Professional Documents
Culture Documents
Οδυσσέας Γκιλής
ΠΡΟΙΚΑ
ΠΡΟΙΞ
1700 αναφορές για την λέξη-έννοια Προίκα στα αρχαία κείμενα
Θεσσαλονίκη 9/2018
2
3
Περιεχόμενα
Εισαγωγικό σημείωμα............................................................................................................... 4
Πύλη. [Λεξικό Τριανταφυλλίδη] ............................................................................................... 7
Ο θεσμός του γάμου και η θέση της γυναίκας στην αρχαία Αθήνα ......................................... 8
Φερνή ...................................................................................................................................... 10
Λεξικόν Ομηρικόν υπό Κρούσιου. Εν Αθήναις 1888.προίξ, δώρον, χάρισμα ......................... 12
LIDDELL & SCOTT. Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας. (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού,
εκδ. Πελεκάνος 2007).............................................................................................................. 12
Λεξικό Δημητράκου. Προίξ, προικός, δωρεα, χάρισμα .......................................................... 13
Λεξικό Γ. Μπαμπινιώτη ........................................................................................................... 13
Προίκα. Από τη Βικιπαίδεια .................................................................................................... 14
Πηγές ................................................................................................................................... 15
Βιβλιογραφία ....................................................................................................................... 15
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΠΟΡΔΟΚΑΣ 10-9-2018 Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου
Τύπου της Κυριακής............................................................................................................... 15
Προξενιό .......................................................................................................................... 16
Σαράντα πήχες βρακοζώνα.............................................................................................. 17
Καλοί τρόποι και ευρωπαϊκός αέρας ............................................................................... 18
Προικοσύμφωνο...................................................................................................................... 19
Αποσπάσματα από αρχαία κείμενα ........................................................................................ 19
Ενδεικτική χρονολογική ταξινόμηση..................................................................................... 434
Ευρετήριο .............................................................................................................................. 454
4
Εισαγωγικό σημείωμα.
Η μάνα σου απ᾿ την άλλη, αν έστρεξε το γάμο πια η καρδιά της,
πίσω ας διαγείρει στου πατέρα της, που 'χει περίσσια πλούτη'
κι εκείνοι θα γνοιαστούν το γάμο της, θα φτιάξουν τα προικιά της
5
Αριστοφάνης . Ιππής. (5-4 B.C.) Γρ. 577. τῶν πρὸ τοῦ σίτησιν ᾔτησ’
ἐρόμενος Κλεαίνετον· νῦν δ’ ἐὰν μὴ προεδρίαν φέρωσι καὶ τὰ
σιτία, (575 οὐ μαχεῖσθαί φασιν. Ἡμεῖς δ’ ἀξιοῦμεν τῇ πόλει
προῖκα γενναίως ἀμύνειν καὶ θεοῖς ἐγχωρίοις.
Καὶ πρὸς οὐκ αἰτοῦμεν οὐδὲν πλὴν τοσουτονὶ μόνον·
ἤν ποτ’ εἰρήνη γένηται καὶ πόνων παυσώμεθα,
μὴ φθονεῖθ’ ἡμῖν κομῶσι μηδ’ ἀπεστλεγγισμένοις. (580)
χάριν προσειδέναι. ἐπεὶ καὶ ἄλλος ἀνήρ ἐστι Πάριος ἐνθάδε σοφὸς ὃν ἐγὼ
ᾐσθόμην ἐπιδημοῦντα·
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
προικίζω [prikízo] -ομαι Ρ2.1 : 1. δίνω προίκα (στις σημ. 1, 2): Προίκισε την κόρη του μ΄ ένα
διαμέρισμα. 2. (μτφ.) α. παρέχω ένα φυσικό χάρισμα: H φύση την προίκισε με ομορφιά και
χάρη. Προικισμένος καλλιτέχνης / ζωγράφος / λογοτέχνης / επιστήμονας / αθλητής. β.
παραχωρώ, δωρίζω ένα περιουσιακό στοιχείο, ένα χρηματικό ποσό: Ο δωρητής προίκισε το
νέο ίδρυμα με ένα σεβαστό ποσό. [1: ελνστ. προικίζω· 2: λόγ. σημδ. γαλλ. doter]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
προικιό το [prikó] Ο38 : (πληθ.) το σύνολο των ειδών ρουχισμού, των σκευών, των επίπλων
που αποτελούν το κινητό μέρος της προίκας. || (εν., λαϊκότρ.) καθετί που δίνεται ως
προίκα. [μσν. προικιό < προικίον με συνίζ. για αποφυγή της χασμ., υποκορ. του αρχ. προίξ
(δες στο προίκα)]
8
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
προίκιση η [príkisi] Ο33 : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του προικίζω. [λόγ. προικι- (προικίζω)
-σις > -ση]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
προικοδοσία η [prikoδosía] Ο25 : η προικοδότηση. [λόγ. προικ- (δες προίκα) -ο- + -δοσία]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
προικοδότηση η [prikoδótisi] Ο33 : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του προικοδοτώ·
προικοδοσία: ~ άπορων κοριτσιών. [λόγ. προικοδοτη- (προικοδοτώ) -σις > -ση]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
προικοδοτώ [prikoδotó] -ούμαι Ρ10.9 : (επίσ.) 1. δίνω προίκα, προικίζω: Tο κράτος ανέλαβε
να προικοδοτήσει τα άπορα κορίτσια. 2. (μτφ.) παραχωρώ, δωρίζω ένα περιουσιακό
στοιχείο, ένα χρηματικό ποσό: Tο μουσείο που ιδρύθηκε είναι προικοδοτημένο με ένα
σημαντικό ποσό. [λόγ. < μσν. προικοδοτώ < προικ- (δες προίκα) -ο- + -δοτώ]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
προικοθήρας ο [prikoθíras] Ο3 : αυτός που επιδιώκει να βρει σύζυγο με μεγάλη προίκα.
[λόγ. προικ- (δες προίκα) -ο- + -θήρας]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
προικοθηρία η [prikoθiría] Ο25 : η επιδίωξη γάμου με γυναίκα που να διαθέτει μεγάλη
προίκα. [λόγ. προικ- (δες προίκα) -ο- + -θηρία]
11. 11. 11 Οι γυναίκες στην αρχαία Αθήνα Οι γυναίκες στην αρχαία Αθήνα δεν είχαν
πολιτικά δικαιώματα και θεωρούνταν «ανήλικες». Για την αθηναϊκή κοινωνία,
αποστολή της ενάρετης γυναίκας ήταν από τη μία μεριά η φύλαξη του οίκου και η
εκτέλεση των καθηκόντων που αφορούσαν στην καλή λειτουργία του ,με τη
βοήθεια δούλων, που ήταν καθεστώς για όλα σχεδόν τα σπίτια, και από την άλλη η
απόκτηση παιδιών (κυρίως αρσενικών )για τη διοίκηση του οίκου.
12. 12. Στην αρχαία Αθήνα η ζωή ενός θηλυκού ατόμου εξαρτιόταν από τον πατέρα του
μέχρι το γάμο. Το θηλυκό θεωρούνταν ασήμαντο για την οικογένεια καθώς
πρόσφερε επιπλέον φόρους σε αυτή και δεν μπορούσε να διατηρήσει το όνομα της
οικογένειας μετά την τελετή γάμου. 12 Επιπλέον δεν είχε κανένα δικαίωμα στα
περιουσιακά στοιχεία της οικογένειας.
13. 13. 13 Οι δούλες, οι γυναίκες-μέτοικοι αλλά και οι πιο ταπεινής καταγωγής
Αθηναίες απολάμβαναν μεγάλη ελευθερία, καθώς έβγαιναν για εξωτερικές
δουλειές, όπως ψώνια και μεταφορά νερού, μπορούσαν να πραγματοποιούν μικρο-
εμπόριο ή και να εργαστούν ως τροφοί. Υπήρχαν, βέβαια, και οι εταίρες, που ήταν
δούλες ή μέτοικοι και έπαιζαν ξεχωριστό ρόλο στην κοινωνική και ερωτική ζωή των
ανδρών. Τους κρατούσαν συντροφιά στα συμπόσια, τους διασκέδαζαν και
συζητούσαν μαζί τους διάφορα θέματα. Φαίνεται πως γενικότερα ήταν πιο
καλλιεργημένες από τις Αθηναίες.
14. 14. 14 ΠΗΓΕΣ el.wikipedia.org Όψεις της καθημερινής ζωής στην Αθήνα της
κλασικής εποχής (Πρόγραμμα : Ψηφιακή τάξη) Αργολική Αρχειακή βιβλιοθήκη
Ιστορίας και Πολιτισμού
Φερνή
εὐτεκνίαν τε γάμοις, ὧν ἔξοδος ἅδ' ἕνεχ' ἥκει, παιδὸς πατρός τε τῇδ' ἐν ἡμέρᾳ λέχη
κρᾶναι θελόντων· ἀλλὰ σῖγ' ἔστω λεώς. {ΜΕΡ.} . . . . . . . . . . . .
. . . . . . . εἰ γὰρ εὖ λέγω ναῦν τοι μί' ἄγκυρ' οὐχ ὁμῶς σῴζειν φιλεῖ
ὡς τρεῖς ἀφέντι· προστάτης θ' ἁπλοῦς πόλει σφαλερός, ὑπὼν δὲ κἄλλος οὐ κακὸν
πέλει. ἐλεύθερος δ' ὢν δοῦλός ἐστι τοῦ λέχους, πεπραμένον τὸ σῶμα τῆς φερνῆς
ἔχων. δεινόν γε, τοῖς πλουτοῦσι τοῦτο δ' ἔμφυτον, σκαιοῖσιν εἶναι· τί ποτε τοῦτο
ταἴτιον;
ἆρ' ὄλβος αὐτοῖς ὅτι τυφλὸς συνηρετεῖ,
τυφλὰς ἔχουσι τὰς φρένας καὶ τῆς τύχης;
ὡς πανταχοῦ γε πατρὶς ἡ βόσκουσα γῆ.
εὐδαιμονίζων ὄχλος ἐξέπληξέ με.
ἔλα δὲ μήτε Λιβυκὸν αἰθέρ' εἰσβαλών·
κρᾶσιν γὰρ ὑγρὰν οὐκ ἔχων, ἁψῖδα σὴν
κάτω διήσει . . . . . . .
...
(Φα.) ἐλεύθερος δ' ὢν δοῦλός ἐστι τοῦ λέχους,
πεπραμένον τὸ σῶμα τῆς φερνῆς ἔχων.
...
(Μερ.) ἐν τοῖσι μώροις τοῦτ' ἐγὼ κρίνω βροτῶν,
ὅστις πατρῶια παισὶ μὴ φρονοῦσιν εὖ
ἢ καὶ πολίταις παραδίδωσ' ἐξουσίαν.
...
(Φα.) ὡς πανταχοῦ γε πατρὶς ἡ βόσκουσα γῆ.
...
(Φα.) δεινόν γε, τοῖς πλουτοῦσι τοῦτο δ' ἔμφυτον
σκαιοῖσιν εἶναι· τί ποτε τοῦδ' ἐπαίτιον;
ἆρ' ὄλβος αὐτοῖς ὅτι τυφλὸς συνηρετεῖ
Ευρυπίδης Iphigenia Aulidensis (0006: 051)“Euripidis fabulae, vol. 3”, Ed. Diggle,
J.Oxford: Clarendon Press, 1994.Γρ. 47
συννυμφοκόμον τε δίκαιον.
{Αγ.} ἐγένοντο Λήδαι Θεστιάδι τρεῖς παρθένοι,
Φοίβη Κλυταιμήστρα τ', ἐμὴ ξυνάορος,
Ἑλένη τε· ταύτης οἱ τὰ πρῶτ' ὠλβισμένοι
μνηστῆρες ἦλθον Ἑλλάδος νεανίαι.
