You are on page 1of 457

1

Οδυσσέας Γκιλής

Επιμέλεια συλλογής, ταξινόμησης και αξιοποίησης υλικού

ΠΡΟΙΚΑ
ΠΡΟΙΞ
1700 αναφορές για την λέξη-έννοια Προίκα στα αρχαία κείμενα

Θεσσαλονίκη 9/2018
2
3

Περιεχόμενα

Εισαγωγικό σημείωμα............................................................................................................... 4
Πύλη. [Λεξικό Τριανταφυλλίδη] ............................................................................................... 7
Ο θεσμός του γάμου και η θέση της γυναίκας στην αρχαία Αθήνα ......................................... 8
Φερνή ...................................................................................................................................... 10
Λεξικόν Ομηρικόν υπό Κρούσιου. Εν Αθήναις 1888.προίξ, δώρον, χάρισμα ......................... 12
LIDDELL & SCOTT. Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας. (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού,
εκδ. Πελεκάνος 2007).............................................................................................................. 12
Λεξικό Δημητράκου. Προίξ, προικός, δωρεα, χάρισμα .......................................................... 13
Λεξικό Γ. Μπαμπινιώτη ........................................................................................................... 13
Προίκα. Από τη Βικιπαίδεια .................................................................................................... 14
Πηγές ................................................................................................................................... 15
Βιβλιογραφία ....................................................................................................................... 15
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΠΟΡΔΟΚΑΣ 10-9-2018 Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου
Τύπου της Κυριακής............................................................................................................... 15
Προξενιό .......................................................................................................................... 16
Σαράντα πήχες βρακοζώνα.............................................................................................. 17
Καλοί τρόποι και ευρωπαϊκός αέρας ............................................................................... 18
Προικοσύμφωνο...................................................................................................................... 19
Αποσπάσματα από αρχαία κείμενα ........................................................................................ 19
Ενδεικτική χρονολογική ταξινόμηση..................................................................................... 434
Ευρετήριο .............................................................................................................................. 454
4

Εισαγωγικό σημείωμα.

Συγκέντρωσα-ανθολόγησα αποσπάσματα, από αρχαία κλασικά,


Βυζαντινά και θεολογικά κείμενα, που αναφέρονται στη λέξη-
έννοια προίκα. Ενίοτε έχει και άλλη σημασία πέραν αυτής που
αναφερέται πως δίνεται στην γυναίκα. Προικά είναι και δωρεάν,
χάρισμα. Από τις πρώτες αναφορές; Λεξικόν Ομηρικόν υπό
Κρούσιου. Εν Αθήναις 1888. προίξ, δώρον, χάρισμα.
Όμηρος. Οδύσσεια. (8 B.C.) βιβλίον 13 στ. 15. δῶρ’, ὅσα Φαιήκων
βουληφόροι ἐνθάδ’ ἔνεικαν· ἀλλ’ ἄγε οἱ δῶμεν τρίποδα μέγαν ἠδὲ
λέβητα ἀνδρακάς, ἡμεῖς δ’ αὖτε ἀγειρόμενοι κατὰ δῆμον τεισόμεθ’·
ἀργαλέον γὰρ ἕνα προικὸς χαρίσασθαι.” (15) ὣς ἔφατ’ Ἀλκίνοος,
τοῖσιν δ’ ἐπιήνδανε μῦθος. οἱ μὲν κακκείοντες ἔβαν οἶκόν δε ἕκαστος·
ἦμος δ’ ἠριγένεια φάνη ῥοδοδάκτυλος Ἠώς...

ΟΜΗΡΟΥ ΟΔΥΣΣΕΙΑ -ν-


…ἀργαλέον γὰρ ἕνα προικὸς χαρίσασθαι.»ὣς ἔφατ᾿ Ἀλκίνοος, τοῖσιν δ᾿
ἐπιὴνδανε μῦθος.οἱ μὲν κακκείοντες ἔβαν οἶκόνδε ἕκαστος,ἦμος δ᾿
ἠριγένεια φάνη ῥοδοδάκτυλος Ἠώς,νῆάδ᾿ ἐπεσσεύοντο, φέρον δ᾿
εὐήνορα χαλκόν.απ᾿ το λαό᾿ βαρύ το χάρισμα να πέσει σ᾿ έναν μόνο!»

Αυτά είπε ο Αλκίνοος, κι ως στο λόγο του μετά χαράς συγκλίναν,


για το δικό του σπίτι κίνησε καθένας να πλαγιάσει.Κι η Αυγή σα φάνη η
πουρνογέννητη και ροδοδαχτυλάτη,όλοι με βιάση τον αντρίστικο χαλκό
του κουβαλούσαν…

ΟΜΗΡΟΥ ΟΔΥΣΣΕΙΑ -α-


275 μητέρα δ᾿, εἴ οἱ θυμὸς ἐφορμᾶται γαμέεσθαι,
ἂψ ἴτω ἐς μέγαρον πατρὸς μέγα δυναμένοιο:
οἱ δὲ γάμον τεύξουσι καὶ ἀρτυνέουσιν ἔεδνα(=η πρακτική της προίκας (νομίζω
πως) δεν υπαρχει πια. ... Διατηρούν την ίδια λέξη, έδνα και έεδνα, για να δηλώσουν την νέα
πρακτική ...)πολλὰ μάλ᾿, ὅσσα ἔοικε φίλης ἐπὶ παιδὸς ἕπεσθαι.
σοὶ δ᾿ αὐτῷ πυκινῶς ὑποθήσομαι, αἴ κε πίθηαι:

Η μάνα σου απ᾿ την άλλη, αν έστρεξε το γάμο πια η καρδιά της,
πίσω ας διαγείρει στου πατέρα της, που 'χει περίσσια πλούτη'
κι εκείνοι θα γνοιαστούν το γάμο της, θα φτιάξουν τα προικιά της
5

αρίφνητα, στη θυγατέρα τους την ακριβή ως ταιριάζει.


Όσο για σε τον ίδιον, άκουσε τη γνωστικιά μου ορμήνια.

ΟΜΗΡΟΥ ΟΔΥΣΣΕΙΑ -β-


50 μητέρι μοι μνηστῆρες ἐπέχραον οὐκ ἐθελούσῃ,
τῶν ἀνδρῶν φίλοι υἷες, οἳ ἐνθάδε γ᾿ εἰσὶν ἄριστοι,
οἳ πατρὸς μὲν ἐς οἶκον ἀπερρίγασι νέεσθαι
Ἰκαρίου, ὥς κ᾿ αὐτὸς ἐεδνώσαιτο θύγατρα,
δοίη δ᾿ ᾧ κ᾿ ἐθέλοι καί οἱ κεχαρισμένος ἔλθοι:

Έχουν μαθές ριχτεί στη μάνα μου μνηστήρες άθελα της


οι γιοι γονιών, που εδώ στον τόπο μας οι πιο τρανοί λογιούνται.
Ωστόσο τρέμουν στου πατέρα της το αρχοντικό να πάνε,
στου Ικάριου, αυτός στη θυγατέρα του προικιά πολλά να δώσει
αντρεύοντας τη με όποιον βούλεται κι αρέσει και στην ίδια.
195 μητέρα ἣν ἐς πατρὸς ἀνωγέτω ἀπονέεσθαι:
οἱ δὲ γάμον τεύξουσι καὶ ἀρτυνέουσιν ἔεδνα
πολλὰ μάλ᾿, ὅσσα ἔοικε φίλης ἐπὶ παιδὸς ἕπεσθαι.
οὐ γὰρ πρὶν παύσεσθαι ὀίομαι υἷας Ἀχαιῶν
μνηστύος ἀργαλέης, ἐπεὶ οὔ τινα δείδιμεν ἔμπης,

Να πει της μάνας του στον κύρη της ξοπίσω να διαγείρει᾿


κι εκείνοι θα γνοιαστούν το γάμο της, θα φτιάξουν τα προικιά της,
αρίφνητα, στη θυγατέρα τους την ακριβή ως ταιριάζει.
πιο πριν οι Αργίτες δε φαντάζουμαι τα προξενειά να πάψουν,
που σας πειράζουν δε σκιαζόμαστε κανέναν, όπως να 'ναι,

ΟΜΗΡΟΥ ΟΔΥΣΣΕΙΑ -ρ-


350 «Τηλέμαχός τοι, ξεῖνε, διδοῖ τάδε, καί σε κελεύει
αἰτίζειν μάλα πάντας ἐποιχόμενον μνηστῆρας:
αἰδῶ δ᾿ οὐκ ἀγαθήν φησ᾿ ἔμμεναι ἀνδρὶ προί̈κτῃ.»
τὸν δ᾿ ἀπαμειβόμενος προσέφη πολύμητις
Ὀδυσσεύς:«Ζεῦ ἄνα, Τηλέμαχόν μοι ἐν ἀνδράσιν ὄλβιον εἶναι,

«Ξένε, σ᾿ τα δίνει αυτά ο Τηλέμαχος και μου 'πε τους μνηστήρες


γραμμή να πάρεις διακονεύοντας, κανένα μην αφήσεις'
να 'χει ντροπή ο ζητιάνος, έλεγε, καθόλου δεν ταιριάζει.»
Τότε ο Οδυσσέας ο πολυκάτεχος γυρνώντας αποκρίθη:
«Αφέντη Δία, για τον Τηλέμαχο χαρές να γράφεις μόνο
410 κείμενον, ᾧ ῥ᾿ ἔπεχεν λιπαροὺς πόδας εἰλαπινάζων:
6

οἱ δ᾿ ἄλλοι πάντες δίδοσαν, πλῆσαν δ᾿ ἄρα πήρην


σίτου καὶ κρειῶν: τάχα δὴ καὶ ἔμελλεν Ὀδυσσεὺς
αὖτις ἐπ᾿ οὐδὸν ἰὼν προικὸς γεύσεσθαι Ἀχαιῶν:
στῆ δὲ παρ᾿ Ἀντίνοον, καί μιν πρὸς μῦθον ἔειπε:

το 'χε ν᾿ απλώνει στις ξεφάντωσες τ᾿ αστραφτερά του πόδια,


Όμως οι επίλοιποι όλοι του 'διναν᾿ σε λίγο είχε γεμίσει
ψωμιά και κρέατα το σακούλι του᾿ μα στο κατώφλι ως γύρνα,
των Αχαιών εκεί καθούμενος να φάει τ᾿ αποδοσίδια,
πλάι στον Αντίνοο ξάφνου στάθηκε κι αυτά τα λόγια του 'πε:
Η μετάφραση των παραπάνω αποσπασμάτων είναι από το βιβλίο:
Ομήρου Οδυσσειάς. Μετάφραση Ν. Καζαντζάκη - Ι. Κακριδή
1938 ( Όγδοη και τελική μορφή).

Αριστοφάνης . Ιππής. (5-4 B.C.) Γρ. 577. τῶν πρὸ τοῦ σίτησιν ᾔτησ’
ἐρόμενος Κλεαίνετον· νῦν δ’ ἐὰν μὴ προεδρίαν φέρωσι καὶ τὰ
σιτία, (575 οὐ μαχεῖσθαί φασιν. Ἡμεῖς δ’ ἀξιοῦμεν τῇ πόλει
προῖκα γενναίως ἀμύνειν καὶ θεοῖς ἐγχωρίοις.
Καὶ πρὸς οὐκ αἰτοῦμεν οὐδὲν πλὴν τοσουτονὶ μόνον·
ἤν ποτ’ εἰρήνη γένηται καὶ πόνων παυσώμεθα,
μὴ φθονεῖθ’ ἡμῖν κομῶσι μηδ’ ἀπεστλεγγισμένοις. (580)

Ξενοφών. Απομνημονεύματα. (5-4 B.C.) Βι. 1 Κεφ. 2 τμ. 60 γρ. 6.


ἐπιθυμητὰς καὶ ἀστοὺς καὶ ξένους λαβὼν οὐδένα πώποτε
μισθὸν τῆς συνουσίας ἐπράξατο, ἀλλὰ πᾶσιν ἀφθόνως
ἐπήρκει τῶν ἑαυτοῦ· ὧν τινες μικρὰ μέρη παρ’ ἐκείνου (5)
προῖκα λαβόντες πολλοῦ τοῖς ἄλλοις ἐπώλουν, καὶ οὐκ
ἦσαν ὥσπερ ἐκεῖνος δημοτικοί· τοῖς γὰρ μὴ ἔχουσι χρή-
(61) ματα διδόναι οὐκ ἤθελον διαλέγεσθαι. ἀλλὰ Σωκράτης γε
καὶ πρὸς τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους κόσμον τῇ πόλει παρεῖχε…

Στέφανος, p. 19 τμ. e γρ. 6.


ΠΛΑΤΩΝ: Ἀπολογία Σωκράτους. Γοργίας τε ὁ Λεοντῖνος καὶ Πρόδικος ὁ
Κεῖος καὶ Ἱππίας ὁ Ἠλεῖος. τούτων γὰρ ἕκαστος, ὦ ἄνδρες, οἷός τ’ ἐστὶν
ἰὼν εἰς ἑκάστην τῶν πόλεων τοὺς νέους—οἷς ἔξεστι τῶν ἑαυτῶν (5)
πολιτῶν προῖκα συνεῖναι ᾧ ἂν βούλωνται—τούτους πείθουσι 20.(a) τὰς
ἐκείνων συνουσίας ἀπολιπόντας σφίσιν συνεῖναι χρήματα διδόντας καὶ
7

χάριν προσειδέναι. ἐπεὶ καὶ ἄλλος ἀνήρ ἐστι Πάριος ἐνθάδε σοφὸς ὃν ἐγὼ
ᾐσθόμην ἐπιδημοῦντα·

Λυσίας. Ὑπὲρ τῶν Ἀριστοφάνους χρημάτων, πρὸς τὸ δημόσιον (5-4 B.C.)


Τμ. 16 γρ. 1 ἡγοῦνται εἶναι ἢ πλουσιώτερον, τὴν δὲ πένητι
γεγενημένῳ (5) οὐ διὰ κακίαν, ἀδελφιδῷ δὲ ὄντι Φαίδρῳ τῷ> Μυρρι-
νουσίῳ, ἐπιδοὺς τετταράκοντα μνᾶς, κᾆτ’ Ἀριστοφάνει τὸ
(16) ἴσον. πρὸς δὲ τούτοις ἐμοὶ πολλὴν ἐξὸν πάνυ προῖκα λα-
βεῖν ἐλάττω συνεβούλευσεν, ὥστε εὖ εἰδέναι ὅτι κηδε-
σταῖς χρησοίμην κοσμίοις καὶ σώφροσι. καὶ νῦν ἔχω γυ-
ναῖκα τὴν Κριτοδήμου θυγατέρα τοῦ Ἀλωπεκῆθεν,

Πύλη. [Λεξικό Τριανταφυλλίδη]


προίκα η [príka] Ο25 λόγ. γεν. και προικός : 1. (νομ.) τα περιουσιακά στοιχεία που
προσφέρονταν από τη νύφη στο γαμπρό με το γάμο, ως συμβολή στην αντιμετώπιση των
οικογενειακών βαρών: Ο θεσμός της προίκας έχει καταργηθεί νομικά. Δίνω / παίρνω / ζητώ
~. Nύφη με / χωρίς ~. ΦΡ έχω την ~ αφάγωτη, έχω ακέραιο, δεν έχω εξαντλήσει κτ. (ένα
αγαθό, μια παροχή κτλ.). 2. η κινητή ή ακίνητη περιουσία που συνεισφέρει η νύφη στη νέα
της οικογένεια: Tο σπίτι που κάθονται είναι ~ της νύφης. 3. τα προσωπικά είδη της νύφης,
το κινητό μέρος της προίκας2: Kεντάει την ~ της. Tα σεντόνια / το τραπεζομάντιλο / οι
πετσέτες είναι της προίκας της. || Είδη προικός, κυρίως για καταστήματα όπου πωλούνται
τέτοια είδη. || (επέκτ.) τα προσωπικά είδη του γαμπρού. 4. (μτφ., προφ.) για κτ. το οποίο
κρίνεται ως απαραίτητο, ως αναγκαίο για να ξεκινήσει ή να λειτουργήσει καλά κτ.: (Δώστε)
~ στην παιδεία, κονδύλια, χρήματα για τη βελτίωσή της. || (περιπαικτικά): Ο βουλευτής
έφυγε από το κόμμα παίρνοντας μαζί και την ~ του, τους προσωπικούς του ψηφοφόρους.
προικούλα η YΠΟKΟΡ. [αρχ. προίξ, αιτ. προῖκα· προίκ(α) -ούλα]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
προικίζω [prikízo] -ομαι Ρ2.1 : 1. δίνω προίκα (στις σημ. 1, 2): Προίκισε την κόρη του μ΄ ένα
διαμέρισμα. 2. (μτφ.) α. παρέχω ένα φυσικό χάρισμα: H φύση την προίκισε με ομορφιά και
χάρη. Προικισμένος καλλιτέχνης / ζωγράφος / λογοτέχνης / επιστήμονας / αθλητής. β.
παραχωρώ, δωρίζω ένα περιουσιακό στοιχείο, ένα χρηματικό ποσό: Ο δωρητής προίκισε το
νέο ίδρυμα με ένα σεβαστό ποσό. [1: ελνστ. προικίζω· 2: λόγ. σημδ. γαλλ. doter]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]

προικιό το [prikó] Ο38 : (πληθ.) το σύνολο των ειδών ρουχισμού, των σκευών, των επίπλων
που αποτελούν το κινητό μέρος της προίκας. || (εν., λαϊκότρ.) καθετί που δίνεται ως
προίκα. [μσν. προικιό < προικίον με συνίζ. για αποφυγή της χασμ., υποκορ. του αρχ. προίξ
(δες στο προίκα)]
8

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]

προίκιση η [príkisi] Ο33 : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του προικίζω. [λόγ. προικι- (προικίζω)
-σις > -ση]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]

προίκισμα το [príkizma] Ο49 : η προίκιση. [προικισ- (προικίζω) -μα]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]

προικοδοσία η [prikoδosía] Ο25 : η προικοδότηση. [λόγ. προικ- (δες προίκα) -ο- + -δοσία]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
προικοδότηση η [prikoδótisi] Ο33 : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του προικοδοτώ·
προικοδοσία: ~ άπορων κοριτσιών. [λόγ. προικοδοτη- (προικοδοτώ) -σις > -ση]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
προικοδοτώ [prikoδotó] -ούμαι Ρ10.9 : (επίσ.) 1. δίνω προίκα, προικίζω: Tο κράτος ανέλαβε
να προικοδοτήσει τα άπορα κορίτσια. 2. (μτφ.) παραχωρώ, δωρίζω ένα περιουσιακό
στοιχείο, ένα χρηματικό ποσό: Tο μουσείο που ιδρύθηκε είναι προικοδοτημένο με ένα
σημαντικό ποσό. [λόγ. < μσν. προικοδοτώ < προικ- (δες προίκα) -ο- + -δοτώ]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
προικοθήρας ο [prikoθíras] Ο3 : αυτός που επιδιώκει να βρει σύζυγο με μεγάλη προίκα.
[λόγ. προικ- (δες προίκα) -ο- + -θήρας]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
προικοθηρία η [prikoθiría] Ο25 : η επιδίωξη γάμου με γυναίκα που να διαθέτει μεγάλη
προίκα. [λόγ. προικ- (δες προίκα) -ο- + -θηρία]

Ο θεσμός του γάμου και η θέση της γυναίκας στην αρχαία


Αθήνα
1. 1. 1 Ο γάμος και η θέση της γυναίκας στην αρχαία Αθήνα 4ο Γυμνάσιο Ηρακλείου –
σχολικό έτος 2012 – 13 Τμήμα : Α4 Επιμέλεια : Μυρτώ Παγωμενάκη, Νίκη
Μαραζάκη, Ευγενία Ορφανουδάκη Φιλόλογος :Ευαγγελία Σερδάκη
2. 2. 2 ΑΡΧΑΙΑ ΑΘΗΝΑ
3. 3. 3 Ο γάμος O γάμος είναι μια κοινωνική, θρησκευτική και νομική ένωση δύο
ατόμων, διαφορετικού φύλου. Ο θεσμός του γάμου αρχίζει στα χρόνια που ο
άνθρωπος άρχισε να σχηματίζει κοινωνίες. Τον συναντάμε σε κάθε κοινωνία. Ο
γάμος μπορεί να παρακινείται από διάφορα κίνητρα ή σκοπούς, όπως:
Σχηματισμός οικογένειας Ενθάρρυνση τεκνογονίας Κοινωνική επιβεβαίωση
Οικονομική σταθερότητα
4. 4. 4 Πρωταρχικός σκοπός του γάμου, στην αρχαϊκή και κλασσική εποχή, είναι η
τεκνοποίηση και η εξασφάλιση νόμιμων κληρονόμων αλλά και αναγνωρισμένων
πολιτών ικανών να συμμετέχουν στα κοινά. Έτσι οι νόμοι που καθόριζαν τα
κληρονομικά δικαιώματα, στην ουσία καθόριζαν και έλεγχαν τον κύκλο των
ανθρώπων που μπορούσαν να έχουν πολιτικά δικαιώματα. Εικόνα : γαμήλια πομπή
9

5. 5. 5 Στην Αθήνα τα κορίτσια δεν επιτρεπόταν να έχουν καμία επαφή πριν


παντρευτούν. Ο μοναδικός τρόπος για να επιλέξει σύζυγο μια κοπέλα ήταν το
συνοικέσιο, το οποίο γινόταν από τις προξενήτρες. Ο πατέρας της νύφης και του
γαμπρού συμφωνούσαν ενώπιον μαρτύρων να παντρευτούν τα παιδιά. Η
συμφωνία αυτή ονομαζόταν εγγύη και επρόκειτο για μια πολύ σημαντική νομική
πράξη, παρά το γεγονός ότι ήταν προφορική.
6. 6. 6 Η προίκα Η προίκα που συμφωνείται κατά την εγγύη αποτελείται από
χρήματα, ιματισμό, πολύτιμα αντικείμενα, δούλους, σπίτια ή γη και κυμαίνεται από
1.000-2.000 δραχμές για τους μικρομεσαίους έως 18.000 (=3 τάλαντα) για τους
πλουσίους. Φυσικά δεν απουσιάζουν οι εκκεντρικές εξαιρέσεις, όπως αυτή του
Αλκιβιάδη (Πλούταρχος, Αλκιβιάδης 8), ο οποίος λαμβάνει κατά την «εγγύη»
120.000 δραχμές (20 τάλαντα), αλλά και οι περιπτώσεις φτωχών ή ορφανών
κοριτσιών όπου το κράτος ή οι στενοί συγγενείς οφείλουν να συμβάλουν για τη
συγκέντρωση μιας ελάχιστης προίκας. Εντούτοις, παρόλο που το χρηματικό ποσό
δίδεται προς διαχείριση στο σύζυγο, σε περίπτωση διαζυγίου ή θανάτου της
γυναίκας επιστρέφεται στον αρχικό κάτοχο, δηλαδή την οικογένεια της νύφης.
7. 7. 7 H βασική προϋπόθεση για το γάμο και κυρίως για την απόκτηση γνήσιων
Αθηναίων απογόνων ήταν να είναι και οι δυο γονείς Αθηναίοι, δεδομένου ότι
υπάρχει νόμος που ορίζει ότι «αν κάποιος δώσει σε γάμο σε έναν Αθηναίο μια ξένη
γυναίκα, παρουσιάζοντάς την για κόρη του, αυτός χάνει όλα τα δικαιώματα του
πολίτη, και η περιουσία του θα παραχωρηθεί στο κράτος και το ένα τρίτο της
περιουσίας θα δοθεί σε αυτόν που κατήγγειλε την πράξη».
8. 8. 8 Κατά την πρώτη μέρα του γάμου, που κι εδώ διαρκούσε τρεις μέρες, ο πατέρας
της νύφης έκανε τις καθιερωμένες προσφορές στους θεούς, η νύφη πρόσφερε τα
παιδικά της παιχνίδια στην θεά Άρτεμη για να δείξει συμβολικά την αποκοπή από
την προηγούμενη ζωή της και οι μελλόνυμφοι λούζονταν με νερό που έφερναν με
ειδικό αγγείο από μια ιερή πηγή, την Καλλιρρόη. Τη δεύτερη μέρα γινόταν το
γαμήλιο γεύμα από τον πατέρα της νύφης και η ίδια πάνω σε άμαξα πήγαινε στο
νέο της σπίτι. Την τρίτη μέρα η νύφη δεχόταν τα γαμήλια δώρα στο σπίτι της. Οι
γάμοι ήταν πάντα αφιερωμένοι στην θεά Ήρα, την προστάτιδα του θεσμού του
γάμου. Η γαμήλια άμαξα με τη νύφη, το γαμπρό κα τον πάροχο, το στενότερο φίλο
του γαμπρού (μελανόμορφο αττικό αγγείο του ζωγράφου Άμαση, 550 π.χ.)
9. 9. 9 Η περίπτωση λύσης ενός γάμου στην αρχαία Αθήνα σπανίζει, κυρίως γιατί
τίθεται θέμα επιστροφής ή όχι της «προίκας». Βέβαια σε περίπτωση που
διαπιστωθεί στειρότητα της γυναίκας ή μοιχεία, ο σύζυγος μπορεί να πάρει
διαζύγιο στέλνοντας πίσω τη σύζυγο μαζί με την προίκα της, δεδομένου ότι δεν
εκπληρώνεται σωστά ο σκοπός του γάμου ,δηλαδή η τεκνοποιία γνήσιων
απογόνων, ενώ μπορεί στην τελευταία περίπτωση να αυτοδικήσει και έναντι του
μοιχού ατιμώρητος από το νόμο . Στην αντίθετη περίπτωση, η απιστία του συζύγου
δεν συνιστά λόγο διαζυγίου, καθώς η σεξουαλική ελευθερία του άνδρα είναι
νόμιμη, αν και προς τα τέλη του 4ου αιώνα παρατηρείται μια στροφή προς το
συντηρητισμό και σε μια ηθική που αναμένει ότι ο άνδρας μετά το γάμο του σιγά
σιγά περιορίζει τις εξωσυζυγικές περιπέτειες.
10. 10. Εντούτοις η κακοποίηση της γυναίκας, εφόσον στοιχειοθετείται με 10
αδιάσειστες αποδείξεις, δίνει στην Αθηναία τη δυνατότητα να ζητήσει διαζύγιο
μέσα από μια πιο σύνθετη διαδικασία, που απαιτεί την κατάθεση του αιτήματος
της στον επώνυμο άρχοντα, ο οποίος αν το κρίνει σκόπιμο θα ενεργήσει ως
προστάτης και εκπρόσωπός της, δεδομένου ότι θεωρείται ανήλικη. Τέλος, τη λύση
του γάμου, συχνά για οικονομικούς λόγους μπορούσε να επιδιώξει και να επιτύχει
ο πατέρας της νύφης .
10

11. 11. 11 Οι γυναίκες στην αρχαία Αθήνα Οι γυναίκες στην αρχαία Αθήνα δεν είχαν
πολιτικά δικαιώματα και θεωρούνταν «ανήλικες». Για την αθηναϊκή κοινωνία,
αποστολή της ενάρετης γυναίκας ήταν από τη μία μεριά η φύλαξη του οίκου και η
εκτέλεση των καθηκόντων που αφορούσαν στην καλή λειτουργία του ,με τη
βοήθεια δούλων, που ήταν καθεστώς για όλα σχεδόν τα σπίτια, και από την άλλη η
απόκτηση παιδιών (κυρίως αρσενικών )για τη διοίκηση του οίκου.
12. 12. Στην αρχαία Αθήνα η ζωή ενός θηλυκού ατόμου εξαρτιόταν από τον πατέρα του
μέχρι το γάμο. Το θηλυκό θεωρούνταν ασήμαντο για την οικογένεια καθώς
πρόσφερε επιπλέον φόρους σε αυτή και δεν μπορούσε να διατηρήσει το όνομα της
οικογένειας μετά την τελετή γάμου. 12 Επιπλέον δεν είχε κανένα δικαίωμα στα
περιουσιακά στοιχεία της οικογένειας.
13. 13. 13 Οι δούλες, οι γυναίκες-μέτοικοι αλλά και οι πιο ταπεινής καταγωγής
Αθηναίες απολάμβαναν μεγάλη ελευθερία, καθώς έβγαιναν για εξωτερικές
δουλειές, όπως ψώνια και μεταφορά νερού, μπορούσαν να πραγματοποιούν μικρο-
εμπόριο ή και να εργαστούν ως τροφοί. Υπήρχαν, βέβαια, και οι εταίρες, που ήταν
δούλες ή μέτοικοι και έπαιζαν ξεχωριστό ρόλο στην κοινωνική και ερωτική ζωή των
ανδρών. Τους κρατούσαν συντροφιά στα συμπόσια, τους διασκέδαζαν και
συζητούσαν μαζί τους διάφορα θέματα. Φαίνεται πως γενικότερα ήταν πιο
καλλιεργημένες από τις Αθηναίες.
14. 14. 14 ΠΗΓΕΣ el.wikipedia.org Όψεις της καθημερινής ζωής στην Αθήνα της
κλασικής εποχής (Πρόγραμμα : Ψηφιακή τάξη) Αργολική Αρχειακή βιβλιοθήκη
Ιστορίας και Πολιτισμού

Φερνή

Ευρυπίδης Frag.a Tragicorum Graecorum Frag.a”, Ed. Nauck, A.Leipzig: Teubner,


1889, Repr. 1964.Frag. 775, γρ. 2

εὐτεκνίαν τε γάμοις, ὧν ἔξοδος ἅδ' ἕνεχ' ἥκει, παιδὸς πατρός τε τῇδ' ἐν ἡμέρᾳ λέχη
κρᾶναι θελόντων· ἀλλὰ σῖγ' ἔστω λεώς. {ΜΕΡ.} . . . . . . . . . . . .
. . . . . . . εἰ γὰρ εὖ λέγω ναῦν τοι μί' ἄγκυρ' οὐχ ὁμῶς σῴζειν φιλεῖ
ὡς τρεῖς ἀφέντι· προστάτης θ' ἁπλοῦς πόλει σφαλερός, ὑπὼν δὲ κἄλλος οὐ κακὸν
πέλει. ἐλεύθερος δ' ὢν δοῦλός ἐστι τοῦ λέχους, πεπραμένον τὸ σῶμα τῆς φερνῆς
ἔχων. δεινόν γε, τοῖς πλουτοῦσι τοῦτο δ' ἔμφυτον, σκαιοῖσιν εἶναι· τί ποτε τοῦτο
ταἴτιον;
ἆρ' ὄλβος αὐτοῖς ὅτι τυφλὸς συνηρετεῖ,
τυφλὰς ἔχουσι τὰς φρένας καὶ τῆς τύχης;
ὡς πανταχοῦ γε πατρὶς ἡ βόσκουσα γῆ.
εὐδαιμονίζων ὄχλος ἐξέπληξέ με.
ἔλα δὲ μήτε Λιβυκὸν αἰθέρ' εἰσβαλών·
κρᾶσιν γὰρ ὑγρὰν οὐκ ἔχων, ἁψῖδα σὴν
κάτω διήσει . . . . . . .

Ευρυπίδης Frag.a Phaethontis EuripidePhaethon”, Ed. Diggle, J.Cambridge:


11

Cambridge University Press, 1970.Γρ. 159

...
(Φα.) ἐλεύθερος δ' ὢν δοῦλός ἐστι τοῦ λέχους,
πεπραμένον τὸ σῶμα τῆς φερνῆς ἔχων.
...
(Μερ.) ἐν τοῖσι μώροις τοῦτ' ἐγὼ κρίνω βροτῶν,
ὅστις πατρῶια παισὶ μὴ φρονοῦσιν εὖ
ἢ καὶ πολίταις παραδίδωσ' ἐξουσίαν.
...
(Φα.) ὡς πανταχοῦ γε πατρὶς ἡ βόσκουσα γῆ.
...
(Φα.) δεινόν γε, τοῖς πλουτοῦσι τοῦτο δ' ἔμφυτον
σκαιοῖσιν εἶναι· τί ποτε τοῦδ' ἐπαίτιον;
ἆρ' ὄλβος αὐτοῖς ὅτι τυφλὸς συνηρετεῖ

Ευρυπίδης Frag.a Oenei (0006: 030)“Supplementum Euripideum”, Ed. von Arnim,


J.Bonn: Marcus & Weber, 1913.P. 40, Frag. 5, γρ. 5

τί ποτ' ἄρ' ἀκοῦσαι; προ̣|[αν]άγοντα γὰρ̣ [κλύω


(⸏)ὡς ἐκπεπλη|γμ̣[έν]ον σε μαντε[ίαις κακά.
εἶεν· τίν̣[ουσιν ἅ]|νδρες· ὦ φρενοβλαβεῖς,
ὅσον τάχος κ|είρουσιν ὡς κακὸν μέγα
⸏φε[ρνὴ]ν [βίον δ' ἀπ]|εμπολῶσιν ἡδονῆς.
[ἀλλ' ἐξικνοῦμα]ι πρός σε δεξιᾶς χερός
⸏ἀθῶιος ὢν ......π[
⸏οὐ μανθάνω σου τ[ὸ]ν λόγο[ν .......
ἀλλ' ὡς συνήσεις ῥᾳδίως ἐγὼ φ[ράσω.
ἐπεὶ γὰρ ἦλ]θον .........φ[
εὐχῇ προχ[

Ευρυπίδης Iphigenia Aulidensis (0006: 051)“Euripidis fabulae, vol. 3”, Ed. Diggle,
J.Oxford: Clarendon Press, 1994.Γρ. 47

τήνδ' ἣν πρὸ χερῶν ἔτι βαστάζεις,


καὶ ταὐτὰ πάλιν γράμματα συγχεῖς
καὶ σφραγίζεις λύεις τ' ὀπίσω
ῥίπτεις τε πέδωι πεύκην, θαλερὸν
κατὰ δάκρυ χέων, κἀκ τῶν ἀπόρων
οὐδενὸς ἐνδεῖς μὴ οὐ μαίνεσθαι.
τί πονεῖς; τί νέον παρὰ σοί, βασιλεῦ;
φέρε κοίνωσον μῦθον ἐς ἡμᾶς.
πρὸςδ'ἄνδρ' ἀγαθὸν πιστόν τε φράσεις·
σῆι γάρ μ' ἀλόχωι ποτὲ Τυνδάρεως
πέμπει φερνὴν
12

συννυμφοκόμον τε δίκαιον.
{Αγ.} ἐγένοντο Λήδαι Θεστιάδι τρεῖς παρθένοι,
Φοίβη Κλυταιμήστρα τ', ἐμὴ ξυνάορος,
Ἑλένη τε· ταύτης οἱ τὰ πρῶτ' ὠλβισμένοι
μνηστῆρες ἦλθον Ἑλλάδος νεανίαι.
δειναὶ δ' ἀπειλαὶ καὶ κατ' ἀλλήλων φθόνος
ξυνίσταθ', ὅστις μὴ λάβοι τὴν παρθένον.
τὸ πρᾶγμα δ' ἀπόρως εἶχε Τυνδάρεωι πατρί,
δοῦναί τε μὴ δοῦναί τε, τῆς τύχης ὅπως
ἅψαιτ' ἄριστα. καί νιν εἰσῆλθεν τάδε·

Λεξικόν Ομηρικόν υπό Κρούσιου. Εν Αθήναις 1888.προίξ,


δώρον, χάρισμα

LIDDELL & SCOTT. Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας. (Επιτομή του
Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007).

προίξ, προικός, ἡ, I. 1. δώρο, δωρεά, προικὸς γεύσασθαι, γεύομαι ένα


δώρο, σε Ομήρ. Οδ.· προικὸς χαρίσασθαι, χαρίζω προίκα (προικός
είναι στη γεν. pretii), στο ίδ. 2. μερίδιο που αποδίδεται στους
γάμους, προίκα, σε Πλάτ., Δημ. II. οι Αττ. χρησιμ. την αιτ. προῖκα ως
επίρρ., όπως το δωρεά, ελεύθερη δωρεά, χάρισμα, πράγμα διδόμενο
άνευ κόστους, Λατ. gratis, σε Αριστοφ., Πλάτ.· προῖκα κρίνειν, χωρίς
προίκα, χωρίς δώρο, σε Δημ.
13

προῖκα, βλ. προίξ II.

προίκιος, -ον (προίξ), αυτός που δίνεται ως προίκα, σε Ανθ.

προΐκτης, -ου, ὁ (προΐσσομαι), αυτός που ζητά δώρο, ελεημοσύνη,


ζητιάνος, σε Ομήρ. Οδ.· ἀνὴρ προΐκτης, επαίτης, στο ίδ.

Λεξικό Δημητράκου. Προίξ, προικός, δωρεα, χάρισμα

προῖκα ΕΠΙΡΡΗΜΑδωρεάν, χωρίς να πληρώσω ή να αμειφθώ:προῖκα


ἐργάζομαι.[αιτιατ. του προίξ, προικὸς ως επίρρ., πβ. δωρεάν].

Λεξικό Γ. Μπαμπινιώτη

προιξ {αρχ.] {προικός}. — (υποκ.) προικούλα (η).ΙΕΤΥΜ. αρχ. προίξ,


~κός προ- + θ. ίκ- sik-, μηδενισμ. βαθμ. τού Ι.Κ.seik- «απλώνω το χέρι.
τείνω την παλάμη» (για το οπυίο βλ. λ. ικέτης,άφ-ικ-νούμαι). Η λ. συνδ.
με λιθ. sickiu, siekti «απλώνω το χέρι, τηνπαλάμη»], προικιάτικος,-η.-υ
► προικώος προικί ζω ρ. μετβ. Ιμτγν-J {πρυίκισ-α. -τηκα. -μένος} Ι.δίνω
προίκα (σε κάπυιον): το ίδρυμα προικί ζει άπορα κορίτσια ΣΥΝ.
προικοδοτώ 2. (μτφ.) δίνω (σε κάποιον) χάρισμα, έμφυτη ικανότητα: η
φύση τον προίκισε με πλούσια φαντασία [[ προικισμένος με μουσικό
ταλέντο /ποιητική ευαισθησία / δύναμη Σ ΥΝ. χαρίζω, δωρίζω 3. (η μτχ.
προικισμένος, -η. -ο) αυτός που διαθέτει χάρισμα, που έχει ταλέντο: για
να επιτύχει ένα νέο ρεύμα, πρέπει να εκπροσωπείται από ~ καλλιτέχνες
Σ ΥΝ. ταλαντούχος ΑΝΤ. ατάλαντος. — προίκιση (η) [1859J κ.
Προίκισμα (το).
προικιό (το) (λαϊκ.) 1. οτιδήποτε περιλαμβάνεται στην προίκα: πήρε ~
δύο σπίτια κι ένα οικόπεδο ΣΥΝ. προίκα 2. προικιό (τα) το σύνολο των
κινητών ειδών (λ.χ. είδη ρουχισμού, έπιπλα, σκεύη) πυυ αποτελούν την
πρυίκα: «κοιμήσου και παρήγγειλα στην Πόλη τα ~ σου» (νανυύρισμα).
[ΠΤΥΜ. μεσν. προικί ον, υποκ. τυύ αρχ. προίξ, -κός (βλ.λ.)].
προίκιση (η) ► προικί ζω προίκισμα (τυ) ► πρυικίζω
προικοδότηση (η) Ιμεσν.} {-ης κ. -ήσεως | -ήσεις, -ήσεων} η παρυχή
πρυίκας: ~ απόρων κορασίδων [[ (μτφ.) η ~ ενός νέου ιδρύματος με
ακριβό τεχνολογικό εξοπλισμό Σ ΥΝ. προίκιση, προίκισμα. Ηπίσης
προικοδοσία jl840|. Σ ΧΟ ΛΙΟ λ.5ίνω. προικοδοτώ ρ. μετβ. Ιμεσν.)
{προικοδοτείς... | προικοδότ-ησα. -ούμαι, -ήθηκα, -ημένος} δίνω προίκα
σε (κάποιον) Σ ΥΝ. προικί ζω. — προικοδότης (ο). · Σ ΧΟ ΜΟ λ. δίνω.
14

προικοθήρας (ο) [18751 {προικοθηρών! ο άνδρας που επιδιώκει να


πάρει με τον γάμο του μεγάλη πρυίκα. — προικοθηρία (η) [I888J,
προικοθηρώ ρ. {-είς...}.
[ΗΓΥΜ. προίκα + -Θήρας Θήρα «κυνήγι», πβ. χρυσο-θήρας].
ΣΧΟΛΙΟ Τα σύνθετα σε -Θήρας, αρχαία ή λόγια, στη γενική τού
πληθυντικού τονίζονται κανονικά στη λήγουσα (πβ. ταμίας - ταμιών).
Στα ονόματα αυτά η κατάληξη -ας είναι αρχική (παλαιά «πρωτόκλιτα»
ονόματα) και όχι υστερογενής, όπως στα στατήρας ( στατήρ).
κρατήρ-ας ( κτρατήρ).
προικολήπτης (ο) [1894] {προικοληπτών} ο άνδρας που λαμβάνει, που
δέχεται (από τη γυναίκα τυυ) προίκα ΛΜ. προικοδότης,
προικοσύμφωνο (το) [μεσν.Ι {προικοσυμφών-υυ | -ων} (παλαιότ.) το
συμβόλαιυ το οποίο συνάπτεται ανάμεσα στον γαμπρό και στους γονείς
ή τυυς κηδεμόνες τής νύφης ή και την ίδια τη νύφη και περιλαμβάνει
κατάλογο όλων των κινητών και ακινήτων περιουσιακών στοιχείων πυυ
απυτελούν την πρυίκα. προικώος, -α, -υ (λόγ.) αυτός που σχετίζεται με
την προίκα ή που προέρχεται από προίκα: - ακίνητο / διαμέρισμα /
περιουσία ΑΝΤ.
εξώπροικος· ΦΡ. προικώο (συμβόλαιο) το προικοσύμφωνο (βλ.λ.)·
Επίσης (λαϊκ.) προικιάτικος, -η. -υ. Ιετυμ. μτγν. προικώος αρχ. προίξ, -
κός + επίθημα -φος, πβ. πατρώος, μητρ-φος]. προιξ (η) ♦ προίκα
προϊον (το) {προϊόντ-ος | -α, -ων}’ προέρχεται από προίκα: - ακίνητο /
διαμέρισμα / περιουσία ΑΝΤ. εξώπροικος· ΦΡ. προικώο (συμβόλαιο) το
προικοσύμφωνο (βλ.λ.)· Επίσης (λαϊκ.) προικιάτικος, -η. -υ. Ιετυμ. μτγν.
προικώος αρχ. προίξ, -κός + επίθημα -φος, πβ. πατρ-
ώος, μητρ-φος]. προιξ (η) ♦ προίκα προϊον (το) {προϊόντ-ος | -α, -ων}

Προίκα. Από τη Βικιπαίδεια

Προίκα είναι ένας θεσμός κατά τον οποίο η οικογένεια παραχωρεί στη
νύφη την περιουσία της όταν παντρεύεται. Ο θεσμός της προίκας υπήρχε
από τα αρχαία χρόνια και αποτελούσε τη συμβολή της γυναίκας στον κοινό
βίο του ζευγαριού.

Οι συνήθεις λόγοι που επιβαλλόταν ήταν αρχικά οικονομικοί και στη


συνέχεια κοινωνικοί. Πέρα από τα φυσικά προσόντα της νύφης, αιτία
γάμου αποτελούσε και η προίκα. Η προίκα ήταν ένα συμβόλαιο γάμου,
έγγραφο και ενυπόγραφο, το οποίο επιβεβαιωνόταν από το
προικοσύμφωνο. Ήταν μια ενέργεια στην οποία το συναίσθημα είχε
ανύπαρκτο ρόλο στην διαδικασία λήψεως της απόφασης.
15

Οι γονείς κάθε κοπέλας προσπαθούσαν από τα μικρά χρόνια της μέχρι τη


στιγμή που θα την ζητούσε κάποιος να συλλέξουν όση περισσότερη προίκα
μπορούσαν για να παντρευτεί. Συνήθως η προίκα αποτελούνταν από
ρούχα, αλλά οι πιο εύποροι έδιναν κοσμήματα, κτήματα γης, ζώα, καθώς
και κατοικίες. Στην ουσία η προίκα ήταν μια αποζημίωση στον άντρα,
καθώς εξασφάλιζε την ελάφρυνση της οικογένειας σε πολλούς τομείς και
του συζύγου από τα βάρη της.Τέλος,η προίκα είναι ένα σύμβολο μέσα από
το οποίο μπορούσε κανείς να διακρίνει την οικονομική κατάσταση κάθε
οικογένειας.

Πηγές
Βιβλιογραφία

 Καγκελάρης, Ν. (2013), Βασίλη Κωνσταντόπουλου Στοιχεία Λαϊκού


πολιτισμού μέσα από την αφήγησή του, Αθήνα, Βιβλιοεπιλογή,
σσ.17- 18 [3]
 Πλουμίδης Σπυρίδων, Γυναίκες και γάμος στην Κέρκυρα (1600-
1864). Έμφυλες σχέσεις και οικονομικές δραστηριότητες,
μεταδιδακτορική έρευνα, Εκδόσεις Ιονίου Πανεπιστημίου,
Κέρκυρα 2008, σσ. 43-60.
 Μπαλού Μαρία - Βλάχου Νικολέτα, "Διαχρονική θεώρηση των
προικώων εγγράφων της Κέρκυρας (16ος-19ος αιώνας)", Περί
Ιστορίας, 2013 (τχ. 6), Ιόνιος Εταιρεία Ιστορικών Μελετών,
Κέρκυρα, σσ. 115-126.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΠΟΡΔΟΚΑΣ 10-9-2018 Από την έντυπη έκδοση


του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής

Το πανάρχαιο έθιμο της προίκας δεν αποτελεί ελληνική πρωτοτυπία ή


μοναδικότητα, αφού, μέχρι πρόσφατα, ήταν συνηθισμένη πρακτική ακόμα
και των πλέον ανεπτυγμένων κοινωνιών.

Μπορεί στην πορεία του χρόνου να δέχτηκε πολλές κριτικές και


αμφισβητήσεις ως αναχρονιστικό έθιμο, αλλά, τις περισσότερες φορές,
όταν ήρθε η ώρα, τηρήθηκε και από τους αμφισβητίες του. Ο Αριστοτέλης
χαρακτηρίζει την προίκα βαρβαρικό έθιμο, ενώ ο Πλάτωνας στην
«Πολιτεία» είναι ενάντιός της όχι για λόγους υποτίμησης της γυναίκας,
αλλά γιατί τη θεωρεί βαθιά αντιδημοκρατική, αφού η εφαρμογή της
συμβάλλει στην ένωση δύο μεγάλων περιουσιών, άρα και στη
συγκέντρωση του πλούτου στα χέρια ολίγων.
16

Την περίοδο της Τουρκοκρατίας το έθιμο αποτελούσε κορυφαίο τμήμα της


διαδικασίας του γάμου, αφού το μέγεθος και η ποιότητα της προίκας
καθόριζε σε απόλυτο βαθμό τον «καλό γαμπρό». Μην ξεχνάμε ότι οι
ταξικές ανισότητες της εποχής ήταν τεράστιες. Πρακτικά ήταν αδύνατο
μια φτωχή -ακόμα και όμορφη- κοπέλα να παντρευτεί το γιο του
προύχοντα της περιοχής. Τις ελάχιστες φορές που αυτό συνέβαινε από
έρωτα, η κοινωνία θεωρούσε δεδομένο ότι αυτή τον «τύλιξε» και, όταν δεν
γινόταν, ακουγόταν το κλασικό «τα λεφτά πηγαίνουν στα λεφτά». Συχνά
ήταν και το φαινόμενο μια άσχημη ή μεγάλη για την εποχή γυναίκα με
καλή προίκα να γινόταν περιζήτητη νύφη.

Το έθιμο της προίκας ουσιαστικά κάλυπτε μια κοινωνική αναγκαιότητα


των παλαιότερων χρόνων, αφού η κλεισμένη στο σπίτι γυναίκα δεν
αποτελούσε μέρος του εργατικού δυναμικού, άρα δεν εισέφερε στο
οικογενειακό εισόδημα. Στη δημιουργία της προίκας συμμετείχε όλη η
οικογένεια. Οι γονείς δούλευαν συνεχώς, τα κορίτσια έραβαν ή κεντούσαν
τα προικιά τους, ενώ τα αγόρια έμπαιναν από νωρίς στον αγώνα της ζωής
αφού, αν δεν «αποκαθιστούσαν» τις αδελφές τους, δεν θα μπορούσαν να
κάνουν τη δική τους οικογένεια. Τα πράγματα για τους τελευταίους ήταν
ιδιαίτερα δύσκολα αν η ανύπαντρη αδελφή και δεν είχε προίκα και ήταν
άσχημη ή μεγάλη…

Προξενιό

Οταν τελικά βρισκόταν ο γαμπρός -συνήθως με προξενιό-, το αμέσως


επόμενο, ή παράλληλο, βήμα ήταν η συνάντηση των οικογενειών για τον
καθορισμό της επίμαχης προίκας. Αν, συνήθως μετά από σκληρά παζάρια,
υπήρχε τελική συμφωνία, τότε γινόταν ο επίσημος αρραβώνας μαζί με την
υπογραφή του προικώου εγγράφου, προικόχαρτου, αρραβωνόχαρτου, ή
όπως έχει φτάσει μέχρι σήμερα, προικοσύμφωνου. Οπως και να
ονομαζόταν ανά εποχή και περιοχή, το τελευταίο αποτελούσε επίσημο
έγγραφου γαμήλιου συμβολαίου. Στην Τουρκοκρατία συντασσόταν σε
δύο αντίγραφα από κληρικούς ή μοναχούς παρουσία μαρτύρων που το
υπέγραφαν κι αυτοί, ενώ μετά την ανεξαρτησία της χώρας αποτελούσε
επίσημο έγγραφο που δινόταν στο υποθηκοφυλακείο και είχε ισχύ
συμβολαίου.

Στο προικοσύμφωνο γινόταν λεπτομερέστατη καταγραφή -συχνά με


σχολιασμό της κατάστασης των πραγμάτων- όσων παραδίδονταν στο
γαμπρό, ο οποίος είχε πλέον την υποχρέωση να τα διαχειριστεί με τον
καλύτερο δυνατό τρόπο. Σε αυτά περιλαμβάνονταν είδη ρουχισμού,
οικιακά σκεύη, έπιπλα, νομίσματα και ζώα. Όταν δινόταν ακίνητη
17

περιουσία (χωράφια, κτήματα, σπίτια κ.λπ.), η σύζυγος διατηρούσε την


κυριότητα.

Σε περίπτωση θανάτου του γαμπρού η προίκα επέστρεφε στην κατοχή της


νύφης, ενώ αν έφευγε πρώτη από τη ζωή η σύζυγος, ένα τμήμα της
περιουσίας πήγαινε στο σύζυγο και το άλλο στα παιδιά, ενώ αν το ζευγάρι
ήταν άκληρο επέστρεφε στον προικοδότη ή στους νόμιμους κληρονόμους
του.

Σαράντα πήχες βρακοζώνα

Μπορεί να είναι μεγάλο, αλλά νομίζουμε ότι αξίζει τον κόπο να σας
μεταφέρουμε, σχεδόν αυτούσιο, ένα προικοσύμφωνο που συντάχθηκε το
1675, στη Σύρο, ώστε να κατανοήσετε καλύτερα το πνεύμα των εγγράφων
αυτών. Μετά τις ευχές που δίνονται από την οικογένεια της νύφης στο νέο
ζευγάρι «…από τα φύλλα της καρδιάς μας την ευχήν να τρισευτυχήσουν
και να πολυχρονίσουν», προχωράμε στις υλικές παροχές: «Δεύτερον δε,
τέσσερα εικονίσματα, το πρώτον εις ξύλον χονδρόν και δυνατόν δύο
δάκτυλα. Τρία υποκάμισα, τα δύο μικρά και ένα μεγάλο. Δύο μικρά,
παστρικά, ατρύπητα και ολόγερα. Δύο μισοφόρια ολόγερα και
μπουγαδιασμένα. Ενάμισι ζευγάρι κάλτσες. Εως ότου να γίνει ο γάμος,
έχει καιρό να πλέξει και την άλλη να γίνουν δύο ζευγάρια. Ενα φουστάνι
τσίτι ριγωτό, ένα άλλο σακονέτα της μακαρίτισσας της γιαγιάς μου. Μια
φασκιά για το καλορίζικο. Δύο ζεύγη παπουτσιών και ένα μπαλωμένο.
Σαράντα πήχες βρακοζώνα και μετά το θάνατο του παππού άλλο τόση.
Του γαμπρού μια σκούφια, να τη φορεί βράδυ παρά βραδιά παρά βραδιά,
για να μην του τρυπήσει γρήγορα. Δύο τσουκάλια κάστρινα. Δυο
φλιτζάνια του καφέ χωματένια. Το αμελέτητο νερό, με δυο χέρια,
παστρικό και άπιαστο. Τρεις βελόνες της κάλτσας. Ενα στρώμα
μπαλωμένο της μακαρίτισσας της γιαγιάς μου από φύλλα καλαμόφυλλα.
Ενα κλειδί. Μια ψαράγγα (χωράφι) ίσια με μια κυλίστρα του γαϊδάρου.
Τρία ράλια, πέντε παράδες και τρία άσπρα. Μαζί μ’ αυτά, που τους
κάνουμε τους πρώτους νοικοκυραίους της Σύρου, τη μια κάμαρα του
σπιτιού που καθούμαστε κι άμα πεθάνω εγώ και ο παππούς της Κατής, όλο
το σπίτι. Δυο κότες, έναν πετεινό, ένα μιρμιτζέλι, είκοσι αβγά, ένα κόσκινο
κουκιά, σπιτίσια μακαρόνια κι αν προφθάσουμε θα κάνουμε και άλλα
τόσα. Δέκα οκάδες ελιές, δύο ντουζίνες χοίρους, σαράντα καπόνια
κρεμμύδια. Ολα αυτά να τα κάμουν θάλασσα, να τρων και να πίνουν όλο
το οκταήμερο, γαμπρός και νύφη και όλο το συμπεθεριό και οι πιο κοντά
γειτόνοι. Εις δε το γαμπρόν, την Κατή με τα ούλα της».

Η προίκα μπορεί να βοήθησε πολλά ζευγάρια στη νέα τους κοινή ζωή,
αλλά δημιούργησε άλλους τόσους γάμους συμφερόντων, προικοθηρίας
18

και οικογενειακών προστριβών γι’ αυτό και χαρακτηρίστηκε και ως «έθιμο


εξαγοράς». Μεταπολεμικά η εφαρμογή της περιορίστηκε αλλά ουσιαστικά
δεν καταργήθηκε ποτέ. Νομικά καταργήθηκε το 1983 και
αντικαταστάθηκε από τη «γονική παροχή», αλλά τα προικοσύμφωνα που
είχαν συνταχθεί πριν από την κατάργησή της παραμένουν σε ισχύ ως
προσύμφωνα γονικής παροχής προς την κόρη.

Καλοί τρόποι και ευρωπαϊκός αέρας

Ετσι, στις αρχές του προηγούμενου αιώνα είχε κυκλοφορήσει ένα βιβλίο
που ήθελε να αλλάξει την εθιμοτυπία της προίκας, φέρνοντας ευρωπαϊκό
«αέρα» και βάζοντας κανόνες στη διαδικασία. Ας ξεκινήσουμε με την
υπογραφή του προικοσύμφωνου: «Ο συμβολαιογράφος δίδει την πένναν
πρώτον εις τον μνηστήρα. Ούτος σηκώνεται, χαιρετά την μνηστήν του,
υπογράφει και προσφέρει επιχαρίτως την πένναν εις την κόρην. Υπογράφει
και αυτή, και δίδει την πένναν εις την μέλλουσαν πενθεράν της, προ της
οποίας έχει προηγουμένως υποκλιθεί. Ο μνηστήρ της τείνει προς αυτήν το
χέρι του, το οποίον δέχεται διά να επανέλθει εις την θέσιν της. Η μητέρα
του νέου υπογράφει κατόπιν και η πέννα μεταβιβάζεται εις τους πατέρας
και έπειτα εις όλα τα μέλη της οικογενείας κατά την τάξιν της ηλικίας.
Οταν οι γονείς υπογράψουν το προικοσύμφωνον τούτο πηγαίνει εις εν
γειτονικόν δωμάτιον. Οι προσκεκλημένοι πηγαίνουν και το υπογράφουν
χωρίς, φυσικά, να επεμβαίνουν εις τους όρους τους οποίους περιέχει».

Εάν επιθυμείτε να δώσετε άλλη βαρύτητα και επισημότητα στο


προικοσύμφωνο, πρέπει να ακολουθήσετε άλλο δρόμο και ενδυμασία:
«Μερικαί οκογένειαι θέλουσι να έχουν επάνω εις το προικοσύμφωνον την
υπογραφή ενός διασήμου προσώπου, την επομένην φέρουν το πρωτότυπον
του προικοσύμφωνου εις την κατοικίαν αυτού του προσώπου. Ο
συμβολαιογράφος επιφορτίζεται διά την επίσκεψην, η οποία ηξεύρεται εκ
των προτέρων ότι πρέπει να γίνει ευγενώς δεκτή. Μερικοί
συμβολαιογράφοι, υπέρ το δέον περιποιητικοί, φιλούν το χέρι της
μνηστής, αφού όμως ζητήσουν την άδειαν από την μητέρα και τον νέον, οι
οποίοι διά του βλέμματος σπεύδουν να συναινέσουν. Σήμερον το
προικοσύμφωνο υπογράφεται εις το ίδιο το συμβολαιογραφείον.

Δικαίως φρονούν ότι μια τοιαύτη διατύπωσις πρέπει να εκτελείται εν


στενώ κύκλω και σπανίως εφαρμόζεται, επί των ημερών μας, η
επουσιώδης μεγαλοπρέπεια της παλαιάς εθιμοτυπίας. Οταν το
προικοσύμφωνον υπογράφεται εις το συμβολαιογραφείον, ο νέος και όλοι
οι άνδρες πηγαίνουν εις αυτό με ρεδιγκόταν, αι δε κυρίαι με ενδυμασίαν
επισκέψεως».
19

Προικοσύμφωνο

Pseudo-Sphrantzes Hist., Chronicon sive Maius (partim sub auctore


Macario Melisseno) “Georgios SphrantzeMemorii 1401–1477”, Ed.
Grecu, V. Bucharest: Academie Republicii Socialiste România, 1966;
Scriptores Byzantini 5.P. 374, line 20

... ἴδῃ τοὺς τόπους καὶ παιδευθήσεται εἰς πᾶν τὸ χρήσιμον ἐν τῷ


βίῳ. Καὶ εἰ ἴδωμεν, ὅτι ὁ ἀμηρᾶς καθ' ἡμῶν βούλεταί τι ποιῆσαι, ἐάσω
τὸν υἱόν μου ἐν τῇ Πελοποννήσῳ μετὰ τῆς κινητῆς μου ὑπάρξεως παρὰ
τοῖς μητρικοῖςμουγνησίοις συγγενέσιτοῖς κατοικοῦσιν ἐν
χώραις τοῦ μελλογάμβρου μου>· εἰ δὲ οὐκ ἔσεταί τι, ἐπανα-
στρέψει πάλιν σὺν ἐμοὶ ἐν τῇ πατρίδι.
20. Ἕνεκεν λοιπὸν τῶν εἰρημένων πασῶν αἰτιῶν, δηλονότιτοῦ
συνοικεσίου τῆς θυγατρός μου καὶτῆς τῆς μάχης ὑποψίας
καὶ τῶν λοιπῶν, ὡς προείπομεν, ἡ σύνευνός μου συνεχώρησε τὴν πάλιν
ἐξέλευσίν μου.Ὡς οὖν τὰ τῆς θυγατρός μου συνοικεσίου
ἐδιωρθώσαμεν ποιήσαντες τὰ προικοσύμφωνα καὶ
ἱερολογίαν τοῦ ἀῤῥαβῶνος, καὶ χαρὰς διὰ τοὺς γάμους
ποιήσαντες>, πάντα τὰ ἀναγκαῖα διὰ τὴν ὁδὸν ᾠκονομήσαμεν, εἰ μὴ
μόνον τὰς βασιλικὰς προστάξεις διὰ γραμμάτων προσεδόκουν λαβεῖν.
21. Καὶ ἀπελθὼν εἰς τὸ παλάτιον εἰσελήλυθα ἔνδον τοῦ βασιλέως
κελλίου, ὡς σύνηθές μοι, καὶ οὐχ εὗρον αὐτόν· περὶ οὗ ἠρώτησα καὶ
ἐῤῥέθη μοι, ὅτι ἐν τῷ τετρασσάρῳ δωματίῳ ἑτέρῳ πλησίον τοῦ κελλίου
αὑτοῦ συνελάλει τῷ ἱερεῖ Ἀντωνίῳ τῷ Ῥοδαίῳ. Κἀγὼ προσμείνας
μικρόν, ἰδοὺ ὁ βασιλεὺς ἐξερχόμενος θυμοῦ πνέων καὶ λέγει μοι· “Εἶδες
τὸν μεσάζοντά σου τὸν Νοταρᾶν, τὶ διὰ τοῦ ἱερέως Ἀντωνίου μηνύει
μοι;” Εἶτα παραλιπὼν τὴν ὕβριν λέγει μοι πάλιν·

Αποσπάσματα από αρχαία κείμενα


Διογένης Λαέρτιος. Βίοι φιλοσόφων. Βι. 1, τμ. 82, γρ. 5

ΒΙΑΣ>

Βίας Τευτάμου Πριηνεύς, προκεκριμένος τῶν ἑπτὰ ὑπὸ Σατύ-


ρου (FHG III. 162). τοῦτον οἱ μὲν πλούσιον, Δοῦρις δὲ (FGrH
76 F 76) πάροικόν φησι γεγονέναι. Φανόδικος δὲ (FGrH 397 F
4b) κόρας αἰχμαλώτους λυτρωσάμενον Μεσσηνίας θρέψαι τε ὡς
θυγατέρας καὶ προῖκας ἐπιδοῦναι καὶ εἰς τὴν Μεσσήνην ἀπο-
20

στεῖλαι τοῖς πατράσιν αὐτῶν. χρόνῳ δὲ ἐν ταῖς Ἀθήναις, ὡς


προείρηται, τοῦ τρίποδος εὑρεθέντος ὑπὸ τῶν ἁλιέων, τοῦ χαλκοῦ,
ἐπιγραφὴν ἔχοντος “τῷ σοφῷ”, Σάτυρος μέν φησι παρελθεῖν
τὰς κόρας – οἱ δὲ τὸν πατέρα αὐτῶν, ὡς καὶ Φανόδικος – εἰς τὴν
ἐκκλησίαν, καὶ εἰπεῖν τὸν Βίαντα σοφόν, διηγησαμένας τὰ καθ'
ἑαυτάς. καὶ ἀπεστάλη ὁ τρίπους· καὶ ὁ Βίας ἰδὼν ἔφη τὸν Ἀπόλλω
σοφὸν εἶναι, οὐδὲ προσήκατο. οἱ δὲ λέγουσιν ἐν Θήβαις τῷ
Ἡρακλεῖ αὐτὸν ἀναθεῖναι, ἐπεὶ ἀπόγονος ἦν Θηβαίων ἀποικίαν
εἰς Πριήνην στειλάντων, ὥσπερ καὶ Φανόδικός φησι.

Διογένης Λαέρτιος. Βίοι φιλοσόφων. Βι. 2, τμ. 26, γρ. 4

ὑπερεφρόνησε δὲ καὶ Ἀρχελάου τοῦ Μακεδόνος καὶ Σκόπα τοῦ


Κρανωνίου καὶ Εὐρυλόχου τοῦ Λαρισσαίου, μήτε χρήματα προς-
έμενος παρ' αὐτῶν μήτε παρ' αὐτοὺς ἀπελθών. εὔτακτός τε ἦν
τὴν δίαιταν οὕτως ὥστε πολλάκις Ἀθήνησι λοιμῶν γενομένων
μόνος οὐκ ἐνόσησε.
Φησὶ δ' Ἀριστοτέλης (Rose 93) δύο γυναῖκας αὐτὸν ἀγαγέσθαι·
προτέραν μὲν Ξανθίππην, ἐξ ἧς αὐτῷ γενέσθαι Λαμπροκλέα·
δευτέραν δὲ Μυρτώ, τὴν Ἀριστείδου τοῦ δικαίου θυγατέρα, ἣν καὶ
ἄπροικον λαβεῖν, ἐξ ἧς γενέσθαι Σωφρονίσκον καὶ Μενέξενον.
οἱ δὲ προτέραν γῆμαι τὴν Μυρτώ φασιν· ἔνιοι δὲ καὶ ἀμφοτέρας
ἔχειν ὁμοῦ, ὧν ἐστι Σάτυρός τε (FHG III. 163) καὶ Ἱερώνυμος ὁ
Ῥόδιος (Hiller, XXVI. 3). φασὶ γὰρ βουληθέντας Ἀθηναίους διὰ
τὸ λειπανδρεῖν συναυξῆσαι τὸ πλῆθος, ψηφίσασθαι γαμεῖν μὲν
ἀστὴν μίαν, παιδοποιεῖσθαι δὲ καὶ ἐξ ἑτέρας· ὅθεν τοῦτο ποιῆσαι
καὶ Σωκράτην.

Διογένης Λαέρτιος. Βίοι φιλοσόφων. Βι. 5, τμ. 65, γρ. 7

ΛΥΚΩΝ>

Τοῦτον διεδέξατο Λύκων Ἀστυάνακτος Τρωαδεύς, φραστικὸς


ἀνὴρ καὶ περὶ παίδων ἀγωγὴν ἄκρως συντεταγμένος. ἔφασκε
(Wehrli VI, fg. 22) γὰρ δεῖν παρεζεῦχθαι τοῖς παισὶ τὴν αἰδῶ
καὶ φιλοτιμίαν ὡς τοῖς ἵπποις μύωπα καὶ χαλινόν. τὸ δ' ἐκ-
φραστικὸν αὐτοῦ καὶ περιγεγωνὸς ἐν τῇ ἑρμηνείᾳ φαίνεται κἀνθάδε·
φησὶ γὰρ τοῦτον τὸν τρόπον ἐπὶ παρθένου πενιχρᾶς (Wehrli VI,
fg. 27)· “βαρὺ γὰρ φορτίον πατρὶ κόρη διὰ σπάνιν προικὸς
ἐκτρέχουσα τὸν ἀκμαῖον τῆς ἡλικίας καιρόν.” διὸ δὴ καί φασιν
Ἀντίγονον ἐπ' αὐτοῦ τοῦτο εἰπεῖν ὡς οὐκ ἦν ὥσπερ μήλου τὴν
εὐωδίαν καὶ χάριν ἄλλοθί που μετενεγκεῖν, ἀλλ' ἐπ' αὐτοῦ τοῦ
ἀνθρώπου καθάπερ ἐπὶ τοῦ δένδρου τῶν λεγομένων ἕκαστον ἔδει
θεωρεῖσθαι. τοῦτο δὲ ὅτι ἐν μὲν τῷ λέγειν γλυκύτατος ἦν· παρὸ
καί τινες τὸ γάμμα αὐτοῦ τῷ ὀνόματι προσετίθεσαν. ἐν δὲ τῷ
γράφειν ἀνόμοιος αὑτῷ. ἀμέλει γοῦν καὶ ἐπὶ τῶν μεταγινωσκόν-
21

των ἐπειδὴ μὴ ἔμαθον ὅτε καιρὸς καὶ εὐχομένων τοῦτον ἐκαλ-


λιλέκτει τὸν τρόπον· ἔλεγεν (Wehrli VI, fg. 23) “αὑτῶν κατηγορεῖν
ἀδυνάτῳ μηνύοντας εὐχῇ μετάνοιαν ἀργίας ἀδιορθώτου.”

Διογένης Λαέρτιος. Βίοι φιλοσόφων. Βι. 8, τμ. 73, γρ. 1

115) τοιοῦτος παραδοξολόγος, καὶ ἐκ τῆς σελήνης πεπτω-


VII, fg.
κέναι ἄνθρωπον λέγων.”
Ἱππόβοτος δέ φησιν ὅτι ἀνδριὰς ἐγκεκαλυμμένος Ἐμπεδο-
κλέους ἔκειτο πρότερον μὲν ἐν Ἀκράγαντι, ὕστερον δὲ πρὸ τοῦ
Ῥωμαίων βουλευτηρίου ἀκάλυφος δηλονότι μεταθέντων αὐτὸν
ἐκεῖ Ῥωμαίων· γραπταὶ μὲν γὰρ εἰκόνες καὶ νῦν περιφέρονται.
Νεάνθης δ' ὁ Κυζικηνὸς (FGrH 84 F 28) ὁ καὶ περὶ τῶν Πυθα-
γορικῶν εἰπών φησι Μέτωνος τελευτήσαντος τυραννίδος ἀρχὴν
ὑποφύεσθαι· εἶτα τὸν Ἐμπεδοκλέα πεῖσαι τοὺς Ἀκραγαντίνους
παύσασθαι μὲν τῶν στάσεων, ἰσότητα δὲ πολιτικὴν ἀσκεῖν.
Ἔτι τε πολλὰς τῶν πολιτίδων ἀπροίκους ὑπαρχούσας αὐτὸν
προικίσαι διὰ τὸν παρόντα πλοῦτον· διὸ δὴ πορφύραν τε ἀνα-
λαβεῖν αὐτὸν καὶ στρόφιον ἐπιθέσθαι χρυσοῦν, ὡς Φαβωρῖνος ἐν
Ἀπομνημονεύμασιν (FHG III. 577 sq.)· ἔτι τ' ἐμβάτας χαλκᾶς καὶ
στέμμα Δελφικόν. κόμη τε ἦν αὐτῷ βαθεῖα· καὶ παῖδες ἀκόλουθοι·
καὶ αὐτὸς ἀεὶ σκυθρωπὸς ἐφ' ἑνὸς σχήματος ἦν. τοιοῦτος δὴ
προῄει, τῶν πολιτῶν ἐντυχόντων καὶ τοῦτ' ἀξιωσάντων οἱονεὶ
βασιλείας τινὸς παράσημον. ὕστερον δὲ διά τινα πανήγυριν
πορευόμενον ἐπ' ἀμάξης ὡς εἰς Μεσσήνην πεσεῖν καὶ τὸν μηρὸν
κλάσαι· νοσήσαντα δ' ἐκ τούτου τελευτῆσαι ἐτῶν ἑπτὰ καὶ
ἑβδομήκοντα. εἶναι δ' αὐτοῦ καὶ τάφον ἐν Μεγάροις.

Διογένης Λαέρτιος. Βίοι φιλοσόφων. Βι. 10, τμ. 20, γρ. 4

δὲ τῆς θυγατρὸς τῆς Μητροδώρου τὴν ἐπιμέλειαν ποιείσθωσαν,


καὶ εἰς ἡλικίαν ἐλθοῦσαν ἐκδότωσαν ᾧ ἂν Ἕρμαρχος ἕληται τῶν
φιλοσοφούντων μετ' αὐτοῦ, οὔσης αὐτῆς εὐτάκτου καὶ πειθαρ-
χούσης Ἑρμάρχῳ. διδότωσαν δ' Ἀμυνόμαχος καὶ Τιμοκράτης
ἐκ τῶν ὑπαρχουσῶν ἡμῖν προσόδων εἰς τροφὴν τούτοις, ὅ τι ἂν
αὐτοῖς κατ' ἐνιαυτὸν ἐπιδέχεσθαι δοκῇ σκοπουμένοις μεθ' Ἑρ-
μάρχου.
“Ποιείσθωσαν δὲ μεθ' αὑτῶν καὶ Ἕρμαρχον κύριον τῶν
προσόδων, ἵνα μετὰ τοῦ συγκαταγεγηρακότος ἡμῖν ἐν φιλοσοφίᾳ
καὶ καταλελειμμένου ἡγεμόνος τῶν συμφιλοσοφούντων ἡμῖν ἕκα-
στα γίνηται. τὴν δὲ προῖκα τῷ θήλει παιδίῳ, ἐπειδὰν εἰς ἡλικίαν
ἔλθῃ, μερισάτωσαν Ἀμυνόμαχος καὶ Τιμοκράτης ὅσον ἂν ἐπι-
δέχηται ἀπὸ τῶν ὑπαρχόντων ἀφαιροῦντες μετὰ τῆς Ἑρμάρχου
γνώμης. ἐπιμελείσθωσαν δὲ καὶ Νικάνορος, καθάπερ καὶ ἡμεῖς,
ἵν' ὅσοι τῶν φιλοσοφούντων ἡμῖν χρείαν ἐν τοῖς ἰδίοις παρεσχη-
μένοι καὶ τὴν πᾶσαν οἰκειότητα ἐνδεδειγμένοι συγκαταγηράσκειν
μεθ' ἡμῶν προείλοντο ἐν φιλοσοφίᾳ, μηδενὸς τῶν ἀναγκαίων
ἐνδεεῖς καθεστήκωσιν παρὰ τὴν ἡμετέραν δύναμιν.
“Δοῦναι δὲ τὰ βιβλία τὰ ὑπάρχοντα ἡμῖν πάντα Ἑρμάρχῳ.
22

Πλούταρχος Marcius Coriolanus Κεφ. 16, τμ. 2, γρ. 3

εὐμενὴς τῶν πολεμικῶν ἐν ταῖς στρατείαις καὶ ζῆλον ἀρε-


τῆς ἄνευ φθόνου πρὸς ἀλλήλους ... γαυρῶσαι τοὺς κατορ-
θοῦντας.
Ἐν τούτῳ δὲ σῖτος ἧκεν εἰς Ῥώμην, πολὺς μὲν
ὠνητὸς ἐξ Ἰταλίας, οὐκ ἐλάττων δὲ δωρητὸς ἐκ Συρα-
κουσῶν Γέλωνος τοῦ τυράννου πέμψαντος, ὥστε τοὺς
πλείστους ἐν ἐλπίσι γενέσθαι χρησταῖς, ἅμα τῆς ἀπορίας
καὶ τῆς διαφορᾶς τὴν πόλιν ἀπαλλαγήσεσθαι προσδο-
κῶντας. εὐθὺς οὖν βουλῆς ἀθροισθείσης, περιχυθεὶς ἔξω-
θεν ὁ δῆμος ἐκαραδόκει τὸ τέλος, ἐλπίζων ἀγορᾷ τε χρή-
σεσθαι φιλανθρώπῳ καὶ προῖκα τὰς δωρεὰς νεμηθήσε-
σθαι. καὶ γὰρ ἔνδον ἦσαν οἱ ταῦτα τὴν βουλὴν πείθοντες.
ὁ μέντοι Μάρκιος ἀναστὰς σφόδρα καθήψατο τῶν χαρι-
ζομένων τοῖς πολλοῖς, δημαγωγοὺς καὶ προδότας ἀπο-
καλῶν τῆς ἀριστοκρατίας καὶ σπέρματα πονηρὰ θρα-
σύτητος καὶ ὕβρεως εἰς ὄχλον ἀφειμένα τρέφοντας καθ'
αὑτῶν, ἃ καλῶς μὲν εἶχε μὴ περιιδεῖν ἐν ἀρχῇ φυόμενα
μηδ' ἰσχυρὸν ἀρχῇ τηλικαύτῃ ποιῆσαι τὸν δῆμον, ἤδη
δὲ καὶ φοβερὸν εἶναι τῷ πάντα βουλομένοις αὐτοῖς ὑπάρ-
χειν καὶ μηδὲν ἄκοντας βιάζεσθαι, μηδὲ πείθεσθαι τοῖς
ὑπάτοις, ἀλλ' ἀναρχίας ἔχοντας ἡγεμόνας ἰδίους ἄρχον

Πλούταρχος Aristides Κεφ. 3, τμ. 4, γρ. 8

εἰς τὸν δῆμον, ἀντιλογίας οὔσης πρὸς αὐτὴν καὶ φιλονι-


κίας, ἐκράτει· μέλλοντος δὲ τοῦ προέδρου τὸν δῆμον
ἐπερωτᾶν, αἰσθόμενος ἀπὸ τῶν λόγων αὐτῶν τὸ ἀσύμ-
φορον, ἀπέστη τοῦ ψηφίσματος. πολλάκις δὲ καὶ δι' ἑτέ-
ρων εἰσέφερε τὰς γνώμας, ὡς μὴ φιλονικίᾳ τῇ πρὸς
αὐτὸν ὁ Θεμιστοκλῆς ἐμπόδιος εἴη τῷ συμφέροντι. θαυ-
μαστὴ δέ τις ἐφαίνετο αὐτοῦ παρὰ τὰς ἐν τῇ πολιτείᾳ
μεταβολὰς ἡ εὐστάθεια, μήτε ταῖς τιμαῖς ἐπαιρομένου,
πρός τε τὰς δυσημερίας ἀθορύβως καὶ πρᾴως ἔχοντος,
καὶ ὁμοίως ἡγουμένου χρῆναι τῇ πατρίδι παρέχειν ἑαυ-
τόν, οὐ χρημάτων μόνον, ἀλλὰ καὶ δόξης προῖκα καὶ
ἀμισθὶ πολιτευόμενον. ὅθεν ὡς ἔοικε τῶν εἰς Ἀμφιάραον ὑπ' Αἰσχύλου (Sept. 592)
πεποιημένων ἰαμβείων ἐν τῷ θεάτρῳ λεγομένων·

Πλούταρχος Aristides Κεφ. 27, τμ. 2, γρ. 3

καὶ τὴν Περικλέους ζημίαν καὶ τὸν Πάχητος ἐν τῷ


δικαστηρίῳ θάνατον, ἀνελόντος ἑαυτὸν ἐπὶ τοῦ βή-
ματος ὡς ἡλίσκετο, καὶ πολλὰ τοιαῦτα συνάγουσι
καὶ θρυλοῦσιν, Ἀριστείδου δὲ τὸν μὲν ἐξοστρακισμὸν
παρατίθενται, καταδίκης δὲ τοιαύτης οὐδαμοῦ μνημο-
23

νεύουσι.
Καὶ μέντοι καὶ τάφος ἐστὶν αὐτοῦ Φαληροῖ δει-
κνύμενος, ὅν φασι κατασκευάσαι τὴν πόλιν αὐτῷ, μηδ' ἐν-
τάφια καταλιπόντι, καὶ τὰς μὲν θυγατέρας ἱστοροῦσιν ἐκ
τοῦ πρυτανείου τοῖς νυμφίοις ἐκδοθῆναι, δημοσίᾳ τῆς
πόλεως τὸν γάμον ἐγγυώσης καὶ προῖκα τρισχιλίας
δραχμὰς ἑκατέρᾳ ψηφισαμένης, Λυσιμάχῳ δὲ τῷ υἱῷ
μνᾶς μὲν ἑκατὸν ἀργυρίου καὶ γῆς τοσαῦτα πλέθρα πε-
φυτευμένης ἔδωκεν ὁ δῆμος, καὶ ἄλλας δραχμὰς τέσσα-
ρας εἰς ἡμέραν ἑκάστην ἀπέταξεν, Ἀλκιβιάδου τὸ ψήφι-
σμα γράψαντος. ἔτι δὲ Λυσιμάχου θυγατέρα Πολυκρίτην
ἀπολιπόντος, ὡς Καλλισθένης (FGrH 124 F 48) φησί,
καὶ ταύτῃ σίτησιν ὅσην τοῖς Ὀλυμπιονίκαις ὁ δῆμος
ἐψηφίσατο. Δημήτριος δ' ὁ Φαληρεὺς (FGrH 228 F 45)
καὶ Ἱερώνυμος ὁ Ῥόδιος καὶ Ἀριστόξενος ὁ μουσικὸς
(fr. 58 W.) καὶ Ἀριστοτέλης (fr. 84) –

Πλούταρχος Comparatio Aristidis et Catonis Κεφ. 3, τμ. 4, γρ. 6

ὡς τοὺς αὐτοὺς ἀμελοῦντας οἰκίας καὶ ποριζομένους ἐξ


ἀδικίας. οὐ γάρ, ὡς τοὔλαιον οἱ ἰατροί φασι τοῦ σώμα-
τος εἶναι τοῖς μὲν ἐκτὸς ὠφελιμώτατον, τοῖς δ' ἐντὸς
βλαβερώτατον, οὕτως ὁ δίκαιος ἑτέροις μέν ἐστι χρήσι-
μος, αὑτοῦ δὲ καὶ τῶν ἰδίων ἀκηδής, ἀλλ' ἔοικε ταύτῃ
πεπηρῶσθαι τῷ Ἀριστείδῃ τὸ πολιτικόν, εἴπερ, ὡς οἱ
πλεῖστοι λέγουσιν, οὐδὲ προῖκα τοῖς θυγατρίοις οὐδ' ἑαυ-
τῷ ταφὴν καταλιπέσθαι προὐνόησεν. ὅθεν ὁ μὲν Κά-
τωνος οἶκος ἄχρι γένους τετάρτου στρατηγοὺς καὶ ὑπά-
τους τῇ Ῥώμῃ παρεῖχε· καὶ γὰρ υἱωνοὶ καὶ τούτων
ἔτι παῖδες ἦρξαν ἀρχὰς τὰς μεγίστας· τῆς δ' Ἀριστείδου
τοῦ πρωτεύσαντος Ἑλλήνων γενεᾶς ἡ πολλὴ καὶ ἄπορος
πενία τοὺς μὲν εἰς ἀγυρτικοὺς κατέβαλε πίνακας, τοὺς
δὲ δημοσίῳ τὰς χεῖρας ἐράνῳ δι' ἔνδειαν ὑπέχειν ἠνάγ-
κασεν, οὐδενὶ δὲ λαμπρὸν οὐδὲν οὐδ' ἄξιον ἐκείνου τοῦ
ἀνδρὸς φρονῆσαι παρέσχεν.

Πλούταρχος Philopoemen Κεφ. 15, τμ. 11, γρ. 4

ἦλθεν εἰς Μεγάλην πόλιν, ἑστιαθεὶς παρὰ τῷ Φιλοποί-


μενι, καὶ τὴν σεμνότητα τῆς ὁμιλίας αὐτοῦ καὶ τὴν ἀφέ-
λειαν τῆς διαίτης καὶ τὸ ἦθος ἐγγύθεν οὐδαμῇ προσιτὸν
οὐδ' εὐάλωτον ὑπὸ χρημάτων κατανοήσας, ἀπεσιώπησε
περὶ τῆς δωρεᾶς, ἑτέραν δέ τινα πρόφασιν τῆς πρὸς αὐ-
τὸν ὁδοῦ ποιησάμενος, ᾤχετ' ἀπιών. καὶ πάλιν ἐκ δευ-
τέρου πεμφθείς, ταὐτὸν ἔπαθε· τρίτῃ δ' ὁδῷ μόλις ἐν-
τυχὼν ἐδήλωσε τὴν προθυμίαν τῆς πόλεως. ὁ δὲ Φιλο-
ποίμην ἡδέως ἀκούσας, ἧκεν αὐτὸς εἰς Λακεδαίμονα, καὶ
συνεβούλευσεν αὐτοῖς μὴ τοὺς φίλους καὶ ἀγαθοὺς δε-
24

κάζειν, ὧν προῖκα τῆς ἀρετῆς ἔξεστιν ἀπολαύειν, ἀλλὰ


τοὺς πονηροὺς καὶ τὴν πόλιν ἐν τῷ συνεδρίῳ καταστα-
σιάζοντας ὠνεῖσθαι καὶ διαφθείρειν, ἵνα τῷ λαβεῖν ἐπι-
στομισθέντες ἧττον ἐνοχλοῖεν αὐτοῖς. βέλτιον γὰρ εἶναι
τῶν ἐχθρῶν παραιρεῖσθαι τὴν παρρησίαν ἢ τῶν φίλων.
οὕτως μὲν ἦν πρὸς χρήματα λαμπρός.
Ἐπεὶ δὲ πάλιν τοὺς Λακεδαιμονίους νεωτερίζειν
ἀκούσας ὁ στρατηγὸς τῶν Ἀχαιῶν Διοφάνης ἐβούλετο
κολάζειν, οἱ δ' εἰς πόλεμον καθιστάμενοι διετάρασσον
τὴν Πελοπόννησον, ἐπειρᾶτο πραΰνειν καὶ καταπαύειν
τὸν Διοφάνη τῆς ὀργῆς ὁ Φιλοποίμην,

Πλούταρχος Pyrrhus Κεφ. 9, τμ. 2, γρ. 4

ρον, “αὐτοῦ μένων” ἔφη “μᾶλλον ἡμᾶς ἐν ὀλίγοις ἢ


περιιὼν πρὸς ἅπαντας ἀνθρώπους κακῶς λεγέτω”. καὶ
τοὺς παρ' οἶνον αὐτὸν λοιδορήσαντας, εἶτ' ἐλεγχομένους
ἠρώτησεν εἰ ταῦτ' εἶπον. ἀποκριναμένου δὲ τῶν νεανίσκων
ἑνός, “ταῦτ' ὦ βασιλεῦ· πλείονα δ' ἂν ἔτι τούτων εἰρή-
κειμεν, εἰ πλείων παρῆν οἶνος ἡμῖν”, γελάσας ἀφῆκε.
Γυναῖκας δὲ πραγμάτων ἕνεκα καὶ δυνάμεως πλείο-
νας ἔγημε μετὰ τὴν Ἀντιγόνης τελευτήν. καὶ γὰρ Αὐτο-
λέοντος τοῦ Παιόνων βασιλέως ἔλαβε θυγατέρα, καὶ Βιρ-
κένναν τὴν Βαρδύλλιος τοῦ Ἰλλυριῶν, καὶ Λάνασσαν
τὴν Ἀγαθοκλέους τοῦ Συρακοσίου, προῖκα προσφερο-
μένην αὐτῷ τὴν Κερκυραίων πόλιν, ἡλωκυῖαν ὑπ' Ἀγα-
θοκλέους. ἐκ μὲν οὖν Ἀντιγόνης Πτολεμαῖον υἱὸν ἔσχεν,
ἐκ δὲ Λανάσσης Ἀλέξανδρον, Ἕλενον δὲ τὸν νεώτατον ἐκ
Βιρκέννης. καὶ πάντας ἀγαθοὺς ἐν τοῖς ὅπλοις ἐθρέψατο
καὶ διαπύρους, εὐθὺς ἐκ γενετῆς ἐπὶ τοῦτο θηγομένους
ὑπ' αὐτοῦ. λέγεται γὰρ [ὡς] ἐρωτηθεὶς ὑφ' ἑνὸς αὐτῶν ἔτι
παιδὸς ὄντος, τίνι καταλείψει τὴν βασιλείαν, εἰπεῖν “ὃς
ἂν ὑμῶν τὴν μάχαιραν ὀξυτέραν ἔχῃ”. τοῦτο δ' οὐδὲν
ἀποδεῖ τῆς τραγικῆς ἀρᾶς ἐκείνης (Eurip. Phoen. 68)·
“θηκτῷ σιδήρῳ δῶμα διαλαχεῖν” τοὺς ἀδελφούς

Πλούταρχος Pyrrhus Κεφ. 21, τμ. 5, γρ. 4

μένα· “Γάιος Φαβρίκιος καὶ Κόιντος Αἰμίλιος ὕπατοι


Ῥωμαίων Πύρρῳ βασιλεῖ χαίρειν. οὔτε φίλων εὐτυχὴς
ἔοικας εἶναι κριτὴς οὔτε πολεμίων. γνώσῃ δὲ τὴν πεμ-
φθεῖσαν ἡμῖν ἐπιστολὴν ἀναγνούς, ὅτι χρηστοῖς καὶ δι-
καίοις ἀνδράσι πολεμεῖς, ἀδίκοις δὲ καὶ κακοῖς πιστεύεις.
οὐδὲ γὰρ ταῦτα σῇ χάριτι μηνύομεν, ἀλλ' ὅπως μὴ τὸ
σὸν πάθος ἡμῖν διαβολὴν ἐνέγκῃ καὶ δόλῳ δόξωμεν, ὡς
ἀρετῇ μὴ δυνάμενοι, κατεργάσασθαι τὸν πόλεμον.” ἐν-
τυχὼν τούτοις τοῖς γράμμασιν ὁ Πύρρος καὶ τὴν ἐπιβου-
λὴν ἐξελέγξας, τὸν μὲν ἰατρὸν ἐκόλασε, Φαβρικίῳ δὲ καὶ
Ῥωμαίοις ἀμοιβὴν ἐδωρεῖτο προῖκα τοὺς αἰχμαλώτους,
25

καὶ πάλιν ἔπεμψε τὸν Κινέαν διαπραξόμενον αὐτῷ τὴν


εἰρήνην. οἱ δὲ Ῥωμαῖοι μήτ' εἰ χάρις ἐστὶ παρὰ πολε-
μίου, μήτ' εἰ μισθὸς τοῦ μὴ ἀδικηθῆναι, λαβεῖν προῖκα
τοὺς ἄνδρας ἀξιώσαντες, ἴσους ἀπέλυσαν αὐτῷ Ταραντί-
νων καὶ Σαυνιτῶν, περὶ δὲ φιλίας καὶ εἰρήνης οὐδὲν εἴων
διαλέγεσθαι, πρὶνἂνἀράμενος τὰ ὅπλα καὶ τὸν στρατὸν
ἐξ Ἰταλίας αἷς ἦλθε ναυσὶν ἀποπλεύσῃ πάλιν εἰς Ἤπειρον.
Ἐκ τούτου μάχης ἄλλης τῶν πραγμάτων αὐτῷ δεομέ-
νων, ἀναλαβὼν τὴν στρατιὰν ἐχώρει, καὶ περὶ Ἄσκλον
πόλιν τοῖς Ῥωμαίοις συνάψας καὶ βιαζόμενος πρὸς...

Πλούταρχος Pyrrhus Κεφ. 21, τμ. 6, γρ. 2

φθεῖσαν ἡμῖν ἐπιστολὴν ἀναγνούς, ὅτι χρηστοῖς καὶ δι-


καίοις ἀνδράσι πολεμεῖς, ἀδίκοις δὲ καὶ κακοῖς πιστεύεις.
οὐδὲ γὰρ ταῦτα σῇ χάριτι μηνύομεν, ἀλλ' ὅπως μὴ τὸ
σὸν πάθος ἡμῖν διαβολὴν ἐνέγκῃ καὶ δόλῳ δόξωμεν, ὡς
ἀρετῇ μὴ δυνάμενοι, κατεργάσασθαι τὸν πόλεμον.” ἐν-
τυχὼν τούτοις τοῖς γράμμασιν ὁ Πύρρος καὶ τὴν ἐπιβου-
λὴν ἐξελέγξας, τὸν μὲν ἰατρὸν ἐκόλασε, Φαβρικίῳ δὲ καὶ
Ῥωμαίοις ἀμοιβὴν ἐδωρεῖτο προῖκα τοὺς αἰχμαλώτους,
καὶ πάλιν ἔπεμψε τὸν Κινέαν διαπραξόμενον αὐτῷ τὴν
εἰρήνην. οἱ δὲ Ῥωμαῖοι μήτ' εἰ χάρις ἐστὶ παρὰ πολε-
μίου, μήτ' εἰ μισθὸς τοῦ μὴ ἀδικηθῆναι, λαβεῖν προῖκα
τοὺς ἄνδρας ἀξιώσαντες, ἴσους ἀπέλυσαν αὐτῷ Ταραντί-
νων καὶ Σαυνιτῶν, περὶ δὲ φιλίας καὶ εἰρήνης οὐδὲν εἴων
διαλέγεσθαι, πρὶνἂνἀράμενος τὰ ὅπλα καὶ τὸν στρατὸν
ἐξ Ἰταλίας αἷς ἦλθε ναυσὶν ἀποπλεύσῃ πάλιν εἰς Ἤπειρον.
Ἐκ τούτου μάχης ἄλλης τῶν πραγμάτων αὐτῷ δεομέ-
νων, ἀναλαβὼν τὴν στρατιὰν ἐχώρει, καὶ περὶ Ἄσκλον
πόλιν τοῖς Ῥωμαίοις συνάψας καὶ βιαζόμενος πρὸς χω-
ρία δύσιππα καὶ ποταμὸν ἰλυώδη καὶ τραχύν, ἔφοδον
τῶν θηρίων οὐ λαβόντων, ὥστε προσμεῖξαι τῇ φάλαγγι,
τραυμάτων πολλῶν γενομένων καὶ νεκρῶν πεσόντων,

Πλούταρχος Cimon Κεφ. 4, τμ. 7, γρ. 2

κατὰ τὸν Εὐριπίδειον Ἡρακλέα (fr. 473 N29)· ταῦτα γὰρ


ἔστι τοῖς ὑπὸ τοῦ Στησιμβρότου γεγραμμένοις ἐπειπεῖν.
Ἔτι δὲ νέος ὢν αἰτίαν ἔσχε πλησιάζειν τῇ ἀδελφῇ· καὶ
γὰρ οὐδ' ἄλλως τὴν Ἐλπινίκην εὔτακτόν τινα γεγονέναι
λέγουσιν, ἀλλὰ καὶ πρὸς Πολύγνωτον ἐξαμαρτεῖν τὸν
ζῳγράφον, καὶ διὰ τοῦτό φασιν ἐν τῇ Πεισιανακτείῳ
τότε καλουμένῃ (Ποικίλῃ δὲ νῦν) στοᾷ γράφοντα τὰς
Τρῳάδας τὸ τῆς Λαοδίκης ποιῆσαι πρόσωπον ἐν εἰκόνι
τῆς Ἐλπινίκης. ὁ δὲ Πολύγνωτος οὐκ ἦν τῶν βαναύσων,
οὐδ' ἀπ' ἐργολαβίας ἔγραφε τὴν στοάν, ἀλλὰ προῖκα,
φιλοτιμούμενος πρὸς τὴν πόλιν, ὡς οἵ τε συγγραφεῖς
26

ἱστοροῦσι καὶ Μελάνθιος ὁ ποιητὴς (fg. 1 D.) λέγει τὸν


τρόπον τοῦτον·

Πλούταρχος Cimon Κεφ. 10, τμ. 8, γρ. 11

λογουμένην κοινωνίαν εἰς τὸν βίον αὖθις κατῆγεν. οἱ δὲ


ταῦτα κολακείαν ὄχλου καὶ δημαγωγίαν εἶναι διαβάλ-
λοντες ὑπὸ τῆς ἄλλης ἐξηλέγχοντο τοῦ ἀνδρὸς προαιρέ-
σεως, ἀριστοκρατικῆς καὶ Λακωνικῆς οὔσης, ὅς γε καὶ
Θεμιστοκλεῖ πέρα τοῦ δέοντος ἐπαίροντι τὴν δημοκρα-
τίαν ἀντέβαινε μετ' Ἀριστείδου, καὶ πρὸς Ἐφιάλτην ὕστε-
ρον χάριτι τοῦ δήμου καταλύοντα τὴν ἐξ Ἀρείου πάγου
βουλὴν διηνέχθη, λημμάτων δὲ δημοσίων τοὺς ἄλλους
πλὴν Ἀριστείδου καὶ Ἐφιάλτου πάντας ἀναπιμπλαμένους
ὁρῶν, αὑτὸν ἀδέκαστον καὶ ἄθικτον ἐν τῇ πολιτείᾳ δω-
ροδοκίας καὶ πάντα προῖκα καὶ καθαρῶς πράττοντα καὶ
λέγοντα διὰ τέλους παρέσχε. λέγεταί γέ τοι Ῥοισάκην
τινὰ βάρβαρον ἀποστάτην βασιλέως ἐλθεῖν μετὰ χρη-
μάτων πολλῶν εἰς Ἀθήνας, καὶ σπαραττόμενον ὑπὸ τῶν
συκοφαντῶν καταφυγεῖν πρὸς Κίμωνα, καὶ θεῖναι παρὰ
τὴν αὔλειον αὐτοῦ φιάλας δύο, τὴν μὲν ἀργυρῶν ἐμπλη-
σάμενον δαρεικῶν, τὴν δὲ χρυσῶν· ἰδόντα δὲ τὸν Κί-
μωνα καὶ μειδιάσαντα πυθέσθαι τοῦ ἀνθρώπου, πότερον
αἱρεῖται Κίμωνα μισθωτὸν ἢ φίλον ἔχειν· τοῦ δὲ φή-
σαντος φίλον, ‘οὐκοῦν’ φάναι ‘ταῦτ' ἄπιθι μετὰ σεαυτοῦ
κομίζων·

Πλούταρχος Crassus Κεφ. 3, τμ. 1, γρ. 4

σιον, ὃς μὴ δύναται τρέφειν ἀπὸ τῆς οὐσίας στρατόπεδον –


ὁ γὰρ πόλεμος οὐ τεταγμένα σιτεῖται κατὰ τὸν Ἀρχίδα-
μον, ὥσθ' ὁ πρὸς πόλεμον πλοῦτος ἀόριστος – καὶ πολὺ
τῆς Μανίου γνώμης ἀπηρτημένως. ἐκεῖνος γὰρ ἐπεὶ κατ'
ἄνδρα νείμας ἑκάστῳ δέκα καὶ τέσσαρα πλέθρα γῆς ἑώρα
πλέον ἐπιζητοῦντας, “μηδείς” ἔφη “γένοιτο Ῥωμαίων
ὀλίγην ἡγούμενος γῆν τὴν τρέφειν ἀρκοῦσαν.”
Οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ περὶ ξένους ἦν φιλότιμος ὁ Κράς-
σος· ἀνέῳκτο γὰρ ἡ οἰκία πᾶσι, καὶ τοῖς φίλοις ἐδάνειζεν
ἄνευ τόκων, ἀπῄτει δ' ἀποτόμως τοῦ χρόνου παρελθόντος
εἰς ὃν ἐδάνειζε, καὶ τὸ προῖκα πολλῶν ἐγίνετο τόκων ἐπα-
χθέστερον. ἐν δὲ τοῖς δείπνοις ἡ μὲν κλῆσις ἦν ὡς τὰ πολλὰ
δημοτικὴ καὶ λαώδης, ἡ δ' εὐτέλεια τὴν καθαριότητα
καὶ φιλοφροσύνην ἡδίονα τοῦ πολυτελοῦς εἶχε. παιδείας
δὲ τῆς περὶ λόγον μάλιστα μὲν τὸ ῥητορικὸν καὶ χρειῶδες
εἰςτοὺςπολλοὺς ἤσκησε, καὶ γενόμενος δεινὸς εἰπεῖν
ἐν τοῖς μάλιστα Ῥωμαίων, ἐπιμελείᾳ καὶ πόνῳ τοὺς εὐ-
φυεστάτους ὑπερέβαλεν. οὐδεμίαν γὰρ οὕτω δίκην φασὶ
μικρὰν οὐδ' εὐκαταφρόνητον γενέσθαι πρὸς ἣν ἀπαρά-
27

σκευος ἦλθεν, ἀλλὰ καὶ Πομπηίου πολλάκις ὀκνοῦντος


καὶ Καίσαρος ἐξαναστῆναι καὶ Κικέρωνος,

Πλούταρχος Phocion Κεφ. 10, τμ. 6, γρ. 3

οὖν οὐκ ἀπεκείρω;” Ἀριστογείτονος δὲ τοῦ συκοφάντου πολεμικοῦ μὲν


ὄντος ἐν ταῖς ἐκκλησίαις καὶ παροξύνοντος ἐπὶ τὰς πράξεις τὸν δῆμον, ἐν
δὲ τῷ καταλόγῳ προσελθόντος ἐπὶ βακτηρίᾳ τὼ σκέλη καταδεδεμένου,
πόρρωθεν αὐτὸν ἀπὸ τοῦ βήματος ἰδὼν ὁ Φωκίων ἀνέκραγε· “γράφε καὶ
Ἀριστογείτονα χωλὸν καὶ πονηρόν.” ὥστε θαυμάζειν, ὅπως καὶ ὁπόθεν
τραχὺς οὕτως ἀνὴρ καὶ σκυθρωπὸς ἐκτήσατο τὴν τοῦ χρηστοῦ προσηγο-
ρίαν. ἔστι δ' οἶμαι χαλεπόν, οὐ μὴν ἀδύνατον, ὥσπερ οἶνον καὶ ἄνθρωπον
τὸν αὐτὸν ἡδὺν ἅμα καὶ αὐστηρὸν εἶναι· καθάπερ ἕτεροι πάλιν, φαινόμενοι
γλυκεῖς, ἀηδέστατοι τοῖς χρωμένοις εἰσὶ καὶ βλαβερώτατοι. καίτοι φασὶν
Ὑπερείδην ποτ' εἰπεῖν πρὸς τὸν δῆμον· “ἄνδρες Ἀθηναῖοι, μὴ σκοπεῖτε
μόνον εἰ πικρός, ἀλλ' εἰ προῖκ' εἰμι πικρός,” ὥσπερ τοὺς πλεονεξίᾳ μόνον
ἐπαχθεῖς καὶ λυπηροὺς ὄντας, οὐχὶ μᾶλλον ὅσοι πρὸς ὕβριν καὶ φθόνον ἢ
ὀργὴν ἢ φιλονεικίαν τινὰ χρῶνται τῷ δύνασθαι, τούτους δεδιότων καὶ
προβαλλομένων τῶν πολλῶν. Φωκίων τοίνυν ἔχθρᾳ μὲν οὐδένα τῶν πολι-
τῶν κακῶς ἐποίησεν οὐδ' ἐνόμιζεν ἐχθρόν, ἀλλ' ὅσον ἔδει μόνον τῶν
ἐνισταμένων οἷς ἔπραττεν ὑπὲρ τῆς πατρίδος κατεξαναστῆναι, τραχὺς ὢν
καὶ δυσεκβίαστος καὶ ἀπαραίτητος, εἰς τὸν ἄλλον βίον εὐμενῆ πᾶσι καὶ
κοινὸν καὶ φιλάνθρωπον ἑαυτὸν παρεῖχεν· ὥστε καὶ πταίσασι βοηθεῖν
καὶ κινδυνεύουσι συνεξετάζεσθαι τοῖς διαφόροις· ἐγκαλούντων δὲ τῶν
φίλων ὅτι πονηρῷ τινι κρινομένῳ συνεῖπε, τοὺς χρηστοὺς ἔφη μὴ δεῖσθαι
βοηθείας. Ἀριστογείτονος δὲ τοῦ συκοφάντου μετὰ τὴν καταδίκην

Πλούταρχος Tiberius et Gaius Gracchus


Κεφ. 38, τμ. 6, γρ. 5

φαλήν. ἀνηνέχθη δ' ὑπὸ τοῦ Σεπτουμουληίου περιπε-


παρμένη δόρατι πρὸς τὸν Ὀπίμιον, καὶ ζυγοῦ κομισθέν-
τος ἐντεθεῖσα λίτρας ἑπτακαίδεκα καὶ δίμοιρον εἵλκυσε,
τοῦ Σεπτουμουληίου καὶ περὶ τοῦτο μιαροῦ γενομένου καὶ
κακουργήσαντος· ἐξελὼν γὰρ τὸν ἐγκέφαλον ἐνέτηξε
μόλυβδον. οἱ δὲ τοῦ Φουλβίου τὴν κεφαλὴν κομίσαντες –
ἦσαν γὰρ τῶν ἀσημοτέρων – οὐδὲν ἔλαβον. τὰ δὲ σώματα
καὶ τούτων καὶ τῶν ἄλλων εἰς τὸν ποταμὸν ἐρρίφη,
τρισχιλίων ἀναιρεθέντων, καὶ τὰς οὐσίας αὐτῶν ἀπέδοντο
πρὸς τὸ δημόσιον· ἀπεῖπαν δὲ πενθεῖν ταῖς γυναιξί, τὴν
δὲ Γαΐου Λικιννίαν καὶ τῆς προικὸς ἀπεστέρησαν.
ὠμότατον δὲ προσειργάσαντο τοῦ Φουλβίου τὸν νεώτερον
υἱόν, οὔτε χεῖρας ἀνταράμενον οὔτ' ἐν τοῖς μαχομένοις
γενόμενον, ἀλλ' ἐπὶ σπονδὰς ἐλθόντα πρὸ τῆς μάχης
συλλαβόντες καὶ μετὰ τὴν μάχην ἀνελόντες. οὐ μὴν ἀλλὰ
καὶ τούτου καὶ τῶν ἄλλων ἁπάντων μᾶλλον ἠνίασε τοὺς
πολλοὺς τὸ κατασκευασθὲν Ὁμονοίας ἱερὸν ὑπὸ τοῦ
Ὀπιμίου· σεμνύνεσθαι γὰρ ἐδόκει καὶ μέγα φρονεῖν καὶ
28

τρόπον τινὰ θριαμβεύειν ἐπὶ φόνοις τοσούτοις πολιτῶν.


διὸ καὶ νυκτὸς ὑπὸ τὴν ἐπιγραφὴν τοῦ νεὼ παρενέγραψάν
τινες τὸν στίχον τοῦτον·

Πλούταρχος Galba Κεφ. 20, τμ. 3, γρ. 5

ποιουμένῳ νόμισμα, καὶ τῶν οἰκετῶν ἐδωρήσατο


τοὺς εἰθισμένους περὶ δίαιταν ἡγεμόνι ἐμμελῶς
ὑπουργεῖν. καὶ τὰ ἄλλα πιστὸς ἦν αὐτῷ, καὶ
διδοὺς πεῖραν οὐδενὸς ἧττον ἐδόκει πραγμάτων
ἔμπειρος εἶναι· καὶ βαδίζοντι τὴν ὁδὸν ἅπασαν
ἐφ' ἡμέρας πολλὰς συνοχούμενος διετέλεσεν.
ἐν δὲ τῇ συνοδίᾳ καὶ τῇ συνηθείᾳ τὸν Οὐίνιον
ἐξεθεράπευσεν ὁμιλίᾳ καὶ δώροις, μάλιστα δὲ
τῶν πρωτείων ὑφιέμενος αὐτῷ τό γε μετ' ἐκεῖνον
δύνασθαι δι' ἐκεῖνον εἶχε βεβαίως. τῷ δὲ ἀν-
επιφθόνῳ περιῆν, προῖκα συμπράττων πάντα τοῖς
δεομένοις, καὶ παρέχων ἑαυτὸν εὐπροσήγορον καὶ
φιλάνθρωπον ἅπασι. πλεῖστα δὲ τοῖς στρατιω-
τικοῖς συνελάμβανε καὶ προῆγε πολλοὺς ἐφ'
ἡγεμονίας, τὰ μὲν αἰτούμενος ἀπὸ τοῦ αὐτοκρά-
τορος, τὰ δὲ τὸν Οὐίνιον καὶ τοὺς ἀπελευθέρους
παρακαλῶν Ἴκελον καὶ Ἀσιατικόν· οὗτοι γὰρ
ἦσαν ἐν δυνάμει μάλιστα τῶν περὶ τὴν αὐλήν.
ὁσάκις δὲ τὸν Γάλβαν εἱστία, τὴν παραφυλάτ-
τουσαν ἀεὶ σπεῖραν ἐδέκαζε χρυσοῦν ἑκάστῳ
διανέμων,

Πλούταρχος Galba Κεφ. 21, τμ. 1, γρ. 3

ἡγεμονίας, τὰ μὲν αἰτούμενος ἀπὸ τοῦ αὐτοκρά-


τορος, τὰ δὲ τὸν Οὐίνιον καὶ τοὺς ἀπελευθέρους
παρακαλῶν Ἴκελον καὶ Ἀσιατικόν· οὗτοι γὰρ
ἦσαν ἐν δυνάμει μάλιστα τῶν περὶ τὴν αὐλήν.
ὁσάκις δὲ τὸν Γάλβαν εἱστία, τὴν παραφυλάτ-
τουσαν ἀεὶ σπεῖραν ἐδέκαζε χρυσοῦν ἑκάστῳ
διανέμων, οἷς τιμᾶν αὐτὸν ἐδόκει καταπολιτευό-
μενος καὶ δημαγωγῶν τὸ στρατιωτικόν.
Ἀλλ' οὖν βουλευομένου γε τοῦ Γάλβα
περὶ διαδόχου τὸν Ὄθωνα παρεισῆγεν ὁ Οὐίνιος,
οὐδὲ τοῦτο προῖκα πράσσων, ἀλλ' ἐπὶ γάμῳ τῆς
θυγατρός, ὁμολογίας γενομένης γαμεῖν αὐτὴν τὸν
Ὄθωνα παῖδα τοῦ Γάλβα καὶ διάδοχον ἀποδει-
χθέντα τῆς ἡγεμονίας. ὁ δὲ Γάλβας ἀεὶ μὲν ἦν
δῆλος πρὸ τοῦ ἰδίου τὸ κοινὸν τιθέμενος καὶ ζητῶν
οὐχ αὑτῷ θέσθαι τὸν ἥδιστον, ἀλλὰ Ῥωμαίοις
τὸν ὠφελιμώτατον. δοκεῖ δὲ μηδ' ἂν ἐπὶ τοῖς
ἰδίοις χρήμασι μόνον ἑλέσθαι τὸν Ὄθωνα κληρο-
νόμον, ἀκόλαστον εἰδὼς καὶ πολυτελῆ καὶ πεντα-
29

κισχιλίων μυριάδων ὀφλήμασι βεβαπτισμένον.


ὅθεν ἀκούσας τοῦ Οὐινίου σιωπῇ καὶ πρᾴως

Πλούταρχος De liberis educandis [Sp.] (1a-14c) Stephanus p. 14, τμ. A, γρ. 1

ἦλθέ ποτε χθιζῆς μέθης ἀποπνέων, ἀγνόησον·


μύρων ὄζων, σίγησον. οὕτω σκιρτῶσα νεότης
πωλοδαμνεῖται.
Πειρατέον δὲ τοὺς τῶν ἡδονῶν ἥττους καὶ
πρὸς τὰς ἐπιτιμήσεις δυσηκόους γάμῳ καταζεῦξαι,
δεσμὸς γὰρ οὗτος τῆς νεότητος ἀσφαλέστατος.
ἐγγυᾶσθαι δὲ δεῖ τοῖς υἱέσι γυναῖκας μήτ' εὐγενε-
στέρας πολλῷ μήτε πλουσιωτέρας· τὸ γὰρ “τὴν
κατὰ σαυτὸν ἔλα” σοφόν. ὡς οἵ γε μακρῷ
κρείττους ἑαυτῶν λαμβάνοντες οὐ τῶν γυναικῶν
ἄνδρες, τῶν δὲ προικῶν δοῦλοι λανθάνουσι γιγνό-
μενοι.
Βραχέα δὲ προσθεὶς ἔτι περιγράψω τὰς
ὑποθήκας. πρὸ πάντων γὰρ δεῖ τοὺς πατέρας τῷ
μηδὲν ἁμαρτάνειν ἀλλὰ πάνθ' ἃ δεῖ πράττειν ἐν-
αργὲς αὑτοὺς παράδειγμα τοῖς τέκνοις παρέχειν, ἵνα
πρὸς τὸν τούτων βίον ὥσπερ κάτοπτρον ἀποβλέπον-
τες ἀποτρέπωνται τῶν αἰσχρῶν ἔργων καὶ λόγων.
ὡς οἵτινες τοῖς ἁμαρτάνουσιν υἱοῖς ἐπιτιμῶντες
τοῖς αὐτοῖς ἁμαρτήμασι περιπίπτουσιν, ἐπὶ τῷ
ἐκείνων ὀνόματι λανθάνουσιν ἑαυτῶν κατήγοροι

Πλούταρχος Quomodo adulator ab amico internoscatur (48e-74e) Stephanus p. 67,


τμ. B, γρ. 2

ὥσπερ γὰρ Ὑπερείδης ὁ ῥήτωρ ἠξίου σκοπεῖν Ἀθη-


ναίους μὴ μόνον εἰ πικρός ἐστιν, ἀλλ' εἰ προῖκα
πικρός, οὕτως ἡ τοῦ φίλου νουθεσία καθαρεύουσα
παντὸς ἰδίου πάθους αἰδεστόν ἐστι καὶ σεμνὸν καὶ
ἀναντίβλεπτον. ἐὰν δὲ δὴ καὶ φανερὸς ᾖ τις ἐν
τῷ παρρησιάζεσθαι τὰ μὲν εἰς αὑτὸν ἁμαρτήματα
τοῦ φίλου κομιδῇ προϊέμενος καὶ ἀπολείπων, ἄλλας
δέ τινας αὐτοῦ πλημμελείας ἐλέγχων καὶ δάκνων
ἐφ' ἑτέροις καὶ μὴ φειδόμενος, ἄμαχος ὁ τόνος τῆς
παρρησίας οὗτός ἐστι καὶ τῇ γλυκύτητι τοῦ νουθε-
τοῦντος ἐπιτείνων τὸ πικρὸν καὶ αὐστηρὸν τῆς νου-
θεσίας. ὅθεν εὖ μὲν εἴρηται τὸ δεῖν ἐν ταῖς ὀργαῖς

Πλούταρχος Conjugalia praecepta (138a-146a) Stephanus p. 141, τμ. A, γρ. 7

γυνὴ πλείονα συμβάλληται.


Φιλόπλουτος ἡ Ἑλένη, φιλήδονος ὁ Πάρις·
30

φρόνιμος ὁ Ὀδυσσεύς, σώφρων ἡ Πηνελόπη. διὰ


τοῦτο μακάριος γάμος ὁ τούτων καὶ ζηλωτός, ὁ
δ' ἐκείνων Ἰλιάδα κακῶν Ἕλλησι καὶ βαρβάροις
ἐποίησεν.
Ὁ Ῥωμαῖος ὑπὸ τῶν φίλων νουθετούμενος
ὅτι σώφρονα γυναῖκα καὶ πλουσίαν καὶ ὡραίαν ἀπ-
επέμψατο, τὸν κάλτιον αὐτοῖς προτείνας “καὶ γὰρ
οὗτος,” ἔφη, “καλὸς ἰδεῖν καὶ καινός, ἀλλ' οὐδεὶς
οἶδεν ὅπου με θλίβει.” δεῖ τοίνυν μὴ προικὶ μηδὲ
γένει μηδὲ κάλλει τὴν γυναῖκα πιστεύειν, ἀλλ' ἐν
οἷς ἅπτεται μάλιστα τοῦ ἀνδρός, ὁμιλίᾳ τε καὶ ἤθει
καὶ συμπεριφορᾷ, ταῦτα μὴ σκληρὰ μηδ' ἀνιῶντα
καθ' ἡμέραν ἀλλ' εὐάρμοστα καὶ ἄλυπα καὶ προς-
φιλῆ παρέχειν. ὥσπερ γὰρ οἱ ἰατροὶ τοὺς ἐξ αἰτιῶν
ἀδήλων καὶ κατὰ μικρὸν συλλεγομένων γεννω-
μένους πυρετοὺς μᾶλλον δεδοίκασιν ἢ τοὺς ἐμφανεῖς
καὶ μεγάλας προφάσεις ἔχοντας, οὕτω τὰ λαν-
θάνοντα τοὺς πολλοὺς μικρὰ καὶ συνεχῆ καὶ καθ-
ημερινὰ προσκρούματα γυναικὸς καὶ ἀνδρὸς μᾶλλον

Πλούταρχος Conjugalia praecepta (138a-146a) Stephanus p. 141, τμ. C, γρ. 5

διίστησι καὶ λυμαίνεται τὴν συμβίωσιν.


Ὁ βασιλεὺς Φίλιππος ἤρα Θεσσαλῆς γυναι-
κὸς αἰτίαν ἐχούσης καταφαρμακεύειν αὐτόν. ἐσπού-
δασεν οὖν ἡ Ὀλυμπιὰς λαβεῖν τὴν ἄνθρωπον ὑπο-
χείριον. ὡς δ' εἰς ὄψιν ἐλθοῦσα τό τ' εἶδος
εὐπρεπὴς ἐφάνη καὶ διελέχθη πρὸς αὐτὴν οὐκ
ἀγεννῶς οὐδ' ἀσυνέτως, “χαιρέτωσαν,” εἶπεν ἡ
Ὀλυμπιάς, “αἱ διαβολαί. σὺ γὰρ ἐν σεαυτῇ τὰ
φάρμακα ἔχεις.” ἄμαχον οὖν τι γίγνεται πρᾶγμα
γαμετὴ γυνὴ καὶ νόμιμος, ἂν ἐν αὑτῇ πάντα
θεμένη, καὶ προῖκα καὶ γένος καὶ φάρμακα καὶ
τὸν κεστὸν αὐτόν, ἤθει καὶ ἀρετῇ κατεργάσηται
τὴν εὔνοιαν.
Πάλιν ἡ Ὀλυμπιάς, αὐλικοῦ τινος νεανίσκου
γήμαντος εὐπρεπῆ γυναῖκα κακῶς ἀκούουσαν,
“οὗτος,” εἶπεν, “οὐκ ἔχει λογισμόν· οὐ γὰρ ἂν
τοῖς ὀφθαλμοῖς ἔγημε.” δεῖ δὲ μὴ τοῖς ὄμμασι
γαμεῖν μηδὲ τοῖς δακτύλοις, ὥσπερ ἔνιοι ψηφί-
σαντες πόσα φέρουσαν λαμβάνουσιν, οὐ κρίναντες
πῶς συμβιωσομένην.

Πλούταρχος Conjugalia praecepta (138a-146a) Stephanus p. 142, τμ. F, γρ. 5

δουλεύοντα ταῖς ἡδοναῖς αὐτοῦ καὶ ταῖς ἐπιθυμίαις,


οὕτω γυναικὸς ἄρχειν εὐφραίνοντα καὶ χαριζό-
μενον.
Τῶν σωμάτων οἱ φιλόσοφοι τὰ μὲν ἐκ
31

διεστώτων λέγουσιν εἶναι καθάπερ στόλον καὶ


στρατόπεδον, τὰ δ' ἐκ συναπτομένων ὡς οἰκίαν
καὶ ναῦν, τὰ δ' ἡνωμένα καὶ συμφυῆ καθάπερ
ἐστὶ τῶν ζῴων ἕκαστον. σχεδὸν οὖν καὶ γάμος
ὁ μὲν τῶν ἐρώντων ἡνωμένος καὶ συμφυής ἐστιν,
ὁ δὲ τῶν διὰ προῖκας ἢ τέκνα γαμούντων ἐκ
συναπτομένων, ὁ δὲ τῶν συγκαθευδόντων ἐκ
διεστώτων, οὓς συνοικεῖν ἄν τις ἀλλήλοις οὐ
συμβιοῦν νομίσειε. δεῖ δέ, ὥσπερ οἱ φυσικοὶ τῶν
ὑγρῶν λέγουσι δι' ὅλων γενέσθαι τὴν κρᾶσιν,
οὕτω τῶν γαμούντων καὶ σώματα καὶ χρήματα
καὶ φίλους καὶ οἰκείους ἀναμειχθῆναι δι' ἀλλήλων.
καὶ γὰρ ὁ Ῥωμαῖος νομοθέτης ἐκώλυσε δῶρα
διδόναι καὶ λαμβάνειν παρ' ἀλλήλων τοὺς γε-
γαμηκότας, οὐχ ἵνα μηδενὸς μεταλαμβάνωσιν,
ἀλλ' ἵνα πάντα κοινὰ νομίζωσιν.

Πλούταρχος Conjugalia praecepta (138a-146a) Stephanus p. 145, τμ. F, γρ. 5

νῃς μὲν τὸν ἄνδρα, θαυμάζῃ δ' ὑπὸ τῶν ἄλλων


γυναικῶν, οὕτω κοσμουμένη περιττῶς καὶ σεμνῶς
ἀπὸ μηδενός. τοὺς μὲν γὰρ τῆσδε τῆς πλουσίας
μαργαρίτας καὶ τὰ τῆσδε τῆς ξένης σηρικὰ λαβεῖν
οὐκ ἔστιν οὐδὲ περιθέσθαι μὴ πολλοῦ πριαμένην,
τὰ δὲ Θεανοῦς κόσμια καὶ Κλεοβουλίνης καὶ Γορ-
γοῦς τῆς Λεωνίδου γυναικὸς καὶ Τιμοκλείας τῆς
Θεαγένους ἀδελφῆς καὶ Κλαυδίας τῆς παλαιᾶς καὶ
Κορνηλίας τῆς Σκιπίωνος καὶ ὅσαι ἐγένοντο θαυ-
μασταὶ καὶ περιβόητοι, ταῦτα δ' ἔξεστι περι-
κειμένην προῖκα καὶ κοσμουμένην αὐτοῖς ἐνδόξως
ἅμα βιοῦν καὶ μακαρίως.
Εἰ γὰρ ἡ Σαπφὼ διὰ τὴν ἐν τοῖς μέλεσι καλλι-
γραφίαν ἐφρόνει τηλικοῦτον ὥστε γράψαι πρός τινα
πλουσίαν,

Πλούταρχος De superstitione (164e-171f) Stephanus p. 166, τμ. B, γρ. 11

θεοῖς ἀξιοῦμεν ὀρθῷ τῷ στόματι καὶ δικαίῳ προς-


εύχεσθαι, καὶ μὴ τὴν ἐπὶ τῶν σπλάγχνων μὲν
γλῶτταν εἰ καθαρὰ καὶ ὀρθὴ σκοπεῖν, τὴν δ' ἑαυ-
τῶν διαστρέφοντας καὶ μολύνοντας ἀτόποις ὀνόμασι
καὶ ῥήμασι βαρβαρικοῖς καταισχύνειν καὶ παρα-
νομεῖν τὸ θεῖον καὶ πάτριον ἀξίωμα τῆς εὐσεβείας.
Ἀλλ' ὅ γε κωμικὸς οὐκ ἀηδῶς εἴρηκέ που
πρὸς τοὺς καταχρυσοῦντας τὰ κλινίδια καὶ κατ-
αργυροῦντας
32

ὅ τι μόνον ἡμῖν προῖκ' ἔδωκαν οἱ θεοὶ


ὕπνον, τί τοῦτο πολυτελὲς σαυτῷ ποιεῖς;

ἔστι δὲ καὶ πρὸς τὸν δεισιδαίμονα εἰπεῖν, “ὅ τι τὸν


ὕπνον οἱ θεοὶ λήθην κακῶν ἔδοσαν ἡμῖν καὶ ἀνά-
παυσιν, τί τοῦτο κολαστήριον σαυτῷ ποιεῖς ἐπί-
μονον καὶ ὀδυνηρόν, τῆς ἀθλίας ψυχῆς εἰς ἄλλον
ὕπνον ἀποδρᾶναι μὴ δυναμένης;” ὁ Ἡράκλειτός

Πλούταρχος Regum et imperatorum apophthegmata [Sp.?] (172b-208a)


Stephanus p. 179, τμ. F, γρ. 4

ὁ παιδαγωγός ‘οὕτως’ εἶπεν ‘ὦ παῖ, δαψιλῶς ἐπιθυμιά-


σεις, ὅταν τῆς λιβανωτοφόρου κρατήσῃς.’ ὡς οὖν ἐκρά-
τησεν, ἔπεμψεν ἐπιστολὴν πρὸς αὐτὸν· ‘ἀπέσταλκά σοι
τάλαντα λιβανωτοῦ καὶ κασίας, ἵνα μηκέτι μικρολογῇ
πρὸς τοὺς θεούς, εἰδὼς ὅτι καὶ τῆς ἀρωματοφόρου κρα-
τοῦμεν.’
Μέλλων δὲ τὴν ἐπὶ Γρανίκῳ μάχην μάχεσθαι παρ-
εκάλει τοὺς Μακεδόνας ἀφθόνως δειπνεῖν καὶ πάντα
φέρειν εἰς μέσον, ὡς αὔριον δειπνήσοντας τὰ τῶν πολε-
μίων.
Περίλλου δέ τινος τῶν φίλων αἰτήσαντος προῖκα
τοῖς θυγατρίοις ἐκέλευσε πεντήκοντα τάλαντα λαβεῖν·
αὐτοῦ δὲ φήσαντος ἱκανὰ εἶναι δέκα, ‘σοί γε’ ἔφη ‘λα-
βεῖν, ἐμοὶ δ' οὐχ ἱκανὰ δοῦναι.’
Ἀναξάρχῳ δὲ τῷ φιλοσόφῳ δοῦναι τὸν διοικητὴν
ἐκέλευσεν ὅσον ἂν αἰτήσῃ· τοῦ δὲ διοικητοῦ φήσαντος
ὡς ἑκατὸν αἰτεῖ τάλαντα, ‘καλῶς’ ἔφη ‘ποιεῖ γινώσκων
ὅτι | φίλον ἔχει καὶ δυνάμενον τηλικαῦτα δωρεῖσθαι καὶ
βουλόμενον.’

Πλούταρχος Regum et imperatorum apophthegmata [Sp.?] (172b-208a)


Stephanus p. 193, τμ. C, γρ. 7

μὲν εἰς Θήβας παραγενομένου, δισχιλίους δὲ χρυσοῦς τῷ


Ἐπαμεινώνδᾳ πέμψαντος ἰσχυρῶς πενομένῳ τὸ μὲν χρυ-
σίον οὐκ ἔλαβε, τὸν δὲ Ἰάσονα θεασάμενος ‘ἀδίκων’ ἔφη
’χειρῶν ἄρχεις·’ αὐτὸς δὲ πεντήκοντα δραχμὰς δανει-
σάμενος παρά τινος τῶν πολιτῶν ἐφόδιον τῆς στρατείας
ἐνέβαλεν εἰς Πελοπόννησον.
Αὖθις δὲ τοῦ Περσῶν βασιλέως τρισμυρίους δα-
ρεικοὺς ἀποστείλαντος αὐτῷ, καθήψατο πικρῶς Διο-
μέδοντος, εἰ τοσοῦτον πλοῦν πέπλευκε διαφθερῶν Ἐπα-
μεινώνδαν· πρὸς δὲ τὸν βασιλέα λέγειν ἐκέλευσεν, ὅτι τὰ
συμφέροντα Θηβαίοις φρονῶν ἕξει προῖκα φίλον Ἐπα-
μεινώνδαν, τὰ δὲ μὴ συμφέροντα πολέμιον.
Ἐπεὶ δ' Ἀργεῖοι μὲν ἐγένοντο σύμμαχοι Θηβαίων,
33

Ἀθηναίων δὲ πρέσβεις εἰς Ἀρκαδίαν παραγενόμενοι κατη-


γόρουν ἀμφοτέρων καὶ Καλλίστρατος ὁ ῥήτωρ ὠνείδισε
τὸν Ὀρέστην καὶ τὸν Οἰδίποδα ταῖς πόλεσιν, ἐπαναστὰς ὁ
Ἐπαμεινώνδας ‘ὁμολογοῦμεν’ ἔφη ‘καὶ παρ' ἡμῖν πατρο-
κτόνον γενέσθαι καὶ παρ' Ἀργείοις μητροκτόνον· ἀλλὰ
τοὺς ταῦτα δράσαντας ἡμεῖς μὲν ἐξεβάλομεν, Ἀθηναῖοι δὲ
ὑπεδέξαντο.’
Πρὸς δὲ τοὺς Σπαρτιάτας πολλὰ καὶ μεγάλα τῶν
Πλούταρχος Regum et imperatorum apophthegmata [Sp.?] (172b-208a)
Stephanus p. 193, τμ. E, γρ. 1

κτόνον γενέσθαι καὶ παρ' Ἀργείοις μητροκτόνον· ἀλλὰ


τοὺς ταῦτα δράσαντας ἡμεῖς μὲν ἐξεβάλομεν, Ἀθηναῖοι δὲ
ὑπεδέξαντο.’
Πρὸς δὲ τοὺς Σπαρτιάτας πολλὰ καὶ μεγάλα τῶν
Θηβαίων κατηγοροῦντας ‘οὗτοι μέντοι’ εἶπεν ‘ὑμᾶς βρα-
χυλογοῦντας ἔπαυσαν.’
Ἐπεὶ δ' Ἀλέξανδρον τὸν Φεραίων τύραννον πολέ-
μιον ὄντα Θηβαίων Ἀθηναῖοι φίλον ἐποιήσαντο καὶ σύμ-
μαχον ὑποσχόμενον αὐτοῖς ἡμιωβολίου τὴν μνᾶν κρεῶν
ὤνιον παρέξειν, ‘ἡμεῖς δέ’ ἔφη ὁ Ἐπαμεινώνδας ‘ξύλα
προῖκα παρέξομεν Ἀθηναίοις ἐπὶ τὰ κρέα ταῦτα· τὴν γὰρ
χώραν αὐτῶν τεμοῦμεν, ἂν πολυπραγμονῶσι.’
Τοὺς δὲ Βοιωτοὺς ὑπὸ σχολῆς ἐκλυομένους ἀεὶ
βουλόμενος ἐν τοῖς ὅπλοις συνέχειν, ὁπότε βοιωτάρχης
αἱρεθείη, παραινῶν ἔλεγεν ‘ἔτι βουλεύσασθε, ὦ ἄνδρες·
ἐὰν γὰρ ἐγὼ στρατηγῶ, στρατευτέον ἐστὶν ὑμῖν·’ καὶ
τὴν χώραν ὑπτίαν οὖσαν καὶ ἀναπεπταμένην ‘πολέμου
ὀρχήστραν’ προσηγόρευεν, ὡς μὴ δυναμένους κρατεῖν
αὐτῆς, ἂν μὴ τὴν χεῖρα διὰ πόρπακος ἔχωσι.
Τοῦ δὲ Χαβρίου περὶ Κόρινθον ὀλίγους τινὰς τῶν
Θηβαίων ὑπὸ τὰ τείχη φιλομαχοῦντας καταβαλόντος καὶ

Πλούταρχος Apophthegmata Laconica [Sp.?] (208b-242d)


Stephanus p. 227, τμ. F, γρ. 8

ἄνδρας τίκτομεν.’
Εἴρξας δὲ τοὺς ἀγάμους τῆς ἐν ταῖς γυμνο-
παιδίαις θέας καὶ ἀτιμίαν προσθεὶς πολλὴν πρόνοιαν
ἐποιήσατο τῆς παιδοποιίας· τιμῆς δὲ καὶ θεραπείας, ἣν
νέοι πρεσβυτέροις παρεῖχον, ἐστέρησε. καὶ τὸ πρὸς Δερ-
κυλλίδαν ῥηθὲν οὐδεὶς ἐμέμψατο, καίπερ εὐδόκιμον ὄντα
στρατηγόν· ἐπιόντι γὰρ αὐτῷ τῶν νεωτέρων τις ἕδρας
οὐχ ὑπεῖξεν εἰπών ‘οὐδὲ γὰρ ἐμοὶ σὺ τὸν ὑπείξοντα ἐγέν-
νησας.’
Πυνθανομένου δέ τινος, διὰ τί τὰς κόρας ἐνο-
μοθέτησεν ἀπροίκους ἐκδίδοσθαι, ‘ὅπως’ ἔφη ‘μήτε δι'
ἔνδειαν ἄγαμοί τινες ἐαθῶσι μήτε διὰ περιουσίαν σπου-
δάζωνται, ἕκαστος δ' εἰς τὸν τρόπον τῆς παιδὸς ἀφορῶν |
ἀρετῇ τὴν αἵρεσιν ποιῶνται.’ διὰ τοῦτο δὲ καὶ τὸν καλλω-
34

πισμὸν τῆς πόλεως ἀπήλασεν.


Ὁρίσαντος δ' αὐτοῦ καὶ τὸν χρόνον τῶν τε γαμου-
μένων καὶ τῶν γαμούντων, πρὸς τὸν ζητοῦντατὴν
αἰτίαν‘ἵν'’ ἔφη ‘τὰ γεννώμενα ἰσχυρὰ ᾖ ἐκ τελείων
γεννώμενα.’

Πλούταρχος Apophthegmata Laconica [Sp.?] (208b-242d) Stephanus p. 242, τμ. B,


γρ. 12

ἢ τὰ Ὀλύμπια περιγενόμενον ζῆν.’


Διηγουμένου τινὸς τῇ ἀδελφῇ γενναῖον θάνατον
τοῦ παιδὸς αὐτῆς, ἐκείνη εἶπεν ὅτι ‘ὅσον ἐπ' ἐκείνῳ
γέγηθα, τοσοῦτον ἐπὶ σοὶ ἄχθομαι, ἐναρέτου συνοδίας
ἀπολειφθέντι.’
Λακαίνῃ τις προσέπεμψεν, εἰ φθορᾷ συνεπινεύει.
ἡ δ' ἔφη ‘παῖς μὲν οὖσα ἔμαθον τῷ πατρὶ πείθεσθαι,
καὶ τοῦτο ἔπραξα· γυνὴ δὲ γενομένη τῷ ἀνδρί· εἰ οὖν
δίκαιά με παρακαλεῖ, τούτῳ φανερὸν ποιησάτω πρῶτον.’
Παρθένος πενιχρὰ ἐρωτηθεῖσα τίνα δίδωσι τῷ
γαμοῦντι προῖκα, ‘τὴν πάτριον’ εἶπε ‘σωφροσύνην.’
Λάκαινα ἐρωτηθεῖσα εἰ ἀνδρὶ προσελήλυθεν ‘οὐκ
ἐγώ’ εἶπεν ‘ἀλλ' ὁ ἀνὴρ ἐμοί.’
Κρύφα τις διαπαρθενευθεῖσα καὶ διαφθείρασα τὸ
βρέφος οὕτως ἐνεκαρτέρησε μηδεμίαν προενεγκαμένη
φωνήν, ὥστε καὶ τὸν πατέρα καὶ ἄλλους πολλοὺς πλησίον
ὄντας λαθεῖν ἀποκυήσασα· τὸ γὰρ μέγεθος τῶν ἀλγη-
δόνων τῇ ἀσχημοσύνῃ τὸ εὔσχημον προσπεσὸν ἐνίκησε.
Λάκαινα πιπρασκομένη καὶ ἐρωτωμένη τί ἐπίστα-
ται ἔφη ‘πιστὰ ἦμεν.’

Πλούταρχος Aetia Romana et Graeca (263d-304f) Stephanus p. 265, τμ. F, γρ. 6

κεκωλῦσθαι.
’Διὰ τί δὲ δῶρον λαβεῖν ἀνδρὶ παρὰ γυναικὸς καὶ
γυναικὶ παρ' ἀνδρὸς ἀπείρηται;’ πότερον, ὡς Σόλων
γράψας τὰς δόσεις κυρίας εἶναι τῶν τελευτώντων, πλὴν
εἰ μή τις ἀνάγκῃ συνεχόμενος ἢ γυναικὶ πειθόμενος τὴν
μὲν ἀνάγκην ὡς βιαζομένην ὑπεξείλετο, τὴν δ' ἡδονὴν
ὡς παραλογιζομένην, οὕτως ὑπενοήθησαν αἱ γυναικῶν
καὶ ἀνδρῶν δόσεις; ἢ φαυλότατον ἡγούμενοι σημεῖον
εὐνοίας τὸ διδόναι (διδόασι γὰρ καὶ ἀλλότριοι καὶ μὴ
φιλοῦντες) ἐκ τοῦ γάμου τὴν τοιαύτην ἀρέσκειαν ἀνεῖ-
λον, ὅπως ἄμισθον ᾖ καὶ προῖκα καὶ δι' αὑτὸ μὴ δι'
ἄλλο τὸ φιλεῖσθαι καὶ φιλεῖν; ἤ, ὅτι τῷ λαμβάνειν διαφθει-
ρόμεναι μάλιστα προσίενται τοὺς ἀλλοτρίους, σεμνὸν
ἐφάνη τὸ μὴ διδόντας ἀγαπᾶν τοὺς ἰδίους; ἢ μᾶλλον
ὅτι δεῖ κοινὰ καὶ γυναιξὶν εἶναι τὰ ἀνδρῶν καὶ ἀνδράσι
τὰ γυναικῶν; | μανθάνει γὰρ ὁ λαβὼν τὸ δοθὲν ἀλλότριον
35

ἡγεῖσθαι τὸ μὴ δοθέν, ὥστ' ὀλίγον διδόντες ἀλλήλοις τὸ


πᾶν ἀφαιροῦνται.

Πλούταρχος De Alexandri magni fortuna aut virtute (326d-345b)


Stephanus p. 326, τμ. D, γρ. 4

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΤΥΧΗΣ Η ΑΡΕΤΗΣ

ΛΟΓΟΣ Αʹ

Οὗτος ὁ τῆς Τύχης λόγος ἐστίν, ἴδιον καὶ μόνης


αὑτῆς ἔργον ἀποφαινομένης Ἀλέξανδρον. δεῖ δ' ἀντει-
πεῖν ὑπὲρ φιλοσοφίας, μᾶλλον δ' ὑπὲρ Ἀλεξάνδρου
δυσχεραίνοντος καὶ ἀγανακτοῦντος, εἰ προῖκα δόξει καὶ
παρὰ τῆς Τύχης λαβεῖν τὴν ἡγεμονίαν, ἣν ὤνιον αἵματος
πολλοῦ καὶ τραυμάτων ἐπαλλήλων κτώμενος (Hom. Ι 325)

’πολλὰς μὲν ἀύπνους νύκτας ἴαυεν,


ἤματα δ' αἱματόεντα διέπρησσεν πολεμίζων’

πρὸς ἀμάχους δυνάμεις καὶ ἄπειρα φῦλα καὶ ποταμοὺς


ἀπεράτους καὶ πέτρας ἀτοξεύτους, εὐβουλίᾳ καὶ ἀνδρείᾳ
καὶ καρτερίᾳ καὶ σωφροσύνῃ παραπεμπόμενος.
Οἶμαι δ' ἂν αὐτὸν εἰπεῖν πρὸς τὴν Τύχην τοῖς

Πλούταρχος De Alexandri magni fortuna aut virtute (326d-345b)


Stephanus p. 340, τμ. E, γρ. 3

διατρεφόμενον. ἐπὶ τοῦτον οἱ πεμφθέντες ἧκον, εὑρέθη


δὲ πρασιαῖς ὕδωρ ἐπαντλῶν· καὶ διεταράχθη τῶν στρα-
τιωτῶν ἐπιλαμβανομένων αὐτοῦ καὶ βαδίζειν κελευόντων.
ἀχθεὶς δὲ πρὸς Ἀλέξανδρον ἐν εὐτελεῖ σινδονίσκῃ βασιλεὺς
ἀνηγορεύθη καὶ πορφύραν ἔλαβε καὶ εἷς ἦν τῶν ἑταίρων
προσαγορευομένων· ἐκαλεῖτο δ' Ἀβδαλώνυμος. οὕτως αἱ
τύχαι ποιοῦσι βασιλεῖς, μεταμφιάζουσι, μεταγράφουσι
ταχύ, ῥᾳδίως, μὴ προσδεχομένους μηδ' ἐλπίζοντας.
Ἀλεξάνδρῳ δὲ τί παρ' ἀξίαν, τί ἀνιδρωτί, τί ἀναιμωτί,
τί προῖκα, τί μὴ πονήσαντι τῶν μεγάλων; αἵματι κεκρα-
μένους ποταμοὺς ἔπιε καὶ νεκροῖς γεγεφυρωμένους διέβη,
καὶ πόαν ἔφαγε διὰ λιμὸν ἣν πρώτην εἶδε, καὶ βάθεσι
χιόνων κατακεχωσμένα ἔθνη καὶ πόλεις ὑπὸ γῆν δε-
δυκυίας ἐξώρυξε, καὶ θάλατταν μαχομένην ἔπλευσε, καὶ
θῖνας ἀνύδρους τὰς Γεδρωσίων καὶ Ἀραχωσίων ὁδεύων
ἐν θαλάσσῃ πρότερον ἢ ἐν γῇ φυτὸν εἶδεν. εἰ γὰρ ἦν ὡς
πρὸς ἄνθρωπον ἀγαγεῖν Παρρησίαν ὑπὲρ Ἀλεξάνδρου πρὸς
36

τὴν Τύχην, οὐκ ἂν εἶπε ‘ποῦ σὺ καὶ πότε ταῖς Ἀλεξάνδρου


πράξεσιν ὁδὸν ἔδωκας; ποίαν πέτραν ἀναιμωτὶ διὰ σὲ
εἷλε; ποίαν πόλιν ἀφρούρητον αὐτῷ παρέδωκας ἢ ποίαν

Πλούταρχος De gloria Atheniensium (345c-351b)


Stephanus p. 349, τμ. E, γρ. 7

ἡ δὲ Δημοσθένους καὶ Κλέωνος ἀπὸ Σφακτηρίας τὴν


Βρασίδου ἀσπίδ' αἰχμάλωτον καὶ δεδεμένους Σπαρτιάτας.
τειχίζει δὲ τὴν πόλιν ἡ Κόνωνος, ἡ δὲ Θρασυβούλου κατά-
γει τὸν δῆμον ἀπὸ Φυλῆς ἐλεύθερον, αἱ δ' Ἀλκιβιάδου
περὶ Σικελίαν ὀλισθοῦσαν τὴν πόλιν ἐγείρουσιν· ἐκ δὲ
τῶν Νείλεω καὶ Ἀνδρόκλου περὶ Λυδίαν καὶ Καρίαν ἀγώ-
νων Ἰωνίαν ἀνισταμένην ἐπεῖδεν ἡ Ἑλλάς. τῶν δ' ἄλλων
ἑκάστης ἂν πύθῃ τί τῇ πόλει γέγονεν ἐξ αὐτῆς ἀγαθόν,
ἡ μὲν ἐρεῖ Λέσβον, ἡ δὲ Σάμον, ἡ δὲ Κύπρον, ἡ δὲ Πόντον
Εὔξεινον, ἡ δὲ πεντακοσίας τριήρεις, ἡ δὲ μυρία τάλαντα,
προῖκα τῆς δόξης καὶ τῶν τροπαίων. ταῦθ' ἡ πόλις
ἑορτάζει καὶ ὑπὲρ τούτων θύει τοῖς θεοῖς, οὐκ ἐπὶ ταῖς
Αἰσχύλου νίκαις ἢ Σοφοκλέους· οὐδ' ὅτε Καρκίνος
Ἀερόπῃ (Nauck29 p. 797) † συνῆν ἢ Ἕκτορι Ἀστυδάμας
(Nauck29 p. 778), ἀλλ' ἕκτῃ μὲν ἱσταμένου Βοηδρομιῶνος
ἐσέτι νῦν τὴν ἐν Μαραθῶνι νίκην ἡ πόλις ἑορτάζει·
ἕκτῃ δ'ἐπὶ δέκα τοῦ αὐτοῦμηνὸς οἰνοχοεῖται τῆς
Χαβρίου περὶ Νάξον ἐπινίκια ναυμαχίας· τῇ δὲ δωδεκάτῃ
χαριστήρια ἔθυον ἐλευθερίας· ἐν ἐκείνῃ γὰρ οἱ ἀπὸ
Φυλῆς κατῆλθον· τρίτῃ δ' ἱσταμένου τὴν ἐν Πλαταιαῖς
μάχην ἐνίκων.

Πλούταρχος De amore prolis (493a-497e) Stephanus p. 495, τμ. A, γρ. 3

πτέρυγας, τὰ δ' ἐπιβαίνοντα τῶν νώτων καὶ προστρέ-


χοντα πανταχόθεν ἀναδεχόμεναι μετὰ τοῦ γεγηθός τι καὶ
προσφιλὲς ἐπιφθέγγεσθαι· κύνας δὲ καὶ δράκοντας, ἂν
περὶ αὑτῶν φοβηθῶσι, φεύγουσιν, ἂν δὲ περὶ τῶν τέκνων,
ἀμύνονται καὶ διαμάχονται παρὰ δύναμιν. εἶτα ταῦτ'
οἰόμεθατὰπάθη τούτοις ἐνειργάσθαι τὴν φύσιν ἀλεκ-
τορίδων ἐπιγονῆς καὶ κυνῶν καὶ ἄρκτων προνοοῦσαν, ἀλλ'
οὐχ ἡμᾶς δυσωποῦσαν καὶ τιτρώσκουσαν ἐπιλογιζομένους
ὅτι ταῦτα παραδείγματα τοῖς ἑπομένοις, | τοῖς δ' ἀναλγή-
τοις ὀνείδη περίεστι τῆς ἀπαθείας, δι' ὧν κατηγοροῦσι
τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως μόνης μὴ προῖκα τὸ στέργειν
ἐχούσης μηδ' ἐπισταμένης φιλεῖν ἄνευ χρείας; θαυμά-
ζεται γὰρ ἐν τοῖς θεάτροις ὁ εἰπών

Πλούταρχος De amore prolis (493a-497e) Stephanus p. 495, τμ. B, γρ. 1


37

καίτοικατ' Ἐπίκουρον (fr. 527) ὁ πατὴρ τὸν υἱόν,ἡ


μήτηρ τὸ τέκνον, οἱ παῖδες τοὺς τεκόντας· ἀλλ' εἰ λόγου
γένοιτο τοῖς θηρίοις σύνεσις καὶ τοῦτό τις εἰς κοινὸν θέα-
τρον συναγαγὼν ἵππους καὶ βόας καὶ κύνας καὶ ὄρνιθας
ἀναφθέγξαιτο μεταγράψας, ὡς ‘οὔτε κύνες ἐπὶ μισθῷ σκύ-
λακας φιλοῦσιν οὔθ' ἵπποι πώλους οὔτ' ὄρνιθες νεοττοὺς
ἀλλὰ προῖκα καὶ φυσικῶς,’ ἐπιγνωσθήσεται τοῖς ἁπάντων
πάθεσιν ὡς εὖ καὶ ἀληθῶς λεγόμενον. αἰσχρὸν γάρ, ὦ
Ζεῦ, τὰς θηρίων γενέσεις καὶ λοχείας καὶ ὠδῖνας καὶ
τεκνοτροφίας φύσιν εἶναι καὶ χάριν, τὰς δ' ἀνθρώπων
δάνεια καὶ μισθοὺς καὶ ἀρραβῶνας ἐπὶ χρείαις διδομένους.
Ἀλλ' οὔτ' ἀληθὴς ὁ λόγος οὔτ' ἄξιος ἀκούειν. ἡ γὰρ
φύσις ὥσπερ ἐν φυτοῖς ἀγρίοις οἷον οἰνάνθαις ἐρινεοῖς
κοτίνοις ἀρχὰς ἀπέπτους καὶ ἀτελεῖς ἡμέρων καρπῶν
ἐνέφυσεν, οὕτω τοῖς μὲν ἀλόγοις τὸ πρὸς τὰ ἔγγονα φιλό-
στοργον ἀτελὲς καὶ οὐ διαρκὲς πρὸς δικαιοσύνην οὐδὲ τῆς
χρείας πορρωτέρω προερχόμενον ἔδωκεν, ἄνθρωπον δέ,

Πλούταρχος De amore prolis (493a-497e) Stephanus p. 497, τμ. C, γρ. 2

τὸν κλῆρον ἐκδεχόμενοι· τῶν δ' ἀλλοτρίων περὶ τὸν


ἄτεκνον φωνὰς ἀκούεις ταῖς κωμικαῖς ἐκείναις ὁμοίας,

’ὦ Δῆμε, λοῦσαι πρῶτον ἐκδικάσας μίαν,


ἔνθου ῥόφησον ἔντραγ' ἔχε τριώβολον’ (Arist. E50)

τὸ δ' ὑπὸ τοῦ Εὐριπίδου λεγόμενον (Phoen. 439 sq.), ‘τὰ


χρήματ' ἀνθρώποισιν εὑρίσκειν φίλους δύναμίν τε πλεί-
στην τῶν ἐν ἀνθρώποις ἔχειν,’ οὐχ ἁπλῶς ἀληθές, ἀλλ'
ἐπὶ τῶν ἀτέκνων· τούτους οἱ πλούσιοι δειπνίζουσιν, οἱ
ἡγεμόνες θεραπεύουσιν, οἱ ῥήτορες μόνοις τούτοις προῖκα
συνηγοροῦσιν. ‘ἰσχυρόν ἐστι πλούσιος ἀγνοούμενον ἔχων
κληρονόμον’ (Com. adesp. 404). πολλοὺς γοῦν πολυφίλους
καὶ πολυτιμήτους ὄντας ἓν παιδίον γενόμενον ἀφίλους καὶ
ἀδυνάτους ἐποίησεν. ὅθεν οὐδὲ πρὸς δύναμιν οὐδέν ἐστιν
ὠφέλιμον ἀπὸ τῶν τέκνων, ἀλλὰ τῆς φύσεως τὸ πᾶν κρά-
τος οὐχ ἧττον ἐν ἀνθρώποις ἢ θηρίοις.

Πλούταρχος De laude ipsius (539a-547f) Stephanus p. 544, τμ. D, γρ. 2

’ὀκνῶν δὲ μόχθων τῶν πρὶν ἐκχέαι χάριν


καὶ τοὺς παρόντας οὐκ ἀπωθοῦμαι πόνους.’

ὡς γὰρ οἰκίαν καὶ χωρίον, οὕτως καὶ δόξαν οἱ πολλοὶ καὶ


ἀρετὴν τοῖς προῖκα καὶ ῥᾳδίως ἔχειν δοκοῦσιν οὐ τοῖς πρια-
μένοις πόνων πολλῶν καὶ κινδύνων φθονοῦσιν.
38

Ἐπεὶ δ' οὐ μόνον ἀλύπως καὶ ἀνεπιφθόνως ἀλλὰ καὶ


χρησίμως καὶ ὠφελίμως προσοιστέον ἐστὶ τοὺς ἐπαίνους,
ἵνα μὴ τοῦτο πράττειν ἀλλ' ἕτερόν τι διὰ τούτου δοκῶμεν,
ὅρα πρῶτον, εἰ προτροπῆς ἕνεκα καὶ ζήλου καὶ φιλοτιμίας
τῶν ἀκουόντων αὑτὸν ἄν τις ἐπαινέσειεν, ὡς ὁ Νέστωρ τὰς
ἑαυτοῦ διηγούμενος ἀριστείας καὶ μάχας τόν τε Πάτρο-
κλον παρώρμησε καὶ τοὺς ἐννέα πρὸς τὴν μονομαχίαν
ἀνέστησεν (Λ 655 sqΗ 123 sqq.). ἡ γὰρ ἔργον ὁμοῦ
καὶ λόγον ἔχουσα προτροπὴ καὶ παράδειγμα καὶ ζῆλον

Πλούταρχος Quaestiones convivales (612c-748d)

Stephanus p. 706, τμ. C, γρ. 3φιλαργυρία φιλογυνίαν· ὥσπερ ἀμέλει παρὰ


τῷ χαλεπὸν γὰρ ὁ δανεισμὸς τῆς ἀκρασίας κόλασμα καὶ τὸ
λῦσαι βαλάντιον οὐ πάνυ ῥᾴδιον· ταύταις δὲ ταῖς ἐλευ-
θερίαις λεγομέναιςπερὶὦτα καὶ ὄμματα φιλομούσοις
καὶ φιλαύλοις μουσομανίαις προῖκα καὶ ἀμισθὶ τῶν ἡδονῶν
πάρεστι πολλαχόθεν ἀρύτεσθαι καὶ ἀπολαύειν, ἐν ἀγῶσιν,
ἐν θεάτροις, ἐν συμποσίοις, ἑτέρων χορηγούντων· ὅθεν
ἕτοιμον τὸ διαφθαρῆναι τοῖς μὴ βοηθοῦντα καὶ παιδαγω-
γοῦντα τὸν λογισμὸν ἔχουσι.’
Γενομένης οὖν σιωπῆς ‘τί οὖν’ἔφην‘ποιοῦντα
τὸν λογισμὸν ἢ τί λέγοντα βοηθεῖν ἀξιοῦμεν; οὐ γὰρ
ἀμφωτίδας γε περιθήσει τὰς Ξενοκράτους (fr. 96 H.)
ἡμῖν οὐδ' ἀναστήσει μεταξὺ δειπνοῦντας, ἐὰν αἰσθώμεθα
λύρας ἁρμοζομένης ἢ κινουμένων αὐλῶν.’ ‘οὐ γὰρ οὖν’
εἶπεν ὁΛαμπρίας>, ‘ἀλλ' ὁσάκις ἂν εἰς τὰς Σειρῆνας

Πλούταρχος Amatorius (748e-771e) Stephanus p. 753, τμ. F, γρ. 2

ὑπηρετεῖν ὥσπερ αὐτῷ καὶ πείθεσθαι, μετρίως ἐχρῆτο


τοῖς πρώτοις ἐπιτάγμασι, πειρωμένη τῶν δορυφόρων· ἐπεὶ
δ' ἑώρα μηδὲν ἀντιλέγοντας μηδ' ὀκνοῦντας, ἐκέλευσε
συλλαβεῖν τὸν Νίνον εἶτα δῆσαι, τέλος δ' ἀποκτεῖ-
ναι· πραχθέντων δὲ πάντων, ἐβασίλευσε τῆς Ἀσίας ἐπι-
φανῶς πολὺν χρόνον. ἡ δὲ Βελεστίχη, πρὸς Διός, οὐ βάρ-
βαρον ἐξ ἀγορᾶς γύναιον, ἧς ἱερὰ καὶ ναοὺς Ἀλεξανδρεῖς
ἔχουσιν, ἐπιγράψαντος δι' ἔρωτα τοῦ βασιλέως ‘Ἀφροδίτης
Βελεστίχης’; ἡ δὲ σύνναος μὲν ἐνταυθοῖ καὶ συνίερος τοῦ
Ἔρωτος, ἐνδὲΔελφοῖς κατάχρυσος [δ'] ἑστῶσα μετὰ
τῶν βασιλέων καὶ βασιλειῶν, ποίᾳ προικὶ τῶν ἐραστῶν
ἐκράτησεν; ἀλλ' ὥσπερ ἐκεῖνοι δι' ἀσθένειαν ἑαυτῶν καὶ
μαλακίαν ἔλαθονἑαυτοὺςγενόμενοι λεία γυναικῶν,
οὕτω πάλιν ἄδοξοι καὶ πένητες ἕτεροι πλουσίαις γυναιξὶ
καὶ λαμπραῖς συνελθόντες | οὐ διεφθάρησαν οὐδ' ὑφῆκάν
τι τοῦ φρονήματος, ἀλλὰ τιμώμενοι καὶ κρατοῦντες μετ'
εὐνοίας συγκατεβίωσαν. ὁ δὲ συστέλλων τὴν γυναῖκα καὶ
συνάγων εἰς μικρόν, ὥσπερ δακτύλιον ἰσχνὸς ὢν μὴ περιρ-
ρυῇ δεδιώς, ὅμοιός ἐστι τοῖς ἀποκείρουσι τὰς ἵππους εἶτα
39

πρὸς ποταμὸν ἢ λίμνην ἄγουσι· καθορῶσαν γὰρ ἑκάστην


τὴν εἰκόνα τῆς ὄψεως ἀκαλλῆ καὶ ἄμορφον ἀφιέναι τὰ

Πλούταρχος Amatorius (748e-771e) Stephanus p. 767, τμ. C, γρ. 8

ἢπολλὰ μὲν ἔπεστι καὶ συνεπιφαίνεται, κινεῖ δ' οὐθὲν


οὐδὲ προσκαλεῖται τὸν ἔρωτα; οὐδέτερον γὰρ εὔλογον
οὐδ' ἀληθές.’
’Ἀλλὰ κοινῶς ὥσπερ δέδεικται τοῖς γένεσι πάντων
ὑπαρχόντων, ὥσπερ κοινοῦ συστάντοςαὐτοῖς τοῦ ἀγῶ-
νος>, ὦ Δαφναῖε, πρὸς ἐκείνους μαχώμεθα τοὺς λόγους,
οὓς ὁ Ζεύξιππος ἀρτίως διῆλθεν, ἐπιθυμίᾳ τὸν Ἔρωτα
ταὐτὸ ποιῶν ἀκαταστάτῳ καὶ πρὸς τὸ ἀκόλαστον ἐκφε-
ρούσῃ τὴν ψυχήν, οὐκ αὐτὸς οὕτω πεπεισμένος ἀκηκοὼς
δὲ πολλάκις ἀνδρῶν δυσκόλων καὶ ἀνεράστων·ὧνοἱ
μὲν ἄθλια γύναια προικιδίοις ἐφελκόμενοι μετὰ χρημά-
των εἰς οἰκονομίαν καὶ λογισμοὺς ἐμβάλλοντες ἀνελευ-
θέρους, ζυγομαχοῦντες ὁσημέραι διὰ χειρὸς ἔχουσιν· οἱ
δὲ παίδων δεόμενοι μᾶλλον ἢ γυναικῶν, ὥσπερ οἱ τέττιγες
εἰς σκίλλαν ἤ τι τοιοῦτο τὴν γονὴν ἀφιᾶσιν, οὕτω διὰ
τάχους οἷς ἔτυχε σώμασιν ἐναπογεννήσαντες καὶ καρπὸν
ἀράμενοι χαίρειν ἐῶσιν ἤδη τὸν γάμον, ἢ μένοντος οὐ
φροντίζουσιν οὐδ' ἀξιοῦσιν ἐρᾶν οὐδ' ἐρᾶσθαι. στέργε-
σθαι δὲ καὶ στέργειν ἑνί μοι δοκεῖ γράμματι τοῦ στέγειν
παραλλάττον εὐθὺς ἐμφαίνειν τὴν ὑπὸ χρόνου καὶ συνη-
θείας ἀνάγκῃ μεμιγμένην εὔνοιαν.

Πλούταρχος Amatoriae narrationes [Sp.] (771e-775e) Stephanus p. 775, τμ. C, γρ. 8

Ἄλκιππος τὸ μὲν γένος Λακεδαιμόνιος ἦν· γήμας δὲ


Δαμοκρίταν πατὴρ θυγατέρων γίνεται δύο· συμβουλεύων
τε τῇ πόλει κράτιστα [τε] καὶ πράττων ὅτου δέοιντο
Λακεδαιμόνιοι, ἐφθονήθη ὑπὸ τῶν ἀντιπολιτευομένων, οἳ
τοὺς ἐφόρους ψευδέσι λόγοις παραγαγόντες, ὡς τοῦ
Ἀλκίππου βουλομένου τοὺς νόμους καταλῦσαι, φυγῇ
περιέβαλον τὸν ἄνδρα. καὶ ὁ μὲν ὑπεξῆλθε τῆς Σπάρτης,
Δαμοκρίταν δὲ τὴν γυναῖκα μετὰ τῶν θυγατέρων βουλο-
μένην ἕπεσθαι τἀνδρὶ ἐκώλυον, ἀλλὰ καὶ τὴν οὐσίαν αὐτοῦ
ἐδήμευσαν, ἵνα μὴ εὐπορῶσι προικὸς αἱ παρθένοι. ἐπεὶ
δὲ καὶ ὣς ἐμνηστεύοντό τινες τὰς παῖδας διὰ τὴν τοῦ
πατρὸς ἀρετήν, ἐκώλυσαν οἱ ἐχθροὶ διὰ ψηφίσματος
μνηστεύεσθαί τινας τὰς κόρας, λέγοντες ὡς ἡ μήτηρ
αὐτῶν Δαμοκρίτα πολλάκις εὔξατο τὰς θυγατέρας ταχέως
γεννῆσαι παῖδας τιμωροὺς τῷ πατρὶ γενησομένους.
πανταχόθεν δ' ἡ Δαμοκρίτα περιελαυνομένη ἐτήρησέ
τινα πάνδημον ἑορτήν, ἐν ᾗ γυναῖκες ἅμα παρθένοις καὶ
40

οἰκείοις καὶ νηπίοις ἑώρταζον, αἱ δὲ τῶν ἐν τέλει καθ'


ἑαυτὰς ἐν ἀνδρῶνι μεγάλῳ διεπαννύχιζον· ξίφος τε ὑποζω-
σαμένη καὶ τὰς κόρας λαβοῦσα νυκτὸς ἦλθεν εἰς τὸ ἱερὸν

Πλούταρχος Bruta animalia ratione uti (985d-992e) Stephanus p. 990, τμ. A, γρ. 3

τοὺς ἄλλους λίθους περιορῶν ὑπερβαίνω, ταῖς δὲ σαῖς


χλανίσι καὶ τάπησιν οὐδὲν ἂν μὰ Δί' ἥδιον ἢ βαθεῖ καὶ
μαλθακῷ πηλῷ μεστὸς ὢν ἐγκατακλιθείην ἀναπαυόμενος.
† τὰ δὲ τοιαῦτα τῶν ἐπεισάκτων ἐπιθυμιῶν οὐδεμία ταῖς
ἡμετέραις ἐνοικίζεται ψυχαῖς· ἀλλὰ τὰ μὲν πλεῖστα ταῖς
ἀναγκαίαις ὁ βίος ἡμῶν ἐπιθυμίαις καὶ ἡδοναῖς διοικεῖ-
ται, ταῖς δ' οὐκ ἀναγκαίαις ἀλλὰ φυσικαῖς μόνον οὔτ'
ἀτάκτως οὔτ' ἀπλήστως ὁμιλοῦμεν. |
Καὶ ταύτας γε πρῶτον διέλθωμεν. ἡ μὲν οὖν πρὸς
τὰ εὐώδη καὶ κινοῦντα ταῖς ἀποφοραῖς τὴν ὄσφρησιν
οἰκείως ἡδονὴ πρὸς τῷ τὸ ὄφελος καὶ προῖκα καὶ ἁπλοῦν
ἔχειν ἅμα χρείαν τινὰ συμβάλλεται τῇ διαγνώσει τῆς τρο-
φῆς. ἡ μὲν γὰρ γλῶττα τοῦ γλυκέος καὶ δριμέος καὶ αὐστη-
ροῦ γνώμων ἐστί τε καὶ λέγεται, ὅταν τῷ γευστικῷ προς-
μιγέντες οἱ χυμοὶ σύγχυσίν τινα λάβωσιν· ἡ δ' ὄσφρη-
σις ἡμῶν πρὸ τῶν χυμῶν γνώμων οὖσα τῆς δυνάμεως
ἑκάστου πολὺ τῶν βασιλικῶν προγευστῶν σκεπτικώτερον
διαισθανομένη, τὸ μὲν οἰκεῖον εἴσω παρίησι τὸ δ' ἀλλό-
τριον ἀπελαύνει καὶ οὐκ ἐᾷ θιγεῖν οὐδὲ λυπῆσαι τὴν γεῦ-
σιν ἀλλὰ διαβάλλει καὶ κατηγορεῖ τὴν φαυλότητα πρὶν
ἢ βλαβῆναι· τἄλλα δ' οὐκ ἐνοχλεῖ, καθάπερ ὑμῖν, τὰ

Αθηναίος σοφιστής Δειπνοσοφιστές Βι. 3, Kaibel par. 9, γρ. 10

συγγράμματι.
Παρμένων δ' ὁ Βυζάντιος ἐν τοῖς ἰάμβοις τὰ
ἀπὸ Κανῶν τῆς Αἰολικῆς πόλεως ὡς διάφορα ἐπαινῶν
φησιν (antl. {B.}p. 220)·
ἦλθον μακρὴν θάλασσαν οὐκ ἄγων σῦκα
Καναῖα φόρτον.
ὅτι δὲ καὶ τὰ ἀπὸ Καύνου τῆς Καρίας ἐπαινεῖται
κοινόν. ὀξαλείων δὲ σύκων οὕτως καλουμένων μνη-
μονεύει Ἡρακλέων ὁ Ἐφέσιος καὶ Νίκανδρος ὁ
Θυατειρηνὸς παρατιθέμενοι Ἀπολλοδώρου τοῦ Κα-
ρυστίου ἐκ δράματος Προικιζομένης ἱματιοπώλιδος τάδε
(IV 448 M)·
πλὴν τόγ'οἰνάριον πάνυ
ἦν ὀξὺ καὶ πονηρόν, ὥστ' ᾐσχυνόμην.
τὰ λοιπὰ μὲν γὰρ ὀξαλείους χωρία
συκᾶς φέρει, τοὐμὸν δὲ καὶ τὰς ἀμπέλους.
τῶν δ' ἐν Πάρῳ τῇ νήσῳ – διάφορα γὰρ κἀνταῦθα
γίνεται σῦκα τὰ καλούμενα παρὰ τοῖς Παρίοις αἱμώ-
41

νια, ταὐτὰ ὄντα τοῖς Λυδίοις καλουμένοις, ἅπερ διὰ


τὸ ἐρυθρῶδες καὶ τῆς προσηγορίας ταύτης ἔτυχεν –
Ἀρχίλοχος μνημονεύει λέγων οὕτως (fr. 51 B49)·

Αθηναίος σοφιστής Δειπνοσοφιστές Βι. 3, Kaibel par. 69, γρ. 49

ὠτάρι' ὕει', ἡπάτιον ἐγκεκαλυμμένον·


αἰσχύνεται γὰρ πελιδνὸν ὂν τῷ χρώματι.
τούτοις μάγειρος οὐ πρόσεισ' οὐδ' ὄψεται·
οἰμώξεται γὰρ νὴ Δί'. ἀλλ' ἐγὼ σοφῶς
ταῦτ' οἰκονομήσω καὶ γλαφυρῶς καὶ ποικίλως
οὕτω (ποῶ γὰρ τοὔψον αὐτός) ὥστε τοὺς
δειπνοῦντας εἰς τὰ λοπάδι' ἐμβάλλειν ποῶ
ἐνίοτε τοὺς ὀδόντας ὑπὸ τῆς ἡδονῆς.
τὰς σκευασίας πάντων δὲ καὶ τὰς συστάσεις
τούτων ἕτοιμός εἰμι δεικνύειν, λέγειν,
προῖκα προδιδάσκειν, ἂν θέλῃ τις μανθάνειν.
ὅτι δ' ἔθος τῷ ἐπίπλῳ περικαλύπτεσθαι τὰ ἡπά-
τια, Ἡγήσανδρος ὁ Δελφὸς ἐν ὑπομνήμασί φησι
(FHG IV 419) Μετάνειραν τὴν ἑταίραν ὡς ἐν τοῖς κε-
καλυμμένοις ἡπατίοις αὐτὴ πνευμόνιον ἔλαβε καὶ ὡς
περιελοῦσα τὸ στέαρ εἶδεν, ἀνέκραγεν·
ἀπόλωλα, πέπλων μ' ὤλεσαν περιπτυχαί.

Αθηναίος σοφιστής Δειπνοσοφιστές Βι. 4, Kaibel par. 70, γρ. 26

ἐκάλουν δὲ τραπεζοποιὸν τὸν τραπεζῶν ἐπιμελητὴν καὶ


τῆς ἄλλης εὐκοσμίας. Φιλήμων Παρεισιόντι (II 493 K)·
περὶ τοὐπτάνιον οὐ γίνεθ' ἡ σκευωρία·
τραπεζοποιός ἐστ' ἐπὶ τοῦ διακονεῖν.
ἔλεγον δὲ καὶ ἐπιτραπεζώματα τὰ ἐπιτιθέμενα τῇ τρα-
πέζῃ βρώματα. Πλάτων Μενελάῳ (I 622 K)·
ὡς ὀλίγα λοιπὰ τῶν ἐπιτραπεζωμάτων.
ἐκάλουν δὲ καὶ ἀγοραστὴν τὸν τὰ ὄψα ὠνούμενον,
νῦν δ' ὀψωνάτωρα, ὡς Ξενοφῶν ἐν δευτέρῳ Ἀπομνη-
μονευμάτων (I, 5, 2) οὑτωσὶ λέγων· ‘διάκονον δ' ἂν καὶ
ἀγοραστὴν τὸν τοιοῦτον ἐθέλοιμεν προῖκα λαβεῖν;’ παρὰ
δὲ Μενάνδρῳ ἐστὶ κοινότερον ἐν Φανίῳ (IV 217 M)·
φειδωλὸς ἦν καὶ μέτριος ἀγοραστής.
ὀψώνην δ' εἴρηκεν Ἀριστοφάνης ἐν Ταγηνισταῖς
διὰ τούτων (I 521 K)·
ὡς οὑψώνης διατρίβειν
ἡμῖν τἄριστον ἔοικε.

Αθηναίος σοφιστής Δειπνοσοφιστές Βι. 6, Kaibel par. 38, γρ. 29

θέρμους μαλάξας. οὐκ ἀπεκαρτέρησε γὰρ


42

ἐκεῖνος, ἀλλ' ἐκαρτέρησ', ὦ φίλτατε,


πεινῶν.
ἐν δ' Ἐπιστολαῖς (ib. 456)·
οἴμοι κακοδαίμων, ὡς ἐρῶ· μὰ τοὺς θεούς,
Τιθύμαλλος οὐδεπώποτ' ἠράσθη φαγεῖν
οὕτω σφόδρ' οὐδὲ Κόρμος ἱμάτιον λαβεῖν,
οὐ Νεῖλος ἄλφιτ', οὐ Κόρυδος ἀσύμβολος
κινεῖν ὀδόντας.
Ἀντιφάνης Τυρρηνῷ (II 103 K)·
ἀρετὴ τὸ προῖκα τοῖς φίλοις ὑπηρετεῖν.
{Β.} λέγεις ἔσεσθαιτὸνΤιθύμαλλον πλούσιον.
εἰ πράξεται γὰρ μισθὸν ἐκ τοῦ σοῦ λόγου
παρ' οἷσι δειπνεῖ προῖκα, συλλέξει συχνήν.
ἦν δὲ καὶ ὁ Κόρυδος τῶν δι' ὀνόματος παρα-
σίτων. μνημονεύει δ' αὐτοῦ Τιμοκλῆς ἐν Ἐπιχαιρε-
κάκῳ οὕτως (II 456 K)·
ἀγορὰν ἰδεῖν εὔοψον εὐποροῦντι μὲν
ἥδιστον, ἂν δ' ἀπορῇ τις, ἀθλιώτατον.
ὁ γοῦν Κόρυδος ἄκλητος, ὡς ἐμοὶ δοκεῖ,
γενόμενος ὠψώνει παρ' αὑτὸν οἴκαδε.

Αθηναίος σοφιστής Δειπνοσοφιστές


Book 6, Kaibel par. 38, γρ. 32

ἐν δ' Ἐπιστολαῖς (ib. 456)·


οἴμοι κακοδαίμων, ὡς ἐρῶ· μὰ τοὺς θεούς,
Τιθύμαλλος οὐδεπώποτ' ἠράσθη φαγεῖν
οὕτω σφόδρ' οὐδὲ Κόρμος ἱμάτιον λαβεῖν,
οὐ Νεῖλος ἄλφιτ', οὐ Κόρυδος ἀσύμβολος
κινεῖν ὀδόντας.
Ἀντιφάνης Τυρρηνῷ (II 103 K)·
ἀρετὴ τὸ προῖκα τοῖς φίλοις ὑπηρετεῖν.
{Β.} λέγεις ἔσεσθαιτὸνΤιθύμαλλον πλούσιον.
εἰ πράξεται γὰρ μισθὸν ἐκ τοῦ σοῦ λόγου
παρ' οἷσι δειπνεῖ προῖκα, συλλέξει συχνήν.
ἦν δὲ καὶ ὁ Κόρυδος τῶν δι' ὀνόματος παρα-
σίτων. μνημονεύει δ' αὐτοῦ Τιμοκλῆς ἐν Ἐπιχαιρε-
κάκῳ οὕτως (II 456 K)·
ἀγορὰν ἰδεῖν εὔοψον εὐποροῦντι μὲν
ἥδιστον, ἂν δ' ἀπορῇ τις, ἀθλιώτατον.
ὁ γοῦν Κόρυδος ἄκλητος, ὡς ἐμοὶ δοκεῖ,
γενόμενος ὠψώνει παρ' αὑτὸν οἴκαδε.
ἦν δὲ τὸ πάθος γέλοιον, οἴμοι, τέτταρας
χαλκοῦς ἔχων ἄνθρωπος, ἐγχέλεις ὁρῶν,
θύννεια, νάρκας, καράβους ᾑμωδία.
43

Αθηναίος σοφιστής Δειπνοσοφιστές Βι. 6, Kaibel par. 52, γρ. 18

καὶ Ἄλεξις ἐν Ὀρέστῃ Νικόστρατός τε ἐν Πλούτῳ


Μένανδρός τε ἐν Μέθῃ καὶ Νομοθέτῃ, Φιλω-
νίδης τε ἐν Κοθόρνοις οὕτως (I 255 K)·
ἐγὼ δ' ἀπόσιτος ὢν τοιαῦτ' οὐκ ἀνέχομαι.
τῷ δὲ παράσιτος ὅμοιά ἐστιν ὀνόματα ἐπίσιτος, περὶ
οὗ προείρηται (p. 246 f), καὶ οἰκόσιτος σιτόκουρός τε
καὶ αὐτόσιτος, ἔτι δὲ κακόσιτος καὶ ὀλιγόσιτος. μνη-
μονεύει δὲ τοῦ μὲν οἰκοσίτου Ἀναξανδρίδης ἐν Κυνη-
γέταις (II 144 K)·
υἱὸς γὰρ οἰκόσιτος ἡδὺ γίνεται.
καλεῖται δ' οἰκόσιτος ὁ μὴ μισθοῦ, ἀλλὰ προῖκα τῇ
πόλει ὑπηρετῶν. Ἀντιφάνης Σκύθῃ (II 97 K)·
ταχὺ γὰρ γίνεται
ἐκκλησιαστὴς οἰκόσιτος.
Μένανδρος Δακτυλίῳ (IV 99 M)·
οἰκόσιτον νυμφίον
οὐδὲν δεόμενον προικὸς ἐξευρήκαμεν.
καὶ ἐν Κιθαριστῇ (IV 150 M)·
οὐκ οἰκοσίτους τοὺς ἀκροατὰς λαμβάνεις.
– ἐπισιτίου δὲ Κράτης Τόλμαις (I 140 K)·
ποιμαίνει δ' ἐπισίτιον, ῥιγῶν δ' ἐν Μεγαβύζου

Αθηναίος σοφιστής Δειπνοσοφιστές Βι. 6, Kaibel par. 52, γρ. 24

καὶ αὐτόσιτος, ἔτι δὲ κακόσιτος καὶ ὀλιγόσιτος. μνη-


μονεύει δὲ τοῦ μὲν οἰκοσίτου Ἀναξανδρίδης ἐν Κυνη-
γέταις (II 144 K)·
υἱὸς γὰρ οἰκόσιτος ἡδὺ γίνεται.
καλεῖται δ' οἰκόσιτος ὁ μὴ μισθοῦ, ἀλλὰ προῖκα τῇ
πόλει ὑπηρετῶν. Ἀντιφάνης Σκύθῃ (II 97 K)·
ταχὺ γὰρ γίνεται
ἐκκλησιαστὴς οἰκόσιτος.
Μένανδρος Δακτυλίῳ (IV 99 M)·
οἰκόσιτον νυμφίον
οὐδὲν δεόμενον προικὸς ἐξευρήκαμεν.
καὶ ἐν Κιθαριστῇ (IV 150 M)·
οὐκ οἰκοσίτους τοὺς ἀκροατὰς λαμβάνεις.
– ἐπισιτίου δὲ Κράτης Τόλμαις (I 140 K)·
ποιμαίνει δ' ἐπισίτιον, ῥιγῶν δ' ἐν Μεγαβύζου
[δέξετ' ἐπὶ μισθῷ σῖτος]. –
ἰδίως δ' ἐν Συναριστώσαις ἔφη (IV 202 M)·
ἀστεῖον τὸ μὴ
συνάγειν γυναῖκας μηδὲ δειπνίζειν ὄχλον,
ἀλλ' οἰκοσίτους τοὺς γάμους πεποιηκέναι.
σιτοκούρου δ' Ἄλεξις μνημονεύει ἐν Παννυχίδι ἢ

Αθηναίος σοφιστής Δειπνοσοφιστές Βι. 13, Kaibel par. 2, γρ. 6


44

σάμενοι εἰς μνήμην ἡμῖν ἰέναι τὸν ἐρωτικὸν ἐκεῖνον


κατάλογον, ἐντεῦθεν τὴν καταρχὴν ποιησόμεθα (Apoll. γ 1)·
εἰ δ' ἄγε νῦν, Ἐρατώ, πάρ θ' ἵστασο καί μοι ἔνισπε,
τίνες λόγοι περὶ αὐτοῦ τοῦ ἔρωτος καὶ τῶν ἐρωτικῶν
ἐλέχθησαν.
καὶ γὰρ τὰς γαμετὰς ὁ καλὸς ἡμῶν ἑστιάτωρ
ἐπαινῶν Ἕρμιππον ἔφη ἐν τοῖς περὶ Νομοθετῶν (FHG
III 37) ἱστορεῖν ὅτι ἐν Λακεδαίμονι εἰς οἴκημά τι σκο-
τεινὸν πᾶσαι ἐνεκλείοντο αἱ κόραι, συνεγκλειομένων καὶ
τῶν ἀγάμων νεανίσκων· καὶ ἕκαστος ἧς ἐπιλάβοιτο,
ταύτην ἀπῆγεν ἄπροικον. διὸ καὶ Λύσανδρον ἐζημίω-
σαν, ὅτι καταλιπὼν τὴν προτέραν ἑτέραν ἐβουλεύετο
περικαλλεστέραν ἀγαγέσθαι. Κλέαρχος δ' ὁ Σολεὺς
ἐν τοῖς περὶ Παροιμιῶν (FHG II 319) ‘ἐν Λακεδαίμονι,
φησί, τοὺς ἀγάμους αἱ γυναῖκες ἐν ἑορτῇ τινι περὶ τὸν
βωμὸν ἕλκουσαι ῥαπίζουσιν, ἵνα τὴν ἐκ τοῦ πράγματος
ὕβριν φεύγοντες φιλοστοργῶσί τε καὶ ἐν ὥρᾳ προσίωσι
τοῖς γάμοις. ἐν δὲ Ἀθήναις πρῶτος Κέκροψ μίαν ἑνὶ
ἔζευξεν, ἀνέδην τὸ πρότερον οὐσῶν τῶν συνόδων καὶ
κοινογαμίων ὄντων. διὸ καὶ ἔδοξέ τισιν διφυὴς νομι-
σθῆναι, οὐκ εἰδότων τῶν πρότερον διὰ τὸ πλῆθος τὸν

Αθηναίος σοφιστής Δειπνοσοφιστές Βι. 13, Kaibel par. 7, γρ. 7

οὐδ' ἰδεῖν δόξας ἐκείνην, σῴζεται δ' ἄκων μόνος.


οἳ δ' ἐρᾶσθαι προσδοκῶντες εὐθύς εἰσιν ἠρμένοι
καὶ φέρονθ' ὑψοῦ πρὸς αἴθραν. συντεμόντι δ' οὐδὲ ἓν
ἔσθ' ἑταίρας ὅσα περ ἔστιν θηρί' ἐξωλέστερον.
τοιαῦτα πολλὰ τοῦ Λαρηνσίου λέγοντος ὁ Λεω-
νίδης ψέγων τὸ τῆς γαμετῆς ὄνομα τὰ ἐκ τῶν Μάντεων
Ἀλέξιδος προηνέγκατο ταυτί [τῶν ἐπῶν] (II 350 K)·
ὦ δυστυχεῖς ἡμεῖς... οἱπεπρακότες
τὴν τοῦ βίου παρρησίαν καὶ τὴν τρυφήν·
γυναιξὶ δοῦλοι ζῶμεν ἀντ' ἐλευθέρων.
ἔπειτ' ἔχειν προῖκ', οὐχὶ τιμὴν πάσχομεν;
πικράν γε καὶ μεστὴν γυναικείας χολῆς.
ἡ τῶν γὰρ ἀνδρῶν ἐστι πρὸς ἐκείνην μέλι·
οἳ μέν γε συγγνώμην ἔχουσ' ἀδικούμενοι,
αὗται δ' ἀδικοῦσαι καὶ προσεγκαλοῦσ' ἔτι·
ὧν οὐκ ἐχρῆν ἄρχουσιν, ὧν δ' ἄρχειν ἐχρῆν
ἀμελοῦσιν, ἐπιορκοῦσιν, οὐδὲ ἓν κακὸν
ἔχουσι καὶ κάμνειν λέγουσ' ἑκάστοτε.
Ξέναρχος δ' ἐν Ὕπνῳ φησίν (ib. 473)·
εἶτ' εἰσὶν οἱ τέττιγες οὐκ εὐδαίμονες,
ὧν ταῖς γυναιξὶν οὐδ' ὁτιοῦν φωνῆς ἔνι;

Αθηναίος σοφιστής Δειπνοσοφιστές Βι. 13, Kaibel par. 43, γρ. 57


45

εἰς τὴν ἀγορὰν λέγουσιν αὐτὴν ἐξίναι


καὶ τοὔψον ἐφορᾶν καὶ πολυπραγμονεῖν πόσου
πωλεῖθ' ἕκαστον. εἶτ' ἰδοῦσα κατὰ τύχην
ἱστῶντα κρεοπώλην τιν' ἀστεῖον πάνυ
τῇ θ' ἡλικίᾳ σφόδρα νέον ‘ὦ πρὸς τῶν θεῶν,
μειράκιον, ὁ καλός, φησί, πῶς ἵστης; φράσον.’
ὃ δὲ μειδιάσας ‘κύβδ', ἔφη, τριωβόλου.’
’τίς δ' οὑπιτρέψων ἐστί σοι, φησίν, τάλαν,
ὄντα γ' ἐν Ἀθήναις Καρικοῖς χρῆσθαι σταθμοῖς;’
Στρατοκλῆς δύ' ἐρίφους προῖκ' ἐδίδου τοῖς γνωρίμοις
λοπάδας συνάλμους τε συναρτύειν δοκῶν
καὶ διψᾶν ὑπολειπόμενοι εἰς τὴν αὔριον
τοῖς ἐπισυνάπτειν βουλομένοις τὸν ἑωθινόν,
μακρὰς δὲ πράττειν εἰς τὰ λοιπὰ ξυμβολάς.
Γνάθαινα δ' αὑτῆς εἶπε πρὸς ἐραστήν τινα
στραγγευόμενον ὁρῶσα περὶ τὰς συμβολάς·
’Στρατοκλῆς ἐπ' ἐρίφοις, φησί, χειμῶνας ποιεῖ.’
ἰδοῦσ' ἔφηβον ἡ Γνάθαιν' ἰσχνὸν πάνυ
καὶ μέλανα λεπτόν θ', ὡς ἔοιχ', ὑπερβολῇ
καὶ λιπαρόν, ἔτι δὲ τῶν ἐφήβων βραχύτερον,

Αθηναίος σοφιστής Δειπνοσοφιστές Βι. 13, Kaibel par. 55, γρ. 4

‘ἰτέον ἡμῖν, ἔφη, θεασομένοις τὴν γυναῖκα· οὐ γὰρ δὴ


ἀκούουσιν ἔστιν κρῖναι τὸ κάλλος.’ οὕτω δ' ἦν [ἡ Λαὶς]
καλὴ ὡς καὶ τοὺς ζωγράφους ἐρχομένους πρὸς αὐτὴν
ἀπομιμεῖσθαι τῆς γυναικὸς τοὺς μαστοὺς καὶ τὰ στέρνα.
διαζηλοτυπουμένη δέ ποτε ἡ Λαὶς Φρύνῃ πολὺν ἐρα-
στῶν ἔσχηκεν ὅμιλον, οὐ διακρίνουσα πλούσιον ἢ πέ-
νητα οὐδ' ὑβριστικῶς αὐτοῖς χρωμένη.
Ἀρίστιππος
δὲ κατ' ἔτος δύο μῆνας συνδιημέρευεν αὐτῇ ἐν Αἰγίνῃ
τοῖς Ποσειδωνίοις· καὶ ὀνειδιζόμενος ὑπὸ οἰκέτου, ὅτι
’σὺ μὲν αὐτῇ τοσοῦτον ἀργύριον δίδως, ἣ δὲ προῖκα
Διογένει τῷ κυνὶ συγκυλίεται’, ἀπεκρίνατο· ‘ἐγὼ Λαίδι
χορηγῶ πολλά, ἵνα αὐτὸς αὐτῆς ἀπολαύω, οὐχ ἵνα μὴ
ἄλλος.’ τοῦ δὲ Διογένους εἰπόντος αὐτῷ· ‘Ἀρίστιππε,
κοινῇ συνοικεῖς πόρνῃ. ἢ κύνιζε οὖν, ὡς ἐγώ, ἢ πέ-
παυσο’ – καὶ ὁ Ἀρίστιππος· ‘ἆρά γε μή τί σοι ἄτοπον
δοκεῖ εἶναι, Διόγενες, οἰκίαν οἰκεῖν ἐν ᾗ πρότερον ᾤκη-
σαν ἄλλοι;’ ‘οὐ γάρ’ ἔφη. ‘τί δὲ ναῦν ἐν ᾗ πολλοὶ
πεπλεύκασιν;’ ‘οὐδὲ τοῦτο’ ἔφη. ‘οὕτως οὖν οὐδὲ γυ-
ναικὶ συνεῖναι ἄτοπόν ἐστιν ᾗ πολλοὶ κέχρηνται.’ Νυμ-
φόδωρος δ' ὁ Συρακόσιος ἐν τῷ περὶ τῶν ἐν Σικελίᾳ

Αθηναίος σοφιστής Δειπνοσοφιστές (epitome) Vol. 2,1, p. 96, γρ. 36

σιτίους τοὺς παρασίτους καλεῖ. τῶν ἐπισιτίων φησὶ τούτων τινάς, οἳ δειπνοῦσι
46

τἀλλότρια, ἑαυτοὺς ἀντὶ κωρύκων παρέχοντες. ὅτι κύβος τις Εὐριπίδης


ἐκαλεῖτο· Δίφιλος οὖν ἐν Συνωρίδι, ἔστι δ' ἑταίρα ἡ Συνωρίς, φησί· πῶς
ἂν βάλοιμ' Εὐριπίδην; οὐκ ἄν ποτ' Εὐριπίδης γυναῖκα σώσειεν. οὐχ ὁρᾷς
ἐν ταῖς τραγωδίαισιν αὐτὰς ὡς στυγεῖ; τοὺς δὲ παρασίτους ἠγάπα. λέγει
γέ τοι· ἀνὴρ γὰρ ὅστις εὖ βίον κεκτημένος μὴ τοὐλάχιστον τρεῖς ἀσυμ-
βόλους τρέφει, ὄλοιτο. ὁ αὐτὸς Δίφιλος ἀλλαχοῦ περὶ παρασίτου φησίν·
ὀργίζεται; παράσιτος ὦν ὀργίζεται; οὐκ ἀλλ' ἀλείψας τὴν τράπεζαν τῇ
χολῇ ὥσπερ τὰ παιδί' αὐτὸν ἀπογαλακτίει. καὶ ἀλλαχοῦ· οὐ δεῖ παρα-
σιτεῖν ὄνταδυσάρεστονσφόδρα.
ὅτι οἰκόσιτος λέγεται ὁ μὴ μισθοῦ ἀλλὰ προῖκα τῇ πόλει ὑπηρετῶν·
Μένανδρος· οὐκ οἰκοσίτους τοὺς ἀκροατὰς λαμβάνεις. οὗτος δὲ τὸν ἄχρηστον
καὶ μάτην τρεφόμενον σιτόκουρόν που εἶπεν· ὀκνηρός, πάντα μέλλων σιτόκουρος.
καὶ πάλιν· σιτόκουρον, ἄθλιον εἰς τὴν οἰκίαν εἰλήφαμεν. αὐτόσιτος δὲ
κεῖται παρὰ Κρωβύλῳ· παράσιτον αὐτόσιτον. αὐτὸν οὖν τρέφων τὰ πλεῖστα
συνερανιστὴςεἶ τῷ δεσπότῃ. τὸ δὲ κακόσιτος παρ' Εὐβούλῳ· ὕπνος
αὐτὸν ὄντα κακόσιτον τρέφει. ὀλιγόσιτος δὲ παρὰ Στράττιδι· ὀλιγόσιτος
ἦσθ' ἄρα, ὃς κατεσθίεις τῆς ἡμέρας μακρᾶς τριήρους σιτία. πράττει πάντων
ὁ κόλαξ ἄριστα, ὁ καλὸς εἶπε Μένανδρος.

Αθηναίος σοφιστής Δειπνοσοφιστές (epitome) Vol. 2,2, p. 100, γρ. 6

ἄν τις τοσούτων χρημάτων κύριος ὤν. καὶ τῶν μὲν ἀπολλυμένων οὐδὲν
ἐπεζήτησεν, τοῖς δὲ σῳζομένοις ἔχαιρεν. ἐπεὶ δὲ ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ Κρίτων
συλλαβὼν αὐτὸν παρέδωκεν ἰατρῷ καὶ τῆς μανίας ἐπαύσατο, διηγεῖτο
οὐδέποτε κατὰ τὸν βίον ἡσθῆναι πλέονα· λύπην μὲν γὰρ οὐδ' ἡντινοῦν
αὐτῷ παραγίνεσθαι, τὸ δὲ τῶν ἡδονῶν πλῆθος ὑπερβάλλειν.
Ἀντιφάνης ὁ κωμῳδιοποιὸς ὡς ἀνεγίνωσκέ τινα τῷ Ἀλεξάνδρῳ τῶν
ἑαυτοῦ κωμῳδιῶν, ὃ δὲ δῆλος ἦν οὐ πάνυ τι ἀποδεχόμενος· δεῖ γάρ, ἔφησεν,
ὦ βασιλεῦ, τὸν ταῦτα ἀποδεχόμενον ἀπὸ συμβόλων τε πολλάκις δεδειπ-
νηκέναι καὶ περὶ ἑταίρας πολλάκις καὶ εἰληφέναι καὶ δεδωκέναι πληγάς.
ὅτι ἐν Λακεδαίμονι εἰς οἴκημα σκοτεινὸν πᾶσαι συνεκλείοντο αἱ κόραι καὶ
οἱ ἄγαμοι νεανίσκοι· καὶ ἕκαστος ἧς ἐπιλάβοιτο, ταύτην ἀπῆγεν ἄπροικον,
φησὶν Ἕρμιππος. διὸ καὶ Λύσανδρον ἐζημίωσαν, ὅτι καταλιπὼν τὴν προ-
τέραν, ἑταίραν ἐβουλεύετο περικαλλεστέραν ἀγαγέσθαι. Κλέαρχος δέ φησιν
ὅτι ἐν Λακεδαίμονι τοὺς ἀγάμους αἱ γυναῖκες ἐν ἑορτῇ τινι εἵλκουσαι
περὶ τὸν βωμὸν ῥαπίζουσιν, ἵνα τὴν ἐκ τοῦ πράγματος ὕβριν φεύγοντες
φιλοστοργῶσι καὶ ἐν ὥρᾳ προσίωσι τοῖς γάμοις. Κέρκοψ δὲ πρῶτος Ἀθήνησι
μίαν ἑνὶ ἔζευξεν, ἀνέδην τὸ πρότερον οὐσῶν τῶν γυναικῶν καὶ κοινογαμίων
ὄντων. διὸ καὶ ἔδοξέ τισι διφυὴς νομισθῆναι, οὐκ εἰδότων τῶν πρότερον διὰ
τὸ πλῆθος τὸν πατέρα.

Αθηναίος σοφιστής Δειπνοσοφιστές (epitome) Vol. 2,2, p. 116, γρ. 26

ὁ ζωγράφος παρθένον ἔτι οὖσαν ταύτην ἰδὼν ἀπὸ Πειρήνης ὑδροφοροῦσαν


θαυμάσας τὸ κάλλος ἤγαγεν εἰς συμπόσιον. χλευασάντων δ' αὐτὸν τῶν
ἑταίρων ὅτι ἀνθ' ἑταίρας παρθένον εἰς τὸ συμπόσιον ἀγάγοι· μὴ θαυμάσητε,
ἔφη· ἐγὼ γὰρ αὐτὴν εἰς μέλλουσαν ἀπόλαυσιν μετ' οὐδ' ὅλην τριετίαν
καλὴν δείξω. τὸ δ' αὐτὸ καὶ Σωκράτης ἐμαντεύσατο περὶ τῆς Ἀθηναίας
47

Θεοδότης. οὕτω δ' ἦν ἡ Λαὶς καλὴ ὡς καὶ τοὺς ζωγράφους ἐρχομένους πρὸς
αὐτὴν ἀπομιμεῖσθαι τοὺς μαστοὺς καὶ τὰ στέρνα. διαζηλοτυπουμένη δέ
ποτε τῇ Φρύνῃ ἡ Λαὶς πολὺν ἐραστῶν ἔσχηκεν ὅμιλον, οὐ διακρίνουσα
πλούσιον ἢ πένητα. Ἀρίστιππος δὲ δύο τοῦ ἔτους μῆνας συδιημέρευεν
αὐτῇ ἐν Αἰγίνῃ. ὀνειδιζόμενος δὲ ὑπὸ τοῦ οἰκέτου, ὅτι ὁ μὲν αὐτῇ τοσοῦτον
ἀργύριον δίδωσιν, ἣ δὲ προῖκα Διογένει τῷ κυνὶ συγκυλίεται, ἔφη· ἐγὼ
Λαίδι χορηγῶ ἵν' αὐτῆς ἀπολαύω, οὐχ ἵνα μὴ ἄλλο. Διογένους δ' εἰπόντος
αὐτῷ· Ἀρίστιππε, κοινῇ συνοικεῖς πόρνῃ· ἢ κύνιζε γοῦν, ὡς ἐγώ, ἢ πέ-
παυσο, Ἀρίστιππος ἔφη· ἆρά γε μή τί σοι ἄτοπον δοκεῖ εἶναι, Διόγενες,
οἰκίαν οἰκεῖν ἐν ᾗ πρότερον ᾤκησαν ἄλλοι; οὐ γάρ, ἔφη. τί δὲ ναῦν ἐν ᾗ
πολλοὶ πεπλεύκασιν; οὐδὲ τοῦτο, ἔφη· οὕτως οὖν οὐδὲ γυναικὶ συνεῖναι
ἄτοπον ᾗ πολλοὶ κέχρηνται. Στράττις δὲ οὐ Σικελήν, ἀλλὰ Κορινθίαν
εἶναι ἔφη αὐτήν. ἀνῃρέθη δὲ ὑπὸ γυναικῶν ἐν Θετταλίᾳ ἐρασθεῖσα Παυσανίου
Θετταλοῦ, κατὰ φθόνον καὶ δυσζηλίαν ξυλίναις χελώναις τυπτομένη ἐν
Ἀφροδίτης ἱερῷ. διὸ καὶ τὸ τέμενος ἐκλήθη ἀνοσίας Ἀφροδίτης. καὶ ἦν
τάφος αὐτῆς παρὰ τῷ Πηνειῷ σημεῖον ἔχων ὑδρίαν λιθίνην καὶ ἐπίγραμμα

Ισοκράτης De bigis (orat. 16) Τμ. 31, γρ. 5

Καίτοι τί χρὴ τὸν τῶν μεγίστων ἐπαίνων ἄξιον; Οὐ


μετὰ μὲν τῶν βελτίστων ἐκ τῆς πόλεως στρατευόμενον
ἀριστείων ἀξιοῦσθαι, πρὸς δὲ τοὺς κρατίστους τῶν Ἑλλήνων
ἀντιστρατηγοῦντ' ἐν ἅπασι τοῖς κινδύνοις αὐτῶν φαίνε-
σθαι περιγιγνόμενον; Ἐκεῖνος τοίνυν τῶν μὲν νέος ὢν
ἔτυχεν, τὰ δ' ἐπειδὴ πρεσβύτερος ἦν ἔπραξεν.
Μετὰ δὲ ταῦτα τὴν μητέρα τὴν ἐμὴν ἔγημεν· ἡγοῦ-
μαι γὰρ καὶ ταύτην ἀριστεῖον αὐτὸν λαβεῖν. Ὁ γὰρ πατὴρ
αὐτῆς Ἱππόνικος, πλούτῳ μὲν πρῶτος ὢν τῶν Ἑλλήνων,
γένει δ' οὐδενὸς ὕστερος τῶν πολιτῶν, τιμώμενος δὲ καὶ
θαυμαζόμενος μάλιστα τῶν ἐφ' αὑτοῦ, μετὰ προικὸς δὲ
πλείστης καὶ δόξης μεγίστης ἐκδιδοὺς τὴν θυγατέρα, καὶ
τοῦ γάμου τυχεῖν εὐχομένων μὲν ἁπάντων, ἀξιούντων δὲ
τῶν πρώτων, τὸν πατέρα τὸν ἐμὸν ἐξ ἁπάντων ἐκλεξά-
μενος κηδεστὴν ἐπεθύμησε ποιήσασθαι.
Περὶ δὲ τοὺς αὐτοὺς χρόνους ὁρῶν τὴν ἐν Ὀλυμ-
πίᾳ πανήγυριν ὑπὸ πάντων ἀνθρώπων ἀγαπωμένην καὶ θαυ-
μαζομένην, καὶ τοὺς Ἕλληνας ἐπίδειξιν ἐν αὐτῇ ποιου-
μένους πλούτου καὶ ῥώμης καὶ παιδεύσεως, καὶ τούς τ'
ἀθλητὰς ζηλουμένους καὶ τὰς πόλεις ὀνομαστὰς γιγνομέ-
νας τὰς τῶν νικώντων, καὶ πρὸς τούτοις ἡγούμενος τὰς

Ομήρου ΟδύσσειαBook 13, γρ. 15

ἂψ ἀπονοστήσειν, εἰ καὶ μάλα πολλὰ πέπονθας.


ὑμέων δ' ἀνδρὶ ἑκάστῳ ἐφιέμενος τάδε εἴρω,
ὅσσοι ἐνὶ μεγάροισι γερούσιον αἴθοπα οἶνον
αἰεὶ πίνετ' ἐμοῖσιν, ἀκουάζεσθε δ' ἀοιδοῦ·
εἵματα μὲν δὴ ξείνῳ ἐϋξέστῃ ἐνὶ χηλῷ
48

κεῖται καὶ χρυσὸς πολυδαίδαλος ἄλλα τε πάντα


δῶρ', ὅσα Φαιήκων βουληφόροι ἐνθάδ' ἔνεικαν·
ἀλλ' ἄγε οἱ δῶμεν τρίποδα μέγαν ἠδὲ λέβητα
ἀνδρακάς, ἡμεῖς δ' αὖτε ἀγειρόμενοι κατὰ δῆμον
τεισόμεθ'· ἀργαλέον γὰρ ἕνα προικὸς χαρίσασθαι.”
ὣς ἔφατ' Ἀλκίνοος, τοῖσιν δ' ἐπιήνδανε μῦθος.
οἱ μὲν κακκείοντες ἔβαν οἶκόνδε ἕκαστος·
ἦμος δ' ἠριγένεια φάνη ῥοδοδάκτυλος Ἠώς,
νῆάδ' ἐπεσσεύοντο, φέρον δ' εὐήνορα χαλκόν.
καὶ τὰ μὲν εὖ κατέθηχ' ἱερὸν μένος Ἀλκινόοιο,
αὐτὸς ἰὼν διὰ νηός, ὑπὸ ζυγά, μή τιν' ἑταίρων
βλάπτοι ἐλαυνόντων, ὁπότε σπερχοίατ' ἐρετμοῖς·
οἱ δ' εἰς Ἀλκινόοιο κίον καὶ δαῖτ' ἀλέγυνον.
τοῖσι δὲ βοῦν ἱέρευσ' ἱερὸν μένος Ἀλκινόοιο
Ζηνὶ κελαινεφέϊ Κρονίδῃ, ὃς πᾶσιν ἀνάσσει.

Ομήρου ΟδύσσειαBook 17, γρ. 413

ἀλλ' οὔ τοι τοιοῦτον ἐνὶ στήθεσσι νόημα·


αὐτὸς γὰρ φαγέμεν πολὺ βούλεαι ἢ δόμεν ἄλλῳ.”
τὸν δ' αὖτ' Ἀντίνοος ἀπαμειβόμενος προσέειπε·
“Τηλέμαχ' ὑψαγόρη, μένος ἄσχετε, ποῖον ἔειπες.
εἴ οἱ τόσσον πάντες ὀρέξειαν μνηστῆρες,
καί κέν μιν τρεῖς μῆνας ἀπόπροθεν οἶκος ἐρύκοι.”
ὣς ἄρ' ἔφη, καὶ θρῆνυν ἑλὼν ὑπέφηνε τραπέζης
κείμενον, ᾧ ῥ' ἔπεχεν λιπαροὺς πόδας εἰλαπινάζων.
οἱ δ' ἄλλοι πάντες δίδοσαν, πλῆσαν δ' ἄρα πήρην
σίτου καὶ κρειῶν. τάχα δὴ καὶ μέλλεν Ὀδυσσεὺς
αὖτις ἐπ' οὐδὸν ἰὼν προικὸς γεύσασθαι Ἀχαιῶν·
στῆ δὲ παρ' Ἀντίνοον καί μιν πρὸς μῦθον ἔειπε·
“δός, φίλος· οὐ μέν μοι δοκέεις ὁ κάκιστος Ἀχαιῶν
ἔμμεναι, ἀλλ' ὤριστος, ἐπεὶ βασιλῆϊ ἔοικας.
τῶ σε χρὴ δόμεναι καὶ λώϊον ἠέ περ ἄλλοι
σίτου· ἐγὼ δέ κέ σε κλείω κατ' ἀπείρονα γαῖαν.
καὶ γὰρ ἐγώ ποτε οἶκον ἐν ἀνθρώποισιν ἔναιον
ὄλβιος ἀφνειὸν καὶ πολλάκι δόσκον ἀλήτῃ
τοίῳ, ὁποῖος ἔοι καὶ ὅτευ κεχρημένος ἔλθοι·
ἦσαν δὲ δμῶες μάλα μυρίοι ἄλλα τε πολλά,
οἷσίν τ' εὖ ζώουσι καὶ ἀφνειοὶ καλέονται.

Δημοσθένης De pace Τμ. 12, γρ. 1

οὔτε συμφόρως οὔτ' ἴσως καλῶς προεῖσθε Φωκέας, οὐδὲν


τούτων οὔτ' ἐξαπατήσας οὔτε σιγήσας ἐγὼ φανήσομαι, ἀλλὰ
προειπὼν ὑμῖν, ὡς οἶδ' ὅτι μνημονεύετε, ὅτι ταῦτ' οὔτ' οἶδα
οὔτε προσδοκῶ, νομίζω δὲ τὸν λέγοντα ληρεῖν.
Ταῦτα τοίνυν ἅπανθ', ὅσα φαίνομαι βέλτιον τῶν ἄλλων
προορῶν, οὐδ' εἰς μίαν, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, οὔτε δεινότητ'
οὔτ' ἀλαζονείαν ἐπανοίσω, οὐδὲ προσποιήσομαι δι' οὐδὲν
49

ἄλλο γιγνώσκειν καὶ προαισθάνεσθαι πλὴν δι' ἃν ὑμῖν εἴπω,


δύο· ἓν μέν, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, δι' εὐτυχίαν, ἣν συμπάσης
ἐγὼ τῆς ἐν ἀνθρώποις οὔσης δεινότητος καὶ σοφίας ὁρῶ
κρατοῦσαν· ἕτερον δέ, προῖκα τὰ πράγματα κρίνω καὶ λογί-
ζομαι, καὶ οὐδὲν λῆμμ' ἂν οὐδεὶς ἔχοι πρὸς οἷς ἐγὼ πεπολί-
τευμαι καὶ λέγω δεῖξαι προσηρτημένον. ὀρθὸν οὖν, ὅ τι
ἄν ποτ' ἀπ' αὐτῶν ὑπάρχῃ τῶν πραγμάτων, τὸ συμφέρον
φαίνεταί μοι. ὅταν δ' ἐπὶ θάτερ' ὥσπερ εἰς τρυτάνην ἀρ-
γύριον προσενέγκῃς, οἴχεται φέρον καὶ καθείλκυκε τὸν
λογισμὸν ἐφ' αὑτό, καὶ οὐκ ἂν ἔτ' ὀρθῶς οὐδ' ὑγιῶς ὁ τοῦτο
ποιήσας περὶ οὐδενὸς λογίσαιτο.

Δημοσθένης De falsa legatione Τμ. 7, γρ. 2

τοιαῦται, τἀναντία. τὰς δὲ συμβουλίας πιστοτέρας ὑπο-


λαμβάνετ' εἶναι τὰς τῶν πρέσβεων· ὡς γὰρ εἰδότων περὶ ὧν
ἐπέμφθησαν ἀκούετε· οὐδὲν οὖν ἐξελέγχεσθαι δίκαιός ἐστιν
ὁ πρεσβευτὴς φαῦλον οὐδ' ἀσύμφορον ὑμῖν συμβεβουλευκώς.
καὶ μὴν περὶ ὧν γε προσετάξατ' εἰπεῖν ἢ πρᾶξαι καὶ διαρρήδην
ἐψηφίσασθε ποιῆσαι, προσήκει διῳκηκέναι. εἶεν· τῶν δὲ δὴ
χρόνων διὰ τί; ὅτι πολλάκις, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, συμβαίνει
πολλῶν πραγμάτων καὶ μεγάλων καιρὸν ἐν βραχεῖ χρόνῳ
γίγνεσθαι, ὃν ἄν τις ἑκὼν καθυφῇ τοῖς ἐναντίοις καὶ προδῷ,
οὐδ' ἂν ὁτιοῦν ποιῇ πάλιν οἷός τ' ἔσται σῶσαι. ἀλλὰ μὴν
ὑπέρ γε τοῦ προῖκ' ἢ μή, τὸ μὲν ἐκ τούτων λαμβάνειν, ἐξ
ὧν ἡ πόλις βλάπτεται, πάντες οἶδ' ὅτι φήσαιτ' ἂν εἶναι
δεινὸν καὶ πολλῆς ὀργῆς ἄξιον· ὁ μέντοι τὸν νόμον τιθεὶς οὐ
διώρισεν τοῦτο, ἀλλ' ἁπλῶς εἶπε μηδαμῶς δῶρα λαμβάνειν,
ἡγούμενος, ὡς ἐμοὶ δοκεῖ, τὸν ἅπαξ λαβόντα καὶ διαφθαρένθ'
ὑπὸ χρημάτων οὐδὲ κριτὴν ἔτι τῶν συμφερόντων ἀσφαλῆ
μένειν τῇ πόλει. ἂν μὲν τοίνυν ἐξελέγξω καὶ δείξω σαφῶς
Αἰσχίνην τουτονὶ καὶ μηδὲν ἀληθὲς ἀπηγγελκότα καὶ κεκω-
λυκότ' ἐμοῦ τὸν δῆμον ἀκοῦσαι τἀληθῆ, καὶ πάντα τἀναντία
τῶν συμφερόντων συμβεβουλευκότα, καὶ μηδὲν ὧν προς-
ετάξατ' ἐν τῇ πρεσβείᾳ πεποιηκότα, καὶ ἀνηλωκότα τοὺς

Δημοσθένης De falsa legatione Τμ. 119, γρ. 5

δ' οὐδὲν τούτων. ἀλλ' οὕτω καθάπαξ πέπρακεν ἑαυτὸν


καὶ οὐκ ἐπὶ τοῖς παρεληλυθόσιν μεμισθάρνηκεν μόνον, ἀλλὰ
καὶ μετὰ ταῦτα δῆλός ἐστιν, ἄν περ ἐκφύγῃ νῦν, καθ' ὑμῶν
ὑπάρξων ἐκείνῳ, ὥσθ' ἵνα μηδὲν ἐναντίον μηδὲ ῥῆμα πρόηται
Φιλίππῳ οὐδ' ἀφιέντων ἀφίεται, ἀλλ' ἀδοξεῖν, κρίνεσθαι,
πάσχειν ὁτιοῦν αἱρεῖται παρ' ὑμῖν μᾶλλον ἢ Φιλίππῳ τι
ποιῆσαι μὴ πρὸς ἡδονήν. καίτοι τίς ἡ κοινωνία, τίς ἡ
πολλὴ πρόνοι' ὑπὲρ Φιλοκράτους αὕτη; ὃς εἰ τὰ κάλλιστα
καὶ πάντα τὰ συμφέροντ' ἐπεπρεσβεύκει, χρήματα δ' ὡμο-
λόγει λαβεῖν ἐκ τῆς πρεσβείας, ὥσπερ ὡμολόγει, τοῦτό γ'
50

αὐτὸ φυγεῖν καὶ διευλαβηθῆναι τῷ προῖκα πρεσβεύοντι


προσῆκε, καὶ διαμαρτύρεσθαι τὸ καθ' αὑτόν. οὐ τοίνυν
πεποίηκε τοῦτ' Αἰσχίνης. ταῦτ' οὐ φανέρ', ἄνδρες Ἀθη-
ναῖοι; ταῦτ' οὐχὶ βοᾷ καὶ λέγει ὅτι χρήματ' εἴληφεν Αἰ-
σχίνης καὶ πονηρός ἐστιν ἀργυρίου συνεχῶς, οὐ δι' ἀβελ-
τερίαν οὐδὲ δι' ἄγνοιαν, οὐδ' ἀποτυγχάνων;
Καὶ τίς μου καταμαρτυρεῖ, φήσει, δῶρα λαβεῖν; [τοῦτο
γάρ ἐστι τὸ λαμπρόν]. τὰ πράγματ', Αἰσχίνη, ἅπερ πιστό-
τατ' ἐστὶν ἁπάντων, καὶ οὐκ ἔνεστ' εἰπεῖν οὐδ' αἰτιάσασθαι
ὡς ἢ πεπεισμέν' ἢ χαριζόμενά τῴ ἐστι τοιαῦτα, ἀλλ' οἷάπερ
αὐτὰ προδοὺς καὶ διαφθείρας σὺ πεποίηκας, τοιαῦτ' ἐξετα

Δημοσθένης De falsa legatione Τμ. 157, γρ. 8

μετὰ ταῦτα δ' ὡς ἀγνοοῦντας διδάσκοντος, τελευτῶντος δ'


ὡς ἂν πρὸς πεπρακότας αὑτοὺς καὶ ἀνοσιωτάτους ἀνθρώπους
οὐδὲν ὑποστελλομένου. ὁ δὲ τούτοις ἀντιλέγων φανερῶς
καὶ ἅπασιν ἐναντιούμενος οἷς ἔλεγον μὲν ἐγώ, ἐψήφιστο δ'
ὑφ' ὑμῶν, οὗτος ἦν. εἰ δὲ καὶ πᾶσιν ἤρεσκε ταῦτα τοῖς
ἄλλοις πρέσβεσιν, αὐτίκ' εἴσεσθε. ἐγὼ μὲν γὰρ οὐδέν πω
λέγω περὶ οὐδενὸς οὐδ' αἰτιῶμαι, οὐδ' ἀναγκασθέντ' αὐτῶν
οὐδένα δεῖ δοκεῖν χρηστὸν εἶναι τήμερον, ἀλλὰ δι' αὑτὸν καὶ
τὸ μὴ κεκοινωνηκέναι τῶν ἀδικημάτων. ὅτι μὲν γὰρ αἰσχρὰ
καὶ δεινὰ καὶ οὐ προῖκα τὰ πεπραγμένα, πάντες ὑμεῖς
ἑοράκατε· οἵτινες δ' οἱ τούτων μετεσχηκότες, αὐτὸ δηλώσει.
Ἀλλὰ νὴ Δί' ἐν τούτῳ τῷ χρόνῳ τοὺς ὅρκους ἔλαβον
παρὰ τῶν συμμάχων, ἢ τἄλλ' ἃ προσῆκεν ἐποίησαν. πολ-
λοῦ γε καὶ δεῖ, ἀλλὰ τρεῖς μῆνας ὅλους ἀποδημήσαντες καὶ
χιλίας λαβόντες δραχμὰς ἐφόδιον παρ' ὑμῶν, παρ' οὐδεμιᾶς
πόλεως, οὔθ' ὅτ' ἐκεῖσ' ἐπορεύοντο οὔθ' ὅτ' ἐκεῖθεν δεῦρο,
τοὺς ὅρκους ἔλαβον, ἀλλ' ἐν τῷ πανδοκείῳ τῷ πρὸ τοῦ
Διοσκορείου (εἴ τις ὑμῶν εἰς Φερὰς ἀφῖκται, οἶδ' ὃ λέγω),
ἐνταῦθ' ἐγίγνονθ' οἱ ὅρκοι, ὅτε δεῦρ' ἤδη τὸ στράτευμ' ἄγων
ἐβάδιζε Φίλιππος, αἰσχρῶς, ἄνδρες Ἀθηναῖοι, καὶ ἀναξίως

Δημοσθένης De falsa legatione Τμ. 195, γρ. 4

καὶ χαρίσασθαι πάντων, δέδοικε δὲ μὴ διαμάρτῃ. κελεύ-


σαντος δ' ἐκείνου λέγειν καί τι καὶ νεανιευσαμένου τοιοῦτον,
ὡς οὐδὲν ὅ τι οὐ ποιήσει, εἰπεῖν φασιν αὐτὸν ὅτι ἦν αὐτῷ
Ἀπολλοφάνης ὁ Πυδναῖος ξένος καὶ φίλος, ἐπειδὴ δὲ
δολοφονηθεὶς ἐτελεύτησεν ἐκεῖνος, φοβηθέντες οἱ συγγενεῖς
αὐτοῦ ὑπεξέθεντο τὰς θυγατέρας παιδί' ὄντ' εἰς Ὄλυνθον.
’αὗται τοίνυν τῆς πόλεως ἁλούσης αἰχμάλωτοι γεγόνασι
καὶ εἰσὶν παρὰ σοί, ἡλικίαν ἔχουσαι γάμου. ταύτας, αἰτῶ
σε καὶ δέομαι, δός μοι. βούλομαι δέ σ' ἀκοῦσαι καὶ μαθεῖν
οἵαν μοι δώσεις δωρειάν, ἂν ἄρα δῷς· ἀφ' ἧς ἐγὼ κερδανῶ
μὲν οὐδέν, ἂν λάβω, προῖκα δὲ προσθεὶς ἐκδώσω, καὶ οὐ
περιόψομαι παθούσας οὐδὲν ἀνάξιον οὔθ' ἡμῶν οὔτε τοῦ
51

πατρός.’ ὡς δ' ἀκοῦσαι τοὺς παρόντας ἐν τῷ συμποσίῳ,


τοσοῦτον κρότον καὶ θόρυβον καὶ ἔπαινον παρὰ πάντων
γενέσθαι ὥστε τὸν Φίλιππον παθεῖν τι καὶ δοῦναι. καίτοι
τῶν ἀποκτεινάντων ἦν τὸν Ἀλέξανδρον τὸν ἀδελφὸν τὸν
Φιλίππου οὗτος ὁ Ἀπολλοφάνης. ἐξετάσωμεν δὴ πρὸς τὸ
τοῦ Σατύρου τοῦτο συμπόσιον τὸ τούτων ἐν Μακεδονίᾳ γενό-
μενον, καὶ θεάσασθ' ὡς παραπλήσιον τούτῳ καὶ ὅμοιον.
κληθέντες γὰρ οὗτοι πρὸς Ξενόφρονα τὸν υἱὸν τὸν Φαι-
δίμου, τοῦ τῶν τριάκοντα, ᾤχοντο· ἐγὼ δ' οὐκ ἐπορεύθην.

Δημοσθένης De falsa legatione Τμ. 232, γρ. 3

αἰχμάλωτον σῶσαι, ὥσθ' ὅλον τόπον καὶ πλεῖν ἢ μυρίους


μὲν ὁπλίτας, ὁμοῦ δὲ χιλίους ἱππέας τῶν ὑπαρχόντων συμ-
μάχων ὅπως αἰχμάλωτοι γένωνται Φιλίππῳ, συμπαρε-
σκεύασεν. τί οὖν μετὰ ταῦτα; Ἀθηναῖοι λαβόντες, ᾔδεσαν
μὲν γὰρ πάλαι· τί δέ; τοὺς μὲν χρήματ' εἰληφότας καὶ
δῶρα καὶ καταισχύναντας ἑαυτούς, τὴν πόλιν, τοὺς ἑαυτῶν
παῖδας, ἀφεῖσαν καὶ νοῦν ἔχειν ἡγοῦντο καὶ τὴν πόλιν
†εὐθενεῖσθαι†· τὸν δὲ κατηγοροῦντα τί; ἐμβεβροντῆσθαι,
τὴν πόλιν ἀγνοεῖν, οὐκ ἔχειν ὅποι τὰ ἑαυτοῦ ῥίπτῃ. καὶ
τίς, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, τοῦτ' ἰδὼν τὸ παράδειγμα, δίκαιον
αὑτὸν παρασχεῖν ἐθελήσει; τίς προῖκα πρεσβεύειν, εἰ μήτε
λαβεῖν μήτε τῶν εἰληφότων ἀξιοπιστότερον παρ' ὑμῖν εἶναι
δοκεῖν ὑπάρξει; οὐ μόνον κρίνετε τούτους τήμερον, οὔ, ἀλλὰ
καὶ νόμον τίθεσθ' εἰς ἅπαντα τὸν μετὰ ταῦτα χρόνον, πότερον
χρημάτων αἰσχρῶς ὑπὲρ τῶν ἐχθρῶν πρεσβεύειν ἅπαντας
προσήκει ἢ προῖχ' ὑπὲρ ὑμῶν τὰ βέλτιστ' ἀδωροδοκήτως.
ἀλλὰ μὴν περὶ μὲν τῶν ἄλλων οὐδενὸς προσδεῖσθε μάρτυρος·
ὡς δὲ τὸν υἱὸν ἔπεμψεν ὁ Φρύνων, κάλει μοι τούτων τοὺς
μάρτυρας.

Δημοσθένης De falsa legatione Τμ. 274, γρ. 5

πονίκου ταύτην τὴν ὑπὸ πάντων θρυλουμένην εἰρήνην πρε-


σβεύσαντα, ἵππου μὲν δρόμον ἡμέρας πεζῇ μὴ καταβαίνειν ἐπὶ
τὴν θάλατταν βασιλέα, ἐντὸς δὲ Χελιδονίων καὶ Κυανέων
πλοίῳ μακρῷ μὴ πλεῖν, ὅτι δῶρα λαβεῖν ἔδοξε πρεσβεύσας,
μικροῦ μὲν ἀπέκτειναν, ἐν δὲ ταῖς εὐθύναις πεντήκοντ' ἐπρά-
ξαντο τάλαντα. καίτοι καλλίω ταύτης εἰρήνην οὔτε πρό-
τερον οὔθ' ὕστερον οὐδεὶς ἂν εἰπεῖν ἔχοι πεποιημένην τὴν
πόλιν. ἀλλ' οὐ τοῦτ' ἐσκόπουν. τούτου μὲν γὰρ ἡγοῦντο
τὴν αὑτῶν ἀρετὴν καὶ τὴν τῆς πόλεως δόξαν αἰτίαν εἶναι,
τοῦ δὲ προῖκ' ἢ μὴ τὸν τρόπον τοῦ πρεσβευτοῦ· τοῦτον
οὖν δίκαιον ἠξίουν παρέχεσθαι καὶ ἀδωροδόκητον τὸν προς-
ιόντα τοῖς κοινοῖς. ἐκεῖνοι μὲν τοίνυν οὕτως ἐχθρὸν
ἡγοῦντο τὸ δωροδοκεῖν καὶ ἀλυσιτελὲς τῇ πόλει, ὥστε μήτ'
52

ἐπὶ πράξεως μηδεμιᾶς μήτ' ἐπ' ἀνδρὸς ἐᾶν γίγνεσθαι· ὑμεῖς


δ', ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, τὴν αὐτὴν εἰρήνην ἑορακότες τὰ μὲν
τῶν συμμάχων τῶν ὑμετέρων τείχη καθῃρηκυῖαν, τὰς δὲ
τῶν πρέσβεων οἰκίας οἰκοδομοῦσαν, καὶ τὰ μὲν τῆς πόλεως
κτήματ' ἀφῃρημένην, τούτοις δ' ἃ μηδ' ὄναρ ἤλπισαν πώποτε
κτησαμένην, οὐκ αὐτοὶ τούτους ἀπεκτείνατε, ἀλλὰ κατηγόρου
προσδεῖσθε, καὶ λόγῳ κρίνεθ' ὧν ἔργῳ τἀδικήματα πάντες

Δημοσθένης De falsa legatione Τμ. 282, γρ. 5

κέναι, καὶ μήτε συγγνώμην μήτ' ἔλεον μήτε παιδία κλάονθ'


ὁμώνυμα τῶν εὐεργετῶν μήτ' ἄλλο μηδὲν αὐτοὺς ὠφελη-
κέναι· τὸν δ' Ἀτρομήτου τοῦ γραμματιστοῦ καὶ Γλαυκοθέας
τῆς τοὺς θιάσους συναγούσης, ἐφ' οἷς ἑτέρα τέθνηκεν ἱέρεια,
τοῦτον ὑμεῖς λαβόντες, τὸν τῶν τοιούτων, τὸν οὐδὲ καθ' ἓν
χρήσιμον τῇ πόλει, οὐκ αὐτόν, οὐ πατέρα, οὐκ ἄλλον οὐδένα
τῶν τούτου, ἀφήσετε; ποῖος γὰρ ἵππος, ποία τριήρης, ποία
στρατεία, τίς χορός, τίς λῃτουργία, τίς εἰσφορά, τίς εὔνοια,
ποῖος κίνδυνος, τί τούτων ἐν παντὶ τῷ χρόνῳ γέγονεν παρὰ
τούτων τῇ πόλει; καίτοι κἂν εἰ ταῦτα πάνθ' ὑπῆρχεν, ἐκεῖνα
δὲ μὴ προσῆν, δικαίως καὶ προῖκα πεπρεσβευκέναι, ἀπολω-
λέναι δήπου προσῆκεν αὐτῷ. εἰ δὲ μήτε ταῦτα μήτ' ἐκεῖνα,
οὐ τιμωρήσεσθε; οὐκ ἀναμνησθήσεσθ' ὧν κατηγορῶν ἔλεγεν
Τιμάρχου, ὡς οὐδέν ἐστ' ὄφελος πόλεως ἥτις μὴ νεῦρ' ἐπὶ
τοὺς ἀδικοῦντας ἔχει, οὐδὲ πολιτείας ἐν ᾗ συγγνώμη καὶ
παραγγελία τῶν νόμων μεῖζον ἰσχύουσιν· οὐδ' ἐλεεῖν ὑμᾶς
οὔτε τὴν μητέρα δεῖν τὴν Τιμάρχου, γραῦν γυναῖκα, οὔτε
τὰ παιδί' οὔτ' ἄλλον οὐδένα, ἀλλ' ἐκεῖν' ὁρᾶν, ὅτι, εἰ προή-
σεσθε τὰ τῶν νόμων καὶ τῆς πολιτείας, οὐχ εὑρήσετε τοὺς
ὑμᾶς αὐτοὺς ἐλεήσοντας. ἀλλ' ὁ μὲν ταλαίπωρος ἄνθρωπος
ἠτιμώσεται, ὅτι τοῦτον εἶδεν ἀδικοῦντα, τούτῳ δ' ἀθῴῳ δώσετ'

Δημοσθένης In Timocratem Τμ. 195, γρ. 4

ῥηθησόμενα. ἀλλὰ τὰ μὲν πολλὰ παρήσω, κεφάλαιον δ'


ὑμῖν ὃ μνημονεύσετ' ἐρῶ. σκοπεῖτ' ἐν ἅπασι τοῖς λόγοις,
ὁπόσους ἂν λέγῃ, εἴ τι δυνήσεται τοιοῦτον εἰπεῖν δι' οὗ
διδάξει ὡς ἔστι δίκαιον τὸν τιθέντα νόμον ταὐτὰ προστάξαι
περὶ τῶν παρεληλυθότων καὶ τέλος ἐσχηκότων καὶ περὶ τῶν
μελλόντων γενήσεσθαι· πάντων γὰρ ὄντων αἰσχρῶν καὶ
δεινῶν τῶν γεγραμμένων ἐν τῷ νόμῳ, τοῦτο δεινότατον καὶ
μάλιστα παράνομον γέγραπται. εἰ δὲ μήθ' οὗτος μήτ' ἄλλος
μηδεὶς τοῦτο δυνήσεται δεῖξαι, εἰδέναι χρὴ σαφῶς φενακιζο-
μένους, καὶ λογίζεσθαι πρὸς ὑμᾶς αὐτοὺς ἐκ τίνος ποτ' ἐπῆλθε
τούτῳ τοιαῦτα νομοθετεῖν. οὐ προῖκ', ὦ Τιμόκρατες, πόθεν;
οὐδ' ὀλίγου δεῖ, τοῦτον ἔθηκας τὸν νόμον· οὐδεμίαν γὰρ ἂν
εἰπεῖν ἔχοις ἄλλην πρόφασιν δι' ἣν τοιοῦτον ἐπήρθης
εἰσενεγκεῖν νόμον, ἢ τὴν σαυτοῦ θεοῖς ἐχθρὰν αἰσχρο-
κέρδειαν· οὔτε γὰρ συγγενὴς οὔτ' οἰκεῖος οὔτ' ἀναγκαῖος ἦν
53

σοι τούτων οὐδείς. οὐδ' ἐκεῖν' ἂν ἔχοις εἰπεῖν, ὡς ἐλεήσας


δεινὰ πάσχοντας ἀνθρώπους εἵλου διὰ ταῦτα βοηθεῖν αὐτοῖς·
οὔτε γὰρ τὰ τούτων πολλοστῷ χρόνῳ μόλις ἄκοντας, ἐν τρισὶν
ἐξελεγχθέντας δικαστηρίοις, κατατιθέναι, τοῦθ' ἡγήσω [τὸ]
δεινὰ πάσχειν εἶναι· ποιεῖν γάρ ἐστι τοῦτό γε δεινά, καὶ

Δημοσθένης In Timocratem Τμ. 199, γρ. 4

ἀλλὰ θύρας ἀφαιρεῖν καὶ στρώμαθ' ὑποσπᾶν καὶ διάκονον, εἴ


τις ἐχρῆτο, ταύτην ἐνεχυράζειν· ἃ σὺ πάντ' ἐποίεις ἐνιαυτὸν
ὅλον μετ' Ἀνδροτίωνος. πολλῷ γὰρ δήπου σχετλιώτερ'
ἐπάσχεθ' ὑμεῖς, καὶ πολὺ μᾶλλον ἂν εἰκότως ἠλέεις τούτους,
οἳ δι' ὑμᾶς, ὦ κατάρατε, τοὺς λέγοντας οὐδ' ὁτιοῦν εἰσφέ-
ροντες παύονται. καὶ οὐκ ἀπόχρη τοῦτο, ἀλλὰ καὶ διπλᾶ
πράττονται, καὶ ταῦθ' ὑπὸ σοῦ καὶ Ἀνδροτίωνος, οἳ μίαν
εἰσφορὰν οὐδεπώποτ' εἰσενηνόχατε. τηλικοῦτο τοίνυν ἐφρό-
νησεν οὗτος, ὡς ἄρ' οὐδὲ δίκην τούτων οὐδεμίαν δώσων,
ὥστε μόνος δέκα τῶν συναρχόντων ὄντων κοινῇ τὸν λόγον
ἐγγράψαι μετ' Ἀνδροτίωνος ἐτόλμησεν. προῖκα γάρ, οὐδὲν
ὠφελούμενος, ὑμῖν Τιμοκράτης ἀπεχθάνεται καὶ νόμους
εἰσφέρει πᾶσιν ἐναντίους, τὸ τελευταῖον δὲ καὶ αὑτοῦ νόμῳ
προτέρῳ, ὃ μὰ τὴν Ἀθηνᾶν οὐδ' ὑμᾶς οἴομαι λανθάνειν.
Ὃ τοίνυν ἔμοιγε δοκεῖ μάλιστ' ἄξιον ὀργῆς εἶναι, φράσω
καὶ οὐκ ἀποτρέψομαι, ὅτι ταῦτ', ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, πράτ-
των ἐπ' ἀργυρίῳ, καὶ προῃρημένος ὡς ἀληθῶς μισθαρνεῖν,
οὐκ εἰς ἃ καὶ συγγνώμην ἀκούσας ἄν τις ἔσχε, ταῦτ' ἀναλί-
σκει. ταῦτα δ' ἐστὶν τί; ὁ πατήρ, ὦ ἄνδρες δικασταί, ὁ
τούτου τῷ δημοσίῳ ὀφείλει· καὶ οὐκ ὀνειδίζων ἐκείνῳ λέγω,
ἀλλ' ἀναγκαζόμενος·

Δημοσθένης In Aphobum 1 Τμ. 5, γρ. 6

βουλευσάμενος δὲ περὶ ἡμῶν, ὅτ' ἔμελλε τελευτᾶν, ἅπαντα


ταῦτ' ἐνεχείρισεν Ἀφόβῳ τε τουτῳὶ καὶ Δημοφῶντι τῷ
Δήμωνος υἱεῖ, τούτοιν μὲν ἀδελφιδοῖν ὄντοιν, τῷ μὲν ἐξ ἀδελ-
φοῦ, τῷ δ' ἐξ ἀδελφῆς γεγονότοιν, ἔτι δὲ Θηριππίδῃ τῷ
Παιανιεῖ, γένει μὲν οὐδὲν προσήκοντι, φίλῳ δ' ἐκ παιδὸς
ὑπάρχοντι. κἀκείνῳ μὲν ἔδωκεν ἐκ τῶν ἐμῶν ἑβδομήκοντα
μνᾶς καρπώσασθαι τοσοῦτον χρόνον, ἕως ἐγὼ ἀνὴρ εἶναι
δοκιμασθείην, ὅπως μὴ δι' ἐπιθυμίαν χρημάτων χεῖρόν τι
τῶν ἐμῶν διοικήσειεν· Δημοφῶντι δὲ τὴν ἐμὴν ἀδελφὴν
καὶ δύο τάλαντ' εὐθὺς ἔδωκεν ἔχειν, αὐτῷ δὲ τούτῳ τὴν
μητέρα τὴν ἐμὴν καὶ προῖκ' ὀγδοήκοντα μνᾶς, καὶ τὴν οἰκίαν
οἰκεῖνκαὶ σκεύεσι χρῆσθαι τοῖς ἐμοῖς, ἡγούμενος, καὶ τού-
τους ἔτ' οἰκειοτέρους εἴ μοι ποιήσειεν, οὐκ ἂν χεῖρόν μ' ἐπι-
τροπευθῆναι ταύτης τῆς οἰκειότητος προσγενομένης. λαβόντες
δ' οὗτοι ταῦτα πρῶτον σφίσιν αὐτοῖς ἐκ τῶν χρημάτων, καὶ
τὴν ἄλλην οὐσίαν ἅπασαν διαχειρίσαντες, καὶ δέκ' ἔτη ἡμᾶς
ἐπιτροπεύσαντες, τὰ μὲν ἄλλα πάντ' ἀπεστερήκασιν, τὴν
οἰκίαν δὲ καὶ ἀνδράποδα τέτταρα καὶ δέκα καὶ ἀργυρίου μνᾶς
54

τριάκοντα, μάλιστα σύμπαντα ταῦτ' εἰς ἑβδομήκοντα μνᾶς


παραδεδώκασι. καὶ τὸ μὲν κεφάλαιον τῶν ἀδικημάτων, ὡς
ἂν συντομώτατ' εἴποι τις, τοῦτ' ἔστιν, ὦ ἄνδρες δικασταί·

Δημοσθένης In Aphobum 1 Τμ. 12, γρ. 10


τέτταρα καὶ δέκα τάλανθ' εὑρήσετε σκοποῦντες.
Καὶ τὸ μὲν πλῆθος τῆς οὐσίας τοῦτ' ἦν τὸ καταλειφθέν,
ὦ ἄνδρες δικασταί. ὅσα δ' αὐτῆς διακέκλεπται καὶ ὅσ' ἰδίᾳ
ἕκαστος εἴληφεν καὶ ὁπόσα κοινῇ πάντες ἀποστεροῦσιν, οὐκ
ἐνδέχεται πρὸς ταὐτὸ ὕδωρ εἰπεῖν, ἀλλ' ἀνάγκη χωρὶς ἕκα-
στον διελεῖν ἐστίν. ἃ μὲν οὖν Δημοφῶν ἢ Θηριππίδης
ἔχουσι τῶν ἐμῶν, τότ' ἐξαρκέσει περὶ αὐτῶν εἰπεῖν, ὅταν
κατ' αὐτῶν τὰς γραφὰς ἀπενέγκωμεν· ἃ δὲ τοῦτον ἔχοντ'
ἐξελέγχουσιν ἐκεῖνοι καὶ ἐγὼ οἶδ' αὐτὸν εἰληφότα, περὶ τού-
των ἤδη ποιήσομαι τοὺς λόγους πρὸς ὑμᾶς. πρῶτον μὲν
οὖν ὡς ἔχει τὴν προῖκα, τὰς ὀγδοήκοντα μνᾶς, τοῦθ' ὑμῖν
ἐπιδείξω, μετὰ δὲ ταῦτα καὶ περὶ τῶν ἄλλων, ὡς ἂν δύνω-
μαι διὰ βραχυτάτων.
Οὗτος γὰρ εὐθὺς μετὰ τὸν τοῦ πατρὸς θάνατον ᾤκει τὴν
οἰκίαν εἰσελθὼν κατὰ τὴν ἐκείνου διαθήκην, καὶ λαμβάνει
τά τε χρυσία τῆς μητρὸς καὶ τὰ ἐκπώματα τὰ καταλειφθέντα.
καὶ ταῦτα μὲν ὡς εἰς πεντήκοντα μνᾶς εἶχεν, ἔτι δὲ τῶν
ἀνδραπόδων τῶν πιπρασκομένων παρά τε Θηριππίδου καὶ
Δημοφῶντος τὰς τιμὰς ἐλάμβανεν, ἕως ἀνεπληρώσατο τὴν
προῖκα, τὰς ὀγδοήκοντα μνᾶς. καὶ ἐπειδὴ εἶχεν, ἐκπλεῖν
μέλλων εἰς Κέρκυραν τριήραρχος, ἀπέγραψε ταῦτα πρὸς

Δημοσθένης In Aphobum 1 ection 14, γρ. 4

μαι διὰ βραχυτάτων.


Οὗτος γὰρ εὐθὺς μετὰ τὸν τοῦ πατρὸς θάνατον ᾤκει τὴν
οἰκίαν εἰσελθὼν κατὰ τὴν ἐκείνου διαθήκην, καὶ λαμβάνει
τά τε χρυσία τῆς μητρὸς καὶ τὰ ἐκπώματα τὰ καταλειφθέντα.
καὶ ταῦτα μὲν ὡς εἰς πεντήκοντα μνᾶς εἶχεν, ἔτι δὲ τῶν
ἀνδραπόδων τῶν πιπρασκομένων παρά τε Θηριππίδου καὶ
Δημοφῶντος τὰς τιμὰς ἐλάμβανεν, ἕως ἀνεπληρώσατο τὴν
προῖκα, τὰς ὀγδοήκοντα μνᾶς. καὶ ἐπειδὴ εἶχεν, ἐκπλεῖν
μέλλων εἰς Κέρκυραν τριήραρχος, ἀπέγραψε ταῦτα πρὸς
Θηριππίδην ἔχονθ' ἑαυτὸν καὶ ὡμολόγει κεκομίσθαι τὴν
προῖκα. καὶ πρῶτον μὲν τούτων Δημοφῶν καὶ Θηριππίδης,
οἱ τούτου συνεπίτροποι, μάρτυρές εἰσιν· ἔτι δὲ καὶ ὡς αὐτὸς
ὡμολόγει ταῦτ' ἔχειν, Δημοχάρης θ' ὁ Λευκονοεύς, ὁ τὴν
τηθίδα τὴν ἐμὴν ἔχων, καὶ ἄλλοι πολλοὶ μάρτυρες γεγόνασιν.
οὐ γὰρ διδόντος τούτου σῖτον τῇ μητρί, τὴν προῖκ' ἔχοντος,
οὐδὲ τὸν οἶκον μισθοῦν ἐθέλοντος, ἀλλὰ μετὰ τῶν ἄλλων
ἐπιτρόπων διαχειρίζειν ἀξιοῦντος, ἐποιήσατο λόγους περὶ
τούτων ὁ Δημοχάρης. οὗτος δ' ἀκούσας οὔτ' ἠμφεσβήτησεν
μὴ ἔχειν οὔτε χαλεπῶς ἤνεγκεν ὡς οὐκ εἰληφώς, ἀλλ' ὡμο-
λόγει καὶ ἔτι μικρὸν ἔφη πρὸς τὴν ἐμὴν μητέρα περὶ χρυσι-
δίων ἀντιλέγεσθαι· τοῦτ' οὖν διευκρινησάμενος, καὶ περὶ
55

Δημοσθένης In Aphobum 1 Τμ. 16, γρ. 4

οὐδὲ τὸν οἶκον μισθοῦν ἐθέλοντος, ἀλλὰ μετὰ τῶν ἄλλων


ἐπιτρόπων διαχειρίζειν ἀξιοῦντος, ἐποιήσατο λόγους περὶ
τούτων ὁ Δημοχάρης. οὗτος δ' ἀκούσας οὔτ' ἠμφεσβήτησεν
μὴ ἔχειν οὔτε χαλεπῶς ἤνεγκεν ὡς οὐκ εἰληφώς, ἀλλ' ὡμο-
λόγει καὶ ἔτι μικρὸν ἔφη πρὸς τὴν ἐμὴν μητέρα περὶ χρυσι-
δίων ἀντιλέγεσθαι· τοῦτ' οὖν διευκρινησάμενος, καὶ περὶ
τῆς τροφῆς καὶ περὶ τῶν ἄλλων ποιήσειν οὕτως ὥστ' ἔχειν
μοι πάντα καλῶς. καίτοι εἰ φανήσεται πρός τε τὸν Δημο-
χάρη ταῦθ' ὡμολογηκὼς καὶ πρὸς τοὺς ἄλλους οἳ παρῆσαν,
παρά τε τοῦ Δημοφῶντος καὶ τοῦ Θηριππίδου τῶν ἀνδρα-
πόδων εἰς τὴν προῖκα τὰς τιμὰς εἰληφώς, αὐτός θ' ἑαυτὸν
ἔχειν τὴν προῖκ' ἀπογράψας πρὸς τοὺς συνεπιτρόπους, οἰκῶν
τε τὴν οἰκίαν ἐπειδὴ τάχιστ' ἐτελεύτησεν ὁ πατήρ, πῶς οὐκ
ἐκ πάντων ὁμολογουμένου τοῦ πράγματος εὑρεθήσεται φανε-
ρῶς τὴν προῖκα, τὰς ὀγδοήκοντα μνᾶς, κεκομισμένος, καὶ
λίαν ἀναιδῶς μὴ λαβεῖν ἐξαρνούμενος; ἀλλὰ μὴν ὡς ἀληθῆ
λέγω, λαβὲ τὰς μαρτυρίας καὶ ἀνάγνωθι.

ΜΑΡΤΥΡΙΑΙ.

Τὴν μὲν τοίνυν προῖκα τοῦτον τὸν τρόπον ἔχει λαβών.


μὴ γήμαντος δ' αὐτοῦ τὴν μητέρα τὴν ἐμήν, ὁ μὲν νόμος
κελεύει τὴν προῖκ' ὀφείλειν ἐπ' ἐννέ' ὀβολοῖς, ἐγὼ δ' ἐπὶ

Δημοσθένης In Aphobum 1 Τμ. 16, γρ. 5

ἐπιτρόπων διαχειρίζειν ἀξιοῦντος, ἐποιήσατο λόγους περὶ


τούτων ὁ Δημοχάρης. οὗτος δ' ἀκούσας οὔτ' ἠμφεσβήτησεν
μὴ ἔχειν οὔτε χαλεπῶς ἤνεγκεν ὡς οὐκ εἰληφώς, ἀλλ' ὡμο-
λόγει καὶ ἔτι μικρὸν ἔφη πρὸς τὴν ἐμὴν μητέρα περὶ χρυσι-
δίων ἀντιλέγεσθαι· τοῦτ' οὖν διευκρινησάμενος, καὶ περὶ
τῆς τροφῆς καὶ περὶ τῶν ἄλλων ποιήσειν οὕτως ὥστ' ἔχειν
μοι πάντα καλῶς. καίτοι εἰ φανήσεται πρός τε τὸν Δημο-
χάρη ταῦθ' ὡμολογηκὼς καὶ πρὸς τοὺς ἄλλους οἳ παρῆσαν,
παρά τε τοῦ Δημοφῶντος καὶ τοῦ Θηριππίδου τῶν ἀνδρα-
πόδων εἰς τὴν προῖκα τὰς τιμὰς εἰληφώς, αὐτός θ' ἑαυτὸν
ἔχειν τὴν προῖκ' ἀπογράψας πρὸς τοὺς συνεπιτρόπους, οἰκῶν
τε τὴν οἰκίαν ἐπειδὴ τάχιστ' ἐτελεύτησεν ὁ πατήρ, πῶς οὐκ
ἐκ πάντων ὁμολογουμένου τοῦ πράγματος εὑρεθήσεται φανε-
ρῶς τὴν προῖκα, τὰς ὀγδοήκοντα μνᾶς, κεκομισμένος, καὶ
λίαν ἀναιδῶς μὴ λαβεῖν ἐξαρνούμενος; ἀλλὰ μὴν ὡς ἀληθῆ
λέγω, λαβὲ τὰς μαρτυρίας καὶ ἀνάγνωθι.
56

ΜΑΡΤΥΡΙΑΙ.

Τὴν μὲν τοίνυν προῖκα τοῦτον τὸν τρόπον ἔχει λαβών.


μὴ γήμαντος δ' αὐτοῦ τὴν μητέρα τὴν ἐμήν, ὁ μὲν νόμος
κελεύει τὴν προῖκ' ὀφείλειν ἐπ' ἐννέ' ὀβολοῖς, ἐγὼ δ' ἐπὶ
δραχμῇ μόνον τίθημι. γίγνεται δ', ἐάν τις συντιθῇ τό τ'

Δημοσθένης In Aphobum 1 Τμ. 44, γρ. 5

ἀργύριον ἐκ τοῦ χαλκοῦ καὶ τῆς κηκῖδος ἀποδοθῆναι τῷ


Θηριππίδῃ, ὃ ἐκεῖνος οὔ φησιν, καὶ τὰ δύο τάλαντα τῷ
Δημοφῶντι· περὶ δὲ τῶν αὐτῷ δοθέντων γραφῆναι μέν
φησιν, οὐχ ὁμολογῆσαι δ' αὐτός, ἵνα μὴ δοκῇ λαβεῖν. τὸ
δὲ πλῆθος τῆς οὐσίας οὐδ' οὗτος ἀποφαίνει καθόλου, οὐδὲ
τὸ μισθοῦν τὸν οἶκον· οὐδὲ γὰρ οὐδὲ τούτῳ συμφέρει προς-
ομολογῆσαι ταῦτα. δῆλον τοίνυν ἐστὸν οὐδὲν ἧττον τὸ
πλῆθος τῶν καταλειφθέντων, καίπερ ἀφανιζόντων τούτων
τὴν οὐσίαν ἐκ τῶν διαθηκῶν, ἐξ ὧν τοσαῦτα χρήματ' ἀλλή-
λοις φασὶ δοθῆναι. ὅστις γὰρ ἐκ τεττάρων ταλάντων καὶ
τρισχιλίων τοῖς μὲν τρία τάλαντα καὶ δισχιλίας προῖκα
δέδωκεν, τῷ δ' ἑβδομήκοντα μνᾶς καρποῦσθαι, φανερὸν
δήπου πᾶσιν ὅτι οὐκ ἀπὸ μικρᾶς οὐσίας, ἀλλὰ πλέον ἢ
διπλασίας ἧς ἐμοὶ κατέλειπεν ταῦτ' ἀφεῖλεν. οὐ γὰρ δήπου
τὸν μὲν υἱὸν ἐμὲ πένητ' ἐβούλετο καταλιπεῖν, τούτους δὲ
πλουσίους ὄντας ἔτι πλουσιωτέρους ποιῆσαι ἐπεθύμησεν,
ἀλλ' ἕνεκα τοῦ πλήθους τῶν ἐμοὶ καταλειπομένων Θηριππίδῃ
τε τοσοῦτον ἀργύριον καὶ Δημοφῶντι τὰ δύο τάλαντα, οὔπω
μέλλοντι τῇ ἀδελφῇ τῇ ἐμῇ συνοικήσειν, καρποῦσθαι ἔδωκεν,
ἵνα δυοῖν θάτερον διαπράξαιτο, ἢ διὰ τὰ διδόμενα βελτίους
αὐτοὺς εἶναι τὰ περὶ τὴν ἐπιτροπὴν προτρέψειεν, ἢ εἰ κακοὶ

Δημοσθένης In Aphobum 1 Τμ. 46, γρ. 2

διπλασίας ἧς ἐμοὶ κατέλειπεν ταῦτ' ἀφεῖλεν. οὐ γὰρ δήπου


τὸν μὲν υἱὸν ἐμὲ πένητ' ἐβούλετο καταλιπεῖν, τούτους δὲ
πλουσίους ὄντας ἔτι πλουσιωτέρους ποιῆσαι ἐπεθύμησεν,
ἀλλ' ἕνεκα τοῦ πλήθους τῶν ἐμοὶ καταλειπομένων Θηριππίδῃ
τε τοσοῦτον ἀργύριον καὶ Δημοφῶντι τὰ δύο τάλαντα, οὔπω
μέλλοντι τῇ ἀδελφῇ τῇ ἐμῇ συνοικήσειν, καρποῦσθαι ἔδωκεν,
ἵνα δυοῖν θάτερον διαπράξαιτο, ἢ διὰ τὰ διδόμενα βελτίους
αὐτοὺς εἶναι τὰ περὶ τὴν ἐπιτροπὴν προτρέψειεν, ἢ εἰ κακοὶ
γίγνοιντο, μηδεμιᾶς συγγνώμης παρ' ὑμῶν τυγχάνοιεν, εἰ
τοσούτων ἀξιωθέντες τοιαῦτ' εἰς ἡμᾶς ἐξαμαρτάνοιεν. οὗτος
τοίνυν καὶ αὐτὸς πρὸς τῇ προικὶ καὶ θεραπαίνας λαβὼν καὶ
τὴν οἰκίαν οἰκῶν, ἐπειδὴ δεῖ λόγον αὐτὸν δοῦναι τούτων, τὰ
ἑαυτοῦ πράττειν φησίν· καὶ εἰς τοσοῦτον αἰσχροκερδίας
ἦλθεν, ὥστε καὶ τοὺς διδασκάλους τοὺς μισθοὺς ἀπεστέρηκεν
καὶ τῶν εἰσφορῶν ἔστιν ἃς οὐ κατέθηκεν, ἐμοὶ δὲ λογίζεται.
57

λαβὲ δὴ καὶ ταύτας αὐτοῖς τὰς μαρτυρίας καὶ ἀνάγνωθι.

ΜΑΡΤΥΡΙΑΙ.

Πῶς οὖν ἄν τις σαφέστερον ἐπιδείξειεν πάντα διηρπακότα


καὶ μηδὲ τῶν μικρῶν ἀπεσχημένον, ἢ τοῦτον τὸν τρόπον
ἐπιδεικνὺς μετὰ τοσούτων μαρτύρων καὶ τεκμηρίων; τὴν
μὲν προῖκα λαβεῖν ὁμολογήσαντα καὶ ἔχειν αὐτὸν πρὸς τοὺς
Δημοσθένης In Aphobum 1 Τμ. 56, γρ. 3

οὔτ' ἂν ταῦθ' οὕτω καταλείπων αὐτοῖς ἔφραζε· μανία γὰρ


δεινὴ τὰ κεκρυμμέν' εἰπεῖν, μηδὲ τῶν φανερῶν μέλλοντ' ἐπι-
τρόπους καταστήσειν. εἰ δ' ἐπίστευεν, οὐκ ἂν δήπου τὰ μὲν
πλεῖστ' αὐτοῖς τῶν χρημάτων ἐνεχείρισεν, τῶν δ' οὐκ ἂν
κυρίους ἐποίησεν. οὐδ' ἂν τῇ μὲν μητρί μου ταῦτα φυλάτ-
τειν ἔδωκεν, αὐτὴν δ' ἐκείνην ἑνὶ τῶν ἐπιτρόπων τούτῳ
γυναῖκ' ἔδωκεν· οὐ γὰρ ἔχει λόγον, σῴζειν μὲν τὰ χρήματα
διὰ τῆς ἐμῆς μητρὸς ζητεῖν, ἕνα δὲ τῶν ἀπιστουμένων καὶ
αὐτῆς καὶ τῶν χρημάτων κύριον ποιεῖν. ἔτι δέ, τούτων εἴ τι
ἦν ἀληθές, οἴεσθ' οὐκ ἂν αὐτὴν λαβεῖν δοθεῖσαν ὑπὸ τοῦ
πατρός; ὃς τὴν μὲν προῖκ' αὐτῆς ἤδη, τὰς ὀγδοήκοντα μνᾶς,
ἔχων ὡς συνοικήσων αὐτῇ, τὴν Φιλωνίδου τοῦ Μελιτέως
θυγατέρ' ἔγημεν· τεττάρων δὲ ταλάντων ἔνδον ὄντων, καὶ
ταῦτ' ἐκείνης ἐχούσης, ὡς οὗτός φησιν, οὐκ ἂν ἡγεῖσθ' αὐτὸν
κἂν ἐπιδραμεῖν, ὥστε γενέσθαι μετ' ἐκείνης αὐτῶν κύριον;
ἢ τὴν μὲν φανερὰν οὐσίαν, ἣν καὶ ὑμῶν οἱ πολλοὶ συνῄδεσαν
ὅτι κατελείφθη, μετὰ τῶν συνεπιτρόπων οὕτως αἰσχρῶς
διήρπασεν, ὧν δ' οὐκ ἐμέλλεθ' ὑμεῖς ἔσεσθαι μάρτυρες,
ἀπέσχετ' ἂν ἐξὸν αὐτῷ λαβεῖν; καὶ τίς ἂν πιστεύσειεν; οὐκ
ἔστιν ταῦτ', ὦ ἄνδρες δικασταί, οὐκ ἔστιν, ἀλλὰ τὰ μὲν

Δημοσθένης In Aphobum 1 Τμ. 69, γρ. 2

μένος, ἂν μὴ νῦν ἡμᾶς ὑμεῖς ἐλεήσητε. δέομαι οὖν ὑμῶν,


ὦ ἄνδρες δικασταί, καὶ ἱκετεύω καὶ ἀντιβολῶ, μνησθέντας
καὶ τῶν νόμων καὶ τῶν ὅρκων οὓς ὀμόσαντες δικάζετε, βοη-
θῆσαι ἡμῖν τὰ δίκαια, καὶ μὴ περὶ πλείονος τὰς τούτου
δεήσεις ἢ τὰς ἡμετέρας ποιήσασθαι. δίκαιοι δ' ἔστ' ἐλεεῖν
οὐ τοὺς ἀδίκους τῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ τοὺς παραλόγως δυς-
τυχοῦντας, οὐδὲ τοὺς ὠμῶς οὕτως τἀλλότρι' ἀποστεροῦντας,
ἀλλ' ἡμᾶς τοὺς πολὺν χρόνον ὧν ὁ πατὴρ ἡμῖν κατέλιπεν
στερομένους καὶ πρὸς ὑπὸ τούτων ὑβριζομένους καὶ νῦν περὶ
ἀτιμίας κινδυνεύοντας. μέγα δ' ἂν οἶμαι στενάξαι τὸν πατέρ'
ἡμῶν, εἰ αἴσθοιτο τῶν προικῶν καὶ τῶν δωρεῶν ὧν αὐτὸς
τούτοις ἔδωκεν, ὑπὲρ τούτων τῆς ἐπωβελίας τὸν αὑτοῦ υἱὸν
ἐμὲ κινδυνεύοντα, καὶ ἄλλους μέν τινας ἤδη τῶν πολιτῶν
οὐ μόνον συγγενῶν, ἀλλὰ καὶ φίλων ἀνδρῶν ἀπορούντων
58

θυγατέρας παρὰ σφῶν αὐτῶν ἐκδόντας, Ἄφοβον δὲ μηδ' ἣν


ἔλαβεν προῖκ' ἐθέλοντ' ἀποδοῦναι, καὶ ταῦτ' ἔτει δεκάτῳ.
Πολλὰ καὶ μεγάλ' ἐψευσμένου πρὸς ὑμᾶς Ἀφόβου, τοῦτ'
αὐτὸν ἐλέγξαι πειράσομαι πρῶτον, ἐφ' ᾧ μάλιστ' ἠγανάκτησα
τῶν ῥηθέντων. εἶπεν γὰρ ὡς ὁ πάππος ὤφειλε τῷ δημοσίῳ,
καὶ διὰ ταῦθ' ὁ πατὴρ οὐκ ἐβούλετο μισθωθῆναι τὸν οἶκον,
ἵνα μὴ κινδυνεύσῃ. καὶ τὴν μὲν πρόφασιν ποιεῖται ταύτην,

Δημοσθένης In Aphobum 2 Τμ. 11, γρ. 5

ΜΑΡΤΥΡΙΑΙ.

Ταύτην τὴν προῖκα οἵ τ' ἐπίτροποι καταμαρτυροῦσιν


αὐτὸν λαβεῖν, ἄλλοι τε πρὸς οὓς ἔχειν ὡμολόγησεν. ταύτην
οὔτ' αὐτὴν οὔτε τὸν σῖτον ἀποδέδωκεν. λαβὲ τὰς ἄλλας
καὶ ἀναγίγνωσκε.

Δημοσθένης In Aphobum 2 Τμ. 15, γρ. 6

οἰκίαν, εἰσελθεῖν μὲν οὔ φησιν ὡς τὸν μεταπεμψάμενον,


οὐδ' ὁμολογῆσαι περὶ τούτων οὐδέν, Δημοφῶντος δ' ἀκοῦσαι
γραμματεῖον ἀναγιγνώσκοντος καὶ Θηριππίδου λέγοντος ὡς
ἐκεῖνος ταῦτα διέθετο, καὶ προεισεληλυθὼς καὶ ἅπαντα
διωμολογημένος πρὸς τὸν πατέρα, ὅσαπερ ἐκεῖνος γράψας
κατέλιπεν. ὁ γὰρ πατήρ, ὦ ἄνδρες δικασταί, ὡς ᾔσθετο
τὴν νόσον οὐκ ἀποφευξόμενος, συγκαλέσας τούτους τρεῖς
ὄντας, καὶ συμπαρακαθισάμενος Δήμωνα τὸν ἀδελφόν, τὰ
σώμαθ' ἡμῶν εἰς τὰς χεῖρας ἐνέθηκεν παρακαταθήκην
ἐπονομάζων, τὴν μὲν ἀδελφὴν Δημοφῶντι καὶ δύο τάλαντα
προῖκα διδοὺς εὐθύς, καὶ γυναῖκ' αὐτῷ ταύτην ἐγγυῶν, ἐμὲ
δὲ πᾶσιν κοινῇ μετὰ τῶν χρημάτων παρακατατιθέμενος, καὶ
ἐπισκήπτων μισθῶσαί τε τὸν οἶκον καὶ συνδιασῷσαί μοι
τὴν οὐσίαν, διδοὺς ἅμα τε Θηριππίδῃ τὰς ἑβδομήκοντα μνᾶς,
καὶ τούτῳ τήν τ' ἐμὴν μητέρ' ἐγγυῶν ἐπὶ ταῖς ὀγδοήκοντα
μναῖς, κἄμ' εἰς τὰ τούτου γόνατα τιθείς· ὧν οὗτος ὁ πάντων
ἀνθρώπων ἀνοσιώτατος οὐδένα λόγον ἐποιήσατο, κύριος τῶν
ἐμῶν γενόμενος ἐπὶ τούτοις, ἀλλὰ τὰ χρήματά με πάντ'
ἀπεστερηκὼς μετὰ τῶν συνεπιτρόπων, ἐλεεῖσθαι νῦν ὑφ'
ὑμῶν ἀξιώσει, μνῶν οὐδ' ἑβδομήκοντ' ἄξια τρίτος αὐτὸς
ἀποδεδωκώς, εἶτα καὶ τούτοις αὐτοῖς πάλιν ἐπιβεβουλευκώς.

Δημοσθένης In Aphobum 2 Τμ. 19, γρ. 6

δὲ μὴ μόνον τῶν πατρῴων διημαρτηκότας, ἀλλὰ καὶ τῶν


νῦν παραδοθέντων διὰ τὴν τούτων πονηρίαν ἀπεστερημένους;
59

ποῖ δ' ἂν τραποίμεθα, εἴ τι ἄλλο ψηφίσαισθ' ὑμεῖς περὶ


αὐτῶν; εἰς τὰ ὑποκείμενα τοῖς δανείσασιν; ἀλλὰ τῶν ὑπο-
θεμένων ἐστίν. ἀλλ' εἰς τὰ περιόντ' αὐτῶν; ἀλλὰ τούτου
γίγνεται, τὴν ἐπωβελίαν ἐὰν ὄφλωμεν. μηδαμῶς, ὦ
ἄνδρες δικασταί, γένησθ' ἡμῖν τοσούτων αἴτιοι κακῶν· μηδὲ
τὴν μητέρα κἀμὲ καὶ τὴν ἀδελφὴν ἀνάξια παθόντας περι-
ίδητε, οὓς ὁ πατὴρ οὐκ ἐπὶ ταύταις ταῖς ἐλπίσιν κατέλιπεν,
ἀλλὰ τὴν μὲν ὡς Δημοφῶντι συνοικήσουσαν ἐπὶ δυοῖν
ταλάντοιν προικί , τὴν δ' ἐπ' ὀγδοήκοντα μναῖς τούτῳ τῷ
σχετλιωτάτῳ πάντων ἀνθρώπων, ἐμὲ δ' ὑμῖν διάδοχον ἀνθ'
αὑτοῦ τῶν λῃτουργιῶν ἐσόμενον. βοηθήσατ' οὖν ἡμῖν,
βοηθήσατε, καὶ τοῦ δικαίου καὶ ὑμῶν αὐτῶν ἕνεκα καὶ ἡμῶν
καὶ τοῦ πατρὸς τοῦ τετελευτηκότος. σῴσατε, ἐλεήσατε,
ἐπειδή μ' οὗτοι συγγενεῖς ὄντες οὐκ ἠλέησαν. εἰς ὑμᾶς
καταπεφεύγαμεν. ἱκετεύω, ἀντιβολῶ πρὸς παίδων, πρὸς
γυναικῶν, πρὸς τῶν ὄντων ἀγαθῶν ὑμῖν. οὕτως ὄναισθε
τούτων, μὴ περιίδητέ με, μηδὲ ποιήσητε τὴν μητέρα καὶ τῶν
ἐπιλοίπων ἐλπίδων εἰς τὸν βίον στερηθεῖσαν ἀνάξιον αὑτῆς
τι παθεῖν·

Δημοσθένης Contra Aphobum Τμ. 31, γρ. 4

οἱ νόμοι καὶ τὸ πλῆθος ὧν οὗτοι διηρπάκεσαν χρημάτων·


τὸν Μιλύαν δ' οὐδ' ὅστις ἔστιν οὐδεὶς ᾔδει. γνώσεσθε δ'
ἐκ τῶν ἐγκεκλημένων ὅτι ταῦθ' οὕτως ἔχοντ' ἐστίν.
Ἐγὼ γάρ, ὦ ἄνδρες δικασταί, τὴν δίκην ἔλαχον τούτῳ
τῆς ἐπιτροπῆς οὐχ ἓν τίμημα συνθείς, ὥσπερ ἂν εἴ τις
συκοφαντεῖν ἐπιχειρῶν, ἀλλ' ἕκαστον ἐγγράψας καὶ πόθεν
λαβὼν καὶ πόσον τὸ πλῆθος καὶ παρὰ τοῦ, καὶ οὐδαμοῦ τὸν
Μιλύαν παρέγραψ' ὡς εἰδότα τι τούτων. ἔστιν οὖν τοῦ μὲν
ἐγκλήματος ἀρχή ‘τάδ' ἐγκαλεῖ Δημοσθένης Ἀφόβῳ· ἔχει
μου χρήματ' Ἄφοβος ἀπ' ἐπιτροπῆς ἐχόμενα, ὀγδοήκοντα
μὲν μνᾶς, ἣν ἔλαβεν προῖκα τῆς μητρὸς κατὰ τὴν διαθήκην
τοῦ πατρός’. τοῦτο πρῶτόν ἐστιν τῶν χρημάτων ὧν ἀπε-
στερῆσθαί φημι. τοῖς δὲ μάρτυσιν τί μεμαρτύρηται; ‘μαρ-
τυροῦσιν παραγενέσθαι πρὸς τῷ διαιτητῇ Νοθάρχῳ, ὅτε Ἄφο-
βος ὡμολόγει Μιλύαν ἐλεύθερον εἶναι, ἀφεθέντα ὑπὸ τοῦ
Δημοσθένους πατρός.’ σκοπεῖτε τοίνυν παρ' ὑμῖν αὐτοῖς,
εἴ τις ἂν ὑμῖν ἢ ῥήτωρ ἢ σοφιστὴς ἢ γόης οὕτω θαυμάσιος
δοκεῖ γενέσθαι καὶ λέγειν δεινός, ὥστ' ἐκ ταύτης τῆς μαρτυ-
ρίας διδάξαι τιν' ἀνθρώπων, ὡς ἔχει τὴν προῖκ' Ἄφοβος τῆς
μητρὸς τῆς ἑαυτοῦ. καὶ τί λέγων, ὦ πρὸς Διός; ‘ὡμολό-
γησεν εἶναι Μιλύαν ἐλεύθερον;’ καὶ τί μᾶλλον ἔχων τὴν

Δημοσθένης Contra Aphobum Τμ. 33, γρ. 1

τοῦ πατρός’. τοῦτο πρῶτόν ἐστιν τῶν χρημάτων ὧν ἀπε-


60

στερῆσθαί φημι. τοῖς δὲ μάρτυσιν τί μεμαρτύρηται; ‘μαρ-


τυροῦσιν παραγενέσθαι πρὸς τῷ διαιτητῇ Νοθάρχῳ, ὅτε Ἄφο-
βος ὡμολόγει Μιλύαν ἐλεύθερον εἶναι, ἀφεθέντα ὑπὸ τοῦ
Δημοσθένους πατρός.’ σκοπεῖτε τοίνυν παρ' ὑμῖν αὐτοῖς,
εἴ τις ἂν ὑμῖν ἢ ῥήτωρ ἢ σοφιστὴς ἢ γόης οὕτω θαυμάσιος
δοκεῖ γενέσθαι καὶ λέγειν δεινός, ὥστ' ἐκ ταύτης τῆς μαρτυ-
ρίας διδάξαι τιν' ἀνθρώπων, ὡς ἔχει τὴν προῖκ' Ἄφοβος τῆς
μητρὸς τῆς ἑαυτοῦ. καὶ τί λέγων, ὦ πρὸς Διός; ‘ὡμολό-
γησεν εἶναι Μιλύαν ἐλεύθερον;’ καὶ τί μᾶλλον ἔχων τὴν
προῖκα; οὐδὲν ἂν δήπου διὰ τοῦτό γε δόξειεν. ἀλλὰ πόθεν
τοῦτ' ἐπεδείχθη; πρῶτον μὲν Θηριππίδης ὢν αὐτῷ συνεπί-
τροπος κατεμαρτύρησε δοῦναι· δεύτερον δὲ Δήμων θεῖος ὢν
καὶ τῶν ἄλλων οἱ παρόντες ἐμαρτύρησαν σῖτον τῇ μητρὶ
δώσειν ὁμολογεῖν τοῦτον ὡς ἔχοντα τὴν προῖκα. καὶ τούτοις
οὐκ ἐπεσκήψατο, δῆλον ὅτι τἀληθῆ μεμαρτυρηκότας εἰδώς.
ἔτι τοίνυν ἡ μήτηρ πίστιν ἠθέλησεν ἐπιθεῖναι κατ' ἐμοῦ καὶ
τῆς ἀδελφῆς παραστησαμένη, λαβεῖν τὴν προῖκα τοῦτον τὴν
ἑαυτῆς κατὰ τὴν τοῦ πατρὸς διαθήκην. ταύτας τὰς ὀγδοή-
κοντα μνᾶς πότερ' αὐτὸν ἔχειν φῶμεν ἢ μή; καὶ πότερον
διὰ τούσδ' ὀφλεῖν τοὺς μάρτυρας ἢ διὰ τούσδε; ἐγὼ μὲν γὰρ

Δημοσθένης Contra Aphobum Τμ. 39, γρ. 7

λαβὼν βασανίζειν. εἰ τοίνυν φήσει με, τὸν εἰδότ' οὐκ


ἐθέλοντα δοῦναι, τοὺς οὐκ εἰδότας ἐκδιδόναι, πολὺ δὴ μᾶλλον
αὐτῷ παραλαβεῖν φανήσεται προσῆκον· εἰ γάρ, οὓς ὡς
εἰδότας ἐξεδίδουν ἐγώ, μηδὲν ἔχειν ἔφασαν τούτων αὐτόν,
ἀπήλλακτο δήπουθεν ἂν τῆς αἰτίας. ἀλλ' οὐχὶ τοιοῦτόν
ἐστιν, ἀλλὰ σαφῶς ἂν ἐξηλέγχθη πωλῶν καὶ τὴν τιμὴν
κεκομισμένος. διόπερ τοὺς ὁμολογουμένως δούλους παρα-
βὰς τὸν ἐλεύθερον ἠξίου βασανίζειν, ὃν οὐδ' ὅσιον παρα-
δοῦναι, τὸ πρᾶγμ' οὐκ ἄγειν εἰς ἔλεγχον ζητῶν, ἀλλὰ μὴ
παραλαμβάνων βουλόμενός τι δοκεῖν λέγειν. περὶ τοίνυν
πάντων τούτων, πρῶτον μὲν περὶ τῆς προικός, εἶθ' ὑπὲρ ὧν
καθυφεῖκεν, εἶθ' ὑπὲρ τῶν ἄλλων, ἀναγνώσεται τούς τε
νόμους καὶ τὰς μαρτυρίας, ἵν' εἰδῆτε.

Δημοσθένης Contra Aphobum Τμ. 44, γρ. 6

σεσθαι), τοῦτον δ' ὀγδοήκοντα μνᾶς καὶ τὴν μητέρα τὴν


ἐμὴν καὶ τὴν οἰκίαν οἰκεῖν, Θηριππίδην δ' ἑβδομήκοντα
μνᾶς λαβόντα καρπώσασθαι, τέως ἀνὴρ ἐγὼ γενοίμην. τὰ
δ' ἄλλ' ὅσ' ἐμοὶ χωρὶς τούτων κατελείφθη, καὶ τὸ μισθοῦν
τὸν οἶκον ἠφάνιζεν ἐκ τῆς διαθήκης, οὐ συμφέρον αὑτῷ
νομίζων ταῦτ' ἐπιδειχθῆναι παρ' ὑμῖν. ἐπειδὴ τοίνυν ὡμο-
λόγηθ' ὑπ' αὐτοῦ τούτου τὸν πατέρ' ἡμῶν τελευτῶντα το-
σοῦτον ἀργύριον τούτων ἑκάστῳ δοῦναι, τεκμήριον οἱ
δικάζοντες τότε τὰς ὁμολογίας ἐποιήσαντο ταύτας τοῦ
61

πλήθους τῶν χρημάτων· ὅστις γὰρ ἀπὸ τῶν ὄντων τέτταρα


τάλαντα καὶ τρισχιλίας προῖκα καὶ δωρεὰν ἔδωκεν, φανερὸν
ἦν ὅτι οὐκ ἀπὸ μικρᾶς οὐσίας, ἀλλὰ πλέον ἢ διπλασίας ἧς
ἐμοὶ κατέλειπεν ταῦτ' ἀφεῖλεν. οὐ γὰρ ἂν ἐδόκει τὸν μὲν
υἱὸν ἐμὲ πένητα βούλεσθαι καταστῆσαι, τούτους δὲ πλου-
σίους ὄντας ἔτι πλουσιωτέρους ποιῆσαι ἐπιθυμεῖν, ἀλλ'
ἕνεκα τοῦ πλήθους τῶν ἐμοὶ καταλειπομένων Θηριππίδῃ τε
τὰς ἑβδομήκοντα μνᾶς καὶ Δημοφῶντι τὰ δύο τάλαντα,
οὔπω μέλλοντι τῇ ἀδελφῇ τῇ ἐμῇ συνοικήσειν, καρποῦσθαι
δοῦναι. ταῦτα δὴ τὰ χρήματ' οὐδαμοῦ παραδοὺς ἐφαίνετο,
οὐδ' ἐλάττω μικροῖς· ἀλλὰ τὰ μὲν ἀνηλωκέναι, τὰ δ' οὐ
λαβεῖν ἔφη, τὰ δ' οὐκ εἰδέναι, τὰ δὲ τὸν δεῖν' ἔχειν, τὰ δ'

Δημοσθένης Contra Aphobum Τμ. 48, γρ. 3

παρ' ἡμῖν. εἰ μὲν τοίνυν ὁ πατὴρ ἠπίστει τούτοις, δῆλον


ὅτι οὔτ' ἂν τἄλλ' ἐπέτρεπεν, οὔτ' ἂν ἐκεῖν' οὕτω καταλείπων
αὐτοῖς ἔφραζεν· ὥστε πόθεν ἴσασιν; εἰ δ' ἐπίστευεν, οὐκ
ἂν δήπου τὰ μὲν πλεῖστ' αὐτοῖς τῶν χρημάτων ἐνεχείρισεν,
τῶν δ' οὐκ ἂν κυρίους ἐποίησεν. οὐδ' ἂν τῇ μὲν μητρί μου
ταῦτα φυλάττειν παρέδωκεν, αὐτὴν δὲ ταύτην ἑνὶ τῶν ἐπι-
τρόπων τούτῳ γυναῖκ' ἠγγύησεν· οὐ γὰρ ἔχει λόγον, σῷσαι
μὲν τὰ χρήματα δι' ἐκείνης ζητεῖν, ἕνα δὲ τῶν ἀπιστουμένων
ταύτης κἀκείνων κύριον ποιεῖν. ἔτι δὲ τοῦτον, εἴ τι τού-
των ἀληθὲς ἦν, οἴεσθ' οὐκ ἂν αὐτὴν λαβεῖν δοθεῖσαν ὑπὸ
τοῦ πατρός; ὃς τὴν μὲν προῖκ' αὐτῆς ἤδη, τὰς ὀγδοήκοντα
μνᾶς, ἔχων ὡς αὐτῇ συνοικήσων, τὴν Φιλωνίδου τοῦ Μελι-
τέως θυγατέρ' ἔγημεν δι' αἰσχροκέρδιαν, ἵνα πρὸς αἷς εἶχεν
παρ' ἡμῶν, ἑτέρας ὀγδοήκοντα μνᾶς λάβοι παρ' ἐκείνου·
τεττάρων δὲ ταλάντων ἔνδον ὄντων καὶ ταῦτ' ἐκείνης ἐχού-
σης, ὡς οὗτός φησιν, οὐκ ἂν ἡγεῖσθ' αὐτὸν κἂν ἐπιδραμεῖν,
ὥστε γενέσθαι μετ' ἐκείνης αὐτῶν κύριον; ἢ τὴν μὲν φανε-
ρὰν οὐσίαν, ἣν καὶ ὑμῶν πολλοὶ συνῄδεσαν ὅτι κατελείφθη,
μετὰ τῶν συνεπιτρόπων οὕτως αἰσχρῶς διήρπασεν, ὧν δ'
οὐκ ἐμέλλεθ' ὑμεῖς ἔσεσθαι μάρτυρες, ἀπέσχετ' ἂν ἐξὸν
αὐτῷ λαβεῖν; καὶ τίς ἂν πιστεύσειεν;

Δημοσθένης Contra Onetorem 1 Τμ. 4, γρ. 4

ὑπ' αὐτοῦ πάνυ ἐξεβλήθην. ἐπειδὴ οὖν συναποστερεῖ τέ με


τῶν ὄντων τῷ ἑαυτοῦ κηδεστῇ, πιστεύων τ' εἰς ὑμᾶς εἰσελή-
λυθεν ταῖς αὑτοῦ παρασκευαῖς, ὑπόλοιπόν ἐστιν ἐν ὑμῖν
πειρᾶσθαι παρ' αὐτοῦ τῶν δικαίων τυγχάνειν. οἶδα μὲν οὖν,
ὦ ἄνδρες δικασταί, ὅτι μοι πρὸς παρασκευὰς λόγων καὶ
μάρτυρας οὐ τἀληθῆ μαρτυρήσοντας ὁ ἀγών ἐστιν· ὅμως
μέντοι τοσοῦτον οἶμαι διοίσειν τῷ δικαιότερα τούτου λέγειν,
ὥστ' εἰ καί τις ὑμῶν πρότερον τοῦτον ἡγεῖτ' εἶναι μὴ πονηρόν,
ἔκ γε τῶν πρὸς ἐμὲ πεπραγμένων γνώσεσθαι, ὅτι καὶ τὸν
ἄλλον χρόνον ἐλάνθανεν αὐτὸν κάκιστος ὢν καὶ ἀδικώτατος
ἁπάντων. ἀποδείξω γὰρ αὐτὸν οὐ μόνον τὴν προῖκ' οὐ δεδω-
62

κότα, ἧς φησι νῦν ἀποτετιμῆσθαι τὸ χωρίον, ἀλλὰ καὶ ἐξ


ἀρχῆς τοῖς ἐμοῖς ἐπιβουλεύσαντα, καὶ πρὸς τούτοις τὴν μὲν
γυναῖκ' οὐκ ἀπολελοιπυῖαν, ὑπὲρ ἧς ἐξήγαγέ μ' ἐκ ταύτης
τῆς γῆς, προϊστάμενον δ' ἐπ' ἀποστερήσει τῶν ἐμῶν Ἀφόβου
καὶ τούτους ὑπομένοντα τοὺς ἀγῶνας, οὕτω μεγάλοις τεκμη-
ρίοις καὶ φανεροῖς ἐλέγχοις ὥσθ' ὑμᾶς ἅπαντας εἴσεσθαι
σαφῶς ὅτι δικαίως καὶ προσηκόντως οὗτος φεύγει ταύτην
ὑπ' ἐμοῦ τὴν δίκην. ὅθεν δὲ ῥᾷστα μαθήσεσθε περὶ αὐτῶν,
ἐντεῦθεν ὑμᾶς καὶ ἐγὼ πρῶτον πειράσομαι διδάσκειν.

Δημοσθένης Contra Onetorem 1 Τμ. 7, γρ. 6

τὴν ἀδελφήν, ὁρῶν τῆς θ' αὑτοῦ πατρῴας οὐσίας καὶ τῆς
ἐμῆς οὐκ ὀλίγης αὐτὸν κύριον γεγενημένον, προέσθαι δὲ τὴν
προῖκ' οὐκ ἐπίστευσεν, ὥσπερ εἰ τὰ τῶν ἐπιτροπευόντων
χρήματ' ἀποτίμημα τοῖς ἐπιτροπευομένοις καθεστάναι νομί-
ζων. ἀλλὰ τὴν μὲν ἀδελφὴν ἔδωκεν, τὴν δὲ προῖκ' αὐτῷ
Τιμοκράτης ἐπὶ πέντ' ὀβολοῖς ὀφειλήσειν ὡμολόγησεν, ᾧ
πρότερον ἡ γυνὴ συνοικοῦσ' ἐτύγχανεν. ὀφλόντος δέ μοι
τὴν δίκην Ἀφόβου τῆς ἐπιτροπῆς καὶ οὐδὲν δίκαιον ποιεῖν
ἐθέλοντος, διαλύειν μὲν ἡμᾶς Ὀνήτωρ οὐδ' ἐπεχείρησεν, οὐκ
ἀποδεδωκὼς δὲ τὴν προῖκα, ἀλλ' αὐτὸς κύριος ὤν, ὡς ἀπο-
λελοιπυίας τῆς ἀδελφῆς καὶ δοὺς κομίσασθαι δ' οὐ δυνάμενος,
ἀποτιμήσασθαι φάσκων τὴν γῆν ἐξάγειν μ' ἐξ αὐτῆς ἐτόλ-
μησεν· τοσοῦτον καὶ ἐμοῦ καὶ ὑμῶν καὶ τῶν κειμένων νόμων

Δημοσθένης Contra Onetorem 1 Τμ. 8, γρ. 4

πάντων μέγιστον· οὗτος γὰρ ἐβουλήθη μὲν Ἀφόβῳ δοῦναι


τὴν ἀδελφήν, ὁρῶν τῆς θ' αὑτοῦ πατρῴας οὐσίας καὶ τῆς
ἐμῆς οὐκ ὀλίγης αὐτὸν κύριον γεγενημένον, προέσθαι δὲ τὴν
προῖκ' οὐκ ἐπίστευσεν, ὥσπερ εἰ τὰ τῶν ἐπιτροπευόντων
χρήματ' ἀποτίμημα τοῖς ἐπιτροπευομένοις καθεστάναι νομί-
ζων. ἀλλὰ τὴν μὲν ἀδελφὴν ἔδωκεν, τὴν δὲ προῖκ' αὐτῷ
Τιμοκράτης ἐπὶ πέντ' ὀβολοῖς ὀφειλήσειν ὡμολόγησεν, ᾧ
πρότερον ἡ γυνὴ συνοικοῦσ' ἐτύγχανεν. ὀφλόντος δέ μοι
τὴν δίκην Ἀφόβου τῆς ἐπιτροπῆς καὶ οὐδὲν δίκαιον ποιεῖν
ἐθέλοντος, διαλύειν μὲν ἡμᾶς Ὀνήτωρ οὐδ' ἐπεχείρησεν, οὐκ
ἀποδεδωκὼς δὲ τὴν προῖκα, ἀλλ' αὐτὸς κύριος ὤν, ὡς ἀπο-
λελοιπυίας τῆς ἀδελφῆς καὶ δοὺς κομίσασθαι δ' οὐ δυνάμενος,
ἀποτιμήσασθαι φάσκων τὴν γῆν ἐξάγειν μ' ἐξ αὐτῆς ἐτόλ-
μησεν· τοσοῦτον καὶ ἐμοῦ καὶ ὑμῶν καὶ τῶν κειμένων νόμων
κατεφρόνησεν. καὶ τὰ μὲν γενόμενα, καὶ δι' ἃ φεύγει τὴν
δίκην καὶ περὶ ὧν οἴσετε τὴν ψῆφον, ταῦτ' ἐστίν, ὦ ἄνδρες
δικασταί· παρέξομαι δὲ μάρτυρας πρῶτον μὲν αὐτὸν Τιμο-
κράτην, ὡς ὡμολόγησεν ὀφειλήσειν τὴν προῖκα καὶ τὸν τόκον
ἀπεδίδου τῆς προικὸς Ἀφόβῳ κατὰ τὰς ὁμολογίας, ἔπειθ'
ὡς αὐτὸς Ἄφοβος ὡμολόγει κομίζεσθαι τὸν τόκον παρὰ
Τιμοκράτους. καί μοι λαβὲ τὰς μαρτυρίας.
63

Δημοσθένης Contra Onetorem 1 Τμ. 11, γρ. 3

Ἐξ ἀρχῆς μὲν τοίνυν ὁμολογεῖται μὴ δοθῆναι τὴν προῖκα


μηδὲ γενέσθαι κύριον αὐτῆς Ἄφοβον. δῆλον δὲ καὶ ἐκ τῶν
εἰκότων ὅτι τούτων ἕνεχ' ὧν εἴρηκα ὀφείλειν εἵλοντο μᾶλλον
ἢ καταμεῖξαι τὴν προῖκ' εἰς τὴν οὐσίαν τὴν Ἀφόβου τὴν
οὕτω κινδυνευθήσεσθαι μέλλουσαν. οὔτε γὰρ δι' ἀπορίαν
οἷόν τ' εἰπεῖν ὡς οὐκ εὐθὺς ἀπέδοσαν (Τιμοκράτει τε γάρ
ἐστιν οὐσία πλέον ἢ δέκα ταλάντων, Ὀνήτορί τε πλέον ἢ
τριάκοντα, ὥστ' οὐκ ἂν διὰ τοῦτό γ' εἶεν οὐκ εὐθὺς δεδωκότες)
οὔτε κτήματα μὲν ἦν αὐτοῖς, ἀργύριον δ' οὐκ ἔτυχεν παρόν,
ἡ γυνὴ δ' ἐχήρευεν, διὸ πρᾶξαι ταῦτ' ἠπείχθησαν οὐχ ἅμα
τὴν προῖκα διδόντες· ἀργύριόν τε γὰρ οὗτοι δανείζουσιν
ἄλλοις οὐκ ὀλίγον, συνοικοῦσάν τε ταύτην, ἀλλ' οὐ χηρεύου-
σαν παρὰ Τιμοκράτους ἐξέδοσαν, ὥστ' οὐδ' ἂν ταύτην τὴν
σκῆψιν εἰκότως αὐτῶν τις ἀποδέξαιτο. καὶ μὲν δή, ὦ ἄνδρες
δικασταί, κἀκεῖν' ἂν πάντες ὁμολογήσαιτε, ὅτι τοιοῦτον
πρᾶγμα συναλλάττων ὁστισοῦν ἕλοιτ' ἂν ἑτέρῳ μᾶλλον ὀφεί-
λειν ἢ κηδεστῇ τὴν προῖκα μὴ ἀποδοῦναι. μὴ διαλυσάμενος
μὲν γὰρ γίγνεται χρήστης ἄδηλος εἴτ' ἀποδώσει δικαίως εἴτε
μή, μετὰ δὲ τῆς γυναικὸς τἀκείνης ἀποδοὺς οἰκεῖος καὶ κη-
δεστής· ἐν οὐδεμιᾷ γάρ ἐστιν ὑποψίᾳ τὰ δίκαια πάντα
ποιήσας. ὥσθ' οὕτως τοῦ πράγματος ἔχοντος, καὶ τούτων

Δημοσθένης Contra Onetorem 1 Τμ. 13, γρ. 6


δικασταί, κἀκεῖν' ἂν πάντες ὁμολογήσαιτε, ὅτι τοιοῦτον
πρᾶγμα συναλλάττων ὁστισοῦν ἕλοιτ' ἂν ἑτέρῳ μᾶλλον ὀφεί-
λειν ἢ κηδεστῇ τὴν προῖκα μὴ ἀποδοῦναι. μὴ διαλυσάμενος
μὲν γὰρ γίγνεται χρήστης ἄδηλος εἴτ' ἀποδώσει δικαίως εἴτε
μή, μετὰ δὲ τῆς γυναικὸς τἀκείνης ἀποδοὺς οἰκεῖος καὶ κη-
δεστής· ἐν οὐδεμιᾷ γάρ ἐστιν ὑποψίᾳ τὰ δίκαια πάντα
ποιήσας. ὥσθ' οὕτως τοῦ πράγματος ἔχοντος, καὶ τούτων
οὐδὲ καθ' ἓν ὧν εἶπον ὀφείλειν ἀναγκασθέντων, οὐδὲ βου-
ληθέντων ἄν, οὐκ ἔστ' εἰπεῖν ἄλλην πρόφασιν δι' ἣν οὐκ
ἀπέδοσαν, ἀλλ' ἀνάγκη ταύτην εἶναι τὴν αἰτίαν, δι' ἣν δοῦναι
τὴν προῖκ' οὐκ ἐπίστευσαν.
Ἐγὼ τοίνυν ὁμολογουμένως οὕτω ταῦτ' ἐξελέγχων, ὡς
οὐδ' ὕστερον ἀπέδοσαν, οἶμαι ῥᾳδίως ἐπιδείξειν ἐξ αὐτῶν τῶν
πεπραγμένων, ὥσθ' ὑμῖν γενέσθαι φανερόν, ὅτι κἂν εἰ μὴ
ἐπὶ τούτοις, ἀλλ' ἐπὶ τῷ διὰ ταχέων ἀποδοῦναι τἀργύριον
εἶχον, οὐκ ἄν ποτ' ἀπέδοσαν οὐδ' ἂν προεῖντο· τοιαύτας
ἀνάγκας εἶχεν αὐτοῖς τὸ πρᾶγμα. δύο μὲν γάρ ἐστιν ἔτη
τὰ μεταξὺ τοῦ συνοικῆσαί τε τὴν γυναῖκα καὶ φῆσαι τούτους
πεποιῆσθαι τὴν ἀπόλειψιν· ἐγήματο μὲν γὰρ ἐπὶ Πολυζήλου
ἄρχοντος σκιροφοριῶνος μηνός, ἡ δ' ἀπόλειψις ἐγράφη ποσι
64

Δημοσθένης Contra Onetorem 1 Τμ. 18, γρ. 4

ΜΑΡΤΥΡΙΑ.

