You are on page 1of 35

Τμήμα Κοινωνιολογίας, εξ.

Κοινωνική Θεωρία της Γνώσης


Ι
Τρίτη συνάντηση
4/11/2022
 Μό ναχο, 1874 - Φρανκφού ρτη, 1928
 εκτό ς από τη φιλοσοφική ιδιό τητα είχε να επιδείξει και
εκείνη του διπλωμά τη (υπηρέτησε στη Γενεύ η και στη
Χά γη)
Max Scheler  σημαντική διδακτική θητεία (Ιένα, Μό ναχο, Κολωνία)
Βιογραφικά  Δέχθηκε την ισχυρή επίδραση της φαινομενολογίας του
Χού σερλ 
 ό λο του το συγγραφικό έργο ή ταν μια μακρά πορεία
φαινομενολογικώ ν αποκλίσεων
 Θεωρητικό ς των αξιώ ν
 Η βασική φιλοσοφική του θέση αναπτύ χθηκε στο έργο του
"Ο φορμαλισμό ς στην ηθική"
 Η θεμελίωση και η ιερά ρχηση των αξιώ ν
Βασική Θέση  Κεντρικές προβληματικές ο θά νατος, το τραγικό , το αιώ νιο
μες στον ά νθρωπο, η συμπά θεια η γνώ ση και η θέση του
ανθρώ που μες στον κό σμο
 Φιλοσοφία της ζωή ς
 Για πρώ τη φορά ο Scheler είναι αυτό ς που μιλά για μια
Κοινωνιολογία της γνώ σης, βλ. M. Scheler: Die positivistische
Geschichtsphilosophie des Wissens und die Aufgabe einer
Soziologie der Erkenntnis
 Παρό μοια με τον Comte και με τα στά δια ιστορική ς εξέλιξης της
γνώ σης που προτείνει, ο Max Scheler διακρίνει τρεις μορφές

Γιατί μας γνώ σης που διαμορφώ θηκαν στην ιστορική εξέλιξη των
κοινωνιώ ν. Πρό κειται για τη θρησκεία, τη μεταφυσική και την
ενδιαφέρει επιστή μη. Για τον ίδιο, η επιστή μη δεν είναι απολύ τως
ταυτό σημη με την ορθολογικό τητα. Εμπεριέχει ανορθολογικά
στοιχεία στον αγώ να της να επικρατή σει έναντι των ά λλων
μορφώ ν γνώ σης.
 η κοινωνιολογική οπτική αντιλαμβά νεται ό τι το γνωστικό νό ημα
και το κοινωνικό είναι συγκροτού ν μια ενό τητα, καθώ ς το κά θε
φορά διαμορφωμένο κοινωνικό είναι, συνιστά την εικό να της
πραγματικό τητας μέσα στην οποία το ά τομο δραστηριοποιείται
 υποστή ριξε την ύ παρξη μιας μη υποβαλλό μενης στην
ιστορική διά σταση από λυτης σειρά ς αξιώ ν και ιδεώ ν
 Πρό κειται για μια σφαίρα αιώ νιων ουσιώ ν, οι οποίες
υφίστανται ανεξά ρτητα από την κοινωνική και ιστορική
Κριτική στον πραγματικό τητα