δειναὶ δ' ἀπειλαὶ καὶ κατ' ἀλλήλων φθόνος
ξυνίσταθ', ὅστις μὴ λάβοι τὴν παρθένον.
τὸ πρᾶγμα δ' ἀπόρως εἶχε Τυνδάρεωι πατρί,
δοῦναί τε μὴ δοῦναί τε, τῆς τύχης ὅπως
ἅψαιτ' ἄριστα. καί νιν εἰσῆλθεν τάδε·
LIDDELL & SCOTT. Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας. (Επιτομή του
Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007).
Λεξικό Γ. Μπαμπινιώτη
Προίκα είναι ένας θεσμός κατά τον οποίο η οικογένεια παραχωρεί στη
νύφη την περιουσία της όταν παντρεύεται. Ο θεσμός της προίκας υπήρχε
από τα αρχαία χρόνια και αποτελούσε τη συμβολή της γυναίκας στον κοινό
βίο του ζευγαριού.
Πηγές
Βιβλιογραφία
Προξενιό
Μπορεί να είναι μεγάλο, αλλά νομίζουμε ότι αξίζει τον κόπο να σας
μεταφέρουμε, σχεδόν αυτούσιο, ένα προικοσύμφωνο που συντάχθηκε το
1675, στη Σύρο, ώστε να κατανοήσετε καλύτερα το πνεύμα των εγγράφων
αυτών. Μετά τις ευχές που δίνονται από την οικογένεια της νύφης στο νέο
ζευγάρι «…από τα φύλλα της καρδιάς μας την ευχήν να τρισευτυχήσουν
και να πολυχρονίσουν», προχωράμε στις υλικές παροχές: «Δεύτερον δε,
τέσσερα εικονίσματα, το πρώτον εις ξύλον χονδρόν και δυνατόν δύο
δάκτυλα. Τρία υποκάμισα, τα δύο μικρά και ένα μεγάλο. Δύο μικρά,
παστρικά, ατρύπητα και ολόγερα. Δύο μισοφόρια ολόγερα και
μπουγαδιασμένα. Ενάμισι ζευγάρι κάλτσες. Εως ότου να γίνει ο γάμος,
έχει καιρό να πλέξει και την άλλη να γίνουν δύο ζευγάρια. Ενα φουστάνι
τσίτι ριγωτό, ένα άλλο σακονέτα της μακαρίτισσας της γιαγιάς μου. Μια
φασκιά για το καλορίζικο. Δύο ζεύγη παπουτσιών και ένα μπαλωμένο.
Σαράντα πήχες βρακοζώνα και μετά το θάνατο του παππού άλλο τόση.
Του γαμπρού μια σκούφια, να τη φορεί βράδυ παρά βραδιά παρά βραδιά,
για να μην του τρυπήσει γρήγορα. Δύο τσουκάλια κάστρινα. Δυο
φλιτζάνια του καφέ χωματένια. Το αμελέτητο νερό, με δυο χέρια,
παστρικό και άπιαστο. Τρεις βελόνες της κάλτσας. Ενα στρώμα
μπαλωμένο της μακαρίτισσας της γιαγιάς μου από φύλλα καλαμόφυλλα.
Ενα κλειδί. Μια ψαράγγα (χωράφι) ίσια με μια κυλίστρα του γαϊδάρου.
Τρία ράλια, πέντε παράδες και τρία άσπρα. Μαζί μ’ αυτά, που τους
κάνουμε τους πρώτους νοικοκυραίους της Σύρου, τη μια κάμαρα του
σπιτιού που καθούμαστε κι άμα πεθάνω εγώ και ο παππούς της Κατής, όλο
το σπίτι. Δυο κότες, έναν πετεινό, ένα μιρμιτζέλι, είκοσι αβγά, ένα κόσκινο
κουκιά, σπιτίσια μακαρόνια κι αν προφθάσουμε θα κάνουμε και άλλα
τόσα. Δέκα οκάδες ελιές, δύο ντουζίνες χοίρους, σαράντα καπόνια
κρεμμύδια. Ολα αυτά να τα κάμουν θάλασσα, να τρων και να πίνουν όλο
το οκταήμερο, γαμπρός και νύφη και όλο το συμπεθεριό και οι πιο κοντά
γειτόνοι. Εις δε το γαμπρόν, την Κατή με τα ούλα της».
Η προίκα μπορεί να βοήθησε πολλά ζευγάρια στη νέα τους κοινή ζωή,
αλλά δημιούργησε άλλους τόσους γάμους συμφερόντων, προικοθηρίας
18
Ετσι, στις αρχές του προηγούμενου αιώνα είχε κυκλοφορήσει ένα βιβλίο
που ήθελε να αλλάξει την εθιμοτυπία της προίκας, φέρνοντας ευρωπαϊκό
«αέρα» και βάζοντας κανόνες στη διαδικασία. Ας ξεκινήσουμε με την
υπογραφή του προικοσύμφωνου: «Ο συμβολαιογράφος δίδει την πένναν
πρώτον εις τον μνηστήρα. Ούτος σηκώνεται, χαιρετά την μνηστήν του,
υπογράφει και προσφέρει επιχαρίτως την πένναν εις την κόρην. Υπογράφει
και αυτή, και δίδει την πένναν εις την μέλλουσαν πενθεράν της, προ της
οποίας έχει προηγουμένως υποκλιθεί. Ο μνηστήρ της τείνει προς αυτήν το
χέρι του, το οποίον δέχεται διά να επανέλθει εις την θέσιν της. Η μητέρα
του νέου υπογράφει κατόπιν και η πέννα μεταβιβάζεται εις τους πατέρας
και έπειτα εις όλα τα μέλη της οικογενείας κατά την τάξιν της ηλικίας.
Οταν οι γονείς υπογράψουν το προικοσύμφωνον τούτο πηγαίνει εις εν
γειτονικόν δωμάτιον. Οι προσκεκλημένοι πηγαίνουν και το υπογράφουν
χωρίς, φυσικά, να επεμβαίνουν εις τους όρους τους οποίους περιέχει».
Προικοσύμφωνο
ΒΙΑΣ>
ΛΥΚΩΝ>
νεύουσι.
Καὶ μέντοι καὶ τάφος ἐστὶν αὐτοῦ Φαληροῖ δει-
κνύμενος, ὅν φασι κατασκευάσαι τὴν πόλιν αὐτῷ, μηδ' ἐν-
τάφια καταλιπόντι, καὶ τὰς μὲν θυγατέρας ἱστοροῦσιν ἐκ
τοῦ πρυτανείου τοῖς νυμφίοις ἐκδοθῆναι, δημοσίᾳ τῆς
πόλεως τὸν γάμον ἐγγυώσης καὶ προῖκα τρισχιλίας
δραχμὰς ἑκατέρᾳ ψηφισαμένης, Λυσιμάχῳ δὲ τῷ υἱῷ
μνᾶς μὲν ἑκατὸν ἀργυρίου καὶ γῆς τοσαῦτα πλέθρα πε-
φυτευμένης ἔδωκεν ὁ δῆμος, καὶ ἄλλας δραχμὰς τέσσα-
ρας εἰς ἡμέραν ἑκάστην ἀπέταξεν, Ἀλκιβιάδου τὸ ψήφι-
σμα γράψαντος. ἔτι δὲ Λυσιμάχου θυγατέρα Πολυκρίτην
ἀπολιπόντος, ὡς Καλλισθένης (FGrH 124 F 48) φησί,
καὶ ταύτῃ σίτησιν ὅσην τοῖς Ὀλυμπιονίκαις ὁ δῆμος
ἐψηφίσατο. Δημήτριος δ' ὁ Φαληρεὺς (FGrH 228 F 45)
καὶ Ἱερώνυμος ὁ Ῥόδιος καὶ Ἀριστόξενος ὁ μουσικὸς
(fr. 58 W.) καὶ Ἀριστοτέλης (fr. 84) –
ἄνδρας τίκτομεν.’
Εἴρξας δὲ τοὺς ἀγάμους τῆς ἐν ταῖς γυμνο-
παιδίαις θέας καὶ ἀτιμίαν προσθεὶς πολλὴν πρόνοιαν
ἐποιήσατο τῆς παιδοποιίας· τιμῆς δὲ καὶ θεραπείας, ἣν
νέοι πρεσβυτέροις παρεῖχον, ἐστέρησε. καὶ τὸ πρὸς Δερ-
κυλλίδαν ῥηθὲν οὐδεὶς ἐμέμψατο, καίπερ εὐδόκιμον ὄντα
στρατηγόν· ἐπιόντι γὰρ αὐτῷ τῶν νεωτέρων τις ἕδρας
οὐχ ὑπεῖξεν εἰπών ‘οὐδὲ γὰρ ἐμοὶ σὺ τὸν ὑπείξοντα ἐγέν-
νησας.’
Πυνθανομένου δέ τινος, διὰ τί τὰς κόρας ἐνο-
μοθέτησεν ἀπροίκους ἐκδίδοσθαι, ‘ὅπως’ ἔφη ‘μήτε δι'
ἔνδειαν ἄγαμοί τινες ἐαθῶσι μήτε διὰ περιουσίαν σπου-
δάζωνται, ἕκαστος δ' εἰς τὸν τρόπον τῆς παιδὸς ἀφορῶν |
ἀρετῇ τὴν αἵρεσιν ποιῶνται.’ διὰ τοῦτο δὲ καὶ τὸν καλλω-
34
κεκωλῦσθαι.
’Διὰ τί δὲ δῶρον λαβεῖν ἀνδρὶ παρὰ γυναικὸς καὶ
γυναικὶ παρ' ἀνδρὸς ἀπείρηται;’ πότερον, ὡς Σόλων
γράψας τὰς δόσεις κυρίας εἶναι τῶν τελευτώντων, πλὴν
εἰ μή τις ἀνάγκῃ συνεχόμενος ἢ γυναικὶ πειθόμενος τὴν
μὲν ἀνάγκην ὡς βιαζομένην ὑπεξείλετο, τὴν δ' ἡδονὴν
ὡς παραλογιζομένην, οὕτως ὑπενοήθησαν αἱ γυναικῶν
καὶ ἀνδρῶν δόσεις; ἢ φαυλότατον ἡγούμενοι σημεῖον
εὐνοίας τὸ διδόναι (διδόασι γὰρ καὶ ἀλλότριοι καὶ μὴ
φιλοῦντες) ἐκ τοῦ γάμου τὴν τοιαύτην ἀρέσκειαν ἀνεῖ-
λον, ὅπως ἄμισθον ᾖ καὶ προῖκα καὶ δι' αὑτὸ μὴ δι'
ἄλλο τὸ φιλεῖσθαι καὶ φιλεῖν; ἤ, ὅτι τῷ λαμβάνειν διαφθει-
ρόμεναι μάλιστα προσίενται τοὺς ἀλλοτρίους, σεμνὸν
ἐφάνη τὸ μὴ διδόντας ἀγαπᾶν τοὺς ἰδίους; ἢ μᾶλλον
ὅτι δεῖ κοινὰ καὶ γυναιξὶν εἶναι τὰ ἀνδρῶν καὶ ἀνδράσι
τὰ γυναικῶν; | μανθάνει γὰρ ὁ λαβὼν τὸ δοθὲν ἀλλότριον
35
ΛΟΓΟΣ Αʹ
Πλούταρχος Bruta animalia ratione uti (985d-992e) Stephanus p. 990, τμ. A, γρ. 3
συγγράμματι.