Δῆλον μὲν τοίνυν καὶ ἐκ τῶν μεμαρτυρημένων, ὅτι τὴν


προῖκ' οὐ δόντες, ἀλλ' ἐπὶ τῷ διασῴζειν Ἀφόβῳ τὴν οὐσίαν
ταῦτα τολμῶσι πράττειν. οἳ γὰρ ἐν τοσούτῳ χρόνῳ καὶ
ὀφειλῆσαι καὶ ἀποδοῦναι καὶ τὴν γυναῖκ' ἀπολιπεῖν καὶ οὐ
κομίσασθαι καὶ τὸ χωρίον ἀποτιμήσασθαί φασιν, πῶς οὐ
φανερὸν ὅτι προστάντες τοῦ πράγματος τὰ γνωσθένθ' ὑφ'
ὑμῶν ἀποστερῆσαί με ζητοῦσιν; ὡς δὲ καὶ ἐξ ὧν αὐτὸς
οὗτος καὶ Τιμοκράτης καὶ Ἄφοβος ἀπεκρίναντο, οὐχ οἷόν τ'
ἀποδεδόσθαι τὴν προῖκα, ταῦτ' ἤδη πειράσομαι διδάσκειν
ὑμᾶς. ἐγὼ γάρ, ὦ ἄνδρες δικασταί, τούτων ἕκαστον ἠρόμην
πολλῶν ἐναντίον μαρτύρων, Ὀνήτορα μὲν καὶ Τιμοκράτην,
εἴ τινες εἶεν μάρτυρες ὧν ἐναντίον τὴν προῖκ' ἀπέδοσαν,
αὐτὸν δ' Ἄφοβον, εἴ τινες παρῆσαν ὅτ' ἀπελάμβανεν. καί
μοι πάντες ἀπεκρίναντο καθ' ἕκαστον, ὅτι οὐδεὶς μάρτυς
παρείη, κομίζοιτο δὲ λαμβάνων καθ' ὁποσονοῦν δέοιτ' Ἄφο-
βος παρ' αὐτῶν. καίτοι τῷ τοῦθ' ὑμῶν πιστόν, ὡς ταλάντου
τῆς προικὸς οὔσης ἄνευ μαρτύρων Ὀνήτωρ καὶ Τιμοκράτης
Ἀφόβῳ τοσοῦτον ἀργύριον ἐνεχείρισαν; ᾧ μὴ ὅτι τοῦτον
τὸν τρόπον, ἀλλ' οὐδὲ μετὰ πολλῶν μαρτύρων ἀποδιδοὺς

Δημοσθένης Contra Onetorem 1 Τμ. 20, γρ. 5

ὑμῶν ἀποστερῆσαί με ζητοῦσιν; ὡς δὲ καὶ ἐξ ὧν αὐτὸς


οὗτος καὶ Τιμοκράτης καὶ Ἄφοβος ἀπεκρίναντο, οὐχ οἷόν τ'
ἀποδεδόσθαι τὴν προῖκα, ταῦτ' ἤδη πειράσομαι διδάσκειν
ὑμᾶς. ἐγὼ γάρ, ὦ ἄνδρες δικασταί, τούτων ἕκαστον ἠρόμην
πολλῶν ἐναντίον μαρτύρων, Ὀνήτορα μὲν καὶ Τιμοκράτην,
εἴ τινες εἶεν μάρτυρες ὧν ἐναντίον τὴν προῖκ' ἀπέδοσαν,
αὐτὸν δ' Ἄφοβον, εἴ τινες παρῆσαν ὅτ' ἀπελάμβανεν. καί
μοι πάντες ἀπεκρίναντο καθ' ἕκαστον, ὅτι οὐδεὶς μάρτυς
παρείη, κομίζοιτο δὲ λαμβάνων καθ' ὁποσονοῦν δέοιτ' Ἄφο-
βος παρ' αὐτῶν. καίτοι τῷ τοῦθ' ὑμῶν πιστόν, ὡς ταλάντου
τῆς προικὸς οὔσης ἄνευ μαρτύρων Ὀνήτωρ καὶ Τιμοκράτης
Ἀφόβῳ τοσοῦτον ἀργύριον ἐνεχείρισαν; ᾧ μὴ ὅτι τοῦτον
τὸν τρόπον, ἀλλ' οὐδὲ μετὰ πολλῶν μαρτύρων ἀποδιδοὺς
εἰκῇ τις ἂν ἐπίστευσεν, ἵν' εἴ τις γίγνοιτο διαφορά, κομί-
σασθαι ῥᾳδίως παρ' ὑμῖν δύνηται. μὴ γὰρ ὅτι πρὸς τοῦτον
τοιοῦτον ὄντα, ἀλλ' οὐδὲ πρὸς ἄλλον οὐδ' ἂν εἷς οὐδένα
τοιοῦτον συνάλλαγμα ποιούμενος ἀμαρτύρως ἂν ἔπραξεν·
65

ἀλλὰ τῶν τοιούτων ἕνεκα καὶ γάμους ποιοῦμεν καὶ τοὺς


ἀναγκαιοτάτους παρακαλοῦμεν, ὅτι οὐ πάρεργον, ἀλλ' ἀδελ-
φῶν καὶ θυγατέρων βίους ἐγχειρίζομεν, ὑπὲρ ὧν τὰς ἀσφα-
λείας μάλιστα σκοποῦμεν. εἰκὸς τοίνυν καὶ τοῦτον, ὧνπερ

Δημοσθένης Contra Onetorem 1 Τμ. 22, γρ. 4

εἰκῇ τις ἂν ἐπίστευσεν, ἵν' εἴ τις γίγνοιτο διαφορά, κομί-


σασθαι ῥᾳδίως παρ' ὑμῖν δύνηται. μὴ γὰρ ὅτι πρὸς τοῦτον
τοιοῦτον ὄντα, ἀλλ' οὐδὲ πρὸς ἄλλον οὐδ' ἂν εἷς οὐδένα
τοιοῦτον συνάλλαγμα ποιούμενος ἀμαρτύρως ἂν ἔπραξεν·
ἀλλὰ τῶν τοιούτων ἕνεκα καὶ γάμους ποιοῦμεν καὶ τοὺς
ἀναγκαιοτάτους παρακαλοῦμεν, ὅτι οὐ πάρεργον, ἀλλ' ἀδελ-
φῶν καὶ θυγατέρων βίους ἐγχειρίζομεν, ὑπὲρ ὧν τὰς ἀσφα-
λείας μάλιστα σκοποῦμεν. εἰκὸς τοίνυν καὶ τοῦτον, ὧνπερ
ἐναντίον ὀφείλειν ὡμολόγησεν καὶ τὸν τόκον οἴσειν, τῶν
αὐτῶν τούτων παρόντων διαλύσασθαι πρὸς Ἄφοβον, εἴπερ
ὡς ἀληθῶς ἀπεδίδου τὴν προῖκ' αὐτῷ. τοῦτον μὲν γὰρ τὸν
τρόπον πράξας, ὅλου τοῦ πράγματος ἀπηλλάττετο, μόνος
μόνῳ δ' ἀποδιδούς, τοὺς ἐπὶ ταῖς ὁμολογίαις παραγενομένους
ὡς κατ' ὀφείλοντος ἂν αὑτοῦ μάρτυρας ὑπελείπετο. νῦν
τοίνυν τοὺς μὲν ὄντας οἰκείους καὶ βελτίους αὑτῶν οὐκ
ἐδύναντο πεῖσαι τὴν προῖκ' ἀποδεδωκέναι σφᾶς μαρτυρεῖν,
ἑτέρους δ' εἰ παρέχοιντο μάρτυρας μηδὲν γένει προσήκοντας,
οὐκ ἂν ἡγοῦνθ' ὑμᾶς αὐτοῖς πιστεύειν. ἔτι δ' ἁθρόαν μὲν
φάσκοντες δεδωκέναι τὴν προῖκα, ᾔδεσαν ὅτι τοὺς ἀπενεγ-
κόντας οἰκέτας ἐξαιτήσομεν, οὓς μὴ γεγενημένης τῆς δόσεως
παραδοῦναι μὴ 'θέλοντες ἠλέγχοντ' ἄν· εἰ δ' αὐτοὶ μόνοι

Δημοσθένης Contra Onetorem 1 Τμ. 26, γρ. 3

ΜΑΡΤΥΡΙΑΙ.

Φέρε δή, ὦ ἄνδρες δικασταί, καὶ τὴν γυναῖχ' ὑμῖν ἀπο-


δείξω λόγῳ μὲν ἀπολελοιπυῖαν, ἔργῳ δὲ συνοικοῦσαν Ἀφόβῳ·
νομίζω γάρ, ἂν τοῦτ' ἀκριβῶς μάθητε, μᾶλλον ὑμᾶς τούτοις
μὲν ἀπιστήσειν, ἐμοὶ δ' ἀδικουμένῳ τὰ δίκαια βοηθήσειν.
μάρτυρας δὲ τῶν μὲν ὑμῖν παρέξομαι, τῶν δ' ἐπιδείξω μεγάλα
τεκμήρια καὶ πίστεις ἱκανάς. ἐγὼ γάρ, ὦ ἄνδρες δικασταί,
μετὰ τὸ γεγράφθαι παρὰ τῷ ἄρχοντι ταύτην τὴν γυναῖκ'
ἀπολελοιπυῖαν καὶ τὸ φάσκειν Ὀνήτορ' ἀντὶ τῆς προικὸς
ἀποτετιμῆσθαι τὸ χωρίον, ὁρῶν Ἄφοβον ὁμοίως ἔχοντα καὶ
γεωργοῦντα τὴν γῆν καὶ τῇ γυναικὶ συνοικοῦντα, σαφῶς
ᾔδειν ὅτι λόγος ταῦτα καὶ παραγωγὴ τοῦ πράγματός ἐστιν.
βουλόμενος δ' ἐμφανῆ ποιῆσαι ταῦτα πᾶσιν ὑμῖν, ἐξελέγχειν
αὐτὸν ἠξίουν ἐναντίον μαρτύρων, εἰ μὴ φάσκοι ταῦθ' οὕτως
ἔχειν, καὶ παρεδίδουν οἰκέτην εἰς βάσανον, ὃς συνῄδει πάντ'
66

ἀκριβῶς· ὃν ἔλαβον κατὰ τὴν ὑπερημερίαν ἐκ τῶν Ἀφόβου.


οὗτος δ' ἐμοῦ ταῦτ' ἀξιώσαντος, περὶ μὲν τοῦ συνοικεῖν
Ἀφόβῳ τὴν ἀδελφὴν ἔφυγε τὴν βάσανον· ὡς δ' οὐκ ἐκεῖνος
ἐγεώργει τὴν γῆν, οὐκ ἐδύνατ' ἀρνηθῆναι διὰ τὴν περιφάνειαν,

Δημοσθένης Contra Onetorem 1


Τμ. 31, γρ. 4

ὀρθῶς ἕκαστ' αὐτῶν. ὡς τοίνυν ὡμολόγει μὲν ἐκεῖνον


γεωργεῖν πρὶν γενέσθαι τὴν δίκην ἐμοὶ πρὸς αὐτόν, ὑπὲρ δὲ
τοῦ μὴ συνοικεῖν τὴν ἀδελφὴν οὐκ ἠθέλησεν ποιήσασθαι τὴν
βάσανον, ἡ δὲ γεωργία ἐξεσκευάσθη μετὰ τὴν δίκην πλὴν
τῶν ἐγγείων, λαβὲ ταύτας τὰς μαρτυρίας καὶ ἀνάγνωθι.

ΜΑΡΤΥΡΙΑΙ.

Ἐμοὶ τοίνυν τοσούτων ὑπαρχόντων τεκμηρίων, οὐχ


ἥκιστ' αὐτὸς ἔδειξεν Ὀνήτωρ, ὅτι οὐκ ἀληθινὴν ἐποιήσατο
τὴν ἀπόλειψιν. ᾧ γὰρ προσῆκεν χαλεπῶς φέρειν, εἰ τὴν
προῖκα δούς, ὥς φησιν, ἀντ' ἀργυρίου χωρίον ἀμφισβητού-
μενον ἀπελάμβανεν, οὗτος οὐχ ὡς διάφορος οὐδ' ὡς
ἀδικούμενος, ἀλλ' ὡς οἰκειότατος πάντων τὴν πρὸς ἐμὲ
δίκην αὐτῷ συνηγωνίζετο. κἀμὲ μὲν συναποστερῆσαι μετ'
ἐκείνου τῶν πατρῴων ἐπεχείρησεν, καθ' ὅσον αὐτὸς οἷός τ'
ἦν, ὑφ' οὗ κακὸν οὐδ' ὁτιοῦν ἦν πεπονθώς· Ἀφόβῳ δ', ὃν
ἀλλότριον εἶναι προσῆκε νομίζειν, εἴ τι τούτων ἀληθὲς ἦν
ὧν νῦν λέγουσιν, καὶ τἀμὰ πρὸς τοῖς ἐκείνου περιποιεῖν
ἐζήτησεν. καὶ οὐ μόνον ἐνταῦθα τοῦτ' ἐποίησεν, ἀλλὰ καὶ
κατεγνωσμένης ἤδη τῆς δίκης, ἀναβὰς ἐπὶ τὸ δικαστήριον
ἐδεῖθ' ἱκετεύων ὑπὲρ αὐτοῦ καὶ ἀντιβολῶν καὶ δάκρυσι

Δημοσθένης Contra Onetorem 1 Τμ. 38, γρ. 4

Ὑμεῖς τοίνυν καὶ ἰδίᾳ καὶ δημοσίᾳ βάσανον ἀκριβεστάτην


πασῶνπίστεωννομίζετε, καὶ ὅπου ἂν δοῦλοι καὶ ἐλεύθεροι
παραγένωνται, δέῃ δ' εὑρεθῆναι τὸ ζητούμενον, οὐ χρῆσθε ταῖς
τῶν ἐλευθέρων μαρτυρίαις, ἀλλὰ τοὺς δούλους βασανίζοντες,
οὕτω ζητεῖτε τὴν ἀλήθειαν εὑρεῖν. εἰκότως, ὦ ἄνδρες δικασταί·
τῶν μὲν γὰρ μαρτυρησάντων ἤδη τινὲς οὐ τἀληθῆ μαρτυρῆσαι
ἔδοξαν· τῶν δὲ βασανισθέντων οὐδένες πώποτ' ἐξηλέγχθη-
σαν, ὡς οὐκ ἀληθῆ τὰ ἐκ τῆς βασάνου εἶπον. οὗτος δὲ
τηλικαῦτα δίκαια φυγὼν καὶ σαφεῖς οὕτω καὶ μεγάλους
ἐλέγχους παραλιπών, Ἄφοβον παρεχόμενος μάρτυρα καὶ
Τιμοκράτην, τὸν μὲν ὡς ἀπέδωκε τὴν προῖκα, τὸν δ' ὡς
ἀπείληφεν, ἀξιώσει πιστεύεσθαι παρ' ὑμῖν, ἀμάρτυρον τὴν
πρὸς τούτους πρᾶξιν γεγενῆσθαι προσποιούμενος· τοσαύτην
ὑμῶν εὐήθειαν κατέγνωκεν. ὅτι μὲν τοίνυν οὔτ' ἀληθῆ οὔτ'
67

ἀληθείᾳ ἐοικότα λέξουσιν, καὶ ἐκ τοῦ ἐξ ἀρχῆς αὐτοὺς


ὁμολογεῖν τὴν προῖκα μὴ δοῦναι, καὶ ἐκ τοῦ πάλιν ἄνευ
μαρτύρων ἀποδεδωκέναι φάσκειν, καὶ ἐκ τοῦ τὸν χρόνον μὴ
ἐγχωρεῖν ἀμφισβητουμένης ἤδη τῆς οὐσίας ἀποδοῦναι τἀργύ-
ριον, καὶ ἐκ τῶν ἄλλων ἁπάντων ἱκανῶς ἀποδεδεῖχθαι νομίζω.
Ὃ παρέλιπον ἐν τῷ προτέρῳ λόγῳ τεκμήριον, οὐδενὸς
τῶν εἰρημένων ἔλαττον, τοῦ μὴ δεδωκέναι τὴν προῖκα τούτους

Δημοσθένης Contra Onetorem 2 Τμ. 3, γρ. 2


ἀμφισβητεῖν, οὐχὶ τάλαντον ἔφη τὴν προῖκα, ὥσπερ νυνί,
ἀλλ' ὀγδοήκοντα μνᾶς δεδωκέναι, καὶ τίθησιν ὅρους ἐπὶ μὲν
τὴν οἰκίαν δισχιλίων, ἐπὶ δὲ τὸ χωρίον ταλάντου, βουλόμενος
μὴ μόνον τοῦτο, ἀλλὰ κἀκείνην διασῴζειν αὐτῷ. γενομένης
δέ μοι τῆς δίκης πρὸς αὐτόν, ἰδὼν ὡς διάκεισθ' ὑμεῖς πρὸς
τοὺς λίαν ἀναιδῶς ἀδικοῦντας, ἔννους γίγνεται, καὶ δεινὰ
πάσχειν ἡγήσατο δόξειν ἐμὲ τοσούτων χρημάτων ἀπεστερη-
μένον, εἰ μηδ' ὁτιοῦν ἕξοιμι τῶν Ἀφόβου λαβεῖν τοῦ τἄμ'
ἔχοντος, ἀλλ' ὑπὸ τούτου κωλυόμενος φανερὸς γενήσομαι.
καὶ τί ποιεῖ; τοὺς ὅρους ἀπὸ τῆς οἰκίας ἀφαιρεῖ, καὶ τάλαντον
μόνον εἶναι τὴν προῖκά φησιν, ἐν ᾧ τὸ χωρίον ἀποτετιμῆ-
σθαι. καίτοι δῆλον ὅτι τοὺς ἐπὶ τῆς οἰκίας ὅρους εἰ δικαίως
ἔθηκεν καὶ ὄντως ἀληθεῖς, δικαίως καὶ τοὺς ἐπὶ τοῦ χωρίου
τέθηκεν· εἰ δ' εὐθὺς ἀδικεῖν βουλόμενος ψευδεῖς ἔθηκεν
ἐκείνους, εἰκὸς καὶ τούτους οὐκ ἀληθεῖς ὑπάρχειν. τοῦτο
τοίνυν οὐκ ἐξ ὧν ἐγὼ δεδήλωκα λόγων δεῖ σκοπεῖν, ἀλλ' ἐξ
ὧν αὐτὸς οὗτος διεπράξατο· οὐδ' ὑφ' ἑνὸς γὰρ ἀναγκασθεὶς
ἀνθρώπων αὐτὸς ἀνεῖλεν τοὺς ὅρους, ἔργῳ φανερὸν ποιήσας
ὅτι ψεύδεται. καὶ ταῦθ' ὡς ἀληθῆ λέγω, τὸ μὲν χωρίον καὶ
νῦν οὗτός φησιν ἀποτετιμῆσθαι ταλάντου, τὴν δ' οἰκίαν ὡς
προσωρίσατο δισχιλίων καὶ πάλιν τοὺς ὅρους ἀνεῖλεν γενο

Δημοσθένης Contra Onetorem 2 Τμ. 8, γρ. 1

τί γὰρ βουλόμενος δισχιλίων προσωρίσω τὴν οἰκίαν, ὅτε τὰς


ὀγδοήκοντα μνᾶς ἐνεκάλεις, εἴ γε τὸ χωρίον ἄξιον ἦν
πλείονος, ἀλλ' οὐκ ἐπὶ τούτῳ καὶ τὰς δισχιλίας ἐτίθεις; ἢ
ὅταν μέν σοι δοκῇ πάντα τὰ Ἀφόβου διασῴζειν, τό τε
χωρίον ἔσται ταλάντου μόνον ἄξιον, καὶ τὴν οἰκίαν ἐν
δισχιλίαις προσέξεις, ἥ τε προὶξ ὀγδοήκοντα μναῖ γενή-
σονται, καὶ ἀξιώσεις ἔχειν ἀμφότερα· ὅταν δέ σοι μὴ
συμφέρῃ, τἀναντία πάλιν ἡ μὲν οἰκία ταλάντου, διότι νῦν
ἐγὼ ταύτην ἔχω, τοῦ δὲ χωρίου τὸ περιὸν οὐκ ἐλάττονος ἢ
δυοῖν ἄξιον, ἵν' ἐγὼ δοκῶ βλάπτειν τοῦτον, οὐκ ἀποστερεῖ-
σθαι; ὁρᾷς ὡς ὑποκρίνει μὲν δεδωκέναι τὴν προῖκα, φαίνει
δὲ κατ' οὐδ' ὁντινοῦν τρόπον δεδωκώς; τὰ γὰρ ἀληθῆ καὶ
μὴ κακουργούμενα τῶν πραγμάτων ἁπλῶς, οἷ' ἂν ἐξ ἀρχῆς
68

πραχθῇ, τοιαῦτ' ἐστίν· σὺ δὲ τοὐναντίον ἐξελέγχει πράξας


εἰς τὴν καθ' ἡμῶν ὑπηρεσίαν.
Ἄξιον τοίνυν καὶ τὸν ὅρκον, ὁποῖόν τιν' ἂν ὤμοσεν,
εἴ τις ἔδωκεν, ἐκ τούτων ἰδεῖν. ὃς γὰρ ὀγδοήκοντα μνᾶς
ἔφη τὴν προῖκ' εἶναι, εἰ τότ' αὐτῷ τις ἔδωκεν, ὀμόσαντι
ταῦτ' ἀληθῆ λέγειν, κομίσασθαι, τί ἐποίησεν ἄν; ἢ δῆλον
ὅτι ὤμοσεν; τί γὰρ καὶ λέγων οὐ φήσει τότ' ἂν ὀμόσαι,

Δημοσθένης Contra Onetorem 2


Τμ. 9, γρ. 3

ἐγὼ ταύτην ἔχω, τοῦ δὲ χωρίου τὸ περιὸν οὐκ ἐλάττονος ἢ


δυοῖν ἄξιον, ἵν' ἐγὼ δοκῶ βλάπτειν τοῦτον, οὐκ ἀποστερεῖ-
σθαι; ὁρᾷς ὡς ὑποκρίνει μὲν δεδωκέναι τὴν προῖκα, φαίνει
δὲ κατ' οὐδ' ὁντινοῦν τρόπον δεδωκώς; τὰ γὰρ ἀληθῆ καὶ
μὴ κακουργούμενα τῶν πραγμάτων ἁπλῶς, οἷ' ἂν ἐξ ἀρχῆς
πραχθῇ, τοιαῦτ' ἐστίν· σὺ δὲ τοὐναντίον ἐξελέγχει πράξας
εἰς τὴν καθ' ἡμῶν ὑπηρεσίαν.
Ἄξιον τοίνυν καὶ τὸν ὅρκον, ὁποῖόν τιν' ἂν ὤμοσεν,
εἴ τις ἔδωκεν, ἐκ τούτων ἰδεῖν. ὃς γὰρ ὀγδοήκοντα μνᾶς
ἔφη τὴν προῖκ' εἶναι, εἰ τότ' αὐτῷ τις ἔδωκεν, ὀμόσαντι
ταῦτ' ἀληθῆ λέγειν, κομίσασθαι, τί ἐποίησεν ἄν; ἢ δῆλον
ὅτι ὤμοσεν; τί γὰρ καὶ λέγων οὐ φήσει τότ' ἂν ὀμόσαι,
νῦν γε τοῦτ' ἀξιῶν; οὐκοῦν ὅτι γ' ἐπιώρκησεν ἄν, ἑαυτὸν
ἐξελέγχει· νῦν γὰρ οὐκ ὀγδοήκοντα μνᾶς, ἀλλὰ τάλαντον
δεδωκέναι φησίν. τί μᾶλλον ἂν οὖν εἰκότως τις αὐτὸν
ἐκεῖν' ἐπιορκεῖν ἢ τάδ' ἡγοῖτο; ἢ τίνα τις δικαίως ἂν ἔχοι
περὶ τούτου διάνοιαν, τοῦ ῥᾳδίως οὕτως αὑτὸν ἐξελέγχοντος
ὄντ' ἐπίορκον;

Δημοσθένης Contra Onetorem 2 Τμ. 11, γρ. 1

δεδωκέναι φησίν. τί μᾶλλον ἂν οὖν εἰκότως τις αὐτὸν


ἐκεῖν' ἐπιορκεῖν ἢ τάδ' ἡγοῖτο; ἢ τίνα τις δικαίως ἂν ἔχοι
περὶ τούτου διάνοιαν, τοῦ ῥᾳδίως οὕτως αὑτὸν ἐξελέγχοντος
ὄντ' ἐπίορκον;
Ἀλλὰ νὴ Δί' ἴσως οὐχὶ πάντ' αὐτῷ τοιαῦτα πέπρακται,
οὐδὲ πανταχόθεν δῆλός ἐστι τεχνάζων. ἀλλὰ καὶ τιμώμενος
φανερὸς γέγονεν ὑπὲρ Ἀφόβου ταλάντου, καὶ τοῦτ' αὐτὸς
ἡμῖν ἀποδώσειν ἐγγυώμενος. καίτοι σκέψασθ' ὅτι τοῦτ'
ἔστι τεκμήριον οὐ μόνον τοῦ τὴν γυναῖκα συνοικεῖν Ἀφόβῳ
καὶ τοῦτον οἰκείως ἔχειν, ἀλλὰ καὶ τοῦ μὴ δεδωκέναι τὴν
προῖκα. τίς γὰρ ἀνθρώπων ἠλίθιός ἐστιν οὕτως ὥστ'
ἀργύριον μὲν δοὺς τοσοῦτον, ἔπειθ' ἓν λαβὼν χωρίον
69

ἀμφισβητούμενον εἰς ἀποτίμησιν, σὺν οἷς πρότερον ἐζημίωτο,


τὸν ἀδικήσανθ' ὡς δίκαιόν τι ποιήσοντα καὶ τοῦ τῆς δίκης
ὀφλήματος προσεγγυήσασθαι; ἐγὼ μὲν οὐδέν' οἶμαι. καὶ
γὰρ οὐδὲ λόγον τὸ πρᾶγμ' ἔχον ἐστίν, τὸν αὐτὸν αὑτῷ
μὴ δυνάμενον κομίσασθαι τάλαντον, τοῦτον ἄλλῳ τινὶ
φάσκειν ἀποτείσειν καὶ ταῦτ' ἐγγυᾶσθαι. ἀλλὰ καὶ ἀπ'
αὐτῶν τούτων ἐστὶ δῆλον ὅτι τὴν μὲν προῖκ' οὐκ ἔδωκεν,
ἀντὶ δὲ πολλῶν χρημάτων τῶν ἐμῶν οἰκεῖος ὢν Ἀφόβῳ
ταῦτ' ἀπετιμᾶτο, κληρονόμον τὴν ἀδελφὴν τῶν ἐμῶν μετ'

Δημοσθένης Contra Onetorem 2 Τμ. 11, γρ. 9

ἔστι τεκμήριον οὐ μόνον τοῦ τὴν γυναῖκα συνοικεῖν Ἀφόβῳ


καὶ τοῦτον οἰκείως ἔχειν, ἀλλὰ καὶ τοῦ μὴ δεδωκέναι τὴν
προῖκα. τίς γὰρ ἀνθρώπων ἠλίθιός ἐστιν οὕτως ὥστ'
ἀργύριον μὲν δοὺς τοσοῦτον, ἔπειθ' ἓν λαβὼν χωρίον
ἀμφισβητούμενον εἰς ἀποτίμησιν, σὺν οἷς πρότερον ἐζημίωτο,
τὸν ἀδικήσανθ' ὡς δίκαιόν τι ποιήσοντα καὶ τοῦ τῆς δίκης
ὀφλήματος προσεγγυήσασθαι; ἐγὼ μὲν οὐδέν' οἶμαι. καὶ
γὰρ οὐδὲ λόγον τὸ πρᾶγμ' ἔχον ἐστίν, τὸν αὐτὸν αὑτῷ
μὴ δυνάμενον κομίσασθαι τάλαντον, τοῦτον ἄλλῳ τινὶ
φάσκειν ἀποτείσειν καὶ ταῦτ' ἐγγυᾶσθαι. ἀλλὰ καὶ ἀπ'
αὐτῶν τούτων ἐστὶ δῆλον ὅτι τὴν μὲν προῖκ' οὐκ ἔδωκεν,
ἀντὶ δὲ πολλῶν χρημάτων τῶν ἐμῶν οἰκεῖος ὢν Ἀφόβῳ
ταῦτ' ἀπετιμᾶτο, κληρονόμον τὴν ἀδελφὴν τῶν ἐμῶν μετ'
ἐκείνου καταστῆσαι βουλόμενος. εἶτα νῦν παρακρούσασθαι
ζητεῖ καὶ φενακίζει, λέγων ὡς πρότερον τοὺς ὅρους ἔστησεν
ἢ 'κεῖνον τὴν δίκην ὀφλεῖν. οὐ πρότερόν γ' ἢ παρὰ σοί, νῦν
εἰ ἀληθῆ λέγεις. δῆλον γὰρ ὅτι καταγνοὺς ἀδικίαν αὐτοῦ
ταῦτ' ἐποίεις. εἶτα καὶ γελοῖον τοῦτο λέγειν, ὥσπερ οὐκ
εἰδότων ὑμῶν ὅτι πάντες οἱ τὰ τοιαῦτ' ἀδικοῦντες σκοποῦσι
τί λέξουσιν, καὶ οὐδεὶς πώποτ' ὦφλεν σιωπῶν οὐδ' ἀδικεῖν
ὁμολογῶν·

Δημοσθένης Contra Onetorem 2 Τμ. 13, γρ. 4

ζητεῖ καὶ φενακίζει, λέγων ὡς πρότερον τοὺς ὅρους ἔστησεν


ἢ 'κεῖνον τὴν δίκην ὀφλεῖν. οὐ πρότερόν γ' ἢ παρὰ σοί, νῦν
εἰ ἀληθῆ λέγεις. δῆλον γὰρ ὅτι καταγνοὺς ἀδικίαν αὐτοῦ
ταῦτ' ἐποίεις. εἶτα καὶ γελοῖον τοῦτο λέγειν, ὥσπερ οὐκ
εἰδότων ὑμῶν ὅτι πάντες οἱ τὰ τοιαῦτ' ἀδικοῦντες σκοποῦσι
τί λέξουσιν, καὶ οὐδεὶς πώποτ' ὦφλεν σιωπῶν οὐδ' ἀδικεῖν
ὁμολογῶν· ἀλλ' ἐπειδὰν οἶμαι μηδὲν ἀληθὲς λέγων ἐξε-
λεγχθῇ, τότε γιγνώσκεται ὁποῖός ἐστιν. ὅπερ καὶ οὗτος
ἔμοιγε δοκεῖ πάσχειν. ἐπεὶ φέρε, πῶς ἐστι δίκαιον, ἐὰν μὲν
ὀγδοήκοντα μνῶν θῇς ὅρους, ὀγδοήκοντα μνᾶς εἶναι τὴν
προῖκα, ἐὰν δὲ πλείονος πλέον, ἐὰν δ' ἐλάττονος ἔλαττον; ἢ
πῶς ἐστι δίκαιον, τῆς ἀδελφῆς τῆς σῆς μηδέπω καὶ τήμερον
ἄλλῳ συνοικούσης μηδ' ἀπηλλαγμένης Ἀφόβου, μηδὲ τὴν
70

προῖκα δεδωκότος σοῦ, μηδ' ὑπὲρ τούτων εἰς βάσανον μηδ'


εἰς ἄλλο δίκαιον μηδὲν καταφεύγειν ἐθέλοντος, ὅτι σὺ
στῆσαι φὴς ὅρους, σὸν εἶναι τὸ χωρίον; ἐγὼ μὲν οὐδαμῶς
οἶμαι· τὴν γὰρ ἀλήθειαν σκεπτέον, οὐχ ἅ τις αὑτῷ παρε-
σκεύασεν ἐξεπίτηδες εἰς τὸ λέγειν τι δοκεῖν, ὥσπερ ὑμεῖς.
ἔπειτα τὸ δεινότατον· εἰ καὶ δεδωκότες ἦθ' ὡς μάλιστα τὴν
προῖκα, ἣν οὐ δεδώκατε, τίς ὁ τούτων αἴτιος; οὐχ ὑμεῖς, ἐπεὶ
ἐπὶτἄμ' ἔδοτε; οὐχ ὅλοις ἔτεσιν πρότερον δέκα τἀμὰ λαβὼν
Δημοσθένης Contra Onetorem 2 Τμ. 14, γρ. 6

προῖκα δεδωκότος σοῦ, μηδ' ὑπὲρ τούτων εἰς βάσανον μηδ'


εἰς ἄλλο δίκαιον μηδὲν καταφεύγειν ἐθέλοντος, ὅτι σὺ
στῆσαι φὴς ὅρους, σὸν εἶναι τὸ χωρίον; ἐγὼ μὲν οὐδαμῶς
οἶμαι· τὴν γὰρ ἀλήθειαν σκεπτέον, οὐχ ἅ τις αὑτῷ παρε-
σκεύασεν ἐξεπίτηδες εἰς τὸ λέγειν τι δοκεῖν, ὥσπερ ὑμεῖς.
ἔπειτα τὸ δεινότατον· εἰ καὶ δεδωκότες ἦθ' ὡς μάλιστα τὴν
προῖκα, ἣν οὐ δεδώκατε, τίς ὁ τούτων αἴτιος; οὐχ ὑμεῖς, ἐπεὶ
ἐπὶτἄμ' ἔδοτε; οὐχ ὅλοις ἔτεσιν πρότερον δέκα τἀμὰ λαβὼν
εἶχεν ἐκεῖνος ὧν ὦφλεν τὴν δίκην, ἢ κηδεστήν σοι γενέσθαι;
ἢ σὲ μὲν δεῖ κομίσασθαι πάντα, τὸν δὲ καὶ καταδικασάμενον
καὶ δι' ὀρφανίαν ἠδικημένον καὶ προικὸς ἀληθινῆς ἀπεστερημέ-
νον, ὃν μόνον ἀνθρώπων οὐδὲ τῆς ἐπωβελίας ἄξιον ἦν κινδυ-
νεύειν, ἠναγκάσθαι τοιαῦτα παθεῖν, κεκομισμένον μηδ' ὁτιοῦν,
καὶ ταῦτ' ἐθέλοντα ποιεῖνἐφ'ὑμῖν αὐτοῖς, εἴ τι τῶν δεόν-
των ἐβούλεσθε πράττειν;
Ἄνδρες δικασταί, βούλομαι παραγεγραμμένος μὴ εἰσαγώ-
γιμον εἶναι τὴν δίκην, περὶ τῶν νόμων πρῶτον εἰπεῖν, καθ'
οὓς παρεγραψάμην. οἱ νόμοι κελεύουσιν, ὦ ἄνδρες δικα-
σταί, τὰς δίκας εἶναι τοῖς ναυκλήροις καὶ τοῖς ἐμπόροις τῶν
Ἀθήναζε καὶ τῶν Ἀθήνηθεν συμβολαίων, καὶ περὶ ὧν ἂν
ὦσι συγγραφαί· ἂν δέ τις παρὰ ταῦτα δικάζηται, μὴ εἰσαγώ

Δημοσθένης Contra Boeotum 2 [Sp.]


Τμ. 3, γρ. 2

ὀνόματι μὲν ἀδελφὸς προσαγορευθῇ τινῶν, τῷ δ' ἔργῳ ἐχθροὺς


ἔχῃ τούτους, καὶ ἀναγκάζηται πολλὰ καὶ δεινὰ παθὼν ὑπ'
αὐτῶν εἰσιέναι εἰς δικαστήριον, ὃ νῦν ἐμοὶ συμβέβηκεν. οὐ
γὰρ μόνον ἀτύχημά μοι ἐξ ἀρχῆς ἐγένετο, διότι Πλαγγὼν ἡ
τούτων μήτηρ ἐξαπατήσασα τὸν πατέρα μου καὶ ἐπιορκήσασα
φανερῶς, ἠνάγκασεν αὐτὸν ὑπομεῖναι τούτους ποιήσασθαι,
καὶ διὰ τοῦτο τὰ δύο μέρη τῶν πατρῴων ἀπεστερήθην· ἀλλὰ
πρὸς τούτοις ἐξελήλαμαι μὲν ἐκ τῆς πατρῴας οἰκίας ὑπὸ τού-
των, ἐν ᾗ καὶ ἐγενόμην καὶ ἐτράφην, καὶ εἰς ἣν οὐχ ὁ πατὴρ
αὐτοὺς ἀλλ' ἐγὼ τελευτήσαντος ἐκείνου παρεδεξάμην, ἀπο-
στεροῦμαι δὲ τὴν προῖκα τῆς ἐμαυτοῦ μητρός, περὶ ἧς νυνὶ
δικάζομαι, αὐτὸς μὲν τούτοις δίκας ὑπὲρ ὧν ἐνεκάλουν μοι
πάντων δεδωκώς, πλὴν εἴ τινα νῦν ἕνεκα τῆς δίκης ταύτης
ἀντειλήχασίν μοι συκοφαντοῦντες, ὡς καὶ ὑμῖν ἔσται κατα-
φανές, παρὰ δὲ τούτων ἐν ἕνδεκα ἔτεσιν οὐ δυνάμενος τυχεῖν
71

τῶν μετρίων, ἀλλὰ νῦν εἰς ὑμᾶς [βοηθοὺς] καταπεφευγώς.


δέομαι οὖν ἁπάντων ὑμῶν, ὦ ἄνδρες δικασταί, μετ' εὐνοίας
τέ μου ἀκοῦσαι οὕτως ὅπως ἂν δύνωμαι λέγοντος, κἂν ὑμῖν
δοκῶ δεινὰ πεπονθέναι, συγγνώμην ἔχειν μοι ζητοῦντι κομί-
σασθαι τἀμαυτοῦ, ἄλλως τε καὶ εἰς θυγατρὸς ἔκδοσιν· συν

Δημοσθένης Contra Boeotum 2 [Sp.] ection 6, γρ. 4

αὐτοῖς τὰ δίκαια ποιήσασι μὴ εἰσιέναι εἰς δικαστήριον, οὐκ


αἰσχύνονται μὲν ἀναμιμνῄσκοντες ὑμᾶς εἴ τι ἢ ὁ πατὴρ
ἡμῶν μὴ ὀρθῶς διεπράξατο ἢ οὗτοι εἰς ἐκεῖνον ἥμαρτον,
ἀναγκάζουσι δ' ἐμὲ δικάζεσθαι αὑτοῖς. ἵνα δὲ ἀκριβῶς
εἰδῆτε, ὡς οὐκ ἐγὼ τούτου αἴτιός εἰμι ἀλλ' οὗτοι, ἐξ
ἀρχῆς ὑμῖν, ὡς ἂν ἐν βραχυτάτοις δύνωμαι, διηγήσομαι τὰ
πραχθέντα.
Ἡ γὰρ μήτηρ ἡ ἐμή, ὦ ἄνδρες δικασταί, θυγάτηρ μὲν
ἦν Πολυαράτου Χολαργέως, ἀδελφὴ δὲ Μενεξένου καὶ Βαθύλ-
λου καὶ Περιάνδρου. ἐκδόντος δὲ αὐτὴν τοῦ πατρὸς Κλεο-
μέδοντι τῷ Κλέωνος υἱεῖ, καὶ προῖκα τάλαντον ἐπιδόντος, τὸ
μὲν πρῶτον τούτῳ συνῴκει· γενομένων δ' αὐτῇ τριῶν μὲν
θυγατέρων, υἱοῦ δ' ἑνὸς Κλέωνος, καὶ μετὰ ταῦτα τοῦ ἀνδρὸς
αὐτῇ τελευτήσαντος, ἀπολιποῦσα τὸν οἶκον καὶ κομισαμένη
τὴν προῖκα, πάλιν ἐκδόντων αὐτὴν τῶν ἀδελφῶν Μενεξένου
καὶ Βαθύλλου (ὁ γὰρ Περίανδρος ἔτι παῖς ἦν) καὶ τὸ τά-
λαντον ἐπιδόντων, συνῴκησε τῷ ἐμῷ πατρί. καὶ γίγνομαι
αὐτοῖς ἐγώ τε καὶ ἄλλος ἀδελφὸς νεώτερος ἐμοῦ, ὃς ἔτι παῖς
ὢν ἐτελεύτησεν. ὡς δ' ἀληθῆ λέγω, περὶ τούτων ὑμῖν
πρῶτον τοὺς μάρτυρας παρέξομαι.

Δημοσθένης Contra Boeotum 2 [Sp.] Τμ. 14, γρ. 4

ὕστερον ἀρρωστήσας ἐτελεύτησεν· ἐγὼ δ', ὦ ἄνδρες δικασταί,


ζῶντος μὲν τοῦ πατρὸς οὐδὲν ᾤμην δεῖν ἐναντιοῦσθαι αὐτῷ,
τελευτήσαντος δὲ ἐκείνου εἰσεδεξάμην τε τούτους εἰς τὴν οἰ-
κίαν καὶ τῶν ὄντων ἁπάντων μετέδωκα, οὐχ ὡς ἀδελφοῖς
οὖσιν (οὐδὲ γὰρ ὑμῶν τοὺς πολλοὺς λελήθασιν ὃν τρόπον
οὗτοι γεγόνασιν), νομίζων δ' ἀναγκαῖον εἶναί μοι, ἐπειδὴ ὁ
πατὴρ ἐξηπατήθη, πείθεσθαι τοῖς νόμοις τοῖς ὑμετέροις.
καὶ οὕτως ὑπ' ἐμοῦ εἰς τὴν οἰκίαν εἰσδεχθέντες, ὡς ἐνεμό-
μεθα τὰ πατρῷα, ἀξιοῦντος ἐμοῦ ἀπολαβεῖν τὴν τῆς μητρὸς
προῖκα ἀντενεκάλουν καὶ οὗτοι, καὶ ἔφασαν ὀφείλεσθαι καὶ
τῇ αὑτῶν μητρὶ τὴν ἴσην προῖκα. συμβουλευσάντων δ'
ἡμῖν τῶν παρόντων, τὰ μὲν ἄλλα πάντα ἐνειμάμεθα, τὴν δὲ
οἰκίαν καὶ τοὺς παῖδας τοὺς διακόνους τοῦ πατρὸς ἐξαιρέτους
ἐποιησάμεθα, ἵν' ἐκ μὲν τῆς οἰκίας, ὁποτέροις ἂν ἡμῶν φαί-
νηται ὀφειλομένη ἡ προίξ, οὗτοι αὐτὴν κομίσωνται, ἐκ δὲ
72

τῶν παίδων κοινῶν ὄντων, ἐάν τι οὗτοι τῶν πατρῴων ἐπιζη-


τῶσιν, πυνθάνωνται, καὶ βασανίζοντες αὐτοὺς καὶ ἄλλῳ ὅτῳ
ἂν τρόπῳ βούλωνται ζητοῦντες. ὅτι δὲ καὶ ταῦτ' ἀληθῆ
λέγω, ἐκ τούτων τῶν μαρτυριῶν εἴσεσθε.

Δημοσθένης Contra Boeotum 2 [Sp.] Τμ. 16, γρ. 2

ἡμῖν τῶν παρόντων, τὰ μὲν ἄλλα πάντα ἐνειμάμεθα, τὴν δὲ


οἰκίαν καὶ τοὺς παῖδας τοὺς διακόνους τοῦ πατρὸς ἐξαιρέτους
ἐποιησάμεθα, ἵν' ἐκ μὲν τῆς οἰκίας, ὁποτέροις ἂν ἡμῶν φαί-
νηται ὀφειλομένη ἡ προίξ, οὗτοι αὐτὴν κομίσωνται, ἐκ δὲ
τῶν παίδων κοινῶν ὄντων, ἐάν τι οὗτοι τῶν πατρῴων ἐπιζη-
τῶσιν, πυνθάνωνται, καὶ βασανίζοντες αὐτοὺς καὶ ἄλλῳ ὅτῳ
ἂν τρόπῳ βούλωνται ζητοῦντες. ὅτι δὲ καὶ ταῦτ' ἀληθῆ
λέγω, ἐκ τούτων τῶν μαρτυριῶν εἴσεσθε.

ΜΑΡΤΥΡΙΑΙ.

Μετὰ ταῦτα τοίνυν οὗτοί τε ἐμοὶ δίκας ἔλαχον ὑπὲρ ὧν


ἐνεκάλουν κἀγὼ τούτοις ὑπὲρ τῆς προικός. καὶ τὸ μὲν
πρῶτον παραγραψάμενοι Σόλωνα Ἑρχιέα διαιτητὴν τούτῳ
ἐπετρέψαμεν δικάσαι περὶ ὧν ἐνεκαλοῦμεν ἀλλήλοις· ὡς δ'
οὐκ ἀπήντων οὗτοι, ἀλλ' ἐφυγοδίκουν καὶ χρόνος διετρίβετο
συχνός, τῷ μὲν Σόλωνι συνέβη τελευτῆσαι τὸν βίον, οὗτοι
δὲ πάλιν ἐξ ὑπαρχῆς λαγχάνουσί μοι τὰς δίκας, καὶ ἐγὼ
τούτῳ, προσκαλεσάμενος αὐτὸν καὶ ἐπιγραψάμενος ἐπὶ τὸ
ἔγκλημα Βοιωτόν· τοῦτο γὰρ αὐτῷ ὁ πατὴρ ἔθετο τοὔνομα.
περὶ μὲν οὖν ὧν οὗτοί μοι ἐδικάζοντο, παρόντος τούτου καὶ
ἀντιδικοῦντος καὶ οὐκ ἔχοντος ἐπιδεῖξαι οὐδὲν ὧν ἐνεκάλουν,
ἀπεδιῄτησέν μου ὁ διαιτητής· καὶ οὗτος συνειδὼς

Δημοσθένης Contra Boeotum 2 [Sp.] Τμ. 17, γρ. 7

συχνός, τῷ μὲν Σόλωνι συνέβη τελευτῆσαι τὸν βίον, οὗτοι


δὲ πάλιν ἐξ ὑπαρχῆς λαγχάνουσί μοι τὰς δίκας, καὶ ἐγὼ
τούτῳ, προσκαλεσάμενος αὐτὸν καὶ ἐπιγραψάμενος ἐπὶ τὸ
ἔγκλημα Βοιωτόν· τοῦτο γὰρ αὐτῷ ὁ πατὴρ ἔθετο τοὔνομα.
περὶ μὲν οὖν ὧν οὗτοί μοι ἐδικάζοντο, παρόντος τούτου καὶ
ἀντιδικοῦντος καὶ οὐκ ἔχοντος ἐπιδεῖξαι οὐδὲν ὧν ἐνεκάλουν,
ἀπεδιῄτησέν μου ὁ διαιτητής· καὶ οὗτος συνειδὼς αὑτῷ ἀδί-
κως ἐγκαλοῦντι οὔτε ἐφῆκεν εἰς τὸ δικαστήριον, οὔτε νῦν
περὶ ἐκείνων εἴληχέ μοι δίκην οὐδεμίαν, ἀλλὰ περὶ ἄλλων
τινῶν, λύσειν τοῖς ἐγκλήμασι τούτοις τὴν δίκην ταύτην
οἰόμενος. ἣν δ' ἐγὼ τοῦτον ἐδίωκον τότε περὶ τῆς προικός,
ἐπιδημοῦντος τούτου ἐνθάδε καὶ οὐκ ἀπαντήσαντος πρὸς τὸν
διαιτητήν, ἐρήμην κατεδιῄτησεν αὐτοῦ. οὑτοσὶ δέ, ὦ ἄν-
73

δρες δικασταί, οὔτε ἠντεδίκει τότε παρὼν οὔτε ἔφη με κατα-


διαιτήσασθαι τὴν δίκην αὑτοῦ· οὐ γὰρ εἶναι Βοιωτὸν αὑτῷ
ὄνομα, ἀλλὰ Μαντίθεον, καὶ οὕτως ὀνόματι ἀμφισβητῶν ἔργῳ
τὴν προῖκά με τῆς μητρὸς ἀποστερεῖ. ἀπορῶν δ' ἐγὼ τί ἄν
τις χρήσαιτο τῷ πράγματι, οὕτω πάλιν τὴν αὐτὴν ταύτην
δίκην λαχὼν αὐτῷ Μαντιθέῳ ἑνδεκάτῳ ἔτει νῦν εἰς ὑμᾶς
καταπέφευγα. ὡς δὲ καὶ ταῦτ' ἀληθῆ λέγω, ἀναγνώσεται
ὑμῖντὰςπερὶ τούτων μαρτυρίας.

Δημοσθένης Contra Boeotum 2 [Sp.]


Τμ. 19, γρ. 2

δρες δικασταί, οὔτε ἠντεδίκει τότε παρὼν οὔτε ἔφη με κατα-


διαιτήσασθαι τὴν δίκην αὑτοῦ· οὐ γὰρ εἶναι Βοιωτὸν αὑτῷ
ὄνομα, ἀλλὰ Μαντίθεον, καὶ οὕτως ὀνόματι ἀμφισβητῶν ἔργῳ
τὴν προῖκά με τῆς μητρὸς ἀποστερεῖ. ἀπορῶν δ' ἐγὼ τί ἄν
τις χρήσαιτο τῷ πράγματι, οὕτω πάλιν τὴν αὐτὴν ταύτην
δίκην λαχὼν αὐτῷ Μαντιθέῳ ἑνδεκάτῳ ἔτει νῦν εἰς ὑμᾶς
καταπέφευγα. ὡς δὲ καὶ ταῦτ' ἀληθῆ λέγω, ἀναγνώσεται
ὑμῖντὰςπερὶ τούτων μαρτυρίας.

ΜΑΡΤΥΡΙΑΙ.

Ὅτι μὲν τοίνυν, ὦ ἄνδρες δικασταί, ἥ τε μήτηρ μου τά-


λαντον ἐπενεγκαμένη προῖκα, ἐκδοθεῖσα ὑπὸ τῶν ἀδελφῶν
τῶν αὑτῆς, ὥσπερ οἱ νόμοι κελεύουσιν, συνῴκησεν τῷ πατρί,
καὶ ὃν τρόπον ἐγὼ τούτους εἰσεδεξάμην εἰς τὴν οἰκίαν τοῦ
πατρὸς τελευτήσαντος, καὶ ὅτι ἀπέφυγον αὐτοὺς τὰς δίκας ἅς
μοι ἐνεκάλουν, ταῦτα μὲν πάντα καὶ μεμαρτύρηται ὑμῖν καὶ
ἐπιδέδεικται. ἴθι δὴ λαβὲ καὶ τὸν περὶ τῆς προικὸς νόμον
τουτονί.

Δημοσθένης Contra Boeotum 2 [Sp.] Τμ. 20, γρ. 9

ΝΟΜΟΣ.

Οὕτω τοίνυν τοῦ νόμου ἔχοντος, οἶμαι τουτονὶ Βοιωτὸν ἢ


Μαντίθεον ἢ ὅ τι ποτ' ἄλλο χαίρει προσαγορευόμενος, δικαίαν
μὲν ἀπολογίαν καὶ ἀληθινὴν οὐδεμίαν ἕξειν εἰπεῖν, ἐπιχει-
ρήσειν δὲ τῇ τόλμῃ καὶ τῇ θρασύτητι τῇ ἑαυτοῦ πιστεύοντα
περιιστάναι τὰς αὑτῶν συμφορὰς εἰς ἐμέ, ἅπερ καὶ ἰδίᾳ ποιεῖν
εἴωθεν, λέγων ὡς δημευθείσης τῆς [τοῦ] Παμφίλου οὐσίας, ὃς
ἦν πατὴρ τῆς Πλαγγόνος, τὰ περιγενόμενα χρήματα ὁ πατὴρ
ὁ ἐμὸς ἔλαβεν ἐκ τοῦ βουλευτηρίου, καὶ οὕτως ἀποφαίνειν
πειρώμενος τὴν μὲν αὑτοῦ μητέρα ἐπενεγκαμένην προῖκα πλέον
ἢ ἑκατὸν μνᾶς, τὴν δ' ἐμὴν ἄπροικον φάσκων συνοικῆσαι.
ταῦτα διέξεισιν, ὦ ἄνδρες δικασταί, οὔτε μαρτυρίαν οὐδεμίαν
74

ἐμβεβλημένος ὑπὲρ τούτων οὔτ' ἀγνοῶν ὡς οὐδὲν ὑγιὲς λέγει,


ἀλλ' ἀκριβῶς εἰδὼς ὅτι ὁμολογῶν μὲν ἀδικεῖν ἐν ὑμῖν οὐδείς
πω ἀπέφυγεν, ψευδόμενος δὲ καὶ παραγωγὰς λέγων ἤδη τις
δίκην οὐκ ἔδωκεν. ἵνα οὖν μὴ ἐξαπατηθῆτε ὑπ' αὐτοῦ, βέλτιον
εἶναί μοι δοκεῖ βραχέα καὶ περὶ τούτου πρὸς ὑμᾶς εἰπεῖν.
ἐὰν γὰρ λέγῃ ὡς ἡ μὲν ἐμὴ μήτηρ οὐκ ἐπηνέγκατο προῖκα, ἡ
δὲ τούτων ἐπηνέγκατο, ἐνθυμεῖσθε ὅτι περιφανῶς ψεύδεται.
πρῶτον μὲν γὰρ ὁ Πάμφιλος ὁ πατὴρ τῆς τούτου μητρὸς πέντε
Δημοσθένης Contra Boeotum 2 [Sp.] Τμ. 24, γρ. 2

ὑπὲρ αὐτοῦ ἐκτέτεισται, ἀλλ' ἔτι καὶ νῦν ὁ Πάμφιλος ὀφείλων


τῷ δημοσίῳ ἐγγέγραπται. πῶς οὖν οἷόν τε τὸν ἐμὸν πατέρα
χρήματα λαβεῖν ἐκ τῆς Παμφίλου οὐσίας, ἣ οὐδὲ αὐτὸ τὸ
ὄφλημα ἱκανὴ ἐγένετο τῇ πόλει ἐκτεῖσαι; ἔπειτα, ὦ ἄνδρες
δικασταί, ἐνθυμεῖσθε ὅτι, εἰ τὰ μάλιστα περιεγένετο τὰ
χρήματα ταῦτα, ὥσπερ οὗτοί φασιν, οὐκ ἂν ὁ ἐμὸς πατὴρ αὐτὰ
ἔλαβεν, ἀλλ' οἱ τοῦ Παμφίλου υἱεῖς, Βοιωτὸς καὶ Ἡδύλος καὶ
Εὐθύδημος, οἳ οὐκ ἂν δήπου ἐπὶ μὲν τῷ τἀλλότρια λαμβάνειν
ὅτι ἂν οὖν ἐποίουν, ὡς καὶ ὑμεῖς ἅπαντες ἴστε, τὰ δ' αὑτῶν
τὸν ἐμὸν πατέρα περιεῖδον κομισάμενον. ὅτι μὲν τοίνυν ἥ γε
τούτων μήτηρ οὐκ ἐπηνέγκατο προῖκα, ἀλλ' οὗτοι τοῦτο ψεύ-
δονται, ἱκανῶς ὑμᾶς μεμαθηκέναι νομίζω· ὅτι δὲ ἡ ἐμὴ μήτηρ
ἐπηνέγκατο, ῥᾳδίως ἐγὼ δείξω. πρῶτον μὲν γὰρ Πολυαράτου
θυγάτηρ ἦν, ὃς καὶ ὑφ' ὑμῶν ἐτιμᾶτο καὶ πολλὴν οὐσίαν
ἐκέκτητο· ἔπειτα μεμαρτύρηται ὑμῖν ὡς καὶ ἡ ἀδελφὴ αὐτῆς
τοσαύτην προῖκα ἐπενεγκαμένη Ἐρυξιμάχῳ συνῴκησεν, τῷ
Χαβρίου κηδεστῇ. πρὸς δὲ τούτοις φαίνεταί μου ἡ μήτηρ τὸ
πρῶτον ἐκδοθεῖσα Κλεομέδοντι, οὗ φασι τὸν πατέρα Κλέωνα
τῶν ὑμετέρων προγόνων στρατηγοῦντα, Λακεδαιμονίων πολ-
λοὺς ἐν Πύλῳ ζῶντας λαβόντα, μάλιστα πάντων ἐν τῇ πόλει
εὐδοκιμῆσαι· ὥστε οὔτε τὸν ἐκείνου προσῆκεν υἱὸν ἄπροικον

Δημοσθένης Contra Boeotum 2 [Sp.] Τμ. 26, γρ. 2

πρῶτον ἐκδοθεῖσα Κλεομέδοντι, οὗ φασι τὸν πατέρα Κλέωνα


τῶν ὑμετέρων προγόνων στρατηγοῦντα, Λακεδαιμονίων πολ-
λοὺς ἐν Πύλῳ ζῶντας λαβόντα, μάλιστα πάντων ἐν τῇ πόλει
εὐδοκιμῆσαι· ὥστε οὔτε τὸν ἐκείνου προσῆκεν υἱὸν ἄπροικον
αὐτὴν γῆμαι, οὔτε Μενέξενον καὶ Βάθυλλον εἰκός ἐστιν,
αὐτούς τε οὐσίαν πολλὴν κεκτημένους καὶ Κλεομέδοντος τελευ-
τήσαντος κομισαμένους τὴν προῖκα, ἀποστερῆσαι τὴν ἀδελφὴν
τὴν ἑαυτῶν, ἀλλὰ προσθέντας αὐτοὺς ἐκδοῦναι τῷ ἡμετέρῳ
πατρί, καθάπερ καὶ αὐτοὶ πρὸς ὑμᾶς καὶ οἱ ἄλλοι μεμαρτυρή-
κασιν. χωρὶς δὲ τούτων ἐνθυμήθητε, διὰ τί ἄν ποτε ὁ πατήρ,
εἴπερ ἡ μὲν ἐμὴ μήτηρ μὴ ἦν ἐγγυητὴ μηδὲ ἠνέγκατο προῖκα,
ἡ δὲ τούτων ἠνέγκατο, τοὺς μὲν οὐκ ἔφη αὑτοῦ υἱεῖς εἶναι, ἐμὲ
δὲ καὶ ἐποιεῖτο καὶ ἐπαίδευεν; ὅτι νὴ Δία, ὡς οὗτοι φήσουσιν,
ἐμοὶ χαριζόμενος καὶ τῇ ἐμῇ μητρὶ τούτους ἠτίμαζεν. ἀλλ'
ἐκείνη μὲν ἔτι παῖδα μικρὸν ἐμὲ καταλιποῦσα αὐτὴ τὸν βίον
75

ἐτελεύτησεν, ἡ δὲ τούτων μήτηρ Πλαγγὼν καὶ πρότερον καὶ


μετὰ ταῦτα εὐπρεπὴς τὴν ὄψιν οὖσα ἐπλησίαζεν αὐτῷ· ὥστε
πολὺ μᾶλλον εἰκὸς ἦν αὐτὸν διὰ τὴν ζῶσαν γυναῖκα, ἧς ἐρῶν
ἐτύγχανε, τὸν τῆς τεθνεώσης υἱὸν ἀτιμάζειν, ἢ δι' ἐμὲ καὶ τὴν
τετελευτηκυῖαν τοὺς ἐκ τῆς ζώσης καὶ πλησιαζούσης αὐτῷ
παῖδας μὴ ποιεῖσθαι. καίτοι οὗτός γε εἰς τοῦτο τόλμης

Δημοσθένης Contra Boeotum 2 [Sp.] Τμ. 31, γρ. 6

σχυντεῖν. ἂν δὲ λέγῃ περὶ τῶν δικῶν ἃς ἀπεδιῄτησέν μου ὁ


διαιτητής, καὶ φάσκῃ ὑπ' ἐμοῦ ἀπαράσκευος ληφθῆναι,
πρῶτον μὲν μέμνησθε ὅτι οὐκ ὀλίγος χρόνος ἐγένετο, ἐν ᾧ
ἔδει παρασκευάσασθαι αὐτόν, ἀλλ' ἔτη πολλά, ἔπειθ' ὅτι οὗτος
ἦν ὁ διώκων, ὥστε πολὺ μᾶλλον ἦν εἰκὸς ἐμὲ ὑπὸ τούτου ἀπα-
ράσκευον ληφθῆναι ἢ τοῦτον ὑπ' ἐμοῦ. ἔτι δὲ πάντες ὑμῖν οἱ
πρὸς τῷ διαιτητῇ παρόντες μεμαρτυρήκασιν ὡς οὗτος παρὼν
αὐτός, ὅτε ἀπεδιῄτησέ μου ὁ διαιτητής, οὔτε ἐφῆκεν εἰς τὸ
δικαστήριον ἐνέμεινέ τε τῇ διαίτῃ. καίτοι ἄτοπον δοκεῖ μοι
εἶναι, εἰ οἱ μὲν ἄλλοι, ὅταν οἴωνται ἀδικεῖσθαι, καὶ τὰς πάνυ
μικρὰς δίκας εἰς ὑμᾶς ἐφιᾶσιν, οὗτος δέ μοι περὶ προικὸς
δίκην ταλάντου λαχών, ταύτης, ὡς αὐτός φησιν, ἀδίκως
ἀποδιαιτηθείσης ἐνέμεινεν. νὴ Δί', ἀπράγμων γάρ τις ἴσως
ἐστὶν ἄνθρωπος καὶ οὐ φιλόδικος. ἐβουλόμην τἄν, ὦ ἄνδρες
δικασταί, τοιοῦτον αὐτὸν εἶναι. νυνὶ δὲ ὑμεῖς μὲν οὕτως ἐστὲ
κοινοὶ καὶ φιλάνθρωποι, ὥστε οὐδὲ τοὺς τῶν τριάκοντα υἱεῖς
φυγαδεῦσαι ἐκ τῆς πόλεως ἠξιώσατε· οὗτος δὲ ἐμοὶ μετὰ
Μενεκλέους τοῦ πάντων τούτων ἀρχιτέκτονος ἐπιβουλεύσας,
καὶ ἐξ ἀντιλογίας καὶ λοιδορίας πληγὰς συναψάμενος,
ἐπιτεμὼν τὴν κεφαλὴντὴναὑτοῦ τραύματος εἰς Ἄρειον
πάγον με προσεκαλέσατο, ὡς φυγαδεύσων ἐκ τῆς πόλεως.

Δημοσθένης Contra Boeotum 2 [Sp.] Τμ. 51, γρ. 1

τῶν νόμων ἀπαγορευόντων μηδὲ τοὺς τῶν ἄλλων πατέρας


κακῶς λέγειν τεθνεῶτας, οὗτος, οὗ φησιν υἱὸς εἶναι, τοῦτον
λοιδορήσει, ᾧ προσῆκεν καὶ εἴ τις ἄλλος ἐβλασφήμει περὶ
αὐτοῦ ἀγανακτεῖν.
Οἴομαι δ' αὐτόν, ὦ ἄνδρες δικασταί, ἐπειδὰν τῶν ἄλλων
ἀπορῇ, κακῶς τέ με ἐπιχειρήσειν λέγειν καὶ διαβάλλειν
πειράσεσθαι, διεξιόνθ' ὡς ἐγὼ μὲν καὶ ἐτράφην καὶ ἐπαι-
δεύθην καὶ ἔγημα ἐν τῇ τοῦ πατρὸς οἰκίᾳ, αὐτὸς δὲ οὐδενὸς
τούτων μετέσχεν. ὑμεῖς δ' ἐνθυμεῖσθ' ὅτι ἐμὲ μὲν ἡ μήτηρ
παῖδα καταλιποῦσα ἐτελεύτησεν, ὥστε μοι ἱκανὸν ἦν ἀπὸ τοῦ
τόκου τῆς προικὸς καὶ τρέφεσθαι καὶ παιδεύεσθαι· ἡ δὲ
τούτων μήτηρ Πλαγγών, τρέφουσα μεθ' αὑτῆς τούτους καὶ
θεραπαίνας συχνὰς καὶ αὐτὴ πολυτελῶς ζῶσα, καὶ εἰς ταῦτα
τὸν πατέρα τὸν ἐμὸν χορηγὸν ἑαυτῇ ὑπὸ τῆς ἐπιθυμίας
76

ἔχουσα καὶ πολλὰ δαπανᾶν ἀναγκάζουσα, οὐκ ἴσα δήπου τῆς


ἐκείνου οὐσίας ἐμοὶ ἀνήλωκεν, ὥστε πολὺ μᾶλλον προσήκει
ἐμὲ τούτοις ἐγκαλεῖν ἢ αὐτὸν ἐγκλήματ' ἔχειν ὑπὸ τούτων.
ὃς πρὸς τοῖς ἄλλοις εἴκοσι μὲν μνᾶς δανεισάμενος μετὰ τοῦ
πατρὸς παρὰ Βλεπαίου τοῦ τραπεζίτου εἰς ὠνήν τινα μετάλλων,
ἐπειδὴ ὁ πατὴρ ἐτελεύτησεν, τὰ μὲν μέταλλα πρὸς τούτους
ἐνειμάμην, τὸ δάνειον δ' αὐτὸς εἰσεπράχθην, ἑτέρας δὲ χιλίας

Δημοσθένης Contra Boeotum 2 [Sp.] Τμ. 53, γρ. 2

ΜΑΡΤΥΡΙΑΙ.

Τοσαῦτα τοίνυν ἐμοῦ ἐλαττουμένου φανερῶς, οὑτοσὶ νῦν


σχετλιάζων καὶ δεινοπαθῶν καὶ τὴν προῖκά με τῆς μητρὸς
ἀποστερήσει; ἀλλ' ὑμεῖς, ὦ ἄνδρες δικασταί, πρὸς Διὸς καὶ
θεῶν, μὴ καταπλαγῆτε ὑπὸ τῆς κραυγῆς τῆς τούτου· πολὺς
γάρ, πολὺς καὶ τολμηρός ἐστιν ἅνθρωπος, καὶ οὕτως κακ-
οῦργος, ὥστε περὶ ὧν ἂν μὴ ἔχῃ μαρτυρίας παρασχέσθαι,
ταῦτα φήσει ὑμᾶς εἰδέναι, ὦ ἄνδρες δικασταί, ὃ πάντες
ποιοῦσιν οἱ μηδὲν ὑγιὲς λέγοντες. ὑμεῖς οὖν, ἐάν τι τοιοῦτον
τεχνάζῃ, μὴ ἐπιτρέπετε αὐτῷ, ἀλλ' ἐξελέγχετε, καὶ ὅ τι ἂν
μὴ ἕκαστος ὑμῶν εἰδῇ, μηδὲ τὸν πλησίον δοκιμαζέτω εἰδέναι,
ἀλλ' ἀξιούτω τοῦτον ἀποδεικνύναι σαφῶς ὑπὲρ ὧν ἂν λέγῃ,
καὶ μὴ ὑμᾶς φάσκοντα εἰδέναι, περὶ ὧν αὐτὸς οὐδὲν ἕξει

Δημοσθένης Contra Boeotum 2 [Sp.] Τμ. 55, γρ. 4

τεχνάζῃ, μὴ ἐπιτρέπετε αὐτῷ, ἀλλ' ἐξελέγχετε, καὶ ὅ τι ἂν


μὴ ἕκαστος ὑμῶν εἰδῇ, μηδὲ τὸν πλησίον δοκιμαζέτω εἰδέναι,
ἀλλ' ἀξιούτω τοῦτον ἀποδεικνύναι σαφῶς ὑπὲρ ὧν ἂν λέγῃ,
καὶ μὴ ὑμᾶς φάσκοντα εἰδέναι, περὶ ὧν αὐτὸς οὐδὲν ἕξει
εἰπεῖν δίκαιον, ἀποδιδράσκειν τὴν ἀλήθειαν, ἐπεὶ καὶ ἐγώ,
ὦ ἄνδρες δικασταί, πάντων ὑμῶν εἰδότων ὃν τρόπον ἀναγκα-
σθεὶς ὁ πατήρ μου ἐποιήσατο τούτους, οὐδὲν ἧττον δικάζομαι
νῦν αὐτοῖς καὶ μάρτυρας ὑποδίκους παρέσχημαι. καίτοι οὐκ
ἴσος γ' ἡμῖν ἐστιν ὁ κίνδυνος, ἀλλ' ἐμοὶ μέν, ἐὰν ὑμεῖς νυνὶ
ὑπὸ τούτων ἐξαπατηθῆτε, οὐκ ἐξέσται ἔτι δικάσασθαι περὶ τῆς
προικός· τούτοις δ', εἰ φασὶν ἀδίκως ἀποδιαιτῆσαί μου τὸν
διαιτητὴν τὰς δίκας, καὶ τότ' ἐξῆν εἰς ὑμᾶς ἐφεῖναι καὶ νῦν
ἐγγενήσεται πάλιν, ἐὰν βούλωνται, παρ' ἐμοῦ λαβεῖν ἐν
ὑμῖν τὸ δίκαιον. καὶ ἐγὼ μέν, ἐάν, ὃ μὴ γένοιτο, ὑμεῖς με
ἐγκαταλίπητε, οὐχ ἕξω ὁπόθεν προῖκα ἐπιδῶ τῇ θυγατρί, ἧς
τῇ μὲν φύσει πατήρ εἰμι, τὴν δ' ἡλικίαν αὐτῆς εἰ ἴδοιτε, οὐκ
ἂν θυγατέρα μου ἀλλ' ἀδελφὴν εἶναι αὐτὴν νομίσαιτε· οὗτοι
δέ, ἐὰν ὑμεῖς μοι βοηθήσητε, οὐδὲν ἐκ τῶν ἰδίων ἀποτείσουσιν,
77

ἀλλ' ἐκ τῆς οἰκίας τὰ ἐμὰ ἐμοὶ ἀποδώσουσιν, ἣν ἐξειλόμεθα


μὲν κοινῇ πάντες εἰς τὴν ἔκτεισιν τῆς προικός, οἰκοῦντες δὲ
αὐτὴν οὗτοι μόνοι διατελοῦσιν.

Δημοσθένης Contra Boeotum 2 [Sp.] Τμ. 60, γρ. 3

γενέσθαι μεμαρτύρηκε, Τιμοκράτης δὲ μόνος, ὥσπερ ἀπὸ


μηχανῆς, μαρτυρεῖ μὲν δεκάτην ἑστιᾶσαι τούτῳ τὸν ἐμὸν
πατέρα, ἡλικιώτης ὢν τοῦ νυνὶ φεύγοντος τὴν δίκην, φησὶν
δὲ πάντα ἁπλῶς εἰδέναι ἃ δὴ τούτοις συμφέρει, μαρτυρεῖ δὲ
νυνὶ μόνος Κρίτωνι παρεῖναι, ὅτε παρ' ἐμοῦ τὴν οἰκίαν
ἐωνεῖτο. ὃ τίς ἂν ὑμῶν πιστεύσειεν; ἄλλως τε καὶ ὅτι οὐ
περὶ τῆς οἰκίας, πότερα ἐώνηται Κρίτων αὐτὴν ἢ μή, νυνὶ
δικάζομαι, ἀλλὰ περὶ προικός, ἣν ἐνεγκαμένης τῆς μητρὸς οἱ
νόμοι κελεύουσιν ἐμὲ κομίζεσθαι. ὥστε καθάπερ ὑμῖν ἐγὼ
καὶ ἐκ μαρτύρων πολλῶν καὶ ἐκ τεκμηρίων ἐπέδειξα, ἐπε-
νεγκαμένην μὲν τὴν μητέρα μου τάλαντον προῖκα, οὐ κομι-
σάμενον δὲ τοῦτ' ἐμὲ ἐκ τῆς πατρῴας οὐσίας, ἐξαίρετον δ'
ἡμῖν γενομένην τὴν οἰκίαν εἰς ταῦτα, οὕτω κελεύετε καὶ
τοῦτον ἐπιδεικνύναι ὑμῖν, ἢ ὡς οὐκ ἀληθῆ λέγω, ἢ ὡς οὐ
προσήκει μοι κομίσασθαι τὴν προῖκα· περὶ τούτων γὰρ ὑμεῖς
νυνὶ τὴν ψῆφον οἴσετε. ἐὰν δὲ μὴ ἔχων περὶ ὧν φεύγει τὴν
δίκην μήτε μάρτυρας ἀξιόχρεως παρασχέσθαι μήτ' ἄλλο
πιστὸν μηδέν, ἑτέρους παρεμβάλλῃ λόγους κακουργῶν, καὶ
βοᾷ καὶ σχετλιάζῃ μηδὲν πρὸς τὸ πρᾶγμα, πρὸς Διὸς καὶ
θεῶν μὴ ἐπιτρέπετε αὐτῷ, ἀλλὰ βοηθεῖτέ μοι τὰ δίκαια, ἐξ
ἁπάντων τῶν εἰρημένων ἐνθυμούμενοι, ὅτι πολὺ δικαιότερόν

Δημοσθένης Contra Boeotum 2 [Sp.] Τμ. 61, γρ. 9

τοῦτον ἐπιδεικνύναι ὑμῖν, ἢ ὡς οὐκ ἀληθῆ λέγω, ἢ ὡς οὐ


προσήκει μοι κομίσασθαι τὴν προῖκα· περὶ τούτων γὰρ ὑμεῖς
νυνὶ τὴν ψῆφον οἴσετε. ἐὰν δὲ μὴ ἔχων περὶ ὧν φεύγει τὴν
δίκην μήτε μάρτυρας ἀξιόχρεως παρασχέσθαι μήτ' ἄλλο
πιστὸν μηδέν, ἑτέρους παρεμβάλλῃ λόγους κακουργῶν, καὶ
βοᾷ καὶ σχετλιάζῃ μηδὲν πρὸς τὸ πρᾶγμα, πρὸς Διὸς καὶ
θεῶν μὴ ἐπιτρέπετε αὐτῷ, ἀλλὰ βοηθεῖτέ μοι τὰ δίκαια, ἐξ
ἁπάντων τῶν εἰρημένων ἐνθυμούμενοι, ὅτι πολὺ δικαιότερόν
ἐστι τὴν τῆς ἐμῆς μητρὸς προῖκα τῇ ἐμῇ θυγατρὶ εἰς ἔκδοσιν
ὑμᾶς ψηφίσασθαι, ἢ Πλαγγόνα καὶ τούτους πρὸς τοῖς ἄλλοις
καὶ τὴν οἰκίαν τὴν εἰς τὴν προῖκα ἐξαίρετον γενομένην ἀφελέ-
σθαι ἡμᾶς παρὰ πάντα τὰ δίκαια.
Ἀδελφὰς ἔχομεν, ὦ ἄνδρες δικασταί, γυναῖκας ἐγὼ καὶ
Σπουδίας οὑτοσί, Πολυεύκτου θυγατέρας. ἄπαιδος δ' ἐκεί-
νου τελευτήσαντος ἀρρένων παίδων, ἀναγκάζομαι πρὸς του-
τονὶ περὶ τῶν καταλειφθέντων δικάζεσθαι. καὶ εἰ μέν, ὦ
ἄνδρες δικασταί, μὴ πᾶσαν σπουδὴν καὶ προθυμίαν ἐποιη-
σάμην βουλόμενος διαλύεσθαι καὶ τοῖς φίλοις ἐπιτρέπειν,
ἐμαυτὸν ἂν ᾐτιώμην, εἰ μᾶλλον ᾑρούμην δίκας καὶ πράγματ'
78

ἔχειν ἢ μίκρ' ἐλαττωθεὶς ἀνέχεσθαι· νῦν δ' ὅσῳ πραότερον


ἐγὼ καὶ φιλανθρωπότερον τούτῳ διελεγόμην, τοσούτῳ μᾶλ

Δημοσθένης Contra Spudiam Τμ. 3, γρ. 6

τούτῳ πρὸς τουτονὶ τὸν ἀγῶν' ἔχειν, ἀλλ' οὗτος μὲν


ῥᾳδίως φέρει πολλάκις εἰθισμένος ἐνταῦθ' εἰς ὑμᾶς παριέναι,
ἐγὼ δ' αὐτὸ τοῦτο φοβοῦμαι, μὴ διὰ τὴν ἀπειρίαν οὐ
δυνηθῶ δηλῶσαι περὶ τῶν πραγμάτων ὑμῖν· ὅμως δ', ὦ
ἄνδρες δικασταί, προσέχετε τὸν νοῦν.
Πολύευκτος γὰρ ἦν τις Θριάσιος, ὃν ἴσως οὐδ' ὑμῶν
τινες ἀγνοοῦσιν. οὗτος ὁ Πολύευκτος, ἐπειδὴ οὐκ ἦσαν
αὐτῷ παῖδες ἄρρενες, ποιεῖται Λεωκράτη τὸν ἀδελφὸν τῆς
ἑαυτοῦ γυναικός. οὐσῶν δ' αὐτῷ δύο θυγατέρων ἐκ τῆς
τοῦ Λεωκράτους ἀδελφῆς, τὴν μὲν πρεσβυτέραν ἐμοὶ δίδω-
σιν καὶ τετταράκοντα μνᾶς προῖκα, τὴν δὲ νεωτέραν τῷ
Λεωκράτει. τούτων δ' οὕτως ἐχόντων, διαφορᾶς γενο-
μένης τῷ Πολυεύκτῳ πρὸς τὸν Λεωκράτη, περὶ ἧς οὐκ οἶδ'
ὅ τι δεῖ λέγειν, ἀφελόμενος ὁ Πολύευκτος τὴν θυγατέρα
δίδωσι Σπουδίᾳ τουτῳί. μετὰ δὲ ταῦτ' ἠγανάκτειθ'ὁ
Λεωκράτης, καὶ δίκας ἐλάγχανε Πολυεύκτῳ καὶ τουτῳὶ
Σπουδίᾳ, καὶ περὶ πάντων ἠναγκάζοντ' εἰς λόγον καθίστα-
σθαι. καὶ τὸ τελευταῖον διελύθησαν, ἐφ' ᾧτε κομισάμενον τὸν
Λεωκράτην ἅπερ ἦν εἰς τὴν οὐσίαν εἰσενηνεγμένος, μήτε
κακόνουν εἶναι τῷ Πολυεύκτῳ, τῶν τε πρὸς ἀλλήλους ἐγκλη-
μάτων ἀπηλλάχθαι πάντων. τίνος οὖν ἕνεχ' ὑμῖν, ὦ

Δημοσθένης Contra Spudiam Τμ. 5, γρ. 2

Λεωκράτει. τούτων δ' οὕτως ἐχόντων, διαφορᾶς γενο-


μένης τῷ Πολυεύκτῳ πρὸς τὸν Λεωκράτη, περὶ ἧς οὐκ οἶδ'
ὅ τι δεῖ λέγειν, ἀφελόμενος ὁ Πολύευκτος τὴν θυγατέρα
δίδωσι Σπουδίᾳ τουτῳί. μετὰ δὲ ταῦτ' ἠγανάκτειθ'ὁ
Λεωκράτης, καὶ δίκας ἐλάγχανε Πολυεύκτῳ καὶ τουτῳὶ
Σπουδίᾳ, καὶ περὶ πάντων ἠναγκάζοντ' εἰς λόγον καθίστα-
σθαι. καὶ τὸ τελευταῖον διελύθησαν, ἐφ' ᾧτε κομισάμενον τὸν
Λεωκράτην ἅπερ ἦν εἰς τὴν οὐσίαν εἰσενηνεγμένος, μήτε
κακόνουν εἶναι τῷ Πολυεύκτῳ, τῶν τε πρὸς ἀλλήλους ἐγκλη-
μάτων ἀπηλλάχθαι πάντων. τίνος οὖν ἕνεχ' ὑμῖν, ὦ
ἄνδρες δικασταί, ταῦτ' εἶπον; ὅτι τὴν προῖκ' οὐ κομισά-
μενος ἅπασαν, ἀλλ' ὑπολειφθεισῶν χιλίων δραχμῶν καὶ
ὁμολογηθεισῶν ἀπολαβεῖν ὅταν Πολύευκτος ἀποθάνῃ, ἕως
μὲν ὁ Λεωκράτης ἦν κληρονόμος τῶν Πολυεύκτου, πρὸς
ἐκεῖνον ἦν μοι τὸ συμβόλαιον· ἐπειδὴ δ' ὅ τε Λεωκράτης
ἐξεκεχωρήκει ὅ τε Πολύευκτος μοχθηρῶς εἶχεν, τηνικαῦτ',
ὦ ἄνδρες δικασταί, τὴν οἰκίαν ταύτην ἀποτιμῶμαι πρὸς τὰς
δέκα μνᾶς, ἐξ ἧς διακωλύει με τὰς μισθώσεις κομίζεσθαι
Σπουδίας. πρῶτον μὲν οὖν ὑμῖν μάρτυρας παρέξομαι τοὺς
79

παραγενομένους ὅτ' ἠγγύα μοι Πολύευκτος τὴν θυγατέρ'


ἐπὶ τετταράκοντα μναῖς· ἔπειθ' ὡς ἔλαττον ταῖς χιλίαις

Δημοσθένης Contra Spudiam Τμ. 6, γρ. 7

ἐξεκεχωρήκει ὅ τε Πολύευκτος μοχθηρῶς εἶχεν, τηνικαῦτ',


ὦ ἄνδρες δικασταί, τὴν οἰκίαν ταύτην ἀποτιμῶμαι πρὸς τὰς
δέκα μνᾶς, ἐξ ἧς διακωλύει με τὰς μισθώσεις κομίζεσθαι
Σπουδίας. πρῶτον μὲν οὖν ὑμῖν μάρτυρας παρέξομαι τοὺς
παραγενομένους ὅτ' ἠγγύα μοι Πολύευκτος τὴν θυγατέρ'
ἐπὶ τετταράκοντα μναῖς· ἔπειθ' ὡς ἔλαττον ταῖς χιλίαις
ἐκομισάμην· ἔτι δ' ὡς ἅπαντα τὸν χρόνον ὀφείλειν ὡμο-
λόγει μοι Πολύευκτος, καὶ τὸν Λεωκράτην συνέστησε, καὶ
ὡς τελευτῶν διέθεθ' ὅρους ἐπιστῆσαι χιλίων δραχμῶν ἐμοὶ
τῆς προικὸς ἐπὶ τὴν οἰκίαν. καί μοι κάλει τοὺς μάρτυρας.

Δημοσθένης Contra Spudiam Τμ. 25, γρ. 5

ΜΑΡΤΥΡΙΑ.

Τούτων τοίνυν οὕτως σαφῶς ἀποδεδειγμένων, ἡγοῦμαι


μὲν οὐδὲν ἔτι δεῖν πλείω λέγειν· ὁπότε γὰρ καὶ νόμους ἔχω
παρέχεσθαι καὶ μάρτυρας ἁπάντων τῶν εἰρημένων, καὶ τὸν
ἀντίδικον αὐτὸν ὁμολογοῦντά μοι, τί δεῖ μακρῶν ἔτι λόγων;
ὅμως δ' ἂν ἄρα περὶ τῆς προικὸς ἀγανακτῇ καὶ φάσκῃ
πλεονεκτεῖσθαι ταῖς χιλίαις δραχμαῖς, ψεύσεται· οὐδὲν γὰρ
ἔχων ἔλαττον ἀμφισβητεῖ πρὸς αὐτάς, ἀλλὰ πλέον, ὡς
αὐτίχ' ὑμῖν ἔσται φανερόν. οὐ μὴν ἀλλ' εἰ πάντα ταῦθ'
ὡς ἀληθῶς συνέβη, οὐ δήπου δίκαιον ἐμὲ τὴν ὁμολογη-
θεῖσαν προῖκα μὴ λαβεῖν, εἴπερ ὄφελός τι τῶν νόμων ἐστίν,
οὐδέ γε τὸν Πολύευκτον, εἰ τῶν θυγατέρων ἐβούλετο τῇ
μὲν ἐλάττω, τῇ δὲ πλείω προῖκ' ἐπιδοῦναι, διακωλυθῆναι
νῦν· σοὶ γὰρ αὐτῷ μὴ λαμβάνειν ἐξῆν, ὦ Σπουδία, μὴ
προστιθεμένων ὥσπερ ἐμοὶ τῶν χιλιῶν. ἀλλ' οὐδὲν ἔλατ-
τον εἶχες, ὡς ἐγὼ διδάξω. πρῶτον δ' ἐφ' οἷς ἐξέδοτο τούτῳ,

Δημοσθένης Contra Spudiam Τμ. 26, γρ. 5

μὲν οὐδὲν ἔτι δεῖν πλείω λέγειν· ὁπότε γὰρ καὶ νόμους ἔχω
παρέχεσθαι καὶ μάρτυρας ἁπάντων τῶν εἰρημένων, καὶ τὸν
ἀντίδικον αὐτὸν ὁμολογοῦντά μοι, τί δεῖ μακρῶν ἔτι λόγων;
ὅμως δ' ἂν ἄρα περὶ τῆς προικὸς ἀγανακτῇ καὶ φάσκῃ
πλεονεκτεῖσθαι ταῖς χιλίαις δραχμαῖς, ψεύσεται· οὐδὲν γὰρ
ἔχων ἔλαττον ἀμφισβητεῖ πρὸς αὐτάς, ἀλλὰ πλέον, ὡς
αὐτίχ' ὑμῖν ἔσται φανερόν. οὐ μὴν ἀλλ' εἰ πάντα ταῦθ'
80

ὡς ἀληθῶς συνέβη, οὐ δήπου δίκαιον ἐμὲ τὴν ὁμολογη-


θεῖσαν προῖκα μὴ λαβεῖν, εἴπερ ὄφελός τι τῶν νόμων ἐστίν,
οὐδέ γε τὸν Πολύευκτον, εἰ τῶν θυγατέρων ἐβούλετο τῇ
μὲν ἐλάττω, τῇ δὲ πλείω προῖκ' ἐπιδοῦναι, διακωλυθῆναι
νῦν· σοὶ γὰρ αὐτῷ μὴ λαμβάνειν ἐξῆν, ὦ Σπουδία, μὴ
προστιθεμένων ὥσπερ ἐμοὶ τῶν χιλιῶν. ἀλλ' οὐδὲν ἔλατ-
τον εἶχες, ὡς ἐγὼ διδάξω. πρῶτον δ' ἐφ' οἷς ἐξέδοτο τούτῳ,
λαβέ μοι τὴν μαρτυρίαν.

Δημοσθένης Contra Spudiam Τμ. 27, γρ. 8

ΜΑΡΤΥΡΙΑ.

Πῶς οὖν οὐδὲν ἔλαττον ἔχει, φήσει τις, εἰ τούτῳ μὲν ἐν


ταῖς τετταράκοντα μναῖς ἐνετιμᾶτο τὰ χρυσία καὶ τὰ ἱμάτια
τῶν χιλιῶν, ἐμοὶ δ' αἱ δέκα μναῖ χωρὶς προσαπεδίδοντο;
τοῦτο δὴ καὶ μέλλω λέγειν. ὁ μὲν γὰρ Σπουδίας, ὦ
ἄνδρες δικασταί, παρὰ τοῦ Λεωκράτους ἔχουσαν τὰ χρυσία
καὶ τὰ ἱμάτια τὴν γυναῖκ' ἔλαβεν, ὧν ὁ Πολύευκτος προς-
απέτεισεν τῷ Λεωκράτει πλεῖν ἢ χιλίας· ἐγὼ δ', ἅπερ
ἔπεμψέ μοι χωρὶς τῆς προικός, ὅσ' ἔχω μόνον, πρὸς τὰ
τούτῳ δοθέντ' ἐὰν ἀντιθῇ τις, εὑρήσει παραπλήσια, χωρὶς
τῶν εἰς τὰς χιλίας ἀποτιμηθέντων. ὥστ' εἰκότως ἐν ταῖς
τετταράκοντα μναῖς ἐνετιμᾶτο ταῦτα, ἅπερ ἀπετετείκει τῷ
Λεωκράτει καὶ πλείω τῶν ἐμοὶ δοθέντων ἦν. καί μοι λαβὲ
πρῶτον μὲν τὴν ἀπογραφὴν ταύτην καὶ λέγ' αὐτοῖς ἅπερ
ἑκάτερος ἡμῶν ἔχει, μετὰ δὲ ταῦτα τὴν τῶν διαιτητῶν
μαρτυρίαν, ἵν' ἴδωσιν ὅτι καὶ πολλῷ πλείω χρήματ' ἔχει,
καὶ περὶ τούτων ὁ Λεωκράτης ἐνεκάλει, καὶ κατὰ ταῦτ'
ἔγνωσαν οἱ διαιτηταί. λέγε.

Δημοσθένης Contra Phaenippum [Sp.] Τμ. 27, γρ. 6

ΑΠΟΦΑΣΙΣ.

Ἐπίσχες. αὕτη ἐστίν, ὦ ἄνδρες δικασταί, ἡ Ἀριστονόη


τοῦ Φιλοστράτου θυγάτηρ, μήτηρ δὲ τουτουί. ταύτῃ χρέως
φησὶν ὀφείλεσθαι Φαίνιππος τὴν προῖκα, ἧς οἱ νόμοι κύριον
τοῦτον ποιοῦσιν, ψευδόμενος καὶ οὐ δικαίως χρώμενος τῇ
ἀποφάσει. διὰ τί γὰρ ἐγώ, Φαίνιππε, μενούσης μοι τῆς
81

μητρὸς ἐν τῷ οἴκῳ καὶ ζώσης καὶ προῖκα ἐπενεγκαμένης, οὐκ


ἀπογράφω τὴν προῖκα χρέως αὐτῇ, οὐδὲ παρακρούομαι τοὺς
δικαστάς, ἀλλ' ἐῶ μετέχειν τῶν ἐμαυτοῦ τὴν μητέρα, ἄν τε
τὴν Φαινίππου ἄν τε τὴν ἐμαυτοῦ ἔχω οὐσίαν; ὅτι οἱ νό-
μοι ταῦτα κελεύουσιν, ὦ βέλτιστε· σὺ δὲ πάντα ποιεῖς παρὰ
τοὺς νόμους. λέγ' ἕτερον.

Δημοσθένης In Stephanum 1 Τμ. 28, γρ. 10

ΔΙΑΘΗΚΗ.

Τάδε διέθετο Πασίων Ἀχαρνεύς· δίδωμι τὴν ἐμαυτοῦ γυναῖκα


Ἀρχίππην Φορμίωνι, καὶ προῖκα ἐπιδίδωμι Ἀρχίππῃ τάλαντον
μὲν τὸ ἐκ Πεπαρήθου, τάλαντον δὲ τὸ αὐτόθεν, συνοικίαν ἑκατὸν
μνῶν, θεραπαίνας καὶ τὰ χρυσία, καὶ τἄλλα ὅσα ἐστὶν αὐτῇ
ἔνδον, ἅπαντα ταῦτα Ἀρχίππῃ δίδωμι.
Ἠκούσατ', ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, τὸ πλῆθος τῆς προικός,
τάλαντον ἐκ Πεπαρήθου, τάλαντον αὐτόθεν, συνοικίαν ἑκατὸν
μνῶν, θεραπαίνας καὶ χρυσία, καὶ τἄλλα, φησίν, ὅσ' ἔστιν
αὐτῇ δίδωμι, τούτῳ τῷ γράμματι καὶ τοῦ ζητῆσαί τι τῶν
καταλειφθέντων ἀποκλείων ἡμᾶς.
Φέρε δὴ δείξω τὴν μίσθωσιν ὑμῖν, καθ' ἣν ἐμεμίσθωτο
τὴν τράπεζαν παρὰ τοῦ πατρὸς οὗτος. καὶ γὰρ ἐκ ταύτης
καίπερ ἐσκευωρημένης ὄψεσθ' ὅτι πλάσμ' ὅλον ἐστὶν ἡ δια-
θήκη. δείξω δ' ἣν οὗτος παρέσχετο μίσθωσιν, οὐκ ἄλλην
τινά, ἐν ᾗ προσγέγραπται ἕνδεκα τάλανθ' ὁ πατὴρ ὀφείλων
εἰς τὰς παρακαταθήκας τούτῳ. ἔστι δ' οἶμαι ταῦτα τοιαῦτα.

Δημοσθένης In Stephanum 1 Τμ. 35, γρ. 5

νυν τὸ γράμμα παντελῶς δηλοῖ ψευδῆ τὴν διαθήκην οὖσαν.


τίς γὰρἂνἀνθρώπων, ἃ μὲν ἔμελλεν τραπεζιτεύων οὗτος
ἐργάζεσθαι, ταῦθ' ὅπως ἡμῖν τοῖς αὑτοῦ παισίν, ἀλλὰ μὴ
τούτῳ γενήσεται προὐνοήθη, καὶ διὰ τοῦτο μὴ ἐξεῖναι τούτῳ
τραπεζιτεύειν ἔγραψεν, ἵνα μὴ ἀφιστῆται ἀφ' ἡμῶν· ἃ δ'
αὐτὸς εἰργασμένος ἔνδον κατέλειπε, ταῦθ' ὅπως οὗτος λήψε-
ται παρεσκεύασε; καὶ τῆς μὲν ἐργασίας ἐφθόνησεν, ἧς οὐδὲν
αἰσχρὸν ἦν μεταδοῦναι· τὴν δὲ γυναῖκ' ἔδωκεν, οὗ μεῖζον
οὐδὲν ἂν κατέλιπεν ὄνειδος, τυχών γε τῆς παρ' ὑμῶν δωρεᾶς,
εἶθ' ὥσπερ ἂν δοῦλος δεσπότῃ διδούς, ἀλλ' οὐ τοὐναντίον,
εἴπερ ἐδίδου, δεσπότης οἰκέτῃ, προστιθεὶς προῖκα ὅσην οὐ-
δεὶς τῶν ἐν τῇ πόλει φαίνεται; καίτοι τούτῳ μὲν αὐτὸ τοῦτ'
ἀγαπητὸν ἦν, τὸ τῆς δεσποίνης ἀξιωθῆναι· τῷ πατρὶ δ' οὐδὲ
λαμβάνοντι τοσαῦτα χρήματα, ὅσα φασὶ διδόνθ' οὗτοι,
εὔλογον ἦν πρᾶξαι ταῦτα. ἀλλ' ὅμως ἃ τοῖς εἰκόσι, τοῖς
χρόνοις, τοῖς πεπραγμένοις ἐξελέγχεται ψευδῆ, ταῦτα μαρ-
τυρεῖν οὐκ ὤκνησεν οὑτοσὶ Στέφανος.
82

Εἶτα λέγει περιιών, ὡς ἐμαρτύρησε μὲν Νικοκλῆς ἐπι-


τροπεῦσαι κατὰ τὴν διαθήκην, ἐμαρτύρησε δὲ Πασικλῆς
ἐπιτροπευθῆναι κατὰ τὴν διαθήκην. ἐγὼ δ' αὐτὰ ταῦτ' οἶμαι
τεκμήρι' εἶναι τοῦ μήτ' ἐκείνους τἀληθῆ μήτε τούσδε μεμαρ

Δημοσθένης In Stephanum 1 Τμ. 54, γρ. 7

μὲν γάρ ἐστιν εἰ καὶ καθ' ὅτου τις οὖν τὰ ψευδῆ μαρτυρεῖ,
πολλῷ δὲ δεινότερον καὶ πλείονος ὀργῆς ἄξιον εἰ κατὰ τῶν
συγγενῶν· οὐ γὰρ τοὺς γεγραμμένους νόμους ὁ τοιοῦτος
ἄνθρωπος μόνον, ἀλλὰ καὶ τὰ τῆς φύσεως οἰκεῖ' ἀναιρεῖ.
τοῦτο τοίνυν ἐπιδειχθήσεται πεποιηκὼς οὗτος. ἔστι γὰρ ἡ
τούτου μήτηρ καὶ ὁ τῆς ἐμῆς γυναικὸς πατὴρ ἀδελφοί, ὥστε
τὴν μὲν γυναῖκα τὴν ἐμὴν ἀνεψιὰν εἶναι τούτῳ, τοὺς δὲ
παῖδας τοὺς ἐκείνης καὶ τοὺς ἐμοὺς ἀνεψιαδοῦς. ἆρ' οὖν
δοκεῖ ποτ' ἂν ὑμῖν οὗτος, εἴ τι δι' ἔνδειαν εἶδε ποιούσας ὧν
οὐ χρὴ τὰς αὑτοῦ συγγενεῖς, ὅπερ ἤδη πολλοὶ πεποιήκασι,
παρ' αὑτοῦ προῖκ' ἐπιδοὺς ἐκδοῦναι, ὃς ὑπὲρ τοῦ μηδ' ἃ
προσήκει κομίσασθαι ταύτας τὰ ψευδῆ μαρτυρεῖν ἠθέλησεν,
καὶ περὶ πλείονος ἐποιήσατο τὸν Φορμίωνος πλοῦτον ἢ τὰ
τῆς συγγενείας ἀναγκαῖα; ἀλλὰ μὴν ὅτι ταῦτ' ἀληθῆ λέγω,
λαβὲ τὴν μαρτυρίαν τὴν Δεινίου καὶ ἀναγίγνωσκε, καὶ κάλει
Δεινίαν.

Δημοσθένης In Stephanum 1 Τμ. 74, γρ. 3

τέχνην ἐδίδαξεν καὶ χρημάτων ἐποίησε κύριον πολλῶν,


εὐδαίμων γέγονεν, τὴν τύχην, ᾗ πρὸς ἡμᾶς ἀφίκετο, ἀρχὴν
λαβὼν πάσης τῆς νῦν παρούσης εὐδαιμονίας. οὐκοῦν δεινόν,
ὦ γῆ καὶ θεοί, καὶ πέρᾳ δεινοῦ, τοὺς Ἕλληνα μὲν ἀντὶ βαρ-
βάρου ποιήσαντας, γνώριμον δ' ἀντ' ἀνδραπόδου, τοσούτων
δ' ἀγαθῶν ἡγεμόνας, τούτους περιορᾶν ἐν ταῖς ἐσχάταις
ἀπορίαις ὄντας ἔχοντα καὶ πλουτοῦντα, καὶ εἰς τοῦθ' ἥκειν
ἀναιδείας ὥστε, ἧς παρ' ἡμῶν τύχης μετέσχε, ταύτης ἡμῖν
μὴ τολμᾶν μεταδοῦναι. ἀλλ' αὐτὸς μὲν οὐκ ὤκνησε τὴν
δέσποιναν γῆμαι καὶ ἣ τὰ καταχύσματ' αὐτοῦ κατέχεε τόθ'
ἡνίκ' ἐωνήθη, ταύτῃ συνοικεῖν, οὐδὲ προῖκα πέντε τάλανθ'
αὑτῷ γράψαι, χωρὶς ὧν οὔσης τῆς μητρὸς κυρίας οὗτος
ἐγκρατὴς γέγονεν πολλῶν χρημάτων (τί γὰρ αὐτὸν οἴεσθ' εἰς
τὰς διαθήκας ἐγγράψαι ‘καὶ τἄλλα, ὅσα ἐστίν, Ἀρχίππῃ
δίδωμι;’) τὰς δ' ἡμετέρας θυγατέρας μελλούσας δι' ἔνδειαν
ἀνεκδότους ἔνδον γηράσκειν περιορᾷ. καὶ εἰ μὲν πένης
οὗτος ἦν, ἡμεῖς δ' εὐποροῦντες ἐτυγχάνομεν, καὶ συνέβη τι
παθεῖν, οἷα πολλά, ἐμοί, οἱ παῖδες ἂν οἱ τούτου τῶν ἐμῶν
θυγατέρων ἐπεδικάζοντο, οἱ τοῦ δούλου τῶν τοῦ δεσπότου·
θεῖοι γάρ εἰσιν αὐταῖς διὰ τὸ τὴν μητέρα τὴν ἐμὴν τοῦτον
83

Δημοσθένης In Evergum et Mnesibulum [Sp.] Τμ. 57, γρ. 2

ἦν καὶ οὐκ ἦν αὐτὴν ὁ θρέψων, ἐπανῆκεν ὡς ἐμέ. ἀναγκαῖον


οὖν ἦν μὴ περιιδεῖν ἐνδεεῖς ὄντας μήτε τιτθὴν γενομένην
μήτε παιδαγωγόν· ἅμα δὲ καὶ τριηραρχῶν ἐξέπλεον, ὥστε
καὶ τῇ γυναικὶ βουλομένῃ ἦν τοιαύτην οἰκουρὸν μετ' αὐτῆς
με καταλιπεῖν. ἀριστώντων δὲ ἐν τῇ αὐλῇ, ὡς ἐπεισπηδῶ-
σιν οὗτοι καὶ καταλαμβάνουσιν αὐτὰς καὶ ἥρπαζον τὰ σκεύη,
αἱ μὲν ἄλλαι θεράπαιναι (ἐν τῷ πύργῳ γὰρ ἦσαν, οὗπερ
διαιτῶνται) ὡς ἤκουσαν κραυγῆς, κλείουσι τὸν πύργον, καὶ
ἐνταῦθα μὲν οὐκ εἰσῆλθον, τὰ δ' ἐκ τῆς ἄλλης οἰκίας ἐξέ-
φερον σκεύη, ἀπαγορευούσης τῆς γυναικὸς μὴ ἅπτεσθαι
αὐτοῖς, καὶ λεγούσης ὅτι αὑτῆς εἴη ἐν τῇ προικὶ τετιμημένα
καὶ ὅτι ‘τὰ πρόβατα ἔχετε πεντήκοντα καὶ τὸν παῖδα καὶ
τὸν ποιμένα, πλείονος ἄξια ἢ κατεδικάσασθε·’ ἀπήγγειλε
γάρ τις αὐτοῖς τῶν γειτόνων κόψας τὴν θύραν. ἔτι δὲ
ἔφη τὸ ἀργύριον αὐτοῖς κείμενον εἶναι ἐπὶ τῇ τραπέζῃ·
ἠκηκόει γὰρ ἐμοῦ· ‘κἂν περιμείνητε’, ἔφη, ‘ἢ μετέλθῃ τις
ὑμῶν αὐτόν, ἔχοντες ἄπιτε τὸ ἀργύριον ἤδη· τὰ δὲ σκεύη
ἐᾶτε, καὶ μηδὲν τῶν ἐμῶν φέρετε, ἄλλως τε καὶ ἔχοντες
ἄξια τῆς καταδίκης.’ ταῦτα δὲ λεγούσης τῆς γυναικὸς οὐχ
ὅπως ἐπέσχον, ἀλλὰ καὶ τῆς τιτθῆς τὸ κυμβίον λαβούσης
παρακείμενον αὐτῇ, ἐξ οὗ ἔπινεν, καὶ ἐνθεμένης εἰς τὸν

Δημοσθένης De corona trierarchiae Τμ. 18, γρ. 7

ἐναντία τολμῶσιν δημηγορεῖν, ἀλλὰ καὶ νῦν οὐ ταὐτὰ λέ-


γουσιν ἑαυτοῖς, οἵτινες τοὺς μὲν ναύτας φασὶ δεῖν οἰκείους
εἶναι τῆς τριήρους τῆς ληψομένης τὸν στέφανον, τῶν δὲ τριη-
ράρχων τοὺς ἠλλοτριωκότας αὑτοὺς ἀπὸ τῆς λῃτουργίας,
τούτους στεφανῶσαι κελεύουσι. καὶ φασὶ μὲν οὐδένα τού-
των πρότερον παρασκευάσασθαι, κελεύουσι δὲ κοινῇ στεφα-
νοῦν ἡμᾶς, τοῦ ψηφίσματος οὐ ταῦτα λέγοντος. ἐγὼ δὲ
τοσούτου δέω τοῦτο συγχωρεῖν ὅσουπερ καὶ μεμισθωκέναι
τὴν τριηραρχίαν· οὔτε γὰρ τοῦθ' ὑπομείναιμ' ἂν οὔτ' ἐκεῖν'
ἐποίησα. προσποιοῦνται μὲν τοίνυν ὑπὲρ τοῦ δικαίου συνη-
γορεῖν, σπουδάζουσιν δὲ μᾶλλον ἢ προῖκ' ἄν τις ὑμῶν
πράττων, ὥσπερ ἄξια τοῦ μισθοῦ ποιῆσαι προσῆκον ἑαυτοῖς,
ἀλλ' οὐ γνώμην ἀποφήνασθαι. εἶθ' ὥσπερ οὐχὶ πολιτείας
κοινῆς μετέχοντες καὶ διὰ ταῦτα τῷ βουλομένῳ λέγειν ἐξόν,
ἀλλ' ἱερωσύνην ἰδίαν αὐτοί τινα ταύτην ἔχοντες, ἐὰν ὑπὲρ
τῶν δικαίων ἐν ὑμῖν τις εἴπῃ, δεινὰ πάσχουσιν καὶ θρασὺν
εἶναί φασιν. καὶ εἰς τοσοῦτον ἀναισθησίας προήκουσιν,
ὥστ' οἴονται τὸν ἅπαξ εἰρηκότ' ἂν καλέσωσιν ἀναιδῆ, σφᾶς
αὐτοὺς πάντ'ἂντὸν βίον καλοὺς κἀγαθοὺς νομίζεσθαι.
καίτοι διὰ μὲν τὰς τούτων δημηγορίας πολλὰ χεῖρον ἔχει,
διὰ τοὺς δ' οἰομένους δεῖν τὰ δίκαι' ἀντιλέγειν οὐ πάντ'

Δημοσθένης In Neaeram [Sp.] Τμ. 8, γρ. 3


84

δυνηθῆναι ἐκτεῖσαι τοσοῦτον ὄφλημα· μὴ ἐκτεισθέντος δὲ


τοῦ ὀφλήματος ἐπὶ τῆς ἐνάτης πρυτανείας, διπλοῦν ἔμελλεν
ἔσεσθαι τὸ ὄφλημα καὶ ἐγγραφήσεσθαι Ἀπολλόδωρος τριά-
κοντα τάλαντα ὀφείλων τῷ δημοσίῳ· ἐγγεγραμμένου δὲ τῷ
δημοσίῳ, ἀπογραφήσεσθαι ἔμελλεν ἡ ὑπάρχουσα οὐσία
Ἀπολλοδώρῳ δημοσία εἶναι, πραθείσης δ' αὐτῆς εἰς τὴν
ἐσχάτην ἀπορίαν καταστήσεσθαι καὶ αὐτὸς καὶ παῖδες οἱ
ἐκείνου καὶ γυνὴ καὶ ἡμεῖς ἅπαντες. ἔτι δὲ καὶ ἡ ἑτέρα
θυγάτηρ ἀνέκδοτος ἔμελλεν ἔσεσθαι· τίς γὰρ ἄν ποτε παρ'
ὀφείλοντος τῷ δημοσίῳ καὶ ἀποροῦντος ἔλαβεν ἄπροικον;
οὐκοῦν τηλικούτων κακῶν αἴτιος ἡμῖν πᾶσιν ἐγίγνετο, οὐδὲν
πώποτε ὑφ' ἡμῶν ἠδικημένος. τοῖς μὲν οὖν δικασταῖς τοῖς
τότε δικάσασι πολλὴν χάριν κατά γε τοῦτο ἔχω, ὅτι οὐ
περιεῖδον αὐτὸν ἀναρπασθέντα, ἀλλ' ἐτίμησαν ταλάντου,
ὥστε δυνηθῆναι ἐκτεῖσαι μόλις· τούτῳ δὲ δικαίως τὸν αὐτὸν
ἔρανον ἐνεχειρήσαμεν ἀποδοῦναι. καὶ γὰρ οὐ μόνον ταύτῃ
ἐζήτησεν ἀνελεῖν ἡμᾶς, ἀλλὰ καὶ ἐκ τῆς πατρίδος αὐτὸν
ἐβουλήθη ἐκβαλεῖν. ἐπενέγκας γὰρ αὐτῷ αἰτίαν ψευδῆ ὡς
Ἀφίδναζέ ποτε ἀφικόμενος ἐπὶ δραπέτην αὑτοῦ ζητῶν πατά-
ξειε γυναῖκα καὶ ἐκ τῆς πληγῆς τελευτήσειεν ἡ ἄνθρωπος,

Δημοσθένης In Neaeram [Sp.] Τμ. 50, γρ. 5

Ὅτι μὲν τοίνυν ἐξ ἀρχῆς δούλη ἦν καὶ ἐπράθη δὶς καὶ ἠργά-
ζετο τῷ σώματι ὡς ἑταίρα οὖσα, καὶ ἀπέδρα τὸν Φρυνίωνα εἰς
Μέγαρα, καὶ ἥκουσα κατηγγυήθη ὡς ξένη οὖσα πρὸς τῷ πολε-
μάρχῳ, τῷ τε λόγῳ ἀποφαίνω ὑμῖν καὶ μεμαρτύρηται. βού-
λομαι δ' ὑμῖν καὶ αὐτὸν Στέφανον τουτονὶ ἐπιδεῖξαι καταμεμαρ-
τυρηκότ' αὐτῆς ὡς ἔστι ξένη. τὴν γὰρ θυγατέρα τὴν ταυτησὶ
Νεαίρας, ἣν ἦλθεν ἔχουσα ὡς τουτονὶ παιδάριον μικρόν, ἣν
τότε μὲν Στρυβήλην ἐκάλουν, νυνὶ δὲ Φανώ, ἐκδίδωσι Στέφανος
οὑτοσὶ ὡς οὖσαν αὑτοῦ θυγατέρα ἀνδρὶ Ἀθηναίῳ Φράστορι
Αἰγιλιεῖ, καὶ προῖκα ἐπ' αὐτῇ δίδωσι τριάκοντα μνᾶς. ὡς δ'
ἦλθεν ὡς τὸν Φράστορα, ἄνδρα ἐργάτην καὶ ἀκριβῶς τὸν βίον
συνειλεγμένον, οὐκ ἠπίστατο τοῖς τοῦ Φράστορος τρόποις
ἀρέσκειν, ἀλλ' ἐζήτει τὰ τῆς μητρὸς ἔθη καὶ τὴν παρ' αὐτῇ
ἀκολασίαν, ἐν τοιαύτῃ οἶμαι ἐξουσίᾳ τεθραμμένη. ὁρῶν δὲ
Φράστωρ αὐτὴν οὔτε κοσμίαν οὖσαν οὔτ' ἐθέλουσαν αὑτοῦ
ἀκροᾶσθαι, ἅμα δὲ καὶ πεπυσμένος σαφῶς ἤδη ὅτι Στεφάνου
μὲν οὐκ εἴη θυγάτηρ, Νεαίρας δέ, τὸ δὲ πρῶτον ἐξηπατήθη,
ὅτ' ἠγγυᾶτο ὡς Στεφάνου θυγατέρα λαμβάνων καὶ οὐ Νεαίρας,
ἀλλὰ τούτῳ ἐξ ἀστῆς αὐτὴν γυναικὸς οὖσαν πρότερον πρὶν
ταύτῃ συνοικῆσαι, ὀργισθεὶς δ' ἐπὶ τούτοις ἅπασιν, καὶ

Δημοσθένης In Neaeram [Sp.] Τμ. 51, γρ. 9

συνειλεγμένον, οὐκ ἠπίστατο τοῖς τοῦ Φράστορος τρόποις


ἀρέσκειν, ἀλλ' ἐζήτει τὰ τῆς μητρὸς ἔθη καὶ τὴν παρ' αὐτῇ
85

ἀκολασίαν, ἐν τοιαύτῃ οἶμαι ἐξουσίᾳ τεθραμμένη. ὁρῶν δὲ


Φράστωρ αὐτὴν οὔτε κοσμίαν οὖσαν οὔτ' ἐθέλουσαν αὑτοῦ
ἀκροᾶσθαι, ἅμα δὲ καὶ πεπυσμένος σαφῶς ἤδη ὅτι Στεφάνου
μὲν οὐκ εἴη θυγάτηρ, Νεαίρας δέ, τὸ δὲ πρῶτον ἐξηπατήθη,
ὅτ' ἠγγυᾶτο ὡς Στεφάνου θυγατέρα λαμβάνων καὶ οὐ Νεαίρας,
ἀλλὰ τούτῳ ἐξ ἀστῆς αὐτὴν γυναικὸς οὖσαν πρότερον πρὶν
ταύτῃ συνοικῆσαι, ὀργισθεὶς δ' ἐπὶ τούτοις ἅπασιν, καὶ
ὑβρίσθαι ἡγούμενος καὶ ἐξηπατῆσθαι, ἐκβάλλει τὴν ἄνθρω-
πον ὡς ἐνιαυτὸν συνοικήσας αὐτῇ, κυοῦσαν, καὶ τὴν προῖκα
οὐκ ἀποδίδωσιν. λαχόντος δὲ τοῦ Στεφάνου αὐτῷ δίκην
σίτου εἰς Ὠιδεῖον κατὰ τὸν νόμον ὃς κελεύει, ἐὰν ἀποπέμπῃ
τὴν γυναῖκα, ἀποδιδόναι τὴν προῖκα, ἐὰν δὲ μή, ἐπ' ἐννέ'
ὀβολοῖς τοκοφορεῖν, καὶ σίτου εἰς Ὠιδεῖον εἶναι δικάσασθαι
ὑπὲρ τῆς γυναικὸς τῷ κυρίῳ, γράφεται ὁ Φράστωρ Στέφανον
τουτονὶ γραφὴν πρὸς τοὺς θεσμοθέτας, Ἀθηναίῳ ὄντι ξένης
θυγατέρα αὐτῷ ἐγγυῆσαι ὡς αὑτῷ προσήκουσαν, κατὰ τὸν
νόμον τουτονί. καί μοι ἀνάγνωθι αὐτόν.

Δημοσθένης In Neaeram [Sp.] Τμ. 53, γρ. 5

ΝΟΜΟΣ.

Ἐὰν δέ τις ἐκδῷ ξένην γυναῖκα ἀνδρὶ Ἀθηναίῳ ὡς ἑαυτῷ


προσήκουσαν, ἄτιμος ἔστω, καὶ ἡ οὐσία αὐτοῦ δημοσία ἔστω, καὶ
τοῦ ἑλόντος τὸ τρίτον μέρος. γραφέσθων δὲ πρὸς τοὺς θεσμοθέ-
τας οἷς ἔξεστιν, καθάπερ τῆς ξενίας.
Τὸν μὲν τοίνυν νόμον ἀνέγνω ὑμῖν, καθ' ὃν ἐγράφη
Στέφανος οὑτοσὶ ὑπὸ τοῦ Φράστορος πρὸς τοὺς θεσμοθέτας.
γνοὺς δ' ὅτι κινδυνεύσει ἐξελεγχθεὶς ξένης θυγατέρα ἠγγυη-
κέναι καὶ ταῖς ἐσχάταις ζημίαις περιπεσεῖν, διαλλάττεται
πρὸς τὸν Φράστορα καὶ ἀφίσταται τῆς προικός, καὶ τὴν δίκην
τοῦ σίτου ἀνείλετο, καὶ ὁ Φράστωρ τὴν γραφὴν παρὰ τῶν
θεσμοθετῶν. καὶ ὡς ἀληθῆ λέγω, τούτων ὑμῖν μάρτυρα
αὐτὸν τὸν Φράστορα καλῶ, καὶ ἀναγκάσω μαρτυρεῖν κατὰ
τὸν νόμον. κάλει μοι Φράστορα Αἰγιλιέα.

Δημοσθένης In Neaeram [Sp.] Τμ. 62, γρ. 8

εἰσάγειν τὸν υἱὸντὸναὑτοῦ εἰς τοὺς γεννήτας, εἰδότες αὐτοὶ ὅτι


Φράστορος υἱὸς εἴη ἐκ τῆς θυγατρὸς τῆς Νεαίρας, κωλύειν εἰσάγειν
Φράστορα τὸν υἱόν.
Οὐκοῦν περιφανῶς ἐπιδεικνύω ὑμῖν καὶ αὐτοὺς τοὺς
οἰκειοτάτους Νεαίρας ταυτησὶ καταμεμαρτυρηκότας ὡς ἔστιν
ξένη, Στέφανόν τε τουτονὶ τὸν ἔχοντα ταύτην νυνὶ καὶ
συνοικοῦντ' αὐτῇ καὶ Φράστορα τὸν λαβόντα τὴν θυγατέρα,
Στέφανον μὲν οὐκ ἐθελήσαντα ἀγωνίσασθαι ὑπὲρ τῆς
86

θυγατρὸς τῆς ταύτης, γραφέντα ὑπὸ Φράστορος πρὸς τοὺς


θεσμοθέτας ὡς Ἀθηναίῳ ὄντι ξένης θυγατέρα αὐτῷ ἠγγύη-
σεν, ἀλλ' ἀποστάντα τῆς προικὸς καὶ οὐκ ἀπολαβόντα,
Φράστορα δ' ἐκβαλόντα τε τὴν θυγατέρα τὴν Νεαίρας
ταυτησὶ γήμαντα, ἐπειδὴ ἐπύθετο οὐ Στεφάνου οὖσαν, καὶ
τὴν προῖκα οὐκ ἀποδόντα, ἐπειδή τε ἐπείσθη ὕστερον διὰ
τὴν ἀσθένειαν τὴν αὑτοῦ καὶ τὴν ἀπαιδίαν καὶ τὴν ἔχθραν
τὴν πρὸς τοὺς οἰκείους ποιήσασθαι τὸν υἱόν, καὶ ἐπειδὴ
εἰσῆγεν εἰς τοὺς γεννήτας, ἀποψηφισαμένων τῶν γεννητῶν
καὶ διδόντων ὅρκον αὐτῷ οὐκ ἐθελήσαντα ὀμόσαι, ἀλλὰ
μᾶλλον εὐορκεῖν προελόμενον, καὶ ἑτέραν ὕστερον γήμαντα
γυναῖκα ἀστὴν κατὰ τὸν νόμον·

Δημοσθένης In Neaeram [Sp.] Τμ. 63, γρ. 3

Οὐκοῦν περιφανῶς ἐπιδεικνύω ὑμῖν καὶ αὐτοὺς τοὺς


οἰκειοτάτους Νεαίρας ταυτησὶ καταμεμαρτυρηκότας ὡς ἔστιν
ξένη, Στέφανόν τε τουτονὶ τὸν ἔχοντα ταύτην νυνὶ καὶ
συνοικοῦντ' αὐτῇ καὶ Φράστορα τὸν λαβόντα τὴν θυγατέρα,
Στέφανον μὲν οὐκ ἐθελήσαντα ἀγωνίσασθαι ὑπὲρ τῆς
θυγατρὸς τῆς ταύτης, γραφέντα ὑπὸ Φράστορος πρὸς τοὺς
θεσμοθέτας ὡς Ἀθηναίῳ ὄντι ξένης θυγατέρα αὐτῷ ἠγγύη-
σεν, ἀλλ' ἀποστάντα τῆς προικὸς καὶ οὐκ ἀπολαβόντα,
Φράστορα δ' ἐκβαλόντα τε τὴν θυγατέρα τὴν Νεαίρας
ταυτησὶ γήμαντα, ἐπειδὴ ἐπύθετο οὐ Στεφάνου οὖσαν, καὶ
τὴν προῖκα οὐκ ἀποδόντα, ἐπειδή τε ἐπείσθη ὕστερον διὰ
τὴν ἀσθένειαν τὴν αὑτοῦ καὶ τὴν ἀπαιδίαν καὶ τὴν ἔχθραν
τὴν πρὸς τοὺς οἰκείους ποιήσασθαι τὸν υἱόν, καὶ ἐπειδὴ
εἰσῆγεν εἰς τοὺς γεννήτας, ἀποψηφισαμένων τῶν γεννητῶν
καὶ διδόντων ὅρκον αὐτῷ οὐκ ἐθελήσαντα ὀμόσαι, ἀλλὰ
μᾶλλον εὐορκεῖν προελόμενον, καὶ ἑτέραν ὕστερον γήμαντα
γυναῖκα ἀστὴν κατὰ τὸν νόμον· αὗται γὰρ αἱ πράξεις περι-
φανεῖς οὖσαι μεγάλας μαρτυρίας δεδώκασι κατ' αὐτῶν, ὅτι
ἔστι ξένη Νέαιρα αὑτηί.

Δημοσθένης In Neaeram [Sp.] Τμ. 69, γρ. 8

οὑτοσὶ ὅτι ἐξελεγχθήσεται πορνοβοσκῶν καὶ συκοφαντῶν,


δίαιταν ἐπιτρέπει πρὸς τὸν Ἐπαίνετον αὐτοῖς τοῖς ἐγγυη-
ταῖς, ὥστε τῆς μὲν ἐγγύης αὐτοὺς ἀφεῖσθαι, τὴν δὲ γραφὴν
ἀνελέσθαι τὸν Ἐπαίνετον. πεισθέντος δὲ τοῦ Ἐπαινέτου
ἐπὶ τούτοις καὶ ἀνελομένου τὴν γραφὴν ἣν ἐδίωκε Στέφανον,
γενομένης συνόδου αὐτοῖς καὶ καθεζομένων διαιτητῶν τῶν
ἐγγυητῶν, δίκαιον μὲν οὐδὲν εἶχε λέγειν Στέφανος, εἰς
ἔκδοσιν δ' ἠξίου τὸν Ἐπαίνετον τῇ τῆς Νεαίρας θυγατρὶ
συμβαλέσθαι, λέγων τὴν ἀπορίαν τὴν αὑτοῦ καὶ τὴν
ἀτυχίαν τὴν πρότερον γενομένην τῇ ἀνθρώπῳ πρὸς τὸν
Φράστορα, καὶ ὅτι ἀπολωλεκὼς εἴη τὴν προῖκα, καὶ οὐκ ἂν
δύναιτο πάλιν αὐτὴν ἐκδοῦναι· ‘σὺ δὲ καὶ κέχρησαι’ ἔφη
87

’τῇ ἀνθρώπῳ, καὶ δίκαιος εἶ ἀγαθόν τι ποιῆσαι αὐτήν’,


καὶ ἄλλους ἐπαγωγοὺς λόγους, οὓς ἄν τις δεόμενος ἐκ
πονηρῶν πραγμάτων εἴποι ἄν. ἀκούσαντες δ' ἀμφοτέρων
αὐτῶν οἱ διαιτηταὶ διαλλάττουσιν αὐτούς, καὶ πείθουσι τὸν
Ἐπαίνετον χιλίας δραχμὰς εἰσενεγκεῖν εἰς τὴν ἔκδοσιν τῇ
θυγατρὶ τῇ Νεαίρας. καὶ ὅτι πάντα ταῦτα ἀληθῆ λέγω,
τούτων ὑμῖν μάρτυρας αὐτοὺς τοὺς ἐγγυητὰς καὶ διαιτητὰς
γενομένους καλῶ.

Δημοσθένης In Neaeram [Sp.] Τμ. 113, γρ. 2

ὑμῶν καὶ τῶν νόμων δεδωκότων· δόξετε γὰρ ὀλιγώρως καὶ


ῥᾳθύμως φέροντες ὁμογνώμονες καὶ αὐτοὶ εἶναι τοῖς ταύτης
τρόποις. ὥστε πολὺ μᾶλλον ἐλυσιτέλει μὴ γενέσθαι τὸν
ἀγῶνα τουτονὶ ἢ γενομένου ἀποψηφίσασθαι ὑμᾶς. κομιδῇ
γὰρ ἤδη [παντελῶς] ἐξουσία ἔσται ταῖς πόρναις συνοικεῖν
οἷς ἂν βούλωνται, καὶ τοὺς παῖδας φάσκειν οὗ ἂν τύχωσιν
εἶναι· καὶ οἱ μὲν νόμοι ἄκυροι ὑμῖν ἔσονται, οἱ δὲ τρόποι
τῶν ἑταιρῶν κύριοι ὅ τι ἂν βούλωνται διαπράττεσθαι.
ὥστε καὶ ὑπὲρ τῶν πολιτίδων σκοπεῖτε, τοῦ μὴ ἀνεκδότους
γενέσθαι τὰς τῶν πενήτων θυγατέρας. νῦν μὲν γάρ, κἂν
ἀπορηθῇ τις, ἱκανὴν προῖκ' αὐτῇ ὁ νόμος συμβάλλεται, ἂν
καὶ ὁπωστιοῦν μετρίαν ἡ φύσις ὄψιν ἀποδῷ· προπηλακι-
σθέντος δὲ τοῦ νόμου ὑφ' ὑμῶν ἀποφυγούσης ταύτης, καὶ
ἀκύρου γενομένου, παντελῶς ἤδη ἡ μὲν τῶν πορνῶν ἐργασία
ἥξει εἰς τὰς τῶν πολιτῶν θυγατέρας, δι' ἀπορίαν ὅσαι ἂν
μὴ δύνωνται ἐκδοθῆναι, τὸ δὲ τῶν ἐλευθέρων γυναικῶν
ἀξίωμα εἰς τὰς ἑταίρας, ἂν ἄδειαν λάβωσι τοῦ ἐξεῖναι
αὐταῖς παιδοποιεῖσθαι ὡς ἂν βούλωνται καὶ τελετῶν καὶ
ἱερῶν καὶ τιμῶν μετέχειν τῶν ἐν τῇ πόλει. ὥστε εἷς ἕκα-
στος ὑμῶν νομιζέτω, ὁ μὲν ὑπὲρ γυναικός, ὁ δ' ὑπὲρ θυγα-
τρός,

Δημοσθένης Exordia Exordium 2, τμ. 2, γρ. 2

μετὰ τῆς ἐσχάτης ἀνάγκης πρᾶξαι ταῦθ' ἃ πάλαι 'θελοντὰς


προσῆκεν ποιεῖν.

Οὐχὶ ταὐτὰ γιγνώσκειν, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, παρίσταταί


μοι, ὅταν τε τὸ τῆς πολιτείας ὄνομ' ὑμῶν ἀκούσω, καὶ ὅταν
τὸν τρόπον ὃν προσφέρονταί τινες ὑμῶν τοῖς ὑπὲρ ταύτης
λέγουσιν ἴδω. τὴν μὲν γὰρ πολιτείαν δημοκρατίαν, ὥσπερ
ἅπαντες ἴστε, ὀνομάζετε, τῶν δὲ τἀναντία ταύτῃ λεγόντων
ἐνίους ἥδιον ἀκούοντας ὁρῶ. ὃ καὶ θαυμάζω τίς ποθ' ἡ
πρόφασις. πότερον προῖκα λέγειν ταῦτ' αὐτοὺς οἴεσθε;
ἀλλ' οἱ τῶν ὀλιγαρχιῶν, ὑπὲρ ὧν οὗτοι λέγουσιν, κύριοι καὶ
πλείω σιωπῆς μᾶλλον ἂν δοῖεν. ἀλλὰ βελτίω ταῦτ' εἶναι
τῶν ἑτέρων ὑπειλήφατε; βελτίων ἄρ' ὑμῖν ὀλιγαρχία δημο-
κρατίας φαίνεται. ἀλλ' αὐτοὺς εἶναι βελτίους ἡγεῖσθε; καὶ
88

τίς ἂν ὑφ' ὑμῶν χρηστὸς νομίζοιτ' εἰκότως, ἐναντία τῇ


καθεστώσῃ πολιτείᾳ δημηγορῶν; οὐκοῦν λοιπὸν ἁμαρτάνειν
ὑμᾶς, ὅταν οὕτως ἔχητε τὴν γνώμην. τοῦτο τοίνυν φυλάτ-
τεσθε μὴ πάσχειν, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, ὅπως μή ποτε τοῖς
ἐπιβουλεύουσιν λαβὴν δώσετε, εἶτα τότ' αἰσθήσεσθ' ἡμαρτη-
κότες, ἡνίκ' οὐδ' ὁτιοῦν ὑμῖν πλέον ἔσται.

Ηρωδιανός ιστορικός Ab excessu divi Marci Βι. 5, Κεφ. 6, τμ. 5, γρ. 3

λειον αὐλὴν τῷ θεῷ ἀνήγαγε. φήσας δὲ ἀπαρέσκεσθαι


αὐτὸν ὡς πάντα ἐν ὅπλοις καὶ πολεμικῇ θεῷ, τῆς Οὐρα-
νίας τὸ ἄγαλμα μετεπέμψατο, σεβόντων αὐτὸ ὑπερφυῶς
Καρχηδονίων τε καὶ τῶν κατὰ τὴν Λιβύην ἀνθρώπων.
φασὶ δὲ αὐτὸ Διδὼ τὴν Φοίνισσαν ἱδρύσασθαι, ὅτε δὴ
τὴν ἀρχαίαν Καρχηδόνα πόλιν ἔκτισε, βύρσαν κατατε-
μοῦσα. Λίβυες μὲν οὖν αὐτὴν Οὐρανίαν καλοῦσι, Φοί-
νικες δὲ Ἀστροάρχην ὀνομάζουσι, σελήνην εἶναι θέλον-
τες. ἁρμόζειν τοίνυν λέγων ὁ Ἀντωνῖνος γάμον ἡλίου
καὶ σελήνης τό τε ἄγαλμα μετεπέμψατο καὶ πάντα τὸν
ἐκεῖθεν χρυσόν, χρήματά τε πάμπλειστα τῇ θεῷ ἐς προῖκα
δὴ ἐπιδοῦναι ἐκέλευσε. κομισθέν τε τὸ ἄγαλμα συνῴκισε
δὴ τῷ θεῷ, κελεύσας πάντας τοὺς κατὰ Ῥώμην καὶ Ἰτα-
λίαν ἀνθρώπους ἑορτάζειν παντοδαπαῖς τε εὐφροσύναις
καὶ εὐωχίαις χρῆσθαι δημοσίᾳ τε καὶ ἰδίᾳ ὡς δὴ γαμούν-
των θεῶν.

Ισαίος De Cleonymo Τμ. 39, γρ. 6

ὅταν θάτερα τούτων ἀποφαίνωσιν σφᾶς αὐτούς, ἢ γένει


προτέρους ὄντας ἢ τῇ φιλίᾳ τῇ πρὸς τὸν τετελευτηκότα,
ἡμᾶς δ', οἷς ἐστιν ἀμφότερα ταῦτα παρὰ πάντων ὁμολογού-
μενα, ἀξιώσετε μόνους ἀκλήρους ποιῆσαι τῶν ἐκείνου.
Καὶ εἰ μὲν Πολύαρχος ὁ πατὴρ ὁ Κλεωνύμου, πάππος
δ' ἡμέτερος, ζῶν ἐτύγχανε καὶ τῶν ἐπιτηδείων ἐνδεὴς ὤν,
ἢ Κλεώνυμος ἐτελεύτησε θυγατέρας ἀπορουμένας κατα-
λιπών, ἡμεῖς ἂν διὰ τὴν ἀγχιστείαν καὶ τὸν πάππον
γηροτροφεῖν ἠναγκαζόμεθα καὶ τὰς Κλεωνύμου θυγατέρας
ἢ λαβεῖν αὐτοὶ γυναῖκας ἢ προῖκα ἐπιδόντες ἑτέροις ἐκδι-
δόναι, καὶ ταῦθ' ἡμᾶς καὶ ἡ συγγένεια καὶ οἱ νόμοι καὶ ἡ
παρ' ὑμῶν αἰσχύνη ποιεῖν ἠνάγκαζεν ἄν, ἢ ταῖς μεγίσταις
ζημίαις καὶ τοῖς ἐσχάτοις ὀνείδεσι περιπεσεῖν.
Εἰ δ'
οὐσία κατελείφθη, δίκαιον ἡγήσεσθ' εἶναι ταύτης ἑτέρους
ἡμῶν μᾶλλον κληρονομεῖν; Οὐκ ἄρα δίκαια οὐδ' ὑμῖν αὐτοῖς
συμφέροντα οὐδὲ τοῖς νόμοις ὁμολογούμενα ψηφιεῖσθε εἰ
τῶν μὲν συμφορῶν τοὺς ἐγγυτάτω γένει κοινωνεῖν ἀναγ-
κάσετε, χρημάτων δὲ καταλειφθέντων πάντας ἀνθρώπους
κυριωτέρους ἢ τούτους ποιήσετε.
89

Ισαίος De Menecle Τμ. 9, γρ. 4

δίαν· οὔκουν ἔφη δεῖν ἐκείνην τῆς χρηστότητος τῆς


ἑαυτῆς τοῦτο ἀπολαῦσαι, ἄπαιδα καταστῆναι συγκατα-
γηράσασαν αὑτῷ· ἱκανὸς γὰρ ἔφη αὐτὸς ἀτυχῶν εἶναι.
Ἐδεῖτο οὖν ἡμῶν δοῦναι χάριν ταύτην αὑτῷ, ἐκδοῦναι
ἄλλῳ αὐτὴν μετὰ τῆς γνώμης τῆς ἑαυτοῦ. Καὶ ἡμεῖς
ἐκελεύομεν αὐτὸν πείθειν αὐτὴν περὶ τούτων· ὅ τι γὰρ
ἂνἐκείνη πεισθῇ, τοῦτ' ἔφαμεν ποιήσειν.
Κἀκείνη
τὸ μὲν πρῶτον οὐδ' ἠνέσχετ' αὐτοῦ λέγοντος, προϊόντος
δὲ τοῦ χρόνου μόλις ἐπείσθη· καὶ οὕτως ἐκδίδομεν αὐτὴν
Ἠλείῳ Σφηττίῳ, καὶ ὁ Μενεκλῆς τήν τε προῖκα ἐπι-
δίδωσιν αὐτῷ, μετασχὼν τοῦ οἴκου τῆς μισθώσεως τῶν
παίδων τῶν Νικίου, καὶ τὰ ἱμάτια, ἃ ἦλθεν ἔχουσα παρ'
ἐκεῖνον, καὶ τὰ χρυσίδια, ἃ ἦν, δίδωσιν αὐτῇ.
Μετὰ
δὲ ταῦτα χρόνου διαγενομένου ἐσκόπει ὁ Μενεκλῆς ὅπως
μὴ ἔσοιτο ἄπαις, ἀλλ' ἔσοιτο αὐτῷ ὅστις ζῶντά τε γηρο-
τροφήσοι καὶ τελευτήσαντα θάψοι αὐτὸν καὶ εἰς τὸν ἔπειτα
χρόνον τὰ νομιζόμενα αὐτῷ ποιήσοι. Τούτῳ μὲν οὖν ἑώρα
ἕνα μόνον ὑὸν ὄντα, ὥστε ἐδόκει αὐτῷ αἰσχρὸν εἶναι
ἄπαιδα τοῦτον καθιστάντα ἀρρένων παίδων αὑτῷ κελεύειν

Ισαίος De Pyrrho Τμ. 8, γρ. 2

δ'ἀκούσαντες καὶ ὑμεῖς τῆς τε ἀντωμοσίας τῆς ἡμετέ-


ρας καὶ τῆς τούτου μαρτυρίας καὶ τῆς ἁλούσης διαμαρτυ-
ρίας.
Ἀναγίγνωσκε λαβὼν τασδὶ αὐτοῖς.

Ἀντωμοσία. Μαρτυρία. Διαμαρτυρία.>

Ὡς μὲν ἔδοξε παραχρῆμα εὐθὺς τότεπᾶσιτὰ ψευδῆ


μαρτυρῆσαι Νικόδημος, ἐπιδέδεικται [τότε πᾶσι]· προς-
ήκει δὲ καὶ παρ' ὑμῖν τοῖς περὶ αὐτοῦ τούτου τὴν δίκην
μέλλουσι ψηφιεῖσθαι ἐξελεγχθῆναι τὴν τούτου μαρτυρίαν.
Ἐπιθυμῶ δὲ πρῶτον μὲν περὶ αὐτοῦ τούτου πυθέσθαι,
ἥντινά ποτε προῖκά φησιν ἐπιδοὺς ἐκδοῦναι τὴν ἀδελφὴν
ὁ μεμαρτυρηκὼς τῷ τὸν τριτάλαντον οἶκον κεκτημένῳ,
εἶτα πότερον ἡ ἐγγυητὴ γυνὴ ἀπέλιπε τὸν ἄνδρα ζῶντα
ἢ τελευτήσαντος τὸν οἶκον αὐτοῦ, καὶ παρ' ὅτου ἐκομίσατο
τὴν τῆς ἀδελφῆς προῖκα οὗτος, ἐπειδὴ τετελευτηκὼς ἦν
ᾧ μεμαρτύρηκεν οὗτος αὐτὴν ἐγγυῆσαι,
ἢ εἰ μὴ ἐκομί-
ζετο, ὁποίαν δίκην σίτου ἢ τῆς προικὸς αὐτῆς ἐν εἴκοσιν
ἔτεσι τῷ ἔχοντι τὸν ‖ κλῆρον δικάσασθαι ἠξίωσεν, ἢ εἴ του
90

ἀνθρώπων ἐναντίον προσῆλθεν ἐγκαλῶν τῷ κληρονόμῳ περὶ


τῆς προικὸς τῆς ἀδελφῆς ἐν χρόνῳ τοσούτῳ. Περί τε οὖν

Ισαίος De Pyrrho Τμ. 28, γρ. 2

Πυλάδης, φασὶ παρακληθέντες τῇ ἐγγύῃ παραγενέσθαι,


καὶ ταῦτα θεῖοι ὄντες τῷ ἐγγυωμένῳ.
Ὑμέτερον οὖν
ἔργον σκέψασθαι νῦν εἰ δοκεῖ πιστὸν εἶναι τὸ πρᾶγμα.
Ἐγὼ μὲν γὰρ νομίζω, ἐκ τῶν εἰκότων σκοπούμενος, πολὺ
ἂν μᾶλλον τὸν Πύρρον πάντας ἂν τοὺς οἰκείους βούλεσθαι
λεληθέναι, εἴ τι παρεσκευάζετο ὁμολογεῖν ἢ πράττειν ἀνά-
ξιον τῶν αὑτοῦ, ἢ παρακαλέσαι μάρτυρας τοὺς θείους τοὺς
ἑαυτοῦ ἐπὶ ἁμάρτημα τηλικοῦτον.
Ἔτι δὲ καὶ περὶ ἐκείνου θαυμάζω, εἰ μηδεμίαν
προῖκα μήθ' ὁ διδοὺς μήθ' ὁ λαμβάνων διωμολογήσαντο
ἕξειν ἐπὶ τῇ γυναικί. Τοῦτο μὲν γὰρ εἴ τινα ἐδίδου, εἰκὸς
ἦν καὶ τὴν δοθεῖσαν ὑπὸ τῶν παραγενέσθαι φασκόντων
μαρτυρεῖσθαι· τοῦτο δ' εἰ δι' ἐπιθυμίαν τὴν ἐγγύην ὁ θεῖος
ἡμῶν ἐποιεῖτο τῆς τοιαύτης γυναικός, δῆλον ὅτι κἂν ἀργύ-
ριον πολλῷ μᾶλλον [ἢ] ὁ ἐγγυῶν διωμολογήσατο ἔχειν αὐτὸν
ἐπὶ τῇ γυναικί, ἵνα μὴ ἐπ' ἐκείνῳ γένοιτο ῥᾳδίως ἀπαλ-
λάττεσθαι, ὁπότε βούλοιτο, τῆς γυναικός.

Ισαίος De Pyrrho Τμ. 29, γρ. 6

μαρτυρεῖσθαι· τοῦτο δ' εἰ δι' ἐπιθυμίαν τὴν ἐγγύην ὁ θεῖος


ἡμῶν ἐποιεῖτο τῆς τοιαύτης γυναικός, δῆλον ὅτι κἂν ἀργύ-
ριον πολλῷ μᾶλλον [ἢ] ὁ ἐγγυῶν διωμολογήσατο ἔχειν αὐτὸν
ἐπὶ τῇ γυναικί, ἵνα μὴ ἐπ' ἐκείνῳ γένοιτο ῥᾳδίως ἀπαλ-
λάττεσθαι, ὁπότε βούλοιτο, τῆς γυναικός.
Καὶ μάρ-
τυράς γε πολλῷ πλείουςεἰκὸςἦν τὸν ἐγγυῶντα παρακα-
λεῖν ἢ τὸν ἐγγυώμενον τὴν τοιαύτην· οὐδεὶς γὰρ ὑμῶν
ἀγνοεῖ ὅτι ὀλίγα διαμένειν εἴωθε τῶν τοιούτων. Ὁ μὲν τοίνυν
ἐγγυῆσαι φάσκων μετὰ ἑνὸς μάρτυρος καὶ ἄνευ ὁμολογίας ‖
προικὸς εἰς τὸν τριτάλαντον οἶκον ἐγγυῆσαί φησι τὴν ἀδελ-
φήν· οἱ δὲ θεῖοι τῷ ἀδελφιδῷ. ἄπροικον τὴν τοιαύτην ἐγγυω-
μένῳ μεμαρτυρήκασι παραγενέσθαι.
Καὶ οἱ αὐτοὶ θεῖοι οὗτοι ἐν τῇ δεκάτῃ τῆς θυγατρὸς
ἀποφανθείσης εἶναι ὑπὸ τοῦ ἀδελφιδοῦ κληθέντες μεμαρ-
τυρήκασι παραγενέσθαι. Ἐφ' ᾧ δὴ καὶ δεινῶς ἀγανακτῶ, ὅτι
ὁ μὲν ἀνὴρ λαγχάνων ὑπὲρ τῆς γυναικὸς τῆς αὑτοῦ τοῦ
κλήρου τοῦ πατρῴου Φίλην ὄνομα εἶναι ἐπεγράψατο τῇ
γυναικί, οἱ δὲ τοῦ Πύρρου θεῖοι ἐν τῇ δεκάτῃ φάσκοντες
παραγενέσθαι τὸ τῆς τήθης ὄνομα Κλειταρέτην τὸν πατέρα
ἐμαρτύρησαν θέσθαι αὐτῇ.
91

Ισαίος De Pyrrho Τμ. 35, γρ. 6

τατοι τῶν ἁπάντων, ὁ ἀνὴρ καὶ ὁ θεῖος, καὶ ἡ μήτηρ οὐκ


ἂν ᾔδει τὸ ὄνομα τῆς θυγατρός, ὥς φασι, τῆς αὐτοῦ. Πολύ
γε μάλιστ' ἄν, εἰ ἦν ἀληθὲς τὸ πρᾶγμα. Ἀλλὰ περὶ μὲν
τούτων καὶ ὕστερον ἐγχωρήσει εἰπεῖν.
Περὶ δὲ τῆς τούτου μαρτυρίας οὐ χαλεπὸν καὶ ἐξ
αὐτῶν τῶν νόμων ἐστὶ γνῶναι ὅτι φαίνεται περιφανῶς τὰ
Ψευδῆ μεμαρτυρηκὼς οὗτος. Ὅπου γάρ, ἐάν τίς τι ἀτίμητον
δῷ, ἕνεκα τοῦ νόμου, ἐὰν ἀπολίπῃ ἡ γυνὴ τὸν ἄνδρα ἢ ἐὰν ὁ
ἀνὴρ ἐκπέμψῃ τὴν γυναῖκα, οὐκ ἔξεστι πράξασθαι τῷ δόντι
ὃ μὴ ἐν προικὶ τιμήσας ἔδωκεν, ἦ που ὅστις γέ φησιν ἄνευ
ὁμολογίας προικὸς τὴν ἀδελφὴν ἐγγυῆσαι, περιφανῶς
ἀναίσχυντος ὢν ἐλέγχεται.
Τί γὰρ ἔμελλεν ὄφελος
εἶναι αὐτῷ τῆς ἐγγύης, εἰ ἐπὶ τῷ ἐγγυησαμένῳ ἐκπέμψαι
ὁπότε βούλοιτο τὴν γυναῖκα ἦν; Ἦν δ' ἂν ἐπ' ἐκείνῳ, ὦ
ἄνδρες, δῆλον ὅτι, εἰ μηδεμίαν προῖκα διωμολογήσατο ἕξειν
ἐπ' αὐτῇ. Εἶτ' ἐπὶ τούτοις ἂν Νικόδημος ἠγγύησε τῷ ἡμε-
τέρῳ θείῳ τὴν ἀδελφήν; Καὶ ταῦτα εἰδὼς τὸν ἅπαντα
χρόνον ἄτοκον οὖσαν αὐτήν, καὶ τῆς ὁμολογηθείσης προι-
κὸς ἐκ τῶν νόμων γιγνομένης εἰς αὐτόν, εἴ τι ἔπαθεν ἡ

Ισαίος De Pyrrho Τμ. 35, γρ. 7

ἂν ᾔδει τὸ ὄνομα τῆς θυγατρός, ὥς φασι, τῆς αὐτοῦ. Πολύ


γε μάλιστ' ἄν, εἰ ἦν ἀληθὲς τὸ πρᾶγμα. Ἀλλὰ περὶ μὲν
τούτων καὶ ὕστερον ἐγχωρήσει εἰπεῖν.
Περὶ δὲ τῆς τούτου μαρτυρίας οὐ χαλεπὸν καὶ ἐξ
αὐτῶν τῶν νόμων ἐστὶ γνῶναι ὅτι φαίνεται περιφανῶς τὰ
Ψευδῆ μεμαρτυρηκὼς οὗτος. Ὅπου γάρ, ἐάν τίς τι ἀτίμητον
δῷ, ἕνεκα τοῦ νόμου, ἐὰν ἀπολίπῃ ἡ γυνὴ τὸν ἄνδρα ἢ ἐὰν ὁ
ἀνὴρ ἐκπέμψῃ τὴν γυναῖκα, οὐκ ἔξεστι πράξασθαι τῷ δόντι
ὃ μὴ ἐν προικὶ τιμήσας ἔδωκεν, ἦ που ὅστις γέ φησιν ἄνευ
ὁμολογίας προικὸς τὴν ἀδελφὴν ἐγγυῆσαι, περιφανῶς
ἀναίσχυντος ὢν ἐλέγχεται.
Τί γὰρ ἔμελλεν ὄφελος
εἶναι αὐτῷ τῆς ἐγγύης, εἰ ἐπὶ τῷ ἐγγυησαμένῳ ἐκπέμψαι
ὁπότε βούλοιτο τὴν γυναῖκα ἦν; Ἦν δ' ἂν ἐπ' ἐκείνῳ, ὦ
ἄνδρες, δῆλον ὅτι, εἰ μηδεμίαν προῖκα διωμολογήσατο ἕξειν
ἐπ' αὐτῇ. Εἶτ' ἐπὶ τούτοις ἂν Νικόδημος ἠγγύησε τῷ ἡμε-
τέρῳ θείῳ τὴν ἀδελφήν; Καὶ ταῦτα εἰδὼς τὸν ἅπαντα
χρόνον ἄτοκον οὖσαν αὐτήν, καὶ τῆς ὁμολογηθείσης προι-
κὸς ἐκ τῶν νόμων γιγνομένης εἰς αὐτόν, εἴ τι ἔπαθεν ἡ
γυνὴ πρὶν γενέσθαι παῖδας αὐτῇ;

Ισαίος De Pyrrho Τμ. 38, γρ. 1


92

Μαρτυρία>

Οὗτος τοίνυν τῷ ἡμετέρῳ θείῳ ἄπροικον τὴν ἀδελ-


φὴν τὴν ἑαυτοῦ μεμαρτύρηκεν ἐγγυῆσαι, καὶ ταῦτα τῆς
προικὸς εἰς αὐτὸν γιγνομένης, εἴ τι ἔπαθεν ἡ γυνὴ πρὶν
γενέσθαι παῖδας αὐτῇ. Λαβὲ δὴ καὶ ἀνάγνωθι τοὺς νόμους
τουσδὶ αὐτοῖς.

Ισαίος De Pyrrho Τμ. 38, γρ. 3

ὑμῶν ὀλιγώρως οὕτως ἔχειν χρημάτων Νικόδημος ὥστε


παραλιπεῖν ἄν τι τῶν τοιούτων; Ἐγὼ μὲν γὰρ οὐ νομίζω.
Εἶτα παρὰ τούτου ὁ ἡμέτερος θεῖος ἠξίωσεν ἂν ἐγγυήσας-
θαι τὴν ἀδελφήν, ὃς αὐτὸς ξενίας φεύγων ὑπὸ ἑνὸς τῶν
φρατέρων ὧν φησιν αὑτοῦ εἶναι, παρὰ τέτταρας ψήφους
μετέσχε τῆς πόλεως; Καὶ ὡς ἀληθῆ λέγω, ἀναγίγνωσκε τὴν
μαρτυρίαν.

Μαρτυρία>

Οὗτος τοίνυν τῷ ἡμετέρῳ θείῳ ἄπροικον τὴν ἀδελ-


φὴν τὴν ἑαυτοῦ μεμαρτύρηκεν ἐγγυῆσαι, καὶ ταῦτα τῆς
προικὸς εἰς αὐτὸν γιγνομένης, εἴ τι ἔπαθεν ἡ γυνὴ πρὶν
γενέσθαι παῖδας αὐτῇ. Λαβὲ δὴ καὶ ἀνάγνωθι τοὺς νόμους
τουσδὶ αὐτοῖς.

Νόμοι>

Δοκεῖ ἂν ὑμῖν οὕτως ὀλιγώρως ἔχειν χρημάτων


Νικόδημος ὥστε, εἰ ἦν ἀληθὲς τὸ πρᾶγμα, οὐκ ἂν σφόδρα
διακριβώσασθαι περὶ τῶν ἑαυτῷ συμφερόντων; Ναὶ μὰ Δία,
ὡς ἔγωγ' οἶμαι, ἐπεὶ καὶ οἱ ἐπὶ παλλακίᾳ διδόντες τὰς
ἑαυτῶν πάντες πρότερον διομολογοῦνται περὶ τῶν δοθησο-
μένων ταῖς παλλακαῖς· Νικόδημος δὲ ἐγγυᾶν μέλλων,ὥς
φησι, ‖ τὴν ἀδελφὴν τὴν αὑτοῦ μόνον τὸ κατὰ τοὺς νόμους

Ισαίος De Pyrrho Τμ. 49, γρ. 2

Ἔπειτα εἰ ἦν ἐξ ἐγγυητῆς ἡ τούτου


ἀδελφιδῆ τῷ ἡμετέρῳ θείῳ γεγενημένη, ἐπέτρεψεν ἂν Νι-
κόδημος ὡς ἐξ ἑταίρας οὖσαν αὐτὴν ἐγγυᾶσθαι; Καὶ
γενομένων αὐτῶν οὐκ ἂν εἰσήγγελλε πρὸς τὸν ἄρχοντα
ὑβρίζεσθαι τὴν ἐπίκληρον ὑπὸ τοῦ οὕτως ἐγγυήσαντος
αὐτήν; Καὶ εἰ ἦν ἀληθῆ ἃ νυνὶ τετόλμηκας μαρτυρῆσαι,
παραχρῆμα εὐθὺς τότε ἐτιμωρήσω ἂν τὸν ἀδικοῦντα· ἢ καὶ
93

ταῦτα λαθεῖν σεαυτὸν προσποιήσῃ;


Ἔπειτ' οὐδ' ἐκ τῆς ἐπιδοθείσης αὐτῇ προικὸς ᾔσθου; Ὥστε καὶ δι' αὐτὸ
τοῦτο ἀγανακτήσαντι δήπου σοι εἰσαγγεῖλαι τὸν Ἔνδιον
προσῆκεν, εἰ αὐτὸς μὲν τριτάλαντον οἶκον ἔχειν ἠξίου ὡς
προσῆκον αὐτῷ, τῇ δὲ γνησίᾳ οὔσῃθυγατρὶ[τρις]χιλίας
δραχμὰς προῖκα ἐπιδοὺς ἐκδοῦναι ἠξίωσεν ἄλλῳ. Εἶτ' ἐπὶ
τούτοις οὐκ ἀγανακτήσας εἰσήγγειλεν ἂν τὸν Ἔνδιον οὗ-
τος; Ναὶ μὰ Δία, εἴ γ' ἦν ἀληθὲς τὸ πρᾶγμα.

Ισαίος De Pyrrho Τμ. 52, γρ. 6

τούτων δοκεῖ ἂν ὑμῖν ὁ θεῖος ἐπιτρέψαι, ὁ ἐγγυῆσαι μεμαρ-


τυρηκὼς αὐτῆς τὴν μητέρα; Ἐγὼ μὲν γὰρ οὐ νομίζω,
ἀλλὰ καὶ ἠμφεσβήτησεν ἂν τοῦ κλήρου καὶ διεμαρτύρησε
καὶ εἰσήγγειλεν ἂν πρὸς τὸν ἄρχοντα, καὶ ἄλλο εἴ τι ἦν
ἰσχυρότερον τούτων, ἅπαντ' ἂν διεπράξατο.
Ὁ μὲν
τοίνυν Ἔνδιος ὡς ἐξ ἑταίρας οὖσαν ἠγγύησεν, ἥν φησιν
ἀδελφιδῆν Νικόδημος εἶναι αὑτῷ· οὗτος δὲ οὔτε τῷ Ἐνδίῳ
τοῦ Πύρρου κλήρου ἀμφισβητῆσαι ἠξίωσεν, οὔτ' ἐγγυή-
σαντα τὴν ἀδελφιδῆνὡςοὖσαν ἐξ ἑταίρας εἰσαγγεῖλαι
πρὸς τὸν ἄρχοντα [ἠξίωσεν], οὔτ' ἐπὶ τῇ δοθείσῃ προικὶ
αὐτῇ ἠγανάκτησεν οὐδέν, ἀλλὰ πάντα ταῦτα εἴασε γενέ-
σθαι. Οἱ δὲ νόμοι περὶ ἁπάντων διορίζουσι τούτων.
Ἀναγνώσεται οὖν πρῶτον ὑμῖν τὴν περὶ τῆς ἐπιδικασίας
τοῦ κλήρου μαρτυρίαν πάλιν, ἔπειτα τὴν περὶ τῆς ἐγγυή-
σεως τῆς γυναικός. Ἀναγίγνωσκε αὐτοῖς.

Ισαίος De Pyrrho Τμ. 78, γρ. 1

Μαρτυρία>

Εἶτα ὑμεῖς τὴν Νικοδήμου μαρτυρίαν τῶν αὐτοῦ τοῦ


θείου ἐκμαρτυριῶν πιστοτέραν ἡγήσεσθε εἶναι, καὶ τὴν οὕτω
κοινὴν τοῖς βουλομένοις γεγενημένην, ταύτην ἐπιχειρήσει
τις ὑμᾶς πείθειν ὅτι ἐγγυητὴν γυναῖκα ὁ ἡμέτερος θεῖος
ἔσχεν; Ἀλλ' ὑμεῖς, ὡς ἔγωγ' οἶμαι, οὐ πιστεύσετε, ἐὰν μὴ
ἀποφαίνῃ ὑμῖν, ὅπερ ἀρχόμενος εἶπον τοῦ λόγου,
πρῶτον μὲν ἐπὶ τίνι προικὶ οὗτος ἐγγυῆσαι τῷ Πύρρῳ
φησὶ τὴν ἀδελφήν, ἔπειτα πρὸς ὁποῖον ἄρχοντα ἡ ἐγγυητὴ
γυνὴ ἀπέλιπε τὸν ἄνδρα ἢ τὸν οἶκον [τὸν] αὐτοῦ, εἶτα παρ'
ὅτου ἐκομίσατο τὴν προῖκα οὗτος, ἐπειδὴ τετελευτηκὼς ἦν
ᾧ φησιν αὐτὴν ἐγγυῆσαι· ἢ, εἰ ἀπαιτῶν μὴ ἐδύνατο κομί-
94

σασθαι ‖ ἐν εἴκοσιν ἔτεσιν, ὁποίαν δίκην σίτου ἢ τῆς προι-


κὸς αὐτῆς ὑπὲρ τῆς ἐγγυητῆς γυναικὸς ἐδικάσατο τῷ
ἔχοντι τὸν Πύρρου κλῆρον οὗτος.

Ισαίος De Dicaeogene
Τμ. 26, γρ. 6

γραφέντι οὐκ ἔνεστι ταῦτα. Ἡμεῖς δέ, ὦ ἄνδρες, τότ'


ἐπὶ τοῦ βήματος σπεύδοντες τὰ μὲν ἐγράψαμεν, τῶν δὲ
μάρτυρας ἐποιησάμεθα· οὗτοι δέ, ἃ μὲν αὐτοῖς συμφέρει
τῶν ὁμολογηθέντων τότε, κύριά φασιν εἶναι, εἰ καὶ μὴ
γέγραπται, ἃ δ' οὐ συμφέρει, οὐ κύρια, εἰ μὴ γέγραπται.
Ἐγὼ δ', ὦ ἄνδρες, οὐ θαυμάζω ὅτι ἔξαρνοί εἰσι τὰ
ὡμολογημένα· οὐδὲ γὰρ τὰ γραφέντα ἐθέλουσι ποιεῖν.
Ἡμεῖς δ' ὡς λέγομεν ἀληθῆ, καὶ ἄλλο τι τεκμήριον παρε-
ξόμεθα. Πρωταρχίδῃ γὰρ τῷ Ποταμίῳ ἔδωκε Δικαιογένης
τὴν ἀδελφι>δῆν τὴν Δικαιογένους ἐπὶ τετταράκοντα
μναῖς, ἀντὶ δὲ τῆς προικὸς τὴνσυν>οικίαν αὐτῷ τὴν
ἐν Κεραμεικῷ παρέδωκε. Ταύτῃ δὲ τῇ γυναικί, ἣν ὁ
Πρωταρχίδης ἔχει, προσήκει τοῦ κλήρου μέρος ὅσον
περ τῇ μητρὶ τῇ ἐμῇ.
Ἐπεὶ δ' οὖν ἀπέστη Δικαιο-
γένης ταῖς γυναιξὶ τοῖν δυοῖν μεροῖν τοῦ κλήρου, ἠξίου
ὁ Λεωχάρης τὸν Πρωταρχίδην παραδιδόναι αὐτῷ τὴν
συνοικίαν ἣν εἶχεν ἀντὶ τῆς προικός, ὡς ὄντι ἐγγυητῇ
αὐτῷ, τὸ δὲ μέρος ὑπὲρ τῆς γυναικὸς τοῦ κλήρου παρ'
αὐτοῦ κομίζεσθαι. Παραλαβὼν δὲ τὴν συνοικίαν τὸ μέρος
οὐ παρέδωκε. Καὶ τούτων ὑμῖν μάρτυρα τὸν Πρωταρχίδην

Ισαίος De Cirone Τμ. 8, γρ. 6

ἐνιαυτοὺς τέτταρας τὸν βίον ἐτελεύτησεν· ὁ δὲ πάππος,


μιᾶς μόνης οὔσης αὐτῷ θυγατρός, λαμβάνει πάλιν τὴν
Διοκλέους ἀδελφήν, ἐξ ἧς αὐτῷ γίγνεσθον ὑεῖς δύο. Καὶ
ἐκείνην τε ἔτρεφε παρὰ τῇ γυναικὶ καὶ μετὰ τῶν ἐξ ἐκεί-
νης παίδων,
ἐκείνων τε ἔτι ζώντων, ἐπεὶ συνοικεῖν
εἶχεν ἡλικίαν, ἐκδίδωσιν αὐτὴν Ναυσιμένει Χολαργεῖ, σὺν
ἱματίοις καὶ χρυσίοις πέντε καὶ εἴκοσι μνᾶς ἐπιδούς.
Κἀκεῖνος μὲν τρισὶν ἢ τέτταρσιν ἔτεσι μετὰ ταῦτα καμὼν
ἀποθνῄσκει, πρὶν αὐτῷ γενέσθαι παῖδας ἐκ τῆς ἡμετέρας
μητρός· ὁ δὲ πάππος, κομισάμενος αὐτὴν καὶ τὴν προῖκα
οὐκ ἀπολαβὼν ὅσην ἔδωκε διὰ τὴν Ναυσιμένους ἀπορίαν
τῶν πραγμάτων, πάλιν ἐκδίδωσι τῷ ἐμῷ πατρὶ καὶ χιλίας
δραχμὰς προῖκ' ἐπιδίδωσι.
Ταυτὶ δὴ πάντα πρὸς τὰς
αἰτίας ἃς νῦν οὗτοι λέγουσι πῶς ἄν τις δείξειε γε-
γενημένα φανερῶς; Ἐγὼ ζητῶν ἐξηῦρον. Ἀνάγκη τὴν
95

ἐμὴν μητέρα, εἴτε θυγάτηρ ἦν Κίρωνος εἴτε μή, καὶ εἰ


παρ' ἐκείνῳ διῃτᾶτο ἢ οὔ, καὶ γάμους εἰ διττοὺς ὑπὲρ
ταύτης εἱστίασεν ἢ μή, καὶ προῖκα ἥντινα ἑκάτερος ἐπ'
αὐτῇ τῶν γημάντων ἔλαβε, πάντα ταῦτα εἰδέναι τοὺς οἰκέ

Ισαίος De Astyphilo Τμ. 26, γρ. 3

Καὶ ἐμοὶ μὲν συγγενὴς ὢν οὐδὲ τὰ γενόμενα ἐθέλει μαρτυ-


ρεῖν, ᾧ δ' οὐδὲν προσήκει, τούτῳ τὰ ψευδῆ συλλαμβάνει καὶ
τῶν οὐ πραχθέντων γραμματεῖον ἥκει φέρων· πολὺ γὰρ
προυργιαίτερον ἡγεῖται εἶναι τὸ χρηματίζεσθαι ἢ τὴν ἐμὴν
συγγένειαν. Ὡς δὲ ἐπηγγέλλετο περιιὼν διαθήκας ἀποφα-
νεῖν, εἴ τις αὐτῷ κοινώσαιτο, αὐτοὺς ὑμῖν οἷς προσῆλθε
μάρτυρας παρέξομαι.

Μάρτυρες>

Τί οὖν χρή, ὦ ἄνδρες, ὄνομα θέσθαι τούτῳ τῷ ἀνδρί,


ὅστις ἐθέλει οὕτω ῥᾳδίως διὰ τὸ ἑαυτοῦ κέρδος τῶν τεθνεώ-
των τινὸς καταψεύδεσθαι; Ὡς δὲ οὐδὲ Κλέωνι προῖκα τὰς
διαθήκας ἀποφαίνει, ἀλλὰ μισθὸν εἴληφεν, αὕτη ὑμῖν ἡ
μαρτυρία οὐ μικρὸν τεκμήριον ἔσται. Τοιαῦτα μέντοι κοινῇ
ἐπ' ἐμοὶ τεχνάζουσιν· ἡγεῖται γὰρ αὐτῶν ἑκάτερος εὕρημα
ἔχειν ὅ τι ἂν τῶν Ἀστυφίλου λάβῃ.
Ὡς μὲν οὖν οὐκ εἰσὶν ἀληθεῖς αἱ διαθῆκαι, ἀλλὰ
Κλέων καὶ Ἱεροκλῆς βούλονται ὑμᾶς ἐξαπατῆσαι, καθ'
ὅσον ἐδυνάμην ἀπέδειξα· ὡς δ' εἰ καὶ μηδὲν προσήκων
ἔτυχον Ἀστυφίλῳ, δικαιότερός εἰμι ἔχειν τὰ ἐκείνου ἢ
οὗτοι, διδάξω ὑμᾶς. Ὅτε γὰρ ἐλάμβανε Θεόφραστος ὁ ἐμὸς
πατὴρ τὴν ἐμὴν μητέρα καὶ Ἀστυφίλου παρὰ Ἱεροκλέους,

Ισαίος De Aristarcho Τμ. 19, γρ. 1

δὲ φιλοχρηματοῦντες καὶ ἐκείνην ἀποστεροῦντες ταῦτα


πάντα ἐμηχανήσαντο.
Ἴσως οὖνἄντις, ὦ ἄνδρες, τὸν χρόνον ὑμῶν
θαυμάσειε, πῶς ποτε πολὺν οὕτως εἰάσαμεν καὶ ἀποστε-
ρούμενοι οὐκ ᾖμεν ἐπ' αὐτά, ἀλλὰ νυνὶ περὶ αὐτῶν τοὺς
λόγους ποιούμεθα. Ἐγὼ δὲ οἶμαι μὲν οὐ δίκαιον εἶναι διὰ
τοῦτο ἔλαττον ἔχειν, εἴ τις μὴ ἐδυνήθη ἢ κατημέλησεν –
οὐ γὰρ τοῦτό ἐστι σκεπτέον, ἀλλὰ τὸ πρᾶγμα εἰ δίκαιον ἢ
μή – ὅμως μέντοι καὶ περὶ τούτων αἴτιον εἰπεῖν ἔχομεν,
ὦ ἄνδρες.
Ὁ γὰρ πατὴρ οὑμὸς ἐπὶ προικὶ ἐγγυησά-
μενος τὴν ἐμὴν μητέρα συνῴκει, τὸν δὲ κλῆρον τούτων
καρπουμένων οὐκ εἶχεν ὅπως εἰσπράξαιτο· ὅτε γὰρ περὶ
αὐτοῦ λόγους ἐποιήσατο τῆς μητρὸς κελευούσης, οὗτοι
96

ταῦτα αὐτῷ ἠπείλησαν, αὐτοὶ ἐπιδικασάμενοι αὐτὴν ἕξειν,


εἰ μὴ βούλοιτο αὐτὸς ἐπὶ προικὶ ἔχειν. Ὁ δὲ πατήρ, ὥστε
τῆς μητρὸς μὴ στερηθῆναι, καὶ δὶς τοσαῦτα χρήματα εἴα-
σεν ἂν αὐτοὺς καρποῦσθαι. Καὶ τοῦ μὲν τὸν πατέρα
μὴ ἐπεξελθεῖν ὑπὲρ τούτων τοῦτό ἐστι τὸ αἴτιον· μετὰ δὲ
ταῦτα ὁ Κορινθιακὸς πόλεμος ἐγένετο, ἐν ᾧ ἐγὼ κἀκεῖνος
στρατεύεσθαι ἠναγκαζόμεθα, ὥστε οὐδετέρῳ ἂν ἡμῶν δίκην
ἐξεγένετο λαβεῖν. Εἰρήνης τ' αὖ γενομένης ἐμοί τι ἀτύχημα
πρὸς τὸ δημόσιον συνέβη, ὥστε μὴ ῥᾴδιον εἶναι πρὸς τού-
τους διαφέρεσθαι. Ὥστε οὐ μικρὰς ἔχομεν αἰτίας περὶ
τοῦ πράγματος.

Ισαίος De Hagnia Τμ. 37, γρ. 7

τοὺς νόμους παράγων καὶ ὑμῶν καὶ ἐμοῦ παρὰ τὸ δίκαιον


περιγενέσθαι ζητῶν, οἶμαι μὰ τοὺς θεοὺς οὐδ' ὑμᾶς
ἀγνοεῖν, ἀλλ' ὁμοίως εἰδέναι πάντας, ὥστ' οὐκ οἶδ' ὅ τι
δεῖ πλείω περὶ τούτων λέγειν.
Ὁρῶ δέ, ὦ ἄνδρες,
τὴν πλείστην διατριβὴν τῶν λόγων ποιούμενον περὶ τὴν
τοῦ παιδὸς οὐσίαν καὶ περὶ τὴν ἐμήν, καὶ τὰ μὲν ἐκείνου
παντάπασιν ὡς ἄπορα διεξιόντα, περὶ δ' ἐμὲ πλοῦτόν
τινα τῷ λόγῳ κατασκευάσαντα καί τινα κακίαν κατηγο-
ροῦντα, ὡς ἐγὼ τεττάρων οὐσῶν Στρατοκλέους θυγατέρων
οὐδεμιᾷ τολμῶ συνευπορῆσαι προικός, καὶ ταῦτ' ἔχων,
ὡς οὗτός φησι, τὰ τοῦ παιδίου.
Βούλομαι δὴ καὶ
περὶ τούτων εἰπεῖν· ἐλπίζει γὰρ διὰ τῶν λόγων ἐμοὶ μέν
τινα φθόνον γενήσεσθαι παρ' ὑμῶν περὶ τῶν προσγε-
γενημένων χρημάτων, τοῖς δὲ παισὶν ἔλεον, ἐὰν ἄποροι
παρ' ὑμῖν εἶναι δόξωσιν. Οὔκουν ἀγνοῆσαι δεῖ περὶ
αὐτῶν ὑμᾶς οὐδέν, ἀλλ' ἀκριβῶς καὶ ταῦτα μαθεῖν, ἵν'
εἰδῆθ' ὅτι ψεύδεται, ὥσπερ καὶ περὶ τῶν ἄλλων ‖ ἁπάντων.
Ἐγὼ γάρ, ὦ ἄνδρες, πάντωνἂνὁμολογήσαιμι εἶναι
κάκιστος, εἰ Στρατοκλέους ἄπορα τὰ πράγματα κατα

Ισαίος De Hagnia Τμ. 40, γρ. 6

τρόπον αὐτῶν ὥστε καὶ πολλῷ πλείω γενέσθαι τὴν οὐσίαν,


εἰκότως μὲν οὐκ ἂν ἔχοιμι μέμψιν, εἰ μὴ τἀμαυτοῦ
προστίθημι τούτοις, σῴζων δὲ τὰ τούτων καὶ πλείω ποιῶν
δικαίως ἂν ἐπαινοίμην. Ὅτι δὲ ταῦτα οὕτως ἔχει, ῥᾳδίως
ἐπιδείξω.
Πρῶτον μὲν οὖν τὰ τῆς οὐσίας διέξειμι,
μετὰ δὲ ταῦτα ὡς καὶ διοικεῖν ἀξιῶ τὰ τοῦ παιδός.
Στρατοκλεῖ γὰρ κἀμοὶ τὰ μὲν ὑπάρξαντα πατρῷα
τοσαῦτα ἦν, ὥστε εἶναι μὲν [οὐχ] ἱκανά, λῃτουργεῖν δὲ
μὴ ἄξια. Τεκμήριον δέ· εἴκοσι μνᾶς ἑκάτερος ἡμῶν ἐπὶ
τῇ γυναικὶ προῖκα ἔλαβε, τοσαύτη δὲ προὶξ οὐκ ἂν εἰς
97

πολλήν τινα οὐσίαν δοθείη.


Συνέβη δὲ Στρατοκλεῖ
πρὸς τοῖς ὑπάρχουσι πλέον ἢ πένθ' ἡμιταλάντων οὐσίαν
λαβεῖν· Θεοφῶν γὰρ ὁ τῆς γυναικὸς αὐτοῦ ἀδελφὸς
ἀποθνῄσκων ἐποιήσατο τῶν θυγατέρων αὐτοῦ μίαν καὶ
τὰ ὄνθ' αὑτοῦ ἔδωκεν, ἀγρὸν Ἐλευσῖνι δυοῖν ταλάντοιν,
πρόβατα ἑξήκοντα, αἶγας ἑκατόν, ἔπιπλα, ἵππον λαμπρὸν
ἐφ' οὗ ἐφυλάρχησε, καὶ τὴν ἄλλην κατασκευὴν ἅπασαν,
ἧς κύριος ἐκεῖνος γενόμενος ἐννέα ἔτη ὅλα κατέλιπε
πέντε ταλάντων οὐσίαν καὶ τρισχιλίων δραχμῶν σὺν τοῖς

Φίλων Ιουδαίος De fuga et inventione Τμ. 29, γρ. 3

ἔσχον, οἱ δὲ ἐμπειρίᾳ καὶ τὰς σφαλερὰς νόσους ἀπέφυγον; καὶ τί δεῖ


μηκύνειν; ἀεὶ γὰρ τὰ μετὰ τέχνης ἔλεγχός ἐστι τῶν σὺν ἀτεχνίᾳ γινο-
μένων, καὶ ὁ τούτων ἀληθὴς ἔπαινος ἀψευδὴς ἐκείνων ἐστὶ κατηγορία.
ἐὰν οὖν θέλῃς διελέγξαι τὸν πολυχρήματον φαῦλον, μὴ ἀποστρα-
φῇς τὴν ἐν χρήμασι περιουσίαν. ὁ μὲν γὰρ ἢ ἀνελεύθερος καὶ δουλο-
πρεπὴς ὀβολοστάτης καὶ τοκογλύφος, βαρυδαίμων ἀνήρ, ἀναφανεῖται ἢ
ἔμπαλιν ἄσωτος πεφορημένος, λαφύττειν καὶ σπαθᾶν ἑτοιμότατος, ἑται-
ρῶν καὶ πορνοτρόφων καὶ μαστροπῶν καὶ παντὸς ἀκολάστου θιάσου
χορηγὸς φιλοτιμότατος. σὺ δὲ ἔρανον παρέξεις πένησι φίλων, χαριεῖ
δωρεὰς τῇ πατρίδι, συνεκδώσεις θυγατέρας ἀπόροις γονεῦσιν αὐταρκεστά-
την προῖκα ἐπιδούς, μονονοὺκ εἰς μέσον προθεὶς τὰ ἴδια καλέσεις ἐπὶ
μετουσίαν ἅπαντας τοὺς ἀξίους χάριτος. τὸν αὐτὸν μέντοι τρόπον καὶ
δοξομανοῦντα καὶ ἐπικομπάζοντα βουληθεὶς ὀνειδίσαι μοχθηρόν, δυνηθεὶς
ἔντιμος εἶναι μὴ ἀποστραφῇς τὸν παρὰ τοῖς πολλοῖς ἔπαινον· οὕτως
γὰρ τὸν μακρὰ βαίνοντα καὶ φρυαττόμενον ἄθλιον ὑποσκελιεῖς. ὁ μέν
γε τῷ ἐπιφανεῖ καταχρήσεται πρὸς ὕβριν καὶ ἀτιμίαν ἀμεινόνων ἑτέρων,
αὔξων τοὺς χείρους ἐπ' αὐτοῖς· σὺ δὲ ἔμπαλιν τοῖς ἀξίοις ἅπασι μετα-
δώσεις τῆς εὐκλείας, ἀσφάλειαν μὲν περιποιῶν τοῖς ἀγαθοῖς, βελτιῶν δὲ
τοὺς χείρους νουθεσίᾳ. κἂν ἐπ' ἄκρατον μέντοι καὶ πολυτελεῖς τραπέ-
ζας ἴῃς, θαρρῶν ἴθι· τὸν γὰρ ἀκράτορα αἰσχυνεῖς διὰ τῆς σεαυτοῦ δεξιό-
τητος.

Φίλων Ιουδαίος De specialibus legibus (lib. i-iv) Βι. 2, τμ. 80, γρ. 1

ὧν ἐκ πλεονεξίας τεύξεσθαι προσεδόκησεν ἐφίξεται. οὗτος μὲν οὖν


διδότω δίκας τῆς φιλαργυρίας, ἃ προήκατο μόνα κομιζόμενος, ἵνα μὴ
ἀτυχίας ἀνθρώπων ἐργάζηται προσοδευόμενος ἐξ ὧν οὐ προσῆκεν· οἱ δὲ
χρεῶσται τῆς ἀπὸ τῶν νόμων φιλανθρωπίας ἀξιούσθωσαν, τόκους καὶ
ἐπιτοκίας μὴ τελοῦντες, αὐτὸ δὲ μόνον τὸ ἀρχαῖον ἀποτινύντες· πάλιν
γὰρ ἐν καιροῖς τὸν αὐτὸν ἔρανον ἀνταποτίσουσι τοῖς συμβάλλουσιν ἀμει-
βόμενοι ταῖς ἴσαις ὠφελείαις τοὺς χάριτος ἄρξαντας.
Τοιαῦτα διαταξάμενος ἑξῆς ἀναγράφει νόμον ἡμερότητος καὶ
φιλανθρωπίας μεστόν. ἐάν, φησί, πραθῇ σοί τις τῶν ἀδελφῶν, ἓξ ἔτη
δουλευέτω, τῷ δὲ ἑβδόμῳ προῖκα ἐλεύθερος ἀφιέσθω. πάλιν “ἀδελφὸν”
τὸν ὁμόφυλον εἶπεν ὑποσπείρων τῇ τοῦ κεκτημένου ψυχῇ διὰ τῆς προς-
98

ρήσεως τὴν πρὸς τὸν ὑπήκοον συγγένειαν, ἵνα μὴ ὡς ξένου, πρὸς ὃν


οὐδὲν φίλτρον ἐστὶν εὐνοίας, κατολιγωρῇ, φιλοίκειον δέ τι προπεπονθὼς
πάθος ἐκ διδασκαλίας, ἣν ὁ ἱερὸς λόγος ὑπηχεῖ, μὴ ἀγανακτῇ μέλλοντος
ἐλευθεροῦσθαι. τοὺς γὰρ τοιούτους δούλους μὲν ὀνομάζεσθαι συμβέβηκε,
θῆτας δὲ τῷ ὄντι εἶναι τῶν ἀναγκαίων χάριν ὑπηρετοῦντας, κἂν μυριάκις
αὐτεξούσιον δυναστείαν καὶ δεσποτείαν ἀπειλῶσί τινες κατ' αὐτῶν· οὓς
τιθασευτέον, ἐπιλέγοντας τὰ χρηστὰ ἐκεῖνα τοῦ νόμου παραγγέλματα·
μισθωτός ἐστιν, ὦ ἄνθρωπε, ὁ λεγόμενος δοῦλος, καὶ αὐτὸς ἄνθρωπος
ὤν, ἔχων πρὸς σὲ τὴν ἀνωτάτω συγγένειαν, ἔπειτα καὶ ἀπὸ τοῦ αὐτοῦ

Φίλων Ιουδαίος De specialibus legibus (lib. i-iv) Βι. 2, τμ. 116, γρ. 5

μένῳ καθ' ὃν ἔδει καιρὸν ὠφελήσαντι ζημίας αἴτιον γενέσθαι· τῷ δὲ


ἀπόρως ἔχοντι συνεπάθησε καὶ μετέδωκεν ἐλέου τὴν ἀρχαίαν δωρησά-
μενος αὖθις περιουσίαν, δίχα τῶν κατ' εὐχὴν ἀφιερωθέντων ἀγρῶν ἐν
τῇ τάξει τῶν ἀναθημάτων· ἀνάθημα δ' οὐχ ὅσιον ἀκυροῦσθαι χρόνῳ·
διὸ προστέτακται τὴν ἀξίαν τιμὴν τούτων ἐκλέγειν μηδὲν καταχαρισα-
μένους τῷ ποιησαμένῳ τὸ ἀνάθημα.
Ταῦτα μὲν ἐπὶ ταῖς τῆς χώρας διανομαῖς καὶ κληρουχίαις
διατέτακται· ἕτερα δ' ἐπὶ ταῖς οἰκίαις. ἐπεὶ δὲ [καὶ] τούτων αἱ μὲν
κατὰ πόλεις ἐντὸς τειχῶν εἰσιν, αἱ δ' ἐν ἀγροῖς ἔξω τείχους ἐπαύλεις,
τὰς μὲν ἐν τοῖς χωρίοις ἐπέτρεψεν ὁ νόμος ἀεὶ λυτροῦσθαι, τὰς δὲ
μὴ λυτρωθείσας ἄχρι τοῦ πεντηκοστοῦ ἔτους ἀποδίδοσθαι προῖκα τοῖς
πάλαι κυρίοις, καθάπερ καὶ τὰ κτήματα· μοῖρα γὰρ αἱ ἐπαύλεις
κτημάτων. ὅσαι δὲ τειχῶν ἐντός εἰσι, μέχρι μὲν ἐνιαυτοῦ τὴν ἀνα-
πομπὴν ἐπὶ τοὺς πεπρακότας ἔχουσι, μετὰ δὲ τὸν ἐνιαυτὸν εἰς ἅπαν
τοῖς ὠνησαμένοις βεβαιοῦνται, μηδὲν τῆς τοῦ πεντηκοστοῦ ἔτους ἐκεχει-
ρίας βλαπτούσης τοὺς πριαμένους. αἴτιον δὲ τὸ βούλεσθαι καὶ ἐπη-
λύταις ἱδρύσεως τῆς ἐνταῦθα βεβαίου παρασχεῖν ἀφορμήν· ἐπειδὴ γὰρ
μετουσίαν γῆς οὐκ ἔχουσιν, ἅτε μὴ καταριθμηθέντες ἐν ταῖς κληρουχίαις,
οἰκιῶν αὐτοῖς κτῆσιν ὁ νόμος ἀπένειμε, φροντίσας τοῦ μὴ | μετανάστας
γενέσθαι τοὺς τῶν νόμων ἱκέτας καὶ πρόσφυγας. αἱ γὰρ πόλεις, ὅτε
ἐκληροδοτεῖτο ἡ χώρα κατὰ φυλάς, οὐ διενεμήθησαν, ἀλλ' οὐδὲ τὴν

Φίλων Ιουδαίος De specialibus legibus (lib. i-iv)


Book 2, τμ. 125, γρ. 1
λοδρομούντων καὶ ἀνακαμπτόντων εὐπραγίας. ἐπιτρέπει δ' ἐκ τῶν μὴ
ὁμοφύλων [οἵτινες ἐξ ἑτέρων ἐθνῶν εἰσιν] οἰκέτας κτᾶσθαι, βουλόμενος
πρῶτον μὲν διαφορὰν οἰκείων τε καὶ ἀλλοτρίων εἶναι, ἔπειτα δὲ μὴ κατὰ
τὸ παντελὲς ἀναγκαιότατον κτῆμα, θεράποντας, ἀνεῖρξαι τῆς αὑτοῦ πολι-
τείας· μυρία γὰρ τῶν ἐν τῷ βίῳ πραγμάτων ποθεῖ τὰς ἐκ δούλων
ὑπηρεσίας.
Υἱοὶ κληρονόμοι γονέων ἔστωσαν, εἰ δὲ μὴ εἶεν, θυγατέρες. ὡς
γὰρ ἐν τῇ φύσει γυναικῶν ἄνδρες πρωτοστατοῦσι, κἀν ταῖς συγγενείαις
ἐχέτωσαν προνομίαν διαδεχόμενοι τὰς οὐσίας καὶ τὴν τῶν τετελευτηκότων
τάξιν ἐκπληροῦντες ἀνάγκης νόμῳ κατασχεθέντων οὐδὲν θνητὸνκαὶ
γηγενὲς ἀθανατίζοντι. παρθένοι δὲ ἐὰν ἀπολειφθῶσιν ἀνέκδοτοι, προικὸς
ὑπὸ ζώντων ἔτι τῶν γονέων μὴ διωρισμένης, ἰσομοιρείτωσαν τοῖς ἄρρεσιν.
ἐπιμελείσθω δ' ἡ προεστῶσα ἀρχὴ φυλακῆς τε τῶν ἀπολειφθεισῶν καὶ
99

αὐξήσεως καὶ τῶν εἰς δίαιταν καὶ παιδείαν τὴν ἁρμόττουσαν κόραις
ἀναλωμάτων καί, ὁπότε γένοιτο ὥρα, [καὶ] γάμου τοῦ πρέποντος, ἀνδρῶν
ἐν ἅπασι δοκίμων ἀριστίνδην ἐπικριθέντων. ἔστωσαν δ' οὗτοι μάλιστα
μὲν συγγενεῖς, εἰ δὲ μή, πάντως γοῦν δημόται καὶ φυλέται, χάριν τοῦ
μὴ τοὺς κλήρους τοὺς προικιδίους ἐπιγαμίαις ἀλλοτριοῦσθαι, μένειν δ'
ἐν ταῖς ἐξ ἀρχῆς τεταγμέναις κατὰ φυλὰς λήξεσιν. ἐὰν δὲ γενεᾶς ἔρημος
ὢν τυγχάνῃ, παρίτωσαν ἐπὶ τὴν διαδοχὴν ἀδελφοὶ τοῦ τετελευτηκότος·
ἡ γὰρ μεθ' υἱοὺς καὶ θυγατέρας ἐν συγγενείαις τάξις ἀδελφῶν ἐστιν.

Φίλων Ιουδαίος De specialibus legibus (lib. i-iv)


Book 3, τμ. 70, γρ. 3

καὶ παρακάλει μὴ ἀνάξιος νομισθῆναι. σκαιὸς γὰρ οὐδεὶς ἂν οὕτως


γένοιτο τῶν ἐπιμελουμένων τῆς παιδός, ὡς ἐναντιωθῆναι πρὸς λιπαρε-
στέρας δεήσεις, καὶ μάλιστά γε ἐπειδὰν ἐξετάσας ἀνευρίσκῃ μὴ κατεψευς-
μένον ἢ ἐπιπόλαιον ἄλλως τὸ πάθος ἀλλ' ἐπαληθεῦον καὶ παγίως ἐνιδρυ-
μένον.” ἐὰν δέ τις λυττῶν καὶ μεμηνώς, ἅπασι τοῖς ἐκ λογισμοῦ πολλὰ
χαίρειν φράσας, δυναστείαν τὸν οἶστρον καὶ τὴν ἐπιθυμίαν ὑπολαβών,
νόμου βίαν, ὥς φασί τινες, προτιμοτέραν θέμενος, ἁρπάζῃ καὶ φθείρῃ
ταῖς ἐλευθέραις ὡς θεραπαίναις χρώμενος, τὰ πολέμου δρῶν ἐν εἰρήνῃ,
πρὸς τοὺς δικαστὰς ἀγέσθω. κἂν μὲν ᾖ πατὴρ τῇ βιασθείσῃ, βου-
λευέσθω περὶ ἐγγύης τῆς πρὸς τὸν ἐφθαρκότα· εἶτα ἐὰν μὲν ἀνανεύῃ,
προικιζέτω τὴν παῖδα ὁ φθορεὺς ἄλλως ζημιούμενος χρήμασιν, ἐὰν δὲ
συναινῇ καὶ συνεπιγράφηται, μηδὲν ὑπερτιθέμενος ἀγέσθω προῖκα πάλιν
τὴν ἴσην ὁμολογῶν καὶ μήτε ἀναδύεσθαι τὴν ἐξουσίαν ἐχέτω μήτε παραι-
τεῖσθαι, καὶ δι' αὐτόν, ἵνα μὴ λαγνείας ἕνεκα δοκῇ μᾶλλον ἢ κατ' ἔρωτα
νόμιμον ἐφθαρκέναι, καὶ διὰ τὴν κόρην, ἵν' αὐτῆς τὸ περὶ τὴν πρώτην
σύνοδον ἀτύχημα παρηγορηθῇ βεβαιοτάτῳ γάμῳ, ὃν οὐδὲν ἄλλο τι ἢ
θάνατος διαζεύξει. ἐὰν δὲ πατρὸς ὀρφανὴ τυγχάνῃ, πρὸς τῶν δικαστῶν
ἐρωτάσθω, εἴτε βούλεται συνοικεῖν εἴτε μή· ἐάν τε δὲ συναινῇ ἐάν τε
ἀρνῆται, τὰ αὐτὰ γινέσθω ἃ ἂν καὶ ἐπὶ ζῶντι διωμολογήθη τῷ πατρί.

Φίλων Ιουδαίος De specialibus legibus (lib. i-iv) Βι. 4, τμ. 63, γρ. 4

διὸ καὶ τῶν παρ' Ἕλλησιν ἔνιοι νομοθετῶν μεταγράψαντες ἐκ τῶν ἱερω-
τάτων Μωυσέως στηλῶν εὖ διατάξασθαι δοκοῦσι, μὴ μαρτυρεῖν ἀκοήν,
ὡς δέον, ἃ μὲν εἶδέ τις, πιστὰ κρίνειν, ἃ δὲ ἤκουσε, μὴ πάντως
βέβαια.
| Δεύτερον παράγγελμα κριτῇ δῶρα μὴ λαμβάνειν· τὰ γὰρ
δῶρα, φησὶν ὁ νόμος, πηροῖ μὲν ὀφθαλμοὺς βλέποντας, τὰ δὲ δίκαια
λυμαίνεται, τὴν δὲ διάνοιαν οὐκ ἐᾷ διὰ λεωφόρου βαίνειν ἐπ' εὐθείας.
καὶ τὸ μὲν δωροδοκεῖν ἐπ' ἀδίκοις παμπονήρων ἐστὶν ἀνθρώπων ἔργον,
τὸ δ' ἐπὶ δικαίοις ἐφ' ἡμισείᾳ πονηρευομένων· εἰσὶ γὰρ εὐπάρυφοί τινες
ἡμιμόχθηροι, δικαιάδικοι, τὴν ὑπὲρ τῶν πεπλημμελημένων τεταγμένοι
τάξιν κατὰ τῶν πλημμελησάντων, προῖκα δ' οὐκ ἀξιοῦντες νικῶντας
γράφειν οὓς νικᾶν ἀναγκαῖον, ἀλλὰ τὴν γνῶσιν ὤνιον καὶ ἔμμισθον
ἀποφαίνοντες. εἶτα ἐπειδάν τις αἰτιᾶται, φασὶ μὴ παρατρέψαι τὸ δίκαιον
– ἡττηθῆναι μὲν γὰρ οὓς ἁρμόττον ἦν ἡττᾶσθαι, νενικηκέναι δ' οὓς
100

ἐχρῆν περιγίνεσθαι – , κακῶς ἀπολογούμενοι· δύο γὰρ δεῖ προσφέρεσθαι


τὸν ἀγαθὸν δικαστήν, νομικωτάτην γνῶσιν καὶ τὸ ἀδέκαστον· ὁ δὲ ἐπὶ
δώροις βραβευτὴς τοῦ δικαίου καλὸν φύσει πρᾶγμα λέληθεν αἰσχύνων.
ἐπεξαμαρτάνει δὲ καὶ δύο ἕτερα, τὸ μὲν ἐθίζων ἑαυτὸν εἶναι φιλοχρή-
ματον, ὅπερ ὁρμητήριον τῶν μεγίστων παρανομημάτων ἐστί, τὸ δὲ βλάπ-
των ὃν ἄξιον ἦν ὠφελεῖν τιμὴν τοῦ δικαίου κατατιθέντα. διὸ σφόδρα
παιδευτικῶς Μωυσῆς δικαίως τὸ δίκαιον προστάττει μεταδιώκειν,

Φίλων Ιουδαίος De virtutibus Τμ. 223, γρ. 2

βαθέος ἐδυνήθη βραχεῖαν αὐγὴν ἀληθείας ἰδεῖν, θανάτου κινδύνῳ πρὸς


εὐσέβειαν ηὐτομόλησεν ὀλίγα φροντίσασα τοῦ ζῆν, εἰ μὴ μέλλοι καλῶς
ζῆν· τὸ δὲ καλῶς ἀνέφερεν ἐπ' οὐδὲν ἕτερον ἢ τὴν θεραπείαν καὶ
ἱκεσίαν τοῦ ἑνὸς αἰτίου. καίτοι δυσὶν ἀδελφοῖς ἀμφοτέροις πονηροῖς ἐν
μέρει γημαμένη, κουριδίῳ μὲν τῷ προτέρῳ, τῷ δ' ὑστέρῳ κατ' ἐπι-
δικασίας νόμον, γενεὰν τοῦ προτέρου μὴ καταλιπόντος, ἀλλ' ὅμως
ἀκηλίδωτον διαφυλάξασα τὸν ἑαυτῆς βίον ἴσχυσε καὶ τῆς προσηκούσης
τοῖς ἀγαθοῖς εὐφημίας ἐπιλαχεῖν καὶ τοῖς μετ' αὐτὴν ἅπασιν εὐγενείας
ἀφορμὴ γενέσθαι. ἀλλ' αὕτη μέν, εἰ καὶ ἀλλόφυλος, ἀλλ' οὖν γε
ἐλευθέρα καὶ ἐξ ἐλευθέρων καὶ οὐκ ἀσήμων ἴσως. θεράπαιναι δὲ τῶν
ὑπὲρ Εὐφράτην ἐν ἐσχατιαῖς τῆς Βαβυλῶνος γεννηθεῖσαι προικί διαι μὲν
ἐδόθησαν γαμουμέναις ταῖς τροφίμαις, ἄξιαι δὲ κριθεῖσαι | παρελθεῖν
εἰς εὐνὴν ἀνδρὸς σοφοῦ τὸ μὲν πρῶτον ἐκ παλλακίδων εἰς γαμετῶν
ὄνομα καὶ σχῆμα παρῆλθον καὶ ἀντὶ θεραπαινίδων ἰσότιμοι ταῖς
δεσποίναις ὀλίγου δέω φάναι κατέστησαν ὑπ' ἐκείνων, ὅπερ ἦν ἀπιστό-
τατον, πρὸς τὸ αὐτὸ ἀξίωμα παραπεμφθεῖσαι· φθόνος γὰρ οὐκ εἰσοικί-
ζεται σοφῶν ψυχαῖς, οὗ μὴ παρόντος κοινοπραγοῦσι τῶν ἀγαθῶν.
οἱ δ' ἐκ τούτων νόθοι παῖδες γνησίων οὐδὲν διήνεγκαν, οὐ μόνον
παρὰ τῷ γεννήσαντι – θαυμαστὸν γὰρ οὐδέν, εἰ τοῖς μὴ ὁμογαστρίοις
ὁ πάντων κοινὸς πατὴρ τὴν αὐτὴν εὔνοιαν παρεῖχεν – , ἀλλὰ καὶ παρὰ
ταῖς μητρυιαῖς· αἱ μὲν γὰρ τὸπρὸςπρογονοὺς μῖσος ἀναιρούμεναι

Αριστοφάνης ., Equites Γρ. 577

οἵτινες πεζαῖς μάχαισιν ἔν τε ναυφράκτῳ στρατῷ


πανταχοῦ νικῶντες ἀεὶ τήνδ' ἐκόσμησαν πόλιν·
οὐ γὰρ οὐδεὶς πώποτ' αὐτῶν τοὺς ἐναντίους ἰδὼν
ἠρίθμησεν, ἀλλ' ὁ θυμὸς εὐθὺς ἦν ἀμυνίας·
εἰ δέ που πέσοιεν εἰς τὸν ὦμον ἐν μάχῃ τινί,
τοῦτ' ἀπεψήσαντ' ἄν, εἶτ' ἠρνοῦντο μὴ πεπτωκέναι,
ἀλλὰ διεπάλαιον αὖθις. Καὶ στρατηγὸς οὐδ' ἂν εἷς
τῶν πρὸ τοῦ σίτησιν ᾔτησ' ἐρόμενος Κλεαίνετον·
νῦν δ' ἐὰν μὴ προεδρίαν φέρωσι καὶ τὰ σιτία,
οὐ μαχεῖσθαί φασιν. Ἡμεῖς δ' ἀξιοῦμεν τῇ πόλει
προῖκα γενναίως ἀμύνειν καὶ θεοῖς ἐγχωρίοις.
Καὶ πρὸς οὐκ αἰτοῦμεν οὐδὲν πλὴν τοσουτονὶ μόνον·
ἤν ποτ' εἰρήνη γένηται καὶ πόνων παυσώμεθα,
μὴ φθονεῖθ' ἡμῖν κομῶσι μηδ' ἀπεστλεγγισμένοις.
101

Ὦ πολιοῦχε Παλλάς, ὦ {Ant.} τῆς ἱερωτάτης ἁπα-

Αριστοφάνης ., Equites Γρ. 679

πύθησθ'· ἀφῖκται γὰρ περὶ σπονδῶν», λέγων.


Οἱ δ' ἐξ ἑνὸς στόματος ἅπαντες ἀνέκραγον·
«Νυνὶ περὶ σπονδῶν; ἐπειδή γ', ὦ μέλε,
ᾔσθοντο τὰς ἀφύας παρ' ἡμῖν ἀξίας.
Οὐ δεόμεθα σπονδῶν· ὁ πόλεμος ἑρπέτω.»
Ἐκεκράγεσάν τε τοὺς πρυτάνεις ἀφιέναι·
εἶθ' ὑπερεπήδων τοὺς δρυφάκτους πανταχῇ.
Ἐγὼ δὲ τὰ κορίανν' ἐπριάμην ὑποδραμὼν
ἅπαντα τά τε γήτει' ὅσ' ἦν ἐν τἀγορᾷ·
ἔπειτα ταῖς ἀφύαις ἐδίδουν ἡδύσματα
ἀποροῦσιν αὐτοῖς προῖκα κἀχαριζόμην.
Οἱ δ' ὑπερεπῄνουν ὑπερεπύππαζόν τέ με
ἅπαντες οὕτως ὥστε τὴν βουλὴν ὅλην
ὀβολοῦ κοριάννοις ἀναλαβὼν ἐλήλυθα.

Αριστοφάνης ., Nubes Γρ. 1426

φήσεις νομίζεσθαι σὺ παιδὸς τοῦτο τοὔργον εἶναι·


ἐγὼ δέ γ' ἀντείποιμ' ἂν ὡς δὶς παῖδες οἱ γέροντες.
εἰκός τε μᾶλλον τοὺς γέροντας ἢ νέους τι κλάειν,
ὅσῳπερ ἐξαμαρτάνειν ἧττον δίκαιον αὐτούς.
{Στ.} ἀλλ' οὐδαμοῦ νομίζεται τὸν πατέρα τοῦτο πάσχειν.
{Φε.} οὔκουν ἀνὴρ ὁ τὸν νόμον θεὶς τοῦτον ἦν τὸ πρῶτον,
ὥσπερ σὺ κἀγώ, καὶ λέγων ἔπειθε τοὺς παλαιούς;
ἧττόν τι δῆτ' ἔξεστι κἀμοὶ καινὸν αὖ τὸ λοιπὸν
θεῖναι νόμον τοῖς υἱέσιν, τοὺς πατέρας ἀντιτύπτειν;
ὅσας δὲ πληγὰς εἴχομεν πρὶν τὸν νόμον τεθῆναι,
ἀφίεμεν, καὶ δίδομεν αὐτοῖς προῖκα συγκεκόφθαι.
σκέψαι δὲ τοὺς ἀλεκτρυόνας καὶ τἄλλα τὰ βοτὰ ταυτί,
ὡς τοὺς πατέρας ἀμύνεται· καίτοι τί διαφέρουσιν
ἡμῶν ἐκεῖνοι, πλήν γ' ὅτι ψηφίσματ' οὐ γράφουσιν;
{Στ.} τί δῆτ', ἐπειδὴ τοὺς ἀλεκτρυόνας ἅπαντα μιμεῖ,
οὐκ ἐσθίεις καὶ τὴν κόπρον κἀπὶ ξύλου καθεύδεις;
{Φε.} οὐ ταὐτόν, ὦ τᾶν, ἐστίν, οὐδ' ἂν Σωκράτει δοκοίη.
{Στ.} πρὸς ταῦτα μὴ τύπτ'· εἰ δὲ μή, σαυτόν ποτ' αἰτιάσει.

Αριστοφάνης ., Pax Γρ. 907

καὶ παγκράτιόν γ' ὑπαλειψαμένοις νεανικῶς


παίειν, ὀρύττειν, πὺξ ὁμοῦ καὶ τῷ πέει·
τρίτῃ δὲ μετὰ ταῦθ' ἱπποδρομίαν ἄξετε,
102

ἵνα δὴ κέλης κέλητα παρακελητιεῖ,


ἅρματα δ' ἐπ' ἀλλήλοισιν ἀνατετραμμένα
φυσῶντα καὶ πνέοντα προσκινήσεται·
ἕτεροι δὲ κείσονταί γ' ἀπεψωλημένοι
περὶ ταῖσι καμπαῖς ἡνίοχοι πεπτωκότες.
Ἀλλ', ὦ πρυτάνεις, δέχεσθε τὴν Θεωρίαν.
Θέασ' ὡς προθύμως ὁ πρύτανις παρεδέξατο.
Ἀλλ' οὐκ ἄν, εἴ τι προῖκα προσαγαγεῖν σ' ἔδει,
ἀλλ' ηὗρον ἄν σ' ὑπέχοντα τὴν ἐκεχειρίαν.

Αριστοφάνης ., Pax Γρ. 1204

καὶ τῶν λαγῴων πολλὰ καὶ τοὺς κολλάβους.


{ΔΡΕΠΑΝΟΥΡΓΟΣ}
Ποῦ ποῦ Τρυγαῖός ἐστιν;
{ΤΡ.} Ἀναβράττω κίχλας.
{ΔΡ.} Ὦ φίλτατ', ὦ Τρυγαῖ', ὅσ' ἡμᾶς τἀγαθὰ
δέδρακας εἰρήνην ποήσας· ὡς πρὸ τοῦ
οὐδεὶς ἐπρίατ' ἂν δρέπανον οὐδὲ κολλύβου,
νυνὶ δὲ πέντε γ' αὐτὰ δραχμῶν ἐμπολῶ,
ὁδὶ δὲ τριδράχμους τοὺς κάδους εἰς τοὺς ἀγρούς.
Ἀλλ', ὦ Τρυγαῖε, τῶν δρεπάνων τε λάμβανε
κάδων θ' ὅ τι βούλει προῖκα· καὶ ταυτὶ δέχου·
ἀφ' ὧν γὰρ ἀπεδόμεσθα κἀκερδάναμεν
τὰ δῶρα ταυτί σοι φέρομεν εἰς τοὺς γάμους.
{ΤΡ.} Ἴθι νυν, καταθέμενοι παρ' ἐμοὶ ταῦτ' εἴσιτε
ἐπὶ δεῖπνον ὡς τάχιστα· καὶ γὰρ οὑτοσὶ
ὅπλων κάπηλος ἀχθόμενος προσέρχεται.
{ΟΠΛΩΝ ΚΑΠΗΛΟΣ}
Οἴμ' ὡς προθέλυμνόν μ', ὦ Τρυγαῖ', ἀπώλεσας.
{ΤΡ.} Τί δ' ἐστίν, ὦ κακόδαιμον; Οὔ τί που λοφᾷς;
{Ο. Κ.} Ἀπώλεσάς μου τὴν τέχνην καὶ τὸν βίον,
καὶ τουτουὶ καὶ τοῦ δορυξοῦ 'κεινουί.

Αριστοφάνης ., Ecclesiazusae Γρ. 613

ὥστε τί κέρδος μὴ καταθεῖναι; σὺ γὰρ ἐξευρὼν


ἀπόδειξον.
{Χρ.} οὔκουν καὶ νῦν οὗτοι μᾶλλον κλέπτουσ' οἷς ταῦτα
πάρεστιν;
{Πρ.} πρότερόν γ', ὦταῖρ', ὅτε τοῖσι νόμοις διεχρώμεθα τοῖς
προτέροισιν·
νῦν δ' ἔσται γὰρ βίος ἐκ κοινοῦ, τί τὸ κέρδος μὴ κατα-
θεῖναι;
{Βλ.} ἢν μείρακ' ἰδὼν ἐπιθυμήσῃ καὶ βούληται σκαλαθῦραι,
ἕξει τούτων ἀφελὼν δοῦναι, τῶν ἐκ κοινοῦ δὲ μεθέξει
103

ξυγκαταδαρθών. {Πρ.} ἀλλ' ἐξέσται προῖκ' αὐτῷ ξυγ-


καταδαρθεῖν.
καὶ ταύτας γὰρ κοινὰς ποιῶ τοῖς ἀνδράσι συγκατα-
κεῖσθαι
καὶ παιδοποιεῖν τῷ βουλομένῳ. {Βλ.} πῶς οὖν οὐ πάντες
ἴασιν
ἐπὶ τὴν ὡραιοτάτην αὐτῶν καὶ ζητήσουσιν ἐρείδειν;
{Πρ.} αἱ φαυλότεραι καὶ σιμότεραι παρὰ τὰς σεμνὰς καθ-
εδοῦνται.
κᾆτ' ἢν ταύτης ἐπιθυμήσῃ, τὴν αἰσχρὰν πρῶθ' ὑπο-
κρούσει.

Aeschines Orat., Epistulae [Sp.] Epistle 4, τμ. 1, γρ. 2

Θεμιστοκλῆς ὁ τὴν Ἑλλάδα ἐλευθερώσας ἐξηλάθη, καὶ


ὅπου Μιλτιάδης, ὅτι μικρὸν ὤφειλε τῷ δημοσίῳ, γέρων ὢν
ἐν τῷ δεσμωτηρίῳ ἀπέθανε, ταύτῃ τῇ πόλει Αἰσχίνην τὸν
Ἀτρομήτου φεύγοντα ἀγανακτεῖν οἴεσθαι δεῖν, εἴ τι τῶν
εἰωθότων Ἀθήνησιν ἔπαθεν.
Ἀλλ' ἔγωγε καὶ λαμπρὸν
εἰκότως μοι νομίσαιμ' ἂν αὐτὸ γενέσθαι, τὸ μετ' ἐκείνων ἐν
ἀδοξίᾳ παρὰ τοῖς ἔπειτα ἀνθρώποις καὶ ἄξιος τοῦ ὅμοια
παθεῖν ἐκείνοις γεγονέναι.
Ἐπεὶ δοκεῖ σοι πυνθάνεσθαι περὶ Κλεοκράτους, ὅστις
ἐστὶν ὁ Κλεοκράτης ἄκουε· παύσῃ γὰρ οὐ προῖκα πολυ-
πραγμονῶν, οὐδ' ἄπει πρὶν μακρᾶς ἀκοῦσαι διηγήσεως. Τὸ
μὲν γὰρ γένος ἐστὶν ἁπάντων ἀνδρῶν Ἑλλήνων οὐκ ἐν
ἀφανεστάτοις, Ἀρίφρονα τὸν ἐκ Δαμαγήτου εἴ που
πυνθάνοιο, ὅν που καὶ ὁ μέγας αἴρει Πίνδαρος. Ἀλλ' ὅπως
μὴ γέλωτα ὀφλισκάνῃς ζητῶν ὅστις ἐστὶν ὁ Πίνδαρος.
Τουτὶ μὲν γὰρ οἶμαι ὅτι καὶ παρὰ Μαντίᾳ τῷ γραμ-
ματιστῇ ἅμα ἐμοί ποτε ἔμαθες τὸ γράμμα· καὶ εἰ μηδενὸς
ἔτι τῶν παρὰ Μαντίᾳ μνημονεύεις, ἐν γοῦν ταῖς ἐκκλησίαις
Μελανώπου ἑκάστοτε ἀκούεις λέγοντος

Andocides Orat., In Alcibiadem [Sp.] Τμ. 14, γρ. 2

Θαυ-
μάζω δὲ τῶν πεπεισμένων Ἀλκιβιάδην δημοκρατίας ἐπι-
θυμεῖν, τοιαύτης πολιτείας ἣ μάλιστα κοινότητα δοκεῖ
ᾑρῆσθαι, οἳ οὐδ' ἀπὸ τῶν ἰδίων αὐτὸν θεῶνται, ὁρῶντες τὴν
πλεονεξίαν καὶ τὴν ὑπερηφανίαν, ὃς τὴν Καλλίου γήμας
ἀδελφὴν ἐπὶ δέκα ταλάντοις, τελευτήσαντος Ἱππονίκου
στρατηγοῦντος ἐπὶ Δηλίῳ ἕτερα τοσαῦτα προσεπράξατο,
λέγων ὡς ὡμολόγησεν ἐκεῖνος, ὁπότε παῖς αὐτῷ ἐκ τῆς
θυγατρὸς γένοιτο, προσθήσειν ταῦτα.
Λαβὼν δὲ
τοσαύτην προῖκα, ὅσην οὐδεὶς τῶν Ἑλλήνων, οὕτως
104

ὑβριστὴς ἦν, ἐπεισάγων εἰς τὴν αὐτὴν οἰκίαν ἑταίρας, καὶ


δούλας καὶ ἐλευθέρας, ὥστ' ἠνάγκασε τὴν γυναῖκα σωφρο-
νεστάτην οὖσαν ἀπολιπεῖν, ἐλθοῦσαν πρὸς τὸν ἄρχοντα
κατὰ τὸν νόμον. Οὗ δὴ μάλιστα τὴν αὑτοῦ δύναμιν ἐπεδεί-
ξατο· παρακαλέσας γὰρ τοὺς ἑταίρους, ἁρπάσας ἐκ τῆς
ἀγορᾶς τὴν γυναῖκα ᾤχετο βίᾳ, καὶ πᾶσιν ἐδήλωσε καὶ τῶν
ἀρχόντων καὶ τῶν νόμων καὶ τῶν ἄλλων πολιτῶν κατα-
φρονῶν.

Δείναρχος. In Demosthenem Τμ. 43, γρ. 2

δεῖν κρίνειν; οὐκ ἴστε τοῦτον αὐτοὶ δωροδόκον ὄντα καὶ


κλέπτην καὶ προδότην τῶν φίλων, καὶ τῆς πόλεως ἀνάξιον
καὶ αὐτὸν καὶ τὴν περὶ τοῦτον τύχην γεγενημένην; ἀπὸ
ποίων ψηφισμάτων οὗτος ἢ ποίων νόμων οὐκ εἴληφεν
ἀργύριον; εἰσί τινες ἐν τῷ δικαστηρίῳ τῶν ἐν τοῖς τριακο-
σίοις γεγενημένων, ὅθ' οὗτος ἐτίθει τὸν περὶ τῶν τριηράρ-
χων νόμον; οὐ φράσετε τοῖς πλησίον ὅτι τρία τάλαντα λα-
βὼν μετέγραφε καὶ μετεσκεύαζε τὸν νόμον καθ' ἑκάστην
ἐκκλησίαν, καὶ τὰ μὲν ἐπώλει ὧν εἰλήφει τὴν τιμήν, τὰ δ'
ἀποδόμενος οὐκ ἐβεβαίου; εἴπατέ μοι πρὸς Διὸς ὦ ἄνδρες,
προῖκα τοῦτον οἴεσθε γράψαι Διφίλῳ τὴν ἐν πρυτανείῳ
σίτησιν καὶ τὴν εἰς τὴν ἀγορὰν ἀνατε>θησομένην εἰκόνα;
ἢ τὸ ποιῆσαι πολίτας ὑμ⌈ετέρου⌉ς Χαιρέφιλον καὶ Φείδωνα
καὶ Πάμφιλον καὶ Φ⌈είδ⌉ιππον, ἢ πάλιν Ἐπιγένην καὶ Κό-
νωνα τοὺς τραπεζίτας; ἢ τὸ χαλκοῦς ἐν ἀγορᾷ στῆσαι
⌈Παι⌉ρισάδην καὶ Σάτυρον καὶ Γόργιππον τοὺς ἐκ ⌈τοῦ
Πόντου⌉ τυράννους, παρ' ὧν αὐτῷ χίλιοι μ⌈έδιμν⌉οι τοῦ
ἐνιαυτοῦ πυρῶν ἀποστέλλονται, τῷ οὐδ' ὅποι καταφύγῃ
αὐτίκα φήσοντι εἶναι; ἢ τὸ γράψαι Ταυροσθένην Ἀθηναῖον
εἶναιτὸντοὺς μὲν αὑτοῦ πολίτας καταδουλωσάμενον,
τῆς δ' Εὐβοίας ὅλης μετὰ τοῦ ἀδελφοῦ Καλλίου προδότην

Δείναρχος. Frag.a Oration 60, Frag. 3, γρ. 2

DionyHalic. de Din. 12, p. 318, 2 R. Διαμαρτυρία,


ὡς οὔκ εἰσιν ἐπίδικοιαἱἈριστοφῶντος θυγατέρες·
τοῦ νόμου δεδωκότος, ὦ ἄνδρες>.
Harpocr. v.διαμαρτυρίακαὶδιαμαρτυρεῖν>·
τρόπος τις ἦν παραγραφῆς ἡ διαμαρτυρία· ... Δείναρχος
μέντοι τὸ διαμαρτυρῆσαι τέθεικεν οὐκ ἐπὶ τοῦ μαρτυρή-
σαντος αὐτοῦ, ἀλλ' ἐπὶ τοῦ παρασχόντος τινὰ διαμαρτυ-
ρήσαντα ἐν τῇ διαμαρτυρίᾳ περὶ τοῦ μὴ ἐπίδικον εἶναι
τὴν Ἀριστοφῶντος θυγατέρα ...
Harpocr. v.ἐπίδικοςκαὶ ἐπίκληρος καὶ ἐπί-
προικος καὶ ἐπικληρῖτις. ἐπίκληρος μέν ἐστιν ἡ ἐπὶ παντὶ
τῷ κλήρῳ ὀρφανὴ καταλελειμμένη, μὴ ὄντος αὐτῇ ἀδελ-
φοῦ (ἡ δὲ αὐτὴ καὶ ἐπικληρῖτις)· ἐπίπροικος δὲ ἡ ἐπὶ
105

μέρει τινὶ τοῦ κλήρου ὥστε προῖκα ἔχειν, ἀδελφῶν αὐτῇ


ὄντων· ἐπίδικος δὲ ἡ ἀμφισβητουμένη ἐπίκληρος ὅτῳ χρὴ
αὐτὴν γαμηθῆναι. ταῦτα δὲ δηλοῦσιν Ἰσαῖος ἐν τῷ πρὸς
Σάτυρον ὑπὲρ ἐπικλήρου (or. 39 Thalh.) καὶ Δείναρχος
ἐν τῷ ἐπιγραφομένῳ Διαμαρτυρία περὶ τοῦ μὴ ἐπίδικον
εἶναι τὴν Ἀριστοφῶντος θυγατέρα· ἐν δὲ τούτῳ τῷ λόγῳ
δείκνυται καὶ ὅτι τὰς ἀπορουμένας κόρας ἐξεδίδοσαν οἱ
ἄγχιστα γένους πέντε μνᾶς ἐπιδιδόντες. ὁ δὲ Ἰσαῖος ἐν

Δείναρχος. Frag.a Oration 92, Frag. t, γρ. 2

ΥΠΕΡ ΤΟΥ ΟΝΟΜΑΤΟΣ

DionyHalic. de Din. 13, p. 319, 21 R. Πρὸς Βοιωτὸν


ὑπὲρ τοῦ ὀνόματος·οὐδεμιᾷ φιλοπραγματοσύνῃ>. εἰ
καὶ μὴ τοῖς ἄλλοις οἱ Δημοσθένους ἀφαιρούμενοι τοῦτον
τὸν λόγον καὶ Δεινάρχῳ προσάπτοντες ἐλέγχοιντο, τῷ
χρόνῳ γ' οὖν ἐπιδειχθεῖεν ἂν ψευδόμενοι. μέμηνται γὰρ
ὡς νεωστὶ τῆς εἰς Πύλας ἐξόδου γεγενημένης, ἡ δ' εἰς
ΠύλαςἈθηναίων ἔξοδος ἐπὶ Θου⌈δήμ⌉ου ἄρχοντος
ἐγένετο, ⌈ὄγδοον⌉ ἔτος Δεινάρχου ἔχοντος.

ΠΡΟΣ ΜΑΝΤΙΘΕΟΝ ΠΕΡΙ ΠΡΟΙΚΟΣ

DionyHalic. de Din. 13, p. 320, 6 R. Πρὸς Μαντί-


θεον περὶ προικός·πάντων ἐστὶν ἀνιαρότατον>.
οὗτος ἀκολουθεῖ τῷ προτέρῳ λόγῳ καὶ πολλὰ ἔχει κατὰ
τὴνλέξιν τοι>αῦτα, ἃ εἴη ἂν τοῦ αὐτοῦ ῥήτορος, ἔξω
τ⌈ῆ⌉ς τῶν Δεινάρχου ἡλικίας...πολλοῖς ἔτεσιν ὕστερον
ἠγώνισται τὸν ἀγῶνα ὁ κατήγορος, ἀλλὰ δύο ἢ τρισίν,
ὡς ἀκριβέστερον περὶ αὐτῶν ἐν τῇπερὶΔημοσθένους
γραφῇ δεδηλώκαμεν.

Δείναρχος. Frag.a Oration 92, Frag. 1, γρ. 2

ὑπὲρ τοῦ ὀνόματος·οὐδεμιᾷ φιλοπραγματοσύνῃ>. εἰ


καὶ μὴ τοῖς ἄλλοις οἱ Δημοσθένους ἀφαιρούμενοι τοῦτον
τὸν λόγον καὶ Δεινάρχῳ προσάπτοντες ἐλέγχοιντο, τῷ
χρόνῳ γ' οὖν ἐπιδειχθεῖεν ἂν ψευδόμενοι. μέμηνται γὰρ
ὡς νεωστὶ τῆς εἰς Πύλας ἐξόδου γεγενημένης, ἡ δ' εἰς
ΠύλαςἈθηναίων ἔξοδος ἐπὶ Θου⌈δήμ⌉ου ἄρχοντος
ἐγένετο, ⌈ὄγδοον⌉ ἔτος Δεινάρχου ἔχοντος.

ΠΡΟΣ ΜΑΝΤΙΘΕΟΝ ΠΕΡΙ ΠΡΟΙΚοΣ


106

DionyHalic. de Din. 13, p. 320, 6 R. Πρὸς Μαντί-


θεον περὶ προικός·πάντων ἐστὶν ἀνιαρότατον>.
οὗτος ἀκολουθεῖ τῷ προτέρῳ λόγῳ καὶ πολλὰ ἔχει κατὰ
τὴνλέξιν τοι>αῦτα, ἃ εἴη ἂν τοῦ αὐτοῦ ῥήτορος, ἔξω
τ⌈ῆ⌉ς τῶν Δεινάρχου ἡλικίας...πολλοῖς ἔτεσιν ὕστερον
ἠγώνισται τὸν ἀγῶνα ὁ κατήγορος, ἀλλὰ δύο ἢ τρισίν,
ὡς ἀκριβέστερον περὶ αὐτῶν ἐν τῇπερὶΔημοσθένους
γραφῇ δεδηλώκαμεν.

Hyperides Orat., In Demosthenem Frag. 3, column 12, γρ. 9

⸏ρας ἔλαβε· σὺ δ' ὁ τῶι


ψηφίσματι τοῦ σώ-
ματος αὐτοῦ τὴν φυ-
λακὴν καταστήσας
καὶ οὔτ' ἐγλειπομέ-
νην ἐπανορθῶν
οὔτε καταλυθείσης
τοὺς αἰτίους κρίνας,
προῖκα δηλονότ[ι] τὸν
καιρὸν τοῦτον τετα-
⸏μίευσαι; καὶ τοῖς μὲν
ἐλάττοσι ῥήτορσιν
ἀπέτινεν ὁ Ἅρπαλος
χρυσίον, τοῖς θορύβου
μόνον καὶ κραυγῆς
⸏κυρίοις, σὲ δὲ τὸν τῶν
ὅλων πραγμάτων
ἐπιστάτην παρεῖδεν;
⸏καὶ τῷ τοῦτο πιστόν;

Hyperides Orat., In Athenogenem Column 13, γρ. 5

βουλεῦσαι]; ἐγὼ μὲν γὰρ οἴομαι ὑμᾶς. Δι-


όπερ ὦ ἄνδρες] δικασταὶ ἐμοὶ μὲν ἂν εἰ-
κότως συγγνώ̣]μην ἔχοιτ' [ἀ̣]π̣α[̣ τη̣]θῆναι
...........καὶ ἀτυχῆσαι τ[οιού̣]τω[ι
ἀνθρώπωι περ]ιπεσόντα, Ἀθην[ογένει
δὲ] ... (desunt vsXVI)
ενε[........π]ά̣ντα ἐμοὶ εἶναι, τὰ δὲ τῆς ἀ-
⸏πάτ[ης κέρδη αὐτ]ῷ· καὶ τὸν μὲν Μίδα̣ν̣ τὸν
τ̣ολ...........ξαι, ὃν ἄκων φησὶν ἀ[πο]λῦσαι,
τοῦτ̣[ον.......λα]β̣εῖν· τοῦ δὲ παιδό̣σ,̣ [ὃν] τότε
προῖκ[ά μοί φησιν] διδόναι, νῦν αὐτ[ὸν λ]αβεῖν
ἀργύρ[ιον πολὺ πλε]ῖον τῆς ἀ̣ξίας, οὐχ ὥ[ς]τε ἐμὸν
ε[ἶ̣ν̣αι, ἀλλ' ὥστε ὑφ̣' ὑμῶ̣ν]̣ τῆι ψήφω[ι] ἐ̣λεύθε-
107

⸏ρον ἀφ[ίεσθαι. αὐτὸς μέ̣]ντοι οὐκ ἀξιῶ


πρὸς [τοῖς ἄλλοις καὶ ἀτι]μωθῆνα[ι ὑ]π' Ἀθη-
νογέν̣[ους. καὶ γὰρ ἂν] δεινὸν [συ]μβαί-
νοι μ̣[οι ὦ ἄνδρες δικας]τ̣αί, εἰ μ̣...τ̣ος

Hyperides Orat., Frag.a Frag. 212, γρ. 2

ὁ αὐτὸς (Hyper.) ἔλεγε κακῶν ἀνθρώπων φεύ-


γεινδεῖνφιλίαν καὶ ἀγαθῶν ἔχθραν. Beynen Sent.
sel. nr. 243 (Wachsmuth l. c. 122).
διὰ δύο προφάσεις τῶν ἀδικημάτων ἅνθρωποι
ἀπέχονται, ἢ διὰ φόβον ἢ διὰ αἰσχύνην. Max. Conf. Loci
comm., col. 753 Migne.
ὁ Γλαυκίππου δὲ 8πάντων ἀπαιδευτότατον ἔφη
8τὸ λοιδορεῖν. DionyAntiocepist. 79 (in Epistologr.
gr. Hercheri p. 273).
Ὑπ. ὁ ῥήτωρ ἠξίου σκοπεῖν Ἀθηναίους μὴ μόνον
εἰ πικρός ἐστιν, ἀλλ' εἰ προῖκα πικρός. Plut. Mor. p. 67 B.
δοκεῖς γὰρ αὐτὸν εἰπεῖν; Herod. π. σχημ. VIII, 598 w.
παραπέμπει γὰρ ἡμᾶς ἡ ἐλπίς· αὕτη δὲ ἀτυ-
χούντων ἐστὶν ἐφόδιον. Herodian. π. σχημ. VIII, 601 W.
ἀγαθέστατε· Ὑπ. εἶπεν. Phot. ed. Reitz. p. 8, 24.
ἄγειν ἀντὶ τοῦ ἔχειν Ὑπ. Bekk. Anecd. 335, 24.
Bachm. anecd. p. 20, 18. Phot. ed. Reitz. p. 14, 8. –
fr. 121 confert Bab., fr. 134 Fuhr.
Ὑπερ. δὲ 8τὸν ἀγήρατον χρόνον. Poll. II. 14.

Ξενοφών. , Memorabilia Βι. 1, Κεφ. 2, τμ. 60, γρ. 6

καὶ γὰρ ἑαυτὸν οὕτω γ' ἂν ᾤετο δεῖν παίεσθαι· ἀλλ'


ἔφη δεῖν τοὺς μήτε λόγῳ μήτ' ἔργῳ ὠφελίμους ὄντας μήτε
στρατεύματι μήτε πόλει μήτε αὐτῷ τῷ δήμῳ, εἴ τι δέοι,
βοηθεῖν ἱκανούς, ἄλλως τ' ἐὰν πρὸς τούτῳ καὶ θρασεῖς ὦσι,
πάντα τρόπον κωλύεσθαι, κἂν πάνυ πλούσιοι τυγχάνωσιν
ὄντες. ἀλλὰ Σωκράτης γε τἀναντία τούτων φανερὸς ἦν
καὶ δημοτικὸς καὶ φιλάνθρωπος ὤν. ἐκεῖνος γὰρ πολλοὺς
ἐπιθυμητὰς καὶ ἀστοὺς καὶ ξένους λαβὼν οὐδένα πώποτε
μισθὸν τῆς συνουσίας ἐπράξατο, ἀλλὰ πᾶσιν ἀφθόνως
ἐπήρκει τῶν ἑαυτοῦ· ὧν τινες μικρὰ μέρη παρ' ἐκείνου
προῖκα λαβόντες πολλοῦ τοῖς ἄλλοις ἐπώλουν, καὶ οὐκ
ἦσαν ὥσπερ ἐκεῖνος δημοτικοί· τοῖς γὰρ μὴ ἔχουσι χρή-
ματα διδόναι οὐκ ἤθελον διαλέγεσθαι. ἀλλὰ Σωκράτης γε
καὶ πρὸς τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους κόσμον τῇ πόλει παρεῖχε
πολλῷ μᾶλλον ἢ Λίχας τῇ Λακεδαιμονίων, ὃς ὀνομαστὸς
ἐπὶ τούτῳ γέγονε. Λίχας μὲν γὰρ ταῖς γυμνοπαιδίαις τοὺς
ἐπιδημοῦντας ἐν Λακεδαίμονι ξένους ἐδείπνιζε, Σωκράτης
δὲ διὰ παντὸς τοῦ βίου τὰ ἑαυτοῦ δαπανῶν τὰ μέγιστα
πάντας τοὺς βουλομένους ὠφέλει· βελτίους γὰρ ποιῶν τοὺς
108

συγγιγνομένους ἀπέπεμπεν.

Ξενοφών. , Memorabilia Βι. 1, Κεφ. 5, τμ. 3, γρ. 1

ἑλέσθαι ἄνδρα, ὑφ' οὗ μάλιστ' ἂν αὐτοὶ μὲν σῳζοίμεθα,


τοὺς δὲ πολεμίους χειροίμεθα, ἆρ' ὅντινα [ἂν] αἰσθανοίμεθα
ἥττω γαστρὸς ἢ οἴνου ἢ ἀφροδισίων ἢ πόνου ἢ ὕπνου, τοῦ-
τον ἂν αἱροίμεθα; καὶ πῶς ἂν οἰηθείημεν τὸν τοιοῦτον ἢ
ἡμᾶς σῶσαι ἢ τοὺς πολεμίους κρατῆσαι; εἰ δ' ἐπὶ τελευτῇ
τοῦ βίου γενόμενοι βουλοίμεθά τῳ ἐπιτρέψαι ἢ παῖδας ἄρρε-
νας παιδεῦσαι ἢ θυγατέρας παρθένους διαφυλάξαι ἢ χρήματα
διασῶσαι, ἆρ' ἀξιόπιστον εἰς ταῦθ' ἡγησόμεθα τὸν ἀκρατῆ;
δούλῳ δ' ἀκρατεῖ ἐπιτρέψαιμεν ἂν ἢ βοσκήματα ἢ ταμιεῖα ἢ
ἔργων ἐπιστασίαν; διάκονον δὲ καὶ ἀγοραστὴν τοιοῦτον
ἐθελήσαιμεν ἂν προῖκα λαβεῖν; ἀλλὰ μὴν εἴ γε μηδὲ δοῦλον
ἀκρατῆ δεξαίμεθ' ἄν, πῶς οὐκ ἄξιον αὐτόν γε φυλάξασθαι
τοιοῦτον γενέσθαι; καὶ γὰρ οὐχ ὥσπερ οἱ πλεονέκται τῶν
ἄλλων ἀφαιρούμενοι χρήματα ἑαυτοὺς δοκοῦσι πλουτίζειν,
οὕτως ὁ ἀκρατὴς τοῖς μὲν ἄλλοις βλαβερός, ἑαυτῷ δ' ὠφέ-
λιμος, ἀλλὰ κακοῦργος μὲν τῶν ἄλλων, ἑαυτοῦ δὲ πολὺ
κακουργότερος, εἴ γε κακουργότατόν ἐστι μὴ μόνον τὸν οἶκον
τὸν ἑαυτοῦ φθείρειν, ἀλλὰ καὶ τὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχήν· ἐν
συνουσίᾳ δὲ τίς ἂν ἡσθείη τῷ τοιούτῳ, ὃν εἰδείη τῷ ὄψῳ τε
καὶ τῷ οἴνῳ χαίροντα μᾶλλον ἢ τοῖς φίλοις καὶ τὰς πόρνας
ἀγαπῶντα μᾶλλον ἢ τοὺς ἑταίρους;

Ξενοφών. , Memorabilia Βι. 1, Κεφ. 6, τμ. 11, γρ. 6

ῥᾴστοις ἐντυγχάνειν ἀρκούντως χρώμενος; ἔοικας, ὦ Ἀντι-


φῶν, τὴν εὐδαιμονίαν οἰομένῳ τρυφὴν καὶ πολυτέλειαν εἶναι·
ἐγὼ δ' ἐνομίζον τὸ μὲν μηδενὸς δεῖσθαι θεῖον εἶναι, τὸ δ' ὡς
ἐλαχίστων ἐγγυτάτω τοῦ θείου, καὶ τὸ μὲν θεῖον κράτιστον,
τὸ δ' ἐγγυτάτω τοῦ θείου ἐγγυτάτω τοῦ κρατίστου.
Πάλιν δέ ποτε ὁ Ἀντιφῶν διαλεγόμενος τῷ Σωκράτει
εἶπεν· Ὦ Σώκρατες, ἐγώ τοί σε δίκαιον μὲν νομίζω, σοφὸν
δὲ οὐδ' ὁπωστιοῦν· δοκεῖς δέ μοι καὶ αὐτὸς τοῦτο γιγνώσκειν·
οὐδένα γοῦν τῆς συνουσίας ἀργύριον πράττῃ. καίτοι τό γε
ἱμάτιον ἢ τὴν οἰκίαν ἢ ἄλλο τι ὧν κέκτησαι νομίζων ἀργυ-
ρίου ἄξιον εἶναι οὐδενὶ ἂν μὴ ὅτι προῖκα δοίης, ἀλλ' οὐδ'
ἔλαττον τῆς ἀξίας λαβών. δῆλον δὴ ὅτι εἰ καὶ τὴν συνου-
σίαν ᾤου τινὸς ἀξίαν εἶναι, καὶ ταύτης ἂν οὐκ ἔλαττον τῆς
ἀξίας ἀργύριον ἐπράττου. δίκαιος μὲν οὖν ἂν εἴης, ὅτι οὐκ
ἐξαπατᾷς ἐπὶ πλεονεξίᾳ, σοφὸς δὲ οὐκ ἄν, μηδενός γε ἄξια
ἐπιστάμενος. ὁ δὲ Σωκράτης πρὸς ταῦτα εἶπεν· Ὦ Ἀν-
τιφῶν, παρ' ἡμῖν νομίζεται τὴν ὥραν καὶ τὴν σοφίαν ὁμοίως
μὲν καλόν, ὁμοίως δὲ αἰσχρὸν διατίθεσθαι εἶναι. τήν τε
γὰρ ὥραν ἐὰν μέν τις ἀργυρίου πωλῇ τῷ βουλομένῳ, πόρνον
αὐτὸν ἀποκαλοῦσιν, ἐὰν δέ τις, ὃν ἂν γνῷ καλόν τε κἀγαθὸν
109

Ξενοφών. , Apologia Socratis Τμ. 26, γρ. 9

τούτων πρᾶξαί τι κατ' ἐμοῦ φασιν. ὥστε θαυμαστὸν ἔμοιγε


δοκεῖ εἶναι ὅπως ποτὲ ἐφάνη ὑμῖν τοῦ θανάτου ἔργον ἄξιον
ἐμοὶ εἰργασμένον. ἀλλ' οὐδὲ μέντοι ὅτι ἀδίκως ἀποθνῄσκω,
διὰ τοῦτο μεῖον φρονητέον· οὐ γὰρ ἐμοὶ ἀλλὰ τοῖς κατα-
γνοῦσι τοῦτο αἰσχρόν [γάρ] ἐστι. παραμυθεῖται δ' ἔτι με
καὶ Παλαμήδης ὁ παραπλησίως ἐμοὶ τελευτήσας· ἔτι γὰρ καὶ
νῦν πολὺ καλλίους ὕμνους παρέχεται Ὀδυσσέως τοῦ ἀδίκως
ἀποκτείναντος αὐτόν· οἶδ' ὅτι καὶ ἐμοὶ μαρτυρήσεται ὑπό τε
τοῦ ἐπιόντος καὶ ὑπὸ τοῦ παρεληλυθότος χρόνου ὅτι ἠδίκησα
μὲν οὐδένα πώποτε οὐδὲ πονηρότερον ἐποίησα, εὐηργέτουν
δὲ τοὺς ἐμοὶ διαλεγομένους προῖκα διδάσκων ὅ τι ἐδυνάμην
ἀγαθόν. εἰπὼν δὲ ταῦτα μάλα ὁμολογουμένως δὴ τοῖς
εἰρημένοις ἀπῄει καὶ ὄμμασι καὶ σχήματι καὶ βαδίσματι
φαιδρός. ὡς δὲ ᾔσθετο ἄρα τοὺς παρεπομένους δακρύοντας,
Τί τοῦτο; εἰπεῖν αὐτόν, ἦ ἄρτι δακρύετε; οὐ γὰρ πάλαι ἴστε
ὅτι ἐξ ὅτουπερ ἐγενόμην κατεψηφισμένος ἦν μου ὑπὸ τῆς
φύσεως ὁ θάνατος; ἀλλὰ μέντοι εἰ μὲν ἀγαθῶν ἐπιρρεόντων
προαπόλλυμαι, δῆλον ὅτι ἐμοὶ καὶ τοῖς ἐμοῖς εὔνοις λυπη-
τέον· εἰ δὲ χαλεπῶν προσδοκωμένων καταλύω τὸν βίον, ἐγὼ
μὲν οἶμαι ὡς εὐπραγοῦντος ἐμοῦ πᾶσιν ὑμῖν εὐθυμητέον εἶναι.

Ξενοφών. , Agesilaus Κεφ. 1, τμ. 18, γρ. 2

ικέσθαι. ὁ δὲ Ἀγησίλαος ἀντὶ τοῦ ἐπὶ Καρίαν ἰέναι εὐθὺς


ἀντιστρέψας ἐπὶ Φρυγίας ἐπορεύετο· καὶ τάς τε ἐν τῇ πορείᾳ
ἀπαντώσας δυνάμεις ἀναλαμβάνων ἦγε καὶ τὰς πόλεις κατε-
στρέφετο καὶ ἐμβαλὼν ἀπροσδοκήτως παμπληθῆ χρήματα
ἔλαβε. στρατηγικὸν οὖν καὶ τοῦτο ἐδόκει διαπράξασθαι,
ὅτι ἐπεὶ πόλεμος προερρήθη καὶ τὸ ἐξαπατᾶν ὅσιόν τε καὶ
δίκαιον ἐξ ἐκείνου ἐγένετο, παῖδα ἀπέδειξε τὸν Τισσαφέρνην
τῇ ἀπάτῃ, φρονίμως δὲ καὶ τοὺς φίλους ἐνταῦθα ἔδοξε
πλουτίσαι· ἐπεὶ γὰρ διὰ τὸ πολλὰ χρήματα εἰλῆφθαι ἀντί-
προικα τὰ πάντα ἐπωλεῖτο, τοῖς μὲν φίλοις προεῖπεν ὠνεῖ-
σθαι, εἰπὼν ὅτι καταβήσοιτο ἐπὶ θάλατταν ἐν τάχει τὸ
στράτευμα κατάγων· τοὺς δὲ λαφυροπώλας ἐκέλευσε γρα-
φομένους ὁπόσου τι πρίαιντο προΐεσθαι τὰ χρήματα. ὥστε
οὐδὲν προτελέσαντες οἱ φίλοι αὐτοῦ οὐδὲ τὸ δημόσιον βλά-
ψαντες πάντες παμπληθῆ χρήματα ἔλαβον. ἔτι δὲ ὁπότε
αὐτόμολοι ὡς εἰκὸς πρὸς βασιλέα ἰόντα χρήματα ἐθέλοιεν
ὑφηγεῖσθαι, καὶ ταῦτα ἐπεμέλετο ὡς διὰ τῶν φίλων ἁλί-
σκοιτο, ὅπως ἅμα μὲν χρηματίζοιντο, ἅμα δὲ ἐνδοξότεροι
γίγνοιντο. διὰ μὲν δὴ ταῦτα εὐθὺς πολλοὺς ἐραστὰς τῆς
αὑτοῦ φιλίας ἐποιήσατο. γιγνώσκων δ' ὅτι ἡ μὲν πορθου

Ξενοφών. , Agesilaus Κεφ. 4, τμ. 4, γρ. 2


110

μὴ ἐθέλοι, ὧν οὐκ εἰσὶ δίκαι πρὸς τὸν μὴ ἀποδιδόντα, πῶς


ἅ γε καὶ νόμος κωλύει ἐθέλοι ἂν ἀποστερεῖν; Ἀγησίλαος
δὲ οὐ μόνον τὸ μὴ ἀποδιδόναι χάριτας ἄδικον ἔκρινεν, ἀλλὰ
καὶ τὸ μὴ πολὺ μείζους τὸν μείζω δυνάμενον. τά γε μὴν
τῆς πόλεως κλέπτειν πῇ ἄν τις αὐτὸν εἰκότως αἰτιάσαιτο,
ὃς καὶ τὰς αὐτῷ χάριτας ὀφειλομένας τῇ πατρίδι καρποῦ-
σθαι παρεδίδου; τὸ δ', ὁπότε βούλοιτο εὖ ποιεῖν ἢ πόλιν
ἢ φίλους χρήμασι, δύνασθαι παρ' ἑτέρων λαμβάνοντα ὠφε-
λεῖν, οὐ καὶ τοῦτο μέγα τεκμήριον ἐγκρατείας χρημάτων;
εἰ γὰρ ἐπώλει τὰς χάριτας ἢ μισθοῦ εὐεργέτει, οὐδεὶς ἂν
οὐδὲν ὀφείλειν αὐτῷ ἐνόμισεν· ἀλλ' οἱ προῖκα εὖ πεπον-
θότες, οὗτοι ἀεὶ ἡδέως ὑπηρετοῦσι τῷ εὐεργέτῃ, καὶ διότι
εὖ ἔπαθον καὶ διότι προεπιστεύθησαν ἄξιοι εἶναι παρακατα-
θήκην χάριτος φυλάττειν. ὅστις δ' ᾑρεῖτο καὶ σὺν τῷ
γενναίῳ μειονεκτεῖν ἢ σὺν τῷ ἀδίκῳ πλέον ἔχειν, πῶς
οὗτος οὐκ ἂν πολὺ τὴν αἰσχροκέρδειαν ἀποφεύγοι; ἐκεῖνος
τοίνυν κριθεὶς ὑπὸ τῆς πόλεως ἅπαντα ἔχειν τὰ Ἄγιδος τὰ
ἡμίσεα τοῖς ἀπὸ μητρὸς αὐτῷ ὁμογόνοις μετέδωκεν, ὅτι
πενομένους αὐτοὺς ἑώρα. ὡς δὲ ταῦτα ἀληθῆ πᾶσα μάρτυς
ἡ τῶν Λακεδαιμονίων πόλις. διδόντος δ' αὐτῷ πάμπολλα
δῶρα Τιθραύστου, εἰ ἀπέλθοι ἐκ τῆς χώρας, ἀπεκρίνατο

Lycurgus Orat., Frag.a Oration 6, Frag. 17, γρ. 5

Ἀθήνησινἑορτῶν (FGrHist 365 F 1) οὕτω γράφει·


’ὁμοίως δὲ καὶ ὁ προσαγορευόμενος πέλανος· λέγεται δὲ
πέμματά τινα τοῖς θεοῖς γινόμενα ἐκ τοῦ ἀφαιρεθέντος
σίτου ἐκ τῆς ἅλω’, κτἑ.
Harpocr. v.Πλυντήρια>· Λυκοῦργος ἐν τῷ Περὶ
τῆς ἱερείας. ἑορτὴ παρ' Ἀθηναίοις.
Harpocr. v.Πολύγνωτος>· Λυκοῦργος ἐν τῷ
Περὶ τῆς ἱερείας. Περὶ Πολυγνώτου τοῦ ζωγράφου, Θασίου
μὲν τὸ γένος, υἱοῦ δὲ καὶ μαθητοῦ Ἀγλαοφῶντος, τυχόν-
τος δὲ τῆς Ἀθηναίων πολιτείας ἤτοι ἐπεὶ τὴν Ποικίλην
στοὰν {ἀν}ἔγραψε προῖκα, ἢ ὡς ἕτεροι, τὰς ἐν τῷ † θησαυ-
ρῷ καὶ τῷ Ἀνακείῳ γραφάς, ἱστορήκασιν ἄλλοι τε καὶ
Ἀρτέμων ἐν τῷ Περὶ ζωγράφων καὶ Ἰόβας ἐν τοῖς Περὶ
γραφικῆς.
Harpocr. v.προτέλεια>· Λυκοῦργος ἐν τῷ Περὶ
τῆς ἱερείας. τὰ πρὸ τοῦ τελεσθῆναί τι τῶν εἰς τὸ θεῖον
ἀναφερομένων γινόμενα ἢ διδόμενα καλεῖται προτέλεια.
Harpocr. v.σκίρον>· Λυκοῦργος ἐν τῷ Περὶ τῆς
ἱερείας. – – φασὶ δὲ οἱ γράψαντες περί τε ἑορτῶν καὶ μη-
νῶν Ἀθήνησιν, ὧν ἐστι καὶ Λυσιμαχίδης (FGrHist 366 F 3),
ὡς τὸ σκίρον σκιάδειόν ἐστι μέγα, ὑφ' ᾧ φερομένῳ ἐξ

Chionis Epistulae, Epistulae Epistle 10, τμ. 1, γρ. 3


111

Χίων Μάτριδι χαίρειν.

Πλάτωνι ἀδελφιδῶν θυγατέρες εἰσὶ τέτταρες. τούτων


τὴν πρεσβυτάτην ἐδίδου Σπευσίππῳ πρὸς γάμον καὶ
μετρίαν προῖκα τριάκοντα μνᾶς, ἐπεπόμφει δ' αὐτῷ
ταύτας Διονύσιος. ἐγὼ οὖν ἀσπαστὸν ἡγησάμενος τὸν
καιρὸν τάλαντον προσετίθην τῇ προικί · καὶ μέχρι μὲν
πολλοῦ ἠναίνετο, ἐξεπολιορκήσαμεν δ' αὐτὸν πάνυ
ἀληθεῖ καὶ δικαίῳ λόγῳ. ἔφαμεν γάρ, ὅτι οὐκ εἰς
πλοῦτον, εἰς δὲ φιλανθρωπίαν σοι συμβαλλόμεθα, τὰς
δὲ τοιαύτας δωρεὰς δέχεσθαι δεῖ· αὗται γὰρ τιμὰς αὔ-
ξουσιν, αἱ δὲ ἄλλαι ἀτιμάζουσι. τιμᾷς μὲν οὖν φι-
λανθρωπίαν, ἀτιμάζεις δὲ πλοῦτον. ἥρμοσας δὲ καὶ
τὰς ἄλλας παῖδας ἤδη τοῖς Ἀθήνησιν χαριεστάτοις.
ἀλλ' οἳ μὲν πλουτοῦσι, Σπεύσιππος δὲ χαριέστερος ὢν

MelissaPhil., Frag.um epistulae ad Clearetam P. 116, γρ. 14

τῶν ἐνδυμάτων. ταῖς ἑταίραις γὰρ τάδε χρήσιμα ποττὰν τῶν πλεόνων
θήραν, τᾶς δὲ ποθ' ἕνα τὸν ἴδιον εὐαρεστούσας γυναικὸς κόσμος ὁ
τρόπος πέλει καὶ οὐχ αἱ στολαί· εὔμορφον γὰρ τὰν ἐλευθέραν ἰδέσθαι
τῷ αὑτᾶς ἀνδρί, ἀλλ' οὐ τοῖς πλασίον. ἔχοιςδ'ἂν ἐπὶ τᾶς ὄψιος
ἐρύθαμα μὲν σαμεῖον αἰδοῦς ἀντὶ φύκιος, καλοκαγαθίαν δὲ καὶ κοσμιό-
τατα καὶ σωφροσύναν ἀντὶ χρυσῶ καὶ σμαράγδω. οὐ γὰρ ἐς τὰν τᾶς
ἐσθᾶτος πολυτέλειαν φιλοκαλεῖν δεῖ τὰν γλιχομέναν τᾶς σωφροσύνας,
ἀλλ' ἐς τὰν οἰκονομίαν τῶ οἴκω, ἀρέσκεν δὲ αὐτὰν τῷ αὑτᾶς ἀνδρὶ
ἐπιτελέας ποιεῦσαν τὰς ἐκείνω θελήσιας· αἱ γὰρ τῶ ἀνδρὸς θελήσεις
νόμος ὀφείλει ἄγραφος εἶναι κοσμίᾳ γυναικί, ποθ' ὃν χρὴ βιῶν αὐτάν·
νομίζεν δὲ προῖκα κατενηνέχθαι ἅμα αὑτᾷ καλλίσταν καὶ μεγίσταν
τὰν εὐταξίαν. πιστεύεν γὰρ χρὴ τῷ τᾶς ψυχᾶς κάλλει τε καὶ πλούτῳ
μᾶλλον ἢ τῷ τᾶς ὄψιος καὶ τῶν χρημάτων· τὰ μὲν γὰρ φθόνος καὶ
νοῦσος παραιρέεται, τὰ δὲ μέχρι θανάτω πάρεντι ἐκτεταμένα.

Phalaridis Epistulae, Epistulae Epistle 131, τμ. 1, γρ. 8

Φιλοδήμῳ.

Ἐν μεγάλῃ μοι δοκεῖς εὐηθείᾳ καθεστάναι, Φιλό-


δημε, εἰ τοσαύτας εὐχὰς οἴει καὶ σπονδὰς ἡμῖν ὑπὲρ
σοῦ, ὡς οἴκαδε ἀπονοστήσῃς, γενέσθαι περὶ τῶν πέντε
ταλάντων, ὅπως ταῦθ' ἡμῖν σωθείη, ἃ μετὰ τοῦ μηδὲν
ἐλπίζειν παρὰ σοῦ χρηστὸν ἐπεδώκαμεν, ἀλλ' οὐκ
αὐτοῦ σοῦ τῆς ἑταιρείας. τοῦτο δὲ μὰ τοὺς θεοὺς οὐ-
δενὸς πλήθους ἐστὶν ἀντάξιον. εἰ δὲ πάντως θέλεις
παρὰ σαυτοῦ δοκεῖν ἐκπεπροικί σθαι τὴν παῖδα, ἔστι
μὲν οὐδὲν ἧττον καὶ ταῦτα ἐκ τῶν σῶν· εἰ δὲ οὐ δο-
112

κεῖς, προσθεὶς ἐκείνοις τοῖς πέντε ταλάντοις τὰ παρὰ


σαυτοῦ τοσαῦτα τὴν προῖκα δέκα ταλάντων ἀνάγραψον,
ἵν', εἰ βούλει, τῆς προικὸς ὃ μέν τι τῆς Φαλάριδος εἴη
χάριτος, ὃ δὲ τῆς Φιλοδήμου περιουσίας. μαρτυροῦσα
δ' ἡμῖν πρὸς σὲ πολλὰ καὶ μεγάλα Θεανὼ χαρᾶς ἡμᾶς
ἀναπίμπλησιν· ἃ γὰρ ἔτι παῖς οὖσα ἔπασχε, μήτηρ
γενομένη μαρτυρεῖ.

Phalaridis Epistulae, Epistulae Epistle 142, τμ. 1, γρ. 8

καὶ τῶν βωμολόχων τῆς τυραννίδος διδόναι, οἷς οὐ


βούλομαι.

Τεύκρῳ.

Τὴν Φιλοδήμου γυναῖκα Κλεαινέτην (οἶσθα δήπου


ἣν λέγω, ὦ Τεῦκρε) βουλόμενος ὑπὲρ θυγατρὸς γάμων
ἰδεῖν τοῖς ἐν ποσὶν ἐκωλύθην, ἐφ' ἃ καὶ σὲ παρεκάλουν
ἥκειν ἄν, εἴπερ μὴ περὶ τοιαύτης κηδεμονίας ἐγνώκειν
ἐν Συρακούσαις καταλιπεῖν. ἔνθεν καὶ περισσότερον
αἴσθοιο ἄν, ὡς οὐκ εἰκῆ σοι περὶ αὐτῶν ἐπιστέλλομεν.
μέτελθε ταύτην αὐτὸς καὶ πέντε τάλαντα ἀνάδεξαι
προικὸς τῷ κηδεστῇ γαμουμένης τῆς παιδός, μὴ
μᾶλλον ὡς δωρεᾶς διδομένης ἢ χρέος ὀφειλόμενον ὑπ'
ἐμοῦ διορθούμενος. ἐὰν μέντοι πυνθάνηται, πόθεν
ἔχομεν Φιλοδήμου τοσαῦτα χρήματα, μὴ φάσκε· εἰ-
δέναι, ἀλλ' εἰς ἐμὲ τὸν λαβόντα καὶ Φιλόδημον τὸν
δόντα τὸ γινώσκειν ἀνάφερε.
καὶ διὰ σπουδῆς
μὲν ἔχε Λέοντα κηδεστὴν ποιήσασθαι· ἀφίκετο γὰρ ὡς
ἡμᾶς μετιὼν τὸν γάμον, κἀγὼ διὰ τάχους πάνθ' ὑπο-
σχόμενος ἀπέσταλκα αὐτὸν ὡς σέ. κἂν δὲ ἄλλον τινὰ
ἀμείνω εὕρηται νυμφίον ἡ μήτηρ τῆς παιδός, ἐκείνῳ

Phalaridis Epistulae, Epistulae Epistle 142, τμ. 2, γρ. 6

μᾶλλον ὡς δωρεᾶς διδομένης ἢ χρέος ὀφειλόμενον ὑπ'


ἐμοῦ διορθούμενος. ἐὰν μέντοι πυνθάνηται, πόθεν
ἔχομεν Φιλοδήμου τοσαῦτα χρήματα, μὴ φάσκε· εἰ-
δέναι, ἀλλ' εἰς ἐμὲ τὸν λαβόντα καὶ Φιλόδημον τὸν
δόντα τὸ γινώσκειν ἀνάφερε.
καὶ διὰ σπουδῆς
μὲν ἔχε Λέοντα κηδεστὴν ποιήσασθαι· ἀφίκετο γὰρ ὡς
ἡμᾶς μετιὼν τὸν γάμον, κἀγὼ διὰ τάχους πάνθ' ὑπο-
σχόμενος ἀπέσταλκα αὐτὸν ὡς σέ. κἂν δὲ ἄλλον τινὰ
ἀμείνω εὕρηται νυμφίον ἡ μήτηρ τῆς παιδός, ἐκείνῳ
τὴν προῖκα ἀναδέχου καὶ μηκέτι προσφιλοτιμοῦ. οὐ
113

γὰρ ἐφ' ἑνὶ κηδεστῇ Φιλοδήμου μεμνῆσθαι ὡμολογή-


σαμεν, οὐδὲ δωρούμενοι χρήματα χαριούμεθα τὸν
γάμον, ἀλλὰ πρὸς θεῶν μὴ οὕτως ἀμελῶς χρῶ ἐγγύῃ
ὡς ἄν τι διδούς, ἀλλ' ὡς λαμβάνων πέντε τάλαντα, εἴ-
περ ἀνδρί τινι ταύτην ζεῦξαι ἐφίεται. αἰσχρὸν γὰρ
ἀτυχῆσαι διδόντας ἔνθα πρόκειται δοκεῖν τούτου μὴ
δοῦναι χάριν ἃ προσεποιήθημεν χρήματα ἑκοντὶ
ἀποτῖσαι.

Phalaridis Epistulae, Epistulae Epistle 143, τμ. 2, γρ. 10

βίον, ὥσπερ τὸν σόν, πρὸς ἄνδρα ἐπαινεῖσθαι.


ἴσως
μὲν οὖν ἀντὶ Φιλοδήμου παραμυθίαν ἡγῇ παῖδα
ἔχειν, ἣν ἐκεῖνος καὶ σὺ ἐγείνασθε, σχέτλιον δὲ διὰ
πόθον γαμέτου θυγατέρα ἀποστερεῖν γάμων, καὶ οὐχ
ὅμοιον τοῦ μετ' ὀλίγον ἥξοντος ἀφαιρεῖσθαι ἀνδρὸς καὶ
οὗ μήπω πεῖράν τις ἔσχηκε καὶ συνήθειαν τοῖς τῆς
φύσεως ἀναγκαζομένη νόμοις· ὅταν δὲ μηδὲ κεκμη-
κότων γονέων, μηδὲ δι' ἔνδειαν χρημάτων, ὥσπερ
νῦν, μεγάλης ἀτυχίας τεκμήριον τοῦτο. ὃ μηδαμῶς
κατοιωνίζου, Κλεαινέτη· πεντατάλαντον γὰρ προῖκα
κατέλιπεν αὐτῇ Φιλόδημος ἐκπλέων παρ' ἡμῖν, καὶ
οὐχὶ ταῦτα μόνον· ἔστι γὰρ αὐτῷ κοινὰ καὶ τὰ Φα-
λάριδος χρήματα. ὥστε οὐκ οἶδα, Κλεαινέτη, τί ἂν
μέλλοις· οὐ γὰρ οἶμαι δεῖν μηδενὸς ὑστερίζουσαν εἰς
τὸν γάμον τὴν Φιλοδήμου περιμένειν ἄφιξιν.

Themistoclis Epistulae, Epistulae Epistle 6, γρ. 32

ἀμφὶ Μείδωνα, δεῆσαν αὐτοῖς ἐκ τῶν ἐμῶν ὑπαργ-


μάτων ἑβδομήκοντα μνῶν ἀργυρίου, ταῦτα ἀποληψό-
μενος παρὰ σοῦ, βραχυτάτην μοῖραν ἐκ τετταράκοντα
ὅλων ταλάντων· τοσαῦτα γὰρ ὁ τελευταῖος λογισμός,
ὃν ἐλογισάμεθα μετ' ἀλλήλων ἐν Ἰσθμίοις, ἀπέφαινεν
ἔτι παρὰ σοὶ περιεῖναι τῶν ἐμῶν. ἀναγνόντα τέ σε
τὰς ἐπιστολὰς πυθόμενόν τε τὴν χρείαν ἔπειτα ἀποφή-
νασθαι τῇ μὲν ἤπια καὶ ἐπιεικῆ, τῇ δ' αὖ ἀγνώμονά
τε καὶ μοχθηρά, ἐῶ γὰρ εἰπεῖν ἀνόσια. τὸ μὲν γὰρ
φάναι φιλότητός τε τῆς πρὸς ἡμᾶς ἕνεκα καὶ χρειῶν
ὅσας ἐτυγχάνομεν ἀλλήλοις κεχρημένοι προῖκα βού-
λεσθαι προέσθαι τἀργύριον ἐκεῖνο ἢ δάνεισμα δανεί-
ζοντα χρήστην ὑπάρχειν εἰς ἐμέ, τοῦτο μὲν ἀστεῖόν τε
ἐποίεις καὶ τῆς εὐνοίας τῆς πρὸς ἡμᾶς ἄξιον· ὁπότε
μέντοι, ὥς φησιν ὁ Τίβιος, ἔξαρνος ἦσθα καὶ διετείνου
πικρῶς μηδ' ὁτιοῦν ὀφείλειν ἐμοί, τοῦτο δὲ πολὺ μεῖζον
ἔπραττες κακὸν ἢ θάτερον ἀγαθόν. ἡ μὲν γὰρ χρη-
στότης σου ἑβδομήκοντα μνῶν ἐστὶν ἀξία, ἡ δὲ πονηρία
114

τεσσαράκοντα ταλάντων. εἰ μὲν οὖν (γένοιτο γὰρ ἄν,


κἀγὼ καὶ νῦν ἔτι, καίπερ οὕτως ὑπὸ τοῦ παρ' ἐλπίδας

Galenus Med., Adhortatio ad artes addiscendas Τμ. 6, γρ. 10

κτᾶσθαι τὰ κτήματα ἃ καὶ ναυαγήσαντι συνεκκολυμβήσει.


πολλοὶ δὲ τῶν κακοδαιμόνων καὶ πάντα πρὸς τὸν πλοῦτον ἀποβλεπόν-
των ἐν τοιαύταις πραγμάτων περιστάσεσι γενόμενοι χρυσὸν ἢ ἄργυρον ἐξαψά-
μενοί τε καὶ περιθέμενοι τῷ σώματι προσαπώλεσαν αὐτοῖς καὶ τὴν ψυχήν,
οὐδὲ τοῦτο δυνάμενοι συνιδεῖν ὅτι καὶ τῶν ἀλόγων ζῴων αὐτοὶ πρῶτοι τὰ ταῖς
χρηστοτάταιςτέχναις κεκοσμημένα μᾶλλον ἀσπάζονται. καὶ γὰρ τοὺς πολε-
μικοὺς ἵππους καὶ τοὺς θηρατικοὺς κύνας πρὸ τῶν ἄλλων τιμῶσι καὶ τοὺς μὲν
οἰκέτας ἐκδιδάσκονται τέχνας, πάμπολυ πολλάκις εἰς αὐτοὺς ἀργύ-
ριον ἀναλίσκοντες, ἑαυτῶν δ' ἀμελοῦσι. καίτοι γε οὐκ αἰσχρὸν οἰκέτην μὲν ἐνίοτε
δραχμῶν εἶναι μυρίων ἄξιον, αὐτὸν δὲ τὸν δεσπότην αὐτοῦ μηδὲ μιᾶς; καὶ τί
λέγω μιᾶς; οὐδ' ἂν προῖκά τις τὸν τοιοῦτον λάβοι. μήποθ' ἑαυτοὺς μόνους
ἠτιμάκασιν ἐκ πάντων μηδεμίαν ἐκμαθόντες τέχνην; ὅταν γὰρ καὶ τὰ ἄλογα
τῶν ζῴων ἐν τεχνικοῖς ἐπιτηδεύμασι παιδεύωσι καὶ οἰκέτην ἀργὸν καὶ ἄτεχνον
οὐδενὸς ἄξιον νομίζωσιν, ἐπιμελῶνται δὲ καὶ τῶν χωρίων καὶ τῶν ἄλλων κτημά-
των ὅπως ἕκαστον εἰς δύναμιν ὅτι βέλτιστον ᾖ, μόνων δ' ἑαυτῶν ἀμελῶσι, μηδ'
εἰ ψυχὴν ἔχουσι γιγνώσκοντες, εὔδηλον ὅτι τοῖς ἀποβλήτοις τῶν οἰκετῶν ἐοίκα-
σιν. ὥστε τις ἐπιστὰς ἀνδρὶ τοιούτῳ προσηκόντως ἂν εἴποι πρὸς αὐτὸν ‘ὦ ἄν-
θρωπ', ἡ οἰκία μέν σοίγ'εὐεκτεῖ καὶ τἀνδράποδα πάντα καὶ ἵπποι δὴ καὶ
κύνες καὶ χωρία καὶ ὅσα κέκτησαι διάκειται καλῶς· ‘αὐτὸν δὲ σὲ οὐκ ἀγαθὴ
κομιδὴ ἔχει.’‘ καλῶς οὖν καὶ ὁ Ἀντισθένης καὶ ὁ Διογένης, ὃ μὲν
χρυσᾶ πρόβατα καλῶν τοὺς πλουσίους καὶ ἀπαιδεύτους, ὃ δὲ ταῖς ἐπὶ τῶν

Galenus Med., De compositione medicamentorum secundum locos libri x


Vol. 12, p. 457, γρ. 8

ἀφαίρεσιν ῥύπου χρωμένοις αὐτοῖς. ἡ δὲ συνεχὴς χρῆσις καὶ


λεπτύνει τὰς τρίχας. ὅσα δὲ ἰσχυροτέραν ἔχει τὴν ῥυπτικὴν
δύναμιν, ἐπὶ τῶν πάνυ σκληρὰς καὶ μεγάλας ἐχόντων
τὰς τρίχας ἁρμόττει παραλαμβανόμενα. τῶν τοιούτων μὲν
οὖν ἤδη φαρμάκων ἐστὶ καὶ τὸ κεκαυμένον νίτρον καὶ ὁ
ἀφρὸς τοῦ νίτρου τό τε ἀφρῶδες ἀφρόνιτρον. ἐν δὲ τῇ συν-
εχεῖ χρήσει καὶ τὰ μέλαινα καλούμενα σκεύη τὰ Ἀλεξαν-
δριωτικὰ κοπτόμενα δηλονότι καὶ διαττώμενα λεπτῷ κοσκίνῳ.
τοῖς πένησι δ' ἐγὼ καὶ τὰ τῶν κεραμίδων ὄστρακα
καὶ τὰ τοῦ κλιβάνου καὶ τὴν κίσσηριν ἄκαυστόν τε καὶ
κεκαυμένην ἐδήλωσα. προῖκα δ' ἂν ἔχοι τις ἐπὶ θαλάττῃ
διατρίβων ἢ πόλει μὴ πόῤῥω θαλάττης, ὄστρακα κεκαυμένα
κηρύκων τε καὶ πορφυρῶν καὶ τῶν ἄλλων ὀστρέων. τὸ δὲ
τῆς σηπίας ὄστρακον καὶ χωρὶς τοῦ καυθῆναι. ταῦτα μὲν
τοῖς πάνυ πένησιν, τοῖς δ' ἄλλοις ἀλκυόνιόν τε καὶ στρού-
θιον οἵ τε ἐλλέβοροι καὶ ἡ τῆς βρυωνίας ῥίζα καὶ ἡ τοῦ
δρακοντίου καὶ ἀριστολοχίαι καὶ κάγχρου καὶ πάνακος ῥίζα
καὶ τἄλλα ὅσα τοιαῦτα. λελέκται γὰρ, ὡς ἔφην, πολλὰ διὰ
τῆς τῶν ἁπλῶν φαρμάκων πραγματείας. ταῦτα δ' εὐώδη
115

ποιῆσαι βουλόμενος μίξεις κυπέρου καὶ μελιλώτου καὶ ῥόδων


ξηρῶν καὶ σχίνου ἄνθους ἴρεώς τε τῆς Ἰλλυρίδος

Galenus Med., De compositione medicamentorum secundum locos libri x


Vol. 12, p. 916, γρ. 17

μὴ παρόντων δὲ τούτων, ὕδατι θερμῷ. ἐπικρατεῖν γὰρ χρὴ


τηνικαῦτα τὴν παρηγορικήν τε καὶ πεπτικὴν ἀγωγὴν, ὥσπερ
ἐν ταῖς παρακμαῖς τὴν διαφορητικὴν, ἥτις διὰ τῶν ἰσχυρο-
τέρων γίνεται φαρμάκων. τὸ δὲ ἐμὸν φάρμακον, τὸ διὰ τοῦ
χυλοῦ τῶν καρύων, ὅτι μὲν ἁπάντων τῶν ἄλλων ἐστὶ δρα-
στικώτατον, ἔργῳ πεπείρασθε, πρὸς ὑμᾶς γὰρ ὁ λόγος ἐστί
μοι τοὺς ἑταίρους, οἷς μάλιστα χαριζόμενος ἐπὶ τήνδε τὴν
πραγματείαν ἥκω. ὅτι δὲ καὶ πάντων ἐστὶν εὐωνότατόν τε
καὶ εὐποριστότατον οὐδεὶς ἀγνοεῖ. ῥίπτουσι γὰρ οἱ κηπου-
ροὶ τὰ λέμματα τῶν χλωρῶν καρύων, ὅταν ἐκλέψαντες αὐτὰ
τύχωσιν, ὥστε κοφίνους μεγίστους πληροῦν ἡμᾶς προῖκα. τὸ
μέλι τοίνυν μόνον ὡς πένησιν ἰατροῖς, καὶ γὰρ κᾀκείνοις
ἡμᾶς δεῖ κοινωνεῖν ὧν ἐροῦμεν, ὑπολείπεται μόνον ὅταν ᾖ
δεόμενον, ἄλλο δ' οὐδὲν, εἰ μὴ βούλοισθε, πολλάκις γὰρ οὕτω
σκευασθὲν τὸ φάρμακον οὐδέν τι χεῖρον ἐφάνη τοῦ διὰ τῶν
μόρων εἰς ὃ τὸν κρόκον καὶ τὴν σμύρναν ἐνεβάλομεν. ἀλλ'
εἰ καὶ στυπτηρίας αὐτῷ προσμῖξαι βουληθείημεν, οὐκ ἀνάγκη
τὴν σχιστὴν ἐμβάλλειν. αὐτάρκως γὰρ στύφει καὶ ἡ ὑγρὰ,
ἣν καλοῦσιν ἔνιοι φόριμον, εὐωνοτάτην τε καὶ εὐποριστοτά-
την ὑπάρχουσαν ἐν πᾶσι χωρίοις, ἀπολειπομένην μέντοι τῇ
λεπτομερείᾳ τῆς σχιστῆς, καὶ διὰ τοῦτο ἧττον ἀνύουσαν.

Galenus Med., De compositione medicamentorum secundum locos libri x


Vol. 12, p. 917, γρ. 11

ἡμᾶς δεῖ κοινωνεῖν ὧν ἐροῦμεν, ὑπολείπεται μόνον ὅταν ᾖ


δεόμενον, ἄλλο δ' οὐδὲν, εἰ μὴ βούλοισθε, πολλάκις γὰρ οὕτω
σκευασθὲν τὸ φάρμακον οὐδέν τι χεῖρον ἐφάνη τοῦ διὰ τῶν
μόρων εἰς ὃ τὸν κρόκον καὶ τὴν σμύρναν ἐνεβάλομεν. ἀλλ'
εἰ καὶ στυπτηρίας αὐτῷ προσμῖξαι βουληθείημεν, οὐκ ἀνάγκη
τὴν σχιστὴν ἐμβάλλειν. αὐτάρκως γὰρ στύφει καὶ ἡ ὑγρὰ,
ἣν καλοῦσιν ἔνιοι φόριμον, εὐωνοτάτην τε καὶ εὐποριστοτά-
την ὑπάρχουσαν ἐν πᾶσι χωρίοις, ἀπολειπομένην μέντοι τῇ
λεπτομερείᾳ τῆς σχιστῆς, καὶ διὰ τοῦτο ἧττον ἀνύουσαν. καὶ
μέντοι κᾂν ὁ κηπουρὸς αὐτὸς ἤ τις ἄγροικος ἄλλος, ἐθέλῃ
σοι σκευάσαι τὸ φάρμακον, ἔχοι προῖκα καὶ τοὺς κυτίνους
ἐμβάλλειν ξηροὺς κόψας τε καὶ διασήσας, ὀνομάζονται δ'
οὕτως αἱ πρωτόγονοι ῥοιαὶ, καθ' ὃν γὰρ χρόνον ἀνθοῦν
παύεται τὸ δένδρον, ὁ καρπὸς αὐτοῦ φαίνεται σχηματιζό-
μενος εἰς ἰδέαν ῥοιᾶς, ὃν ἔνεστιν ἀφελόντα καὶ ξηραίνοντα
φυλάττειν εἰς τὸν καιρὸν τοῦ καρποῦ τῶν καρύων. ἐν μὲν
γὰρ τῇ τελευτῇ τοῦ ἦρος οἱ κύτινοι γεννῶνται· παυσαμένου
δὲ τοῦ θέρους εἰς τελείωσιν ἀφικνεῖται τὰ κάρυα, καὶ μέν-
τοι καὶ καταπίπτουσιν ἐπὶ τὴν γῆν πολλοὶ τῶν κυτίνων ἢ
116

ὑπὸ ἀνέμου διασεισθέντες ἢ καὶ ἄλλως πως οὓς ἔνε-


στιν ἀνελομένους ξηραίνειν, ὡς μηδὲ κατὰ τοῦτο δοκεῖν τι

Πλάτων. Apologia Socratis Stephanus p. 19, τμ. e, γρ. 6

τις ὑμῶν ἐμοῦ περὶ τῶν τοιούτων διαλεγομένου, καὶ ἐκ


τούτου γνώσεσθε ὅτι τοιαῦτ' ἐστὶ καὶ τἆλλα περὶ ἐμοῦ ἃ οἱ
πολλοὶ λέγουσιν.
Ἀλλὰ γὰρ οὔτε τούτων οὐδέν ἐστιν, οὐδέ γ' εἴ τινος
ἀκηκόατε ὡς ἐγὼ παιδεύειν ἐπιχειρῶ ἀνθρώπους καὶ χρήματα
πράττομαι, οὐδὲ τοῦτο ἀληθές. ἐπεὶ καὶ τοῦτό γέ μοι δοκεῖ
καλὸν εἶναι, εἴ τις οἷός τ' εἴη παιδεύειν ἀνθρώπους ὥσπερ
Γοργίας τε ὁ Λεοντῖνος καὶ Πρόδικος ὁ Κεῖος καὶ Ἱππίας ὁ
Ἠλεῖος. τούτων γὰρ ἕκαστος, ὦ ἄνδρες, οἷός τ' ἐστὶν ἰὼν
εἰς ἑκάστην τῶν πόλεων τοὺς νέους – οἷς ἔξεστι τῶν ἑαυτῶν
πολιτῶν προῖκα συνεῖναι ᾧ ἂν βούλωνται – τούτους πείθουσι
τὰς ἐκείνων συνουσίας ἀπολιπόντας σφίσιν συνεῖναι χρή-
ματα διδόντας καὶ χάριν προσειδέναι. ἐπεὶ καὶ ἄλλος ἀνήρ
ἐστι Πάριος ἐνθάδε σοφὸς ὃν ἐγὼ ᾐσθόμην ἐπιδημοῦντα·
ἔτυχον γὰρ προσελθὼν ἀνδρὶ ὃς τετέλεκε χρήματα σοφισταῖς
πλείω ἢ σύμπαντες οἱ ἄλλοι, Καλλίᾳ τῷ Ἱππονίκου· τοῦτον
οὖν ἀνηρόμην – ἐστὸν γὰρ αὐτῷ δύο ὑεῖ – “Ὦ Καλλία,” ἦν
δ' ἐγώ, “εἰ μέν σου τὼ ὑεῖ πώλω ἢ μόσχω ἐγενέσθην,
εἴχομεν ἂν αὐτοῖν ἐπιστάτην λαβεῖν καὶ μισθώσασθαι ὃς
ἔμελλεν αὐτὼ καλώ τε κἀγαθὼ ποιήσειν τὴν προσήκουσαν
ἀρετήν, ἦν δ' ἂν οὗτος ἢ τῶν ἱππικῶν τις ἢ τῶν γεωργικῶν·

Πλάτων. Theages [Sp.] Stephanus p. 127, τμ. a, γρ. 4

σοὶ τῷ πατρὶ ὅτι οὐκ ἐθέλεις ἀναλίσκειν εἰς αὐτὸν τούτων


αὐτῶν ἕνεκα ἀργύριον, τοὺς δὲ δημιουργοὺς αὐτοῦ τούτου,
τοὺς ζωγράφους, ἀτιμάζοι τε καὶ μὴ βούλοιτο παρ' αὐτῶν
μανθάνειν; ἢ τοὺς αὐλητάς, βουλόμενος αὐλητὴς γενέσθαι,
ἢ τοὺς κιθαριστάς; ἔχοις ἂν αὐτῷ ὅτι χρῷο καὶ ὅποι πέμποις
ἄλλοσε μὴ ἐθέλοντα παρὰ τούτων μανθάνειν;
{ΘΕ.} Μὰ Δία οὐκ ἔγωγε.
{ΣΩ.} Νῦν οὖν ταὐτὰ ταῦτα αὐτὸς πρὸς τὸν πατέρα ποιῶν
θαυμάζεις, καὶ μέμφῃ εἰ ἀπορεῖ ὅτι σοι χρήσηται καὶ ὅποι
πέμποι; ἐπεὶ Ἀθηναίων γε τῶν καλῶν κἀγαθῶν τὰ πολιτικὰ
ὅτῳ ἂν βούλῃ συστήσομέν σε, ὅς σοι προῖκα συνέσται· καὶ
ἅμα μὲν ἀργύριον οὐκ ἀναλώσεις, ἅμα δὲ πολὺ μᾶλλον
εὐδοκιμήσεις παρὰ τοῖς πολλοῖς ἀνθρώποις ἢ ἄλλῳ τῳ
συνών.
{ΘΕ.} Τί οὖν, ὦ Σώκρατες; οὐ καὶ σὺ τῶν καλῶν κἀγα-
θῶν εἰ ἀνδρῶν; εἰ γὰρ σύ μοι ἐθέλοις συνεῖναι, ἐξαρκεῖ καὶ
οὐδένα ἄλλον ζητῶ.
117

Πλάτων. Theages [Sp.] Stephanus p. 128, τμ. a, γρ. 4

ἔπειτα πολλὰς ἤδη ἀρχὰς καὶ τὰς μεγίστας Ἀθηναίοις ἦρξας,


καὶ τιμᾷ ὑπὸ Ἀναγυρασίων τε τῶν δημοτῶν πολὺ μάλιστα
καὶ ὑπὸ τῆς ἄλλης πόλεως οὐδενὸς ἧττον· ἐμοὶ δὲ τούτων
οὐδὲν ἐνορᾷ οὐδέτερος ὑμῶν. ἔπειτα εἰ ἄρα τῆς μὲν τῶν
πολιτικῶν ἀνδρῶν συνουσίας Θεάγης ὅδε καταφρονεῖ, ἄλλους
δέ τινας ζητεῖ οἳ παιδεύειν ἐπαγγέλλονται οἷοί τε εἶναι νέους
ἀνθρώπους, ἔστιν ἐνταῦθα καὶ Πρόδικος ὁ Κεῖος καὶ Γοργίας
ὁ Λεοντῖνος καὶ Πῶλος ὁ Ἀκραγαντῖνος καὶ ἄλλοι πολλοί,
οἳ οὕτω σοφοί εἰσιν ὥστε εἰς τὰς πόλεις ἰόντες πείθουσι
τῶν νέων τοὺς γενναιοτάτους τε καὶ πλουσιωτάτους – οἷς
ἔξεστιν τῶν πολιτῶν ᾧ ἂν βούλωνται προῖκα συνεῖναι –
τούτους πείθουσιν ἀπολείποντας τὰς ἐκείνων συνουσίας
αὐτοῖς συνεῖναι, προσκατατιθέντας ἀργύριον πάνυ πολὺ
μισθόν, καὶ χάριν πρὸς τούτοις εἰδέναι. τούτων τινὰς εἰκὸς
ἦν προαιρεῖσθαι καὶ τὸν ὑόν σου καὶ αὐτὸν σέ, ἐμὲ δ' οὐκ
εἰκός· οὐδὲν γὰρ τούτων ἐπίσταμαι τῶν μακαρίων τε καὶ
καλῶν μαθημάτων – ἐπεὶ ἐβουλόμην ἄν – ἀλλὰ καὶ λέγω
δήπου ἀεὶ ὅτι ἐγὼ τυγχάνω ὡς ἔπος εἰπεῖν οὐδὲν ἐπιστάμενος
πλήν γε σμικροῦ τινος μαθήματος, τῶν ἐρωτικῶν. τοῦτο
μέντοι τὸ μάθημα παρ' ὁντινοῦν ποιοῦμαι δεινὸς εἶναι καὶ τῶν
προγεγονότων ἀνθρώπων καὶ τῶν νῦν.

Πλάτων. Respublica Stephanus p. 346, τμ. e, γρ. 1

Συνέφη μόγις.
Οὐκ ἄρα ἀπὸ τῆς αὑτοῦ τέχνης ἑκάστῳ αὕτη ἡ ὠφελία
ἐστίν, ἡ τοῦ μισθοῦ λῆψις, ἀλλ', εἰ δεῖ ἀκριβῶς σκοπεῖσθαι,
ἡ μὲν ἰατρικὴ ὑγίειαν ποιεῖ, ἡ δὲ μισθαρνητικὴ μισθόν, καὶ
ἡ μὲν οἰκοδομικὴ οἰκίαν, ἡ δὲ μισθαρνητικὴ αὐτῇ ἑπομένη
μισθόν, καὶ αἱ ἄλλαι πᾶσαι οὕτως τὸ αὑτῆς ἑκάστη ἔργον
ἐργάζεται καὶ ὠφελεῖ ἐκεῖνο ἐφ' ᾧ τέτακται. ἐὰν δὲ μὴ
μισθὸς αὐτῇ προσγίγνηται, ἔσθ' ὅτι ὠφελεῖται ὁ δημιουργὸς
ἀπὸ τῆς τέχνης;
Οὐ φαίνεται, ἔφη.
Ἆρ' οὖν οὐδ' ὠφελεῖ τότε, ὅταν προῖκα ἐργάζηται;
Οἶμαι ἔγωγε.
Οὐκοῦν, ὦ Θρασύμαχε, τοῦτο ἤδη δῆλον, ὅτι οὐδεμία
τέχνη οὐδὲ ἀρχὴ τὸ αὑτῇ ὠφέλιμον παρασκευάζει, ἀλλ',
ὅπερ πάλαι ἐλέγομεν, τὸ τῷ ἀρχομένῳ καὶ παρασκευάζει
καὶ ἐπιτάττει, τὸ ἐκείνου συμφέρον ἥττονος ὄντος σκο-
ποῦσα, ἀλλ' οὐ τὸ τοῦ κρείττονος. διὰ δὴ ταῦτα ἔγωγε, ὦ
φίλε Θρασύμαχε, καὶ ἄρτι ἔλεγον μηδένα ἐθέλειν ἑκόντα
ἄρχειν καὶ τὰ ἀλλότρια κακὰ μεταχειρίζεσθαι ἀνορθοῦντα,
ἀλλὰ μισθὸν αἰτεῖν, ὅτι ὁ μέλλων καλῶς τῇ τέχνῃ πρά-
ξειν οὐδέποτε αὑτῷ τὸ βέλτιστον πράττει οὐδ' ἐπιτάττει
118

Πλάτων. Leges Stephanus p. 742, τμ. c, γρ. 3

ἂν δέῃ, τούτων χάριν ἀνάγκη ἑκάστοτε κεκτῆσθαι τῇ πόλει


νόμισμα Ἑλληνικόν. ἰδιώτῃ δὲ ἂν ἄρα ποτὲ ἀνάγκη τις
γίγνηται ἀποδημεῖν, παρέμενος μὲν τοὺς ἄρχοντας ἀποδη-
μείτω, νόμισμα δὲ ἄν ποθεν ἔχων ξενικὸν οἴκαδε ἀφίκηται
περιγενόμενον, τῇ πόλει αὐτὸ καταβαλλέτω πρὸς λόγον
ἀπολαμβάνων τὸ ἐπιχώριον· ἰδιούμενος δὲ ἄν τις φαίνηται,
δημόσιόν τε γιγνέσθω καὶ ὁ συνειδὼς καὶ μὴ φράζων ἀρᾷ
καὶ ὀνείδει μετὰ τοῦ ἀγαγόντος ἔνοχος ἔστω, καὶ ζημίᾳ
πρὸς τούτοις μὴ ἐλάττονι τοῦ ξενικοῦ κομισθέντος νομί-
σματος. γαμοῦντα δὲ καὶ ἐκδιδόντα μήτ' οὖν διδόναι μήτε
δέχεσθαι προῖκα τὸ παράπαν μηδ' ἡντινοῦν, μηδὲ νόμισμα
παρακατατίθεσθαι ὅτῳ μή τις πιστεύει, μηδὲ δανείζειν ἐπὶ
τόκῳ, ὡς ἐξὸν μὴ ἀποδιδόναι τὸ παράπαν τῷ δανεισαμένῳ
μήτε τόκον μήτε κεφάλαιον· ταῦτα δ' ὅτι βέλτιστ' ἐστὶν
πόλει ἐπιτηδεύματα ἐπιτηδεύειν, ὧδε ἄν τις σκοπῶν ὀρθῶς
ἂν αὐτὰ διακρίνοι, ἐπαναφέρων εἰς τὴν ἀρχὴν ἀεὶ καὶ τὴν
βούλησιν. ἔστιν δὴ τοῦ νοῦν ἔχοντος πολιτικοῦ βούλησις,
φαμέν, οὐχ ἥνπερ ἂν οἱ πολλοὶ φαῖεν, δεῖν βούλεσθαι τὸν
ἀγαθὸν νομοθέτην ὡς μεγίστην τε εἶναι τὴν πόλιν ᾗ νοῶν
εὖ νομοθετοῖ, καὶ ὅτι μάλιστα πλουσίαν, κεκτημένην δ' αὖ
χρύσεια καὶ ἀργύρεια, καὶ κατὰ γῆν καὶ κατὰ θάλατταν

Πλάτων. Leges Stephanus p. 774, τμ. c, γρ. 3

κοντα, ὁ δὲ τὸ τέταρτον τριάκοντα. τοῦτο δ' ἔστω τῆς Ἥρας


ἱερόν. ὁ δὲ μὴ ἐκτίνων κατ' ἐνιαυτὸν δεκαπλάσιον ὀφειλέτω·
πραττέσθω δὲ ὁ ταμίας τῆς θεοῦ, μὴ ἐκπράξας δὲ αὐτὸς
ὀφειλέτω καὶ ἐν ταῖς εὐθύναις τοῦ τοιούτου λόγον ὑπεχέτω
πᾶς. εἰς μὲν οὖν χρήματα ὁ μὴ 'θέλων γαμεῖν ταῦτα
ζημιούσθω, τιμῆς δὲ παρὰ τῶν νεωτέρων ἄτιμος πάσης
ἔστω, καὶ μηδεὶς ὑπακουέτω μηδὲν αὐτῷ ἑκὼν τῶν νέων· ἐὰν
δὲ κολάζειν τινὰ ἐπιχειρῇ, πᾶς τῷ ἀδικουμένῳ βοηθείτω καὶ
ἀμυνέτω, μὴ βοηθῶν δὲ ὁ παραγενόμενος δειλός τε ἅμα
καὶ κακὸς ὑπὸ τοῦ νόμου πολίτης εἶναι λεγέσθω.
Περὶ δὲ προικὸς εἴρηται μὲν καὶ πρότερον, εἰρήσθω δὲ
πάλιν ὡς ἴσα ἀντὶ ἴσων ἐστὶν τὸ μήτε λαμβάνοντι μήτ'
ἐκδιδόντι διὰ χρημάτων ἀπορίαν γηράσκειν τοὺς πένητας· τὰ
γὰρ ἀναγκαῖα ὑπάρχοντά ἐστι πᾶσι τῶν ἐν ταύτῃ τῇ πόλει,
ὕβρις δὲ ἧττον γυναιξὶ καὶ δουλεία ταπεινὴ καὶ ἀνελεύθερος
διὰ χρήματα τοῖς γήμασι γίγνοιτο ἄν. καὶ ὁ μὲν πειθόμενος
ἓν τῶν καλῶν δρῴη τοῦτ' ἄν· ὁ δὲ μὴ πειθόμενος ἢ διδοὺς ἢ
λαμβάνων πλέον ἢ πεντήκοντα ἄξια δραχμῶν ἐσθῆτος χάριν,
ὁ δὲ μνᾶς, ὁ δὲ τριῶν ἡμιμναίων, ὁ δὲ δυοῖν μναῖν, ὁ τὸ
μέγιστον τίμημα κεκτημένος, ὀφειλέτω μὲν τῷ δημοσίῳ
τοσοῦτον ἕτερον, τὸ δὲ δοθὲν ἢ ληφθὲν ἱερὸν ἔστω τῆς
119

Πλάτων. Leges Stephanus p. 921, τμ. a, γρ. 7

ἐστι τούτων τῶν θεῶν. οὗτοι δὴ πάντες χώραν καὶ δῆμον


θεραπεύοντες διατελοῦσιν, οἱ μὲν ἄρχοντες τῶν κατὰ πόλεμον
ἀγώνων, οἱ δὲ ὀργάνων τε καὶ ἔργων ἀποτελοῦντες γένεσιν
ἔμμισθον· οἷς δὴ περὶ τὰ τοιαῦτα οὐ πρέπον ἂν εἴη ψεύδεσθαι,
θεοὺς προγόνους αὑτῶν αἰδουμένους. ἂν δή τις δημιουργῶν
εἰς χρόνον εἰρημένον ἔργον μὴ ἀποτελέσῃ διὰ κάκην, μηδὲν
τὸν βιοδότην θεὸν ἐπαιδεσθείς, ἡγούμενος ὡς οἰκεῖον συγγνώ-
μονα εἶναι θεόν, οὐδὲν τῷ νῷ βλέπων, πρῶτον μὲν δίκην
τῷ θεῷ ὑφέξει, δεύτερον δὲ ἑπόμενος αὐτῷ νόμος κείσθω·
Τὴν τιμὴν τῶν ἔργων ὀφειλέτω ὧν ἂν τὸν ἐκδόντα ψεύσηται
καὶ πάλιν ἐξ ἀρχῆς ἐν τῷ ῥηθέντι χρόνῳ προῖκα ἐξεργα-
ζέσθω. καὶ ἀναιρουμένῳ δ' ἔργον συμβουλευτὴς νόμος, ἅπερ
τῷ πωλοῦντι συνεβούλευεν, μὴ πλέονος τιμᾶν διαπειρώμενον
ἀλλ' ὡς ἁπλούστατα τῆς ἀξίας, ταὐτὸν δὴ προστάττει καὶ
τῷ ἀναιρουμένῳ – γιγνώσκει γὰρ ὅ γε δημιουργὸς τὴν ἀξίαν
– ἐν ἐλευθέρων οὖν πόλεσιν οὐ δή ποτε χρὴ τέχνῃ, σαφεῖ
τε καὶ ἀψευδεῖ φύσει πράγματι, διαπειρᾶσθαι τῶν ἰδιωτῶν
τεχνάζοντα αὐτὸν τὸν δημιουργόν, δίκας δὲ εἶναι τούτων
τῷ ἀδικουμένῳ πρὸς τὸν ἀδικοῦντα. ἐὰν δέ τις ἐκδοὺς αὖ
δημιουργῷ μὴ ἀποδῷ τοὺς μισθοὺς ὀρθῶς κατὰ τὴν ἔννομον
ὁμολογίαν γενομένην,

Πλάτων. Leges Stephanus p. 944, τμ. a, γρ. 5

ὄντως εἴρηται, ψεῦδος δὲ αἰδοῖ καὶ δίκῃ νεμεσητὸν κατὰ


φύσιν – τῶν τε οὖν ἄλλων εὐλαβεῖσθαι πέρι πλημμελεῖν
εἰς δίκην, διαφερόντως δὲ καὶ τῆς τῶν κατὰ πόλεμον ὅπλων
ἀποβολῆς, μὴ διαμαρτών τις ἄρα τῶν ἀναγκαίων ἀποβολῶν,
ὡς αἰσχρὰς αὐτὰς εἰς ὄνειδος τιθείς, ἀναξίῳ ἀναξίας ἐπάγῃ
δίκας. ῥᾴδιον μὲν οὖν οὐδαμῶς διορίσαι τούτων θάτερον,
ὅμως δὲ χρὴ τὸν νόμον ἁμῶς γέ πως ὁρίζειν πειρᾶσθαι κατὰ
μέρη. μύθῳ δὴ προσχρώμενοι ἅμ' εἴπωμεν, εἰ κομισθεὶς
ἐπὶ σκηνὴν ἄνευ τῶν ὅπλων Πάτροκλος ἔμπνους ἐγένεθ',
οἷον δὴ μυρίοις συνέπεσεν, τὰ δὲ πρότερα ἐκεῖνα ὅπλα,
ἃ Πηλεῖ φησιν ὁ ποιητὴς παρὰ θεῶν προῖκα ἐν τοῖς
γάμοις ἐπιδοθῆναι Θέτιδι, ταῦτα δὲ Ἕκτωρ εἶχεν, ἐξῆν ἂν
τῶν τότε ὅσοι κακοὶ ὀνειδίζειν ὅπλων ἀποβολὴν τῷ τοῦ
Μενοιτίου. ἔτι δὲ ὁπόσοι κατὰ κρημνῶν ῥιφέντες ἀπώλεσαν
ὅπλα, ἢ κατὰ θάλατταν, ἢ χειμώνων ἐν κόποις ὑποδεξαμένης
αὐτοὺς ἐξαίφνης πολλῆς ῥύσεως ὕδατος, ἢ μυρί' ἂν ἔχοι
τις τοιαῦτα παραμυθούμενος ἐπᾴδειν, εὐδιάβολον κακὸν
καλλύνων· τεμεῖν δὴ χρεὼν κατὰ δύναμιν τὸ μεῖζον καὶ
τὸ δυσχερέστερον κακὸν ἀπὸ τοῦ ἐναντίου. σχεδὸν οὖν ἐν
τοῖς ὀνείδεσιν ἔχει τινὰ τομὴν ἡ τούτων τῶν ὀνομάτων
ἐπιφορά· ῥίψασπις μὲν γὰρ οὐκ ἐν πᾶσιν ὀνομάζοιτ' ἂν
120

Πλάτων. Epistulae [Dub.] Stephanus p. 361, τμ. e, γρ. 4

θυγατέρες τῶν ἀποθανουσῶν τότε ὅτ' ἐγὼ οὐκ ἐστεφανούμην,


σὺ δ' ἐκέλευες, τέτταρες, ἡ μὲν νῦν ἐπίγαμος, ἡ δὲ ὀκταέτις,
ἡ δὲ σμικρὸν πρὸς τρισὶν ἔτεσιν, ἡ δὲ οὔπω ἐνιαυσία. ταύ-
τας ἐκδοτέον ἐμοί ἐστιν καὶ τοῖς ἐμοῖς ἐπιτηδείοις, αἷς ἂν
ἐγὼ ἐπιβιῶ· αἷς δ' ἂν μή, χαιρόντων. καὶ ὧν ἂν γένωνται
οἱ πατέρες αὐτῶν ἐμοῦ πλουσιώτεροι, οὐκ ἐκδοτέον· τὰ δὲ
νῦν αὐτῶν ἐγὼ εὐπορώτατος, καὶ τὰς μητέρας δὲ αὐτῶν ἐγὼ
ἐξέδωκα καὶ μετ' ἄλλων καὶ μετὰ Δίωνος. ἡ μὲν οὖν
Σπευσίππῳ γαμεῖται, ἀδελφῆς οὖσα αὐτῷ θυγάτηρ. δεῖ δὴ
ταύτῃ οὐδὲν πλέον ἢ τριάκοντα μνῶν· μέτριαι γὰρ αὗται
ἡμῖν προῖκες. ἔτι δὲ ἐὰν ἡ μήτηρ τελευτήσῃ ἡ ἐμή, οὐδὲν
αὖ πλείονος ἢ δέκα μνῶν δέοι ἂν εἰς τὴν οἰκοδομίαν τοῦ τάφου.
καὶ περὶ ταῦτα τὰ μὲν ἐμὰ ἀναγκαῖα σχεδόν τι ἐν τῷ νῦν
ταῦτά ἐστιν· ἐὰν δέ τι ἄλλο γίγνηται ἴδιον ἢ δημόσιον
ἀνάλωμα διὰ τὴν παρὰ σὲ ἄφιξιν, ὥσπερ τότε ἔλεγον δεῖ
ποιεῖν, ἐμὲ μὲν διαμάχεσθαι ὅπως ὡς ὀλίγιστον γένηται τὸ
ἀνάλωμα, ὃ δ' ἂν μὴ δύνωμαι, σὴν εἶναι τὴν δαπάνην.