σχετικισμό  Με τη διαπίστωση αυτή ο Scheler επιχείρησε να


οικοδομή σει μια σύ ζευξη ανά μεσα στην κοινωνικό -
πολιτισμική ποικιλό τητα και σχετικό τητα με την ύ παρξη
ενό ς διαρκού ς αμετά βλητου σκληρού υποστρώ ματος από
αναλλοίωτες ουσίες.
 Για την Κοινωνιολογία της Γνώ σης σημαντική είναι η κατανό ηση
της προέλευσης των ιδεώ ν, και όχι τό σο το ίδιο το περιεχό μενό
τους ως προς τη σπουδαιό τητα και την αξία του.
 Συνδέεται με τη θεωρία της γνώ σης, στον βαθμό που η κοινωνική
γνώ ση μπορεί να διερευνηθεί στο πλαίσιο της κοινωνικο-ιστορική ς
εξέλιξης
 Αποσκοπεί στην επεξεργασία και λεπτομερή ανά λυση των
Κοινωνιολογία θεμελιωδώ ν μορφώ ν και παραγό ντων που διευκολύ νουν την
εξέλιξη της γνώ σης, ό πως και στον τρό πο, σύ μφωνα με τον οποίο
της γνώσης 1 συγκροτού νται οι νοητικές δομές
 η ίδια η δυνατό τητα του μετασχηματισμού της γνώ σης βρίσκεται
στη φύ ση του ανθρώ που, και ό τι η ανθρώ πινη νό ηση μπορεί να
συνιστά μια συνεχώ ς ιστορικά μεταβαλλό μενη δυνατό τητα
 Στη διαδικασία αυτή εκείνο που αλλά ζει είναι η δομή της νό ησης
και όχι η ίδια η οντό τητά της, η υποκειμενική της συνά φεια
 Η αιτία του μετασχηματισμού της νό ησης οφείλεται στους
παρά γοντες που την κοινωνικοποιού ν και οι οποίοι με τη
σειρά τους εντοπίζονται στους ό ρους της καθημερινή ς
κοινωνική ς ζωή ς και στις ποικίλες της εκδηλώ σεις της.
Κοινωνιολογία  Για την κατανό ηση της «sui generis πραγματικό τητας» της
της γνώσης 2 κοινωνίας απαιτείται η διεύ ρυνση του τρό που με τον οποίο
αυτή η πραγματικό τητα κατασκευά ζεται (κά τι που κά νει η
νέα κοινωνιολογία της γνώ σης)
 ο Scheler επιχειρεί αρχικά μια γνωσιοθεωρητική διά κριση
ανά μεσα σε πραγματικού ς (κοινωνικές αντιπαραθέσεις)
και ιδεατού ς παρά γοντες, που αποτυπώ νουν τη διά κριση
ανά μεσα στην ανθρώ πινη ζωή και στις εσωτερικές
διανοητικές διεργασίες
 παρά λληλα εξετά ζει προϋ ποθέσεις που διευκολύ νουν την
Μεθοδολογική εξέλιξη γνωστικώ ν μορφώ ν στον κοινωνικό κό σμο, καθώ ς
διαίρεση και συγκεκριμένα παραδείγματα που αποτελού ν βασικές
δομές των ανθρωπίνων πρά ξεων.
 Παρά ταύ τα, στην ανά λυσή του διακρίνει κανείς
παρά λληλα και μια α-ιστορική προσέγγιση, δεδομένου ό τι
στο επίκεντρο θέτει αναλλοίωτες δομές κινή τρων που
απολή γουν σε συγκεκριμένες εκδηλώ σεις συμφερό ντων
 Οι ιδεατοί παρά γοντες διαμορφώ νουν μια αυτοκρατορία
αιωνίων αρχώ ν αλή θειας, ιδεώ ν, αξιακώ ν συστημά των σε
μια ά χρονα ισχύ ουσα διά ταξη, οι οποίες δεν υπό κεινται σε
επιστημονική επικύ ρωση.
 Πρό κειται για γνώ σεις υπερατομικές και a priori, που
Ιδεατοί αποκτώ νται πέρα από τα ό ρια της αισθητή ς εμπειρίας, δεν
ανά γονται σε αυτή ν και δεν συνιστού ν απολή ξεις και
παράγοντες εσωτερικεύ σεις ερεθισμά των του εξωτερικού κό σμου.
 Παρά δειγμα θετικές επιστή μες: οι γνώ σεις αυτές
διατυπώ νονται ως αξιώ ματα, τα οποία σύ μφωνα με τους
ό ρους της λογική ς δημιουργού ν τις προϋ ποθέσεις και
καθοδηγού ν την παρατή ρηση.
 η διαδικασία σύ λληψης και από κτησης της γνώ σης, η οποία
ταυτίζεται με τις ουσιώ δεις δομές του κό σμου και δεν
αποτελεί αθροιστικό παρά γωγο επιμέρους παρατηρή σεων
μέσω αισθητηριακή ς εμπειρίας ή τυχαίων συναισθημά των,
αποδίδεται από τον Scheler ως Ιδεοποίηση (Ideierung).

Περί γνώσης  Πρό κειται για μία διαδικασία, η οποία συνίσταται σε μια
ά ρση του χαρακτή ρα της πραγματικό τητας του αισθητού
εμπειρικού κό σμου, σε μια κατ’ ουσίαν αποπραγμά τωση
(Entwirklichung), μέσω της οποίας διανοίγεται μια δίοδος
προς την ανακά λυψη των «πρώ των αρχώ ν».
 Η διαφορά με τις παραδοσιακές γνωσιοθεωρητικές προσεγγίσεις
συνίσταται στο γεγονό ς ό τι στην Κοινωνιολογία της γνώ σης η
αποπραγματοποίηση, ως προϊό ν υπαρξιακή ς από σπασης από
οργανισμικά ενεργή ματα, δεν εξετά ζεται ως υποστασιοποιημένη
ά χρονη κατά σταση, αλλά ως μεταβαλλό μενη διαδικασία.
 Δηλαδή , ως μια διαδικασία που μεταλλά σσεται συνεχώ ς, ό πως και
το περιεχό μενο της γνώ σης με τον τρό πο που επιδρά στους
Διαφορές με φορείς έκφρασης της τελευταίας.

γνωσιοθεωρίες  Κατ’ αυτό ν τον τρό πο, αλλά και με τη συνεχή εξειδίκευση των
επιστημώ ν, μά λλον συγκαλύ πτεται παρά αποκαλύ πτεται η
πραγματική ουσία της ανθρώ πινης ύ παρξης.
 οι ιδεατοί παρά γοντες δεν έχουν ως αποστολή την κατασκευή
των πραγματικώ ν παραγό ντων, αφού οι τελευταίοι υπό κεινται σε
μια δική τους νομοτέλεια (σχέσεις δύ ναμης, εξουσίας ή
παραγωγή ς)
 Κά θε ένα γεγονό ς και κά θε ένα ιστορικό φαινό μενο πρέπει να
εξηγηθεί ως μια αλληλεπίδραση των ιδεατώ ν και
πραγματικώ ν παραγό ντων
 ο νό μος ως προς την επίδραση των ιδεατώ ν και των
πραγματικώ ν παραγό ντων συνιστά έναν κύ ριο νό μο της
Κοινωνιολογίας, στη βά ση του οποίου η εξέλιξη καθορίζεται
από την επίδραση των ιστορικώ ν παραγό ντων