Παρμένων δ' ὁ Βυζάντιος ἐν τοῖς ἰάμβοις τὰ
ἀπὸ Κανῶν τῆς Αἰολικῆς πόλεως ὡς διάφορα ἐπαινῶν
φησιν (antl. {B.}p. 220)·
ἦλθον μακρὴν θάλασσαν οὐκ ἄγων σῦκα
Καναῖα φόρτον.
ὅτι δὲ καὶ τὰ ἀπὸ Καύνου τῆς Καρίας ἐπαινεῖται
κοινόν. ὀξαλείων δὲ σύκων οὕτως καλουμένων μνη-
μονεύει Ἡρακλέων ὁ Ἐφέσιος καὶ Νίκανδρος ὁ
Θυατειρηνὸς παρατιθέμενοι Ἀπολλοδώρου τοῦ Κα-
ρυστίου ἐκ δράματος Προικιζομένης ἱματιοπώλιδος τάδε
(IV 448 M)·
πλὴν τόγ'οἰνάριον πάνυ
ἦν ὀξὺ καὶ πονηρόν, ὥστ' ᾐσχυνόμην.
τὰ λοιπὰ μὲν γὰρ ὀξαλείους χωρία
συκᾶς φέρει, τοὐμὸν δὲ καὶ τὰς ἀμπέλους.
τῶν δ' ἐν Πάρῳ τῇ νήσῳ – διάφορα γὰρ κἀνταῦθα
γίνεται σῦκα τὰ καλούμενα παρὰ τοῖς Παρίοις αἱμώ-
41
σιτίους τοὺς παρασίτους καλεῖ. τῶν ἐπισιτίων φησὶ τούτων τινάς, οἳ δειπνοῦσι
46
ἄν τις τοσούτων χρημάτων κύριος ὤν. καὶ τῶν μὲν ἀπολλυμένων οὐδὲν
ἐπεζήτησεν, τοῖς δὲ σῳζομένοις ἔχαιρεν. ἐπεὶ δὲ ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ Κρίτων
συλλαβὼν αὐτὸν παρέδωκεν ἰατρῷ καὶ τῆς μανίας ἐπαύσατο, διηγεῖτο
οὐδέποτε κατὰ τὸν βίον ἡσθῆναι πλέονα· λύπην μὲν γὰρ οὐδ' ἡντινοῦν
αὐτῷ παραγίνεσθαι, τὸ δὲ τῶν ἡδονῶν πλῆθος ὑπερβάλλειν.
Ἀντιφάνης ὁ κωμῳδιοποιὸς ὡς ἀνεγίνωσκέ τινα τῷ Ἀλεξάνδρῳ τῶν
ἑαυτοῦ κωμῳδιῶν, ὃ δὲ δῆλος ἦν οὐ πάνυ τι ἀποδεχόμενος· δεῖ γάρ, ἔφησεν,
ὦ βασιλεῦ, τὸν ταῦτα ἀποδεχόμενον ἀπὸ συμβόλων τε πολλάκις δεδειπ-
νηκέναι καὶ περὶ ἑταίρας πολλάκις καὶ εἰληφέναι καὶ δεδωκέναι πληγάς.
ὅτι ἐν Λακεδαίμονι εἰς οἴκημα σκοτεινὸν πᾶσαι συνεκλείοντο αἱ κόραι καὶ
οἱ ἄγαμοι νεανίσκοι· καὶ ἕκαστος ἧς ἐπιλάβοιτο, ταύτην ἀπῆγεν ἄπροικον,
φησὶν Ἕρμιππος. διὸ καὶ Λύσανδρον ἐζημίωσαν, ὅτι καταλιπὼν τὴν προ-
τέραν, ἑταίραν ἐβουλεύετο περικαλλεστέραν ἀγαγέσθαι. Κλέαρχος δέ φησιν
ὅτι ἐν Λακεδαίμονι τοὺς ἀγάμους αἱ γυναῖκες ἐν ἑορτῇ τινι εἵλκουσαι
περὶ τὸν βωμὸν ῥαπίζουσιν, ἵνα τὴν ἐκ τοῦ πράγματος ὕβριν φεύγοντες
φιλοστοργῶσι καὶ ἐν ὥρᾳ προσίωσι τοῖς γάμοις. Κέρκοψ δὲ πρῶτος Ἀθήνησι
μίαν ἑνὶ ἔζευξεν, ἀνέδην τὸ πρότερον οὐσῶν τῶν γυναικῶν καὶ κοινογαμίων
ὄντων. διὸ καὶ ἔδοξέ τισι διφυὴς νομισθῆναι, οὐκ εἰδότων τῶν πρότερον διὰ
τὸ πλῆθος τὸν πατέρα.
Θεοδότης. οὕτω δ' ἦν ἡ Λαὶς καλὴ ὡς καὶ τοὺς ζωγράφους ἐρχομένους πρὸς
αὐτὴν ἀπομιμεῖσθαι τοὺς μαστοὺς καὶ τὰ στέρνα. διαζηλοτυπουμένη δέ
ποτε τῇ Φρύνῃ ἡ Λαὶς πολὺν ἐραστῶν ἔσχηκεν ὅμιλον, οὐ διακρίνουσα
πλούσιον ἢ πένητα. Ἀρίστιππος δὲ δύο τοῦ ἔτους μῆνας συδιημέρευεν
αὐτῇ ἐν Αἰγίνῃ. ὀνειδιζόμενος δὲ ὑπὸ τοῦ οἰκέτου, ὅτι ὁ μὲν αὐτῇ τοσοῦτον
ἀργύριον δίδωσιν, ἣ δὲ προῖκα Διογένει τῷ κυνὶ συγκυλίεται, ἔφη· ἐγὼ
Λαίδι χορηγῶ ἵν' αὐτῆς ἀπολαύω, οὐχ ἵνα μὴ ἄλλο. Διογένους δ' εἰπόντος
αὐτῷ· Ἀρίστιππε, κοινῇ συνοικεῖς πόρνῃ· ἢ κύνιζε γοῦν, ὡς ἐγώ, ἢ πέ-
παυσο, Ἀρίστιππος ἔφη· ἆρά γε μή τί σοι ἄτοπον δοκεῖ εἶναι, Διόγενες,
οἰκίαν οἰκεῖν ἐν ᾗ πρότερον ᾤκησαν ἄλλοι; οὐ γάρ, ἔφη. τί δὲ ναῦν ἐν ᾗ
πολλοὶ πεπλεύκασιν; οὐδὲ τοῦτο, ἔφη· οὕτως οὖν οὐδὲ γυναικὶ συνεῖναι
ἄτοπον ᾗ πολλοὶ κέχρηνται. Στράττις δὲ οὐ Σικελήν, ἀλλὰ Κορινθίαν
εἶναι ἔφη αὐτήν. ἀνῃρέθη δὲ ὑπὸ γυναικῶν ἐν Θετταλίᾳ ἐρασθεῖσα Παυσανίου
Θετταλοῦ, κατὰ φθόνον καὶ δυσζηλίαν ξυλίναις χελώναις τυπτομένη ἐν
Ἀφροδίτης ἱερῷ. διὸ καὶ τὸ τέμενος ἐκλήθη ἀνοσίας Ἀφροδίτης. καὶ ἦν
τάφος αὐτῆς παρὰ τῷ Πηνειῷ σημεῖον ἔχων ὑδρίαν λιθίνην καὶ ἐπίγραμμα
ΜΑΡΤΥΡΙΑΙ.
ΜΑΡΤΥΡΙΑΙ.
ΜΑΡΤΥΡΙΑΙ.
ΜΑΡΤΥΡΙΑΙ.
τὴν ἀδελφήν, ὁρῶν τῆς θ' αὑτοῦ πατρῴας οὐσίας καὶ τῆς
ἐμῆς οὐκ ὀλίγης αὐτὸν κύριον γεγενημένον, προέσθαι δὲ τὴν
προῖκ' οὐκ ἐπίστευσεν, ὥσπερ εἰ τὰ τῶν ἐπιτροπευόντων
χρήματ' ἀποτίμημα τοῖς ἐπιτροπευομένοις καθεστάναι νομί-
ζων. ἀλλὰ τὴν μὲν ἀδελφὴν ἔδωκεν, τὴν δὲ προῖκ' αὐτῷ
Τιμοκράτης ἐπὶ πέντ' ὀβολοῖς ὀφειλήσειν ὡμολόγησεν, ᾧ
πρότερον ἡ γυνὴ συνοικοῦσ' ἐτύγχανεν. ὀφλόντος δέ μοι
τὴν δίκην Ἀφόβου τῆς ἐπιτροπῆς καὶ οὐδὲν δίκαιον ποιεῖν
ἐθέλοντος, διαλύειν μὲν ἡμᾶς Ὀνήτωρ οὐδ' ἐπεχείρησεν, οὐκ
ἀποδεδωκὼς δὲ τὴν προῖκα, ἀλλ' αὐτὸς κύριος ὤν, ὡς ἀπο-
λελοιπυίας τῆς ἀδελφῆς καὶ δοὺς κομίσασθαι δ' οὐ δυνάμενος,
ἀποτιμήσασθαι φάσκων τὴν γῆν ἐξάγειν μ' ἐξ αὐτῆς ἐτόλ-
μησεν· τοσοῦτον καὶ ἐμοῦ καὶ ὑμῶν καὶ τῶν κειμένων νόμων
ΜΑΡΤΥΡΙΑ.
ΜΑΡΤΥΡΙΑΙ.
ΜΑΡΤΥΡΙΑΙ.
ΜΑΡΤΥΡΙΑΙ.
ΜΑΡΤΥΡΙΑΙ.
ΝΟΜΟΣ.
ΜΑΡΤΥΡΙΑΙ.
ΜΑΡΤΥΡΙΑ.
μὲν οὐδὲν ἔτι δεῖν πλείω λέγειν· ὁπότε γὰρ καὶ νόμους ἔχω
παρέχεσθαι καὶ μάρτυρας ἁπάντων τῶν εἰρημένων, καὶ τὸν
ἀντίδικον αὐτὸν ὁμολογοῦντά μοι, τί δεῖ μακρῶν ἔτι λόγων;
ὅμως δ' ἂν ἄρα περὶ τῆς προικὸς ἀγανακτῇ καὶ φάσκῃ
πλεονεκτεῖσθαι ταῖς χιλίαις δραχμαῖς, ψεύσεται· οὐδὲν γὰρ
ἔχων ἔλαττον ἀμφισβητεῖ πρὸς αὐτάς, ἀλλὰ πλέον, ὡς
αὐτίχ' ὑμῖν ἔσται φανερόν. οὐ μὴν ἀλλ' εἰ πάντα ταῦθ'
80
ΜΑΡΤΥΡΙΑ.
ΑΠΟΦΑΣΙΣ.
ΔΙΑΘΗΚΗ.
μὲν γάρ ἐστιν εἰ καὶ καθ' ὅτου τις οὖν τὰ ψευδῆ μαρτυρεῖ,
πολλῷ δὲ δεινότερον καὶ πλείονος ὀργῆς ἄξιον εἰ κατὰ τῶν
συγγενῶν· οὐ γὰρ τοὺς γεγραμμένους νόμους ὁ τοιοῦτος
ἄνθρωπος μόνον, ἀλλὰ καὶ τὰ τῆς φύσεως οἰκεῖ' ἀναιρεῖ.
