Professional Documents
Culture Documents
Λατρεία Ασκληπιού στην Μακεδονία
Λατρεία Ασκληπιού στην Μακεδονία
ΣΧΟΛΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ
ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΟΜΕΑΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ
ΛΙΟΥΛΙΑΣ ΣΤΕΡΓΙΟΣ
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2010
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΣΧΟΛΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ
ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΟΜΕΑΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2010
Στους δικούς μου ανθρώπους…
ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ..................................................................................................................1
ΕΙΣΑΓΩΓΗ ....................................................................................................................4
ΜΕΡΟΣ Α ....................................................................................................................7
Ι. Η ΛΑΤΡΕΙΑ ΤΟΥ ΑΣΚΛΗΠΙΟΥ ΣΤΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ...........................................8
01. Άγιος Παύλος Ν. Καλλικράτειας (αρχαία Αντιγόνεια;). ..............................10
02. Αιανή Κοζάνης .............................................................................................10
03. Αμφίπολη ......................................................................................................11
04. Άνω Απόστολοι Κιλκίς (αρχαία Μόρρυλος) ................................................16
05. Βεργίνα .........................................................................................................19
06. Βέροια ...........................................................................................................20
07. Δίον ...............................................................................................................23
08. Δίπορο Γρεβενών..........................................................................................32
09. Θάσος............................................................................................................33
10. Θεσσαλονίκη.................................................................................................37
11. Καλαμίτσα ν. Καβάλας (αρχαία Αντισάρα) .................................................41
12. Καλαμωτό ν. Θεσσαλονίκης (Αρχαία Καλίνδοια) .......................................44
13. Καλλιθέα ν. Χαλικιδικής ..............................................................................45
14. Κασσάνδρεια.................................................................................................48
15. Κοζάνη ..........................................................................................................48
16. Λευκάδια Νάουσας .......................................................................................49
17. Λευκόβρυση ν. Κοζάνης...............................................................................52
18. Όλυνθος ........................................................................................................53
19. Πέλλα ............................................................................................................55
20. Ν.Πέλλα (Colonia Pellensis).........................................................................55
21. Πλατανιά Βοΐου ν. Κοζάνης .........................................................................56
22. Ποτίδαια........................................................................................................57
23. Φίλιπποι ........................................................................................................57
24. Μακεδονία ....................................................................................................59
25. Η επιγραφή των θεωροδόκων από την Επίδαυρο.........................................60
ΜΕΡΟΣ Β ....................................................................................................................61
Ι. ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΑΣΚΛΗΠΙΕΙΩΝ ...................................62
Ι.1. Θέση Ασκληπιείων .......................................................................................62
Ι.2. Αρχιτεκτονική διάρθρωση- εξοπλισμός .......................................................65
Ι.2.1.Τέμενος.......................................................................................................65
Ι.2.2. Ναός...........................................................................................................66
Ι.2.3. Εγκοιμητήριο.............................................................................................67
Ι.2.4. Κρήνες-πηγές.............................................................................................69
Ι.2.5. Λουτρά.......................................................................................................70
Ι.2.6. Εξέδρα .......................................................................................................72
Ι.2.7. Εγκαταστάσεις υγιεινής.............................................................................72
Ι.2.8. Θησαυροί...................................................................................................73
ΙΙ. ΛΑΤΡΕΙΑ................................................................................................................75
ΙΙ.1.1. Λατρευτικές - θεραπευτικές πρακτικές....................................................75
ΙΙ.1.2. Γιορτές......................................................................................................79
ΙΙ.1.3. Παιάνες.....................................................................................................81
ΙΙ.1.4. Ιδιωτική λατρεία.......................................................................................81
ΙΙ.2. Αναθήματα ..................................................................................................82
ΙΙ.3. Συλλατρεία Ασκληπιού με άλλους θεούς ...................................................84
ΙΙ.3.1. Ασκληπιός και Απόλλων..........................................................................84
ΙΙ.3.2. Ασκληπιός και Υγεία ...............................................................................85
ΙΙ.3.3. Ασκληπιός και Τελεσφόρος .....................................................................87
ΙΙ.3.4. Ασκληπιός και ανατολικές θεότητες........................................................88
ΙΙ.3.5. Ασκληπιός και Άμμων Δίας .....................................................................88
ΙΙ.3.6. Ασκληπιός και Δήμητρα ..........................................................................89
ΙΙ.3.7. Ασκληπιός και άλλες θεότητες ................................................................91
ΙΙΙ. ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΙΑ..................................................................................................92
ΙΙΙ.1.ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΙΑ-ΑΓΑΛΜΑΤΙΚΟΙ ΤΥΠΟΙ ΑΣΚΛΗΠΙΟΥ...................93
ΙΙΙ.1.1. Ασκληπιός Este.......................................................................................93
ΙΙΙ.1.2. Ασκληπιός Giustini.................................................................................94
ΙΙΙ.1.3. Ασκληπιός τύπου Αθηνών-Macerata......................................................95
ΙΙΙ.1.4. Ασκληπιός του Ακράγαντα ή Ασκληπιός Doria Pamfili. .......................96
ΙΙΙ.1.5. Ασκληπιός τύπου Ελευσίνας ..................................................................96
ΙΙΙ.1.6. Άλλοι τύποι .............................................................................................97
ΙΙΙ.2. ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΙΑ ΥΓΕΙΑΣ ......................................................................98
ΙΙΙ.3. ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΙΑ ΤΕΛΕΣΦΟΡΟΥ ........................................................100
ΙV. ΑΣΚΛΗΠΙΟΣ ΚΑΙ ΜΑΚΕΔΟΝΕΣ ΒΑΣΙΛΕΙΣ.................................................101
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ...........................................................................................................109
Νέα Ρόδα...........................................................................................................109
Πέλλα – Το ιερό του Δάρρωνα .........................................................................118
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ..................................................................................................131
ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ
ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΕΙΚΟΝΩΝ
ΠΙΝΑΚΕΣ
ΧΑΡΤΗΣ
i
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
ΕΛΛΗΝΟΓΛΩΣΣΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Κουκούλη- Χρυσανθάκη 1980 Κουκούλη- Χρυσανθάκη Χ., «Οι αποικίες της Θάσου
στο Β. Αιγαίο. Νεώτερα ευρήματα.», Α’ Τοπικό
Συμπόσιο, Η Καβάλα και η περιοχή της, (1977),
Θεσσαλονίκη 1980, 309-325.
Κουκούλη-Χρυσανθάκη 1987 Κουκούλη-Χρυσανθάκη Χ., «Οικόπεδο Ε. Βογιατζή.
Οικόπεδο Γ. Στίγγα», ΑΔ 34 (1979), Αθήνα 1987, 325-
326.
Κρεμμύδη-Σισιλιάνου 1996 Κρεμμύδη-Σισιλιάνου Σ., Η νομισματοκοπία της
ρωμαϊκής αποικίας του Δίου, Βιβλιοθήκη της
Ελληνικής νομισματικής Εταιρείας 4, Αθήνα 1996.
Λαζαρίδης 1958 Λαζαρίδης Δ., «Αμφίπολις», Έργον Αρχαιολογικής
Εταιρείας 1958 , Αθήνα 1959, 71-80.
Λαζαρίδης 1959 Λαζαρίδης Δ., «Αμφίπολις», Έργον Αρχαιολογικής
Εταιρείας 1959, Αθήνα 1960, 37-44.
Λαζαρίδης 1966 Λαζαρίδης Δ., «Αμφίπολις», Το Έργον της
Αρχαιολογικής Εταιρίας 1965, Αθήνα 1966, 28-43.
Λαζαρίδης 1968 Λαζαρίδης Δ., «Τυχαία ευρήματα», ΑΔ 21(1966),
Χρονικά Β2, Αθήνα 1968, 365.
Λαζαρίδης 1985 Λαζαρίδης Δ., «Αμφίπολη. Γυμνάσιο», Το Έργον της
Αρχαιολογικής Εταιρίας 1984, Αθήνα 1985, 21-25.
Λαμπρινουδάκης Β.Κ., «Ιερό Απόλλωνος Μαλεάτα Επιδαύρου», ΠΑΕ 1988,
21-29.
Λεβέντη 1999 Λεβέντη Ι., «Οι θεότητες του κύκλου του Ασκληπιού
ως κουροτρόφοι. Οι εικονογραφικές μαρτυρίες.»,
Αρχαιογνωσία, τόμος 10, τεύχος 1-2 (1999-2000), 87-
103.
Λιλιμπάκη-Ακαμάτη 1987 Λιλιμπάκη-Ακαμάτη Μ. « Ένα νέο ψηφιδωτό δάπεδο
της Πέλλας», Αμητός, Τιμητικός τόμος για τον καθηγητή
Μανόλη Ανδρόνικο, Θεσσαλονίκη 1987, 455-469.
Λιλιμπάκη-Ακαμάτη 1988 Λιλιμπάκη-Ακαμάτη Μ., «Ανασκαφική έρευνα στη
περιοχή του καναλιού της Πέλλας», ΑΕΜΘ 1 (1987),
Θεσσαλονίκη 1988, 137-145.
vii
Μακαρόνας 1937 Μακαρόνας Χ.Ι., «Εκ της Ελιμείας και της Εορδαίας.
Αρχαιολογική Συλλογή Κοζάνης», ΑΕ 1936,
Παράρτημα- Αρχαιολογικά Χρονικά, Αθήνα 1937, 2-
14.
Μακαρόνας 1953 Μακαρόνας Χ.Ι., «Χρονικά αρχαιολογικά»,
Μακεδονικά 2 (1941 – 1952), Θεσσαλονίκη 1953, 590
– 678.
Μάλαμα -Σαλονικιός 2004 «Οικιστικά κατάλοιπα από την αρχαία Αμφίπολη.
Σωστική ανασκαφή στο οικόπεδο Δ.Κυπριανίδη»,
ΑΕΜΘ 16 (2002), Θεσσαλονίκη 2004, 145-155.
Μαρκή Ε., Η νεκρόπολη της Θεσσαλονίκης στους υστερορωμαϊκούς
και παλαιοχριστιανικούς χρόνους, Αθήνα 2006.
Μητροπούλου 1984 Μητροπούλου Ε., Η τυπολογία της θεάς Υγείας με φίδι ,
Αθήνα 1984.
Μπακαλάκης 1936 Μπακαλάκης Γ., «Ανασκαφή εν Καλαμίτσα Καβάλας»,
ΠΑΕ 1935, Αθήνα 1936, 29-42.
Μπακαλάκης 1937 Μπακαλάκης Γ., «Ανασκαφή εν Καλαμίτσα Καβάλας»,
ΠΑΕ 1936, Αθήνα 1937, 74-81.
Μπέλλας Ι., Ιερά και λατρείες του Διός στην Μακεδονία,
(αδημοσίευτη μεταπτυχιακή εργασία), Θεσσαλονίκη
2007.
Μπίμπη-Παπασπυροπούλου Α., Μπίμπη-Παπασπυροπούλου Α., «Η εκστρατεία του
Μεγάλου Αλεξάνδρου και η συμβολή της στην
ανάπτυξη της αρχαίας ελληνικής ιατρικής», Αρχαία
Μακεδονία V (1989), Θεσσαλονίκη 1993, 1123-1129.
Μπόνιας 1999 Μπόνιας Ζ., «Θάσος. Αρχαία πόλη. Οικόπεδο Ι.
Τσούπρα», ΑΔ 49 (1994), Χρονικά Β², Αθήνα 1999,
587-589.
Νίγδελης 2006 Νίγδελης Π., « Ο σύλλογος των Ασκληπιαστών και το
βακχείον των Ασιανών (IG X 2,1,480)» στο έργο
Επιγραφικά Θεσσαλονίκεια. Συμβολή στην πολιτική και
κοινωνική ιστορία της αρχαίας Θεσσαλονίκης.
Θεσσαλονίκη 2006.
ix
ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
και θεραπευτικές πρακτικές που λάμβαναν χώρα στα ιερά του Ασκληπιού και η
αντιστοίχησή τους στα αρχαιολογικά κατάλοιπα, κινητά και μη, μέσα από τις θυσίες, τις
γιορτές, τα τελετουργικά γεύματα και γενικότερα όλες εκείνες τις διαδικασίες που
μαρτυρούν θρησκευτική ή ιαματική πράξη. Πρέπει πάντα να έχουμε υπόψη ότι στα ιερά
του Ασκληπιού η λατρεία και η ιατρική είναι δύο έννοιες που η μια ενυπάρχει στην άλλη
σε μια αμφίδρομη σχέση καθώς και οι δύο εμποτίζονται από την ίδια πίστη. Εξετάζεται
επίσης και η λατρεία του Ασκληπιού στους ιδιωτικούς χώρους οικιών, ως έκφανση της
ατομικής πίστης στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων. Ασφαλώς συμπεριλαμβάνεται και
σχολιασμός των αναθημάτων που προσφέρονταν στο θεό ως ένδειξη ευχαριστίας για την
διασφάλιση της πολυπόθητης υγείας ενώ στο τέλος του κεφαλαίου σχολιάζονται οι
περιπτώσεις συλλατρείας του Ασκληπιού με άλλους θεούς.
Στο τρίτο κεφάλαιο παρουσιάζεται η εικονογραφία του θεού με βάση τα σωζόμενα
έργα τέχνης που προέρχονται από το χώρο της Μακεδονίας. Γίνεται μια προσπάθεια
κατάταξης των εικονογραφικών μοτίβων που αποδίδονται στα αγάλματα και τα
ανάγλυφα σε τύπους με βάση τις ήδη διαμορφωμένες κατηγορίες στη μέχρι τώρα
βιβλιογραφία. Συμπεριλήφθηκε επίσης η εικονογραφία της θεάς Υγείας και του
Τελεσφόρου, του συνοδού δαίμονα του Ασκληπιού.
Στο τέταρτο κεφάλαιο εξετάζεται η σχέση των Μακεδόνων βασιλέων με την
λατρεία του Ασκληπιού. Το συγκεκριμένο ζήτημα έχει θιχθεί από τους μελετητές που
έχουν ασχοληθεί με την ιστορία και την αρχαιολογική έρευνα της Μακεδονίας, αποτελεί
ωστόσο ένα θέμα περίπλοκο το οποίο βρίσκεται έξω από τα όρια της παρούσας εργασίας.
Εδώ γίνεται προσπάθεια συγκέντρωσης των επιμέρους πληροφοριών και σύνδεσης όπου
είναι αυτό δυνατό με τα αρχαιολογικά δεδομένα.
Στο παράρτημα της εργασίας αυτής παρουσιάζονται δύο ιερά στα οποία είτε έχουν
βρεθεί ενδείξεις για λατρεία Ασκληπιού είτε έχει υποδηλωθεί στην βιβλιογραφία η
σύνδεσή τους με τον κατεξοχήν θεραπευτή θεό. Πρόκειται για το ιερό του (Απόλλωνα)-
Ήλιου που εντοπίστηκε στα Ν.Ρόδα Χαλκιδικής και για το ιερό του Δάρρωνα στη
Πέλλα. Και τα δύο αυτά ιερά παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον καθώς διαθέτουν
στοιχεία και ιδιομορφίες που είναι δυνατό να εξεταστούν μέσα από ένα νέο πρίσμα.
Από τη θέση αυτή θα ήθελα να εκφράσω τις ευχαριστίες μου στον επιβλέποντα
καθηγητή μου κ. Ι. Μ. Ακαμάτη για τις χρήσιμες επισημάνσεις και υποδείξεις του καθ’
όλη τη διάρκεια της συγγραφής της παρούσας εργασίας όπως επίσης και στα άλλα δύο
μέλη της εξεταστικής επιτροπής κ. Σ. Πινγιάτογλου για τις πολύτιμες βιβλιογραφικές
υποδείξεις και πληροφορίες της και κ. Ε. Βουτυρά για τις εύστοχες παρατηρήσεις του.
3
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Ο Ασκληπιός κατά την μυθολογία ήταν γιος της Κορωνίδας και του Απόλλωνα. Η
Κορωνίς ήταν κόρη του Φλεγύα, του μυθικού βασιλιά της Λακέρειας, μιας περιοχής της
Θεσσαλίας κοντά στην λίμνη Βοιβηίδα. Ο Απόλλων όταν είδε την κόρη να πλένει τα
πόδια της στη λίμνη, την πόθησε και την έκανε δική του. Η Κορωνίς δεν αποκάλυψε το
γεγονός στον πατέρα της διότι επρόκειτο να παντρευτεί τον Ίσχυ, τον γιο του Ελάτου
που βασίλευε στην Αρκαδία. Ο Απόλλων πληροφορήθηκε την είδηση του γάμου της
Κορωνίδας με τον Ίσχυ από ένα κοράκι το οποίο καταράστηκε για τις άσχημες ειδήσεις
και από άσπρο που ήταν μέχρι τότε το μετέτρεψε σε μαύρο. Έπειτα σκότωσε με τα βέλη
του τον μέλλοντα γαμπρό, ενώ υποχρέωσε την αδερφή του Άρτεμη να σκοτώσει την
Κορωνίδα και τις γυναίκες της ακολουθίας της. Όταν έκαιγε η φωτιά στην νεκρική πυρά
της, ο Απόλλων λυπήθηκε τον καρπό του, άρπαξε το αγέννητο παιδί από τις φλόγες και
το εμπιστεύτηκε στον Κένταυρο Χείρωνα. Το παιδί λοιπόν μεγάλωσε στο Πήλιο, κοντά
στον Κένταυρο ο οποίος του δίδαξε την ιατρική τέχνη. Ο Ασκληπιός απέκτησε τόσο
μεγάλη φήμη για τις θεραπευτικές του ιδιότητες, ώστε προσέρχονταν κόσμος από παντού
για να θεραπευθεί. Ωστόσο όμως, όταν κατόρθωσε να αναστήσει τον Ιππόλυτο, ο Δίας
για να διατηρήσει την ηθική τάξη, τον σκότωσε με τον κεραυνό του. Ο Απόλλων για να
εκδικηθεί τον χαμό του γιου του σκότωσε τους Κύκλωπες Βρόντη, Στερόπη και Άργη
που ήταν παιδιά του Δία˙ πλήρωσε όμως το τόλμημα αυτό με το να υπηρετήσει για έναν
χρόνο στα κοπάδια του βασιλιά των Φερών Αδμήτου 1 .
Κατά μια παραλλαγή του μύθου, όταν ο Φλεγύας έφτασε στην Επίδαυρο για να
σχεδιάσει από κοντά την κατάληψή της είχε μαζί του την Κορωνίδα η οποία έγκυος από
τον Απόλλωνα, γέννησε τον Ασκληπιό στην Επίδαυρο. Για να αποφύγει όμως τον έλεγχο
του πατέρα της εξέθεσε το νεογέννητο στο βουνό Μύρτιο. Ο Απόλλων για να μην χαθεί
το παιδί του, έστειλε μια γίδα από το κοπάδι που έβοσκε στην περιοχή για να το θηλάσει
και ένα σκυλί για να το φυλάει. Το βρέφος το βρήκε ένας βοσκός, ο Αρεσθάνας, ο οποίος
συνειδητοποίησε την θεϊκή καταγωγή του παιδιού από το φως που το περιέλαβε. Έκτοτε
ο Ασκληπιός δεν εγκατέλειψε την Επίδαυρο. 2
Το ζήτημα της προέλευσης του ονόματος του Ασκληπιού έχει αποτελέσει
αντικείμενο εξέτασης από την αρχαιότητα ακόμη με αποτέλεσμα να έχουν διατυπωθεί
1
Πίνδαρος, Γ’ Πυθιόνικος, 1-58.
2
Παυσανίας ΙΙ, 26, 3-5.
5
διάφορες απόψεις για το θέμα. Για το λόγο αυτό οι σύγχρονοι μελετητές δεν έχουν
καταλήξει σε κάποιο ομόφωνο συμπέρασμα ενώ οι πιο επιφυλακτικοί πιστεύουν ότι το
πρόβλημα δεν έχει ακόμη λυθεί όπως χαρακτηριστικά γράφουν οι Edelstein 3 . Το μόνο
σίγουρο είναι ότι η λέξη Ασκληπιός είναι σύνθετη με το δεύτερο συνθετικό να αποτελεί
η λέξη ήπιος 4 .
Οι δυσκολίες φαίνεται να προκύπτουν σχετικά με τον εντοπισμό του πρώτου
συνθετικού. Μια ερμηνεία είναι να προέρχεται το όνομα από τις λέξεις ασκείν και ήπιος
δίνοντας κατ’αυτόν τον τρόπο στο όνομα του Ασκληπιού την έννοια αυτού που ήπια
αφαιρεί τον πόνο από την ασθένεια 5 . Σε μια άλλη ετυμολογία αναγνωρίζεται το ρήμα
σκέλλω που δηλώνει το «κάνω κάτι σκληρό, τραχύ» συνδυαζόμενο με το στερητικό α και
τη λέξη ήπιος και σημαίνει αυτόν που με την ιατρική (με ήπιο τρόπο) δεν επιτρέπει την
ξήρανση δηλαδή την νέκρωση 6 . Σε μια άλλη παρόμοια ετυμολογία το όνομα Ασκληπιός
δηλώνει αυτόν που μετατρέπει τα σκληρά των ασθενειών σε ήπια στη βάση των
αντίθετων εννοιών ασκελή-ήπια 7 .
Ασφαλώς υπάρχει και μια ερμηνεία η οποία εκπορευόταν από την προσπάθεια των
Επιδαυρίων να συνδέσουν το όνομα του Ασκληπιού με την τοπική τους ιστορία· για το
λόγο αυτό ποτέ δεν έγινε αποδεκτή. Δήλωναν λοιπόν πως αρχικά το όνομα το θεού ήταν
Ήπιος· από την στιγμή όμως που θεράπευσε τον τύραννο της Επιδαύρου Άσκλη
μετατράπηκε σε Ασκληπιός 8 . Από όλες τις παραπάνω ετυμολογικές ερμηνείες καμιά
μέχρι σήμερα δεν έχει κριθεί ικανοποιητική γι’ αυτό άλλωστε και το ζήτημα της
προέλευσης του ονόματος του Ασκληπιού παραμένει ανοικτό θέμα προς συζήτηση.
Σχετικά με τη κοιτίδα της καταγωγής της λατρείας του Ασκληπιού δύο περιοχές
διεκδικούν τα πρωτεία. Η θεσσαλική Τρίκκη και η Επίδαυρος στη Πελοπόννησο. Για το
ζήτημα αυτό έχουν γραφτεί πολλά επιχειρήματα υπέρ της μιας ή της άλλης άποψης. Η
ουσία του προβλήματος πάντως εντοπίζεται στη φύση των πληροφοριών που διαθέτουμε
για τα δύο αυτά ιερά. Έτσι λοιπόν ενώ οι αρχαίες πηγές αναφέρουν ως τόπο καταγωγής
και κοιτίδα της λατρείας του τη Θεσσαλία, παρόλα αυτά οι περιορισμένες αρχαιολογικές
έρευνες στη περιοχή δεν έχουν αποκαλύψει πρώιμα κατάλοιπα της λατρείας του. Στις
3
Edelstein-Edelstein 1945, 81, υποσημ.18.
4
Edelstein-Edelstein 1945, 80.
5
Edelstein-Edelstein 1945, 81.
6
Edelstein-Edelstein 1945, 81 και Τσιβιλίκα 1982, 258. Η συγκεκριμένη ετυμολογία ίσως να
αντικατοπτρίζει την προσπάθεια του γιατρού να χειρίζεται με ήπιο τρόπο τις επίπονες καταστάσεις καθώς
πολλές φορές απαιτείται από την πλευρά του να πονέσει τον ασθενή με καυτηριασμούς ή τομές. Από την
στιγμή ωστόσο που όλα αυτά γίνονται προς βοήθεια του ασθενή ο γιατρός παρουσιάζεται ως πρόσωπο
ήπιο και στοργικό. Edelstein L.-Edelstein 1945, 81-82.
7
Edelstein L.-Edelstein 1945, 81.
8
Edelstein-Edelstein 1945, 80-81.
6
πηγές πάντως προβάλλεται κατά βάση η θεσσαλική καταγωγή του θεού. Στην Ιλιάδα
λοιπόν αναφέρεται ως ήρωας της Τρίκκης 9 ενώ στον τρίτο Πυθιόνικο του Πινδάρου ως
καταγόμενος από μια μικρή θεσσαλική πόλη, την Λακέρεια 10 . Ο Στράβων μας παραθέτει
την πληροφορία ότι στην Τρίκκη βρισκόταν το αρχαιότερο και πιο φημισμένο ιερό του
θεού 11 και ο Ηρώνδας στον δεύτερο Μιμίαμβό του αναφέρει πως η λατρεία του
Ασκληπιού στην Κω ήρθε από την πόλη αυτή 12 . Αντίθετα στην Επίδαυρο, για την οποία
οι αναφορές στις πηγές είναι πιο ύστερες, οι εκτεταμένες ανασκαφές έχουν δείξει ότι ο
θεός πρέπει να λατρευόταν στο χώρο σε πρώιμη εποχή 13 . Όπως πολύ σωστά επισημαίνει
ο Holtzman, δεχόμενος προφανώς την άποψη των Martin και Metzger σχετικά με την
καταγωγή του θεού από την Τρίκκη, «οι περιορισμένες έρευνες που μέχρι τώρα έχουν
διεξαχθεί στη περιοχή δεν επιτρέπουν την επιβεβαίωση της θεσσαλικής προέλευσης του
μύθου για την καταγωγή του Ασκληπιού» 14 .
Δυστυχώς οι αρχαίες πηγές στάθηκαν ιδιαίτερα φειδωλές στην παροχή
πληροφοριών για την ύπαρξη ιερών του Ασκληπιού αλλά και γενικότερα για την λατρεία
του συγκεκριμένου θεραπευτή θεού στη Μακεδονία. Στην ουσία, σε καμία αρχαία
γραπτή πηγή δεν αναφέρεται ιερό που να τοποθετείται στο μακεδονικό χώρο. Την
παντελή ωστόσο αποσιώπηση από πλευράς πηγών της λατρείας αυτής συμπληρώνει ένας
σχετικά ικανός αριθμός επιγραφών και άλλων αρχαιολογικών ευρημάτων, γεγονός που
προβάλλει επιτακτική την ανάγκη εξέτασης των παραπάνω δεδομένων προκειμένου να
ανιχνεύσουμε την ύπαρξη της και την κατανομή των εκφάνσεών της στο χώρο και το
χρόνο.
9
O‰ d' e con Tr…kkhn kaˆ 'Iqèmhn klwmakÒessan,
o† t' œcon O„cal…hn pÒlin EÙrÚtou O„caliÁoj,
tîn aâq' ¹ge…sqhn 'Asklhpioà dÚo pa‹de
„htÁr' ¢gaqë Podale…rioj ºd Mac£wn.
Όμηρος, Ιλιάδα , Β, 229-732.
10
Πίνδαρος, Γ’ Πυθιόνικος, 8 κ.ε.
11
œsti d' ¹ m n Tr…kkh, Ópou tÕ ƒerÕn toà 'Asklhpioà tÕ ¢rcaiÒtaton kaˆ ™pifanšstaton, Ómoroj to‹j te
DÒloyin kaˆ to‹j perˆ t¾n P…ndon tÒpoij. Στράβων, Γεωγραφικά 9, 5, 17.
12
kçsklhpiÕj kîj Ãlqen ™nq£d' ™k Tr…kkhj. Ηρώνδας ΙΙ, 97.
13
Martin- Metzger 1992, 76-77 και 107-108.
14
LIMC II, Asklepios, 864. Martin-Metzger 1992, 75. Για το ζήτημα της ταύτισης των μέχρι τώρα
αποκαλυφθέντων αρχαιοτήτων στη πόλη των Τρικάλων με το ιερό του Ασκληπιού βλ. Τζιαφάλιας 1988,
179-218. Ο Τζιαφάλιας υποστηρίζει πως τα ελληνιστικά κτήρια και το λουτρό των ύστερων ρωμαϊκών
χρόνων που εντοπίστηκαν στα οικόπεδα Πυργιώτη, Ίτσιου και Ζαχαράκη στα Τρίκαλα αποτελούν τμήμα
του Ασκληπιείου της πόλης. Η εύρεση μάλιστα καταλοίπων που κατά τον Τζιαφάλια ανήκουν στον
μυκηναϊκό πυρήνα της αρχαίας Τρίκκης υποδεικνύουν την διαχρονική κατοίκηση και χρήση του χώρου
από τους προϊστορικούς ως και τους ιστορικούς χρόνους, θέτοντας κατ’αυτόν τον τρόπο σε νέα βάση την
συζήτηση σχετικά με την αρχαιότητα του Ασκληπιείου της Τρίκκης και κατ’επέκταση την καταγωγή της
λατρείας του Ασκληπιού. Τζιαφάλιας 1988, 201.
7
ΜΕΡΟΣ Α
8
15
Comella 2002, 86.
16
Poulsen 1951, 173. Διαστάσεις αναγλύφου: ύψος:0.56μ., μήκος 0,72μ. Πολύ πιθανό το συγκεκριμένο
έργο να προέρχεται από την Άφυτι της Χαλκιδικής καθώς από την περιοχή αυτή αποκτήθηκε ακόμη ένα
ανάγλυφο του Μουσείου Ny Carlsberg της Κοπεγχάγης. Poulsen 1951, 175, αρ. 233b.
17
Poulsen 1951, 174.
9
18
Poulsen 1951, 174.
19
Poulsen 1951, 175.
20
Comella 2002, 86-87.
21
Comella 2002, 87.
22
Comella 2002, 87.
23
Poulsen 1951, 175. Comella 2002, 87.
10
αυτό συνδέεται άμεσα με τον Ασκληπιό και έχει σαφή αναφορά στο ιερό της Επιδαύρου
τότε προκύπτει ότι ήδη από τον 5ο αι.π.Χ. το τελευταίο έπαιξε σημαντικό ρόλο στην
εδραίωση της λατρείας του Ασκληπιού πανελλαδικά. Τέλος η περιοχή προέλευσης του
έργου -η Χαλκιδική με τις αποικίες της- ίσως αποτελεί δηλωτικό στοιχείο για την
ανίχνευση της πύλης εισαγωγής και της πορείας διείσδυσης της λατρείας στο μακεδονικό
χώρο.
Από την Αντιγόνεια φαίνεται πως προέρχεται μια επιγραφή που χρονολογείται στο
α΄μισό του 3ου αι.π.Χ. 24 , χαραγμένη σε μια βάση αναθήματος που αναφέρει τον ιερέα του
Ασκληπιού Ευαλκίδη, o οποίος μετά τη λήξη της ιερατικής του θητείας ανέθεσε στο θεό
κάποιο ανάθημα 25 (Πιν.6α, αρ.κατ.07). Από τη διατύπωση ἱερητεύσας προκύπτει πως η
θητεία αυτή ήταν χρονικά περιορισμένη, προφανώς ετήσια 26 . Η επιγραφή, χαμένη
σήμερα, είναι γνωστή από τις σημειώσεις του Avezou, τις οποίες δημοσιεύσαν οι Feissel
και Sève 27 . Η Αντιγόνεια δεν έχει μέχρι τώρα εντοπιστεί ανασκαφικά. Από τα υπάρχοντα
ωστόσο στοιχεία προκύπτει πως πολύ πιθανόν να βρισκόταν στην περιοχή της σημερινής
Ν. Καλλικράτειας κοντά στον οικισμό του Αγίου Παύλου 28 .
24
Hatzopoulos 1996α , σελ. 95, αρ.81.
25
Βουτυράς 1993 , 259.
26
Για περιπτώσεις κατά τις οποίες οι ιερείς αναθέτουν κάποιο ανάθημα μετά το τέλος της θητείας τους βλ.
Βουτυράς 2000, 637-638 και Βουτυράς 1993, 259.
27
Feissel-Sève 1979, 292 , αρ.16.
28
Papazoglou 1988, 420.
29
Σιαμπανόπουλος 1974, 192. Πρόκειται για παράδοση του κατοίκου Πάσχου Στάμου.
11
μια μεσόμφαλη φιάλη που κρατά με το άλλο της χέρι η θεά. Δίπλα της διακρίνεται μια
ανδρική κεφαλή που ανήκει κατά πάσα πιθανότητα στον Ασκληπιό 30 . Το γεγονός ότι η
δεύτερη αυτή μορφή αποδίδεται σε μεγαλύτερη κλίμακα από τη γυναικεία φαίνεται να
ενισχύει την υπόθεση αυτή. Αλλά και τα ίχνη ενός διαδήματος που με δυσκολία
διακρίνονται στο κεφάλι της ίσως να αποτελούν ένδειξη για την ύπαρξη στροφίου, ενός
αντικειμένου που συχνά συνοδεύει την εικονογραφία του Ασκληπιού 31 .
03. Αμφίπολη
Η λατρεία του Ασκληπιού στην Αμφίπολη φαίνεται πως ήταν ιδιαιτέρα σημαντική.
Από τη περιοχή έχει προκύψει το τμήμα μιας επιγραφής 32 χρονολογούμενο στο α΄ μισό
του 4ου αι.π.Χ. στο οποίο εκτός του ότι μαρτυρείται λατρεία του Ασκληπιού σε πρώιμους
χρόνους, ταυτόχρονα παρέχει στοιχεία για τις λατρευτικές πρακτικές (Πιν.2α, αρ.
κατ.01). Μολονότι σώζεται ιδιαίτερα αποσπασματικά προκύπτει ότι στην Αμφίπολη
υπήρχε συλλατρεία του Ασκληπιού με άλλους θεούς. Στο ιερό αυτό μάλιστα λάμβανε
χώρα η πρακτική της εγκοίμησης. Οι πιστοί έπρεπε να ακολουθήσουν ένα συγκεκριμένο
τυπικό προκειμένου να διασφαλιστεί η εγκυρότητα της λατρευτικής διαδικασίας 33 .
Από την Αμφίπολη επίσης έχουν προκύψει αρκετές επιγραφές αγοραπωλησιών
(ωνών) στις οποίες αναφέρονται όλα τα απαραίτητα στοιχεία (οι συμπλεκόμενοι, οι
μάρτυρες, ο ιερέας του Ασκληπιού, ο επιστάτης, οι εγγυητές κλπ.) προκειμένου να
τοποθετηθούν σε μια χρονική ακολουθία αλλά και για να διασφαλιστεί η εγκυρότητα των
πράξεων 34 . Όλες χρονολογούνται στη πέμπτη δεκαετία του 4ου αι.π.Χ.( 357/6 π.Χ. με
350 π.Χ.). Στα έτη 357/6 π.Χ. τοποθετούνται δύο επιγραφές οι οποίες αναφέρουν ως
ιερέα του Ασκληπιού τον Τείσωνα και επιστάτη τον Σπάργη 35 (Πιν.2β,γ, αρ.κατ.02-03).
30
Μητροπούλου 1984, 22, αρ.27. Τα κεφάλια και των δύο μορφών είναι ιδιαίτερα καταστραμμένα για το
λόγο αυτό ο Σιαμπανόπουλος στη πρώτη δημοσίευση του αναγλύφου εξέλαβε και τις δύο μορφές ως
γυναικείες. Σιαμπανόπουλος 1974 , 192
31
Για το είδος αυτό του διαδήματος βλ. Krug 1968, 126-130, τύπος 12.
32
Το τμήμα της επιγραφής βρέθηκε τυχαία εντός του αγρού Ι.Κοχλιαρίδη το 1965 στη θέση «Μπεζεστένι».
Ακολούθησε δοκιμαστική ανασκαφή η οποία αποκάλυψε αρχιτεκτονικά κατάλοιπα βυζαντινών προφανώς
χρόνων. Λαζαρίδης 1966, 28.
33
Για εκτενή πραγμάτευση της επιγραφής βλ. Veligianni 1994, 391-405.
34
Εδώ παρατίθενται μόνο οι επιγραφές που αναφέρουν ρητά ιερέα του Ασκληπιού. Για εκτενή μελέτη
όλων των πράξεων αγοραπωλησιών που έχουν προκύψει από την Αμφίπολη βλ. Hatzopoulos 1991.
35
Η πρώτη είναι γνωστή μόνο από φωτογραφίες και έκτυπα του Edson ο οποίος την μελέτησε όταν ακόμη
βρισκόταν εντοιχισμένη στο φούρνο της οικίας του Α.Μπαρμπούτη στην Αμφίπολη. Με την εγκατάλειψη
και τη καταστροφή του σπιτιού στα ταραγμένα μετά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο χρόνια, η επιγραφή
χάθηκε. Χατζόπουλος 1991, 24-25, αρ.ΙΙΙ. Η δεύτερη βρέθηκε στις 5/11/1985 στα χαλάσματα της οικίας
12
Άλλες δύο χρονολογούνται περίπου στα χρόνια 356-352π.Χ. Και οι δύο παραδίδουν ως
επιστάτη της πόλης τον Σπάργη ενώ ως ιερέα, τον Άνδρωνα 36 η μια (Πιν. 2δ,
αρ.κατ.04), και τον Ευαίνετο η άλλη 37 (Πιν.3α, αρ.κατ.05). Η υστερότερη από τις
πράξεις αυτές χρονολογείται το 351-350π.Χ. και αναφέρει ως επιστάτη τον Αισχύλο και
ιερέα τον Ερμαγόρα 38 (αρ.κατ.06).
Για την αποδοχή της λατρείας από τους Αμφιπολίτες μαθαίνουμε επίσης και από
μια επιγραφή που βρέθηκε στο Ασκληπιείο της Κω η οποία αναφέρει την πόλη να
συμμετέχει στη πανελλήνια γιορτή προς τιμή του Ασκληπιού που οργανώθηκε για πρώτη
φορά το 242π.Χ ενώ ταυτόχρονα της παρέχεται και το δικαίωμα της ασυλίας 39 .
Η λατρεία του Ασκληπιού συνεχίζεται καθ’ όλη την διάρκεια των ελληνιστικών
χρόνων όπως προκύπτει από ένα αγαλμάτιο Ασκληπιού που εντοπίστηκε σε μια οικία η
οποία πρέπει να ανήκε σε μια αρχαία συνοικία της πόλης 40 . Πρόκειται για ένα κτήριο με
δύο αυλές διαφορετικής έκτασης, για το οποίο προκύπτει μια περίοδος χρήσης από τα
τέλη του 4ου αι.π.Χ. έως και τα χρόνια του Αυγούστου 41 . Ένα τμήμα του μόνο έχει
ανασκαφεί. Για την συνολική έκτασή του δεν γνωρίζουμε τίποτα καθώς κανένας
εξωτερικός τοίχος δεν έχει μέχρι στιγμής αποκαλυφθεί ενώ οι ως τώρα αποκαλυφθέντες
δείχνουν να συνεχίζονται προς όλες τις κατευθύνσεις 42 .
του Συμεών Ταχτσόγλου στην Αμφίπολη. Σήμερα βρίσκεται στο Μουσείο της Αμφίπολης με αριθμό
καταλόγου Λ 127 ύστερα από την παράδοσή της στην Αρχαιολογική Υπηρεσία. Χατζόπουλος 1991, 30,
αρ.IV.
36
Η επιγραφή μας σώζεται μόνο από ένα σχέδιο της Daphne Hereward η οποία την είχε δει το 1959 στην
οικία του Σ. Ασνιβουρίδη στην Αμφίπολη. Χατζόπουλος 1991, 31, V.
37
Πρώτη φορά την είδε το 1959 η Daphne Hereward στην οικία του Ν. Παρασκόνουλου στο χωριό
Μεσολακκιά (Κάτω Λακκοβίκια) κοντά στην Αμφίπολη. Χατζόπουλος 1991, 33, VΙ. Μεταφέρθηκε στο
Μουσείο της Καβάλας (αρ. κατ. Λ 333) όπου μελετήθηκε από τον Δ.Λαζαρίδη. Lazaridis D., “Trois
nouveaux contrats de vente a Amphipolis”, BCH LXXXV, (1961), 431-433, αρ. 3.
38
Βρέθηκε το 1862 σε έναν αγρό στο χωριό Λακκοβίκια (σημερινή Μεσσολακιά). Όταν την αναζήτησε ο
Perdrizet το 1899 είχε ήδη χαθεί. Έγινε γνωστή από τον καθηγητή του Γυμνασίου Σερρών Ι.Πανταζίδη ο
οποίος τη δημοσίευσε στο περιοδικό Φιλίστωρ σύμφωνα με ένα αντίγραφο που του παρέδωσε ο δάσκαλος
της Μεσολακκιάς Ν.Κουμπίδης. Χατζόπουλος 1991, 43, αρ. VIΙΙ όπου και η προγενέστερη βιβλιογραφία.
39
Herzog -Klaffenbach 1952 , 6.
40
Πρόκειται για την οικία που ανασκάφηκε στο οικ. Κυπριανίδη το οποίο βρίσκεται στη πλαγιά των
λόφων, βόρεια της αρχαίας ακρόπολης και σε επαφή σχεδόν με τον βόρειο εσωτερικό περίβολο του
τείχους. Μάλαμα -Σαλονικιός 2004, 147-148.
41
Η κεντρική αυλή περιγράφεται παρακάτω. Η μικρότερη βρίσκεται στο νοτιοδυτικό τμήμα του κτηρίου
και είναι λιθοστρωμένη. Μάλαμα -Σαλονικιός 2004, 148.
42
Οι διαφορετικές οικοδομικές φάσεις αντικατοπτρίζονται στις διαφορετικές τοιχοδομίες που παρουσιάζει
το κτήριο. Από την φάση του 4ου αι.π.Χ. είναι ορατή η επιμέλεια της κατασκευής με τους γωνιασμένους
ισομεγέθεις πωρόλιθους. Στον 3ο και 2ο αι.π.Χ. χρησιμοποιούνται πάλι πωρόλιθοι διαφορετικού αυτή τη
φορά μεγέθους σε προσεγμένη ωστόσο τοιχοποιία. Αντίθετα οι επεμβάσεις που παρατηρούνται κατά τους
ρωμαϊκούς χρόνους χαρακτηρίζονται από προχειρότητα καθώς διαμορφώνονται από αργολιθοδομή με την
παρεμβολή λάσπης ή ασβεστοκονιάματος. Μάλαμα -Σαλονικιός 2004, 148.
13
Κεντρική θέση στο κτήριο κατέχει μια μεγάλη ορθογώνια αυλή με ψηφιδωτό
δάπεδο και πηγάδι στη νότια πλευρά της 43 . (Πιν.4). Η πρόσβαση σε αυτή γινόταν μέσω
ενός φαρδύ λιθόστρωτου δρόμου από τα ανατολικά και ενός στενού διαδρόμου από τα
βόρεια 44 . Στην δυτική πλευρά αυτής της αυλής ανοίγεται ένα ευρύχωρο δωμάτιο τις
εσωτερικές πλευρές του οποίου περιτρέχει υπερυψωμένη ζώνη-δάπεδο πλάτους 1μ.
καμωμένο από αργούς λίθους ενώ το εσωτερικό του ήταν διακοσμημένο με ψηφιδωτό 45 .
Πρόκειται προφανώς για ένα χώρο προορισμένο για συμπόσια καθώς το πόδιο που
περιτρέχει τις πλευρές θα δεχόταν τις κλίνες· για το λόγο αυτό οι ανασκαφείς τον
ταυτίζουν με τον ανδρώνα της οικίας. Σε κάποια μεταγενέστερη φάση το δωμάτιο αυτό
χωρίστηκε σε τρεις άνισους χώρους, έναν επιμήκη ανατολικό και δυο μικρότερους στα
δυτικά με χαμηλά τοιχία-θρανία ύψους 0,20μ. 46 . Στον διάδρομο, εξωτερικά του
ανατολικού τοίχου του ανδρώνα βρέθηκε το αγαλμάτιο που αναφέρθηκε παραπάνω και
αποδίδει τον Ασκληπιό 47 . Πρόκειται για έναν μαρμάρινο κορμό ανδρικής μορφής
σωζόμενου ύψους 0,26μ., ελληνιστικών χρόνων, που φορά ιμάτιο και στηρίζεται σε
ραβδί το οποίο μολονότι δεν διατηρείται, υποδηλώνεται ωστόσο με την ιδιαίτερη
διαμόρφωση του ιματίου κάτω από την αριστερή μασχάλη. (Πιν.3β, αρ.κατ.48).
Από τον ευρύτερο χώρο της οικίας προέκυψαν αρκετά ευρήματα λατρευτικού
χαρακτήρα. Στο εσωτερικό του χώρου 5 που βρίσκεται στα ΝΔ της αυλής εντοπίστηκαν
λάκκοι στους οποίους δεν βρέθηκαν υπολείμματα πιθαριών, όπως θα ήταν αναμενόμενο,
αλλά ειδώλια γυναικείων μορφών 48 . Στο εσωτερικό του ανδρώνα και πιο συγκεκριμένα
στους χώρους 11 και 11α εντοπίστηκαν πήλινο ειδώλιο ένθρονης Κυβέλης, θραύσματα
ειδωλίων άλλων θεοτήτων, ένα πήλινο ομοίωμα βωμού, πολύμυξα λυχνάρια και αγνύθες
43
Το ψηφιδωτό σώζεται σε μια έκταση 4,80x5μ. και διακοσμείται με ψηφίδες λευκού ασβεστόλιθου
διαστάσεων περίπου 0,05-0,06μ. που διατάσσονται σε εννέα ζώνες πλάτους 0,60μ. Το υπόστρωμά του
είναι κατασκευασμένο από μικρούς αργούς λίθους που επικαλύπτονται από ερυθρό-ροδαλό κονίαμα. Το
πηγάδι είναι κατασκευασμένο από πωρόλιθο. Διατηρείται το πηγαδόστομό του και οι αυλακώσεις από τα
σκοινιά άντλησης του νερού. Μάλαμα -Σαλονικιός 2004, 148.
44
Μάλαμα -Σαλονικιός 2004, 148.
45
Μάλαμα -Σαλονικιός 2004, 150. Στο κέντρο του χώρου 8 αποκαλύφθηκε εστία διαμέτρου 0,50μ. Η
ανατολική είσοδος του χώρου είναι έκκεντρα τοποθετημένη όπως προκύπτει από τη κάτοψη ενώ εξαίρεται
και με τη παρουσία βαθμίδας.
46
Οι ανασκαφείς υποθέτουν πως ο ανδρώνας πρέπει να φιλοξενούσε -βάσει υπολογισμών- 12 κλίνες.
Μάλαμα -Σαλονικιός 2004, 150.
47
Μάλαμα -Σαλονικιός 2004, 152.
48
Προφανώς πρόκειται για τον πιθεώνα της οικίας από τον οποίο σε κάποια μεταγενέστερη φάση
απομακρύνθηκαν οι πίθοι και οι λάκκοι τους μετατράπηκαν σε αποθέτες. Από τον χώρο προέκυψαν επίσης
πολλές πήλινες και μολύβδινες αγνύθες, ένα πολύμυξο λυχνάρι και χάλκινα νομίσματα του 2ου και 1ου
αι.π.Χ. Μάλαμα -Σαλονικιός 2004, 152.
14
ενώ στο χώρο 15 που διαμορφώνεται στα βόρεια της αυλής και στα ανατολικά του
βόρειου διαδρόμου βρέθηκε μαρμάρινος βωμίσκος 49 .
Οι λατρευτικές πρακτικές που λάμβαναν χώρα στο κτήριο προκύπτουν και από την
εύρεση αρκετών καύσεων σε διάφορα σημεία τόσο στο εσωτερικό της αυλής όσο και στη
στοά που βρίσκεται στα νότιά της. Στο βορειοδυτικό τμήμα της αυλής λοιπόν
εντοπίστηκε εκτεταμένη καύση η οποία περιείχε κάρβουνα, καμένα κονιάματα ερυθρού
χρώματος, όστρακα και οστά ζώων. Αλλά και στο δυτικό τμήμα του χώρου 4 που
καταλαμβάνει την έκταση στα νότια της κεντρικής αυλής βρέθηκαν παρόμοιες καύσεις 50 .
Ίσως δεν είναι τυχαίο ότι σε επαφή με τον νότιο τοίχο του παραπάνω χώρου
αποκαλύφθηκε μια κόγχη πρόχειρα κατασκευασμένη από όρθια τοποθετημένες κεράμους
στέγης. Μολονότι στο εσωτερικό της δεν βρέθηκαν αντικείμενα που να σχετίζονται με τη
λατρεία παρόλα αυτά συγκρίσεις με άλλα παράλληλα οδηγούν στη ταύτισή της με
λατρευτική που εξυπηρετούσε την οικιακή λατρεία 51 . Στο χώρο δίπλα από την κόγχη
αυτή αλλά σε επιφανειακό στρώμα εντοπίστηκε ακέφαλο μαρμάρινο άγαλμα όρθιας
γυναικείας μορφής το οποίο με βάση τα χαρακτηριστικά του αποδίδει την Άρτεμη 52 .
Από όλα τα παραπάνω ευρήματα διαφαίνεται ο έντονος λατρευτικός χαρακτήρας
του κτηρίου αυτού. Στο πλαίσιο αυτής της λατρείας εντάσσεται και η παρουσία
αγάλματος Ασκληπιού. Επιπλέον συνδέθηκε από τους ανασκαφείς η εύρεση εκτεταμένου
δικτύου αγωγών 53 που εκφεύγουν προς διάφορες κατευθύνσεις με όλες εκείνες τις
λατρευτικές και θεραπευτικές πρακτικές που συναντούμε στα ιερά του Ασκληπιού και
49
Μάλαμα -Σαλονικιός 2004, 150-151.
50
Στα νοτιοανατολικά του χώρου 3 εντοπίστηκε μια ακόμη καύση που περιείχε όστρεα και ένα ειδώλιο.
Μάλαμα -Σαλονικιός 2004, 151.
51
Μάλαμα -Σαλονικιός 2004, 151.
52
Η μορφή αποδίδεται κατ’ ενώπιον και διατηρεί την συμφυή ελλειψοειδή πλίνθο της. Το συνολικά
σωζόμενο ύψος της είναι 0,67μ. Φορά πέπλο αττικού τύπου με μακρύ απόπτυγμα που ζώνεται ψηλά κάτω
από το στήθος. Το ιμάτιό της κρέμεται από τους ώμους της χωρίς να καλύπτει το κορμό. Στα πόδια φέρει
υψηλά καττύματα. Η απόδοση ιμάντα διαγώνια στο στήθος της μορφής και η ύπαρξη οπής στη δεξιά
ωμοπλάτη για τη στερέωση προφανώς φαρέτρας συνηγορούν στη ταύτισή της με την Άρτεμη. Κατά τους
ανασκαφείς το έργο χρονολογείται στα ελληνιστικά χρόνια παραλλάσσοντας κάποιον αγαλματικό τύπο του
4ου αι.π.Χ. Μάλαμα -Σαλονικιός 2004, 151.
53
Σε ολόκληρο τον ανασκαμμένο χώρο αποκαλύφθηκαν τρεις κτιστοί και ένας πήλινος αγωγός. Από τους
κτιστούς ο ένας -προφανώς αποχετευτικός με επικάλυψη από πώρινες πλάκες- έχει την αφετηρία του στο
νότιο τοίχο του χώρου 4, συνεχίζει κάτω από την κεντρική αυλή και βαίνει παράλληλα με τον βόρειο
διάδρομο στα δυτικά του χώρου 15. Σώζεται σε μήκος 14,50μ. και από το εσωτερικό του προέκυψαν
νομίσματα του 3ου και 2ου αι.π.Χ. Ο δεύτερος ξεκινά από τον ανατολικό τοίχο της νότιας μικρότερης
αυλής και διασχίζει τους χώρους 3, 5, 10 και 14 με κατεύθυνση ΝΑ-ΒΔ. Το εσωτερικό του διαμορφώνεται
με ερυθρό κονίαμα που έχει λειανθεί. Ο τρίτος βρέθηκε σε υψηλότερο επίπεδο από τους άλλους και φέρει
επικάλυψη από πώρινες πλάκες και οικοδομικό υλικό σε δεύτερη χρήση. Διασχίζει διαγώνια τους χώρους 6
και 7 που βρίσκονται στα νοτιοανατολικά του ανασκαμμένου χώρου και καταλήγει στην νοτιοανατολική
γωνία της νότιας αυλής. Στο εσωτερικό της τελευταίας εντοπίστηκε πήλινος αγωγός μήκους 2μ. ο οποίος
λογικά πρέπει να συνδεόταν με τον κτιστό που περιγράφηκε πρώτος. Μάλαμα -Σαλονικιός 2004, 149-150.
15
54
Μάλαμα -Σαλονικιός 2004, 152.
55
Μάλαμα -Σαλονικιός 2004, 153.
56
Για αυτόν τον τύπο του διαδήματος βλ. Krug 1968, 126-130, τύπος 12.
57
Στίκας 1978, 46 και Στίκας 1981, 52.
58
LIMC II, Asklepios, 882, αρ. 222, Riethmüller 2005α, 320, αρ. 13.
59
Hatzopoulos 1996α, σελ.86, αρ. 64. Καφταντζής 1967, 86-87 ,αρ.14
60
Hatzopoulos 1996α, σελ.86, αρ. 64. Σήμερα βρίσκεται στο Μουσείο Σερρών.
61
Καφταντζής 1967, 86-87, αρ.14.
62
Hatzopoulos 1996α, 86, αρ.64.
63
Hatzopoulos 1996α, 86, αρ.64. Πρόκειται για μια ενεπίγραφη στήλη που βρέθηκε στο Γυμνάσιο της
Αμφίπολης και χρονολογείται στο έτος 24/3π.Χ. Η επιγραφή μας παρέχει πολύ σημαντικές πληροφορίες
για την αγωγή των εφήβων, τα ήθη της εποχής, τα αξιώματα, την κοινωνική ζωή και την τοπογραφία της
πόλης. Λαζαρίδης 1985, 23-24. Παραμένει ακόμη αδημοσίευτη, ο Χατζόπουλος ωστόσο κατόρθωσε να
διαβάσει μέρος της επιγραφής από φωτογραφίες που έχουν δώσει στη δημοσιότητα οι ανασκαφείς.
Gauthier-Hatzopoulos, La loi gymnasiarchique de Beroia, Μελετήματα 16, Αθήνα 1993, 161-162.
16
Στο ανάγλυφο που χρονολογείται στο β’ μισό του 4ου αι.π.Χ. 65 αποδίδεται
ανακεκλιμένος γενειοφόρος άνδρας (Ασκληπιός;) κρατώντας φιάλη με το δεξί του χέρι
την οποία τείνει προς ένα ελισσόμενο φίδι. Μπροστά του εικονίζεται μια καθήμενη
γυναικεία μορφή (Υγεία;) ενώ πίσω της σε μικρότερη κλίμακα προσέρχονται ένας
ολόγυμνος νέος και ένας γενειοφόρος ιππέας με καυσία. Μεταξύ των δύο τελευταίων
διακρίνεται βωμός; 66 .
Η κατάταξη του έργου στα αναθηματικά ανάγλυφα στο τύπο του νεκροδείπνου και
η ταύτιση της ανακεκλιμένης μορφής με αυτής του Ασκληπιού είναι αρκετά δύσκολο να
επιβεβαιωθεί με βάση τις υπάρχουσες πληροφορίες. Στην επιγραφή δεν αναφέρεται ή
τουλάχιστον δεν διαβάζεται το όνομα του Ασκληπιού λόγω της μεγάλης φθοράς, γεγονός
που μας καθιστά ιδιαίτερα επιφυλακτικούς ως προς τις ταυτίσεις καθώς η εικονογραφία
που χρησιμοποιείται τόσο στα επιτύμβια όσο και στα αναθηματικά ανάγλυφα του τύπου
των νεκροδείπνων είναι σε πολλές περιπτώσεις κοινή 67 .
Από την Μόρρυλο 68 , (σημερινοί Άνω Απόστολοι του νομού Κιλκίς), έχουν
προκύψει αρκετά και σημαντικά στοιχεία που βοηθούν στη μελέτη της λατρείας του
Ασκληπιού. Στην περιοχή πρέπει να λειτουργούσε ένα σημαντικό ιερό του θεού όπως
προκύπτει από τρεις τουλάχιστον επιγραφές οι οποίες μαρτυρούν τη λατρεία του αλλά
και από έναν ικανοποιητικό αριθμό αγαλμάτων που προέρχονται από τον χώρο 69 .
Για αρκετά χρόνια η προέλευση ενός συνόλου θραυσμάτων έργων πλαστικής που
φυλάσσονταν στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης παρέμενε άγνωστη. Οι
64
Το αξίωμα μαρτυρείται στη Θάσο όπου οι πολέμαρχοι ήταν πέντε. Στο συγκεκριμένο ανάγλυφο έχουμε
την αναφορά περισσοτέρων ονομάτων γεγονός που ώθησε τον Χατζόπουλο στην υπόθεση πως ίσως οι
πολέμαρχοι στην Αμφίπολη να ήταν δέκα. Επιπλέον, επειδή καμιά μεταφορά αρχαιοτήτων δεν έχει μέχρι
τώρα διαπιστωθεί από το νησί της Θάσου στην απέναντι ενδοχώρα καθιστά ιδιαίτερη πιθανή την υπόθεση
το ανάγλυφο να προέρχεται από την Αμφίπολη. Hatzopoulos 1996α , 86, αρ.64.
65
Hatzopoulos 1996α, 86, αρ.64.
66
Καφταντζής 1967, 86-87.
67
Για το μοτίβο των ανακεκλιμένων μορφών σε συμποσιακές σκηνές βλ. Dentzer J.-M., Le motif du
banquet couché dans le proche-orient et le monde grec du VIIe au IVe siècle avant J.-C., 1982.
68
Η πόλη της Μορρύλου κατέχει τη θέση του λόφου, στις υπώρειες του οποίου απλώνεται το χωριό των
Άνω Αποστόλων. Σαββοπούλου 1998, 93.
69
Η μεγάλη σημασία του ιερού του Ασκληπιού στην Μόρρυλο ίσως να οφειλόταν στη χρήση του
θεραπευτικού πηλού από την γειτονική λίμνη (σημερινή Πικρολίμνη), πρακτική που συνεχίζεται μέχρι
σήμερα. Σαββοπούλου 1998, 93. Οι θεραπευτικές ιδιότητες του πηλού οφείλονται στην παρουσία νίτρου,
μιας ουσίας που ήταν γνωστή ήδη από την αρχαιότητα και χρησιμοποιούνταν για θεραπευτικούς σκοπούς.
Ιγνατιάδου Δ., «Έρευνα για το χαλαστραίο νίτρο», ΑΕΜΘ 16 (2002), Θεσσαλονίκη 2004, 241-248, 243-
244.
17
Χατζόπουλος και Λουκοπούλου 70 ωστόσο στη μελέτη τους για την αρχαία Μόρρυλο
έδειξαν, ύστερα από έρευνα, πως το σύνολο που αναφέρθηκε προέρχεται από την
συγκεκριμένη περιοχή. Το πρωιμότερο από αυτά χρονολογείται στα τέλη του 4ου αι.π.Χ.
Πρόκειται για μια κεφαλή που ανήκει σε άγαλμα μιάμιση φορά μεγαλύτερο από το
φυσικό και αποδίδει τον Ασκληπιό. (Πιν.21α, αρ.κατ.65). Τόσο οι παραπάνω μελετητές
όσο και ο Δεσπίνης κατέληξαν στη υπόθεση πως πρέπει να προέρχεται από το
71
λατρευτικό άγαλμα του ιερού . Σύμφωνα μάλιστα με τον τελευταίο το έργο πρέπει να
αποδοθεί σε αττικό γλύπτη 72 .
Στα τελευταία χρόνια του 3ου αι.π.Χ. χρονολογούνται δύο επιγραφές που ρητά
αναφέρουν πως οι στήλες έπρεπε να στηθούν στο επιφανέστερο σημείο του Ασκληπιείου
της πόλης 73 . Το περιεχόμενό τους είναι σχεδόν όμοιο. Στη πρώτη τιμάται ο Παράμονος
γιος του Σαμαγόρα διότι προσέφερε τόσο στη πόλη όσο και στο ιερό του Ασκληπιού μια
παραγωγική αγελάδα από την οποία προέκυψε ολόκληρη αγέλη 74 . (Πιν.21β, αρ.κατ.33).
Για να αποτελέσουν οι πράξεις παράδειγμα προς μίμηση για όλους τους Μορρυλίους, το
ψήφισμα ορίζει να στηθεί η στήλη που αναγράφει τις προσφερόμενες τιμές στον
«επιφανέστερο τόπο του Ασκληπιείου» 75 . Με την εύρεση της παραπάνω επιγραφής το
1961 στο χωριό των Άνω Αποστόλων διεξήχθη περιορισμένης έκτασης δοκιμαστική
ανασκαφή από την οποία προέκυψε: «α. υπόκαυστον ρωμαϊκού βαλανείου μετά των
συναφών χώρων των οποίων οι τοίχοι σώζονται εις ύψον 2 μέτρων και β. χώροι
αποθηκεύσεως τροφίμων και άλλοι, ακαθόριστοι επί του παρόντος» 76 .