Πλάτων. Spuria Stephanus p. 366, τμ. c, γρ. 3

τοῦ ζῆν ἀπαλλαγὴ κακοῦ τινός ἐστιν εἰς ἀγαθὸν μεταβολή.


{ΑΞ.} Κακὸν οὖν, ὦ Σώκρατες, ἡγούμενος τὸ ζῆν πῶς ἐν
αὐτῷ μένεις; καὶ ταῦτα φροντιστὴς ὢν καὶ ὑπὲρ ἡμᾶς τοὺς
πολλοὺς τῷ νῷ διαφέρων;
{ΣΩ.} Ἀξίοχε, σὺ δὲ οὐκ ἔτυμά μοι μαρτυρεῖς, οἴει δὲ
καθάπερ Ἀθηναίων ἡ πληθύς, ἐπειδὴ ζητητικός εἰμι τῶν
πραγμάτων, ἐπιστήμονά του εἶναί με. ἐγὼ δὲ εὐξαίμην ἂν
τὰ κοινὰ ταῦτα εἰδέναι· τοσοῦτον ἀποδέω τῶν περιττῶν.
καὶ ταῦτα δὲ ἃ λέγω, Προδίκου ἐστὶν τοῦ σοφοῦ ἀπηχήματα,
τὰ μὲν διμοίρου ἐωνημένα, τὰ δὲ δυοῖν δραχμαῖν, τὰ δὲ
τετραδράχμου. προῖκα γὰρ ἁνὴρ οὗτος οὐδένα διδάσκει,
διὰ παντὸς δὲ ἔθος ἐστὶν αὐτῷ φωνεῖν τὸ Ἐπιχάρμειον, “ἁ
δὲ χεὶρ τὰν χεῖρα νίζει·” δός τι, καὶ λάβε τι. καὶ πρῴην
γοῦν παρὰ Καλλίᾳ τῷ Ἱππονίκου ποιούμενος ἐπίδειξιν τοσάδε
τοῦ ζῆν κατεῖπεν, ὥστε ἔγωγε μὲν παρὰ ἀκαρῆ διέγραψα
τὸν βίον, καὶ ἐξ ἐκείνου θανατᾷ μου ἡ ψυχή, Ἀξίοχε.
{ΑΞ.} Τίνα δὲ ἦν τὰ λεχθέντα;
{ΣΩ.} Φράσαιμι ἄν σοι ταῦτα ἃ μνημονεύσω. ἔφη γάρ,
Τί μέρος τῆς ἡλικίας ἄμοιρον τῶν ἀνιαρῶν; οὐ κατὰ μὲν
τὴν πρώτην γένεσιν τὸ νήπιον κλάει, τοῦ ζῆν ἀπὸ λύπης
ἀρχόμενον;

Διόδωρος Σικελός. Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20)


Book 1, Κεφ. 27, τμ. 2, γρ. 5

γεγονὸς ἐν τούτοις τῆς Ἴσιδος ἐπίτευγμα· ταύτην


γὰρ συνοικήσασαν Ὀσίριδι τῷ ἀδελφῷ, καὶ ἀποθα-
121

νόντος ὀμόσασαν οὐδενὸς ἔτι συνουσίαν ἀνδρὸς


προσδέξεσθαι, μετελθεῖν τόν τε φόνον τἀνδρὸς καὶ
διατελέσαι βασιλεύουσαν νομιμώτατα, καὶ τὸ σύνο-
λον πλείστων καὶ μεγίστων ἀγαθῶν αἰτίαν γενέ-
σθαι πᾶσιν ἀνθρώποις. διὰ δὴ ταύτας τὰς αἰτίας
καταδειχθῆναι μείζονος ἐξουσίας καὶ τιμῆς τυγχά-
νειν τὴν βασίλισσαν τοῦ βασιλέως, καὶ παρὰ τοῖς
ἰδιώταις κυριεύειν τὴν γυναῖκα τἀνδρός, ἐν τῇ τῆς
προικὸς συγγραφῇ προσομολογούντων τῶν γαμούν-
των ἅπαντα πειθαρχήσειν τῇ γαμουμένῃ.
Οὐκ ἀγνοῶ δὲ διότι τινὲς τῶν συγγραφέων ἀπο-
φαίνονται τοὺς τάφους τῶν θεῶν τούτων ὑπάρχειν
ἐν Νύσῃ τῆς Ἀραβίας, ἀφ' ἧς καὶ Νυσαῖον τὸν Διό-
νυσον ὠνομάσθαι. εἶναι δὲ καὶ στήλην ἑκατέρου τῶν
θεῶν ἐπιγεγραμμένην τοῖς ἱεροῖς γράμμασιν. ἐπὶ μὲν
οὖν τῆς Ἴσιδος ἐπιγεγράφθαι “Ἐγὼ Ἶσίς εἰμι ἡ βασί-
λισσα πάσης χώρας, ἡ παιδευθεῖσα ὑπὸ Ἑρμοῦ, καὶ
ὅσα ἐγὼ ἐνομοθέτησα, οὐδεὶς αὐτὰ δύναται λῦσαι.
ἐγώ εἰμι ἡ τοῦ νεωτάτου Κρόνου θεοῦ θυγάτηρ

Διόδωρος Σικελός. Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Βι. 12, Κεφ. 18, τμ. 3, γρ. 6

κἂν ἀνὴρ ἐκβάλῃ γυναῖκα, μὴ γαμεῖν ἄλλην νεω-


τέραν ταύτης τῆς ἐκβληθείσης. εὐστοχήσας δ' ἐν
τῇ συμβουλίᾳ καὶ ἀκυρώσας τὸν πρότερον νόμον
διέφυγε [μὲν] τὸν ἐκ τοῦ βρόχου κίνδυνον· τῆς δὲ
γυναικὸς κωλυθείσης νεωτέρῳ συνοικῆσαι, πάλιν
ἔγημε τὸν ἀπολυθέντα. τρίτος δὲ νόμος διωρθώθη
ὁ περὶ τῶν ἐπικλήρων, ὁ καὶ παρὰ Σόλωνι κείμενος.
ἐκέλευε γὰρ τῇ ἐπικλήρῳ ἐπιδικάζεσθαι τὸν ἔγγιστα
γένους, ὡσαύτως δὲ καὶ τὴν ἐπίκληρον ἐπιδικάζε-
σθαι τῷ ἀγχιστεῖ, ᾧ ἦν ἀνάγκη συνοικεῖν ἢ πεν-
τακοσίας ἐκτῖσαι δραχμὰς εἰς προικὸς λόγον τῇ πε-
νιχρᾷ ἐπικλήρῳ. ὀρφανὴ γάρ τις εὐγενὴς ἐπίκλη-
ρος, ἀπορουμένη παντελῶς 8τῶν κατὰ τὸν βίον καὶ
διὰ τὴν πενίαν οὐ δυναμένη συνοικῆσαι, κατέφυγεν
ἐπὶ τὸν δῆμον, καὶ μετὰ δακρύων ἐκθεμένη τὴν
ἑαυτῆς ἐρημίαν τε καὶ καταφρόνησιν, πρὸς δὲ τού-
τοις ὑπογραψαμένη τὴν διόρθωσιν τοῦ νόμου, ὥστε
ἀντὶ τῆς ἐκτίσεως τῶν πεντακοσίων δραχμῶν γράψαι
συνοικεῖν κατ' ἀνάγκην τὸν ἄγχιστα γένους

Διόδωρος Σικελός. Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20)


Book 12, Κεφ. 18, τμ. 4, γρ. 13

διὰ τὴν πενίαν οὐ δυναμένη συνοικῆσαι, κατέφυγεν


ἐπὶ τὸν δῆμον, καὶ μετὰ δακρύων ἐκθεμένη τὴν
ἑαυτῆς ἐρημίαν τε καὶ καταφρόνησιν, πρὸς δὲ τού-
τοις ὑπογραψαμένη τὴν διόρθωσιν τοῦ νόμου, ὥστε
122

ἀντὶ τῆς ἐκτίσεως τῶν πεντακοσίων δραχμῶν γράψαι


συνοικεῖν κατ' ἀνάγκην τὸν ἄγχιστα γένους τῇ ἐπι-
δικασθείσῃ ἐπικλήρῳ· τοῦ δὲ δήμου διὰ τὸν ἔλεον
ψηφισαμένου διορθῶσαι τὸν νόμον, ἡ μὲν ὀρφανὴ
τὸν ἐκ τοῦ βρόχου κίνδυνον ἐξέφυγεν, ὁ δ' ἀγχι-
στεὺς πλούσιος ὢν ἠναγκάσθη γῆναι γυναῖκα πενι-
χρὰν ἐπίκληρον ἄνευ προικός.
Λείπεται δ' ἡμῖν εἰπεῖν ὑπὲρ τῆς τοῦ Χαρών-
δου τελευτῆς, καθ' ἣν ἴδιόν τι καὶ παράδοξον αὐτῷ
συνέβη. ἐπὶ γὰρ τὴν χώραν ἐξιὼν μετὰ ξιφιδίου
διὰ τοὺς λῃστάς, καὶ κατὰ τὴν ἐπάνοδον ἐκκλησίας
συνεστώσης καὶ ταραχῆς ἐν τοῖς πλήθεσι, προσέστη
πολυπραγμονῶν τὰ κατὰ τὴν στάσιν. νενομοθετη-
κὼς δ' ἦν μηδένα μεθ' ὅπλου ἐκκλησιάζειν, καὶ ἐπι-
λαθόμενος ὅτι τὸ ξίφος παρέζωσται, παρέδωκεν ἐχ-
θροῖς τισιν ἀφορμὴν κατηγορίας. ὧν ἑνὸς εἰπόντος
Καταλέλυκας τὸν ἴδιον νόμον, Μὰ Δι', εἶπεν, ἀλλὰ

Διόδωρος Σικελός. Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Βι. 16, Κεφ. 55, τμ. 3, γρ.
12

νοήσας Σάτυρον τὸν ὑποκριτὴν σκυθρωπὸν ἤρετο διὰ


τί μόνος οὐδὲν ἀξιοῖ μεταλαβεῖν τῆς παρ' αὐτοῦ φιλ-
ανθρωπίας· τοῦ δ' εἰπόντος ὅτι βούλεται παρ' αὐτοῦ
τυχεῖν τινος δωρεᾶς, δεδοικέναι δὲ μήποτε δηλώσας
τὴν προκεχειρισμένην ἔντευξιν ἀποτύχῃ, ὁ μὲν βασι-
λεὺς περιχαρὴς γενόμενος διεβεβαιώσατο πᾶν ὅ τι ἂν
αἰτήσῃ χαρίσασθαι· ὁ δ' εἶπεν ὅτι ξένου τινὸς ἑαυτοῦ
δύο παρθένοι τὴν ἡλικίαν ἔχουσαι γάμου τυγχάνουσιν
ἐν ταῖς αἰχμαλώτοις οὖσαι· ταύτας οὖν βούλεσθαι
λαβεῖν οὐχ ἵνα λυσιτέλειάν τινα περιποιήσηται τυχὼν
τῆς δωρεᾶς, ἀλλ' ἵνα προικί σας ἀμφοτέρας συνοικίσῃ
καὶ μὴ περιίδῃ μηδὲν παθούσας ἀνάξιον τῆς ἡλικίας.
μετὰ δὲ ταῦθ' ὁ Φίλιππος ἀσμένως τὴν αἴτησιν προς-
δεξάμενος παραχρῆμα τὰς παρθένους ἐδωρήσατο τῷ
Σατύρῳ. πολλὰς δὲ καὶ ἄλλας παντοδαπὰς εὐεργεσίας
καὶ δωρεὰς διασπείρων ἐκομίζετο τοὺς μισθοὺς πολλα-
πλασίους τῆς χάριτος· πολλοὶ γὰρ ταῖς τῆς εὐεργεσίας
ἐλπίσι προκληθέντες ἔφθασαν ἀλλήλους προσνέμοντες
ἑαυτοὺς τῷ Φιλίππῳ καὶ τὰς πατρίδας ἐγχειρίζοντες.

Διόδωρος Σικελός. Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Βι. 17, Κεφ. 91, τμ. 6, γρ. 2

κοῦντος αὐτοῦ καὶ μεθ' ἱκετηριῶν δεηθέντων τῶν Ἰν-


δῶν ἀπέλυσε τῶν κινδύνων αὐτούς.
Μετὰ δὲ ταῦτ' ἐστράτευσεν ἐπὶ τὰς ὑπὸ Σωπεί-
θην τεταγμένας πόλεις, εὐνομουμένας καθ' ὑπερβολήν.
τά τε γὰρ ἄλλα πρὸς δόξαν πολιτεύονται καὶ τὸ κάλ-
123

λος παρ' αὐτοῖς τιμιώτατον νενόμισται. διόπερ ἐκ


νηπίου παρ' αὐτοῖς τὰ βρέφη διακρίνεται καὶ τὰ μὲν
ἄρτια καὶ τὴν φύσιν ἔχοντα πρὸς εὐπρέπειαν καὶ ἰσχὺν
εὔθετον τρέφεται, τὰ δὲ καταδεῆ τοῖς σώμασιν ἀνάξια
τροφῆς ἡγούμενοι διαφθείρουσιν. ἀκολούθως δὲ τού-
τοις καὶ τοὺς γάμους ποιοῦνται προικὸς μὲν καὶ τῆς
ἄλλης πολυτελείας ἀφροντιστοῦντες, κάλλους δὲ καὶ
τῆς τοῦ σώματος ὑπεροχῆς μόνον φροντίζοντες. διόπερ
οἱ πλεῖστοι τῶν ἐν ταύταις ταῖς πόλεσι κατοικούντων
διαφέρουσι τῶν ἄλλων ἀξιώμασιν. παρὰ δὲ πάντας ὁ
βασιλεὺς Σωπείθης περίβλεπτος ὢν ἐπὶ τῷ κάλλει καὶ
τῷ μήκει τοὺς τέτταρας πήχεις ὑπεράγων προῆλθε μὲν
ἐκ τῆς πόλεως τῆς ἐχούσης τὰ βασίλεια, παραδοὺς δ'
αὑτὸν καὶ τὴν βασιλείαν Ἀλεξάνδρῳ πάλιν ταύτην
ἀπέλαβε διὰ τὴν τοῦ κρατοῦντος ἐπιείκειαν. ὁ δὲ
Σωπείθης μετὰ πολλῆς προθυμίας τὴν μὲν δύναμιν

Διόδωρος Σικελός. Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Βι. 20, Κεφ. 84, τμ. 3, γρ. 8

καταστάσει δυσχεραίνοντα γίνεσθαι τῆς πόλεως προ-


δότην. ἀριθμὸν δὲ ποιησάμενοι τῶν δυναμένων ἀγωνί-
ζεσθαι πολιτῶν μὲν εὗρον περὶ ἑξακισχιλίους, τῶν δὲ
παροίκων καὶ ξένων εἰς χιλίους. ἐψηφίσαντο δὲ καὶ
τῶν δούλων τοὺς ἄνδρας ἀγαθοὺς γενομένους ἐν τοῖς
κινδύνοις ἀγοράσαντας παρὰ τῶν δεσποτῶν ἐλευθεροῦν
καὶ πολίτας εἶναι· ἔγραψαν δὲ καὶ τῶν τελευτησάντων
ἐν τῷ πολέμῳ τὰ μὲν σώματα δημοσίᾳ θάπτεσθαι,
τοὺς δὲ γονεῖς καὶ παῖδας τρέφεσθαι λαμβάνοντας τὴν
χορηγίαν ἀπὸ τοῦ κοινοῦ ταμιείου, καὶ τὰς μὲν παρ-
θένους δημοσίᾳ προικίζεσθαι, τοὺς δ' υἱοὺς ἐν ἡλικίᾳ
γενομένους ἐν τῷ θεάτρῳ στεφανῶσαι τοῖς Διονυσίοις
πανοπλίᾳ. διὰ δὲ τούτων ἐκκαλεσάμενοι τὰς ἁπάντων
προθυμίας εἰς τὸ τοὺς κινδύνους ὑπομένειν εὐψύχως,
ἐποιήσαντο καὶ τῶν ἄλλων τὴν ἐνδεχομένην παρα-
σκευήν. ὁμονοοῦντος γὰρ τοῦ πλήθους οἱ μὲν εὔποροι
χρήματ' εἰσέφερον, οἱ δὲ τεχνῖται τὰς αὑτῶν ἐπιστήμας
παρείχοντο πρὸς τὴν τῶν ὅπλων κατασκευήν, ἅπας δ'
ἦν ἐνεργός, τῇ φιλοτιμίᾳ τοὺς ἄλλους ὑπερθέσθαι
σπεύδων.

Διόδωρος Σικελός. Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 21-40)


Book 32, Κεφ. 10, τμ. 2, γρ. 18

ἐνεγκόντα τὸν δίμορφον. καὶ τότε μὲν αἰνιγματώδη


τὸν χρησμὸν εἶναι δόξαι, ὕστερον μέντοι μετὰ τὴν
τελευτὴν τοῦ βασιλέως ἐπιγνωσθῆναι τὸ λόγιον διὰ
τοιαύτας τινὰς αἰτίας.
Τῆς Ἀραβίας ἐν ταῖς καλουμέναις Ἄβαις ᾤκει
τις Διόφαντος ὄνομα, τὸ δὲ γένος Μακεδών. οὗτος
124

ἐγχώριον Ἀραβίαν γυναῖκα γήμας ἐγέννησε υἱὸν


μὲν ὁμώνυμον ἑαυτῷ, θυγατέρα δὲ τὴν προς-
αγορευθεῖσαν Ἡραΐδα. τὸν μὲν οὖν υἱὸν πρὸ τῆς
ἀκμῆς ἐπεῖδε τελευτήσαντα, τὴν δὲ θυγατέρα γάμου
ἔχουσαν ὥραν προικί σας συγκατῴκισέ τινι ὄνομα
Σαμιάδῃ. οὗτος μὲν οὖν συμβιώσας τῇ γαμη-
θείσῃ χρόνον ἐνιαύσιον ἀπεδήμησε μακρὰν ἀποδη-
μίαν. τὴν δ' Ἡραΐδα φασὶν ἀρρωστίᾳ περιπεσεῖν
παραδόξῳ καὶ παντελῶς ἀπιστουμένῃ. φλεγμονὴν
γὰρ ἰσχυρὰν γενέσθαι περὶ τὸ ἦτρον αὐτῆς. ἐπὶ
πλέον δὲ οἰδήσαντος τοῦ τόπου, ἔπειτα τῶν πυρε-
τῶν μεγάλων συνεπιγινομένων, καταδοξάσαι τοὺς
ἰατροὺς ἕλκωσιν γεγονέναι περὶ τὸν τράχηλον τῆς
μήτρας. χρωμένων δὲ αὐτῶν θεραπείαις αἷς ὑπε-
λάμβανον καταστελεῖν τὰς φλεγμονάς, ἑβδομαίας

Pseudo-Λουκιανός. Epigrammata Βι. 9, epigram 367, γρ. 14

ἤδη καρφαλέῃ τειρόμενον πενίῃ,


καί μιν δακρυχέων ἀνελάμβανε καὶ πόσιν αὐτὸν
θῆκε θυγατρὸς ἑῆς πόλλ' ἐπὶ μείλια δούς.
αὐτὰρ ἐπεὶ Θήρωνα παρὰ φρένας ἤλυθε πλοῦτος,
αὐτίκα ταῖς αὐταῖς ἐτρέφετ' ἐν δαπάναις,
γαστρὶ χαριζόμενος πᾶσαν χάριν οὐ κατὰ κόσμον
τῇ θ' ὑπὸ τὴν μιαρὰν γαστέρα μαργοσύνῃ.
οὕτως μὲν Θήρωνα τὸ δεύτερον ἀμφεκάλυψεν
οὐλομένης πενίης κῦμα παλιρρόθιον.
Εὐκτήμων δ' ἐδάκρυε τὸ δεύτερον, οὐκέτι κεῖνον,
ἀλλὰ θυγατρὸς ἑῆς προῖκά τε καὶ θάλαμον.
ἔγνω δ', ὡς οὐκ ἔστι κακῶς κεχρημένον ἄνδρα
τοῖς ἰδίοις εἶναι πιστὸν ἐν ἀλλοτρίοις.

Λουκιανός. Nigrinus Τμ. 26, γρ. 2

ὑποκρινόμενοι τοῦ δράματος. ἃ μὲν γὰρ ἐν τοῖς συμποσίοις


ἐργάζονται, τίνι τῶν καλῶν εἰκάσομεν; οὐκ ἐμφοροῦνται μὲν
ἀπειροκαλώτερον, μεθύσκονται δὲ φανερώτερον, ἐξανίστανται
δὲ πάντων ὕστατοι, πλείω δὲ ἀποφέρειν τῶν ἄλλων ἀξιοῦσιν;
οἱ δὲ ἀστειότεροι πολλάκις αὐτῶν καὶ ᾆσαι προήχθησαν.
Καὶ ταῦτα μὲν οὖν γελοῖα ἡγεῖτο· μάλιστα δὲ ἐμέμνητο τῶν
ἐπὶ μισθῷ φιλοσοφούντων καὶ τὴν ἀρετὴν ὤνιον ὥσπερ ἐξ ἀγορᾶς
προτιθέντων· ἐργαστήρια γοῦν ἐκάλει καὶ καπηλεῖα τὰς τούτων
διατριβάς· ἠξίου γὰρ τὸν πλούτου καταφρονεῖν διδάξοντα πρῶτον
αὑτὸν παρέχειν ὑψηλότερον λημμάτων. ἀμέλει καὶ πράττων
ταῦτα διετέλει, οὐ μόνον προῖκα τοῖς ἀξιοῦσι συνδιατρίβων, ἀλλὰ
καὶ τοῖς δεομένοις ἐπαρκῶν καὶ πάσης περιουσίας καταφρονῶν,
τοσούτου δέων ὀρέγεσθαι τῶν οὐδὲν προσηκόντων, ὥστε μηδὲ
τῶν ἑαυτοῦ φθειρομένων ποιεῖσθαι πρόνοιαν, ὅς γε καὶ ἀγρὸν οὐ
125

πόρρω τῆς πόλεως κεκτημένος οὐδὲ ἐπιβῆναι αὐτοῦ πολλῶν ἐτῶν


ἠξίωσεν, ἀλλ' οὐδὲ τὴν ἀρχὴν αὑτοῦ εἶναι διωμολόγει, ταῦτ' οἶμαι
διειληφώς, ὅτι τούτων μὲν φύσει οὐδενός ἐσμεν κύριοι, νόμῳ δὲ καὶ
διαδοχῇ τὴν χρῆσιν αὐτῶν εἰς ἀόριστον παραλαμβάνοντες ὀλιγο-
χρόνιοι δεσπόται νομιζόμεθα, κἀπειδὰν ἡ προθεσμία παρέλθῃ,
τηνικαῦτα παραλαβὼν ἄλλος ἀπολαύει τοῦ ὀνόματος.

Λουκιανός. Timon Τμ. 47, γρ. 3

{ΓΝΑΘΩΝΙΔΗΣ}
Μηδαμῶς· ἀλλὰ σύ γε πάντως τὸ τραῦμα ἴασαι μικρὸν ἐπι-
πάσας τοῦ χρυσίου· δεινῶς γὰρ ἴσχαιμόν ἐστι τὸ φάρμακον.
{ΤΙΜΩΝ}
Ἔτι γὰρ μένεις;
{ΓΝΑΘΩΝΙΔΗΣ}
Ἄπειμι· σὺ δὲ οὐ χαιρήσεις οὕτω σκαιὸς ἐκ χρηστοῦ γενόμενος.
{ΤΙΜΩΝ}
Τίς οὗτός ἐστιν ὁ προσιών, ὁ ἀναφαλαντίας; Φιλιάδης, κολάκων
ἁπάντων ὁ βδελυρώτατος. οὗτος δὲ ἀγρὸν ὅλον παρ' ἐμοῦ λαβὼν
καὶ τῇ θυγατρὶ προῖκα δύο τάλαντα, μισθὸν τοῦ ἐπαίνου, ὁπότε
ᾄσαντά με πάντων σιωπώντων μόνος ὑπερεπῄνεσεν ἐπομοσά-
μενος ᾠδικώτερον εἶναι τῶν κύκνων, ἐπειδὴ νοσοῦντα πρῴην
εἶδέ με καὶ προσῆλθον ἐπικουρίας δεόμενος, πληγὰς ὁ γενναῖος
προσενέτεινεν.
{ΦΙΛΙΑΔΗΣ}
Ὢ τῆς ἀναισχυντίας. νῦν Τίμωνα γνωρίζετε; νῦν Γναθωνίδης
φίλος καὶ συμπότης; τοιγαροῦν δίκαια πέπονθεν οὕτως ἀχάριστος
ὤν. ἡμεῖς δὲ οἱ πάλαι συνήθεις καὶ συνέφηβοι καὶ δημόται ὅμως
μετριάζομεν, ὡς μὴ ἐπιπηδᾶν δοκῶμεν. χαῖρε, ὦ δέσποτα, καὶ
ὅπως τοὺς μιαροὺς τούτους κόλακας φυλάξῃ, τοὺς ἐπὶ τῆς

Λουκιανός. Bis accusatus sive tribunalia Τμ. 27, γρ. 12

μειράκιον ὄντα, βάρβαρον ἔτι τὴν φωνὴν καὶ


μονονουχὶ κάνδυν ἐνδεδυκότα εἰς τὸν Ἀσσύριον
τρόπον, περὶ τὴν Ἰωνίαν εὑροῦσα πλαζόμενον ἔτι
καὶ ὅ τι χρήσαιτο ἑαυτῷ οὐκ εἰδότα παραλαβοῦσα
ἐπαίδευσα. καὶ ἐπειδὴ ἐδόκει μοι εὐμαθὴς εἶναι
καὶ ἀτενὲς ὁρᾶν εἰς ἐμέ – ὑπέπτησσε γὰρ τότε καὶ
ἐθεράπευεν καὶ μόνην ἐθαύμαζεν – ἀπολιποῦσα
τοὺς ἄλλους ὁπόσοι ἐμνήστευόν με πλούσιοι καὶ
καλοὶ καὶ λαμπροὶ τὰ προγονικά, τῷ ἀχαρίστῳ
τούτῳ ἐμαυτὴν ἐνεγγύησα πένητι καὶ ἀφανεῖ καὶ
νέῳ προῖκα οὐ μικρὰν ἐπενεγκαμένη πολλοὺς καὶ
θαυμασίους λόγους. εἶτα ἀγαγοῦσα αὐτὸν εἰς
τοὺς φυλέτας τοὺς ἐμοὺς παρενέγραψα καὶ ἀστὸν
ἀπέφηνα, ὥστε τοὺς διαμαρτόντας τῆς ἐγγύης
ἀποπνίγεσθαι. δόξαν δὲ αὐτῷ περινοστεῖν ἐπι-
126

δειξομένῳ τοῦ γάμου τὴν εὐποτμίαν, οὐδὲ τότε


ἀπελείφθην, ἀλλὰ πανταχοῦ ἑπομένη ἄνω καὶ κάτω
περιηγόμην· καὶ κλεινὸν αὐτὸν καὶ ἀοίδιμον ἐποίουν
κατακοσμοῦσα καὶ περιστέλλουσα. καὶ τὰ μὲν
ἐπὶ τῆς Ἑλλάδος καὶ τῆς Ἰωνίας μέτρια, εἰς δὲ
τὴν Ἰταλίαν ἀποδημῆσαι θελήσαντι αὐτῷ τὸν

Λουκιανός. Toxaris vel amicitia Τμ. 22, γρ. 13

χείρονα αὐτῶν.
Εὐδαμίδας Κορίνθιος Ἀρεταίῳ τῷ Κορινθίῳ καὶ
Χαριξένῳ τῷ Σικυωνίῳ φίλοις ἐκέχρητο εὐπόροις
οὖσι πενέστατος αὐτὸς ὤν· ἐπεὶ δὲ ἀπέθνησκε,
διαθήκας ἀπέλιπε τοῖς μὲν ἄλλοις ἴσως γελοίους,
σοὶ δὲ οὐκ οἶδα εἰ τοιαῦται δόξουσιν ἀνδρὶ ἀγαθῷ
καὶ φιλίαν τιμῶντι καὶ περὶ τῶν ἐν αὐτῇ πρωτείων
ἁμιλλωμένῳ· ἐγέγραπτο γὰρ ἐν αὐταῖς, “Ἀπο-
λείπω Ἀρεταίῳ μὲν τὴν μητέρα μου τρέφειν καὶ
γηροκομεῖν, Χαριξένῳ δὲ τὴν θυγατέρα μου
ἐκδοῦναι μετὰ προικὸς ὁπόσην ἂν πλείστην ἐπι-
δοῦναι παρ' αὑτοῦ δύνηται” – ἦν δὲ αὐτῷ καὶ
μήτηρ πρεσβῦτις καὶ θυγάτριον ὡραῖον ἤδη γάμου –
“ἢν δέ τι ἅτερος αὐτῶν ἐν τοσούτῳ πάθῃ, τὴν
ἐκείνου μερίδα,” φησίν, “ἐχέτω ὁ ἕτερος.”
τούτων ἀναγνωσθεισῶν τῶν διαθηκῶν οἱ τὴν
πενίαν μὲν εἰδότες τοῦ Εὐδαμίδα, τὴν φιλίαν δὲ
ἣ πρὸς τοὺς ἄνδρας ἦν αὐτῷ ἀγνοοῦντες ἐν παιδιᾷ
τὸ πρᾶγμα ἐποιοῦντο καὶ οὐδεὶς ὅστις οὐ γελῶν
ἀπηλλάττετο, “Οἷον Ἀρεταῖος καὶ Χαρίξενος οἱ
εὐδαίμονες κλῆρον διαδέξονται,” λέγοντες, “εἴπερ

Λουκιανός. Toxaris vel amicitia Τμ. 25, γρ. 15

διεξιὼν λαβόμενος αὐτὸν τῆς δεξιᾶς ἦγεν εἰς τὴν


οἰκίαν καὶ τήν τε οὐσίαν πολλὴν οὖσαν ἐνείματο
πρὸς αὐτὸν καὶ δεῖπνον παρασκευασθῆναι κελεύσας
εἱστία τοὺς φίλους καὶ τὸν Μενεκράτη, ὡς δή
τινα τῶν ἑταίρων πεπεικὼς ὑποστῆναι τῆς κόρης
τὸν γάμον. ἐπεὶ δὲ ἐδεδείπνητο αὐτοῖς καὶ
ἔσπεισαν τοῖς θεοῖς, ἐνταῦθα δὴ μεστὴν αὐτῷ τὴν
φιάλην προτείνας, ‘Δέδεξο,’ εἶπεν, ‘ὦ Μενέ-
κρατες, παρὰ τοῦ γαμβροῦ φιλοτησίαν· ἄξομαι
γὰρ ἐγὼ τήμερον τὴν σὴν θυγατέρα Κυδιμάχην·
τὴν προῖκα δὲ πάλαι εἴληφα, τάλαντα πέντε καὶ
εἴκοσι.’ τοῦ δέ, ‘Ἄπαγε,’ λέγοντος, ‘μὴ σύ γε,
ὦ Ζηνόθεμι· μὴ οὕτω μανείην ὡς περιιδεῖν σε
127

νέον καὶ καλὸν ὄντα κόρῃ αἰσχρᾷ καὶ λελωβημένῃ


συγκαταζευγνύμενον,’ ὁ δέ, ταῦτα διεξιόντος,
ἀράμενος τὴν νύμφην ἀπῄει εἰς τὸν θάλαμον καὶ
μετ' ὀλίγον προῆλθεν διακορήσας αὐτήν.

Λουκιανός. Toxaris vel amicitia Τμ. 35, γρ. 19

Πυλάδην πάνυ σοφιστικῶς ἐπαινέσας, ὑπὲρ δὲ


τῆς Σκυθίας φαῦλος ῥήτωρ φαινόμενος.
{ΤΟΞΑΡΙΣ}
Εὖ γε, ὦ Μνήσιππε, ὅτι καὶ παροτρύνεις με
πρὸς τὸν λόγον, ὥσπερ οὐ πάνυ σοι μέλον εἰ
ἀποτμηθείης τὴν γλῶτταν κρατηθεὶς ἐν τοῖς λόγοις.
πλὴν ἄρξομαί γε ἤδη, μηδὲν ὥσπερ σὺ καλλιλο-
γησάμενος· οὐ γὰρ Σκυθικὸν τοῦτο, καὶ μάλιστα
ἐπειδὰν τὰ ἔργα ὑπερφθέγγηται τοὺς λόγους.
προσδοκήσῃς δὲ μηδὲν τοιοῦτο παρ' ἡμῶν οἷα σὺ
διεξελήλυθας, ἐπαινῶν εἴ τις ἄπροικον ἔγημεν
αἰσχρὰν γυναῖκα ἢ εἴ τις ἀργύριον ἐπέδωκε
γαμουμένῃ φίλου ἀνδρὸς θυγατρὶ δύο τάλαντα,
ἢ καὶ νὴ Δί' εἴ τις παρέσχεν ἑαυτὸν δεδησόμενον
ἐπὶ προδήλῳ τῷ μικρὸν ὕστερον λυθήσεσθαι·
πάνυ γὰρ εὐτελῆ ταῦτα καὶ μεγαλουργὸν ἐν αὐτοῖς
ἢ ἀνδρεῖον ἔνι οὐδέν. ἐγὼ δέ σοι διηγήσομαι
φόνους πολλοὺς καὶ πολέμους καὶ θανάτους ὑπὲρ
τῶν φίλων, ἵν' εἰδῇς ὡς παιδιὰ τὰ ὑμέτερά ἐστιν
παρὰ τὰ Σκυθικὰ ἐξετάζεσθαι.

Λουκιανός. Dialogi mortuorum Dialogue 2, τμ. 2, γρ. 9

Οὐκ ἀποστήσομαί σου.


{ΜΕΝΙΠΠΟΣ}
Τούτου γε ἕνεκα νεωλκήσας τὸ πορθμεῖον παρά-
μενε· πλὴν ἀλλ' ὅ γε μὴ ἔχω, πῶς ἂν λάβοις;
{ΧΑΡΩΝ}
Σὺ δ' οὐκ ᾔδεις κομίζειν δέον;
{ΜΕΝΙΠΠΟΣ}
Ἤιδειν μέν, οὐκ εἶχον δέ. τί οὖν; ἐχρῆν διὰ
τοῦτο μὴ ἀποθανεῖν;
{ΧΑΡΩΝ}
Μόνος οὖν αὐχήσεις προῖκα πεπλευκέναι;
{ΜΕΝΙΠΠΟΣ}
Οὐ προῖκα, ὦ βέλτιστε· καὶ γὰρ ἤντλησα καὶ
τῆς κώπης συνεπελαβόμην καὶ οὐκ ἔκλαον μόνος
τῶν ἄλλων ἐπιβατῶν.
{ΧΑΡΩΝ}
Οὐδὲν ταῦτα πρὸς πορθμέα· τὸν ὀβολὸν ἀπο-
δοῦναί σε δεῖ· οὐ θέμις ἄλλως γενέσθαι.
128

{ΜΕΝΙΠΠΟΣ}
Οὐκοῦν ἄπαγέ με αὖθις ἐς τὸν βίον.
{ΧΑΡΩΝ}

Λουκιανός. Dialogi meretricii Dialogue 4, τμ. 1, γρ. 11

Θετταλαὶ λέγονται ἐπᾴδουσαι καὶ ἐρασμίους ποιοῦ-


σαι, εἰ καὶ πάνυ μισουμένη γυνὴ τυγχάνοι, οὕτως
ὄναιο, παραλαβοῦσα ἧκέ μοι· θαἰμάτια γὰρ καὶ τὰ
χρυσία ταῦτα προείμην ἡδέως, εἰ μόνον ἴδοιμι ἐπ'
ἐμὲ αὖθις ἀναστρέψαντα Χαρῖνον μισήσαντα Σιμίχην
ὡς νῦν ἐμέ.
{ΒΑΚΧΙΣ}
Τί φῄς; οὐκέτι σύνεστε – ἀλλὰ παρὰ τὴν Σιμίχην,
ὦ Μέλιττα, καταλιπὼν οἴχεται Χαρῖνος – δι' ἣν
τοσαύτας ὀργὰς τῶν γονέων ἠνέσχετο οὐ βουληθεὶς
τὴν πλουσίαν ἐκείνην γῆμαι πέντε προικὸς τάλαντα,
ὡς ἔλεγον, ἐπιφερομένην; πέπυσμαι γὰρ ταῦτά
σου ἀκούσασα.
{ΜΕΛΙΤΤΑ}
Ἅπαντα ἐκεῖνα οἴχεται, ὦ Βακχί, καὶ πέμπτην
ταύτην ἡμέραν οὐδ' ἑώρακα ὅλως αὐτόν, ἀλλὰ
πίνουσι παρὰ τῷ συνεφήβῳ Παμμένει αὐτός τε καὶ
Σιμίχη.

Λουκιανός. Dialogi meretricii Dialogue 7, τμ. 4, γρ. 19

οὐκ οἰκέτην καθῆκεν ἐξαπατήσοντα, οὐκ ἀπὸ τῆς


μητρὸς ᾔτησεν ἀπειλήσας ἀποπλευσεῖσθαι στρατευ-
σόμενος, εἰ μὴ λάβοι, ἀλλὰ κάθηται ἡμᾶς ἐπιτρί-
βων μήτε αὐτὸς διδοὺς μήτε παρὰ τῶν διδόντων
ἐῶν λαμβάνειν; σὺ δὲ οἴει, ὦ Μουσάριον, ὀκτω-
καίδεκα ἐτῶν ἀεὶ ἔσεσθαι; ἢ τὰ αὐτὰ φρονήσειν
Χαιρέαν, ὅταν πλουτῇ μὲν αὐτός, ἡ δὲ μήτηρ
γάμον πολυτάλαντον ἐξεύρῃ αὐτῷ; μνησθήσεται
ἔτι, οἴει, τότε τῶν δακρύων ἢ τῶν φιλημάτων ἢ
τῶν ὅρκων πέντε ἴσως τάλαντα προικὸς βλέπων;
{ΜΟΥΣΑΡΙΟΝ}
Μνησθήσεται ἐκεῖνος· δεῖγμα δέ· οὐδὲ νῦν
γεγάμηκεν, ἀλλὰ καταναγκαζόμενος καὶ βιαζό-
μενος ἠρνήσατο.

Φλάβιος Αρριανός Alexandri anabasis Βι. 7, Κεφ. 4, τμ. 8, γρ. 2

ἑταίροις τὰς δοκιμωτάτας Περσῶν τε καὶ Μήδων


παῖδας ἐς ὀγδοήκοντα. οἱ γάμοι δὲ ἐποιήθησαν νόμῳ
τῷ Περσικῷ· θρόνοι ἐτέθησαν τοῖς νυμφίοις ἐφεξῆς
129

καὶ μετὰ τὸν πότον ἧκον αἱ γαμούμεναι καὶ παρ-


εκαθέζοντο ἑκάστη τῷ ἑαυτῆς· οἱ δὲ ἐδεξιώσαντό τε
αὐτὰς καὶ ἐφίλησαν· πρῶτος δὲ ὁ βασιλεὺς ἦρξεν·
ἐν τῷ αὐτῷ γὰρ πάντων ἐγίγνοντο οἱ γάμοι. καὶ
τοῦτο, εἴπερ τι ἄλλο, ἔδοξε δημοτικόν τε καὶ φιλέ-
ταιρον πρᾶξαι Ἀλέξανδρον. οἱ δὲ παραλαβόντες ἀπῆγον
τὴν αὑτοῦ ἕκαστος· προῖκας δὲ ξυμπάσαις ἐπέδωκεν
Ἀλέξανδρος. καὶ ὅσοι δὲ ἄλλοι ἠγμένοι ἦσαν Μακε-
δόνες τῶν Ἀσιανῶν τινας γυναικῶν, ἀπογραφῆναι
ἐκέλευσε καὶ τούτων τὰ ὀνόματα, καὶ ἐγένοντο ὑπὲρ
τοὺς μυρίους, καὶ τούτοις δωρεαὶ Ἀλεξάνδρου ἐδόθησαν
ἐπὶ τοῖς γάμοις.

Φλάβιος Αρριανός Historia successorum Alexandri (Frag.a ap. Photium, Bibl. cod.
92) Frag. 28, γρ. 2

οὗ δὴ καὶ τὸ ὑπέρογκον αὐτῷ τοῦ φρονήματος εὐθαρσὲς


πρὸς πάντα κίνδυνον ἦν, τό τε ἄγαν μεγαλήγορον, σὺν
ᾧ πάντας Μακεδόνας ὑπερφρονεῖν ἔδοξε, τάς [τε] εὐ-
πραγίας αὐτῷ φθόνου ἐπαξίας ἐποίει· ἐπὶ δὲ τῷ φθόνῳ
μῖσος ἐπεγίνετο, καὶ τὸ μὴ φέρειν ὑπὲρ σφᾶς ὄντα τε
καὶ ὀνομαζόμενον. ὅθεν καὶ τὴν ἐν τοῖς πταίσμασι μετα-
βολὴν σὺν ὀργῇ τῆς πρόσθεν ὑπεροψίας μᾶλλον ἢ κρί-
σεως ἀληθεστάτης δικαιώσει ἐς τὸ κατ' αὐτοῦ ἐπιβού-
λευμα ἐποιοῦντο.
Suid. v.>χρῆσθαι·τά τε ἐπιτήδεια παρεσκευακέναι
ἄφθονα καὶ ταῦτα προῖκα παρέξειν τῇ στρατιᾷ χρῆσθαι.
Suid. v.>ἐπαινέσας·οὓς ἐπαινέσας τῆς προθυμίας
ἀρκεῖσθαι ἔφη τοῖς παροῦσι.
Anecd. Bekk.p. 153, 12 v.κρίνω·τὴν νῦν ἀτιμα-
ζομένην καὶ κρινομένην ὑμῖν.

Διονύσιος Αλικαρνασσέας Ρωμαϊκή αρχαιολογία


Book 1, Κεφ. 5, τμ. 2, γρ. 14

νίαν προῆλθον οἱ μετ' αὐτοὺς, ἀπὸ τῆς μετὰ ταύτην


ἀρξάμενος ἀναγραφῆς ἀφηγήσομαι, παραλιπὼν οὐ-
δὲν ὅση μοι δύναμις τῶν ἀξίων ἱστορίας, ἵνα τοῖς
γε μαθοῦσι τὴν ἀλήθειαν ἃ προσήκει περὶ τῆς πόλεως
τῆσδε παραστῇ φρονεῖν, εἰ μὴ παντάπασιν ἀγρίως καὶ
δυσμενῶς διάκεινται πρὸς αὐτήν, καὶ μήτε ἄχθεσθαι
τῇ ὑποτάξει κατὰ τὸ εἰκὸς γενομένῃ (φύσεως γὰρ δὴ
νόμος ἅπασι κοινός, ὃν οὐδεὶς καταλύσει χρόνος, ἄρ-
χειν ἀεὶ τῶν ἡττόνων τοὺς κρείττονας) μήτε κατηγο-
ρεῖν τῆς τύχης, ὡς οὐκ ἐπιτηδείῳ πόλει τηλικαύτην
ἡγεμονίαν καὶ τοσοῦτον ἤδη χρόνον προῖκα δωρησα-
μένης· μαθοῦσί γε δὴ παρὰ τῆς ἱστορίας, ὅτι μυρίας
130

ἤνεγκεν ἀνδρῶν ἀρετὰς εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς μετὰ τὸν οἰ-


κισμὸν, ὧν οὔτ' εὐσεβεστέρους οὔτε δικαιοτέρους
οὔτε σωφροσύνῃ πλείονι παρὰ πάντα τὸν βίον χρη-
σαμένους οὐδέ γε τὰ πολέμια κρείττους ἀγωνιστὰς
οὐδεμία πόλις ἤνεγκεν οὔτε Ἑλλὰς οὔτε βάρβαρος,
εἰ δὴ ἀπέσται τοῦ λόγου τὸ ἐπίφθονον· ἔχει γάρ
τι καὶ τοιοῦτον ἡ τῶν παραδόξων καὶ θαυμαστῶν
ὑπόσχεσις. οἱ δὲ σύμπαντες οἱ τοσοῦτο περιθέντες
αὐτῇ δυναστείας μέγεθος ἀγνοοῦνται

Διονύσιος Αλικαρνασσέας Ρωμαϊκή αρχαιολογία Βι. 2, Κεφ. 25, τμ. 1, γρ. 4

ἀφῆκαν ὥσπερ Λακεδαιμόνιοι τὰς τῶν γυναικῶν φυ-


λακάς, ἀλλὰ πολλοὺς ἔθεσαν ἐπ' αὐταῖς νόμους σω-
φρονιστάς. εἰσὶ δ' οἳ καὶ ἀρχήν τινα κατέστησαν ἐπι-
μελησομένην εὐκοσμίας γυναικῶν· οὐ μὴν ἀποχρῶσά
γε ἡ πρόνοια αὐτῶν τῆς τηρήσεως, ἀλλὰ μαλακωτέρα
τοῦ δέοντος ἐγένετο καὶ οὐχ ἱκανὴ τὴν μὴ σπουδαίᾳ
φύσει κεκραμένην εἰς ἀνάγκην βίου σώφρονος ἀγαγεῖν.
Ὁ δὲ Ῥωμύλος οὔτε ἀνδρὶ κατὰ γυναικὸς
ἐγκλήματα δοὺς φθαρείσης ἢ τὸν οἶκον ἀδίκως ἀπο-
λιπούσης οὔτε γαμετῇ κατ' ἀνδρὸς αἰτιωμένῃ κάκω-
σιν ἢ ἄδικον ἀπόλειψιν οὔτε περὶ προικὸς ἀποδόσεως
ἢ κομιδῆς νόμους θεὶς οὔτε ἄλλο τῶν παραπλησίων
τούτοις διορίσας οὐδ' ὁτιοῦν, ἕνα δὲ νόμον ὑπὲρ
ἁπάντων εὖ ἔχοντα, ὡς αὐτὰ τὰ ἔργα ἐδήλωσε, κατα-
στησάμενος εἰς σωφροσύνην καὶ πολλὴν εὐκοσμίαν
ἤγαγε τὰς γυναῖκας. ἦν δὲ τοιόςδε ὁ νόμος· γυναῖκα
γαμετὴν τὴν κατὰ γάμους ἱεροὺς συνελθοῦσαν ἀνδρὶ
κοινωνὸν ἁπάντων εἶναι χρημάτων τε καὶ ἱερῶν. ἐκά-
λουν δὲ τοὺς ἱεροὺς καὶ νομίμους οἱ παλαιοὶ γάμους

Διονύσιος Αλικαρνασσέας Ρωμαϊκή αρχαιολογία Βι. 4, Κεφ. 24, τμ. 4, γρ. 2

τοὺς δορυαλώτους τοῖς λαβοῦσιν ἔχειν ἢ πριαμένοις


παρ' ἑτέρων κατὰ τοὺς αὐτοὺς τρόπους κυρίων γενο-
μένων ἐκέκτηντο τοὺς δούλους. οὐδὲν δὴ πρᾶγμα
ποιεῖν αἰσχύνης ἢ βλάβης κοινῆς αἴτιον οὔθ' ὁ Τύλλιος
ὁ καταστησάμενος τὸ ἔθος οὔθ' οἱ παραδεξάμενοι καὶ
διαφυλάξαντες ᾤοντο, εἰ τοῖς ἀφαιρεθεῖσιν ἐν πολέμῳ
τήν τε πατρίδα καὶ τὴν ἐλευθερίαν χρηστοῖς γενομέ-
νοις περὶ τοὺς καταδουλωσαμένους ἢ τοὺς παρὰ τού-
των πριαμένους ἀμφότερα ταῦτα παρὰ τῶν δεσποτῶν
ὑπάρξει. ἐτύγχανον δὲ τῆς ἐλευθερίας οἱ μὲν πλεῖστοι
προῖκα διὰ καλοκἀγαθίαν· καὶ κράτιστος ἀπαλλαγῆς
δεσποτῶν τρόπος οὗτος ἦν· ὀλίγοι δέ τινες λύτρα
κατατιθέντες ἐξ ὁσίων καὶ δικαίων ἐργασιῶν συνα-
χθέντα. ἀλλ' οὐκ ἐν τοῖς καθ' ἡμᾶς χρόνοις οὕτω
ταῦτ' ἔχει, ἀλλ' εἰς τοσαύτην σύγχυσιν ἥκει τὰ πράγ-
131

ματα καὶ τὰ καλὰ τῆς Ῥωμαίων πόλεως οὕτως ἄτιμα


καὶ ῥυπαρὰ γέγονεν, ὥσθ' οἱ μὲν ἀπὸ λῃστείας καὶ
τοιχωρυχίας καὶ πορνείας καὶ παντὸς ἄλλου πονηροῦ
πόρου χρηματισάμενοι τούτων ὠνοῦνται τῶν χρημάτων
τὴν ἐλευθερίαν καὶ εὐθύς εἰσι Ῥωμαῖοι·

Διονύσιος Αλικαρνασσέας Ρωμαϊκή αρχαιολογία Βι. 6, Κεφ. 25, τμ. 4, γρ. 7

φυλακῆς κρείττονος ἔχοντες· συνήπτοντο δ' αὐτοῖς τοῦ


κινδύνου φανερῶς μὲν Ἕρνικες καὶ Σαβῖνοι, κρύφα
δὲ καὶ ἄλλων συχνοί. Λατῖνοι δὲ πρεσβείας πρὸς αὐ-
τοὺς ἐπὶ συμμαχίας αἴτησιν ἀφικομένης δήσαντες τοὺς
ἄνδρας εἰς Ῥώμην ἤγαγον. οἷς ἡ βουλὴ τῆς βεβαίου
πίστεως χάριν ἀποδιδοῦσα καὶ ἔτι μᾶλλον τῆς εἰς τὸν
ἀγῶνα προθυμίας· ἕτοιμοι γὰρ ἦσαν ἑκούσιοι συμπολε-
μεῖν· ὃ μάλιστα μὲν βούλεσθαι αὐτοὺς ᾤετο, δι' αἰ-
σχύνης δ' ἔχειν αἰτήσασθαι, τοῦτ' αὐτοῖς ἐχαρίσατο,
τοὺς ἐν τοῖς πολέμοις ἁλόντας αὐτῶν ἑξακισχιλίων
ὀλίγον ἀποδέοντας προῖκα δωρησαμένη καὶ ὡς ἂν μά-
λιστα κόσμον ἡ δωρεὰ προσήκοντα τῇ συγγενείᾳ λάβοι
πάντας αὐτοὺς ἐσθῆσιν ἀμφιέσασα ἐλευθέροις σώμασι
πρεπούσαις. τῆς δὲ συμμαχίας οὐδὲν αὑτῇ ἔφη δεῖν
τῆς Λατίνων ἱκανὰς λέγουσα εἶναι τὰς οἰκείας τῇ Ῥώμῃ
δυνάμεις ἀμύνασθαι τοὺς ἀφισταμένους. ταῦτ' ἐκεί-
νοις ἀποκριναμένη ψηφίζεται τὸν κατ' Οὐολούσκων
πόλεμον.

Διονύσιος Αλικαρνασσέας Ρωμαϊκή αρχαιολογία Βι. 7, Κεφ. 7, τμ. 1, γρ. 3

καὶ τὰς ἑαυτῶν ψυχὰς θᾶττον ἢ τὴν ἐκείνου προήσε-


σθαι τοῖς ἐχθροῖς ἐπαγγειλαμένων, ἐπαινέσας αὐτοὺς
ἀπέλυσε τὴν ἐκκλησίαν. καὶ μετὰ τοῦτο καλῶν εἰς τὴν
αὑτοῦ σκηνὴν τοὺς πονηροτάτους ἐξ αὐτῶν καὶ κατὰ
χεῖρα γενναιοτάτους δωρεῶν τε δόσει καὶ λόγων φι-
λανθρωπίᾳ καὶ ταῖς ἅπαντας ἐξαπατώσαις ἐλπίσι δια-
φθείρας, ἑτοίμους ἔσχε συγκαταλῦσαι τὴν καθεστῶσαν
πολιτείαν.
Οὓς συνεργοὺς καὶ συναγωνιστὰς λαβὼν καὶ
ἃ δεήσει πράττειν ἑκάστοις ὑποθέμενος τοῖς τ' αἰχμα-
λώτοις, οὓς ἐπήγετο, προῖκα δοὺς τὴν ἐλευθερίαν, ἵνα
καὶ τὴν ἐκείνων εὔνοιαν προσλάβῃ, κατέπλει κεκοσμη-
μέναις ταῖς ναυσὶν εἰς τοὺς τῶν Κυμαίων λιμένας. οἱ
δὲ τῶν στρατευομένων πατέρες τε καὶ μητέρες καὶ πᾶσα
ἡ ἄλλη συγγένεια, παιδία τε καὶ γαμεταὶ γυναῖκες, ὑπήν-
των ἐξιοῦσιν αὐτοῖς μετὰ δακρύων περιπλεκόμενοι καὶ
καταφιλοῦντες καὶ ταῖς ἡδίσταις ἕκαστον ἀνακαλούμενοι
προσηγορίαις. καὶ ἡ ἄλλη δὲ πληθὺς ἡ κατὰ τὴν πό-
132

λιν ἅπασα χαρᾷ καὶ κρότῳ δεξιουμένη τὸν ἡγεμόνα


προὔπεμπεν εἰς οἶκον ἀπιόντα. ἐφ' οἷς οἱ προεστηκότες
τῆς πόλεως ἀνιώμενοι, μάλιστα δ' οἱ τὴν στρατηγίαν

Διονύσιος Αλικαρνασσέας Ρωμαϊκή αρχαιολογία Book 8, Κεφ. 70, τμ. 5, γρ. 14

ῥηθεῖσιν ὑπ' αὐτοῦ λόγοις· καὶ πρὶν ἑτέρου τινὸς


ἄρξασθαι λόγου τὴν ἀπόρρητον ἐν τῷ δήμῳ φυλα-
χθεῖσαν γνώμην εἰς μέσον ἔφερεν, ἀξιῶν τοὺς βουλευ-
τάς, ἐπειδὴ πολλὰ ὁ δῆμος τῇ πόλει χρήσιμος γέγονε
τὰ μὲν εἰς τὴν ἐλευθερίαν, τὰ δ' εἰς τὸ ἑτέρων ἄρχειν
συλλαβόμενος, πρόνοιαν αὐτοῦ ποιήσασθαι, τήν τε χώ-
ραν αὐτῷ νείμαντας, ὅση πολέμῳ κρατηθεῖσα λόγῳ
μὲν ἦν δημοσία, ἔργῳ δὲ τῶν ἀναιδεστάτων τε καὶ
σὺν οὐδενὶ δικαίῳ κατεσχηκότων πατρικίων, καὶ τῆς
ὑπὸ Γέλωνος τοῦ Σικελίας τυράννου πεμφθείσης σφίσι
δωρεᾶς σιτικῆς, ἣν προῖκα δέον ἅπαντας διανείμασθαι
τοὺς πολίτας ὠνητὴν ἐλάμβανον οἱ πένητες, ἀποδο-
θῆναι τὰς τιμὰς τοῖς ὠνησαμένοις ἐξ ὧν εἶχε τὸ κοι-
νὸν χρημάτων.
Εὐθὺς μὲν οὖν ἔτι λέγοντος αὐτοῦ θό-
ρυβος ἦν πολύς, ἀχθομένων ἁπάντων καὶ οὐχ ὑπομε-
νόντων τὸν λόγον. ἐπειδὴ δ' ἐπαύσατο ὅ τε συνύπατος
αὐτοῦ Οὐεργίνιος πολλὴν ἐποιήσατο κατηγορίαν ὡς
στάσιν εἰσάγοντος, καὶ τῶν ἄλλων βουλευτῶν οἱ πρε-
σβύτατοί τε καὶ τιμιώτατοι, μάλιστα δ' Ἄππιος Κλαύ-
διος· καὶ μέχρι πολλῆς ὥρας ἠγριωμένοι τε καὶ τὰ

Διονύσιος Αλικαρνασσέας Ρωμαϊκή αρχαιολογία Book 19, Κεφ. 13, τμ. 4, γρ. 4

τῶν αἰχμαλώτων ἐβούλετο λαβεῖν εἴτε ἑτέρους αἰχμαλώ-


τους. Πύρρος δὲ μετὰ τῶν φίλων βουλευσάμενος
ἀποκρίνεται τάδε αὐτοῖς·
Σχέτλιόν τι πρᾶγμα ποιεῖτε, ὦ ἄνδρες Ῥωμαῖοι,
φιλίαν μὲν οὐ βουλόμενοι συνάψαι πρὸς ἐμέ, τοὺς δὲ
ἁλόντας κατὰ πόλεμον ἀξιοῦντες ἀπολαβεῖν, ἵνα τοῖς
αὐτοῖς τούτοις σώμασιν εἰς τὸν κατ' ἐμοῦ πόλεμον
ἔχητε χρῆσθαι. ἀλλ' εἰ τὰ κράτιστα βουλεύεσθε πράτ-
τειν καὶ τὸ κοινῇ συμφέρον ἀμφοτέροις ἡμῖν σκοπεῖτε,
σπεισάμενοι τὸν πόλεμον τὸν πρὸς ἐμὲ καὶ τοὺς ἐμοὺς
συμμάχους ἀπολάβετε τοὺς ἰδίους προῖκα παρ' ἐμοῦ
πολίτας τε καὶ συμμάχους ἅπαντας· ἄλλως δ' οὐκ ἂν
ὑπομείναιμι πολλοὺς καὶ ἀγαθοὺς ὑμῖν προέσθαι. Vrsin.
Ταῦτα μὲν τῶν τριῶν πρεσβευτῶν
παρόντων ἔλεξεν, ἰδίᾳ δὲ τὸν Φαβρίκιον ἀπολαβών·
133

Ἐγὼ σέ, φησίν, ὦ Φαβρίκιε, πυνθάνομαι κράτιστον ἐν


ἡγεμονίαις πολέμων εἶναι κἀν τῷ βίῳ δίκαιον καὶ
σώφρονα καὶ τὰς ἄλλας ἁπάσας ἔχοντα ἀρετάς, χρημά-
των δ' ἄπορον καὶ καθ' ἓν τὸ μέρος τοῦτο ἐλασσού-
μενον ὑπὸ τῆς τύχης, ὥστε μηδὲν ἄμεινον τῶν πενε-
στάτων βουλευτῶν ἐν τοῖς κατὰ τὸν βίον διατελεῖν.

Διονύσιος Αλικαρνασσέας De Dinarcho Τμ. 13, γρ. 20

τοῦ ἀδικήματος ποιεῖται τὸν λόγον. φησὶν δὲ τῷ


ὑστέρῳ ἔτει εἰσιέναι τὸν ἀγῶνα ἐπὶ Νικοφήμου ἄρχον-
τος, καθ' ὃν εὑρίσκεται γεγεννημένος ὁ Δείναρχος.
Πρὸς Βοιωτὸν ὑπὲρ τοῦ ὀνόματος· ‘οὐδεμιᾷ φιλο-
πραγμοσύνῃ.’ εἰ καὶ μὴ τοῖς ἄλλοις οἱ Δημοσθένους
ἀφαιρούμενοι τοῦτον τὸν λόγον καὶ Δεινάρχῳ προς-
άπτοντες ἐλέγχοιντο, τῷ χρόνῳ γ' οὖν ἐπιδειχθεῖεν ἂν
ψευδόμενοι. μέμνηται γὰρ ὡς νεωστὶ τῆς εἰς Πύλας
ἐξόδου γεγενημένης, ἡ δ' εἰςΠύλαςἈθηναίων ἔξοδος
ἐπὶ Θουδήμου ἄρχοντος ἐγένετο, ὄγδοον ἔτος Δεινάρχου
ἔχοντος. Πρὸς Μαντίθεον περὶ προικός· ‘πάντων ἐστὶν
ἀνιαρότατον.’ οὗτος ἀκολουθεῖ τῷ προτέρῳ λόγῳ καὶ
πολλὰ ἔχει κατὰτὴνλέξιν τοιαῦτα, ἃ εἴη ἂν τοῦ
αὐτοῦ ῥήτορος, ἔξω τῆς τῶν Δεινάρχου ἡλικίας .......
πολλοῖς ἔτεσιν ὕστερον ἠγώνισται τὸν ἀγῶνα ὁ κατή-
γορος, ἀλλὰ δύο ἢ τρισίν, ὡς ἀκριβέστερον περὶ αὐ-
τῶν ἐν τῇπερὶΔημοσθένους γραφῇ δεδηλώκαμεν.
Ἀθηνάδῃ συνηγορία περὶ τῆς σχεδίας πρὸς Ἀμύντιχον·
’φίλος μοι καὶ ἐπιτήδειος ὤν. Ὁ ὕστερος· ‘οἴομαι μὲν
ὑμᾶς, ὦ ἄνδρες.’ Διοπείθους ἔτι περὶ Ἑλλήσποντον
τοῦ τῶν Ἀθηναίων στρατηγοῦ διατρίβοντος εἴρηται ὁ

Διονύσιος Αλικαρνασσέας Ars rhetorica [Sp.] Κεφ. 7, τμ. 6, γρ. 10

νικηφόροι γενέσθαι.
Ἐπειδὴ δὲ διάφορα τὰ πρόσωπα, τὰ μὲν ἔνδοξα,
τὰ δὲ ἧττον, καὶ τὰ μὲν ἀπὸ στεφάνων πολλῶν, τὰ
δὲ νῦν πρῶτον ἀρχόμενα, πειρασόμεθα ἕκαστον ἀπὸ
τῶν οἰκείων καὶ προσφόρων προτρέψασθαι· οἷον τοὺς
μὲν πολλοὺς ἔχοντας στεφάνους, ὅτι καλόν, μὴ ὅπως
καταισχῦναι τούτους, ἀλλὰ καὶ προσθεῖναι καὶ πλείους
ἀποφῆναι· συναύξεται γὰρ τοῖς στεφάνοις καὶ ἡ δόξα.
τοὺς δὲ ὀλίγους, ὅτι δεῖ μὴ τούτοις ἀρκεῖσθαι, ἀλλὰ
καὶ βεβαιώσασθαι τούτους ὅτι καὶ μετὰ τῆς ἀληθείας
καὶ προῖκα, τῷ ἐπαγωνίσασθαι καὶ προσλαβεῖν ἑτέ-
ρους. τοὺς δὲ νῦν πρῶτον ἀρξομένους· ‘ἀρχὴ δέ τοι
ἥμισυ παντός’. καὶ τοῖς ἡττημένοις πρότερον καλὸν
ἀναμάχεσθαι, ἵνα μὴ καὶ ψυχῇ καὶ σώματι, ἀλλὰ τύχῃ
134

μᾶλλον δοκῶσιν τῇ ἥττῃ κεχρῆσθαι. εἶτα συμπροτρέ-


ψεις τοὺς μὲν κατὰ τὸ αἰσχρόν, τοὺς δὲ κατὰ τὸ καλόν,
ὅτι τοῖς μὲν πολλοὺς ἔχουσι καὶ προνενικηκόσιν αἰ-
σχρὸν τὸ ἡττηθῆναι τῶν μήπω νενικηκότων, τοῖς δὲ
ἄλλοις ἔντιμον καὶ οὐδὲ ὑπερβολὴν εἰς δόξης λόγον
ἔχοντὸτοὺς νενικηκότας κρατῆσαι καὶ δι' ἑνὸς
στεφάνου προσλαβεῖν τὴν τούτων δόξαν.

Διονύσιος Αλικαρνασσέας Ars rhetorica [Sp.] Κεφ. 7, τμ. 7, γρ. 5

μέγιστον δὲ ἐπ' ἐλευθερίᾳ φρονοῦντας εἰς τὰς τῶν


δούλων τιμωρίας περιορᾶν αὑτοὺς ἐμπίπτοντας. καὶ ἂν
μὲν δοῦλον αἰσθάνωνταί τινα τῶν ἀγωνιζομένων εἶναι,
κατηγορεῖν αὐτοῦ καὶ ὡς ἀνάξιον τοῦ ἀγῶνος ἐκκρίνειν·
αὐτοὺς δὲ τὰς παρὰ τῶν ἀθλοθετῶν ψήφους τῆς ἐλευθε-
ρίας λαμβάνοντας τὴν τῆς δουλείας καθ' ἑαυτῶν φέρειν.
Ἐν δὲ τούτῳ τῷ τόπῳ γενομένους ἀναγκαῖον καὶ
τῶν ἀρχαίων μνημονεύειν καὶ παραδείγματα φέρειν,
ὅσοι ἔνδοξοι· οἳ μὲν ὅτι ἀήττητοι, οἳ δὲ ὅτι πλείστας
νίκας ἤραντο, οἳ δὲ ὅτι εἰ καὶ ὀλίγας, ἀλλὰ τὰς ἐνδοξο-
τάτας, καὶ ὅτι πάσας προῖκα, καὶ ὅτι ἀπὸ σωφροσύνης,
ἀπὸ ἐγκρατείας, ἀπὸ τῆς ἀσκήσεως τοιοῦτοι ἐγένοντο·
καὶ ὅ τι αὐτοῖς τοιοῦτον συνέβη· ὅτι πολλοὶ καὶ ἰσόθεοι
ἐνομίσθησαν, οἳ δὲ καὶ ὡς θεοὶ τιμῶνται τῶν πάλαι.

Αριστοτέλης Ἀθηναίων πολιτεία Τμ. 52, subτμ. 2, γρ. 3


μὲν [ὁμολογῶ]σι, θανάτῳ ζημιώσοντας, ἂν δ' ἀμφισβη-
τῶσιν, εἰσάξοντας εἰς τὸ δικαστήριον, κἂν μὲν ἀποφύγω-
σιν, ἀφήσοντας, εἰ δὲ μή, τότε θανατώσοντας, καὶ τὰ ἀπο-
γραφόμενα χωρία καὶ οἰκίας εἰσάξοντας εἰς τὸ δικαστή-
ριον, καὶ τὰ δόξαντα δ[ημ]όσια εἶναι παραδώσοντας τοῖς
πωληταῖς, καὶ τὰς ἐνδείξεις εἰσάξοντας· καὶ γὰρ ταύτας
εἰσάγουσιν οἱ ἕνδεκα. εἰσάγουσι δὲ τῶν ἐνδείξεών τινας
καὶ οἱ θεσμοθέται.
κληροῦσι δὲ καὶεἰσαγωγέαςεʹ ἄνδρας, οἳ τὰς ἐμμή-
νους εἰσάγουσι δίκας, δυοῖν φυλαῖν ἕκαστος. εἰσὶ δ' ἔμ-
μηνοι προικός, ἐάν τις ὀφείλων μὴ ἀποδῷ, κἄν τις ἐπὶ
δραχμῇ δανεισάμενος ἀποστερῇ, κἄν τις ἐν ἀγορᾷ βουλό-
μενος ἐγράζεσθαι δανείσηται παρά τινος ἀφορμήν· ἔτι δ'
αἰκείας καὶ ἐρανικὰς καὶ κοινωνικὰς καὶ ἀνδραπόδων καὶ
ὑποζυγίων καὶ τριηραρχικὰς καὶ τραπεζιτικάς. οὗτοι μὲν
οὖν ταύτας δικάζουσιν ἐμμήνους εἰσάγ[ον]τες, οἱ δ' ἀπο-
δέκται τοῖς τελώναις καὶ κατὰ τῶν τελωνῶν, τὰ μὲν μέχρι
δέκα δραχμῶν ὄντες κύρι[οι], τὰ δ' ἄλλ' εἰς τὸ δικαστή-
ριον εἰσάγοντες ἔμμηνα.

Αριστοτέλης Politica Bekker p. 1266b, γρ. 3


135

καὶ καθ' ἃς πολιτεύονται νῦν ἐγγύτερόν εἰσι τούτων ἀμφο-


τέρων. οὐδεὶς γὰρ οὔτε τὴν περὶ τὰ τέκνα κοινότητα καὶ τὰς
γυναῖκας ἄλλος κεκαινοτόμηκεν, οὔτε περὶ τὰ συσσίτια τῶν
γυναικῶν, ἀλλ' ἀπὸ τῶν ἀναγκαίων ἄρχονται μᾶλλον.
δοκεῖ γάρ τισι τὸ περὶ τὰς οὐσίας εἶναι μέγιστον τετάχθαι
καλῶς· περὶ γὰρ τούτων ποιεῖσθαί φασι τὰς στάσεις πάν-
τας. διὸ Φαλέας ὁ Χαλκηδόνιος τοῦτ' εἰσήνεγκε πρῶτος·
φησὶ γὰρ δεῖν ἴσας εἶναι τὰς κτήσεις τῶν πολιτῶν. τοῦτο
δὲ κατοικιζομέναις μὲν εὐθὺς οὐ χαλεπὸν ᾤετο ποιεῖν, τὰς
δ' ἤδη κατοικουμένας ἐργωδέστερον μέν, ὅμως δὲ τάχιστ' ἂν
ὁμαλισθῆναι τῷ τὰς προῖκας τοὺς μὲν πλουσίους διδόναι μὲν
λαμβάνειν δὲ μή, τοὺς δὲ πένητας μὴ διδόναι μὲν λαμβά-
νειν δέ. Πλάτων δὲ τοὺς Νόμους γράφων μέχρι μέν τινος
ᾤετο δεῖν ἐᾶν, πλεῖον δὲ τοῦ πενταπλασίαν εἶναι τῆς ἐλα-
χίστης μηδενὶ τῶν πολιτῶν ἐξουσίαν εἶναι κτήσασθαι, καθ-
άπερ εἴρηται καὶ πρότερον. δεῖ δὲ μηδὲ τοῦτο λανθάνειν τοὺς
οὕτω νομοθετοῦντας, ὃ λανθάνει νῦν, ὅτι τὸ τῆς οὐσίας τάττον-
τας πλῆθος προσήκει καὶ τῶν τέκνων τὸ πλῆθος τάττειν·
ἐὰν γὰρ ὑπεραίρῃ τῆς οὐσίας τὸ μέγεθος ὁ τῶν τέκνων ἀρι-
θμός, ἀνάγκη τόν γε νόμον λύεσθαι, καὶ χωρὶς τῆς λύσεως
φαῦλον τὸ πολλοὺς ἐκ πλουσίων γίνεσθαι πένητας·

Αριστοτέλης Politica Bekker p. 1270a, γρ. 25


ματίαν. μετὰ γὰρ τὰ νῦν ῥηθέντα τοῖς περὶ τὴν ἀνωμα-
λίαν τῆς κτήσεως ἐπιτιμήσειεν ἄν τις. τοῖς μὲν γὰρ αὐτῶν
συμβέβηκε κεκτῆσθαι πολλὴν λίαν οὐσίαν, τοῖς δὲ πάμ-
παν μικράν· διόπερ εἰς ὀλίγους ἧκεν ἡ χώρα. τοῦτο δὲ καὶ
διὰ τῶν νόμων τέτακται φαύλως· ὠνεῖσθαι μὲν γάρ, ἢ
πωλεῖν τὴν ὑπάρχουσαν, ἐποίησεν οὐ καλόν, ὀρθῶς ποιήσας,
διδόναι δὲ καὶ καταλείπειν ἐξουσίαν ἔδωκε τοῖς βουλομένοις·
καίτοι ταὐτὸ συμβαίνειν ἀναγκαῖον ἐκείνως τε καὶ οὕτως.
ἔστι δὲ καὶ τῶν γυναικῶν σχεδὸν τῆς πάσης χώρας τῶν
πέντε μερῶν τὰ δύο, τῶν τ' ἐπικλήρων πολλῶν γινομένων,
καὶ διὰ τὸ προῖκας διδόναι μεγάλας. καίτοι βέλτιον ἦν
μηδεμίαν ἢ ὀλίγην ἢ καὶ μετρίαν τετάχθαι. νῦν δ' ἔξεστι
δοῦναί τε τὴν ἐπίκληρον ὅτῳ ἂν βούληται, κἂν ἀποθάνῃ
μὴ διαθέμενος, ὃν ἂν καταλίπῃ κληρονόμον, οὗτος ᾧ ἂν
θέλῃ δίδωσιν. τοιγαροῦν δυναμένης τῆς χώρας χιλίους ἱπ-
πεῖς τρέφειν καὶ πεντακοσίους, καὶ ὁπλίτας τρισμυρίους, οὐδὲ
χίλιοι τὸ πλῆθος ἦσαν. γέγονε δὲ διὰ τῶν ἔργων αὐτῶν
δῆλον ὅτι φαύλως αὐτοῖς εἶχε τὰ περὶ τὴν τάξιν ταύτην·
μίαν γὰρ πληγὴν οὐχ ὑπήνεγκεν ἡ πόλις, ἀλλ' ἀπώλετο
διὰ τὴν ὀλιγανθρωπίαν. λέγουσι δ' ὡς ἐπὶ μὲν τῶν προ-
τέρων βασιλέων μετεδίδοσαν τῆς πολιτείας, ὥστ' οὐ γίνεσθαι

Αριστοτέλης Frag.a varia Category 1, treatise title 14, Frag. 93, γρ. 5
136

ἀρετὴν προσώπου, εὐόφθαλμον δὲ τὸ ὀφθαλμοῦ ἀρετήν;


Οὕτως, εἶπεν. Ἀλλὰ μήν ἐστι γένος τὸ μὲν σπουδαῖον, τὸ
δὲ φαῦλον ἀλλ' οὐ σπουδαῖον. Πάνυ γε, εἶπε. Σπουδαῖον
δέ γε φαμὲν ἕκαστον κατὰ τὴν αὐτοῦ ἀρετὴν εἶναι, ὥστε
καὶ γένος σπουδαῖον ὡσαύτως. Οὕτως, εἶπε. Δῆλον ἄρ',
ἔφην, ὅτι ἐστὶν ἡ εὐγένεια ἀρετὴ γένους.
Diog. Laert. 2, 26: φησὶ δ'Ἀριστοτέληςδύο γυναῖ-
κας αὐτὸν (τὸν Σωκράτην) ἀγαγέσθαι, προτέραν μὲν Ξαν-
θίππην, ἐξ ἧς αὐτῷ γενέσθαι Λαμπροκλέα· δευτέραν δὲ
Μυρτὼ τὴν Ἀριστείδου τοῦ δικαίου θυγατέρα, ἣν καὶ ἄπροι-
κον λαβεῖν, ἐξ ἧς γενέσθαι Σωφρονίσκον καὶ Μενέξενον.
PlutarcAristid. 27: Δημήτριος δ' ὁ Φαληρεὺς καὶ
Ἱερώνυμος ὁ Ῥόδιος καὶ Ἀριστόξενος ὁ μουσικὸς καὶἈρι-
στοτέλης>, εἰ δὴ τό γε περὶ εὐγενείας βιβλίον ἐν τοῖς
γνησίοις Ἀριστοτέλους θετέον, ἱστοροῦσι Μυρτὼ θυγατριδῆν
Ἀριστείδου Σωκράτει τῷ σοφῷ συνοικῆσαι, γυναῖκα μὲν
ἑτέραν ἔχοντι, ταύτην δ' ἀναλαβόντι χηρεύουσαν διὰ πενίαν
καὶ τῶν ἀναγκαίων ἐνδεομένην.

Αριστοτέλης Frag.a varia Category 3, treatise title 24, Frag. 164, γρ. 6
γὰρ περὶ ὧν φοβοῦνται μὴ ἄλλως ἀποβῇ, πολὺ τῷ ἀσφαλεῖ
προέχειν πειρῶνται· διὸ καὶ ἡ Ἥρα ἅτε οὐ περὶ μικρῶν
ἀγωνιζομένη καὶ τὸν Δία εἰδυῖα ὅτι αἰσθόμενος τὸν Ἡρακλέα
δουλεύοντα ὑπεραγανακτήσει, τῇ ἰσχυροτάτῃ ἀνάγκῃ κατέλαβεν
αὐτόν. οὕτωςἈριστοτέλης>.
Schol. Leid. (Porphyrii Qu. Hom. rel. ed. Schrader
Lip1882 p. 261) ad Il. ψ, 269: Πορφυρίου. διὰ τί ὁ
Ἀχιλλεὺς ἐν τῷ τετάρτῳ ἀγῶνι πλεῖστον ἀποδίδωσιν ἆθλον·
τὰ γὰρ δύο τάλαντα τοῦ χρυσοῦ πλεῖον ἵππου καὶ γυναικός.
ὅτι δὲ οὐκ ὀλίγον ἦν, σημεῖον ὅτι ἐν λιταῖς προτίθησι δέκα
τάλαντα χρυσοῦ πρὸς πολλῇ προικί . λύων οὖν ὁἈριστο-
τέληςτὸ τάλαντον οὔτε ἴσον φησὶ τότε καὶ νῦν εἶναι οὔτε
ἀφωρισμένῳ χρῆσθαι σταθμῷ, ἀλλὰ μέτρον τι μόνον εἶναι.
Schol. ext. B ad Il. β, 169 ἀτάλαντον (idemque ad
Il. ν, 295 ἀτάλαντος Ἄρηι. cf. ad Il. ε, 576): λύων ὁἈρι-
στοτέληςτὸ τάλαντον ... (ut supra).
Schol. int. B ad Il. ψ, 269 τῷ δὲ τετάρτῳ θῆκε δύο
χρύσοιο τάλαντα: πῶς τῷ τετάρτῳ πάντων μεῖζον δίδωσι;
φησὶν οὖν ὁἈριστοτέληςμὴ εἶναι τὸ τάλαντον ὡρι-
σμένον ποσόν, ἀλλὰ καὶ ἐπὶ ἥσσονος καὶ μείζονος λαμβά-
νεσθαι· νῦν μὲν γὰρ ὡς ἧττον ἵππου λαμβάνεται, ἐν δὲ

Αίλιος Ηρωδιανός. Περὶ κλίσεως ὀνομάτων Part+Vol. 3,2, p. 739, γρ. 11

ξεἰσφέρεται οἷον λέγω λέξω, πλέκω πλέξω, τρέχω θρέξω, τούτου χάριν
καὶ ὅταν ἡ εὐθεῖα διὰ τοῦξἐκφέρηται, τότε ἡ γενικὴ διὰ τοῦγἢχ
ἢκεἰσφέρεται οἷον τέττιξ τέττιγος, πέρδιξ πέρδικος, ὄνυξ ὄνυχος. καὶ
137

ἐπειδὴ πάλιν ὅταν ὁ ἐνεστὼς διὰ τοῦθἢδἢτἢ διὰ καθαροῦ τοῦω


ἐκφέρηται, τότε ὁ μέλλων διὰ τοῦσεἰσφέρεται οἷον ᾄδω ᾄσω, πείθω
πείσω, ἀνύτω ἀνύσω, ἀκούω ἀκούσω, τούτου χάριν καὶ ὅταν ἡ εὐθεῖα
διὰ τοῦςἐκφέρηται καὶ περιττοσυλλάβως κλίνηται, τότε ἡ γενικὴ διὰ
τοῦδἢθἢτἢ διὰ καθαροῦ τοῦοςεἰσφέρεται, τότε ἡ γενικὴ διὰ
ὄρνις ὄρνιθος, Λάχης Λάχητος, βότρυς βότρυος.
Τὰ εἰςξμονοσύλλαβα μετὰ διφθόγγου διὰ τοῦκκλίνεται, προίξ
προικός, γλαῦξ γλαυκός, Ταῦξ Ταυκός. ὑγιῶς ἄρα τὸ Γραίξ Γραι-
κός, Ῥαίξ Ῥαικός, Θρᾷξ Θρᾳκός· οὐχ ὑγιῶς δὲ τὸ αἴξ αἰγός, ἀλλ'
ἐπειδὴ μόνον ἀπὸ φωνήεντος ἤρξατο, παραλλάξαν κατὰ τὴν ἄρχουσαν
ἤλλαξε καὶ κατὰ τὴν κλίσιν.
Τὰ εἰςξμονοσύλλαβα, μὴ μετὰ τοῦγ>, ἔχοντα τὸασυνεσταλμέ-
νον διὰ τοῦκκλίνεται δράξ δρακός, σάρξ σαρκός, πτάξ πτακός, Πράξ
Πρακός, σπάξ σπακός. ἀναλόγως ἄρα τὸ πλάξ πλακός. παραλόγως
δὲ τὸ γλάξ γλαγός. ἔστι δὲ βοτάνη γάλακτος αὐξητική. ὡρισάμεθα δὲ
»μὴ μετὰ τοῦγ>» διὰ τὸ στράγξ καὶ «ἔχοντα τὸασυνεσταλμένον» διὰ
τὸ ῥάξ τὸ ἐπὶ τῆς σταφυλῆς.

Αίλιος Ηρωδιανός. Partitiones (= Ἐπιμερισμοί) [Sp.?] (e codd. Pari2543 + 2570)


P. 86, γρ. 9

μος, ὁ τὰ πρόβατα νέμων, ὅθεν καὶ τὰ δέρματα μηλωτάρια·


Μῆλος, νῆσος· μήτρα, ἡ γαστήρ· μητρυιά· μητρόπολις·
Μηνὰς, κύριον· μηνίω, τὸ ὀργίζομαι· μηνιθμὸς, ἡ ὀργή·
μήρινθος, τὸ σχοινίον· μηρύω, τὸ ἀνελκύω, ὅθεν καὶ μή-
ρυμα, καὶ μηρυκῶμαι· μῆτις, ἡ βουλή· μηχανῶμαι·
μηχανή· μηχάνημα, καὶ μῆχος, τὸ αὐτό.
Δίφθογγα δὲ ταῦτα· μειλίσσω, τὸ πραΰνω· μείλιγμα·
μειλίχιος, ὁ πρᾷος· μείλιχος, τὸ αὐτό· ὅθεν καὶ μειονεκτῶ,
τὸ ἐλαττῶ, καὶ μειονεξία· μειδιῶ, τὸ ὑπογελῶ· μειδία-
μα· φιλομειδὴς Ἀφροδίτη· μείραξ· μειρακύλλιον· μειρα-
κεύομαι, ῥῆμα· μείλινον δόρυ· μείλια, τὰ ἐξώπροικα·
καὶ μεὶς, ὁ μὴν, Αἰολικῶς.

Αίλιος Ηρωδιανός. Partitiones (= Ἐπιμερισμοί) [Sp.?] (e codd. Pari2543 + 2570)


P. 117, γρ. 1

Πλὴν τοῦ πλοῖον, τὸ καράβιον.


Πᾶσα λέξις ἀπὸ τῆς πνυ συλλαβῆς ἀρχομένη διὰ τοῦ
υ ψιλοῦ γράφεται· οἷον· πνὺξ, θηλυκὸν ὄνομα, τὸ ἐν Ἀθή-
ναις βουλευτήριον, καὶ κλίνεται πνυκὸς, ὅθεν καὶ πεπνυ-
μένος, ὁ φρόνιμος.
Πνοιὴ, ἡ πνοὴ, διὰ τῆς οι διφθόγγου γράφεται.
Πᾶσα λέξις ἀπὸ τῆς πρυ συλλαβῆς ἀρχομένη διὰ τοῦ
υ ψιλοῦ γράφεται· οἷον· πρύμνη, τὸ πέρας τῆς νηός· ὅθεν
καὶ πρυμνήσια σχοινία· πρύτανις, ὁ παροχεύς· πρυτανεύω,
τὸ παρέχω· καὶ τὰ λοιπά.
Πλὴν τοῦ προῖξ , προικός· Προικόνησος, νῆσος καὶ
κύριον· Προῖτος, ὄνομα κύριον.
138

Πᾶσα λέξις ἀπὸ τῆς πτυ συλλαβῆς ἀρχομένη διὰ τοῦ


υ ψιλοῦ γράφεται· οἷον· πτύον, τὸ πτυάριον· πτύσσω, τὸ
συστέλλω· πτὺξ, ἡ σανὶς τοῦ βιβλίου, καὶ κλίνεται
πτυχός· πυκτίον, τὸ βιβλίον, καὶ κλίνεται πυκτίου· καὶ
πυκτὶς, τὸ αὐτὸ, καὶ κλίνεται πυκτίδος· καὶ τὰ λοιπά.
Πλὴν τοῦ πτοία, ὁ φόβος, καὶ πτοιαλέος, ὁ περίφοβος.

Αίλιος Ηρωδιανός. Frag.um grammaticum quod incipit a vocibus ζητοῦμεν καὶ τὴν
τοῦ Ἄρης [Sp.] (e cod. Barocc. 76) P. 243, γρ. 10

Τὰ εἰς ην ἀπὸ ἁπλῶν γινόμενα τὴν τοῦ ἁπλοῦ κλίσιν ἔχει·


ὑψαύχην, ὑψαύχενος· ἐριαύχην, ἐριαύχενος· εὐρυλίμην, εὐρυ-
λίμενος.
Τὰ εἰς ην λήγοντα μονοσύλλαβα, μὴ ὄντα μονογενῆ θηλυκὰ,
διὰ τοῦ νος κλίνεται· μὴν, μηνός· σπλὴν, σπληνός· σφὴν,
σφηνός· ῥὴν, ῥηνός· πτὴν, πτηνός· μόνως θηλυκὰ, διὰ τὸ
φρὴν, φρενός· κατά τι δὲ μόνως θηλυκά; ὅτι καὶ τὸ χήν ἐστι
θηλυκόν.
Τὰ εἰς ξ μονοσύλλαβα μετὰ διφθόγγου διὰ τοῦ κ κλίνεται·
προὶξ, προικός· γλαὺξ, γλαυκός· δαὺξ, δαυκός· οὐχ ὑγιῶς δὲ
τὸ Γραὶξ, Γραικός· ὑγιῶς ἄρα τὸ ῥαὶξ, ῥαικός· οὐχ ὑγιῶς δὲ τὸ
αἲξ, αἰγὸς, ἐπειδὴ μονὰ ἀπὸ φωνήεντος ἤρξατο· παραλλάξαν δὲ
κατὰ τὴν ἄρχουσαν, ἤλλαξε καὶ κατὰ τὴν κλίσιν.

Θεόφραστος. Characteres Κεφ. 6, τμ. 4, γρ. 2

ΑΠΟΝΟΙΑΣ ϛʹ

Ἡ δὲ ἀπόνοιά ἐστιν ὑπομονὴ αἰσχρῶν ἔργων καὶ λόγων, ὁ δὲ


ἀπονενοημένος τοιοῦτός τις,
οἷος ὀμόσαι ταχύ, κακῶς ἀκοῦσαι, λοιδορηθῆναι δυναμένοις, τῷ
ἤθει ἀγοραῖός τις καὶ ἀνασεσυρμένος καὶ παντοποιός.
ἀμέλει δυνατὸς καὶ ὀρχεῖσθαι νήφων τὸν κόρδακα κοὐ προσωπεῖον
ἔχων ἐν κωμαστικῷ χορῷ.
καὶ ἐν θαύμασι δὲ τοὺς χαλκοῦς ἐκλέγειν καθ' ἕκαστον παριὼν καὶ
μάχεσθαι τούτοις τοῖς τὸ σύμβολον φέρουσι καὶ προῖκα θεωρεῖν ἀξιοῦσι.
δεινὸς δὲ καὶ πανδοκεῦσαι καὶ πορνοβοσκῆσαι καὶ τελωνῆσαι καὶ
μηδεμίαν αἰσχρὰν ἐργασίαν ἀποδοκιμάσαι, ἀλλὰ κηρύττειν, μαγειρεύειν,
κυβεύειν.
τὴν μητέρα μὴ τρέφειν, ἀπάγεσθαι κλοπῆς, τὸ δεσμωτήριον πλείω
χρόνον οἰκεῖν ἢ τὴν αὑτοῦ οἰκίαν.
καὶ τούτων ἂν εἶναι δόξειε τῶν περιισταμένων τοὺς ὄχλους καὶ
προσκαλούντων, μεγάλῃ τῇ φωνῇ καὶ παρερρωγυίᾳ λοιδορουμένων καὶ
διαλεγομένων πρὸς αὐτούς, – καὶ μεταξὺ οἱ μὲν προσίασιν, οἱ δὲ ἀπίασι
πρὶν ἀκοῦσαι αὐτοῦ, ἀλλὰ τοῖς μὲν τὴν ἀρχήν, τοῖς δὲ συλλαβήν, τοῖς δὲ
μέρος τοῦ πράγματος λέγει, οὐκ ἄλλως θεωρεῖσθαι ἀξιῶν τὴν ἀπόνοιαν

Θεόφραστος. Characteres Κεφ. 22, τμ. 10, γρ. 1


139

καὶ τριηραρχῶν τὰ τοῦ κυβερνήτου στρώματα αὑτῷ ἐπὶ τοῦ κατα-


στρώματος ὑποστορέννυσθαι, τὰ δὲ αὑτοῦ ἀποτιθέναι.
καὶ τὰ παιδία δὲ δεινὸς μὴ πέμψαι εἰς διδασκάλου, ὅταν ᾖ [τοῦ
ἀποτιθέναι καὶ τὰ παιδία] Μουσεῖα, ἀλλὰ φῆσαι κακῶς ἔχειν, ἵνα μὴ
συμβάλωνται.
καὶ ἐξ ἀγορᾶς δὲ ὀψωνήσας τὰ κρέα αὐτὸς φέρειν καὶ τὰ λάχανα ἐν
τῷ προκολπίῳ.
καὶ ἔνδον μένειν, ὅταν ἐκδῷ θοἰμάτιον ἐκπλῦναι.
καὶ φίλου ἔρανον συλλέγοντος καὶ διειλεγμένου αὐτῷ, προσιόντα
προϊδόμενος ἀποκάμψας ἐκ τῆς ὁδοῦ τὴν κύκλῳ οἴκαδε πορευθῆναι.
καὶ τῇ γυναικὶ δὲ τῇ ἑαυτοῦ προῖκαπολλὴνεἰσενεγκαμένῃ μὴ
πρίασθαι θεράπαιναν, ἀλλὰ μισθοῦσθαι εἰς τὰς ἐξόδους ἐκ τῆς γυναι-
κείας παιδίον τὸ συνακολουθῆσον.
καὶ τὰ ὑποδήματα παλιμπήξει κεκαττυμένα φορεῖν καὶ λέγειν,
ὅτι Κέρατος οὐδὲν διαφέρει.
καὶ ἀναστὰς τὴν οἰκίαν καλλῦναι καὶ τὰς κλίνας ἐκκορίσαι.
καὶ καθεζόμενος παραστρέψαι τὸν τρίβωνα, ὃν αὐτὸν φορεῖ.

Θεόφραστος. Characteres Κεφ. 28, τμ. 4, γρ. 4

τοιούτων γεγονὼς κακὸς καὶ μαστιγίας.


καὶ κακονοῶν δὲ πρός τινα εἰπεῖν· Ἐγὼ δήπου τὰ τοιαῦτα οἶδα,
ὑπὲρ ὧν σὺ ἔπλασας πρὸς ἐμέ· κἀπὶ τούτοις διεξιών· Αὗται αἱ γυναῖκες
ἐκ τῆς ὁδοῦ τοὺς παριόντας συναρπάζουσι, καὶ Οἰκία τις αὕτη τὰ σκέλη
ἠρκυῖα· οὐ γὰρ οἷον λῆρός ἐστι, τὸ λεγόμενον, ἀλλ' ὥσπερ αἱ κύνες ἐν
ταῖς ὁδοῖς συνέχονται, καὶ Τὸ ὅλον ἀνδρολάβοι τινές, καὶ Αὐταὶ τὴν
θύραν τὴν αὔλειον ὑπακούουσι.
ἀ>μέλει δὲ καὶ κακῶς λεγόντων ἑτέρων συνεπιλαμβάνεσθαι καὶ
αὐτὸς εἴπας· Ἐγὼ δὲ τοῦτον τὸν ἄνθρωπον πλέον πάντων μεμίσηκα· καὶ
γὰρ εἰδεχθής τις ἀπὸ τοῦ προσώπου ἐστίν· ἡ δὲ πονηρία, οὐδὲν ὅμοιον·
σημεῖον δέ· τῇ γὰρ ἑαυτοῦ γυναικὶ τάλαντα εἰσενεγκαμένῃ προῖκα, ἐξ οὗ
παιδίον αὐτῷ γεννᾷ, τρεῖς χαλκοῦς εἰς ὄψον δίδωσι καὶ τῷ ψυχρῷ
λούεσθαι ἀναγκάζει τῇ τοῦ Ποσειδῶνος ἡμέρᾳ.
καὶ συγκαθήμενος δεινὸς περὶ τοῦ ἀναστάντος εἰπεῖν καὶ ἀρχήν γε
εἰληφὼς μὴ ἀποσχέσθαι μηδὲ τοὺς οἰκείους αὐτοῦ λοιδορῆσαι.
καὶ πλεῖστα περὶ τῶναὑτοῦφίλων καὶ οἰκείων κακὰ εἰπεῖν, καὶ
περὶ τῶν τετελευτηκότων, κακῶς λέγειν ἀποκαλῶν παρρησίαν καὶ δημο-
κρατίαν καὶ ἐλευθερίαν καὶ τῶν ἐν τῷ βίῳ ἥδιστα τοῦτο ποιῶν.
[Οὕτως ὁ τῆς βασκανίας ἐρεθισμὸς μανικοὺς καὶ ἐξεστηκότας
ἀνθρώπους τοῖς ἤθεσι ποιεῖ.]

Θεόφραστος. Characteres Κεφ. 30, τμ. 6, γρ. 1


ΑΙΣΧΡΟΚΕΡΔΕΙΑΣ Λʹ

Ἡ δὲ αἰσχροκέρδειά ἐστιν ἐπιθυμία κέρδους αἰσχροῦ, ἔστι δὲ


τοιοῦτος ὁ αἰσχροκερδής,
140

οἷος ἑστιῶν ἄρτους ἱκανοὺς μὴ παραθεῖναι


καὶ δανείσασθαι
παρὰ ξένου παρ' αὑτῷ καταλύοντος.
καὶ διανέμων μερίδας φῆσαι δίκαιον εἶναι διμοίρῳ τῷ διανέμοντι
δίδοσθαι καὶ εὐθὺς αὑτῷ νεῖμαι.
καὶ οἰνοπωλῶν κεκραμένον τὸν οἶνον τῷ φίλῳ ἀποδόσθαι.
καὶ ἐπὶ θέαν τηνικαῦτα πορεύεσθαι ἄγων τοὺς υἱεῖς, ἡνίκα προῖκα
ἀφιᾶσιν οἱ θεατρῶναι.
καὶ ἀποδημῶν δημοσίᾳ τὸ μὲν ἐκ τῆς πόλεως ἐφόδιον οἴκοι κατα-
λιπεῖν, παρὰ δὲ τῶν συμπρεσβευτῶν δανείζεσθαι· καὶ τῷ ἀκολούθῳ
μεῖζον φορτίον ἐπιθεῖναι ἢ δύναται φέρειν καὶ ἐλάχιστα ἐπιτήδεια τῶν
ἄλλων παρέχειν· καὶ ξενίων τὸ μέρος τὸ αὑτοῦ ἀπαιτήσας ἀποδόσθαι.
καὶ ἀλειφόμενος ἐν τῷ βαλανείῳ [καὶ] εἰπών· Σαπρόν γε τὸ ἔλαιον
ἐπρίω, ὦ παιδάριον· τῷ ἀλλοτρίῳ ἀλείφεσθαι.
καὶ τῶν εὑρισκομένων χαλκῶν ἐν ταῖς ὁδοῖς ὑπὸ τῶν οἰκετῶν
δεινὸς ἀπαιτῆσαι τὸ μέρος, κοινὸν εἶναι φήσας τὸν Ἑρμῆν.
καὶ θοἰμάτιον ἐκδοῦναι πλῦναι καὶ χρησάμενος παρὰ γνωρίμου

Aesopus et Aesopica Scr. Fab., Fabulae Dosithei Fable 15, γρ. 1

ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ ΛΕΩΝ ΣΥΝΟΔΕΥΟΝΤΕΣ

[Αἴσωπος ἐπερωτηθείς, διὰ τί γυναῖκες ἀνδράσιν προῖκα


διδόασιν καὶ οὐκ ἄνδρες γυναιξίν, ἤρξατο τοιούτου μύθου.]
ἄνθρωπος καὶ λέων ποτὲ εἰς ἑαυτοὺς ἤριζον, τίς εἴη
προὔχων, καὶ ἐζήτουν ταύτης τῆς ἀμφισβητήσεως μαρτυρίαν.
καὶ ὡς ἦλθον, ὅπου ἦν μνημεῖον, ἐν ᾧ ἦν ἐζωγραφημένον,
πῶς λέων ὑπὸ ἀνθρώπου ἐπνίγετο, ἐδείκνυεν οὖν αὐτῷ ὁ ἄν-
θρωπος τὴν μαρτυρίαν ἐν τῇ ζωγραφίᾳ. ἀλλὰ ὁ λέων ἀπεκρίθη·
“αὕτη ἡ ζωγραφία ὑπὸ ἀνθρώπου ἐξωγραφήθη· εἰ δὲ καὶ
λέων ἐζωγράφει, ἑωράκεις ἄν, πῶς λέων ἔπνιγεν ἄνθρω-
πον. ἀλλὰ κἀγώ, ἔφη, δώσω σοι ἀληθινὴν μαρτυρίαν”.
ἤγαγεν αὐτὸν εἰς ἀμφιθέατρον καὶ ἔδειξεν αὐτῷ, πῶς ἄν

Στράβων Γεωγραφικά. Book 3, Κεφ. 4, τμ. 18, γρ. 15

δ' ἐν τῇ Κανταβρίᾳ τοῦτο τοῖς Ῥωμαίοις, ὥστε καὶ


μισθοὺς ἄρνυσθαι μυοθηροῦντας πρὸς μέτρον ἀπο-
δειχθέν, [καὶ] διεσώζοντο μόλις· προσελάμβανε δὲ καὶ
ἄλλων σπάνις καὶ σίτου· ἐπεσιτίζοντο δὲ ἐκ τῆς Ἀκυι-
τανίας χαλεπῶς διὰ τὰς δυσχωρίας. τῆς δ' ἀπονοίας
καὶ τοῦτο λέγεται τῆς Καντάβρων, ὅτι ἁλόντες τινὲς
ἀναπεπηγότες ἐπὶ τῶν σταυρῶν ἐπαιάνιζον. τὰ μὲν
οὖν τοιαῦτα τῶν ἠθῶν ἀγριότητός τινος παραδείγματ'
ἂν εἴη· τὰ δὲ τοιαῦτα ἧττον μὲν ἴσως πολιτικά, οὐ θη-
ριώδη δέ, οἷον τὸ παρὰ τοῖς Καντάβροις τοὺς ἄνδρας
διδόναι ταῖς γυναιξὶ προῖκα [καὶ] τὸ τὰς θυγατέρας
141

κληρονόμους ἀπολείπεσθαι τούς τε ἀδελφοὺς ὑπὸ τού-


των ἐκδίδοσθαι γυναιξίν· ἔχει γάρ τινα γυναικοκρα-
τίαν· τοῦτο δ' οὐ πάνυ πολιτικόν. Ἰβηρικὸν δὲ καὶ
τὸ ἐν ἔθει [εἶναι] παρατίθεσθαι τοξικὸν ὃ συντιθέασιν
ἐκ βοτάνης σελίνῳ προσομοίας ἄπονον, ὥστ' ἔχειν ἐν
ἑτοίμῳ πρὸς τὰ ἀβούλητα, καὶ τὸ κατασπένδειν αὑτοὺς
οἷς ἂν προσθῶνται, ὥστε ἀποθνήσκειν αὐτοὺς ὑπὲρ
αὐτῶν.

Στράβων Γεωγραφικά. Book 15, Κεφ. 1, τμ. 66, γρ. 10

Νέαρχος δὲ περὶ τῶν σοφιστῶν οὕτω λέγει· τοὺς


μὲν Βραχμᾶνας πολιτεύεσθαι καὶ παρακολουθεῖν τοῖς
βασιλεῦσι συμβούλους, τοὺς δ' ἄλλους σκοπεῖν τὰ περὶ
τὴν φύσιν, τούτων δ' εἶναι καὶ Κάλανον· συμφιλο-
σοφεῖν δ' αὐτοῖς καὶ γυναῖκας, τὰς δὲ διαίτας ἁπάντων
σκληράς. περὶ δὲ τῶν κατὰ τοὺς ἄλλους νομίμων τοι-
αῦτα ἀποφαίνεται· τοὺς μὲν νόμους ἀγράφους εἶναι,
τοὺς μὲν κοινοὺς τοὺς δ' ἰδίους, ἀήθειαν ἔχοντας πρὸς
τοὺς τῶν ἄλλων, οἷον τὸ τὰς παρθένους ἆθλον παρά
τισι προκεῖσθαι τῷ πυγμὴν νικήσαντι ὥστ' ἀπροίκους
συνεῖναι· παρ' ἄλλοις δὲ κατὰ συγγένειαν κοινῇ τοὺς
καρποὺς ἐργασαμένους, ἐπὰν συγκομίσωσιν, αἴρεσθαι
φορτίον ἕκαστον εἰς διατροφὴν τοῦ ἔτους, τὸν δ' ἄλ-
λον ἐμπιπράναι τοῦ ἔχειν εἰσαῦθις ἐργάζεσθαι καὶ μὴ
ἀργὸν εἶναι. ὁπλισμὸν δ' εἶναι τόξον καὶ οἰστοὺς τρι-
πήχεις, ἢ σαύνιον, καὶ πέλτην καὶ μάχαιραν πλατεῖαν
τρίπηχυν·

Marcus Cornelius Fronto Rhet., Additamentum epistularum variarum acephalum


Epistle 5, τμ. 1, γρ. 15

τε δίκαις καὶ τοῖς ἀγῶσιν τοῖς δημοσίοις καὶ τοῖς ἰδιωτικοῖς· ἔνθα οὔτε
ὁ τόπος τῶν δικαστηρίων οὔτε τῶν δικαζόντων ὁ ἀριθμὸς οὔτε ἡ τά/ξις τῶν
φάσεων καὶ κλήσεων οὔτε τοῦ ὕδατος τὸ μέτρον οὔτε τὰ προστιμήματα τῶν
κατεγνωσμένων τὰ αὐτά, ἀλλὰ πλεῖστον ὅσον διήνεγκεν τὰ δημόσια τῶν
ἰδίων, καὶ ὅτι τῆς μὲν πόλεως ἀναπεπετάσθαι προσήκει τὰς πύλας εἰσιέναι
τε τῷ βουλομένῳ καὶ ἐξιέναι ὅποτε βούλοιτο· ἑκάστῳ δὲ ἡμῶν τῶν ἰδιωτῶν,
εἰ μὴ φυλάττοι τὰς θύρας καὶ πάνυ ἐγρηγοροίη ὁ θυρωρὸς εἴργων μὲν τῆς
εἰσόδου τοὺς μηδὲν προσήκοντας, τοῖς δὲ οἰκέταις οὐκ ἐπιτρέπων ἀδεῶς
ὁπότε βούλοιντο ἔξω βαδίζειν, οὐκ ἂν ὀρθῶς οἰκουροῖτο τὰ κατὰ τὴν
οἰκίαν, καὶ στοαὶ δὲ καὶ ἄλση καὶ βωμοὶ καὶ γυμ>νάσια καὶ λουτρὰ τὰ
μὲν δημόσια πᾶσιν καὶ προῖκα ἀνεῖται, τὰ δὲ τῶν ἰδιωτῶν ὑπὸ σιδηρᾷ
κλειδὶ καί τινι θυροφύλακι, καὶ μισθὸν ἐκλέγουσιν παρὰ τῶν λουομένων>.
οὐδὲ τὰ δεῖπνα δὲ ὅμοια τὰ ἰδιωτικὰ καὶ τὰ ἐν πρυτανείῳ· οὐδὲ ὁ ἵππος
ὅ τε ἰδιωτικὸς καὶ ὁ δημόσιος· οὐδὲ ἡ πορφύρα τῶν ἀρχόντων καὶ τῶν
142

δημοτῶν· οὐδὲ ὁ στέφανος ὁ τῶν ῥόδων τῶν οἰκόθεν καὶ ὁ τῆς ἐλαία>ς
τῆς Ὀλυμ>πίασιν.

Αίλιος Αριστείδης Ἐπὶ Ἀλεξάνδρῳ ἐπιτάφιος Jebb p. 84, γρ. 26


θέντα αὐτὸν ἴσμεν. οὐ τοίνυν ἀπὸ μὲν τῆς τέχνης καὶ
τῶν συνουσιῶν τοσαῦτα ὠφέλει, τὰ δ' εἰς πράξεις τε καὶ
πολιτείαν ἑτέρων ἡττήθη. εἰδείητε δ' ἂν ὑμεῖς μάλιστα
κἀγὼ παρ' ὑμῶν τινῶν ταῦτα πυνθάνομαι, ὡς ὑμῖν
μικροῦ πᾶσαν τὴν πόλιν ἐκ καινῆς ἀνώρθωσεν. οὕτως οὐ
μόνον λόγος ἦν τις τὸ ἐκείνου πρᾶγμα· ὃ δὲ τῶν οἰκο-
δομημάτων πλείονος ἄξιον, ἡ σωφροσύνη καὶ τὸ δίκαιον,
ἡγούμενον πάντων ὧν ἐκεῖνος καὶ λέγειν καὶ πράττειν
ἠξίου, καὶ τὸ μηδαμοῦ τὴν χρείαν ἐκβαίνειν, ἀλλ' εἶναι
νοῦν ἐχούσας τὰς φιλοτιμίας ἃς ὑμῖν προὐξένει. οὐ μὴν
οὐδ' ἐπὶ τούτῳ προῖκα χρηστὸς ἦν, ἀλλ' οἱ μέγιστοι
τῶν κόσμων ὑμῖν τῆς ἐκείνου μεγαλοψυχίας σημεῖον εἰσίν.
ἡγοῦμαι δ' εἰ καὶ μηδὲν πώποτε ἀνάλωσεν εἰς ὑμᾶς, ἔκ
γε τῶν ἄλλων ὧν ἔλεγε καὶ ἔπραττεν ὑπὲρ ὑμῶν εἰκότως
ἂν αὐτὸν εὐεργέτην νομίζεσθαι. εἰ δ' αὖ μηδὲν μὲν ἄλλο
μήτ' εἶπε μήτ' ἔπραξε, τοσαῦτα δὲ οἴκοθεν εἰσήνεγκεν,
εἰκότως ἂν αὐτὸν ἐν πρώτοις εὐδοξεῖν. καὶ μὴν εἰ μήτε
ἀπὸ χρημάτων μήτε ἀπὸ τῶν ἄλλων χρήσιμος ὑμῖν ἐγένετο
δημοσίᾳ, τό γ' ἐν τούτῳ καταστῆναι τάξεως αὐτὸν ἐν
τοῖς Ἕλλησιν εἰκότως ἂν ὑμῖν εἶχε φιλοτιμίαν· ἡ γὰρ
ἐκείνου δόξα κοινὴ τῆς πόλεως γεγένηται.

Αίλιος Αριστείδης Παναθηναϊκός Jebb p. 137, γρ. 3


ἀλλὰ πάντες ἀμφοῖν χεροῖν ἀπέστησαν, πῶς οὐκ ἄξιον
τῆς μεγαλοψυχίας ἀγασθῆναι; οἳ πανταχῆ παρεῖδον τὰ
καθ' ἑαυτοὺς, καὶ τοσοῦτον μὲν τὸν πρόσθεν ἀράμενοι,
πάλιν δὲ ἐν τῷ τότε ὑπὲρ τὴν φύσιν φιλοτιμούμενοι πλέον
οὐδὲν ἐζήτησαν. εἰ δὲ μὴ προσέξειν ἔμελλον αὐτοῖς οἱ
Ἕλληνες, οἱ δὲ πρὸς ὀργὴν ἐγκατέλιπον, τί ἦν ἐν μέσῳ
τῆς οὐδ' ἐν τοῖς βαρβάροις ἀπεστερημένης Ἑλλάδος τὸ
θαυμάζεσθαι ἀλλ' οὐδ' ὄνομα νῦν λείπεσθαι; ἀλλὰ μὴν
τριῶν γε ἕν τι κατηνάγκαστο, ἢ πάντων εἰξάντων ἔχειν
τὴν ἡγεμονίαν, οὗ μεῖζον οὐδὲν ἂν εἴποι τις δεῖγμα τῆς
ἐκείνων ἀρετῆς καὶ τοῦ προῖκα τοὺς Ἕλληνας ἐλευθεροῦν,
ἢ μηδενὸς ταῦτα συγχωροῦντος ἅπαντας οἴχεσθαι κατα-
λειφθέντας, ἢ δίχα τὰς ψήφους ἐλθεῖν, ἐν ᾧ στασιάζειν
καὶ πολεμεῖν πρὸς ἀλλήλους ἦν, οὐκ ἔχοντας ὅπως χρὴ
τοῖς βαρβάροις· ὃ τῇ μὲν τοῦ πράγματος φύσει συμβὰν,
τῇ δὲ ἐκείνων προνοίᾳ κωλυθὲν φαίνεται. καὶ μὴν εἰ μὲν
ἐκίνει ταῦτα αὐτοὺς ἃ νῦν διεξῆλθον, εἶτα κατεῖχον σιγῇ
τοὺς λογισμοὺς, ἐσχάτης βάσανον καρτερίας παρεῖχον. εἰ
δ' οὐδὲν ᾤοντο ἐλαττοῦσθαι, τίνας εἰς ταυτὸν ἄξιον ἐκεί-
νοις θεῖναι, οἳ μόνοις ᾔδεσαν τοῖς βαρβάροις ὀργίζεσθαι;
143

Αίλιος Αριστείδης Πρὸς Πλάτωνα ὑπὲρ τῶν τεττάρων Jebb p. 146, γρ. 5
γὰρ τὰ σχήματα τῶν πολιτειῶν οἶμαι καὶ τοὺς μισθοὺς
εἰκὸς εἶναι. οὐδὲ γὰρ εἰ Βυζάντιοι σιδήρῳ νομίζουσι, τού-
του χάριν εἰσὶ δίκαιοι τῶν Ἑλλήνων καταγελᾶν, οὐδ' ἧτ-
τόν τι δοκεῖν ἂν φέρειν μισθὸν, ὅτι οὐ χρυσίον οὐδὲ ἀρ-
γύριον φέρουσιν· οὐδέ γε εἰ Καρχηδόνιοι σκύτεσιν· εἰ μὴ
κἄν τινες ἀργύριον φέρωσιν, ὅτι οὐ τὸ τιμιώτερον αὖ
φέρουσι χρυσίον, ἄλλο τι τοῦτ' ἢ μισθὸν εἶναι φήσουσιν.
ἀλλ' οὐδ' ἂν εἷς οἶμαι ταῦτα συγχωρήσειεν. οὐδὲ γὰρ τὰς
τροφὰς ἅπασι τὰς αὐτὰς αἱρεῖσθαι νόμος, δεῖ δὲ ὅμως
ἅπασι τροφῶν. οὕτω δὴ κἀνταῦθα μὴ τίς ὁ μισθὸς, ἀλλ'
ὅλως εἰ μισθὸν εἴρηκας· εἰ μὴ καὶ ὁ Εὔνεως προῖκα τὸν
οἶνον ἔπεμπε τοῖς Ἀχαιοῖς, ὅτι οὐκ ἀργύριον αὐτῷ διέ-
λυον, ἀλλ' οἱ μὲν χαλκὸν, ἄλλοι δ' αἴθωνα σίδηρον. ἀλλ'
οὐδ' αὐτὸς ταῦτά γε ἠλαζονεύετο. Περικλῆς τοίνυν οὐκ
αὐτὸς κοψάμενος νόμισμα, ἀλλ' ὄντων ἐν ἀκροπόλει χρη-
μάτων ἐκεῖθεν ἔσωζε τὸν μισθόν. ὥστ' οὐδετέρου δίκαιος
ἔχειν αἰτίαν, οὔτε τοῦ νομίσματος οὔτε τοῦ μισθοῦ. καὶ
τί ταῦτα ἀγωνίζομαι σφόδρα; εἰ γὰρ ὡς οἷόν τε μάλιστα
αἰσχρὸν ἡ μισθοφορὰ καὶ τὸ νέμειν,

Αίλιος Αριστείδης Πρὸς Πλάτωνα ὑπὲρ τῶν τεττάρων Jebb p. 234, γρ. 17
βὼν, ἐν προθύροις τῆς πατρίδος, οὐκ ἐν Σικελίᾳ· τοσοῦτον
ἔμελλες κερδαίνειν. ὁ δὲ χρηστὸς σύμπλους ὁ Σπαρτιάτης
οὐδ' ὣς ἐπελάθετο ὧν ἤκουσε παρὰ τοῦ Διονυσίου, ἀλλ'
ἐπώλησε τὴν ἱερὰν κεφαλήν· καὶ πωλοῦντος Πόλλιδος Ἑλ-
λήνων μὲν οὐδεὶς ὠνεῖτό σε – οὕτω πάντες κατείχοντο ὑπὸ
τῶν σῶν λόγων – Λίβυς δ' ἄνθρωπος Ἀννίκερις ὄνομα,
ὃν οὐδ' ἠπίστατο ἀνθρώπων οὐδεὶς, εἰ μὴ ταῖς σαῖς συμ-
φοραῖς ἀπεχρήσατο. νῦν δ' οὐ Πλάτωνα ἐπρίατο, ἀλλὰ δό-
ξαν αὑτῷ καὶ τὸ γιγνώσκεσθαι. καὶ τότε ἤδη Δίων τὰ θαυ-
μαστὰ ἐφιλανθρωπεύετο πέμπων τὰ λύτρα τῷ Λίβυϊ. ἀλλ'
οὐδ' ἐκεῖνός γ' ἡττήθη τοῦ Δίωνος, ἀλλ' ἀφῆκέ σε προῖκα,
ὁ μηδεπώποτ' ἰδὼν πρότερον μηδ' ὁμιλήσας μηδαμοῦ μήτε
νήσων μήτ' ἠπείρου. ἐλθὼν τοίνυν οἴκαδε καὶ διαφυγὼν
ὥσπερ τις Ὀδυσσεὺς οὐ θανάτους μόνον, ἀλλὰ καὶ δου-
λείαν, καὶ οὑτωσὶ σαφῶς ἐπὶ τῇ ἑτέρων κακίᾳ καὶ φιλαν-
θρωπίᾳ γενόμενος χρόνον μέν τινα ἡσυχάσας· ὡς δὲ τελευ-
τήσαντος τοῦ προτέρου Διονυσίου παραλαβὼν τὴν ἀρχὴν
ὁ ἐξ ἐκείνου Διονύσιος μετεπέμπετο αὖθίς σε εἰς τὴν πολυ-
ύμνητον Σικελίαν, ὥσπερ μετὰ τῶν ἄλλων ὧν παρὰ τοῦ
πατρὸς παρειλήφει καὶ τὴν εἰς σὲ ὕβριν παρειληφὼς, καὶ
κληρονομῶν καὶ τοῦ σοι προστάττειν, ὥσπερ Συρακοσίοις

Αίλιος Αριστείδης Περὶ τοῦ παραφθέγματος Jebb p. 401, γρ. 9


144

καὶ τὸ φρονεῖν μετ' ἐλευθερίας ἀνεπαχθοῦς ἀρχαῖον ἄρ'


ἦν καὶ ἴδιον τῶν Ἑλλήνων ἀγαθόν. θαυμάζω δ' ὅπως εὖ
πεφυκὼς πρὸς τὸ παιδαγωγεῖν οὐχ ὁρᾷς τούτους τοὺς ἀρ-
γυρίῳ τὸν ἔπαινον ὠνουμένους οὐ μόνον ἐν ταῖς ἐπιδείξε-
σιν, ἀλλὰ καὶ ἐν τοῖς θεάτροις. καίτοι οὗτοι τί σοι δοκοῦ-
σιν ἕτερον ποιεῖν ἢ αὐτοὶ σφᾶς αὐτοὺς ἐπαινεῖν; καὶ ταῦτα
ἃ μὴ χρή γε καὶ ὃν ἥκιστα ἔδει τρόπον, καὶ πρόσεστι τὸ
τὰ ὄντα ἐλάττω ποιεῖν, ἐπιθήκη τις τῆς ἀνοίας. ἐγὼ δὲ
τούτων εἰ μή τῳ ἄλλῳ, ἀλλὰ τούτῳ γε, ὡς ἔοικεν, εἰμὶ
κομψότερος· προῖκα γὰρ ἐμαυτὸν ἐπαινεῖν ἀξιῶ, καὶ ταῦθ'
ἃ σύνοιδα· ὡς δ' οὐ πολλάκις αὐτὸ δρῶ, συνίσασιν οὗτοί
μοι. ὥστ' οὐκ ἀναισθησίας μᾶλλον ἢ καὶ σοφίας τινὸς
ἐκφέρω δεῖγμα. ὅτι δ' οὐ ψεύδομαι, τοῦτο καὶ σοὶ συνδο-
κεῖ. ἓν δέ τί σε λοιπὸν ἐρήσομαι. πρὸς θεῶν εἴ σοι περὶ
παίδων εὐχομένῳ τῶν θεῶν εἴποι τις ὡς ἔσονται μὲν, ἔσον-
ται δὲ τούτῳ παραπλήσιοι καὶ τὸ φρόνημα καὶ τοὺς λό-
γους, ἐμὲ δὴ λέγων, οὐκ ἂν δέξαιο; οἶμαι μὲν κἂν ἐπι-
δράμοις. εἶθ' ὧν αὐτὸς, εἰ τύχοις, εὐχῆς ἂν ἐφῖχθαι δό-
ξαις, ταῦθ' ἡμῖν ὀνειδίζεις; καὶ ὧν χάριν ἂν τοῖς θεοῖς
ἔχοις, ταῦθ' ἡμῖν ἐμέμψω; καὶ οὐδὲ τὴν Περσικήν τε καὶ

Ion Phil., Poeta, Testimonia Vol.-Jacobyʹ-T 3b,392,T, Frag. 2, γρ. 11

γωιδίας καὶ μελῶν ποιητής. ἐποίησε δὲ ὠιδήν, ἧς ἡ ἀρχὴ (F 9 Diehl) «Ἀοῖον


ἀεροφοίταν ἀστέρα μείνωμεν ἀελίου λευκῆι πτέρυγι πρόδρομον». φαίνεται δὲ
τετελευκὼς ἐκ τούτων· παίζων οὖν ὁ Ἀριστοφάνης ἀοῖον αὐτόν φησι ἀστέρα
κληθῆναι. περιβόητος δὲ ἐγένετο. ἔγραψε δὲ καὶ κωμωιδίας καὶ ἐπιγράμματα
καὶ παιᾶνας καὶ ὕμνους καὶ σκολιὰ καὶ ἐγκώμια καὶ ἐλεγεῖα, καὶ καταλογάδην
τὸν Πρεσβευτικὸν λεγόμενον, ὃν νόθον ἀξιοῦσιν εἶναί τινες καὶ οὐχὶ αὐτοῦ.
φέρεται δὲ αὐτοῦ καὶΧίουκτίσις (F 1/3) καὶ Κοσμολογικὸς (F 24/6) καὶ
Ὑπομνήματα (F 4/7) καὶ ἄλλα τινά. καὶ πάνυ δόκιμος ἦν. φασὶ δὲ αὐτὸν
ὁμοῦ διθύραμβον καὶ τραγωιδίαν ἀγωνισάμενον ἐν τῆι Ἀττικῆι νικῆσαι, καὶ
εὐνοίας χάριν προῖκα Χῖον οἶνον πέμψαι Ἀθηναίοις. ⟦Σωκράτους δὲ τοῦ φιλο-
σόφου ἔστιν εἰς αὐτὸν λόγος λεγόμενος «Ἴων»⟧. μέμνηται αὐτοῦ καὶ Καλλί-
μαχος ἐν τοῖς Χωλιάμβοις (Dieg. 9, 32 ff.; F 203 Pf), ὅτι πολλὰ ἔγραψεν.
HARPOKR. s.v. Ἴων· Ἰσοκράτης ἐν τῶι Περὶ ἀντιδόσεως (§ 268).
Ἴωνος τοῦ τῆς τραγωιδίας ποιητοῦ μνημονεύοι ἂν νῦν ὁ ῥήτωρ, ὃς ἦν Χῖος μὲν
γένος, υἱὸς δὲ Ὀρθομένους, ἐπίκλησιν δὲ Ξούθου. ἔγραψε δὲ πολλά· μέλη καὶ
τραγωιδίας καὶ φιλόσοφόν τι σύγγραμμα τὸν Τριαγμὸν ἐπιγραφόμενον, ὅπερ
Καλλίμαχος ἀντιλέγεσθαί φησιν (F 100 d 15 Schn. = 449 Pf) ὡς Ἐπιγέ-
νους (?). ἐν ἐνίοις δὲ καὶ πληθυντικῶς ἐπιγράφεται «Τριαγμοί», καθὰ Δη-
μήτριος ὁ Σκήψιος (F 69 Gaede) καὶ Ἀπολλωνίδης ὁ Νικαεὺς (IV) ἀναγρά-
φουσιν.

Ion Phil., Poeta, Testimonia Frag. 2, γρ. 18

SCHOL. Ἴων ὁ Χῖος: διθυράμβων καὶ τραγωιδίας καὶ μελῶν ποιητής.


145

ἐποίησε δὲ ὠιδήν, ἧς ἡ ἀρχή‘ἀοῖον ἀεροφοίταν ἀστέρα μείνωμεν ἀελίου


λευκῆι πτέρυγι πρόδρομον’[fr. 9 Diehl]. φαίνεται δὲ τετελευτηκὼς ἐκ
τούτων. παίζων οὖν ὁ Ἀριστοφάνης Ἀοῖον αὐτόν φησιν ἀστέρα κληθῆναι.
περιβόητος δὲ ἐγένετο. ἔγραψε δὲ καὶ κωμωιδίας καὶ ἐπιγράμματα καὶ παιᾶνας καὶ
ὕμνους καὶ σκολιὰ καὶ ἐγκώμια καὶ ἐλεγεῖα, καὶ καταλογάδην τὸν Πρεσβευτικὸν
λεγόμενον, ὃν νόθον ἀξιοῦσιν εἶναί τινες καὶ οὐχὶ αὐτοῦ. φέρεται δὲ αὐτοῦ καὶ
Κτίσις [Χίου] καὶΚοσμολογικὸς[d. i.Τριαγμός>] καὶ Ὑπομνήματα [d. i.
Ἐπιδημίαι] καὶ ἄλλα τινά. – καὶ πάνυ δόκιμος ἦν. φασὶ δὲ αὐτὸν ὁμοῦ διθύ-
ραμβον καὶ τραγωιδίαν ἀγωνισάμενον ἐν τῆι Ἀττικῆι νικῆσαι, καὶ εὐνοίας χάριν
προῖκα Χῖον οἶνον πέμψαι Ἀθηναίοις (Σωκράτους δὲ τοῦ φιλοσόφου ἔστιν εἰς
αὐτὸν λόγος λεγόμενος Ἴων). μέμνηται αὐτοῦ καὶ Καλλίμαχος ἐν τοῖς Χωλιάμβοις
[fr. 83 b Schn.], ὅτι πολλὰ ἔγραψε.
SUID. Ἴων Χῖος. τραγικὸς καὶ λυρικὸς καὶ φιλόσοφος, υἱὸς Ὀρθομένους,
ἐπίκλησιν δὲ Ξούθου. ἤρξατο δὲ τὰς τραγωιδίας διδάσκειν ἐπὶ τῆςπβὀλυμπιά-
δος [452 – 449]. δράματα δὲ αὐτοῦιβ>, οἱ δὲλ>, ἄλλοι δὲμφασίν. (οὗτος ἔγραψε
περὶ μετεώρων καὶ συνθέτους λόγους· ὃν παίζων Ἀριστοφάνης ὁ κωμικὸς Ἀοῖόν
φησι. οὗτος τραγωιδίαν νικήσας Ἀθήνησιν ἑκάστωι τῶν Ἀθηναίων ἔδωκε Χῖον
κεράμιον.)

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 5, Κεφ. 18, τμ. 5, γρ. 3


τῷ ὁμίλῳ, καὶ ἐκ τούτου καὶ ἐκ τοῦ τοῖς δημάρχοις πολὺ δυναμένοις
βαρύνεσθαι παρρησίᾳ πλείονι πρὸς αὐτὸν παρὰ τοὺς ἄλλους τοὺς
ὁμοίους οἱ ἐκ τῶν κατειργασμένων ἐχρῆτο. καὶ λιμοῦ γενομένου
ἰσχυροῦ καὶ Νώρβης πόλεως ἀποικίζεσθαι βουλομένης τὸ πλῆθος
ἐπ' ἀμφοτέροις αὐτοῖς τοὺς δυνατοὺς ᾐτιάσατο, ὡς καὶ δι' ἐκείνους
καὶ τῆς τροφῆς στερισκόμενοι καὶ ἐς τοὺς πολεμίους ἐπίτηδες ἐπ'
ὀλέθρῳ προύπτῳ ἐκδιδόμενοι· ὅταν γὰρ ἐς ὑποψίαν τινὲς ἀλλήλων
ἔλθωσι, πάντα καὶ τὰ ὑπὲρ σφῶν γιγνόμενα ἀλλοίως κατὰ τὸ
στασιωτικὸν λαμβάνουσι. καὶ ὁ Κοριολανὸς ἄλλως τε ἐν ὀλιγωρίᾳ
αὐτοὺς ἐποιήσατο, καὶ σίτου πολλαχόθεν κομισθέντος, καὶ τοῦ γε
πλείστου προῖκα παρὰ τῶν ἐν Σικελίᾳ βασιλέων πεμφθέντος, οὐκ
ἐπέτρεψέ σφισι διαλαχεῖν αὐτὸν ὥσπερ ᾔτουν. οἱ οὖν δήμαρχοι,
οὕσπερ που καὶ τὰ μάλιστα καταλῦσαι ἐγλίχετο, τυραννίδος αὐτὸν
ὑπὸ τὸ πλῆθος ἀγαγόντες ἐξήλασαν, καίτοι πάντων βοώντων καὶ
δεινὸν ποιουμένων ὅτι καὶ περὶ σφῶν τὰ τοιαῦτα κρίνειν ἐτόλμων.
ἐκπεσὼν οὖν πρὸς τοὺς Οὐόλσκους καίπερ ἐχθίστους ὄντας ὀργῇ
τῆς συμφορᾶς ἦλθε, καὶ ἑαυτὸν ἔκ τε τῆς ἀνδρείαςἧςἐπεπεί-
ραντο καὶ ἐκ τοῦ θυμοῦ τοῦ πρὸς τοὺς πολίτας ἀσμένως δέξεσθαι
προσεδόκησεν, ἀντίπαλα ἢ καὶ μείζω δι' αὐτὸν τοὺς Ῥωμαίους ὧν
ἔπαθον δράσειν ἀντελπίσαντας· ὑφ' ὧν γὰρ ἄν τις σφόδρα κακο-
παθῇ, πρὸς τῶν αὐτῶν τούτων καὶ εὖ πείσεσθαι...

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 9, Κεφ. 40, τμ. 23, γρ. 4
ρὰν αὐτοὺς ἀλλοτρίωσιν προαγάγῃ, καὶ ἐκ τοῦ μηδὲν ἐνδείξασθαι
ἐνόμισεν ἤτοι καταγνωσθήσεσθαι ὑπ' αὐτῶν εὐήθειαν ὡς οὐ συνεὶς
ὧν ἔπραξαν, ἢ καὶ ὑποπτευθήσεσθαι ὀργὴν κρυφαίαν ἔχειν, καὶ
ἀπ' αὐτῶνἢκαταφρόνησιν ἢ μῖσος προεπιβουλήν τε ἐς αὑτόν,
ὅπως μὴ προπάθωσί τι, ἐγγενήσεσθαί σφισι προσεδόκησε. δι'
οὖν ταῦτα πρᾴως τε αὐτοῖς διελέχθη καὶ τῶν σκύλων τινὰ ἔδωκεν.
M. 95 (p. 172).
146

ὅτι Πύρρος τοὺς τῶν Ῥωμαίων αἰχμαλώτους συχνοὺς ὄντας


τὸ μὲν πρῶτον πεῖσαι ἐπεχείρησεν ἐπὶ τὴν Ῥώμην συστρατεῦσαι,
ὡς δὲ οὐκ ἠθέλησαν, ἰσχυρῶς ἐθεράπευσε, μήτε δήσας τινὰ μήτ'
ἄλλο τι κακὸν δράσας, ὡς καὶ προῖκα αὐτοὺς ἀποδώσων καὶ ἀμα-
χεὶ δι' αὐτῶν τὸ ἄστυ προσποιησόμενος. V. 25 (p. 590).
ὅτι οἱ Ῥωμαῖοι ἐν ἀπόρῳ γενόμενοι διὰ τοὺς ἐλέφαντας ἅτε
μηπώποτε τοιοῦτο θηρίον ἰδόντες, τὴν μέντοι θνητὴν φύσιν ἐν-
θυμούμενοι καὶ ὅτι θηρίον οὐδὲν ἀνθρώπου κρεῖττόν ἐστιν, ἀλλὰ
πάντα δὴ πάντως, εἰ καὶ μὴ κατ' ἰσχύν, ταῖς γοῦν σοφίαις σφῶν
ἐλαττοῦται, ἐθάρσουν. M. 96 (p. 172).
ὅτι καὶ οἱ στρατιῶται οἱ τοῦ Πύρρου, οἵ τε οἴκοθεν καὶ οἱ
σύμμαχοι, δεινῶς πρὸς τὰς ἁρπαγὰς ὡς καὶ ἑτοίμους καὶ ἀκιν-
δύνους σφίσιν οὔσας ἠπείγοντο. M. 97 (ib.).

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 11, Κεφ. 43, τμ. 22, γρ. 5
ναι. M. 123 (p. 183) et V. 28
(p. 593).
ὅτι Ἄννωνα πρὸς Ῥωμαίους λόγῳ μὲν ὑπὲρ εἰρήνης ἔργῳ δὲ
τριβῆς ἕνεκα ἔπεμψεν Ἀμίλκας· καὶ ὃς ἐπιβοώντων τινῶν συλλα-
βεῖν αὐτόν, ὅτι Καρχηδόνιοι τὸν Κορνήλιον ἀπάτῃ | .......
M. 124 (p. 183).
ὅτι οἱ Καρχηδόνιοι φοβηθέντες μὴ ἁλῶσι, προεκηρυκεύσαντο
πρὸς τὸν ὕπατον, ὅπως ὁμολογίᾳ τινὶ ἐπιεικεῖ ἀποπέμψαντες αὐ-
τὸν τὸ παραχρῆμα δεινὸν ὑπεκφύγωσιν. ἐπειδή τε οὐκ ἠθέλησαν
Σικελίας τε πάσης καὶ Σαρδοῦς ἀποστῆναι, καὶ τοὺς μὲν τῶν
Ῥωμαίων αἰχμαλώτους προῖκα ἀφεῖναι τοὺς δὲ σφετέρους λύσα-
σθαι, τά τε δαπανηθέντα τοῖς Ῥωμαίοις ἐς τὸν πόλεμον πάντα
διαλῦσαι καὶ χωρὶς ἄλλα καθ' ἕκαστον ἔτος συντελεῖν, οὐδὲν ἤνυ-
σαν. πρὸς γὰρ δὴ τοῖς εἰρημένοις καὶ ἐκεῖνα αὐτοὺς ἐλύπει, ὅτι
μήτε πολεμεῖν [τὸ] μήτε συμβαίνειν ἄνευ τῶν Ῥωμαίων, καὶ αὐτοὶ
μὲν μὴ πλείοσι μιᾶς ναυσὶ μακραῖς χρῆσθαι, ἐκείνοις δὲ πεντήκοντα
τριήρεσιν ἐπικουρεῖν ὁσάκις ἂν ἐπαγγελθῇ σφίσιν, ἄλλα τέ τινα
οὐκ ἐκ τοῦ ὁμοίου ποιεῖν ἐκελεύοντο. ἐξ οὖν τούτων ἅλωσίν σφων
ἀκριβῆ τὰς σπονδὰς νομίσαντες ἔσεσθαι, πολεμεῖν αὐτοῖς μᾶλλον
εἵλοντο. UG9 4 (p. 376).

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 14, Κεφ. 57, τμ. 4, γρ. 4
νομίζειν. M. 145 (p. 191).
ὅτι ἐπεὶ τῷ πλήθει τοῦ στρατοῦ τοῦ Ἀννίβου οὐδὲν τῶν παρα-
σκευαζομένων ἐξήρκει, καί τινος αὐτῷ διὰ τοῦτο γνώμην δόντος
ταῖς τῶν ἐναντίων σαρξὶ τοὺς στρατιώτας σιτίζειν, τὸ μὲν πρᾶγμα
οὐκ ἐδυσχέραινε, φοβεῖσθαι δὲ ἔφη μήποτε τοιούτων σωμάτων
ἀπορήσαντες ἐπ' ἀλληλοφαγίαν τράπωνται. M. 146 (ib.).
ὅτι Ἀννίβας πρὶν ἔργου ἔχεσθαι συγκαλέσας τοὺς στρατιώτας
παρήγαγε τοὺς αἰχμαλώτους οὓς κατὰ τὴν ὁδὸν εἰλήφει, καὶ ἐπύ-
θετο αὐτῶν πότερα δεδέσθαι τε ἐν πέδαις καὶ δουλεύειν κακῶς
147

ἢ μονομαχῆσαι ἀλλήλοις, ὥστ' ἀφεθῆναι προῖκα τοὺς νικήσαντας,


ἐθέλοιεν. ἐπειδή τε τοῦθ' εἵλοντο, συνέβαλεν αὐτούς, καὶ μαχεσα-
μένων σφῶν εἶπεν “εἶτ' οὐκ αἰσχρόν, ὦ ἄνδρες στρατιῶται, τού

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 16, Κεφ. 57, τμ. 42, γρ. 4
ἐξηργηκότας ἐκ τῆς ἀναρχίας καὶ ἀνεκτήσατο κατεπτηχότας ἐκ τῶν
συμφορῶν. τόν τε Μάρκιον οὐχ, οἷά που φιλοῦσιν οἱ πολλοί, ἀνε-
πιτήδειον ἡγήσατο ὅτι εὐδοκιμηκὼς ἦν, ἀλλὰ καὶ ἐν τοῖς λόγοις
καὶ ἐν τοῖς ἔργοις ἀεὶ ἐσέμνυνεν· καὶ γὰρ ἦν οἷος οὐκ ἐκ τῆς τοῦ
πέλας διαβολῆς καὶ καθαιρέσεως ἀλλ' ἐκ τῆς οἰκείας ἀρετῆς αὔ-
ξεσθαι θέλειν. καὶ διὰ τοῦτό γε οὐχ ἥκιστα τοὺς στρατιώτας
ᾠκειώσατο. V. 41 (p. 602).
ὅτι στάσεως γενομένης τῶν στρατιωτῶν ὁ Σκιπίων συχνὰ μὲν
τοῖς στρατιώταις διέδωκε, συχνὰ δὲ καὶ ἐς τὸ δημόσιον ἀπέδειξε.
τῶν τε αἰχμαλώτων ἐς τὸ ναυτικὸν κατέταξεν, καὶ τοὺς ὁμήρους
προῖκα πάντας τοῖς οἰκείοις ἀπέδωκε. καὶ αὐτῷ διὰ τοῦτο πολλοὶ
μὲν δῆμοι πολλοὶ δὲ καὶ δυνάσται, ἄλλοι τε καὶ Ἰνδίβολις καὶ Μαν-
δόνιος Ἰλεργετανοί, προσεχώρησαν. τό τε τῶν Κελτιβήρων ἔθνος
πλεῖστόν τε καὶ ἰσχυρότατον τῶν περιχώρων ὂν ὧδε προσέθετο.
παρθένον ἐν τοῖς αἰχμαλώτοις ἐπιφανῆ κάλλει λαβὼν ὑπωπτεύθη
μὲν ἄλλως ἔσεσθαι αὐτῆς ἐν ἔρωτι, μαθὼν δὲ ὅτι Ἀλλουκίῳ τινὶ
τῶν ἐν τέλει Κελτιβήρων ἠγγύηται, μετεπέμψατό τε αὐτὸν αὐτεπ-
άγγελτος, καὶ τὴν παῖδα αὐτῷ παρέδωκε μετὰ τῶν λύτρων ἅπερ
οἱ προσήκοντες αὐτῆς ἐκεκομίκεσαν. κἀκ τοῦ ἔργου τούτου καὶ
ἐκείνους καὶ τοὺς ἄλλους ἀνηρτήσατο. V. 42 (p. 602).

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 20, Κεφ. 66, τμ. 1, γρ. 5
γορηθέντος, ὅπως τε μηδεμίαν κηλῖδα λάβῃ διεσπούδαστο, τόν τε
Ἀσιατικὸν ἐκώλυσεν ἐς τὸ οἴκημα ἐμβληθῆναι. καὶ διὰ ταῦτα αὐτῷ
οἱ Σκιπίωνες τήν τε ἔχθραν κατέλυσαν καὶ κῆδος συνῆψαν· τὴν
γὰρ θυγατέρα τὴν ἑαυτοῦ ὁ Ἀφρικανὸς συνῴκισεν. V. 56 (p. 610).
Δίων ιθʹ βιβλίῳ “ἐπειδὴ δὲ καὶ ὣς περιῆν αὐτοῖς τῆς σχολῆς,
τὰς ὁδοὺς δι' αὐτῶν κατεσκευάσαντο.” Bekk. Anecd. 166 14 et 3.
ὅτι ὁ Περσεὺς παντελῶς τοὺς Ῥωμαίους ἐκ τῆς Ἑλλάδος ἐκ-
βαλεῖν ἤλπισεν, τῇ δὲ πολλῇ καὶ ἀκαίρῳ φειδωλίᾳ καὶ τῇ δι' αὐ-
τὴν τῶν συμμάχων ὀλιγωρίᾳ ἀσθενὴς αὖθις ἐγένετο. ἐπειδὴ γὰρ
τά τε τῶν Ῥωμαίων ὑπεδίδου καὶ τὰ ἐκείνου ἐπηύξετο, κατεφρό-
νησεν ὡς οὐδὲν ἔτι τῶν συμμαχικῶν δεόμενος, ἀλλ' ἤτοι καὶ προῖκά
οἱ αὐτῶν βοηθησόντων, ἢ καὶ καθ' ἑαυτὸν κρατήσων, καὶ οὔτε τῷ
Εὐμενεῖ οὔτε τῷ Γεντίῳ τὰ χρήματα ἃ ὑπέσχητο ἀπέδωκε, νομίσας
οἰκείαν αὐτοὺς αἰτίαν ἔχθρας πρὸς Ῥωμαίους ἔχειν. τούτων τε
οὖν καὶ τῶν Θρᾳκῶν (οὐδὲ γὰρ οὐδ' ἐκεῖνοι ἐντελῆ τὸν μισθὸν
ἐλάμβανον) ἀπροθύμων γενομένων ἐς τοσοῦτο αὖθις ἀπογνώσεως
ἀφίκετο ὥστε καὶ σπονδῶν δεηθῆναι. V. 57 (p. 610).
ὅτι ὁ Περσεὺς σπονδῶν ἐδεήθη παρὰ Ῥωμαίοις, κἂν ἔτυχεν
αὐτῶν, εἰ μὴ οἱ Ῥόδιοι συνεπρέσβευσαν αὐτῷ δέει τοῦ μὴ Ῥωμαίοις
τὸν ἀντίπαλον ὑπεξαιρεθῆναι. μέτριον μὲν γὰρ οὐδέν, οἷα δεομέ-
νους εἰκὸς ἦν εἰπεῖν, ἔλεξαν· καὶ τῆς εἰρήνης οὐκ αἰτηταὶ μᾶλλον
148

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 20, Κεφ. 67, τμ. 1, γρ. 4
όντες οἱ φοβηθέντες τὴν ἀπιστίαν αὐτοῦ καὶ τὴν μιαιφονίαν μεθί-
στασθαι ἤρξαντο. V. 58 (p. 610).
ὅτι ὁ Περσεὺς ἐθελοντὴς εὑρέθη, καὶ αὐτὸν ἐς τὴν Ἀμφίπολιν
ἀχθέντα ὁ Παῦλος οὐδὲν οὔτε ἔργῳ οὔτε λόγῳ δεινὸν ἔδρασεν,
ἀλλὰ καὶ προσιόντι οἱ ὑπαναστὰς τά τε ἄλλα ἐδεξιώσατο καὶ ὁμό-
σιτον ἐποιήσατο, ἔν τε [ἐν] φυλακῇ ἀδέσμῳ καὶ ἐν θεραπείᾳ πολλῇ
ἦγε. V. 59 (p. 613).
ὅτι ὁ Παῦλος οὐ στρατηγῆσαι μόνον ἦν ἀγαθὸς ἀλλὰ καὶ χρη-
μάτων ἀδωρότατος. τεκμήριον δέ· δεύτερον τότε ὑπατεύσας καὶ
λαφύρων ἀμυθήτων κρατήσας ἐν τοσαύτῃ πενίᾳ διεβίω ὥστε χαλε-
πῶς τῇ γυναικὶ αὐτοῦ τὴν προῖκα τελευτήσαντος ἀποδοθῆναι. τοι-
οῦτος μὲν οὖν ἦν καὶ τοιαῦτα ἔπραξεν· τοῦτο δὲ μόνον ὥσπερ
τινὰ κηλῖδα [ἐν] τῷ τούτου βίῳ προστετρῖφθαι νομίζουσι, τὸ διαρ-
πάσαι τοῖς στρατιώταις τὰ χρήματαἐπιτρέψαι>, τἆλλα οὐκ ἄμοι-
ρον χαρίτων ἄνδρα γενόμενον, καὶ μέτριον μὲν ἐν ταῖς εὐπραγίαις,
εὐτυχέστατον δὲ ἅμα καὶ εὐβουλότατον ἐν τοῖς πολεμίοις ὀφθέντα.
μαρτύριον δὲ τὸ μήτε πρὸς τὸν Περσέα ὑπέρογκον καὶ ἀλαζόνα
δειχθῆναι, μήτε τὸν πρὸς αὐτὸν πόλεμον κακῶς καὶ ἀπροβούλως
ἀγωνίσασθαι. V. 60 (p. 613).

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 27, Κεφ. 94, τμ. 1, γρ. 4
ὑφίεντο. φοβηθεὶς οὖν ὁ Λικίννιος τὴν σύστασιν αὐτῶν ἑκατέρων,
μὴ καὶ μέγα τι δεινὸν ὑπὸ τῶν ἐλαττωθέντων γένηται, οὐδένα τῶν
δούλων προσεδέξατο, ἀλλ' ἀπέπεμψεν αὐτοὺς ὡς μηδὲν κακὸν πει-
σομένους ἢ μηδέν γε ἔτι ταράξαι τῷ διασκεδασθῆναι δυνησομένους.
οἱ δὲ δείσαντες τοὺς δεσπότας, ὅτι καὶ τὴν ἀρχὴν ἐπικαλέσαι τι
αὐτοῖς ἐτόλμησαν, συνεστράφησαν καὶ κοινολογησάμενοι πρὸς λῃ-
στείας ἐτράποντο. V. 85 (p. 633).
ὅτι τῶν βαρβάρων ἡττημένων, καὶ συχνῶν ἐν τῇ μάχῃ πεσόν-
των, ὀλίγοι διεσώθησαν. ἐφ' ᾧπερ ὁ Μάριος τούτους παραμυ-
θούμενος τε ἅμα καὶ ἀμειβόμενος, πᾶσαν αὐτοῖς τὴν λείαν ἐπευω-
νίσας ἀπέδοτο, ὅπως μηδὲν δόξῃ προῖκά τινι κεχαρίσθαι.
καὶ ἀπ' αὐτῶν ὁ Μάριος, καίπερ ἐν τῷ πλήθει μόνῳ πρότερον,
ὅτι ἐξ αὐτοῦ γεγονὼς ἦν καὶ ὅτι ὑπ' αὐτοῦ ηὔξητο, εὖ φερόμενος,
τότε καὶ τοὺς εὐπατρίδας ὑφ' ὧν ἐμισεῖτο ἐξενίκησεν, ὥστε πρὸς
πάντων ὁμοίως καὶ ἐπαινεῖσθαι. τήν τε ἀρχὴν καὶ ἐς τὸ ἐπιὸν
ἔτος, ὅπως καὶ τὰ λοιπὰ προσκατεργάσηται, παρ' ἑκόντων καὶ
ὁμογνωμονούντων αὐτῶν ἔλαβεν. V. 86 (ib.).

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 37, Κεφ. 51, τμ. 4, γρ. 5

ταῦτά τε οὖν οὕτως ἐπράχθη, καὶ ἐπειδὴ τὰ τέλη δεινῶς τήν


τε πόλιν καὶ τὴν ἄλλην Ἰταλίαν ἐλύπει, ὁ μὲν νόμος ὁ κατα-
149

λύσας αὐτὰ πᾶσιν ἀρεστὸς ἐγένετο, τῷ δὲ στρατηγῷ τῷ ἐσενεγ-


κόντι αὐτὸν ἀχθόμενοι οἱ βουλευταί (ὁ γὰρ Μέτελλος ὁ Νέπως
ἦν) ἠθέλησαν τό τε ὄνομα αὐτοῦ ἀπαλεῖψαι ἀπὸ τοῦ νόμου καὶ
ἕτερον ἀντεγγράψαι. καὶ οὐκ ἐπράχθη μὲν τοῦτο, καταφανὲς μέντοι
πᾶσιν ἐγένετο ὅτι μηδὲ τὰς εὐεργεσίας παρὰ τῶν φαύλων ἀνδρῶν
ἡδέως ἐδέχοντο. κἀν τῷ αὐτῷ τούτῳ χρόνῳ Φαῦστος ὁ τοῦ Σύλ-
λου παῖς ἀγῶνά τε μονομαχίας ἐπὶ τῷ πατρὶ ἐποίησε, καὶ τὸν δῆ-
μον λαμπρῶς εἱστίασε, τά τε λουτρὰ καὶτὸἔλαιον προῖκα αὐ-
τοῖς παρέσχεν.

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 38, Κεφ. 13, τμ. 1, γρ. 3
ρησίᾳ πρὸς πάντας ὁμοίως ἀκράτῳ καὶ κατακορεῖ χρώμενος, ἅτε καὶ
τὴν δόξαν τοῦ δύνασθαι συνεῖναί τε καὶ εἰπεῖν ἃ μηδεὶς ἄλλος, καὶ
πρὸ τοῦ χρηστὸς εἶναι δοκεῖν, θηρώμενος. ἔκ τε οὖν τούτου, καὶ
διότι μέγιστόν τε ἀνθρώπων ηὔχει καὶ οὐδένα ἐξ ἴσου ἑαυτῷ ἦγεν,
ἀλλὰ ἔν τε τοῖς λόγοις ὁμοίως καὶ ἐν τῷ βίῳ πάντας τε ὑπερεφρόνει
καὶ ἰσοδίαιτος οὐδενὶ ἠξίου εἶναι, φορτικός τε καὶ ἐπαχθὴς ἦν, καὶ
ἀπὸ τούτων καὶ ὑπ' αὐτῶν ἐκείνων οἷς ἤρεσκε, καὶ ἐφθονεῖτο καὶ
ἐμισεῖτο. ὁ οὖν Κλώδιος ἐλπίσας αὐτὸν διὰ ταῦτα, ἂν τήν τε βουλὴν
καὶ τοὺς ἱππέας τόν τε ὅμιλον προπαρασκευάσηται, ταχὺ κατεργά-
σεσθαι, τόν τε σῖτον προῖκα αὖθις διένειμε (τὸ γὰρ μετρεῖσθαι τοῖς
ἀπόροις, τοῦ τε Γαβινίου ἤδη καὶ τοῦ Πίσωνος ὑπατευόντων, ἐσηγή-
σατο) καὶ τὰ ἑταιρικά, κολλήγια ἐπιχωρίως καλούμενα, ὄντα μὲν ἐκ
τοῦ ἀρχαίου καταλυθέντα δὲ χρόνον τινά, ἀνενεώσατο· τοῖς τε
τιμηταῖς ἀπηγόρευσε μήτ' ἀπαλείφειν ἔκ τινος τέλους μήτ' ἀτιμά-
ζειν μηδένα, χωρὶς ἢ εἴ τις παρ' ἀμφοτέροις σφίσι κριθεὶς ἁλοίη.
τούτοις οὖν αὐτοὺς δελεάσας καὶ ἕτερόν τινα νόμον ἔγραψε, περὶ
οὗ διὰ πλειόνων ἀναγκαῖόν ἐστιν εἰπεῖν, ὅπως σαφέστερος τοῖς πολ-
λοῖς γένηται. τῆς γὰρ μαντείας τῆς δημοσίας ἔκ τε τοῦ οὐρανοῦ
καὶ ἐξ ἄλλων τινῶν, ὥσπερ εἶπον, ποιουμένης, τὸ μέγιστον κῦρος
ἡ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ εἶχεν,

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 42, Κεφ. 22, τμ. 4, γρ. 4

διὸ καὶ στρατηγὸς ἀπεδείχθη· ὀργισθεὶς δὲ ὅτι τε μὴ ἠστυνόμησεν


καὶ ὅτι καὶ ὁ Τρεβώνιος ὁ συνάρχων αὐτοῦ οὐ κληρωτός, ὥσπερ
εἴθιστο, ἀλλ' αἱρετὸς ὑπὸ τοῦ Καίσαρος ἐς τὴν ἀστυνομίαν προ-
εκρίθη, ἠναντιοῦτο πρὸς πάντα τῷ συνάρχοντι καὶ οὔτ' ἄλλο τι
τῶν ἐπιβαλλόντων οἱ ποιεῖσθαι ἐπέτρεπεν, οὔτε τὰς δίκας κατὰ
τοὺς τοῦ Καίσαρος νόμους τελεῖσθαι συνεχώρει, καὶ προσέτι τοῖς
ὀφείλουσί τι βοηθήσειν ἐπὶ τοὺς δεδανεικότας καὶ τοῖς ἐν ἀλλο-
τρίων οἰκοῦσι τὸ ἐνοίκιον ἀφήσειν ἐπηγγέλλετο. προσθέμενος δὲ
ἐκ τούτου συχνοὺς ἐπῆλθε μετ' αὐτῶν τῷ Τρεβωνίῳ, κἂν ἀπέκτει-
νεν αὐτὸν εἰ μὴ τήν τε ἐσθῆτα ἠλλάξατο καὶ διέφυγέ σφας ἐν τῷ
ὄχλῳ. διαμαρτὼν δὲ τούτου νόμον ἰδίᾳ ἐξέθηκε, προῖκά τε πᾶσιν
οἰκεῖν διδοὺς καὶ τὰ χρέα ἀποκόπτων. ὁ οὖν Σερουίλιος στρατιώ-
τας τέ τινας ἐς Γαλατίαν κατὰ τύχην παριόντας μετεπέμψατο, καὶ
150

τὴν βουλὴν τῇ παρ' αὐτῶν φρουρᾷ συναγαγὼν προέθηκε γνώμην


περὶ τῶν παρόντων, καὶ κυρωθέντος μὲν μηδενός (δήμαρχοι γὰρ
ἐκώλυσαν) συγγραφέντος δὲ τοῦ δόξαντος ἐκέλευσε τοῖς ὑπηρέταις
καθελεῖν τὰ πινάκια. ἐπειδή τε ὁ Καίλιος ἐκείνους τε ἀπήλασε καὶ
αὐτὸν τὸν ὕπατον ἐς θόρυβον κατέστησε, συνῆλθον αὖθις φραξά-
μενοι τοῖς στρατιώταις, καὶ τὴν φυλακὴν τῆς πόλεως τῷ Σερουιλίῳ,
ὥσπερ ἄνω μοι πολλάκις περὶ αὐτῆς εἴρηται, παρέδοσαν. καὶ ὁ
μὲν οὐδὲν ἐκ τούτου τῷ Καιλίῳ ὡς καὶ στρατηγοῦντι πρᾶξαι ἐφῆ

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 42, Κεφ. 50, τμ. 5, γρ. 3
ὅτι παρὰ τῶν ἰδιωτῶν ἀλλὰ καὶ παρὰ τῶν πόλεων. τοῦτο γὰρ τὸ
ὄνομα ταῖς ἐκλογαῖς τῶν χρημάτων, ἐφ' αἷς μηδεμία ἄλλη πρόφα-
σις εὔλογος ἦν, ἐτίθετο, ἐπεὶ τήν γε ἄλλως καὶ βιαίως, οὐδὲν ἧτ-
τον τῶν ὀφειλομένων, καὶ ἐκεῖνα ἐπράττετο, καὶ ἔμελλε μηδέποτε
ἀποδοθήσεσθαι. ἔλεγε μὲν γὰρ ὑπὲρ τοῦ δημοσίου τὰ οἰκεῖα δε-
δαπανηκέναι, καὶ διὰ τοῦτο καὶ δανείζεσθαι· ὅθενπερ καὶ χρεῶν
ἀποκοπὰς ἀξιοῦντος τοῦ πλήθους γενέσθαι οὐκ ἐποίησεν, εἰπὼν ὅτι
καὶ αὐτὸς πολλὰ ὀφείλω· εὔδηλος δὲ ἐγίγνετο καὶ τὰ ἀλλότρια τῇ
δυναστείᾳ παρασπώμενος. οἵ τε οὖν ἄλλοι διὰ τοῦτο ἤχθοντο αὐτῷ
καὶ οἱ ἑταῖροι· τῶν γὰρ δεδημευμένων συχνά, καὶ ὑπὲρ τὴν ἀξίαν
γε ἔστιν ἅ, ἐλπίδι τοῦ προῖκα αὐτὰ ἕξειν ἀγοράσαντες πᾶσαν τὴν
τιμὴν ἀποτίνειν ἠναγκάζοντο.
ἀλλὰ τούτους μὲνἐνοὐδενὶ λόγῳ ἐποιεῖτο. καίτοι καὶ ἐκείνους
τρόπον τινὰ ὡς ἑκάστους ἐθεράπευσε. τοῖς τε γὰρ πολλοῖς ἐχαρί-
σατο τόν τε τόκον τὸν ἐποφειλόμενόν σφισιν ἐξ οὗ πρὸς τὸν Πομ-
πήιον ἐξεπολεμώθη πάντα, καὶ τὸ ἐνοίκιον ὅσον ἐς πεντακοσίας
δραχμὰς ἦν ἐνιαυτοῦ ἑνὸς ἀφείς, καὶ προσέτι καὶ τὰς τιμήσεις τῶν
κτημάτων, ἐν οἷς τὴν ἀπόδοσιν τῶν δανεισμάτων κατὰ τοὺς νόμους
γίγνεσθαι ἔδει, πρὸς τὴν ἐν τῷ χρόνῳ ἀξίαν ἐπαναγαγών, ἐπειδὴ
τῷ πλήθει τῶν δεδημοσιωμένων πολὺ πάντα ἐπευώνιστο. τούτους
τε οὖν ταῦτα πράξας ἀνηρτήσατο, καὶ τῶν προσεταιριστῶν τῶν τε

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 43, Κεφ. 39, τμ. 5, γρ. 4
δῆθεν προσεδρεύων ἐλπίδας σφίσιν ὡς καὶ διαφυγεῖν δυνησομένοις
παρέσχε. κἀκ τούτου περιορῶν δὴ τοὺς ἐκ τοῦ τείχους ἐξιόντας
ἐκείνους τε ἐλόχιζε καὶ ἀπώλλυε, καὶ τὴν πόλιν οὕτως ἀνδρῶν κατὰ
βραχὺ ἐρημωθεῖσαν εἷλε. καὶ μετὰ τοῦτο καὶ τὴν Μοῦνδαν καὶ
τὰ ἄλλα, τὰ μὲν ἀκούσια σὺν πολλῷ φόνῳ, τὰ δὲ καὶ ἐθελούσια πα-
ρέλαβε καὶ ἠργυρολόγησεν, ὥστε μηδὲ τῶν τοῦ Ἡρακλέους ἀναθη-
μάτων τῶν ἐν τοῖς Γαδείροις ἀνακειμένων φείσασθαι, χώρας τέ τι-
νων ἀπετέμετο, καὶ ἑτέροις τὸν φόρον προσεπηύξησε. ταῦτα μὲν
τοὺς ἀντιπολεμήσαντάς οἱ ἔδρασε, τοῖς δὲ εὔνοιάν τινα αὐτοῦ σχοῦ-
σιν ἔδωκε μὲν καὶ χωρία καὶ ἀτέλειαν, πολιτείαν τέ τισι, καὶ ἄλ-
λοις ἀποίκοις τῶν Ῥωμαίων νομίζεσθαι, οὐ μὴν καὶ προῖκα αὐτὰ
ἐχαρίσατο.
151

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 43, Κεφ. 50, τμ. 2, γρ. 2
μὲν ὁ Αὔγουστος μετὰ ταῦτα ἐκποιήσας ἀπὸ Μάρκου Μαρκέλλου
τοῦ ἀδελφιδοῦ ἐπωνόμασε· τὰς δὲ οἰκίας τούς τε ναοὺς τοὺς ἐν
τῷ χωρίῳ ἐκείνῳ ὄντας ὁ Καῖσαρ καθελὼν αἰτίαν ἔλαβεν, ὅτι τε
τὰ ἀγάλματα, ξύλινα πλὴν ὀλίγων ὄντα, κατέκαυσε, καὶ θησαυροὺς
χρημάτων συχνοὺς εὑρὼν πάντας αὐτοὺς ἐσφετερίσατο.
ταῦτά τε ἐποίει καὶ νόμους ἐσέφερε τό τε πωμήριον ἐπὶ πλεῖον
ἐπεξήγαγε. καὶ ἐν μὲν τούτοις ἄλλοις τέ τισιν ὅμοια τῷ Σύλλᾳ
πρᾶξαι ἔδοξεν· ἐκ δὲ τοῦ τοῖς τε περιλειφθεῖσι τῶν ἀντιπολεμη-
σάντων οἱ τάς τε αἰτίας ἀφεῖναι καὶ ἄδειαν ἐπί τε τῇ ἴσῃ καὶ ἐπὶ
τῇ ὁμοίᾳ δοῦναι, καὶ ἐκείνων τε τὰς ἀρχὰς προαγαγεῖν καὶ ταῖς
γυναιξὶ τῶν ἀπολωλότων τὰς προῖκας ἀποδοῦναι, τοῖς τε παισὶν
αὐτῶν μέρη τῶν οὐσιῶν χαρίσασθαι, τήν τε τοῦ Σύλλου μιαιφονίαν
μεγάλως ἤλεγξε, καὶ αὐτὸς οὐκ ἐπ' ἀνδρείᾳ μόνον ἀλλὰ καὶ ἐπὶ
χρηστότητι ἰσχυρῶς εὐδοκίμησεν, καίτοι χαλεπὸν ὂν ὡς πλήθει τὸν
αὐτὸν καὶ ἐν πολέμῳ καὶ ἐν εἰρήνῃ διαπρέψαι. τούτοις τε οὖν ἐσε-
μνύνετο, καὶ ὅτι καὶ τὴν Καρχηδόνα τήν τε Κόρινθον ἀνέστησεν.
πολλὰς μὲν γὰρ καὶ ἄλλας ἐν τῇ Ἰταλίᾳ καὶ ἔξω πόλεις τὰς μὲν
ἀνῳκοδόμησε, τὰς δὲ καὶ ἐκ καινῆς κατεστήσατο· ἀλλὰ τοῦτο μὲν
καὶ ἄλλοις τισὶν ἐπέπρακτο, τὴν δὲ δὴ Κόρινθον τήν τε Καρχη-
δόνα, πόλεις ἀρχαίας λαμπρὰς ἐπισήμους ἀπολωλυίας, ᾗ μὲν ἀποι-
κίας Ῥωμαίων ἐνόμισεν, ἀπῴκισεν,

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 46, Κεφ. 31, τμ. 4, γρ. 3
αὖθις ἐγκαταλιπεῖν αὐτόν, ἑτέραν τινὰ ἡμέραν τάξαντες. τάς τε
χλαμύδας τὰς στρατιωτικὰς πάντες, καὶ οἱ μὴ ἐκστρατεύσοντες,
ἠμπέσχοντο, καὶ τοῖς ὑπάτοις τὴν φυλακὴν τῆς πόλεως ἐπέτρεψαν,
ἐκεῖνο δὴ τὸ εἰθισμένον τῷ δόγματι προσγράψαντες, τὸ μηδὲν ἀπ'
αὐτῆς ἀποτριβῆναι. ἐπειδή τε πολλῶν χρημάτων ἐς τὸν πόλεμον
ἐδέοντο, πάντες μὲν τὸ πέμπτον καὶ εἰκοστὸν τῆς ὑπαρχούσης σφίσιν
οὐσίας ἐπέδωκαν, οἱ δὲ δὴ βουλευταὶ καὶ τέσσαρας ὀβολοὺς καθ'
ἑκάστην κεραμίδα τῶν ἐν τῇ πόλει οἰκιῶν, ὅσας ἢ αὐτοὶ ἐκέκτηντο
ἢ ἄλλων οὔσας ᾤκουν. καὶ χωρὶς ἕτερα οὐκ ὀλίγα οἱ πάνυ πλού-
σιοι συνετέλεσαν, τά τε ὅπλα καὶ τὰ ἄλλα τὰ πρὸς τὴν στρατείαν
ἀναγκαῖα συχναὶ μὲν πόλεις συχνοὶ δὲ καὶ ἰδιῶται προῖκα ἐξεποίη-
σαν· τοσαύτη γὰρ ἀχρηματία τὸ δημόσιον τότε ἔσχεν ὥστε μηδὲ
τὰς πανηγύρεις τὰς ἐν τῷ καιρῷ ἐκείνῳ γενέσθαι ὀφειλούσας ἐπι-
τελεσθῆναι, ἔξω βραχέων τινῶν ὁσίας ἕνεκα. ταῦτα δὲ ὅσοι μὲν
τῷ τε Καίσαρι ἐχαρίζοντο καὶ τὸν Ἀντώνιον ἐμίσουν προθύμως
ἔπραττον· οἱ δὲ δὴ πλείους, ἅτε καὶ ταῖς στρατείαις ἅμα καὶ ταῖς
ἐσφοραῖς βαρούμενοι, ἐδυσχέραινον, καὶ μάλισθ' ὅτι ἄδηλον μὲν
ἦν ὁπότερος αὐτῶν κρατήσει, πρόδηλον δὲ ὅτι τῷ νικήσαντι δου-
λεύσουσι. συχνοὶ δ' οὖν καὶ τὰ τοῦ Ἀντωνίου βουλόμενοι, οἱ μὲν
ἄντικρυς πρὸς αὐτόν, ἄλλοι τε καὶ δήμαρχοι στρατηγοί τέ τινες,
ἀπῆλθον, οἱ δὲ καὶ κατὰ χώραν μείναντες, ὧν καὶ ὁ Καλῆνος ἦν,
152

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή


Book 47, Κεφ. 14, τμ. 1, γρ. 3

εἶπον, ὁπότε καὶ ἐκείνοις (τοῖς τρισὶν ἀνδράσι λέγω) ἄλλα τε ὡς


εὐεργέταις καὶ σωτῆρσι τῆς πόλεως γεγονόσι καὶ τοὺς στεφάνους
τοὺς πολιτικοὺς ἐψηφίσαντο; οὐ γὰρ ὅτι τινὰς ἐφόνευον, αἰτίαν
ἔχειν ἠξίουν, ἀλλ' ὅτι μὴ πλείονας, προσεπαινεῖσθαι ἤθελον. καὶ
πρός γε τὸν δῆμον φανερῶς ποτε εἶπον ὅτι οὔτε τὴν τοῦ Μαρίου
τοῦ τε Σύλλου ὠμότητα, ὥστε καὶ μισηθῆναι, οὔτ' αὖ τὴν τοῦ
Καίσαρος ἐπιείκειαν, ὥστε καὶ καταφρονηθῆναι καὶ ἀπ' αὐτοῦ
καὶ ἐπιβουλευθῆναι, ἐζηλώκασι.
τοιαῦτα μὲν περὶ τὰς σφαγὰς ἐγίγνετο, πολλὰ δὲ δὴ καὶ ἄτοπα
καὶ περὶ τὰς τῶν ἄλλων οὐσίας συνέβαινε. καίτοι ταῖς τε γυναιξὶ
ταῖς τῶν φονευομένων τὰς προῖκας καὶ τοῖς τέκνοις τοῖς μὲν ἄρρεσι
τὸ δέκατον ταῖς δὲ θηλείαις τὸ εἰκοστὸν τῆς ἑκάστου σφῶν οὐσίας
δώσειν, ὡς καὶ δὴ δίκαιοι φιλάνθρωποί τε ὄντες, ἐπηγγείλαντο.
ἀλλ' οὔτε ταῦτα πλὴν ὀλίγων ἐδόθη, τά τε τῶν λοιπῶν καὶ πάνυ
πάντα ἀδεῶς ἐπορθεῖτο. τοῦτο μὲν γὰρ ἐνοίκιον ἐνιαύσιον πασῶν
τῶν τε ἐν τῷ ἄστει καὶ τῶν ἐν τῇ ἄλλῃ Ἰταλίᾳ οἰκιῶν, ὧν μὲν
ἐμεμισθώκεσάν τινες, ὅλον, ὧν δὲ αὐτοὶ ᾤκουν, ἐξ ἡμισείας, πρὸς
τὴν τῆς καταγωγῆς ἀξίαν ἐσέπραξαν· τοῦτο δὲ τοὺς τὰ χωρία
ἔχοντας τὸ ἥμισυ τῶν προσόδων αὐτῶν ἀφείλοντο. καὶ προσέτι
καὶ τοὺς στρατιώτας τήν τε τροφὴν παρὰ τῶν πόλεων, ἐν αἷς ἐχεί-
μαζον, προῖκα λαμβάνειν ἐποίησαν, καὶ κατὰ τὴν χώραν, ὡς ἐπὶ

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 47, Κεφ. 14, τμ. 3, γρ. 3
ταῖς τῶν φονευομένων τὰς προῖκας καὶ τοῖς τέκνοις τοῖς μὲν ἄρρεσι
τὸ δέκατον ταῖς δὲ θηλείαις τὸ εἰκοστὸν τῆς ἑκάστου σφῶν οὐσίας
δώσειν, ὡς καὶ δὴ δίκαιοι φιλάνθρωποί τε ὄντες, ἐπηγγείλαντο.
ἀλλ' οὔτε ταῦτα πλὴν ὀλίγων ἐδόθη, τά τε τῶν λοιπῶν καὶ πάνυ
πάντα ἀδεῶς ἐπορθεῖτο. τοῦτο μὲν γὰρ ἐνοίκιον ἐνιαύσιον πασῶν
τῶν τε ἐν τῷ ἄστει καὶ τῶν ἐν τῇ ἄλλῃ Ἰταλίᾳ οἰκιῶν, ὧν μὲν
ἐμεμισθώκεσάν τινες, ὅλον, ὧν δὲ αὐτοὶ ᾤκουν, ἐξ ἡμισείας, πρὸς
τὴν τῆς καταγωγῆς ἀξίαν ἐσέπραξαν· τοῦτο δὲ τοὺς τὰ χωρία
ἔχοντας τὸ ἥμισυ τῶν προσόδων αὐτῶν ἀφείλοντο. καὶ προσέτι
καὶ τοὺς στρατιώτας τήν τε τροφὴν παρὰ τῶν πόλεων, ἐν αἷς ἐχεί-
μαζον, προῖκα λαμβάνειν ἐποίησαν, καὶ κατὰ τὴν χώραν, ὡς ἐπὶ
τὰ δεδημευμένα τά τε τῶν ἀνθισταμένων ἔτι, διαπέμποντες (καὶ
γὰρ ἐκείνους, ὅτι μὴ ἐντὸς τῆς προρρηθείσης σφίσιν ἡμέρας μετέ-
στησαν, πολεμίους ἐποιήσαντο) πάντα καὶ τὰ λοιπὰ προσδιήρπα-
ζον. ἵνα γὰρ καὶ πρὸ τῶν ἔργων τοὺς μισθοὺς ἔχοντες πᾶν τὸ
πρόθυμόν σφισι παρέχωνται, ταῦτά τε αὐτοῖς πράττειν ἐπέτρεπον
καὶ πόλεις χώρας τε δώσειν ὑπισχνοῦντο· καὶ ἐπὶ τούτῳ καὶ γεω-
νόμους ὁμοῦ καὶ οἰκιστὰς αὐτοῖς προσαπέδειξαν. τὸ μὲν οὖν πλῆ-
θος τῶν στρατιωτῶν τούτοις ἀνηρτῶντο, τῶν δὲ δὴ λογιμωτέρων
τοὺς μὲν τοῖς κτήμασι τοῖς τῶν ἀπολλυμένων ἐδελέαζον, τὰ μὲν
153

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 47, Κεφ. 14, τμ. 4, γρ. 7
τὰ δεδημευμένα τά τε τῶν ἀνθισταμένων ἔτι, διαπέμποντες (καὶ
γὰρ ἐκείνους, ὅτι μὴ ἐντὸς τῆς προρρηθείσης σφίσιν ἡμέρας μετέ-
στησαν, πολεμίους ἐποιήσαντο) πάντα καὶ τὰ λοιπὰ προσδιήρπα-
ζον. ἵνα γὰρ καὶ πρὸ τῶν ἔργων τοὺς μισθοὺς ἔχοντες πᾶν τὸ
πρόθυμόν σφισι παρέχωνται, ταῦτά τε αὐτοῖς πράττειν ἐπέτρεπον
καὶ πόλεις χώρας τε δώσειν ὑπισχνοῦντο· καὶ ἐπὶ τούτῳ καὶ γεω-
νόμους ὁμοῦ καὶ οἰκιστὰς αὐτοῖς προσαπέδειξαν. τὸ μὲν οὖν πλῆ-
θος τῶν στρατιωτῶν τούτοις ἀνηρτῶντο, τῶν δὲ δὴ λογιμωτέρων
τοὺς μὲν τοῖς κτήμασι τοῖς τῶν ἀπολλυμένων ἐδελέαζον, τὰ μὲν
ἐπευωνίζοντες τὰ δὲ καὶ προῖκά σφισι χαριζόμενοι, τοὺς δὲ καὶ
ταῖς ἀρχαῖς ταῖς τε ἱερωσύναις αὐτῶν ἐτίμων. ὅπως γὰρ ἀδεῶς
αὐτοί τε τὰ κάλλιστα καὶ τῶν χωρίων καὶ τῶν οἰκοδομημάτων
λαμβάνωσι καὶ ἐκείνοις ὅσα βούλονται διδῶσι, προεῖπον μηδένα
τῶν ἄλλων μὴ ὠνησείοντα ἐς τὸ πρατήριον ἀπαντᾶν, εἰ δὲ μή γε,
θνήσκειν τὸν τοῦτο ποιήσαντα. καὶ ἐκείνους γε οὕτω μετεχειρίζοντο
ὥστεμήτετι καταφωρᾶν καὶ πλείστου ὅσου ἀγοράζειν ὧν ἔχρῃ-
ζον, καὶ διὰ τοῦτο μηδ' ὠνητιᾶν ἔτι.

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 47, Κεφ. 17, τμ. 5, γρ. 4
ἀχρύσων καὶ ἀναργύρων ὄντων, τῶν δὲ λοιπῶν μὴ τολμώντων ὡς
καὶ ἐχόντων τι ἀγοράσαι, ἵνα μὴ καὶ ἐκεῖνο προσαπολέσωσιν, αἱ
τιμαὶ ἀνεῖντο· τοῦτο δὲ τοῖς στρατιώταις πολὺ παρὰ τὴν ἀξίαν
πάντα ἐπιπράσκετο. ὥστε τῶν μὲν ἰδιωτῶν οὐδεὶς οὐδέν, ὅ τι καὶ
ἄξιον εἰπεῖν, διεσώσατο· πρὸς γὰρ αὖ τοῖς ἄλλοις ἔς τε τὸ ναυτι-
κὸν οἰκέτας, εἰ καὶ μὴ εἶχόν τινες, ὠνούμενοί γε ἐδίδοσαν, καὶ τὰς
ὁδοὺς οἰκείοις οἱ βουλευταὶ δαπανήμασιν ἐπεσκεύαζον. μόνοι δὲ
δὴ οἱ τὰ ὅπλα ἔχοντες ὑπερεπλούτησαν. οὐδὲ γὰρ οὐδὲ ἐξήρκει
σφίσιν οὔτε ἡ μισθοφορὰ καίπερ ἐντελὴς οὖσα, οὔτε αἱ ἔξωθεν
ἐπιφοραὶ καίτοι παμπληθεῖς γενόμεναι, οὐ τὰ ἆθλα τῶν φόνων
μέγιστα δὴ δοθέντα, οὐχ αἱ κτήσεις τῶν χωρίων προικιμαῖαι τρό-
πον τινὰ αὐτοῖς ὑπάρξασαι· ἀλλὰ καὶ προσέτι οἱ μὲν τὰς οὐσίας
τῶν τελευτώντων ὅλας καὶ ᾔτουν καὶ ἐλάμβανον, οἱ δὲ καὶ ἐς τὰ
τῶν ζώντων ἔτι γερόντων τε καὶ ἀτέκνων γένη ἐσεβιάζοντο. ἐς
τοσοῦτον γὰρ τῆς τε ἀπληστίας καὶ τῆς ἀναισχυντίας ἐχώρησαν
ὥστε τινὰ καὶ τὴν τῆς Ἀττίας τῆς τοῦ Καίσαρος μητρὸς οὐσίαν,
ἀποθανούσης τότε καὶ δημοσίᾳ [τε] ταφῇ τιμηθείσης, παρ' αὐ-
τοῦ τοῦ Καίσαρος αἰτῆσαι.

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 47, Κεφ. 34, τμ. 5, γρ. 1
τοῦ τε πυρὸς ἐς οἰκίας τινὰς ἐνέβαλον, καὶ τοὺς μὲν ὁρῶντας τὸ
γιγνόμενον προκατέπληξαν, τοῖς δ' ἄπωθεν οὖσι δόξαν ὡς καὶ πάντα
154

ἄρδην ᾑρηκότες παρέσχον· ἐκ γὰρ τούτου καὶ οἱ ἐπιχώριοι τὰ λοιπὰ


ἐθελονταὶ συγκατέπρησαν καὶ ἀλλήλους οἱ πλείους ἀνεχρήσαντο.
μετὰ δὲ τοῦτο πρὸς τὰ Πάταρα ὁ Βροῦτος ἦλθε, καὶ προεκαλέ-
σατο μὲν αὐτοὺς ἐς φιλίαν, ὡς δ' οὐχ ὑπήκουσαν (οἵ τε γὰρ δοῦλοι
καὶ τῶν ἐλευθέρων οἱ πένητες, οἱ μὲν ἐλευθερίας οἱ δὲ χρεῶν ἀπο-
κοπῆς προτετυχηκότες, ἐκώλυόν σφας συμβῆναι), τὸ μὲν πρῶτον
τοὺς αἰχμαλώτους τῶν Ξανθίων (καὶ γὰρ ἐν γένει αὐτοῖς κατ' ἐπι-
γαμίαν πολλοὶ ἦσαν) ἔπεμψέ σφισιν, ἐλπίδα ἔχων δι' ἐκείνων αὐ-
τοὺς προσάξεσθαι· ἐπεὶ δ' οὐδὲν μᾶλλον ἐνέδοσαν καίπερ προῖκα
αὐτοῦ τοὺς ἀναγκαίους ἑκάστῳ διδόντος, πρατήριόν τι ὑπ' αὐτὸ
τὸ τεῖχος ἐν ἀσφαλεῖ κατεστήσατο, καὶ παράγων ἕνα ἕκαστον τῶν
πρώτων ἀπεκήρυττεν, εἴ πως διά γε τούτου τοὺς Παταρέας ὑπα-
γάγοιτο. ὡς δ' οὐδὲ τότε αὐτῷ προσεχώρησαν, ὀλίγους ἀποδόμενος
τοὺς λοιποὺς ἀφῆκεν. ἰδόντες δὲ τοῦτο οἱ ἔνδον οὐκέτ' ἀντῆραν,
ἀλλ' εὐθὺς αὐτῷ ὡς καὶ ἀρετὴν ἔχοντι προσέθεντο, μηδὲν ἔξω
τῶν χρημάτων ζημιωθέντες. καὶ τοῦτο καὶ οἱ Μυρεῖς ἐποίησαν,
ἐπειδὴ τὸν στρατηγὸν αὐτῶν ἐν τῷ ἐπινείῳ λαβὼν ἀπέλυσε. καὶ
οὕτω καὶ τἆλλα δι' ὀλίγου παρεστήσατο.

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 48, Κεφ. 8, τμ. 5, γρ. 5

προσκρούων καὶ τοτὲ μὲν ὡς φιλόδημος τοτὲ δὲ ὡς φιλοστρατιώτης


ἐγκαλούμενος. καὶ διὰ ταῦτα ἐπειδὴ μήτε τι ἤνυε, καὶ προσέτι
καὶ ἐξ αὐτῶν τῶν ἔργων ἔμαθεν ὅτι οὐδὲν τὰ ὅπλα πρὸς τὸ τοὺς
ἀδικουμένους εὐνοϊκῶς οἱ ἔχειν ἐδύνατο, ἀλλὰ ἀπολέσθαι μὲν πᾶν
τὸ μὴ ὑπεῖκον δι' αὐτῶν οἷόν τε ἦν, ἀναγκασθῆναι δέ τινα φιλεῖν
ὃν μὴ βούλεται ἀδύνατον ὑπάρχοι, οὕτω δὴ καὶ ἄκων ὑποκατέκλινε,
καὶ οὐκέτ' οὔτε τῶν βουλευτῶν τι ἀφείλετο (πρότερον γὰρ καὶ τὰ
ἐκείνων πάντα κατανεῖμαι ἠξίου, διερωτῶν σφας “πόθεν οὖν τὰ
γέρα τοῖς ἐστρατευμένοις ἀποδώσομεν;” ὥσπερ τινὸς αὐτῷ πολε-
μεῖν ἢ καὶ τοσαῦτά σφισιν ὑπισχνεῖσθαι κεκελευκότος), τῶν τε
ἄλλων ὅσα ἢ γυναῖκες ἐς τὰς προῖκας ἐντετιμημένα ἢ καὶ ἕτεροί
τινες ἐλάττω τῆς κατ' ἄνδρα τοῖς ἐστρατευμένοις διδομένης γῆς
ἐκέκτηντο, ἀπέσχετο. πραχθέντος δὲ τούτου ἡ μὲν γερουσία καὶ
οἱ ἄλλοι οἱ μηδενὸς στερόμενοι πρᾴως πως πρὸς αὐτὸν ἔσχον, οἱ
δὲ ἐστρατευμένοι τήν τε φειδὼ καὶ τὴν τιμὴν τὴν ἐς ἐκείνους ἀτι-
μίαν τε ἅμα καὶ ζημίαν ἑαυτῶν, ὡς καὶ ἐλάττω ληψομένων, νομί-
ζοντες εἶναι ἐδυσχέραινον, καὶ τῶν τε ἑκατοντάρχων καὶ τῶν ἄλλων
τῶν ἐπιτηδείως τε τῷ Καίσαρι ἐχόντων καὶ θορυβεῖν αὐτοὺς κω-
λυόντων συχνοὺς ἀπέκτειναν, αὐτόν τε ἐκεῖνον παρ' ὀλίγον ἦλθον
ἀποχρήσασθαι, πᾶσαν αὐτάρκη πρόφασιν τῆς ὀργῆς ποιούμενοι.

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 48, Κεφ. 39, τμ. 2, γρ. 5
ἀνθειστιάθη, καὶ τὴν θυγατέρα Μάρκῳ Μαρκέλλῳ τῷ τοῦ Καί-
σαρος ἀδελφιδῷ ἠγγύησεν.
οὗτος μὲν οὖν ὁ πόλεμος ἀνεβέβλητο, τὰ δὲ δὴ τοῦ Λαβιήνου
155

τῶν τε Πάρθων ὧδε διεπολεμήθη. ὁ Ἀντώνιος αὐτὸς μὲν ἐς τὴν


Ἑλλάδα ἀπὸ τῆς Ἰταλίας ἐπανελθὼν ἐνταῦθα ἐπὶ πλεῖστον ἐνεχρό-
νισεν, τάς τε ἐπιθυμίας ἅμα ἀποπιμπλὰς καὶ τὰς πόλεις κακῶν,
ἵν' ὅτι ἀσθενέσταται τῷ Σέξτῳ παραδοθῶσι. καὶ ἄλλα τε ἐν τούτῳ
πολλὰ ἔξω τῶν πατρίων ἐξεδιῃτήθη, καὶ Διόνυσον ἑαυτὸν νέον
αὐτός τε ἐκάλει καὶ ὑπὸ τῶν ἄλλων ὀνομάζεσθαι ἠξίου· ἐπειδή τε
οἱ Ἀθηναῖοι πρός τε τοῦτο καὶ πρὸς τὰ ἄλλα τὴν Ἀθηνᾶν αὐτῷ
κατηγγύησαν, δέχεσθαί τε τὸν γάμον ἔφη καὶ προῖκα μυριάδας
ἑκατὸν παρ' αὐτῶν ἐξέπραξεν. αὐτὸς μὲν οὖν περὶ ταῦτα εἶχε,
τὸν δὲ δὴ Οὐεντίδιον τὸν Πούπλιον ἐς τὴν Ἀσίαν προύπεμψεν. καὶ
ὃς ἦλθέ τε ἐπὶ τὸν Λαβιῆνον πρὶν ἔκπυστος γενέσθαι, καὶ κατα-
πλήξας αὐτὸν τῷ τε αἰφνιδίῳ τῆς ἐφόδου καὶ τοῖς στρατεύμασιν
(ἄνευ γὰρ τῶν Πάρθων μετὰ τῶν αὐτόθεν στρατιωτῶν μόνων ἦν)
ἐκεῖθέν τε μηδὲ ἐς χεῖράς οἱ ὑπομείναντα εὐθὺς ἐξέωσε,
καὶ φεύγοντα ἐς τὴν Συρίαν ἐπεδίωξε, τὸ κουφότατον τοῦ στρατοῦ
λαβών. καὶ αὐτὸν πρὸς τῷ Ταύρῳ καταλαβὼν οὐκέτι περαιτέρω
προχωρῆσαι εἴασεν, ἀλλ' ἐνταῦθα ἐπὶ πλείους ἡμέρας καταστρα-
τοπεδευσάμενοι ἡσύχαζον· Λαβιῆνος μὲν γὰρ τοὺς Πάρθους, Οὐεν

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 49, Κεφ. 43, τμ. 3, γρ. 1
διεπράττοντό σφισιν, οἱ μὲν διὰ τοῦ Ἀντωνίου οἱ δὲ διὰ τοῦ Καί-
σαρος, ψηφίζεσθαι, καὶ ἐπὶ τῇ προφάσει ταύτῃ χρυσίου πολὺ παρὰ
τῶν δήμων ἐς τοὺς στεφάνους ἐσέπραττον.
τῷ δ' ὑστέρῳ ἔτει ἀγορανόμος ὁ Ἀγρίππας ἑκὼν ἐγένετο, καὶ
πάντα μὲν τὰ οἰκοδομήματα τὰ κοινὰ πάσας δὲ τὰς ὁδούς, μηδὲν
ἐκ τοῦ δημοσίου λαβών, ἐπεσκεύασε, τούς τε ὑπονόμους ἐξεκάθηρε,
καὶ ἐς τὸν Τίβεριν δι' αὐτῶν ὑπέπλευσε. κἀν τῷ ἱπποδρόμῳ
σφαλλομένους τοὺς ἀνθρώπους περὶ τὸν τῶν διαύλων ἀριθμὸν ὁρῶν
τούς τε δελφῖνας καὶ τὰ ᾠοειδῆ δημιουργήματα κατεστήσατο, ὅπως
δι' αὐτῶν αἱ περίοδοι τῶν περιδρόμων ἀναδεικνύωνται. καὶ προς-
έτι καὶ ἔλαιον καὶ ἅλας πᾶσι διέδωκε, τά τε βαλανεῖα προῖκα δι'
ἔτους καὶ τοῖς ἀνδράσι καὶ ταῖς γυναιξὶ λοῦσθαι παρέσχε· καὶ
τοὺς κουρέας ἐν ταῖς πανηγύρεσιν, ἃς πολλὰς καὶ παντοδαπὰς
ἐποίησεν ὥστε καὶ τοὺς τῶν βουλευτῶν παῖδας τὴν Τροίαν ἱππεῦ-
σαι, ἐμισθώσατο, ἵνα μηδεὶς μηδὲν αὐτοῖς ἀναλώσῃ. καὶ τέλος
σύμβολά τέ τινα ἐς τὸ θέατρον κατὰ κορυφὴν ἔρριψε, τῷ μὲν
ἀργύριον τῷ δὲ ἐσθῆτα τῷ δὲ ἄλλο τι φέροντα, καὶ ἄλλα πάμπολλα
ὤνια ἐς τὸ μέσον καταθεὶς διαρπάσαι σφίσιν ἐπέτρεψεν. Ἀγρίππας
μὲν δὴ ταῦτά τε ἐποίει, καὶ τοὺς ἀστρολόγους τούς τε γόητας ἐκ
τῆς πόλεως ἐξήλασεν·

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 54, Κεφ. 25, τμ. 4, γρ. 7
ἥ τε γὰρ βουλὴ ἠθροίσθη, καὶ ἔδοξέ σφισιν ἄλλα τε καὶ βωμὸν
ἐν αὐτῷ τῷ βουλευτηρίῳ ὑπὲρ τῆς τοῦ Αὐγούστου ἐπανόδου ποιή-
σασθαι, τοῖς τε ἱκετεύσασιν αὐτὸν ἐντὸς τοῦ πωμηρίου ὄντα ἄδειαν
εἶναι. οὐ μέντοι καὶ ἐδέξατο οὐδέτερον, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀπάντησιν
156

τοῦ δήμου καὶ τότε ἐξέστη· νυκτὸς γὰρ ἐς τὴν πόλιν ἐσεκομίσθη,
ὅπερ που καὶ ἀεὶ ὡς εἰπεῖν, εἴτε ἐς τὰ προάστεια εἴτε καὶ ἄλλοσέ
ποι ἐκδημοίη, καὶ ἀφορμώμενος καὶ ἐπανιὼν ὁμοίως ἐποίει, ἵνα
μηδενὶ αὐτῶν ὀχληρὸς εἴη. τῇ δ' ὑστεραίᾳ ἔν τε τῷ παλατίῳ τὸν
δῆμον ἠσπάσατο, καὶ ἐς τὸ Καπιτώλιον ἀνελθὼν τήν τε δάφνην
ἀπὸ τῶν ῥάβδων περιεῖλε καὶ ἐς τὰ τοῦ Διὸς γόνατα κατέθετο,
τῷ τε δήμῳ προῖκα τά τε λουτρὰ καὶ τοὺς κουρέας τὴν ἡμέραν
ἐκείνην παρέσχε. συναγαγὼν δὲ ἐκ τούτου τὸ βουλευτήριον αὐτὸς
μὲν οὐδὲν εἶπεν ὑπὸ βράγχου, τὸ δὲ δὴ βιβλίον τῷ ταμίᾳ ἀναγνῶ-
ναι δοὺς τά τε πεπραγμένα οἱ κατηριθμήσατο, καὶ διέταξε τά τε
ἔτη ὅσα οἱ πολῖται στρατεύσοιντο, καὶ τὰ χρήματα ὅσα παυσάμενοι
τῆς στρατείας, ἀντὶ τῆς χώρας ἣν ἀεί ποτε ᾔτουν, λήψοιντο, ὅπως
ἐπὶ ῥητοῖς ἐκεῖθεν ἤδη καταλεγόμενοι μηδὲν τούτων γε ἕνεκα νεω-
τερίζωσιν. ἦν δὲ ὅ τε ἀριθμὸς τῶν ἐτῶν τοῖς μὲν δορυφόροις δώ-
δεκα τοῖς δ' ἄλλοις ἑκκαίδεκα, καὶ τὸ [μὲν] ἀργύριον τοῖς μὲν ἔλατ-
τον τοῖς δὲ πλεῖον. ταῦτα δὲ ἐκείνοις μὲν οὔθ' ἡδονὴν οὔτ' ὀργὴν
ἔν γε τῷ τότε παρόντι ἐνεποίησε διὰ τὸ μήτε πάντων ὧν ἐπεθύ

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 54, Κεφ. 29, τμ. 4, γρ. 2
στου φιλίᾳ πρός τε τὸ αὐτῷ ἐκείνῳ καὶ πρὸς τὸ τῷ κοινῷ συμφο-
ρώτατον χρησάμενος. ὅσον τε γὰρ τοὺς ἄλλους ἀρετῇ κατεκράτει,
τοσοῦτον ἐκείνου ἐθελοντὴς ἡττᾶτο, καὶ πᾶσαν αὐτῷ τὴν ἑαυτοῦ
καὶ σοφίαν καὶ ἀνδρείαν ἐς τὰ λυσιτελέστατα παρέχων πᾶσαν τὴν
παρ' ἐκείνου καὶ τιμὴν καὶ δύναμιν ἐς τὸ τοὺς ἄλλους εὐεργετεῖν
ἀνήλισκεν. ἀφ' οὗ δὴ καὶ τὰ μάλιστα οὔτ' αὐτῷ ποτε τῷ Αὐ-
γούστῳ ἐπαχθὴς οὔτε τοῖς ἄλλοις ἐπίφθονος ἐγένετο, ἀλλ' ἐκείνῳ
τε τὴν μοναρχίαν ὡς καὶ δυναστείας ὄντως ἐπιθυμητὴς συνέστησε,
καὶ τὸν δῆμον εὐεργεσίαις ὡς καὶ δημοτικώτατος προσεποιήσατο.
καὶ τότε γοῦν κήπους τέ σφισι καὶ τὸ βαλανεῖον τὸ ἐπώνυμον αὐ-
τοῦ κατέλιπεν, ὥστε προῖκα αὐτοὺς λοῦσθαι, χωρία τινὰ ἐς τοῦτο
τῷ Αὐγούστῳ δούς. καὶ ὃς οὐ μόνον ταῦτ' ἐδημοσίευσεν, ἀλλὰ
καὶ καθ' ἑκατὸν δραχμὰς τῷ δήμῳ ὡς καὶ ἐκείνου κελεύσαντος
διένειμε. τῶν τε γὰρ πλείστων αὐτοῦ ἐκληρονόμησεν, ἐν οἷς ἄλλα
τε καὶ ἡ Χερρόνησος ἡ πρὸς τῷ Ἑλλησπόντῳ, οὐκ οἶδ' ὅπως ἐς
τὸν Ἀγρίππαν ἐλθοῦσα· καὶ πάνυ ἐπὶ πολὺ αὐτὸν ἐπόθησεν, καὶ
διὰ τοῦτο καὶ ἔντιμον παρὰ τῷ δήμῳ ἐποίησε, τόν τε υἱὸν τὸν
τελευτήσαντί οἱ γεννηθέντα Ἀγρίππαν προσηγόρευσεν. οὐ μέντοι
οὔτε τοῖς ἄλλοις ἐκλιπεῖν τι τῶν πατρίων, καίπερ μηδενὸς τῶν πρώ-
των ἐς τὰς πανηγύρεις ἀπαντῆσαι ἐθέλοντος, ἐπέτρεψε, καὶ αὐτὸς
τὰς μονομαχίας διετέλεσε·

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 55, Κεφ. 26, τμ. 3, γρ. 1
ἀπέφηνε, τὰ μὲν συνέστειλε τὰ δὲ καὶ παντάπασι διέγραψε.
ταῦτά τε οὖν τοὺς Ῥωμαίους ἐλύπει, καὶ προσέτι καὶ λιμὸς
ἰσχυρός, ὥσθ' ὑπ' αὐτοῦ τούς τε μονομαχοῦντας καὶ τὰ ἀνδράποδα
τὰ ὤνια ὑπὲρ πεντήκοντα καὶ ἑπτακοσίους σταδίους ἐξωσθῆναι, ἔκ
τε τῆς θεραπείας καὶ τὸν Αὔγουστον καὶ τοὺς ἄλλους τὸ πλεῖον
157

ἀποπέμψασθαι, καὶ δικῶν ἀνοχὰς γενέσθαι, ἐκδημεῖν τε τοῖς βου-


λευταῖς ἔνθα ἂν ἐθελήσωσιν ἐπιτραπῆναι. καὶ ὅπως γ' ἂν μηδὲν
ἐκ τούτου τὰ δόγματα ἐμποδίζηται, κύρια πάντα τὰ γιγνωσκόμενα
ὑπὸ τῶν ἀεὶ παρόντων εἶναι ἐκελεύσθη. καὶ προσέτι καὶ ἄνδρες
ὑπατευκότες ἐπί τε τοῦ σίτου καὶ ἐπὶ τοῦ ἄρτου κατέστησαν, ὥστε
τακτὸν ἑκάστῳ πιπράσκεσθαι. ἐπέδωκε μὲν γὰρ καὶ προῖκα ὁ Αὔ-
γουστος τοῖς σιτοδοτουμένοις τοσοῦτον ἕτερον ὅσον ἀεὶ ἐλάμβανον·
ὡς δ' οὐδὲ ἐκεῖνό σφισιν ἐξήρκεσεν, οὐδὲ ἐς τὰ ἑαυτοῦ γενέθλια
δημοσίᾳ αὐτοὺς ἑστιαθῆναι εἴασεν.
ἐπειδή τε ἐν τῷ χρόνῳ τούτῳ πολλὰ τῆς πόλεως πυρὶ διεφθάρη,
ἄνδρας τε ἐξελευθέρους ἑπταχῇ πρὸς τὰς ἐπικουρίας αὐτῆς κατε-
λέξατο, καὶ ἄρχοντα ἱππέα αὐτοῖς προσέταξεν, ὡς καὶ δι' ὀλίγου
σφᾶς διαλύσων. οὐ μέντοι καὶ ἐποίησε τοῦτο· καταμαθὼν γὰρ ἐκ
τῆς πείρας καὶ χρησιμωτάτην καὶ ἀναγκαιοτάτην τὴν παρ' αὐτῶν
βοήθειαν οὖσαν ἐτήρησεν αὐτούς.

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 59, Κεφ. 13, τμ. 8, γρ. 3
μεγαλύνοντες αὐτὸν ἐπεβόων “νεανίσκε Αὔγουστε·” οὐ γὰρ μακα-
ρίζεσθαι ὅτι νέος ὢν ἐμονάρχει, ἀλλ' ἐγκαλεῖσθαι ὅτι ἐν ἐκείνῃ τῇ
ἡλικίᾳ τηλικαύτην ἀρχὴν εἶχεν ἡγεῖτο. καὶ ταῦτα μὲν ἀεὶ ἐποίει, καί
ποτε παντὶ τῷ δήμῳ ἅμα ἀπειλῶν ἔφη “εἴθε ἕνα αὐχένα εἴχετε·”
τότε δὲ ἐπειδὴ παρωξύνθη τι οἷον εἰώθει, δυσχερᾶναν τὸ πλῆθος
τῆς τε θέας ἠμέλησε καὶ ἐπὶ τοὺς συκοφαντοῦντας ἐτράπετο, καὶ
αὐτοὺς ἐπὶ πολὺ σφοδρῶς βοῶντες ἐξῄτουν. καὶ ὃς ἀγανακτήσας
ἀπεκρίνατο μέν σφισιν οὐδέν, προστάξας δὲ ἑτέροις τισὶ τοὺς
ἀγῶνας ποιεῖν ἐς Καμπανίαν ἀπῆρε. καὶ μετὰ τοῦτο ἐπανελθὼν
πρὸς τὰ τῆς Δρουσίλλης γενέσια ἄγαλμα τε αὐτῆς ἐπ' ἐλεφάντων
ἐν ἁρμαμάξῃ ἐς τὸν ἱππόδρομον ἐσήγαγε, καὶ θέαν τῷ δήμῳ προῖκα
ἐπὶ δύο ἡμέρας ἀπένειμε· καὶ αὐτῷ τῇ μὲν προτέρᾳ ἄρκτοι πρὸς
ταῖς τῶν ἵππων ἁμίλλαις πεντακόσιαι ἐσφάγησαν τῇ δὲ ἑτέρᾳ Λι-
βυκὰ θηρία ἴσα ἀναλώθη, καὶ παγκρατιασταὶ ἐν πολλοῖς ἅμα τόποις
ἠγωνίσαντο. καὶ ὁ δῆμος εἱστιάθη, τοῖς τε βουλευταῖς ταῖς τε
γυναιξὶν αὐτῶν δωρεὰ ἐδόθη .....

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 61, Κεφ. 21, τμ. 2, γρ. 1
ὁ Ἀπόλλων, ὁ Αὔγουστος, εἷς ὡς Πύθιος. μά σε Καῖσαρ, οὐδείς
σε νικᾷ.” ποιήσας δὲ ταῦτα ἐδείπνισε τὸν δῆμον ἐπὶ πλοίων ἐν
τῷ χωρίῳ ἐν ᾧ ἡ ναυμαχία ὑπὸ τοῦ Αὐγούστου ἐγεγόνει· καὶ
ἐξ αὐτοῦ νυκτὸς μεσούσης ἐς τὸν Τίβεριν διὰ τάφρου κατέπλευσε.
Xip157, 5 – 158, 16 R. St., et (v. 2) Exc. Val. 242.
ταῦτα μὲν ἐπὶ τῷ τὸ γένειον ψιλισθῆναι ἔπραξεν· ὑπὲρ
δὲ δὴ τῆς σωτηρίας τῆς τε διαμονῆς τοῦ κράτους αὐτοῦ (οὕτω
γάρ που προέγραψεν) ἀγῶνα πενταετηρικὸν κατεστήσατο, Νε-
ρώνεια αὐτὸν ὀνομάσας, καὶ ἐπ' αὐτῷ καὶ τὸ γυμνάσιον ᾠκο-
δόμησεν, ἔλαιόν τε ἐν τῇ καθιερώσει αὐτοῦ καὶ τοῖς βουλευ-
ταῖς καὶ τοῖς ἱππεῦσι προῖκα ἔνειμε. τὸν μέντοι στέφανον
τὸν τῶν κιθαρῳδῶν ἀνικεὶ ἔλαβε, πάντων ὡς καὶ ἀναξίων τῆς
νίκης ἐκβληθέντων, καὶ εὐθὺς ἐς αὐτὸ τὸ γυμνάσιον ἐν τῇ στολῇ
158

σφων ἐσεγράφη. κἀκ τούτου καὶ οἱ ἄλλοι αὐτῷ στέφανοι οἱ τῆς


κιθαρῳδίας ἐξ ἁπάντων τῶν ἀγώνων ὡς καὶ μόνῳ ἀξιονίκῳ ἐπέμ-
ποντο. Xip158, 16 – 24 R. St., Exc. Val. 243 (p. 689).
ἐν ᾧ δὲ ταῦτα ἐν τῇ Ῥώμῃ ἐπαίζετο, πάθος ἐν τῇ Βρεττανίᾳ
δεινὸν συνηνέχθη· δύο τε γὰρ πόλεις ἐπορθήθησαν, καὶ μυριάδες
ὀκτὼ τῶν τε Ῥωμαίων καὶ τῶν συμμάχων αὐτῶν ἐφθάρησαν, ἥ τε
νῆσος ἠλλοτριώθη.

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 62, Κεφ. 13, τμ. 2, γρ. 2

Βούρρου ἐναν-
τιουμένου αὐτῷ καὶ κωλύοντος ἀποπέμψασθαι, καί ποτε εἰπόντος
“οὐκοῦν καὶ τὴν προῖκα αὐτῇ” τοῦτ' ἔστι τὴν ἡγεμονίαν “ἀπό-
δος”. οὕτω γάρ πως ἐρρωμένως αὐτῇ ἐχρῆτο ὥστε ποτὲ δεύ-
τερον ἐρωτηθεὶς ὑπ' αὐτοῦ γνώμην περὶ ὧν ἀπεφήνατο, εἶπεν
ἄντικρυς ὅτι “περὶ ὧν ἂν ἅπαξ τι εἴπω, μηκέτι μου αὖθις πύθῃ”.
Xip165, 20 – 28 R. St.
τοῦτον μὲν οὖν φαρμάκῳ διώ-
λεσε, Τιγελλῖνον δέ τινα Σωφρό-
νιον, ἀσελγείᾳ τε καὶ μιαιφονίᾳ
πάντας τοὺς καθ' ἑαυτὸν ἀνθρώ-
πους ὑπεράραντα, σὺν ἑτέρῳ τινὶ
ἐπὶ τὴν τῶν δορυφόρων ἀρχὴν

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 62, Κεφ. 28, τμ. 3, γρ. 3
σπαρτία ὑποδεῖσθαι, καὶ ὄνους πεντακοσίας ἀρτιτόκους καθ'
ἡμέραν ἀμέλγεσθαι, ἵν' ἐν τῷ γάλακτι αὐτῶν λούηται· τήν τε γὰρ
ὥραν καὶ τὴν λαμπρότητα τοῦ σώματος λαμπρῶς ἐσπουδάκει, καὶ
διὰ τοῦτο οὐκ εὐπρεπῆ ποτε αὑτὴν ἐν κατόπτρῳ ἰδοῦσα ηὔξατο τε-
λευτῆσαι πρὶν παρηβῆσαι. καὶ οὕτω γε αὐτὴν ὁ Νέρων ἐπόθησεν
ὥστε μετὰτὸνθάνατον αὐτῆς τὰ μὲν πρῶτα γυναῖκά τινα
προσφερῆ οἱ μαθὼν οὖσαν μετεπέμψατο καὶ ἔσχεν, ἔπειτα καὶ
παῖδα ἀπελεύθερον, ὃν Σπόρον ὠνόμαζεν, ἐκτεμών, ἐπειδὴ καὶ
αὐτὸς τῇ Σαβίνῃ προσεῴκει, τά τε ἄλλα ὡς γυναικὶ αὐτῷ ἐχρῆτο
καὶ προϊόντος τοῦ χρόνου καὶ ἔγημεν αὐτόν, καίπερ Πυθαγόρᾳ
τινὶ ἐξελευθέρῳ γεγαμημένος, καὶ προῖκα αὐτῷ κατὰ συγγραφὴν
ἔνειμε, καὶ τοὺς γάμους σφῶν δημοσίᾳ οἵ τε ἄλλοι καὶ αὐτοὶ οἱ
Ῥωμαῖοι ἑώρτασαν. Xip172, 1 – 15 R. St., et (§ 2. 3) Exc. Val. 250a9
(p. 690).

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 63, Κεφ. 2, τμ. 2, γρ. 3


κράτους τοῦ τῆς κιθαρῳδίας διδασκάλου ἐν τῷ ἱπποδρόμῳ ποιή-
σαντος ἡνιόχησε· καὶ ὁ Τιριδάτης ἐς τὴν Ῥώμην, οὐχ ὅτι τοὺς
ἑαυτοῦ παῖδας ἀλλὰ καὶ τοὺς τοῦ Οὐολογαίσου τοῦ τε Πακόρου
καὶ τοῦ Μονοβάζου ἄγων, ἀνήχθη, καὶ ἐγένετο αὐτῶν πομπὴ διὰ
πάσης τῆς ἀπὸ τοῦ Εὐφράτου γῆς ὥσπερ ἐν ἐπινικίοις. αὐτός τε
159

γὰρ ὁ Τιριδάτης καὶ ἡλικίᾳ καὶ κάλλει καὶ γένει καὶ φρονήματι
ἤνθει, καὶ ἡ θεραπεία ἥ τε παρασκευὴ ἡ βασιλικὴ πᾶσα αὐτῷ
συνηκολούθει, τρισχίλιοί τε ἱππεῖς τῶν Πάρθων καὶ χωρὶς ἕτεροι
Ῥωμαίων συχνοὶ συνείποντο. καὶ αὐτοὺς αἵ τε πόλεις λαμπρῶς
κεκοσμημέναι καὶ οἱ δῆμοι πολλὰ καὶ χαρίεντα ἀναβοῶντες ὑπεδέ-
χοντο· τά τε ἐπιτήδεια πάντα προῖκα εἶχον, ὥστε εἴκοσι μυριάδας
τὸ ἡμερήσιον ἀνάλωμα τῷ δημοσίῳ λογισθῆναι. καὶ τοῦτο ἐπ' ἐν-
νέα μῆνας, οἷς ὡδοιπόρησαν, ὁμοίως ἐγένετο. ἵππευσε δὲ πανταχῇ
μέχρι τῆς Ἰταλίας, καὶ αὐτῷ καὶ γυνὴ συμπαρίππευε, κράνος χρυ-
σοῦν ἀντὶ καλύπτρας ἔχουσα, ὥστε μὴ ὁρᾶσθαι παρὰ τὰ πάτρια.
ἐν δὲ τῇ Ἰταλίᾳ ζεύγεσι πεμφθεῖσιν ὑπὸ τοῦ Νέρωνος ἐκομίσθη,
καὶ διὰ Πικεντῶν ἐς Νέαν πόλιν πρὸς αὐτὸν ἀφίκετο. οὐ μέντοι
καὶ τὸν ἀκινάκην, ὅτε προσῄει αὐτῷ, καταθέσθαι καίπερ κελευσθεὶς
ἠθέλησεν, ἀλλ' ἥλοις αὐτὸν τῷ κολεῷ προσέπηξε, καίτοι καὶ ἐς
γῆν τὸ γόνυ καθεὶς καὶ τὰς χεῖρας ἐπαλλάξας, δεσπότην τε αὐτὸν
ὀνομάσας καὶ προσκυνήσας.

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 69, Κεφ. 8, τμ. 2, γρ. 2


λέξω δὲ καὶ τὰ καθ' ἕκαστον, ὅσα ἀναγκαῖόν ἐστι μνημονεύεσθαι.
Xip245, 6 – 246, 8 R. St., et (v. 10 – 13) Petr. Patr. exc. Vat. 107
(p. 221 Mai. = p. 203, 8 – 13 Dind.)
ὅτι Ἀλεξανδρέων στασιασάντων οὐκ ἄλλως ἐπαύσαντο, ἕως οὗ ἐπι-
στολὴν Ἀδριανοῦ ἐδέξαντο ἐπιτιμῶσαν αὐτοῖς· οὕτω που πλέον ἰσχύσει
αὐτοκράτορος λόγος τῶν ὅπλων. Petr. Patr. exc. Vat. 108 (p. 221 Mai. =
p. 203, 14 – 17 Dind.)
ἐλθὼν γὰρ ἐς τὴν Ῥώμην ἀφῆκε τὰ ὀφειλόμενα τῷ τε βασιλικῷ
καὶ τῷ δημοσίῳ τῷ τῶν Ῥωμαίων, ἑκκαιδεκαετῆ ὁρίσας χρόνον ἀφ'
οὗ τε καὶ μέχρις οὗ τηρηθήσεσθαι τοῦτ' ἔμελλεν. ἔν τε τοῖς ἑαυ-
τοῦ γενεθλίοις προῖκα τῷ δήμῳ τὴν θέαν ἀπένειμε καὶ θηρία
πολλὰ ἀπέκτεινεν, ὥστε ἐφάπαξ καὶ λέοντας ἑκατὸν καὶ λεαίνας
ἴσας πεσεῖν, καὶ δῶρα διὰ σφαιρίων καὶ ἐν τῷ θεάτρῳ καὶ ἐν τῷ
ἱπποδρόμῳ χωρὶς μὲν τοῖς ἀνδράσι χωρὶς δὲ ταῖς γυναιξὶ διέρ-
ριψε· καὶ γὰρκαὶλοῦσθαι χωρὶς ἀλλήλων αὐτοῖς προσέταξεν.
ἐν μὲν τῷ ἔτει ἐκείνῳ ταῦτά τε ἐγένετο καὶ ὁ Εὐφράτης ὁ φι-
λόσοφος ἀπέθανεν ἐθελοντής, ἐπιτρέψαντος αὐτῷ καὶ τοῦ Ἁδριανοῦ
κώνειον καὶ διὰ τὸ γῆρας καὶ διὰ τὴν νόσον πιεῖν. Ἁδριανὸς δὲ ἄλ-
λην ἀπ' ἄλλης διαπορευόμενος ἐπαρχίαν, τάς τε χώρας καὶ τὰς πό-
λεις ἐπισκεπτόμενος, καὶ πάντα τὰ φρούρια καὶ τὰ τείχη περισκο-
πῶν τὰ μὲν ἐς ἐπικαιροτέρους τόπους μεθίστη, τὰ δὲ ἔπαυε,

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 77, Κεφ. 9, τμ. 3, γρ. 1


ἀλλὰ τὸ τῶν χρημάτων πλῆθος τῶν ἐπ' ὀνόματι αὐτοῦ
διδομένων,οἷςστεφανοῦν αἱ πόλεις τοὺς αὐτοκράτορας εἰώ-
θασιν), τῶν τε ἐπιτηδείων ἃ πολλὰ καὶ πανταχόθεν τὰ μὲν προῖκα
τὰ δὲ καὶ προσαναλίσκοντες ἐσεπρασσόμεθα,ἃπάντα ἐκεῖνος τοῖς
στρατιώταις ἐχαρίζετο ἢ καὶ ἐκαπήλευεν, καὶ τῶν δώρων ἃ καὶ
παρὰ τῶν ἰδιωτῶν τῶν πλουσίων καὶ παρὰ τῶν δήμων προσῄτει,
160

τῶν τε τελῶν τῶν τε ἄλλων ἃ καινὰ προσκατέδειξεν, καὶ τοῦ τῆς


δεκάτης ἣν ἀντὶ τῆς εἰκοστῆς ὑπέρ τε τῶν ἀπελευθερουμένων καὶ
ὑπὲρ τῶν καταλειπομένων τισὶ κλήρων καὶ δωρεᾶς ἐποίησε πάσης,
τάς τε διαδοχὰς καὶ τὰς ἀτελείας τὰς ἐπὶ τούτοις τὰς δεδομένας
τοῖς πάνυ προσήκουσι τῶν τελευτώντων καταλύσας (οὗ ἕνεκα καὶ
Ῥωμαίους πάντας τοὺς ἐν τῇ ἀρχῇ αὐτοῦ, λόγῳ μὲν τιμῶν, ἔργῳ
δὲ ὅπως πλείω αὐτῷ καὶ ἐκ τοῦ τοιούτου προσίῃ διὰ τὸ τοὺς...

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 79, Κεφ. 12, τμ. 2,1, γρ. 2
χρώμενος, ἀλλὰ καὶ ἐς τὸν ναὸν αὐτοῦ λέοντα καὶ πίθηκον καὶ
ὄφιν τινὰ ζῶντα ἐγκατακλείσας, αἰδοῖά τε ἀνθρώπου ἐμβαλών, καὶ
ἄλλ' ἄττα ἀνοσιουργῶν, περιάπτοις τέ τισι μυρίοις ἀεί ποτε χρώ-
μενος, – ἵνα ταῦτα παραδράμω, καὶ γυναῖκα, τὸ γελοιότατον,
Ἐλεγαβάλῳ ἐμνήστευσε καθάπερ καὶ γάμου παίδων τε δεομένῳ.
καὶ ἔδει γὰρ μήτε πενιχρὰν μήτε δυσγενῆ τινὰ εἶναι αὐτήν, τὴν
Οὐρανίαν τὴν τῶν Καρχηδονίων ἐπελέξατο, καὶ ἐκεῖθέν τε αὐτὴν
μετεπέμψατο καὶ ἐς τὸ παλάτιον καθίδρυσεν, ἔδνα τε αὐτῇ παρὰ
πάντων τῶν ὑπηκόων, ὥσπερ καὶ ἐπὶ τῶν ἑαυτοῦ γυναικῶν, ἤθροισε.
τὰ μὲν δὴ οὖν ἔδνα, ὅσα ἐδόθη ζῶντος αὐτοῦ, μετὰ ταῦτα εἰσε-
πράχθη· τὴν δὲ δὴ προῖκα οὐκ ἔφη κομίσασθαι, πλὴν δύο
λεόντων χρυσῶν, οἳ καὶ συνεχωνεύθησαν. Xip348, 21 – 349,
31 R. St.
ἀλλ' οὗτος ὁ Σαρδανάπαλλος, ὁ καὶ τοὺς θεοὺς γάμου νόμῳ
συνοικίζειν ἀξιῶν, ἀσελγέστατα αὐτὸς διεβίω. ἔγημε μὲν γὰρ πολ-
λὰς γυναῖκας, καὶ ἔτι πλείοσιν ἄνευ τινὸς νομίμου προσρήσεως
συνείργνυτο, οὐ μέντοι ὡς καὶ αὐτός τι αὐτῶν δεόμενος, ἀλλὰ ἵνα
τῇ συγκοιμήσει τῇ μετὰ τῶν ἐραστῶν τὰ ἔργα αὐτῶν μιμῆται
καὶκοινωνοὺς τῆς ὕβρεως, φύρδην ἀναφερόμενος αὐταῖς, λαμ-
βάνῃ. πολλὰ μὲν γὰρ καὶ ἄτοπα, ἃ μήτε λέγων μήτε ἀκούωνἂν
τις καρτερήσειεν, καὶ ἔδρασε τῷ σώματι καὶ ἔπαθε·

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή (versio 1 in volumine 1)


P. 69, γρ. 2

χρόνον ὃν προεκρίνετο, (οὐ γὰρ διὰ βίου τις ἐς τοῦτο προεχειρίζετο), καὶ
προέφερε τῶν ἄλλων τῷ ἀξιώματι, οὐ μὴν καὶ δυνάμει ἐχρῆτό τινι.
20. Χρόνον μὲν οὖν τινα εἰρήνην πρὸς ἀλλήλους καὶ πρὸς τοὺς
περιοίκους ἤγαγον· εἶτα λιμοῦ ἐπικρατήσαντος, ὥστε τινὰς καὶ ἐς τὸν
ποταμὸν ἑαυτοὺς ἐμβαλεῖν μὴ φέροντας τὸν λιμόν, ἐστασίασαν. οἱ μὲν
γὰρ τοὺς εὐπόρους ὡς περὶ τὸν σῖτον κακουργοῦντας ἐν αἰτίᾳ πεποίηντο,
οἱ δὲ τοὺς πένητας ὡς τὴν γῆν μὴ βουλομένους ἐργάζεσθαι. ἰδὼν δὲ
τοῦτο Σπούριος Μάλλιος, ἀνὴρ ἱππεὺς πλούσιος, τυραννίδι ἐπικεχείρηκε,

[Zonaras 7, 20, 2 – 4 (2, 73, 3 sqB. = 2, 145, 18 sqD.)]

καὶ σῖτον ἐκ τῆς περιχώρου πριάμενος πολλοῖς μὲν ἐπευωνίζων πολλοῖς


161

δὲ καὶ προῖκα ἐδίδου, κἀκ τούτου συχνοὺς προσοικειωσάμενος, ὅπλα τε


ἐπορίσατο καὶ φρουρούς· καὶ ἐκράτησεν ἂν τῆς πόλεως, εἰ μὴ Μινούκιος
Αὐγουρῖνος, ἀνὴρ εὐπατρίδης, ἐπὶ τῇ σιτοδοσίᾳ τεταγμένος καὶ αἰτιώμενος
ἐπὶ τῇ σιτοδείᾳ, εἰσήγγειλε τῇ βουλῇ τὸ πραττόμενον. ἡ δὲ γερουσία
μαθοῦσα τὸ μήνυμα δικτάτορα παραυτίκα ἐν τῷ συνεδρίῳ ἀνεῖπε τὸν
Κυΐντιον τὸν Λούκιον τὸν Κικινάτον καὶ ταῦτα παρήλικα ὄντα· ὀγδο-
ηκοντούτης γὰρ ἦν. κἀκεῖ τὴν ἡμέραν πᾶσαν ἀνάλωσαν συγκαθήμενοι,
ὥς τι δὴ βουλευόμενοι, ἵνα μὴ τὸ γεγονὸς ἐκφοιτήσῃ. νυκτὸς δ' ὁ δικ-
τάτωρ τὸ Καπιτώλιον καὶ τὰ λοιπὰ τὰ ἐπικαιρότατα διὰ τῶν ἱππέων
προκαταλαβών, ἕωθεν ἐπὶ τὸν Μάλλιον ἔπεμψε Γάιον Σερουίλιον τὸν
ἵππαρχον, ὡς δι' ἄλλο τι ἐκεῖνον μετακαλούμενος.

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή (versio 1 in volumine 1)


P. 128, γρ. 10

[Zonaras 8, 4, 4 – 6 (2, 115, 19 sqB. = 2, 182, 22 sqD.)]

ἐξένισε καὶ ἐδεξιώσατο, ἐλπίσας αὐτοὺς σπείσασθαι καὶ ὁμολογίαν


ὡς ἡττημένους ποιήσασθαι. τοῦ δὲ Φαβρικίου τοὺς ἑαλωκότας ἐν τῇ
μάχῃ κομίσασθαι αἰτοῦντος ἐπὶ λύτροις τοῖς ἀμφοῖν συναρέσουσι, διηπο-
ρήθη ὅτι μὴ καὶ περὶ εἰρήνης πρεσβεύειν ἔφη, καὶ ἰδίᾳ μετὰ τῶν φίλων
ἐβουλεύετο, ὡς εἰώθει, περὶ τῆς τῶν αἰχμαλώτων ἀποδόσεως καὶ περὶ
τοῦ πολέμου καὶ ὅπως τοῦτον μεταχειρίσηται. ὁ μὲν οὖν Μίλων μήτε
τοὺς αἰχμαλώτους ἀποδόσθαι μήτε σπείσασθαι συνεβούλευεν, ἀλλ' ἤδη
τῶν Ῥωμαίων ἡττημένων καὶ τὰ λοιπὰ πολέμῳ προσκατεργάσασθαι, ὁ
δὲ Κιννέας τοὐναντίον ἅπαν αὐτῷ συνεβούλευε· τούς τε γὰρ αἰχμαλώ-
τους προῖκα ἀποδοῦναι συνῄνει καὶ πρέσβεις εἰς Ῥώμην καὶ χρήματα
πέμψαι τῆς εἰρήνης ἕνεκα καὶ σπονδῶν. οὗ τῇ γνώμῃ καὶ οἱ λοιποὶ

[Zonaras 8, 4, 6 – 8 (2, 116, 10 sqB. = 2, 183, 4 sqD.)]

συνετίθεντο. οὕτω δὲ φρονῶν καὶ ὁ Πύρρος ἐτύγχανε. καλέσας οὖν τοὺς


πρέσβεις “οὔτε πρῴην, ὦ Ῥωμαῖοι”, ἔφη “ἑκὼν ὑμῖν ἐπολέμησα οὔτε
νῦν πολεμήσαιμι· φίλος γὰρ ὑμῖν γενέσθαι βεβούλημαι· διὸ καὶ τοὺς
αἰχμαλώτους ὑμῖν ἄνευ λύτρων ἀφίημι καὶ σπείσασθαι ἀξιῶ.”
Ταῦτα μὲν πᾶσιν εἰρήκει τοῖς πρέσβεσι, καὶ χρήματα σφίσι τὰ μὲν
δέδωκε, τὰ δὲ ἐπηγγείλατο, τῷ δὲ Φαβρικίῳ κατὰ μόνας διαλεχθεὶς
“φίλος” εἶπεν “ἡδέως καὶ πᾶσιν ἂν Ῥωμαίοις γενοίμην, μάλιστα δὲ
σοί· ὁρῶ γάρ σε ἀγαθὸν ἄνδρα, καὶ τὴν εἰρήνην συμπρᾶξαί μοι ἀξιῶ.”

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή (versio 1 in volumine 1)


P. 135, γρ. 2

ἠδυνήθησαν. εἶτα οἱ μὲν εἰς τὴν Ἀπουλίαν ἐχείμασαν, ὁ δὲ Πύρρος


τἄλλα τε ἡτοιμάζετο καὶ οἴκοθεν στρατιώτας καὶ χρήματα μετεπέμ-
162

ψατο. μαθὼν δὲ τὸν Φαβρίκιον καὶ τὸν Πάππον ὑπάτους ᾑρημένους


καὶ εἰς τὸ στρατόπεδον ἀφιγμένους, οὐκ ἐπὶ τῆς αὐτῆς μεμένηκε γνώμης.
ἤδη δὲ τῶν ῥηθέντων ὑπάτων ἐν τῷ στρατεύματι ὄντων, Νικίας
τις τῶν Πύρρῳ πιστῶν δοκούντων ἦλθε πρὸς τὸν Φαβρίκιον καὶ ὑπέ-
σχετο αὐτῷ τὸν Πύρρον δολοφονήσειν. δυσχεράνας οὖν ἐπὶ τούτῳ ἐκεῖ-
νος, (ἀρετῇ γὰρ καὶ ταῖς δυνάμεσιν ἠξίου τῶν πολεμίων κρατεῖν ὡς ὁ

[Zonaras 8, 5, 8 – 11 (2, 121, 13 sqB. = 2, 187, 13 sqd.)]

Κάμιλλος), κατεμήνυσε τῷ Πύρρῳ τὸ ἐπιβούλευμα· καὶ οὕτως αὐτὸν ἐκ


τούτου κατέπληξεν ὥστε καὶ τοὺς ἑαλωκότας τῶν Ῥωμαίων προῖκα αὖ-
θις ἀφεῖναι καὶ πρέσβεις πάλιν ὑπὲρ εἰρήνης ἀποστεῖλαι. ἐπεὶ δὲ οἱ
Ῥωμαῖοι περὶ τῆς εἰρήνης οὐδὲν ἀπεκρίναντο, ἀλλὰ καὶ τότε ἀπᾶραι
τῆς Ἰταλίας ἐκέλευον καὶ οὕτως αὐτοῖς διακηρυκεύεσθαι καὶ τὰς συμ-
μαχίδας αὐτῷ πόλεις κατέτρεχόν τε καὶ ᾕρουν, ἐν ἀμηχανίᾳ ἐγένετο,
πρὶν δὴ Συρακουσίων τινές (ἐτύγχανον δὲ ἐξ οὗ Ἀγαθοκλῆς ἐτελεύτησε
στασιάζοντες), ἐπεκαλέσαντο αὐτόν, παραδιδόντες οἱ καὶ ἑαυτοὺς καὶ
τὴν πόλιν. ἀναπνεύσας γὰρ ἐπὶ τούτῳ καὶ προσελπίσας πᾶσαν τὴν Σι-
κελίαν καταστρέψασθαι, τὸν μὲν Μίλωνα ἐν Ἰταλίᾳ κατέλιπεν, ἐν φυ-
λακῇ τόν τε Τάραντα καὶ τὰ ἄλλα ποιησόμενον, αὐτὸς δὲ ὡς διὰ
βραχέος ἐπανήξων ἀπέπλευσε.

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή (versio 1 in volumine 1)


P. 173, γρ. 19

Ὁ δ' Ἄννων διαφυγὼν εὐθὺς εἰς τὴν Καρχηδόνα ἠπείχθη. οἱ


Καρχηδόνιοι δὲ θυμῷ ληφθέντες καὶ φόβῳ τὸν μὲν ἀνεσταύρωσαν, πρέ-
σβεις δὲ πρὸς εἰρήνην τῷ Κατύλῳ πεπόμφασι. καὶ τῷ πρὸς βουλῆς ἦν
τὸν πόλεμον καταλύσασθαι, ὅτι ἐπ' ἐξόδῳ οὔσης αὐτῷ τῆς ἀρχῆς οὔτε
δι' ὀλίγου ἐξαιρήσειν τὴν Καρχηδόνα ἤλπιζεν οὔτε τοῖς διαδόχοις τὴν
δόξαν τῶν ἑαυτοῦ πόνων καταλιπεῖν ἤθελε. διὸ ἀνακωχὴν ἐποιήσαντο,
καὶ χρήματα καὶ σῖτον καὶ ὁμήρους αὐτῷ δόντες, ἵν' ἐς τὴν Ῥώμην
πρεσβεύσωνται ἐπὶ τῷ τῆς Σικελίας τε αὐτοὺς πάσης ἐκστῆναι Ῥωμαίοις
καὶ πάσας τὰς πέριξ νήσους ἐκλιπεῖν καὶ μήτε τῷ Ἱέρωνι πολεμεῖν καὶ
χρήματα τὰ μὲν ἅμα τῷ σπείσασθαι δοῦναι, τὰ δὲ καὶ ὕστερον, καὶ
τοὺς μὲν ἐκείνων αὐτομόλους καὶ αἰχμαλώτους προῖκα ἐκπέμψαι, τοὺς
δ' ἑαυτῶν πρίασθαι.
Τοιαύτη μὲν οὖν ἡ σύμβασις ὡμολόγητο· μόνην γὰρ τὴν τοῦ ζυγοῦ
ἀτιμίαν ὁ Ἀμίλκας παρῃτήσατο. καὶ ὁ μὲν ταῦτα συνθέμενος καὶ τοὺς
στρατιώτας ἐκ τῶν τειχῶν ἐξαγαγὼν ἀπέπλευσεν οἴκαδε πρὶν τοὺς ὅρ-
κους ἐπενεχθῆναι, οἱ δ' ἐν τῇ Ῥώμῃ τήν τε νίκην διὰ βραχέος ἔμαθον
καὶ ἐπήρθησαν ὡς παντάπασι κεκρατηκότες. καὶ τῶν πρέσβεων ἐλθόν-
των οὐκέτι κατέχειν ἑαυτοὺς ἠδύναντο, καὶ τὴν Λιβύην ἔχειν ἅπασαν
ἤλπιζον. διὸ οὐδὲ ταῖς τοῦ ὑπάτου ὁμολογίαις ἐνέμειναν, ἀλλὰ καὶ
χρήματα αὐτοὺς πολλῷ πλείω τῶν ὑπεσχημένων ἐπράξαντο· καὶ ἀπη-
γόρευσαν σφίσι μήτε τὴν Ἰταλίαν μήτε τὴν ἔξω συμμαχίδα σφῶν μακραῖς
163

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή (versio 1 in volumine 1)


P. 174, γρ. 12

Σικελίαν καὶ μετὰ τοῦ ἀδελφοῦ Κατύλου πάντα τὰ ἐκεῖ κατεστήσατο·


καὶ τὰ ὅπλα τῶν ἐν αὐτῇ ἀφείλοντο. Σικελία μὲν οὖν οὕτως ὑπὸ Ῥω-
μαίων δεδούλωτο πλὴν τῆς ἀρχῆς τοῦ Ἱέρωνος, ἐκ δὲ τούτου πρὸς τοὺς
Καρχηδονίους φιλία ἦν αὐτοῖς.
Ἄμφω δ' αὖθις εἰς πολέμους ἑτέρους χωρὶς μετ' ὀλίγον κατέστησαν.
τοῖς γὰρ Καρχηδονίοις οἵ τε περίλοιποι τῶν μισθοφορησάντων σφίσι καὶ
τὸ δουλεῦον τὸ ἐν τῇ πόλει καὶ τῶν ὁμορούντων πολλοὶ πρὸς τὰς συμ-
φορὰς αὐτῶν συνεπέθεντο. οἵ γε μὴν Ῥωμαῖοι, ἐπικαλεσαμένων αὐτοὺς
τῶν πολεμούντων ἐκείνοις, οὔθ' ὑπήκουσαν, ἀλλὰ καὶ ἀντιπρεσβευσάμενοι
καὶ μὴ δυνηθέντες καταλλάξαι αὐτούς, καὶ τοὺς αἰχμαλώτους τῶν Καρ-
χηδονίων ὅσους εἶχον ἀφῆκαν προῖκα, καὶ σῖτον ἔπεμψαν καὶ μισθοφόρους
ἐκ τῆς οἰκείας συμμαχίδος αὐτοῖς ἐπαγαγέσθαι ἐπέτρεψαν, δόξαν ἐπιει-
κείας θηρώμενοι μᾶλλον ἢ τοῦ συμφέροντος αὐτοῖς προμηθούμενοι. ὅθεν
πράγματα ἔσχον εἰσέπειτα· ὁ γὰρ Ἀμίλκας ἐκεῖνος ὁ Βαρχίδης, ἐπεὶ
τοὺς ἐναντίους ἐνίκησεν, ἐπὶ μὲν τοὺς Ῥωμαίους, καίπερ κάρτα μισῶν
αὐτούς, οὐκ ἐτόλμησε στρατεῦσαι, ἐς δὲ τὴν Ἰβηρίαν παρὰ γνώμην τῶν
οἴκοι τελῶν ἀπῆρεν.
18. Ἀλλὰ ταῦτα μὲν ἐγένετο ὕστερον, τότε δὲ καὶ οἱ Ῥωμαῖοι
Φαλίσκοις ἐπολέμησαν, καὶ Μάλλιος Τουρκουάτος τὴν χώραν αὐτῶν
ἐδῄωσε. καὶ συμμίξας αὐτοῖς ἐσφάλη μὲν τῷ ὁπλιτικῷ, τοῖς δ' ἱππεῦσιν
ἐκράτησε. καὶ αὖθις αὐτοῖς μαχεσάμενος ἐνίκησε,

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή (versio 1 in volumine 1)


P. 203, γρ. 23

στρεψεν ἄν, εἰ μὴ πλείων καὶ ἀπορωτέρα ἡ προδιηνυσμένη ὁδὸς τῆς λειπο-


μένης ἐτύγχανε. διὰ μὲν δὴ τοῦτο οὐκ ἀπετράπετο, ἐξαπίνης δὲ ἐκτὸς
τῶν Ἄλπεων ἐκφανεὶς θαῦμα καὶ δέος τοῖς Ῥωμαίοις ἐνέβαλε.
Καὶ ὁ μὲν προεχώρει τὰ ἐν ποσὶ προσποιούμενος, Σκιπίων δὲ τὸν
μὲν ἀδελφὸν Γάιον Σκιπίωνα ὑποστρατηγοῦντα αὐτῷ εἰς τὴν Ἰβηρίαν
ἔπεμψεν ὡς καταληψόμενον αὐτὴν ἢ τὸν Ἀννίβαν ἐπανάξοντα. αὐτὸς δ'
ἐπὶ τὸν Ἀννίβαν ἤλασε. καὶ ἡμέρας μέν τινας ἐπέσχον, ἔπειτα ἄμφω πρὸς
τὴν μάχην ὥρμησαν. πρὶν δὲ δὴ ἔργου ἔχεσθαι, συγκαλέσας τοὺς στρα-
τιώτας ὁ Ἀννίβας παρήγαγε τοὺς αἰχμαλώτους, οὓς κατὰ τὴν ὁδὸν εἰλήφει,
καὶ ἤρετο αὐτοὺς πότερον δεδέσθαι καὶ δουλεύειν κακῶς βούλοιντο ἢ
μονομαχῆσαι ἀλλήλοις, ὥστ' ἀφεθῆναι προῖκα τοὺς νικήσαντας. καὶ ὡς

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή (versio 1 in volumine 1)


P. 231, γρ. 11

καὶ πόλεις συχναὶ πρὸς τοὺς Ῥωμαίους μεθίσταντο καὶ τῶν Λιβύων τινὲς
αὐτοῖς προσεχώρησαν πλέον ἢ διενοεῖτο ὁ Ἀσδρούβας κατέμεινεν. οἱ δὲ
Σκιπίωνες εἰς τὴν Ἰταλίαν εὐθὺς τοὺς προσχωρήσαντας ἔστειλαν, αὐτοὶ
δὲ τὰ ἐν τῇ Ἰβηρίᾳ καθίστων, καὶ τοὺς τῶν Ζακυνθίων ὑπηκόους τοὺς
καὶ τοῦ πολέμου καὶ τῆς συμφορᾶς αἰτίους αὐτοῖς γενομένους ἑλόντες τό
τε πόλισμα κατέσκαψαν καὶ τοὺς ἀνθρώπους ἐπώλησαν καὶ τὴν Ζάκυν-
164

θον μετὰ τοῦτο κομισάμενοι τοῖς ἀρχαίοις πολίταις ἀπέδοσαν. τοσαύτῃ


τε ἀκριβείᾳ περὶ τὴν λείαν ἐχρήσαντο ὡς μηδὲν οἴκοι πέμψαι· τοῖς μὲν
γὰρ συστρατευομένοις ἐπέτρεπον τοῦτο ποιεῖν, αὐτοὶ δὲ ἀστραγάλους
τοῖς τέκνοις ἔπεμψαν. ὅθεν ἡ γερουσία, παραιτουμένου τοῦ Γναίου ἵν'
ἀπελθὼν οἴκαδε προῖκα τῇ θυγατρὶ ἐρανίσῃ ὡραίᾳ οὔσῃ ἀνδρός, ἐψηφί-
σαντο ἐκ τοῦ δημοσίου προῖκα δοθῆναι αὐτῇ.
4. Ἐν δὲ τῷ αὐτῷ καιρῷ καὶ ἡ Σικελία καὶ ἡ Σαρδὼ ἄντικρυς
ἐπολεμώθησαν. καὶ τὰ μὲν ἐν ταύταις δι' ὀλίγου κατέστη, καὶ ὁ Ἀς-
δρούβας ἐπικουρῶν αὐταῖς ἑάλω, καὶ τὴν νῆσον μικροῦ πᾶσαν ἀνεκτήσατο
Μάλλιος Τορκουάτος. καὶ τότε μὲν τὰ ἐν τῇ Σικελίᾳ ἡσύχασε, μετὰ
δὲ ταῦτα ἐταράχθη. ὁ δὲ τῆς Μακεδονίας βασιλεὺς Φίλιππος φανερώ-
τατος τῶν Καρχηδονίων ἐγένετο σπουδαστής. τῆς γὰρ Ἑλλάδος προς-
επάρξαι θέλων συνθήκας πρὸς τὸν Ἀννίβαν ἔθετο ὥστε κοινῇ πολεμῆσαι,
καὶ τὴν μὲν Ἰταλίαν τοὺς Καρχηδονίους λαβεῖν, τὴν δ' Ἑλλάδα καὶ τὴν
Ἤπειρον μετὰ τῶν νήσων ἐκεῖνον. ἡ μὲν οὖν ὁμολογία ἐπὶ τούτοις

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή (versio 1 in volumine 1)


P. 231, γρ. 12

αὐτοῖς προσεχώρησαν πλέον ἢ διενοεῖτο ὁ Ἀσδρούβας κατέμεινεν. οἱ δὲ


Σκιπίωνες εἰς τὴν Ἰταλίαν εὐθὺς τοὺς προσχωρήσαντας ἔστειλαν, αὐτοὶ
δὲ τὰ ἐν τῇ Ἰβηρίᾳ καθίστων, καὶ τοὺς τῶν Ζακυνθίων ὑπηκόους τοὺς
καὶ τοῦ πολέμου καὶ τῆς συμφορᾶς αἰτίους αὐτοῖς γενομένους ἑλόντες τό
τε πόλισμα κατέσκαψαν καὶ τοὺς ἀνθρώπους ἐπώλησαν καὶ τὴν Ζάκυν-
θον μετὰ τοῦτο κομισάμενοι τοῖς ἀρχαίοις πολίταις ἀπέδοσαν. τοσαύτῃ
τε ἀκριβείᾳ περὶ τὴν λείαν ἐχρήσαντο ὡς μηδὲν οἴκοι πέμψαι· τοῖς μὲν
γὰρ συστρατευομένοις ἐπέτρεπον τοῦτο ποιεῖν, αὐτοὶ δὲ ἀστραγάλους
τοῖς τέκνοις ἔπεμψαν. ὅθεν ἡ γερουσία, παραιτουμένου τοῦ Γναίου ἵν'
ἀπελθὼν οἴκαδε προῖκα τῇ θυγατρὶ ἐρανίσῃ ὡραίᾳ οὔσῃ ἀνδρός, ἐψηφί-
σαντο ἐκ τοῦ δημοσίου προῖκα δοθῆναι αὐτῇ.
4. Ἐν δὲ τῷ αὐτῷ καιρῷ καὶ ἡ Σικελία καὶ ἡ Σαρδὼ ἄντικρυς
ἐπολεμώθησαν. καὶ τὰ μὲν ἐν ταύταις δι' ὀλίγου κατέστη, καὶ ὁ Ἀς-
δρούβας ἐπικουρῶν αὐταῖς ἑάλω, καὶ τὴν νῆσον μικροῦ πᾶσαν ἀνεκτήσατο
Μάλλιος Τορκουάτος. καὶ τότε μὲν τὰ ἐν τῇ Σικελίᾳ ἡσύχασε, μετὰ
δὲ ταῦτα ἐταράχθη. ὁ δὲ τῆς Μακεδονίας βασιλεὺς Φίλιππος φανερώ-
τατος τῶν Καρχηδονίων ἐγένετο σπουδαστής. τῆς γὰρ Ἑλλάδος προς-
επάρξαι θέλων συνθήκας πρὸς τὸν Ἀννίβαν ἔθετο ὥστε κοινῇ πολεμῆσαι,
καὶ τὴν μὲν Ἰταλίαν τοὺς Καρχηδονίους λαβεῖν, τὴν δ' Ἑλλάδα καὶ τὴν
Ἤπειρον μετὰ τῶν νήσων ἐκεῖνον. ἡ μὲν οὖν ὁμολογία ἐπὶ τούτοις ἐγέ-
νετο, τοῦ δὲ κήρυκος τοῦ ὑπὸ τοῦ Φιλίππου πεμφθέντος

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή (versio 1 in volumine 1)


P. 244, γρ. 1

[Zonaras 9, 8, 5, 6 (2, 221, 3 sqB. = 2, 272, 13 sqD.)]

κατεχομένους ὁμήρους προῖκα πάντας τοῖς οἰκείοις ἀπέδωκεν. ὅθεν πολλοὶ μὲν
δῆμοι, πολλοὶ δὲ καὶ δυνάσται αὐτῷ προσεχώρησαν, καὶ τὸ τῶν Κελτι-
βήρων ἔθνος πρὸς τοῖς λοιποῖς. παρθένον γὰρ ἐν τοῖς αἰχμαλώτοις λαβὼν
165

κάλλει ἐπιφανῆ, ἐνομίσθη μὲν ἔσεσθαι αὐτῆς ἐν ἔρωτι, μαθὼν δὲ ὅτι


τινὶ τῶν ἐν τέλει Κελτιβήρων ἐγγεγύηται, μετεπέμψατο αὐτὸν καὶ τὴν
νεᾶνιν αὐτῷ παραδέδωκε, προσεπιδοὺς καὶ τὰ λύτρα ἃ οἱ προσήκοντες
αὐτῇ προσεκόμισαν. κἀκ τούτου καὶ ἐκείνους καὶ τοὺς λοιποὺς ἀνηρ-
τήσατο.

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή (versio 1 in volumine 1)


P. 300, γρ. 27

αὐτῷ λαμπροτάτη ἐγένετο. ἔπεμψε μὲν γὰρ καὶ τἄλλα ὅσα ἑαλώκει
πάντα, ἔπεμψε δὲ καὶ Βίθυν τὸν τοῦ Κότυος υἱόν, τόν τε Περσέα καὶ
τὴν γυναῖκα αὐτοῦ τούς τε παῖδας τρεῖς ὄντας ἐν τῷ τῶν αἰχμαλώτων
σχήματι. δείσας δὲ διὰ τὴν τῆς εὐτυχίας ὑπερβολὴν μή τι νεμεσήσῃ
αὐτοῖς τὸ δαιμόνιον, ηὔξατο καὶ οὗτος κατὰ τὸν Κάμιλλον μή τι κακὸν
τῇ πόλει ἐκ τούτων, ἀλλ' ἑαυτῷ, εἴ τι δέοι, γενήσεσθαι· καὶ δύο υἱεῖς,
τὸν μὲν πρὸ τοῦ θριάμβου μικρόν, τὸν δὲ ἐν αὐτῇ τῇ τῶν ἐπινικίων
ἀπέβαλεν ἑορτῇ. ἦν δὲ οὐ στρατηγῆσαι μόνον ἀγαθός, ἀλλὰ καὶ ὑπερ-
όπτης χρημάτων. τεκμήριον δέ· δεύτερον τότε ὑπατεύσας καὶ λαφύρων
ἀμυθήτων κρατήσας ἐν τοσαύτῃ πενίᾳ διεβίω ὥστε χαλεπῶς τῇ γυναικὶ
αὐτοῦ τὴν προῖκα τελευτήσαντος ἀποδοθῆναι.

[Zonaras 9, 24, 5. 6 (2, 276, 18 sqB. = 2, 320, 18 sqD.)]

Τῶν δ' ἁλόντων τῷ πατρὶ μὲν ὁ Βίθυς προῖκα ἐδόθη, Περσεὺς δὲ


εἰς Ἄλβαν σὺν τοῖς παισὶ καὶ τῇ θεραπείᾳ κατετέθη· κἀκεῖ ἕως μὲν
ἤλπιζε τὴν βασιλείαν κομίσασθαι ἀντεῖχεν, ἐπεὶ δ' ἀπέγνω, ἑαυτὸν διε-
χειρίσατο. καὶ ὁ Φίλιππος ὁ υἱὸς αὐτοῦ ἥ τε θυγάτηρ αὐτοῦ οὐκ εἰς
μακρὰν ἀπέθανον· μόνος δ' ὁ νεώτατος τοῖς τῶν Ἀλβανῶν ἄρχουσιν
ὑπογραμματεύων ἐπί τινα χρόνον διήρκεσεν. οὕτως ὁ Περσεὺς ὁ δι'
εἴκοσι βασιλέων αὐχῶν γεγονέναι, καὶ πολὺν μὲν τὸν Φίλιππον, πλείω
δὲ θρυλλῶν τὸν Ἀλέξανδρον, καὶ τὴν βασιλείαν ἀπώλεσε καὶ αἰχμάλωτος
γέγονε καὶ ἐν τοῖς ἐπινικίοις ἐπόμπευσε, δεσμὰ μετὰ τοῦ διαδήματος

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή (versio 1 in volumine 1)


P. 301, γρ. 1

τὴν γυναῖκα αὐτοῦ τούς τε παῖδας τρεῖς ὄντας ἐν τῷ τῶν αἰχμαλώτων


σχήματι. δείσας δὲ διὰ τὴν τῆς εὐτυχίας ὑπερβολὴν μή τι νεμεσήσῃ
αὐτοῖς τὸ δαιμόνιον, ηὔξατο καὶ οὗτος κατὰ τὸν Κάμιλλον μή τι κακὸν
τῇ πόλει ἐκ τούτων, ἀλλ' ἑαυτῷ, εἴ τι δέοι, γενήσεσθαι· καὶ δύο υἱεῖς,
τὸν μὲν πρὸ τοῦ θριάμβου μικρόν, τὸν δὲ ἐν αὐτῇ τῇ τῶν ἐπινικίων
ἀπέβαλεν ἑορτῇ. ἦν δὲ οὐ στρατηγῆσαι μόνον ἀγαθός, ἀλλὰ καὶ ὑπερ-
όπτης χρημάτων. τεκμήριον δέ· δεύτερον τότε ὑπατεύσας καὶ λαφύρων
ἀμυθήτων κρατήσας ἐν τοσαύτῃ πενίᾳ διεβίω ὥστε χαλεπῶς τῇ γυναικὶ
αὐτοῦ τὴν προῖκα τελευτήσαντος ἀποδοθῆναι.

[Zonaras 9, 24, 5. 6 (2, 276, 18 sqB. = 2, 320, 18 sqD.)]


166

Τῶν δ' ἁλόντων τῷ πατρὶ μὲν ὁ Βίθυς προῖκα ἐδόθη, Περσεὺς δὲ


εἰς Ἄλβαν σὺν τοῖς παισὶ καὶ τῇ θεραπείᾳ κατετέθη· κἀκεῖ ἕως μὲν
ἤλπιζε τὴν βασιλείαν κομίσασθαι ἀντεῖχεν, ἐπεὶ δ' ἀπέγνω, ἑαυτὸν διε-
χειρίσατο. καὶ ὁ Φίλιππος ὁ υἱὸς αὐτοῦ ἥ τε θυγάτηρ αὐτοῦ οὐκ εἰς
μακρὰν ἀπέθανον· μόνος δ' ὁ νεώτατος τοῖς τῶν Ἀλβανῶν ἄρχουσιν
ὑπογραμματεύων ἐπί τινα χρόνον διήρκεσεν. οὕτως ὁ Περσεὺς ὁ δι'
εἴκοσι βασιλέων αὐχῶν γεγονέναι, καὶ πολὺν μὲν τὸν Φίλιππον, πλείω
δὲ θρυλλῶν τὸν Ἀλέξανδρον, καὶ τὴν βασιλείαν ἀπώλεσε καὶ αἰχμάλωτος
γέγονε καὶ ἐν τοῖς ἐπινικίοις ἐπόμπευσε, δεσμὰ μετὰ τοῦ διαδήματος
περικείμενος.
Οἱ δέ γε Ῥόδιοι, μετὰ φρονήματος πρῴην τοῖς Ῥωμαίοις προσφερόμενοι,

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή (Xiphilini epitome)


Dindorf-Stephanus p. 40, γρ. 30

καινὸς ἐπὶ πολλὰς ἡμέρας ὤφθη. τό τε φῶς τοῦ ἡλίου ἐλαττοῦσθαί


τε καὶ σβέννυσθαι, τοτὲ δὲ ἐν τρισὶ κύκλοις φαντάζεσθαι ἐδόκει, καὶ
ἕνα γε αὐτῶν στέφανος πυρώδης τις περιέσχε. ταῦτά τε δὴ καὶ λόγια
πρὸς κατάλυσιν τῆς δημοκρατίας φέροντα παντοῖα ᾔδετο. ἐπειδὴ δὲ
πολλῶν χρημάτων εἰς τὸν πόλεμον ἐδέοντο, πάντες μὲν τὸ πέμπτον
καὶ εἰκοστὸν τῆς ὑπαρχούσης σφίσιν οὐσίας ἐπέδωκαν, οἱ δὲ δὴ βου-
λευταὶ καὶ τέσσαρας ὀβολοὺς καθ' ἑκάστην κεραμῖδα τῶν ἐν τῇ πόλει
οἰκιῶν, ὅσας ἢ αὐτοὶ ἐκέκτηντο ἢ ἄλλων οὔσας ᾤκουν. καὶ χωρὶς
ἕτερα οὐκ ὀλίγα οἱ πάνυ πλούσιοι συνετέλεσαν, τά τε ὅπλα καὶ
τὰ ἄλλα τὰ πρὸς τὴν στρατείαν ἀναγκαῖα συχναὶ μὲν πόλεις συχνοὶ
δὲ καὶ ἰδιῶται προῖκα ἐξεποίησαν· τὸ γὰρ δημόσιον ἀχρηματία τότε
κατεῖχεν. οἱ μὲν οὖν πολλοὶ ὑπέρ τε τοῦ Καίσαρος κατά τε τοῦ
Ἀντωνίου ἐσπούδαζον· ἔμελε δέ που οὐδετέρῳ τούτων τῆς δημοτι-
κῆς ἰσηγορίας καὶ τοῦ καλοῦ, ἀλλὰ καὶ ἀμφότεροι ὁμοίως τὰ πρά-
γματα ἔφθειρον· πρὸς δὲ δὴ τὴν τύχην διάφορον ἑκάτεροι δόξαν
ἐκτήσαντο. οἱ μὲν γὰρ εὖ πράξαντες καὶ εὔβουλοι καὶ φιλοπόλιδες
ἐνομίσθησαν· οἱ δὲ δὴ πταίσαντες πολέμιοι τῆς πατρίδος καὶ ἀλι-
τήριοι ὠνομάσθησαν. λέξω δὲ καὶ καθ' ἕκαστον τῶν γενομένων·
καὶ γὰρ καὶ παίδευσις ἐν τούτῳ τὰ μάλιστα εἶναί μοι δοκεῖ, ὅταν
τις τὰ ἔργα τοῖς λογισμοῖς ὑπολέγων τήν τε ἐκείνων φύσιν ἐλέγχῃ
καὶ τούτους ἐκ τῆς ἐκείνων ὁμολογίας τεκμηριοῖ.

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή (Xiphilini epitome)


Dindorf-Stephanus p. 60, γρ. 21

Μηνᾶς αὐτῷ συνεβούλευε, φονεῦσαι, οὐκ ἠθέλησε. πρὸς δὲ τὸν Ἀν-


τώνιον, ἐπειδὴ τὴν οἰκίαν αὐτοῦ τὴν πατρῴαν τὴν ἐν ταῖς Καρίναις
κατεῖχε (τόπος δέ τις τῆς Ῥώμης αἱ Καρῖναι), τρόπον τινὰ ἥδιστον
ἀπέσκωψε· ταῖς γὰρ τροπίσι ταῖς τῶν νεῶν τῆς αὐτῆς ὀνομασίας
οὔσης, ἐν ταῖς Καρίναις αὐτοὺς ἑστιᾶν ἔφη. τὴν δὲ θυγατέρα Μάρκῳ
Μαρκέλλῳ τῷ τοῦ Καίσαρος ἀδελφῷ ἐνεγγύησεν. οὗτος μὲν οὖν ὁ
πόλεμος ἀνεβέβλητο. Ἀντώνιος δὲ ἐς τὴν Ἑλλάδα ἀπὸ τῆς Ἰταλίας
167

ἐπανελθὼν ἄλλα τε πολλὰ ἔξω τῶν πατρίων ἐξεδιῃτήθη, τάς τε


πόλεις ἅμα κακῶν καὶ τὰς ἐπιθυμίας ἀποπιμπλάς, καὶ Διόνυσον
αὑτὸν ὀνομάζεσθαι ἠξίου. ἐπειδή τε οἱ Ἀθηναῖοι πρὸς τοῦτο τὴν
Ἀθηνᾶν αὐτῷ κατηγγύησαν, δέχεσθαί τε τὸν γάμον ἔφη καὶ προῖκα
μυριάδας ἑκατὸν παρ' αὐτῶν ἐξέπραξεν. αὐτὸς μὲν οὖν περὶ ταῦτα
εἶχε, τὸν δὲ δὴ Οὐεντίδιον τὸν Πούπλιον ἐς τὴν Ἀσίαν προύπεμψε.
καὶ ὃς τούς τε Πάρθους ἐν ὀχυρῷ χωρίῳ ἐστρατοπεδευμένους, ἐπιθε-
μένους αὐτῷ παρὰ γνώμην τοῦ Λαβιήνου διὰ τὰ πρῴην εὐημερήματα,
κατὰ κράτος ἐτρέψατο καὶ τῆς Συρίας ἐξήλασεν, αὐτόν τε τὸν Λαβιῆ-
νον ἐχειρώσατο. καὶ ἐπὶ τούτῳ θρίαμβον ἐν τῇ Ῥώμῃ μετὰ ταῦτα
καταγαγὼν ἄλλα τε τοῖς ἀναλώμασιν ἐλαμπρύνατο, καὶ τὸ βασίλειον
κατακαυθὲν ἀνοικοδομήσας εἰκόσιν ἃς παρὰ τοῦ Καίσαρος ὡς καὶ
ἀποδώσων ᾐτήσατο κατεκόσμησε. καὶ αὐτὰς ἀπαιτηθεὶς ὕστερον οὐκ
ἀπέδωκεν, εὐτραπελίᾳ χρησάμενος· ὡς γὰρ οὐκ ἔχων ἱκανοὺς ὑπη

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή (Xiphilini epitome)


Dindorf-Stephanus p. 71, γρ. 15

δουλούμενος, καί που καὶ κινδυνεύων ἐν αὐτοῖς τοῖς ἀγῶσι καὶ


πόνοις καὶ τιτρωσκόμενος. Ἀγρίππας δὲ τὸ ἐν τῇ Ῥώμῃ ὕδωρ
ἐκλεῖπον φθορᾷ τῶν ὀχετῶν καὶ ἀνεκτήσατο δαπάνῃ οἰκείᾳ καὶ
ἐπὶ πολλὰ τῆς πόλεως ἐπωχέτευσε. καὶ πρὸς τούτῳ πάντα μὲν
τὰ οἰκοδομήματα τὰ κοινά, πάσας δὲ τὰς ὁδούς, μηδὲν ἐκ τοῦ δημο-
σίου λαβών, ἐπεσκεύασε, τούς τε ὑπονόμους ἐξεκάθηρε, καὶ ἐς τὸν
Τίβεριν δι' αὐτῶν ὑπέπλευσε. κἀν τῷ ἱπποδρόμῳ σφαλλομένους
τοὺς ἀνθρώπους περὶ τὸν τῶν διαύλων ἀριθμὸν ὁρῶν τούς τε δελ-
φῖνας καὶ τὰ ᾠοειδῆ δημιουργήματα κατεστήσατο, ὅπως δι' αὐτῶν αἱ
περίοδοι τῶν περιδρόμων ἀναδεικνύωνται. καὶ προσέτι καὶ ἔλαιον
καὶ ἅλας πᾶσι δέδωκε, τά τε βαλανεῖα προῖκα δι' ἔτους καὶ τοῖς
ἀνδράσι καὶ ταῖς γυναιξὶ λούεσθαι παρέσχε· καὶ τοὺς κουρέας ἐν
ταῖς πανηγύρεσιν ἐμισθώσατο, ἵνα μηδεὶς μηδὲν αὐτοῖς ἀναλώσῃ.
καὶ τέλος σύμβολά τέ τινα ἐς τὸ θέατρον κατὰ κορυφὴν ἔρριψε, τῷ
μὲν ἀργύριον τῷ δὲ ἐσθῆτα τῷ δὲ ἄλλο τι φέροντα, καὶ ἄλλα πάμ-
πολλα ὤνια ἐς τὸ μέσον καταθεὶς διαρπάσαι σφίσιν ἐπέτρεψε, τούς
τε ἀστρολόγους καὶ τοὺς γόητας ἐκ τῆς πόλεως ἐξήλασε. καὶ Ἀγρίπ-
πας μὲν ταῦτα ἐν τῷ τῆς ἀγορανομίας αὐτοῦ χρόνῳ ἔπραξε. τοῦ
δὲ Μήδων βασιλέως ἡττηθέντος ὑπὸ τῶν Πάρθων καὶ ἡ Ἀρμενία σὺν
τῇ Μηδίᾳ τῶν Πάρθων ἐγένετο. μετὰ δέ τινα χρόνον καὶ ὁ Ἀντώ-
νιος καὶ ὁ Καῖσαρ ἐπολέμησαν ἀλλήλοις, ἐγκλήματα κατ' ἀλλήλων

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή (Xiphilini epitome)


Dindorf-Stephanus p. S158, γρ. 21

συνελέγοντο, καὶ πάνθ' ὅσαπερ οἱ Αὐγούστειοι, ὡς καὶ χαίροντες,


συνεβόων· καὶ ἦν ἀκούειν πως αὐτῶν λεγόντων “ὁ καλὸς Καῖσαρ,
ὁ Ἀπόλλων, ὁ Αὔγουστος, εἷς ὡς Πύθιος. μά σε Καῖσαρ, οὐδείς
σε νικᾷ.” ποιήσας δὲ ταῦτα ἐδείπνισε τὸν δῆμον ἐπὶ πλοίων ἐν τῷ
168

χωρίῳ ἐν ᾧ ἡ ναυμαχία ὑπὸ τοῦ Αὐγούστου ἐγεγόνει· καὶ ἐξ αὐτοῦ


νυκτὸς μεσούσης ἐς τὸν Τίβεριν διὰ τάφρου κατέπλευσε. ταῦτα μὲν
ἐπὶ τῷ τὸ γένειον ψιλισθῆναι ἔπραξεν· ὑπὲρ δὲ δὴ τῆς σωτηρίας τῆς
τε διαμονῆς τοῦ κράτους αὐτοῦ (οὕτω γάρ που προέγραψεν) ἀγῶνα
πενταετηρικὸν κατεστήσατο, Νερώνεια αὐτὸν ὀνομάσας, καὶ ἐπ' αὐτῷ
καὶ τὸ γυμνάσιον ᾠκοδόμησεν, ἔλαιόν τε ἐν τῇ καθιερώσει αὐτοῦ
καὶ τοῖς βουλευταῖς καὶ τοῖς ἱππεῦσι προῖκα ἔνειμε. τὸν μέντοι
στέφανον τὸν τῶν κιθαρῳδῶν ἀνικεὶ ἔλαβε, πάντων ὡς καὶ ἀναξίων
τῆς νίκης ἐκβληθέντων. κἀκ τούτου καὶ οἱ ἄλλοι αὐτῷ στέφανοι οἱ τῆς
κιθαρῳδίας ἐξ ἁπάντων τῶν ἀγώνων ὡς καὶ μόνῳ ἀξιονίκῳ ἐπέμ-
ποντο. ἐν ᾧ δὲ ταῦτα ἐν τῇ Ῥώμῃ ἐπαίζετο, πάθος ἐν τῇ Βρετ-
τανίᾳ δεινὸν συνηνέχθη· δύο τε γὰρ πόλεις ἐπορθήθησαν, καὶ μυριάδες
ὀκτὼ τῶν τε Ῥωμαίων καὶ τῶν συμμάχων αὐτῶν ἐφθάρησαν, ἥ τε
νῆσος ἠλλοτριώθη. καὶ ταῦτα μέντοι πάντα ὑπὸ γυναικὸς αὐτοῖς
συνηνέχθη, ὥστε καὶ κατὰ τοῦτο πλείστην αὐτοῖς αἰσχύνην συμβῆ-
ναι, ὥς που καὶ τὸ θεῖον τὴν συμφορὰν αὐτοῖς προεσήμανεν· ἔκ τε
γὰρ τοῦ βουλευτηρίου θροῦς νυκτὸς βαρβαρικὸς μετὰ γέλωτος καὶ

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή (Xiphilini epitome)


Dindorf-Stephanus p. S165, γρ. 25

μίας καὶ τόλμης. τέλος δὲ ὀψέ ποτε οἱ Ῥωμαῖοι ἐνίκησαν, καὶ πολ-
λοὺς μὲν ἐν τῇ μάχῃ καὶ πρὸς ταῖς ἁμάξαις τῇ τε ὕλῃ κατεφόνευσαν,
πολλοὺς δὲ καὶ ζῶντας εἷλον. συχνοὶ δ' οὖν καὶ διέφυγον, καὶ παρε-
σκευάζοντο μὲν ὡς καὶ αὖθις μαχούμενοι, ἀποθανούσης δὲ ἐν τούτῳ
τῆς Βουδουίκης νόσῳ ἐκείνην μὲν δεινῶς ἐπένθησαν καὶ πολυτελῶς
ἔθαψαν, αὐτοὶ δ' ὡς καὶ τότε ὄντως ἡττηθέντες διεσκεδάσθησαν.
καὶ τὰ μὲν Βρεττανικὰ ἐπὶ τοσοῦτον, ἐν δὲ τῇ Ῥώμῃ ὁ Νέρων Ὀκτα-
βίαν τὴν Αὔγουσταν ἀπεπέμψατο μὲν πρότερον διὰ Σαβῖναν τὴν
παλλακίδα ὕστερον δὲ καὶ ἀπέκτεινε, καίτοι τοῦ Βούρρου ἐναντιου-
μένου αὐτῷ καὶ κωλύοντος ἀποπέμψασθαι, καί ποτε εἰπόντος “οὐ-
κοῦν καὶ τὴν προῖκα αὐτῇ” τοῦτ' ἔστι τὴν ἡγεμονίαν “ἀπόδος.”
οὕτω γάρ πως ἐρρωμένως αὐτῇ ἐχρῆτο ὥστε ποτὲ δεύτερον ἐρωτη-
θεὶς ὑπ' αὐτοῦ γνώμην περὶ ὧν ἀπεφήνατο, εἶπεν ἄντικρυς ὅτι “περὶ
ὧν ἂν ἅπαξ τι εἴπω, μηκέτι μου αὖθις πύθῃ.” τοῦτον μὲν οὖν
φαρμάκῳ διώλεσε, Τιγελλῖνον δέ τινα Σωφρόνιον, ἀσελγείᾳ τε καὶ
μιαιφονίᾳ πάντας τοὺς καθ' ἑαυτὸν ἀνθρώπους ὑπεράραντα, σὺν
ἑτέρῳ τινὶ ἐπὶ τὴν τῶν δορυφόρων ἀρχὴν κατέστησε. πρὸς τοῦτον
καὶ τὸ τῆς Πυθιάδος ἀπόφθεγμα γενέσθαι λέγεται. ἐπεὶ γὰρ τῶν
περὶ τὴν Ὀκταουίαν ὄντων οἱ ἄλλοι πάντες πλὴν Πυθιάδος συνεπέ-
θεντο μετὰ τῆς Σαβίνης αὐτῇ, τῆς μέν, ὅτι ἐδυστύχει, καταφρονή-
σαντες, τὴν δέ, ὅτι ἴσχυε, κολακεύοντες,

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή (Xiphilini epitome)


Dindorf-Stephanus p. S172, γρ. 14

ἀνέθορεν. ἡ δὲ δὴ Σαβῖνα αὕτη οὕτως ὑπερετρύφησεν (ἐκ γὰρ τῶν


βραχυτάτων πᾶν δηλωθήσεται) ὥστε τάς τε ἡμιόνους τὰς ἀγούσας
αὐτὴν ἐπίχρυσα σπαρτία ὑποδεῖσθαι, καὶ ὄνους πεντακοσίας ἀρτι-
169

τόκους καθ' ἡμέραν ἀμέλγεσθαι ἵν' ἐν τῷ γάλακτι αὐτῶν λούηται·


τήν τε γὰρ ὥραν καὶ τὴν λαμπρότητα τοῦ σώματος λαμπρῶς
ἐσπουδάκει, καὶ διὰ τοῦτο οὐκ εὐπρεπῆ ποτε αὑτὴν ἐν κατόπτρῳ
ἰδοῦσα ηὔξατο τελευτῆσαι πρὶν παρηβῆσαι. καὶ οὕτω γε αὐτὴν ὁ
Νέρων ἐπόθησεν ὥστε καὶ παῖδα ἀπελεύθερον, ὃν Σπόρον ὠνόμαζεν
ἐκτεμών, ἐπειδὴ τῇ Σαβίνῃ προσεῴκει, τά τε ἄλλα ὡς γυναικὶ αὐτῷ
ἐχρῆτο καὶ προϊόντος τοῦ χρόνου καὶ ἔγημεν αὐτόν, καίπερ Πυθα-
γόρᾳ τινὶ ἐξελευθέρῳ γεγαμημένος, καὶ προῖκα αὐτῷ κατὰ συγγρα-
φὴν ἔνειμε, καὶ τοὺς γάμους σφῶν δημοσίᾳ οἵ τε ἄλλοι καὶ αὐτοὶ
οἱ Ῥωμαῖοι ἑώρτασαν. ἀλλὰ ταῦτα μὲν ὕστερον ἐγένετο· τότε δὲ
πολλοὶ μέν, ὥσπερ εἶπον, ἐθανατώθησαν, πολλοὶ δὲ καὶ μεγάλων
χρημάτων τὴν σωτηρίαν παρὰ τοῦ Τιγελλίνου ἐκπριάμενοι ἀπελύ-
θησαν. ὁ δὲ Νέρων ἄλλα τε γελοῖα ἔπραττε, καί ποτε καὶ ἐπὶ τὴν
τοῦ θεάτρου ὀρχήστραν ἐν πανδήμῳ τινὶ θέᾳ κατέβη καὶ ἀνέγνω
Τρωϊκά τινα ἑαυτοῦ ποιήματα· καὶ ἐπ' αὐτοῖς θυσίαι πολλαί, ὥσπερ
καὶ ἐπὶ τοῖς ἄλλοις ἅπασιν οἷς ἔπραττεν, ἐγένοντο. παρεσκευάζετο
δὲ ὡς καὶ τὰς τῶν Ῥωμαίων πράξεις ἁπάσας συγγράψων ἐν ἔπεσι,
καὶ περί γε τοῦ πλήθους τῶν βιβλίων, πρὶν καὶ ὁτιοῦν αὐτῶν συν

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή (Xiphilini epitome)


Dindorf-Stephanus p. S173, γρ. 14

καὶ νικητήρια αὐτῷ Μενεκράτους τοῦ τῆς κιθαρῳδίας διδασκάλου ἐν


τῷ ἱπποδρόμῳ ποιήσαντος ἡνιόχησε· καὶ ὁ Τηριδάτης ἐς τὴν Ῥώμην,
οὐχ ὅτι τοὺς ἑαυτοῦ παῖδας ἀλλὰ καὶ τοὺς τοῦ Οὐολογαίσου τοῦ τε
Πακόρου καὶ τοῦ Μονοβάζου ἄγων, ἀνήχθη, καὶ ἐγένετο αὐτῶν
πομπὴ διὰ πάσης τῆς ἀπὸ τοῦ Εὐφράτου γῆς ὥσπερ ἐν ἐπινικίοις.
αὐτός τε γὰρ ὁ Τηριδάτης καὶ ἡλικίᾳ καὶ κάλλει καὶ γένει καὶ
φρονήματι ἤνθει, καὶ ἡ θεραπεία ἥ τε παρασκευὴ ἡ βασιλικὴ πᾶσα
αὐτῷ συνηκολούθει, τρισχίλιοί τε ἱππεῖς τῶν Πάρθων καὶ χωρὶς
ἕτεροι Ῥωμαίων συχνοὶ συνείποντο. καὶ αὐτοὺς αἵ τε πόλεις λαμ-
πρῶς κεκοσμημέναι καὶ οἱ δῆμοι πολλὰ καὶ χαρίεντα ἀναβοῶντες
ὑπεδέχοντο· τά τε ἐπιτήδεια πάντα προῖκα εἶχον, ὥστε εἴκοσι μυριά-
δας τὸ ἡμερήσιον ἀνάλωμα τῷ δημοσίῳ λογισθῆναι. καὶ τοῦτο ἐπ'
ἐννέα μῆνας, οἷς ὡδοιπόρησαν, ὁμοίως ἐγένετο. ἵππευσε δὲ παν-
ταχῇ μέχρι τῆς Ἰταλίας, καὶ αὐτῷ καὶ γυνὴ συμπαρίππευε, κράνος
χρυσοῦν ἀντὶ καλύπτρας ἔχουσα, ὥστε μὴ ὁρᾶσθαι παρὰ τὰ πά-
τρια. ἐν δὲ τῇ Ἰταλίᾳ ζεύγεσι πεμφθεῖσιν ὑπὸ τοῦ Νέρωνος ἐκο-
μίσθη, καὶ διὰ Πικεντῶν ἐς Νέαν πόλιν πρὸς αὐτὸν ἀφίκετο. οὐ
μέντοι καὶ τὸν ἀκινάκην, ὅτε προσῄει αὐτῷ, καταθέσθαι καίπερ
κελευσθεὶς ἠθέλησεν, ἀλλ' ἥλοις αὐτὸν τῷ κολεῷ προσέπηξε, καίτοι
καὶ ἐς γῆν τὸ γόνυ καθεὶς καὶ τὰς χεῖρας ἐπαλλάξας, δεσπότην τε
αὐτὸν ὀνομάσας καὶ προσκυνήσας.

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή (Xiphilini epitome)


Dindorf-Stephanus p. S246, γρ. 11

τοῖς τε ἀγροῖς καὶ ταῖς οἰκίαις αὐτῶν ἡδέως ἐχρῆτο· ὅθεν καὶ εἰκό-
νας πολλοῖς μὲν ἀποθανοῦσι πολλοῖς δὲ καὶ ζῶσιν ἐς τὴν ἀγορὰν
170

ἔστησεν. οὐ μέντοι οὔτε ἐξύβρισέ τις αὐτῶν οὔτ' ἀπέδοτό τι οὔθ'


ὧν ἔλεγεν οὔθ' ὧν ἔπραττεν, οἷα οἵ τε Καισάρειοι καὶ οἱ ἄλλοι οἱ
περὶ τοὺς αὐτοκράτορας ἔχοντες ποιεῖν εἰώθασι. ταῦτα περί γε
τοῦ τρόπου, ὡς ἐν κεφαλαίῳ εἰπεῖν, προείρηκα· λέξω δὲ καὶ τὰ καθ'
ἕκαστον, ὅσα ἀναγκαῖόν ἐστι μνημονεύεσθαι. ἐλθὼν γὰρ ἐς τὴν Ῥώ-
μην ἀφῆκε τὰ ὀφειλόμενα τῷ τε βασιλικῷ καὶ τῷ δημοσίῳ τῷ τῶν
Ῥωμαίων, ἑκκαιδεκαετῆ ὁρίσας χρόνον ἀφ' οὗ τε καὶ μέχρις οὗ τηρη-
θήσεσθαι τοῦτ' ἔμελλεν. ἔν τε τοῖς ἑαυτοῦ γενεθλίοις προῖκα τῷ
δήμῳ τὴν θέαν ἀπένειμε καὶ θηρία πολλὰ ἀπέκτεινεν, ὥστε ἐφάπαξ
καὶ λέοντας ἑκατὸν καὶ λεαίνας ἴσας πεσεῖν, καὶ δῶρα διὰ σφαιρίων
καὶ ἐν τῷ θεάτρῳ καὶ ἐν τῷ ἱπποδρόμῳ χωρὶς μὲν τοῖς ἀνδράσι
χωρὶς δὲ ταῖς γυναιξὶ διέρριψε· καὶ γὰρ λούεσθαι χωρὶς ἀλλήλων
αὐτοῖς προσέταξεν. ἐν μὲν τῷ ἔτει ἐκείνῳ ταῦτά τε ἐγένετο καὶ ὁ
Εὐφράτης ὁ φιλόσοφος ἀπέθανεν ἐθελοντής, ἐπιτρέψαντος αὐτῷ καὶ
τοῦ Ἀδριανοῦ κώνειον καὶ διὰ τὸ γῆρας καὶ διὰ τὴν νόσον πιεῖν.
Ἀδριανὸς δὲ ἄλλην ἀπ' ἄλλης διαπορευόμενος ἐπαρχίαν, τάς τε χώ-
ρας καὶ τὰς πόλεις ἐπισκεπτόμενος, καὶ πάντα τὰ φρούρια καὶ τὰ
τείχη περισκοπῶν τὰ μὲν ἐς ἐπικαιροτέρους τόπους μεθίστη, τὰ δὲ

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή (Xiphilini epitome)


Dindorf-Stephanus p. S349, γρ. 30

παῖδας σφαγιαζόμενος καὶ μαγγανεύμασι χρώμενος, ἀλλὰ καὶ εἰς τὸν


ναὸν αὐτοῦ λέοντα καὶ πίθηκον καὶ ὄφιν τινὰ ζῶντα ἐγκατακλείσας,
αἰδοῖά τε ἀνθρώπου ἐμβαλών, καὶ ἄλλ' ἄττα ἀνοσιουργῶν, περιά-
πτοις τέ τισι μυρίοις ἀεί ποτε χρώμενος, – ἵνα ταῦτα παραδράμω,
καὶ γυναῖκα, τὸ γελοιότατον, Ἐλεαγαβάλῳ ἐμνήστευσε καθάπερ καὶ
γάμου παίδων τε δεομένῳ. καὶ ἔδει γὰρ μήτε πενιχρὰν μήτε δυσγενῆ
τινα εἶναι αὐτήν, τὴν Οὐρανίαν τὴν τῶν Καρχηδονίων ἐπελέξατο,
καὶ ἐκεῖθέν τε αὐτὴν μετεπέμψατο καὶ ἐς τὸ παλάτιον καθίδρυσεν,
ἔδνα τε αὐτῇ παρὰ πάντων τῶν ὑπηκόων, ὥσπερ καὶ ἐπὶ τῶν ἑαυτοῦ
γυναικῶν, ἤθροισε. τὰ μὲν δὴ οὖν ἔδνα, ὅσα ἐδόθησαν ζῶντος αὐ-
τοῦ, μετὰ ταῦτα εἰσεπράχθη· τὴν δὲ δὴ προῖκα οὐκ ἔφη κομίσασθαι,
πλὴν δύο λεόντων χρυσῶν, οἳ καὶ συνεχωνεύθησαν. ἀλλ' οὗτος ὁ
Σαρδανάπαλος, ὁ καὶ τοὺς θεοὺς γάμου νόμῳ συνοικίζειν ἀξιῶν,
ἀσελγέστατα αὐτὸς διεβίω. γυναιξὶ μὲν γὰρ καὶ πλείοσι συνείργνυτο,
οὐ μέντοι ὡς καὶ αὐτός τι αὐτῶν δεόμενος, ἀλλὰ ἵνα τῇ συγκοιμήσει
τῇ μετὰ τῶν ἐραστῶν τὰ ἔργα αὐτῶν μιμῆται. πολλὰ δὲ καὶ ἄτοπα,
ἃ μήτε λέγων μήτε ἀκούωνἄντις καρτερήσειεν, ἔδρασε τῷ σώματι
καὶ ἔπαθε· τὰ δὲ δὴ περιφανέστατα, καὶ ἃ μηδ' ἂν ἀποκρύψαιτό τις,
τάδε ἐστίν. ἐς καπηλεῖα εἰσῄει νύκτωρ περιθεταῖς κόμαις χρώμενος,
καὶ τὰ τῶν καπηλίδων εἰργάζετο. ἐς τὰ πορνεῖα τὰ περιβόητα εἰσε-
φοίτα, καὶ τὰς ἑταίρας ἐξελαύνων ἐπόρνευε.

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή (Joannis Antiocheni excerpta e Dione


derivata) P. 750, γρ. 12

...τὴν κεφαλήν, καὶ ἐπὶ τοῖς γόνασι λαβοῦσα, πολλὰ μὲν ἐς


171

αὐτὴν ἐξυβρίσαι καὶ ἐμπτύσαι, τέλος δὲ τὸ αὐτῆς διανοίξασα στόμα,


ἐκείνου τε τὴν γλῶτταν ἐξελκύσαι καὶ τῇ βελόνῃ τῇ κατὰ τὴν κεφα-
λὴν κατακεντῆσαι. πολλά τε καὶ μιαρὰ προσφθεγξαμένη, ἐπὶ τὸ βῆμα
τεθῆναι προσέταξεν, ἵν' ὅθεν κατ' αὐτῆς δημηγορῶν ἠκούετο, ἐκεῖθεν
καὶ ὁρῷτο. οὗτοί γε μόνοι ἐσώθησαν τότε, παρ' ὧν γε πλείονα
ἔλαβον ἤπερ τελευτησάντων εὑρεῖν ἤλπισαν. καὶ ἵνα μὴ κεναὶ ἐν
τοῖς λευκώμασι τῶν ἀνδρῶν αἱ χῶραι ὦσιν, ἑτέρους ἀντέγραψαν ὅ
τε Καῖσαρ καὶ Λέπιδος καὶ Ἀντώνιος. τοιαῦτα μὲν περὶ τὰς σφαγάς,
πολλὰ δὲ καὶ περὶ τὰς τῶν ἄλλων οὐσίας συνέβαινε. καίτοι
ταῖς τε γυναιξὶ τῶν ἀναιρουμένων τὰς προῖκας, καὶ τοῖς τέκνοις τὸ
δέκατον τῆς οὐσίας μέρος παρεῖχεν ὁ Καῖσαρ. ἐπορθεῖτο γοῦν πάντα
ἀδεῶς. τῶν μὲν γὰρ ἐνοικίων οἱ κτήτορεςτὸ ὅλονἀφῃροῦντο,
τῶν δὲ προσόδων τὸ ἥμισυ. καὶ πρός γε τοὺς στρατιώτας ἀπέτρε-
φον προῖκα. δεκάτας τε αὖθις εἰσφέρειν τῶν προσόδων ἐπιτραπέντες
μόλις αὐτοὶ δέκατον ἐκαρποῦντο μέρος. αὐξήσεως γὰρ τῶν τελῶν
πολλῆς γενομένης, καὶ πρὸς ἀνάγκης ἐς τὸ ναυτικὸν ἀπαιτούμενοι
παῖδας, ἔστιν ὅτε καὶ ὠνούμενοι ἐδίδοσαν. τάς τε ὁδοὺς οἰκείοις
δαπανήμασιν ἐπεσκεύαζον. μόνοι δὲ οἱ τὰ ὅπλα ἔχοντες ἐπλούτουν.

Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή (Joannis Antiocheni excerpta e Dione


derivata) P. 750, γρ. 16

τεθῆναι προσέταξεν, ἵν' ὅθεν κατ' αὐτῆς δημηγορῶν ἠκούετο, ἐκεῖθεν


καὶ ὁρῷτο. οὗτοί γε μόνοι ἐσώθησαν τότε, παρ' ὧν γε πλείονα
ἔλαβον ἤπερ τελευτησάντων εὑρεῖν ἤλπισαν. καὶ ἵνα μὴ κεναὶ ἐν
τοῖς λευκώμασι τῶν ἀνδρῶν αἱ χῶραι ὦσιν, ἑτέρους ἀντέγραψαν ὅ
τε Καῖσαρ καὶ Λέπιδος καὶ Ἀντώνιος. τοιαῦτα μὲν περὶ τὰς σφαγάς,
πολλὰ δὲ καὶ περὶ τὰς τῶν ἄλλων οὐσίας συνέβαινε. καίτοι
ταῖς τε γυναιξὶ τῶν ἀναιρουμένων τὰς προῖκας, καὶ τοῖς τέκνοις τὸ
δέκατον τῆς οὐσίας μέρος παρεῖχεν ὁ Καῖσαρ. ἐπορθεῖτο γοῦν πάντα
ἀδεῶς. τῶν μὲν γὰρ ἐνοικίων οἱ κτήτορεςτὸ ὅλονἀφῃροῦντο,
τῶν δὲ προσόδων τὸ ἥμισυ. καὶ πρός γε τοὺς στρατιώτας ἀπέτρε-
φον προῖκα. δεκάτας τε αὖθις εἰσφέρειν τῶν προσόδων ἐπιτραπέντες
μόλις αὐτοὶ δέκατον ἐκαρποῦντο μέρος. αὐξήσεως γὰρ τῶν τελῶν
πολλῆς γενομένης, καὶ πρὸς ἀνάγκης ἐς τὸ ναυτικὸν ἀπαιτούμενοι
παῖδας, ἔστιν ὅτε καὶ ὠνούμενοι ἐδίδοσαν. τάς τε ὁδοὺς οἰκείοις
δαπανήμασιν ἐπεσκεύαζον. μόνοι δὲ οἱ τὰ ὅπλα ἔχοντες ἐπλούτουν.
οἱ μὲν γὰρ τὰς οὐσίας τῶν τελευτησάντων ὅλας καὶ ᾔτουν καὶ ἐλάμ-
βανον, οἱ δὲ καὶ ἐς τὰ τῶν ζώντων ἔτι γερόντων καὶ ἀτέκνων γένη
ἐσεβιάζοντο. ἐς τοσοῦτον γὰρ ἀπληστίας καὶ ἀναισχυντίας ἐχώρησαν,
ὥστε τινὰ καὶ τὴν τῆς Ἀττίας τῆς τοῦ Καίσαρος μητρὸς ἀποθανού-
σης τότε καὶ δημοσίᾳ ταφῇ τιμηθείσηςοὐσίανπαρ' αὐτοῦ τοῦ
Καίσαρος αἰτῆσαι. ταῦτα οἱ τρεῖς ἄνδρες ἐποίουν Καῖσαρ

Αλέξης κωμικός Frag.a Frag. 110, γρ. 26


ὠτάρι' ὕει', ἡπάτιον ἐγκεκαλυμμένον·
αἰσχύνεται γὰρ πελιτνὸν ὂν τῷ χρώματι.
172

τούτοις μάγειρος οὐ πρόσεισ', οὐκ ὄψεται.


οἰμώξεται γὰρ νὴ Δί'· ἀλλ' ἐγὼ σοφῶς
ταῦτ' οἰκονομήσω καὶ γλαφυρῶς καὶ ποικίλως
οὕτω, ποιῶ γὰρ τοὔψον αὐτός, ὥστε τοὺς
δειπνοῦντας εἰς τὰ λοπάδι' ἐμβάλλειν ποιῶ
ἐνίοτε τοὺς ὀδόντας ὑπὸ τῆς ἡδονῆς.
τὰς σκευασίας πάντων δὲ καὶ τὰς σκευάσεις
τούτων ἕτοιμός εἰμι δεικνύειν, λέγειν,
προῖκα προδιδάσκειν, ἂν θέλῃ τις μανθάνειν.
παῖ, τὴν μεγάλην δός, ὑποχέας
φιλίας κυάθους μὲν τῶν παρόντων τέτταρας,
τοὺς τρεῖς δ' ἔρωτος προσαποδώσεις ὕστερον·
ἕν' Ἀντιγόνου τοῦ βασιλέως νίκης καλῶς,
καὶ τοῦ νεανίσκου κύαθον Δημητρίου.
φέρε τὸν τρίτον . .