τοῦτο τοίνυν ἐπιδειχθήσεται πεποιηκὼς οὗτος. ἔστι γὰρ ἡ
τούτου μήτηρ καὶ ὁ τῆς ἐμῆς γυναικὸς πατὴρ ἀδελφοί, ὥστε
τὴν μὲν γυναῖκα τὴν ἐμὴν ἀνεψιὰν εἶναι τούτῳ, τοὺς δὲ
παῖδας τοὺς ἐκείνης καὶ τοὺς ἐμοὺς ἀνεψιαδοῦς. ἆρ' οὖν
δοκεῖ ποτ' ἂν ὑμῖν οὗτος, εἴ τι δι' ἔνδειαν εἶδε ποιούσας ὧν
οὐ χρὴ τὰς αὑτοῦ συγγενεῖς, ὅπερ ἤδη πολλοὶ πεποιήκασι,
παρ' αὑτοῦ προῖκ' ἐπιδοὺς ἐκδοῦναι, ὃς ὑπὲρ τοῦ μηδ' ἃ
προσήκει κομίσασθαι ταύτας τὰ ψευδῆ μαρτυρεῖν ἠθέλησεν,
καὶ περὶ πλείονος ἐποιήσατο τὸν Φορμίωνος πλοῦτον ἢ τὰ
τῆς συγγενείας ἀναγκαῖα; ἀλλὰ μὴν ὅτι ταῦτ' ἀληθῆ λέγω,
λαβὲ τὴν μαρτυρίαν τὴν Δεινίου καὶ ἀναγίγνωσκε, καὶ κάλει
Δεινίαν.
Ὅτι μὲν τοίνυν ἐξ ἀρχῆς δούλη ἦν καὶ ἐπράθη δὶς καὶ ἠργά-
ζετο τῷ σώματι ὡς ἑταίρα οὖσα, καὶ ἀπέδρα τὸν Φρυνίωνα εἰς
Μέγαρα, καὶ ἥκουσα κατηγγυήθη ὡς ξένη οὖσα πρὸς τῷ πολε-
μάρχῳ, τῷ τε λόγῳ ἀποφαίνω ὑμῖν καὶ μεμαρτύρηται. βού-
λομαι δ' ὑμῖν καὶ αὐτὸν Στέφανον τουτονὶ ἐπιδεῖξαι καταμεμαρ-
τυρηκότ' αὐτῆς ὡς ἔστι ξένη. τὴν γὰρ θυγατέρα τὴν ταυτησὶ
Νεαίρας, ἣν ἦλθεν ἔχουσα ὡς τουτονὶ παιδάριον μικρόν, ἣν
τότε μὲν Στρυβήλην ἐκάλουν, νυνὶ δὲ Φανώ, ἐκδίδωσι Στέφανος
οὑτοσὶ ὡς οὖσαν αὑτοῦ θυγατέρα ἀνδρὶ Ἀθηναίῳ Φράστορι
Αἰγιλιεῖ, καὶ προῖκα ἐπ' αὐτῇ δίδωσι τριάκοντα μνᾶς. ὡς δ'
ἦλθεν ὡς τὸν Φράστορα, ἄνδρα ἐργάτην καὶ ἀκριβῶς τὸν βίον
συνειλεγμένον, οὐκ ἠπίστατο τοῖς τοῦ Φράστορος τρόποις
ἀρέσκειν, ἀλλ' ἐζήτει τὰ τῆς μητρὸς ἔθη καὶ τὴν παρ' αὐτῇ
ἀκολασίαν, ἐν τοιαύτῃ οἶμαι ἐξουσίᾳ τεθραμμένη. ὁρῶν δὲ
Φράστωρ αὐτὴν οὔτε κοσμίαν οὖσαν οὔτ' ἐθέλουσαν αὑτοῦ
ἀκροᾶσθαι, ἅμα δὲ καὶ πεπυσμένος σαφῶς ἤδη ὅτι Στεφάνου
μὲν οὐκ εἴη θυγάτηρ, Νεαίρας δέ, τὸ δὲ πρῶτον ἐξηπατήθη,
ὅτ' ἠγγυᾶτο ὡς Στεφάνου θυγατέρα λαμβάνων καὶ οὐ Νεαίρας,
ἀλλὰ τούτῳ ἐξ ἀστῆς αὐτὴν γυναικὸς οὖσαν πρότερον πρὶν
ταύτῃ συνοικῆσαι, ὀργισθεὶς δ' ἐπὶ τούτοις ἅπασιν, καὶ
ΝΟΜΟΣ.
Μαρτυρία>
Μαρτυρία>
Νόμοι>
Μαρτυρία>
Ισαίος De Dicaeogene
Τμ. 26, γρ. 6
Μάρτυρες>
Φίλων Ιουδαίος De specialibus legibus (lib. i-iv) Βι. 2, τμ. 80, γρ. 1
Φίλων Ιουδαίος De specialibus legibus (lib. i-iv) Βι. 2, τμ. 116, γρ. 5
αὐξήσεως καὶ τῶν εἰς δίαιταν καὶ παιδείαν τὴν ἁρμόττουσαν κόραις
ἀναλωμάτων καί, ὁπότε γένοιτο ὥρα, [καὶ] γάμου τοῦ πρέποντος, ἀνδρῶν
ἐν ἅπασι δοκίμων ἀριστίνδην ἐπικριθέντων. ἔστωσαν δ' οὗτοι μάλιστα
μὲν συγγενεῖς, εἰ δὲ μή, πάντως γοῦν δημόται καὶ φυλέται, χάριν τοῦ
μὴ τοὺς κλήρους τοὺς προικιδίους ἐπιγαμίαις ἀλλοτριοῦσθαι, μένειν δ'
ἐν ταῖς ἐξ ἀρχῆς τεταγμέναις κατὰ φυλὰς λήξεσιν. ἐὰν δὲ γενεᾶς ἔρημος
ὢν τυγχάνῃ, παρίτωσαν ἐπὶ τὴν διαδοχὴν ἀδελφοὶ τοῦ τετελευτηκότος·
ἡ γὰρ μεθ' υἱοὺς καὶ θυγατέρας ἐν συγγενείαις τάξις ἀδελφῶν ἐστιν.
Φίλων Ιουδαίος De specialibus legibus (lib. i-iv) Βι. 4, τμ. 63, γρ. 4
διὸ καὶ τῶν παρ' Ἕλλησιν ἔνιοι νομοθετῶν μεταγράψαντες ἐκ τῶν ἱερω-
τάτων Μωυσέως στηλῶν εὖ διατάξασθαι δοκοῦσι, μὴ μαρτυρεῖν ἀκοήν,
ὡς δέον, ἃ μὲν εἶδέ τις, πιστὰ κρίνειν, ἃ δὲ ἤκουσε, μὴ πάντως
βέβαια.
| Δεύτερον παράγγελμα κριτῇ δῶρα μὴ λαμβάνειν· τὰ γὰρ
δῶρα, φησὶν ὁ νόμος, πηροῖ μὲν ὀφθαλμοὺς βλέποντας, τὰ δὲ δίκαια
λυμαίνεται, τὴν δὲ διάνοιαν οὐκ ἐᾷ διὰ λεωφόρου βαίνειν ἐπ' εὐθείας.
καὶ τὸ μὲν δωροδοκεῖν ἐπ' ἀδίκοις παμπονήρων ἐστὶν ἀνθρώπων ἔργον,
τὸ δ' ἐπὶ δικαίοις ἐφ' ἡμισείᾳ πονηρευομένων· εἰσὶ γὰρ εὐπάρυφοί τινες
ἡμιμόχθηροι, δικαιάδικοι, τὴν ὑπὲρ τῶν πεπλημμελημένων τεταγμένοι
τάξιν κατὰ τῶν πλημμελησάντων, προῖκα δ' οὐκ ἀξιοῦντες νικῶντας
γράφειν οὓς νικᾶν ἀναγκαῖον, ἀλλὰ τὴν γνῶσιν ὤνιον καὶ ἔμμισθον
ἀποφαίνοντες. εἶτα ἐπειδάν τις αἰτιᾶται, φασὶ μὴ παρατρέψαι τὸ δίκαιον
– ἡττηθῆναι μὲν γὰρ οὓς ἁρμόττον ἦν ἡττᾶσθαι, νενικηκέναι δ' οὓς
100
Θαυ-
μάζω δὲ τῶν πεπεισμένων Ἀλκιβιάδην δημοκρατίας ἐπι-
θυμεῖν, τοιαύτης πολιτείας ἣ μάλιστα κοινότητα δοκεῖ
ᾑρῆσθαι, οἳ οὐδ' ἀπὸ τῶν ἰδίων αὐτὸν θεῶνται, ὁρῶντες τὴν
πλεονεξίαν καὶ τὴν ὑπερηφανίαν, ὃς τὴν Καλλίου γήμας
ἀδελφὴν ἐπὶ δέκα ταλάντοις, τελευτήσαντος Ἱππονίκου
στρατηγοῦντος ἐπὶ Δηλίῳ ἕτερα τοσαῦτα προσεπράξατο,
λέγων ὡς ὡμολόγησεν ἐκεῖνος, ὁπότε παῖς αὐτῷ ἐκ τῆς
θυγατρὸς γένοιτο, προσθήσειν ταῦτα.
Λαβὼν δὲ
τοσαύτην προῖκα, ὅσην οὐδεὶς τῶν Ἑλλήνων, οὕτως
104
συγγιγνομένους ἀπέπεμπεν.
τῶν ἐνδυμάτων. ταῖς ἑταίραις γὰρ τάδε χρήσιμα ποττὰν τῶν πλεόνων
θήραν, τᾶς δὲ ποθ' ἕνα τὸν ἴδιον εὐαρεστούσας γυναικὸς κόσμος ὁ
τρόπος πέλει καὶ οὐχ αἱ στολαί· εὔμορφον γὰρ τὰν ἐλευθέραν ἰδέσθαι
τῷ αὑτᾶς ἀνδρί, ἀλλ' οὐ τοῖς πλασίον. ἔχοιςδ'ἂν ἐπὶ τᾶς ὄψιος
ἐρύθαμα μὲν σαμεῖον αἰδοῦς ἀντὶ φύκιος, καλοκαγαθίαν δὲ καὶ κοσμιό-
τατα καὶ σωφροσύναν ἀντὶ χρυσῶ καὶ σμαράγδω. οὐ γὰρ ἐς τὰν τᾶς
ἐσθᾶτος πολυτέλειαν φιλοκαλεῖν δεῖ τὰν γλιχομέναν τᾶς σωφροσύνας,
ἀλλ' ἐς τὰν οἰκονομίαν τῶ οἴκω, ἀρέσκεν δὲ αὐτὰν τῷ αὑτᾶς ἀνδρὶ
ἐπιτελέας ποιεῦσαν τὰς ἐκείνω θελήσιας· αἱ γὰρ τῶ ἀνδρὸς θελήσεις
νόμος ὀφείλει ἄγραφος εἶναι κοσμίᾳ γυναικί, ποθ' ὃν χρὴ βιῶν αὐτάν·
νομίζεν δὲ προῖκα κατενηνέχθαι ἅμα αὑτᾷ καλλίσταν καὶ μεγίσταν
τὰν εὐταξίαν. πιστεύεν γὰρ χρὴ τῷ τᾶς ψυχᾶς κάλλει τε καὶ πλούτῳ
μᾶλλον ἢ τῷ τᾶς ὄψιος καὶ τῶν χρημάτων· τὰ μὲν γὰρ φθόνος καὶ
νοῦσος παραιρέεται, τὰ δὲ μέχρι θανάτω πάρεντι ἐκτεταμένα.
Φιλοδήμῳ.
Τεύκρῳ.
Συνέφη μόγις.