Στη δεύτερη επιγραφή 77 με παρόμοιο περιεχόμενο τιμάται ο Αλκέτας ο οποίος
πέρα από τις μεγάλες υπηρεσίες που προσέφερε στην κοινότητα, έδωσε στους κατοίκους
70
Hatzopoulos-Loukopoulou 1989, 69-70. Οι δύο παραπάνω μελετητές θεώρησαν οτι οκτώ τουλάχιστον
ευρήματα έργων πλαστικής έχουν άμεση σχέση με τη λατρεία του Ασκληπιού και αποδίδουν μέλη της
οικογένειάς του. Hatzopoulos-Loukopoulou 1989, 75. Όπως έδειξε ωστόσο αργότερα ο Δεσπίνης στον
κατάλογο των γλυπτών του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης δύο περιπτώσεις πρέπει να
αποδεσμευτούν από τέτοιες συνδέσεις. Μια γυναικεία κεφαλή που ερμηνεύθηκε ως Υγεία από τους
Χατζόπουλο-Λουκοπούλου (Hatzopoulos-Loukopoulou 1989, 70, αρ.2 και σελ.75 ) πρέπει να αποδοθεί
κατά τον Δεσπίνη σε εικονιστική κεφαλή (ΚΓΜΘ 2003, 19-20, αρ.155). Ένα ακέφαλο γυναικείο άγαλμα
που συνδέθηκε επίσης από τους Χατζόπουλο-Λουκοπούλου (Hatzopoulos-Loukopoulou 1989, 72, αρ.5 και
σελ. 76) με την Υγεία αποδόθηκε από τον Δεσπίνη σε μια παραλλαγή του τύπου της Fortuna Bracio Nuovo
(ΚΓΜΘ 2003, 31-32, αρ.170).
71
. ΚΓΜΘ 2003, 18-19, αρ.154, (Αρ.Ευρ.Μ.Θεσ/νίκης:1018). Hatzopoulos-Loukopoulou 1989, 75.
72
ΚΓΜΘ 2003, 19.
73
Hatzopoulos 1996α, 69-70, αρ. 53 και 70-71, αρ. 54.
74
Hatzopoulos-Loukopoulou 1989, 26. Το γεγονός ότι το ανάθημα αφιερώνεται τόσο στο ιερό όσο και στη
πόλη υποδηλώνει πως κάτα πάσα πιθανότητα η λατρεία του Ασκληπιού αποτελούσε την επίσημη λατρεία
της πόλης.
75
Παπαδοπούλου 1963, 207 και Hatzopoulos-Loukopoulou 1989, 17-55.
76
Παπαδοπούλου 1961-1962, 207.
77
Η συγκεκριμένη επιγραφή είχε βρεθεί το 1933 στους Άνω Αποστόλους από όπου μεταφέρθηκε στο
Μουσείο της Θεσσαλονίκης. Εκεί αντιγράφηκε, φωτογραφήθηκε και ελήφθη έκτυπό της από τον Edson
18
της πόλης και στο θεό επίσης από μια παραγωγική αγελάδα 78 . (αρ.κατ.34). Μολονότι
δεν αναφέρεται ρητά, όπως στη πρώτη περίπτωση, πρέπει να πρόκειται για προσφορά
που απευθυνόταν στο ιερό του Ασκληπιού.
Από το ίδιο ιερό πρέπει να προέρχονται και δύο αγαλμάτια που χρονολογούνται
στον 1ο αι.π.Χ. και αποδίδουν τον Ασκληπιό. Το πρώτο αποτελεί αντίγραφο του
αγαλματικού τύπου του Ασκληπιού Este και παρουσιάζει τον θεό να φορά ιμάτιο και να
στηρίζεται σε ραβδί που ακουμπά κάτω από την αριστερή μασχάλη ενώ το δεξί του χέρι
αγγίζει τον αντίστοιχο γοφό 79 (Πιν.21γ, αρ.κατ.66). Το δεύτερο ανήκει στον τύπο
Αθηνών-Macerata με τον Ασκληπιό να φορά πάλι ιμάτιο και να στηρίζεται με το ραβδί
του στο δεξί του χέρι 80 (Πιν.21δ, αρ.κατ.67). Στον 1ο αι.μ.Χ. χρονολογείται μια πλίνθος
αγάλματος στην οποία διατηρούνται τα δυο γυμνά άκρα πόδια ανδρικής μορφής.
Εκατέρωθεν των πελμάτων σώζονται το πίσω μέρος ενός φιδιού στα δεξιά και ένας
ομφαλός στα αριστερά (Πιν.21ε, αρ.κατ.68). Πρόκειται ασφαλώς για μια πλίνθο που
έφερε άγαλμα του Ασκληπιού 81 .
Το δεξί χέρι ενός γυναικείου αγάλματος που κρατά μεσόμφαλη φιάλη συνδέθηκε
από τους Χατζόπουλο-Λουκοπούλου ως τμήμα από άγαλμα που απέδιδε την Υγεία 82 .
Μολονότι συνηθίζεται στην εικονογραφία να αποδίδεται η Υγεία σπένδουσα παρόλα
αυτά μια τέτοια σύνδεση είναι εξαιρετικά τολμηρή λόγω της αποσπασματικότητας του
ευρήματος.
Η λατρεία του Ασκληπιού στην περιοχή μαρτυρείται και από μια αναθηματική
επιγραφή του τέλους του 1ου αι. μ.Χ 83 ή του α΄ μισού του 2ου αι.μ.Χ 84 στην οποία ο
Σωσίας ο γιος του Σωσίπολη από το Ίωρον αφιερώνει ένα ανάθημα στον Ασκληπιό, την
Υγεία αλλά και στους ίδιους τους κατοίκους της Μορρύλου 85 (Πιν.21στ, αρ.κατ.35).
πριν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Σε ανύποπτο χρόνο μεταφέρθηκε εκ νέου στο Μουσείο του Κιλκίς όπου
εντοπίστηκε ξανά το 1984. Hatzopoulos-Loukopoulou 1989, 41.
78
Η πόλη μάλιστα είναι υποχρεωμένη να τον τιμήσει κατασκευάζοντας ένα γραπτό πίνακα με τη μορφή
του που θα έπρεπε να στηθεί στο Ασκληπιείο της πόλης. Hatzopoulos-Loukopoulou 1989, 44.
79
ΚΓΜΘ 2003, 28, αρ.164. Πρόκειται για το άγαλμα με αρ. ευρ. Αρ.Ευρ.947+1165 του Μουσείου
Θεσσαλονίκης. LIMC V, λ. Hygieia, 887, αρ.326.
80
ΚΓΜΘ 2003, 29, αρ.165. Αρ.Ευρ.Μ.Θεσ/νίκης:1090.
81
ΚΓΜΘ 2003, 42-43, αρ.181. Αρ.Ευρ.Μ.Θεσ/νίκης:1158.
82
Hatzopoulos-Loukopoulou 1989, 76.
83
Hatzopoulos-Loukopoulou 1989, 65.
84
Βουτυράς 1993, 255.
85
Hatzopoulos-Loukopoulou 1989, 64-65 όπου και η προγενέστερη βιβλιογραφία. Εκτός από την
παραπάνω επιγραφή οι Χατζόπουλος και Λουκοπούλου παραθέτουν μία ακόμη η οποία σύμφωνα με τον
αριθμό καταλόγου πρέπει να βρέθηκε κατά την ανασκαφή του 1961 μαζί με τα υπόλοιπα σημαντικά
ευρήματα που μαρτυρούν την λατρεία του Ασκληπιού στο χώρο. Πρόκειται για μια αποσπασματικά
σωζόμενη αναθηματική επιγραφή που φέρει ονόματα συνοδευόμενα από την λέξη εὐχήν. Η έκφραση
αυτή συνήθως συνοδεύει αναθηματικά ανάγλυφα ή επιγραφές που σχετίζονται με την επιθυμία των πιστών
για την διασφάλιση της υγείας ή την θεραπεία τους. Αν πράγματι αποτελεί ανάθημα του Ασκληπιείου τότε
19
Και αυτή η επιγραφή βρέθηκε το 1933 κάτω από άγνωστες συνθήκες 86 . Το γεγονός ότι ο
αναθέτης δεν κατάγεται από την Μόρρυλο αλλά από το Ίωρον υποδεικνύει την ιδιαίτερη
φήμη που θα είχε αποκτήσει το ιερό ώστε να προσέρχονται σε αυτό άτομα από την
ευρύτερη περιοχή 87 .
05. Βεργίνα
Από το εσωτερικό της θόλου του ανακτόρου της Βεργίνας προέρχεται ένα θραύσμα
αναθηματικού κατά πάσα πιθανότητα αναγλύφου που αποδίδει την Υγεία καθήμενη σε
θάκο (κάθισμα σε σχήμα κύβου). (Πιν.7α, αρ.κατ.39). Η θεά αποδίδεται σε στάση τριών
τετάρτων φορώντας ψηλά ζωσμένο χιτώνα και ιμάτιο το οποίο καλύπτει τα κάτω άκρα
ενώ στα γόνατά της τυλίγεται ένα μεγάλων διαστάσεων φίδι. Το θραύσμα αυτό
δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά από τον Heuzey ο οποίος ωστόσο στο κείμενό του
αμφιταλαντεύεται ως προς την ταύτιση της μορφής με την Υγεία ή με την Ολυμπιάδα 88 .
Για την δεύτερη πρόταση στηρίχθηκε στην αναφορά του Πλουτάρχου ότι η σύλληψη του
Αλεξάνδρου από την Ολυμπιάδα πραγματοποιήθηκε μέσω ενός φιδιού 89 . Δεκαετίες
αργότερα η Μητροπούλου αναδημοσίευσε το μνημείο αυτό αλλά παρασυρμένη
προφανώς από λανθασμένη μετάφραση της αντίστοιχης καταχώρησης στο κατάλογο του
Μουσείου του Λούβρου το παρουσίασε ως προερχόμενο από τα Μέγαρα 90 . Για χρόνια
λοιπόν η προέλευση του θραύσματος αυτού εμφανιζόταν ως άλλη από την πραγματική
μέχρι το 1998 οπότε η Hamiaux δημοσιεύοντας τον κατάλογο των ελληνικών γλυπτών
του Μουσείου του Λούβρου της ελληνιστικής περιόδου απεκατέστησε την αλήθεια 91 .
η πρώιμη χρονολόγηση που προτείνεται για την επιγραφή (από τα μέσα του 4ου αι.π.Χ. κ.ε.) δείχνει την
σημαντική θέση που κατείχε η λατρεία του Ασκληπιού στη πόλη. Αν λάβουμε μάλιστα υπόψη και το
γεγονός ότι σε ένα από τα ονόματα αναγράφεται και το εθνικό Ληταῖος, μιας πόλης 30 χλμ. ΝΑ της
Μορρύλου τότε προκύπτει πως το ιερό έχαιρε μεγάλης εκτίμησης και προβολής πέραν των ορίων της
πόλης σε σχετικά πρώιμη εποχή. Hatzopoulos-Loukopoulou 1989, 66-67. Τη σύνδεση της επιγραφής με τη
λατρεία του Ασκληπιού δεν αποκλείει και ο Βουτυράς. Βουτυράς 1993, 255, υπ. 20.
86
Η επιγραφή φέρει συνεχόμενο αριθμό εισαγωγής στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης (1272) με
το τιμητικό ψήφισμα για τον Αλκέτα (1271) γεγονός που υποδεικνύει πως οι δύο επιγραφές πρέπει να
μεταφέρθηκαν και να εισήχθησαν μαζί από τους Άνω Αποστόλους στο Μουσείο Θεσσαλονίκης.
Hatzopoulos-Loukopoulou 1989, 63.
87
Το Ίωρον δεν έχει εντοπιστεί ανασκαφικά. Οι Χατζόπουλος-Λουκοπούλου ωστόσο τοποθετούν την πόλη
μεταξύ των σημερινών χωριών του νομού Κιλκίς Κεντρικού και Παλατιανού, στις παρυφές του όρου
Δυσώρου, στο λόφο Τορτσέλι. Hatzopoulos-Loukopoulou 1989, 98.
88
Heuzey- Daumet 1876, 217.
89
Πλούταρχος, 2, 6. Heuzey- Daumet 1876, 217.
90
Μητροπούλου 1984, 42, αρ.236. Παρανόηση στη μετάφραση από τη γαλλική λέξη “megaron”.
91
Hamiaux 1998, 180-181, αρ. 199.
20
Παρά την παρανόηση σχετικά με την προέλευση του αναγλύφου και οι δύο
δημοσιεύσεις, της Μητροπούλου και της Hamiaux, συμφωνούν στο ότι στο θραύσμα
αυτό αποδίδεται η Υγεία. Η πρώτη μάλιστα παραθέτει και παράλληλα που ενισχύουν την
ταύτιση της μορφής με την Υγεία. Σχετικά με την χρονολόγηση η Μητροπούλου
προτείνει τα τέλη του 4ου αι.π.Χ 92 ενώ η Hamiaux το τοποθετεί γενικά στα ελληνιστικά
χρόνια σημειώνοντας ότι πρόκειται για «ανάγλυφο μέτριας ποιότητας και ότι η όψιμη,
δίχως αμφιβολία, χρονολόγησή του επιτρέπει να αναγνωρίσουμε σε αυτό την απεικόνιση
της Υγείας» 93 . Ο Holtzman στο LIMC ακολουθώντας προφανώς την Μητροπούλου
συγκαταλέγει το θραύσμα αυτό στον κατάλογο των απεικονίσεων της Υγείας
ενστερνιζόμενος την άποψη ότι πρόκειται για την κόρη του Ασκληπιού και όχι για την
Ολυμπιάδα 94 .
Το ανάγλυφο σώζεται αποσπασματικά γι’ αυτό και δεν είναι δυνατό να ελεγχθεί αν
στην εικονογραφία του μνημείου συμπεριλαμβανόταν και ο Ασκληπιός. Παρόλα αυτά
όμως η εύρεση ενός αναθηματικού αναγλύφου που απεικονίζει την Υγεία στη θόλο του
ανακτόρου της Βεργίνας 95 αποδεικνύει την υψηλή θέση της λατρείας όχι μόνο στην
χρονική ακολουθία -αν πράγματι χρονολογείται στα τέλη του 4ου αι.π.Χ.- αλλά και στην
πολιτική και κοινωνική ζωή των Μακεδόνων καθώς εντοπίστηκε σε ένα πολύ σημαντικό
δημόσιο οικοδόμημα το οποίο όπως προκύπτει από την αρχιτεκτονική του συγκέντρωνε
πολλές και διαφορετικές λειτουργίες. Με αφετηρία το εύρημα αυτό η πρόταση του
Tomlinson ότι στο ανάκτορο της Βεργίνας έχουμε ένα κτήριο του οποίου η βασική
λειτουργία ήταν η φιλοξενία συμποσίων, αποκτά ιδιαίτερη σημασία καθώς συνδέει
αντικείμενα με λατρευτικές εκδηλώσεις 96 .
06. Βέροια
Στην Βέροια η λατρεία του Ασκληπιού πρέπει να κατείχε ιδιαίτερη θέση στο
σύνολο των λατρευόμενων θεοτήτων. Ικανός αριθμός επιγραφών, αναγλύφων και άλλων
92
Μητροπούλου, 1984, 42,αρ. 236 .
93
Hamiaux 1998, 180.
94
LIMC II, Asklepios, 557, αρ.12.
95
Ανδρόνικος-Μακαρόνας-Μουτσόπουλος-Μπακαλάκης 1961, 16-17.
96
Συγκεκριμένα ο Tomlinson γράφει: “I would suggest, therefore, that at Vergina we have a building
whose main function was to accommodate drinking parties; though whether these where the solemn rites of
a religious sanctuary, or the more unbridled revels of a Macedonian monarch, is perhaps a matter in which
it is more discreet to be silent”. Tomlinson R.A, “Ancient Macedonian Symposia”, Αρχαία Μακεδονία Ι
(1968), Θεσσαλονίκη 1970, 308- 315, 315.
21
κινητών ευρημάτων πιστοποιούν την παραπάνω διαπίστωση. Γνωρίζουμε ότι στη πόλη η
λατρεία του θεού ήταν σημαντική ήδη από το 248π.Χ οπότε και αναφέρεται σε μια
επιστολή του Δημητρίου Β’ η παραχώρηση, από τη πλευρά του βασιλέα, του προνομίου
της ατέλειας στους ιερείς του Ηρακλέους Κυναγίδα όπως ακριβώς ίσχυε και για τους
ιερείς του Ασκληπιού 97 . (Πιν.7β, αρ.κατ.09).
Από μια άλλη επιγραφή που τοποθετείται χρονολογικά στα ίδια περίπου χρόνια
(β’μισό 3ου αι.π.Χ.) πληροφορούμαστε πως η λατρεία του Ασκληπιού ήταν κοινή με του
Απόλλωνα και της Υγείας. (Πιν.7γ, αρ.κατ.10). Ταυτόχρονα παρέχει πολύ σημαντικές
πληροφορίες για την οικονομική διαχείριση του ιερού καθώς παραθέτει καταλόγους
(λόγους), στους οποίους καταγράφονται τα πολύτιμα σκεύη μαζί με την αξία τους που
αγοράστηκαν με τα έσοδα του ιερού 98 .
Σε μια άλλη επιγραφή του 131/30π.Χ. αναφέρεται η κατασκευή λίθινου
εγκοιμητηρίου και μιας εξέδρας μπροστά από αυτό, ανάθημα του Μαρσύα, γιου του
Δημητρίου προς τον Απόλλωνα, τον Ασκληπιό και την Υγεία 99 . (Πιν.7δ, αρ.κατ.11).
Στην ίδια περίπου εποχή (2ος π.Χ) χρονολογείται και ένα μαρμάρινο ακέφαλο αγαλμάτιο
Ασκληπιού, πολύ καλής ποιότητας, που παραδόθηκε στο Αρχαιολογικό Μουσείο της
πόλης 100 . (αρ.κατ.50)
Στα ρωμαϊκά χρόνια η λατρεία του θεραπευτή θεού είναι εξίσου σημαντική όπως
προκύπτει από διάφορα ευρήματα που ανήκουν στην εποχή αυτή. Μια επιγραφή του α’
μισού του 2ου αι.μ.Χ. κάνει λόγο για κάποιο πολύκρηνον, μια κρηναία δηλαδή κατασκευή
με πολλούς κρουνούς που θα τροφοδοτούσε με το απαραίτητο για την λειτουργία του
97
Γουναροπούλου-Χατζόπουλος 1998, 92, αρ.3. Αρχικά είχε επισημανθεί από τον Wace το 1911-12 στο
σπίτι ενός κρεοπώλη στη εβραϊκή συνοικία. Μετά από πολλές περιπέτειες μεταφέρθηκε το 1947 στο
Μουσείο της Βέροιας (Αρ.ευρ.Λ 209), Γουναροπούλου-Χατζόπουλος 1998, 91 όπου και η προγενέστερη
βιβλιογραφία.
98
Η επιγραφή (Αρ.ευρ. Μ.Β. Λ702) βρέθηκε εντοιχισμένη σε δεύτερη χρήση σε ένα τοίχο κτηρίου
ρωμαϊκών χρόνων στο οικόπεδο Ιακωβίδη (Ο.Τ. 211. Αλλαμανή-Σουρή 1988, 405). Για τη πλήρη
δημοσίευσή της βλ. Αλλαμανή-Σουρή 1990, 205-234. Από την συγκεκριμένη επιγραφή πληροφορούμαστε
πως ιερέας του Ασκληπιού ήταν ο Δημήτριος του Γλαυκίου. Σε συνδυασμό με μια απελευθερωτική
επιγραφή που βρέθηκε στη περιοχή του βόρειου τείχους και αναφέρει το όνομα του ιερέα Απολλωνίδη του
Γλαυκίου (Γουναροπούλου-Χατζόπουλος 1998, αρ. 45) προκύπτει ότι οι δύο αυτοί Βεροιαίοι ήταν αδέρφια
όπως επίσης και ο Ευβίοτος που αναφέρεται σε άλλη απελευθερωτική επιγραφή. Γουναροπούλου-
Χατζόπουλος 1998, αρ.46. Το πατρωνυμικό του τελευταίου προκύπτει από το όνομα του γιου του που
σώζεται σε μια επιστολή του Αντιγόνου Δώσωνος. Γουναροπούλου-Χατζόπουλος 1998, αρ.4. Κατά τους
Γουναροπούλου-Χατζόπουλο δεν είναι απίθανο και τα τρία αδέρφια να διετέλεσαν ιερείς του Ασκληπιού.
Γουναροπούλου-Χατζόπουλος 1998, 148, αρ.46.
99
Ο Wace την είδε το 1911-1912 στο προαύλιο του ναού του Αγίου Αντωνίου απ’ όπου και μεταφέρθηκε -
άγνωστο πότε- στο Παλαιό Γυμνάσιο θηλέων στην οδό Μητροπόλεως. Το 1969 ξαναβρέθηκε κατά τις
εργασίες ισοπέδωσης του υπογείου του κτηρίου. Σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Βέροιας με
αρ.ευρ. Λ 290. Γουναροπούλου-Χατζόπουλος 1998, 123 , αρ.18 όπου και η προγενέστερη βιβλιογραφία.
100
Παραδόθηκε από τον Κ. Ξυνόπουλο και βρίσκεται στο Μουσείο της Βέροιας με αριθμό ευρετηρίου Λ
866. Αλλαμανή-Σουρή 2000, 582.
22
ιερού νερό 101 . (Πιν.8α, αρ.κατ.12). Ασφαλώς η ύπαρξη μιας κατασκευής τέτοιου
μεγέθους υποδηλώνει την χρήση της από ικανό αριθμό ανθρώπων που θα αποσκοπούσε
στην καλύτερη εξυπηρέτηση τους.
Ένα αναθηματικό ανάγλυφο που χρονολογείται στα ύστερα ρωμαϊκά χρόνια και
αποδίδει τον Ασκληπιό και την Υγεία υποδεικνύει τη συλλατρεία των δύο θεοτήτων 102 .
(Πιν.8β, αρ.κατ.40). Ο πρώτος εικονίζεται όρθιος σε κατ’ ενώπιον στάση φορώντας
ιμάτιο και στηριζόμενος σε ραβδί γύρω από το οποίο τυλίγεται το φίδι. Στο πλάι του
είναι ορατός ένας ομφαλός, σαφής παραπομπή στον πατέρα του Απόλλωνα. Δίπλα του
αποδίδεται η Υγεία, όρθια και αυτή φορώντας χιτώνα και ιμάτιο, να κρατά με το
αριστερό της χέρι φιάλη προς την οποία τείνει το κεφάλι ενός φιδιού που έρπει διαγώνια
στο στήθος της 103 .
Η εικονογραφία της Υγείας επιλέγεται και στη νομισματοκοπία της πόλης καθώς
σε νομίσματα που κόπηκαν το 242 μ.Χ. αποδίδεται η θεά καθήμενη σε θρόνο και
μπροστά της να ορθώνεται ένα φίδι 104 (Πιν.8γ, αρ.κατ.74).
Τέλος ιδιαίτερα σημαντική θεωρείται μια επιγραφή που παραδόθηκε στο Μουσείο
της Βέροιας με παρόμοιο περιεχόμενο με τον κατάλογο του Ασκληπιείου της πόλης που
αναφέρθηκε παραπάνω.(αρ.κατ.13). Πρόκειται για μια αμφίγραφη λίθινη στήλη με
οριζόντια επίστεψη στη κύρια όψη της οποίας σώζονται 55 στίχοι και 40 στη πίσω
πλευρά 105 . Φέρει κείμενο διατεταγμένο σε στήλες και χρονολογείται από τον 2ο αι.π.Χ.
μέχρι τα όψιμα αυτοκρατορικά χρόνια. Δυστυχώς η συγκεκριμένη επιγραφή παραμένει
αδημοσίευτη.
Η θέση του Ασκληπιείου της Βέροιας δεν έχει με σαφήνεια εντοπιστεί. Η εύρεση
ωστόσο δύο επιγραφών που αναφέρονται στο ιερό της πόλης και γενικότερα στη λατρεία
του συγκεκριμένου θεού στα ανατολικά της πλατείας του Αγίου Αντωνίου 106 , στην οποία
τοποθετείται γενικά η αγορά της πόλης, σε συνδυασμό με την επιγραφή που υποδηλώνει
γειτνίαση του Ασκληπιείου με την αγορά ώθησε την Brocas-Deflacieux στη σκέψη ότι το
Ασκληπιείο είναι πιθανό να βρισκόταν στο ανατολικό τμήμα της πόλης και πιο
101
Ανακαλύφθηκε το 1996 κατά τις εργασίες του δήμου στην οδό Μητροπόλεως (Ο.Τ. 73) κάτω από το
υστερορωμαϊκό οδόστρωμα. Βρίσκεται στο Μουσείο Βεροίας με αρ. ευρετηρίου Λ 919. Γουναροπούλου-
Χατζόπουλος 1998, 141-144 , αρ.41..
102
Για την χρονολόγηση βλ. Μακαρόνας 1953, 629, αρ.68. Αρ.ευρ.Μ.Βεροίας 250.
103
Μητροπούλου 1984, 34
104
Brocas-Deflacieux 1999, 71.
105
Αλλαμανή-Σουρή 2003, 746.
106
Πρόκειται για την αναθηματική επιγραφή του Μαρσύα και την επιγραφή με τους καταλόγους των
αντικειμένων που αγοράστηκαν από τα έσοδα του Ασκληπιείου.
23
07. Δίον
107
Πρόκειται για τα Ο.Τ. 211-12,217, 219-20 στο κέντρο της πόλης. Στην επιγραφή που αναφέρει το
πολύκρηνον υπονοείται η γειτνίαση Ασκληπιείου και αγοράς σύμφωνα με τη πορεία των υδάτων. Στα
παραπάνω οικοδομικά τετράγωνα αποκαλύφθηκαν αρχιτεκτονικά κατάλοιπα αταύτιστων ελληνιστικών
οικοδομημάτων τα οποία τροποποιήθηκαν κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους σε εκτεταμένο συγκρότημα
λουτρών. Brocas-Deflacieux 1999 , 72-73.
108
Πινγιάτογλου 2008, 578. Πινγιάτογλου 2009, 294.
109
Παντερμαλής 1977, 336. Οι διαστάσεις του οίκου αυτού είναι 10,60x7,80μ. Παντερμαλής 1980, 699.
Παντερμαλής 1999, 85.
110
Κρεμμύδη –Σισιλιάνου 1996, 91.
24
Από τον χώρο προέκυψαν αξιόλογα ευρήματα. Μια μικρή μαρμάρινη κεφαλή
Ασκληπιού ελληνιστικών χρόνων 111 , (Πιν11γ, αρ.κατ.51), το ομοίωμα ενός φιδιού από
μέταλλο 112 , (Πιν.11γ.), μία μικρή κεφαλή από αγαλμάτιο Τελεσφόρου 113 , (Πιν.11γ,
αρ.κατ.52), ένα μαρμάρινο θραύσμα δεξιού ποδιού με ιμάντες από το υπόδημα ενός
αγάλματος υπερφυσικού μεγέθους 114 και ο κορμός από ένα αγαλμάτιο Υγείας 115 .
(Πιν.11γ, αρ.κατ.53).
Το κατεξοχήν εύρημα που συνέβαλε καθοριστικά στην ταύτιση των
αρχιτεκτονικών καταλοίπων με το ιερό του Ασκληπιού ήταν τα θραύσματα μιας βάσης
από γκριζωπό μάρμαρο διακοσμημένης με κυμάτιο (αρ.κατ.14). Στην άνω επιφάνειά της
φέρει τόρμο για την ένθεση αγάλματος 116 ενώ στο μέτωπό της σώζονται αποσπασματικά
σε δύο στίχους τα γράμματα: ΑΣΚ/ΚΑΙ. Με βάση το σχήμα των γραμμάτων η επιγραφή
χρονολογείται στο δεύτερο μισό του 4ου αι.π.Χ. 117 ή το αργότερο στις αρχές του 3ου
αι.π.Χ 118 και πολύ εύκολα μπορεί να συμπληρωθεί ως ΑΣΚ[ΛΗΠΙΩΙ] ΚΑΙ [ΥΓΕΙΑ] 119 ,
γεγονός που σε συνδυασμό με τα παραπάνω ευρήματα αποτελεί καθοριστικό στοιχείο
για την ταύτιση του χώρου με το ιερό του θεραπευτή θεού 120 .
Στα ελληνιστικά χρόνια πρέπει να ανήκουν και τα ερείπια ενός κτηρίου που
εντοπίστηκαν στα ανατολικά και βόρεια του ναού, κάτω από το επίπεδο θεμελίωσης ενός
κτηρίου των αυτοκρατορικών χρόνων 121 . Πρόκειται για δύο τοίχους κατασκευασμένους
από καλά αρμοσμένους αργούς λίθους και λάσπη. Ο ένας έχει κατεύθυνση Β-Ν και
σώζεται σε συνολικό μήκος 17μ. ενώ το πλάτος του είναι 0.60μ. Στο δυτικό του μέτωπο
111
Παντερμαλής 1983, 24. Παντερμαλής 1984 , 66.
112
Παντερμαλής 1983, 24. Παντερμαλής 1984, 66.
113
Παντερμαλής 1977, 336. Παντερμαλής 1980, 699.
114
Παντερμαλής 1977, 336. Παντερμαλής 1983, 24. Παντερμαλής 1984, 66.
115
Παντερμαλής 1977, 336-337. Παντερμαλής 1980, 699.
116
Αρχικά εντοπίστηκε μόνο η γωνία της βάσης με τρεις λειασμένες επιφάνειες και την αποσπασματικά
σωζόμενη επιγραφή. Κατά την ανασκαφική διαδικασία των επόμενων ημερών βρέθηκαν τμήματα του
κυματίου του κάτω μέρους και τμήματα της άνω επιφάνειας με ένα μεγάλο τόρμο μέσα στον οποίο
εφάρμοζε και ένα κομμάτι μολύβδου που εντοπίστηκε στο χώρο. Επρόκειτο ασφαλώς για το τόρμο στον
οποίο θα εφάρμοζε με την βοήθεια της μολυβδοχόησης η πλίνθος του αγάλματος. Παντερμαλής 1977, 337.
Παντερμαλής 1980, 699.
117
Βουτυράς 1993, 254.
118
Παντερμαλής 1977, 337.
119
Για την συμπλήρωση με το όνομα της Υγείας βλ. Βουτυράς 1993, 254.
120
Από το χώρο προέκυψαν επίσης ένα δακτυλιόλιθος με παράσταση Έρωτα που κρατά με το αριστερό
του χέρι λύρα και χρονολογείται στα μέσα του 5ου αι.π.Χ. καθώς και αρκετά νομίσματα ελληνιστικών και
ρωμαϊκών χρόνων. Παντερμαλής 1980, 699. Η εύρεση δακτυλιδιού στο εσωτερικό ενός ναού είναι
απόλυτα αναμενόμενη καθώς σύνηθες φαινόμενο αποτελούσε η ανάθεση κοσμημάτων σε ιερά. Από τους
καταλόγους των αναθημάτων του Ασκληπιείου της Αθήνας προκύπτει ότι σημαντικός αριθμός
κοσμημάτων αφιερωνόταν ως ένδειξη ευχαριστίας για τις διάφορες θεραπείες που προσέφερε ο θεός στους
πιστούς. Aleshire 1989, 44.
121
Πινγιάτογλου 2008, 577. Επίσης Πινγιάτογλου 2003, 355-362. Παντερμαλής 2004, 417-425.
Παντερμαλής 2006, 377-382. Παντερμαλής 2007, 373-379. Πινγιάτογλου 2005, 425-434. Παντερμαλής
1994, 137.
25
φέρει ανά 5 περίπου μέτρα τρεις προβολές εκ των οποίων οι δύο έχουν διαστάσεις
0.50x0.50μ. ενώ η βορειότερη 0.50x0.70μ. Ο δεύτερος τοίχος με κατεύθυνση Α-Δ
αποτελεί το βόρειο όριο του χώρου που ορίζει ο πρώτος. Έχει μήκος 1.80μ. και διαθέτει
μια προβολή διαστάσεων 0.25x0.50μ. στο βόρειο μέτωπό του 122 . Στα κινητά ευρήματα
που προέκυψαν από την ανασκαφή των τοίχων αυτών περιλαμβάνονται όστρακα αγγείων
και λύχνων, αποτμήματα μαρμάρινων γλυπτών -κατά βάση θραύσματα από πόδια- καθώς
και ένα χάλκινο νόμισμα 123 .
Είναι εξαιρετικά δύσκολο να ταυτίσουμε τη λειτουργία του κτηρίου αυτού καθώς
πολύ σημαντικά στοιχεία της κάτοψής του μας διαφεύγουν. Δε γνωρίζουμε για
παράδειγμα αν οι χώροι του ανοίγονταν στα δυτικά ή τα ανατολικά. Αν οι προβολές
ερμηνευτούν ως αντηρίδες τότε θα περιμένουμε το κτήριο να άνοιγε προς τα ανατολικά.
Αυτομάτως όμως ένας τέτοιος προσανατολισμός θα στερούσε την άμεση επικοινωνία
του με το ναό δημιουργώντας αμφιβολίες για το κατά πόσο ανήκε το κτήριο στο ιερό του
Ασκληπιού. Είναι περισσότερο πιθανό ωστόσο να πρόκειται για τον ανατολικό τοίχο
μιας στοάς και οι προβολές να λειτουργούσαν ως στηρίγματα για ξύλινα θρανία 124 . Όλα
αυτά ασφαλώς είναι ζητήματα ανοικτά στην έρευνα.
Σε μια επόμενη φάση που τοποθετείται στα αυτοκρατορικά χρόνια ανήκουν τρεις
λιθόπλινθοι οι οποίοι είχαν από παλαιότερα εντοπιστεί στα ανατολικά του ναού και
πλέον στα δυτικά των τοίχων της πρώτης φάσης 125 . Κατά την ανασκαφή του 2006
προέκυψε ότι οι λιθόπλινθοι αυτοί αποτελούν το ανώτερα σωζόμενο τμήμα δύο χώρων,
ενός βόρειου και ενός όμορου νοτιότερου οι οποίοι θεμελιώθηκαν από μικρούς αργούς
λίθους και ασβεστοκονίαμα πάνω στα ερείπια του κτηρίου της ελληνιστικής φάσης που
περιγράφηκε προηγουμένως. Ο πρώτος, εσωτερικών διαστάσεων 8.10μ.x7.50μ.,
διατηρείται ολόκληρος ενώ του νοτίου μόνο το δυτικό του σκέλος μήκους 8.50μ 126 . Από
τους χώρους αυτούς προέκυψαν διάφορα θραύσματα μαρμάρινων γλυπτών όπως το πίσω
μέρος ανδρικής κεφαλής με κοντούς βοστρύχους που φέρει ταινία, μαρμάρινο δάχτυλο
καθώς και το πόδι ενός οκλάζοντος αγοριού με τη συμφυή βάση του 127 . (Πιν.11δ). Το
122
Πινγιάτογλου 2008, 577. Υποσ. 5. Πινγιάτογλου 2009, 291.
123
Παντερμαλής 2006, 377.
124
Παρόμοια λύση εντοπίζεται στους ραχιαίους τοίχους της στοάς του ιερού του Δάρρωνα στη Πέλλα. Βλ.
αντίστοιχο κεφάλαιο στη παρούσα εργασία.
125
Η θεμελίωση στην οποία εδράζονται οι τρεις λιθόπλινθοι εντοπίστηκε σε βάθος 0.25μ. ψηλότερα από τα
οικοδομικά κατάλοιπα της ελληνιστικής φάσης. Παντερμαλής 2006, 377.
126
Πινγιάτογλου 2008, 577, υποσημ. 4. Ο βόρειος και δυτικός τοίχος του νότιου χώρου τέμνονται από
άλλους δύο τοίχους -ένας με κατεύθυνση Β-Ν και ένας Α-Δ- οι οποίοι ωστόσο λόγω της διαταραγμένης
στρωματογραφίας είναι ιδιαίτερα δύσκολο να διαπιστωθεί εάν ανήκουν σε μια προγενέστερη ή
μεταγενέστερη φάση. Πινγιάτογλου 2008, 577.
127
Πινγιάτογλου 2008, 577.
26
128
Λεβέντη 1999, 87-103. Για παρόμοια αγάλματα μικρών κοριτσιών και αγοριών σε ιερά του Ασκληπιού
βλ. Λεβέντη 1999, 88. Σισμάνη-Αδρύμη 1996, 210. Δουλγέρη-Ιντζεσίλογλου 2006, 268-269.
Ιντζεσίλογλου 1993, 254. Πλάτων 1958, 466. Daux 1959, 753-754. Papaoikonomou 1982, 419-424, αρ. 1-
2. Papaoikonomou 1981, 259.
129
Πινγιάτογλου 2008, 578.
130
Πινγιάτογλου 2003, 358.
131
Πινγιάτογλου 2005, 426.
132
Πινγιάτογλου 2005, 426. Χαρακτηριστικό της διατάραξης είναι η συνύπαρξη νομισμάτων του 4ου
αι.π.Χ. με νομίσματα του 3ου αι.μ.Χ.
133
Πινγιάτογλου 2008, 578. Πινγιάτογλου 2009, 294.
134
Η νότια πλευρά του κτηρίου έχει πλήρως παρασυρθεί από το παρακείμενο ρυάκι. Πινγιάτογλου 2005,
429. Όλο το χώρο περιτρέχει συλλεκτήρια υπόνομος της οποίας οι διαστάσεις στη βόρεια πλευρά είναι
6.30μ., στα ανατολικά 5.90μ. ενώ της δυτικής 7μ. Το ρείθρο διατηρείται μόνο στη βόρεια και εν μέρει στη
27
δυτική και νότια πλευρά. Όλοι οι τοίχοι είναι κατασκευασμένοι από αργούς λίθους και ασβεστοκονίαμα.
Πινγιάτογλου 2005, 429, υποσημ.7.
135
R. Neudecker, Die Pracht der Latrine: zum Wandel öffentlicher Bedürfnisanstalten in der
kaiserzeitlichen Stadt, Μόναχο 1994, 154-155, Πίνακας 72.
136
Τα νομίσματα του στρώματος καταστροφής καλύπτουν μια χρονολογική απόσταση από το τέλος του 2ου
έως και το πρώτο μισό του 3ου αι. μ.Χ. Πινγιάτογλου 2005, 428, υποσημ.4. Στην ίδια φάση πρέπει να
ανήκει και η ευθυντηρία και το δάπεδο του όμορου βορειότερου μεσαίου χώρου διαστάσεων 6,60μ.x
6,20μ. όπως προκύπτει από το στρώμα καταστροφής της στέγης που εντοπίστηκε στο εσωτερικό του.
Αργότερα και σε μικρή χρονική απόσταση από την προηγούμενη φάση πρέπει να κατασκευάστηκε ο
βόρειος και ανατολικός τοίχος του βόρειου χώρου διαστάσεων 6.50μ.x4,10μ. από αργούς λίθους και
σπαράγματα επιγραφών οι οποίες διασώζουν ανδρικά ονόματα και τα πατρωνυμικά τους όπως Ασκλη[,
Καλλιστρα[, Αλεξάνδρου, Παυσανίου, Σωσιπόλεως κλπ. Κατά την ανασκαφέα πρόκειται για κατάλογο
ονομάτων που προφανώς προέρχεται από κάποιο ιερό της περιοχής. Πινγιάτογλου 2005, 428, υποσημ.3.
Από τα ευρήματα στο εσωτερικό τους προκύπτει ότι είχαν βοηθητικό ρόλο και ανήκαν προφανώς στο ιερό
της Δήμητρας καθώς από το εσωτερικό τους συνελέγησαν 5 μυλόπετρες, 2 ιγδία και αρκετά θραύσματα
οξυπύθμενων αμφορέων. Δεν αποκλείεται οι χώροι να χρησιμοποιούνταν για την επεξεργασία
δημητριακών και την αποθήκευσή τους. Πινγιάτογλου 2005, 426,428.
137
Πινγιάτογλου 2005, 429-430. Επίσης Πινγιάτογλου 2009, 290.
138
Πινγιάτογλου 2005, 428-429.
139
Πιθανή είναι και η πρόσβαση από τα ανατολικά, λύση η οποία θα είχε αποφευχθεί αν οι διπλανοί χώροι
άνοιγαν επίσης προς τα ανατολικά. Πινγιάτογλου 2005, 429.
140
Πινγιάτογλου 2005, 431.
28
αλλάζει πορεία 147 . Κατά τις ανασκαφικές εργασίες μάλιστα προέκυψε από το χώρο και
μια μαρμάρινη κεφαλή, σχεδόν φυσικού μεγέθους, η οποία τυπολογικά θυμίζει κεφαλές
Ασκληπιού. (Πιν.12δ, αρ.κατ.54). Σύμφωνα με τον ανασκαφέα πρόκειται για πρωτότυπο
έργο του 4ου αι.π.Χ. το οποίο εξαιτίας κάποιων τεχνικών στοιχείων είναι εξίσου πιθανό
να προέρχεται τόσο από κάποιο άγαλμα όσο και από κάποιο έξεργο ανάγλυφο 148 .
Ασφαλώς το έργο δεν αποτελεί ένδειξη για τα τοπογραφικά όρια του ιερού καθώς
εντοπίστηκε σε δεύτερη προφανώς χρήση.
Η ιδιαίτερη θέση που κατείχε η λατρεία του Ασκληπιού στο Δίον πιστοποιείται και
από τη συχνή απεικόνιση της μορφής του θεού στη νομισματοκοπία της πόλης κατά τα
ρωμαϊκά χρόνια 149 . (Πιν.12ε, αρ.κατ.75-103). Δεν είναι τυχαίο ότι με τη δυναστεία των
Σεβήρων ο θεός εισάγεται στην εικονογραφία των νομισμάτων της πόλης (στον
οπισθότυπο) είτε όρθιος, να στηρίζεται στη βακτηρία του γύρω από την οποία
περιελίσσεται φίδι 150 , είτε να προβάλλεται μέσα σε δίστυλο ναΐσκο 151 . Παρόμοια
εικονογραφία παρουσιάζουν και τα νομίσματα του Δίου που αποτελούν κοπές της εποχής
του Ελαγάβαλου, Μαξιμίνου, Γορδιανού Γ’, Αλεξάνδρου Σεβήρου, Φιλίππου Α’,
Γαλιηνού 152 .
Η σύνδεση του Ασκληπιού με το νερό διαφαίνεται με μεγάλη ενάργεια στις
μεγάλες θέρμες του Δίου που κατασκευάστηκαν περίπου στο 200μ.Χ. στα νότια της
πόλης και αποτελούν ένα από τα πληρέστερα συγκροτήματα του είδους τους 153 .
Πρόκειται για ένα οικοδομικό σύνολο που αποτελούνταν από μια μεγάλη κεντρική αυλή,
μια βεσπασιανή και μια σειρά καταστημάτων και εργαστηρίων στα ανατολικά, ωδείο στα
βόρεια και τις κατεξοχήν λουτρικές εγκαταστάσεις στα δυτικά. (Πιν.13). Οι τελευταίες
χωρίζονταν λειτουργικά σε δύο πτέρυγες: την νότια που περιλάμβανε τον ψυχρό, χλιαρό
και θερμό οίκο και την βόρεια στην οποία αναπτύσσονταν χώροι που επικοινωνούσαν
μεταξύ τους μέσα από δίστυλα εν παραστάσι ανοίγματα 154 . Το βορειότερο σύνολο
δωματίων αποτελούνταν από μια κεντρική αίθουσα εκατέρωθεν της οποίας ανοίγονταν
δύο μικρότεροι τετράγωνοι σχεδόν χώροι 155 . Στο ανατολικότερο δωμάτιο βρέθηκαν και
συγκολλήθηκαν έξι τουλάχιστον γλυπτά σε μέγεθος 2/3 του φυσικού που αναπαριστούν
147
Παντερμαλής 1994, 137.
148
Παντερμαλής 1994, 137.
149
Κρεμμύδη-Σισιλιάνου 1996, 93.
150
Χατζή 1970, 346.
151
Οικονομίδου 1967, 349 και Gaebler 1935, 61, αρ.7.
152
Κρεμμύδη-Σισιλιάνου 1996, 93-94 και Πιν. 31.
153
Παντερμαλής 1989, 29-34. Παντερμαλής 1982, 29. Παντερμαλής 1983, 64. Παντερμαλής 1985, 33-34.
Παντερμαλής 1988, 213-216. Παντερμαλής 1986, 10-16. Παντερμαλής 1988α, 71- 72.
154
Παντερμαλής 1986, 11-14. Παντερμαλής 1989, 29, 31-34.
155
Παντερμαλής 1988, 213.
30
τον Ασκληπιό και την οικογένειά του καθώς και θραύσματα από άλλα αγάλματα τα
οποία ανήκαν στο ίδιο σύνολο 156 . Τα περισσότερα από αυτά πρέπει να ήταν στημένα
μέσα σε κόγχες στους τοίχους του δωματίου 157 . Στο δάπεδο του χώρου αυτού
εντοπίστηκαν και δύο ερμαϊκές στήλες καθώς και μια μαρμάρινη λεκάνη η οποία ήταν
τοποθετημένη στο κέντρο του σχεδόν τετράγωνου χώρου 158 .
Στο σύνταγμα αυτό που χρονολογείται στις αρχές του 3ου αι.μ.Χ.
αντιπροσωπεύονται όλα τα μέλη της οικογένειας του 159 . Από το άγαλμα του Ασκληπιού
βρέθηκε μόνο τμήμα της ράβδου γύρω από την οποία τυλιγόταν το φίδι και άλλα
θραύσματα που είχαν διασκορπιστεί στο γύρω χώρο 160 (Πιν.14α, αρ.κατ.55). Ένα
γυναικείο κεφάλι καλυμμένο με ιμάτιο αποδόθηκε στη σύζυγο του Ασκληπιού Ηπιόνη 161
(Πιν.14β) ενώ άλλα έξι αγάλματα που συνοδεύονταν με επιγραφές ταυτίστηκαν με τα
παιδιά του Ποδαλείριο 162 (Πιν.14γ), Μαχάονα 163 (Πιν.14δ), Πανάκεια 164 (Πιν.14ε),
165
Αίγλη (Πιν.15α), Ακεσώ 166 (Πιν.15β) και Υγεία 167 (Πιν.15γ, αρ.κατ.56). Κάποια
μαρμάρινα θραύσματα που βρέθηκαν στο χώρο δεν αποκλείεται να προέρχονται από
άγαλμα που απέδιδε την Ιασώ 168 ενώ σε μια βάση γλυπτού που αποδίδει ένα μικρό παιδί
σε καθιστή στάση, διαβάστηκε το όνομα του θεραπευτή-δαίμονα και συνοδού του
156
Παντερμαλής 1988, 213. Τα θραύσματα των αγαλμάτων προέκυψαν σταδιακά με ανασκαφικές εργασίες
στο χώρο που διενεργήθηκαν τα έτη 1976, 1981, 1984.
157
Παντερμαλής 1989, 34. Από την ανασκαφική εικόνα προκύπτει πως όλα τα αγάλματα κατέρρευσαν
ύστερα από ισχυρό σεισμό ο οποίος προκάλεσε και την καταστροφή του χώρου.
158
Παντερμαλής 1986, 15.
159
Ο ανασκαφέας υποθέτει την προέλευση των έργων αυτών από κάποιο νεοαττικό εργαστήριο και δεν
αποκλείει μάλιστα το γεγονός Αθηναίοι τεχνίτες να ήρθαν και να εργάστηκαν στην Μακεδονία.
Παντερμαλής 1988, 216.
160
Παντερμαλής 1985, 34. Παντερμαλής 1988, 215. Παντερμαλής 1988α, 72.
161
Παντερμαλής 1988, 216. Παντερμαλής 1989, 34.
162
Τμήμα του αγάλματος του Ποδαλείριου είχε εντοπιστεί ήδη από το 1917. Παντερμαλής 1985, 33.
Αποδίδεται ως γυμνός νέος που στηρίζεται σε ραβδί; και συνοδεύεται από ένα σκυλί. Παντερμαλής 1986,
15. Επίσης και Παντερμαλής 1988, 214. Παντερμαλής 1989, 34. Παντερμαλής 1988α, 71.
163
Σε παρόμοιο εικονογραφικό μοτίβο με τον Ποδαλείριο αποδίδεται και ο Μαχάονας. Παντερμαλής 1988,
214. Παντερμαλής 1989, 34.
164
Αποδίδεται όρθια σε άνετη στάση να στηρίζεται σε πεσσό τριγωνικής διατομής. Κατά τον Παντερμαλή
το τριγωνικό αυτό στήριγμα δεν είναι τυχαίο και πρέπει να παραπέμπει σε συγκεκριμένο χώρο αν
ερμηνευθεί για παράδειγμα ως βάθρο αναθήματος σε ιερό. Παντερμαλής 1988, 215.
165
Ενώ ο κορμός του αγάλματος της Αίγλης βρέθηκε στο εσωτερικό των θερμών η κεφαλή της
εντοπίστηκε εντοιχισμένη στο νότιο τείχος της πόλης τοποθετημένη στο σώμα άλλου γυναικείου
αγάλματος. Αποδίδεται σε όρθια μετωπική στάση φορώντας αχειρίδωτο χιτώνα και ιμάτιο. Παντερμαλής
1988, 214-15.
166
Παντερμαλής 1988, 215. Παντερμαλής 1989, 34. Παντερμαλής 1982, 29. Παντερμαλής 1983, 64.
167
Πρόκειται για το άγαλμα που εμφανίζει την μεγαλύτερη κινητικότητα και ανησυχία. Η ταύτισή του με
την Υγεία έγινε εφικτή με το φίδι που αποδίδεται στη πλάτη της και με το σπάραγμα της επιγραφής που
έφερε τα γράμματα ΓΕ ( [Υ]ΓΕ[ΙΑ] ). Παντερμαλής 1988, 215. Παντερμαλής 1989, 34.
168
Παντερμαλής 1988, 216. Παντερμαλής 1989, 34.
31
169
Παντερμαλής 1988, 215.
170
Επιπλέον εντοπίστηκε ένα θραύσμα βάσης η οποία σώζει το δεξί πόδι μιας μορφής που φορά σανδάλι
καθώς και το τέλος του ονόματος [ΑΡΤ]ΕΜΙΣ. Πιθανόν να συνδέεται με το πάνω μέρος ενός γυναικείου
κορμού με αχειρίδωτο χιτώνα που μπορεί να ανήκει σε άγαλμα Αρτέμιδος. Παντερμαλής 1988, 215.
Επίσης βρέθηκε τμήμα βωμού με κλαδιά δάφνης επάνω, εύρημα το οποίο θα μπορούσε να συνδυαστεί με
δύο θραύσματα ανδρικού κορμού με απολήξεις πλοκάμων στους ώμους. Κατά τον ανασκαφέα θα ήταν
δυνατό να ανήκει σε άγαλμα Απόλλωνα. Παντερμαλής 1988, 215, Παντερμαλής 1985, 33, Παντερμαλής
1988α, 71. Αναμενόμενη είναι η λατρεία του Ασκληπιού μαζί με τον Απόλλωνα, ως πατέρα και γιου αλλά
και της Αρτέμιδος ως αδερφής του Απόλλωνα. Η δεύτερη άλλωστε λατρευόταν και ως Σώτηρα καθώς είχε
προσλάβει και θεραπευτικές ιδιότητες. Beschi 1969, 421. Στο εσωτερικό βρέθηκαν ακόμη δύο ερμαϊκές
στήλες και ένα μαρμάρινο λουτήριο. Παντερμαλής 1989, 34.
171
Παντερμαλής 1998, 167.
172
Ρωμιοπούλου 1980, 691. Μητροπούλου 1984, 35, αρ.171.
173
Το λουτρό εντοπίστηκε το 1980 με δοκιμαστική τομή αλλά αποκαλύφθηκε το 1982 με ανασκαφικές
εργασίες κατά τις οποίες ερευνήθηκαν οι θερμαινόμενοι χώροι με το υπόκαυστο και τις κτιστές λεκάνες.
Από το χώρο μάλιστα του υποκαύστου προέκυψε σιδερένιο εργαλείο για τον καθαρισμό της αιθάλης.
Παντερμαλής 1984, 66.
174
Παντερμαλής 1999, 87.
175
Από την επιγραφή σώζονται τα γράμματα ΑΣΚΛΗΠΙΩ ΣΩ που μπορεί πολύ εύκολα να αποκατασταθεί
ως Ἀσκληπιῷ Σω[τήρι]. Και οι δύο λεκάνες ήταν στρωμένες με μαρμάρινες πλάκες σε δεύτερη χρήση. Στο
32
Μια χαμένη σήμερα επιγραφή που χρονολογείται στο α’ μισό του 2ου αι.μ.Χ.
δημοσιευμένη από τον Οικονόμο 176 με το κείμενο ενός παιάνα προς τιμήν του θεού
αποδεικνύει την ιδιαίτερη θέση που κατείχε η λατρεία του θεού στο Δίον. (αρ.κατ.17).
Βρέθηκε στο προαύλιο μιας οικίας στο διπλανό χωριό Καρίτσα θραυσμένη σε δύο
τεμάχια 177 .
Τέλος ένα αναθηματικό ανάγλυφο ρωμαϊκών χρόνων από το Δίον αποδίδει τον
Ασκληπιό να στηρίζεται σε βακτηρία γύρω από την οποία περιελίσσεται το φίδι ενώ με
το δεξί μοιάζει να κρατά φιάλη ή κάποιο άλλο αντικείμενο (αυγό;). (Πιν.15στ,
αρ.κατ.41). Δίπλα του παριστάνεται η Υγεία επίσης σε όρθια κατ’ ενώπιον στάση
φορώντας χιτώνα και ιμάτιο 178 . Δεν είναι γνωστός ο ακριβής χώρος εύρεσης του
συγκεκριμένου αναγλύφου παρά μόνο ότι προέρχεται από το Δίον όπως μας πληροφορεί
η Μητροπούλου 179 .
Από το χωριό Δίπορο του Νομού Γρεβενών προέρχεται ένα θραύσμα μαρμάρινου
αναθηματικού αναγλύφου προς τον Ασκληπιό το οποίο υποδεικνύει σαφέστατα λατρεία
του θεού στη περιοχή. (Πιν.16α, αρ.κατ.42). Εντοπίστηκε κατά τις εργασίες
διαπλάτυνσης του αγροτικού δρόμου στον προαύλιο χώρο του ναού του Αγίου
Νικολάου 180 . Από την μορφή του Ασκληπιού διατηρείται το τμήμα του σώματος από τη
μέση και κάτω. Αποδίδεται σε όρθια κατενώπιον στάση με το αριστερό πόδι σταθερό και
το δεξί λυγισμένο ελαφρά. Με το δεξί του χέρι κρατά αυγό προς το οποίο τείνει το
κεφάλι ενός φιδιού. Το τελευταίο εικονίζεται να περιελίσσεται γύρω από ένα κορμό
δάπεδο της λεκάνης με την επιγραφή βρέθηκε επίσης και ένα θραύσμα αναγλύφου με αποτυπώματα
πελμάτων. Παντερμαλής 2008, 570.
176
Οικονόμος 1916 , 8-11 , αρ.4. Για παρόμοιους παιάνες προς τιμήν του Ασκληπιού βλ. J.H.Oliver , The
Sarapion monument and the paean of Sophocles, Hesperia 5, 1936, 109-122, (91-122). Επίσης Edelstein-
Edelstein 1945α, αρ.592 και Edelstein-Edelstein 1945, 203. Guarducci 1978, 124-125.
177
Οικονόμος 1916, 8.
178
Μητροπούλου 1984, 22. Είναι κατασκευασμένο από λευκό μάρμαρο. Τα κεφάλια των μορφών είναι
κατεστραμμένα. Βλ. και LIMC V, λ. Hygieia , 567, αρ.215.
179
Η Μητροπούλου δίνει τις εξής διαστάσεις: 0,23x0,21x0,03x0,02. Πρόκειται για το ανάγλυφο με αρ.
ευρ. Μουσείου Θεσσαλονίκης 1079. Μητροπούλου 1984, 22, αρ. 26.
180
Καραμήτρου-Μεντεσίδη - Μοσχάκης 2008, υπό εκτύπωση. Το ανάγλυφο φέρει αρ.εισαγ. ΓΡΕΒ. 2392.
Θερμές ευχαριστίες οφείλω στην Προϊσταμένη της Κ’ΕΠΚΑ κ.Γ.Καραμήτρου-Μεντεσίδη για την διάθεση
του κειμένου της ανακοίνωσης της και της φωτογραφίας του αναγλύφου προτού τυπωθούν τα πρακτικά
του συνεδρίου.
33
δέντρου που βρίσκεται στα δεξιά του θεού 181 . Σε ένα δεύτερο επίπεδο διακρίνεται το
ραβδί με το οποίο στηρίζεται. Στο κάτω οριζόντιο πλαίσιο του αναγλύφου διαβάζεται με
σαφήνεια η επιγραφή ΑΣΚΛΗΠΙΩ ΕΥΧΗΝ. Το έργο χρονολογείται στον 2ο αι.μ.Χ.
09. Θάσος
181
Στην πρώτη παρουσίαση του αναγλύφου στο κοινό αναφέρεται ότι ο Ασκληπιός τείνει το δεξί του χέρι
στο φίδι κρατώντας φιάλη. Καραμήτρου-Μεντεσίδη - Μοσχάκης 2008, υπό εκτύπωση. Με μια
προσεκτικότερη εξέταση της φωτογραφίας προκύπτει και η δεύτερη ανάγνωση της εικονογραφίας που
παρατίθεται στο παρόν κείμενο.
182
Η επιγραφή ήταν χαραγμένη σε μαρμάρινο επαναχρησιμοποιημένο μέλος, το οποίο είχε προκύψει κατά
τις ανασκαφές του 1954 και αποτεθεί στο χώρο ανατολικά της αγοράς, χωρίς να γίνει αντιληπτή η ύπαρξη
της. Το κείμενο «αποκαλύφθηκε» τυχαία όταν το φως «χτυπώντας» το μνημείο δημιούργησε την
κατάλληλη φωτοσκίαση με αποτέλεσμα να γίνει ορατή η επιγραφή. Salviat 1958, 193-194.
183
Salviat 1958, 195 και 251-252.
184
IG XII, 8, 364. Δήμιτσας 1988, 875, αρ.1185.
185
Salviat 1958, 251.
186
Δήμιτσας 1988, 876.
187
Δήμιτσας 1988, 875, αρ.1186. IG XII, 8, 365.
188
Για την συγκεκριμένη επιγραφή έχουν προταθεί διάφορες αναγνώσεις. Κοινό στοιχείο ωστόσο σε όλες
είναι η ανάγνωση των ονομάτων του Απόλλωνα και του Ασκληπιού σε δοτική πτώση. Βλ. IG XII, 8, 367.
Επίσης Pouilloux 1954, 331-32, υποσημ.3.
34
στην οποία δυστυχώς αργότερα κτίστηκε ιδιωτική οικία με αποτέλεσμα να χαθούν όλα
τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα τα οποία είχαν εντοπιστεί αλλά και να περάσει στη λήθη ο
χώρος εύρεσης των επιγραφών εξαιτίας της απουσίας σαφών και συγκεκριμένων
πληροφοριών από πλευράς ανασκαφέα για την περιοχή στην οποία εντοπίστηκαν οι
αρχαιότητες 189 .
Από τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι στη Θάσο υπήρχε ένα σημαντικό ιερό
αφιερωμένο στον Ασκληπιό τουλάχιστον από τα τέλη του 4ου αι.π.Χ. Αν και ο Miller
φάνηκε προς στιγμή πως βρέθηκε στα ίχνη του, παρόλα αυτά η ανακάλυψή του πέρασε
στην αφάνεια και η πάροδος του χρόνου συμπλήρωσε την εξαφάνιση των στοιχείων. Για
τη θέση του ιερού του Ασκληπιού ωστόσο σημαντικές πληροφορίες παρέχει μια
επιγραφή την οποία ο Salviat χρονολογεί στα χρόνια μετά το 290π.Χ. 190 (αρ.κατ.22). Το
κείμενό της αφορά την εκμίσθωση μιας έκτασης που αναφέρεται ως «κήπος του
Ηρακλέους». Από τα γραφόμενα προκύπτει ότι προφανώς το ιερό του Ηρακλή γειτνίαζε
με αυτό του Ασκληπιού καθώς ορίζονται με ακρίβεια οι ποινές που θα προέκυπταν αν τα
λύματα από την εκμισθωμένη έκταση δεν ρίπτονταν στο προβλεπόμενο μέρος. Για την
τήρηση των όρων του νόμου ορίζονταν ως επιτηρητές ο αγορανόμος της πόλης και ο
ιερέας του Ασκληπιού στον οποίο μάλιστα θα αποδιδόταν το ποσό του προστίμου σε
περίπτωση αμέλειας εφαρμογής των συμφωνηθέντων 191 .