Τι διερευνά η  στην ιστορία δεν υπά ρχουν «καθαροί» πραγματικοί


παρά γοντες, ό πως και «καθαροί» ιδεατοί παρά γοντες, οι
κοινωνιολογία οποίοι μπορού ν να εμφανιστού ν σε αυτή τη διαδικασία
αλληλεπιδρά σεων.
 αυτό που προκύ πτει ως ιστορικά νέο προϋ ποθέτει μια ή δη
υφιστά μενη σχέση ανά μεσα στους πραγματικού ς και
ιδεατού ς παρά γοντες, των οποίων η αποδοχή και η
αλληλό δραση πιστοποιεί την από ρριψη του από λυτου
ντετερμινισμού
 Στην κατεύ θυνση αυτή διευρύ νεται ο αριθμό ς των
παραγό ντων που επηρεά ζουν τις μορφές σκέψης.
 δεν υπά ρχει κά ποια σταθερή ανεξά ρτητη μεταβλητή που να
καθορίζει την εμφά νιση των ιδεώ ν
 Η σκέψη προσδιορίζεται στην πορεία της ιστορική ς
εξέλιξης μέσα από την εμφά νιση και την αντίστοιχη
Και η γνώση; κυριαρχία μιας αλληλουχίας «πραγματικώ ν- αληθινώ ν
παραγό ντων»
 οι αληθινοί αυτοί παρά γοντες επικαθορίζουν τον τρό πο με
τον οποίο εκδηλώ νεται η ροή των δομώ ν σκέψης στα
διαφορετικά κοινωνικοπολιτισμικά συστή ματα ως προς το
πώ ς αυτά κατανοού ν τα διαρκή υποστρώ ματα ουσιώ ν.
 για τον Scheler δεν υπά ρχει μια κοινή για ό λους τους ανθρώ πους
θεμελιώ δης δομή γνώ σης.
 Αυτό που διατηρείται κοινό είναι ο βαθμό ς ανά πτυξης της τέχνης και του
τεχνικού πολιτισμού που παρουσιά ζουν οι διά φορες κοινωνικές
συλλογικό τητες στο χρό νο.
 Ο βαθμό ς αυτό ς ανά πτυξης αναδεικνύ ει ταυτόχρονα και την απομά κρυνσή
τους από τους φυσικού ς ό ρους που εμπεριέχονται στην κοινωνική τους
ζωή .
 Κατά συνέπεια, οι διά φορες μορφές γνώ σης συνιστού ν και τρό πους
Άρα… θέασης του κό σμου, οι οποίοι ιεραρχού νται ως προς την ποιό τητα των
δομώ ν σκέψης, των αξιώ ν κλπ.
 Έτσι, π.χ. η περίοδος των μύ θων και των παραδό σεων είναι αυτή που
τοποθετείται εγγύ τερα στους φυσικού ς αυτού ς ό ρους, ενώ η περίοδος
κατά την οποία υπερισχύ ει η γνώ ση της τεχνολογίας είναι πιο
απομακρυσμένη από αυτού ς.
 Η διαπίστωση αυτή πιστοποιεί όχι μό νο ό τι κά θε μορφή ς γνώ ση θα πρέπει
να θεαθεί κά τω από κοινωνιολογικές κατηγορίες, αλλά και η επιλογή
αυτώ ν των μορφώ ν γνώ σης πραγματοποιείται σύ μφωνα με τις δομές που
έχουν αναπτυχθεί σε επίπεδο κοινωνιώ ν στον ιστορικό χρό νο.
 κριτική έρευνα της ιδεολογίας στη διαδικασία παραγωγή ς γνώ σης
(Erkenntnis) αλλά και της ίδιας της παραγό μενης γνώ σης (Wissen)
 εγχείρημα της αποκά λυψης του υποστρώ ματος της σκέψης που
αντιστοιχεί σε συγκεκριμένες δομές στον κοινωνικό βιό κοσμο
 Αναπτύ σσεται δε σε δύ ο επίπεδα.
Karl Mannheim  Σε ένα πρώ το επίπεδο αποτελεί μια εμπειρική έρευνα αναφορικά με την

Ορισμός και ύ παρξη και τη δομική συγκρό τηση των τρό πων, σύ μφωνα με τους οποίους
η σκέψη δέχεται την επίδραση κοινωνικώ ν παραγό ντων.