Οὐκ ἄρα ἀπὸ τῆς αὑτοῦ τέχνης ἑκάστῳ αὕτη ἡ ὠφελία
ἐστίν, ἡ τοῦ μισθοῦ λῆψις, ἀλλ', εἰ δεῖ ἀκριβῶς σκοπεῖσθαι,
ἡ μὲν ἰατρικὴ ὑγίειαν ποιεῖ, ἡ δὲ μισθαρνητικὴ μισθόν, καὶ
ἡ μὲν οἰκοδομικὴ οἰκίαν, ἡ δὲ μισθαρνητικὴ αὐτῇ ἑπομένη
μισθόν, καὶ αἱ ἄλλαι πᾶσαι οὕτως τὸ αὑτῆς ἑκάστη ἔργον
ἐργάζεται καὶ ὠφελεῖ ἐκεῖνο ἐφ' ᾧ τέτακται. ἐὰν δὲ μὴ
μισθὸς αὐτῇ προσγίγνηται, ἔσθ' ὅτι ὠφελεῖται ὁ δημιουργὸς
ἀπὸ τῆς τέχνης;
Οὐ φαίνεται, ἔφη.
Ἆρ' οὖν οὐδ' ὠφελεῖ τότε, ὅταν προῖκα ἐργάζηται;
Οἶμαι ἔγωγε.
Οὐκοῦν, ὦ Θρασύμαχε, τοῦτο ἤδη δῆλον, ὅτι οὐδεμία
τέχνη οὐδὲ ἀρχὴ τὸ αὑτῇ ὠφέλιμον παρασκευάζει, ἀλλ',
ὅπερ πάλαι ἐλέγομεν, τὸ τῷ ἀρχομένῳ καὶ παρασκευάζει
καὶ ἐπιτάττει, τὸ ἐκείνου συμφέρον ἥττονος ὄντος σκο-
ποῦσα, ἀλλ' οὐ τὸ τοῦ κρείττονος. διὰ δὴ ταῦτα ἔγωγε, ὦ
φίλε Θρασύμαχε, καὶ ἄρτι ἔλεγον μηδένα ἐθέλειν ἑκόντα
ἄρχειν καὶ τὰ ἀλλότρια κακὰ μεταχειρίζεσθαι ἀνορθοῦντα,
ἀλλὰ μισθὸν αἰτεῖν, ὅτι ὁ μέλλων καλῶς τῇ τέχνῃ πρά-
ξειν οὐδέποτε αὑτῷ τὸ βέλτιστον πράττει οὐδ' ἐπιτάττει
118
Διόδωρος Σικελός. Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Βι. 12, Κεφ. 18, τμ. 3, γρ. 6
Διόδωρος Σικελός. Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Βι. 16, Κεφ. 55, τμ. 3, γρ.
12
Διόδωρος Σικελός. Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Βι. 17, Κεφ. 91, τμ. 6, γρ. 2
Διόδωρος Σικελός. Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Βι. 20, Κεφ. 84, τμ. 3, γρ. 8
{ΓΝΑΘΩΝΙΔΗΣ}
Μηδαμῶς· ἀλλὰ σύ γε πάντως τὸ τραῦμα ἴασαι μικρὸν ἐπι-
πάσας τοῦ χρυσίου· δεινῶς γὰρ ἴσχαιμόν ἐστι τὸ φάρμακον.
{ΤΙΜΩΝ}
Ἔτι γὰρ μένεις;
{ΓΝΑΘΩΝΙΔΗΣ}
Ἄπειμι· σὺ δὲ οὐ χαιρήσεις οὕτω σκαιὸς ἐκ χρηστοῦ γενόμενος.
{ΤΙΜΩΝ}
Τίς οὗτός ἐστιν ὁ προσιών, ὁ ἀναφαλαντίας; Φιλιάδης, κολάκων
ἁπάντων ὁ βδελυρώτατος. οὗτος δὲ ἀγρὸν ὅλον παρ' ἐμοῦ λαβὼν
καὶ τῇ θυγατρὶ προῖκα δύο τάλαντα, μισθὸν τοῦ ἐπαίνου, ὁπότε
ᾄσαντά με πάντων σιωπώντων μόνος ὑπερεπῄνεσεν ἐπομοσά-
μενος ᾠδικώτερον εἶναι τῶν κύκνων, ἐπειδὴ νοσοῦντα πρῴην
εἶδέ με καὶ προσῆλθον ἐπικουρίας δεόμενος, πληγὰς ὁ γενναῖος
προσενέτεινεν.
{ΦΙΛΙΑΔΗΣ}
Ὢ τῆς ἀναισχυντίας. νῦν Τίμωνα γνωρίζετε; νῦν Γναθωνίδης
φίλος καὶ συμπότης; τοιγαροῦν δίκαια πέπονθεν οὕτως ἀχάριστος
ὤν. ἡμεῖς δὲ οἱ πάλαι συνήθεις καὶ συνέφηβοι καὶ δημόται ὅμως
μετριάζομεν, ὡς μὴ ἐπιπηδᾶν δοκῶμεν. χαῖρε, ὦ δέσποτα, καὶ
ὅπως τοὺς μιαροὺς τούτους κόλακας φυλάξῃ, τοὺς ἐπὶ τῆς
χείρονα αὐτῶν.
Εὐδαμίδας Κορίνθιος Ἀρεταίῳ τῷ Κορινθίῳ καὶ
Χαριξένῳ τῷ Σικυωνίῳ φίλοις ἐκέχρητο εὐπόροις
οὖσι πενέστατος αὐτὸς ὤν· ἐπεὶ δὲ ἀπέθνησκε,
διαθήκας ἀπέλιπε τοῖς μὲν ἄλλοις ἴσως γελοίους,
σοὶ δὲ οὐκ οἶδα εἰ τοιαῦται δόξουσιν ἀνδρὶ ἀγαθῷ
καὶ φιλίαν τιμῶντι καὶ περὶ τῶν ἐν αὐτῇ πρωτείων
ἁμιλλωμένῳ· ἐγέγραπτο γὰρ ἐν αὐταῖς, “Ἀπο-
λείπω Ἀρεταίῳ μὲν τὴν μητέρα μου τρέφειν καὶ
γηροκομεῖν, Χαριξένῳ δὲ τὴν θυγατέρα μου
ἐκδοῦναι μετὰ προικὸς ὁπόσην ἂν πλείστην ἐπι-
δοῦναι παρ' αὑτοῦ δύνηται” – ἦν δὲ αὐτῷ καὶ
μήτηρ πρεσβῦτις καὶ θυγάτριον ὡραῖον ἤδη γάμου –
“ἢν δέ τι ἅτερος αὐτῶν ἐν τοσούτῳ πάθῃ, τὴν
ἐκείνου μερίδα,” φησίν, “ἐχέτω ὁ ἕτερος.”
τούτων ἀναγνωσθεισῶν τῶν διαθηκῶν οἱ τὴν
πενίαν μὲν εἰδότες τοῦ Εὐδαμίδα, τὴν φιλίαν δὲ
ἣ πρὸς τοὺς ἄνδρας ἦν αὐτῷ ἀγνοοῦντες ἐν παιδιᾷ
τὸ πρᾶγμα ἐποιοῦντο καὶ οὐδεὶς ὅστις οὐ γελῶν
ἀπηλλάττετο, “Οἷον Ἀρεταῖος καὶ Χαρίξενος οἱ
εὐδαίμονες κλῆρον διαδέξονται,” λέγοντες, “εἴπερ
{ΜΕΝΙΠΠΟΣ}
Οὐκοῦν ἄπαγέ με αὖθις ἐς τὸν βίον.
{ΧΑΡΩΝ}
Φλάβιος Αρριανός Historia successorum Alexandri (Frag.a ap. Photium, Bibl. cod.
92) Frag. 28, γρ. 2
Διονύσιος Αλικαρνασσέας Ρωμαϊκή αρχαιολογία Book 19, Κεφ. 13, τμ. 4, γρ. 4
νικηφόροι γενέσθαι.
Ἐπειδὴ δὲ διάφορα τὰ πρόσωπα, τὰ μὲν ἔνδοξα,
τὰ δὲ ἧττον, καὶ τὰ μὲν ἀπὸ στεφάνων πολλῶν, τὰ
δὲ νῦν πρῶτον ἀρχόμενα, πειρασόμεθα ἕκαστον ἀπὸ
τῶν οἰκείων καὶ προσφόρων προτρέψασθαι· οἷον τοὺς
μὲν πολλοὺς ἔχοντας στεφάνους, ὅτι καλόν, μὴ ὅπως
καταισχῦναι τούτους, ἀλλὰ καὶ προσθεῖναι καὶ πλείους
ἀποφῆναι· συναύξεται γὰρ τοῖς στεφάνοις καὶ ἡ δόξα.
τοὺς δὲ ὀλίγους, ὅτι δεῖ μὴ τούτοις ἀρκεῖσθαι, ἀλλὰ
καὶ βεβαιώσασθαι τούτους ὅτι καὶ μετὰ τῆς ἀληθείας
καὶ προῖκα, τῷ ἐπαγωνίσασθαι καὶ προσλαβεῖν ἑτέ-
ρους. τοὺς δὲ νῦν πρῶτον ἀρξομένους· ‘ἀρχὴ δέ τοι
ἥμισυ παντός’. καὶ τοῖς ἡττημένοις πρότερον καλὸν
ἀναμάχεσθαι, ἵνα μὴ καὶ ψυχῇ καὶ σώματι, ἀλλὰ τύχῃ
134
Αριστοτέλης Frag.a varia Category 1, treatise title 14, Frag. 93, γρ. 5
136
Αριστοτέλης Frag.a varia Category 3, treatise title 24, Frag. 164, γρ. 6
γὰρ περὶ ὧν φοβοῦνται μὴ ἄλλως ἀποβῇ, πολὺ τῷ ἀσφαλεῖ
προέχειν πειρῶνται· διὸ καὶ ἡ Ἥρα ἅτε οὐ περὶ μικρῶν
ἀγωνιζομένη καὶ τὸν Δία εἰδυῖα ὅτι αἰσθόμενος τὸν Ἡρακλέα
δουλεύοντα ὑπεραγανακτήσει, τῇ ἰσχυροτάτῃ ἀνάγκῃ κατέλαβεν
αὐτόν. οὕτωςἈριστοτέλης>.
Schol. Leid. (Porphyrii Qu. Hom. rel. ed. Schrader
Lip1882 p. 261) ad Il. ψ, 269: Πορφυρίου. διὰ τί ὁ
Ἀχιλλεὺς ἐν τῷ τετάρτῳ ἀγῶνι πλεῖστον ἀποδίδωσιν ἆθλον·
τὰ γὰρ δύο τάλαντα τοῦ χρυσοῦ πλεῖον ἵππου καὶ γυναικός.
ὅτι δὲ οὐκ ὀλίγον ἦν, σημεῖον ὅτι ἐν λιταῖς προτίθησι δέκα
τάλαντα χρυσοῦ πρὸς πολλῇ προικί . λύων οὖν ὁἈριστο-
τέληςτὸ τάλαντον οὔτε ἴσον φησὶ τότε καὶ νῦν εἶναι οὔτε
ἀφωρισμένῳ χρῆσθαι σταθμῷ, ἀλλὰ μέτρον τι μόνον εἶναι.
Schol. ext. B ad Il. β, 169 ἀτάλαντον (idemque ad
Il. ν, 295 ἀτάλαντος Ἄρηι. cf. ad Il. ε, 576): λύων ὁἈρι-
στοτέληςτὸ τάλαντον ... (ut supra).