Την άποψη της γειτνίασης των δύο ιερών δεν δέχτηκαν όλοι οι μελετητές της
τοπογραφίας της αρχαίας Θάσου. Ο Picard στηριζόμενος σε μια αναθηματική επιγραφή
στον Ασκληπιό από τον Αίλιο Παγκρατίδη που βρέθηκε στην οικία Α. Βαλμά, στα
ανατολικά της αγοράς (Πιν.16γ, αρ.κατ.23), πρότεινε πως το Ασκληπιείο πρέπει να
βρισκόταν κοντά στο Αρτεμίσιο και το Διονύσιο 192 . Ο Pouilloux υπέθεσε πως το ιερό
189
Salviat 1958α, 353. Δήμιτσας 1988, σελ. 876. Οι ανασκαφικές εργασίες του Miller διήρκησαν 5 ημέρες,
από τις 19 έως τις 23 Ιουλίου 1864. Η εύρεση ογκωδών αρχιτεκτονικών μελών σε συνδυασμό με την
ανακάλυψη των αναθηματικών επιγραφών στις 20 του μήνα τον οδήγησαν στην άποψη ότι εντόπισε ένα
μεγάλο ναό αφιερωμένο στον Ασκληπιό. Παρόλα αυτά όμως παρατήρησε την χρονολογική διαφορά
ανάμεσα στις επιγραφές και τα αρχιτεκτονικά μέλη που ανήκαν σε μεταγενέστερη εποχή. Salviat 1958α,
356.
190
IG XII, 8, 265. Salviat 1958, 251. Oι Edelstein χρονολογούν την επιγραφή στο 380π.Χ. Edelstein-
Edelstein 1945α,397, αρ.786 και Edelstein-Edelstein 1945, 249. Ο χώρος εύρεσης είναι αδιευκρίνιστος αν
και από τον Χρηστίδη αναφέρεται ότι προέρχεται από τα τείχη της αρχαίας πόλης της Θάσου. IG XII, 8,
265. Ο λίθος μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη οπότε και χάθηκε. Η επιγραφή ωστόσο μας είναι
γνωστή από ένα αντίγραφο του Χρηστίδη στο οποίο στηρίχθηκε αργότερα για την δημοσίευσή της ο
Bergmann. Bergmann 1869, 237.
191
Δήμιτσας 1988, 955.
192
Picard 1921, 104-105. Η επιγραφή χρονολογείται στα αυτοκρατορικά χρόνια και αποτελεί ανάθημα του
Αιλίου Παγκρατίδη στον Ασκληπιό που χαρακτηρίζεται ως επήκοος θεός. IG XII, 8, 366. Mendel 1900,
272, αρ. 15. Κάτω από την επιγραφή αποδίδεται σε χαμηλό ανάγλυφο η μορφή του Τελεσφόρου
αποδεικνύοντας την στενή σχέση του Ασκληπιού με τον κατώτερο αυτό δαίμονα. Από τη Θάσο έχει
προκύψει και άλλη απεικόνιση του Τελεσφόρου σε ανάγλυφο. Devambez 1944, 225-227.
35
ίσως να βρισκόταν στα ΒΑ της αγοράς και σε όχι μεγάλη απόσταση από την
παλαιοχριστιανική βασιλική 193 . Ο Launey από την άλλη πλευρά υποστήριξε ότι το ιερό
του Ασκληπιού πρέπει να τοποθετηθεί στα ΝΑ της πόλης, στη περιοχή του Μαχαλά, σε
κοντινή απόσταση από την πύλη του Ηρακλέους λόγω της αναφοράς της στην
επιγραφή 194 . Ο Salviat ωστόσο, αφού μελέτησε και ανέλυσε κάθε πληροφορία που
παρείχε ο Miller σχετικά με την τοπογραφία της χώρας της Θάσου κατά τον 19ο αι.,
παρουσίασε μια τρίτη πρόταση σύμφωνα με την οποία οι επιγραφές του Miller πρέπει να
βρέθηκαν στη περιοχή νότια ή νοτιοανατολικά της μεγάλης βασιλικής κοντά στο
Ηράκλειο· επομένως και το ιερό του Ασκληπιού πρέπει να αναζητηθεί γύρω από το χώρο
του Ηράκλειου και της αψίδας του Καρακάλλα 195 .
Από τις αρχαιολογικές έρευνες που πραγματοποιήθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες
σε οικόπεδα κοντά στη περιοχή της αψίδας του Καρακάλλα προέκυψαν ευρήματα τα
οποία επιβεβαιώνουν την πρόταση του Salviat. Στο οικόπεδο Τσούπρα 196 που βρίσκεται
μεταξύ του παραπάνω μνημείου και του αρχαίου ωδείου ανασκάφηκε το τμήμα ενός
κτηρίου το οποίο επεκτείνεται και στα όμορα οικόπεδα Στίγγα 197 , Γαλάνη 198 ,
Τρικούπη 199 και Βογιατζή 200 . Δυστυχώς η αποσπασματικότητα και ορισμένες φορές η
ασάφεια των αναφορών και ο κατακερματισμός των τοπογραφικών σχεδίων καθιστούν
ιδιαίτερα δύσκολη, σχεδόν αδύνατη, την συνολική θεώρηση των ανασκαφέντων
οικοπέδων και την παρεπόμενη μελέτη της κάτοψης του κτιρίου.
Το τμήμα του κτηρίου που ανασκάφηκε στο οικόπεδο Τσούπρα παρέχει μια
καλύτερη και περισσότερο σαφή εικόνα σχετικά με τη μορφή του.(Πιν.17β-γ). Η
πρόσβαση σε αυτό γινόταν από ένα κεντρικό πλακοστρωμένο δρόμο, κατά πάσα
πιθανότητα μέσω ενός προπύλου 201 . Στο εσωτερικό του διαμορφωνόταν μια περίστυλη
αυλή η οποία συνεχίζεται και στο όμορο οικόπεδο Γαλάνη 202 . Στα νότια αποκαλύφθηκαν
δύο δωμάτια αποθηκευτικού προφανώς χαρακτήρα και μια μικρή αυλή 203 . Το
σημαντικότερο ωστόσο όφελος από την ανασκαφή αυτού του οικοπέδου είναι τα
193
Κατά τον Pouilloux η ανάμειξη του ιερέα του Ασκληπιού δεν σχετίζεται με την γειτνίαση των ιερών
αλλά με το γεγονός ότι ο ιερέας της συγκεκριμένης θεότητας ήταν επιφορτισμένος με την διατήρηση και
διασφάλιση της δημόσιας καθαριότητας. Pouilloux 1954, σελ.333, υποσημ. 1.
194
Launey 1944, 158, υποσημ. 5.
195
Salviat 1958α, 356.
196
Μπόνιας 1999, 587-589. Σαλωνίδης 1997, 573-584.
197
Daux 1963, 846-848. Κουκούλη-Χρυσανθάκη 1987, 326.
198
Holtzmann 1977, 692-695.
199
Σαμίου 1992, 438-439.
200
Κουκούλη-Χρυσανθάκη 1987, 325 και Touchais 1986, 729.
201
Σαλωνίδης 1997, 577.
202
Σαλωνίδης 1997, 575.
203
Μπόνιας 1999, 587-88.
36
ευρήματά του. Εντοπίστηκαν τμήματα γλυπτών και πιο συγκεκριμένα δύο βραχίονες, ένα
πόδι και μια κεφαλή τα οποία κατά τον ανασκαφέα «δεν θα μπορούσαν να αποδοθούν σε
κάποιο άγαλμα ή να συνθέσουν την εικόνα του, μπορούν επομένως να αποδοθούν μόνο
σαν μεμονωμένα αναθήματα σε κάποια θεότητα» 204 . Από το οικόπεδο επίσης προέκυψε
γυναικείο στήθος λαξευμένο σε μικρή πλάκα-βάση το οποίο ασφαλώς παραπέμπει στα
γνωστά αναθήματα του τύπου 205 . Να σημειωθεί επίσης ότι από το όμορο οικόπεδο
Βογιατζή έχουν προκύψει και δύο ημίεργα αγάλματα Ασκληπιού 206 . Με βάση όλα τα
παραπάνω ευρήματα και σε συνδυασμό με την διαπίστωση του Salviat ότι οι επιγραφές
που βρήκε ο Miller προέρχονται από τη περιοχή κοντά στην αψίδα του Καρακάλλα δεν
υπάρχουν πολλά περιθώρια αμφισβήτησης για την επιβεβαίωση της πρότασής του πως το
Ασκληπιείο της Θάσου βρισκόταν σε αυτό το χώρο 207 . Παρόλα αυτά το κτήριο αυτό στη
βιβλιογραφία χαρακτηρίζεται ως οικία 208 που άρχισε την λειτουργία του στα μέσα του
4ου αι.π.Χ. 209 ενώ από τα νομίσματα προκύπτει μια συνέχεια της χρήσης από τα μέσα του
4ου αι.π.Χ έως τον 1ο αι.π.Χ και από τον 3ο αι.μ.Χ. μέχρι τον 4ο αι.μ.Χ. 210 .
Μια ακόμη επιγραφή που με βάση τα γράμματα χρονολογείται στον 2ο αι.π.Χ
αλλά ο χώρος εύρεσης δυστυχώς δεν είναι γνωστός παρέχει χρήσιμα στοιχεία για την
λατρεία του θεού στη Θάσο. Διατηρείται το τέλος του ονόματος του θεραπευτή θεού σε
δοτική πτώση [ΑΣΚΛΗ]ΠΙΩΙ ενώ ακολουθεί έμμετρο κείμενο που περιλαμβάνει την
έκφραση «κατ’ ὄναρ» 211 , πληροφορία πολύ σημαντική καθώς το ανάθημα αποτελεί
ευχαριστήριο για την θεραπεία του πιστού που πραγματοποιήθηκε ύστερα από
όνειρο.(Πιν. 16δ, αρ.κατ.24).
Τέλος σε μια επιγραφή των αυτοκρατορικών χρόνων με κατάλογο ονομάτων
αρχόντων και ιερέων του νησιού αναφέρεται ως ιερέας ο ίδιος ο θεραπευτής θεός με το
πατρώνυμό του, δηλαδή ως Ἀσκληπιός Ἀπόλλωνος.(Πιν.16ε, αρ.κατ.25). Κατά πάσα
204
Σαλωνίδης 1997, 577.
205
Σαλωνίδης 1997, 577. Για τα αναθήματα του τύπου αυτού σε ιερά του Ασκληπιού και γενικότερα βλ.
Forsen 1996, 33-40.
206
Touchais 1986, 729
207
Ο ίδιος ο Salviat στο άρθρο του για το πρόβλημα σχετικά με την τοπογραφική αναζήτηση του
Ασκληπιείου της Θάσου είχε προβάλλει ως ενισχυτικό στοιχείο της πρότασης του το γεγονός ότι στη
περιοχή αυτή υπάρχουν ακόμη και σήμερα τρεχούμενα -σε σημείο παρεμπόδισης ακόμη και των
ανασκαφικών εργασιών (βλ. Κουκούλη-Χρυσανθάκη 1987, 325)- νερά και πηγές, στοιχεία απαραίτητα για
κάθε ιερό του Ασκληπιού. Salviat 1958α, 356-357.
208
Σαλωνίδης 1997, 573.
209
Σαλωνίδης 1997, 580.
210
Σαλωνίδης 1997, 579.
211
Pouilloux 1954, 332.
37
πιθανότητα το συγκεκριμένο έτος λόγω λειψανδρίας δεν υπήρχε άτομο για να αναλάβει
τα ανώτερα αξιώματα της πόλης για το λόγο αυτό η θέση δόθηκε στον ίδιο τον θεό 212 .
Από όλα τα παραπάνω συνάγεται ότι η λατρεία του Ασκληπιού πρέπει να ήταν
πολύ σημαντική καθώς το ιερό του κατείχε ιδιαίτερη θέση στη τοπογραφία της πόλης
ενώ η παρουσία μεγάλου αριθμού επιγραφών και αναθημάτων δηλώνει την μεγάλη
απήχηση και αποδοχή που θα είχε από τους κατοίκους της Θάσου. Η λατρεία του κατά
τον Salviat πρέπει να υπήρχε στο νησί από το πρώτο μισό του 4ου αι.π.Χ. μαζί με αυτή
του Απόλλωνα 213 , υπόθεση που επιβεβαιώνεται και από την αναθηματική επιγραφή προς
τον Απόλλωνα και τον Ασκληπιό.
10. Θεσσαλονίκη
212
Delorme 1950, 356.
213
Salviat 1968, 251.
214
Πρόκειται για το ανάγλυφο που βρέθηκε το 1925 κατά την εκσκαφή θεμελίων οικοδομής ιδιοκτησίας
Δεληγιάννη στην οδό Αμύντα 10 στη Θεσσαλονίκη, σε μικρή απόσταση από την εκκλησία του Αγίου
Νικολάου. Σήμερα στο Μουσείο Θεσ/νίκης με αρ.ευρ.923. ΚΓΜΘ 1997, 42-43, αρ.24.
215
ΚΓΜΘ 1997, 42.
216
ΚΓΜΘ 1997, 42.
217
ΚΓΜΘ 1997, 43-44, υποσημ. 9. Δεν αποκλείεται ωστόσο το φίδι ως διακριτικό σύμβολο του θεού να
αποδιδόταν γραπτά.
38
πρόκειται για ήρωες 218 . Είναι γνωστό άλλωστε ότι ο Ασκληπιός αρχικά λατρεύτηκε ως
ήρωας και όχι ως ισότιμο μέλος του δωδεκάθεου, γεγονός που μπορεί να ερμηνεύσει την
διαφορά κλίμακας στην απόδοση των μορφών 219 .
Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω η κατάσταση είναι περισσότερο σαφής για την
περίοδο της ρωμαιοκρατίας. Τουλάχιστον τέσσερα ενεπίγραφα μνημεία που πιστοποιούν
την λατρεία του Ασκληπιού εντοπίστηκαν στα ανατολικά της πόλης. Το πρωιμότερο από
αυτά χρονολογείται στο έτος 3/4 μ.Χ. με βάση την αναγραφόμενη κατά Μακεδόνας
χρονολόγηση 220 . (αρ.κατ.26). Πρόκειται για ένα μαρμάρινο βάθρο με βαθύνσεις στην
άνω επιφάνειά του για την ένθεση δύο αγαλμάτων 221 . Στη πρόσθια όψη του η επιγραφή
αναφέρει ότι ο Κλέων ο γιος του Ηρακλείδη αναθέτει το βάθρο, μαζί με τα αγάλματα
που λογικά θα έφερε, στον Ασκληπιό και την Υγεία 222 . Η συγκεκριμένη αναθηματική
επιγραφή αποτελεί την πλέον ασφαλή μαρτυρία για τη ύπαρξη ιερού του Ασκληπιού.
Εντούτοις ο χώρος εύρεσης δεν είναι δυνατό να αποτελέσει τοπογραφική ένδειξη για την
θέση του Ασκληπιείου καθώς το βάθρο επαναχρησιμοποιήθηκε ως επιτύμβιο όπως
προκύπτει από την επιγραφή που χαράχθηκε στην πίσω όψη του 223 .
Ακόμη ένα μνημείο που συνδέεται με ταφικά συμφραζόμενα μαρτυρά την
σημαντική θέση που θα είχε η λατρεία του Ασκληπιού στη πόλη. Βρέθηκε το 1943
επαναχρησιμοποιημένο σε τάφους του εβραϊκού νεκροταφείου που βρισκόταν σε κοντινή
απόσταση από το ανατολικό τείχος 224 . (Πιν.18β, αρ.κατ.27). Πρόκειται για έναν ταφικό
218
ΚΓΜΘ 1997, 42-43.
219
ΚΓΜΘ 1997, 42, υπ. 7.
220
Η επιγραφή έγινε γνωστή από τον Βουτυρά ο οποίος αποδελτιώνοντας ένα «σώμα» της τοπικής
εφημερίδας «Αλήθεια» εντόπισε τη δημοσίευση του μνημείου από τον Π.Ν. Παπαγεωργίου στο φύλλο της
7ης Ιουλίου 1905. Την επιγραφή είχαν καταγράψει οι φίλοι του Παπαγεωργίου «Ι. και Ε.Μ» λίγες ημέρες
νωρίτερα κοντά στο «καταβαλλόμενο» ανατολικό τείχος της πόλης. Βουτυράς 1993, 256-57, υπ. 26-27.
221
Η Χατζηνικολάου υποθέτει πως οι βαθύνσεις στη πάνω πλευρά του βάθρου προορίζονταν για την
ένθεση των αγαλμάτων του Ασκληπιού και της Υγείας. Χατζηνικολάου 2007, 230.
222
Βουτυράς 1993, 256.
223
Στο απόγραφο των φίλων του Παπαγεωργίου δίνεται η εξής επιγραφή: Ἀσκλήπων ὁ φίλος / καὶ {ε} Μέμα
Εὐτύχῳ τῷ / ἀνδρὶ μνήμης χάριν. / Εὔτυχε χαῖρε. χαῖρε καὶ / σὺ τις ποτ’ εἶ. Εντύπωση προκαλεί το γεγονός
ότι και στη δεύτερη αυτή επιγραφή αναφέρεται το θεοφόρο όνομα Ἀσκλήπων, που σχετίζεται άμεσα με
τον Ασκληπιό. Βουτυράς 1993, 256-257. Ασφαλώς η θέση εύρεσής του κοντά στο ανατολικό τείχος της
πόλης παραπέμπει αμέσως στο κοντινό νεκροταφείο από το οποίο άλλωστε πρέπει να μεταφέρθηκε για να
χρησιμοποιηθεί προφανώς για τρίτη φορά ως οικοδομικό υλικό για την ενίσχυση του τείχους. Για το
ανατολικό νεκροταφείο της πόλης βλ. Μαρκή Ε., Η νεκρόπολη της Θεσσαλονίκης στους υστερορωμαϊκούς
και παλαιοχριστιανικούς χρόνους, Αθήνα 2006, 56-57.
224
Πρόκειται για ένα από τα πολλά αρχαία μνημεία που προέκυψαν από την απομάκρυνση του εβραϊκού
νεκροταφείου που βρισκόταν στην περιοχή ανατολικά των κτηρίων του Αριστοτελείου Πανεπιστήμιου.
Την εκκαθάριση του νεκροταφείου διέταξαν οι Γερμανοί στις αρχές του 1943 προκειμένου να
εκμεταλλευθούν το αρχαίο υλικό ως οικοδομικό. Η αρχαιολογική υπηρεσία της τότε εποχής κατέβαλε
σκληρές προσπάθειες για την διάσωση των μνημείων και τη μεταφορά τους. Καλλιπολίτης-Λαζαρίδης
1946, 5.
39
βωμό 225 που χρονολογείται στο έτος 237/238μ.Χ, στην επιγραφή του οποίου αναφέρεται
θίασος Ασκληπιαστών, οργανωμένων δηλαδή οπαδών της λατρείας του θεού 226 . Όπως
μάλιστα προκύπτει από το κείμενο τα μέλη του συλλόγου αυτού μαζί με τα μέλη ενός
διονυσιακού συλλόγου της Θεσσαλονίκης ήταν υποχρεωμένα να τιμούν τον νεκρό της
επιγραφής με τελετές στη μνήμη του 227 . Ο Μέμνων, το τιμώμενο πρόσωπο, δεν
αποκλείεται να ανήκε και στους δύο παραπάνω θρησκευτικούς θιάσους, πολύ πιθανό με
την επαγγελματική του ιδιότητα καθώς μας παραδίδεται ως καλαμαύλις 228 . Ασφαλώς η
ύπαρξη ενός οργανωμένου συλλόγου θρησκευτών του Ασκληπιού προϋποθέτει πρώτα
την λειτουργία ενός καλά δομημένου -σε κάθε επίπεδο- αντίστοιχου ιερού.
Από το ανατολικό τμήμα της πόλης προέρχονται και δύο επιγραφές που
μνημονεύουν Ασκληπιάδα φυλή γεγονός που υποδεικνύει την κεντρική θέση της
λατρείας στη πολιτική και κοινωνική ζωή της πόλης 229 . Η πρώτη εντοπίστηκε από τον
Duchesne κατά την διάρκεια της παραμονής του στη Θεσσαλονίκη το1874 στο τμήμα
του τείχους που είχε κατεδαφιστεί στην πύλη Ρώμη η οποία τοποθετείται στα βόρεια του
Λευκού Πύργου και σε μικρή απόσταση από αυτόν 230 . (αρ.κατ.28). Η επιγραφή η οποία
σήμερα έχει χαθεί διατηρούσε μόνο τα γράμματα που ρητά υποδήλωναν την παρουσία
Ασκληπιάδος φυλής (ΦΥΛΗ Α[Σ]ΚΛΗΠΙΑ[Σ]). Δεδομένης της απουσίας εκτύπου ή
σχεδίου και των ελάχιστων στοιχείων που δίνει ο Duchesne δεν είναι δυνατή η
χρονολόγηση του μνημείου. Η δεύτερη επιγραφή που αναφέρει Ασκληπιάδα φυλή
προέρχεται επίσης από το ανατολικό τμήμα της πόλης και χρονολογείται στο πρώτο
225
Διατηρείται τμήμα του ορθογώνιου ορθοστάτη με την επιγραφή σε πίνακα καθώς και η επίστεψη που
κοσμείται με κυμάτιο και εγγεγραμμένο αέτωμα. Βελένη 2002, 165-166, αρ.86.
226
Για την ακριβή χρονολόγηση βλ. Νίγδελης 2006, 136.
227
Νίγδελης 2006, 142.
228
Πρόκειται για συνώνυμο του μοναύλου. Ο νεκρός επομένως ήταν ένας λαϊκός μουσικός ο οποίος πολύ
πιθανό να προσέφερε τις μουσικές του υπηρεσίες του στα συμπόσια που οργάνωναν οι θίασοι ή στις
λατρευτικές τους πρακτικές. Νίγδελης 2006, 145-146. Για παρόμοια επιγραφή με τιμές σε μέλη
θρησκευτικών συλλόγων βλ. τιμητική επιγραφή από την Ρόδο στο SEG XXXIII, 639.
229
IG X, 2, 183, 265. Ο Edson συνδέει την ύπαρξη μιας άλλης φυλής, της Αντιγονίδος, με τον Αντίγονο
Γονατά. Κατ’ επέκταση θεωρεί ότι και η δημιουργία των άλλων δύο φυλών που μαρτυρούνται στη πόλη,
της Διονυσιάδος και της Ασκληπιάδος, πρέπει να αναχθεί στα ίδια ή ίσως και στα προγενέστερα χρόνια
καθώς απηχούν την διαίρεση του πληθυσμού σε φυλές που εκ των πραγμάτων θα υπαγόρευσε ο
συνοικισμός της πόλης από τον Κάσσανδρο. Edson 1948, 160, υποσημ.4.
230
Ο Duchesne αναφέρει απλά ότι την διάβασε σε λίθo προερχόμενο από το κατεδαφισμένο τείχος της
πύλης Kalli-Koule(sic), Duchesne 1874, 16, αρ. 4 . Πρόκειται για τον πύργο Kanli-Kule («Πύργος του
αίματος») τον οποίο τόσο ο Ιωάννου (Ιωάννου Μ.Χ., Αστυγραφία Θεσσαλονίκης, Εκδόσεις Νέα Πορεία,
Θεσσαλονίκη 1976, 30. Α’ Έκδοση 1880) όσο και ο Tafrali (Tafrali O., Topographie de Thessalonique,
Παρίσι 1913, 95) και ο Edson (IG X, 2, 265) ταυτίζουν με την «Πύλη Ρώμη» ή «Ρώμα». Η κατεδάφιση
του τείχους, αποτελέσματα του οποίου είδε ο Duchesne το 1874, πρέπει να συνδέεται με τον Μιδάτ Πασά,
τον Τούρκο διοικητή της πόλης που ευθύνεται για την καταστροφή μεγάλου τμήματος των τειχών το 1873.
Γούναρης, Τα τείχη της Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 1982, 46. Γενικά για την τοπογραφία της πόλης κατά
την περίοδο αυτή βλ. Δημητριάδης Β., Τοπογραφία της Θεσσαλονίκης κατά την εποχή της
Τουρκοκρατίας.1430-1912, Θεσσαλονίκη 1983.
40
τρίτο του 3ου αι.μ.Χ. 231 . Πρόκειται για έναν τιμητικό βωμό προς τον Κλαύδιο Μένωνα
που έστησε η παραπάνω φυλή με έξοδα των παιδιών του ύστερα από ψήφισμα της
πόλης 232 (Πιν.18γ, αρ.κατ.29). Σαφείς τοπογραφικές ενδείξεις για την θέση του
Ασκληπιείου της Θεσσαλονίκης δεν υπάρχουν. Με αφετηρία ωστόσο τον τόπο εύρεσης
των δύο παραπάνω επιγραφών ο Βουτυράς υποθέτει την θέση του ιερού του θεού στο
ανατολικό τμήμα της πόλης 233 .
Από την γλυπτική παραγωγή της πόλης έχουν επίσης προκύψει αρκετά
παραδείγματα που πιστοποιούν την παρουσία της λατρείας του Ασκληπιού στη πόλη.
Ένας κορμός αγαλματίου Ασκληπιού του δευτέρου μισού του 2ου αι.μ.Χ που προέρχεται
σύμφωνα με το ευρετήριο του Μουσείου από την περιοχή Αλατζά Ιμαρέτ αποδίδει το
θεό στο γνωστό τύπο του Ασκληπιού Gioustini 234 (Πιν.18δ, αρ.κατ.59). Το 1931
βρέθηκε, σύμφωνα πάντα με το ευρετήριο του Μουσείου Θεσσαλονίκης, «έναντι του
Διοικητηρίου, εν τη οικία Ηλιοπούλου», ένα τμήμα ράβδου από κλαδί δέντρου γύρω από
το οποίο ελίσσεται φίδι 235 (Πιν.19α, αρ.κατ.60). Πρόκειται προφανώς για τμήμα
βακτηρίας από μαρμάρινο άγαλμα Ασκληπιού φυσικού μάλλον μεγέθους που
τοποθετείται χρονικά στα τέλη του 2ου ή στις αρχές του 3ου αι.μ.Χ 236 .
Στα παραπάνω έργα πρέπει να προστεθούν και οι αποδόσεις μορφών που
συνδέονται άμεσα με τη λατρεία του Ασκληπιού και οι οποίες τον συνοδεύουν συχνά.
Πρόκειται ασφαλώς για την Υγεία, αγαλμάτιο της οποίας βρέθηκε στο κέντρο της πόλης,
στην συμβολή των οδών Ολύμπου και Αγίας Σοφίας 237 (Πιν.19β, αρ.κατ.61). Ανήκει
στον τύπο της Υγείας Hope και αποδίδεται με το φίδι να ελίσσεται διαγώνια στον κορμό
της ενώ με το αριστερό χέρι κρατά πυξίδα· από τον Δεσπίνη χρονολογείται στον 2ο
αι.μ.Χ. 238 . Από το Οκτάγωνο του Γαλεριανού ανακτόρου που χρονολογείται στις αρχές
του 4ου αι.μ.Χ. προέρχεται ένα μαρμάρινο επίκρανο ψευδοπαραστάδας στο οποίο
αποδίδεται η Υγεία να κρατά με το δεξί της χέρι φίδι (Πιν.19γ, αρ.κατ.44). Το τελευταίο
προφανώς θα έτεινε προς το αριστερό χέρι της θεάς που θα κρατούσε φιάλη 239 .
231
IG X 2, 183.
232
Κανατσούλης 1955, 48, αρ.127.
233
Βουτυράς 1993, 257.
234
ΚΓΜΘ 2003, 68, αρ.203. Αρ.Ευρ.Μ.Θεσ/νίκης: 11482.
235
ΚΓΜΘ 2003, 68, αρ.204. Αρ.Ευρ.Μ.Θεσ/νίκης: 1223.
236
ΚΓΜΘ 2003, 68, αρ.204.
237
Ρωμιοπούλου 1985, 234.
238
ΚΓΜΘ 1997, 108- 109 , αρ.81. Αρ.Ευρ.Μ.Θεσ/νίκης:7502
239
ΚΓΜΘ 1997, 189-195, αρ. 142-147. Αρ.Ευρ.Μ.Θεσ/νίκης: 6690. Το επίκρανο αυτό αποτελεί ένα από
τα έξι παραδείγματα (τέσσερα ολόκληρα και δύο θραύσματα) επικράνων ψευδοπαραστάδων από το
ανάκτορο του Γαλερίου που αποδίδουν τον Κάβειρο , τον Διόσκουρο, τον Δία και την Τύχη.
41
240
ΚΓΜΘ 2003, 55-56, αρ.194. Αρ.Ευρ.Μ.Θεσ/νίκης:1960.
241
ΚΓΜΘ 2003, 56.
242
Για το Σαραπείο της Θεσσαλονίκης βλ. Vitti 1996, 88-89 και 174, αρ.47. Τσιμπίδου-Αυλωνίτη Μ.,
«Δημόσια κτήρια. Ιερά. Το Σαραπείο.» Στο «Θεσσαλονίκη. Από τα προϊστορικά μέχρι τα χριστιανικά
χρόνια», Οδηγός Έκθεσης, Αθήνα 1986, 29-33. Τζαναβάρη 2003, 237-252.
243
Δεν πρόκειται για ανεξάρτητη φορολογούμενη πόλη αλλά ουσιαστικά αναφέρεται ως προσδιοριστική
της θέσης της Νεάπολης, της σημερινής Καβάλας, ως Νεάπολις παρ’ Ἀντισάραν στους φορολογικούς
καταλόγους της Α’ Αθηναϊκής Συμμαχίας που χρονολογούνται στα έτη 450π.Χ. και εξής. IG Ι³, 265, και
Κουκούλη-Χρυσανθάκη 1980, 314. Ο Μπακαλάκης καταλήγει στο συμπέρασμα πως η Αντισάρα πρέπει να
ήταν γνωστή από παλαιότερα ως πόλισμα ή θέση κοντά στην οποία κτίστηκε η Νεάπολη. Για το λόγο αυτό
η τελευταία, ως λιγότερη γνωστή, αναφέρεται πάντα σε σχέση με τη περισσότερο οικεία θέση της
Αντισάρας. Μπακαλάκης 1936, 41.
244
Κουκούλη-Χρυσανθάκη 1972, 397 και 1980, 315.
245
Βουτυράς 1993, 253.
246
Μπακαλάκης 1936, 29-42 και 1937, 74-81.
247
Όπως αναφέρεται στην έκθεση του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας για τις καταστροφές των
αρχαιοτήτων κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, το Μουσείο της Καβάλας λεηλατήθηκε και πολλές
αρχαιότητες φυγαδεύτηκαν ενώ άλλες πετάχτηκαν στη θάλασσα από Βούλγαρο αρχαιολόγο. Οι προθήκες
στις οποίες φυλάσσονταν τα ευρήματα από τις ανασκαφές στην Καλαμίτσα και άλλους αρχαιολογικούς
χώρους εξαφανίστηκαν επίσης. Ζημίαι 1946, 37.
42
Κατά τα έτη 1969-70 η Αρχαιολογική Υπηρεσία επανήλθε στο χώρο με αφορμή την
ανέγερση ενός μεγάλου ξενοδοχείου στην άκρη του ακρωτηρίου 248 .
Αρχικά ανασκάφηκαν τα κατάλοιπα που είχε ανασκάψει ο Μπακαλάκης τα οποία
ωστόσο εντοπίστηκαν σε πολύ κακή κατάσταση διατήρησης 249 . Πρόκειται για μια
τετράπλευρη προβολή του τείχους προς τα νότια η οποία αρχικά έδινε την εντύπωση
πύργου 250 . Εσωτερικά χωρίζεται σε ένα μεγάλο ανατολικό διαμέρισμα διαστάσεων
8x5,5μ. ενώ το δυτικό τμήμα καταλαμβάνουν δυο μικρότεροι χώροι διαστάσεων 5x5μ.
και 4x5μ. αντίστοιχα 251 . Εντός των δύο μεγαλύτερων χώρων αποκαλύφθηκαν δύο μικρές
τετράπλευρες κατασκευές από τμήματα γρανίτη οι οποίες όπως προκύπτει από τα
εκτεταμένα ίχνη καύσης που παρουσίαζαν τα υλικά δομής πρέπει να λειτουργούσαν ως
εστίες 252 . Κατά την Κουκούλη-Χρυσανθάκη που ανέσκαψε το χώρο αρκετά χρόνια
αργότερα, τα δωμάτια αυτά πρέπει να είχαν κατασκευαστεί στα τέλη του 6ου αι.π.Χ. και
να λειτουργούσαν ως λατρευτικοί οίκοι ενός ιερού 253 το οποίο ωστόσο λόγω της
πρωιμότητας των ευρημάτων καμία σχέση δεν θα είχε με την λατρεία του Ασκληπιού.
Από το εσωτερικό τους συνελέγησαν όστρακα του τέλους του 6ου και του 5ου αι.π.Χ.
πολύ καλής ποιότητας τόσο από τοπικά εργαστήρια όσο και από εισαγμένα αττικά 254 ενώ
η χρήση των χώρων αυτών βεβαιώνεται από τα ευρήματα και για τον 4ο αι.π.Χ. 255 . Σε
κάποια μεταγενέστερη φάση κατασκευάστηκε στα βόρεια και σε επαφή με το
συγκρότημα των δωματίων ένας ογκώδης εξωτερικός τοίχος προς ενίσχυση προφανώς
του περιβόλου στον οποίο συμβατικά του δόθηκε ο χαρακτηρισμός «πύργος» 256 .
248
Κουκούλη-Χρυσανθάκη 1972, 397-398 και 1975, 413.
249
Κουκούλη-Χρυσανθάκη 1980, 315.
250
Μπακαλάκης 1937, 76. Διαστ. 15x12μ. Ο Μπακαλάκης το ερμηνεύει ως «μια αρχική του περιβόλου
προς Ν. απόφυσις».
251
Στο μικρότερο από τους τρεις χώρους εντοπίστηκαν τοιχάρια κατασκευασμένα από λίθους και
θραύσματα κεράμων τα οποία πρέπει να ανήκαν σε ένα επιπόλαιας κατασκευής κτίσμα των ύστερων
ρωμαϊκών-παλαιοχριστιανικών χρόνων όπως προέκυψε από τα όστρακα που εντοπίστηκαν στην επίχωση
του χώρου. Μπακαλάκης 1937, 77.
252
Μπακαλάκης 1937, 77-78. Η εστία του μεγαλύτερου ανατολικού χώρου είχε διαστάσεις 1,5x1,22μ. Η
άνω επιφάνειά της βρέθηκε καλυμμένη με ένα στρώμα από συμπαγή λόγω υψηλών θερμοκρασιών πηλό
πάχους 7εκ., στο οποίο είχαν προστεθεί και άχυρα. Από το παραπάνω στρώμα προέκυψαν μικρά όστρακα
από αγγεία καθημερινής χρήσης, οστά ζώων, όστρεα. Η δεύτερη έχει σε μεγάλο βαθμό καταστραφεί από
την παρακείμενη νεότερη κατασκευή.
253
Κουκούλη-Χρυσανθάκη 1972, 398 και 1980, 315-16.
254
Εντοπίστηκαν όστρακα από τοπικά εργαστήρια που διατηρούν την υπογεωμετρική παράδοση καθώς και
θραύσματα αγγείων καλών αττικών αγγειογράφων του α΄μισού του 5ου αι. π.Χ., του τέλους του 5ου αι.π.Χ.
και κυρίως του 4ου αι.π.Χ. Κουκούλη-Χρυσανθάκη 1980,316.
255
Κουκούλη-Χρυσανθάκη 1972, 398.
256
Ο Μπακαλάκης το χαρακτηρίζει ως «πύργο» εξαιτίας της συμπαγούς και ογκώδους τοιχοδομίας του.
Αποτελείται από ένα εξωτερικό τοίχο πλάτους 1μ. ο οποίος μάλιστα ενισχύθηκε με μεγάλους ογκόλιθους
στις πλευρές του ενώ μεταξύ αυτού και του βόρειου τοίχου των δωματίων παρατηρήθηκε εσωτερικό
γέμισμα για την συμπλήρωση του κενού. Από τον ευρύτερο χώρο προέκυψαν δύο θραύσματα από
μάρμαρο Θάσου τα οποία έφεραν πολύ καλή επεξεργασία. Πρόκειται για ένα απότμημα στήλης, κατά
43
Το 1969-70 η έρευνα επεκτάθηκε στα βόρεια του «πύργου» όπου σε επαφή με αυτό
εντοπίστηκαν δωμάτια τα οποία λειτουργούσαν προφανώς ως βοηθητικοί-αποθηκευτικοί
χώροι όπως προκύπτει από την ανεύρεση τριών τουλάχιστον πιθαριών τοποθετημένων
στο έδαφος 257 . Η οικοδόμηση του παραπάνω συγκροτήματος πρέπει να τοποθετηθεί στο
4ο αι.π.Χ. Στο εσωτερικό τους βρέθηκαν ερυθρόμορφα όστρακα των αρχών ακόμη του
4ου αι.π.Χ με εγχάρακτες αναθηματικές επιγραφές στον Ασκληπιό (ΑΣΚΛΗΠΙΟΙ,
ΘΕΟΙ), γεγονός που οδήγησε στην ταύτιση του οικοδομικού συνόλου με ιερό του
Ασκληπιού 258 . (Πιν.6β, αρ.κατ.08). Κατά την Κουκούλη-Χρυσανθάκη στον αρχικό
πυρήνα του ιερού που χρονολογείται ήδη από τον 6ο π.Χ και αποτελούνταν από τα
δωμάτια με τις εστίες που είχε ανασκάψει ο Μπακαλάκης προστέθηκε στις αρχές του 4ου
αι.π.Χ. το βόρειο συγκρότημα των βοηθητικών-αποθηκευτικών χώρων. Ενισχυτικό της
ταύτισης του όλου χώρου διαχρονικά με ιερό αποτελεί η εύρεση εντός της επίχωσης του
4ου αι.π.Χ. ενός χείλους ιωνικής κύλικας που χρονολογείται στα τέλη του 6ου π.Χ. αι. ή
στο α’ μισό του 5ου αι.π.Χ. και φέρει εγχάρακτη επιγραφή με το όνομα Ἐπιγέν[ης], ενός
κατά πάσα πιθανότητα αναθέτη 259 .
Κατά τις ανασκαφικές εργασίες του 1969 εντοπίστηκαν δυστυχώς μόνο τα
θεμέλια από τον αποκαλούμενο από τον Μπακαλάκη «πύργο» με αποτέλεσμα να μην
είναι δυνατός ο έλεγχος της σχέσης των κτισμάτων εκατέρωθεν αυτού 260 , αν δηλαδή τα
δύο συγκροτήματα, βόρειο και νότιο, εξακολούθησαν να λειτουργούν ταυτόχρονα ή εάν
με την ανέγερση του αποκαλούμενου «πύργου» καταργήθηκε πλήρως το νότιο όπως
υποστηρίζει ο Μπακαλάκης 261 .
Πάνω από την φάση του 4ου αι.π.Χ. εντοπίστηκαν ελάχιστα κτίσματα που από την
ευρεθείσα κεραμική χρονολογούνται στα όψιμα ελληνιστικά και πρώιμα ρωμαϊκά
χρόνια 262 γεγονός που υποδεικνύει πως ο χώρος συνέχισε να χρησιμοποιείται και σε
μεταγενέστερες εποχές.
πάσα πιθανότητα όρου, στο οποίο δυστυχώς δεν σώθηκε καμιά επιγραφή καθώς και ένα θραύσμα
αρχιτεκτονικού μέλους με αναθύρωση. Μπακαλάκης 1937, 79-80.
257
Κουκούλη-Χρυσανθάκη 1972, 397, 1975, 413 και 1980, 315.
258
Κουκούλη-Χρυσανθάκη 1972, 397 και Κουκούλη-Χρυσανθάκη 1980, 316.
259
Κουκούλη-Χρυσανθάκη 1972, 398 και Κουκούλη-Χρυσανθάκη 1980, 316.
260
Κουκούλη-Χρυσανθάκη 1972, 397.
261
Μπακαλάκης 1937, 79.
262
Κουκούλη-Χρυσανθάκη 1972, 398, και 1980, 316.
44
Από τα αρχαία Καλίνδοια προέρχεται μια πολύ σημαντική επιγραφή 263 η οποία
εκτός του ότι καταγράφει λατρεία του Ασκληπιού στη πόλη, παραδίδει σε κατάλογο τους
επώνυμους ιερείς του θεού μετά την προσάρτηση των Καλινδοίων και της ευρύτερης
περιοχής τους στο βασίλειο της Μακεδονίας. (Πιν.19ε, αρ.κατ.30). Η στήλη ωστόσο
που χρονολογείται στα έτη 334/33-304/3π.Χ., είναι ανάθημα στον Απόλλωνα καθώς
αποτελούσε την επίσημη λατρεία της πόλης και ως εκ τούτου πρέπει να είχε ανεγερθεί
στο ιερό του 264 . Όπως προκύπτει από την επιγραφή 265
, μετά την προσάρτηση της
περιοχής στο μακεδονικό βασίλειο το προνόμιο της επώνυμης ιερατείας δόθηκε στους
ιερείς του Ασκληπιού 266 οι οποίοι μάλιστα πρέπει να είχαν μακεδονική καταγωγή όπως
μαρτυρούν τα ονόματά τους 267 .
Ένα αδημοσίευτο μαρμάρινο θραύσμα αγάλματος, πιθανόν του 1ου αι.μ.Χ., που
παραδόθηκε στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης το 2002 και προέρχεται από τα
Καλίνδοια συνδέθηκε με κάποιο έργο πλαστικής που πρέπει να είχε σχέση με τον
Ασκληπιό. (Πιν.19στ, αρ.κατ.63). Σώζεται μονάχα ένα μικρό, κυλινδρικό τμήμα κορμού
δέντρου ή το κάτω μέρος στηρίγματος αγάλματος Ασκληπιού πάνω στο οποίο ελίσσεται
ένα μεγάλου μεγέθους φίδι με το κεφάλι του να στρέφεται προς τα πάνω. Όλες οι
επιφάνειες του γλυπτού όπως και η συμφυής τετράπλευρη βάση στην οποία στηρίζεται ο
κορμός είναι αδρά διαμορφωμένες εκτός από το φίδι το οποίο φέρει πολύ καλή
επεξεργασία. Μολονότι το ενδεχόμενο να πρόκειται για τμήμα ράβδου στην οποία θα
στηριζόταν ο Ασκληπιός είναι λιγότερο πιθανό λόγω του μεγάλου όγκου και του πάχους
του, παρόλα αυτά η παρουσία του φιδιού συνδέει άμεσα το εύρημα με τον θεραπευτή θεό
και τον κύκλο του 268 .
263
Η επιγραφή βρέθηκε σπασμένη σε δύο κομμάτια σε διαφορετική χρονική περίοδο η καθεμία. Το πρώτο
το 1982 και το δεύτερο το 1983. Σισμανίδης 1983, 271.
264
Βουτυράς 1993, 260.
265
Το περιεχόμενο της επιγραφής αποτέλεσε ξεχωριστή ανακοίνωση της Ι.Βοκοτοπούλου στο συνέδριο
της Αρχαίας Μακεδονίας. Βοκοτοπούλου 1986, 87-114. Βλ. επίσης Καλίνδοια 2008, 92-93, αρ. 01.
266
Βοκοτοπούλου 1986, 96.
267
Βοκοτοπούλου 1986, 114.
268
Καλίνδοια 2008, σελ.185, αρ.49.
45
Από την περιοχή του ιερού του Άμμωνος Διός προέρχεται ένα θραύσμα βάσης
αναθήματος που φέρει την επιγραφή [‐‐‐]όδω[ρος‐‐‐] / [‐‐Ἀσκ]ληπιῶι[‐‐] και
χρονολογείται σύμφωνα με το σχήμα των γραμμάτων στα τέλη του 3ου ή στο πρώτο μισό
του 2ου αι.π.Χ. 269 . (Πιν.20α, αρ.κατ.31). Η επιγραφή αυτή δεν βρέθηκε κατά χώρα.
Επισημάνθηκε ωστόσο από τον Βουτυρά στην Ιερά Μονή Παντελεήμονος στο Άγιο
Όρος όπου φυλάσσεται. Όλες οι αρχαιότητες της Μονής προέρχονται από ένα μετόχι της
στη παραλία του σύγχρονου οικισμού της Καλλιθέας όπου βρίσκεται το ιερό του
Άμμωνος Διός και του Διονύσου 270 . Στο χώρο αυτό, που μέχρι το 1968 ανήκε στη Μονή
Παντελεήμονος, οι μοναχοί είχαν εντοπίσει αρκετές αρχαιότητες πολλές από τις οποίες
μετέφεραν στο Άγιο Όρος 271 .
Η επιγραφή αυτή είναι πολύ σημαντική διότι μας παρέχει ένα βεβαιωμένο
χρονολογικό όριο για την εισαγωγή της λατρείας του Ασκληπιού στο ιερό του Άμμωνος
Διός 272 . Η Άφυτις ωστόσο στην οποία ανήκε το ιερό του Άμμωνος Διός αναφέρεται και
269
Βουτυράς 1993, 258-259.
270
Βουτυράς 1993, 258. Το ιερό του Διονύσου βρίσκεται σε κοντινή απόσταση από το ναό του Άμμωνος
Διός. Σε αυτό εντοπίστηκε ένα σπήλαιο στο οποίο οδηγούνταν κανείς μέσω μιας κλίμακας λαξευμένης στο
φυσικό βράχο. Στο χώρο αυτό κατασκευάστηκε κατά τον 4ο αι.π.Χ κρηναίο οικοδόμημα προκειμένου να
επιτευχθεί η τροφοδότηση του ιερού του Άμμωνος Διός με νερό. Για το ιερό βλ. Βουτυράς 2000, 631-640.
Γιούρη 1976, 135. Γιούρη 1971, 361-366. Τσιγαρίδα, ενημερωτικό φυλλάδιο ιερού Άμμωνος Διός,
Διονύσου και Ασκληπιού.
271
Βουτυράς 1993, 258, υποσημ. 38.
272
Η εισαγωγή της λατρείας του Άμμωνα Δία στην Άφυτι πραγματοποιήθηκε προφανώς από τον
Λύσανδρο στα τέλη του 5ου ή στις αρχές του 4ου αι.π.Χ. Βουτυράς 2000, 632. Ο σωζόμενος ναός είναι
δωρικός περίπτερος με 6×11 κίονες και κατασκευάστηκε στο δεύτερο μισό του 4ου αι.π.Χ., κατά πάσα
πιθανότητα από τον Φίλιππο Β’ ή τον Αλέξανδρο Γ΄ όπως υποστηρίζει η Γιούρη. (Γιούρη 1976, 144 και
150). Στα ΝΑ του ναού βρέθηκε ο βωμός του ναού. Ουσιαστικά εντοπίστηκαν δύο βωμοί που ανήκουν σε
διαφορετικές φάσεις. Ο πρώτος, σύγχρονος μάλλον του ναού, ήταν στενός και επιμήκης και βρέθηκε
καλυμμένος με άμμο. Πάνω από αυτόν και στο κέντρο περίπου του μήκους του κατασκευάστηκε κατά τα
ρωμαϊκά χρόνια (1ος-2ος αι.μ.Χ.) βωμός, μικρότερων διαστάσεων, γύρω από τον οποίο βρέθηκαν ίχνη
τέφρας και οστά ζώων. Εκατέρωθεν του βωμού κατασκευάστηκαν κατά τα ρωμαϊκά χρόνια κτίσματα με
κερκίδες τα οποία ανάγονται στα ίδια χρόνια με τον μεταγενέστερο βωμό. Προφανώς η κατασκευή των
κτηρίων με τις βαθμίδες προορίζονταν για τους πιστούς που παρακολουθούσαν δρώμενα σχετιζόμενα με
την λατρεία του Άμμωνος Διός. Γιούρη 1971, 359-360. Την ίδια εποχή με τον ναό πρέπει να
κατασκευάστηκε και ένα στωικό κτήριο που εντοπίστηκε στα βόρεια και κατά τους ανασκαφείς θα
αποτελούσε το βόρειο όριο του ιερού. Αποτελείται από ένα συνεχόμενο βόρειο τοίχο ο οποίος ερευνήθηκε
σε μήκος 34μ. χωρίς όμως να βρεθεί το δυτικό πέρας του. Έχει θεμελιωθεί σε γκριζοκάστανη επίχωση από
αργούς λίθους χωρίς συνδετικό κονίαμα, σε βαθμιδωτή διάταξη, ακολουθώντας τη κλίση του εδάφους. Στο
εσωτερικό μέτωπο του εφάπτονται εγκάρσιοι τοίχοι δημιουργώντας μικρούς χώρους πλάτους 7,5-8μ. Τα
μέτωπα των τοίχων είναι κατασκευασμένα από λιθοπλίνθους, καλά δουλεμένους στις ορατές επιφάνειες
και ιδιαίτερα στις περιοχές των αρμών, που σχηματίζουν ανισοϋψείς δόμους. Ο χώρος ανάμεσα στα
μέτωπα περιείχε γέμισμα από μικρούς αργούς λίθους και λάσπη. Ανασκάφηκαν τουλάχιστον πέντε χώροι
οι οποίοι διέθεταν μεγάλα θυραία ανοίγματα, πλάτους 3,70μ., κατά μήκος του νότιου τοίχου του κτηρίου.
Ένα λίθινο πεσσόσχημο μέλος με συμφυές δωρικό επίκρανο που βρέθηκε στο κέντρο του εσωτερικού ενός
από τους χώρους συνδέθηκε από την ανασκαφέα με την στήριξη της στέγης. Το δάπεδο ήταν από
πατημένο χώμα ενώ από την επίχωση των δωματίων συνελέγη μεγάλη ποσότητα από θραύσματα
46
στο κατάλογο των θεωροδόκων της Επιδαύρου ο οποίος χρονολογείται το 360/59π.Χ. και
αν μη τι άλλο υποδεικνύει ότι η λατρεία του Ασκληπιού ήταν γνωστή στη περιοχή ήδη
από το δεύτερο τέταρτο του 4ου αι.π.Χ. 273 . Επομένως η συμμετοχή, έναν αιώνα μετά, της
πόλης της Κασσάνδρειας, στην οποία ανήκε η περιοχή της Αφύτιος, στη νέα πανελλήνια
γιορτή προς τιμή του Ασκληπιού που οργανώθηκε στη Κω το 242π.Χ. 274 ίσως πρέπει να
θεωρηθεί αναμενόμενη. Η προθυμία τους να πάρουν μέρος στη γιορτή αυτή πήγαζε
προφανώς από την αποδοχή της συγκεκριμένης λατρείας η οποία ήταν γνωστή ήδη από
τα μέσα του 4ου αι.π.Χ. στην Άφυτι και λογικά θα είχε εισαχθεί στο μεγάλο και
φημισμένο αυτό ιερό τουλάχιστον από το 242π.Χ. 275 .
Η λατρεία του Ασκληπιού στο ιερό του Άμμωνος Διός πιστοποιείται και για τους
ρωμαϊκούς χρόνους καθώς κατά τα χρόνια αυτά κατασκευάστηκε ένα βαλανείο από το
οποίο προέκυψαν σημαντικά ευρήματα άμεσα σχετιζόμενα με τον θεραπευτή θεό και τον
κύκλο του. Το λουτρό ανήκει στον «εν σειρά» τύπο με θερμό, μέσο και ψυχρό οίκο που
επικοινωνούσαν μεταξύ τους. Η περίοδος χρήσης και λειτουργίας του ξεκινά από τα
μέσα του 2ου αι.μ.Χ. και παύει στα τέλη του 4ου αι.μ.Χ.
Ο θερμός και ο μέσος οίκος έχουν πλήρως ανασκαφεί. Ο πρώτος βρίσκεται στο
βόρειο τμήμα του κτιρίου, είναι μονόχωρος και στην ανατολική του πλευρά
μελαμβαφών αγγείων, κανθάρων, σκύφων και φιαλιδίων, αγγείων με διακόσμηση Δυτικής Κλιτύος καθώς
και αβαφών αμφορέων που καλύπτουν μια περίοδο από την όψιμη κλασσική έως και την πρώιμη
ελληνιστική εποχή. Η παρατακτική οργάνωση των χώρων και το γεγονός ότι το κτήριο ανοίγει προς τα
νότια και βρίσκεται σε παράλληλη σχέση με το ναό του Άμμωνα Δία υποδεικνύει τον βοηθητικό του ρόλο
στο ιερό. Το κτήριο ερμηνεύθηκε ως μια στοά με δημόσιο χαρακτήρα. Το γεγονός του κοινού
προσανατολισμού, της παρόμοιας κεράμωσης, της καλής ποιότητας κατασκευής και των ίδιων υλικών
οικοδομής με το ναό του Άμμωνος Διός οδηγεί στην πολύ βάσιμη υπόθεση ότι και τα δυο κτήρια ανήκουν
στο ίδιο οικοδομικό πρόγραμμα. Κατά τους ανασκαφείς η στοά καταστράφηκε και εγκαταλείφθηκε στις
αρχές του 3ου αι.π.Χ. όπως ακριβώς συνέβη και με τον ναό ο οποίος ωστόσο επιδιορθώθηκε και συνέχισε
να λειτουργεί. Τσιγαρίδα-Βασιλείου 2005, 336-337. Όσον αφορά την λειτουργία του χώρου, η εύρεση
κεραμικής σχετιζόμενης άμεσα με τροφοπαρασκευαστικές διαδικασίες παραπέμπει σε παράθεση
τελετουργικών γευμάτων καθώς όλα αυτά τα στοιχεία προβάλλονται στο πλαίσιο ενός ιερού χώρου.
Προφανώς η στοά αυτή εξυπηρετούσε γιορτές αφιερωμένες στον Άμμωνα Δία όπως γνωρίζουμε από τις
πηγές ότι λάμβαναν χώρα στο ιερό του Διός στο Δίον. (Ο Αλέξανδρος Γ’ π.χ. έστησε εκατοντάκλινη σκηνή
στο Δίον κατά τις μεγαλοπρεπείς θυσίες και τους αγώνες που τέλεσε προς τιμή του Δία και των Μουσών
μετά την επάνοδό του από την Θήβα. Διόδωρος 17,16, 3). Με δυσκολία ωστόσο θα μπορούσε κανείς να
ερμηνεύσει τους χώρους αυτούς ως «εστιατόρια» καθώς απουσιάζουν τα χαρακτηριστικά για τους χώρους
αυτούς πόδια περιμετρικά των τοίχων. Κατά τον Jameson όμως είναι περισσότερο πιθανή η ύπαρξη
προσωρινών κατασκευών παρά μόνιμων κτηρίων εκεί όπου συνηθίζονταν γιορτές με χαρακτηριστικό
στοιχείο την παράθεση γευμάτων όπως συμβαίνει στα Θεοξένια. Jameson 1994, 45-46. (να σημειωθεί ότι
γιορτές στον τύπο των Θεοξενίων μαρτυρούνται και για τον Δία όπως προκύπτει από δύο επιγραφές που
χρονολογούνται στα έτη 277/76π.Χ. και 272/1π.Χ. από την Αθήνα και αναφέρουν γιορτή, θυσία καθώς και
στρώση κλίνης και «κόσμησιν» τράπεζας προς τιμήν του Διός Σωτήρος και της Αθηνάς Σώτηρας. IG II²,
676, 14-16 και SEG XVI, 63). Επομένως η μορφή της στοάς αυτής δεν είναι αναγκαίο να αντιστοιχεί στην
ολοκληρωμένη αρχιτεκτονική εικόνα των εστιατορίων όπως την γνωρίζουμε από τα μεγάλα ιερά του
ελληνικού χώρου.
273
IG IV 1², 94. Tataki 1998, 66.
274
Βουτυράς 1993, 258.
275
Βουτυράς 1993, 258-259.
47
276
Στη κόγχη υπήρχε ατομική λεκάνη από παχύ υδραυλικό κονίαμα και ορθομαρμάρωση. Οι τοίχοι του
ήταν κατασκευασμένοι απο αργούς λίθους με συνδετικό κονίαμα, θραύσματα αρχιτεκτονικών μελών από
παλαιότερα κτήρια σε δεύτερη χρήση και ζώνες οπτών πλίνθων για την ανωδομή. Τσιγαρίδα-Βασιλείου
2007, 340.
277
Τσιγαρίδα-Βασιλείου 2007, 340.
278
Τσιγαρίδα-Βασιλείου 2007, 341-342. Από τον βόρειο του λουτρού χώρο προέκυψαν ένας κλίβανος, ένα
τρίχωρο κτίσμα και λείψανα κτηρίων που σώζονται ιδιαίτερα αποσπασματικά. Για εκτενή πραγμάτευση
των ιδιαίτερα καταστραμμένων κτισμάτων βλ. Τσιγαρίδα-Βασιλείου 2007, 337-340.
279
Το δάπεδο αποτελούνταν από ένα παχύ συμπαγές στρώμα από θραύσματα κεράμων, οπτών πλίνθων και
άλλων πήλινων αντικειμένων αναμεμειγμένων με μεγάλη ποσότητα ασβεστοκονιάματος και μια
επιστρωμένη άνω επιφάνεια με λίθινες μεγάλες πλάκες. Τσιγαρίδα-Βασιλείου 2007, 341.
280
Τσιγαρίδα-Βασιλείου 2007, 341.
281
Η πλευρά της πισίνας προς τους αναβαθμούς πρέπει να διέθετε στηθαίο όπως προκύπτει από τα ίχνη του
που διατηρήθηκαν στο υπόστρωμα. Τσιγαρίδα-Βασιλείου 2007, 341.
282
Τσιγαρίδα-Βασιλείου 2007, 341.
283
Τις πληροφορίες οφείλω στην αρχαιολόγο της ΙΣΤ’ Ε.Π.Κ.Α. κ. Μ.Τσιγαρίδα.
48
συνδέεται άμεσα με το περιβάλλον στο οποίο βρέθηκε 284 . Επιπλέον από το εσωτερικό
του λουτρού προέκυψε αριθμός ιατρικών εργαλείων που υποδεικνύουν άσκηση της
ιατρικής τέχνης στο χώρο 285 . Κατά τα ρωμαϊκά χρόνια λοιπόν στο ιερό του Άμμωνος
Διός η λατρεία του Ασκληπιού και της Υγείας πρέπει να ήταν ιδιαίτερα σημαντική,
γεγονός που υποδεικνύει πως στο ιερό η παρουσία των θεραπευτών θεών αποτελούσε
συνέχεια της παράδοσης των ελληνιστικών χρόνων 286 .
14. Κασσάνδρεια
Η λατρεία του Ασκληπιού στη Κασσάνδρεια δεν πρέπει να ήταν άγνωστη στη πόλη
και την ευρύτερη περιοχή. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται από μια επιγραφή που
βρέθηκε στο Ασκληπιείο της Κω και περιλαμβάνει την πόλη, μαζί με την Αμφίπολη και
τους Φιλίππους, στις γιορτές προς τιμήν του Ασκληπιού που οργανώθηκαν για πρώτη
φορά το 242π.Χ. στη Κω ενώ ταυτόχρονα προσφέρεται το δικαίωμα της ασυλίας 287 .
Επόμενο είναι πως η προθυμία των κατοίκων της Κασσάνδρειας να τιμήσουν τον θεό
προέκυπτε από την αποδοχή της λατρείας του στην ίδια την πόλη.
15. Κοζάνη
284
Για τον συγκεκριμένο τύπο βλ. Μητροπούλου 1984.
285
Τσιγαρίδα-Βασιλείου 2007, 343.
286
Να σημειωθεί ότι στον ευρύτερο χώρο του ναού βρέθηκε ενεπίγραφη πλίνθος αγαλματίου αφιερωμένου
στον Απόλλωνα Καναστραίο που χρονολογείται στον 2ο αι.μ.Χ. Γιούρη 1971, 360-361. Η εύρεση ενός
τέτοιου αναθήματος είναι αναμενόμενη σε ένα ιερό που ο Ασκληπιός θα κατείχε μερίδιο στη λατρεία
καθώς σύνηθες ήταν το φαινόμενο συλλατρείας πατέρα-γιου.
287
Herzog-Klaffenbach 1952 , 6. Βλ. επίσης Giovannini 1977, 465-472 και Χατζόπουλος 1996α, 143-144.
288
Καραμήτρου- Μεντεσίδη 1993, 78, εικ. 43. Αρχαιολογική Συλλογή Κοζάνης, αρ. ευρ. 53.
49
Η λατρεία του Ασκληπιού στην περιοχή των Λευκαδίων πιστοποιείται από μια
επιγραφή στην οποία ως επώνυμος ιερέας της πόλης παραδίδεται ο ιερέας του
Ασκληπιού 289 . Πρόκειται για τμήμα μιας λίθινης πλάκας όπου παρατίθενται δέκα
290
συνολικά πράξεις αγοραπωλησίας οργανωμένες σε δύο «σελίδες» . (αρ.κατ.32).