αντικείμενο  Σε ένα δεύ τερο επίπεδο μελετά τις επιπτώ σεις αυτώ ν των σχέσεων σε
επιστημολογικό επίπεδο, διανοίγοντας έναν προβληματισμό ως προς τα
ζητή ματα μεθό δου και εγκυρό τητας.
 Αυτοί οι δύ ο τύ ποι έρευνας δεν συνά πτονται κατά αναγκαίο τρό πο, καθώ ς
μπορού ν να γίνουν αποδεκτά τα εμπειρικά αποτελέσματα, χωρίς να
δεσμεύ ονται κά ποια επιστημολογικά συμπερά σματα.
 εστιά ζει το ερμηνευτικό της ενδιαφέρον στον τρό πο με τον οποίο σε
συγκεκριμένες κοινωνικοϊστορικές περιό δους διαπλά θονται ποικίλα
ιδεολογή ματα υπό την επιρροή των κοινωνικοπολιτικώ ν δυνά μεων που
επικρατού ν.
 Το συμπαγές και συχνά μονοδιά στατο περιεχό μενο, η μεροληπτικό τητα
και η -τουλά χιστον σε αρχικό στά διο- περιορισμένη σε εσωτερικό
επίπεδο αναγνώ ριση των ιδεολογημά των δεν λειτουργεί οπωσδή ποτε
αποτρεπτικά σε προοπτικές ευρύ τερης αποδοχή ς και υπέρβασης της
1ο επίπεδο μερικό τητά ς τους
 Στην κατεύ θυνση αυτή μεμονωμένοι εκφραστές ή υποστηρικτικές
ομά δες ιδεολογημά των εγείρουν συχνά αξιώ σεις γενική ς ή οικουμενική ς
ισχύ ος των συγκεκριμένων ιδεολογημά των ενισχύ οντας παρά λληλα
τους μηχανισμού ς προπαγά νδας, επιβολή ς, αλλά και επιστημονική ς
εγκυρό τητας
 στις από πειρες αυτές πιο ευδιά κριτη είναι η ιδεολογικοποίηση της
επιστή μης από ό τι η επιστημονική νομιμοποίηση της ιδεολογίας.
 η οργά νωση της γνώ σης επιτυγχά νεται σε διά φορους
επαγγελματικού ς και επιστημονικού ς τομείς, ειδικεύ σεις και
πειθαρχίες-πεδία.
 Ως προς τα ζητή ματα της αξιοπιστίας της διερευνητική ς
διαδικασίας από κτησης θεμελιωμένης γνώ σης, οι από ψεις
που προέρχονται από την κοινωνιολογία της γνώ σης
χαρακτηρίζουν και τη θέση της τελευταίας ως προς την

2ο επίπεδο διασφά λιση εγκυρό τητας από την επιλογή των μεθό δων
 Σε αυτή τη συνά φεια, η θέση του κοινωνικού προσδιορισμού
της γνώ σης επηρεά ζει και τα ζητή ματα μεθό δου, αφού η ίδια
η μέθοδος δεν αποτελεί κριτή ριο γνωστική ς εγκυρό τητας,
λό γω του ό τι και η ίδια υπό κειται σε κοινωνικό προσδιορισμό .
 η επιλογή της μεθό δου δεν είναι μια ουδέτερη κοινωνικά
διαδικασία έτσι ώ στε να κρίνεται ως προς τη διαχρονική της
ισχύ , αξιοπιστία και εγκυρό τητα
 Η κοινωνική διαμό ρφωση αφορά κατ’ αρχή ν μορφές γνώ σης
που υπερισχύ ουν ιστορικά και συγκροτού νται ως κοινωνικά
υποδείγματα, και όχι το περιεχό μενο ή την ουσία της
εγκυρό τητά ς τους.
 το κοινωνικό είναι και το γνωστικό νό ημα που αναδύ εται στον
κοινωνικό χρό νο συγκροτού ν μια ενό τητα

Γνώση και  οι σκέψεις που αντανακλού ν ιστορικά διαμορφωμένα και


κοινωνικά κατασκευασμένα ιδεολογικά μορφώ ματα,

Ιδεολογία διακρίνονται σε τρεις διαστά σεις νοή ματος


 το αντικειμενικό νό ημα, που προκύ πτει μέσω παρατή ρησης
και μέσω πρό σληψης από τα αισθητή ρια ό ργανα
 το εκφραστικό νό ημα που εκπέμπει η προθετικό τητα των
επιχειρού μενων πρά ξεων
 Η ερμηνεία σε συμβολικές πολιτισμικές μορφές
συνδεό μενες με το κοινωνικό κεφά λαιο
 Οι πολιτισμικές αυτές κοσμοεικό νες νοηματοδοτή σεων
υπερβαίνουν τις ατομικές συνειδή σεις
 αποτελού ν κοινωνικοϊστορικά προθεσιακά υποδείγματα
που εσωτερικεύ ονται από τα ά τομα, χωρίς τα τελευταία να
Περί αποσκοπού ν οπωσδή ποτε στη διαδικασία αυτή .

πολιτισμικών  η έννοια του νοή ματος αποτυπώ νει στην ουσία την

μορφών και κοινωνική υφή του νοή ματος και, κατά συνέπεια, δεν
αναζητείται η γνωσιοθεωρητική του διαλεύ κανση, αλλά ο
γνώσης κοινωνικό ς του επικαθορισμό ς
 Εδώ , διακρίνει και αναγνωρίζει κανείς τις διά φορες μορφές
γνώ σης που προκύ πτουν σε διαφορετικού ς
κοινωνικοϊστορικού ς σχηματισμού ς.
 Από τη σύ νδεση ανά μεσα στη δομή της συνείδησης και της
κοινωνικοϊστορική ς κατά στασης δημιουργού νται
πνευματικά στρώ ματα, τα οποία αποκτού ν τα
χαρακτηριστικά ετερογενώ ν κοινωνικώ ν ομά δων.
 Οι ομά δες αυτές συγκροτού νται σύ μφωνα με το κριτή ριο