Αλέξης κωμικός Frag.a Frag. 146, γρ. 4


ΜΑΝΤΕΙΣ

ὦ δυστυχεῖς ἡμεῖς . . πεπρακότες


τὴν τοῦ βίου παρρησίαν καὶ τὴν τρυφὴν
γυναιξὶ δοῦλοι ζῶμεν ἀντ' ἐλευθέρων.
ἔπειτ' ἔχειν προῖκ' οὐχὶ τιμὴν πάσχομεν;
πικράν γε καὶ μεστὴν γυναικείας χολῆς.
ἡ τῶν γὰρ ἀνδρῶν ἐστι πρὸς ἐκείνην μέλι·
οἱ μέν γε συγγνώμην ἔχουσ' ἀδικούμενοι,
αὗται δ' ἀδικοῦσαι καὶ προσεγκαλοῦσ' ἔτι·
ὧν οὐκ ἐχρῆν ἄρχουσιν, ὧν δ' ἄρχειν ἐχρῆν
ἀμελοῦσιν, ἐπιορκοῦσιν, οὐδὲ ἓν κακὸν
ἔχουσι καὶ κάμνειν λέγουσ' ἑκάστοτε.

Αλέξης κωμικός Frag.a Frag. 341, γρ. 2


ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΙΜΑ

οὐκ ἔστιν οὔτε τεῖχος οὔτε χρήματα,


οὐδ' ἄλλο δυσφύλακτον οὐδὲν ὡς γυνή.
ψυχὴν ἔχειν δεῖ πλουσίαν· τὰ δὲ χρήματα
ταῦτ' ἐστὶν ὄψις, παραπέτασμα τοῦ βίου.
οὐκ ἔστιν οὐδὲν βαρύτερον τῶν φορτίων
ὄντως γυναικὸς προῖκα πολλὴν φερομένης.
οὑτοσὶ δέ σοι τοῦ λευκοτάτου πάντων ἐλαίου Σαμιακοῦ
ἔστιν μετρητής. οὐκ ἀνδρῶν ὅρκοι πίστεις, ἀλλ' ὅρκων ἀνήρ.

Αλέξης κωμικός Frag.a Play Kra, Frag. 1, γρ. 26


αἰσχύνεται γὰρ πελιτνὸν ὂν τῷ χρώματι.
173

τούτοις μάγειρος οὐ πρόσεισ', οὐκ ὄψεται.


οἰμώξεται γὰρ νὴ Δί'· ἀλλ' ἐγὼ σοφῶς
ταῦτ' οἰκονομήσω καὶ γλαφυρῶς καὶ ποικίλως
οὕτω, ποιῶ γὰρ τοὖψον αὐτός, ὥστε τοὺς
δειπνοῦντας εἰς τὰ λοπάδι' ἐμβάλλειν ποιῶ
ἐνίοτε τοὺς ὀδόντας ὑπὸ τῆς ἡδονῆς.
τὰς σκευασίας πάντων δὲ καὶ τὰς σκευάσεις
τούτων ἕτοιμός εἰμι δεικνύειν, λέγειν,
προῖκα προδιδάσκειν, ἂν θέλῃ τις μανθάνειν.
Τῷ Καλλιμέδοντι γὰρ θεραπεύω τὰς κόρας
ἤδη τετάρτην ἡμέραν. {Β.} ἦσαν κόραι
θυγατέρες αὐτῷ; {Α.} τὰς μὲν οὖν τῶν ὀμμάτων,
ἃς οὐδ' ὁ Μελάμπους, ὃς μόνος τὰς Προιτίδας
ἔπαυσε μαινομένας, καταστήσειεν ἄν.
Παῖ τὴν μεγάλην δός, ἐπιχέας
φιλίας κυάθους μὲν τῶν παρόντων τέτταρας,
τοὺς τρεῖς δ' ἔρωτος προσαποδώσεις ὕστερον
ἕν' Ἀντιγόνου τοῦ βασιλέως νίκης καλῶς,
καὶ τοῦ νεανίσκου κύαθον Δημητρίου.

Αλέξης κωμικός Frag.a Play Mant, Frag. 1, γρ. 4


ΜΑΝΤΕΙΣ.>

Ὦ δυστυχεῖς ἡμεῖς μὲν οἱ πεπρακότες


τὴν τοῦ βίου παρρησίαν καὶ τὴν τρυφήν,
γυναιξὶ δοῦλοι ζῶμεν ἀντ' ἐλευθέρων.
ἔπειτ' ἔχειν προῖκ' οὐχὶ τιμὴν φάσκομεν;
πικράν γε καὶ μεστὴν γυναικείας χολῆς.
ἡ τῶν γὰρ ἀνδρῶν ἐστι πρὸς ἐκείνην μέλι·
οἱ μέν γε συγγνώμην ἔχουσ' ἀδικούμενοι,
αὗται δ' ἀδικοῦσαι καὶ προσεγκαλοῦσ' ἔτι·
ὧν οὐκ ἐχρῆν ἄρχουσιν, ὧν δ' ἄρχειν ἐχρῆν
ἀμελοῦσιν, ἐπιορκοῦσιν, οὐδὲ ἓν κακόν
ἔχουσι καὶ κάμνειν λέγουσ' ἑκάστοτε.

Comica Adespota (CAF), Frag.a incertorum poetarum Frag. 105, γρ. 8

ἄνθρωπος οἶνον, αὐτὸ τοῦτ' ἐκπλήτ . .


ἔγωγε, ὑπὲρ τοῦ μεθύσκεσθ' οὐ λέγω.
ἀπιστία γάρ ἐσθ' ὅμοιον τοῦτό γε,
εἰ καὶ βιάζεται κοτύλην τις τοὺς βο .
ὠνούμενος πίνειν ἑαυτόν. τοῦτ' ε .
προσέμενον· οὗτος ἐμπεσὼν διασ . .,
τὸν ἔρωτα· τί δ' ἐμοὶ τοῦτο; πάλιν οἰμώ . .
προῖκα δὲ λαβὼν τάλαντα τέτταρ' ἀργυ .
οὐ τῆς γυναικὸς νενόμιχ' αὑτὸν οἰκέ .
ἀπόκοιτός ἐστι, πορνοβοσκῷ δώδεκα
174

τῆς ἡμέρας δραχμὰς δίδωσι. {Β.} δώδεκα


......τακ..βως οὑτοσὶ τὰ πράγματα
.....σ δια.ροφὴν ἀνδρὶ καὶ πρὸς ἡμερ .

Comica Adespota (CAF), Frag.a incertorum poetarum Frag. 150, γρ. 1

αὐλάς. οἷς τὰ περιδέραια ταῦτα καὶ θεάματα


τὰ κορασιώδη παραβαλεῖν οὐκ ἄξιον.
γνώμη γὰρ οὐδέν ἐστιν, ἡ τύχη δὲ πᾶν,
ἧς ἡδὺς ὁ τυχὼν ἔστι καὶ νομίζεται.
οὐδὲν καλύπτει νὺξ κακῶς εἰργασμένον·
ὅ τι δ' ἂν ποιῇς, ἀεὶ νόμιζ' ὁρᾶν τινα.
ἕτερον δὲ συκῆ καὶ δάφνη καὶ μυρρίνη,
ἐφ' οἷς φρονοῦσιν οἱ τρισάθλιοι μέγα.
ὅ τι μόνον ἡμῖν προῖκ' ἔδωκαν οἱ θεοί,
τὸν ὕπνον, τί τοῦτο πολυτελὲς σαυτῷ ποιεῖς;
ὦ φιλτάτη κλίνη.
Βακχὶς θεόν σ' ἐνόμισεν, εὔδαιμον λύχνε·
καὶ τῶν θεῶν μέγιστος, εἰ ταύτῃ δοκεῖς.
τὰ δ' Ἴσθμι' ἀποδοίμην ἂν ἡδέως ὅσου
ὁ τῶν σελίνων στέφανός ἐστιν ὤνιος.
ἀμορφότατος τὴν ὄψιν εἰμὶ γὰρ Φόβος,
πάντων ἐλάχιστον τοῦ καλοῦ μετέχων θεός.
ὅστις ἐπὶ δεῖπνον ὀψὲ κληθεὶς ἔρχεται,
ἢ χωλός ἐστιν ἢ οὐ δίδωσι συμβολάς.

Αντιφάνης κωμικός Frag.a Frag. 210, γρ. 1

ΤΥΡΡΗΝΟΣ

ἀρετὴ τὸ προῖκα τοῖς φίλοις ὑπηρετεῖν.


{Β.} λέγεις ἔσεσθαι τὸν Τιθύμαλλον πλούσιον·
εἰ πράξεται γὰρ μισθὸν ἐκ τοῦ σοῦ λόγου
παρ' οἷς ἐδείπνει προῖκα, συλλέξει συχνά.
δήμου δ' Ἁλαιεύς ἐστιν. {Β.} ἓν γὰρ τοῦτό μοι
τὸ λοιπόν ἐστι, καὶ κακῶς ἀκούσομαι.
{Α.} τί δῆτα τοῦτο; {Β.} θρᾷτταν ἢ ψῆττάν τιν' ἢ
μύραιναν ἢ κακόν τί μοι δώσει μέγα
θαλάττιον.

Αντιφάνης κωμικός Frag.a Frag. 210, γρ. 4

ΤΥΡΡΗΝΟΣ
175

ἀρετὴ τὸ προῖκα τοῖς φίλοις ὑπηρετεῖν.


{Β.} λέγεις ἔσεσθαι τὸν Τιθύμαλλον πλούσιον·
εἰ πράξεται γὰρ μισθὸν ἐκ τοῦ σοῦ λόγου
παρ' οἷς ἐδείπνει προῖκα, συλλέξει συχνά.
δήμου δ' Ἁλαιεύς ἐστιν. {Β.} ἓν γὰρ τοῦτό μοι
τὸ λοιπόν ἐστι, καὶ κακῶς ἀκούσομαι.
{Α.} τί δῆτα τοῦτο; {Β.} θρᾷτταν ἢ ψῆττάν τιν' ἢ
μύραιναν ἢ κακόν τί μοι δώσει μέγα
θαλάττιον.

Αντιφάνης κωμικός Frag.a Frag. 267, γρ. 2


πάντων ἂν οὗτος κατεφρόνησε τῶν θεῶν.
τοῦ γὰρ πατρὸς κρατεῖν μὲν αἰσχύνην φέρει,
ἡττημένῳ δὲ δόξα νικητήριος.
μὴ ὄμμασιν τὸ σῶμα λαμπρύνειν θέλε,
ἔργοις δὲ καθαροῖς καὶ τρόποις τὴν καρδίαν.
δούλῳ γὰρ οἶμαι πατρίδος ἐστερημένῳ
χρηστὸς γενόμενός ἐστι δεσπότης πατρίς.
τίς δ' οὐχὶ θανάτου μισθοφόρος, ὦ φιλτάτη,
ὃς ἕνεκα τοῦ ζῆν ἔρχετ' ἀποθανούμενος;
ἐπεὶ γὰρ ἀποθνήσκειν ἀνάγκῃ γίνεται,
τὸ προῖκ' ἀποθανεῖν ἐστι φανερὰ ζημία.
οὐκ ἔστιν οὐδὲν λεγόμενον μακρῶς, ὅτε
ὁ λέγων ὑποτάττει τοῖς λόγοις τὰ πράγματα.
τὸ μὴ συνειδέναι γὰρ αὑτοῦ τῷ βίῳ
ἀδίκημα μηδὲν ἡδονὴν πολλὴν ἔχει.
τὰ πονηρὰ κέρδη τὰς μὲν ἡδονὰς ἔχει
μικράς, ἔπειτα δ' ὕστερον λύπας μακράς.
συνεχῶς γὰρ ἐμπιμπλάμενος ἀμελὴς γίνεται
ἄνθρωπος, ὑποπίνων δὲ πάνυ φροντιστικός.
στεφάνους ἐνεγκεῖν δεῦρο τῶν χρηστῶν δύο,
καὶ δᾷδα χρηστὴν ἡμμένην χρηστῷ πυρί.

Αντιφάνης κωμικός Frag.a Frag. 329, γρ. 2

ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΙΜΑ

εἴ φησι τοὺς ἐρῶντας οὐχὶ νοῦν ἔχειν,


ἦ πού τίς ἐστι τοὺς τρόπους ἀβέλτερος.
εἰ γὰρ ἀφέλοι τις τοῦ βίου τὰς ἡδονάς,
καταλείπετ' οὐδὲν ἕτερον ἢ τεθνηκέναι.
ψυχὴν ἔχειν δεῖ πλουσίαν· τὰ δὲ χρήματα
ταῦτ' ἐστὶν ὄψις, παραπέτασμα τοῦ βίου.
οὐπώποτ' ἐζήλωσα πλουτοῦντα σφόδρα
ἄνθρωπον, ἀπολαύοντα μηδὲν ὧν ἔχει.
176

οὐκ ἔστιν οὐδὲν βαρύτερον τῶν φορτίων


ὄντως γυναικὸς προῖκα πολλὴν φερομένης.
βέβαιον ἕξεις τὸν βίον δίκαιος ὤν,
χωρίς τε θορύβου καὶ φόβου ζήσεις καλῶς.
οὑτοσὶ δέ σοι τοῦ λευκοτάτου πάντων ἐλαίου Σαμιακοῦ ἔστιν μετρητής.

Αντιφάνης κωμικός Frag.a Play Tyr, Frag. 1, γρ. 1

ΤΥΡΡΗΝΟΣ.>

Ἀρετὴ τὸ προῖκα τοῖς φίλοις ὑπηρετεῖν.


{Β.} λέγεις ἔσεσθαι τὸν Τιθύμαλλον πλούσιον·
εἰσπράξεται γὰρ μισθὸν ἐκ τοῦ σοῦ λόγου
παρ' οἷς ἐδείπνει προῖκα σύλλεξιν συχνήν.
Δήμου δ' Ἁλαεύς ἐστιν. {Β.} ἓν γὰρ τοῦτό μοι
τὸ λοιπόν ἐστι, καὶ κακῶς ἀκούσομαι.
{Α.} τί δῆτα τοῦτο; {Β.} θρᾷτταν ἢ ψῆττάν τιν' ἢ
μύραιναν ἢ κακόν τί μοι δώσει μέγα
θαλάττιον.

Αντιφάνης κωμικός Frag.a Play Tyr, Frag. 1, γρ. 4


ΤΥΡΡΗΝΟΣ.>

Ἀρετὴ τὸ προῖκα τοῖς φίλοις ὑπηρετεῖν.


{Β.} λέγεις ἔσεσθαι τὸν Τιθύμαλλον πλούσιον·
εἰσπράξεται γὰρ μισθὸν ἐκ τοῦ σοῦ λόγου
παρ' οἷς ἐδείπνει προῖκα σύλλεξιν συχνήν.
Δήμου δ' Ἁλαεύς ἐστιν. {Β.} ἓν γὰρ τοῦτό μοι
τὸ λοιπόν ἐστι, καὶ κακῶς ἀκούσομαι.
{Α.} τί δῆτα τοῦτο; {Β.} θρᾷτταν ἢ ψῆττάν τιν' ἢ
μύραιναν ἢ κακόν τί μοι δώσει μέγα θαλάττιον.

Αντιφάνης κωμικός Frag.a Play IFF, Frag. 48, γρ. 2


τοὐναντίον γὰρ νῦν ποιοῦσιν οἱ θεοί.
ἐὰν ἐπιορκήσῃ τις, αὐτὸς εὐθέως
ὁ διδοὺς τὸν ὅρκον, ἐγένετ' ἐμβρόντητος, ὡς
οἶμαι δικαίως, ὅτι πεπίστευκέν τινι.
Τῆς ἐπιμελείας δοῦλα πάντα γίγνεται.
Οὐκ ἔστιν οὐδὲν λεγόμενον μακρῶς, ὅτε
ὁ λέγων ὑποτάττει τοῖς λόγοις τὰ πράγματα.
Τρόπος δίκαιος κτῆμα τιμιώτατον.
177

Ἐπεὶ γὰρ ἀποθνήσκειν ἀνάγκη γίγνεται,


τὸ προῖκ' ἀποθανεῖν ἔστι φανερὰ ζημία.
Τίς δ' οὐχὶ θανάτου μισθοφόρος, ὦ φιλτάτη,
ὃς ἕνεκα τοῦ ζῆν ἔρχετ' ἀποθανούμενος.
Δούλῳ γὰρ οἶμαι πατρίδος ἐστερημένῳ
χρηστὸς γενόμενός ἐστι δεσπότης πατρίς.
Εἴ τίς φησι τοὺς ἐρῶντας οὐχὶ νοῦν ἔχειν,
ἦ πού τίς ἐστι τοὺς τρόπους ἀβέλτερος.
εἰ γὰρ ἀφέλοι τις τοῦ βίου τὰς ἡδονάς,
καταλείπετ' οὐδὲν ἕτερον ἢ τεθνηκέναι.
Ὡς ἔστι τὸ γαμεῖν ἔσχατον τοῦ δυστυχεῖν.

Αντιφάνης κωμικός Frag.a Play IFF, Frag. 53, γρ. 2


Τίς δ' οὐχὶ θανάτου μισθοφόρος, ὦ φιλτάτη,
ὃς ἕνεκα τοῦ ζῆν ἔρχετ' ἀποθανούμενος.
Δούλῳ γὰρ οἶμαι πατρίδος ἐστερημένῳ
χρηστὸς γενόμενός ἐστι δεσπότης πατρίς.
Εἴ τίς φησι τοὺς ἐρῶντας οὐχὶ νοῦν ἔχειν,
ἦ πού τίς ἐστι τοὺς τρόπους ἀβέλτερος.
εἰ γὰρ ἀφέλοι τις τοῦ βίου τὰς ἡδονάς,
καταλείπετ' οὐδὲν ἕτερον ἢ τεθνηκέναι.
Ὡς ἔστι τὸ γαμεῖν ἔσχατον τοῦ δυστυχεῖν.
Οὐκ ἔστιν οὐδὲν βαρύτερον τῶν φορτίων
ὄντως γυναικὸς προῖκα πολλὴν φερομένης.
Ἐγὼ γυναικὶ δ' ἕν τι πιστεύω μόνον,
ἐπὰν ἀποθάνῃ μὴ βιώσεσθαι πάλιν,
τὰ δ' ἄλλ' ἀπιστῶ πάνθ' ἕως ἂν ἀποθάνῃ.
Ὀφθαλμιῶν ἄνθρωπος ἰσχυρῶς, κακά
πάμπολλα πάσχων, ἓν ἀγαθὸν πάσχει μόνον,
ὅτι οὐχ ὁρᾷ γυναῖκα τοῦτον τὸν χρόνον.
Μὴ χρώμασιν τὸ σῶμα λαμπρύνειν θέλε,
ἔργοις δὲ καθαροῖς καὶ τρόποις τὴν καρδίαν.

Apollodorus Comic., Frag.a Frag. tit 25, γρ. 1

ΙΕΡΕΙΑ

καινόν γέ φασι Χαιρεφῶντ' ἐν τοῖς γάμοις


ὡς τὸν Ὀφέλαν ἄκλητον εἰσδεδυκέναι.
σπυρίδα λαβὼν γὰρ καὶ στέφανον, ὡς ἦν σκότος,
φάσκων παρὰ τῆς νύμφης ὁ τὰς ὄρνεις φέρων
ἥκειν, δεδείπνηχ', ὡς ἔοικεν, εἰσπεσών.

ΠΡΟΙΚΙΖΟΜΕΝΗ Η ΙΜΑΤΙΟΠΩΛΙΣ
178

πλὴν τό γ' οἰνάριον πάνυ


ἦν ὀξὺ καὶ πονηρόν, ὥστ' ᾐσχυνόμην.
τὰ λοιπὰ μὲν γὰρ ὀξαλείους χωρία
συκᾶς φέρει, τοὐμὸν δὲ καὶ τὰς ἀμπέλους.

Apollodorus Comic., Frag.a Play Proi, Frag. tit, γρ. 1

ΙΕΡΕΙΑ.>

Καινόν γέ φασι Χαιρεφῶντ' ἐν τοῖς γάμοις


ὡς τὸν Ὀφέλαν ἄκλητον εἰσδεδυκέναι.
σπυρίδα λαβὼν γὰρ καὶ στέφανον, ὡς ἦν σκότος,
φάσκων παρὰ τῆς νύμφης ὁ τὰς ὄρνεις φέρων
ἥκειν, δεδείπνηχ', ὡς ἔοικεν, εἰσπεσών.

ΠΡΟΙΚΙΖΟΜΕΝΗ Η ΙΜΑΤΙΟΠΩΛΙΣ.>

Πλὴν τό γ' οἰνάριον πάνυ


ἦν ὀξὺ καὶ πονηρόν, ὥστ' ᾐσχυνόμην.
τὰ λοιπὰ μὲν γὰρ ὀξαλείους χωρία
συκᾶς φέρει, τοὐμὸν δὲ καὶ τὰς ἀμπέλους.

Diodorus Comic., Frag.a Frag. 3, γρ. 4

ΑΔΗΛΟΥ ΔΡΑΜΑΤΟΣ

ἐγὼ μὲν οὖν τὸν νόμον ἐμαυτῷ τουτονὶ


τίθεμαι δοκιμάζων, ὥσπερ εἴρηται ποιεῖν·
κρεῖττον γάρ ἐστιν εὖ τεθραμμένην λαβεῖν
γυναῖκ' ἄπροικον ἢ κακῶς μετὰ χρημάτων,
τὴν ἐσομένην καὶ ταῦτα μέτοχον τοῦ βίου.

Diodorus Comic., Frag.a Play Eif, Frag. 1, γρ. 4

ἴα καὶ ῥόδ' ἔφασαν αὐτὸν ἠριστηκέναι.


ἐπεὶ δ' ἀποπάρδοι μετά τινος κατακείμενος
τούτων, προσάγων τὴν ῥῖν' ἐδεῖτ' αὐτοῦ φράσαι,
πόθεν τὸ θυμίαμα τοῦτο λαμβάνεις;
διὰ τοὺς τοιούτους τοὺς ἀσελγῶς χρωμένους
τὸ τίμιον καὶ τὸ καλὸν αἰσχρόν ἐστι νῦν.
179

EX INCERTA FABULA.

Ἐγὼ μὲν οὖν τὸν νόμον ἐμαυτῷ τουτονὶ


τίθεμαι δοκιμάζων, ὥσπερ εἴρηται ποιεῖν·
κρεῖττον γάρ ἐστιν εὖ τεθραμμένην λαβεῖν
γυναῖκ' ἄπροικον ἢ κακῶς μετὰ χρημάτων,
τὴν ἐσομένην καὶ ταῦτα μέτοχον τοῦ βίου.

Machon Comic., Frag.a Frag. 16, γρ. 311

ἤδη τελέως ἦν ὁμολογουμένως σορός,


εἰς τὴν ἀγορὰν λέγουσιν αὐτὴν ἐξίναι
καὶ τοὔψον ἐφορᾶν καὶ πολυπραγμονεῖν πόσου
πωλεῖθ' ἕκαστον, εἶτ' ἰδοῦσα κατὰ τύχην
ἱστῶντα κρεοπώλην τιν' ἀστεῖον πάνυ
τῇ θ' ἡλικίᾳ σφόδρα νέον, Ὦ πρὸς τῶν θεῶν
μειράκιον ὁ καλός, φησι, πῶς ἵστης φράσον.
ὁ δὲ μειδιάσας, Κύβδ', ἔφη, τριωβόλου.
Τίς δ' οὑπιτρέψων ἐστί σοί, φησιν, τάλαν,
ὄντα γ' ἐν Ἀθήναις Καρικοῖς χρῆσθαι σταθμοῖς;
Στρατοκλῆς δύ' ἐρίφους προῖκ' ἐδίδου τοῖς γνωρίμοις
† λοπάδας συνάλμους τε συναρτύειν δοκῶν
καὶ διψᾶν ὑπολειπόμενοι εἰς τὴν αὔριον
τοῖς ἐπισυνάπτειν βουλομένοις τὸν ἑωθινόν †
μακρὰς δὲ πράττειν εἰς τὰ λοιπὰ συμβολάς.
Γνάθαινα δ' αὑτῆς εἶπε πρὸς ἐραστήν τινα,
στραγγευόμενον ὁρῶσα περὶ τὰς συμβολάς,
Στρατοκλῆς ἐπ' ἐρίφοις, φησί, χειμῶνας ποιεῖ.

Flavius Josephus Hist., Antiquitates Judaicae Book 7, Κεφ. 332, γρ. 4

καὶ διὰ τοῦτ' αὐτὸν οὐδὲν εἰργάσατο δεινόν, ὅτε τὴν πόλιν κατε-
στρέψατο, ὡς μικρὸν ἔμπροσθεν ἐδηλώσαμεν. τοῦ δὲ Ὀροννᾶ πυθο-
μένου τί παρείη πρὸς τὸν δοῦλον ὁ δεσπότης, εἶπεν ὠνήσασθαι
παρ' αὐτοῦ τὴν ἅλω, ὅπως βωμὸν ἐν αὐτῇ κατασκευάσῃ τῷ θεῷ
καὶ ποιήσῃ θυσίαν. ὁ δὲ καὶ τὴν ἅλω εἶπε καὶ τὰ ἄροτρα καὶ
τοὺς βόας εἰς ὁλοκαύτωσιν χαρίζεσθαι καὶ τὸν θεὸν ἡδέως εὔχε-
σθαι τὴν θυσίαν προσέσθαι. ὁ δὲ βασιλεὺς ἀγαπᾶν μὲν αὐτὸν
τῆς ἁπλότητος καὶ τῆς μεγαλοψυχίας ἔλεγε καὶ δέχεσθαι τὴν χάριν,
τιμὴν δ' αὐτὸν ἠξίου λαμβάνειν πάντων· οὐ γὰρ εἶναι δίκαιον
προῖκα θυσίαν ἐπιτελεῖν. τοῦ δὲ Ὀροννᾶ φήσαντος ποιεῖν ὅ τι
βούλεται πεντήκοντα σίκλων ὠνεῖται παρ' αὐτοῦ τὴν ἅλω. καὶ
οἰκοδομήσας τὸν βωμὸν ἱερούργησε καὶ ὡλοκαύτωσε καὶ θυσίας
ἐπήνεγκεν εἰρηνικάς. καταπραΰνεται δὲ τούτοις τὸ θεῖον καὶ πάλιν
εὐμενὲς γίνεται. συνέβη δ' εἰς ἐκεῖνον ἀγαγεῖν τὸν τόπον Ἅβρα-
μον τὸν υἱὸν αὐτοῦ Ἴσακον ὥστε ὁλοκαυτῶσαι, καὶ μέλλοντος ἀπο-
σφάττεσθαι τοῦ παιδὸς κριὸν ἐξαίφνης ἀναφανῆναι παρεστῶτα τῷ
180

βωμῷ, ὃν καὶ κατέθυσεν Ἅβραμος ἀντὶ τοῦ παιδός, ὡς προειρή-


καμεν. ὁρῶν δ' ὁ βασιλεὺς Δαυίδης τῆς εὐχῆς αὐτοῦ τὸν θεὸν
ἐπήκοον γεγενημένον καὶ τὴν θυσίαν ἡδέως προσδεξάμενον ἔκρινε
τὸν τόπον ἐκεῖνον ὅλον βωμὸν προσαγορεῦσαι τοῦ λαοῦ παντὸς καὶ

Flavius Josephus Hist., Antiquitates Judaicae Book 8, Κεφ. 360, γρ. 1

τοὺς ὑπερέχοντας τῶν Ἰσραηλιτῶν ἐκ τοῦ Ἀχάβου ὀνόματος νηστεῦ-


σαί τε κελεύουσα καὶ ποιησαμένους ἐκκλησίαν προκαθίσαι μὲν αὐτῶν
Νάβωθον, εἶναι γὰρ αὐτὸν γένους ἐπιφανοῦς, παρασκευασαμένους
δὲ τρεῖς τολμηρούς τινας τοὺς καταμαρτυρήσοντας αὐτοῦ, ὡς τὸν
θεόν τε εἴη βλασφημήσας καὶ τὸν βασιλέα, καταλεῦσαι καὶ τούτῳ
διαχρήσασθαι τῷ τρόπῳ. καὶ Νάβωθος μέν, ὡς ἔγραψεν ἡ βασί-
λισσα, οὕτως καταμαρτυρηθεὶς βλασφημῆσαι τὸν θεόν τε καὶ Ἄχα-
βον βαλλόμενος ὑπὸ τοῦ πλήθους ἀπέθανεν, ἀκούσασα δὲ ταῦτα
Ἰεζάβηλα εἴσεισι πρὸς τὸν βασιλέα καὶ κληρονομεῖν τὸν Ναβώθου
ἀμπελῶνα προῖκα ἐκέλευσεν. ὁ δὲ Ἄχαβος ἥσθη τοῖς γεγενημένοις
καὶ ἀναπηδήσας ἀπὸ τῆς κλίνης ὀψόμενος ἧκε τὸν ἀμπελῶνα τὸν
Ναβώθου. ἀγανακτήσας δ' ὁ θεὸς πέμπει τὸν προφήτην Ἠλίαν
εἰς τὸ Ναβώθου χωρίον Ἀχάβῳ συμβαλοῦντα καὶ περὶ τῶν πε-
πραγμένων ἐρησόμενον, ὅτι κτείνας τὸν ἀληθῆ δεσπότην τοῦ χωρίου
κληρονομήσειεν αὐτὸς ἀδίκως. ὡς δ' ἧκε πρὸς αὐτὸν εἰπόντος τοῦ
βασιλέως, ὅ τι βούλεται χρήσασθαι αὐτῷ, αἰσχρὸν γὰρ ὄντα ἐπὶ
ἁμαρτήματι ληφθῆναι ὑπ' αὐτοῦ, κατ' ἐκεῖνον ἔφη τὸν τόπον,

Flavius Josephus Hist., Antiquitates Judaicae Book 10, Κεφ. 241, γρ. 2

σημαινόμενον.
Ταῦτ' ἀκούσας καλεῖ τὸν Δανίηλον ὁ Βαλτασάρης καὶ δια-
λεχθεὶς ὡς πύθοιτο περὶ αὐτοῦ καὶ τῆς σοφίας, ὅτι θεῖον αὐτῷ
πνεῦμα συμπάρεστι καὶ μόνος ἐξευρεῖν ἱκανώτατος ἃ μὴ τοῖς ἄλ-
λοις εἰς ἐπίνοιαν ἔρχεται, φράζειν αὐτῷ τὰ γεγραμμένα καὶ τί
σημαίνει μηνύειν ἠξίου· τοῦτο γὰρ ποιήσαντι πορφύραν δώσειν
ἐνδεδύσθαι καὶ χρύσεον περὶ αὐχένα στρεπτὸν καὶ τὸ τρίτον τῆς
ἀρχῆς αὐτοῦ μέρος τιμὴν καὶ γέρας τῆς σοφίας, ὡς ἂν ἐξ αὐτῶν
ἐπισημότατος γένοιτο τοῖς ὁρῶσι καὶ τὴν αἰτίαν ἐφ' ᾗ τούτων ἔτυχε
πυνθανομένοις. Δανίηλος δὲ τὰς μὲν δωρεὰς αὐτὸν ἔχειν ἠξίου·
τὸ γὰρ σοφὸν καὶ θεῖον ἀδωροδόκητον εἶναι καὶ προῖκα τοὺς δεο-
μένους ὠφελεῖν, μηνύσειν δ' αὐτῷ τὰ γεγραμμένα σημαίνοντα κατα-
στροφὴν αὐτῷ τοῦ βίου, ὅτι μηδ' οἷς ὁ πρόγονος αὐτοῦ διὰ τὰς
εἰς θεὸν ὕβρεις ἐκολάσθη τούτοις ἔμαθεν εὐσεβεῖν καὶ μηδὲν ὑπὲρ
τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν μηχανᾶσθαι· ἀλλὰ καὶ Ναβουχοδονοσόρου
μεταστάντος εἰς δίαιταν θηρίων ἐφ' οἷς ἠσέβησε καὶ μετὰ πολλὰς
ἱκεσίας καὶ δεήσεις ἐλεηθέντος ἐπανελθεῖν εἰς τὸν ἀνθρώπινον βίον
καὶ τὴν βασιλείαν, καὶ διὰ ταῦτα τὸν θεὸν ὡς τὴν ἅπασαν ἔχοντα
δύναμιν καὶ προνοούμενον τῶν ἀνθρώπων μέχρις οὗ καὶ ἐτελεύ-
τησεν ὑμνοῦντος,

Flavius Josephus Hist., Antiquitates Judaicae Book 13, Κεφ. 385, γρ. 7
181

Δημήτριος δ' ἐκ τῆς Ἰουδαίας ἀπελθὼν εἰς Βέροιαν ἐπολιόρ-


κει τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ Φίλιππον ὄντων αὐτῷ πεζῶν μὲν μυρίων,
χιλίων δὲ ἱππέων. Στράτων δ' ὁ τῆς Βεροίας τύραννος Φιλίππῳ
συμμαχῶν Ἄζιζον τὸν Ἀράβων φύλαρχον ἐπεκαλεῖτο καὶ Μιθριδάτην
τὸν Σινάκην τὸν Παρθυαίων ὕπαρχον. ὧν ἀφικομένων μετὰ πολλῆς
δυνάμεως καὶ πολιορκούντων Δημήτριον ἐντὸς τοῦ χαρακώματος,
εἴσω τοῖς τε τοξεύμασι καὶ τῇ δίψῃ συνέχοντες αὐτὸν ἠνάγκασαν
τοὺς σὺν αὐτῷ σφᾶς παραδοῦναι. λαφυραγωγήσαντες δὲ τὰ ἐν τῇ
χώρᾳ καὶ τὸν Δημήτριον παραλαβόντες τὸν μὲν τῷ Μιθριδάτῃ τῷ
τότε βασιλεύοντι Πάρθων ἔπεμψαν, τῶν δ' αἰχμαλώτων οὓς Ἀν-
τιοχέων εἶναι πολίτας συνέβαινε τούτους προῖκα τοῖς Ἀντιοχεῦσιν
ἀπέδωκαν. Μιθριδάτης δ' ὁ τῶν Πάρθων βασιλεὺς Δημήτριον
εἶχεν ἐν τιμῇ τῇ πάσῃ μέχρι νόσῳ κατέστρεψε Δημήτριος τὸν βίον.
Φίλιππος δὲ ἀπὸ τῆς μάχης εὐθὺς εἰς Ἀντιόχειαν ἐλθὼν καὶ κατα-
σχὼν αὐτὴν ἐβασίλευσεν τῆς Συρίας.

Flavius Josephus Hist., Antiquitates Judaicae Book 17, Κεφ. 11, γρ. 4

ἦν ἡ ἐπιγαμία τεῖχος, ὥσπερ οὐδ' ἡ πρότερον συγγένεια πρὸς τὸ


οὐ μεμισῆσθαι. τὴν δὲ Σαλώμην Ἡρώδης ἐσπουδακυῖαν Συλλαίῳ
τῷ Ἄραβι γαμηθῆναι κατ' ἐρωτικὴν ἐπιθυμίαν βιάζεται τῷ Ἀλεξᾷ
συνοικεῖν συμπρασσούσης αὐτῷ Ἰουλίας καὶ πειθούσης τὴν Σαλώ-
μην μὴ ἀνήνασθαι τὸν γάμον, μὴ καὶ ἔχθρα καθίσταιτο αὐτοῖς
προύπτως ὀμωμοκότος Ἡρώδου μὴ ἂν εὐνοήσειν Σαλώμῃ μὴ ὑπο-
δεξαμένῃ τὸν Ἀλεξᾶ γάμον. καὶ ἐπείθετο Καίσαρός τε οὔσῃ γυ-
ναικὶ τῇ Ἰουλίᾳ καὶ ἄλλως συμβουλευούσῃ πάνυ συμφέροντα. ἐν
τούτῳ δὲ καὶ τὴν Ἀρχελάου θυγατέρα τοῦ βασιλέως Ἡρώδης ὡς
τὸν αὐτῆς πατέρα ἐξέπεμψεν Ἀλεξάνδρῳ συνῳκηκυῖαν ἐκ τῶν αὐ-
τοῦ τὴν προῖκα ἀποδούς, ὥστε ἀμφισβήτημα αὐτοῖς μηδὲν εἶναι.
Ἀνέτρεφεν δὲ αὐτὸς τῶν παίδων τὰ τέκνα πάνυ ἐπιμε-
λῶς· ἦσαν γὰρ τῷ μὲν Ἀλεξάνδρῳ ἐκ Γλαφύρας ἄρσενες δύο, Ἀρι-
στοβούλῳ δὲ ἐκ Βερενίκης τῆς Σαλώμης θυγατρὸς ἄρσενές τε τρεῖς
καὶ θήλειαι δύο. καί ποτε παρόντων αὐτῷ τῶν φίλων παραστη-
σάμενος τὰ παιδάρια καὶ τῶν υἱέων ἀνακλαύσας τὴν τύχην ηὔχετο
μηδὲν τοιόνδε παισὶν τοῖς ἐκείνων συνελθεῖν, αὐξηθέντας δὲ ἀρετῇ
καὶ συμφορᾷ τοῦ δικαίου τὰς τροφὰς ἀμείψασθαι, ἃς ποιοῖτο.
ἐγγεγύητό τε εἰς γάμον, ὁπότε ἀφικοίατο εἰς ὥραν τὴν ἐπ' αὐτῷ,
τῷ μὲν πρεσβυτέρῳ τῶν Ἀλεξάνδρου παίδων Φερώρου θυγατέρα,
τῷ δὲ Ἀριστοβούλου τὴν Ἀντιπάτρου, καὶ θυγατέρα

Flavius Josephus Hist., Contra Apionem (= De Judaeorum vetustate)


Book 2, τμ. 200, γρ. 1

μάλιστα θεῷ κεχαρισμένος. δέησις δ' ἔστω πρὸς τὸν θεόν, οὐχ
ὅπως δῷ τἀγαθά, δέδωκεν γὰρ αὐτὸς ἑκὼν καὶ πᾶσιν εἰς μέσον
κατατέθεικεν, ἀλλ' ὅπως δέχεσθαι δυνώμεθα καὶ λαβόντες φυλάτ-
182

τωμεν. ἁγνείας ἐπὶ ταῖς θυσίαις διείρηκεν ὁ νόμος ἀπὸ κήδους


ἀπὸ λέχους ἀπὸ κοινωνίας τῆς πρὸς γυναῖκα καὶ πολλῶν ἄλλων.
[ἃ μακρὸν ἂν εἴη γράφειν. τοιοῦτος μὲν ὁ περὶ θεοῦ καὶ τῆς
ἐκείνου θεραπείας λόγος ἡμῖν ἐστιν, ὁ δ' αὐτὸς ἅμα καὶ νόμος.]
Τίνες δ' οἱ περὶ γάμων νόμοι; μῖξιν μόνην οἶδεν ὁ νόμος
τὴν κατὰ φύσιν τὴν πρὸς γυναῖκα καὶ ταύτην, εἰ μέλλοι τέκνων ἕνεκα
γίνεσθαι. τὴν δὲ πρὸς ἄρρενας ἀρρένων ἐστύγηκεν καὶ θάνατος
τοὐπιτίμιον, εἴ τις ἐπιχειρήσειεν. γαμεῖν δὲ κελεύει μὴ προικὶ
προσέχοντας μηδὲ βιαίοις ἁρπαγαῖς μηδ' αὖ δόλῳ καὶ ἀπάτῃ πεί-
σαντας, ἀλλὰ μνηστεύειν παρὰ τοῦ δοῦναι κυρίου καὶ κατὰ συγγέ-
νειαν ἐπιτηδείου. γυνὴ χείρων, φησίν, ἀνδρὸς εἰς ἅπαντα. τοι-
γαροῦν ὑπακουέτω, μὴ πρὸς ὕβριν, ἀλλ' ἵν' ἄρχηται· θεὸς γὰρ
ἀνδρὶ τὸ κράτος ἔδωκεν. ταύτῃ συνεῖναι δεῖ τὸν γήμαντα μόνῃ,
τὸ δὲ τὴν ἄλλου πειρᾶν ἀνόσιον. εἰ δέ τις τοῦτο πράξειεν, οὐ-
δεμία θανάτου παραίτησις, οὔτ' εἰ βιάσαιτο παρθένον ἑτέρῳ προ-

Flavius Josephus Hist., De bello Judaico libri vii Book 1, τμ. 483, γρ. 10

καταψευσομένους αὐτῶν, ἕως ἂν ὁ πειθόμενος ᾖ.


Τούτοις ὡς πατέρα πείσαντες ταχέως τὸν μὲν ἐν χερσὶν
φόβον διεκρούσαντο, τὴν δ' εἰς τὰ μέλλοντα λύπην προσέλαβον·
ἔγνωσαν γὰρ τήν τε Σαλώμην ἐχθρὰν καὶ τὸν θεῖον Φερώραν· ἦσαν
δὲ βαρεῖς [μὲν] ἀμφότεροι καὶ χαλεποί, Φερώρας δὲ μείζων, ὃς
πάσης μὲν ἐκοινώνει τῆς βασιλείας πλὴν διαδήματος, προσόδους δὲ
ἰδίας εἶχεν ἑκατὸν τάλαντα, τὴν δὲ πέραν Ἰορδάνου πᾶσαν ἐκαρ-
ποῦτο χώραν λαβὼν παρὰ τἀδελφοῦ δῶρον, ὃς αὐτὸν ἐποίησεν καὶ
τετράρχην αἰτησάμενος παρὰ Καίσαρος, βασιλικῶν τε γάμων ἠξίωσεν
συνοικίσας ἀδελφὴν τῆς ἰδίας γυναικός· μετὰ δὲ τὴν ἐκείνης τελευ-
τὴν καθωσίωσε τὴν πρεσβυτάτην τῶν ἑαυτοῦ θυγατέρων ἐπὶ προικὶ
τριακοσίοις ταλάντοις. ἀλλ' ἀπέδρα Φερώρας τὸν βασιλικὸν γάμον
πρὸς ἔρωτα δούλης, ἐφ' ᾧ χαλεπήνας Ἡρώδης τὴν μὲν θυγατέρα
τῷ πρὸς Πάρθων ὕστερον ἀναιρεθέντι συνέζευξεν ἀδελφιδῷ· Φερώρᾳ
δὲ μετ' οὐ πολὺ τὴν ὀργὴν ἀνίει διδοὺς συγγνώμην τῇ νόσῳ.
Διεβάλλετο δὲ καὶ πάλαι μὲν ἔτι ζώσης τῆς βασιλίδος ἐπι-
βουλεύειν αὐτῷ φαρμάκοις, τότε δὲ πλεῖστοι μηνυταὶ προσῄεσαν,
ὡς καίπερ φιλαδελφότατον ὄντα τὸν Ἡρώδην εἰς πίστιν ὑπαχθῆναι
τῶν λεγομένων καὶ δέος. πολλοὺς δὲ τῶν ἐν ὑπονοίᾳ βασανίσας
τελευταῖον ἦλθεν ἐπὶ τοὺς Φερώρου φίλους.

Flavius Josephus Hist., De bello Judaico libri vii Book 1, τμ. 553, γρ. 1

ματος τοὺς νεκροὺς εἰς Ἀλεξάνδρειον ἐκέλευσεν ἀνακομισθῆναι τὸ


φρούριον συνταφησομένους Ἀλεξάνδρῳ τῷ μητροπάτορι. τὸ μὲν
οὖν Ἀλεξάνδρου καὶ Ἀριστοβούλου τέλος τοιοῦτον.
Ἀντιπάτρῳ δὲ ἀδήριτον ἔχοντι τὴν διαδοχὴν μῖσος μὲν
ἀφόρητον ἐκ τοῦ ἔθνους ἐπεγείρεται πάντων ἐπισταμένων, ὅτι τὰς
διαβολὰς τοῖς ἀδελφοῖς πάσας ἐπισυντάξειεν οὗτος, ὑποικούρει δὲ
183

καὶ δέος οὐ μέτριον αὐξανομένην ὁρῶντι τὴν τῶν ἀνῃρημένων γενεάν·


ἦσαν γὰρ Ἀλεξάνδρῳ μὲν ἐκ Γλαφύρας υἱεῖς δύο Τιγράνης καὶ Ἀλέ-
ξανδρος, Ἀριστοβούλῳ δ' ἐκ Βερνίκης τῆς Σαλώμης Ἡρώδης μὲν
καὶ Ἀγρίππας καὶ Ἀριστόβουλος υἱοί, θυγατέρες δὲ Ἡρωδιὰς
καὶ Μαριάμμη. τὴν μὲν οὖν Γλαφύραν μετὰ τῆς προικὸς Ἡρώδης
ἀπέπεμψεν εἰς Καππαδοκίαν, ὡς ἀνεῖλεν Ἀλέξανδρον, τὴν Ἀριστο-
βούλου δὲ Βερνίκην συνῴκισεν θείῳ πρὸς μητρὸς Ἀντιπάτρου· τὴν
γὰρ Σαλώμην οὖσαν διάφορον ἐξοικειούμενος ὁ Ἀντίπατρος τοῦτον
ἐπραγματεύσατο τὸν γάμον. περιῄει δὲ καὶ τὸν Φερώραν δώροις
τε καὶ ταῖς ἄλλαις θεραπείαις καὶ τοὺς Καίσαρος φίλους οὐκ ὀλίγα
πέμπων ἐπὶ Ῥώμης χρήματα. οἵ γε μὴν περὶ Σατορνῖνον ἐν Συρίᾳ
πάντες ἐνεπλήσθησαν τῶν ἀπ' αὐτοῦ δωρεῶν. ἐμισεῖτο δὲ διδοὺς
πλεῖον, ὡς ἂν οὐκ ἐκ τοῦ μεγαλοψύχου χαριζόμενος ἀλλ' ἀναλίσκων
κατὰ δέος. συνέβαινεν δὲ τοὺς μὲν λαμβάνοντας οὐδὲν μᾶλλον

Achilles Tatius Scr. Erot., Leucippe et Clitophon Book 4, Κεφ. 4, τμ. 8, γρ. 4

ἐλέφαντος ἱππεὺς ὤν· καὶ κολακεύει καὶ φοβεῖται καὶ τῆς φωνῆς
αἴσθεται καὶ μαστίζοντος ἀνέχεται· ἡ δὲ μάστιξ αὐτῷ πέλεκυς σιδη-
ροῦς.
εἶδον δέ ποτε καὶ θέαμα καινόν. ἀνὴρ Ἕλλην ἐνέθηκε τὴν
κεφαλὴν κατὰ μέσην τοῦ θηρίου τὴν κεφαλήν· ὁ δὲ ἐλέφας ἐκεχήνει
καὶ περιήσθμαινε τὸν ἄνθρωπον ἐγκείμενον. ἀμφότερα οὖν ἐθαύμαζον,
καὶ τὸν ἄνθρωπον τῆς εὐτολμίας καὶ τὸν ἐλέφαντα τῆς φιλανθρωπίας.
ὁ δὲ ἄνθρωπος ἔλεγεν ὅτι καὶ μισθὸν εἴη δεδωκὼς τῷ θηρίῳ·
προσπνεῖν γὰρ αὐτῷ καὶ μόνον οὐκ ἀρωμάτων Ἰνδικῶν· εἶναι δὲ
καὶ κεφαλῆς νοσούσης φάρμακον. οἶδεν οὖν τὴν θεραπείαν ὁ ἐλέφας
καὶ προῖκα οὐκ ἀνοίγει τὸ στόμα, ἀλλ' ἔστιν ἰατρὸς ἀλαζὼν καὶ
τὸν μισθὸν πρῶτος αἰτεῖ. κἂν δῷς, πείθεται καὶ παρέχει τὴν χάριν
καὶ ἁπλοῖ τὴν γένυν καὶ τοσοῦτον ἐκδέχεται κεχηνώς, ὅσον ὁ ἄνθρω-
πος βούλεται. οἶδε γὰρ ὅτι πέπρακε τὴν ὀδμήν.”
“Καὶ πόθεν,” ἔφην, “οὕτως ἀμόρφῳ θηρίῳ τοσαύτη τις εὐω-
δίας ἡδονή;” “Ὅτι,” ἔφη Χαρμίδης, “τοιαύτην ποιεῖται καὶ τὴν
τροφήν. Ἰνδῶν γὰρ ἡ γῆ γείτων ἡλίου· πρῶτοι γὰρ ἀνατέλλοντα
τὸν θεὸν ὁρῶσιν Ἰνδοί, καὶ αὐτοῖς θερμότερον τὸ φῶς ἐπικάθηται,
καὶ τηρεῖ τὸ σῶμα τοῦ πυρὸς τὴν βαφήν.

Achilles Tatius Scr. Erot., Leucippe et Clitophon Book 5, Κεφ. 17, τμ. 7, γρ. 4

ἱκετηρίαν. ἀπόλυσόν με τῆς καθεστώσης συμφορᾶς· πάρασχε δέ μοι


τὴν ἀσφάλειαν, ἔστ' ἂν ἀποτίσω τὰς δισχιλίας· τοσούτου γάρ με ὁ
Σωσθένης ἀπὸ τῶν λῃστῶν ἐωνήσατο.
ποριοῦμεν δέ, εὖ ἴσθι, τὴν
ταχίστην· εἰ δὲ μή, σοὶ δουλεύσομεν. ὁρᾷς δὲ καὶ πληγαῖς ὡς κατέ-
ξανέ με πολλαῖς.” καὶ ἅμα διανοίξασα τὸν χιτῶνα δείκνυσι τὰ νῶτα
διαγεγραμμένα ἔτι οἰκτρότερον.
ὡς οὖν ταῦτα ἠκούσαμεν, ἐγὼ
μὲν συνεχύθην· καὶ γάρ τι ἐδόκει Λευκίππης ἔχειν· ἡ δὲ Μελίτη
ἔφη· “Θάρρει, γύναι· τούτων γάρ σε λύσομεν εἴς τε τὴν οἰκείαν
184

προῖκα ἀποπέμψομεν. τὸν Σωσθένην καλεσάτω τις ἡμῖν.”


ἡ μὲν
οὖν εὐθὺς τῶν δεσμῶν ἠλευθεροῦτο, ὁ δὲ παρῆν τεταραγμένος. λέγει
οὖν ἡ Μελίτη· “Ὦ κακὴ κεφαλή, τίνα ποτὲ κἂν τῶν ἀχρειοτάτων
οἰκετῶν τεθέασαι παρ' ἡμῖν οὕτως ᾐκισμένον; τίς αὕτη; λέγε μηδὲν
ψευσάμενος.”

Achilles Tatius Scr. Erot., Leucippe et Clitophon Book 8, Κεφ. 8, τμ. 13, γρ. 5

σας. ἡ τῆς Ἀρτέμιδος οἰκία μοιχῶν γέγονε καὶ πόρνης θάλαμος.


ταῦτα μόλις ἐν χαμαιτυπείῳ γίνεται. εἷς μὲν δή μοι λόγος οὗτος
κατ' ἀμφοῖν· τὸν μέντοι ἀξιῶ τῆς αὐθαδείας δοῦναι τιμωρίαν, τὸν δὲ
ἀποδοθῆναι κελεῦσαι τῇ καταδίκῃ. δεύτερος δέ ἐστί μοι πρὸς Μελίτην
μοιχείας ἀγών, πρὸς ἣν οὐδὲν δέομαι λόγων· ἐν γὰρ τῇ τῶν θεραπαι-
νῶν βασάνῳ τὴν ἐξέτασιν γενέσθαι δέδοκται.
ταύτας οὖν αἰτῶ, αἳ
κἂν βασανιζόμεναι φήσωσιν οὐκ εἰδέναι τοῦτον τὸν κατάδικον χρόνῳ
πολλῷ συνόντα αὐτῇ καὶ ἐν ἀνδρὸς χώρᾳἐντῇ οἰκίᾳ τῇ ἐμῇ, οὐκ ἐν
μοιχοῦ μόνον, καθεστηκότα, πάσης αἰτίας αὐτὴν ἀφίημι. ἂν τοίνυν
τοὐναντίον, τὴν μὲν κατὰ τὸν νόμον ἀφεῖσθαι τῆς προικός φημι δεῖν
ἐμοί, τὸν δὲ ὑποσχεῖν τὴν ὀφειλομένην τοῖς μοιχοῖς τιμωρίαν· θάνατος
δέ ἐστιν αὕτη· ὥστε ὁποτέρως ἂν οὗτος ἀποθάνῃ, ὡς μοιχὸς ἢ ὡς
φονεύς, ἀμφοτέροις ἔνοχος ὤν, δίκην δεδωκὼς οὐ δέδωκεν· ἀποθανὼν
γὰρ ὀφείλει θάνατον ἄλλον.
ὁ δέ μοι τρίτος τῶν λόγων πρὸς τὴν
δούλην ἐστὶ τὴν ἐμὴν καὶ τὸν σεμνὸν τοῦτον πατρὸς ὑποκριτήν, ὃν
εἰς ὕστερον, ὅταν τούτων καταψηφίσησθε, ταμιεύσομαι.” ὁ μὲν δὴ
ταῦτα εἰπὼν ἐπαύσατο.

Achilles Tatius Scr. Erot., Leucippe et Clitophon Book 8, Κεφ. 17, τμ. 3, γρ. 8

“Μαθὼν κατὰ τὸν πλοῦν ὡς οὐκ εἴη θυγάτηρ ἐμή, διημαρτηθείη δὲ


τὸ πᾶν ἔργον αὐτῷ, ἤρα δὲ ὅμως καὶ σφόδρα τῆς Καλλιγόνης. προς-
πεσὼν αὐτῆς τοῖς γόνασι, ‘Δέσποινα,’ εἶπε, ‘μή με νομίσῃς λῃστὴν
εἶναί τινα καὶ κακοῦργον· ἀλλὰ γάρ εἰμι τῶν εὖ γεγονότων, γένει
Βυζάντιος, δεύτερος οὐδενός. ἔρως δέ με λῃστείας ὑποκριτὴν πε-
ποίηκε καὶ ταύτας ἐπὶ σοὶ πλέξαι τὰς τέχνας. δοῦλον οὖν με σεαυτῆς
ἀπὸ ταύτης τῆς ἡμέρας νόμιζε. καί σοι προῖκα ἐπιδίδωμι, τὸ μὲν
πρῶτον ἐμαυτόν, ἔπειτα ὅσην οὐκ ἂν ὁ πατὴρ ἐπέδωκέ σοι. τηρήσω
δέ σε παρθένον μέχριπερ ἂν σοὶ δοκῇ.’
καὶ ταῦτα εἰπὼν καὶ ἔτι
τούτων πλείονα εὐαγωγοτέραν τὴν κόρην αὐτῷ γενέσθαι παρεσκεύα-
σεν. ἦν δὲ καὶ ὀφθῆναι καλὸς καὶ στωμύλος καὶ πιθανώτατος· καὶ
ἐπειδὴ ἧκεν εἰς τὸ Βυζάντιον, συμβόλαιον ποιησάμενος προικὸς μεγί-
στης καὶ τὰ ἄλλα πολυτελῶς παρασκευάσας, ἐσθῆτά τε καὶ χρυσὸν
185

καὶ ὅσα εἰς κόσμον γυναικῶν εὐδαιμόνων, περιεῖπεν εὖ καὶ καλῶς,


ἄχραντον τηρῶν, ὡς ἐπηγγείλατο· ὥστε καὶ αὐτὴν ᾑρήκει τὴν κόρην
ἤδη.

Achilles Tatius Scr. Erot., Leucippe et Clitophon Book 8, Κεφ. 18, τμ. 4, γρ. 1

διηγεῖται πρῶτον τὰ πεπραγμένα αὐτῷ περὶ τὴν Καλλιγόνην.


‘Ἀλλὰ ἅπερ ἐποιήσαμεν, πάτερ,’ εἶπε, ‘τὰ μὲν νεότητος φύσει πέπρακται
βίᾳ, τὰ δὲ μετὰ ταῦτα προαιρέσει. παρθένον γὰρ τὴν κόρην μέχρι
τούτου τετήρηκα, καὶ ταῦτα πολέμοις ὁμιλῶν, ἐν οἷς οὐδεὶς ἀναβάλ-
λεται τὰς ἡδονάς. νῦν οὖν εἰς τὴν Τύρον αὐτὴν ἀπαγαγεῖν ἔγνωκα
πρὸς τὸν πατέρα καὶ νόμῳ παρ' ἐκείνου λαβεῖν τὸν γάμον. ἂν μὲν
οὖν ἐθελήσῃ μοι δοῦναι τὴν κόρην, ἀγαθῇ τύχῃ δέξομαι· ἂν δὲ σκαιὸς
γένηται καὶ δύσκολος, παρθένον αὐτὴν ἀπολήψεται.
ἐγὼ γὰρ προῖκα
ἐπιδιδοὺς οὐκ εὐκαταφρόνητον ἀγαπητῶς ἂν λάβοιμι τὸν γάμον.’ ἀνα-
γνώσομαι δέ σοι καὶ τὸ συμβόλαιον, ὃ φθάνω πρὸ τοῦ πολέμου γρά-
ψας, δεόμενος συνοικίσαι τῷ Καλλισθένει τὴν κόρην, τό τε γένος
αὐτοῦ καταλέγων καὶ τὸ ἀξίωμα καὶ τὰς ἐν τοῖς πολέμοις ἀριστείας.
τοῦτο γάρ ἐστιν ἡμῖν τὸ συγκείμενον.
ἐγὼ δέ, ἢν τὴν ἔφεσιν ἀγω-
νισώμεθα, διέγνωκα πρῶτον μὲν εἰς τὸ Βυζάντιον διαπλεῦσαι, μετὰ
ταῦτα δὲ εἰς τὴν Τύρον.” καὶ ταῦτα διαμυθολογήσαντες ἐκοιμήθημεν
τὸν αὐτὸν τρόπον.

Callisthenes Hist., Frag.a Vol.-Jacobyʹ-F 2b,124,F, Frag. 48, γρ. 3

HARPOKR. SUID. Βόθυνος· τόπος τις ἰδίως οὕτω καλού-


μενος ἐν τῆι Ἱερᾶι ὁδῶι. Ἰσαῖος ἐν τῶι Πρὸς Ἕρμωνα περὶ ἐγγύης
μνημονεύει τοῦ τόπου καὶ Καλλισθένης.
LUKIAN. Demostenc. 15: οὐ γὰρ ὡς τὸν Αἰσχύλον ὁ
Καλλισθένης ἔφη που λέγων τὰς τραγωιδίας ἐν οἴνωι γράφειν ἐξορμῶντα
καὶ ἀναθερμαίνοντα τὴν ψυχήν ....
PHOT. BEROL. SUID. ἀναρᾶσθαι· ἀντὶ τοῦ διαλύειν
τὴν γενομένην καταράν. οὕτως Καλλισθένης.
PLUT. Aristeid. 27,2: καὶ τὰς μὲν θυγατέρας (sc. Ἀριστείδου)
ἱστοροῦσιν ἐκ τοῦ πρυτανείου τοῖς νυμφίοις ἐκδοθῆναι δημοσίαι τῆς πόλεως
τὸν γάμον ἐγγυώσης καὶ προῖκα τρισχιλίας δραχμὰς ἑκατέραι ψηφισαμένης·
Λυσιμάχωι δὲ τῶι υἱῶι μνᾶς μὲν ἑκατὸν ἀργυρίου καὶ γῆς τοσαῦτα πλέθρα
πεφυτευμένης ἔδωκεν ὁ δῆμος, καὶ ἄλλας δραχμὰς τέσσαρας εἰς ἡμέραν
ἑκάστην ἀπέταξεν, Ἀλκιβιάδου τὸ ψήφισμα γράψαντος. (3) ἔτι δὲ Λυσιμάχου
θυγατέρα Πολυκρίτην ἀπολιπόντος, ὡς Καλλισθένης φησί, καὶ ταύτηι
σίτησιν ὅσην καὶ τοῖς Ὀλυμπιονίκαις ὁ δῆμος ἐψηφίσατο.
PLUT. Aet. gr. 9 p. 292 D – F: τίς ὁ παρὰ Δελφοῖς ὁσιωτὴρ
καὶ διὰ τί βύσιον ἕνα τῶν μηνῶν καλοῦσιν; .... ὁ δὲ βύσιος μήν, ὡς
μὲν οἱ πολλοὶ νομίζουσι, φύσιός ἐστιν· ἔαρος γὰρ ἄρχει καὶ τὰ πολλὰ
φύεται τηνικαῦτα καὶ διαβλαστάνει. τὸ δ' ἀληθὲς οὐκ ἔχει οὕτως· οὐ
γὰρ ἀντὶ τοῦφτῶιβχρῶνται Δελφοί, καθάπερ Μακεδόνες ....,
186

Lysias Orat., Ὑπὲρ τῶν Ἀριστοφάνους χρημάτων, πρὸς τὸ δημόσιον Τμ. 9, γρ. 2

χομένοις ὡς ἠδίκουν. οὐδεὶς γὰρ οὐδ' εἶδεν ἐκείνους μετὰ


τὴν σύλληψιν· οὐδὲ γὰρ θάψαι τὰ σώματ' αὐτῶν ἀπέδοσαν,
ἀλλ' οὕτω δεινὴἡσυμφορὰ γεγένηται ὥστε πρὸς τοῖς
ἄλλοις καὶ τούτου ἐστέρηνται. ἀλλὰ ταῦτα μὲν ἐάσω·
οὐδὲν γὰρ ἂν περαίνοιμι· πολὺ δὲ ἀθλιώτεροι δοκοῦσί
μοι οἱ παῖδες οἱ Ἀριστοφάνους· οὐδένα γὰρ οὔτ' ἰδίᾳ οὔτε
δημοσίᾳ ἠδικηκότες οὐ μόνον τὰ πατρῷα ἀπολωλέκασι
παρὰ τοὺς νόμους τοὺς ὑμετέρους, ἀλλὰ καὶ ἣ ὑπόλοιπος
ἐλπὶς ἦν, ἀπὸτῶντοῦ πάππου ἐκτραφῆναι, ἐν οὕτω
δεινῷ καθέστηκεν. ἔτι δ' ἡμεῖς ἐστερημένοι μὲν κηδεστῶν,
ἐστερημένοι δὲ τῆς προικός, παιδάρια δὲ τρία ἠναγκα-
σμένοι τρέφειν, προσέτι συκοφαντούμεθα καὶ κινδυνεύομεν
περὶ ὧν οἱ πρόγονοι ἡμῖν κατέλιπον κτησάμενοι ἐκ τοῦ
δικαίου. καίτοι, ὦ ἄνδρες δικασταί, ὁ ἐμὸς πατὴρ ἐν ἅπαντι
τῷ βίῳ πλείω εἰς τὴν πόλιν ἀνήλωσεν ἢ εἰς αὑτὸν καὶ τοὺς
οἰκείους, διπλάσια δὲ ἢ νῦν ἔστιν ἡμῖν, ὡς ἐγὼ λογιζομένῳ
αὐτῷ πολλάκις παρεγενόμην. μὴ οὖν προκαταγιγνώσκετε
ἀδικίαν τοῦ εἰς αὑτὸν μὲν μικρὰ δαπανῶντος, ὑμῖν δὲ
πολλὰ καθ' ἕκαστον τὸν ἐνιαυτόν, ἀλλ' ὅσοι καὶ τὰ πα-
τρῷα καὶ ἐάν τί ποθεν κερδήνωσιν, εἰς τὰς αἰσχίστας ἡδονὰς
εἰθισμένοι εἰσὶν ἀναλίσκειν.

Lysias Orat., Ὑπὲρ τῶν Ἀριστοφάνους χρημάτων, πρὸς τὸ δημόσιον Τμ. 15, γρ. 2

τότε χρόνῳ ἀρέσκοντας, ἐπείσθη δοῦναι, οὐκ εἰδὼς τὴν


ἐσομένην διαβολήν, ἀλλ' ὅτε καὶ ὑμῶν ὁστισοῦν ἂν ἐκεί-
νοις ἠξίωσε κηδεστὴς γενέσθαι, ἐπεὶ ὅτι γε οὐ χρημάτων
ἕνεκα, ῥᾴδιον γνῶναι ἐκ τοῦ βίου παντὸς καὶ τῶν ἔργων
τῶν τοῦ πατρός. ἐκεῖνος γὰρ ὅτ' ἦν ἐν τῇ ἡλικίᾳ, παρὸν
μετὰ πολλῶν χρημάτων γῆμαι ἄλλην, τὴν ἐμὴν μητέρα
ἔλαβεν οὐδὲν ἐπιφερομένην, ὅτι δὲ Ξενοφῶντος ἦν θυγάτηρ
τοῦ Εὐριπίδου ὑέος, ὃς οὐ μόνον ἰδίᾳ χρηστὸς ἐδόκει εἶναι,
ἀλλὰ καὶ στρατηγεῖν αὐτὸν ἠξιώσατε, ὡς ἐγὼ ἀκούω. τὰς
τοίνυν ἐμὰς ἀδελφὰς ἐθελόντων τινῶν λαβεῖν ἀπροίκους
πάνυ πλουσίων οὐκ ἔδωκεν, ὅτι ἐδόκουν κάκιον γεγονέναι,
ἀλλὰ τὴν μὲν Φιλομήλῳ τῷ Παιανιεῖ, ὃν οἱ πολλοὶ βελτίω
ἡγοῦνται εἶναι ἢ πλουσιώτερον, τὴν δὲ πένητι γεγενημένῳ
οὐ διὰ κακίαν, ἀδελφιδῷ δὲ ὄντι ΦαίδρῳτῷΜυρρι-
νουσίῳ, ἐπιδοὺς τετταράκοντα μνᾶς, κᾆτ' Ἀριστοφάνει τὸ
ἴσον. πρὸς δὲ τούτοις ἐμοὶ πολλὴν ἐξὸν πάνυ προῖκα λα-
βεῖν ἐλάττω συνεβούλευσεν, ὥστε εὖ εἰδέναι ὅτι κηδε-
σταῖς χρησοίμην κοσμίοις καὶ σώφροσι. καὶ νῦν ἔχω γυ-
ναῖκα τὴν Κριτοδήμου θυγατέρα τοῦ Ἀλωπεκῆθεν, ὃς
ὑπὸ Λακεδαιμονίων ἀπέθανεν,

Lysias Orat., Ὑπὲρ τῶν Ἀριστοφάνους χρημάτων, πρὸς τὸ δημόσιον Τμ. 32, γρ. 4
187

λοιπὸν χρόνον ἡδονὴν ἂν παρέχοι. ἀλλὰ τόδε σκοπεῖτε.


τῶν ἄλλων, ὅσων ἐδημεύσατετὰχρήματα, οὐχ ὅπως
σκεύη ἀπέδοσθε, ἀλλὰ καὶ αἱ θύραι ἀπὸ τῶν οἰκημάτων
ἀφηρπάσθησαν· ἡμεῖς δὲ ἤδη δεδημευμένων καὶ ἐξελη-
λυθυίας τῆς ἐμῆς ἀδελφῆς φύλακα κατεστήσαμενἐντῇ
ἐρήμῃ οἰκίᾳ, ἵνα μήτε θυρώματα μήτε ἀγγεῖα μήτε ἄλλο
μηδὲν ἀπόλοιτο. ἔπιπλα δὲ ἀπεφαίνετο πλεῖν ἢ χιλίων
δραχμῶν, ὅσα οὐδενὸς πώποτ' ἐλάβετε. πρὸς δὲ τούτοις
καὶ πρότερον πρὸς τοὺς συνδίκους καὶ νῦν ἐθέλομεν πίστιν
δοῦναι, ἥτις ἐστὶ μεγίστη τοῖς ἀνθρώποις, μηδὲν ἔχειν
τῶν Ἀριστοφάνους χρημάτων, ἐνοφείλεσθαι δὲ τὴν προῖκα
τῆς ἀδελφῆς καὶτὰςἑπτὰ μνᾶς, ἃς ᾤχετο λαβὼν παρὰ
τοῦ πατρὸς τοῦ ἐμοῦ. πῶς ἂν οὖν εἶεν ἄνθρωποι ἀθλιώ-
τεροι, ἢ εἰ τὰ σφέτερ' αὐτῶν ἀπολωλεκότες δοκοῖεν τἀκεί-
νων ἔχειν; ὃ δὲ πάντων δεινότατον, τὴν ἀδελφὴν ὑποδέ-
ξασθαι παιδία ἔχουσαν πολλά, καὶ ταῦτα τρέφειν, μη-
δ' αὐτοὺς ἔχοντας μηδέν, ἐὰν ὑμεῖς τὰ ὄντ' ἀφέλησθε.
Φέρε πρὸς θεῶν Ὀλυμπίων· οὕτω γὰρ σκοπεῖτε, ὦ
ἄνδρεςδικασταί. εἴ τις ὑμῶν ἔτυχε δοὺς Τιμοθέῳ τῷ
Κόνωνος τὴν θυγατέρα ἢ τὴν ἀδελφήν, καὶ ἐκείνου ἀπο-
δημήσαντος καὶ ἐν διαβολῇ γενομένου ἐδημεύθη ἡ οὐσία,

Menander Comic., Aspis Γρ. 135

τῶι μειρακίωι, χρηστὸς δὲ τῶι τρόπωι πάνυ


καὶ πλούσιος, γυναῖκ' ἔχων καὶ παρθένου
μιᾶς πατὴρ ὤν· ὧι κατέλιπεν ἐκπλέων
ὁ μειρακίσκος τὴν ἀδελφήν· σύντροφοι
αὗται θ' ἑαυταῖς εἰσιν ἐκτεθραμμέναι.
ὢν δ', ὅπερ ὑπεῖπα, χρηστὸς οὗτος μακροτέραν
ὁρῶν ἐκείνωι τὴν ἀποδημίαν τά τε
οἰκεῖα μέτρια παντελῶς, τὴν παρθένον
αὐτὸς συνοικίζειν νεανίσκωι τινὶ
ἔμελλεν, ὑῶι τῆς γυναικὸς ἧς ἔχει,
ἐξ ἀνδρὸς ἑτέρου, προῖκά τ' ἐπεδίδου δύο
τάλαντα· καὶ ποιεῖν ἔμελλε τοὺς γάμους
νυνί. ταραχὴν δὲ τοῦτο πᾶσιν ἐμπεσὸν
τὸ νῦν παρέξει πρᾶγμα· τοὺς ἑξακοσίους
χρυσοῦς ἀκούσας οὑτοσὶ γὰρ ἀρτίως
ὁ πονηρός, οἰκέτας τε βαρβάρους ἰδών,
σκευοφόρα, παιδίσκας, ἐπικλήρου τῆς κόρης
οὔσης κρατεῖν βουλήσετ' αὐτός, τῶι χρόνωι
προέχων. μάτην δὲ πράγμαθ' αὑτῶι καὶ πόνους
πολλοὺς παρασχὼν γνωριμώτερόν τε τοῖς
πᾶσιν ποήσας αὑτὸν οἷός ἐστ' ἀνὴρ

Menander Comic., Aspis Γρ. 269


188

{(Σμ)} μόνος γεγάμηκα πρεσβύτερος;


{(Χα)} ἀνθρωπίνως
τὸ πρᾶγμ' ἔνεγκε, Σμικρίνη, πρὸς τῶν θεῶν.
τῆι παιδὶ ταύτηι γέγονε Χαιρέας ὁδὶ
σύντροφος ὁ μέλλων λαμβάνειν αὐτήν. τί οὖν
λέγω; σὺ μηδὲν ζημιοῦ· τὰ μὲν ὄντα γὰρ
ταῦθ' ὅσαπέρ ἐστι λαβὲ σὺ πάντα, κύριος
γενοῦ, δίδομέν σοι· τὴν δὲ παιδίσκην τυχεῖν
καθ' ἡλικίαν ἔασον αὐτὴν νυμφίου.
ἐκ τῶν ἰδίων ἐγὼ γὰρ ἐπιδώσω δύο
τάλαντα προῖκα.
{(Σμ)} πρὸς θεῶν, Μελιτίδηι
λαλεῖν ὑπείληφας; τί φήις; ἐγὼ λάβω
τὴν οὐσίαν, τούτωι δὲ τὴν κόρην ἀφῶ
ἵν', ἂν γένηται παιδίον, φεύγω δίκην
ἔχων τὰ τούτου;

Menander Comic., Dyscolus Γρ. 308

ἄκουσον –
{(Δα)} εὖ γε, δέσποθ', οὕτω πολλά [μοι
ἀγαθὰ γένοιτο.
{(Σω)} – καὶ σύ γ', ὁ λαλῶν πρ[ὶν μαθεῖν.
κόρην τιν' εἶδο[ν ἐνθαδί· τ]αύτης ἐρῶ.
εἰ τοῦτ' ἀδίκημ' ε̣[ἴρηκ]α̣ς, ἠδίκηκ' ἴσως.
τί γὰρ ἄν τις εἴποι; π[λὴν π]ορεύομ' ἐνθάδε
οὐχὶ πρὸς ἐκείνην, βούλομαι δ' αὐτῆς ἰδεῖν
τὸν πατέρ'. ἐγὼ γάρ, ὢν ἐλεύθερος, βίον
ἱκανὸν ἔχων, ἕτοιμός εἰμι λαμβάνειν
αὐτὴν ἄπροικον, πίστιν ἐπιθεὶς διατελεῖν
στέργων. ἐπὶ κακῶι δ' εἰ προσελήλυθ' ἐνθάδε
ἢ βουλόμενος ὑμῶντικακοτεχνεῖν λάθραι,
οὗτός μ' ὁ Πάν, μειράκιον, αἱ Νύμφαι θ' ἅμα
ἀπόπληκτον αὐτοῦ πλησίον τῆς οἰκίας
ἤδη ποήσειαν. τετάραγμ',εὖἴσθ' ὅτι,
οὐδὲ μετρίως, εἴ σοι τοιοῦτος φαίνομαι.
{Γο} ἀλλ' εἴ τι κἀγὼ τοῦ δέοντος σφοδρότερον
εἴρηκα, μηδὲν τοῦτο λυπείτω σ' ἔτι.

Menander Comic., Dyscolus Γρ. 738

οὐ προσέρχομ'· οὐδὲν ἡμῖν γέγονας αὐτὸς χρήσιμος·


οὐδ' ἐγὼ σοὶ νῦν.” τί δ' ἐστί, μειράκιον; ἐάντ'ἐγὼ
ἀποθάνω νῦν – οἴομαι δέ, καὶ κακῶς ἴσως ἔχω –
ἄν τε περισωθ>ῶ, ποοῦμαί σ' ὑόν, ἅ τ' ἔχων τυγχάνω
πάντα σαυτοῦ νόμισον εἶναι. τήνδε σοι παρεγγυῶ·
ἄνδρα δ' αὐτῆι πόρισον. εἰ γὰρ καὶ σφόδρ' ὑγιαίνοιμ' ἐγώ,
αὐτὸς οὐ δυνήσομ' εὑρεῖν· οὐ γὰρ ἀρέσει μοί ποτε
189

οὐδὲ εἷς. ἀλλ' ἐμὲ μέν,ἂν ζῶ>, ζῆν ἐᾶθ' ὡς βούλομαι,


τἆλλα πρᾶττ' αὐτὸς παραλαβών. νοῦν ἔχεις σὺν τοῖς θεοῖς,
κηδεμὼν εἶ τῆς ἀδελφῆς εἰκότως. τοῦ κτήματος
ἐπιδίδουσὺπροῖκα τοὐμοῦ διαμετρήσαςθ>ἤμισυ,
τὸ δ' ἕτερον λαβὼν διοίκει κἀμὲ καὶ τὴν μητέρα.
ἀλλὰ κα]τάκλινόν με, θύγατερ. τῶν δ' ἀναγκαίων λέγειν
πλείον'] οὐκ ἀνδρὸς νομίζω· πλὴν ἐκεῖνό γ' ἴσθι, παῖ –
ὑπὲρ ἐ]μ̣οῦ γὰρ βούλομ' εἰπεῖν ὀλίγα σοι καὶ τοῦ τρόπου –
εἰ τοιοῦτ]οι πάντες ἦσαν, οὔτε τὰ δικαστήρια
ἦν ἄν, οὔθ' αὑτοὺς ἀπῆγον εἰς τὰ δεσμωτήρια,
οὔτε πόλεμος ἦν, ἔχων δ' ἂν μέτρι' ἕκαστος ἠγάπα.
ἀλλ' ἴσως ταῦτ' ἐστ' ἀρεστὰ μᾶλλον· οὕτω πράττετε.
ἐκποδὼν ὑμῖνὁχαλεπὸς δύσκολός τ' ἔσται γέρων.
{(Γο)} ἀλλὰ δέχομαι ταῦτα πάντα. δεῖ δὲ μετὰ σοῦ νυμφίον

Menander Comic., Dyscolus Γρ. 843

{Κα} νὴ τὸν Δία τὸν μέγιστον εὐγενῶς γέ πως


[ ]ος εἶ.
{(Γο)} πῶς;
{(Κα)} οὐκ ἔχων βούλει δοκεῖν
[ ]ἐπειδὴ συμπεπεισμένον μ' ὁρᾶις
[ ]ε τούτωι μ' ἀναπέπεικας· διπλασίως
[ ]ων πένης ἀπόπληκτός θ' ἅμα
[ ]σ̣ ὑποδείκνυσιν εἷς σωτηρίαν.
[{Σω} ].λοιπόν ἐστιν ἡμῖν ἐγγυᾶν.
{(Κα)} ἀλλ' ἐγγυῶ παίδων ἐπ' ἀρότωι γνησίων
τὴν θυγατέρ' ἤδη μειράκιόν σοι προῖκά τε
δίδωμ' ἐπ' αὐτῆι τρία τάλαντα.
{(Γο)} ἐγὼ δέ γε
ἔχω τάλαντον προῖκα τῆς ἑτέρας.
{(Κα)} ἔχεις;
μὴ δῶις σὺ λίαν.
{(Γο)} ἀλλ' ἔχω τὸ χωρίον.
{Κα>} κέκτησ' ὅλον σύ, Γοργία. τὴν μητέρα
ἤδη σὺ δεῦρο τήν τ' ἀδελφὴν μετάγαγε
πρὸς τὰς γυναῖκας τὰς παρ' ἡμῖν.

Menander Comic., Epitrepontes Γρ. 134

{[ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ]}
ἅνθρωπος οἶνον. αὐτὸ τοῦτ' ἐκπλήττομαι
ἔγωγ'. ὑπὲρδὲτοῦ μεθύσκεσθ' οὐ λέγω.
ἀπιστίαι γάρ ἐσθ' ὅμοιον τοῦτό γε,
εἰ καὶ βιάζεται κοτύλην τις τοὐβόλου
ὠνούμενος πίνειν ἑαυτόν.
{(ΧΑΙΡΕΣΤΡΑΤΟΣ)} τοῦτ' ἐγ̣[ὼ
προσέμενον· οὗτος ἐμπεσὼν διασκ̣[εδᾶι
τὸν ἔρωτα.
190

{(Σμ)} τί δέ μοι τοῦτο; πάλιν οἰμω[ζέτω.


προῖκα δὲ λαβὼν τάλαντα τέτταρ' ἀργύρου
οὐ τῆς γυναικὸς νενόμιχ' αὑτὸν οἰκέτην·
ἀπόκοιτός ἐστι· πορνοβοσκῶι δώδεκα
τῆς ἡμέρας δραχμὰς δίδωσι.
{(Χαι)} δώδεκα·
πέπυς]τ' ἀκριβῶς οὑτοσὶ τὰ πράγματα.
{(Σμ)} μηνὸς διατροφὴν ἀνδρὶ καὶ πρὸς ἡμερῶν
ἕξ.
{(Χαι)} εὖ λελόγισται. δύ' ὀβόλους τῆς ἡμέρας,
ἱκανό]ν τι τῶι πεινῶντιπρὸςπτισάνην ποτέ.
{(?ΑΒΡΟΤΟΝΟΝ)}

Menander Comic., Epitrepontes Γρ. 1065

σώφρονα· τοιαυτησὶ γὰρ οὐκ ἀπέσχετ' ἂν


ἐκεῖνος, εὖ τοῦτ' οἶδ'· ἐγὼ δ' ἀφέξομαι.
{Σμ} ἂν μὴ κατάξω τὴν κεφαλήν σου, Σωφρόνη,
κάκιστ' ἀπολοίμην. νουθετήσεις καὶ σύ με;
προπετῶς ἀπάγω τὴν θυγατέρ', ἱερόσυλε γραῦ;
ἀλλ' ἦ περιμένω καταφαγεῖν τὴν προῖκά μου
τὸν χρηστὸν αὐτῆς ἄνδρα καὶ λόγους λέγω
περὶ τῶν ἐμαυτοῦ; ταῦτα συμπείθεις με σύ;
οὐκ ὀξυλαβῆσαι κρεῖττον; οἰμώξει μακρά,
ἂν ἔτι λαλῆις τι. κρίνομαι πρὸς Σωφρόνην;
μετάπεισον αὐτήν, ὅταν ἴδηις. οὕτω τί μοι
ἀγαθὸν γένοιτο Σωφρόνη γάρ, οἴκαδε
ἀπιών – τὸ τέλμ' εἶδες παριοῦσ'; ἐνταῦθά σε
τὴν νύκτα βαπτίζων ὅλην ἀποκτενῶ,
κἀγώ σε ταὔτ' ἐμοὶ φρονεῖν ἀναγκάσω
καὶ μὴ στασιάζειν. ἡ θύρα παιητέα·

Menander Comic., Epitrepontes Γρ. 1079

ἂν ἔτι λαλῆις τι. κρίνομαι πρὸς Σωφρόνην;


μετάπεισον αὐτήν, ὅταν ἴδηις. οὕτω τί μοι
ἀγαθὸν γένοιτο Σωφρόνη γάρ, οἴκαδε
ἀπιών – τὸ τέλμ' εἶδες παριοῦσ'; ἐνταῦθά σε
τὴν νύκτα βαπτίζων ὅλην ἀποκτενῶ,
κἀγώ σε ταὔτ' ἐμοὶ φρονεῖν ἀναγκάσω
καὶ μὴ στασιάζειν. ἡ θύρα παιητέα·
κεκλειμένη γάρ ἐστι. παῖδες, παιδίον·
ἀνοιξάτω τις. παῖδες, οὐχ ὑμῖν λέγω;
{Ον} τίς ἐσθ' ὁ κόπτων τὴν θύραν; ὤ, Σμικρίνης
ὁ χαλεπός, ἐπὶ τὴν προῖκα καὶ τὴν θυγατέρα
ἥκων.
191

Menander Comic., Misumenus Γρ. 446

“ναί”, φησι, “πάππα, βούλ[ομαι


ἤκουσ'· ἃ δ' ἤκουσα .ε̣[
ἔκπλεα γελῶσ̣ά̣ γ' ηπ[
{(Θρα)} ἀγαθὰ λέγεις.
{(Γε)} εφ.δ...[ τὴν θύραν
ψοφεῖ τις αὐτῶν.
{Δη} πρ[
{[Θρα]} καλῶς ποῶν.
{(Δη)} παίδ[ων ἐπ' ἀρότωι γνησίων
δίδωμι τὴν ἐμὴν θυγ[ατέρα
καὶ δύο τάλαντα προῖκα [ {[Θρα]}

Menander Comic., Periciromene Γρ. 1015

ὅτ' εὐτύχηκας, τότε δέχεσθαι τὴν δίκην


τεκμήριον τοῦτ' ἐστὶν Ἕλληνος τρόπου.
ἀλλ' ἐκκαλείτω τις δ̣[ραμὼ]ν αὐ[τὸν ταχύ.
{Πο} ἐ[ξέρχομ'· ἀ]λλ' ἔθυον ὑπὲρ εὐ[πραξίας
Γλυκέραν] ἀνευρηκυῖαν οὓς [
πυθόμενος.
{Πα} ὀρθῶς γὰρ λέγεις α̣[
μέλλω λέγειν ἄκουε· ταύτην γνησίων
παίδων ἐπ' ἀρότωι σοι δίδωμι.
{(Πο)} λαμβάνω –
{(Πα)} καὶ προῖκα τρία τάλαντα.
{(Πο)} καὶ καλῶ[ς ποεῖς.
{(Πα)} τὸ λοιπὸν ἐπιλάθου στρατιώτης [ὤν, ἵνα
προπετὲς ποήσηις μηδὲ ἓν [
{Πο} Ἄπολλον, ὃς καὶ νῦν ἀπόλωλα πα[ρ' ὀλίγον,
πάλιν τι πράξω προπετές; οὐδὲ μ[έμψομαι
Γλυκέραι. διαλλάγηθι, φιλτάτη, μόνον.
{(Πα)} νῦν μὲν γὰρ ἡμῖν γέγονεν ἀρχὴ [πραγμάτων
ἀγαθῶν τὸ σὸν πάροινον.

Menander Comic., Samia Γρ. 727

δεόμενοί μου.
{(Νι)} σοῦ δεόμενοι; δεῦρο δή.
{(Μο)} δήσεις μ' ἴσως;
{(Δη)} μηδαμῶς. ἔξω κόμιζε δεῦρο τὴν νύμφην.
{Νι} δοκεῖ;
{Δη} πάνυ μὲν οὖν.
{Μο} εἰ τοῦτ' ἐποίεις εὐθύς, οὐκ ἂν πράγματα
192

εἶχες, ὦ πάτερ, φιλοσοφῶν ἄρτι.


{Νι} πρόαγε δὴ σύ μοι. –
μαρτύρων ἐναντίον σοι τήνδ' ἐγὼ δίδωμ' ἔχειν
γνησίων παίδων ἐπ' ἀρότωι, προῖκα τἀμὰ πάνθ' ὅταν
ἀποθάνω γ', ὃ μὴ γένοιτ', ἀλλ'εἰς>αεὶ ζώιην.
{(Μο)} ἔχω,
λαμβάνω, στέργω.
{(Δη)} τὸ λοιπόν ἐστι λουτρὰ μετιέναι·
Χρυσί, πέμπε τὰς γυναῖκας, λουτροφόρον, αὐλητρίδα.
δεῦρο δ' ἡμῖν ἐκδότω τις δᾶιδα καὶ στεφάνους, ἵνα
συμπροπέμπωμεν.

Menander Comic., Frag.um dubium (P. Oxy. 31.2533) Γρ. 6

{(Κλ)} τί ποιεῖς;
{(Λα)} οὐθέν, ἀλλ' ὅμως ἔα
δὶς ἢ τρὶς ἀνακραγεῖν με, πρὸς τῆς Ἑστίας.
{(ΧΑΙΡΕΑΣ)}
οὐκ ἔς]τι, μὰ τὸν Ἥφαιστον, ἀλλ' οὐκ ἔ[στι μοι
ἀπολειπ]τέον δήπουθεν ἧς ἐρῶ πάλαι.
ἄλλως ἔ]δεισα.
{(Β)} σοὶ μὲν αὕτη, Χαιρέα.
σοὶ δ' ἐγγ]υῶ ταύτην, ἐμαυτοῦ θυγατέρα,
ὦ Μοσχί]ων, παίδων ἐπ' ἀρότωι γνησίων·
τὴν προῖκα δ' αὐτὸς οἶσθα.
{(ΜΟΣΧΙΩΝ)} νυνὶ μὲν [δύο
τάλαντ' ἐπιδίδως.

Menander Comic., Frag.a Frag. 151, γρ. 446

λέγων τάχα τρέχει[


{–}
{(ΓΕ.)} ἔλεγεν· ‘θυγάτριον[
{ – }>‘ναί’, φησί, ‘πάππα, βούλ[ομαι
ἤκουσ'· ἃ δ' ἤκουσα .ε̣[
{ – }>ἔκπλεα γελω.άγ' ηπ.[
{ – }>{(ΘΡ.)} ἀγαθὰ λέγεις. {(ΓΕ.)} ἐφήδο̣μ̣'. ἀ̣[λλὰ τὴν θύραν
ψοφεῖ τις αὐτῶν. {ΔΗ/} πρ[
{ – }>{(ΘΡ.?)} καλῶς ποιῶν. {(ΔΗ.)} παίδ[ων ἐπ' ἀρότωι γνησίων
δίδωμι τὴν ἐμὴν θυγ[ατέρα σοι γαμεῖν
καὶ δύο τάλαντα προῖκα[ {(ΘΡ.)}
{ – }>μόνον ἀπόδος ..δ...[
πάντας .α̣..ντ.σ̣[
ἀπὸ ταὐτομάτου [..]ε̣.[
δεῖπνον ξένια κ[αὶ
ἀλλ' εἰσί[ωμ]ε̣ν̣ ...[
193

Menander Comic., Misumeni nova Frag.a Frag. D, column hor,Col2, γρ. 18

{(ΔΗΜΕΑΣ)}
καλῶς ποῶν; παιδ[ῶν ἐπ' ἀρότωι γνησίων]
δίδωμι τὴν ἐμὴν θυ̣γ̣[ατέρα σοι γαμεῖν]
καὶ δύο τάλαντα προῖκα [

μόνον ἀπόδοσ̣..δ...[
π̣άντας
ἀπὸ ταὐτομάτο̣υ̣
δεῖπνον ξένια̣ κ̣[αὶ
κ̣αλεῖς
ἄνδρες .......... πα[ῖδες ἐπικροτήσατε.]
ἡ δ' εὐπάτειρα φιλογέ̣[λως τε παρθένος]
Νίκη μεθ' ἡμῶν εὐ[μένης ἕποιτ' ἀεί.]

Menander Comic., Frag.a Frag. 103, γρ. 2

τίς γὰρ οὑτοσὶ κακοδαίμων ἔφυ,


ὃς οὐκ ἂν ἐκδοίη θυγατέρας ἄσμενος,
καὶ ταῦτα πεντήκοντα παιδίσκας ἔχων.
οἰκόσιτον νυμφίον
οὐδὲν δεόμενον προικὸς ἐξευρήκαμεν.
ἀνεμιαῖον ἐγένετο
αὐτολήκυθοι

Menander Comic., Frag.a Frag. 654, γρ. 2

πατέρα μερίμνας τῷ βίῳ πολλὰς φέρει.


ὅστις πενόμενος βούλεται ζῆν ἡδέως,
ἑτέρων γαμούντων αὐτὸς ἀπεχέσθω γάμου.
τὸ γαμεῖν, ἐάν τις τὴν ἀλήθειαν σκοπῇ,
κακὸν μέν ἐστιν, ἀλλ' ἀναγκαῖον κακόν.
τότε τὰς γυναῖκας δεδιέναι μάλιστα δεῖ,
ὅταν τι περιπλάττωσι τοῖς χρηστοῖς λόγοις.
οὐδέποθ' ἑταίρα τοῦ καλῶς πεφρόντικεν,
ἣ τὸ κακόηθες πρόσοδον εἴωθεν ποιεῖν.
ἢ μὴ γαμεῖν γάρ, ἂν δ' ἅπαξ λάβῃς, φέρειν
μύσαντα πολλὴν προῖκα καὶ γυναῖκα δεῖ.
ὀδυνηρόν ἐστιν εὐτυχοῦντα τῷ βίῳ
ἔχειν ἔρημον διαδόχου τὴν οἰκίαν.
οὐκ ἔστιν οὐδὲν ἀθλιώτερον πατρός,
πλὴν ἕτερος ἂν ᾖ πλειόνων παίδων πατήρ.
194

ἔστιν δὲ μήτηρ φιλότεκνος μᾶλλον πατρός·


ἡ μὲν γὰρ αὑτῆς οἶδεν ὄνθ', ὁ δ' οἴεται.
θυγάτηρ ἐπίγαμος, κἂν ὅλως μηδὲν λαλῇ,
διὰ τοῦ σιωπᾶν πλεῖστα περὶ αὑτῆς λέγει.
μηδὲν ὀδύνα τὸν πατέρα γινώσκων ὅτι
ὁ μέγιστον ἀγαπῶν δι' ἐλάχιστ' ὀργίζεται.

Menander Comic., Frag.a Play Dak, Frag. 2, γρ. 2

ΔΑΚΤΥΛΙΟΣ.>

Ἐπὶ τοῦδ' αὖθις οὑτοσὶ κακοδαίμων ἔφη,


ὡς οὐκ ἂν ἐκδοίη γε θυγατέρ' ἄσμενος,
καὶ ταῦτα πεντήκοντα παιδίσκας ἔχων.
Οἰκόσιτον νυμφίον
οὐδὲν δεόμενον προικὸς ἐξευρήκαμεν.

Menander Comic., Frag.a Play FIF, Frag. 1, γρ. 2

FABULARUM INCERTARUM FRAG.A.

Ἢ μὴ γαμεῖν γάρ, ἂν δ' ἅπαξ λάβῃς, φέρειν


μύσαντα πολλὴν προῖκα καὶ γυναῖκα δεῖ.
[ἐκπυνθάνεσθαι τἀρσένων δ' ἡμᾶς σέθεν.
τὸ μὲν μέγιστον οὔποτ' ἄνδρα χρὴ σοφόν
λίαν φυλάσσειν ἄλοχον ἐν μυχοῖς δόμων·
ἐρᾷ γὰρ ὄψις τῆς θύραθεν ἡδονῆς,
ἐν δ' ἀφθόνοισι τοῖσδ' ἀναστρωφωμένη,
βλέπουσά τ' εἰς πᾶν καὶ παροῦσα πανταχοῦ,
τὴν ὄψιν ἐμπλήσασ' ἀπήλλακται κακῶν.
τό τ' ἄρσεν ἀεὶ τοῦ κεκρυμμένου λίχνον.
ὅστις δὲ μοχλοῖς καὶ διὰ σφραγισμάτων

Menander Comic., Sententiae e codicibus Byzantinis Γρ. 154

Γέλως ἄκαιρος κλαυθμάτων παραίτιος.


Γῆ πάντα τίκτει καὶ πάλιν κομίζεται.
Γέρων ἐραστὴς ἐσχάτη κακὴ τύχη.
Γαμεῖν ὁ μέλλων εἰς μετάνοιαν ἔρχεται.
Γυναικὶ κόσμος ὁ τρόπος, οὐ τὰ χρυσία.
Γυνὴ δικαία τοῦ βίου σωτηρία.
Γυναικὸς ἐσθλῆς ἐπιτυχεῖν οὐ ῥᾴδιον.
Γυναῖκα θάπτειν κρεῖσσόν ἐστινἢ γαμεῖν.
195

Γράμματα μαθεῖν δεῖ καὶ μαθόντα νοῦν ἔχειν.


Γυνὴ τὸ σύνολόν ἐστι δαπανηρὸν φύσει.
Γάμει δὲ μὴ τὴν προῖκα, τὴν γυναῖκα δέ.
Γυνὴ δὲ χρηστὴ πηδάλιόν ἐστ' οἰκίας.
Γήρως δὲ φαύλου τίς γένοιτ' ἂν ἐντροπή;
Γυναικὶ δ' ἄρχειν οὐ δίδωσιν ἡ φύσις.
Γνῶμαι δ' ἀμείνους εἰσὶ τῶν γεραιτέρων.
Γάμος γὰρ ἀνθρώποισιν εὐκταῖον κακόν.
Γαμεῖν δὲ μέλλων βλέψον εἰς τοὺς γείτονας.
Γύμναζε παῖδας· ἄνδρας οὐ γὰρ γυμνάσεις.
Γονεῖς δὲ τίμα καὶ φίλους εὐεργέτει.
Γυνὴ δ' ὅλως οὐ συμφέρον βουλεύεται.
Γνώμη γερόντων ἀσφαλεστέρα νέων.

Menander Comic., Sententiae e codicibus Byzantinis Γρ. 517

Μακάριος ὅστις εὐτυχεῖ γενναῖος ὤν.


Μηδὲν ἀσεβῶν | θεοῖσι θῦε· πολλὰ δ' εὐσεβῶν δίδου.
Μέτρῳ † πάντα μανθάνων δικαίως ποιεῖ.
Μηδέ>ποτε καυχῶ πλοῦτον ἐν δόμοις ἔχων.
Μήτηρ ἁπάντων γαῖα καὶ κοινὴ τροφός.
Μηδέποτε δοῦλον ἡδονῆς σαυτὸν ποίει.
Νόμῳ τὰ πάντα γίγνεται καὶ κρίνεται.
Νόμιζε κοινὰ πάντα δυστυχήματα.
Νικᾷ λογισμὸς τὴν παροῦσαν συμφοράν.
Νοεῖν γάρ ἐστι κρεῖττον καὶ σιγὴν ἔχειν.
Νύμφη δ' ἄπροικος οὐκ ἔχει παρρησίαν.
Νόμοις ἕπεσθαι τοῖσιν ἐγχώροις καλόν.
Νέος πεφυκὼς πολλὰ χρηστὰ μάνθανε.
Νέμεσιν φυλάσσου, μηδὲν ὑπέρογκον ποίει.
Νέῳ δὲ σιγᾶν μᾶλλον ἢ λαλεῖν πρέπει.
Νικᾷ γὰρ αἰεὶ διαβολὴ τὰ κρείττονα.
Νόμιζ' ἀδελφοὺς τοὺς ἀληθινοὺς φίλους.
Νέος ὢν ἀκούειν τῶν γεραιτέρων θέλε.
Νόμος γονεῦσινἰσοθέους τιμὰς νέμειν.
Νόμιζε σαυτῷ τοὺς γονεῖς εἶναι θεούς.
Νόμοις ἕπεσθαι πάντα δεῖ τὸν σώφρονα.

Menander Comic., Frag.a Frag. 89, γρ. 2

ΔΑΚΤΥΛΙΟΣ

πῶς ὁ κακοδαίμων ἔφη,


ὡς οὐκ ἂν ἐκδοίη θυγατέρας ἄσμενος,
καὶ ταῦτα πεντήκοντα παιδίσκας ἔχων;
196

οἰκόσιτον νυμφίον
οὐδὲν δεόμενον προικὸς ἐξευρήκαμεν.
ἀνεμιαῖον ἐγένετο.

Menander Comic., Frag.a Frag. 593, γρ. 2

φύσει γυνὴ δυσάνιόν ἐστι καὶ πικρόν.


ὅπου γυναῖκές εἰσι, πάντ' ἐκεῖ κακά.
οὐ πάνυ
εἴωθ' ἀληθὲς οὐδὲ ἓν λέγειν γυνή.
τοὺς τῆς γαμετῆς ὅρους ὑπερβαίνεις, γύναι,
διὰ τὴν λαλιάν· πέρας γὰρ αὔλειος θύρα
ἐλευθέρᾳ γυναικὶ νενόμιστ' οἰκίας.
τὸ δ' ἐπιδιώκειν εἴς τε τὴν ὁδὸν τρέχειν
ἔτι λοιδορουμένην, κυνός ἐστ' ἔργον, Ῥόδη.
ἢ μὴ γαμεῖν γάρ, ἂν δ' ἅπαξ λάβῃς, φέρειν
μύσαντα πολλὴν προῖκα καὶ γυναῖκα δεῖ.
ὀδυνηρόν ἐστιν εὐτυχοῦντα τῷ βίῳ
ἔχειν ἔρημον διαδόχου τὴν οἰκίαν.
οὐκ ἔστι μείζων ἡδονὴ ταύτης πατρί,
ἢ σωφρονοῦντα καὶ φρονοῦντ' ἰδεῖν τινα
τῶν ἐξ ἑαυτοῦ.

Menander Comic., Sententiae Sententia Mono, τμ. 1, γρ. 98

Γέλως ἄκαιρος ἐν βροτοῖς δεινὸν κακόν.


Γῆ πάντα τίκτει καὶ πάλιν κομίζεται.
Γέρων ἐραστὴς ἐσχάτη κακὴ τύχη.
Γαμεῖν ὁ μέλλων εἰς μετάνοιαν ἔρχεται.
Γυναικὶ κόσμος ὁ τρόπος, οὐ τὰ χρυσία.
Γυνὴ δικαία τοῦ βίου σωτηρία.
Γυναικὸς ἐσθλῆς ἐπιτυχεῖν οὐ ῥᾴδιον.
Γυναῖκα θάττειν κρεῖσσόν ἐστιν ἢ γαμεῖν.
Γράμματα μαθεῖν δεῖ καὶ μαθόντα νοῦν ἔχειν.
Γυνὴ τὸ σύνολόν ἐστι δαπανηρὸν φύσει.
Γάμει δὲ μὴ τὴν προῖκα, τὴν γυναῖκα δέ.
Γυνὴ δὲ χρηστὴ πηδάλιόν ἐστ' οἰκίας.
Γυναικὶ δ' ἄρχειν οὐ δίδωσιν ἡ φύσις.
Γνῶμαι δ' ἀμείνους εἰσὶ τῶν γεραιτέρων.
Γάμος γὰρ ἀνθρώποισιν εὐκταῖον κακόν.
Γαμεῖν δὲ μέλλων βλέψον εἰς τοὺς γείτονας.
Γύμναζε παῖδας· ἄνδρας οὐ γὰρ γυμνάσεις.
Γονεῖς δὲ τίμα καὶ φίλους εὐεργέτει.
Γυνὴ δ' ὅλως τὸ συμφέρον οὐ βουλεύεται.
Γνώμη γερόντων ἀσφαλεστέρα νέων.
Γελᾷ δ' ὁ μῶρος, κἄν τι μὴ γέλοιον ᾖ.

Menander Comic., Sententiae Sententia Mono, τμ. 1, γρ. 371

Μηδέν ποτε κοινοῦ τῇ γυναικὶ χρήσιμον.


197

Μὴ γάμει γυναῖκα κοὐκ ἀνοίξεις τάφον.


Μεγάλη τυραννὶς ἀνδρὶ τελοῦσα καὶ γυνή.
Μὴ πρὸς τὸ κέρδος ἀεὶ πειρῶ βλέπειν.
Μαστιγίας ἔγχαλκος ἀφόρητον κακόν.
Μή μοι γένοιθ' ἃ βούλομ' ἀλλ' ἃ συμφέρει.
Μετὰ δικαίου ἀεὶ διατριβὰς ποίει.
Νόμῳ τὰ πάντα γίγνεται καὶ κρίνεται.
Νόμιζε κοινὰ πάντα τἀτυχήματα.
Νοεῖν γάρ ἐστι κρεῖττον ἢ σιγὴν ἔχειν.
Νύμφη δ' ἄπροικος οὐκ ἔχει παρρησίαν.
Νόμοις ἕπεσθαι τοῖς ἐγχωρίοις καλόν.
Νέος πεφυκὼς πολλὰ χρηστὰ μάνθανε.
Νέμεσιν φυλάσσου μηδὲν ὑπερφρονῶν.
Νέῳ δὲ σιγᾶν μᾶλλον ἢ λαλεῖν πρέπει.
Νικᾷ γὰρ ἀεὶ διαβολὴ τὰ κρείττονα.
Νόμιζ' ἀδελφοὺς τοὺς ἀληθινοὺς φίλους.

Menander Comic., Sententiae e papyris Sententia 12, γρ. 1

θεὸν μὲν ἡγοῦ πρ̣[ θέλων καλῶς ζῆν μὴ


τὰ τῶν φαύ⌊λων φρόνει. ἴσος ἴσθι πᾶσι, κἂν ὑπερέχῃς
τῷ βίῳ. ἰδία̣σ̣ ⌊νόμιζε τῶν φίλων τὰς συμφοράς.
ἴση λε⌊αίν⌋ης κ⌊αὶ γυναικὸς ὠμότης. ἴσχυε σοφίᾳ
κἀρετῇ⌋, χρόν⌊ῳ δὲ μή.
κακὸν⌋ φέρουσιν ⌊καρπὸν οἱ κακοὶ φίλοι. κακοῖς ὁμιλῶν
κα⌋ὐτὸς ἐκβή⌊σῃ κακός.
...σοι φρ..[
Σοφοῦ παρ' ἀνδρὸς προσδέχου συμβουλίαν.
μὴ πᾶσιν εἰκῆ τοῖς φίλοις πιστεύετε.
Νύμφηδ'ἄπρο>ικ{τ}ος οὐ-
κ ἔχε>ι παρρησίαν>.
]οὓν9ς ἐλεεῖτ αυτορπσ[
]μεντι..τι[
]. φόβος θεοῦ. ἀ̣ρχὴ̣ μ⌊εγίστη τοῦ
φρονεῖν τ⌋ὰ γράμματα. ⌊ἀρ⌋χ̣ῆ̣ς ἁπ⌊άσης ἡγεμὼν ἔστω
λ⌋ό̣γ̣ο̣⌊ς⌋. ἀνδρὸς δικαίου ⌊κα⌋ρπὸ⌊ς οὐκ ἀπόλλυται.
ἀγα⌋θὰ προθύμως ⌊καὶ λά⌋λει ⌊καὶ μάνθανε. βίος βίου
δεόμ⌋ενος οὐκ ἔστ⌊ι⌋ν βίος.

Menander Comic., Sententiae e papyris Sententia 13, γρ. 8

κ ἔχε>ι παρρησίαν>.
]οὓν9ς ἐλεεῖτ αυτορπσ[
]μεντι..τι[
]. φόβος θεοῦ. ἀ̣ρχὴ̣ μ⌊εγίστη τοῦ
φρονεῖν τ⌋ὰ γράμματα. ⌊ἀρ⌋χ̣ῆ̣ς ἁπ⌊άσης ἡγεμὼν ἔστω
λ⌋ό̣γ̣ο̣⌊ς⌋. ἀνδρὸς δικαίου ⌊κα⌋ρπὸ⌊ς οὐκ ἀπόλλυται.
ἀγα⌋θὰ προθύμως ⌊καὶ λά⌋λει ⌊καὶ μάνθανε. βίος βίου
198

δεόμ⌋ενος οὐκ ἔστ⌊ι⌋ν βίος.


]β[ί]ου̣δικ>αίου γ{ε}ίνετ[αι] καλῶς. β⌊ουλόμε⌋θα
πλουτ⌊ε⌋ῖν πάντες, ἀλλ' ο̣ὐ̣ δυνά̣⌊μεθα. γυνὴ δικαί-
α τοῦ βίου σωτηρία. γάμει ⌊δὲ μὴ τὴν προῖκα, τὴν
γυναῖκα δέ.⌋ γυ>ναι>κὶ πιστῇ κ[
δίκαι]ο̣σ̣ ἁ̣ν̣ὴρ πανταχοῦ λ̣α̣[
δένδρο⌋ν̣ παλαιὸ̣νμεταφυτεύ⌊ειν δύσκολον.
]δει⌊λοῦ γὰρ⌋ ἀνδρ̣ὸ̣σ̣ δειλ̣ὰ καὶ̣ ⌊φρονήματα.
ἔρω]σ̣ ἁ̣π̣⌊ά⌋ντων τῶν δ⌊ιδαγμάτων κρατεῖ. ἔθους δὲ
βάσανό⌋ς ἐστινἀνθρώπο⌊ις χρόνος. ἐνίοις τὸ σιγᾶν
κρεῖττ⌋ό̣ν̣ ἐστι τοῦ λαλεῖν. ζῆν βουλόμεν̣⌊ος μὴ πρᾶττε
θ̣α⌊̣ νά⌋τ̣ο̣υ̣γ'ἄ̣ξ⌊ια⌋. ἤ̣θ̣η πονηρὰ τὴν φύσιν δ⌊ι⌋αστρ⌊έφει.
θεὸν προτίμα,⌋ δεύτερον δὲ τοὺς γονεῖς. [ἴσον θεοῖς
χρὴ πάντα τ]{ε}ι̣μ̣ᾶν̣ ̣ τοὺς γονεῖς.

Menander Comic., Sententiae e papyris Sententia 13, γρ. 21

δένδρο⌋ν̣ παλαιὸ̣νμεταφυτεύ⌊ειν δύσκολον.


]δει⌊λοῦ γὰρ⌋ ἀνδρ̣ὸ̣σ̣ δειλ̣ὰ καὶ̣ ⌊φρονήματα.
ἔρω]σ̣ ἁ̣π̣⌊ά⌋ντων τῶν δ⌊ιδαγμάτων κρατεῖ. ἔθους δὲ
βάσανό⌋ς ἐστινἀνθρώπο⌊ις χρόνος. ἐνίοις τὸ σιγᾶν
κρεῖττ⌋ό̣ν̣ ἐστι τοῦ λαλεῖν. ζῆν βουλόμεν̣⌊ος μὴ πρᾶττε
θ̣α⌊̣ νά⌋τ̣ο̣υ̣γ'ἄ̣ξ⌊ια⌋. ἤ̣θ̣η πονηρὰ τὴν φύσιν δ⌊ι⌋αστρ⌊έφει.
θεὸν προτίμα,⌋ δεύτερον δὲ τοὺς γονεῖς. [ἴσον θεοῖς
χρὴ πάντα τ]{ε}ι̣μ̣ᾶν̣ ̣ τοὺς γονεῖς. κ[
]λάλει τὰ μέ⌊τρια, μὴ λάλειδ'ἃ μή
σε δεῖ. μακά]ριός ἐστι πᾶς ὁ μὴ θν[ητὰ φρονῶν.
νύμφη δ'⌋ ἄ̣προικο̣σ̣ οὐκ ἔχει παρρησίαν .[
].ητον..ε̣υετα.ὁγράμματ' ε̣⌊ἰ⌋δ̣⌊ὼς καὶ
πε⌋ρ̣ι̣σ̣σ̣ὸν νοῦν ἔχει. πλοῦ[το]ν ....[
]τὰ γ̣ράμ̣μ̣ατα. ῥο̣π̣ή ⌊'στιν ἡμῶν ὁ βίος ὥσπερ
ὁ ζυγός.⌋ τ̣ὰ γράμματα ...τ[

Julius Pollux Gramm., Onomasticon Book 3, τμ. 35, γρ. 5

ὁ μὲν οὖν ἀνὴρ τῇ γυναικὶ πρὸ τοῦ γῆμαι μνηστὴρ καὶ μνώ-
μενος, καὶ τὸ ἔργον μνηστεία καὶ μνηστεύσασθαι, καὶ μνηστὴ ἡ νύμφη,
ὡς Ὅμηρος (α 36) ‘γῆμ' ἄλοχον μνηστήν.’ τὴν δ' αὐτὴν καὶ
ἐγγυητὴν ἂν εἴποις, καὶ τὸ πρᾶγμα ἐγγύην καὶ τὸ ῥῆμα ἐγγυήσασθαι
καὶ ἐγγυῆσαι – Λυκοῦργος (frg 89 Tur) δὲ καὶ διεγγυᾶν τὸ ἐγ-
γυᾶν εἶπεν – καὶ τὸν γάμον ὑπέγγυον, ὥσπερ τὸν ἐναντίον
ἀνέγγυον. ὁ δὲ πενθερὸς ἐγγυᾷ, ἁρμόζει, ὅθεν τινὲς τῶν πα-
λαιῶν καὶ ἁρμοστὴν τὸν μνηστῆρα ἐκάλεσαν, ἐκδίδωσι· καὶ τὸ
πρᾶγμα ἔκδοσις, καὶ ἡ μὴ ἐκδοθεῖσα ἀνέκδοτος, καὶ τὸ συνεισενεγκεῖν
εἰς τὴν ἔκδοσιν συνεκδοῦναι. ἐπὶ δὲ τῷ γάμῳ ὁ μὲν τῇ κόρῃ
νυμφίος, ἡ δ' ἐκείνῳ νύμφη. καὶ ἡ μὲν σὺν προικὶ ἐπίπροικος, ἡ
δὲ ἀχρήματος ἄπροικος. λέγοις δ' ἂν προῖκα καὶ φερνὴν τὴν παρὰ
τῆς γυναικὸς δόσιν – Αἰσχίνης γὰρ ὁ ῥήτωρ (II 31) τὴν προῖκα
199

φερνὴν καλεῖ – ὥστ' εἴποις ἂν εἰσενέγκασθαι προῖκα καὶ προ-


σενέγκασθαι καὶ δοῦναι. αἱ δὲ πρὸς τὴν προῖκα ὑποθῆκαι
ἀποτιμήματα. τὰ δὲ παρὰ τοῦ ἀνδρὸς διδόμενα δῶρα ἕδνα
καὶ ὀπτήρια καὶ ἀνακαλυπτήρια· οὐ γὰρ μόνον ἡ ἡμέρα ἐν ᾗ ἐκκα-
λύπτει τὴν νύμφην οὕτω καλοῖτ' ἄν, ἀλλὰ καὶ τὰ ἐπ' αὐτῇ δῶρα.
τὰ δὲ ἀνακαλυπτήρια καὶ προσφθεγκτήρια ἐκάλουν. καὶ ‘διαπαρθένια
δὲ δῶρα’ τὰ ὑπὲρ τοῦ τὴν παρθενίαν ἀφελέσθαι ὠνόμασεν Ἄμφις
ὁ κωμικός (II frg 49 Ko).

Julius Pollux Gramm., Onomasticon Book 3, τμ. 47, γρ. 1

τᾶλιν καλεῖ, λέγων ἐπὶ τοῦ Αἵμονος (Antig 627)·


ἆρ' ἀχνύμενος τῆς μελλογάμου
τάλιδος ἥκει μόρον Ἀντιγόνης,
ἀπάτας λεχέων ὑπεραλγῶν.
μελλόποσιν δὲ τὸν ἄνδρα ὠνόμασεν (TGF 965 N). ἀνύμφους
δὲ τοὺς ἀγάμους λέγουσιν, ἀπονύμφην δ' ἢ ἀπόνυμφον τὸν φιλό-
παιδα καὶ γυναικείᾳ ὁμιλίᾳ δυσχεραίνοντα, ὃν καὶ μισογύνην ἐρεῖς
ὡς τὸν ἐναντίον φιλογύνην. ἐκ δὲ τῶν αὐτῶν ἂν εἴη καὶ τὸ
ζεύξασθαι γάμον ἢ κῆδος συνάψασθαι. καὶ τὸ ἀποπέμψασθαι γυ-
ναῖκα· καὶ τὸ πρᾶγμα ἀποπομπὴ καὶ ἀπόπεμψις, καὶ ἀποπομπῆς
δίκη. καὶ κακοῦν, καὶ δίκη κακώσεως, προικός, σίτου. καὶ τοὐναντίον
ἀπόλειψις. καὶ δίκη παρὰ τἀνδρὸς ἀπολείψεως. ἡ δὲ μονωθεῖσα
ἀπ' ἀνδρὸς χήρα, καὶ ὁ μονωθεὶς ἀπὸ γυναικὸς χῆρος· ὅθεν καὶ
χηρωσταὶ οἱ τῷ ἐρήμῳ γένει προσήκοντες. ἕποιτο δ' ἂν τούτοις
ἄγαμος, νεόγαμος, πολύγαμος, ἀγύνης, μισογύνης, μονότροπος.
τῶν δὲ νέων κωμῳδῶν τινὲς (III p 465. 315 Ko) τὸν ἄγαμον ἀγά-
μητον εἰρήκασιν, Ἀριστοφάνης (I frg 735 Ko) δὲ τὸν ἀγύνην ἄγυ-
νον, Φρύνιχος (I frg 19 Ko) δὲ ‘τηλικουτοσὶ γέρων ἄπαις ἀγύ-
ναικος.’ τὸν δὲ νεόγαμον νεογήμην Ἀμειψίας (I frg 34 Ko)
ὠνόμασεν. φίλανδρος μίσανδρος, πολύνυμφος πολυμνήστη· ἄγαμος
δὲ καὶ νεόγαμος καὶ πολύγαμος, κοινὰ ταῦτα καὶ ἐπὶ γυναικῶν.

Julius Pollux Gramm., Onomasticon Book 4, τμ. 36, γρ. 8

χέων τὰ καθεστηκότα, οὐκ ἀρεσκόμενος τοῖς καθεστηκόσιν, δυς-


χεραίνων, δυσμεναίνων, ἀνατρέπων τὴν πολιτείαν, λύων ἀνα-
λύων καταλύων, συνταράττων, μεθιστάς, παρακινῶν, μεταβάλλων,
μετατιθείς, παρατρέπων, νεωτερίζων, ἐκνεωτερίζων, παρανεωτε-
ρίζων, νεωτεριστής νεωτεριστικός, μισόπολις, μισόδημος, ὀλι-
γαρχικός, πρὸς ἀργύριον ῥέπων, πρὸς ἀργύριον βλέπων, πα-
λίμπρατος, συκοφάντης, δικορράφος, φιλοπράγμων πολυπράγ-
μων, κακοπράγμων, ὡς Ὑπερείδης (frg 248 Bl) ἔφη, κατα-
πολιτευόμενος τὸν δῆμον, ὑποπολιτευόμενος τοῖς ἐχθροῖς, προτείνων
τὴν χεῖρα, λέγων ἐπὶ χρήμασι, παλιγκάπηλος, πεπρακὼς ἑαυτόν,
πρὸς ἀργύριον λέγων, μισθοῦ φθεγγόμενος, μηδ' ἂν ῥῆμα προῖκα
εἰπών, πρὸς λῆμμα βλέπων, πρὸς ἀργύριον κεχηνώς, μηδὲν μέρος
200

ἔχων ἄπρατον, εὔωνος, ῥᾴδιος, πρόσοδον τὴν πολιτείαν πε-


ποιημένος· ὕπουλος, δολερός, ἐπίβουλος, κακοήθης, ἀπατεών, ἐπι-
βουλεύων, ἐπηρεάζων, δημεύων, δημοκόπος, πρὸς χάριν λέγων,
πρὸς ἡδονὴν δημηγορῶν, παρὰ τῇ κιγκλίδι ζῶν ἀεί, παρὰ τὸν
δρύφακτον ποιούμενος τὸν βίον, παρὰ τὴν κλεψύδραν, δη-
μοχαριστής, λοιμὸς δήμου, καὶ ὅλως πολλὰ λόγῳ εἴποι τις ἂν
καὶ ἐπαινῶν καὶ ψέγων. τὰ δὲ τοῦ πράγματος ὀνόματα προ-
δοσία, παρανομία, αὐτομολία, πρᾶσις, δωροδοκία, δεκασμός, κιβδηλία,
ἀπιστία, βλακεία, ζημία, κατάλυσις,

Julius Pollux Gramm., Onomasticon Book 7, τμ. 10, γρ. 4

φόρτος, ἐμπολήματα, ῥῶπος, γέλγη. λέγοιτο δ' ἂν καὶ ἀπὸ τῶν


μετοχῶν τὰ πωλούμενα, τὰ πιπρασκόμενα, τὰ καπηλευόμενα, τὰ μετα-
βαλλόμενα, τὰ ἀποκηρυττόμενα, τὰ ἀποδιδόμενα· ἔστι δὲ τοῦτ' ἀμφί-
βολον. καὶ τὰ πράγματα πρᾶσις, καπηλεία καπηλική, μεταβολή
μεταβλητική, ἀπόδοσις, ἀποκήρυξις, ἐμπολή· καὶ πώλησις δέ, ὡς εἴρηκε
Ξενοφῶν (Oecon III 9). ἀποκεκήρυκται δὲ καὶ ἀποδέδοται καὶ μετα-
βέβληται καὶ κεκαπήλευται τὰ πραθένται καὶ πέπραται καὶ
ἐκπέπραται λέγοις ἄν. Πλάτων δ' ἐν τῷ Πολιτικῷ (260 D) φησὶ
’πωληθέντα που πρότερον ἔργα ἀλλότρια παραδεχόμενοι δεύτερον
πωλοῦσιν.’ καὶ ἄξια μὲν πιπράσκεται τὰ εὔωνα καὶ λυσιτελῶς, καὶ
ἐπευωνισμένα, καὶ ἀντίπροικα, καὶ ἀντ' οὐδενός· τὰ δὲ τίμια ἔντιμα,
ἐπὶ πολλῷ, ἐπιτετιμημένα. λέγοις δ' ἂν καὶ ἐπιτέτανται αἱ τιμαί, καὶ
ὁ πιπράσκων ἐπέτεινεν, ἐπετίμα, ἀνετιμᾶτο. τὰ δὲ μήπω πε-
πραμένα ἄπρατα· οὕτω δ' ἂν λέγοιτο καὶ τὰ μὴ πιπρασκόμενα,
ὡς ἄπρατος ἀνὴρ ὁ μὴ πιπράσκων ἑαυτόν. καὶ ὁ μὲν τόπος ὅπου
πιπράσκουσι, πωλητήριον ἂν καλοῖτο, καὶ ὡς παρ' Ἡροδότῳ (VII 23)
πρατήριον. καὶ κύκλοι δὲ ἐν τῇ νέᾳ κωμῳδίᾳ καλοῦνται ἐν οἷς
πιπράσκεται τὰ ἀνδράποδα. ἴσως καὶ τὰ λοιπὰ ὤνια· ἐφ' ὃ δ' ἀνα-
βαίνοντες οἱ δοῦλοι πιπράσκονται, τοῦτο τράπεζαν Ἀριστοφάνης
(fg 874) καλεῖ. μονοπώλιον δὲ Ὑπερείδης εἴρηκεν ἐν τῷ κατὰ
Ἀριστοφῶντος (fr 43 Bl)· οἱ δ' ἄλλοι λέγουσι μονοπωλίαν.

Julius Pollux Gramm., Onomasticon Book 8, τμ. 101, γρ. 1

οἱ δὲ εὔθυνοι, ὥσπερ οἱ πάρεδροι, τοῖς ἐννέα ἄρχουσι προς-


αιροῦνται. οὗτοι δ' εἰσπράσσουσι καὶ τοὺς ἔχοντας.
οἱ δὲ τεσσαράκοντα πρότερον μὲν ἦσαν τριάκοντα, οἳ περι-
ιόντες κατὰ δήμους τὰ μέχρι δραχμῶν δέκα ἐδίκαζον, τὰ δὲ ὑπὲρ
ταῦτα διαιτηταῖς παρεδίδοσαν· μετὰ δὲ τὴν τῶν τριάκοντα ὀλιγαρχίαν
μίσει τοῦ ἀριθμοῦ τοῦ τριάκοντα τεσσαράκοντα ἐγένοντο.
χίλιοι καὶ διακόσιοι. ἀπὸ τούτων ἦσαν οἱ λειτουργοῦντες·
Δημοσθένης δὲ νόμον γράψας ἀντὶ τῶν τοσούτων τριακοσίους τοὺς
πλουσιωτάτους ἐποίησεν.
εἰσαγωγεῖς οἱ τὰς ἐμμήνους δίκας εἰσάγοντες· ἦσαν δὲ προικός,
ἐρανικαί, ἐμπορικαί.
νομοθέται δ' ἦσαν χίλιοι, οἷς ἐξῆν λῦσαι νόμον παλαιόν,
ἀλλ' οὐ θεῖναι νέον· τοὺς γὰρ νέους ἐδοκίμαζεν ἡ βουλὴ καὶ ὁ
201

δῆμος καὶ τὰ δικαστήρια.


πάρεδροι οὗτοι ...οὗτοι γὰρ παρεφύλαττον μή τις ἐντὸς
τοῦ Πελασγικοῦ κείρει ἢ † καταπλέα ἢ ἐξορύττει, καὶ τῷ ἄρχοντι
παρεδίδοσαν. τὸ δὲ τίμημα ἦν τρεῖς δραχμαὶ καὶ ἁπλοῦν τὸ βλάβος.
οἱ ἕνδεκα εἷς ἀφ' ἑκάστης φυλῆς ἐγίνετο, καὶ γραμματεὺς
αὐτοῖς συνηριθμεῖτο. νομοφύλακες δὲ κατὰ τὸν Φαληρέα Δη-
μήτριον μετωνομάσθησαν.

Julius Pollux Gramm., Onomasticon Book 8, τμ. 142, γρ. 3

βόλαιον συμβεβλημένον ἤδη λέγουσι, καὶ ἔχθρας συμβόλαιον καὶ


χαρᾶς συμβόλαιον καὶ φιλίας συμβόλαιον.
δάνεισμα, χρεωφείλημα, ἔγγυον ναυτικόν, κατ' ἐκδόσεις,
ἑτερόπλουν ἀμφοτερόπλουν, ἐπικίνδυνον, ἐπίτοκον ἄτοκον.
Παρισχοινίσαι τὰ ἱερὰ ἔλεγον ἐν ταῖς ἀποφράσι τὸ παρα-
φράξαι, οἷον Πλυντηρίοις καὶ ταῖς τοιαύταις ἡμέραις· περισχοι-
νίσαι δὲ τὸ δικαστήριον, ὁπότε περὶ μυστικῶν δικάζοιεν, ἵνα μὴ
προσίῃ μηδεὶς ἀνεπόπτευτος ὤν.
τρεῖς θεοὺς ὀμνύναι κελεύει Σόλων, ἱκέσιον καθάρσιον ἐξακες-
τῆρα.
ἐντιμήσασθαί ἐστιν, ὅταν τις προῖκα διδοὺς τιμήσηται ὁπόσου
δεῖ· ἀποτίμημα δ' ἐστὶν οἷον ὑποθήκη, κυρίως μὲν πρὸς τὴν προῖκα,
ἤδη δὲ καὶ πρὸς τὰς μισθώσεις. καὶ τὸ ῥῆμα ἀποτιμήσασθαι. θεῖναι
μὲν οἰκίαν ἐστὶ τὸ δοῦναι εἰς ὑποθήκην, θέσθαι δὲ τὸ λαβεῖν εἰς
ὑποθήκην· καὶ τὸ μὲν ἔθηκεν τὸ δ' ἔθετο, καὶ ὁμοίως ὑπέθηκε καὶ
ὑπέθετο. Ὑπερείδης δὲ ἐν τῷ πρὸς Χάρητα (fg 193 Bl) ἔφη
ἀποδόμενος ἀντὶ τοῦ ὑποθείς.

Sextus Empiricus Phil., Pyrrhoniae hypotyposes Book 3, τμ. 201, γρ. 6

καὶ Χρύσιππον ἀδιάφορον


τοῦτο εἶναί φασιν; καὶ τὸ δημοσίᾳ γυναικὶ μίγνυσθαι,
καίτοι παρ' ἡμῖν αἰσχρὸν εἶναι δοκοῦν, παρά τισι τῶν Ἰν-
δῶν οὐκ αἰσχρὸν εἶναι νομίζεται· μίγνυνται γοῦν ἀδια-
φόρως δημοσίᾳ, καθάπερ καὶ περὶ τοῦ φιλοσόφου Κράτητος
ἀκηκόαμεν. ἀλλὰ καὶ τὸ τὰς γυναῖκας ἑταιρεῖν παρ' ἡμῖν
μὲν αἰσχρόν ἐστι καὶ ἐπονείδιστον, παρὰ δὲ πολλοῖς τῶν
Αἰγυπτίων εὐκλεές· φασὶ γοῦν, ὅτι αἱ πλείστοις συνιοῦσαι
καὶ κόσμον ἔχουσι περισφύριον, σύνθημα τοῦ παρ' αὐταῖς
σεμνολογήματος. παρ' ἐνίοις δὲ αὐτῶν αἱ κόραι πρὸ τῶν
γάμων τὴν προῖκα ἐξ ἑταιρήσεως συνάγουσαι γαμοῦνται.
καὶ τοὺς Στωικοὺς δὲ ὁρῶμεν
οὐκ ἄτοπον εἶναι λέγοντας τὸ ἑταίρᾳ συνοικεῖν ἢ
τὸ ἐξ ἑταίρας ἐργασίας διαζῆν. ἀλλὰ καὶ τὸ ἐστίχθαι
παρ' ἡμῖν μὲν αἰσχρὸν καὶ ἄτιμον εἶναι δοκεῖ, πολλοὶ δὲ
Αἰγυπτίων καὶ Σαρματῶν στίζουσι τὰ γεννώμενα. τό τε
ἐλλόβια ἔχειν τοὺς ἄρρενας παρ' ἡμῖν μὲν αἰσχρόν ἐστι,
202

παρ' ἐνίοις δὲ τῶν βαρβάρων, ὥσπερ καὶ Σύροις, εὐγενείας


ἐστὶ σύνθημα.

Claudius Aelianus Soph., De natura animalium Book 1, τμ. 13, γρ. 5

θεῖσαν ὡραίαν τε εἶναι καὶ εὖ ἥκουσαν σαρκῶν, ἵνα


καὶ πλείους ἐπ' αὐτὴν ὁρμήσωσιν, τὸ τῆς ὥρας ἐφολ-
κὸν δέλεαρ λαβόντες. εἰ δὲ ἄσαρκος εἴη, οἱ πολλοὶ
ὑπερφρονήσαντες ᾤχοντο ἀπιόντες· ὅστις δὲ αὐτῶν
ἐστι δύσερως, οὐκ ἀπαλλάττεται, οὐ τῇ ὥρᾳ, μὰ Δία,
ἀλλὰ τῷ τῆς μίξεως πόθῳ δεδουλωμένος.
Ἦσαν δὲ ἄρα καὶ σωφρονεῖν ἰχθύες ἀγαθοί. ὁ
γοῦν αἰτναῖος οὕτω λεγόμενος, ἐπὰν τῇ ἑαυτοῦ συν-
νόμῳ οἱονεὶ γαμετῇ τινι συνδυασθεὶς κληρώσηται
τὸ λέχος, ἄλλης οὐχ ἅπτεται, καὶ οὐ δεῖται συμβο-
λαίων ἐς πίστιν, οὐ προικός, οὐδὲ μὴν δέδοικε κα-
κώσεως δίκην ὁ αἰτναῖος, οὐδὲ αἰδεῖται Σόλωνα. ὦ
νόμοι γενναῖοι καὶ πολύσεμνοι, οἷς ἀκόλαστοι ἄν-
θρωποι οὐκ αἰδοῦνται μὴ πείθεσθαι.
Κοσσύφῳ δὲ τῷ θαλαττίῳ ἤθη τε καὶ διατριβαὶ
αἱ πέτραι καὶ αἱ σηραγγώδεις ὑποδρομαί. γαμοῦσι
δὲ οὗτοι ἕκαστος πολλάς, καὶ τῶν ὀπῶν οἱονεὶ θα-
λάμων ταῖς νύμφαις ἀφίστανται. καὶ τοῦτο μὲν τὸ
τοῦ γάμου θρυπτικὸν καὶ τὸ ἐς πολλὰς ἔχειν τὴν
ὁρμὴν νενεμημένην φαίης ἂν εἶναι τρυφώντων ἐς
εὐνὴν βαρβάρων καί, ὡς ἂν εἴποις σὺν παιδιᾷ

Claudius Aelianus Soph., Varia historia Book 6, τμ. 6, γρ. 4

ἐπὶ τούτοις οἱ ἔφοροι τὸν ἄνδρα ἐζημίωσαν· οὔτε γὰρ


Λακωνικὰ ἐφρόνει οὔτε ἄλλως Ἑλληνικά, φίλου τε
ἀποθανόντος ἀμνημονῶν καὶ τῶν συνθηκῶν τὸν πλοῦ-
τον προτιμῶν.
Ὅτι Ἀθηναῖοι τοὺς ἐς Ἀρκαδίαν ἀποσταλέντας
πρεσβευτάς, ἐπεὶ ἑτέραν ὁδὸν ἦλθον καὶ οὐ τὴν προς-
τεταγμένην, καίτοι κατορθώσαντας, ὅμως ἀπέκτειναν.
Ἦ γὰρ οὐ καὶ ταῦτα Λακωνικά; νόμος ἐστὶ τοῖς
Σπαρτιάταις τὸν παρασχόμενον υἱοὺς τρεῖς ἀτέλειαν
ἔχειν φρουρᾶς, τὸν δὲ πέντε πασῶν τῶν λειτουργιῶν
ἀφεῖσθαι. γαμεῖν δὲ ἀπροίκους ἔτι. βάναυσον δὲ
εἰδέναι τέχνην ἄνδρα Λακεδαιμόνιον οὐκ ἐξῆν. φοι-
νικίδα δὲ ἀμπέχεσθαι κατὰ τὰς μάχας ἀνάγκη ἦν·
ἔχειν δὲ τὴν χρόαν καὶ σεμνότητός τι· πρὸς ταύτῃ γε
μὴν καὶ τὴν ῥύσιν τοῦ ἐπιγενομένου αἵματος ἐκ τῶν
τραυμάτων ἔτι μᾶλλον ἐκπλήττειν τοὺς ἀντιπάλους,
βαθυτέρας τῆς ὄψεως γινομένης καὶ φοβερωτέρας
μᾶλλον.
203

Claudius Aelianus Soph., Varia historia Book 9, τμ. 15, γρ. 5

τοῖς ὑποδήμασι πέλματα, ἵνα μὴ ἀνατρέπηται ὑπὸ


τῶν ἀνέμων, εἴ ποτε σκληροὶ κατέπνεον. εἰ δὲ ἦν
οὕτως ἀδύνατος, ὥστε μὴ ἀντέχειν πνεύματι, πῶς
οἷός τε ἦν τοσοῦτον φορτίον ἐπάγεσθαι; ἐμὲ μὲν οὖν
τὸ λεχθὲν οὐ πείθει· ὃ δὲ ἔγνων ὑπὲρ τοῦ ἀνδρός,
τοῦτο εἶπον.
Ὅτι ποιητικῆς ἁπάσης Ἀργεῖοι τὰ πρῶτα Ὁμήρῳ
ἔδωκαν, δευτέρους δὲ αὐτοῦ ἔταττον πάντας. ποιοῦν-
τες δὲ θυσίαν, ἐπὶ ξένια ἐκάλουν τὸν Ἀπόλλωνα καὶ
Ὅμηρον. λέγεται δὲ κἀκεῖνο πρὸς τούτοις, ὅτι ἄρα
ἀπορῶν ἐκδοῦναι τὴν θυγατέρα, ἔδωκεν αὐτῇ προῖκα
ἔχειν τὰ ἔπη τὰ Κύπρια. καὶ ὁμολογεῖ τοῦτο Πίνδαρος.
Τὴν Ἰταλίαν ᾤκησαν πρῶτοι Αὔσονες αὐτόχθονες.
πρεσβύτατον δὲ γενέσθαι Μάρην τινὰ καλούμενον, οὗ
τὰ μὲν ἔμπροσθεν λέγουσιν ἀνθρώπῳ ὅμοια, τὰ κατό-
πισθεν δὲ ἵππῳ· αὐτὸ δὲ τοὔνομα εἰς τὴν Ἑλλάδα
φασὶν ἱππομιγὴς δύναται. δοκεῖ δέ μοι πρῶτος ἵπ-
πον ἀναβῆναι καὶ ἐμβαλεῖν αὐτῷ χαλινόν, εἶτα ἐκ
τούτου διφυὴς πιστευθῆναι. μυθολογοῦσι δὲ αὐτὸν
καὶ βιῶναι ἔτη τρία καὶ εἴκοσι καὶ ἑκατόν, καὶ ὅτι
τρὶς ἀποθανὼν ἀνεβίω τρίς·

Claudius Aelianus Soph., Frag.a Frag. 101, γρ. 7

κᾆτα ὑπαλείψασθαι. ὃ δὲ κοινοῦται τῷ συνήθει


ἰατρῷ. ὃ δὲ ἐπειρᾶτο τὰς αἰτίας λέγειν· τὸ μὲν γὰρ
συστέλλειν τὸ οἴδημα τῇ δριμύτητι, τὸ δὲ ἐπιλιπαίνειν
καὶ ἡσυχῆ ὑποτρέφειν ὁ εἴρων ἔλεγε.
Ἀρίσταρχος Τεγεάτης, ὁ τῶν τραγῳδιῶν ποιητής,
νοσεῖ τινα νόσον· καὶ ἰᾶται αὐτὸν ὁ Ἀσκληπιός, καὶ
προστάττει χαριστήρια τῆς ὑγιείας. ὃ δὲ ποιητὴς τὸ
δρᾶμα τὸ ὁμώνυμόν οἱ νέμει. θεοὶ δὲ ὑγιείας μὲν
οὐκ ἄν ποτε μισθὸν αἰτήσαιεν οὐδ' ἂν λάβοιεν. ἢ
πῶς ἄν; εἴγε τὰ μέγιστα ὑμῖν φρενὶ φιλανθρώπῳ
καὶ ἀγαθῇ παρέχουσι προῖκα, ἥλιόν τε ὁρᾶν καὶ τοῦ
θεοῦ τοῦ τοσούτου τῆς παναρκοῦς ἀμισθὶ μεταλαμ-
βάνειν ἀκτῖνος, καὶ χρῆσιν ὕδατος, καὶ πυρὸς συν-
τέχνου μυρίας ἐπιγονὰς καὶ ποικίλας ἅμα καὶ συν-
εργοὺς ἐπικουρίας, καὶ ἀέρος σπᾶν, καὶ ἔχειν τροφὴν
ζωῆς τὸ ἐξ αὐτοῦ πνεῦμα. ἐθέλουσι δὲ ἄρα ἐν τοῖσδε
τοῖς μικροῖς μήτε ἀχαρίστους εἶναι μήτε ἀμνήμονας
ἡμᾶς, καὶ ἐν τούτοις ἀμείνονας ἀποφαίνοντες.
ἀνὴρ πρεσβύτης νοσῶν καὶ ἐπιθανὴς ὤν.

Αππιανός ιστορικός Syriaca Τμ. 18, γρ. 5

Αἰγύπτου μὲν ἀπέγνω, Κύπρον δ' ἐλπίσας αἱρήσειν ἀντὶ


204

Αἰγύπτου διέπλει κατὰ τάχος ἐπ' αὐτήν. χειμῶνι δ'


ἀμφὶ τὸν Σάρον ποταμὸν συμπεσὼν καὶ πολλὰς τῶν
νεῶν ἀποβαλών, ἐνίας δὲ αὐτοῖς ἀνδράσι καὶ φίλοις, ἐς
Σελεύκειαν τῆς Συρίας κατέπλευσε καὶ τὸν στόλον κατ-
εσκεύαζε πεπονημένον. γάμους τε τῶν παίδων ἔθυεν,
Ἀντιόχου καὶ Λαοδίκης, ἀλλήλοις συναρμόζων. ἤδη δὲ
τὸν πρὸς Ῥωμαίους πόλεμον ἐγνωκὼς ἀποκαλύπτειν
ἐπιγαμίαις τοὺς ἐγγὺς βασιλέας προκατελάμβανε καὶ
Πτολεμαίῳ μὲν εἰς Αἴγυπτον ἔστελλε Κλεοπάτραν τὴν
Σύραν ἐπίκλησιν, προῖκα Συρίαν τὴν Κοίλην ἐπιδιδούς,
ἣν αὐτὸς ἀφῄρητο τοῦ Πτολεμαίου, θεραπεύων ἤδη τὸ
μειράκιον, ἵν' ἐν τῷ πολέμῳ τῷ πρὸς Ῥωμαίους ἀτρεμῇ·
Ἀντιοχίδα δ' ἔπεμπεν Ἀριαράθῃ, τῷ Καππαδοκῶν βασι-
λεῖ, καὶ τὴν ἔτι λοιπὴν Εὐμένει, τῷ Περγάμου βασιλεῖ.
ὃ δέ (ἑώρα γὰρ αὐτὸν ἤδη Ῥωμαίοις τε πολεμησείοντα
καὶ πρὸς τήνδε τὴν χρείαν τὸ κῆδος αὑτῷ συναπτόμενον)
ἠρνήσατο καὶ τοῖς ἀδελφοῖς Ἀττάλῳ τε καὶ Φιλεταίρῳ
θαυμάζουσιν, ὅτι κῆδος βασιλέως τοσοῦδε καὶ γείτονος,
αὐτοῦ τε κατάρχοντος καὶ δεομένου, παραιτοῖτο,

Αππιανός ιστορικός Mithridatica Τμ. 323, γρ. 1

ἀνέκλων ἢ φορμοῖς ἐρίων τῆς βίας ἐξέλυον, τῶν δὲ


βελῶν τοῖς μὲν πυρφόροις ὑπήντων ὕδατι καὶ ὄξει, τὰ
δ' ἄλλα προβολαῖς ἱματίων ἢ ὀθόναις κεχαλασμέναις τῆς
φορᾶς ἀνέλυον ὅλως τε οὐδὲν προθυμίας ἀνδρὶ δυνατῆς
ἐξέλιπον. καὶ τάδε αὐτοῖς φερεπονώτατα δὴ κακοπαθοῦσιν
ὅμως γε τοῦ τείχους ἐκαύθη τι καὶ συνέπεσεν ἐς ἑσπέραν.
οὐ μὴν ἔφθασέ τις ἐσαλάμενος ἔτι θερμόν, ἀλλ' αὐτὸ
νυκτὸς αὐτίκα περιῳκοδόμησαν οἱ Κυζικηνοί. τῶν δὲ
αὐτῶν ἡμερῶν πνεῦμα σφοδρὸν ἐπιγενόμενον περιέκλασε
τὰ λοιπὰ τῶν μηχανημάτων τοῦ βασιλέως.
λέγεται δ' ἡ πόλις ἐμπροίκιον ὑπὸ Διὸς τῇ Κόρῃ δο-
θῆναι, καὶ σέβουσιν αὐτὴν οἱ Κυζικηνοὶ μάλιστα θεῶν.
ἐπελθούσης δὲ τῆς ἑορτῆς, ἐν ᾗ θύουσι βοῦν μέλαιναν,
οἳ μὲν οὐκ ἔχοντες ἔπλαττον ἀπὸ σίτου, μέλαινα δὲ βοῦς
ἐκ πελάγους πρὸς αὐτοὺς διενήχετο καὶ τὸ κλεῖθρον τοῦ
στόματος ὑποδῦσά τε καὶ ἐς τὴν πόλιν ἐσδραμοῦσα
ὥδευσεν ἀφ' ἑαυτῆς ἐς τὸ ἱερὸν καὶ τοῖς βωμοῖς παρέστη.
ταύτην μὲν οὖν οἱ Κυζικηνοὶ μετὰ χρηστῆς ἐλπίδος ἔθυον,
οἱ δὲ φίλοι τῷ Μιθριδάτῃ συνεβούλευον ὡς ἱερᾶς τῆς πό-
λεως ἀποπλεῦσαι. ὃ δ' οὐ πεισθεὶς ἐπὶ τὸ Δίνδυμον ὄρος
ὑπερκείμενον ἀνῄει καὶ χῶμα ἀπ' αὐτοῦ ἐς τὴν πόλιν

Αππιανός ιστορικός Bellum civile Book 1, Κεφ. 1, τμ. 10, γρ. 12

πλουσίους, οὐ δυναμένους ἔτι ὡς πρότερον τοῦ


νόμου καταφρονεῖν διὰ τοὺς διαιροῦντας οὐδὲ
ὠνεῖσθαι παρὰ τῶν κληρουμένων· ὁ γάρ τοι
Γράκχος καὶ τόδε προϊδόμενος ἀπηγόρευε μὴ
205

πωλεῖν. συνιστάμενοι δὴ κατὰ μέρος ὠλοφύροντο


καὶ προύφερον τοῖς πένησιν ἀρχαῖά τε ἔργα
ἑαυτῶν καὶ φυτὰ καὶ οἰκοδομίας, καὶ τιμὴν ἔνιοι
δεδομένην γείτοσιν, εἰ καὶ τήνδε μετὰ τῆς γῆς
ἀπολέσουσι, τάφους τε ἔνιοι πατέρων ἐν τῇ γῇ καὶ
διαιρέσεις ἐπὶ τοῖς κλήροις ὡς πατρῴοις, οἱ δὲ καὶ
προῖκας γυναικῶν ἐς ταῦτα ἀνηλωμένας ἢ τὴν γῆν
παισὶν ἐμπροίκιον δεδομένην, δανεισταί τε χρέα
καὶ ταύτης ἐπεδείκνυον, καὶ ἄκοσμος ἦν ὅλως
οἰμωγὴ καὶ ἀγανάκτησις. οἱ δ' αὖ πένητες ἀντω-
δύροντο ἐξ εὐπορίας ἐς πενίαν ἐσχάτην καὶ ἀπ'
αὐτῆς ἐς ἀγονίαν, οὐ δυνάμενοι παιδοτροφεῖν,
περιφέρεσθαι. στρατείας τε ὅσας στρατεύσαιντο
τὴν γῆν τήνδε περιποιούμενοι, κατέλεγον καὶ
ἠγανάκτουν, εἰ τῶν κοινῶν ἀποστερήσονται,
ὠνείδιζόν τε ἅμα αὐτοῖς αἱρουμένοις ἀντὶ ἐλευθέρων
καὶ πολιτῶν καὶ στρατιωτῶν θεράποντας,

Αππιανός ιστορικός Bellum civile Book 1, Κεφ. 1, τμ. 10, γρ. 13

νόμου καταφρονεῖν διὰ τοὺς διαιροῦντας οὐδὲ


ὠνεῖσθαι παρὰ τῶν κληρουμένων· ὁ γάρ τοι
Γράκχος καὶ τόδε προϊδόμενος ἀπηγόρευε μὴ
πωλεῖν. συνιστάμενοι δὴ κατὰ μέρος ὠλοφύροντο
καὶ προύφερον τοῖς πένησιν ἀρχαῖά τε ἔργα
ἑαυτῶν καὶ φυτὰ καὶ οἰκοδομίας, καὶ τιμὴν ἔνιοι
δεδομένην γείτοσιν, εἰ καὶ τήνδε μετὰ τῆς γῆς
ἀπολέσουσι, τάφους τε ἔνιοι πατέρων ἐν τῇ γῇ καὶ
διαιρέσεις ἐπὶ τοῖς κλήροις ὡς πατρῴοις, οἱ δὲ καὶ
προῖκας γυναικῶν ἐς ταῦτα ἀνηλωμένας ἢ τὴν γῆν
παισὶν ἐμπροίκιον δεδομένην, δανεισταί τε χρέα
καὶ ταύτης ἐπεδείκνυον, καὶ ἄκοσμος ἦν ὅλως
οἰμωγὴ καὶ ἀγανάκτησις. οἱ δ' αὖ πένητες ἀντω-
δύροντο ἐξ εὐπορίας ἐς πενίαν ἐσχάτην καὶ ἀπ'
αὐτῆς ἐς ἀγονίαν, οὐ δυνάμενοι παιδοτροφεῖν,
περιφέρεσθαι. στρατείας τε ὅσας στρατεύσαιντο
τὴν γῆν τήνδε περιποιούμενοι, κατέλεγον καὶ
ἠγανάκτουν, εἰ τῶν κοινῶν ἀποστερήσονται,
ὠνείδιζόν τε ἅμα αὐτοῖς αἱρουμένοις ἀντὶ ἐλευθέρων
καὶ πολιτῶν καὶ στρατιωτῶν θεράποντας, ἄπις-
τον ἔθνος καὶ δυσμενὲς αἰεὶ διὰ τοῦτο ἀστράτευτον.

Αππιανός ιστορικός Bellum civile Book 4, Κεφ. 4, τμ. 24, γρ. 20

τὸ ὕποπτον, μεθ' ἡμέραν ἥξειν ἔφη. καὶ γενο-


μένης ἡμέρας ἡ μὲν τοὺς σφαγέας μετῄει, καὶ ὁ
θυρωρὸς αὐτὴν ὡς βραδύνουσαν ἐς τὴν οἰκίαν
ἀπέτρεχεν ἐπείξων· ὁ δὲ Σάλασσος, οἰχομένου τοῦ
206

θυρωροῦ δείσας ὡς ἐς ἐνέδραν ἀπιόντος, ἐς τὸ


τέγος ἀναδραμὼν ἐκαραδόκει τὸ γιγνόμενον, ἰδὼν
δὲ οὐ τὸν θυρωρόν, ἀλλὰ τὴν γυναῖκα τοῖς
σφαγεῦσιν ἡγουμένην ἔρριψεν ἑαυτὸν ἀπὸ τοῦ
τέγους. Φούλβιον δὲ ἐς θεραπαίνης φυγόντα
παλλακευθείσης τε αὐτῷ καὶ ἀπηλευθερωμένης
καὶ προῖκα ἐς γάμον ἐπιλαβούσης, ἡ τοσάδε εὖ
παθοῦσα προύδωκε ζηλοτυπίᾳ τῆς μεθ' ἑαυτὴν τῷ
Φουλβίῳ γεγαμημένης.
Τοσάδε μὲν δὴ καὶ γυναικῶν πονηρῶν ὑπο-
δείγματα γεγράφθω·
Στάτιος δὲ ὁ Σαυνίτης,
πολλὰ Σαυνίταις ἐν τῷ συμμαχικῷ πολέμῳ
κατειργασμένος, διὰ δὲ περιφάνειαν ἔργων καὶ διὰ
πλοῦτον καὶ γένος ἐς τὸ Ῥωμαίων βουλευτήριον
ἀνακεκλημένος, ὀγδοηκοντούτης ὢν ἤδη καὶ διὰ
πλοῦτον προγεγραμμένος, ἀνεπέτασε τὴν οἰκίαν τῷ

Αππιανός ιστορικός Bellum civile Book 4, Κεφ. 5, τμ. 33, γρ. 11

“Τί δὲ ἐσφέρωμεν αἱ μήτε ἀρχῆς μήτε τιμῆς


μήτε στρατηγίας μήτε τῆς πολιτείας ὅλως, τῆς
ὑμῖν ἐς τοσοῦτον ἤδη κακοῦ περιμαχήτου, μετέ-
χουσαι; ὅτι φατὲ πόλεμον εἶναι; καὶ πότε οὐ
γεγόνασι πόλεμοι; καὶ πότε γυναῖκες συνεισήνεγ-
καν; ἃς ἡ μὲν φύσις ἀπολύει παρὰ ἅπασιν
ἀνθρώποις, αἱ δὲ μητέρες ἡμῶν ὑπὲρ τὴν φύσιν
ἐσήνεγκάν ποτε ἅπαξ, ὅτε ἐκινδυνεύετε περὶ τῇ
ἀρχῇ πάσῃ καὶ περὶ αὐτῇ τῇ πόλει, Καρχηδονίων
ἐνοχλούντων. καὶ τότε δὲ ἐσήνεγκαν ἑκοῦσαι, καὶ
οὐκ ἀπὸ γῆς ἢ χωρίων ἢ προικὸς ἢ οἰκιῶν, ὧν
χωρὶς ἀβίωτόν ἐστιν ἐλευθέραις, ἀλλὰ ἀπὸ μόνων
τῶν οἴκοι κόσμων, οὐδὲ τούτων τιμωμένων οὐδὲ
ὑπὸ μηνυταῖς ἢ κατηγόροις οὐδὲ πρὸς ἀνάγκην ἢ
βίαν, ἀλλ' ὅσον ἐβούλοντο αὐταί. τίς οὖν καὶ νῦν
ἐστιν ὑμῖν περὶ τῆς ἀρχῆς ἢ περὶ τῆς πατρίδος φό-
βος; ἴτω τοίνυν ἢ Κελτῶν πόλεμος ἢ Παρθυαίων,
καὶ οὐ χείρους ἐς σωτηρίαν ἐσόμεθα τῶν μητέρων.
ἐς δὲ ἐμφυλίους πολέμους μήτε ἐσενέγκαιμέν ποτε
μήτε συμπράξαιμεν ὑμῖν κατ' ἀλλήλων. οὐδὲ γὰρ
ἐπὶ Καίσαρος ἢ Πομπηίου συνεφέρομεν,

Artemidorus Onir., Onirocriticon Book 1, Κεφ. prol, γρ. 36

ματα καταλίποιεν ὀνειροκριτικά, ἀντίγραφα ἀλλήλων πε-


ποίηνται ἢ τὰ καλῶς εἰρημένα ὑπὸ τῶν παλαιῶν κακῶς
ἐξηγησάμενοι ἢ καὶ ὀλίγοις τῶν παλαιῶν πολλὰ προ-
σθέντες οὐκ ἀληθῆ· οὐ γὰρ ἀπὸ πείρας ἀλλ' αὐτοσχεδιά-
ζοντες, ὅπως ἕκαστος αὐτῶν ἐκινεῖτο περί τινος, οὕτως
207

ἔγραφον, καὶ οἱ μὲν πᾶσιν ἐντυχόντες τοῖς τῶν παλαιῶν


βιβλίοις, οἱ δὲ οὐ πᾶσιν· ἔνια γὰρ αὐτοὺς δι' ἀρχαιότητα
σπάνια ὄντα καὶ διεφθαρμένα διέλαθεν. ἐγὼ δὲ τοῦτο μὲν
οὐκ ἔστιν ὅ τι βιβλίον οὐκ ἐκτησάμην ὀνειροκριτικὸν πολ-
λὴν εἰς τοῦτο φιλοτιμίαν ἔχων, τοῦτο δὲ καὶ σφόδρα δια-
βεβλημένων τῶν ἐν ἀγορᾷ μάντεων, οὓς δὴ προΐκτας καὶ
γόητας καὶ βωμολόχους ἀποκαλοῦσιν οἱ σεμνοπροσωποῦν-
τες καὶ τὰς ὀφρῦς ἀνεσπακότες, καταφρονήσας τῆς δια-
βολῆς ἔτεσι πολλοῖς ὡμίλησα, καὶ ἐν Ἑλλάδι κατὰ πόλεις
καὶ πανηγύρεις, καὶ ἐν Ἀσίᾳ καὶ ἐν Ἰταλίᾳ καὶ τῶν νήσων
ἐν ταῖς μεγίσταις καὶ πολυανθρωποτάταις ὑπομένων
ἀκούειν παλαιοὺς ὀνείρους καὶ τούτων τὰς ἀποβάσεις· οὐ
γὰρ ἦν ἄλλως χρήσασθαι τῇ κατὰ ταῦτα γυμνασίᾳ. ὅθεν
μοι περιγέγονεν ἐκ περιουσίας ἔχειν περὶ ἑκάστου λέγειν
[πλείονα μὲν ἢ προσδοκήσαι ἄν τις] οὕτως ὡς αὐτὰ τἀληθῆ
λέγοντα μὴ φλυαρεῖν,

Artemidorus Onir., Onirocriticon Book 1, Κεφ. 15, γρ. 11

Παιδία δόξαι ἔχειν ἢ ἰδεῖν παντελῶς βρέφη, ἴδια μὲν


τέκνα καὶ ἀνδρὶ καὶ γυναικὶ μοχθηρόν· φροντίδας γὰρ καὶ
λύπας σημαίνει καὶ μερίμνας πραγμάτων ἀναγκαίων τινῶν
ἕνεκεν, ἐπειδὴ οὐδὲ τὰ βρέφη ἄνευ τούτων ἔστιν ἀναθρέ-
ψαι. καί τις καὶ λόγος παλαιὸς ἐπιδείκνυσι τὸ τοιοῦτο·
ἔχει δὲ ὧδε·
ἢ δέος ἢ λύπη παῖς πατρὶ πάντα χρόνον.
τούτων δὲ τὰ μὲν ἀρσενικὰ εἰς ἀγαθὸν τελευτᾷ, τὰ δὲ
θηλυκὰ χείρονα τῆς ἀρχῆς τὴν τελευτὴν ἐπάγει καὶ ζη-
μίαν προαγορεύει· τὰ μὲν γὰρ ἀρσενικὰ οὐδὲν ἀνατρα-
φέντα παρὰ τῶν γονέων λαμβάνει, τὰ δὲ θηλυκὰ προικὸς
ἐπιδεῖται. οἶδα δέ τινα, ὃς ἔδοξε θυγάτριον αὐτῷ γενέ-
σθαι, καὶ ἐδανείσατο. καὶ πάλιν αὖ ἔδοξέ τις τὴν θυγατέρα
τὴν ἑαυτοῦ ἀποθανοῦσαν κατορύσσειν. ἀπέβη αὐτῷ δά-
νειον ἀποδοῦναι. [οὕτως ἄρα τὸν αὐτὸν ἐπέχει λόγον δανείῳ
ἡ θυγάτηρ.] ἀλλοτρίους δὲ παῖδας ὁρᾶν ἀγαθόν, ὅταν
ὦσιν εὔμορφοι καὶ χαρίεντες καὶ τὸ παιδικὸν αὐτοῖς ἐπι-
τρέχῃ· ἀγαθῶν γὰρ ἔνστασιν καιρῶν δηλοῖ, ἐν οἷς ἐστιν
ἐλπὶς ἔτι μᾶλλον τελέσαι τι καὶ καταπράξασθαι ἡδύ· καὶ
γὰρ οἱ παῖδες τὸ παρὸν ὄντες ἄπρακτοι αὖθις ἐπὰν ἀνα-
τραφῶσι δυνήσονταί τι πρᾶξαι.

Artemidorus Onir., Onirocriticon Book 3, Κεφ. 41, γρ. 9

τὴν ἐπὶ χειρογράφῳ λύπην. οὐλὴ δὲ πάσης φροντίδος συμ-


πέρασμα σημαίνει.
Δάνειον τῷ ζῆν τὸν αὐτὸν ἔχει λόγον· ὀφείλομεν γὰρ
τὸ ζῆν τῇ τῶν ὅλων φύσει, ὡς καὶ τὸ δάνειον τῷ χρήσαντι.
καὶ ὁ δανειστὴς δὲ τὸν αὐτὸν ἔχει λόγον τῷ δανείῳ. ὅθεν
208

τοῖς νοσοῦσιν ἐφιστάμενος καὶ ἀπαιτῶν κίνδυνον σημαίνει,


λαμβάνων δέ τι καὶ θάνατον. δανειστὴς ἀποθνήσκων
λύπης καὶ φροντίδος ἀπαλλάσσει. ἔτι δὲ καὶ δανειστὴς
καὶ θυγάτηρ τὸν αὐτὸν ἔχουσι λόγον, ἐπειδήπερ καὶ ἡ
θυγάτηρ μετὰ ἀνάγκης ἀπαιτεῖ, καὶ ὅταν μετὰ πολλῶν
ἀνατραφῇ φροντίδων, ἀπαλλάσσεται λαβοῦσα προῖκα.
δανειστὴς οἰκέτῃ δεσπότην σημαίνει ἀποφορὰν ἀπαι-
τοῦντα. τὰ δὲ αὐτὰ τῷ δανειστῇ καὶ ὁ ἐνοικιολόγος ση-
μαίνει.

Chariton Scr. Erot., De Chaerea et Callirhoe Book 5, Κεφ. 7, τμ. 5, γρ. 1

στεῦσθαι. τίς οὕτως ἐστὶν ἀνόητος, ἵνα ἕληται τὰ τηλικαῦτα ἀγαθὰ


μιᾶς ἡδονῆς ἕνεκεν ἀπολέσαι καὶ ταύτης αἰσχρᾶς; εἰ δὲ ἄρα τι καὶ
συνῄδειν ἐμαυτῷ πονηρόν, ἐδυνάμην καὶ παραγράψασθαι τὴν δίκην·
Διονύσιος γὰρ οὐχ ὑπὲρ γυναικὸς ἐγκαλεῖ κατὰ νόμους αὐτῷ γαμη-
θείσης, ἀλλὰ πωλουμένην ἠγόρασεν αὐτήν· ὁ δὲ τῆς μοιχείας νόμος
οὐκ ἔστιν ἐπὶ δούλων. ἀναγνώτω σοι πρῶτον τὸ γραμμάτιον τῆς
ἀπελευθερώσεως, εἶτα τότε γάμον εἰπάτω. γυναῖκα τολμᾷς ὀνομά-
ζειν, ἣν ἀπέδοτό σοι ταλάντου Θήρων ὁ λῃστής, κἀκεῖνος ἁρπάσας
ἐκ τάφου; ‘ἀλλὰ’ φησὶν ‘ἐλευθέραν οὖσαν ἐπριάμην.’ οὐκοῦν
ἀνδραποδιστὴς εἶ σὺ καὶ οὐκ ἀνήρ. πλὴν ὡς ἀνδρὶ νῦν ἀπολογή-
σομαι. γάμον ὀνόμαζε τὴν πρᾶσιν καὶ προῖκα τὴν τιμήν· Μιλησία
σήμερον ἡ Συρακοσία δοξάτω. μάθε, δέσποτα, ὅτι οὔτε Διονύσιον
ὡς ἄνδρα οὔτε ὡς κύριον ἠδίκηκα. πρῶτον μὲν γὰρ οὐ γενομένην,
ἀλλ' ὡς μέλλουσαν μοιχείαν ἐγκαλεῖ, καὶ πρᾶξιν οὐκ ἔχων εἰπεῖν
ἀναγινώσκει γραμμάτια κενά. τὰς δὲ τιμωρίας οἱ νόμοι τῶν ἔργων
λαμβάνουσι. προφέρεις ἐπιστολήν. ἐδυνάμην εἰπεῖν ‘οὐ γέγραφα·
χεῖρα ἐμὴν οὐκ ἔχεις· Καλλιρόην Χαιρέας ζητεῖ· κρῖνε τοίνυν μοι-
χείας ἐκεῖνον.’ ‘ναὶ’ φησίν. ‘ἀλλὰ Χαιρέας μὲν τέθνηκε, σὺ δὲ
ὀνόματι τοῦ νεκροῦ τὴν γυναῖκά μου διέφθειρας.’ προκαλῇ με,
Διονύσιε, πρόκλησιν οὐδαμῶςσοισυμφέρουσαν. μαρτύρομαι·
φίλος εἰμί σου καὶ ξένος. ἀπόστηθι τῆς κατηγορίας· συμφέρει σοι.

Chariton Scr. Erot., De Chaerea et Callirhoe Book 8, Κεφ. 8, τμ. 13, γρ. 1

λοιπὸν φίλον ὑμῖν ἐποίησα τὸν μέγαν βασιλέα, τὴν γυναῖκα δωρη-
σάμενος αὐτῷ καὶ Περσῶν τοῖς ἐντιμοτάτοις μητέρας τε καὶ ἀδελφὰς
καὶ γυναῖκας καὶ θυγατέρας πέμψας. αὐτὸς δὲ Ἕλληνας τοὺς
ἀρίστους Αἰγυπτίων τε τοὺς θέλοντας ἤγαγον ἐνθάδε. πλεύσεται
καὶ ἄλλος στόλος ἐξ Ἰωνίας ὑμέτερος· ἄξει δὲ αὐτὸν ὁ Ἑρμοκρά-
τους ἔκγονος.”
Εὐχαὶ παρὰ πάντων ἐπὶ τούτοις ἐπηκολούθησαν. καταπαύσας δὲ
τὴν βοὴν Χαιρέας εἶπεν “ἐγὼ καὶ Καλλιρόη χάριν ἔχομεν ἐφ' ὑμῶν
Πολυχάρμῳ τῷ φίλῳ· καὶ γὰρ εὔνοιαν ἐπεδείξατο καὶ πίστιν ἀληθε-
στάτην πρὸς ἡμᾶς· κἂν ὑμῖν δοκῇ, δῶμεν αὐτῷ γυναῖκα τὴν ἀδελφὴν
τὴν ἐμήν· προῖκα δὲ ἕξει μέρος τῶν λαφύρων.” ἐπευφήμησεν ὁ
δῆμος “ἀγαθῷ ἀνδρὶ Πολυχάρμῳ, φίλῳ πιστῷ, ὁ δῆμός σοι χάριν
209

ἐπίσταται. τὴν πατρίδα εὐηργέτηκας ἀξίως Ἑρμοκράτους καὶ


Χαιρέου.” μετὰ ταῦτα πάλιν Χαιρέας εἶπε “καὶ τούσδε τοὺς
τριακοσίους, Ἕλληνας ἄνδρας, στρατὸν ἐμὸν ἀνδρεῖον, δέομαι ὑμῶν,
πολίτας ποιήσατε.” πάλιν ὁ δῆμος ἐπεβόησεν “ἄξιοι μεθ' ἡμῶν
πολιτεύεσθαι· χειροτονείσθω ταῦτα.” ψήφισμα ἐγράφη καὶ εὐθὺς
ἐκεῖνοι καθίσαντες μέρος ἦσαν τῆς ἐκκλησίας. καὶ Χαιρέας δὲ
ἐδωρήσατο τάλαντον ἑκάστῳ, τοῖς δὲ Αἰγυπτίοις ἀπένειμε χώραν
Ἑρμοκράτης, ὥστε ἔχειν αὐτοὺς γεωργεῖν.

Epictetus Phil., Dissertationes ab Arriano digestae Book 4, Κεφ. 2, τμ. 2, γρ. 3

βʹ. Περὶ συμπερι>φορᾶς.

Τούτῳ τῷ τόπῳ πρὸ πάντων σε δεῖ προσέχειν, μή


ποτε ἄρα τῶν προτέρων συνήθων ἢ φίλων ἀνακραθῇς
τινι οὕτως, ὥστ' εἰς τὰ αὐτὰ συγκαταβῆναι αὐτῷ· εἰ
δὲ μή, ἀπολεῖς σεαυτόν. ἂν δέ σ' ὑποτρέχῃ ὅτι ‘ἀδέξιος
αὐτῷ φανοῦμαι καὶ οὐχ ὁμοίως ἕξει ὡς πρότερον’,
μέμνησο, ὅτι προῖκα οὐδὲν γίνεται οὐδ' ἔστι δυνατὸν
μὴ τὰ αὐτὰ ποιοῦντα [μὴ] τὸν αὐτὸν εἶναι τῷ ποτέ.
ἐλοῦ οὖν πότερον θέλεις, ὁμοίως φιλεῖσθαι ὑφ' ὧν
πρότερον ὅμοιος ὢν τῷ πρότερον σεαυτῷ ἢ κρείσσων
ὢν μὴ τυγχάνειν τῶν ἴσων. εἰ γὰρ τοῦτο κρεῖσσον,
αὐτόθεν ἀπόνευσον ἐπὶ τοῦτο μηδέ σε περισπάτωσαν
οἱ ἕτεροι διαλογισμοί. οὐδεὶς γὰρ ἐπαμφοτερίζων δύ-
ναται προκόψαι, ἀλλ' εἰ τοῦτο πάντων προκέκρικας, εἰ
πρὸς τούτῳ μόνῳ θέλεις εἶναι, εἰ τοῦτο ἐκπονῆσαι,
ἄφες ἅπαντα τἆλλα· εἰ δὲ μή, οὗτος ὁ ἐπαμφοτερισμὸς
ἑκάτερόν σοι ποιήσει, οὔτε προκόψεις κατ' ἀξίαν οὔτ'

Epictetus Phil., Dissertationes ab Arriano digestae Book 4, Κεφ. 10, τμ. 24, γρ. 2

καὶ τί τὸ γινόμενόν ἐστιν; δώδεκα δεσμὰ ῥάβδων καὶ


τρὶς ἢ τετράκις ἐπὶ βῆμα καθίσαι καὶ κιρκήσια δοῦναι
καὶ σπυρίσιν δειπνίσαι. ἢ δειξάτω μοί τις, τί ἐστι παρὰ
ταῦτα. ὑπὲρ ἀπαθείας οὖν, ὑπὲρ ἀταραξίας, ὑπὲρ τοῦ
καθεύδοντα καθεύδειν, ἐγρηγορότα ἐγρηγορέναι, μὴ
φοβεῖσθαι μηδέν, μὴ ἀγωνιᾶν ὑπὲρ μηδενὸς οὐδὲν ἀνα-
λῶσαι θέλεις, οὐδὲν πονῆσαι; ἀλλ' ἄν τι ἀπόληταί σου
περὶ ταῦτα γινομένου ἢ ἀναλωθῇ κακῶς ἢ ἄλλος τύχῃ
ὧν ἔδει σε τυχεῖν, εὐθὺς [μὴ] δηχθήσῃ ἐπὶ τῷ γενο-
μένῳ; οὐκ ἀντιθήσεις, τί ἀντὶ τίνος λαμβάνεις, πόσον
ἀντὶ πόσου; ἀλλὰ προῖκα θέλεις τὰ τηλικαῦτα λαβεῖν;
καὶ πῶς δύνασαι; ἔργον ἔργῳ. οὐ δύνασαι καὶ τὰ
ἐκτὸς ἔχειν ἐπιμελείας τετυχηκότα καὶ τὸ σαυτοῦ ἡγε-
μονικόν. εἰ δ' ἐκεῖνα θέλεις, τοῦτο ἄφες· εἰ δὲ μή, οὔτε
τοῦτο ἕξεις οὔτ' ἐκεῖνα, περισπώμενος ἐπ' ἀμφότερα. εἰ
210

τοῦτο θέλεις, ἐκεῖνά σε ἀφεῖναι δεῖ. ἐκχεθήσεται τὸ


ἔλαιον, ἀπολεῖται τὰ σκευάρια, ἀλλ' ἐγὼ ἀπαθὴς ἔσομαι.
ἐμπρησμὸς ἔσται ἐμοῦ μὴ παρόντος καὶ ἀπολεῖται τὰ
βιβλία, ἀλλ' ἐγὼ χρήσομαι ταῖς φαντασίαις κατὰ φύσιν.
ἀλλ' οὐχ ἕξω φαγεῖν. εἰ οὕτως τάλας εἰμί, λιμὴν τὸ
ἀποθανεῖν. οὗτος δ' ἐστὶν ὁ λιμὴν πάντων, ὁ θάνατος,

Epictetus Phil., Enchiridion Κεφ. 12, τμ. 2, γρ. 3

ἀφελόμενος.’ τί δὲ σοὶ μέλει, διὰ τίνος σε ὁ δοὺς ἀπῄτησε;


μέχρι δ' ἂν διδῷ, ὡς ἀλλοτρίου αὐτοῦ ἐπιμελοῦ, ὡς τοῦ
πανδοχείου οἱ παριόντες.
Εἰ προκόψαι θέλεις, ἄφες τοὺς τοιούτους ἐπι-
λογισμούς. ‘ἐὰν ἀμελήσω τᾶν ἐμῶν, οὐχ ἕξω διατροφάς’· ‘ἐὰν
μὴ κολάσω τὸν παῖδα, πονηρὸς ἔσται.’ κρεῖσσον γὰρ λιμῷ
ἀποθανεῖν ἄλυπον καὶ ἄφοβον γενόμενον ἢ ζῆν ἐν ἀφθόνοις
ταρασσόμενον. κρεῖττον δὲ τὸν παῖδα κακὸν εἶναι ἢ σὲ
κακοδαίμονα. ἄρξαι τοιγαροῦν ἀπὸ τῶν σμικρῶν. ἐκχεῖται τὸ
ἐλάδιον, κλέπτεται τὸ οἰνάριον· ἐπίλεγε ὅτι ‘τοσούτου πωλεῖται
ἀπάθεια, τοσούτου ἀταραξία’· προῖκα δὲ οὐδὲν περιγίνεται.
ὅταν δὲ καλῇς τὸν παῖδα, ἐνθυμοῦ, ὅτι δύναται μὴ ὑπακοῦσαι
καὶ ὑπακούσας μηδὲν ποιῆσαι ὧν θέλεις· ἀλλ' οὐχ οὕτως
ἐστὶν αὐτῷ καλῶς, ἵνα ἐπ' ἐκείνῳ ᾖ τὸ σὲ μὴ ταρα-
χθῆναι.
Εἰ προκόψαι θέλεις, ὑπόμεινον ἕνεκα τῶν ἐκτὸς
ἀνόητος δόξας καὶ ἠλίθιος, μηδὲν βούλου δοκεῖν ἐπίστασθαι·
κἂν δόξῃς τις εἶναί τισιν, ἀπίστει σεαυτῷ. ἴσθι γὰρ ὅτι οὐ
ῥᾴδιον τὴν προαίρεσιν τὴν σεαυτοῦ κατὰ φύσιν ἔχουσαν φυ-
λάξαι καὶ τὰ ἐκτός, ἀλλὰ τοῦ ἑτέρου ἐπιμελούμενον τοῦ ἑτέρου
ἀμελῆσαι πᾶσα ἀνάγκη.

Epictetus Phil., Enchiridion Κεφ. 25, τμ. 2, γρ. 5

ελος ἂν αὐτῇ γένοιο ἀναιδὴς καὶ ἄπιστος ἀποτελεσθείς;


Προετιμήθη σού τις ἐν ἑστιάσει ἢ ἐν προσα-
γορεύσει ἢ ἐν τῷ παραληφθῆναι εἰς συμβουλίαν; εἰ
μὲν ἀγαθὰ ταῦτά ἐστι, χαίρειν σε δεῖ, ὅτι ἔτυχεν αὐ-
τῶν ἐκεῖνος· εἰ δὲ κακά, μὴ ἄχθου, ὅτι σὺ αὐτῶν οὐκ
ἔτυχες· μέμνησο δέ, ὅτι οὐ δύνασαι μὴ ταὐτὰ ποιῶν πρὸς τὸ
τυγχάνειν τῶν οὐκ ἐφ' ἡμῖν τῶν ἴσων ἀξιοῦσθαι. πῶς γὰρ
ἴσον ἔχειν δύναται ὁ μὴ φοιτῶν ἐπὶ θύρας τινὸς τῷ φοιτῶντι;
ὁ μὴ παραπέμπων τῷ παραπέμποντι; ὁ μὴ ἐπαινῶν τῷ ἐπαι-
νοῦντι, ἄδικος οὖν ἔσῃ καὶ ἄπληστος, εἰ μὴ προϊέμενος
ταῦτα, ἀνθ' ὧν ἐκεῖνα πιπράσκεται, προῖκα αὐτὰ βου-
λήσῃ λαμβάνειν. ἀλλὰ πόσου πιπράσκονται θρίδακες; ὀβολοῦ,
ἂν οὕτω τύχῃ. ἂν οὖν τις προέμενος τὸν ὀβολὸν λάβῃ
θρίδακας, σὺ δὲ μὴ προέμενος μὴ λάβῃς, μὴ οἴου
ἔλαττον ἔχειν τοῦ λαβόντος. ὡς γὰρ ἐκεῖνος ἔχει θρί-
211

δακας, οὕτω σὺ τὸν ὀβολόν, ὃν οὐκ ἔδωκας. τὸν αὐ-


τὸν δὴ τρόπον καὶ ἐνταῦθα. οὐ παρεκλήθης ἐφ' ἑστίασίν
τινος; οὐ γὰρ ἔδωκας τῷ καλοῦντι, ὅσου πωλεῖ τὸ δεῖπνον.

Nicolaus Hist., Frag.a Frag. 66, γρ. 53

ὁ μὲν ἀπελύετο, πολλὰ ἐντειλάμενος Κύρῳ, καὶ φιλο-


φρονησάμενος ὡς ἂν υἱῷ. Ὁ δὲ παρεστὼς βασιλεῖ τήν τε
φιάλην ἐδίδου καὶ ᾠνοχόει νύκτα καὶ ἡμέραν, ὑπέφαινέ
τε πολλὴν σωφροσύνην καὶ ἀνδρείαν. Ὁ δ' Ἀρτεμ-
βάρης ἐκ τῆς νόσου ταύτης θνήσκει υἱοποιησάμενος
τὸν Κῦρον. Δίδωσιν οὖν αὐτῷ ὁ Ἀστυάγης, ὡς ἂν
υἱεῖ (11), τὸν σύμπαντα βίον Ἀρτεμβάρεω καὶ ἄλλα
πολλὰ δῶρα· μέγας τε ἦν καὶ ὄνομα αὐτοῦ πάντη διε-
φέρετο.
Ἦν δὲ Ἀστυάγῃ θυγάτηρ πάνυ γε γενναία καὶ εὐει-
δὴς, ἥντινα Σπιτάμᾳ (12) δίδωσι τῷ Μήδῳ ἐπὶ προικὶ
πάσῃ Μηδίᾳ. Κῦρος δὲ μεταπέμπεται τόν τε πατέρα
Ἀτραδάτην καὶ Ἀργόστην τὴν μητέρα ἐκ Μάρδων.
Οἱ δὲ ἧκον ἐπ' αὐτῷ μεγάλῳ ὄντι (13). Ἐξηγήσατο
δ' αὐτῷ καὶ ἡ μήτηρ ὄνειρον, ὡς κύουσα αὐτὸν δόξαι κοι-
μηθεῖσα ἐν τῷ ἱερῷ, ἡνίκα ἐν Μάρδοις ἦν αἰπολοῦσα (14).
– »Ἔδοξα γὰρ, ἔφη, οὐρῆσαι τοσοῦτον κύουσα, ὦ Κῦρε,
σὲ, ὥστε ποταμοῦ μεγάλου ῥεύματα ὅμοιον γενέσθαι τὸ
πλῆθος τοῦ οὔρου, καὶ κατακλύσαι πᾶσαν τὴν Ἀσίαν·
ῥυῆναι δὲ αὐτὸ ἄχρι θαλάττης.»

Gorgias Rhet., Soph., Frag.a Frag. 11a, γρ. 76

ὑμῶν· ὅπερ ἀδύνατον. πῶς ἂν οὖν εἰσήγαγον; πότερα διὰ πυλῶν;


ἀλλ' οὐκ ἐμὸν ταύτας οὔτε κλήιειν οὔτε ἀνοίγειν, ἀλλ' ἡγεμόνες
κύριοι τούτων. ἀλλ' ὑπὲρ τειχέωνδιὰκλίμακος; οὔκουνἐφωρά-
θην ἄν;ἅπαντα γὰρ πλήρη φυλακῶν. ἀλλὰ διελὼν τοῦ τείχους;
ἅπασιν ἄρα φανερὰ γένοιτο ἄν. ὑπαίθριος γὰρ ὁ βίος (στρατόπεδον
γάρ) ἔστ' ἐν ὅπλοις, ἐν οἷςπάντεςπάντα ὁρῶσι καὶ πάντες ὑπὸ
πάντων ὁρῶνται. πάντως ἄρα καὶ πάντηι πάντα πράττειν ἀδύ-
νατον ἦν μοι.
(13) σκέψασθε κοινῆ καὶ τόδε. τίνος ἕνεκα προσῆκε βουληθῆναι
ταῦτα πράττειν, εἰ μάλιστα πάντων ἐδυνάμην; οὐδεὶς γὰρ βούλεται
προῖκα τοὺς μεγίστους κινδύνους κινδυνεύειν οὐδὲ τὴν μεγίστην
κακότητα εἶναι κάκιστος. ἀλλ' ἕνεκα τοῦ; (καὶ αὖθις πρὸς τόδ' ἐπά-
νειμι.) πότεροντοῦτυραννεῖν; ὑμῶν ἢ τῶν βαρβάρων; ἀλλ'
ὑμῶν [ἀλλ'] ἀδύνατον τοσούτων καὶ τοιούτων, οἷς ὑπάρχει ἅπαντα
μέγιστα, προγόνων ἀρεταί, χρημάτων πλῆθος, ἀριστεῖαι, ἀλκὴ φρο-
νημάτων, βασιλεία πόλεων. (14) ἀλλὰ τῶνβαρβάρων>; ὁ δὲ πα-
ραδώσων τίς; ἐγὼ δὲ ποίαι δυνάμει παραλήψομαι Ἕλλην βαρβάρους,
εἷς ὢν πολλούς; πείσας ἢ βιασάμενος; οὔτε γὰρ ἐκεῖνοι πεισθῆναι
212

βούλοιντ' ἄν, οὔτ' ἐγὼ βιάσασθαι δυναίμην. ἀλλ' ἴσως ἑκόντες ἑκόντι
παραδώσουσιν, μισθὸν τῆς προδοσίας ἀντιδιδόντες; ἀλλά γε ταῦτα

Comica Adespota (FCG), Frag.a comicorum anonymorum Play FCA, Frag. 289, γρ.
1

Ὅταν δὲ νυστάζοντά μ' ἡ λύπη λάβῃ,


ἀπόλλυμ' ὑπὸ τῶν ἐνυπνίων.
Εἶτ' εἰ μὲν ᾔδεις, ὅτι τοῦτον τὸν βίον,
ὃν οὐκ ἐβίωσε, ζῶν διευτύχησεν ἄν,
ὁ θάνατος οὐκ εὔκαιρος· εἰ δ' ἤνεγκεν ἄν
οὗτος ὁ βίος τι τῶν ἀνηκέστων, ἴσως
ὁ θάνατος αὐτὸς σοῦ γέγονεν εὐνούστερος.
Τὰ πανοῦργα ταῦτ' ὀψάρια χὐποτρίμματα.
Ὅ τι προῖκα μόνον ἔδωκαν ἡμῖν οἱ θεοί,
τὸν ὕπνον, τί τοῦτο πολυτελὲς σαυτῷ ποιεῖς;
Ἔα μ' ἀπολέσθαι· τοῦτο γάρ μοι συμφέρει.
Τί τἀλλότριον, ἄνθρωπε βασκανώτατε,
κακὸν ὀξυδορκεῖς, τὸ δ' ἴδιον παραβλέπεις;
Ὁ δ' οὔτ' ἄγαν ὀπτοῖσιν οὔθ' ἑφθοῖς ἄγαν,
οὔθ' ἧττον οὔτε μᾶλλον οὔτε διὰ μέσου
ἠρτυμένοισι χαίρων ὥστ' ἐπαινέσαι.

Δίων Χρυσόστομος Orationes Oration 6, τμ. 17, γρ. 3

που. ταῦτα γάρ, ἀσθενέστατα πεφυκότα, μάλιστα ἀνέχεσθαι τὸ


ψῦχος διὰ τὸ γυμνοῦσθαι ἀεί· μὴ γὰρ εἶναι τοῖς ἀνθρώποις δυνα-
τὸν καταδησαμένους τὰ ὄμματα βαδίζειν, ὥσπερ τοὺς πόδας. ἔφη
δὲ τοὺς πλουσίους ὁμοίους εἶναι τοῖς νεογνοῖς βρέφεσι· δεῖσθαι
γὰρ ἀεί ποτε σπαργάνων. ὑπὲρ οὗ δὲ πλεῖστα μὲν πράγματα
ἔχουσιν ἄνθρωποι, πλεῖστα δὲ χρήματα ἀναλίσκουσι, πολλαὶ δὲ
ἀνάστατοι πόλεις διὰ ταῦτα γεγόνασι, πολλὰ δὲ ἔθνη τούτων
ἕνεκεν οἰκτρῶς ἀπόλωλεν, ἁπάντων ἐκείνῳ χρημάτων ἀπονώτατον
ἦν καὶ ἀδαπανώτατον. οὐ γὰρ ἔδει αὐτὸν οὐδαμόσε ἐλθεῖν ἀφρο-
δισίων ἕνεκεν, ἀλλὰ παίζων ἔλεγεν ἁπανταχοῦ παρεῖναι αὐτῷ τὴν
Ἀφροδίτην προῖκα· τοὺς δὲ ποιητὰς καταψεύδεσθαι τῆς θεοῦ
διὰ τὴν αὑτῶν ἀκρασίαν, πολύχρυσον καλοῦντας. ἐπεὶ δὲ πολλοὶ
τοῦτο ἠπίστουν, ἐν τῷ φανερῷ ἐχρῆτο καὶ πάντων ὁρώντων· καὶ
ἔλεγεν ὡς εἴπερ οἱ ἄνθρωποι οὕτως εἶχον, οὐκ ἂν ἑάλω ποτὲ ἡ
Τροία, οὐδ' ἂν ὁ Πρίαμος ὁ Φρυγῶν βασιλεύς, ἀπὸ Διὸς γεγονώς,
ἐπὶ τῷ βωμῷ τοῦ Διὸς ἐσφάγη. τοὺς δὲ Ἀχαιοὺς οὕτως εἶναι
ἄφρονας ὥστε καὶ τοὺς νεκροὺς νομίζειν προσδεῖσθαι γυναικῶν
καὶ τὴν Πολυξένην σφάττειν ἐπὶ τῷ τάφῳ τοῦ Ἀχιλλέως. ἔφη
δὲ τοὺς ἰχθύας σχεδόν τι φρονιμωτέρους φαίνεσθαι τῶν ἀνθρώ-
πων· ὅταν γὰρ δέωνται τὸ σπέρμα ἀποβαλεῖν, ἰόντας ἔξω προς-
κνᾶσθαι πρὸς τὸ τραχύ. θαυμάζειν δὲ τῶν ἀνθρώπων τὸ τὸν

Δίων Χρυσόστομος Orationes Oration 7, τμ. 29, γρ. 7


213

ἔχοντες δὲ τὰ ἡμέτερα καὶ πλουτοῦντες οὔτε λειτουργίαν πώποτε


ἐλειτούργησαν οὐδεμίαν οὔτε μοῖράν τινα ὑποτελοῦσι τῶν γιγνο-
μένων, ἀλλ' ἀτελεῖς καὶ ἀλειτούργητοι διατελοῦσιν, ὥσπερ εὐεργέται
τῆς πόλεως. οἶμαι δέ, ἔφη, μηδὲ ἐληλυθέναι πώποτε αὐτοὺς ἐν-
θάδε. κἀγὼ ἀνένευσα. ὁ δὲ ὄχλος ἐγέλασεν, ὡς εἶδε. καὶ ὁ
λέγων ἐκεῖνος ὠργίσθη ἐπὶ τῷ γέλωτι καί μοι ἐλοιδορεῖτο. ἔπειτα
ἐπιστρέψας, Εἰ οὖν, ἔφη, δοκεῖ ταῦτα οὕτως, οὐκ ἂν φθάνοιμεν
ἅπαντες τὰ κοινὰ διαρπάσαντες, οἱ μὲν τὰ χρήματα τῆς πόλεως,
ὥσπερ ἀμέλει καὶ νῦν ποιοῦσί τινες, οἱ δὲ τὴν χώραν κατανειμά-
μενοι μὴ πείσαντες ὑμᾶς, ἐὰν ἐπιτρέψητε τοῖς θηρίοις τούτοις
προῖκα ἔχειν πλέον ἢ χίλια πλέθρα γῆς τῆς ἀρίστης, ὅθεν ὑμῖν
ἔστι τρεῖς χοίνικας Ἀττικὰς σίτου λαμβάνειν κατ' ἄνδρα. ἐγὼ
δὲ ἀκούσας ἐγέλασα ὅσον ἐδυνάμην μέγιστον. τὸ δὲ πλῆθος οὐκέτ'
ἐγέλων, ὥσπερ πρότερον, ἀλλ' ἐθορύβουν. ὁ δὲ ἄνθρωπος [ὁ
ῥήτωρ] ἐχαλέπαινε, καὶ δεινὸν ἐμβλέψας εἰς ἐμὲ εἶπεν, Ὁρᾶτε τὴν
εἰρωνείαν καὶ τὴν ὕβριν τοῦ καθάρματος, ὡς καταγελᾷ πάνυ θρα-
σέως; ὃν ἀπάγειν ὀλίγου δέω καὶ τὸν κοινωνὸν αὐτοῦ – πυνθά-
νομαι γὰρ δύο εἶναι τοὺς κορυφαίους τῶν κατειληφότων ἅπασαν
σχεδὸν τὴν ἐν τοῖς ὄρεσι χώραν – οἶμαι γὰρ αὐτοὺς μηδὲ τῶν
ναυαγίων ἀπέχεσθαι τῶν ἑκάστοτε ἐκπιπτόντων, ὑπὲρ αὐτὰς σχεδόν
τι τὰς Καφηρίδας οἰκοῦντας. πόθεν γὰρ οὕτως πολυτελεῖς ἀγρούς,

Δίων Χρυσόστομος Orationes Oration 7, τμ. 34, γρ. 7

παρελθὼν δὲ ἄλλος τις, ὡς ἐφαίνετο, ἐπιεικὴς ἄνθρωπος ἀπό


τε τῶν λόγων οὓς εἶπε καὶ ἀπὸ τοῦ σχήματος πρῶτον μὲν ἠξίου
σιωπῆσαι τὸ πλῆθος· καὶ ἐσιώπησαν· ἔπειτα εἶπε τῇ φωνῇ πρᾴως
ὅτι οὐδὲν ἀδικοῦσιν οἱ τὴν ἀργὸν τῆς χώρας ἐργαζόμενοι καὶ κατα-
σκευάζοντες, ἀλλὰ τοὐναντίον ἐπαίνου δικαίως ἂν τυγχάνοιεν· καὶ δεῖ
μὴ τοῖς οἰκοδομοῦσι καὶ φυτεύουσι τὴν δημοσίαν γῆν χαλεπῶς ἔχειν,
ἀλλὰ τοῖς καταφθείρουσιν. ἐπεὶ καὶ νῦν, ἔφη, ὦ ἄνδρες, σχεδόν τι
τὰ δύο μέρη τῆς χώρας ἡμῶν ἔρημά ἐστι δι' ἀμέλειάν τε καὶ ὀλιγαν-
θρωπίαν. κἀγὼ πολλὰ κέκτημαι πλέθρα, ὥσπερ οἶμαι καὶ ἄλλος
τις, οὐ μόνον ἐν τοῖς ὄρεσιν, ἀλλὰ καὶ ἐν τοῖς πεδινοῖς, ἃ εἴ τις
ἐθέλοι γεωργεῖν, οὐ μόνον ἂν προῖκα δοίην, ἀλλὰ καὶ ἀργύριον
ἡδέως προστελέσαιμι. δῆλον γὰρ ὡς ἐμοὶ πλέονος ἀξία γίγνεται,
καὶ ἅμα ἡδὺ ὅραμα χώρα οἰκουμένη καὶ ἐνεργός· ἡ δ' ἔρημος οὐ
μόνον ἀνωφελὲς κτῆμα τοῖς ἔχουσιν, ἀλλὰ καὶ σφόδρα ἐλεεινόν τε
καὶ δυστυχίαν τινὰ κατηγοροῦν τῶν δεσποτῶν. ὥστε μοι δοκεῖ
μᾶλλον ἑτέρους προτρέπειν, ὅσους ἂν δύνησθε τῶν πολιτῶν, ἐρ-
γάζεσθαι τῆς δημοσίας γῆς ἀπολαβόντας, τοὺς μὲν ἀφορμήν τινα
ἔχοντας πλείω, τοὺς δὲ πένητας, ὅσην ἂν ἕκαστος ᾖ δυνατός, ἵνα
ὑμῖν ἥ τε χώρα ἐνεργὸς ᾖ καὶ τῶν πολιτῶν οἱ θέλοντες δύο τῶν
μεγίστων ἀπηλλαγμένοι κακῶν, ἀργίας καὶ πενίας. ἐπὶ δέκα μὲν
οὖν ἔτη προῖκα ἐχόντων·

Δίων Χρυσόστομος Orationes Oration 7, τμ. 37, γρ. 2

ἐθέλοι γεωργεῖν, οὐ μόνον ἂν προῖκα δοίην, ἀλλὰ καὶ ἀργύριον


214

ἡδέως προστελέσαιμι. δῆλον γὰρ ὡς ἐμοὶ πλέονος ἀξία γίγνεται,


καὶ ἅμα ἡδὺ ὅραμα χώρα οἰκουμένη καὶ ἐνεργός· ἡ δ' ἔρημος οὐ
μόνον ἀνωφελὲς κτῆμα τοῖς ἔχουσιν, ἀλλὰ καὶ σφόδρα ἐλεεινόν τε
καὶ δυστυχίαν τινὰ κατηγοροῦν τῶν δεσποτῶν. ὥστε μοι δοκεῖ
μᾶλλον ἑτέρους προτρέπειν, ὅσους ἂν δύνησθε τῶν πολιτῶν, ἐρ-
γάζεσθαι τῆς δημοσίας γῆς ἀπολαβόντας, τοὺς μὲν ἀφορμήν τινα
ἔχοντας πλείω, τοὺς δὲ πένητας, ὅσην ἂν ἕκαστος ᾖ δυνατός, ἵνα
ὑμῖν ἥ τε χώρα ἐνεργὸς ᾖ καὶ τῶν πολιτῶν οἱ θέλοντες δύο τῶν
μεγίστων ἀπηλλαγμένοι κακῶν, ἀργίας καὶ πενίας. ἐπὶ δέκα μὲν
οὖν ἔτη προῖκα ἐχόντων· μετὰ δὲ τοῦτον τὸν χρόνον ταξάμενοι μοῖ-
ραν ὀλίγην παρεχέτωσαν ἀπὸ τῶν καρπῶν, ἀπὸ δὲ τῶν βοσκημά-
των μηδέν. ἐὰν δέ τις ξένος γεωργῇ, πέντε ἔτη καὶ οὗτοι μηδὲν
ὑποτελούντων, ὕστερον δὲ διπλάσιον ἢ οἱ πολῖται. ὃς δὲ ἂν ἐξερ-
γάσηται τῶν ξένων διακόσια πλέθρα, πολίτην αὐτὸν εἶναι, ἵνα ὡς
πλεῖστοι ὦσιν οἱ προθυμούμενοι. ἐπεὶ νῦν γε καὶ τὰ πρὸ τῶν
πυλῶν ἄγρια παντελῶς ἐστι καὶ αἰσχρὰ δεινῶς, ὥσπερ ἐν ἐρημίᾳ
τῇ βαθυτάτῃ, οὐχ ὡς προάστιον πόλεως· τὰ δέ γε ἐντὸς τείχους
σπείρεται τὰ πλεῖστα καὶ κατανέμεται. οὐκοῦν ἄξιον, ἔφη,

Δίων Χρυσόστομος Orationes Oration 7, τμ. 80, γρ. 4

σθόμην τῆς νυκτὸς αὐτὸν ἐγρηγορότα καὶ προελθόντα ἔξω τῆς σκη-
νῆς. Οἱ κύνες, ἔφη, ὑλάκτουν, καὶ ἐξῆλθον ὀψόμενος. Οὐ σύ γε,
εἶπεν, ἀλλὰ περιεπάτεις ἀλύων. μὴ οὖν πλείω χρόνον ἐῶμεν ἀνιᾶ-
σθαι αὐτόν. καὶ περιβαλοῦσα ἐφίλησε τὴν μητέρα τῆς κόρης. ἡ
δὲ πρὸς τὸν ἄνδρα τὸν ἑαυτῆς, Ποιῶμεν, εἶπεν, ὡς θέλουσι. καὶ
ἔδοξε ταῦτα, καὶ εἶπον, Εἰς τρίτην ποιῶμεν τοὺς γάμους. παρ-
εκάλουν δὲ κἀμὲ προσμεῖναι τὴν ἡμέραν. κἀγὼ προσέμεινα οὐκ
ἀηδῶς, ἐνθυμούμενος ἅμα τῶν πλουσίων ὁποῖά ἐστι τά τε ἄλλα
καὶ τὰ περὶ τοὺς γάμους, προμνηστριῶν τε πέρι καὶ ἐξετάσεων
οὐσιῶν τε καὶ γένους, προικῶν τε καὶ ἕδνων καὶ ὑποσχέσεων καὶ
ἀπατῶν, ὁμολογιῶν τε καὶ συγγραφῶν, καὶ τελευταῖον πολλάκις ἐν
αὐτοῖς τοῖς γάμοις λοιδοριῶν καὶ ἀπεχθειῶν.
ἅπαντα δὴ τοῦτον τὸν λόγον διῆλθον οὐκ ἄλλως οὐδ' ὡς τάχ'
ἂν δόξαιμί τισιν, ἀδολεσχεῖν βουλόμενος, ἀλλ' οὗπερ ἐξ ἀρχῆς ὑπε-
θέμην βίου καὶ τῆς τῶν πενήτων διαγωγῆς παράδειγμα ἐκτιθείς,
ὃ αὐτὸς ἠπιστάμην, τῷ βουλομένῳ θεάσασθαι λόγων τε καὶ ἔργων
καὶ κοινωνιῶν τῶν πρὸς ἀλλήλους, εἴ τι τῶν πλουσίων ἐλαττοῦνται
διὰ τὴν πενίαν πρὸς τὸ ζῆν εὐσχημόνως καὶ κατὰ φύσιν ἢ τῷ
παντὶ πλέον ἔχουσιν. καὶ δῆτα καὶ τὸ τοῦ Εὐριπίδου σκοπῶν,
εἰ κατ' ἀλήθειαν ἀπόρως αὐτοῖς ἔχει τὰ πρὸς τοὺς ξένους

Δίων Χρυσόστομος Orationes Oration 15, τμ. 4, γρ. 3

ἐκείνου. Ὅτι, ἔφη, τὸν μὲν ἐμαυτοῦ πατέρα ἐπίσταμαι Ἀθηναῖον


ὄντα, εἴπερ τις ἄλλος, τὸν δὲ σὸν οἰκέτην τοῦ δεῖνος, εἰπὼν τοὔ-
νομα. καὶ ὅς, Τί οὖν, εἶπε, κατὰ τοῦτο κωλύει με ἐν Κυνοσάργει
ἀλείφεσθαι μετὰ τῶν νόθων, εἴπερ ἐκ μητρὸς ἐλευθέρας, ἴσως δὲ
215

καὶ ἀστῆς, τυγχάνω γεγονὼς καὶ πατρὸς οὗ σὺ φῄς; ἢ οὐ πολλαὶ


ἀσταὶ γυναῖκες δι' ἐρημίαν τε καὶ ἀπορίαν αἱ μὲν ἐκ ξένων ἐκύη-
σαν, αἱ δὲ ἐκ δούλων, τινὲς μὲν ἀγνοοῦσαι τοῦτο, τινὲς δὲ καὶ
ἐπιστάμεναι; καὶ οὐδεὶς δοῦλός ἐστιν, ἀλλὰ μόνον οὐκ Ἀθηναῖος,
τῶν οὕτως γεννηθέντων. Ἀλλ' ἐγώ σου, ἔφη, καὶ τὴν μητέρα ἐπί-
σταμαι ὁμόδουλον τοῦ πατρός. Εἶεν, ἔφη· τὴν δὲ σαυτοῦ οἶσθα;
Πάνυ μὲν οὖν· ἀστὴν ἐξ ἀστῶν καὶ προῖκα ἱκανὴν ἐπενηνεγμένην.
Ἦ καὶ ἔχοις ἂν ὀμόσας εἰπεῖν ὅτι ἐξ οὗ φησιν ἐκείνη, ἐκ τούτου
γέγονας; ὁ μὲν γὰρ Τηλέμαχος οὐ πάνυ ἠξίου διατείνεσθαι ὑπὲρ
Πηνελόπης τῆς Ἰκαρίου, σφόδρα σώφρονος δοκούσης γυναικός, ὅτι
ἀληθῆ λέγει τὸν Ὀδυσσέα ἀποφαίνουσα αὑτοῦ πατέρα· σὺ δὲ οὐ
μόνον ὑπὲρ σαυτοῦἂνκαὶ τῆς σῆς μητρός, ἐὰν κελεύσῃ σέ τις,
ὀμόσαις, ὡς ἔοικεν, ἀλλὰ καὶ περὶ δούλης ἡστινοσοῦν, ἐξ ὅτου ποτὲ
ἐκύησεν, ὥσπερ ἣν λέγεις ἐμὴν εἶναι μητέρα. ἀδύνατον γάρ σοι
δοκεῖ εἶναι ἐξ ἄλλου ἀνδρὸς κυῆσαι ἐλευθέρου ἢ καὶ τοῦ αὑτῆς
δεσπότου. οὐ πολλοὶ Ἀθηναίων συγγίγνονται θεραπαίναις αὑτῶν,
οἱ μέν τινες κρύφα, οἱ δὲ καὶ φανερῶς;

Δίων Χρυσόστομος Orationes Oration 31, τμ. 10, γρ. 4

ὃν ἂν αὐτῷ φανῇ τῶν ἀνακειμένων τούτων ἀνδριάντων ἀποδείκνυ-


σιν· εἶτα τῆς μὲν πρότερον οὔσης ἐπιγραφῆς ἀναιρεθείσης, ἑτέρου
δ' ὀνόματος ἐγχαραχθέντος, πέρας ἔχει τὸ τῆς τιμῆς, καὶ λοιπὸν
τέτευχε τῆς εἰκόνος ὁ δόξας ὑμῖν ἄξιος, πάνυ ῥᾳδίως οἶμαι καὶ
λυσιτελῶς οὑτωσὶ σκοπουμένοις ὥστε θαυμαστὴν εἶναι τὴν εὐπο-
ρίαν καὶ τὸ πρᾶγμα εὐχῆς ἄξιον, εἰ μόνοις ὑμῖν ἔστιν ὃν ἂν βού-
λησθε ἱστάναι χαλκοῦν δίχα ἀναλώματος καὶ μηδεμίαν δραχμὴν
μήτε ὑμῶν καταβαλόντων μήτε τῶν τιμωμένων. τίς γὰρ οὐκ ἂν
οὕτως ἀγασθείη τῆς σοφίας τὴν πόλιν; ἀλλ' οἶμαι πολλὰ
τῶν ἐν τῷ βίῳ γιγνομένων [καὶ] μετὰ πόνου πλείονος καὶ δαπάνης
οὐ σμικρᾶς ἔστι προῖκα καὶ πάνυ ῥᾳδίως ποιεῖν, εἴ τις ἀμελεῖ τοῦ
προσήκοντος καὶ τοῦ πράττειν ἀληθῶς. οἷον εὐθὺς τὰς θυσίας,
ἃς ἑκάστοτε τελοῦμεν τοῖς θεοῖς, ἔστι μὴ θύσαντας φάσκειν τε-
θυκέναι, μόνον, ἂν δοκῇ, στεφανωσαμένους καὶ τῷ βωμῷ προσελ-
θόντας [καὶ τῶν οὐλῶν θιγγάνοντας καὶ τἄλλα ποιοῦντας ὡς ἐφ'
ἱερουργίας]. τί δ'; οὐχὶ ταὐτὸ ἱερεῖον ἅπασιν ἐν κύκλῳ τοῖς ἀγάλ-
μασι προσάγοντας, τῷ τοῦ Διός, τῷ τοῦ Ἡλίου, τῷ τῆς Ἀθη-
νᾶς, καὶ πανταχῇ κατασπείσαντας πᾶσιν οἴεσθαι τεθυκέναι τοῖς
θεοῖς οὐ ῥᾴδιον; τίς δ' ὁ κωλύσων; ἐὰν δὲ δὴ βωμὸν ἢ ναὸν νῦν
τινος ἱδρύσασθαι θελήσωμεν· καὶ γὰρ εἰ πάντων εἰσὶ παρ' ὑμῖν
[τῶν θεῶν], οὐκ ἀδύνατον οἶμαι καὶ κρείττω κατασκευάσαι τοῦ

Δίων Χρυσόστομος Orationes Oration 31, τμ. 138, γρ. 4

ἔχοντας ἀτέλειαν, ἀλλὰ καὶ τῆς εἰκόνος τετυχηκότας, οὕτω σκοπείτω


τοὺς λοιποὺς ἑκατέρων. οὗτοι μὲν γὰρ τρόπον τινὰ οὐδὲ ἔπασχον
οὐδέν· ὃ γὰρ εἰλήφεσαν ἐν προσθήκης μέρει, τοῦτο ἀπώλλυον, τῆς
μείζονος δωρεᾶς αὐτοῖς τηρουμένης· ἐπὶ δὲ τῶν ἄλλων ἴσος ἂν
γένοιτο ὁ λόγος. ἀλλ' ἔστι μὲν δῆλον καὶ αὐτόθεν οἶμαι τὸ πρᾶγμα·
216

ὅσῳ γὰρ τὸ τῆς εἰκόνος μεῖζον ἢ τὸ τῆς ἀτελείας, τοσούτῳ κρείτ-


τονες οἱ τούτου τυχόντες· ἔτι δ' ἂν οὕτω γένοιτό γε ὁ λόγος φα-
νερώτερος· ἡ μὲν γὰρ ἀτέλεια τοὺς λαβόντας εὐπορωτέρους ποιεῖ,
καὶ οὗτοι μάλιστα ἐπιθυμοῦσιν αὐτῆς οἵτινες ἂν ὦσι περὶ χρή-
ματα ἐσπουδακότες· ἡ δὲ εἰκὼν τὸ σεμνὸν μόνον ἔχει καὶ τὸ τῆς
τιμῆς. ὅσῳ δὴ πάντες εἴποιμεν ἂν κρείττους τοὺς προῖκα καὶ δό-
ξης μᾶλλον ἕνεκεν αἱρουμένους εὖ τινας ποιεῖν τῶν ἐπ' ἀργυρίῳ
καὶ διὰ κέρδος, τοσούτῳ φαίην ἂν ἔγωγε οὐ μόνον ἀμείνους ἀνθρώ-
πους ἀδικεῖν τοῦτο τὸ ἔθος, ἀλλὰ καὶ ὑπὸ βελτιόνων ὑμᾶς κωλύειν
εὖ πάσχειν ἤπερ ἐκείνους ὁ νόμος.

Δίων Χρυσόστομος Orationes Oration 56, τμ. 15, γρ. 7

δεηθῆναι τοῦ Ἀχιλλέως καὶ πάντα ποιεῖν, ὅπως πείσῃ τὸν ἄνδρα.
καὶ ὃς ὑποτιμᾶται χρημάτων τὸ πρῶτον, ὥσπερ οἱ ἁλόντες τοῖς
δικαστηρίοις, ὅσα φησὶν ἀποτῖσαι δύνασθαι ἀντὶ τῆς ὕβρεωςκαὶ
τά τε ἄλλα καὶ ὅρκον ὑποδέχεται ὀμόσειν σφαγίων γενομένων περὶ
τῆς Βρισηίδος, ἦ μὴν αὐτῆς μηδὲ ἅψασθαι λαβών· ἀντὶ δὲ τοῦ
μόνον μεταγαγεῖν ἀπὸ σκηνῆς ἐπὶ σκηνὴν χρυσίον ἐπαγγέλλεται
δώσειν πολὺ καὶ ἵππους καὶ τρίποδας καὶ λέβητας καὶ γυναῖκας
καὶ πόλεις· τελευταῖον δέ, ὡς οὐκ ὂν ἱκανόν, τῶν θυγατέρων τριῶν
οὐσῶν ἣν ἂν βούληται συνοικιεῖν· ὅπερ οὐδεὶς πώποτε κατεκρίθη
παθεῖν, ἀντὶ θεραπαίνης, καὶ ταύτης αἰχμαλώτου, μηδὲν παθούσης,
[ἀναγκάσαι] συνοικίσαι τὴν θυγατέρα ἐπὶ προικὶ μεγάλῃ ἄνευ ἕδνων.
καίτοι τῆς δίκης ταύτης οὐδεμίαν ἴσμεν ἰδιωτικὴν δίκην πικρότερον
κριθεῖσαν. ἆρά σοι δοκεῖ πρὸς θεῶν ἀνυπεύθυνος ἄρχειν ὁ Ἀγα-
μέμνων τῶν Ἑλλήνων, ἀλλ' οὐ πάνυ ἀκριβεῖς ὑπέχειν εὐθύνας
ἁπάντων ὧν ἔπραττεν; περὶ μὲν δὴ τούτων αὐτοῦ τὸν λόγον
ἐάσωμεν, χθὲς ἱκανῶς εἰρημένον, ἐπ' ἄλλον δέ τινα ἴωμεν. { – } Μὴ
πρὸς θεῶν, ἀλλὰ πειράθητι πάντα εἰπεῖν ὅσα ἔχεις ὑπὲρ τοῦ
αὐτοῦ πράγματος, ὡς ἐγὼ μόλις ἀρτίως συνίημι τοῦ λόγου τὴν
ὑπόθεσιν. οἶμαι γάρ σε περὶ ἀρχῆς ἢ βασιλείας ἢ τοιοῦτόν τι
βούλεσθαι λέγειν.

Δίων Χρυσόστομος Orationes Oration 66, τμ. 2, γρ. 8

προύς· ὥστε καὶ αὐτὸς ἕκαστος ὀψοφαγῶν μὲν ἢ πίνων ἢ ἐρῶν


τινος αἰσχύνεται καὶ περιστέλλει τὴν ἀκρασίαν, δοξοκοπῶν δὲ καὶ
φιλοτιμούμενος οὐδένα ἀνθρώπων βούλεται λανθάνειν, ἀλλὰ ἐν
τῷ μέσῳ ταῦτα ποιεῖ. τῶν γὰρ πολλῶν ἕκαστος εὐφημεῖ τὴν
τοιαύτην νόσον, λυσιτελεῖν ἡγούμενος αὑτῷ. καὶ δημοσίᾳ σχεδὸν
αἱ πόλεις ἅπασαι δελέατα ἐξευρήκασι παντοῖα τοῖς ἀνοήτοις, στε-
φάνους καὶ προεδρίας καὶ κηρύγματα. τοιγαροῦν ἤδη τινὰς τού-
των ἐπιθυμοῦντας ἀθλίους καὶ πένητας ἀπέδειξαν, οὐδὲν ὀρέγοντες
μέγα οὐδὲ θαυμαστόν, ἀλλ' ἐνίους ἀπὸ θαλλοῦ περιάγοντες, ὥσπερ
τὰ πρόβατα, ἢ στέφανόν τινα ἢ ταινίαν ἐπιβάλλοντες. οὐκοῦν ὁ
τοιοῦτος, ἐξὸν αὐτῷ μυρίους, εἰ ἐθέλοι, στεφάνους προῖκα ἔχειν,
οὐ μόνον ἐλαίας ἢ δρυός, ἀλλὰ καὶ κιττοῦ καὶ μυρρίνης, πολλάκις
τὴν οἰκίαν ἀπέδοτο καὶ τὰ χωρία, καὶ μετὰ ταῦτα περιέρχεται
217

πεινῶν καὶ φαῦλον τριβώνιον ἔχων. “ἀλλὰ κηρύττεται, φησίν, ὑπὸ


τῶν πολιτῶν.” ὥσπερ ἀπολωλὸς ἀνδράποδον. οὐκοῦν εἰκότως
χρῶνται πρὸς τὰς χειροτονίας τῷ τῆς ἐλαίας θαλλῷ διὰ τὸ φύσει
πικρὸν ὑπάρχειν. [τοὺς δοξοκόπους ἐκβάλλουσιν ἐκ τῶν ἀγορῶν
οἱ δῆμοι κραυγῇ καὶ ψόφῳ, καθάπερ οἶμαι τοὺς ψᾶρας οἱ γεωργοί.
κἀκεῖνοι μὲν μεθίστανται πρὸς ὀλίγον· τοῖς δὲ οὐκ ἔστιν εἰς
οὐδὲν ἔτι τῶν ἰδίων ἐπάνοδος, ἀλλὰ περιίασι μικρὸν ὕστερον
πτωχοί, καὶ οὐδεὶς ἂν προσαγορεύσειεν ἰδὼν ἔτι τῶν πρότερον

Δίων Χρυσόστομος Orationes Oration 77/78, τμ. 13, γρ. 3

μέων ἢ τεκτόνων, λυσιτελεῖν νομίζοντες αὑτοῖς, εἰ μηδεὶς ἄλλος


ἰατρὸς ἐφάνη βασιλέα ἰασάμενος, ἢ σφόδρα ἠγάπων καὶ χάριν ᾔδε-
σαν; { – } Εἰκὸς μὲν ἦν. χάριν εἰδέναι. { – Δ.} Καὶ μὴν θωρακοποιοί
εἰσιν ἐν ταῖς πόλεσι καὶ κρανοποιοὶ [καὶ τειχοποιοὶ] καὶ δορυξόοι
καὶ ἕτεροι πλείους· εἰ οὖν τούτοις λυσιτελεῖ ἕνα ἕκαστον ἐν ἑκάστῃ
τῶν πόλεων εἶναι τῆς τέχνης δημιουργὸν μᾶλλον ἢ τοὺς ἱκανούς,
ἡδέως ἔγωγ' ἂν πυθοίμην. δῆλον γὰρ ὡς πολεμίων ἐπιόντων, καὶ
μήτε τῶν τειχῶν ἑστηκότων μήτε ὡπλισμένων ἁπάντων, ἀναγκά-
ζοιντ' ἂν ἄνοπλοι καὶ ἀτείχιστοι διακινδυνεύειν. ὥστε ἁλούσης
τῆς πόλεως οὐκ ἂν ἴσως οὗτοί γε ἀποθάνοιεν, ληφθέντες δὲ καὶ
δεθέντες προῖκα ἂν ἐργάζοιντο τοῖς πολεμίοις πρὸς ἀνάγκην, ἀνθ'
ὧν πρότερον θρυπτόμενοι πολλῆς τιμῆς ἀπεδίδοντο τούς τε θώ-
ρακας καὶ τὰ κράνη καὶ τὰ δόρατα, καὶ γνοῖεν ἂν ὅτι οὐκ ὀρθῶς
οὐδ' ἐπ' ἀγαθῷ ἐφθόνει καὶ ἐμήνιε διὰ τὴν τέχνην οὔτε χαλκεὺς
χαλκεῖ οὔτε τέκτονι τέκτων, οὐδὲ λῷόν τε καὶ ἄμεινον ἦν αὐτῷ
μόνῳ ἢ σὺν ὀλίγοις εἶναι τῆς τέχνης ἐργάτην. ἀλλὰ δὴ τοῖς μὲν
ἄλλοις σχεδὸν οὐκ ἀεὶ βέλτιον, ὅ φησι βούλεσθαι αὐτοὺς Ἡσίοδος,
μόνοις δὲ τοῖς κεραμεῦσι καὶ μαγείροις τε καὶ βαφεῦσι καὶ πορ-
νοβοσκοῖς. οὐκοῦν ἡ ζηλοτυπία καὶ ὁ φθόνος καὶ τὸ μηδένα ἄλλον
ἐθέλειν πράττειν τὸ αὐτὸ ἔργον μαγειρικόν τε καὶ βαφικὸν καὶ
κεραμευτικὸν καὶ [ἔτι] μᾶλλον πορνοβοσκοῖς προσῆκον ἤπερ ἰατροῖς

Πολύαινος Strategemata Book 4, Κεφ. 6, τμ. 13, γρ. 22

μίων περὶ τὴν μάχην καὶ τῆς κόνεως ἐπισκοτούσης.


ἐπεὶ δὲ πέρας ἔσχεν ἡ μάχη [καὶ] πεντακισχίλιοι μὲν
ἔπεσον Ἀντιγόνου, τριακόσιοι δὲ Εὐμένους, μέγα δὴ
φρονοῦντες ἐπὶ τῇ νίκῃ διελύθησαν. ἐπεὶ δὲ τὴν
ἀποσκευὴν εἶδον ἡρπασμένην καὶ τοὺς οἰκείους ἀπο-
λωλότας, ἀθυμία καὶ θρῆνος ἦν τῶν νενικηκότων,
ὥστε οἱ πλεῖστοι διὰ τὸν ἔρωτα τῶν οἰκείων ἐπρες-
βεύοντο παρὰ Ἀντίγονον ἀξιοῦντες αὐτῷ προστίθεσθαι.
Ἀντίγονος τὴν ἀποσκευὴν τῶν Εὐμενείων στρατιωτῶν
ἁρπάσας, ἐπειδὴ βαρέως ἔφερον ἀπολέσαντες τὰ φίλ-
τατα, ἐκήρυξεν προῖκα ἀποδώσειν τὰ ἡρπασμένα. οἱ
δὲ πρὸς τὸ κήρυγμα αὐτίκα μετεβάλοντο, οὐ μόνον
οἱ Μακεδόνες, ἀλλὰ καὶ μύριοι Περσῶν, ὧν ἦρχε
Πευκέστης· καὶ γὰρ οὗτος τοὺς Μακεδόνας ἰδὼν ἀντι-
218

γονίζοντας ὡς τούτους ἐνέκλινεν. τέλος δὲ τοσαύτη


μεταβολὴ γνώμης καὶ τύχης ἐγένετο, ὥστε οἱ ἀργυ-
ράσπιδες συλλαβόντες Εὐμένη δεσμώτην παρέδωκαν,
Ἀντίγονος δὲ ἁπάσης τῆς Ἀσίας βασιλεὺς ἀνηγορεύθη.
Ἀντίγονος Πίθωνα σατράπην Μηδίας πυθόμενος
ξενολογεῖν καὶ χρήματα συλλέγειν, ἀποστῆναι βεβου-
λευμένον ἀπιστεῖν τοῖς ἀγγέλλουσι προσεποιήσατο

Πολύαινος Strategemata Book 8, Κεφ. 16, τμ. 6, γρ. 5

τῇ ἀριστερᾷ χειρὶ μᾶλλον ἢ τῇ δεξιᾷ πιστεύειν’.


Σκιπίων ὑπὸ τοῦ δήμου θορυβούμενος ‘ἐμὲ’ ἔφη
’οὐδὲ στρατιωτῶν ἐνόπλων ἀλαλαγμὸς ἐξέπληξεν, οὔτι
γε συγκλύδων ἀνθρώπων θόρυβος, ὧν οἶδά γε τὴν
Ἰταλίαν μητρυιὰν, οὐ μητέρα’. τούτῳ τῷ λόγῳ συνε-
στάλησαν καὶ τοῦ θορυβεῖν ἐπαύσαντο.
Σκιπίων δορυάλωτον λαβὼν ἐν Ἰβηρίᾳ πόλιν
Οἴνυσσαν, ὡς οἱ λαφυραγωγοὶ παρθένον ἤγαγον κάλ-
λους ὑπερφυῶς ἔχουσαν, τὸν πατέρα αὐτῆς ἀναζητήσας
ἐχαρίσατο αὐτῷ τὴν θυγατέρα. τοῦ δὲ δῶρα προσκο-
μίσαντες, ὁ δὲ καὶ ταῦτα συνεδωρήσατο προῖκα φήσας
ἐπιδιδόναι τῇ κόρῃ. ὅσαι δὲ καὶ ἄλλαι γυναῖκες τῶν
εὖ γεγονότων ἢ θυγατέρες ἢ παῖδες ὥραν ἔχοντες
ἑάλωσαν, τούτοις ἐπέστησε δύο Ῥωμαίων σωφρονεστά-
τους ἐκ τῶν πρεσβυτέρων, οἳ θεραπευτῆρες καὶ χορηγίαν
ἔνεμον τοῖς αἰχμαλώτοις κατὰ τὴν ἀξίαν αὐτῶν. Σκι-
πίωνος ἡ σωφροσύνη πολλὰς πόλεις Ἰβηρικὰς Ῥωμαίοις
φίλας καὶ συμμάχους ἑκούσας ἐποίησεν.

Πολύαινος Excerpta Polyaeni Excerpt 4, τμ. 13, γρ. 5

Ὅτι Κάμιλλος πολεμῶν Φαληρεῖς ἐπειδὴ εἶδεν Φαλη-


ρέων παίδων διδάσκαλον τοὺς ὑπ' αὐτὸν προδόντα παῖδας
αὐτῷ, ἀντιπαραδοὺς αὐτὸν τοῖς παισὶ προσέταξεν ὀπίσω τὼ
χεῖρε δεδεμένον ἀποκομίσαι πρὸς τοὺς πατέρας ὡς προδότην.
οἱ δὲ τοῦτον καταφθείραντες, Καμίλλου δὲ τὴν ἀρετὴν θαυ-
μάσαντες ἑαυτοὺς ἄνευ μάχης παρέδωκαν.
Ὅτι καὶ Σκιπίων δορυάλωτον πόλιν λαβὼν, ἐπειδὴ οἱ
νυμφαγωγοὶ παρθένον αὐτῷ ἤγαγον κάλλος ὑπερφυὲς ἔχου-
σαν, αὐτὸς τὸν πατέρα τῆς κόρης ἀναζητήσας ἐχαρίσατο τὴν
θυγατέρα. τοῦ δὲ δῶρα προσκομίσαντος αὐτὸς καὶ ταῦτα
συνεδωρήσατο προῖκα φήσας ἐπιδιδόναι τῇ κόρῃ. ὅσαι δὲ
καὶ ἄλλαι τῶν εὐγενῶν θυγατέρες ἢ παῖδες ἑάλωσαν, τού-
τοις ἐφίστα σωφρονεστάτους ἐκ τῶν πρεσβυτέρων εἰς θερα-
πείαν πᾶσαν καὶ χορηγίαν. ἡ τοιαύτη Σκιπίωνος σωφροσύνη
πολλὰς πόλεις Ἰβηρικὰς Ῥωμαίοις φίλας ἀπειργάσατο.
Ὅτι Καῖσαρ Πομπήϊον νικήσας καὶ θεασάμενος τοὺς
219

στρατιώτας ἀμέτρως τῇ νίκῃ χρωμένους ἀνέκραξε ‘φείδεσθε


τῶν πολιτῶν’.
Πολύαινος Excerpta Polyaeni Excerpt 50, τμ. 3, γρ. 8

Ὅτι Ἀντίγονος ὡς εἶδεν Εὐμένους ἀνὰ τὸ πεδίον ἔκτα-


ξιν οὐκ ὀχυρὰν, τοῖς ὀπισθοφυλακοῦσιν ἐπιπέμψας ἱππικὰ
στίφη πολὺ μέρος τῆς ἀποσκευῆς αὐτοῦ ἔλαβεν.
Ὅτι ὁ αὐτὸς Εὐμένει παρατάσσων, ἐπειδὴ εἶδεν τοὺς
τοῦ Εὐμένους πολλὴν ἀποσκευὴν ἔχοντας, τοῦ πολέμου συγ-
κροτηθέντος αὐτὸς ἀποχωρήσας ἴλην ἱππέων ἱκανὴν [ἀπο-
στείλας] συνέλαβεν τὴν ἀποσκευὴν τῶν Εὐμενείων. νικήσαντες
δὲ οἱ τοῦ Εὐμένους καὶ ἐπὶ τῇ νίκῃ γεγηθότες, ἐπειδὴ εἶδον
συλληφθεῖσαν αὐτῶν παρὰ τῶν πολεμίων τὴν ἀποσκευὴν
ἐπρεσβεύοντο πρὸς Ἀντίγονον ἀγοράσαι τὰ φίλτατα. ὁ Ἀντί-
γονος δὲ προῖκα πᾶσιν ἀπεδίδου τὰ φίλτατα. οἱ δὲ εὐνοϊ-
κῶς διατεθέντες πρὸς αὐτὸν δήσαντες Εὐμένην παρέδωκαν
Ἀντιγόνῳ καὶ προσετέθησαν αὐτῷ.

Apollonius Phil., Apollonii epistulae [Dub.] Epistle 2, γρ. 4

νῦν ἐστι φιλία, μήτε ὕστερόν ποτε γένοιτο. τάδε


μὲν οὖν οὐ πρὸς σέ, πλὴν εἰ μὴ καὶ σὺ τούτων εἷς,
ἐκεῖνα δὲ καὶ πάνυ πρὸς σέ· θεράπευέ σου τὰ πάθη
καὶ πειρῶ φιλόσοφος εἶναι καὶ μὴ φθονεῖν τοῖς ὄν-
τως φιλοσοφοῦσιν, ἐπεί σοι καὶ γῆρας ἤδη πλησίον
καὶ θάνατος.
βʹ. τῷ αὐτῷ. Ἡ ἀρετὴ φύσει [μαθήσει] κτήσει
χρήσει, δι' ἣν ἕκαστον ἂν εἴη τῶν προειρημένων
ἀποδοχῆς ἄξιον. σκεπτέον, εἴ τί σοι τούτων ἐστὶν
ἢ σοφιστείας παυστέον λοιπὸν ἢ προῖκά γε χρηστέον
αὐτῇ πρὸς τοὺς ἐντυγχάνοντας, ἐπείπερ ἤδη σοι καὶ
τὰ Μεγαβύζου.
γʹ. τῷ αὐτῷ. Ἐπῆλθες ἔθνη τὰ μεταξὺ τῆς
Ἰταλίας ἀπὸ Συρίας ἀρξάμενος, ἐπιδεικνὺς σεαυτὸν
ἐν ταῖς τοῦ βασιλέως λεγομέναις. διπλῆ δέ σοι τότε
καὶ πώγων λευκὸς καὶ μέγας, πλέον δὲ οὐδέν. εἶτα
πῶς διὰ θαλάττης νῦν ὑποστρέφεις ἄγων φορτίδα
μεστὴν ἀργυρίου χρυσίου σκευῶν παντοδαπῶν ἐσθή-
των ποικίλων κόσμου τοῦ λοιποῦ, τύφου καὶ ἀλα-
ζονείας καὶ κακοδαιμονίας;

Hippocrates et Corpus Hippocraticum Med., Praeceptiones Τμ. 6, γρ. 3

ἢ ὀλεθρίως ἔχοντας προμύσσειν.


Καί τοι ἔνιοι νοσέοντες ἀλλάσσουσι, τὸ ξενοπρεπὲς καὶ τὸ ἄδη-
λον προκρίνοντες, ἄξιοι μὲν ἀμελίης, οὐ μέντοι γε κολάσιος· διὸ
τουτέοισιν ἀντιτάξῃ εἰκότως μεταβολῆς ἐπὶ σάλου πορευομένοισιν.
Τίς γὰρ ὦ πρὸς Διὸς ἠδελφισμένος ἰητρὸς ἰητρεύειν πεισθείη ἀτε-
ραμνίῃ; ὥστ' ἐν ἀρχῇ ἀνακρίνοντα πᾶν πάθος μὴ οὐχ ὑποθέσθαι
220

τινὰ ξυμφέροντα ἐς θεραπηΐην, ἀποθεραπεῦσαί τε τὸν νοσέοντα καὶ


μὴ παριδεῖν.
Τῆς δ' ἐπικαρπίης, μὴ ἄνευ τῆς ἐπισκευαζούσης πρὸς μάθησιν
ἐπιθυμίης. Παρακελεύομαι δὲ μὴ λίην ἀπανθρωπίην εἰσάγειν, ἀλλ'
ἀποβλέπειν ἔς γε περιουσίην καὶ οὐσίην· ὁτὲ δὲ προῖκα, ἀναφέρων
μνήνην εὐχαριστίης προτέρην ἢ παρεοῦσαν εὐδοκίην. Ἢν δὲ καιρὸς
εἴη χορηγίης ξένῳ τε ἐόντι καὶ ἀπορέοντι, μάλιστα ἐπαρκέειν τοῖσι
τοιουτέοισιν· ἢν γὰρ παρῇ φιλανθρωπίη, πάρεστι καὶ φιλοτεχνίη.
Ἔνιοι γὰρ νοσέοντες ᾐσθημένοι τὸ περὶ ἑωυτοὺς πάθος μὴ ἐὸν ἐν
ἀσφαλείῃ, καὶ τῇ τοῦ ἰητροῦ ἐπιεικείῃ εὐδοκέοντες, μεταλλάσσονται
ἐς ὑγιείην. Εὖ δ' ἔχει νοσεόντων μὲν ἐπιστατέειν, ἕνεκεν ὑγιείης·
ὑγιαινόντων δὲ φροντίζειν, ἕνεκεν ἀνοσίης· φροντίζειν καὶ ὑγιαι-
νόντων, ἕνεκεν εὐσχημοσύνης.

Socratis Epistulae, Epistulae Epistle 1, τμ. 3, γρ. 7

ὁρῶ γὰρ ὅτι τὰ μὲν ἀρκοῦντα καὶ παρ' ἐμαυτοῦ ἔχω,


τὰ δ' εἰς περιουσίαν πραττόμενα οἷς ἂν λαβὼν παρακα-
τάθωμαι οὐχ εὑρίσκω οὐδένα τῶν δωσόντων μοι πι-
στότερον.
οὓς εἰ μὲν φαύλους ὑπολήψομαι, οὐδὲ
παρακατατιθέμενος αὐτοῖς ὀρθῶς δόξω φρονεῖν, παρὰ
χρηστῶν δέ μοι ἔξεστι καὶ μηδὲν δόντι λαμβάνειν· οὐ
γὰρ ἀργυρίου μὲν φύλακες πιστοὶ ὑπάρξουσι, χάριτος δὲ
ἄπιστοι, οὐδὲ τὸ μὲν δοθὲν οὐκ ἂν ἀξιώσειαν ἀποστε-
ρεῖν, ἐφ' οἷς δὲ κἂν τὸ ἀργύριον ἐδίδοσαν, πρότερον
προῖκα εἰληφότες παρ' ἡμῶν, περιόψονται ἡμᾶς ἀπο-
ρουμένους. ἑνὶ δὲ κεφαλαίῳ εἰκὸς φίλους μὲν ὄντας
πολλὰ καὶ τῶν ἰδίων ἡμῖν προήσεσθαι, φίλους δὲ μὴ
ὑπάρχοντας ἔνια καὶ τῶν ἡμετέρων προσαποστερεῖν
ζητήσειν. αὐτὸς δὲ ὥστε τηρεῖν ἀργύριον οὐκ ἄγω
σχολήν.

Socratis Epistulae, Epistulae Epistle 1, τμ. 5, γρ. 6

ἑτέροις ὄντα πρόσθεμα καὶ ἀλλοτρίων παράσιτον ὄντα


ἀγαθῶν, ταὐτὸ δὲ τοῦτο πρὸς τὰ χρήματα πεπονθότα
μὴ αἰδεῖσθαι; ἢ οὐκ ἴσμεν ὅτι καὶ τιμῶνται οὗτοι διὰ
τὸν πλοῦτον καὶ μεταπεσούσης τῆς τύχης ἐν ἀτιμίᾳ
διάγουσι τῇ πάσῃ;
ὥστε μήτε τιμωμένους αὐτοὺς
χαίρειν (οὐ γὰρ ἐφ' ἑαυτοῖς τιμῶνται), ἀτιμαζομένους
τε πολὺ μᾶλλον ἄχθεσθαι, τὸ γὰρ ἀτιμαζόμενον καὶ
δι' ὃ παρορῶνται αὐτοί εἰσι. πρῶτον μὲν οὖν οὐκ
ὀρθῶς ὑπέλαβες, εἰ Σωκράτην οἴει τι ἀργυρίου ποιή-
σειν, ὃ μὴ καὶ προῖκα αὐτῷ καλῶς εἶχε πρᾶξαι· καὶ
πρὸς τούτῳ ἐκεῖνο οὐκ ἐλογίσω, ὅτι ἐνταῦθά με πολλὰ
κατέχει, καὶ τὸ μέγιστον αἱ τῆς πατρίδος χρεῖαι. καὶ
μὴ θαυμάσῃς, εἰ καὶ τῇ πατρίδι χρείας τινάς φαμεν
ἐκτελεῖν, ὅτι οὔτε ἐν στρατηγίαις οὔτε ἐπὶ τοῦ βήμα-
221

τος ἐξετάζομαι.

Φλάβιος Φιλόστρατος , Vita Apollonii Κεφ. 8, τμ. 7, γρ. 175

Καύκασόν τε καὶ ποταμὸν Ὕφασιν, δι' ὧν ἐπορευό-


μην ἐμαυτῷ ὅμοιος· ἀλλὰ τῶν γε ἐνταῦθα καὶ τοῦ
μὴ πρὸς ἀργύριον βλέπειν ποιοῦμαι μάρτυρα τὸν
Αἰγύπτιον τοῦτον· δεινὰ γὰρ πεπρᾶχθαί τε μοι καὶ
βεβουλεῦσθαι φήσας οὔθ' ὁπόσων χρημάτων ἐπαν-
ούργουν ταῦτα, εἴρηκεν, οὔθ' ὅ τι ἐνθυμηθεὶς κέρ-
δος, ἀλλ' οὕτως ἀνόητος αὐτῷ δοκῶ τις, ὡς γοη-
τεύειν μέν, ἃ δ' ὑπὲρ πολλῶν ἕτεροι χρημάτων,
αὐτὸς ἀδικεῖν οὐδ' ἐπὶ χρήμασιν, ἀγοράν, οἶμαι,
προκηρύττων τοιαύτην· ἴτε, ὦ ἀνόητοι, γοητεύω γὰρ,
καὶ οὐδ' ὑπὲρ χρημάτων, ἀλλὰ προῖκα, κερδανεῖτε
δὲ ὑμεῖς μὲν τὸ ἀπελθεῖν ἕκαστος ἔχων, ὅτου ἐρᾷ,
ἐγὼ δὲ κινδύνους καὶ γραφάς. ἀλλ' ἵνα μὴ ἐς ἀνο-
ήτους ἴωμεν λόγους, ἐρώμεθα τὸν κατήγορον, ὑπὲρ
ὅτου χρὴ λέγειν πρώτου. καίτοι τί χρὴ ἐρωτᾶν;
διῆλθε γὰρ ὑπὲρ τῆς στολῆς τὰς ἀρχὰς τοῦ λόγου,
καί, νὴ Δί', ὧν σιτοῦμαί τε καὶ οὐ σιτοῦμαι. ἀπο-
λογοῦ δὴ ὑπὲρ τούτων, θεῖε Πυθαγόρα, κρινόμεθα
γὰρ ὑπὲρ ὧν σὺ μὲν εὗρες, ἐγὼ δὲ ἐπαινῶ. ἀνθρώ-
ποις ἡ γῆ φύει, βασιλεῦ, πάντα, καὶ σπονδὰς ἄγειν
πρὸς τὰ ζῷα βουλομένοις δεῖ οὐδενός,

Φλάβιος Φιλόστρατος Βίοι φιλοσόφων Κεφ. 1, Olearius p. 494, γρ. 30

τὴν δὲ ἐκ φανεροῦ δόξαν τοῦ θείου καταλύουσιν οὐ


βουλόμενοι δοκεῖν παρ' αὐτοῦ δύνασθαι. διὰ μὲν
δὴ τοῦτο πάσης γῆς ὑπὸ Ἀθηναίων ἠλάθη, ὡς μέν
τινες, κριθείς, ὡς δὲ ἐνίοις δοκεῖ, ψήφου ἐπενεχθείσης
μὴ κριθέντι. νήσους δὲ ἐξ ἠπείρων ἀμείβων καὶ τὰς
Ἀθηναίων τριήρεις φυλαττόμενος πάσαις θαλάτταις
ἐνεσπαρμένας κατέδυ πλέων ἐν ἀκατίῳ μικρῷ.
Τὸ δὲ μισθοῦ διαλέγεσθαι πρῶτος εὗρε, πρῶτος
δὲ παρέδωκεν Ἕλλησι πρᾶγμα οὐ μεμπτόν, ἃ γὰρ
σὺν δαπάνῃ σπουδάζομεν, μᾶλλον ἀσπαζόμεθα τῶν
προῖκα. γνοὺς δὲ τὸν Πρωταγόραν ὁ Πλάτων σεμνῶς
μὲν ἑρμηνεύοντα, ἐνυπτιάζοντα δὲ τῇ σεμνότητι καί
που καὶ μακρολογώτερον τοῦ συμμέτρου, τὴν ἰδέαν
αὐτοῦ μύθῳ μακρῷ ἐχαρακτήρισεν.
ιαʹ. Ἱππίας δὲ ὁ σοφιστὴς ὁ Ἠλεῖος τὸ μὲν μνημο-
νικὸν οὕτω τι καὶ γηράσκων ἔρρωτο, ὡς καὶ πεντήκοντα
ὀνομάτων ἀπούσας ἅπαξ ἀπομνημονεύειν αὐτὰ καθ'
ἣν ἤκουσε τάξιν, ἐσήγετο δὲ ἐς τὰς διαλέξεις γεωμε-
τρίαν ἀστρονομίαν μουσικὴν ῥυθμούς, διελέγετο δὲ
καὶ περὶ ζωγραφίας καὶ περὶ ἀγαλματοποιίας. ταῦτα
222

Φλάβιος Φιλόστρατος Βίοι φιλοσόφων Κεφ. 1, Olearius p. 519, γρ. 10

τῶν μὲν μάλιστα Γοργίᾳ τῷ Λεοντίνῳ, ῥητόρων δὲ


τοῖς λαμπρὸν ἠχοῦσιν. τὸ δὲ ἐπίχαρι φύσει μᾶλλον
εἶχεν ἢ μελέτῃ, πρὸς φύσεως μὲν γὰρ τοῖς Ἰωνικοῖς
τὸ ἀστείζεσθαι, τῷ δ' αὖ καὶ ἐπὶ τῶν λόγων τοῦ
φιλόγελω περιῆν, τὸ γὰρ κατηφὲς δυσξύμβολόν τε
καὶ ἀηδὲς ἡγεῖτο. παρῄει δὲ καὶ ἐς τοὺς δήμους
ἀνειμένῳ τε καὶ διακεχυμένῳ τῷ προσώπῳ, καὶ
πολλῷ πλέον, ὅτε ξὺν ὀργῇ ἐκκλησιάζοιεν, ἀνιεὶς
αὐτοὺς καὶ διαπραύνων τῇ τοῦ εἴδους εὐθυμίᾳ. τὸ
δὲ ἐν τοῖς δικαστηρίοις ἦθος οὔτε φιλοχρήματος οὔτε
φιλολοίδορος· προῖκα μὲν γὰρ ξυνέταττεν ἑαυτὸν τοῖς
ὑπὲρ ψυχῆς κινδυνεύουσι, τοὺς δὲ λοιδορουμένους
ἐν τοῖς λόγοις καὶ θυμοῦ τινα ἐπίδειξιν ἡγουμένους
ποιεῖσθαι γραίδια ἐκάλει μεθύοντα καὶ λυττῶντα. τὰς
δὲ μελέτας μισθοῦ μὲν ἐποιεῖτο, ὁ δὲ μισθὸς ἦν ἄλλος
ἄλλου καὶ ὡς ἕκαστος οἴκου εἶχεν, παρῄει τε ἐς
αὐτοὺς οὔθ' ὑπερφρονῶν καὶ σεσοβημένος, οὔθ'
ὥσπερ οἱ δεδιότες, ἀλλ' ὡς εἰκὸς ἦν τὸν ἀγωνιῶντα
μὲν ὑπὲρ τῆς ἑαυτοῦ δόξης, θαρροῦντα δὲ τῷ μὴ
ἂν σφαλῆναι. διελέγετο δὲ ἀπὸ μὲν τοῦ θρόνου ξὺν
ἁβρότητι, ὅτε δὲ ὀρθὸς διαλέγοιτο,

Φλάβιος Φιλόστρατος Βίοι φιλοσόφων Κεφ. 2, Olearius p. 606, γρ. 11

του δὲ ἐπίδειξιν τῷ ἀνδρὶ τούτῳ κἀκεῖνα εἶχεν·


πρῶτα μὲν ἡ γῆ πᾶσα, ὁπόσην ἐκέκτητο, ἐκπεφυ-
τευμένη δένδρεσι καρπίμοις τε καὶ εὐσκίοις, ἐν δὲ
τοῖς ἐπὶ θαλάττῃ καὶ νῆσοι χειροποίητοι καὶ λιμέ-
νων προχώσεις βεβαιοῦσαι τοὺς ὅρμους καταιρούσαις
τε καὶ ἀφιείσαις ὁλκάσιν, οἰκίαι τε ἐν προαστείοις
αἱ μὲν κατεσκευασμέναι τὸν ἐν ἄστει τρόπον, αἱ δὲ
ἀντρώδεις, ἔπειτα αὐτοῦ τοῦ ἀνδρὸς τὸ ἐν τῇ ἀγορᾷ
ἦθος οὐ πᾶν ἀσπαζομένου κέρδος, οὐδὲ ἐπαινοῦν-
τος τὸ ἐξ ἅπαντος λαμβάνειν, ἀλλ' οὓς αἴσθοιτο
ἀποροῦντας προῖκα τούτοις τὴν ἑαυτοῦ φωνὴν δι-
δόντος. παραπλήσιον δὲ ἦν κἀν τοῖς σοφιστικοῖς
τῶν λόγων, οὓς γὰρ αἴσθοιτο ἀποροῦντας ἐξ ὑπερ-
ορίων ἐθνῶν ἥκοντας, ἠφίει τούτοις τὸν μισθὸν
τῆς ἀκροάσεως, μὴ λάθοιεν δαπανώμενοι.
Ἦν δὲ δικανικοῦ μὲν σοφιστικώτερος, σοφιστι-
κοῦ δὲ δικανικώτερος. προιὼν δὲ ἐς γῆρας μεθῆκεν
ἄμφω τὰς σπουδὰς τὸ σῶμα καταλυθεὶς μᾶλλον ἢ
τὴν γνώμην· τοῖς γοῦν κατὰ κλέος αὐτοῦ φοιτῶσιν
ἐς τὴν Ἔφεσον παρέχων ἑαυτὸν ἀνέθηκε κἀμοί τινα
ξυνουσίαν πρώτην τε καὶ δευτέραν καὶ τρίτην,
223

Φλάβιος Φιλόστρατος Βίοι φιλοσόφων Κεφ. 2, Olearius p. 610, γρ. 28

ἀφ' ὧν καὶ ὄνομά ἐστιν ἄρασθαι, ἀλλ' ἐς ἄκρατον


καὶ ἑταίρους οἵους παρασχεῖν καὶ κωμῳδίᾳ λόγον,
οἷον παρέσχον λόγον οἱ Καλλίαν ποτὲ τὸν Ἱππονί-
κου κολακεύσαντες.
Ἀντιπάτρου δὲ παρεληλυθότος ἐς τὰς βασιλείους
ἐπιστολὰς ἤδη ἀσπαζομένου τε ἁρμόσαι οἱ τὴν ἑαυ-
τοῦ θυγατέρα πονήρως ἔχουσαν τοῦ εἴδους οὐκ
ἐπήδησε πρὸς τὴν ἐκείνου εὐπραγίαν, ἀλλὰ καὶ τῆς
προμνηστρίας ἀναγούσης ἐς τὴν τοῦ Ἀντιπάτρου
ἰσχύν, ἣν εἶχε τότε, οὐκ ἄν ποτε ἔφη δουλεῦσαι
προικὶ μακρᾷ καὶ πενθεροῦ τύφῳ. ἐξωθούντων δὲ
αὐτὸν τῶν συγγενῶν ἐς τὸν γάμον καὶ Διὸς Κόριν-
θον ἡγουμένων τὸν Ἀντίπατρον οὐ πρότερον εἶξεν
ἢ Σεβῆρον αὐτοκράτορα μεταπέμψαντα αὐτὸν ἐς
τὴν ἑῴαν δοῦναί οἱ τὴν κόρην, ὅτε δὴ καὶ τῶν ἐπι-
τηδείων ἐρομένου τινὸς αὐτόν, πότε ἄγοι τὰ ἀνα-
καλυπτήρια, ἀστειότατα ὁ Ἑρμοκράτης “ἐγκαλυπ-
τήρια μὲν οὖν” ἔφη “τοιαύτην λαμβάνων”. καὶ
διέλυσε μετ' οὐ πολὺ τὸν γάμον ὁρῶν οὔτε ἰδεῖν
ἡδεῖαν οὔτε ἐπιτηδείαν τὸ ἦθος.

Alciphron Rhet., Soph., Epistulae Book 1, epistle 16, τμ. 3, γρ. 3

κυβερνᾶσθαι, ἀλλὰ τὸ νῆφον ἐν ἐμοὶ συνεχῶς ὑπὸ


τοῦ πάθους βυθίζεται. πόθεν γάρ ποτε εἰς ἁλιέα
δύστηνον ἀγαπητῶς τὴν ἀναγκαίαν ἐκπορίζοντα δια-
τροφὴν ἔρως ἐνέσκηψε καὶ ἐντακεὶς οὐκ ἀνίησιν, ἀλλ'
ἴσα τοῖς πλουσίοις καὶ ὡρικοῖς νεανίσκοις φλέγομαι;
καὶ ὅ ποτε γελῶν τοὺς ἐκ τρυφῆς πάθει δουλεύοντας
ὅλος εἰμὶ τοῦ πάθους, καὶ γαμησείω νῦν καὶ τὸν
Ὑμέναιον ἐκφαντάζομαι τὸν παῖδα τῆς Τερψιχόρης.
ἔστι δὲ ἡ παῖς ἧς ἐρῶ τὸ τῶν μετοίκων θυγάτριον
τῶν ἐξ Ἑρμιόνης οὐκ οἶδ' ὅπως εἰς Πειραιᾶ φθαρέν-
των. ἄλλην μὲν οὖν δοῦναι προῖκα οὐκ ἔχω· ἐμαυτὸν
δὲ δείξας οἷός εἰμι θαλαττουργός, εἰ μὴ μαίνοιτο ὁ
ταύτης πατήρ, οἶμαι παρέξειν ἐπιτήδειον νυμφίον.

Heliodorus Scr. Erot., Aethiopica Book 1, Κεφ. 19, τμ. 7, γρ. 1

ἀπεμπολῶν, γυναικῶν δὲ ὕβρεως ἀπείρατος τὰς μὲν εὖ


γεγονυίας ἢ χρημάτων ἀφιεὶς ἢ τῆς τύχης μόνης οἰκ-
τείρων τὰς δὲ ἐλάττους καὶ ἃς δουλεύειν οὐχ ἡ αἰχμα-
λωσία μᾶλλον ἀλλὰ συνήθεια κατηνάγκαζε θεραπαίνας
ἑκάστοις διανέμων.
224

Τὸ δὲ νῦν παρὸν ἕν τι τῶν


λαφύρων αἰτῶ παρ' ὑμῶν, τὴν κόρην ταυτηνὶ τὴν ξένην,
ἣν, δυνατὸν ἐμαυτῷ με δοῦναι, βέλτιον παρὰ τοῦ κοινοῦ
λαβεῖν ἡγοῦμαι· καὶ γὰρ εὔηθες τὴν αἰχμάλωτον βιασά-
μενον ἀκόντων τι τῶν φίλων φαίνεσθαι διαπραττόμενον.
Ἀλλὰ καὶ ταύτην αἰτῶ παρ' ὑμῶν οὐ προῖκα τὴν χάριν
ἀλλ' ἀντιδοὺς τὸ μηδὲν αὐτὸς τῶν ἄλλων τῆς λείας με-
ταλαβεῖν. Ἐπειδὴ γὰρ τὴν πάνδημον Ἀφροδίτην τὸ προ-
φητικὸν ἀτιμάζει γένος, οὐ τῆς καθ' ἡδονὴν χρείας
ἀλλὰ τῆς εἰς διαδοχὴν σπορᾶς τήνδε ἐμαυτῷ γενέσθαι διες-
κεψάμην.

Heliodorus Scr. Erot., Aethiopica Book 5, Κεφ. 19, τμ. 3, γρ. 5

τοῦτο δὲ τὸν παρόντα πλοῦτον καταριθμούμενος τήν τε


ὁλκάδα ὡς ἴδιον αὐτοῦ κτῆμα τυγχάνοι καὶ ὡς τοῦ πλείο-
νος φόρτου τῶν ἀγωγίμων δεσπόζοι, χρυσοῦ τε ὄντων καὶ
λίθων πολυταλάντων καὶ σηρικῆς ἐσθῆτος· οὐκ ὀλίγον δὲ
εἰς εὐδοξίας προσθήκην καὶ τὴν Πυθιονίκην ὠνόμαζεν
ἕτερά τε αὖ πολλὰ πρὸς τούτοις.
Ἐμοῦ δὲ τήν τε
παροῦσαν πενίαν προβαλλομένου καὶ ὡς οὐκ ἄν ποτέ τῳ
χώραν ἄλλην οἰκοῦντι καὶ ἔθνος ὃ τοσοῦτον κεχώρισται
τῆς Αἰγυπτίων ἐκδοῦναι τὸ θυγάτριον αἱρησομένου «Πέ-
παυσο τούτων» ἔλεγεν «ὦ πάτερ, τὴν μὲν γὰρ προῖκα
ἀπέχειν ἡγήσομαι πολλὰ τάλαντα καὶ πλοῦτον ὅλον τὴν
κόρην, ἔθνος δὲ καὶ πατρίδα τὴν ὑμετέραν ἀλλάξομαι τῆς
μὲν ἐπὶ Καρχηδονίους ὁρμῆς ἐκτραπεὶς ὑμῖν δὲ σύμπλους
οἷ δὴ καὶ βούλεσθε γενόμενος.»

Heliodorus Scr. Erot., Aethiopica Book 6, Κεφ. 8, τμ. 1, γρ. 13

ροι κατὰ τὴν αὐτῆς αἴτησιν γίνοιντο καὶ τοὺς οἰκείους


κομίζοιτο, οὕτως οὖσα γενναία μὲν τὸ λῆμα συνετὴ δὲ τὸ
φρόνημα. Σὺ δέ, ὦ Κνήμων, μήτε εἰ Θίσβην οὐκ ἄγεις εἰς
τὰς Ἀθήνας ἄσχαλλε καὶ ταῦτα ἔχων ὑπόδικον ἐμὲ τουτονὶ
τῆς κατ' ἐκείνην ἁρπαγῆς καὶ τῆς ἐκ τῶν Ἀθηνῶν ὑπεξ-
αγωγῆς, ὁ γὰρ ἔμπορος ὁ Ναυκρατίτης ὁ Θίσβης ἐραστὴς
οὗτος ἐγώ, μήτε πενίαν ὀδύρου πτωχεύσειν ἔτι προσδοκή-
σας· εἰ γὰρ σοὶ φίλον ὡς καὶ ἐμοὶ φανείη, χρημάτων τε
εὐπορήσεις συχνῶν οἶκόν τε ἀπολήψῃ καὶ πατρίδα τὴν σὴν
ἐμοῦ κατάγοντος, γῆμαί τε βουλομένῳ θυγατέρα ταυτηνὶ
τὴν ἐμὴν ἁρμόζω Ναυσίκλειαν, προῖκα ἐπιδιδοὺς αὐτὸς μὲν
πλείστην ὅσην, τὴν παρὰ σοῦ δὲ πάλιν εἰληφέναι κρίνων
ἐξ οὗ γένος καὶ οἶκον καὶ ἔθνος τὸ σὸν ἐγνώρισα.»
Πρὸς ταῦτα οὐδὲ πρὸς βραχὺ διαμελλήσας ὁ Κνήμων,
ἀλλ' ἃ πάλαι δι' εὐχῆς τε καὶ ἐπιθυμίας ἔχων [ἃ] οὐκ ἤλπιζε,
225

ταῦτα ὑπὲρ εὐχὴν ἀπροσδόκητα λαμβάνων «Ἅπαντα» ἔφη


»δέδεγμαι, ἃ καταγγέλλεις, ἄσμενος»· καὶ ἅμα τὴν δεξιὰν
προτείνοντι τὸ θυγάτριον ὁ Ναυσικλῆς ἐνεχείριζε καὶ
κατηγγύα, καὶ τὸν ὑμέναιον ᾄδεσθαι πρὸς τῶν οἰκείων
ἐγκελευσάμενος χορείας ἐν πρώτοις ἐξῆρχεν εἰς αὐτοσχέ-
διον γάμον τὸ παρὸν συμπόσιον ἀναδείξας.

Comica Adespota (CGFPR), Adespota novae comoediae Frag. 251, γρ. 6

οὐκ ἔς]τ̣ι, μὰ τὸν Ἥφαιστον· ἀλλ' οὐκ ἐ[στί μοι


]τ̣έον δήπουθεν ἧς ἐρῶ πάλα[ι·
ἔ]δεισα. { – } σοὶ μὲν αὕτη, Χαιρέα.
ἐγγ]υῶ ταύτην ἐμαυτοῦ θυγατέρα
]ων παίδων ἐπ' ἀρότωι γνης[ίων·
τὴν πρ]ο̣ῖκα δ' αὐτὸς οἶσθα. νυνὶ μὲν̣[
τάλαν]τ̣' ἐ̣πι̣[δ]ίδω̣ς. { – } τὴν δὲ λοιπ̣[ὴν
]σμε..ξ̣ας μ̣ηχ̣ ̣[
]νῦν ὁ και̣ρ̣ὸ̣ς[
Μ]οσχίων μ.[

Posidonius Phil., Frag.a Frag. 85, γρ. 34

Ἀλεξάνδρου γὰρ τοῦ βασιλέως βραχὺ πρὸ τῶν ἐνεστώτων λόγιον διὰ τοιαύτας τινὰς
αἰτίας.
Τῆς Ἀραβίας ἐν ταῖς καλουμέναις Ἄβαις ᾤκει τις Διόφαντος ὄνομα,
τὸ δὲ γένος Μακεδών. οὗτος ἐγχώριον Ἀραβίαν γυναῖκα γήμας ἐγέννησε
υἱὸν μὲν ὁμώνυμον ἑαυτῷ, θυγατέρα δὲ τὴν προσαγορευθεῖσαν Ἡραΐδα.
τὸν μὴν οὖν υἱὸν πρὸ τῆς ἀκμῆς ἐπεῖδε τελευτήσαντα, τὴν δὲ θυγατέρα
γάμου ἔχουσαν ὥραν προικί σας συγκατῴκισέ τινι ὄνομα Σαμιάδῃ. οὗτος
μὲν οὖν συμβιώσας τῇ γαμηθείσῃ χρόνον ἐνιαύσιον ἀπεδήμησε μακρὰν
ἀποδημίαν. τὴν δ' Ἡραΐδα φασὶν ἀρρωστίᾳ περιπεσεῖν παραδόξῳ καὶ
παντελῶς ἀπιστουμένῃ. φλεγμονὴν γὰρ ἰσχυρὰν γενέσθαι περὶ τὸ ἦτρον
αὐτῆς. ἐπὶ πλέον δὲ οἰδήσαντος τοῦ τόπου, ἔπειτα τῶν πυρετῶν μεγάλων
συνεπιγινομένων, καταδοξάσαι τοὺς ἰατροὺς ἕλκωσιν γεγονέναι περὶ τὸν
τράχηλον τῆς μήτρας. χρωμένων δὲ αὐτῶν θεραπείαις αἷς ὑπελάμβανον
καταστελεῖν τὰς φλεγμονάς, ἑβδομαίας δ' οὔσης ῥῆξιν ἐπιγενέσθαι τῆς
ἐπιφανείας, καὶ προπεσεῖν ἐκ τῶν τῆς Ἡραΐδος γυναικείων αἰδοῖον
ἀνδρεῖον ἔχον διδύμους προσκειμένους.

Posidonius Phil., Frag.a Frag. 273a, γρ. 5

ἐκ συναπτομένωνκαθάπερ τὰσώματα παγέντα διαστάσει καὶ διαιρέσει


λύεται· κατὰ δὲ ἀναίρεσιν τῆς ἐπεχούσης ποιότητος ὁ μετασχηματιζόμενος
κηρὸς ἢ καὶ λεαινόμενος, ἵνα μηδὲ ἑτεροειδῆ τινα παράσχῃ τύπον μορφῆς·
226

κατὰ δὲ σύγχυσιν, ὡς ἡ παρὰ ἰατροῖς τετραφάρμακος· αἱ γὰρ δυνάμεις τῶν


συνενεχθέντων ἠφανίσθησαν εἰς ἐξαιρέτου μιᾶς γένεσιν ἀποτελεσθείσης.
Plutarch praec. coniug. 142e
Τῶν σωμάτων οἱ φιλόσοφοι τὰ μὲν ἐκ διεστώτων λέγουσιν εἶναι καθάπερ
στόλον καὶ στρατόπεδον, τὰ δ' ἐκ συναπτομένων ὡς οἰκίαν καὶ ναῦν,
τὰ δ' ἡνωμένα καὶ συμφυᾶ καθάπερ ἐστὶ τῶν ζῴων ἕκαστον. σχεδὸν οὖν
καὶ γάμος ὁ μὲν τῶν ἐρώντων ἡνωμένος καὶ συμφυής ἐστιν, ὁ δὲ τῶν διὰ
προῖκας ἢ τέκνα γαμούντων ἐκ συναπτομένων, ὁ δὲ τῶνἡδονῆς ἕνεκα
συγκαθευδόντων ἐκ διεστώτων, οὓς συνοικεῖν ἄν τις ἀλλήλοις, οὐ συμ-
βιοῦν νομίσειε.
Plotin VI 9,1,4 – 14.32 – 34
Οὔτε γὰρ στρατὸς ἔστιν, εἰ μὴ ἓν ἔσται, οὔτε χορὸς οὔτε ἀγέλη μὴ ἓν
ὄντα. ἀλλ' οὐδὲ οἰκία ἢ ναῦς τὸ ἓν οὐκ ἔχοντα, ἐπείπερ ἡ οἰκία ἓν καὶ ἡ
ναῦς, ὃ εἰ ἀποβάλοι, οὔτ' ἂν ἡ οἰκία ἔτι οἰκία οὔτε ἡ ναῦς. τὰ τοίνυν
συνεχῆ μεγέθη, εἰ μὴ τὸ ἓν αὐτοῖς παρείη, οὐκ ἂν εἴη· τμηθέντα γοῦν,
καθόσον τὸ ἓν ἀπόλλυσιν, ἀλλάσσει τὸ εἶναι. καὶ δὴ καὶ τὰ τῶν φυτῶν
καὶ ζῴων σώματα ἓν ὄντα ἕκαστα εἰ φεύγοι τὸ ἓν εἰς πλῆθος θρυπτό-
μενα, τὴν οὐσίαν αὑτῶν, ἣν εἶχεν, ἀπώλεσεν οὐκέτι ὄντα ἃ ἦν, ἄλλα δὲ

Lycon Phil., Frag.a Frag. 27, γρ. 3

των ἐπειδὴ μὴ ἔμαθον ὅτε καιρὸς καὶ εὐχομένων τοῦτον ἐκαλλιλέκτει τὸν τρό-
πον· ἔλεγεν αὑτῶν κατηγορεῖν, ἀδυνάτῳ μηνύοντας εὐχῇ μετάνοιαν ἀργίας
ἀδιορθώτου.
Diogenes Laert. V 66: τούς τε βουλευομένους οὐκ ὀρθῶς δια-
πίπτειν ἔφασκε (sc. Λύκων) τῷ λογισμῷ, οἱονεὶ στρεβλῷ κανόνι βασανίζοντας
εὐθεῖαν φύσιν ἢ πρόσωπον ὕδατι κλυδαττομένῳ ἢ κατόπτρῳ διεστραμμένῳ.
Diogenes Laert. V 66: καὶ ἐπὶ μὲν τὸν ἐν τῇ ἀγορᾷ στέφανον
πολλοὺς ἀπιέναι, ἐπὶ δὲ τὸν Ὀλυμπίασιν ἢ ὀλίγους ἢ οὐδένα (sc. ἔλεγεν Λύκων).
Diogenes Laert. V 65 (cf. fr. 18): φησὶ γὰρ τοῦτον τὸν τρό-
πον ἐπὶ παρθένου πενιχρᾶς· “βαρὺ γὰρ φορτίον πατρὶ κόρη διὰ σπάνιν προι-
κὸς ἐκτρέχουσα τὸν ἀκμαῖον τῆς ἡλικίας καιρόν.”
Herodianus Περὶ κλίσεως ὀνομάτων II p. 716, 23 Lentz:
τὸ ἅλας τὸ οὐδετέρως λεγόμενον ἐν τῇ συνηθείᾳ σπανίως εὕρηται ἐν χρήσει.
εὕρηται δὲ παρὰ Λύκωνι τῷ Τρωαδεῖ οἷον· “τὸ ἅλας εὐῶδες ἢ δυσῶδες
ὀρύσσεται”. καὶ πάλιν· “ἁλάτων μέδιμνον”.
Suda E 2766: Ἐπίχαρμος Τιτύρου ἢ Χειμάρου καὶ Σικίδος,
Συρακούσιος ἢ ἐκ πόλεως Κραστοῦ τῶν Σικανῶν· ὃς εὗρε τὴν κωμῳδίαν ἐν
Συρακούσαις ἅμα Φόρμῳ. ἐδίδαξε δὲ δράματα νβʹ, ὡς δὲ Λύκων φησὶ λεʹ.

Anonymi Historici (FGrH), Alexandri historia (e cod. Sabbaitico 29)


Vol.-Jacobyʹ-F 2b,151,F, Frag. 1, γρ. 36

πεδευόμενον τὸν Ἀλέξανδρον ἐν Ἰσσῶι, εἰδὼς μὲν καὶ τὸ δύσχρηστον τοῦ


τόπου,οὐβουλόμενος δὲ δοκεῖν τόπον ἐκλέγεσθαι, Περσικῆι κεχρημένος
ἀλαζονείαι παρεγένετο καὶ αὐτὸς ἐπὶ τὸν Ἰσσὸν καὶ ἐνταῦθα ἐστρατο-
πεδεύσατο. γενομένης δὲ συμβολῆς ἐνίκησεν Ἀλέξανδρος. (5) καὶ ὁ μὲν
Δαρεῖος ἀπογνοὺς τὰ τῆς σωτηρίας ἔφυγεν καταλιπὼν τὰ φίλτατα, Ἀλέ-
ξανδρος δὲ τήν τε γυναῖκα αὐτοῦ ἠιχμαλωτίσατο καὶ τὴν μητέρα καὶ τὰς
227

θυγατέρας Στ[ρ]ατείραν καὶ Δρύπετιν καὶ τὸν υἱὸν Ὦχον. ὁ δὲ Δαρεῖος


βουλόμενος αὐτὰ ἀπολυτρώσασθαι διεπρεσβεύσατο πρὸς αὐτὸν εἰρήνην
αἰτούμενος καὶ σπονδάς, διδοὺς αὐτῶι τὴν ἐντὸς Ἅλυος ποταμοῦ γῆν πᾶσαν
καὶ ἣν ἂν τῶν θυγατέρων ἕλοιτο πρὸς γάμον καὶ δισμύρια τάλαντα ἐμ-
προίκια. ὁ δὲ Ἀλέξανδρος ἀρνησάμενος ἐπήιει τὰ ἑξῆς βάρβαρα ἔθνη
δουλούμενος.
(6) ἔτι δὲ ὑπάρχων ἐν τῆι Κιλικίαι ὀξυτάτηι νόσωι ἐχρήσατο δι'
αἰτίαν τοιαύτην· Κύδνος ποταμὸς ἔρρει διὰ μέσης Ταρσοῦ, ἥτις ἐστὶ πόλις
τῆς Κιλικίας, διαυγέστατος ἐν τῶι ὕδατι καὶ πραύτατος ἐν τῶι ῥεῖν.
καύματος δὴ ὑπάρχοντος εἰσελθὼν εἰς αὐτὸν ὁ Ἀλέξανδρος ἐνήχετο ἐπὶ
πλεῖον καὶ διὰ τοῦτο τῶι σπασμῶι κατεσχέσθη καὶ [διὰ τοῦ] εἰς νόσον
περιέστη, καὶ γενόμενος ἑβδομαῖος ἀπεγνώσθη. οἱ μέντοι γε ἰατροὶ μόγις
αὐτὸν περιέσωσαν.
(7) ἐπειδὴ οὖν ἀπηλλάγη τῆς Κιλικίας καὶ παρεγένετο εἰς Σιδῶνα,
προσέβαλε Τύρωι πόλει τῆς Σιδῶνος καὶ ταύτην ἐπολιόρκει.

Antipater Phil., Testimonia et Frag.a Frag. 63, γρ. 52

ὀργήν τε πραΰνουσα καὶ δυσθυμίας


ψυχὴν μεθιστᾶσ'· ἡδὺ κἀπάται φίλων.
τυγχάνει δὲ καὶ ἡρωϊκὸν τὸ πρᾶγμα· νῦν δ' ἐν ἐνίαις πόλεσιν ἅμα
τῇ ἄλλῃ τῇ καθεστώσῃ ἐκλύσει καὶ ἀναρχίᾳ καὶ τῇ ἐπὶ τὸ καταφερὲς
καὶῥᾴθυμον ἐπικλίσει καὶ τὸ γαμεῖν τῶν χαλεπωτάτων εἶναι δοκεῖ·
τὸν δ' ᾔθεονβίον>, ἐξουσίαν διδόντα πρὸς ἀκολασίαν καὶ ποικίλων
ἡδονῶν ἀπόλαυσιν ἀγεννῶν καὶ μικροχαρῶν, ἰσόθεον νομίζουσι, τὴν
δὲ [πρὸς] τῆς γυναικὸς εἴσοδον οἱονεί τινος φρουρᾶς εἰς πόλιν εἰσα-
γωγήν. ἔοικε μέντοι δύσκολος ἐνίοις ὁ μετὰ γυναικὸς φαίνεσθαι βίος
διὰ τὸ μὴ δύνασθαι ἄρχειν ἀλλ' ἡδονῆς δούλους εἶναι· καὶ τοὺς μὲν
ὑπὸ τοῦ κάλλους τεθηρευμένους, τοὺς δ' ὑπὸ τῆς προικός, τὰ μὲν ἐπ'
αὐτῇ ἑκουσίως καταχαρίζεσθαι τῇ γυναικὶ καὶ μὴ διδάσκειν περὶ οἰ-
κονομίας μηθὲν μηδὲ περὶ αὐξήσεως οἴκου μηδὲ τίνος ἕνεκα συνελη-
λύθασι, μηδὲ περὶ θεῶνκαὶεὐσεβείας καὶ δεισιδαιμονίας καλὰς
δόξας ἐμποιεῖν, μηδὲ τὸ τῆς τρυφῆς ὀλέθριον παριστάναι μηδὲ τὸ
ἀχάριστον τῶν ἡδονῶν, μηδὲ ἐθίζειν ἀτενίζειν εἰς τὸ ἔμπροσθεν τοῦ
βίου καὶ πᾶν τὸ μέλλον ὀρθῇ τῇ γνώμῃ ἐκλογίζεσθαι, μηδὲ αὖ τυφλῶς
καὶ ἀσκέπτως εὔελπιν εἶναι, [μηδ'] ὅτι ἐὰν ὁ ἀνὴρ βουληθῇ, δύναται
πάντως γενέσθαι ὧν ἐπιθυμεῖ, καὶ μὴ πρὸς τῷ παρόντι μόνῳ γίγνε-
σθαι, ἀλλὰ καὶ αὐτὴν συνεπιβλέπειν τὸ πόθεν καὶ πῶς καὶ εἰ σωτη-
ρίως καὶ εἰ συμφερόντως εἰς τὰ ὅλα.

Antiphon Soph., Testimonia Frag. 3, γρ. 26

ἀπεργάζεσθαι τοῦτο ἐφ' ὧι ἂν μισθὸν λάβωσιν, ἐμοὶ δὲ μὴ λαμβάνοντι οὐκ ἀνάγκη


διαλέγεσθαι ὧι ἂν μὴ βούλωμαι; ἢ τὴν δίαιτάν μου φαυλίζεις ὡς ἧττον μὲν ὑγιεινὰ
ἐσθίοντος ἐμοῦ ἢ σοῦ, ἧττον δὲ ἰσχὺν παρέχοντα; ... (10) ἔοικας, ὦ Ἀντιφῶν,
τὴν εὐδαιμονίαν οἰομένωι τρυφὴν καὶ πολυτέλειαν εἶναι· ἐγὼ δὲ νομίζω τὸ μὲν
μηδενὸς δεῖσθαι θεῖον εἶναι τὸ δ' ὡς ἐλαχίστων ἐγγυτάτω τοῦ θείου, καὶ τὸ μὲν
θεῖον κράτιστον, τὸ δ' ἐγγυτάτω τοῦ θείου ἐγγυτάτω τοῦ κρατίστου.
(11) πάλιν δέ ποτε ὁ Ἀντιφῶν διαλεγόμενος τῶι Σωκράτει εἶπεν· Ὦ Σώκρατες,
228

ἐγώ τοί σε δίκαιον μὲν νομίζω, σοφὸν δὲ οὐδ' ὁπωστιοῦν· δοκεῖς δέ μοι καὶ αὐτὸς
τοῦτο γιγνώσκειν· οὐδένα γοῦν τῆς συνουσίας ἀργύριον πράττει. καίτοι τό γε
ἱμάτιον ἢ τὴν οἰκίαν ἢ ἄλλο τι ὧν κέκτησαι νομίζων ἀργυρίου ἄξιον εἶναι οὐδενὶ
ἂν μὴ ὅτι προῖκα δοίης, ἀλλ' οὐδ' ἔλαττον τῆς ἀξίας λαβών. (12) δῆλον δὴ
ὅτι εἰ καὶ τὴν συνουσίαν ὤιου τινὸς ἀξίαν εἶναι, καὶ ταύτης ἂν οὐκ ἔλαττον τῆς
ἀξίας ἀργύριον ἐπράττου. δίκαιος μὲν οὖν ἂν εἴης, ὅτι οὐκ ἐξαπατᾶις ἐπὶ πλεο-
νεξίαι, σοφὸς δὲ οὐκ ἄν, μηδενός γε ἄξια ἐπιστάμενος. (13) ὁ δὲ Σωκράτης
πρὸς ταῦτα εἶπεν· Ὦ Ἀντιφῶν, παρ' ἡμῖν νομίζεται τὴν ὥραν καὶ τὴν σοφίαν
ὁμοίως μὲν καλόν, ὁμοίως δὲ αἰσχρὸν διατίθεσθαι εἶναι. τήν τε γὰρ ὥραν ἐὰν
μέν τις ἀργυρίου πωλῆι τῶι βουλομένωι, πόρνον αὐτὸν ἀποκαλοῦσιν, ἐὰν δέ τις,
ὃν ἂν γνῶι καλόν τε κἀγαθὸν ἐραστὴν ὄντα, τοῦτον φίλον ἑαυτῶι ποιῆται, σώ-
φρονα νομίζομεν· καὶ τὴν σοφίαν ὡσαύτως τοὺς μὲν ἀργυρίου τῶι βουλομένωι
πωλοῦντας σοφιστὰς ὥσπερ πόρνους ἀποκαλοῦσιν, ὅστις δέ, ὃν ἂν γνῶι εὐφυᾶ ὄντα,
διδάσκων, ὅ τι ἂν ἔχηι ἀγαθόν, φίλον ποιεῖται,

Apion Gramm., Frag.a de glossis Homericis


Vol. 74, p. 226, γρ. 1

πος” (Ι 505). καὶ τὴν βλάβην· “Ζεύς με μέγα Κρονίδης ἄτῃ


ἐνέδησε βαρείῃ” (Β 111).
ἀτρεκέςγʹ· τὸ μόνον (π 245). τὸ πολύ. καὶ τὸ ἀληθές
(Ε 208).
αὐλήνγʹ· τὸν σταθμὸν τῶν προβάτων. καὶ τὴν οἰκίαν.
καὶ τὸ σπήλαιον.
αὖλινβʹ· ἤτοι κοίτην (χ 470). ἢ ἔπαυλιν.
ἀυτήβʹ· τὴν μάχην (Λ 802). καὶ τὴν βοήν (Β 153).
αὐτόςδʹ· συνήθως τὴν ἐπὶ τοῦ γʹ προσώπου ἀντωνυμίαν ....
αὕτωςεʹ· τὸ ματαίως (Β 342). καὶ τὸ κενῶς (Σ 584).
καὶ τὸ ὁμοίως (Γ 339). καὶ τὸ προῖκα καὶ δωρεάν. καὶ τὸ ἄνευ
προφάσεως.
ἄφαργʹ· εὐθέως (Α 594). καὶ ταχέως (Α 349). καὶ
ῥᾳδίως (Λ 418).
ἀφνειόςβʹ· ὁ πλούσιος (Ε 9). καὶ ὁ ἐκ τῆς Ἀφνείτιδος
λίμνης (Β 825).
Ἀφροδίτηβʹ· τὴν δαίμονα (θ 267). καὶ τὴν συνουσίαν

Apollonius Soph., Lexicon Homericum P. 110, γρ. 20

μεγαλίζομαιμεγαλύνομαι, μεγαλαυχῶ.
μέγαἐπὶ μὲν τοῦ ὀνοματικοῦ “μέγα μὲν κλέος,” ἐπὶ δὲ τοῦ με-
γάλως “Ζεύς με μέγα Κρονίδης.”
μέθυοἶνος.
μεθύουσαν ἀλοιφῇ,μεταφορικῶς, διάβροχον τῷ λίπει.
μεθήμωνμεθετικός, ἀμελής.
μειλίχιονπροσηνὲς ἢ προσηνῆ· εἴρηται δὲ ἡ λέξις κατὰ μετα-
φορὰν τὴν ἀπὸ τοῦ μέλιτος.
μελιηδέοςμελιτώδους, προσηνοῦς.
μείλιαμειλίγματα, χαρίσματα, οἷς ἀπομειλίσσονται. λέγει δὲ οὕ-
τως καὶ τὴν προῖκα, “ἐγὼ δ' ἐπὶ μείλια δώσω·” τὸ γὰρ ἐπί πρὸς
τὸ δώσω. ἔνιοι δὲ ἐπιμείλια συνθήκας ἤκουσαν.
μελάνυδροςἤτοι κυρίως ἢ πολύυδρος. χρὴ δὲ νοεῖν τὴν κα-
229

τὰ βάθος ἔχουσαν ὕδωρ, ἐπεὶ πᾶν τὸ κατὰ βάθος μέλαν φαίνεται.


μελίφρωνπροσηνής, διὰ τὸ γλυκαίνειν τὰς φρένας.
μελόντωνμελέτωσαν ἢ μελέτω.

Apollonius Soph., Lexicon Homericum P. 135, γρ. 29

πρόκαςοἱ μὲν ἐλάφους, οἱ δὲ ἕτερόν τι ζῴου εἶδος ὅμοιον λα-


γωῷ, ὃ καλεῖται δορκάς. Ἀπίων δὲ ἀπὸ τοῦ μεγάλα κέρατα
ἔχειν ἐτυμολογεῖ, οἷον προκέρας, πρὸ τοῦ τῆς ἡλικίας κέρας φύειν.
πρόμοςὁ βασιλεύς, ὅ ἐστι πρόμαχος.
προμνηστῖναιἀναδεχόμεναι ἀλλήλας, οἷον κατὰ μίαν, καὶ
οἷον προμενεστῖναι οὖσαι, ἀπὸ τοῦ ἀναμένειν ἀλλήλας.
προβόλῳπροβεβλημένῃ πέτρᾳ εἰς θάλασσαν ἢ τόπῳ ἐξέχοντι.
προκρόσσαςἄλλας ἐπ' ἄλλας· “τῷ ῥα προκρόσσας ἔρυον.”
προδόμῳτῇ πρὸ τοῦ οἴκου παραστάδι.
προτέρωεἰς τοὔμπροσθεν.
προΐκτηςπροσαίτης, ἀπὸ τοῦ προῖκα βούλεσθαι λαμβάνειν, τουτ-
έστι δωρεάν, ἢ ἀπὸ τοῦ προϊκνεῖσθαι καὶ δέεσθαι, οἷον προαπαντᾶν.
προΐαψενπροδιέφθειρεν. ἐμφαίνει δὲ τὴν μετ' ὀδύνης αὐτῶν
ἀπώλειαν.
προχόῳτῇ ἐπιχύσει.
πρότμησιςὁ παρὰ τὸν ὀμφαλὸν τόπος ἢ ὑπὲρ τὸν ὀμφαλόν,
κατὰ λαγόνα. μετενήνεκται δὲ ἀπὸ τῶν τετραπόδων, ἅπερ ἀνα-
τέμνεται ἀπ' ἐκείνου τοῦ μέρους. ἢ κατὰ τὸν μηρόν· προεκτέμνουσι
γὰρ αὐτὰ τῶν ζῴων, οἷον “μηρούς τ' ἐξέταμον.” οἱ δὲ τὴν ὀσφὺν
ἀποδιδόασιν, οἱ δὲ αὐτὸν τὸν ὀμφαλὸν διὰ τὸ ἐκτέμνεσθαι τῶν

Apollonius Soph., Lexicon Homericum P. 135, γρ. 30

γωῷ, ὃ καλεῖται δορκάς. Ἀπίων δὲ ἀπὸ τοῦ μεγάλα κέρατα


ἔχειν ἐτυμολογεῖ, οἷον προκέρας, πρὸ τοῦ τῆς ἡλικίας κέρας φύειν.
πρόμοςὁ βασιλεύς, ὅ ἐστι πρόμαχος.
προμνηστῖναιἀναδεχόμεναι ἀλλήλας, οἷον κατὰ μίαν, καὶ
οἷον προμενεστῖναι οὖσαι, ἀπὸ τοῦ ἀναμένειν ἀλλήλας.
προβόλῳπροβεβλημένῃ πέτρᾳ εἰς θάλασσαν ἢ τόπῳ ἐξέχοντι.
προκρόσσαςἄλλας ἐπ' ἄλλας· “τῷ ῥα προκρόσσας ἔρυον.”
προδόμῳτῇ πρὸ τοῦ οἴκου παραστάδι.
προτέρωεἰς τοὔμπροσθεν.
προΐκτηςπροσαίτης, ἀπὸ τοῦ προῖκα βούλεσθαι λαμβάνειν, τουτ-
έστι δωρεάν, ἢ ἀπὸ τοῦ προϊκνεῖσθαι καὶ δέεσθαι, οἷον προαπαντᾶν.
προΐαψενπροδιέφθειρεν. ἐμφαίνει δὲ τὴν μετ' ὀδύνης αὐτῶν
ἀπώλειαν.
προχόῳτῇ ἐπιχύσει.
πρότμησιςὁ παρὰ τὸν ὀμφαλὸν τόπος ἢ ὑπὲρ τὸν ὀμφαλόν,
κατὰ λαγόνα. μετενήνεκται δὲ ἀπὸ τῶν τετραπόδων, ἅπερ ἀνα-
τέμνεται ἀπ' ἐκείνου τοῦ μέρους. ἢ κατὰ τὸν μηρόν· προεκτέμνουσι
γὰρ αὐτὰ τῶν ζῴων, οἷον “μηρούς τ' ἐξέταμον.” οἱ δὲ τὴν ὀσφὺν
ἀποδιδόασιν, οἱ δὲ αὐτὸν τὸν ὀμφαλὸν διὰ τὸ ἐκτέμνεσθαι τῶν
βρεφῶν. τῶν δ' ἅπαξ εἰρημένων.
230

Apollonius Soph., Lexicon Homericum P. 136, γρ. 9

κατὰ λαγόνα. μετενήνεκται δὲ ἀπὸ τῶν τετραπόδων, ἅπερ ἀνα-


τέμνεται ἀπ' ἐκείνου τοῦ μέρους. ἢ κατὰ τὸν μηρόν· προεκτέμνουσι
γὰρ αὐτὰ τῶν ζῴων, οἷον “μηρούς τ' ἐξέταμον.” οἱ δὲ τὴν ὀσφὺν
ἀποδιδόασιν, οἱ δὲ αὐτὸν τὸν ὀμφαλὸν διὰ τὸ ἐκτέμνεσθαι τῶν
βρεφῶν. τῶν δ' ἅπαξ εἰρημένων.
πρόκλυτατὰ ἔμπροσθεν ἀκουσθέντα· “πρόκλυτ' ἀκούοντες.”
προβλώσκεινοἷον προμολίσκειν.
προφόωςπρὸ τοῦ καθήκοντος χρόνου εἰς φῶς αὐτὸν προήγα-
γεν· “ἐκ δ' ἄγαγε προφόωσδε καὶ εἰλιτόμηνόν περ ἐόντα.”
προικόςτῆς δωρεὰν δόσεως.
προαλεῖτῷ καταφερεῖ καὶ προαλίζοντι τὸ ὕδωρ.
πρόβαταπάντα τὰ τετράποδα, τὸ πρὸ τῆς βάσεως ἑτέραν
ἔχειν βάσιν.
προτραπέσθαι
προτιβάλλεαιὁ μὲν Ἀπίων προκωλύεις· οἱ γὰρ πυκτεύοντες
τῇ προβολῇ κωλύουσι. μήποτε δὲ ὡς οἱ Ἀττικοὶ προβάλλεσθαι
τόνδε ἀντὶ τοῦ μισεῖν καὶ ἐφ' ἑαυτῶν ῥιπτεῖν.

Artemon Gramm., Frag.a Frag. 13, γρ. 4

ΠΕΡΙ ΖΩΓΡΑΦΩΝ.

Harpocratio v. Πολύγνωτος: Περὶ Πολυγνώτου


τοῦ Ζωγράφου, Θασίου μὲν τὸ γένος, υἱοῦ δὲ καὶ μαθη-
τοῦ Ἀγλαοφῶντος, τυχόντος δὲ τῆς Ἀθηναίων πολιτείας,
ἤτοι ἐπεὶ τὴν Ποικίλην στοὰν ἔγραψε προῖκα, ἢ ὡς
ἕτεροι, τὰς ἐν τῷ θησαυρῷ καὶ τῷ ἀνακείῳ γραφὰς,
ἱστορήκασιν ἄλλοι τε καὶ Ἀρτέμων ἐν τῷ Περὶ ζωγρά-
φων καὶ Ἰόβας ἐν τοῖς Περὶ γραφικῆς.
Demetrius De elocut. 223: Ἀρτέμων μὲν οὖν,
ὁ τὰς Ἀριστοτέλους ἀναγράψας ἐπιστολὰς, φησὶν ὅτι δεῖ ἐν
τῷ αὐτῷ τρόπῳ διάλογόν τε γράφειν καὶ ἐπιστολάς· εἶναι
γὰρ τὴν ἐπιστολὴν οἷον τὸ ἕτερον μέρος τοῦ διαλόγου.

Bion Phil., Frag.a Frag. 17, γρ. 14

ἀποφορὰν εὐτάκτως σοι φέρω;’ καὶ ἡ πενίαἂνεἴποι πρὸς τὸν ἐγκαλοῦντα


’ἄνθρωπε, τί μοι μάχῃ; μὴ καλοῦ τινος δι' ἐμὲ στερίσκῃ; μὴ σωφροσύνης; μὴ
δικαιοσύνης;μὴἀνδρείας; ἀλλὰ μὴ τῶν ἀναγκαίων ἐνδεὴς εἶ; ἢ οὐ μεσταὶ μὲν
αἱ ὁδοὶ λαχάνων, πλήρεις δὲ αἱ κρῆναι ὕδατος; οὐκ εὐνάς σοι τοσαύτας παρέχω
ὁπόση γῆ; καὶ στρωμνὰς φύλλα; ἢ εὐφραίνεσθαι μετ' ἐμοῦ οὐκ ἔστιν; ἢ οὐχ ὁρᾷς
γρᾴδια φυστὴν φαγόντα τερετίζοντα; ἢ οὐκ ὄψον ἀδάπανον καὶ ἀτρύφερον
231

παρασκευάζω σοι τὴν πεῖναν; ἢ οὐχ ὁ πεινῶν ἥδιστα ἐσθίει καὶ ἥκιστα ὄψου
δεῖται; καὶ ὁ διψῶν ἥδιστα πίνει καὶ ἥκιστα τὸ μὴ παρὸν ποτὸν ἀναμένει; ἢ
πεινᾷ τις πλακοῦντα ἢ διψᾷ Χῖον; ἀλλ' οὐ ταῦτα διὰ τρυφὴν ζητοῦσιν ἄνθρωποι;
ἢ οἰκήσεις οὐ παρέχω σοι προῖκα, τὸν μὲν χειμῶνα τὰ βαλανεῖα, θέρους δὲ τὰ
ἱερά; ποῖον γάρ σοι τοιοῦτον οἰκητήριον, φησὶν ὁ Διογένης, τοῦ θέρους, οἷον ἐμοὶ
ὁ Παρθενὼν οὗτος, εὔπνους καὶ πολυτελής;’ εἰ ταῦτα λέγοι ἡ πενία, τί ἂν ἔχοις
ἀντειπεῖν; ἐγὼ μὲν γὰρἂνδοκῶ ἄφωνος γενέσθαι.