Χρονολογείται στο β’ μισό του 3ου αι.π.Χ ή στο γ’ τέταρτο του 3ου αι. π.Χ. 291
. Στην
πρώτη σελίδα, που σώζεται σχεδόν ακέραιη, έχουν χαραχθεί τέσσερις πράξεις ενώ στη
δεύτερη έξι 292 . Μολονότι σε όλες τις ωνές της πρώτης σελίδας παραδίδονται τα ίδια
στοιχεία για την χρονολόγηση τους (μήνας, όνομα επιστάτη, ιερέα, ταγωνατών) γεγονός
που δηλώνει την ταυτόχρονη σύναψη των πράξεων 293 , παρόλα αυτά μόνο στην δεύτερη
ωνή αναφέρεται ρητά το όνομα της θεότητας που υπηρετεί ο ιερέας. Εφόσον λοιπόν
πρόκειται για τα ίδια άτομα τότε ασφαλώς σε όλες τις πράξεις επώνυμος ιερέας είναι
αυτός του Ασκληπιού 294 .
Η λατρεία του Ασκληπιού στη Μίεζα με την οποία ταυτίζονται τα σημαντικά
αρχιτεκτονικά κατάλοιπα που έχουν ανασκαφεί στη περιοχή 295 , πρέπει να ήταν αρκετά
σημαντική καθώς η ίδια η γεωμορφολογία και το φυσικό περιβάλλον της θα ευνοούσαν
την ανάπτυξη της λατρείας. Ο πλούσιος υδροφόρος ορίζοντας με τα πηγαία ύδατα που
αναβλύζουν στον ευρύτερο χώρο θα αποτελούσε έναν βασικό παράγοντα για την
διευκόλυνση της λειτουργίας του ιερού 296 . Επιπλέον η εξαιρετική βλάστηση που
289
Αποτελείται από δύο τμήματα που έχουν συγκολληθεί. Το πρώτο κομμάτι της επιγραφής (Αρχαιολογικό
Μουσείο Βέροιας Λ 1138α) βρέθηκε το 1955 από τον Πέτσα στα χώματα που είχαν εισδύσει από την
καταστραμμένη καμάρα στο εσωτερικό του προθαλάμου του τάφου της Κρίσεως στο χωριό Λευκάδια.
Πέτσας 1964, 1. Το δεύτερο (Αρχαιολογικό Μουσείο Βέροιας Λ 1138) εντοπίστηκε το 1998 από την
Στεφανή κατά τις εργασίες αναστήλωσης του μνημείου, στα ανώτερα στρώματα της επίχωσης στο βόρειο
τμήμα του προθαλάμου μαζί με επτά άλλα μικρότερα θραύσματα, τέσσερα από τα οποία συγκολλήθηκαν
στο αριστερό τμήμα της επιγραφής. Στεφανή 2000, 416-417 και Λιλιμπάκη-Ακαμάτη –Στεφανή 2003, 155,
υποσημ. 4. Για την πλήρη δημοσίευση της επιγραφής βλ. Λιλιμπάκη-Ακαμάτη – Στεφανή 2003,155-196.
290
Λιλιμπάκη-Ακαμάτη –Στεφανή 2003, 159.
291
Ο Πέτσας χρονολογεί την επιγραφή στο β΄ μισό του 3ου αι.π.Χ. (Πέτσας 1964, 40) ενώ οι Λιλιμπάκη-
Ακαμάτη και Στεφανή προτείνουν μια πιο συγκεκριμένη χρονολόγηση στο γ΄ τέταρτο του 3ου αι.π.Χ.
(Λιλιμπάκη-Ακαμάτη –Στεφανή 2003, 161).
292
Λιλιμπάκη-Ακαμάτη-Στεφανή 2003, 160. Στο κείμενο γίνεται σαφής αναφορά του αντικειμένου της
αγοραπωλησίας, των συμπλεκόμενων μελών, των αρχόντων, των τοπογραφικών ορίων των προς πώληση
εκτάσεων, των μαρτύρων, των βεβαιωτών και των τιμών προκειμένου να διασφαλιστεί η εγκυρότητα και η
πληρότητα της πράξης. Λιλιμπάκη-Ακαμάτη –Στεφανή 2003, 163.
293
Λιλιμπάκη-Ακαμάτη – Στεφανή 2003, 170.
294
Λιλιμπάκη-Ακαμάτη – Στεφανή 2003, 163, υποσημ. 34.
295
Λιλιμπάκη-Ακαμάτη-Στεφανή 2003, 195, υποσημ. 260 όπου και η παλιότερη βιβλιογραφία για το
ζήτημα της ταύτισης του χώρου με την αρχαία Μίεζα. Επίσης Αλλαμανή-Κουκουβού-Ψαρρά 2009, 18-19.
296
Ίσως δεν είναι τυχαίο ότι στα ανατολικά του αποκαλυφθέντος οικοδομικού συγκροτήματος βρίσκεται
σήμερα το παρεκκλήσι του Αγίου Νικολάου δίπλα από το οποίο υπάρχει θερμή πηγή με νερό που
θεωρείται ιαματικό-θαυματουργό. Για τη σχέση του Ασκληπιού με τι θερμές πηγές ιδιαίτερα κατά τους
50
ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς χρόνους βλ. Croon 1967, 244-245. Γενικά για τις θερμές πηγές και την
σχέση τους με την ιατρική και τον Ασκληπιό βλ. Krug 2003, 170-171.
297
Από το λόφο Τσιφλίκι που βρίσκεται στα νότια του χωριού Λευκάδια της Νάουσας έχει προκύψει ένα
θραύσμα αναθηματικού αναγλύφου το οποίο βρέθηκε σε δεύτερη χρήση στην κοιμητηριακή βασιλική που
εντοπίστηκε στη περιοχή. Χρονολογείται στον 2ο αι.μ.Χ. και φέρει παράσταση ανδρικών γεννητικών
οργάνων και την επιγραφή: ΠΟΣΕΙΔΩΝΙΚ/ΑΤΕΥΧΗΝ/ΖΟ/ΕΙΛΙ/Α. Πρόκειται για αφιέρωμα της Ζωιλίας
στον Ποσειδώνα ως επίκληση για γονιμότητα. Η παρουσία λατρείας του θεού αυτού στη περιοχή είναι
απόλυτα δικαιολογημένη καθώς στο χώρο υπάρχουν πηγές και ορμητικά ποτάμια τα οποία συνδέονται
άμεσα με τον Ποσειδώνα. Ψαρρά Ε., «Σωστική ανασκαφή στο Τσιφλίκι Νάουσας κατά το 2003», ΑΕΜΘ
17 ( 2003), Θεσσαλονίκη 2005, 545-546, (539-551).
298
Αλλαμανή-Κουκουβού-Ψαρρά 2004, 577 και Κουκουβού-Ψαρρά 2004, 244. Η Ιγνατιάδου στη
δημοσίευση των γυάλινων οφθαλμών των κλινών που βρέθηκαν στο χώρο αναφέρει το συγκρότημα ως
ιερό του Ασκληπιού. Ιγνατιάδου 2004, 270, αρ. 48, Πιν. 62α. Θερμές ευχαριστίες οφείλω στην αρχαιολόγο
της ΙΖ’ Ε.Π.Κ.Α. κ. Ειρήνη Ψαρρά που ανασκάπτει τα τελευταία χρόνια το μεγάλο αυτό οικοδομικό
συγκρότημα για τις χρήσιμες μεταξύ μας συζητήσεις σχετικά με τον ανασκάπτόμενο χώρο.
299
Αλλαμανή-Κουκουβού 2000, 380 και Αλλαμανή-Κουκουβού-Ψαρρά 2004, 578. Ο Τουράτσογλου το
χρονολογεί στο τελευταίο τέταρτο του 4ου αι.π.Χ. Τουράτσογλου 1975, 408. Για την καταστροφή ή την
εγκατάλειψη του συγκροτήματος ελάχιστες πληροφορίες δίνονται από τις ανασκαφείς κυρίως λόγω της
έλλειψης στοιχείων που οφείλεται στην εκ θεμελίων λιθολόγηση των κτηρίων. Από το στρώμα
καταστροφής ωστόσο του χώρου με τους ημικίονες προέκυψε μια χρονολόγηση στα τέλη του 4ου-αρχές 3ου
αι.π.Χ. Αλλαμανή-Κουκουβού-Ψαρρά 2004, 577.
300
Το πλάτος του δρόμου είναι 7μ. ενώ το μήκος του ξεπερνά τα 150μ. Αρχικά είχε υποτεθεί ότι πρόκειται
για στοά με την κιονοστοιχία της να εδράζεται στο νότιο τοίχο-υποθεμελίωση. Αλλαμανή-Μισαηλίδου
1995, 206,207. Όμως η εύρεση ενός κρηπιδώματος, κατά πάσα πιθανότητα βάθρου, στον ενδιάμεσο χώρο
των αναλημματικών τοίχων και η απουσία στρώματος καταστροφής κεράμων οδήγησε στο συμπέρασμα
πως πρόκειται για δρόμο. Αλλαμανή-Κουκουβού 1998, 85-86, 87.
301
Το τμήμα αυτό του μνημείου είχε αποκαλυφθεί κατά τις ανασκαφικές εργασίες του Τουράτσογλου τα
έτη 1968-1970. Τουράτσογλου Ι., «Κοπανός Ναούσης», ΑΔ 24 (1969), Χρονικά Β² , Αθήνα 1970, 328-329,
Τουράτσογλου Ι., «Κοπανός», ΑΔ 25 (1970), Χρονικά Β² , Αθήνα 1973, 387-388 και Τουράτσογλου Ι.,
«Κοπανός», ΑΔ 26 (1971), Χρονικά Β², Αθήνα 1975, 407-409. Παρόμοια διαμόρφωση, χωρίς όμως
ημικίονες, παρουσίαζε και ο βόρειος αναλημματικός τοίχος.
51
302
Η στοά αυτή ανήκε σε ένα υπαίθριο χώρο-αυλή η οποία ήταν προσβάσιμη και από μια κλίμακα στα
νότια του νοτιοανατολικότερου ημικίονα. Αλλαμανή-Κουκουβού 2000, 376, 378 και Αλλαμανή-
Κουκουβού-Ψαρρά 2004, 572.
303
Διαστάσεις δωματίων: 4,80x4,80μ. Η βόρεια πλευρά διαθέτει 5 δωμάτια ενώ η δυτική έξι. Αλλαμανή-
Κουκουβού-Ψαρρά 2009, 24.
304
Ουσιαστικά αποτελούν τη μοναδική περίπτωση που τα στοιχεία αυτά εντοπίστηκαν στο κατεξοχήν
φυσικό τους περιβάλλον το οποίο δεν είναι άλλο από αυτό των συμποσίων. Ιγνατιάδου 2004, 270. Όσες
κλίνες μας έχουν σωθεί από την αρχαιότητα προέρχονται από ταφικά σύνολα όπου τοποθετούνταν ως
συνοδευτικά αγαπημένα αντικείμενα των νεκρών στον άλλο κόσμο. Η αρχική και κατεξοχήν χρήση των
επίπλων αυτών όμως ήταν προορισμένη ασφαλώς για τα συμπόσια και τα τελετουργικά γεύματα που
λάμβαναν χώρα στις διάφορες γιορτές.
305
Αλλαμανή-Κουκουβού-Ψαρρά 2004, 574 και Αλλαμανή-Κουκουβού-Ψαρρά 2009, 24-26.
306
Η αποκάλυψη αγωγών που μετέφεραν νερό από τα δυτικά υψώματα στα διάφορα σημεία του
συγκροτήματος υποδεικνύουν τις μεγάλες ανάγκες υδροδότησης που παρουσιάζει το όλο συγκρότημα και
τις παρεπόμενες δραστηριότητες που θα λάμβαναν χώρα σε αυτό. Αλλαμανή-Κουκουβού-Ψαρρά 2004,
576-577. Πίσω μάλιστα από τα δωμάτια της δυτικής στοάς ανασκάφηκε μια κρηναία κατασκευή στην
οποία κατέληγε αγωγός. Αλλαμανή-Κουκουβού-Ψαρρά 2009, 26, υποσ. 30.
307
Στα νοτιοανατολικά του εντοπίστηκαν άλλοι δύο ορθογώνιοι χώροι χωρίς ωστόσο να είναι δυνατή η
ερμηνεία της λειτουργίας τους. Το κτίσμα διατρέχει κάθετα ένας πήλινος αγωγός με κατεύθυνση Α-Δ ενώ
στα νότια του κτηρίου αποκαλύφθηκε κτιστός αγωγός με προσανατολισμό Β-Ν. Αλλαμανή-Μισαηλίδου
1995, 208. Αλλαμανή Β., « Επαρχία Νάουσας. Κοπανός. Αγρός Καβαλλάρη», ΑΔ 47 (1992), Χρονικά Β²,
Αθήνα 1997, 452 και 454. Αλλαμανή-Μισαηλίδου, « Επαρχία Νάόυσας. Κοπανός. Αγρός Καβαλλάρη»,
ΑΔ 48 (1993), Χρονικά Β², Αθήνα 1998, 369 και 371.
308
Το οικοδόμημα αυτό διαρθρώνεται από μια είσοδο στα ανατολικά με κεκλιμένο επίπεδο, ένα στενό
πρόδομο διαστάσεων 7,30x2μ. και έναν κυρίως χώρο το μήκος του οποίου φθάνει τα 16,20μ. χωρίς
ωστόσο να έχει αποκαλυφθεί το δυτικό πέρας του. Οι ανασκαφείς δεν αποκλείουν την ύπαρξη πρόστασης
δωρικών κιόνων στην είσοδο του κτηρίου. Αλλαμανή-Κουκουβού 1998, 86 και Αλλαμανή-Κουκουβού-
Ψαρρά 2004, 573. Κατά τις ανασκαφείς, τον λατρευτικό χαρακτήρα του χώρου υποδεικνύουν η εύρεση
μισής μαρμάρινης φιάλης, ενός αποθέτη στα ανατολικά της εισόδου με θραύσματα λίθων, κεράμων και
αγγείων, καθώς και ο εντοπισμός οστράκων που ανήκουν σε παναθηναϊκούς αμφορείς του 5ου και 4ου
αι.π.Χ. Τα τελευταία βρέθηκαν τόσο μέσα στον αποθέτη που αναφέρθηκε όσο και στο στρώμα
καταστροφής του χώρου των ημικιόνων. Αλλαμανή-Κουκουβού 1998, 87. Κουκουβού Α., « Επαρχία
Νάουσας. Κοπανός. Μπελοβίνα», ΑΔ 50 (1995), Χρονικά Β², Αθήνα 2000, 564-565 και Αλλαμανή-
Κουκουβού-Ψαρρά 2004, 573, 577-578. Δεδομένης της μεγάλης καταστροφής που έχουν υποστεί τα
οικοδομικά λείψανα και της αποσπασματικότητας των ευρημάτων είναι αρκετά επισφαλής η παραπάνω
52
επιπέδου του δρόμου οδήγησαν στην υπόθεση ότι ενδεχομένως το δυτικό συγκρότημα να
διέθετε επίσημο θρησκευτικό χαρακτήρα στο οποίο θα λάμβαναν χώρα οι τελετουργικές
δραστηριότητες της πόλης ενώ τα κατάλοιπα που βρέθηκαν ανατολικότερα ίσως να
εξυπηρετούσαν εμπορικές, κοινωνικές ή πολιτικές ανάγκες 309 . Εύλογο λοιπόν είναι το
ερώτημα το οποίο διατυπώθηκε από τις ανασκαφείς μήπως όλο αυτό το μνημειακό
συγκρότημα συνδέεται με μια επίσημη λατρεία όπως θα ήταν αυτή του Ασκληπιού από
τη στιγμή μάλιστα που ο ιερέας του συγκεκριμένου θεού ήταν ταυτόχρονα και ο
επώνυμος της πόλης 310 . Ασφαλώς πρόκειται απλά για μια πρόταση η οποία χωρίς
επιπλέον ευρήματα, κινητά και ακίνητα, παραμένει υποθετική.
άποψη ότι δηλαδή το οικοδόμημα αυτό διαθέτει κάποιο λατρευτικό χαρακτήρα. Το κτήριο φαίνεται να
συνδέεται οργανικά περισσότερο με το άνδηρο που διαμορφώνεται στα βόρεια του διαδρόμου με τους
ημικίονες παρά με το ανασκαφέν νότιο, καθώς πρόσβαση σε αυτό θα μπορούσε να έχει κανείς μόνο από τα
βόρεια. Μια διαφορετική πρόταση ερμηνείας θα ήταν το κτήριο αυτό να λειτουργούσε ως στεγασμένη
πρόσβαση-πρόπυλο από το βόρειο άνδηρο στο νότιο γεφυρώνοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τις υψομετρικές
διαφορές που παρουσιάζει η τοποθεσία. Η λίθινη φιάλη θα μπορούσε κάλλιστα να ανήκει σε κάποιο
περιρραντήριο που συχνά τοποθετούνταν στην είσοδο ιερών, αγορών, δημοσίων κτηρίων προκειμένου να
καθαίρονται οι προσερχόμενοι στο χώρο. Πουπάκη 2002, 282.
309
Αλλαμανή-Κουκουβού-Ψαρρά 2009, 27.
310
Κουκουβού-Ψαρρά 2004, 243-245.
311
Παραδόθηκε από τον Ι. Γκουσγκούνη το 1934. Μακαρόνας 1937, 10-11, αρ.19, εικ.12. Σήμερα στην
Αρχαιολογική Συλλογή Κοζάνης με αρ.ευρ. 19. Βλ. επίσης Ριζάκης –Τουράτσογλου 1985, 24-25, αρ.8.
312
Χατζηνικολάου 2007, 509, αρ.175.
313
Χατζηνικολάου 2007, 225. Οι Ριζάκης-Τουράτσογλου δίνουν μια γενικότερη χρονολογία στον 1ο-2ο
αι.μ.Χ. Ριζάκης-Τουράτσογλου 1985, 25.
53
18. Όλυνθος
Από την Όλυνθο δεν έχουν προκύψει επιγραφικές μαρτυρίες που να παραδίδουν
ρητά την λατρεία του Ασκληπιού. Παρόλα αυτά όμως η εύρεση δύο έργων πλαστικής
στο εσωτερικό δύο οικιών που απέδιδαν τον θεό έφερε νέα στοιχεία για την λατρεία του
κυρίως σε σχέση με τον ιδιωτικό βίο των αρχαίων.
Το καλύτερα διατηρημένο βρέθηκε στην οικία Bvi7 ή συμβατικά οικία του
Ασκληπιού 314 . Πρόκειται για ένα ακέφαλο άγαλμα ανδρικής μορφής που στηρίζεται σε
βακτηρία γύρω από το οποίο τυλιγόταν το φίδι. Από το τελευταίο διατηρείται μόνο το
κεφάλι του που κοιτά προς τα πάνω γεγονός που το συνδέει άμεσα με τον Ασκληπιό.
(Πιν.22β, αρ.κατ.69). Είναι κατασκευασμένο από μάρμαρο, ένα υλικό το οποίο σπάνια
συναντάται στην Όλυνθο 315 .
Η οικία μέσα στην οποία βρέθηκε αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα
οικιακής αρχιτεκτονικής με ορισμένες ωστόσο ιδιαιτερότητες κυρίως όσον αφορά τον
προσανατολισμό και το μέγεθος του ανδρώνα 316 .(Πιν.22α). Η είσοδος
πραγματοποιούνταν από τα βόρεια μέσω ενός διαδρόμου, κατά το ήμισυ
πλακοστρωμένου 317 . Περιμετρικά των τριών από τις τέσσερις πλευρές μιας κεντρικής
αυλής 318 οργανώνονταν οι επιμέρους χώροι. Στον ανατολικό τομέα υπήρχαν κατά πάσα
πιθανότητα τα βοηθητικά δωμάτια, όπως η κουζίνα και οι χώροι υγιεινής, οι οποίοι στο
σύνολό τους διατηρούνται σε ιδιαίτερα αποσπασματική κατάσταση 319 . Στη δυτική
πλευρά η εικόνα είναι περισσότερο σαφής. Εκατέρωθεν ενός προθαλάμου (d) 320
ανοίγονται δύο από τα καλύτερα διατηρημένα δωμάτια. Το a, που σώζει τα επιτοίχια
κονιάματά του και λογικά λειτουργούσε ως χώρος καθημερινής διαβίωσης 321 και το f
που αποτελούσε τον ανδρώνα της οικίας. Το τελευταίο ήταν το επισημότερο του σπιτιού
314
Για εκτενή περιγραφή της οικίας στην οποία βρέθηκε το άγαλμα βλ. Robinson 1946, 125-130, 137-142.
315
Robinson 1946 , 130-13. ΚΓΜΘ 1997, 47-48, αρ. 29.
316
Ο ανδρώνας στις οικίες της Ολύνθου τοποθετείται κατά βάση στο βόρειο τμήμα του σπιτιού, έχει την
είσοδό του στα νότια, διαθέτει σχετικά μεγάλες διαστάσεις και τουλάχιστον μια πλευρά του βρίσκεται σε
επαφή με κάποιον δρόμο. Στην περίπτωση της οικίας Bvi7, ο ανδρών είναι τοποθετημένος στο εσωτερικό
του κτηρίου, έχει μικρές διαστάσεις και η είσοδός του βρίσκεται στα βόρεια. Robinson 1946, 126, υποσημ.
48.
317
Για την είσοδο (χώρος b) βλ. Robinson 1946, 126.
318
Η πλακοστρωμένη αυλή διέθετε στην βορειοδυτική γωνία της ένα λάκκο για τη συλλογή του νερού. Ο
κύριος όγκος των υδάτων της αυλής απομακρυνόταν μέσω ενός πήλινου αγωγού στη νότια πλευρά του
αιθρίου. Robinson 1946, 127. Για τον διάδρομο που αποκαλύφθηκε στα νότια της αυλής βλ. Robinson
1946, 142.
319
Για εκτενή περιγραφή του ανατολικού καταστραμμένου τμήματος βλ. Robinson 1946 , 141.
320
Για τον χώρο d και τα ευρήματά του βλ. Robinson 1946, 137-138.
321
Για τον χώρο a, την διακόσμηση και την λειτουργία του βλ. Robinson 1946, 138-140.
54
όπως προκύπτει από την ποιότητα της κατασκευής του 322 . Περιμετρικά των τοίχων του
323
αποκαλύφθηκε υπερυψωμένο δάπεδο-πόδιο πλάτους 0,90μ. για την τοποθέτηση των
κλινών, γεγονός που αντικατοπτρίζεται και στην έκκεντρη τοποθέτηση της εισόδου. Ο
κεντρικός χώρος ήταν στρωμένος όχι με ψηφιδωτό αλλά με επιδαπέδιο κονίαμα 324 . Όλοι
οι τοίχοι ήταν επιχρισμένοι με κονίαμα ερυθρού χρώματος 325 . Στην δυτική πλευρά της
εισόδου εντοπίστηκε το αγαλμάτιο του Ασκληπιού 326 το οποίο πρέπει να χρονολογηθεί
πριν την καταστροφή της Ολύνθου το 348π.Χ. 327 . Νότια του f αποκαλύφθηκε το δωμάτιο
j που άνοιγε στη πλακοστρωμένη αυλή και κατά τον ανασκαφέα ήταν ένας επίσης
σημαντικός χώρος 328 .
Σε μια άλλη οικία της Ολύνθου εντοπίστηκε μαρμάρινη πλίνθος η οποία διατηρεί
ίχνη από τα πέλματα του αγάλματος αλλά και από το φίδι που θα ελισσόταν προφανώς
γύρω από κάποιο ραβδί (αρ.κατ.70). Πρόκειται προφανώς για πλίνθο από αγαλμάτιο
Ασκληπιού. Βρέθηκε στην οικία Αiv7 η οποία μολονότι διαθέτει τις χαρακτηριστικές για
τις οικίες της Ολύνθου διαστάσεις παρόλα αυτά παρουσιάζει κάποιες οικοδομικές
ιδιαιτερότητες που ώθησαν τον Robinson να υποθέσει πως πρόκειται για δύο οικίες.
Πράγματι ένας επιμήκης τοίχος που διατρέχει το κτήριο στον άξονα Β-Ν στο κέντρο
ακριβώς του πλάτους του χωρίζει το κτήριο σε δύο ισομεγέθεις αυτόνομες μονάδες 329 .
Η πλίνθος βρέθηκε στη νοτιοδυτική γωνία του νοτιοδυτικού δωματίου l της οικίας
που από τον Robinson χαρακτηρίστηκε ως νομισματοκοπείο διότι στο βόρειο δωμάτιο,
322
Εσωτερικές διαστάσεις ανδρώνα: 3x2,65μ. Διαστάσεις κεντρικού χώρου χωρίς το πόδιο: 1,75x1,20μ. Ο
Robinson αναφέρει ότι στον νότιο και ανατολικό τοίχο του δωματίου διατηρήθηκαν τα ωμά πλιθιά πάνω
στο λίθινο κρηπίδωμα. Από το σχέδιο και τις φωτογραφίες ωστόσο φαίνεται ότι τα πλιθιά έχουν διατηρηθεί
στον βόρειο και τον νότιο τοίχο. Ίσως πρόκειται για λάθος εκ παραδρομής. Robinson 1946, 128.
323
Robinson 1946, 128.
324
Από την νοτιοανατολική γωνία του κεντρικού χώρου ξεκινούσε αύλακα που διέτρεχε διαγώνια το πόδιο
προκειμένου να παροχετεύονται τα νερά από το εσωτερικό του ανδρώνα προς τα έξω. Εξωτερικά κατέληγε
σε αβαθή κοιλότητα στην πλακοστρωμένη αυλή. Robinson 1946, 129.
325
Για το λόγο αυτό ο Robinson το χαρακτηρίζει ως «ερυθρό ανδρώνα». Robinson 1946, 128.
326
Robinson 1946, 130.
327
Κατά τον Δεσπίνη το αγαλμάτιο του Ασκληπιού αποτελεί παραλλαγή του αγαλματικού τύπου του
Ασκληπιού του Ακράγαντα ή Ασκληπιού Doria Pamfili το πρωτότυπο του οποίου χρονολογείται στη
δεκαετία 370/60 π.Χ. ΚΓΜΘ 1997, 48, αρ.29.
328
Για τον χώρο j βλ.Robinson 1946, 141.
329
Μια επιγραφή αγοραπωλησίας που βρέθηκε στην βορειοδυτική πλευρά της εισόδου α και αναφέρει ως
αγοραστή τον Μοιραγένη συνδέθηκε με την εξεταζόμενη οικία. Στην επιγραφή, της οποίας τα γράμματα
έχουν αποδοθεί γραπτά και όχι εγχάρακτα, ορίζεται ως τιμή πώλησης οι 2000 δραχμές. Για το κείμενο της
επιγραφής βλ. Robinson D.M., “Inscriptions from Macedonia, 1938”, TransactAmPhilAss LXIX, (1938),
56, αρ.9. Το ποσό αυτό είχε φανεί πολύ χαμηλό στον μελετητή λαμβάνοντας υπόψη του τις υψηλές τιμές
που παρουσίαζαν οι οικίες που βρίσκονταν κοντά στο δημόσιο κέντρο της πόλης όπου εντοπίστηκε και η
συγκεκριμένη. Ο ίδιος όμως υποστήριξε ότι το γεγονός δεν προκαλεί καμία εντύπωση αν συνδεθεί η τιμή
των 2000 δραχμών με την αγορά της μισής οικίας, υπόθεση που αντικατοπτρίζεται και στην αρχιτεκτονική
διαμόρφωση του κτηρίου. Πέρα δηλαδή από τον επιμήκη τοίχο που αναφέρθηκε, το οικοδόμημα διαθέτει
μια είσοδο από τα βόρεια και τρεις από τα νότια, το ανατολικό μισό βρίσκεται σε χαμηλότερο επίπεδο από
το δυτικό ενώ η διαίρεση της παστάδας σε δύο ισομεγέθη σχεδόν τμήματα οδηγούν στη βάσιμη υπόθεση
πως πράγματι πρόκειται για δύο ξεχωριστά κτήρια. Robinson 1946, 72-74.
55
όπου και η είσοδος, εντοπίστηκε θησαυρός από 11 άπαιστα χάλκινα πέταλα 330 . Οι
περισσότεροι χώροι της δυτικής οικίας (a, b, h, i, m) παρουσιάζουν βιοτεχνικό
χαρακτήρα για το λόγο αυτό ερμηνεύθηκαν από τον ανασκαφέα ως εργαστήρια και
καταστήματα 331 .
19. Πέλλα
Οι επιγραφικές μαρτυρίες που μαρτυρούν λατρεία του Ασκληπιού στη Πέλλα είναι
ελάχιστες. Μια επιγραφή του 4ου αι.π.Χ. που φέρει αποσπασματικά το όνομά του
αποτελεί τη μόνη επιγραφική ένδειξη για τη λατρεία του. (Πιν.22γ, αρ.κατ.36).
Πρόκειται για βάση αναθήματος από γκρίζο μάρμαρο στο οποίο διατηρείται τόρμος για
την ένθεση αγάλματος. Στην όψη του μνημείου διαβάζεται αποσπασματικά το όνομα του
λατρευόμενου θεού, του αναθέτη και η φράση «ἐ]πὶ ἱερέως» η οποία θα υποδήλωνε τον
χρόνο ανάθεσης με την αναγραφή του ονόματος του επώνυμου ιερέως 332 . Ασφαλώς θα
μπορούσε να πρόκειται και για κάποιο θεοφόρο όνομα καθώς διατηρούνται μόνο τα
γράμματα ΑΣΚΛΗΠΙ. Παρόλα αυτά όμως η πρώτη περίπτωση μοιάζει περισσότερο
πιθανή 333 .
Μια ακόμη ένδειξη, έμμεση αυτή τη φορά, για τη λατρεία του Ασκληπιού αποτελεί
ένα ψήφισμα ασυλίας της Πέλλας για το Ασκληπιείο της Κω που τοποθετείται στα
χρόνια της βασιλείας του Αντιγόνου Γονατά 334 . Η παρεχόμενη ασυλία στο ιερό του
Ασκληπιού από μέρους της Πέλλας ασφαλώς προϋποθέτει την αποδοχή της λατρείας του
από την ίδια τη πόλη.
Για τη λατρεία του Ασκληπιού στην αποικία της Πέλλας 335 (Colonnia Pellensis)
λαμβάνουμε πληροφορίες από τον Λουκιανό στο έργο του Αλέξανδρος ή Ψευδόμαντις 336 .
330
Πέραν των 11 αυτών πετάλων βρέθηκαν άλλα δύο στην ΒΔ γωνία του ίδιου δωματίου και άλλο ένα στο
διπλανό χώρο b, ανεβάζοντας τον αριθμό τους σε 14. Robinson 1946, 76-77, υποσημ.71.
331
Robinson 1946, 72.
332
Petsas 1978, 60-61, αρ.1
333
Οι Hatzopoulos-Loukopoulou 1989, 65, υποσημ. 6 αποκαθιστούν την επιγραφή ως εξής: Ἀσκληπι[ῶι
καὶ Ὑγειαι] / Ἀναξίδοτος [ τοῦ δεῖνος] / ἐπὶ ἱερέως [ τοῦ δεῖνος]. Επίσης βλ. και SEG XXXIX, αρ. 619.
334
Herzog-Klaffenbach 1952 , 7.
335
Χρυσοστόμου 1998, 126-127.
56
Ο συγγραφέας διηγείται πως στα μέσα του 2ου αι.μ.Χ. ο Αλέξανδρος ο Αβωνοτειχίτης
αφού γνώρισε μια πλούσια και ωραία Μακεδόνισσα, ήρθε από την Βιθυνία μαζί με ένα
φίλο του χορογράφο, τον Κοκκονά, στη Πέλλα. Εκεί αγόρασε για λίγους οβολούς ένα
ήμερο φίδι το οποίο, αφού το έφερε στη πατρίδα του, το επεδείκνυε ως γιο του
Ασκληπιού -φορώντας του μάλιστα ανθρωπόμορφο πρόσωπο από ύφασμα- μέσα σε
ειδικά κατασκευασμένο οικίσκο στο ιερό που ίδρυσε για αυτό. Επιπλέον, ονόμασε τον
δράκοντα Γλύκωνα και τον παρουσίαζε ως «νέον» ή «Πελλαίον Ασκληπιόν». Ασφαλώς
επρόκειτο για έναν εξαπατητή ο οποίος προβλήθηκε ως θαυματοποιός και προφήτης του
Ασκληπιού αποκομίζοντας μέσα σε λίγα χρόνια μεγάλα πλούτη δίνοντας όχι μόνο
ιατρικούς χρησμούς αλλά απαντώντας και σε κάθε είδους άλλη αίτηση 337 . Ταυτόχρονα
οργάνωσε ένα κύκλο μυστηρίων με θεατρικές αναπαραστάσεις ελληνικών μύθων τους
οποίους είχε προσαρμόσει στις λατρευτικές ανάγκες της νέας θεότητας 338 . Το σημαντικό
στοιχείο στη διήγηση αυτή είναι το ότι ο Αλέξανδρος κατόρθωσε να εξαπατήσει τόσο
κόσμο στηριζόμενος στη μεγάλη φήμη και διάδοση που είχε η λατρεία του Ασκληπιού
στην αποικία της Πέλλας. Με αφετηρία την διαπίστωση ότι η λατρεία του Ασκληπιού
κατείχε ιδιαίτερη θέση στη παλιά πρωτεύουσα του μακεδονικού βασιλείου, την Πέλλα,
είναι λογικό να υποθέσουμε πως η λατρεία του συνεχίστηκε και στην αποικία.
336
Λουκιανός, Αλέξανδρος ή Ψευδόμαντις 6 κ.ε. `Hmšraj m n oân tinaj o‡koi œmeinen ™lp…zwn Óper
Ãn, ØpÕ tÁj f»mhj aÙt…ka m£la pampÒllouj tîn PaflagÒnwn sundrame‹sqai. ™peˆ d Øperepšplhsto
¢nqrèpwn ¹ pÒlij, ¡p£ntwn toÝj ™gkef£louj kaˆ t¦j kard…aj proexVrhmšnwn oÙd n ™oikÒtwn sitof£goij
¢ndr£sin, ¢ll¦ mÒnV tÍ morfÍ m¾ oÙcˆ prÒbata e nai diaferÒntwn, ™n o„k…skJ tinˆ ™pˆ kl…nhj
kaqezÒmenoj m£la qeoprepîj ™stalmšnoj ™l£mbanen e„j tÕn kÒlpon tÕn Pella‹on ™ke‹non 'AsklhpiÒn,
mšgistÒn te kaˆ k£lliston, æj œfhn, Ônta, kaˆ Ólon tù aØtoà trac»lJ perieil»saj kaˆ t¾n oÙr¦n œxw ¢fe…j–
polÝj d Ãn–™n tù prokolp…J prokecÚsqai aÙtoà kaˆ camaˆ tÕ mšroj ™pisÚresqai,mÒnhn t¾n kefal¾n
ØpÕ m£lhj œcwn kaˆ ¢pokrÚptwn, ¢necomšnou p£nta ™ke…nou, proÜfainen t¾n Ñqon…nhn kefal¾n
kat¦ q£teron toà pègwnoj, æj dÁqen ™ke…nou toà fainomšnou p£ntwj oâsan.
337
Γενικά για την περίπτωση του Αλέξανδρου του Αβωνοτειχίτη βλ. Parke 1979, 173-175.
338
Parke 1979, 174.
339
Τα θραύσματα παραδόθηκαν από τον Γ. Κοταΐδη το 1994. Ανήκει στην Αρχαιολογική Συλλογή
Κοζάνης με αρ.ευρ. ΒΕΚ 3300 αλλά φυλάσσεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αιανής. Καραμήτρου-
Μεντεσίδη 1999, 227.
57
όρθιος σε κατενώπιον άνετη στάση να στηρίζεται σε κιονίσκο και σε ένα ραβδί γύρω από
οποίο τυλίγεται φίδι. Κατά την Καραμήτρου-Μεντεσίδη 340 το συγκεκριμένο εύρημα
υποδεικνύει με βεβαιότητα την ύπαρξη ιερού στη περιοχή μολονότι δεν προέκυψε ως
αποτέλεσμα κάποιας ανασκαφής αλλά περιήλθε στην κατοχή της Αρχαιολογικής
Υπηρεσίας ύστερα από παράδοση.
22. Ποτίδαια
23. Φίλιπποι
Η λατρεία του Ασκληπιού στους Φιλίππους είναι πολύ πιθανό να υπήρχε ήδη από
τα ελληνιστικά χρόνια όποτε και τοποθετείται χρονολογικά μια επιγραφή από το
Ασκληπιείο της Κω που παρέχει ασυλία στη πόλη 343 . Πρόκειται για την ίδια επιγραφή
που αναφέρθηκε παραπάνω και πιστοποιεί τη συμμετοχή της πόλης στη γιορτή των
340
Καραμήτρου-Μεντεσίδη 1999, 227.
341
Το μόνο που αναφέρει ο Robinson είναι πως η λήψη της φωτογραφίας έγινε το 1938 από τον ίδιο και
δημοσιεύθηκε στο παρόντα τόμο ύστερα από άδεια του Εφόρου Κοτζιά και του επιμελητή Μακαρόνα.
Robinson 1946, 131.
342
Ζημίαι 1946, 16. Μακαρόνας 1953, 623, αρ.49. Alexander 1963, 7, εικ. 21.1.
343
Herzog-Klaffenbach 1952, 6.1.
58
Ασκληπιείων που οργανώθηκαν για πρώτη φορά το 242 π.Χ 344 . Είναι λογικό να
υποθέσουμε πως η συμμετοχή αυτή πήγαζε από την ίδια την αποδοχή της λατρείας στην
πόλη.
Στους ρωμαϊκούς χρόνους η λατρεία του πρέπει να ήταν το ίδιο έντονη όπως
πληροφορούμαστε από μια επιγραφή η οποία βρέθηκε στο εσωτερικό της
παλαιοχριστιανικής βασιλικής των Φιλίππων και χρονολογείται στα μέσα του 3ου
αι.μ.Χ. 345 (Πιν.23γ, αρ.κατ.37). Σε αυτήν τιμάται ο Κόιντος Φλάβιος Ερμαδίωνας από
τα μέλη του θρησκευτικού συλλόγου του Σάραπι για τις υπηρεσίες που προσέφερε στη
πόλη ως γυμνασίαρχος, ως αρχιερέας της ανατολικής αυτής λατρείας αλλά και ως
αγωνοθέτης των μεγάλων Ασκληπιείων 346 . Η συγκεκριμένη επιγραφή είναι ιδιαίτερα
σημαντική διότι συνδέει την λατρεία του Ασκληπιού με αυτή των ανατολικών θεοτήτων.
Στα χρόνια αυτά οι αιγυπτιακές θεότητες, που συνδέονται άμεσα με το νερό και τις
ιδιότητές του 347 , προσλαμβάνουν θεραπευτικό χαρακτήρα με αποτέλεσμα να
συμφύρονται με τη λατρεία του Ασκληπιού 348 . Ενδεικτικό αυτής της όσμωσης είναι η
εύρεση ενός πήλινου ειδωλίου Τελεσφόρου στο ιερό των Αιγυπτίων θεών στους
Φιλίππους 349 . (Πιν.23δ). Η παρουσία αυτού του δαίμονα-θεραπευτή και συνοδού του
Ασκληπιού στο συγκεκριμένο ιερό σε συνδυασμό με την παραπάνω πληροφορία, ότι
δηλαδή ο αρχιερέας του Σάραπι ήταν ταυτόχρονα και αγωνοθέτης των μεγάλων
Ασκληπιείων, δεν αφήνει πολλά περιθώρια αμφιβολίας ότι στους Φιλίππους η λατρεία
των αιγυπτίων θεών και του Ασκληπιού ήταν κοινή τουλάχιστον κατά τη ρωμαϊκή
περίοδο 350 .
Το ιερό των αιγυπτίων θεών που ανασκάφηκε στους Φιλίππους αποτελείται από
πέντε χώρους παρατακτικά τοποθετημένους και έναν μεγάλο διάδρομο στα βόρεια όπου
προφανώς θα λάμβαναν χώρα οι συναθροίσεις των πιστών και τα τελετουργικά γεύματα
(Πιν.3γ). Όπως υποστηρίζει ο Dunand, στους τρεις από τους πέντε χώρους λατρεύονταν
344
Βουτυράς 1993, 258.
345
Η επιγραφή εντοπίστηκε στη βάση του ΝΑ πεσσού από τον οποίο μεγάλο τμήμα είχε καταρρεύσει.
Προφανώς είχε χρησιμοποιηθεί στη κατασκευή ως υλικό σε δεύτερη χρήση. Το κάτω τμήμα της έχει
πλήρως αποσπαστεί ενώ η δεξιά άνω γωνία έχει αποκρουστεί. Lemerle 1935, 141. Για την χρονολόγηση,
ό.π., 147. Επίσης βλ. Pilhofer 2000, 318-320, αρ. 311.
346
Lemerle 1935, 142. Ότι πρόκειται για τα μέλη των θρησκευτών του Σάραπι προκύπτει από μια δεύτερη
επιγραφή η οποία βρέθηκε στον ίδιο χώρο και σε μικρή απόσταση από την εξεταζόμενη. Σε αυτήν τιμάται
ο πατέρας του αγωνοθέτη των μεγάλων Ασκληπιείων από τους θρησκευτές της ανατολικής θεότητας η
οποία ονομάζεται ρητά.
347
Το ιερό των Αιγυπτίων θεών στους Φιλίππους διέτρεχε αγωγός από πηλοσωλήνες προκειμένου να
επιτυγχάνεται η συνεχής και τόσο απαραίτητη για τις λατρευτικές διαδικασίες παροχή νερού. Dunand
1973, 192.
348
Τσώχος 2004, 84-85.
349
Collart 1929, 89-90.
350
Dunand 1973, 195.
59
24. Μακεδονία
Δύο αναθηματικά ανάγλυφα προς τον Ασκληπιό και την Υγεία που βρίσκονται
σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Θεσσαλονίκης και χρονολογούνται στο δεύτερο
μισό του 4ου αι.π.Χ. δεν παρέχουν σαφείς τοπογραφικές πληροφορίες καθώς είναι
άγνωστος ο τόπος προέλευσής τους. Παρόλα αυτά έχει προταθεί η άποψη ότι πολύ
πιθανό να προέρχονται από τον ευρύτερο χώρο της Μακεδονίας 354 . Το πρώτο που ανήκε
στη συλλογή Παπαηλιάκη 355 αποδίδει τον Ασκληπιό να σπένδει με το δεξί χέρι και την
Υγεία δίπλα του να κρατά οινοχόη 356 (Πιν.24α, αρ.κατ.46). Στην ταινία της επίστεψης
357
διαβάζεται η επιγραφή [ὁ δεῖνα] Ἀσκληπ[ιῶι.] . Το δεύτερο ανάγλυφο, η προέλευση
του οποίου είναι επίσης άγνωστη, χρονολογείται στο τελευταίο τρίτο του 4ου αι.π.Χ. και
πιθανότατα στη δεκαετία 330-320π.Χ. 358 (Πιν.24β, αρ.κατ.47). Αποδίδεται πάλι ο
Ασκληπιός γενειοφόρος με μακριά μαλλιά και στρόφιον στο κεφάλι, σε κατ’ ενώπιον
στάση, να ακουμπά στο ραβδί του το οποίο ωστόσο δεν διακρίνεται διότι προφανώς
αποδιδόταν γραπτά 359 . Γύρω από το ραβδί τυλίγεται φίδι, το κεφάλι του οποίου αγγίζει
351
Dunand 1973, 193-195.
352
Dunand 1973, 195.
353
Για το θεραπευτικό χαρακτήρα του ιερού βλ. Collart 1929, 89-94. Δεν είναι τυχαίο ότι ένας γιατρός
από τους Φιλίππους, ο Q. Mofius Euhemerus, αφιέρωσε βωμό στην Ίσιδα Regina, τον αυτοκρατορικό οίκο
και την αποικία των Φιλίππων, γεγονός που συνδέει την λατρεία με το επάγγελμα του αναθέτη. Τσώχος
2004, 86-87.
354
ΚΓΜΘ 2003, 17.
355
Πέτσας 1970, 292. (Αρ.ευρ. Μ.Θ. 10425). Το έργο προέρχεται κατά πάσα πιθανότητα από κάποιο
αττικό εργαστήριο καθώς το μάρμαρο μοιάζει να είναι πεντελικό. Παρόλα αυτά όμως επιτύμβια και
αναθηματικά ανάγλυφα όμοια με τα αττικά, που δεν αποκλείεται μάλιστα να είχαν κατασκευαστεί στην
Αττική, έχουν βρεθεί στη Μακεδονία όπως και σε άλλες περιοχές εκτός Αττικής. Το συγκεκριμένο
ανάγλυφο λοιπόν δεν αποκλείεται να προέρχεται από τη Μακεδονία όπως και τα περισσότερα αντικείμενα
της συλλογής Παπαηλιάκη. ΚΓΜΘ 2003, 16-17.
356
Το ανάγλυφο κατά τον Βουτυρά πρέπει να χρονολογείται στο τρίτο τέταρτο του 4ου αι. π.Χ., στα χρόνια
350-330π.Χ. ΚΓΜΘ 2003, 16.
357
ΚΓΜΘ 2003, 16, αρ.152.
358
Κατά το ευρετήριο του Μουσείου: «Τόπος προελεύσεως άγνωστος. Εκομίσθη υπό Μ. Ρίτσου,
αρχαιοπώλου. 1930». ΚΓΜΘ 1997, 39-40, αρ.22. Αρ.ευρ. Μ.Θεσσαλ.: 1208.
359
ΚΓΜΘ 1997, 39.
60
τα δάχτυλα του δεξιού χεριού του θεού ενώ δίπλα από τον Ασκληπιό στέκεται η Υγεία η
οποία απεικονίζεται σε μια χειρονομία ανακάλυψης 360 .
Από την Επίδαυρο έχει προκύψει μια πολύ σημαντική επιγραφή στην οποία
παρατίθενται τα ονόματα των θεωροδόκων που αναλάμβαναν την υποδοχή και φιλοξενία
των Επιδαυρίων θεωρών κατά την πορεία τους στον βορειοελλαδικό χώρο 361 . Στην
επιγραφή αυτή που χρονολογείται το 360/59 π.Χ. ως θεωροδόκος για όλη την Μακεδονία
παρουσιάζεται ο βασιλιάς Περδίκκας. Στον κατάλογο όμως αυτό συμπεριλαμβάνονται
και πολλές πόλεις της Μακεδονίας οι οποίες δεν ανήκαν στο μακεδονικό βασίλειο. Οι
πόλεις που αναφέρονται και ανήκουν σήμερα στο διοικητικό διαμέρισμα της
Μακεδονίας είναι η Μεθώνη, η Πύδνα, η Αινεία, η Δίκαια, η Ποτίδαια, τα Καλίνδοια, η
Όλυνθος, η Απολλωνία, η Αρέθουσα, η Άργιλος, η Αμφίπολη, η Βέργη, η Τράγιλος, τα
Στάγιρα, η Άκανθος, η Άφυτις, η Σκιώνη, η Μένδη, η Νεάπολις και η Θάσος. Δεν είναι
τυχαίο ότι από τις δεκαοκτώ πόλεις που αναφέρονται οι επτά έχουν δώσει στοιχεία για
λατρεία Ασκληπιού. Προφανώς και στις υπόλοιπες έντεκα η συγκεκριμένη λατρεία ήταν
παρούσα αλλά δυστυχώς δεν μας έχουν σωθεί στοιχεία που να το αποδεικνύουν.
360
ΚΓΜΘ 1997, 39-40.
361
IG IV, 1, 94. Pilhofer 2000, 809-812, αρ.752b.
61
ΜΕΡΟΣ Β
62
Στη Μακεδονία, ο αριθμός των ιερών του Ασκληπιού που μέχρι τώρα έχουν
εντοπιστεί και ανασκαφεί με βεβαιότητα είναι ελάχιστος. Πολλοί λόγοι έχουν συντελέσει
στη αποσπασματικότητα του υλικού. Το γεγονός ότι τα ιερά του βρίσκονταν μέσα στις
πόλεις, πολλές από τις οποίες συνέχισαν να κατοικούνται διαχρονικά όπως η Βέροια, η
Θεσσαλονίκη, η Αμφίπολη οδήγησε στη πλήρη καταστροφή τους. Αλλά και στην
περίπτωση των πόλεων της αρχαιότητας που εγκαταλείφθηκαν -ξαφνικά ή σταδιακά- η
πρακτική της λιθολόγησης που ασκήθηκε σε μεγάλο βαθμό από τους μεταγενέστερους
στο πέρασμα των αιώνων αφάνισε όλα εκείνα τα στοιχεία που θα βοηθούσαν σήμερα στη
μελέτη. Ασφαλώς η αποσπασματικότητα του προς εξέταση αρχαιολογικού υλικού
οφείλεται και στην απουσία μεγάλων και συστηματικών αρχαιολογικών ανασκαφών στο
χώρο της Μακεδονίας. Παρόλα αυτά όμως με τον συνδυασμό των πληροφοριών που
παρέχουν τα ελάχιστα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα, οι επιγραφές, τα έργα πλαστικής, τα
ανάγλυφα και τα κάθε είδους συνευρήματα είναι δυνατή μια γενική αποκατάσταση της
εικόνας των Ασκληπιείων στο χώρο της Μακεδονίας.
Από την παράθεση όλων εκείνων των στοιχείων στο παραπάνω κεφάλαιο που
πιστοποιούν λατρεία του Ασκληπιού στη Μακεδονία προκύπτουν διάφορα ερωτήματα
σχετικά με την τοπογραφική θέση και την αρχιτεκτονική διαμόρφωση των Ασκληπιείων.
Αναφορικά με το πρώτο ζήτημα διερωτάται κανείς αν ο Ασκληπιός λατρευόταν σε ιερά
ενταγμένα μέσα στο πολεοδομικό ιστό των πόλεων, σε ιερά έξω από αυτές αλλά σε
κοντινή απόσταση, ή σε χώρους απομακρυσμένους από τα αστικά κέντρα. Ασφαλώς
πρόκειται για ερωτήματα εξαιρετικά δύσκολο να απαντηθούν με βάση τα υπάρχοντα
αποσπασματικά αρχαιολογικά δεδομένα· μεγάλη ωστόσο βοήθεια θα προσέφερε η
απάντηση σε ένα άλλο ζήτημα ως αφετηρία για τον προβληματισμό αυτό: Στη
Μακεδονία ιδρύονται ιερά εξαρχής αφιερωμένα στον Ασκληπιό ή η λατρεία του
εισάγεται σε ήδη υπάρχοντα ιερά θεοτήτων που είτε σχετίζονται με την καταγωγή του ή
με μυθολογικά επεισόδια, είτε παρουσιάζουν ομοιότητες με τις ιδιότητές του; Από την
γενική εικόνα που δίνουν τα μέχρι τώρα δεδομένα προκύπτει ότι μάλλον συμβαίνει το
63
δεύτερο 362 . Στην Αντισάρα η λατρεία του εισάγεται σε ένα ιερό που υφίσταται ήδη από
τον 6ο αι.π.Χ. και πιθανόν να ανήκε στον Απόλλωνα 363 . Η πρώιμη μαρτυρία της λατρείας
του στην επιγραφή της Αμφίπολης δείχνει ότι ο Ασκληπιός μοιραζόταν το ιερό του με
άλλους συντέμενους θεούς. Στη Βέροια λατρευόταν μαζί με τον Απόλλωνα και την
Υγεία ενώ στα Καλίνδοια η λατρεία του εισήχθη κατά πάσα πιθανότητα στο ιερό του
Απόλλωνα. Στην Άφυτι της Χαλκιδικής η λατρεία του εισάγεται στο ιερό του Άμμωνος
Διός και του Διονύσου ενώ στο Δίον 364 , το θρησκευτικό κέντρο των Μακεδόνων, το ιερό
του ιδρύεται σε κοντινή απόσταση από το ιερό της Δήμητρας. Σε μεταγενέστερα χρόνια
ο Ασκληπιός εισέρχεται και στο κύκλο των ανατολικών θεοτήτων όπως συμβαίνει στους
Φιλίππους και πιθανότατα και στη Θεσσαλονίκη. Δεν είναι τυχαίο ότι όλα αυτά τα ιερά -
άλλα με περισσότερη άλλα με λιγότερη βεβαιότητα- είτε βρίσκονταν ενταγμένα στον
πολεοδομικό ιστό των πόλεων είτε κοντά σε αυτόν. Αλλά και στις περιπτώσεις που η
λατρεία του εξαντλείται αποκλειστικά στον κύκλο του όπως στη Μόρρυλο 365 , τη
Θεσσαλονίκη 366 , τη Θάσο, τα ιερά του τοποθετούνται στο εσωτερικό των πόλεων.
Επομένως, από τα παραπάνω προκύπτει ότι τα ιερά του Ασκληπιού βρίσκονταν
κυρίως μέσα στις πόλεις ή τουλάχιστον πολύ κοντά σε αυτές γεγονός που πρέπει να
θεωρηθεί μάλλον αναμενόμενο 367 . Η εισαγωγή και η διάδοση της λατρείας του
πραγματοποιείται «σε έναν φαινομενικά σαφώς περιγραμμένο θρησκευτικό κόσμο» 368
καθώς παρουσιάζεται σε αρκετά ύστερη εποχή σε σχέση με τους θεούς του Ολύμπου οι
οποίοι ήδη λατρεύονται σε μεγάλους ναούς σε ολόκληρο τον ελληνικό χώρο 369 . Οι
πόλεις έχουν ήδη διαμορφωθεί ως εξελιγμένα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά
μορφώματα, γεγονός που αντικατοπτρίζεται στην ίδια την τοπογραφία και την
πολεοδομία. Όπως επισημαίνει η Krug, «με την άνθηση μεγάλων κρατών και αστικών
362
Παρόμοια διαπίστωση διατυπώνουν και οι Edelstein. Edelstein-Edelstein 1945, 191, υποσημ.1.
363
Βουτυράς 1993, 253.
364
Έχει υποστηριχθεί ότι στο Δίον τα ιερά ορίζονταν από έναν περίβολο ο οποίος ωστόσο βρισκόταν
σχεδόν σε επαφή με την πόλη. Παντερμαλής 1994, 137.
365
Οι δύο τιμητικές επιγραφές που βρέθηκαν στη περιοχή των Άνω Αποστόλων Κιλκίς (αρχαία
Μόρρυλος) αναφέρουν ρητά πως έπρεπε να στηθούν στον «επιφανέστερο τόπο του Ασκληπιείου».
366
Για τη Θεσσαλονίκη οι πληροφορίες είναι λιγότερο σαφείς. Ο Βουτυράς υποθέτει την θέση του
Ασκληπιείου στο ανατολικό τμήμα της πόλης εξαιτίας κάποιων επιγραφών που εντοπίστηκαν στην
ευρύτερη περιοχή. Βουτυράς 1993, 257. Από το εσωτερικό της πόλης ωστόσο και κυρίως από το κέντρο
έχουν προκύψει αρκετά παραδείγματα έργων πλαστικής που είναι δυνατό να υποδεικνύουν και μια δεύτερη
περίπτωση στην τοποθέτηση του ιερού. Δεν αποκλείεται πάντως τα ευρήματα αυτά να συνδέονται και με
το ιερό του Σάραπι και των ανατολικών θεοτήτων που βρισκόταν στην ευρύτερη περιοχή στο οποίο πολύ
πιθανόν να υπήρχε και συλλατρεία του Ασκληπιού και του κύκλου του. Βλ. ειδώλιο Τελεσφόρου από το
συγκεκριμένο ιερό, σελ. 41 της παρούσας εργασίας. Είναι γνωστή άλλωστε η συλλατρεία ανατολικών
θεοτήτων και Ασκληπιού.
367
Edelstein-Edelstein 1945, 233.
368
Krug 2003, 124.
369
Edelstein-Edelstein 1945, 191.
64
370
Krug 2003, 123. Η ίδια μάλιστα σημειώνει πως ο χαρακτήρας του Ασκληπιού είναι αστικός, γεγονός
που αντικατοπτρίζεται και στην εικονογραφία του. Krug 2003, 129.
371
Krug 2003, 124.
372
Κακριδής 1986, 216-217.
373
Walbank 1993, 306.
374
Walbank 1993, 306.
375
Garland 1992, 134.
376
Krug 2003, 124.
377
Για τη σχέση Μακεδόνων βασιλέων και λατρείας Ασκληπιού βλ. αντίστοιχο κεφάλαιο.
65
Ι.2.1.Τέμενος
378
Edelstein-Edelstein 1945, 182-83.
379
Όπως χαρακτηριστικά γράφουν οι Edelstein-Edelstein στηριζόμενοι στον Τερτυλιανό, «όταν οι
άνθρωποι περνούσαν από τα Ασκληπιεία εισέρχονταν για να προσευχηθούν ή να παρακολουθήσουν τις
τελετές. Εδώ συναντούσαν άλλους ανθρώπους και ήταν δυνατό να τους βρουν αυτοί που ήθελαν να τους
συναντήσουν». Edelstein-Edelstein 1945, 233.
380
Από ιερά του Ασκληπιού έχουν προκύψει επιγραφές οι οποίες αναφέρουν πως έπρεπε να στηθούν εντός
του ιερού χώρου. Σε μια επιγραφή που προέρχεται κατά πάσα πιθανότητα από την Λάρισα ορίζεται το
τιμητικό ψήφισμα να αναγραφεί σε λίθινο κίονα και να ανατεθεί στο ιερό του Ασκληπιού. Bequignon Y.,
“Etudes Thessaliennes”, BCH LIX, 1935, 71-73, αρ. 4, 38-77. Επίσης σε άλλη τιμητική επιγραφή από την
Κραννώνα ορίζεται το ψήφισμα να αναγραφεί σε κίονα στο Ασκληπιείο της πόλης (IG, IX 2, 461) ενώ
στην Ερέτρια να στηθεί εντός του Ασκληπιείου το ψήφισμα που αναφέρεται στους συμμετέχοντες στη
γιορτή που ήταν αφιερωμένη στο θεό (Sokolowski 1969, 182, No 93).
66
1.2.2.Ναός
Οι πληροφορίες για την ίδια την ύπαρξη και τη μορφή των ναών του Ασκληπιού
που συναντούμε στη Μακεδονία είναι ιδιαίτερα αποσπασματικές. Παρόλα αυτά είναι
δυνατόν να τις αντλήσουμε από τα διάφορα αρχαιολογικά δεδομένα. Στο Δίον έχουμε τη
μοναδική περίπτωση ναού αφιερωμένου στον Ασκληπιό που έχει μέχρι τώρα ανασκαφεί
και με ασφάλεια ταυτιστεί. Ουσιαστικά έχουν αποκαλυφθεί τα θεμέλια τα οποία
υποδεικνύουν ένα πρόστυλο ναό. Από την κάτοψη προκύπτει ότι αρχικά ο ναός είχε τη
μορφή μονόχωρου οίκου ο οποίος κατά πάσα πιθανότητα αντιπροσωπεύει την εικόνα της
ελληνιστικής φάσης του ναού. Σε κάποια μεταγενέστερη περίοδο προστέθηκε ένας
εγκάρσιος τοίχος στο εσωτερικό του μετατρέποντάς τον σε δίστυλο διθάλαμο όπως τον
γνωρίζουμε από τα νομίσματα των ρωμαϊκών χρόνων στα οποία το λατρευτικό άγαλμα
του Ασκληπιού προβάλλει μέσα από τη δίστυλη πρόσοψη του ναού. Ασφαλώς η
παρατήρηση αυτή δεν σημαίνει ότι η μετατροπή συντελέστηκε αποκλειστικά την περίοδο
αυτή.
Η παρουσία λατρευτικού αγάλματος προϋποθέτει ασφαλώς την ύπαρξη ναού. Η
εύρεση στη Μόρρυλο μιας μαρμάρινης κεφαλής Ασκληπιού σε διαστάσεις μεγαλύτερων
381
Στην Επίδαυρο το μεγάλο τέμενος δεν ήταν περιτειχισμένο αλλά περιβαλλόταν μόνο με όρους. Gruben
2000, 150.
382
Στη Δήλο το ιερό του Ασκληπιού περιβαλλόταν από περιτείχισμα που οριοθετούσε μια βραχώδη
περιοχή. Κάτι παρόμοι συνέβαινε και στο ιερό του Απόλλωνος Πυθίου στη Πάρο. Krug 2003, 155-156.
383
Και για την περίπτωση του ιερού του Ασκληπιού στο Δίον έχει διατυπωθεί η άποψη ότι ο επιμήκης
τοίχος που εντοπίστηκε με κατεύθυνση Βορρά-Νότο στα ανατολικά του ιερού πρέπει κατά τον ανασκαφέα
να ανήκει στον παλαιότερο περίβολο των ιερών της πόλης. Παντερμαλής 1994, 137.
