙΣ.ΣΧΕΤ
97,6% 90,5% 66% 98% 96,8% 95,1% 78,5% 67,7% 89,8%
ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ
ΣΧΕΤ.
ΝΩ 2,4% 9,4% 34,4% 2,5% 3,2% 5% 21,7% 32,3% 10,2%
ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ
Υ
ΑΘΡΟΙΣ.ΣΧΕΤ
100% 100% 100% 100% 100% 100% 100% 100% 100%
ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ
Πηγή: Από στοιχεία Έρευνας
Η 11 19,145a 5
Η 33 43,466a 25 ,012
Η 14,584a 14 ,407 24,883a 28 ,634 69,699a 70 ,488 8,864a 6 ,181 17,018a 14
a
Η 30 46,561 25 ,006
a a a
Α 23,028 15 ,084 24,953 30 ,727 120,991 75 ,001 3,494a 5 ,624 13,127a 15
ΒΗ 15,398α 16 ,495 28,276α 32 ,656 82,102 a
80 ,414 9,886a
7 ,195 9,751a
16
ΒΗ 5 15,050α 5 ,010
ΒΗ 32 20,683a 10 ,023
ΑΣΙΑΣ 16,943a 16 ,389 45,178a 32 ,061 76,838a 80 ,579 5,795a 6 ,446 11,234a 16
ΦΟΙ 11,472a 11 ,405 17,115a 22 ,757 57,895a 55 ,369 9,034a 7 ,250 13,778a 11
a
ΦΟΙ 16 17,620 5
a
ΦΟΙ 25 47,320 25 ,004
a a a
ΑΣΙΑΣ 15,705 16 ,474 35,545 32 ,305 92,248 80 ,165 4,347a 7 ,739 21,635a 16
a
ΑΣΙΑΣ 17 37,944 25 ,047
ΑΣΙΑΣ 27 48,339a 25 ,003 12,967a 5
a a a a a
ΝΙΑ 18,050 17 ,386 27,988 34 ,756 79,849 85 ,638 9,034 8 ,339 14,733 17
a
ΝΙΑ 36 14,312 5
Πηγή: Από στοιχεία Έρευνας
Sig. (2-tailed)
ΓΩΓΗ Pearson
Correlation ,256** 1
Sig. (2-tailed) ,022 ,270 ,023 ,628 ,002 ,000 ,000 ,261
ΛΙΚΗ Pearson
Correlation ,481** ,432** ,447** ,443** ,453** ,467** ,500** ,388** ,521** 1
Sig. (2-tailed) ,000 ,000 ,000 ,000 ,000 ,000 ,000 ,000 ,000
N 241 241 241 241 241 241 241 241 241 241
Correlation is significant at the 0.01 level (2-tailed).
Sig. (2-tailed)
ΠΡΟΑΓΩΓΗ Correlation
Coefficient ,228** 1,000
Α/Α
ΣΥΝΑΙΝΕΣΗ ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΝΤΑ/ΣΑΣ ΣΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ Συμπληρώνεται από
την ερευνήτρια
(ΔΗΛΩΣΗ ΣΥΓΚΑΤΑΘΕΣΗΣ)
ΘΕΜΑ Έρευνας: «Διερεύνηση της σχέσης τεχνικών μάνατζμεντ (management) και εργασιακής
ικανοποίησης ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού σε μονάδες παροχής φροντίδας υγείας»
Δηλώνω την συγκατάθεσή μου, στην συμπλήρωση του ερωτηματολογίου της έρευνας καθώς έχω
ενημερωθεί για τον σκοπό της και συμμετέχω εθελοντικά και ανωνύμως. Επίσης είμαι ενήμερος/η ότι η
δήλωση συγκατάθεσης δεν είναι δεσμευτική από την πλευρά των συμμετεχόντων και μπορούν να
αποχωρήσουν από την διαδικασία σε οποιοδήποτε στάδιο ή να ζητήσουν να εξαιρεθούν τα
ερωτηματολόγια που έχουν συμπληρώσει.
Ημερομηνία……./……/2017
ΥΠΟΓΡΑΦΗ
Κυκλώστε έναν αριθμό σύμφωνα με το βαθμό ( 1 – 6 ) στον οποίο η καθεμιά από τις παρακάτω
δηλώσεις σας αντιπροσωπεύει ή ισχύει για σας:
1. Αισθάνομαι ότι η αμοιβή μου είναι δίκαιη για τη δουλειά που προσφέρω.
Διαφωνώ Διαφωνώ Διαφωνώ Συμφωνώ Συμφωνώ Συμφωνώ
πολύ αρκετά λίγο λίγο αρκετά πολύ
1 2 3 4 5 6
2. Υπάρχουν λίγες πιθανότητες για προαγωγή στην εργασία μου.
Διαφωνώ Διαφωνώ Διαφωνώ Συμφωνώ Συμφωνώ Συμφωνώ
πολύ αρκετά λίγο λίγο αρκετά πολύ
1 2 3 4 5 6
3. Ο/Η προϊστάμενός/η μου είναι αρκετά ικανός στη δουλειά του/της.
Διαφωνώ Διαφωνώ Διαφωνώ Συμφωνώ Συμφωνώ Συμφωνώ
πολύ αρκετά λίγο λίγο αρκετά πολύ
1 2 3 4 5 6
4. Δεν είμαι ικανοποιημένος/η από τα προνόμια που μου προσφέρει η εργασία μου.
Διαφωνώ Διαφωνώ Διαφωνώ Συμφωνώ Συμφωνώ Συμφωνώ
πολύ αρκετά λίγο λίγο αρκετά πολύ
1 2 3 4 5 6
5. Όταν κάνω τη δουλειά μου σωστά, αποκομίζω την αναγνώριση που θα έπρεπε.
Διαφωνώ Διαφωνώ Διαφωνώ Συμφωνώ Συμφωνώ Συμφωνώ
πολύ αρκετά λίγο λίγο αρκετά πολύ
1 2 3 4 5 6
6. Πολλοί από τους κανόνες και τις διαδικασίες που ακολουθεί ο οργανισμός στον οποίο
απασχολούμαι έχουν ως αποτέλεσμα να κάνουν τη δουλειά μου πιο δύσκολη.
Διαφωνώ Διαφωνώ Διαφωνώ Συμφωνώ Συμφωνώ Συμφωνώ
πολύ αρκετά λίγο λίγο αρκετά πολύ
1 2 3 4 5 6