Clemens Romanus et Clementina Theol., Homiliae [Sp.] Homily 3, Κεφ. 23, τμ. 4,
γρ. 2

«ἐν γεννητοῖς γυναικῶν» προφητείαν ἐπαγγελλομένη. ὁ δὲ ἕτερος, ὡς «υἱὸς


ἀνθρώπου» ἄρσην ὤν, καὶ τὰ διαφέροντα ὡς ἄρσενι τῷ μέλλοντι αἰῶνι προ-
φητεύει. δύο οὖν ἡμῖν γενικαὶ ἔστωσαν προφητεῖαι· ἡ μὲν ἀρσενική
(καὶ διωρίσθω ὅτι ἡ μὲν πρώτη ἄρσην οὖσα δευτέρα τοῦ λοιποῦ τέτακται
κατὰ τὸν τῆς προόδου λόγον, ἡ δὲ δευτέρα θῆλυς οὖσα πρώτη ὡρίσθη
ἔρχεσθαι ἐν τῇ τῶν συζυγιῶν προελεύσει) – ἡ μὲν οὖν «ἐν γεννητοῖς
γυναικῶν» οὖσα, ὡς θήλεια τοῦ νῦν κόσμου ἐπαγγελλομένη, ἀρσενικὴ
εἶναι πιστεύεσθαι θέλει. διὸ κλέπτουσα τὰ τοῦ ἄρσενος σπέρματα καὶ
τοῖς ἰδίοις τῆς σαρκὸς σπέρμασιν ἐπισκέπουσα ὡς ὅλα ἴδια συνεκφέρει
τὰ γεννήματα, τουτέστιν τὰ ῥήματα. καὶ τὸν παρόντα ἐπίγειον πλοῦτον
ὡς προῖκα δώσειν ἐπαγγέλλεται, τῷ ταχεῖτὸ βραδύ>, τὸ βραχὺ τῷ μείζονι
ὑπαλλάξαι θέλουσα. πολλοὺς μέντοι θεοὺς λέγειν καὶ ἀκούειν οὐ
μόνον τολμῶσα, ἀλλὰ καὶ αὐτὴ γενέσθαι πιστεύουσα, καὶ ἐλπίδι τοῦ
γενέσθαι ὃ μὴ ἔχει φύσιν καὶ ὃ ἔχει προσαπολλύουσα, καὶ ὡς θήλεια
ἐνἐνμηνίοις γινομένη προφάσει θυσιῶν αἱμάσσεται καὶ οὕτως τοὺς
ψαύοντας αὐτῆς μολύνει. ἐπὰν δὲ συλλαβοῦσα τοὺς προσκαίρους τίκτῃ
βασιλεῖς, τοὺς αἷμα πολὺ χέοντας ἐγείρει πολέμους. τοὺς δὲ παρ' αὐτῆς
μαθεῖν ἀλήθειαν ὀρεγομένους τῷ τὰ πάντα λέγειν [τὰ] ἐναντία καὶ πολλὰς
καὶ διαφόρους παρέχειν ὑπουργίας, ζητοῦντας αἰεὶ καὶ μηδὲν εὑρίσκοντας,
μέχρις αὐτοῦ θανάτου καθίστησιν· ἀπ' ἀρχῆς γὰρ ἀνθρώποις τυφλοῖς
θανάτου κεῖται πρόφασις·

Clemens Romanus et Clementina Theol., Homiliae [Sp.] Homily 3, Κεφ. 31, τμ. 3,
γρ. 1

χων προφήτης, ταύτην ἡμῖν ἐνετείλατο προφάσει προσηγορίας πρὸ τῶν


τῆς διδασκαλίας λόγων ὑμῖν ἐπιφθέγγεσθαι, ἵνα, ἐὰν ᾖ τις ἐν ὑμῖν εἰρή-
νης τέκνον, διὰ τῆς διδασκαλίας ἡμῶν καταλάβῃ αὐτὸν ἡ εἰρήνη, εἰ δὲ
ταύτην λαβεῖν ὑμῶν τις μὴ θέλοι, τότε ἡμεῖς ἀποτιναξάμενοι εἰς μαρ-
τυρίαν τῶν ποδῶν ἡμῶν τὸν ἐκ τῶν ὁδῶν κονιορτόν, ὃν διὰ τοὺς καμάτους
βαστάξαντες ἠνέγκαμεν πρὸς ὑμᾶς ὅπως σωθῆτε, εἰς ἑτέρων ἀπίωμεν
οἰκίας καὶ πόλεις. καὶ ἀληθῶς ὑμῖν λέγομεν, ἀνεκτότερον ἔσται γῇ
Σοδόμων καὶ Γομόρρας ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως ἢ τῷ τῆς ἀπειθείας τόπῳ
ἐνδιατελεῖν· πρῶτον μέν, ὅτι τὸ εὔλογον ἀφ' ἑαυτῶν οὐκ ἐνοήσατε·
δεύτερον, ὅτι ἀκούσαντες τὰ καθ' ἡμᾶς οὐκ ἤλθετε πρὸς ἡμᾶς· τρίτον,
ὅτι καὶ ἐλθοῦσιν ἡμῖν ἠπειθήσατε. διὸ φειδόμενοι ὑμῶν προῖκα εὐχό-
μεθα τὴν εἰρήνην ἡμῶν ἐλθεῖν ἐφ' ὑμᾶς. εἰ οὖν ταύτην ἔχειν θέλετε,
232

δεῖ ὑμᾶς προθύμως τὸ μὴ ἀδικεῖν ἀναδέξασθαι καὶ τὸ ἀδικεῖσθαι γεν-


ναίως φέρειν, ὅπερ ἀνθρώπου φύσις οὐκ ἂν ὑποσταίη, ἐὰν μὴ πρότερον
τοῦ ἐν ὑπεροχῇ συμφέροντος τὴν γνῶσιν λάβῃ, ὅπερ ἐστὶν τὸ εἰδέναι
τοῦ πάντα ὑπερέχοντος τὴν δικαίαν φύσιν ὅτι ἀδικουμένους ἐκδικῶν τι-
μωρεῖ καὶ τοὺς εὐσεβοῦντας εἰς ἀεὶ εὐεργετεῖ. ὑμεῖς οὖν ὡς θεοῦ
δοῦλοι εὐγνώμονες, ἀφ' ἑαυτῶν τὸ εὔλογον νοοῦντες, τὴν αὐτῷ ἀρέ-
σκουσαν ἀναδέξασθε πολιτείαν, ἵνα οὕτως αὐτὸν φιλοῦντες καὶ φιλούμε-
νοι ὑπ' αὐτοῦ εἰς ἀεὶ τὸ συμφέρον ἔχητε· αὐτῷ γὰρ μόνῳ τὸ παρασχεῖν
δυνατώτατόν ἐστιν, τῷ τὰ μὴ ὄντα εἰς τὸ εἶναι συστησαμένῳ, οὐρανὸν

Clemens Romanus et Clementina Theol., Homiliae [Sp.] Homily 13, Κεφ. 18, τμ.
3, γρ. 4

σώφρων γένῃ· θελήσεις γὰρ σώφρων γενέσθαι, ἵνα γνώσῃ σεμνοῦ γάμου
τὸ τέλος – καὶ οὐκ ὀκνήσεις, εἰ ἀγαπᾷς, λέγω δὴ πατὴρ γενέσθαι, ἴδια
τέκνα φιλεῖν καὶ ὑπὸ ἰδίων φιλεῖσθαι τέκνων. ὁ σώφρονα γυναῖκα ἔχειν
θέλων καὶ αὐτὸς σωφρονεῖ, τὴν ὀφειλομένην εὐνὴν ἀποδίδωσιν, ταύτῃ
συνεστιᾶται, ταύτῃ σύνεστιν, σὺν αὐτῇ πρὸς τὸν σωφρονίζοντα ἔρχεται
λόγον, οὐ λυπεῖ, οὐκ εἰκῆ μάχεται, ἑαυτὸν μισητὸν οὐ ποιεῖ, ἃ δύναται
καλὰ παρέχει, ὧν μὴ ἔχει τῇ κολακείᾳ τὸ λεῖπον ἀποπληροῖ. ἡ σώφρων
γυνὴ κολακευθῆναι οὐκ ἀναμένει, κύριον τὸν ἄνδρα γνωρίζει, πενομένου
τὴν πενίαν φέρει, πεινῶντι συνπεινᾷ, ἀποδημοῦντι συναποδημεῖ, λυπού-
μενον παραμυθεῖται, κἂν προῖκα μείζονα ἔχῃ, ὡς μηδὲν ἔχουσα ὑπόκει-
ται. ὁ δὲ ἀνὴρ κἂν πένητα ἔχῃ γυναῖκα, μεγάλην προῖκα ἡγείσθω
αὐτῆς τὴν σωφροσύνην. ἡ σώφρων γυνὴ αὐταρκείᾳ βρωμάτων καὶ πο-
τῶν χρῆται, ἵνα μὴ λιπανθέντος τοῦ σώματος τῷ βάρει πρὸς ἐπιθυμίας
ἀνόμους κατασπάσῃ τὴν ψυχήν. ἀλλ' ἔτι μὴν σὺν νέοις οὐκ ἰδιάζει καὶ
τοὺς γέροντας ὑποπτεύει, γέλωτας ἀτάκτους ἀπωθεῖται, θεῷ μόνῳ
ἑαυτὴν ἀπονέμουσα οὐ σφάλλεται, σεμνοὺς λόγους ἀκούουσα ἥδεται,
τοὺς δὲ μὴ ἐπὶ σωφροσύνῃ λεγομένους ἀπωθεῖται. μάρτυς θεός,
πολλοὶ φόνοι μοιχεία μία· καὶ τὸ δεινὸν ὅτι τῶν φόνων αὐτῆς τὸ
φοβερὸν καὶ ἀσεβὲς οὐ βλέπεται. ὅτι αἵματος χυθέντος νεκρὸν κεῖ-
ται σῶμα καὶ τὸ τῆς συμφορᾶς δεινὸν πάντας ἐκπλήσσει, τῆς δὲ μοι

Clemens Romanus et Clementina Theol., Homiliae [Sp.] Homily 13, Κεφ. 18, τμ.
4, γρ. 1

τὸ τέλος – καὶ οὐκ ὀκνήσεις, εἰ ἀγαπᾷς, λέγω δὴ πατὴρ γενέσθαι, ἴδια


τέκνα φιλεῖν καὶ ὑπὸ ἰδίων φιλεῖσθαι τέκνων. ὁ σώφρονα γυναῖκα ἔχειν
θέλων καὶ αὐτὸς σωφρονεῖ, τὴν ὀφειλομένην εὐνὴν ἀποδίδωσιν, ταύτῃ
συνεστιᾶται, ταύτῃ σύνεστιν, σὺν αὐτῇ πρὸς τὸν σωφρονίζοντα ἔρχεται
λόγον, οὐ λυπεῖ, οὐκ εἰκῆ μάχεται, ἑαυτὸν μισητὸν οὐ ποιεῖ, ἃ δύναται
καλὰ παρέχει, ὧν μὴ ἔχει τῇ κολακείᾳ τὸ λεῖπον ἀποπληροῖ. ἡ σώφρων
γυνὴ κολακευθῆναι οὐκ ἀναμένει, κύριον τὸν ἄνδρα γνωρίζει, πενομένου
τὴν πενίαν φέρει, πεινῶντι συνπεινᾷ, ἀποδημοῦντι συναποδημεῖ, λυπού-
μενον παραμυθεῖται, κἂν προῖκα μείζονα ἔχῃ, ὡς μηδὲν ἔχουσα ὑπόκει-
ται. ὁ δὲ ἀνὴρ κἂν πένητα ἔχῃ γυναῖκα, μεγάλην προῖκα ἡγείσθω
αὐτῆς τὴν σωφροσύνην. ἡ σώφρων γυνὴ αὐταρκείᾳ βρωμάτων καὶ πο-
τῶν χρῆται, ἵνα μὴ λιπανθέντος τοῦ σώματος τῷ βάρει πρὸς ἐπιθυμίας
233

ἀνόμους κατασπάσῃ τὴν ψυχήν. ἀλλ' ἔτι μὴν σὺν νέοις οὐκ ἰδιάζει καὶ
τοὺς γέροντας ὑποπτεύει, γέλωτας ἀτάκτους ἀπωθεῖται, θεῷ μόνῳ
ἑαυτὴν ἀπονέμουσα οὐ σφάλλεται, σεμνοὺς λόγους ἀκούουσα ἥδεται,
τοὺς δὲ μὴ ἐπὶ σωφροσύνῃ λεγομένους ἀπωθεῖται. μάρτυς θεός,
πολλοὶ φόνοι μοιχεία μία· καὶ τὸ δεινὸν ὅτι τῶν φόνων αὐτῆς τὸ
φοβερὸν καὶ ἀσεβὲς οὐ βλέπεται. ὅτι αἵματος χυθέντος νεκρὸν κεῖ-
ται σῶμα καὶ τὸ τῆς συμφορᾶς δεινὸν πάντας ἐκπλήσσει, τῆς δὲ μοι-
χείας οἱ τῆς ψυχῆς

Clemens Romanus et Clementina Theol., Pseudo-Clementina (epitome altera


auctore Symeone Metaphrasta) [Sp.] Τμ. 35, γρ. 13

ὑπάρχουσαν δωρεὰν ὁ ἀποστείλας ἡμᾶς κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ


ζῶντος θεοῦ, ταύτην ἡμῖν ἐνετείλατο τὴν προσηγορίαν πρὸ τῶν τῆς διδα-
σκαλίας λόγων ὑμῖν ἐπιφθέγγεσθαι, ἵνα ἐὰν ᾖ τις ἐν ὑμῖν εἰρήνης τέκνον,
διὰ τῆς διδασκαλίας ἡμῶν καταλάβῃ αὐτὸν ἡ εἰρήνη· εἰ δὲ ταύτην λαβεῖν
ὑμῶν τις μὴ θέλοι, τότε καὶ ἡμεῖς ἀποτιναξάμενοι τὸν κονιορτὸν τῶν ποδῶν
ἡμῶν εἰς μαρτύριον εἰς ἑτέρων ἀπίωμεν οἰκίας καὶ πόλεις. καὶ ἀληθῶς
ὑμῖν λέγομεν, ἀνεκτότερον ἔσται γῆ Σοδόμων καὶ Γομόῤῥας ἐν ἡμέρᾳ κρί-
σεως ἢ τῷ τῆς ἀπειθείας τόπῳ ἐνδιατρίβειν πρῶτον μὲν, ὅτι ἀφ' ἑαυτῶν
οὐχ οἷοί τε γεγόνατε τὴν ἀλήθειαν ἐπιγνῶναι· δεύτερον, ὅτι τὰ καθ' ἡμᾶς
ἀκούσαντες οὐκ ἤλθετε μέχρις ἡμῶν· τρίτον, ὅτι καὶ ἐλθοῦσιν ἡμῖν ἠπειθήσα-
τε. διὸ φειδόμενοι ὑμῶν προῖκα εὐχόμεθα τὴν εἰρήνην ἡμῶν ἐλθεῖν ἐφ'
ὑμᾶς. εἰ οὖν ταύτην ἔχειν ἐθέλετε, δεῖ ὑμᾶς προθύμως τοὺς περὶ τῆς εὐ-
σεβείας δέξασθαι λόγους, καὶ τὴν θεῷ ἀρέσκουσαν πολιτείαν ἐπανελέσθαι,
ἵν' εὐσεβῶς καὶ δικαίως ζήσαντες τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν γένησθε κληρονόμοι.
Καὶ τοῦ Πέτρου ταῦτα εἰπόντος, καὶ περὶ τῶν ἔργων τοῦ
θεοῦ διδάξαντος, καὶ πόσα παρὰ τοῦ θεοῦ τῷ ἀνθρώπῳ τὰ ἀγαθὰ ἐδω-
ρήθη, καὶ παραινέσαντος πολλὰ περὶ μοναρχίας, ὁ Σίμων ἔξω τοῦ ὄχλου βοῇ
μεγάλῃ ἔφη· τί ψευδόμενος ἀπατᾶν θέλεις τὸν παρεστῶτά σοι ἰδιώτην
ὄχλον πείθων αὐτοὺς, θεοὺς μήτε ὀνομάζειν, μήτε λέγειν ἐξὸν εἶναι, τῶν
παρὰ Ἰουδαίοις δημοσίων βίβλων πολλοὺς θεοὺς εἶναι λεγουσῶν; καὶ νῦν
δὲ μετὰ πάντων ἀπ' αὐτῶν σοι τῶν βιβλίων περὶ τοῦ δεῖν θεοὺς νομίζειν

Clemens Romanus et Clementina Theol., Pseudo-Clementina (epitome de gestis


Petri praemetaphrastica) [Sp.] Τμ. 35, γρ. 13

ὑπάρχουσαν δωρεὰν ὁ ἀποστείλας ἡμᾶς κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ


θεοῦ τοῦ ζῶντος, ταύτην ἡμῖν ἐνετείλατο τὴν προσηγορίαν πρὸ τῶν τῆς διδα-
σκαλίας λόγων ὑμῖν ἐπιφθέγγεσθαι, ἵνα ἐὰν ᾖ τις ἐν ὑμῖν εἰρήνης τέκνον,
διὰ τῆς διδασκαλίας ἡμῶν καταλάβῃ αὐτὸν ἡ εἰρήνη· εἰ δὲ ταύτην λαβεῖν
ὑμῶν τις μὴ θέλοι, τότε ἡμεῖς, ἀποτιναξάμενοι εἰς μαρτυρίαν τῶν ποδῶν
ἡμῶν τὸν κονιορτὸν, εἰς ἑτέρων ἀπίωμεν οἰκίας καὶ πόλεις. καὶ ἀληθῶς ὑμῖν
λέγομεν· ἀνεκτότερον ἔσται γῇ Σοδόμων καὶ Γομόῤῥας ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως, ἢ
τῷ τῆς ἀπειθείας τόπῳ ἐνδιατρίβειν. πρῶτον μὲν, ὅτι τὸ εὔλογον ἀφ' ἑαυ-
τῶν οὐκ ἐνενοήσατε· δεύτερον, ὅτι ἀκούσαντες τὰ καθ' ἡμᾶς οὐκ ἤλθετε
πρὸς ἡμᾶς· τρίτον, ὅτι καὶ ἐλθοῦσιν ἡμῖν ἠπειθήσατε. διὸ φειδόμενοι ὑμῶν
προῖκα εὐχόμεθα τὴν εἰρήνην ἡμῶν ἐλθεῖν ἐφ' ὑμᾶς. εἰ οὖν ταύτην ἔχειν θέ-
λετε, δεῖ ὑμᾶς προθύμως τοὺς λόγους μου ἀκοῦσαι, καὶ ὡς λογικοὶ ὄντες τὸ
234

καλὸν νοήσαντες, τὴν τῷ θεῷ ἀρέσκουσαν ἀναδέξασθαι πολιτείαν, ἵνα εὐσε-


βῶς καὶ δικαίως ζήσαντες, θεὸν φιλοῦντες καὶ φιλούμενοι ὑπ' αὐτοῦ, τὰ
αἰώνια ἀγαθὰ κληρονομήσητε. αὐτῷ γὰρ μόνῳ τὸ παρασχεῖν δυνότατόν
ἐστι τῷ τὰ μὴ ὄντα εἰς τὸ εἶναι συστησαμένῳ, οὐρανὸν δημιουργήσαντι,
γῆν ποιήσαντι, θάλασσαν περιορίσαντι, τὰ ἐν ᾅδῃ ταμιεύσαντι, καὶ τὰ πάντα
ἐν ἀέρι πληρώσαντι· οὗτος μόνος τὴν μίαν καὶ πρώτην οὐσίαν ἐκ τοῦ μὴ
ὄντος εἰς τὸ εἶναι παραγαγὼν, τετραχῶς καὶ ἐναντίως ἔτρεψεν· εἶτα μίξας
μυρίας κράσεις, ἐξ αὐτῶν ἐποίησεν, ἵνα εἰς ἐναντίας φύσεις τετραμμέναι καὶ
μεμιγμέναι, τὸ ζῆν μεθ' ἡδονῆς ἐκ συζυγίας ἐργάσωνται. ὅμως αὐτός ἐστι

Aelius Dionysius Attic., Ἀττικὰ ὀνόματα Alphabetic letter phi, entry 9, γρ. 1

φαυλία>· εἶδος ἐλαίας γινομένηςἐκ κοτίνου κοπέντος καὶ μεταφυτευθέντος.


φαῦλον>· τοῦτο τάσσεται ἐπὶ τεσσάρων σημασιῶν· ἐπὶ μὲν κακοηθείας Δημοσθένης·
(XIX 30)· ‘οὐ γὰρ εἰ φαύλοις ὑμεῖς προστάταις χρῆσθε’. ἐπὶ δὲ ἀγαθοῦ Εὐριπίδηςἐν
Λικυμ-
νίῳ ἐπὶ τοῦἩρακλέους (fr. 473, 1 N.2)·
’φαῦλον, ἄκομψον, τὰ μέγιστ' ἀγαθόν’.
ἐπὶ δὲ μεγέθους, ὡς τὸ φαῦλον στόμα, καὶ ἐπὶ τοῦ μικροῦ εὐθέως ἐν ἀρχῇ τοῦ Κατ'
Ἀριστοκράτους,
(Dem. XXIII 1), ὅθεν καὶ [τὴν] φαύλην ἐλαίαν τὴν μικρόκαρπον. Πλάτωνι δὲ καὶ τοῖς
ἄλλοις
Ἀττικοῖς σημαίνει τὸ ἁπλοῦν καὶ ῥᾴδιον, ἡμεῖς δὲ ἐπὶ τοῦ κακοῦ καὶ μοχθηροῦ
τάσσομεν.
φαύλως>· τὸ ἁπλῶς καὶ ἡσυχῇ. Ἀριστοφάνης (fr. 653 K., deest ap. Mein.)·
’φαύλως φέρει νῦν τὸ κακόν’.
φερνήν>· τὴν προῖκα. καὶ Αἰσχίνης ὁ ῥήτωρ (II 31) καὶ Μένανδρος (fr. 926 Kö.).
φέρνια>· ἰχθύων σπυρίδες. Μένανδρος (fr. 696 Kö.).
’ὁ προσιών
γέρων ἁλιεύς, παρ' οὗ τὸ φέρνιον τρίτην
ταύτην ἐπριάμεθ' ἡμέραν’.
φεῦ>· σχετλιαστικὸν ἐπίρρημα ἢ ὀδυνηρὸν οἴμωγμα.
φθάνοντος ἔργον γίνεται>.
φίλιππος>· τῆς μέσης δασυνομένης τὸ προσηγορικόν. Σοφοκλῆς Τηρεῖ (fr. 523
N.2 = 582 P.)·

Aelius Dionysius Attic., Ἀττικὰ ὀνόματα Alphabetic letter chi, entry 4, γρ. 2

χαλκιδίζειν(IV 648 M. = fr. ad. 1192 K.)· τὸ ῥωτακίζειν, ἐπεὶ αὐτοί τε καὶ
Ἐρετριεῖς δοκοῦσι τῷρκατακορεστέρως χρῆσθαι [καὶ] ἀντὶ τοῦστιθέντες.
χαλκοκρᾶς>· ὁ χαλκῷ κεκραμένος.
χαμᾶζεἀεὶπρο>περισπᾶται, τὸ δὲ χαμᾶθεν ὡς ἐπὶ πλεῖστον.
χαραδριός(Plat. Gorg. 494b)· ὄρνις τις, εἰς ὃν ἀποβλέψαντες, ὡς λόγος, οἱ
ἰκτεριῶντες ῥᾷον ἀπαλλάττονται. ὅθεν καὶ ἐγκρύπτουσιν αὐτὸν οἱ πιπράσκοντες, ἵνα
μὴ προῖκα
ὠφελῶνται οἱ κάμνοντες.
’καί μιν καλύπτει· μῶν χαραδριὸν περνᾷς;’
ὥς φησιν Ἱππῶναξ (fr. 48 D2).
χάραξ>· θηλυκῶς τὸ τῆς ἀμπέλου ὑπόστημα, ἀρσενικῶς τὸ χαράκωμα τοῦ στρατο-
πέδου.
235

χαροπός>· περιχαρής, εὐόφθαλμος.


χάρων>· ὁ λέων ἀπὸ τῆς χαροπότητος.
χειλός>· πόα, χόρτος.
χειμάμυνα>· παρ' Αἰσχύλῳ (fr. 449 N2; cf. Sopfr. 1008 N2 = 1112 P.),
ἡ παρ' Ὁμήρῳ (ξ 529) ἀλεξάνεμος.

Diogenis Sinopensis Epistulae, Epistulae Epistle 10, τμ. 1, γρ. 10

Μητροκλεῖ.

Μὴ μόνον ἐπὶ τῇ στολῇ καὶ τῷ ὀνόματι καὶ τῇ


διαίτῃ θάρρει, Μητρόκλεις, ἀλλὰ καὶ ἐπὶ τῷ αἰτεῖν
ἀνθρώπους τὰ σωτήρια· οὐ γὰρ αἰσχρόν. βασιλεῖς
γέ τοι καὶ δυνάσται παρὰ τῶν ὑποτεταγμένων αἰτοῦσι
χρήματα, στρατιώτας, ναῦς, σῖτον, καὶ οἱ κάμνοντες
παρὰ τῶν ἰατρῶν φάρμακα καὶ οὐ μόνον πυρετοῦ,
ἀλλὰ καὶ φρίκης καὶ λοιμοῦ, καὶ οἱ ἐρασταὶ παρὰ τῶν
παιδικῶν φιλήματα καὶ ἐπαφήματα, τὸν δὲ Ἡρακλέα
παρὰ τῶν ἀναισθήτων φασὶ καὶ ἰσχὺν λαμβάνειν. οὐ
γὰρ προῖκα οὐδ' ἐπὶ χείρονι ἀνταλλαγῇ, ἀλλ' ἐπὶ τῇ
σωτηρίᾳ πάντων ἔστιν αἰτεῖν, ἀνθρώπους τὰ πρὸς τὴν
φύσιν, καὶ ἐπὶ τῷ ταὐτὰ ποιεῖν Ἡρακλεῖ τῷ Διὸς καὶ
ἔχειν ἀμείβεσθαι πολὺ κρείττονα ὧν λαμβάνεις αὐτός.
τίνα ταῦτα; μὴ πρὸς τὴν ἀλήθειαν εἶναί σοι τὴν μά-
χην τοῦτο πράσσοντι, ἀλλὰ πρὸς τὴν δόξαν. ᾗ πάντη
μάχου, κἂν μηδέν σε ἐπείγῃ· καλὸν γάρ τι ἔθος καὶ
ὁ πρὸς τὰ τοιαῦτα πόλεμος. Σωκράτης δὲ ἔλεγε μὴ
αἰτεῖν τοὺς σπουδαίους, ἀλλὰ ἀπαιτεῖν· εἶναι γὰρ αὐ-
τῶν τὰ πάντα ὡς καὶ τῶν θεῶν. καὶ τοῦτ' ἐπειρᾶτο
συνάγειν ἐκ τοῦ κυρίους μὲν ὑπάρχειν τῶν πάντων

Dorotheus Astrol., Frag.a Graeca P. 391, γρ. 16

θʹΠερὶ γάμου

Περὶ γάμου ἐπισκοπητέον οὕτως·


ἄνδρα μὲν Ἠέλιον καὶ ἀνερχόμενον σκοπὸν ὥρης,
αὐτὴν δ' ἐκ ζῳδίου θ' ἱμερόφρονα δυομένοιο
κόρην ἂν φράσσαιο καὶ ἠυκόμου Κυθερείης,
ἐκ δὲ μεσουρανίου τὸ καὶ ἔπλετο τηλόθι γαίης
οἷον ἅμ' ἀλλήλοις ἄμφω βίον ἐκτελέουσι,
ἀμφὶ δέ τοι προικὸς μέσατον χθονὸς ἐξαγορεύσει.
δερκομένῳ τίνες ἐσθλά, τίνες κακὰ τεκμαίρουσιν,
Ἠέλιος φαυλοῖσι βεβλαμμένος, Ἀφρογενής τε
Ζηνὸς ἐπεσσυμένου ἢ καὶ παρεόντος ἅμ' αὐτῇ,
ἀνέρι πῆμα φέρουσιν, ἀτὰρ μέγα χάρμα γυναικί·
ἔμπαλιν αὖ Παφίην ὁπόταν βροτολοιγὸς ἴδησι
236

ἢ Φαίνων κρυόεις ὀλοὸν τόδε σῆμα δάμαρτι


ἔσσεται αἰσχύνη τε καὶ οὐκ ἐπὶ δηθὰ μένουσιν,
ἢν δ' ἔτι καὶ Μήνη στυγερὸν περὶ σῆμα γένηται
ἀμφοτέροις εἴη κεν ἀπαίσιος ἥδε καταρχή.
ἐσθλοὶ δ' αὖ Μαίης ὠκὺν γόνον εἰσορόωντες

Empedocles Poet. Phil., Testimonia Frag. 1, γρ. 164

των οὐδὲ μνείαν ποτὲ ἐπεποίητο; τετελεύτηκεν οὖν ἐν Πελοποννήσωι. (72) οὐδὲν
δὲ παράδοξον τάφον αὐτοῦ μὴ φαίνεσθαι· μηδὲ γὰρ ἄλλων πολλῶν.’ τοιαῦτά τινα
εἰπὼν ὁ Τίμαιος ἐπιφέρει· ‘ἀλλὰ διὰ παντός ἐστιν Ἡρακλείδης τοιοῦτος παραδοξο-
λόγος, καὶ ἐκ τῆς σελήνης πεπτωκέναι ἄνθρωπον λέγων’. Ἱππόβοτος δέ φησιν
ὅτι ἀνδριὰς ἐγκεκαλυμμένος Ἐμπεδοκλέους ἔκειτο πρότερον μὲν ἐν Ἀκράγαντι,
ὕστερον δὲ πρὸ τοῦ Ῥωμαίων βουλευτηρίου ἀκάλυφος, δηλονότι μεταθέντων αὐτὸν
ἐκεῖ Ῥωμαίων. γραπταὶ μὲν γὰρ εἰκόνες καὶ νῦν περιφέρονται. Νεάνθης δ' ὁ Κυζι-
κηνὸς ὁ καὶ περὶ τῶν Πυθαγορικῶν εἰπών φησι [FGrHist. 84 F 28 II 197] Μέτωνος
τελευτήσαντος τυραννίδος ἀρχὴν ὑποφύεσθαι· εἶτα τὸν Ἐμπεδοκλέα πεῖσαι τοὺς
Ἀκραγαντίνους παύσασθαι μὲν τῶν στάσεων, ἰσότητα δὲ πολιτικὴν ἀσκεῖν. (73) ἔτι
τε πολλὰς τῶν πολιτίδων ἀπροίκους ὑπαρχούσας αὐτὸν προικί σαι διὰ τὸν παρόντα
πλοῦτον· διὸ δὴ πορφύραν τε ἀναλαβεῖν αὐτὸν καὶ στρόφιον ἐπιθέσθαι χρυσοῦν,
ὡς Φαβωρῖνος ἐν Ἀπομνημονεύμασιν, ἔτι τ' ἐμβάδας χαλκᾶς καὶ στέμμα Δελφικόν.
κόμη τε ἦν αὐτῶι βαθεῖα καὶ παῖδες ἀκόλουθοι· καὶ αὐτὸς ἀεὶ σκυθρωπὸς ἐφ' ἑνὸς
σχήματος ἦν. τοιοῦτος δὴ προήιει, τῶν πολιτῶν ἐντυχόντων καὶ τοῦτο ἀξιωσάν-
των οἱονεὶ βασιλείας τινὸς παράσημον. ὕστερον δὲ διά τινα πανήγυριν πορευό-
μενον ἐπ' ἀμάξης ὡς εἰς Μεσσήνην πεσεῖν καὶ τὸν μηρὸν κλάσαι· νοσήσαντα δ' ἐκ
τούτου τελευτῆσαι ἐτῶν ἑπτὰ καὶ ἑβδομήκοντα. εἶναι δ' αὐτοῦ καὶ τάφον ἐν Με-
γάροις. (74) περὶ δὲ τῶν ἐτῶν Ἀριστοτέλης διαφέρεται· φησὶ γὰρ ἐκεῖνος ἑξή-
κοντα ἐτῶν αὐτὸν τελευτῆσαι. οἱ δὲ ἐννέα καὶ ἑκατόν [vgl. § 58]. ἤκμαζε δὲ κατὰ
τὴν τετάρτην καὶ ὀγδοηκοστὴν ὀλυμπιάδα [444/1]. Δημήτριος δ' ὁ Τροιζήνιος

Ιστορία Μ. Αλεξάνδρου. , Recensio α sive Recensio vetusta


Book 2, Κεφ. 21, τμ. 14, γρ. 5

δύο ὁδοὶ κατὰ ταὐτὸ τύχοιεν ἢ πλείους, ὥσπερ εἰσὶν † ἄπλατοι ὁδοί.
τὰςοὖν ἐπὶ τὰς ἐν ταῖς ὁδοῖς γεγονυίας φροντίδας [τὰς] ἐπὶ Δαρείου
συντάξεις εἰθισμένας εἰς τὰ ἱερὰ χαρίζομαι τοῖς θεοῖς, μάλιστα θεῷ Σαράπι
καὶ Διί. ἐπεὶ δὲ ἀξίως κατέναντι τῶν Κύρου γενεσίων τὰ ἐμὰ βούλεσθε
ἄγεσθαι, συντέταχα Μοσχύλῳ τῷ σατράπῃ, ἵνα καὶ ταῦτα καὶ τὰ Κύρου
γενέσια ἄγητε μετὰ εὐωχίας καὶ ἀγώνων· τοῦ δὲ ἀγωνισμοῦ θεωροὶ ἔστωσαν
Πέρσαι καὶ ἆθλα τεθήσεται Πέρσαις ὁποῖα χρῄζετε. βούλομαι δὲ τὴν
παρθένον τὴν στεφανουμένην, ἐὰν πολῖτις ᾖ ἡμετέρα, ἄχρι τέλους λαμβάνειν
εἰς τιμὴν ἐνιαυσιαίαν τὸ ἴσον τῷ στεφάνῳ καὶ μένειν αὐτὴν ἄχρι τέλους
ἱέρειαν· ἐὰν δὲ αὐτὴν ἡ φύσις καταλάβῃ καὶ γυναῖκα ποιήσῃ, δοθῆναι αὐτῇ
τὸ τίμημα εἰς λόγον προικός· τοῦτο † γὰρ δίκαιον καὶ τῇ παραλαμβανούσῃ
τὴν ἱερωσύνην. τὸ δὲ γυμνάσιον γενέσθω ἐν ἐπισήμῳ τόπῳ ὡς ἐν Πέλλῃ
τῇ πόλει· τὰς δὲ αἱρέσεις ἐγὼ αὐτὸς ποιήσομαι, ἄχρι περίειμι, μετὰ δὲ
τὴν ἐμὴν τελευτήν, οἷς καὶ τὴν χώραν τήνδε δέδωκα δυνάσταις. δοθήσεται
δὲ ἅρματι πολεμιστηρίῳ φιάλη χρυσᾶ ἔχουσα † οἴκου στατῆρα καὶ ἄλλαι
ἐνάργυροι εʹ, ἑκάστη χωροῦσα μέτρον, ἀφ' οὗ δυνήσεται ἄνθρωπος σώφρων
μεθυσθῆναι· ἵππῳ πολεμιστῇ φιάλη ἰσόσταθμος καὶστολὴΠερσικὴ ...
εἰς τὸ Ἀλεξανδρινὸν δεῖπνον διὰ βίου. ὃς δ' ἂν λαχὼν νικήσῃ κατὰ τὸν
Περσῶν νόμον, στέφανον ἕξει χρυσοῦν .. † ἀρτὴρ ἡ στολὴ Περσικὴ λιτὴ καὶ
237

ζώνη χρυσῆ καὶ φιάλαι δύο ἀνὰ στατῆρας ροʹ. καὶ τὰς † ἐπινείας ἐξέστω
εἰς τὸ Ἀλεξανδρινὸν ἱερὸν † ζητεῖσθαι σατράπας πάντας τοὺς ἐμοὺς ὄντας

Ιστορία Μ. Αλεξάνδρου. , Recensio F (cod. Flor. Laurentianus Ashburn 1444)


Κεφ. 124, τμ. 2, γρ. 4

Περὶ ὅταν ἤφεραν τὸν δοξιότην εἰς τὸν Ἀλέξανδρον ὀμπρός.

Καὶ ὡς ἤκουσεν ὁ Ἀλέξανδρος, ἐπαίνεσε τοὺς λόγους


του καὶ μὲ μεγάλην τιμὴν τὸν ἐπροβόδησεν.
Καὶ αὐτοῦ ἕνας στρατιώτης ἐζύγωσεν τὸν Ἀλέξανδρον
καὶ εἶπεν· “Πανυψηλότατε βασιλέα τοῦ κόσμου ὁλονοῦ Ἀλέξανδρε,
ἔχω θυγατέραν μονογενὴν καὶ παρακαλῶ σε θέλω νὰ τὴν πανδρεύσω
καὶ δό μου προίκα”. Καὶ ὅρισεν ὁ Ἀλέξανδρος καὶ ἔδωκάν του
χίλια τάλαντα. Καὶ αὐτὸς εἶπεν του· “Βασιλέα, πολλὰ μοῦ εἶναι,
φοβερὲ βασιλέα”. Ἀλέξανδρος τὸν εἶπεν· “Τοῦ βασιλέως τὰ δῶρα
πολλὰ θέλουν νὰ εἶναι”.
Καὶ αὐτοῦ ὁ Ἀλέξανδρος τὸν Ἀριστοτέλην τὸν ἐδικόν
του ἐδώρισεν ἔναν στέμμα καὶ ἀπανωφόριν μέγαν τοῦ Πώρου τοῦ βα-
σιλέως τῆς Ἴνδιας καὶ δέκα χιλιάδες χρυσὰ τάλαντα καὶ τρεῖς
χιλιάδες μόδια μαργαριτάριν. Καὶ ἐποίησέν τον καὶ βασιλοπάτο-
ραν εἰς ὅλους τοὺς αὐθεντάδες καὶ ἐπροβόδησέ τον ὀπίσω εἰς τὴν
Μακεδονίαν εἰς τὴν μητέρα του. Καὶ ὅρισέν του νὰ φέρη τὴν μάνα
του πρὸς τὸν Ἀλέξανδρον, τὴν Ὀλυμπιάδα εἰς τὴν Αἴγυπτον εἰς

Ιστορία Μ. Αλεξάνδρου. , Recensio E (cod. Eton College 163) Κεφ. 124, τμ. 2, γρ.
3

κουσεν. Καὶ ὅρισεν ὁ Ἀλέξανδρος νὰ κόψουν τὸ κεφάλιν του. Καὶ


ἐρχάμενοι νὰ ποιήσουν τὸν ὁρισμὸν τοῦ αὐθεντός τους καὶ εἶπαν
τον· “Ὦ ἄνθρωπε, διὰ μίαν δοξίαν χάνεις τὸ κεφάλιν σου;”. Καὶ
αὐτὸς τοὺς ἀπεκρίθη· “Ἐγὼ ἔχω δέκα ἡμέρες, ὁποὺ τὸ δοξάριν
μου οὐδὲν ἐπίασα εἰς τὸ χέριν μου καὶ ἐσκιάστηκα ἐμπρὸς τὸν
βασιλέα νὰ ῥίξω καὶ χάσω τὴν τιμήν μου”.
Καὶ ὡς ἤκουσεν ὁ Ἀλέξανδρος ἐπαίνεσε τοὺς λόγους
του καὶ μὲ μεγάλην τιμὴν τὸν ἐπροβόδησεν.
Καὶ αὐτοῦ ἕνας στρατιώτης τοῦ Ἀλεξάνδρου εἶπε· “Πα-
νυψηλότατε τοῦ κόσμου ὁλουνοῦ Ἀλέξανδρε, ἔχω θυγατέραν μονογε-
νῆ καὶ θέλω νὰ τὴν ὑπανδρεύσω καὶ δός μου προίκαν”. Καὶ ὅρισεν
ὁ Ἀλέξανδρος καὶ ἔδωκάν του χίλια τάλαντα. Καὶ αὐτὸς εἶπε τὸν
βασιλέα· “Πολλὰ μοῦ εἶναι, φοβερὲ Ἀλέξανδρε”. Ὁ Ἀλέξανδρος
εἶπεν· “Τοῦ βασιλέως τὰ δῶρα πολλὰ θέλουν νὰ εἶναι”.
Καὶ αὐτοῦ ὁ Ἀλέξανδρος τὸν ἰδικόν του τὸν Ἀριστοτέ-
λην ἐδώρισέν τον ἔνα στέμμα καὶ τὸ ἀπανωφόριν τοῦ Πώρου τοῦ
βασιλέως τῆς Ἰνδίας καὶ δέκα χιλιάδες χρυσὰ τάλαντα καὶ δέκα
χιλιάδες μόδια μαργαριτάριν. Καὶ ἐποίησέν τον καὶ βασιλοπά-
τοραν εἰς ὅλους τοὺς αὐθεντάδες καὶ ἔστειλέ τον ὀπίσω εἰς τὴν
238

Μακεδονίαν εἰς τὴν μητέρα του. Καὶ ὅρισε νὰ φέρουν τὴν μητέρα
του τὴν Ὀλυμπιάδαν εἰς τὸν Ἀλέξανδρον εἰς τὴν Αἴγυπτον εἰς

Harpocration Gramm., Lexicon in decem oratores Atticos


P. 52, γρ. 1

Ἀποστροφήν: ἀντὶ τοῦ καταφυγὴν Δημοσθένης Φιλιππικοῖς.


Ἀπόταξις: τὸ χωρὶς τετάχθαι τοὺς πρότερον ἀλλήλοις συντε-
ταγμένους εἰς τὸ ὑποτελεῖν τὸν ὡρισμένον φόρον· Ἀντιφῶν ἐν τῷ
περὶ τοῦ Σαμοθρᾳκῶν φόρου.
Ἀποτιμηταί καὶ 8Ἀποτίμημα καὶ 8Ἀποτιμᾶν καὶ τὰ ἀπ' αὐ-
τῶν. οἱ μισθούμενοι τοὺς τῶν ὀρφανῶν οἴκους παρὰ τοῦ ἄρχοντος
ἐνέχυρα τῆς μισθώσεως παρείχοντο· ἔδει δὲ τὸν ἄρχοντα ἐπιπέμπειν
τινὰς ἀποτιμησομένους τὰ ἐνέχυρα. τὰ μὲν οὖν ἐνέχυρα τὰ ἀποτι-
μώμενα ἐλέγοντο ἀποτιμήματα, οἱ δὲ πεμπόμενοι ἐπὶ τῷ ἀποτιμή-
σασθαι ἀποτιμηταὶ, τὸ δὲ πρᾶγμα ἀποτιμᾶν. εἰώθεσαν δὲ καὶ οἱ
τότε, εἰ γυναικὶ γαμουμένῃ προῖκα διδοῖεν οἱ προσήκοντες, αἰτεῖν
παρὰ τοῦ ἀνδρὸς ὥσπερ ἐνέχυρόν τι τῆς προικὸς ἄξιον, οἷον οἰκίαν ἢ
χωρίον. ἐλέγετο δὲ ὁ μὲν δοὺς τὸ ἀποτίμημα ἐνεργητικῶς ἀποτιμᾶν,
ὁ δὲ λαβὼν ἀποτιμᾶσθαι. ὁ δ' αὐτὸς λόγος καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων ὀφλη-
μάτων· Δημοσθένης ἐν τῷ κατ' Ὀνήτορος βʹ καὶ Λυσίας ἐν τῷ πρὸς
Διογένην ὑπὲρ μισθώσεως οἴκου, εἰ γνήσιος.

Harpocration Gramm., Lexicon in decem oratores Atticos P. 52, γρ. 2

Ἀπόταξις: τὸ χωρὶς τετάχθαι τοὺς πρότερον ἀλλήλοις συντε-


ταγμένους εἰς τὸ ὑποτελεῖν τὸν ὡρισμένον φόρον· Ἀντιφῶν ἐν τῷ
περὶ τοῦ Σαμοθρᾳκῶν φόρου.
Ἀποτιμηταί καὶ 8Ἀποτίμημα καὶ 8Ἀποτιμᾶν καὶ τὰ ἀπ' αὐ-
τῶν. οἱ μισθούμενοι τοὺς τῶν ὀρφανῶν οἴκους παρὰ τοῦ ἄρχοντος
ἐνέχυρα τῆς μισθώσεως παρείχοντο· ἔδει δὲ τὸν ἄρχοντα ἐπιπέμπειν
τινὰς ἀποτιμησομένους τὰ ἐνέχυρα. τὰ μὲν οὖν ἐνέχυρα τὰ ἀποτι-
μώμενα ἐλέγοντο ἀποτιμήματα, οἱ δὲ πεμπόμενοι ἐπὶ τῷ ἀποτιμή-
σασθαι ἀποτιμηταὶ, τὸ δὲ πρᾶγμα ἀποτιμᾶν. εἰώθεσαν δὲ καὶ οἱ
τότε, εἰ γυναικὶ γαμουμένῃ προῖκα διδοῖεν οἱ προσήκοντες, αἰτεῖν
παρὰ τοῦ ἀνδρὸς ὥσπερ ἐνέχυρόν τι τῆς προικὸς ἄξιον, οἷον οἰκίαν ἢ
χωρίον. ἐλέγετο δὲ ὁ μὲν δοὺς τὸ ἀποτίμημα ἐνεργητικῶς ἀποτιμᾶν,
ὁ δὲ λαβὼν ἀποτιμᾶσθαι. ὁ δ' αὐτὸς λόγος καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων ὀφλη-
μάτων· Δημοσθένης ἐν τῷ κατ' Ὀνήτορος βʹ καὶ Λυσίας ἐν τῷ πρὸς
Διογένην ὑπὲρ μισθώσεως οἴκου, εἰ γνήσιος.

Harpocration Gramm., Lexicon in decem oratores Atticos P. 123, γρ. 18

θησαν ὑπὸ Βοιωτῶν, καθά φησι Θουκυδίδης ἐν δʹ.


Ἐπιδιετὲς ἡβῆσαι: Δημοσθένης ἐν τῷ κατὰ Στεφάνου. Δί-
239

δυμός φησιν ἀντὶ τοῦ ἐὰν ιϛʹ ἐτῶν γένωνται· τὸ γὰρ ἡβῆσαι μέχρι
ιδʹ ἔστιν. ἀλλ' οἱ ἔφηβοι παρ' Ἀθηναίοις ὀκτωκαιδεκαετεῖς γίνονται,
καὶ μένουσιν ἐν τοῖς ἐφήβοις ἔτη βʹ, ἔπειτα τῷ ληξιαρχικῷ ἐγγρά-
φονται γραμματείῳ, καθά φησιν Ὑπερείδης ἐν τῷ πρὸς Χάρητα
ἐπιτροπικῷ· “ἐπεὶ δὲ ἐνεγράφην ἐγὼ καὶ ὁ νόμος ἀπέδωκε τὴν κομιδὴν
“τῶν καταλειφθέντων τῇ μητρὶ, ὃς κελεύει κυρίους εἶναι τῆς ἐπι-
“κλήρου καὶ τῆς οὐσίας ἁπάσης τοὺς παῖδας, ἐπειδὰν ἐπιδιετὲς
“ἡβῶσιν.”
Ἐπίδικος καὶ 8ἐπίκληρος καὶ ἐπίπροικος καὶ ἐπικληρῖτις:
ἐπίκληρος μέν ἐστιν ἡ ἐπὶ παντὶ τῷ κλήρῳ ὀρφανὴ καταλελειμμένη,
μὴ ὄντος αὐτῇ ἀδελφοῦ (ἡ δὲ αὐτὴ καὶ ἐπικληρῖτις)· ἐπίπροικος δὲ ἡ
ἐπὶ μέρει τινὶ τοῦ κλήρου ὥστε προῖκα ἔχειν, ἀδελφῶν αὐτῇ ὄντων·
ἐπίδικος δὲ ἡ ἀμφισβητουμένη ἐπίκληρος ὅτῳ χρὴ αὐτὴν γαμηθῆναι.
ταῦτα δὲ δηλοῦσιν Ἰσαῖος ἐν τῷ πρὸς Σάτυρον ὑπὲρ ἐπικλήρου καὶ
Δείναρχος ἐν τῷ ἐπιγραφομένῳ “διαμαρτυρία περὶ τοῦ μὴ ἐπίδικον
“εἶναι τὴν Ἀριστοφῶντος θυγατέρα·” ἐν δὲ τούτῳ τῷ λόγῳ δείκνυται
καὶ ὅτι τὰς ἀπορουμένας κόρας ἐξεδίδοσαν οἱ ἄγχιστα γένους πέντε
μνᾶς ἐπιδιδόντες. ὁ δὲ Ἰσαῖος ἐν τῷ πρὸς Λυσίβιον τὴν ἐπίκληρον
ἐπικληρῖτιν κέκληκεν.

Harpocration Gramm., Lexicon in decem oratores Atticos P. 124, γρ. 2

δυμός φησιν ἀντὶ τοῦ ἐὰν ιϛʹ ἐτῶν γένωνται· τὸ γὰρ ἡβῆσαι μέχρι
ιδʹ ἔστιν. ἀλλ' οἱ ἔφηβοι παρ' Ἀθηναίοις ὀκτωκαιδεκαετεῖς γίνονται,
καὶ μένουσιν ἐν τοῖς ἐφήβοις ἔτη βʹ, ἔπειτα τῷ ληξιαρχικῷ ἐγγρά-
φονται γραμματείῳ, καθά φησιν Ὑπερείδης ἐν τῷ πρὸς Χάρητα
ἐπιτροπικῷ· “ἐπεὶ δὲ ἐνεγράφην ἐγὼ καὶ ὁ νόμος ἀπέδωκε τὴν κομιδὴν
“τῶν καταλειφθέντων τῇ μητρὶ, ὃς κελεύει κυρίους εἶναι τῆς ἐπι-
“κλήρου καὶ τῆς οὐσίας ἁπάσης τοὺς παῖδας, ἐπειδὰν ἐπιδιετὲς
“ἡβῶσιν.”
Ἐπίδικος καὶ 8ἐπίκληρος καὶ 8ἐπίπροικος καὶ 8ἐπικληρῖτις:
ἐπίκληρος μέν ἐστιν ἡ ἐπὶ παντὶ τῷ κλήρῳ ὀρφανὴ καταλελειμμένη,
μὴ ὄντος αὐτῇ ἀδελφοῦ (ἡ δὲ αὐτὴ καὶ ἐπικληρῖτις)· ἐπίπροικος δὲ ἡ
ἐπὶ μέρει τινὶ τοῦ κλήρου ὥστε προῖκα ἔχειν, ἀδελφῶν αὐτῇ ὄντων·
ἐπίδικος δὲ ἡ ἀμφισβητουμένη ἐπίκληρος ὅτῳ χρὴ αὐτὴν γαμηθῆναι.
ταῦτα δὲ δηλοῦσιν Ἰσαῖος ἐν τῷ πρὸς Σάτυρον ὑπὲρ ἐπικλήρου καὶ
Δείναρχος ἐν τῷ ἐπιγραφομένῳ “διαμαρτυρία περὶ τοῦ μὴ ἐπίδικον
“εἶναι τὴν Ἀριστοφῶντος θυγατέρα·” ἐν δὲ τούτῳ τῷ λόγῳ δείκνυται
καὶ ὅτι τὰς ἀπορουμένας κόρας ἐξεδίδοσαν οἱ ἄγχιστα γένους πέντε
μνᾶς ἐπιδιδόντες. ὁ δὲ Ἰσαῖος ἐν τῷ πρὸς Λυσίβιον τὴν ἐπίκληρον
ἐπικληρῖτιν κέκληκεν.
Ἐπὶ Θρασύλλωι: Δημοσθένης ἐν τῇ πρὸς Πανταίνετον παρα-
γραφῇ φησὶ “τὸ ἐπὶ Θρασύλλῳ.” Ἀττικὸν ἔθος ἀντὶ τοῦ ἐπὶ τῷ

Harpocration Gramm., Lexicon in decem oratores Atticos P. 124, γρ. 3

ιδʹ ἔστιν. ἀλλ' οἱ ἔφηβοι παρ' Ἀθηναίοις ὀκτωκαιδεκαετεῖς γίνονται,


καὶ μένουσιν ἐν τοῖς ἐφήβοις ἔτη βʹ, ἔπειτα τῷ ληξιαρχικῷ ἐγγρά-
φονται γραμματείῳ, καθά φησιν Ὑπερείδης ἐν τῷ πρὸς Χάρητα
ἐπιτροπικῷ· “ἐπεὶ δὲ ἐνεγράφην ἐγὼ καὶ ὁ νόμος ἀπέδωκε τὴν κομιδὴν
240

“τῶν καταλειφθέντων τῇ μητρὶ, ὃς κελεύει κυρίους εἶναι τῆς ἐπι-


“κλήρου καὶ τῆς οὐσίας ἁπάσης τοὺς παῖδας, ἐπειδὰν ἐπιδιετὲς
“ἡβῶσιν.”
Ἐπίδικος καὶ 8ἐπίκληρος καὶ 8ἐπίπροικος καὶ 8ἐπικληρῖτις:
ἐπίκληρος μέν ἐστιν ἡ ἐπὶ παντὶ τῷ κλήρῳ ὀρφανὴ καταλελειμμένη,
μὴ ὄντος αὐτῇ ἀδελφοῦ (ἡ δὲ αὐτὴ καὶ ἐπικληρῖτις)· ἐπίπροικος δὲ ἡ
ἐπὶ μέρει τινὶ τοῦ κλήρου ὥστε προῖκα ἔχειν, ἀδελφῶν αὐτῇ ὄντων·
ἐπίδικος δὲ ἡ ἀμφισβητουμένη ἐπίκληρος ὅτῳ χρὴ αὐτὴν γαμηθῆναι.
ταῦτα δὲ δηλοῦσιν Ἰσαῖος ἐν τῷ πρὸς Σάτυρον ὑπὲρ ἐπικλήρου καὶ
Δείναρχος ἐν τῷ ἐπιγραφομένῳ “διαμαρτυρία περὶ τοῦ μὴ ἐπίδικον
“εἶναι τὴν Ἀριστοφῶντος θυγατέρα·” ἐν δὲ τούτῳ τῷ λόγῳ δείκνυται
καὶ ὅτι τὰς ἀπορουμένας κόρας ἐξεδίδοσαν οἱ ἄγχιστα γένους πέντε
μνᾶς ἐπιδιδόντες. ὁ δὲ Ἰσαῖος ἐν τῷ πρὸς Λυσίβιον τὴν ἐπίκληρον
ἐπικληρῖτιν κέκληκεν.
Ἐπὶ Θρασύλλωι: Δημοσθένης ἐν τῇ πρὸς Πανταίνετον παρα-
γραφῇ φησὶ “τὸ ἐπὶ Θρασύλλῳ.” Ἀττικὸν ἔθος ἀντὶ τοῦ ἐπὶ τῷ
Θρασύλλου μνήματι.

Harpocration Gramm., Lexicon in decem oratores Atticos P. 254, γρ. 6

φησι Φιλόχορος “πρότερον ἐχρῶντο οἱ Ἀθηναῖοι τοῖς ἐκ τῆς οὐσίας


“τῶν λʹ κατασκευασθεῖσιν. ὀψὲ δέ” φησι “καὶ Ἀνδροτίων ἄλλα
“κατεσκεύασεν.”
Πόριος: Δημοσθένης ἐν τῇ πρὸς Εὐβουλίδην ἐφέσει. Πόρος
ἐστὶ δῆμος τῆς Ἀκαμαντίδος· ὁ δὲ δημότης Πόριος.
Πορθμός: Δημοσθένης ὑπὲρ Κτησιφῶντος. πόλις ἐστὶ τῆς Εὐ-
βοίας.
Πολύγνωτος: Λυκοῦργος ἐν τῷ περὶ τῆς ἱερείας. περὶ Πολυ-
γνώτου τοῦ ζωγράφου, Θασίου μὲν τὸ γένος, υἱοῦ δὲ καὶ μαθητοῦ
Ἀγλαοφῶντος, τυχόντος δὲ τῆς Ἀθηναίων πολιτείας ἤτοι ἐπεὶ τὴν
Ποικίλην στοὰν ἔγραψε προῖκα, ἢ ὡς ἕτεροι, τὰς ἐν τῷ Θησείῳ καὶ
τῷ ἀνακείῳ γραφὰς, ἱστορήκασιν ἄλλοι τε καὶ Ἀρτέμων ἐν τῷ περὶ
ζωγράφων καὶ Ἰόβας ἐν τοῖς περὶ γραφικῆς.
Πολύστρατος: Λυσίας ἐν τῷ κατὰ Θρασυβούλου, εἰ γνήσιος.
Πολύστρατος αἰτίαν ἔχων τοὺς Ἑρμᾶς περικόψαι ἀνῃρέθη ὑπὸ Ἀθη-
ναίων. ἕτερος δ' ἂν εἴη Πολύστρατος ὑπὲρ οὗ λόγος ἐστὶ Λυσίᾳ ἐπι-
γραφόμενος ‘ὑπὲρ Πολυστράτου δήμου καταλύσεως ἀπολογία.’ ἄλ-
λος δ' ἂν εἴη Πολύστρατος οὗ Δημοσθένης μνημονεύει ἐν Φιλιππι-
κοῖς, λέγων αὐτόν ποτε ἐν Κορίνθῳ ξενικὸν τρέφειν. μήποτε μέντοι
ἐνταῦθα δεῖ γράφειν Πολύτροπον ἀντὶ τοῦ Πολυστράτου· παρὰ μη-
δενὶ γάρ φησιν ὁ Δίδυμος εὑρηκέναι τὸν Πολύστρατον ἡγησάμενον

Heraclides Criticus Perieg., Descriptio Graeciae (sub auctore Dicaearcho vel


Athenaeo) Frag. 2, τμ. 12, γρ. 7

ὑπὸ τοῦ ῥεύματος κατατεινομένων καὶ κινδυνευόντων


241

ῥαγῆναι τὴν ὄψιν τὴν ἐπιφορὰν τοῦ ῥεύματος ἀναστέλ-


λει πρᾳέως καὶ ὡσανεὶ παραιτούμενα μηκέτι ἐπὶ τοὺς
ὀφθαλμοὺς φέρεσθαι τὸ ῥεῦμα.
Ταύτην δὲ τὴν
δύναμιν ἓν τῶν πολιτῶν οἶδε γένος· ὃ δὴ λέγεται Χεί-
ρωνος ἀπόγονον εἶναι· παραδίδωσι δὲ καὶ δείκνυσι πα-
τὴρ υἱῷ, καὶ οὕτως ἡ δύναμις φυλάσσεται, ὡς οὐδεὶς
ἄλλος οἶδε τῶν πολιτῶν· οὐχ ὅσιον δὲ τοὺς ἐπισταμέ-
νους τὰ φάρμακα μισθοῦ τοῖς κάμνουσι βοηθεῖν, ἀλλὰ
προῖκα. Τὸ μὲν οὖν Πήλιον καὶ τὴν Δημητριάδα
συμβέβηκε τοιαύτην εἶναι.
Ὅτι ἡ μὲν Ἑλλὰς ἀπὸ Πελοποννήσου τὴν ἀρχὴν
λαμβάνει, [ἣν] μέχρι τοῦ Μαγνήτων ἀφορίζω στάμπου.
Τάχα δὲ κτλ.
Τὴν μὲν οὖν Ἑλλάδα ἀπὸ Πελοποννήσου τὴν ἀρχὴν
λαβὼν μέχρι τοῦ Μαγνήτων ἀφορίζω [Ὁμολίου καὶ
τῶν Θετταλῶν] στάμπου. Τάχα δὲ φήσουσί τινες ἡμᾶς
ἀγνοεῖν τὴν Θετταλίαν τῆς Ἑλλάδος καταριθμοῦντας,
ἄπειροι τῆς τῶν πραγμάτων ὄντες ἀληθείας.

Hermippus Gramm., Hist., Frag.a Frag. 87, γρ. 4

ῆγε τοὺς ἀρίστους καὶ συνεφάπτεσθαι παρεκάλει, κρύφα διαλεγόμενος τοῖς


φίλοις πρῶτον, εἶθ' οὕτως κατὰ μικρὸν ἁπτόμενος πλειόνων καὶ συνιστὰς
ἐπὶ τὴν πρᾶξιν. ὡς δ' ὁ καιρὸς ἧκε, τριάκοντα τοὺς πρώτους ἐκέλευσε μετὰ
τῶν ὅπλων ἕωθεν εἰς ἀγορὰν προελθεῖν, ἐκπλήξεως ἕνεκα καὶ φόβου πρὸς
τοὺς ἀντιπράττοντας. ὧν εἴκοσι τοὺς ἐπιφανεστάτους Ἕρμιππος ἀνέγραψε.
τὸν δὲ μάλιστα τῶν Λυκούργου ἔργων κοινωνήσαντα πάντων καὶ συμπραγμα-
τευσάμενον τὰ περὶ τοὺς νόμους Ἀρθμιάδαν ὀνομάζουσιν.
Athenaeus 555b: καὶ γὰρ τὰς γαμετὰς ὁ καλὸς ἡμῶν ἑστιάτωρ
ἐπαινῶν Ἕρμιππον ἔφη ἐν τοῖς περὶ νομοθετῶν ἱστορεῖν ὅτι ἐν Λακεδαίμονι
εἰς οἴκημά τι σκοτεινὸν πᾶσαι ἐνεκλείοντο αἱ κόραι, συνεγκλειομένων καὶ
τῶν ἀγάμων νεανίσκων· καὶ ἕκαστος ἧς ἐπιλάβοιτο ταύτην ἀπῆγεν ἄπροικον.
διὸ καὶ Λύσανδρον ἐζημίωσαν, ὅτι καταλιπὼν τὴν προτέραν ἑτέραν ἐβουλεύετο
περικαλλεστέραν ἀγαγέσθαι.
Athenaeus 619b: ᾔδοντο δὲ Ἀθήνησι καὶ οἱ Χαρώνδου νόμοι
παρ' οἶνον, ὡς Ἕρμιππός φησιν ἐν ἕκτῳ περὶ νομοθετῶν.
Academicorum Philosophorum Index Herculanensis ed.
Mekler p. 28 col. XI 1 ff.: Πελ]ληνέως [τ]οῦ Χαίρωνο[ς, ἐ]π̣ειδήπερ οὐ[θὲν]
ἐνποδών ἐστι, παραθετέον ἃ κατεχώ[ρισε]ν Ἕρμιππος ἐν τῷ πε[ρὶ τ]ῶν
ἀπὸ φιλοσοφίας εἰς [τυραννίδ]ας καὶ δυναστεί[ας μεθες]τηκότων· Χαί[ρ]ων
δ' ὁ [Πε]λ[λην]εὺς ἐν Ἀκαδημείαι μ[ὲν] παρὰ Πλάτ[ωνι] καὶ Ξενοκράτει

Hierocles Phil., Frag.a ethica (ap. Stobaeum) P. 55, γρ. 8

ὄντων, ὥστε μὴ ῥᾷστον εἶναι συμφρονοῦσί γε ἀνδρὶ καὶ γυναικὶ καὶ κοινῇ
φέρειν αὐτὸ βουλομένοις. βαρὺ δέ ἐστιν ὡς ἀληθῶς ἀφροσύνη καὶ δύσοι-
στον τοῖς αὐτὴν κεκτημένοις, ὑφ' ἧς δὴ καὶ τὰ φύσει κοῦφα γίνεται βαρέα,
242

τά τε ἄλλα καὶ γυνή. τῷ ὄντι γὰρ καὶ συχνοῖς [γὰρ] δή τισιν ἀφόρητος ἐγένετο
ὁ γάμος, ἀλλ' οὐχὶ παρ' ἑαυτοῦ οὐδὲ τῷ φύσει τοιάνδε τὴν μετὰ γυναικὸς
εἶναι κοινωνίαν· ἀλλ' ὅταν γαμῶμεν ἃς μὴ δεῖ, μετὰ τοῦ καὶ αὐτοὶ παντά-
πασιν ἀπειροβίως διακεῖσθαι καὶ ἀπαρασκεύως ἔχειν πρὸς τὸ ἀγαγεῖν ὡς χρὴ
τὴν ἐλευθέραν ἄγεσθαι, τὸ τηνικαῦτα συμβαίνει χαλεπὴν καὶ ἀφόρητον γίνε-
σθαι τὴν κοινωνίαν. ἀμέλει καὶ ταύτῃ χωρεῖ τοῖς πολλοῖς ὁ γάμος. οὐ γὰρ
ἐπὶ παίδων γενέσει καὶ βίου κοινωνίᾳ ἄγονται γυναῖκας, ἀλλ' οἳ μὲν διὰ προι-
κὸς ὄγκον, οἳ δὲ δι' ἐξοχὴν μορφῆς, οἳ δὲ δι' ἄλλας τινὰς τοιουτοτρόπους
αἰτίας, αἷς χρώμενοι κακοῖς συμβούλοις, οὐδὲν περὶ τῆς διαθέσεως καὶ τοῦ
ἤθους τῆς νύμφης πολυπραγμονήσαντες, ὄλεθρον αὑτῶν θύουσι τὸν γάμον,
καὶ θύραις κατεστεμμέναις τύραννον ἀντὶ γυναικὸς ἐπεισάγουσιν ἑαυτοῖς, καὶ
ταῦτα μηδὲ ἐφ' ὁποσονοῦν ἀνταρκέσαι δυνάμενοι καὶ τὴν περὶ τῶν πρωτείων
ἅμιλλαν ἀγωνίσασθαι. φανερὸν οὖν ὡς οὐ δι' αὑτὸν, ἀλλὰ διὰ ταῦτα πολλοῖς
βαρὺς καὶ ἀφόρητος ὁ γάμος γίνεται. χρὴ δ' οὔτ' ἀναίτια, φησίν (Hom. Od. υ 135),
αἰτιᾶσθαι οὔτ' ἔγκλημα πραγμάτων ποιεῖσθαι τὴν αὑτῶν ἀσθένειαν καὶ περὶ τὴν
χρῆσιν αὐτῶνἄγνοιαν>· ἐπεί τοι καὶ ἀλόγιστον ἄλλως πανταχόθεν μὲν ἀφορ-
μὰς ζητεῖν φιλιῶν καί τινας προσποιεῖσθαι φίλους καὶ ἑταίρους οἷον συμμάχους
ἐσομένους πρὸς τὰ τοῦ βίου δυσχερῆ, τὴν δὲ καὶ παρὰ τῆς φύσεως καὶ παρὰ

Hieronymus Phil., Frag.a Frag. 45, γρ. 4

ξενος, οἷς τὸ ἐνδόσιμον Ἀριστοτέλης ἔδωκεν ἱστορῶν τοῦτο ἐν τῷ περὶ εὐγενείας.


εἰ μὴ ἄρα συγκεχωρημένον κατὰ ψήφισμα τοῦτο ἐγένετο τότε διὰ σπάνιν ἀν-
θρώπων, ὥστ' ἐξεῖναι καὶ δύο ἔχειν γυναῖκας τὸν βουλόμενον, ὅθεν καὶ τοὺς τῆς
κωμῳδίας ποιητὰς ἀποσιωπῆσαι τοῦτο, πολλάκις τοῦ Σωκράτους μνημονεύοντας.
παρέθετο δὲ περὶ τῶν γυναικῶν ψήφισμα Ἱερώνυμος ὁ Ῥόδιος, ὅπερ σοι δια-
πέμψομαι εὐπορήσας τοῦ βιβλίου.
Diogenes Laert. II 26: φησὶ δὲ Ἀριστοτέλης δύο γυναῖκας αὐτὸν
(sc. Σωκράτη) ἀγαγέσθαι, προτέραν μὲν Ξανθίππην, ἐξ ἧς αὐτῷ γενέσθαι Λαμ-
προκλέα, δευτέραν δὲ Μυρτὼ τὴν Ἀριστείδου τοῦ δικαίου θυγατέρα, ἣν καὶ ἄπροικον
λαβεῖν, ἐξ ἧς γενέσθαι Σωφρονίσκον καὶ Μενέξενον. οἱ δὲ προτέραν γῆμαι
τὴν Μυρτώ φασιν. ἔνιοι δὲ καὶ ἀμφοτέρας ἔχειν ὁμοῦ, ὧν ἐστι Σάτυρός τε καὶ
Ἱερώνυμος ὁ Ῥόδιος· φασὶ γὰρ βουληθέντας Ἀθηναίους διὰ τὸ λειπανδρεῖν συν-
αυξῆσαι τὸ πλῆθος ψηφίσασθαι γαμεῖν μὲν ἀστὴν μίαν, παιδοποιεῖσθαι δὲ καὶ
ἐξ ἑτέρας. ὅθεν τοῦτο ποιῆσαι καὶ Σωκράτη.
– IX 16: Ἱερώνυμος δέ φησι καὶ Σκυθῖνον τὸν τῶν ἰάμβων
ποιητὴν ἐπιβαλέσθαι τὸν ἐκείνου (sc. Ἡρακλείτου) λόγον διὰ μέτρου ἐκβάλ-
λειν.
Philodemus Περὶ τῶν Στωικῶν, Papyri Herculanenses 339, VH1
VIII C. 6 init., W. Crönert, Kolotes und Menedemos (1906) 27, cf. Usener,
Epicurea p. 407: ... πο[λ]λάκις ἐξ ... Κλεάνθην. ἃ γὰ[ρ] λέγομεν, Ἱερώνυμός

HippodamusPhil., Testimonia Frag. 1, γρ. 6

καὶ φιλοζήλως διατίθεσθαι ποτ' αὐτοὺς καὶ πολλάκις ἀντιμεταλαμ-


βάνεσθαι τὰς ἀρχάς. δαμοκρατίανδ'ἀναγκαῖον μὲν εἶμεν πάντως·
δεῖ γὰρ τὸν πολίταν μέρος ὑπάρχοντα τᾶς συμπάσας πολιτείας φέρεσθαί
τι ἀπ' αὐτᾶς γέρας· ἐπέχεσθαι δ' ἱκανῶς αὐτὰν δεῖ· θρασὺ γὰρ καὶ
243

προπετὲς τὸ πολὺ πλῆθος.


ARISTOT. Polit. B 7. 1266a 36 (1) δοκεῖ γάρ τισι τὸ περὶ τὰς οὐσίας
εἶναι μέγιστον τετάχθαι καλῶς· περὶ γὰρ τούτων ποιεῖσθαί φασι τὰς στάσεις πάν-
τας. διὸΦαλέας ὁ Χαλκηδόνιοςτοῦτ' εἰσήνεγκε πρῶτος. φησὶ γὰρ δεῖν ἴσας
εἶναι τὰς κτήσεις τῶν πολιτῶν. (2) τοῦτο δὲ κατοικιζομέναις μὲν εὐθὺς οὐ χαλεπὸν
ὤιετο ποιεῖν, τὰς δ' ἤδη κατοικουμένας ἐργωδέστερον μέν, ὅμως δὲ τάχιστ' ἂν
ὁμαλισθῆναι τῶι τὰς προῖκας τοὺς μὲν πλουσίους διδόναι μὲν λαμβάνειν δὲ μή,
τοὺς δὲ πένητας μὴ διδόναι μὲν λαμβάνειν δέ κτλ. 8, 1. 1267b 20 περὶ μὲν οὖν
τῆς Φαλέου πολιτείας σχεδὸν ἐκ τούτων ἄν τις θεωρήσειεν, εἴ τι τυγχάνει καλῶς
εἰρηκὼς ἢ μὴ καλῶς.
1267b 22Ἱππόδαμος δὲ Εὐρυφῶντος Μιλήσιος(ὃς καὶ τὴν τῶν πόλεων
διαίρεσιν εὗρε καὶ τὸν Πειραιᾶ κατέτεμεν, γενόμενος καὶ περὶ τὸν ἄλλον βίον περιτ-
τότερος διὰ φιλοτιμίαν οὕτως ὥστε δοκεῖν ἐνίοις ζῆν περιεργότερον τριχῶν τε
πλήθει καὶ κόσμωι πολυτελεῖ, ἔτι δὲ ἐσθῆτος εὐτελοῦς μὲν ἀλεεινῆς δὲ οὐκ ἐν τῶι
χειμῶνι μόνον ἀλλὰ καὶ περὶ τοὺς θερινοὺς χρόνους, λόγιος δὲ καὶ περὶ τὴν ὅλην
φύσιν εἶναι βουλόμενος) πρῶτος τῶν μὴ πολιτευομένων ἐνεχείρησέ τι περὶ πολι-
τείας εἰπεῖν τῆς ἀρίστης. (2) κατεσκεύαζε δὲ τὴν πόλιν τῶι πλήθει μὲν μυρίαν

Hermarchus Phil., Frag.a Frag. 6, γρ. 26

των μεθ' Ἑρμάρχου. ὡσαύτως τῆς θυγατρὸς τῆς Μητρο-


δώρου τὴν ἐπιμέλειαν ποιείσθωσαν, καὶ εἰς ἡλικίαν ἐλθοῦ-
σαν ἐκδότωσαν ᾧ ἂν Ἕρμαρχος ἕληται τῶν φιλοσοφούντων
μετ' αὐτοῦ, οὔσης αὐτῆς εὐτάκτου καὶ πειθαρχούσης Ἑρ-
μάρχῳ. διδότωσαν δὲ Ἀμυνόμαχος καὶ Τιμοκράτης ἐκ τῶν
ὑπαρχουσῶν ἡμῖν προσόδων εἰς τροφὴν τούτοις ὅ τι ἂν
αὐτοῖς κατ' ἐνιαυτὸν ἐπιδέχεσθαι δοκῇ σκοπουμένοις μεθ'
Ἑρμάρχου. | ποιείσθωσαν δὲ μεθ' αὑτῶν καὶ Ἕρμαρχον κύ-
ριον τῶν προσόδων, ἵνα μετὰ τοῦ συγκαταγεγηρακότος ἡμῖν
ἐν φιλοσοφίᾳ καὶ καταλελειμμένου ἡγεμόνος τῶν συμφιλο-
σοφούντων ἡμῖν ἕκαστα γίνηται. τὴν δὲ προῖκα τῷ θήλει
παιδίῳ, ἐπειδὰν εἰς ἡλικίαν ἔλθῃ, μερισάτωσαν Ἀμυνόμα-
χος καὶ Τιμοκράτης, ὅσον ἂν ἐπιδέχηται ἀπὸ τῶν ὑπαρχόν-
των ἀφαιροῦντες μετὰ τῆς Ἑρμάρχου γνώμης. ...
Δοῦναι δὲ τὰ βιβλία τὰ ὑπάρχοντα ἡμῖν πάντα Ἑρ-
μάρχῳ. Ἐὰν δέ τι τῶν ἀνθρωπίνων περὶ Ἕρμαρχον γένηται
πρὸ τοῦ τὰ Μητροδώρου παιδία εἰς ἡλικίαν ἐλθεῖν, δοῦναι
Ἀμυνόμαχον καὶ Τιμοκράτην ὅπως ἂν εὐτακτούντων αὐτῶν
ἕκαστα γίνηται τῶν ἀναγκαίων, κατὰ τὸ δυνατὸν ἀπὸ
τῶν καταλελειμμένων ὑφ' ἡμῶν προσόδων.
φησὶν Ἀπολλόδωρος ἐν Χρονικοῖς ... τήν τε σχολὴν

Irenaeus Theol., Adversus haereses (liber 4) Frag. 24, γρ. 11

Περὶ τὸν Θεὸν δύναμις ὁμοῦ καὶ σοφία καὶ ἀγαθότης


δείκνυται· δύναμις μὲν καὶ ἀγαθότης ἐν τῷ τὰ μηδέπω
ὄντα ἑκουσίως κτίζειν τε καὶ ποιεῖν, σοφία δὲ ἐν τῷ εὔρυθμα
καὶ ἐμμελῆ καὶ ἐγκατάσκευα τὰ γεγονότα πεποιηκέναι,
ἅτινα διὰ τὴν ὑπερβάλλουσαν αὐτοῦ ἀγαθότητα
αὔξησιν προσλαβόντα καὶ ἐπὶ πλεῖον ἐπιμένοντα
ἀγενήτου δόξαν ἀποίσεται, τοῦ Θεοῦ ἀφθόνως χαρι-
ζομένου τὸ καλόν. Κατὰ μὲν γὰρ τὸ γεγενῆσθαι
244

αὐτά, οὐκ ἀγένητα· κατὰ δὲ τὸ παραμένειν αὐτὰ


μακροῖς αἰῶσι, δύναμιν ἀγενήτου προσλήψεται, τοῦ
Θεοῦ προῖκα δωρουμένου τὴν εἰς ἀεὶ παραμονὴν αὐτοῖς.
Καὶ οὕτως πρωτεύει μὲν ἐν πᾶσιν ὁ
Θεὸς ὁ καὶ μόνος ἀγένητος καὶ πρῶτος τῶν ἁπάντων καὶ
τοῦ εἶναι τοῖς πᾶσι παραίτιος, τὰ δὲ λοιπὰ πάντα ἐν
ὑποταγῇ μένει τοῦ Θεοῦ, ὑποταγὴ δὲ Θεοῦ ἀφθαρσία,
καὶ παραμονὴ ἀφθαρσίας δόξα ἀγενήτου.
Διὰ ταύτης τῆς τάξεως καὶ τῶν τοιούτων ῥυθμῶν καὶ
τῆς τοιαύτης ἀγωγῆς, ὁ γενητὸς καὶ πεπλασμένος ἄνθρω-
πος κατ' εἰκόνα καὶ ὁμοίωσιν γίνεται τοῦ ἀγενήτου Θεοῦ,
τοῦ μὲν Πατρὸς εὐδοκοῦντος καὶ κελεύοντος, τοῦ δὲ Υἱοῦ
ὑπουργοῦντος καὶ πράσσοντος, τοῦ δὲ Πνεύματος τρέφον

Juba II Rex MauretaniaeHist.>, Frag.a Frag. 71, γρ. 4

LIBER SECUNDUS.

Harpocratio v. Πολύγνωτος. Περὶ Πολυγνώτου


τοῦ ζωγράφου, Θασίου μὲν τὸ γένος, υἱοῦ δὲ καὶ μα-
θητοῦ Ἀγλαοφῶντος, τυχόντος δὲ τῆς Ἀθηναίων πολι-
τείας ἤτοι ἐπεὶ τὴν Ποικίλην στοὰν ἔγραψε προῖκα,
ἢ, ὡς ἕτεροι, τὰς ἐν τῷ θησαυρῷ καὶ τῷ Ἀνακείῳ
γραφὰς, ἱστορήκασιν ἄλλοι τε καὶ Ἀρτέμων ἐν τῷ Περὶ
ζωγράφων καὶ Ἰόβας ἐν τοῖς Περὶ γραφικῆς.

Memnon Hist., Frag.a Frag. 16, γρ. 11

Διὰ ταῦτα δὴ ἐπιστρατεύειν ἐγνωκότος Ἀντιό-


χου κατὰ Βιθυνῶν, ὁ τούτων βασιλεὺς Νικομήδης
διαπρεσβεύεται πρὸς Ἡράκλειαν συμμαχίαν αἰτῶν,
καὶ τυγχάνει τῆς σπουδῆς, ἐν ὁμοίοις καιροῖς καὶ χρείαις
τὴν ἀμοιβὴν ὑποσχόμενος. Ἐν τούτῳ δὲ Ἡρακλεῶται
τήν τε Κίερον καὶ τὴν Τῖον ἀνεσώσαντο καὶ τὴν Θυνίδα
γῆν, πολλὰ τῶν χρημάτων δαπανήσαντες· τὴν δὲ
Ἄμαστριν (ἦν γὰρ καὶ αὐτὴ μετὰ τῶν ἄλλων ἀφῃρη-
μένη) καὶ πολέμῳ καὶ χρήμασι βουληθέντες τέως ἀνα-
λαβεῖν αὐτὴν οὐ κατώρθωσαν, τοῦ κατέχοντος αὐτὴν
Εὐμένους Ἀριοβαρζάνῃ τῷ Μιθριδάτου παιδὶ προῖκα
μᾶλλον παραδοῦναι ταύτην ἢ παρέχουσι χρήματα τοῖς
Ἡρακλεώταις διὰ τὸ τῆς ὀργῆς ὑπαχθέντος ἀλόγιστον.
Ὑπὸ δὲ τοὺς αὐτοὺς χρόνους ἐκδέχεται τοὺς
Ἡρακλεώτας ὁ πρὸς Ζιποίτην τὸν Βιθυνὸν πόλεμος,
ὃς τῆς Θυνιακῆς ἐπῆρχεν Θρᾴκης. Ἐν ᾧ πολέμῳ
πολλοὶ τῶν Ἡρακλεωτῶν γενναίως ἀνδρισάμενοι κατε-
245

κόπησαν. Καὶ νικᾷ μὲν κατὰ κράτος ὁ Ζιποίτης,


συμμαχίδος δὲ δυνάμεως τοῖς Ἡρακλεώταις ἐπελθού-
σης, φυγῇ τὴν νίκην καταισχύνει· οἱ δὲ ἡττημένοι
τοὺς σφετέρους νεκροὺς ἀδεῶς ἀναλαβόντες καὶ καύσαν

Neanthes Hist., Frag.a Frag. 22, γρ. 6

Idem VIII, 58, de tragoediis Empedoclis: Ἡρα-


κλείδης δὲ ὁ τοῦ Σεραπίωνος, ἑτέρου φησὶν εἶναι τὰς
τραγῳδίας, Ἱερώνυμος δὲ τρισὶ καὶ τετταράκοντά φησιν
ἐντετυχηκέναι. Νεάνθης δὲ νέον ὄντα γεγραφέναι τὰς
τραγῳδίας καὶ αὐτὸς ἔπειτα αὐταῖς ἐντετυχηκέναι.
Idem VIII, 72: Νεάνθης δ' ὁ Κυζικηνὸς ὁ καὶ περὶ
τῶν Πυθαγορικῶν εἰπὼν φησὶ Μέτωνος τελευτήσαντος
τυραννίδος ἀρχὴν ὑποφύεσθαι· εἶτα τὸν Ἐμπεδοκλέα
πεῖσαι τοὺς Ἀκραγαντίνους παύσασθαι μὲν τῶν στά-
σεων, ἰσότητα δὲ πολιτικὴν ἀσκεῖν. Ἔτι δὲ πολλὰς
τῶν πολιτίδων ἀπροίκους ὑπαρχούσας αὐτὸν προικί σαι
διὰ τὸν παρόντα πλοῦτον, καὶ στρόφιον ἐπιθέσθαι χρυ-
σοῦν, ὡς Φαβωρῖνος ἐν Ἀπομνημονευμάτων πρώτῳ·
ἔτι τ' ἐμβάδας χαλκᾶς καὶ στέμμα Δελφικόν. Κόμη
τ' ἦν αὐτῷ βαθεῖα καὶ παῖδες ἀκόλουθοι, καὶ αὐτὸς ἀεὶ
σκυθρωπὸς ἐφ' ἑνὸς ἦν σχήματος. Τοιοῦτος δὲ προῄει,
τῶν πολιτῶν ἐντυχόντων, καὶ τοῦτο ἀξιωσάντων οἱονεὶ
βασιλείας τινὸς παράσημον. Ὕστερον δὲ διά τινα
πανήγυριν πορευόμενον ἐφ' ἁμάξης ὡς εἰς Μεσσήνην,
πεσεῖν, καὶ τὸν μηρὸν κλᾶσαι·

Oracula Sibyllina, Oracula Τμ. 11, γρ. 288

ἥξει δ' ἀτρεκέως φοβερὸς κορυθαίολος Ἄρης.


καὶ τότε σοι, χήρη, ἔσται μετόπισθεν ἅλωσις·
δεινοὶ γὰρ μαλεροί τε βίῃ περὶ τείχεα γαίης
ἔσσονται πόλεμοι κακοεργέες. ἐν πολέμοις δέ
αὐτὴ λυγρὰ παθοῦσα νεοτρώτων καθύπερθεν
φεύξει δειλαίη· μετέπειτα δὲ εἰς λέχος ἥξεις
αὐτῷ τῷ φοβερῷ· ὁ γάμος τέλος ἐστὶ σύνευνος.
αἰαῖ σοι, δύσνυμφε κόρη, βασιλήιον ἀρχήν
δώσεις Ῥωμαίῳ βασιλεῖ καὶ πάντ' ἀποτίσεις,
ὅσσα πάρος πολέμοισιν ἀνδρείῃσιν ἔπραξας·
δώσεις γαῖαν ὅλην ἐμπροίκιον ἀνδρὶ κραταιῷ
ἄχρις ἔσω Λιβύης καὶ ἀνδρῶν κυανοχρώτων.
ἔσσῃ δ' οὐκέτι χήρα, συνοικήσεις δὲ λέοντι
ἀνδροβόρῳ φοβερῷ τε ἐνυαλίῳ πολεμιστῇ.
καὶ τότε δειλαία ἐν ἀνθρώποισιν ἄφαντος
πᾶσιν ⏑ –, λείψεις γὰρ ἀναιδέα θυμὸν ἔχουσα·
καὶ λάβεται σεμνὴν ὁπο περίδρομος, ἠχέτα τύμβος
ζῶσαν ἔσω υ σπλην ἐφάρμοστος κορυφαῖος,
δαιδάλεος, πουλὺς δέ σε κλαύσεται –
246

Pausanias Attic., Ἀττικῶν ὀνομάτων συναγωγή Alphabetic letter epsilon, entry 49,
γρ. 6

θέρων καὶ ἀστῶν – οὐκ ἐπισκεπάζων τοὺς βραχίονας. οἱ δὲ νεώτεροι καὶ θοιμάτιον
ἐξωμίδα τὸ
μικρὸν καὶ εὐτελές.
ἐπακτρίδες>· αἱ ἁλιάδες. ἐπακτρεῖς γὰρ οἱ κυνηγοί.
ἐπακτροκέλης>· πλοῖον λῃστρικὸν μεταξὺ ἐπακτρίδος καὶ κέλητος· ἅπερ καὶ
αὐτὰ πλοιάριά ἐστιν.
ἐπαύλια>· ἡ δευτέρα τῶν γάμων ἡμέρα οὕτω καλεῖται, καθόσον ἐν τῇ τοῦ
νυμφίου οἰκίᾳ ἡ νύμφη τότετὸπρῶτον ἐπηύλισται. καλεῖται δ' ἐπαύλια καὶ τὰ μετὰ τὴν
ἐχομένην
ἡμέραν τῶν γάμων δῶρα παρὰ τοῦ τῆς νύμφης πατρὸς φερόμενα τῷ νυμφίῳ καὶ τῇ
νύμφῃ ἐν πομπῆς
σχήματι. παῖς γὰρ ἡγεῖται χλανίδα λευκὴν ἔχων καὶ λαμπάδα καιομένην, ἔπειτα μετὰ
τοῦτον κανη-
φόρος, εἶθ' αἱ λοιπαὶ ἀκολουθοῦσιν ἐφεξῆς φέρουσαι χρυσία, λεκανίδας, σμήγματα,
φορεῖα, κτένας,
κοίτας, ἀλαβάστρους, σανδάλια, θήκας, μυράλειπτρα· ἐνίοτε δὲ καὶ τὴν προῖκα ἅμα
τῷ νυμφίῳ φέρουσιν.
ἐπικωπητήρ>· ὁ τροπωτὴρ ἱμάς.
ἐπὶ Λειψυδρίῳ μάχη>· χωρίον ὑπὲρ τῆς Πάρνηθος, ὃ ἐτείχισαν οἱ φυγάδες τῶν
τυράννων, ὧν οἱ Ἀλκμαιονίδαι προειστήκεσαν. ἐκπολιορκηθέντων δ' αὐτῶν ὑπὸ τῶν
περὶ Πεισί-

Prodicus Soph., Testimonia Frag. 4, γρ. 4

πολλάκις μὲν καὶ ἄλλοτε δημοσίαι ἀφίκετο, ἀτὰρ τὰ τελευταῖα ἔναγχος ἀφικό-
μενος δημοσίαι ἐκ Κέω λέγων τ' ἐν τῆι βουλῆι πάνυ ηὐδοκίμησεν καὶ ἰδίαι ἐπιδείξεις
ποιούμενος καὶ τοῖς νέοις συνὼν χρήματα ἔλαβεν θαυμαστὰ ὅσα.
– Theaet. 151 B ἐνίοις δέ, ὦ Θεαίτητε, οἳ ἄν μοι μὴ δόξωσί πως ἐγκύ-
μονες εἶναι, γνοὺς ὅτι οὐδὲν ἐμοῦ δέονται, πάνυ εὐμενῶς προμνῶμαι καί, σὺν θεῶι
εἰπεῖν, πάνυ ἱκανῶς τοπάζω οἷς ἂν συγγενόμενοι ὄναιντο· ὧν πολλοὺς μὲν δὴ
ἐξέδωκα Προδίκωι, πολλοὺς δὲ ἄλλοις σοφοῖς τε καὶ θεσπεσίοις ἀνδράσι.
– Apol. 19 E ἐπεὶ καὶ τοῦτό γέ μοι δοκεῖ καλὸν εἶναι, εἴ τις οἷός τ' εἴη
παιδεύειν ἀνθρώπους ὥσπερ Γοργίας τε ὁ Λεοντῖνος καὶ Π. ὁ Κεῖος καὶ Ἱππίας ὁ
Ἠλεῖος. τούτων γὰρ ἕκαστος, ὦ ἄνδρες, [οἷός τ' ἐστὶν] ἰὼν εἰς ἑκάστην τῶν πό-
λεων τοὺς νέους, οἷς ἔξεστι τῶν ἑαυτῶν πολιτῶν προῖκα συνεῖναι ὧι ἂν βούλων-
ται, τούτους πείθουσιν τὰς ἐκείνων συνουσίας ἀπολιπόντας σφίσιν ξυνεῖναι χρή-
ματα διδόντας καὶ χάριν προσειδέναι.
XENOPSymp. 4, 62 οἶδα μέν, ἔφη, σὲ [Antisthenes] Καλλίαν του-
τονὶ προαγωγεύσαντα τῶι σοφῶι Προδίκωι, ὅτε ἑώρας τοῦτον μὲν φιλοσοφίας
ἐρῶντα, ἐκεῖνον δὲ χρημάτων δεόμενον.
ATHEN. V 220 B ὁ δὲ Καλλίας αὐτοῦ
περιέχει τὴν τοῦ Καλλίου πρὸς τὸν πατέρα διαφορὰν καὶ τὴν
Προδίκου καὶ Ἀναξαγόρου τῶν σοφιστῶν διαμώκησιν. λέγει γάρ, ὡς ὁ μὲν Π.
Θηραμένην μαθητὴν ἀπετέλεσεν, ὁ δ' ἕτερος Φιλόξενον τὸν Ἐρύξιδος καὶ Ἀριφράδην
τὸν ἀδελφὸν Ἀριγνώτου τοῦ κιθαρωιδοῦ, θέλων ἀπὸ τῆς τῶν δηλωθέντων μο

Prodicus Soph., Frag.a Frag. 9, γρ. 6


247

ἀνθρώπων καὶ τοῖς ἐπισταμένοις, ὅπου δεῖ χρῆσθαι τοῖς χρήμασι, τούτοις μὲν
ἀγαθόν, τοῖς δὲ μοχθηροῖς καὶ ἀνεπιστήμοσι κακόν. ἔχει δ', ἔφη, καὶ τἆλλα πρά-
γματα οὕτω πάντα· ὁποῖοι γὰρ ἄν τινες ὦσιν οἱ χρώμενοι, τοιαῦτα καὶ τὰ πρά-
γματα αὐτοῖς ἀνάγκη εἶναι.
[PLATO] Axiochos 366 B ff. Ἀξίοχε, σύ γε οὐκ ἔτυμά
μοι μαρτυρεῖς, οἴει δὲ καθάπερ Ἀθηναίων ἡ πληθύς, ἐπειδὴ ζητητικός εἰμι τῶν
πραγμάτων, ἐπιστήμονά του εἶναί με. ἐγὼ δὲ εὐξαίμην ἂν τὰ κοινὰ ταῦτα
εἰδέναι· τοσοῦτον ἀποδέω τῶν περιττῶν. (c) καὶ ταῦτα δέ, ἃ λέγω, Προδίκου
ἐστὶ τοῦ σοφοῦ ἀπηχήματα, τὰ μὲν διμοίρου ἐωνημένα τὰ δὲ δυοῖν δραχμαῖν τὰ δὲ
τετραδράχμου. προῖκα γὰρ ἁνὴρ οὗτος οὐδένα διδάσκει· διὰ παντὸς δὲ ἔθος ἐστὶν
αὐτῶι φωνεῖν τὸ Ἐπιχάρμειον [23 B 30]· ‘ἁ δὲ χεὶρ τὰν χεῖρα νίζει, δός τι καὶ
λάβοις τί κα’. πρώιην γοῦν παρὰ Καλλίαι τῶι Ἱππονίκου ποιούμενος ἐπίδειξιν
τοσάδε τοῦ ζῆν κατεῖπεν, ὥστε ἔγωγε μὲν παρὰ ἀκαρῆ διέγραψα τὸν βίον καὶ ἐξ
ἐκείνου θανατᾶι μου ἡ ψυχή, Ἀξίοχε.

Protagoras Soph., Testimonia Frag. 2, γρ. 15

μενος δὲ καὶ τὸν Ξέρξην οἰκίαι τε καὶ δώροις τὴν ξυνουσίαν τῶν μάγων τῶι παιδὶ
παρ' αὐτοῦ εὕρετο. οὐ γὰρ παιδεύουσι τοὺς μὴ Πέρσας Πέρσαι μάγοι, ἢν μὴ ὁ
βασιλεὺς ἐφῆι. (2) τὸ δὲ ἀπορεῖν φάσκειν, εἴτε εἰσὶ θεοὶ εἴτε οὐκ εἰσί, δοκεῖ μοι
Π. ἐκ τῆς Περσικῆς παιδεύσεως παρανομῆσαι· μάγοι γὰρ ἐπιθειάζουσι μὲν οἷς
ἀφανῶς δρῶσι, τὴν δὲ ἐκ φανεροῦ δόξαν τοῦ θείου καταλύουσιν οὐ βουλόμενοι
δοκεῖν παρ' αὐτοῦ δύνασθαι. (3) διὰ μὲν δὴ τοῦτο πάσης γῆς ὑπὸ Ἀθηναίων
ἠλάθη ὡς μέν τινες, κριθείς, ὡς δὲ ἐνίοις δοκεῖ, ψήφου ἐπενεχθείσης μὴ κριθέντι.
νήσους δὲ ἐξ ἠπείρων ἀμείβων καὶ τὰς Ἀθηναίων τριήρεις φυλαττόμενος πάσαις
θαλάτταις ἐνεσπαρμένας κατέδυ πλέων ἐν ἀκατίωι μικρῶι. (4) τὸ δὲ μισθοῦ
διαλέγεσθαι πρῶτος εὗρε, πρῶτος δὲ παρέδωκεν Ἕλλησι, πρᾶγμα οὐ μεμπτόν·
ἃ γὰρ σὺν δαπάνηι σπουδάζομεν, μᾶλλον ἀσπαζόμεθα τῶν προῖκα. γνοὺς δὲ
τὸν Πρωταγόραν ὁ Πλάτων σεμνῶς μὲν ἑρμηνεύοντα, ἐνυπτιάζοντα δὲ τῆι σεμνό-
τητι καί που καὶ μακρολογώτερον τοῦ συμμέτρου, τὴν ἰδέαν αὐτοῦ μύθωι μακρῶι
ἐχαρακτήρισεν [C 1].
HESYCOnomatol. bei Schol. Plat. de rep. 600C Π. Ἀρτέμωνος Ἀβ-
δηρίτης. οὗτος φορτοβαστάκτης ἦν, ἐντυχὼν δὲ Δημοκρίτωι ἐφιλοσόφησε καὶ ἐπὶ
ῥητορείαν ἔσχε. καὶ πρῶτος λόγους ἐριστικοὺς εὗρε καὶ μισθὸν ἔπραξε τοὺς μαθητὰς
μνᾶςρ>. διὸ καὶ ἐπεκλήθη Λόγος. τούτου μαθητὴς Ἰσοκράτης ὁ ῥήτωρ καὶ Πρό-
δικος ὁ Κεῖος. ἐκαύθη δὲ τὰ τούτου βιβλία ὑπ' Ἀθηναίων. εἶπε γάρ·‘περὶ θεῶν
οὐκ ἔχω εἰδέναι οὔτε ὡς εἰσὶν οὔτε ὡς οὐκ εἰσίν’[B 4]. ἔγραψε δὲ εἰς
αὐτὸν ὁ Πλάτων διάλογον. πλέοντος δὲ αὐτοῦ εἰς Σικελίαν ἐτελεύτησε ναυαγήσας

Sententiae Sexti, Sententiae Sexti Sententia 242, γρ. 1

ἁμαρτήματος ὁ αὐτὸς ἔστω σοι λόγος.


πιστὸν εἰπὼν σεαυτὸν ὡμολόγησας μηδὲ ἁμαρτεῖν θεῷ.
πιστῇ γυναικὶ κόσμος σωφροσύνη νομιζέσθω.
ἀνὴρ γυναῖκα ἀποπέμπων ὁμολογεῖ μηδὲ γυναικὸς ἄρχειν
δύνασθαι.
γυνὴ σώφρων ἀνδρὸς εὔκλεια.
αἰδούμενος γαμετὴν αἰδουμένην ἕξεις.
ὁ τῶν πιστῶν γάμος ἀγὼν ἔστω περὶ ἐγκρατείας.
ὡς ἂν γαστρὸς ἄρξῃς, καὶ ἀφροδισίων ἄρξεις.
φυλάττου τὸν παρὰ τῶν ἀπίστων ἔπαινον.
ἃ προῖκα λαμβάνεις παρὰ θεοῦ, καὶ δίδου προῖκα.
248

πλῆθος πιστῶν οὐκ ἂν ἐξεύροις· σπάνιον γὰρ τὸ ἀγαθόν.


σοφὸν τίμα μετὰ θεόν.
ἐλεγχόμενος ἵνα γένῃ σοφὸς χάριν ἴσθι τοῖς ἐλέγχουσιν.
ὁ τὸν σοφὸν οὐ δυνάμενος φέρειν τὸ ἀγαθὸν οὐ δύναται
φέρειν.
πιστὸς εἶναι θέλων μάλιστα μὲν μὴ ἁμάρτῃς, εἰ δέ τι, μὴ
δισσῶς τὸ αὐτό.
ὃ μή ἐστι μάθημα θεοῦ ἄξιον, μὴ μάθῃς.
πολυμαθία περιεργία ψυχῆς νομιζέσθω.
ὁ τὰ τοῦ θεοῦ ἀξίως εἰδὼς σοφὸς ἀνήρ.

Teles Phil., Περὶ αὐταρκείας P. 8, γρ. 2

ἂνεἴποι πρὸς τὸν ἐγκαλοῦντα ‘τί μοι μάχῃ; μὴ καλοῦ τινος δι'
ἐμὲ στερίσκῃ; μὴ σωφροσύνης; μὴ δικαιοσύνης;μὴἀνδρείας;
ἀλλὰ μὴ τῶν ἀναγκαίων ἐνδεὴς εἶ; ἢ οὐ μεσταὶ μὲν αἱ ὁδοὶ
λαχάνων, πλήρεις δὲ αἱ κρῆναι ὕδατος; οὐκ εὐνάς σοι τοσαύτας
παρέχω ὁπόση γῆ; καὶ στρωμνὰς φύλλα; ἢ εὐφραίνεσθαι μετ' ἐμοῦ
οὐκ ἔστιν; ἢ οὐχ ὁρᾷς γρᾴδια φυστὴν φαγόντα τερετίζοντα; ἢ οὐκ
ὄψον ἀδάπανον καὶ ἀτρύφερον παρασκευάζω σοι τὴν πεῖναν; ἢ οὐχ
ὁ πεινῶν ἥδιστα ἐσθίει καὶ ἥκιστα ὄψου δεῖται; καὶ ὁ διψῶν ἥδιστα
πίνει καὶ ἥκιστα τὸ μὴ παρὸν ποτὸν ἀναμένει; ἢ πεινᾷ τις πλα-
κοῦντα ἢ διψᾷ Χῖον; ἀλλ' οὐ ταῦτα διὰ τρυφὴν ζητοῦσιν ἄνθρω-
ποι; ἢ οἰκήσεις οὐ παρέχω σοι προῖκα, τὸν μὲν χειμῶνα τὰ βαλα-
νεῖα, θέρους δὲ τὰ ἱερά; ποῖον γάρ σοι τοιοῦτον οἰκητήριον, φησὶν
ὁ Διογένης, τοῦ θέρους, οἷον ἐμοὶ ὁ παρθενὼν οὗτος, εὔπνους καὶ
πολυτελής;’ εἰ ταῦτα λέγοι ἡ Πενία, τί ἂν ἔχοις ἀντειπεῖν; ἐγὼ
μὲν γὰρἂνδοκῶ ἄφωνος γενέσθαι. ἀλλ' ἡμεῖς πάντα μᾶλλον
αἰτιώμεθα ἢ τὴν ἑαυτῶν δυστροπίαν καὶ κακοδαιμονίαν, τὸ γῆρας,
τὴν πενίαν, τὸν ἀπαντήσαντα, τὴν ἡμέραν, τὴν ὥραν, τὸν τόπον.
διό φησιν ὁ Διογένης φωνῆς ἀκηκοέναι κακίας ἑαυτὴν αἰτιωμένης,
οὔτις ἐμοὶ τῶνδ' ἄλλος ἐπαίτιος, ἀλλ' ἐγὼ αὐτή.
παράφοροι δὲ πολλοὶ οὐχ ἑαυτοῖς ἀλλὰ τοῖς πράγμασι τὴν αἰτίαν
ἐπάγουσιν. ὁ δὲ Βίων, ὥσπερ τῶν θηρίων, φησί, παρὰ τὴν λῆψιν

Teles Phil., Περὶ συγκρίσεως πενίας καὶ πλούτου (ap. Stobaeum) P. 48, γρ. 8

ται, κἂν πένητες ὦσι. φασὶ δὲ καὶ ἐν ταῖς πόλεσιν ἐντιμοτέρους


εἶναι μᾶλλον τοὺς πλουσίους τῶν πενήτων. οἱ τοιοῦτοι δέ μοι
δοκοῦσιν οὐκ ἀκούειν διότι Ἀριστείδης πτωχότατος ὢν πάντων
Ἀθηναίων ἐντιμότατος ἦν, καὶ ὅτε τοὺς φόρους ταῖς πόλεσιν ἤθε-
λον τάξαι Ἀθηναῖοι, ἐκεῖνον κατέστησαν, οὐδένα οἰόμενοι δικαιότερ'
ἂν τάξαι· καὶ ὅτι Καλλίας πλουσιώτατος ὢν Ἀθηναίων μᾶλλον
προσεποιεῖτο Ἀριστείδου οἰκεῖος εἶναι ἢ Ἀριστείδης Καλλίου, καὶ
πολὺ μᾶλλον ᾐσχύνετο Ἀριστείδης ἐπὶ τῷ πλούτῳτῷΚαλλίου,
ἢ Καλλίας ἐπὶ τῇ πενίᾳ τῇ Ἀριστείδου. ἢ πάλιν Λυσάνδρου τοῦ
Σπαρτιάτου τίς ἐντιμότερος γέγονεν ἢ τιμῶν πλειόνων ἠξιώθη; καὶ
οὗτος τὰς θυγατέρας οὐκ ἐδύνατο ἐκδόσθαι προῖκα δούς.καὶ
ἄλλους δὲ ὁπόσους θέλεις ἄν τις εἴποι, οἳ πένητες ὄντες ἐν μείζονι
249

τιμῇ ἐγένοντο τῶν πλουσίων. οὐκ ἀπὸ τρόπου δέ μοι δοκεῖ οὐδ'
ὁ Εὐριπίδης ἐγκωμιάζων λέγειν τὸν Ἐτεοκλέα διότι νεανίας μὲν

Tragica Adespota, Frag.a Frag. 515a, γρ. 6

ἀλλὰ ταῦτα μὲν χρόνος


δείξει· μόνος γάρ ἐστιν ἀνθρώπων κριτής
ἐμοῦ θανόντος γαῖα μιχθήτω πυρί·
οὐδὲν μέλει μοι· τἀμὰ γὰρ καλῶς ἔχει
τῷ λόγῳ μὲν εὖ διέρχῃ πάντα, τῷ δ' ἔργῳ κακῶς
ἐπεὶ πέπρακται πᾶν τὸ τοῦ θεοῦ καλῶς,
χωρῶμεν ἤδη, παῖδες, εἰς τὰ τῶν σοφῶν
διδασκαλεῖα μουσικῆς· παιδεύματα
προσλαμβάνειν δὲ δεῖ καθ' ἡμέραν ἀεί,
ἕως ἂν ἐξῇ μανθάνειν βελτίονα.
παῖς δ' ὢν κακὸν μὲν δρᾶν τι προῖκ' ἐπίσταται,
αὐτὸς παρ' αὑτοῦ μανθάνων ἄνευ πόνου·
τὰ χρηστὰ δ' οὐδ' ἢν τὸν διδάσκαλον λάβῃ
ἐμνημόνευσεν, ἀλλὰ κέκτηται μόλις.
ταῦτ' οὖν φυλαξώμες>θα καὶ μοχθητέον,
ὦ παῖδες, ὡς ἂν μήτ' ἀπαιδεύτων βροτῶν
δοκῶμεν εἶναι κἀποδημοῦντος πατρός
ἀεί τι βούλου χρήσιμον προσμανθάνειν
ἃ δεῖ παρὼν φρόντιζε, μὴ παρὼν ἀπῇς
οὐχ ὡς νομίζεις, τὸ φρονεῖν εἶπας κακῶς
οὐ χρὴ ποδώκη τὸν τρόπον λίαν φορεῖν

Αισώπου Μύθοι. , Vita G (e cod. 397 Bibliothecae Pierponti Morgan) (recensio 3)


Τμ. 29, γρ. 3

φαῦλα περιπατῶν οὔρησα.” Αἴσωπος· “τίνα ταῦτα;” Ξάνθος· “ζεστότητα


γῆς, οὔρου δριμύτητα, καὶ φλογὴν ἡλίου.” ὁ Αἴσωπος· “πῶς;” ὁ Ξάνθος· “ὁρᾷς μὲν
ὅτι ὁ ἥλιος μεσουρανεῖ καὶ τῇ θερμότητι τὴν γῆν ἐξέκαυσεν· ὅταν δὲ συνεστὼς
οὐρῶ τὸ ἔδαφος ζέον τοὺς πόδας μου κατακαίει, καὶ ἡ δριμύτης τοῦ οὔρου ἀνατρέχει
μου εἰς τὰς ὀσφρήσεις [καὶ τὰς ἀκοάς μου φράσσει], καὶ ὁ ἥλιος δὲ τὴν κεφαλήν
μου φλέγει. ταῦτα τὰ τρία θέλων ἐκφυγεῖν περιπατῶν οὔρησα.” ὁ Αἴσωπος·
“πέπεικάς με, σαφῶς ἐπενόησας· περιπάτει λοιπόν·” Ξάνθος· “ἠγνόουν ἑαυτοῦ
δεσπότην πριάμενος.”
Φθασάντων δὲ αὐτῶν εἰς τὸν οἶκον ὁ Ξάνθος λέγει αὐτῷ· “Αἴσωπε, ὅτι μου
τὸ γύναιον καθαρόν ἐστιν, περίμενε πρὸ τοῦ πυλῶνος μέχρις οὗ πρὸς τὴν γυναῖκα
καταγγείλω, ἵνα μὴ ἐξαίφνης τὴν σαπρίαν σου ἰδοῦσα τὴν προῖκα ἀπαιτήσασα
φύγῃ.” Αἴσωπος· “εἰ γυναικοκρατεῖ σύ, ἄπιθι καὶ ταχὺ ποίησον.” εἰσελθὼν οὖν
ὁ Ξάνθος φησίν “κυρία, οὐκέτι μου καταγογγύζεις καὶ λέγειν ἔχεις ὅτι ‘ἀπὸ τῶν
ἐμῶν παιδισκαρίων ὑπηρέτησαι’. ἴδε κἀγὼ σωμάτιον ἀρρενικὸν ἠγόρασα.” ἡ δὲ γυνὴ
τοῦ Ξάνθου· “εὐχαριστῶ σοι, κυρία Ἀφροδίτη. μεγάλη ἦς· ἀληθινά σου τὰ ἐνύπνια.
κοιμηθεῖσα γὰρ εὐθὺς ὄνειρον εἶδον ᾧ πάγκαλον σωμάτιον ὠνησάμενος ἐχαρίσω
250

μοι.” ὁ Ξάνθος· “μένε, κυρία, καὶ ὄψει ὃ οὐδέποτε ἐθεάσω κάλλος· λάθομαι λέγων
Ἀπόλλωνα ὄψει, ἢ Ἐνδυμίωνα ἢ Γανυμήδην.” τὰ παιδισκάρια ἔχαιρον, καὶ
ἓν τῶν κορασίων εἶπεν “ἐμοὶ ὁ δεσπότης ἄνδρα ἠγόρασεν.” ἄλλη· “οὔ, ἀλλ' ἐμοί· ἐγὼ
γὰρ ἐν τοῖς ὕπνοις εἶδον.” [ταῦτα ἑαυταῖς]. ἄλλη· “ἄλλη πιθανωτέρα λήψεται.”

Αισώπου Μύθοι. , Vita G (e cod. 397 Bibliothecae Pierponti Morgan) (recensio 3)


Τμ. 31, γρ. 6

περὶ τούτου τοῦ ἀνδρός; πρῶτον ἴδετε αὐτοῦ τὸ κάλλος.” ἐξέρχεται μία καὶ
λέγει “ποῦ ἐστιν ὁ κῦρις, ὁ ἀγορασθείς, ὁ καλός μου;” Αἴσωπος εἶπεν “ὧδε.” ἡ
παιδίσκη λέγει “πατάξῃ σου τὸ κακὸν πρόσωπον ἡ Ἀφροδίτη. ἕνεκεν σοῦ ἐμαχόμην,
κάθαρμα; πολλά σοι κακά. δεῦρο εἴσω, καὶ μή μοι κολλῶ· μακρὰν ἀπ' ἐμοῦ.”
Αἴσωπος
εἰσελθὼν ἔστη ἄντικρυς τῆς δεσποίνης.
ἡ γυνὴ τοῦ Ξάνθου, τοῦ Αἰσώπου ἰδοῦσα
τὸ κακοπινὲς τοῦ προσώπου, ἀπεστράφη καὶ πρὸς τὸν Ξάνθον λέγει “οὐᾶ, Ξάνθε,
εὐεπινοήτωςκαὶφιλοσόφως καὶ πρεπόντως ἔπραξας· ἑτέραν λαβεῖν βουλόμενος
γυναῖκα καὶ μὴ τολμῶν μοι κατ' ὄψιν εἰπεῖν ‘πορεύου ἀπ' ἐμοῦ,’ ἐπιστάμενός μου
τὸ φιλοκάθαρον ἤνεγκάς μοι τοῦτον ἐπίτηδες, ἵνα μὴ ὑποφέρουσα ὑπ' αὐτοῦ δουλεύε-
σθαι φύγω ἐπ' ἐμαυτῆς τὴν οἰκίαν καταλιποῦσα. δός μοι οὖν τὴν προῖκα καὶ
ἐγὼ πορεύσομαι καθ' ἑαυτήν.” ὁ Ξάνθος λέγει “οἴμοι, ἵναμὴεἰς τὴν ὁδὸν περι-
πατῶν οὐρήσω, ἑπτασφόνδυλά μοι ῥήματα εἶπας, καὶ νῦν οὐδὲν λέγεις πρὸς αὐτήν;”
Αἴσωπος εἶπε “τοιγὰρ πορεύηται καθ' ἑαυτὴν εἰς τὸ σκότος.” ὁ Ξάνθος εἶπεν
“σιώπα, κάθαρμα, οὐκ οἶδας ὅτι φιλῶ αὐτὴν ὑπὲρ ἐμαυτόν;” Αἴσωπος λέγει “φιλεῖς
τὸ γύναιον;” ὁ Ξάνθος εἶπεν “καὶ μάλα.” Αἴσωπος λέγει “θέλεις οὖν ἵνα μένῃ;”
ὁ Ξάνθος εἶπεν “θέλω, ταπεινέ.” Αἴσωπος λέγει “ὑποκρινοῦμαι ὡς θέλεις.”
καὶῥήξας τὸν πόδα εἰς τὸ μέσον ὁ Αἴσωπος ἀνέκραγεν “εἰ Ξάνθος ὁ φιλόσοφος
γυναικοκρατεῖται, αὔριον αὐτὸν ἐγὼ δείξω ἐν τοῖς ἀκροατηρίοις οἷόν ἐστιν
περικάθαρ-

Αισώπου Μύθοι. , Vita G (e cod. 397 Bibliothecae Pierponti Morgan) (recensio 3)


Τμ. 46, γρ. 7

εἶπεν “ἔκδεξαί με ὀλίγον καὶ ὄψει τίς αὐτῷ εὐνοεῖ.” θεασάμενος οἰκοτραφῆ κύνα
γενναίαν ἐφώνησεν αὐτὴν καὶ λέγει “ἔρχου, λάβε, Λύκαινα.” καὶ προσέδραμεν ἡ
κύων. Αἴσωπος αὐτὴν ἐβρωμάτισεν. τῆς δὲ κυνὸς πάντα καταφαγούσης, παρεγέ-
νετο πάλιν ὁ Αἴσωπος ὅπου ἦν τὸ δεῖπνον καὶ ἔστη ὀπίσω πρὸς τοὺς πόδας τοῦ
Ξάνθου.
ὁ Ξάνθος λέγει “τί ἐστιν, Αἴσωπε, δέδωκας;” Αἴσωπος εἶπεν “δέδωκα.” ὁ
Ξάνθος λέγει “ἔφαγεν;” Αἴσωπος εἶπεν “ναί, πάντα ἔφαγεν.” ὁ Ξάνθος εἶπεν “καὶ
πάντα φαγεῖν ἠδυνήθη;” Αἴσωπος λέγει “ναί, ἐπείνα γάρ.” ὁ Ξάνθος εἶπεν “ἡδέως
αὐτὰ ἔφαγεν;” Αἴσωπος εἶπεν “ναί, ἡδέως ἔφαγεν.” ὁ Ξάνθος εἶπεν “τί οὖν ἔλεγεν;”
Αἴσωπος λέγει “ἔλεγεν μὲν οὐδέν, πάντως δέ σοι ἐν ἑαυτῇ κατηύχετο.” ὁ Ξάνθος
εἶπεν “ἐγὼ αὐτῇ ἀμύνομαι.” ἡ δὲ γυνὴ τοῦ Ξάνθου εἶπεν τοῖς ἑαυτῆς παιδισκαρίοις
“κοράσια, ἐγὼ μετὰ Ξάνθου μένειν οὐκέτι δύναμαι· δότω μοι τὴν προῖκά μου καὶ
ἀναχωρῶ. ἐπὰν γὰρ τὴν κύνα ἐμοῦ προέκρινεν, πῶς ἐγὼ λοιπὸν τούτῳ συνοικήσω;”
εἰσελθοῦσα οὖν εἰς τὸν κοιτῶνα μένει περίλυπος.
Μηκύνοντος δὲ τοῦ πότου ἐγένετο μακρά τις ὁμιλία, καὶ ὡς ἐν ἀνδράσιν φιλολό-
γοις ζητήματα ποικίλα προετίθεντο. εἷς δὲ τῶν σχολαστικῶν εἶπεν “πῶς ἔσται
251

[μέλλει γὰρ] μεγάλη ταραχὴ ἐν ἀνθρώποις;” Αἴσωπος ἑστὼς ὀπίσω τοῦ δεσπότου
αὐτοῦ λέγει “ἐὰν οἱ νεκροὶ ἀναστάντες τὰ ἴδια ἀπαιτοῦσιν.” πολὺς οὖν ἐγένετο
γέλως καὶ πλεῖστος γογγυσμὸς εἰς τοὺς σχολαστικούς, καὶ ἔλεγον “ὁ νεώνητός
ἐστιν, ὃν ἠγόρασεν Ξάνθος ἡμῶν παρόντων.” εἷς τῶν σχολαστικῶν εἶπεν “ἐμέ
ποτε εἶπεν θαλάσσιον πρόβατον εἶναι.” ἄλλος εἶπεν “τὰ μὲν ἀφ' ἑαυτοῦ λαλεῖ, τὰ
δὲ ὑπὸ Ξάνθου διδάσκεται.”

Αισώπου Μύθοι. , Vita G (e cod. 397 Bibliothecae Pierponti Morgan) (recensio 3)


Τμ. 49, γρ. 4

μηδενὸς οὖν εὑρίσκοντος λῦσαι τὴν ἐρώτησιν, Αἴσωπος λέγει “ὅτι τὸ μὲν πρόβατον
ἔχει τὸ γάλα εὔχρηστον καὶ τὰς τρίχας εἰς εὐσχημοσύνην, καὶ κατὰ καιρὸν ἀποκεί-
ρεται τὴν βαροῦσαν αὐτοῦ τρίχα καὶ ἀμελγόμενον πάλιν κουφίζεται, καὶ ὅταν
ἀπάγεται πρὸς θυσίαν, οὐδὲν κακὸν ὑποπτεῦον παθεῖν γεγηθὸς ἀκολουθεῖ καὶ
προσφερόμενον τὸ σίδηρον οὐκ ἀποφεύγει. ὁ δὲ χοῖρος διὰ τοῦτο μεγάλα τονθρύζει,
διὰ τὸ μήτε τρίχας ἔχειν εὐχρήστους μήτε γάλα· εἰκότως κράζει, εἰδὼς ὅτι πρὸς
τὴν τῶν κρεῶν ἀπάγεται χρῆσιν.” οἱ σχολαστικοὶ εἶπον “σαφῶς, μὰ τὰς Μούσας.”
Πάντων οὖν ἀναχωρησάντων ὁ Ξάνθος ὑποστρέψας εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ εἰσῆλθεν
εἰς τὸν κοιτῶνα καὶ ἤρξατο κολακεύειν τὴν ἑαυτοῦ γυναῖκα καὶ καταφιλεῖν. αὐτὴ
δὲ ἀπεστρέφετο τὸν Ξάνθον λέγουσα “μὴ πρόσιθί μοι, δουλοκοῖτα, μᾶλλον δὲ
κυνοκοῖτα. ἀπόδος μοι τὴν προῖκά μου.” ὁ Ξάνθος λέγει “πολλά μοι κακά, τί ποτε
πάλιν Αἴσωπος ἤρτυσέ μοι;” ἡ γυνὴ τοῦ Ξάνθου εἶπεν “ὕπαγε κἀκείνην λάβε,
ᾗτινι τοσαῦτα πέπομφας μέρη.” ὁ Ξάνθος λέγει “οὐκ ἔλεγον ὅτι Αἴσωπος θόρυβον
κεκίνηκέν μοι; Αἴσωπόν τις καλείτω.”

Αισώπου Μύθοι. , Vita G (e cod. 397 Bibliothecae Pierponti Morgan) (recensio 3)


Τμ. 50, γρ. 9

ᾗτινι τοσαῦτα πέπομφας μέρη.” ὁ Ξάνθος λέγει “οὐκ ἔλεγον ὅτι Αἴσωπος θόρυβον
κεκίνηκέν μοι; Αἴσωπόν τις καλείτω.”
Αἴσωπος εἰσῆλθεν. ὁ Ξάνθος λέγει
“Αἴσωπε, τὰ μέρη τίνι δέδωκας;” Αἴσωπος εἶπεν “ἐμοὶ εἶπας ὅτι ‘δὸς αὐτὰ τῇ
εὐνοούσῃ.’” ἡ γυνὴ τοῦ Ξάνθου λέγει “ἐγὼ οὐδὲν ἔλαβον. ἰδοὺ ποῦ ἐστιν· ἐνώπιόν
μου μὴ ἀρνησάσθω.” ὁ Ξάνθος εἶπεν “ἴδε, λέγει, δραπέτα, μὴ εἰληφέναι.” Αἴσωπος
λέγει “τίνι δέ μοι εἶπας ἐπιδοῦναι τὰ μέρη;” ὁ Ξάνθος εἶπεν “τῇ εὐνοούσῃ.” Αἴσωπος
λέγει “τί οὖν αὕτη σοι εὐνοεῖ;” ὁ Ξάνθος εἶπεν “ἀλλὰ τίς, δραπέτα;” Αἴσωπος
λέγει “μάθε τίς σοι εὐνοεῖ.” φωνήσας τὴν κύνα λέγει “αὕτη σοι εὐνοεῖ. γυνὴ μὲν
γὰρ λέγει εὐνοεῖν, οὐκ εὐνοεῖ δέ. τούτου δὲ ἀπόδειξις αὕτη, ὅτι αὕτη, ἣν νομίζεις
εὐνοεῖν σοι, ἐλαχίστων ἕνεκα μεριδίων ἀπαιτεῖ σε τὴν προῖκα καὶ βούλεταί σε
καταλιπεῖν· τὴν δὲ κύνα δεῖρον, ἀπόλεσον, κατάβαλε, δίωξον, καὶ οὐ μὴ ἀποχωρήσει,
ἀλλ' ἐπιλαθομένη τῆς ὕβρεως, ἐπιστρέψασα, τὴν κέρκον σείουσα ζητεῖ πάλιν τὸν
δεσπότην. ἔδει οὖν σε εἰπεῖν μοι ‘ἀπόφερε τῇ γυναικί μου,’καὶ μὴ ‘τῇ εὐνοούσῃ’>·
οὐ γὰρ αὕτη σοι εὐνοεῖ, ἀλλ' ἡ κύων.” ὁ Ξάνθος εἶπεν “θεωρεῖς, κυρά, ὅτι οὐ παρ'
ἐμὲ γέγονεν τὸ ἁμάρτημα, ἀλλὰ παρὰ τὴν τοῦ λαβόντος βαττολογίαν. [ὁ Ξάνθος]
εὑρήσω δὲ πρόφασιν δι' ἧς αὐτὸν μαστιγώσω καί σε ἐκδικήσω.”
Τῇ ἐπαύριον καλέσας ὁ Ξάνθος τοὺς ἤδη καλέσαντας αὐτὸν σχολαστικοὺς
λέγει “Αἴσωπε, ἐπειδὴ φίλους κέκληκα ἐπὶ δεῖπνον, ἀπελθὼν ἕψησον εἴ τι καλόν,
252

εἴ τι χρηστὸν ἐν τῷ βίῳ.” Αἴσωπος πρὸς ἑαυτὸν λέγει “ἐγὼ αὐτῷ δείξω μωρὰ μὴ
διατάττεσθαι.” ἐλθὼν οὖν εἰς τὸν μάκελλον τῶν τεθυμένων χοιριδίων τὰς γλώσσας

Αισώπου Μύθοι. , Vita W (vita Aesopi Westermanniana) (recensio 2)


Τμ. 29, γρ. 4

φύσει ἄνεσιν, ἀλλὰ περιπατῶν οὐρεῖς, εἰ τύχοι ἐμὲ τὸν δοῦλον ἐπὶ διακονίᾳ ταχῦναι
σταλέντα, ἀνάγκη πετόμενον χέζειν.” ὁ Ξάνθος· “τούτου ἕνεκεν ἐταράχθης; τρία
βουλόμενος ἐκφυγεῖν κακὰ περιπατῶν οὔρησα.” ὁ δέ· “ποῖα ταῦτα;” ὁ Ξάνθος·
“ἑστῶτός μου τὴν κεφαλὴν ὁ ἥλιος κατέφλεξεν ἄν, τοὺς δὲ πόδας μου ἐν τῷ οὐρεῖν
ἑστῶτος ἡ γῆ κατέκαυσεν, ἡ δὲ τοῦ οὔρου δριμύτης τὰς ὀσφρήσεις μου ἔβλαψεν ἄν.
ταῦτα οὖν τὰ τρία ἐκφεύγων φαῦλα περιπατῶν οὔρησα.” ὁ Αἴσωπος λέγει “περιπάτει,
πέπεικάς με.”
Ξάνθος λέγει “Αἴσωπε, ἐπεὶ καθάριόν μοί ἐστι τὸ γύναιον, μὴ θέλον ὑπὸ
αἰσχροῦ σωματίου δουλεύεσθαι, μεῖνον πρὸ τοῦ πυλῶνος ἕως οὖ εἰσελθὼν πρὸς τὴν
κυρίαν σου ἐγκώμιόν τι γελοίου ἀπαγγείλω, ἵνα μή σου ἐξαίφνης τὴν σαπρίαν
ἰδοῦσα, ἀπαιτήσασα τὴν προῖκα φύγῃ.” Αἴσωπος εἶπεν “ἄπιθι καὶ ταχὺ ποίει.”
εἰσελθὼν δὲ ὁ Ξάνθος πρὸς τὴν γυναῖκα φησί “κυρία, οὐκέτι με ὀνειδίσεις ὅτι ἀπὸ
σῶν δουλεύομαι παιδισκαρίων· ἴδε κἀγὼ σοὶ παῖδα ἠγόρασα, καὶ ὄψει κάλλος οἷον
οὐδέποτε ἐθεάσω.”
αἱ δὲ θεραπαινίδες ἀκούσασαι καὶ νομίσασαι ἀληθῆ εἶναι
τὰ λεγόμενα ἤρξαντο πρὸς ἑαυτὰς μάχεσθαι καὶ λέγειν “ἐμοὶ ὁ δεσπότης ἄνδρα
ἠγόρασεν.” ἄλλη δέ φησι “κενή σοι ἡ χαρά, ἐμοὶ γὰρ εἰς ὕπνους τοῦτον συνέθετο.”
ἄλλη δὲ ἔφη “ἐγὼ ἐν ὀνείροις ἐνυμφευόμην.” τούτων δὴ διαμαχομένων ἡ γυνὴ τῷ
Ξάνθῳ ἔφη “περὶ οὗ τοσαῦτα κατεβάλου ἐγκώμια, ποῦ ἐστιν;” ὁ δὲ ἔφη “μέχρι
τοῦ πυλῶνος ἠκολούθησε, μὴ κληθεὶς δὲ εἰσελθεῖν ἔξω ἔμεινεν.” ἡ δέ φησι “τὸν
νεώνητόν

Αισώπου Μύθοι. , Vita W (vita Aesopi Westermanniana) (recensio 2) Τμ. 31, γρ. 6

εἶπε “σὺ εἶ;” ὁ δέ “ναί, ἐγώ.” ἡ δέ φησιν “ἀβάσκαντε, ποῦ σου ἡ κέρκος; μὴ εἰσέλθῃς
αἰφνιδίως καὶ φύγωσι πάντες.” προλαβοῦσα δὲ ἐκείνη ταῖς λοιπαῖς ἔφη “ἐξελθοῦσαι
ὄψεσθε πηλίκον κακόν, περὶ οὗ πᾶσαι διαμαχόμεθα.” ἐξελθοῦσα δὲ ἄλλη καὶ ἰδοῦσα
αὐτὸν εἶπε “ψῶ! παταχθήτω σου τὸ πρόσωπον. δεῦρο εἴσελθε, καὶ μή μοι κολλῶ.”
εἰσελθὼν δὲ ἄντικρυς ἔστη τῆς δεσποίνης.
θεασαμένη δὲ αὐτὸν ἐκείνη ἀπεστράφη
καί φησι πρὸς τὸν ἄνδρα “πόθεν μοι τὸ τέρας τοῦτο; οὗτός ἐστιν ὃν ἐγκωμιάζεις;
ἔκβαλε αὐτὸν ἀπὸ τῆς ὄψεώς μου.” ὁ Ξάνθος εἶπεν “ἀρκεῖ, κυρία, μὴ σκῶπτέ μοι
τὸν νεώνητον.” ἡ γυνὴ ἔφη “μεμίσηκάς με, Ξάνθε· ἑτέραν γῆμαι θέλων καὶ
αἰδούμενός
μοι εἰπεῖν, ἵνα τῆς οἰκίας ὑποχωρήσω, ἤνεγκάς μοι τὸν κυνοκέφαλον τοῦτον ἐπίτηδες,
ἵνα μὴ θέλουσα ὑπ' αὐτοῦ δουλεύεσθαι φύγω. δός μοι οὖν τὴν προῖκά μου καὶ πορεύ-
σομαι.” ὁ δὲ Ξάνθος τῷ Αἰσώπῳ ἔφη “ἵνα μὴ εἰς τὴν ὁδὸν περιπατῶν οὐρήσω τοιαῦτά
μοι ἔφης ῥήματα, καὶ νῦν οὐδὲν λέγεις πρὸς αὐτήν;” Αἴσωπος εἶπε “ῥῖψον αὐτὴν
εἰς τὸ σκότος.” ὁ δέ· “σιώπα, κάθαρμα· οὐκ οἶδας ὅτι θέλω αὐτὴν ὡς ἐμαυτόν;
Αἴσωπος
λέγει “ποθεῖς τὸ γύναιον;” ὁ Ξάνθος· “ναί, δραπέτα.” ῥίψας δὲ τὸν πόδα ὁ Αἴσωπος
253

εἰς τὸ μέσον ἀνέκραγεν “Ξάνθος ὁ φιλόσοφος γυναικοκρατεῖται.

Αισώπου Μύθοι. , Vita W (vita Aesopi Westermanniana) (recensio 2) Τμ. 49, γρ. 2

πλὴν πάντα καλῶς λέγει.”


ἄλλος ἔφη “διὰ τί τὸ μὲν πρόβατον ἑλκόμενον εἰς
θυσίαν οὐ βοᾷ, ὁ δὲ χοῖρος μεγάλα κράζει;” Αἴσωπος πάλιν ἑστὼς ἔφη “τὸ μὲν
πρόβατον συνήθως ἀμελγόμενον καὶ κειρόμενον ἑλκόμενον ἀκολουθεῖ, σκελιζόμενον
δὲ καὶ τὸν σίδηρον βλέπον οὐδὲν ὑποπτεύει· δοκεῖ γὰρ τὸ τοῦ πόκου βάρος
ἀποτίθεσθαι
καὶ τὴν τοῦ γάλακτος ἄμελξιν. ὁ δὲ χοῖρος μήτε γάλα εὔχρηστον ἔχων μήτε τρίχας,
εἰδὼς ὅτι πρὸς χρῆσιν τῶν κρεῶν τὸ αἷμα αὐτοῦ τις κενῶσαι θέλει, κέκραγε, μὴ
ἔχων τι ἕτερον προσδοῦναι.” οἱ δὲ σχολαστικοὶ θαυμάσαντες ἐπῄνεσαν αὐτόν.
καὶ οὕτως ἀνέλυσαν ἐκ τοῦ δείπνου.
Ὁ δὲ Ξάνθος εἰσελθὼν πρὸς τὴν γυναῖκα αὐτοῦ ἐν τῷ κοιτῶνι ἐκολάκευεν
αὐτήν. ἡ δὲ αὐτὸν ἀπεστρέφετο λέγουσα “μὴ θίγῃς μου· δός μοι τὴν προῖκά μου,
οὐκέτι μένω μετὰ σοῦ. ἀπελθὼν τὴν κύνα κολάκευε, ᾗτινι τὰ μέρη πέπομφας.”
ὁ Ξάνθος ἐν ἑαυτῷ· “τί ποτέ μοι πάλιν ὁ Αἴσωπος ἤρτυσε;” καί φησι “κυρία, ἐγὼ
πέπωκα καὶ σὺ μεθύεις. τίνι ἔστειλα τὰ μέρη, οὐχὶ σοί;” ἡ δὲ ἔφη “οὐκ ἐμοί, ἀλλὰ
τῇ κυνί.” Ξάνθος εἶπεν “Αἴσωπόν μοί τις καλεσάτω.”
ἐλθόντος δὲ αὐτοῦ λέγει
“τίνι ἔδωκας τὰ μέρη;” ὁ δὲ ἔφη “τῇ εὐνοούσῃ.” ὁ Ξάνθος φησίν “οὐδὲν ἔλαβε.” καὶ
ἡ γυνὴ ἐφώνησεν “οὐδὲν εἴληφα ἐγώ.” Αἴσωπος ἔφη “τίνι εἶπας δοθῆναι τὰ μέρη;”
ὁ Ξάνθος εἶπε “τῇ εὐνοούσῃ.” καὶ ὁ Αἴσωπος· “μὴ οὖν αὕτη σοι εὐνοεῖ;” ὁ Ξάνθος·
“ἀλλὰ τίς, δραπέτα;” Αἴσωπος φωνήσας τὴν κύνα φησίν “αὕτη σοι μᾶλλον εὐνοεῖ·
γυνὴ δὲ κἂν λέγῃ εὐνοεῖν οὐκ εὐνοεῖ. εἰ γὰρ ἐπ' ἐλαχίστῳ λυπηθῇ, ὑβρίζει, ἀντιλέγει,

Αισώπου Μύθοι. , Vita Pl vel Accursiana (sub auctore Maximo Planude) (recensio 1)
P. 246, γρ. 14

πρόσωπον”, καὶ “δεῦρο εἴσελθε, ἀλλὰ μὴ προσεγγί-


σῃς μοι”, εἰσελθὼν ἔστη ἀντικρὺ τῆς δεσποίνης.
ἣ δὲ τοῦτον θεασαμένη, τὰς ὄψεις ἀπέστρεψε πρὸς
τὸν ἄνδρα, φαμένη· “πόθεν μοι τοῦτο τὸ τέρας ἤνε-
γκας; ἔκβαλε αὐτὸν τοῦ προσώπου μου”. κἀκεῖνος·
“ἅλις σοι, κυρία, μὴ οὕτω σκῶπτέ μου τὸν νεώνη-
τον”. ἣ δέ· “δῆλος εἶ, Ξάνθε, μισήσας με· ἑτέραν
γὰρ ἀγαγέσθαι βουλόμενος καὶ ἴσως αἰδούμενος
φράσαι μοι, ὡς τῆς σῆς οἰκίας ἀναχωρήσω, τὸν κυνο-
κέφαλόν μοι τοῦτον κεκόμικας, ὡς ἂν τὴν αὐτοῦ
δυσανασχετοῦσα λατρείαν φύγω. δός μοι τὴν προῖκά
μου καὶ πορεύσομαι”. πρὸς ταῦτα τοῦ Ξάνθου
μεμψαμένου τὸν Αἴσωπον, ὡς κατὰ μὲν τὴν ὁδὸν
ἀστεῖά τινα φθεγξαμένου περὶ τῆς ἐν τῷ βαδίζειν
254

οὐρήσεως, νυνὶ δὲ πρὸς τὴν γυναῖκα μηδὲν λέγον-


τος, Αἴσωπος ἔφη· “βάλε αὐτὴν εἰς τὸ βάραθρον.”
καὶ ὁ Ξάνθος· “παῦε, κάθαρμα· ἦ οὐκ οἶσθ' ὅτι ταύ-
την ὡς ἐμαυτὸν στέργω”; καὶ ὁ Αἴσωπος· “ἐρᾷς
τοῦ γυναίου”; κἀκεῖνος· “πάνυ μὲν οὖν, δραπέτα”.
καὶ πρὸς τοῦτο ὁ Αἴσωπος κροτήσας εἰς τὸ μέσον
τὸν πόδα, μεγάλως ἔκραξε· “Ξάνθος ὁ φιλόσοφος

Αισώπου Μύθοι. , Vita Pl vel Accursiana (sub auctore Maximo Planude) (recensio 1)
P. 251, γρ. 1

μὲν γὰρ φύσει ὡς οἰκεῖα φιλεῖ, ἀποστέργει δὲ τὰ


τοῦ ἀνδρὸς ὡς ἀλλότρια. τὸν ἴσον δὴ καὶ ἡ γῆ τρό-
πον τῶν μὲν αὐτομάτως ἐξ αὐτῆς φυομένων μήτηρ
ἐστίν· ἃ δ' αὐτὸς ἐμφυτεύεις, τούτων γίνεται μη-
τρυιά. οὗ χάριν καὶ μᾶλλον ὡς γνήσια τὰ οἰκεῖα
τρέφει καὶ θάλπει, τοῖς δὲ παρὰ σοῦ φυτευομένοις οὐ
τοσαύτην ὡς νόθοις τὴν τροφὴν νέμει”. ἐπὶ τού-
τοις ἡσθεὶς ὁ κηπωρός “πιστεύσαις ἄν μοι”, φησίν
“ὅτι με ἀμηχάνου λύπης καὶ ἀδολεσχίας ἐκούφισας.
ἄπιθι προῖκα φέρων τὰ λάχανα, καὶ ὁσάκις σοι τού-
των δεῖ, ὡς εἰς οἰκεῖον κῆπον βαδίζων λάμβανε”.
Μεθ' ἡμέρας πάλιν εἰς τὸ βαλανεῖον ἐλθόντος
τοῦ Ξάνθου καί τισιν ἐντυχόντος ἐκεῖ τῶν φίλων,
καὶ πρὸς τὸν Αἴσωπον εἰρηκότος εἴς τε τὴν οἰκίαν
προδραμεῖν καὶ φακῆν εἰς τὴν χύτραν ἐμβαλόντα
ἑψῆσαι, ἐκεῖνος ἀπελθὼν κόκκον ἕνα φακῆς εἰς τὴν
χύτραν ἕψει βαλών. ὁ δὲ δὴ Ξάνθος ἅμα τοῖς φίλοις
λουσάμενος, ἐκάλει τούτους συναριστήσοντας. προ-
εῖπε μέντοι καὶ ὡς λιτῶς, ἐπὶ φακῇ γὰρ ἔσται τὸ
δεῖπνον, καὶ ὡς μὴ δεῖ τῇ ποικιλίᾳ τῶν ἐδεσμάτων

Αισώπου Μύθοι. , Vita Pl vel Accursiana (sub auctore Maximo Planude) (recensio 1)
P. 257, γρ. 3

ὁρῶν, οὐδὲν δεινὸν ὑποπτεύει, ἀλλ' ἐκεῖνα τὰ συνήθη


καὶ μόνα δοκεῖ πείσεσθαι. ὁ δὲ χοῖρος ἅτε δὴ μήτ'
ἀμελγόμενος μήτε κειρόμενος μηδὲ συνειδὼς ἑαυτῷ
πρός τι τῶν τοιούτων ἑλκόμενος, ἀλλ' ὅτι τῶν σαρ-
κῶν αὐτοῦ μόνον ἐστὶ χρεία, εἰκότως βοᾷ”. τούτων
οὕτω ῥηθέντων, οἱ σχολαστικοὶ πάλιν ἐπῄνεσαν
αὐτόν, τραπέντες εἰς γέλωτα. παυσαμένου μέντοι
τοῦ πότου καὶ τοῦ Ξάνθου πρὸς τὴν οἰκίαν ἀπονο-
στήσαντος, καὶ τῇ γυναικὶ συνήθως ὁρμήσαντος
προσλαλεῖν, ἐκείνη τοῦτον ἀποστραφεῖσά φησι· “μή
μου πλησίον γένῃ. δός μοι τὴν προῖκα καὶ ἀπελεύ-
σομαι. οὐδὲ γὰρ ἂν μείναιμι σὺν σοὶ τοὐντεῦθεν.
σὺ δ' ἀπελθὼν τὴν κύνα κολάκευε, ᾗ πέπομφας τὰς
μερίδας”. καὶ ὁ Ξάνθος ἐκπλαγεὶς λέγει· “οὐκ ἔστιν
ὅπως οὐκ ἤρτυσέ μοί τι κακὸν πάλιν Αἴσωπος”.
255

καὶ πρὸς τὴν γυναῖκά φησι· “κυρία, ἐμοῦ πεπωκό-


τος σὺ μεθύεις; τίνι τὰς μερίδας πέπομφα, οὐχὶ
σοί”; “μὰ Δί', ἐμοὶ μὲν οὔ”, φησὶν ἐκείνη “τῇ δὲ
κυνί”. καὶ ὁ Ξάνθος τῷ Αἰσώπῳ κληθέντι φησί·
“τίνι δέδωκας τὰς μερίδας”; κἀκεῖνος· “τῇ εὐνοούσῃ
σοι”. καὶ πρὸς τὴν γυναῖκα ὁ Ξάνθος· “

Tatianus Apol., Oratio ad Graecos Κεφ. 32, τμ. 1, γρ. 6

ἡμῖν ὡς ἐπὶ κεφαλαίων εἰρήσθω. δυνατὸν γὰρ παντὶ ψευδεῖς


ἀποφήνασθαι καὶ τὰς περὶ τοὺς λόγους δόξας· παρ' οἷς γὰρ
ἀσυνάρτητός ἐστιν ἡ τῶν χρόνων ἀναγραφή, παρὰ τούτοις οὐδὲ
τὰ τῆς ἱστορίας ἀληθεύειν δυνατόν. τί γὰρ τὸ αἴτιον τῆς ἐν
τῷ γράφειν πλάνης, εἰ μὴ τὸ συντάττειν τὰ μὴ ἀληθῆ;
Παρ' ἡμῖν δὲ τῆς μὲν κενοδοξίας ὁ ἵμερος οὐκ
ἔστιν, δογμάτων δὲ ποικιλίαις οὐ καταχρώμεθα. λόγου γὰρ τοῦ
δημοσίου καὶ ἐπιγείου κεχωρισμένοι καὶ πειθόμενοι θεοῦ παραγ-
γέλμασι καὶ νόμῳ πατρὸς ἀφθαρσίας ἑπόμενοι, πᾶν τὸ ἐν δόξῃ
κείμενον ἀνθρωπίνῃ παραιτούμεθα, φιλοσοφοῦσί τε οὐ μόνον
οἱ πλουτοῦντες, ἀλλὰ καὶ οἱ πένητες προῖκα τῆς διδασκαλίας
ἀπολαύουσιν· τὰ γὰρ παρὰ θεοῦ τῆς ἐν κόσμῳ δωρεᾶς ὑπερ-
παίει τὴν ἀμοιβήν. τοὺς δὲ ἀκροᾶσθαι βουλομένους πάντας
οὕτως προσιέμεθα κἂν πρεσβύτιδες ὦσι κἂν μειράκια, πᾶσά τε
ἁπαξαπλῶς ἡλικία παρ' ἡμῖν τυγχάνει τιμῆς· τὰ δὲ τῆς ἀσελ-
γείας πόρρω κεχώρισται. καὶ ἡμεῖς μὲν λέγοντες οὐ ψευδόμεθα·

Vitae Homeri, Tzetzae vita (Chil. 13.626-665) Chiliad γρ. 640


σὺ δὲ Σμυρναῖον γίνωσκε τὸν Ὅμηρον ὑπάρχειν,
υἱὸν δὲ δὴ τοῦ Μέλητος ὄντα καὶ Κριθηίδος
ἐῶ τὰ μυθωδέστερα γονῆς τῆς τούτου λέγειν.
διδάσκαλον Ὁμήρου δὲ τὸν Πορναπίδην νόει.
σύνευνος ἦν Ὁμήρου δὲ τὴν κλῆσιν Εὐρυδίκη,
Γνώστορος εἴτε Πάστορος θυγάτηρ τοῦ Κυμαίου.
Σερίφων καὶ Θεόλαος υἱοὶ δὲ τοῦ Ὁμήρου·
θυγάτηρ Ἀρσιφόνη δέ, ἣν ἔγημε Στασῖνος,
Στασῖνος ὁ τὰ Κύπρια συγγράμματα ποιήσας
ἅπερ οἱ πλείους λέγουσιν Ὁμήρου πεφυκέναι,
εἰς προῖκα δὲ σὺν χρήμασι δοθῆναι τῷ Στασίνῳ
Ἀρκτῖνος ὁ Μιλήσιος ἦν μαθητὴς Ὁμήρου,
καὶ δοῦλος δὲ τῷ ποιητῇ κλῆσιν ὑπῆρχε Βύκκων
ὃν βίκωνα καὶ φλάσκωνα παίζων ὁ Τζέτζης λέγει.
βιβλία τοῦ Ὁμήρου δὲ τρία εἰσὶ καὶ δέκα.
ὁ χρόνος τούτου σύγχρονος ἦν ἐκστρατείας δύο,
Θηβαικῇ καὶ Τρωικῇ κατὰ πολλοὺς ἑτέρους.
ὁ δ' Ἀπολλόδωρος αὐτὸς ὁ χρονογράφος λέγει
τελεῖν μετ' ὀγδοήκοντα ἔτη τῆς Τρώων μάχης.
Ἡσίοδος δὲ ἤκμαζεν ὡς εὗρον ἐν ἑτέροις,
κατὰ τὴν ἑνδεκάτην μὲν αὐτὴν Ὀλυμπιάδα.
256

Themistius Phil., Rhet., Εἰς Κωνστάντιον τὸν αὐτοκράτορα, ὅτι μάλιστα φιλόσοφος
ὁ βασιλεύς, ἢ χαριστήριος Harduin p. 28, τμ. a, γρ. 4

εὔστομα κείσθω, κατὰ τὸν Λύζου. Ἀγησίλαον δὲ οἶδα τὸν


βασιλέα τῆς Σπάρτης ὅτι Ξενοφῶν ὁ Σωκράτους ὁμιλητὴς
οὐκ ὤκνει ἐπαινεῖν καὶ ἀμείβεσθαι μακρῷ βιβλίῳ, ἐπειδὴ
αὐτῷ νέμεσθαι διεπράξατο χωρίον τι μεταξὺ Ἤλιδος καὶ
Ἀρκαδίας, οὐ πόρρω Σκιλλοῦντος, ἐν τῇ φυγῇ. καὶ πρὸς
ἐκείνῳ τόδε εὖ οἶδα, ὅτι οὗτος ὁ Σπαρτιάτης τὰ μὲν ἄλλα
φιλότιμός τε ἦν καὶ ὑψηλόφρων, φιλανθρωπίᾳ δὲ καὶ πρᾳό-
τητι τοσόνδε ἐλείπετο τοῦ ἀληθινοῦ βασιλέως ὁπόσον καὶ
τῇ βασιλείᾳ, εἴπερ τι μέμνησθε τῆς Λυσάνδρου κρεο-
δαισίας. οὐ μὴν οὐδὲ ἡ χάρις ὁμοία ἀγρὸν ἐργάζεσθαι
προῖκα Ἀρκαδικὸν ἢ ἐπαίνου τυχεῖν ἀγήρω τε καὶ ἀθανά-
του. τάχα δ' ἂν καὶ αὐτὸς ὁ Ἀρχιδάμου τιμιώτερον ξυν-
έφη εἶναι τῆς αὐτοῦ δωρεᾶς τὸ χαριστήριον τοῦ Ξενο-
φῶντος. τὸ μὲν γὰρ λόγος ἦν ὑπὸ φιλοσόφου γεγραμμένος,
ἡ δέ, εἴ τι δεῖ προσέχειν τῷ εἰληφότι, πυροὶ καὶ κριθαὶ
καὶ τρωκτὰ ὡραῖα καὶ δορκάδας καὶ σῦς διώκειν τε καὶ
ἀκοντίζειν.

Themistius Phil., Rhet., Περὶ τῶν ἠτυχηκότων ἐπὶ Οὐάλεντος


Harduin p. 95, τμ. c, γρ. 3

ἂν μή σε φίλον ποιήσω.
Εἰ δὲ τὴν πρᾳότητα ταύτην τριβωνίῳ μέν φησί τις προς-
ήκειν, ἁλουργίδι δὲ μή, ἀλλ' ἐγώ σοι καταριθμήσω καὶ
τοὺς ἐνδοξοτάτους τῶν βασιλέων παραπλησίους Σωκράτει
γεγενημένους. Φιλίππῳ τῷ Ἀμύντου κατεῖπέ τις ὁτουδὴ
τῶν ταξιαρχῶν ὡς ἀπεχθῶς διακειμένου καὶ ῥᾳδίως κακόν
τι βουλεύσαντος, εἰ μὴ τάχιστα ἐκποδὼν γένοιτο. τί οὖν
ὁ Φίλιππος; οὐκ εὐθὺς ᾖξεν ἐπὶ τὸν σίδηρον, ἀλλὰ καὶ
παρ' ἡμᾶς, φησί, τὸ αἴτιον τῆς ἀπεχθείας· ὁ γὰρ ἀνὴρ
οὐχ ὁ φαυλότατος τῶν Μακεδόνων. καὶ τά τε ἄλλα ἐπι-
μελεῖται εὐθὺς τοῦ ἀνθρώπου, καὶ προῖκα ἐπιδίδωσι δεο-
μένῳ θυγατρὸς ὡραίας. καὶ μετὰ ταῦτα οὐδεὶς ἦν πιστό-
τερος τῷ βασιλεῖ τῶν πάλαι κεκριμένων ἐπιτηδείων.
Ὣς εὐεργεσίη κακοεργίης μέγ' ἀμείνων.
οὐ γὰρ ῥᾴδιον οὕτω τινὰ ἐν ἀνθρώποις ἀπάνθρωπον φῦναι
ὥστε παρ' οὗ τὰ ἔσχατα πείσεσθαι προσεδόκησε, τούτῳ
χρηστῷ καὶ προσνείμαντί τι τιμῆς οὐκ εὐθὺς εὔνουν γενέ-
σθαι, ἀλλ' ὁ τὴν τιμωρίαν διαφυγὼν ὅσῳ δικαιότερον ὦφλε,
τοσούτῳ μᾶλλον ὑπόχρεως γίνεται τῷ συγχωρήσαντι.
οὕτω δὲ Ἀλέξανδρος Μέμνονα τὸν Δαρείῳ συστρατηγή-
σαντα ἀποκτιννύειν τινῶν κελευόντων, ἐπειδὰν ὡς τάχιστα
257

Themistius Phil., Rhet., Πενταετηρικός Harduin p. 109, τμ. d, γρ. 7

ἀτεχνῶς φύσεως θείας, καὶ μνήμονα εἶναι τὸν βασιλέα καὶ


ἐπιλήσμονα· μνήμονα μὲν τῶν ἀγαθῶν, ἐπιλήσμονα δὲ
τῶν ἐναντίων. πόσους εἰκὸς Δαρείῳ τῷ Ὑστάσπου,
ἡνίκα δορυφόρος ἐστρατεύετο ὑπὸ Καμβύσῃ, καὶ προς-
κροῦσαι μάτην καὶ λοιδορήσασθαι, τυχὸν δὲ καὶ ἀφε-
λέσθαι τι τῶν κτημάτων; ἀλλ' ἀφ' ἧς ἡμέρας εἰς τὸν
Καμβύσου θρόνον ἐκάθισε, τὰ μὲν ἄλλα πάντα ἀφῆκε, Συλο-
σῶντα δὲ οὐκ ἀφῆκεν. οἶδα ὅτι τὸν Συλοσῶντα ἐπιζητεῖς
ὅστις ποτὲ ἦν. Σάμιος ἦν, ἰδιώτης ἀνήρ, καὶ Δαρεῖον
στρατευόμενον ἐν τοῖς δορυφόροις, ἐπειδὴ τῆς χλαμύδος
ἁλόντα ᾔσθετο, ἣν ἔτυχεν ἠμφιεσμένος δωρεῖται προῖκα
ἐκδὺς ἀργύριον καταβάλλοντι. καὶ τὴν μὲν χλαμύδα κατ-
έτριψε Δαρεῖος οὐκ εἰς μακράν, τὴν μνήμην δὲ οὐ κατ-
έτριψε τῆς δωρεᾶς, ἀλλ' ἡνίκα εἰς τὴν βασιλείαν παρῆλθε,
τοῦτο ὑπέλαβεν εἶναι τῆς ἀμείνονος τύχης προοίμιον, εἰ
νικήσειε πολλῷ τὸν εὖ ποιήσαντα.
Σὺ δὲ ὀργὴν ἀπεμνημόνευσας οὐδενί, Συλοσῶντας δὲ
πλεῖν ἢ μυρίους νενίκηκας. ἠμύνω μὲν γὰρ οὐδ' ὁντινοῦν,
εὖ δ' ἐποίησας καὶ τῶν προσκρουσάντων οὓς χρηστοὺς
ᾔδεις. τὸ μὲν γὰρ ἐκπλῆσαι τὴν ἰδίαν ἀπέχθειαν ἰδιώτῃ,
τὸ δὲ ἆθλα τῆς ἀρετῆς ἀποδοῦναι βασιλεῖ προσήκειν ἐνό

Themistius Phil., Rhet., Σοφιστής arduin p. 298, τμ. d, γρ. 4

μάζειν ἢ ἐθέλοντες ἢ δυνάμενοι διὰ τὴν περιουσίαν τῶν


οἴκοι θαυμάτων, ὅμως τοσόνδε ἑάλωσαν καὶ ἐκρατήθη-
σαν ὑπὸ τῶν ἀγωγίμων τῶν ἡμετέρων, ὥστε πολλὴν μὲν
χώραν καρποῦσθαι διδόντες ψιλὴν καὶ πεφυτευμένην,
πολὺ δὲ ἀργύριον, πολὺ δὲ χρυσίον, ἰόντες τε εἰς τὴν
κατάλυσιν ὁσημέραι καὶ θαυμαστὰ δρῶντες ὅπως ἂν
χρόνον τινὰ ἐκεῖ διατρίψας πάλαι κεκλεισμένα τὰ Πυθα-
γόρου τεμένη καὶ τοὺς Πλάτωνος καὶ Ἀριστοτέλους νεὼς
ἀναπετάσαιμι αὐτοῖς κατὰ δύναμιν καὶ δείξαιμι τὰ ἀγάλ-
ματα, ἐπειδὴ πείθειν οὐχ οἷοί τε ἦσαν, ἀλλ' ἐγὼ τὰ
μὲν ἀγώγιμα προῖκα ἐδίδουν, αὐτὸς δὲ ὀπίσω παρ' ὑμᾶς
ἱέμην, χεῖράς τε ἐπειρῶντο προσάγειν καὶ ἐπίκουρον τῷ
ἔρωτι τὸν μέγαν παρακαλεῖν βασιλέα. καὶ τούτων τίνα
ἄλλον μάρτυρα ἂν ὑμῖν παρασχοίμην ἀξιοπιστότερον
αὐτοῦ βασιλέως, οὗ καὶ ἀνεγνώσθη ὑμῖν ἐν τῇ βουλῇ
ἤδη ἡ μαρτυρία; πῶς ἂν οὖν ἐμπορευοίμην ἐγὼ τὴν σοφίαν,
καὶ παρὰ τίνας ἀφικνούμενος ἄλλους ἀνθρώπους, εἰ παρ'
οἷς μάλιστα καὶ πλεῖστον ἐξῆν, οὗτοι δωτίνην ἀπέλαυσαν
τῆς ἐμπορίας;
Καὶ οὐ λέγω τὸ ἄστυ τοῦ Ἀντιόχου, οὐδὲ ὅσοις ἐκεῖ
ξυνέμιξα ἀνδράσι τὰ ἐμὰ φορτία μαστεύουσι καὶ περι
258

Synesius Phil., Epistulae Epistle 50, γρ. 32

τῆς Κυρήνης, ὃ πάλαι μὲν εἶχον Καρνεάδαι τε καὶ


Ἀρίστιπποι, νυνὶ δὲ Ἰωάνναι τε καὶ Ἰούλιοι, μεθ' ὧν
οὐκ εὐκαίρως γενόμενος εὐκαίρως ἀποδημῶ. σὺ δὲ
ἀλλὰ μηδὲ γράφειν ἔτι μοι περὶ τῶν ἐκεῖθεν πραγμά-
των τινός· μηδὲ συνιστάναι τοὺς ἔχοντας δίκας· οὐ γὰρ
ἂν ἐπιδοίην ἐμαυτὸν ἔτι τούτων τινί. ἀτυχέστατος
μεντἂν εἴην, εἰ τῶν μὲν ἀγαθῶν τῆς φιλτάτης πατρί-
δος στεροίμην, μετέχοιμι δὲ ἀντιλογιῶν καὶ
πραγμάτων ἀφελκόντων με τῆς ἐν φιλοσοφίᾳ ῥᾳστώνης,
καὶ πενίαν ἐξ ἀπραξίας ὡς κέρδος ἑλόμενος, τἀλλό-
τρια κακὰ προῖκα περιεργάσομαι.

Gregorius Nyssenus Theol., In inscriptiones Psalmorum Vol. 5, p. 150, γρ. 11

ἄχθος ἀποσεισάμενος, τότε ἐπῄνεσεν τοὺς ἑαυτοῦ λόγους,


οἵτινές εἰσιν ἡ ὁμολογία τῆς πίστεως. Ἐπὶ τῷ θεῷ γάρ,
φησίν, ἐπαινέσω τοὺς λόγους μου. ἀλλὰ τούτους, φησίν, τοὺς
ἐπαινετοὺς λόγους οἱ ἐχθροί μου βδελύσσονται, τοὺς κατ'
ἐμοῦ λογισμοὺς εἰς κακὸν ἐφευρίσκοντες καὶ λανθάνουσαν
καὶ κεκρυμμένην ἐν τῷ παροικεῖν τὴν ἐπιβουλὴν διασκευά-
ζοντες. οἳ τὸ ἴδιον ἑαυτῶν ἐπιτήδευμα ποιοῦντες οὐ παύονται
ἀεί μου τὴν πτέρναν ἐπιφυλάσσοντες. τοῦτο γὰρ τοῦ ἐξ ἀρχῆς
ἀνθρωποκτόνου τὸ ἔργον, τὸ ἐπιτηρεῖν τοῦ ἀνθρώπου τὴν
πτέρναν. ἀλλ' εἰ καὶ βαρεῖα τῶν πολεμίων ἡ προσβολή,
διὰ τῆς συμμαχίας τῆς σῆς ἀπωσθήσονται, προῖκα τοῖς
ἀνθρώποις παρὰ σοῦ γινομένης τῆς σωτηρίας, οὐκ ἐξ ἔργων
τῶν ἐκ δικαιοσύνης, ἀλλ' ἐκ μόνης τῆς σῆς χάριτος. Ὑπὲρ
γὰρ τοῦ μηδενὸς σώσεις αὐτούς. καὶ πᾶσα καθεξῆς ἡ τῆς
ψαλμῳδίας ἀκολουθία τὴν ἀνάκλησιν τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως
ἑρμηνεύει. ἧς τὸ κεφάλαιον τῆς κατὰ τοῦ ἀντιπάλου νίκης
ἐστὶν ἀνεξάλειπτον, ὥσπερ στήλης τῆς τοῦ θεοῦ φιλανθρωπίας
μνημόσυνον πάσῃ τῇ κτίσει πρὸς ὑπόθεσιν δοξολογίας
προκείμενον. διό φησι τοῖς τελευταίοις τῆς ψαλμῳδίας πρὸς
ταύτην τὴν στήλην βλέπων, Ἐπὶ τῷ θεῷ αἰνέσω ῥῆμα, ἐπὶ
τῷ κυρίῳ αἰνέσω λόγον, ἐπὶ τῷ θεῷ ἤλπισα. δι' ὃν τὸν τῆς

Eusebius Scr. Eccl., Theol., Praeparatio evangelica Book 8, Κεφ. 8, τμ. 33, γρ. 1

ἑαυτῶν· ἐπὶ γὰρ κοινωνίᾳ γεγόναμεν καὶ ταύτην ὁ προτιμῶν τοῦ καθ' ἑαυτὸν
ἰδίου μάλιστα εἴη θεῷ κεχαρισμένος. παράκλησις δὲ πρὸς τὸν θεὸν ἔστω
διὰ τῆς εὐχῆς καὶ δέησις, οὐχ ὅπως διδῷ τὰ ἀγαθά (δέδωκε γὰρ αὐτὸς ἑκὼν καὶ
πᾶσιν εἰς μέσον κατατέθεικεν), ἀλλ' ὅπως δέχεσθαι δυνώμεθα καὶ λαβόντες
φυλάττωμεν. ἁγνείας ἐπὶ ταῖς θυσίαις διείρηκεν ὁ νόμος ἀπὸ κήδους,
ἀπὸ λέχους, ἀπὸ κοινωνίας τῆς πρὸς γυναῖκα καὶ πολλῶν ἄλλων, ἃ μακρὸν ἂν
εἴη νῦν γράφειν. τοιοῦτος μὲν ὁ περὶ θεοῦ καὶ τῆς ἐκείνου θεραπείας λόγος
ἡμῖν ἐστιν· ὁ δ' αὐτὸς ἅμα καὶ νόμος. τίνες δὲ οἱ περὶ γάμων; μῖξιν μόνην οἶδεν
259

ὁ νόμος τὴν κατὰ φύσιν τὴν πρὸς γυναῖκα, καὶ ταύτην, εἰ μέλλοι τέκνων ἕνεκα
γενήσεσθαι. τὴν δὲ πρὸς ἄρρενα ἀρρένων ἐστύγηκε, καὶ θάνατος τὸ ἐπιτίμιον
εἴ τις ἐπιχειρήσειε. γαμεῖν δὲ κελεύει μὴ προικὶ προσέχοντας μηδὲ βιαίοις
ἁρπαγαῖς μηδ' αὖ δόλῳ καὶ δι' ἀπάτης πείσαντας, ἀλλὰ μνηστεύειν παρὰ τοῦ
δοῦναι κυρίου καὶ κατὰ συγγένειαν ἐπιτηδείου. γυνὴ χείρων, φησίν, ἀνδρὸς εἰς
ἅπαντα· τοιγαροῦν ὑπακουέτω, μὴ πρὸς ὕβριν, ἀλλ' ἵνα ἄρχηται· θεὸς γὰρ
ἀνδρὶ κράτος ἔδωκε. ταύτῃ συνεῖναι δεῖ τὸν γήμαντα μόνῃ· τὸ δὲ τὴν ἄλλου
πειρᾶν ἀνόσιον. εἰ δέ τις τοῦτο πράξειεν, οὐδεμία θανάτου παραίτησις, οὔτε εἰ
βιάσαιτο παρθένον ἑτέρῳ συνωμολογημένην οὔτ' εἰ πείσαι γεγαμημένην.
τέκνα τρέφειν ἅπαντα προσέταξε. καὶ γυναιξὶν ἀπεῖπε μήτ' ἀμβλοῦν τὸ
σπαρὲν μήτε διαφθείρειν, ἀλλ' ἢν φανείη, τεκνοκτόνος ἂν εἴη ψυχὴν ἀφανίζουσα
καὶ τὸ γένος ἐλαττοῦσα. τοιγαροῦν οὐδ' εἴ τις ἐπὶ λέχους φθορὰν παρέλθοι,
καθαρὸς

Eusebius Scr. Eccl., Theol., Commentarius in Isaiam Book 2, τμ. 44, γρ. 3

ουσι κύριον>, ⌈σφόδρα ἀκολούθως· μετὰ γὰρ τὰ προλεχθέντα πάντα ἐχρῆν


ὑπομνῆσαι καὶ τῆς ὑποκειμένης ἐν τῷ μέλλοντι αἰῶνικληρονομίας>. τίς δ' ἂν
γένοιτο αὕτη ἀλλ' ἢ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν;⌉ τὸ δὲ λεγόμενον παρὰ τοῖς 8Ἑβδο-
μήκοντα·οἱ δὲ ἔνοχοί σου ἔσονται ἐν αὐτῇοὔτε ἐν τῷ 8Ἑβραϊκῷ φέρεται
οὔτε παρὰ τοῖς 8λοιποῖς ἑρμηνευταῖς. τούτοις ἑξῆς ἐπιλέγεται·καὶ ὑμεῖς ἔσεσθέ
μοι δίκαιοι, λέγει κύριος>, ὅπερ συνῆπται κατὰ τοὺς 8λοιποὺς ἑρμηνευτὰς τοῖς
προτέροις. διὸ κατὰ τὸν 8Σύμμαχον εἴρηται·αὕτη ἡ κληρονομία [μου] τῶν
δούλων κυρίου, καὶ ἡ δικαιοσύνη αὐτῶν παρ' ἐμοῦ, φησὶ κύριος>.
Ἡ μετὰ χεῖρας προφητεία εἰς αὐτὸν ἀναπέμπει τὸν Χριστὸν
τοῦ θεοῦ φάσκουσα·Οἱ διψῶντες, πορεύεσθε ἐφ' ὕδωρ>. εἶτα τὴν χάριν τὴν
διὰ τοῦ σωτῆρος προῖκα δωρηθεῖσαν ἀνθρώποις αἰνιττομένη φησί·καὶ ὅσοι μὴ
ἔχετε ἀργύριον, πορευθέντες ἀγοράσατε καὶ πίετε ἄνευ ἀργυρίου>.
ἀντὶ δὲ τοῦ·καὶ τιμῆς οἴνου καὶ στέαρ, ἵνα τιμᾶσθε ἀργυρίουὁ 8Σύμμα-
χοςκαὶ ἄνευ ἀλλάγματος οἶνόνφησικαὶ γάλα>, καὶ ὁ 8Ἀκύλας δὲ ὁμοίως
οἶνον καὶ γάλαἡρμήνευσεν, ὡς μὴ μόνονὕδωρ>, ἀλλὰ καὶοἶνον καὶ γάλα
ἐπαγγέλλεσθαι τὸ λόγιον τοῖςδιψῶσιν. ὕδωρμὲν οὖν «ἀπὸ τῆς πηγῆς τοῦ
σωτηρίου» δηλοῖ τὸ εὐαγγελικὸν κήρυγμα,οἶνον δὲ καὶ γάλατὸ μυστήριον
αἰνίττεται τῆς ἐν Χριστῷ ἀναγεννήσεως· «οἱ» γὰρ «ἐξ ὕδατος καὶ πνεύματος
ἀναγεννώμενοι» «ὡς ἀρτιγέννητα βρέφη» «τῷ λογικῷ» τρέφονται «γάλακτι>« καὶ
τοῦ τῆς καινῆς διαθήκης μεταλαμβάνουσινοἴνου>. χρὴ δὲ μὴ ἀγνοεῖν, ὅτι κατὰ
τὸν παλαιὸν τοῖς ἐν Χριστῷ ἀναγεννωμένοιςγάλαμυστικὸν προσεφέρετο μετὰ

Eusebius Scr. Eccl., Theol., Commentarius in Isaiam Book 2, τμ. 44, γρ. 25

ἔθος ἔν τισιν ἐκκλησίαις σῴζεσθαι, πλὴν εἰ καὶ μὴ σωματικῶς κατὰ γοῦν τὴν
διάνοιαν τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ τὸ μυστικὸν καὶ ἀντὶοἴνουκαὶ ἀντὶγάλακτος
τοῖς καταξιουμένοις τῆς ἐν Χριστῷ ἀναγεννήσεως προσφέρεται. εἰ δὲ κατὰ τοὺς
8Ἑβδομήκοντα λέγοιτοκαὶ στέαρτὸ πῖον καὶ λιπαρὸν καὶ τρόφιμον τῆς ἐν
Χριστῷ πνευματικῆς τροφῆς αἰνίττεται, ὃ καὶ αὐτὸ πάλιν ὁ σωτὴρ ἐδήλου λέγων·
»ἐὰν μὴ φάγητέ μου τὴν σάρκα καὶ πίητέ μου τὸ αἷμα, οὐκ ἔχετε ζωὴν ἐν ἑαυτοῖς».
ὥσπερ οὖν ἐκεῖ τὴν σάρκα οὕτως ἐνταῦθα τὸστέαρὠνόμασεν καὶ ὡς ἐκεῖ τὸ
αἷμα, οὕτως ἐνταῦθα τὸνοἶνον>, δι' ὧν τὸ μὲνστέαρκαὶ ἡ σὰρξ τὴν ἔνσαρ-
κον αὐτοῦ οἰκονομίαν δηλοῖ, ὁ δὲοἶνοςκαὶ τὸ αἷμα τὸ μυστήριον τοῦ πάθους
σημαίνει. ταῦτ' οὖν τοῖςδιψῶσιτῆς ἐν θεῷ σωτηρίας ἀμισθὶ παρέξειν καὶ
260

προῖκα δωρήσασθαι ἐπαγγέλλεται.


Διὰ τί δὲ καταναλίσκετετὸν μόχθον ὑμῶν>, ⌈περὶ ἕτερα ἀσχολού-
μενοι, ἐξ ὧν οὐκ ἔστι ψυχὴν τραφῆναι οὐδ'εἰς πλησμονὴνἀπολαῦσαι τροφῆς.⌉
διὸ κατὰ τὸν 8Σύμμαχον εἴρηται·διὰ τί ἵστατε ἀργύριον οὐχ ὑπὲρ ἄρτων
καὶ τοὺς κόπους ὑμῶν οὐχ ὑπὲρ πλησμονῆς>; νοήσεις δὲ τοὺςἀργυρίου
ἐξωνουμένους τὸν τῆς ψυχῆςἄρτονἐπιστήσας τοῖς χρήματα προσάγουσι τοῖς
λογικήν τινα διδασκαλίαν ἐπαγγελλομένοις «σοφοῖς τοῦ αἰῶνος τούτου» ἢ καὶ
τοῖς τὴν τῶν Ἰουδαϊκῶν ἀναγνωσμάτων παράδοσιν μισθοῦ πιπράσκουσι τοῖς
μαθητευομένοις. ἑξῆς τούτοις παρακαλεῖτὰ ὦτα κλῖναιδιὰ τοῦ συνεῖναι καὶ
τὰς τῆς ψυχῆς ἀκοὰς ὑπηκόους παρασχεῖν τοῖς λεγομένοις. διό φησιν·ἀκούσατε
καὶ φάγεσθε ἀγαθά, καὶ ἐντρυφήσει ἐν ἀγαθοῖς ἡ ψυχὴ ὑμῶν>·

Eusebius Scr. Eccl., Theol., Frag.a in Lucam


Vol. 24, p. 545, γρ. 49

κοινωνεῖν, μηδὲ παρὰ τῶν παρέχειν ἐθελόντων ἀβασα-


νίστως λαμβάνειν, μόνους δὲ τοὺς ἀξίους τῇ λήψει
τιμᾷν· οἷς καὶ μεγίστην ἀμοιβὴν τῆς τροφῆς προ-
λαμβάνοντας ἀντιδιδόναι, εἰρήνην αὐτοῖς καὶ τὰς τοῦ
Θεοῦ διαλλαγὰς εὐαγγελιζομένους. Ταῦτα δ' ἀκολού-
θως τοῖς τῆς αὐτοῦ βασιλείας στρατιώταις παρῄνει·
προμαρτυρούμενος μὴ χρημάτων ἐφίεσθαι, μηδέ τι-
νος τὸ παράπαν κτήματος μικροῦ ἢ μεγάλου, εἰς
ἄκρον δ' ἐλαύνειν ἀκτημοσύνης· τῆς τε ἐφημέρου
τροφῆς μὴ τοῖς πᾶσιν, ἢ τοῖς ἀξίοις μόνοις κοινωνεῖν·
καὶ μηδὲ παρὰ τούτων προῖκα ποιεῖσθαι τὴν μετά-
ληψιν, προδανείσαντας δὲ καὶ προευεργετήσαντας
ταῖς παρ' ἑαυτῶν εὐλογίαις. – Περιφράξας τοὺς μα-
θητὰς ὁ Κύριος ἐνθέοις δυνάμεσι καὶ τοῖς φιλοσόφοις
παραινέσεσιν, εὐζώνους αὐτοὺς οἷα Θεοῦ βασιλείας
στρατιώτας ἀπεργασάμενος ἐξέπεμψε, διδασκάλους
καὶ ἰατροὺς τοῖς Ἰουδαίοις, μυρίων αὐτοῖς ἐσομένους
ἀγαθῶν προξένους καὶ κήρυκας. Οἱ δὲ κατὰ ταῦτα
ἐποίουν, καὶ πανταχοῦ περιῄεσαν, ὡς μὲν διδάσκαλοι
εὐαγγελιζόμενοι, ὡς δὲ ἰατροὶ θεραπεύοντες, καὶ τοὺς
λόγους διὰ τῶν ἔργων καὶ τῶν σημείων πιστούμενοι.

Epiphanius Scr. Eccl., Ancoratus


Κεφ. 105, τμ. 5, γρ. 4
261

Οὐρανοῦ γεγεν>νῆσθαι καὶ τὰ μόρια τοῦ ἰδίου πατρὸς τετμηκέναι


(ὢ κακῆς πράξεως, αἰσχρᾶς τε ὑπονοίας)· ὃς εἰ μὴ ἐτμήθη, πολλοὶ
Κρονίωνες ἦσαν. οὗτος δὲ ὁ γεννάδας, ὁ ἕως πατρὸς πεφθακώς,
οὐκ ἠρκέσθη ἐπὶ τῇ πρώτῃ ἀσεβείᾳ, ἀλλὰ νέος μὲν ὢν ἀδικεῖ τὸν
πατέρα, πρεσβύτης δὲ γεγονὼς τὰ ἴδια αὐτοῦ τέκνα, Ποσειδῶνα μὲν
καταπίνων καὶ Πλούτωνα, Δία δὲ ἀναζητῶν καὶ ἐμπαιζόμενος ὑπὸ
τῆς Ῥέας [καὶ] πέτραν μεγάλην ἐσπαργανωμένην ἀντὶ βρέφους κατα-
πίνων· ὡσεὶ θεὸς τάχα . εὐγενῶν δὲ γονέων ὑπάρχων ἵν' οὕτως
εἴπω ὁ τούτου παῖς, Ζεὺς τούτῳ ὄνομα, ἐκινδύνευε πασῶν τῶν γυ-
ναικῶν ἀνὴρ γίνεσθαι καὶ ὁ τούτου υἱὸς Ἑρμῆς. καὶ εἴθε κατὰ
τοὺς νόμους ὑποπροίκιός τις ἐγένετο καὶ μὴ κλεψίγαμος πάντοτε
καὶ κακεργάτης· Πηνελόπην μὲν γὰρ φθείρει, δι' ἡδονὴν τράγος
γενόμενος· τράγος δὲ οἶμαι ἐγίνετο διὰ τὸ ἀκμαῖον τῆς τοῦ γενείου
παραπλοκῆς. πρὸς Δανάην δὲΖεὺς ὁ πρῶτον ἡμῖν καλούμενος
χρυσὸς ἐγίνετο, ἵνα παρθένον σώφρονα θαλαμευομένην φθείρῃ·
χρυσὸς δὲ ἐκεῖνος οὐκ ἠδύνατο γενέσθαι ποτέ, ἀλλὰ γόης ὢν διὰ
χρυσοῦ δωροδοκῶν τὴν παρθένον ἠπάτησε. καὶ παρὰ μὲν Λήδᾳ
κύκνος αὖθις γίνεται, τὴν ἀναπτέρωσιν τῆς πυρώσεως τῆς αὐτοῦ
ἡδονῆς ἀνασημαίνων. ἀετὸς δὲγενόμενοςμηδεπώποτε ἀναπε-
τασθεὶς παιδοφθόρων διδάσκαλος προκαθέζεται· μηδέποτε ἀετὸς
γενόμενος, ἀλλ' ἐν πλοίῳ παρασήμῳ, ἀετῷ ὀνομαζομένῳ διὰ τὸ

Epiphanius Scr. Eccl., Panarion (= Adversus haereses)


Vol. 3, p. 495, γρ. 8

πράττεται, ὡς κατὰ τὴν ἡμετέραν ὑπόστασιν τῆς ἀσθενοῦς ἀνθρωπό-


τητος. ἕως γὰρ ἐνταῦθα ὀγδοήκοντα αἱρέσεων, ὧν ἐνηχήθημενἐν
τῷ κόσμῳ καὶ ἔγνωμεν τὸν ἀριθμὸν καὶ τὰς ὀνομασίας καί τινων τὰς
ῥήσεις, προφάσεις τε καὶ σχέσεις, τὰς ὁρμὰς καὶ τὰ αἴτια ἀπαραλείπτως
ὑποδείξαντες, θαυμασμῷ φερόμενοι ἐκπεπλήγμεθα τὸ ἐν τῇ θείᾳ γραφῇ
εἰρημένον ὅτι «ἑξήκοντά εἰσι βασίλισσαι, καὶ ὀγδοήκοντα παλλακαί,
καὶνεάνιδες ὧν οὐκ ἔστιν ἀριθμός· μία ἐστὶ περιστερά μου, τελεία μου».
ὡς οὖν περὶ τῶν παλλακῶν τούτων τῶν ὀγδοήκοντα εἰρηκότες ἀπ' ἀρχῆς,
Βαρβαρισμοῦ καὶ Ἑλληνισμοῦ καὶ Σκυθισμοῦ καὶ Ἰουδαϊσμοῦ καὶ
Σαμαρειτισμοῦ ὀνομασίας, τῶν οὐκ οὐσῶν ἐνθέσμων γυναικῶν οὐδὲ
ἀπὸ τοῦ βασιλέως πεπροικισμένων οὐδὲ ἐν διαθήκαις τῶν τέκνων αὐτῶν
κληρονομεῖν δυναμένων (φύσει μὲν γάρ εἰσιν ἑβδομήκοντα πέντε καὶ τούτων
αἱ μητέρες πέντε, ὥσπερ Ἑλληνισμός, ἀφ' οὗ Ἕλληνες, καὶ Ἰουδαϊσμός, ἀφ'
οὗ Ἰουδαῖοι, καὶ αἵρεσις Σαμαρειτική, ἀφ' οὗ Σαμαρειτισμός, καὶ Χριστια-
νισμός, ἀφ' οὗ ἐξεκλάσθησαν ὥσπερ κλάδοι αἱ ἀφορισθεῖσαι αἱρέσεις, εἰς
ὄνομα Χριστοῦ κληθεῖσαι, μὴ οὖσαι δὲ αὐτοῦ, ἀλλ' αἱ μὲν ἀπὸ μήκο-
θεν αὐτοῦ πολὺ διεστῶσαι,

Epiphanius Scr. Eccl., Panarion (= Adversus haereses) Vol. 3, p. 501, γρ. 24


262

πληρουμένην. διὸ λέγει «μία ἐστὶ περιστερά μου, τελεία μου», ὡς ἕως
αὐτῆς τῶν πάντων τελειουμένων, κἄν τε χρόνοιὦσινκαὶ καιροί, ἐνιαυ-
τοί τε καὶ διαστήματα γενεῶν κατά τε βασιλέας ἢ ὑπάτους ἢ ὀλυμπιάδας
ἢ ἡγεμονίας ὁ αἰὼν ἑαυτὸν ἀριθμήσειεν. ὀγδοήκοντα δὲ παλλακαί, αἵτινες
ἐν μέσῳ τῶν βασιλίδων καὶ πρὸ τῆς ἐνσάρκου βασιλείας τουτέστι τῆς
πίστεως καὶ αὐτῆς ταύτης τῆς νύμφης καὶ παρθένου, καὶ ἀσπίλου τε καὶ
»περιστερᾶς», τῆς «μόνης τῇ μητρὶ καὶ τῇ τεκούσῃ».
6. Ἐκκλησία γάρ ἐστιν ἀπὸ μιᾶς πίστεως γεγεννημένη, τεχθεῖσα
δὲ διὰ πνεύματος ἁγίου, μία τῇ μόνῃ καὶ μία τῇ γεγεννηκυίᾳ. καὶ ὅσαι
μετὰ ταύτην ἦλθον καὶ πρὸ αὐτῆς, παλλακίδες ὠνομασμέναι, αἵτινες τὸ
πᾶν οὐκ ἀλλότριαι γεγένηνται διαθήκης καὶ κληρονομίας, μὴ πεπροικις-
μέναι δὲ ὑπὸ τοῦ λόγου καὶ μὴ δεξάμεναι ὑποδοχὴν τοῦ ἁγίου πνεύματος,
μόνον δὲ συνάφειαν ὑπὸ συνείδησιν πρὸς τὸν Λόγον ἐσχηκυῖαι. καλῶς γὰρ
ὁ Ἑβραῖος τὴν παλλακίδα ἔφρασε, φήσας αὐτὴν φελεγέσθα· φελέγ, ὃ
ἑρμηνεύεται ἥμισυ, ἔσθα γυνή, ἵνα εἴπῃ ἥμισυ γυναικός. ὅσον μὲν γὰρ
ἧκεν εἰς τὸν κύριον, πάντας κέκληκεν εἰς ἐλευθέριον φῶς, φήσας «ὡς
ἔχετε τὸ φῶς μεθ' ἑαυτῶν, ἐν φωτὶ περιπατεῖτε», καὶ ὁ ἅγιος ἀπόστολος
λέγων «ὑμεῖς δὲ ἡμέρας ἐστὲ τέκνα καὶ τέκνα φωτός», καὶ πάλιν ἐν τῇ
θείᾳ γραφῇλέγεται«ὁ ποιῶν τὰ φαῦλα μισεῖ τὸ φῶς καὶ οὐκ ἔρχεται
πρὸς τὸ φῶς». οὕτω καὶ παλλακίδες οὐκ ἐν τῷ προφανεῖ, οὐκ ἐν τῇ τελειώ-
σει, οὐδὲ ἐν προικὶ ἄγονται τοῖς ἀνδράσιν, εἰ καὶ συνάφειαν σχοῖεν αἱ αὐταὶ

Epiphanius Scr. Eccl., Panarion (= Adversus haereses)


Vol. 3, p. 502, γρ. 3

πᾶν οὐκ ἀλλότριαι γεγένηνται διαθήκης καὶ κληρονομίας, μὴ πεπροικις-


μέναι δὲ ὑπὸ τοῦ λόγου καὶ μὴ δεξάμεναι ὑποδοχὴν τοῦ ἁγίου πνεύματος,
μόνον δὲ συνάφειαν ὑπὸ συνείδησιν πρὸς τὸν Λόγον ἐσχηκυῖαι. καλῶς γὰρ
ὁ Ἑβραῖος τὴν παλλακίδα ἔφρασε, φήσας αὐτὴν φελεγέσθα· φελέγ, ὃ
ἑρμηνεύεται ἥμισυ, ἔσθα γυνή, ἵνα εἴπῃ ἥμισυ γυναικός. ὅσον μὲν γὰρ
ἧκεν εἰς τὸν κύριον, πάντας κέκληκεν εἰς ἐλευθέριον φῶς, φήσας «ὡς
ἔχετε τὸ φῶς μεθ' ἑαυτῶν, ἐν φωτὶ περιπατεῖτε», καὶ ὁ ἅγιος ἀπόστολος
λέγων «ὑμεῖς δὲ ἡμέρας ἐστὲ τέκνα καὶ τέκνα φωτός», καὶ πάλιν ἐν τῇ
θείᾳ γραφῇλέγεται«ὁ ποιῶν τὰ φαῦλα μισεῖ τὸ φῶς καὶ οὐκ ἔρχεται
πρὸς τὸ φῶς». οὕτω καὶ παλλακίδες οὐκ ἐν τῷ προφανεῖ, οὐκ ἐν τῇ τελειώ-
σει, οὐδὲ ἐν προικὶ ἄγονται τοῖς ἀνδράσιν, εἰ καὶ συνάφειαν σχοῖεν αἱ αὐταὶ
πρὸς τὰ σώματα τῶν ἀνδρῶν, οὐ μέντοι γε τὴν τῆς ἐλευθέρας γυναικὸς
τιμὴν καὶ ὀνομασίαν καὶ βεβαίωσιν καὶ φερνὴν καὶ ἕδνα καὶ προικισμὸν
καὶ γνησιότητα ἔχειν δύνανται. παλλακίδες γοῦν αἱ καθεξῆς ἀριθμη-
θεῖσαι αἱρέσεις, ὡς ἄνω ἔφην, ὀγδοήκοντα. μὴ θαυμαζέτω δέ τις εἰ καὶ
ἄλλοις ὀνόμασιν ἑκάστη τούτων κικλήσκεται ἐν ἑκάστῃ χώρᾳ. ἀλλὰ καὶ
ἐκεῖνο παρατηρητέον, ὅτι πολλάκις καθ' ἑαυτὴν πάλιν ἑκάστη αἵρεσις
σχίσασα εἰς πολλὰ μέρη καὶ ὀνόματα διέστη· οὐ γάρ ἐστι θαῦμα· ἔστι
γὰρ καὶ οὕτως. ὀγδοήκοντα δὲ καὶ ἕνα ἀριθμὸν εὑρίσκομεν, ἕνα μὲν
263

διὰ τὴν μίαν τῶν πασῶν διωρισμένην, μόνην δὲ τῷ νυμφίῳ κεκληρωμένην,


ὑπ' αὐτοῦ δὲ ὁμολογουμένην τῇ τοιᾷδε ὀνομασίᾳ, ὅτι «μία ἐστὶ περιστερά

Epiphanius Scr. Eccl., Panarion (= Adversus haereses)


Vol. 3, p. 502, γρ. 5

μόνον δὲ συνάφειαν ὑπὸ συνείδησιν πρὸς τὸν Λόγον ἐσχηκυῖαι. καλῶς γὰρ
ὁ Ἑβραῖος τὴν παλλακίδα ἔφρασε, φήσας αὐτὴν φελεγέσθα· φελέγ, ὃ
ἑρμηνεύεται ἥμισυ, ἔσθα γυνή, ἵνα εἴπῃ ἥμισυ γυναικός. ὅσον μὲν γὰρ
ἧκεν εἰς τὸν κύριον, πάντας κέκληκεν εἰς ἐλευθέριον φῶς, φήσας «ὡς
ἔχετε τὸ φῶς μεθ' ἑαυτῶν, ἐν φωτὶ περιπατεῖτε», καὶ ὁ ἅγιος ἀπόστολος
λέγων «ὑμεῖς δὲ ἡμέρας ἐστὲ τέκνα καὶ τέκνα φωτός», καὶ πάλιν ἐν τῇ
θείᾳ γραφῇλέγεται«ὁ ποιῶν τὰ φαῦλα μισεῖ τὸ φῶς καὶ οὐκ ἔρχεται
πρὸς τὸ φῶς». οὕτω καὶ παλλακίδες οὐκ ἐν τῷ προφανεῖ, οὐκ ἐν τῇ τελειώ-
σει, οὐδὲ ἐν προικὶ ἄγονται τοῖς ἀνδράσιν, εἰ καὶ συνάφειαν σχοῖεν αἱ αὐταὶ
πρὸς τὰ σώματα τῶν ἀνδρῶν, οὐ μέντοι γε τὴν τῆς ἐλευθέρας γυναικὸς
τιμὴν καὶ ὀνομασίαν καὶ βεβαίωσιν καὶ φερνὴν καὶ ἕδνα καὶ προικισμὸν
καὶ γνησιότητα ἔχειν δύνανται. παλλακίδες γοῦν αἱ καθεξῆς ἀριθμη-
θεῖσαι αἱρέσεις, ὡς ἄνω ἔφην, ὀγδοήκοντα. μὴ θαυμαζέτω δέ τις εἰ καὶ
ἄλλοις ὀνόμασιν ἑκάστη τούτων κικλήσκεται ἐν ἑκάστῃ χώρᾳ. ἀλλὰ καὶ
ἐκεῖνο παρατηρητέον, ὅτι πολλάκις καθ' ἑαυτὴν πάλιν ἑκάστη αἵρεσις
σχίσασα εἰς πολλὰ μέρη καὶ ὀνόματα διέστη· οὐ γάρ ἐστι θαῦμα· ἔστι
γὰρ καὶ οὕτως. ὀγδοήκοντα δὲ καὶ ἕνα ἀριθμὸν εὑρίσκομεν, ἕνα μὲν
διὰ τὴν μίαν τῶν πασῶν διωρισμένην, μόνην δὲ τῷ νυμφίῳ κεκληρωμένην,
ὑπ' αὐτοῦ δὲ ὁμολογουμένην τῇ τοιᾷδε ὀνομασίᾳ, ὅτι «μία ἐστὶ περιστερά
μου», καὶ πάλιν «τελεία μου», ὡς τῶν πασῶν παλλακίδων ἀγενῶν οὐσῶν
καὶ οὐκ ἐν ἀκακίᾳ ἐπιμετρουμένων, οὐδὲ ἐν ἁγνείᾳ καὶ ἡμερότητι. εἰσὶ

Epiphanius Scr. Eccl., Homilia in laudes Mariae deiparae [Sp.]


Vol. 43, p. 489, γρ. 30

ἐκπορευόμενος Χριστὸς, τὸ παρθενικὸν ἔνδυμα, κατὰ


τὴν τοῦ προφήτου Δαβὶδ μελῳδίαν· Ἐν τῷ ἡλίῳ
ἔθετο τὸ σκήνωμα αὐτοῦ, καὶ αὐτὸς ὡς νυμφίος
ἐκπορευόμενος ἐκ παστοῦ αὐτοῦ. Ὦ νυμφίου πό-
θος ἁγνείας! τὴν ἰδίαν δούλην, νύμφην, καὶ μη-
τέρα ὁρμᾶται ὁ Γαβριήλ· πρόξενος τῆς Παρθένου
ἐγένετο, οὐρανοῦ καὶ γῆς συνάπτων τὸ θυμίαμα·
ἣν προφῆται σαφῶς ὑπέγραψαν, τοῦ γάμου τὴν τά-
ξιν κηρύξαντες, πῶς ἡ Παρθένος οὐράνιος εὑρίσκε-
264

ται νύμφη ὁμοῦ τε καὶ μήτηρ, ἡ τὰ πρὸ γάμου


δῶρα λαβοῦσα τὸ ἅγιον Πνεῦμα, προῖκα δὲ τὸν οὐρα-
νὸν ὁμοῦ τε καὶ παράδεισον.
Ἐζήτει οὖν ἰδεῖν ἡ Παρθένος ὃν ἐπόθει, καὶ ἔλεγε·
Ποῦ ὁ νυμφίος οὗ τὸ κάλλος ποθῶ; ποῦ τὸ κάλλος
τοῦ ἡλίου λαμπρότερον; ποῦ τῆς πάσης εὐμορφίας
ἡ ἀνεκλάλητος δόξα; ποῦ τὸ ἄσβεστον φῶς, ὃ πο-
θοῦσα ζητῶ; ποῦ ὁ ἥλιος ὃς ἀκτῖνα ζητεῖ; ποῦ τῶν
χερουβεὶμ ἡ κιθάρα; ποῦ τῶν σεραφεὶμ τὸ ἀκοί-
μητον ὄμμα Χριστός; ποῦ τῶν ἀγγέλων ἡ προσκύ-
νησις, ἣν ὁ Γαβριὴλ ἐμήνυσε; ποῦ ὁ μόνος τοῦ μό-
νου μονογενὴς Υἱὸς τοῦ Πατρὸς, ὃν ἡ Παρθένος πο

Gregorius Nazianzenus Theol., Epistulae


Epistle 67, τμ. 2, γρ. 7

ἐστί, μήτε γένοιτο. Ἃ γὰρ πρὸς τὸν ἀδελφὸν Νικόβουλον


ἢ παρὰ Νικοβούλου λελύπησαι, οὐκ ἐμὰ μᾶλλον ἢ τὰ ἐν
Ἰνδοῖς πραττόμενα· ὅσον ἐπὶ τὸ μὴ συναρέσκεσθαι
μηδενὶ τῶν γεγενημένων.
Μὴ τοίνυν ἐμοὶ ταῦτα
λογίσῃ μηδὲ διὰ τοῦτο χεῖρόν τι βουλεύσῃ περὶ σεαυτοῦ·
ἀλλ' ἣν ὑπέσχου τοῖς πτωχοῖς φιλανθρωπίαν, ταύτην
ἐπιτελῆ ποίησον. Καὶ μέν τοι καὶ τοὺς περὶ ἐμὲ κληρικοὺς
ὅσους παρῃτησάμην τῆς ἀπογραφῆς ἐλευθέρωσον, ἐκεῖνο
ἐνθυμηθεὶς ὅτι λίαν τῶν ἀτόπων ἐστὶν ἄλλους μὲν καὶ
οὐσίαν ὅλην καθιεροῦν τῷ Θεῷ, σὲ δὲ μηδὲ προῖκα βούλες-
θαι εἶναι χρηστόν, καὶ ἄλλαις μὲν πόλεσι πάντας τοὺς
περὶ τὸ βῆμα δοθῆναι, ἡμῖν δὲ μηδὲ τοὺς συνόντας καὶ
θεραπεύοντας, καὶ ταῦτα παρ' ὑμῶν τῶν οἰκειοτάτων
οὓς τυχὸν οὐκ αἰσχυνοῦμεν.
Ταῦτα ἐπισταλῆναί σοι
παρ' ἡμῶν καλῶς εἶχε. Συντυχεῖν δὲ οὐκ ἐξεγένετο,
ἐπειδή με ἡ νόσος ἐξώρμησε πρὸς τὰ Τύανα θεραπείας
τευξόμενον, ἕως καιρός· καὶ συγγίνωσκε. Ἀντὶ δὲ ἡμῶν
ἔχεις Θεὸν παρόντα καὶ βοηθοῦντα τοῖς πένησι, τὸν πολὺ
τῆς παρουσίας ἡμῶν αἰδεσιμώτερον.

Gregorius Nazianzenus Theol., Funebris oratio in laudem Basilii Magni Caesareae


in Cappadocia episcopi (orat. 43) Κεφ. 36, τμ. 1, γρ. 6

νίπτειν τοὺς πόδας τῶν μαθητῶν, καὶ τοῖς ἑαυτοῦ παισίν,


ἤτ' οὖν συνδούλοις, πρὸς τοῦτο συνεργοῖς χρώμενος, ἐθε-
ράπευε μὲν τὰ σώματα τῶν δεομένων, ἐθεράπευε δὲ τὰς
ψυχάς, συμπλέκων τῇ χρείᾳ τὸ τῆς τιμῆς καὶ ῥᾴους ποιῶν
265

ἀμφοτέρωθεν.
Τοιοῦτος ἦν ὁ νέος σιτοδότης ἡμῖν, καὶ δεύτε-
ρος Ἰωσήφ· πλὴν ὅτι καὶ πλέον τι λέγειν ἔχομεν. Ὁ μὲν
γὰρ καταπραγματεύεται τοῦ λιμοῦ καὶ τὴν Αἴγυπτον ἐξω-
νεῖται τῷ φιλανθρώπῳ, τὸν τῆς ἀφθονίας καιρὸν εἰς τὸν τοῦ
λιμοῦ διαθέμενος καὶ τοῖς ἑτέρων ὀνείροις εἰς τοῦτο δια-
ταττόμενος· ὁ δὲ προῖκα χρηστὸς ἦν καὶ τῆς σιτοδείας
ἐπίκουρος ἀπραγμάτευτος, πρὸς ἓν ὁρῶν, τῷ φιλανθρώπῳ
τὸ φιλάνθρωπον κτήσασθαι καὶ τῶν ἐκεῖθεν τυχεῖν ἀγαθῶν
διὰ τῆς ἐνταῦθα σιτομετρίας.
Ταῦτα μετὰ τῆς τοῦ λόγου
τροφῆς καὶ τῆς τελεωτέρας εὐεργεσίας καὶ διαδόσεως, τῆς
ὄντως οὐρανίου καὶ ὑψηλῆς· εἴπερ ἄρτος Ἀγγέλων λόγος,
ᾧ ψυχαὶ τρέφονται καὶ ποτίζονται, Θεὸν πεινῶσαι καὶ ζητοῦ-
σαι τροφὴν οὐ ῥέουσαν οὐδ' ἀπιοῦσαν, ἀλλ' ἀεὶ μένουσαν·
ἧς σιτοδότης ἦν ἐκεῖνος, καὶ μάλα πλούσιος, ὁ πενές-
τατος ὧν ἴσμεν καὶ ἀπορώτατος, οὐ λιμὸν ἄρτων, οὐδὲ

Gregorius Nazianzenus Theol., In sanctum pascha (orat. 45)


Vol. 36, p. 652, γρ. 12

τι καὶ τῶν οὐκ ἐμῶν, μᾶλλον δὲ καὶ λίαν ἐμῶν, ἂν


πνευματικῶς θεωρῇς. Χρῆσαι παρ' Αἰγυπτίων σκεύη
χρυσᾶ καὶ ἀργυρᾶ· μετὰ τούτων ὅδευσον· ἐκ τῶν
ἀλλοτρίων ἐφοδιάσθητι, μᾶλλον δὲ τῶν σῶν· χρεω-
στεῖταί σοι μισθὸς τῆς δουλείας καὶ τῆς πλινθείας·
σόφισαί τι καὶ σὺ περὶ τὴν ἀπαίτησιν· καλῶς ἀπο-
στέρησον. Ἔστω, τεταλαιπώρηκας ἐνταῦθα, τῷ πηλῷ
μαχόμενος, τῷ μοχθηρῷ τούτῳ καὶ ῥυπαρῷ σώ-
ματι, καὶ πόλεις οἰκοδομῶν ἀλλοτρίας καὶ σφαλερὰς,
ὧν ἀπολεῖται τὸ μνημόσυνον μετ' ἤχου. Τί δαί;
προῖκα ἐξέρχῃ καὶ ἀμισθί; Τί δαί; καταλείψεις
Αἰγυπτίοις καὶ ταῖς ἀντικειμέναις δυνάμεσιν, ἃ κα-
κῶς ἐκτήσαντο, καὶ χεῖρον δαπανήσουσιν; Οὐκ ἔστιν
ἐκείνων· ἐσύλησαν, ἥρπασαν τοῦ εἰπόντος· Ἐμόν
ἐστι τὸ ἀργύριον, καὶ ἐμόν ἐστι τὸ χρυσίον,
καὶ δώσω αὐτὸ ᾧ βούλομαι. Χθὲς ἦν ἐκείνων· συν-
εχωρεῖτο γάρ. Σήμερον σοὶ προσάγει καὶ δίδωσιν
ὁ Δεσπότης, καλῶς χρησομένῳ καὶ σωτηρίως. Κτη-
σώμεθα ἡμῖν αὐτοῖς φίλους ἐκ τοῦ μαμμωνᾶ τῆς ἀδι-
κίας, ἵν' ὅταν ἐκλίπωμεν, ἀντιλάβωμεν ἐν καιρῷ
κρίσεως.

Gregorius Nazianzenus Theol., Carmina moralia


266

P. 742, γρ. 1

Τίνων δὲ νύκτες, νυκτὸς ὄντως ἄξιαι,


Σεμνῶς ἀτίμων συμβόλοις τιμώμεναι;
Ἰθύφαλλοί τε καὶ Φαλλοὶ, γέλως μέσος,
Θεὸν νέον μιγνύντες ἐν τοῖς πλάσμασιν·
Ἃ καὶ λεγόντων ἐγκαλύπτεσθ' ἦν πρέπον,
Ἑρμαφρόδιτοι, Πᾶνες, ἀσχήμων γόνος·
Θεοὶ τραγοσκελεῖς τε καὶ τράγοι τρόπον,
Παρ' οἷς γάμων χορεύτριαι καὶ παρθένοι·
(Δεῖ γὰρ γάμου τι πάσχειν, εἰ καὶ μὴ γάμου).
Παρ' οἷς γαμίζουσ' αἱ καλαὶ τὰς οὐ καλὰς,
Συνεισφέρουσαι προῖκα, πορνείας πόρον.
Ἡ αἰσχρότης δὲ δαιμόνων τιμή τινος,
Ὡς μηδὲ τὸ φιλάνθρωπον εὔσχημον μένειν.
Ἐντεῦθεν ἔσχεν αἰσχρὰ τὴν παῤῥησίαν,
Πόρνης τέγη μισθώμαθ', ὕβρις ἔννομος.
Ταῖς σφῶν δ' ἑταίραις τὴν Ἀφροδίτην οἱ σοφοὶ
Μορφοῦσιν, ὡς θεοῖντο τῷ σοφίσματι·
Καὶ Φειδία τὰ παιδικὰ ἐν τῷ δακτύλῳ
Τῆς παρθένου γραφέντα· «Παντάρχης καλός.»
Ἐντεῦθεν ὡς ἀνδρίαι καὶ στρατηγίαι
Λαμπραὶ γραφαῖς τε καὶ κρότοις καὶ συγγραφαῖς,

Valerius Apsines Rhet., Ars rhetorica P. 341, γρ. 24

συνήδεσθαι καὶ αὐτὸς ἐν τῷ παρόντι καιρῷ, ἵνα εἰ καί


τις ἦν πρότερον διαβολὴ ταύτην ἐξέλῃς. ὁπόταν δέ σε
λυπῇ τι ἢ ἀπὸ καιροῦ χαλεποῦ ἢ ἀπὸ δυνάμεως ἐχθρῶν
ἢ ἀπὸ κέρδους δοκοῦντος ὑπὸ τῶν ἐναντίων προτείνε-
σθαι, τοῦτο αὐτὸ προαναίρει καὶ προθεράπευε λέγων
τἀναντία ὑπειληφέναι περὶ τῶν ἀκουόντων ἢ ὥς τινες
οἴονται. ἢ οὕτως ἐξ ἀτόπου προτάσεως· εἰ μὲν ἑώρων
παραπλησίως ὑμᾶς διακειμένους τούτοις, οἷον τοῦ μὲν
ἀπὸ καιροῦ φοβεροῦ καὶ δυνάμεως ἐχθρῶν ἐκεῖνο, ὡς
ἐπὶ τῶν Θετταλῶν, οἷς ἐπαπειλεῖ βασιλεὺς ἐπαφεῖναι τὸν
Πηνειόν. ἀπὸ δὲ τοῦ κέρδους, ὡς ἐκεῖνο, Αἰσχίνης προῖκα
ἐκόμισε σῖτον παρὰ τοῦ Φιλίππου πεμφθεὶς πρὸς Κερσο-
βλέπτην, καὶ κρίνεται. ἐξ ἀπολογίας. ὁπόταν δέ τι εὖ πε-
ποιηκέναι φάσκοντες ἔτι καὶ κρινώμεθα, ἁρμόσει τὸ ἐκ
βαρύτητος οὕτως· ᾤμην μὲν ἔγωγε καὶ ἐπαίνων τεύξε-
σθαι. ἢ οὕτως· οὐκ ἂν προσεδόκησα τοιοῦτον ἀπαντή-
σειν τέλος, οἷον μετὰ νίκην τις κρινόμενος χρήσεται τού-
τῳ, ὡς ἐπ' ἐκείνου· στρατηγὸς καθελὼν μέρος τι τοῦ
τείχους ἐξελθὼν ἐνίκησε, καὶ κρίνεται. ἐκ δὲ τοῦ κατη-
γόρου αὐτῷ τούτῳ συμπλεκόμεθα λέγοντες, οὐκ ἔστι
χαλεπώτερον οὐδέν, ἢ ὅταν τις τὰ μέγιστα ἠδικηκὼς ἔτι

Sopater Rhet., Διαίρεσις ζητημάτων Vol. 8, p. 229, γρ. 18a


267

ΑΛΛΟ ΚΑΤΕΓΚΛΗΜΑ.>

Νόμος τῆς μοιχευθείσης τὴν προῖκα εἶναι τοῦ ἀνδρός· προς-


έπεμψέ τις τῇ ἑαυτοῦ γυναικὶ ὡς ἀλλότριος· ἐλθοῦσαν ἐγράψατο
μοιχείας ὁ ἀνὴρ, εἷλε, κατέσχε τὴν προῖκα. ὁ πατὴρ ἑτέραν ἐπιδέ-
δωκε καὶ τῷ αὐτῷ συνῴκισε. πάλιν ὡς ἀλλότριος μετεπέμψατο
τὴν ἑαυτοῦ γυναῖκα. ὑπήκουσεν ἐκείνη. καταλαβὼν οὖν ὁ πατὴρ
τῆς γυναικὸς ἀμφοτέρους ἀπέκτεινε, καὶ κρίνεται φόνου.
Τὸ ἔγκλημα, ὅτι ἦσαν οὕτω βιοῦντες· ὅτι γὰρ πα-
θητικώτερον τὸ πλάσμα τυγχάνει, παντί τῳ πρόδηλον.
Ἡ Κατάστασις τοῦ πατρὸς ἔχει τὸν γάμον, τὴν παιδο-
ποιΐαν, τὴν ἀνατροφὴν, τὴν φιλοπαιδίαν, τοῦ γάμου ὥρας
γενομένης τῆς παιδὸς ἐπιζητῆσαι ἄνδρα ὡς οἷόν τε

Sopater Rhet., Διαίρεσις ζητημάτων Vol. 8, p. 229, γρ. 20a

πάθος ἔχειν καὶ κινεῖν ὑπὲρ τοῦ ἀποκηρύκτου, καὶ δια-


τύπωσιν ἔχων τῶν ἐν τῷ συμποσίῳ γενομένων κακῶν
καὶ τῶν λόγων κατέμφασιν καὶ προτροπὴν ἐπὶ τιμωρίαν
καὶ παροξυσμόν. ὅτι οὐδὲ ἀποκήρυκτος ὢν ἡσυχάζει, ἀλ-
λὰ πολυπραγμονεῖ τὴν πόλιν, τὰ δικαστήρια, καὶ τὰ
τοιαῦτα.

ΑΛΛΟ ΚΑΤΕΓΚΛΗΜΑ.>

Νόμος τῆς μοιχευθείσης τὴν προῖκα εἶναι τοῦ ἀνδρός· προς-


έπεμψέ τις τῇ ἑαυτοῦ γυναικὶ ὡς ἀλλότριος· ἐλθοῦσαν ἐγράψατο
μοιχείας ὁ ἀνὴρ, εἷλε, κατέσχε τὴν προῖκα. ὁ πατὴρ ἑτέραν ἐπιδέ-
δωκε καὶ τῷ αὐτῷ συνῴκισε. πάλιν ὡς ἀλλότριος μετεπέμψατο
τὴν ἑαυτοῦ γυναῖκα. ὑπήκουσεν ἐκείνη. καταλαβὼν οὖν ὁ πατὴρ
τῆς γυναικὸς ἀμφοτέρους ἀπέκτεινε, καὶ κρίνεται φόνου.
Τὸ ἔγκλημα, ὅτι ἦσαν οὕτω βιοῦντες· ὅτι γὰρ πα-
θητικώτερον τὸ πλάσμα τυγχάνει, παντί τῳ πρόδηλον.
Ἡ Κατάστασις τοῦ πατρὸς ἔχει τὸν γάμον, τὴν παιδο-
ποιΐαν, τὴν ἀνατροφὴν, τὴν φιλοπαιδίαν, τοῦ γάμου ὥρας
γενομένης τῆς παιδὸς ἐπιζητῆσαι ἄνδρα ὡς οἷόν τε βέλ-
τιστον, τὸ δοῦναι προῖκα μείζονα, ἢ καθ' ἑαυτόν. εἶτα
μετὰ πάθους τὸ βουλεύσασθαι τοιαῦτα τὸν ἄνδρα, καὶ

Sopater Rhet., Διαίρεσις ζητημάτων Vol. 8, p. 229, γρ. 29

έπεμψέ τις τῇ ἑαυτοῦ γυναικὶ ὡς ἀλλότριος· ἐλθοῦσαν ἐγράψατο


μοιχείας ὁ ἀνὴρ, εἷλε, κατέσχε τὴν προῖκα. ὁ πατὴρ ἑτέραν ἐπιδέ-
268

δωκε καὶ τῷ αὐτῷ συνῴκισε. πάλιν ὡς ἀλλότριος μετεπέμψατο


τὴν ἑαυτοῦ γυναῖκα. ὑπήκουσεν ἐκείνη. καταλαβὼν οὖν ὁ πατὴρ
τῆς γυναικὸς ἀμφοτέρους ἀπέκτεινε, καὶ κρίνεται φόνου.
Τὸ ἔγκλημα, ὅτι ἦσαν οὕτω βιοῦντες· ὅτι γὰρ πα-
θητικώτερον τὸ πλάσμα τυγχάνει, παντί τῳ πρόδηλον.
Ἡ Κατάστασις τοῦ πατρὸς ἔχει τὸν γάμον, τὴν παιδο-
ποιΐαν, τὴν ἀνατροφὴν, τὴν φιλοπαιδίαν, τοῦ γάμου ὥρας
γενομένης τῆς παιδὸς ἐπιζητῆσαι ἄνδρα ὡς οἷόν τε βέλ-
τιστον, τὸ δοῦναι προῖκα μείζονα, ἢ καθ' ἑαυτόν. εἶτα
μετὰ πάθους τὸ βουλεύσασθαι τοιαῦτα τὸν ἄνδρα, καὶ
αὐτὸν ἑαυτοῦ διαφθεῖραι τὴν σύνοικον, καὶ ὅτι ἡ παῖς
εἴτε φύσει διαφθαρεῖσα, εἴτε ἰδίᾳ, ὅτι πρὸς τὸν ἄνδρα
ἄπεισιν, ἄδηλον γὰρ, ἀπελθοῦσα κατὰ τὸν νόμον ἀπώ-
λεσε τὴν προῖκα, ἐγὼ ἐπέδωκα δευτέραν, τῷ αὐτῷ συνῴ-
κισα, νομίσας ὅτι ἐπισχήσει καὶ αὐτὸς τοῦ τοιοῦτόν
τι ποιεῖν, καὶ αὐτὴ τοῦ ἀπατᾶσθαι· ἐχέτω γάρ τι ἡ
κατάστασις ἐγκατάσκευον· εἶτα ὅτι πάλιν τῷ αὐτῷ τρό-
πῳ ἐζήτησεν ὁ ἀνὴρ τὴν προῖκα τῆς γυναικὸς λαβεῖν,
αἰσχρῶς καὶ ἀναξίως αὐτοῦ, καὶ πάλιν μετεπέμψατο τὴν

Sopater Rhet., Διαίρεσις ζητημάτων Vol. 8, p. 230, γρ. 5

Τὸ ἔγκλημα, ὅτι ἦσαν οὕτω βιοῦντες· ὅτι γὰρ πα-


θητικώτερον τὸ πλάσμα τυγχάνει, παντί τῳ πρόδηλον.
Ἡ Κατάστασις τοῦ πατρὸς ἔχει τὸν γάμον, τὴν παιδο-
ποιΐαν, τὴν ἀνατροφὴν, τὴν φιλοπαιδίαν, τοῦ γάμου ὥρας
γενομένης τῆς παιδὸς ἐπιζητῆσαι ἄνδρα ὡς οἷόν τε βέλ-
τιστον, τὸ δοῦναι προῖκα μείζονα, ἢ καθ' ἑαυτόν. εἶτα
μετὰ πάθους τὸ βουλεύσασθαι τοιαῦτα τὸν ἄνδρα, καὶ
αὐτὸν ἑαυτοῦ διαφθεῖραι τὴν σύνοικον, καὶ ὅτι ἡ παῖς
εἴτε φύσει διαφθαρεῖσα, εἴτε ἰδίᾳ, ὅτι πρὸς τὸν ἄνδρα
ἄπεισιν, ἄδηλον γὰρ, ἀπελθοῦσα κατὰ τὸν νόμον ἀπώ-
λεσε τὴν προῖκα, ἐγὼ ἐπέδωκα δευτέραν, τῷ αὐτῷ συνῴ-
κισα, νομίσας ὅτι ἐπισχήσει καὶ αὐτὸς τοῦ τοιοῦτόν
τι ποιεῖν, καὶ αὐτὴ τοῦ ἀπατᾶσθαι· ἐχέτω γάρ τι ἡ
κατάστασις ἐγκατάσκευον· εἶτα ὅτι πάλιν τῷ αὐτῷ τρό-
πῳ ἐζήτησεν ὁ ἀνὴρ τὴν προῖκα τῆς γυναικὸς λαβεῖν,
αἰσχρῶς καὶ ἀναξίως αὐτοῦ, καὶ πάλιν μετεπέμψατο τὴν
γυναῖκα ὡς μοιχὸς, καὶ ὅτι εὑρὼν ἐγὼ ἀμφότερα τὰ σώ-
ματα ἀπέκτεινα, καὶ τὰ τοιαῦτα. ΜΕτὰ τὴν κατάστα-
σιν ὁρικὰ παραγραφικὰ οὐκ ἐμπεσεῖται, ἀλλὰ τὰ ἀπ'
ἀρχῆς ἄχρι τέλους, ἅπερ ἔχει τὸ ἔγκλημα. ἈΛλ' ἀπ-
έκτεινας, φησὶ, συνοικοῦσαν μετ' αὐτοῦ.

Porphyrius Phil., Quaestionum Homericarum ad Iliadem pertinentium reliquiae


Iliad Βι. 23, τμ. 269, γρ. 4

καὶ τὸ ἀληθὲς οὕτως ἔχει· τὰ δὲ ἕτερα φαντασθῆναί φησι τὸν Ἀχιλλέα,


269

εἴτε ἀληθῶς ἐπιστάντος αὐτῷ εἴτε καὶ ἄλλως τοῦτο νομίσαντα.


Quae ab Eustathio, p. 1294, 14,Porphyrianaafferuntur
e libro de Antro Nympharum, cap. 18, petita sunt.
Scholium quod l. in codd. BL legitur, de quo pauca ad
p. 5, 5 sqattuli, re diligentius pensitata non l. sed Ω 221 eden-
dum esse videtur.
διὰ τί Ἀχιλλεὺς ἐν τῷ τετάρτῳ ἀγῶνι πλεῖστον ἀποδίδωσιν
ἆθλον· τὰ γὰρ δύο τάλαντα τοῦ χρυσοῦ πλεῖον ἵππου καὶ γυναικός.
ὅτι δὲ οὐκ ὀλίγον ἦν, σῆμα ὅτι ἐν Λιταῖς προτίθησι δέκα τάλαντα
χρυσοῦ πρὸς πολλῇ προικί (Ι 122). λύων οὖν ὁἈριστοτέληςτὸ
τάλαντον οὔτε ἴσον φησὶ τότε καὶ νῦν εἶναι οὔτε ἀφωρισμένῳ χρῆσθαι
σταθμῷ, ἀλλὰ μέτρον τι μόνον εἶναι, ὡς καὶ φιάλη σχῆμά τι ἀφωρισμέ-
νον οὐκ ἔχον σταθμόν, μέτρον δέ τι. καὶ τὸ τάλαντον δὲ μέτρον τί
ἐστι, πόσον δὲ οὐκέτι ἀφωρισμένον· διὸ καὶ τὸ ἀντικείμενον αὐτοῖς
ὑπερφίαλον καὶ ἀτάλαντον. ὥσπερ γὰρ τὸ ὑπερφίαλον τὸ πολὺ σημαί-
νει καὶ ἄμετρον, ὡς τῆς φιάλης ἐμμέτρου οὔσης (ὑπερφίαλος γὰρ ὁ
ὑπερβάλλων τῇ ἀμετρίᾳ τὸ μέτρον τῆς φιάλης), οὕτω καὶ ἀτάλαντος
ὁ ἐξῃρημένος τοῦ μέτρου τοῦ κατὰ τὸ τάλαντον. ὁ δὲ ἐκ τῶν ἀνίσων
ἐκβεβηκὼς ἴσος ἂν εἴη. ὁ γὰρ οὐκ ἄνισος, οὗτος καὶ ἀτάλαντος, ὁ τὸ
ἄνισον τῶν ταλάντων μὴ ἔχων, διὸ καὶ ἴσος. ὃ γὰρ ἐν ἄλλοις ἔφη

Joannes Stobaeus Anthologus, Anthologium Book 2, Κεφ. 31, τμ. 5, γρ. 7

Ὁ γὰρ ξυνών, κακὸς μὲν ἢν τύχῃ γεγώς,


τοιούσδε τοὺς ξυνόντας ἐκπαιδεύεται,
χρηστοὺς δ' ὁ χρηστός· ἀλλὰ τὰς ὁμιλίας
ἐσθλὰς διώκειν, ὦ νέοι, σπουδάζετε.
Σοφοκλέους(fr. 736 N.).
Ἐπεὶ πέπρακται πᾶν τὸ τοῦ θεοῦ καλῶς,
χωρῶμεν ἤδη, παῖδες, ἐς τὰ τῶν σοφῶν
διδασκαλεῖα μουσικῆς. παιδεύματα
προσλαμβάνειν γὰρ δεῖ καθ' ἡμέραν ἀεί,
ἕωςτ'ἂν ἐξῇ μανθάνειν βελτίονα.
παῖς δ' οὖν κακὸν μὲν δρᾶν τι προῖκ' ἐπίσταται,
αὐτὸς παρ' αὑτοῦ μανθάνων ἄνευ πόνου·
τὰ χρηστὰ δ', οὐδ' ἢν τὸν διδάσκαλον λάβῃ,
ἐμνημόνευσεν, ἀλλὰ κέκτηται μόλις.
ταῦτ' οὖν φυλαξώμεσθα καὶ μοχθητέον,
ὦ παῖδες, ὡς ἂν μήτ' ἀπαιδεύτων βροτῶν
δοκῶμεν εἶναι, κἀποδημοῦντος πατρός

Joannes Stobaeus Anthologus, Anthologium Book 3, Κεφ. 1, τμ. 98, γρ. 37

ἀλλὰ μὴ τῶν ἀναγκαίων ἐνδεὴς εἶ; ἢ οὐ μεσταὶ μὲν αἱ


ὁδοὶ λαχάνων; πλήρεις δὲ αἱ κρῆναι ὕδατος; οὐκ εὐνάς
σοι τοσαύτας παρέχω ὁπόση γῆ; καὶ στρωμνὰς φύλλα;
ἢ εὐφραίνεσθαι μετ' ἐμοῦ οὐκ ἔστιν; ἢ οὐχ ὁρᾷς γρᾴδια
270

φυστὴν φαγόντα τερετίζοντα; ἢ οὐκ ὄψον ἀδάπανον καὶ


ἀτρύφερον παρασκευάζω σοι τὴν πεῖναν; ἢ οὐχ ὁ πεινῶν
ἥδιστα ἐσθίει καὶ ἥκιστα ὄψου δεῖται; καὶ ὁ διψῶν
ἥδιστα πίνει καὶ ἥκιστα τὸ μὴ παρὸν ποτὸν ἀναμένει; ἢ
πεινᾷ τις πλακοῦντα ἢ διψᾷ Χῖον; ἀλλ' οὐ ταῦτα διὰ
τρυφὴν ζητοῦσιν ἄνθρωποι; ἢ οἰκήσεις οὐ παρέχω σοι
προῖκα, τὸν μὲν χειμῶνα τὰ βαλανεῖα, θέρους δὲ τὰ ἱερά;
ποῖον γάρ σοι τοιοῦτον οἰκητήριον, φησὶν ὁ Διογένης,
τοῦ θέρους, οἷον ἐμοὶ ὁ παρθενὼν οὗτος, εὔπνους καὶ
πολυτελής;’ εἰ ταῦτα λέγοι ἡ Πενία, τί ἂν ἔχοις ἀντει-
πεῖν; ἐγὼ μὲν γὰρἂνδοκῶ ἄφωνος γενέσθαι. ἀλλ'
ἡμεῖς πάντα μᾶλλον αἰτιώμεθα ἢ τὴν ἑαυτῶν δυστροπίαν καὶ κακοδαιμονίαν, τὸ
γῆρας, τὴν πενίαν, τὸν ἀπαντή-σαντα, τὴν ἡμέραν, τὴν ὥραν, τὸν τόπον. διό φησιν ὁ
Διογένης φωνῆς ἀκηκοέναι κακίας ἑαυτὴν αἰτιωμένης,

Joannes Stobaeus Anthologus, Anthologium Book 3, Κεφ. 17, τμ. 31, γρ. 17

σῳζοίμεθα, τοὺς δὲ πολεμίους χειροίμεθα, ἆρ' ὅντινα ἂν


αἰσθανοίμεθα ἥττω γαστρὸς ἢ οἴνου ἢ ἀφροδισίων ἢ
πόνου ἢ ὕπνου, τοῦτονἂναἱροίμεθα; καὶ πῶς ἂν οἰη-
θείημεν τὸν τοιοῦτον ἢ ἡμᾶς σῶσαι ἢ τοὺς πολεμίους
κρατῆσαι; εἰ δὲ ἐπὶ τελευτῇ τοῦ βίου γενόμενοι βουλοί-
μεθά τῳ ἐπιτρέψαι ἢ παῖδας ἄρρενας παιδεῦσαι ἢ θυγα-
τέρας παρθένους διαφυλάξαι ἢ χρήματα διασῶσαι, ἆρ'
ἀξιόπιστον εἰς ταῦτα ἡγησαίμεθ' ἂν τὸν ἀκρατῆ; δούλῳ
δ' ἀκρατεῖ ἐπιτρέψαιμεν ἂν ἢ βοσκήματα ἢ ταμιεῖα ἢ
ἔργων ἐπιστασίαν; διάκονον δὲ καὶ ἀγοραστὴν τὸν τοι-
οῦτον ἐθελήσαιμεν ἂν προῖκα λαβεῖν; ἀλλὰ μὴν εἴ γε
μηδὲ δοῦλον ἀκρατῆ δεξαίμεθ' ἄν, πῶς οὐκ ἄξιον αὐτόν
γε φυλάξασθαι τοιοῦτον γενέσθαι; καὶ γὰρ οὐχ ὥσπερ
οἱ πλεονέκται τῶν ἄλλων ἀφαιρούμενοι χρήματα ἑαυτοὺς
δοκοῦσι πλουτίζειν, οὕτως ὁ ἀκρατὴς τοῖς μὲν ἄλλοις βλα-
βερός, ἑαυτῷ δ' ὠφέλιμος, ἀλλὰ κακοῦργος μὲν τῶν ἄλλων,
ἑαυτοῦ δὲ πολὺ κακουργότερος, εἴ γε κακουργότατόν ἐστι
μὴ μόνον τὸν οἶκον τὸν ἑαυτοῦ φθείρειν, ἀλλὰ καὶ τὸ
σῶμα καὶ τὴν ψυχήν. ἐν συνουσίᾳ δὲ τίς ἂν ἡσθείη τῷ
τοιούτῳ, ὃν εἰδείη τῷ ὄψῳ καὶ τῷ οἴνῳ χαίροντα μᾶλλον
ἢ τοῖς φίλοις καὶ τὰς πόρνας ἀγαπῶντα μᾶλλον ἢ τοὺς

Joannes Stobaeus Anthologus, Anthologium Book 3, Κεφ. 19, τμ. 15, γρ. 4

δὲ τῶν Λακεδαιμονίων ‘τοῦτον μέν τοι λαβών’ ἔφη ‘παρ'


ὑμῶν ὑβριστὴν καὶ βίαιον, ἀποδίδωμι ὑμῖν ἐπιεικῆ καὶ
δημοτικόν’.
Πιττακοῦ.
Πιττακὸς ἀδικηθεὶς ὑπό τινος καὶ ἔχων ἐξουσίαν αὐ-
τὸν κολάσαι ἀφῆκεν εἰπών ‘συγγνώμη τιμωρίας ἀμείνων·
τὸ μὲν γὰρ ἡμέρου φύσεώς ἐστι, τὸ δὲ θηριώδους’.
271

Ἐκ τοῦ Ἐπικτήτου Ἐγχειριδίου (c. 12).


Ἄρξαι οὖν ἀπὸ τῶν μικρῶν. ἐκχεῖται τὸ ἔλαιον,
κλέπτεται τὸ οἰνάριον· λέγε, ὅτι τοσοῦδε πωλεῖται ἀπά-
θεια, τοσούτου ἀταραξία, προῖκα οὐθὲν γίνεται. ὅταν δὲ
καλῇς τὸν παῖδα, προεπινόει, ὅτι δύναται καὶ μὴ ὑπα-
κοῦσαι καὶ μηδὲν ποιῆσαι ὧν θέλεις. ἀλλ' οὐχ οὕτως
ἐστὶν αὐτῷκαλῶς>, ἵνα ἐπ' ἐκείνῳ ᾖ τὸ ἐμὲ ταραχθῆναι.
Μουσωνίου ἐκ τοῦ Εἰ γραφὴν ὕβρεως γράψεταί τινα
ὁ φιλόσοφος (Musonii rel. p. 159 ed. Peerlkamp.).
Ὕβρεως δὲ γραφὴν οὔτ' ἂν αὐτὸς ἔφη γράψασθαί
τινά ποτε οὔτ' ἂν ἑτέρῳ συμβουλεῦσαι οὐδενὶ τῶν φιλο-
σοφεῖν ἀξιούντων. ἃ γὰρ πάσχοντές τινες ὑβρίζεσθαι
δοκοῦσιν, τούτων οὐδὲν εἶναι ὕβριν ἢ αἰσχύνην τοῖς πά-
σχουσιν· οἷον λοιδορηθῆναι ἢ πληγῆναι ἢ ἐμπτυσθῆναι,
Joannes Stobaeus Anthologus, Anthologium
Book 4, Κεφ. 2, τμ. 35, γρ. 22

ἑκάστοτε κεκτῆσθαι τῇ πόλει νόμισμα Ἑλληνικόν. ἰδιώτῃ


δὲ ἂν ἄρα ποτὲ ἀνάγκη τις γίγνηται ἀποδημεῖν, παρέ-
μενος μὲν τοὺς ἄρχοντας ἀποδημείτω, νόμισμα δὲ ἄν
ποθεν ἔχων ξενικὸν οἴκαδε ἀφίκηται περιγενόμενον, τῇ
πόλει αὐτὸ καταβαλλέτω πρὸς λόγον ἀπολαμβάνων τὸ
ἐπιχώριον· ἰδιούμενος δὲ ἐάν τις φαίνηται, δημόσιόν τε
γιγνέσθω καὶ ὁ ξυνειδὼς καὶ μὴ φράζων ἀρᾷ καὶ ὀνείδει
μετὰ τοῦ ἀγαγόντος ἔνοχος ἔστω, καὶ ζημίᾳ πρὸς τούτοις
μὴ ἐλάττονι τοῦ ξενικοῦ κομισθέντος νομίσματος. γα-
μοῦντα δὲ καὶ ἐκδιδόντα μήτ' οὖν διδόναι μήτε δέχεσθαι
προῖκα τὸ παράπαν μηδ' ἡντινοῦν, μηδὲ νόμισμα πα-
ρακατατίθεσθαι, ὅτῳ μή τις πιστεύει· μηδὲ δανείζειν ἐπὶ
τόκῳ, ὡς ἐξὸν μὴ ἀποδιδόναι τὸ παράπαν τῷ δανεισαμένῳ
μήτε τόκον μήτε κεφάλαιον.
Τοῦ αὐτοῦ Νόμων ϛʹ (p. 757 A – 758 A).
Δοῦλοι γὰρ ἂν καὶ δεσπόται οὐκ ἄν ποτε γένοιντο
φίλοι, οὐδ' ἐν ἴσαις τιμαῖς διαγόμενοι φαῦλοι καὶ σπου-
δαῖοι· τοῖς γὰρ ἀνίσοις τὰ ἴσα ἄνισα γίγνοιτ' ἄν, εἰ μὴ
τυγχάνοι τοῦ μέτρου· διὰ γὰρ ἀμφότερα ταῦτα στάσεων
αἱ πολιτεῖαι πληροῦνται. παλαιὸς γὰρ λόγος ἀληθὴς
ὤν, ὡς ἰσότης φιλότητα ἀπεργάζεται, μάλα μὲν ὀρθῶς

Joannes Stobaeus Anthologus, Anthologium Book 4, Κεφ. 10, τμ. 9, γρ. 3

ταύτης νῦν τις ἀνὴρ ἀρετῆς εἰς ἄκρον ἱκέσθαι


πειράσθω θυμῷ, μὴ μεθιεὶς πολέμου.
Εὐριπίδου (fr. 1051 N.2).
Σὺν τοῖσι δεινοῖς αὔξεται κλέος βροτοῖς.
Εὐριπίδου Ἀρχελάῳ (fr. 240 N.2).
Ἐμὲ δ' ἄρ' οὐ
μοχθεῖν δίκαιον; τίς δ' ἄμοχθος εὐκλεής;
τίς τῶν μεγίστων δειλὸς ὢν ὠρέξατο;
Ἀντιφάνους (fr. 267 K.).
272

Ἐπεὶ γὰρ ἀποθνῄσκειν ἀνάγκη γίγνεται,


τὸ προῖκ' ἀποθανεῖν ἔστι φανερὰ ζημία.
Εὐριπίδου ἐκ Τηλέφου (fr. 702 N.2).
Τόλμα σύ, κἄν τι τραχὺ νείμωσιν θεοί.
Εὐριπίδου Ἀρχελάῳ (fr. 244 N.2).
Ὀλίγοι γὰρ ἐσθλοὶ κρείσσονες πολλῶν κακῶν.
Καλλίνου (fr. 1 B).
Μέχρις τεῦ κατάκεισθε; κότ' ἄλκιμον ἕξετε θυμόν,
ὦ νέοι; οὐδ' αἰδεῖσθ' ἀμφιπερικτίονας
ὧδε λίην μεθιέντες; ἐν εἰρήνῃ δὲ δοκεῖτε
ἧσθαι, ἀτὰρ πόλεμος γαῖαν ἅπασαν ἔχει.

Joannes Stobaeus Anthologus, Anthologium Book 4, Κεφ. 22a, τμ. 24, γρ. 72

φύσει κοῦφα γίνεται βαρέα, τά τε ἄλλα καὶ γυνή. τῷ


ὄντι γὰρ δὴ καὶ συχνοῖς [γὰρ] τισιν ἀφόρητος ἐγένετο ὁ
γάμος, ἀλλ' οὐχὶ παρ' ἑαυτοῦ οὐδὲ τῷ φύσει τοιάνδε τὴν
μετὰ γυναικὸς εἶναι κοινωνίαν· ἀλλ' ὅταν γαμῶμεν ἃς μὴ
δεῖ, μετὰ τοῦ καὶ αὐτοὶ παντάπασιν ἀπειροβίως διακεῖσθαι
καὶ ἀπαρασκεύως ἔχειν πρὸς τὸ ἀγαγεῖν ὡς χρὴ τὴν ἐλευ-
θέραν ἄγεσθαι, τὸ τηνικαῦτα συμβαίνει χαλεπὴν καὶ ἀφό-
ρητον γίνεσθαι τὴν κοινωνίαν. ἀμέλει καὶ ταύτῃ χωρεῖ
τοῖς πολλοῖς ὁ γάμος. οὐ γὰρ ἐπὶ παίδων γενέσει καὶ
βίου κοινωνίᾳ ἄγονται γυναῖκας· ἀλλ' οἱ μὲν διὰ προι-
κὸς ὄγκον, οἱ δὲ δι' ἐξοχὴν μορφῆς, οἱ δὲ δι' ἄλλας τινὰς
τοιουτοτρόπους αἰτίας, αἷς χρώμενοι κακαῖς συμβούλοις,
οὐδὲν περὶ τῆς διαθέσεως καὶ τοῦ ἤθους τῆς νύμφης
πολυπραγμονήσαντες, ὄλεθρον αὑτῶν θύουσι τὸν γάμον,
καὶ θύραις κατεστεμμέναις τύραννον ἀντὶ γυναικὸς ἐπεισά-
γουσιν ἑαυτοῖς, καὶ ταῦτα μηδὲ ἐφ' ὁποσονοῦν ἀνταρ-
κέσαι δυνάμενοι καὶ τὴν περὶ τῶν πρωτείων ἅμιλλαν
ἀγωνίσασθαι. φανερὸν οὖν, ὡς οὐ δι' αὑτὸν ἀλλὰ διὰ
ταῦτα πολλοῖς βαρὺς καὶ ἀφόρητος ὁ γάμος γίνεται. χρὴ
δ' οὔτ' ἀναίτια, φησίν, αἰτιᾶσθαι οὔτ' ἔγκλημα πραγ-
μάτων ποιεῖσθαι τὴν αὑτῶν ἀσθένειαν καὶ περὶ τὴν χρῆσιν

Ωριγένης Selecta in Genesim (Frag.a e catenis) Vol. 12, p. 136, γρ. 46

ἐστι τοῦ δικαίου· παρὸ παρὰ τῷ Ἀποστόλῳ λέγεται·


Τὸ σῶμα τῆς ταπεινώσεως ἡμῶν· καὶ ἐν Ψαλμοῖς·
Ἐταπεινώθη εἰς χοῦν ἡ ζωὴ ἡμῶν· καὶ πάλιν·
Ἐταπείνωσας ἡμᾶς ἐν τόπῳ κακώσεως.
Ἰωσὴφ δὲ ἦν ἄρχων τῆς Αἰγύπτου. Οὗτος
ἐπώλει παντὶ τῷ λαῷ τῆς γῆς. Ἐλθόντες δὲ οἱ
ἀδελφοὶ Ἰωσὴφ προσεκύνησαν αὐτῷ ἐπὶ πρόσω-
πον ἐπὶ τὴν γῆν. Διὰ τὸ μὴ εἶναι λαοὺς τῆς
γῆς τοὺς υἱοὺς Ἰακὼβ, οὐκ ἐπώλει αὐτοῖς· ἀπεδίδου
δὲ τὰ ἀργύρια δίς. Ἔπρεπε γὰρ τοὺς υἱοὺς Ἰσραὴλ
273

προῖκα λαμβάνειν τὸν σῖτον.


Τοῦ αὐτοῦ. Χαριέντως περὶ τῶν αὐτῶν, ὅτε μὲν
ἀγοράζουσι, φησὶν, υἱοὶ Ἰσραήλ· ὅτε δὲ προσκυ-
νοῦσιν Ἰωσὴφ, οἱ ἀδελφοὶ Ἰωσήφ. Πλὴν Βενιαμὶν
οὔτε τὸν Ἠσαῦ οὔτε τὸν Ἰωσὴφ προσκυνεῖ. Διὸ ἐν τῇ
μερίδι αὐτοῦ γίνεται ὁ ναός.
Ναὶ, ἐν ἁμαρτίαις γάρ ἐσμεν περὶ τοῦ ἀδελφοῦ
ἡμῶν, ὅτι ὑπερείδομεν τὴν θλίψιν τῆς ψυχῆς
αὐτοῦ, ὅτε κατεδέετο. Κατὰ τὸ σιωπώμενον κα-
τεδέετο· οὐ γὰρ ἀναγέγραπται πῶς κατεδέετο.
Ἀποκριθεὶς Ῥουβὶμ, εἶπεν αὐτοῖς

Hephaestion Astrol., Apotelesmatica P. 260, γρ. 11

θʹΠερὶ γάμου

Περὶ γάμου ἐπισκοπητέον οὕτως·


ἄνδρα μὲν Ἠέλιον καὶ ἀνερχόμενον σκοπὸν ὥρης,
αὐτὴν δ' ἐκ ζῳδίου θ' ἱμερόφρονα δυομένοιο
κόρην ἂν φράσσαιο καὶ ἠυκόμου Κυθερείης,
ἐκ δὲ μεσουρανίου τὸ καὶ ἔπλετο τηλόθι γαίης
οἷον ἅμ' ἀλλήλοις ἄμφω βίον ἐκτελέουσι,
ἀμφὶ δέ τοι προικὸς μέσατον χθονὸς ἐξαγορεύσει.
δερκομένῳ τίνες ἐσθλά, τίνες κακὰ τεκμαίρουσιν,
Ἠέλιος φαυλοῖσι βεβλαμμένος, Ἀφρογενής τε
Ζηνὸς ἐπεσσυμένου ἢ καὶ παρεόντος ἅμ' αὐτῇ,
ἀνέρι πῆμα φέρουσιν, ἀτὰρ μέγα χάρμα γυναικί
ἔμπαλιν αὖ Παφίην ὁπόταν βροτολοιγὸς ἴδησι
ἢ Φαίνων κρυόεις ὀλοὸν τόδε σῆμα δάμαρτι
ἔσσεται αἰσχύνη τε καὶ οὐκ ἐπὶ δηθὰ μένουσιν,
ἢν δ' ἔτι καὶ Μήνη στυγερὸν περὶ σῆμα γένηται
ἀμφοτέροις εἴη κεν ἀπαίσιος ἥδε καταρχή.
ἐσθλοὶ δ' αὖ Μαίης ὠκὺν γόνον εἰσορόωντες

Hephaestion Astrol., Apotelesmatica P. 264, γρ. 14

τῆς Ἀφροδίτης τοῖς ἀριθμοῖς, εἰ δὲ Ἄρης ἀναποδίζοι ἐν τῇ


καταρχῇ τοῦ χωρισμοῦ ἐπιστρέψαντος αὐτοῦ καὶ προς-
τιθέντος ὁ ἀνὴρ διαλλαγήσεται καὶ μετελεύσεται τὴν
γυναῖκα.
Ἐὰν δὲ ὁ κύριος τοῦ γάμου ἐν τῇ καταρχῇ μεσουρανῶν
τύχῃ ἐν θηλυκῷ ζῳδίῳ πολύγονον δείξει τὴν γυναῖκα, εἰ
δὲ ἐν ἀρρενικῷ τὸν ἄνδρα. τετράγωνος δὲ ὁ Ζεὺς τῷ
γαμικῷ ἀστέρι τυχὼν στάσεως τῆς ἐν τῷ γάμῳ δηλωτικός·
κακὴ καὶ ἡ Σελήνη ἐν ἀρρενικῷ ζῳδίῳ τυχοῦσα. ὡροσκο-
πῶν δὲ ὁ τοῦ γάμου κύριος ἐπίμεμπτον τὸν γάμον δίδωσιν,
καὶ μάλιστα ὁ Ζεὺς ἐν θηλυκῷ ζῳδίῳ ἄπροικον ἢ ψευδο-
πλουσίαν ἢ ὑπόδικον, ἐν δὲ ἀρρενικῷ τὸν ἄνδρα τοιοῦτον.
Ἐπειδὴ προείρηται ὅτι ὁ μὲν ὡροσκόπος ὁ γαμῶν, τὸ
274

δὲ δῦνον ἡ γαμουμένη, τὸ δὲ μεσουράνημα ἡ ἀμφοτέρων


ὁμόνοια καὶ παραμονή, τὸ δὲ ὑπόγειον ἡ προὶξ καὶ τὸ τοῦ
γάμου ἀποτέλεσμα, δῆλον οὖν ὅτι τοῦ Κρόνου μὲν ὡροσκο-
ποῦντος ὁ γαμῶν ἔσται πρεσβύτερος καὶ ῥυπαρός, Ἄρεως
δὲ νεώτερος καὶ ὀργίλος, τοῦ δὲ Διὸς πλούσιος καὶ ἀγαθός,
μέσης ἡλικίας, Ἀφροδίτηςδὲἱλαρός, καθάριος, ἡδύβιος,
κατωφερὴς εἰς γυναῖκας, Ἑρμοῦ δὲ εὐπαίδευτος, συνετὸς
καὶ ἐρωτικὸς εἰς παῖδας, Ἡλίου δὲ καὶ Σελήνης εὐγενὴς

Hephaestion Astrol., Apotelesmatica P. 265, γρ. 5

διάλυσις ἔσται τοῦ γάμου διὰ ῥυπαρίαν καὶ σμικρολογίαν,


Ἄρεωςδὲδι' ἀκαταστασίαν καὶ ζηλοτυπίαν (ἐπὰν δὲ καὶ
ὁ τῆς Ἀφροδίτης συνῇ αὐτῷ ἢ μαρτυρῇ διὰ μοιχείαν, ἐὰν
δὲ Ἑρμῆς συνῇ διὰ παιδὸς ἔρωτα), Διὸς δὲ καὶ Ἀφροδίτης
ὁμόνοια αὐτοῖς ἔσται καὶ τεκνοποιία, Ἡλίου δὲ καὶ
Σελήνης ἐπισήμους αὐτοὺς ἔσεσθαι. ἐπὶ δὲ τοῦ δύνοντος
τυχόντες ὅμοια ἀποδεικνύουσι περὶ τὴν γυναῖκα οἷα καὶ
ἐπὶ τοῦ ἀνδρὸς ἐν τῷ ὡροσκόπῳ. ἐὰν δὲ καὶ Ἄρης ἢ
Κρόνος ἢ ἀμφότεροι ὑπὸ γῆν εὑρεθεῖεν ἰδίων ἀποβολὴν
καὶ τέκνων καὶ τῆς προικὸς καὶ προτελευτὴν τοῦ ἀνδρὸς
σημαίνουσιν, ἐὰν δὲ Ζεὺς καὶ Ἀφροδίτη ὑπόγειοι ὦσι
πολὺν χρόνον σὺν ἀλλήλοις καὶ τέκνα ἔσεσθαι, καὶ ἐὰν μὲν
ἐν ἀρσενικῷ ζῳδίῳ ὁ ἀνὴρ ἐπιζήσεται, ἐὰν δὲ ἐν θηλυκῷ
ἡ γυνή, ὁ δὲ Ἑρμῆς καθὼς ἂν τὴν τῶν ἄλλων μαρτυρίαν
δέξηται ἕκαστα ἐμφαίνει.
Τοῦ δὲ Ἡλίου κεκακωμένου, τῆς δὲ Ἀφροδίτης ὑπὸ
ἀγαθοποιοῦ μαρτυρουμένης ἐν τῇ καταρχῇ, ἄρχειν τὴν
γυναῖκα τοῦ ἀνδρὸς δηλωτέον, ἔμπαλιν δὲ τυχόντων
ἔμπαλιν ἔσται. τῆς δὲ Σελήνης κεκακωμένης ἀμφοτέροις
ἀσύμφορον καὶ τῇ προικί . ὁ ὡροσκόπος καὶ τὸ μεσου

Hephaestion Astrol., Apotelesmatica P. 265, γρ. 15

καὶ τέκνων καὶ τῆς προικὸς καὶ προτελευτὴν τοῦ ἀνδρὸς


σημαίνουσιν, ἐὰν δὲ Ζεὺς καὶ Ἀφροδίτη ὑπόγειοι ὦσι
πολὺν χρόνον σὺν ἀλλήλοις καὶ τέκνα ἔσεσθαι, καὶ ἐὰν μὲν
ἐν ἀρσενικῷ ζῳδίῳ ὁ ἀνὴρ ἐπιζήσεται, ἐὰν δὲ ἐν θηλυκῷ
ἡ γυνή, ὁ δὲ Ἑρμῆς καθὼς ἂν τὴν τῶν ἄλλων μαρτυρίαν
δέξηται ἕκαστα ἐμφαίνει.
Τοῦ δὲ Ἡλίου κεκακωμένου, τῆς δὲ Ἀφροδίτης ὑπὸ
ἀγαθοποιοῦ μαρτυρουμένης ἐν τῇ καταρχῇ, ἄρχειν τὴν
γυναῖκα τοῦ ἀνδρὸς δηλωτέον, ἔμπαλιν δὲ τυχόντων
ἔμπαλιν ἔσται. τῆς δὲ Σελήνης κεκακωμένης ἀμφοτέροις
ἀσύμφορον καὶ τῇ προικί . ὁ ὡροσκόπος καὶ τὸ μεσου-
ράνημα ἔχοντες ἀγαθοποιοὺς σημαίνουσι τεκνοποιίαν ἐπὶ
συμφέροντι, κακοποιοὺς δὲ ἀποβολήν. φυλάσσεσθαι δὲ καὶ
τοῦ κυρίου τῆς τύχης κακωθέντος ἄγεσθαι γυναῖκα.
χαλεπὸς δὲ καὶ ὁ κατὰ γένεσιν οὕτως ἔχων γαμικὸς
275

ἀστήρ. κενοδρομοῦσα δὲ ἡ Σελήνη πολυκοίνους μηνύει,


ἀγαθὴ δὲ ὑπόγειος ἐν θηλυκῷ ζῳδίῳ· τοῦ Ἡλίου ὄντος
ἐν ἀρρενικῷ ὑποτεταγμένην αὐτὴν ποιήσει.

Hephaestion Astrol., Apotelesmatica (epitomae quattuor) P. 15, γρ. 29

προστιθείσης τῆς Ἀφροδίτης τοῖς ἀριθμοῖς, εἰ δὲ Ἄρης


ἀναποδίζει ἐν τῇ καταρχῇ τοῦ χωρισμοῦ ἐπιστρέψαντος
αὐτοῦ καὶ προστιθέντος ὁ ἀνὴρ διαλλαγήσεται καὶ μετ-
ελεύσεται τὴν γυναῖκα.
Εἰ δ' ὁ κύριος τοῦ γάμου ἐν τῇ καταρχῇ μεσουρανῶν
τύχῃ ἐν θηλυκῷ ζῳδίῳ πολύκοινον δείξει τὴ γυναῖκα,
εἰ δ' ἐν ἀρσενικῷ τὸν ἄνδρα. τετράγωνος δὲ ὁ Ζεὺς τῷ
γαμικῷ ἀστέρι τυχὼν στάσεως τῆς ἐν γάμῳ δηλωτικός
ἐστιν, κἀκεῖ καὶ ἡ Σελήνη ἐν ἀρσενικῷ ζῳδίῳ τυχοῦσα.
ὡροσκοπῶν δὲ ὁ τοῦ γάμου κύριος ἐπίμεμπτον τὸν γάμον
δηλοῖ, καὶ μάλιστα ὁ Ζεὺς ἐν θηλυκῷ ζῳδίῳ ἄπροικον ἢ
ψευδοπλουσίαν ἢ ὑπόδικον, εἰ δὲ ἐν ἀρσενικῷ τὸν ἄνδρα
τοιοῦτον.
Ἐπειδὴ προείρηται ὅτι ὁ μὲν ὡροσκόπος ἐστὶν ὁ γαμῶν,
τὸ δὲ δῦνον ἡ γαμουμένη, τὸ δὲ μεσουράνημα ἡ ἀμφοτέρων
ὁμόνοια καὶ παραμονή, τὸ δ' ὑπόγειον ἡ προὶξ καὶ τὸ τοῦ
γάμου ἀποτέλεσμα, δῆλον μὲν οὖν ὅτι τοῦ Κρόνου ὡρο-
σκοποῦντος ὁ γαμῶν ἔσται πρεσβύτης καὶ ῥυπαρός, Ἄρεως
δὲ νεώτερος καὶ ὀργίλος, τοῦ δὲ Διὸς πλούσιος καὶ ἀγα-
θός, μέσης ἡλικίας, Ἀφροδίτης δὲ ἱλαρός, καθάριος,
ἡδύβιος, κατωφερὴς εἰς γυναῖκα,

Nonnus Epic., Paraphrasis sancti evangelii Joannei (fort. auctore Nonno alio)
Demonstratio 15, γρ. 105

πᾶσι θεουδείης ἐνέπων ὁδόν, οὐκ ἂν ἐκεῖνοι


εἶχον ἀλιτροσύνην νεμεσήμονα· νῦν δὲ μαθόντες
οὐ πρόφασιν μεθέπουσιν ἐλεύθερον ἄφρονος ἄτης.
εἰ μὴ ἐγὼ κάμον ἔργα, τὰ μὴ μάθεν ἄλλος ἀνύσσαι,
αὐτῶν δερκομένων, ὅτε μάρτυρες ἦσαν ὀπωπαί,
οὐκ ἂν ἀτασθαλίης ποινήτορας εἶχον ἀμοιβάς.
νῦν δὲ καὶ εἰςορόωσι καὶ ἀμφοτέρους ἑνὶ θεσμῷ
αὐτὸν ἐμὲ στυγέουσι καὶ ὑψιμέδοντα τοκῆα.
ἀλλὰ νόμου γραφικοῖο τόπερ φάτο θέσκελος ὀμφὴ
ἀνέρος εὐφόρμιγγος, ὅπως τετελεσμένον εἴη·
προικὸς ἐμὲ στυγέεσκον. ἐπὴν δ' ἐπιδήμιον ἔλθῃ
πνεῦμα θεοῦ νοεροῖο διορνύμενον γενετῆρος,
πνεῦμα τόπερ παρὰ πατρὸς ἐς ὑμέας αὐτὸς ἰάλλω,
πολλά με κηρύξειε παρ' ἀνδράσι· πολλὰ καὶ ὑμεῖς
ἀμφ' ἐμέθεν φθέγγεσθε δαήμονι μάρτυρι μύθῳ·
276

καὶ γὰρ ἐμοὶ παρεόντες ὁμόφρονές ἐστε μαθηταὶ


ἐξ ἀρχῆς γεγαῶτες ὅλων θηήτορες ἔργων·

Syriani, Sopatri Et Marcellini Scholia Ad Hermogenis Status, Scholia ad


Hermogenis librum περὶ στάσεων Vol. 4, p. 183, γρ. 24

ἔκ τινος τῶν ἠθικῶν καὶ δικανικῶν καὶ παθητικῶν·


τρόποι δὲ τέσσαρες καὶ αὐτοί· ἔνδοξος, ἄδοξος, παράδο-
ξος, ἀμφίδοξος· καὶ ἔνδοξος μέν ἐστιν, ἐν ᾧ ἄμφω
ἐπαινεῖται καὶ πρόσωπον καὶ πρᾶγμα· οἷον ἀριστεὺς αἰ-
τεῖ ἱερωσύνην· ἄδοξος δὲ ὁ κατὰ τὸ ἐναντίον τοιούτῳ·
οἷον Ἀριστογείτων ἐν σπάνει χρημάτων γράφει νόμον
παρ' Ἀθηναίοις μισθοῦ μυεῖσθαι· ἀμφίδοξος δὲ, ὁ πῆ
μὲν ἐπαινετὸς, πῆ δὲ ψεκτός· οἷον ἀριστεύσας τις αἰτεῖ
πολίτου σφαγήν· παράδοξος δὲ, ὅτ' ἂν παρὰ τὴν δό-
ξαν τῶν ἀκουόντων τι πράττηται· οἷον πορνοβοσκὸς ἐκή-
ρυξε τοὺς ἀπάτορας προῖκα δέχεσθαι· παρὰ γὰρ τὴν δό-
ξαν τῶν ἀνθρώπων τοῦτο, πλὴν οἱ πορνοβοσκοὶ πρὸς
ἀργύριον πάντα πράττουσι· περὶ τούτων οὖν φησι τρό-
πων καὶ εἰδῶν περίεργον ἂν εἴη λέγειν ἐν τῷ παρόντι·
κατὰ δὲ τὴν ὁμωνυμίαν ἐπιλαμβάνεται Μινουκιανοῦ·
τοῦ γὰρ εἴδους τριχῶς λεγομένου· πρῶτον μὲν ἐπὶ τοῦ
τῆς ῥητορικῆς μέρους· ὥσπερ ἐλέγομεν εἶδος εἶναι ῥητο-
ρικῆς τὸ δικανικὸν φέρε ἢ συμβουλευτικὸν ἢ πανηγυρι-
κόν· δευτέρου δὲ τοῦ ἐν τῷ προβλήματι καὶ ζητήματι
καὶ τρίτου τοῦ ἐξαγγελτικοῦ τῆς φράσεως, ὁ μὲν Μι-
νουκιανὸς περὶ εἰδῶν διαλαμβάνων καὶ τρόπων οὐ περὶ

Syriani, Sopatri Et Marcellini Scholia Ad Hermogenis Status, Scholia ad


Hermogenis librum περὶ στάσεων Vol. 4, p. 645, γρ. 28

Μαραθῶνι γράψας, τὸν Πᾶνα δὲ μὴ γράψας, κρίνεται


ἀσεβείας· ἐπινενόηται δὲ ὑπό τινων καὶ ἕτερα ἀντιλη-
πτικὰ προβλήματα, ἃ καὶ παραθέσθαι πολυπειρίας
χάριν ἄξιον ἐγνώκαμεν· οἷον ὅτ' ἂν τὴν ἐξουσίαν τις οὐκ
εἰς ἑαυτὸν, ἀλλ' εἰς ἕτερον ἀνάγῃ· σπανία δὲ ἡ τοιαύτη
ἀντίληψις· πάσης γὰρ σχεδὸν οἰκεῖον τὸ τὴν ἐξουσίαν
εἰς ἑαυτὸν ἀνάγειν. παραδείγματα ταύτης· πένητος θυ-
γάτηρ καὶ πλουσίου υἱὸς ἐγένοντο ὑπὸ λῃσταῖς· ἐλύσα-
το ἀμφοτέρους ὁ πλούσιος· μετὰ ταῦτα ἐβιάσατο ὁ
τοῦ πλουσίου τὴν κόρην, ἀνήχθη ἐπὶ τὸ πρυτανεῖον ἡ
κόρη ἢ γάμον ἄπροικον ἢ θάνατον αἱρησομένη τοῦ
βιασαμένου· παρακαλοῦντος τοῦ πλουσίου ἑλέσθαι τὸν
γάμον καὶ ὑπισχνουμένου προῖκα, εἵλετο ἡ βιασθεῖσα
τὸν θάνατον τοῦ βιασαμένου· καὶ κρίνει ὁ πλούσιος
ἀχαριστίας τὸν πατέρα αὐτῆς· ἐνταῦθα οὖν ὁ πατὴρ
ἀπολογεῖται, τὴν ἐξουσίαν οὐχὶ αὐτοῦ λέγων εἶναι τῆς
αἱρέσεως, ἀλλὰ τῆς παιδὸς ἐκ νόμων. Ἕτερον πρόβλη-
277

μα, ὃ ἐγκαταμέμικται στοχασμῷ καὶ γνώμῃ· οὔτε γὰρ


ὁμολογεῖται παντελῶς καὶ ὡς ἐν ἀντιθέσει ὁμολογήσας
συγγνώμην ἐργάζεται· οἷον νόμος τοὺς ἀποκηρύκτους
μὴ στρατεύεσθαι πολέμου κατειληφότος· τρεῖς τις ἔχων

Syriani, Sopatri Et Marcellini Scholia Ad Hermogenis Status, Scholia ad


Hermogenis librum περὶ στάσεων Vol. 4, p. 645, γρ. 30

πτικὰ προβλήματα, ἃ καὶ παραθέσθαι πολυπειρίας


χάριν ἄξιον ἐγνώκαμεν· οἷον ὅτ' ἂν τὴν ἐξουσίαν τις οὐκ
εἰς ἑαυτὸν, ἀλλ' εἰς ἕτερον ἀνάγῃ· σπανία δὲ ἡ τοιαύτη
ἀντίληψις· πάσης γὰρ σχεδὸν οἰκεῖον τὸ τὴν ἐξουσίαν
εἰς ἑαυτὸν ἀνάγειν. παραδείγματα ταύτης· πένητος θυ-
γάτηρ καὶ πλουσίου υἱὸς ἐγένοντο ὑπὸ λῃσταῖς· ἐλύσα-
το ἀμφοτέρους ὁ πλούσιος· μετὰ ταῦτα ἐβιάσατο ὁ
τοῦ πλουσίου τὴν κόρην, ἀνήχθη ἐπὶ τὸ πρυτανεῖον ἡ
κόρη ἢ γάμον ἄπροικον ἢ θάνατον αἱρησομένη τοῦ
βιασαμένου· παρακαλοῦντος τοῦ πλουσίου ἑλέσθαι τὸν
γάμον καὶ ὑπισχνουμένου προῖκα, εἵλετο ἡ βιασθεῖσα
τὸν θάνατον τοῦ βιασαμένου· καὶ κρίνει ὁ πλούσιος
ἀχαριστίας τὸν πατέρα αὐτῆς· ἐνταῦθα οὖν ὁ πατὴρ
ἀπολογεῖται, τὴν ἐξουσίαν οὐχὶ αὐτοῦ λέγων εἶναι τῆς
αἱρέσεως, ἀλλὰ τῆς παιδὸς ἐκ νόμων. Ἕτερον πρόβλη-
μα, ὃ ἐγκαταμέμικται στοχασμῷ καὶ γνώμῃ· οὔτε γὰρ
ὁμολογεῖται παντελῶς καὶ ὡς ἐν ἀντιθέσει ὁμολογήσας
συγγνώμην ἐργάζεται· οἷον νόμος τοὺς ἀποκηρύκτους
μὴ στρατεύεσθαι πολέμου κατειληφότος· τρεῖς τις ἔχων
παῖδας ἀπεκήρυξε τοὺς τρεῖς· μετὰ τὴν μάχην ἀνέλαβε,
καὶ κρίνεται κατασοφισμοῦ· ἐνταῦθα ἀντίληψις μὲν ἡ

Syriani, Sopatri Et Marcellini Scholia Ad Hermogenis Status, Scholia ad


Hermogenis librum περὶ στάσεων Vol. 4, p. 707, γρ. 7

μον εἰσφέρει ὁ πλούσιος, τὸν λιπόντα τὴν τάξιν θα-


νάτῳ ζημιοῦσθαι· μετὰ ταῦτα ἐστρατήγησεν ὁ πένης,
συνεστρατεύετο αὐτῷ ὁ πλούσιος μετὰ τοῦ παιδὸς, ἠρί-
στευσεν ὁ πλούσιος, ἔλιπε τὴν τάξιν ὁ τούτου υἱὸς, νό-
μον εἰσφέρει ὁ πένης, ὑπὸ τῶν ἀριστέων φονεύεσθαι
τοὺς λειποτάκτας· ἐνταῦθα κατὰ προσθήκην τοῦ
ὀνόματος εἰσήχθη· γράψαντος γὰρ τοῦ πλουσίου θανά-
τῳ ζημιοῦσθαι τοὺς λιπόντας τὴν τάξιν, ὁ πένης καὶ
ὑπὸ τίνος προσέθηκεν. ὑπὸ γὰρ τῶν ἀριστέων. κατὰ
ἀναίρεσιν δὲ νόμου. νόμος τὴν βιασθεῖσαν ἢ γάμον
ἄπροικον ἢ θάνατον αἱρεῖσθαι τοῦ βιασαμένου· πολ-
λῶν βιαζομένων γράφει τις νόμον θανάτῳ ζημιοῦσθαι
τοὺς βιαζομένους, ἀφῄρηκε γὰρ τὸ γάμον ἄπροικον αἱ-
ρεῖσθαι. ἰστέον δὲ, ὡς ἡ ἀναίρεσις τοῦ νόμου ἢ κατὰ
μέρους ἐστὶν ἀναίρεσις, ὡς ἐπὶ τοῦ προειρημένου παρα-
δείγματος, ἢ καθόλου· καὶ τοῦτο ἢ νόμῳ καὶ εἰς ἀεὶ
ὡς ἐπὶ τοῦ τῆς πανσελήνου παρὰ Λάκωσι μετὰ τὰ
278

ἐν Μαραθῶνι, ἢ ψηφίσματι καὶ πρὸς καιρὸν, ὥσπερ


ἐποίησε Δημοσθένης τὴν Ἐλάτειαν Φιλίππου καταλα-
βόντος, λύσας τὸν νόμον τὸν ἐν τρισὶν ἡμέραις βουλεύ

Syriani, Sopatri Et Marcellini Scholia Ad Hermogenis Status, Scholia ad


Hermogenis librum περὶ στάσεων Vol. 4, p. 707, γρ. 9

συνεστρατεύετο αὐτῷ ὁ πλούσιος μετὰ τοῦ παιδὸς, ἠρί-


στευσεν ὁ πλούσιος, ἔλιπε τὴν τάξιν ὁ τούτου υἱὸς, νό-
μον εἰσφέρει ὁ πένης, ὑπὸ τῶν ἀριστέων φονεύεσθαι
τοὺς λειποτάκτας· ἐνταῦθα κατὰ προσθήκην τοῦ
ὀνόματος εἰσήχθη· γράψαντος γὰρ τοῦ πλουσίου θανά-
τῳ ζημιοῦσθαι τοὺς λιπόντας τὴν τάξιν, ὁ πένης καὶ
ὑπὸ τίνος προσέθηκεν. ὑπὸ γὰρ τῶν ἀριστέων. κατὰ
ἀναίρεσιν δὲ νόμου. νόμος τὴν βιασθεῖσαν ἢ γάμον
ἄπροικον ἢ θάνατον αἱρεῖσθαι τοῦ βιασαμένου· πολ-
λῶν βιαζομένων γράφει τις νόμον θανάτῳ ζημιοῦσθαι
τοὺς βιαζομένους, ἀφῄρηκε γὰρ τὸ γάμον ἄπροικον αἱ-
ρεῖσθαι. ἰστέον δὲ, ὡς ἡ ἀναίρεσις τοῦ νόμου ἢ κατὰ
μέρους ἐστὶν ἀναίρεσις, ὡς ἐπὶ τοῦ προειρημένου παρα-
δείγματος, ἢ καθόλου· καὶ τοῦτο ἢ νόμῳ καὶ εἰς ἀεὶ
ὡς ἐπὶ τοῦ τῆς πανσελήνου παρὰ Λάκωσι μετὰ τὰ
ἐν Μαραθῶνι, ἢ ψηφίσματι καὶ πρὸς καιρὸν, ὥσπερ
ἐποίησε Δημοσθένης τὴν Ἐλάτειαν Φιλίππου καταλα-
βόντος, λύσας τὸν νόμον τὸν ἐν τρισὶν ἡμέραις βουλεύ-
εσθαι περὶ πολέμου προστάττοντα· οὐ γὰρ ἀναιρεῖσθαι
καθάπαξ τὸν νόμον διὰ τοῦ ψηφίσματος, ἀλλὰ διὰ

Salaminius Hermias Sozomenus Scr. Eccl., Historia ecclesiastica


Book 1, Κεφ. 11, τμ. 6, γρ. 2

γατρὶ αὐτοῦ παρθένῳ Εἰρήνῃ τοὔνομα παρέθετό τι τῶν γνωρίμων τις. ἡ δὲ


λαβοῦσα κατώρυξεν οἴκοι, ὅπως ἐπιμελῶς φυλάττοιτο. συμβὰν δὲ τὴν κόρην
τελευτῆσαι μηδὲν εἰποῦσαν, ἧκεν ὁ ἄνθρωπος τὴν παρακαταθήκην ἀπαιτῶν.
ἀγνοοῦντος δὲ Σπυρίδωνος ὅ τι λέγοι, ἀναζητήσαντος δὲ ὅμως κατὰ τὴν
οἰκίαν καὶ μὴ εὑρόντος ἔκλαιε καὶ τὰς τρίχας ἔτιλλε καὶ θανατιῶν δῆλος ἦν.
κινηθεὶς δὲ πρὸς ἔλεον ὁ Σπυρίδων ἦλθεν ἐπὶ τὸν τάφον καὶ ὀνομαστὶ τὴν
παῖδα ἐκάλεσε. τῆς δὲ ἀποκριναμένης ἤρετο περὶ τῆς παρακαταθήκης, καὶ
μαθὼν ἀνέστρεφε καὶ εὑρών, ᾗ ἐσήμανεν, ἀπέδωκε τῷ ἀνθρώπῳ.
Ἐπεὶ δὲ εἰς τοῦτο προήχθην λόγου, οὐκ ἄτοπον καὶ τοῦτο προσθεῖναι.
ἔθος ἦν τούτῳ τῷ Σπυρίδωνι τῶν γινομένων αὐτῷ καρπῶν τοὺς μὲν πτω-
χοῖς διανέμειν, τοὺς δὲ προῖκα δανείζειν τοῖς ἐθέλουσιν. οὔτε δὲ διδοὺς οὔτε
ἀπολαμβάνων δι' ἑαυτοῦ παρεῖχεν ἢ ὑπεδέχετο, μόνον δὲ τὸ ταμιεῖον ἐπιδεικνὺς
ἐπέτρεπε τοῖς προσιοῦσιν, ὅσου δέονται, κομίζεσθαι καὶ πάλιν ἀποδιδόναι,
ὅσον ᾔδεσαν κομισάμενοι. δανεισάμενος οὖν τις τοῦτον τὸν τρόπον ἧκεν
ὡς ἀποδώσων. ἐπιτραπεὶς δὲ κατὰ τὸ ἔθος αὐτὸς καθ' ἑαυτὸν ἀποδοῦναι
279

τῷ ταμιείῳ τὰ δεδανεισμένα, πρὸς ἀδικίαν εἶδε· καὶ νομίσας λανθάνειν


οὐκ ἀπέδωκε τὸ χρέος, ἀλλ' ὑφελόμενος τοῦ ὀφλήματος τὴν ἀπόδοσιν, ὡς
ἀποτίσας ἀπῆλθε. τὸ δὲ ἄρα οὐκ ἤμελλεν ἐπὶ πολὺ λήσειν. μετὰ γάρ
τινα χρόνον ὁ μὲν πάλιν ἐδεῖτο δανείζεσθαι, ὁ δὲ πρὸς τὸ ταμιεῖον ἀπέ-
πεμπεν ἐξουσίαν δοὺς αὐτὸν ἑαυτῷ παραμετρεῖν ὅσον βούλεται. κενὸν δὲ
τὸν οἶκον ἰδὼν ἐμήνυσε τῷ Σπυρίδωνι. ὁ δὲ πρὸς αὐτόν «θαυμαστόν, ὦ

Salaminius Hermias Sozomenus Scr. Eccl., Historia ecclesiastica Book 9, Κεφ. 5,


τμ. 6, γρ. 3

Οὔλδην οἰκείους καὶ λοχαγοὺς ἐγένοντο περὶ τῆς Ῥωμαίων πολιτείας καὶ
τῆς τοῦ βασιλέως φιλανθρωπίας, ὁποίων τε καὶ ὅσων ἀξιοῖ γερῶν τοὺς
ἀρίστους καὶ ἀγαθοὺς ἄνδρας. οὐκ ἀθεεὶ δὲ τούτων εἰς ἔρωτα καταστάντες
Ῥωμαίοις προσεχώρησαν, καὶ σὺν αὐτοῖς ἐστρατοπεδεύοντο ἅμα τοῖς ὑπ'
αὐτοὺς τεταγμένοις. ὁ δὲ Οὔλδης πρὸς τὸ πέραν τοῦ ποταμοῦ μόλις
διεσώθη πολλοὺς ἀποβαλών, ἄρδην δὲ τοὺς καλουμένους Σκιρούς (ἔθνος
δὲ τοῦτο βάρβαρον ἱκανῶς πολυάνθρωπον πρὶν τοιᾷδε περιπεσεῖν συμφορᾷ)·
ὑστερήσαντες γὰρ ἐν τῇ φυγῇ οἱ μὲν αὐτῶν ἀνῃρέθησαν, οἱ δὲ ζωγρηθέντες
δέσμιοι ἐπὶ τὴν Κωνσταντινούπολιν ἐξεπέμφθησαν. δόξαν δὲ τοῖς ἄρχουσι
διανεῖμαι τούτους, μή τι πλῆθος ὄντες νεωτερίσωσι, τοὺς μὲν ἐπ' ὀλίγοις
τιμήμασιν ἀπέδοντο, τοὺς δὲ πολλοῖς προῖκα δουλεύειν παρέδοσαν, ἐπὶ τῷ μήτε
Κωνσταντινουπόλεως μήτε πάσης Εὐρώπης ἐπιβαίνειν καὶ τῇ μέσῃ
θαλάσσῃ χωρίζεσθαι τῶν ἐγνωσμένων αὐτοῖς τόπων. ἐκ τούτων τε πλῆ-
θος ἄπρατον περιλειφθὲν ἄλλοι ἀλλαχῇ διατρίβειν ἐτάχθησαν· πολλοὺς δὲ
ἐπὶ τῆς Βιθυνίας τεθέαμαι πρὸς τῷ καλουμένῳ Ὀλύμπῳ ὄρει σποράδην
οἰκοῦντας καὶ τὰς αὐτόθι ὑπωρείας καὶ λόφους γεωργοῦντας.
Τὰ μὲν οὖν πρὸς ἕω τῆς ἀρχομένης πολεμίων ἀπήλλακτο καὶ σὺν κόσμῳ
πολλῷ ἰθύνετο παρὰ τὴν πάντων δόξαν· ἦν γὰρ ἔτι νέος ὁ κρατῶν. τὰ δὲ
πρὸς δύσιν ἐν ἀταξίαις ἦν πολλῶν ἐπανισταμένων τυράννων· ἡνίκα δὴ μετὰ
τὴν Στελίχωνος ἀναίρεσιν Ἀλάριχος ὁ τῶν Γότθων ἡγούμενος πρεσβευσά-
μενος περὶ εἰρήνης πρὸς Ὀνώριον ἀπέτυχε· καὶ καταλαβὼν τὴν Ῥώμην

Himerius Soph., Declamationes et orationes Oration 5, γρ. 141

φθεγγόμενος ... Ἀδήλου δὲ ὄντος τίνα τρόπον ἡ ναυμαχία κριθήσεται,


οὐ δὴ καλόν, ἀφ' ὧν εὐδοκιμοῦντες φαινόμεθα καὶ μεθ' ὧν
ἐπιτηδευμάτων διαγεγόναμεν, ἄκυρα ποιεῖν ἐπὶ τοῦ παρόν-
τος βουλεύεσθαι. οἷς μὲν γὰρ ἐξ ἀρχῆς ὀλίγος τῆς ἀρετῆς
λόγος, οὐ μέγας τούτοις οὐδὲ σφαλεῖσιν ὁ κίνδυνος· οἷς δὲ
τοσαῦτα καὶ τηλικαῦτα παραδείγματα τῆς ἀρετῆς ἕστηκε,
τίς συγγνώμη παρὰ τοῖς ἔξωθεν, εἰ τοῖς τελευταίοις ἀφανί-
ζοντες τὴν ἔμπροσθεν δόξαν ἐλέγχοιντο; ...
Πᾶς γὰρ ἐμοὶ Ξέρξου πρὸς δωρεὰν καὶ χάριν ἐγγύτερος.
ἔτι τοίνυν, εἰ μὲν προῖκα παρεῖχε τὴν δωρεάν, ἦν ἄν τις
λόγος ἴσως τοῖς βασιλεῖ συναγορεύουσι· καίτοιγε οὐδὲ τοῦτο
τῶν Ἀθηναίων ἄξιον. εἰ δ' ἀνταιτεῖ χάριν παρὰ τῆς πόλεως,
εὔδηλον δήπουθεν ὡς οἷς παρ' ἡμῶν ἀντ' ἐκείνων τυχεῖν
ἐσπούδασε, τούτοις ἐπιδείκνυσι μηδὲν αὐτὸς χαριζόμενος. εἰ
280

δὲ ἁπλῶς διδόντος λαβεῖν οὐκ εὔλογον, πῶς οὐ πλέον,


ὅτε μηδὲ προῖκαπαρέχειτὴν δωρεάν, ἀλλ' ἐπ' ἀντιδόσει
τοσαύτῃ, ᾗ καὶ αὐτὸς δῆλός ἐστιν ἃ δίδωσιν ὁμολογῶν
ἀνταλλάξασθαι.

Himerius Soph., Declamationes et orationes Oration 5, γρ. 147

τοσαῦτα καὶ τηλικαῦτα παραδείγματα τῆς ἀρετῆς ἕστηκε,


τίς συγγνώμη παρὰ τοῖς ἔξωθεν, εἰ τοῖς τελευταίοις ἀφανί-
ζοντες τὴν ἔμπροσθεν δόξαν ἐλέγχοιντο; ...
Πᾶς γὰρ ἐμοὶ Ξέρξου πρὸς δωρεὰν καὶ χάριν ἐγγύτερος.
ἔτι τοίνυν, εἰ μὲν προῖκα παρεῖχε τὴν δωρεάν, ἦν ἄν τις λόγος ἴσως τοῖς βασιλεῖ
συναγορεύουσι· καίτοιγε οὐδὲ τοῦτο
τῶν Ἀθηναίων ἄξιον. εἰ δ' ἀνταιτεῖ χάριν παρὰ τῆς πόλεως,
εὔδηλον δήπουθεν ὡς οἷς παρ' ἡμῶν ἀντ' ἐκείνων τυχεῖν
ἐσπούδασε, τούτοις ἐπιδείκνυσι μηδὲν αὐτὸς χαριζόμενος. εἰ
δὲ ἁπλῶς διδόντος λαβεῖν οὐκ εὔλογον, πῶς οὐ πλέον,
ὅτε μηδὲ προῖκα παρέχε ιτὴν δωρεάν, ἀλλ' ἐπ' ἀντιδόσει
τοσαύτῃ, ᾗ καὶ αὐτὸς δῆλός ἐστιν ἃ δίδωσιν ὁμολογῶν
ἀνταλλάξασθαι. Φέρε δὴ καὶ αὐτὰς τὰς ὑποσχέσεις σκεψώμεθα. ἀντι-
καταστήσω, φησίν, οἷς ἐλυμηνάμην κατὰ τὸν πόλεμον.
αὐτήν μοι λέγεις τοῦ πολέμου τὴν πρόφασιν, καὶ μάχης
μᾶλλον ἢ διαλλαγῆς μοι ἀναγινώσκεις συνθήματα· καὶ λαν-
θάνεις οἷς διαλλάξαι βασιλεῖ τὴν πόλιν ἐσπούδακας, τούτοις
ἡμᾶς ἐγείρων πλέον ἐπὶ τὸν πόλεμον. ὢ τῶν ἀνομοίων
ῥημάτων· λυμεῶνά μοι τὸν αὐτὸν προσαγορεύεις καὶ φίλον,
αὐτόχειρα καὶ πάλιν ἔνσπονδον· καὶ τὴν αὐτὴν ἀναγι

Asterius Scr. Eccl., Homiliae 1-14 Homily 3, Κεφ. 1, τμ. 5, γρ. 5

Ἀλλὰ μετάθετέ μοι


τὸν πόθον ἐπὶ τὴν ἐκκλησίαν· καταλείψατε τὴν φιλαργυρίαν, τὴν ἀγό-
ραιον, τὴν μαινάδα. Ἀποστράφητε αὐτὴν ὡς ἄκοσμον ἑταιρίδα προσγε-
λῶσαν τῷ πλήθει, ταῖς ἀλλοτρίαις ὕλαις καλλωπιζομένην καὶ τοῖς ἄνθεσι
τοῦ φαρμακοπώλου. Ἐράσθητε ταύτης τῆς θείας καὶ σώφρονος ἐσταλ-
μένης κοσμίως, σεμνὸν καὶ ἀμετεώριστον βλεπούσης.
Οὕτως γὰρ
Σολομὼν ἐν τῇ παροιμιακῇ βίβλῳ φησίν·Μὴ ἐγκαταλείπῃς αὐτὴν
καὶ ἀνθέξεται σου. Ἐράσθητι αὐτῆς καὶ τηρήσει σε.Μὴ
παρέλθῃς καταφρονήσας μηδὲ τὰ παρ' ἡμῖν ἐπὶ τῆς τραπέζης ταύτης
προκείμενα διὰ τοῦτο αὐτὰ νομίσῃς ἄτιμα, ἐπειδὴ προῖκά σε ἔξεστιν τὴν
κτῆσιν περιποιήσασθαι· ἀλλὰ καὶ μᾶλλον ἐπιθύμησον, ὅτι οὐ καθήμεθα
κάπηλοι ζυγὸν ἢ τρυτάνην μεταφέροντες· ἓν δὲ κέρδος ζητοῦμεν, τὴν τοῦ
μαθητοῦ σωτηρίαν.

Asterius Scr. Eccl., Homiliae 1-14 Homily 3, Κεφ. 7, τμ. 3, γρ. 6

γεωργεῖν τοῖς πόνοις συζῇ· ἀλλὰ πρόδηλον, ὡς τοῖς λυπηροῖς ἐγκαρτε-


ροῦσιν ἀμφότεροι, ὁ μὲν ἵνα τὴν ἐπικαρπίαν τῆς γῆς, ὁ δὲ ἵνα τὸν πλοῦτον
281

τῆς ναυτικῆς ἐμπορίας κομίσηται. Σὺ δέ, τί τὸ σὸν πέρας εἰπέ. Ἵνα


συναγάγῃς; Καὶ ποῖον τοῦτο τέλος, τὸ ἄχρηστον ὕλην σωρεύσαντα
βλέπειν;
Τέρπει με, φησί, καὶ ἡ θέα. Οὐκοῦν ἄλλως τὸ σαυτοῦ νόσημα
μέτελθε. Ἔξεστιν γὰρ καὶ τοῖς ἀλλοτρίοις χρήμασι προσαναπαύειν τὸν
πόθον. Εἰ εὐφραίνει σε τὸ στιλπνὸν τοῦ ἀργυρίου, προσκαθήμενος τοῖς
ἀργυροχόοις ἀπόβλεπε πρὸς τὴν πυκνὴν καὶ στίλβουσαν αὐγήν, ἢ καὶ τὰ
πρατήρια καταλαμβάνων τέρπου τοῖς ποικίλοις σκεύεσιν, ὀψοφόροις τε
καὶ προχόοις· προῖκα γάρ σοι καὶ ἀκώλυτον ἡ θέα.
Ὅρα καὶ τοὺς
ἀργυρογνώμονας τοὺς ἐπὶ τῶν τραπεζῶν ψηλαφῶντας καὶ ἀριθμοῦντας
συνεχῶς τὰ νομίσματα· μᾶλλον δὲ παραινέσει πεισθεὶς ἀγαθῇ μετάθου
τῆς γνώμης. Εὔκολος γὰρ ἡ διόρθωσις, ἐπειδὴ μὴ φύσεώς ἐστιν ἀνάγκη
πλεονεξία, ὁρμὴ δὲ προαιρέσεως, ἣν μεταβαλεῖν τοῖς τὸ συμφέρον
ἐπιλογιζομένοις οὐ χαλεπόν.
Ὑπέρκυψον τῷ λογισμῷ εἰς τὸν ἑξῆς χρόνον, ὅτε οὐκ ἔσῃ, ὅτε
μικρὰ γῆ καθέξει σοῦ διηπλωμένον τὸ σῶμα ἀναίσθητον· πλὰξ δὲ ὀλίγων
σπιθαμῶν καλύψει τὸ λείψανον. Ποῦ τότε ὁ πλοῦτος καὶ τὰ συναχθέντα
κειμήλια; Τίς ὁ τῶν καταλειφθέντων κληρονόμος; Οὐ γὰρ πάντως

Asterius Scr. Eccl., Homiliae 1-14 Homily 5, Κεφ. 4, τμ. 4, γρ. 3

τινὰ συνδεδέσθαι. Πῶς οὖν ἀπαθῶς διατέμνῃ; Πῶς εὐκόλως καὶ χωρὶς
ἀλγηδόνος ἀναχωρεῖς, βίου κοινωνὸν λαβών, οὐκ ὀλίγων ἡμερῶν ὑπηρέτιν,
τὴν ἀδελφὴν καὶ γυναῖκα; Ἀδελφὴν μὲν κατὰ τὸν λόγον τῆς πλάσεως καὶ
τῆς δημιουργίας – ἀφ' ἑνὸς γὰρ αἰτίου τῆς γῆς καὶ τῆς αὐτῆς ὕλης
ὑπέστητε – · γυναῖκα δὲ διὰ τὴν ἕνωσιν τῆς συζυγίας, διὰ τὸν νόμον τοῦ
γάμου.
Ποῖον οὖν διαρρήξεις δεσμὸν καὶ νόμῳ δεδεμένος καὶ φύσει;
Πῶς δὲ ἀθετήσεις τὰς ὁμολογίας ἃς ἐπὶ τῷ γάμῳ κατέθου; Καὶ ποίας με
οἴει λέγειν; Ἆρα τῆς προικὸς τῆς συγγραφείσης ἐνταῦθα, ὅτε τῇ σαυτοῦ
χειρὶ ἐπεσημήνω τῷ βιβλίῳ ἐπισφραγιζόμενος τὰ τελούμενα;
Ἰσχυρὰ
μὲν γὰρ κἀκεῖνα καὶ ἱκανὴν τὴν ἀσφάλειαν ἔχοντα· πλὴν ἐγὼ πρὸς
τὴν φωνὴν τοῦ Ἀδὰμ ἐμαυτὸν ἀναφέρω·Τοῦτο σὰρξ ἐκ τῶν σαρκῶν
μου καὶ ὀστοῦν ἐκ τῶν ὀστῶν μου· αὕτη κληθήσεται μου
γυνή.

Joannes Chrysostomus Scr. Eccl., De virginitate Sect 57, ln 49

εἶναι δόξῃ καὶ τῆς προσδοκίας πολλῷ καταδεεστέρα. Τὸ μὲν


γὰρ παρὰ τὴν ἀρχὴν εὐδοκιμήσασαν ὕστερον καταφρονηθῆναι
φορητόν· ὅταν δὲ ἀπ' αὐτῆς, ὡς ἂν εἴποι τις, τῆς γραμμῆς
φαίνηται προσκορής, πότε δυνήσεται θαυμασθῆναι λοιπόν;
Καὶ μή μοι τοῦτο εἴπῃς· τί δαὶ ἂν εὔμορφος οὖσα τύχῃ;
Οὐδὲ γὰρ οὕτω ταύτης ἀπήλλακται τῆς φροντίδος. Πολλαὶ
γοῦν διαλάμψασαι σφόδρα κατὰ τὴν τοῦ σώματος ὥραν οὐκ
282

ἴσχυσαν ἄνδρας ἑλεῖν τοὺς αὑτῶν, ἀλλὰ ἀφέντες αὐτὰς ἐκεῖνοι


ταῖς σφόδρα λειπομέναις αὐτῶν ἐξέδωκαν ἑαυτούς. Καὶ ταύ-
της δὲ τῆς φροντίδος λυθείσης ἑτέρα πάλιν ἐπεισέρχεται· τὰς
γὰρ ἀηδίας τὰς ἐν τῇ τῆς προικὸς καταβολῇ ὅ τε κηδεστὴς οὐ
μετὰ προθυμίας ἀποδιδούς, ἅτε προῖκα κατατιθείς, ὅ τε
νυμφίος πάντα μὲν ἀπολαβεῖν σπεύδων, τὴν δὲ εἴσπραξιν
μετὰ αἰδοῦς ποιεῖσθαι ἀναγκαζόμενος, ἥ τε γυνὴ ἐν τῇ τῆς
ἐκτίσεως ἀναβολῇ αἰσχυνομένη καὶ ἐρυθριῶσα τὸν ἄνδρα
παντὸς μᾶλλον ἀγνώμονος ὀφειλέτου τυχοῦσα πατρός –
παρίημι νῦν. Ἀλλὰ γὰρ ἐκείνης τῆς φροντίδος λυθείσης ὁ τῆς ἀπαι-
δίας εὐθέως ἐπεισέρχεται φόβος καὶ πρὸς τούτῳ πάλιν ἡ
τῆς πολυπαιδίας φροντὶς καὶ οὐδενὸς ὄντος τούτων οὐδέπω
φανεροῦ ταῖς ἀμφοτέρων ἐξ ἀρχῆς ταράττονται φροντίσι.

Joannes Chrysostomus Scr. Eccl., De virginitate Sect 57, ln 50

γὰρ παρὰ τὴν ἀρχὴν εὐδοκιμήσασαν ὕστερον καταφρονηθῆναι


φορητόν· ὅταν δὲ ἀπ' αὐτῆς, ὡς ἂν εἴποι τις, τῆς γραμμῆς
φαίνηται προσκορής, πότε δυνήσεται θαυμασθῆναι λοιπόν;
Καὶ μή μοι τοῦτο εἴπῃς· τί δαὶ ἂν εὔμορφος οὖσα τύχῃ;
Οὐδὲ γὰρ οὕτω ταύτης ἀπήλλακται τῆς φροντίδος. Πολλαὶ
γοῦν διαλάμψασαι σφόδρα κατὰ τὴν τοῦ σώματος ὥραν οὐκ
ἴσχυσαν ἄνδρας ἑλεῖν τοὺς αὑτῶν, ἀλλὰ ἀφέντες αὐτὰς ἐκεῖνοι
ταῖς σφόδρα λειπομέναις αὐτῶν ἐξέδωκαν ἑαυτούς. Καὶ ταύ-
της δὲ τῆς φροντίδος λυθείσης ἑτέρα πάλιν ἐπεισέρχεται· τὰς
γὰρ ἀηδίας τὰς ἐν τῇ τῆς προικὸς καταβολῇ ὅ τε κηδεστὴς οὐ
μετὰ προθυμίας ἀποδιδούς, ἅτε προῖκα κατατιθείς, ὅ τε
νυμφίος πάντα μὲν ἀπολαβεῖν σπεύδων, τὴν δὲ εἴσπραξιν
μετὰ αἰδοῦς ποιεῖσθαι ἀναγκαζόμενος, ἥ τε γυνὴ ἐν τῇ τῆς
ἐκτίσεως ἀναβολῇ αἰσχυνομένη καὶ ἐρυθριῶσα τὸν ἄνδρα
παντὸς μᾶλλον ἀγνώμονος ὀφειλέτου τυχοῦσα πατρός –
παρίημι νῦν. Ἀλλὰ γὰρ ἐκείνης τῆς φροντίδος λυθείσης ὁ τῆς ἀπαι-
δίας εὐθέως ἐπεισέρχεται

Joannes Chrysostomus Scr. Eccl., In illud: Propter fornicationes autem unusquisque


suam uxorem habeat Vol 51, pg 214, ln 10

μὲν γυναῖκας μοιχευομένας εἰς δικαστήριον ἕλκουσι


καὶ εὐθύνας ἀπαιτοῦσιν, ἄνδρας καὶ γυναῖκας ἔχοντας
καὶ θεραπαινίσι προφθειρομένους οὐκ ἀπαιτοῦσιν εὐ-
θύνας· ἀλλ' ἐγώ σοι τὸν τοῦ Θεοῦ νόμον ἀναγνώσομαι,
ὁμοίως καὶ ἐπὶ τῆς γυναικὸς καὶ ἐπὶ τοῦ ἀνδρὸς
ἀγανακτοῦντα, καὶ μοιχείαν εἶναι τὸ πρᾶγμα λέγοντα.
Εἰπὼν γὰρ, Καὶ ἑκάστη τὸν ἴδιον ἄνδρα ἐχέτω,
ἐπήγαγε· Τῇ γυναικὶ ὁ ἀνὴρ τὴν ὀφειλομένην εὔ-
νοιαν ἀποδιδότω. Τί ποτε δηλοῦν βουλόμενος τοῦτο
εἶπεν; ἆρα ἵνα τὰς προσόδους αὐτῇ τῶν χρη-
μάτων διατηρήσῃ; ἵνα τὴν προῖκα σώαν; ἵνα ἱμάτια
παράσχῃ πολυτελῆ; ἵνα τράπεζαν δαψιλεστέραν, ἵνα
ἐξόδους λαμπράς; ἵνα οἰκετῶν θεραπείαν πολλήν; Τί
283

λέγεις; ποῖον εὐνοίας εἶδος ζητεῖς; καὶ γὰρ ταῦτα


πάντα εὐνοίας ἐστίν. Οὐδέν τι τοιοῦτο λέγω, φησὶν,
ἀλλὰ τὴν σωφροσύνην καὶ τὴν σεμνότητα. Τὸ σῶμα
τοῦ ἀνδρὸς οὐκέτι τοῦ ἀνδρὸς, ἀλλὰ τῆς γυναικός.
Τηρείτω τοίνυν αὐτῇ τὸ κτῆμα σῶον, καὶ μὴ μειού-
τω, μηδὲ παραφθειρέτω· καὶ γὰρ τῶν οἰκετῶν ἐκεῖ-
νος εὔνους λέγεται, ὃς ἂν τὰ δεσποτικὰ δεξάμενος
χρήματα, μηδὲν ἐξ αὐτῶν διαφθείρῃ.