67
του φυσικού οδήγησε τους μελετητές στην υπόθεση πως πρέπει να ανήκε στο λατρευτικό
άγαλμα. Όπως προκύπτει από τις επιγραφές που έχουν εντοπιστεί στο χώρο η φήμη του
συγκεκριμένου ιερού είχε απλωθεί και πέρα από τα όρια της πόλης του Μορρύλου.
Αναμενόμενο θα ήταν σε ένα ιερό με τέτοια απήχηση να υπήρχε και ο αντίστοιχος ναός
που θα στέγαζε το λατρευτικό άγαλμα του θεού.
Η ύπαρξη ναού αφιερωμένου στον Ασκληπιό πρέπει να θεωρηθεί πολύ πιθανή και
για τα υπόλοιπα ιερά του θεού που υπήρχαν στη Μακεδονία και γνωρίζουμε από
επιγραφές ότι διέθεταν οργανωμένο χαρακτήρα με όλα τα απαραίτητα για την σωστή
λειτουργία τους κτήρια. Στην Αμφίπολη και στη Βέροια γνωρίζουμε από επιγραφές ότι
λειτουργούσε εγκοιμητήριο. Στη δεύτερη μάλιστα υπήρχε και κρήνη καθώς και εξέδρα.
Στη Θεσσαλονίκη η λατρεία ήταν τόσο δημοφιλής ώστε οι οπαδοί της να είναι
οργανωμένοι σε σύλλογο Ασκληπιαστών. Αναμενόμενο θα ήταν σε όλες τις παραπάνω
περιπτώσεις τον πυρήνα του ιερού να καταλαμβάνει ένας ναός όχι μόνο ως κέντρο
λατρευτικών πρακτικών αλλά και ως αφετηρία ευρύτερων δραστηριοτήτων 384 .
Το δείγμα των ναών που έχουν εντοπιστεί και ανασκαφεί στη Μακεδονία είναι
αρκετά μικρό και αποσπασματικό ώστε να προκύψουν συμπεράσματα ως προς τη μορφή
τους. Κρίνοντας ωστόσο από τις διαστάσεις του ναού στο Δίον που αποτελούσε το
θρησκευτικό κέντρο των Μακεδόνων φαίνεται πως και στην περίπτωση της λατρείας του
Ασκληπιού οι μνημειακοί ναοί εξέλιπαν από τον χώρο της Μακεδονίας. Η επιλογή αυτή
εντάσσεται προφανώς στη γενικότερη τάση που σημειώνεται από τον 4ο αι.π.Χ και εξής
για την κατασκευή μικρότερων κτισμάτων 385 . Επιπλέον γενικότερη παρατήρηση είναι ότι
οι ναοί στα ιερά του Ασκληπιού είναι συνήθως μικρών διαστάσεων, «στοιχείο
ουσιαστικό και παραδοσιακό των Ασκληπιείων» όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν οι
Martin-Metzger 386 .
Ι.2.3. Εγκοιμητήριο
Βασική μονάδα στο οικοδομικό σύνολο ενός Ασκληπιείου κατά την αρχαιότητα
αποτελούσε μια επιμήκης συνήθως στοά στην οποία λάμβανε χώρα η πρακτική της
εγκοίμησης. Για το λόγο αυτό ονομαζόταν εγκοιμητήριο ή άβατο καθώς πρόσβαση σε
αυτό είχαν μόνο όσοι αποζητούσαν θεραπεία και όχι ο κάθε επισκέπτης που
384
Από επιγραφές που βρέθηκαν στη Βέροια, την Αμφίπολη και τη Θάσο πληροφορούμαστε ή έστω
συμπεραίνουμε την ύπαρξη θησαυρού στα ιερά του θεού. Πολύ πιθανό αυτός ο απαραίτητος για την
λειτουργία του ιερού εξοπλισμός να φυλασσόταν στο εσωτερικό του ναού.
385
Gruben 2000, 151.
386
Martin- Metzger 1992, 92.
68
προσερχόταν στο ιερό. Απαραίτητη προϋπόθεση για να εισέλθει κανείς στον ιδιαίτερο
αυτό χώρο ήταν η τέλεση όλων των προβλεπόμενων από τους ιερούς νόμους
διαδικασιών. Υπάρχουν παραδείγματα στα οποία τα εγκοιμητήρια έφεραν δύο επάλληλες
κιονοστοιχίες ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις ήταν διώροφα 387 . Κτήρια που
λειτουργούσαν ως άβατα έχουν εντοπιστεί και ανασκαφεί στο ιερό του Ασκληπιού στην
Αθήνα 388 , στην Κόρινθο 389 , στην Επίδαυρο 390 , στην Γόρτυνα 391 , στη Λεβήνα 392 .
Εγκοιμητήρια μέχρι στιγμής δεν έχουν εντοπιστεί με βεβαιότητα στο χώρο της
Μακεδονίας. Την ύπαρξή τους όμως την πληροφορούμαστε από επιγραφές. Στον ιερό
νόμο του 4ου αι.π.Χ που βρέθηκε στην Αμφίπολη αναφέρεται η πρακτική της
εγκοίμησης, η πραγματοποίηση της οποίας προϋποθέτει ασφαλώς την ύπαρξη ανάλογου
κτιρίου. Αλλά και από την αναθηματική επιγραφή που χρονολογείται το 132/31π.Χ. από
τη Βέροια προκύπτει η ύπαρξη αβάτου 393 . Σε αυτήν μνημονεύεται ο Μαρσύας ο γιος του
Δημητρίου ο οποίος κατασκεύασε το εγκοιμητήριο λίθινο και την εξέδρα που βρισκόταν
μπροστά από αυτό με δικά του έξοδα. Η συντακτική θέση του επιθέτου λίθινος στην
επιγραφή (κατηγορούμενο του αντικειμένου στο «εγκοιμητήριον») προσδίδει μια μόνιμη
ιδιότητα στο ουσιαστικό. Προφανώς λοιπόν υπήρχε προγενέστερο κτήριο το οποίο ήταν
κατασκευασμένο από φθαρτά υλικά και ο Μαρσύας αποφάσισε να το αντικαταστήσει.
Επιπλέον η χρήση του ρήματος κατασκευάζω όπως χαρακτηριστικά σημειώνει η
Guarducci 394 αναφέρεται, όπως και σε άλλες επιγραφές, με την έννοια της επιδιόρθωσης
και ανακατασκευής και όχι της εκ βάθρων θεμελίωσης ενός κτιρίου. Στην προκειμένη
ωστόσο περίπτωση η αντικατάσταση μιας ξύλινης κατασκευής δεν θα άφηνε ιδιαίτερα
ίχνη από το προγενέστερο κτίριο. Θα επρόκειτο επομένως για μια εκ θεμελίων ανέγερση.
Παρόμοιο φαινόμενο παρατηρείται και στο Ασκληπιείο της Κω. Οι στοές που
387
Riethmüller 1999, 131.
388
Για το εγκοιμητήριο στο Ασκληπιείο της Αθήνας βλ. Riethmüller 1999, 129-131 με όλη την
προγενέστερη βιβλιογραφία.
389
Roebuck 1951, 42-46.
390
Tomlinson 1983, 67-68.
391
Παπαχατζής, Παυσανίου Περιήγησις, Αρκαδικά, 298-299.
392
Melfi 2007, 57-58.
393
Την επιγραφή είδε ο Wace το 1911 στο προαύλιο του ναού του Αγίου Αντωνίου της Βέροιας ο οποίος
είναι γνωστός για τα θαύματα και τις θεραπείες του, κυρίως όσον αφορά τα ψυχικά νοσήματα. Πλήθος
κόσμου συνέρρεε στις δύο πανηγύρεις που πραγματοποιούνταν στη μνήμη του, την 17η Ιανουαρίου και την
1η Αυγούστου. Εκπληκτικό είναι το γεγονός ότι κατεξοχήν τρόπος αναζήτησης θεραπείας των πιστών από
τον Άγιο ήταν η εγκοίμησή τους στο εσωτερικό του ναού όχι μόνο το βράδυ την παραμονής της γιορτής
του αλλά και οποιαδήποτε άλλη ημέρα του χρόνου. Σε φωτογραφία της δεκαετίας του ’50 το εσωτερικό
του ναού είναι κατάμεστο από κόσμο που κοιμάται εκπληρώνοντας ο καθένας το τάμα του. (Πιν.24δ). Η
πρακτική της εγκοίμησης στο ναό του Αγίου Αντωνίου εξακολουθεί να υφίσταται μέχρι σήμερα σε
μικρότερο ωστόσο βαθμό. Μητροπολίτου Βεροίας και Ναούσης Παντελεήμονος Καλπακίδη, Ιστορία και
προσφορά Ιερού Ναού Αγίου Αντωνίου, Πολιούχου Βεροίας, Βέροια 2004, 51-56, εικ.108.
394
Guarducci 1974, 13-14.
69
Ι.2.4.Κρήνες-πηγές
395
Krug 2003, 161.
396
Πινγιάτογλου 2008, 578.
397
Roebuck 1951, 85-110.
398
Η κατασκευή της στοάς συμπεριέλαβε ένα κυκλοτερές λάξευμα στο βράχο από το οποίο ανάβλυζε νερό,
στοιχείο απαραίτητο σε κάθε ιερό και ιδιαίτερα του Ασκληπιού καθώς η χρήση του νερού για την
διασφάλιση της υγιεινής του χώρου αλλά και για την εξυπηρέτηση των λατρευτικών πρακτικών κρινόταν
απαραίτητη. Η κρήνη αυτή μάλιστα διαμορφώθηκε ανάλογα λαμβάνοντας κυκλικό σχήμα· περιμετρικά της
τοποθετήθηκε ρείθρο για να εκρέουν τα νερά προς τα έξω και να τροφοδοτούν τις εγκαταστάσεις του
ιερού. Βερσάκης Φ. , «Του Αθήνησιν Ασκληπιείου οικήματα», ΑΕ 1913, 52-74, 56.
399
Krug 2003, 161.
400
Melfi 2007, 62-63.
401
Melfi 2002, 343.
402
Παρόμοια επιγραφή έχει προκύψει και από το Αμφιαράειο του Ωρωπού, ενός ιερού με έντονο
θεραπευτικό χαρακτήρα και μιας λατρείας με ιδιότητες που προσιδιάζουν στο χαρακτήρα της λατρείας του
70
υδαταγωγού συστήματος που ξεκινούσε από την αποκαλούμενη Ευιαστική πύλη και
διανεμόταν μέσω σωλήνων σε κρήνες στην αγορά και στο ιερό του Ασκληπιού 403 .
Την ύπαρξη κρήνης ή πηγής υποθέτουμε και για το ιερό του Ασκληπιού στο Δίον.
Η εύρεση ενός μεγάλου κτιστού αγωγού μήκους 31,5μ. που βαίνει παράλληλα με την
επιμήκη στοά του ιερού υποδεικνύει την ύπαρξη κάποιας υδροδοτικής εγκατάστασης στο
εσωτερικό του ιερού και πιο συγκεκριμένα στα βόρεια του ναού. Ο αγωγός θα
λειτουργούσε παροχετευτικά καθώς η κλίση του από νότο προς βορρά και η κάμψη του
προς τα ανατολικά θα οδηγούσε τα νερά στη παρακείμενη βεσπασιανή επιτυγχάνοντας
ταυτόχρονα τον καθαρισμό της.
Η παρουσία του νερού ήταν εξίσου έντονη και στο ιερό του Άμμωνος Διός στην
αρχαία Άφυτι. Τα άφθονα τρεχούμενα νερά των φυσικών πηγών αποτέλεσαν την αιτία
για την διατήρηση ενός ειδυλλιακού και ταυτόχρονα απόλυτα ευεργετικού για την υγεία
φυσικού περιβάλλοντος. Η κρήνη στο διπλανό ιερό του Διονύσου πολύ πιθανό να
εξυπηρετούσε και την λατρεία του Ασκληπιού ενώ ταυτόχρονα θα τροφοδοτούσε με
τρεχούμενο νερό το ιερό του Διός εξασφαλίζοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την παροχή
ανανεωμένου και καθαρού νερού 404 . Η κατασκευή επομένως του βαλανείου κατά τους
ρωμαϊκούς χρόνους είχε σαν δεδομένο την συνεχή και απαραίτητη για την λειτουργία
του λουτρού υδροδότηση.
Ι.2.5. Λουτρά
Ασκληπιού. «…kaˆ t¾n ™n 'Amfiar£ou kr»nhn kateskeÚa/ken kaˆ tÁj toà Ûdatoj ¢gwgÁj kaˆ tîn
ØponÒm/ wn ™pimemšlhtai aÙtÒqi, ™painšsai Puqšan». IG II² , 338.
403
Γουναροπούλου-Χατζόπουλος 1998, 142-143.
404
Βλ. υποσημ. 270 της παρούσας εργασίας.
405
Krug 2003, 181.
406
Ρωμιοπούλου 1980, 691. Παντερμαλής 1984, 66.
71
σκοπούς αν κρίνουμε από τον μεγάλο αριθμό των λουτρικών εγκαταστάσεων που
λειτουργούσαν αλλά και την ιδιαίτερα έντονη λατρεία του Ασκληπιού στη πόλη 407 . Την
εποχή αυτή άλλωστε τα λουτρά διέθεταν πολλαπλούς ρόλους καθώς αποτελούσαν το
κατεξοχήν μέσο που διασφάλιζε την ατομική υγιεινή ενώ ταυτόχρονα κατείχαν κεντρική
θέση στην πολιτική, κοινωνική, οικονομική και πνευματική ζωή της πόλης. Επιπλέον,
έχει διατυπωθεί η άποψη ότι πολύ πιθανό τα λουτρά να επιλέγονταν και ως χώροι
εκμάθησης ή άσκησης της ιατρικής τέχνης καθώς σε έναν αριθμό περιπτώσεων έχουν
βρεθεί στο εσωτερικό τους ιατρικά εργαλεία 408 . Από την πόλη του Δίου έχουν προκύψει
τέσσερα συγκροτήματα λουτρών 409 , συμπεριλαμβανομένων και των μεγάλων θερμών
που περιγράφηκαν στο αντίστοιχο κεφάλαιο, καθώς και πέντε τουλάχιστον κτήρια
βεσπασιανών 410 , απόδειξη για την μεγάλη παρουσία ανθρώπων αλλά και για την
προσπάθεια διασφάλισης της απαραίτητης καθαριότητας και υγιεινής σε μια
πολυσύχναστη πόλη.
Ο ιαματικός χαρακτήρας του ιερού του Άμμωνα Δία στην Άφυτι δεν είναι δυνατό
να αμφισβητηθεί ύστερα μάλιστα από την αποκάλυψη του συγκροτήματος του
βαλανείου. Σε αυτό συνηγορούν όχι μόνο η εύρεση ιατρικών εργαλείων αλλά επιπλέον
και ο εντοπισμός θραύσματος δεξιού χεριού από άγαλμα Υγείας. Πρόκειται για ένα
ακόμη παράλληλο, μαζί με τα δύο παραδείγματα από το Δίον, ύπαρξης λατρείας της
Υγείας σε χώρους λουτρού 411 .
Την ύπαρξη λουτρών υποθέτει και η Deflaciuex για την περίπτωση της Βέροιας.
Στο Ασκληπιείο της πόλης λοιπόν θεωρεί πως πρέπει να ανήκει ένα σύνολο λουτρικών
εγκαταστάσεων που αποκαλύφθηκε στα οικοδομικά τετράγωνα 211-213, 216-217, 219-
407
Βουτυράς 1993, 254.
408
Yegul F., Baths and Bathing in Classical Antiquity, Η.Π.Α. 1992, 355. Από το Δίον έχουν προκύψει
ιατρικά εργαλεία που υποδεικνύουν την μεγάλη ανάπτυξη της ιατρικής στην περιοχή. (Βλ. προθήκη με
ιατρικά εργαλεία στο υπόγειο του Αρχαιολογικού Μουσείου του Δίου). Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση
της διόπτρας, ενός εξειδικευμένου ιατρικού εργαλείου που βρέθηκε στο τετράγωνο της υδραύλεως.
Παντερμαλής Δ., «Η ανασκαφή του Δίου κατά το 1993 και η χάλκινη διόπτρα», ΑΕΜΘ 7 (1993),
Θεσσαλονίκη 1997, 195-199. Ίσως δεν είναι τυχαίο ότι από τον ίδιο χώρο προέκυψε και το αγαλμάτιο του
Ασκληπιού Giustini. Μήπως η συγκεκριμένη οικία ανήκε σε κάποιον γιατρό ο οποίος λάτρευε στον
ιδιωτικό του χώρο τον κατεξοχήν προστάτη της τέχνης του; Οι Edelstein-Edelstein υποστηρίζουν ότι στις
οικίες των γιατρών υπήρχε ιδιωτική λατρεία του Ασκληπιού. Edelstein-Edelstein 1945, 184. Επίσης ένα
επιτύμβιο ανάγλυφο που βρέθηκε στο χωριό Καρίτσα, δίπλα από το Δίον, αναφέρει στο επίγραμμά του τον
Άπτο, ιατρό που προσέφερε τις υπηρεσίες στο Δίον. Παντερμαλής 1981, 291-292.
409
Πρόκειται για τις μεγάλες θέρμες δίπλα στη νότια είσοδο της πόλης, τις λεγόμενες θέρμες του forum
στην ΒΑ γωνία του αντίστοιχου συγκροτήματος, τις θέρμες του κεντρικού δρόμου στα ανατολικά του
μνημείου των ασπίδων και τις αποκαλούμενες θέρμες του ανατολικού δρόμου που βρίσκονται στα νότια
της έπαυλης του Διονύσου. Γενικά για τις λουτρικές εγκαταστάσεις από το εσωτερικό της πόλης του Δίου
βλ. Ουλκέρογλου Τ., Το συγκρότημα των θερμών του κεντρικού δρόμου του Δίου. Ανασκαφή 1997-2007,
αδημοσίευτη μεταπτυχιακή εργασία, Θεσσαλονίκη 2008, 105-106.
410
Παντερμαλής 2000, 293.
411
Τσιγαρίδα-Βασιλείου 2007, 343 και ενημερωτικό έντυπο ιερού Άμμωνος Διός, Διονύσου και
Ασκληπιού.
72
220 και περιλάμβανε θερμό, μέσο και ψυχρό οίκο, δεξαμενές διαφόρων τύπων και
σχημάτων διακοσμημένες με ψηφιδωτά και αίθουσες μεγάλων διαστάσεων. Στους
χώρους αυτούς βρέθηκαν ιδιαίτερα επιμελημένης κατασκευής αρχιτεκτονικά στοιχεία
καθώς και αγάλματα και ανάγλυφα τα οποία υποδεικνύουν την ποιότητα της σύνθεσης
του οικοδομικού συνόλου 412 .
Υποψία παρουσίας λουτρών υπάρχει και για την περίπτωση της Μορρύλου.
Δυστυχώς αρχαιολογικές ανασκαφές στη πόλη της Μορρύλου δεν έχουν
πραγματοποιηθεί προκειμένου να ορισθεί με σαφήνεια το ιερό του Ασκληπιού το οποίο
όπως προκύπτει από τις επιγραφές ήταν ιδιαίτερα σημαντικό. Παρόλα αυτά όμως από
την μικρής έκτασης ανασκαφή που πραγματοποιήθηκε στο χώρο εύρεσης του τιμητικού
ψηφίσματος προς τον Παράμονο, εντοπίστηκαν κατάλοιπα βαλανείου ρωμαϊκών χρόνων,
ένδειξη ότι το Ασκληπιείο πρέπει να αναζητηθεί στον ευρύτερο χώρο.
Ι.2.6. Εξέδρα
Ασφαλώς η εξασφάλιση της υγιεινής στα ιερά του Ασκληπιού ήταν ζητούμενο.
Είναι λογικό σε έναν χώρο με μεγάλη προσέλευση ανθρώπων πολλοί από τους οποίους
θα είχαν προβλήματα υγείας να λαμβάνονται όλες οι απαραίτητες προφυλάξεις. Άλλωστε
στα Ασκληπιεία δεν κυκλοφορούσαν μόνο άρρωστοι. Πολλοί υγιείς προσέτρεχαν στα
412
Brocas-Deflacieux 1999, 72.
413
Brocas-Deflacieux 1999, 72.
73
ιερά για να ευχηθούν για την υγεία τους 414 . Η διάθεση αυτή για την διατήρηση της
καθαριότητας διαφαίνεται πολύ έντονα στη περίπτωση του Δίου. Η βεσπασιανή που
αποκαλύφθηκε σε κοντινή απόσταση από το ναό του Ασκληπιού θεωρείται ότι
εξυπηρετούσε τις ανάγκες των ανθρώπων που προσέρχονταν στο ιερό. Στο κτήριο αυτό
θα υπήρχε συνεχής ροή νερού όπως προκύπτει από την εύρεση του κτιστού αγωγού στα
νοτιοδυτικά του που κατέληγε σε αυτό. Στην εξασφάλιση της υγιεινής θα αποσκοπούσαν
και τα τέσσερα κτήρια βεσπασιανών που λειτουργούσαν στο εσωτερικό της πόλης 415 .
Η προσπάθεια για συνεχή ροή καθαρού νερού διαφαίνεται το ίδιο έντονα στην
αναθηματική επιγραφή από τη Βέροια όπου διεξοδικά περιγράφονται οι επισκευές, η
αποκατάσταση και η βελτίωση του δικτύου υδροδότησης της πόλης. Δεν είναι τυχαίο ότι
το ιερό του Ασκληπιού «διεκδικεί» μερίδιο στην διάθεση του όγκου των υδάτων
ανάμεσα στις πιο σημαντικές εγκαταστάσεις για την οικονομική ζωή της πόλης. Είναι
απόλυτα λογικό σε μια πόλη που μέχρι σήμερα είναι γνωστή για τα άφθονα νερά της να
λαμβάνεται μέριμνα για το αγαθό που πέρα από πηγή ζωής αποτελούσε με την κινητήρια
δύναμή του και πηγή ενέργειας.
Επίσης, στο κτήριο της Αμφίπολης όπου βρέθηκε άγαλμα Ασκληπιού
αποκαλύφθηκε κατά τους ανασκαφείς «εκτεταμένο δίκτυο αγωγών» που εκφεύγουν προς
διάφορες κατευθύνσεις. Ένας κτιστός αγωγός χαρακτηρίστηκε ως αποχετευτικός ενώ το
πηγάδι που εντοπίστηκε στη νότια πλευρά της κεντρικής αυλής θα εξυπηρετούσε τις
ανάγκες του κτηρίου για παροχή νερού.
Ι.2.8. Θησαυροί
Όπως προκύπτει από τις επιγραφές η ύπαρξη θησαυρού στα ιερά του Ασκληπιού
στη Μακεδονία δεν ήταν άγνωστη 416 . Ο εξοπλισμός αυτού του είδους ήταν απαραίτητος
σε πολλά ιερά του αρχαίου ελληνικού κόσμου -όχι μόνο του Ασκληπιού- και μαρτυρείται
τόσο επιγραφικά όσο και αρχαιολογικά 417 . Πρόκειται είτε για λίθινες κτιστές
κατασκευές, συνήθως στο δάπεδο του σηκού, όπως συνέβαινε στο Ασκληπιείο της
414
Edelstein-Edelstein 1945, 182.
415
Παντερμαλής 2000, 292-293.
416
Για την λειτουργία των θησαυρών στη λατρεία βλ. Kaminski 1991, 121-133.
417
Όπως σημειώνει ο Martin οι θησαυροί συνήθως εντοπίζονται σε ιερά είτε του Ασκληπιού είτε άλλων
ηρώων ή θεοτήτων που διαθέτουν θεραπευτικές ή μυστηριακές ιδιότητες. Martin R., “Un nouveau
reglement de culte thasien”, BCH LXIV-LXV (1940-41), 163-200, 173.
74
Κω 418 , της Επιδαύρου 419 , της Λεβήνας 420 είτε για λίθινα κυλινδρικά ή ορθογωνισμένα
μνημεία το εσωτερικό των οποίων έφερε κοιλότητα για την εισαγωγή και φύλαξη των
χρηματικών προσφορών 421 .
Στο χώρο της Μακεδονίας η παρουσία θησαυρού βεβαιώνεται στο ιερό του
Ασκληπιού στη Βέροια από την επιγραφή που αναφέρει πως τα έσοδα του Ασκληπιείου
προέρχονταν από τα θυσιασθέντα ζώα και από τις προσφορές των πιστών σε χρήματα τα
οποία φυλάσσονταν σε θησαυρό 422 . Επίσης και στην περίπτωση της Αμφίπολης
συμπεραίνουμε την ύπαρξη θησαυρού από το γεγονός ότι στον ιερό νόμο που βρέθηκε
στη περιοχή ορίζεται ως προϋπόθεση για την είσοδο του πιστού στο ιερό η καταβολή
συγκεκριμένου χρηματικού ποσού 423 . Τέλος και στη Θάσο πρέπει να υπήρχε παρόμοιος
εξοπλισμός καθώς στην επιγραφή που ορίζει τις υποχρεώσεις του εκμισθωτή της
έκτασης που βρισκόταν κοντά στο ιερό του Ασκληπιού περιλαμβάνεται και η απόδοση
χρηματικού ποσού στον Ασκληπιό σε περίπτωση μη εφαρμογής των διατάξεων 424 .
418
Kaminski 1991, 133-139. Sokolowski 1969, αρ.155.
419
Από την Επίδαυρο μας σώζεται επιγραφή που αναφέρεται στην κατασκευή του θησαυρού στο
εσωτερικό του ναού του Ασκληπιού. IG IV², 102. Για την αποκατάσταση του εσωτερικού του ναού με τον
θησαυρό βλ. Roux G., L’architecture de l’ Argolide aux IVe et IIIe siecles avant J.-C., Παρίσι 1961, 118-
119.
420
Melfi 2007, 74-77.
421
Για την τυπολογία των θησαυρών βλ. Kaminski 1991, 72-79. Από την Κραννώνα προέρχεται
ενεπίγραφος θησαυρός του 3ου αι.π.Χ., ανάθημα στον Ασκληπιό (Α.Ε.Μ.Λ. 88/18). Έφερε κυκλική οπή
μέσα στην οποία κατέληγαν τα χρήματα από την μικρή σχισμή που θα διέθετε το πώμα που στερωνόταν
πάνω στο κυρίως σώμα του θησαυρού. Τζιαφάλιας Α., «Κραννών», ΑΔ 43 (1988), Χρονικά Β1, Αθήνα
1993, 280-281.
422
Αλλαμανή-Σουρή 1990, 211-212.
423
Η απόδοση της μιας δραχμής στο ιερό παραπέμπει στη πρακτική που εφαρμοζόταν και στο ιερό του
Αμφιαράου στον Ωρωπό στο οποίο οι προσερχόμενοι πιστοί έπρεπε να πληρώσουν για την είσοδό τους.
Τους δινόταν μάλιστα ως απόδειξη ένα μολύβδινο πλακίδιο εν είδει εισιτηρίου το οποίο έφερε τις
ανάγλυφες μορφές του Αμφιαράου και της Υγείας. Πετράκος 1968, 126, 132 και Πιν. 503 δ-ε.
424
Salviat 1958, 251.
75
ΙΙ. ΛΑΤΡΕΙΑ
Για τις λατρευτικές πρακτικές που λάμβαναν χώρα στα ιερά του Ασκληπιού
αντλούμε πληροφορίες κατά βάση από τις επιγραφές που έχουν προκύψει από τις
αρχαιολογικές έρευνες, τις πηγές και τα ανασκαφικά δεδομένα. Ασφαλώς κεντρικό ρόλο
στη λατρεία κατείχαν οι θυσίες ζώων, πρακτική η οποία ασκούνταν σε κάθε ιερό του
ελληνικού χώρου. Με παρόμοιο τρόπο λειτουργούσαν και τα ιερά του Ασκληπιού στη
Μακεδονία όπως προκύπτει από τα ευρήματα.
Αρκετές πληροφορίες για τις λατρευτικές πρακτικές μας παρέχει ο ιερός νόμος που
βρέθηκε στην Αμφίπολη. Από την αποκατάσταση που πρότεινε η Βεληγιάννη προκύπτει
ότι δεν θα επιτρεπόταν σε κανέναν να θυσιάσει ή να κοιμηθεί στο άβατο εάν δεν
προσκόμιζε στους θεούς τις προβλεπόμενες από τον ιερό νόμο προσφορές (ἱερὰ τοῖς
θεοῖς). Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι οι διατάξεις διαχωρίζονται ανάλογα με την
λατρευτική πράξη που επιθυμεί ο κάθε πιστός να ασκήσει. Κατ’ αρχήν, με την
προσέλευσή του ο εισερχόμενος στο ιερό έπρεπε να καταβάλει το ποσό της μιας δραχμής
και έπειτα να θυσιάσει οποιοδήποτε θύσιμο ζώο επιθυμούσε ή να προσφέρει οτιδήποτε
άλλο στους θεούς 425 . Η καταβολή του χρηματικού ποσού υπονοεί ασφαλώς και την
ύπαρξη θησαυρού, ως μια εξίσου σημαντική πηγή εσόδων για το ιερό ενώ στην ευχέρεια
που δίνεται στον καθένα να θυσιάσει ό, τι προαιρείται πρέπει μάλλον να αναγνωρίσουμε
την πρακτική της «προθύσεως» η οποία συνηθιζόταν στα ιερά του Ασκληπιού 426 . Αλλά
425
Από επιγραφή του τέλους του 5ου αι.π.Χ. από την Επίδαυρο ορίζεται το είδος των προσφορών για κάθε
εντεμένιο θεό του ιερού, δηλαδή τον Απόλλωνα, την Λητώ, την Αρτέμιδα και τον Ασκληπιό. IG IV, 914
και Sokolowski 1969, αρ. 60, σελ. 113-114.
426
Πρόκειται για μια πρακτική η οποία περιλάμβανε αρχικά την απόθεση αναίμακτων ή οποιωνδήποτε
άλλων προσφορών στην ιερή τράπεζα του ιερού οι οποίες είτε καίγονταν είτε απλά αφήνονταν ανέπαφες
στη τράπεζα. Jameson 1994, 37. Στη συνέχεια ο πιστός τελούσε την κατ’ εξοχήν πράξη θυσίας των
θυμάτων τα οποία έπρεπε να καούν ολοκληρωτικά, σαν ολοκαύτωμα. Οι προσφορές αυτές αναφέρονται
76
πληρώσει στον ιερέα το ποσό που του είχε καθορίσει πριν την θυσία ο τελευταίος 429 . Αν
κάποιος δεν πρόσφερε στο θεό τα προκαθορισμένα μερίδια του θυσιασθέντος ζώου του
επιβαλλόταν η υποχρέωση να τα αποδώσει διπλά. Όσο για την περίπτωση που κάποιος
ήθελε να θυσιάσει σε άλλον εντεμένιο θεό, τότε όφειλε να τελέσει τα προβλεπόμενα και
για τον Ασκληπιό αποδίδοντας τα αυτά και στον βωμό του θεραπευτή θεού.
Όλα τα παραπάνω υποδεικνύουν τόσο την σημαντική θέση που κατείχε ο θεός στο
ιερό όσο και την πρόθεση από την πλευρά του ιερού να μην αφήσει κανένα περιθώριο
παρανόησης ή παράλειψης θρησκευτικών πράξεων που θα διατάρασσαν την ηθική τάξη
στο σύνολο των συλλατρευόμενων θεοτήτων. Για να διασφαλιστεί η εγκυρότητα της
λατρευτικής διαδικασίας έπρεπε ο προσερχόμενος στο ιερό να ακολουθεί πιστά όλες τις
σχετικές διατάξεις που αφορούσαν όλες ξεχωριστά τις ιερές πράξεις. Το κείμενο αυτής
της επιγραφής αποτελεί ακόμη ένα παράδειγμα ιερού νόμου όπως το γνωρίζουμε από
ανάλογες περιπτώσεις που έχουν βρεθεί και σε άλλα ιερά του Ασκληπιού στον ελληνικό
χώρο. Παρόμοιες διατάξεις έχουν προκύψει από το ιερό του Ασκληπιού στον Πειραιά 430 ,
την Επίδαυρο 431 , την Αττική 432 οι οποίες ορίζουν με σαφήνεια τις διαδικασίες που
έπρεπε να ακολουθηθούν.
Όλες οι παραπάνω πρακτικές σε μεγάλο βαθμό αποτελούν προπαρασκευαστικά
στάδια για την κατεξοχήν θεραπευτική πρακτική που είναι αυτή της εγκοίμησης.
Προκειμένου ωστόσο κάποιος να προχωρήσει σε αυτή τη διαδικασία έπρεπε πρώτα να
καθαρθεί και τελετουργικά μέσα από την καθαρτήρια δύναμη του νερού 433 . Για το λόγο
αυτό η παρουσία του νερού είναι ιδιαίτερα έντονη μέσα στα ιερά του Ασκληπιού με την
ύπαρξη κρηνών, πηγών και λουτρών. Για τα αρχιτεκτονικά αυτά σύνολα έγινε λόγος
παραπάνω. Σημαντικό ωστόσο είναι το γεγονός ότι το νερό δεν αποτελεί μόνο
καθαρτήριο μέσο αλλά και συστατικό στοιχείο μιας άλλης διαδικασίας που λάμβανε
χώρα στα ιερά του Ασκληπιού αναπόσπαστα συνδεδεμένη και σχεδόν απορροφημένη
από τις υπόλοιπες πρακτικές: της μαντείας. Η θεραπεία πραγματοποιούνταν μέσω των
ονείρων για το λόγο αυτό ο πιστός έπρεπε να προετοιμαστεί κατάλληλα προκειμένου να
429
Πρέπει να πρόκειται για το γέρας του ιερέα, το μερίδιό του δηλαδή από την θυσία και όχι για έσοδο του
ιερού. Πολύ σημαντικό είναι το γεγονός ότι ο ιερέας δεν πληρώνεται με μερίδιο από τα θυσιασθέντα ζώα,
αφού αυτά προφανώς καίγονταν ολοκληρωτικά, αλλά με καταβολή χρηματικού ποσού (ἀργύριον) το οποίο
για να μην δηλώνεται αριθμητικά πρέπει προφανώς να κυμαινόταν ανάλογα με τις απαιτήσεις της θυσίας.
Ανάλογος «χειρισμός» συναντάται και στον ιερό νόμο από τις Ερυθρές της Μ. Ασίας (Sokolowski 1955,
αρ.24) στον οποίο ο ιερέας αμείβεται τόσο με χρηματικό ποσό όσο και με μερίδιο από τα θυστά. Jameson
1994, 40.
430
Eickstedt 2001, 11-13, 26.
431
IG IV 1², 97. Για άλλο ιερό νόμο από το ίδιο ιερό βλ. Sokolowski 1969, σελ.113-114, αρ.60.
432
Sokolowski 1969, σελ.105-106, αρ.54
433
Για τον καθαρτήριο ρόλο του νερού στο ιερό του Ασκληπιού στην Επίδαυρο βλ.Lambrinoudakis 1994,
229-230.
78
δεχτεί την προοπτική αυτή 434 . Σε αυτήν την προετοιμασία βασικό ρόλο είχε το νερό την
ύπαρξη του οποίου διαπιστώνουμε τόσο έντονη στα ιερά του Ασκληπιού και στη
Μακεδονία.
Από τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι τα είδη των προσφορών που δίνονταν στα
ιερά του Ασκληπιού στη Μακεδονία εντάσσονται στις γενικότερες λατρευτικές
πρακτικές που συνηθίζονταν σε ολόκληρο τον αρχαίο ελληνικό κόσμο, γεγονός που
επιβεβαιώνεται και από την επιγραφή των εσόδων του Ασκληπιείου της Βέροιας. Στην
επιγραφή αυτή αναφέρεται ότι τα έσοδα του ιερού προέρχονται από τα θύσιμα και τον
θησαυρό. Πολύ σωστά η Αλλαμανή-Σουρή 435 υπέθεσε ότι τα θύσιμα δεν εξαντλούνταν
μόνο στα προς θυσία ζώα αλλά επιπλέον περιελάμβαναν και άλλου είδους προσφορές,
όπως αυτές εννοούνται στην επιγραφή της Αμφίπολης με την έκφραση «ἄλλο τι ἂν
αὐτὸς βούληται», τα οποία μαζί με τα έσοδα του θησαυρού αξιοποιούνταν και
προσμετρούνταν στην περιουσία του ιερού μεταποιούμενα από μια «ρευστή» σε μια
περισσότερο «σταθερή» και «στερεή» κατάσταση. Ουσιαστικά η επιγραφή της Βέροιας
μας οδηγεί ένα βήμα παρακάτω καθώς συνδέει τις θρησκευτικές πράξεις με την
οικονομική διαχείριση του ιερού. Ό, τι επομένως αποτελούσε προϋπόθεση για την
λατρευτική διαδικασία (καταβολή χρηματικού ποσού και προσφορών) στην Αμφίπολη,
στη Βέροια αποτελεί αιτία και αφορμή για την οικονομική ενίσχυση του ιερού. Παρόλα
αυτά όμως πρέπει πάντα να έχουμε υπόψη μας ότι δεν επρόκειτο για αναθήματα με τη
στενή έννοια του όρου αλλά για το αποτέλεσμα μιας σαφούς οικονομικής επένδυσης. Αν
επρόκειτο για μεταποίηση ήδη ανατεθέντων προσφορών θα έπρεπε στην επιγραφή της
Βέροιας να αναγράφονται και τα ονόματα των αναθετών όπως συμβαίνει στις επιγραφές
του είδους αυτού 436 . Να σημειωθεί επίσης ότι η πρακτική της μεταποίησης των εσόδων
του ιερού στη Βέροια συνεχίζεται μέχρι τα όψιμα αυτοκρατορικά χρόνια όπως προκύπτει
από μια επιγραφή με παρόμοιο περιεχόμενο που παραδόθηκε στο Αρχαιολογικό
Μουσείο της πόλης αλλά παραμένει αδημοσίευτη.
434
Κατά τους Martin-Metzger «ο Ασκληπιός έχει κληρονομήσει τις μαντικές και θεραπευτικές δυνάμεις
του από τον Απόλλωνα, του οποίου την θέση παίρνει συχνά, όπως στην Επίδαυρο». Martin- Metzger 1992,
83-84. Για το ίδιο ζήτημα βλ. επίσης Ginouvès 1994, 238 και Edelstein-Edelstein 1945, 104-105. Επίσης
Martin-Metzger 1992, 87 για την στενή σχέση ναού-εγκοιμητηρίου-δεξαμενής στο «νότιο» Ασκληπιείο της
Γόρτυνας τόσο σε τοπογραφικό όσο και σε λειτουργικό επίπεδο.
435
Αλλαμανή-Σουρή 1990, 210-211.
436
Πρόκειται για την πρακτική της καθαιρέσεως όπως μας είναι γνωστή από διάφορες επιγραφές από το
Ασκληπιείο της Αθήνας. Κατά την πρακτική αυτή συντασσόταν ένας κατάλογος των αναθημάτων που
επρόκειτο να απομακρυνθούν από το ιερό με σκοπό να εκποιηθούν και να κατασκευαστεί ένα νέο ανάθημα
από τα έσοδα όπου θα αναγράφονταν όλα τα ονόματα των αναθετών. Aleshire 1989, 104-105.
79
ΙΙ.1.2. Γιορτές
437
Όπως προκύπτει από τις πηγές και από τις επιγραφές οι νυκτερινές γιορτές πρέπει να ήταν
συνηθισμένες στη λατρεία του Ασκληπιού. Τιμητικές επιγραφές από το Ασκληπιείο της Αθήνας (για τα
αποκαταστημένα κείμενα των επιγραφών αυτών βλ. Hubbe 1959, αρ.6, 181-184, αρ.10, 188-194, αρ.11,
195-198, αρ.13, 200-201) ρητά αναφέρουν την τέλεση παννυχίδων σε όλη την διάρκεια του έτους οι οποίες
πρέπει να περιελάμβαναν και λαμπαδηδρομίες. Edelstein-Edelstein 1945, 198. Η πρακτική των νυκτερινών
εορτών βεβαιώνεται και από μια επιγραφή που προέκυψε από το εσωτερικό της «δεξαμενής του
Αντωνίνου» στο ιερό του Απόλλωνα Μαλεάτα στην Επίδαυρο και χρονολογείται με σιγουριά στο έτος
111μ.Χ. Πρόκειται για ένα πεσσίσκο με αναθηματική επιγραφή που αναφέρει την ύπαρξη ἱερᾶς νυκτὸς
ως κεντρικής εορτής. Κατά τον Λαμπρινουδάκη η πληροφορία που παρέχει η επιγραφή ενισχύει την άποψη
ότι κατά την ρωμαιοκρατία ενισχύθηκε το μυστικό στοιχείο στη λατρεία του Ασκληπιού. Λαμπρινουδάκης
Β.Κ., «Ιερό Απόλλωνος Μαλεάτα Επιδαύρου», ΠΑΕ 1988, 21-29, 28. Όπως προκύπτει από τις πηγές, την
νύκτα δεν λάμβαναν χώρα μόνο γιορτές αλλά και καθημερινές θρησκευτικές τελετές. Για το λόγο αυτό η
χρήση λύχνων ήταν πολύ σημαντική σε κάθε Ασκληπιείο. Edelstein-Edelstein 1945, 193-194.
Χαρακτηριστικές είναι οι αναφορές του Αίλειου Αριστείδη για το ιερό του Ασκληπιού στο Πέργαμο το
οποίο το βράδυ φωτιζόταν από ιερούς λύχνους. Αίλειος Αριστείδης, Ιεροί Λόγοι, 47, 11 και 47, 32. Ίσως με
αυτό τον τρόπο δικαιολογείται η εύρεση σημαντικού αριθμού λύχνων στα ιερά του Ασκληπιού. Στο
Ασκληπιείο της Φενεού για παράδειγμα βρέθηκαν «πλείστοι λύχνοι εκ πηλού» καθώς και «εις ευμεγέθης
τρίμυξος λύχνος». Πρωτονοτάριου- Δεϊλάκη 1963, 60. Στην οικία από την οποία προέκυψε το άγαλμα του
Ασκληπιού στην Αμφίπολη εντοπίστηκαν πολύμυξα λυχνάρια τα οποία ίσως να συνδέονται με τις τελετές
αυτές. Ασφαλώς περισσότερο πιθανή είναι η σύνδεση των λύχνων με την λατρεία της Κυβέλης η οποία
ούτως ή άλλως τεκμαίρεται από την εύρεση του ειδωλίου της ένθρονης Κυβέλης που βρέθηκε στο κτήριο.
438
Riethmüller 1999, 139. Για τα Επιδαύρια μάλιστα υποθέτει και την τέλεση Θεοξενίων, μιας γιορτής που
περιλάμβανε το στρώσιμο μιας τράπεζας και μιας κλίνης με προσφορές για τον θεό. Η πρακτική της
στρώσης κλίνης και τράπεζας άλλωστε μαρτυρείται και από επιγραφή από το Ασκληπιείο της Αθήνας.
Hubbe 1959, αρ.3, 10-13. Την τέλεση Θεοξενίων στο Ασκληπιείο της Αθήνας υποθέτει και ο Beschi 1969,
399. Για τα Θεοξένια βλ. Jameson 1994, 35-57. Για την γιορτή των Επιδαυρίων βλ. Clinton 1994, 17-34.
Για τα Ηρώα βλ. Riethmüller 1999, 138-140.
439
Riethmüller 1999, 139.
80
440
Tomlinson 1969, 111. Στην Επίδαυρο δεν επιτρεπόταν η απομάκρυνση των θυσιασθέντων ζώων έξω
από τα όρια του ιερού. Krug 2003, 135.
441
IG XII, 144.
442
Armpis 1998, 342-344.
443
Roebuck 1951, 51-55.
444
Salviat 1958, 251 για την περίπτωση της Θάσου.
445
Νίγδελης 2006, 145-146.
81
Ασκληπιού, διότι με βάση τις υπάρχουσες πληροφορίες μια τέτοια σύνδεση είναι
ιδιαίτερα υποθετική. Δεν είναι δυνατό να υποστηριχθεί ότι το κτήριο αυτό αποτελεί
τμήμα του Ασκληπιείου της πόλης στηριζόμενοι μόνο στα στοιχεία της κάτοψης από τη
στιγμή που απουσιάζουν οι επιγραφικές μαρτυρίες ή έστω άλλα ευρήματα δηλωτικά της
χρήσης του.
Η παρουσία ανδρώνα στο κτήριο της Αμφίπολης, κοντά στην είσοδο του οποίου
βρέθηκε το αγαλμάτιο του Ασκληπιού, καθιστά πολύ πιθανή την περίπτωση παράθεσης
τελετουργικών συμποσίων και σε αυτή την περίπτωση. Μολονότι δεν είμαστε σε θέση να
αναγνωρίσουμε την κύρια λατρευόμενη θεότητα παρόλα αυτά η εύρεση του αγάλματος
του Ασκληπιού αν μη τι άλλο υποδεικνύει την παρουσία της λατρείας του.
Κατά ανάλογο τρόπο θα πρέπει να υποθέσουμε την παράθεση γευμάτων τέτοιου
είδους και στην περίπτωση του ανδρώνα της οικίας Bvi7 της Ολύνθου καθώς τα
τελετουργικά συμπόσια πρέπει να συνηθίζονταν και στο πλαίσιο της ιδιωτικής λατρείας.
Η εύρεση άλλωστε αγαλματίου Ασκληπιού στην είσοδο του χώρου αφήνει τα περιθώρια
μιας τέτοιας σύνδεσης
ΙΙ.1.3. Παιάνες
Σημαντική επίσης είναι και η εύρεση επιγραφής με κείμενο παιάνα που βρέθηκε
στο χωριό Καρίτσα του ν. Πιερίας και προέρχεται από το Δίον. Η προσαρμογή ενός
ύμνου στις απαιτήσεις και τα δεδομένα μιας πόλης, του Δίου στη προκειμένη περίπτωση,
αποδεικνύει την ιδιαίτερα σημαντική θέση που κατείχε ο Ασκληπιός στο λατρευόμενο
κύκλο της πόλης αλλά και όλης της Μακεδονίας καθώς δεν πρέπει να λησμονούμε ότι το
Δίον υπήρξε θρησκευτικό κέντρο και σημείο αναφοράς στις λατρευτικές εκδηλώσεις των
Μακεδόνων. Μολονότι η επιγραφή αποτελεί κατά πάσα πιθανότητα ρωμαϊκή «εκδοχή»
προγενέστερου παιάνα εντούτοις υποδεικνύει την συνέχεια μιας παράδοσης που έχει τις
ρίζες σε πολύ προγενέστερους χρόνους.
και ίχνη από την ουρά ενός φιδιού υποδεικνύει με σχετική ασφάλεια την παρουσία
αγάλματος του Ασκληπιού ενώ το αγαλμάτιο του θεού που εντοπίστηκε σε επαφή με την
είσοδο του ανδρώνα της οικίας Bvi7 καταδεικνύει με σαφήνεια την σχέση των
συμποσιακών αυτών χώρων με τις τελετουργικές πρακτικές. Από την ίδια οικία άλλωστε
έχουν προκύψει λατρευτικού χαρακτήρα αντικείμενα που προφανώς εξυπηρετούσαν την
ιδιωτική λατρεία 446 .
Στοιχεία για τη λατρεία του στους ιδιωτικούς χώρους των οικιών έχουμε και από το
Δίον. Ένα αγαλμάτιο Ασκληπιού που βρέθηκε στην οικία της υδραύλεως υποδεικνύει
την ύπαρξη λατρείας στο εσωτερικό των οικιών και κατά την ρωμαϊκή εποχή. Σύμφωνα
με τους Edelstein, ο Ασκληπιός προσέλαβε την ιδιότητα του προστάτη της οικογένειας
και σταδιακά υποκατέστησε την λατρεία του Δία στον ιδιωτικό βίο καθώς σε αυτόν
προσέτρεχαν οι πιστοί για κάθε τι που τους απασχολούσε 447 . Σε μια επιγραφή μάλιστα
από την Μ. Ασία αναφέρονται ως ἐνοικίδιοι θεοί ο Ζευς Κτήσιος, η Τύχη και ο
Ασκληπιός 448 . Σε αυτό το πλαίσιο, της παροχής βοήθειας σε κάθε πτυχή της καθημερινής
ζωής δηλαδή, εντάσσεται και το γεγονός της ονοματοδοσίας πλοίων με αυτό του
Ασκληπιού 449 . Στη Θάσο έχουν προκύψει επιγραφές από το ιερό της Αλυκής στις οποίες
αναφέρονται πλοία με διάφορα ονόματα θεών, μεταξύ των οποίων και του Ασκληπιού 450 .
Ασφαλώς και τα θεοφόρα ονόματα ανθρώπων που εμπεριέχουν το όνομα του Ασκληπιού
αποτελούν σαφή ένδειξη για τον ιδιαίτερο ρόλο της λατρείας του στη καθημερινή ζωή
γεγονός που προκύπτει από πολλές επιγραφές από τη Μακεδονία που αναφέρουν
διάφορα ονόματα όπως Ασκληπιόδωρος, Ασκληπάς, Ασκληπιάδης, Ασκληπιοδώρα,
Ασκληπιόδοτος, Ασκληπιοδότη, Ασκληπίων, Ασκληπιακός 451 .
ΙΙ.2. Αναθήματα
Οι ευχαριστίες των πιστών προς τον Ασκληπιό για την θεραπεία τους εκφράζονταν
με διάφορους τρόπους. Συνηθισμένη πρακτική ήταν η ανάθεση αναγλύφων και έργων
446
Ενδεικτικά αναφέρουμε την εύρεση πήλινων ειδωλίων και θραυσμάτων πήλινου βωμού. Robinson
1946, 127, 141, 140. Κατά τον ανασκαφέα οι πιθανότητες να πρόκειται για κάποιο ιερό του θεού είναι
πολύ λίγες. Υποστηρίζει αντίθετα ότι το αγαλμάτιο πρέπει να αποτελεί στοιχείο της οικιακής λατρείας
συνδέοντας τον Ασκληπιό και το φίδι του με τον «οικουρό όφι» των αρχαίων. Robinson 1946, 131 υποσ.
69 και 70.
447
Edelstein- Edelstein, 1945, 104.
448
Dechamps-Cousin 1888, 269, αρ.54
449
Edelstein-Edelstein, 1945, 104, υποσημ. 13.
450
IG XII, 8, 582, 583, 584.
451
Χατζηνικολάου 2007, 235-236.
83
πλαστικής στο ιερό συνοδευόμενα με επιγραφές που δήλωναν την ταυτότητά τους και
την ευγνωμοσύνη τους προς τον θεό. Από τον χώρο της Μακεδονίας προέρχεται ένας
αριθμός αναγλύφων που είτε αποδίδουν τον Ασκληπιό μόνο είτε συνοδευόμενο από την
Υγεία ή άλλες συλλατρευόμενες θεότητες.
Η ανάθεση περίοπτων αγαλμάτων μικρού ή μεγαλύτερου μεγέθους δεν ήταν
άγνωστη στη Μακεδονία. Τα ευρήματα από το εσωτερικό του ναού στο Δίον δείχνουν
ότι ως αναθήματα προσφέρονταν και μικρού μεγέθους αγαλμάτια όπως προκύπτει από
την κεφαλή του Ασκληπιού, του Τελεσφόρου και ασφαλώς από τον κορμό του
αγαλματίου της Υγείας. Επίσης το μικρό χάλκινο φίδι είναι δυνατό να αποτελεί είτε
μέρος ενός ευρύτερου έργου χαλκοπλαστικής είτε ανεξάρτητο ανάθημα 452 . Δεν
αποκλείεται ασφαλώς ανάθημα να αποτελούσε και το δαχτυλίδι με τον δακτυλιόλιθο που
αποδίδει Έρωτα 453 .
Το εσωτερικό του ναού του Ασκληπιού στο Δίον δεν θα διέφερε πολύ στην όψη
από αυτό του Ασκληπιείου της Αθήνας όπως προσπάθησε να το αναπαραστήσει η
Aleshire με βάση τις επιγραφές που προέρχονται από το ιερό και καταγράφουν τα
αναθήματα με τη σειρά που ήταν τοποθετημένα στους τοίχους του ναού 454 (Πιν.25γ).
Υπάρχει επιπλέον και η μαρτυρία του Παυσανία πως στο ναό του Ασκληπιού στην
Τιτάνη τα αγάλματα του Ασκληπιού και της Υγείας δεν ήταν ορατά εξαιτίας των πολλών
αναθημάτων 455 . Κάτι παρόμοιο θα ίσχυε και για το ναό του Ασκληπιού στη Βέροια. Η
σημαντικότατη επιγραφή με τους καταλόγους των σκευών που αγοράστηκαν από τα
έσοδα του ιερού αποτελεί την αφετηρία για να φανταστούμε τα αντικείμενα αυτά
τοποθετημένα στο εσωτερικό του ναού.
Δεν πρέπει επίσης να ήταν άγνωστη η συνήθεια να αναθέτουν στα ιερά του
Ασκληπιού αγαλματίδια μικρών παιδιών όπως γνωρίζουμε ότι συνέβαινε και σε άλλα
Ασκληπιεία 456 . Στο Δίον έχει βρεθεί θραύσμα που αποδίδει παιδί σε οκλάζουσα στάση 457
452
Το ίδιο πιθανό είναι να αποτελούσε ξεχωριστό ανάθημα όπως το μικρών διαστάσεων χρυσό φίδι που
βρέθηκε στο ναό του Ασκληπιού στη Λισσό της Κρήτης και έφερε επιγραφή ΑΣΚΛΑΣ. Πλάτων 1958,
466.
453
Συνηθισμένη ήταν η ανάθεση κοσμημάτων σε ιερά. Για αναθέσεις κοσμημάτων στο ιερό του
Ασκληπιού στην Αθήνα βλ. Aleshire 1989, 44.
454
Aleshire 1991, 41κ.ε.
455
fa…netai d toà ¢g£lmatoj prÒswpon mÒnon kaˆ ¥krai ce‹rej kaˆ pÒdej· citën g£r oƒ leukÕj ™reoàj
kaˆ ƒm£tion ™pibšblhtai. kaˆ `Uge…aj d' œsti kat¦ taÙtÕn ¥galma· oÙk ¨n oÙd toàto ‡doij ·vd…wj,
oÛtw perišcousin aÙtÕ kÒmai te gunaikîn a‰ ke…rontai tÍ qeù kaˆ ™sqÁtoj Babulwn…aj telamînej.
Παυσανίας 2, 11, 6. Από επιγραφή στο Ασκληπιείο της Ρόδου προκύπτει ότι η τοποθέτηση των
αναθημάτων διεπόταν από όρους και κανονισμούς προκειμένου να διασφαλίζεται η τάξη στο χώρο του
ιερού. Pakkanen 1996, 116, υποσημ. 196.
456
Βλ.σελ. 119-120 της παρούσας εργασίας.
457
Αγαλμάτιο σε παρόμοια στάση εντοπίστηκε στο ιερό του Ασκληπιού στη Λισσό της Κρήτης.
Papaoikonomou 1981, 259. Αρχικά ο Καββαδίας είχε ερμηνεύσει τα αγαλμάτια του είδους αυτού ως
84
ενώ στους Φιλίππους δυο αποτμήματα από παρόμοια αγάλματα θεωρήθηκαν από τον
Riethmüller ότι ανήκουν σε τέτοιου είδους αναθήματα 458 .
Στην Μακεδονία μαρτυρείται και η πρακτική της προσφοράς κάποιου αναθήματος
στο ιερό μετά τη λήξη της θητείας του ιερέα 459 . Η συνήθεια αυτή συναντάται στην
Αντιγόνεια όπως προκύπτει από την επιγραφή που αναφέρει: «Εὐαλκίδης Λυσιστράτου
ἱερητεύσας Ἀσκληπιῶι».
Τα ευρήματα από την πόλη της Θάσου αποδεικνύουν ότι στη βόρεια Ελλάδα
εφαρμόζονταν όλες οι πρακτικές με τις οποίες οι πιστοί έδειχναν την ευχαριστία για την
ίασή τους στον Ασκληπιό. Η εύρεση αναθηματικών μελών σε μάρμαρο και κυρίως η
απόδοση γυναικείου στήθους στο ίδιο υλικό αποτελούν ενδείξεις και αποδείξεις μιας
«κοινής γλώσσας» στις λατρευτικές πρακτικές καθώς παρόμοια ευρήματα έχουν
προκύψει από πολλά ιερά του Ασκληπιού όπως στην Αθήνα 460 , τον Πειραιά 461 , την
Κόρινθο 462 , την Πάρο 463 , την Επίδαυρο 464 , την Δήλο 465 .
Τέλος από τις δύο τιμητικές επιγραφές της Μορύλλου πληροφορούμαστε για την
ανάθεση ζωντανών αγελάδων οι οποίες ανήκαν στο ιερό και αποτελούσαν πρόσθετη
πηγή εσόδων καθώς κατά πάσα πιθανότητα γινόταν εκμετάλλευση της παραγωγής
τους 466 . Χαρακτηριστική είναι η αναφορά σε μια από τις δύο επιγραφές ότι από μια
αγελάδα προέκυψε ολόκληρη παραγωγική αγέλη.
απεικονίσεις του ἀρτιτόκου Ασκληπιού και των παιδιών του. Η άποψη αυτή ωστόσο δεν έγινε δεκτή από
τους νεότερους μελετητές οι οποίοι τα ερμήνευσαν ως αναθήματα λατρευτών για την προστασία των
παιδιών τους. Για συνολική βιβλιογραφία σχετικά με τις διάφορες απόψεις βλ. Λεβέντη 1999, 88, υποσημ.
4-6.
458
Riethmüller 2005α, 323, αρ. 28. Για περιγραφή των δύο αυτών έργων βλ. Lapalus 1935, 185-188 ο
οποίος υποστηρίζει ότι πρόκειται για Έρωτες.
459
Η προσφορά θα μπορούσε να είναι οτιδήποτε. Στην Εύβοια για παράδειγμα οι ιερείς αφιερώνουν μια
κρήνη. IG XII 9, 57.
460
Forsen 1996, 31-54
461
Forsen 1996, 77-78.
462
Roebuck 1951, 114-119.
463
Melfi 2002, 348-349,
464
Forsen 1996, 83.
465
Bruneau 1970, 371, αρ.1.
466
Hatzopoulos-Loukopoulou 1989, 26.
85
Απόλλων φαίνεται πως απορροφήθηκαν από τον ίδιο τον Ασκληπιό με αποτέλεσμα να
προβάλλεται ως ο κατεξοχήν θεραπευτής θεός 467 . Σε πολλές περιπτώσεις η λατρεία του
Ασκληπιού εισήχθη σε ιερά όπου ήδη λατρευόταν ο Απόλλων με αποτέλεσμα συχνό να
είναι το φαινόμενο της συλλατρείας Απόλλωνα-Ασκληπιού 468 . Αυτό πιστοποιείται με
ασφάλεια από τις επιγραφικές μαρτυρίες που προέρχονται από την Βέροια και στις
οποίες αποδέκτης των αναθημάτων είναι αρχικά ο Απόλλων και στη συνέχεια ο
Ασκληπιός και η Υγεία. Κάτι παρόμοιο πρέπει να συνέβαινε και στα Καλίνδοια όπως
συνάγουμε από την επιγραφή που αναφέρει πως ο Αλέξανδρος μετά την προσάρτηση της
περιοχής των Καλινδοίων στη μακεδονική επικράτεια αντικατέστησε τους επώνυμους
ιερείς του Απόλλωνα με αυτούς του Ασκληπιού. Πρέπει πάντα να έχουμε υπόψη ότι η
στήλη ήταν ανάθημα προς τον Απόλλωνα που ήταν η κύρια θεότητα της περιοχής και όχι
προς τον Ασκληπιό 469 . Άρα η ανάθεση θα έγινε στο ιερό του Απόλλωνα στο οποίο θα
εισήχθη και η λατρεία του Ασκληπιού 470 . Επίσης στις μεγάλες θέρμες του Δίου
βρέθηκαν δύο θραύσματα ανδρικού κορμού με απολήξεις πλοκάμων στους ώμους καθώς
και τμήμα βωμού με κλαδιά δάφνης επάνω. Κατά τον ανασκαφέα θα ήταν δυνατό τα
αποτμήματα να ανήκουν σε άγαλμα Απόλλωνα υποδηλώνοντας τη συλλατρεία πατέρα-
γιου.
467
Edelstein 1945, 99. Επίσης Βουτυράς 1993, 253, υποσημ. 11.
468
Salviat 1958, 252.
469
Βουτυράς 1993, 260.
470
Βουτυράς 1993, 260.
86
πλαστικής. Από το χώρο της Μακεδονίας προέρχονται προφανώς, χωρίς όμως να είναι
γνωστές οι θέσεις προέλευσής τους, τα δύο ανάγλυφα που παλαιότερα ανήκαν σε
ιδιωτικές συλλογές και αποδίδουν τον Ασκληπιό και την Υγεία σε όρθια στάση
υποδεικνύοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την συλλατρεία πατέρα και κόρης.