Πνευματικά
της κοινωνική ς ενό τητας, τό σο ως προς τη
δραστηριοποίησή τους σε οικονομικό περιβά λλον, ό σο και
στρώματα ως την αποδοχή μιας κοινή ς εικό νας για τον κό σμο.
 Με τον τρό πο αυτό η γνωστική διαδικασία συνδέεται
ά μεσα με την κοινωνική οργά νωση των ξεχωριστώ ν
κοινωνικώ ν ομά δων και το στιλ ζωή ς που αυτές
αναπτύ σσουν μέσα σε συγκεκριμένες ολό τητες, οι οποίες
διαμορφώ νονται σε διά φορες εποχές.
 καμιά ανθρώ πινη σκέψη δεν είναι απρό σβλητη από τις
ιδεολογικοπολιτικές επιρροές των κοινωνικώ ν της συμφραζομένων.
 Παρά λληλα με κοινωνικού ς μετασχηματισμού ς, ή ιδεολογίες που
διαφοροποιού νται στον ιστορικό χρό νο και συλλογικές πεποιθή σεις που
ισχυροποιού νται ή ανατρέπονται, το φά σμα των αλλαγώ ν αφορά και την
ίδια την επιστή μη.
 Ακό μη και η τελευταία αποκτά έναν χαρακτή ρα παραδειγματικό , καθώ ς
Προσβολή της σε ό λα τα στά δια συγκρό τησης των δικώ ν της μορφώ ν γνώ σης και των
αξιωμά των της επηρεά ζεται από τις κοινωνικές και ιστορικές συνθή κες
σκέψης; που κατισχύ ουν στα διαφορετικά αυτά κοινωνικοϊστορικά
παραδείγματα
 Στο πλαίσιο αυτό , η επιστή μη που προσβλέπει στην αληθινή γνώ ση δεν
είναι ένας απλό ς ουδέτερος παρατηρητή ς, αλλά βρίσκεται στην υπηρεσία
κοινωνικώ ν στρωμά των, των οποίων τα αιτή ματα μπορεί και ικανοποιεί
 για παρά δειγμα τα οικονομικά συμφέροντα της αστική ς τά ξης την
περίοδο της βιομηχανοποίησης και της ανό δου του καπιταλισμού .
 τα αποτελέσματα διανοητικώ ν ενεργημά των επηρεά ζονται από την
οπτική που αντιλαμβά νεται τα πρά γματα ο παρατηρητή ς και από τη
θέση που κατέχει ο ίδιος στην κοινωνική διαστρωμά τωση.
 αξίωμα της «σχεσιακό τητας» (relationism):
 η ίδια η σκέψη αποτελεί μέρος του πρά ττειν και κατά συνέπεια
προσδιορίζεται με ό ρους κοινωνικού ς, ό πως κατ ́επέκταση η
εγκυρό τητα και η αξιοπιστία της.

Σχεσιακότητα Ανεξά ρτητα από την ύ παρξη ή όχι γενικό τερων κριτηρίων
ορθό τητας, η κοινωνική προοπτική , στην οποία εντά σσονται οι
διανοητικού τύ που παραδοχές που ενισχύ ουν το επιχείρημα της
σχεσιακό τητας, αφορά στην οριοθέτηση της ισχύ ος των
παραδοχώ ν αυτώ ν σε δεδομένες καταστά σεις.
 Γιατί η σχεσιακό τητα δεν είναι ευά λωτη απέναντι στην αρνητική
κριτική που δέχεται ο σχετικισμό ς; Γτ δεν απομακρύ νεται από την
εκτίμηση της σημαντικό τητας του ξεχωριστού βά ρους που κατέχει
στην έρευνα η υποκειμενική εμπειρία του παρατηρητή .
 το τμή μα της γνώ σης που αναφέρεται σε μια
θεώ ρηση της επιστή μης ως καθολικά αμετά βλητης
και, ά ρα, ανεξά ρτητης και αδέσμευτης από κά θε
κοινωνικό προσδιορισμό , δεν φαίνεται να εξαιρείται

Περί επιστήμης από τη δυνατό τητα να προσδιορίζεται κοινωνικά και


πολιτιστικά .
 Κατ’ αυτό ν τον τρό πο, η κοινωνιολογική μελέτη για
τη λειτουργία της επιστή μης μέσα στην κοινωνία
καθίσταται αναγκαία και εφικτή .
 Σε σχέση με τον προβληματισμό περί ιδεολογίας ο Mannheim
επιχείρησε να μετασχηματίσει την μαρξική προσέγγιση σε ένα
γενικό τερο εργαλείο κοινωνιολογική ς ανά λυσης της γνώ σης.
 Το εργαλείο αυτό εμπεριέχει μια κοινωνική δυναμική , αφού η συμμετοχή
σε μια ομά δα και ο κοινωνικό ς ρό λος που ασκείται από τα κοινωνικά
υποκείμενα αποτελού ν παρά γοντες που μπορού ν δυνητικά να
Προεκτάσεις προσδιορίζουν τις ιδέες και την γνώ ση.

του Μαρξ  Επιπλέον, σύ μφωνα με τη βασική θεώ ρηση ό λων σχεδό ν των εκδοχώ ν
της Κοινωνιολογίας της γνώ σης, «η γνώ ση είναι οντικά
προσδιορισμένη», μια διατύ πωση που μεταφρά ζεται με το ό τι η οντική
αυτή δέσμευση της γνώ σης ισοδυναμεί με κοινωνικό προσδιορισμό και
περαιτέρω με τη δυνατό τητα μιας εμπειρική ς συσχέτισης μεταξύ των
διανοητικώ ν διεργασιώ ν και των ιστορικά διαμορφωμένων κοινωνικώ ν
υποδειγμά των σκέψης.
 Η αναγωγή του συνό λου των χαρακτηριστικώ ν του είναι
στις υλικές διεργασίες, ό πως θεωρού σε ο Marx, εκτιμά ται
ως πολύ περιοριστική στο έργο του Mannheim.
 Η ίδια η πολυπλοκό τητα του κοινωνικού είναι αναδύ εται
σε βασικό κορμό των κοινωνικώ ν σχέσεων.