Joannes Chrysostomus Scr. Eccl., In illud: Propter fornicationes autem unusquisque


suam uxorem habeat Vol 51, pg 214, ln 56

σώματος. Τίνος οὖν ἕνεκεν τοσαύτην ἰσοτιμίαν εἰς-


ήγαγεν; Ὅτι ἐνταῦθα ἀναγκαία ἡ ὑπεροχή· ἔνθα δὲ
σωφροσύνης καιρὸς καὶ σεμνότητος, οὐδὲν ἔχει πλέον
τῆς γυναικὸς ὁ ἀνὴρ, ἀλλ' ὁμοίως ἐκείνῃ κολάζεται,
τοὺς τοῦ γάμου παραφθείρας νόμους· καὶ μάλα εἰκό-
τως. Οὐ γὰρ διὰ τοῦτο ἦλθεν ἡ γυνὴ πρὸς σὲ, καὶ
πατέρα καὶ μητέρα ἐγκατέλιπε καὶ τὸν οἶκον ἅπαντα,
ἵνα καθυβρίζηται, ἵνα θεραπαινίδιον εὐτελὲς ἐπεις-
άγῃς αὐτῇ, ἵνα μυρίους ποιῇς πολέμους, συνέμπο-
ρον ἔλαβες, καὶ κοινωνὸν τοῦ βίου, καὶ ἐλευθέραν,
καὶ ὁμότιμον. Πῶς γὰρ οὐκ ἄτοπον τὴν προῖκα αὐ-
τῆς ὑποδεχόμενον, πᾶσαν ἐπιδείκνυσθαι εὔνοιαν, καὶ
μηδὲν αὐτῆς ἐλαττοῦν· ὃ δὲ τῆς προικός ἐστιν ἁπά-
σης τιμιώτερον, τὴν σωφροσύνην καὶ τὴν σεμνότητα
καὶ τὸ σῶμα τὸ ἑαυτοῦ, ὅπερ ἐστὶν ἐκείνης κτῆμα,
διαφθείρειν τε καὶ μιαίνειν; Ἂν τὴν προῖκα μειώ-
σῃς, τῷ κηδεστῇ δίδως λόγον· ἂν τὴν σωφροσύνην μειώ-
σῃς, τῷ Θεῷ τὰς εὐθύνας ὑφέξεις, τῷ τὸν γάμον εἰς-
αγαγόντι, καὶ τὴν γυναῖκα ἐγχειρίσαντι. Καὶ ὅτι τοῦ-
τό ἐστιν ἀληθὲς, ἄκουσον τί φησιν ὁ Παῦλος περὶ
τῶν μοιχευόντων· Ὁ γὰρ ἀθετῶν, οὐκ ἄνθρωπον

Joannes Chrysostomus Scr. Eccl., In illud: Propter fornicationes autem unusquisque


suam uxorem habeat
Vol 51, pg 214, ln 58

σωφροσύνης καιρὸς καὶ σεμνότητος, οὐδὲν ἔχει πλέον


τῆς γυναικὸς ὁ ἀνὴρ, ἀλλ' ὁμοίως ἐκείνῃ κολάζεται,
τοὺς τοῦ γάμου παραφθείρας νόμους· καὶ μάλα εἰκό-
τως. Οὐ γὰρ διὰ τοῦτο ἦλθεν ἡ γυνὴ πρὸς σὲ, καὶ
πατέρα καὶ μητέρα ἐγκατέλιπε καὶ τὸν οἶκον ἅπαντα,
ἵνα καθυβρίζηται, ἵνα θεραπαινίδιον εὐτελὲς ἐπεις-
άγῃς αὐτῇ, ἵνα μυρίους ποιῇς πολέμους, συνέμπο-
284

ρον ἔλαβες, καὶ κοινωνὸν τοῦ βίου, καὶ ἐλευθέραν,


καὶ ὁμότιμον. Πῶς γὰρ οὐκ ἄτοπον τὴν προῖκα αὐ-
τῆς ὑποδεχόμενον, πᾶσαν ἐπιδείκνυσθαι εὔνοιαν, καὶ
μηδὲν αὐτῆς ἐλαττοῦν· ὃ δὲ τῆς προικός ἐστιν ἁπά-
σης τιμιώτερον, τὴν σωφροσύνην καὶ τὴν σεμνότητα
καὶ τὸ σῶμα τὸ ἑαυτοῦ, ὅπερ ἐστὶν ἐκείνης κτῆμα,
διαφθείρειν τε καὶ μιαίνειν; Ἂν τὴν προῖκα μειώ-
σῃς, τῷ κηδεστῇ δίδως λόγον· ἂν τὴν σωφροσύνην μειώ-
σῃς, τῷ Θεῷ τὰς εὐθύνας ὑφέξεις, τῷ τὸν γάμον εἰς-
αγαγόντι, καὶ τὴν γυναῖκα ἐγχειρίσαντι. Καὶ ὅτι τοῦ-
τό ἐστιν ἀληθὲς, ἄκουσον τί φησιν ὁ Παῦλος περὶ
τῶν μοιχευόντων· Ὁ γὰρ ἀθετῶν, οὐκ ἄνθρωπον
ἀθετεῖ, ἀλλὰ τὸν Θεὸν τὸν δόντα τὸ Πνεῦμα
αὐτοῦ τὸ ἅγιον εἰς ὑμᾶς. Ὁρᾷς δι' ὅσων ὁ λόγος

Joannes Chrysostomus Scr. Eccl., In illud: Propter fornicationes autem unusquisque


suam uxorem habeat
Vol 51, pg 215, ln 2

τως. Οὐ γὰρ διὰ τοῦτο ἦλθεν ἡ γυνὴ πρὸς σὲ, καὶ


πατέρα καὶ μητέρα ἐγκατέλιπε καὶ τὸν οἶκον ἅπαντα,
ἵνα καθυβρίζηται, ἵνα θεραπαινίδιον εὐτελὲς ἐπεις-
άγῃς αὐτῇ, ἵνα μυρίους ποιῇς πολέμους, συνέμπο-
ρον ἔλαβες, καὶ κοινωνὸν τοῦ βίου, καὶ ἐλευθέραν,
καὶ ὁμότιμον. Πῶς γὰρ οὐκ ἄτοπον τὴν προῖκα αὐ-
τῆς ὑποδεχόμενον, πᾶσαν ἐπιδείκνυσθαι εὔνοιαν, καὶ
μηδὲν αὐτῆς ἐλαττοῦν· ὃ δὲ τῆς προικός ἐστιν ἁπά-
σης τιμιώτερον, τὴν σωφροσύνην καὶ τὴν σεμνότητα
καὶ τὸ σῶμα τὸ ἑαυτοῦ, ὅπερ ἐστὶν ἐκείνης κτῆμα,
διαφθείρειν τε καὶ μιαίνειν; Ἂν τὴν προῖκα μειώ-
σῃς, τῷ κηδεστῇ δίδως λόγον· ἂν τὴν σωφροσύνην μειώ-
σῃς, τῷ Θεῷ τὰς εὐθύνας ὑφέξεις, τῷ τὸν γάμον εἰς-
αγαγόντι, καὶ τὴν γυναῖκα ἐγχειρίσαντι. Καὶ ὅτι τοῦ-
τό ἐστιν ἀληθὲς, ἄκουσον τί φησιν ὁ Παῦλος περὶ
τῶν μοιχευόντων· Ὁ γὰρ ἀθετῶν, οὐκ ἄνθρωπον
ἀθετεῖ, ἀλλὰ τὸν Θεὸν τὸν δόντα τὸ Πνεῦμα
αὐτοῦ τὸ ἅγιον εἰς ὑμᾶς. Ὁρᾷς δι' ὅσων ὁ λόγος
ἀπέδειξεν ὅτι μοιχεία ἐστὶν, οὐ μόνον τὸ ὕπανδρον
γυναῖκα διαφθείρειν, ἀλλὰ καὶ τὸ ἡντιναοῦν πόρνην,
ἔχοντα γυναῖκα; Ὥσπερ γὰρ μοιχεύεσθαι γυναῖκα
285

Joannes Chrysostomus Scr. Eccl., Quales ducendae sint uxores (= Encomium ad


Maximum)
Vol 51, pg 230, ln 14

κόρη χρόνον, μηδέποτε τὸν νυμφίον ἑωρακυῖα, ἀπὸ


τῆς πρώτης ἡμέρας οὕτω ποθεῖ καὶ στέργει ὡς σῶμα
οἰκεῖον· πάλιν ὁ ἀνὴρ, ἣν οὐδέποτε εἶδεν, ἧς οὐδέποτε
τῆς ἐν λόγῳ ἐκοινώνησε συνουσίας, ταύτην κἀκεῖνος
ἀπὸ τῆς πρώτης ἡμέρας ἁπάντων προτίθησι, καὶ τῶν
φίλων, καὶ τῶν οἰκείων, καὶ τῶν γεννησαμένων αὐτῶν.
Οἱ γονεῖς πάλιν, ἂν μὲν ἐξ ἑτέρας ὑποθέσεως ἀφαιρε-
θῶσι χρήματα, δάκνονται, ἀλγοῦσιν, εἰς δικαστήριον
τοὺς ἀφελομένους ἕλκουσιν· ἀνθρώπῳ δὲ πολλάκις
μηδέποτε ὀφθέντι, μηδὲ γνωρισθέντι, καὶ τὴν θυγα-
τέρα τὴν ἑαυτῶν καὶ προῖκα χρημάτων πολλῶν ἐγ-
χειρίζουσι. Καὶ χαίρουσι τοῦτο ποιοῦντες, καὶ οὐχ
ἡγοῦνται ζημίαν εἶναι τὸ γινόμενον· ἀλλ' ὁρῶντες τὴν
θυγατέρα ἀπαγομένην, οὐ συνηθείας μέμνηνται, οὐκ
ἀλγοῦσιν, οὐ δάκνονται, ἀλλὰ καὶ εὐχαριστοῦσι, καὶ
εὐχῆς ἔργον εἶναι νομίζουσι τὸ καὶ τὴν θυγατέρα
ἰδεῖν τῆς οἰκίας ἐξαγομένην, καὶ πολλὰ μετ' ἐκείνης
χρήματα. Ταῦτα οὖν ἅπαντα ἐννοήσας ὁ Παῦλος, ὅτι
τοὺς γονεῖς ἀφέντες ἀμφότεροι ἀλλήλοις συνδεσμοῦν-
ται, καὶ χρόνου τοσούτου συνηθείας ἡ τότε συντυχία
τυραννικωτέρα γίνεται, καὶ συνιδὼν, ὅτι οὐκ ἔστι

Joannes Chrysostomus Scr. Eccl., Quales ducendae sint uxores (= Encomium ad


Maximum)
Vol 51, pg 232, ln 16

φιλονεικίας ἔχοντες; πόσοι πένητες πενεστέρας λα-


βόντες, εἰρήνης ἀπολαύουσι, καὶ μετ' εὐφροσύνης
πολλῆς τὸν ἥλιον τοῦτον βλέπουσιν οἱ δὲ εὔποροι,
πανταχόθεν αὐτοῖς περικειμένης τρυφῆς, διὰ τὰς
γυναῖκας ηὔξαντο πολλάκις ἀποθανεῖν, καὶ τῆς παρ-
ούσης ἀπαλλαγῆναι ζωῆς; οὕτως οὐδὲν χρημάτων
ὄφελος, ὅταν ψυχῆς μὴ ἐπιτυγχάνωμεν ἀγαθῆς. Καὶ
τί χρὴ λέγειν περὶ εἰρήνης καὶ ὁμονοίας; Καὶ γὰρ εἰς
αὐτὴν τῶν χρημάτων τὴν κτῆσιν πολλάκις τὸ πλου-
σιωτέραν λαβεῖν ἡμᾶς παρέβλαψεν. Ὅταν γὰρ εἰς τὸν
τῆς προικὸς λόγον ἅπασαν τὴν περιουσίαν ἐπιδοὺς,
εἶτα ἀώρου συμβάντος θανάτου, καταβαλεῖν παρὰ τῶν
κηδεστῶν ἀναγκάζηται τὴν προῖκα ἅπασαν· καθάπερ
286

οἱ ναυάγιον ὑπομένοντες ἐπὶ τῆς θαλάσσης τὸ σῶμα


διασώζουσι μόνον, οὕτω δὴ καὶ οὗτος, μετὰ πολλὰς
φιλονεικίας, καὶ μάχας, καὶ ὕβρεις, καὶ δικαστήρια,
μόλις τὸ σῶμα ἐλεύθερον ἔχων ἐξέρχεται. Καὶ καθάπερ
οἱ τῶν ἐμπόρων ἄπληστοι, μυρίων τὴν ναῦν πλήσαν-
τες φορτίων, καὶ πλέον τῆς δυνάμεως τὸν ὄγκον ἐπι-
θέντες, κατέδυσαν τὸ σκάφος, καὶ πάντα ἀπώλεσαν·
οὕτω δὴ καὶ οὗτοι τοὺς ὑπερόγκους ἀγόμενοι γάμους,

Joannes Chrysostomus Scr. Eccl., Quales ducendae sint uxores (= Encomium ad


Maximum)
Vol 51, pg 232, ln 18

πολλῆς τὸν ἥλιον τοῦτον βλέπουσιν οἱ δὲ εὔποροι,


πανταχόθεν αὐτοῖς περικειμένης τρυφῆς, διὰ τὰς
γυναῖκας ηὔξαντο πολλάκις ἀποθανεῖν, καὶ τῆς παρ-
ούσης ἀπαλλαγῆναι ζωῆς; οὕτως οὐδὲν χρημάτων
ὄφελος, ὅταν ψυχῆς μὴ ἐπιτυγχάνωμεν ἀγαθῆς. Καὶ
τί χρὴ λέγειν περὶ εἰρήνης καὶ ὁμονοίας; Καὶ γὰρ εἰς
αὐτὴν τῶν χρημάτων τὴν κτῆσιν πολλάκις τὸ πλου-
σιωτέραν λαβεῖν ἡμᾶς παρέβλαψεν. Ὅταν γὰρ εἰς τὸν
τῆς προικὸς λόγον ἅπασαν τὴν περιουσίαν ἐπιδοὺς,
εἶτα ἀώρου συμβάντος θανάτου, καταβαλεῖν παρὰ τῶν
κηδεστῶν ἀναγκάζηται τὴν προῖκα ἅπασαν· καθάπερ
οἱ ναυάγιον ὑπομένοντες ἐπὶ τῆς θαλάσσης τὸ σῶμα
διασώζουσι μόνον, οὕτω δὴ καὶ οὗτος, μετὰ πολλὰς
φιλονεικίας, καὶ μάχας, καὶ ὕβρεις, καὶ δικαστήρια,
μόλις τὸ σῶμα ἐλεύθερον ἔχων ἐξέρχεται. Καὶ καθάπερ
οἱ τῶν ἐμπόρων ἄπληστοι, μυρίων τὴν ναῦν πλήσαν-
τες φορτίων, καὶ πλέον τῆς δυνάμεως τὸν ὄγκον ἐπι-
θέντες, κατέδυσαν τὸ σκάφος, καὶ πάντα ἀπώλεσαν·
οὕτω δὴ καὶ οὗτοι τοὺς ὑπερόγκους ἀγόμενοι γάμους,
μείζονα πολλάκις δόξαντες περιβαλέσθαι οὐσίαν διὰ
τῆς γυναικὸς, καὶ τῆς οὔσης ἐξέπεσον· καὶ ὥσπερ ἐκεῖ

Joannes Chrysostomus Scr. Eccl., De Davide et Saule (homiliae 1-3)


Vol 54, pg 681, ln 19

εἶκε καὶ ὑπήκουε, καὶ τὸ ὁρισθὲν αὐτῷ τῆς νίκης


ἔπαθλον οὐ λαβὼν, ἀλλ' ἀποστερηθεὶς τὸν μισθὸν τῶν
287

κινδύνων ἐκείνων, οὐδὲ λόγῳ ποτὲ ἐνεκάλεσεν, οὐ τοῖς


στρατιώταις, οὐ τῷ βασιλεῖ· οὐ γὰρ ἐπὶ μισθῷ
ταῦτα ἔπραττεν ἀνθρωπίνῳ, ἀλλὰ τὴν ἄνωθεν ἐκδε-
χόμενος ἀμοιβήν. Καὶ οὐ τοῦτο μόνον ἐστὶ τὸ θαυ-
μαστὸν, ὅτι οὐκ ἀπῄτησε τὸν μισθὸν, ἀλλ' ὅτι καὶ δι-
δόμενον διεκρούσατο διὰ πολλὴν ταπεινοφροσύνης
ὑπερβολήν. Ἐπειδὴ γὰρ ὁ Σαοὺλ πάντα κινῶν καὶ
πραγματευόμενος οὐκ ἴσχυσεν αὐτὸν ἀνελεῖν, ῥάπτει
τὸν διὰ τοῦ γάμου δόλον, καὶ καινόν τινα προικὸς
καὶ ἕδνων ἐπινοεῖται τρόπον. Οὐ γὰρ βούλεται,
φησὶν, ὁ βασιλεὺς ἕδνα, ἀλλ' ἢ ἑκατὸν ἀκρο-
βυστίας ἐκδικῆσαι εἰς τοὺς ἐχθροὺς τοῦ βασι-
λέως. Ὃ δὲ λέγει, τοιοῦτόν ἐστιν· Ἄνελέ μοι, φη-
σὶν, ἑκατὸν ἄνδρας, καὶ τοῦτο ἀντὶ τῶν ἕδνων ἔσται
μοι. Ταῦτα δὲ ἔλεγε βουλόμενος αὐτὸν προφάσει τοῦ
γάμου παραβαλεῖν τοῖς ἐχθροῖς.
δʹ. Ἀλλ' ὅμως ὁ Δαυῒδ κατὰ τὴν αὑτοῦ πραότητα τὰ
πράγματα κρίνων, διεκρούσατο τὸν γάμον, οὐ διὰ
τὸν κίνδυνον, οὐδὲ διὰ τὸν φόβον τῶν πολεμίων, ἀλλὰ

Apollinaris Theol., Frag.a in Psalmos (in catenis) Frag. 170, γρ. 1

Ὅμοιον δυνάμει τὸ λεγόμενον τῇ Σαλομῶνος εὐχῇ προϊκετεύοντος περὶ


τῆς μελλούσης τῷ λαῷ θλίψεως, ἵνα δὴ ἀκουσθεῖεν ἱκετεύοντες ἐν αὐτῇ,
πλὴν ὅτι τὸ λέγον πρόσωπον ἐφ' ἑαυτοῦ λέγει τὰ πάντων καὶ τὸ μὴ περι-
οφθῆναι ὑπὸ θεοῦ ὅπερ ἐκινδύνευσε παθεῖν ἕνεκα τῆς ἰδίας κακίας ὁ Ἰσραήλ,
ἔτι δὲ καὶ τὴν ἐν μακρῷ χρόνῳ κάκωσιν.

Basilius Med., Scr. Eccl., De virginitate MPG p. 717, γρ. 28

... τοὺς παῖδας, ὑπόμνημα τῆς κατὰ τὸν ἄνδρα


ὀδύνης τούτους ὁρᾷ· ἀεὶ μὲν ἐν δάκρυσιν, ἀεὶ δὲ ἐν
στεναγμοῖς, ἀεὶ δὲ ἐν θλίψει τῆς τούτων ἀνατροφῆς
πεφυρμένη, οὐ μόνον οὐδὲν παραμύθιον τοῦ συμβάν-
τος κακοῦ ἀντίῤῥοπον ἔχουσα, ἀλλὰ καὶ συγγενέσι
καὶ οἰκέταις καὶ ἐπιτρόποις τῶν παίδων, καὶ αὐτοῖς
ἀνδρωθεῖσι πολλάκις τοῖς παισὶ, καὶ πᾶσι συνόλως
τοῖς αἰκίζειν ἐθέλουσι λάφυρον ἐλεεινὸν ἐκκειμένη,
οὐδὲν ἕτερον, ἢ δρᾶμα λύπης καὶ πένθους τὴν ζωὴν
ἑαυτῆς τῷ βίῳ εἰσενεγκοῦσα. Καὶ (τί γὰρ δεῖ πλέον
λέγειν;) δεσπότην μετὰ προικὸς ἡ γυνὴ ὠνουμένη
τὸν ἄνδρα, δούλη μὲν ἀντὶ ἐλευθέρας ἐστὶ, μικρᾶς τῆς
κατὰ τὸν γάμον ἡδονῆς τὴν φυσικὴν ἐλευθερίαν
ἀπεμπολήσασα, θύραν δὲ ἀμυθήτων ὠδίνων, καὶ ὅλην
288

ὑπόθεσιν ἀλγηδόνων ἑαυτῇ τὸν γάμον ἀνοίξασα.


Μένει γὰρ ἄῤῥηκτος κατ' αὐτῆς ἡ ἀρὰ, κατὰ πάντα
γάμον, ὥσπερ ἐπιθαλάμιον, ᾄδουσα· Ἐν λύπαις
τέξῃ τέκνα, καὶ πρὸς τὸν ἄνδρα σου ἀποστροφή
σου, καὶ αὐτός σου κυριεύσει. Ἡ δὲ παρθένος τὸν
πρὸς τὸν ἄνδρα ζυγὸν ἀποῤῥήξασα, καὶ πρὸς
τὸν Κύριον ὅλη δραμοῦσα,

Basilius Med., Scr. Eccl., De virginitate MPG p. 789, γρ. 38

θανάτῳ αὐτοῦ διαθήκης, ὅτι παρέδωκεν ἑαυτὸν ὑπὲρ


αὐτῆς ἵνα αὐτὴν ἁγιάσῃ, παρὰ πάντα τὸν βίον ἀντ-
εχέσθω τῆς διαθήκης αὐτοῦ· τουτέστι, μὴ ἀθετείτω
τὴν ἐπὶ τῷ θανάτῳ αὐτοῦ ὑπὲρ τῆς σωτηρίας αὐτῆς
τελεσθεῖσαν οἰκονομίαν. Ἀλλ' ἐπειδὴ ἀπεμπωλήσα-
σαν τὴν ἑαυτῆς ἐλευθερίαν, αὐτὴν τῷ ἑαυτοῦ αἵ-
ματι ἐξηγόρασε, καὶ ἐξαγοράσας οὐκ ἐλευθερίᾳ μό-
νον τετίμηκεν, ἀλλὰ καὶ νύμφην ἑαυτῷ ἁρμόσας βα-
σιλίδα ποιῆσαι ὑπερβαλλούσῃ χάριτι κατηξίωσε. Διὰ
τοῦτο ἀντεχέσθω τῆς διαθήκης αὐτοῦ· τουτέστιν, ἵνα
κοινότερον εἴπω, ὥσπερ τινὸς προικῴου τῆς πρὸς αὐτὴν
διαθήκης αὐτοῦ, ἐγγράφως καὶ νομίμως συστάντος τοῦ
γάμου, ἀεὶ ἀντεχέσθω πρὸς τὰ ἐπερωτήματα καὶ τὰς
συνθήκας τῆς συμβιώσεως, ἑαυτὴν αὐτῷ ἄμωμον ἐν
πᾶσι παρέχουσα, ὡς ἂν ἀξίως αὐτοῦ ἐνταῦθα συζή-
σασα, καὶ τῶν ἐκεῖ παρ' αὐτοῦ ἀγαθῶν ἀπολαύσειε.
60. Τοῖς γὰρ φυλασσομένοις τὰ Σάββατά μου (πά-
λιν ἐρῶ), φησὶ, καὶ τοῖς ἐκλεγομένοις ἂ ἐγὼ θέλω,
καὶ ἀντεχομένοις τῆς διαθήκης μου, δώσω ἐν τῷ οἴ-
κῳ μου καὶ ἐν τῷ τείχει μου τόπον ὀνομαστὸν,
κρείττονα υἱῶν καὶ θυγατέρων.

Didymus Caecus Scr. Eccl., De trinitate (lib. 2.8-27) [Sp.] Vol. 39, p. 692, γρ. 41

ΚΕΦ. ΙΔʹ.

Περὶ τοῦ ἀπὸ καταβολῆς κόσμου τὰ ὕδατα ἡγιά-


σθαι ὑπὸ τοῦ ἁγίου Πνεύματος, καὶ προοικο-
νομεῖσθαι ἡμῖν τὴν ἀπὸ τοῦ βαπτίσματος σω-
τηρίαν. Καὶ περὶ τοῦ Ἰσραηλίτας σωτηρίας
τετυχηκέναι ἀπὸ τῆς οὔσης ποτὲ εἰκόνος τοῦ
βαπτίσματος· πολλῷ δὲ πλέον τοὺς νῦν βα-
πτιζομένους, καὶ προῖκα δικαιουμένους, καὶ
μακαριζομένους.
Καὶ δὴ καιρὸς ἥκει τῷ λόγῳ, τὰς τῷ θεϊκῷ Πνεύ-
289

ματι καὶ τῷ ἀθανάτῳ βαπτίσματι οἰκείας ἀποδείξεις


ἀναλεγόμενον ἐκ μέρους καὶ ἀπὸ τῆς πρεσβυτέρας
διαθήκης, ὡς ἂν δύνωμαι, γράφειν. Ἄρξομαι δὲ μι-
κρὸν ἄνωθεν. Ἡ ἀδιαίρετος καὶ ἄῤῥητος Τριὰς,
προορῶσα ἐξ αἰῶνος τοῦ ἀνθρωπίνου βίου τὰ ὀλι-
σθηρὰ, ἅμα τῷ παραγαγεῖν ἐκ μὴ ὄντων τὴν ὑγρὰν
οὐσίαν, ηὐτρέπισεν ἀνθρώποις τὴν ἐν τοῖς ὕδασιν
ἴασιν. Τοιγάρτοι τῇ ἑαυτοῦ ἐπιφορᾷ τὸ ἅγιον Πνεῦμα

Didymus Caecus Scr. Eccl., De trinitate (lib. 2.8-27) [Sp.] Vol. 39, p. 716, γρ. 35

τος καὶ αἵματος τοῦ δεσποτικοῦ· ἥντινα σὺν τῷ ἀνα-


καινισμῷ ἅμα μὲν ἀγοράζομεν, πίστιν καὶ οὐκ ἀργύ-
ριον κατατιθέμενοι, ἅμα δὲ καὶ χάρισμα λαμβάνομεν.
Ὅτι δὲ ὕδωρ τὸ ἅγιον Πνεῦμα, ἔτι μὴν καὶ τὸ τοῦ
βαπτίσματος αὐτοῦ λέγει, καὶ Ἰωάννης μαρτυρεῖ
ἀπὸ τοῦ Σωτῆρος, εἰπών· «Ὁ πιστεύων εἰς ἐμὲ,
καθὼς εἶπεν ἡ Γραφή· ποταμοὶ ἐκ τῆς κοιλίας αὐ-
τοῦ ῥεύσουσιν ὕδατος ζῶντος.» Καὶ εὐθὺς προσέθη-
κεν τῷ λόγῳ· «Τοῦτο δὲ, φησὶν, ἔλεγεν περὶ τοῦ
Πνεύματος, οὗ ἔμελλον λαμβάνειν οἱ πιστεύοντες.»
Ὅτι δὲ καὶ προῖκα δικαιούμεθα, ἀνάξιοι ὄν-
τες, δι' ὑπερβάλλουσαν ἀγαθότητα τῆς Τριάδος, Παύ-
λου πρὸς Ῥωμαίους διέδειξε λόγος· «Πάντες γὰρ,
φησὶν, ἥμαρτον, καὶ ὑστεροῦνται τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ,
δικαιούμενοι δωρεὰν τῇ αὐτοῦ χάριτι διὰ τῆς ἀπολυ-
τρώσεως τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ.» Τῆς δωρεᾶς ταύ-
της μακαρίζων τοὺς ἀξιουμένους, ὁ μὲν Κύριος παρὰ
Λουκᾷ ἔλεγεν πρὸς τοὺς μαθητάς· «Μακάριοι οἱ
ὀφθαλμοὶ οἱ βλέποντες ἃ βλέπετε. Λέγω γὰρ ὑμῖν,
ὅτι πολλοὶ προφῆται καὶ βασιλεῖς ἠθέλησαν ἰδεῖν, ἃ
μεῖς βλέπετε, καὶ οὐκ ἴδον· καὶ ἀκοῦσαι, ἃ ἠκούσα

Pseudo-Macarius Scr. Eccl., Homiliae spirituales 50 (collectio H)


Homily 32, γρ. 123

καὶ τὸν ἄργυρον οὐκ ἐγὼ ἐποίησα; τί ἐποίησας σύ;” ἄρχεται ἡ ψυχὴ
ἐξομολογουμένη δέεσθαι τοῦ κυρίου καὶ λέγειν ὅτι “πάντα σά ἐστιν·
ὁ οἶκος εἰς ὅν εἰμι, σός ἐστι· τὰ ἐνδύματά μου σά ἐστιν. ἐκ σοῦ τρέφομαι
καὶ ἀπὸ σοῦ οἰκονομοῦμαι εἰς πᾶσαν χρείαν”. τότε ἄρχεται ὁ κύριος
πρὸς ταῦτα λέγειν· “χάριν σοι ἔχω, τὰ ὑπάρχοντα σά ἐστι, τὸ θέλημα
τὸ ἀγαθὸν σόν ἐστι. καὶ διὰ τὴν πρός μέ σου ἀγάπην, ἐπεὶ προσέφυγές
μοι, δεῦρο λοιπὸν δώσω σοι ἃ οὔτε σὺ ἕως ἄρτι ἐκτήσω οὔτε ἐπὶ γῆς ἄν-
θρωποι ἔχουσιν. ἐμὲ λάβε τὸν κύριόν σου μετὰ τῆς ψυχῆς σου, ἵνα ᾖς
πάντοτε μετ' ἐμοῦ εὐφραινομένη καὶ ἀγαλλιῶσα”. ὥσπερ γὰρ γυνὴ με-
μνηστευμένη ἀνδρὶ πάντα τὰ ὑπάρχοντα αὐτῆς καὶ ὅλην τὴν προῖκα ἀ-
ποφέρει ἐκ πολλῆς ἀγάπης, εἰς τὰς χεῖρας ῥίψασα τοῦ ἀνδρός, καὶ τοῦτο
λέγει· “ἐμὸν οὐδὲν ἔχω, τὰ ἐμοὶ ὑπάρχοντα σά ἐστι καὶ ἡ προὶξ σή ἐστι
καὶ ἡ ἐμὴ ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα τὸ ἐμὸν σόν ἐστιν”, – οὕτω καὶ ἡ σώφρων
ψυχὴ παρθένος ἐστὶ τῷ κυρίῳ, κοινωνοῦσα τῷ ἁγίῳ αὐτοῦ πνεύματι.
290

Χρὴ δέ σε, ὥσπερ αὐτὸς ἐπὶ γῆς ἐλθὼν ἔπαθε καὶ ἐσταυρώθη, καὶ σὲ
συμπαθεῖν. ὅταν γὰρ ἀναχωρήσῃς τοῦ κόσμου καὶ ἄρξῃ ζητεῖν τὸν θεὸν
καὶ διακρίνειν, λοιπὸν μάχῃ τῇ φύσει σου ἐν τοῖς παλαιοῖς ἤθεσι καὶ τῇ
συνηθείᾳ ᾗ συνεγεννήθης. καὶ ἐν τῷ μάχεσθαι τῇ συνηθείᾳ εὑρίσκεις
λογισμοὺς ἀντικειμένους σοι καὶ μαχομένους τῷ νῷ σου, καὶ ἕλκουσί σε
οἱ λογισμοὶ καὶ ῥεμβάζουσιν, ὅθεν ἐξῆλθες εἰς τὸ φαινόμενον. ἄρχῃ λοιπὸν

Palladius Scr. Eccl., Historia Lausiaca (recensio G) Vita 6, τμ. 1, γρ. 5

Περὶ τῆς πλουσίας παρθένου

Οὐ παραλείψω δὲ ἐν τῷ διηγήματι καὶ τοὺς ἐν


καταφρονήσει βεβιωκότας, εἰς ἔπαινον τῶν κατωρθωκότων
ἀσφάλειαν δὲ τῶν ἐντυγχανόντων. Παρθένος τις γέγονεν ἐν
Ἀλεξανδρείᾳ τῷ μὲν σχήματι ταπεινὴ τῇ δὲ προαιρέσει
σοβαρά, πλουσία ἐν χρήμασιν εἰς ἄγαν, μὴ † προΐκασα † ξένῳ
μὴ παρθένῳ, μὴ ἐκκλησίᾳ, μὴ πένητι ὀβολόν. Αὕτη πολλαῖς
νουθεσίαις τῶν πατέρων οὐκ ἀπεσκευάζετο τὴν ὕλην.
Ὑπῆρχε δὲ ταύτῃ καὶ γένος ἐν οἷς τεκνοποιεῖται θυγατέρα
ἀδελφῆς ἰδίας, ᾗ νύκτωρ καὶ μεθ' ἡμέραν ἐπηγγέλλετο τὰ
αὐτῆς, τοῦ οὐρανίου πόθου ἐκπεσοῦσα. Εἶδος γὰρ καὶ τοῦτό
ἐστι πλάνης τοῦ διαβόλου, ἐν προσχήματι φιλοσυγγενείας
εἰς πλεονεξίαν ὠδίνειν παρασκευάζοντος· ὅτι γὰρ αὐτῷ οὐ
μέλει περὶ γένους, ἀδελφοκτονεῖν καὶ μητροκτονεῖν καὶ πα-
τροκτονεῖν ἐκδιδάσκοντος, ὡμολόγηται.

Amphilochius Scr. Eccl., In mulierem peccatricem (orat. 4) Γρ. 298

πτωχοῖς. Ὢ τῆς ἀγνώμονος γνώμης! Ὢ τῶν ἀχαρίστων τρόπων!


Ἀπώλειαν τίθεις, Ἰούδα, τὴν θεραπείαν τοῦ Χριστοῦ καὶ μάταιον
ἀνάλωμα καλεῖς τὸ εἰς τιμὴν προχωρῆσαν θεοῦ;
Πόσον ἐδώκαμεν ὧν ἐλάβομεν; Λογισώμεθα ἀφ' οὗπερ ὁ
κόσμος ἀνεδείχθη, πόσοι παρὰ τῆς αὐτοῦ φύσεως ἐλέους ῥέουσι
ποταμοί, καὶ οὐ λογίζεται θεὸς ζημίαν τὴν ἀφθονίαν. Πόσας ἡ γῆ
εὐωδίας βλαστάνει; Πόας ῥόδων καὶ κρίνων, καὶ στύρακα,
νάρδον καὶ στακτὴν καὶ τὰ ἄλλα ἀφ' ὧν τὸ καλὸν κατασκευάζεται
μύρον. Καὶ οὐ λογίζεται θεὸς ἀπώλειαν. Καὶ ἵνα μικρὸν ἀλάβα-
στρον μύρου τοῖς ποσὶ τοῦ Χριστοῦ ἐπιχεθῇ, γογγύζεις; Μὴ οὖν
προῖκα αὐτὸ ἔλαβεν, ἵνα γογγύσῃς; Ἔλαβεν μύρον καὶ ἔδειξε
μετανοίας τρόπον· ἔλαβε δάκρυα καὶ ἔστησε πηγὴν ἁμαρτη-
μάτων. Ποία οὖν ἐστιν ἀπώλεια, εἰ ἐσώθη ἡ γυνή, δι' ἣν ὁ
παράδεισος ἀπεκλείσθη, δι' ἣν Ἀδὰμ συνεξεβλήθη; Ἀλλὰ λυπεῖ
σε τοῦτο, Ἰούδα; Εἰκότως· καὶ γὰρ τὸν διάβολον ἐλύπησεν αὐτῆς
ἡ σωτηρία. Εἶδεν γὰρ δι' αὐτῆς λοιπὸν τὸ γένος πρὸς μετάνοιαν
291

μεταβαλλόμενον καὶ δάκνεται καὶ ἀνιᾶται οὐκ ἔχων λοιπὸν


δίκτυον δι' οὗ θηράσει τὸν ἄνθρωπον· ὅθεν καί σε εἰς τὸ γογγύσαι
παρώρμησεν. Εἰς τί, φησίν, ἡ ἀπώλεια αὕτη;

Hippolytus Scr. Eccl., Refutatio omnium haeresium (= Philosophumena)


Book 5, Κεφ. 26, τμ. 10, γρ. 3

αὐτόν, Ἐδὲμ μὲν τὴν ψυχήν, Ἐλωεὶμ δὲ τὸ πνεῦμα. καὶ γίνεται οἱονεὶ
σφραγίς τις αὐτοῖς καὶ φιλίας ὑπόμνημα καὶ σύμβολον αἰώνιον τοῦ
γάμου τῆς Ἐδὲμ καὶ τοῦ Ἐλωεὶμὁἄνθρωπος, ὁ Ἀδάμ. ὁμοίως δὲ
καὶ ἡ Εὔα γέγονε, φησίν, ὡς παρὰτῷΜωσεῖ γέγραπται, εἰκὼν καὶ
σύμβολον, σφραγὶς εἰς αἰῶνα φυλαχθησομένη τῆς Ἐδέμ, κατετέθη τε
ὁμοίως καὶ ἐν τῇ Εὔᾳ τῇ εἰκόνι ψυχὴ μὲν ἀπὸ τῆς Ἐδέμ, πνεῦμα δὲ
ἀπὸ τοῦ Ἐλωείμ. καὶ ἐδόθησαν ἐντολαὶ αὐτοῖς· «αὐξάνεσθε καὶ
πληθύνεσθε καὶ κατακληρονομήσατε τὴν γῆν», τουτέστι τὴν Ἐδέμ·
οὕτω γὰρ θέλει γεγράφθαι. πᾶσαν γὰρ τὴν ἑαυτῆς δύναμιν, οἱονεί τινα
οὐσίαν, ἐν γάμῳ ἡ Ἐδὲμ προσήνεγκε τῷ Ἐλωείμ· ὅθεν, φησί, κατὰ
μίμησιν ἐκείνου τοῦ πρώτου γάμου προῖκα προσφέρουσι μέχρι σήμερον
αἱ γυναῖκες τοῖς ἀνδράσι, θείῳ τινὶ καὶ πατρικῷ νόμῳ πειθόμεναι, τῷ
γενομένῳ πρὸςτὸνἘλωεὶμἀπὸτῆς Ἐδέμ.
Κτισθέντων δὲ πάντων, ὡς γέγραπται παρὰ τῷ Μωϋσεῖ, οὐρανοῦ τε
καὶ γῆς καὶ τῶν ἐν αὐτοῖς, «εἰς τέσσαρας ἀρχὰς» διῃρέθησαν οἱ δώδεκα
τῆς μητρὸς ἄγγελοι, καὶ καλεῖται τούτων ἕκαστον τεταρτημόριον ποτα-
μός· Φεισὼν καὶ Γεὼν καὶ Τίγρις καὶ Εὐφράτης, ὡς, φησί, λέγει
Μωϋσῆς. οὗτοιδὲἐμπεριέρ>χονται οἱ δώδεκα ἄγγελοι τὰ τέσσαρα
μέρη συμπεριπεπλεγμένοιἀλλήλοιςκαὶ διέπουσι τὸν κόσμον,

Libanius Rhet., Soph., Epistulae 1-1544 Epistle 636, τμ. 2, γρ. 8

ἐν τοῖς ἐσχάτοις Λιβύης, ἀλλ' ἐν Φοινίκῃ, τῷ πάντων ἡμε-


ρωτάτῳ χωρίῳ, νόμων ὄντων, ἀρχόντων ἐφεστηκότων, βασι-
λέως ζῶντος ἐν ὅπλοις, ὅπως ἅπαν ἀπείη βίαιον.
Λου-κιανός τις, ἄνθρωπος ἐπὶ μικροῦ τινος σχήματος, χρήματα
εἰσπράττων γεωργούς τινας, ὥσπερ Διονύσιος ὤν, ὁ Σικελίας
δεσπότης, ἢ Γέλων ἐκεῖνος ὁ τὴν μεγάλην δύναμιν ἔχων, ἐκώ-
μασεν εἰς τὸν γάμον Εὐσταθίου τουτουί, πένητος μὲν καὶ
πένητι συνοικοῦντος, παρεμυθεῖτο δὲ αὐτὸν ἡ σωφροσύνη τῆς
γυναικός, ἣν ἀπολωλυίας αὐτῷ τῆς πόλεως, ἔστι δὲ Νικομη-
δεύς, ἄγεται, προῖκα δὲ εἰσέφερεν ἡ γυνὴ τὸν τρόπον.
ἀλλ' μὲν Ἐλπιδίου κελεύοντος ᾤχετο ἄξων ἀνθρώπους ὡς ὑφέ-
ξοντας λόγον, Λουκιανὸς δὲ τὴν ἄνθρωπον ἰδὼν ἀδίκοις ὄμ-
μασι πλησίον οἰκοῦσαν προσπέμψαι μὲν καὶ μνησθῆναι πρὸς
αὐτὴν ἔρωτος οὐκ ἐτόλμησεν, ᾔδει γὰρ οὐ πείσων, τὴν θυγα-
τέρα δὲ ἐκέλευε χρῆσθαι τῇ γυναικί.
καὶ ἦσαν ἐν συνη-θείᾳ καὶ πολλάκις ἦλθε παρ' ἐκείνην ἡ τούτου θυγάτηρ εἰ-
δυῖα, ὅτου χάριν ταῦτα ἐπράττετο, τοιαῦτα γὰρ ἐπαίδευε
τὴν θυγατέρα. καλεῖ δή ποτε καὶ ταύτην ἐκείνη παρ' αὑτὴν
292

Libanius Rhet., Soph., Epistulae 1-1544 Epistle 833, τμ. 1, γρ. 6

Ἀλβανίῳ.

Τί τοῦτο; χρήματα ἡμῖν ἔπεμψας οὐ λειτουργοῦσι λει-


τουργῶν αὐτός, ὥσπερ οὐ πολλὰ μὲν τετελεκὼς ἔτι ζῶντος τοῦ
πατρός, οὐκ ὀλίγα δὲ μεθεστηκότος ἤδη, ξενίσας δὲ ἡμᾶς ἄνω
καὶ κάτω θέοντας οὐκ εἴκοσιν ἡμέρας, ὥσπερ Οἰνεὺς Βελλε-
ροφόντην, ἀλλὰ νῦν μὲν μῆνα ὅλον, νῦν δὲ τρεῖς· ὑπὲρ ὧν
καὶ μάλα σοι εἰκότως ἂν ὑπῆρχε προῖκα τῶν ἐμῶν λαμβά-
νειν.
πρὸς τί δὴ βλέπων ἐπέσταλκας; εἴτε γὰρ ὅτι λέγων
κρατεῖς, ἐγώ σοι τούτου μισθὸν ὀφείλω, εἴθ' ὅτι σου Μάξι-
μος ὁ δίκαιος ὑπερέσχε χεῖρα, Μαξίμῳ μὲν ἐγὼ πάλιν ὀφείλω
μισθόν, σὺ δὲ οὐδ' οὕτως ἐμοὶ τὰ ὀφειλόμενά σοι κεκομι-
σμένος. οἶσθα δέ, ὅστις ἐμοὶ πρὸς τοὺς ἑταίρους ὁ νόμος· τὰ
πατέρων εἰς αὐτοὺς μιμεῖσθαι.
σοφὸν δέ σου τὸ μὴ ἐγ-
γράψαι τῇ ἐπιστολῇ τὰ χρήματα· εὖ γὰρ ᾔδεις ὅτι βοήσομαι

Libanius Rhet., Soph., Epistulae 1-1544 Epistle 1449, τμ. 3, γρ. 2

χρόνον, οὔπω δὲ δῆλον, εἰ καὶ νῦν ἄρχοντα ἀποδείξετε. ὃ δὴ


καὶ πάνυ πεφόβημαι βλεπόντων εἰς ὑμᾶς ἁπάντων καὶ περι-
σκοπούντων, τί ποτε ἄρα δράσετε.
ἀλλά, πρὸς Διός, πλείω
ποιεῖτε τὰ καλὰ τῶν μὴ τοιούτων, ὅπως καὶ ἡμῖν διαφεύγειν
εἴη τοὺς ἡδέως ψέγοντας. οἳ νῦν ἀριθμοῦντες οὐκ ὀλίγα γε-
λῶσιν, ἀλλ' ἢν οὗ χρὴ καταστήσητε τὸν γενναῖον Ἀκάκιον,
ἕξομεν ὅθεν ὁρμώμενοι τρεψόμεθα τῶν χαριέντων τὰ σκώμ-
ματα.
καὶ ταῦτα οὐ τούτῳ λέγω χαριζόμενος, ὃν δεήσει
προῖκα πονεῖν, ἀλλὰ τὸ ὑμέτερον αὔξων, οἳ τῷ χρῆσθαι τοῖς
ἀγαθοῖς νοῦν ἔχειν πᾶσι δόξετε.
καίτοι μεγάλων μὲν ἔργων
Ἀκακίῳ χάριν ὀφείλω καὶ κελεύοντοςὌσσαν ἐπ' Οὐλύμπῳ
δεῖ φαίνεσθαι προθυμούμενον· ἀλλ' ἐκείνην μὲν ἄλλως ἴσως
ἀποδώσω τὴν χάριν – ἔστι δὲ υἱὸς αὐτῷ καὶ εἴη γε – , τὴν
ἐπιστολὴν δὲ οἴου τὸ τοῦ δεχομένου συμφέρον ζητεῖν.

Libanius Rhet., Soph., Orationes 1-64 Oration 1, τμ. 12, γρ. 15

πέρι θαρρούντως ζώντων ἔτι μοι μαρτύρων, οἳ βουλο-


μένων ὑμῶν ἀναστάντες μαρτυρήσουσιν, ὁρῶ γὰρ αὐτῶν
οὐκ ὀλίγους ἐνταυθοῖ καθημένους, ἦν δὲ ἀνάλωτος οὐ
φρουρᾷ καὶ φόβοις παιδαγωγῶν, οὓς ἀσθενεῖς πέφυκεν
ὀρφανία νέου ποιεῖν, ἀλλὰ προνοίᾳ Τύχης, δι' ἣν
αὐτός τε ἐμαυτοῦ φύλαξ ἦν ἄλλους τε ἐρρυόμην παι-
293

διάς τε ἔπαυον ἐπιζημίους, ἐφ' ἃς τοὺς λόγους ῥίψαν-


τες οὐκ ὀλίγοι τῶν νέων ἐφέροντο – γεμούσης δὴ
τοῦ περὶ ἀμφοῖν τοῖν ἀγαθοῖν λόγου τῆς πόλεως ἁπά-
σης οἱ παρθένους τρέφοντες πατέρες διὰ τοῖν θείοιν
τοῖν ἐμοῖν ᾔεσαν ἐπ' ἐμὲ πλήθει προικὸς ἕτερος ἕτερον
παριόντες,
ἀλλ' ἐμὸν οὔποτε θυμὸν ἐνὶ στήθεσσιν ἔπειθον,
οἶμαι δὲ κατὰ τὸν Ὀδυσσέα καὶ θεῖον ὑπεριδεῖν ἂν
γάμον πρὸς τὸν Ἀθηνῶν καπνόν.

Libanius Rhet., Soph., Orationes 1-64 Oration 2, τμ. 32, γρ. 3

ρία. τί οὖν ἐψευσάμην; καὶ νῦν τοὺς νεὼς ἴδοι τις


ἂν τοιούτους; μᾶλλον δέ, ἴδοι τις ἂν πενίαν ἑτέρωθι
τοσαύτην;
εἰσὶ μὲν οἳ ὡς ἥδιστ' ἂν θεοὺς ἀναθήμασι
τιμήσαιεν, ἴσασι δ', ὡς εἰ κομίσαιεν ἐκεῖσε, ταῦτα ἑτέρων
ἐστίν, ὅπου γε καὶ τὴν πολλὴν ἑκάστου τῶν θεῶν γῆν
ἕτεροι γεωργοῦσι καὶ τῆς προσόδου μέτεστι τοῖς βωμοῖς
οὐδοτιοῦν.
εἶπον, ὅτι τοῖς περὶ τὴν γῆν πονοῦσιν
ἦν καὶ κιβώτια πάλαι καὶ ἐσθὴς καὶ στατῆρες καὶ μετὰ
προικὸς οἱ γάμοι. νῦν δὲ διὰ πολλῶν μὲν ἐρήμων ἥξεις
ἀγρῶν, οὓς τὸ πιέζεσθαι ταῖς εἰσπράξεσιν ἐκένωσε
προστεθέντος ἑτέρου κακοῦ μείζονος, τῶν τὰ ἄντρα
σφῶν αὐτῶν ἐμπεπληκότων, τῶν μέχρι τῶν ἱματίων
σωφρόνων. ὅσοι δὲ καὶ μένουσιν ἐν ἀγροῖς, οὐδὲν
δέονται κλείειν θύρας· οὐδεὶς γὰρ φόβος ἀπὸ λῃστῶν
τῷ γε οὐδὲν ἔχοντι.

Libanius Rhet., Soph., Orationes 1-64 Oration 18, τμ. 201, γρ. 4

νεῖς. ἐγὼ δὲ τούτου τὴν αἰτίαν ἐν τῇ μνήμῃ τῆς


ὀδυνηρᾶς ἐμοὶ τελευτῆς φράσω. νῦν δ' ἄξιον εἰπεῖν
περὶ τῶν συνήθων τῶν ἐκείνου τοσοῦτον, ὅτι τῶν
ἐκείνῳ γενομένων συνήθων οἱ μὲν ἦσάν τε ἀγαθοὶ
καὶ ἐδόκουν, οἱ δὲ ἐδόκουν μέν, ἦσαν δὲ οὐ τοιοῦτοι.
καὶ τοὺς μὲν τῶν πάντων οὐδὲν μετέβαλε, τοὺς δὲ ὁ
χρόνος διήλεγξεν.
ὡς γὰρ ἐλάβετο τῆς βασιλείας
καθαρῶς καὶ κύριος κατέστη τῶν τε θησαυρῶν καὶ
τῶν ἄλλων ὅσα τὸν πλοῦτον ποιεῖ τὸν βασιλέως, οἱ
μὲν προῖκά τε αὐτῷ συνῆσαν καὶ οὐκ ἐποίουν τὰ
αὑτῶν μείζω ταῖς παρ' ἐκεῖνον εἰσόδοις, ἀλλ' ἱκανὸν
ἡγοῦντο κέρδος φιλεῖν τε καὶ φιλεῖσθαι καὶ τὸν αὑτῶν
ἐρώμενον ὁρᾶν ἄρχοντά τε τὴν τηλικαύτην ἀρχὴν καὶ
σὺν ἐπιστήμῃ καὶ πολλάκις γε αὐτοῦ κελεύοντος λαμ-
294

βάνειν καὶ νὴ Δία γε καὶ δεομένου γῆν, ἵππους,


οἰκίαν, ἀργύριον, χρυσίον εὐπορεῖν λέγοντες διέφευγον
τὰς δόσεις.

Libanius Rhet., Soph., Orationes 1-64 Oration 31, τμ. 30, γρ. 4

πολλῷ βιαιοτέρα. τῶν γὰρ οἴκων τῶν ἀπὸ παλαιοῦ


λαμπρῶν ὧν ἦν καὶ τὸ παιδεύεσθαι καὶ τὸ διδόναι,
πτωχεύειν ὁ καιρὸς οὐκ ὀλίγους ἀναγκάσας λαβεῖν
μὲν τῶν λόγων οὐκ ἐκώλυσεν, εἰς δὲ μισθοῦ δόσιν
ἀδυνάτους ἐποίησε. πάντως δὲ οὐδεὶς ἀγνοεῖ τοὺς
μὲν ἐξ ἐνδόξων γενομένους τὰ αὑτῶν πεπρακότας,
τοὺς δὲ ἐξ ἀνωνύμων τὰ 'κείνων ἐωνημένους.
τῆς
οὖν περὶ ἕκαστον οἶκον ἀτυχίας κεκοινώνηκεν ὁ διδά-
σκαλος. ὥσπερ γάρ, εἴπερ ἐπλούτουν, ἀπέλαυεν ἄν,
οὕτως ἀπορούντων ἀνάγκη προῖκα συνεῖναι. εἰ
μὲν οὖν τὴν χρηστότητα τῶν παιδευτῶν ἐν τῷ πλή-
θει τῶν παιδευομένων ἀξιοῖ τις ὁρᾶν, μεγάλην ὡς
ἀληθῶς εὑρήσει· σημεῖον δὲ ποιούμενος τὸν τούτων
ἀριθμὸν τῆς ἐκείνων περιουσίας οὐκ ὀρθῶς κρίνει.
καὶ τί δεῖ περὶ τούτων εἰκάζειν ἐξὸν ἐπ' αὐτὴν
ἐλθόντα τὴν ἐξέτασιν καθαρόν, ὡς ἔχει, τὸ πρᾶγμα
μαθεῖν; εἰσελθὼν γὰρ ὁ νομίζων τὰ παρὰ τῶν νέων
μεγάλα καθίσας αὑτὸν παρὰ τὸν θρόνον καλῶν ἕκα-
στον πυνθανέσθω, τίς ὁ παρ' αὐτοῦ μισθός. οἶμαι
γὰρ πλὴν ὀλίγων κομιδῆ τοὺς ἄλλους,

Libanius Rhet., Soph., Orationes 1-64 Oration 42, τμ. 49, γρ. 9

αὐτὸν ἐπὶ τὸ συνέδριον ἦγε, καὶ οὐχ ἃ δαπανᾷ, κερ-


δαίνειν ἠξίου.
ἀλλ' Ὀπτάτος, ὦ Ζεῦ βουλαῖε, τοι-
ούτοις ἐδέξατο τὸν ἐραστήν. ὅς, εἰ τὸν μιαρώτατον
ἔχρησεν ὁ θεὸς ἐν κοινῷ τινι θῦσαι κακῷ, πάντως
ἂν ἦν ὁ σφαττόμενος, ἐπεὶ καὶ τὴν ἐσχάτην εἴπερ ἔδει
τιμᾶσθαι κακίαν, ἐστεφανοῦτ' ἂν οὗτος. ὃς τοῦ μὴ
φιλεῖν σοι τὴν πόλιν μέγα σημεῖον ἐκφέρει τὸ μῖσος
τὸ κατὰ τῆς γυναικός. μισεῖ δὲ αὐτὴν μισούμενος,
μισεῖται δὲ προπηλακίζων τὸν Ὑμέναιον ἀκολασίᾳ καὶ
τῇ μὲν προικὶ πλουτῶν, τῷ πλουτεῖν δὲ κατ' ἐκείνης
παρ' ἧς τὸ πλουτεῖν αὐτῷ, χρώμενος.

Libanius Rhet., Soph., Orationes 1-64 Oration 46, τμ. 12, γρ. 7

ἐκπώματα, οὐκ ἀνήρ, οὐ γυνή, οὐχ υἱός, οὐ θυγάτηρ,


ἀλλ' ἢ δεῖ σιγᾶν ἢ ἀπολωλέναι. τοῖς γὰρ αὑτῶν χρῆ-
295

σθαι λέγουσι καὶ εἶναι δεσπόται τῶν τε πίθων ὁμοίως


καὶ ὧν εἰσιν οἱ πίθοι.
οἱ μὲν οὖν ἐπιεικέστεροι
τὸ ἔκπωμα καταθέντες καὶ προειπόντες οἶνον ἀμείνω
περισκοπεῖν ἀπῆλθον, οἱ δ' αὐτοῖς ἐκπώμασιν. ὀβολὸς
δὲ οὐδὲ παρ' ἑτέρων, ἀλλ' ὁ μὲν κάπηλος ὠνεῖται, οἱ
δ' ἐμπίμπλανται δόντες οὐδέν. εἶθ' οἱ μὲν ἀπῆλθον,
οἱ δ' ἦλθον. δεῖ δὲ προκεκρίσθαι τῶν διδόντων τὸν
τῶν προῖκα πινόντων φόβον. βαλαντίου δὲ οὐ λυο-
μένου πολὺ τὸ πινόμενον. πίνει δὲ οὐκ αὐτός τις
μόνος, ἀλλὰ καὶ ὃν εἰσάγει νῦν μὲν συγγενῆ, νῦν δὲ
συνήθη.

Libanius Rhet., Soph., Orationes 1-64 Oration 47, τμ. 28, γρ. 11

οὐδ' οὗτος ἂν εἰκότως ταύτην


ἄρχοι τὴν ἀρχήν, ὅτῳ πλῆθος ἔνι ταλάντων ἐξαριθμεῖν,
ἀλλ' ὅτῳ λαφύρων καὶ αἰχμαλώτων καὶ τροπαίων, οἵους
τοῖς πατράσιν ὑπῆρχεν τοῖς ἡμετέροις ὁρᾶν. ὧν ὁ
πλεῖστον μὲν χρόνον, πλείστων δὲ ἡγησάμενος στρα-
τιωτῶν ἕνα μὲν μόλις ἀγρὸν ἐπρίατο, ἔτι δὲ τῶν οὐκ
ἐπαινουμένων, οἰκέτας δὲ εἶχεν ἕνδεκα, ἡμιόνους δώ-
δεκα, τρεῖς δὲ ἵππους, κύνας δὲ Λακαίνας τέτταρας,
ἀλλ' ὅμως δέος μὲν αὐτοῦ ταῖς τῶν βαρβάρων ἐνῴκει
ψυχαῖς. τηθίδα δ' ἐμὴν ἔγημεν ἐπὶ μεγίστῃ
προικί , ἔδνα δὲ ἦν τὸ κλέος. ὁ δὲ γήμας οὐδὲ δει-
πνῶν ἐμεθύσκετο, οὐδὲ γὰρ ἐν τῷ στρατηγεῖν οὔτε
καλῶν οὔτε καλούμενος, ἀλλ' ἦρχε καὶ τῆς γαστρὸς
οὐχ ἧττον ἢ τῶν στρατιωτῶν. τοὺς δὲ νῦν καὶ αὐτὸ
τοῦτο διαφθείρει τὸ ζῆν ἐν τοσούτοις ποιοῦν αὐτοὺς
φιλοψύχους ἀντὶ φιλοτίμων καὶ πεῖθον φεύγειν ἀπὸ
τῶν καλῶν κινδύνων ἐπὶ τὰ παρέχοντα τρυφᾶν.

Libanius Rhet., Soph., Orationes 1-64 Oration 57, τμ. 48, γρ. 10

τὴν τέχνην, ὡς εἰς ἀτιμίας τάξιν ἥκειν αὐτοῦ τὰς τιμάς.


Ἀλλὰ μισοπόνηρός εἰμι,φησί,καὶ τὴν
φύσιν ἔδει κἀνταῦθα κρατεῖν καὶ λόγους ἤκουον
ὑπὲρ Μάλχου βοηθεῖν βουλομένους.ἀλλ' οὐ
ταῦτά φησι Μαρέας οὐδ' ὁ τούτῳ παρεδρεύων,
δι' οὓς πάντα ἀργυρίου, πάντα ἐν πράσει. καὶ πολὺς
ὁ νιφετὸς τῶν λημμάτων διδόντος μὲν τοῦ διώκοντος,
διδόντος δὲ τοῦ φεύγοντος, τὰ μὲν ἀλλήλων οὐκ εἰδό-
των, ὄντων δὲ ἐπὶ τῆς αὐτῆς ἐλπίδος. ἔνι δὲ οὐδὲ
τοῖς ἡττημένοις ὃ προήκαντο κομίσασθαι ὅρκοις τισὶ
προδιῳκημένου τοῦ πράγματος. προῖκα δὲ οὐδέν, οὐ
296

Libanius Rhet., Soph., Orationes 1-64 Oration 62, τμ. 20, γρ. 3

βλάβης ὁμολογῶ γεγενῆσθαι. τὸ γὰρ αὐτὸ χρηστότητος


μὲν δόξαν ἐμοί, ῥᾳθυμίαν δὲ τοῖς φοιτῶσιν ἡμῖν
ἤνεγκε. τί τοῦτο; τὸ κύριον ἕκαστον εἶναι τῶν προς-
ιόντων δοῦναί τε μισθὸν καὶ μή. γλυκὺ γάρ τι καὶ
τοῖς δοῦναι δυναμένοις ἐφάνη τὸ μὴ δοῦναι. καὶ τὴν
τῶν ἀπορούντων ἀνάγκην ἡ τῶν εὐπόρων ἐμιμήσατο
γνώμη, μᾶλλον δὲ τῶν εὐπόρων οἱ μὲν ἤνεγκαν, οἱ
δὲ οὔ.
πλείονος δὴ τοῦ μὴ διδόντος γιγνομένου
καὶ κατ' αὐτό γε τοῦτο ῥᾳθυμοτέρου, τὸ γὰρ ἐξεῖναι
προῖκα λαβεῖν οὐδὲ προθύμως ἐπαναγκάζει λαμβάνειν,
ὧν γάρ τις οὐ τίθησι τιμήν, ταῦτα οὐκ ἀλγεῖ μὴ
κτώμενος, τοῦ δὴ πλείονος, ὅπερ ἔφην, κακῶς διακει-
μένου συνεπεσπάσθη καὶ τὸ τὸν μισθὸν τελοῦν. καὶ
μᾶλλον οὗτοι πρὸς τὸ ῥᾳθυμεῖν ὑπ' ἐκείνων καθειλ-
κύσθησαν ἢ παρὰ τούτων ἐκεῖνοι βελτίους ἐγένοντο,
ῥᾷον γάρ, οἶμαι, καὶ ἥδιον τὸ μηδὲν ποιεῖν τοῦ πο-
νεῖν, ὥστε καὶ τούτοις λεπτὸν ἐγίγνετο τοῦ διδόναι
τὸ κέρδος.

Libanius Rhet., Soph., Argumenta orationum Demosthenicarum


Oration 35, τμ. t, γρ. 1

ποιηθέντων περὶ τοῦ ὀνόματος λέγων αὐτὸν Βοιωτὸν


καλεῖσθαι προσήκειν, ὅπερ ἐξ ἀρχῆς ὠνομάζετο, καὶ
μὴ Μαντίθεον. τοῦτο γὰρ αὑτῷ παρὰ τοῦ πατρὸς ἐξ
ἀρχῆς τεθεῖσθαι τοὔνομα.
αὐτόθεν μὲν οὖν δόξειεν
ἄν τις φιλοπράγμων καὶ φιλόνεικος ὑπὲρ προσηγοριῶν
διαφερόμενος, ὁ μέντοι λόγος ἱκανὰς ἀποδείξεις παρέ-
χεται τοῦ καὶ δημοσίᾳ καὶ ἰδίᾳ βλαβερὰν εἶναι τὴν
ὁμωνυμίαν.

ὑπόθεσις τοῦ πρὸς Βοιωτὸν ὑπὲρ προικὸς μητρῴας λόγου.

Καὶ οὗτος παρὰ τοῦ αὐτοῦ καὶ πρὸς τὸν αὐτὸν


ὁ λόγος εἴρηται. καὶ τὰ μὲν ἄλλα πάντα ταὐτά, ἡ
Πλαγγών, ὁ ὅρκος, ἡ τῶν παίδων ἀναγκαία ποίησις.
ἀποθανόντος δὲ τοῦ Μαντίου οἱ παῖδες ὄντες τρεῖς,
Μαντίθεος ὁ ἐκ τῆς νόμῳ γαμηθείσης καὶ Βοιωτὸς
καὶ Πάμφιλος οἱ ἐκ τῆς Πλαγγόνος, ἐνέμοντο τὴν οὐ-
σίαν. φάσκοντος δὲ τοῦ Μαντιθέου προῖκα ἑαυτῷ μη-
297

τρῴαν ὀφείλεσθαι Βοιωτὸς καὶ Πάμφιλος καὶ αὐτοὶ


προικὸς ἠμφισβήτουν ὡς καὶ τῆς Πλαγγόνος εἰσενεγκα

Libanius Rhet., Soph., Argumenta orationum Demosthenicarum Oration 35, τμ. 2,


γρ. 4

ὑπόθεσις τοῦ πρὸς Βοιωτὸν ὑπὲρ προικὸς


μητρῴας λόγου.

Καὶ οὗτος παρὰ τοῦ αὐτοῦ καὶ πρὸς τὸν αὐτὸν


ὁ λόγος εἴρηται. καὶ τὰ μὲν ἄλλα πάντα ταὐτά, ἡ
Πλαγγών, ὁ ὅρκος, ἡ τῶν παίδων ἀναγκαία ποίησις.
ἀποθανόντος δὲ τοῦ Μαντίου οἱ παῖδες ὄντες τρεῖς,
Μαντίθεος ὁ ἐκ τῆς νόμῳ γαμηθείσης καὶ Βοιωτὸς
καὶ Πάμφιλος οἱ ἐκ τῆς Πλαγγόνος, ἐνέμοντο τὴν οὐ-
σίαν. φάσκοντος δὲ τοῦ Μαντιθέου προῖκα ἑαυτῷ μη-
τρῴαν ὀφείλεσθαι Βοιωτὸς καὶ Πάμφιλος καὶ αὐτοὶ
προικὸς ἠμφισβήτουν ὡς καὶ τῆς Πλαγγόνος εἰσενεγκα-
μένης εἰς τὸν οἶκον τοῦ Μαντίου μνᾶς ἑκατόν.
συνέδοξεν οὖν αὐτοῖς νείμασθαι πάντα ἐπ' ἴσης πλὴν τῆς
οἰκίας, ἵν' ὁποτέρων ἂν ἡ μήτηρ φανῇ προῖκα εἰσενεγ-
καμένη, τούτοις ἀπὸ τῆς οἰκίας ἀποδοθῇ τὸ ἀργύριον,
καὶ πλὴν τῶν ἀνδραπόδων, ὅπως οἱ περὶ τὸν
Βοιωτόν, ἐὰν ἐπιζητῶσί τι τῶν ἔνδον, ἔχωσιν ἔλεγχον.
μετὰ δὲ ταῦτα ἀντενεκάλεσαν ἀλλήλοις, ὁ μὲν Μαν

Eutropius Hist., Breviarium ab urbe condita (Paeanii translatio) Book 2, Κεφ. 12,
γρ. 10

χρῆσθαι στρατιώταις ἐξεγένετο.


Μετὰ ταῦτα συνάπτουσιν ἑαυτοὺς τῷ Πύρρῳ Σαμνῖται καὶ
Λουκανοὶ καὶ Βρούττιοι· καὶ γίνεται δρόμος ἁπάντων ἐπὶ τὴν Ῥώ-
μην πᾶν τε τὸ προςτυχὸν ἢ πυρὸς ἦν ἔργον ἢ σιδήρου. Καὶ τὴν μὲν
Καμπανίαν ἐξεπολιόρκησαν, ἧκον δὲ ἐπὶ τὴν Πραίνεστον, τῆς πόλεως
ὀκτωκαιδεκάτῳ σημείῳ ἀφεστῶσαν. Φοβηθεὶς δὲ ὁ Πύρρος τὸν ὕπα-
τον καὶ τὴν σὺν αὐτῷ στρατιὰν, ὄπισθεν αὐτῷ κατακολουθήσασαν,
εἰς τὴν Καμπανίαν ὑπεχώρησε. Καὶ παραγίνονται πρὸς αὐτὸν πρέσβεις
Ῥωμαίων, ἐξωνήσασθαι βουλόμενοι τοὺς αἰχμαλώτους. Τούτους διὰ
πάσης αἰδοῦς καὶ τιμῆς ἐποιήσατο, εἶδέ τε ὡς ἔνι μάλιστα φιλοφρό-
νως· τὰ λύτρα τε ἀπωσάμενος, προῖκα τοὺς αἰχμαλώτους ἀπέπεμψεν.
Ἕνα δὲ ἐκ τῶν πρέσβεων Φαβρίκιον οὕτως ἠγάσθη καὶ ἐθαύμασεν,
ὥςτε, ἐπειδὴ πενίᾳ συζῆν αὐτὸν ἔγνω, τοὺς θησαυροὺς ἐπιδείξας, τὸ
τέταρτον αὐτῷ προὔθηκεν αὐτῶν τε καὶ τῆς ἀρχῆς, εἰ τὴν πρὸς
αὐτὸν ἕλοιτο συνουσίαν καὶ μετὰ τῶν πολιτῶν αὑτὸν προςθείη. Κατα-
φρονηθείσης δὲ τῆς ὑποσχέσεως, ηὐξήθη τῷ Πύρρῳ τὸ περὶ τὴν Ῥώ-
μην τε καὶ τοὺς ἐξ αὐτῆς θαῦμα, καὶ πρέσβεις ὁ νενικηκὼς πέμπει
παρὰ τῶν ἡττημένων σπονδὰς ἐπαγγέλλειν ἴσας ἑκατέροις. Τῆς δὲ
πρεσβείας ἐξῆρχεν ἀνὴρ ἐπιφανῆς Κινέας. Τῶν σπονδῶν δὲ μέρος ἦν
καὶ τόδε, τῆς Ἰταλίας ὅσον ἤδη ἐδέδεκτο τὸν Πύρρον, ἢ πολιορκη-
θὲν ἢ ἑκούσιον, τῆς αὐτοῦ δεσποτείας εἶναι.
298

Eutropius Hist., Breviarium ab urbe condita (Paeanii translatio)


Book 2, Κεφ. 27, γρ. 19

δείξαντο Ῥωμαῖοι τὴν προθυμίαν, ὡς ἑξήκοντα μὲν ναῦς πολεμίας


ἑλεῖν, πέντε δὲ καὶ εἴκοσι καὶ ἑκατὸν καταποντίσαι, δύο δὲ καὶ τριά-
κοντα χιλιάδας αἰχμαλώτων ἀνδρῶν λαβεῖν, τριςκαίδεκα δὲ διαχρή-
σασθαι, καὶ πάντα δὲ τὸν πλοῦτον· ἐτύγχανον γὰρ αὐτὸν ἐναποθέ-
μενοι τὰς ναυσὶ, τῷ μεγέθει τοῦ στόλου πεποιθότες, οἱ πολέμιοι·
ἑαυτῶν ποιήσασθαι. Τῶν Ῥωμαίων δὲ αὐτῶν δυοκαίδεκα νῆες διε-
φθάρησαν. Ὁ μὲν οὖν πόλεμος ὁ αὐτὸς συνέστη πρὸ ἓξ εἰδῶν Μαρ-
τίων κατὰ τοὺς Ῥωμαίους. Ἄφροι δὲ παραχρῆμα τὴν εἰρήνην ἐπήγ-
γειλαν, καὶ ταύτην ἔδοσαν οἱ Ῥωμαῖοι, λαβόντες τοὺς αἰχμαλώτους
τοὺς ὑπὸ τοῖς Ἄφροις ὄντας· ὧν δὲ αὐτοὶ κατεῖχον, προςκομιζόντων
λύτρα τῶν Ἄφρων, οὐκ ἐδέξαντο, ἀλλὰ καὶ αὐτοὶ προῖκα διαφῆκαν·
εἰ δέ τινες ἦσαν ὑπὸ δεσπόταις ἐκ δημοσίας πράσεως γεγενημένοι,
τούτων ἐψηφίσαντο τὰ τιμήματα καταβληθῆναι τοὺς ἐωνημένους. Καὶ
οὐδὲ ταῦτα τοὺς Ἄφρους ἐζημίωσαν, ἀλλὰ τὸν ταμίαν τῶν δημοσίων
χρημάτων ἀπαριθμῆσαι προςέταξαν.
Μεταστάσης δὲ τῆς ἀρχῆς ἐπὶ Κύντον Λουτάτιον καὶ Αὖλον
Μάλλιον ἐπηνέχθη Φαλίσκοις πόλεμος· πόλις δὲ ἦν αὕτη τῆς Ἰταλίας
δυνατωτάτη· καὶ τούτων ἑκάτεροι κατώρθωσαν ὕπατοι ἐν ἓξ ταῖς
πάσαις ἡμέραις, μυρίων μὲν καὶ πεντακιςχιλίων πεσόντων ἐκ τοῦ
στρατεύματος τῶν πολεμίων, τοῖς δὲ λοιποῖς εἰρήνης δοθείσης ἐφ'
ἡμίσει τῆς γῆς, ὃ Ῥωμαίοις ἔδοξε γενέσθαι.

Apocalypsis Sedrach, Apocalypsis Sedrach Τμ. 6, γρ. 6

αὐτός σε τὸν ἀθάνατον θεὸν πολεμεῖ, ὁ δὲ ἐλεεινὸς ἄνθρω-


πος τί ἄρα ἔχει ποιῆσαι αὐτῷ; ἀλλὰ ἐλέησον, δέσποτα,
καὶ ἀνάλυσον τὰς κολάσεις· εἰ δὲ μὴ, δέξαι καὶ ἐμὲ μὲ τοὺς
ἁμαρτωλούς· ἐὰν τοὺς ἁμαρτωλοὺς οὐκ ἐλεήσῃς, ποῦ εἰσιν
τὰ ἐλέη σου, ποῦ ἡ εὐσπλαγχνία σου, κύριε;
Λέγει αὐτὸν ὁ θεός· Γνωστὸν ἔστω σοι ὅτι πάντα
εὐδιάλλακτα ἐπέταξα αὐτόν· ἐποίησα αὐτὸν φρόνιμον καὶ
κληρονόμον οὐρανοῦ καὶ γῆς, καὶ πάντα αὐτῷ ὑπέταξα, καὶ
πᾶν ζῷον φεύγει ἀπ' αὐτοῦ καὶ ἀπὸ προσώπου αὐτοῦ·
ἀλλ' αὐτὸς τὰ ἐμὰ λαβὼν ἀλλότριος ἐγένετο μοιχαλὶς καὶ
ἁμαρτωλός· ποῖος πατὴρ προικί σας, εἰπέ μοι, τῷ υἱῷ
αὐτοῦ, καὶ λαβὼν τὴν οὐσίαν καταλιπὼν τὸν πατέρα
ἀπῆλθεν καὶ ἐγένετο ἀλλότριος καὶ δουλεύει ἀλλοτρίῳ, καὶ
ἰδὼν ὁ πατὴρ ὅτι ἐγκατέλιπεν αὐτὸν ὁ υἱὸς καπνίζεται τὴν
καρδίαν αὐτοῦ, καὶ ἀπελθὼν ὁ πατὴρ λαμβάνει τὴν οὐσίαν
αὐτοῦ καὶ ἐξορίζει αὐτὸν ἐκ τῆς δόξης αὐτοῦ διότι ἐγκατέ-
λιπεν τὸν πατέρα αὐτοῦ; πῶς δὲ ἐγὼ ὁ θαυμαστὸς καὶ
ζηλωτὴς θεὸς τὰ πάντα δέδωκα αὐτῷ, καὶ αὐτὸς λαβὼν
ταῦτα ἐγένετο μοιχαλὶς καὶ ἁμαρτωλός;
299

Ησύχιος Illustrius Hist., Frag.a Frag. 7, γρ. 426

ρακειμένου, οἱ δ' ὅπη βούλοιντο· αὐτὸς δὲ ἔμεινεν ἐπὶ


τοῦ τόπου, ἐφ' οὗπερ κατεκέκλιτο. Ὡς δ' ἡμέρας γενη-
θείσης ἐξανέστησαν, οὐχ εὑρέθη μόνος. Ζητουμένου δὲ
καὶ τῶν οἰκετῶν ἀνακρινομένων, καὶ φασκόντων μὴ
εἰδέναι, εἷς τις ἔφη μέσων νυκτῶν φωνῆς ὑπερμεγέθους
ἀκοῦσαι προσκαλουμένης Ἐμπεδοκλέα, εἶτα ἐξανα-
στάντα ἑωρακέναι φῶς οὐράνιον, ἄλλο δὲ μηδέν. Τῶν
δὲ ἐκπλαγέντων ἐνομίσθη δεῖν θύειν αὐτῷ καθάπερ θεῷ.
Τὴν ἄπνουν φασὶ τοιοῦτόν τι εἶναι, ὡς τριάκοντα ἡμε-
ρῶν τηρεῖν ἄπνουν τὸ σῶμα καὶ ἄσιτον (l. ἄσφυκτον).
Οὗτος ὁ Ἐμπεδοκλῆς πολλὰς τῶν πολιτίδων ἀπροίκους
οὔσας ἐπροίκισε διὰ τὸν παρόντα πλοῦτον· διὸ καὶ πορ-
φύραν ἀνέλαβε καὶ στρόφιον ἐπέθετο χρυσοῦν, ἔτι τε
ἐμβάδας χαλκᾶς καὶ στέμμα Δελφικόν. Κόμη τε ἦν
αὐτῷ βαθεῖα. Καὶ παῖδες ἀκόλουθοι, καὶ αὐτὸς ἀεὶ
σκυθρωπὸς ἐφ' ἑνὸς σχήματος ἦν. Τοιοῦτος δὴ προῄει,
τῶν πολιτῶν ἐντυχόντων καὶ τοῦτο ἀξιωσάντων οἱονεὶ
βασιλείας τινὸς παράσημον. Ὕστερον δὲ διά τινα πα-
νήγυριν πορευόμενος ἐφ' ἁμάξης ὡς εἰς Μεσσήνην,
ἔπεσε, καὶ τὸν μηρὸν ἐκλάσθη, καὶ νοσήσας ἐκ τούτου
ἐτελεύτησεν, ὥς φησι Νεάνθης ὁ Κυζικηνός.

Ησύχιος Illustrius Hist., Frag.a Frag. 7, γρ. 427

τοῦ τόπου, ἐφ' οὗπερ κατεκέκλιτο. Ὡς δ' ἡμέρας γενη-


θείσης ἐξανέστησαν, οὐχ εὑρέθη μόνος. Ζητουμένου δὲ
καὶ τῶν οἰκετῶν ἀνακρινομένων, καὶ φασκόντων μὴ
εἰδέναι, εἷς τις ἔφη μέσων νυκτῶν φωνῆς ὑπερμεγέθους
ἀκοῦσαι προσκαλουμένης Ἐμπεδοκλέα, εἶτα ἐξανα-
στάντα ἑωρακέναι φῶς οὐράνιον, ἄλλο δὲ μηδέν. Τῶν
δὲ ἐκπλαγέντων ἐνομίσθη δεῖν θύειν αὐτῷ καθάπερ θεῷ.
Τὴν ἄπνουν φασὶ τοιοῦτόν τι εἶναι, ὡς τριάκοντα ἡμε-
ρῶν τηρεῖν ἄπνουν τὸ σῶμα καὶ ἄσιτον (l. ἄσφυκτον).
Οὗτος ὁ Ἐμπεδοκλῆς πολλὰς τῶν πολιτίδων ἀπροίκους
οὔσας ἐπροίκισε διὰ τὸν παρόντα πλοῦτον· διὸ καὶ πορ-
φύραν ἀνέλαβε καὶ στρόφιον ἐπέθετο χρυσοῦν, ἔτι τε
ἐμβάδας χαλκᾶς καὶ στέμμα Δελφικόν. Κόμη τε ἦν
αὐτῷ βαθεῖα. Καὶ παῖδες ἀκόλουθοι, καὶ αὐτὸς ἀεὶ
σκυθρωπὸς ἐφ' ἑνὸς σχήματος ἦν. Τοιοῦτος δὴ προῄει,
τῶν πολιτῶν ἐντυχόντων καὶ τοῦτο ἀξιωσάντων οἱονεὶ
βασιλείας τινὸς παράσημον. Ὕστερον δὲ διά τινα πα-
νήγυριν πορευόμενος ἐφ' ἁμάξης ὡς εἰς Μεσσήνην,
ἔπεσε, καὶ τὸν μηρὸν ἐκλάσθη, καὶ νοσήσας ἐκ τούτου
ἐτελεύτησεν, ὥς φησι Νεάνθης ὁ Κυζικηνός.
300

Phanodicus Hist., Frag.a Frag. 5a, γρ. 3

et quum imminerent qui eum sequebantur, intendisse


pallium ad adjuvandum ventos et sic evasisse. Illos
vero qui insequebantur reversos nuntiasse pinnis
illum evasisse.
Diog. L. I, 31:
Φανόδικος δὲ περὶ τὴν Ἀθηναίων θάλασσαν εὑρεθῆναι,
καὶ ἀνενεχθέντα εἰς ἄστυ, γενομένης ἐκκλησίας, Βίαντι
πεμφθῆναι· διὰ τί δὲ, ἐν τῷ περὶ Βίαντος λέξομεν.
Idem I, 82: Φανόδικος δὲ κόρας αἰχμα-
λώτους λυτρωσάμενον Μεσσηνίας θρέψαι τε ὡς θυγατέ-
ρας καὶ προῖκας ἐπιδοῦναι καὶ εἰς τὴν Μεσσήνην ἀπο-
στεῖλαι τοῖς πατράσιν αὐτῶν. Χρόνῳ δὲ ἐν ταῖς Ἀθήναις,
ὡς προείρηται, τοῦ τρίποδος εὑρεθέντος ὑπὸ τῶν ἁλιέων,
τοῦ χαλκοῦ, ἐπιγραφὴν ἔχοντος «τῷ σοφῷ,» Σάτυρος
μέν φησι παρελθεῖν τὰς κόρας – οἱ δὲ τὸν πατέρα αὐ-
τῶν, ὡς καὶ Φανόδικος – εἰς τὴν ἐκκλησίαν, καὶ εἰπεῖν
τὸν Βίαντα σοφὸν, διηγησαμένας τὰ καθ' ἑαυτάς. Καὶ
ἀπεστάλη ὁ τρίπους· καὶ ὁ Βίας ἰδὼν ἔφη τὸν Ἀπόλ-
λωνα σοφὸν εἶναι, οὐδὲ προσήκατο. Οἱ δὲ λέγουσιν ἐν
Θήβαις τῷ Ἡρακλεῖ αὐτὸν ἀναθεῖναι, ἐπεὶ ἀπόγονος
ἦν Θηβαίων ἀποικίαν εἰς Πριήνην στειλάντων, ὥσπερ

Philogelos, Philogelos sive Facetiae (sub auctoribus Hierocle et Philagrio)


Τμ. 219, γρ. 2

ἐκ τοῦ οἴκου αὐτοῦ ἐξεδίωξεν.


Φθονερὸς ἰδὼν τὸν γείτονα θηριομαχοῦντα λέγει τῷ
κυβερνήτῃ· Ἄρκος.
Ἄλλος διὰ δειλίαν ἐπέγραψεν ἐπὶ τοῦ μετώπου· Ὁ
τόπος τῶν καιρίων. παιόμενος οὖν συνεχῶς εἶπε πρὸς τοὺς παρόν-
τας· Μή τι οὗτος γράμματα οὐκ οἶδεν καὶ ἀναιρεῖ με;
Δειλὸς πύκτης συνεχῶς παιόμενος ὑπὸ τοῦ ἀντιδίκου
ἀνεβόησε· Δέομαι ὑμῶν, μὴ πάντες ὁμοῦ.

ΛΙΜΟΞΗΡΟΙ

Λιμόξηρος λιμοξήρῳ θυγατέρα ἐκδιδοὺς καὶ ἐρωτώμενος,


τί αὐτῇ δίδωσιν εἰς προῖκα· Οἰκίαν, ἔφη, δίδωμι, ἧς αἱ θυρίδες εἰς
τὸ ἀρτοκοπεῖον βλέπουσιν.
{ac:} Λιμόξηρος παιδοτρίβης ἰδὼν ἄρτον κρεμάμενον
εἶπε· Καταβαίνεις; ἀπαγγέλλεις; ἢ ἀναβαίνω καὶ ἀπαρτίζω σε.
{β:} Λιμόξηρος παιδαγωγὸς ἰδὼν ἄρτον ἔν τινι ὕψει
κρεμάμενον εἶπε· Καταβαίνεις καὶ ἀπαγγέλλεις; ἢ ἀναβαίνωκαὶ
ἀπαρτίζω σε.
301

{ac:} Λιμόξηρος ἰατρὸς ἰδὼν ἄρτον εἰς τρύπην κείμενον


ἐκσυρτικὸν ἔμπλαστρον ἐπέθηκεν.
{β:} Λιμόξηρος ἰατρὸς ἰδὼν ἄρτον διά τινος τρύπης
ἐκσυρτικὸν ἔμπλαστρον ἐτίθει.

Orion Gramm., Etymologicum Alphabetic letter kappa, p. 82, γρ. 21

Κωφός>. παρὰ τὸ ἐκκεκόφθαι καὶ ἀφαιρεῖσθαι τὴν ὄπα


ἐν τῷ ἀκούειν. καὶ ἐπὶ τοῦ ἀλάλου τὸ αὐτό.
Κριθή>. ἀπὸ τοῦ ἀποκεκρίφθαι τῶν ἀκροδρύων. ἀκρό-
δρυα γὰρ ἤσθιον πρὸ τῶν καρπῶν.
Κριός>. Ἡρωδιανὸς οὕτω ἐν τῇ Ὀρθογραφίᾳ· κέρα κέ-
ριος, συγκοπῇ κριός.
Κρίβανος>. παρὰ τὸ κρῖ καὶ τὸ βαῦνος ὄνομα. ἐν ᾧ αὔ-
ουσι καὶ φρύγουσιν ἢ κριθὴν κρίμνον.
Κλοιός>. παρὰ τὸ κλείω. περικλείει γὰρ περιτιθέμε-
νος.
Καταπροίξεσθαι. ἀπὸ τῆς προικὸς, ἣν διαιροῦντες Ἴω-
νες προΐκα λέγουσιν ὥσπερ οὖν ἡ προὶξ δωρεὰ δίδο-
ται, οὕτω φησίν, Οὐ δωρεάν μου καταγνώσεταί
τις· ἀλλ' ἀποδώσει μισθὸν ὧν ἔπραξε. καὶ ὁ ἐ-
παίτης ὁ προῖκα αἰτῶν, προίτης.
Καλύβη>. οἷον καλύφη τὶς οὖσα.
Καλός>. παρὰ τὸ καλεῖν πρὸς ἑαυτὸν ἕκαστον· ἢ παρὰ
τὸ κηλεῖν. πάντες γὰρ τῷ καλῷ κηλούμεθα.
Κνίσσα>. παρὰ τὸ κνισσῶ μέλλοντα. κνισμὸς γὰρ γίνε-
ται ἀπὸ τῆς ὀσφρήσεως.
Κίων>. ἀπὸ τοῦ κίειν καὶ ἰέναι. ἢ ὅτι βέβηκέ τι ἐπ' αὐ

Orion Gramm., Etymologicum Alphabetic letter kappa, p. 82, γρ. 22

ἐν τῷ ἀκούειν. καὶ ἐπὶ τοῦ ἀλάλου τὸ αὐτό.


Κριθή>. ἀπὸ τοῦ ἀποκεκρίφθαι τῶν ἀκροδρύων. ἀκρό-
δρυα γὰρ ἤσθιον πρὸ τῶν καρπῶν.
Κριός>. Ἡρωδιανὸς οὕτω ἐν τῇ Ὀρθογραφίᾳ· κέρα κέ-
ριος, συγκοπῇ κριός.
Κρίβανος>. παρὰ τὸ κρῖ καὶ τὸ βαῦνος ὄνομα. ἐν ᾧ αὔ-
ουσι καὶ φρύγουσιν ἢ κριθὴν κρίμνον.
Κλοιός>. παρὰ τὸ κλείω. περικλείει γὰρ περιτιθέμε-
νος.
Καταπροίξεσθαι>. ἀπὸ τῆς προικὸς, ἣν διαιροῦντες Ἴω-
νες προΐκα λέγουσιν ὥσπερ οὖν ἡ προὶξ δωρεὰ δίδο-
ται, οὕτω φησίν, Οὐ δωρεάν μου καταγνώσεταί
τις· ἀλλ' ἀποδώσει μισθὸν ὧν ἔπραξε. καὶ ὁ ἐ-
παίτης ὁ προῖκα αἰτῶν, προίτης.
Καλύβη>. οἷον καλύφη τὶς οὖσα.
Καλός>. παρὰ τὸ καλεῖν πρὸς ἑαυτὸν ἕκαστον· ἢ παρὰ
τὸ κηλεῖν. πάντες γὰρ τῷ καλῷ κηλούμεθα.
Κνίσσα>. παρὰ τὸ κνισσῶ μέλλοντα. κνισμὸς γὰρ γίνε-
302

ται ἀπὸ τῆς ὀσφρήσεως.


Κίων>. ἀπὸ τοῦ κίειν καὶ ἰέναι. ἢ ὅτι βέβηκέ τι ἐπ' αὐ-
τῷ, οἷον ἐπιπορεύεται.

Orion Gramm., Etymologicum Alphabetic letter kappa, p. 82, γρ. 25

Κριός>. Ἡρωδιανὸς οὕτω ἐν τῇ Ὀρθογραφίᾳ· κέρα κέ-


ριος, συγκοπῇ κριός.
Κρίβανος>. παρὰ τὸ κρῖ καὶ τὸ βαῦνος ὄνομα. ἐν ᾧ αὔ-
ουσι καὶ φρύγουσιν ἢ κριθὴν κρίμνον.
Κλοιός>. παρὰ τὸ κλείω. περικλείει γὰρ περιτιθέμε-
νος.
Καταπροίξεσθαι>. ἀπὸ τῆς προικὸς, ἣν διαιροῦντες Ἴω-
νες προΐκα λέγουσιν ὥσπερ οὖν ἡ προὶξ δωρεὰ δίδο-
ται, οὕτω φησίν, Οὐ δωρεάν μου καταγνώσεταί
τις· ἀλλ' ἀποδώσει μισθὸν ὧν ἔπραξε. καὶ ὁ ἐ-
παίτης ὁ προῖκα αἰτῶν, προίτης.
Καλύβη>. οἷον καλύφη τὶς οὖσα.
Καλός>. παρὰ τὸ καλεῖν πρὸς ἑαυτὸν ἕκαστον· ἢ παρὰ
τὸ κηλεῖν. πάντες γὰρ τῷ καλῷ κηλούμεθα.
Κνίσσα>. παρὰ τὸ κνισσῶ μέλλοντα. κνισμὸς γὰρ γίνε-
ται ἀπὸ τῆς ὀσφρήσεως.
Κίων>. ἀπὸ τοῦ κίειν καὶ ἰέναι. ἢ ὅτι βέβηκέ τι ἐπ' αὐ-
τῷ, οἷον ἐπιπορεύεται.
Κειρία>. παρὰ τὸ κείρεσθαι εἰς λεπτά. ἢ παρὰ τὸ κέ-
ρας. ἐκ τριχῶν γὰρ ἐγίνοντο αἱ κειρίαι.
Κολώνιον>. τὸ ἀνανεῦον καὶ κατανεῦον κᾶλον.

Orion Gramm., Etymologicum Alphabetic letter pi, p. 133, γρ. 20

τὸ φύω φῦρ, τί γὰρ εὐφυέστερον πυρός;


Πάππος>. παρὰ τὴν προσφώνησιν τῶν παίδων. Ὅμη-
ρος· οὐδέ τί μιν παῖδες ποτὶ γούνασι παππάζουσιν.
Παῖς>. οἱ μὲν παρὰ τὸ παίω, παίσω, κατ' ἀποβολὴν
τοῦω>· ἢ παρὰ τὸ παίζω, παίσω, παῖς.
Πρωΐ>. ὑπὸ τοῦ προϊέναι ἡμᾶς.
Πόσις>. ὁ ἀνήρ. παρὰ τὴν τοῦ ὕδατος φύσιν. ἐπεὶ καὶ
τὸ ὕδωρ μιγνύμενον τῇ γῇ γεννητικὸν γίνεται. μιγνύ-
μενος δὲ καὶ ὁ ἀνὴρ τῇ γυναικὶ γενέσεως αἴτιος γί-
νεται.
Προΐξ>. ἀπὸ τοῦ προϊκνεῖσθαι τοῦ γάμου.
Πτέρνα>. ἀπὸ τοῦ ἐπιπεπτωκέναι αὐτῇ ὅλον τὸ σῶμα.
Πορεία>. ἀπὸ τοῦ πορεύεσθαι. αὐτὸ δὲ ἀπὸ τοῦ εἰς πέ-
ρας ἔρχεσθαι.
Προΐκτης>. παρὰ τὸ προϊκνεῖσθαι· ἢ, ὡς τινὲς ψιλοῦσι,
παρὰ τὸ προΐξασθαι, ὅ ἐστι δωρεάν τινα λαμ-
βάνειν.
Πρόνοια>. ἡ πρὸ ἀντὶ τῆς ὑπέρ. ἡ ὑπέρ τινων νοοῦσα.
Προπετής>. ὁ ἄγαν ἐκπίπτων τοῦ δέοντος.
303

Πύξ>. παρὰ τὸ πτύσσω, οὗ μέλλων πτύξω, ἀποβολῇ


τοῦωκαὶ τοῦτ>, πύξ. παρὰ τὸ πτύσσειν τοὺς δακτύ

Procopius Rhet., Scr. Eccl., Commentarii in Isaiam P. 1996, γρ. 15

πρὸς τὸ χρήσιμον διατίθεσο. Νόμον γὰρ εἰς βοή-


θειαν ἔλαβες, ἔχων μὲν μεγάλην ἐνυπάρχουσαν ἐκ
φύσεως πρὸς τὸ καλὸν ἐπιτηδειότητα· ταύτην δὲ
τελειῶν ὁ Θεὸς, καὶ τὴν ἐκ τοῦ νόμου σοι χειραγω-
γίαν προσέθηκεν. Εἰ δὲ βούλει περὶ τῶν μελλόντων
πεπεῖσθαι, ποίει τὰ διατεταγμένα κατὰ τὸν νόμον,
καὶ ἀνάμεινον τῶν ἀγαθῶν τὴν ἀπόλαυσιν. Οὗτος δὲ
ὁ νόμος οὐκ ἔστι, φησὶν, ὡς τὸ ῥῆμα τοῦτο τοῦ
ἐγγαστριμύθου. Οὐ γὰρ πρὸς ἀπάτην κέρδους χάριν
ἐπινενόηται, ἀλλ' ἀληθείας ἐστὶ διδάσκαλος πᾶσι
προῖκα προκείμενος, κατὰ τὴν λέγουσαν Ἡσαΐου
φωνήν· «Οἱ διψῶντες, πορεύεσθε ἐφ' ὕδωρ· καὶ ὅσοι
μὴ ἔχοντες ἀργύριον, βαδίσαντες ἀγοράσατε ἄνευ
ἀργυρίου καὶ τιμῆς.» Ἓν γὰρ δῶρον τοῦ καθ' ἡμᾶς
ἄξιον, νόμου τοῦ δοθέντος ἡ φυλακή. Ἐκεῖ δὲ πι-
πράσκουσι πολλάκις οὓς ἀναπλάττουσι πρὸς ἀπάτην
χρησμούς. Εἰ δὲ τούτῳ τῷ νόμῳ τοῦ Θεοῦ μὴ προς-
έχητε, ἥξει σκληρὰ λιμὸς ἐφ' ὑμᾶς. Παιδαγωγεῖ
γὰρ οὕτω πρὸς ἐπιστροφὴν ὁ Θεός. Ἐκάκωσα γάρ σε,
φησὶν, καὶ ἐλιμαγχόνησα, ἵνα εὖ σε ποιήσω. Ἀλλ' ὁ
λιμὸς ἢ σίτου μόνον ἐστὶν,

Procopius Rhet., Scr. Eccl., Commentarii in Isaiam P. 2424, γρ. 22

αὐτοῦ ἐπιτελέσουσιν αὐτόν.»


Οἰκειότερον δ' ἂν ἐπὶ Χριστοῦ λαμβάνοιτο, ὃς καί
φησιν· «Ἐγὼ δὲ κατεστάθην βασιλεὺς ὑπ' αὐτοῦ
ἐπὶ Σιὼν ὄρος τὸ ἅγιον αὐτοῦ.» Οὗπερ ἀληθῶς αἱ
ὁδοὶ εὐθεῖαι. Καὶ τὴν ἀληθινὴν αὐτὸς ᾠκοδόμησε
πόλιν, λέγων· «Ἐπὶ τὴν πέτραν οἰκοδομήσω μου
τὴν Ἐκκλησίαν, καὶ πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν
αὐτῆς.» Ἥτις ἐκ λίθων συνέστηκε ζώντων, ἀκαθαί-
ρετός τε, καὶ ἀπὸ ἀνατολῶν εἰς δυσμὰς παρατείνουσα
ἠλευθέρωσέν τε τῆς ἐκ διαμόνων δουλείας, καὶ ταῦτα
προῖκα, κατὰ τὸ, «Χάριτί ἐστε σεσωσμένοι.» Τὰ γὰρ
κατὰ Κῦρον, ἢ Ζοροβάβελ ἱστορικὰ, σύμβολα τῶν
ἀληθῶν ὑπῆρχεν. Ἑπὶ Χριστοῦ γὰρ μᾶλλον ἁρμόσει
τὸ, Τάδε λέγει Κύριος τῷ χριστῷ μου Κύρω. Κατὰ
γὰρ τὴν πρόχειρον λέξιν, οὔτε Χριστὸς Κυρίους,
Πέρσης ὢν ὑπῆρχεν ὁ Κῦρος, οὔτε τὴν πόλιν ᾠκο-
δόμησεν, πλὴν τῆς τῶν θεμελίων ἀρχῆς. Εἶτα δι-
έμεινεν ἔρημος μέχρι τῆς βασιλείας Δαρείου. Καὶ τὰ
304

ἑξῆς δὲ μᾶλλον τῷ Χριστῷ ἤπερ Ζοροβάβελ ἁρμόσει


καὶ κύρῳ, ἐν οἷς Αἴγυπτόν φησι κεκοπιακέναι,

Procopius Rhet., Scr. Eccl., Commentarii in Isaiam P. 2552, γρ. 1

ἐκ τοῦ ὕδατος, οὗ ἐγὼ δώσω αὐτῷ, ποταμοὶ ἐκ τῆς


κοιλίας αὐτοῦ ῥεύσουσιν ὕδατος ζῶντος.» Περὶ αὐ-
τοῦ δὲ τοῦ Χριστοῦ Δαβὶδ ἔλεγε· «Καὶ τὸν χειμάῤ-
ῥουν τῆς τρυφῆς σου ποτιεῖς αὐτοὺς, ὅτι παρὰ σοὶ
πηγὴ ζωῆς.» Καὶ πάλιν· «Τοῦ ποταμοῦ τὰ ὁρμή-
ματα εὐφραίνουσι τὴν πόλιν τοῦ Θεοῦ.» Αὐτὸς δὲ
ἔλεγεν ἐν προφήταις Χριστός· «Ἰδοὺ ἐγὼ ἐκκλίνω
ἐπ' αὐτοὺς ὡς ποταμὸς εἰρήνης·» φησὶ δὲ καὶ Ζα-
χαρίας, ὅτι «Πηγὴ ἐκ τοῦ οἴκου Κυρίου ἐξελεύ-
σεται, καὶ ποτιεῖ τὸν χειμάῤῥουν τῶν σχοινίων.»
Πρὸς ἃ νῦν καὶ ὁ προφήτης παρακαλεῖ, προῖκα πᾶσι
λέγων προκεῖσθαι τὴν δωρεάν. Ἀκύλας δὲ καὶ Σύμ-
μαχος, Ἄνευ ἀλλάγματος οἶνον καὶ γάλα, φασὶν,
ὡς εἶναι ταῦτα πρὸς τῷ ὕδατι. Ἀντὶ γὰρ τοῦ στέαρ,
γάλα φασί. Δηλοῖ δὲ τὸ μὲν ὕδωρ, τὸ εὐαγγελικὸν κή-
ρυγμα. Οἷνος δὲ καὶ γάλα τὰ μυστικὰ τῆς ἀναγεν-
νήσεως σύμβολα. Οἱ γὰρ ἐξ ὕδατος καὶ πνεύματος
ἀναγεννώμενοι, ὡς ἀρτιγέννητα βρέφη τῷ λογικῷ
τρέφονται γάλακτι, οἶνόν τε πίνουσι, περὶ οὗ φησι·
»Τοῦτό μού ἐστι τὸ αἷμα τὸ ὑπὲρ ὑμῶν ἐκχυνόμε-
νον.» Καὶ πάλαι δὲ τοῖς φωτιζομένοις γάλα μετὰ

Michael Psellus Polyhist., Orationes forenses et acta oration 3, γρ. 192

μὲν ὡς οὐκ ἄλλος τῶν πολιτικῶν ὑποθέσεων, τέμνων δὲ


εἰς λεπτὰ καὶ διαιρῶν ἀκριβέστατα, νόμους τε πᾶσιν ἐπά-
γων οἰκείους προσφυεῖς.
Ἀλλ' ὅτι ἐν ἀκμαίῳ τῷ σώματι καὶ πρὸ τῆς ἡλικίας
ταῦτα κατώρθωσε, διὰ ταῦτά σοι καὶ νόμων καὶ τῶν ἄλ-
λων μαθημάτων ἀποκεκήρυκται; σοὶ δὲ ἐν βαθεῖ γήρᾳ
ποία μετουσία παιδεύσεως; τίς δέ σε τῶν πάντω ἔγνω,
ὅσα ἐμὲ εἰδέναι, μετὰ τὴν λευκὴν τρίχα ῥητορεύσαντα ἢ
φιλοσοφήσαντα ἢ λόγους γενναίους ἀπογεννήσαντα ἢ τισὶ
συμπλακέντα διαλεκτικῶς ἢ ἀναμφίβολόν τι κατασκευά-
σαντα; εἰ δ' ὅτι τοὺς περὶ προικὸς μετὰ τὴν παρακμὴν
ᾔδεις λόγους, διὰ τοῦτό σε τοῦ γήρως τιμήσομαι καὶ τὸν
χρόνον λογίσομαι αἰτιώτατον τῆς παιδεύσεως; ὅτι μὲν γὰρ
καὶ οὗτος μέγα μέρος συμβάλλεται τῷ μανθάνοντι, οὐδένα
ἀντειπεῖν οἶμαι· οὐχ οὕτως δὲ ἔχει ἀεί, οὐδὲ πᾶσιν ὁ βα-
θὺς χρόνος ἀθρόα δίδωσι τὰ καλά, ἀλλά τι καὶ ἡ φύσις
νεανιεύεται καὶ τοῦ χρόνου μᾶλλον κρατεῖ.
Καὶ Σωκράτης γὰρ οὐκ ἐν γήρᾳ μόνον σοφός, ὅτε Θεαι-
305

τήτῳ ὡμίλει καὶ Τίμαίῳ, ἀλλὰ καὶ ἐν νεότητι, ὅτε Ζήνων


Παρμενίδῃ παρεγένετο, καὶ τῶν περὶ τῶν ἰδεῶν λόγων
ἐπακροώμενος, θαυμασίως ἀντέπιπτε καὶ τῶν γερόντων

Michael Psellus Polyhist., Orationes forenses et acta oration 4, γρ. 62

ἀλλὰ ταῦτα ἂν τις ὑπεραπολογήσαιτο τοῦ ἀνδρὸς καὶ ἀπ-


ολύσαιτο αὐτὸν αἰτιάματος.
Ὅθεν καὶ πολλοὺς μὲν τῶν ἐν τέλει παραιτησάμενος,
οὐκ ὀλίγους δὲ καὶ τῶν οἷς ἡ κρηπὶς τοῦ γένους ἀνωθεν
εὐκλεής, τῇ εἰσποιήτῳ θυγατρὶ μνηστεύεται τὸν Ἐλπίδιον,
καὶ ἀπ' αὐτῆς ὅ φασι γραμμῆς τῆς πρὸς αὐτὸν διαθέσεως
ἄρχεται. τοῖς τε γὰρ πρωτοσπαθαρίοις τοῦτον ἐγκαταλέγει,
καὶ τοῖς ἐς τὸ τοῦ Ἀντιφωνητοῦ σέκρετον μικροῖς βασιλικ-
οῖς νοταρίοις ἐγκατατάττει, ἔτι γε μὴν καὶ τοῖς ἐς τὸν ἱππ-
όδρομον ἐγκρίνει κριταῖς. ἀλλὰ τὸ μὲν πρωτοσπαθαράτον
εἰς μέρος προικὸς τῷ Ἐλπιδίῳ λελόγισται, τὰ δ' ἄλλα
φιλοτιμίας λόγον ἐπέχει. πεντήκοντα γὰρ λίτρας τῇ θυγα-
τρὶ ὑποσχόμενος, τὰς μὲν δέκα διὰ κεχαραγμένου χρυσίου
δέδωκε, τὰς δὲ εἴκοσιν εἴδεσι διαφόροις ἀπαριθμεῖται, τὰς
δέ γε λοιπὰς εἴκοσι διὰ τῆς τοῦ πρωτοσπαθαράτου τιμῆς
τῇ ποσότητι τῆς ὑποσχέσεως ἀνεπλήρωσεν. ἦν δ' ἄρα πρὸ
τούτων ὁ ταῦτα εἰληφὼς σπαθάριος δυοκαίδεκα νομίσματα
ῥογευόμενος, ὁ δέ γε βεστάρχης ἑξήκοντα ἕτερα τούτοις
προστέθεικε, πολλαπλασιάσας τοῖς ἑπομένοις τὰ προηγού-
μενα.

Anna Comnena Hist., Alexias Book 1, Κεφ. 11, τμ. 8, γρ. 9

Γελιέλμου διὰ δόρατος, ὁ δ' ἅμα τῇ πληγῇ καὶ τὴν ψυχὴν


συναφῄρητο. Ἐν τοσούτῳ τὴν φορὰν τῶν ἀμφὶ τὸν
πενθερὸν ἱππέων ἀναχαιτίσας καὶ τὴν ἀπὸ τούτων βοή-
θειαν ἀνακόψας (οἱ δέ γε λοιποὶ τοὺς ὑπὲρ κεφαλῆς
αὐτῶν καταβαίνοντας ἱππότας τοῦ Ῥομπέρτου ὡς καὶ
ἀπὸ τοῦ τόπου βοηθουμένους θεασάμενοι παραχρῆμα τὰ
νῶτα διδόασιν), οὕτω γοῦν τὴν φορὰν τῶν τοῦ Μασκαβέλη
ἱππέων ἀνακόψαντος τοῦ Ῥομπέρτου, ἄγεται τηνικαῦτα ὁ
Μασκαβέλης δέσμιος καὶ αἰχμάλωτος εἰς ὅπερ δέδωκεν
αὐτῷ εἰς προῖκα φρούριον, ὅτε τὴν θυγατέρα τούτῳ κατηγ-
γυήσατο. Καὶ εἶχεν ἄρα τότε τὸν οἰκεῖον δεσπότην ἡ
πόλις ἔμφρουρον, φρούριον ἐντεῦθεν εἰκότως προσαγο-
ρευομένη. Οὐδὲν δὲ χεῖρον καὶ τὴν ὠμότητα τοῦ Ῥο-
μπέρτου διηγήσασθαι. Ἐπειδὴ γὰρ ἅπαξ ἐγκρατὴς ἐγεγόνει
τοῦ Μασκαβέλη, τὰ πρῶτα μὲν τῶν ὀδόντων ἁπάντων
ἀποστερεῖ, ἐφ' ἑκάστῳ τούτων προσαπαιτῶν πολυτάλαντον
ὁλκὴν νομισμάτων καὶ πυνθανόμενος, οὗ ταῦτα ἐναπέθετο.
Ἐπεὶ δὲ οὐκ ἔληγεν ἀπαράσσων, ἔστ' ἂν ἅπαντα ἔλαβε,
306

καὶ ἅμα οἵ τε ὀδόντες ἐξέλιπον καὶ τὰ χρήματα, ἐπὶ


τοὺς ὀφθαλμοὺς Γελιέλμου ἐπιβάλλει τοὺς ὀφθαλμοὺς ὁ

Anna Comnena Hist., Alexias Book 1, Κεφ. 13, τμ. 2, γρ. 3

τῶν πραγμάτων εὐροίας τῷ βαρβάρῳ λογίζομαι, ἁπαν-


ταχόθεν τῆς τύχης αὐτῷ συνεργούσης καὶ ἐπαιρούσης εἰς
τυραννίδα καὶ πᾶν τὸ ἐπωφελὲς περαιουμένης. Ὁ γάρ τοι
πάπας τῆς Ῥώμης (γενναία δὲ αὕτη ἀρχὴ καὶ στρατεύμασι
παντοδαποῖς περιφραττομένη) μετὰ τοῦ ῥηγὸς Ἀλαμανίας
Ἐνερίχου διαφορὰν ἐσχηκὼς ἐβούλετο πρὸς συμμαχίαν
ἑλκύσαι Ῥομπέρτον ἤδη περιφανέστατον γεγονότα καὶ πρὸς
μεγάλας ἀρχὰς ἀκμάσαντα. Ἡ δὲ διαφορὰ ῥηγός τε
καὶ πάπα τοιαύτη τις ἦν. Ὁ μὲν γὰρ κατῃτιᾶτο τὸν ῥῆγα
Ἐνέριχον ὡς τὰς ἐκκλησίας οὐ προῖκα διδόντα, ἀλλὰ
δωρημάτων ἀποδιδόμενον καί που καὶ ἀναξίοις ἀνδράσι τὴν
ἀρχιερωσύνην καταπιστεύοντα καὶ τοιούτων ἐγκλημάτων
ἐδίωκεν. Ὁ δέ γε ῥὴξ Ἀλαμανίας τυραννίδος τὸν πάπαν
ἐγράφετο, ὡς ἄτερ γνώμης αὐτοῦ τὸν ἀποστολικὸν ἐξαρ-
πάσειε θρόνον. Καί που καὶ ἀπηναισχυντήκει πρὸς τοῦτον
καὶ ἰταμωτέροις ἐχρήσατο λόγοις, ὡς, εἰ μὴ ἐκσταίη τῆς
αὐθαιρέτου προεδρίας, μεθ' ὕβρεως ἐκεῖθεν ἀπελαθήσεται.
Τούτων οὖν ἀκούσας ὁ πάπας τῶν λόγων κατὰ τῶν
πρέσβεων εὐθὺς ἐμεμήνει καὶ αἰκισάμενος πρότερον ἀπαν-
θρώπως

Theodorus Studites Scr. Eccl., Theol., Epistulae Epistle 163, γρ. 7

Γρηγορίῳ κληρικῷ

Χαῖρε, στρατιῶτα Χριστοῦ, γέγονας ἐξόριστος δι' αὐτόν· ἐπειδὴ


γὰρ ὥσπερ τις χρυσὸς ἐχωνεύθης οἱονεὶ καὶ ἐπυρώθης ταῖς μάστιξι,
ταῖς φυλακαῖς, τοῖς προπηλακισμοῖς, τοῖς ἐμπτυσμοῖς, οἷστισιν ἄλ-
λοις ἑπομένοις τοῖς προηγουμένοις (οὐδὲ γὰρ ἀπαριθμεῖν πάντα δυ-
νατόν), εἴληφας καὶ τὸ τῆς ὑπερορίας κλέος ὥσπερ τι διάδημα. ἔχει
σε ἡ νῆσος προῖκα ὀρθοδοξίας, αὐχεῖ σε ἡ ἐνεγκαμένη, περιθρυλ-
λοῦσά σου τὸ κράτος τῆς ἀνδρείας. ὢ τοῦ θαύματος· μόνος ἐκ τοῦ
κλήρου τῆς βασιλίδος, θεῖον σὺ ἀνάθημα. ποῦ δὴ τὸ πρεσβυτέριον;
ποῦ δὲ τὰ ὑφειμένα τάγματα; ὢ τῆς ἀπωλείας· πάντες τοῦ καιροῦ,
πάντες τῶν τῇδε, πάντες τῆς σαρκός, πάντες τῶν φόβων, ἀλλ' οὐχ ὁ
ἱερὸς καὶ ἱερουργὸς τοῦ Χριστοῦ Γρηγόριος· καλῶ γάρ σου καὶ τὸ
ὄνομα, ὥσπερ τι θεῖον ἄκουσμα ὑπομνηματίσαι. τοῖς μεγάλοις Γρηγο-
ρίοις σὺ συναρίθμιος, φερωνύμως γρηγορήσας τὰ θεῖα καὶ ὑπὲρ θεοῦ
ἀνατλὰς πόνους καὶ ἱδρῶτας, προσθείην δ' ἂν καὶ αἱματεκχυσίας.
χαίρετε, ἀπόστολοι Κυρίου, ὁ θεῖος ναὸς καὶ περιβόητος· ἀφ' ὑμῶν
γὰρ ὁ κῆρυξ τῆς ἀληθείας, ὑμεῖς τὸν γενναῖον ἄνδρα καὶ ἱερουργὸν

Theodorus Studites Scr. Eccl., Theol., Epistulae Epistle 175, γρ. 12


307

Διετίαν ἄγω μεριμνῶν καὶ κάμνων τοῖς λογισμοῖς εἰς τὸ ἐπιστεῖλαί


με τῇ ἱερᾷ σου κορυφῇ καὶ μόλις μέχρι τοῦ νῦν ἐξεπλήρωσά μου ὁ
ταπεινὸς τὸν πόθον. ἀλλ' εὖγε ὅτι ἀξιοῦμαι διὰ τοῦ γράμματος ἀσπά-
σασθαί σε, τὸν ἐμὸν πατέρα, τὸν στῦλον τῆς ἀληθείας, τὸ ἑδραίωμα
τῆς ὀρθοδοξίας, τὸν φύλακα τῆς εὐσεβείας, τὸ στήριγμα τῆς ἐκκλη-
σίας, τὸν νικηφόρον ἄνδρα, τὸν χριστοφόρον ἀρχιερέα, τὸν ὁμο-
λογίᾳ θεοῦ μάρτυρα· μὴ γὰρ οὐ μαρτυρίου στέφανός σοι ὅτι διὰ
Χριστὸν ἐξόριστος, ἄποικος, πολύτλας, καὶ ταῦτα ἐν ἁπαλῷ τῷ
σώματι ὅσον ἐκ φύσεως, προτετρυχωμένῳ δὲ ἐξ ἀσκητικῆς οἶδ' ὅτι
θεοδρομίας; αὐχεῖ ἐν σοὶ τῶν ὀρθοφρόνων ὁ χορός, ὁ τῆς Νικομη-
δείας χῶρος χαίρει καὶ εὐδοξεῖ, προῖκα προβαλλόμενός σε τῇ ὑπ'
οὐρανόν, ἀποσεισάμενος τὰ πάλαι θρυλλούμενα ἐκ τῶν ἐκεῖσε προ-
εδρευσάντων ὀνείδη. εἰ δέ τι οἰκειότερον δεῖ φάναι, θυμηδιᾷ Τα-
ράσιος ὁ ἐν ἁγίοις, ἐκ τῆς αὐτοῦ αὐλῆς καὶ χειρὸς πρόβατον πρίν,
ἔπειτα ποιμένα περιβόητον ὁρῶν τανῦν ἀγωνιζόμενον καὶ προκιν-
δυνεύοντα ὑπὲρ ὀρθοδοξίας, ᾗ συνεισήνεγκεν τὰ παρ' ἑαυτοῦ συν-
οδικῶς χάριτι θεοῦ ἐν ἡμέραις βασιλείας εἰρηνωνύμου καὶ εἰρη-
νοδώρου, ὡς συνδραμεῖν φερωνύμως τοῖς ὀνόμασι τὰ πράγματα.
Ἀλλ' ἐκεῖνα μὲν τοιαῦτα· τὰ δὲ νῦν πικρά τε καὶ ἐπώδυνα (πῶς
γὰρ οὔ;), θυσιαστηρίων ἀφανιζομένων, ἐκκλησιῶν πορθουμένων,
ἄνω καὶ κάτω κυκώσης τῆς αἱρέσεως καὶ Χριστὸν διωκούσης σὺν

Theodorus Studites Scr. Eccl., Theol., Epistulae Epistle 211, γρ. 29

ἀμφότεροι ξένον τι ζῶσαι ἐν βίῳ, ἀδελφὸς δυοῖν ἀδελφαῖς, ἄζυξ


ἄζυξι, παρθένος παρθένοις, φέροντες τὰ τῆς εὐγενείας ἐν λαμπρότητι,
τὰ τῆς ἡλικίας ἐν ἀκμῇ, τὰ τῆς θεωρίας ἐν εὐειδίᾳ, τὰ τῆς οὐσίας
ἐν εὐπορίᾳ, τὰ τῶν προσόδων ἐν εὐθηνίᾳ. καὶ ὅμως τῆς φιλαλληλίας
οὐδὲν προτιμότερον γέγονεν, εἰς διάζευξιν ἀναγκάζον διὰ τοῦ γάμου
ἐν ὑμῖν· ἰδοὺ δὴ τί καλὸν ἢ τί τερπνὸν ἀλλ' ἢ τὸ κατοικεῖν ἀδελφοὺς
ἐπὶ τὸ αὐτό; καὶ οὔπω ἔφην τὴν μητρόθεν παραδεδομένην ἀγαθοερ-
γίαν ἐν ἐλεημοσύναις, ἐν προσευχαῖς, ἐν ψαλμῳδίαις, ἐν ἐγκρατείᾳ,
ἐν σεμνότητι, ἐν εὐλαβείᾳ, ἐν φιλοξενίᾳ, τὸ τελευταῖον καὶ πρῶτον,
ἐν ὀρθοδοξίᾳ. ποῦ παρήσομεν τὴν ὀρφανοτροφίαν καὶ ὅσα ἐν αὐτῇ
ὁρᾶται ἐν πάσῃ ἡλικίᾳ κληρῶσαι καὶ προικί σαι καὶ εἴ τι ἄλλο; ὢ
τοῦ θαύματος· τεσσεράκοντα εἴασεν ὀρφανὰ ἐν τῇ ἀποβιώσει ἐν ὑμῖν
ταῖς τὰ ἴσα πραττούσαις· ξένον ἄκουσμα, ἔργον ἁγίων, οὗτοι σὺν
πολλοῖς ἄλλοις οἱ θρηνηταὶ τοῦ πατρὸς ὡς ἀληθῶς τῶν ὀρφανῶν.
θεομίμητον τὸ κατόρθωμα.

Theodorus Studites Scr. Eccl., Theol., Epistulae Epistle 323, γρ. 10

Μεγαλῷ καὶ Μαρίᾳ μοναζούσαις

Τὸ γράμμα ὑμῶν τίμιον καὶ ἡ προσηγορία συνετή· ἡ δὲ ἀγγελία,


τί εἴπω, ὀδυνηρὰ ἢ χαροποιός; ὁ ἐμὸς πατὴρ ἐξεδήμησεν, ὁ ὁμο-
λογητὴς Χριστοῦ, ὁ δεύτερος Ἰώβ, τὸ ἐγκαλλώπισμα τῶν μοναστῶν,
ὁ τῆς ἀγάπης δημιουργός, ὁ παντοφίλητος ἀνήρ, ὁ τοῦ θεοῦ ἄνθρω-
308

πος, ὁ πολύδακρυς ὀφθαλμός, ὁ φιλομαθὴς νοῦς, ὁ θείᾳ γνώσει


πεπλουτισμένος, ὁ πολὺς ἐν ταπεινοφροσύνῃ καὶ πολλοστὸς ἐν συν-
έσει, ὁ περιφανὴς πρὸ σχήματος καὶ μετὰ τὴν μοναχικὴν τελείωσιν
ὑπέρτερος, ὁ δεθεὶς ἐν ἀγάπῃ θεοῦ κἀντεῦθεν μισήσας κόσμον δούς
τε προῖκα πάντα Χριστῷ, πολύολβον οὐσίαν, εἶτα διαζευχθεὶς περι-
δόξου ὁμοζύγου γένους τε καὶ φίλων καὶ συνήθων· ὁ καταλελοιπὼς
περίγειον ἀξίωμα, οἶκον, πόλιν, πατρίδα, καὶ ταῦτα ἐν ἀκμαζούσῃ
ἡλικίᾳ εὐπρεπείᾳ τε προσώπου καὶ ὕψει ἡλικίας, εὐσθενείᾳ τε σώμα-
τος καὶ ἀμφοτεροδεξιότητι τρόπων νοητῶν τε καὶ ὁρατῶν. καὶ πλέον
τούτων ἄν τις εἰπὼν ἐλάττω ἔλθοι τῆς τοῦ ἀνδρὸς ἀρετῆς. οὗτος
ᾤχετο, ἀνῆλθεν πρὸς Κύριον. ποῦ καὶ πῶς; ἀρθεὶς φόρτῳ ἐκ τῆς
ποίμνης διὰ τὴν δύσοιστον νόσον, φυλακισθεὶς ἐν ἄστει ἄλλοις δύο
ἔτεσι καὶ πρός, ἔπειτα ἐξορισθεὶς ἐν νήσῳ τινὶ κἀκεῖσε τελειώσας
τὸν ὁμολογητικὸν δρόμον ὑπὲρ Χριστοῦ.

Manuel Philes Poeta, Scr. Rerum Nat., Carmina Κεφ. 1, poem 74, γρ. v

Εἰς τὰ μύρα τοῦ μεγαλομάρτυρος Δημητρίου.

Νεκρὸς μυρεψὸς μὴ φθονῶν σοι τῶν μύρων


Προῖκα, ψυχὴ, καλεῖ σε καὶ πόρνη δράμε·
Κἂν γὰρ ὁ Σατὰν ὡς Ἰούδας γογγύσῃ,
Τί πρὸς σὲ παυσίκακον ἀντλοῦσαν χάριν;

Εἰς τὴν ἀπὸ μαρμάρου στήλην τοῦ μεγαλομάρτυρος Γεωργίου.

Λίθος πονηθεὶς εἰς γλυφὴν στεφανίτου


Τὸν εἰς πόνους ἄκαμπτον ἐμφαίνει τόνον·
Οὐκ ἦν γὰρ εἰκὸς ἐντυποῦσθαι ταῖς χρόαις
Τὸν εἰς βάθος φέροντα σαρκὸς τὰς ξέσεις.

Manuel Philes Poeta, Scr. Rerum Nat., Carmina Κεφ. 1, poem 166, γρ. 13

Ἐμαυτὸν αὐτὸς δῶρον εἰσήνεγκά σοι,


Κἀντεῦθεν ἡ σὴ παντοδαπὴ χρηστότης
Ἐς δεῦρο πολλῶν ἀξιοῖ με θαυμάτων.
Τὰ γὰρ ἀτερπῆ τῆς ἐμῆς ψυχῆς πάθη
Πηγῆς νοηταῖς ἐμβολαῖς ἀποπλύνεις.
Νόσων δὲ πανσώτειρα συμπνίγεις δέος,
Φρουροῦσα τῆς σῆς δεξιᾶς με τῷ κράτει.
Τίς οὖν ἀμοιβὴ καὶ παρ' ἡμῶν ἀρκέσει
Οὐκ ἔστιν εἰπεῖν, ἀλλὰ σὺ πάλιν σκέπε,
Καὶ προῖκα ταῖς σαῖς δωρεαῖς πλούτιζέ με.
Θεόδωρός σοι ταῦτά φησι Μουζάλων.

Εἰς εἰκόνα τῆς ὑπεραγίας θεοτόκου.


309

Ἁγνὴ κόρη, ζῇς· εἰ δὲ σιγᾷς, οὐ ξένον·


Τὸ γὰρ σιωπᾶν εὐπρεπὲς ταῖς παρθένοις.
Μᾶλλον δὲ καὶ πνεῖς καὶ θεοῦ λόγον φέρεις,
Κἂν ἡ γραφικὴ τύπον οὐκ οἶδε κτύπου.

Manuel Philes Poeta, Scr. Rerum Nat., Carmina Κεφ. 2, poem 236, γρ. 3

Εἰς τὸν Κυζίκου.

Πρὸς τὸν ἡγούμενον τῆς μονῆς τοῦ Ἐφέσου.

Τὸ σακκίον πέπομφα, τὸ κτῆνος βλέπεις·


Ὁ παῖς παρεστώς· τοιγαροῦν, ὦ δέσποτα,
Προῖκα χορηγὸς ἀντὶ χρηστῆρος γίνου,
Τοὺς κριθίνους μάλιστα φαυλίζων φίλους.

Manuel Philes Poeta, Scr. Rerum Nat., Carmina Κεφ. 3, poem 58, γρ. 107

Ποῦ γὰρ θεμιτὸν εἰς κενὸν τρέχειν ἔτι,


Σοῦ Χριστὸν ὡς δύναμις ἐκμιμουμένου,
Τὸν τοῖς πόνοις ἔπαθλα συντεθεικότα;
Πλὴν εἴγε μηδὲν συντελεῖν εἶχον τάχα
(Καὶ γὰρ λέγειν δίδωμι τοῖς αἱρουμένοις,
Καὶ γνοῦς τἀληθὲς οὐ κακίζω τὴν κρίσιν),
Ἔδειξας ἂν μάλιστα τὴν εὐσπλαγχνίαν,
Τοῖς μὲν πρὸς ὀργὴν ἀντιτάξας τὸ στόμα,
Τὸ κοινὸν ἐντρύφημα τῶν περὶ λόγους,
Ἀφ' οὗπερ ἡμῖν ζωτικὸν βλύζεις τόνον·
Ἐμοὶ δὲ συχνὰς προῖκα πηγάσας δόσεις,
Ὡς χρηστὸς ὡς κράτιστος ὡς μεγαλόνους,
Καὶ δρᾶν τὸ καλὸν ἐκμαθὼν ἀπραγμόνως,
Ὡς ἡλίου δύναμις ὡς πῦρ ὡς ὕδωρ,
Ἢ πνεῦμα κοινὸν, ἢ θεοῦ ζῶσα φύσις.
Καὶ μὴν ἔχεις δή τινα λαβὴν μετρίαν
Ἐκ τοῦ παραῤῥεύσαντος εἰς δεῦρο χρόνου
Καὶ τῶν μεταξὺ συμφορῶν, εἴπερ θέλεις,
Μᾶλλον δὲ τῆς νῦν τῶν κακῶν ἀπληστίας,
Ἀναλυθείσης τῆς ἐμῆς φεῦ συζύγου·

Manuel Philes Poeta, Scr. Rerum Nat., Carmina Κεφ. 3, poem 68, γρ. 18

Εἰς νῆψιν ἐλθεῖν ἐκλιπαρῶ τὸν βίον,


Μήπως ἐπιστὰς τῶν ψυχῶν ὁ νυμφίος
Ἐπιζυγώσῃ τὰς θύρας τῆς εἰσόδου,
Τῆς πνευματικῆς ἀσθενούσης λαμπάδος·
Ναόν με λοιπὸν τῆς θεοῦ δόξης πάλιν
310

Δόξης θεοῦ σκήνωμα δεικνῦσα σκέπε,


Μήπου τις ἑξῆς ἐμπαθὴς ἐπομβρία
Λύσῃ τὰ βάθρα τῇ ψυχῇ τῶν ἐλπίδων·
Εἰ δ' οὖν, σὺ καὶ ζῇς καὶ φθορᾶς κρείσσων μένεις,
Ἄγρυπνε πιστοῖς πρὸς θεὸν παῤῥησία,
Καὶ σῶσε τὸν σὸν προῖκα θερμὸν ἱκέτην.
Κομνηνοφυὴς ταῦτά σοι Τζυκανδύλης
Δημήτριος καὶ Δούκας εὐνοίας χάριν.

Manuel Philes Poeta, Scr. Rerum Nat., Carmina inedita Poem 54, γρ. 7

Σίδηρός εἰμι· κἂν ῥιφῶ σπόγγων μέσον


θόρυβος οὐδείς, οὐδὲ γὰρ ἔσται κτύπος·
ἐν δὲ ξύλοις ἤχησα, τοῖς γε μὴν λίθοις
ἀνῆψα καὶ πῦρ· ἰσχυρῶς γὰρ ἀντέχω: –
Παπαί, ξένην θάλασσαν ἀθρῶ τὸν βίον,
ἐν ᾧ λίθος τρίπηχυς ἀντὶ κογχύλης
βασιλικῆς ἔκρυψε φυλῆς πορφύραν,
ὡς ἂν ὁ χιτὼν τῆς ψυχῆς τῆς ὀλβίας
βαφῇ πυκασθῇ νυμφικῆς ἀφθαρσίας·
ἐλεύσεται γὰρ εὐμενὴς ὁ νυμφίος
ζητῶν λαβεῖν τὴν προῖκα τῶν πεπραγμένων.
εἴ τις δὲ καὶ κάλυκα τὸν τάφον κρίνοι,
τὸ λαμπρὸν ἀπανθῆσαν εὑρήσει ῥόδον,
ὃ πρὶν ἐκόσμει τὰς βάτους τῆς φύσεως,
καὶ νῦν μὲν εἰς γῆν, φεῦ, μαρανθὲν ἐρρύη
(τῆς γὰρ τελευτῆς τὸ δριμὺ στέργει ψύχος),
ὅταν δὲ τὴν ἔγερσιν ὡς ἔαρ φθάσῃ,
πάλιν δροσῶδες τοῦτο φανεῖται ῥόδον
τῇ τοῦ γεωργοῦ παλάμῃ τηρούμενον.
οἶμαι δὲ καὶ μάργαρον ἀρετῆς μέγαν
ὡς ὄστρεον ζῶν εὐτυχῆσαι τὸν λίθον,

Φλάβιος Ιουστινιανός Novellae P. 13, γρ. 23

θετήκαμεν ἔναγχος τὸν περὶ τούτου γράψαντες νόμον.


καὶ κατά τινα μὲν μοῖραν ἔσται τὸ συνάλλαγμα βέ-
βαιον, κατά τινα δὲ ἄκυρον ἀποφανθήσεται· τουτέστι
κατὰ μὲν τὸ μένον παρὰ τῇ μητρὶ προφάσει τοῦ ἐξ
ἀπαιδίας συμφώνου κρατήσει, κατὰ δὲ τὸ παραπεμπό-
μενον εἰς τοὺς τοῦ παιδὸς διαδόχους ἄκυρον ἔσται·
ὡς, εἴγε ἡ μήτηρ μόνη τῷ παιδὶ διάδοχος εὑρεθείη,
τὸ πᾶν αὖθις κύριον ἔσται.
Ἐπειδὴ δὲ αἱ κατὸ τῶν δευτερογαμούντων ποιναὶ
κοιναὶ καὶ ἀνδρός εἰσι καὶ γυναικός, καὶ ὁ μὲν ἐπὶ τῇ
προικὶ πρὸς δευτέρους ἐλθὼν γάμους κινδυνεύσει, ἡ δὲ
311

ἐπὶ τῇ πρὸ γάμων ἤτοι διὰ τοὺς γάμους δωρεᾷ, καὶ


ὁ νόμος οὗτος ἐφ' ἑκατέρου κείσθω προσώπου, καὶ
ταῦτα καὶ περὶ τῆς ἐπιλογῆς καὶ περὶ τῆς ἐκποιήσεως
καὶ περὶ τοῦ κέρδους νενομοθετήσθω.

Φλάβιος Ιουστινιανός Novellae P. 15, γρ. 24

διαδοχῆς ἀπανθρώπως, μάτην μὲν ὠδινήσασα, μάτην


δὲ ἐκθρέψασα, ταῖς τε διὰ τὸν ἔννομον γάμον ὑποβαλ-
λομένη ποιναῖς· ἀλλὰ διαδέξονται μὲν αὐτούς τινες τῶν
πορρωτέρω συγγενῶν, ἡ μήτηρ δὲ ἀλόγως ἐκβληθήσε-
ται. ὥστε καὶ αὐτὴ διαδεχέσθω τοὺς παῖδας, καὶ ἔστω
νόμος οὗτος φιλάνθρωπός τε καὶ πρᾷος, καὶ τὰς μη-
τέρας τοῖς παισὶ διαλλάττων. Συνελόντες τοίνυν τόδε
τοῦ νόμου τὸ μέρος θεσπίζομεν, ἐπειδήπερ τὴν μητέρα
κατὰ τὸ ἔμπροσθεν εἰρημένον ὡμοιώσαμεν τῷ πατρί,
τὰς μὲν ἐπὶ τῇ προγαμιαίᾳ δωρεᾷ καὶ αὐτὴν ὑπέχειν
ποινάς, καθάπερ ὑπέχει καὶ ὁ πατὴρ ἐπὶ τῇ προικί ,
ἐπὶ δὲ τοὺς κλήρους τῶν παίδων ἀπραγμόνως ἐρχέ-
σθωσαν ὅ τε πατὴρ ἥ τε μήτηρ, κατὰ τὰς ὑποκειμέ-
νας ἐφ' ἑκάστῳ θέματι ζητήσεις. ὥστε ὅπερ οἱ πατέρες
ἔχουσιν, εἴτε εἰς δευτέρους ἔλθοιεν γάμους εἴτε καὶ μή,
τοῦτο καὶ αἱ μητέρες ἐχέτωσαν, καλείσθω τε ἡ μήτηρ
πρὸς τὸν τοῦ παιδὸς κλῆρον, εἴτε ἤδη δευτέροις ὡμί-
λησε γάμοις εἴτε καὶ ὕστερον ἔλθοι.
Τῆς δὲ προγαμιαίας δωρεᾶς εἰς δεύτερον ἐλθοῦσα
συνοικέσιον μηδὲ καθόσον κληρονομεῖ τοῦ παιδὸς ἀπο-
λαυέτω, ἀλλὰ τοῦτο τῶν παίδων ἔστω μόνον κέρδος

Φλάβιος Ιουστινιανός Novellae P. 17, γρ. 11

τὰ μὲν ἀκίνητα πάντως μένειν παρὰ τῇ μητρὶ διὰ τὸ


τὴν ἀποτροφὴν ἔχειν ἐκεῖθεν, ἐπὶ δὲ τοῖς κινητοῖς ταῦτα
κρατεῖν, ἅπερ ἐνομοθετήσαμεν ἔμπροσθεν, εἴπερ ἐτύγ-
χανεν ἐν κινητοῖς πάντα τὰ τῆς πρὸ γάμου δωρεᾶς
καθεστῶτα.
Κἀκεῖνό γε μὴν ἐν τοῖς ἔμπροσθεν ἀμυδρῶς μὲν νο-
μοθετηθέν, σπανίως δὲ ἐν δικαστηρίοις ἐξητασμένον
ᾠήθημεν χρῆναι νόμῳ τε σαφεῖ περιλαβεῖν καὶ παρα-
δοῦναι τῇ χρήσει καὶ καταγαγεῖν εἰς τὰ δικαστήρια
πρὸς κοινὴν ἀποκεισόμενον βοήθειαν. Εἰ γὰρ συνα-
φθεῖέν τινες ἀλλήλοις ἐπὶ προικὸς καὶ προγαμιαίας δω-
ρεᾶς συμβολαίοις, εἶτα ὁ μὲν ἀνὴρ προγαμιαίαν ἐπι-
δοίη δωρεάν, ἡ δὲ γυνὴ ἐπεισενέγκοιτο προῖκα ἢ αὐτὴ
παρασχομένη ταύτην ἢ δόντος πατρὸς ἤ τινος τῶν ἔξω-
θεν, εἶτα φανείη παρ' ὅλον τὸν τοῦ γάμου καιρὸν ἡ
προῖξ μὴ δοθεῖσα τῷ συνοικήσαντι, ἀλλ' ἀνασχόμενος
ἐκεῖνος τῶν τοῦ γάμου βαρῶν, καὶ ὁ γάμος θανάτῳ
τοῦ ἀνδρὸς διαλυθείη, οὐκ ἂν εἴη δικαία παντελῶς ἡ
312

γυνὴ προῖκα μὴ δοῦσα τῷ συνοικήσαντι τὴν προγαμι-


αίαν δωρεὰν λαβεῖν. Εἰ δὲ καὶ μὴ εἰς ὁλόκληρον δοίη,
καὶ αὐτὴ κατὰ τοσοῦτον ἀπαιτείτω τὴν δωρεάν,

Φλάβιος Ιουστινιανός Novellae P. 17, γρ. 13

Κἀκεῖνό γε μὴν ἐν τοῖς ἔμπροσθεν ἀμυδρῶς μὲν νο-


μοθετηθέν, σπανίως δὲ ἐν δικαστηρίοις ἐξητασμένον
ᾠήθημεν χρῆναι νόμῳ τε σαφεῖ περιλαβεῖν καὶ παρα-
δοῦναι τῇ χρήσει καὶ καταγαγεῖν εἰς τὰ δικαστήρια
πρὸς κοινὴν ἀποκεισόμενον βοήθειαν. Εἰ γὰρ συνα-
φθεῖέν τινες ἀλλήλοις ἐπὶ προικὸς καὶ προγαμιαίας δω-
ρεᾶς συμβολαίοις, εἶτα ὁ μὲν ἀνὴρ προγαμιαίαν ἐπι-
δοίη δωρεάν, ἡ δὲ γυνὴ ἐπεισενέγκοιτο προῖκα ἢ αὐτὴ
παρασχομένη ταύτην ἢ δόντος πατρὸς ἤ τινος τῶν ἔξω-
θεν, εἶτα φανείη παρ' ὅλον τὸν τοῦ γάμου καιρὸν ἡ
προῖξ μὴ δοθεῖσα τῷ συνοικήσαντι, ἀλλ' ἀνασχόμενος
ἐκεῖνος τῶν τοῦ γάμου βαρῶν, καὶ ὁ γάμος θανάτῳ
τοῦ ἀνδρὸς διαλυθείη, οὐκ ἂν εἴη δικαία παντελῶς ἡ
γυνὴ προῖκα μὴ δοῦσα τῷ συνοικήσαντι τὴν προγαμι-
αίαν δωρεὰν λαβεῖν. Εἰ δὲ καὶ μὴ εἰς ὁλόκληρον δοίη,
καὶ αὐτὴ κατὰ τοσοῦτον ἀπαιτείτω τὴν δωρεάν, καθ'
ὅσον δοίη τὴν προῖκα. Ἰσότητος γὰρ ἐσμὲν καὶ δικαιο-
σύνης ἐρασταί, καὶ ταύτην ἐν ἅπασί τε τοῖς ἄλλοις καὶ

Φλάβιος Ιουστινιανός Novellae P. 17, γρ. 19

δοῦναι τῇ χρήσει καὶ καταγαγεῖν εἰς τὰ δικαστήρια


πρὸς κοινὴν ἀποκεισόμενον βοήθειαν. Εἰ γὰρ συνα-
φθεῖέν τινες ἀλλήλοις ἐπὶ προικὸς καὶ προγαμιαίας δω-
ρεᾶς συμβολαίοις, εἶτα ὁ μὲν ἀνὴρ προγαμιαίαν ἐπι-
δοίη δωρεάν, ἡ δὲ γυνὴ ἐπεισενέγκοιτο προῖκα ἢ αὐτὴ
παρασχομένη ταύτην ἢ δόντος πατρὸς ἤ τινος τῶν ἔξω-
θεν, εἶτα φανείη παρ' ὅλον τὸν τοῦ γάμου καιρὸν ἡ
προῖξ μὴ δοθεῖσα τῷ συνοικήσαντι, ἀλλ' ἀνασχόμενος
ἐκεῖνος τῶν τοῦ γάμου βαρῶν, καὶ ὁ γάμος θανάτῳ
τοῦ ἀνδρὸς διαλυθείη, οὐκ ἂν εἴη δικαία παντελῶς ἡ
γυνὴ προῖκα μὴ δοῦσα τῷ συνοικήσαντι τὴν προγαμι-
αίαν δωρεὰν λαβεῖν. Εἰ δὲ καὶ μὴ εἰς ὁλόκληρον δοίη,
καὶ αὐτὴ κατὰ τοσοῦτον ἀπαιτείτω τὴν δωρεάν, καθ'
ὅσον δοίη τὴν προῖκα. Ἰσότητος γὰρ ἐσμὲν καὶ δικαιο-
σύνης ἐρασταί, καὶ ταύτην ἐν ἅπασί τε τοῖς ἄλλοις καὶ
πρός γε ἐν τοῖς συνοικεσίοις βουλόμεθα κρατεῖν. ὥστε
ἡ μηδ' ὁτιοῦν ἐπιδοῦσα μηδ' ὁτιοῦν λαμβανέτω, ἡ δὲ
ἔλαττον ἤπερ ὡμολόγησε δοῦσα τοσοῦτον ἀπολαμβα-
νέτω μόνον, ὅσον ἐπέδωκε. καὶ ἔστω καὶ αὕτη καλὴ
τῷ παρόντι νόμῳ προσαύξησις, πολλὰ τῶν ἀεὶ μὲν ἀμ-
φισβητουμένων, μόλις δὲ νῦν εἰς νομοθεσίαν καταχθέν
313

Φλάβιος Ιουστινιανός Novellae P. 17, γρ. 22

ρεᾶς συμβολαίοις, εἶτα ὁ μὲν ἀνὴρ προγαμιαίαν ἐπι-


δοίη δωρεάν, ἡ δὲ γυνὴ ἐπεισενέγκοιτο προῖκα ἢ αὐτὴ
παρασχομένη ταύτην ἢ δόντος πατρὸς ἤ τινος τῶν ἔξω-
θεν, εἶτα φανείη παρ' ὅλον τὸν τοῦ γάμου καιρὸν ἡ
προῖξ μὴ δοθεῖσα τῷ συνοικήσαντι, ἀλλ' ἀνασχόμενος
ἐκεῖνος τῶν τοῦ γάμου βαρῶν, καὶ ὁ γάμος θανάτῳ
τοῦ ἀνδρὸς διαλυθείη, οὐκ ἂν εἴη δικαία παντελῶς ἡ
γυνὴ προῖκα μὴ δοῦσα τῷ συνοικήσαντι τὴν προγαμι-
αίαν δωρεὰν λαβεῖν. Εἰ δὲ καὶ μὴ εἰς ὁλόκληρον δοίη,
καὶ αὐτὴ κατὰ τοσοῦτον ἀπαιτείτω τὴν δωρεάν, καθ'
ὅσον δοίη τὴν προῖκα. Ἰσότητος γὰρ ἐσμὲν καὶ δικαιο-
σύνης ἐρασταί, καὶ ταύτην ἐν ἅπασί τε τοῖς ἄλλοις καὶ
πρός γε ἐν τοῖς συνοικεσίοις βουλόμεθα κρατεῖν. ὥστε
ἡ μηδ' ὁτιοῦν ἐπιδοῦσα μηδ' ὁτιοῦν λαμβανέτω, ἡ δὲ
ἔλαττον ἤπερ ὡμολόγησε δοῦσα τοσοῦτον ἀπολαμβα-
νέτω μόνον, ὅσον ἐπέδωκε. καὶ ἔστω καὶ αὕτη καλὴ
τῷ παρόντι νόμῳ προσαύξησις, πολλὰ τῶν ἀεὶ μὲν ἀμ-
φισβητουμένων, μόλις δὲ νῦν εἰς νομοθεσίαν καταχθέν-
των διακρίναντι.

Φλάβιος Ιουστινιανός Novellae P. 32, γρ. 28

στήριον εἰσῄει, ταῦτα τῆς δεσποτείας ἔσται τοῦ μονα-


στηρίου, καὶ οὐδ' ὁτιοῦν παντελῶς ἐξάξει.
Κἀκεῖνο δὲ προσδιορίζομεν, ὥστε τὸν εἰς μονα-
στήριον εἰσιέναι βουλόμενον, πρὶν εἰς τὸ μοναστήριον
εἰσέλθοι, ἄδειαν ἔχειν τοῖς ἑαυτοῦ χρῆσθαι καθ' ὃν
βούλεται τρόπον. Εἰσελθόντι γὰρ συνακολουθήσει πάν-
τως τὰ πράγματα, κἂν εἰ ιὴ ῥητῶς εἰσάγειν ταῦτα
φήσειε, καὶ οὐκ ἔσται κύριος αὐτῶν οὐκ ἔτι κατ' οὐ-
δένα τρόπον. Εἰ δέ γε παῖδας ἔχοι, εἰ μὲν ἔτυχεν
ἤδη πράγματά τινα δωρησάμενος αὐτοῖς, ἢ κατὰ προ-
γαμιαίαν δωρεὰν ἢ κατὰ προικὸς πρόφασιν ἐπιδούς,
καὶ ποιεῖ ταῦτα τὸ τέταρτον τῶν ἐξ ἀδιαθέτου τῆς
αὐτοῦ περιουσίας, μηδεμίαν ἐπὶ τοῖς λοιποῖς πράγμα-
σιν ἐχέτωσαν μετουσίαν οἱ παῖδες. Εἰ δὲ ἢ οὐδὲν
αὐτοῖς δωρήσηται ἢ ἔλαττον τοῦ τετάρτου, καὶ μετὰ
τὸ παραγγεῖλαι τὸν ἀποταττόμενον εἰς μοναχοὺς οὐ-
δὲν ἧττον τὸ τέταρτον ὀφειλέσθω τοῖς παισὶν ἢ εἰς
ἀναπλήρωσιν, εἴγε ἔτυχον ἤδη τι λαβόντες, ἢ καὶ ἐφ'
ᾧ τὸ πᾶν αὐτοῖς δοθῆναι. Εἰ δὲ γαμετὴν ἔχων εἶτα
αὐτὴν ἀπολιπὼν εἰς μοναστήριον εἰσίοι, ἥ τε προῖξ

Φλάβιος Ιουστινιανός Novellae P. 67, γρ. 16

ἐληλύθαμεν νόμον· δι' οὗ θεσπίζομεν, μήτε


314

ἀνθυπατείαν μηδεμίαν μήτε τὴν μέχρι νῦν καλουμέ-


νην βικαρίαν μήτε τὸν κόμητα τῆς ἑῴας μήτε ἄλ-
λην οἱανοῦν ἀρχήν, μήτε ὑπατικὴν μήτε ἡγεμονικήν,
ἃς δὴ κονσουλαρίας καὶ κορρεκτορίας καλοῦσιν (ὧν
τινων ῥητῶς μέμνηται ἡ ὑποκειμένη τῷδε ἡμῶν τῷ
θείῳ νόμῳ ἀπογραφή, ἃς δὴ καὶ μόνας ὑπὸ τόνδε
τὸν νόμον ἄγομεν), διδόναι τι suffragiον μηδὲ ὑπὲρ
τῆς ἀρχῆς τὴν οἱανοῦν δόσιν μήτε ἄρχοντι μηδενὶ
μήτε τῶν περὶ τὰς ἀρχάς τινι μήτε ἑτέρῳ προσώπῳ
κατὰ πρόφασιν προστασίας· ἀλλὰ προῖκα μὲν κομί-
ζεσθαι τὰς ἀρχάς, μέτρια δὲ παρέχειν προφάσει τῶν
ὑπὲρ ἑκάστης διδομένων συμβόλων τε καὶ χαρτῶν.
Καὶ γὰρ δὴ καὶ ὑπεθήκαμεν ἀπογραφὴν τῷδε τῷ
θείῳ ἡμῶν νόμῳ δηλοῦσαν, τί προσῆκόν ἐστιν ἑκά-
στην ἀρχὴν παρέχειν ἢ εἰς τὸ θεῖον ἡμῶν laterculον
ἢ εἰς τὸ δικαστήριον τῆς σῆς ὑπεροχῆς προφάσει τῶν
κωδικέλλων ἢ συμβόλων ἢ προσταγμάτων· ὥστε ἐκεῖνο
[τε] συνεστάλθαι καὶ μὴ παρέχειν αὐτῷ μεγάλην αἴ-
σθησιν.

Φλάβιος Ιουστινιανός Novellae P. 71, γρ. 33

δι' ἑτέρων δὲ πλημμελεῖν τε καὶ κλέπτειν, τοῦτο ὅπερ


ἔτι μᾶλλον αἰσχρότερόν ἐστι τὸ καὶ κοινωνοὺς τῶν
ἀδικημάτων λαμβάνειν. Ὥστε ἐξέσται τῇ σῇ ὑπεροχῇ
τῶν σεμνοτέρων τινὰς ἐπὶ τὰς ἀρχὰς πέμπειν καὶ τῶν
ἐπισταμένων τὰ δημόσια, βουλευτῶν τε φαμὲν καὶ
ἑτέρων προσώπων, πεῖραν ἑαυτῶν δεδωκότων ἀγα-
θὴν καὶ πρὸς τὰς ἀρχὰς ἐπιτηδείων. τίς γὰρ ἂν οὐκ
ἀγαπήσειε καὶ σεμνότητος ἐμπεπλῆσθαι μεγάλης νο-
μίσειεν, εἴπερ ἡμετέρᾳ ψήφῳ καὶ κρίσει τῆς σῆς ὑπερ-
οχῆς ἐπὶ τὴν ἀρχὴν παρέλθοι, μεμαρτυρημένος μὲν
ὡς εἴη χρηστός, προῖκα δὲ αὐτὴν δεχόμενος, οὐκ ἐν-
ησχολημένος δὲ παντελῶς οὐδενὶ φαύλῳ κατὰ τὴν χώ-
ραν, οὐδὲ ὅπως τὸ δοθὲν ἀθροίσειεν, οὐδὲ ὅθεν συλ-
λέξειε χρυσίον, ἀλλ' ἵνα δὴ τοῦτο μόνον ἔχοι σπού-
δασμα τὸ τῷ θεῷ τε καὶ ἡμῖν ἑαυτὸν συστῆσαι, καὶ
δόξης ἀπολαῦσαι χρηστῆς, καὶ ἀμοιβὰς ἐλπίσαι με-
γάλας; Εἰ δέ τις παρὰ ταῦτά τι πράξειεν, ἴστω
καὶ ἕως ἐπὶ τῆς ἀρχῆς, ἐφ' ἧς ἐστι δικαστής, κλοπῆς
αἰτίαν ὑποστησόμενος· καὶ εἴγε φανείη δοὺς χρυσίον
ὑπὲρ τοῦ λαβεῖν τὴν ἀρχὴν ἢ λαβὼν ἐκ τῆς ἀρχῆς

Φλάβιος Ιουστινιανός Novellae P. 75, γρ. 17

θρώπους ἀδικουμένους, οὓς ἡμῖν παρέδωκεν ὁ θεός,


ὅπως ἂν αὐτῶν διὰ πάντων φειδώμεθα, τῇ αὐτοῦ
κατακολουθοῦντες ἀγαθότητι. Ὥστε τό γε ἐφ' ἡμῖν
315

ἀφοσιούσθω τῷ θεῷ, διότι μηδὲν τῶν εἰς νοῦν ἡμῖν


ἐρχομένων ἀγαθῶν ὑπὲρ κηδεμονίας τῶν ὑπηκόων
παραλιμπάνομεν. βουλόμενοι γὰρ τὰς ἀνελευθέρους
ταύτας καὶ ἀνδραποδώδεις κλοπὰς ἀνελεῖν καὶ τοὺς
ἡμετέρους ὑποτελεῖς ἐν εὐπαθείᾳ παρὰ τῶν τὰς ἐπι-
χωρίους ἀρχὰς ἐχόντων φυλάξαι, διὰ τοῦτο ἐσπεύσα-
μεν προῖκα τὰς ἀρχὰς αὐτοῖς δοῦναι, ὅπως ἂν μηδὲ
αὐτοῖς ἐξῇ πλημμελεῖν τε καὶ ἁρπάζειν τὸ ὑπήκοον·
οὗπερ ἕνεκα πάντα αἱρούμεθα πόνον, οὐκ ἀξιοῦντες
μιμεῖσθαι τοὺς πρὸ ἡμῶν βεβασιλευκότας, οἵπερ χρη-
μάτων προὐβάλλοντο τὰς ἀρχάς, ἑαυτοῖς ἀναιροῦντες
τὴν ἄδειαν τοῦ γε τοῖς ἐν ταῖς ἀρχαῖς ἀδικοῦσιν ἐπι-
τιμᾶν δίκαια, ἀλλ' αὐτοί τε οἷς ἐλάμβανον ἐγκαλύπτε-
σθαι δίκαιοι καθεστῶτες, τούς τε οἰκείους ὑποτελεῖς
δι' αὐτὸ δὴ τοῦτο ἐξαρπάζειν τῶν κακῶς ἀρχόντων
οὐ δυνάμενοι οὐδὲ αὐτοῖς τοῖς ἄρχουσιν ἐπιτιμᾶν σω-
φρονεῖν προφάσει τῆς εἰρημένης αἰτίας. ἡμεῖς δὲ ἀρ

Φλάβιος Ιουστινιανός Novellae P. 158, γρ. 4

γεγονότος κακῶς ἐπανόρθωσις.


Οὕτω μὲν οὖν τὰ συνοικέσια διαλύεται περιόντων
ἔτι τῶν ταῦτα συμβαλόντων, καὶ χρηματικαὶ αἱ ποι-
ναὶ περὶ τὴν προῖκά πως καὶ τὴν προγαμιαίαν σχε-
δὸν ἵστανται δωρεάν.
Ἀλλ' ἡμῖν τι καὶ ἕτερον προσεξεύρηται τὸ καὶ τὰς
ἀπροίκους συναφείας ἀλόγων γινομένων τῶν διαιρέ-
σεων σωφρονισμῷ παραδοῦναι προσήκοντι. Εἰ γάρ
τις ἀγάγοιτο γαμετήν, ἢ καὶ γυνὴ πρὸς ἄνδρα ἔλθοι,
γαμικῆς μὲν ληφθείσης προαιρέσεώς τε καὶ γνώμης,
οὐ μὴν ἀκολουθησάσης προικὸς ἢ προγαμιαίας δωρεᾶς
(ἔνθα δὴ καὶ προπετέστερον γίνεσθαι τὰς λύσεις συν-
έβαινε, μηδενὸς ἐντεῦθεν ὑπόντος κατὰ τοῦ προπε-
τευσαμένου κινδύνου), διάταξιν ἐγράψαμεν λέγουσαν
ὡς, εἴ τις ὑπεξουσίαν γυναῖκα γνώμῃ γονέων ἢ καὶ
αὐτεξουσίαν τυχὸν ἀγάγηται μήτε προικὸς ἐπιδοθεί-
σης μήτε συμβολαίων τοιούτων γενομένων, ὁ μὲν γά-
μος ἔστω γάμος, κἂν εἰ προικῷα μὴ συγγραφείη, μὴ
διὰ τοῦτο δὲ ὁ ἀνὴρ (τοῦτο ὅπερ ἐπὶ πολλῶν ἴσμεν
γενόμενον) ἐκδιωκέτω τῆς οἰκίας τὴν γαμετὴν χωρὶς
μιᾶς τῶν ἔμπροσθεν εἰρημένων εὐλόγων αἰτιῶν

Φλάβιος Ιουστινιανός Novellae P. 331, γρ. 31


λελειμμένον ἕτερον ἀρκοῦν πρὸς τὴν τῆς προγαμιαίας
δωρεᾶς ποσότητα. Καὶ ταῦτά φαμεν οὐ μόνον κηδό-
μενοι τῶν γυναικῶν, ἀλλὰ καὶ πολλῷ μᾶλλον τῶν ἀν-
δρῶν τῶν ταῦτα ποιούντων, εἴγε ἐκ πολλῶν καὶ σχε-
δὸν τῶν πλείστων θεμάτων τοῖς κοινοῖς παισὶ τὰ τῆς
προγαμιαίας δωρεᾶς φυλάττεται πράγματα, καὶ αὖθις
316

ταῦτα μένει παρὰ τῇ οὐσίᾳ τοῦ ἀνδρὸς καὶ τῇ ἐκείνου


διαδοχῇ ἐκ ταύτης τῆς παρατηρήσεως, ὥστε συμφέ-
ροντα τὸν νόμον τῇ τε γυναικὶ τῷ τε ἀνδρὶ κατὰ
τούτους τοὺς λογισμοὺς καθεστάναι. καὶ πολλῷ μᾶλ-
λον ταῦτα ἐπὶ τῆς προικὸς κρατεῖν, εἴπερ τινὰ τῆς
προικὸς ἢ ἐκποιήσειεν ἢ ὑπόθοιτο· ἤδη γὰρ τὰ τοι-
αῦτα ἱκανῶς περιείργασται καὶ νενομοθέτηται.
Ἀλλ' οὐδὲ αὐτῶν τῶν συμβαλλόντων καθάπαξ
ἀμελοῦμεν. εἰ γὰρ καὶ τὴν ἐπὶ τούτοις ἐνοχὴν ὅσον
πρὸς τὰς γυναῖκας ἄρρητόν τε καὶ ἄγραφον εἶναι βου-
λόμεθα, ἀλλ' αὐτοὺς τοὺς ἄνδρας ἐπὶ τοῖς ἄλλοις αὐ-
τῶν πράγμασιν ἐνέχεσθαι θεσπίζομεν προφάσει τῆς
ἐκποιήσεως ἢ τῆς ὑποθήκης, ταῖς μὲν γυναιξὶ φυλάτ-
τοντες τὸ ἐπ' αὐτοῖς τοῖς ἀκινήτοις πράγμασι τῆς

Φλάβιος Ιουστινιανός Novellae P. 437, γρ. 23

ὕστερον ὁ πατήρ, προικῷα δὲ ὅμως θοῖτο συμβόλαια,


καὶ οὕτως οὐδὲν ἧττον γνησίους ἕξει τοὺς παῖδας.
τοῦ γενέσθαι μὲν γὰρ αὐτῷ παῖδας ἑτέρους τύχῃ τις
ἴσως τὴν ἐξουσίαν τε καὶ τὴν ἄδειαν εἶχεν, ὥσπερ
καὶ γενομένους ἀφελέσθαι, τὴν δὲ τῆς διαθέσεως ἀπό-
δειξιν τὴν τοῖς ἔμπροσθεν γενομένοις (φαμὲν δὲ πρὸ
τῶν προικῴων συμβολαίων) παρασχοῦσαν τὴν εὐγέ-
νειαν οὐδὲν ἦν τοιοῦτον ὅπερ ἂν ἀφελέσθαι παντελῶς
ἠδύνατο. καὶ ἔτι μᾶλλον ἐξ εὐλόγων τοῦτο προς-
τέθειται λογισμῶν, ὡς εἰ πρὸ τῶν προικῴων ἐκυο-
φορεῖτο μὲν ὁ παῖς, ἐτέχθη δὲ μετὰ τὸ προικῷον,
βοηθὸς ἑαυτῷ γίνεται ὅ γε καὶ τοῖς πρὸ αὐτοῦ τοῦτο
ποιεῖν δυνάμενος. καί τις ἡμῖν καὶ κανονικὸς ἐξεύρη-
ται λόγος ἄριστα ὑφηγούμενος τὰ περὶ τῆς τῶν τικτο-
μένων καταστάσεως. στασιαζομένου γάρ, πότερον δεῖ
τῷ τῆς συλλήψεως ἢ τῷ τῆς γεννήσεως προσέχειν
καιρῷ, διενομοθετήσαμεν, ὥστε μὴ τὸν καιρὸν τῆς συλ-
λήψεως, ἀλλὰ τὸν τοῦ τοκετοῦ σκοπεῖσθαι διὰ τὸ τῶν
παίδων συμφέρον· ὡς εἴ γε συμβαίη τοιαύτας τινὰς
ἐπινοηθῆναι περιπετείας θεμάτων ἐν οἷς λυσιτελέ-
στερός ἐστιν ὁ τῆς συλλήψεως καιρὸς παρὰ τὸν τοῦ

Φλάβιος Ιουστινιανός Novellae P. 462, γρ. 18

ἄλλοις. τὴν μὲν γὰρ φύσεως ἔρως εὐσεβὴς περὶ τοὺς


παῖδας ἀνύποπτον ἀποτελεῖ τὰ πολλά, τοῖς δὲ οὐδε-
μίαν ἔχουσι πρὸς τοὺς παῖδας ἀνάγκην εὐνοίας εἰκό-
τως οὐ παραβλητέα τὰ τῶν μητέρων ἐστίν. ὥστε
ἄδεια ἔστω ταῖς μητράσι κατὰ τὴν ἀρχαίαν παρατή-
ρησιν ἀποταττομέναις καὶ ὑποτιθεμέναις τὰ ἑαυτῶν
πράγματα, καθάπερ πρότερον σχήματος ἦν, καὶ ἀν-
317

τιλαμβάνεσθαι τῶν παίδων καὶ τὴν τοιαύτην παρα-


γραφὴν μὴ δεδιέναι, ἀλλ' οὕτω τὰ ἐπ' αὐταῖς εἶναι,
ὡς ἂν εἰ μηδὲ τὴν ἀρχὴν ἐτύγχανεν ὁ νόμος ἐπὶ τού-
τῳ γεγραμμένος. ὥστε εἴτε προῖκας εἴτε προγαμιαίας
ἀπαιτοῦσι δωρεὰς εἴτε ἕτερα ὀφλήματα ἔχουσιν εἴτε
αἱ μητέρες πρὸς τοὺς νέους εἴτε οἱ νέοι πρὸς τὰς μη-
τέρας, ἐκ πατρῴων ἴσως προφάσεων ἢ καὶ ἐξ οἰκείων
(πολλὰ δὲ ἄν τις μεριμνῶν καὶ περισκοπῶν εὑρήσειεν),
ἔστω ταῦτα ἑκατέρωθεν ἀκέραια, κατὰ τὰς ἔμπροσθεν
διατάξεις κρινόμενά τε καὶ πολιτευόμενα, εἴτε γνη-
σίων εἴτε φυσικῶν ἡ μήτηρ παίδων ἐπιτροπεύει.
Ἐπειδὴ δὲ πολλὴν ἔχομεν εὐλάβειαν τοῦ μὴ προ-
χείρως ὅρκους κατὰ τοῦ μεγάλου θεοῦ δίδοσθαι καὶ
τούτους παραβαίνεσθαι, διὰ τοῦτο ᾠήθημεν χρῆναι

Φλάβιος Ιουστινιανός Novellae P. 480, γρ. 35

... ἕνεκεν ἀδίκων τὰ συνοικέσια διασπῶντες ἢ καὶ


τῶν ἰδίων ἀμελοῦντες παίδων. εἰ γὰρ ὅλως ἢ
κατὰ διάλυσιν ἢ κατὰ τρόπον ἄλλον διασπασθείη
συνοικέσιον, εἰ μὲν μηδένες ὦσι παῖδες, μενέτω τὰ
ἔμπροσθεν ἐπὶ τῆς ἑαυτῶν τάξεως· εἰ δὲ παίδων
ὑπόντων γένοιτο τοῦτο, καὶ μηδὲ τοὺς παῖδας ἐρυ-
θριῶντες δοῖεν ὅμως ἀφορμὴν ἑκουσίας διαλύσεως
καὶ κατὰ συναίνεσιν γινομένης, ἢ καὶ ἀκουσίου τυχὸν
ἢ τοῖ ἀνδρὸς πταίσαντος ἄξια τῆς ἀπωλείας τῆς πρὸ
γάμου δωρεᾶς ἢ τῆς γυναικὸς ἄξια τῆς ἐκπτώσεως
τῆς προικός, μήτε ὁ ἀνὴρ τὴν προῖκα κερδαινέτω
μήτε ἡ γυνὴ τὴν προγαμιαίαν δωρεάν, ἀλλ' αὐτίκα
τῆς ἐκπτώσεως γινομένης ἢ τῆς προικὸς ἢ τῆς προγα-
μιαίας δωρεᾶς τὸ ἐπὶ τῇ δεσποτείᾳ κέρδος εὐθὺς εἰς
τοὺς κοινοὺς ἐρχέσθω παῖδας καὶ αὐτῶν γινέσθω, τῆς
χρήσεως μόνης παρὰ τοῖς διαλελυμένοις μενούσης·
ἀναγκαζομένου μέντοι τοῦ τὴν χρῆσιν κερδαίνοντος
τοὺς παῖδας τοὺς ἐκ τοῦ γάμου καὶ ἀποτρέφειν καὶ τὰ
ἄλλα πάντα χορηγεῖν αὐτοῖς κατὰ τὸ τῆς κερδανθεί-
σης περιουσίας μέτρον. Ἴσμεν δέ τι καὶ τοιοῦτον
γενόμενον, ὅτι bona gratia δόξαντος διαλελύσθαι τοῦ

Φλάβιος Ιουστινιανός Novellae P. 557, γρ. 27

ἐξέστω τῇ γυναικὶ δι' οἱουδήποτε προσώπου τοῦτο


προσαγγέλλειν τῇ βασιλείᾳ, ὥστε τὸν ἄνδρα μηδεμίαν
ἐκ ταύτης τῆς αἰτίας ῥεπουδίου εὑρεῖν πρόφασιν.
Εἰ περὶ μοιχείας ὁ ἀνὴρ νομίσει δύνασθαι τὴν
ἑαυτοῦ γαμετὴν ἐλεγχθῆναι, προσήκει τὸν ἄνδρα πρό-
τερον ἐγγράφεσθαι τὴν γυναῖκα ἢ καὶ τὸν μοιχόν,
καὶ εἴπερ ἡ τοιαύτη κατηγορία ἀληθὴς ἀποδειχθῇ.
τηνικαῦτα ῥεπουδίου πεμπομένου ἔχειν τὸν ἄνδρα
πρὸς τῇ πρὸ γάμου δωρεᾷ καὶ τὴν προῖκα, καὶ πρὸς
318

τούτοις, εἰ παῖδας μὴ ἔχοι, τοσοῦτον λαμβάνειν ἐκ


τῆς ἄλλης τῆς γυναικὸς περιουσίας ὅσον τῆς προικὸς
τὸ τρίτον μέρος εἶναι γινώσκεται, ὥστε τῇ αὐτοῦ δε-
σποτείᾳ καὶ τὴν προῖκα καὶ τὴν παρ' ἡμῶν ὁρισθεῖ-
σαν ποινὴν προσκυροῦσθαι. εἰ γὰρ παῖδας ἔχοι ἐκ
τοῦ αὐτοῦ συνοικεσίου, κελεύομεν καὶ τὴν προῖκα
κατὰ τοὺς περὶ τούτου νόμους καὶ τὴν ἄλλην τῆς γυναι-
κὸς περιουσίαν τοῖς παισὶ φυλάττεσθαι, καὶ οὕτως τὸν
μοιχὸν νομίμως ἐλεγχόμενον ἅμα τῇ γυναικὶ τιμωρεῖ-
σθαι. καὶ εἰ μὲν ἔχοι ὁ μοιχὸς γυναῖκα, λαμβάνειν
αὐτὴν τήν τε ἰδίαν προῖκα καὶ τὴν διὰ τοὺς γάμους
δωρεάν, ὥστε εἰ παῖδας ἔχοιεν, μόνης τὴν γυναῖκα

Callinicus Biogr., Vita sancti Hypatii Dedication-prologue-Κεφ. 28, τμ. 31, γρ. 3

εὐθὺς ὁ Κύριος ἰάσατο αὐτὸν ἀπὸ τοῦ πονηροῦ· στῆναι δὲ οὐκ ἠδύνατο
διὰ τὴν πολλὴν κακουχίαν. Λέγει οὖν ὁ Ὑπάτιος
τῷ ἀββᾷ Εὐμαθίῳ· «Εἴσω ὀλίγων ἡμερῶν ἔχει ὑγιᾶναι
καὶ εὐθὺς ἀπόλυσον αὐτόν.» Καὶ ῥυσθέντες οἱ
ἀδελφοὶ ἀπὸ τῆς θλίψεως ἐκείνης εὐχαρίστουν τῷ Θεῷ.
Ἄλλος πάλιν ἀναγνώστης τῶν ἁγίων ἀποστόλων
πλησίον τοῦ μοναστηρίου ἔγημεν καὶ λαβὼν τὸ ἥμισυ
τῆς προικὸς ἐπεζήτει τὸ ἄλλο ἥμισυ τοὺς γονεῖς τῆς
κόρης· ἡ δὲ κόρη οὐκ ἔτικτεν. Οἱ δὲ γονεῖς
ὀργιζόμενοι ἦσαν τῇ κόρῃ καὶ πρὸ τοῦ γῆμαι, καὶ
γνόντες ὅτι οὐ τίκτει οὐ μόνον τὴν προῖκα οὐκ ἐπλήρουν,
ἀλλ' οὔτε εἰρηνεῦσαι ἐβούλοντο τῇ θυγατρί. Ἦλθον
δὲ οἱ ἀμφότεροι πρὸς τὸν Ὑπάτιον καὶ ἠξίου ἡ κόρη
ὥστε εἰρηνεῦσαι μετὰ τῶν γονέων αὐτῆς.

Callinicus Biogr., Vita sancti Hypatii Dedication-prologue-Κεφ. 28, τμ. 32, γρ. 3

τῷ ἀββᾷ Εὐμαθίῳ· «Εἴσω ὀλίγων ἡμερῶν ἔχει ὑγιᾶναι


καὶ εὐθὺς ἀπόλυσον αὐτόν.» Καὶ ῥυσθέντες οἱ
ἀδελφοὶ ἀπὸ τῆς θλίψεως ἐκείνης εὐχαρίστουν τῷ Θεῷ.
Ἄλλος πάλιν ἀναγνώστης τῶν ἁγίων ἀποστόλων
πλησίον τοῦ μοναστηρίου ἔγημεν καὶ λαβὼν τὸ ἥμισυ
τῆς προικὸς ἐπεζήτει τὸ ἄλλο ἥμισυ τοὺς γονεῖς τῆς
κόρης· ἡ δὲ κόρη οὐκ ἔτικτεν.
Οἱ δὲ γονεῖς
ὀργιζόμενοι ἦσαν τῇ κόρῃ καὶ πρὸ τοῦ γῆμαι, καὶ
γνόντες ὅτι οὐ τίκτει οὐ μόνον τὴν προῖκα οὐκ ἐπλήρουν,
ἀλλ' οὔτε εἰρηνεῦσαι ἐβούλοντο τῇ θυγατρί. Ἦλθον
δὲ οἱ ἀμφότεροι πρὸς τὸν Ὑπάτιον καὶ ἠξίου ἡ κόρη
ὥστε εἰρηνεῦσαι μετὰ τῶν γονέων αὐτῆς.

319

δὲ Ὑπάτιος ἔλεγεν· «Ποιήσατε εἰρήνην μετὰ τῆς


θυγατρὸς ὑμῶν.» Ἐκεῖνοι δὲ οὐκ ἐβούλοντο λέγοντες,
ὅτι «Ἐὰν ἀποθανῇ, καὶ ὃ ἐδώκαμεν εἰς προῖκα δεῖ ἡμᾶς
λαβεῖν, ἐπειδὴ τέκνον οὐκ ἐποίησαν.»

Ησύχιος Scr. Eccl., Homilia i in sanctum Lazarum (homilia 11)


Τμ. 4, γρ. 2

λαμπροτέραν ἐπὶ σοὶ τὴν ἀστραπὴν ἀφίησι. Ἴδῃ σε Πέτρος, καὶ


τῇ φωνῇ τοῦ ἀλεκτρυόνος πείθεται καὶ θερμότερα στάζει τῆς
μετανοίας τὰ δάκρυα. Ἴδῃ σε Ἰούδας, καὶ σύμφωνον προστί-
θησιν· μαθὼν ὃν πωλεῖ τὸ τῆς προδοσίας ἀργύριον κατέχειν οὐκ
ἀνέχεται, μαθὼν ὃν πωλεῖ θεὸν εἶναι τὸν παρ' αὐτοῦ προδοθέντα
μαρτύρεται, μαθὼν ὃν πωλεῖ προστρέχει τῷ βρόχῳ καὶ τὸ τῆς
ἀγχόνης σχοινίον ἑαυτῷ περιτίθησι. Κημὸς δὲ τοῦτο τοῖς
θεολοιδόροις σκληρὸς καὶ χαλινὸς τοῖς θεομερισταῖς εἰκότως
αὐστηρός τε καὶ φοβερὸς εὑρεθήσεται.
»Λάζαρε, δεῦρο ἔξω.» Ἴδῃ σε, φησίν, ἡ τῶν Ἰουδαίων
συναγωγή, καὶ τὸ προικῷον προδίδωσι, τὸν νυμφικὸν αὐτῆς
χιτῶνα χερσὶν οἰκείαις ῥήγνυσι καὶ τὸ ἀποστάσιον μήπω τῶν
ἐπ' αὐτῷ καλάμων γεγλυμμένων φαντάζεται. Ἴδῃ σε τῶν ἐθνῶν
ἡ ἐκκλησία, καὶ πίστιν ἐπὶ πίστιν προστίθησιν, ζῆλον ἐπὶ ζῆλον,
ἐλπίδα ἐπ' ἐλπίδα, ἀγάπην ἐπ' ἀγάπην, καὶ τῇ προσθήκῃ τῶν
ἀρετῶν τὸ γαμικὸν κορυφοῦται συμβόλαιον. Τῆς ἱερᾶς δὲ ταύτης
φωνῆς ἐπακούσας, ὁ Λάζαρος αὐτομολῆσαι πρὸς τὸν καλοῦντα
μετὰ χαρᾶς ἠπείγετο καὶ τῷ δήμῳ τῶν νεκρῶν συνταττόμενος
ἔλεγεν· «Ἡ ζωή με καλεῖ καὶ μένειν οὐκ ἀνέχομαι, ἕλκει με
λόγος καὶ θεοῦ φωνή· οἱ πόδες δὲ πρὸς αὐτὸν αὐτομάτως ἐπεί-
γονται· ποιητοῦ τὸ πρόσταγμα, καὶ τὰ παρὰ φύσιν ἡ φύσις

Basilius Scr. Eccl., Sermones xli P. 53, γρ. 43

νεύσῃς, τίνα; καὶ διὰ τί; Μὴ κλέψῃς, τὰ τίνος; καὶ, Μὴ μοιχεύσῃς, τὴν τίνος; Ποῖον γὰρ
ἂν αὐτὸν
κάλλους βέλος ἐτόξευεν ἕτερον, ἵνα τὴν βολὴν φυλαξάμενος, φύλαξ γένηται τοῦ
προστάγματος;
γʹ. Τέως μὲν οὖν ὁ Ἀδὰμ ἀκίνδυνος ἀπήλαυε, καὶ
ἦν ἀβλαβὴς ἡ τρυφὴ, ἄμικτος ὀφιώδους ἰοῦ. Ἀλλ'
ἤγειρεν ἡ θέα πρὸς βασκανίαν διάβολον, καὶ πληγεὶς
οἷς ἔβλεπεν, ἀντιπλήττειν πειρᾶται τὸν πλήττοντα.
Εἶδε πάσης κτίσεως ἐξουσίαν ἀμέριστον, εἶδε θαλάτ-
της δεσποτείαν ἐγχειρισθεῖσαν, ζώων ὑποκυπτούσας
ἀγέλας, παράδεισον οἰκητήριον, νύμφην χειρὶ πλατ-
τομένην Θεοῦ, προῖκα διδομένην τὴν κτίσιν, νυμφο-
στολοῦντα Θεὸν, καὶ φθόνῳ βαλλόμενος, ὄφιν ὁ θη-
ριώδης ἐνδύεται· ὄφεως ἡνίοχος, μετὰ τὴν τοῦ
ἀέρος ἡνιοχείαν καθίσταται, πράξεσιν ἀτίμοις
ἀτίμως ἐπισυρόμενος. Ὁ γὰρ προσκρούων Θεῷ,
καὶ πρὸ τῆς τιμωρίας, τιμωρίαν ἔχει τὴν ἀτιμίαν.
320

Οὕτω τοίνυν ὄφεως ὑποκριτὴς γεγονὼς, πρόσεισι


τοῖς ἐπιβουλευομένοις τὸν κηδεμόνα μιμούμενος, καὶ
τῷ Ἀδὰμ τέως ἀφεὶς τὸ τῆς συζυγίας εὐχείρωτον,
ἕτερον περιεξέρχεται μέρος, ἀπὸ τῆς πλευρᾶς τοι-
χωρυχεῖν τὸν ἄνθρωπον ἄρχεται·

Joannes Malalas Chronogr., Chronographia P. 439, γρ. 16

οὖν ἵνα καὶ ὁ θεὸς συγχωρήσῃ σοι. καὶ ἀνυμνήθη ὁ αὐτὸς βα-
σιλεὺς ὑπὸ τῆς συγκλήτου.
Ἐν αὐτῷ δὲ τῷ χρόνῳ Εὐλάλιός τις, κόμης δομεστίκων,
ἀπὸ εὐπόρων πένης γενόμενος τῷ τρόπῳ τούτῳ· ἐμπρησμοῦ
γενομένου ἔνθα ἔμενε, γυμνὸς ἔφυγε μετὰ καὶ τῶν τριῶν αὐ-
τοῦ τέκνων· οὐκ ὀλίγοις δὲ δανείοις ὑποκείμενος, καὶ μέλλων
τελευτᾶν, διαθήκας συνεστήσατο εἰς τὸν αὐτὸν βασιλέα, εἰπὼν
ἐν τῇ διαθήκῃ, ὥστε τὸν εὐσεβέστατον Ἰουστινιανὸν παρασχεῖν
ταῖς ἐμαῖς θυγατράσιν ἡμερησίας ἀνὰ φόλεις ιεʹ· καὶ γινομένης
αὐτῶν τελείας ἡλικίας καὶ ἐρχομένας ἐπὶ γάμον λαμβάνειν προῖ-
κα ἑκάστην δέκα χρυσίου λιτρῶν. ἀποπληρωθῆναι δὲ καὶ τοὺς
ἐμοὺς δανειστὰς παρὰ τοῦ ἐμοῦ κληρονόμου. καὶ ἐπὶ τούτοις
ἐτελεύτα ὁ αὐτὸς Εὐλάλιος· καὶ ἀνηνέχθη ἡ διαθήκη τῷ βασιλεῖ
διὰ τοῦ κουράτωρος. καὶ ἐκέλευσεν αὐτὸν ὑπεισελθεῖν τῇ κλη-
ρονομίᾳ· ὅστις ἀπελθὼν εἰς τὸν οἶκον ἔνθα κατέμεινεν ὁ αὐτὸς
Εὐλάλιος, καὶ ποιήσας ἀναγραφὴν τῆς ὑποστάσεως αὐτοῦ, εὑρέ-
θη ἡ περιουσία αὐτοῦ ἄχρι νομισμάτων φξδʹ. καὶ ἀπελθὼν
ἀνήγαγε τῷ βασιλεῖ τὴν διατίμησιν τῆς ὑποστάσεως καὶ τὰ ὑπ'
αὐτοῦ καταλειφθέντα ληγᾶτα. καὶ ταῦτα ἀκούσας ὁ αὐτὸς βα-
σιλεὺς ἐπιτρέπει τῷ κουράτωρι Μακεδονίῳ ὑπεισελθεῖν τῇ

Joannes Malalas Chronogr., Chronographia P. 440, γρ. 12

σιλεὺς ἐπιτρέπει τῷ κουράτωρι Μακεδονίῳ ὑπεισελθεῖν τῇ


κληρονομίᾳ. καὶ δὴ τοῦ κουράτωρος ἀντειπόντος τῷ αὐτῷ βα-
σιλεῖ μὴ αὐταρκεῖν τὰ τῶν ληγάτων πρὸς τὰ τῆς διαθήκης,
ἐπέτρεψεν ὁ αὐτὸς βασιλεύς, εἰπών, Τί με κωλύεις ὑπεισελθεῖν
τῇ κληρονομίᾳ, εὐσεβὲς θέλοντα ποιῆσαι; ἄπελθε, ἀποπλή-
ρωσον πάντας τοὺς δανειστὰς αὐτοῦ καὶ τὰ ληγᾶτα τὰ ὑπ' αὐ-
τοῦ διατυπωθέντα· τὰς δὲ τρεῖς θυγατέρας αὐτοῦ ἀχθῆναι κε-
λεύω παρὰ τῇ Αὐγούστᾳ Θεοδώρᾳ τοῦ φυλάττεσθαι αὐτὰς ἐν
τῷ δεσποτικῷ κουβικλείῳ, κελεύσας τοῦ δοθῆναι αὐταῖς χάριν
προικὸς ἀνὰ χρυσίου λιτρῶν εἴκοσι καὶ πᾶσαν τὴν ὑπόστασιν,
ἣν εἴασεν αὐταῖς ὁ αὐτῶν πατήρ.
Ἐν αὐτῷ δὲ τῷ καιρῷ ἡ εὐσεβὴς Θεοδώρα μετὰ καὶ τῶν
ἄλλων αὐτῆς ἀγαθῶν ἐποίησε καὶ τοῦτο. οἱ γὰρ ὀνομαζόμε-
νοι πορνοβοσκοὶ περιῆγον ἐν ἑκάστῳ τόπῳ περιβλεπόμενοι πέ-
νητας ἔχοντας θυγατέρας, καὶ διδόντες αὐτοῖς, φησίν, ὅρ-
κους καὶ ὀλίγα νομίσματα ἐλάμβανον αὐτάς, ὡς ἐπὶ συγκρο-
τήσει, καὶ προΐστων αὐτὰς δημοσίᾳ, κατακοσμοῦντες
321

Maximus Confessor Theol., Hymni [Sp.] Hymn 2, γρ. 153

κοινωνίας ἀφράστου.
Σὺ καὶ τέλος σαώσεις,
ἂν μὴ ἄκαρπον εὕρῃς
ὅλως ἐμὴν πορείην,
ἂν μὴ φέρω μολύβδου
ὄγκον βαρὺ βρίθοντα
ὠθοῦντά τ' εἰς γεένναν
ἄσβεστον ἠδὲ πῦρ με,
ἂν μὴ ἄναγνον ὕλην,
χόρτον πυρός τ' ἄναμμα.
Καὶ προῖκα ταῖς ἐκεῖσε
ἐνθήσεαι μοναῖσιν
αἰωνίως βιοῦντα,
δόξης τεῆς ὑμνῳδόν,
ἀκηράτοις νόοισι
πᾶσίν θ' ὁμοῦ δικαίοις.

Leontius Scr. Eccl., In sanctum pascha (homilia 8) Γρ. 134

Ἀκούσατε αὐτοῦ, ὦ Ἰουδαῖοι, ὅτι πρὸ πολλῶν τῶν χρόνων


διὰ τοῦ προφήτου Σοφονίου προεγνώρισε καὶ προέλεγε τὴν
μέλλουσαν ἀνάστασιν, ἵνα γνῶτε ὅτι οὐ νεαρὸν τὸ πρᾶγμα
ἀλλὰ παλαιὸν τὸ βράβευμα.
Ἀκούσατε αὐτοῦ λέγοντος πρὸς τὴν τῶν ἐθνῶν συνα-
γωγὴν διὰ Σοφονίου τοῦ προφήτου· καλὸν γὰρ ἐν τῇ ἀ-
ναστάσει τὰ τῆς ἀναστάσεως προβάλλεσθαι. Τί οὖν ὁ
κύριος πρὸς τὴν τῶν ἐθνῶν συναγωγήν; Τῇ Ἰουδαϊκῇ
συναγωγῇ βιβλίον δέδωκεν ἀποστασίου, τῇ δὲ ἐθνικῇ
προϊκῷον χάριτος ὑπηγόρευσεν. Ὑπόμεινόν με, λέγει κύρι-
ος, εἰς ἡμέραν ἀναστάσεώς μου εἰς μαρτύριον, διότι τὸ
φῶς μου εἰς συναγωγὴν ἐθνῶν.
Τί ἐρεῖς πρὸς ταῦτα, ὦ Ἰουδαῖε, ὁ τὸ γράμμα κατέχων καὶ
τὸ πνεῦμα λακτίζων; Τίς λέγει ὅτι Ὑπόμεινόν με εἰς
ἡμέραν ἀναστάσεώς μου; Μὴ ἆρα Δαυῒδ ἢ εἰς τὸν Δαυῒδ
εἴρηται τοῦτο; Ἀλλὰ ψεῦδος τὸ λεγόμενον· μετὰ γὰρ τὸν
Δαυῒδ ταῦτα ἐλέχθη· ἄλλως τε δὲ ὁ Δαυῒδ τῶν Ἰσραηλιτῶν
ἦν βασιλεύς, οὐχὶ δὲ τῶν ἐθνῶν καθηγητής. Εἰ δὲ φιλονει-
κοῦσιν Ἰουδαίων παῖδες – πολεμικὸν γὰρ τὸ τούτων φῦλον
– ὅτι εἰς τὸν Δαυῒδ εἴρηται, ἀκουσάτωσαν ὅτι οὐ μόνον

Joannes Damascenus Scr. Eccl., Theol., Sacra parallela (recensiones secundum


alphabeti litteras dispositae, quae tres libros conflant) (Frag.a e cod.
Vol. 96, p. 257, γρ. 9
322

ναικός σου, καὶ ἀπολαύσω τῆς γυναικός μου. Πάνυ.


Ἐννόησον τί λέγει ὁ μακάριος Παῦλος· Διὰ δὲ τὰς
πορνείας ἕκαστος τὴν ἑαυτοῦ γυναῖκα ἐχέτω,
καὶ ἑκάστη τὸν ἴδιον ἄνδρα ἐχέτω. Ἡ γυνὴ τοῦ
ἰδίου σώματος οὐκ ἐξουσιάζει, ἀλλ' οὐδὲ ὁ ἀνήρ.
Ἐὰν οὖν καλέσῃ σε πόρνη, ἐννόησον τὸ ῥῆμα καθ'
ἑαυτὸ, καὶ εἶπε, ὅτι Ὁ ἀνὴρ τοῦ ἰδίου σώματος οὐκ
ἐξουσιάζει, ἀλλ' ἡ γυνή. Καὶ τὸ ῥῆμα γράψον εἰς τὸ
πρόσωπόν σου, καὶ εἰπὲ τῇ πόρνῃ· Τί με καλεῖς; οὐκ
ἔστι τὸ σῶμα ἐμὸν, ἀλλὰ τῆς γυναικός μου. Οὐ τολ-
μῶ τὸ ἀλλότριον προδοῦναι. Τὴν προῖκα αὐτῆς οὐ
τολμᾷς μειῶσαι, οὐδὲ τὰ πράγματα αὐτῆς τολμᾷς
δαπανῆσαι, καὶ τὸ σῶμα αὐτῆς τολμᾷς μολῦναι;
Εἰπὲ ὅτι οὐκ ἐγγίζεις αὐτοῦ. Τοῦτο γὰρ οὐκ ἔστιν
ἐμὸν, ἀλλὰ ἀλλότριόν ἐστιν. Μὴ γὰρ τῆς πόρνης ἐστὶ
τὸ σῶμα; Ἐγὼ σῶμα πόρνης οὐ δέχομαι. Τοῦτο τῆς
γυναικός μού ἐστιν· φοβήθητι τὸν Χριστὸν, καὶ εἰπὲ,
ὅτι τὸ σῶμα τοῦτο Χριστοῦ μέλος ἐστὶν, καὶ τὸ σῶμα
ἡμῶν μέλη Χριστοῦ ἐστιν. Ἀκουέτωσαν καὶ ἐννοεί-
τωσαν ποῦ αὐτὸ ἀνήγαγεν ὁ Χριστὸς, καὶ λεγέτωσαν,
ὅτι Ἡ γυνὴ τοῦ ἰδίου σώματος οὐκ ἐξουσιάζει.

Joannes Damascenus Scr. Eccl., Theol., Laudatio sanctae Barbarae


Vol. 96, p. 797, γρ. 40

Ὢ μακαρίων σου ὡς ἀληθῶς ὀμμάτων, τὸν τῆς δό-


ξης Κύριον ἰδεῖν ἠξιωμένων, ᾧ ἀτενίσαι οὐ τολμῶ-
σιν ἐν οὐρανῷ τὰ Χερουβὶμ, καὶ τὰ πολυόμματα
τάγματα! Ὢ πανολβίων ὤτων, τῶν ἠχὴν τῶν τοῦ
Θεοῦ ῥημάτων εἰσδεδεγμένων! ὢ ψυχῆς ἀξιαγάστου
καὶ τρισευδαίμονος, ἣν προτροπαῖς οἰκείου παρεμυ-
θήσατο στόματος, ὁ οὐρανίων καὶ ἐπιγείων, καὶ κα-
ταχθονίων δεσπόζων, καὶ Θεὸς πάσης παρακλήσεως!
Σὺ καὶ ἐν σαρκὶ οὖσα, τὸν ἀῤῥαβῶνα τῆς βασιλείας
τῶν οὐρανῶν, ἡ τοῦ Χριστοῦ νύμφη, ὡς τῆς ὅλης σου
προικὸς ἐμφάνειαν δέδεξαι. Διὰ τοῦτο τῶν μὲν ἀλ-
γεινῶν τὴν πεῖραν, ὡς νηπίων βέλη, ἣ ψύλλων δηγ-
μοὺς ἥγησαι καὶ λελόγισαι· τῷ δὲ τοῦ φανέντος
ἔρωτι θελχθεῖσα, καὶ τὴν ψυχὴν στεῤῥωθεῖσα, Τίς
με, ἔλεγες, χωρίσει ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ;
θλῖψις; ἢ στενοχωρία; ἢ λιμός; ἢ διωγμός; ἢ μάστιγες;

Joannes Damascenus Scr. Eccl., Theol., Laudatio sanctae Barbarae


Vol. 96, p. 812, γρ. 5

ἀπολλύμενα καὶ λυόμενα, καὶ τοὺς ἐπαίνους εἰκῆ


χωρεῖν εἰς ἀέρα παρασκευάζοντα. Ἡ γὰρ τῆς σῆς
θειώδους ψυχῆς ἀρετὴ, καὶ ἡ πρὸς τὸν Κτίστην οἰ-
κείωσις, συνέσφιγξέ σοι καὶ συνετήρησε, καὶ τὰ
προσόντα καλὰ καὶ ἐγκόσμια, καὶ τῇ μνήμῃ ἀνεπί-
323

ληστα, καὶ τῷ παντὶ αἰῶνι συνδολιχεύειν πεποίηκε·


μᾶλλον δὲ καὶ ὑπερεπλασίασε καὶ ὑπερηύξησεν· Τοῦ
γὰρ πιστοῦ, ὅλος ὁ κόσμος τῶν χρημάτων, τοῦ
δὲ ἀπίστου, οὐδὲ εἷς ὀβολὸς, τὸ γραφικὸν ἀπεφή-
νατο λόγιον. Τὰ ἐνεστῶτα γὰρ, καὶ τὰ μέλλοντα, καὶ
πάντων ὧν ὁ σὸς δεσπόζει νυμφίος, σοὶ εἰς προῖκα
κεχάρισται καὶ δεδώρηται.
κβʹ. Ἐπεὶ δὲ τοίνυν ἀμφοτέρωθεν κατὰ τῶν ἀνθρωπί-
νων ἐπαίνων τὰ νικητήρια κέκτησαι, τῇ τε τοῦ κοσμικοῦ
βίου φανότητι, καὶ τῇ τῶν κατὰ ψυχὴν πλεονεκτημάτων
λαμπρότητι, ἅπερ ἄμφω τῇ τοῦ μαρτυρίου κατήστρα-
ψας καὶ κατηγλάϊσας στεῤῥότητι, ἄπιθι χαίρουσα
πρὸς οὐρανίους ὑμνοπόλους σκηνὰς, καταλείψασα ἐκ
σαρκίνης προφερομένους γλώττης ἐκτετορνευμένους
λόγους, καὶ τὴν ἧτταν φωνῇ καθομολογοῦντας.

Joannes Damascenus Scr. Eccl., Theol., Vita Barlaam et Joasaph [Sp.]


P. 210, γρ. 1

τε καὶ συντόμως βαδίζειν· ἥνπερ πάντων δικαίως


προέκρινα, καὶ οἰκοδομεῖν ἠρξάμην τὴν πεσοῦσάν
μου τῆς ψυχῆς καὶ φθαρεῖσαν οἰκίαν.
Οὕτως μου τὰ κατ' ἐμαυτὸν διατιθεμένου καὶ
τὸ σφαλερὸν τοῦ νοὸς ἐπανορθοῦντος, ῥημάτων
ἀκήκοα σοφοῦ τινος διδασκάλου τοιαῦτά μοι
ἐμβοῶντος· Ἐξέλθετε, ἔφη, πάντες οἱ ποθοῦντες
σωθῆναι· ἀποχωρίσθητε τῆς ματαιότητος τοῦ
κόσμου· παράγει γὰρ τὸ σχῆμα αὐτοῦ μικρὸν
ὅσον, καὶ ἰδοὺ οὐκ ἔσται. ἐξέλθετε ἀμεταστρεπτί,
μὴ προῖκα δὲ καὶ ἀμισθί, ἀλλ' ἐφόδια φερόμενοι
ζωῆς αἰωνίου· μακρὰν γὰρ μέλλετε βαδίζειν ὁδόν,
πολλῶν ἔχουσαν χρείαν τῶν ἐντεῦθεν ἐφοδίων.
καὶ καταλαμβάνετε τὸν αἰώνιον τόπον χώρας
ἔχοντα δύο, πολλὰς ἐν ἑαυταῖς μονὰς ἐχούσας, ὧν
τὴν μὲν μίαν ἡτοίμασεν ὁ Θεὸς τοῖς ἀγαπῶσιν
αὐτὸν καὶ τὰς αὐτοῦ φυλάττουσιν ἐντολάς, παν-
τοίων οὖσαν ἀγαθῶν πεπληρωμένην, ἧσπερ οἱ
ἀξιωθέντες ἐν ἀφθαρσίᾳ ζήσονται διηνεκεῖ, τῆς
ἀνωλέθρου ἀπολαύοντες ἀθανασίας, ἔνθα ἀπέδρα
ὀδύνη, λύπη καὶ στεναγμός· ἡ δὲ δευτέρα,

Acta Philippi, Acta Philippi Τμ. 51, γρ. 8

ἦν θαυμάζων ὁ Φίλιππος. καὶ ὁ Ἴρεος ἔλεγεν πρὸς ἑαυτὸν


ἐν τῆ καρδίᾳ αὐτοῦ· Γένοιτό μοι Ἰησοῦ κύριε καὶ ἕως θανά-
του ὑπὲρ τοῦ σοῦ ἀποστόλου ἀγωνίσασθαι.
Ὡς δὲ εἰσῆλθεν εἰς τὴν ἑαυτοῦ οἰκίαν, λέγει αὐτῷ
ἡ γυνὴ αὐτοῦ· Ἤκουσα ἄνερ καλὲ ὅτι ἐσκόρπισας τὴν βουλὴν
τῶν ἱερέων καὶ Ἰουδαίων περί τινος ξένου μάγου ὀνόματι
324

Φιλίππου. Ὃ δὲ εἶπεν αὐτῇ· Εἴθε γύναι ἄξιοι ὑπήρχομεν


τοῦ ποιῆσαι τὴν οἰκίαν ἡμῶν τοῦ θεοῦ αὐτοῦ κατοικητήριον.
Λέγει αὐτῷ· Οὐ θέλω αὐτὸν εἰσελθεῖν εἰς τὴν οἰκίαν μου,
ὅτι ὡς ἔμαθον χωρίζει ἄνδρας καὶ γυναῖκας· ἀπελεύσομαι δὲ
εἰς τὴν οἰκίαν τῶν γονέων μου, καὶ οὐκ ἀφήσω τὴν προῖκά
μου εἰς τὴν οἰκίαν σου. ἀποσπάσω δὲ καὶ τοὺς δούλους μου
οὓς προήγαγόν σοι, καὶ τὰς ἅβρας μου, σὺν πᾶσι τοῖς τέκνοις
αὐτῶν. ἰδοὺ χρόνους εἴκοσι τέσσαρας συνέζησά σοι καὶ οὐκ
ἀντεῖπόν σοι μικρὸν ἢ μέγα ῥῆμα. τί δὲ καὶ τὰ τέκνα σου
ποιήσεις ἐὰν εἰσάγῃς τὸν μάγον ἐκεῖνον ὧδε; πάντως γὰρ καὶ
θόρυβος πολὺς ἔσται τῆς πόλεως ἐν τῇ οἰκίᾳ σου.

Joannes Camaterus Astrol., Astron., Introductio in astronomiam Γρ. 708

εὐρυστέρνους τὰ κάλλιστα, ἐκ δὲ μηροὺς πρὸς πόδας


ἰσχνούς τε καὶ λιγνούτζικους, πρὸς λόγον ἡδυτάτους
πονοῦντάς τε καὶ τοὺς νεφροὺς, ἔχοντας κλιμακτῆρας·
ἐκ τῶν ἐτῶν τὸ ἔννατον τὸ εἰκοστόν τε πρῶτον·
τριακοστὸν τὸ τέταρτον, σαρακοστὸν τὸ ἕκτον,
πενήντα δυὸ, ἑβδομήκοντα τὸ τέλος ὑποστάντας.
Ὁτρίτοςδὲ ὁ δεκανὸς φρονίμους, πολυφίλους,
βλάβας περὶ τὰ σώματα ἔχοντας ὀλεθρίας,
εἰς ἀγῶνας βασιλικοὺς πάντοτε ὡς φρονίμους
κτημάτων ἀποτάξαντας, ἐκ γυναικῶν δὲ πάλιν
ἀποκερδήσαντας πολλὰ ἀπὸ τῶν προικημάτων,
ἐρυθροὺς μὲν τὰ πρόσωπα, ἀλλὰ μεγαλοφθάλμους,
ἀσθενεῖς πρὸς τὰ γύναια, πρὸς δὲ τὸ ἄλλον μέρος
ἀνδραγαθοῦντας θαρρικὰ ὡς οἱ κοπροκυλίσται.
θάνατος δ' ἐπικείσεται πρὸς τὸ ἕβδομον ἔτος
καὶ πρὸς τὸ τρισκαιδέκατον τὸ εἰκοστόν τε τρίτον,
σαρακοστὸν τὸ τρίτατον καὶ τὸ πενήντα δύο,
τὸ ἕκτον τῶν ἑξήκοντα, τέταρτον ἑβδομήντα,
ἔννατον ὀγδοήκοντα τὸ τέλος τούτοις νέμει.
Εἰς τὸ δὲμεσεμβόλημακαὶ θεριστὰς χρησίμους,

Joannes Camaterus Astrol., Astron., Introductio in astronomiam


Γρ. 2659

μεσουρανῶν ἐν θηλυκῷ τῷ ζῴδιῳ προσυπάρχει,


πολύκοινον καὶ σιχαντὸν ἐνδείξει τὴν γυναῖκα,
εἰ δὲ παρὼν ἀρσενικῷ, τὸν ἄνδρα φέρει ταῦτα·
τετραγωνίζων δὲ ὁ Ζεὺς τῷ γαμικῷ ἀστέρι,
τῆς ἐν τῷ γάμῳ στάσεως δηλωτικὸς ὑπάρχει.
ὁ δὲ τοῦ γάμου κύριος ἔστιν ἡ Ἀφροδίτη·
εἰ δὲ Σελήνη κάκιστος εἰς ἄρρεν οὖσα ζῴδιον,
ὁ δὲ τοῦ γάμου κύριος ὡροσκοπῶν εἰ τύχῃ,
ἐπίμεμπτον καὶ μωμητὸν τὸν γάμον προδηλώσει.
325

ὅταν δ' ὁ Ζεὺς ἐν θηλυκῷ προσυπάρχει ζῳδίῳ,


ψευδόπροικος, ψευδόπλουτος, ὑπόδικος ἡ νύμφη·
εἰ δ' ἐν ἀρσενικῷ πάλιν, καὶ πρὸς τὸν ἄνδρα ταῦτα,
ἐπεὶ καὶ προειρήκαμεν ὅτι τὸν ὡροσκόπον
ὑπάρχει πρόσωπον γαμβροῦ, τὸ δῦνον δὲ τῆς νύμφης,
τὸ δέ γε μεσουράνημα τὴν μῖξιν ἀμφοτέρων,
τὸ δ' ὑπὸ γῆν τὸ τῆς προικὸς καὶ τὸντοῦγάμου λόγον·
ὁ μὲν Κρόνος ὡροσκοπῶν σημαίνει τὸν νυμφίον
πρεσβύτηντεκαὶ ῥυπαρὸν, ὁ Ἄρης πάλιν τοῦτον
ὀργίλον καὶ νεώτερον, ὑπόπυρρον τὴν ὄψιν,
Ζεὺς δ' ἀγαθὸν καὶ πλούσιον καὶ τὴν ἥβην μεσαῖον,
ἡ δ' Ἀφροδίτη γλυκερὸν, καθαρὸν ἱλαρόν

Georgius Cedrenus Chronogr., Compendium historiarum Vol. 1, p. 637, γρ. 6

μενος καὶ ἕως τῆς συγκλήτου προκόψας, Ἰλλυριὸς τῷ γένει· οἱ δὲ


Θρᾷκα τοῦτον λέγουσιν εἶναι. ἦν δὲ τῷ σώματι μεσῆλιξ, εὐρὺς
τοὺς ὤμους καὶ τὰ στέρνα, πολιός· ἐπήνθει δὲ τῷ προσώπῳ αὐ-
τοῦ ἔρευθος βλοσυρῷ ὄντι καὶ πλατεῖ. οὗτος πᾶσιν ἄριστος ἐδεί-
χθη, ζηλωτὴς τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καὶ ἐν τοῖς πολέμοις μεγά-
λως εὐδοκιμῶν. σύμβιον δὲ ἔχων Λουππικίαν ἔστεψεν Αὐγοῦ-
σταν, ἣν οἱ δῆμοι ἐστεφανωμένην Εὐφημίαν ἐκάλεσαν. τούτῳ
τῷ Ἰουστίνῳ Εὐλάλιός τις, ἀπὸ πλουσίων γενόμενος πένης, ἐν
τῷ μέλλειν αὐτὸν ἀποβιῶναι ἔγραψεν ἐνδιαθήκως κληρονόμον
Ἰουστῖνον, παρακελευσάμενος ὥστε τὰς τρεῖς αὐτοῦ θυγατέρας
μικρὰς καταλειφθείσας ἀναθρέψαι καὶ ἐκπροικίσαι τὸν βασιλέα,
καὶ πάντα αὐτοῦ τὰ χρέα ἀποδοῦναι τοῖς χρεωστουμένοις, καὶ τὰ
γραμματεῖα ἀναρρύσασθαι· ἅπερ βασιλικῶς πάντα Ἰουστῖνος
ἐπλήρωσε, καταπλήξας ἐν τούτῳ πάντα ἄνθρωπον τὸν ἀκούσαντα.
Βιταλιανὸς δὲ ὁ προρρηθεὶς σφόδρα ᾠκειώθη τῷ βασιλεῖ, ὀρθό-
δοξος δὲ ὢν Σεβῆρον ᾐτήσατο καθαιρεθῆναι. ὅπερ μαθὼν ἐκεῖ-
νος φεύγει σὺν Ἰουλιανῷ τῷ Ἁλικαρνασοῦ· καὶ εἰς Αἴγυπτον
ἀπελθόντες καὶ τὸν περὶ φθαρτοῦ καὶ ἀφθάρτου λόγον κινήσαντες
ταύτην ἐτάραξαν, Διοσκόρου ἐπισκοποῦντος Ἀλεξανδρείας. ἐπι-
σκόπων δὲ ἀπὸ Ῥώμης ἐλθόντων δι' Ὁρμίσδου ἐπισκόπου Ῥώμης
τῇ Βιταλιανοῦ σπουδῇ, ἔτι ζῶντος Ἰωάννου τοῦ Καππαδόκου

Joannes Cinnamus Gramm., Hist., Epitome rerum ab Joanne et Alexio Comnenis


gestarum P. 248, γρ. 15

γεγόναμεν κύριοι, ὧν αὐτοὶ διδόντες εἶτα ἀφείλεσθε. ἆρα τοίνυν


ἔστι παρ' ὑμῖν Σίρμιον ἕτερον; ἔστι που Ζεύγμη καὶ Δαλματία
ἄλλη, ἃ διδόντες νῦν ἡμῖν ἥκετε; εἰ μέν ἐστι, δείξατε δή, ὡς
ἡμεῖς γε ὑπτίαις αὐτίκα ὑποδεξόμεθα ταῦτα χερσίν, εἰδότες μέν,
ὡς οὐδὲ ταῦτα ὅσον τὸ ἐφ' ὑμῖν καθέξομεν ἀσφαλῶς (μέλησις
γὰρ ὑμῖν οὐδεμία πάντα παρανομεῖν), αὐτῇ δ' ὅμως ἰσχύϊ σὺν
θεῷ φάναι τῇ ἡμῶν ὥσπερ καὶ τούτων κρατήσοντες. εἰ δὲ ταῦτα
326

μὲν παρ' ἡμῖν ἄρτι κεῖται, ὑμῖν δ' οὐδὲν ὑπολέλειπται ὧν ἄρτι
δώσειν φατέ, ἐπὶ τίσιν ἡ σύμβασις; ἢ τί τὸ διαλλάξον ἡμᾶς
ἔσται;” τὸ μὲν δὴ πρῶτον οὕτως αὐτοὺς ἠμείψατο, μεταβαλὼν
δ' ἔπειτα “ἀλλ' ἵνα” ἔφη “γνῶτε, ὡς προῖκα ὑμῖν σπείσασθαι
θέλομεν Χριστιανοῖς οὖσιν, ἄγε γινέσθω τὰ ὅρκια.” ὁ βασιλεὺς
μὲν τοσαῦτα εἶπεν, οἱ δὲ διώμοτα πάντα θέμενοι ἀπηλλάγησαν,
καὶ ὁ βασιλεὺς λοιπὸν ἐπὶ Βυζάντιον ἦλθεν.
17. Ἤδη δὲ καὶ Ἰωάννης ὁ Δούκας Δαλματίαν παραστη-
σάμενος Νικηφόρῳ τῷ Χαλούφῃ ταύτην παρέθετο, οὕτω πρὸς
βασιλέως ἀπεσταλμένον αὐτῷ. ἔφθη γὰρ αὐτὸν δυνάμεσιν ἅμα
ἐνταῦθα στεῖλαι ἐφ' ᾧ ἢ βίᾳ ἢ ὁμολογίᾳ ταύτην ἑλεῖν, τῶν Οὔν-
νων τῷ λόγῳ δῆθεν Βελᾷ πρὸς κλῆρον καὶ ταύτην ἀφοριζόντων.
ὁ δὲ τὴν Σερβίων παραμείψας χώραν, ἐπειδὴ εἰς ταύτην εἰσέβαλε
πᾶσα ἐν βραχεῖ δυναστεία τὸ πλέον ὑπὸ τῷ βασιλεῖ ἔθετο.

Constantinus VII Porphyrogenitus Imperator Hist., De legationibus


P. 15, γρ. 16

ἀνθρώποις προειδέναι ῥᾴδιον, ἐπ' ἐκείνῳ τὴν αἵρεσιν ἐποίουν,


εἴτε ἀργύριον ἀντὶ τῶν αἰχμαλώτων ἐβούλετο λαβεῖν εἴτε ἑτέρους
αἰχμαλώτους. Πύρρος δὲ μετὰ τῶν φίλων βουλευσάμενος ἀπο-
κρίνεται τάδε αὐτοῖς·
Σχέτλιόν τι πρᾶγμα ποιεῖτε, ὦ ἄνδρες Ῥωμαῖοι, φιλίαν μὲν
οὐ βουλόμενοι συνάψαι πρὸς ἐμέ, τοὺς δὲ ἁλόντας κατὰ πόλεμον
ἀξιοῦντες ἀπολαβεῖν, ἵνα τοῖς αὐτοῖς τούτοις σώμασιν εἰς τὸν κατ'
ἐμοῦ πόλεμον ἔχοιτε χρῆσθαι. ἀλλ' εἰ τὰ κράτιστα βουλεύεσθε
πράττειν καὶ τὸ κοινῇ συμφέρον ἀμφοτέροις ἡμῖν σκοπεῖτε, σπει-
σάμενοι τὸν πόλεμον τὸν πρὸς ἐμὲ καὶ τοὺς ἐμοὺς συμμάχους
ἀπολάβετε τοὺς ἰδίους προῖκα παρ' ἐμοῦ πολίτας τε καὶ συμμάχους
ἅπαντας· ἄλλως δ' οὐκ ἂν ὑπομείναιμι πολλοὺς καὶ ἀγαθοὺς ὑμῖν
προέσθαι.
Ταῦτα μὲν τῶν τριῶν πρεσβευτῶν παρόντων ἔλεξεν· ἰδίᾳ δὲ
τὸν Φαβρίκιον ἀπολαβών· ἐγὼ σέ, φησίν, ὦ Φαβρίκιε, πυνθάνομαι
κράτιστον ἐν ἡγεμονίαις πολέμων εἶναι καὶ τῷ βίῳ δίκαιον καὶ
σώφρονα καὶ τὰς ἄλλας ἁπάσας ἔχοντα ἀρετάς, χρημάτων τε ἄπο-
ρον καὶ καθ' ἓν τὸ μέρος τοῦτο ἐλασσούμενον ὑπὸ τῆς τύχης, ὥστε
μηδὲν ἄμεινον τῶν πενεστάτων βουλευτῶν ἐν τοῖς κατὰ τὸν βίον
διατελεῖν. τοῦτο δὴ τὸ μέρος ἐκπληρῶσαι προθυμούμενος ἕτοιμός

Constantinus VII Porphyrogenitus Imperator Hist., De legationibus


P. 165, γρ. 23

λιστα δὲ ἔδοξεν αὐτῷ δίκαιος εἶναι, ὅτι, τὰ χρήματα αὐτῷ τοῦ βαρ-
βάρου διδόντος, καὶ τὰ πρέποντα δῶρα πρεσβευτῇ δωρούμενος
ἀπεώσατο πάντα εἰπών, ὡς ἀντὶ τούτων δῶρόν ἐστιν εὔσχημον
πρεσβεύοντι ἀνθρώπῳ τοὺς αἰχμαλώτους κομίσασθαι. ὁ δὲ τῆς
διανοίας ἐπαινέσας τὸν ἄνδρα· οὓς μὲν ἐγώ, ἔφησεν, σὺν τοῖς
327

ἐμοῖς υἱέσι τῶν αἰχμαλώτων ἀπέλαχον, τούτους σοι πάντας ἀφίημι·


ἣν δὲ τὸ πλῆθος αὐτῶν κατενείματο μοῖραν, τούτους σοὶ μὲν ἐξέσται
παρ' ἑκόντων, εἰ βούλει, πρίασθαι τῶν ἐχόντων, αὐτὸς δ' ἂν οὐ
δυναίμην οὐκ ἐθέλοντας ταῦτα τοὺς εἰληφότας βιάσασθαι. ἐνταῦθα
ὁ Σευῆρος ἀπέλυσε μὲν προῖκα οὓς αὐτὸς εἶχεν ὁ Βάνδιλος· ἃ δὲ
εἶχε χρήματα καὶ ἐσθῆτας καὶ σκεύη πάντα ὑπὸ κήρυκι δημοσίᾳ
πωλήσας τούτοις ὅσους ἴσχυσε τῶν αἰχμαλώτων ἐπρίατο.
4. Ὅτι Ζήνων ὁ βασιλεὺς πρὸς τὸν ἀρχηγὸν τῶν Γότθων
πρεσβευσάμενος περὶ Ἡρακλείου τοῦ στρατηγοῦ τοῦ κρατηθέντος
παρὰ τῶν Γότθων, ὑπέσχετο ἐπὶ λύτροις ἀφήσειν καὶ τὰ λύτρα
ρʹ συνωμολόγησε τάλαντα. ταῦτα τοὺς προσήκοντας Ἡρακλείῳ
Ζήνων ἐκέλευσε παρασχεῖν, ἵνα μὴ δοκοίη λελυμένος ὑπ' ἄλλων ἐν
δούλου γενέσθαι σχήματι. πέμπεται δὲ εἰς Θρᾴκην τοῖς Γότθοις
τὰ χρήματα. οἱ δὲ ἐδέξαντο μὲν καὶ δῆθεν ἐκ τῆς φρουρᾶς ἀνι-
ᾶσιν Ἡράκλειον· προϊόντι δὲ αὐτῷ ἐν Ἀρκαδίου πόλει

Constantinus VII Porphyrogenitus Imperator Hist., De legationibus


P. 184, γρ. 23

οἰκεῖον ὥσπερ δῶρον λήψεται παρ' ὑμῶν, ἐπεὶ καὶ Λαζικὴν οἴεται
οὐκ ἄλλως ἔχειν. διαβεβαιουμένων γὰρ ἡμῶν καὶ ἐναργέστατα
δεικνύντων, ὡς Ῥωμαίων ἐκ πλείστου χρόνου κτῆμα καθέστηκεν,
ἀντεῖπας αὐτὸς τῷ τοῦ πολέμου νόμῳ Λαζικὴν οἰκειώσασθαι, καὶ
ὅμως τῷ βούλεσθαι τὴν δίκην ἄτρωτον εἶναι προυργιαίτερον
ἔθου σώφρονα κεκτῆσθαι λογισμὸν ἢ χεῖρα δυνατήν. τοιγαροῦν
ἐποιήσω τὴν οὐκ ἀνάγκην ἀνάγκην καὶ τῷ γενναίῳ τῆς μεγαλοφρο-
σύνης ἐψηφίσω κατὰ σαυτοῦ καὶ νικᾶν ἠξίωσας ἡττημένος τοῦ
πρέποντος, καὶ ἁπλῶς ἀπεκατέστησας ἡμῖν Λαζικὴν ὥσπερ οἰκεῖόν
τι κτῆμα μεταθεὶς καὶ τὴν ἐξουσίαν μεταγαγὼν ἐφ' ἡμᾶς. οὐκ
ἄλλως δὲ καὶ περὶ Σουανίας ἀντιβολοῦμεν τὸ οἰκεῖον προῖκα
λαβεῖν, καὶ χάριν δὲ ὁμολογήσειν ἡμᾶς ὑμῖν τῷ μὴ ἐζημιῶσθαι
τὸ οἰκεῖον, ὑμᾶς δὲ τῷ κρείττονι τῷ δύνασθαι τοσοῦτον ὥστε δω-
ρεῖσθαι δοκεῖν καὶ τὸ μὴ ὑμέτερον. καὶ ὁ βασιλεὺς ἔλεξεν ὧδε· οὕτω
δῆτα ψυχὴν λόγων χηρεύουσαν καὶ τοῦ πείθειν ἔρημον εὑροῦσα ἡ
τῆς σοφίας δύναμις περιφρονοῦσα τὸ ἀσθενὲς καταγωνίζεται,
ὥσπερ φάρμακον ἐν ἕλκει προσπλαττόμενον καταβιβρώσκει μὲν
τὸ νοσοῦν, συναναζωπυρεῖ δὲ τὴν ὑγείαν τῷ κάμνοντι. εἰ γὰρ τὸ
δίκαιον οὐκ εἶπέ τισιν, εἴπῃ δὲ τὸ ἁρμόδιον, οὐδὲν ἧττον καὶ οὕτω
νικήσει. τοιγαροῦν ἡ σοφία τούτου ἕνεκα τῆς ἰσχύος τῶν ὅπλων
κρατεῖ, ὅτι πολέμου μὲν δύναμις οὐχ οἵα τε πέφυκε τοῦ πρακτέου

Constantinus VII Porphyrogenitus Imperator Hist., De legationibus


P. 226, γρ. 2

Θεόδωρος Πρίσκῳ τοὺς λόγους τοῦ βαρβάρου διεξῆλθε, καὶ ὁ


Πρίσκος τῇ ὑστεραίᾳ ἐκκλησίαν ἐκάθισεν παρῄνει τε Ῥωμαίοις
κοινωνὸν τῶν λαφύρων ποιήσασθαι καὶ τὸν βάρβαρον. οἱ δὲ
Ῥωμαῖοι τέως πρὸς τὸ συνοίσειν μὴ ἐνδημήσαντες κατεστασίαζον
328

τοῦ στρατηγοῦ. ὁ δὲ στρατηγὸς πολλοῖς καὶ ποικίλοις καὶ λίαν


ἐντελέσι λόγοις χρησάμενος τὰς δυνάμεις ὑπέπεισε δοῦναί τι τῷ
βαρβάρῳ τῆς λείας. ἀπέδοντο τοίνυν Ῥωμαῖοι τοὺς ἑαλωκότας
τῷ Χαγάνῳ βαρβάρους, τῶν δὲ λοιπῶν λαφύρων ἀμέτοχον αὐτὸν
ποιησάμενοι διαλύουσι τὸ ἀμφίβολον. ἀσμενίσας τοίνυν ὁ Χαγάνος
τὴν τῶν βαρβάρων ἀπόδοσιν χώραν ἐδίδου ταῖς διαβάσεσιν. οὕτω
μὲν οὖν οἱ Ῥωμαῖοι εʹ χιλιάδας βαρβάρων τῷ Χαγάνῳ προῖκα κατα-
βαλόμενοι ἐπὶ τὰ Δριζίπερα γίνονται, ὁ δὲ στρατηγὸς ἐς Βυζάντιον.
ὁ δὲ Μαυρίκιος τούτῳ ἐμέμφετο σφάλμασί τε εὐηθείας αὐτὸν
περιέβαλλεν ἀσυνέτως ἀποδεδωκότα τῷ βαρβάρῳ τὴν λείαν. καὶ
ἀποχειροτονεῖται ὁ Πρίσκος.
6. Ὅτι τῶν Ἀβάρων ἐπιτρεχόντων τὰ τῆς Θρᾴκης ἡ σύγκλητος
παρῄνει τῷ Μαυρικίῳ πρὸς τὸν Χαγάνον πρεσβείαν ἐκπέμψασθαι.
ὁ δὲ βασιλεὺς προσκαλεσάμενος τὸν Ἁρμάτωνα πρέσβιν χειροτονεῖ
καὶ ὡς τὸν Χαγάνον ἐξέπεμψεν. ὁ μὲν οὖν Ἁρμάτων ἐς τὰ Δριζίπερα
γίνεται πλήθη δώρων ἐπιφερόμενος. ὁ δὲ Χαγάνος τὰς παρούσας
τύχας ἀποδυρόμενος ἐθρήνει ἀσχέτως τὴν ἀποβολὴν τῶν υἱῶν τήν

Constantinus VII Porphyrogenitus Imperator Hist., De legationibus Pa 410, γρ. 29

ἐπικληθείς, ὡς τόν τε Πύρρον κακῶς ἀπηλλαχότα καὶ τοὺς Ῥω-


μαίους αὐξανομένους ἔμαθε, δῶρά τε αὐτοῖς ἔπεμψε καὶ ὁμολογίαν
ἐποιήσατο. οἱ οὖν Ῥωμαῖοι ἡσθέντες ὅτι καίτοι διὰ πλείστου ὢν
περὶ πολλοῦ σφᾶς ἐπεποίητο, πρέσβεις πρὸς αὐτὸν ἀνταπέστειλαν.
ἐπειδή τε ἐκεῖνοι δῶρα παρ' αὐτοῦ μεγαλοπρεπῆ λαβόντες ἐς τὸ
δημόσιον σφᾶς ἀπέδειξαν, οὐκ ἐδέξαντο αὐτά.
3. Ὅτι οἱ Καρχηδόνιοι φοβηθέντες μὴ ἁλῶσι προεκηρυκεύ-
σαντο πρὸς τὸν ὕπατον, ὅπως ὁμολογίᾳ τινὶ ἐπιεικεῖ ἀποπέμψαν-
τες αὐτὸν τὸ παραχρῆμα δεινὸν ὑπεκφύγωσιν. ἐπειδή τε οὐκ ἠθέ-
λησαν Σικελίας τε πάσης καὶ Σαρδοῦς ἀποστῆναι καὶ τοὺς μὲν
τῶν Ῥωμαίων αἰχμαλώτους προῖκα ἀφεῖναι, τοὺς δὲ σφετέρους λύ-
σασθαι, τά τε δαπανηθέντα τοῖς Ῥωμαίοις ἐς τὸν πόλεμον πάντα
διαλῦσαι καὶ χωρὶς ἄλλα καθ' ἕκαστον ἔτος συντελεῖν, οὐδὲν ἤνυσαν.
πρὸς γὰρ δὴ τοῖς εἰρημένοις καὶ ἐκεῖνα αὐτοὺς ἐλύπει, ὅτι μήτε
πολεμεῖν [τὸ] μήτε συμβαίνειν ἄνευ τῶν Ῥωμαίων, καὶ αὐτοὶ μὲν
μὴ πλείοσι μιᾶς ναυσὶ μακραῖς χρῆσθαι, ἐκείνοις δὲ πεντήκοντα
τριήρεσιν ἐπικουρεῖν ὁσάκις ἂν ἐπαγγελθῇ σφίσιν, ἄλλα τέ τινα
οὐκ ἐκ τοῦ ὁμοίου ποιεῖν ἐκελεύοντο. ἐξ οὖν τούτων ἅλωσιν σφῶν
ἀκριβῆ τὰς σπονδὰς νομίσαντες ἔσεσθαι, πολεμεῖν αὐτοῖς μᾶλλον
εἵλοντο.

Constantinus VII Porphyrogenitus Imperator Hist., De legationibus


P. 486, γρ. 21

λικῆς χηρεύων συντάξεως εὐκαταφρόνητος εἴη Ῥωμαίοις τε καὶ


Πέρσαις. περιεστοιχίζετο γοῦν πάντοθεν βασιλικῇ δορυφορίᾳ
Χοσρόης, ὁπόσῃ νόμος Ῥωμαίοις αὐτοκρατορικὰ σκῆπτρα γεραίρε-
σθαι. ὁρῶντες γοῦν οἱ Μῆδοι ὁπόση τῷ Χοσρόῃ ὑπὸ τοῦ αὐτο-
κράτορος ῥώμη περιεκέχυτο, τὴν γνώμην μεταναστευσάμενοι, χαί-
329

ρειν φράσαντες τῇ τυραννίδι προσεχώρουν Χοσρόῃ. καὶ τοῦ μὲν


Βαρὰμ ὁσημέραι τὸ συμμαχικὸν κατησθένει, τῷ δὲ Χοσρόῃ κατὰ
νοῦν ἐχώρει τὰ πράγματα, καταλιπαινομένης αὐτῷ τῆς δυνάμεως.
διανοεῖται γοῦν παραυτίκα Χοσρόης τῷ Μαυρικίῳ εὐνουστάτην
πρᾶξιν ἐνδείξασθαι. διὸ ἐν βασιλικῇ διφθέρᾳ τὴν πόλιν Δάρας
ὑπήκοον ἐγγράφεται προῖκα Μαυρικίῳ τόν τε Δολαύζαν τὸν σα-
τράπην, ἄνδρα ἀπόβλεπτον, ἐς Βυζάντιον στέλλει τὰς κλεῖς οἰσό-
μενον τοῦ πολίσματος τήν τε ἐν γράμμασι δωρεάν. ὁ μὲν οὖν
πρέσβις ἐπὶ τὸ βασίλειον ἄστυ γενόμενος παρεδίδου Ῥωμαίοις τὸ
πόλισμα καὶ ἐς λόγους πρὸς τὸν αὐτοκράτορα ἧκεν· ὁ δὲ Μαυρί-
κιος δώροις βασιλικοῖς μεγαλύνας τοῦτον τὴν τῶν προαπαγγελ-
θέντων ὠχύρου καὶ αὖθις ὑπόσχεσιν, παῖδα Χοσρόην ἀποκαλῶν.
10. Ὅτι ὁ Χοσρόης δεδοικὼς μή που δολοφονία τις ὑποσταίη
αὐτῷ ὑπὸ τῶν ἐγχωρίων, ἐδεῖτο Μαυρικίου ἐς τὴν τοῦ σώματος
φρουρὰν χιλίους ἐκ τοῦ ὁπλιτικοῦ παραπέμπεσθαι. ὁ δὲ τῶν
Ῥωμαίων βασιλεὺς σωματοφύλακας ἐς Χοσρόην ἐξέπεμπεν.

Constantinus VII Porphyrogenitus Imperator Hist., De virtutibus et vitiis


Vol. 1, p. 57, γρ. 18

έδραμεν αὐτῷ καὶ προσεκύνησεν. ἦν δὲ τὸ μὲν γένος Ἰεβουσσαῖος,


φίλος δ' ἐν τοῖς μάλιστα Δαυίδου, καὶ διὰ τοῦτ' οὐδὲν αὐτὸν
εἰργάσατο δεινόν, ὅτε τὴν πόλιν κατεστρέψατο. τοῦ δὲ Ὀροννᾶ
πυθομένου, τί παρείη πρὸς τὸν δοῦλον ὁ δεσπότης, εἶπεν ὠνή-
σασθαι παρ' αὐτοῦ τὴν ἅλω, ὅπως βωμὸν ἐν αὐτῇ κατασκευάσῃ
τῷ Κυρίῳ καὶ ποιήσῃ θυσίας. ὁ δὲ τὴν ἅλω εἶπε καὶ τὰ ἄροτρα
καὶ τοὺς βόας εἰς ὁλοκαύτωσιν χαρίζεσθαι καὶ τὸν θεὸν ἡδέως
εὔχεσθαι τὴν θυσίαν προσέσθαι. ὁ δὲ βασιλεὺς ἀγαπᾶν μὲν αὐ-
τὸν τῆς ἁπλότητος καὶ τῆς μεγαλοψυχίας ἔλεγε καὶ δέχεσθαι τὴν
χάριν, τιμὴν δ' αὐτὸν ἠξίου λαμβάνειν πάντων· οὐ γὰρ δίκαιον
εἶναι προῖκα θυσίαν ἐπιτελεῖν. τοῦ δὲ Ὀροννᾶ φήσαντος ποιεῖν
ὅ τι βούλεται, νʹ σίκλων ὠνεῖται παρ' αὐτοῦ τὴν ἅλω. καὶ οἰ-
κοδομήσας τὸν βωμὸν ἱερούργησε καὶ ὡλοκαύτωσε καὶ θυσίας
ἀνήνεγκεν εἰρηνικάς. καταπραΰνεται δὲ τούτοις τὸ θεῖον, καὶ πά-
λιν εὐμενὲς γίνεται. συνέβη δ' εἴς τ' ἐκεῖνον ἀγαγεῖν τὸν τόπον
Ἄβραμον τὸν υἱὸν αὐτοῦ Ἴσακον ὥστε ὁλοκαυτῶσαι καὶ ἀντὶ τού-
του κριὸν πεμφθέντα τυθῆναι. ὁρῶν δὲ ὁ βασιλεὺς Δαυίδης τῆς
εὐχῆς αὐτοῦ τὸν θεὸν ἐπήκοον γεγενημένον καὶ τὴν θυσίαν ἡδέως
προσδεξάμενον, ἔκρινε τὸν τόπον ἐκεῖνον ὅλον βωμὸν προσαγο-
ρεῦσαι τοῦ λαοῦ παντὸς καὶ οἰκοδομῆσαι ναὸν τῷ θεῷ. ταύτην
εὐστόχως ἀφῆκεν εἰς τὸ γενησόμενον τὴν φωνήν· ὁ γὰρ θεὸς τὸν

Constantinus VII Porphyrogenitus Imperator Hist., De virtutibus et vitiis


Vol. 1, p. 66, γρ. 17

μελήσειν γὰρ αὐτῇ περὶ τῆς Ναβούθου τιμωρίας. καὶ παραχρῆμα


πέμπει γράμματα πρὸς τοὺς ὑπερέχοντας τῶν Ἰσραηλιτῶν ἐκ τοῦ
Ἀχαάβου ὀνόματος, νηστεῦσαί τε κελεύουσα καὶ ποιησαμένους ἐκ-
κλησίαν προκαθίσαι μὲν αὐτῶν Νάβουθον (εἶναι γὰρ αὐτὸν γένους
ἐπιφανοῦς), παρασκευασαμένους δὲ τρεῖς τολμηρούς τινας κατα-
330

μαρτυρήσοντας αὐτοῦ, ὡς τὸν θεόν τε εἴη βλασφημήσας καὶ τὸν


βασιλέα, καταλεῦσαι καὶ τούτῳ διαχρήσασθαι τῷ τρόπῳ. καὶ Νά-
βουθος μέν, ὡς ἔγραψεν ἡ βασίλισσα, οὕτω καταμαρτυρηθεὶς
βλασφημήσας τὸν θεὸν καὶ Ἀχάαβον, βαλλόμενος ὑπὸ τοῦ πλή-
θους ἀπέθανεν· ἀκούσασα δὲ ταῦτα ἡ Ἰεζαβέλα εἴσεισι πρὸς τὸν
βασιλέα καὶ κληρονομεῖν τοῦ Ναβούθου ἀμπελῶνα προῖκα ἐκέλευ-
σεν. ὁ δὲ Ἀχάαβος ἥσθη τοῖς γεγενημένοις καὶ ἀναπηδήσας ἀπὸ
τῆς κλίνης ὀψόμενος ἧκε τὸν ἀμπελῶνα τὸν Ναβούθου. ἀγανακ-
τήσας δὲ ὁ θεὸς πέμπει τὸν προφήτην Ἡλίαν εἰς τὸ Ναβούθου
χωρίον, Ἀχαάβῳ συμβαλοῦντα καὶ περὶ τῶν πεπραγμένων ἐρησό-
μενον, ὅ τι κτείνας τὸν ἀληθῆ δεσπότην τοῦ χωρίου κληρονομή-
σειεν αὐτὸς ἀδίκως. ὡς δ' ἧκε πρὸς αὐτόν, εἰπόντος τοῦ βασι-
λέως ὅ τι βούλεται χρήσασθαι αὐτῷ (αἰσχρὸν γὰρ εἶναι ὑπὸ ἁμαρ-
τήματι ληφθῆναι ὑπ' αὐτοῦ), κατ' ἐκεῖνον ἔφη τὸν τόπον, ἐν ᾧ
τὸν Ναβούθου νεκρὸν ἀπὸ κυνῶν δαπανηθῆναι συνέβη, τό τε αὐ-
τοῦ αἷμα καὶ τὸ τῆς γυναικὸς χυθήσεσθαι, καὶ πᾶν αὐτοῦ τὸ γένος

Josephus Genesius Hist., Βασιλεῖαι Book 4, τμ. 17, γρ. 5

πάντες μὲν στυγεροὶ θάνατοι δειλοῖσι βροτοῖσι,


λιμῷ δ' οἴκτιστον θανέειν καὶ πότμον ἐπισπεῖν,
καὶ τοσοῦτον, ὥστε καὶ τοῦ Χριστιανῶν εὐπειθῶς καταξιωθῆναι
βαπτίσματος ἅπαντας, τὸν δὲ αὐτῶν ἀρχηγὸν αἱρετίσασθαι Μιχαὴλ
ὠνομάσθαι ἐπὶ τῷ βασιλέως ὀνόματι, ἐκπεμφθέντων ἐκεῖσε ἀρχιερέων
τινῶν ἐλλογίμων τὰ τῆς Χριστιανικῆς πίστεως ἐγκρατύνασθαι.
Περὶ πολλοῦ δὲ τῷ καίσαρι Βάρδᾳ ἡ σοφία πεφιλοτίμητο,
κἂν τῶν πολλῶν πρὸς ἐπίδειξιν ἐμεμέλητο. συναθροίζει σοφοὺς κατὰ
τὴν Μαγναύραν, ὧν τοὺς μὲν φιλοσοφίαςκαὶγεωμετρίας, τοὺς
δὲ ἑτέρους ἀστρονομίας, ἄλλους γραμματικῆς ἀντιποιουμένους ἐγκατα-
στήσας προῖκα διδάσκειν τοὺς προσιόνταςπαρεκελεύσατο>. καὶ τοσοῦτον
αὐτῷ τὰ τῆς ἐπιμελείας ἐν τούτῳ διείργαστο, ὡς Λέοντα τὸν πάνυ
φιλόσοφον κατὰ τὴν φιλοσοφίαν ἐντάξαι διδάσκαλον, καὶ τὸν αὐτοῦ
φοιτητὴν ἐν γεωμετρίᾳ Θεόδωρον, καὶ ἐν ἀστρονομίᾳ Θεοδήγιον, ἔν
τε γραμματικῇ Κομητᾶν, καὶ τούτους ταῖς βασιλικαῖς δωρεαῖς ἐπαρ-
κεῖν· ἐφ' οἷς ἐκ φιλοπονίας ἐπιχωριάζων συχνῶς καὶ τῶν μαθητιώντων
ἑκάστου τὸ ἐπιτήδειον ἐννοῶν χρησταῖς ἐλπίσιν ὑπέτρεφεν, αὐτῶν τε
τοὺς καθηγουμένους ἐμμελεστέρους πρὸς τούτους ταῖς εὐεργεσίαις
πεποίητο, ὥστε τοῦ λόγου τὰ σπέρματα ἔκτοτε καὶ μέχρι τῆς δεῦρο
διαυξηθέντα ἐπὶ πλέον τελεσφορεῖν εἰς ἐκείνου μνήμην ἀνάγραπτον.
πρὸς ἐπὶ τούτοις τῷ ἀδωροδοκήτῳ, κἂν ἐπιπλάστως, ἐκέχρητο.

Georgius Monachus Chronogr., Chronicon breve (lib. 1-6) (redactio recentior)


Vol. 110, p. 776, γρ. 32

τέρψιν αὐτῇ παρεχομένου, πλημμυρήσας ταύτην


331

σὺν τοῖς συνοίκοις ἐπόντισεν. Μετὰ δὲ τὸ παύσα-


σθαι τὰ ὕδατα (137a) πλὰξ λιθίνη εὑρέθη ἐν τῇ
τοῦ ποταμοῦ ὄχθῃ ἱερογλυφικοῖς γράμμασιν ἐγκε-
κολαμμένη περιέχουσιν οὕτως· «Σκιρτὸς ποταμὸς
σκιρτήσει κακὰ σκιρτήματα (πόλει καὶ) πολίταις.»
(15) Εὐλαλίου τινὸς ἀπὸ πλουσίων πένητος τε-
λευτήσαντος καὶ γράψαντος ἐν διαθήκῃ Ἰουστῖνον
κληρονόμον καὶ παρακελευσαμένου ὥστε τὰς γʹ θυ-
γατέρας αὐτοῦ μικρὰς καταλειφθείσας ἀναθρέψαι
καὶ ἐκπροικίσαι τὸν βασιλέα καὶ πάντα αὐτοῦ τὰ
χρέα δοῦναι τοῖς χρεωφειλέταις καὶ τὰ γραμ-
ματεῖα (αὐτοῦ) ἀναῤῥύσασθαι, ἅπερ πάντα βασι-
λικῶς Ἰουστῖνος ἐξέστειλε, καταπλήξας ἐν τούτῳ
ἅπαντα ἀκούσαντα ἄνθρωπον.
ΣΙΖʹ. Βασιλεία Ἰουστινιανοῦ.

Leo Diaconus Hist., Historia P. 100, γρ. 11

ἀνιών τε καὶ ὡς αὐτοὺς παραγινόμενος, διένεμέ τε τούτοις χρυ-


σὸν, καὶ τὰ ἡλκωμένα καὶ τῇ νόσῳ κατειργασμένα τούτων μέλη
οὐκ ἀπηξίου θεραπεύειν κατὰ τὸ ἐνὸν, καίτοι ἁβρότατος ὢν καὶ
λίαν φιλόκαλος. τοσοῦτον εἶχε τὸ φίλοικτόν τε καὶ συμπαθὲς
πρὸς τὸ κάμνον τῆς φύσεως, παρὰ φαῦλον, ὅτε πως τούτοις
ἀπήντα, τόν τε τῆς βασιλείας ὄγκον καὶ τὸν ἐκ τῆς ἁλουργίδος
ἀποτικτόμενον τῦφον τιθείς. φόρων τε ἀτέλειαν τῷ τῶν Ἀρμε-
νιακῶν θέματι παρέσχεν· ἐκεῖθεν γὰρ ὥρμητο. τῆς δὲ ῥόγας
ἐνστάσης, ἣν ἥ τε σύγκλητος καὶ τὸ τῆς πολιτείας εὐγενὲς καὶ
ἐλλόγιμον παρὰ τῆς βασιλικῆς χειρὸς ἀποφέρεται, πᾶσι τοῖς
ἠξιωμένοις ταυτησὶ τῆς δωρεᾶς, προῖκα τὴν ῥόγαν ἐπηύξησε,
φιλοτίμῳ καὶ φιλαγάθῳ γνώμῃ κινούμενος.
ϛʹ. Ἤδη δὲ τῆς πρὸς Ὀρόντῃ μεγάλης Ἀντιοχείας πρὸς τοῦ
αὐτοκράτορος Νικηφόρου ἁλούσης, καὶ τοῦ ἱεραρχοῦντος χηρευ-
ούσης (ὁ γὰρ τὸ πρότερον κατάρχων ταύτης Ἀγαρηνὸς τὸν πα-
τριάρχην Χριστοφόρον, ἀποστολικὸν ἄνδρα τε καὶ θεσπέσιον,
ἀνεῖλεν, ἀκόντιον κατὰ τῶν στέρνων αὐτοῦ διελάσας, ἔγκλημα
τἀνδρὶ εἰς τὸν σωτῆρα Χριστὸν ἐπάγων εὐσέβειαν), ταύτης τὸν
συνοικισμὸν προὐργιαίτερον ὁ βασιλεὺς Ἰωάννης ποιούμενος, διὰ
σπουδῆς εἶχε καὶ πολὺς ἦν ἐγκείμενος, τῆς ἱεραρχίας ταύτης τὸν
ἄξιον εὑρεῖν. ἀλύοντι δὲ τούτῳ καὶ γνωματεύοντι,

Symeon Logothetes Hist., Chronicon (sub nomine Leonis Grammatici vel Theodosii
Melisseni vel Julii Pollucis) (redactio A + B operis sub t P. 125, γρ. 4

βεῖς ὀρθοδόξους, οὓς Ἀναστάσιος ἀδίκως ἐξώρισεν. ἐπὶ αὐ-


τοῦ Ἔδεσα πόλις, τοῦ Σκιρτοῦ ποταμοῦ μέσον αὐτῆς διερ-
χομένου καὶ πλοῦτον καὶ τέρψιν αὐτῇ παρεχομένου, πλημ-
μυρήσαντος αὐτὴ σὺν τοῖς συνοίκοις ἐποντίσθη. μετὰ δὲ τὸ
παύσασθαι τὰ ὕδατα πλὰξ λιθίνη ἀνέθη ἐν τῇ τοῦ ποταμοῦ
332

ὄχθῃ, ἱερογλυφικοῖς γράμμασιν ἐγκεκολαμμένη περιέχουσαν


οὕτως “Σκιρτὸς ποταμὸς σκιρτήσει κατὰ σκιρτήματα πολίταις.”
Εὐλαλίου τινὸς ἀπὸ πλουσίων πένητος τελευτήσαντος, καὶ
γράψαντος Ἰουστῖνον βασιλέα κληρονόμον ἐν διαθήκαις, καὶ
παρακαλεσαμένου ὥστε τὰς τρεῖς αὐτοῦ θυγατέρας μικρὰς
καταλειφθείσας ἀναθρέψαι καὶ ἐκπροικί σαι, καὶ πάντα αὐτοῦ
τὰ χρέα δοῦναι τοῖς δανεισταῖς, καὶ τὰ γραμματεῖα αὐτοῦ
ἀναρρύσασθαι, πάντα βασιλικῶς Ἰουστῖνος ἐπλήρωσε, κατα-
πλήξας ἐν τούτῳ πάντα ἀκούσαντα ἄνθρωπον.

Nicephorus Bryennius Hist., Historiae Book 4, τμ. 1, γρ. 12

βασιλείας σκήπτρων ἔσπευδεν, ὡς οἷόν τε, τὴν τῶν πολιτῶν εὔνοιαν


ἐπισπάσασθαι, μάλιστα καὶ τὰ κατὰ τὸν Βρυέννιον πυνθανόμενος καὶ
τὰς περὶ αὐτὸν ἀθροισθείσας δυνάμεις· ᾔδει γὰρ αὐτὸν πρὸς τῷ στρα-
τηγικώτατον εἶναι καὶ ἐλευθεριώτατον ὄντα ὁμοῦ καὶ δραστηριώτατον.
Διὰ τοῦτο τὴν τῶν πολιτῶν δῆθεν θηρώμενος εὔνοιαν ἐπεσπάσατο
ταύτην καὶ μάλιστα ἐλευθεριώτατος ἄλλος ἀναδειχθῆναι φιλονεική-
σας, πλὴν οὐ ξὺν λόγῳ τῷ δέοντι· ταύτῃ τοι καὶ μεγάλης συγχύσεως
τῇ πολιτείᾳ Ῥωμαίων γέγονεν αἴτιος. Δυοῖν γὰρ ὄντοιν πόροιν
ἐξ ὧν ἡ βασιλεία Ῥωμαίων τὰ μέγιστα ἐσεμνύνετο ὀχετηγοῦσα τὰ
γέρα τοῖς ἀριστεύουσι καὶ τοῖς ἄλλως εὔνοιαν συνεισφέρουσιν, ἄμφω
τούτους ἀναστομώσας τοῖς πᾶσι προῖκα ἐκεῖθεν ἀρδεύεσθαι δαψιλῶς
ἐχορήγησε· τῶν τε γὰρ ἀξιωμάτων τὰ μέγιστα οὐκ ἀριστεῦσι καὶ
στρατιώταις καὶ τοῖς ἐκ τῆς συγκλήτου βουλῆς καταγομένοις πεφι-
λοτίμητο οὐδὲ τοῖς εὔνοιάν τινα συνεισφέρουσιν, ἀλλὰ παντὶ τῷ
αἰτοῦντι· ταὐτὸ δὲ καὶ τοῖς λεγομένοις παρὰ Ῥωμαίοις ὀφφικίοις
ἐπετελεῖτο, ὥστε ξυμβῆναι πολλαπλασίους τὰς ἐξόδους τῆς εἰσόδου
γενέσθαι κἀκ τῆς τοιαύτης αἰτίας μετὰ βραχύν τινα χρόνον τῶν χρη-
μάτων ἐκλελοιπότων τό τε νόμισμα κεκιβδήλευτο λοιπὸν καὶ αἱ τοῖς
ἀξιώμασι καὶ τοῖς ὀφφικίοις ἐκ βασιλέως ἀνήκουσαι δωρεαὶ διὰτὴν
τῶν χρημάτων σπάνιν ὑπεκρούοντο.

Nicetas Choniates Hist., Scr. Eccl., Rhet., Historia (= Χρονικὴ διήγησις)


Reign Alex3,pt1, p. 495, γρ. of p. 19

δρυον· ἀλλὰ καὶ τοῖς συνδραμοῦσι πρὸς τὴν θέαν Πέρσαις ὁμοίως δρᾶν
ὑπετίθετο, προσεπάγων ἅμα καὶ ὑποβάλλων τὸ τῆς ἐργασίας αἴτιον
καὶ τὸ πρὸς τί εὔχρηστον αὐτοῖς ἐπιλέγων· Πέρσαις μὲν γὰρ ἐξεῖναι διὰ
παντὸς ἐξιέναι τῆς παρεμβολῆς καὶ ξυλεύεσθαι, ὅτι μηδ' ἔσται τις αὐτοῖς
προσιστάμενος, Ῥωμαίοις δὲ οὐχί, φυλαττομένοις τὸ μὴ δοκεῖν ἀπο-
διδράσκειν καὶ τὰ ἐκ τοῦδε ὑφορωμένοις ὡς φυγάσιν ἐπικεισόμενα δεσμά.
Ἐπεὶ δὲ τὸ Φιλομίλιον κατέλαβεν, ἐπαύλεών τε μετέδωκε καὶ γῆς
ἐπεμέτρησε μέρος πρὸς ἐργασίαν ἀγαθῆς σῖτόν τε αὖθις διέδωκε καὶ ὅσα
τῶν ἡμέρων καρπῶν σπόριμα. ναὶ μὴν ἐλπίδων χρηστῶν ἐνέπλησε,
τέλος εἰπὼν ὡς αὐτοῦ καὶ βασιλέως αὖθις φιλιωθέντων καὶ πρὸς τὰς
πρότερον σπονδὰς ἀπιδόντων προῖκα καὶ αὐτοὶ τὴν οἴκαδε ἐπάνοδον
ἕξουσιν· εἰ δέ τι ἕτερον μεταβουλεύσεται βασιλεύς, ἐπὶ πέντε ὅλοις
333

ἐνιαυτοῖς ἀδασμολόγητοι καθεδοῦνται, μηδένα τὸν ὁποιονοῦν ἀπό-


δομα εἰσπράττοντα ἔχοντες, μετέπειτα δὲ καταβαλοῦνται ὃν ἂν αὐτὸς
ἀνεπαχθῆ διατάξαιτό σφισι φόρον, οὐχ ὑπερβαίνοντα τὸν ὅρον, ὡς
εἴθισται παρὰ Ῥωμαίοις, οὐδὲ πρὸς τὸ πολλαπλάσιον κορυφούμενον. καὶ ὁ
μὲν ταῦθ' οὕτω διατεταχὼς ἐπανῆκεν ἐς τὸ Ἰκόνιον· τὸ δὲ φιλάνθρωπον
τόδε διάγγελμα οὐ μόνον οὐδένα τῶν αἰχμαλώτων πατρίδος ἀφῆκε
μνήσασθαι, ἀλλὰ καὶ πολλούς, ὁπόσοι πρὸς Περσῶν οὐχ ἑάλωσαν, ἐς
τὸ Φιλομίλιον ἐφειλκύσατο, ἀκηκοότας ὅσα τοῖς καθ' αἷμα καὶ πατριώ-
ταις ὁ Πέρσης εἰργάσατο.

Patria Constantinopoleos, Διήγησις περὶ τῆς Ἁγίας Σοφίας Τμ. 2, γρ. 13

νᾶν πάντας αὐτούς, ὅπως εὕρωσι κίονάς τε καὶ συστεμάτια


στήθεά τε καὶ ἀβάκια καὶ καγκελλοθυρίδια καὶ τὴν λοιπὴν
ὕλην τὴν ἀνήκουσαν εἰς τὸ ἀνεγεῖραι ναόν. Πάντες δὲ οἱ
παρ' αὐτοῦ ὁρισθέντες ἀπὸ εἰδωλικῶν ναῶν καὶ ἀπὸ πα-
λαιῶν λουτρῶν τε καὶ οἴκων ἔπεμπον τῷ βασιλεῖ Ἰουστι-
νιανῷ μετὰ σχιδέων ἀπὸ πάντων τῶν θεμάτων ἀνατολῆς τε
καὶ δύσεως, βορέα τε καὶ νότου καὶ ἐκ πάντων τῶν νήσων.
Καὶ τοὺς μὲν ὀκτὼ κίονας τοὺς Ῥωμαίους, καθώς φησιν ὁ
Πλούταρχος πρωτασηκρήτης καὶ ἐπιστολογράφος Ἰουστινιανοῦ,
μετὰ σχιδέας ἀπέστειλε χήρα γυνὴ ἀπὸ Ῥώμης, ὀνόματι
Μαρκία· εἶχε δὲ αὐτοὺς εἰς προῖκα αὐτῆς. Ἵσταντο δὲ εἰς
Ῥώμην εἰς τὸν ναὸν Ἡλίου τὸν κτισθέντα παρὰ Αὐρηλιανοῦ
βασιλέως Ῥώμης τοῦ προδώσαντος ἑαυτὸν Πέρσαις. Ἡ δὲ
προειρημένη Μαρκία ἔγραψε τῷ βασιλεῖ οὕτως· ὅτι ‘ἀπο-
στέλλω κίονας ἰσομήκους, ἰσοπλάτους, ἰσοστάθμους ὑπὲρ
ψυχικῆς σωτηρίας μου.’ Τοὺς δὲ ὀκτὼ πρασίνους κίονας
τοὺς ἀξιοθαυμάστους ἐκόμισε Κωνσταντῖνος στρατηγὸς ἀπὸ
Ἐφέσου λελατομημένους ἀμφοτέρους. Τοὺς δὲ λοιποὺς κίονας
τοὺς μὲν ἀπὸ Κυζίκου, τοὺς δὲ ἀπὸ Τρωάδος, ἄλλους ἐκ
τῶν Κυκλάδων νήσων οἱ ἄρχοντες τῷ βασιλεῖ ἀπέστειλαν·
καὶ λοιπὴν ἱκανὴν ὕλην ἀπετίθουν. Ἀπεσωρεύθη δὲ πᾶσα

Theophylactus Simocatta Epist., Hist., Epistulae Epistle 75, γρ. 5

Ἑταιρικῶν ἡδονῶν οὐδὲν ἀσθενέστερον. ἄπιστα τὰ τῶν σῶν χειλέων


φιλήματα· ἀφύτευτος γὰρ πόθος θᾶττον μαραίνεται. ἐγὼ τὴν σωφρο-
σύνην λοιπὸν ἀνήδονον οὖσαν παρὰ τοῖς πολλοῖς μᾶλλον προσδέξομαι – τὸ
γὰρ σταθερὸν ἐπαγγέλλεται – καὶ προικί ων τὸν γάμον ὠνήσομαι· πρία-
σθαι γὰρ πίστιν ἑταιρικὴν χαλεπώτατον.

Theophylactus Simocatta Epist., Hist., Historiae Book-dialogue-index 2, Κεφ. 17,


τμ. 3, γρ. 3

Διοκλητιανοῦ πόλιν κατὰ τὸ καρτερόν, ἀντετάξατο δὲ καὶ


ἡ πόλις ἐς τὰ μάλιστα καὶ προσβάλλειν ἀπεῖργεν ἐπ' ἀδείας·
334

καταπέλτας γὰρ ἐν τοῖς τείχεσιν ἀνεστήσατο ἄλλα τε ἀμυν-


τήρια, καὶ ἀπρόσιτον ἦν τοῖς βαρβάροις ἐξ ὑπογύου
συμπλέκεσθαι. ἀπῄει τοίνυν ἀσχάλλων, καὶ τὸ δὴ λεγόμενον,
τὸ τοῦ λύκου παθών· κεναῖς γὰρ ἐκεχήνει ἐλπίσιν. παρευθὺ
δ' ἐπὶ τὴν Φιλίππου πόλιν μετέβαινε καὶ περιβὰς τὸ πόλισμα
ἐνήθλει λαβεῖν. ἀντεμάχοντό τε οἱ τοῦ ἄστεος ἐντρεχέστερον
καὶ πολλοὺς τραυματίας ἔκ τε τῶν περιβόλων καὶ τῶν
ἐπάλξεων ἐποιήσαντο, ὥστε τὸν Χαγάνον τὴν ἀσυλίαν διὰ
τὴν ἀρετὴν ἐπαινέσαντα προῖκα καταθέσθαι τὸν πόλεμον.
ἐξ ἑωθινοῦ δὲ διαπεραιωθεὶς τὰς ὕλας τῆς λεγομένης Ἀστικῆς
τῇ Ἀδριανουπόλει προστρίβεται ἀγωνιστικώτερόν τε τῷ ἄστει
προσέβαλλεν, ἀντικαθίσταντό τε καὶ οἱ τοῦ ἄστεος ἀλκιμώτερον.
τοῖς δὲ Βυζαντίοις περιεβομβεῖτο ὡς Κάστος ἥλω καὶ
Ἀνσιμούθ, καὶ πολὺς τῇ πόλει ἐπεκύμαινε θρῦλος. ἐλοι-
δορεῖτο δ' ὁ αὐτοκράτωρ ἐς τὸ φανερώτατον ἀπό τινων
τῶν τοῦ πλήθους ἀσυνέτων καὶ στωμύλων ἀνδρῶν, ὧν καὶ
τὰ τῆς τύχης ἦν ἀνεπίφθονα καὶ τὰ τῆς γνώμης ἀζήλωτα,
καὶ βλασφήμους ᾠδὰς κατ' αὐτοῦ συντιθέντες διέσυρον
κωμῳδοῦντες ἐμμελῶς τὸ ἀπαίσιον,

Theophylactus Simocatta Epist., Hist., Historiae Book-dialogue-index 4, Κεφ. 13,


τμ. 24, γρ. 2

ἔναρξις καὶ τὸ πέρας ἕξει πάντως ἀσύμφορον· τοῖς σπέρμασι


γὰρ ἡ βλάστησις οὐκ ἐναντίαν ἔχει τὴν πρόοδον. δώροις
ἀγκιστρεύειν τὸ μὴ δίκαιον ἴσως ὁ Βαρὰμ ἐγχειρήσειεν·
ἀλλὰ κακῶν ἄδωρα δῶρα κοὐκ ὀνήσιμα ἤκουσά του λέγοντος
τῶν παρ' ὑμῖν ἐπὶ κομψείᾳ σοφῶν. οὐκ οἶδε παροινίας
μισθὸς καρπίζεσθαι τὴν ἀπόλαυσιν, οὐκ οἶδε κέρδος ἀδικίας
φυόμενον αὔλαξιν ἀμεταμέλητον ἔχειν γεώργημα. πρὶν γὰρ
ἡδῦναι, λυπεῖ, καὶ πρὶν περιθέλξαι, πρὸς ἀνίαν ἐκκλίνει·
ἐξεχώρησε γὰρ τῶν ἐραστῶν προσαφαιρούμενον καὶ ἃ μὴ
κακῶς τις ἐκτήσατο. ἡμεῖς δὲ τὴν Μαρτύρων πόλιν ἀντα-
ποδίδομεν, τό τε Δαρὰς προῖκα παρέξομεν, τόν τε πόλεμον
ταφῇ καθιδρύσομεν ἀπόμισθοι τὴν εἰρήνην οἰκοδομήσαντες
τῇ τε Ἀρμενίᾳ χαίρειν εἰπόντες, δι' ἣν ὁ πόλεμος τὴν παρ-
ρησίαν δυστυχῶς τοῖς ἀνθρώποις ηὐτύχησεν. καὶ εἰ μὴ τῆς
ἀνάγκης ἐπάξια τὰ δωρήματα πέφυκεν, ἀλλ' οὖν τοῦτο
κάλλιστόν ἐστιν ἡμῶν, τὸ μέτρῳ φιλοσοφεῖν τὴν ὑπόσχεσιν,
ἢ μεγάλαις ἐπαγγελίαις τὴν ἀκοὴν ἐκλιπάναντας τῷ ἀτελε-
σιουργήτῳ τοῦ συμπεράσματος ἀθάνατον τὴν διαβολὴν ἐπι-
φέρεσθαι, μεγάλας κακῶν ἀφορμὰς τῇ τῆς εἰρήνης ἐς ὕστερον
εὐεξίᾳ κακῶς θησαυρίσαντας. ἱκανῶς ὑπὲρ τοῦ συνοίσοντος
Ῥωμαίοις τε καὶ Πέρσαις ἀπολελόγημαι. εἰ δέ τι τῶν ἐντε
335

Theophylactus Simocatta Epist., Hist., Historiae Book-dialogue-index 5, Κεφ. 3,


τμ. 10, γρ. 2

φρόνητος εἴη Ῥωμαίοις τε καὶ Πέρσαις. περιεστοιχίζετο γοῦν


πάντοθεν βασιλικῇ δορυφορίᾳ Χοσρόης, ὁπόσῃ νόμος Ῥω-
μαίοις αὐτοκρατορικὰ σκῆπτρα γεραίρεσθαι. ὁρῶντες γοῦν
οἱ Μῆδοι ὁπόση τῷ Χοσρόῃ ὑπὸ τοῦ αὐτοκράτορος ῥώμη
περιεκέχυτο, τὴν γνώμην μεταναστευσάμενοι, χαίρειν φράσαντες
τῇ τυραννίδι προσεχώρουν Χοσρόῃ. καὶ τοῦ μὲν Βαρὰμ
ὁσημέραι τὸ συμμαχικὸν κατησθένει, τῷ δὲ Χοσρόῃ κατὰ
νοῦν ἐχώρει τὰ πράγματα, καταλιπαινομένης αὐτῷ τῆς δυνά-
μεως. διανοεῖται γοῦν παραυτίκα Χοσρόης βασιλεῖ Μαυρικίῳ
εὐνουστάτην πρᾶξιν ἐνδείξασθαι. διὸ ἐν βασιλικῇ διφθέρᾳ
τὴν πόλιν Δαρὰς ὑπήκοον ἐγγράφεται προῖκα Μαυρικίῳ τῷ
αὐτοκράτορι, τόν τε Δολαβζὰν τὸν σατράπην, ἄνδρα ἀπό-
βλεπτον, ἐς Βυζάντιον στέλλει τὰς κλεῖς οἰσόμενον τοῦ πολί-
σματος τήν τε ἐν γράμμασι δωρεάν. ὁ μὲν οὖν πρέσβις ἐπὶ
τὸ βασίλειον ἄστυ γενόμενος παρεδίδου Ῥωμαίοις τὸ πόλισμα
καὶ ἐς λόγους πρὸς τὸν αὐτοκράτορα ἧκεν· ὁ δὲ βασιλεὺς
τοῦ Ῥωμαϊκοῦ δώροις βασιλικοῖς μεγαλύνας τὸν Δολαβζὰν
τὴν τῶν προαπαγγελθέντων ὠχύρου καὶ αὖθις ὑπόσχεσιν,
παῖδα Χοσρόην ἀποκαλῶν.

Theophylactus Simocatta Epist., Hist., Historiae Book-dialogue-index 6, Κεφ. 11,


τμ. 21, γρ. 3

Ῥωμαίοις κοινωνὸν τῶν λαφύρων ποιήσασθαι καὶ τὸν βάρ-


βαρον. οἱ δὲ Ῥωμαῖοι τέως πρὸς τὸ συνοίσειν μὴ ἐνδημή-
σαντες κατεστασίαζον τοῦ στρατηγοῦ. ὁ δὲ στρατηγὸς πολλοῖς
καὶ ποικίλοις καὶ λίαν ἐντελέσι λόγοις χρησάμενος τὰς δυνά-
μεις ὑπέπεισε δοῦναί τι τῷ βαρβάρῳ τῆς λείας. ἀπέδοντο
τοίνυν Ῥωμαῖοι τοὺς ἑαλωκότας τῷ Χαγάνῳ βαρβάρους, τῶν
δὲ λοιπῶν λαφύρων ἀμέτοχον αὐτὸν ποιησάμενοι διαλύουσι
τὸ ἀμφίβολον. ἀσμενίσας τοίνυν ὁ Χαγάνος τὴν τῶν βαρ-
βάρων ἀπόδοσιν χώραν ἐδίδου ταῖς διαβάσεσιν. οὕτω μὲν
οὖν οἱ Ῥωμαῖοι πέντε χιλιάδας βαρβάρων τῷ Χαγάνῳ
προῖκα καταβαλόμενοι ἐπὶ τὰ Δριζίπερα γίνονται. ὁ δὲ
στρατηγὸς ἀφίκετο ἐς Βυζάντιον. τοιγαροῦν ὁ Μαυρίκιος
τῷ Πρίσκῳ ἐμέμφετο σφάλμασί τε εὐηθείας αὐτὸν περιέβαλλεν
ἀσυνέτως ἀποδεδωκότα τῷ βαρβάρῳ τὴν λείαν.

Theophylactus Simocatta Epist., Hist., Historiae Book-dialogue-index 7, Κεφ. 6,


τμ. 3, γρ. 5

ἐς Βυζάντιον ἐκκλησίαν ἰθύνων τὸν τῇδε βίον ἀπέλιπεν, ὃς


διὰ τὸ καταφιλοσοφῆσαι λίαν τῶν ἡδονῶν τυραννῆσαί τε
τῶν παθῶν αὐτοκράτορά τε τῆς κοιλίας γενέσθαι Νηστευτὴς
ὑπὸ τῶν Βυζαντίων κατωνομάζετο. λέγεται δὲ καὶ ὑπὸ Μαυ-
336

ρικίου τοῦ αὐτοκράτορος ἱκανὰ δανεισάμενον τάλαντα γραμ-


ματεῖον ἐκθέσθαι τήν τε οἰκείαν περιουσίαν ἐν ταῖς ὁμολογίαις
τοῦ δανείσματος ὑποθέσθαι. ἐπεὶ δὲ μετῆρεν ὁ ἱερεὺς τῶν
τῇδε, ὁ αὐτοκράτωρ Μαυρίκιος τὴν τοῦ ἱεράρχου οὐσίαν
διερευνησάμενος εὑρίσκει τὸν ἄνδρα ἀχρηματίαν φιλοσοφήσαντα,
καὶ λίαν ἀγασθεὶς τὴν ἐς ἄκρον τοῦ ἱερέως δικαιοσύνην
διέρρηξε προῖκα τὸπρὸμικροῦ συνταγὲν γραμματεῖον.
μηδὲν γὰρ τῷ ἱερεῖ ἕτερόν φασι τὸν βασιλέα εὑρεῖν ἢ σκίμποδα
ξύλινον καὶ σισύραν ἐξ ἐρίου ἐς τὰ μάλιστα εὐτελῆ φαινόλην
τε ἀκαλλῆ· δυσείμων γὰρ ἦν ὁ ἀνὴρ λιτότητι βίου κατα-
λαμπόμενος. ταῦτα δήπου, ταῦτα ἀντὶ πολλῶν ἂν χρημάτων
καὶ λίθων Ἰνδικῶν ὁ αὐτοκράτωρ Μαυρίκιος τιμησάμενος
εἰς τὰ βασίλεια μετηγάγετο. ταῖς ἐαριναῖς τοιγαροῦν τῶν
Χριστιανῶν νηστείαις ἐναβρυνόμενος, χαίρειν φράσας ταῖς
χρυσαῖς καὶ λιθοκολλήτοις κλίναις τοῖς τε νήμασι τῶν Σηρώων,
ἐπὶ τοῦ ἱερέως ξυλίνην στιβάδα ὁ βασιλεὺς κατεπαννυχίζετο,
θείας τινὸς ἐντεῦθεν ὥσπερ οἰόμενος μεταλήψεσθαι χάριτος.

Joannes Zonaras Gramm., Hist., Epitome historiarum (lib. 1-12) Vol. 2, p. 145, γρ.
19

Χρόνον μὲν οὖν τινα εἰρήνην πρὸς ἀλλήλους καὶ


πρὸς τοὺς περιοίκους ἤγαγον· εἶτα λιμοῦ ἐπικρατή-
σαντος, ὥστε τινὰς καὶ εἰς τὸν ποταμὸν ἑαυτοὺς ἐμ-
βαλεῖν μὴ φέροντας τὸν λιμόν, ἐστασίασαν. οἱ μὲν
γὰρ τοὺς εὐπόρους ὡς περὶ τὸν σῖτον κακουργοῦντας
ἐν αἰτίᾳ πεποίηντο, οἱ δὲ τοὺς πένητας ὡς τὴν γῆν
μὴ βουλομένους ἐργάζεσθαι. ἰδὼν δὲ τοῦτο Σπού-
ριος Μάλιος, ἀνὴρ ἱππεὺς πλούσιος, τυραννίδι ἐπι-
κεχείρηκε, καὶ σῖτον ἐκ τῆς περιχώρου πριάμενος
πολλοῖς μὲν ἐπευωνίζων, πολλοῖς δὲ καὶ προῖκα ἐδί-
δου, κἀκ τούτου συχνοὺς προσοικειωσάμενος, ὅπλα τε
ἐπορίσατο καὶ φρουρούς· καὶ ἐκράτησεν ἂν τῆς πό-
λεως, εἰ μὴ Μινούκιος Αὐγουρῖνος, ἀνὴρ εὐπατρί-
δης, ἐπὶ τῇ σιτοδοσίᾳ τεταγμένος καὶ αἰτιώμενος ἐπὶ
τῇ σιτοδείᾳ, εἰσήγγειλε τῇ βουλῇ τὸ πραττόμενον. ἡ
δὲ γερουσία μαθοῦσα τὸ μήνυμα δικτάτωρα παραυ-
τίκα ἐν τῷ συνεδρίῳ ἀνεῖπε τὸν Κυΐντιον τὸν Λού-
κιον τὸν Κικινάτον, καὶ ταῦτα παρήλικα ὄντα· ὀγδο-
ηκοντούτης γὰρ ἦν. κἀκεῖ τὴν ἡμέραν πᾶσαν ἀνά-
λωσαν συγκαθήμενοι, ὥς τι δὴ βουλευόμενοι, ἵνα

Joannes Zonaras Gramm., Hist., Epitome historiarum (lib. 1-12) Vol. 2, p. 183, γρ. 1

σασθαι. τοῦ δὲ Φαβρικίου τοὺς ἑαλωκότας ἐν τῇ


μάχῃ κομίσασθαι αἰτοῦντος ἐπὶ λύτροις τοῖς ἀμφοῖν
συναρέσουσι, διηπορήθη ὅτι μὴ καὶ περὶ εἰρήνης
πρεσβεύειν ἔφη, καὶ ἰδίᾳ μετὰ τῶν φίλων ἐβου-
λεύετο, ὡς εἰώθει, περὶ τῆς τῶν αἰχμαλώτων ἀπο-
337

δόσεως καὶ περὶ τοῦ πολέμου καὶ ὅπως τοῦτον μετα-


χειρίσηται. ὁ μὲν οὖν Μίλων μήτε τοὺς αἰχμαλώτους
ἀποδόσθαι μήτε σπείσασθαι συνεβούλευεν, ἀλλ'
ἤδη τῶν Ῥωμαίων ἡττημένων καὶ τὰ λοιπὰ πολέμῳ
προσκατεργάσασθαι, ὁ δὲ Κινέας τοὐναντίον ἅπαν
αὐτῷ συνεβούλευε· τούς τε γὰρ αἰχμαλώτους προῖκα
ἀποδοῦναι συνῄνει καὶ πρέσβεις εἰς Ῥώμην καὶ χρή-
ματα πέμψαι τῆς εἰρήνης ἕνεκα καὶ σπονδῶν. οὗ τῇ
γνώμῃ καὶ οἱ λοιποὶ συνετίθεντο. οὕτω δὲ φρονῶν
καὶ ὁ Πύρρος ἐτύγχανε. καλέσας οὖν τοὺς πρέσβεις
“οὔτε πρῴην, ὦ Ῥωμαῖοι,” ἔφη “ἑκὼν ὑμῖν ἐπολέμησα
οὔτε νῦν πολεμήσαιμι· φίλος γὰρ ὑμῖν γενέσθαι βε-
βούλημαι· διὸ καὶ τοὺς αἰχμαλώτους ὑμῖν ἄνευ λύ-
τρων ἀφίημι καὶ σπείσασθαι ἀξιῶ.”

Joannes Zonaras Gramm., Hist., Epitome historiarum (lib. 1-12)


Vol. 2, p. 187, γρ. 19

Ἤδη δὲ τῶν ῥηθέντων ὑπάτων ἐν τῷ στρατεύ-


ματι ὄντων, Νικίας τις τῶν Πύρρῳ πιστῶν δοκούν-
των ἦλθε πρὸς τὸν Φαβρίκιον καὶ ὑπέσχετο αὐτῷ
τὸν Πύρρον δολοφονήσειν. δυσχεράνας οὖν ἐπὶ
τούτῳ ἐκεῖνος, ἀρετῇ γὰρ καὶ ταῖς δυνάμεσιν ἠξίου
τῶν πολεμίων κρατεῖν ὡς ὁ Κάμιλλος, κατεμήνυσε
τῷ Πύρρῳ τὸ ἐπιβούλευμα· καὶ οὕτως αὐτὸν ἐκ
τούτου κατέπληξεν ὥστε καὶ τοὺς ἑαλωκότας τῶν
Ῥωμαίων προῖκα αὖθις ἀφεῖναι καὶ πρέσβεις πάλιν
ὑπὲρ εἰρήνης ἀποστεῖλαι. ἐπεὶ δὲ οἱ Ῥωμαῖοι περὶ
τῆς εἰρήνης οὐδὲν ἀπεκρίναντο, ἀλλὰ καὶ τότε ἀπᾶ-
ραι τῆς Ἰταλίας ἐκέλευον καὶ οὕτως αὐτοῖς διακηρυ-
κεύεσθαι καὶ τὰς συμμαχίδας αὐτῷ πόλεις κατέ-
τρεχόν τε καὶ ᾕρουν, ἐν ἀμηχανίᾳ ἐγένετο, πρὶν
δὴ Συρακουσίων τινές, ἐτύγχανον δὲ ἐξ οὗ Ἀγαθο-
κλῆς ἐτελεύτησε στασιάζοντες, ἐπεκαλέσαντο αὐτόν,
παραδιδόντες οἱ καὶ ἑαυτοὺς καὶ τὴν πόλιν. ἀνα-
πνεύσας γὰρ ἐπὶ τούτῳ καὶ προσελπίσας πᾶσαν τὴν
Σικελίαν καταστρέψασθαι,

Pseudo-Zonaras Lexicogr., Lexicon Alphabetic letter epsilon, p. 612, γρ. 13

Τὸ Ε μετὰ τοῦ Δ. (Ἀρσενικόν.)

Ἐδέατρος>. ὁ ἐπιστάτης τῆς ὅλης διακονίας καὶ παρασκευῆς.


Ἐδεσηνός>. τοπικός. Ἐδνωτής>. κηδεστὴς, πενθερός. ἀπὸ τοῦ διδόναι
ἔδνα, ἤτοι ἐξώπροικα. ἐκ τοῦ ἥδω τὸ εὐφραί-
νομαι ἔδνα. ἔδνα δὲ λέγει τὰ πρὸ τοῦ γάμου
338

διδόμενα τῇ νύμφῃ. παρὰ τὸ ἥδω, τὸ εὐφραίνο-


μαι, ἡδανὸν καὶ ἐν συγκοπῇ καὶ συστολῇ τοῦ
η εἰς ε ἔδνον, ἥδονται γὰρ τούτοις αἱ νύμφαι.
ἢ παρὰ τὸ ἕζω ἕδανον καὶ κατὰ συγκοπὴν ἔδνον,
τὸ αἴτιον τοῦ παρέζεσθαι καὶ παραμένειν τὴν
νύμφην τῷ νυμφίῳ. οὕτως Ὦρος ὁ Μιλήσιος.
Ἐδός>. ὁ φάγος, ὁ λαίμαργος. ἐκ τοῦ ἔδω τὸ
ἐσθίω. †Ἐδοῦοι>. ὄνομα ἔθνους.†

Pseudo-Zonaras Lexicogr., Lexicon Alphabetic letter epsilon, p. 618, γρ. 17

Τὸ Ε μετὰ τοῦ Ε. (Ἀρσενικόν.)

Ἐεδνωτής>. ὁ προικιστὴς, ὁ πενθερός.


Ἐέσχατος>. ὁ ἔσχατος.
Ἕεις>. ὁ εἷς ἐπὶ τοῦ ἀριθμοῦ. οἷον·
κυκλοτερὴς ὀφθαλμὸς [ἕεις] ἐνέκειτο με-
τώπῳ.
παρὰ τὸ ἴος ἰόεις, καὶ τροπῇ τοῦιεἰςεἔεις,
ὡς ἀγχίμαλος, ἀγχέμαλος. ἢ ἀπὸ τοῦ εἷς ἕεις,
πλεονασμῷ τοῦ ε.

Pseudo-Zonaras Lexicogr., Lexicon Alphabetic letter epsilon, p. 801, γρ. 18

τῶν Βοιωτῶν ἐνικήθησαν.


Ἐπιθυμία>. δύναμις ψυχῆς, ὀργῆς ἀφανιστική· ἢ
ἐμψύχου πρώτη ὁρμὴ πρός τι τῷ φιλουμένῳ.
ἢ πόθον τῆς καθ' ἡδονὴν ἀπολαύσεως· ἢ λύπην
ἐπὶ τῷ μὴ κατ' ἐξουσίαν ὄντι καταθυμίῳ· ἢ
τινὰ σχέσιν οὗ μὴ πάρεστιν ἡ ἀπόλαυσις· ἢ
νοερά τις τῶν θείων φύσεων ὀρεκτικὴ κίνησις.
Ἐπίκληρος>. ἡ ἐπὶ παντὶ τῷ κλήρῳ ὀρφανὴ κα-
ταλελειμμένη, μὴ ὄντος αὐτῇ ἀδελφοῦ· ἡ δὲ
αὐτὴ καὶ ἐπικληρίτης.
Ἐπίπροικος>. ἡ ἐπὶ μέρει τινὶ τοῦ κλήρου· ἥ τε
προῖκα ἔχειν ἀδελφοὺς ἔχουσα.
Ἐπίδικος>. ἡ ἀμφισβητουμένη· ἐπίκληρος τίνι
αὐτὴν χρὴ γαμηθῆναι.
Ἐπίδοσιν>. αὔξησιν, ἐπὶ ἀρετῆς, ἢ προσθήκην.
[Προκόπιος· ὁ δὲ φιλοσοφῶν ἀνεμπόδιστος, εἰς
ἐπίδοσιν διετέλει.]

Pseudo-Zonaras Lexicogr., Lexicon Alphabetic letter epsilon, p. 812, γρ. 1

ἐπίκλιντρον ἀποβάλλον.]
Ἐπιθήματα>. σκεπάσματα.
339

Ἐπίκοινον>. ὃ τῷ μὲν εἴδει διαφέρεται, οὐ διαλ-


λάττεται δέ. ἐπίκοινον γένος τὸ ἐν μιᾷ φωνῆ
μετὰ ἑνὸς ἄρθρου, [ἢ μόνου ἀρσενικοῦ] ἢ μό-
νου θηλυκοῦ, σημαῖνον τὸ γένος, οἷον· ὁ κόραξ,
ὁ ἀετὸς, ὁ ἰχθὺς, ἡ κορώνη, ἡ χελιδών.
Ἐπικόλλωμα>. τὸ μετὰ τὴν τῶν ἄρτων διάτρη-
σιν περισσευόμενον. κόλλιξ γὰρ ὁ ἄρτος, ὅθεν
καὶ κολλούριον ἀπὸ τοῦ κολλοβόν.
Ἐπιμείλιον>. τὸ ἐξώπροικον. καὶ ἐπιμειλίδες
νύμφαι. Ἐπίνειον>. ἀκρωτήριον, ἢ παραθαλάσσιον χω-
ρίον, ὁ λεγόμενος κατάβολος. [παρὰ τὸ ἐν αὐτῷ
νήχεσθαι τὰς ὁλκάδας, καὶ ὀκέλλειν. ἢ πό-
λισμα παραθαλάσσιον, ἔνθα τὰ νεώρια τῆς πό-
λεως εἰσίν.]

Pseudo-Zonaras Lexicogr., Lexicon Alphabetic letter kappa, p. 1178, γρ. 10

ἧκα, ὁ παθητικὸς ἧσμαι, ὁ ὑπερσυντέλικος


ἥσμην, ἧσο τὸ δεύτερον, τὸ τρίτον ἧστο, καὶ ἐν
συνθέσει καθῆστο.
Κατάκτανε>. φόνευσον. ἡ κατὰ συγκοπτομένη,
ἐὰν ἐπάγηται δύο σύμφωνα παντελῶς ἀποβάλ-
λει τὸ τ. κατάκτανε, κάκτανε. κατάσχεθε,
κάσχεθε.
Καταρτίζω>. ἁρμόζω. ἐκ τοῦ ἀρτῶ, ἀρτίζω.
Καταποντωθῆναι>. ἀντὶ τοῦ καταποντισθῆναι.
τῶν Ἀττικῶν δέ ἐστι.
Καταπροΐξασθαι>. ἀπὸ τῆς προικὸς, ἣν διαι-
ροῦντες οἱ Ἴωνες πρόϊκα λέγουσι.
Κατέκτανθεν>. ἀπὸ τοῦ κτείνω, κτανῶ· ὁ ἀό-
ριστος παθητικὸς ἐκτάνθην, ὡς φαίνω ἐφάν-
θημεν· τὸ πρῶτον τῶν πληθυντικῶν ἐκτάνθη-
μεν, ἐκτάνθητε, ἐκτάνθησαν, ἔκτανθεν· ὡς
ἐφάνθημεν, ἐφάνθησαν, ἔφανθεν.
Κατέκτανεν>. ἀπὸ τοῦ κτείνω, κτενῶ, ἔκτεινα·
ὁ δεύτερος ἀόριστος ἔκτανον, ἔκτανες, ἔκτανε,
καὶ κατέκτανε.
Κατισχνωθέντα>. λεπτυνθέντα. ἀπὸ τοῦ ἴσχω

Laonicus Chalcocondyles Hist., Historiae Vol. 2, p. 234, γρ. 4

οἴκαδε. τὴν μὲν οὖν Γρεβενοῦ πόλιν πέμψας Ἰησοῦν τῶν Σκο-
πίων ὕπαρχον παρεστήσατο· καὶ τούτων τὴν τρίτην μοῖραν
ἀνδραποδισάμενος, καὶ ἐπιλεξάμενος εἴ τι καλὸν ἦν ἀνδράποδον
ἐν τῇ πόλει, ἀφαιρεῖτο. καὶ πρότερον μὲν ὁ τῆς Πατρῶν πόλεως
ἄρχων Ἰσακάλης τοὔνομα παρεστήσατο ἔνια τῶν περιοίκων
αὐτοῦ πολισμάτων. οἱ γὰρ Ἕλληνες ὡς ᾔσθοντο βασιλέα κατα-
στρεψάμενον τὴν μεσόγαιον καὶ διαφθείραντα ἄνδρας ὡς πλεί-
340

στους τῶν πόλεων, ὥρμηντο μὲν αὐτός τις ἕκαστος φθῆναι


βουλόμενος παραδοῦναι σφᾶς, πρὶν ἢ ἀφικόμενον τὸν βασιλέα
ἐξελεῖν σφᾶς, τὰ μὲν ἀνδραποδισάμενον, τὰ δὲ καὶ ἐπισφάξαντα.
οἱ δὲ Τοῦρκοι παρελάμβανον μὲν τὰς πόλεις, ἀπροίκους μὲν οὖν,
ἐπιλεγόμενοι δὲ τὰ κάλλιστα τῶν πόλεων ἀνδράποδα ἀφῃροῦντο.
καὶ τὰ μὲν αὐτοὶ ἠνδραποδίζοντο, τὰ μικρὰ τῶν πολισμάτων, τὰ
δὲ μεγάλα παρελάμβανον, ἐπιλεγόμενοι τὰ κάλλιστα τῶν πόλεων
σφίσιν. ὡς δὲ λύκοι ἐπὶ πρόβατα νομέων ἔρημα ἐσβαλόντες
αὐταρκῶς οὐδέποτε κορέννυνται τοῦ φόνου, ἐλεεινῶς δὲ πάσχου-
σιν ἀπὸ τῶν θηρίων τούτων τῶν λύκων, οὕτω δὴ καὶ ἡ Πελο-
πόννησος ἐν τῷ τοιῷδε κάκιστα ἀπώλλυτο, διαφθειρομένη ὑπὸ
τῶν βασιλέως ἀνδρῶν, οἰκτρότατα ἄλλων ἄλλῃ ἀπολλυμένων.
βασιλεὺς μὲν οὖν ἀφικόμενος ἐς Πάτρας τῆς Ἀχαΐας ἐστρατο-
πεδεύετο, τό τε Καστριμένον πόλισμα προσεχώρησεν αὐτῷ. καὶ

Georgius Acropolites Hist., Epitaphius in Joannem Ducam Τμ. 15, γρ. 32

λέως τὰς χεῖρας κρειττόνως ἂν οἶμαι τὸ θεῖον ᾐδέσθη.


τοῦ γὰρ Τίτου τὴν αὐτοκρατορίαν χρόνος διέγραψε μέτριος,
αὐτοῦ δὲ τὴν κραταρχίαν αἰὼν ἐγνώρισεν οὐ σμικρός, ἐν
ᾧπερ ἅπαντι οὐ λύθρου αἴτιος ἀνθρωπίνου γεγένηται οὐδὲ
βρότον ἔσχεν ἡ γῆ παρὰ τῶν ἐκείνου πεπαλαγμένον χειρῶν.
τάχα γοῦν οὐχ ὑετὸν μόνον εἴπερ ἐβούλετο καθείλκυσεν ἐκ
νεφῶν, ἀλλὰ καὶ πέτραν διέρρηξε καὶ ὕδατα εὐθὺς διερ-
ρύησαν καὶ διὰ θαλάσσης ἔβη ὡς διὰ χέρσου στερρᾶς τὰ
Μωσαϊκὰ πληρῶνται στρατεύματα. Ἰωσὴφ δὲ τὴν σιτοδοσίαν
ἐμιμήσατο μέν, πλὴν οὐχ οὕτως οὐδ' ἐπ' αἰσχροκερδέσι τοῖς
λήμμασι· προῖκα γὰρ τὰ πλείω τοῖς δεομένοις ἀπεχαρίζετο,
οἷς καὶ ἐς ἀεὶ τὸν ἔλεον ἐδαψίλευε.
Πᾶσι μὲν οὖν ἦν ὑπανοίγων σπλάγχνα φιλάνθρωπα,
μάλιστα δὲ τοῖς παρειμένοις τὰ ἄρθρα καὶ λελωβημένοις τὰ
σώματα, ὧν τὸ δάκρυον λουτρὸν ἂν ἐκείνῳ πάντως ἐγεγόνει
καθάρσιον καὶ σμῆξις ῥύπου σωματικοῦ. τί τοῦ Νῶε τὸ
θαυμαστὸν καὶ ἐξαίρετον; οὐ τῆς κιβωτοῦ ἡ διάσωσις ἐν
παγκοσμίῳ κατακλυσμῷ; τῷδε οὐ κιβωτὸς μείζων καὶ τιμιω-
τέρα, ἡ πᾶσα Ῥωμαίων χθών, διασεσωσμένη κοσμικοῦ καὶ
παμφόρου τοῦ κλύδωνος, καὶ καθαρὰ ζῶα τὰ γνήσια ταύτης
γεννήματα κατὰ πλῆθος ὑπεραραμένη τῶν χαλεπῶν,

Georgius Pachymeres Hist., Συγγραφικαὶ ἱστορίαι (libri vi de Michaele Palaeologo)


P. 103, γρ. 10

προφάσει χρείας οὐκ οὔσης. Κἀντεῦθεν ἀρχὰς ἑαυτῷ εὐμενείας προὐκατε-


βάλλετο, οἷς οὐκ ἦν τῆς εὐεργεσίας ἐπιλελῆσθαι. Καὶ δικαίως ἂν ἀπολογη-
σόμενος, εἰ μή τινι παρεῖχεν αὐτὸς διὰ τὴν ἐνοῦσαν πενίαν, ὅμως ἀφορμὰς
ἐδίδου λαμβάνειν τινάς, οὐ μᾶλλον κατὰ φιλοτιμίαν ἢ κατὰ πρόνοιαν τῶν
341

μελλόντων, ὡς ἔδειξε. Τὴν δ' ἐκείνου πενίαν, εἰπόντος ἐκείνου ποτέ, παρὼν
καὶ ἀκούσας ὁ γράφων, εἰ μαρτυροίη, ψεύδους ἁλῶναι οὐ δέδοικεν, ἐπεὶ
κἀκείνῳ εἰς καύχημα δόξης ἦν ἡ πενία τότε λέγοντι· τρισὶ γὰρ καὶ μόνοις
νομίσμασι κατὰ τὰς κατ' οἶκον χρείας τὸ προσὸν αὐτῷ, ὅτε βασιλεύοι, ὡς
ἔλεγε, περιίστατο. Καὶ τὸν Ἄγγελον, ἀδελφὸν ὄντα τῆς αὐτοῦ πενθερᾶς, ὃν
καὶ μέγαν πριμμικήριον αὐτὸς βασιλεύσας ἀπέδειξεν, ἐκάλει παρόντα,
ὅπως αὐτὸς λαγχάνοι παρ' αὐτοῦ δίκας ὑπὲρ τῆς τῆς ἀδελφιδῆς προικὸς
μαρτυρήσοντα· κἀκεῖνος ἐγγὺς παραστὰς ἐμαρτύρει, καὶ ἡμεῖς ἠκούομεν
λέγοντος καὶ ὅρκον προστιθέντος τοῖς λεγομένοις. Τότε τοιγαροῦν τοὺς
πολλούς, καὶ μᾶλλον οἷς εὐγενὲς τὸ γένος, ὑποποιούμενος, παρεῖχεν ἐξ
εὐλόγου δῆθεν προφάσεως τῶν βασιλικῶν χρημάτων ἀπόνασθαι, αὐτὸς τέως
ὡς εἶχεν συντηρῶν ἑαυτὸν τῶν λημμάτων ἀνώτερον.