Στο ιερό του θεού στο Δίον η επιγραφή που βρέθηκε στο ναό του θα περιλάμβανε
και το όνομα της Υγείας όπως προκύπτει από τα επιγραφικά δεδομένα. Από το
εσωτερικό του ναού άλλωστε προέρχεται ο κορμός ενός αγαλματίου που την αποδίδει.
Από την πόλη του Δίου έχουν προκύψει επίσης ένα αγαλμάτιο Υγείας καθώς και ένα
ανάγλυφο με τον Ασκληπιό και με μια γυναικεία μορφή δίπλα του που πρέπει με μεγάλη
πιθανότητα να ταυτιστεί με την Υγεία. Στα παραδείγματα συλλατρείας πατέρα και κόρης
πρέπει να προστεθούν και το σύνταγμα της οικογένειας του Ασκληπιού το οποίο βρέθηκε
στις μεγάλες θέρμες της πόλης και ασφαλώς περιλάμβανε και το άγαλμα της θεάς όπως
επίσης και η περίπτωση του παιάνα προς τον θεό που ρητά αναφέρει και την λατρεία της
Υγείας.
Από την Βέροια επίσης έχουν προκύψει αρκετά μνημεία που δείχνουν την
συλλατρεία πατέρα και κόρης. Στην επιγραφή με τους καταλόγους των αναθημάτων
ρητά αναφέρεται το όνομα της Υγείας όπως και στην αναθηματική επιγραφή του
Μαρσύα που ανακατασκεύασε το εγκοιμητήριο και την εξέδρα. Επίσης από την ίδια
πόλη προέρχεται και ένα αναθηματικό ανάγλυφο το οποίο αποδίδει την Υγεία με φίδι και
τον Ασκληπιό στο τυπικό του εικονογραφικό τύπο.
Στην Θεσσαλονίκη μαρτυρείται συλλατρεία Ασκληπιού και Υγείας σε μια
αναθηματική επιγραφή του 3/4μ.Χ. χαραγμένη σε μια λίθινη βάση που θα έφερε τα
αγάλματα των δύο θεών. Από το κέντρο της πόλης επίσης έχει προκύψει ένα άγαλμα που
απεικονίζει την θεά και χρονολογείται στον 2ο αι.μ.Χ. ενώ η παράσταση της ίδιας θεάς
σε επίκρανο ψευδοπαραστάδας από το ανάκτορο του Γαλερίου υποδεικνύει ότι η λατρεία
της ήταν γνωστή και διαδεδομένη σε όλη την περίοδο της ρωμαϊκής κυριαρχίας.
Στην Μόρρυλο η συλλατρεία πρέπει να θεωρηθεί δεδομένη όπως προκύπτει από
την αναθηματική επιγραφή προς τον Ασκληπιό, την Υγεία και τους ίδιους τους
Μορρυλίους. Αλλά και το θραύσμα ενός έργου πλαστικής που αποδίδει το χέρι μιας
γυναικείας μορφής που κρατά μεσόμφαλη φιάλη και προέρχεται από την περιοχή θα
μπορούσε να αποτελεί απότμημα ενός αγάλματος Υγείας.
Από τη Δυτική Μακεδονία υπάρχουν τουλάχιστον τρεις περιπτώσεις που μας
πληροφορούν για λατρεία Ασκληπιού και Υγείας. Το αναθηματικό ανάγλυφο από την
Αιανή Κοζάνης αποδίδει την Υγεία να κρατά μεσόμφαλη φιάλη στην οποία τείνει το
87
κεφάλι ενός φιδιού και δίπλα της σε ιδιαίτερα αποσπασματική κατάσταση διακρίνεται η
κεφαλή του Ασκληπιού. Στην αρχαιολογική Συλλογή Κοζάνης φυλάσσεται ένα
αγαλμάτιο Υγείας το οποίο υποδεικνύει την παρουσία λατρείας της στη περιοχή. Επίσης
από την αποσπασματικά σωζόμενη αναθηματική στήλη από την Λευκόβρυση Κοζάνης η
επιγραφή «στον Ασκληπιό και την Υγεία» συμβάλλει καταλυτικά στην ταύτιση του
γυναικείου προσώπου που διακρίνεται στην γωνία του αναγλύφου με αυτό της Υγείας.
Ο Ασκληπιός πολύ συχνά συνοδεύεται από μια παιδική μορφή, τον Τελεσφόρο, ως
προσωποποίηση της «ευχής» για ένα αίσιο τέλος στις δύσκολες καταστάσεις των
προβλημάτων υγείας 471 . Σε πολλά ιερά του Ασκληπιού έχουν βρεθεί αγαλμάτια, ειδώλια
ή ανάγλυφα που απεικονίζουν τον δαίμονα αυτό 472 . Από το εσωτερικό του ναού του
Ασκληπιού στο Δίον έχει προκύψει η κεφαλή ενός μαρμάρινου αγαλματίου Τελεσφόρου
που υποδεικνύει την ιδιαίτερη θέση του κατώτερου αυτού δαίμονα στη λατρεία του
θεού 473 . Στις μεγάλες θέρμες της ίδιας πόλης βρέθηκε μια βάση γλυπτού που αποδίδει
ένα μικρό παιδί σε καθιστή στάση και στο οποίο διαβάστηκε το όνομά του 474 . Επίσης
στο ιερό των Αιγυπτίων θεών στους Φιλίππους έχει βρεθεί ένα πήλινο ειδώλιο
Τελεσφόρου, γεγονός που αποτελεί ακόμη ένα στοιχείο για την σύνδεση της λατρείας
του Ασκληπιού με τις ανατολικές θεότητες. Στο πλαίσιο αυτής της σύνδεσης βασίζεται
και η υπόθεση ότι στο Σαραπείο της Θεσσαλονίκης υπήρχε και λατρεία Τελεσφόρου
καθώς από την ευρύτερη περιοχή του ιερού προέκυψε ένα μαρμάρινο αγαλμάτιο που
αποδίδει τον δαίμονα αυτό 475 . Η σύνδεση θεραπευτή θεού και Τελεσφόρου μαρτυρείται
επίσης και από μια στήλη από τη Θάσο με αναθηματική επιγραφή προς τον Ασκληπιό
στην οποία έχει χαραχθεί η μορφή του (Πιν.16γ).
471
LIMC VII, λ.Telesphoros, 870.
472
Krug 2003, 128 και LIMC VII, λ.Telesphoros, 870-878. Βλ. επίσης Düll 1977, 110, 254-255 για την
περίπτωση των Στόβων.
473
Παντερμαλής 1999, 85.
474
Παντερμαλής 1988, 215.
475
Από το Σαραπείο της Θεσσαλονίκης προέρχεται κατά πάσα πιθανότητα ένα μαρμάρινο αγαλμάτιο
Τελεσφόρου όπως υποστήριξε η Σμιτ-Δούνα. ΚΓΜΘ 2003, 56.
88
Σύνηθες ήταν και το φαινόμενο, ιδιαίτερα στους ρωμαϊκούς χρόνους, η λατρεία του
Ασκληπιού να εισάγεται στα ιερά των ανατολικών θεοτήτων στα οποία κατά βάση
λατρευόταν η Ίσις, ο Σάραπις, ο Άνουβις κλπ. 476 . Το φαινόμενο αυτό που αρχίζει να
εκδηλώνεται ήδη από τα ελληνιστικά χρόνια έχει ως αποτέλεσμα οι ανατολικές θεότητες
και ιδιαίτερα ο Σάραπις να αποκτούν θέση ισότιμη με αυτήν του Ασκληπιού 477 . Στον
κατάλογο με τις θεραπευτικού χαρακτήρα θεότητες στον οποίο ο ελληνικής καταγωγής
θεός είχε ήδη θέση, έρχονται να προστεθούν και αυτές που η προέλευσή τους ελκόταν
από την Αίγυπτο, την Ανατολή γενικά, ή την Καρχηδόνα 478 . Η σύνδεση των λατρειών
αυτών με το νερό σε συνδυασμό με τις θεραπευτικές ιδιότητες που είχαν προσλάβει
συνετέλεσαν στην ήπια και ομαλή εισαγωγή του Ασκληπιού και του κύκλου του στα
ιερά. Στην Μακεδονία, η περίπτωση των Φιλίππων αποτελεί ένα πολύ χαρακτηριστικό
παράδειγμα 479 . Απόδειξη της από κοινού λατρείας είναι η επιγραφή που εντοπίστηκε στη
παλαιοχριστιανική βασιλική των Φιλίππων στην οποία τιμάται ο Ερμαδίων από τους
θρησκευτές του Σάραπι ως αγωνοθέτης των Μεγάλων Ασκληπιείων καθώς και η εύρεση
ειδωλίου Τελεσφόρου στο ίδιο ιερό.
Η εισαγωγή της λατρείας του Ασκληπιού στο ιερό του Άμμωνα Δία στη Καλλιθέα
Χαλκιδικής πρέπει να έγινε σκόπιμα και ενσυνείδητα. Ο χώρος ήδη από προγενέστερες
476
Από το Σαραπείο της Δήλου έχουν προκύψει τουλάχιστον τρεις αναθηματικές επιγραφές (ID 2384,
2386, 2387) προς τον Ασκληπιό και άλλους σύμβωμους και σύνναους θεούς όπως την Υγεία, τον
Απόλλωνα, την Λητώ και την Αρτέμιδα Αγροτέρα. Παρόμοιες επιγραφές από το ίδιο νησί (ID 2224, 2248,
2261, 2264) βρέθηκαν και στο ιερό των συριακών θεοτήτων, ενδεικτικό της όσμωσης ανατολικών
θεοτήτων και Ασκληπιού. Bruneau 1970, 374-375.
477
Στην περίπτωση του Σάραπι μάλιστα ο συγκρητισμός δεν είναι μόνο θρησκευτικός αλλά και
εικονογραφικός καθώς συχνά συνδέεται με τον Δία, τον Ασκληπιό, τον Πλούτωνα, τον Όσιρι, τον Άπι, τον
Διόνυσο και σε μεταγενέστερη των ελληνιστικών χρόνων εποχή και με τον Ήλιο. Pakkanen 1996, 93 και
116.
478
Pakkanen 1996, 116.
479
Dunand 1973, 191-198.
89
Πολλοί μελετητές στηριζόμενοι τόσο στις πηγές όσο και στα αρχαιολογικά
δεδομένα έχουν ήδη επισημάνει την σχέση του Ασκληπιού και της Δήμητρας 485 . Σε
πολλές περιπτώσεις προκύπτει διασύνδεση των λατρειών των δύο θεοτήτων. Στο
Ελευσίνιο της Αθήνας φιλοξενήθηκε ο Ασκληπιός όταν εισήχθη η λατρεία του το
420π.Χ. από το λιμάνι της Ζέας του Πειραιά στην πόλη ενώ σε ανάμνηση της μύησης
του Ασκληπιού στα Ελευσίνια γιορτάζονταν τα Επιδαύρια κατά τα Μεγάλα
480
Ξενοφώντος Ελληνικά, 5, 3, 19.
481
Martin- Metzger 1992, 84.
482
Krug 2003, 150. Ginouvès 1994, 243.
483
Melfi 2007, 120. Γενικότερα για την λατρεία των παραπάνω θεοτήτων στη Κρήτη βλ. Melfi 2007, 120-
122.
484
Sokolowski 1969, 262, αρ. 152.
485
Benedum 1986, 137-157. Eickstedt 2001, 14-19. Πινγιάτογλου 2005, 430-431.
90
Μυστήρια 486 . Ένα σύνολο αναγλύφων που προέρχονται από το Ασκληπιείο της Αθήνας
υποδεικνύει την σχέση των δύο λατρειών 487 . Επιπλέον η εύρεση αναθηματικών
αναγλύφων σχετιζόμενων με τον Ασκληπιό και την Υγεία στην ευρύτερη περιοχή του
Ελευσινίου στη Αγορά των Αθηνών αποτελεί πολύ σημαντικό στοιχείο για τη
συλλατρεία του θεραπευτή θεού με τις Ελευσίνιες θεότητες όπως έδειξε η Lawton 488 .
Αλλά και στο Ασκληπιείο της Επιδαύρου 489 , του Πειραιώς 490 , στον ιερό περίβολο της
Δήμητρας και της Κόρης στην Μεγαλόπολη της Αρκαδίας 491 , στην Τροιζήνα 492 , στο ιερό
της Ελευσινίας Δήμητρος του Ταϋγέτου 493 πιστοποιείται μια τέτοια διασύνδεση είτε από
τις πηγές είτε από επιγραφές.
Στο Δίον, το ιερό του Ασκληπιού γειτνιάζει με αυτό της Δήμητρας γεγονός που δεν
πρέπει να μας εκπλήσσει καθώς υπάρχουν και άλλες περιπτώσεις στις οποίες τα δύο ιερά
βρίσκονται σε κοντινή απόσταση όπως στο Μύσαιο της Αχαΐας 494 , στην Ακρόπολη του
Φλιούντα 495 και την Ακρόπολη των Μεγάρων 496 . Στην περίπτωση του Δίου μάλιστα,
όπως προκύπτει από τα ανασκαφικά δεδομένα, κάποια χρονική στιγμή το πρώτο
εισχώρησε στις εκτάσεις του δεύτερου και χρησιμοποίησε τους χώρους του. Δεν είναι
τυχαίο ότι μαρμάρινο αγαλμάτιο που αποδίδει τον Ασκληπιό εντοπίστηκε σε χώρο του
ιερού της Δήμητρας 497 .
Η σχέση των δύο θεών ανιχνεύεται και στη Θάσο. Η επιγραφή που βρέθηκε στο
νησί και παραδίδει κατάλογο των εορτών της πόλης αναφέρει την εορτή των Μεγάλων
Ασκληπιείων μεταξύ δύο πολύ σημαντικών εορτών αφιερωμένων στη Δήμητρα καθώς
παρουσιάζεται να έπεται των Θεσμοφορίων και να προηγείται των Δημητρίων 498 . Κατά
τον Salviat είναι ιδιαίτερα σημαντικό το γεγονός ότι ο Ασκληπιός επιλέχθηκε να
486
Για εκτενή πραγμάτευση του ζητήματος βλ. Clinton 1994, 17-34.
487
Πινγιάτογλου 2005, 430.
488
Lawton 1999, 232-234. Από την μελέτη μάλιστα των αναγλύφων προκύπτει ότι η λατρεία του
Ασκληπιού στην Αθήνα γρήγορα έτυχε ευρείας αποδοχής και ότι αρχικά προσέλκυσε το ενδιαφέρον των
ευκατάστατων και των υψηλής κοινωνικής στάθμης πολιτών. Το 4ο αι.π.Χ. τα αναθηματικά ανάγλυφα
προς τον Ασκληπιό και την Υγεία είχαν ευρεία διάδοση και αποτελούσαν προσφιλείς προσφορές τόσο από
άνδρες όσο και από γυναίκες που προέρχονταν από ένα επίσης ευρύ κοινωνικό και οικονομικό φάσμα.
Lawton 1999, 234.
489
Από επιγραφικές μαρτυρίες που προέρχονται από το Ασκληπιείο της Επιδαύρου προκύπτει λατρεία της
Δήμητρας Καρποφόρου. Καββαδίας Π., «Επιγραφαί εξ Επιδαύρου», ΑΕ 1883, Αθήνα 1884, 153, αρ.50,
155 αρ.55.
490
Eickstedt 2001, 14-15.
491
Παυσανίας VIIΙ, 31, 1.
492
IG IV, 692. Ξενότιμος Πολυκλέος/ Δάματρι Χθονίαι, Διὶ Ἀ[σκ]λαπιῶι.
493
Παυσανίας ΙΙΙ, 20, 5.
494
Παυσανίας VII, 27, 9-12.
495
Παυσανίας ΙΙ, 13, 5.
496
Παυσανίας Ι, 40, 6.
497
Βλ. υποσημ. 146 της παρούσας εργασίας.
498
Salviat 1958, 195.
91
Τα λατρευτικά συμφραζόμενα από την οικία της Αμφίπολης είναι ιδιαίτερα έντονα
για να ερμηνευθούν στο πλαίσιο μιας ιδιωτικής λατρείας. Στην περίπτωση αυτή τα
στοιχεία παρουσιάζουν μια πιο ιδιαίτερη και πολύπλοκη κατάσταση. Οι κυκλικοί
αποθέτες, οι καύσεις, η τροποποίηση του ανδρώνα, τα ειδώλια, οι βωμίσκοι και ο
αριθμός των έργων πλαστικής φαίνεται να συνδέονται με μια περισσότερο οργανωμένη
λατρευτική διαδικασία. Επομένως κατά πάσα πιθανότητα πρόκειται για κάποιο ιερό
αφιερωμένο στη Κυβέλη όπως προκύπτει από τα ειδώλια που αναπαριστούν τη θεά. Τα
ευρήματα του ιερού αυτού παρουσιάζουν αρκετές ομοιότητες με αυτά του ιερού της
Κυβέλης που ανασκάφηκε στην Βεργίνα 500 αλλά και στη Πέλλα 501 . Σε αυτή τη λατρεία
προφανώς προστέθηκε και αυτή του Ασκληπιού αλλά και της Αρτέμιδος.
499
Salviat 1958, 252.
500
Για το ιερό στη Βεργίνα βλ. Δρούγου Σ. « Βεργίνα 1990-1997. Το ιερό της Μητέρας των Θεών»,
ΑΕΜΘ 10Α (1996), Θεσσαλονίκη 1997, 41-54.
501
Γενικά για τα ευρήματα από το ιερό της Μητέρας των Θεών και της Αφροδίτης στη Πέλλα βλ.
Λιλιμπάκη-Ακαμάτη 2000, 37-199.
92
ΙΙΙ. ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΙΑ
Οι αποδόσεις του Ασκληπιού, τόσο στα ανάγλυφα όσο και στα αγάλματα, δεν
διαφοροποιούνται στυλιστικά και εικονογραφικά από τα ήδη γνωστά παραδείγματα που
έχουν καταγραφεί στο σύνολο της καλλιτεχνικής παραγωγής του αρχαίου
ελληνορωμαϊκού κόσμου.
Μια πρώτη παρατήρηση είναι ότι ο Ασκληπιός σε όλα τα παραδείγματα που
προέρχονται από τη Μακεδονία αποδίδεται όρθιος, σε άνετη στάση, φορώντας ιμάτιο το
οποίο τυλίγεται χαλαρά στο σώμα του και αφήνει γυμνό το άνω μέρος του κορμού του.
Στην πλειονότητα των περιπτώσεων στηρίζεται σε βακτηρία που ακουμπά σε μια από τις
δύο μασχάλες ενώ υπάρχει και η περίπτωση να στηρίζεται απλά σε ένα κοντό ραβδί.
Συχνά το ραβδί δεν είναι τίποτα άλλο από το χοντρό κλαδί ενός δέντρου όπως στη
περίπτωση του αγάλματος του Ασκληπιού από τις μεγάλες θέρμες του Δίου και στο
ανάγλυφο από το Δίπορο Γρεβενών. Σε τρεις τουλάχιστον περιπτώσεις το φίδι τυλίγεται
γύρω από τον κορμό του δέντρου, όπως προκύπτει από τα παραδείγματα των
Καλινδοίων, της Θεσσαλονίκης και του Διπόρου 502 .
Τα προσωπογραφικά του χαρακτηριστικά τον θέλουν γενειοφόρο, με πυκνά μαλλιά
και μειλίχια έκφραση. Πολλές φορές φέρει στο κεφάλι του το στρόφιον, ένα διάδημα που
απαντάται πολύ συχνά στην εικονογραφία του, ιδιαίτερα κατά τα ρωμαϊκά χρόνια, και
αποτελεί κατά την Krug κατάλοιπο της ηρωικής λατρείας 503 . Στο ανάγλυφο που
παραδόθηκε από τον αρχαιοπώλη Ρίτσο (αρ.κατ. 47) και χρονολογείται στη δεκαετία
330-20π.Χ. ο θεός φέρει το διάδημα αυτό, όπως επίσης και στο ανάγλυφο από την
Αιανή. Ύπαρξη στροφίου παρατηρείται επιπλέον στην μαρμάρινη κεφαλή που βρέθηκε
στην Αμφίπολη αλλά και στην μικρών διαστάσεων κεφαλή από το εσωτερικό του ναού
502
Όπως χαρακτηριστικά σημειώνει η Krug στις πρώιμες παραστάσεις ο θεός στηρίζεται σε ένα κομψό
μπαστούνι όπως ένας απλός πολίτης στην Αγορά. (Η αμφιλεγόμενη μορφή με τη βακτηρία στο ανάγλυφο
από την Θεσσαλονίκη με τους πέντε θεούς αντιστοιχεί πλήρως στην παραπάνω παρατήρηση). Αργότερα το
κομψό μπαστούνι μετατρέπεται σε ένα χοντροκομμένο ραβδί με ρόζους χωρίς κανένα λειτουργικό ρόλο
αλλά περισσότερο συμβολικό καθώς γύρω από αυτό τυλίγεται το κατεξοχήν σύμβολο του θεού, το φίδι.
Krug 2003, 130.
503
Για το είδος του στροφίου που φέρει ο Ασκληπιός βλ Krug 1968, 46,τύπος 12 ΙΙ και της ίδιας, Krug
2003, 130. Ο Holtzmann στο αντίστοιχο για τον Ασκληπιό λήμμα στο LIMC το αναφέρει ως corona
tortilis. LIMC II, Asklepios , 866.
93
του Ασκληπιού στο Δίον 504 . Πολύ πιθανή είναι η ύπαρξη στροφίου και στο αναθηματικό
ανάγλυφο του Μουσείου Θεσσαλονίκης (αρ.κατ. 46) όπως τουλάχιστον μπορεί κανείς
να διακρίνει στη σχετικά φθαρμένη κεφαλή του Ασκληπιού.
Σε τουλάχιστον δύο περιπτώσεις, στο ανάγλυφο δηλαδή από την Βέροια και στην
πλίνθο του αγάλματος του θεού από το ιερό του στην Μόρρυλο αποδίδεται δίπλα από τη
μορφή του Ασκληπιού ένας ομφαλός, σαφής παραπομπή στο σύμβολο του πατέρα του
Απόλλωνα 505 . Με το παραπληρωματικό αυτό μοτίβο ωστόσο εικονίζεται και ο
Τελεσφόρος στο αγαλμάτιο που βρέθηκε κοντά στο Σαραπείο της Θεσσαλονίκης,
ένδειξη της μίξης των εικονογραφικών μοτίβων και απόδειξη της άρρηκτης σχέσης του
Ασκληπιού με τον κατώτερο αυτό συνοδό δαίμονα.
Μοναδικό παράδειγμα αποτελεί το αναθηματικό ανάγλυφο που ανήκε παλαιότερα
στην συλλογή Παπαηλιάκη και βρίσκεται σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο
Θεσσαλονίκης όπου ο Ασκληπιός αποδίδεται κρατώντας φιάλη. Το μοτίβο αυτό είναι
γνωστό από διάφορα αναθηματικά ανάγλυφα που έχουν προκύψει από ιερά του
Ασκληπιού. Ενδεικτικά αναφέρουμε τέσσερα παραδείγματα που προέρχονται από την
Αττική 506 και ένα από την Γόρτυνα της Κρήτης 507 στα οποία ο Ασκληπιός κρατά φιάλη ή
patera ως σαφή αναφορά στις λατρευτικές πρακτικές που λάμβαναν χώρα στα ιερά του.
Πρόκειται για αντίγραφο ενός τύπου του 4ου αι.π.Χ. που συμβατικά ονομάζεται
Ασκληπιός Este 508 . Ο τύπος αυτός αποτελεί τον πιο συχνά απαντώμενο τύπο στη
περιοχή. Εκπροσωπείται από τουλάχιστον τρία παραδείγματα ενώ άλλες δύο περιπτώσεις
504
Η μικρή μαρμάρινη κεφαλή από το ναό του Ασκληπιού στο Δίον ομοιάζει κατά πολύ με μια κεφαλή
ειδωλίου από την Δήλο που χρονολογείται στον 2ο ή 1ο αι.π.Χ. Βλ. LIMC II, Asklepios, αρ.354 και
Laumonier 1956, 122 αρ. 307, πιν.34.
505
Krug 2003, 130 και LIMC II, Asklepios, 866.
506
Τα ανάγλυφα χρονολογούνται από το 415π.Χ. μέχρι και τα μέσα του 4ου αι.π.Χ. Για τα συγκεκριμένα
βλ. LIMC II, Asklepios, αρ. 82, 102-104.
507
Χρονολογείται στο 400π.Χ. περίπου. LIMC II, Asklepios, αρ. 57.
508
ΚΓΜΘ 2003, 29.
94
Ο τύπος αυτός συναντάται επίσης συχνά στη εικονογραφία του θεού. Στην
Μακεδονία εκπροσωπείται από δύο παραδείγματα. Ο Ασκληπιός αποδίδεται όρθιος με
κεκαμμένο το δεξιό γόνατο να στηρίζεται σε ένα μακρύ ραβδί το οποίο προσαρμόζεται
κάτω από την δεξιά μασχάλη αφήνοντας το δεξί χέρι να κρέμεται. Το αριστερό ακουμπά
με τη γροθιά στο γοφό. Το ιμάτιο αφήνει ακάλυπτο τον δεξί ώμο και μέρος μόνο του
κορμού. Ο αριστερός ώμος καλύπτεται από το ένδυμα το οποίο κατεβαίνει κάθετα προς
τα κάτω. Η άκρη του ενδύματος διαμορφώνει έναν πλαστικό μαλακό όγκο από
οριζόντιες ημικυκλικές πτυχές καθώς ξεκινά από την δεξιά μασχάλη και καταλήγει στον
αριστερό αγκώνα 512 .
Για την χρονολόγηση του τύπου και την συσχέτισή του με κάποιο εργαστήριο
έχουν διατυπωθεί διάφορες απόψεις. Ορισμένοι μελετητές ανάγουν το πρωτότυπο στον
5ο αι.π.Χ. ενώ άλλοι στον 4ο αι.π.Χ. Έχει διατυπωθεί μάλιστα η άποψη ότι ο τύπος αυτός
509
ΚΓΜΘ 2003, 28.
510
LIMC II, Asklepios, 886.
511
LIMC II, Asklepios, 888.
512
LIMC II, Asklepios, 879.
95
513
Για συνολική βιβλιογραφία για το θέμα αυτό και για τις διαφορετικές απόψεις σχετικά με την
χρονολόγηση και την προέλευση του έργου βλ. ΚΓΜΘ 2003, αρ.203, σελ.68.
514
Gregoire 1950, 75-77.
515
Künzl 1983, 30 και 46, εικ.14.
516
ΚΓΜΘ 2003, 29, αρ.165 όπου και η σχετική βιβλιογραφία.
96
Giustini. Είναι σχεδόν όμοιος με τον παραπάνω τύπο με τη διαφορά όμως ότι ο
αριστερός ώμος αφήνεται ακάλυπτος. Στον τύπο Αθηνών-Macerata ανήκει το άγαλμα
του 1ου αι.π.Χ. από την Μόρρυλο (αρ.κατ.67) 517 .
Στον τύπο αυτό ανήκει το άγαλμα του Ασκληπιού που βρέθηκε στην οικία Bvi7
στην Όλυνθο. Η μορφή αποδίδεται όρθια με στάσιμο το δεξί πόδι και άνετο το αριστερό
το οποίο κάμπτεται προς τα πίσω. Φέρει ιμάτιο που αφήνει ακάλυπτο το κορμό και τους
δύο ώμους. Η άκρη του ενδύματος διαμορφώνεται ως μια ενιαία μάζα με πτυχές που
ξεκινά από την αριστερή μασχάλη και καταλήγει στο δεξί γοφό δημιουργώντας ένα
ημικυκλικό σχήμα. Ο θεός στηρίζεται σε βακτηρία η οποία καταλήγει κάτω από την
αριστερή μασχάλη· γύρω από αυτήν θα τυλιγόταν το φίδι από το οποίο μόνο το κεφάλι
του διατηρείται στρεφόμενο προς τα πάνω. Το δεξί χέρι ακουμπά αναπαυτικά με όλη την
παλάμη στο δεξί γοφό 518 .
Κατά τον Δεσπίνη το αγαλμάτιο αποτελεί παραλλαγή του τύπου που είναι γνωστός
ως Ασκληπιός του Ακράγαντα ή Ασκληπιός Doria Pamfili του οποίου το πρωτότυπο
χρονολογείται από τους μελετητές στα χρόνια 370/60 π.Χ. και αποδίδεται σε
πελοποννήσιο καλλιτέχνη 519 . Ο Holtzmann 520 , όπως και ο Robinson 521 , συγκαταλέγουν
το έργο στον τύπο της Επιδαύρου, ο οποίος αποτελεί παραλλαγή του τύπου Este.
517
ΚΓΜΘ 2003, 29, αρ.165.
518
ΚΓΜΘ 1997, 47-48.
519
ΚΓΜΘ 1997, 48.
520
LIMC II, Asklepios, αρ. 377.
521
Robinson 1946, 132.
522
LIMC II, Asklepios, αρ. 382.
97
εγκαθιστά την λατρεία του «νέου Ασκληπιού» στην πόλη του «Αβώνου τείχους» όπου
αποκτά μεγάλη φήμη και απήχηση 529 . Συνέδεσε μάλιστα την εισαγωγή του αυγού στην
εικονογραφία με τον παραπάνω τυχοδιώκτη ο οποίος παρουσίασε στο κοινό την γέννηση
του Γλύκωνα -του νέου Ασκληπιού- με την μορφή φιδιού μέσα από ένα αυγό 530 . Το
γεγονός αυτό κατά τον μελετητή αποτέλεσε την αιτία για την εισαγωγή του στοιχείου του
αυγού στην εικονογραφία του Ασκληπιού απ’ όπου στη συνέχεια εξαπλώθηκε σε
ολόκληρο τον ελληνορωμαϊκό κόσμο 531 . Αν ισχύει μια τέτοια ερμηνεία, τότε το
ανάγλυφο από το Δίπορο Γρεβενών πρέπει προφανώς να ενταχθεί στο πλαίσιο της
διάδοσης του νέου αυτού εικονογραφικού τύπου 532 .
Η Υγεία ακολουθεί, κατά το πρότυπο του πατέρα της, τη γνωστή από ολόκληρο
τον ελληνορωμαϊκό κόσμο εικονογραφία της, όπως αντικατοπτρίζεται στα έργα
πλαστικής. Αποδίδεται σε νεανική ηλικία, όρθια 533 , φορώντας χιτώνα και ιμάτιο να
φέρει φίδι το οποίο συνήθως έρπει πάνω ή γύρω από τον κορμό και τον έναν βραχίονα
της και καταλήγει στην φιάλη που κρατά με το άλλο της χέρι 534 . Στο γενικό αυτό
εικονογραφικό μοτίβο περιλαμβάνονται το ανάγλυφο από την Βέροια 535 , από την Αιανή,
ο κορμός από το εσωτερικό του ναού στο Δίον όπως επίσης και το άγαλμα από τον αγρό
Κελεπούρη και από τις μεγάλες θέρμες της ίδιας πόλης. Στη Θεσσαλονίκη, δύο ακόμη
περιπτώσεις επαναλαμβάνουν τον ίδιο τύπο: το αγαλμάτιο που εντοπίστηκε στο κέντρο
της πόλης καθώς και η ανάγλυφη παράσταση της θεάς στο επίκρανο του Οκταγώνου του
Γαλερίου. Στην Κοζάνη εντοπίζεται παρόμοιο εικονογραφικό μοτίβο ενώ από το
θραύσμα που βρέθηκε στο βαλανείο του ιερού του Άμμωνος Διός στη Καλλιθέα και το
οποίο εικονίζει το δεξί χέρι μορφής που κρατά κεφάλι φιδιού συμπεραίνουμε μια
529
Grimm 1988, 170.
530
Grimm 1988, 169.
531
Grimm 1988, 169.
532
Δεν αποκλείεται στο ίδιο ιδεολογικό-λατρευτικό πλαίσιο να εντάσσεται η εύρεση αυγών σε ορισμένα
ιερά του Ασκληπιού. Στο ιερό του θεού στη Φενεό για παράδειγμα βρέθηκε αυγό στρουθοκαμήλου
(Πρωτονοτάριου- Δεϊλάκη 1963, 60, Πιν. 65 ε) ενώ στη Χερσόνησο του Ταύρου έχουν εντοπιστεί λίθινα
αυγά που θεωρούνται αναθηματικά. Solomonik 1975, 437-438.
533
Η μόνη περίπτωση στην οποία αποδίδεται καθήμενη είναι το θραύσμα του αναθηματικού αναγλύφου
από το εσωτερικό της θόλου του ανακτόρου της Βεργίνας.
534
Για το τύπο της Υγείας με φίδι και φιάλη βλ. Μητροπούλου 1984.
535
Στο ανάγλυφο από την Βέροια μάλιστα παρατηρείται το φαινόμενο να φέρουν φίδι και οι δύο μορφές,
δηλαδή και ο Ασκληπιός και η Υγεία.
99
παρόμοια παράσταση. Έχει υποστηριχθεί ότι και το μαρμάρινο θραύσμα χεριού με φιάλη
που προέκυψε από τους Άνω Αποστόλους Κιλκίς (αρχαία Μόρυλλος) πρέπει να
προέρχεται από άγαλμα Υγείας 536 . Από το ανάγλυφο με την αναθηματική επιγραφή
προς τον Ασκληπιό και την Υγεία που βρέθηκε στη Λευκόβρυση Κοζάνης και από το
οποίο διατηρείται μόνο μια γυναικεία κεφαλή μπορούμε να υποθέσουμε την ταύτισή της
με την κόρη του θεραπευτή θεού χωρίς ωστόσο να είναι δυνατή η αποκατάσταση της
στάσης της. Με τον ίδιο περίπου τρόπο υποθέτουμε πως και η μορφή που εικονίζεται
δίπλα από τον Ασκληπιό στο αναθηματικό ανάγλυφο από το Δίον πρέπει να ανήκει στην
Υγεία καθώς η ταύτισή της υποδηλώνεται από τη βεβαιωμένη παρουσία του πατέρα της
δίπλα της.
Στα δύο ανάγλυφα που ανήκαν παλαιότερα σε ιδιωτικές συλλογές και σήμερα
βρίσκονται στο Μουσείο της Θεσσαλονίκης αλλά προέρχονται κατά πάσα πιθανότητα
από την Μακεδονία αναγνωρίζουμε την Υγεία σε δύο ενδιαφέρουσες στάσεις. Στο
ανάγλυφο από την συλλογή Παπαηλιάκη η θεά εικονίζεται όρθια, κατ’ ενώπιον,
φορώντας χιτώνα και ιμάτιο να κρατά οινοχόη με το δεξί κατεβασμένο της χέρι. Το
μοτίβο αυτό συνηθίζεται στα αναθηματικά ανάγλυφα και συνδέεται με σκηνές σπονδών
στις οποίες συνήθως ο Ασκληπιός αποδίδεται κρατώντας φιάλη. Ενδεικτικά αναφέρουμε
τέσσερα αναθηματικά ανάγλυφα 537 προερχόμενα από αττικά εργαστήρια που
τοποθετούνται χρονικά στα τέλη του 5ου αι.π.Χ. και ένα από την Τεγέα 538 που προφανώς
ανήκει σε κάποιο μη αττικό εργαστήριο και χρονολογείται στο τελευταίο τέταρτο του 4ου
αι.π.Χ. Και στα πέντε παραπάνω ανάγλυφα η Υγεία αποδίδεται όρθια, σε κατ’ ενώπιον ή
τριών τετάρτων στάση, με τριφυλόστομη συνήθως οινοχόη την οποία κρατά είτε με
κατεβασμένο το χέρι είτε τείνοντάς την προς την προτεινόμενη φιάλη.
Τέλος, στο ανάγλυφο που παραδόθηκε από τον αρχαιοπώλη Μ. Ρίτσο και
βρίσκεται σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης η Υγεία αποδίδεται σε
στάση ανακάλυψης όπως και σε ένα αναθηματικό ανάγλυφο από το Ασκληπιείο της
Αθήνας 539 . Η απεικόνιση της μορφής της Υγείας στα δύο έργα παρουσιάζει εξαιρετικές
ομοιότητες. Αν λοιπόν τα δύο παραπάνω ανάγλυφα -της συλλογής Παπαηλιάκη και του
αρχαιοπώλη Ρίτσου- προέρχονται από την Μακεδονία τότε προκύπτει το συμπέρασμα
ότι στον εξεταζόμενο χώρο οι εικονογραφικές επιλογές εντάσσονται στις γενικότερες
536
Hatzopoulos-Loukopoulou 1989, 76.
537
Για τα ανάγλυφα αυτά βλ. Mitropoulou 1975, αρ.κατ. 30, 32 και 34 και LIMC II, Asklepios, αρ.82.
538
Για το συγκεκριμένο ανάγλυφο βλ. Mitropoulou 1975, 55-56, αρ.κατ. 37.
539
LIMC II, Asklepios, αρ. 338.
100
προτιμήσεις των αναθετών όπως αυτές βεβαιώνονται και από τα υπόλοιπα ιερά του
Ασκληπιού στον ελληνικό χώρο.
540
Krug 2003, 128. Γενικά για την εικονογραφία του Τελεσφόρου βλ. LIMC VII, λ.Telesphoros, 870-878.
541
Krug 2003, 130, υποσημ. 11.
542
Κακριδής 1986, 214.
101
543
Greenwalt 1986, 217.
544
Αυτό τουλάχιστον υποστηρίζει ο Greenwalt στο τέλος του άρθρου του επισημαίνοντας την έλλειψη
μαρτυριών από τις πηγές για το βαθμό διασύνδεσης των Αργεαδών ή του Αλεξάνδρου με τον Ασκληπιό.
Greenwalt 1986, 222.
545
t¾n d sÚmpasan `Ell£da qerapeÚwn ™qaum£sqh, éste kaˆ ØpÕ Perd…kka toà MakedÒnwn basilšwj
fqisikoà nomisqšntoj paraklhqšnta dhmos…v prÕj aÙtÕn ™lqe‹n met' EÙrufîntoj, Öj kaq' ¹lik…an
presbÚteroj Ãn aÙtoà, kaˆ shmeièsasqai yucÁj e nai tÕ p£qoj. Ιπποκράτους Γένος και Βίος κατά
Σωρανόν, 5.
546
Διογένης Λαέρτιος, 5, 1. Σούδα λ. Νικόμαχος.
547
IG IV Ι², 94. Tataki 1998, 404.
548
Βουτυράς 1993, 261, Riethmüller 2005, 175.
102
549
Χρυσοστόμου 2002, 104.
550
Χρυσοστόμου 2002, 104.
551
Στις επιγραφές μάλιστα ο Νικόμαχος αναφέρεται ως Ασκληπιάδης, εξαιτίας της τέχνης που ασκούσε.
Και μόνο για αυτήν την αναφορά ο Baege αλλά και ο Riethmüller συγκαταλέγουν τα Στάγειρα ως πόλη
στην οποία μαρτυρείται λατρεία Ασκληπιού. Baege 1913, 111-112 και Riethmüller 2005, 324, αρ.30.
552
Αλλαμανή-Κουκουβού-Ψαρρά 2004, 578.
553
Γιούρη 1976, 150.
103
Ασκληπιός με βεβαιότητα από τα τέλη του 3ου αι.π.Χ. 554 Αυτομάτως προκύπτει το
ερώτημα μήπως η εισαγωγή της λατρείας του θεραπευτή θεού πραγματοποιήθηκε
νωρίτερα, από έναν από τους δύο βασιλείς που αναφέρθηκαν, δεδομένης της εύνοιας που
έδειχναν για την προώθησή της και ταυτόχρονα με το μεγαλόπνοο οικοδομικό
πρόγραμμα. Άλλωστε τόσο ο χαρακτήρας όσο και το ίδιο το φυσικό αλλά και
λατρευτικό περιβάλλον του συγκεκριμένου ιερού ταίριαζαν απόλυτα με την φύση της
λατρείας του Ασκληπιού 555 . Πρέπει πάντα να έχουμε υπόψη μας ότι η λατρεία του
θεραπευτή θεού είναι βεβαιωμένα γνωστή στην Άφυτι από το 360/59π.Χ οπότε και
αναφέρεται στην επιγραφή με τον κατάλογο των θεωροδόκων του ιερού της
Επιδαύρου 556 .
Από τον Αρριανό πληροφορούμαστε επίσης ότι ο Αλέξανδρος ο Γ’ τέλεσε στους
Σόλους της Κιλικίας θυσία προς τον Ασκληπιό και οργάνωσε μάλιστα πομπή στην οποία
μετείχε και ο ίδιος με όλο το στρατό του καθώς επίσης και λαμπαδηδρομία και
γυμνικούς και μουσικούς αγώνες 557 .
Ο ίδιος συγγραφέας ωστόσο αναφέρει πως ο Αλέξανδρος μετά τον θάνατο του
Ηφαιστίωνα διέταξε να καταστρέψουν το άγαλμα του Ασκληπιού στα Εκβάτανα,
επεισόδιο το οποίο θεωρεί ανεκδοτολογικό και ότι δεν ταίριαζε στην προσωπικότητα του
Αλεξάνδρου 558 . Ο Αρριανός παραδίδει, σε συνέχεια του παραπάνω επεισοδίου, ότι κατά
την επιστροφή του Αλεξάνδρου στην Βαβυλώνα τον συνάντησε μια πρεσβεία
Επιδαυρίων την οποία δέχθηκε ανταποκρινόμενος γενναιόδωρα στα αιτήματά της. Τους
παρέδωσε μάλιστα και κάποιο ανάθημα για τον Ασκληπιό καταθέτοντας ωστόσο το
παράπονό του ότι ανέμενε καλύτερη μεταχείριση από τον θεό στην περίπτωση του
επιστήθιου φίλου του Ηφαιστίωνα που τελικά δεν μπόρεσε να σώσει 559 . Ο Διόδωρος
παραδίδει το παραπάνω επεισόδιο με περισσότερες λεπτομέρειες αναφορικά με τις
554
Βουτυράς 1993, 258.
555
Ασφαλώς πρόκειται για μια υπόθεση εργασίας η οποία απουσία πηγών και αρχαιολογικών δεδομένων
δεν είναι δυνατό να ελεγχθεί.
556
IG IV, Ι², 94.
557
Βουτυράς 1993, 261. «'Alšxandroj d ™n SÒloij qÚsaj te tù 'Asklhpiù kaˆ pompeÚsaj aÙtÒj te kaˆ ¹
strati¦ p©sa kaˆ lamp£da ™pitelšsaj kaˆ ¢gîna diaqeˆj gumnikÕn kaˆ mousikÕn Soleàsi m n
dhmokrate‹sqai œdwken»: Αρριανός, Αναβ., II 5,8. Baege 1913, 109.
558
«¥lloi dš, Óti kaˆ toà 'Asklhpioà tÕ ›doj ™n 'Ekbat£noij katask£yai ™kšleuse, barbarikÕn toàtÒ ge kaˆ
oÙdamÍ 'Alex£ndrJ prÒsforon, ¢ll¦ tÍ Xšrxou m©llÒn ti ¢tasqal…v tÍ ™j tÕ qe‹on kaˆ ta‹j pšdaij §j
lšgousin ™j tÕn `Ell»sponton kaqe‹nai Xšrxhn, timwroÚmenon dÁqen tÕn `Ell»sponton». Αρριανός, VII,
14, 5.
559
«¢ll¦ kaˆ ™ke‹no oÙ p£ntV œxw toà e„kÒtoj ¢nagegr£fqai moi doke‹, æj ™pˆ Babulînoj ½launen
'Alšxandroj, ™ntuce‹n aÙtù kat¦ t¾n ÐdÕn poll¦j presbe…aj ¢pÕ tÁj `Ell£doj, e nai d d¾ ™n toÚtoij
'Epidaur…wn pršsbeij kaˆ toÚtouj ïn te ™dšonto ™x 'Alex£ndrou tuce‹n kaˆ ¢n£qhma doànai aÙto‹j
'Alšxandron kom…zein tù 'Asklhpiù, ™peipÒnta Óti ka…per oÙk ™pieikîj kšcrhta… moi Ð 'AsklhpiÒj,
oÙ sèsaj moi tÕn ˜ta‹ron Óntina ‡son tÍ ™mautoà kefalÍ Ãgon». Αρριανός, Αναβ., VII 14, 6. Baege 1913,
109.
104
πρεσβείες που δέχτηκε ο Αλέξανδρος. Γράφει λοιπόν πως δέχτηκε σε ακρόαση και στη
συνέχεια ἐχρημάτισεν τις πρεσβείες που προέρχονταν από τα μεγάλα ιερά της εποχής με
βάση την φήμη τους και την σημαντικότητά τους με την εξής σειρά: των Ηλείων από το
ιερό του Δία στην Ολυμπία, του Άμμωνα στη Σίβα, του Απόλλωνα από τους Δελφούς,
του Απόλλωνα απο την Κόρινθο και τέλος του Ασκληπιού της Επιδαύρου 560 . Γίνεται
αντιληπτό από τη θέση στη σειρά προτεραιότητας που επεφύλασσε ο Αλέξανδρος για το
ιερό του Ασκληπιού της Επιδαύρου την μεγάλη φήμη και το κύρος που διέθετε το
συγκεκριμένο ιερό την εποχή αυτή αλλά και την ιδιαίτερη εκτίμηση και τον σεβασμό
που έχαιρε από την πλευρά του ίδιου του Αλεξάνδρου.
Ίσως η αποδοχή και ενίσχυση της λατρείας του Ασκληπιού από τον Αλέξανδρο Γ’
πήγαζε και από το μεγάλο ενδιαφέρον του Μακεδόνα στρατηλάτη για την ιατρική. Στη
κατεύθυνση αυτή πρέπει να είχε συμβάλλει σε υψηλό βαθμό και η φοίτησή του δίπλα
στον Αριστοτέλη ο οποίος πέρα από το ότι ήταν γιος του ιατρού Νικομάχου διέθετε
σημαντικές ιατρικές και φαρμακευτικές γνώσεις που φρόντισε να μεταδώσει και στο
μαθητή του 561 . Την εκστρατεία μάλιστα του Αλεξάνδρου στην Ανατολή ακολούθησαν
πολλοί ιατροί είτε ως προσωπικοί ιατροί του ίδιου είτε άλλων σημαινόντων επικεφαλών
του στρατού 562 . Αλλά και η υγειονομική υπηρεσία που συνέστησε -η βασιλική θεραπεία-
είχε σαν σκοπό την επίβλεψη και την θεραπεία των τραυματισμένων και αρρώστων
στρατιωτών 563 .
Από τον Παυσανία παραδίδεται πως σύμφωνα με τους ντόπιους κατοίκους της
Γόρτυνας ο Αλέξανδρος είχε αναθέσει στο ιερό του Ασκληπιού ένα θώρακα και ένα
δόρυ 564 . Από τις ανασκαφές στην ευρύτερη περιοχή έχουν προκύψει δύο Ασκληπιεία,
ένα στα ΝΔ του τείχους της πόλης και ένα στα ΒΑ. Από το πρώτο ανασκάφηκαν τα
560
«to‹j m n oân 'Hle…oij prètoij ™crhm£tisen, e ta 'Ammwnieàsi kaˆ Delfo‹j kaˆ Korinq…oij, œti d
'Epidaur…oij kaˆ to‹j ¥lloij, kat¦ t¾n dÒxan tîn ƒerîn prokr…nwn t¦j ™nteÚxeij. p£saij d ta‹j presbe…aij
filotimhqeˆj kecarismšnaj doànai t¦j ¢pokr…seij eÙarestoumšnaj ¢pšluse kat¦ tÕ dunatÒn». Διόδωρος,
XVII, 113,4.
561
Greenwalt 1986, 219 και Χρυσοστόμου 2002, 105-106.
562
Από την εκστρατεία του Αλεξάνδρου στην ανατολή φαίνεται πως προέκυψε σημαντική ιατρική και
φαρμακευτική γνώση η οποία αποτέλεσε τη βάση για περαιτέρω εξελίξεις στην ιατρική τέχνη της εποχής.
Για το θέμα αυτό βλ. Μπίμπη-Παπασπυροπούλου Α., «Η εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου και η
συμβολή της στην ανάπτυξη της αρχαίας ελληνικής ιατρικής», Αρχαία Μακεδονία V (1989), Θεσσαλονίκη
1993, 1123-1129.
563
Χρυσοστόμου 2002, 105-107.
564
«„Ònti d ¢pÕ toà potamoà tîn phgîn, prîta mšn se ™kdšxetai M£raqa cwr…on, met¦ d aÙtÕ GÒrtuj
kèmh t¦ ™p' ™moà, t¦ d œti ¢rcaiÒtera pÒlij. œsti d aÙtÒqi naÕj 'Asklhpioà l…qou Pentelhs…ou, kaˆ
aÙtÒj te oÙk œcwn pw gšneia kaˆ `Uge…aj ¥galma· SkÒpa d Ãn œrga. lšgousi d oƒ ™picèrioi kaˆ
t£de, æj 'Alšxandroj Ð Fil…ppou tÕn qèraka kaˆ dÒru ¢naqe…h tù'Asklhpiù· kaˆ ™j ™mš ge œti Ð qèrax
kaˆ toà dÒratoj Ãn ¹ a„cm»». Παυσανίας 8, 28,1.
105
θεμέλια ενός ναού, μιας στοάς (εγκοιμητήριο) και μιας λουτρικής εγκατάστασης. Κτήρια
με παρόμοια λειτουργία εντοπίστηκαν και στο δεύτερο συγκρότημα 565 .
Για τους βασιλείς της Μακεδονίας μετά τον Αλέξανδρο οι πληροφορίες είναι
σχεδόν ανύπαρκτες αναφορικά με την σχέση τους με τη λατρεία του Ασκληπιού. Για το
λόγο αυτό μόνο σκέψεις και εικασίες είναι δυνατόν να διατυπωθούν. Με τον συνοικισμό
της Θεσσαλονίκης από τον Κάσσανδρο για παράδειγμα έχει συνδεθεί ένα ανάγλυφο που
βρέθηκε στο κέντρο της πόλης και απεικονίζει πέντε θεούς, ένας εκ των οποίων
παρουσιάζει εικονογραφικά χαρακτηριστικά που ταιριάζουν με αυτά του Ασκληπιού· για
το λόγο αυτό προτάθηκε η ταύτιση του με τον θεραπευτή θεό. Ο Βουτυράς προχώρησε
στη σκέψη ότι το συγκεκριμένο ανάγλυφο ίσως να σχετίζεται με τον συνοικισμό της
Θεσσαλονίκης και μάλιστα ότι είναι δυνατό να αποδίδει τους «πολιούχους» θεούς της
νέας πόλης ή τους τοπικούς θεούς ή ήρωες των πόλεων και των πολισμάτων που πήραν
μέρος στον συνοικισμό 566 . Αν πράγματι ισχύει κάτι τέτοιο τότε η παρουσία του
Ασκληπιού στο ανάγλυφο υποδεικνύει τη μεγάλη σημασία της λατρείας του στη
κοινωνική και πολιτική ζωή της νεοϊδρυθείσας Θεσσαλονίκης. Άλλωστε από τη πόλη
προέρχονται δύο επιγραφές που ρητά αναφέρουν τη παρουσία Ασκληπιάδος φυλής,
γεγονός που υποδεικνύει τη σχέση της λατρείας του Ασκληπιού με την πολιτική και
διοικητική οργάνωση της Θεσσαλονίκης 567 .
Αν λάβουμε ως δεδομένη την πρόταση ότι οι Μακεδόνες βασιλείς ευνοούσαν, ο
καθένας με τον τρόπο του, την διάδοση της λατρείας του τότε δεν είναι δυνατό να αφεθεί
ασχολίαστο το γεγονός ότι σε τουλάχιστον δύο περιπτώσεις πόλεων που η ίδρυσή τους
565
Martin-Metzger 1992, 85-89 και Παπαχατζής, Παυσανίου Περιήγησις, Αρκαδικά, σελ. 298-299. Οι
Martin-Metzger υπέθεσαν πως το Ασκληπιείο της Γόρτυνας ίσως να είχε αποκτήσει ειδικότητα στην
θεραπεία πληγών στηριζόμενοι τόσο στην παραπάνω μαρτυρία όσο και στο γεγονός ότι από την περιοχή
του ιερού έχει προκύψει αποθέτης που περιείχε αποκλειστικά σιδερένιες αιχμές δοράτων και βελών σε
δέσμες και άλλα χάλκινα εξαρτήματα προερχόμενα προφανώς από αναθέσεις πιστών. Martin-Metzger
1992, 86.
566
ΚΓΜΘ 1997, 43.
567
Την ύπαρξη Ασκληπιάδος φυλής υπέθεσε ο Τουράτσογλου και για την Βέροια με αφορμή μια
αποσπασματικά σωζόμενη επιγραφή (Λ 264) που φέρει το γράμμα Α δίπλα από τη λέξη φυλή.
Τουράτσογλου 1977, 485. Ασφαλώς πρόκειται για το αρχικό γράμμα κάποιας φυλής της Βέροιας. Είναι
εξίσου πιθανό το Α να συνδέεται και με ονόματα άλλων φυλών όπως Αρηίς, Αφροδισιάς , Αρτεμισιάς, ή
ακόμη και Αντιγονίς όπως τα γνωρίζουμε από επιγραφές άλλων πόλεων που διασώζουν τα παραπάνω
ονόματα φυλών. Ιδιαίτερα για την τελευταία, κάτι τέτοιο θα ήταν πολύ πιθανό λόγω των στενών δεσμών
της Βέροιας με τη δυναστεία των Αντιγονιδών. Τουράτσογλου 1977, 485. Μολονότι με το απότμημα αυτό
συνδέθηκε και ένα δεύτερο από τον Νίγδελη δίνοντας στην επιγραφή μια περισσότερο πλήρη μορφή
εντούτοις το τμήμα του κειμένου που αφορά το όνομα της φυλής δεν σώθηκε. Τα δύο αποτμήματα
συσχέτισε για πρώτη φορά ο Νίγδελης. Nigdelis P.M., “Oberpriester und Gymnasiarchen im
Provinziallandtag Makedoniens: Eine neue Ehreninschrift aus Beroia”, Klio 77, 1995, 170-183. Για το
πρώτο δεν γνωρίζουμε τις συνθήκες ευρέσεως. Το δεύτερο σύμφωνα με την αναφορά του φύλακα
αρχαιοτήτων Βέροιας Π.Ξυλαπετσίδη βρέθηκε στο οικόπεδο Σ.Αντωνιάδη στην οδό Αγίου Ιωάννου.
Γουναροπούλου-Χατζόπουλος 1998, 203-204, αρ.119. Ασκληπιάδα φυλή μαρτυρείται και στην Ηράκλεια
Λυγκιστική. Hatzopoulos 1996, 159. Για τη λατρεία του Ασκληπιού στη περιοχή της αρχαίας Μακεδονίας
που βρίσκεται εκτός των σημερινών ελληνικών συνόρων βλ. Düll 1977, 107-112, 253-255.
106
568
Βουτυράς 1993, 258.
569
«'AntigÒneia, pÒlij Caon…aj ™n 'Hpe…rJ. Ð pol…thj 'AntigoneÚj. œsti kaˆ pÒlij 'Arkad…aj, ¹
prÒteron Mant…neia. tr…th Makedon…aj, 'AntigÒnou kt…sma toà Gonatoà. tet£rth Biqun…aj prÕj tù
Daskul…J. pšmpth ™n tÍ Sur…v plhs…on 'Antioce…aj. œsti kaˆ froÚrion tÁj KuzikhnÁj ¢pšcon tÁj
prosespšrou qal£sshj æj stad…ouj n. tÕ ™qnikÕn tÕ aÙtÒ». Στέφανος Γραμμ., Εθνικά (Επιτομή), λ.
Αντιγόνεια.
570
Hatzopoulos 1996α, αρ. 81.
571
Βουτυράς 1993, 259.
572
Hatzopoulos 1996, 154, 204.
107
εορτών, τέλεση θυσιών, αγώνων, προσφορά ακριβών αναθημάτων, αλλά και με την
επιλογή τους να στήνουν τα σημαντικότερα δημόσια κείμενα σε λίθινες στήλες στη
περιοχή των ιερών 573 . Ο Ασκληπιός από νωρίς «διεκδικεί» χώρο στη πόλη με σημαντικά
οικοδομήματα και το ιερό του καταλαμβάνει ιδιαίτερη θέση ανάμεσα στα άλλα δύο
σπουδαία ιερά: του Ολυμπίου Διός και της Δήμητρας.
Το ζήτημα της επώνυμης ιερατείας στις μακεδονικές πόλεις δεν μπορεί να ιδωθεί
ξέχωρα από την επίσημη οργάνωση του βασιλείου καθώς άπτεται θεμάτων που
σχετίζονται άμεσα με την διοίκηση των μακεδονικών πόλεων, μιας και ο ιερέας του
Ασκληπιού αποτελεί σημείο αναφοράς για την εγκυρότητα και χρονολόγηση των
διαφόρων πράξεων. Στις περιπτώσεις της Μίεζας, της Αμφίπολης και των Καλινδοίων
είμαστε σίγουροι για την απόδοση του προνομίου στους ιερείς του Ασκληπιού. Ο
Χατζόπουλος υποθέτει ότι το ίδιο ίσχυε και για την Μόρρυλο, την Βέροια και ίσως για
την Πέλλα και την Αντιγόνεια 574 . Παρατηρεί μάλιστα πως το προνόμιο αυτό δεν
αποδιδόταν αναγκαστικά στον ιερέα της σημαντικότερης τοπικής λατρείας αλλά
εξαρτιόταν από άλλα δεδομένα, περιορισμούς και ανάγκες 575 . Η παρατήρηση αυτή
επαληθεύεται από την επιγραφή των Καλινδοίων και από τις πράξεις αγοραπωλησιών
από την Αμφίπολη. Ενώ δηλαδή στα Καλίνδοια η σημαντικότερη λατρεία είναι του
Απόλλωνα, από τη στιγμή που προσαρτάται η περιοχή στο μακεδονικό βασίλειο η
επώνυμη ιερατεία αποδίδεται στον ιερέα του Ασκληπιού. Από τα ονόματα μάλιστα
προκύπτει ότι οι ιερείς είχαν μακεδονική καταγωγή 576 . Στην Αμφίπολη μολονότι δεν
γνωρίζουμε σε ποια θεότητα ανήκε ο επώνυμος ιερέας πριν την κατάληψη της από τον
Φίλιππο 577 , γεγονός είναι ότι μετά το 357π.Χ. αναγράφεται ρητά ως επώνυμος ο ιερέας
του Ασκληπιού, ίσως ως ένδειξη αντιδιαστολής με το προηγούμενο καθεστώς αλλά και
ως δηλωτικό της αλλαγής της εσωτερικής κατάστασης της πόλης. Αλλά και στη
Μόρρυλο, η εντολή να στηθούν οι στήλες με τα τιμητικά ψηφίσματα στο Ασκληπιείο
δηλώνει την κεντρική θέση όχι μόνο της λατρείας αλλά και του ιερού στην πολιτική,
573
Μπέλλας Ι., Ιερά και λατρείες του Διός στην Μακεδονία, αδημοσίευτη μεταπτυχιακή εργασία,
Θεσσαλονίκη 2007, 27-35.
574
Hatzopoulos 1996, 153-154. Τα στοιχεία ωστόσο είναι ελάχιστα για τις συγκεκριμένες περιπτώσεις.
Σχετικά με την Πέλλα πάντως, αν η προβολή της λατρείας του Ασκληπιού βρισκόταν πράγματι κάτω από
την «βασιλική αιγίδα» τότε θα ήταν απόλυτα λογικό κάθε πρωτοβουλία του βασιλιά -νέα ή βασιζόμενη
στα ειωθότα- να έχει την πρακτική της εφαρμογή πρώτα στην ίδια την πρωτεύουσα.
575
Hatzopoulos 1996, 154, υποσημ.6.
576
Βοκοτοπούλου 1986, 114.
577
Από τη στιγμή μάλιστα που η Αμφίπολη ιδρύθηκε το 437π.Χ είναι αδύνατο η επίσημη λατρεία της
πόλης και κατ’ επέκταση η επώνυμη ιερατεία να ανήκε στον Ασκληπιό όταν η ίδια η λατρεία του εισήχθη
στην Αθήνα το 420/19π.Χ. Errington 2007, 279.
108
578
κοινωνική και θρησκευτική ζωή της πόλης . Ανεξάρτητα από το αν τελικά η επώνυμη
ιερατεία ήταν προνόμιο μόνο του ιερέα του Ασκληπιού ή όχι, γεγονός είναι ότι η λατρεία
του φαίνεται πως κατείχε σημαντική θέση στην πολιτική οργάνωση του κράτους 579 και
χρησιμοποιούνταν με τρόπο άγνωστο ακόμη σε εμάς από τους Μακεδόνες βασιλείς.