Schol. int. B ad Il. ψ, 269 τῷ δὲ τετάρτῳ θῆκε δύο
χρύσοιο τάλαντα: πῶς τῷ τετάρτῳ πάντων μεῖζον δίδωσι;
φησὶν οὖν ὁἈριστοτέληςμὴ εἶναι τὸ τάλαντον ὡρι-
σμένον ποσόν, ἀλλὰ καὶ ἐπὶ ἥσσονος καὶ μείζονος λαμβά-
νεσθαι· νῦν μὲν γὰρ ὡς ἧττον ἵππου λαμβάνεται, ἐν δὲ
ξεἰσφέρεται οἷον λέγω λέξω, πλέκω πλέξω, τρέχω θρέξω, τούτου χάριν
καὶ ὅταν ἡ εὐθεῖα διὰ τοῦξἐκφέρηται, τότε ἡ γενικὴ διὰ τοῦγἢχ
ἢκεἰσφέρεται οἷον τέττιξ τέττιγος, πέρδιξ πέρδικος, ὄνυξ ὄνυχος. καὶ
137
Αίλιος Ηρωδιανός. Frag.um grammaticum quod incipit a vocibus ζητοῦμεν καὶ τὴν
τοῦ Ἄρης [Sp.] (e cod. Barocc. 76) P. 243, γρ. 10
ΑΠΟΝΟΙΑΣ ϛʹ
τε δίκαις καὶ τοῖς ἀγῶσιν τοῖς δημοσίοις καὶ τοῖς ἰδιωτικοῖς· ἔνθα οὔτε
ὁ τόπος τῶν δικαστηρίων οὔτε τῶν δικαζόντων ὁ ἀριθμὸς οὔτε ἡ τά/ξις τῶν
φάσεων καὶ κλήσεων οὔτε τοῦ ὕδατος τὸ μέτρον οὔτε τὰ προστιμήματα τῶν
κατεγνωσμένων τὰ αὐτά, ἀλλὰ πλεῖστον ὅσον διήνεγκεν τὰ δημόσια τῶν
ἰδίων, καὶ ὅτι τῆς μὲν πόλεως ἀναπεπετάσθαι προσήκει τὰς πύλας εἰσιέναι
τε τῷ βουλομένῳ καὶ ἐξιέναι ὅποτε βούλοιτο· ἑκάστῳ δὲ ἡμῶν τῶν ἰδιωτῶν,
εἰ μὴ φυλάττοι τὰς θύρας καὶ πάνυ ἐγρηγοροίη ὁ θυρωρὸς εἴργων μὲν τῆς
εἰσόδου τοὺς μηδὲν προσήκοντας, τοῖς δὲ οἰκέταις οὐκ ἐπιτρέπων ἀδεῶς
ὁπότε βούλοιντο ἔξω βαδίζειν, οὐκ ἂν ὀρθῶς οἰκουροῖτο τὰ κατὰ τὴν
οἰκίαν, καὶ στοαὶ δὲ καὶ ἄλση καὶ βωμοὶ καὶ γυμ>νάσια καὶ λουτρὰ τὰ
μὲν δημόσια πᾶσιν καὶ προῖκα ἀνεῖται, τὰ δὲ τῶν ἰδιωτῶν ὑπὸ σιδηρᾷ
κλειδὶ καί τινι θυροφύλακι, καὶ μισθὸν ἐκλέγουσιν παρὰ τῶν λουομένων>.
οὐδὲ τὰ δεῖπνα δὲ ὅμοια τὰ ἰδιωτικὰ καὶ τὰ ἐν πρυτανείῳ· οὐδὲ ὁ ἵππος
ὅ τε ἰδιωτικὸς καὶ ὁ δημόσιος· οὐδὲ ἡ πορφύρα τῶν ἀρχόντων καὶ τῶν
142
δημοτῶν· οὐδὲ ὁ στέφανος ὁ τῶν ῥόδων τῶν οἰκόθεν καὶ ὁ τῆς ἐλαία>ς
τῆς Ὀλυμ>πίασιν.
Αίλιος Αριστείδης Πρὸς Πλάτωνα ὑπὲρ τῶν τεττάρων Jebb p. 146, γρ. 5
γὰρ τὰ σχήματα τῶν πολιτειῶν οἶμαι καὶ τοὺς μισθοὺς
εἰκὸς εἶναι. οὐδὲ γὰρ εἰ Βυζάντιοι σιδήρῳ νομίζουσι, τού-
του χάριν εἰσὶ δίκαιοι τῶν Ἑλλήνων καταγελᾶν, οὐδ' ἧτ-
τόν τι δοκεῖν ἂν φέρειν μισθὸν, ὅτι οὐ χρυσίον οὐδὲ ἀρ-
γύριον φέρουσιν· οὐδέ γε εἰ Καρχηδόνιοι σκύτεσιν· εἰ μὴ
κἄν τινες ἀργύριον φέρωσιν, ὅτι οὐ τὸ τιμιώτερον αὖ
φέρουσι χρυσίον, ἄλλο τι τοῦτ' ἢ μισθὸν εἶναι φήσουσιν.
ἀλλ' οὐδ' ἂν εἷς οἶμαι ταῦτα συγχωρήσειεν. οὐδὲ γὰρ τὰς
τροφὰς ἅπασι τὰς αὐτὰς αἱρεῖσθαι νόμος, δεῖ δὲ ὅμως
ἅπασι τροφῶν. οὕτω δὴ κἀνταῦθα μὴ τίς ὁ μισθὸς, ἀλλ'
ὅλως εἰ μισθὸν εἴρηκας· εἰ μὴ καὶ ὁ Εὔνεως προῖκα τὸν
οἶνον ἔπεμπε τοῖς Ἀχαιοῖς, ὅτι οὐκ ἀργύριον αὐτῷ διέ-
λυον, ἀλλ' οἱ μὲν χαλκὸν, ἄλλοι δ' αἴθωνα σίδηρον. ἀλλ'
οὐδ' αὐτὸς ταῦτά γε ἠλαζονεύετο. Περικλῆς τοίνυν οὐκ
αὐτὸς κοψάμενος νόμισμα, ἀλλ' ὄντων ἐν ἀκροπόλει χρη-
μάτων ἐκεῖθεν ἔσωζε τὸν μισθόν. ὥστ' οὐδετέρου δίκαιος
ἔχειν αἰτίαν, οὔτε τοῦ νομίσματος οὔτε τοῦ μισθοῦ. καὶ
τί ταῦτα ἀγωνίζομαι σφόδρα; εἰ γὰρ ὡς οἷόν τε μάλιστα
αἰσχρὸν ἡ μισθοφορὰ καὶ τὸ νέμειν,
Αίλιος Αριστείδης Πρὸς Πλάτωνα ὑπὲρ τῶν τεττάρων Jebb p. 234, γρ. 17
βὼν, ἐν προθύροις τῆς πατρίδος, οὐκ ἐν Σικελίᾳ· τοσοῦτον
ἔμελλες κερδαίνειν. ὁ δὲ χρηστὸς σύμπλους ὁ Σπαρτιάτης
οὐδ' ὣς ἐπελάθετο ὧν ἤκουσε παρὰ τοῦ Διονυσίου, ἀλλ'
ἐπώλησε τὴν ἱερὰν κεφαλήν· καὶ πωλοῦντος Πόλλιδος Ἑλ-
λήνων μὲν οὐδεὶς ὠνεῖτό σε – οὕτω πάντες κατείχοντο ὑπὸ
τῶν σῶν λόγων – Λίβυς δ' ἄνθρωπος Ἀννίκερις ὄνομα,
ὃν οὐδ' ἠπίστατο ἀνθρώπων οὐδεὶς, εἰ μὴ ταῖς σαῖς συμ-
φοραῖς ἀπεχρήσατο. νῦν δ' οὐ Πλάτωνα ἐπρίατο, ἀλλὰ δό-
ξαν αὑτῷ καὶ τὸ γιγνώσκεσθαι. καὶ τότε ἤδη Δίων τὰ θαυ-
μαστὰ ἐφιλανθρωπεύετο πέμπων τὰ λύτρα τῷ Λίβυϊ. ἀλλ'
οὐδ' ἐκεῖνός γ' ἡττήθη τοῦ Δίωνος, ἀλλ' ἀφῆκέ σε προῖκα,
ὁ μηδεπώποτ' ἰδὼν πρότερον μηδ' ὁμιλήσας μηδαμοῦ μήτε
νήσων μήτ' ἠπείρου. ἐλθὼν τοίνυν οἴκαδε καὶ διαφυγὼν
ὥσπερ τις Ὀδυσσεὺς οὐ θανάτους μόνον, ἀλλὰ καὶ δου-
λείαν, καὶ οὑτωσὶ σαφῶς ἐπὶ τῇ ἑτέρων κακίᾳ καὶ φιλαν-
θρωπίᾳ γενόμενος χρόνον μέν τινα ἡσυχάσας· ὡς δὲ τελευ-
τήσαντος τοῦ προτέρου Διονυσίου παραλαβὼν τὴν ἀρχὴν
ὁ ἐξ ἐκείνου Διονύσιος μετεπέμπετο αὖθίς σε εἰς τὴν πολυ-
ύμνητον Σικελίαν, ὥσπερ μετὰ τῶν ἄλλων ὧν παρὰ τοῦ
πατρὸς παρειλήφει καὶ τὴν εἰς σὲ ὕβριν παρειληφὼς, καὶ
κληρονομῶν καὶ τοῦ σοι προστάττειν, ὥσπερ Συρακοσίοις
Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 9, Κεφ. 40, τμ. 23, γρ. 4
ρὰν αὐτοὺς ἀλλοτρίωσιν προαγάγῃ, καὶ ἐκ τοῦ μηδὲν ἐνδείξασθαι
ἐνόμισεν ἤτοι καταγνωσθήσεσθαι ὑπ' αὐτῶν εὐήθειαν ὡς οὐ συνεὶς
ὧν ἔπραξαν, ἢ καὶ ὑποπτευθήσεσθαι ὀργὴν κρυφαίαν ἔχειν, καὶ
ἀπ' αὐτῶνἢκαταφρόνησιν ἢ μῖσος προεπιβουλήν τε ἐς αὑτόν,
ὅπως μὴ προπάθωσί τι, ἐγγενήσεσθαί σφισι προσεδόκησε. δι'
οὖν ταῦτα πρᾴως τε αὐτοῖς διελέχθη καὶ τῶν σκύλων τινὰ ἔδωκεν.
M. 95 (p. 172).
146
Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 11, Κεφ. 43, τμ. 22, γρ. 5
ναι. M. 123 (p. 183) et V. 28
(p. 593).
ὅτι Ἄννωνα πρὸς Ῥωμαίους λόγῳ μὲν ὑπὲρ εἰρήνης ἔργῳ δὲ
τριβῆς ἕνεκα ἔπεμψεν Ἀμίλκας· καὶ ὃς ἐπιβοώντων τινῶν συλλα-
βεῖν αὐτόν, ὅτι Καρχηδόνιοι τὸν Κορνήλιον ἀπάτῃ | .......
M. 124 (p. 183).
ὅτι οἱ Καρχηδόνιοι φοβηθέντες μὴ ἁλῶσι, προεκηρυκεύσαντο
πρὸς τὸν ὕπατον, ὅπως ὁμολογίᾳ τινὶ ἐπιεικεῖ ἀποπέμψαντες αὐ-
τὸν τὸ παραχρῆμα δεινὸν ὑπεκφύγωσιν. ἐπειδή τε οὐκ ἠθέλησαν
Σικελίας τε πάσης καὶ Σαρδοῦς ἀποστῆναι, καὶ τοὺς μὲν τῶν
Ῥωμαίων αἰχμαλώτους προῖκα ἀφεῖναι τοὺς δὲ σφετέρους λύσα-
σθαι, τά τε δαπανηθέντα τοῖς Ῥωμαίοις ἐς τὸν πόλεμον πάντα
διαλῦσαι καὶ χωρὶς ἄλλα καθ' ἕκαστον ἔτος συντελεῖν, οὐδὲν ἤνυ-
σαν. πρὸς γὰρ δὴ τοῖς εἰρημένοις καὶ ἐκεῖνα αὐτοὺς ἐλύπει, ὅτι
μήτε πολεμεῖν [τὸ] μήτε συμβαίνειν ἄνευ τῶν Ῥωμαίων, καὶ αὐτοὶ
μὲν μὴ πλείοσι μιᾶς ναυσὶ μακραῖς χρῆσθαι, ἐκείνοις δὲ πεντήκοντα
τριήρεσιν ἐπικουρεῖν ὁσάκις ἂν ἐπαγγελθῇ σφίσιν, ἄλλα τέ τινα
οὐκ ἐκ τοῦ ὁμοίου ποιεῖν ἐκελεύοντο. ἐξ οὖν τούτων ἅλωσίν σφων
ἀκριβῆ τὰς σπονδὰς νομίσαντες ἔσεσθαι, πολεμεῖν αὐτοῖς μᾶλλον
εἵλοντο. UG9 4 (p. 376).
Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 14, Κεφ. 57, τμ. 4, γρ. 4
νομίζειν. M. 145 (p. 191).
ὅτι ἐπεὶ τῷ πλήθει τοῦ στρατοῦ τοῦ Ἀννίβου οὐδὲν τῶν παρα-
σκευαζομένων ἐξήρκει, καί τινος αὐτῷ διὰ τοῦτο γνώμην δόντος
ταῖς τῶν ἐναντίων σαρξὶ τοὺς στρατιώτας σιτίζειν, τὸ μὲν πρᾶγμα
οὐκ ἐδυσχέραινε, φοβεῖσθαι δὲ ἔφη μήποτε τοιούτων σωμάτων
ἀπορήσαντες ἐπ' ἀλληλοφαγίαν τράπωνται. M. 146 (ib.).
ὅτι Ἀννίβας πρὶν ἔργου ἔχεσθαι συγκαλέσας τοὺς στρατιώτας
παρήγαγε τοὺς αἰχμαλώτους οὓς κατὰ τὴν ὁδὸν εἰλήφει, καὶ ἐπύ-
θετο αὐτῶν πότερα δεδέσθαι τε ἐν πέδαις καὶ δουλεύειν κακῶς
147
Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 16, Κεφ. 57, τμ. 42, γρ. 4
ἐξηργηκότας ἐκ τῆς ἀναρχίας καὶ ἀνεκτήσατο κατεπτηχότας ἐκ τῶν
συμφορῶν. τόν τε Μάρκιον οὐχ, οἷά που φιλοῦσιν οἱ πολλοί, ἀνε-
πιτήδειον ἡγήσατο ὅτι εὐδοκιμηκὼς ἦν, ἀλλὰ καὶ ἐν τοῖς λόγοις
καὶ ἐν τοῖς ἔργοις ἀεὶ ἐσέμνυνεν· καὶ γὰρ ἦν οἷος οὐκ ἐκ τῆς τοῦ
πέλας διαβολῆς καὶ καθαιρέσεως ἀλλ' ἐκ τῆς οἰκείας ἀρετῆς αὔ-
ξεσθαι θέλειν. καὶ διὰ τοῦτό γε οὐχ ἥκιστα τοὺς στρατιώτας
ᾠκειώσατο. V. 41 (p. 602).
ὅτι στάσεως γενομένης τῶν στρατιωτῶν ὁ Σκιπίων συχνὰ μὲν
τοῖς στρατιώταις διέδωκε, συχνὰ δὲ καὶ ἐς τὸ δημόσιον ἀπέδειξε.
τῶν τε αἰχμαλώτων ἐς τὸ ναυτικὸν κατέταξεν, καὶ τοὺς ὁμήρους
προῖκα πάντας τοῖς οἰκείοις ἀπέδωκε. καὶ αὐτῷ διὰ τοῦτο πολλοὶ
μὲν δῆμοι πολλοὶ δὲ καὶ δυνάσται, ἄλλοι τε καὶ Ἰνδίβολις καὶ Μαν-
δόνιος Ἰλεργετανοί, προσεχώρησαν. τό τε τῶν Κελτιβήρων ἔθνος
πλεῖστόν τε καὶ ἰσχυρότατον τῶν περιχώρων ὂν ὧδε προσέθετο.
παρθένον ἐν τοῖς αἰχμαλώτοις ἐπιφανῆ κάλλει λαβὼν ὑπωπτεύθη
μὲν ἄλλως ἔσεσθαι αὐτῆς ἐν ἔρωτι, μαθὼν δὲ ὅτι Ἀλλουκίῳ τινὶ
τῶν ἐν τέλει Κελτιβήρων ἠγγύηται, μετεπέμψατό τε αὐτὸν αὐτεπ-
άγγελτος, καὶ τὴν παῖδα αὐτῷ παρέδωκε μετὰ τῶν λύτρων ἅπερ
οἱ προσήκοντες αὐτῆς ἐκεκομίκεσαν. κἀκ τοῦ ἔργου τούτου καὶ
ἐκείνους καὶ τοὺς ἄλλους ἀνηρτήσατο. V. 42 (p. 602).
Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 20, Κεφ. 66, τμ. 1, γρ. 5
γορηθέντος, ὅπως τε μηδεμίαν κηλῖδα λάβῃ διεσπούδαστο, τόν τε
Ἀσιατικὸν ἐκώλυσεν ἐς τὸ οἴκημα ἐμβληθῆναι. καὶ διὰ ταῦτα αὐτῷ
οἱ Σκιπίωνες τήν τε ἔχθραν κατέλυσαν καὶ κῆδος συνῆψαν· τὴν
γὰρ θυγατέρα τὴν ἑαυτοῦ ὁ Ἀφρικανὸς συνῴκισεν. V. 56 (p. 610).
Δίων ιθʹ βιβλίῳ “ἐπειδὴ δὲ καὶ ὣς περιῆν αὐτοῖς τῆς σχολῆς,
τὰς ὁδοὺς δι' αὐτῶν κατεσκευάσαντο.” Bekk. Anecd. 166 14 et 3.
ὅτι ὁ Περσεὺς παντελῶς τοὺς Ῥωμαίους ἐκ τῆς Ἑλλάδος ἐκ-
βαλεῖν ἤλπισεν, τῇ δὲ πολλῇ καὶ ἀκαίρῳ φειδωλίᾳ καὶ τῇ δι' αὐ-
τὴν τῶν συμμάχων ὀλιγωρίᾳ ἀσθενὴς αὖθις ἐγένετο. ἐπειδὴ γὰρ
τά τε τῶν Ῥωμαίων ὑπεδίδου καὶ τὰ ἐκείνου ἐπηύξετο, κατεφρό-
νησεν ὡς οὐδὲν ἔτι τῶν συμμαχικῶν δεόμενος, ἀλλ' ἤτοι καὶ προῖκά
οἱ αὐτῶν βοηθησόντων, ἢ καὶ καθ' ἑαυτὸν κρατήσων, καὶ οὔτε τῷ
Εὐμενεῖ οὔτε τῷ Γεντίῳ τὰ χρήματα ἃ ὑπέσχητο ἀπέδωκε, νομίσας
οἰκείαν αὐτοὺς αἰτίαν ἔχθρας πρὸς Ῥωμαίους ἔχειν. τούτων τε
οὖν καὶ τῶν Θρᾳκῶν (οὐδὲ γὰρ οὐδ' ἐκεῖνοι ἐντελῆ τὸν μισθὸν
ἐλάμβανον) ἀπροθύμων γενομένων ἐς τοσοῦτο αὖθις ἀπογνώσεως
ἀφίκετο ὥστε καὶ σπονδῶν δεηθῆναι. V. 57 (p. 610).
ὅτι ὁ Περσεὺς σπονδῶν ἐδεήθη παρὰ Ῥωμαίοις, κἂν ἔτυχεν
αὐτῶν, εἰ μὴ οἱ Ῥόδιοι συνεπρέσβευσαν αὐτῷ δέει τοῦ μὴ Ῥωμαίοις
τὸν ἀντίπαλον ὑπεξαιρεθῆναι. μέτριον μὲν γὰρ οὐδέν, οἷα δεομέ-
νους εἰκὸς ἦν εἰπεῖν, ἔλεξαν· καὶ τῆς εἰρήνης οὐκ αἰτηταὶ μᾶλλον
148
Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 20, Κεφ. 67, τμ. 1, γρ. 4
όντες οἱ φοβηθέντες τὴν ἀπιστίαν αὐτοῦ καὶ τὴν μιαιφονίαν μεθί-
στασθαι ἤρξαντο. V. 58 (p. 610).
ὅτι ὁ Περσεὺς ἐθελοντὴς εὑρέθη, καὶ αὐτὸν ἐς τὴν Ἀμφίπολιν
ἀχθέντα ὁ Παῦλος οὐδὲν οὔτε ἔργῳ οὔτε λόγῳ δεινὸν ἔδρασεν,
ἀλλὰ καὶ προσιόντι οἱ ὑπαναστὰς τά τε ἄλλα ἐδεξιώσατο καὶ ὁμό-
σιτον ἐποιήσατο, ἔν τε [ἐν] φυλακῇ ἀδέσμῳ καὶ ἐν θεραπείᾳ πολλῇ
ἦγε. V. 59 (p. 613).
ὅτι ὁ Παῦλος οὐ στρατηγῆσαι μόνον ἦν ἀγαθὸς ἀλλὰ καὶ χρη-
μάτων ἀδωρότατος. τεκμήριον δέ· δεύτερον τότε ὑπατεύσας καὶ
λαφύρων ἀμυθήτων κρατήσας ἐν τοσαύτῃ πενίᾳ διεβίω ὥστε χαλε-
πῶς τῇ γυναικὶ αὐτοῦ τὴν προῖκα τελευτήσαντος ἀποδοθῆναι. τοι-
οῦτος μὲν οὖν ἦν καὶ τοιαῦτα ἔπραξεν· τοῦτο δὲ μόνον ὥσπερ
τινὰ κηλῖδα [ἐν] τῷ τούτου βίῳ προστετρῖφθαι νομίζουσι, τὸ διαρ-
πάσαι τοῖς στρατιώταις τὰ χρήματαἐπιτρέψαι>, τἆλλα οὐκ ἄμοι-
ρον χαρίτων ἄνδρα γενόμενον, καὶ μέτριον μὲν ἐν ταῖς εὐπραγίαις,
εὐτυχέστατον δὲ ἅμα καὶ εὐβουλότατον ἐν τοῖς πολεμίοις ὀφθέντα.
μαρτύριον δὲ τὸ μήτε πρὸς τὸν Περσέα ὑπέρογκον καὶ ἀλαζόνα
δειχθῆναι, μήτε τὸν πρὸς αὐτὸν πόλεμον κακῶς καὶ ἀπροβούλως
ἀγωνίσασθαι. V. 60 (p. 613).
Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 27, Κεφ. 94, τμ. 1, γρ. 4
ὑφίεντο. φοβηθεὶς οὖν ὁ Λικίννιος τὴν σύστασιν αὐτῶν ἑκατέρων,
μὴ καὶ μέγα τι δεινὸν ὑπὸ τῶν ἐλαττωθέντων γένηται, οὐδένα τῶν
δούλων προσεδέξατο, ἀλλ' ἀπέπεμψεν αὐτοὺς ὡς μηδὲν κακὸν πει-
σομένους ἢ μηδέν γε ἔτι ταράξαι τῷ διασκεδασθῆναι δυνησομένους.
οἱ δὲ δείσαντες τοὺς δεσπότας, ὅτι καὶ τὴν ἀρχὴν ἐπικαλέσαι τι
αὐτοῖς ἐτόλμησαν, συνεστράφησαν καὶ κοινολογησάμενοι πρὸς λῃ-
στείας ἐτράποντο. V. 85 (p. 633).
ὅτι τῶν βαρβάρων ἡττημένων, καὶ συχνῶν ἐν τῇ μάχῃ πεσόν-
των, ὀλίγοι διεσώθησαν. ἐφ' ᾧπερ ὁ Μάριος τούτους παραμυ-
θούμενος τε ἅμα καὶ ἀμειβόμενος, πᾶσαν αὐτοῖς τὴν λείαν ἐπευω-
νίσας ἀπέδοτο, ὅπως μηδὲν δόξῃ προῖκά τινι κεχαρίσθαι.