Georgius Pachymeres Hist., Συγγραφικαὶ ἱστορίαι (libri vi de Michaele Palaeologo)


P. 187, γρ. 16

ἔχειν, ἄρτι κινῆσαν, τοὺς μὲν κατὰ τὰ ὀχυρώματα Πέρσας καὶ λίαν ὑπε-
ποιεῖτο, ὡς θριγγοῖς ἐλπίζων χρᾶσθαι, εἰ ἐπιβρίσειαν ἐκεῖνοι· ἐκείνοις δ'
εἶχε διὰ μελέτης καὶ ἄλλως σπένδεσθαι διὰ κήδους· ἐπὶ τοσοῦτον γὰρ
φοβερὸν ἐδόκει καὶ μόνον πρὸς ἐκείνους πόλεμον ἐννοεῖν ὥστε καὶ ἕως
ἐκείνου καὶ τοὔνομα μόνον εἰς φόβον ἡγεῖσθαι καὶ δεδιέναι.
κεʹ. Ὅπως εἶχον οἱ πρὶν βασιλεῖς περὶ Τοχάρους ἀκουομένους.
Πρώην μὲν γὰρ ὁ Δούκας Ἰωάννης κλέος μόνον ἐκείνων ἤκουε καὶ κατωχύ-
ρου τὰ φρούρια σίτῳ καὶ ἅρμασιν, ὧν τὸν μὲν καὶ εἰς χρόνους προσέταττεν
ἀποτίθεσθαι, βούλλαις μολυβδίναις τὸν ἐνόντα τοῖς ἐποίκοις σφραγίζων,
φέροντας δ' ἔξωθεν ἐπιτάττων σιτίζεσθαι, τὰ δὲ καὶ ἀναγκαῖα ἐτίθει τοῖς
κτησομένοις, ὡς ἐκείνων πᾶν τὸ εἰς περιουσίαν ὂν ὑστερεῖν· προικοδοτοῦντας
γὰρ μετὰ τὴν σεβασμίαν εἰκόνα τὰ ὅπλα προσέταττε καταγράφεσθαι· μηδὲ
γὰρ ἔχειν εἰδέναι τί τὸ ἐξορμῆσαν τῶν σφῶν φωλεῶν ἔθνος καὶ ὁποίοις τοῖς
ἤθεσι χρᾶται, κἂν εἰρηνεύειν θέλοι, κἂν μάχεσθαι. Τόσον ἦν ἄδηλον ἕως τότε
τὸ ἔθνος· παρὰ πολλοῖς δ' ἐλέγοντο κυνοκέφαλοι καί γε διαίταις ἀπειρημέ-
ναις ἠκούοντο χρώμενοι, ὥστε καὶ ἀνθρωποφαγεῖν ἐπιστεύοντο.
Θεοδώρου δὲ τὴν ἀρχὴν βασιλεύσαντος, ἐπεὶ ἐλέγοντο διὰ Περσίδος πρὸς
ἐκεῖνον πρεσβεύεσθαι – καὶ ἦν ὁ λόγος ἀληθινός – , φόβος καὶ τάραχος ἦν.
Ἔγνω δ' ὅμως ὁ βασιλεύς, τὸ φοβερὸν πλασάμενος, ἐκείνους κατασοφίσα-
σθαι. Καὶ πρῶτον μὲν προαπέστελλεν ὡς δῆθεν ἀγγελοῦντας ἐπὶ Περσίδος
ὡς ἐπ' αὐτοὺς εὐτρεπίζοιτο, καὶ οἱ ταχυδρομοῦντες ἐπέμποντο·

Georgius Pachymeres Hist., Συγγραφικαὶ ἱστορίαι (libri vi de Michaele Palaeologo)


P. 443, γρ. 5

Μαρία εἰς γάμον ἐξεδόθη. Καὶ μετὰ μικρόν, τῆς τοῦ βασιλέως Βουλγάρων
Κωνσταντίνου συζύγου
Εἰρήνης μεταλλαξάσης, εἰς σπονδὰς ὁ κρατῶν ἐκεῖνον θέλων συνάξαι, ἐς
ὃ τοῖς κατὰ τὸν Αἷμον καὶ αὐτῇ γε Μακεδονίᾳ καὶ Θρᾴκῃ ἀνακωχὴν
γενέσθαι, ἐπὶ πολὺ δαπανωμένων τῶν στρατευμάτων τοῖς συνεχέσι πολέμοις,
πέμψας διαπρεσβεύεται, ὑπισχνούμενος εἰς κῆδος ἐκείνῳ δοῦναι καὶ τὴν
ἀδελφιδῆν ἑαυτοῦ Μαρίαν, τὴν τῶν θυγατέρων τῆς Εὐλογίας δευτέραν, ᾗ δὴ
342

συνῴκει πρότερον ὁ Φιλῆς Ἀλέξιος καὶ μέγας δομέστικος. Καὶ δὴ τῶν ὅρκων
προβάντων, ὡς συλλαμβάνεσθαι τούτοις καὶ Μεσέμβρειαν καὶ Ἀγχίαλον
– ἐκείνου γὰρ οὔσας κατασχεῖν βασιλέα, καὶ αὖθις ἄξιον εἶναι τὸν πρὶν
ἔχοντα λαμβάνειν αὐτὰς ἐπὶ τῷ γενησομένῳ ὡς προῖκα κήδει – , ὁ μὲν
βασιλεὺς τὰ μὲν τοῦ κήδους ἐπλήρου ὡς λίαν φιλοτίμως καὶ βασιλικῶς·
συνεξῄει γὰρ τῇ νυμφευθησομένῃ αὐτὸς βασιλεὺς καὶ ὁ πατριάρχης κἀν
Σηλυβρίᾳ γενόμενοι, ἐκεῖσε δεσποινικῶς μετασκευασάμενοι τὴν εἰς γάμον
πεμπομένην τῷ Κωνσταντίνῳ, ἐκείνην μὲν ὑπὸ πλείστῃ δορυφορίᾳ πρὸς
ἐκεῖνον ἀπέλυον, αὐτοὶ δ' ὑπέστρεφον.
Καὶ τὰ μὲν τοῦ κήδους οὕτως ὁ βασιλεὺς ἐξεπλήρου· τὰ δὲ περὶ τὰς
πόλεις ἀνεβάλλετο, ταῖς μὲν ἀληθείαις εἰδὼς ἐντεῦθεν παραιρεθησομένην τὴν
Ῥωμαΐδα τὰ κράτιστα, τῷ δὲ Κωνσταντίνῳ προφάσεις ἐπλάττετο πιθανάς,
ἄλλας τε καὶ τὸ μὴ ἔχειν εὐθέως δοῦναι, μὴ τῶν ἐποίκων καταδεχομένων τῶν
πόλεων· Ῥωμανίας γὰρ εἶναι μέρος ἐκείνας καὶ Ῥωμαίους αὐτούς, μὴ

Georgius Pachymeres Hist., Συγγραφικαὶ ἱστορίαι (libri vii de Andronico


Palaeologo) P. 202, γρ. 7

κλησίαν παριδεῖν νόμους κειμένους, καὶ τῇ ἀνάγκῃ συγκαταβῆ-


ναι ἐχούσῃ μέγα τὸ χρήσιμον, ὥστε τὸν νέον βασιλέα γαμβρὸν
ἐκείνῃ γενέσθαι, καὶ πᾶσαν χώραν καὶ ἑαυτὴν καὶ παῖδα ὡς ἀρ-
χαῖα ἐλλείμματα Ῥωμαΐδος ἐγχειρίζειν χαίρουσαν ὡς εἰ καὶ αὐτὴ
ἐπ' ἐκείνοις τόσα λαβεῖν ἔμελλε. τὸ οὖν συνάλλαγμα, ὃ συνι-
στᾶν ἤθελεν, ἕκτου ἦν βαθμοῦ καὶ ἐξ αἵματος, καὶ παντός γε
μᾶλλον ἀπεκωλύετο. ὅθεν καὶ τῷ μὲν Θωμᾷ τὸ δεσποτικὸν
ἀξίωμα ζητήσασα καὶ λαβοῦσα, τὴν δ' ἐντεῦθεν ἀσφάλειαν ἀπελ-
πίσασα, πρὸς Ἰταλοὺς ἀφορᾷ, καὶ τὸν ἔκγονον τοῦ Καρούλου
ἐπιγαμβρεύεται Φίλιππον, οὐκ ὀλίγα τῶν τῆς χώρας καὶ πόλεις
ἐς προῖκα δοῦσα τῇ θυγατρί.
5. Ὁ δὲ βασιλεὺς πρέποντα γάμον τῷ παιδὶ παρεσκεύαζε.
καὶ τὸν μὲν ἱερομόναχον Σοφονίαν, ἄνδρα σοφόν τε καὶ συνετόν,
ἀποπέμπει πρὸς Πουλίαν τὸ κινούμενον κῆδος διαπρεσβεύσεσθαι.
ὡς δ' ἐν τῷ μεταξὺ ἀπελθὼν περιήργει (ἐδέησε γὰρ καὶ εἰς πά-
παν ἐκεῖνον γενέσθαι, κἂν οὐχὶ πρὸς ἐκεῖνον γράμμασιν ἱκανοῦτο
τοῖς ἐκ βασιλέως, οἷς ἔδει ἁγιώτατον γράφειν τὸν πάπαν καὶ
κρῖμα τὸ μέγιστον γίνεσθαι, ὡς τοῖς ἀσφαλέσι τὴν πίστιν ἐδόκει),
πολλοὶ δ' ἦσαν οἱ προσλιπαροῦντες ἄλλοθεν, ἔνθεν μὲν ἐκ τοῦ
ἐν τῇ Κύπρῳ ῥηγὸς ἔνθεν δὲ καὶ ἐξ Ἀρμενίων, τὰ ἐν χερσὶ τῶν
προσδοκωμένων ποιούμενος περὶ πλείονος, καὶ ἄλλως τὴν ἀπὸ

Georgius Pachymeres Hist., Συγγραφικαὶ ἱστορίαι (libri vii de Andronico


Palaeologo) P. 206, γρ. 18
πομπῇ εἰσαχθείσης, λαμπρῶς καὶ περιφανῶς ἐπὶ τῇ προτέρᾳ
Μαρίᾳ καὶ τοὺς γάμους ηὐτρέπιζε. (6) καὶ εἶδε τὴν λαμπρὰν
ἐκείνην καὶ βασίλειον τελετὴν ἡμέρα ἑξκαιδεκάτη Ἑκατομβαιῶνος
μηνός. τὴν δέ γε ὑστέραν Θεοφανώ, καὶ αὐτὴν τῷ θείῳ μύρῳ
χρισθεῖσαν καί γε τιμηθεῖσαν τῷ τῆς μάμμης τοῦ νέου βασιλέως
καὶ δεσποίνης ὀνόματι (Θεοδώρα γὰρ ἐκ Θεοφανοῦς μετεκλήθη),
μετὰ καιρὸν τῷ τοῦ δυτικοῦ σεβαστοκράτορος Ἰωάννου παιδὶ σε-
343

βαστοκράτορι καὶ αὐτῷ ὄντι (καὶ ὁ ἀδελφὸς γὰρ οὕτως ἐξ ἀξιώ-


ματος ἐφημίζετο, τοῦ Μιχαὴλ κατὰ πόλιν ἐγκεκλεισμένου) ἑτοι-
μάζουσι μὲν πέμπειν ὡς νύμφην, καὶ ὑπὸ πισταῖς ὁμολογίαις
μετὰ προικὸς πολυταλάντου οἴκοθεν ἔπεμπον· ἀλλ' ἐν τῷ με-
ταξὺ τελευτήσασαν ἡ Θεσσαλονίκη δέχεται.
7. Ἐντεῦθεν καὶ αὖθις τῶν Ἀρσενιατῶν ἀπεπειρᾶτο ὁ βα-
σιλεύς, εἰρηνεύσειν κἀκείνους ἐλπίζων ἐκ τῆς πρὸς πάντας εἰρή-
νης τοῦ πατριάρχου ἔν τισι γνώμης ἤθεσι μάχης ἁπάσης καὶ φι-
λονεικίας ὑπερτεροῦσιν. ὅθεν καὶ συνάγων ὡμίλει καὶ εἰρηνεύειν
ἠξίου. εἶχε γὰρ καὶ τὸν αὐτοῦ θεῖον τὸν Ῥαοὺλ καὶ τυφλὸν
Ἰσαάκιον συνάμα τῇ ἀδελφῇ πρωτοστρατορίσσῃ ἀποσπάσας τῆς
ἐκείνων ξυμμορίας ἐν εἰρήνῃ παντοίᾳ, καὶ περιέθαλπε θερα-
πείαις ἁπάσαις, ὥστε καὶ τὸν ἐν εἱρκτῇ τὸ πάλαι τελευτήσαντα
πρωτοστράτορα τὸν Παλαιολόγον Ἀνδρόνικον διὰ τὰ προγεγονότα

Georgius Sphrantzes Hist., Chronicon sive Minus [Sp.] Κεφ. 16, τμ. 1, γρ. 11

Ἐρχόμενοι δὲ εἰς τὸν Μορέαν, τοῦ μὲν ὑπῆρχον τελείως


ὑποχείριος, ὡς προεῖπον, πρὸς δὲ τὸν ἀγάπῃ καὶ ἐλπίδι προσαπέβλεπον.
Ἀποσωθέντες οὖν εἰς τὸν Μορέαν καὶ κατὰ τοῦ τόπου παντός, οὗ ἐντὸς
τοῦ Μορέως ἐκράτει δεσπότης ὁ Κάρουλος, ἀπελθόντες πάντες οἱ αὐθέν-
ται καὶ ἀδελφοί, τέλος, ἐπεὶ οὔτε οὗτοι ἦσαν τεθαῤῥηκότες, ὅτι θέλουν
δολώσειν εἰς ἑαυτοὺς ὅλον τὸν τόπον, ὃν εἶχεν ὁ Κάρουλος, οὔτε πά-
λιν ἐκεῖνος, ὅτι νὰ δυνηθῇ νὰ φυλάξῃ τὸν ἐπίλοιπον τόπον, ὁποῦ ἀπέ-
μεινεν αὐτόν, – ἀπήρασι γὰρ οἱ αὐθένται ἡμῶν τινὰ τῶν αὐτοῦ, – ἐφά-
νη καλόν, ἵνα ὁ δεσπότης κὺρ Κωνσταντῖνος ἐπάρῃ τὴν ἀνεψιὰν αὐτοῦ
δὴ τοῦ Καρούλου δεσπότου εἰς νόμιμον γυναῖκα καὶ τὰ κάστρη, ὅσα δὴ
καὶ εἶχεν εἰς τὸν Μορέαν, λάβῃ εἰς προῖκαν αὐτῆς. Οὗ δὴ γενομένου
τελείου τῇ α-ῃ Μαΐου τοῦ αὐτοῦ ἔτους, σταλεὶς ἐγὼ παρέλαβον τὴν Γλα-
ρέντζαν, καὶ ἄλλοι τὰ ἄλλα.
Καὶ ἐπαναστρέψαντες εἰς τὸν Μυζηθρᾶν ἐνεργεῖτο τὸ τῆς καλο-
γερικῆς τοῦ δεσπότου κυροῦ Θεοδώρου.
Διὰ δὲ τὸ νὰ ἐπάρουν, ἂν ἠμπορέσουν, τὴν Πάτραν, ἀναγκαῖον

Georgius Sphrantzes Hist., Chronicon sive Minus [Sp.] Κεφ. 17, τμ. 1, γρ. 6

ἃ καὶ σταλεὶς ἐγὼ παρέλαβον ταῦτα παρὰ τοῦ ῥηθέντος πρωτοστράτορος.


Καὶ τῷ αὐτῷ ἔτει ἐν μηνὶ Μαρτίῳ δ-ῃ, τέθνηκεν ὁ δεσπότης
κὺρ Ἀνδρόνικος, ὁ διὰ τοῦ θείου σχήματος μετονομασθεὶς Ἀκάκιος·
καὶ ἐτάφη ἐν τῇ τοῦ Παντοκράτορος μονῇ, ἐν ᾗ καὶ κατέμενε.
Βουλῆς δὲ ἀποκρύφου, μόνον εἰς ἐμὲ οὔσης παρὰ τοῦ
αὐθεντός μου καὶ δεσπότου, ὅτι νὰ ἀπέλθωμεν κατὰ τῆς Πάτρας· καὶ εἰ
μὲν ἐπάρωμεν αὐτήν, ἰδοὺ νὰ εὑρισκώμεθα εἰς τὸν Μορέαν καὶ ὁ τόπος
αὐτοῦ ὁ τῆς Μαύρης δηλονότι θαλάσσης δοθῇ πρὸς τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ
τὸν βασιλέα. Εἰ δὲ οὐδὲν ἐπάρωμεν τὴν Πάτραν, νὰ ὑπάγωμεν ὄπισθεν
εἰς τὴν Πόλιν καὶ νὰ ἔχῃ ἐνταῦθα εἰς τὸν Μορέαν τὰ τῆς προικὸς αὐτοῦ
κάστρη καὶ ἐκεῖσε τὸν τόπον τοῦ τὴν Μαύρην δηλονότι θάλασσαν· τὰ
δὲ δοθέντα παρὰ τοῦ δεσπότου κάστρα πάλιν νὰ δοθῶσιν, ἔνθα ὁ βασι-
344

λεὺς διακρίνει. Παρηκολούθησε καὶ τοῦτο, ὅπερ ἦτον ἀπὸ μέρος βεβαίω-
σις τῆς ἀποκρύφου μελέτης.
Ἀπὸ τῆς Βοστίτζας διερχόμενοι διὰ τῆς ὁδοῦ τῆς Πάτρας, ἵνα
εἰς τὴν Γλαρέντζαν καὶ τὸ Χλουμοῦτζιν ἀπέλθωμεν, ἔνθα καὶ ἡ βασίλις-
σα, ἐστάλη Ἀνδρόνικος Λάσκαρις ὁ Παδιάτης εἰς τοὺς ἐν τῇ Πάτρᾳ
ἄρχοντας διά τινας δουλείας· κἀκεῖσε προσμείναντος, συνέτυχον αὐτῷ
ἰδίως καὶ ἱερεὺς καὶ λαϊκοὶ περὶ τοῦ, ἂν θέλῃ ὁ αὐθέντης αὐτοῦ, ἔχουσι
τρόπον, ὅτι νὰ ποιήσουν νὰ ἐπάρῃ τὴν Πάτραν.

Georgius Sphrantzes Hist., Chronicon sive Minus [Sp.] Κεφ. 36, τμ. 3, γρ. 9

λεως, καὶ ἐκεῖνος λόγον οὐκ ἐποιήσατο, οὐκ εἰδότος τοῦ ἀθλίου, ὅτι, ἂν
τυχὸν ἀφαιρεθῇ ἡ κεφαλὴ σώματος, τὰ μέλη εἰσὶ νεκρά.
Εἰς τὴν Βενετίαν καὶ βουλῆς γενομένης μεγάλης ἀντέστη ὁ δὸξ
Φραντζέσκω Φούσκαρις οὐ κατ' ἄγνοιαν, – καὶ γὰρ καὶ ὁ βασιλεὺς κὺρ
Ἰωάννης ὥριζέ μας, ἀλλὰ καὶ ἄλλοι οἱ ἰδόντες καὶ ὁμιλίσαντες αὐτόν,
ὅτι φρονιμώτερον ἄνθρωπον εἰς τὴν Ἰταλίαν οὐκ εἶδον, – ἀλλὰ διὰ κακίαν
καὶ φθόνον· οὐκ οἶδε γὰρ ὁ φθόνος προτιμᾶν τὸ συμφέρον. Ἦν δὲ τὸ
αἴτιον τοῦτο· τοῦ Ἀλωΐζου Διέδου ἐκείνου μέσου γεγονότος, ἵνα ὁ μα-
καρίτης αὐθέντης μου κὺρ Κωνσταντῖνος, δεσπότης ὢν καὶ εἰς τὸν Μο-
ρέαν αὐθέντης εὑρισκόμενος, ἐπάρῃ εἰς γυναῖκαν αὐτοῦ δὴ τοῦ δουκὸς
τὴν θυγατέραν καὶ μετὰ πολλῆς προικός, ὁ αὐθέντης μου οὗν οὐ διὰ τοῦ-
το, ἀλλὰ διὰ τὸ γενέσθαι οἱονεὶ καὶ αὐτὸς καὶ ὁ τόπος αὑτοῦ μετὰ τῆς
Βενετίας ἕν, συνεκατέβαινε τὸ τοιοῦτον συμπενθέριον, ἐμοῦ πλέον
τῶν ἄλλων συναινοῦντος τοῦτο καὶ ἀναγκάζοντος· καὶ ἰδοὺ ἦν, ἵνα
γίνηται

Ducas Hist., Historia Turcobyzantina Κεφ. 9, τμ. 1, γρ. 10καὶ ὁ ἐλεῶν οὐκ ἦν οὐτ'
Ἕλλην οὔτε βάρβαρος.
Τότε ὁ Καντακουζηνὸς εἰς νοῦν λαβὼν τὸ γεγονὸς καὶ μὴ φέρων τὴν
ἄτοπον πρᾶξιν, ἣν ἀθέσμως μετεχειρίσαντο οἱ τῆς Πόλεως πρὸς τοὺς ἔξω Ῥω-
μαίους, βουλὴν βουλεύεται πονηράν, Θεοῦ σκληρύνοντος, οἶμαι, τὴν καρδίαν αὐ-
τοῦ διὰ τὸ καταποντισθῆναι ἄρδην τοὺς Ῥωμαίους. Καὶ στείλας πρέσβεις εἰς
τὸν Ὀρχὰν αἰτεῖ παρ' αὐτοῦ βοήθειαν ὡς ἀδικούμενος ὑπὸ τῶν Ῥωμαίων καὶ
ὡς ἐπίτροπος ὢν τῆς βασιλείας τοῦ ἀποιχομένου βασιλέως Ἀνδρονίκου καὶ οἱ
Ῥωμαῖοι φθονήσαντες ἐξέωσαν αὐτὸν τῆς ἐπιτροπῆς καὶ κατέσφαξαν τοὺς αὐτοῦ
συγγενεῖς κἀκεῖνον φυγάδα πεποίηκαν. Εἰ οὖν ἀντιλάβηται αὐτὸν καὶ χεῖρα
βοηθείας ὀρέξῃ, ἔχει δοῦναι αὐτῷ τὴν θυγατέρα αὐτοῦ εἰς γυναῖκα μετὰ καὶ
πολλῶν θησαυρῶν χάριν προικὸς καὶ ἔχειν αὐτὸν ὡς υἱὸν καὶ ὑπακούειν αὐτῷ
εἰς πάντα τὰ θελήματα αὐτοῦ. Τότε ὁ Ὀρχὰν ἀκούσας τοὺς πρέσβεις παρ' ἐλπί-
δα γαμικῶν συναλλαγμάτων φθεγγομένους φωνὰς καὶ θησαυρῶν ἀπείρων ἀγγε-
λίας, κεχηνὼς οὑτωσὶ ὡς βοῦς διψῶν ἐν καύσωνι θέρους ἐν λάκκῳ πλήρης ὕδα-
τος ψυχροτάτου πίνων μὴ κορεννύμενος τῶν ναμάτων, οὕτω καὶ οὗτος ἐνωτι-
σθείς, ὑπὸ τῆς βαρβαρικῆς ἀκολασίας – καὶ γὰρ ἀκράτητον τὸ ἔθνος αὐτὸ καὶ
οἰστρομανὲς ὡς οὐδὲ ἓν τῶν πάντων γενῶν, ἀκόλαστον ὑπὲρ πάσας φυλὰς καὶ
ἀκόρεστον ἀσωτίαις, τοσοῦτον γὰρ πυροῦται, ὅτι καὶ κατὰ φύσιν καὶ παρὰ
φύσιν ἐν θηλείαις, ἐν ἄρρεσιν, ἐν ἀλόγοις ζῴοις ἀδεῶς καὶ ἀκρατῶς μιγνύμενον
οὐ παύεται· καὶ ταῦτα τὸ ἀναιδὲς καὶ ἀπάνθρωπον ἔθνος, εἰ Ἑλληνίδα ἢ Ἰτα-
λὴν ἢ ἄλλην τινὰ ἑτερογενῆ προσλάβηται ἢ αἰχμάλωτον ἢ αὐτόμολον, ὡς Ἀφρο
345

Ducas Hist., Historia Turcobyzantina Κεφ. 9, τμ. 1, γρ. 24

τος ψυχροτάτου πίνων μὴ κορεννύμενος τῶν ναμάτων, οὕτω καὶ οὗτος ἐνωτι-
σθείς, ὑπὸ τῆς βαρβαρικῆς ἀκολασίας – καὶ γὰρ ἀκράτητον τὸ ἔθνος αὐτὸ καὶ
οἰστρομανὲς ὡς οὐδὲ ἓν τῶν πάντων γενῶν, ἀκόλαστον ὑπὲρ πάσας φυλὰς καὶ
ἀκόρεστον ἀσωτίαις, τοσοῦτον γὰρ πυροῦται, ὅτι καὶ κατὰ φύσιν καὶ παρὰ
φύσιν ἐν θηλείαις, ἐν ἄρρεσιν, ἐν ἀλόγοις ζῴοις ἀδεῶς καὶ ἀκρατῶς μιγνύμενον
οὐ παύεται· καὶ ταῦτα τὸ ἀναιδὲς καὶ ἀπάνθρωπον ἔθνος, εἰ Ἑλληνίδα ἢ Ἰτα-
λὴν ἢ ἄλλην τινὰ ἑτερογενῆ προσλάβηται ἢ αἰχμάλωτον ἢ αὐτόμολον, ὡς Ἀφρο-
δίτην τινὰ ἢ Σεμέλην ἀσπάζονται, τὴν ὁμογενῆ δὲ καὶ αὐτόγλωτον ὡς ἄρ-
κτον ἢ ὕαινα βδελύττοντες· – ἀκούσας τοίνυν ὁ ῥηθεὶς ἀρχηγὸς Ὀρχὰν τὴν
πρὸς γάμον τῆς κόρης συνάφειαν, ἦν γὰρ ὡραία τῷ εἴδει καὶ τὴν ὄψιν οὐκ ἄχα-
ρις, καὶ τὸν τῆς προικὸς ὄγκον καὶ τὰ σταλθέντα παρὰ τοῦ Καντακουζηνοῦ
προγαμιαῖα δωρήματα, συνένευσεν εὐκόλως. Καὶ φιλοτιμήσας τοὺς πρέσβεις ἀπέ-
πεμψεν, ὅρκους δοὺς καὶ λαβών, ὡς ἀπὸ τοῦ γε καὶ εἰς τὸ ἑξῆς ἔσται γαμβρὸς
τοῦ Καντακουζηνοῦ καὶ εἰς πᾶσαν ἀρωγὴν καὶ βοήθειαν ὡς υἱὸς πρὸς πατέρα
ἀόκνως ἑτοιμασθήσεται, μόνον τὴν μελλονύμφην σὺν τῇ φερνῇ συντόμως πρὸ
τοῦ ἔαρος εἰ μεταπέμψει· ἔτυχε γὰρ αὕτη ἡ μιαρὰ μνηστεία ἐν Ἰαννουαρίῳ μηνὶ
γενέσθαι τοῦ τότε χρόνου. Καὶ σὺν τούτοις ἐστάλθησαν ὡς πέντε χιλιάδες Τοῦρ-
κοι τῷ Καντακουζηνῷ, ἄνδρες μαχιμώτατοι καὶ ὀξεῖς εἰς θυμὸν καὶ τῶν Ῥω-
μαίων φθορεῖς, ὡς εἰκάσοι τις αὐτοὺς εἰς κύνας καρχαρόδοντας ἢ χάρωντας.
Ἀποδεξάμενος οὖν αὐτοὺς ὁ Καντακουζηνὸς κατὰ τὴν συνήθη φιλοφρο-

Ducas Hist., Historia Turcobyzantina Κεφ. 9, τμ. 2, γρ. 5

τοῦ Καντακουζηνοῦ καὶ εἰς πᾶσαν ἀρωγὴν καὶ βοήθειαν ὡς υἱὸς πρὸς πατέρα
ἀόκνως ἑτοιμασθήσεται, μόνον τὴν μελλονύμφην σὺν τῇ φερνῇ συντόμως πρὸ
τοῦ ἔαρος εἰ μεταπέμψει· ἔτυχε γὰρ αὕτη ἡ μιαρὰ μνηστεία ἐν Ἰαννουαρίῳ μηνὶ
γενέσθαι τοῦ τότε χρόνου. Καὶ σὺν τούτοις ἐστάλθησαν ὡς πέντε χιλιάδες Τοῦρ-
κοι τῷ Καντακουζηνῷ, ἄνδρες μαχιμώτατοι καὶ ὀξεῖς εἰς θυμὸν καὶ τῶν Ῥω-
μαίων φθορεῖς, ὡς εἰκάσοι τις αὐτοὺς εἰς κύνας καρχαρόδοντας ἢ χάρωντας.
Ἀποδεξάμενος οὖν αὐτοὺς ὁ Καντακουζηνὸς κατὰ τὴν συνήθη φιλοφρο-
σύνην μετὰ δώρων ὅτι πλείστων καὶ ὑποσχέσεων κατακορέσας αὐτούς, ἑτοιμά-
ζετο τὴν πρὸς τὸ Βυζάντιον παρασκευὴν ἔχων μεθ' ἑαυτοῦ τὸ στῖφος τῶν Τούρ-
κων καὶ ἑτέρους τόσους ἢ καὶ πλείονας Σέρβους καὶ Ῥωμαίους, ὅσους ἡ Θρᾴκη
τότε ἔχειν ἠδύνατο. Καὶ δὴ ἑτοιμάσας τὰ τῆς προικὸς καὶ πέμψας τὴν θυγατέρα
αὐτοῦ τῷ Ὀρχὰν σὺν πάσῃ τιμῇ καὶ περιφανείᾳ καὶ δόξῃ καὶ πολλῇ τῇ λαμ-
πρότητι, αὐτὸς εἰς πόλεμον ἠσχολεῖτο καὶ δῆτα ἀρξάμενος ἀπὸ Σηλυβρίας ληί-
ζειν καὶ καίειν πάσας κώμας καὶ πόλεις ἄχρις αὐτῆς Πόλεως. Καὶ τοὺς δυστυ-
χεῖς Ῥωμαίους, οὓς μὲν Σέρβοι ᾐχμαλώτευον, εἰς Σερβίαν ἀπέπεμπον, οὓς
δὲ Τοῦρκοι, τὸν πορθμὸν διαβιβάζοντες εἰς Προῦσαν καὶ τὰς λοιπὰς πόλεις δο-
ρυαλώτους ἐπόμπευον. Καὶ ἦν ἰδεῖν θέαμα ἐλεεινόν· τίνες οἱ αἰχμαλωτίζοντες;
Ῥωμαῖοι· Τίνες οἱ αἰχμαλωτιζόμενοι; Ῥωμαῖοι· Τίνες οἱ σπαθίζοντες; Ῥω-
μαῖοι· Τίνες σπαθιζόμενοι; Ῥωμαῖοι· Τίνων τὰ νεκρὰ σώματα; Ῥωμαίων· Τίνες
οἱ νεκρώσαντες; Ῥωμαῖοι· Ὦ δεινῆς συμφορᾶς·
Ἐλθόντος δὲ τοῦ Καντακουζηνοῦ σὺν αὐτῷ τῷ στρατῷ, ὅπερ εἰρήκα
346

Pseudo-Codinus Hist., Patria Constantinopoleos Book 3, τμ. 114, γρ. 5

(c141, m170) Εἰς τὸ Χριστοκάμαρον δὲ ἦν ὁ


Χριστὸς ἱστορισμένος πλησίον τοῦ ἁγίου Ἀκακίου, ὅπου
ἐστὶν τοῦ Μουσελὲ ὁ οἶκος· καὶ διὰ τοῦτο ἐλέγετο οὕτως.
Τὰ δὲ δύο Μυρέλαια· μύρα ἔρρεε καὶ ἰάματα
πολλὰ ἐκεῖσε ἐγένοντο καὶ μέχρι τοῦ νῦν.
(c47, m48) Τὸ δὲ Ἀνεμοδοῦριν τὸ χαλκοῦν ἐστη-
λώθη παρὰ Ἡλιοδώρου τοῦ δυσσεβοῦς ἐν τοῖς χρόνοις
Λέοντος τοῦ Συρογενοῦς, καθώς εἰσιν ἐστηλωμένοι οἱ ιβʹ
ἄνεμοι. Τὰ δὲ τέσσαρα χαλκουργεύματα τὰ μεγάλα ἤχθησαν
ἀπὸ τοῦ Δυρραχίου· εἶχεν δὲ αὐτὰ γυνὴ εἰς προῖκα αὐτῆς
ἀπὸ ναοῦ τινος· μετὰ πολλῆς δὲ ἐπιστήμης καὶ ἀστρονο-
μίας τοῦτο ἐποίησεν.

Joannes VI Cantacuzenus, Historiae Vol. 1, p. 73, γρ. 21

τοὺς ἐμοὶ συνόντας καὶ ταὐτὰ βουλομένους σοὶ θέσθαι, ἐκεῖνο


λέγω, ὡς αὐτὸς ἂν εἰδείης μᾶλλον ἐμοῦ, ὁποίους τινὰς εἰκὸς
εἶναι τοὺς προσκειμένους ἐμοί. ὅπου γὰρ χρημάτων μέν μοι
πόρος οὐδεὶς, οἷς ἂν ἴσως πείσαιμι τῶν ἀξίων μοι λόγου τινὰς
προσέχειν, παῤῥησίας τε πρὸς σὲ μέτεστιν οὐδεμιᾶς, δι' ἧς εὐ-
εργετῶν ἐμαυτῷ κτήσομαι φίλους τινὰς τῶν δεομένων ὠφελείας,
συνορᾷν ἐστιν ἐκ τῶν πραγμάτων τῷ βουλομένῳ παντὶ τοὺς
ἠθροισμένους περὶ ἐμέ. εἰ δ' ἄρα καί τινες εἶεν εὐνοϊκῶς
ἐμοὶ διακείμενοι, οὐκ ὀφείλοντες τὴν εὔνοιαν, ἀλλὰ μᾶλλον
χάριτος κατάρχοντές εἰσιν· ὧν οὕτω βελτίστων περὶ ἐμὲ προῖ-
κα γεγενημένων, οὐκ ἂν ἐλλίπῃ μοχθηρίας ὑπερβολὴν τὸ κάκι-
στον αὑτὸν καὶ προδότην ὀφθῆναι περὶ αὐτούς. καίτοι γε καὶ
αὐτοὶ οὐδὲν ἄλλο μοι προσιόντες πείθειν ἐπιχειροῦσιν, ἢ σοὶ,
τῷ βασιλεῖ καὶ πατρὶ, ὑπέχειν ἐμαυτὸν καὶ καταδουλοῦν καὶ
μὴ παρέχειν αἰτίας, ὥστ' ἐμαυτῷ τὴν σὴν γαληνότητα ἐξοργί-
ζειν. ἐμοῦ δ' ἰσχυριζομένου τοιοῦτον ἐμαυτῷ συνειδέναι μηδὲν
καὶ πολλοὺς εἰς ἀπολογίαν συνείροντος λόγους, οὐδὲν αὐτοῖς
εἰς πειθῶ νομίζεται ἀξιόχρεων, ὅπερ ἐστὶν εἰκὸς λογιζομέ-
νοις, ὡς οὐκ ἂν οὕτως ἡ φύσις πρὸς ἑαυτὴν ἐκπολεμωθείη, μὴ
τῶν αἰτίων ὄντων ὑπερφυῶν. οὐδὲ γὰρ οὐδὲ τῶν θηρίων τὰ
χαλεπώτατα τοῖς τέκνοις ἐπεβούλευσάν ποτε τοῖς ἰδίοις

Joannes VI Cantacuzenus, Historiae Vol. 1, p. 101, γρ. 16

ξάντων, ὁ βασιλεὺς, μικρὸν ἐπισχών· “ἀλλ' ἔμοιγε” εἶπε “τὸ


Σολομώντειον καλῶς εἰρῆσθαι δοκοῦν, τὸ, εἶναι σωτηρίαν ἐν
347

πολλῇ βουλῇ· καὶ πολλὰ πολλάκις περὶ τῶν αὐτῶν βουλευσα-


μένῳ, ἐξεύρηταί τι καὶ τῶν εἰρημένων πλέον, ὃ δὴ καὶ δεῖν
ἔδοξεν εἰς μέσον θεῖναι, ὡς ἂν, εἰ καλῶς ἔχει, δοκιμασθῇ.
ἐμοὶ πρὸς τὴν Ἀδριανοῦ τήνδε πόλιν ἀφιγμένῳ, αὐτοί τε πολ-
λὴν ἐπεδείξαντο τὴν εὔνοιαν κοινῇ πάντες περὶ ἐμὲ, καὶ αἱ ἄλ-
λαι πᾶσαι κατὰ τὴν Θρᾴκην ἄχρι Χριστουπόλεως προσεχώρη-
σαν πόλεις· οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ ὅσον ἦν στρατιωτικὸν ἐν ταῖς
Θρᾳκικαῖς κώμαις καθιδρυμένον, οἷς καὶ πολλὴν ὀφείλειν τὴν
χάριν ὁμολογῶ ὡς ἀγαθοῖς περὶ ἐμὲ προῖκα γεγενημένοις. αἱ
μέντοι κατωτέρω Χριστουπόλεως πολλαὶ καὶ περιφανεῖς οὖ-
σαι πόλεις ἄχρι καὶ Ἀκαρνανίας καὶ Δαλματίας ὑπήκοοι Ῥω-
μαίοις, καὶ στρατιὰν οὐκ εὐκαταφρόνητον ἔχουσαι καὶ στρα-
τηγοὺς πολλούς τε καὶ ἀγαθοὺς, οὐδεμία προσεχώρησεν ἡμῖν.
ὅπερ ἐμὲ ταραχῆς ἐνέπλησεν οὐκ ἀπαντῆσαν κατὰ γνώμην.
οὐδ' εἶναι νομίζω λυσιτελὲς ὡς οὐδενῶν καταφρονῆσαι, ἀλλὰ
περὶ πλείστου ποιήσασθαι καὶ τὴν ἐκείνων συμμαχίαν καὶ κοι-
νωνίαν. τούτου χάριν ἀναγκαῖον εἶναί μοι δοκεῖ τὴν πρὸς ἐκεῖ-
να φέρουσαν πρῶτον ἑλέσθαι. προσχωρησάντων δὲ ἐκείνων,
πρὸς τὴν Κωνσταντίνου βαδιούμεθα θαῤῥοῦντες, οὔτ' ὀπίσω

Joannes VI Cantacuzenus, Historiae Vol. 1, p. 292, γρ. 3

βον ῥίψαντες, διειλέχθαι περὶ τοῦ βασιλεῖ τῷ νέῳ τὴν πόλιν


προδιδόναι, πεπεικέναι τε δίκαιά τε ἅμα δόξαντας λέγειν καὶ
συμφέροντα πᾶσι Ῥωμαίοις· καὶ νῦν εἶναι ἐν ἑτοίμῳ, κλίμα-
ξι τὸν βασιλέα ἀνάγειν εἰς τὸ τεῖχος, νύκτα φυλάξαντας καθ'
ἣν αὐτοῖς ἡ διαδοχή ἐστι τῆς φυλακῆς. οἱ μὲν οὖν τοιαῦτα
εἶπον· ὁ μέγας δὲ δομέστικος τὸν μὲν ἀπαγγελοῦντα βασιλεῖ
περιμένειν ἔπεμψεν εὐθὺς, τοὺς δὲ διειλεγμένους ὅ,τι τε κα-
λοῖντο ἠρώτα καὶ εἴ τι παρὰ βασιλέως αἰτοῖεν, ὡς δίκαιοι ὄν-
τες εὖ παθεῖν τῆς εἰς βασιλέα ἕνεκα εὐνοίας. οἱ δ' ἔφασαν,
Κάμαρις μὲν καλεῖσθαι καὶ Καστελιάνος, μηδὲν δὲ αἰτεῖν, ἀλλὰ
προῖκα τοῦ καλοῦ ἕνεκα καὶ τοῦ κοινῇ λυσιτελοῦντος τὴν ἐπι-
χείρησιν ὑπελθεῖν. ἐπεὶ δὲ καὶ αὖθις ἐπιτρέψαντος ὃ βούλοιντο
αἰτεῖν, ἰσχυρίσαντο αἰτεῖν μηδὲν, παραλαβὼν αὐτοὺς ἦγεν ὡς
βασιλέα. συμμίξας δὲ αὐτῷ, “ὁ θεὸς” εἶπεν “ᾧ σὺ πρὸ μικροῦ
παρέσχηκας ἃ εἶχες, ἃ βούλεται νῦν αὐτὸς εὐεργετεῖ.” ἀνεμί-
μνησκε δὲ αὐτὸν ἔργου τινὸς, ὃ ἦν εἰργασμένος πρὸ μικροῦ.
νζʹ. Ἔτι γὰρ ἐνδιατρίβοντος Θεσσαλονίκῃ, τῶν ἐν Βυ-
ζαντίῳ βασιλεῖ τῷ πρεσβυτέρῳ συνόντων συγκλητικῶν ἓξ
συμφωνήσαντες ταῖς γνώμαις, πέμψαντες εἰς Θεσσαλονίκην,
διειλέγοντο κρύφα τῷ βασιλεῖ, ὡς, εἰ βούλοιτο Βυζάντιον κα-
τασχεῖν, αὐτῶν παραδιδόντων, (ἦσαν γὰρ οὐκ ἀδύνατοι

Joannes VI Cantacuzenus, Historiae Vol. 1, p. 488, γρ. 4

μᾶς, ἐξ αὐτῶν ἄν τις τῶν πραγμάτων ἀληθέστατα τεκμήραι-


το. οἱ γὰρ ἐξελαθέντες τοῦ ἄστεος ὑφ' ὑμῶν Ῥωμαῖοι, ὧν
αὐτοὶ τὰ ἐπιτήδεια λαβόντες χρῆσθε, τὸ μέτρον τῆς τροφῆς
348

πρὸς τὸ τῶν πολιορκουμένων πλῆθος λογιζόμενοι, ἐντὸς ὀλί-


γου χρόνου παντάπασί φασιν ὑμᾶς τὰ σιτία ἐπιλείψειν. λεί-
πεται δὴ μίαν ὑπολείπεσθαι ἐλπίδα σωτηρίας, τὸ βασιλέα
ῥᾳθυμήσαντα ἢ διὰ τὸ τῶν ἀναλισκομένων πλῆθος χρημάτων
ἢ διὰ τὴν κατὰ τὴν στρατείαν κακοπάθειαν λύσειν τὴν πο-
λιορκίαν ἢ διὰ τὸ χειμῶνα ἐπιγίνεσθαι ἤδη προσδοκᾷν. ἐγὼ
δὲ καὶ περὶ τούτου προδότης γενήσομαι ἡμῶν αὐτῶν καὶ
μηνύσω προῖκα ἅπαν τἀληθές. καίτοι γε πολλοῦ ἂν ἐπρίασθε
αὐτοὶ, εὖ οἶδα, εἰ ἃ διανοούμεθα περὶ ὑμῶν, ἀληθῶς ἐξεγέ-
νετο μαθεῖν· ἐγὼ δὲ ὑμῖν καὶ τοῦτο χαριοῦμαι. βασιλεὺς
μὲν γὰρ καὶ ἡμεῖς καὶ τὸ πολὺ τῆς στρατιᾶς οἴκαδε ἀπελευ-
σόμεθα, ἵνα μὴ εἰκῇ καὶ μάτην κατατριβώμεθα ἐνταῦθα, ἄλλως
τε καὶ τῶν ἐκεῖσε πραγμάτων ἐπιμελείας δεομένων, ἣν οὐκ ἐξὸν
ποιεῖσθαι μὴ ἐκεῖ ἐπιδημοῦντας. ἐνταυθοῖ δὲ πρὸς τὴν πολιορ-
κίαν δέκα καταλείψομεν τριήρεις καὶ μονήρεις εἴκοσι καὶ ἑτέρας
τέτταρας καὶ εἴκοσι τὰς τοῦ Σαρχάνη ναῦς, μισθὸν παρασχόν-
τες διαρκέσοντα ἄχρι ἦρος. οἳ ὑμᾶς τε καὶ Μιτυληναίους ἀσφα-
λῶς πολιορκήσουσιν ἐφορμοῦντες ἐκ θαλάσσης, ἐκ δὲ ἠπεί

Ephraem Hist., Poeta, Chronicon Γρ. 5265

ἐπαρχίας ἤγαγεν εἰς ἐπιδόσεις.


οὐκ ἦν ἀπειλὴν πράκτορος κλύειν τότε,
καὶ τὰ πενήτων πάντα καλαμωμένου
ἐν τῷ μόνον πρόφασιν εὑρεῖν κακίας·
οὐ δημοσίων ὠνίους τὰς ἐκτίσεις
ὁρᾶν τελουμένας γε τοῖς ᾑρημένοις,
ἀλλ' ἀποδούς τις Καίσαρι τὰ Καισάρων
ὑπῆρχε λοιπὸν ἀπαθὴς κακῶν ἔτι,
ὡς δημόσια πᾶς τις εἰσπράττων τότε
ὀψωνίοις ἦν τάδ' ἀπαιτῶν ἐν δίκῃ,
ἀρχαιρεσιῶν προῖκα παρεσχημένων
πασῶν ἀριστίνδην τε καὶ κατ' ἀξίαν,
οὐδὲν δὲ πλουτίνδην γε τοῖς ἐκ τριόδων.
ᾗ Δαβὶδ οὐκοῦν ἐμμελῶς ψάλλων λέγει,
δικαιοσύνης, πρὸς δέ γ' εἰρήνης χάρις
συνῆλθον ἠσπάσαντο φιλίως τότε.
ἔθος δ' ἐναγὲς καὶ παράνομον λίαν
καὶ πρᾶξιν ἀπάνθρωπον ἀδικωτάτην,
τῶν ναυαγουσῶν φορτίδων κατὰ τόπους
ἐκ πνευμάτων βίας τε καὶ καταιγίδος
καὶ συντριβεισῶν, εἶτ' ἀκταῖς ἐρριμμένων

Ephraem Hist., Poeta, Chronicon Γρ. 10296

Νικηφόρος πρόεδρος ὢν Ἐφεσίων


προεδρίαν εἴληφε τῆς Κωνσταντίνου,
ὃς ἀρχιλευίτης πρὶν ἦν παλατίου,
349

ἀνὴρ ἀμεμφής, παρθένος διὰ βίου.


Τούτου τελευτήσαντος ἐν προεδρίᾳ
Ἀρσένιος πρώτιστος ἀπολαμβάνει
τῆς βασιλίδος ἱερὰν προεδρίαν.
καθαιρέσει τούτου δὲ καθυπηγμένου
πρὸς ποιμεναρχῶν καὶ δικαστῶν τῶν τότε,
εἶτ' ἀπελαθέντος τε τῆς ἐκκλησίας,
εἰς Προικόνησον δ' ἀπαχθέντος νησίδα,
τῆς Ἀδριανοῦ Γερμανὸς ἀρχιθύτης
μεταθέσει δέδεικτο καὶ Βυζαντίδος.
Τούτου παραιτήσει δὲ λιπόντος θρόνον
ἀνὴρ Ἰωσήφ, ὀρθοδοξίας στῦλος,
κλέος μοναστῶν ἅμα καὶ πρεσβυτέρων,
μονῆς προεστὼς εὐαγοῦς Γαλησίου,
πρᾶος χαρίεις καὶ θεοῦ τρέμων νόμους,
πτωχοτρόφος φίλοικτος, εὔσπλαγχνος φύσει,
εἰς πατριαρχῶν τὸν περίπυστον θρόνον
ἀνάγεται δὴ κανονικῶς ἀξίως,

Pseudo-Sphrantzes Hist., Chronicon sive Maius (partim sub auctore Macario


Melisseno) P. 210, γρ. 18

μεθοδεύοντος καὶ συμπλοκῆς μελλούσης γενέσθαι, ἱππότην ἐπίσημον ἐξ Ἰταλίας


ὡρμη-
μένον ἔφιππον, θεασάμενος παρεστῶτα πεζόν, Ἰωάννην τὸν τὸν ἀνεψιὸν ἐκέλευσεν
ἀπο-
βῆναι τοῦ ἀραβικοῦ ἵππου, ἐφ' οὗ ἦν ἐποχούμενος, καὶ δοῦναι αὐτὸν τῷ Ἰταλῷ. Ὁ
δὲ φρονηματίας ὢν καὶ γαῦρος πλέον τοῦ δέοντος, τῷ τοῦ βασιλέως καὶ θείου
ἀντέστη
κελεύσματι καὶ ἀναιδεστέραν τὴν ἀντίῤῥησιν ποιησάμενος, μὴ ἐπὶ πολὺ δὲ ἔχων ἀνθί-
στασθαι τῷ θείῳ καὶ βασιλεῖ, ἑώρα πρὸς τὴν ὀργὴν γὰρ ἐπιφράζοντα, ἄκων καὶ μὴ
βουλόμενος τὸν ἵππον τῷ Ἰταλῷ δίδωσι, μετακελητίσας εἰς ἕτερον ὄχημα. Αὐτὸς ἀθυ-
μίας πλήρης καὶ βράττων θυμοῦ ἄντικρυς γενόμενος, φυγὼν πρὸς Πέρσας αὐτόμολος
γίνεται, ὃν καὶ ἀσμένως καὶ ἀσπασίως προσεδέξατο ὁ ἀμηρᾶς καὶ πάντες οἱ βάρβα-
ροι καὶ τὴν ἐν Χριστῷ πίστιν ἐξομοσάμενος ἀντὶ Ἰωάννου τζελεπὴς ὠνόμασται καί
τινα ὀνόματι Καμερώ, τὴν τοῦ ἀμηρᾶ θυγατέρα, εἰς γυναῖκα ἔλαβε, καὶ προῖκα
δώσας
αὐτῷ τόπους καὶ χώρας καὶ πόλεις καὶ χρήματα πολλά. Ἦν δὲ ὁ ἀνὴρ τῆς ἑλληνι-
κῆς σοφίας οὐκ ἀμέθεκτος καὶ ἐν τῷ λέγειν τῇ ἀραβικῇ διαλέκτῳ ἱκανώτατος. Ἦν
γὰρ καὶ φιλοδωρότατος καὶ δαψιλὴς ὁ νέος, ὃ πᾶσιν ἀρεστόν ἐστι καὶ μᾶλλον τοῖς
βαρβάροις καὶ ἄλλως κοινωνικῶς τὸ ἦθος τοῖς ὑπ' αὐτὸν παρεχόμενος, ἤδη κράτι-
στον τοῖς στρατηγοῦσιν, ἐν οἷς καὶ τρόπαια, ὅθεν καὶ αἵρειν εὐθὺ τοῦ σκοποῦ· καὶ ὡς
κοινὰ τὰ ὑπ' αὐτοῦ ἐχόμενα ἐποίει καὶ ἔλεγεν εἶναι. Τοῖς πᾶσιν ἦν συμπονῶν ἐν ταῖς
ἀνάγκαις αὐτῶν καὶ ἐβοήθει καὶ ἐθεράπευε καὶ τὰς διαφορὰς τὰς φυομένας ἀνὰ
μέσον
αὐτῶν ἐδιώρθωνε καὶ εἰρήνευε καὶ οὐδεὶς ἀντελέγετο τοῖς λόγοις καὶ θελήμασιν αὐ-
τοῦ. Καὶ ὑπὸ τοῦ πενθεροῦ τοσοῦτον ἠγαπήθη καὶ τῶν ἑτέρων πάντων, ὥστε, τὰ ὅσα
ἤθελεν, ἔπραττε καὶ οἱ βάρβαροι ὡς δεύτερον Μωάμεθ ἐδόξαζον. Οὗτος δὲ γεννᾷ
350

Pseudo-Sphrantzes Hist., Chronicon sive Maius (partim sub auctore Macario


Melisseno) P. 266, γρ. 24

ποιῆσαι αὐτό. Ἐρχομένων οὖν εἰς τὴν Πελοπόννησον, τῷ μὲν ἤμην τε-
λείως ὑποχείριος, ὡς προεῖπον, τῷ δὲ ἀγάπῃ καὶ ἐλπίδι προσαπέβλεπον.
Ἀποσωθέντες οὖν εἰς Πελοπόννησον καὶ κατὰ τοῦ τόπου τοῦ ἐν
Πελοποννήσῳ, ὃς ὑπὸ τοῦ δεσπότου Καρούλου ἐκρατεῖτο, ἀπελθόντες
οὖν οἱ αὐθένται καὶ ἀδελφοὶ καὶ βουλὴν ποιήσαντες τοιαύτην, μὴ θαῤῥοῦν-
τες γὰρ εὐκόλως ὑποτάξαι τὸν τόπον αὐτοῖς, ὃν εἶχεν ὁ Κάρουλος, ὁ-
μοίως καὶ αὐτὸς οὐκ ἐθάῤῥει δυνηθῆναι φυλάξῃ τὸν τόπον ὃν ἐκέκτητο,
ἐπεί τινας τῶν τούτου τόπων ἔλαβον οἱ αὐθένται ἡμῶν, εἰς συμβάσεις ἦλ-
θον, καὶ εὐδοκήσαντος τοῦ δεσπότου κὺρ Κωνσταντίνου, ἵνα λάβῃ εἰς
νόμιμον γυναῖκα τὴν ἀνεψιὰν τοῦδε τοῦ δεσπότου Καρούλου καὶ τὰ ἐν
τῇ Πελοποννήσῳ ἐναπομείναντα αὐτῷ κάστρα λάβῃ εἰς προῖκαν αὐτῆς,
οὕτω γενομένης τῆς συμφωνίας.
II. Τῇ οὖν πρώτῃ Μαΐου τοῦ αὐτοῦ ἔτους σταλεὶς ἐγὼ παρέλαβον
τὴν Γλαρέντζαν καὶ ἄλλοι ἕτερα. Καὶ ἐπαναστρέψαντες εἰς Σπάρτην, ἐ-
νεργεῖτο ἵνα λάβῃ τὸ μοναχικὸν σχῆμα ὁ δεσπότης κὺρ Θεόδωρος, καὶ
τρόπον καὶ ἀναβολὴν ποιήσωσι, τοῦ παραλαβεῖν τὴν Πάτραν, – ἀναγ-
καῖον καὶ χρήσιμον τόπον,

Pseudo-Sphrantzes Hist., Chronicon sive Maius (partim sub auctore Macario


Melisseno) P. 276, γρ. 7

III. Καὶ τῷ αὐτῷ ἔτει, Μαρτίου τετάρτῃ τέθνηκεν ὁ δεσπό-


της κὺρ Ἀνδρόνικος, ὁ διὰ θείου καὶ ἀγγελικοῦ σχήματος μετονο-
μασθεὶς Ἀκάκιος· καὶ ἐτάφη ἐν τῆ τοῦ Παντοκράτορος μονῇ, ἔνθα
κατέμενε.
Βουλῆς δὲ ἀποκρύφου ἐμοὶ γενομένης παρὰ τοῦ αὐθεντός μου καὶ
δεσπότου, ἵνα κατὰ τῆς Πάτρας ἀπέλθωμεν· καὶ εἰ μὲν παραλάβομεν αὐ-
τήν, μείνωμεν εἰς τὴν Πελοπόννησον καὶ ὁ τόπος, ὃν εἶχεν ἐντῷ Εὐ-
ξείνῳ Πόντῳ, δηλονότιτῇ Μαύρῃ θαλάσσῃ δοθείη πρὸς τὸν
ἀδελφὸν αὐτοῦ τὸν βασιλέα, εἰ δὲ οὐ παραλάβομεν τὴν Πάτραν, ἐπανα-
στρέψωμεν αὖθις εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν καὶ αὐτὸς ἔχῃ εἰς τὴν Πε-
λοπόννησον τὰ τῆς προικὸς αὐτοῦ κάστρη καὶ τὰτοῦ Εὐξείνου
Πόντου, ἤτοιτῆς Μαύρης Θαλάσσης. Τὰ δὲ δοθέντα παρὰ τοῦ δε-
σπότου κὺρ Θεοδώρου κάστρηκαὶ πάντα τὰ τῆς ἐπιτροπικῆς
τοῦ Μελισσηνοῦ Νικηφόρου ἐν τῷ Μεσσηνιακῷ κόλ-
πῳπάλιν δοθῶσιν, ὅπου δ' ἂν ὁ βασιλεὺς διακρίνῃ. Παρηκολούθησε
καὶ τοῦτο, ὅπερ ἦν ἀπὸ μέρους βεβαίωσις τῆς ἀποκρύφου μελέτης καὶ
βουλῆς. Διερχόμενοι τὴν ὁδὸν τῆς Πάτρας ἐκ Βοστίτζας, ἴνα εἰς τὴν Γλα-
ρέντζαν καὶ τὸ Χλουμοῦτζιν ἀπέλθωμεν, ἔνθα καὶ ἡ βασίλισσα ἦν, στα-
λεὶς οὖν Ἀνδρόνικος Λάσκαρις ὁ Παδιάτης πρὸς τοὺς ἐν τῇ Πάτρᾳ
ἄρχοντας περί τινων ὑποθέσεων κἀκεῖσε προσμείνας, συνέτυχον αὐτῷ ἰδίως
καὶ ἐξόχως ἱερεῖς τε καὶ λαϊκοὶ λέγοντες ἐν μυστηρίῳ περὶ τοῦ, εἰ ὁ
351

Pseudo-Sphrantzes Hist., Chronicon sive Maius (partim sub auctore Macario


Melisseno) P. 302, γρ. 25

Καὶ κατ' ἀρχὰς τοῦ θέρους τοῦ ͵ϛϡμγ-ου, ἀπέθανε καὶ ὁ τῶν Ἀ-
θηνῶν αὐθέντης καὶ Θηβῶν ὁ προῤῥηθεὶς κὺρ Ἀντώνιος Δελατζιόλης
ὁΚομνηνὸςκαὶ ζητήσει τῆς ἐκείνου γυναικὸςΜαρίας Μελις-
σηνῆς, θυγατρὸς Λεόντος τοῦ Μελισσηνοῦ, πρώτου
ἐξαδέλφου Νικηφόρου τοῦ Μελισσηνοῦ, ὃν προεδη-
λώσαμεν>, ἐστάλην ἐγὼ μετὰ ἐνόρκου ἀργυροβούλλου καὶ πολλῶν
στρατιωτῶν, ἵνα παραλάβω τὴν Ἀθήναν καὶ Θήβαν καὶ ἄλλον ἀντ' αὐτῶν
εἰς τὴν Πελοπόννησον αὐτῇ δώσω τόπονκατὰ τὰ μέρη τῆς Λακω-
νικῆς πλησίον ὧνπερ εἶχε τῆς αὑτῆς πατρικῆς κλη-
ρονομίας καὶ προικός, αἵ εἰσιν αἱ κάτω γεγραμμέναι
χῶραι καὶ πόλεις καὶ κῶμαι· Ἄστρον, Ἅγιος Πέτρος,
Ἅγιος Ἰωάννης, Πλατάμονας, Μέλιγον, Προάστειον,
Λεωνίδης, Κυπαρισσία, Ῥέοντας καὶ Σίτανας· καὶ οὕ-
τως ἐγγὺς αὐτῶν δώσω αὐτῇ τόπον>, ὁπόσον καὶ οἷον φανή-
σεταί μοιεἰς γνώμην καὶ βουλὴν αὐτῆς>. Προλαβόντος δὲ τοῦ
Τουραχάνη καὶ τὴν Θήβαν ἀποκλείσαντος, ἣν καὶ παρέλαβε μετά τινας
ἡμέρας, ἄπρακτος ἐγὼ ἐπανέστρεψα ἀπὸ τοῦ Ἰσθμοῦ, τοῦτο παραγγελίαν
γὰρ ἔχοντός μου. Εἰς δὲ τὰ Στυλάρια εὑρισκομένου τοῦ δεσπότου καὶ
αὐθεντός μου καὶ τὰς τῶν Ἑνετῶν ἐμπορικὰς τριήρεις προσδοκοῦντος,
ἴνα ἐμβὰς εἰς τὴν Πόλιν ἀπέλθῃ, ἰδοὺ ἐγὼ ἄπρακτος ἔφθασα.

Anonymi Lexeis Rhetoricae, Ῥητορικαὶ λέξεις


Entry 328, γρ. 1

ὄρεξον>: παράσχου
παῖε>: τύπτε κοινώμενος
ἥδιον>: τερπνόν
παρδακόν>: ὑγρόν
πυός>: πρωτόγαλον
ἀθρῶν>: σκοπῶν
οἰδαίνοντα>: φυσῶντα
εὐθύνας>: τιμωρίας, δίκας
ἀμύλους>: πλακοῦντας
ἐμπολῶ>: κερδαίνω
προῖκα>: δωρεάν
ἁλῶ>: ληφθῶ
λῆξαι>: παύσασθαι
ἐξεταστικόν>: δικαστικόν
ἐπικληρῶσαι>: προσνεῖμαι

Pseudo-Symeon Hist., Chronographia (partim edita e cod. Parigr. 1712)


P. 753, γρ. 22

ποτε καὶ κατ' αὐτοῦ τὰ ὅμοια διαπράξωνται, ὅπερ ἦν εἰκός, ὅτι


εἰ τοῦ ἰδίου πατρὸς οὐκ ἐφείσαντο, πῶς αὐτοῦ φείσονται; λέγεται
352

γὰρ ὅτι φθείρουσιν ἤθη χρηστὰ ὁμιλίαι κακαί. τῶν ὁμαιμόνων


τί γίνεται; ἑστιάσας αὐτοὺς καὶ φιλοφρονήσας, ἔτι τῆς βρώσεως
οὔσης ἐν τῷ στόματι αὐτῶν ἀνήρπασαν τούτους οἱ πρὸς τοῦτο εὐ-
τρεπισμένοι, καὶ ἐν ταῖς πλησιαζούσαις νήσοις αὐτοὺς περιώρισαν
κληρικοὺς ποιήσαντες. μετ' ὀλίγον δὲ τὸν ἴδιον πατέρα αὐτῶν
αἰτησάμενοι ἰδεῖν μοναχὸν ὄντα, πένθει ἀφορήτῳ κατεχόμενοι.
ὁ δὲ ὁμοίως ὀδυρόμενος πρὸς αὐτοὺς ἐφθέγξατο “υἱοὺς ἐγέννησα
καὶ ὕψωσα, αὐτοὶ δέ με ἠθέτησαν.” εἶθ' οὕτως ἐξορίζονται, ὁ
μὲν Στέφανος εἰς Προικόνησον, εἶτα εἰς Ῥόδον, ἔπειτα εἰς Μιτυ-
λήνην, ὁ δὲ Κωνσταντῖνος εἰς Τένεδον, ἐκεῖθεν εἰς Σαμοθρᾴκην·
ἐν ᾗ καὶ ἀνταρσίαν μελετήσας παρὰ τῶν φυλασσόντων αὐτὸν
σφάζεται. Μιχαὴλ δὲ τὸν τοῦ βασιλέως Χριστοφόρου υἱόν, τὰ
βασιλικὰ πέδιλα ἀφελόμενος, κληρικὸν ἐποίησεν Θεοφύλακτος ὁ
πατριάρχης. ὁμοίως καὶ Θεοφάνην πατρίκιον καὶ παρακοιμώμε-
νον ἐξώρισε, καὶ Γεώργιον πρωτοσπαθάριον καὶ πιγκέρναν καὶ
Θωμᾶν πριμικήριον, οὓς δείρας καὶ κουρεύσας καὶ θριαμβεύσας
ἐξώρισεν διὰ τὸ φωραθῆναι αὐτοὺς καιροσκοπεῖν τοῦ εἰσαγαγεῖν
πάλιν τὸν Ῥωμανὸν ἐν τῷ παλατίῳ.

Aristaenetus Epist., Epistulae Book 1, letter 6, γρ. 26


γὰρ τῇ μελλήσει, καὶ ὡς φυτὸν ἐν τῇ γῇ, οὕτως ἔνδον τῆς
ἐμῆς ὑπερεφύετο ψυχῆς. οὕτως οὖν ἡττήθην, ὁμολογῶ, τῆς
ἀνικήτου λαμπάδος.” ἔφη τοίνυν ἡ πρεσβῦτις· “χαλεπώ-
τατον μὲν τὸ δυστύχημα, τέκνον, καὶ τὴν ἐμὴν ᾔσχυνας
πολιάν· πλὴν ἐπεὶ τὸ πραχθὲν οὐκ ἂν ἄλλως ἔχοι, τὰ
δεύτερα παραινῶ. πέπαυσο τούτων, καὶ μηδὲν περαιτέρω
ἐξαμάρτανε, μή ποτέ σου τῆς γαστρὸς ὀγκουμένης ἐπὶ
προήκοντι τῷ πράγματι καὶ τῷ χρόνῳ ἐναργῶς κατανοή-
σωσι τὸ τολμηθὲν οἱ τεκόντες. ἀλλ' εἴθε σοι γάμον ταχύ,
πρὶν κατάφωρος γένῃ, συνεπινεύσουσιν οἱ θεοί. ἤδη δὲ
τηλικαύτη γεγένησαι, καὶ αὐτίκα χρημάτων εἰς προῖκα τῷ
σῷ δεήσει πατρί.” “τί φής, ὦ μῆτερ; τοῦτο δέδοικα μά-
λιστα πάντων.” “μηδὲν δείσῃς, ὦ παῖ· ἐγώ σε τηνικαῦτα
διδάξω πῶς ἂν ἡ πρὸ γάμου γεγονυῖα γυνὴ παρθένος ἔτι
δόξῃ τῷ νυμφίῳ.”

Aristaenetus Epist., Epistulae Book 1, letter 24, γρ. 8

Η ΤΩΝ ΕΡΑΣΤΩΝ ΕΝΑ ΠΡΟΚΡΙΝΟΥΣΑ ΜΟΝΟΝ κδʹ


Μουσάριον Λυσίᾳ τῷ φιλτάτῳ.

Ἄρτι παρ' ἐμοὶ συναθροισθέντες ἑσπέρας οἱ κορυφαῖοι


τῶν ἐμῶν ἐραστῶν τὸ μὲν πρῶτον ἐσίγων, καὶ ἄλλος ἄλλον
τῶν πλησίον προώθει, κελεύων διεξελθεῖν πρὸς ἐμὲ τὰ
μελετηθέντα πᾶσι κοινῇ· ὁ δ' οὖν θρασύτερος προσχήματι
μὲν συμβουλῆς, σὲ δὲ ταῖς ἀληθείαις ζηλοτυπῶν διεμέμφετό
353

με τοιάδε· “πασῶν τῶν ἐπὶ σκηνῆς ὑπερφέρουσα τῷ κάλλει


ἑκάστης αὐτῶν ἀπολείπῃ τῷ κέρδει· παρὸν γάρ σοι
χρηματίζεσθαι παρ' ἡμῶν, ὧν ὑπερορᾷς, προῖκα δὲ μόνῳ
τῷ Λυσίᾳ τὴν σὴν ἐκδέδωκας ὥραν, καὶ οὐδὲ καλῷ
μειρακίῳ· οὕτω γὰρ ἂν ἦν φορητὸν ἑνὸς ἄγαν εὐπρεποῦς
ἡττᾶσθαι τοσούτους, σοὶ δ' ἂν τυχὸν συνέγνω τις ἐρωτικὸν
κάλλος ἄμαχον προκρινούσῃ χρημάτων. πυκνὰ γοῦν ὅμως
τοῦτον παρ' ἡμῖν ἐπαινοῦσα ἐκκεκώφηκας ἡμῶν τὰ ὦτα
καὶ ἐμπέπληκας τοῦ Λυσίου, ὥστε καὶ ἀνεγρομένους ἐξ
ὕπνου οἴσεσθαι τοῦ νέου τὴν προσηγορίαν ἀκούειν. οὐ
πόθος τοίνυν ἐστίν, οὔ, παραπληξία δὲ μᾶλλον νομίζεταί
μοι δεινή. πλὴν τουτί σε μόνον αἰτοῦμεν, λέγε σαφέστερον,
εἰ τοῦτον ἔχειν ἀντὶ πάντων ἐθέλεις· οὐ γὰρ ἀντιστατοῦμεν

Aeneas Phil., Rhet., Epistulae Epistle 3, γρ. 7

ποι>. τούτῳ μᾶλλον πειθόμενος, μακρὸν τῶν ἀγρῶν ὑπεριδών, ἐν οἷς

Τοὐναντίον γέγονεν· ὁ μὲν Ἀναστάσιος ἡσυχίαν ἄγει, σὺ δὲ


πολεμεῖς, ἀλλ' οὔτε σοὶ πρέπον, οὔτ' ἄλλως καλόν. βούλει σοι φράσω
καὶ τοῦ πολέμου τὸν τρόπον; ὁ Κορνήλιος Ἀναστασίου χωρίον κατέλα-
βεν, ὃν ἐκεῖνος ἀπεδήμει χρόνον· καὶ ἐπειδὴ ἀφίκετο, ὃ μὲν ἠξίου τὸ
χωρίον λαβεῖν ὁ δεσπότης, ὁ δὲ γεωργὸς ἠξίου κεκτῆσθαι, ἀλλ' οὐ
προῖκα, ἀλλὰ καὶ τιμὴν ὥριζεν· ἔδοξε, καὶ περὶ τῆς ὠνῆς γράμματα
γίγνεται, ἤδη δὲ καὶ τὸ χρυσίον φέρων ὁ Κορνήλιος ἕτοιμος ἦν κα-
ταθεῖναι τὴν τοῦ χωρίου τιμήν. σὺ δὲ προσπεσὼν ἐξαίφνης ἐκέλευες
μὴ τοῦτο ποιεῖν, σὸν εἶναι τὸ κτῆμα φάσκων. ἐντεῦθεν ὀργὴ καὶ
πόλεμος. εἰ μὲν οὖν ἀδικεῖς, καὶ πρὶν εἰς ἡμᾶς ἐλθεῖν τὸ γεγονὸς
διάλυσον· εἰ δὲ δοκεῖς, ἧκε τὴν ταχίστην, ὡς παρὰ δικασταῖς ἀπο-
δώσων εὐθύνας· οὔτε γὰρ ἀδικεῖν οὔτε δοκεῖν βουλοίμην τοὺς φίλους.

Simplicius Phil., Commentarius in Epicteti enchiridion P. 50, γρ. 9

ἀλλὰ καὶ τὰ ἡδέα, ἀνελπίστως προσπίπτοντα, τὰ μὲν


λυπηρὰ ἀθρόως πιλεῖ καὶ συνάγει τὴν φαντασίαν, καὶ
σὺν αὐτῇ τὴν σύγκρισιν τοῦ τε σώματος καὶ τοῦ πνεύ-
ματος· τὰ δὲ ἡδέα ἀθρόως διαχεῖ καὶ διασπᾷ, καὶ διαφο-
ρεῖ τὸν τόνον· ὥστε ἐπ' ἀμφοῖν, καὶ ταῦτα ἐναντίων ὄντων,
τὰ αὐτά πως ἕπεσθαι συμπτώματα, λειποθυμίας, καὶ
ἀποψύξεις, καὶ μέχρι θανάτου πολλάκις ἀπαγορεύσεις.
Ἀλλὰ ταῦτα μὲν δῆλα. Τοῦ δὲ Ἐπικτήτου ἐπὶ μὲν
τῆς τῶν ἄλλων ὑπαρχόντων μειώσεως, μετὰ τὸ γενέ-
σθαι παραινοῦντος ἐπιλέγειν, «Τοσούτου πωλεῖται ἀπά-
θεια, τοσούτου ἀταραξία, προῖκα δὲ οὐδὲν παραγίνε-
ται·» ἐπὶ τῶν οἰκετῶν δὲ, ὅτι, καλοῦντος τὸν οἰκέτην,
»προενθυμεῖσθαι δεῖ, ὅτι οὐ πάντως ὑπακούσει, ἢ ὑπα-
κούσας οὐ ποιήσει τὸ προσταχθέν·» καλῶς ἔχοι ἂν, ὡς
354

ἐπ' ἀμφοῖν ἀμφοτέρων προστεταγμένων ἀκούειν. Καὶ


γὰρ τὴν τῶν ὑπαρχόντων μείωσιν προϋπογράφειν ἑαυτῷ
δεῖ καὶ προελπίζειν· καὶ τοῦ οἰκέτου μὴ ὑπακούσαντος,
ἢ μὴ ποιήσαντος τὸ προσταχθὲν, ἐπιλέγειν, ὅτι Τοσού-
του πωλεῖται ἀπάθεια, τοσούτου ἀταραξία· προῖκα δὲ
οὐδὲν παραγίνεται. Αὐτὸς δὲ ἴσως ὡς ἐπὶ εὐτελεστέρῳ,
τῷ ἐκχεῖσθαι τὸ ἔλαιον, καὶ κλέπτεσθαι τὸ οἰνάριον,

Simplicius Phil., Commentarius in Epicteti enchiridion P. 50, γρ. 17

τῆς τῶν ἄλλων ὑπαρχόντων μειώσεως, μετὰ τὸ γενέ-


σθαι παραινοῦντος ἐπιλέγειν, «Τοσούτου πωλεῖται ἀπά-
θεια, τοσούτου ἀταραξία, προῖκα δὲ οὐδὲν παραγίνε-
ται·» ἐπὶ τῶν οἰκετῶν δὲ, ὅτι, καλοῦντος τὸν οἰκέτην,
»προενθυμεῖσθαι δεῖ, ὅτι οὐ πάντως ὑπακούσει, ἢ ὑπα-
κούσας οὐ ποιήσει τὸ προσταχθέν·» καλῶς ἔχοι ἂν, ὡς
ἐπ' ἀμφοῖν ἀμφοτέρων προστεταγμένων ἀκούειν. Καὶ
γὰρ τὴν τῶν ὑπαρχόντων μείωσιν προϋπογράφειν ἑαυτῷ
δεῖ καὶ προελπίζειν· καὶ τοῦ οἰκέτου μὴ ὑπακούσαντος,
ἢ μὴ ποιήσαντος τὸ προσταχθὲν, ἐπιλέγειν, ὅτι Τοσού-
του πωλεῖται ἀπάθεια, τοσούτου ἀταραξία· προῖκα δὲ
οὐδὲν παραγίνεται. Αὐτὸς δὲ ἴσως ὡς ἐπὶ εὐτελεστέρῳ,
τῷ ἐκχεῖσθαι τὸ ἔλαιον, καὶ κλέπτεσθαι τὸ οἰνάριον,
οὐκ ἐνόμισε δεῖσθαι προπαρασκευῆς, ἀλλ' ἀρκεῖν γενο-
μένου ἐπιλέγειν· καὶ ὅτι ἐπὶ τῶν μικροτέρων καὶ ἡ
σύγκρισις ἱκανή ἐστι κινεῖν τὴν ψυχὴν, εἴπερ, ἐλαίου
καὶ οἰναρίου εὐτελῶν προϊεμένων, δυνατόν ἐστι τὸν βου-
λόμενον ἀπάθειαν καὶ ἀταραξίαν λαβεῖν, καὶ οὐ τὴν
πρὸς ἅπαξ μόνον, ἀλλὰ καὶ τὴν κατὰ ἕξιν, εἴ τις ταύ-
την καλῶς ἐμπορεύοιτο τὴν ἀγορασίαν. Τίς γὰρ ἂν
οὐ χρύσεα χαλκείων ἀνταλλάξαιτο, κατὰ τὸν Ὁμήρου

Syrianus Phil., Commentarium in Hermogenis librum περὶ ἰδεῶν


P. 15, γρ. 20

ἰδιωτικῶν ἀπ' αὐτῶν ψιλῶν ἀρχόμενος τῶν πραγμά-


των καὶ ἐν τῷ κατὰ Σπουδίου ‘ἀδελφὰς ἔχομεν γυ-
ναῖκας ἐγὼ καὶ Σπουδίας οὑτοσὶ Πολυεύκτου θυγα-
τέρας’ καὶ Λυσίας ἐν τῷ κατὰ Διογείτονος ‘ἀδελφοὶ
ἦσαν, ὦ δικασταί, Διόδοτος καὶ Διογείτων ὁμοπάτριοι
καὶ ὁμομήτριοι’.
[269, 23]‘ἀλλὰ μὴ ἐξ ὑποβολῆς ἤ πως ἑτέ-
ρως’ἐξ ὑποβολῆς ἐστιν ἤτοι ὅταν μὴ προηγου-
μένως τις εἰσάγῃ τὸν λόγον, ἀλλὰ προειρηκώς τινα
οὕτως ὑποβάλλῃ τὸ πρᾶγμα περὶ οὗ θέλει εἰπεῖν – ὡς
ὁ ῥήτωρ ἐν τῷ πρὸς Βοιωτὸν περὶ προικὸς ‘πάντων
ἐστὶν ἀνιαρότατον, ὦ δικασταί, ὅταν τις ὀνόματι μὲν
355

ἀδελφὸς προσαγορευθῇ τινων, τῷ δὲ ἔργῳ ἐχθροὺς


ἔχῃ τούτους καὶ ἀναγκάζηται πολλὰ καὶ δεινὰ παθὼν
ὑπ' αὐτῶν εἰς δικαστήριον εἰσιέναι, ὃ νῦν ἐμοὶ συμ-
βέβηκεν’· ἀρξάμενος γὰρ ἀπὸ τοῦ καθόλου καὶ δεινώσας
ὡς ἠβούλετο τὸ πρᾶγμα οὕτως ὑποβάλλει τὰ περι-
στάντα αὐτὸν πράγματα – ἢ ὅταν ἐάσας τὸ ἐξ εὐθείας
προενεγκεῖν τὸν λόγον προσώπου τινὸς ὑποβολῇ χρή-
σηται κἀκείνῳ περιθῇ τοὺς λόγους,

Anonymi In Aristotelis Artem Rhetoricam Rhet., In Aristotelis artem rhetoricam


commentarium P. 256, γρ. 4

[b25] ἀλλὰκαὶ περὶ ἄλλουεἰ λέγεις, ὡς φαῦλος κατὰ τὸ ἦθός ἐστιν,


ἢ λοίδορος δόξεις ἢ ἄγροικος καὶ μὴ γινώσκων, τίς ἐστιν ἡ ἀρετὴ ἢ ἡ
κακία· ὥστε δεῖ ἄλλον παρεισάγειν λέγοντα ‘ἀκούω ἄλλων λεγόντων περὶ
τοῦ δεῖνος, ὡς φαῦλός ἐστιν’· οὕτω γὰρ οὐ δόξεις φορτικός. ἄλλος εἶχε
θυγατέρα δυσειδῆ καί τις διέβαλεν αὐτὸν ὡς κακὴν θυγατέρα ἔχοντα·
[b28] ποιεῖ γοῦν ὁἈρχίλοχοςτὸν πατέρα αὐτῆς ἐν ἰαμβικοῖς στίχοις
λέγοντα οὕτω περὶ τῆς θυγατρός· ‘οὐδὲν τῶν χρημάτων ἤτοι τῶν πραγ-
μάτων ἄελπτον οὐδ' ἀπώμοτον καὶ ἀνέλπιστον· τί γοῦν καινόν, εἰ καὶ ἐμοὶ
δυσειδὴς θυγάτηρ ἐπεγένετο;’ σχόλιον· παρεισάγει πατέρα ὑπισχνούμενον περὶ
προικὸς τῆς οἰκείας θυγατρὸς καὶ λέγοντα πρός τινα ἀντιλέγοντα μηδὲν ἔχειν
ὡς οὐδὲν ἀνέλπιστον. [b30]καὶ τὸν Χάρωνα.καὶ τοῦτο τοῦ Ἀρχιλόχου.
ὁ Γύγης πλούσιος ἦν· διὰ γὰρ τῆς σφενδόνης πολλὰ συνῆξε χρήματα.“οὔ
μοι τὰ Γύγεω,”ἤτοι οὐχ οὕτως ἐγὼ πλούσιος ὡς ὁ Γύγης, ὡς τινὲς
λέγουσιν. [b32] ὁ Αἵμων ἀνὴρ ἦν τῆς Ἀντιγόνης· ἵνα δὲ μὴ δόξῃ ὁ Αἵμων
ἐπαινῶν τὴν οἰκείαν γυναῖκα παρὰ τοῦ πατρὸς αὑτοῦ Κρέοντος ὑβρισμένην,
παρεισάγει τὸν ἔπαινον ὡς ἀπ' ἄλλων λεγόντων καὶ ἐπαινούντων αὐτήν,
λέγων οὕτω

Procopius Hist., De bellis Book 4, Κεφ. 27, τμ. 22, γρ. 3

κατὰ τὴν χρείαν ἐχούσας οὔτε τι ἄλλο βιασθείσας


εἰπεῖν ἢ πρᾶξαι, πλήν γε δὴ ὅτι γράψαι πρὸς τὸν
θεῖον ἡ Πρεϊέκτα ἠνάγκαστο ὡς Γόνθαρις μὲν αὐτάς
τε τιμῴη ἐς ἄγαν καὶ καθαρὸς εἴη παντάπασι τοῦ
τἀνδρὸς φόνου, Οὐλιθέῳ δὲ τὸ κακὸν ἐργασθείη, Γον-
θάριδος οὐδαμῆ ἐπαινοῦντος. ἔπρασσε δὲ ταῦτα ὁ
Γόνθαρις Πασιφίλῳ ἀναπεισθεὶς, ἀνδρὶ γεγονότι μὲν
τῶν ἐν Βυζακίῳ στασιωτῶν πρώτῳ, ξυναραμένῳ δὲ
αὐτῷ μάλιστα ἐς τὴν τῆς τυραννίδος ἐπίθεσιν. ἰσχυρί-
ζετο γὰρ ὁ Πασίφιλος, ἢν ταῦτα ποιοίη, ξυνοικιεῖν τε
αὐτῷ βασιλέα τὴν κόρην καὶ προῖκα κατὰ τὸ ξυγγενὲς
ἐπιδώσειν χρημάτων μεγάλων. Ἀρταβάνην τε τῷ
στρατῷ ἐξηγεῖσθαι ἐπί τε Ἀντάλαν καὶ Μαυρουσίους
τοὺς ἐν Βυζακίῳ ἐκέλευε. Κουτζίνας γὰρ ἅτε τῷ
Ἀντάλᾳ προσκεκρουκὼς, ἀπέστη τε αὐτοῦ ἐκ τοῦ ἐμφα-
νοῦς καὶ Γονθάριδι προσεχώρησεν· ᾧ δὴ τόν τε παῖδα
356

καὶ τὴν μητέρα ἐν ὁμήρων λόγῳ παρέσχετο. τὸ μὲν


οὖν στράτευμα ἡγουμένου Ἀρταβάνου εὐθὺς ἐπὶ τὸν
Ἀντάλαν ἐχώρει. ξυνῆν δὲ αὐτῷ καὶ Ἰωάννης, ὁ τῶν
Στότζα στασιωτῶν ἄρχων, καὶ Οὐλίθεος ὁ δορυφόρος.
εἵποντο δὲ καὶ Μαυρούσιοι,

Procopius Hist., Historia arcana (= Anecdota) Κεφ. 17, τμ. 25, γρ. 2

οὐκ ἔχω εἰπεῖν, οὐδεὶς δὲ αὐτὸν ἄχρι δεῦρο ἰδεῖν οὐδὲ


ἀπογενομένης τῆς βασιλίδος ἔσχε.
Τότε καὶ ταῖς γυναιξὶ σχεδόν τι ἁπάσαις τὸν τρό-
πον διεφθάρθαι ξυνέβη. ἐξήμαρτον γὰρ ἐς τοὺς ἄν-
δρας ἐξουσίᾳ τῇ πάσῃ, οὐ φέροντος αὐταῖς κίνδυνόν
τινα ἢ βλάβην τοῦ ἔργου, ἐπεὶ καὶ ὅσαι μοιχείας ἁλοῖεν,
αὗται κακῶν ἀπαθεῖς ἔμενον, παρὰ δὲ τὴν βασιλίδα
αὐτίκα ἰοῦσαι ἀντίστροφοί τε γενόμεναι καὶ δίκην οὐ
γεγονότων ἐγκλημάτων ἀντιλαχοῦσαι τοὺς ἄνδρας ὑπῆ-
γον. περιῆν τε αὐτοῖς ἀνεξελέγκτοις οὖσι τὴν μὲν
προῖκα ἐν διπλασίῳ ἀποτιννύναι, μεμαστιγωμένοις δὲ
ἐκ τοῦ ἐπὶ πλεῖστον ἐς τὸ δεσμωτήριον ἀπαχθῆναι,
καὶ αὖ πάλιν τὰς μοιχευτρίας ἐπιδεῖν κεκομψευμένας
τε καὶ πρὸς τῶν μοιχῶν ἀδεέστερον λαγνευομένας.
τῶν δὲ μοιχῶν πολλοὶ ἀπ' αὐτοῦ τοῦ ἔργου καὶ τιμῆς
ἔτυχον. διόπερ οἱ πλεῖστοι τὸ λοιπὸν πάσχοντες πρὸς
τῶν γυναικῶν ἀνόσια ἔργα ἀσμενέστατα ἀμαστίγωτοι
σιωπῇ ἔμενον, τὴν παρρησίαν αὐταῖς τῷ μὴ πεφωρᾶ-
σθαι δοκεῖν ἐνδιδόντες.

Eustratius Phil., In Aristotelis ethica Nicomachea i commentaria


P. 1, γρ. 19

τούτων ἀλλὰ περί τινος τῶν ὑπὸ τὸ πρακτικόν. διαιρουμένου γὰρ καὶ
τούτου εἰς τρία, εἰς τὸ ἠθικὸν εἰς τὸ οἰκονομικὸν καὶ εἰς τὸ πολιτικόν,
περὶ τοῦ ἠθικοῦ τι συντάξαι σκοπὸν ἐθέμεθα, τὴν πρὸς Νικόμαχόν τινα
γενομένην τοῦ Ἀριστοτέλους πραγματείαν προθέμενοι, καί τινα πρὸς αὐτὴν
εἰπεῖν ἐθελήσαντες, τινὸς τῶν μάλιστα λόγου ἀξίων ἡμᾶς πρὸς τοὖργον
ἀνερεθίσαντος καί τινα ἐκθέσθαι σαφήνειαν τοῦ πρώτου τῶν Ἀριστοτέλους
Ἠθικῶν Νικομαχείων ἐντειλαμένου, ὃν οὐκ ἦν παραιτεῖσθαιδιὰ τὸ ἐν
πολλοῖς αὐτὸν ἀναγκαίοις εὑρεῖν ἡμᾶς εὖ ἐργασάμενον· ἀθετεῖν δὲ τὸν
οὕτω πρὸς ἡμᾶς διακείμενον καὶ παραιτεῖσθαίτι τῶν δυνατῶν ἐπιτάττοντα
ἄγνωμον ἅμα καὶ ἀφιλόσοφον. εἰ γὰρ τοὺς εὐεργέτας ἀξιοῦντας παραιτη-
σόμεθα, πότε προῖκά τισιν ὠφελείας αἴτιοι φανησόμεθα, ἢ καὶ ἀγνῶτάς
τινας ὀνήσομεν, τῆς θείας ἐντολῆς καὶ τοῖς βλάπτουσιν ἀπαιτούσης ἑτοίμους
πρὸς ὄνησιν γίνεσθαι, ἵν' οὕτως εἴη καθ' αὑτὸ τὸ φιλάνθρωπον κατορθού-
μενον, ἅτε καὶ πρὸς τὸν αἴτιον φέρον μίμησιν, ὃ καὶ τῆς ἀληθοῦς φιλοσο-
φίας οἰκειότατον μάλιστα. πρῶτον τοίνυν ῥητέον, τί διενήνοχεν ἀλλήλων
τὰ τρία εἴδη τοῦ πρακτικοῦ, ἔπειτα τί ἐστιν ἕκαστον τούτων, καὶ τρίτον
357

τίς ἡ ἐκ τούτων ἑκάστου τοῖς ἀνθρώποις ἐπιγινομένη ὠφέλεια, ἵνα τήν τε


γνῶσιν αὐτῶν ἔχωμεν καὶ προθυμότεροι γινώμεθα πρὸς τὸ ταῦτα μετέρ-
χεσθαι. διαφέρουσι τοιγαροῦν ἀλλήλων τὸ ἠθικὸν τὸ οἰκονομικὸν καὶ τὸ
πολιτικὸν πρῶτον μὲν κατὰ τὰ ὑποκείμενα, ὅτι τοῦ μὲν καθ' ἕνα ἄνθρωπον
ἡ βελτίωσις, ὥστε καλόν τε καὶ ἀγαθὸν γενέσθαι τοῖς ἐν τῇ ἠθικῇ πραγμα

Photius Lexicogr., Scr. Eccl., Theol., Bibliotheca Codex 63, Bekker p. 22a, γρ. 39

Τῆς τε τῶν ἐπαοιδῶν ὑποθήκης κατὰ Ἀρσάκου τῷ


Πακουρίῳ γεγενημένης, εἰ μὴ μῦθος ταῦτα συνέθετο.
Ὅτι Καβάδης ὁ προειρημένος, ὄφλων Ἐφθαλίταις
χρήματα Ἀναστάσιον βασιλέα ᾐτεῖτό οἱ δανεῖσαι, τοῦ
δὲ μὴ δόντος ἄνευ ἄλλης αἰτίας ἀθρόον πολλὰ τῆς
Ἀρμενίας κατέδραμε καὶ Ἀμίδαν ἐπολιόρκει, ἀπορή-
σας δὲ ἀνεχώρει, ἀναχωροῦντι δὲ ἡ τῶν ἑταιρίδων γυ-
ναικῶν αἰσχροπραγμοσύνη αἰτία τῆς ὑποστροφῆς κα-
τέστη, καὶ πολιορκήσας θυμῷ καὶ ὀργῇ Καβάδης τήν τε
πόλιν κατὰ κράτος ἔσχε καὶ τοὺς ἐν αὐτῇ ἠνδραποδίσατο.
Ὕστερον δὲ πολλοὺς τῶν αἰχμαλώτων ἀφῆκε προῖκα, οὓς
καὶ Ἀναστάσιος ἐς τὰ μάλιστα ἐφιλοφρονήσατο.
Ὅτι πολιορκουμένην Ἀμίδαν μαθὼν Ἀναστάσιος
στράτευμα πλῆθος λίαν κατὰ Περσῶν ἔστειλε, στρα-
τηγοὺς ἐπιστήσας Ἀρεόβινδόν τε τὸν Ἑῴας στρα-
τηγόν, ὃς ἦν Ὀλυβρίου κηδεστὴς τοῦ μικρῷ πρόσθεν τῆς
Ἑσπέρας βασιλεύσαντος, Κέλερά τε τὸν μάγιστρον Πατρί-
κιόν τε τὸν Φρύγα καὶ Ὑπάτιον τὸν οἰκεῖον ἀδελφι-
δοῦν.

Photius Lexicogr., Scr. Eccl., Theol., Bibliotheca Codex 224, Bekker pa 227a, γρ. 25
ταῦτα δὴ ἐπιστρατεύειν ἐγνωκότος Ἀντιόχου κατὰ Βι-
θυνῶν, ὁ τούτων βασιλεὺς Νικομήδης διαπρεσβεύεται
πρὸς Ἡράκλειαν συμμαχίαν αἰτῶν, καὶ τυγχάνει τῆς
σπουδῆς, ἐν ὁμοίοις καιροῖς καὶ χρείαις τὴν ἀμοιβὴν
ὑποσχόμενος. Ἐν τούτῳ δὲ Ἡρακλεῶται τήν τε Κίερον καὶ
τὴν Τῖον ἀνεσώσαντο καὶ τὴν Θυνίδα γῆν, πολλὰ τῶν
χρημάτων δαπανήσαντες· τὴν δὲ Ἄμαστριν (ἦν γὰρ καὶ
αὐτὴ μετὰ τῶν ἄλλων ἀφῃρημένη) καὶ πολέμῳ καὶ χρή-
μασι βουληθέντες τέως ἀναλαβεῖν αὐτὴν οὐ κατώρθωσαν,
τοῦ κατέχοντος αὐτὴν Εὐμένους Ἀριοβαρζάνῃ τῷ Μι-
θριδάτου παιδὶ προῖκα μᾶλλον παραδοῦναι ταύτην, ἢ
παρέχουσι χρήματα τοῖς Ἡρακλεώταις, διὰ τὸ τῆς
ὀργῆς ὑπαχθέντος ἀλόγιστον.
Ὑπὸ δὲ τοὺς αὐτοὺς χρόνους ἐκδέχεται τοὺς Ἡρακλεώ-
τας ὁ πρὸς Ζιποίτην τὸν Βιθυνὸν πόλεμος, ὃς τῆς
Θυνιακῆς ἐπῆρχε Θρᾴκης, ἐν ᾧ πολέμῳ πολλοὶ τῶν
Ἡρακλεωτῶν γενναίως ἀνδρισάμενοι κατεκόπησαν, καὶ
νικᾷ μὲν κατὰ κράτος ὁ Ζιποίτης, συμμαχίδος δὲ δυ-
358

νάμεως τοῖς Ἡρακλεώταις ἐπελθούσης, φυγῇ τὴν νίκην


καταισχύνει.

Photius Lexicogr., Scr. Eccl., Theol., Bibliotheca Codex 242, Bekker p. 344a, γρ. 28

φησί, καὶ τοὺς ἐνταῦθα κατέλαβεν ἰατροὺς οὐδὲν ἄρα


τῆς τέχνης ἐπισταμένους ἀκριβὲς οὐδὲ αὐτόπειρον ἀλλ'
ἀπὸ τῶν ἀλλοτρίων δοξασμάτων οὐ θεραπεύοντας ἀλλὰ
φλυαροῦντας. (Ἄμφω δέ, καὶ ὁ παῖς καὶ ὁ φύς, ἀσέβεε
ἤστην). Ὅτι ἐχρῶντο κατὰ τῶν νόσων οὗτοι καθαρ-
σίοις πολλοῖς καὶ βαλανείοις, χειρουργεῖν δὲ σιδήρῳ καὶ
πυρὶ οὐ λίαν ἦσαν ἕτοιμοι, ἀλλὰ καὶ τὰ μοχθηρότερα
τῶν ἑλκῶν διαίτῃ κατηγωνίζοντο· φλεβοτομίαν δ' οὐ
προσίετο. Ἔπειθεν ὁ Ἰάκωβος τοὺς πλουσίους ἰατρεύων
βοηθεῖν τῇ νοσούσῃ πενίᾳ, καὶ αὐτὸς προῖκα ἰάτρευε,
τῷ δημοσίῳ μόνῳ ἀρκούμενος σιτηρεσίῳ. Ὅτι φη-
σὶν ὁ συγγραφεύς· «Εἶδον εἰκόνα τοῦ Ἰακώβου Ἀθήνῃσι,
καί μοι ἔδοξεν ὁ ἀνὴρ εὐφυὴς μὲν οὐ πάνυ εἶναι, σε-
μνὸς δὲ καὶ ἐμβριθής». Οὗτος δὲ ὁ Ἰάκωβος Πρό-
κλῳ νοσοῦντι, ἐν Ἀθήναις διατρίβων καὶ θαυμαζό-
μενος, προσέταξεν ἀπέχεσθαι μὲν κράμβης, ἐμφορεῖσθαι
δὲ τῶν μαλαχῶν· ὁ δὲ κατὰ τὸν Πυθαγόρειον νόμον
οὐκ ἠνέσχετο μαλάχης ἐσθίειν. Ἦν δὲ ὁ Ἀσκληπιό-
δοτος οὐχ ὁλόκληρος τὴν εὐφυΐαν, ὡς τοῖς πλείστοις
ἔδοξε τῶν ἀνθρώπων,

Photius Lexicogr., Scr. Eccl., Theol., Bibliotheca Codex 243, Bekker p. 362a, γρ. 17

γόμενος. Ἀδήλου δὲ ὄντος τίνα τρόπον ἡ ναυμα-


χία κριθήσεται, οὐ δὴ καλόν, ἀφ' ὧν εὐδοκιμοῦντες
φαινόμεθα καὶ μεθ' ὧν ἐπιτηδευμάτων διαγεγόναμεν,
ἄκυρα ποιεῖν ἐπὶ τοῦ παρόντος βουλεύεσθαι. Οἷς μὲν
γὰρ ἐξ ἀρχῆς ὀλίγος τῆς ἀρετῆς λόγος, οὐ μέγας τού-
τοις οὐδὲ σφαλεῖσιν ὁ κίνδυνος· οἷς δὲ τοσαῦτα καὶ
τηλικαῦτα παραδείγματα τῆς ἀρετῆς ἕστηκε, τίς συγ-
γνώμη παρὰ τοῖς ἔξωθεν, εἰ τοῖς τελευταίοις ἀφα-
νίζοντες τὴν ἔμπροσθεν δόξαν ἐλέγχοιντο; Πᾶς
γὰρ ἐμοὶ Ξέρξου πρὸς δωρεὰν καὶ χάριν ἐγγύτερος.
Ἔτι τοίνυν, εἰ μὲν προῖκα παρεῖχε τὴν δωρεάν, ἦν
ἄν τις λόγος ἴσως τοῖς βασιλεῖ συναγορεύουσι· καί-
τοι γε οὐδὲ τοῦτο τῶν Ἀθηναίων ἄξιον. Εἰ δ' ἀνταιτεῖ
χάριν παρὰ τῆς πόλεως, εὔδηλον δήπουθεν ὡς οἷς παρ'
ἡμῶν ἀντ' ἐκείνων τυχεῖν ἐσπούδασε, τούτοις ἐπιδείκνυσι
μηδὲν αὐτὸς χαριζόμενος. Εἰ δὲ ἁπλῶς διδόντος
λαβεῖν οὐκ εὔλογον, πῶς οὐ πλέον, ὅτε μηδὲ προῖκα τὴν
δωρεὰν ἀλλ' ἐπ' ἀντιδόσει τοσαύτῃ, ᾗ καὶ αὐτὸς δῆ-
λός ἐστιν ἃ δίδωσιν ὁμολογῶν ἀνταλλάξασθαι. Φέρε
δὴ καὶ αὐτὰς τὰς ὑποσχέσεις σκεψώμεθα. Ἀντικατα
359

Photius Lexicogr., Scr. Eccl., Theol., Bibliotheca Codex 243, Bekker pe 362a, γρ. 23

γνώμη παρὰ τοῖς ἔξωθεν, εἰ τοῖς τελευταίοις ἀφα-


νίζοντες τὴν ἔμπροσθεν δόξαν ἐλέγχοιντο; Πᾶς
γὰρ ἐμοὶ Ξέρξου πρὸς δωρεὰν καὶ χάριν ἐγγύτερος.
Ἔτι τοίνυν, εἰ μὲν προῖκα παρεῖχε τὴν δωρεάν, ἦν
ἄν τις λόγος ἴσως τοῖς βασιλεῖ συναγορεύουσι· καί-
τοι γε οὐδὲ τοῦτο τῶν Ἀθηναίων ἄξιον. Εἰ δ' ἀνταιτεῖ
χάριν παρὰ τῆς πόλεως, εὔδηλον δήπουθεν ὡς οἷς παρ'
ἡμῶν ἀντ' ἐκείνων τυχεῖν ἐσπούδασε, τούτοις ἐπιδείκνυσι
μηδὲν αὐτὸς χαριζόμενος. Εἰ δὲ ἁπλῶς διδόντος
λαβεῖν οὐκ εὔλογον, πῶς οὐ πλέον, ὅτε μηδὲ προῖκα τὴν
δωρεὰν ἀλλ' ἐπ' ἀντιδόσει τοσαύτῃ, ᾗ καὶ αὐτὸς δῆ-
λός ἐστιν ἃ δίδωσιν ὁμολογῶν ἀνταλλάξασθαι. Φέρε
δὴ καὶ αὐτὰς τὰς ὑποσχέσεις σκεψώμεθα. Ἀντικατα-
στήσω (φησίν) οἷς ἐλυμηνάμην κατὰ τὸν πόλεμον. Αὐ-
τήν μοι λέγεις τοῦ πολέμου τὴν πρόφασιν, καὶ μάχης
μᾶλλον ἢ διαλλαγῆς μοι ἀναγινώσκεις συνθήματα, καὶ
λανθάνεις οἷς διαλλάξει βασιλεῖ τὴν πόλιν ἐσπούδα-
κας, τούτοις ἡμᾶς ἐγείρων πλέον ἐπὶ τὸν πόλεμον. Ὢ
τῶν ἀνομοίων ῥημάτων· λυμεῶνά μοι τὸν αὐτὸν προς-
αγορεύεις καὶ φίλον, αὐτόχειρα καὶ πάλιν ἔνσπονδον.

Damascius Phil., Vita Isidori (ap. Photium, Bibl. codd. 181, 242) Frag. 123, γρ. 2
φυσικώτερα τῶν ἠθῶν. ὅτι ὁ τοῦ Ἰακώβου πατὴρ μετὰ τὴν πολλὴν τῆς οἰκουμένης
πλάνην
ἦλθε καὶ εἰς τὸ Βυζάντιον, φησί, καὶ τοὺς ἐνταῦθα κατέλαβεν ἰατροὺς οὐδὲν
ἄρα τῆς τέχνης ἐπισταμένους ἀκριβὲς οὐδὲ αὐτόπειρον, ἀλλὰ ἀπὸ τῶν ἀλλο-
τρίων δοξασμάτων οὐ θεραπεύοντας ἀλλὰ φλυαροῦντας. ἄμφω δέ, καὶ ὁ παῖς
καὶ ὁ φύσας, ἀσεβέε ἤστην.
ὅτι ἐχρῶντο κατὰ τῶν νόσων οὗτοι καθαρσίοις πολλοῖς καὶ βαλανείοις,
χειρουργεῖν δὲ σιδήρῳ καὶ πυρὶ οὐ λίαν ἦσαν ἕτοιμοι, ἀλλὰ καὶ τὰ μοχθηρό-
τερα τῶν ἑλκῶν διαίτῃ κατηγωνίζοντο· φλεβοτομίαν δ' οὐ προσίεντο.
ἔπειθεν ὁ Ἰάκωβος τοὺς πλουσίους ἰατρεύων βοηθεῖν τῇ νοσούσῃ
πενίᾳ, καὶ αὐτὸς προῖκα ἰάτρευε, τῷ δημοσίῳ μόνῳ ἀρκούμενος σιτηρεσίῳ.
ὅτι φησὶν ὁ συγγραφεύς· εἶδον εἰκόνα τοῦ Ἰακώβου Ἀθήνησι, καί
μοι ἔδοξεν ὁ ἀνὴρ εὐφυὴς μὲν οὐ πάνυ εἶναι, σεμνὸς δὲ καὶ ἐμβριθής.
οὗτος δὲ ὁ Ἰάκωβος Πρόκλῳ νοσοῦντι, ἐν Ἀθήναις διατρίβων καὶ
θαυμαζόμενος, προσέταξεν ἀπέχεσθαι μὲν κράμβης, ἐμφορεῖσθαι δὲ τῶν
λαχάνων· ὁ δὲ κατὰ τὸν Πυθαγόρειον νόμον οὐκ ἠνέσχετο μαλάχην ἐσθίειν.
ἦν δὲ ὁ Ἀσκληπιόδοτος οὐχ ὁλόκληρος τὴν εὐφυΐαν, ὡς τοῖς πλείστοις
ἔδοξε τῶν ἀνθρώπων, ἀλλ' ἀπορεῖν μὲν ὀξύτατος, συνεῖναι δὲ οὐ λίαν
ἀγχίνους οὐδὲ αὐτὸς ἑαυτῷ ὅμοιος, ἄλλως τε καὶ τὰ θειότερα τῶν πραγμάτων,
ὅσα ἀφανῆ καὶ νοητὰ καὶ τῆς Πλάτωνος ἐξαίρετα διανοίας. πρὸς δὲ τὴν
Ὀρφικήν τε καὶ Χαλδαϊκὴν {τὴν} ὑψηλοτέραν σοφίαν
360

Menander Protector Hist., De legationibus Romanorum ad gentes (Frag.a ap.


Constantinum Porphyrogenitum, De legationibus)Τμ. 3, γρ. 441

οἰκεῖον ὥσπερ δῶρον λήψεται παρ' ὑμῶν, ἐπεὶ καὶ Λαζικὴν οἴεται
οὐκ ἄλλως ἔχειν. διαβεβαιουμένων γὰρ ἡμῶν καὶ ἐναργέστατα
δεικνύντων, ὡς Ῥωμαίων ἐκ πλείστου χρόνου κτῆμα καθέστηκεν,
ἀντεῖπας αὐτὸς τῷ τοῦ πολέμου νόμῳ Λαζικὴν οἰκειώσασθαι, καὶ
ὅμως τῷ βούλεσθαι τὴν δίκην ἄτρωτον εἶναι προυργιαίτερον
ἔθου σώφρονα κεκτῆσθαι λογισμὸν ἢ χεῖρα δυνατήν. τοιγαροῦν
ἐποιήσω τὴν οὐκ ἀνάγκην ἀνάγκην καὶ τῷ γενναίῳ τῆς μεγαλοφρο-
σύνης ἐψηφίσω κατὰ σαυτοῦ καὶ νικᾶν ἠξίωσας ἡττημένος τοῦ
πρέποντος, καὶ ἁπλῶς ἀπεκατέστησας ἡμῖν Λαζικὴν ὥσπερ οἰκεῖόν
τι κτῆμα μεταθεὶς καὶ τὴν ἐξουσίαν μεταγαγὼν ἐφ' ἡμᾶς. οὐκ
ἄλλως δὲ καὶ περὶ Σουανίας ἀντιβολοῦμεν τὸ οἰκεῖον προῖκα
λαβεῖν, καὶ χάριν δὲ ὁμολογήσειν ἡμᾶς ὑμῖν τῷ μὴ ἐζημιῶσθαι
τὸ οἰκεῖον, ὑμᾶς δὲ τῷ κρείττονι τῷ δύνασθαι τοσοῦτον ὥστε δω-
ρεῖσθαι δοκεῖν καὶ τὸ μὴ ὑμέτερον. καὶ ὁ βασιλεὺς ἔλεξεν ὧδε· οὕτω
δῆτα ψυχὴν λόγων χηρεύουσαν καὶ τοῦ πείθειν ἔρημον εὑροῦσα ἡ
τῆς σοφίας δύναμις περιφρονοῦσα τὸ ἀσθενὲς καταγωνίζεται,
ὥσπερ φάρμακον ἐν ἕλκει προσπλαττόμενον καταβιβρώσκει μὲν
τὸ νοσοῦν, συναναζωπυρεῖ δὲ τὴν ὑγείαν τῷ κάμνοντι. εἰ γὰρ τὸ
δίκαιον οὐκ εἶπέ τισιν, εἴπῃ δὲ τὸ ἁρμόδιον, οὐδὲν ἧττον καὶ οὕτω
νικήσει. τοιγαροῦν ἡ σοφία τούτου ἕνεκα τῆς ἰσχύος τῶν ὅπλων
κρατεῖ, ὅτι πολέμου μὲν δύναμις οὐχ οἵα τε πέφυκε τοῦ πρακτέου

Eustathius Philol., Scr. Eccl., Commentarii ad Homeri Iliadem Vol. 2, p. 339, γρ. 16

μασίας καὶ τὰ τούτοις σύστοιχα.] (v. 386) Μέγαν δὲ πύργον Ἰλίου λέγει ἐφ' ὃν ἡ
Ἀνδρομάχη ἔβη, ὡς καὶ τὸ ἄστυ παρακατιὼν μέγα φησί. πλὴν πύργος μὲν
καθ' ὕψος μέγας, ἄστυ δὲ κατὰ τὸ καὶ εἰς πλάτος εὐρύχωρον. (v. 389) Τὸ δὲ
μαινομένη ἐνθουσιᾶν δηλοῖ τὴν γυναῖκα πρὸς ὁρμὴν τῷ τοῦ ἀνδρὸς πόθῳ, οὗ
ἡ ἐπίτασις μανίᾳ ἔοικε, καθὰ δηλοῖ καὶ τὸ «μαίνεται δ' ὑφ' ἡδονῆς» παρὰ
Σοφοκλεῖ. [Ὅτι δὲ οὐκ ἐν τάξει ἐβημάτιζεν ἡ Ἀνδρομάχη ἐπὶ πύργον βαίνουσα,
δρόμῳ δὲ συντόνῳ ἐχρᾶτο, ὡς εἰ καὶ ἐμαίνετο, δηλοῖ καὶ μετ' ὀλίγα Ὅμηρος
ἐν τῷ «ἐναντίη ἦλθε θέουσα Ἀνδρομάχη». Παραβολικὸν δὲ τὸ μαινομένη,
γοργότατα φρασθὲν διὰ τὸ μηδὲ χρῆναι πλατυνθῆναι. διασαφητικὸν δὲ αὐτοῦ
τὸ «ἐπειγομένη ἀφικάνει», ἐπὶ τὸ τεῖχος δηλαδὴ ἡ Ἀνδρομάχη.] (v. 394)
Ὅτι πολύδωρον ἄλοχον τὴν Ἀνδρομάχην λέγει ὡς πολύπροικον, ἐπίθετον
τοῦτο θέμενος αὐτῇ πρέπον περικαλλεῖ γυναικὶ καὶ ἐξ εὐγενῶν καὶ πλουτούντων
καταγομένῃ καὶ οἵων τε δῶρα προικῷα πολλὰ διδόναι φίλῃ θυγατρί. Τὸ μέντοι
κύριον ὁ Πολύδωρος ἄλλον τρόπον οὕτω καλεῖται, ὡς πολλὰ δῶρα λαβὼν ἐκ
φύσεως κατὰ τὴν περιᾳδομένην Πανδώραν. καὶ ἐνταῦθα μὲν ἀόριστα τὰ
δῶρα, ἐν δὲ τῷ «γυναῖκες ἀλφεσίβοιαι» εἰδοπεποίηται. [Ἔτι δὲ εἰς πλέον ἐν
τῷ «πρῶθ' ἑκατὸν βοῦς δῶκεν, ἔπειτα δὲ χίλι' ὑπέστη, πολλὰ δ' ἔδωκε».
Πολυδάπανοι γὰρ ἀληθῶς αἱ κόραι. ὅθεν παροιμία ἀστεία τὸ «παῖς μοι τριτο-
γενὴς εἴη, μὴ τριτογένεια», ἤγουν υἱός, μὴ θυγάτηρ. Χρήσιμον δ' ἐνταῦθα
καὶ Ἡσιόδου τὸ «μουνογενὴς δὲ πάϊς εἴη φερβέμεν» καὶ ἑξῆς.] (v. 395 – 7) Ὅτι
καινοπρεπεῖ ἐπαναλήψεως ὁ ποιητὴς κἀνταῦθα κέχρηται σχήματι, ὅπερ
361

Eustathius Philol., Scr. Eccl., Commentarii ad Homeri Iliadem


Vol. 2, p. 339, γρ. 18

καθ' ὕψος μέγας, ἄστυ δὲ κατὰ τὸ καὶ εἰς πλάτος εὐρύχωρον. (v. 389) Τὸ δὲ
μαινομένη ἐνθουσιᾶν δηλοῖ τὴν γυναῖκα πρὸς ὁρμὴν τῷ τοῦ ἀνδρὸς πόθῳ, οὗ
ἡ ἐπίτασις μανίᾳ ἔοικε, καθὰ δηλοῖ καὶ τὸ «μαίνεται δ' ὑφ' ἡδονῆς» παρὰ
Σοφοκλεῖ. [Ὅτι δὲ οὐκ ἐν τάξει ἐβημάτιζεν ἡ Ἀνδρομάχη ἐπὶ πύργον βαίνουσα,
δρόμῳ δὲ συντόνῳ ἐχρᾶτο, ὡς εἰ καὶ ἐμαίνετο, δηλοῖ καὶ μετ' ὀλίγα Ὅμηρος
ἐν τῷ «ἐναντίη ἦλθε θέουσα Ἀνδρομάχη». Παραβολικὸν δὲ τὸ μαινομένη,
γοργότατα φρασθὲν διὰ τὸ μηδὲ χρῆναι πλατυνθῆναι. διασαφητικὸν δὲ αὐτοῦ
τὸ «ἐπειγομένη ἀφικάνει», ἐπὶ τὸ τεῖχος δηλαδὴ ἡ Ἀνδρομάχη.] (v. 394)
Ὅτι πολύδωρον ἄλοχον τὴν Ἀνδρομάχην λέγει ὡς πολύπροικον, ἐπίθετον
τοῦτο θέμενος αὐτῇ πρέπον περικαλλεῖ γυναικὶ καὶ ἐξ εὐγενῶν καὶ πλουτούντων
καταγομένῃ καὶ οἵων τε δῶρα προικῷα πολλὰ διδόναι φίλῃ θυγατρί. Τὸ μέντοι
κύριον ὁ Πολύδωρος ἄλλον τρόπον οὕτω καλεῖται, ὡς πολλὰ δῶρα λαβὼν ἐκ
φύσεως κατὰ τὴν περιᾳδομένην Πανδώραν. καὶ ἐνταῦθα μὲν ἀόριστα τὰ
δῶρα, ἐν δὲ τῷ «γυναῖκες ἀλφεσίβοιαι» εἰδοπεποίηται. [Ἔτι δὲ εἰς πλέον ἐν
τῷ «πρῶθ' ἑκατὸν βοῦς δῶκεν, ἔπειτα δὲ χίλι' ὑπέστη, πολλὰ δ' ἔδωκε».
Πολυδάπανοι γὰρ ἀληθῶς αἱ κόραι. ὅθεν παροιμία ἀστεία τὸ «παῖς μοι τριτο-
γενὴς εἴη, μὴ τριτογένεια», ἤγουν υἱός, μὴ θυγάτηρ. Χρήσιμον δ' ἐνταῦθα
καὶ Ἡσιόδου τὸ «μουνογενὴς δὲ πάϊς εἴη φερβέμεν» καὶ ἑξῆς.] (v. 395 – 7) Ὅτι
καινοπρεπεῖ ἐπαναλήψεως ὁ ποιητὴς κἀνταῦθα κέχρηται σχήματι, ὅπερ
σόλοικον μὲν οὐκ ἄν – οὐ γὰρ ἄκοντος Ὁμήρου ἐκπίπτει οὐδὲ τὸ τῶν ὀδόντων
ἕρκος ἐκφεύγει – , σολοικοφανὲς δὲ εἴποι τις ἄν. Ἔστι δὲ τοιοῦτον «Ἀνδρο

Eustathius Philol., Scr. Eccl., Commentarii ad Homeri Iliadem Vol. 2, p. 441, γρ. 4

(v. 188) Χεῖρα δὲ ὑποσχέθειν, ὅ ἐστιν ὑποσχεῖν, τὸ ὑπτιάσαι τὴν δεξιὰν


εἰς ὑποδοχὴν καὶ ὡς εἰπεῖν ὑποκάτω σχεῖν τοῦ διδομένου. (v. 191) Τὸ δὲ
»ἤτοι κλῆρος ἐμός» ἐχρησίμευσεν ἡμετέρῳ θείῳ Μελῳδῷ ἐν τῷ «οὐ κλῆρος
γὰρ ἐμός», ὥσπερ καὶ ἕτερός τις ἐκ Πινδάρου ἔλαβε τὸ «μόνη καὶ μόνον».
Ἄλλῳ δέ τινι ἐχρησίμευσεν εἰς μέλος ἐξ Αἰσχύλου τὸ «τοιαῦτ' ἀπηύρω τοῦ
φιλανθρώπου τρόπου». Οὕτω δὲ καὶ Σοφοκλέους τὸ «μιᾶς τρέφῃ πρὸς νυκτός»,
ἐπὶ Τειρεσίᾳ ῥηθέν, ἐλυσιτέλησεν εἰς τὸ νύκτα τῷ ἐκ γενετῆς τυφλῷ εἶναι
τὸν ὅλον βίον. Πολλὰ δὲ καὶ ἕτερα τοιαῦτα ἔστι εὑρεῖν. Ἰστέον δὲ ὅτι κλῆρος
ἐλέγετο παρὰ τοῖς παλαιοῖς καὶ ἡ κατὰ βίον οὐσία, ὅθεν καὶ ἡ προειρημένη
ἐπίκληρος γυνή, θυγάτηρ αὕτη γεγαμημένη τινὶ ἐπὶ ὅλῃ τῇ τοῦ πατρὸς οὐσίᾳ,
ἐπίπροικος δὲ ἡ ἐπὶ προικί . Ἔτι ἰστέον καὶ ὅτι ἐλέγετό τις Ἑρμοῦ κλῆρος,
ἐπεὶ αὐτῷ τὰ κατὰ τοὺς κλήρους ἀνέκειτο, ἵνα εὐτυχοῖεν οἱ κληρούμενοι
εὐερμίαν ἔχοντες, ὅ ἐστιν εὐτυχίαν, ἐξ οὗ καὶ ῥῆμα τὸ εὐερμεῖν. Ἦν δὲ ὁ
ῥηθεὶς κλῆρος φύλλον ἐλαίας, ὃ κατὰ τιμὴν τοῦ θεοῦ, φασίν, εἰώθεσαν ἐμβάλλειν
καὶ πρῶτον ἀνέλκειν. Ὅτι δὲ εἰς εὐτυχίαν ὁ Ἑρμῆς ἐλαμβάνετο, δηλοῖ καὶ
τὸ ἕρμαιον. καὶ τοιαῦτα μὲν ταῦτα. Εἰ δὲ χαίρει ἐνταῦθα ὁ Αἴας τῇ πρὸς Ἕκτορα
μάχῃ, ἔχομεν καὶ νῦν ἀφορμὴν ἐντεῦθεν ἐτυμολογεῖν τὴν χάρμην, ὅ ἐστι τὴν
μάχην, ὡς τῶν ἀνδρείων χαιρόντων αὐτῇ. Καίτοι ἕτεροι ὥσπερ φάσγανον
ἀπὸ τοῦ σφαγαῖς γάνυσθαι καὶ μάχαιραν ἀπὸ τοῦ αἵμασι χαίρειν, οὕτω καὶ
χάρμην ἀπὸ τοῦ χαίρειν αἵμασιν εἰρῆσθαί φασι. (v. 191 s.) Τὸ δὲ «χαίρω θυμῷ»,
ἀντὶ τοῦ ἐκ ψυχῆς καὶ οὐ κατά τι ἐπιπόλαιον καὶ προσποίητον.
362

Eustathius Philol., Scr. Eccl., Commentarii ad Homeri Iliadem Vol. 2, p. 670, γρ. 12

ἔτι ὀκνεῖ ἐξ ὀνόματος εἰπεῖν. – , ἀλλ' ἁπλῶς ὁ θεοφιλής. Ἐπάγει γὰρ «ὅν
τε θεὸς κῆρι φιλήσῃ, ὡς νῦν τοῦτον ἔτισε, δάμασσε δὲ λαὸν Ἀχαιῶν». (v. 120 s.)
Εἶτά φησιν ἐθέλειν ἀρέσαι, ὡς εἴρηται, δοῦναί τε σὺν μιᾷ τῶν θυγατέρων
καὶ σὺν ἑτέραις γυναιξὶ καὶ πόλεσι δὲ καὶ ἑτεροῖα ἄποινα τῷ Ἀχιλλεῖ, ἅπερ
αὐτὸς μὲν ἀπερείσια λέγει καὶ περικλυτὰ καὶ μάλα πολλά, Νέστωρ δὲ οὐκ
ὀνοστὰ εἶναί φησιν. Ὀδυσσεὺς δὲ ἐν τοῖς ἑξῆς ἄξια δῶρα διδόναι τῷ Ἀχιλλεῖ
λέγει τὸν Ἀγαμέμνονα, εἰς ταὐτὸν κἀνταῦθα τοῖς δώροις ἀγομένων τῶν
ἀποίνων κατὰ σχῆμα πολυωνυμίας. Λέγουσι δὲ οἱ παλαιοὶ ἐν τούτοις ὡς, εἰ
μὲν φιλοχρήματος ὁ Ἀχιλλεύς, πολλὰ τὰ ἐξ Ἀγαμέμνονος δῶρα, εἰ δὲ
φιλογύνης, ἔχει τῶν βασιλέως θυγατέρων, ἣν ἂν ἕλοιτο, εἰ δὲ φιλότιμος, ἔχει
καὶ τὸ τιμᾶσθαι διά τε τὸ βασιλικὸν κῆδος καὶ τὰς πόλεις ἃς προῖκα λήψεται.
(v. 115 s.) Ἰστέον δὲ ὅτι ὁ ὁμολογῶν πταῖσαι εἴποι ἂν πρὸς τὸν ἐλέγχοντα τὸ
»οὔ τι ψεῦδος ἐμὰς ἄτας κατέλεξας» καὶ ἑξῆς, ὡς ἀνωτέρω εἴρηται. Ἔστι δὲ τὸ
»ψεῦδος» μὲν ἐπιρρηματικὸν ἀντὶ τοῦ ψευδῶς, [εἰ μή τις ἴσως ἐθέλει στίζειν
ἐν τῷ «οὔ τι ψεῦδος», εἶτα ἐπάγειν ἀσυνδέτως κατ' ἔλλειψιν τὸ ἐφεξῆς, ἵνα
λέγῃ κομματικῶς· οὔ τι ψεῦδός ἐστιν ὧν ἐδημηγόρησας, ἐμὰς ἄτας κατέλεξας].
(v. 115) Τὸ δὲ «κατέλεξας» ἀντὶ τοῦ ἠρίθμησας. Δοκεῖ γάρ τισι μὴ ἐν χρήσει
παρὰ τῷ ποιητῇ εἶναι τὸ λέξαι ἀντὶ τοῦ εἰπεῖν. (v. 116) Τὸ δὲ «ἀασάμην»
τὸ ῥῆμά ἐστιν, ἐξ οὗ ἡ ἄτη γίνεται, ἀεὶ ἐκτείνουσα ὡς ἀπὸ κράσεως τὸ ἐν ἀρχῇ
δίχρονον, εἰ καὶ ἡ ἄση, ἄλλο τι παρὰ τὴν ἄτην οὖσα, ὡς καὶ οἱ Ἀσκληπιάδαι

Eustathius Philol., Scr. Eccl., Commentarii ad Homeri Iliadem Vol. 2, p. 681, γρ. 5

κομίσασα. Σημείωσαι δὲ καὶ ὅτι αὐτὸ τὸ νόημα τὸ «νῆα ἅλις χρυσοῦ καὶ
ἀργύρου νηησάσθω» οὐκ ἀπερίεργον εἶναι δοκεῖ. Οὐ γὰρ πρὸς ἁπλότητα ὁ
ποιητὴς τὴν βασιλικὴν ἐξέθετο ὑπόσχεσιν, ἀλλ' ἐπίτηδες τὸν λόγον εἰς ἀμφιβο-
λίαν στασιώδη συνέστρεψε, μιμούμενος τὴν ὡς ἐπὶ πολὺ ἐν συμβολαίοις
στρεβλότητα ἢ καὶ τὸ ἐν σχεδιασμοῖς ἀπερίσκεπτον. Ἐν γὰρ τῷ «νῆα χαλκοῦ
καὶ χρυσοῦ» πρῶτα μὲν ἀμφίβολόν ἐστι ποταπὴν λέγει νῆα καὶ ὅσης οὖσαν
χωρήσεως, εἶτα ὁμοίως ἄδηλον καὶ εἴτε νῆα χαλκοῦ λέγει ὁ βασιλεὺς καὶ
ἑτέραν νῆα χρυσοῦ εἴτε μίαν ἑκατέρων, καὶ εἰ μίαν ἑκατέρων, ἤγουν χρυσοῦ
καὶ χαλκοῦ, ἄδηλον αὖθις ὅσος μὲν ὁ χρυσὸς ἔσται, ὅσος δὲ ὁ χαλκός. Τοιαύτη
δέ τις ἀμφίβολος ἔννοια καὶ ἐν Ὀδυσσείᾳ κεῖται κατὰ τὴν μνηστηροφονίαν.
Καὶ ἡ τῆς προικὸς δὲ ἀδηλία ἐνταῦθα ὁμοίως ἀμφιβολίαν ἔχει διὰ τὸ ἀόριστον.
(v. 147 s.) Φησὶ γὰρ «ἐγὼ δ' ἐπιμείλια δώσω πολλὰ μάλα, ὅσα οὔπω
τις ἕῃ ἐπέδωκε θυγατρί». Οὕτω καὶ ἐν τοῖς τοιούτοις δεξιὸς ὁ ποιητὴς ἀνδρῶν
ἤθη μιμήσασθαι. καὶ ταῦτα μὲν ἐν τούτοις. (v. 138) Τοῦ δὲ δατέεσθαι καὶ
δατεῖσθαι, ὅ ἐστι μερίζειν, παρὰ πολλοῖς κεῖνται χρήσεις. (v. 139) Τὸ δὲ
»αὐτὸς ἑλέσθω» ταὐτόν ἐστι τῷ ἐξελέσθω, ἐπικρινάτω, ἐπιλεξάσθω. [Χρήσιμον
δὲ τοῦτο καὶ εἰς τὸ «αὐτὸς ἐξελόμην», ὅπερ ἀμφιβολίαν πρὸ βραχέων ἐποίησεν].
(v. 140) Ὅρα δὲ ἐν τούτοις καί, ὅτι τὴν Ἑλένην πασῶν τῶν ἐν Τροίᾳ περι-
καλλεστέραν ἱστορεῖ. αἱ γὰρ ἐκεῖ κάλλισται μετὰ τὴν Ἑλένην εἰσὶ κάλλισται.
(v. 141) «Ἄργος δὲ Ἀχαιϊκόν» κἀνταῦθα τὴν Πελοπόννησον λέγει πρὸς
διαστολὴν τῶν ἄλλων. Οὐ γὰρ ἓν Ἄργος, ὡς καὶ ἐν τοῖς τοῦ Περιηγητοῦ
363

Eustathius Philol., Scr. Eccl., Commentarii ad Homeri Iliadem Vol. 2, p. 685, γρ. 15

προπαραλήγουσαν, φύσει μακρὰν διὰ τοῦιἐκφερομένην ἢ μόνου ἢ σὺν ἑτέρῳ


φωνήεντι, προπαροξύνεται, οἷον Ἴλιον, εἴριον, ποίμνιον, Σίγειον, λείριον.
οὕτω καὶ μείλιον. Σπάνια δὲ τὰ παροξύτονα ὡς τὸ ἡνίον. τὸ γὰρ τειχίον,
κλειδίον καὶ τὰ τοιαῦτα ὑποκοριστικά. (v. 146) Ἔτι ἰστέον καὶ ὅτι ἕδνα ἔστιν
ὅτε καὶ τὰ τοῖς ἀνδράσι διδόμενα λέγεται, ὡς πολλαχοῦ φανεῖται. Οὕτω δὲ
καὶ φερνὴ οὐ μόνον ἡ τῆς γυναικὸς ἐκ πατέρων, ἀλλὰ καὶ ἡ τοῦ ἀνδρός, ὡς
δηλοῖ καὶ αὐτὸ Εὐριπίδης ἐν τῷ «γάμων φερνὰς διδοὺς Αἵμονι». Σημείωσαι
δὲ καὶ ὅτι ἐν τῷ «ἀνάεδνον» δύο κεῖνται στερήσεις ἀντὶ μιᾶς, μεσολαβηθέντος
τοῦνδιὰ μόνην εὐφωνίαν. Οὕτω καὶ ἀνάγνωστον τὸ ἄγνωστον ἐν τῷ «μηδὲν
ἀνάγνωστον καλὸν ἔχοιμι». Εἰ δὲ κατά τινας ἡἀναπρόθεσις δύναται καὶ
στέρησιν ἔστιν ὅτε δηλοῦν, εἴη ἂν οὕτως ἀνάεδνον καὶ ἐνταῦθα τὸ ἄπροικον.
[Τὸ δὲ «φίλην» οὐ πάνυ περισσεύει, ἀλλὰ πρὸς τὸ «ἐθέλῃσιν» εἴρηται. ἡ γὰρ
ἑλετὴ φίλη ἐστίν]. (v. 149 – 52) Ὅτι ἑπτὰ πόλεις εἰς προῖκα λέγει δώσειν τῷ
Ἀχιλλεῖ ὁ βασιλεύς, καὶ τούτων τὰς δύο μὲν ἁπλῶς ὀνομάζει, τὴν Καρδαμύλην
δηλαδὴ καὶ τὴν Ἐνόπην, ὡς ἴσως μὴ πλέον τι ἐχούσας σεμνὸν παρὰ τὰ κοινά,
ἤγουν τὸ εὖ ναίεσθαι, τὸ ἐγγὺς θαλάσσης εἶναι καὶ τἆλλα τὰ ῥηθησόμενα. Τὰς
δὲ λοιπὰς πέντε μετ' ἐπιθέτων προάγει τὴν μὲν ποιήεσσαν εἰπών, τουτέστι
πολυβότανον διὰ τὸ λιπαρόγεων, ἑτέραν δὲ ζαθέαν διά τινα σεσιγημένα σεμνά,
τὴν δὲ βαθύλειμον, ἄλλην δὲ καλήν, ὅ ἐστιν εὐειδῆ, τὴν δὲ λοιπὴν ἀμπελόεσσαν.
Φράζει δ' ἐν τούτοις ὁ ποιητὴς οὕτω «ἑπτὰ δέ οἱ δώσω εὖ ναιόμενα πτολίεθρα,

Ησύχιος Lexicogr., Lexicon (Α – Ο) Alphabetic letter alpha, entry 4290, γρ. 1

ἀναδρύψει>· ἀναξηρανεῖ
†ἀναδρύγματα>· θύματα
ἀναδύεσθαι>· ἀναβάλλεσθαι APn ἀπωθεῖσθαι (n) μὴ βού-
λεσθαι
ἀναδύῃ>· μεταβουλεύηται (ι 377) A
ἀναδύμεναι>· ἀναβάλλεσθαι
ἀναδῦναι>· ἐκκλῖναι. ἀναφυγεῖν. ⌊ἀναχωρῆσαι (Η 217?)nΣ ἢ
ἀνανήξασθαι, ἢ ἀναπνεῦσαι
ἀναδύομαι>· φεύγω. ἀνανεύω. ὑποχωρῶ A
ἄνα Δωδωναῖε>· βασιλεῦ ἐν Δωδώνῃ τιμώμενε (Π 233) A
ἀνάεδνον>· ἄπροικον, χωρὶς ἕδνων. Ἕδνα δέ ἐστι τὰ An πρὸ
τῶν γάμων ταῖς γαμεῖσθαι μελλούσαις παρὰ τῶν μνηστήρων
⌊διδόμενα δῶρα (Ι 146) An
ἀνάειρεν>· ἐπῇρεν S ἀνεβάστασεν (Ψ 614)
ἀναζεύξας>· ὑποστρέψας vgA ἐκ μεταφορᾶς ἁρμάτων (1. Macc.

Ησύχιος Lexicogr., Lexicon (Α – Ο) Alphabetic letter alpha, entry 5463, γρ. 1

ἀντιπεφυκότων>· ἐναντίως πεφυκότων


ἀντίπηξ>· κιβωτός Ab
364

ἀντίπηγα>· κίστην. Εὐριπίδης Ἴωνι (1338) ἤγουν ἀγγεῖον


ἀντιπέραια>· τὰ ἐν τῇ πέρᾳ, καὶ τῷ πέραν (Β 635)
ἀντιπιφάσκει>· ἀνταποδίδωσιν
ἀντίπλαστον>· Σοφοκλῆς Ἰνάχῳ· πατὴρ δὲ ποταμὸς Ἴναχος
τὸν ἀντίπλαστον ἔχει νόμον κεκμηκότων (fr. 262) ἀντὶ τοῦ
ἰσόπλαστον, ὅμοιον
ἀντιπολέμους>· πολεμίους (Hdt. 4,140,3)
ἀντιπράττεται>· ἀντιμάχεται A ἐναντιοῦται vgn
ἀντίπροικα>· τὰ ἐπευωνισμένα καὶ ἰσόπροικα
ἀντιπροΐσχειν>· ἀντιδοῦναι A
ἀντιπροκλήσεις>· ἀντιλογίαι. ἀντεγκλήματα g
ἀντίπρωρα>· ἀντιπρόσωπα. Πρώρα γὰρ τὸ πρόσωπον, καὶ
ἀνδρόπρωρον>· ἀνδροπρόσωπον. Σοφοκλῆς Τραχινίαις (223)
ἀντίπυργος>· ἰσόπυργος. ἴσον κατὰ τὸ ὕψος τοῦ μήκους τὸ
ἀνάστημα ἔχων
ἀντίῤῥησις>· ἔστι λόγος τὸ πιθανὸν ἑτέρου λόγου διαβάλλων
ἀντίῤῥινον>· ἀντίῤῥιζον. οἱ δὲ βοτάνης εἶδος
ἀντίῤῥοπον>· ἴσον gn ἰσόσταθμον (vg) ἰσόζυγον
ἀντίῤῥωται>· ἀντὶ τοῦ ἀποπέμπεται

Ησύχιος Lexicogr., Lexicon (Α – Ο) Alphabetic letter epsilon, entry 5098, γρ. 1


ἐπίπονον>· καματηρόν (Sir. 7,15) ASvg. [ἢ Ζεὺς ἐν Μιλήτῳ]
Ἐπιποντία>· ἡ Ἀφροδίτη
ἐπιπόρπαμα>· τὸ ἐπάνω τῆς πόρπης. καὶ τῶν ἱππέων ἡ τὰς
χλαμύδας συνέχουσα πόρπη. [ἐπειδὴ τῆς πόλεως ἐπίσκοπον ..]
ἐπὶ πότμῳ>· ἐπὶ θανάτῳ
ἐπιπρηνές>· ἐπικάτω κατεστραμμένον (A)
ἐπιπρηνής>· ἐπὶ στόμα. λοξός. ἐπικλινὴς ἐπ' ὄψιν n
ἐπιπρητήν>· αἰγὸς ἡλικία
ἐπιπρίων>· τοὺς ὀδόντας τρίζων
ἐπιπροίηλεν>· ἐξέτεινε. παρέθηκεν (Λ 627)
ἐπίπροικος>· ἐπὶ προικὶ ἐκδοθεῖσα
ἐπίπροικα>· τὸ δεύτερον ἐπὶ προικὶ δῶρον
†ἐπακούη>· ἐπικαλοῦ
ἐπιπροσθεῖ>· ἀντιπίπτει
ἐπὶ πρύμνῃσιν>· ἐπὶ ἄκραις (Ν 762)
ἐπιπρῴρους>· τὰς μὴ κατὰ πρύμναν προσεσχηκυίας
ἐπιπτάρνυμαι>· μετακαλῶ. κατέχω· ἐπισχετικὸν γὰρ ὁ πταρ-
μὸς πολλάκις
ἐπιπτέσθαι>· ἐπιπτῆναι (Δ 126)
ἐπιπτύξαι>· ἐπερεῖσαι
Ἐπιπυργῖτις>· ἡ Ἀθηνᾶ οὕτως ἐν Ἀβδήροις ἐκαλεῖτο

Ησύχιος Lexicogr., Lexicon (Α – Ο) Alphabetic letter epsilon, entry 5099, γρ. 1

Ἐπιποντία>· ἡ Ἀφροδίτη
ἐπιπόρπαμα>· τὸ ἐπάνω τῆς πόρπης. καὶ τῶν ἱππέων ἡ τὰς
χλαμύδας συνέχουσα πόρπη. [ἐπειδὴ τῆς πόλεως ἐπίσκοπον ..]
365

ἐπὶ πότμῳ>· ἐπὶ θανάτῳ


ἐπιπρηνές>· ἐπικάτω κατεστραμμένον (A)
ἐπιπρηνής>· ἐπὶ στόμα. λοξός. ἐπικλινὴς ἐπ' ὄψιν n
ἐπιπρητήν>· αἰγὸς ἡλικία
ἐπιπρίων>· τοὺς ὀδόντας τρίζων
ἐπιπροίηλεν>· ἐξέτεινε. παρέθηκεν (Λ 627)
ἐπίπροικος>· ἐπὶ προικὶ ἐκδοθεῖσα
ἐπίπροικα>· τὸ δεύτερον ἐπὶ προικὶ δῶρον
†ἐπακούη>· ἐπικαλοῦ
ἐπιπροσθεῖ>· ἀντιπίπτει
ἐπὶ πρύμνῃσιν>· ἐπὶ ἄκραις (Ν 762)
ἐπιπρῴρους>· τὰς μὴ κατὰ πρύμναν προσεσχηκυίας
ἐπιπτάρνυμαι>· μετακαλῶ. κατέχω· ἐπισχετικὸν γὰρ ὁ πταρ-
μὸς πολλάκις

Ησύχιος Lexicogr., Lexicon (Α – Ο) Alphabetic letter kappa, entry 1354, γρ. 1

καταποθῇ>· καταναλωθῇ (2. Cor. 2,7) A


καταπολεμῶ>· νικῶ
καταπονουμένους>· πειραζομένους (3. Macc. 2,2 ..)
κατὰ πορθμόν>· στενὴν θάλασσαν (Eur. Troad. 102) An
κατὰ ποσόν>· πλεονάκις Ags
καταπρανοῦς>· κατωφεροῦς Avgn
καταπραϋνεῖς>· ἡμεροποιήσεις. σιωπήσῃ
κατάπρεμνος>· κατάκλαδος
καταπρηνές>· κατὰ πρόσωπον An, ἐπὶ στόμα, κατωφερές
κατὰ †προΐθην>· κατὰ πρεσβυγονίαν. ἔνιοι τὸ κατὰ δαίμονα
καταπροιξάμενος>· καταφρονήσας, καὶ οὐκ εὐλαβηθείς, προῖκα
δὲ αὐτὸ ποιήσας
καταπροίξει>· καταφρονήσεις (Agn). ἢ δωρεὰν γελάσεις (Ar.
E435 ..)
κατὰ πρόσκλισιν>· κατὰ χάριν [κατὰ πρόσκλησιν] καθ'
ἑτεροβάρειαν (1. Tim. 5,21) Avgb
κατὰ πρότμηστιν>· κατὰ τὸν ὀμφαλόν (Λ 424 v. 1.) Agn
κατὰ πρωτείρενας>· ἡλικίας ὄνομα οἱ πρωτείρενες παρὰ Λακε-
δαιμονίοις

Ησύχιος Lexicogr., Lexicon (Α – Ο) Alphabetic letter mu, entry 593, γρ. 1

μειδιᾷ>· γελᾷ ASvg


μειδίαμα>· γέλως r. Avgp
μειδιόων>· γελῶν (Η 212)
μεῖδος>· μείδημα, γέλως
†μείζοντες>· μύοντες. λαλοῦντες†
μείλανι>· μέλανι (Ω 79)
μειλεῖν>· ἀρέσκειν
μείλινον>· μελέϊνον, ἐκ ξύλου τῆς μελίας, δόρυ (Ε 655)
μείλια>· μειλίγματα. ⌊χαρίσματα (Ι 147) AS
366

μειλίγματα>· ἀπάργματα. δῶρα (κ 217). καὶ ⌊ἡ προῖξ r


μείλιον>· μείλιγμα. λέγει δὲ τὴν προῖκα, τὰ χαρίσματα
μειλικτήριος>· εὐμενιστικός AS
μειλίσσεο>· φιλοφρονοῦ. προσάγου (γ 96)
μελισσέμεναι>· προσηνῆ, κεχαρισμένα πράττειν
μείλιχα>· ἥδιστα T, ⌊γλυκέα. προσηνῆ ἐπιεικῆ (HeTheog.
84)
μειλιχία>· γλυκεῖα, ἡδεῖα
μειλίχιον>· πρᾷον. καὶ τὰ ὅμοια (Κ 288) Σa

Ησύχιος Lexicogr., Lexicon (Π – Ω)Alphabetic letter pi, entry 1397, γρ. 1

πέμφιξ>· πνοή. ψυχή. καὶ αἱ τοῦ ἡλίου ἀκτῖνες


πέμψις>· ἐνεχυρασμός
πενεῖν>· πενητεύειν
πενία>· ἀχρημοσύνη, ἀπορία
πένεται>· πονεῖ, ἐνεργεῖ. ἀχρηματεῖ. κάμνει
πενέσται>· οἱ μὴ γόνῳ δοῦλοι, οἵτινες εἰργάζοντο τὴν γῆν. τινὲς δὲ
οἱ εἵλωτες. τινὲς δὲ λάτρεις. ἢ ἐργάται πένητες ἢ ὑπήκοοι
πενειαδεῖν>· κατεπιστατεῖν
πένης>· ὁ αὐτοδιάκονος
πένησσα>· πτωχή
πενθέριον>· τὴν προῖκα. Θάς[ς]ιοι
πενθερός>· τῷ νυμφίῳ ὁ τῆς κόρης πατήρ. καὶπενθερὰἡ μήτηρ.
τίθεται δὲ καὶ ἐπὶ τοῦ γαμβροῦ
πένθος>· συμφορά. θρῆνος, λύπη
[πέννα>· πτερά
πενόν>· μεμελανωμένον
πένοντο>· ἐνήργουν
πενταέτηρον>· πέντε ἐτῶν]
πεντάσχοινον>· στάδιον

Ησύχιος Lexicogr., Lexicon (Π – Ω) Alphabetic letter pi, entry 3486, γρ. 1

[προθήβαι>· ἄρτιοι, ἀκμάζοντες]


πρόθημα>· δόμα, ἢ ἅτι πρόσθημα καὶ προσθήκη. ἡ πλεκτά[μέ]νη
προθορών>· προπηδήσας
προθυμία>· χαρά
προθύμως>· ἱλαρῶς
[πρόϊαι>· ἄπιοι, αἱ πρῶται γινόμεναι]
προϊάλλειν>· προπέμπειν. προτιθέναι
προΐαλλεν>· προέπεμψεν
προΐαψεν>· προέπεμψεν. προδιέφθειρεν. δηλοῖ δὲ διὰ τῆς λέξεως
τὴν μετ' ὀδύνης αὐτῶν ἀπώλειαν
προῖκται>· προδίδωσι
προϊείς>· προπέμπων
προΐεμαι>· προδίδομαι
προϊεμένη>· προβαλλομένη
367

προϊέμενοι>· ἀπολύοντες. παραχωροῦντες. ἀποῤῥίπτοντες


προϊ(ε)μένου>· προδόντος
προϊέναι>· προπέμπειν

Ησύχιος Lexicogr., Lexicon (Π – Ω) Alphabetic letter pi, entry 3499, γρ. 1

προϊεμένη>· προβαλλομένη
προϊέμενοι>· ἀπολύοντες. παραχωροῦντες. ἀποῤῥίπτοντες
προϊ(ε)μένου>· προδόντος
προϊέναι>· προπέμπειν
προΐενται>· προάγονται
[προΐε[ς]ται>· προσποιεῖται. προσέρχεται]
[πρόϊζα>· πρῴην]
προϊζήσαντες>· προσκομίσαντες
προΐηλε>· [προετιμήθη. καὶ] ἐπεξέτεινεν
προΐθες>· προφανῶς. προβεβηκώς
προῖκα>· δωρεάν, φερνήν. πᾶν γὰρ δῶρονπροίξ
προικός>· πονηρός. οἱ δὲ μωρός. [πτωχός]
προϊκέσθαι>· ἐφικέσθαι
προΐκτης>· πτωχός, προσαιτητής
[πρόϊ με>· προδώσεις με
πρόϊμον>· σῦκον προακμάζον
προΐομαι>· παρέρχομαι
προϊόντες>· προδόντες
προίρης>· πρώρας
προϊσμένη>· προβαλλομένη

Ησύχιος Lexicogr., Lexicon (Π – Ω) Alphabetic letter phi, entry 312, γρ. 1

[φερεντάριοι>· τάγμα στρατιωτικόν]


φερέοικος>· ὁ κοχλίας. ἔνιοι ζῶον ὅμοιον γα[λ]λῇ ὑπὸ δ(ρ)υσὶ καὶ
ἐλάταις γινόμενον. οἱ δὲ ζῶον σφηκὸς μεῖζον
φερέσβιος>· ὁ τὰ πρὸς τὸν βίον φέρων καὶ σώζων, ἢ ζωοποιός
φέρεσκον>· ἔφερον
Φέρητος>· ὄνομα κύριον
[φέρι>· ἄγριε ἢ ἄγριαι]
φέριστε>· βέλτιστε, κράτιστε, ἐξοχώτατε, ἀγαθέ. [καλλίον. μείζον]
φ(έ)ρμια>· ἃς ἔνιοι ἀσίλλας τὰς ἐκ σχοίνων πλεκομένας, καὶ ἰχθυηρὰ
ἀγγεῖα, οἷον σπυρίδια
φερνάς>· προῖκας, δῶρα νυμφικά, ἀπὸ τοῦ φέρειν φεράς, καὶ πάντα
τὰ φερόμενα
φερνή>· προίξ, δῶρα νυμφικά
φέροντο>· προσεφέροντο
φεῤῥεύει>· ἀποφέρει
Φερ(ρ)εφάττιον>· τόπος ἐν ἀγορᾷ
Φερσεφόνεια>· ἡ τῆς Δήμητρος θυγάτηρ, ἡ φέρουσα τὸ ἄφενος, του-
368

Theodoretus Scr. Eccl., Theol., Epistulae: Collectio Sirmondiana (epistulae 1-95)


Epistle 8, γρ. 10

ΕΥΓΡΑΦΙᾼ.

Περιττὸν μὲν οἶμαι τὸ πάλιν ἐπῳδὰς τῇ λύπῃ προσφέρειν


πνευματικάς. Ἀπόχρη γὰρ καὶ μόνη τῶν σωτηρίων παθημάτων
ἡ μνήμη σβέσαι καὶ τὴν ἀκμάζουσαν ἀθυμίαν. Ὑπὲρ γὰρ τῆς
τῶν ἀνθρώπων ταῦτα γεγένηται φύσεως. Τὸν γὰρ θάνατον ὁ
Δεσπότης κατέλυσεν, οὐχ ἵνα ἓν σῶμα κρεῖττον ἀποφήνῃ
θανάτου· ἀλλ' ἵνα δι' ἐκείνου τὴν κοινὴν ἀνάστασιν πραγμα-
τεύσηται καὶ ταύτην ἡμῖν τὴν ἐλπίδα βεβαίαν παράσχῃ. Εἰ
δὲ καὶ τῶν θείων ἑορτῶν παντοδαπὴν ψυχαγωγίαν προσφερου-
σῶν οὐ καταγωνίζῃ τῆς ἀθυμίας τὸ πάθος, παρακαλῶ σου τὴν
σεμνοπρέπειαν, τοῦ προικῴου γοῦν γραμματείου τὰ μετὰ τὴν
ἐπίδοσιν ἀναγνῶναι καὶ γνῶναι σαφῶς, ὡς ἡγήσατο τοῦ γάμου
τοῦ θανάτου ἡ μνήμη. Τὸ γὰρ θνητὸν τῆς φύσεως ἐπιστάμε-
νοι καὶ προμηθούμενοι τῆς τῶν ἔτι ζώντων εἰρήνης, τὰς
καλουμένας αἱρέσεις ἐπιτάττουσιν καὶ οὐ δυσχεραίνουσι πρὸ
τῆς γαμικῆς συναφείας μεμνημένοι θανάτου· ἀλλὰ διαρρήδην
βοῶσιν, εἰ μὲν ὁ ἀνὴρ προτελευτήσοι, συνέδοξε τόδε γενέσθαι·
εἰ δὲ ἡ γυνὴ τοῦτο ὑπομείνοι τὸ πάθος, τόδε συνήρεσε. Τί
τοίνυν δυσχεραίνομεν ταῦτα πρὸ τοῦ γάμου μεμαθηκότες, καὶ
ταῦτα καθ' ἑκάστην, ὡς ἔπος εἰπεῖν, ἡμέραν προσμένοντες;
Ἀνάγκη γὰρ πᾶσα διαλυθῆναι τὴν συζυγίαν, ἢ τοῦ ἀνδρὸς

Theodoretus Scr. Eccl., Theol., Commentaria in Isaiam Τμ. 14, γρ. 231

Τρεῖς οὕτως ἡρμήνευσαν· «Ἐγὼ ἐξήγειρα αὐτὸν ἐν


δικαιοσύνῃ καὶ πάσας τὰς ὁδοὺς αὐτοῦ εὐθυνῶ· αὐτὸς
οἰκοδομήσει τὴν πόλιν μου καὶ τὴν ἀποίκησίν μου ἐκπέμψει
οὐκ ἐν ἀλλάγματι οὐδὲ ἐν δώροις, λέγει κύριος τῶν δυνά-
μεων.» Περὶ τοῦ Κύρου καὶ ταῦτα ἔφη. Καὶ ἀκριβέστερον
ἠκολούθησαν οἱ Τρεῖς τῇ τοῦ Ἑβραίου διανοίᾳ ὅτι· Τὰς
ὁδοὺς αὐτοῦ εὐθυνῶ, τουτέστι· Πολλὴν αὐτῷ παρέξω εἰς
κατόρθωσιν εὐκολίαν. Οὐ γὰρ τοῦ Κύρου πᾶσαι αἱ ὁδοὶ
εὐθεῖαι, ἀλλ' [αὐτὸς] ὁ θεὸς ῥᾳδίαν αὐτῷ τὴν κατὰ τῶν
πολεμίων ἐποίησε νίκην· ἔμελλε γὰρ τῷ λαῷ τὴν ἐλευθερίαν
παρέξ[ειν] οὐ λύτρα τινὰ κομιζόμενος ἀλλὰ προῖκα ταύτην
δωρούμενος.
Οὕτω προθεσπίσας τοῦ Κύρου τὴν βασιλείαν καὶ τοῦ
λαοῦ τὴν ἐπάνοδον καὶ τὴν τῆς πόλεως οἰκοδομίαν προλέγει
καὶ τὴν ἐσομένην μετὰ τὴν ἐπάν[οδον] τῆς πόλεως εὐκληρίαν
καὶ τῶν ἐθνῶν τὴν ἐπιστροφὴν καὶ τὴν Αἰγυπτίων καὶ
369

Αἰθιόπων ἐπὶ τὸ κρεῖττον μεταβολὴν καὶ τῆς τοῦ μονογενοῦς

Theodoretus Scr. Eccl., Theol., Commentaria in Isaiam Τμ. 17, γρ. 391
Καὶ (ὅσοι) μὴ ἔχετε ἀργύριον βαδίσαντες ἀγοράσατε καὶ
φάγεσθε καὶ πορεύεσθε καὶ ἀγοράσατε κ(αὶ) πίεσθε ἄνευ
ἀργυρίου. Ἀργύριον δὲ τὴν δικαιοσύνην πολλάκις ἡ θεία
γραφὴ προς>αγορεύει· «(Τὰ λό)για» γάρ φησι «κυρίου
λόγια ἁγνά, ἀργύριον πεπυρωμένον, δοκίμιον τῇ γῇ.» Καὶ
τοὺς παρανομίᾳ [συζῶντας] «ἀργύριόν» φησιν «ἀποδεδο-
κιμασμένον καλέσατε, ὅτι ἀπεδοκίμασεν αὐτοὺς κύριος ὁ
θεός». Ὑπισχνεῖ[ται] τοίνυν ὁ φιλάνθρωπος δεσπότης καὶ
τοῖς οὐ κεκτημένοις τὸ καλούμενον ἀργύριον, τουτέστι τὴν
δικαιοσύν[ην], προῖκα δώσειν τὸ τριπόθητον ὕδωρ· τοὺς
γὰρ τῷ παναγίῳ προσιόντας βαπτίσματι οὐκ εὐθύνας ὑπὲρ
τῶν προτέρων ἁμαρτημάτων εἰσπράττεται ἀλλὰ τὴν τούτων
ἄφεσιν ἐπαγγέλλεται.
Οἶνον κα(ὶ στέαρ) 2ἵνατίτιμᾶσθε ἀργυρίου ἐν οὐκ
ἄρτοις, καὶ ὁ μόχθος ὑμῶν οὐκ εἰς πλησμονήν; Τὰς νομικὰς

(ἐν)ταῦθα θυσίας ἐξέβαλεν. Διαφερόντως γὰρ πάλαι τῶν


ἱερείων τὸ στέαρ τῷ βωμῷ προ(σφέρειν) ἐκέλευσεν, οὗ δὴ
χάριν καὶ μεταλαμβάνειν στέατος ἀπηγόρευσεν· καὶ οἶνον
δὲ σπένδειν εἰώθεσαν. Δι[δάσκει] δὲ ὁ προφητικὸς λόγος
ὡς οὐδεμίαν ταῦτα τροφὴν προσέφερε τῇ ψυχῇ· τοῦτο γὰρ

Theodoretus Scr. Eccl., Theol., Commentaria in Isaiam Τμ. 18, γρ. 203

γὰρ τὰς γυναῖκας αὐτῶν καὶ αὐτοὺς λέγοντας ὅτι, ἐξ οὗ


ἀπέστημεν τῆς τῶν εἰδώλων δουλείας, κατέλαβεν ἡμᾶς τὰ
κακά.
Ἐπλάτυνας τὴν κοίτην σου καὶ ἔθου σαυτῇ παρ' αὐτῶν.
Τοῦτο σαφέστερον ὁ Σύμμαχος ἡρμήνευσεν· Ἐπλάτυνας
τὴν κοίτην σου καὶ συνδιαθήκους ἐποίησάς ς[οι].» Ἀντὶ
τοῦ· πολλοῖς συνήφθης δαίμοσι καὶ τοῖς ἐκείνων ἠκολού-
θησας νόμοις καὶ συνέθου δουλεύειν ἑκάστῳ. Καὶ αὐτὸς
δὲ ὁ τῶν ὅλων θεὸς τὸν ἔννομον ἐξηγούμενος γάμον διὰ
τοῦ προφήτου Ἰεζεκι[ήλ] φησιν· «Καὶ εἰσῆλθον ἐν διαθήκῃ
μου πρὸς σέ» ἀντὶ τοῦ· Προικῶν γραμματεῖον μεταξὺ
ἡμῶν διετέλες[α]· καλεῖ δὲ διαθήκην τὸν νόμον. Ἠγάπησας
τοὺς κοιμωμένους μετὰ σοῦ 9καὶ ἐπλήθυνας τὴν πορνείαν
σου μετ' αὐτ(ῶν). Ὡς ἐπὶ γυναικὸς ἀκολάστου καὶ ταῦτα

εἴρηκε τὴν πολλὴν αὐτῆς διδάσκων ἀσέβειαν.


Καὶ πολλοὺς ἐποίησας τοὺς μακρὰν ἀπὸ σοῦ. Ὁ δὲ Σύμ-
μαχος καὶ ὁ Θεοδοτίων οὕτως· «Καὶ ἐπλήθυνας τὰ μυρέψιά
σου.» Οὕτω δὲ προσηγόρευσε τὴν τῶν εἰδώλων κατασκευήν·
καθάπερ γὰρ τὸ συγκείμενον μύρον ἐκ πολλῶν εἰδῶν
ἐρανίζεται διὰ τῆς τέχνης τὴν εὐκοσμίαν, οὕτω καὶ τὰ
εἴδωλα ἐκ πολλῶν ὑλῶν καὶ τεχνῶν δέχεται τὴν [κατα]
370

Theodoretus Scr. Eccl., Theol., Quaestiones in Octateuchum P. 148, γρ. 19

LXVIII

Διὰ τί τὰς πλάκας συνέτριψεν;


Ἀνάξιον κρίνας τὸν λαὸν τῆς θείας νομοθεσίας. ἐπειδὴ γὰρ προικῴων
γραμματείων τύπον εἶχον αἱ πλάκες, ἡ δὲ νύμφη πρὸ τῆς παστάδος εἰς
μοιχείαν ἀπέκλινε, μάλα εἰκότως τὸ προικῷον διέρρηξε γραμματεῖον.
ἐπισημήνασθαι δὲ προσήκει, ὡς τότε μὲν δεξάμενος τὴν ἱκετείαν ὁ τῶν
ὅλων Θεὸς ἀνεβάλετο τὴν τιμωρίαν. προστέθεικε δέ, «ᾗ δ' ἂν
ἡμέρᾳ ἐπισκέπτωμαι, ἐπάξω ἐπ' αὐτοὺς πᾶσαν
τὴν ἁμαρτίαν αὐτῶν>«. ἔοικε δὲ τοῦτο τοῖς ὑπὸ τοῦ ἀπος-
τόλου εἰρημένοις· «ἀγνοῶν ὅτι τὸ χρηστὸν τοῦ Θεοῦ
εἰς μετάνοιάν σε ἄγει· κατὰ δὲ τὴν σκληρό-
τητα σου καὶ ἀμετανόητον καρδίαν, θησαυρί-
ζεις σεαυτῷ ὀργὴν ἐν ἡμέρᾳ ὀργῆς

Theodoretus Scr. Eccl., Theol., Quaestiones in Octateuchum P. 148, γρ. 21

LXVIII

Διὰ τί τὰς πλάκας συνέτριψεν;


Ἀνάξιον κρίνας τὸν λαὸν τῆς θείας νομοθεσίας. ἐπειδὴ γὰρ προικῴων
γραμματείων τύπον εἶχον αἱ πλάκες, ἡ δὲ νύμφη πρὸ τῆς παστάδος εἰς
μοιχείαν ἀπέκλινε, μάλα εἰκότως τὸ προικῷον διέρρηξε γραμματεῖον.
ἐπισημήνασθαι δὲ προσήκει, ὡς τότε μὲν δεξάμενος τὴν ἱκετείαν ὁ τῶν
ὅλων Θεὸς ἀνεβάλετο τὴν τιμωρίαν. προστέθεικε δέ, «ᾗ δ' ἂν
ἡμέρᾳ ἐπισκέπτωμαι, ἐπάξω ἐπ' αὐτοὺς πᾶσαν
τὴν ἁμαρτίαν αὐτῶν>«. ἔοικε δὲ τοῦτο τοῖς ὑπὸ τοῦ ἀπος-
τόλου εἰρημένοις· «ἀγνοῶν ὅτι τὸ χρηστὸν τοῦ Θεοῦ
εἰς μετάνοιάν σε ἄγει· κατὰ δὲ τὴν σκληρό-
τητα σου καὶ ἀμετανόητον καρδίαν, θησαυρί-
ζεις σεαυτῷ ὀργὴν ἐν ἡμέρᾳ ὀργῆς καὶ ἀποκα-
λύψεως καὶ δικαιοκρισίας τοῦ Θεοῦ, ὃς ἀπο-
δώσει ἑκάστῳ κατὰ τὰ ἔργα αὐτοῦ>«.

Theodoretus Scr. Eccl., Theol., Quaestiones in libros Regnorum et Paralipomenon


Vol. 80, p. 665, γρ. 32

λόγοις χρησάμενος ποιμένος ἀληθινοῦ, καὶ τὸν υἱὸν


αὐτοῦ καὶ Κύριον μιμησάμενος, ὃς τὴν ψυχὴν αὑτοῦ
ἔθηκεν ὑπὲρ τῶν προβάτων. Δεξάμενος δὲ τὴν ἱκε-
τείαν ὁ ἀγαθὸς Κύριος, ἐν ἐκείνῳ τῷ χωρίῳ θυσια-
στήριον οἰκοδομηθῆναι προσέταξεν, ἐν ᾧ τὴν τιμω-
ρίαν ὁ θεῖος ἐκώλυσεν ἔλεος. Τὸ δὲ, «Μετεμελήθη
Κύριος,» περιττὸν ἑρμηνεύειν. Πολλάκις γὰρ αὐ-
τοῦ εἰρήκαμεν τὴν διάνοιαν, καὶ ὅτι τὴν τῆς οἰκονο-
371

μίας σημαίνει μεταβολήν. Παραυτίκα τοίνυν ὁ βα-


σιλεὺς δραμὼν ᾔτησεν Ὀρνίαν τὸν Ἰεβου-
σαῖον ἀποδόσθαι τὴν ἅλω. Ἐκείνου δὲ προῖκα δώ-
σειν ὑποσχομένου καὶ τὴν ἅλω, καὶ τοὺς βοῦς, καὶ
τῶν ἀρότρων τὰ ξύλα, ἵνα ἐν ἐκείνῃ μὲν δομήσηται
τὸν βωμὸν, τούτους δὲ ἱερεύσῃ, τοῖς δὲ ξύλοις προς-
ενέγκῃ τὸ πῦρ, δίκαιον εἶπεν ὁ βασιλεὺς, μὴ ἐξ
ἀλλοτρίων τῷ Θεῷ δῶρα προσφέρειν, ἀλλ' ἐξ οἰ-
κείων. Ταῦτα παρ' αὐτοῦ μεμαθηκὼς ὁ υἱὸς αὐτοῦ
Σολομὼν, παραινεῖ λέγων, «Τίμα τὸν Κύριον ἀπὸ
σῶν δικαίων πόνων, καὶ ἀπάρχου αὐτῷ ἀπὸ σῶν καρ-
πῶν δικαιοσύνης.» Ταῦτα πληρῶν ὁ βασιλεὺς,
πριάμενος τὸν βωμὸν ᾠκοδόμησε, καὶ τὴν θυσίαν

Georgius Choeroboscus Gramm., Prolegomena et scholia in Theodosii Alexandrini


canones isagogicos de flexione nominum P. 381, γρ. 14

Δημήτερα, εἰνάτηρ εἰνάτερα· εἰ ἄρα οὖν ἡ θυγάτηρ εὐθεῖα παροξύνεται,


δῆλονὅτιεὐλόγως ἡ θύγατρα αἰτιατικὴ προπαροξύνεται, εἰ καὶ ἡ ἀπα-
θὴς θυγατέρα αἰτιατικὴ παραλόγως παροξύνεται, ἔτι δὲ καὶ ἡ μητέρα –
μήτηρ γὰρ ἡ εὐθεῖα παροξυτόνως καὶ θυγάτηρ – ὥσπερκαὶἐν τῇ
θυγατέρος γενικῇ καὶ μητέρος, ὡς ἐμάθομεν ἐν τῷ περὶτῆςγενικῆς
λόγῳ, [παραλόγως παροξύνονται ταῦτα] ἡνίκα ἐλέγομεν ὅτι ἠκολούθη-
σαν κατὰ τὸν τόνον τῆς γενικῆς ταῦτα τοῖς ἰδίοις συγγενικοῖς, φημὶ δὴ
τῷ πατέρος ἀνέρος δαέρος (δαήρ δέ ἐστιν ὁ ἀνδράδελφος).
Περὶδὲτῆς γυναῖκα αἰτιατικῆς ἔστιν εἰπεῖν, ὅτι διὰ τοῦτο προ-
περισπᾶται, ὅτι πᾶσα αἰτιατικὴ ἑνικῶν εἰςαλήγουσα διφθόγγῳ παρα-
ληγομένη προπερισπᾶται, οἷον γλαῦκα καῦκα προῖκα αἶγα παῖδα δαῖτα·
οὕτως οὖν καὶ γυναῖκα προπερισπωμένως, τῇ παραλήξει τῆς διφθόγγου
ἀκολουθησάσης τῆς αἰτιατικῆς, εἰ καὶ ἐκεῖνα μὲν δισύλλαβά εἰσι, τοῦτο
δὲ ὑπὲρ δύο συλλαβάς· ἀλλ' οὖν, ὡς εἴρηται, διὰ τὸ ἔχειν ἐν τῇ παρα-
ληγούσῃ δίφθογγον προπεριεσπάσθη ὁμοίως ἐκείνοις. Ταῦτα μὲν ἐν
τούτοις.

Choricius Rhet., Soph., Opera Oration-declamation-dialexis 1, τμ. 2, par. 41, γρ. 2

σιν ὕψους οἱ κίονες, ὡς ἑτέρων ἂν τοιούτων ἐπιτεθέντων


εἰς αὐτὸν ἀναβαίνειν τὸν ὄροφον. οἰηθείη μὲν ἄν
τις οὐκ εἶναι τούτων ὑπερβολήν, ἔνεστι δὲ τιμιωτέρα·
ὥσπερ γὰρ ἀφθόνου πηγῆς χρυσίου σοι νάματα χορηγού-
σης χρυσὸς μὲν τοῖς ἀετοῖς περικέχυται, χρυσὸς δὲ περι-
ανθεῖ τὰς ἁψίδας, τὰς μὲν αὐτὸς ὡραΐζων, τὰς δὲ μίξει
κυανοῦ χρώματος ἐναλλὰξ πεποιημένου φαιδρύνων, ὡς ἐν
μέρει καλλωπίζεσθαι καὶ κοσμεῖν.
Ἀριθμείτω μοί τις τὰς πόλεις, ὅσαι μεγαλαυχοῦσιν
ὕλης πολυτελείᾳ· ἡ Προικόνησος, φασίν, ἐπὶ τοιούτοις
ἀγάλλεται, ἡ Λακεδαίμων εἰς μαρμάρων γένεσιν εὐφυής, καὶ
τὴν Κάρυστον λόγος εἰς τὴν τοιαύτην ἐπιτηδείως ἔχειν φοράν.
372

εἰσὶν ἕτεραι πλάκες, αἷς λέγουσιν ὄνομα γενέσθαι τὸν ποτα-


μὸν παρ' ὃν μεταλλεύονται. καὶ τὴν Καρίαν ἀκούω φιλοτι-
μεῖσθαι λιθοτομίας ἄνθει.

Choricius Rhet., Soph., Opera Oration-declamation-dialexis 7, τμ. 1, par. 18, γρ. 2

πορείας αἱ περὶ τὸν βίον αὐτῆς ἀρεταὶ καὶ δεικνύουσι μὲν


ἐκείνῃ τὸν ἄνδρα, δεικνύουσι δὲ τοὺς γονεῖς, ἄγουσι δὲ
παρὰ χορὸν εὐσεβῆ τῶν ἵνα ῥύσωνται τὰς ψυχὰς προδεδω-
κότων τὰ σώματα.
οἱ δὲ μάλα φιλοφρόνως αὐτὴν
ὑποδέξονται ἀντὶ τῆς περὶ ἑαυτοὺς θεραπείας, ἀντὶ τῆς
περὶ γονέας αἰδοῦς, ἀντὶ τῆς περὶ τέκνα κηδεμονίας, ἀντὶ
πολυτελοῦς χορηγίας, ᾗ τὴν ἀπορίαν ἐπεκούφιζε τοῖς δεο-
μένοις.
πόσων, οἴεσθε, θυγατέρας πρὸς γάμον ὡραίας
ἐξέδωκεν οἴκοθεν προῖκα προσθεῖσα; πόσους ἔθρεψε νέους
ἐν ὀρφανίᾳ καταλειφθέντας; πόσαι γυναῖκες χηρεύουσαι
τὰς ἐκείνης ὑμνοῦσι φιλοτιμίας; πόσαι παρὰ ταύτης
ἐφοίτων ἐπιστολαί, ἄλλη πρὸς ἄλλον παῖδα, πᾶσαι πρὸς
ἕνα γεγραμμέναι σκοπόν, τὰς τῶν ἱκετευόντων δεήσεις
εἰς ἔργον ἐλθεῖν;

Choricius Rhet., Soph., Opera Oration-declamation-dialexis 10, τμ. 2, par. 78, γρ. 5

Πρὸς ἅπασι δὲ τούτοις ἐκεῖνο λέγω· κοινῆς ὠφε-


λείας, ὦ βασιλεῦ, προκειμένης οὐ πάνυ δεῖ πολυπραγμο-
νεῖν τὰ τοιαῦτα, εἰ τουτὶ τὸ γύναιον, ἀλλὰ μὴ τουτὶ
μᾶλλον ποθεῖ, εἰ τοσοῦτον ἐχρῆν, ἀλλὰ μὴ τοσοῦτον
θυμοῦσθαι.
οὐχ ὁρᾷς τὸν ἡγεμόνα τῶν Ἀχαιῶν ὡς
ῥύσασθαι βουληθεὶς κεκακωμένην τὴν στρατιὰν οὐδὲ προς-
εποιεῖτο γινώσκειν, εἴτε τις Ἀχιλλεῖ ποτε Βρισηὶς ἤρεσεν
εἴτε ἐν Σκύρῳ τις ἔδοξεν εἶναι καλή, ἀλλὰ δοῦναι πρὸς
γάμον αὐτῷ τὸ θυγάτριον ἕτοιμος ἦν καὶ προῖκα πόλεις
εὐνομουμένας ἑπτὰ καὶ χρυσοῦ ναῦν ἐπιδοῦναι;
καὶ μὴν Ἀγαμέμνων μὲν ἔτι θυμουμένῳ καὶ στέργοντι τὴν
Βρισέως ἐδίδουτὴνπαῖδα· σὺ δὲ τῆς ὀργῆς πεπαυμένου
καὶ Πολυξένην ζητοῦντος ἀναδύῃ τὸν γάμον;

Choricius Rhet., Soph., Opera Oration-declamation-dialexis 12, τμ. 2, par. 10, γρ. 4

τίς ἡ πολλὴ προθυμία τοῦ


γέροντος; οὐ γὰρ φαῦλος κηδεστὴς Ἀγαμέμνων οὐδὲ πρὸς
αἰσχρὰν ἐπιθυμίαν ἕξειν ἔφη τὴν παῖδα, πάντα δὲ τὸν
βίον αὐτῇ συνοικήσειν καὶ περὶ πλείονος Κλυταιμνήστρας
373

ποιεῖσθαι. ταύτην ἔχει πρόφασιν ὁ Χρύσης μάλιστα λέγειν,


ὡς φεύγων ἐκδοῦναι πολεμίῳ τὴν κόρην οὐδὲν ἐξ ὧν
ἡγεῖτο πείθειν ἀφῆκεν.
εἶεν· τί δὲ τὸν Πηλέως ἀπέ-
τρεψε γῆμαι τὴν Ἀγαμέμνονος θυγατέρα; οὔτε γὰρ αἰσχρὰν
ἤκουσεν εἶναι τὴν ὄψιν οὔτε ἔξωρον ἤδη τυγχάνειν οὔτε
τὴν προῖκα τῆς κόρης ἐφαύλισεν, ἀλλὰ πρὸς τὸν αὐτῆς
πατέρα λελυπημένος ἀπεστρέφετο τὴν κηδείαν.
Σὺ μὲν οὖν οὐδὲ τῶν ἄρτι συμβάντων ἔοικας μνημο-
νεύειν, ἐγὼ δέ σοι καὶ τὰ πρὸ τῆς ἐμῆς ἡλικίας ἐξ ἑτέρων
παραλαβὼν διηγήσομαι.
Ἦν Αἰήτης, ὃν ἔτι καὶ νῦν Ἕλληνες ᾄδουσι, τύραννος
ἔθνους τοῦ παρὰ Φάσιν τὸν ποταμόν. πρὸς τοῦτόν φασιν
ἐπὶ τὸ κῶας Ἰάσονα πλεύσαντα καὶ περὶ πολλοῦ ποιησά-
μενον τὴν ἐκείνου λαβεῖν θυγατέρα πρὸς γάμον, μηδὲ τολ-
μῆσαι λόγον αὐτῷ περὶ τούτου προσάγειν· ᾔδει γάρ, οἶμαι,
μὴ δώσοντα τὸ θυγάτριον ἀλλοφύλῳ.

Choricius Rhet., Soph., Opera Oration-declamation-dialexis 23, τμ. 2, par. 40, γρ. 6

τος ἀγλαΐαν ἀντὶ χρημάτων αἱρούμενον ἀφθονίας. ἢ πόθεν


αὐτῇ πλουτοῦντα νυμφίον εὑρήσεις; ἐξ ὧν ἡ μήτηρ εἰσά-
γει, νὴ Δία. ἀλλ' ἡ προὶξ αὐτῇ λιτόν ἐστιν ἱμάτιον. λείπε-
ται δή σοι τῶν πατρῴων ἐκβεβλημένῳ πένητι τὸ θυγά-
τριον ἐγγυῆσαι. καὶ μάλα πρέπων ὁ γάμος ἀριστέως παιδί.
ἐξέτασον τοίνυν παρ' ἄλληλα, τί μὲν ἐκείνης, τί δὲ
ταύτης ὁ γάμος σοι προξενεῖ. οὐκοῦν ὁ μὲν ἡδονήν, ὁ δὲ
κέρδος εἰσάγει; καὶ τοῦ μὲν ἡ τέρψις ὀλίγη συμπαυομένη
τῷ πόθῳ, τοῦ δὲ τὸ τῆς ὠφελείας διηνεκὲς τοῖς φειδο-
μένοις. καὶ τῇ μὲν τελευτώσῃ συνοίχεται δήπου τὸ κάλλος,
ἡ δὲ ἀπιοῦσα τοῖς τέκνοις καταλείπει τὴν προῖκα. τίς οὖν
εὖ φρονῶν ἀντὶ τοῦ συμφέροντος τὸ τερπνόν, ἀντὶ τοῦ
βεβαίου τὸ σφαλερόν, ἀντὶ τῆς ἑαυτοῦ καὶ τῶν παίδων
εὐδαιμονίας τὴν ἑαυτοῦ μόνον βραχεῖαν εὐφροσύνην αἱρεῖ-
ται;
νόμιζε δὴ τοὺς ἐκ τῆς πενομένης σοι παῖδας ὁρᾶν
ἀπορίᾳ σιτίων δακρύοντας νῦν μὲν εἰς σὲ βλέποντας, νῦν
δὲ πρὸς τὴν μητέρα. τότε δή, τότε λήψῃ με κατὰ νοῦν καὶ
τὰς ἐμὰς παραινέσεις. τότε δὴ γυναῖκα ζητήσεις, οἵαν
ἐγγυῆσαί σοι βούλομαι· οὔτε γὰρ ἐκείνην ὁ σὸς ἂν θρέ-
ψειεν ἔρως οὔτε σὲ τὸ τῆς γυναικὸς εὐπρεπὲς οὔτε τοὺς

Choricius Rhet., Soph., Opera Oration-declamation-dialexis 23, τμ. 2, par. 56, γρ. 4

μὲν γὰρ ἀκόλαστον ἐξ ἀρχῆς ἐνστησάμενοι βίον, εἴ πού τι


φανεῖεν ποιοῦντες αἰσχρόν, οὐ λίαν ἐπίσημοι γίνονται τῇ
374

συνηθείᾳ τῆς ἀσελγείας· ὅσοι δὲ λελοιπότες τὴν σώφρονα


τάξιν πρὸς τὴν ἑτέραν ἐξαίφνης αὐτομολοῦσιν, αἰσχρᾶς
οὗτοι πληροῦσι φήμης τὴν πόλιν. ἡδεῖαι γὰρ οὖσαι καὶ
ἄλλως αἱ λοιδορίαι ταῖς ἁθρόαις ἐπὶ κακίαν μεταβολαῖς,
περιβόητοι μᾶλλον καὶ τερπνότεραι γίνονται.
μὴ τοίνυν
ὄνειδος σαυτῷ περιάψῃς λαμπρόν, ἀλλ' ὅταν ὁ τῆς Ἀφρο-
δίτης εἰσάγῃ σου τῇ ψυχῇ τὴν παρθένον, ἀντίθες αὐτῷ τὴν
πενίαν, τὰς ἐμὰς ὑποθήκας, τὴν προῖκα τῆς εὐπορούσης,
τὸ πάλαι σου κόσμιον. ὄψει παραχωροῦντα, κἂν φιλόνεικος
ὑπάρχῃ καὶ δύσερις. στῆσον οὖν ἕτερόν τι τρόπαιον κατὰ
φαύλης ἐπιθυμίας, οἷον ἄρτι κατὰ δυσμενῶν ἀδικίας.
ἄτοπον γὰρ ἑτέρων κρατοῦντα μόνον οὐ κρατεῖν ἑαυτοῦ.
πρὸς ταύτην οὐ δεῖ σοι τὴν νίκην ὅπλων οὐδὲ κινδύνου.
τοῦτο τὸ τρόπαιον σοὶ λογιζόμεθα μόνῳ· τῆς γὰρ δι' ὅπλων
σοι νίκης τοσοῦτοι κοινωνοῦσιν ὅσοι τῆς μάχης.
Ἀλλὰ ψιλοῦμεν,φησίν,ἀνδρῶν μαχίμων τὴν
πόλιν· φύσει γὰρ οὖσα φιλότιμος ἡ νεότης ἐλπίδι
τινὸς ἀμοιβῆς γυμνάζεται τὰ πολέμια, ἑκάστῳ

Etymologicum Gudianum, Etymologicum Gudianum (ἀάλιον – ζειαί)


Alphabetic entry epsilon, p. 546, γρ. 6

Ἐτεά>· “ἐδόκει μὲν ἐτεὰ εἶναι καὶ τὰ ξυγκείμενα” ἀκριβῆ, ἀληθῆ·


ἔστι δὲ ὄνομα οὐδέτερον καὶ ἐπίρρημα ἀπὸ ἀρσενικοῦ τοῦ ἐτεός, ὃ
σημαίνει τὸ ἀληθής· ἀπὸ τοῦ εἰμί ῥήματος, ὃ σημαίνει τὸ ὑπάρχω, ὁ
παθητικὸς ἐνεστὼς ἔμαι, τὸ τρίτον ἔ[ς]ται καὶ ἐξ αὐτοῦ ἐτός· τὸ γὰρ
ἀληθὲς ὑπάρχον ἐστὶ καὶ πεπηγός.
Ἐτεόν>Β 300>· ... τὸονμικρόν. διὰ τί; τὰ ἀπὸ διαφόρων
πτώσεων εἰς ἐπιρρηματικὴν σύνταξιν μεταγόμενα τὴν αὐτὴν γραφὴν
ταῖς πτώσεσιν ἔχουσι. καὶ ἐκ πόσων πτώσεων μετάγονται τὰ ἐπιρρή-
ματα; ἐκ πασῶν· ἢ γὰρ ἀπὸ εὐθείας, ὥσπερ ὁ πρόφρων,Ξ 357
“πρόφρων δὴ Δαναοῖσι Ποσειδάων ἐπάμυνον”· ἢ ἀπὸ γενικῆς, ὡς τὸ
προίξ προικός,ν 15“ἀργαλέον γὰρ ἕνα προικὸς χαρίσασθαι”· ἢ ἀπὸ
δοτικῆς, ὡς τὸ ἡ ἰδία τῆς ἰδίας τῇ ἰδίᾳ “ἰδίᾳ ἦλθον, δημοσίᾳ ἐλάλησα”·
ἢ ἀπὸ αἰτιατικῆς, ὡς τὸ ἡ ἀπριάτη τῆς ἀπριάτης τῇ ἀπριάτῃ τὴν
ἀπριάτην, καὶ ὍμηροςΑ 99“ἀπριάτην ἀνάποινον, ἄγειν θ' ἱερὴν
ἑκατόμβην”, καὶ ἡ πέρα τῆς πέρας τῇ πέρᾳ τὴν πέραν,Ev. Jo. 18, 1
“πέραν τοῦ χειμάρρου τῶν Κέδρων”· ἢ ἀπὸ κλητικῆς, ὡς τὸ Ἡρακλέης
Lucian. Jupp. trag. 32“Ἡράκλεις ὦ Ἡράκλεις”, ἐπίρρημα θαυμαστι-
κὸν ἀντὶ τοῦ ὦ τοῦ θαύματος· τοῦτο λέγει Λουκιανὸςl.l.ἀντὶ
θαυμαστικοῦ ἐπιρρήματος παραλαμβάνων. καὶ εἰς τὸ Ἐξετάζω καὶ
Ἐτάζω.

Etymologicum Gudianum, Etymologicum Gudianum (ζείδωρος – ὦμαι)


Alphabetic entry kappa, p. 305, γρ. 3

ρῆθεν· καὶ κατὰ συγκοπὴν κρῆθεν. τοῦτο καὶ Ἡσιόδος


375

ἐξεδέξατο εἰπών· τῆς καὶ ἀπὸ κρῆθεν, βλεφάρων


Κατὰ μῆρ' ἐκάη>· Πτολεμαῖος ἐν τελευταίῳ παρα-
λαμβάνει μῆρε, ἵνα Ἰωνικῶς ἐκάη, μεταπλασμὸν γὰρ
λέγει ἐκ τοῦ μῆρα μῆρε, ὡς τὸ ὄσσα ὄσσε, καὶ ὄψ
ὀψέ· οὐκ ἔχυρον δὲ τοῦτο, ἀλλὰ μᾶλλον ἀποκοπὴν
φαμὲν τοῦ μῆρα, ἅπερ εἰσι τὰ ἁγιαζόμενα τοῖς θεοῖς
τὸ δὲ μῆρα ἀπὸ τοῦ μηρία κατὰ συγκοπήν.
Κατεμύξατο>, κατημάτωσε, κατέξυσεν· εἰς τὸ ἀμύς-
σω ἡ ἐτυμολογία.
Καταπροΐξασθαι>, ἀπὸ τοῦ προικὸς, ἢν διαιροῦντες
οἱ Ἴωνες πρόϊκα λέγουσιν· ὥσπερ οὖν ἡ προίξ δωρεὰν
δίδοται· οὕτω φασὶν, οὐ δωρεὰν ἐμοῦ καταγνώσεταί
τις, ἀλλ' ἀποδώσει μισθὸν ὧν ἔπραξα. καὶ ἐπαίτης,
καὶ ὁ προῖκα αἰτῶν προΐκτης λέγεται. οὕτως εὗρον ἐν
ὑπομνήματι ἐπῳδῶν Ἀρχιλόχου.

Etymologicum Gudianum, Etymologicum Gudianum (ζείδωρος – ὦμαι)


Alphabetic entry kappa, p. 305, γρ. 4

ἐξεδέξατο εἰπών· τῆς καὶ ἀπὸ κρῆθεν, βλεφάρων


Κατὰ μῆρ' ἐκάη>· Πτολεμαῖος ἐν τελευταίῳ παρα-
λαμβάνει μῆρε, ἵνα Ἰωνικῶς ἐκάη, μεταπλασμὸν γὰρ
λέγει ἐκ τοῦ μῆρα μῆρε, ὡς τὸ ὄσσα ὄσσε, καὶ ὄψ
ὀψέ· οὐκ ἔχυρον δὲ τοῦτο, ἀλλὰ μᾶλλον ἀποκοπὴν
φαμὲν τοῦ μῆρα, ἅπερ εἰσι τὰ ἁγιαζόμενα τοῖς θεοῖς
τὸ δὲ μῆρα ἀπὸ τοῦ μηρία κατὰ συγκοπήν.
Κατεμύξατο>, κατημάτωσε, κατέξυσεν· εἰς τὸ ἀμύς-
σω ἡ ἐτυμολογία.
Καταπροΐξασθαι>, ἀπὸ τοῦ προικὸς, ἢν διαιροῦντες
οἱ Ἴωνες πρόϊκα λέγουσιν· ὥσπερ οὖν ἡ προίξ δωρεὰν
δίδοται· οὕτω φασὶν, οὐ δωρεὰν ἐμοῦ καταγνώσεταί
τις, ἀλλ' ἀποδώσει μισθὸν ὧν ἔπραξα. καὶ ἐπαίτης,
καὶ ὁ προῖκα αἰτῶν προΐκτης λέγεται. οὕτως εὗρον ἐν
ὑπομνήματι ἐπῳδῶν Ἀρχιλόχου.
Κατάσχεσιν>, ἀπὸ τοῦ σχῶ, σχέσις καὶ κατάσχε-
σις.

Etymologicum Gudianum, Etymologicum Gudianum (ζείδωρος – ὦμαι)


Alphabetic entry kappa, p. 305, γρ. 7

λέγει ἐκ τοῦ μῆρα μῆρε, ὡς τὸ ὄσσα ὄσσε, καὶ ὄψ


ὀψέ· οὐκ ἔχυρον δὲ τοῦτο, ἀλλὰ μᾶλλον ἀποκοπὴν
φαμὲν τοῦ μῆρα, ἅπερ εἰσι τὰ ἁγιαζόμενα τοῖς θεοῖς
τὸ δὲ μῆρα ἀπὸ τοῦ μηρία κατὰ συγκοπήν.
Κατεμύξατο>, κατημάτωσε, κατέξυσεν· εἰς τὸ ἀμύς-
σω ἡ ἐτυμολογία.
Καταπροΐξασθαι>, ἀπὸ τοῦ προικὸς, ἢν διαιροῦντες
οἱ Ἴωνες πρόϊκα λέγουσιν· ὥσπερ οὖν ἡ προίξ δωρεὰν
376

δίδοται· οὕτω φασὶν, οὐ δωρεὰν ἐμοῦ καταγνώσεταί


τις, ἀλλ' ἀποδώσει μισθὸν ὧν ἔπραξα. καὶ ἐπαίτης,
καὶ ὁ προῖκα αἰτῶν προΐκτης λέγεται. οὕτως εὗρον ἐν
ὑπομνήματι ἐπῳδῶν Ἀρχιλόχου.
Κατάσχεσιν>, ἀπὸ τοῦ σχῶ, σχέσις καὶ κατάσχε-
σις. Καταχήνη>, ἡ χάσμησις, παρὰ τὸ χαίνω ῥῆμα γίνε-
ται χήνη καὶ καταχήνη.
Καταψήχειν>, τὸ ἠρέμα κολακεύειν καὶ κρατεῖν. εἴρη-
ται ἀπὸ τοῦ καταψῶ καταψήσω, καὶ ἀνεδόθη εἰς ἓν
καταψήχω. τὸ δὲ καταψῶ σύνθετον ἀπὸ τοῦ ψῶ
καταψῶ, καὶ τοῦ ψαύω. καὶ ἐκ τούτου τὸ ψήχω.
καὶ τὸ ἠμφιεσμένον ἐν αὐτῷ.

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 79, γρ. 5

ματα; Ἐκ πάντων. Ἀπὸ ὀνόματος, ὡς τὸ φρόνιμος,


φρονίμως· ἀπὸ ῥήματος, ὡς τὸ κρύβδω, κρύβδην·
ἀπὸ μετοχῆς, ὡς τὸ ἐπιστάμενος, ἐπισταμένως· ἀπὸ
ἄρθρου, ὡς τὸ ὃς, ὥς· ἀπὸ ἀντωνυμίας, ὡς τὸ οὗτος,
οὕτως· ἀπὸ προθέσεως, ὡς τὸ ἀνὰ, ἄνω· κατὰ, κάτω·
ἀπὸ ἐπιρρήματος, ὡς τὸ ἐγγὺς, ἐγγυτέρως· ἀπὸ
συνδέσμου, ὡς τὸ καθὰ, καθώς. Ἐκ πόσων πτώ-
σεων γίνονται τὰ ἐπιρρήματα; Ἐκ πασῶν. Ἀπὸ
εὐθείας, ὡς τὸ, ὁ πρόφρων·
Πρόφρων νῦν Δαναοῖσι Ποσειδάων ἐπάμυνον.
Ἀπὸ γενικῆς, ὡς τὸ προῖξ προικός·
Ἕνα προικὸς χαρίσασθαι.
Ἀπὸ δοτικῆς, ὡς τὸ ἡ ἰδία, τῆς ἰδίας, τῇ ἰδίᾳ·
Ἰδίᾳ ἦλθον· δημοσίᾳ ἐλάλησα.
Ἀπὸ αἰτιατικῆς, ὡς τὸ, ἡ ἀπριάτη, τῆς ἀπριάτης,
τῇ ἀπριάτῃ, τὴν ἀπριάτην·

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 79, γρ. 6

φρονίμως· ἀπὸ ῥήματος, ὡς τὸ κρύβδω, κρύβδην·


ἀπὸ μετοχῆς, ὡς τὸ ἐπιστάμενος, ἐπισταμένως· ἀπὸ
ἄρθρου, ὡς τὸ ὃς, ὥς· ἀπὸ ἀντωνυμίας, ὡς τὸ οὗτος,
οὕτως· ἀπὸ προθέσεως, ὡς τὸ ἀνὰ, ἄνω· κατὰ, κάτω·
ἀπὸ ἐπιρρήματος, ὡς τὸ ἐγγὺς, ἐγγυτέρως· ἀπὸ
συνδέσμου, ὡς τὸ καθὰ, καθώς. Ἐκ πόσων πτώ-
σεων γίνονται τὰ ἐπιρρήματα; Ἐκ πασῶν. Ἀπὸ
εὐθείας, ὡς τὸ, ὁ πρόφρων·
Πρόφρων νῦν Δαναοῖσι Ποσειδάων ἐπάμυνον.
Ἀπὸ γενικῆς, ὡς τὸ προῖξ προικός·
Ἕνα προικὸς χαρίσασθαι.
Ἀπὸ δοτικῆς, ὡς τὸ ἡ ἰδία, τῆς ἰδίας, τῇ ἰδίᾳ·
377

Ἰδίᾳ ἦλθον· δημοσίᾳ ἐλάλησα.


Ἀπὸ αἰτιατικῆς, ὡς τὸ, ἡ ἀπριάτη, τῆς ἀπριάτης,
τῇ ἀπριάτῃ, τὴν ἀπριάτην· Ἀπριάτην ἀνάποινον. Καὶ ἡ πέρα, τῆς πέρας, τῇ πέρα, τὴν
πέραν· Πέραν τοῦ χειμάρρου τῶν Κέδρων.

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 316, γρ. 40

βολῇ ἐδήδεται· καὶ Ἰακῶς, ἐδήδαται. Ἡρωδιανός.


Ἐδητύς>: Σημαίνει βρῶσιν, ἢ τρυφήν. Παρὰ
τὸ ἐδῶ ἐδήσω, ἐδητύς. Εἰ γὰρ ἦν ἐκ τοῦ ἔδω βαρυ-
τόνου, ἐτὺς ὤφειλεν εἶναι ἰσοσύλλαβον τῷ ἔδω, ὥσπερ
γράφω, γραπτύς· πράσσω, πρακτύς. Καὶ παρὰ τὸ
ἔδω ἐστὸν ὤφειλεν εἶναι, οὐχὶ δὲ ἐδεστόν. Οὕτω Φίλων.
Ἔδμεναι>: Ἐσθίειν. Ὡς ἄγειν ἀγέμεν, καὶ
εἰπεῖν εἰπέμεν, οὕτως ἔδειν ἐδέμεν· καὶ συγκοπῇ, καὶ
πλεονασμῷ τῆς ΑΙ, ἔδμεναι.
Ἕδνα>: Τὰ πρὸ τοῦ γάμου ὑπὸ τοῦ νυμφίου
διδόμενα δῶρα τῇ νύμφῃ· ἤγουν ἐξώπροικα. Παρὰ
τὸ ἥδω, τὸ εὐφραίνω, ἥδανον· καὶ ἐν συγκοπῇ καὶ
συστολῇ, ἕδνον, τὸ αἴτιον ὂν τοῦ παρέζεσθαι καὶ
παραμένειν τὴν νύμφην τῷ νυμφίῳ. Οὕτως
Ὠρίων.
Ἑδνωτής>: Κηδεστὴς, πενθερός.
Ἔδραμον>: Ἰστέον ὅτι τὸ ἔδραμον ἀπὸ τοῦ
δρέμω ἐστίν· ἐξ οὗ καὶ δρόμος ὄνομα ῥηματικὸν, ὡς
βρέμω βρόμος· ὁ δὲ Ἡρωδιανὸς φησὶν, ὅτι δύναται
εἶναι ἀπὸ τοῦ δραμῶ περισπωμένου· ἐξ οὗ καὶ τὸ
παρὰ Μενάνδρῳ, οἷον,

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 340, γρ. 45

ἐν συνθέσει, ἐνεούρησεν. Ζήτει.


ἐνεπίσκημμακαὶἐνεπισκήψασθαικαὶἐγ-
γύης καταβολήν>: Καταδικασθέντων τινῶν δη-
μοσιεύεσθαι τὰς οὐσίας, εἰ λέγοιεν τινὲς ὡς εἴη-
σαν δανεισταὶ τῶν δημευομένων, ἀπογράφεσθαι τού-
τους ἐκέλευον, πότε καὶ πόσον ἐδάνεισαν ἀργύριον·
ὅπερ ἔλεγονἐνεπίσκημμακαὶἐνεπισκήψασθαι>·
εἰ μέντοιγε παρίστων ἐγγυητὰς τοῦ μὴ ἂν διαψεύ-
σασθαι περὶ τοῦ δανείσματος οἱ δανείσαντες, τοῦτο
ἐγγύης καταβολὴνἔλεγον. Ἐξῆν δὲ τῇ γυναικὶ
πρῶτον τὴν ὀφειλομένην προῖκα ζητεῖν, καὶ τῷ δα-
νειστῇ τὸ ὄφλημα. Ἀποδεικνύντες ὃ ἔλεγον, ἀπε-
λάμβανον τὰ ὀφειλόμενα. Ἐκαλεῖτο οὖν τοῦτο,
ἐνεπισκήψασθαι>.
378

Ἐνεός>: Ὁ ἄφωνος· ἀπὸ τοῦ τὴν ἰωὴν παρ'


ἑαυτῷ ἔχειν· ἢ ὁ διὰ μωρίαν λήθαργος καὶ ἀμνήμων·
ἀφ' οὗ καὶἐνεάζεινλέγουσι τοὺς διὰ μωρίαν περι-
βλέποντας.
Ἐνέχυρον>: Τὸ εἰς ἀσφάλειαν ἀντάλλαγμα·
ἀπὸ τοῦ ἔχω, τὸ κρατῶ, ἔχυρον καὶ ἐνέχυρον.

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 354, γρ. 11

ἐπαύλιαλέγεται, καθ' ὅσον ἐν τῇ τοῦ νυμφίου


οἰκίᾳ [ἡ νύμφη τότε πρῶτον ἐπηύλισται. Καλεῖται
δ' ἐπαύλια καὶ τὰ μετὰ τὴν ἐχομένην ἡμέραν τῶν
γάμων παρὰ τοῦ τῆς νύμφης πατρὸς δῶρα φερόμενα
τῷ νυμφίῳ] καὶ τῇ νύμφῃ ἐν πομπῆς σχήματι.
Παῖς γὰρ ἡγεῖται χλανίδα λευκὴν ἔχων, καὶ λαμ-
πάδα καιομένην· ἔπειτα μετὰ τοῦτον κανηφόρος· εἶθ'
αἱ λοιπαὶ ἀκολούθως ἐφεξῆς φέρουσαι χρυσίου λε-
κανίδας, σμήγματα, φορεῖα, κτένας, κοίτας, ἀλαβά-
στους, σανδάλια, θήκας, μυράλιπτρα· ἐνίοτε δὲ καὶ
τὴν προῖκα ἅμα τῷ νυμφίῳ φέρουσιν. Οἱ δὲ φασὶν
ἐπαυλίαν τὴν δευτέραν μετὰ τοὺς γάμους ἡμέραν
καλεῖσθαι, ἐν ᾗ πρῶτον ἐπαυλίζεται τῷ νυμφίῳ ἡ
νύμφη.
Ἐπαυρῶ>: Τὸ ἀπολαύω· ἀπὸ τοῦ ἀρῶ, τὸ ἁρμόζω,
ἢ ἀπὸ τοῦ ἐρῶ, τὸ ἐπιθυμῶ, γίνεται αὐρῶ, ὡς παίω,
παύσω· ὁ δεύτερος ἀόριστος, ἐπηῦρον· ἐὰν ἐπαύρω,
ἐπαύρωμαι, ἐπαύρηται.
Οὐ μὰν οἶδ' εἰ αὖτε κακορραφίης ἀλεγεινῆς
πρώτη ἐπαύρηαι,

Catenae (Novum Testamentum), Catena in epistulam ad Romanos (typus


Monacensis) (e cod. Monac. gr. 412) P. 392, γρ. 18

πιστεῦσαι Χριστῷ. οὐδὲ γὰρ ἔργων δεόμεθα εἰς τὸ προσδραμεῖν


αὐτῷ καὶ πιστεῦσαι Χριστῷ. ἀλλὰ μόνη γνώμη καὶ προαίρεσις
ἀρκεῖ. κατὰ χάριν γὰρ, οὐ δι' ἔργα προσδέχεται. ὥστε εἰ χάριτι
καλεῖ καὶ προσδέχεται, οὐκ ἔχομεν εἰς τοῦτο χρείαν ἔργων. ἐπεὶ
εἰ χρείαν σχοίημεν ἔργων, οὐκέτι ἡ χάρις, χάρις μένει. οὐ μόνον
δὲ τοῦτο ἀκολουθήσει τὸ ἄτοπον, ἐὰν νομίσωμεν ὅτι δεῖ ἡμῖν ἔργων
εἰς τὸ προσελθεῖν, καὶ πιστεῦσαι Χριστῷ, ἀλλὰ καὶ ἕτερον ὅμοιον.
εἰ γὰρ ἐξ ἔργων προσιέναι δεῖν ἡμᾶς νομίσομεν, δῆλον ὡς ἀνήρηται
ἡ χάρις. ἐπεὶ εἰ μὴ ἀνήρηται, οὐκέτι οὐδὲ τὸ ἔργον μένει ἔργον·
τῆς χάριτος οὐκ ἐώσης ὅλως ἔργον ὑποστῆναι· ἀλλὰ προῖκα τὴν
ἐκλογὴν ἐπιδεικνυμένης. κεχώρισται μὲν γὰρ ἀπ' ἀλλήλων τῇ
φύσει χάρις καὶ ἔργον. καὶ τῷ μὲν ἔργῳ ἕπεται μισθὸς καὶ οὐ
χάρις. ἡ δὲ χάρις δίδοται, οὐχ ὡς ἀντιμισθία, ἀλλὰ δῶρον καὶ
φιλοτιμία. δῆλον οὖν, ὅτι τὴν εὐεργεσίαν τῆς χάριτος παρεχο-
379

μένης· εἴ τις οἴεται διὰ τῶν ἔργων ταύτης ἀπολαύειν, ἀναιρεῖ τὴν
χάριν τὸ ὅσον ἐφ' ἑαυτῷ, καὶ οὐ μένει ἡ χάρις ἔτι χάρις. πάλιν
οὐδὲ τὰ ἔργα μένει ἔργα. τὴν γὰρ οἰκείαν οὐ σώζει φύσιν. ἐπεὶ
τοῖς ἔργοις μισθὸς, ἀλλ' οὐ χάρις ἀκολουθεῖ. τῆς χάριτος οὖν
χορηγούσης τὴν εὐεργεσίαν, κἄν τις δι' ἔργων ταύτης τυχεῖν πει-
ρασθείη, εἰς μάτην ἔσται ἡ πείρα. μήτε τῶν ἔργων,

Catenae (Novum Testamentum), Catena in epistulam ad Romanos (typus


Monacensis) (e cod. Monac. gr. 412) P. 392, γρ. 30

φύσει χάρις καὶ ἔργον. καὶ τῷ μὲν ἔργῳ ἕπεται μισθὸς καὶ οὐ
χάρις. ἡ δὲ χάρις δίδοται, οὐχ ὡς ἀντιμισθία, ἀλλὰ δῶρον καὶ
φιλοτιμία. δῆλον οὖν, ὅτι τὴν εὐεργεσίαν τῆς χάριτος παρεχο-
μένης· εἴ τις οἴεται διὰ τῶν ἔργων ταύτης ἀπολαύειν, ἀναιρεῖ τὴν
χάριν τὸ ὅσον ἐφ' ἑαυτῷ, καὶ οὐ μένει ἡ χάρις ἔτι χάρις. πάλιν
οὐδὲ τὰ ἔργα μένει ἔργα. τὴν γὰρ οἰκείαν οὐ σώζει φύσιν. ἐπεὶ
τοῖς ἔργοις μισθὸς, ἀλλ' οὐ χάρις ἀκολουθεῖ. τῆς χάριτος οὖν
χορηγούσης τὴν εὐεργεσίαν, κἄν τις δι' ἔργων ταύτης τυχεῖν πει-
ρασθείη, εἰς μάτην ἔσται ἡ πείρα. μήτε τῶν ἔργων, ἔργων ἔτι δυνα-
μένων μεῖναι. οὐ γὰρ ἔσται τούτοις μισθὸς, τῆς χάριτος προλα-
βούσης. καὶ ματαιοπονοῦντος λαβεῖν δι' ἔργων, ὃ προῖκα παρέσχεν
ἡ χάρις. εἰ γοῦν χάριτι φησὶ, οὐκέτι ἐξ ἔργων· ἐπεὶ εἰ συγχωρηθῇ
τὸ ἐξ ἔργων, ἀνήρηται ἡ χάρις, χάρις εἶναι. πάλιν εἰ ἐξ ἔργων,
οὐκέτι ἐστὶ χάρις. ἐπεὶ εἰ συγχωρηθῇ ἡ χάρις, οὐκέτι μένει τὸ
ἔργον, ἔργον.

Catenae (Novum Testamentum), Catena in epistulam i ad Corinthios (typus


Vaticanus) (e cod. Parigr. 227) P. 175, γρ. 16

“οἰκονομίαν πεπίστευμαι·” δεικνὺς ὅτι καὶ τοῦτο μισθός· ἀλλ' οὐκ


οἷος ἐκεῖνος τὸ ἀδάπανον κηρύξαι “εἰς τὸ μὴ καταχρήσασθαι τῇ
“ἐξουσίᾳ μου ἐν τῷ εὐαγγελίῳ.” πανταχοῦ δεικνὺς ὅτι οὔτε οἱ
λαμβάνοντες σφάλλονται· ἐξουσίαν γὰρ ἔχουσι τοῦ λαβεῖν. ὅρα
δὲ τὴν ἀκρίβειαν αὐτοῦ. κατάχρησιν καλεῖ τὴν ὅλως χρῆσιν· οἷον
τὸ ὅλως λαβεῖν ἐν τῷ εὐαγγελίῳ προσέθηκεν, δεικνὺς τὸν διδά-
σκοντα ὀφείλειν λαμβάνειν τὸν καὶ πονοῦντα, οὐ μὴν τὸν ἀρ-
γοῦντα.
{Θεοδωρίτου.} “Οὐκ ἔγραψα δὲ ταῦτα· ἵνα οὕτως γένηται ἐν
“ἐμοί· καλὸν γάρ μοι μᾶλλον ἀποθανεῖν ἢ τὸ καύχημά μου, ἵνα
“τις κενώσῃ.” καύχημα δὲ καλεῖ, τὸ προῖκα κηρύττειν καὶ
ὑπερβαίνειν τὸν κειμένον ὅρον· “ἐὰν γὰρ εὐαγγελίζωμαι, οὐκ ἐστι
“καύχημα, ἀνάγκη γάρ μοι ἐπίκειται·” τοῦτο ὡς δοῦλος δεσπότῃ
διακονῶν ἐκτελῶ· οὐδεὶς δὲ οἰκέτης μέγα φρονεῖ, τὰ παρὰ τοῦ
δεσπότου προσταττόμενα ἐκπληρῶν· “οὐαὶ δέ μοι ἐστὶν ἐὰν μὴ
“εὐαγγελίζωμαι·” τιμωρίας γὰρ ἄξιον τὸ ἀντιτείνειν δεσπότῃ·
“εἰ γὰρ ἑκὼν τοῦτο πράσσω, μισθὸν ἔχω· εἰ δὲ ἄκων, οἰκονομίαν
“πεπίστευμαι·” τὸ δὲ ἑκὼν καὶ ἄκων οὐκ ἐπὶ γνώμης τέθεικεν,
ἀλλὰ διδάσκων ὅτι νόμον ἐπλήρου δεσποτικόν· “τίς οὖν μοι ἐστὶν
“ὁ μισθός; ἵν' εὐαγγελιζόμενος ἀδάπανον θήσω τὸ Εὐαγγέλιον
380

Julianus Scr. Eccl., Commentarius in Job P. 196, γρ. 12

στρέφεσθέ με; οὐκοῦν ἐκεῖνό φημι, ὅτι φιλάνθρωπος ὣν καὶ πρὸς εὐποιΐαν ἕτοι-
μος πάντα τὰ προκατηριθμημένα ἐπετέλουν τὴν ἐξουσίαν τοῦ θεοῦ δεδοικώς, ἣν ἐ-
πιστάμην ἀγανακτεῖν κατὰ τῶν μὴ φιλανθρωπευομένων τὸν πέλας.ὃς φράσσει
γὰρ τὰ ὦτα αὐτοῦτοῦμὴ εἰσακοῦσαι τοῦ δεομένου, καὶ αὐ-
τὸς ἐπικαλέσεται καὶ οὐκ ἔσται ὁ εἰσακούων αὐτοῦ. τὸν δὲ
συνιόντα ἐπὶ πτωχὸν καὶ πένητα ἐν ἡμέρᾳ πονηρᾷ ῥύσεται αὐ-
τὸν ὁ κύριος.διὸ λέγει·
31,35γ – 37 συγγραφὴν δὲ ἣν εἶχον κατά τινοςἐπ' ὤμοις περιθέμενοςὡς στέ-
φανον ἀνεγίνωσκον· καὶ εἰ μὴ ῥήξας αὐτὴν ἀπέδωκα οὐδὲν λαβὼν παρὰ
χρεοφειλετῶν.
οὐ μέγα τι ἐφρόνουν ἐπὶ συγγραφῇ, ἀλλὰ χιώσας ἀπέδωκα χρεωλυτήσας αὐτοὺς
καὶ προῖκα παραχωρήσας τοῖς δανεισαμένοις τὸ δάνειον φιλανθρωπίας ἕνεκα.
31,38 – 40β εἰ ἐπ' ἐμοί ποτε ἡ γῆ ἐστέναξεν, εἰ δὲ καὶ οἱ αὔλακες αὐτῆς ἔ-
κλαυσαν ὁμοθυμαδόν, εἰ τὴν ἰσχὺν αὐτῆς ἔφαγον μόνος ἄνευ τιμῆς, εἰ δὲ καὶ ψυ-
χὴν κυρίου τῆς γῆς ἐκβαλὼν ἐλύπησα, ἀντὶ πυροῦ ἐξέλθοι μοι κνίδη, ἀντὶ δὲ κρι-
θῆς βάτος.
ταῦτα δὲ λέγει οὐχ ὅτι αἴσθησίν τινα ἔχει ἡ γῆ ἄψυχος οὖσα, ἀλλ' ὅτι· οὐ-
δένα, φησί, κτήτορα τοῦ ἰδίου γεωργίου ἐξέωσα, ἵνα μὴ κλαύσας καὶ ὥσπερ τῷ πλή-
θει τῶν δακρύων τοὺς αὔλακας πληρώσας ἐπ' ἐμοὶ στενάξῃ, οὐδὲ ἄνευ τιμῆς τινος
τὴν ἰσχὺν αὐτῆς ἐκαρπωσάμην οὐδὲ ἐπλεονέκτησα μισθὸν μισθωτοῦ τὸ δίκαιον περὶ
πολλοῦ ποιούμενος. οὕτω γὰρ προετιθέμην ἐμαυτῷ παραινῶν, ὡς εἴ τι τοιοῦτο δρά-
σοιμι ὀργισθεὶς ὁ θεὸς στρέψει τὰ καταβληθέντα μοι εἰς τὴν γῆν καὶ φύσει ἀντὶ

Ephraem Syrus Theol., Encomium in sanctos quadraginta martyres P. 155, γρ. 14

ἐκτήσω ἀπάθειαν. Ὅθεν φαιδρὸν ἐπὶ σὲ τὸ ἐπὶ Ῥεβέκκας ἐγένετο μνῆστρον, υἱὲ ἀγα-
πητέ. Δι' ἐκείνην Ἀβραὰμ τὸν οἰκέτην ἔπεμψε, καὶ διὰ σὲ ὁ Θεὸς τὸν ἑαυτοῦ μονο-
γενῆ· ἐκείνη ἐπὶ τῆς πηγῆς ὅρμαστρα ἐδέξατο, καὶ σὺ ἐπὶ τῆς λίμνης τὰ ἄχραντα
στέμματα· ἐκείνη δι' ὕδατος ἐνώτια ἐφόρεσε, καὶ σὺ δὲ δι' αἵματος τὴν χάριν τοῦ
Πνεύματος. Οὐκ ἔπρεπε τῇ παιδὶ τότε ὁ καλλωπισμός, ὡς σοὶ διὰ Χριστὸν τὰ τραύ-
ματα σήμερον· οὐκ ἔστεψεν ὁ χρυσὸς τὴν νεάνιδα, ὅσον σε αἱ μάστιγες τούτου τοῦ
μαρτυρίου· οὐχ ὑπήντησεν Ἰσαὰκ ταύτῃ εἰς τὸ πεδίον, ὡς σοὶ προϋπήντησεν ὁ τοῦ
Θεοῦ Υἱός. Οὐκ εἰς γῆν Χαναναίων ἔσῃ σὺ κατοικῶν, ἀλλ' εἰς τὴν ἁγίαν πόλιν τῶν
πρωτοτόκων· οὐ μόνον τὸν Ἀβραὰμ ὑπάγεις θεάσασθαι, ἀλλά γε καὶ τὸν Θεὸν τοῦ
πατρός σου Ἀβραάμ. Οὐ συγγένειαν τοίνυν καὶ οἶκον ἐμίσησας, ἀλλὰ τὸν κόσμον
ὅλον, ἵνα Χριστὸν κερδήσῃς. Αὐτός σοι τὰ προικῷα γράφει ἐν τοῖς οὐρανοῖς· αὐτὸς
καταφαιδρύνει τὴν σὴν νηπιότητα, καὶ ἐπὶ τῆς σῆς θήσει κορυφῆς στέφανον, καὶ
προκαθιεῖ λαμπρῶς εἰς τὴν αἴγλην τοῦ φωτός. Ἐγίνωσκες, υἱέ, ὅτι χηρείαν ἐγὼ καὶ
ἐσχάτην πενίαν ἀσπάζομαι ἔκπαλαι, καὶ διὰ τοῦτο οὕτως ἔσπευσας καταφυγεῖν τῷ
πατρὶ τῶν ὀρφανῶν καὶ κριτῇ τῶν χηρῶν· διὰ τοῦτο τὴν ψυχήν σου ᾑρήσω παρα-
δοῦναι ἁγνὴν καὶ ἀμίαντον τῷ Κυρίῳ τῆς δόξης· διὰ τοῦτο ἑαυτὸν πιστὸν οἰκητήριον
ὑπάγεις συστήσασθαι εἰς ζωὴν αἰώνιον.
381

Nicephorus Gregoras Hist., Historia Romana Vol. 1, p. 95, γρ. 8

τὸ ἀμφίβολον καὶ τὸ ἀφανὲς, κἀκεῖθεν ἐξεκύλιον εἰς τὸ μὴ ὄν.


(Δ.) Εἰσκαλεῖται τοίνυν ὁ πατριάρχης ἀπολογησόμενος· οὐκ
ἀπαντᾷ δὲ, ἀλλὰ παραγράφεται τὴν σύνοδον κελεύσει βασιλικῇ
γινομένην καὶ τοῦ ἀντιδίκου προκαθημένου κριτοῦ. ὅθεν ὡς φυ-
γοδικοῦντος αὐτοῦ καθαίρεσιν καταψηφισάμενοι πέμπουσι πρὸς
αὐτὸν καὶ ἀποχωρεῖν τοῦ θρόνου κελεύουσι· καὶ ἅμα παρῆσαν
οἱ πρὸς ἐξορίαν ἀπάξοντες. ὁ δὲ καὶ τὴν ἡσυχίαν ποθῶν ἐκ πολ-
λοῦ καὶ τοῖς ἐνεστῶσι λίαν ἀχθόμενος πράγμασιν ἄσμενος τοῖς
ἀπάγουσιν ἑαυτὸν ἐδεδώκει· καὶ δὴ τριταῖος ἀπήχθη ἐς τὴν Προι-
κόνησον. καὶ ἀνάγεται λοιπὸν εἰς τὸν πατριαρχικὸν θρόνον ὁ
Ἀδριανουπόλεως Γερμανὸς, φίλος ὢν ἐκ πολλοῦ τῷ βασιλεῖ· καὶ
ταύτην δὴ τὴν τιμὴν ὥσπερ τι κεχρεωστημένον γέρας ἤδη ἀπο-
λαμβάνων. φυγάδι γὰρ ἐν τοῖς ἔμπροσθεν χρόνοις αὐτῷ γενομέ-
νῳ πρὸς τὸν σουλτᾶν διὰ τὸν φόβον, ὡς εἴρηται, τοῦ βασιλέως
Θεοδώρου τοῦ Λάσκαρι, ἐν τοῖς ἄκροις αὐτὸς ὁρίοις τῶν Ῥω-
μαίων τότε τὸν μοναδικὸν βίον ἀσκῶν, χαίρων ὑπήντησε καὶ
μεγαλοπρεπέσιν ἐχρήσατο δεξιώσεσι πρὸς αὐτὸν καὶ φιλοτίμοις
προὔπεμψε τοῖς ἐφοδίοις. ὕστερον δὲ τὴν βασίλειον ἐξουσίαν λα-
βόντι πρόσεισι καὶ μετὰ πολλὰς τὰς τιμὰς καὶ τὸν τῆς Ἀδριανου-
πόλεως λαμβάνει θρόνον.

Nicephorus Gregoras Hist., Historia Romana Vol. 1, p. 123, γρ. 7σωτηρίαν ὁμοῦ
καὶ τὴν νίκην. ὁ δὲ τοῦ βασιλέως αὐτάδελφος
Ἰωάννης τὰ τῆς δεσποτικῆς ἀξίας ἅπαντα ἀποθέμενος, ὡς εἰ-
ρήκειμεν σύμβολα, οὕτως ἐς τὸ Βυζάντιον ἧκεν ἀξύμβολος,
ἐπὶ τοῦδε τοῦ σχήματος τὸ λεῖπον παραλλάξας τοῦ βίου.
αʹ. Ἀλλ' ἐπανιτέον τὸν λόγον μικρὸν, ἵνα καθ' εἱρμὸν ὁ λόγος
ὁδεύῃ καὶ μὴ τὸ συνεχὲς τῆς ἱστορίας διακόπτηται δι' ἄγνοιαν
ὧν προεγνῶσθαι χρεών. ἔφθημεν εἰρηκότες τὸν Βαλδουῖνον τοὺς
τῆς Κωνσταντινουπόλεως διαδράντα κινδύνους ἐς Ἰταλίαν ἀφικέ-
σθαι κἀκεῖσε τῷ ῥηγὶ τῆς Ἰταλίας Καρούλῳ συστάντα τῷ ἑαυ-
τοῦ παιδὶ τὴν ἐκείνου ἀγαγέσθαι θυγατέρα ὑποσχέσθαι τε δοῦ-
ναι ἀντὶ προικὸς ἣν ἀπώλεσε Κωνσταντινούπολιν, εἰ συμμαχή-
σειε κἀκεῖνος αὐτῷ. (Β.) Ἐκεῖνος τοίνυν τὸν τῆς ὑποσχέσεως
λόγον ἐν καρδίᾳ σπέρματος δίκην δεξάμενος οὐδὲν ἔτι μικρὸν ὑπε-
νόει περὶ τῶν ὅλων· ἀλλὰ τὴν ὅλην, ὡς εἰπεῖν, Ἰουλίου Καίσα-
ρος καὶ Αὐγούστου μοναρχίαν ὠνειροπόλει, Κωνσταντινουπόλεως
εἰ γένοιτο ἐγκρατής. δεινὸς γὰρ ἦν ὁ ἀνὴρ οὐ μόνον σκέψασθαι
τὰ δέοντα, ἀλλὰ καὶ ῥᾷστα τελεσιουργὸν τὴν σκέψιν ἐν τοῖς ἔρ-
γοις ἐνδείξασθαι· καὶ ἁπλῶς εἰπεῖν, δυνάμει φύσεως καὶ κράτει
συνέσεως μακρῷ τῷ μέτρῳ πάντας ἐνίκα τοὺς πρὸ αὐτοῦ. διὸ
καὶ τὴν τῶν εἰρημένων μελέτην ἐγκυμονήσας εἰς πέρας ἄξειν ἐθάῤ-
ῥησε χρόνου βραχέος ἐπὶ τῶν ἔργων αὐτήν. ἐνῆγε δ' αὐτὸν εἰς

Nicephorus Gregoras Hist., Historia Romana Vol. 1, p. 231, γρ. 4


382

ἐνεχείρισε φέρον ἀπόνως τοῖς πολεμίοις. ἀπροσδόκητον γὰρ οὑ-


τωσὶ τὸ τοσοῦτον δεινὸν ἐπελθὸν τῷ στρατῷ τοσαύτην ταῖς τού-
των ψυχαῖς ἐνέσπειρε τὴν δειλίαν καὶ τοσοῦτον ἐπήνεγκε θόρυβον
καὶ τῶν τάξεων σύγχυσιν, ὅσην ἂν ἐπενέγκῃ καὶ βαρὺς ἐπιβρίσας
ἀπαρκτίας κατὰ φορτίδος ἐπὶ μεγάλου πλεούσης πελάγους καὶ
τούς τε κάλως καὶ τὰ ἱστία συντρίψας τελευταῖον καταδῦναι καὶ
αὐτὴν ἐς βυθοὺς καὶ πυθμένας βιάσηται. (Η.) Ὁ μέντοι βασι-
λεὺς οὑτωσὶ ταραττομένας τὰς τάξεις ἐξαίφνης ἰδὼν καὶ πρὸς φυ-
γὴν τὸ πλεῖστον ὁρώσας σπουδῇ περιθέων ἡγεμόνας καὶ στρατη-
γοὺς καὶ λοχαγοὺς ἐπεβοᾶτο σὺν δάκρυσιν ἐξ ὀνόματος, στῆναι
παρακαλῶν καὶ μὴ προῖκα τοῖς πολεμίοις οὑτωσὶ προδιδόναι Ῥω-
μαίων τὴν τύχην. οἱ δὲ μικρὰ τῶν λεγομένων φροντίζοντες ᾤχον-
το φεύγοντες ἀμεταστρεπτί. ἀλλὰ γὰρ ἐς τοσαύτην κεχωρηκότα
τὴν ἀπόγνωσιν τὰ πράγματα βλέπων ὁ βασιλεὺς καὶ τοῦ πεζοῦ τὸ
πλεῖστον ἀφειδῶς ὑπὸ τῶν πολεμίων κατακοπτόμενόν τε καὶ συμ-
πατούμενον, ἔγνω καιρὸν ἔχειν ὑπὲρ τῶν ὑπηκόων ἀφειδεῖν ἑαυ-
τοῦ καὶ κίνδυνον ἀναδέχεσθαι προφανῆ, κατήγορον ἐσόμενον τῆς
τῶν στρατευμάτων ἀγνωμοσύνης. καὶ μὲν δὴ καὶ εἰς τοὺς ἀμφ'
αὑτὸν συστραφεὶς (λίαν δ' ἦσαν οὗτοι βραχεῖς) “νῦν ἄνδρες,”
ἔφη, “καιρὸς, ὅτε βελτίων ὁ θάνατος γίνεται τῆς ζωῆς, τὸ δὲ
ζῇν τοῦ θανεῖν πικρότερον.” ταῦτα εἰπὼν καὶ τὴν θείαν ἐπικα

Nicephorus Gregoras Hist., Historia Romana Vol. 1, p. 392, γρ. 2

των ἐθέλειν λαβεῖν κοινωνόν. (Γ.) Τούτων τοίνυν οὕτως ἐχόν-


των ἐπιδημεῖ τῷ Διδυμοτείχῳ μετὰ τῆς συζύγου ὁ Μιχάηλος καὶ
λαμπραῖς ταῖς φιλοφροσύναις καὶ δεξιώσεσιν ἐντυγχάνει πρός τε
τοῦ βασιλέως καὶ τῆς δεσποίνης ἰδίᾳ τε καὶ δημοσίᾳ ἐπὶ συχναῖς
ταῖς ἡμέραις, ἐν αἷς δὴ καὶ συνθῆκαι παρ' ἑκατέρων προῆλθον·
τοῦ μὲν, τῷ βασιλεῖ συμμαχεῖν κατὰ τοῦ βασιλέως καὶ πάππου·
τοῦ δὲ, τῷ Μιχαήλῳ κατὰ τοῦ Κράλη Σερβίας· καὶ εἰ τῆς ὅλης
Ῥωμαίων ἡγεμονίας ἐγκρατὴς κατασταίη καθελὼν τῆς ἀρχῆς
τὸν βασιλέα καὶ πάππον, χρήματά τε παρέξειν πολλὰ καὶ γῆς κλη-
ρουχίας καὶ πόλεων ἐκ τῆς τῶν Ῥωμαίων ἡγεμονίας· τοῦτο μὲν
καὶ ὡς γαμβρῷ προικὸς ἕνεκα, τοῦτο δὲ καὶ ὡς συμμάχῳ τῶν
πόνων ἕνεκα. τούτων οὕτω καταστάντων ὁ Μιχάηλος μετὰ τῆς
συζύγου ἐς τὴν οἰκείαν αὖθις ἀπῄει ἀρχὴν, συχνῶν πρὸς τῆς
δεσποίνης καὶ πενθερᾶς ἀπολελαυκὼς τῶν χαρίτων καὶ δωρεῶν
καὶ χρηστοτέρων ἐπαγγελιῶν ἐς τοὐπιόν. (Δ.) Τῷ μέντοι νέῳ
βασιλεῖ ταῖς τοιαύταις ἤδη θαῤῥήσαντι καταστάσεσιν, ὁρῶντι δὲ
καὶ τοὺς δήμους τῶν πόλεων τῶν τε ἄλλων καὶ τῆς βασιλευούσης
αὐτῆς αὐτῷ προστιθεμένους καὶ λάθρα τὴν ἔφοδον αὐτοῦ κατε-
πείγοντας (κόρον γὰρ ἤδη μακρὸν εἰληφέναι τῆς τοῦ πάππου μα-
κροβιότητος καὶ ἀκινησίας) μελέταις ἐπῄει διδόναι καὶ σκέμμασι,
τίσι δόλοις καὶ πανουργίαις χρησάμενος καὶ νικήσας τὸν πάππον

Nicephorus Gregoras Hist., Historia Romana Vol. 1, p. 544, γρ. 2

μύθιον εἴη τῇ θεωρίᾳ τἀνδρὸς ἐκ τῶν ἔγγιστα. ἐπεὶ δ' εὐκαιρίας


383

γενομένης τῷ θείῳ τε ἐτελέσθη βαπτίσματι καὶ τῇ βασιλευούσῃ


τῶν πόλεων ἐπεδήμησε, δραμοῦσα πρὸς τὸν πατριάρχην ἡ προ-
τέρα σύζυγος ἐβόα καὶ ἐστερνοτυπεῖτο καὶ ἀδικεῖσθαι ἔφασκε πα-
ρὰ τῆς Σκυθίδος, ἀφελομένης τὸν ἄνδρα αὐτῆς. παρελθούσης
μέντοι κἀκείνης καὶ τὰ τοῦ πράγματος, ὡς εἶχεν, ἀκριβῶς διεξελ-
θούσης, οὐκ εἶχεν οὐδεὶς οὐδὲν ἀπὸ δικαίου προφέρειν ἔγκλη-
μα κατ' αὐτῆς. κυρία γὰρ ἦν ἀμφοτέρων, ἅτε χρημάτων οἰκείων
ὠνίους ἐξ ἀγρίων φάναι θηρῶν εἰληφυῖα. ὅμως σιωπώντων ἁπάν-
των καὶ μηδὲν ἐχόντων προφέρειν ἔγκλημα κατ' αὐτῆς, κρίσιν ἐπέ-
θηκεν αὕτη τοιαύτην τῷ πράγματι. τῷ μὲν ἀνδρὶ προῖκα τὴν λύσιν
παρέσχε διὰ τὴν συνουσίαν καὶ τὴν ἐξ αὐτῆς τῶν παίδων γέννησιν·
τῇ δὲ γυναικὶ βούλεσθαι μὲν, μὴ δύνασθαι δὲ διά τε τὴν τῶν χρειω-
δῶν ἔνδειαν καὶ τὸ ἐπ' ἀλλοδαπῆς εἶναι σὺν δυσὶ βρέφεσι. “διὸ
τὸ δοθὲν ὑπὲρ αὐτῆς κομίσασα (ἔφησε) τίμημα αὐτὴ μὲν ἀπερχέ-
σθω μετὰ τοῦ ἀνδρός· ἐγὼ δ' ἔσομαι τοῦ λοιποῦ μετὰ τῶν βρε-
φῶν, ἐς τὰς χεῖρας ἀποβλέπουσα τοῦ φιλανθρώπου θεοῦ.” ταύ-
την τὴν κρίσιν πάντες ὕμνησαν ἅμα τῷ πατριάρχῃ καὶ τὸ μεγα-
λοφυὲς τῆς γυναικείας ἐκείνης γνώμης ἐθαύμασαν. ἀλλ' οὐκ εἰς
μακρὰν ἡ δίκη τὸ προσῆκον εἴληφε πέρας πρὸς τοῦ δικάζοντος
ἄνωθεν ἀῤῥεπῶς φιλανθρώπου θεοῦ. ἐξελθοῦσα γὰρ ἡ γυνὴ περὶ

Nicephorus Gregoras Hist., Historia Romana Vol. 2, p. 953, γρ. 7

καὶ ἑτεροούσια εἶναι δηλοῖ.” (Ι.) Ὅτι μὲν οὖν ἐνέργειαν καὶ δύ-
ναμιν καὶ σοφίαν καὶ ζωὴν, καὶ ὅσα τοῖς ἀνθρώποις ἔπεισιν ὀνο-
μάζειν τὸ θεῖον, τὰ τῶν διδασκάλων τῆς τοῦ θεοῦ ἐκκλησίας
δόγματα μὴ διαιρεῖν τῆς οὐσίας ἐπὶ θεοῦ συγχωρεῖ, οὔτε φῶς
ἄκτιστον ἄλλο παρὰ τὴν θείαν λέγειν οὐσίαν, οὔτε θεότητας τῆς
μιᾶς ἐπέκεινα τρισυποστάτου φύσεως, οὔτ' ἀσώματόν τε καὶ
ἄκτιστον δύνασθαι γίνεσθαι τὸ τοῦ Χριστοῦ σῶμα, εἴρηται. εἰ
δ' ἐπὶ Χριστοῦ τοῦτ' ἀδύνατον, τίς οὕτως εὐήθης ἂν εἴη, ὥστ'
ἄνθρωπον γίνεσθαι λέγειν ἄκτιστόν τινα τῶν πάντων, ἀσώματόν
τε καὶ ἄναρχον κατὰ τὸν τῆς φύσεως λόγον, καὶ ὅσα τοῖς ἀσεβέ-
σιν αὐτονομουμένῃ γλώττῃ προῖκα ληρεῖν συγκεχώρηται. οἷς γὰρ
ἐς ἀρετῆς προκόπτειν ἐγγίνεται λόγον, τούτοις οὐκ ἀκτίστοις
γίνεσθαι πρόσεστι. πολλοῦ γε καὶ δεῖ. τοὐναντίον μεντἂν μᾶλ-
λον δεήσειε γενέσθαι κτιστοῖς ἐς τὸ πολλαπλάσιον, ὡς ἄλλοις τε
πλείστοις ἐστὶ δεδογμένον καὶ δὴ καὶ Παύλῳ τῷ θείῳ· εἴ τις ἐν
Χριστῷ καινὴ κτίσις, ἀνακαινίζεσθαι τὴν πρὸς τὰ κρείττω ῥο-
πὴν καὶ ἀντίληψιν τῶν καλῶν· ἣν δὴ κτίσιν καὶ ὁ θεῖος ἐπιζητεῖ
Δαβὶδ, καρδίαν καθαρὰν ἐν αὐτῷ κτίζεσθαι, καὶ πνεῦμα τοῖς
ἐγκάτοις εὐθὲς ἐγκαινίζεσθαι.

Theophanes Continuatus, Chronographia (lib. 1-6) P. 427, γρ. 7

ἱερὰ γράμματα ἐκπεπαιδεῦσθαι παρὰ Χριστοφόρου μητροπολίτου


Γαγγρῶν τοῦ συγγενοῦς αὐτοῦ. ὡς ᾄδεται δὲ ὁ λόγος, ὅτι ἔφη ὁ
384

ἀρχιερεὺς “οὗτος ὁ Ἰωάννης εἰς λύτρωσιν καὶ ἄνεσιν τῶν Ῥωμαίων


γενήσεται.” πολλὰς γὰρ καὶ πλείστας πόλεις καὶ κάστρα καὶ
χώρας καὶ καστέλλια καὶ τόπια τῶν Ἀγαρηνῶν ἐχειρώσατο, καὶ
τὴν Ῥωμανίαν διπλῆν κατεστήσατο, πρότερον οὖσαν καὶ κατεχο-
μένην ὑπὸ τῶν ἀρνητῶν τοῦ Χριστοῦ μέχρι τοῦ Χαρσιανοῦ κά-
στρου καὶ τῆς Ὑψηλῆς καὶ τοῦ Ἅλυ ποταμοῦ. ὁ δὲ πιστὸς καὶ
σπουδαῖος πρὸς Ῥωμανὸν αὐτοκράτορα Ἰωάννης δομέστικος τῶν
σχολῶν μέχρι τοῦ Εὐφράτου καὶ τοῦ Τίγρη τὰ ὅρια τῶν Ῥωμαίων
ἐστήσατο καὶ προῖκα καὶ δῶρα τῇ Ῥωμανίᾳ προσήνεγκεν, καὶ
λαὸν καὶ στρατὸν ὁ βασιλεὺς ἐκεῖθεν προσεκτήσατο, καὶ φόρους
πολλοὺς ἐτησίως λαμβάνειν ἐτύπωσεν, καὶ πολλῶν λαφύρων καὶ
ἁρμάτων καὶ αἰχμαλώτων Ἀγαρηνῶν ἐκεῖθεν ἀπήνεγκεν. μεγίστοις
γὰρ ἀγῶσιν ἑαυτὸν παραθεὶς τὰς πόλεις τῶν ἀρνητῶν Χριστοῖ
ἐπόρθησεν· καὶ τίς ἂν ἐξείπῃ κατ' ὄνομα ταύτας ἃς χειρωσάμενος
ὑποφόρους τοῖς Ῥωμαίοις Ἰωάννης ὁ Κουρκούας καὶ δομέστικος
τῶν σχολῶν [ἐποιήσατο;] τοῖς εἴκοσι καὶ δύο χρόνοις πόλεις χιλίας
σχεδὸν καὶ πλέον κατεστήσατο καὶ τῇ Ῥωμανίᾳ προσήγαγεν· καὶ
ἦν ἰδεῖν τὸν ἄγρυπνον Ἰωάννην τὸν Κουρκούαν ἐπὶ παρατάξεως
πολεμικῆς διαλαλιαῖς καὶ παραινέσεσι πιθαναῖς τοῖς Ῥωμαίοις

Theophanes Continuatus, Chronographia (lib. 1-6) P. 437, γρ. 16

σας αὐτούς, ἤδη ἐν τῇ τραπέζῃ καὶ καθεζομένους, ἔτι τῆς βρώ-


σεως οὔσης ἐν τῷ στόματι αὐτῶν, ἀνήρπασαν οὗτοι οἱ λεγόμενοι
Τορνίκιοι καὶ ὁ πατρίκιος Μαριανὸς καὶ οἱ λοιποὶ οἱ πρὸς τοῦτο
ηὐτρεπισμένοι, καὶ τοῦ παλατίου κατήγαγον καὶ ἐν ταῖς πλησια-
ζούσαις νήσοις τούτους περιώρισαν καὶ κληρικοὺς ἀπέκειραν.
(3) μετ' ὀλίγον οὖν οὗτοι αἰτησάμενοι τὸν ἴδιον πατέρα θεάσα-
σθαι ἐν τῇ Πρώτῃ νήσῳ παρεγένοντο, καὶ τοῦτον ἐν τῷ μοναχικῷ
σχήματι θεασάμενοι πένθει κατεσχέθησαν ἀφορήτῳ· οἷς ἐπιδα-
κρύσας ὁ πατὴρ ἔφη “υἱοὺς ἐγέννησα καὶ ὕψωσα· αὐτοὶ δέ με
ἠθέτησαν.” εἶθ' οὕτως ἐξωρίσθησαν, ὁ μὲν Στέφανος εἰς Προι-
κόννησον (ἥν τινα Νεβρίαν ὠνομασμένην ἐκ τῆς κατὰ χρησμὸν δε-
δομένης προχόου ἄποικοι Σαμίων μετωνόμασαν, οἷς ἀφικομένοις
πρὸς νῆσον καὶ τῷ θεῷ ἱλασκομένοις ἀριστοποιουμένοις τε ἀωρία
ἐτύγχανεν ὁπόθεν ὕδωρ κομίσοιντο. γυνὴ δέ τις ἔφη αὐτοῖς, “εἰ
ἔχετε πρόχοον, δώσω ὑμῖν ὕδωρ.” ὅπερ λαβόντες, ὡς ὁ χρησμός,
καὶ γῆν ἐξῃτήσαντο. τῆς δὲ καὶ ταύτην δεδωκυίας, Πρόχοον τὴν
νῆσον ὠνόμασαν καὶ τοῖς ἀργυροῖς νομίσμασιν πρόχοον εἰκόνιζον),
ἀπὸ δὲ Προικοννήσου εἰς Ῥόδον, ἀπὸ δὲ Ῥόδου εἰς Μιτυλήνην, ὁ
δὲ Κωνσταντῖνος εἰς Τένεδον, ἐκεῖθεν εἰς Σαμοθρᾴκην· ἐν ᾗ καὶ
ἀνταρσίαν μελετήσας, καὶ τὸν ἐκ βασιλικῆς κελεύσεως τὴν αὐτοῦ
φυλακὴν πεπιστευμένον Νικήταν πρωτοσπαθάριον ἀναιρήσας

Theophanes Continuatus, Chronographia (lib. 1-6) P. 438, γρ. 1

σχήματι θεασάμενοι πένθει κατεσχέθησαν ἀφορήτῳ· οἷς ἐπιδα-


κρύσας ὁ πατὴρ ἔφη “υἱοὺς ἐγέννησα καὶ ὕψωσα· αὐτοὶ δέ με
385

ἠθέτησαν.” εἶθ' οὕτως ἐξωρίσθησαν, ὁ μὲν Στέφανος εἰς Προι-


κόννησον (ἥν τινα Νεβρίαν ὠνομασμένην ἐκ τῆς κατὰ χρησμὸν δε-
δομένης προχόου ἄποικοι Σαμίων μετωνόμασαν, οἷς ἀφικομένοις
πρὸς νῆσον καὶ τῷ θεῷ ἱλασκομένοις ἀριστοποιουμένοις τε ἀωρία
ἐτύγχανεν ὁπόθεν ὕδωρ κομίσοιντο. γυνὴ δέ τις ἔφη αὐτοῖς, “εἰ
ἔχετε πρόχοον, δώσω ὑμῖν ὕδωρ.” ὅπερ λαβόντες, ὡς ὁ χρησμός,
καὶ γῆν ἐξῃτήσαντο. τῆς δὲ καὶ ταύτην δεδωκυίας, Πρόχοον τὴν
νῆσον ὠνόμασαν καὶ τοῖς ἀργυροῖς νομίσμασιν πρόχοον εἰκόνιζον),
ἀπὸ δὲ Προικοννήσου εἰς Ῥόδον, ἀπὸ δὲ Ῥόδου εἰς Μιτυλήνην, ὁ
δὲ Κωνσταντῖνος εἰς Τένεδον, ἐκεῖθεν εἰς Σαμοθρᾴκην· ἐν ᾗ καὶ
ἀνταρσίαν μελετήσας, καὶ τὸν ἐκ βασιλικῆς κελεύσεως τὴν αὐτοῦ
φυλακὴν πεπιστευμένον Νικήταν πρωτοσπαθάριον ἀναιρήσας, καὶ
αὐτὸς παρὰ τῶν αὐτὸν φυλασσόντων ἀνεσφάγη. οὗ τὸ σῶμα πα-
ρακομισθὲν ταφῇ παραδίδοται μεγαλοτίμως, ἐν ᾗ περὶ τούτῳ ἡ
πρώτη αὐτοῦ σύμβιος ἀπέκειτο Ἑλένη τοὔνομα. Μιχαὴλ δὲ τὸν
τοῦ βασιλέως Χριστοφόρου υἱόν, τὰ βασιλικὰ πέδιλα Κωνσταν-
τῖνος ὁ πορφυρογέννητος ἀφελόμενος, κληρικὸν καὶ μάγιστρον καὶ
ῥαίκτωρα πεποίηκεν. ὅσοι δὲ ἐπέβαλον χεῖρας ἐπὶ τῇ καταβάσει
Ῥωμανοῦ βασιλέως, ταῦτα πεπόνθασιν. ὁ μὲν Βασίλειος

Paraphrases In Dionysium Periegetam, In Dionysii periegetae orbis descriptionem


Τμ. 513-516, γρ. 6

μεγάλῳ κόλπῳ, τῷ Ἰσσικῷ δηλονότι, ἡ Ἄραδος νῆσος


κεῖται. Ἔμπροσθεν δὲ τοῦ Σουνίου, ἀκρωτηρίου τῆς
Ἀττικῆς, ὑπεράνω τῆς Εὐβοίας τῆς ὑπὸ Ἀβάντων οἰ-
κουμένης, φαίνονται ἡ Σαλαμὶς καὶ ἡ πόλις τῆς Αἰγί-
νης νήσου.
Θαυμαστὸς δέ τις πόρος ἐστὶν ὁ τοῦ Αἰγαίου
πελάγους ὁ βαθὺς, ὁ περιέχων ἐντὸς αὐτοῦ ἐξ ἑκατέρων
τῶν μερῶν ἄπειρον πλῆθος νήσων στιχηδὸν ἢ κατὰ
τάξιν κειμένων, ἐπὶ τὸ στενὸν ὕδωρ τοῦ Ἑλλησπόντου,
ἤγουν ἐπὶ τοσοῦτον, ἐφ' ὅσον ἐστὶν ὁ στενὸς αὐλὸς τῆς
θαλάσσης ὁ ἀπὸ τῆς Τενέδου ἕως τῆς Προικοννήσου,
τῆς Ἕλλης τῆς Ἀθάμαντος θυγατρὸς ἐπώνυμος· ὅπου
ἥ τε Σηστὸς καὶ ἡ Ἄβυδος ἐξ ἐναντίας ἀλλήλων τὸν
λιμένα ἢ τὸν ὅρμον ἔχουσαι κεῖνται, ἡ μὲν Σηστὸς τῆς
Εὐρώπης, ἡ δὲ Ἄβυδος τῆς Ἀσίας.

Commentaria In Dionysii Thracis Artem Grammaticam, Scholia Marciana


(partim excerpta ex Heliodoro, Tryphone, Diomede, Stephano, Georgio Choerobosco,
Gregorio Corint P. 435, γρ. 6

Ἐκ πόσων μερῶν τοῦ λόγου γίνονται τὰ ἐπιρρήματα; Ἐκ πάντων· ἀπὸ μὲν


ὀνόματος, ὡς τὸ φρόνιμος φρονίμως ἀπὸ ῥήματος, ὡς τὸ κρύπτω κρύβδην, αἰολίζω
αἰολιστί· ἀπὸ μετοχῆς, ὡς τὸ ἐπιστάμενος ἐπισταμένως· ἀπὸ ἄρθρου, ὡς τὸ ὅς ὥς·
ἀπὸ ἀντωνυμίας, ὡς τὸ οὗτος οὕτως, ἐκεῖνος ἐκείνως· ἀπὸ προθέσεως, ὡς τὸ ἀνά
ἄνω, κατά κάτω· ἀπὸ ἐπιρρήματος, ὡς τὸ ἐγγύς ἐγγυτέρω· ἀπὸ συνδέσμου, ὡς τὸ
386

καθά καθώς.
Ἐκ πόσων δὴ πτώσεων γίνονται τὰ ἐπιρρήματα; Ἐκ πασῶν· ἀπὸ εὐθείας, ὡς
ἐκ τοῦ πρόφρων, ὃ δηλοῖ τὸν πρόθυμον, τὸ πρόφρων, οἷονΞ 357>πρόφρων
νῦνΔαναοῖσι, Ποσείδαον, ἐπάμυνον>, ἀντὶ τοῦ προφρόνως· ἀπὸ γενικῆς,
ὡς ἐκ τῆς προικός γενικῆς τὸ προικός ἐπίρρημα, οἷονν 15>ἀργαλέον γὰρ ἕνα
προικὸς χαρίσασθαι>· ἀπὸ δοτικῆς, ὡς ἐκ τῆς ἰδίᾳ δοτικῆς (ἔστι γὰρ ἡ εὐθεῖα ἡ
ἰδία, ἡ γενικὴ τῆς ἰδίας, ἡ δοτικὴ τῇ ἰδίᾳ) τὸ ἰδίᾳ ἐπίρρημα, οἷονEn. Jo18, 20
ἰδίᾳ ἦλθον ἐγώ, παρρησίᾳ ἐλάλησα τῷ κόσμῳ>· ἀπὸ αἰτιατικῆς, ὡς ἐκ τῆς
ἀπριάτην αἰτιατικῆς (ἔστι γὰρ ἡ εὐθεῖα ἡ ἀπριάτη, ἡ γενικὴ τῆς ἀπριάτης, ἡ δοτικὴ
τῇ ἀπριάτῃ, ἡ αἰτιατικὴ τὴν ἀπριάτην) τὸ ἀπριάτην ἐπίρρημα, οἷονΑ 99>ἀπριά-
την ἀνάποινον>· καὶ ὡς ἐκ τῆς πέραν αἰτιατικῆς (ἔστι γὰρ ἡ πέρα, καὶ κλίνεται
τῆς πέρας, ἡ δοτικὴ τῇ πέρᾳ, ἡ αἰτιατικὴ τὴν πέραν) τὸ πέραν ἐπίρρημα, ὡς τὸ
Ev. Jo18, 1>πέραν τοῦ χειμάρρου τῶν κέδρων>· ἀπὸ κλητικῆς, οἷονἐκ
τοῦὦ Ἡράκλεις, τὸ Ἡράκλεις ἐπίρρημα, οἷονLucian. Fugit. c. 32>Ἡράκλεις
ἀλεξίκακε>, καὶ ἐκ τοῦ ὦ Ἄπολλον τὸArist. Plut. 854>Ἄπολλον ἀποτρό

Commentaria In Dionysii Thracis Artem Grammaticam, Scholia Marciana


(partim excerpta ex Heliodoro, Tryphone, Diomede, Stephano, Georgio Choerobosco,
Gregorio Corint
P. 435, γρ. 7

ὀνόματος, ὡς τὸ φρόνιμος φρονίμως ἀπὸ ῥήματος, ὡς τὸ κρύπτω κρύβδην, αἰολίζω


αἰολιστί· ἀπὸ μετοχῆς, ὡς τὸ ἐπιστάμενος ἐπισταμένως· ἀπὸ ἄρθρου, ὡς τὸ ὅς ὥς·
ἀπὸ ἀντωνυμίας, ὡς τὸ οὗτος οὕτως, ἐκεῖνος ἐκείνως· ἀπὸ προθέσεως, ὡς τὸ ἀνά
ἄνω, κατά κάτω· ἀπὸ ἐπιρρήματος, ὡς τὸ ἐγγύς ἐγγυτέρω· ἀπὸ συνδέσμου, ὡς τὸ
καθά καθώς.
Ἐκ πόσων δὴ πτώσεων γίνονται τὰ ἐπιρρήματα; Ἐκ πασῶν· ἀπὸ εὐθείας, ὡς
ἐκ τοῦ πρόφρων, ὃ δηλοῖ τὸν πρόθυμον, τὸ πρόφρων, οἷονΞ 357>πρόφρων
νῦνΔαναοῖσι, Ποσείδαον, ἐπάμυνον>, ἀντὶ τοῦ προφρόνως· ἀπὸ γενικῆς,
ὡς ἐκ τῆς προικός γενικῆς τὸ προικός ἐπίρρημα, οἷονν 15>ἀργαλέον γὰρ ἕνα
προικὸς χαρίσασθαι>· ἀπὸ δοτικῆς, ὡς ἐκ τῆς ἰδίᾳ δοτικῆς (ἔστι γὰρ ἡ εὐθεῖα ἡ
ἰδία, ἡ γενικὴ τῆς ἰδίας, ἡ δοτικὴ τῇ ἰδίᾳ) τὸ ἰδίᾳ ἐπίρρημα, οἷονEn. Jo18, 20
ἰδίᾳ ἦλθον ἐγώ, παρρησίᾳ ἐλάλησα τῷ κόσμῳ>· ἀπὸ αἰτιατικῆς, ὡς ἐκ τῆς
ἀπριάτην αἰτιατικῆς (ἔστι γὰρ ἡ εὐθεῖα ἡ ἀπριάτη, ἡ γενικὴ τῆς ἀπριάτης, ἡ δοτικὴ
τῇ ἀπριάτῃ, ἡ αἰτιατικὴ τὴν ἀπριάτην) τὸ ἀπριάτην ἐπίρρημα, οἷονΑ 99>ἀπριά-
την ἀνάποινον>· καὶ ὡς ἐκ τῆς πέραν αἰτιατικῆς (ἔστι γὰρ ἡ πέρα, καὶ κλίνεται
τῆς πέρας, ἡ δοτικὴ τῇ πέρᾳ, ἡ αἰτιατικὴ τὴν πέραν) τὸ πέραν ἐπίρρημα, ὡς τὸ
Ev. Jo18, 1>πέραν τοῦ χειμάρρου τῶν κέδρων>· ἀπὸ κλητικῆς, οἷονἐκ
τοῦὦ Ἡράκλεις, τὸ Ἡράκλεις ἐπίρρημα, οἷονLucian. Fugit. c. 32>Ἡράκλεις
ἀλεξίκακε>, καὶ ἐκ τοῦ ὦ Ἄπολλον τὸArist. Plut. 854>Ἄπολλον ἀποτρό-
παιε>· ἀμφότερα γάρ, τό τε Ἡράκλεις καὶ τὸ Ἄπολλον, ἐπὶ θαυμασμοῦ καὶ ἐκπλή

Joannes Rhet., Commentarium in Hermogenis librum περὶ ἰδεῶν


6, P. 448, γρ. 9

τραπεὶς ἐν τοῖς Πικριδίου λόγον εἰπεῖν, οὗ ἡ ἀρχή· “οἱ


προσφωνητικοὶ τῶν λόγων, ὦ βασιλεῦ, παραιτοῦνται
τὰ μήκη τῶν ὑποθέσεων,” κἂν μηδὲν τούτων ὠφέλημαι
κατὰ τὸν βίον, καὶ ταῦτα πενίᾳ ἐσχάτῃ καὶ ἀπαραμυ-
θήτῳ παλαίων ἀπορίᾳ, ἐγώ τε καὶ οἱ σὺν ἐμοί· καὶ ταῦτα
387

διῆλθον, οὐχ ἵν' ἐμαυτὸν ἐπάρω κατὰ τὴν παροιμίαν,


ὥσπερ Ἀστυδάμας, σαυτὴν ἐπαινεῖς γύναι, ὅτι μηδεὶς
ἀφανέστερος ἐμοὶ φανήσεταί ποτε, ἄλλως τε καὶ τὸν
πλείονα βίον ἐν αἰχμαλωσίᾳ καὶ νόσοις διαγαγὼν ποικί-
λαις, ἀλλ' ἵν' ἐπιδείξωμαι, ὅτι τοὺς περὶ τὰς ἐπιστήμας
καὶ μελέτας πόνους καὶ προῖκα δεῖ ταλαιπωρεῖν, καὶ εἰ
μηδὲν ἔσεσθαι μέλλοι τούτων χρηστὸν ἐκ τοῦ προφα-
νοῦς, ὥστε μελετῶμεν καὶ ἀναγινώσκωμεν ἐπιστατικῶς
καὶ λογογραφῶμεν ὡσαύτως ἀρκοῦσαν ἀμοιβὴν κληρού-
μενοι τὴν παρὰ τούτων δόξαν· οὐ γὰρ χωρὶς τούτων οὔ-
τε γράψομέν τι διαφέρον τῶν καθ' ἡμᾶς, οὔτε διδάξο-
μεν, ἀλλὰ πρὸς τὰ ἐξ ἀρχῆς ἐπανέλθωμεν.

Cyrus Rhet., Περὶ διαφορᾶς στάσεως Τμ. 3, γρ. 5

ΠΕΡΙ ΚΑΚΩΣΕΩΣ.

Αἱ τῆς κακώσεως δίκαι ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἀντιλη-


πτικαὶ ἔσονται, ἔχουσαι μὲν τύπῳ παραγραφικῷ τὸ ὁρι-
στικὸν προκείμενον· οἷον ἐπ' ἄλλοις ἡ κάκωσις ἐπὶ τὴν
γυναῖκα ὑβρίζειν· ἢ προόδους αὐτῇ κωλύειν, ἢ τὴν προῖ-
κα διαφθείρειν, ἢ ἄλλην ἐπεισάγειν γυναῖκα· ἀντιληπτι-
καὶ δὲ οὖσαι μᾶλλον διὰ τὸ ἔχειν αὐτὸν τὴν ἐξουσίαν
προβάλλεσθαι· οἷον ἐπεισάγων τις τοῖς παισὶ μητρυιὰν
ἀπεκήρυξεν αὐτοὺς, καὶ κρίνεται ὑπ' αὐτῶν κακώσεως,
μετὰ τὰ προειρημένα ἐρεῖ ὁτὲ καὶ ἐξῆν· ἑξῆς καὶ εἰς τὸν
νόμον ἡ ζήτησις· ὅπου γὰρ ἐπιλαμβάνεται νόμου, ἢ
ἁπλῶς ἐγγράφου, ῥητὸν καὶ διάνοια ἀκολουθεῖ· ὅτι φό-
βου ἕνεκα νόμος κεῖται καὶ οὐκ ἀληθείας. εἰ δὲ καὶ πάν-
τως οὐ παρανομῶν σε κρίνω, ἀλλ' ὅτι τὴν γυναῖκα λε-
λύπηκας.

Lexica Segueriana, Glossae rhetoricae (e cod. Coislin. 345) Alphabetic entry alpha,
p. 200, γρ. 31

Ἄγριοι>: οἱ παιδερασταί, ἤτοι ὅτι ἄγριόν ἐστι τὸ πά-


θος, ἡ παιδεραστία, ἢ ὅτι ὁ Πὰν ἔνοχός ἐστι τοῖς
τοιούτοις. διὰ τοῦτο γοῦν καὶ τὸ αἰδοῖον ἀνατεταμέ-
νον ἔχει. ἔστι δὲ καὶ ὁ Πὰν ἄγριος θεός.
Ἀπαγωγή, καὶ ἐπὶ τίσιν ἐγίνετο, καὶ πρὸς τί-
νας>: ὠνόμασται μὲν ἀπὸ τοῦ ἀπάγειν καὶ ἀπάγεσθαι
τὸν κακοῦργον, ἀπήγοντο δὲ εἰς τὸ δεσμωτήριον πρὸς
τοὺς ἕνδεκα.
Ἀπετίμησε καὶ ἀποτίμησις καὶ ἀποτίμημα>: τὸ
ἀπαιτεῖν παρὰ τοῦ ἀνδρός, ὥσπερ ἐνέχυρόν τι τῆς
προικὸς ἀντάξιον, οἰκίαν ἢ χωρίον ἢ ἄλλο τι κτῆμα
ἀξιόχρεων. ἐλέγετο δὲ παθητικῶς μὲν ἐπὶ τοῦ λαμβά-
νοντος ὑπὲρ τῆς νύφης ἀποτίμημα, ἐνεργητικῶς δὲ
τὸ τοῦ διδόντος νυμφίου. οἷον ὁ νύμφιος πρὸς τὴν
388

προῖκα τῆς γυναικὸς ἀπετίμησε τήνδε τὴν οἰκίαν, ἡ


δὲ νύμφη, περὶ ἧς ἔδωκε προικός, ἀπετιμήσατο τήνδε
τὴν οἰκίαν.
Ἀποστασίου>: ὄνομα δίκης, χωρὶς τοῦρ>, κατὰ τῶν
ἀπελευθερωθέντων διδομένη τοῖς ἐλευθερώσασιν, ἂν
ἀφιστῶνται ἀπ' αὐτῶν καὶ ἕτερον ἐπιγράφωνται προ-
στάτην, καὶ ἐάν, ἃ κελεύουσιν οἱ νόμοι ποιεῖν τοὺς

Lexica Segueriana, Glossae rhetoricae (e cod. Coislin. 345) Alphabetic entry alpha,
p. 201, γρ. 2

Ἀπαγωγή, καὶ ἐπὶ τίσιν ἐγίνετο, καὶ πρὸς τί-


νας>: ὠνόμασται μὲν ἀπὸ τοῦ ἀπάγειν καὶ ἀπάγεσθαι
τὸν κακοῦργον, ἀπήγοντο δὲ εἰς τὸ δεσμωτήριον πρὸς
τοὺς ἕνδεκα.
Ἀπετίμησε καὶ ἀποτίμησις καὶ ἀποτίμημα>: τὸ
ἀπαιτεῖν παρὰ τοῦ ἀνδρός, ὥσπερ ἐνέχυρόν τι τῆς
προικὸς ἀντάξιον, οἰκίαν ἢ χωρίον ἢ ἄλλο τι κτῆμα
ἀξιόχρεων. ἐλέγετο δὲ παθητικῶς μὲν ἐπὶ τοῦ λαμβά-
νοντος ὑπὲρ τῆς νύφης ἀποτίμημα, ἐνεργητικῶς δὲ
τὸ τοῦ διδόντος νυμφίου. οἷον ὁ νύμφιος πρὸς τὴν
προῖκα τῆς γυναικὸς ἀπετίμησε τήνδε τὴν οἰκίαν, ἡ
δὲ νύμφη, περὶ ἧς ἔδωκε προικός, ἀπετιμήσατο τήνδε
τὴν οἰκίαν.
Ἀποστασίου>: ὄνομα δίκης, χωρὶς τοῦρ>, κατὰ τῶν
ἀπελευθερωθέντων διδομένη τοῖς ἐλευθερώσασιν, ἂν
ἀφιστῶνται ἀπ' αὐτῶν καὶ ἕτερον ἐπιγράφωνται προ-
στάτην, καὶ ἐάν, ἃ κελεύουσιν οἱ νόμοι ποιεῖν τοὺς
ἀπελευθέρους τοῖς ἀπελευθερώσασι, μὴ ποιῶσι. καὶ
τοὺς μὲν ἁλόντας πάλιν ἔδει δουλεύειν, τοὺς δὲ νική-
σαντας τελέως ἤδη ἐλευθέρους εἶναι.

Lexica Segueriana, Glossae rhetoricae (e cod. Coislin. 345)


Alphabetic entry alpha, p. 201, γρ. 3

νας>: ὠνόμασται μὲν ἀπὸ τοῦ ἀπάγειν καὶ ἀπάγεσθαι


τὸν κακοῦργον, ἀπήγοντο δὲ εἰς τὸ δεσμωτήριον πρὸς
τοὺς ἕνδεκα.
Ἀπετίμησε καὶ ἀποτίμησις καὶ ἀποτίμημα>: τὸ
ἀπαιτεῖν παρὰ τοῦ ἀνδρός, ὥσπερ ἐνέχυρόν τι τῆς
προικὸς ἀντάξιον, οἰκίαν ἢ χωρίον ἢ ἄλλο τι κτῆμα
ἀξιόχρεων. ἐλέγετο δὲ παθητικῶς μὲν ἐπὶ τοῦ λαμβά-
νοντος ὑπὲρ τῆς νύφης ἀποτίμημα, ἐνεργητικῶς δὲ
τὸ τοῦ διδόντος νυμφίου. οἷον ὁ νύμφιος πρὸς τὴν
προῖκα τῆς γυναικὸς ἀπετίμησε τήνδε τὴν οἰκίαν, ἡ
δὲ νύμφη, περὶ ἧς ἔδωκε προικός, ἀπετιμήσατο τήνδε
τὴν οἰκίαν.
Ἀποστασίου>: ὄνομα δίκης, χωρὶς τοῦρ>, κατὰ τῶν
ἀπελευθερωθέντων διδομένη τοῖς ἐλευθερώσασιν, ἂν
389

ἀφιστῶνται ἀπ' αὐτῶν καὶ ἕτερον ἐπιγράφωνται προ-


στάτην, καὶ ἐάν, ἃ κελεύουσιν οἱ νόμοι ποιεῖν τοὺς
ἀπελευθέρους τοῖς ἀπελευθερώσασι, μὴ ποιῶσι. καὶ
τοὺς μὲν ἁλόντας πάλιν ἔδει δουλεύειν, τοὺς δὲ νική-
σαντας τελέως ἤδη ἐλευθέρους εἶναι.
Ἀπροστασίου>: εἶδος δίκης κατὰ τῶν μετοίκων τῶν
προστάτην μὴ νεμόντων. ᾑρεῖτο γὰρ ἕκαστος αὐτῶν

Lexica Segueriana, Glossae rhetoricae (e cod. Coislin. 345)


Alphabetic entry alpha, p. 201, γρ. 30

χετο εἰς τὴν πολιτείαν· εἰ δὲ μή, ὡς ξένος ἐπιπρά-


σκετο. καὶ τοῦτο ἐκαλεῖτο ἀποψήφισις.
Ἀπόλειψις>: σημαίνει μὲν ἁπλῶς τὸ ἀπολείπειν· ἰδίως
δὲ καὶ ὅταν γαμετὴ τὸν ἄνδρα ἀπολείπῃ καὶ χρημα-
τίζῃ πρὸς ἄνδρα ἀπόλειψιν.
Ἀποτιμηταί>: οἱ πεμπόμενοι παρὰ τοῦ ἄρχοντος ἀπο-
τιμῆσαι τὰ ἐνέχυρα, ἃ οἱ μισθούμενοι τὸν τῶν ὀρ-
φανῶν οἶκον παρὰ τοῦ ἄρχοντος παρεῖχον τῆς μι-
σθώσεως.
Ἀποτιμᾷν>: αὐτὸ τὸ πρᾶγμα.
Ἀποτιμήματα>: ὅταν τις, προικὸς ὀφειλομένης, κτῆμά
τι τοῦ λαβόντος τὴν προῖκα ἐνεχυριάσῃ.
Ἀργυρίου δίκη>: ὄνομα δίκης, ὁπότε τις ἀπαιτοίη
ἀργύριον ὡς προσῆκον αὑτῷ, καὶ μὴ λαμβάνων δίκην
λαγχάνει ἀργυρίου τῷ ἔχοντι.
Ἀῤῥηφορεῖν>: τὸ λευκὴν ἐσθῆτα φορεῖν καὶ χρυσία.
ἦσαν δὲ τέσσαρες παῖδες, χειροτονητοὶ κατ' εὐγένειαν,
ἀῤῥηφόροι ἀπὸ τῶν ἑπτὰ μέχρι ἕνδεκα.
Ἀῤῥηφορία>: ἑορτὴ Διονύσου.

Lexica Segueriana, Glossae rhetoricae (e cod. Coislin. 345)


Alphabetic entry alpha, p. 201, γρ. 31

σκετο. καὶ τοῦτο ἐκαλεῖτο ἀποψήφισις.


Ἀπόλειψις>: σημαίνει μὲν ἁπλῶς τὸ ἀπολείπειν· ἰδίως
δὲ καὶ ὅταν γαμετὴ τὸν ἄνδρα ἀπολείπῃ καὶ χρημα-
τίζῃ πρὸς ἄνδρα ἀπόλειψιν.
Ἀποτιμηταί>: οἱ πεμπόμενοι παρὰ τοῦ ἄρχοντος ἀπο-
τιμῆσαι τὰ ἐνέχυρα, ἃ οἱ μισθούμενοι τὸν τῶν ὀρ-
φανῶν οἶκον παρὰ τοῦ ἄρχοντος παρεῖχον τῆς μι-
σθώσεως.
Ἀποτιμᾷν>: αὐτὸ τὸ πρᾶγμα.
Ἀποτιμήματα>: ὅταν τις, προικὸς ὀφειλομένης, κτῆμά
τι τοῦ λαβόντος τὴν προῖκα ἐνεχυριάσῃ.
390

Ἀργυρίου δίκη>: ὄνομα δίκης, ὁπότε τις ἀπαιτοίη


ἀργύριον ὡς προσῆκον αὑτῷ, καὶ μὴ λαμβάνων δίκην
λαγχάνει ἀργυρίου τῷ ἔχοντι.
Ἀῤῥηφορεῖν>: τὸ λευκὴν ἐσθῆτα φορεῖν καὶ χρυσία.
ἦσαν δὲ τέσσαρες παῖδες, χειροτονητοὶ κατ' εὐγένειαν,
ἀῤῥηφόροι ἀπὸ τῶν ἑπτὰ μέχρι ἕνδεκα.
Ἀῤῥηφορία>: ἑορτὴ Διονύσου.
Ἀτίμητος ἀγὼν καὶ τιμητός>: ἀτίμητος μέν ἐστιν
ἐφ' ᾧ τίμημα ὡρισμένον ἐκ τῶν νόμων οὐδέν ἐστιν,
ἀλλὰ τοὺς δικαστὰς ἔδει τιμῆσαι, ὅ τι χρὴ παθεῖν ἢ

Lexicon Patmense, Lexicon Patmense (= Λέξεις μεθ' ἱστοριῶν ἐκ τῶν Δημοσθένους


καὶ Αἰσχίνου λόγων = Lexicon in Demo P. 161, γρ. 20

Ἐκεχειρία>· ἡ σπονδὴ καὶ συνθήκη.


Ἀμηγέπῃ>· ὅπως δὴ καὶ καθ' ὅντινα δεῖ [γρ. ἴσ. δὴ] τρόπον.
Ἐντελέχεια>· ἡ τελειότης, παρὰ τὸ ἐντελὲς ἔχειν.
Ἐνεβρίμει>· ἀντὶ τοῦ ὠργίζετο· Στίλπωνι Μητροκλῆς «Ἐνεβρίμει
τῷ Στίλπωνι Μητροκλῆς».
Ἐκδείας>· τὰς τῶν φόρων ἐκλείψεις ἦν γάρ τις τεταγμένος χρόνος,
ἐν ᾧ ἔδει τοὺς ὑπηκόους ἥκοντας εἰς τὰς Ἀθήνας κατατιθέναι τοὺς φό-
ρους· καὶ ἦν τιμωρία κατὰ τῶν πλέον τοῦ νενομισμένου χρόνου κατε-
χόντων παρ' αὑτοῖς [χειρ. αὐτοῖς] τὰ χρήματα.
Ἐπίπροικος>· ἡ ἐπὶ μέρει τινὶ τοῦ κλήρου ὀρφανὴ καταλειφθεῖσα,
ὥστε μόνην προῖκα ἔχειν, ἀρρένων αὐτῇ ἀδελφῶν ὑπαρχόντων.
Ἐπιδικασία>· ἡ τοῦ κλήρου δίκη.
Ἐμβάδες>· ὑποδήματος [γρ. ἴσ. ὑποδημάτων] εἶδος.
Ἐπιτίτθη>· ἡ τοῦ πάππου ἢ τῆς μάμμης μήτηρ.
Ἐπίβολος>· ὁ ἐπιτυχής.

Glossae In Herodotum, Glossae in Herodotum (= Ἡροδότου λέξεις)


Herodotus Βι. 3, entry 6, γρ. 1

Ἱστορίας Γ.

Ἀπηλικέστερον>. πρεσβύτερον. (c.14)


Ἐπάϊστος>. φανερός. (c.15)
Εὐλέων>. σκωλήκων. (c.16)
Φρενήρης>. σώφρων. (c.25)
Γνωσιμαχεῖν>. τὸ γνῶναι τὴν ἑαυτοῦ ἀσθένειαν τήν
τε τῶν ἐναντίων ἰσχύν. (c.25)
Οὐ καταπροΐξεσθαι>. προῖκα ποιῆσαι, ἀτιμωρητί, οἷον
καταφρονήσας. (c.36)
Παταΐκοισι>. θεοὶ οἱ Πατάϊκοι Φοινικικοὶ ἐν ταῖς πρύμναις ἱδρυμένοι. (c.37)
Ἐπίλαμπτος>. καταφανής. (c.69)
391

Glossae In Herodotum, Glossae in Herodotum (= Ἡροδότου λέξεις)


Herodotus Βι. 3, entry 19, γρ. 1

Αἰγυπιῶν>. γυπῶν. (c.76)


Ἀμύσσειν>. ταράσσειν, ἑλκοῦν, ξέεν. (c.76)
Φριμάξασθαι>. φρυάξασθαι, φυσῆσαι. (c.87)
Φορμός>. πλέγμα ὡς κόφινος. (c.98)
Διασφάγες>. αἱ διεστῶσαι πέτραι. (c.117)
Γαυλός>. πλοῖον Φοινικικόν. (c.136)
Σκυτάλοις>. ῥάβδοις. (c.137)
Γοργύνη>. δεσμωτήριον ὑπόγαιον. (c.145)
Διφροφορευμένους>. φορείοις φερομένους. (c.146)
Βαλανάγρας>. κλεῖς. (c.155)
Οὐ καταπροΐξεται>. προΐκτης. ἡ πρὸ ἀντὶ τῆς παρά.
παρὰ τὸ προϊκνεῖσθαι. τινὲς δὲ ἀντὶ τοῦ ἵξε-
σθαι, ὅ ἐστι δωρεάν τι λαβεῖν. Ἀρχίλοχος·
ἐμεῦ δ' ἐκεῖνος οὐ καταπροΐξεται. ὁ δὲ Ἡρω-
διανὸς ἐν Ἐπιμερισμοῖς παρὰ τὸ ἴσσω φησί,
ὡς καὶ Ἀρχίλοχος· προτείνω χεῖρα καὶ
προΐσσομαι. (c.156)

Glossae In Herodotum, Glossae in Herodotum (= Ἡροδότου λέξεις)


Herodotus Βι. 3, entry 19, γρ. 2

Ἀμύσσειν>. ταράσσειν, ἑλκοῦν, ξέεν. (c.76)


Φριμάξασθαι>. φρυάξασθαι, φυσῆσαι. (c.87)
Φορμός>. πλέγμα ὡς κόφινος. (c.98)
Διασφάγες>. αἱ διεστῶσαι πέτραι. (c.117)
Γαυλός>. πλοῖον Φοινικικόν. (c.136)
Σκυτάλοις>. ῥάβδοις. (c.137)
Γοργύνη>. δεσμωτήριον ὑπόγαιον. (c.145)
Διφροφορευμένους>. φορείοις φερομένους. (c.146)
Βαλανάγρας>. κλεῖς. (c.155)
Οὐ καταπροΐξεται>. προΐκτης. ἡ πρὸ ἀντὶ τῆς παρά.
παρὰ τὸ προϊκνεῖσθαι. τινὲς δὲ ἀντὶ τοῦ ἵξε-
σθαι, ὅ ἐστι δωρεάν τι λαβεῖν. Ἀρχίλοχος·
ἐμεῦ δ' ἐκεῖνος οὐ καταπροΐξεται. ὁ δὲ Ἡρω-
διανὸς ἐν Ἐπιμερισμοῖς παρὰ τὸ ἴσσω φησί,
ὡς καὶ Ἀρχίλοχος· προτείνω χεῖρα καὶ
προΐσσομαι. (c.156)

Glossae In Herodotum, Glossae in Herodotum (= Ἡροδότου λέξεις) (litterarum


ordine) Alphabetic letter omicron, entry 4, γρ. 1
392

Ὄρθιος νόμος>. τρόπος μελῳδίας ἁρμονίαν ἔχων καὶ


ῥυθμὸν ὡρισμένον.
Οὖροι>. ὁροθέσια.
Ὄχανα>. ἀσπίδων πόρπακες καὶ δεσμοί.
Οὐ καταπροΐξεσθαι>. προῖκα ποιῆσαι.
Ὀργίσας>. μαλάξας.
Οἰσύπη>. ῥυπαρὰ προβάτων ἔρια.
Οὐκ ἱκνεομένως>. οὐ προσηκόντως.
Ὄνος>. τὸ περὶ τὰ τῶν ὑδάτων ἀγγεῖα πολύπουν καὶ
συστρεφόμενον.
Ὀρχηδόν>. ἡβηδόν.

Etymologicum Symeonis, Etymologicum Symeonis (α – ἁμωσγέπως) Vol. 1, p. 296,


γρ. 18

ἡ αὖλαξ (Eur. Phoen. 18)·


μὴ σπεῖρε τέκνων ἄλοκα, Λάϊε, βίᾳ δαιμόνων.
Lex. rhet.+ Sym. α 622.
ἁλοίη>· ἁλῶ, τὸ πορθῶ, παράγωγον ἅλωμι ἁλώσω, ὁ
δεύτερος ἀόριστος ἥλων, ἁλούς ἁλόντος, τὸ εὐκτικὸν ἁλοίην ἁλοίης
ἁλοίη Z138. Et. gen. α epimetrum 1563.
ἄλογοι(DinarcFr. 108 Baiter – Sauppe)· οἱ μήπω
ἀνῃρημένοι τὸν ἔρανον ἐρανισταί, οἱ μὴ καταθέμενοι τοῦ ἐράνου
τὴν καταβολήν. Et. gen. p. 332, 9.
ἁλόνησος>· περὶ ἧς Φίλιππος καὶ Ἀθηναῖοι διεφέ-
ροντο. τὸ ἐθνικὸν Ἁλονήσιος, ὡς Προικονήσιος, καὶ Ἁλονησίτης,
ὡς Χερρονησίτης. St. Byz.
ἄλος>· πόλις Ἀχαΐας· ἀπὸ τῆς ἄλης τῆς συμβάσης
τῷ κτίσαντι αὐτὴν Ἀθάμαντι οὕτως. λέγεται καὶ ἀρσενικῶς καὶ
θηλυκῶς. τὸ ἐθνικὸν Ἀλεύς· Σοφοκλῆς (Fr. 998) δὲ Ἀλουσίους·
τινὲς δὲ Ἀλίουςὡς Πύλος Πύλιος Πυλίους>. St. Byz.
ἄλπεια>· ἡ ἠϊὼν πρὸς ἄρκτον τῆς Τυρρηνίδος. οἱ κατ-
οικοῦντες Ἄλπειοι καὶ Ἀλπεῖςκαὶ Ἄλπεις>. καὶ Ἄλπεια
ὄρη, καὶ Ἄλβαια καὶ Ἀλβία ἡ χώρα. St. Byz.
†ἀλπηνός(Hdt. VII 176, 2)· κώμη πλησίον Θερμο-
πυλῶν. ὁμοίως Ἀλπηνοί. St. Byz.

Etymologicum Symeonis, Etymologicum Symeonis (ἀνακωχῆς – βώτορες)


Vol. 1, p. 100, γρ. 17

στέρησις.Ἀριστοφάνης (Nub. 1150)· ὦ παμβασίλει' Ἀπαιόλη


Z247. Lex. rhet. ἀπερωπός(AescCho. 600)· σκληρός. Lex. rhet.
ἀπέστητούτων καὶ ἀπέστη τούτους καὶ ἀπέστη ἀπὸ τούτων,
οἷον· «ἀπέστη Μεσήνη ἀπὸ Ἀθηνῶν» καὶ «ἀπέστη Εὔβοια Ἀθηναίους»
καὶ «μεσημβρίας τούτουςἀφεστήκασιν». Lex. Synt.
ἀπεύχεσθαιμὴ γενέσθαι καὶ εὔχεσθαι μὴ γενέσθαι. Lex. Synt.
ἀπετίμησεκαὶ ἀποτίμησις καὶ ἀποτίμημα· τὸ ἀπαιτεῖν
παρὰ τοῦ ἀνδρός, ὥσπερ ἐνέχυρόν τι τῆς προικὸς ἀντάξιον, οἰκίαν
393

ἢ χωρίον ἢ ἄλλο τι κτῆμα ἀξιόχρεων. ἐλέγετο δὲ παθητικῶς μὲν


ὑπὸ τοῦ λαμβάνοντος ὑπὲρ τῆς νύμφης ἀποτίμημα, ἐνεργητικῶς δὲ
ὑπὸ τοῦ διδόντος νυμφίου, οἷον· «ὁ νυμφίος πρὸς τὴν προῖκα τῆς
γυναικὸς ἀπετίμησε τὴν οἰκίαν, ἡ δὲ νύμφη, περὶ ἧς ἔδωκε προικός,
ἀπετιμήσατο τήνδε τὴν οἰκίαν». Lex. rhet.
ἀπεσφακέλισεν(AristopFr. 436)· ἀντὶ τοῦ προσεσπάσθη,
ἢ αἰφνιδίως ἀπέθανεν. οἱ δὲ ἰατροὶ ἀντὶ τοῦ ἐσάπη. Lex. rhet.
ἀποκοτταβίζειν>· τὸ λειπόμενον πόμα τοῦ ποτηρίου ἐκχεῖν
οὕτως, ὥστε ψόφον ποιεῖν Z283, EM 1628. Lex. rhet.
ἀπόταφος(DinarcFr. 16, 5)· ἀπεστερημένος τῶν προγονικῶν

Etymologicum Symeonis, Etymologicum Symeonis (ἀνακωχῆς – βώτορες)


Vol. 1, p. 100, γρ. 20

ἀπερωπός(AescCho. 600)· σκληρός. Lex. rhet.


ἀπέστητούτων καὶ ἀπέστη τούτους καὶ ἀπέστη ἀπὸ τούτων,
οἷον· «ἀπέστη Μεσήνη ἀπὸ Ἀθηνῶν» καὶ «ἀπέστη Εὔβοια Ἀθηναίους»
καὶ «μεσημβρίας τούτουςἀφεστήκασιν». Lex. Synt.
ἀπεύχεσθαιμὴ γενέσθαι καὶ εὔχεσθαι μὴ γενέσθαι. Lex. Synt.
ἀπετίμησεκαὶ ἀποτίμησις καὶ ἀποτίμημα· τὸ ἀπαιτεῖν
παρὰ τοῦ ἀνδρός, ὥσπερ ἐνέχυρόν τι τῆς προικὸς ἀντάξιον, οἰκίαν
ἢ χωρίον ἢ ἄλλο τι κτῆμα ἀξιόχρεων. ἐλέγετο δὲ παθητικῶς μὲν
ὑπὸ τοῦ λαμβάνοντος ὑπὲρ τῆς νύμφης ἀποτίμημα, ἐνεργητικῶς δὲ
ὑπὸ τοῦ διδόντος νυμφίου, οἷον· «ὁ νυμφίος πρὸς τὴν προῖκα τῆς
γυναικὸς ἀπετίμησε τὴν οἰκίαν, ἡ δὲ νύμφη, περὶ ἧς ἔδωκε προικός,
ἀπετιμήσατο τήνδε τὴν οἰκίαν». Lex. rhet.
ἀπεσφακέλισεν(AristopFr. 436)· ἀντὶ τοῦ προσεσπάσθη,
ἢ αἰφνιδίως ἀπέθανεν. οἱ δὲ ἰατροὶ ἀντὶ τοῦ ἐσάπη. Lex. rhet.
ἀποκοτταβίζειν>· τὸ λειπόμενον πόμα τοῦ ποτηρίου ἐκχεῖν
οὕτως, ὥστε ψόφον ποιεῖν Z283, EM 1628. Lex. rhet.
ἀπόταφος(DinarcFr. 16, 5)· ἀπεστερημένος τῶν προγονικῶν

Etymologicum Symeonis, Etymologicum Symeonis (ἀνακωχῆς – βώτορες)


Vol. 1, p. 100, γρ. 21

ἀπέστητούτων καὶ ἀπέστη τούτους καὶ ἀπέστη ἀπὸ τούτων,


οἷον· «ἀπέστη Μεσήνη ἀπὸ Ἀθηνῶν» καὶ «ἀπέστη Εὔβοια Ἀθηναίους»
καὶ «μεσημβρίας τούτουςἀφεστήκασιν». Lex. Synt.
ἀπεύχεσθαιμὴ γενέσθαι καὶ εὔχεσθαι μὴ γενέσθαι. Lex. Synt.
ἀπετίμησεκαὶ ἀποτίμησις καὶ ἀποτίμημα· τὸ ἀπαιτεῖν
παρὰ τοῦ ἀνδρός, ὥσπερ ἐνέχυρόν τι τῆς προικὸς ἀντάξιον, οἰκίαν
ἢ χωρίον ἢ ἄλλο τι κτῆμα ἀξιόχρεων. ἐλέγετο δὲ παθητικῶς μὲν
ὑπὸ τοῦ λαμβάνοντος ὑπὲρ τῆς νύμφης ἀποτίμημα, ἐνεργητικῶς δὲ
ὑπὸ τοῦ διδόντος νυμφίου, οἷον· «ὁ νυμφίος πρὸς τὴν προῖκα τῆς
γυναικὸς ἀπετίμησε τὴν οἰκίαν, ἡ δὲ νύμφη, περὶ ἧς ἔδωκε προικός,
ἀπετιμήσατο τήνδε τὴν οἰκίαν». Lex. rhet.
394

Joannes Antiochenus Hist., Frag.a Frag. 75, γρ. 16

λόνῃ τῇ κατὰ τὴν κεφαλὴν κατακεντῆσαι, πολλά τε


καὶ μιαρὰ προσφθεγξαμένη, ἐπὶ τὸ βῆμα τεθῆναι προς-
έταξεν, ἵν' ὅθεν κατ' αὐτῆς δημηγορῶν ἠκούετο, ἐκεῖ-
θεν καὶ ὁρῷτο.
Οὗτοί γε μόνοι ἐσώθησαν τότε, παρ' ὧν γε πλείονα
ἔλαβον ἤπερ τελευτησάντων εὑρεῖν ἤλπισαν. Καὶ ἵνα
μὴ κεναὶ ἐν τοῖς λευκώμασι τῶν ἀνδρῶν αἱ χῶραι ὦσιν,
ἑτέρους ἀντέγραψαν ὅ τε Καῖσαρ καὶ Λέπιδος καὶ Ἀν-
τώνιος. Τοιαῦτα μὲν περὶ τὰς σφαγὰς, πολλὰ δὲ καὶ
περὶ τὰς τῶν ἄλλων οὐσίας συνέβαινε· καίτοι ταῖς τε
γυναιξὶν τῶν ἀναιρουμένων τὰς προῖκας, καὶ τοῖς τέ-
κνοις τὸ δέκατον τῆς οὐσίας μέρος παρεῖχεν ὁ Καῖσαρ.
Ἐπορθεῖτο γοῦν πάντα ἀδεῶς. Τῶν μὲν γὰρ ἐνοικίων οἱ
κτήτορες [τὸ ὅλον] ἀφῃροῦντο, τῶν δὲ προσόδων τὸ
ἥμισυ. Καὶ πρός γε τοὺς στρατιώτας ἀπέτρεφον προῖκα.
Δεκάτας τε αὖθις εἰσφέρειν τῶν προσόδων ἐπιτραπέντες
μόλις αὐτοὶ δέκατον ἐκαρποῦντο μέρος. Αὐξήσεως γὰρ
τῶν τελῶν πολλῆς γενομένης, καὶ πρὸς ἀνάγκης ἐς τὸ
ναυτικὸν ἀπαιτούμενοι παῖδας, ἔστιν ὅτε καὶ ὠνούμενοι
ἐδίδοσαν. Τάς τε ὁδοὺς οἰκείοις δαπανήμασιν ἐπεσκεύα-
ζον. Μόνοι δὲ οἱ τὰ ὅπλα ἔχοντες ἐπλούτουν.

Joannes Antiochenus Hist., Frag.a Frag. 75, γρ. 20

Οὗτοί γε μόνοι ἐσώθησαν τότε, παρ' ὧν γε πλείονα


ἔλαβον ἤπερ τελευτησάντων εὑρεῖν ἤλπισαν. Καὶ ἵνα
μὴ κεναὶ ἐν τοῖς λευκώμασι τῶν ἀνδρῶν αἱ χῶραι ὦσιν,
ἑτέρους ἀντέγραψαν ὅ τε Καῖσαρ καὶ Λέπιδος καὶ Ἀν-
τώνιος. Τοιαῦτα μὲν περὶ τὰς σφαγὰς, πολλὰ δὲ καὶ
περὶ τὰς τῶν ἄλλων οὐσίας συνέβαινε· καίτοι ταῖς τε
γυναιξὶν τῶν ἀναιρουμένων τὰς προῖκας, καὶ τοῖς τέ-
κνοις τὸ δέκατον τῆς οὐσίας μέρος παρεῖχεν ὁ Καῖσαρ.
Ἐπορθεῖτο γοῦν πάντα ἀδεῶς. Τῶν μὲν γὰρ ἐνοικίων οἱ
κτήτορες [τὸ ὅλον] ἀφῃροῦντο, τῶν δὲ προσόδων τὸ
ἥμισυ. Καὶ πρός γε τοὺς στρατιώτας ἀπέτρεφον προῖκα.
Δεκάτας τε αὖθις εἰσφέρειν τῶν προσόδων ἐπιτραπέντες
μόλις αὐτοὶ δέκατον ἐκαρποῦντο μέρος. Αὐξήσεως γὰρ
τῶν τελῶν πολλῆς γενομένης, καὶ πρὸς ἀνάγκης ἐς τὸ
ναυτικὸν ἀπαιτούμενοι παῖδας, ἔστιν ὅτε καὶ ὠνούμενοι
ἐδίδοσαν. Τάς τε ὁδοὺς οἰκείοις δαπανήμασιν ἐπεσκεύα-
ζον. Μόνοι δὲ οἱ τὰ ὅπλα ἔχοντες ἐπλούτουν. Οἱ μὲν γὰρ
τὰς οὐσίας τῶν τελευτησάντων ὅλας καὶ ᾔτουν καὶ ἐλάμ-
βανον, οἱ δὲ καὶ ἐς τὰ τῶν ζώντων ἔτι γερόντων τε
καὶ ἀτέκνων γένη ἐσεβιάζοντο. Ἐς τοσοῦτον γὰρ ἀπλη-
στίας καὶ ἀναισχυντίας ἐχώρησαν, ὥστε τινὰ καὶ τὴν
395

Scholia In Aelium Aristidem, Scholia in Aelium Aristidem


Treatise Pan, Jebb pagëγρ. -Hypothesis-Epigram 137,2, γρ. 1

νους· τοῦτο γὰρ δηλοῖ τὸ ἐγκατέλιπον.


τί ἦν ἐν μέσῳ – τὸ θαυμάζεσθαι] ἤγουν τί ἂν
ἐπεπόνθει ἡ Ἑλλὰς ἡ καὶ ὑπὸ βαρβάρων θαυμαζομένη. C.
τῆς οὐδ' ἐν τοῖς βαρβάροις ἀπεστερημένης Ἑλλάδος
τὸ θαυμάζεσθαι] ἀντὶ τοῦ ὑπὸ βαρβάρων θαυμαζομέ-
νης.
οὐδ' ὄνομα] αὐτῆς. C.
κατηνάγκαστο] ἀντὶ τοῦ ἐξ ἀνάγκης ἐγένετο.
οὗ] τοῦ ἔχειν. C.
προῖκα] κατὰ χάριν, καὶ οὐ διὰ οἰκεῖον κέρ-
δος. C.
ταῦτα] ἤγουν τὴν ἡγεμονίαν. C.
καταλειφθέντας] προδοθέντας καὶ μονω-
θέντας.

Scholia In Aelium Aristidem, Scholia in Aelium Aristidem


Treatise Tett, Jebb pagëγρ. -Hypothesis-Epigram 146,3, γρ. 3

γει οὐχ ὅτι σκύτινα νομίσματα εἶχον, ἀλλὰ βύρσας πα-


ρεῖχον, ὡς πολύθηρον οἰκοῦντες χωρίον, καὶ οὕτως ὃ ἐβού-
λοντο ἐδέχοντο. BD Oxon.
τουτὶ] τὸ πολιτεύεσθαι. A.
οὐδὲ γὰρ τὰς τροφὰς ἅπασι τὰς αὐτὰς αἱρεῖσθαι
νόμος] οὐ μία, φησὶν, ἐστὶν ἰδέα τροφῆς, ἀλλὰ διαφέ-
ρει πρὸς ἑαυτήν. πάλιν δὲ τῇ διαφορᾷ τῆς τροφῆς κα-
τασκευάζει τὸ εἶναι μισθὸν, κἂν διάφορος τυγχάνῃ.
μὴ τίς ὁ μισθὸς, ἀλλ' ὅμως εἰ μισθὸν εἴ-
ρηκας] δεῖ σκοπεῖν. A.
εἰ μὴ καὶ ὁ Εὔνεως προῖκα τὸν οἶνον ἔπεμπε τοῖς
Ἀχαιοῖς] εἰς ἄτοπον ἀπάγει τὸν λόγον διὰ τοῦ προσώ-
που τοῦ Εὐνέου. λέγει δὲ ὅτι οὐ παρὰ τοῦτο, φησὶ, προῖκα
ἐδίδου τὸν οἶνον, ἀλλ' ἀντὶ ἀργυρίου ἕτερα πρὸς ἀμοι-
βὴν ἐδέχετο.
τοῖς Ἀχαιοῖς] τοῖς ἐν τῇ Τροίᾳ. A.
διέλυον] ἀπεδίδοσαν. A.
ἀλλ' οὐδ' αὐτὸς ταῦτά γε ἠλαζονεύετο] ὡς
προῖκα φιλοτιμούμενος ὅτι σίδηρον ἀπεδέχετο.
ἠλαζονεύετο] ὑπερεφρόνει. A.
Περικλῆς τοίνυν οὐκ αὐτὸς κοψάμενος νόμισμα] σχή
396

Scholia In Aelium Aristidem, Scholia in Aelium Aristidem


Treatise Tett, Jebb pagëγρ. -Hypothesis-Epigram 146,3, γρ. 5

λοντο ἐδέχοντο. BD Oxon.


τουτὶ] τὸ πολιτεύεσθαι. A.
οὐδὲ γὰρ τὰς τροφὰς ἅπασι τὰς αὐτὰς αἱρεῖσθαι
νόμος] οὐ μία, φησὶν, ἐστὶν ἰδέα τροφῆς, ἀλλὰ διαφέ-
ρει πρὸς ἑαυτήν. πάλιν δὲ τῇ διαφορᾷ τῆς τροφῆς κα-
τασκευάζει τὸ εἶναι μισθὸν, κἂν διάφορος τυγχάνῃ.
μὴ τίς ὁ μισθὸς, ἀλλ' ὅμως εἰ μισθὸν εἴ-
ρηκας] δεῖ σκοπεῖν. A.
εἰ μὴ καὶ ὁ Εὔνεως προῖκα τὸν οἶνον ἔπεμπε τοῖς
Ἀχαιοῖς] εἰς ἄτοπον ἀπάγει τὸν λόγον διὰ τοῦ προσώ-
που τοῦ Εὐνέου. λέγει δὲ ὅτι οὐ παρὰ τοῦτο, φησὶ, προῖκα
ἐδίδου τὸν οἶνον, ἀλλ' ἀντὶ ἀργυρίου ἕτερα πρὸς ἀμοι-
βὴν ἐδέχετο.
τοῖς Ἀχαιοῖς] τοῖς ἐν τῇ Τροίᾳ. A.
διέλυον] ἀπεδίδοσαν. A.
ἀλλ' οὐδ' αὐτὸς ταῦτά γε ἠλαζονεύετο] ὡς
προῖκα φιλοτιμούμενος ὅτι σίδηρον ἀπεδέχετο.
ἠλαζονεύετο] ὑπερεφρόνει.