Κριτική στον  Αυτή η διανοητική υπό σταση του κοινωνικού συστή ματος
διαμορφώ νεται στη βά ση ενό ς συστή ματος αξιώ ν που
Μαρξ εκτίθεται στους επιμέρους φορείς ανά ληψης δρά σης.
 Η έννοια της ιδεολογίας που εισά γει στο έργο του δεν
αφορά οπωσδή ποτε μια ψευδή συνείδηση, ού τε ένα
υπεριστορικό σημείο αναφορά ς - πρό κειται για τη βού ληση
στη διαμό ρφωση αξιακώ ν συστημά των σε μια αενά ως
μεταβαλλό μενη ιστορική συνθή κη.
 η γνώ ση για τον Mannheim αναφέρεται σε συγκεκριμένες στιγμές της
κοινωνική ς πραγματικό τητας που καθοδηγού ν τη γνωστική
διαδικασία
 αποδεσμεύ εται τό σο από τη φιλοσοφία της ζωή ς του Scheler ό σο και
από τα εσχατολογικά στοιχεία της μαρξική ς θεωρίας της γνώ σης
 Στην προσπά θεια υπερά σπισης του ολισμού διαπιστώ νει ό τι οι
γνωσιοθεωρητικές προσεγγίσεις δεν είχαν, έως εκείνη την περίοδο,

Γνώση στον μελετή σει επαρκώ ς την κοινωνική φύ ση και τη δομή της γνώ σης

Μανχάιμ 1  Vs μεθοδολογικό και οντολογικό ατομικισμό


 στον Mannheim, μια ανά λυση νοή ματος στο πλαίσιο της προσέγγισης
της Κοινωνιολογίας της Γνώ σης συνδέεται με την κοινωνιολογική
ανακατασκευή μορφώ ν πρά ξεων που
 δεν αναφαίνονται ως μεμονωμένα,
 εκδηλώ νονται ιστορικά στην καθημερνή ζωή
 στηρίζονται στην κατανό ηση συλλογικά εκφραζό μενων βιωματικώ ν
καταστά σεων και σχέσεων.
 Οι μορφές πρά ξεων αφορού ν συλλογικές ιστορικές εμπειρίες που
προσεγγίζονται ως προκαταρκτικά διανοή ματα, τα οποία είναι
απαλλαγμένα από ιδεολογικές παραποιή σεις, ως από ρροια πρωτογενώ ν
παρορμή σεων
 Στην Κοινωνιολογία της Γνώ σης βασική είναι η θέση ό τι κά θε μορφή
σκέψης συνδέεται με την ανθρώ πινη ύ παρξη και κατά συνέπεια τίποτε
δεν μπορεί να είναι αληθές πέραν του πλαισίου που αυτή διαμορφώ νει
 στη σκέψη του Mannheim συγκροτού νται διαφορετικές συνειδησιακές
Γνώση στον δομές που συνυπά ρχουν στο πλαίσιο διαφορετικώ ν ιστορικοκοινωνικώ ν
περιό δων, κρίνοντας με ξεχωριστό τρό πο κοινά αντικείμενα
Μανχάιμ 2  Η πραγματικό τητα αυτή προσλαμβά νεται από την Κοινωνιολογία της
Γνώ σης στο επίπεδο συγκρό τησης της συλλογική ς σκέψης, από την
οποία αναδύ ονται οι συνειδησιακές αυτές δομές, και ό χι στο επίπεδο
πραγμά τωσης κοινώ ν σκοπώ ν.
 η γένεση και διαμό ρφωση της σκέψης προσδιορίζεται από ποικίλους
πραγματικού ς (εξωθεωρητικού ς) κοινωνικού ς παρά γοντες, ανά γοντας
έτσι την κοινωνική ομά δα καθεαυτή ν σε μια οντική βά ση και σε ένα
προνομιακό ρό λο σε σχέση με το ά τομο.
 η θέση του Μανχά ιμ συνιστά μια κριτική στην αφηρημένη και α-
ιστορική σύ λληψη του υποκειμένου σε ό λη την παραδοσιακή
Γνωσιοθεωρία και, κυρίως, στις γνωσιοθεωρητικές προσεγγίσεις
του Καντ, στις οποίες το υποκείμενο παρουσιά ζεται αποσπασμένο
από την κοινωνική του ύ παρξη και δραστηριό τητα.

Vs Kant  Σε μεθοδολογικό επίπεδο απομακρύ νεται, τό σο από τον

Vs Weber μεθοδολογικό ατομισμό του Βέμπερ, προτά σσοντας το κοινωνικό


υποκείμενο ως αφετηριακό σημείο ανά λυσης, ό σο και από την
φιλελεύ θερη παρά δοση στην οποία απουσιά ζουν οι κοινωνικές
δεσμεύ σεις και ο κοινωνικό ς επικαθορισμό ς του ατό μου.
 αφενό ς η γνωστική διαδικασία εμπίπτει στην
κοινωνιολογική ανά λυση
 αφετέρου αναφαίνεται η ακαταλληλό τητα θεωρή σεων που
προσεγγίζουν τη γνωστική διαδικασία στο πλαίσιο της
ισχύ ος εγγενώ ν νό μων και λογικώ ν κατηγοριώ ν σε επίπεδο
πρωταρχικώ ν υπερεμπειρικώ ν αρχώ ν ή εσωτερικώ ν
Πρόχειρο διαλεκτικώ ν σχέσεων.