Σε όλα τα παραπάνω πρέπει να προσθέσουμε και την σημαντική πληροφορία που
μας παραδίδεται από την βασιλική επιστολή προς τους ιερείς του Ηρακλέους στη Βέροια
σχετικά με την παραχώρηση του προνομίου της ατέλειας στο παραπάνω ιερό όπως
ακριβώς ίσχυε και για τους ιερείς του Ασκληπιού. Το προνόμιο αυτό επομένως είχε δοθεί
πολύ νωρίτερα από το 242π.Χ. που χρονολογείται η επιστολή. Αφού μάλιστα η ατέλεια
προσφέρθηκε στους ιερείς του Ηρακλέους με βασιλική διαταγή, με αντίστοιχο τρόπο
λογικά θα είχε παραχωρηθεί και σε αυτούς του Ασκληπιού. Γίνεται αντιληπτό ότι η
επέμβαση του ίδιου του βασιλιά -άγνωστο σε εμάς ποιού- σε ένα τόσο καίριο και
ευαίσθητο ζήτημα όπως είναι το οικονομικό, δηλώνει το πόσο ευνοϊκά κείμενος ήταν
προς την συγκεκριμένη λατρεία.
578
Για το λόγο αυτό ο Χατζόπουλος υποθέτει ότι και στην περίπτωση της Μορρύλου επώνυμος ήταν ο
ιερέας του Ασκληπιού. Hatzopoulos 1996, 154, υποσημ.1.
579
Βουτυράς 1993, 260.
109
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Νέα Ρόδα
580
Για την περιοχή της Ουρανοπόλεως βλ. Παπάγγελος 1993, 1155-1187. Για συνολική βιβλιογραφία
σχετικά με το ιερό στα Ν. Ρόδα βλ. Βοκοτοπούλου 1995, 321. Βοκοτοπούλου-Τσιγαρίδα 1998α, 350.
Βοκοτοπούλου-Τσιγαρίδα 1999, 461. Τσιγαρίδα 2001, 450-451. Βοκοτοπούλου-Τσιγαρίδα 1993, 455-468.
Βοκοτοπούλου-Τσιγαρίδα 1995, 467-474. Βοκοτοπούλου-Τσιγαρίδα 1997, 445-454. Βοκοτοπούλου-
Τσιγαρίδα 1998β, 289-294. Τσιγαρίδα 1997, 333-346. Τσιγαρίδα 1998α, 47-55. Τσιγαρίδα 1998β, 79-92.
Τσιγαρίδα 1999, 1235-1246. Τσιγαρίδα 2001, 450-451. Στα βορειοδυτικά του αρχαϊκού οίκου και σε
απόσταση 300μ. περίπου από αυτό αποκαλύφθηκε τμήμα χώρου μέσα στον οποίο βρέθηκε μια μαρμάρινη
βάση με δύο τόρμους για την ένθεση αγαλμάτων σε μέγεθος μικρότερο του φυσικού. Από τον μεγάλο
αριθμό θραυσμάτων γλυπτών που εντοπίστηκαν στο στρώμα καταστροφής προκύπτει χρήση του κτηρίου
κατά τους ελληνιστικούς χρόνους. Στα νότια του δεύτερου ναού των ελληνιστικών χρόνων ανασκάφηκε εν
μέρει ένα κτηριακό συγκρότημα σε παράλληλη σχέση με τον ναό αποτελούμενο από δύο τουλάχιστον
τοίχους, ιδιαίτερα προσεγμένης τοιχοδομίας, μήκους 20 και 25μ. αντίστοιχα, και πάχους πάνω από 1μ. που
σχηματίζουν ορθή γωνία. Επιμελημένη κατασκευή παρουσιάζουν και οι άλλοι τοίχοι του συγκροτήματος
με ασβεστολιθικές λιθοπλίνθους που συνδέονται με πελεκίνους συνδέσμους. Αλλά και μεταξύ των δύο
παραπάνω κτηρίων αποκαλύφθηκαν και άλλοι χώροι που με βάση την ευρεθείσα κεραμική
χρονολογούνται στον 4ο-3ο αι.π.Χ., γεγονός που δείχνει πως μέρος μόνο του συνολικού ιερού έχει έρθει
στο φως. Τσιγαρίδα 1997, 334.
110
581
Τσιγαρίδα 1998, 47. Από το χώρο προέκυψε μια μόνο επιγραφή σε ιωνικό αλφάβητο που σώζεται
ιδιαίτερα αποσπασματικά και χρονολογείται στον 5ο αι.π.Χ. Κατέστη δυνατόν να διαβαστούν τρεις μόνο
λέξεις: ιερό, μέσον, δημοσία. Δεν αποκλείεται η επιγραφή να λειτουργούσε ως όρος του ιερού, να δήλωνε
δηλαδή τα όρια του. Τσιγαρίδα 2001, 450-451 και Τσιγαρίδα 1998β, 84-85. Η εύρεσή της αποτελεί τη
μοναδική μαρτυρία για την λειτουργία του ιερού κατά τον 5οαι.π.Χ. καθώς από το χώρο απουσιάζουν
πλήρως τα στοιχεία λατρείας για ένα μεγάλο διάστημα από τα τέλη του 6ου αι.π.Χ έως και τα τέλη του 4ου
αι.π.Χ. Τσιγαρίδα 1997, 340.
582
Διαστάσεις οίκου: μήκος 10,40μ., πλάτος 6,70μ. Τσιγαρίδα 1998, 47. Η χρονολόγηση προκύπτει από
τον τύπο της κεράμωσης με παράλληλα που προέρχονται από την Κόρινθο. Τσιγαρίδα 1998, 48.
583
Τσιγαρίδα 1998α, 47. Το δάπεδο της πρώτης φάσης του 6ου αι.π.Χ. δεν διατηρήθηκε. Διαφορετικού
ωστόσο μεγέθους και πάχους ασβεστολιθικές λιθόπλινθοι που σώζονται στα βορειοδυτικά του οίκου
αποτελούν το δάπεδο μιας φάσης που τοποθετείται μετά τον πρώιμο 3ο αι.π.Χ. Το συμπέρασμα αυτό
προκύπτει από τα ανακατεμένα ευρήματα του όψιμου 6ου και του πρώιμου 3ου αι.π.Χ που εντοπίστηκαν
στην επίχωση κάτω από τις ασβεστολιθικές λιθοπλίνθους. Τσιγαρίδα 1998α, 50.
584
Μονάχα στη δυτική και βόρεια πλευρά σώζεται τμήμα του τοιχοβάτη. Εξωτερικά του κτηρίου βρέθηκαν
πεσμένες αρκετές λιθόπλινθοι του 2ου, 3ου και 4ου δόμου του βόρειου τοίχου. Τσιγαρίδα 1998α , 47.
585
Από το στρώμα καταστροφής προέκυψαν κατά βάση κέραμοι κορινθιακού τύπου. Οι ηγεμόνες
κοσμούνται με γραπτό πλοχμό από λευκό, ερυθρό και σκούρο καστανό χρώμα ενώ οι ανθεμωτοί φέρουν
ανθέμιο επίσης χρωματισμένο. Ένας μικρός αριθμός από κεράμους λακωνικού τύπου, από διαφορετικό
υλικό και με διαφορετικό επίχρισμα, που εντοπίστηκε στο παραπάνω στρώμα πρέπει να ανήκει σε
μεταγενέστερες επεμβάσεις. Τσιγαρίδα 1998α, 48.
586
Κατά τις ανασκαφείς η κεφαλή πρέπει να παρασύρθηκε στο χώρο κατά την διάρκεια των γεωργικών
εργασιών. Βοκοτοπούλου-Τσιγαρίδα 1993, 458. Προτάθηκε επίσης η ταύτιση της μορφής με τον Δία ή
ακόμα και τον Ποσειδώνα. Τσιγαρίδα 1997, 336. Παρόλα αυτά όμως η ομοιότητα με την κεφαλή του
Ασκληπιού από τη Μήλο που χρονολογείται στα χρόνια 325-20π.Χ. και βρίσκεται σήμερα στο Βρετανικό
Μουσείο με αρ. κατ. 550 φαίνεται να ενισχύει την περίπτωση της απόδοσής του σε άγαλμα Ασκληπιού. Η
Βοκοτοπούλου άλλωστε στο συλλογικό τόμο για την Χαλκιδική θεωρεί σχεδόν σίγουρο ότι πρόκειται για
κεφαλή Ασκληπιού. Βοκοτοπούλου 2002, 82 και 97.
587
Πρόκειται για πήλινα αγαλμάτια μικρότερα του φυσικού που αποδίδουν Νίκες, χρονολογούνται στα
όψιμα αρχαϊκά χρόνια και προέρχονται πιθανόν από κορινθιακά εργαστήρια. Τσιγαρίδα 1998α, 49. Για
εκτενή περιγραφή των θραυσμάτων βλ. Βοκοτοπούλου-Τσιγαρίδα 1993, 458-459.
111
588
Η λεοντοκεφαλή ανήκει κατά πάσα πιθανότητα σε υδρορρόη του κτηρίου. Βοκοτοπούλου-Τσιγαρίδα
1993, 459.
589
Τσιγαρίδα 1998α, 50.
590
Οι αποθέτες διαμέτρου 0,70μ. είχαν μικρό βάθος και βρέθηκαν κατά μήκος του βόρειου και νότιου
τοίχου του προνάου σε αξονική μεταξύ τους σχέση. Βοκοτοπούλου-Τσιγαρίδα 1995, 468.
591
Βοκοτοπούλου-Τσιγαρίδα 1995, 460.
592
Τσιγαρίδα 1999, 1235.
593
Τσιγαρίδα 1998α , 54.
594
Τσιγαρίδα 1999, 1238.
595
Τα κατασκευαστικά στοιχεία του σηκού και του προνάου υποδεικνύουν την ύπαρξη πρόστασης με δύο
κίονες στα πλάγια και πέντε ή έξι κατά μήκος της ανατολικής πλευράς. Βοκοτοπούλου-Τσιγαρίδα 1998β,
289. Από το ιδιαίτερα πυκνό στρώμα καταστροφής που εντοπίστηκε στο εσωτερικό του σηκού και του
προνάου προκύπτει ότι η κεράμωση του κτηρίου ήταν λακωνικού τύπου. Τσιγαρίδα 1998α, 53.
596
Στην ανατολική κύρια είσοδο διατηρήθηκε το μαρμάρινο δίλιθο κατώφλι η μορφή του οποίου και η
έλλειψη κυματίου το χρονολογούν στις αρχές του 3ου αι. π.Χ. Μαρμάρινο κατώφλι αλλά με ξύλινη
112
εισόδου του σηκού, από την πλευρά του προνάου, αποκαλύφθηκαν τρεις λίθινες βάσεις
προορισμένες προφανώς για τη στήριξη αγαλμάτων 597 . Στο σημείο αυτό εντοπίστηκαν
δύο μαρμάρινες κεφαλές, εκ των οποίων η μια αποδίδει γυναικεία μορφή με πεπονοειδή
κόμμωση και η άλλη αγένεια ανδρική με 13 οπές περιμετρικά της κόμης για την ένθεση
ακτινών, γεγονός που οδηγεί στην ταύτιση της αποδιδόμενης μορφής με τον Ήλιο 598 .
Στο εσωτερικό του σηκού αποκαλύφθηκαν ορισμένες κατασκευές οι οποίες όπως
είναι λογικό εξυπηρετούσαν τη λατρεία. Κατά μήκος της ανατολικής πλευράς του και
εκατέρωθεν της εισόδου του ήρθε στο φως θρανίο πλάτους 0,60μ. που χρησίμευε κατά
πάσα πιθανότητα για την εναπόθεση αναθημάτων, αγαλμάτων ή λατρευτικών σκευών 599 .
Εκατέρωθεν της δυτικής εισόδου βρέθηκαν άλλες δύο κατασκευές εκ των οποίων η
βόρεια αποτελείται από έναν πεσσίσκο γύρω από τον οποίο αποκαλύφθηκαν μαρμάρινα
θραύσματα προερχόμενα ίσως από έδρανα ενώ η νότια από δύο λιθοπλίνθους σε δεύτερη
χρήση που αρχικά ίσως να λειτουργούσαν ως βάση που θα έφερε κάποιο άγαλμα 600 .
Άλλες δύο επιμήκεις λιθόπλινθοι εντοπίστηκαν στο ΒΔ τμήμα του σηκού σε παράλληλη
σχέση μεταξύ τους που πολύ πιθανό να αποτελούσαν τμήμα μιας τράπεζας για την
απόθεση αναίμακτων προσφορών 601 (Πιν.27α). Τέλος, εσωτερικά του σηκού, στο
βορειοανατολικό τμήμα του, αποκαλύφθηκε ένας εκτεταμένος λιθοσωρός η προέλευση
του οποίου δημιούργησε πολλά ερωτηματικά. Υποστηρίχθηκε με επιφύλαξη ότι μπορεί
να προέρχεται από μια διαλυμένη κατασκευή λατρευτικού χαρακτήρα 602 .
επένδυση στο εξωτερικό του τμήμα έφερε και η δευτερεύουσας σημασίας νότια είσοδος η οποία θα
οδηγούσε σε ένα τρίτο κτήριο στα νότια του ναού και σε άλλα προσκτίσματα του ιερού. Τσιγαρίδα 1999,
1237 και Βοκοτοπούλου-Τσιγαρίδα 1998β, 290. Η δυτική διαρθρωνόταν από τρεις αναβαθμούς από υλικό
σε δεύτερη χρήση προκειμένου να γεφυρωθεί η υψομετρική διαφορά ανάμεσα στο χαμηλό σηκό και στο
υψηλό επίπεδο εξωτερικά του ναού που θα οδηγούσε στον αρχαϊκό οίκο. Τσιγαρίδα 1999, 1237.
597
Η θέση των βάσεων ίσως να αποτελεί και κάποιου είδους περιορισμό που θα μας βοηθήσει στην
αποκατάσταση της μορφής της πρόστασης με τη λογική ότι προφανώς δεν θα βρίσκονταν σε αξονική
σχέση με τους κίονες αλλά στον ενδιάμεσο χώρο που αυτοί θα όριζαν προκειμένου να είναι ορατά τα
φερόμενα αγάλματα.
598
Τσιγαρίδα 1999, 1239-1240.
599
Βοκοτοπούλου-Τσιγαρίδα 1998β, 290. Τα προς την είσοδο μάλιστα πέρατα των θρανίων είναι
λοξότμητα για να συγκρατούν τα θυρόφυλλα που με αυτόν τον τρόπο θα άνοιγαν περισσότερο από 90°. Η
επιλογή αυτή ίσως να υπαγορεύθηκε από την ίδια την φύση της λατρευόμενης θεότητας και να
αποσκοπούσε στην όσο το δυνατόν πληρέστερη διείσδυση του φωτός-ήλιου στο εσωτερικό του σηκού.
600
Τσιγαρίδα 1998α , 52.
601
Μήκος λιθοπλίνθων: 0,63μ. Τσιγαρίδα 1999, 1237.
602
Τσιγαρίδα 1999, 1237. Ο λιθοσωρός αποτελούνταν από μεγάλους λιθοπλίνθους στα βόρεια και τα
ανατολικά ενώ το εσωτερικό του χώρου που όριζαν ήταν γεμάτο από μικρότερους αργούς λίθους με ίχνη
καύσης αναμεμειγμένους με όστρεα. Δεν αποκλείεται επίσης ο σωρός αυτός να απορρίφθηκε μέσα στο
σηκό μετά την εγκατάλειψη του κτηρίου. Τσιγαρίδα 1998α , 52.
113
Τα ευρήματα που προέκυψαν από το χώρο δεν διαφοροποιούνταν από αυτά του
αρχαϊκού οίκου 603 . Αξίζει ωστόσο να σημειωθεί η εύρεση ενός πήλινου βωμού με ίχνη
καύσης στην άνω επιφάνειά του που χρονολογείται στον 3ο αι.π.Χ. (Πιν.27β) και ενός
σημαντικού αριθμού οκταεδρικών αγγείων παρόμοιων με αυτά που βρέθηκαν και στον
αρχαϊκό οίκο και προορίζονταν κατά τα φαινόμενα για τελετουργικούς σκοπούς 604
(Πιν.27δ).
Σύμφωνα με τις ανασκαφείς του χώρου ο κατεξοχήν λατρευόμενος θεός στο ιερό
των Ν. Ρόδων πρέπει να ήταν ο Ήλιος ή ο Απόλλων ως Ήλιος 605 . Στην ταύτιση αυτή
οδηγήθηκαν τόσο από τα ανασκαφικά ευρήματα όσο και από τις πηγές 606 οι οποίες
παραδίδουν ότι ο Αλέξαρχος, ο ιδρυτής της Ουρανόπολης, εισήγαγε και προώθησε τη
λατρεία του Ήλιου σε τέτοιο βαθμό ώστε να ταυτίζει τον εαυτό του με το ουράνιο αυτό
σώμα ενώ τους κατοίκους της πόλης να τους αποκαλεί -σύμφωνα με τις γλωσσικές
καινοτομίες του- ἡλιοκρεῖς. Η λατρεία αυτή αντικατοπτρίζεται και στον οπισθότυπο των
νομισμάτων της Ουρανόπολης στον οποίο αποδίδεται ο Ήλιος με πυραμιδοειδές επίθημα
στο κεφάλι ανάλογου σχήματος με τα αγγεία που βρέθηκαν στο ιερό, καθήμενος σε
σφαίρα, να φορά χιτώνα και να κρατά με το δεξί του χέρι ένα σκήπτρο με το σύμβολο
του ήλιου στη κορυφή 607 (Πιν.27ε). Ασφαλώς η εύρεση της μαρμάρινης κεφαλής με τις
13 οπές και το πυραμιδοειδές επίθημα στη κορυφή δεν αφήνει πολλά περιθώρια
αμφιβολίας ότι πρόκειται για τον Ήλιο ή για τον Απόλλωνα-Ήλιο 608 .
603
Βρέθηκε ελάχιστη κεραμική αποτελούμενη από θραύσματα άβαφων κανθάρων, άωτα σκυφίδια,
φιαλίδια, χάλκινα νομίσματα Ουρανόπολης, μετάλλινα μικροαντικείμενα καθώς και χάλκινα εξαρτήματα
της θύρας. Τσιγαρίδα 1998α, 53.
604
Ο βωμός φέρει λευκό επίχρισμα και κοσμείται με κυμάτιο στο περιχείλωμά του με κυανό και ερυθρό
χρώμα. Τσιγαρίδα 1999, 1237 και Τσιγαρίδα 1998α, 53. Για πλήρη περιγραφή των οκταεδρικών αγγείων
βλ. Τσιγαρίδα 1997, 337-338.
605
Τσιγαρίδα 1999, 1242.
606
toioàtoj Ãn kaˆ 'Alšxarcoj Ð Kass£ndrou toà Makedon…aj basileÚsantoj ¢delfÒj, Ð t¾n OÙranÒpolin
kaloumšnhn kt…saj. ƒstore‹ d perˆ aÙtoà `Hrakle…dhj Ð Lšmboj ™n tÍ triakostÍ ˜bdÒmV tîn ƒstoriîn
lšgwn oÛtwj. ‘'Alšxarcoj Ð t¾n OÙranÒpolin kt…saj dialšktouj „d…aj e„s»negken, ÑrqrobÒan m n tÕn
¢lektruÒna kalšwn kaˆ brotokšrthn tÕn kourša kaˆ t¾n dracm¾n ¢rgur…da, t¾n d co…nika
¹merotrof…da kaˆ tÕn k»ruka ¢pÚthn. kaˆ to‹j Kassandršwn d ¥rcousi toiaàt£ pot' ™pšsteile ‘'Alšxarcoj
`Omaimšwn prÒmoij gaqe‹n. toÝj ¹liokre‹j o„în o da lipousaqewtwn œrgwn kratitoraj mors…mJ tÚcv
kekurwmšnaj qeoupogaij cutlèsantej aÙtoÝj kaˆ fÚlakaj Ñrigene‹j». Πλούταρχος, Περί Ίσιδος και
Οσίριδος, 365Ε. «Ópou 'Alšxarcon tÕn 'Antip£trou pÒlin Øpode…masqai t¾n OÙranÒpolin tri£konta
stad…wn tÕn kÚklon œcousan. Στράβων 7,35.
607
Ο συγκεκριμένος εικονογραφικός τύπος αρχικά θεωρούνταν ότι απέδιδε την Αφροδίτη Ουρανία. Με τα
τελευταία όμως ευρήματα η ταύτιση αυτή πλέον αμφισβητείται και μάλλον πρέπει να θεωρηθεί
λανθασμένη. Σε αυτό άλλωστε συνηγορεί και η ανδροπρεπής στάση της μορφής στα νομίσματα η οποία σε
καμιά περίπτωση δεν θα συμβάδιζε με γυναικεία εικονογραφία. Βοκοτοπούλου- Τσιγαρίδα 1997, 448.
608
Είναι πολύ πιθανό στο ιερό στο οποίο εισήχθη η λατρεία του Ήλιου να υπήρχε ήδη λατρεία του
Απόλλωνα ο οποίος ούτως ή άλλως συνδέεται με το φως και τον Ήλιο. Η κυψελοειδής όψη του αρχαϊκού
ναού μάλιστα ίσως να απηχεί τις παραδόσεις σχετικά με την μορφή του δεύτερου ναού του Απόλλωνα
στους Δελφούς. Δεν είναι τυχαίο το ότι παρόμοια διακόσμηση συναντούμε και στο άλλο μεγάλο ιερό του
114
Στο ναό των ελληνιστικών χρόνων, η κατασκευή του οποίου συνδέεται με τον
Αλέξαρχο, πρέπει να φιλοξενούνταν και άλλες λατρείες. Η άποψη αυτή έχει διατυπωθεί
από τις ανασκαφείς και πρέπει να θεωρηθεί σχεδόν σίγουρη καθώς το σύνολο του ιερού
παρουσιάζει ορισμένες ιδιαιτερότητες που υποδηλώνουν τη λατρεία περισσότερων
θεοτήτων. Οι τρεις είσοδοι του ναού, η μια κύρια και οι δύο πλευρικές, πρέπει να
υπαγορεύθηκαν από τις ποικίλες λατρευτικές ανάγκες όπως συμβαίνει για παράδειγμα
στο Ερέχθειο της Ακρόπολης των Αθηνών ή στο Τελεστήριο της Ελευσίνας 609 . Για το
λόγο αυτό προτάθηκε η άποψη ότι οι τρεις βάσεις των αγαλμάτων που βρέθηκαν στον
πρόναο ίσως να αφορούν την συλλατρεία της Δηλιακής τριάδας ( Απόλλων ως Ήλιος,
Άρτεμις, Λητώ) ή του Ήλιου, της Σελήνης και της Ηούς 610 . Αν ωστόσο η κεφαλή που
βρέθηκε στο στρώμα καταστροφής του αρχαϊκού οίκου αποδίδει τον Ασκληπιό τότε
προκύπτει μια άλλη λατρευτική ομάδα: του Απόλλωνα με τον Ασκληπιό 611 . Αν ισχύει
μια τέτοια υπόθεση αυτόματα πολλές αρχιτεκτονικές και λατρευτικές ιδιαιτερότητες
φωτίζονται μέσα από αυτό το νέο πρίσμα. Άλλωστε η συλλατρεία Ήλιου και Ασκληπιού
δεν ήταν άγνωστη όπως προκύπτει από τις επιγραφικές μαρτυρίες. Σε μια επιγραφή από
το ιερό του Ασκληπιού στο Πειραιά αναφέρεται συλλατρεία του Ασκληπιού με τον Ήλιο
και την Μνημοσύνη καθώς ορίζονται προσφορές και για αυτές τις λατρείες 612 . Από το
Ασκληπιείο της Κω προέρχεται άλλη μια επιγραφή, των μέσων του 4ου αι.π.Χ., σε βωμό
προορισμένο για τον Ήλιο, την Ημέρα, τον Μαχάονα και την Εκάτη 613 . Στο Θέρμο της
Αιτωλίας έχουν βρεθεί δύο μικροί ενεπίγραφοι λίθοι που πιθανόν να ανήκουν σε όρους
του τεμένους του Απόλλωνα και χρονολογούνται από τον Riethmüller 614 στο 3ο ή 2ο
αι.π.Χ. Στον ένα αναγράφεται το όνομα του Λυσείου Απόλλωνος ενώ στο δεύτερο τα
ονόματα του Ήλιου, της Νίκης και του Ασκληπιού 615 , γεγονός που υποδεικνύει
συλλατρεία των παραπάνω θεοτήτων. Επίσης στην Τεγέα, στον ναό της Αθηνάς Αλέας,
θεού στη Δήλο όπου η σύνδεση με το φως και τον Ήλιο είναι ακόμη εντονότερη. Βουβουλής Α., Ο
Απόλλων στο μακεδονικό χώρο, αδημοσίευτη μεταπτυχιακή εργασία, Θεσσαλονίκη 2007, 22, υποσημ.89.
609
Τσιγαρίδα 1999, 1238-1239.
610
Τσιγαρίδα 1999, 1242.
611
Όπως είναι γνωστό η συλλατρεία των θεοτήτων αυτών ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένη στον ελληνικό
χώρο. Στη Βέροια μαρτυρείται επιγραφικά ενώ στο ιερό του θεού στην Αντισάρα υπάρχουν υπόνοιες ότι
εκεί αρχικά λατρευόταν ο Απόλλων. Βουτυράς 1993, 253.
612
`Hl…wi/¢restÁr[a]/khr…on. /Mnhmo/sÚnhi /¢res[tÁ]/ra khr…on./nhf£l[i]/oi trej /bwmo…. /[nh]f£lioi
/trεj /bwmo…. /nhf£lioi. IG IΙ3, 4962.
Η επιγραφή φέρει τουλάχιστον τρία κείμενα που χαράχθηκαν σε διαφορετικές χρονικές περιόδους. Το
πρωιμότερο τοποθετείται στις αρχές του 4ου αι.π.Χ. ενώ το δεύτερο λίγο αργότερα. Eickstedt 2001, 11-13,
28. LSCG, αρ.21, 50-52. Δυστυχώς για το τρίτο κείμενο που ενδιαφέρει δεν δίνεται ακριβής χρονολόγηση.
613
Riethmüller 2005α, αρ. 179.
614
Riethmüller 2005α, αρ.137.
615
Σωτηριάδης 1916, σελ.56, Νο 34β.
115
όπου σύμφωνα με τον Παυσανία 616 υπήρχε και άγαλμα του Ασκληπιού και της Υγείας
βρέθηκε βωμός του 1ου αι.π.Χ. ως ανάθημα στον Ασκληπιό και τον Ήλιο 617 . Από το
Γύθειο 618 έχει προκύψει επιγραφή ρωμαϊκών χρόνων που τιμά τον ιερέα του Διός
Βουλαίου, του Ήλιου, της Σελήνης, του Ασκληπιού, της Υγείας και κάποιας άλλης
θεότητας της οποίας το όνομα δεν σώζεται στο λίθο. Επομένως η περίπτωση
συλλατρείας Ήλιου και Ασκληπιού αποτελεί φαινόμενο που πράγματι απαντάται στην
αρχαία ελληνική θρησκεία γεγονός που διευρύνει τις προοπτικές στην εξέταση της
περίπτωσης των Ν. Ρόδων.
Επίσης, η παρουσία τράπεζας προσφορών και του θρανίου στο εσωτερικό του ναού
συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με τις λατρευτικές πρακτικές που συναντούμε συχνά στα
ιερά του θεραπευτή θεού. Στο Ασκληπιείο της Αθήνας 619 , της Φενεού 620 (Πιν.27στ), της
Αλίφειρας 621 (Πιν.27ζ), της Λισσού στην Κρήτη 622 , των Φθιωτίδων Θηβών 623 , στις
Ερυθρές 624 μαρτυρείται είτε ανασκαφικά είτε επιγραφικά η παρουσία τέτοιων τραπεζών
ή θρανίων που χρησίμευαν για την απόθεση από μέρους των πιστών των κάθε είδους
προσφορών. Συνδέονται μάλιστα με τις ιδιαίτερες λατρευτικές πρακτικές που
συνηθίζονταν στα ιερά του Ασκληπιού όπως είναι η πρόθυσις αλλά και η γιορτή των
Θεοξενίων 625 .
Οι πυρές με τα καμένα οστά και τα αγγεία, οι λάκκοι με τα όστρεα, η εσχάρα από
ωμά πλιθιά που αποκαλύφθηκαν εξωτερικά του αρχαϊκού ναού καθώς και η εύρεση
616
Παυσανίας VIII, 49,1.
617
Ἁλίου/καὶ Ἀσκλαπιοῦ. Αρβανιτόπουλος 1906, 62 και Riethmüller 2005α, αρ.99.
618
[Ἡ] λαμ(π)ρὰ τῶν Γυθε/[α]τῶν πόλις /Μάρ(κον) Αὐρ(ήλιον) Καλοκλέα/ Νεικάνδρου,
[τὸν]/[ε]ὐγενέστατον αἰ/ώνιον ἀγωνοθέ/την, τὸν ἱερέα τῶν/ ἐπιφανεστάτων/θεῶν Διὸς Βουλαί/ ου καὶ
Ἡλίου καὶ Σε/ [λ]ήνης καὶ Ἀσκληπ[ι]/οῦ καὶ Ὑγίας καὶ… . IG V, 1, 1179.
619
Από επιγραφές πληροφορούμαστε την ύπαρξη τελετουργικής τράπεζας για την απόθεση προσφορών
από τους πιστούς. Hubbe 1959, αρ.3, σελ. 10-13. Ο κεντρικός ρόλος της τράπεζας στις λατρευτικές
πρακτικές του Ασκληπιείου της Αθήνας διαφαίνεται και από την θέση που αυτή κατέχει στην
εικονογραφία του λεγόμενου αναγλύφου του Τηλεμάχου. Beschi 1969, 399.
620
Στο εσωτερικό του σηκού σε μικρή απόσταση μπροστά από το βάθρο που έφερε τα δύο λατρευτικά
αγάλματα βρέθηκε μαρμάρινη τράπεζα προσφορών διαστάσεων 1,70x0.885x0,725 η οποία κατέληγε σε
πόδια λεόντων. Πρωτονοτάριου- Δεϊλάκη 1963, 60 και Πρωτονοτάριου- Δεϊλάκη 2001, 435.
621
Παρόμοια κατασκευή και στην ίδια ακριβώς θέση με αυτή της Φενεού εντοπίστηκε και στο σηκό του
ναού του Ασκληπιού στην Αλίφειρα. Ορλάνδος 1967-68, 180.
622
Στο εσωτερικό του μονόχωρου ναού του Ασκληπιού στη Λισσό βρέθηκαν τα θραύσματα μιας
μαρμάρινης τράπεζας προσφορών του 2ου αι.π.Χ. με αναθηματική επιγραφή στον Ασκληπιό.
(Χρονολόγηση από Riethmüller 2005α, αρ.162, σελ.345). Η τράπεζα κοσμούνταν με λεοντοκεφαλές και
λεοντόποδες. Πλάτων 1957, 337, Πλάτων 1958, 466, Πλάτων 1959, 377. Επίσης αποκαλύφθηκαν
εκατέρωθεν του σηκού χαμηλά θρανία στο ένα από τα οποία κείτονταν ορισμένα αναθηματικά αγαλμάτια.
Πλάτων 1958, 466.
623
Στο εσωτερικό του ναού αποκαλύφθηκε θρανίο ύψους 0,30μ. και πλάτους 0,50μ. που περιτρέχει τον
σηκό κατά μήκος της βόρειας και δυτικής πλευράς. Η ύπαρξη του στη νότια πλευρά δεν είναι δυνατό να
διευκρινιστεί καθώς το τμήμα αυτό του ναού έχει καταρρεύσει. Σισμάνη-Αδρύμη 1996, 210.
624
Sokolowski 1955, αρ.24, σελ.61-65.
625
Για την ύπαρξη τραπεζών, την πρακτική της πρόθυσης και την γιορτή των Θεοξενίων βλ. αντίστοιχο
κεφάλαιο για τις λατρευτικές πρακτικές στη παρούσα εργασία.
116
626
Για παρόμοια ευρήματα βλ. την περίπτωση του Ασκληπιείου του Δαφνούντος. Παπακωνσταντίνου
2009, 35-36 και υποσημ. 426 στη παρούσα εργασία.
627
Edelstein-Edelstein 1945, 193-194. Από έναν ιερό νόμο από το Ασκληπιείο της Περγάμου
πληροφορούμαστε πως στη θυσία ήταν δυνατό να χρησιμοποιηθεί πέραν όλων των άλλων και λιβάνι.
Habicht 1969, αρ.161, σελ. 182-184. Από τους καταλόγους των αναθημάτων του Ασκληπιείου της Αθήνας
προκύπτει πως τα θυμιατήρια αποτελούσαν προσφιλής προσφορά στον Ασκληπιό. Η Aleshire (Aleshire
1989, 312) μάλιστα διακρίνει τρεις διαφορετικούς τύπους θυμιατηρίων με βάση τους καταλόγους αυτούς:
Τους βωμίσκους, τα θυμιατήρια και τους τριποδίσκους, των οποίων η χρήση προοριζόταν αποκλειστικά για
την καύση λιβανιού. Σε σχέση με τα παραπάνω τελετουργικά αντικείμενα αναφέρονται και οι λιβανωτίδες ,
σκεύη για την αποθήκευση και την προστασία του λιβανιού (Aleshire 1989, 45). Οι μικροί αναθηματικοί
βωμίσκοι επομένως αντανακλούν προφανώς την καθημερινή πράξη λατρείας και σεβασμού προς τους
θεούς όπως αυτή εκφραζόταν μέσα από την χρήση των βωμών και των τραπεζών προσφορών των ιερών
αλλά και των μικρών και ταπεινών βωμίσκων των οικιών.
628
Τσιγαρίδα 1999, 1242.
117
που η ίδια αναγνωρίζει στις θεότητες του κύκλου του Ασκληπιού 629 . Παρόμοιες κεφαλές
παιδιών και μάλιστα κοριτσιών έχουν βρεθεί στο ναό του Ασκληπιού στις Φθιώτιδες
Θήβες 630 , στο Ασκληπιείο της Πεπαρήθου στη Σκόπελο 631 (Πιν.28γ), στους Αγίους
Θεοδώρους του νομού Καρδίτσας 632 , της Λισσού στη Κρήτη. Από το τελευταίο μάλιστα
έχουν προκύψει τουλάχιστον τέσσερις κεφαλές 633 (Πιν.28β) καθώς και δύο αγάλματα
μικρών κοριτσιών 634 από τα οποία, το ένα κρατά τρία φρούτα (Πιν.28ε) και το άλλο ένα
πτηνό (Πιν.28δ). Τα αρχαιολογικά ευρήματα βρίσκουν την αντιστοιχία τους και στις
αναφορές των πηγών. Στους Μιμιάμβους του Ηρώνδα για παράδειγμα παρατίθεται η
συνομιλία δύο γυναικών σε κάποιο ιερό του Ασκληπιού, κατά πάσα πιθανότητα της Κω
ή της Περγάμου, όπου σχολιάζονται τα διάφορα αγάλματα που είχαν αφιερωθεί ως
αναθήματα. Ανάμεσα στα άλλα περιγράφονται το άγαλμα ενός κοριτσιού που κοιτά με
λαχτάρα ένα μήλο καθώς και ενός αγοριού που κρατά με τόση δύναμη μια χήνα σαν να
πρόκειται να την πνίξει 635 . Γίνεται φανερό λοιπόν ότι η ανάθεση αγαλμάτων κοριτσιών
δεν απαντάται αποκλειστικά στα ιερά της Αρτέμιδος αλλά αντίθετα έχουν προκύψει και
από ιερά άλλων θεοτήτων όπως του Ασκληπιού 636 . Σε αυτό το πλαίσιο η εύρεση της
κεφαλής του θεραπευτή θεού στα Ν. Ρόδα αποκτά νέες προοπτικές προσθέτοντας στη
συζήτηση σχετικά με την ανίχνευση των συλλατρευόμενων θεοτήτων του ιερού και την
περίπτωση του Ασκληπιού. Άλλωστε το ιερό στα Ν. Ρόδα δεν έχει πλήρως ανασκαφεί.
Υπάρχουν στοιχεία και για άλλα κτήρια περιμετρικά του ναού που δεν έχουν ακόμη
αποκαλυφθεί και τα οποία ίσως δώσουν την απάντηση στο ανοικτό ζήτημα της ταύτισης
των λατρευομένων θεοτήτων.
629
Λεβέντη 1999, 88.
630
Σισμάνη-Αδρύμη 1996, 210.
631
Πρόκειται για μαρμάρινη κεφαλή αγάλματος μικρού κοριτσιού, σωζόμενου ύψους 0,14μ., η οποία φέρει
στεφάνι. Βρέθηκε στην ανατολική πτέρυγα της στοάς του ιερού δίπλα σε μια βάση αναθήματος. Όλα τα
ανάγλυφα και τα έργα πλαστικής που εντοπίστηκαν στο Ασκληπιείο χρονολογούνται στον 4ο και 3ο αι.π.Χ.
Δουλγέρη-Ιντζεσίλογλου 2006, 268-269.
632
Πρόκειται για μια κεφαλή και ένα πόδι με την συμφυή πλίνθο του που ανήκει σε αγαλμάτιο μικρού
κοριτσιού. Βρέθηκε στο εσωτερικό του κτηρίου Α που αποκαλύφθηκε στον αγρό της Μαρίας Τρούκη
στους Αγίους Θεοδώρους. Για τα αποτελέσματα της ανασκαφής βλ. Ιντζεσίλογλου 1993, 254.
633
Πλάτων 1958, 466. Βλ. επίσης Daux 1959, 753-754.
634
Papaoikonomou 1982, 419-424, αρ. 1-2.
635
KU. Ôrh, F…lh, t¾n pa‹da t¾n ¥nw ke…nhn blšpousan ™j tÕ mÁlon· oÙk ™re‹j aÙt»n Àn m¾
l£bhi tÕ mÁlon ™k t£ca yÚxein;
KU. « prÕj Moiršwn t¾n chnalèpeka çj tÕ paid…on pn…gei.
Ηρώνδας , Τέταρτος Μιμίαμβος, 27-29 και 30-31.
636
Είναι δυνατό επομένως να αποτελεί ανάθημα τόσο προς τον Ασκληπιό όσο και προς την Αρτέμιδα. Η
περίπτωση επομένως της συλλατρείας Απόλλωνα - Ασκληπιού - Αρτέμιδος είναι πιθανή.
118
637
Λιλιμπάκη-Ακαμάτη 1994, 89.
638
Το ιατρικό εργαλείο και τα λύκια δεν αναφέρονται στην βιβλιογραφία γι’ αυτό και είναι άγνωστο από
ποιο συγκεκριμένο οικοδομικό τετράγωνο προέκυψαν. Εκτίθενται ωστόσο στις προθήκες του νέου
αρχαιολογικού Μουσείου Πέλλας όπου παρουσιάζονται τα ευρήματα από το ιερό του Δάρρωνα στο οποίο
συμπεριλαμβάνονται το οικοδομικό τετράγωνο στο οποίο εντοπίστηκε η αναθηματική επιγραφή προς τον
θεραπευτή δαίμονα, το συγκρότημα στα ανατολικά του και το εστιατόριο.
639
Kalleris 1988, 147-148 όπου και η προγενέστερη βιβλιογραφία σχετικά με την ετυμολογία του
ονόματος.
640
Το ιερό ορίζεται στα δυτικά από τον δρόμο των 9 μέτρων ο οποίος θα πρέπει να ήταν ένας από τους
κύριους δρόμους της πόλης που ξεκινούσε από το λιμάνι και οδηγούσε στο ανάκτορο. Λιλιμπάκη-
Ακαμάτη 1988, 140. Επομένως η θέση του ιερού, στα δεξιά της λεωφόρου είναι κεντρικότατη. Για το
λόγο αυτό ένα από τα πρώτα ιερά που θα συναντούσε κανείς ερχόμενος στη πόλη είναι αυτό του Δάρρωνα.
119
κατάλοιπο ωστόσο δεν προέκυψε που να συνδέεται με την πρωιμότερη αυτή κεραμική.
Γενικά στο όλο συγκρότημα διαπιστώθηκαν τρεις οικοδομικές φάσεις, η παλαιότερη
από τις οποίες είναι του τέλους του 4ου-αρχών 3ου αι.π.Χ. και η οψιμότερη των ύστερων
ελληνιστικών χρόνων 641 .
Το ιερό του Δάρρωνα αποτελείται από επιμέρους αρχιτεκτονικά σύνολα με
διαφορετική λειτουργία και χρήση. Θα μπορούσαμε να το χωρίσουμε σε τέσσερα
υποσύνολα για πρακτικότερη πραγμάτευση του ζητήματος.
Το βορειοδυτικό τμήμα του όλου συγκροτήματος ήταν προσβάσιμο από την
642
μνημειακή δυτική λεωφόρο πλάτους 9μ. και κατεύθυνσης Β-Ν του οικοδομικού
τετραγώνου μέσα από ένα σχετικά στενό διάδρομο πλάτους 1,80μ., που κατέληγε σε
έναν υπαίθριο χώρο με δύο σκέλη προς βορρά και νότο. Ο τελευταίος ουσιαστικά
οργανώνεται εκατέρωθεν ενός διμερούς κτηρίου με προσανατολισμό Α-Δ που
643
καταλαμβάνει κεντρική θέση . Στο εσωτερικό μέτωπο του βόρειου τοίχου του
επιμήκους δυτικού τμήματός του σώζεται λεπτό τοιχίο που προφανώς θα λειτουργούσε
ως υποθεμελίωση κάποιου κτιστού θρανίου 644 . Στο εσωτερικό του βρέθηκαν ένας
μαρμάρινος βωμίσκος, μια μαρμάρινη ερμαϊκή στήλη, ένα μεγάλο λίθινο αγγείο από
πορφυρίτη(;) και ένας μεγάλος αριθμός από πήλινα ειδώλια 645 . Ο ευρύς αυτός
προθάλαμος οδηγούσε σε ένα στενό κυρίως χώρο μέσα από ένα άνοιγμα πλάτους 2μ. του
οποίου το κατώφλι διατηρείται κατά χώρα 646 . Στο μέσο του μικρού αυτού δωματίου
σώθηκαν δύο σειρές πρόχειρα κατασκευασμένων τοίχων σε παράλληλη σχέση μεταξύ
τους που πρέπει να λειτουργούσαν ως κάθετα στηρίγματα κάποιας τράπεζας
προσφορών 647 .
Στα βόρεια του παραπάνω κτηρίου ανασκάφηκε ακόμη ένας διμερής χώρος με
πρόσβαση από την λεωφόρο. Στο δυτικό μισό του και πιο συγκεκριμένα στην
641
Λιλιμπάκη-Ακαμάτη 1994, 85. Από την ανασκαφέα ωστόσο δεν διευκρινίζεται ποια οικοδομικά
λείψανα ανήκουν σε κάθε φάση.
642
Λιλιμπάκη-Ακαμάτη 1994, 83, 85.
643
Λιλιμπάκη-Ακαμάτη 1994, 87. Στη ΝΑ γωνία του βόρειου σκέλους της αυλής σώζεται τμήμα του
δαπέδου της κατασκευασμένου από θραύσματα κεράμων, κάθετα τοποθετημένων. Πρόκειται για μια
πρακτική επένδυσης δαπέδων αρκετά συνηθισμένη στη Πέλλα.
644
Διαστάσεις δυτικού τμήματος: μήκος 9μ. ως το διαρπαγμένο δυτικό εξωτερικό τοίχο του οικοδομικού
τετραγώνου και πλάτος 3μ. Λιλιμπάκη-Ακαμάτη 1994, 87.
645
Τα ευρήματα αυτά προέκυψαν από το στρώμα καταστροφής του χώρου μαζί με πολλά σιδερένια
καρφιά, γεγονός που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι πολλά από αυτά ήταν τοποθετημένα σε ξύλινα ράφια
πάνω από το θρανίο του βόρειου τοίχου. Λιλιμπάκη-Ακαμάτη 1994, 88.
646
Λιλιμπάκη-Ακαμάτη 1994, 87.Διαστάσεις χώρου: 2,60x3μ.
647
Λιλιμπάκη-Ακαμάτη 1994, 87-88. Γνωρίζουμε με ασφάλεια από επιγραφή ( IG II/III² 4962) ότι η
συγκεκριμένη λατρευτική πρακτική εφαρμοζόταν στο Ασκληπιείο του Πειραιά όπου οι προσφορές ήταν
πόπανα (λατρευτικά ψωμάκια). Eickstedt 2001, 11-13. Βλ. αντίστοιχο κεφάλαιο της παρούσας εργασίας
για τις λατρευτικές πρακτικές. Η πρακτική αυτή μαρτυρείται επίσης στην Επίδαυρο, στο Πέργαμο, στην
Αθήνα, τον Πειραιά, τις Ερυθρές. Riethmüller 1999, 140.
120
648
Λιλιμπάκη-Ακαμάτη 1994, 87.
649
Λιλιμπάκη-Ακαμάτη 1994, 87.
650
Λιλιμπάκη-Ακαμάτη 1994, 87.
651
Λιλιμπάκη-Ακαμάτη 1994, 89.
652
Λιλιμπάκη-Ακαμάτη 1994, 85. Στην αυλή αυτή χύνονται τα νερά από τουλάχιστον δύο αγωγούς. Ο
πρώτος βρίσκεται κατά μήκος της δυτικής πλευράς της στοάς και χωρίζει το συγκρότημα σε δύο μέρη και
ο δεύτερος στο μέσο περίπου του ανατολικού ορίου της αυλής του βορειοδυτικού συγκροτήματος.
Λιλιμπάκη-Ακαμάτη 1994, 87.
653
Λιλιμπάκη-Ακαμάτη 1994, 87.
121
τμήματος 654 αποκαλύφθηκε ένα κρηναίο οικοδόμημα με πεταλοειδή κάτοψη ενώ στα
νότια του ένα ορθογώνιο δωμάτιο. Στις τρεις πλευρές της αυλής εντοπίστηκαν τα
οικοδομικά κατάλοιπα από διάφορους μικρότερους χώρους σε έναν από τους οποίους
βρέθηκε ένα φρεάτιο 655 .
Το νοτιοδυτικό τμήμα του συγκροτήματος καταλαμβάνει μια μεγαλύτερη αυλή,
διαστάσεων 22x22μ. περίπου, με δωμάτια να διατάσσονται στην ανατολική, νότια και
βόρεια πλευρά της 656 . Στη τελευταία μάλιστα οι χώροι πέραν του ότι είναι περισσότεροι,
επικοινωνούν και μεταξύ τους ενώ σε έναν από αυτούς, που μάλιστα διαθέτει δάπεδο
από υδραυλικό κονίαμα, εντοπίστηκε ένας πήλινος λουτήρας 657 .
Σε πολλά από τα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά του ιερού του Δάρρωνα
αντικατοπτρίζονται λατρευτικές πρακτικές που προσιδιάζουν στον θεραπευτικό
χαρακτήρα της κατώτερης αυτής θεότητας. Ανεξάρτητα από το αν στο ιερό λατρευόταν ο
Δάρρωνας ως αυτοτελής δαιμονική οντότητα, ή σε συλλατρεία με τον Ασκληπιό ή ακόμη
και αν το όνομα Δάρρωνας αποτελεί συνοδευτικό επίθετο του Ασκληπιού, γεγονός είναι
ότι όλες οι θρησκευτικές πράξεις πρέπει να αντλούνταν από τον πλούσιο και ποικίλο
κατάλογο των λατρευτικών πρακτικών που λάμβαναν χώρα στα ιερά του Ασκληπιού.
Η εύρεση θρανίου περιμετρικά του προδόμου του ναόσχημου κτηρίου και η
τράπεζα προσφορών στο δεύτερο μικρότερο χώρο υποδεικνύει ασφαλώς τον λατρευτικό
του χαρακτήρα. Πολύ πιθανό μάλιστα να χρησίμευε ως τόπος απόθεσης προσφορών που
πρέπει να συνδέονται κατά βάση με την πρόθυση, πρακτική που παρουσιάστηκε με
παράθεση παραλλήλων τόσο στη περίπτωση των Ν. Ρόδων όσο και στο οικείο κεφάλαιο
της λατρείας. Τα αντικείμενα που βρέθηκαν στο εσωτερικό του επιμήκους χώρου -ο
μαρμάρινος βωμίσκος, η μαρμάρινη ερμαϊκή στήλη, το μεγάλο λίθινο αγγείο και ο
μεγάλος αριθμός από πήλινα ειδώλια- δεν αφήνουν πολλά περιθώρια αμφισβήτησης για
τον αναθηματικό τους χαρακτήρα και την παρεπόμενη χρήση του χώρου 658 .
654
Πιθανές διαστάσεις:11x16μ. Λιλιμπάκη-Ακαμάτη 1994, 88.
655
Λιλιμπάκη-Ακαμάτη 1994, 88. Στην ίδια αυλή καταλήγουν τα νερά τόσο του αγωγού που χωρίζει τα
δύο νότια συγκροτήματα όσο και του αγωγού από το νότιο σκέλος του υπαίθριου χώρου του
βορειοδυτικού συγκροτήματος.
656
Λιλιμπάκη-Ακαμάτη 1994, 88.
657
Λιλιμπάκη-Ακαμάτη 1994, 88.
658
Πολλά από τα αντικείμενα μάλιστα πρέπει να ήταν τοποθετημένα πάνω σε ξύλινα ράφια όπως
υποστηρίζει η ανασκαφέας. Λιλιμπάκη-Ακαμάτη 1994, 88. (Μια προσπάθεια αναπαράστασης με τα
αναθήματα κρεμασμένα στους τοίχους προσπάθησε να δώσει η Aleshire για το εσωτερικό του ναού του
Ασκληπιού στην Αθήνα βασιζόμενη στους καταλόγους των αναθημάτων που αναφέρουν την θέση κάθε
αντικειμένου μέσα στο σηκό. Aleshire 1991, 41κ.ε). Η ταύτιση ωστόσο το κτηρίου αυτού με ναό θα ήταν
παρακινδυνευμένη καθώς η θέση του στην είσοδο του συγκροτήματος δεν συνηθίζεται στην αρχαία
ελληνική αρχιτεκτονική. Συνήθως οι ναοί τοποθετούνται ελεύθεροι στο κέντρο ενός ευρύτερου χώρου
όπως άλλωστε συμβαίνει και στο ιερό της Αφροδίτης και της Κυβέλης στη Πέλλα. Λιλιμπάκη-Ακαμάτη
2000, 5-7. Κατά αντίστοιχο τρόπο, στην περίπτωση του ιερού του Δάρρωνα, τη θέση του ναού θα
122
μπορούσε να καταλαμβάνει το ιδιαίτερα καταστραμμένο κτήριο που εντοπίστηκε στα νότια της κρήνης.
Με αυτό τον τρόπο θα συνδεόταν περισσότερο λειτουργικά ο κατεξοχήν τόπος λατρείας με την τόσο
απαραίτητη για τις λατρευτικές και θεραπευτικές πρακτικές παροχή νερού. Ασφαλώς η σκέψη αυτή
αποτελεί υπόθεση και ως τέτοια κατατίθεται.
659
Στην είσοδο κάθε ιερού ή άλλου λατρευτικού χώρου που θεωρούνταν ιερός συνήθως υπήρχαν
περιρραντήρια προκειμένου οι πιστοί μέσα από την ύγρανση των χεριών ή του προσώπου με νερό να
καθαίρονται όχι μόνο σωματικά αλλά και ψυχικά. Συχνά χρησιμοποιούνταν και στο τελετουργικό των
θυσιών καθώς ο βωμός πριν από κάθε θυσία έπρεπε να «περιρρανθεί» ενώ ταυτόχρονα αυτός που θα
τελούσε τη πράξη ήταν υποχρεωμένος να καθαρίσει τα χέρια του. Πουπάκη 2002, 281-283. Επίσης για το
ρόλο του νερού στα ιερά του Ασκληπιού βλ. Ginouves 1994, 238-239. Lambrinoudakis 1994, 228-231.
Ginouves 1962, 349-361. Melfi 2002, 343. Η Melfi αναφέρει ότι οι προκαταρκτικοί καθαρμοί πρέπει να
τελούνταν στο συγκρότημα του ιερού του Απόλλωνος Πυθίου και του Ασκληπιού στη Πάρο μέσω ενός
περιρραντηρίου ή μιας κρήνης. Συνδέει μάλιστα τον εντοπισμό δύο δεξαμενών (Q1 και Q2) με όλες
εκείνες τις θρησκευτικές και συμβολικές πράξεις καθαρμού που θα λάμβαναν χώρα στο ιερό. Melfi 2002,
343.
660
Μαζί με τα νηφάλια προσέφεραν τα κήρια που ήταν γλυκίσματα από μέλι και τα ἀρεστῆρα, επίσης
γλυκίσματα, που προσφέρονταν για εξιλασμό. Eickstedt 2001, 28.
661
Edelstein-Edelstein 1945, 193, υποσημ.6.
123
Ασκληπιείο της Αθήνας, της Επιδαύρου, της Κορίνθου κτλ. Στη δυτική στοά της
βορειοανατολικής πτέρυγας του ιερού του Δάρρωνα το βάθος διευρύνεται μόνο στο
κεντρικό τμήμα της με την επέκταση του δυτικού ραχιαίου τοίχου προς τα δυτικά
διαμορφώνοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο έναν ευρύ τετράγωνο χώρο. Η περίκλειστη
μορφή του κτηρίου σε συνδυασμό με την ύπαρξη θρανίων προορισμένων για την
εξυπηρέτηση μεγάλου αριθμού ατόμων αποτελούν δύο στοιχεία τα οποία θα
συνηγορούσαν στην ταύτισή του με το εγκοιμητήριο του ιερού. Άλλωστε ο θεραπευτικός
χαρακτήρας του Δάρρωνα είναι δεδομένος όπως προκύπτει από τις πηγές αλλά και από
την επιγραφή που προέκυψε από το ιερό του.
Ανατολικά του ιερού του Δάρρωνα αποκαλύφθηκε ένα κτιριακό συγκρότημα του
οποίου η ανασκαφή βρίσκεται σε εξέλιξη 669 . Σύμφωνα με τα λιγοστά στοιχεία που
δίνονται από την ανασκαφέα διαιρείται σε δύο τμήματα κατά τον άξονα Α-Δ που
παρουσιάζουν την ίδια αρχιτεκτονική διαρρύθμιση. Γύρω δηλαδή από έναν υπαίθριο
χώρο που έχει τη μορφή διαδρόμου οργανώνονται διάφοροι χώροι σε πολλούς από τους
οποίους διαπιστώνονται εργαστηριακές λειτουργίες 670 . Από το συγκρότημα ωστόσο
προέκυψαν αξιόλογα ευρήματα με σαφείς λατρευτικές προεκτάσεις, τα οποία το
συνδέουν με το γειτονικό, στα δυτικά, ιερό του Δάρρωνα που αποδεδειγμένα διέθετε
θρησκευτικό χαρακτήρα. Με την αφαίρεση του στρώματος καταστροφής από ένα χώρο
στο κέντρο του οικοδομικού τετραγώνου αποκαλύφθηκε μια κόγχη 671 μέσα στην οποία
βρέθηκαν δύο πήλινα ειδώλια (ένα τσαμπί σταφυλιού και ένα ειδώλιο ανακεκλιμένου
Ηρακλή ) καθώς και ένα πήλινο αντικείμενο που μιμείται τον πήχυ και το άκρο χέρι
672
ανθρώπινης μορφής σε φυσικό μέγεθος (Πιν.30β). Πρόκειται ασφαλώς για μίμηση
μέλους με αναθηματικό χαρακτήρα παρόμοιο με αυτά που έχουν βρεθεί σε ιερά του
Ασκληπιού 673 . Η εύρεση ενός τέτοιου αντικειμένου ενισχύει σε μεγάλο βαθμό την
άποψη ότι το κτήριο εξυπηρετούσε το ιερό του Δάρρωνα καθώς συνδέει τα δύο
οικοδομικά τετράγωνα τόσο σε επίπεδο χωροταξικό όσο και λειτουργικό. Επιπλέον
εντοπίστηκε ένας θησαυρός ασημένιων νομισμάτων και χρυσών κοσμημάτων ανάμεσα
669
Το συγκρότημα ανασκάφηκε τα έτη 1992, 1995 και 1996. Λιλιμπάκη-Ακαμάτη 1997, 98.
670
Λιλιμπάκη-Ακαμάτη 1997, 98.
671
Η κόγχη ήταν κατασκευασμένη από αρχιτεκτονικό υλικό σε δεύτερη χρήση. Το δάπεδο της
σχηματιζόταν από λίθινες πλάκες που έφεραν αναθύρωση ενώ η μια πλευρά της διαμορφωνόταν από το
τμήμα σφονδύλου ενός κίονα επίσης σε δεύτερη χρήση. Λιλιμπάκη- Ακαμάτη 1998, 105.
672
Από τον περιβάλλοντα χώρο προέκυψαν επίσης ορισμένα θραύσματα ειδωλίων, τμήματα ενός πήλινου
θυμιατηρίου και ενός βωμού. Λιλιμπάκη-Ακαμάτη 1998, 105.
673
Τα αναθήματα αυτού του είδους προσφέρονταν ως ένδειξη ευχαριστίας από τους πιστούς για την
θεραπεία των πασχόντων μελών. Από το Ασκληπιείο της Κορίνθου έχει προκύψει μεγάλος αριθμός
αναθηματικών ανθρώπινων μελών από πηλό όπως χέρια, πόδια, κεφάλια, αυτιά, μάτια κλπ. Roebuck 1951,
116-119. αρ.49-73. Επίσης Solomonik 1975, 436-437.
125
στα οποία και ένα δακτυλίδι με παράσταση Μητέρας των Θεών σε θρόνο 674 . Το κτήριο
στο οποίο βρέθηκε ο θησαυρός ερμηνεύθηκε από την ανασκαφέα ως «κτήριο
εξυπηρέτησης του ιερού του Δάρρωνα, με βάση τα ως σήμερα στοιχεία της ανασκαφής
που βρίσκεται σε εξέλιξη» 675 .
Ασφαλώς το μεγάλο ζήτημα που έχει προκύψει σχετικά με το παραπάνω ιερό
αφορά το ίδιο το όνομα του Δάρρωνα. Πρόκειται για μια αυθύπαρκτη δαιμονική
οντότητα η οποία απολάμβανε την αποκλειστικότητα της λατρείας στο ιερό της Πέλλας ή
συλλατρευόταν με άλλες πιο δημοφιλείς θεραπευτικές θεότητες προσκολλώμενη σε
αυτές ως συνοδευτική κατώτερη ύπαρξη; Ή μήπως αποτελεί επίθετο κάποιου
πανελλήνιου θεού όπως του Απόλλωνα ή του Ασκληπιού που βεβαιωμένα διέθεταν
θεραπευτικές ιδιότητες; Ο Ησύχιος ρητά αναφέρει πως ο Δάρρων ήταν «Μακεδονικὸς
676
δαίμων, ᾧ ὑπὲρ τῶν νοσούντων εὔχονται» . O Kalleris ωστόσο υποστηρίζει ότι το
όνομα Δάρρων είναι μια άλλη μορφή του ονόματος Θάρρων ή Θάρσων, συνοδευτικό
επίθετο κάποιου θεραπευτή θεού όπως του Απόλλωνα ή του Ασκληπιού, διότι δίνει
κουράγιο στους ασθενείς και βοηθά στην επανάκτηση της υγείας 677 . Η Ακαμάτη από την
άλλη πλευρά παρουσιάζεται πιο επιφυλακτική στην ταύτιση του Δάρρωνα με άλλες
θεότητες, αποδέχεται περισσότερο την τοπική καταγωγή του και δέχεται «την ύπαρξη
στη μακεδονική πρωτεύουσα μιας τοπικής λατρείας με χθόνιο-ηρωικό χαρακτήρα» 678 .
Στο άλλο άκρο εμφανίζεται ο Χρυσοστόμου ο οποίος στο άρθρο του «Συμβολές
στην ιστορία της ιατρικής στην αρχαία Μακεδονία» υποστηρίζει πως στη Πέλλα
«υπήρχε ένα σημαντικότατο ιερό που ανήκε στον Ασκληπιό και στους Ασκληπιάδες
(Ηπιόνη, Μαχάων, Ποδαλείριος, Υγεία, Ακεσώ, και Πανάκεια) όπου σημαντική θέση θα
είχαν ως εντεμένιοι και σύμβωμοι και άλλοι θεοί, ήρωες και δαίμονες της ιατρικής, όπως
674
Λιλιμπάκη-Ακαμάτη 1997, 98. Τα ευρήματα αυτά εντοπίστηκαν κατά την αφαίρεση του στρώματος
καταστροφής κεράμων σ’ έναν επιμήκη χώρο στο ανατολικό τμήμα του συγκροτήματος που έχει τη μορφή
διαδρόμου. Τα αντικείμενα βρέθηκαν όλα μαζί μεταξύ του ανατολικού τοίχου του χώρου και του πήλινου
αγωγού που τον διασχίζει στον άξονα Β-Ν και σε απόσταση 3μ. από τον βόρειο τοίχο του. Λιλιμπάκη-
Ακαμάτη 2000α, 377.