Scholia In Aelium Aristidem, Scholia in Aelium Aristidem


Treatise Tett, Jebb pagëγρ. -Hypothesis-Epigram 146,5, γρ. 2

μὴ τίς ὁ μισθὸς, ἀλλ' ὅμως εἰ μισθὸν εἴ-


ρηκας] δεῖ σκοπεῖν. A.
εἰ μὴ καὶ ὁ Εὔνεως προῖκα τὸν οἶνον ἔπεμπε τοῖς
Ἀχαιοῖς] εἰς ἄτοπον ἀπάγει τὸν λόγον διὰ τοῦ προσώ-
που τοῦ Εὐνέου. λέγει δὲ ὅτι οὐ παρὰ τοῦτο, φησὶ, προῖκα
ἐδίδου τὸν οἶνον, ἀλλ' ἀντὶ ἀργυρίου ἕτερα πρὸς ἀμοι-
βὴν ἐδέχετο.
τοῖς Ἀχαιοῖς] τοῖς ἐν τῇ Τροίᾳ. A.
διέλυον] ἀπεδίδοσαν. A.
ἀλλ' οὐδ' αὐτὸς ταῦτά γε ἠλαζονεύετο] ὡς
προῖκα φιλοτιμούμενος ὅτι σίδηρον ἀπεδέχετο.
ἠλαζονεύετο] ὑπερεφρόνει. A.
Περικλῆς τοίνυν οὐκ αὐτὸς κοψάμενος νόμισμα] σχή-
ματα μεταστατικάμεταστατικὰ πάλιν τὰ σχήματα τῆς
ἀπολογίας· μεταφέρει γὰρ καὶ ἐπὶ τὸ νόμισμα καὶ τὸν Σό-
λωνα τὴν αἰτίαν.
οὐδ' ἀπὸ τῶν ἐκείνου χρόνων ἤρξατο] τῷ
χρόνῳ πάλιν λύει τὸ ἔγκλημα. τὸ δὲ τῶν νομοθετῶν ὄνομα
σεμνὸν ὂν λέγει. ἐμφαίνει δὲ τὸν Σόλωνα, ἢ Πολιοῦχον·
οὗτος γὰρ ἔταξε καὶ βουλευτικὸν μισθὸν καὶ διδακτικόν.
αἰνίττεται δὲ καὶ εἰς Πλάτωνα·
397

Scholia In Aelium Aristidem, Scholia in Aelium Aristidem


Treatise Tett, Jebb pagëγρ. -Hypothesis-Epigram 203,14, γρ. 3

μικρὸν προσέθηκεν, ἐπειδὴ γὰρ ἄνω βασιλείαν εἶπεν, ἵνα


τὸ ἀνεπαχθέστερον δηλώσῃ. ἡ γὰρ βασιλεία φιλανθρω-
ποτέρα ἐστί.
ἐπειδὴ ἄνω βασιλείαν εἶπεν, ἵνα τὸ ἐπαχθέστερον
δηλώσῃ, τὸ μικροῦ προσέθηκεν, μέλλων ἐρεῖν ἐλευθερίαν.
Oxon.
βελτίους τὰ πολιτικὰ] ἀντὶ τοῦ κατὰ τὴν
πολιτικὴν ἀρετήν.
εἴ γε οἱ μὲν ἀντ' ἐκείνων τῶν ἔργων, –
εὖ πεποιηκέναι τοὺς Ἕλληνας] τὸ πολιτικὸν πάλιν ὑπο-
φαίνει, τὸ προῖκα ἐλευθεροῦν τοὺς Ἕλληνας, ὅπερ Πλά-
των ἐπαινεῖ.
ἀντ' ἐκείνων τῶν ἔργων] ἐμφαντικόν ἐστι τὸ ἐκεί-
νων, ὅ ἐστι τῶν μεγάλων καὶ θαυμαστῶν.
ἐν οἷς ἦν ἀκούειν τῶν ἐξ ἐκείνου τοὺς
ἄλλους] ἀντὶ τοῦ ἄρχεσθαι ὑπὸ τῶν παίδων ἐκείνου.
μὴ ἐφ' ἑκάστου τῶν καιρῶν] ἀντὶ τοῦ μὴ
καθ' ἕκαστον καιρόν. ἔστι δὲ ἀντὶ τοῦ μὴ διαπαντός
εἰσάπαξ] ἀντὶ τοῦ καθόλου καὶ ἁπλῶς,
ὅπερ ἐστὶν ἀκρίτως.

Scholia In Aeschinem, Scholia in Aeschinem


Oration 2, scholion 31, γρ. 29

ἐκπεμφθεὶς ὑπὸ Τιμοθέου Ἀλκίμαχος ἀπέτυχεν, αὐτοῦ παραδόν-


τος αὑτὸν Θρᾳξίν, ἐπὶ Τιμοκράτους Ἀθήνησιν ἄρχοντος· ἔνατον
Τιμόθεος ἐπιστρατεύσας ἡττήθη ἐπὶ Καλλιμήδους ἄρχοντος. τὰς
δὲ Ἐννέα ὁδοὺς Ἅγνων συνοικίσας Ἀθηναῖος ἐκάλεσεν Ἀμφίπολιν,
ἐπὶ ἄρχοντος Ἀθήνησιν Εὐθυμένους. τὴν δὲ Φυλλίδα οἱ μὲν Φυλ-
ληΐδα, οἱ δὲ Κίασαν ὀνομάζουσι, καὶ τὸν πατέρα αὐτῆς οἱ μὲν
Φίλανδρον, οἱ δὲ Κίασον, οἱ δὲ Θῆλον, Δημοφῶντι δὲ ἐκ Φυλ-
λίδος Ἀμφίπολιν καὶ Ἀκάμαντα υἱόν φασι γενέσθαι. Vat. Laur.
Bgim.
Θησέως παίδων] Θησέως παῖδες Δημοφῶν καὶ Ἀκάμας. τούτων
Δημοφῶντι λέγεται δοθῆναι προῖκα τὰς Ἐννέα ὁδοὺς οὕτω καλου-
μένας· οὗτος δὲ παρὰ τὴν ἱστορίαν Ἀκάμαντί φησι δοθῆναι, οὐ
Δημοφῶντι. Vat. Laur. Bgim.
ἐν τοῖς ἀρχαίοις μύθοις] οὐχ ὡς μύθου ὄντος τοῦ περὶ τὴν
Φυλλίδα γάμου, ἀλλ' ὡς παλαιοῦ πάνυ, οὕτως εἶπεν. Vat. Laur.

Scholia In Aeschylum, Scholia in Aeschylum


Play Th, hypothesis-epigram-scholion 879k, γρ. 3

μέλεοι] ἀθλίως ἀποθανόντες. Ξa


δῆθ'] κατ' ἀλήθειαν. CSj
398

δῆθ'] ἀληθῶς. NaPPdR1


μελέους] δυστυχεῖς. CSjYb
μελέους] ἀθλίους. AbBV
δόμων] τῆς πατρῴας ἀρχῆς. LcT
λύμῃ] βλάβῃ, φθορᾷ. ALc
λύμῃ] βλάβῃ. AbBCNaPRV
ἀμφότεροι γὰρ θανόντες τῶν οἰκείων δόμων καὶ τῆς ἀρχῆς ἐστερή-
θησαν, Ἐτεοκλῆς μὲν Θηβῶν, Πολυνείκης δὲ ὧν παρὰ τοῦ Ἀδράστου
ἔτυχεν εἰς προῖκα. ἢ τὸδόμωνἀντὶ τοῦ τῆς πατρῴας ἀρχῆς ὡς ἄνωθεν
ἔφημεν. θT
λύμῃ] βλάβῃ, ἀπωλείᾳ. T
ἀντιστροφὴ κώλων δʹ. T
+ἰὼ ἰώ>· ἡ ἀντιστροφὴ αὕτη τῆς ἄνω ἐστὶ στροφῆς ἧς ἡ
ἀρχή·ἰὼ ἰὼ δύσφρονες(875)· κώλων γάρ ἐστι καὶ αὕτη δʹ ὁμοίων
ἐκείνοις. ἐπὶ τῷ τέλει παράγραφος μόνη. T
τροχαϊκὸν περιοδικόν.

Scholia In Aeschylum, Scholia in Aeschylum (scholia recentiora Demetrii Triclinii)


Play Ag, hypothesis-scholion 406b, γρ. 1

γυναικός] τῆς Ἑλένης.


στροφὴ ἑτέρα κώλων ιζʹ.
λιποῦσα] ἡ Ἑλένη.
ἀστοῖσιν] τοῖς ἑαυτῆς πολίταις.
ἀσπίστορας] δι' ἀσπίδων καὶ ἄλλων ὅπλων γινομένους.
κλόνους] ταραχάς, μάχας.
λογχίμους] διὰ λόγχης γινομένους.
ναυβάτας] διὰ νεῶν γινομένους.
ὁπλισμοὺς] καθοπλισμούς.
ἴαμβος.
ἀντίφερνον] ἤγουν ἀντὶ προικὸς φθορὰν καὶ ἀπώλειαν κομίσασα.
βέβακεν] διῆλθε. ῥίμφα] εὐκόλως. πυλᾶν] τῶν τῆς Τροίας.

Scholia In Aeschylum, Scholia in Prometheum vinctum


Vita-argumentum-scholion-epigram sch, verse 555a, γρ. 11

(555 – 560) τὸ διαμφίδιον δέ μοι μέλος: Τοῦτό φησιν, ὅτι ἐπεγένετο καὶ
ἐπῆλθέ μοι τὸ δισσὸν μέλος· τοῦτο ὃ νῦν θρηνῶ ἐπὶ τῷ σῷ πάθει, καὶ
ἐκεῖνο ὅπερ ἐτραγῴδουν περὶ τὸν καιρὸν τοῦ σοῦ γάμου, ὅτε τὴν Ἡσιόνην
πρὸς γάμον ἤγαγες. οὐ γὰρ μόνη καθαρά μοι ἡ ἡδονὴ ἐκείνη καθέστηκεν,
ἀλλ' ἔχει ἐν ταὐτῷ καὶ τὸ λυπηρόν (τουτέστιν, ὁμοῦ προσεγένετό μοι
καὶ ἡ ἡδονὴ καὶ ἡ θλῖψις διὰ σέ). ἌΛΛΩΣ· τὸ δισσὸν μέλος ἐπῆλθε τόδε
(καὶ τοῦτο) ὃ νῦν τραγῳδῶ ἐπὶ τῷ σῷ πάθει, ἐκεῖνό τε ὅπερ ἐτραγῴδουν
περὶ τὰ λοετρὰ καὶ τὴν κοίτην ἐν ἰότητι γάμων (τουτέστιν, ἐν συνόδῳ καὶ
ἐν συνελεύσει, παρὰ τὸ «ἰέναι» πρὸς συνουσίαν), ὅτε ἤγαγες δάμαρτα (καὶ
γυναῖκα) ὁμόλεκτρον τὴν ὁμοπάτριον ἡμῖν Ἡσιόνην, ἕδνοις καταπείσας.
ἕδνα δέ εἰσι τὰ ἐπὶ προικὶ διδόμενα πράγματα. A (6 – 11 ἄλλως ... πρά-
399

γματα om. C; eadem post sc619 collocat V).


Mediceus: τὸ διαμφίδιον: Διαπαντὸς κεχωρισμένον,
ἐναντίον τοῖς νῦν. τότε γὰρ γαμοῦντι σοι τὸν ὑμέναιον
ᾔδομεν, νῦν δὲ δυστυχοῦντί σοι θρῆνον.
Pmarg: διαμφίδιον: Τὸ διπλοῦν· τὸ ἄμφω ἔχον, τὸ
γοερὸν καὶ ἡδύτατον· ἤγουν τὸ ἐναντίον τοῖς νῦν. τότε
γὰρ γαμοῦντί σοι τὸν ὑμέναιον ᾔδομεν, νῦν δὲ δυστυ-
χοῦντι θρῆνον.

Scholia In Aeschylum, Scholia in Prometheum vinctum


Vita-argumentum-scholion-epigram sch, verse 559a, γρ. 3

ᾔδομεν, νῦν δὲ δυστυχοῦντί σοι θρῆνον.


Pmarg: διαμφίδιον: Τὸ διπλοῦν· τὸ ἄμφω ἔχον, τὸ
γοερὸν καὶ ἡδύτατον· ἤγουν τὸ ἐναντίον τοῖς νῦν. τότε
γὰρ γαμοῦντί σοι τὸν ὑμέναιον ᾔδομεν, νῦν δὲ δυστυ-
χοῦντι θρῆνον.
Mediceus: ἰότατι] Πορείᾳ, παρὰ τὸ «ἰέναι»· τῇ συνόδῳ.
gll. in PPd: ἰότητι] Καὶ ἐν τῇ βουλῇ· «ἰότης» ἡ βουλή,
καὶ τὸ τόξον.
(559 – 560) CPmargW: ὅτε τὰν ὁμοπάτριον] Ἢ ὅταν τὴν ὁμο-
πάτριον ἐμοὶ Ἡσιόνην ἤγαγες, πείθων τὴν ἑαυτῆς
μητέρα ἐν ἕδνοις (ἤτοι προικίοις) ἔχειν ἐκείνην ὁμό-
λεκτρον. Ἡσιόνη δὲ θυγάτηρ ἦν Ὠκεανοῦ καὶ Τηθύος.
P: ὅτε τὰν ὁμοπάτριον] Ὅταν γὰρ συνεζεύχθης
τῇ Ἡσιόνῃ, εἴχομεν χαράν· τανῦν δὲ ὁρῶσαί σε οὕτως
πικρῶς προσαυαινόμενον, λυπούμεθα.
Dgl PYa: Ἕδνα ἀπὸ τοῦ «δεῖν τὴν εὐνήν»· ἢ τὸ
ἴδιον ἐκ νέου ἐν προιξί.
Mediceus: πείθων δάμαρτα: Ἕδνοις πείθων τὴν ἐσο-
μένην σοι δάμαρτα κοινόλεκτρον. ἢ

Scholia In Aeschylum, Scholia in Aeschylum (scholia recentiora)


Play Pr, hypothesis-verse of play 555, γρ. 11

τὸ διαμφίδιον δέ μοι μέλος] τοῦτό φησιν, ὅτι ἐπεγένετο


καὶ ἐπῆλθέ μοι τὸ δισσὸν μέλος, τοῦτο ὃ νῦν θρηνῶ ἐπὶ τῷ σῷ πάθει,
καὶ ἐκεῖνο ὅπερ ἐτραγῴδουν περὶ τὸν καιρὸν τοῦ σοῦ γάμου, ὅτε τὴν
Ἡσιόνην πρὸς γάμον ἤγαγες· οὐ γὰρ μόνη καθαρά μοι ἡ ἡδονὴ ἐκείνη
καθέστηκεν, ἀλλ' ἔχει ἐν ταυτῷ καὶ τὸ λυπηρὸν, τουτέστιν, ὁμοῦ
προσεγένετό μοι καὶ ἡ ἡδονὴ καὶ ἡ θλίψις διὰ σέ. Ἄλλως. τὸ δις-
σὸν μέλος ἐπῆλθε, τόδε καὶ τοῦτο ὃ νῦν ἐτραγῴδουν ἐπὶ τῷ σῷ πάθει,
ἐκεῖνό τε ὅπερ ἐτραγῴδουν περὶ τὰ λουτρὰ καὶ τὴν κοίτην ἐν ἰότητι
γάμων, τουτέστιν ἐν συνόδῳ καὶ συνελεύσει, παρὰ τὸ ἰέναι πρὸς συν-
ουσίαν, ὅτε ἤγαγες δάμαρτα καὶ γυναῖκα ὁμόλεκτρον τὴν ὁμοπάτριον
ἡμῖν Ἡσιόνην ἕδνοις καταπείσας. ἕδνα δέ εἰσι τὰ ἐπὶ προικὶ διδό-
μενα πράγματα. A. ἢ ὅτε τὴν ὁμοπάτριον ἐμοὶ Ἡσιόνην ἤγαγες,
πιθὼν τὴν ἑαυτῆς μητέρα ἕδνοις, ἤτοι προικί οις, ἔχειν ἐκείνην ὁμό-
400

λεκτρον. Ἡσιόνην δὲ θυγάτηρ ἦν Ὠκεανοῦ καὶ Τηθύος. O.P.


τὸ διαμφίδιον δέ μοι] τὸ διπλοῦν μέλος ἐπῆλθέ μοι, τόδε καὶ
ἐκεῖνο, ὅτε περὶ τὰ σὰ λουτρὰ ὑμεναίουν, καὶ ὅτε περὶ τὸ σὸν λέχος,
ὅτε τὴν Ἡσιόνην καταπείσας ἐν δώροις ἤγαγες γυναῖκα ὁμόλεκτρον,
ἥτις ἦν μία τῶν Ὠκεανίδων ὥσπερ καὶ ἡμεῖς. τοῦτο γὰρ λέγει τὸ
ὁμοπάτριον. τὸ τόδε καὶ τὸ ἐκεῖνο ἀσύνδετον. προσέπτα] ἐπῆλθε

Scholia In Aeschylum, Scholia in Aeschylum (scholia recentiora)


Play Pr, hypothesis-verse of play 555, γρ. 13

καὶ ἐκεῖνο ὅπερ ἐτραγῴδουν περὶ τὸν καιρὸν τοῦ σοῦ γάμου, ὅτε τὴν
Ἡσιόνην πρὸς γάμον ἤγαγες· οὐ γὰρ μόνη καθαρά μοι ἡ ἡδονὴ ἐκείνη
καθέστηκεν, ἀλλ' ἔχει ἐν ταυτῷ καὶ τὸ λυπηρὸν, τουτέστιν, ὁμοῦ
προσεγένετό μοι καὶ ἡ ἡδονὴ καὶ ἡ θλίψις διὰ σέ. Ἄλλως. τὸ δις-
σὸν μέλος ἐπῆλθε, τόδε καὶ τοῦτο ὃ νῦν ἐτραγῴδουν ἐπὶ τῷ σῷ πάθει,
ἐκεῖνό τε ὅπερ ἐτραγῴδουν περὶ τὰ λουτρὰ καὶ τὴν κοίτην ἐν ἰότητι
γάμων, τουτέστιν ἐν συνόδῳ καὶ συνελεύσει, παρὰ τὸ ἰέναι πρὸς συν-
ουσίαν, ὅτε ἤγαγες δάμαρτα καὶ γυναῖκα ὁμόλεκτρον τὴν ὁμοπάτριον
ἡμῖν Ἡσιόνην ἕδνοις καταπείσας. ἕδνα δέ εἰσι τὰ ἐπὶ προικὶ διδό-
μενα πράγματα. A. ἢ ὅτε τὴν ὁμοπάτριον ἐμοὶ Ἡσιόνην ἤγαγες,
πιθὼν τὴν ἑαυτῆς μητέρα ἕδνοις, ἤτοι προικί οις, ἔχειν ἐκείνην ὁμό-
λεκτρον. Ἡσιόνην δὲ θυγάτηρ ἦν Ὠκεανοῦ καὶ Τηθύος. O.P.
τὸ διαμφίδιον δέ μοι] τὸ διπλοῦν μέλος ἐπῆλθέ μοι, τόδε καὶ
ἐκεῖνο, ὅτε περὶ τὰ σὰ λουτρὰ ὑμεναίουν, καὶ ὅτε περὶ τὸ σὸν λέχος,
ὅτε τὴν Ἡσιόνην καταπείσας ἐν δώροις ἤγαγες γυναῖκα ὁμόλεκτρον,
ἥτις ἦν μία τῶν Ὠκεανίδων ὥσπερ καὶ ἡμεῖς. τοῦτο γὰρ λέγει τὸ
ὁμοπάτριον. τὸ τόδε καὶ τὸ ἐκεῖνο ἀσύνδετον. προσέπτα] ἐπῆλθε
κατὰ νοῦν.

Scholia In Aristophanem, Scholia in Acharnenses (scholia vetera et recentiora


Triclinii) Hypothesis-epigram-scholion sch ach, verse 1030a, γρ. 2

τοῦτο εἴρηκεν.
vetἀπόλωλα τὠφθαλμώ:ἀπώλεσα τοὺς ὀφθαλμούς μου κλαίων καὶ
ὀδυρόμενος τοὺς βόας. REΓ
Tr ἀπόλωλα] ὅλον καὶ μέρος.
Tr τὠφθαλμώ] κατά.
Tr δακρύων] κλαίων.
vet Tr κήδῃ] φροντίζεις. Γ3
vet Trὑπάλειψον:ἀντὶ τοῦ ἔγχρισον τοὺς ὀφθαλμούς μου ταχέως. REΓ
vetοὐ δημοσιεύων τυγχάνω:οἱ δημοσίᾳ χειροτονούμενοι,οἳκαὶ
δημόσιοι, προῖκα ἐθεράπευον. οἷον οὖν οὐ κοινῇ ἐσπεισάμην, τουτέστι σὺν τῇ
πόλει, ἰδίᾳ δὲ καὶ ἐμαυτῷ μόνῳ,καὶ ἀμισθὶ οὐ μεταδίδωμί σοι>. REΓ3
Tr
πόνηρ'] γεωργέ.
Tr οὐ δημοσιεύων τυγχάνω] ἤγουν οὐ κοινῶς ἐσπεισάμην τῇ πόλει,
ἀλλὰ μόνῳ ἐμαυτῷ.
401

Tr οἱ δημοσίᾳ χειροτονούμενοι ἰατροὶ δημοσίᾳ προῖκα ἐθεράπευον.


φησὶ γοῦν καὶ οὗτος ὅτι οὐ τῶν δημοσιευόντων ἰατρῶν τυγχάνω.
vet Trἴθ' ἀντιβολῶ:ἱκετεύω, δός μοι τῆς εἰρήνης, ὅπως ἀπολάβω τοὺς
βόας.

Scholia In Aristophanem, Scholia in Acharnenses (scholia vetera et recentiora


Triclinii) Hypothesis-epigram-scholion sch ach, verse 1030d, γρ. 1

Tr δακρύων] κλαίων.
vet Tr κήδῃ] φροντίζεις. Γ3
vet Trὑπάλειψον:ἀντὶ τοῦ ἔγχρισον τοὺς ὀφθαλμούς μου ταχέως. REΓ
vetοὐ δημοσιεύων τυγχάνω:οἱ δημοσίᾳ χειροτονούμενοι,οἳκαὶ
δημόσιοι, προῖκα ἐθεράπευον. οἷον οὖν οὐ κοινῇ ἐσπεισάμην, τουτέστι σὺν τῇ
πόλει, ἰδίᾳ δὲ καὶ ἐμαυτῷ μόνῳ,καὶ ἀμισθὶ οὐ μεταδίδωμί σοι>. REΓ3
Tr
πόνηρ'] γεωργέ.
Tr οὐ δημοσιεύων τυγχάνω] ἤγουν οὐ κοινῶς ἐσπεισάμην τῇ πόλει,
ἀλλὰ μόνῳ ἐμαυτῷ.
Tr οἱ δημοσίᾳ χειροτονούμενοι ἰατροὶ δημοσίᾳ προῖκα ἐθεράπευον.
φησὶ γοῦν καὶ οὗτος ὅτι οὐ τῶν δημοσιευόντων ἰατρῶν τυγχάνω.
vet Trἴθ' ἀντιβολῶ:ἱκετεύω, δός μοι τῆς εἰρήνης, ὅπως ἀπολάβω τοὺς
βόας. REΓ
vetπρὸς τοῦ Πιττάλου:ὁ Πίτταλος οὗτος ἰατρὸς παρὰ Ἀθηναίοις
δόκιμος>. λείπει δὲ τὸ μαθητάς. τοῦτο δὲ εἶπεν ἐπειδὴ ἐκεῖνος εἶπεν“ὑπά-
λειψον”τοὺς ὀφθαλμούς. ὡς ἂν οὖν εἰ ἔλεγεν ἄπελθε, ἐγχρίου παρὰ Πιττά-
λου.

Scholia In Aristophanem, Scholia in equites (scholia vetera et recentiora Triclinii)


Argumentum-dramatis personae-scholion sch eq, τμ. -verse 435, γρ. 1

τὴν θάλασσαν, καὶ οὗτος ἀπήντησεν εἰπών.


Tr
σκώπτειν βουλόμενος αὐτοὺς εἰρηκότας ἀδύνατα ποιῆσαι τοῦτο
λέγει. οὔτε γὰρ τῷ Κλέωνι δυνατὸν ἀνθρώπῳ γε ὄντι κινῆσαι τὴν γῆν
καὶ τὴν θάλατταν, οὔτε τῷ ἀλλαντοπώλῃ ἀσφαλὲς ῥῖψαι κατὰ κυμάτων
ἑαυτόν. διὰ τοῦτο καὶ αὐτὸς ἀνόητόν τι εἴρηκε καὶ περιττόν, τὸ τὴν ἀντλίαν
φυλάξαι· τὸ γὰρ συναχθὲν ἐκεῖ ὕδωρ χρονίζον κάκιστον ὄδωδε, καὶ οὐκ ἄν τις
ἑκὼν τούτῳ πλησιάσειεν. ἀντλία δέ ἐστι τόπος τοῦ πλοίου εἰς ὃν τὸ ὕδωρ
εἰσρέει. Tr ἀντλία] τόπος τοῦ πλοίου ἔνθα συνάγεται τὸ ἔξωθεν εἰσερχόμενον
ὕδωρ. vet Trοὐ καταπροΐξῃ:οὐ προῖκά μου καταφρονήσεις, τουτέστι δωρεάν.
VEΓ3Mvet Trτοῦ ποδὸς παρίει:μεταφορικῶς ἀπὸ τῶν πλεόντων ἐχρήσατο.
ἐπειδὰν γὰρ †πλείων† ἄνεμος ἐμπέσῃ τοῖς πλέουσι, συστέλλουσι καὶ παραιροῦσι
τῶν ἱστίων τὰ πολλά, ἢ τὸ μὲν ἓν μέρος τοῦ ἱστίου ἐντείνεται, τὸ δὲ ἕτερον
ἀναστέλλεται οὗ ἂν μὴ χρεία ᾖ ἢ ὁ καιρὸς ἀπαιτῇ. πόδας δὲ καλοῦσιν οἱ ναῦται
τοὺς παρ' ἑκάτερα τὰ μέρη κάλους ἐκδεδεμένους τῆς ὀθόνης. φησὶν οὖν,
ἀσφαλέστερον λοιπὸν διαλέγου καὶ πρᾶττε, τουτέστι μὴ πολλῇ χρῶ ἀθυ-
ρογλωττίᾳ, ἀλλὰ πεφεισμένως διαλέγου τῷ Κλέωνι. παροξύνεται γὰρ σφόδρα.
402

Scholia In Aristotelem, Scholia in Aristotelis ethica Nicomachea (scholia vetera et


recentiora) (e cod. Parigr. 1854) Bekker p. 1160B,34, γρ. 5
θυμοῦσιν, ἀλλ' ἄχρις οὗ συμπλέουσιν, ἢ συμπολεμοῦσι.
Ἣν ἕκαστος ὠνεῖται διὰ χρημάτων, οἷά ἐστι τὸ κομμέρκιον,
καὶ τὰ λοιπά.
Ὥσπερ γὰρ διαφέρει ὁ πατὴρ
τοῦ δεσπότου, οὕτω διαφέρει καὶ ἡ τοῦ πατρὸς ἀρχὴ ἡ πρὸς υἱὸν,
καὶ τῆς τοῦ δεσπότου πρὸς δοῦλον.
Τοῦτο λέγει, ὅτι ἐὰν ἐπιχει-
ρήσῃ ὁ ἀνὴρ καὶ τοῦ τυχόντος κυριεύειν καὶ τῶν ἐφειμένων τῇ
γυναικὶ, διέφθειρε τὴν οἰκείαν ἀρχήν· καὶ ὥσπερ ἐξ ἀριστοκρατίας
τρόπον τινὰ εἰς ὀλιγαρχίαν καθίστησιν ἄρχων κακῶς.
Πολὺν κλῆρον ἢ προῖκα πολλὴν ἀγαγοῦσαι τοῖς ἀνδράσι.

Scholia In Demosthenem, Scholia in Demosthenem (fort. auctore Ulpiano) Oration


18, τμ. 72, γρ. 4

θέσει· εὐκαίρων γὰρ δεῖται, ὥστε ἐκεῖθεν καὶ ἀμύνεσθαι τοὺς πολεμίους
καὶ περιουσίας χρημάτων περιποιεῖν. gTBcFj
προσάγειν τοὺς πρέσβεις ᾤμην δεῖν] τοῦ Φιλίππου τοὺς πρέσβεις ἐλ-
θόντας εἰς τὴν Ἀττικὴν προσάγειν ἐκέλευσεν ὁ ῥήτωρ τῷ δήμῳ. τοῦτο δὲ
Αἰσχίνης εἰς φιλιππισμὸν ἐγκέκληκε, τὴν περὶ τοὺς πρέσβεις σπουδὴν
διηγούμενος. ὁ δὲ χλευάζει· ‘τοὺς ἐπὶ τούτῳ ἥκοντας, ἵν' ὑμῖν διαλεχθῶ-
σιν, οὐκ ἔδει προσάγειν;’ gTBcFj
προσάγειν γράψαι] διέβαλλεν Αἰσχίνης ὡς διὰ τούτων φιλιππίζοντα
τὸν ῥήτορα, διά τε τοῦ γράψαι αὐτὸν περὶ τῶν πρέσβεων τοῦ Φιλίππου,
ὡς ὅτι δεῖ προσελθεῖν τῷ δήμῳ καὶ θέαν αὐτοῖς κατανεῖμαι, ὅ ἐστι καθ-
έδραν αὐτοῖς ἀφορίσαι ἐν τῷ θεάτρῳ προῖκα. δείκνυσι τὸ μὲν τοῦ προσελ-
θεῖν ἀναγκαῖον ὄν, τὸ δὲ περὶ τῆς θέας ὑπάρχον εὐτελές. A
κελεῦσαι] τὰ μικρὰ συμφέρεσθαι τῆς πόλεωςφυλά>ττειν. vp
ἀλλ' ἐν τοῖν δυοῖν ὀβολοῖν] δύο γὰρ ὄντων πρέσβεων δύο ἦσαν οἱ
ὀβολοί· οὕτως εὐτελὲς ἦν ὃ αἰτιᾶται. ὁ δέ γε Αἰσχίνης τὴν προαίρεσιν
ἐγκαλεῖ, οὐ τὸ ἀνάλωμα. gTBcFj
ἀλλ' ... ὀβολοῖν] τὸ διώβολον παρεῖχον οἱ θεωροῦντες, ὡς ἤδη
ἔγνωμεν. ὥστε οὖν γνωστέον ὅτι οἱ δύο πρέσβεις, Ἀντίπατρος καὶ Παρ-
μενίων, τοὺς δύο ὀβολοὺς ἐδίδοσαν, ὁ εἷς πρὸς ἕνα, ἀλλ' οὐ πρὸς δύο. διὰ
τοῦτο εἶπε ‘τοῖν δυοῖν ὀβολοῖν ἐθεώρουν’. σημείωσαι διότι εὑρίσκεται καὶ
παρὰ Θουκυδίδῃ καὶ ἐνταῦθα τὸ ‘θεωρεῖν’ ἐπὶ τοῦ θεᾶσθαι. A

Scholia In Demosthenem, Scholia in Demosthenem (fort. auctore Ulpiano) Oration


19, τμ. 351, γρ. 2

εὐήθως λήψεσθαι] ἁπλούστερον λαβεῖν ὡς οὐ δηλοῦντα δωροδο-


κίαν. gT διεκρούσατο>] τὸ ‘διεκρούσατο’ ἀντὶ τοῦ ‘ὑπερέθετο’. A
φέρε δὴ καὶ ὅσους αὐτὸς ἐλυσάμην] δυοῖν ἐστιν ἐν τούτῳ σύστασις,
τοῦ τε αὐτὸν μὴ δωροδόκον γεγενῆσθαι καὶ τοῦ μόνον τῶν πρέσβεων εἶναι
φιλόπολιν. ἐπειδὴ δὲ τὸ ἔγκλημα εἰς ἅπαντας διήκει (ἅπαντες γὰρ ἐδό-
403

κουν διατετριφέναι κατὰ τὴν Μακεδονίαν), τῇ διαφορᾷ τὸ ἐξισάζον λύει·


’οὗτοι μὲν τηνάλλως διῆγον, ἐγὼ δὲ ὑπὲρ τῆς πόλεως καὶ τῶν αἰχμαλώτων
τὴν διατριβὴν ἀνήλισκον’. gT
ἀπιστοῦντες ὡς ἐμοὶ δοκεῖ] μεγάλην ἀποφαίνει τὴν δαπάνην, ὡς καὶ
τοὺς αἰχμαλώτους ἀδύνατον νομίσαι προῖκα τὴν ἄφεσιν γενέσθαι. τὸ δὲ
’ἐδανείζοντο’ δοκεῖ μὲν ὑβριστικὸν εἶναι, αὐξῆσαι δὲ τὴν δαπάνην βουλό-
μενος εἶπεν ὅτι ‘καὶ τὸν τόκον ἀφῆκα καὶ τὸ κεφάλαιον’. gT
οἷς αὐτὸς ἔχρησα τἀργύριον] ἐπειδὴ ἐκακίζετο ὁ τόκος, ὑπέμνησε
μὲν ἐξ ἀρχῆς, χρηστῷ δὲ ὀνόματι τῷ ‘ἔχρησα’ ἐκφεύγει τὸ ἄτοπον.
gT
τῶν ἄλλων ὑπὸ τοῦ Φιλίππου] αἰνίττεται ὅτι πάντας ἀφῆκεν, εἰ μὴ
προλαβὼν ὑπέσχετο αὐτοὺς λύσασθαι καὶ δώσειν εἰς δύναμιν. gT
ἀφῆκα>] ‘ἀφῆκα’ γὰρ λέγει τὰ δοθέντα παρὰ Φιλίππου αὐτῷ εἰς
λόγον ξενίων, τὸ δὲ ‘δέδωκα δωρεάν’, ἅπερ ἐχαρίσατο τοῖς αἰχμαλώ-
τοις. AT

Scholia In Demosthenem, Scholia in Demosthenem (fort. auctore Ulpiano) Oration


24, τμ. 2b, γρ. 29

ἀκόλουθον τῇ τοῦ προοιμίου προτάσει ‘αὐτὸς ἑαυτῷ τοῦ παρόντος


ἀγῶνος αἴτιος Τιμοκράτης, ἀποστερῆσαι βουληθεὶς ὑμᾶς καὶ ἑτέρων
χρημάτων, ἃ πολὺν χρόνον ἐξεκαρπώσαντο ἤδη τινές, τουτέστιν οἱ
πρέσβεις’. εἶθ' ἡ αἰτία τελευταία (3) ‘ὥστε οὗτος μὲν ἔχει ἀργύριον
παρ' ἐκείνων’ συμφώνως ἔχουσα πρὸς τὴν πρότασιν, ὡς αὐτὸς ἑαυτῷ
τοῦ παρόντος ἀγῶνος αἴτιος ἂν εἴη· ἀργύριον γὰρ λαβὼν νόμον εἰσήνεγκε.
διὰ τί δὲ τελευταίαν τὴν αἰτίαν ἔθηκε τῆς αἰσχροκερδείας καὶ οὐ συνῆψεν
αὐτὴν τῇ προτάσει εὐθύς; ὅτι ἀπίθανος ἦν ἄνευ τῆς αὐξήσεως τῆς ‘παρὰ
πάντας τοὺς νόμους’. οὐδεὶς γὰρ ἂν ἐπίστευσεν ἁπλῶς εἰληφέναι τὸν
νομοθέτην ἀργύριον· ῥηθείσης δὲ τῆς εἰς τὴν πόλιν βλάβης, ῥᾳδίως
ἔμελλεν ὁ ἀκροατὴς πιστεύειν μὴ προῖκα ταῦτα γεγράφθαι τῷ νομοθέτῃ.
οὕτω φαίνεται διὰ μακροῦ τὸν σύνδεσμον ἀνταποδούς. YL
καὶ
ἔστι μὲν ὡς ἀληθῶς περισκελεστέρα ἡ τάξις τῶν νοημάτων καὶ πρὸς τὴν
Θουκυδίδειον ἀπαγγελίαν ἔχει τὴν ἅμιλλαν· σῴζει μέντοι γε τὴν ἀκο-
λουθίαν ἔντεχνον καὶ σὺν ἐπιστήμῃ τὸ προοίμιον. εἰ δὲ εὐκρινῆ τὸν
λόγον ἐποίησεν ἐκτιθέμενος τὰς αἰτίας, ὕπτιος ἂν αὐτῷ ὁ λόγος καὶ
ἱστορικὸς ἐγένετο ἢ καὶ ἐξαγώνιος, ἀλλ' οὐ προοιμιακός. δεῖ γὰρ ἄγαν
συνεστράφθαι καὶ ὥσπερ ἐν πνεύματι κύκλον τινὰ τὸ προοίμιον εἶναι.
ἠναγκάσθη τοίνυν δουλεῦσαι μᾶλλον τῇ τοῦ προοιμίου τέχνῃ ἢ τῇ τῶν
πραγμάτων εὐκρινείᾳ, ἡγούμενος τὴν μὲν εὐκρίνειαν τῶν αἰτιῶν καὶ τῶν

Scholia In Demosthenem, Scholia in Demosthenem (fort. auctore Ulpiano) Oration


24, τμ. 360, γρ. 1

καὶ ἴσως Σινώπην καὶ Φανοστράτην αἰνίττεται, ὡς εἶπεν ἐν


τῷ ἄλλῳ λόγῳ (22, 56) φανερῶς, ἵνα ὡς ὁμοτέχνους αὐτὰς καλέσῃ τοῦ
Ἀνδροτίωνος τοῦ πόρνου. gT
καὶ ... ἐχρῆτο] τὴν πόρνην, ἀπὸ τοῦ διακονεῖν ταῖς ἡδοναῖς· ἵνα
αἰνίττηται εἰς τὰς περὶ Σινώπην καὶ Φανοστράτην, ὧν ἐμνήσθη ἐν τῷ
404

κατ' Ἀνδροτίωνος (22, 56). A


πράττονται>] ἀντὶ τοῦ εἰσπράττονται. A
τὸν λόγον ἐγγράψαι] ‘τὸν λόγον’ λέγει, οἷον αὐτὰς τὰς εὐθύνας
περὶ ὧν ἔμελλεν ἀπαιτεῖσθαι, τί εἰσέπραξε καὶ ἐκ τίνος. A
τὸν ... ἐγγράψαι] τὸν τῆς εἰσπράξεως λέγει. YL
προῖκα γάρ, οὐδὲν ὠφελούμενος] ὥσπερ κατασκευή ἐστι τοῦ προ-
ειρημένου ‘ὅτι ἔγραψε’. ‘προῖκα γάρ,’ φησί, ‘μηδὲν ὠφελούμενος, εἵλετο
πολεμεῖν ὑμῖν καὶ μάχεσθαι πᾶσι τοῖς νόμοις καὶ τῷ ἑαυτοῦ τῷ προτέρῳ.’
gT ὃ τοίνυν ἔμοιγε δοκεῖ] ἤδη τέλος ἐπιθεὶς τῇ τοῦ ἐλέου ἐκβολῇ
καταφοράν τινα ποιεῖται τῆς τοῦ προσώπου ποιότητος δι' ἧς οὐδὲν
ἧττον ἐκβάλλει τὸν ἔλεον ἐνθένδε ἀρξάμενος ‘ὃ τοίνυν ἔμοιγε δοκεῖ’. τί
τοίνυν διὰ τούτων ἐργάζεται; μῖσος αὐτῷ κινεῖ καὶ ὑποψίας ἀτόπου τοὺς
ἀκούοντας πίμπλησι, πονηρίας ὑπόνοιαν, αἰσχροκερδίαν καὶ ἄλλα τινά.
πῇ μὲν γὰρ φθόνον δεῖ κινεῖν μετὰ τὴν ἐλέου ἐκβολήν, πῇ δὲ μῖσος, μῖσος
μὲν ὡς ἐνθάδε, φθόνον δὲ ὡς ἐν τῷ κατὰ Μειδίου (21, 158) ‘καὶ διὰ τῆς

Scholia In Demosthenem, Scholia in Demosthenem (fort. auctore Ulpiano) Oration


24, τμ. 360, γρ. 2

τῷ ἄλλῳ λόγῳ (22, 56) φανερῶς, ἵνα ὡς ὁμοτέχνους αὐτὰς καλέσῃ τοῦ
Ἀνδροτίωνος τοῦ πόρνου. gT
καὶ ... ἐχρῆτο] τὴν πόρνην, ἀπὸ τοῦ διακονεῖν ταῖς ἡδοναῖς· ἵνα
αἰνίττηται εἰς τὰς περὶ Σινώπην καὶ Φανοστράτην, ὧν ἐμνήσθη ἐν τῷ
κατ' Ἀνδροτίωνος (22, 56). A
πράττονται>] ἀντὶ τοῦ εἰσπράττονται. A
τὸν λόγον ἐγγράψαι] ‘τὸν λόγον’ λέγει, οἷον αὐτὰς τὰς εὐθύνας
περὶ ὧν ἔμελλεν ἀπαιτεῖσθαι, τί εἰσέπραξε καὶ ἐκ τίνος. A
τὸν ... ἐγγράψαι] τὸν τῆς εἰσπράξεως λέγει. YL
προῖκα γάρ, οὐδὲν ὠφελούμενος] ὥσπερ κατασκευή ἐστι τοῦ προ-
ειρημένου ‘ὅτι ἔγραψε’. ‘προῖκα γάρ,’ φησί, ‘μηδὲν ὠφελούμενος, εἵλετο
πολεμεῖν ὑμῖν καὶ μάχεσθαι πᾶσι τοῖς νόμοις καὶ τῷ ἑαυτοῦ τῷ προτέρῳ.’
gT ὃ τοίνυν ἔμοιγε δοκεῖ] ἤδη τέλος ἐπιθεὶς τῇ τοῦ ἐλέου ἐκβολῇ
καταφοράν τινα ποιεῖται τῆς τοῦ προσώπου ποιότητος δι' ἧς οὐδὲν
ἧττον ἐκβάλλει τὸν ἔλεον ἐνθένδε ἀρξάμενος ‘ὃ τοίνυν ἔμοιγε δοκεῖ’. τί
τοίνυν διὰ τούτων ἐργάζεται; μῖσος αὐτῷ κινεῖ καὶ ὑποψίας ἀτόπου τοὺς
ἀκούοντας πίμπλησι, πονηρίας ὑπόνοιαν, αἰσχροκερδίαν καὶ ἄλλα τινά.
πῇ μὲν γὰρ φθόνον δεῖ κινεῖν μετὰ τὴν ἐλέου ἐκβολήν, πῇ δὲ μῖσος, μῖσος
μὲν ὡς ἐνθάδε, φθόνον δὲ ὡς ἐν τῷ κατὰ Μειδίου (21, 158) ‘καὶ διὰ τῆς
ἀγορᾶς σοβεῖ, τρεῖς ἀκολούθους ἢ τέτταρας αὐτὸς ἔχων’. ἔστι δ' ὅτε

Scholia In Euripidem, Scholia in Euripidem Vita-argumentum-scholion sch Or, τμ.


626, γρ. 10

ἐμοῦ μῖσος καὶ τὴν ἐμὴν συγγένειαν καὶ φιλίαν: – TAB


ἢ μὴ 'πίβαινε Σπαρτιάτιδος>: Λακεδαίμονος πρῶτος ἦρξε
Λέλεξ, ἀφ' οὗ καὶ Λέλεγες ὠνομάζοντο. ἔσχε δὲ παῖδας ἐκ Περιδίκης
Μύλην, Πολυκάονα, † βωμολόχον, Θεράπνην. τούτων ὁ Μύλης ἐκ
Κλεοχαρείας ἴσχει Εὐρώταν καὶ Πελίαν. Εὐρώτας δὲ ἄρξας μετὰ
τὸν κατακλυσμὸντὸλιμναζόμενον ἐργασάμενος καὶ ποταμὸν ποιήσας
Εὐρώταν ὠνόμασεν. οὗτος ἐκ Κλήτας ἴσχει θυγατέρα Σπάρτην, ἣν
405

ἀγαγόμενος Λακεδαίμων ὁ Ταϋγέτης ἄρξας τοὺς μὲν Λέλεγας Λακεδαι-


μονίους, τὸ δὲ ὄρος Ταΰγετον καὶ πόλιν κτίσας Σπάρτην ὠνόμασεν: –
MTAB
ταύτην γὰρ αὐτῷ εἰς προῖκα ἔδωκεν ὁ Τυνδάρεως: – AgBi
στεῖχ' ὡς ἀθορύβως>: πορεύου, ὅπως ὁ προσελθών μοι
λόγος τοῦ γήρως τοῦ σοῦ ὑπείκοντος ἀθορύβως πρὸς τὸν Μενέλαον
γένηται: –
ποῖ σὸν πόδ'>: ὡς τῷ ποδὶ τὸ ἔδαφος περιγράφοντος αὐτοῦ
καὶ διστακτικῶς ἀναλογιζομένου εἰ δέοι βοηθεῖν, ὅπερ ποιοῦσιν οἱ ἀμη-
χανοῦντες ἐν πράγματι: –
ὅπῃ τράπωμαι>: ποῦ τῆς τύχης τράπωμαι, πότερον σοὶ
συνέλθω ἢ Τυνδάρεῳ: –

Scholia In Euripidem, Scholia in Euripidem


Vita-argumentum-scholion sch Hipp, τμ. 628, γρ. 2

σίαν ὑπὲρ κακοῦ δίδομεν. προκατασκευάσας δὲ λογισμὸν οἰκειότα-


τον τῷ προσώπῳ, λοιπὸν κατατρέχει καὶ [ἐπὶ τὴν διαβολὴν] τῆς γυναι-
κείας φύσεως. ἔδει γὰρ πρῶτον λογισμῷ τινι ἀναιρῆσαι τὸ εἶναι αὐτὰς,
εἶθ' οὕτως ἄρξασθαι τῶν διαβολῶν. τὸ δὲ ἑξῆς ἄριστα ὡς ἐκ συγκρί-
σεως ἐπιφέρεται: – NAB
ἀποδίδομεν παρέχομεν: –
τούτῳ δὲ δῆλον ὡς γυνὴ κακὸν μέγα>: δηλονότι ἐν τῷ
τὸν πατέρα φερνὰς διδόναι πρὸς τὸ ἀπατῆσαί τινα.ἀτηρόνδὲ
ἐπιζήμιον, ἐπιβλαβὲς, ἀπάτης τοῖς ἀνθρώποις παραίτιον: – N
προσθεὶς γὰρ ὁ σπείρας>: ὁ δὲ τεκὼν αὐτὴν καὶ ἀναθρέψας
προσδίδωσι προῖκα ὥστε ἀπαλλαγῆναι αὐτὸν τοῦ κακοῦ καὶ οὐδὲ τὴν
φύσιν τῆς παιδοποιΐας εἰς αὐτὴν σῴζει ὁ πατὴρ τὴν ἀπαλλαγὴν ἀντὶ
τῆς φιλοστοργίας τῆς παιδὸς ἀντικαταλλασσόμενος: – AB
προῖκα: –
γράφεταιἀτηρὸν ἐν δόμοις κακόν>: –
ἐπιζήμιον ἐπιβλαβές. ἄτης, ἢ βλάβης, παρεκτικόν: – Bi
ὡς ἀνδριάντι ἀναυδήτῳ κόσμον περιβαλών:

Scholia In Euripidem, Scholia in Euripidem Vita-argumentum-scholion sch Hipp,


τμ. 629, γρ. 1

εἶθ' οὕτως ἄρξασθαι τῶν διαβολῶν. τὸ δὲ ἑξῆς ἄριστα ὡς ἐκ συγκρί-


σεως ἐπιφέρεται: – NAB
ἀποδίδομεν παρέχομεν: –
τούτῳ δὲ δῆλον ὡς γυνὴ κακὸν μέγα>: δηλονότι ἐν τῷ
τὸν πατέρα φερνὰς διδόναι πρὸς τὸ ἀπατῆσαί τινα.ἀτηρόνδὲ
ἐπιζήμιον, ἐπιβλαβὲς, ἀπάτης τοῖς ἀνθρώποις παραίτιον: – N
προσθεὶς γὰρ ὁ σπείρας>: ὁ δὲ τεκὼν αὐτὴν καὶ ἀναθρέψας
προσδίδωσι προῖκα ὥστε ἀπαλλαγῆναι αὐτὸν τοῦ κακοῦ καὶ οὐδὲ τὴν
φύσιν τῆς παιδοποιΐας εἰς αὐτὴν σῴζει ὁ πατὴρ τὴν ἀπαλλαγὴν ἀντὶ
τῆς φιλοστοργίας τῆς παιδὸς ἀντικαταλλασσόμενος: – AB
406

προῖκα: –
γράφεταιἀτηρὸν ἐν δόμοις κακόν>: –
ἐπιζήμιον ἐπιβλαβές. ἄτης, ἢ βλάβης, παρεκτικόν: – Bi
ὡς ἀνδριάντι ἀναυδήτῳ κόσμον περιβαλών: – M
προστιθεὶς ἀγάλματι>: πᾶν ἐφ' ᾧ τις ἀγάλλεται. ἀγάλλεται δὲ
καὶ ὁ ἀνὴρ ἐπὶ τῷ γάμῳ. ὡς ἀνδριάντι ἀναισθήτῳ τιμὰς περιάπτων.
λείπει δὲ τὸ ὡς, ὡς ἀγάλματι: – NAB
καλὸν κακίστῳ>: τουτέστι τὸν χρυσὸν τῷ κακίστῳ γυναικείῳ
φυτῷ προστιθεὶς ὡς ἀγάλματι χαίρει: –

Scholia In Euripidem, Scholia in Euripidem Vita-argumentum-scholion sch Andr,


τμ. 2, γρ. 2

τῆς Θήβης πεδίῳ τάσσουσιν, ὡς Αἰσχύλος Λυρνησσίδα προσαγορεύσας


τὴν Ἀνδρομάχην ἐν τοῖς Φρυξὶν, ἔνθα καὶ ξένως ἱστορεῖ Ἀνδραίμονος
αὐτὴν λέγων [frg. 267]· ‘Ἀνδραίμονος γένεθλον Λυρνησσίου, ὅθενπερ
Ἕκτωρ ἄλοχον ἤγαγεν φίλην’. Φιλέας δὲ καὶ ἐν Θεσσαλίᾳ φησὶν ἐν
τῷ Φθιωτικῷ τέλει Θήβας εἶναι. Θεόπομπος δὲ ἐνγἙλληνικῶν
[FHG IV p. 643] καὶ περὶ τὴν Μυκάλην ἄλλας εἶναί φησι, ταύτας δὲ
Μιλησίους ἀλλάξασθαι πρὸς Σαμίους: – MNO
πέντε εἰσὶ Θῆβαι, Ὑποπλάκιοι, Βοιώτιαι, Αἰγύπτιαι καὶ ἐν τῷ
Φθιωτικῷ μέρει καὶ περὶ Μυκάλην: – MNO
τῶν ἐν φέρνῃ δώρων: – A
τρυφῇ· προικὸς κόσμῳ· ἔστι δὲ παρὰ τὴν χύσιν, οἱονεὶ χύ-
δην πληθύοντα: – MNOA
εἰς τὴν βασιλικὴν οἰκίαν: –
νομίμη, γνησίων παίδων τροφός. οἱ γὰρ σκότιοι παῖδες ἐκ-
ρίπτονται: – MOA
’γνησίων ἐπὶ σπορᾷ παίδων’ [Menandr. frg. 720]: –
ζηλωτός>: ἐπίφθονος, εὐδαίμων, μακαρία. τὸ δὲἐν τῷ
συναπτέον τῷχρόνῳ>, ἵν' ᾖ· ἐν τῷ πρότερον χρόνῳ: – MOA
νῦν δ' εἴ τις>: εἶπεν τὸν δεύτερον στίχον περισσὸν ἐκδε-
χόμενος τὸνῦν δὲ εἴ τις ἄλληἀντὶ τοῦ ὡς οὐδεμία ἄλλη,δυστυ-
χὴς γυνή>. εἰ δέ τις θελήσειεν ἐκδέξασθαι τὸ οὐχ ὑπολαμβάνω, ἵν' ᾖ

Anonymi In Hermogenem Rhet., Commentarium in librum περὶ εὑρέσεως


Vol. 7, p. 854, γρ. 19

Cap. XIII. Περὶ ἐσχηματισμένων προβλημάτων.

Ἄλλο τι περαίνῃ ὁ λόγος·Ὁ γὰρ πένης οὐ


μόνον τὸ ἐναντίον, οὗ προτείνεται, βούλεται συνιστᾷν,
ἀλλὰ καὶ ἔξωθέν τινα ἕτερα, πλαγιάζων τὸν λόγον· παρ-
αγγέλλει μὲν γὰρ ἑαυτὸν, συνίστησι δὲ τὸ ἐναντίον, καὶ
προσέτι ἕτερά τινα πλαγιάζων προτείνεται καὶ συνιστᾷν
ἐθέλει, τὸ μὴ εἶναι παρὰ τῷ πλουσίῳ σῖτον, ἢ τὸ, κἂν
ᾖ, χρῆναι αὐτὸν προῖκα καὶ ἀποινὶ λαβεῖν.
407

Κατὰ ἔμφασιν.Βούλεται μὲν γὰρ ὁ υἱὸς ἐπὶ


τῇ μοιχείᾳ τῆς γυναικὸς κατηγορεῖν τοῦ πατρὸς, οὐ συγ-
χωρεῖται δὲ παρὰ τοῦ νόμου, οὐδὲ διδόασι τούτῳ παῤῥη-
σίαν οἱ δικασταὶ, ἀλλ' ἐπιλαμβάνονται· τοίνυν προσποι-
εῖται μανίαν, καὶ βούλεσθαι φεύγειν φάσκει, κατὰ τὸν
νόμον μὴ τοῦτο βουλόμενος, ἀλλ' ἕτερόν τι τὸ ἐν προς-
χήματι μανίας τὰ τῆς κατηγορίας ῥήματα φθέγγεσθαι
ἀνεπιλήπτως· διὰ τοῦτο καὶ κατὰ ἔμφασιν λέγεται, ὅτι
ἐμφαίνει τὰ τῆς μοιχείας προσποιούμενος τὴν μανίαν,
καὶ τὴν φυγὴν τῷ λόγῳ αἱρούμενος.

Scholia In Hesiodum, Scholia in opera et dies (scholia vetera partim Procli et


recentiora partim Moschopuli, Tzetzae et Joannis Galeni Prolegomenon-scholion sch,
p.-verse 394bis, γρ. 1

πτωκὸς γυμνὸς καὶ περιδεὴς πορεύῃ πρὸς τοὺς ἀλλοτρίους


οἴκους. TZETZEὩΡΙΑ. Ἤτοι ὥριμα καὶ ἐν τῷ καιρῷ αὐτῶν, ἵνα σοὶ
ἕκαστα αὐξάνηται κατὰ τὸν προσήκοντα αὐτοῖς καιρὸν, ἵνα
μήπως τὰ μεταξὺ στερούμενος, πτώσσῃς, ἀντὶ τοῦ συνεσταλ-
μένος καὶ τεταπεινωμένος ἔρχῃ, ἐπ' ἀλλοτρίους οἴκους, αἰ-
τῶν δηλονότι, καὶ μηδὲν ἀνύσῃς, καθὰ καὶ νῦν ἐπ' ἐμὲ ἦλθες,
ἐγὼ δέ σοι οὐκέτι ἐφ' οἷς ἔδωκα δώσω. MOSCHOP.
ΟΥΚ ΕΠΙΔΩΣΩ. Οὐ χαριοῦμαι, ἐντεῦθεν καὶ
δωτίνη ἡ δωρεά. PROCLU
ΕΠΙΔΩΣΩ. Προῖκα καὶ κατὰ χάριν παρέξω,
οὐδ' ἐπιμετρήσω μέτρῳ τινὶ καὶ μεδίμνῳ. TZETZE
ΟΥΔ' ΕΠΙΜΕΤΡΗΣΩ. Ἀντὶ τοῦ οὐ χρήσω.
PROCLU

Scholia In Hesiodum, Scholia in opera et dies (scholia vetera partim Procli et


recentiora partim Moschopuli, Tzetzae et Joannis Galeni Prolegomenon-scholion sch,
p.-verse 512, γρ. 12

Ποιητικῶς οὕτω λέγεται· ὤφειλε γὰρ, καὶ διὰ τούτων ἄησιν·


ἡ γὰρδιαἐν τοῖς τοιούτοις εἰ μὲν μετὰ τοῦ ῥήματος κεῖται,
πρὸς αἰτιατικὴν ἀεὶ λέγεται· εἰ δὲ μετὰ τοῦ πτωτικοῦ, γενικῇ
ἐξ ἀνάγκης συντάσσεται. Οὗτοι δὲ ἀντιστρόφως ταῦτα ποι-
οῦσιν ὅταν ἐθέλωσι· καὶ μετὰ τοῦ ῥήματος γὰρ αὐτὴν τιθέντες
πρὸς γενικὴν λέγουσι, καὶ μετὰ τοῦ πτωτικοῦ πάλιν αἰτιατικῇ
συντάττουσιν, ὡς ἐν τῷ, διά τ' ἔντεα καὶ μέλαν αἷμα. καὶ ἐνταῦθα οὕτως,
Καί τε δι' αἶγα ἄησιν. Πολύχρυσον ἔλεγον τὴν Ἀφροδίτην, διὰ τὰς προῖκας καὶ τὸν
διδόμενον ταῖς νύμφαις χρυσόν. MOSCHOP.
ΚΑΙ ΤΕ ΔΙΑ ῬΙΝΟΥ. Διέρχεται καὶ διὰ τοῦ
δέρματος τοῦ βοός. TZETZE
ΟΥΔΕ ΜΙΝ ΙΣΧΕΙ. Οὐδὲ μὶν καὶ αὐτὸν τὸν βοῤ-
ῥᾶν κρατεῖ τὸ δέρμα τοῦ βοός. TZETZE
ΚΑΙ ΤΕ ΔΙ' ΑΙΓΑ. Καὶ διὰ τῆς μακρότριχος αἰ-
γὸς διαπερᾷ. TZETZE
408

ΠΩΕΑ Δ' ΟΥΤΙ. Διὰ δὲ τῶν πωέων καὶ τῶν


προβάτων οὔτι διαπνέει, ὅτι συνεχεῖς αἱ τρίχες αὐτῶν, ἀλλὰ
διάησι, δηλονότι τούτων πάντων περιγίνεται, πλὴν τῆς οἰκου

Scholia In Hesiodum, Scholia in theogoniam Verse 485, γρ. 3

ἄντρῳ ἐν ἠλιβάτῳ:εἰς ὃ ἀνέρχεται ὁ ἥλιος. ἐν-


ταῦθα δὲ ἐν κοίλῳ καὶ ὑψηλῷ. R2WLZNsvB
Αἰγαίῳ ἐν ὄρει:τὸ σημεῖον ὅτι καὶ οὗτος αἰγίοχον
ἤκουσε τὸν Δία ἐπεὶ αἶγα ἐθήλασεν. ἀφ' οὗ ἐν Κρήτῃ καὶ Αἰγὸς
ὄρος καλεῖται R2WLZT καὶ Αἰγαῖον, τὸ ὑπ' ἐνίων Αἰγιδόκον
καλούμενον. R2WLZ ὁ δὲ Ὅμηρος ἐκ τοῦ ἰδίου ὅπλου, τῆς
αἰγίδος (Ο 310, Ρ 593 etc.), αἰγίοχον αὐτὸν ἐκάλεσεν. R2WLZT
τῷ δὲ σπαργανίσασα μέγαν λίθον:τὸ
σῶμα τὸ ἀνθρώπινον. Ἀγαθοκλῆς δὲ ὁ Βαβυλώνιός (FHG IV 290,
7; FGrHist III B 472 F 1c) φησι τὴν Ῥέαν ἐκ Προικονήσου
δέξασθαι τὸν λίθον. τοῦτον δὲ τὸν λίθονκαταποθῆναιλέγει
διὰτὸ τὴν γῆν ἀποκεκρύφθαι ὑπὸ τῆς ἀκαταστασίας τῶν
ἀέρων τὸ πρίν. R2WLZX
μέγαν λίθον:μέγαν λίθον τὴν γῆν λέγει διὰ τὸ ἀποκεκρύ-
φθαιὑπὸτῆς ἀκαταστασίας τῶν ἀέρων.

Σχόλια στον Όμηρο, Scholia in Iliadem Book of Iliad 9, verse 147b, γρ. of scholion
4

εἰ ἔχοι τὴν τρίτην ἀπὸ τέλους φύσει μακρὰν διὰ τοῦιἐκφερομένην ἤτοι
μόνου ἢ καὶ σὺν ἑτέρῳ φωνήεντι, προπαροξύνεται, “Ἴλιον” (Ο 71 al.),
ποίμνιον †σίγιον† λείριον αἴτιον· οὕτως καὶ μείλιον. σπάνια δὲ τὰ
παροξυνόμενα, ὥσπερ τὸ “ἰνίον” (Ε 73)· τὸ γὰρ “τειχίον” (π 165.
343) ὑποκοριστικὸν καὶ τὸ κλειδίον. A
{ἐπιμείλια δώσω:} Ἀρίσταρχος ὑφ' ἓν ὡς ἐπιφέρνια,
Ἀπολλόδωρος κατὰ διάλυσιν. T
Ariston. | D | Hrd.ἐγὼ δ' ἐπὶ μείλια δώσω:>ὅτι καὶ ὑπὸ τῶν πατέρων
ἐπεδίδοτο ταῖς θυγατράσιν, οὐχ ὑπὸ τῶν ἀνδρῶν μόνον ἐπέμπετο, ἃ
λέγει>. | μείλια δέ εἰσιν, οἷς μειλίσσονται τοὺς ἄνδρας. τὴν
προῖκα δὲ λέγει τὴν ἡδέως διατιθεμένην τὴν ψυχήν. | Ἀρίσταρχος δὲ
ἐπιφέρνια. A
Ariston.ὅσσ' οὔ πώ τις ... ἐπέδωκε:>ὅτι οὐ λέγει ‘ὅ τι πρῶτος
ἐπιδέδωκα’. Aim
ex.ἑπτὰ δέ οἱ δώσω – >πτολίεθρα:ἄδηλον, εἴτε
φερνὴν ἐπὶ τῇ θυγατρὶ καὶ ταύτας δίδωσι τὰς πόλεις, ἢ ἔξωθεν, ὡς καὶ
τὰ ἄλλα δῶρα. b(BCE3)T ἄμεινον δὲ ἀντὶ φερνῆς αὐτὰς ἡγεῖσθαι.

Σχόλια στον Όμηρο, Scholia in Iliadem (scholia vetera et recentiora e cod.


Genevensi gr. 44) Book of Iliad 6, verse 394, γρ. of scholion 2
409

[τῷ καί μιν – ὀΐω] πιθανῶς παρέδραμε τὴν αἰσχύ-


νην τῶν εἰργασμένων.
[δᾶερ] τὸ δὲ «δᾶερ» ἕνεκεν φιλοφροσύνης ἐπαναλαμβάνει.
[οἰκῆας] οὐκ ἀπῆλθεν πρῶτον εἰς τὸν ἑαυτοῦ δόμον προκρίνων
τὰ ἀναγκαῖα τῶν ἡδέων.
γαλόων] ἀνδρῶν ἀδελφῶν, αἳ παρ' ἡμῖν λέγονται ἀνδραδελφαί.
εἰνατέρες δὲ καλοῦνται αἱ τῶν ἀνδρῶν γυναῖκες, αἱ παρ' ἡμῖν λεγόμεναι
σύνοικοι.
[μαινομένῃ εἰκυῖα] ἵνα δοκῇ ἐκβεβακχεῦσθαι τῷ προόδῳ.
πολύδωρος] ὡς πολλὰ ἐνεγκαμένη δῶρα τῷ οἴκῳ τοῦ ἀνδρὸς
εἰς προῖκα.
[τοῦπερ δὴ θυγάτηρ – Ἕκτορι] ἤτοι ἐδεδάμαστο
εἰς γάμον τῷ Ἕκτορι.
[ἀταλάφρονα] ἀταλάφρων, μὴ δυνάμενος τλῆναι κακοπάθειαν,
ἤτοι ἁπαλάφρων καὶ νήπιος.
[φῦ χειρί] τὸ δυσαποπάστως – χειρί.
[σεῦ ἀφαμαρτούσῃ χθόνα δύμεναι] φίλανδρον τὸ ἦθος.
[ἤτοι γὰρ πατέρ' ἀμὸν] τὸ «ἀμόν» ἐν μὲν τῇ Ἰλιακῇ –
τὸεεἰςαμακρόν.
[ἰῷ] τὸ ἴα καὶ μία καὶ ἴον ἐν μὲν τῇ εὐθείᾳ βαρύνει ὁ Ἀρίσταρ-
χος, ἐν δὲ δοτικῇ περισπᾷ· ἰᾷ μιᾷ ἰῷ.

Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια Book 2, hypothesis-verse 53, γρ. 2

Ἰθακήσιος ἦν. ἔφη γοῦν “εἰς οἶκον.” εἰ δὲ ἦν ξένος, ἔφη ἂν ποτὶ


ἄστυ ἢ πρὸς τὴν γαῖαν. εἰ δὲ ἦν Σπαρτιάτης, πῶς εἰς Σπάρτην ἐλ-
θὼν Τηλέμαχος οὐ συνέτυχεν αὐτῷ; πῶς τε ὁ φιλοδέσποτος Εὔμαιος
κατηρᾶτο τῇ δεσποίνῃ λέγων “ὡς ὤφελλ' Ἑλένης ἀπὸ φῦλον ὀλέ-
σθαι πρόχνυ” (ξ, 68.); Ἰκάριος γὰρ καὶ Τυνδάρεως ἀδελφοὶ, καὶ
περιείχετο τῇ κατάρᾳ ἡ Πηνελόπη, ὡς θυγάτηρ ἐκείνου τοῦ Ἰκαρίου.
πῶς τε Ἀθηνᾶ ἐν Σπάρτῃ ὄντι τῷ Τηλεμάχῳ φησὶν “ἤδη γάρ ῥα
πατήρ τε κασίγνητοί τε κέλονται Εὐρυμάχῳ γήμασθαι” (ο, 16.);
ὡς γὰρ ἐν Ἰθάκῃ οἰκούντων ποιεῖται τὸν λόγον. H.M.
ὥς κ' αὐτὸς] γρ. ὅς. P. ὅς] γρ. ὥς.
ἑεδνώσαιτο] ἕδνα ἐπιδώσει, ἀποπροικί σει, χρήματα δώσει· καὶ
κυρίως μὲν ἕδνα ἐστὶ τὰ διδόμενα ὑπὸ τοῦ γαμοῦντος τῇ γαμουμένῃ·
νῦν δὲ καταχρηστικῶς κεῖται ἡ λέξις ἀντὶ τοῦ χρήματα ἐπιδοίη-
H.P.Q.S.V.
οἱ δ' εἰς ἡμετέρου] ἀπὸ κοινοῦ τὸ πατρός· ἢ ἀντὶ τοῦ εἰς
ἡμέτερον Ἀττικῶς, ὡς “ἀλλ' ἄγ', ὀΐστευσον Μενελάου” (Il. δ, 100.)
ἀντὶ τοῦ Μενέλαον. M. λείπει τοῦ πατρὸς οἶκον. Gl. M.
βοῦς ἱερεύοντες καὶ ὄϊς] πάντα πληθυντικῶς λέγει, αὔξων τὴν
κατηγορίαν, καίτοι μίαν βοῦν ἔθυον. “ἵρευον δὲ σύας σιάλους καὶ
βοῦν ἀγελαίην” (Od. ρ, 181.) M.
εἰλαπινάζουσι] κατὰ συστροφὰς πίνουσιν, ἐν ἀθροίσματι
410

Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια Book 2, hypothesis-verse 101, γρ. 1

μεταμάνια] γρ. μεταμώλια ἢ μεταμώνια. P.


μεταμώνια] μή πώς μοι ἠμελημένα.
Λαέρτῃ ἥρωϊ] ἔμφυτόν πώς ἐστι ταῖς γυναιξὶ πρὸς τοὺς γο-
νεῖς τῶν ἀνδρῶν ἀπεχθῶς ἔχειν. δείκνυσιν οὖν λεληθότως τὴν πρὸς
Ὀδυσσέα φιλοστοργίαν, ὃς ταυτὸ παρῄνει μεμνῆσθαι πατρὸς καὶ μη-
τρός. M.
μοῖρ' ὀλοὴ καθέλῃσι] μερὶς ὀλεθρία καταλάβῃ.
τανηλεγέος θανάτοιο] μακροχρονίου, ἐκ τοῦ λέγω τὸ κοιμῶμαι.
τοῦ μακρὰν ἀφροντισίαν παρέχοντος. ἢ τοῦ μακροκοιμήτου, ἀπὸ τοῦ
ταναὸν τὸ μακρὸν καὶ τοῦ λέγω τὸ κοιμῶμαι. B.E.
κτεατίσσας] προικοδοτήσας.
ἄτερ σπείρου] ὡς ἀξίου ἱματίου σπανίζοντος· οὐ γὰρ παν-
τελῶς ἐσπάνιζε. γίνεται δὲ ἀπὸ τοῦ ἐνσπείρεσθαι καὶ ἐγκεῖσθαι τοῖς
μέλεσιν, ὡς Ὅμηρος ἁπανταχοῦ φησιν. E.
ἀγήνωρ] ὁ ἄγαν ἀνδρεῖος.
ἠματίη] δι' ὅλης τῆς ἡμέρας.
νύκτας] γρ. νύκτωρ. H.P.
ἀλλύεσκεν] ἀνέλυεν.
δαΐδας παραθεῖτο] δᾷδας, φῶτα παρατιθέμενος.
τρίετες] ὁ μὲν χρόνος βαρέως, τὸ δὲ μετεσχηκὸς τοῦ χρόνου
ὀξυτόνως. E.V. τρίετες προπαροξυτόνως.

Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια Book 2, hypothesis-verse 195, γρ. 7

θωὴν ἐπιθήσομεν] ζημίαν, ἤγουν θάνατον ἐμβαλοῦμεν.


σοὶ δὲ, γέρον, θωὴν ἐπιθήσομεν] ἤτοι ἐπιβαλοῦμεν θωὴν, τουτέστι
ζημίαν, ἥντινα τίνων, τουτέστιν ἀποτίνων καὶ ἀποδιδοὺς, ἀσχαλεῖς
ἤτοι δυσχερανεῖς. H.γρ. ἐπιθήσομαι.
μητέρα ἣν ἐς πατρὸς – οἱ δὲ γάμον τεύξουσι] τὸ σχῆμα
περιττὸν, ἀπότομον. V.
μητέρα ἣν ἐς πατρὸς] ἡδέως τῷ σχήματι ἐχρήσατο· εἰπὼν γὰρ,
“ἐς πατρός” μετέβη εἰς πληθυντικὸν “οἱ δὲ γάμον τεύξουσι,” δηλον-
ότι οἱ μνηστῆρες, καὶ εὐτρεπίσουσιν ἔεδνα ὅσα δεῖ ἐπὶ τῇ τοιαύτῃ
παιδὶ δίδοσθαι παρὰ τῶν γαμούντων. κειμήλια δὲ τὰ παρὰ τοῦ πα-
τρὸς τῆς νύμφης διδόμενα, ἤγουν τὰ ἐξώπροικα. E.
οἱ δὲ γάμον] οὗτοι οἱ μνηστῆρες, οἱ ἐν τῷ δώματι τοῦ πα-
τρός.
ἀρτυνέουσιν] ἑτοιμάσουσιν.
ἔεδνα] τὰ παρὰ τοῦ νυμφίου, γαμήλια δὲ τὰ παρὰ τοῦ πατρὸς τῆς
νύμφης διδόμενα. M.S.V.
πολλὰ μάλ' ὅσσα ἔοικε φίλης] πλεῖστα πάνυ ὁπόσα καὶ ἅ
ἐστι προσφιλεστάτῃ παιδὶ δίδοσθαι.
μνηστύος ἀργαλέης] ἔξωθεν ληπτέον, πρὸ τοῦ γῆμαι τὴν σὴν
μητέρα.
411

Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια Book 8, hypothesis-verse 318, γρ. 2

ἀλλὰ τοκῆε δύω] Ἡσίοδος ἐκ μόνης τῆς Ἥρας γενέσθαι τὸν


Ἥφαιστον. κἀκεῖνο δ' ἱκανὸν “τόν τοι φίλος υἱὸς ἔτευξεν Ἥφαιστος”
(Il. ξ, 166), εἰ μὴ ἄρα ἐπὶ Ἀφροδίτης λέγει τοκῆε δύω. T.
γείνασθαι] τὸ γενέσθαι, διὰ τοῦ α.
οὐ μέν σφεας ἐτ' ἔολπα] οὐκ ἐλπίζω αὐτοὺς, καίπερ πάνυ
φιλοῦντας ἀλλήλους, καθεύδειν οὕτως οὐδ' ἐπ' ὀλίγον χρόνον. B.P.
καὶ μάλα περ φιλέοντε] τὸ ὅλον, καίπερ καθ' ὑπερβολὴν
φιλοῦντες, οὐ δυνήσονται ὁμιλῆσαι ἀλλήλοις διὰ τοὺς δεσμοὺς, ἢ
οὐκέτι ἐθελήσουσι φόβῳ τῶν δεσμῶν πάλιν συνελθεῖν. E.P.
πατὴρ ἀποδώσει ἔεδνα] πατὴρ Ἀφροδίτης τῆς ἐμῆς γυναι-
κὸς ἀποδώσει τὰς προῖκας. τί γὰρ δέονται χρημάτων οἱ θεοὶ,
ἵνα καὶ οὗτος τὰ ἔεδνα ἀπαιτῇ. τὸ ὅλον οὖν κατὰ τοὺς ἀνθρωπίνους
λόγους ἔγκειται. T.
ἐγγυάλιξα] ἔδωκα. λέγεται ἀπὸ τῶν γυίων, τουτέστιν ἀπὸ
τῶν χειρῶν· ἐν αὐταῖς γὰρ δίδομεν καὶ λαμβάνομεν. T.
οὐκ ἐχέθυμος] οὐκ ἔχουσα θυμὸν ὃν δεῖ, ἢ οὐ κρατοῦσα τὴν
ἐπιθυμίαν, οἷον ἄκρατος καὶ ἀκόλαστος. T. καλὴ μέν ἐστιν, ἀλλ'
οὐ κρατοῦσα ὀρέξεως καὶ ἐπιθυμίαςοὐ σώφρων ἤτοι οὐ κρατοῦσα
τῆς ἐπιθυμίας, οὐ λογισμὸν ἔχουσα.

Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια Book 13, hypothesis-verse 14, γρ. 6

αὐτῷ τῶν ἤδη δεδομένων. πολυδαίδαλος] ὁ ποικίλος καὶ μετὰ τέχνης


κατεσκευασμένος· ἢ εἰς τὸ δαιδάλλεσθαι καὶ ποικίλλεσθαι εὔθετος. B.V.
δῶρ' ὅσα Φαιήκων] ἀντὶ τοῦ ὑμεῖς. οὐ γὰρ ἄλλοι τινὲς ἦσαν
οἱ δόντεςἀνδρακὰς] κατὰ ἄνδρα. V. ὁ λόγος, κατὰ ἄνδρα νῦν προδῶμεν, ὕστερον δὲ
ἐκ τοῦ δήμου ἀναπραξώμεθα. B.Vind. 133.
τινὲς γράφουσιν, ἄνδρα κάτα. ὁ δὲ Φρύνιχος ἀνδρακάδα φησὶ τὴν
τῶν ἀνδρῶν δεκάδα. ἔστι δὲ ἐπίρρημα ὡς ἑκάς καὶ ἐντυπάς.
Vind. 133. τὸ δὲ προικός γενική ἐστιν ἀντὶ αἰτιατικῆς. ὁ γὰρ νοῦς,
χαλεπὸν γὰρ καὶ ἀδύνατον ἕνα τοσαύτην δωρεὰν χαρίσασθαι. B.V.
ἀγειρόμενοι] ἀγείραντες κατὰ μέρος παρ' ἑκάστου λαμβάνον-
τες. τισόμεθ'] εἰσπράξομεν, ἀποτῖσαι τὸν δῆμον τὸ μέρος τοῖς νῦν
δοῦσιν ἀναγκάσομεν. τὸ δὲ προικός γενική ἐστιν ἀντὶ αἰτιατικῆς, ὥς
φησιν Ἡρωδιανός. B.H.εἰσπραττόμεθα, ἢ ἀποληψόμεθα. V.
ἀργαλέον γὰρ ἕνα προικὸς] ἀντὶ τοῦ προῖκα, δωρεάν.

Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια Book 13, hypothesis-verse 15, γρ. 2

ἀνδρακὰς] κατὰ ἄνδρα. V. ὁ λόγος, κατὰ ἄνδρα νῦν προδῶμεν, ὕστερον δὲ ἐκ τοῦ
δήμου ἀναπραξώμεθα. B.Vind. 133.
τινὲς γράφουσιν, ἄνδρα κάτα. ὁ δὲ Φρύνιχος ἀνδρακάδα φησὶ τὴν
τῶν ἀνδρῶν δεκάδα. ἔστι δὲ ἐπίρρημα ὡς ἑκάς καὶ ἐντυπάς.
Vind. 133. τὸ δὲ προικός γενική ἐστιν ἀντὶ αἰτιατικῆς. ὁ γὰρ νοῦς,
χαλεπὸν γὰρ καὶ ἀδύνατον ἕνα τοσαύτην δωρεὰν χαρίσασθαι. B.V.
412

ἀγειρόμενοι] ἀγείραντες κατὰ μέρος παρ' ἑκάστου λαμβάνον-


τες.
τισόμεθ'] εἰσπράξομεν, ἀποτῖσαι τὸν δῆμον τὸ μέρος τοῖς νῦν
δοῦσιν ἀναγκάσομεν. τὸ δὲ προικός γενική ἐστιν ἀντὶ αἰτιατικῆς, ὥς
φησιν Ἡρωδιανός. B.H.εἰσπραττόμεθα, ἢ ἀποληψόμεθα. V.
ἀργαλέον γὰρ ἕνα προικὸς] ἀντὶ τοῦ προῖκα, δωρεάν
τὸ μὲν μὴ αὐτὸν πάντα δοῦναι ἀπαρηγόρητον, τὸ δὲ φάσκειν ἐπι-
τιθέναι καὶ τῷ δήμῳ τὴν εἰσφορὰν μικροπρεπές. ἀνακτέον δὲ αὐτὰ
εἰς τὰ παλαιὰ ἔθη. εἰκὸς δὲ καὶ τὸ τάλαντον εἶναι τοῦ χρυσοῦ βαρὺ,
καὶ τὴν ἐσθῆτα ἀξίαν πολλοῦ.
νῆ' ἄρ'] Ἀρίσταρχος, νῆάδε. ἐπὶ τὴν ναῦν ἐπεσσεύοντο.
εὐήνορα χαλκόν] τὸν κοσμοῦντα τὸν ἄνδρα.
καὶ τὰ μὲν εὖ κατέθηχ' ἱερὸν μένος Ἀλκινόοιο] ὅρα τὴν κατ'
ὀλίγον προκοπήν. τὰ μὲν γὰρ πρῶτα ὡς ἱκέτης δέδεκται, καὶ οὐδὲ

Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια Book 13, hypothesis-verse 15, γρ. 4

πραξώμεθα. B.Vind. 133.


τινὲς γράφουσιν, ἄνδρα κάτα. ὁ δὲ Φρύνιχος ἀνδρακάδα φησὶ τὴν
τῶν ἀνδρῶν δεκάδα. ἔστι δὲ ἐπίρρημα ὡς ἑκάς καὶ ἐντυπάς.
Vind. 133. τὸ δὲ προικός γενική ἐστιν ἀντὶ αἰτιατικῆς. ὁ γὰρ νοῦς,
χαλεπὸν γὰρ καὶ ἀδύνατον ἕνα τοσαύτην δωρεὰν χαρίσασθαι. B.V.
ἀγειρόμενοι] ἀγείραντες κατὰ μέρος παρ' ἑκάστου λαμβάνον-
τες.
τισόμεθ'] εἰσπράξομεν, ἀποτῖσαι τὸν δῆμον τὸ μέρος τοῖς νῦν
δοῦσιν ἀναγκάσομεν. τὸ δὲ προικός γενική ἐστιν ἀντὶ αἰτιατικῆς, ὥς
φησιν Ἡρωδιανός. B.H.εἰσπραττόμεθα, ἢ ἀποληψόμεθα. V.
ἀργαλέον γὰρ ἕνα προικὸς] ἀντὶ τοῦ προῖκα, δωρεάν
τὸ μὲν μὴ αὐτὸν πάντα δοῦναι ἀπαρηγόρητον, τὸ δὲ φάσκειν ἐπι-
τιθέναι καὶ τῷ δήμῳ τὴν εἰσφορὰν μικροπρεπές. ἀνακτέον δὲ αὐτὰ
εἰς τὰ παλαιὰ ἔθη. εἰκὸς δὲ καὶ τὸ τάλαντον εἶναι τοῦ χρυσοῦ βαρὺ,
καὶ τὴν ἐσθῆτα ἀξίαν πολλοῦ.
νῆ' ἄρ'] Ἀρίσταρχος, νῆάδε. ἐπὶ τὴν ναῦν ἐπεσσεύοντο.
εὐήνορα χαλκόν] τὸν κοσμοῦντα τὸν ἄνδρα.
καὶ τὰ μὲν εὖ κατέθηχ' ἱερὸν μένος Ἀλκινόοιο] ὅρα τὴν κατ'
ὀλίγον προκοπήν. τὰ μὲν γὰρ πρῶτα ὡς ἱκέτης δέδεκται, καὶ οὐδὲ
ἀφ' ἑαυτοῦ ἤγειρεν ὁ βασιλεὺς αὐτόν. ἀμέλει καὶ ὀνειδίζεται ὑπὸ
Ἀρήτης “Ἀλκίνο', οὐ μέν τοι τόδε κάλλιον οὐδὲ ἔοικε ξεῖνον μὲν χα

Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια Book 14, hypothesis-verse 317, γρ. 2

μένης θειώδους ὀνομαζόμενον. H.τεαφίου. οὕτω γὰρ ὄζει ὁ κε-


ραυνός
ἀμαιμάκετον] ᾧ οὐκ ἔστι μῆκος παραβαλεῖν. καὶ χίμαιραν
θρέψεν ἀμαιμακέτην, ᾗ οὐκ ἔστι μέγεθος παραβαλεῖν. ἀντὶ τοῦ,
οὗ οὐκ ἔστι μῆκος παραβαλεῖν. B.
γαίῃ Θεσπρωτῶν] πόλις περὶ τὰ ἔσχατα τῆς Θεσσαλίας.
413

ἐκομίσσατο Φείδων] ἀντὶ τοῦ ἀνεκτήσατο, ἐπιμελείας ἠξίω-


σεν ἐλεήσας
ἀπριάτην] ἐπίρρημα, ὡς ἄντην, μάτην, ἀντὶ τοῦ ἀπριάτως, ὅ
ἐστι προῖκα. B.P.οὐδὲ χρήματα, ὅ ἐστιν ὡς ἐλεύθερον. B.H.
Ῥιανὸς γράφει, ἀπριάδην.
αἴθρῳ καὶ καμάτῳ] οὕτως Ἀρίσταρχος, Ζηνόδοτος, Ἀριστο-
φάνης. ψυχρότητι. αἴθρῳ ἀρσενικῶς, ὡς “ἐν πύλῳ ἐν νεκύες-
σιν” (Il. ε, 397.), ἀντὶ τοῦ ἐν πύλῃ
Ὀδυσῆος] λείπει ἡ περί. πολλὴν ἂν ὑπόνοιαν Εὐμαίῳ παρ-
έσχε τῆς ἑαυτοῦ ἐπιγνώσεως, εἰ εἶπεν ὅτι καὶ ἐθεάσατο τὸν Ὀδυς-
σέα.
πολύκμητον] τὸν πολυδάμαστον σφύραις καὶ ἄκμονι.
καί νύ κεν ἐς δεκάτην γενεὴν] γένος. ὁ δὲ νοῦς, τὰ χρήματα
βόσκοι ἂν μέχρι δεκάτης γενεᾶς ἕτερον ἐξ ἑτέρου διαδεχόμενον παρὰ

Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια


Book 16, hypothesis-verse 431, γρ. 1

εἰς τὸν οἶκον Ὀδυσσέως κατέφυγε. τὸ δὲ δεῦρο δεικτικὸν εἰς τὴν


Ὀδυσσέως οἰκίαν. Ἰθακήσιος γὰρ ἦν ὁ Εὐπείθης
πολλοὶ ὀρθοτονοῦσι τὴν ἥμιν, κακῶς.
κτεῖναι] γρ. φθεῖσθαι. M.
ζωὴν] τὸν βίον τὸν τῆς οὐσίας περιεκτικόν. V.
κατὰ ζωὴν φαγέειν] δημεῦσαι τὰ χρήματα. πλείων δὲ ἡ κατη-
γορία ὅτι καὶ πολλῆς οὐσίας ἀζημίωτον αὐτὸν ἐποίησεν ὁ Ὀδυσσεύς.
ὥστε πλείω ὤφειλεν εἶναι ἢ χαρίζεσθαι ὅτι πολλὰ ἔχων νῦν ἀλλότρια
ἐσθίει.
μενοεικέα] τὴν προσήκουσαν τῷ μένει καὶ τῷ θυμῷ ἐκείνου.
ἄτιμον] ἀντὶ τοῦ ἀτίμως. ἀτιμώρητον. ἔδεις δὲ προῖκα,
μὴ καταβάλλων τὴν τιμὴν τῶν ἐσθιομένων. B.
Πολύβου παῖς] γρ. πεπνυμένος.
ταχέως τὸ αἷμα τὸ σκοτεινὸν χυθήσεται παρὰ τῷ ἐμῷ δόρα-
τι, τοῦ ὁρμήσαντος φονεῦσαι τὸν σὸν υἱὸν Τηλέμαχον.
αἶψά κεν] γρ. αἶψά οἱ. Vind. 133.
ὑπερώϊα] γρ. ὑπερῶα.
σιγαλόεντα] ποικίλως κατεσκευασμένα.
ἐπισταδὸν] ἐπιστημόνως. V. ἐπισταμένως.
ὁπλίζοντο] οὕτως διὰ τοῦ ο.
λυγρὰ] εὐτελῆ, ἢ λαμπρά.

Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια Book 17, hypothesis-verse 295, γρ. 1

ὀτρύνει κακοεργός” (σ, 53.)· “οὔτ' ἄρ τι στυγερῇ ἐπὶ γαστέρι” (η,


216.). ἂν δὲ κύων] πῶς τὸν μεταμεμορφωμένον ἐπιγινώσκει; ὅτι
παρὰ τοὺς ἀνθρώπους καὶ τὰ ἄλογα ζῷα μᾶλλον ἀντιλαμβάνεται
414

καὶ ἐκ τῆς ὀδμῆς αὐτὸν ἐπέγνω. ἀλλὰ μετὰ τοσαῦτα ἔτη πῶς ἔζη
ὁ κύων; Ἀριστοτέλης φησὶ τέσσαρα καὶ εἴκοσι ζῆν ἔτη κύνα.
Ἄργος] ὄνομα κύριον τοῦ Ὀδυσσέως κυνός. V.
πάροιθεν] πρότερον πρὸ τοῦ γηράσαι, ἢ ἔμπροσθεν τῆς
Ἰθάκης εἰς τὴν ἤπειρον. λαγωὸς γὰρ οὐ γίνεται ἐν Ἰθάκῃ, ὥστε
δῆλον ὅτι εἰς τὴν ἤπειρον ἐκυνηγέτουν
πρόκας] πρὸξ εἶδος ἐλάφου ταχυτάτης, ἀπὸ τοῦ προικνεῖ-
σθαιδορκάδων εἶδος ἢ ἐλάφων. ἢ τὰ ἔκγονα τῶν ἐλά-
φων. V.
ἀπόθεστος] ἀπόθητος, ἀνεπιμέλητος.
ἀποιχομένου Ὀδυσῆος] γρ. ἀποιχομένοιο ἄνακτος.
τέμενος] χωρίον. κοπρίσοντες] κοπρίσαι ὀφείλοντες. V.
κοπρήσσοντες] κοπρεύσοντες, κόπρον τῇ γῇ ἐπιβάλλοντες. κατα-
χρηστικῶς δὲ τέμενος τὸ χωρίον
κυνοραιστέων] τῶν κροτώνων. τινὲς δὲ λέγουσιν ἄλλα ζῷα ἐγ-
γίνεσθαι, ἃ λέγεσθαι κυνοραϊσταί. V. κροτώνων. ῥαίουσι γὰρ τοὺς κύ-
νας πίνοντες τὸ αἷμα αὐτῶν. εἰσὶ δὲ ταῦτα τὰ καλούμενα τζιβίκια. V.

Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια Book 17, hypothesis-verse 352, γρ. 2

κυπαρισσίνῳ] ἀπὸ κυπαρισσίνου ξύλου γενομένῳ.


οὖλον] ὅλον, κατὰ ἔκλειψιν τοῦ υ. V.
ὥς οἱ χεῖρες] νῦν τὸ ὡς ἀντὶ τοῦ ὅσον αἱ χεῖρες αὐτοῦ περιε-
βάλλοντο, ἐχάνδανον
ἀμφιβαλόντι] γρ. ἀμφιβαλόντε.
ἀνδρὶ παρεῖναι] εἰς τὸ παρεῖναι κεχρημένῳ ἀνδρὶ οὐκ ἔστιν
ἐπωφελὴς ἡ αἰδώς
καὶ Ἡσίοδος “αἰδὼς δ' οὐκ ἀγαθὴ κεχρημένον ἄνδρα κομίζει.”
Vind. 133.
αἰδῶ δ' οὐκ ἀγαθήν] γρ. αἰδὼς δ' οὐκ ἀγαθή. Vind. 133.
ἀνδρὶ προΐκτῃ] ἴκτης ψιλωτέον, παρὰ γὰρ τὸ παραβάλλειν τὴν
χεῖρα καὶ αἰτεῖν δωρεάν. ἢ ὁ πρὸ τοῦ αἰτεῖν ἱκετεύων, εἰ δασύνεται.
μεταίτῃ, παρὰ τὸ ἱκετεύειν καὶ προσαιτεῖν. V. παρὰ τὸ
προϊκετεύειν.
ὄλβιον εἶναι] ἀπὸ κοινοῦ, ποίησον. V.
ἐπὶ πήρης] ἐπάνω τῆς πήρας. ἁπλώσας γὰρ τὴν πήραν
ἀντὶ τραπέζης ἐπάνω ἔθηκεν. B.
ὡς ὅτε] μέχρις οὗ, ἕως ὅτε. Gl. M.
εὖθ' ὁ δεδειπνήκειν] οὕτω, δεδειπνήκειν, ἀντὶ τοῦ δεδειπνήκει.
ὡς τὸ “ἤσκειν εἴρια καλά” (Il. γ, 388.). H.
πύρνα] πύρνα τοὺς πύρνους, ὡς κύκλα τοὺς κύκλους

Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια Book 17, hypothesis-verse 352, γρ. 5

βάλλοντο, ἐχάνδανον
ἀμφιβαλόντι] γρ. ἀμφιβαλόντε.
ἀνδρὶ παρεῖναι] εἰς τὸ παρεῖναι κεχρημένῳ ἀνδρὶ οὐκ ἔστιν
415

ἐπωφελὴς ἡ αἰδώς καὶ Ἡσίοδος “αἰδὼς δ' οὐκ ἀγαθὴ κεχρημένον ἄνδρα κομίζει.”
Vind. 133. αἰδῶ δ' οὐκ ἀγαθήν] γρ. αἰδὼς δ' οὐκ ἀγαθή. Vind. 133.
ἀνδρὶ προΐκτῃ] ἴκτης ψιλωτέον, παρὰ γὰρ τὸ παραβάλλειν τὴν
χεῖρα καὶ αἰτεῖν δωρεάν. ἢ ὁ πρὸ τοῦ αἰτεῖν ἱκετεύων, εἰ δασύνεται.
μεταίτῃ, παρὰ τὸ ἱκετεύειν καὶ προσαιτεῖν. V. παρὰ τὸ
προϊκετεύειν.
ὄλβιον εἶναι] ἀπὸ κοινοῦ, ποίησον. V.
ἐπὶ πήρης] ἐπάνω τῆς πήρας. ἁπλώσας γὰρ τὴν πήραν
ἀντὶ τραπέζης ἐπάνω ἔθηκεν. B.
ὡς ὅτε] μέχρις οὗ, ἕως ὅτε. Gl. M.
εὖθ' ὁ δεδειπνήκειν] οὕτω, δεδειπνήκειν, ἀντὶ τοῦ δεδειπνήκει.
ὡς τὸ “ἤσκειν εἴρια καλά” (Il. γ, 388.). H.
πύρνα] πύρνα τοὺς πύρνους, ὡς κύκλα τοὺς κύκλους
πύριν πύρινα σιτία. V.
ἀπαλεξήσειν κακότητος] κωλύσει καὶ ἀπολήξει τοῦ κακοῦ.
πάντες γὰρ ἦσαν μοχθηροί.

Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια Book 17, hypothesis-verse 413, γρ. 1

μνηστήρων λάβοι πληγὰς ὅσας παρ' ἐμοῦ. τὸ δὲ “Τηλέμαχ' ὑψα-


γόρη μένος ἄσχετε, ποῖον ἔειπες;” ἀντὶ τοῦ διὰ τί μοι ὠνείδισας
ἀμεταδοσίαν, καίτοι προαίρεσιν ἔχοντι παρασχεῖν; εἰ γὰρ παρὰ τῶν
ἄλλων τοσοῦτον λάβοι, ἀρκέσει αὐτῷ καὶ εἰς τρεῖς μῆνας τὰ διδό-
μενα. B.H.
τόσσον κακὸν, ὅσον ἐγὼ δίδωμι. ἢ ἐν εἰρωνείᾳ, τόσσον ἀγαθόν
τρεῖς μῆνας] οὐκ ἂν ἐπὶ τρεῖς μῆνας προέλθοι αἰτήσων. V.
οἶκος ἐρύκοι] ἤτοι διὰ τὴν πληγὴν νοσῶν, ἢ ἐν εἰρωνείᾳ μέχρι τρι-
μήνου ἐφόδια ἔχοντα αὐτόν.
ἔδειξεν ὡς τούτῳ βαλῶν, εἰ προσέλθοι αἰτῶν αὐτόν.
προικὸς] τῆς δωρεὰν δόσεως. V. τὴν δωρεάν· ὧδε γὰρ
ὄνομά ἐστι.
στῆ δὲ παρ' Ἀντίνοον] ἀντὶ τοῦ, παρ' Ἀντινόῳ, ὡς τὸ “στῆ
παρὰ Πρίαμον Διὸς ἄγγελος.” (Il. ω, 169.). B.H.
οἷον ἐν τῇ πόλει κάκιστος λεγόμενος.
περισσὸν τὸ ἀλλ' ὤριστος.
κλείω] δοξάσω, ὑμνήσω. ἐνεστώς ἐστιν ἀντὶ μέλλοντος.
καὶ γὰρ ἐγώ ποτε] οὐκ ἐκ γένους ταπεινοῖ ἑαυτὸν, ἵνα δι'
εὐγένειαν καὶ τῷ Ἀντινόῳ δοκῇ παρρησιάζεσθαι καὶ ὑπὸ Πηνελόπης
μᾶλλον ἐλεεῖσθαι.

Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια 1.1-309 Hypothesis-verse of Odyssey 277, γρ. of


scholion 7

πατρός>] τοῦ Ἰκαρίου. M1k. μέγα δυναμένοιο>· μέγα ἰσχύοντος ἐν τῷ ἐκδοῦναι. Ma


V. μέγα δυναμένου ἐν τῷ γάμῳ τῆς θυγατρός, οἷον πολλὴν οὐσίαν ἔχοντος καὶ μέγα
ἰσχύοντος ἐν τῷ ἐκδοῦναι. D E2 H Ma Q T Yk. – ἐκτατέον τὸυδιὰ τὸ μέτρον. H Ma T.
οἱ>] οὗτοι. Ma. – οἱ γονεῖς. Y.οἱ δὲ γάμον>: συνεκδοχικῶς οἱ περὶ τὸν πατέρα
καὶ τὴν μητέρα Ἀστεροδίαν. ἀδελφοὶ δὲ αὐτῆς Πολύμηλος, Ἀμάσικλος καὶ Λαοδίκη.
416

D Ex.
τεύξουσι>: ποιήσουσι. E2 Ma V. κατασκευάσουσιν. Ma P V Yk. παρασκευάσουσιν.
ἀρτυνέουσι>: ἑτοιμάσουσιν. H K Ma Q V. πληρώσουσιν. k2. παρασκευάσουσι. Exk3.
δώσουσιν. Y.
ἕεδνα>: δῶρα τὰ διδόμενα ὑπὸ τοῦ γαμοῦντος τῇ γαμουμένῃ. Ma V Y. ἕδνα τὰ διδό-
μενα δῶρα ὑπὸ τοῦ μνηστῆρος. προῖκα. K M1 P Y. – ἄλλως. τὰ δωρούμενα δῶρα
ὑπὸ
τῶν νυμφίων ἕεδνα, τὰ δὲ ὑπὸ τῶν πατέρων “μείλια” [Ι 147]. Ma. “ἕεδνα” λέγει τὰ
διδόμενα
ὑπὸ τῶν νυμφίων (παρὰ τὸ ἕδραν καὶ παραμονὴν προξενεῖν τῇ νύμφῃ), τὰ δὲ ὑπὸ τῶν
πατέρων

Σχόλια στον Όμηρο, Scholia in Iliadem (= D scholia) Book of Iliad 9, verse 147, γρ.
of scholion 3

Λαοδίκη.Μία τῶν Ἀγαμέμνονος θυγατρῶν, ἣν οἱ τρα-


γικοὶ Ἠλέκτραν εἶπον· ὡς καὶ τὴν Ἰ-
φιάνασσαν, Ἰφιγένειάν φησιν ὁ Εὐριπί-
δης. Ἀνάεδνον.Ἄνευ ἕδνων.
Ἕδνα δέ εἰσι, τὰ πρὸ τῶν γάμων ὑπὸ
τοῦ νυμφίου διδόμενα δῶρα τῇ νύμφῃ.
Ἐπὶ μείλια δώσω.Τὸ ἑξῆς, ἐπι-
δώσω μείλια. Μείλια δέ εἰσιν, οἷς μει-
λίσσονται τοὺς ἄνδρας. Τὴν προῖκα δὲ
λέγει, τὴν ἡδέως διατιθεμένην τὰ κατὰ
τὴν ψυχήν.
Ποιήεσσαν.Βοτα-
νώδη.
Ζαθέας.Μεγάλας, θείας.
Βαθύλειμον.Βαθεῖς λειμῶνας ἔχουσαν.
Νέαται.Ἤτοι ἔσχαται. ἢ κα-
τῳκισμέναι εἰσίν.Ἠμαθόεντος.Ἀμ-
μώδους.

Σχόλια στον Όμηρο, Scholia in Iliadem (= D scholia) Book of Iliad 13, verse 382,
γρ. of scholion 2

Ἐπὶ τὴν τοῦ πολέμου δόξαν παρεγεγόνει.


Ἀνάεδνον.Ἄνευ τῶν πρὸ γάμου
διδομένων δώρων.
Ὑποσχεσίῃσι
πιθήσας.Ταῖς ὑποσχέσεσι πιστεύσας.
Ὕψι βιβάντα.Ὑψηλὰ διαβαί-
νοντα.
Αἰνίζομαι.Ἐπαινῶ.
Συνώμεθα.Συνθήκην ποιησώμεθα.
Ἀμφὶ γάμῳ.Περὶ γάμου.Ἐεδνωταί.
Προικοδόται.
417

Scholia In Lucianum, Scholia in Lucianum (scholia vetera et recentiora Arethae)


Lucianic work 31, τμ. 30, γρ. 3

τὸ τῶν Μυσῶν>] ἀντὶ τοῦ ὅμοιον τῇ παροιμίᾳ τῇ δια-


γορευούσῃ “χωρὶς τὰ Μυσῶν καὶ Φρυγῶν ὁρίσματα” [fr.
adesp. 560. F. T. G.2 p. 950 N.]. ~ VΓCφΩ
βασιλεύς>] κατὰ Μᾶρκον γὰρ οὗτος ὁ Λουκιανὸς ἦν. ~
Γ2>VφΩ
χύτραις λημῶντες>: ἀντὶ τοῦ χύτραις ἴσας περιφέροντες
λήμας. ~ Γ2>CVφOΩ
τἀργύριον καὶ φύλαττε κτλ.>] ὡραῖον. ~ ΓVO
καὶ σὺ τοίνυν κτλ.>] καλῶς ἂν εἶχε τῷ δυστυχεστάτῳ
τούτῳ μειρακίῳ μὴ καθ' ἓν τῶν βιβλίων ἀλλὰ πᾶσαν τὴν
βιβλιοθήκην προῖκα Λουκιανῷ τῷ παρόντι ἐπιδοῦναι, ἢ
τοιαύτην σφηκιὰν καθ' ἑαυτοῦ κινῆσαι ἑνὸς ἐγκρατείᾳ
βιβλίου. ~ VOΩ
subscript.:Διώρθωσα ἐγὼ Ἀλέξανδρος ἐπίσκοπος Νικαίας
τῆς ἐν Βιθυνίᾳ μετὰ Ἰακώβου τοῦ ὁμοψύχου ἀδελ⌊φ⌋οῦ
⌊...⌋σ Λαρίσσης τοῦ πρῶτον μετὰ τὴν καταδρομὴν τῶν
Βουλγαρῶν ἰδίοις αὐτ⌊ὴν⌋ ἀναλώμασιν ἀναστήσαντος καὶ
κόσμον αὐτῇ τε καὶ τοῖς κτήμασι δόντος πλείονα. ~ ⌊Γ2>⌋

Scholia In Lycophronem, Scholia in Lycophronem (scholia vetera et recentiora


partim Isaac et Joannis Tzetzae) Scholion 495, γρ. 51

καὶ ἐν κνήμῃσιν Ὀλύνθου ἀγρώσσονθ' ἅμα πατρὶ


πελώριος ἔκτανεν ὕδρα(fr. 55). s4ἣ ζῶσ' ἐν Ἅιδῃ>·
Λαοδίκη πορθουμένης τῆς Τροίας ηὔξατο καὶ κατεπόθη εἰς
γῆν διὰ τὸ μὴ γενέσθαι αὐτὴν δούλην. Ἰδαίανοὖνπό-
ρινἀλληγορικῶς τὴν Λαοδίκην. s3s4 καὶ ταῦτα μὲν οὕ-
τως, ἡ δὲ ἔννοια τοιαύτη· τῶν πέντε, ὧν εἶπε μέλλειν ἀπελ-
θεῖν εἰς Κύπρον, τρίτος ἀπελεύσεται ὁ Ἀκάμας ὁ τοῦ Θη-
σέως παῖς τοῦ λαβόντος τὰ ὅπλα τοῦ Αἰγέως ἐκ τῆς πέ-
τρας. ὁ δὲ Ἀκάμας ὀλίγαις ναυσὶ προσίσχει Θραξὶ Βισάλ-
ταις καὶ ἐρᾷ τούτου Φυλλὶς ἡ θυγάτηρ τοῦ ἐκεῖ βασιλέως
καὶ ὁ πατὴρ αὐτὴν ἐγγυᾷ ἐπὶ προικὶ τῇ βασιλείᾳ. Ἀκάμας
δὲ βουλόμενος ἐλθεῖν εἰς τὴν πατρίδα πολλὰ δεηθεὶς παρὰ
Φυλλίδος καὶ τῶν ἐκείνης ὀμόσας ἀντιστρέψειν ἐξέρχεται.
καὶ Φυλλὶς αὐτὸν προπέμπει ἄχρι τῶν Ἐννέα ὁδῶν καὶ δί-
δωσιν αὐτῷ κιβώτιον εἰποῦσα ἱερὸν εἶναι μητρὸς Ῥέας καὶ
μὴ ἀνοίγειν αὐτό, εἰ μὴ ὅταν ἀπελπίσῃ τὴν πρὸς αὐτὴν
ἄνοδον. ὁ δ' ἐλθὼν εἰς Κύπριν ἐκεῖ κατῴκει. καὶ τοῦ
τακτοῦ χρόνου διελθόντος ἡ Φυλλὶς ἀρὰς θεμένη κατὰ Ἀκά-
μαντος ἑαυτὴν ἀναιρεῖ, Ἀκάμας δὲ τὸ κιβώτιον ἀνοίξας
φάσματι κρατηθεὶς ἄνεισιν ἐπὶ τὸν ἵππον καὶ τοῦτον ἐλαύ-
νων ἀτάκτως ἀπόλλυται· τοῦ γὰρ ἵππου σφαλέντος ἐκ τῶν
418

Scholia In Pindarum, Scholia in Pindarum Ode P 2, scholion 125c, γρ. 2

Σιδώνιος κάπηλος.
καὶ ὁ Κωμικός (fr. IV 334 M.)·
εὐθὺς Φοῖνιξ γίγνομαι·
τῇ μὲν δίδωμι χειρὶ, τῇ δὲ λαμβάνω.
BEFGQ τοῦτο δὲ εἶπεν ὁ Πίνδαρος, παρόσον μισθοῦ συντέταχε τῷ
Ἱέρωνι τὸ ἐγκώμιον.
BDEFGQ ἄλλως· τοῦτο μὲν τὸ μέλος καὶ τοῦ-
τον τὸν ἐπίνικον κατὰ τὴν τῶν Φοινίκων ἐμπορίαν, ἀντὶ τοῦ
λαβὼν παρὰ σοῦ μισθὸν, διὰ τῆς θαλάσσης διαπέμπομαί σοι.
BDEFGQ τὸ δὲ Καστόρειον μέλος ὑπορχηματικὸν, Αἰολικῷ ῥυθμῷ
συντεταγμένον, ὅπερ χάριν καὶ προῖκά σοι διεπεμψάμην,
ἀπαντήσας τῷ μέλει, φησὶ δὲ τῷ Καστορείῳ, καὶ ὑποδεξά-
μενος αὐτὸ διὰ τῆς ἑπταμίτου κιθάρας, φησὶ δὲ τῆς λύρας,
ἑκὼν ἐπιθεώρησον τὸ μέλος, ἀντὶ τοῦ κροῦσον καὶ δοκίμασον,
εἰ μὴ εὐρύθμως γέγραπται.
BEFGQτὸ Καστόρειον:τὸν ἐπίνικον ἐπὶ μισθῷ συν-
τάξας ὁ Πίνδαρος ἐκ περιττοῦ συνέπεμψεν αὐτῷ προῖκα
ὑπόρχημα, οὗ ἡ ἀρχή (fr. 105)·

Scholia In Pindarum, Scholia in Pindarum Ode P 2, scholion 127, γρ. 2

τον τὸν ἐπίνικον κατὰ τὴν τῶν Φοινίκων ἐμπορίαν, ἀντὶ τοῦ
λαβὼν παρὰ σοῦ μισθὸν, διὰ τῆς θαλάσσης διαπέμπομαί σοι.
BDEFGQ τὸ δὲ Καστόρειον μέλος ὑπορχηματικὸν, Αἰολικῷ ῥυθμῷ
συντεταγμένον, ὅπερ χάριν καὶ προῖκά σοι διεπεμψάμην,
ἀπαντήσας τῷ μέλει, φησὶ δὲ τῷ Καστορείῳ, καὶ ὑποδεξά-
μενος αὐτὸ διὰ τῆς ἑπταμίτου κιθάρας, φησὶ δὲ τῆς λύρας,
ἑκὼν ἐπιθεώρησον τὸ μέλος, ἀντὶ τοῦ κροῦσον καὶ δοκίμασον,
εἰ μὴ εὐρύθμως γέγραπται.
BEFGQτὸ Καστόρειον:τὸν ἐπίνικον ἐπὶ μισθῷ συν-
τάξας ὁ Πίνδαρος ἐκ περιττοῦ συνέπεμψεν αὐτῷ προῖκα
ὑπόρχημα, οὗ ἡ ἀρχή (fr. 105)·
Σύνες ὅ τοι λέγω ζαθέων ἱερῶν ἐπώνυμε,
ὃ δὴ Καστόρειον εἶπε διὰ τὸ τὴν ἔνοπλον ὄρχησιν κατ' ἐνίους
τοὺς Διοσκούρους εὑρεῖν· ὀρχηστικοὶ γάρ τινες οἱ Διόσκουροι.
ὁ δὲ Ἐπίχαρμος (fr. 75) τὴν Ἀθηνᾶν φησι τοῖς Διοσκούροις τὸν
ἐνόπλιον νόμον ἐπαυλῆσαι, ἐξ ἐκείνου δὲ τοὺς Λάκωνας μετ'
BDEFGQ αὐλοῦ τοῖς πολεμίοις προσιέναι. τινὲς δὲ ῥυθμόν τινά φασι
τὸ Καστόρειον, χρῆσθαι δὲ αὐτῷ τοὺς Λάκωνας ἐν ταῖς πρὸς
τοὺς πολεμίους συμβολαῖς. διέλκεται δὲ ἡ τῆς πυρρίχης ὄρ-
χησις, πρὸς ἣν τὰ ὑπορχήματα ἐγράφησαν.

Scholia In Pindarum, Scholia et glossae in Olympia et Pythia (scholia recentiora


Triclinii, Thomae Magistri, Moschopuli, Germani) (col Ode-treatise O 9, scholion-τμ.
16g, γρ. 1
419

μακρὰν πεμπόντων τὰ βέλη. ἃ Μοῦσαί μοι ἔδωκαν.


ἐπί. – τὸν πυρώδη ἀστραπὴν ἔχοντα.
τὸ σεβάσμιον. – ἔπελθε, ὦ στόμα. ἤτοι τὴν
Ὀλυμπίαν. τὸ ἀκρωτήριον, ἀπὸ μέρους τὴν Πελοπόννη-
σον. ἤτοι ἔλαβε παρ' Οἰνομάου. προῖκα.
πέμπε. κἀνταῦθα γὰρ ἐνίκησεν. – ἤτοι ἔπαινο.
M. Τὸ μὲν μέλος, ὅπερ ὁ Ἀρχίλοχος συνέθηκεν
ἐν Ὀλυμπίᾳ, τὸ φωνῆεν, ἤγουν τὸ μετεώρῳ φωνῇ ᾀδόμενον,
λέγω ὁ καλλίνικος ὁ τριπλοῦς κεχληδώς· ἐπιῤῥηματικῶς τὸ
τριπλοῦς ἀντὶ τοῦ ἐκ τρίτου· ἤτοι ὁ καλλίνικος ὁ ἐκ τρίτου
κεχληδώς, τουτέστι τὸ χαῖρε δεχόμενος, ἤγουν τὸ μέλος τὸ καλ-
λίνικε χαῖρε τὸ ἐκ τρίτου λεγόμενον, ἱκανὸν ἐγένετο κατὰ τὸν
ὄχθον, ἀντὶ τοῦ τὸν λόφον τὸν Κρόνιον πρηγήσασθαι κωμά-
ζοντι (6) τῷ Ἐφαρμόστῳ, ἤγουν τὴν ἐπὶ τῇ νίκῃ χορείαν

Scholia In Pindarum, Scholia et glossae in Olympia et Pythia (scholia recentiora


Triclinii, Thomae Magistri, Moschopuli, Germani) (col Ode-treatise O 9, scholion-τμ.
1-18, γρ. 18

ζοντι (6) τῷ Ἐφαρμόστῳ, ἤγουν τὴν ἐπὶ τῇ νίκῃ χορείαν


τελοῦντι σὺν τοῖς ἑταίροις αὐτοῦ, τουτέστι τοῖς συνήθεσι,
τοῖς προσφιλέσιν. ἀλλὰ νῦν (8), ὦ ψυχὴ δηλονότι, διὰ τόξων
Μουσῶν πόῤῥω βαλλόντων, ἀντὶ τοῦ διὰ λόγων ἐγκωμιαστικῶν,
οὓς αἱ Μοῦσαι παρέχουσι, πόῤῥω τὴν εὐφημίαν πεμπόντων, τὸν
Δία τε τὸν τῆς πυρώδους καὶ λαμπρᾶς ἀστραπῆς αἴτιον ἐπίνει-
μαι, ἤγουν ἐπέξελθε, τόξευσον, τουτέστιν ὕμνησον τοιοῖσδε
μέλεσιν, ἤτοι διὰ τοιούτων ποιημάτων, καὶ τὸ σεβάσμιον ἀκρω-
τήριον τῆς Ἤλιδος, ἤγουν τὴν Ὀλυμπίαν, ὕμνησον δηλονότι,
ὅπερ (14) ποτὲ ὁ Πέλοψ ὁ ἥρως ὁ ἀπὸ τῆς Λυδίας ἐξήρατο,
ἀντὶ τοῦ ἤρατο, ἤτοι ἔλαβεν, ἕδνον κάλλιστον, ἀντὶ τοῦ προῖκα
καλλίστην τῆς Ἱπποδαμείας. βέλος δὲ γλυκὺ πτερωτόν, ἀντὶ
τοῦ λόγον ἐγκωμιαστικὸν ἵει, ἤγουν πέμπε Πυθῶνάδε, τουτέστι
πρὸς τὴν Πυθῶνα. μέμνηται δὲ καὶ τῆς Πυθῶνος, ἐπειδὴ καὶ ἐν
αὐτῇ ἐνίκησεν ὁ Ἐφάρμοστος.
ταπεινῶν καὶ φαύλων.

Scholia In Pindarum, Scholia et glossae in Olympia et Pythia (scholia recentiora


Triclinii, Thomae Magistri, Moschopuli, Germani) (col
Ode-treatise P 1, scholion-τμ. 126-127, γρ. 9

μεγάλην τιμὴν ἔχοντες. τῶν Τυνδαριδῶν.


Πινδόθεν]Πίνδος ὄρος Περεβοίας, ἐν ᾗ
τέσσαρες πόλεις εἰσίν, ὧν μία ἐπώνυμος τῷ ὄρει, ἀφ' ἧς ἀνα-
στάντες οἱ τῶν Δωριέων πρόγονοι ἀφικνοῦνται εἰς τὴν μεταξὺ
420

Οἴτης ὄρους καὶ Παρνασοῦ Δωρίδα, ὅθεν καὶ τοὔνομα ἔσχον.


ἐν δὲ τῇ Δωρίδι ταύτῃ ἓξ πόλεις ἦσαν· Ἐρινεόν, Κύτιον, Βοιόν,
Κάρφαια, Δρυόπη, Λίλαιον, ὅθεν μετὰ τῶν Ἡρακλειδῶν εἰς
Λακεδαίμονα ἐλθόντες οἰκοῦσι. γείτονας δὲ λέγει τῶν Τυνδα-
ριδῶν, ἐπεὶ ὁ τούτων πατὴρ Τυνδάρεως ἐνταῦθα ἦρχε, διὸ
καὶ κηδεύσας Μενέλαον ἔδωκεν αὐτῷ προικὸς χάριν τὴν
Σπάρτην. δόξα. ἐξέλαμψεν. – ἤτοι τῆς ἀνδρείας.
πληρέστατε. – οἵαν νῦν ἔχουσιν. ποταμοῦ Σι-
κελίας. Germ. Τὸδίδουλείπει, ἵν' ᾖ· δίδου τοῖς βασιλεῦσι
καὶ τοῖς ἀστοῖς τοῖς περὶ τὸν Ἱέρωνα μερίδα εὐτυχίας.
μοῖραν. – τοῖς πολίταις.

Scholia In Pindarum, Scholia in Pindarum (scholia vetera et recentiora partim


Thomae Magistri et Alexandri Phortii) (e cod. Patm.) Ode P 1, scholion 126, γρ. 10

δαιμονίαν, ἀπὸ μέρους. – Ὄλβιοι] Εὐδαίμονες.


Πινδόθεν] Πίνδος ὄρος Περεβοίας (γρ. Περαιβοίας
ἢ Πεῤῥαιβοίας), ἐν ᾧ τέσσαρες πόλεις εἰσίν· ὧν μία ἐπώνυμος
τῷ ὄρει, ἀφ' ἧς ἀναστάντες οἱ τῶν Δωριέων πρόγονοι, ἀφικνοῦν-
ται εἰς τὴν μεταξὺ Οἴτης ὄρους καὶ Παρνασσοῦ Δωρίδα· ὅθεν
καὶ τοὔνομα ἔσχον. Ἐν δὲ τῇ Δωρίδι ταύτῃ ἓξ πόλεις ἦσαν
Ἐρινεὸν (γρ. Ἐρινεός), Κύτιον (γρ. Κυτίνιον), Βοιόν, Κάρφαια,
Δρυόπη, Λίλαιον (γρ. Λίλαια) ὅθεν μετὰ τῶν Ἡρακλειδῶν εἰς
Λακεδαίμονα ἐλθόντες οἰκοῦσι. Γείτονας δὲ λέγει τῶν Τυνδαρι-
δῶν, ἐπεὶ ὁ τούτων πατὴρ Τυνδάρεως ἐνταῦθα ἦρχε· διὸ κηδεύ-
σας Μενέλαον, ἔδωκεν αὐτῷ προικὸς χάριν τὴν Σπάρτην. – Πινδό-
θεν] Ἀπὸ Πίνδου πόλεως Πεῤῥεβοίας (γρ. Πεῤῥαιβοίας). – Ὀρνύ-
μενοι] Κινούμενοι.
Τυνδαριδᾶν] Τυνδαριδῶν. – Βαθύδοξοι] Με-
γάλην τιμὴν ἔχοντες. – Ὧν] Τυνδαριδῶν. – Κλέος ἄνθησεν] Ἡ
δόξα ἐξέλαμψεν. – Αἰχμᾶς] Ἀνδρείας.
Ζεῦ τέλει'] Ζεῦ πληρέστατε (εὐχή). – Τοιαύ-
την] Οἵαν νῦν ἔχουσιν. – Ἀμένα] τοῦ Ἀμένου ποταμοῦ Σικε-
λίας. – Αἶσαν ἀστοῖς] Μοῖραν πολίταις. – Βασιλεῦσι] Κεχωρι-
σμένως τῶν ἄλλων παρέχειν θέλε. – Βασιλεῦσι] Τινὲς πρὸς τὸ
βασιλεῦσιν ὑποστίζοντες καὶ τὸ δίδου ἔξωθεν λαμβάνοντες,

Scholia In Platonem, Scholia in Platonem Dialogue Ap, Stephanus p. 19e, γρ. 1

(1) ἀντωμοσία ἐπὶ δίκῃ λέγεται, διὰ τὸ ὀμνύναι ἑκατέρους, τὸν μὲν
ἐγκαλοῦντα ὅτι ἠδίκηται, τὸν δὲ ἐγκαλούμενον μὴ ἠδικηκέναι. (2) οἱ
δὲ ἀντωμοσίαν τὴν ἐπὶ πράγμασιν ἀμαρτύροις καὶ †ἀνέγγραφον εἰς
ὅρκον περιισταμένην δίκην, ἐφ' οἷς οἱ κριταὶ δοξάζουσιν. (3) ἔνιοι
ὅταν ἐπὶ δημοσίῳ ἀγῶνι σκηπτομένου τινὸς κάμνειν ὁ ἀντίδικος
ἀντομνύηται, φάσκων προσποιεῖσθαι αὐτόν, καὶ περὶ τούτου διαλαμ-
421

βάνωσιν οἱ δικασταί. (4) ὁ τοῦ κατηγορουμένου ὅρκος ἐπὶ τῷ τἀληθῆ


ἀπολογήσασθαι, ὥσπερ τοῦ κατηγοροῦντος πρότερον διωμοσία, ἐπὶ τῷ
τἀληθῆ κατηγορήσειν.
προῖκα.
κατὰ δωρεάν, ἄνευ μισθοῦ. ἦ δ' ὅς ... ἦν δ' ἐγώ. ἔφη δὲ οὗτος ... ἔφην δὲ ἐγώ.
ᾖα.

Scholia In Platonem, Scholia in Platonem Dialogue Grg, Stephanus p. 494b, γρ. 4

νάματα οἴνου μέλιτος γάλακτος


ἀεὶ ἀναγκαζόμενος πιμπλάναι.
οἴνου ... μέλιτος ... γάλακτος.
οἶνον μὲν ὡς τροφιμώτατον, γάλα δὲ ὡς πρώτην τροφήν, μέλι δὲ
ὡς τὴν ἐν τῇ τροφῇ γλυκυθυμίαν παρείληφεν.
πληρωσάμενος.
οὐκ ἐμπλησθεὶς ἀλλὰ προσδεὴς ὤν.
χαραδριοῦ.
(1) χαραδριὸς ὄρνις τις ὃς ἅμα τῷ ἐσθίειν ἐκκρίνει. (2) εἰς ὃν
ἀποβλέψαντες, ὡς λόγος, οἱ ἰκτεριῶντες ῥᾷον ἀπαλλάττονται· ὅθεν καὶ
ἐγκρύπτουσιν αὐτὸν οἱ πιπράσκοντες, ἵνα μὴ προῖκα ὠφελῶνται οἱ
κάμνοντες. καί μιν καλύπτει· μῶν χαραδριὸν περνάς; ὥς φησιν Ἱππῶναξ (fr. 48
Diehl). λέγεις οἷον κτλ.

Scholia In Platonem, Scholia in Platonem Dialogue R, Stephanus p. 346e, γρ. 1

(2) Δημοσθένης ἐν τῷ κατὰ Τιμοκράτους (XXXIV 96) τὰ μὲν


τῶν θεῶν χρήματα ἱερά, τὰ δὲ κοινὰ τῆς πόλεως ὅσια ὀνομάζει.
κατὰ μέρη ἀδικοῦντες.
τὸ ἑξῆς οὕτως· οἱ κατὰ μέρη τῶν τοιούτων κακουργημάτων ἀδι-
κοῦντες.
οὕτως, ὦ Σώκρατες.
ὅτι ἡ ἀδικία τῆς δικαιοσύνης δεσποτικώτερον καὶ ἐλευθεριώτερον,
ὡς Θρασύμαχος.
ἀρνυμένους.
ἀντὶτοῦκαταλλαττομένους.
προῖκα. χωρὶς μισθοῦ. ζημίαν.
τὸ ὑπὸ πονηροτέρου ἄρχεσθαι, ὡς μετ' ὀλίγον ἐρεῖ.
ἐπιτρέψαι. τὴν ἀρχὴν ἀναλαβέσθαι δηλαδή. πράγματα.

Scholia In Platonem, Scholia in Platonem Dialogue Lg, Stephanus p. 921a,bis, γρ. 1

διαιτηταῖς.
omisin textu suppl. in marg. A3 O3.
διαιτηταί εἰσιν ἐν οἷς Ἀθήνῃσιν εἰσήγοντο αἱ ἰδιωτικαὶ δίκαι· εἰ
δέ τινες μὴ ἐπείθοντο τοῖς διαιτηθεῖσιν, αὐτοὶ εἰσῆγον αὐτοὺς εἰς τὸ
δικαστήριον καὶ παρὰ τοὺς δικαστάς. ἐγίνοντο δὲ διαιτηταὶ πάντες
422

Ἀθηναῖοι οἷς ἑξακοστὸν ἦν ἔτος. τὸν δὲ ἀδικοῦντα διαιτητὴν ἐξῆν


εἰσαγγέλλειν· καὶ εἴ τις ἑάλω, ἀτιμία ἦν τὸ ἐπιτίμιον.
βιοδότην.
βιοδότην in marg. iterant A3 O3.
προῖκα.
ἄνευ μισθοῦ, ὡς νῦν, ἢ φερνήν.
ἐπωβελίαν.
ἐπωβελία ἐστὶν ἐπιτίμιόν τι, τοῦτ' ἔστι τοῖς διώκουσι χρηματικήν
τινα δίκην, ἐὰν μὴ ἕλωσιν, ἦν δὲ τοῦτο ἑκτὸν μέρος τοῦ τιμήματος
οὗ ἐπεγράφοντο. καὶ ἐκαλεῖτο οὕτως, ὅτι ἐπὶ τῇ δραχμῇ ὀβολὸς ἦν,
τῆς δραχμῆς λογιζομένης πρὸς ἕξ. ἐλάμβανε δὲ ὁ φεύγων παρὰ τοῦ
διώκοντος εἰ τὴν δίκην ἀπέφευγεν. μέμνηται δὲ ταύτης καὶ Δημο-
σθένης ἐν τῷ κατὰ Ἀφόβου (XXVII69).

Scholia In Sophoclem, Scholia in Sophoclem Play Tr, verse 162, γρ. 2

πάθη τοῦ Ἡρακλέους πολλάκις ἀπωδυράμην ἓν δὲ νῦν


εἰπεῖν βούλομαι οἷον οὐκ εἴρηκά πω.
ὅτι πρὸ πολλοῦ χρόνου χρησμὸς ἦν αὐτῷ
δεδομένος.
νῦν δ' ὡς ἔτ' οὐκ ὤνἀεὶ μὲν ἐξῄει ὡς
ἐπὶ ὁμολογουμένῳ κατορθώματι νῦν δὲ ὡς τεθνηξό-
μενος ἐνετείλατό μοι ἵνα πρόνοιαν ἄλλου ἀνδρὸς
ἐμαυτῇ ποιήσωμαι, εἶπε δὲ καὶ περὶ τῆς ἑκάστου τῶν
τέκνων μερίδος.
χρεῖ' ᾖ μ' ἑλέσθαι κτῆσινἔλεγεν προσήκειν
ἐμὲ λαβεῖν τὴν προῖκα καὶ τὰ δῶρα ἃ ὑπὲρ τοῦ λέχους
ἐκτησάμην.
ἢ προνοεῖσθαι ἑτέρου ἀνδρὸς ἢ σῴζειν τὸ λέχος.
τοῦθ' ὑπεκδραμόνταδιαφυγόντα τὸν θάνατον.
τοιαῦτ' ἔφραζεἡ δέλτος τοιαῦτα ἔλεγεν παρὰ
θεῶν εἱμάρθαι ὥστε τούτων θάτερον αὐτῷ τέλος
ἔσεσθαι τῶν πόνων.
τῶν Ἡρακλείωντῶν ἑαυτοῦ πόνων τὸ τέλος·
πολὺ δὲ τὸ τοιοῦτο εἶδος παρὰ ποιηταῖς.
Δωδῶνι δισσῶν ἐκ πελειάδωντὴν ἐν Δωδώνῃ
τῆς Θεσπρωτίας φηγὸν ἐφ' ᾗ δύο περιστεραὶ καθή

Scholia In Theocritum, Scholia in Theocritum Prolegomenon-anecdote-poem 4, τμ.


-verse 16a, γρ. 3

τήδειαι.
KUgEg ὡς κακὸν εὗρον τὸν βουκόλον, τὸν Αἴγωνα, διότι
κατέλιπεν αὐτάς.
Kλῶντι νέμεσθαι:καὶ οὐκέτι θέλουσι νέμεσθαι,
δηλονότι ζητοῦσαι τὸν Αἴγωνα.
KGUEATτᾶς πόρτιος:πόρτιας τὰς ἀκμαζούσας βοῦς, ἐφ'
ἃς οἷόν τε τοὺς ταύρους πορεύεσθαι, ὅ ἐστιν ὀχεύεσθαι· ἢ τὰς
423

ἐν τῷ πόρῳ, τουτέστιν ἐν τῇ ὁδῷ, ἰούσας.


πρῶκας:τὴν σταγόνα τῆς δρόσου. Καλλίμαχος
(Apoll. 40sq.)· ‘ὥς κεν ἐκεῖναι πρῶκες ἔραζε πεσοῦσαι.’
...‘†προίκιον ἐκδακερος† εἶδαρ ἔδων’ (Callimachi fgm.
542 Schneider, II 683).
μὴ πρῶκα σιτίζεται:πρὼξ εἶδος βοτάνης, ἥτις PT
ἀναφύει ἅμα τῷ φανῆναι τοὺς τέττιγας. λέγεται δὲ πρὼξ καὶ
ἡ δρόσος. πρῶκας:>πρωϊνὴν δρόσον. Kg πρὼξ ἡδρόσος ἀπὸ τοῦ πρωΐ πέμπεσθαι. Eg
οὐ Δᾶν:>οὐ μὰ τὴν Γῆν· οἱ γὰρ Δωριεῖς τὸ UgEg γεἰςδτρέπουσιν.

Anthologia Graeca, Anthologia Graeca Book 5, epigram 2, γρ. 4

ΕΠΙΓΡΑΜΜΑΤΑ ΕΡΩΤΙΚΑ
ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΠΟΙΗΤΩΝ
Νέοις ἀνάπτων καρδίας σοφὴν ζέσιν
ἀρχὴν Ἔρωτα τῶν λόγων ποιήσομαι·
πυρσὸν γὰρ οὗτος ἐξανάπτει τοῖς λόγοις.
Τὴν καταφλεξίπολιν Σθενελαΐδα τὴν βαρύμισθον,
τὴν τοῖς βουλομένοις χρυσὸν ἀμεργομένην,
γυμνήν μοι διὰ νυκτὸς ὅλης παρέκλινεν ὄνειρος
ἄχρι φίλης ἠοῦς προῖκα χαριζομένην.
οὐκέτι γουνάσομαι τὴν βάρβαρον οὐδ' ἐπ' ἐμαυτῷ
κλαύσομαι ὕπνον ἔχων κεῖνα χαριζόμενον.

Anthologia Graeca, Anthologia Graeca Book 6, epigram 120, γρ. 3

ΛΕΩΝΙΔΑ

Οὐ μόνον ὑψηλοῖς ἐπὶ δένδρεσιν οἶδα καθίζων


ἀείδειν, ζαθερεῖ καύματι θαλπόμενος,
προίκιος ἀνθρώποισι κελευθήτῃσιν ἀοιδός,
θηλείης ἕρσης ἰκμάδα γευόμενος,
ἀλλὰ καὶ εὐπήληκος Ἀθηναίης ἐπὶ δουρὶ
τὸν τέττιγ' ὄψει μ', ὦνερ, ἐφεζόμενον.
ὅσσον γὰρ Μούσαις ἐστέργμεθα, τόσσον Ἀθήνη
ἐξ ἡμέων· ἡ γὰρ παρθένος αὐλοθέτει.

Anthologia Graeca, Anthologia Graeca Book 9, epigram 96, γρ. 6

μέσφα μιν οὐράνιον κρύος ὤλεσεν· ἦ γὰρ ἔμεινεν


αἴθριος οὐρανίων ἀντίπαλος νεφέων.
Πρόκνη καὶ Μήδεια, κατ' Ἄϊδος αἰδέσθητε
μητέρες ὀρνίθων ἔργα διδασκόμεναι.

ΑΝΤΙΠΑΤΡΟΥΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΩΣ>
424

Ἀντιγένης ὁ Γελῷος ἔπος ποτὲ τοῦτο θυγατρὶ


εἶπεν, ὅτ' ἦν ἤδη νεύμενος εἰς Ἀίδην·
“Παρθένε καλλιπάρῃε, κόρη δ' ἐμή, ἴσχε συνεργὸν
ἠλακάτην, ἀρκεῦν κτῆμα πένητι βίῳ·
ἢν δ' ἵκῃ εἰς ὑμέναιον, Ἀχαιίδος ἤθεα μητρὸς
χρηστὰ φύλασσε πόσει προῖκα βεβαιοτάτην.”

Anthologia Graeca, Anthologia Graeca Book 9, epigram 367, γρ. 14

ἤδη καρφαλέῃ τειρόμενον πενίῃ,


καί μιν δακρυχέων ἀνελάμβανε καὶ πόσιν αὐτὸν
θῆκε θυγατρὸς ἑῆς πόλλ' ἐπὶ μείλια δούς.
αὐτὰρ ἐπεὶ Θήρωνα παρὰ φρένας ἤλυθε πλοῦτος,
αὐτίκα ταῖς αὐταῖς ἐτρέφετ' ἐν δαπάναις,
γαστρὶ χαριζόμενος πᾶσαν χάριν οὐ κατὰ κόσμον
τῇ θ' ὑπὸ τὴν μιαρὰν γαστέρα μαργοσύνῃ.
οὕτως μὲν Θήρωνα τὸ δεύτερον ἀμφεκάλυψεν
οὐλομένης πενίης κῦμα παλιρρόθιον.
Εὐκτήμων δ' ἐδάκρυε τὸ δεύτερον, οὐκέτι κεῖνον,
ἀλλὰ θυγατρὸς ἑῆς προῖκά τε καὶ θάλαμον.
ἔγνω δ', ὡς οὐκ ἔστι κακῶς κεχρημένον ἄνδρα
τοῖς ἰδίοις εἶναι πιστὸν ἐν ἀλλοτρίοις.

Anthologia Graeca, Anthologia Graeca Book 9, epigram 404, γρ. 3

ΑΝΤΙΦΙΛΟΥ

Ἆ καλὸν αὐτοπόνητον ἐν αἰθέρι ῥεῦμα μελισσῶν,


ἄπλαστοι χειρῶν αὐτοπαγεῖς θαλάμαι,
προίκιος ἀνθρώπων βιότῳ χάρις, οὐχὶ μακέλλας,
οὐ βοός, οὐ γαμψῶν δευομένα δρεπάνων,
γαυλοῦ δὲ σμικροῖο, τόθι γλυκὺ νᾶμα μέλισσα
πηγάζει σκήνευς δαψιλὲς ἐξ ὀλίγου.
χαίροιτ', εὐαγέες, καὶ ἐν ἄνθεσι ποιμαίνεσθε,
αἰθερίου πτηναὶ νέκταρος ἐργάτιδες.

Anthologia Graeca, Anthologia Graeca Book 11, epigram 50, γρ. 4

ΑΥΤΟΜΕΔΟΝΤΟΣ

Εὐδαίμων πρῶτον μὲν ὁ μηδενὶ μηδὲν ὀφείλων,


425

εἶτα δ' ὁ μὴ γήμας, τὸ τρίτον ὅστις ἄπαις.


ἢν δὲ μανεὶς γήμῃ τις, ἔχει χάριν, ἢν κατορύξῃ
εὐθὺς τὴν γαμετὴν προῖκα λαβὼν μεγάλην.
ταῦτ' εἰδὼς σοφὸς ἴσθι· μάτην δ' Ἐπίκουρον ἔασον
ποῦ τὸ κενὸν ζητεῖν καὶ τίνες αἱ μονάδες.

Anthologia Graeca, Anthologia Graeca Book 11, epigram 199, γρ. 2

ΛΕΩΝΙΔΟΥ

Ἰχθῦν ὁ γρυπὸς Σωσίπτολις οὐκ ἀγοράζει,


προῖκα δ' ἔχει πολλὴν ἐξ ἁλὸς εὐβοσίην·
οὐ λίνον, οὐ κάλαμον προσάγων, τῇ ῥινὶ δὲ προσθεὶς
ἄγκιστρον σύρει πάντα τὰ νηχόμενα.

Anthologia Graeca, Anthologia Graeca Book 14, epigram 108, γρ. 2

ΑΛΛΟ

Οὐδὲν ἔσωθεν ἔχω, καὶ πάντα μοι ἔνδοθέν ἐστι,


προῖκα δ' ἐμῆς ἀρετῆς πᾶσι δίδωμι χάριν.

Anthologiae Graecae Appendix, Epigrammata demonstrativa


Epigram 145, γρ. 4

ΑΓΑΘΙΟΥ Η ΠΑΛΛΑΔΑ.

Μῆνιν ἄειδεμαθὼν καὶΜῆνιν ἄειδεδιδάξας,


οὐλομένην,γαμετὴν ἠγαγόμην ὁ τάλας·
πᾶν δ' ἦμαρ μάχεται, καὶ παννυχίη πολεμίζει,
ὡς παρὰ τῆς μητρὸς προῖκα λαβοῦσα μάχην.
Ἢν δὲ θέλω σιγᾷν, καὶ μαρναμένῃ ὑποείκειν,
ὅττι περ οὐ μάχομαι, τοῦδ' ἕνεκεν μάχεται.

Appendix Proverbiorum, Appendix proverbiorum Centuria 1, τμ. 9, γρ. 2

κειμένων· μεταφορικῶς ἀπὸ τῶν ὀρνέων. Μαλακώτατα γὰρ


τὰ πρὸς τῇ πυγῇ τῶν ὀρνέων.
Ἄιδεις πρὸς μυῤῥίνην:ἔθος τὸν μὴ δυνάμε-
νον ἐν συμποσίῳ ᾆσαι, δάφνης κλάδον ἢ μυῤῥίνης λα-
βόντα πρὸς τοῦτον ᾄδειν.
426

Ἀεὶ γεωμόρος εἰς νέωτα πλούσιος.


Αἰγαῖαν ἐμβολήν:ἐπὶ τῶν εὐτελῶν φορτίων.
Αἰγῶν ὀνόματα:οἷον ἄχρηστα πράγματα· ὅμοιαι
γὰρ αἱ αἶγες.
Αἰδὼς δ' οὐκ ἀγαθὴ κεχρημένῳ ἀνδρὶ προ-
ΐκτῃ:ἐπὶ τῶν δι' ἐπιείκειαν βλαπτομένων.
Αἰδὼς ἐν ὀφθαλμοῖς:ἢ ὅτι οἱ τοὺς ὀφθαλ-
μοὺς κεκομμένοι οὐκ αἰδοῦνται, ἢ ὅτι τοὺς παρόντας αἰ-
δοῦνται μᾶλλον οἱ ἄνθρωποι ἢ τοὺς ἀπόντας.
Αἰσώπου γελοῖα:οὕτως ἔλεγον τοὺς Αἰσώπου
μύθους ἐν τοῖς δικαστηρίοις.
Ἀκάνθιος κύων:ταχεῖα, ὀνομαστικῶς. Τινὲς
δὲ ἐπὶ τῶν προπετῶς τι πραττόντων, παρόσον τυφλὰ
τίκτει ἡ κύων.
Ἀκόλλητα χείλη οὐ σύκῳ βύσεις:παρεγγυᾷ

Michael Apostolius Paroemiogr., Collectio paroemiarum Centuria 7, τμ. 65, γρ. 9

μᾶλλον δ' ἐπ' ὀλέθρου· δεινὸν γὰρ τὸ κατὰ κεφαλῆς ὠσθέντα


πληγῆναι.
Ἐπαύλια δῶρα φέρειν ἥκεις:ἐπὶ τῶν πολλὰ
δωρουμένων. Ἐπαύλια δὲ καλεῖται τὰ μετὰ τὴν ἐχομένην
ἡμέραν τῶν γάμων παρὰ τοῦ τῆς νύμφης πατρὸς δῶρα
φερόμενα τῷ νυμφίῳ καὶ τῇ νύμφῃ ἐν πομπῆς σχήματι·
παῖς γὰρ ἡγεῖται χλανίδα λευκὴν ἔχων καὶ λαμπάδα και-
ομένην, ἔπειτα μετὰ τοῦτον κανηφόρος· εἶθ' αἱ λοιπαὶ
ἀκολουθοῦσιν ἐφεξῆς, φέρουσαι χρυσία, λεκανίδας, σμή-
γματα, φορεῖα, κτένας, κοίτας, ἀλαβάστρους, σανδάλια,
μυράλιτρα. ἐνίοτε δὲ καὶ τὴν προῖκα ἅμα τῶν νυμφίων
φέρουσιν.
Ἐπιφυλλίδες ταῦτ' ἐστι καὶ στωμύλματα, χελι-
δόνων μουσεῖα, λωβηταὶ τέχνης:ἐπὶ τῶν εἰρωνευ-
ομένων ἐπὶ σμικροῖς.
Ἐπὶ τοῖς ὅπλοις ἀκκίζεται:ἐπὶ τῶν ἐπαιρομένων
ταῖς ὕβρεσι καὶ τοῖς ἀκκισμοῖς· ἀπὸ Ἀκκοῦς τινός, Σα-
μίας μωρᾶς οὔσης. Ἐπὶ πόδα ἀναχωρεῖ:ἐπὶ ἀδυνασίᾳ φευγόντων ἢ
δειλίᾳ τοὺς κρείσσους. Ἐπειοῦ δειλότερος:οὕτως ἔλεγε Κρατῖνος ὁ κω

Suda, Lexicon Alphabetic letter alpha, entry 2718, γρ. 1


μένων ἀντὶ τῶν βελτιόνων. Ἀντιπέτρεια:ὄνομα πόλεως.
Ἀντιπέτρου βήματος:ἀντὶ γὰρ πέτρας χαλκοῦς ἦν. ἢ ἰσο-
πέτρου βήματος, τοῦ κατ' ἴσον βεβηκότος τῷ πέτρῳ. χαλκοῦς δὲ ἦν
ὁ οὐδός. Σοφοκλῆς· μηκέτι τοῦδ' ἀντιπέτρου βήματος ἔξω πόδα
κλίνῃς. χαλκὸς αὐτὴ ἡ ὕλη· χαλκοῦς δὲ ἀνδρίας τὸ μετουσιαστικὸν ὡς
χρυσὸς καὶ χρυσοῦς.
Ἀντιπίπτω·δοτικῇ.
Ἀντιπολεμῶ·δοτικῇ. καὶἈντιπνέω·δοτικῇ.
Ἀντιπροκλήσεις:ἀντιλογίας, ἀντεγκλήματα.
Ἀντίπροικα:ὅμοια. ἀντίπροικα ὁ δῆμος ἠγανάκτησε, καὶ
427

θροῦς ὑπεξήφθη.
Ἀντιποιηθέντα:φιλονεικήσαντα. δεῖ γὰρ ἀντιποιηθέντας
οὐ πρότερον χαρίσασθαι θελήσαντι. καὶἈντιποιούμενον·γενικῇ.
ἐπιμελῶς διακείμενον. Πολύβιος· ὁ δὲ Ἄρατος κατανοῶν τὸν Ἀντί-
γονον πρᾶξιν ἔχοντα καὶ σύνεσιν καὶ πίστεως ἀντιποιούμενον· τοὺς
δὲ βασιλεῖς φύσει μὲν οὐδένα νομίζοντας οὔτ' ἐχθρὸν οὔτε πολέμιον
ἐπεβάλετο λαλεῖν πρὸς τῶν εἰρημένων βασιλέων καὶ συμπλέκειν τὰς
χεῖρας. ἀντιποιούμενοι τῆς ἀρχῆς τῷ βασιλεῖ. Ξενοφῶν. καὶ
αὖθις· οὐδὲν ἀντιποιησάμενοι τῆς ἐκείνου δεήσεως.
Ἀντιρρητικά.

Suda, Lexicon Alphabetic letter alpha, entry 3597, γρ. 6

Θουκυδίδης. καὶἈποτείχισις,ἡ τῶν τειχῶν ἀφαίρεσις.


Ἀπὸ τῆς ἴσης·Θουκυδίδης· οὐδ' αὐτοὶ ἀπὸ τῆς ἴσης κοινὰς
στρατιὰς ἐποιοῦντο. οἷον ἀπὸ τῆς ἰδίας ἕκαστος οὐσίας τὸ φθάνον.
ἈποτίθημικαὶἈποτίθεμαι·αἰτιατικῇ.
Ἀποτίμησιν:τέλος, ἢ φόρον.
ἈποτιμηταὶκαὶἈποτίμημακαὶἈποτιμᾶνκαὶ τὰ ἀπ'
αὐτῶν. οἱ μισθούμενοι τοὺς τῶν ὀρφανῶν οἴκους παρὰ τοῦ ἄρχοντος
ἐνέχυρα τῆς μισθώσεως παρείχοντο· ἔδει δὲ τὸν ἄρχοντα πέμπειν
τινὰς ἀποτιμησομένους τὰ ἐνέχυρα. καὶ ἐλέγοντο τὰ μὲν ἐνέχυρα
ἀποτιμήματα, οἱ δὲ ἀποτιμησάμενοι ἀποτιμηταὶ, τὸ δὲ ἔργον ἀποτιμᾶν.
καὶ οἱ προῖκα γυναικὶ γαμουμένῃ δόντες ᾔτουν παρὰ τοῦ ἀνδρὸς ὑπὲρ
τῆς προικὸς ἐνέχυρον, οἰκίαν ἢ χωρίον ταύτης ἄξιον. ἐλέγετο δὲ ὁ
μὲν δοὺς τὸ ἀποτίμημα ἐνεργητικῶς ἀποτιμᾶν, ὁ δὲ λαβὼν ἀπο-
τιμᾶσθαι. ὁ δὲ αὐτὸς λόγος καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων ὀφλημάτων, ὡς καὶ
Δημοσθένης ἐν τῷ κατὰ Ὀνήτορος δευτέρῳ.
Ἀπότιμος:οὕτως Σοφοκλῆς ἀπότιμον θεὸν τὸν λοιμόν, τουτ-
έστι τὸν μὴ μετέχοντα τῆς τιμῆς τῶν θεῶν. θεῶν γάρ ἐστι τὸ
εὐεργετεῖν τοὺς ἀνθρώπους· ὁ δὲ φθείρει καὶ ἀπόλλυσιν.

Suda, Lexicon Alphabetic letter alpha, entry 3597, γρ. 7

Ἀπὸ τῆς ἴσης·Θουκυδίδης· οὐδ' αὐτοὶ ἀπὸ τῆς ἴσης κοινὰς


στρατιὰς ἐποιοῦντο. οἷον ἀπὸ τῆς ἰδίας ἕκαστος οὐσίας τὸ φθάνον.
ἈποτίθημικαὶἈποτίθεμαι·αἰτιατικῇ.
Ἀποτίμησιν:τέλος, ἢ φόρον.
ἈποτιμηταὶκαὶἈποτίμημακαὶἈποτιμᾶνκαὶ τὰ ἀπ'
αὐτῶν. οἱ μισθούμενοι τοὺς τῶν ὀρφανῶν οἴκους παρὰ τοῦ ἄρχοντος
ἐνέχυρα τῆς μισθώσεως παρείχοντο· ἔδει δὲ τὸν ἄρχοντα πέμπειν
τινὰς ἀποτιμησομένους τὰ ἐνέχυρα. καὶ ἐλέγοντο τὰ μὲν ἐνέχυρα
ἀποτιμήματα, οἱ δὲ ἀποτιμησάμενοι ἀποτιμηταὶ, τὸ δὲ ἔργον ἀποτιμᾶν.
καὶ οἱ προῖκα γυναικὶ γαμουμένῃ δόντες ᾔτουν παρὰ τοῦ ἀνδρὸς ὑπὲρ
τῆς προικὸς ἐνέχυρον, οἰκίαν ἢ χωρίον ταύτης ἄξιον. ἐλέγετο δὲ ὁ
μὲν δοὺς τὸ ἀποτίμημα ἐνεργητικῶς ἀποτιμᾶν, ὁ δὲ λαβὼν ἀπο-
τιμᾶσθαι. ὁ δὲ αὐτὸς λόγος καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων ὀφλημάτων, ὡς καὶ
Δημοσθένης ἐν τῷ κατὰ Ὀνήτορος δευτέρῳ.
Ἀπότιμος:οὕτως Σοφοκλῆς ἀπότιμον θεὸν τὸν λοιμόν, τουτ-
έστι τὸν μὴ μετέχοντα τῆς τιμῆς τῶν θεῶν. θεῶν γάρ ἐστι τὸ
428

εὐεργετεῖν τοὺς ἀνθρώπους· ὁ δὲ φθείρει καὶ ἀπόλλυσιν.

Suda, Lexicon Alphabetic letter alpha, entry 3705, γρ. 1

ἀπιδὼν καὶ τυφλώττων πρὸς τὸ εὐσεβὲς, ἀπρόσωπον μὲν ὅσα ἰδεῖν,


μικρὸν δὲ τὸ μέγεθος, λίθου δὲ μὴ κεκριμένης τὸ ἄγαλμα ποιεῖ.
ἀντὶ τοῦ ἐκλελεγμένης.
Ἀπροστασίου:εἶδός ἐστι δίκης κατὰ τῶν μὴ νεμόντων προ-
στατεῖν ἔνοικον. καὶ γὰρ ἕκαστος αὐτῶν ἠρνεῖτό τινα τῶν πολιτῶν
τὸν προστησόμενον αὐτῷ περὶ πάντων τῶν ἰδίων καὶ τῶν κοινῶν.
ζήτει ἐν τῷ ἀποστασίου.
Ἀπρότων·Δείναρχος ἐν τῷ κατὰ Πυθέου· ἐμπεπηδηκότων
τῶν ῥητόρων ὥσπερ ἀπρότων εἰς τὸ ἐμπόριον. ἔν τισι δὲ ὥσπερ
παρνόπων γέγραπται. οἱ δὲ πάρνοπες εἶδος ἀκρίδος.
Ἄπροικον:τῇ προσῳδίᾳ ὡς ἄνθρωπον οἱ Ἀττικοί.
Ἄπταιστος:ἀπρόσκοπος.
Ἁπτέα:ἀντὶ τοῦ ἐπιχειρητέον. τούτῳ δὲ ἐδόκει ἁπτέα τοῦ
ἔργου, πρὶν καὶ τῶν λοιπῶν ἐπαρθῆναι εἰς τὸ νεωτερίζειν τὰς
γνώμας.
Ἅπτεσθαι·γενικῇ. λαμβάνεσθαι.Ἅπτεικαὶ τὰ ἄλλα τὰ
ἐπὶ τοῦ ἐνεστῶτος χρόνου διὰ τοῦ ει λεγόμενα τῶν νεωτέρων μᾶλλον

Suda, Lexicon Alphabetic letter alpha, entry 3893, γρ. 6

ματικοὶ περὶ τοὺς μʹ ἐγένοντο. τελευτᾷ δὲ ἐν Κύπρῳ ἑαυτὸν ὑπ-


εξαγαγὼν ἐνδείᾳ τροφῆς, νόσῳ τῇ ὕδρωπι ληφθείς. ἔτη δὲ αὐτοῦ τῆς
ζωῆς οβʹ. καὶ παῖδας μὲν κατέλιπεν Ἀρίσταρχον καὶ Ἀρισταγόραν.
ἄμφω δὲ ἐγένοντο εὐήθεις, ὥστε καὶ ἐπράθη ὁ Ἀρίσταρχος· Ἀθηναῖοι
δὲ ἐλθόντα παρ' αὐτοῖς ἐξωνήσαντο.
Ἀρίσταρχος,Τεγεάτης, ὁ τῶν τραγῳδιῶν ποιητὴς, νοσεῖ τινα
νόσον· εἶτα αὐτὸν ἰᾶται ὁ Ἀσκληπιὸς καὶ προστάσσει χαριστήρια τῆς
ὑγείας. ὁ δὲ ποιητὴς τὸ δρᾶμα τὸ ὁμώνυμόν οἱ νέμει. θεοὶ δὲ
ὑγείας μὲν οὐκ ἄν ποτε μισθὸν αἰτήσαιεν οὐδ' ἂν λάβοιεν. ἢ πῶς
ἄν; εἴ γε τὰ μέγιστα ἡμῖν φρενὶ φιλανθρώπῳ καὶ ἀγαθῇ παρέχουσι
προῖκα, ἥλιόν τε ὁρᾶν καὶ τοῦ θεοῦ τοῦ τοσούτου τῆς παναρκοῦς
ἀμισθὶ μεταλαμβάνειν ἀκτῖνος, καὶ χρῆσιν ὕδατος καὶ πυρὸς συντέχνου
μυρίας ἐπιγονὰς, καὶ ποικίλας ἅμα καὶ συνεργοὺς ἐπικουρίας, καὶ ἀέρος
σπᾶν καὶ ἔχειν τροφὴν ζωῆς τὸ ἐξ αὐτοῦ πνεῦμα. ἐθέλουσι δὲ ἄρα
ἐν τοῖσδε τοῖς μικροῖς μήτε ἀχαρίστους εἶναι μήτε ἀμνήμονας ἡμᾶς,
καὶ ἐν τούτοις ἀμείνονας ἀποφαίνοντες. οὗτος δὲ ὁ Ἀρίσταρχος
σύγχρονος ἦν Εὐριπίδῃ· ὃς πρῶτος εἰς τὸ νῦν αὐτῶν μῆκος τὰ δρά-
ματα κατέστησε. καὶ ἐδίδαξε μὲν τραγῳδίας οʹ, ἐνίκησε δὲ βʹ, βιοὺς
ὑπὲρ ἔτη ρʹ.

Suda, Lexicon Alphabetic letter alpha, entry 3900, γρ. 1


429

ἀξιοῦν. εἰ δὲ μηδ' οὕτω πείθοιεν, τέλος οἷον ἐπιμαρτυρομένους εἴκειν


καὶ τότε ποιεῖν τὸ παραγγελλόμενον.
Ἀρισταῖος:εἷς τῶν Γιγάντων, ὃς περιεσώθη.Ἀριστεὺς
δὲ, Ἀριστέως. καὶἈριστίωνὡσαύτως. ἔστι δὲ Σάμιος μὲν ἢ
Πλαταιεὺς, ἐκ μειρακυλλίου δὲ ἑταῖρος Δημοσθένους· ἐπέμφθη δὲ ὑπ'
αὐτοῦ πρὸς Ἡφαιστίωνα ἕνεκα διαλλαγῶν. μνημονεύει αὐτοῦ Ὑπερίδης
ἐν τῷ κατὰ Δημοσθένους. ὅτι ἐν τῷ ὄρει τῆς Σικελίας, τῷ λεγομένῳ
Αἴτνῃ, Ἀρισταῖον μόνον τὸν Γίγαντα περισωθῆναί φασι· καὶ οὔτε πῦρ οὐράνιον
ἐπ' αὐτὸν ἦλθεν, οὔτε Αἴτνη πιέζει αὐτόν.
Ἀρίσταιχμος:ὄνομα κύριον.
Ἀριστέας,Δημοχάριδος ἢ Καυστροβίου, Προικοννήσιος, ἐπο-
ποιός· τὰ Ἀριμάσπεια καλούμενα ἔπη· ἔστι δὲ ἱστορία τῶν Ὑπερβορέων
Ἀριμασπῶν, βιβλία γʹ. τούτου φασὶ τὴν ψυχὴν, ὅταν ἐβούλετο, ἐξιέναι
καὶ ἐπανιέναι πάλιν. γέγονε δὲ κατὰ Κροῖσον καὶ Κῦρον, Ὀλυμπιάδι νʹ.
ἔγραψε δὲ οὗτος καὶ καταλογάδην Θεογονίαν, εἰς ἔπη ᾴ.
Ἀριστερά:τὰ μωρά· δεξιὰ δὲ τὰ συνετά. Σοφοκλῆς περὶ
Αἴαντός φησιν· οὔ ποτε γὰρ φρενόθεν γ' ἐπ' ἀριστερὰ, παῖ Τελα-

Suda, Lexicon Alphabetic letter gamma, entry 239, γρ. 2

Γήλοφος:ὁ ὑψηλὸς τόπος.


Γήμας:ὁ ἀνήρ. καὶΓήμω·αἰτιατικῇ.
Γῆμ' ἐπῆρε:γῆμαι ἀνέπεισε. κυρίως δὲ τὸ ἐπῆρεν, ἀντὶ τοῦ
ἐχαύνωσε καὶ ἀνεκούφισεν, ἐπαγγελλομένη προῖκα μεγάλην εἰσοίσειν
τὴν γυναῖκα, οἰκουρὸν φάσκουσα εἶναι, μὴ οὕτως ἐχούσης. Ἀριστο-
φάνης Νεφέλαις· ἥτις με γῆμ' ἐπῆρε τὴν μητέρα.
Γῆν ἰλλομένην:συγκεκλεισμένην καὶ περιειλημμένην. ἰλλάδες
γὰρ οἱ δεσμοί.

Suda, Lexicon Alphabetic letter delta, entry 458, γρ. 3

δὲ ἄρξας τῶν Ἑλλήνων, πέμψας ἐξαιτεῖ τοὺς δέκα ῥήτορας. ἐκδόν-


των Ἀθηναίων, ὁ Δημοσθένης εἰς Σικελίαν ἔφυγεν. Ἀρχίας δὲ ὁ
ὑποκριτὴς ἀποσταλεὶς ἐπ' αὐτὸν ὑπ' Ἀντιπάτρου βίᾳ ἀποσπᾷ ἀπὸ
τοῦ ἱεροῦ Ποσειδῶνος, ὃ ἦν ἄσυλον. ὁ δὲ ὑπὸ τῇ σφραγῖδι φάρμακον
ἔχων, μυζήσας ἀπέθανεν.
Δημοσθένης Θρᾷξ·οὗτος ἔγραψε Μετάφρασιν Ἰλιάδος πεζῷ
λόγῳ, Ἐπιτομὴν τῶν Δαμαγήτου τοῦ Ἡρακλεώτου, Περὶ διθυραμβο-
ποιῶν, Μετάφρασιν εἰς τὴν Ἡσιόδου Θεογονίαν.
Δημοσιεύων·αἰτιατικῇ. δωρεὰν ἐργάζομαι. Ἀριστοφάνης· ἀλλ'
ὦ πόνηρ', οὐ δημοσιεύων τυγχάνω. οἱ γὰρ δημοσίᾳ χειροτονούμενοι
ἰατροὶ καὶ δημόσιοι προῖκα ἐθεράπευον. οἷον, οὐ κοινῇ ἐσπείσαμεν,
ἀλλ' ἐμαυτῷ μόνῳ, καὶ ἀμισθὶ οὐ μεταδίδωμί σοι.
Δημόσιον:τὸ τοῦ δήμου.
Δημόσιος·δημοσίους λέγουσι τοὺς τῆς πόλεως δούλους. ὅτι
ἡ βασιλεία κτῆμα τῶν κοινῶν, ἀλλ' οὐ τὰ δημόσια τῆς βασιλείας κτήματα. διὸ
τὰς ἐξ ἀνάγκης καὶ μεθ' ὕβρεως εἰσπράξεις ὥσπερ τυραννικὰς ἀκολασίας μισεῖν
δεῖ, τὰς δὲ σὺν λόγῳ καὶ φιλανθρωπίᾳ τῶν εἰσφορῶν ἀπαιτήσεις ὥσπερ κηδεμονίαν
τιμᾶν.
430

Δημοσίων πραγμάτων διοικητής,οἷον φροντιστὴς χορ-


ηγίας, τριηραρχίας καὶ τῶν τοιούτων. ἰδίως δέ, οἷον εἰ ἀδικοῖτό τις
καὶ δικάζοιτο πρός τινα, αὐτὸς ἐφρόντιζεν. ἀπεχθάνῃ δέ, διότι οἱ

Suda, Lexicon Alphabetic letter epsilon, entry 272, γρ. 1

μέρος τοῦ σώματος ὡς ἡμεῖς ἕδραν.


Ἑδράνων:θρόνων. Σοφοκλῆς· ἀλλ' ἄναξ ἑδράνων, ὅπου
μακραίωνι στηρίζῃ σχολῇ. καὶ ἐν Ἐπιγράμμασι· νηῶν θ' ἕδρανον
ἀσταθέων ἄγκυραν. ἀντὶ τοῦ ἕδρασμα.
Ἔδρασεν:ἐποίησεν, ἐκάθισεν.
ἙδραῖοςκαὶἙδραίωμα.
Ἑδριόωντο:ἐκαθέζοντο.
Ἑδρῖται:οἰκέται. ἀπὸ τοῦ καταφεύγειν ἐπὶ τὴν ἑστίαν.
Ἐδύνατοἢ ἠδύνατο.
Ἒ ἔ:ἐπίρρημα σχετλιαστικόν.
Ἑεδνωτής:ὁ προικιστής, ὁ πενθερός.
Ἐέλδωρ:ἐπιθύμημα, βούλημα.

Suda, Lexicon Alphabetic letter epsilon, entry 1990, γρ. 8

Ἐπαοιδός:φαρμακός, γόης. καὶ θηλυκῶςἘπαοιδία.


Ἐπαυδῆσαι:ἐπειπεῖν.
Ἐπαύλειος:ἡ τῆς αὐλῆς ὁδός.
Ἐπαύλιαλέγεται, καθόσον ἐν τῇ τοῦ νυμφίου οἰκίᾳ ἡ νύμφη
τότε πρῶτον ἐπηύλισται. καλεῖται δ' ἐπαύλια καὶ τὰ μετὰ τὴν ἐχο-
μένην ἡμέραν τῶν γάμων παρὰ τοῦ τῆς νύμφης πατρὸς δῶρα φερό-
μενα τῷ νυμφίῳ καὶ τῇ νύμφῃ ἐν πομπῆς σχήματι. παῖς γὰρ ἡγεῖται
χλανίδα λευκὴν ἔχων καὶ λαμπάδα καιομένην, ἔπειτα μετὰ τοῦτον
κανηφόρος, εἶθ' αἱ λοιπαὶ ἀκολουθοῦσιν ἐφεξῆς φέρουσαι χρυσία,
λεκανίδας, σμήγματα, φορεῖα, κτένας, κοίτας, ἀλαβάστρους, σανδάλια,
θήκας, μυράλειπτρα. ἐνίοτε δὲ καὶ τὴν προῖκα ἅμα τῷ νυμφίῳ φέρου-
σιν. οἱ δέ φασιν ἐπαύλια τὴν δευτέραν μετὰ τοὺς γάμους ἡμέραν
καλεῖσθαι, ἐν ᾗ πρῶτον ἐπαυλίζεται τῷ νυμφίῳ ἡ νύμφη.Ἐπαύλιον
δὲ μονή. περὶ Ἑκάλης θανούσης· ἴθι πρηεῖα γυναικῶν τὴν ὁδόν, ἣν
ἀνίαι θυμαλγέες οὐ περόωσι. πολλάκι σεῖο, μαῖα, φιλοξένοιο καλιῆς
μνησόμεθα· ξυνὸν γὰρ ἐπαύλιον ἔσκεν ἅπασιν.
Ἔπαυλις:ἡ οἰκία, ἐν ᾗ τὴν αὖλιν ποιοῦνται.Αὖλιςδὲ ἡ
κοίτη. καὶἘπαυλόσυνος,ὁ εἰς τὴν ἔπαυλιν ἰών. οὔτε τίν'
ἀνδρῶν οὔτε βροτῶν βλάψας, οἴχετ' ἐπαυλόσυνος. περὶ λέοντος ὁ
λόγος.

Suda, Lexicon Alphabetic letter epsilon, entry 2300, γρ. 1

ὥστε εἰ ἡ πρᾶξις γίνοιτο, θατέρῳ πάντως τὸ ὡμολογημένον ἀργύριον


ἀποδοῦναι.
Ἐπιδιετὲς ἡβῆσαι:ἀντὶ τοῦ ἑκκαίδεκα ἐτῶν γεγονέναι. τὸ
431

γὰρ ἡβῆσαι μέχρι ιδʹ ἐστίν. ἀλλ' οἱ ἔφηβοι παρ' Ἀθηναίοις ὀκτωκαιδε-
καετεῖς γινόμενοι ἐλέγοντο· καὶ ἔμενον μὲν ἐν τοῖς ἐφήβοις ἔτη δύο,
ἔπειτα εἰς τὸ ληξιαρχικὸν ἐγράφοντο γραμματεῖον.
Ἐπίδικα·οἷς ἄν τις ἐπεδικάζετο, ὡς προσήκουσιν αὐτῷ κατὰ
γένους ἀγχιστείαν, εἰ μὴ εἶεν υἱεῖς ἢ υἱωνοὶ τῷ τετελευτηκότι, μήτε
μὴν διαθῆκαι, ταῦτα ἐπίδικα καλεῖται.
Ἐπιδικάζεται·γενικῇ. ἀντιποιεῖται.
ἘπίδικοςκαὶἘπίκληροςκαὶἘπίπροικοςκαὶἘπικλη-
ρῖτις.ἐπίκληρος μὲν ἡ ἐπὶ παντὶ τῷ κλήρῳ ὀρφανὴ καταλελειμ-
μένη, μὴ ὄντος αὐτῇ ἀδελφοῦ. ἡ δὲ αὐτὴ καὶ ἐπικληρῖτις, ἐπίπροικος
δὲ ἡ ἐπὶ μέρει τινὶ τοῦ κλήρου, ἥ τε προῖκα ἔχειν ἀδελφοὺς ἔχουσα.
ἐπίδικος δὲ ἡ ἀμφισβητουμένη ἐπίκληρος, τίνι χρὴ αὐτὴν γαμηθῆναι.
Ἰσαῖος δὲ τὴν ἐπίκληρον ἐν τῷ πρὸς Λυσίβιον ἐπικληρέτιν ἐκάλεσεν.
Ἐπιδοκιμάζω:ἀντὶ τοῦ ὑπερμαχῶ. γενικῇ.
Ἐπιδίφρια:τὰ τῷ ἁρματίῳ δίφρῳ ἐπιτιθέμενα. καὶ ὁ ἐπὶ
δίφρου ἱζάνων, ἢ καθήμενος παντοδαποῦ.
Ἐπιδίφριος:ἀργός, καὶ γυναικώδης.
Ἐπιδορατίς:ὁ σίδηρος, τοῦ ἀκοντίου τὸ ἄνω.

Suda, Lexicon Alphabetic letter epsilon, entry 2300, γρ. 3

Ἐπιδιετὲς ἡβῆσαι:ἀντὶ τοῦ ἑκκαίδεκα ἐτῶν γεγονέναι. τὸ


γὰρ ἡβῆσαι μέχρι ιδʹ ἐστίν. ἀλλ' οἱ ἔφηβοι παρ' Ἀθηναίοις ὀκτωκαιδε-
καετεῖς γινόμενοι ἐλέγοντο· καὶ ἔμενον μὲν ἐν τοῖς ἐφήβοις ἔτη δύο,
ἔπειτα εἰς τὸ ληξιαρχικὸν ἐγράφοντο γραμματεῖον.
Ἐπίδικα·οἷς ἄν τις ἐπεδικάζετο, ὡς προσήκουσιν αὐτῷ κατὰ
γένους ἀγχιστείαν, εἰ μὴ εἶεν υἱεῖς ἢ υἱωνοὶ τῷ τετελευτηκότι, μήτε
μὴν διαθῆκαι, ταῦτα ἐπίδικα καλεῖται.
Ἐπιδικάζεται·γενικῇ. ἀντιποιεῖται.
ἘπίδικοςκαὶἘπίκληροςκαὶἘπίπροικοςκαὶἘπικλη-
ρῖτις.ἐπίκληρος μὲν ἡ ἐπὶ παντὶ τῷ κλήρῳ ὀρφανὴ καταλελειμ-
μένη, μὴ ὄντος αὐτῇ ἀδελφοῦ. ἡ δὲ αὐτὴ καὶ ἐπικληρῖτις, ἐπίπροικος
δὲ ἡ ἐπὶ μέρει τινὶ τοῦ κλήρου, ἥ τε προῖκα ἔχειν ἀδελφοὺς ἔχουσα.
ἐπίδικος δὲ ἡ ἀμφισβητουμένη ἐπίκληρος, τίνι χρὴ αὐτὴν γαμηθῆναι.
Ἰσαῖος δὲ τὴν ἐπίκληρον ἐν τῷ πρὸς Λυσίβιον ἐπικληρέτιν ἐκάλεσεν.
Ἐπιδοκιμάζω:ἀντὶ τοῦ ὑπερμαχῶ. γενικῇ.
Ἐπιδίφρια:τὰ τῷ ἁρματίῳ δίφρῳ ἐπιτιθέμενα. καὶ ὁ ἐπὶ
δίφρου ἱζάνων, ἢ καθήμενος παντοδαποῦ.

Suda, Lexicon Alphabetic letter epsilon, entry 2300, γρ. 4

γὰρ ἡβῆσαι μέχρι ιδʹ ἐστίν. ἀλλ' οἱ ἔφηβοι παρ' Ἀθηναίοις ὀκτωκαιδε-
καετεῖς γινόμενοι ἐλέγοντο· καὶ ἔμενον μὲν ἐν τοῖς ἐφήβοις ἔτη δύο,
ἔπειτα εἰς τὸ ληξιαρχικὸν ἐγράφοντο γραμματεῖον.
Ἐπίδικα·οἷς ἄν τις ἐπεδικάζετο, ὡς προσήκουσιν αὐτῷ κατὰ
γένους ἀγχιστείαν, εἰ μὴ εἶεν υἱεῖς ἢ υἱωνοὶ τῷ τετελευτηκότι, μήτε
μὴν διαθῆκαι, ταῦτα ἐπίδικα καλεῖται.
Ἐπιδικάζεται·γενικῇ. ἀντιποιεῖται.
432

ἘπίδικοςκαὶἘπίκληροςκαὶἘπίπροικοςκαὶἘπικλη-
ρῖτις.ἐπίκληρος μὲν ἡ ἐπὶ παντὶ τῷ κλήρῳ ὀρφανὴ καταλελειμ-
μένη, μὴ ὄντος αὐτῇ ἀδελφοῦ. ἡ δὲ αὐτὴ καὶ ἐπικληρῖτις, ἐπίπροικος
δὲ ἡ ἐπὶ μέρει τινὶ τοῦ κλήρου, ἥ τε προῖκα ἔχειν ἀδελφοὺς ἔχουσα.
ἐπίδικος δὲ ἡ ἀμφισβητουμένη ἐπίκληρος, τίνι χρὴ αὐτὴν γαμηθῆναι.
Ἰσαῖος δὲ τὴν ἐπίκληρον ἐν τῷ πρὸς Λυσίβιον ἐπικληρέτιν ἐκάλεσεν.
Ἐπιδοκιμάζω:ἀντὶ τοῦ ὑπερμαχῶ. γενικῇ.
Ἐπιδίφρια:τὰ τῷ ἁρματίῳ δίφρῳ ἐπιτιθέμενα. καὶ ὁ ἐπὶ
δίφρου ἱζάνων, ἢ καθήμενος παντοδαποῦ.
Ἐπιδίφριος:ἀργός, καὶ γυναικώδης.
Ἐπιδορατίς:ὁ σίδηρος, τοῦ ἀκοντίου τὸ ἄνω.

Suda, Lexicon Alphabetic letter epsilon, entry 2474, γρ. 1

ζʹ κληθέντων σοφῶν ἢ καὶ ἐπ' αὐτοῖς γενέσθαι. ἐκάθηρε γοῦν τὰς


Ἀθήνας τοῦ Κυλωνείου ἄγους κατὰ τὴν μδʹ ὀλυμπιάδα, γηραιὸς ὤν.
ἔγραψε δὲ πολλὰ ἐπικῶς· καὶ καταλογάδην μυστήριά τινα καὶ καθαρμοὺς
καὶ ἄλλα αἰνιγματώδη. πρὸς τοῦτον γράφει Σόλων ὁ νομοθέτης
μεμφόμενος τῆς πόλεως κάθαρσιν. οὗτος ἔζησεν ρνʹ ἔτη, τὰ δὲ
Ϟʹ ἐκαθεύδησεν. καὶ παροιμία τὸἘπιμενίδειον δέρμα,ἐπὶ τῶν
ἀποθέτων.
Ἐπιμετρούσης:ἐπιχορηγούσης. ὥσπερ ἐπιμετρούσης καὶ συν-
επαγωνιζομένης τοῖς γεγονόσι τῆς τύχης.
Ἐπιμετρῶ·δοτικῇ.
Ἐπιμείλιον:τὸ προικί ον.
Ἐπιμείνῃς:αὐθυπότακτον.
Ἐπιμηλίδες Νύμφαι.
Ἐπιμήνια:τὰ καθ' ἕκαστον μῆνα φυόμενα. ἢ τὰ ὑπὲρ ὅλου
τοῦ μηνὸς ἅπαξ ποτὲ γενόμενα θύματα.
Ἐπὶ μικρόν.
Ἐπιμίξ:ἐπιμεμιγμένως.
ἘπίμπλατοκαὶἘπίμπλαντο.
Ἐπιμύω:τὸ καμμύω.
Ἐπινάστειος:μέτοικος, ξένος, φυγάς.
Ἐπινενασμέναι:πεπληρωμέναι. Ἀριστοφάνης· αἱ τράπεζαί

Suda, Lexicon Alphabetic letter theta, entry 218, γρ. 3

ἀληθείας κατάληψις, τῷ δὲ πρακτικῷ ἡ τοῦ ἀγαθοῦ. ὁ μὲν οὖν νοῦς,


φησί, γένος ἕτερον εἶναι δοκεῖ ψυχῆς καὶ μόνος χωριστὴν ἔχει τὴν
οὐσίαν, ἡ δὲ λοιπὴ πᾶσα ψυχὴ ἀχώριστος.
Θεωρίατέλος ἐστὶν ἱερωσύνης μὴ ψευδομένης τὸ ὄνομα· θεωρία
δὲ καὶ πρᾶξις οὐκ ἀξιοῦσι συγγίνεσθαι. ὁρμὴ μὲν γὰρ ὁρμὴ πράξεων·
οὐδεμία δὲ ἀπαθής.
Θεωρίαι:οὕτω καλοῦνται πᾶσαι αἱ πανηγύρεις. καὶΘεωρία,
ὄνομα πόρνης.
Θεωρικά·ἐν ταῖς λεγομέναις Διονυσίαις θεωρίαις ἀγώνων
τελουμένων φιλοτίμων συνέβαινέ τινας τῶν πολιτῶν εἰς ὕβρεις καὶ
τραύματα διαφέρεσθαι. ἔδοξεν οὖν τῷ δήμῳ μηκέτι προῖκα θεωρεῖν,
ἐκμισθοῦν δὲ ταῖς θέαις τοὺς τόπους. πλεονεκτουμένων δὲ τῶν πενή-
433

των διὰ τὸ ῥᾳδίως τοῖς πλουσίοις πλείονος τιμῆς τοῦτο γίνεσθαι,


ἐψηφίσαντο ἐπὶ δραχμῇ καὶ μόνον εἶναι τὸ τίμημα, θεωρικὸν αὐτῇ
θέντες ὄνομα· καὶ τὸν ἐπὶ τούτῳ ἐφεστηκότα θεωρικὴν ἀρχὴν ἔλεγον
ἄρχειν. ἀπὸ τούτου δὲ καὶ τὰ λοιπά, ὅσα Ἀθηναῖοι ἐλάμβανον, θεωρικὰ
εἴρηται.

Suda, Lexicon Alphabetic letter pi, entry 2980, γρ. 1

Πρωτοπείρωνος.
Πρωτοπορία.
Πρωτοπραξία:τὸ πρῶτον ἀπαιτούμενον, τὸ πρῶτον εἰσπρατ-
τόμενον.
Πρώτους:ἀκμάζοντας, νέους.
Πρώτῳ ποδί:ὃ οἰωνιζόμενοι λέγειν εἰώθασι.
Πρωτότοκος:ὁ πρῶτος τεχθείς.Πρωτοτόκοςδὲ ἡ θεοτόκος.
Προῖκα:δωρεάν, ἄνευ μισθοῦ. καὶ τοπικὸν ἐπίρρημα ἀντὶ
τοῦ ὅπου. τὰ δὲ καὶ προῖκα πολλαχῆ τοῖς ἑαυτοῦ τέλεσι πεπο-
ρισμένα. ἀντὶ τοῦ ἄνευ κόπου.
Προικί ας:ὄνομα κύριον.
Προίκιος:ἄνευ μισθοῦ. προίκιος ἀνθρώποισι κελευθήτῃσιν
ἀοιδός. ὁ τέττιξ φησὶν ἐν Ἐπιγράμμασι.
Προικόνησος.
Προικός:δόσεως· ἀντὶ τοῦ δωρεᾶς. πᾶν γὰρ δῶρον οὕτως
καλεῖ ὁ ποιητής. ἡ εὐθεῖαΠροίξ.

Arsenius Paroemiogr., Apophthegmata Centuria 6, τμ. 48g, γρ. 4

κακοῖς πολεμίοις τε ἅμα καὶ πολίταις.


Ἐγὼ δέπεριπατῶν γ' ἀπ' ἐργαστηρίου
ἕψαντος ἑτέρου χύτραν ὑφειλόμην⁝ Ἀριστοφάνης Ἱππεῦσι.
Ἐγὼ γὰρ οὐδ'ἂν ὀρνίθων γάλα
ἀντὶ τοῦ βίου λάβοιμ' ἂν, οὗ με νῦν ἀποστερεῖς.
Ἐγὼ μὲν οὔποτ'εὐγένειαν ᾔνεσα
τὴν προστάταισι χρωμένην ἀναξίως⁝ Θεοδέκτου.
Ἐγὼ μὲν οὖντὸν νόμον ἐμαυτῷ τοῦτον
τίθεμαι δοκιμάζων, ὥσπερ εἴρηται ποεῖν·
κρεῖττον γάρ ἐστιν εὖ τεθραμμένην λαβεῖν
γυναῖκ' ἄπροικον ἢ κακῶς μετὰ χρημάτων,
τὴν ἐσομένην καὶ ταῦτα μέτοχον τοῦ βίου⁝ Διοδώρου.
Ἐγὼ δὲ λυποῦμαιμὲν εἰς ὑπερβολὴν
ἐπὶ τοῖς παροῦσιν, ἐν δὲ τῇ λυπῇ φρονῶ.
τοῦτό με τηροῦν ἐστι κἄνθρωπον ποιοῦν⁝ Φιλήμονος.
Ἐγκράτεια κρηπὶςεὐσεβείας, ὄρεξις κτήσεως, ἀρχὴ πλε-
ονεξίας· ἐκ γὰρ φιλαργυρίας ἀδικία φύεται⁝ Κλειτάρχου.
Ἐγκρατείας μὲνἴδιον ὑγεία καὶ ἰσχύς, ἀκρασίας δὲ ἀσθέ-
νεια καὶ νόσος γειτνιῶσα θανάτῳ⁝ Φίλωνος.
Ἐγὼ δὲ, ὅστιςἄνθρωπος ὢν ἀνθρώπῳ τύχην προφέρει,
434

Arsenius Paroemiogr., Apophthegmata Centuria 13, τμ. 39t, γρ. 2

Οὔ ποτε σὸνμνῆμα Εὐρίπιδες ὄλετο.


Οὐκ ἦν ἂνἀνθρώποισιν ἐν βίῳ φθόνος,
εἰ πάντες ᾖμεν ἐξίσου πεφυκότες.
εἰς τἀπίσημα δ' ὁ φθόνος πηδᾶν φίλει⁝ Ἀγάθωνος.
Οὐκ ἔστιν ἄφοβονεἶναι φοβερὸν φαινόμενον⁝ Ἐπικούρου.
Οὔτε σύμφορόνἐστι γυνὴ νέα ἀνδρὶ γέροντι,
οὐ γὰρ πηδαλίῳ πείθεται, ὡς ἄκατος,
οὐδ' ἄγκυραι ἔχουσιν· ἀποῤῥήξασαι δὲ δεσμά
πολλάκις ἐκ νυκτῶν ἄλλον ἔχει λιμένα⁝ Θεόγνιδος.
Οὐκ ἔστιν οὐδὲνβαρύτερον τῶν φορτίων
ὄντως γυναικὸς προῖκα πολλὴν φερομένης⁝ Ἀλέξιδος.
Οὐκ ἔστ'ἀναισχυντότερον οὐδὲν θηρίον
γυναικός, ἀπ' ἐμαυτῆς ἐγὼ τεκμαίρομαι⁝ Ἀλέξιδος.
Οὐκ ἔστιν κρεῖττοντοῦ σιωπᾶν οὐδὲ ἕν⁝ Ἄμφιδος.
Οὐ δεῖ φιλογέλωταεἶναι σχέδον ὅταν τις φλέγῃ ἰσχυρῷ
γέλωτι, ἰσχυρὰν καὶ μεταβολὴν ζητεῖ τὸ τοιοῦτον⁝ Πλάτωνος.

Ενδεικτική χρονολογική ταξινόμηση

1. Αριστοφάνης . Equites (5-4 B.C.) Γρ. 577

τῶν πρὸ τοῦ σίτησιν ᾔτησ’ ἐρόμενος Κλεαίνετον·


νῦν δ’ ἐὰν μὴ προεδρίαν φέρωσι καὶ τὰ σιτία, (575)
οὐ μαχεῖσθαί φασιν. Ἡμεῖς δ’ ἀξιοῦμεν τῇ πόλει
προῖκα γενναίως ἀμύνειν καὶ θεοῖς ἐγχωρίοις.
Καὶ πρὸς οὐκ αἰτοῦμεν οὐδὲν πλὴν τοσουτονὶ μόνον·
ἤν ποτ’ εἰρήνη γένηται καὶ πόνων παυσώμεθα,
μὴ φθονεῖθ’ ἡμῖν κομῶσι μηδ’ ἀπεστλεγγισμένοις. (580)

 2. Αριστοφάνης . Equites (5-4 B.C.) Γρ. 679


 Ἐγὼ δὲ τὰ κορίανν’ ἐπριάμην ὑποδραμὼν
ἅπαντα τά τε γήτει’ ὅσ’ ἦν ἐν τἀγορᾷ·
ἔπειτα ταῖς ἀφύαις ἐδίδουν ἡδύσματα
ἀποροῦσιν αὐτοῖς προῖκα κἀχαριζόμην.
Οἱ δ’ ὑπερεπῄνουν ὑπερεπύππαζόν τέ με (680)
ἅπαντες οὕτως ὥστε τὴν βουλὴν ὅλην
ὀβολοῦ κοριάννοις ἀναλαβὼν ἐλήλυθα.

 3. Αριστοφάνης . Nubes (5-4 B.C.) Γρ. 1426


435

 ἧττόν τι δῆτ’ ἔξεστι κἀμοὶ καινὸν αὖ τὸ λοιπὸν


θεῖναι νόμον τοῖς υἱέσιν, τοὺς πατέρας ἀντιτύπτειν;
ὅσας δὲ πληγὰς εἴχομεν πρὶν τὸν νόμον τεθῆναι, (1425)
ἀφίεμεν, καὶ δίδομεν αὐτοῖς προῖκα συγκεκόφθαι.
σκέψαι δὲ τοὺς ἀλεκτρυόνας καὶ τἄλλα τὰ βοτὰ ταυτί,
ὡς τοὺς πατέρας ἀμύνεται· καίτοι τί διαφέρουσιν
ἡμῶν ἐκεῖνοι, πλήν γ’ ὅτι ψηφίσματ’ οὐ γράφουσιν;

 4. Αριστοφάνης . Pax (5-4 B.C.) Γρ. 907


 περὶ ταῖσι καμπαῖς ἡνίοχοι πεπτωκότες.
Ἀλλ’, ὦ πρυτάνεις, δέχεσθε τὴν Θεωρίαν. (905)
Θέασ’ ὡς προθύμως ὁ πρύτανις παρεδέξατο.
Ἀλλ’ οὐκ ἄν, εἴ τι προῖκα προσαγαγεῖν σ’ ἔδει,
ἀλλ’ ηὗρον ἄν σ’ ὑπέχοντα τὴν ἐκεχειρίαν.

 5. Αριστοφάνης . Pax (5-4 B.C.) Γρ. 1204


 νυνὶ δὲ πέντε γ’ αὐτὰ δραχμῶν ἐμπολῶ,
ὁδὶ δὲ τριδράχμους τοὺς κάδους εἰς τοὺς ἀγρούς.
Ἀλλ’, ὦ Τρυγαῖε, τῶν δρεπάνων τε λάμβανε
κάδων θ’ ὅ τι βούλει προῖκα· καὶ ταυτὶ δέχου·
ἀφ’ ὧν γὰρ ἀπεδόμεσθα κἀκερδάναμεν (1205)
τὰ δῶρα ταυτί σοι φέρομεν εἰς τοὺς γάμους.
ΤΡ. Ἴθι νυν, καταθέμενοι παρ’ ἐμοὶ ταῦτ’ εἴσιτε

 6. Ξενοφών. Memorabilia {0032.002} (5-4 B.C.) Βι. 1 Κεφ. 2 τμ. 60 γρ. 6


 ἐπιθυμητὰς καὶ ἀστοὺς καὶ ξένους λαβὼν οὐδένα πώποτε
μισθὸν τῆς συνουσίας ἐπράξατο, ἀλλὰ πᾶσιν ἀφθόνως
ἐπήρκει τῶν ἑαυτοῦ· ὧν τινες μικρὰ μέρη παρ’ ἐκείνου (5)
προῖκα λαβόντες πολλοῦ τοῖς ἄλλοις ἐπώλουν, καὶ οὐκ
ἦσαν ὥσπερ ἐκεῖνος δημοτικοί· τοῖς γὰρ μὴ ἔχουσι χρή-
(61) ματα διδόναι οὐκ ἤθελον διαλέγεσθαι. ἀλλὰ Σωκράτης γε
καὶ πρὸς τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους κόσμον τῇ πόλει παρεῖχε

 7. Ξενοφών. Memorabilia {0032.002} (5-4 B.C.) Βι. 1 Κεφ. 5 τμ. 3 γρ. 1


 διασῶσαι, ἆρ’ ἀξιόπιστον εἰς ταῦθ’ ἡγησόμεθα τὸν ἀκρατῆ;
δούλῳ δ’ ἀκρατεῖ ἐπιτρέψαιμεν ἂν ἢ βοσκήματα ἢ ταμιεῖα ἢ (5)
ἔργων ἐπιστασίαν; διάκονον δὲ καὶ ἀγοραστὴν τοιοῦτον
(3) ἐθελήσαιμεν ἂν προῖκα λαβεῖν; ἀλλὰ μὴν εἴ γε μηδὲ δοῦλον
ἀκρατῆ δεξαίμεθ’ ἄν, πῶς οὐκ ἄξιον αὐτόν γε φυλάξασθαι
τοιοῦτον γενέσθαι; καὶ γὰρ οὐχ ὥσπερ οἱ πλεονέκται τῶν
ἄλλων ἀφαιρούμενοι χρήματα ἑαυτοὺς δοκοῦσι πλουτίζειν,

 8. Ξενοφών. Memorabilia {0032.002} (5-4 B.C.) Βι. 1 Κεφ. 6 τμ. 11 γρ. 6


 δὲ οὐδ’ ὁπωστιοῦν· δοκεῖς δέ μοι καὶ αὐτὸς τοῦτο γιγνώσκειν·
οὐδένα γοῦν τῆς συνουσίας ἀργύριον πράττῃ. καίτοι τό γε
ἱμάτιον ἢ τὴν οἰκίαν ἢ ἄλλο τι ὧν κέκτησαι νομίζων ἀργυ- (5)
ρίου ἄξιον εἶναι οὐδενὶ ἂν μὴ ὅτι προῖκα δοίης, ἀλλ’ οὐδ’
436

(12) ἔλαττον τῆς ἀξίας λαβών. δῆλον δὴ ὅτι εἰ καὶ τὴν συνου-
σίαν ᾤου τινὸς ἀξίαν εἶναι, καὶ ταύτης ἂν οὐκ ἔλαττον τῆς
ἀξίας ἀργύριον ἐπράττου. δίκαιος μὲν οὖν ἂν εἴης, ὅτι οὐκ

 9. Ξενοφών. Apologia Socratis {0032.005} (5-4 B.C.) Τμ. 26 γρ. 9


 ἀποκτείναντος αὐτόν· οἶδ’ ὅτι καὶ ἐμοὶ μαρτυρήσεται ὑπό τε
τοῦ ἐπιόντος καὶ ὑπὸ τοῦ παρεληλυθότος χρόνου ὅτι ἠδίκησα
μὲν οὐδένα πώποτε οὐδὲ πονηρότερον ἐποίησα, εὐηργέτουν
δὲ τοὺς ἐμοὶ διαλεγομένους προῖκα διδάσκων ὅ τι ἐδυνάμην
(27) ἀγαθόν. εἰπὼν δὲ ταῦτα μάλα ὁμολογουμένως δὴ τοῖς
εἰρημένοις ἀπῄει καὶ ὄμμασι καὶ σχήματι καὶ βαδίσματι
φαιδρός. ὡς δὲ ᾔσθετο ἄρα τοὺς παρεπομένους δακρύοντας,

 10. Ξενοφών. Agesilaus (5-4 B.C.) Κεφ. 4 τμ. 4 γρ. 2


 ἢ φίλους χρήμασι, δύνασθαι παρ’ ἑτέρων λαμβάνοντα ὠφε- (5)
λεῖν, οὐ καὶ τοῦτο μέγα τεκμήριον ἐγκρατείας χρημάτων;
(4) εἰ γὰρ ἐπώλει τὰς χάριτας ἢ μισθοῦ εὐεργέτει, οὐδεὶς ἂν
οὐδὲν ὀφείλειν αὐτῷ ἐνόμισεν· ἀλλ’ οἱ προῖκα εὖ πεπον-
θότες, οὗτοι ἀεὶ ἡδέως ὑπηρετοῦσι τῷ εὐεργέτῃ, καὶ διότι
εὖ ἔπαθον καὶ διότι προεπιστεύθησαν ἄξιοι εἶναι παρακατα-
(5) θήκην χάριτος φυλάττειν. ὅστις δ’ ᾑρεῖτο καὶ σὺν τῷ

 11. PLATO Phil. Apologia Socratis (5-4 B.C.) Stephanus p. 19 τμ. e γρ. 6
 Γοργίας τε ὁ Λεοντῖνος καὶ Πρόδικος ὁ Κεῖος καὶ Ἱππίας ὁ
Ἠλεῖος. τούτων γὰρ ἕκαστος, ὦ ἄνδρες, οἷός τ’ ἐστὶν ἰὼν
εἰς ἑκάστην τῶν πόλεων τοὺς νέους—οἷς ἔξεστι τῶν ἑαυτῶν (5)
πολιτῶν προῖκα συνεῖναι ᾧ ἂν βούλωνται—τούτους πείθουσι 20.(a) τὰς
ἐκείνων συνουσίας ἀπολιπόντας σφίσιν συνεῖναι χρή-
ματα διδόντας καὶ χάριν προσειδέναι. ἐπεὶ καὶ ἄλλος ἀνήρ
ἐστι Πάριος ἐνθάδε σοφὸς ὃν ἐγὼ ᾐσθόμην ἐπιδημοῦντα·

 12. PLATO Phil. Respublica (5-4 B.C.) Stephanus p. 346 τμ. e γρ. 1
 μισθὸς αὐτῇ προσγίγνηται, ἔσθ’ ὅτι ὠφελεῖται ὁ δημιουργὸς
ἀπὸ τῆς τέχνης;
Οὐ φαίνεται, ἔφη.
(e) Ἆρ’ οὖν οὐδ’ ὠφελεῖ τότε, ὅταν προῖκα ἐργάζηται;
Οἶμαι ἔγωγε.
Οὐκοῦν, ὦ Θρασύμαχε, τοῦτο ἤδη δῆλον, ὅτι οὐδεμία
τέχνη οὐδὲ ἀρχὴ τὸ αὑτῇ ὠφέλιμον παρασκευάζει, ἀλλ’,

 13. PLATO Phil. Leges (5-4 B.C.) Stephanus p. 742 τμ. c γρ. 3
 καὶ ὀνείδει μετὰ τοῦ ἀγαγόντος ἔνοχος ἔστω, καὶ ζημίᾳ
(c) πρὸς τούτοις μὴ ἐλάττονι τοῦ ξενικοῦ κομισθέντος νομί-
σματος. γαμοῦντα δὲ καὶ ἐκδιδόντα μήτ’ οὖν διδόναι μήτε
δέχεσθαι προῖκα τὸ παράπαν μηδ’ ἡντινοῦν, μηδὲ νόμισμα
παρακατατίθεσθαι ὅτῳ μή τις πιστεύει, μηδὲ δανείζειν ἐπὶ
τόκῳ, ὡς ἐξὸν μὴ ἀποδιδόναι τὸ παράπαν τῷ δανεισαμένῳ (5)
437

μήτε τόκον μήτε κεφάλαιον· ταῦτα δ’ ὅτι βέλτιστ’ ἐστὶν

 14. PLATO Phil. Leges (5-4 B.C.) Stephanus p. 921 τμ. a γρ. 7
 μονα εἶναι θεόν, οὐδὲν τῷ νῷ βλέπων, πρῶτον μὲν δίκην
τῷ θεῷ ὑφέξει, δεύτερον δὲ ἑπόμενος αὐτῷ νόμος κείσθω· (5)
Τὴν τιμὴν τῶν ἔργων ὀφειλέτω ὧν ἂν τὸν ἐκδόντα ψεύσηται
καὶ πάλιν ἐξ ἀρχῆς ἐν τῷ ῥηθέντι χρόνῳ προῖκα ἐξεργα-
ζέσθω. καὶ ἀναιρουμένῳ δ’ ἔργον συμβουλευτὴς νόμος, ἅπερ
(b) τῷ πωλοῦντι συνεβούλευεν, μὴ πλέονος τιμᾶν διαπειρώμενον
ἀλλ’ ὡς ἁπλούστατα τῆς ἀξίας, ταὐτὸν δὴ προστάττει καὶ

 15. PLATO Phil. Leges (5-4 B.C.) Stephanus p. 944 τμ. a γρ. 5
 μέρη. μύθῳ δὴ προσχρώμενοι ἅμ’ εἴπωμεν, εἰ κομισθεὶς
ἐπὶ σκηνὴν ἄνευ τῶν ὅπλων Πάτροκλος ἔμπνους ἐγένεθ’,
οἷον δὴ μυρίοις συνέπεσεν, τὰ δὲ πρότερα ἐκεῖνα ὅπλα,
ἃ Πηλεῖ φησιν ὁ ποιητὴς παρὰ θεῶν προῖκα ἐν τοῖς (5)
γάμοις ἐπιδοθῆναι Θέτιδι, ταῦτα δὲ Ἕκτωρ εἶχεν, ἐξῆν ἂν
τῶν τότε ὅσοι κακοὶ ὀνειδίζειν ὅπλων ἀποβολὴν τῷ τοῦ
Μενοιτίου. ἔτι δὲ ὁπόσοι κατὰ κρημνῶν ῥιφέντες ἀπώλεσαν

 16. LYSIAS Orat. Ὑπὲρ τῶν Ἀριστοφάνους χρημάτων, πρὸς τὸ δημόσιον (5-4
B.C.) Τμ. 16 γρ. 1
 ἡγοῦνται εἶναι ἢ πλουσιώτερον, τὴν δὲ πένητι γεγενημένῳ (5)
οὐ διὰ κακίαν, ἀδελφιδῷ δὲ ὄντι Φαίδρῳ τῷ> Μυρρι-
νουσίῳ, ἐπιδοὺς τετταράκοντα μνᾶς, κᾆτ’ Ἀριστοφάνει τὸ
(16) ἴσον. πρὸς δὲ τούτοις ἐμοὶ πολλὴν ἐξὸν πάνυ προῖκα λα-
βεῖν ἐλάττω συνεβούλευσεν, ὥστε εὖ εἰδέναι ὅτι κηδε-
σταῖς χρησοίμην κοσμίοις καὶ σώφροσι. καὶ νῦν ἔχω γυ-
ναῖκα τὴν Κριτοδήμου θυγατέρα τοῦ Ἀλωπεκῆθεν, ὃς

 17. LYSIAS Orat. Ὑπὲρ τῶν Ἀριστοφάνους χρημάτων, πρὸς τὸ δημόσιον


{0540.019} (5-4 B.C.) Τμ. 17 γρ. 3
 ὑπὸ Λακεδαιμονίων ἀπέθανεν, ὅτε ἡ ναυμαχία ἐγένετο (5)
(17) ἐν Ἑλλησπόντῳ. καίτοι, ὦ ἄνδρες δικασταί, ὅστις αὐτός
τε ἄνευ χρημάτων ἔγημε τοῖν τε θυγατέροιν πολὺ ἀργύριον
ἐπέδωκε τῷ τε ὑεῖ ὀλίγην προῖκα ἔλαβε, πῶς οὐκ εἰκὸς
περὶ τούτου πιστεύειν ὡς οὐχ ἕνεκα χρημάτων τούτοις
κηδεστὴς ἐγένετο; (5)
(18) Ἀλλὰ μὴν ὅ γε Ἀριστοφάνης ἤδη ἔχων τὴν γυναῖκα

 18. LYSIAS Orat. Ὑπὲρ τῶν Ἀριστοφάνους χρημάτων, πρὸς τὸ δημόσιον


{0540.019} (5-4 B.C.) Τμ. 32 γρ. 4
 (32) δραχμῶν, ὅσα οὐδενὸς πώποτ’ ἐλάβετε. πρὸς δὲ τούτοις
καὶ πρότερον πρὸς τοὺς συνδίκους καὶ νῦν ἐθέλομεν πίστιν
δοῦναι, ἥτις ἐστὶ μεγίστη τοῖς ἀνθρώποις, μηδὲν ἔχειν
τῶν Ἀριστοφάνους χρημάτων, ἐνοφείλεσθαι δὲ τὴν προῖκα
τῆς ἀδελφῆς καὶ τὰς> ἑπτὰ μνᾶς, ἃς ᾤχετο λαβὼν παρὰ (5)
438

(33) τοῦ πατρὸς τοῦ ἐμοῦ. πῶς ἂν οὖν εἶεν ἄνθρωποι ἀθλιώ-
τεροι, ἢ εἰ τὰ σφέτερ’ αὐτῶν ἀπολωλεκότες δοκοῖεν τἀκεί-

 19. DEMOSTHENES Orat. De pace {0014.005} (4 B.C.) Τμ. 12 γρ. 1


 ἄλλο γιγνώσκειν καὶ προαισθάνεσθαι πλὴν δι’ ἃν ὑμῖν εἴπω,
δύο· ἓν μέν, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, δι’ εὐτυχίαν, ἣν συμπάσης (5)
ἐγὼ τῆς ἐν ἀνθρώποις οὔσης δεινότητος καὶ σοφίας ὁρῶ
(12) κρατοῦσαν· ἕτερον δέ, προῖκα τὰ πράγματα κρίνω καὶ λογί-
ζομαι, καὶ οὐδὲν λῆμμ’ ἂν οὐδεὶς ἔχοι πρὸς οἷς ἐγὼ πεπολί-
τευμαι καὶ λέγω δεῖξαι προσηρτημένον. ὀρθὸν οὖν, ὅ τι
ἄν ποτ’ ἀπ’ αὐτῶν ὑπάρχῃ τῶν πραγμάτων, τὸ συμφέρον

 20.Αριστοτέλης Politica {0086.035} (4 B.C.) Bekker p. 1266b γρ. 3


 φησὶ γὰρ δεῖν ἴσας εἶναι τὰς κτήσεις τῶν πολιτῶν. τοῦτο (40)
(1266b) δὲ κατοικιζομέναις μὲν εὐθὺς οὐ χαλεπὸν ᾤετο ποιεῖν, τὰς
δ’ ἤδη κατοικουμένας ἐργωδέστερον μέν, ὅμως δὲ τάχιστ’ ἂν
ὁμαλισθῆναι τῷ τὰς προῖκας τοὺς μὲν πλουσίους διδόναι μὲν
λαμβάνειν δὲ μή, τοὺς δὲ πένητας μὴ διδόναι μὲν λαμβά-
νειν δέ. Πλάτων δὲ τοὺς Νόμους γράφων μέχρι μέν τινος (5)
ᾤετο δεῖν ἐᾶν, πλεῖον δὲ τοῦ πενταπλασίαν εἶναι τῆς ἐλα-

 21.Αριστοτέλης Politica (4 B.C.) Bekker p. 1270a γρ. 25


 καίτοι ταὐτὸ συμβαίνειν ἀναγκαῖον ἐκείνως τε καὶ οὕτως.
ἔστι δὲ καὶ τῶν γυναικῶν σχεδὸν τῆς πάσης χώρας τῶν
πέντε μερῶν τὰ δύο, τῶν τ’ ἐπικλήρων πολλῶν γινομένων,
καὶ διὰ τὸ προῖκας διδόναι μεγάλας. καίτοι βέλτιον ἦν (25)
μηδεμίαν ἢ ὀλίγην ἢ καὶ μετρίαν τετάχθαι. νῦν δ’ ἔξεστι
δοῦναί τε τὴν ἐπίκληρον ὅτῳ ἂν βούληται, κἂν ἀποθάνῃ
μὴ διαθέμενος, ὃν ἂν καταλίπῃ κληρονόμον, οὗτος ᾧ ἂν

 22. ΑΙΣΏΠΟΥ ΜΎΘΟΙ. Narr. Fict. Vita G (e cod. 397 Bibliothecae


Pierponti Morgan) (recensio 3) {1765.001} (A.D. 1) Τμ. 29 γρ. 3
 δεσπότην πριάμενος.”
(29) Φθασάντων δὲ αὐτῶν εἰς τὸν οἶκον ὁ Ξάνθος λέγει αὐτῷ· “Αἴσωπε, ὅτι
μου
τὸ γύναιον καθαρόν ἐστιν, περίμενε πρὸ τοῦ πυλῶνος μέχρις οὗ πρὸς τὴν
γυναῖκα
καταγγείλω, ἵνα μὴ ἐξαίφνης τὴν σαπρίαν σου ἰδοῦσα τὴν προῖκα ἀπαιτήσασα
φύγῃ.” Αἴσωπος· “εἰ γυναικοκρατεῖ σύ, ἄπιθι καὶ ταχὺ ποίησον.” εἰσελθὼν
οὖν
ὁ Ξάνθος φησίν “κυρία, οὐκέτι μου καταγογγύζεις καὶ λέγειν ἔχεις ὅτι ‘ἀπὸ
τῶν (5)ἐμῶν παιδισκαρίων ὑπηρέτησαι’. ἴδε κἀγὼ σωμάτιον ἀρρενικὸν
ἠγόρασα.” ἡ δὲ γυνὴ

 23. ΑΙΣΏΠΟΥ ΜΎΘΟΙ. Narr. Fict. Vita G (e cod. 397 Bibliothecae


Pierponti Morgan) (recensio 3) {1765.001} (A.D. 1) Τμ. 31 γρ. 6
439

 εὐεπινοήτως καὶ> φιλοσόφως καὶ πρεπόντως ἔπραξας· ἑτέραν λαβεῖν


βουλόμενος
γυναῖκα καὶ μὴ τολμῶν μοι κατ’ ὄψιν εἰπεῖν ‘πορεύου ἀπ’ ἐμοῦ,’ ἐπιστάμενός
μου
τὸ φιλοκάθαρον ἤνεγκάς μοι τοῦτον ἐπίτηδες, ἵνα μὴ ὑποφέρουσα ὑπ’ αὐτοῦ
δουλεύε- (5)
σθαι φύγω ἐπ’ ἐμαυτῆς τὴν οἰκίαν καταλιποῦσα. δός μοι οὖν τὴν προῖκα καὶ
ἐγὼ πορεύσομαι καθ’ ἑαυτήν.” ὁ Ξάνθος λέγει “οἴμοι, ἵνα μὴ> εἰς τὴν ὁδὸν
περι-
πατῶν οὐρήσω, ἑπτασφόνδυλά μοι ῥήματα εἶπας, καὶ νῦν οὐδὲν λέγεις πρὸς
αὐτήν;”
Αἴσωπος εἶπε “τοιγὰρ πορεύηται καθ’ ἑαυτὴν εἰς τὸ σκότος.” ὁ Ξάνθος εἶπεν

 24. ΑΙΣΏΠΟΥ ΜΎΘΟΙ. Narr. Fict. Vita G (e cod. 397 Bibliothecae


Pierponti Morgan) (recensio 3) {1765.001} (A.D. 1) Τμ. 46 γρ. 7
 αὐτὰ ἔφαγεν;” Αἴσωπος εἶπεν “ναί, ἡδέως ἔφαγεν.” ὁ Ξάνθος εἶπεν “τί οὖν
ἔλεγεν;”
Αἴσωπος λέγει “ἔλεγεν μὲν οὐδέν, πάντως δέ σοι ἐν ἑαυτῇ κατηύχετο.” ὁ
Ξάνθος (5)
εἶπεν “ἐγὼ αὐτῇ ἀμύνομαι.” ἡ δὲ γυνὴ τοῦ Ξάνθου εἶπεν τοῖς ἑαυτῆς
παιδισκαρίοις
“κοράσια, ἐγὼ μετὰ Ξάνθου μένειν οὐκέτι δύναμαι· δότω μοι τὴν προῖκά μου
καὶ
ἀναχωρῶ. ἐπὰν γὰρ τὴν κύνα ἐμοῦ προέκρινεν, πῶς ἐγὼ λοιπὸν τούτῳ
συνοικήσω;”
εἰσελθοῦσα οὖν εἰς τὸν κοιτῶνα μένει περίλυπος.
(47) Μηκύνοντος δὲ τοῦ πότου ἐγένετο μακρά τις ὁμιλία, καὶ ὡς ἐν ἀνδράσιν
φιλολό-

 25. ΑΙΣΏΠΟΥ ΜΎΘΟΙ. Narr. Fict. Vita G (e cod. 397 Bibliothecae


Pierponti Morgan) (recensio 3) {1765.001} (A.D. 1) Τμ. 49 γρ. 4
 (49) Πάντων οὖν ἀναχωρησάντων ὁ Ξάνθος ὑποστρέψας εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ
εἰσῆλθεν
εἰς τὸν κοιτῶνα καὶ ἤρξατο κολακεύειν τὴν ἑαυτοῦ γυναῖκα καὶ καταφιλεῖν.
αὐτὴ
δὲ ἀπεστρέφετο τὸν Ξάνθον λέγουσα “μὴ πρόσιθί μοι, δουλοκοῖτα, μᾶλλον δὲ
κυνοκοῖτα. ἀπόδος μοι τὴν προῖκά μου.” ὁ Ξάνθος λέγει “πολλά μοι κακά, τί
ποτε
πάλιν Αἴσωπος ἤρτυσέ μοι;” ἡ γυνὴ τοῦ Ξάνθου εἶπεν “ὕπαγε κἀκείνην
λάβε, (5)
ᾗτινι τοσαῦτα πέπομφας μέρη.” ὁ Ξάνθος λέγει “οὐκ ἔλεγον ὅτι Αἴσωπος
θόρυβον
κεκίνηκέν μοι; Αἴσωπόν τις καλείτω.” (50) Αἴσωπος εἰσῆλθεν. ὁ Ξάνθος λέγει

 26. ΑΙΣΏΠΟΥ ΜΎΘΟΙ. Narr. Fict. Vita G (e cod. 397 Bibliothecae


Pierponti Morgan) (recensio 3) {1765.001} (A.D. 1) Τμ. 50 γρ. 9
 λέγει “τί οὖν αὕτη σοι εὐνοεῖ;” ὁ Ξάνθος εἶπεν “ἀλλὰ τίς, δραπέτα;” Αἴσωπος
λέγει “μάθε τίς σοι εὐνοεῖ.” φωνήσας τὴν κύνα λέγει “αὕτη σοι εὐνοεῖ. γυνὴ
440

μὲν
γὰρ λέγει εὐνοεῖν, οὐκ εὐνοεῖ δέ. τούτου δὲ ἀπόδειξις αὕτη, ὅτι αὕτη, ἣν
νομίζεις
εὐνοεῖν σοι, ἐλαχίστων ἕνεκα μεριδίων ἀπαιτεῖ σε τὴν προῖκα καὶ βούλεταί σε
καταλιπεῖν· τὴν δὲ κύνα δεῖρον, ἀπόλεσον, κατάβαλε, δίωξον, καὶ οὐ μὴ
ἀποχωρήσει, (10)
ἀλλ’ ἐπιλαθομένη τῆς ὕβρεως, ἐπιστρέψασα, τὴν κέρκον σείουσα ζητεῖ πάλιν
τὸν
δεσπότην. ἔδει οὖν σε εἰπεῖν μοι ‘ἀπόφερε τῇ γυναικί μου,’ καὶ μὴ ‘τῇ
εὐνοούσῃ’>·

 27. PLUTARCHUS Biogr. et Phil. Galba {0007.065} (A.D. 1-2) Κεφ. 20 τμ.
3 γρ. 5
 ἐξεθεράπευσεν ὁμιλίᾳ καὶ δώροις, μάλιστα δὲ
τῶν πρωτείων ὑφιέμενος αὐτῷ τό γε μετ’ ἐκεῖνον
δύνασθαι δι’ ἐκεῖνον εἶχε βεβαίως. τῷ δὲ ἀν-
επιφθόνῳ περιῆν, προῖκα συμπράττων πάντα τοῖς (5)
δεομένοις, καὶ παρέχων ἑαυτὸν εὐπροσήγορον καὶ
φιλάνθρωπον ἅπασι. πλεῖστα δὲ τοῖς στρατιω-
τικοῖς συνελάμβανε καὶ προῆγε πολλοὺς ἐφ’

 28. PLUTARCHUS Biogr. et Phil. Galba {0007.065} (A.D. 1-2) Κεφ. 21 τμ.
1 γρ. 3
 μενος καὶ δημαγωγῶν τὸ στρατιωτικόν.

21.

(1) Ἀλλ’ οὖν βουλευομένου γε τοῦ Γάλβα


περὶ διαδόχου τὸν Ὄθωνα παρεισῆγεν ὁ Οὐίνιος,
οὐδὲ τοῦτο προῖκα πράσσων, ἀλλ’ ἐπὶ γάμῳ τῆς
θυγατρός, ὁμολογίας γενομένης γαμεῖν αὐτὴν τὸν
Ὄθωνα παῖδα τοῦ Γάλβα καὶ διάδοχον ἀποδει- (5)
χθέντα τῆς ἡγεμονίας. ὁ δὲ Γάλβας ἀεὶ μὲν ἦν

 29. HARPOCRATION Gramm. Lexicon in decem oratores Atticos


{1389.001} (A.D. 1/2?) Alphabetic letter alpha lemma 209 γρ. 7
 τινὰς ἀποτιμησομένους τὰ ἐνέχυρα. τὰ μὲν οὖν ἐνέχυρα τὰ ἀποτι-
μώμενα ἐλέγοντο ἀποτιμήματα, οἱ δὲ πεμπόμενοι ἐπὶ τῷ ἀποτιμή- (5)
σασθαι ἀποτιμηταὶ, τὸ δὲ πρᾶγμα ἀποτιμᾶν. εἰώθεσαν δὲ καὶ οἱ
τότε, εἰ γυναικὶ γαμουμένῃ προῖκα διδοῖεν οἱ προσήκοντες, αἰτεῖν
παρὰ τοῦ ἀνδρὸς ὥσπερ ἐνέχυρόν τι τῆς προικὸς ἄξιον, οἷον οἰκίαν ἢ
χωρίον. ἐλέγετο δὲ ὁ μὲν δοὺς τὸ ἀποτίμημα ἐνεργητικῶς ἀποτιμᾶν,
ὁ δὲ λαβὼν ἀποτιμᾶσθαι. ὁ δ’ αὐτὸς λόγος καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων ὀφλη- (10)

 30. HARPOCRATION Gramm. Lexicon in decem oratores Atticos


{1389.001} (A.D. 1/2?) Alphabetic letter epsilon lemma 95 γρ. 4
 (95) Ἐπίδικος καὶ ἐπίκληρος καὶ ἐπίπροικος καὶ ἐπικληρῖτις:
ἐπίκληρος μέν ἐστιν ἡ ἐπὶ παντὶ τῷ κλήρῳ ὀρφανὴ καταλελειμμένη,
441

μὴ ὄντος αὐτῇ ἀδελφοῦ (ἡ δὲ αὐτὴ καὶ ἐπικληρῖτις)· ἐπίπροικος δὲ ἡ


ἐπὶ μέρει τινὶ τοῦ κλήρου ὥστε προῖκα ἔχειν, ἀδελφῶν αὐτῇ ὄντων·
ἐπίδικος δὲ ἡ ἀμφισβητουμένη ἐπίκληρος ὅτῳ χρὴ αὐτὴν γαμηθῆναι. (5)
ταῦτα δὲ δηλοῦσιν Ἰσαῖος ἐν τῷ πρὸς Σάτυρον ὑπὲρ ἐπικλήρου καὶ
Δείναρχος ἐν τῷ ἐπιγραφομένῳ “διαμαρτυρία περὶ τοῦ μὴ ἐπίδικον

 31. HARPOCRATION Gramm. Lexicon in decem oratores Atticos


{1389.001} (A.D. 1/2?) Alphabetic letter pi lemma 82 γρ. 4
 (82) Πολύγνωτος: Λυκοῦργος ἐν τῷ περὶ τῆς ἱερείας. περὶ Πολυ-
γνώτου τοῦ ζωγράφου, Θασίου μὲν τὸ γένος, υἱοῦ δὲ καὶ μαθητοῦ
Ἀγλαοφῶντος, τυχόντος δὲ τῆς Ἀθηναίων πολιτείας ἤτοι ἐπεὶ τὴν
Ποικίλην στοὰν ἔγραψε προῖκα, ἢ ὡς ἕτεροι, τὰς ἐν τῷ Θησείῳ καὶ
τῷ ἀνακείῳ γραφὰς, ἱστορήκασιν ἄλλοι τε καὶ Ἀρτέμων ἐν τῷ περὶ (5)
ζωγράφων καὶ Ἰόβας ἐν τοῖς περὶ γραφικῆς.
(83) Πολύστρατος: Λυσίας ἐν τῷ κατὰ Θρασυβούλου, εἰ γνήσιος.

 32. CHARITON Scr. Erot. De Chaerea et Callirhoe {0554.001} (A.D. 2?) Βι.
5 Κεφ. 7 τμ. 5 γρ. 1
 ζειν, ἣν ἀπέδοτό σοι ταλάντου Θήρων ὁ λῃστής, κἀκεῖνος ἁρπάσας
ἐκ τάφου; ‘ἀλλὰ’ φησὶν ‘ἐλευθέραν οὖσαν ἐπριάμην.’ οὐκοῦν
ἀνδραποδιστὴς εἶ σὺ καὶ οὐκ ἀνήρ. πλὴν ὡς ἀνδρὶ νῦν ἀπολογή- (5)
(5) σομαι. γάμον ὀνόμαζε τὴν πρᾶσιν καὶ προῖκα τὴν τιμήν· Μιλησία
σήμερον ἡ Συρακοσία δοξάτω. μάθε, δέσποτα, ὅτι οὔτε Διονύσιον
ὡς ἄνδρα οὔτε ὡς κύριον ἠδίκηκα. πρῶτον μὲν γὰρ οὐ γενομένην,
ἀλλ’ ὡς μέλλουσαν μοιχείαν ἐγκαλεῖ, καὶ πρᾶξιν οὐκ ἔχων εἰπεῖν

 33. CHARITON Scr. Erot. De Chaerea et Callirhoe {0554.001} (A.D. 2?) Βι.
8 Κεφ. 8 τμ. 13 γρ. 1
 τὴν βοὴν Χαιρέας εἶπεν “ἐγὼ καὶ Καλλιρόη χάριν ἔχομεν ἐφ’ ὑμῶν
Πολυχάρμῳ τῷ φίλῳ· καὶ γὰρ εὔνοιαν ἐπεδείξατο καὶ πίστιν ἀληθε-
στάτην πρὸς ἡμᾶς· κἂν ὑμῖν δοκῇ, δῶμεν αὐτῷ γυναῖκα τὴν ἀδελφὴν
(13) τὴν ἐμήν· προῖκα δὲ ἕξει μέρος τῶν λαφύρων.” ἐπευφήμησεν ὁ
δῆμος “ἀγαθῷ ἀνδρὶ Πολυχάρμῳ, φίλῳ πιστῷ, ὁ δῆμός σοι χάριν
ἐπίσταται. τὴν πατρίδα εὐηργέτηκας ἀξίως Ἑρμοκράτους καὶ
Χαιρέου.” μετὰ ταῦτα πάλιν Χαιρέας εἶπε “καὶ τούσδε τοὺς

 34. EUSEBIUS Scr. Eccl. et Theol. Frag.a in Lucam {2018.037} (A.D. 4)


Vol. 24 p. 545 γρ. 49
 νος τὸ παράπαν κτήματος μικροῦ ἢ μεγάλου, εἰς
ἄκρον δ’ ἐλαύνειν ἀκτημοσύνης· τῆς τε ἐφημέρου
τροφῆς μὴ τοῖς πᾶσιν, ἢ τοῖς ἀξίοις μόνοις κοινωνεῖν·
καὶ μηδὲ παρὰ τούτων προῖκα ποιεῖσθαι τὴν μετά-
ληψιν, προδανείσαντας δὲ καὶ προευεργετήσαντας (50)
ταῖς παρ’ ἑαυτῶν εὐλογίαις. —Περιφράξας τοὺς μα-
θητὰς ὁ Κύριος ἐνθέοις δυνάμεσι καὶ τοῖς φιλοσόφοις
442

 35. EPIPHANIUS Scr. Eccl. Homilia in laudes Mariae deiparae [Sp.]


{2021.016} (A.D. 4) Vol. 43 p. 489 γρ. 30
 ἣν προφῆται σαφῶς ὑπέγραψαν, τοῦ γάμου τὴν τά-
ξιν κηρύξαντες, πῶς ἡ Παρθένος οὐράνιος εὑρίσκε-
ται νύμφη ὁμοῦ τε καὶ μήτηρ, ἡ τὰ πρὸ γάμου
δῶρα λαβοῦσα τὸ ἅγιον Πνεῦμα, προῖκα δὲ τὸν οὐρα- (30)
νὸν ὁμοῦ τε καὶ παράδεισον.
Ἐζήτει οὖν ἰδεῖν ἡ Παρθένος ὃν ἐπόθει, καὶ ἔλεγε· (34)
Ποῦ ὁ νυμφίος οὗ τὸ κάλλος ποθῶ; ποῦ τὸ κάλλος (35)

 36. GREGORIUS NAZIANZENUS Theol. In sanctum pascha (orat. 45)


{2022.052} (A.D. 4) Vol. 36 p. 652 γρ. 12
 μαχόμενος, τῷ μοχθηρῷ τούτῳ καὶ ῥυπαρῷ σώ-
ματι, καὶ πόλεις οἰκοδομῶν ἀλλοτρίας καὶ σφαλερὰς, (10)
ὧν ἀπολεῖται τὸ μνημόσυνον μετ’ ἤχου. Τί δαί;
προῖκα ἐξέρχῃ καὶ ἀμισθί; Τί δαί; καταλείψεις
Αἰγυπτίοις καὶ ταῖς ἀντικειμέναις δυνάμεσιν, ἃ κα-
κῶς ἐκτήσαντο, καὶ χεῖρον δαπανήσουσιν; Οὐκ ἔστιν
ἐκείνων· ἐσύλησαν, ἥρπασαν τοῦ εἰπόντος· Ἐμόν (15)

 37. GREGORIUS NAZIANZENUS Theol. Carmina moralia {2022.060}


(A.D. 4) Column 742 γρ. 1
 Παρ’ οἷς γάμων χορεύτριαι καὶ παρθένοι·
(Δεῖ γὰρ γάμου τι πάσχειν, εἰ καὶ μὴ γάμου).
Παρ’ οἷς γαμίζουσ’ αἱ καλαὶ τὰς οὐ καλὰς, (10)
(742) Συνεισφέρουσαι προῖκα, πορνείας πόρον.
Ἡ αἰσχρότης δὲ δαιμόνων τιμή τινος,
Ὡς μηδὲ τὸ φιλάνθρωπον εὔσχημον μένειν.
Ἐντεῦθεν ἔσχεν αἰσχρὰ τὴν παῤῥησίαν,

 38. DIDYMUS CAECUS Scr. Eccl. De trinitate (lib. 2.8-27) [Sp.]


{2102.042} (A.D. 4) Vol. 39 p. 692 γρ. 41
 τηρίαν. Καὶ περὶ τοῦ Ἰσραηλίτας σωτηρίας
τετυχηκέναι ἀπὸ τῆς οὔσης ποτὲ εἰκόνος τοῦ
βαπτίσματος· πολλῷ δὲ πλέον τοὺς νῦν βα- (40)
πτιζομένους, καὶ προῖκα δικαιουμένους, καὶ
μακαριζομένους.
Καὶ δὴ καιρὸς ἥκει τῷ λόγῳ, τὰς τῷ θεϊκῷ Πνεύ-
ματι καὶ τῷ ἀθανάτῳ βαπτίσματι οἰκείας ἀποδείξεις

 39. DIDYMUS CAECUS Scr. Eccl. De trinitate (lib. 2.8-27) [Sp.]


{2102.042} (A.D. 4) Vol. 39 p. 716 γρ. 35
 τοῦ ῥεύσουσιν ὕδατος ζῶντος.» Καὶ εὐθὺς προσέθη-
κεν τῷ λόγῳ· «Τοῦτο δὲ, φησὶν, ἔλεγεν περὶ τοῦ
Πνεύματος, οὗ ἔμελλον λαμβάνειν οἱ πιστεύοντες.»
Ὅτι δὲ καὶ προῖκα δικαιούμεθα, ἀνάξιοι ὄν- (35)
τες, δι’ ὑπερβάλλουσαν ἀγαθότητα τῆς Τριάδος, Παύ-
λου πρὸς Ῥωμαίους διέδειξε λόγος· «Πάντες γὰρ,
443

φησὶν, ἥμαρτον, καὶ ὑστεροῦνται τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ,

 40. SYNESIUS Phil. Epistulae {2006.001} (A.D. 4-5) Epistle 50 γρ. 32


 δος στεροίμην, μετέχοιμι δὲ ἀντιλογιῶν καὶ
πραγμάτων ἀφελκόντων με τῆς ἐν φιλοσοφίᾳ ῥᾳστώνης, (30)
καὶ πενίαν ἐξ ἀπραξίας ὡς κέρδος ἑλόμενος, τἀλλό-
τρια κακὰ προῖκα περιεργάσομαι.(51) Τῷ αὐτῷ.
Ἄραντες ἐκ Φυκοῦντος ἀρχομένης ἑῴας, δείλης (1)
ὀψίας τῷ κατ’ Ἐρυθρὰν κόλπῳ προσέσχομεν· ἐνδια-

 41. JOANNES CHRYSOSTOMUS Scr. Eccl. In illud: Propter fornicationes


autem unusquisque suam uxorem habeat {2062.070} (A.D. 4-5) Vol. 51 p.
214 γρ. 10
 ἐπήγαγε· Τῇ γυναικὶ ὁ ἀνὴρ τὴν ὀφειλομένην εὔ-
νοιαν ἀποδιδότω. Τί ποτε δηλοῦν βουλόμενος τοῦτο
εἶπεν; ἆρα ἵνα τὰς προσόδους αὐτῇ τῶν χρη-
μάτων διατηρήσῃ; ἵνα τὴν προῖκα σώαν; ἵνα ἱμάτια (10)
παράσχῃ πολυτελῆ; ἵνα τράπεζαν δαψιλεστέραν, ἵνα
ἐξόδους λαμπράς; ἵνα οἰκετῶν θεραπείαν πολλήν; Τί
λέγεις; ποῖον εὐνοίας εἶδος ζητεῖς; καὶ γὰρ ταῦτα

 42. JOANNES CHRYSOSTOMUS Scr. Eccl. In illud: Propter fornicationes


autem unusquisque suam uxorem habeat {2062.070} (A.D. 4-5) Vol. 51 p.
214 γρ. 56
 ἵνα καθυβρίζηται, ἵνα θεραπαινίδιον εὐτελὲς ἐπεισ-
άγῃς αὐτῇ, ἵνα μυρίους ποιῇς πολέμους, συνέμπο-
ρον ἔλαβες, καὶ κοινωνὸν τοῦ βίου, καὶ ἐλευθέραν, (55)
καὶ ὁμότιμον. Πῶς γὰρ οὐκ ἄτοπον τὴν προῖκα αὐ-
τῆς ὑποδεχόμενον, πᾶσαν ἐπιδείκνυσθαι εὔνοιαν, καὶ
μηδὲν αὐτῆς ἐλαττοῦν· ὃ δὲ τῆς προικός ἐστιν ἁπά-
σης τιμιώτερον, τὴν σωφροσύνην καὶ τὴν σεμνότητα

 43. JOANNES CHRYSOSTOMUS Scr. Eccl. In illud: Propter fornicationes


autem unusquisque suam uxorem habeat {2062.070} (A.D. 4-5) Vol. 51 p.
215 γρ. 2
 μηδὲν αὐτῆς ἐλαττοῦν· ὃ δὲ τῆς προικός ἐστιν ἁπά-
σης τιμιώτερον, τὴν σωφροσύνην καὶ τὴν σεμνότητα
(215) καὶ τὸ σῶμα τὸ ἑαυτοῦ, ὅπερ ἐστὶν ἐκείνης κτῆμα,
διαφθείρειν τε καὶ μιαίνειν; Ἂν τὴν προῖκα μειώ-
σῃς, τῷ κηδεστῇ δίδως λόγον· ἂν τὴν σωφροσύνην μειώ-
σῃς, τῷ Θεῷ τὰς εὐθύνας ὑφέξεις, τῷ τὸν γάμον εἰσ-
αγαγόντι, καὶ τὴν γυναῖκα ἐγχειρίσαντι. Καὶ ὅτι τοῦ- (5)

 44. JOANNES CHRYSOSTOMUS Scr. Eccl. Quales ducendae sint uxores (=


Encomium ad Maximum) {2062.072} (A.D. 4-5) Vol. 51 p. 230 γρ. 14
 θῶσι χρήματα, δάκνονται, ἀλγοῦσιν, εἰς δικαστήριον
τοὺς ἀφελομένους ἕλκουσιν· ἀνθρώπῳ δὲ πολλάκις
444

μηδέποτε ὀφθέντι, μηδὲ γνωρισθέντι, καὶ τὴν θυγα-


τέρα τὴν ἑαυτῶν καὶ προῖκα χρημάτων πολλῶν ἐγ-
χειρίζουσι. Καὶ χαίρουσι τοῦτο ποιοῦντες, καὶ οὐχ (15)
ἡγοῦνται ζημίαν εἶναι τὸ γινόμενον· ἀλλ’ ὁρῶντες τὴν
θυγατέρα ἀπαγομένην, οὐ συνηθείας μέμνηνται, οὐκ

 45. JOANNES CHRYSOSTOMUS Scr. Eccl. Quales ducendae sint uxores (=


Encomium ad Maximum) {2062.072} (A.D. 4-5) Vol. 51 p. 232 γρ. 18
 σιωτέραν λαβεῖν ἡμᾶς παρέβλαψεν. Ὅταν γὰρ εἰς τὸν (15)
τῆς προικὸς λόγον ἅπασαν τὴν περιουσίαν ἐπιδοὺς,
εἶτα ἀώρου συμβάντος θανάτου, καταβαλεῖν παρὰ τῶν
κηδεστῶν ἀναγκάζηται τὴν προῖκα ἅπασαν· καθάπερ
οἱ ναυάγιον ὑπομένοντες ἐπὶ τῆς θαλάσσης τὸ σῶμα
διασώζουσι μόνον, οὕτω δὴ καὶ οὗτος, μετὰ πολλὰς (20)
φιλονεικίας, καὶ μάχας, καὶ ὕβρεις, καὶ δικαστήρια,

 46. JOANNES CHRYSOSTOMUS Scr. Eccl. Homilia de capto Eutropio


[Dub.] {2062.142} (A.D. 4-5) Vol. 52 p. 407 γρ. 43
 ἀῤῥαβὼν μέρος ἐστὶ μικρὸν τοῦ παντός· ὅπως ἄκουε. (40)
Ἀπέρχεταί τις ἀγοράσαι οἰκίαν πολλῆς τιμῆς, καὶ
λέγει· Δός μοι ἀῤῥαβῶνα, ἵνα θαῤῥῶ. Ἀπέρχεταί τις
γυναῖκα ἀγαγέσθαι, προῖκα συντίθησι καὶ πρά-
γματα, καὶ λέγει· Δός μοι ἀῤῥαβῶνα. Πρόσχες· καὶ
ἐν πράσει δούλου ἀῤῥαβὼν, καὶ ἐν πᾶσι τοῖς συναλ- (45)
λάγμασιν ἀῤῥαβών. Ἐπεὶ οὖν ὁ Χριστὸς συνάλλαγμα

 47. JOANNES CHRYSOSTOMUS Scr. Eccl. Homilia de capto Eutropio


[Dub.] {2062.142} (A.D. 4-5) Vol. 52 p. 407 γρ. 48
 ἐν πράσει δούλου ἀῤῥαβὼν, καὶ ἐν πᾶσι τοῖς συναλ- (45)
λάγμασιν ἀῤῥαβών. Ἐπεὶ οὖν ὁ Χριστὸς συνάλλαγμα
μεθ’ ἡμῶν ἐποίει (καὶ γὰρ ὡς νύμφην με ἔμελλε
λαμβάνειν), καὶ προῖκά μοι γράφει, οὐ χρημάτων,
ἀλλ’ αἵματος. Προῖκα δέ μοι ταύτην γράφει τῶν ἀγα-
θῶν τὴν ἀντίδοσιν, Ἃ ὀφθαλμὸς οὐκ εἶδε, καὶ οὖς (50)
οὐκ ἤκουσεν, καὶ ἐπὶ καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη.

 48. JOANNES CHRYSOSTOMUS Scr. Eccl. Homilia de capto Eutropio


[Dub.] {2062.142} (A.D. 4-5) Vol. 52 p. 407 γρ. 49
 λάγμασιν ἀῤῥαβών. Ἐπεὶ οὖν ὁ Χριστὸς συνάλλαγμα
μεθ’ ἡμῶν ἐποίει (καὶ γὰρ ὡς νύμφην με ἔμελλε
λαμβάνειν), καὶ προῖκά μοι γράφει, οὐ χρημάτων,
ἀλλ’ αἵματος. Προῖκα δέ μοι ταύτην γράφει τῶν ἀγα-
θῶν τὴν ἀντίδοσιν, Ἃ ὀφθαλμὸς οὐκ εἶδε, καὶ οὖς (50)
οὐκ ἤκουσεν, καὶ ἐπὶ καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη.
Ἔγραψε τοίνυν εἰς τὴν προῖκα ἀθανασίαν, αἶνον μετὰ
445

 49. JOANNES CHRYSOSTOMUS Scr. Eccl. Homilia de capto Eutropio


[Dub.] {2062.142} (A.D. 4-5) Vol. 52 p. 407 γρ. 52
 ἀλλ’ αἵματος. Προῖκα δέ μοι ταύτην γράφει τῶν ἀγα-
θῶν τὴν ἀντίδοσιν, Ἃ ὀφθαλμὸς οὐκ εἶδε, καὶ οὖς (50)
οὐκ ἤκουσεν, καὶ ἐπὶ καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη.
Ἔγραψε τοίνυν εἰς τὴν προῖκα ἀθανασίαν, αἶνον μετὰ
ἀγγέλων, ἀπαλλαγὴν θανάτου, ἐλευθερίαν ἁμαρτίας,
κληρονομίαν βασιλείας (πολὺς ὁ πλοῦτος), δικαιοσύ-
νην, ἁγιασμὸν, ἀπαλλαγὴν τῶν παρόντων, εὕ- (55)

 50. JOANNES CHRYSOSTOMUS Scr. Eccl. Homilia de capto Eutropio


[Dub.] {2062.142} (A.D. 4-5) Vol. 52 p. 408 γρ. 2
 σχες μετὰ ἀκριβείας· βλέπε τί ποιεῖ. Ἦλθε λαβεῖν
τὴν πόρνην, λέγω γὰρ αὐτὴν, ὡς ἦν ἀκάθαρτος, ἵνα
(408) μάθῃς τοῦ νυμφίου τὸν ἔρωτα. Ἦλθεν, ἔλαβέ με,
γράφει μοι προῖκα· λέγει· Δίδωμί σοι πλοῦτον τὸν
ἐμόν; Πῶς; Ἀπώλεσας, λέγει, παράδεισον; λάβε
αὐτόν. Ἀπώλεσας, λέγει, τὸ εὐειδές; λάβε αὐτό· λάβε
ταῦτα πάντα. Ἀλλ’ ἡ προῖξ μου οὐκ ἐδόθη μοι ὧδε. (5)

 51. JOANNES CHRYSOSTOMUS Scr. Eccl. Homilia de capto Eutropio


[Dub.] {2062.142} (A.D. 4-5) Vol. 52 p. 408 γρ. 6
 ἐμόν; Πῶς; Ἀπώλεσας, λέγει, παράδεισον; λάβε
αὐτόν. Ἀπώλεσας, λέγει, τὸ εὐειδές; λάβε αὐτό· λάβε
ταῦτα πάντα. Ἀλλ’ ἡ προῖξ μου οὐκ ἐδόθη μοι ὧδε. (5)
ιγʹ. Πρόσεχε, διὰ τοῦτο εἰς τὴν προῖκα ταύτην προ-
λέγει· ἔγραψέ μοι ἐν τῇ προικὶ ἀνάστασιν σωμάτων,
ἀφθαρσίαν. Οὐ γὰρ ἀκολουθεῖ πάντως τῇ ἀναστάσει
ἡ ἀφθαρσία, ἀλλὰ δύο ἦν ταῦτα. Καὶ γὰρ πολλοὶ ἀνέ-

 52. JOANNES CHRYSOSTOMUS Scr. Eccl. Homilia de capto Eutropio


[Dub.] {2062.142} (A.D. 4-5) Vol. 52 p. 408 γρ. 21
 θρώπου οὐκ ἀνέβη ἃ ἡτοίμασεν ὁ Θεὸς τοῖς ἀγα-
πῶσιν αὐτόν. Ἀγαθά μοι δίδως, ἃ οὐκ οἶδα; Λέγει,
Ναί· ὧδε ἁρμόζω, ὧδέ με φίλει. Εἰς τί οὐ δίδως μοι (20)
τὴν προῖκα ὧδε; Ὅταν ἔλθῃς πρὸς τὸν Πατέρα μου,
ὅταν ἔλθῃς εἰς τὰς βασιλικὰς αὐλάς. Ἐγὼ πρὸς σὲ
ἦλθον, μὴ γὰρ σὺ πρὸς μέ; Ἦλθον οὐχ ἵνα μείνῃς,
ἀλλ’ ἵνα λάβω σε καὶ ἀνέλθω. Μὴ ζήτει ὧδε τὴν

 53. JOANNES CHRYSOSTOMUS Scr. Eccl. Homilia de capto Eutropio


[Dub.] {2062.142} (A.D. 4-5) Vol. 52 p. 408 γρ. 25
 ὅταν ἔλθῃς εἰς τὰς βασιλικὰς αὐλάς. Ἐγὼ πρὸς σὲ
ἦλθον, μὴ γὰρ σὺ πρὸς μέ; Ἦλθον οὐχ ἵνα μείνῃς,
ἀλλ’ ἵνα λάβω σε καὶ ἀνέλθω. Μὴ ζήτει ὧδε τὴν
προῖκα· πάντα ἐν ἐλπίδι, πάντα ἐν πίστει. Καὶ οὐ- (25)
δέν μοι δίδως ἐνταῦθα; Λέγει· Λάβε ἀῤῥαβῶνα, ἵνα
μοι πιστεύσῃς περὶ τοῦ μέλλοντος· λάβε ὑπόβολα,
446

λάβε καὶ μνῆστρα. Διὰ τοῦτο Παῦλος λέγει, Ἡρμο-

 54. JOANNES CHRYSOSTOMUS Scr. Eccl. Homilia de capto Eutropio


[Dub.] {2062.142} (A.D. 4-5) Vol. 52 p. 411 γρ. 28
 νώσκω ἀκολουθοῦσιν· ἐπειδὴ ἡ προῖξ αὐτῆς ἐν ἀκοῇ (25)
ἦν (τί ἐστιν ἐν ἀκοῇ; Ἐν πίστει. Ἡ γὰρ πίστις ἐξ
ἀκοῆς· ἐν πίστει, οὐκ ἐν ἀπολαύσει, οὐκ ἐν πείρᾳ
πάσῃ), προεῖπον, ὅτι εἰς δύο μέρη διεῖλε τὴν προῖκα
αὐτῆς, καὶ τὰ μὲν ἔδωκεν αὐτῇ ἀντὶ ἀῤῥαβῶνος, τὰ
δὲ ἐπηγγείλατο αὐτῇ εἰς τὸ μέλλον. Τί αὐτῇ ἔδωκεν; (30)
Ἔδωκεν αὐτῇ ἁμαρτημάτων συγχώρησιν, κολάσεως

 55. JOANNES CHRYSOSTOMUS Scr. Eccl. In Acta apostolorum (homiliae


1-55) {2062.154} (A.D. 4-5) Vol. 60 p. 147 γρ. 20
 τιον ἐκεῖ, ἢ ἐνταῦθα· θρέψον διδάσκαλον, θρέψον διάκο-
νον καὶ ἱερατικὸν σύστημα. Ὡσανεὶ γυναῖκα ἀγαγὼν ἢ
νύμφην, ἢ δοὺς θυγατέρα, οὕτω τῇ Ἐκκλησίᾳ διάκεισο·
προῖκα ἐπίδος αὐτῇ. Οὕτω σοι εὐλογίας τὸ χωρίον πλη- (20)
ρωθήσεται. Τί γὰρ οὐκ ἔσται ἐκεῖ τῶν ἀγαθῶν; μικρὸν,
εἰπέ μοι, τὸν ληνὸν εὐλογεῖσθαι; μικρὸν, ἐξ ὅλων τῶν
καρπῶν τῶν σῶν τὸν Θεὸν πρότερον ἀπόμοιραν καὶ

 56. JOANNES CHRYSOSTOMUS Scr. Eccl. In epistulam ad Romanos


(homiliae 1-32) {2062.155} (A.D. 4-5) Vol. 60 p. 532 γρ. 28
 μετὰ τὴν τοσαύτην φιλοτιμίαν τε καὶ οἰκείωσιν οὐ (25)
προσήσεταί σε ἐν τοῖς ἑξῆς; Μὴ τοίνυν μοι λέγε·
Πάλιν ἐλπίδες, πάλιν προσδοκίαι, πάλιν πίστις. Οὕτω
γὰρ ἐξ ἀρχῆς ἐσώθης, καὶ ταύτην τὴν προῖκα εἰσ-
ήνεγκας τῷ νυμφίῳ μόνον. Κάτεχε τοίνυν αὐτὴν
καὶ διατήρει. Ἂν γὰρ ἐνταῦθα πάντα ἀπαιτῇς ἀπώλε- (30)
σάς σου τὸ κατόρθωμα, δι’ οὗ λαμπρὸς ἐγένου. Διὸ καὶ

 57. JOANNES CHRYSOSTOMUS Scr. Eccl. In epistulam ad Colossenses


(homiliae 1-12) {2062.161} (A.D. 4-5) Vol. 62 p. 386 γρ. 53
 κάμηλοι, ὡς αἱ ἡμίονοι. Τῇ παρθένῳ θάλαμος ἐπι- (50)
τήδειον μόνον. Ἀλλὰ πενιχρά ἐστι, φησίν. Ἐπειδὴ
πενιχρά ἐστι, καὶ κόσμιος ὀφείλει εἶναι· ἐχέτω τὸν
τρόπον ἀντὶ πλούτου. Οὐκ ἔχει προῖκα ἐπιδοῦναι; τί
αὐτὴν καὶ ἑτέρως εὐκαταφρόνητον ποιεῖς ἀπὸ τῆς
ἀναστροφῆς; Ἐπαινῶ ὅτι παρθένοι παραγίνονται (55)
τὴν ὁμήλικα τιμῶσαι, ὅτι παραγίνονται γυναῖκες

 58. JOANNES CHRYSOSTOMUS Scr. Eccl. De Eleazaro et septem pueris


{2062.181} (A.D. 4-5) Vol. 63 p. 525 γρ. 30
 τερος οὗτος ὁ γάμος, οὐκ ἀνθρώπου γυναῖκα, ἀλλὰ Θεοῦ
τὰς ψυχὰς τῶν ἀνθρώπων ἁρμοζομένου. Διόπερ οὐκ ἄν
τις ἁμάρτοι τῶν μαρτύρων τὴν ψυχὴν νύμφην προσειπὼν,
447

νύμφην πνευματικήν· ἐπεὶ καὶ προῖκα τὸ αἷμα εἰσ- (30)


φέρουσι, προῖκα μηδέποτε δαπανωμένην. Ἀλλ’ ὁ μὲν
τῶν ἐγκωμίων καιρὸς εἰς τὴν αὔριον ἡμᾶς ἡμέραν
ἀναμενέτω· σήμερον δὲ τοὺς ἀσθενεστέρους τῶν ἀδελ-

 59. JOANNES CHRYSOSTOMUS Scr. Eccl. De Eleazaro et septem pueris


{2062.181} (A.D. 4-5) Vol. 63 p. 525 γρ. 31
 τὰς ψυχὰς τῶν ἀνθρώπων ἁρμοζομένου. Διόπερ οὐκ ἄν
τις ἁμάρτοι τῶν μαρτύρων τὴν ψυχὴν νύμφην προσειπὼν,
νύμφην πνευματικήν· ἐπεὶ καὶ προῖκα τὸ αἷμα εἰσ- (30)
φέρουσι, προῖκα μηδέποτε δαπανωμένην. Ἀλλ’ ὁ μὲν
τῶν ἐγκωμίων καιρὸς εἰς τὴν αὔριον ἡμᾶς ἡμέραν
ἀναμενέτω· σήμερον δὲ τοὺς ἀσθενεστέρους τῶν ἀδελ-
φῶν ἡμῶν διορθώσομεν. Ἐπειδὴ γὰρ πολλοὶ τῶν ἀφελε-

 60. JOANNES CHRYSOSTOMUS Scr. Eccl. In Psalmum 50 (homilia 1)


[Sp.] {2062.199} (A.D. 4-5) Vol. 55 p. 574 γρ. 42
 ἐξουσιάζει, ἀλλ’ ἡ γυνή· καὶ τὸ ῥῆμα γράφε ἐν τῇ
καρδίᾳ σου, καὶ εἰπὲ τῇ πόρνῃ· Τί με καλεῖς; οὐκ ἔστι (40)
τὸ σῶμα ἐμὸν, ἀλλὰ τῆς γυναικός μου· οὐ τολμῶ οὖν
τὸ ἀλλότριον προδοῦναι. Τὴν προῖκα αὐτῆς οὐ τολμῶ
μειῶσαι, οὐδὲ τὰ πράγματα αὐτῆς τολμῶ δαπανῆσαι, καὶ
τὸ σῶμα τολμῆσαι ἔχω μιᾶναι; Πῶς; Οὐ δύναμαι. Εἰπὲ
τῇ πόρνῃ· Τί με καλεῖς; οὐκ ἐγγίσεις αὐτῷ· τοῦτο γὰρ (45)

 61. JOANNES CHRYSOSTOMUS Scr. Eccl. In decem virgines [Sp.]


{2062.234} (A.D. 4-5) Vol. 59 p. 530 γρ. 30
 ὑπεμείναμεν; μάτην ἀγρυπνίαις καὶ νηστείαις ἑαυτὰς
κατετήξαμεν; μάτην τὸν οὐράνιον νυμφίον μέχρι τέλους
ποθήσασαι, τὴν παρθενίαν ἄτρωτον διεφυλάξαμεν; Ναὶ,
φησὶ, παρθένοι μέν ἐστε, ἀλλὰ προῖκας οὐκ ἔχετε· παρ- (30)
θένοι μὲν, ἀλλὰ νυμφικὸν οὐ περίκεισθε κόσμον· τὴν τῆς
σαρκὸς ἠσκήσατε ἁγνείαν, ἀλλὰ ἀπανθρωπίᾳ τὴν ἁγνείαν
ἐτρώσατε· ἀμόλυντον ὑμῶν τὸ σῶμα, ἀλλ’ ὁ τρόπος ἀν-

 62. JOANNES CHRYSOSTOMUS Scr. Eccl. In illud: Si qua in Christo nova


creatura [Sp.] {2062.359} (A.D. 4-5) Vol. 64 p. 28 γρ. 29
 ἐκείνη μυλωθρίδος ἔργα ἐπιτελεῖ· καὶ λέγει αὐτῇ ὁ
ἀνήρ· Σπεῦσον καὶ φύρασον τρία μέτρα σεμιδάλεως.
Καὶ οὐκ εἶπε· Ταῦτα ἀνεκτά; ἀρτοποιόν με ἔλαβες
τὴν συγγενίδα; οὐ προῖκα εἰσήνεγκα; οὐκ ἐλευθέρα
εἰμί; τὰ διακόνων μοι ἐπιτάττεις· ἐπὶ ταύταις ταῖς (30)
ἐλπίσιν ἦλθόν σου εἰς τὴν οἰκίαν; Οὐδὲν τούτων οὐκ
εἶπεν, ἀλλ’ ἔσπευσε καὶ ἐφύρασε· γυνὴ γὰρ ἦν τοῦ

 63. JOANNES CHRYSOSTOMUS Scr. Eccl. In evangelii dictum et de


virginitate [Sp.] {2062.360} (A.D. 4-5) Vol. 64 p. 39 γρ. 37
448

 ἀκάματον γάμον; τὴν ἁγνὴν κοίτην, τὴν ἄσπιλον πα-


στάδα; τὴν ἀμόλυντον λοχείαν; τὴν ἀθάνατον συνάφειαν; (35)
τὴν ἀπαθῆ τεκνογονίαν; τὴν ἀπένθητον φιλανδρίαν;
τὴν ἀζήμιον προῖκα; τὴν αἰώνιον ἀπόλαυσιν; τὴν
ἀμέριμνον ζωήν; τὴν μετὰ Χριστοῦ συνοικεσίαν; τὴν
μετὰ ἀγγέλων διαγωγήν; τὴν τῶν θεοπρεπῶν ᾀσμάτων
τερπνότητα; τὴν εὐωδίαν τὴν πανάρετον; τὴν πάμ- (40)

 64. JOANNES CHRYSOSTOMUS Scr. Eccl. In evangelii dictum et de


virginitate [Sp.] {2062.360} (A.D. 4-5) Vol. 64 p. 40 γρ. 12
 ἐξελθὼν ἐσφράγισεν; Ὢ τοῦ κακοῦ πολέμου! τὸ
τεῖχος διέῤῥηξας, τὸν ναόν σου τὸν ἅγιον διέφθειρας, (10)
τὰς συνθήκας τοῦ γάμου παρέβης, τὰ γράμματα ἀπ-
ήλειψας, τὴν προῖκα ἠθέτησας, τὴν τοῦ Χριστοῦ κοί-
την ἐνύβρισας· ἀλλὰ μὴν καὶ τὸ ἐνέχυρον ἀπώλε-
σας. Οὐχ ὁρᾷς τοὺς ἐνταῦθα νόμους, ποῖαι τιμωρίαι
μένουσι τὴν μοιχαλίδα; Τί δὲ σὺ ποιήσεις, ἣ οὐχὶ (15)

 65. THEODORETUS Scr. Eccl. et Theol. Quaestiones in libros Regnorum et


Paralipomenon {4089.023} (A.D. 4-5) Vol. 80 p. 665 γρ. 32
 τοῦ εἰρήκαμεν τὴν διάνοιαν, καὶ ὅτι τὴν τῆς οἰκονο-
μίας σημαίνει μεταβολήν. Παραυτίκα τοίνυν ὁ βα- (30)
σιλεὺς δραμὼν ᾔτησεν Ὀρνίαν τὸν Ἰεβου-
σαῖον ἀποδόσθαι τὴν ἅλω. Ἐκείνου δὲ προῖκα δώ-
σειν ὑποσχομένου καὶ τὴν ἅλω, καὶ τοὺς βοῦς, καὶ
τῶν ἀρότρων τὰ ξύλα, ἵνα ἐν ἐκείνῃ μὲν δομήσηται
τὸν βωμὸν, τούτους δὲ ἱερεύσῃ, τοῖς δὲ ξύλοις προσ- (35)

 66. THEODORETUS Scr. Eccl. et Theol. Quaestiones in libros Regnorum et


Paralipomenon {4089.023} (A.D. 4-5) Vol. 80 p. 681 γρ. 27
 ΕΡΩΤ. ΙΘʹ.
Τί ἐστι, «Καὶ ἔδωκεν αὐτὰς Φαραὼ ἀποστολὰς (25)
τῇ θυγατρὶ αὐτοῦ, γυναικὶ Σολομῶντος;
Ἃς εἷλε πόλεις προῖκα αὐτῇ δέδωκε, τῷ Σολο-
μῶντι κατεγγυήσας.ΕΡΩΤ. Κʹ.
Πῶς νοητέον τὸ, «Ἀπέστειλε Χιρὰμ βασιλεὺς (30)

 67. THEODORETUS Scr. Eccl. et Theol. Interpretatio in Danielem


{4089.028} (A.D. 4-5) Vol. 81 p. 1385 γρ. 43
 ἑτέρῳ δός· ἐγὼ δὲ τὴν γραφὴν ἀναγνώσομαι τῷ (40)
βασιλεῖ, καὶ τὴν σύγκρισιν γνωρίσω σοι, βασιλεῦ.»
Οὐ γὰρ ἔμαθον τὰ θεῖα πωλεῖν, οὐδὲ μισθὸν ἀνθρώ-
πινον ὑπὲρ τῶν θείων μυστηρίων λαμβάνειν· προῖκα
τοίνυν δέχου τῶν ἀγνοουμένων τὴν γνῶσιν.
ιηʹ, ιθʹ. «Ὁ Θεὸς, φησὶν, ὁ ὕψιστος, τὴν βασι- (45)
λείαν καὶ τὴν μεγαλωσύνην, καὶ τὴν τιμὴν, καὶ τὴν
449

 68. THEODORETUS Scr. Eccl. et Theol. Interpretatio in xii prophetas


minores {4089.029} (A.D. 4-5) Vol. 81 p. 1757 γρ. 33
 κεχρημένοι τῇ γνώμῃ, αἱμάτων ἀδίκων τὴν Ἱερου- (30)
σαλὴμ ἐνεπλήσατε· δωροδοκίᾳ μὲν οἱ ἄρχοντες χρώ-
μενοι, οἱ δὲ ἱερεῖς τὰς περὶ τῶν νομίμων ἀποκρίσεις
μετὰ χρημάτων ποιούμενοι, καὶ προῖκα τὴν θείαν
ἐκτελεῖν λειτουργίαν οὐκ ἀνεχόμενοι· οἱ δὲ ὑπὸ τῶν
ἐναντίων πνευμάτων ἐνεργούμενοι προφῆται, ἔμ- (35)
μισθον τὴν ψευδῆ μαντείαν παρέχοντες, καὶ μετὰ

 69. THEODORETUS Scr. Eccl. et Theol. Interpretatio in xiv epistulas sancti


Pauli {4089.030} (A.D. 4-5) Vol. 82 p. 297 γρ. 18
 τέθεικεν· «Οὐκ ἔγραψα δὲ ταῦτα, ἵνα οὕτω γένηται (15)
ἐν ἐμοί. Καλὸν γάρ μοι μᾶλλον ἀποθανεῖν, ἢ τὸ
καύχημά μου ἵνα τις κενώσῃ.» Καύχημα δὲ καλεῖ
τὸ προῖκα κηρύττειν, καὶ ὑπερβαίνειν τὸν κείμενον
ὅρον.
ιϛʹ. «Ἐὰν γὰρ εὐαγγελίζωμαι, οὐκ ἔστι μοι καύ- (20)
χημα· ἀνάγκη γάρ μοι ἐπίκειται.» Τοῦτο ὡς δοῦλος

 70. THEODORETUS Scr. Eccl. et Theol. De providentia orationes decem


{4089.032} (A.D. 4-5) Vol. 83 p. 705 γρ. 30
 προσκύνησιν οὐ δεξάμενοι, τὴν ἀληθῆ προσκύνη-
σιν ἐποιήσαντο. Ὁ δὲ τὴν μὲν προσκύνησιν δέχεται,
τοῖς δὲ ἴσοις τοὺς ἀδελφοὺς οὐκ ἀμείβεται, ἀλλὰ
καὶ τρέφει, καὶ θεραπεύει, καὶ προῖκα τὸν σῖτον (30)
δωρεῖται. Καὶ τὸ τελευταῖον, τὸν ὁμογάστορα θεασά-
μενος ἀδελφὸν, καὶ τὸ δρᾶμα τῆς ἐπιβουλῆς ὑφήνας,
ὡς εἶδεν αὐτοὺς ὑπερμαχοῦντας τοῦ νέου, καὶ τὴν

 71. PROCOPIUS Rhet. et Scr. Eccl. Commentarii in Isaiam {2598.004} (A.D.


5-6) P. 1996 γρ. 15
 ὁ νόμος οὐκ ἔστι, φησὶν, ὡς τὸ ῥῆμα τοῦτο τοῦ
ἐγγαστριμύθου. Οὐ γὰρ πρὸς ἀπάτην κέρδους χάριν
ἐπινενόηται, ἀλλ’ ἀληθείας ἐστὶ διδάσκαλος πᾶσι
προῖκα προκείμενος, κατὰ τὴν λέγουσαν Ἡσαΐου (15)
φωνήν· «Οἱ διψῶντες, πορεύεσθε ἐφ’ ὕδωρ· καὶ ὅσοι
μὴ ἔχοντες ἀργύριον, βαδίσαντες ἀγοράσατε ἄνευ
ἀργυρίου καὶ τιμῆς.» Ἓν γὰρ δῶρον τοῦ καθ’ ἡμᾶς

 72. PROCOPIUS Rhet. et Scr. Eccl. Commentarii in Isaiam {2598.004} (A.D.


5-6) P. 2424 γρ. 22
 αὐτῆς.» Ἥτις ἐκ λίθων συνέστηκε ζώντων, ἀκαθαί-
ρετός τε, καὶ ἀπὸ ἀνατολῶν εἰς δυσμὰς παρατείνουσα (20)
ἠλευθέρωσέν τε τῆς ἐκ διαμόνων δουλείας, καὶ ταῦτα
προῖκα, κατὰ τὸ, «Χάριτί ἐστε σεσωσμένοι.» Τὰ γὰρ
κατὰ Κῦρον, ἢ Ζοροβάβελ ἱστορικὰ, σύμβολα τῶν
ἀληθῶν ὑπῆρχεν. Ἑπὶ Χριστοῦ γὰρ μᾶλλον ἁρμόσει
450

τὸ, Τάδε λέγει Κύριος τῷ χριστῷ μου Κύρω. Κατὰ (25)

 73. PROCOPIUS Rhet. et Scr. Eccl. Commentarii in Isaiam {2598.004} (A.D.


5-6) P. 2552 γρ. 1
 ἐπ’ αὐτοὺς ὡς ποταμὸς εἰρήνης·» φησὶ δὲ καὶ Ζα-
χαρίας, ὅτι «Πηγὴ ἐκ τοῦ οἴκου Κυρίου ἐξελεύ-
σεται, καὶ ποτιεῖ τὸν χειμάῤῥουν τῶν σχοινίων.» (55)
(2552) Πρὸς ἃ νῦν καὶ ὁ προφήτης παρακαλεῖ, προῖκα πᾶσι
λέγων προκεῖσθαι τὴν δωρεάν. Ἀκύλας δὲ καὶ Σύμ-
μαχος, Ἄνευ ἀλλάγματος οἶνον καὶ γάλα, φασὶν,
ὡς εἶναι ταῦτα πρὸς τῷ ὕδατι. Ἀντὶ γὰρ τοῦ στέαρ,

 74. JOANNES MALALAS Chronogr. Chronographia {2871.001} (A.D. 5-6)


P. 439 γρ. 15
 τελευτᾶν, διαθήκας συνεστήσατο εἰς τὸν αὐτὸν βασιλέα, εἰπὼν
ἐν τῇ διαθήκῃ, ὥστε τὸν εὐσεβέστατον Ἰουστινιανὸν παρασχεῖν
ταῖς ἐμαῖς θυγατράσιν ἡμερησίας ἀνὰ φόλεις ιεʹ· καὶ γινομένης
αὐτῶν τελείας ἡλικίας καὶ ἐρχομένας ἐπὶ γάμον λαμβάνειν προῖ- (15)
κα ἑκάστην δέκα χρυσίου λιτρῶν. ἀποπληρωθῆναι δὲ καὶ τοὺς
ἐμοὺς δανειστὰς παρὰ τοῦ ἐμοῦ κληρονόμου. καὶ ἐπὶ τούτοις
ἐτελεύτα ὁ αὐτὸς Εὐλάλιος· καὶ ἀνηνέχθη ἡ διαθήκη τῷ βασιλεῖ
διὰ τοῦ κουράτωρος. καὶ ἐκέλευσεν αὐτὸν ὑπεισελθεῖν τῇ κλη-

 75. SIMPLICIUS Phil. Commentarius in Epicteti enchiridion {4013.006}


(A.D. 6) P. 50 γρ. 9
 Ἀλλὰ ταῦτα μὲν δῆλα. Τοῦ δὲ Ἐπικτήτου ἐπὶ μὲν
τῆς τῶν ἄλλων ὑπαρχόντων μειώσεως, μετὰ τὸ γενέ-
σθαι παραινοῦντος ἐπιλέγειν, «Τοσούτου πωλεῖται ἀπά-
θεια, τοσούτου ἀταραξία, προῖκα δὲ οὐδὲν παραγίνε-
ται·» ἐπὶ τῶν οἰκετῶν δὲ, ὅτι, καλοῦντος τὸν οἰκέτην, (10)
«προενθυμεῖσθαι δεῖ, ὅτι οὐ πάντως ὑπακούσει, ἢ ὑπα-
κούσας οὐ ποιήσει τὸ προσταχθέν·» καλῶς ἔχοι ἂν, ὡς

 76. SIMPLICIUS Phil. Commentarius in Epicteti enchiridion {4013.006}


(A.D. 6) P. 50 γρ. 17
 γὰρ τὴν τῶν ὑπαρχόντων μείωσιν προϋπογράφειν ἑαυτῷ
δεῖ καὶ προελπίζειν· καὶ τοῦ οἰκέτου μὴ ὑπακούσαντος, (15)
ἢ μὴ ποιήσαντος τὸ προσταχθὲν, ἐπιλέγειν, ὅτι Τοσού-
του πωλεῖται ἀπάθεια, τοσούτου ἀταραξία· προῖκα δὲ
οὐδὲν παραγίνεται. Αὐτὸς δὲ ἴσως ὡς ἐπὶ εὐτελεστέρῳ,
τῷ ἐκχεῖσθαι τὸ ἔλαιον, καὶ κλέπτεσθαι τὸ οἰνάριον,
οὐκ ἐνόμισε δεῖσθαι προπαρασκευῆς, ἀλλ’ ἀρκεῖν γενο- (20)

 77. JOANNES DAMASCENUS Scr. Eccl. et Theol. Sacra parallela


(recensiones secundum alphabeti litteras dispositae, quae tres libros conflant)
(Frag.a e cod. Vat. gr. 1236) {2934.018} (A.D. 7-8) Vol. 96 p. 257 γρ. 9
451

 ἐξουσιάζει, ἀλλ’ ἡ γυνή. Καὶ τὸ ῥῆμα γράψον εἰς τὸ


πρόσωπόν σου, καὶ εἰπὲ τῇ πόρνῃ· Τί με καλεῖς; οὐκ
ἔστι τὸ σῶμα ἐμὸν, ἀλλὰ τῆς γυναικός μου. Οὐ τολ-
μῶ τὸ ἀλλότριον προδοῦναι. Τὴν προῖκα αὐτῆς οὐ
τολμᾷς μειῶσαι, οὐδὲ τὰ πράγματα αὐτῆς τολμᾷς (10)
δαπανῆσαι, καὶ τὸ σῶμα αὐτῆς τολμᾷς μολῦναι;
Εἰπὲ ὅτι οὐκ ἐγγίζεις αὐτοῦ. Τοῦτο γὰρ οὐκ ἔστιν

 78. JOANNES DAMASCENUS Scr. Eccl. et Theol. Laudatio sanctae


Barbarae {2934.060} (A.D. 7-8) Vol. 96 p. 812 γρ. 5
 γὰρ πιστοῦ, ὅλος ὁ κόσμος τῶν χρημάτων, τοῦ
δὲ ἀπίστου, οὐδὲ εἷς ὀβολὸς, τὸ γραφικὸν ἀπεφή-
νατο λόγιον. Τὰ ἐνεστῶτα γὰρ, καὶ τὰ μέλλοντα, καὶ
πάντων ὧν ὁ σὸς δεσπόζει νυμφίος, σοὶ εἰς προῖκα (5)
κεχάρισται καὶ δεδώρηται.
κβʹ. Ἐπεὶ δὲ τοίνυν ἀμφοτέρωθεν κατὰ τῶν ἀνθρωπί-
νων ἐπαίνων τὰ νικητήρια κέκτησαι, τῇ τε τοῦ κοσμικοῦ

 79. PHOTIUS Lexicogr., Scr. Eccl. et Theol. Lexicon (Ε—Ω) {4040.030}


(A.D. 9) Alphabetic letter theta P. 89 γρ. 12
 Θεωρικά: ἐν ταῖς λεγομέναις Διονυσίαις θεωρίαις,
ἀγώνων τελουμένων φιλοτίμων, συνέβαινε τινὰς (10)
τῶν πολιτῶν εἰς ὕβρεις καὶ τραύματα διαφέρεσθαι·
ἔδοξεν οὖν τῶ δήμω μηκέτι προῖκα θεωρεῖν· ἐκμισ-
θοῦν δὲ ταῖς θέαις τοὺς τόπους· πλεονεκτουμένων δὲ
τῶν πενήτων, διὰ τὸ ῥαδίως τοῖς πλουσίοις πλείο-
νος τιμῆς τοῦτο γίνεσθαι, ἐψηφίσαντο ἐπὶ δραχμῆ (15)

 80. PHOTIUS Lexicogr., Scr. Eccl. et Theol. Lexicon (Ε—Ω) {4040.030}


(A.D. 9) Alphabetic letter kappa P. 140 γρ. 19
 Καταπόσον: πλεονάκις.
Καταπρέσβην: κατὰ πρεσβυτερίαν.
Καταπροΐξεται: καταφρονήσει· καταπροδώσει· οἷον
προῖκα ἐκφύγοι.
Κατὰ πρόσκλισιν: καθ’ ἑτεροβάρειαν ἢ ἑτερομέρειαν. (20)
Καταπρωτείρας: πρωτείραι οἱ περὶ εἴκοσι ἔτη παρὰ
Λάκωσι.

 81. PHOTIUS Lexicogr., Scr. Eccl. et Theol. Lexicon (Ε—Ω) {4040.030}


(A.D. 9) Alphabetic letter pi P. 440 γρ. 5
 Πολύγνωτος: οὗτος ζωγράφος μὲν ἦν τὴν τέχνην·
Θάσιος δὲ τὸ γένος· υἱὸς δὲ καὶ μαθητὴς Ἀγλαο-
φῶντος· τυχὼν δὲ τῆς Ἀθηναίων πολιτείας, ἢ ἐπεὶ
τὴν ποικίλην στοὰν ἀνέγραψε προῖκα· ἢ, ὡς ἔνιοι, (5)
τὰς ἐν τῶι Θησαυρῶι καὶ τὰς ἐν Ἀνακείω γρα-
φάς.
Πολυγνώτου λαγώς: ἐζωγραφημένος ἐν τῶι Ἀνα-
452

 82. PHOTIUS Lexicogr., Scr. Eccl. et Theol. Lexicon (Ε—Ω) {4040.030}


(A.D. 9) Alphabetic letter sigma P. 513 γρ. 23
 λικόν· παλαιόν· ἢ χιτὼν δερμάτινος. (20)
Σίτου δίκη: ὅτ’ ἂν γυνὴ ἀποδικεῖν ποιησαμένη πρὸς
τὸν ἄνδρα διὰ τοῦ ἄρχοντος· ἢ καὶ ὑπὸ τοῦ ἀνδρὸς
ἐκπεμφθεῖσα μὴ ἀπολαμβάνηι τὴν προῖκα, καὶ
διαγένηται χρόνος, καὶ δίκην εἰσάγη πρὸς αὐτὸν,
καὶ ἀπαιτῆι τὴν προῖκα, καὶ τροφὰς ἀφ’ ἧς ἀπηλ- (25)
λάγη ἡμέρας· αὕτη καλεῖται δίκη σίτου.

 83. PHOTIUS Lexicogr., Scr. Eccl. et Theol. Lexicon (Ε—Ω) {4040.030}


(A.D. 9) Alphabetic letter sigma P. 513 γρ. 25
 τὸν ἄνδρα διὰ τοῦ ἄρχοντος· ἢ καὶ ὑπὸ τοῦ ἀνδρὸς
ἐκπεμφθεῖσα μὴ ἀπολαμβάνηι τὴν προῖκα, καὶ
διαγένηται χρόνος, καὶ δίκην εἰσάγη πρὸς αὐτὸν,
καὶ ἀπαιτῆι τὴν προῖκα, καὶ τροφὰς ἀφ’ ἧς ἀπηλ- (25)
λάγη ἡμέρας· αὕτη καλεῖται δίκη σίτου.
(514) Σιταρχία: ἡ σῖτον διδοῦσα τοῖς ἐπιβάταις.
Σιτηρέσιον: τὸ διδόμενον τισὶν εἰς τροφήν.

 84. PHOTIUS Lexicogr., Scr. Eccl. et Theol. Lexicon (Ε—Ω) {4040.030}


(A.D. 9) Alphabetic letter phi P. 645 γρ. 5
 Φερέτρωι: τῆι τῶν νεκρῶν κλίνηι.
Φέριστον: κράτιστον· ἐξοχώτατον· ἢ ἀγαθόν.
Φέρνη: ἀμοιβή.
Φέρνην: τὴν προῖκα· καὶ Αἰσχίνης ὁ ῥήτωρ καὶ Μέ- (5)
νανδρος.
Φέρνιξ: προῖξ .
Φέροικος: ἐν Κλεοβουλίναις· ζῶον ὅμοιον γαλῆ, λευ-

 85. CHRISTOPHORUS Mytilenaeus Poeta Carmina varia {3019.002} (A.D.


11) Poem 114 γρ. 67
 ἔξεστι καὶ γὰρ δωρεάν σε λαμβάνειν,
πρὸς τοὺς τάφους τρέχοντα τοὺς ἐν τῇ πόλει· (65)
εἴπερ δὲ μισθὸν οὐ κομίζεσθαι λέγεις,
ἂν προῖκα ταῦτα λαμβάνῃς ἐκ μνημάτων,
ἴθι πρὸς ἐξώνησιν, ἡδέως ἴθι·
ῥᾷον κενώσεις ἅπαν αὐτὸς χρυσίον
ἢ τοὺς τάφους ἅπαντας οἱ νεκροπράται. (70)

 86. CHRISTOPHORUS Mytilenaeus Poeta Carmina varia {3019.002} (A.D.


11) Poem 114 γρ. 95
 πλὴν ἀλλ’ ἐπεί σε πιστὸν ἔγνων εἰς ἄκρον,
οὐκ ἀμφιβάλλειν οὐδὲ διστάζειν ὅλως
πρὸς τὰς δόσεις θέλοντα τὰς τῶν λειψάνων,
παρέξομαί σοι προῖκα χρῆμά τι ξένον, (95)
Ἐνὼχ τὸν ἀντίχειρα τοῦ τρισολβίου,
ὃς τοῦ παρόντος ζῶν μετηνέχθη βίου,
453

καὶ γλουτὸν αὐτὸν Ἠλιοῦ τοῦ Θεσβίτου,

 87. CHRISTOPHORUS Mytilenaeus Poeta Carmina varia {3019.002} (A.D.


11) Poem 114 γρ. 124
 ὃ πάντα νικᾷ φῶτα λαμπρῶν ἀστέρων·
ἕξεις ἐκείνην τοιγαροῦν σὺ καὶ λύχνον
καὶ λείψανον κάλλιστον, εἴπερ ἄλλό τι·
καὶ πάντα ταῦτα προῖκα καὶ χωρὶς πόνου
λοιποῖς συνάψας σοῖς ἀπείροις λειψάνοις, (125)
θήσεις με πρῶτον τοῦ χοροῦ τῶν σῶν φίλων,
εὐεργέτην καλῶν με πάντα τὸν χρόνον·

 88. VITA ET MIRACULA NICONIS Hagiogr. Vita et miracula (e cod.


Kutlumu210) {5081.002} (A.D. 11-17) P. 237 γρ. 4
 (237) γὰρ εἰς βρῶσιν ἀεὶ ὀπῶραι τὸ χαριέστατον. Ὃ δὴ καὶ τὰς ὄψεις ἐπι-
βαλὸν τοῖς προκειμένοις ὠνίοις, δαίμων αὐτῷ ὑπεισῄει τῆς λαιμαργίας,
καὶ τῷ πάθει ὡς ἐπίπαν ἑάλω. Ἐπεὶ δὲ κέρματος ὅλως οὐκ ηὐμοίρει,
προῖκα δ’ ὁ παρέχων οὐκ ἦν, τὸ δριμύ τε καὶ ἄμαχον τῆς ἐπιθυμίας ἐπίε-
ζε· τὸ δὲ τῆς φύσεως ἁπαλὸν οὐχ οἷόν τε ἀντειπεῖν. Ἔγνω λοιπὸν συνω- (5)
θούμενος ὁ παῖς ὑπὸ τοῦ πάθους καὶ δεινῶς πολιορκούμενος πρὸς κλοπὴν
ἀποβλέψαι καὶ συνεργὸν ταύτην χρήσασθαι εἰς θεραπείαν τοῦ πάθους·

 89. Anna COMNENA Hist. Alexias {2703.001} (A.D. 11-12) Βι. 1 Κεφ. 11
τμ. 8 γρ. 9
 νῶτα διδόασιν), οὕτω γοῦν τὴν φορὰν τῶν τοῦ Μασκαβέλη
ἱππέων ἀνακόψαντος τοῦ Ῥομπέρτου, ἄγεται τηνικαῦτα ὁ
Μασκαβέλης δέσμιος καὶ αἰχμάλωτος εἰς ὅπερ δέδωκεν
αὐτῷ εἰς προῖκα φρούριον, ὅτε τὴν θυγατέρα τούτῳ κατηγ-
γυήσατο. Καὶ εἶχεν ἄρα τότε τὸν οἰκεῖον δεσπότην ἡ (10)
πόλις ἔμφρουρον, φρούριον ἐντεῦθεν εἰκότως προσαγο-
ρευομένη. Οὐδὲν δὲ χεῖρον καὶ τὴν ὠμότητα τοῦ Ῥο-

 90. Anna COMNENA Hist. Alexias {2703.001} (A.D. 11-12) Βι. 1 Κεφ. 13
τμ. 2 γρ. 3
 ἑλκύσαι Ῥομπέρτον ἤδη περιφανέστατον γεγονότα καὶ πρὸς
μεγάλας ἀρχὰς ἀκμάσαντα. (2) Ἡ δὲ διαφορὰ ῥηγός τε
καὶ πάπα τοιαύτη τις ἦν. Ὁ μὲν γὰρ κατῃτιᾶτο τὸν ῥῆγα
Ἐνέριχον ὡς τὰς ἐκκλησίας οὐ προῖκα διδόντα, ἀλλὰ
δωρημάτων ἀποδιδόμενον καί που καὶ ἀναξίοις ἀνδράσι τὴν
ἀρχιερωσύνην καταπιστεύοντα καὶ τοιούτων ἐγκλημάτων (5)
ἐδίωκεν. Ὁ δέ γε ῥὴξ Ἀλαμανίας τυραννίδος τὸν πάπαν

 91. EPHRAEM Aeniensis Hist. et Poeta Chronicon imperatorum Romanorum


{3170.001} (A.D. 13-14) Γρ. 5265
 ὑπῆρχε λοιπὸν ἀπαθὴς κακῶν ἔτι,
ὡς δημόσια πᾶς τις εἰσπράττων τότε
ὀψωνίοις ἦν τάδ’ ἀπαιτῶν ἐν δίκῃ,
454

ἀρχαιρεσιῶν προῖκα παρεσχημένων (5265)


πασῶν ἀριστίνδην τε καὶ κατ’ ἀξίαν,
οὐδὲν δὲ πλουτίνδην γε τοῖς ἐκ τριόδων.
ᾗ Δαβὶδ οὐκοῦν ἐμμελῶς ψάλλων λέγει,

92. Nicephorus GREGORAS Hist. et Scr. Rerum Nat. Epistulae (A.D. 13-14)
Epistle 15 γρ. 51

 εὐμοιρίᾳ, λαμπρῶς τὸν αἰῶνα παρέπλευσαν, σὺ πάντας παρήλασας·


ὅσοι τε ‘πολλῶν ἀνθρώπων ἴδον ἄστεα καὶ νόον ἔγνωσαν’, σὺ μείζοσι
πάντων ὡμίλησας ἔθνεσί τε καὶ ἔθεσιν, ὁπόσα τὴν εὔκλειαν μάλα τοι (50)
πλείστην προῖκα διδόασι τοῖς ὁμιληταῖς· ὅσοι τε αὖ περιουσίᾳ τε
σοφίας καὶ γλώττης αὐτάρκει περιβολῇ τὴν τοῦ νοῦ παρασκευὴν καὶ
πρός γε τὴν ἐπιστατικὴν τῶν ἐν κόσμῳ κρίσιν ἐς τὸ ἄκρον ἐκεκοσμή-
κεσαν, τούτοις δὲ πᾶσιν εἰ παρεῖναι ἐνῆν, ῥᾷστα καὶ τούτοις ἐμέλησεν

 93. Nicephorus GREGORAS Hist. et Scr. Rerum Nat. Epistulae (A.D. 13-14)
Epistle 109 γρ. 2
 (109) Basilio nescio cui Constantinopoli, 1330, inscr. post 1330 Ἐμοὶ δὲ εἴ
τις φιλίαν οὖσαν μὲν αὔξειν, μὴ οὖσαν δ’ αὖ οἰκοδομεῖν (1)
ἐπείγοιτο, τοῦ παντὸς ἂν ῥᾷστα προτιμῷτο, ὅτι προῖκα τῇ κρείττονι
μοίρᾳ φέρων προσέμιξεν οἴκοθεν ἑαυτόν· εἴ τις δὲ τοὐναντίον, οὗτος δὲ
τοὐναντίον, ὅστις οὐκ οἶδεν ὅτῳ ποτὲ τρόπῳ χρεὼν τὸ βέλτιον τῶν
πραγμάτων ἐκλέγεσθαι, ἀλλὰ κανθάροις ποιεῖ καὶ αὐτὸς παραπλήσια· (5)

 94. SCHOLIA IN AESCHINEM Schol. Scholia in Aeschinem (Varia) Oration


2 scholion 31 γρ. 29
 ...Ἀμφίπολιν καὶ Ἀκάμαντα υἱόν φασι γενέσθαι. Vat. Laur.
Bgim. Θησέως παίδων] Θησέως παῖδες Δημοφῶν καὶ Ἀκάμας. τούτων
Δημοφῶντι λέγεται δοθῆναι προῖκα τὰς Ἐννέα ὁδοὺς οὕτω καλου-
μένας· οὗτος δὲ παρὰ τὴν ἱστορίαν Ἀκάμαντί φησι δοθῆναι, οὐ (30)
Δημοφῶντι. Vat. Laur. Bgim.

Ευρετήριο

ἀδωροδόκητον, 51, 180 Αριστοφάνης, 6, 100, 101, 102, 434, 435


Αθηναίος σοφιστής, 40, 41, 42, 43, 44, 45 γάμοι, 9, 128, 293
ἀντίπροικα, 200, 364, 426 γάμον, 23, 39, 88, 111, 112, 113, 126, 128,
ἀποστερῆσαι τὴν ἀδελφὴν, 74 155, 167, 181, 182, 183, 185, 198, 199,
ἄπροικον, 20, 44, 46, 73, 74, 84, 90, 92, 206, 208, 223, 225, 227, 242, 267, 268,
127, 178, 179, 188, 241, 242, 273, 275, 272, 273, 275, 276, 277, 278, 283, 284,
276, 277, 278, 363, 433 287, 291, 293, 311, 320, 324, 333, 341,
ἄπροικος, 195, 197, 198 342, 345, 352, 369, 372, 373, 398, 399,
ἀπροίκους, 21, 33, 141, 186, 202, 236, 400, 409, 410, 415, 441, 443, 448, 450
245, 299, 315, 340 γάμος, 8, 15, 17, 30, 31, 226, 242, 245,
Αριστοτέλης, 15, 134, 135, 438 247, 272, 311, 312, 313, 315, 373, 446
455

γάμου δωρεᾶς, 311, 317 παρεῖχε τὴν δωρεάν, 279, 280, 358, 359
γάμων, 112, 113, 182, 201, 246, 258, 266, Περὶ γάμου, 235, 273, 416
311, 363, 378, 398, 399, 400, 416, 426, Πλάτων, 41, 116, 117, 118, 119, 120, 135,
430, 442 200, 221, 247, 438
γυναίκας, 8, 9, 10, 14, 15 Πλάτωνας, 15
γυναίκες, 10 Πλούταρχος, 9, 22, 23, 24, 25, 26, 27, 28,
γυνὴ, 29, 30, 34, 62, 63, 84, 89, 91, 92, 93, 29, 30, 31, 32, 33, 35, 36, 37, 38, 39, 40,
128, 159, 169, 182, 196, 198, 232, 247, 333
249, 250, 251, 252, 253, 259, 282, 283, πλοῦτον, 21, 82, 111, 114, 195, 206, 220,
284, 287, 289, 291, 311, 312, 313, 315, 224, 231, 236, 245, 280, 293, 298, 299,
317, 322, 323, 333, 346, 352, 368, 383, 331, 445
384, 385, 405, 434, 438, 439, 447, 452 προγαμιαίαν δωρεάν, 317
Δημοσθένης, 48, 49, 50, 51, 52, 53, 54, προγαμιαίας δωρεᾶς, 311, 315
55, 56, 57, 58, 59, 60, 61, 62, 63, 64, 65, προῖκ' ἔδωκαν, 32, 174
66, 67, 68, 69, 70, 71, 72, 73, 74, 75, 76, προῖκ' ἐπιδοῦναι, 79, 80
77, 78, 79, 80, 81, 82, 83, 84, 85, 86, 87, προῖκ' ἐπιδοὺς, 82
200, 234, 238, 239, 240, 278, 421, 427, προῖκ' οὐκ ἔδωκεν, 69
429 προίκα, 9, 12, 13, 14, 15, 16, 17, 237
Διογένης Λαέρτιος, 19, 20, 21 Προίκα, 1, 14
Δίων Κάσσιος, 145, 147, 148, 150, 151, προῖκα, 6, 7, 12, 13, 21, 22, 23, 24, 25, 26,
152, 153, 155, 156, 157, 158, 159, 160, 28, 29, 30, 31, 32, 33, 34, 35, 36, 37, 38,
161, 162, 163, 164, 165, 166, 167, 168, 40, 41, 42, 43, 45, 46, 49, 50, 51, 52, 53,
169, 170 54, 55, 56, 57, 58, 59, 60, 61, 62, 63, 64,
δωρεὰ, 131, 157, 301, 302 65, 66, 67, 68, 69, 70, 71, 73, 74, 76, 77,
δωρεὰν ἔδωκεν, 61 78, 79, 80, 81, 82, 84, 85, 86, 87, 88, 89,
δωρεᾶς, 23, 81, 112, 122, 132, 160, 215, 90, 91, 93, 94, 95, 96, 97, 98, 99, 100,
255, 256, 257, 289, 315, 317, 331, 433 101, 103, 104, 105, 106, 107, 108, 109,
δωρησαμένη, 131 110, 111, 112, 113, 114, 115, 116, 117,
ἐκπεπροικί σθαι, 111 118, 119, 120, 124, 125, 126, 127, 129,
ἐμπροίκιον, 204, 205, 245 130, 131, 132, 133, 134, 138, 139, 140,
ἐπροίκισε, 299 141, 142, 143, 144, 145, 146, 147, 148,
Ευρυπίδης, 10, 11 150, 151, 152, 154, 155, 156, 157, 158,
θυγατέρα, 7, 20, 23, 24, 47, 76, 78, 84, 85, 159, 160, 161, 162, 163, 164, 165, 166,
86, 104, 113, 124, 126, 136, 147, 154, 167, 168, 169, 170, 171, 172, 173, 174,
166, 181, 182, 185, 186, 187, 190, 192, 175, 176, 177, 179, 180, 181, 183, 184,
203, 207, 216, 218, 223, 224, 225, 239, 185, 186, 187, 188, 189, 190, 191, 192,
240, 242, 285, 290, 291, 300, 305, 344, 193, 194, 195, 196, 198, 199, 201, 203,
345, 349, 355, 371, 373, 381, 404, 437, 204, 206, 208, 209, 210, 211, 212, 213,
444, 446, 453 215, 216, 217, 218, 219, 220, 221, 222,
θυγατρίοις, 23, 32 223, 224, 228, 229, 230, 231, 232, 233,
θυγατρός, 19, 28, 91, 94, 355, 415, 440 234, 235, 238, 239, 240, 241, 243, 244,
Ισαίος, 88, 89, 90, 91, 92, 93, 94, 95, 96 246, 247, 248, 249, 250, 251, 252, 254,
Ισοκράτης, 47 255, 256, 257, 258, 259, 260, 264, 265,
κληρονόμον, 37, 69, 135, 298, 325, 331, 266, 267, 268, 270, 271, 273, 276, 277,
332, 438 278, 279, 280, 281, 282, 283, 284, 285,
Λουκιανός, 124, 125, 126, 127, 128 286, 288, 289, 290, 291, 292, 294, 295,
μνᾶς, 7, 23, 53, 54, 55, 56, 57, 58, 59, 60, 296, 297, 298, 300, 301, 302, 303, 304,
61, 67, 68, 69, 73, 76, 78, 79, 84, 94, 96, 305, 306, 307, 308, 309, 310, 311, 312,
105, 111, 118, 185, 186, 187, 239, 240, 313, 314, 315, 317, 318, 319, 321, 322,
247, 297, 437 323, 326, 327, 328, 329, 330, 331, 332,
Ξενοφών, 6, 107, 108, 109, 435, 436 333, 334, 335, 336, 337, 338, 340, 342,
456

346, 347, 348, 349, 351, 352, 353, 354, προικίσαι, 21


355, 356, 357, 358, 359, 360, 362, 363, προικισμὸν, 262, 263
365, 366, 367, 368, 369, 371, 372, 373, προικος, 104
374, 375, 376, 377, 378, 379, 380, 382, προικός, 12, 13, 60, 72, 76, 77, 80, 81, 85,
383, 384, 387, 388, 389, 390, 392, 393, 94, 96, 105, 106, 122, 133, 134, 137,
394, 395, 396, 397, 398, 400, 401, 402, 138, 184, 186, 199, 200, 202, 227, 230,
403, 404, 405, 406, 408, 409, 411, 412, 236, 283, 284, 317, 344, 351, 367, 374,
413, 416, 417, 418, 419, 421, 422, 423, 376, 386, 388, 393, 411, 412, 443
424, 425, 426, 427, 428, 429, 430, 431, προικὸς, 12, 13, 20, 27, 39, 43, 47, 48, 62,
432, 433, 434, 435, 436, 437, 438, 439, 64, 65, 70, 73, 75, 79, 86, 89, 90, 91, 92,
440, 441, 442, 443, 444, 445, 446, 447, 93, 94, 98, 112, 118, 121, 123, 126, 128,
448, 449, 450, 451, 452, 453, 454 130, 183, 184, 193, 194, 196, 206, 207,
προῖκά, 67, 73, 76, 89, 114, 124, 147, 148, 235, 238, 273, 274, 275, 281, 282, 285,
153, 187, 189, 190, 219, 250, 251, 252, 286, 287, 293, 296, 297, 301, 302, 304,
253, 280, 293, 315, 324, 356, 401, 418, 305, 311, 312, 313, 315, 316, 317, 318,
424, 439, 444 320, 322, 325, 339, 341, 343, 344, 345,
προῖκα δεδωκότος, 70 350, 354, 355, 362, 374, 375, 376, 381,
προῖκα δοθῆναι, 164 382, 386, 387, 388, 389, 392, 393, 398,
προῖκα ἔδωκεν, 405 406, 411, 412, 415, 420, 427, 440, 444
προῖκα ἐχόντων, 213, 214 προικοσύμφωνο, 14, 16, 17, 18
προῖκα λαβεῖν, 41, 57, 108, 270, 296, 435 προικοσύμφωνον, 18
προῖκα λαβὼν, 425 προικῷα, 315, 316, 360, 361, 380
προῖκα λαμβάνειν, 152, 273 προικῶν, 29, 57, 214
προῖκα μὴ δοῦναι, 67 προικῶν καὶ τῶν δωρεῶν, 57
προῖκα τῇ ἐμῇ θυγατρὶ, 77 προικῷον, 316, 319, 370
προῖκα τῆς γυναικὸς, 268, 388 προικῴου, 288, 368
Προῖκα χορηγὸς, 309 προικῴων, 316, 370
προῖκα, ἐγὼ ἐπέδωκα, 268 προικῴων συμβολαίων, 316
προίκαν, 237 προίξ, 12, 13, 14, 71, 72, 137, 367, 374,
προίκας, 9, 14, 15, 16, 18 375
προῖκας, 19, 31, 129, 135, 151, 152, 154, προῖξ, 137, 311, 312, 313, 366, 376, 445,
171, 205, 226, 243, 300, 317, 367, 394, 446, 452
407, 411, 438, 447 προξενιό, 16
προικί, 13, 59, 100, 111, 122, 124, 136, ῥόγαν, 331
225, 236, 245, 269, 274, 295, 298, 307, Στράβων, 140, 141
311, 333, 361, 399, 400, 432 σύζυγος, 9, 17, 383
προικὶ, 30, 38, 56, 83, 91, 93, 95, 182, συνοικεσίοις, 312, 313
198, 211, 216, 223, 259, 262, 263, 294, τάλαντα, 9, 32, 36, 51, 56, 58, 61, 84, 104,
310, 364, 365, 398, 399, 400, 417, 445 112, 113, 125, 126, 127, 128, 136, 139,
προικὶ τιμήσας ἔδωκεν, 91 173, 182, 187, 188, 189, 191, 192, 224,
προικὶ τῶν ἐραστῶν, 38 227, 237, 269, 327, 336
προίκια, 227 τάλαντον ἐπιδόντος, 71
προικιδίους ἐπιγαμίαις, 99 φερνὴν, 11, 198, 262, 263, 408
προικίζεσθαι, 123 φερνῆς, 10, 11, 408
Προικιζομένης, 40 Φίλων Ιουδαίος, 97, 98, 99, 100

TLG Texts doing_search προικ tlg Go

UTF-8 search TLG Texts


457

You might also like