συμπέρασμα  Κατά αυτό ν τον τρό πο τα κοινωνικοπολιτισμικά παρά γωγα


ερμηνεύ ονται εντό ς μιας μη υπεριστορική ς, αλλά μερική ς
και συγκεκριμένης ολό τητας, μιας ολό τητας κοινωνικά
προσδιορισμένης που εμπεριέχει τη συνά φεια νοή ματος
και τις συνολικές κοσμοθεωρητικές παραδοχές, ως κοσμικά
βουλησιακά αποτυπώ ματα (Weltwollen) που αναδύ ονται
στις διαφορετικές ιστορικές περιό δους.
 Η σχέση μερικό τητας και ολό τητας διατυπώ νεται και
στο επίπεδο του προσδιορισμού της έννοιας της
ιδεολογίας.
 Η μερική έννοια της ιδεολογίας εκφρά ζεται σε
Η έννοια της εξατομικευμένο επίπεδο μέσα από την προσωπική

ιδεολογίας πλά νη στην οποία υποπίπτουν τα ξεχωριστά ά τομα


(ψυχολογικό ς παρά γοντας)
 η ολό τητα της δομή ς σκέψης ιστορικώ ν συλλογικώ ν
υποκειμένων εκφρά ζεται στην ολό τητα αυτή ς της
δομή ς
 η δομή σκέψης, που στην ουσία αφορά τους τρό πους παραγωγή ς διανοητικού
έργου, συνδέεται οργανικά με τη συγκεκριμένη μορφή με την οποία
προσλαμβά νουμε τις παραστά σεις για τον κό σμο
 η μέθοδος της κατανό ησης διαθέτει εδώ προνομιακή πρό σβαση στις μερικές
ολό τητες, καθώ ς αυτές είναι που καλείται πλέον να ερμηνεύ σει ά μεσα ως ό λον
 Η κατανοητική μέθοδος υπηρετεί για πρώ τη φορά τον συγκροτησιακό πυρή να της
κοινωνιολογική ς σκέψης, καθώ ς συνέχει τα επιμέρους προτά γματα με ερμηνευτικό

Τρόπος  η κατεύ θυνση από το κοινωνικό είναι στα διά φορα υποδείγματα σκέψης θα πρέπει
να λαμβά νει υπό ψη της την ποιό τητα του προσλαμβανό μενου τύ που γνώ σης και
παραγωγής του εννοιολογικού περιεχομένου που έχουν οικειοποιηθεί διαφορετικές κοινωνικές

διανοητικού
ομαδώ σεις.
 Η ανά δειξη αυτώ ν των ομαδώ σεων καταδεικνύ ει την αύ ξηση του καταμερισμού
έργου εργασίας, αλλά και την κοινωνική συνθετό τητα, πολυπλοκό τητα και ποικιλό τητα
της εποχή ς της νεωτερικό τητας με την ταυτόχρονα υψηλή κοινωνική και
επαγγελματική κινητικό τητα.
 Οδηγού μαστε έτσι σε μια εκλέπτυνση του διχοτομικού μαρξικού μοντέλου –που
περιορίζει σε δύ ο τις ιστορικά αναγκαίες κοινωνικές τά ξεις, αν και οι ιδεολογίες
που συγκροτού νται δεν παρουσιά ζουν αναγκαία αντιστοιχία προς αυτές– με την
αναγνώ ριση της σπουδαιό τητας πολλαπλώ ν κοινωνικώ ν ομαδώ σεων σε μια
σύ νθετη κοινωνική διαστρωμά τωση.
 Από τα συνδυαστικά επίπεδα εμπειρίας σε ένα συγκεκριμένο χωροχρονικό πλαίσιο
ορισμένες κοινωνικές ομαδώ σεις, που η λειτουργία τους κατανοείται σε οντική βά ση,
μπορού ν να επιτύ χουν μια βελτιωμένη πρό σβαση στη κατανό ηση ενό ς κοινωνικού
φαινομένου, αν και καμία από τις ομαδώ σεις αυτές δεν είναι σε θέση να αποκτή σει
από λυτη πρό σβαση σε αυτό .

 Μια αισιό δοξη προοπτική που δεν αποκλείστηκε από τον Mannheim αφορού σε την
πιθανό τητα εμφά νισης μιας ομά δας «ανεξά ρτητων διανοού μενων» που θα μπορού σε
να διατυπώ σει μια γνωστικά ενοποιημένη πρό ταση ως προς έναν τύ πο ρεαλιστική ς
σκέψης που αποτυπώ νει μια κοινωνία, η οποία λειτουργεί ως ρεαλιστική ,

Η (λάθος) αντικειμενική αλή θεια. Πρό κειται στην ουσία για την ενσά ρκωση χαρακτηριστικώ ν
αμεροληψίας από μια ομά δα ατό μων ελεύ θερης διανό ησης, η οποία αποσυνδέει τα
απάντηση σε δικά της συμφέροντα από την ταξική τους προέλευση. Παρά λληλα, μέσω του
υπαρξιακού αυτού στοχασμού και της διαδικασίας αποστασιοποίησης από ταξικές και
όλα ιδεολογικές επιρροές και εξαρτή σεις δημιουργού νται προϋ ποθέσεις ανασυγκρό τησης
των διανοητικώ ν δομώ ν και διατύ πωσης μιας θεωρίας αντικειμενικό τητας.