675
Λιλιμπάκη-Ακαμάτη 2000α, 377, υποσημ.1.
676
Ησύχιος, λ. Δάρρων.
677
Kalleris 1988, 147. Η σχέση του ονόματος του Δάρρωνα με την διασφάλιση της υγείας διαφαίνεται και
από μια άλλη λέξη που ετυμολογικά συνδέεται με αυτό. Πρόκειται για τη λέξη δαρόν η οποία κατά τον
Ησύχιο δηλώνει τον «makrÕn crÒnon, kaˆ ™pipolÚ. kaˆ ˜ort»n. kaˆ ¥rton tin j tÕn ¥zumon». Ο Meursius
υπέθεσε ότι η λέξη δαρόν αναφέρεται σε κάποια μακεδονική εορτή. (Kalleris 1988, 149). Ταυτόχρονα
όμως δηλώνει και τον άζυμο άρτο. Ο Kalleris συνδυάζοντας τις δύο αυτές έννοιες υπέθεσε ότι ίσως
πρόκειται για άζυμους άρτους οι οποίοι προσφέρονταν από τους πιστούς στη θεότητα με την ελπίδα να
εισακουστούν οι φωνές τους για να τους δοθεί μακροημέρευση. Kalleris 1988, 150. Δεν είναι τυχαίο
μάλιστα ότι ο Δάρρων στην επιγραφή από την Πέλλα χαρακτηρίζεται ως επήκοος. Κατά τον ίδιο τρόπο, το
ψωμί αυτό συνδέεται με τον Δάρρωνα το οποίου το όνομα ταυτίζεται με τον θεό που χαρίζει υγεία στους
αρρώστους και διασφαλίζει δαρόν βίον. Kalleris 1988, 150.
678
Λιλιμπακη-Ακαμάτη 1997, 101.
126
ο Απόλλων, ο Ηρακλής, καθώς και ο Δάρρων» 679 . Για τον τελευταίο μάλιστα πιστεύει
πως δεν αποτελούσε κύρια θεότητα στην Πέλλα αλλά ότι απλά επρόκειτο για δαίμονα
κοντά στον Ασκληπιό όπως συμβαίνει με τον Αγαθό Δαίμονα και τον Διόνυσο 680 .
Πράγματι, ο χαρακτηρισμός του Δάρρωνα ως δαίμονα τον διαφοροποιεί από τον ήρωα
και ασφαλώς από τους θεούς. Κατά τον Burkert ο όρος δαίμων αφορά ένα κατώτερο
υπερφυσικό ον το οποίο αποτελεί ουσιαστικά «την καλυμμένη έκφραση της θεϊκής
ενέργειας…Είναι το απαραίτητο συμπλήρωμα της «ομηρικής» αντιλήψεως περί των
θεών ως όντων με ατομικά, προσωπικά χαρακτηριστικά· καλύπτει το ενοχλητικό
υπόλοιπο, στο οποίο δεν είναι δυνατό να δοθεί μορφή και ονομασία» 681 .
Ο Χατζόπουλος διαφοροποιείται από τους προηγούμενους καθώς πιστεύει ότι το
όνομα Δάρρων αποτελεί το επίθετο ενός τοπικού θεραπευτή θεού ο οποίος
απορροφήθηκε από την πανελλήνια μορφή του Ασκληπιού. Με την εύρεση όμως μιας
επιγραφής στα Μύλασα της Μ. Ασίας που αναφέρει σύλλογο Δαρρωνιστών η συζήτηση
σχετικά με το ζήτημα αυτό επανήλθε 682 . Ο Carbon στην δημοσίευση της παραπάνω
επιγραφής απορρίπτει τις απόψεις του Χατζόπουλου και επιμένει στην δαιμονική και όχι
στη θεϊκή φύση του Δάρρωνα 683 . Η συγκεκριμένη επιγραφή είναι πολύ σημαντική καθώς
αποδεικνύει την λατρεία του δαίμονα αυτού από μια ομάδα ανθρώπων που κατάγονταν
προφανώς από την Μακεδονία σε πολύ προγενέστερη εποχή από την επιγραφή της
Πέλλας 684 . Επομένως ενισχύεται η άποψη ότι ο Δάρρων αποτελούσε μακεδονική
θεότητα αφού διεκδικεί την αποκλειστικότητα της λατρείας από ένα σύνολο ατόμων που
φτάνουν σε σημείο να οργανώνονται σε λατρευτικό σύλλογο. Πολύ σωστά ωστόσο ο
Carbon επισημαίνει ότι το πρόβλημα παραμένει ακόμη άλυτο 685 .
Όλες οι παραπάνω απόψεις δείχνουν με τον πλέον σαφή τρόπο τις δυσκολίες που
αντιμετωπίζουν οι μελετητές στην έρευνα σχετικά με τη θρησκεία στην αρχαία
Μακεδονία δεδομένης της έλλειψης πηγών και της αποσπασματικότητας των
679
Χρυσοστόμου 2002, 110-111. Στηρίζει μάλιστα την άποψή του στο γεγονός ότι η λατρεία του
Ασκληπιού ήταν πολύ δημοφιλής στη Μακεδονία ενώ ταυτόχρονα η ιερατεία του προβαλλόταν ως αξίωμα
με ιδιαίτερη σημασία για την πολιτική οργάνωση του μακεδονικού βασιλείου. Στο Ασκληπιείο (sic) της
πόλης μάλιστα εντάσσει και τα τέσσερα οικοδομικά τετράγωνα που ανασκάφηκαν στα ανατολικά και τα
νότια του ιερού του Δάρρωνα.
680
Χρυσοστόμου 2002, 111, υποσημ. 93.
681
Burkert 1993, 381.
682
Blümen 2004, αρ.20, σελ.15.
683
Carbon 2005, 2. Πρόκειται για μια επιγραφή σε δύο στίχους χαραγμένη στην κάθετη επιφάνεια ενός
κυκλικού μαρμάρινου βωμού: Ἡ φρατρία τῶν Δαρρωνιστῶν / δαίμονι Δημοκρίτης.
684
Χρονολογείται στα τέλη του 4ου αι.π.Χ. και πρέπει να συνδέεται με την έλευση και την εγκατάσταση
Μακεδόνων μετά το πέρασμα του Αλεξάνδρου Γ’ από την περιοχή όπως προκύπτει από το γυναικείο
όνομα Δημοκρίτη που συναντάται κυρίως στη κεντρική και βόρεια Ελλάδα. Carbon 2005, 4.
685
Carbon 2005, 2.
127
686
Η συλλατρεία του Άμμωνα Δία με τον Ασκληπιό στην Καλλιθέα αποτελεί μεμονωμένη περίπτωση.
128
687
Γενικά για τους συμποσιακούς χώρους στο ελληνικά ιερά βλ. Leypold C., Bankettgebäude in
griechischen Heiligtümern, 2008.
688
Jameson 1994, 46.
129
των Αθηνών 689 . Σε αυτά οι αξιωματούχοι της πόλης και οι διακεκριμένοι ξένοι
επισκέπτες συμμετείχαν στις τελετουργικές εκδηλώσεις και έπαιρναν μέρος στα επίσημα
δείπνα 690 .
Στην περίπτωση της Πέλλας, το εστιατόριο διαχωρίζεται στα δυτικά του από το
γειτονικό οικοδομικό τετράγωνο με ένα δρόμο πλάτους 6μ. από τον οποίο γινόταν η
πρόσβαση. Κεντρική θέση στο συγκρότημα αυτό κατέχει μια αυλή μήκους 19μ. στον
άξονα Α-Δ και τουλάχιστον 35μ. στον άξονα Β-Ν 691 . Από την στρωματογραφική έρευνα
προέκυψε ότι το κτιριακό αυτό συγκρότημα πρέπει να οικοδομήθηκε στις αρχές του 3ου
αι.π.Χ και να βρισκόταν σε χρήση μέχρι το τέλος της ζωής της πόλης στις αρχές του 1ου
αι.π.Χ. 692 .
Η βόρεια πλευρά του συγκροτήματος αποτελείται από δωμάτια με έκκεντρα
τοποθετημένες εισόδους προκειμένου να δεχθούν κλίνες. Πιο συγκεκριμένα, στα
βορειοδυτικά αποκαλύφθηκαν τρεις συνεχόμενοι χώροι που ανοίγονται προς τα νότια 693 .
Ο καλύτερα διατηρημένος είναι ο ανατολικότερος ο οποίος φέρει ψηφιδωτή παράσταση
κενταυρίνας 694 . Περιμετρικά των τριών πλευρών του διατηρείται πόδιο για την
τοποθέτηση κλινών 695 . Την υπόλοιπη βόρεια πλευρά του συγκροτήματος προς τα
ανατολικά καταλαμβάνουν τρία συνεχόμενα δωμάτια που έχουν σχεδόν τις ίδιες
διαστάσεις αλλά δυστυχώς εντοπίστηκαν λιθολογημένα μέχρι το επίπεδο της
υποθεμελίωσης 696 .
Την ανατολική πλευρά του συγκροτήματος καταλάμβανε μεγάλη ορθογώνια
697
δεξαμενή ενώ νότιά της εντοπίστηκαν τα ίχνη και άλλης, διαστάσεων 6,70x5,70μ. .
Στο εσωτερικό της αυλής και συγκεκριμένα στη βορειοανατολική της πλευρά
ανασκάφηκαν τα οικοδομικά λείψανα άλλων τριών χώρων που έφεραν ψηφιδωτή
διακόσμηση. Από τα ιδιαίτερα καταστραμμένα αυτά δωμάτια μόνο στο ένα διατηρούνται
πόδια περιμετρικά των τοίχων του 698 .
Το παραπάνω κτήριο λοιπόν που ερμηνεύθηκε ως εστιατόριο, διαθέτει όλα εκείνα
τα γνωρίσματα που ανταποκρίνονται στον χαρακτηρισμό. Οι έκκεντρες είσοδοι, τα
689
Για τη περίπτωση της Περαχώρας βλ. Tomlinson 1969α, 164-172. Για το Ασκληπιείο της Αθήνας
Tomlinson 1969, 112-117 και Armpis 1998, 350.
690
Αλλαμανή-Κουκουβού-Ψαρρά 2004, 576-577
691
Λιλιμπάκη-Ακαμάτη 1998, 108
692
Λιλιμπάκη-Ακαμάτη 1998, 111-112.
693
Λιλιμπάκη-Ακαμάτη 1997, 97.
694
Λιλιμπάκη-Ακαμάτη 1987, 459.
695
Λιλιμπάκη-Ακαμάτη 1987, 457.
696
Οι διαστάσεις των δωματίων αυτών είναι περίπου 5,80-5,90μ. στη κατεύθυνση Α-Δ και 7,20μ. στον
άξονα Β-Ν. Λιλιμπάκη-Ακαμάτη 1998, 109.
697
Λιλιμπάκη-Ακαμάτη 1998, 110-111.
698
Λιλιμπάκη-Ακαμάτη 1998, 109-110.
130
ψηφιδωτά δάπεδα, τα πόδια περιμετρικά των τοίχων, η έντονη παρουσία του νερού με τις
δεξαμενές αποτελούν ισχυρά στοιχεία για την ταύτιση του χώρου. Εντούτοις όμως το
σημείο που αντιμετωπίζεται με σκεπτικισμό είναι κατά πόσο αυτό συνδέεται με το ιερό
του Δάρρωνα καθώς βρίσκεται μεν κοντά αλλά δεν εντάσσεται οργανικά σε αυτό αφού
μεταξύ των δύο κτηρίων παρεμβάλλεται η φαρδιά λεωφόρος.
Η Πέλλα ωστόσο με την αυστηρή ρυμοτομία της και την ενιαία αρχιτεκτονική της
σύλληψη δημιουργεί οικοδομικές μονάδες στις οποίες τα κτήρια εντάσσονται εξαρχής
«υποτασσόμενα» στον χαραχθέντα κάναβο. Το ότι βρισκόμαστε στο εσωτερικό της
πόλης αποκλείει εκ των πραγμάτων την περίπτωση της άναρχης δόμησης και της
σταδιακής χαοτικής επέκτασης. Με βάση τους περιορισμούς αυτούς, η ύπαρξη δύο
συγκροτημάτων σε διαφορετικά τετράγωνα δεν αποτελεί αναγκαστικά αρνητικό στοιχείο
για την διασύνδεσή τους. Αντίθετα η σχεδόν σύγχρονη κατασκευή του ιερού του
Δάρρωνα και του εστιατορίου και η παράλληλη λειτουργία τους φαίνεται να την
ενισχύει. Γεγονός είναι ότι η κεντρική θέση που κατείχαν τα κτήρια αυτά στην ζωή της
πόλης υποδεικνύει και το σημαντικό τους ρόλο. Μια σκέψη στην οποία πρέπει να
συμπεριληφθεί και η περίπτωση του εστιατορίου της Μίεζας, είναι τα «εστιατόρια» αυτά
ενταγμένα στο κοινωνικό και πολιτικό κέντρο των πόλεων να αποτελούν δημόσια κτήρια
τα οποία εξυπηρετούσαν ευρύτερες τελετουργικές-λειτουργικές ή άλλες δημόσιες
ανάγκες στον ετήσιο θρησκευτικό-εορταστικό κύκλο των πόλεων και να μην
προορίζονται εξαρχής για την εξυπηρέτηση των αναγκών ενός συγκεκριμένου ιερού.
Στηριζόμενοι πάντως στα υπάρχοντα επιγραφικά και ανασκαφικά στοιχεία, δεν είναι
δυνατό να προκύψει απάντηση.
131
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Είναι εξαιρετικά δύσκολο να ανιχνεύσει κανείς την διαδρομή μέσω της οποίας
εισήχθη και τον τρόπο με τον οποίο διαδόθηκε η λατρεία του Ασκληπιού στη Μακεδονία
δεδομένης της έλλειψης πηγών. Το γεγονός ότι ο Περδίκκας ο Γ’ παρουσιάζεται ως
θεωροδόκος για όλη την Μακεδονία στις επιγραφές της Επιδαύρου δείχνει ότι στο
βόρειο αυτό χώρο η λατρεία του ήταν ήδη γνωστή τα χρόνια αυτά. Η επιγραφή αυτή
όπως γράφτηκε και παραπάνω είναι πολύ σημαντική διότι είναι η πρώτη ρητή και σαφής
μαρτυρία που συνδέει την βασιλική οικογένεια της Μακεδονίας με αυτή καθαυτή την
λατρεία του Ασκληπιού.
Όσον αφορά τις αποικίες, το μεγαλύτερο ποσοστό των αρχαιολογικών δεδομένων
που πιστοποιούν λατρεία του Ασκληπιού στις πόλεις αυτές προέρχονται είτε από την
περίοδο μετά την ανάμειξη του μακεδονικού βασιλικού οίκου στα εσωτερικά πράγματα
των πόλεων είτε από τη περίοδο της ρωμαϊκής κατάκτησης. Τα μόνα ευρήματα
προερχόμενα από αποικίες που χρονολογούνται πριν, στο α’ μισό του 4ου αι.π.Χ. δηλαδή,
και μαρτυρούν λατρεία του Ασκληπιού είναι συγκριτικά λίγα αλλά εξίσου σημαντικά.
Πρόκειται για τα όστρακα που βρέθηκαν στο ιερό της Αντισάρας, τα οποία φέρουν
εγχάρακτα το όνομα του θεού, για την επιγραφή με τον ιερό νόμο από την Αμφίπολη, τα
αγαλμάτια του Ασκληπιού από δύο οικίες της Ολύνθου και τέλος το αγαλμάτιο του θεού
από την Ποτίδαια. Προκύπτει λοιπόν ότι στη Μακεδονία από το πρώτο τουλάχιστον μισό
του 4ου αι.π.Χ η λατρεία του Ασκληπιού ήταν γνωστή ταυτόχρονα τόσο στις αποικίες
(Αντισάρα, Αμφίπολη, Όλυνθο, Ποτίδαια) όσο και στο χώρο του μακεδονικού βασιλείου.
Το αναθηματικό ανάγλυφο που βρίσκεται σήμερα στην Κοπεγχάγη και προέρχεται
από την Χαλκιδική αποτελεί ένα εύρημα του οποίου η ιδιαίτερη σημασία συζητήθηκε
στην αρχή της εργασίας. Αν πράγματι η καλλιτεχνική του έμπνευση προέρχεται από τις
διηγήσεις θεραπειών όπως αυτές καταγράφηκαν αργότερα στην Επίδαυρο τότε η άποψη
ότι το μεγάλο αυτό ιερό συνέβαλλε στην διάδοση της λατρείας του Ασκληπιού φαίνεται
να ενισχύεται. Ασφαλώς πρόκειται αφενός για μια υπόθεση, αφετέρου δε για ένα
μοναδικό εύρημα. Παρόλα αυτά είναι δυνατόν να καταγραφεί ως μια τάση που πρέπει να
ιδωθεί ευρύτερα και όχι στο πλαίσιο μιας και μόνο περιοχής όπως επιβάλλει το θέμα τη
132
Ασκληπιού στη Μακεδονία. Αν πράγματι στην Πέλλα το ιερό του Δάρρωνα ανήκε
ταυτόχρονα και στον Ασκληπιό τότε η αρχιτεκτονική του εκτέλεση διαφοροποιείται
καθώς προσιδιάζει περισσότερο στην αντίληψη της οικιακής αρχιτεκτονικής παρά στην
χωροταξική πρόσληψη των ιερών όπως τα γνωρίζουμε από τον υπόλοιπο ελληνικό χώρο.
Στον αντίποδα, το ιερό του θεού στο Δίον με το ναό του και την επιμήκη στοά στα
ανατολικά του προσανατολίζεται περισσότερο προς τον τύπο των μεγάλων ιερών,
γεγονός που ίσως να δικαιολογείται από την προβολή της πόλης ως θρησκευτικού
κέντρου των αρχαίων Μακεδόνων. Ασφαλώς πρόκειται για παρατηρήσεις στηριζόμενες,
στατιστικά τουλάχιστον, σε εξαιρετικά μικρό δείγμα γι’ αυτό και δεν είναι δυνατό να
λάβουν καθολικό-συμπερασματικό χαρακτήρα αλλά κατατίθενται απλά ως σκέψεις.
Συνοψίζοντας, θα ήταν δυνατό να υποστηρίξει κανείς ότι ο Ασκληπιός και ο
κύκλος του αποτέλεσαν προσφιλή πρόσωπα λατρείας σε ολόκληρη τη Μακεδονία καθ’
όλη τη διάρκεια της αρχαιότητας, από την εποχή της έντονης διάδοσης της τον 4ο αι.π.Χ.
έως και τους ύστερους ρωμαϊκούς χρόνους. Στην αποσαφήνιση ιδιαίτερων ζητημάτων
αναφορικά με τη λατρεία αυτή θα συμβάλλουν με ουσιαστικό τρόπο οι επόμενες
αρχαιολογικές ανακαλύψεις από το χώρο της Μακεδονίας οι οποίες πέρα από την
επαλήθευση ή διάψευση θεωριών, σκέψεων ή συμπερασμάτων θα επιβεβαιώσουν την
ούτως ή άλλως διαπιστωμένη διαχρονικότητα της παρουσίας της.
ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ
ΕΠΙΓΡΑΦΕΣ
01. Επιγραφή με ιερό νόμο. (Πιν.2α)
Χαμένη
Χώρος εύρεσης: Γνωστή από αντίγραφο, φωτογραφία και έκτυπο του Edson ο οποίος
την είδε εντοιχισμένη στον φούρνο της οικίας του Α.Μπαρμπούτη στην Αμφίπολη.
Διαστάσεις : ύψος:0.425μ., πλάτος: 0,29μ., πάχος: 0,135μ. .
Υλικό κατασκευής : Μάρμαρο ή πέτρα.
Κείμενο επιγραφής :
Τύχη ἀγα[θή. Θε]ός. Πο[λυκ]ρ[άτ]‐
ης παρὰ τῆς Σωστράτου γυ[ν]‐
αικὸς καὶ τῶμ παίδων τῶν Σ‐
4 ωστράτου ἐπρίατο τὸν ἑπτ‐
Άλκινον καὶ τὸμ ψιλὸν καὶ
τὰ ἐξόπισθε πάντα τῆς οἰκ‐
ίας καὶ τὴμ πεντάπουν τα [ύ]‐
8 της ὑφελὼν πρὸς ἐντάφια το‐
ῦ πατρὸς, δραχμῶν ὀκτακοσ‐
ίων τριάκοντα δύο, ἐπὶ ἐπι‐
στάτου Σπά[ργ]εως, ἱερέως τ‐
12 οῦ Ἀσκληπιοῦ Τείσωνος, μη‐
νὸς Ἀφρvοδισιῶν[ο]ς · v τὰ δ v‐
ὲ τέλη ο vacat ἱ ὠ vνηταὶ οἴσ‐
[ο]υσι πάντα v. Αὐτοὶ ὑπὲρ αὑ‐
16 τῶν οἱ Σωστράτ vac [ο]υ παῖ‐
δες. Μάρτυρες Αἰσχύ[λος] Ὀ[π]‐
ώριος, Ποσθίων Συάγρ[ου. Κ]‐
εῖται παρὰ Μοσχίωνι.
Χαμένη
Χώρος εύρεσης: Γνωστή μόνο από ένα αντίγραφο της Daphne Hereward η οποία την
είχε επισημάνει στην οικία του Σ. Ασνιβουρίδη στην Αμφίπολη.
Διαστάσεις: ύψος: 0,485μ., πλάτος: 0,488μ., ύψος γραμμάτων: 0,14μ.,
διάστιχο:0,14μ.
Υλικό κατασκευής : Ασβεστόλιθος κρεμώδους χρώματος.
Κείμενο επιγραφής:
Χρονολόγηση : 356-352π.Χ.
Βιβλιογραφία : Hatzopoulos 1991, 31, V όπου και η προγενέστερη βιβλιογραφία.
SEG 41, (1991), 559. Hatzopoulos 1996α, 100-101,αρ.86. Rithmüller 2005α, 320, αρ.
13.
Χρονολόγηση : 356-352π.Χ.
Βιβλιογραφία : Hatzopoulos 1991, 33, VΙ όπου και η προγενέστερη βιβλιογραφία.
SEG 41, (1991), 560. Hatzopoulos 1996α, 101-102, αρ.87. Rithmüller 2005α, 320,
αρ. 13.
06. Ωνή.
Χαμένη
Χώρος εύρεσης: Βρέθηκε το 1862 από ένα χωρικό σε αγρό του χωριού Μεσολακκιά
(Κάτω Λακκοβίκια) κοντά στην Αμφίπολη.
Διαστάσεις : 0,40x0,26μ.
Υλικό κατασκευής : Λίθος λευκού χρώματος.
Κείμενο επιγραφής:
Χρονολόγηση : 351-350π.Χ.
Βιβλιογραφία : Hatzopoulos 1991, 43, αρ. VIΙ όπου και η προγενέστερη
βιβλιογραφία. SEG 51 (1991), 562. Hatzopoulos 1996α, 103-104, αρ.89. Rithmüller
2005α, 320, αρ. 13.
Χαμένη.
Χώρος εύρεσης: Από τη περιοχή του σύγχρονου οικισμού του Αγίου Παύλου στη Ν.
Καλλικράτεια (Αντιγόνεια Κρουσίδας;).
Διαστάσεις : ύψος: 0,29, πλάτος:1,05, πάχος:0,73. Κοιλότητα στην άνω επιφάνεια του
λίθου διαστάσεων 0,79x0,32x0,07. Ύψος γραμμ.0,02.
Υλικό κατασκευής : Μάρμαρο κυανού χρώματος.
Κείμενο επιγραφής :
Χρονολόγηση : 248π.Χ
Βιβλιογραφία : Γουναροπούλου –Χατζόπουλος 1998, 91 όπου και η προγενέστερη
βιβλιογραφία. Rithmüller 2005α, 321, αρ. 16.
10. Επιγραφή για τα εισοδήματα του ιερού του Απόλλωνος, του Ασκληπιού και της
Υγείας στην Βέροια. (Πιν. 7γ)
11. Ενεπίγραφη βάση με αναθηματική επιγραφή στον Απόλλωνα, τον Ασκληπιό και
την Υγεία από την Βέροια. (Πιν. 7δ)
Ἔτους Η και Ι
Μαρσύας Δημητρίου
Ἀπόλλωνι, Ἀσκληπιῶι, Ὑγιείαι
4 τὸ ἐνκοιμητήριον λίθινον
καὶ τὴν πρὸ τούτου ἐξέδραν
κατασκεύασεν ἐκ τοῦ ἰδίου.
Χρονολόγηση : 131/130 π. Χ.
Βιβλιογραφία : Γουναροπούλου – Χατζόπουλος 1998, 123 – 124, όπου και η
προγενέστερη βιβλιογραφία . Rithmüller 2005α, 321, αρ. 16.
[…………………………………..]ΑΝΘ[…………]
ἀπὸ τῆς Εὐιαστικῆς πύλης τὰ ἀμφοδικὰ ὕδα‐
τα σωλῆσι κανοῖς καὶ τὴν πρὸς τῷ κύθρω μαρ‐
4 μαρίνην κρήνην σὺν τῷ λοιπῷ αὐτῆς κόσμῳ
καὶ τὸ πολύκρηνον τὸ ἐν τῇ ἀγορᾷ καὶ τ[ὸ π]ολ[ύκρη]‐
νον τὸ ἐν τῷ Ἀσκληπεί[ῳ] καὶ τὸ ἐν τῇ ἀγορᾷ ἐξαγω[γὸν ἐ]‐
κ τῶν ἰδίων ἀποκατέστησεν [κ]αὶ τοὺς μερισμο[ὺς ὡς ἡ] πόλι[ς αὐτῷ] ἐνέ‐
8 τυχε ἀνεμέτρησε, τὸ ἀπο[κεί]μενον ὕδωρ ἀνα[μέτρ]ήσα[ς καὶ] ἐξ αὐ‐
τοῦ τὸ λεῖπον τοῖς βουλευτα[ῖ]ς ἀποδούς, ὧν τὴ(ν) ἀ[ν]αγραφ[ὴν εἰ]ς τὸ
vac γραμματοφυλάκιον ἀπέθε[το].
Ἀσκ[ληπιῷ]
καὶ [Ὑγείᾳ]
1 Ἀσκληπιῷ
Σωτήρι
----- ; ---
----- ; ---
5 ----- ; ---
Κατά χώραν
Χώρος εύρεσης: Ως επένδυση σε β’ χρήση του δαπέδου σε μία από τις δύο λεκάνες
ενός μικρού λουτρικού κτιρίου που ανασκάφηκε στα δυτικά της επισκοπικής
βασιλικής του Δίου.
Διαστάσεις : Άγνωστες
Υλικό κατασκευής : Μάρμαρο
Κείμενο επιγραφής:
Ἀσκληπιῷ Σω[τήρι]
Χαμένη
Χώρος εύρεσης: Στο προαύλιο της οικίας Κ. Παπαναστάση στο χωριό Καρίτσα,
κοντά στο Δίον.
Διαστάσεις : ύψος: 0,315μ., μήκος: 1,075μ., πάχος: 0,015-0,02μ., ύψος γραμμάτων:
0,025μ.
Υλικό κατασκευής : Λίθος.
Κείμενο επιγραφής:
Θάσος.
Χώρος εύρεσης: Από τη Αγορά της Θάσου.
Διαστάσεις: μήκος:1,74μ., ύψος:0,46μ., πλάτος:0,27μ.
Υλικό κατασκευής: Μάρμαρο.
Κείμενο επιγραφής:
Χαμένη
Χώρος εύρεσης: Από το ιερό του Ασκληπιού στη Θάσο.
Διαστάσεις: 0,24x0,83μ.
Υλικό κατασκευής: Μάρμαρο.
Κείμενο επιγραφής:
Τιμαρχίδας Πυθίωνος
Ἀσκληπιῶι
Χαμένη
Χώρος εύρεσης: Από το ιερό του Ασκληπιού στη Θάσο.
Διαστάσεις: Άγνωστες.
Υλικό κατασκευής: Μάρμαρο.
Κείμενο επιγραφής:
Χαμένη
Χώρος εύρεσης: Από το ιερό του Ασκληπιού στη Θάσο.
Διαστάσεις: Άγνωστες.
Υλικό κατασκευής: Λίθος.
Κείμενο επιγραφής:
[Λαμπρ]ίας Αἰσχρίωνος
Ἀ[π]όλλωνι καὶ Ἀ[σκληπιῶι]
[τάς ‐ ‐ ] αίας καὶ ‐ ‐
Χρονολόγηση: Άγνωστη
Βιβλιογραφία: IG XII, 8, 367. Pouilloux 1954, 331-32, υποσημ.3. Salviat 1958α, 353,
υποσημ. 2. Rithmüller 2005α, 327, αρ.52.
Χαμένη
Χώρος εύρεσης: Από τα τείχη της αρχαίας πόλης της Θάσου .
Διαστάσεις: Άγνωστες
Υλικό κατασκευής: Μάρμαρο.
Κείμενο επιγραφής:
Θάσος
Χώρος εύρεσης: Από το οικόπεδο Α. Βαλμά στα ανατολικά της Αγοράς της Θάσου.
Διαστάσεις: 0,29x 0,27 0,10. Ύψος γραμμάτων: 0,02-0,03.
Υλικό κατασκευής: Μάρμαρο.
Κείμενο επιγραφής:
Ἀσκληπιῷ
ἐπηκόῳ θε‐
ῷ Αἴλιος Παγ‐
κρατίδης
ΙΩΙ
ΟΥ.ΙΟΣ
ἱκέσιος
σπλάγ‐
χνων σῶ‐
στρα φέρω
κατ’ ὄναρ
25. Κατάλογος με ονόματα αρχόντων και ιερέων από την Θάσο. (Πιν. 16ε)
-- ------------------------
‐ ‐ ‐ ‐ ‐ Ἀσκληπιός Ἀπόλλωνος ‐ ‐ ‐
--------------------------
Χαμένη
Χώρος εύρεσης: Κοντά στο «καταβαλλόμενο» ανατολικό τείχος της Θεσσαλονίκης.
Διαστάσεις : Άγνωστες
Υλικό κατασκευής : Μάρμαρο
Κείμενο επιγραφής:
Χρονολόγηση : 237/238μ.Χ
Βιβλιογραφία : Νίγδελης 2006, 135-146 όπου και η προγενέστερη βιβλιογραφία.
Rithmuller 2005α, 324, αρ.32.
Χαμένη
Χώρος εύρεσης: Εθεάθη από τον Duchesne το 1874 στο τμήμα του τείχους που είχε
κατεδαφιστεί στην πύλη «Ρώμη» η οποία τοποθετείται στα βόρεια του Λευκού
Πύργου και σε μικρή απόσταση από αυτόν.
Διαστάσεις : Άγνωστες
Υλικό κατασκευής : Λίθος
Κείμενο επιγραφής:
φυλὴ Ἀ[σ]κληπιά[ς]
Χρονολόγηση : Άγνωστη
Βιβλιογραφία : Duchesne 1874, 16, αρ. 4. Βουτυράς 1993, 256. Rithmuller 2005α,
324, αρ.32.
ἡ πόλις
regulae
Κλαύδιον
Μένωνα
τὸν ἀρχιερέα
διὰ Κλαυδίων
Μένωνος
καὶ Εὐβούλης
τῶν τέκνων
ἀρετῆς ἕνεκεν
φυλή Ἀσκλη‐
πιάς.
30. Αναθηματική επιγραφή στον Απόλλωνα με κατάλογο ιερέων του Ασκληπιού από
τα Καλίνδοια. (Πιν. 19ε)
[Ἀγαθά]νωρ Ἀγάθων[ος]
[ἱερητε]ύσας{ας}Ἀσκληπιῶι
[Ἀπόλλ]ωνι άνέθηκεν
[οἵδε]ἱερεῖς ἐγένοντο
5 [ἀφ’ο]ὗ βασιλεύς Ἀλέξαν‐
δρος ἔδωκε Μακεδόσι
Καλίνδοια καί τά χωρία
τα περί Καλίνδοια Θαμισ‐
κίαν Καμακαίαν Τριπο‐
10 άτιν : Σίβρας Ἡροδώρου
Τρωΐλος Ἀντιγόνου
Καλλίας Ἀπολλωνίου
Ἰκκότας Γύρτου
Ἡγήσιππος Νικοξένου
15 Λυκοῦργος Νικάνορος
Ἀγαθάνωρ Ἀγάθωνο[ς]
Μενέλαος Μενάνδ[ρου]
Ἀντίγονος Μενάνδ[ρου]
Ἀντιμένων Μενάνδ[ρου]
20 Κράτιππος Εὐρυτίο[υ]
Γύλις Εὐ(ρ)υτίου
Κάνουν Ἀσσα[‐]μίκου
Κερτίμμας Κρίθωνο[ς]
Φιλώτας Λεων[ίδου]
25 Πτολέμμας Μ[.....]
Μύας Φιλίσ[κου]
Ἁμερίας Κυδ[ία]
Πάσων Σκύθ[ου]
Φίλαγρος Μενά[νδρου]
30 Γυδίας Κρίθω[νος]
Φιλόξενος Ε[‐ ‐ ‐ ]
Περδίκκας Ἀμμα[‐ ‐ ‐]
Νικάνωρ Νίκά[νορος]
Νικάνωρ Κρ[ίθωνος?]
35 Fαδδῦς Ἀστί[ωνος ?]
Ἀντιφάνης Σώσ[‐ ‐ ‐]
Παρμενίων Ἀ[‐ ‐ ‐ ]
Γλαυκίας Δαβρ[εία]
Ἅρπαλος Φα[‐ ‐ ‐ ]
[‐‐‐] όδω[ρος‐‐‐]
[‐‐Ἀσκ]ληπιῶι[‐‐]
Χρονολόγηση : Τέλη 3ου ή πρώτο μισό 2ου αι.π.Χ.
Βιβλιογραφία : Βουτυράς 1993, 258-259. Rithmüller 2005α, 321, αρ. 15.
[‐‐‐‐‐‐‐‐‐‐]Η[…]ΑΣΟΥ ἐν δαπά‐
[ναις μεγά]λαις ἐπιχορηγῶν τοῖς ἀ[φι]‐
[κνουμ]ένοις ἔν τε τ[αῖ]ς ἐνδημίαις τῶν ἡ‐
4 [γο]υμένων καὶ ταῖ[ς] λοιπαῖς ἐπισκηνί‐
[αι]ς διαδεχόμενος καὶ δαπανῶν ἐκ
[τοῦ ἰ]δίου· v τῶι Ζ v καὶ Ι ἔτει ἐπιδεξάμε‐
[νο]ς τιχίσαι τὴν πόλιν μόνος χάριν τοῦ πρ[ο]‐
8 [ν]οηθῆναι τῆς πάντων σωτηρίας ἀγα‐
γεῖν τε εἰς τὴν ἀγορὰν [σῖτ]ον ἐποίησεν
πρός τε τούτοις [δ]α[π]ανῶν μεγάλως
βοῦς τε ἀγελαίας ἔδωκεν τοῖς πολεί‐
12 ταις ὥς τε τῷ θε[ῷ]· δι’ἃ δὴ ἔδοξεν ἐπαινέ‐
σαι τὸν Ἀλκέταν [ἐπί τε τῇ προ]νοίᾳ καὶ τῇ
πρός τοὺς π[ο]λείτας [εὐ]νοίᾳ καὶ στεφα‐
νῶσαι [αὐ]τὸν θ[αλ]λ[οῦ στε]φάνῳ καὶ εἰ‐
16 κόνι γραπτῇ, τεθῆναι δὲ αὐτοῦ
τὴν εἰκόνα [ἐν τῷ ἐπι]φανεστάτῳ
[τό]πῳ τοῦ Ἀ[σ]κληπιείου, ἄγεσθαι δὲ
[τὴ]ν ἡμέραν αὐ[τὴν ἑ]κάστου Δαι[σί]‐
20 ου μη[ν]ὸς ἱεράν, ὅτε Ἀλκέτας ᾑρέ[θη]
εἰς μεγίστας ἀ[ρ]χὰς παρὰ τῶν πολ[ει]‐
τῶν, ἵνα [κα]ὶ [οἱ λοιποὶ] π[ροθυ]μότερ[οι]
γείνωνται πρός τὴν τῆς πόλεως φιλο[τι]‐
24 [μ]ίαν ὁρῶντες, [τὸ δὲ ψήφισμα] ἀποστα‐
[λ]ῆν[αί] τε [παρὰ τῶν ἀρχόν]των τῷ μν[ή]‐
[μονι κ]αὶ ἀναγραφῆναι εἰστήλ[ην]
[λιθίνη]ν, τεθῆναι δὲ ἐν τῷ ἐπιφα‐
28 νεστάτῳ τόπῳ. Ἐπεχειροτο‐
νήθη [‐‐‐‐‐‐‐‐‐‐‐‐‐‐‐]
35. Αναθηματική επιγραφή προς τον Ασκληπιό, την Υγεία και τους Μορρυλίους.
(Πιν. 21στ)
Ἀσκληπιῷ καὶ
Ὑγείᾳ καὶ Μορ‐
ρυλίοις Σωσίας
4 Σωσιπόλεως Ἰώρι‐
ος ἐκ τῶν ἰδίων.
Ἀσκληπι[--
Ἀναξίδοτο [‐‐
Ἐ]πὶ ἱερέως [--
Κατά χώραν;
Χώρος εύρεσης: Εντοιχισμένη σε δεύτερη χρήση στη βάση του σχεδόν
κατεδαφισμένου ΝΑ πεσσού της παλαιοχριστιανικής βασιλικής των Φιλίππων.
Διαστάσεις : ύψος: 0,97μ., πλάτος: 0,44μ., πάχος: 0,44μ., ύψος γραμμάτων: 0,035-
0,040μ., διάστιχο: 0,013μ.
Υλικό κατασκευής : Λίθος
Κείμενο επιγραφής:
38. Αναθηματικό ανάγλυφο ρωμαϊκών χρόνων το οποίο αποδίδει την Υγεία και τον
Ασκληπιό. (Πιν.1β)
Μουσείο Λούβρου
Χώρος εύρεσης: Από το εσωτερικό της θόλου του ανακτόρου της Βεργίνας.
Διαστάσεις: 0,23x0,24x0,04.
Υλικό κατασκευής : Μάρμαρο
Περιγραφή αντικειμένου: Θραύσμα αναθηματικού αναγλύφου. Αποδίδεται η Υγεία
να κάθεται σε θάκο φορώντας χιτώνα και ιμάτιο. Στα γόνατά της τυλίγεται φίδι.
Χρονολόγηση : Ελληνιστικά χρόνια.
Βιβλιογραφία : Heuzey- Daumet 1876, 217. Μητροπούλου 1984, 42, αρ.236. LIMC
V, λ. Hygieia, 557, αρ. 12. Hamiaux 1998, 180-181, αρ. 199. Rithmuller 2005α, 320,
αρ.12.
40. Αναθηματικό ανάγλυφο ρωμαϊκών χρόνων το οποίο αποδίδει την Υγεία και τον
Ασκληπιό. (Πιν. 8β)
41. Αναθηματικό ανάγλυφο ρωμαϊκών χρόνων το οποίο αποδίδει την Υγεία και τον
Ασκληπιό. (Πιν. 15στ)
Ἀσκληπιῷ
εὐχήν
Περιγραφή αντικειμένου: Ορθογώνια ενεπίγραφη αναθηματική στήλη. Σώζεται το
κάτω μισό του αναγλύφου ενώ κατά τόπους φέρει αποκρούσεις. Από την μορφή του
Ασκληπιού διατηρείται μόνο ο κορμός από τη μέση και κάτω. Αποδίδεται σε όρθια
κατενώπιον στάση φορώντας ιμάτιο, με το αριστερό πόδι σταθερό και το δεξί
λυγισμένο ελαφρά. Με το δεξί του χέρι κρατά αυγό προς το οποίο θα έτεινε το κεφάλι
του φιδιού που εικονίζεται να περιελίσσεται γύρω από ένα κορμό δέντρου που
βρίσκεται στα δεξιά του. Σε ένα δεύτερο επίπεδο διακρίνεται το ραβδί με το οποίο
στηρίζεται.
Χρονολόγηση : 2ος αι.μ.Χ.
Βιβλιογραφία : Καραμήτρου-Μεντεσίδη- Μοσχάκης 2008, (υπό εκτύπωση).
46. Αναθηματικό ανάγλυφο προς τον Ασκληπιό και την Υγεία. (Πιν. 24α)
[ὁ δεῖνα] Ἀσκληπ[ιῶι]
Περιγραφή αντικειμένου: Αναθηματικό ανάγλυφο προς τον Ασκληπιό και την Υγεία.
Το σώμα του θεού εικονίζεται σε στάση τριών τετάρτων ενώ το κεφάλι και τα πόδια
σε κατατομή. Φορά ιμάτιο που αφήνει ακάλυπτο το κορμό. Με το δεξί χέρι κρατά
φιάλη την οποία προτείνει. Στα αριστερά αποδίδεται προφανώς η Υγεία σε μετωπική
στάση φορώντας χιτώνα και ιμάτιο να κρατά με το κατεβασμένο δεξί της χέρι μια
οινοχόη. Στην ταινία της επίστεψης διακρίνεται η επιγραφή.
Χρονολόγηση : 350-330 π.Χ.
Βιβλιογραφία : ΚΓΜΘ 2003, 15-17, αρ.152. Rithmuller 2005α, 324, αρ.32.
47. Αναθηματικό ανάγλυφο προς τον Ασκληπιό και την Υγεία. (Πιν. 24β)
Δίον
Χώρος εύρεσης: Από το ναό του Ασκληπιού στο Δίον.
Διαστάσεις : Άγνωστες
Υλικό κατασκευής : Μάρμαρο
Περιγραφή αντικειμένου: Μαρμάρινη γενειοφόρος κεφαλή Ασκληπιού που φέρει
στρόφιον.
Χρονολόγηση : Ελληνιστικών χρόνων.
Βιβλιογραφία : Παντερμαλής 1983α, 24.
55. Θραύσμα από άγαλμα Ασκληπιού από τις μεγάλες θέρμες. (Πιν. 14α)
Ὑ[γε]ία
Δίον, Αρχαιοθήκη
Χώρος εύρεσης: Δίον. Οικία υδραύλεως.
Διαστάσεις : Άγνωστες.
Υλικό κατασκευής : Μάρμαρο
Περιγραφή αντικειμένου: Όρθια ακέφαλη αντρική μορφή που στηρίζεται στο
αριστερό σκέλος και έχει λυγισμένο και άνετο το δεξί. Φορά ιμάτιο που αφήνει γυμνό
το άνω μέρος του κορμού. Στηρίζεται σε βακτηρία γύρω από την οποία τυλίγεται
φίδι. Ανήκει στον αγαλματικό τύπο του Ασκληπιού Giustini. Δίπλα από τον
θεραπευτή θεό αποδίδεται ποντίκι ή αρουραίος το οποίο κατατρώγει καρπό;
Χρονολόγηση : Άγνωστη. Προφανώς ρωμαϊκών χρόνων.
Βιβλιογραφία : Παντερμαλής 1998, 167.
58. Αγαλμάτιο Υγείας. (Πιν. 15ε)
60. Τμήμα ράβδου από κλαδί δέντρου γύρω από το οποίο ελίσσεται φίδι. (Πιν. 19α)
Χαμένο.
Χώρος εύρεσης: Ποτίδαια.
Διαστάσεις : Άγνωστες.
Υλικό κατασκευής : Μάρμαρο.
Περιγραφή αντικειμένου: Μαρμάρινο αγαλμάτιο Ασκληπιού στον τύπο του
Ασκληπιού Este. Αποδίδεται με στάσιμο το δεξί σκέλος και λυγισμένο το αριστερό.
Φορά ιμάτιο που αφήνει ακάλυπτο τον κορμό.
Χρονολόγηση : α’ μισό 4ου αι.π.Χ.;
Βιβλιογραφία : Robinson 1946, 131. LIMC II, Asklepios, 887, αρ.334.. Ζημίαι
1946,16. Μακαρόνας 1953, 623, αρ.49. Alexander 1963, 7, εικ. 21.1. Rithmuller
2005α, 322, αρ.20.
Σεπτίμιος Σεβήρος
75.
Ε. IMP CL SEPT - SEVERUM PER
Δαφνοστεφανωμένη προτομή του αυτοκράτορα Σεπτιμίου Σεβήρου με θώρακα και
paludamentum προς τα δεξιά.
Ο. COLO – IULI – DIENSIS (στο έξεργο)
Όρθιος Ασκληπιός στηρίζεται σε βακτηρία μέσα σε δίστυλο ναΐσκο. Στο έδαφος:
D/D.
Βιβλιογραφική παραπομπή: Κρεμύδη- Σισιλιάνου 1996, 203-204, αρ.κατ.: 11-15.
Καρακάλλας (Καίσαρας)
76.
Ε. IM C M AUR – ANTONINUS
Δαφνοστεφανωμένη νεανική προτομή του αυτοκράτορα Καρακάλλα με θώρακα και
paludamentum προς τα δεξιά.
Ο. COLO – IUL – DIENSIS (στο έξεργο)
Όρθιος Ασκληπιός στηρίζεται σε βακτηρία μέσα σε δίστυλο ναΐσκο. Στο έδαφος:
D/D.
Βιβλιογραφική παραπομπή: Κρεμύδη- Σισιλιάνου 1996, 209-210, αρ.κατ.: 42-45.
77.
Ε. M AUR – ANTONINUS AUG
Δαφνοστεφανωμένη ώριμη προτομή του αυτοκράτορα Καρακάλλα προς τα δεξιά.
Ο. COL – IUL – DIENSIS (στο έξεργο)
Όρθιος Ασκληπιός στηρίζεται σε βακτηρία μέσα σε δίστυλο ναΐσκο.
Βιβλιογραφική παραπομπή: Κρεμύδη- Σισιλιάνου 1996, 212, αρ.κατ.: 56-57.
78.
Ε. M AUR – ANTONINUS AUG
Δαφνοστεφανωμένη ώριμη προτομή του αυτοκράτορα Καρακάλλα προς τα δεξιά.
Ο. [COL IUL DI – EN]SIUM
Όρθιος Ασκληπιός στηρίζεται σε βακτηρία.
Βιβλιογραφική παραπομπή: Κρεμύδη- Σισιλιάνου 1996, 212, αρ.κατ.: 58-59.
Γέτας
79.
Ε. P SEPTI – GETAS KAI
Προτομή του Γέτα με θώρακα και paludamentum προς τα δεξιά.
Ο. COLO – IULI – DIENSIS (στο έξεργο)
Όρθιος Ασκληπιός στηρίζεται σε βακτηρία μέσα σε δίστυλο ναΐσκο. Στο έδαφος:
D/D.
Βιβλιογραφική παραπομπή: Κρεμύδη- Σισιλιάνου 1996, 215, αρ.κατ.: 72-74.
Ελαγάβαλος
81.
Ε. IMP C M AUR ANTONINUS PIU
Δαφνοστεφανωμένη προτομή του αυτοκράτορα Ελαγάβαλου με θώρακα και
paludamentum προς τα δεξιά.
Ο. COL IUL D - IENSIS (στο έξεργο)
Όρθιος Ασκληπιός στηρίζεται σε βακτηρία γύρω από την οποία τυλίγεται φίδι. Στο
έδαφος: D/D.
Βιβλιογραφική παραπομπή: Κρεμύδη- Σισιλιάνου 1996, 219, αρ.κατ.: 8-9.
82.
Ε. IM C M AU ANTONINUS PIUΜ
Δαφνοστεφανωμένη προτομή του αυτοκράτορα Ελαγάβαλου με θώρακα και
paludamentum προς τα δεξιά.
Ο. COL - I – UL - DIEN - SIS (στο έξεργο)
Όρθιος Ασκληπιός στηρίζεται σε βακτηρία μέσα σε δίστυλο ναΐσκο. Στο έδαφος:
D/D.
Βιβλιογραφική παραπομπή: Κρεμύδη- Σισιλιάνου 1996, 219-220, αρ.κατ.: 10-13.
Ιουλία Σοαιμιάς
84.
Ε. IUL SU – EMIS AUG
Προτομή της αυτοκράτειρας Ι. Σοαιμιάδος με ιμάτιο και στεφάνη προς τα δεξιά.
Ο. COL – IUL – D - IENSIS
Όρθιος Ασκληπιός στηρίζεται σε βακτηρία γύρω από την οποία τυλίγεται φίδι. Στο
έδαφος: D/D (ανάστροφα).
Βιβλιογραφική παραπομπή: Κρεμύδη- Σισιλιάνου 1996, 223, αρ.κατ.: 26.
85.
Ε. IUL SU – EMIS AUG
Προτομή της αυτοκράτειρας Ι. Σοαιμιάδος με ιμάτιο και στεφάνη προς τα δεξιά.
Ο. COL – IUL – D – IEN - SIS
Όρθιος Ασκληπιός στηρίζεται σε βακτηρία μέσα σε δίστυλο ναΐσκο. Στο έδαφος:
D/D.
Βιβλιογραφική παραπομπή: Κρεμύδη- Σισιλιάνου 1996, 223-224, αρ.κατ.: 27-28.
Ακυλία Σεβήρα
86.
Ε. IUL AKYLIA SEVERA
Προτομή της αυτοκράτειρας Α. Σεβήρας με στεφάνη και ιμάτιο προς τα δεξιά.
Ο. COL – IUL – D – IEN - SIS
Όρθιος Ασκληπιός στηρίζεται σε βακτηρία μέσα σε δίστυλο ναΐσκο. Στο έδαφος:
D/D.
Βιβλιογραφική παραπομπή: Κρεμύδη- Σισιλιάνου 1996, 224, αρ.κατ.: 30-31.
Αλέξανδρος Σεβήρος (αυτοκράτορας)
87.
Ε. IMP C M AUR SEV ALEXAND AUG
Δαφνοστεφανωμένη προτομή του αυτοκράτορα Αλ. Σεβήρου με θώρακα και
paludamentum προς τα δεξιά.
Ο. [COL IUL] D – IEN[SIS]
Όρθιος Ασκληπιός στηρίζεται σε βακτηρία γύρω από την οποία τυλίγεται φίδι. Στο
έδαφος: D/D
Βιβλιογραφική παραπομπή: Κρεμύδη- Σισιλιάνου 1996, 226, αρ.κατ.: 6.
88.
Ε. IMP C M AUR SEV ALEXAND AUG
Δαφνοστεφανωμένη προτομή του αυτοκράτορα Αλ. Σεβήρου με θώρακα και
paludamentum προς τα δεξιά.
Ο. COL I – UL D – IENSIS
Όρθιος Ασκληπιός στηρίζεται σε βακτηρία μέσα σε δίστυλο ναΐσκο. Στο έδαφος:
D/D(ανάστροφα).
Βιβλιογραφική παραπομπή: Κρεμύδη- Σισιλιάνου 1996, 227-228, αρ.κατ.: 10-11.
Μαξιμίνος
89.
Ε. IMP C C IUL VER - MAXIMINUS
Δαφνοστεφανωμένη προτομή του αυτοκράτορα Μαξιμίνου με θώρακα και
paludamentum προς τα δεξιά.
Ο. COL IUL DIE - NSIS
Όρθιος Ασκληπιός στηρίζεται σε βακτηρία γύρω από την οποία τυλίγεται φίδι. Στο
έδαφος: D/D.
Βιβλιογραφική παραπομπή: Κρεμύδη- Σισιλιάνου 1996, 230, αρ.κατ.: 7-9.
90.
Ε. IMP C C IUL VER - MAXIMINUS
Δαφνοστεφανωμένη προτομή του αυτοκράτορα Μαξιμίνου με θώρακα και
paludamentum προς τα δεξιά.
Ο. COL - [IUL DI] -ENSIS
Όρθιος Ασκληπιός στηρίζεται σε βακτηρία μέσα σε δίστυλο ναΐσκο. Στο έδαφος:
D/D.
Βιβλιογραφική παραπομπή: Κρεμύδη- Σισιλιάνου 1996, 231, αρ.κατ.: 10.
Μάξιμος
91.
Ε. C IUL VER MAX[IMUS] CAES
Προτομή του Μάξιμου με θώρακα και paludamentum προς τα δεξιά.
Ο. COL IUL Ο - IENSIS
Όρθιος Ασκληπιός στηρίζεται σε βακτηρία γύρω από την οποία τυλίγεται φίδι. Στο
έδαφος: D/D.
Βιβλιογραφική παραπομπή: Κρεμύδη- Σισιλιάνου 1996, 233, αρ.κατ.: 20.
Γορδιανός Γ’
92.
Ε. IMP C M ANT CORD[IANUS]
Δαφνοστεφανωμένη προτομή του αυτοκράτορα Γορδιανού Γ’ με θώρακα και
paludamentum προς τα δεξιά.
Ο. [COL I]UL DI - ENSIS
Όρθιος Ασκληπιός στηρίζεται σε βακτηρία γύρω από την οποία τυλίγεται φίδι. Στο
έδαφος: D (ανάστροφα).
Βιβλιογραφική παραπομπή: Κρεμύδη- Σισιλιάνου 1996, 233, αρ.κατ.: 1.
93.
Ε. IMP C M ANT CORDIANUS
Δαφνοστεφανωμένη προτομή του αυτοκράτορα Γορδιανού Γ’ με θώρακα και
paludamentum προς τα δεξιά.
Ο. COL IUL - DIENSIS
Όρθιος Ασκληπιός στηρίζεται σε βακτηρία.Στα πόδια του δεξιά αστέρι. Στο έδαφος:
D/D.
Βιβλιογραφική παραπομπή: Κρεμύδη- Σισιλιάνου 1996, 234-235, αρ.κατ.: 7-9.
94.
Ε. IMP C M ANT CORD[IANUS]
Ακτινοστεφανωμένη προτομή του αυτοκράτορα Γορδιανού Γ’ με θώρακα και
paludamentum προς τα δεξιά.
Ο. COL IU - L [DI]ENSIS
Όρθιος Ασκληπιός στηρίζεται σε βακτηρία γύρω από την οποία τυλίγεται φίδι. Στο
έδαφος: D/D.
Βιβλιογραφική παραπομπή: Κρεμύδη- Σισιλιάνου 1996, 236, αρ.κατ.:16.
95.
Ε. IMP C M ANT CORDIANUS
Ακτινοστεφανωμένη προτομή του αυτοκράτορα Γορδιανού Γ’ με θώρακα και
paludamentum προς τα δεξιά.
Ο. COL - I - U - L DIEN – SIS (στο έξεργο)
Όρθιος Ασκληπιός στηρίζεται σε βακτηρία μέσα σε δίστυλο ναΐσκο. Στο έδαφος:
D/D.
Βιβλιογραφική παραπομπή: Κρεμύδη- Σισιλιάνου 1996, 237, αρ.κατ.: 17-19.
Φίλιππος Α’
96.
Ε. IME CAIS M IU – L PEILIPPUS AUG
Ακτινοστεφανωμένη προτομή του αυτοκράτορα Φιλίππου Α’ με θώρακα και
paludamentum προς τα δεξιά.
Ο. COL IUL D - IENSIS
Όρθιος Ασκληπιός στηρίζεται σε βακτηρία γύρω από την οποία τυλίγεται φίδι. Στο
έδαφος: D/D.
Βιβλιογραφική παραπομπή: Κρεμύδη- Σισιλιάνου 1996, 238, αρ.κατ.: 4.
Φίλιππος Β’
97.
Ε. M IUL PEILIPPUS CAIS
Δαφνοστεφανωμένη προτομή του Φιλίππου Β’ με θώρακα και paludamentum προς τα
δεξιά.
Ο. COL IUL D - IENSIS
Όρθιος Ασκληπιός στηρίζεται σε βακτηρία γύρω από την οποία τυλίγεται φίδι. Στο
έδαφος: D/D.
Βιβλιογραφική παραπομπή: Κρεμύδη- Σισιλιάνου 1996, 239-240, αρ.κατ.: 9-11.
98.
Ε. M IUL PEILIPPUS CAIS
Δαφνοστεφανωμένη προτομή του Φιλίππου Β’ με θώρακα και paludamentum προς τα
δεξιά.
Ο. [COL IUL] D – IENSI – [S]
Όρθιος Ασκληπιός στηρίζεται σε βακτηρία μέσα σε δίστυλο ναΐσκο. Στο έδαφος:
D/D.
Βιβλιογραφική παραπομπή: Κρεμύδη- Σισιλιάνου 1996, 240, αρ.κατ.: 12-13.
Γαλλιηνός
99.
Ε. [IM]P GAL - LIENUS AUG
Ακτινοστεφανωμένη προτομή του αυτοκράτορα Φιλίππου Α’ με θώρακα και
paludamentum προς τα δεξιά.
Ο. COL IUL – DIENSIS
Όρθιος Ασκληπιός στηρίζεται με το αριστερό του χέρι σε βακτηρία γύρω από την
οποία τυλίγεται φίδι. Στο έδαφος: D/D.
Βιβλιογραφική παραπομπή: Κρεμύδη- Σισιλιάνου 1996, 244, αρ.κατ.:22, 24.
100.
Ε. IMP GA – LLIE[NUS AU]
Ακτινοστεφανωμένη προτομή του αυτοκράτορα Φιλίππου Α’ με θώρακα και
paludamentum προς τα δεξιά.
Ο. [COL IUL D] - IENSIS
Όρθιος Ασκληπιός στηρίζεται με το αριστερό του χέρι σε βακτηρία γύρω από την
οποία τυλίγεται φίδι. Στα πόδια του αριστερά ομφαλός. Στο έδαφος: D/D.
Βιβλιογραφική παραπομπή: Κρεμύδη- Σισιλιάνου 1996, 245, αρ.κατ.:23.
101.
Ε. IMP GA – LLIENUS AU
Ακτινοστεφανωμένη προτομή του αυτοκράτορα Φιλίππου Α’ με θώρακα και
paludamentum προς τα δεξιά.
Ο. [COL IU] – L - DIEN – [SIS]
Όρθιος Ασκληπιός στηρίζεται σε βακτηρία μέσα σε δίστυλο ναΐσκο. Στο έδαφος:
D/D.
Βιβλιογραφική παραπομπή: Κρεμύδη- Σισιλιάνου 1996, 245, αρ.κατ.:25-26.
Σαλωνίνα
102.
Ε. SALONI – NA AUG
Προτομή της αυτοκράτειρας Σαλωνίνας με στεφάνη και ιμάτιο μέσα σε ημισέληνο
προς τα δεξιά.
Ο. COL IUL - D[IEΝSIS]
Όρθιος Ασκληπιός στηρίζεται σε βακτηρία γύρω από την οποία τυλίγεται φίδι.. Στο
έδαφος: D/D.
Βιβλιογραφική παραπομπή: Κρεμύδη- Σισιλιάνου 1996, 250, αρ.κατ.:52-53.
103.
Ε. [ ]
Προτομή της αυτοκράτειρας Σαλωνίνας με στεφάνη και ιμάτιο μέσα σε ημισέληνο
προς τα δεξιά.
Ο. [COL IUL] - DIEΝ – [SIS]
Όρθιος Ασκληπιός στηρίζεται σε βακτηρία μέσα σε δίστυλο ναΐσκο. Στο έδαφος:
D/D.
Βιβλιογραφική παραπομπή: Κρεμύδη- Σισιλιάνου 1996, 250, αρ.κατ.:54.
ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΕΙΚΟΝΩΝ
α. Ναός Ασκληπιού στο Δίον. γ. Ευρήματα από το ναό του Ασκληπιού στο Δίον
δ. Θραύσμα αγάλματος οκλάζοντος αγοριού ε. Αγαλματίδιο οκλάζοντος αγοριού από το Ασκληπιείο της
Λισσσού.
Πιν.12
α. Κεφαλή Ασκληπιού (Μόρρυλος) β. Τιμητική επιγραφή προς τον γ. Άγαλμα Ασκληπιού (Μόρρυλος).
Παράμονο. (Μόρρυλος).
γ. Αναθηματική επιγραφή στο Δάρρωνα. Πέλλα. δ. Βέροια. Ι. Ναός Αγίου Αντωνίου. Πιστοί
διανυκτερεύουν στο εσωτερικό του ναού την
παραμονή της γιορτής του. Δεκαετία ’50.
Πιν.25
στ. Εσωτερικό του ναού του Ασκληπιού στη Φενεό ζ. Εσωτερικό του ναού του Ασκληπιού στην Αλίφειρα
Πιν.28
α. Κεφαλή κοριτσιού από τα Ν.Ρόδα β.Κεφαλές κοριτσιών από το Ασκληπιείο της Λισσού Κρήτης.
γ. Κεφαλή κοριτσιού από το Ασκληπιείο δ-ε. Αγαλμάτια κοριτσιών από το Ασκληπιείο της Λισσού Κρήτης.
Πεπαρήθου.
Πιν.29
α.Εστιατόριο. Πέλλα