 υψηλό μορφωτικό κεφά λαιο που χαρακτηρίζει την ομά δα αυτή των διανοουμένων,
που από τη μεριά του διευκολύ νει στην απομυθοποίηση στερεοτυπικώ ν γνώ σεων και
ιδεολογικώ ν προκαταλή ψεων. Επιπλέον, μέσα από υψηλό αίσθημα κοινωνική ς και
ανιδιοτελού ς υπευθυνό τητας αποκτά μια σημαντική διεισδυτική δυνατό τητα στα
χαρακτηριστικά των υπολοίπων τά ξεων. Βασικό ς στόχος αυτή ς της διαταξική ς
συνείδησης είναι η κατανό ηση των συλλογικώ ν κοινωνικώ ν διαδικασιώ ν στο σύ νολο
τους και η αντικειμενική σύ λληψη της κοινωνίας ως οντό τητας.
 Για τον Μανχά ιμ συγκροτού νται και συγκρού ονται μεταξύ τους
δύ ο ά λλοι τύ ποι κοινωνιώ ν, οι οποίοι επηρεά ζονται από
διαφορετικά συστή ματα ιδεώ ν.
 Το πρώ το επιχειρεί να συγκαλύ ψει το παρό ν και να το ερμηνεύ σει
μέσα από το παρελθό ν και παρά λληλα να αναδείξει έναν τύ πο
γνώ σης για την κοινωνία, στην οποία εμφιλοχωρού ν ιδεολογικές

(Ξανά) δύο παραμορφώ σεις και παραποιή σεις. Η συγκεκριμένη κοινωνία


εκφεύ γει του ρεαλιστικού αυτού κοινωνικού υποστρώ ματος, ενώ
επίπεδα παρά λληλα αποστρέφεται την αντικειμενική αλή θεια.
 Σε ένα δεύ τερο επίπεδο υπά ρχει ένα ά λλο σύ στημα ιδεώ ν που
υπογραμμίζει εμφαντικά τη μελλοντική προοπτική μέσα από μια
παρά λληλη απομά κρυνση από το παρό ν. Αυτό το σύ στημα ιδεώ ν
οδηγεί σε μια κοινωνία οραματική και ουτοπική , που και αυτή
απομακρύ νεται από την αντικειμενικό τητα, προτά σσοντας
ανέφικτους και ουτοπικού ς στόχους.
 ο Mannheim, σε μια προσπά θεια να υπερβεί την κριτική του σχετικισμού που
θα μπορού σε να διακρίνει κανείς στην εκδοχή της Κοινωνιολογίας της γνώ σης
που προτείνει, καθιστά σαφές ό τι η αντικειμενική φύ ση είναι αυτή που
καθορίζει την αληθινή καθαρή γνώ ση, ενώ από την ά λλη η πιο αληθινή
εκδοχή κοινωνική ς γνώ σης και ρεαλιστική ς κοινωνίας μπορεί να παραχθεί
από το παραπά νω ανεξά ρτητο διανοητικό πρό ταγμα. Η διαφορά έγκειται στο
γεγονό ς ό τι στη δεύ τερη περίπτωση η αλή θεια υπό κειται σε μια έννοια της
«αντικειμενικό τητας», η οποία προσδιορίζεται με κοινωνικού ς και ιστορικού ς
ό ρους. Κά τι που δεν συμβαίνει με την αντικειμενική γνώ ση της αλή θειας στη
Κριτική στο φύ ση, η οποία δεν υποβά λλεται σε κοινωνικού ς προσδιορισμού ς

σχετικισμό  η θέση του Mannheim δέχτηκε σε μεγά λο βαθμό κριτική , κυρίως με την
αιτιολογία ό τι οδηγεί στον καθολικό σχετικισμό . Μια βασική παραδοχή του
σχετικισμού είναι η αμφισβή τηση της ύ παρξης μίας και μοναδική ς
αντικειμενική ς αλή θειας, καθώ ς διατείνεται ό τι η γνώ ση εξαρτά ται από το
κοινωνικό πλαίσιο και τις συνθή κες παραγωγή ς της, αφού κατασκευά ζεται
κά τω από διαφορετικού ς πολιτισμικού ς και κοινωνικού ς ό ρους και συνθή κες.
Συνδέεται επίσης με την εγκατά λειψη υψιπετώ ν κοσμοθεωριώ ν και
φιλό δοξων αφηγή σεων, δηλαδή με την από ρριψη διατύ πωσης καθολικώ ν και
ενοποιητικώ ν γενικευτικώ ν σχημά των σύ λληψης του κό σμου
 Mannheim, K. (1997). Ιδεολογία και Ουτοπία (Μτφ.:
Ανδρουλιδάκης Γ.). Αθήνα: Γνώση, κεφ. V.
 Ναγόπουλος, Ν.(2015). Γνώση, Μέθοδος, Κοινωνική Πράξη.
Από τη Γνωσιοθεωρία στη Θεωρία της Γνώσης. Αθήνα: ΣΕΑΒ,
κεφ. 11.
Βιβλιογραφία  Ξανθόπουλος, Χ. (2015). Συμβολές στην κοινωνική θεωρία της
γνώσης. Αθήνα: Παπαζήσης, κεφ. 1.
 Χορκχάιμερ, Μ. (1984). Φιλοσοφία και Κοινωνική Κριτική
(Σαρίκας Ζ. Μτφ.). Αθήνα: Ύψιλον, κεφ. Παραδοσιακή και
Κριτική Θεωρία.

You might also like