καὶ ἀπ' αὐτῶν ὁ Μάριος, καίπερ ἐν τῷ πλήθει μόνῳ πρότερον,
ὅτι ἐξ αὐτοῦ γεγονὼς ἦν καὶ ὅτι ὑπ' αὐτοῦ ηὔξητο, εὖ φερόμενος,
τότε καὶ τοὺς εὐπατρίδας ὑφ' ὧν ἐμισεῖτο ἐξενίκησεν, ὥστε πρὸς
πάντων ὁμοίως καὶ ἐπαινεῖσθαι. τήν τε ἀρχὴν καὶ ἐς τὸ ἐπιὸν
ἔτος, ὅπως καὶ τὰ λοιπὰ προσκατεργάσηται, παρ' ἑκόντων καὶ
ὁμογνωμονούντων αὐτῶν ἔλαβεν. V. 86 (ib.).
Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 37, Κεφ. 51, τμ. 4, γρ. 5
Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 38, Κεφ. 13, τμ. 1, γρ. 3
ρησίᾳ πρὸς πάντας ὁμοίως ἀκράτῳ καὶ κατακορεῖ χρώμενος, ἅτε καὶ
τὴν δόξαν τοῦ δύνασθαι συνεῖναί τε καὶ εἰπεῖν ἃ μηδεὶς ἄλλος, καὶ
πρὸ τοῦ χρηστὸς εἶναι δοκεῖν, θηρώμενος. ἔκ τε οὖν τούτου, καὶ
διότι μέγιστόν τε ἀνθρώπων ηὔχει καὶ οὐδένα ἐξ ἴσου ἑαυτῷ ἦγεν,
ἀλλὰ ἔν τε τοῖς λόγοις ὁμοίως καὶ ἐν τῷ βίῳ πάντας τε ὑπερεφρόνει
καὶ ἰσοδίαιτος οὐδενὶ ἠξίου εἶναι, φορτικός τε καὶ ἐπαχθὴς ἦν, καὶ
ἀπὸ τούτων καὶ ὑπ' αὐτῶν ἐκείνων οἷς ἤρεσκε, καὶ ἐφθονεῖτο καὶ
ἐμισεῖτο. ὁ οὖν Κλώδιος ἐλπίσας αὐτὸν διὰ ταῦτα, ἂν τήν τε βουλὴν
καὶ τοὺς ἱππέας τόν τε ὅμιλον προπαρασκευάσηται, ταχὺ κατεργά-
σεσθαι, τόν τε σῖτον προῖκα αὖθις διένειμε (τὸ γὰρ μετρεῖσθαι τοῖς
ἀπόροις, τοῦ τε Γαβινίου ἤδη καὶ τοῦ Πίσωνος ὑπατευόντων, ἐσηγή-
σατο) καὶ τὰ ἑταιρικά, κολλήγια ἐπιχωρίως καλούμενα, ὄντα μὲν ἐκ
τοῦ ἀρχαίου καταλυθέντα δὲ χρόνον τινά, ἀνενεώσατο· τοῖς τε
τιμηταῖς ἀπηγόρευσε μήτ' ἀπαλείφειν ἔκ τινος τέλους μήτ' ἀτιμά-
ζειν μηδένα, χωρὶς ἢ εἴ τις παρ' ἀμφοτέροις σφίσι κριθεὶς ἁλοίη.
τούτοις οὖν αὐτοὺς δελεάσας καὶ ἕτερόν τινα νόμον ἔγραψε, περὶ
οὗ διὰ πλειόνων ἀναγκαῖόν ἐστιν εἰπεῖν, ὅπως σαφέστερος τοῖς πολ-
λοῖς γένηται. τῆς γὰρ μαντείας τῆς δημοσίας ἔκ τε τοῦ οὐρανοῦ
καὶ ἐξ ἄλλων τινῶν, ὥσπερ εἶπον, ποιουμένης, τὸ μέγιστον κῦρος
ἡ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ εἶχεν,
Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 42, Κεφ. 22, τμ. 4, γρ. 4
Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 42, Κεφ. 50, τμ. 5, γρ. 3
ὅτι παρὰ τῶν ἰδιωτῶν ἀλλὰ καὶ παρὰ τῶν πόλεων. τοῦτο γὰρ τὸ
ὄνομα ταῖς ἐκλογαῖς τῶν χρημάτων, ἐφ' αἷς μηδεμία ἄλλη πρόφα-
σις εὔλογος ἦν, ἐτίθετο, ἐπεὶ τήν γε ἄλλως καὶ βιαίως, οὐδὲν ἧτ-
τον τῶν ὀφειλομένων, καὶ ἐκεῖνα ἐπράττετο, καὶ ἔμελλε μηδέποτε
ἀποδοθήσεσθαι. ἔλεγε μὲν γὰρ ὑπὲρ τοῦ δημοσίου τὰ οἰκεῖα δε-
δαπανηκέναι, καὶ διὰ τοῦτο καὶ δανείζεσθαι· ὅθενπερ καὶ χρεῶν
ἀποκοπὰς ἀξιοῦντος τοῦ πλήθους γενέσθαι οὐκ ἐποίησεν, εἰπὼν ὅτι
καὶ αὐτὸς πολλὰ ὀφείλω· εὔδηλος δὲ ἐγίγνετο καὶ τὰ ἀλλότρια τῇ
δυναστείᾳ παρασπώμενος. οἵ τε οὖν ἄλλοι διὰ τοῦτο ἤχθοντο αὐτῷ
καὶ οἱ ἑταῖροι· τῶν γὰρ δεδημευμένων συχνά, καὶ ὑπὲρ τὴν ἀξίαν
γε ἔστιν ἅ, ἐλπίδι τοῦ προῖκα αὐτὰ ἕξειν ἀγοράσαντες πᾶσαν τὴν
τιμὴν ἀποτίνειν ἠναγκάζοντο.
ἀλλὰ τούτους μὲνἐνοὐδενὶ λόγῳ ἐποιεῖτο. καίτοι καὶ ἐκείνους
τρόπον τινὰ ὡς ἑκάστους ἐθεράπευσε. τοῖς τε γὰρ πολλοῖς ἐχαρί-
σατο τόν τε τόκον τὸν ἐποφειλόμενόν σφισιν ἐξ οὗ πρὸς τὸν Πομ-
πήιον ἐξεπολεμώθη πάντα, καὶ τὸ ἐνοίκιον ὅσον ἐς πεντακοσίας
δραχμὰς ἦν ἐνιαυτοῦ ἑνὸς ἀφείς, καὶ προσέτι καὶ τὰς τιμήσεις τῶν
κτημάτων, ἐν οἷς τὴν ἀπόδοσιν τῶν δανεισμάτων κατὰ τοὺς νόμους
γίγνεσθαι ἔδει, πρὸς τὴν ἐν τῷ χρόνῳ ἀξίαν ἐπαναγαγών, ἐπειδὴ
τῷ πλήθει τῶν δεδημοσιωμένων πολὺ πάντα ἐπευώνιστο. τούτους
τε οὖν ταῦτα πράξας ἀνηρτήσατο, καὶ τῶν προσεταιριστῶν τῶν τε
Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 43, Κεφ. 39, τμ. 5, γρ. 4
δῆθεν προσεδρεύων ἐλπίδας σφίσιν ὡς καὶ διαφυγεῖν δυνησομένοις
παρέσχε. κἀκ τούτου περιορῶν δὴ τοὺς ἐκ τοῦ τείχους ἐξιόντας
ἐκείνους τε ἐλόχιζε καὶ ἀπώλλυε, καὶ τὴν πόλιν οὕτως ἀνδρῶν κατὰ
βραχὺ ἐρημωθεῖσαν εἷλε. καὶ μετὰ τοῦτο καὶ τὴν Μοῦνδαν καὶ
τὰ ἄλλα, τὰ μὲν ἀκούσια σὺν πολλῷ φόνῳ, τὰ δὲ καὶ ἐθελούσια πα-
ρέλαβε καὶ ἠργυρολόγησεν, ὥστε μηδὲ τῶν τοῦ Ἡρακλέους ἀναθη-
μάτων τῶν ἐν τοῖς Γαδείροις ἀνακειμένων φείσασθαι, χώρας τέ τι-
νων ἀπετέμετο, καὶ ἑτέροις τὸν φόρον προσεπηύξησε. ταῦτα μὲν
τοὺς ἀντιπολεμήσαντάς οἱ ἔδρασε, τοῖς δὲ εὔνοιάν τινα αὐτοῦ σχοῦ-
σιν ἔδωκε μὲν καὶ χωρία καὶ ἀτέλειαν, πολιτείαν τέ τισι, καὶ ἄλ-
λοις ἀποίκοις τῶν Ῥωμαίων νομίζεσθαι, οὐ μὴν καὶ προῖκα αὐτὰ
ἐχαρίσατο.
151
Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 43, Κεφ. 50, τμ. 2, γρ. 2
μὲν ὁ Αὔγουστος μετὰ ταῦτα ἐκποιήσας ἀπὸ Μάρκου Μαρκέλλου
τοῦ ἀδελφιδοῦ ἐπωνόμασε· τὰς δὲ οἰκίας τούς τε ναοὺς τοὺς ἐν
τῷ χωρίῳ ἐκείνῳ ὄντας ὁ Καῖσαρ καθελὼν αἰτίαν ἔλαβεν, ὅτι τε
τὰ ἀγάλματα, ξύλινα πλὴν ὀλίγων ὄντα, κατέκαυσε, καὶ θησαυροὺς
χρημάτων συχνοὺς εὑρὼν πάντας αὐτοὺς ἐσφετερίσατο.
ταῦτά τε ἐποίει καὶ νόμους ἐσέφερε τό τε πωμήριον ἐπὶ πλεῖον
ἐπεξήγαγε. καὶ ἐν μὲν τούτοις ἄλλοις τέ τισιν ὅμοια τῷ Σύλλᾳ
πρᾶξαι ἔδοξεν· ἐκ δὲ τοῦ τοῖς τε περιλειφθεῖσι τῶν ἀντιπολεμη-
σάντων οἱ τάς τε αἰτίας ἀφεῖναι καὶ ἄδειαν ἐπί τε τῇ ἴσῃ καὶ ἐπὶ
τῇ ὁμοίᾳ δοῦναι, καὶ ἐκείνων τε τὰς ἀρχὰς προαγαγεῖν καὶ ταῖς
γυναιξὶ τῶν ἀπολωλότων τὰς προῖκας ἀποδοῦναι, τοῖς τε παισὶν
αὐτῶν μέρη τῶν οὐσιῶν χαρίσασθαι, τήν τε τοῦ Σύλλου μιαιφονίαν
μεγάλως ἤλεγξε, καὶ αὐτὸς οὐκ ἐπ' ἀνδρείᾳ μόνον ἀλλὰ καὶ ἐπὶ
χρηστότητι ἰσχυρῶς εὐδοκίμησεν, καίτοι χαλεπὸν ὂν ὡς πλήθει τὸν
αὐτὸν καὶ ἐν πολέμῳ καὶ ἐν εἰρήνῃ διαπρέψαι. τούτοις τε οὖν ἐσε-
μνύνετο, καὶ ὅτι καὶ τὴν Καρχηδόνα τήν τε Κόρινθον ἀνέστησεν.
πολλὰς μὲν γὰρ καὶ ἄλλας ἐν τῇ Ἰταλίᾳ καὶ ἔξω πόλεις τὰς μὲν
ἀνῳκοδόμησε, τὰς δὲ καὶ ἐκ καινῆς κατεστήσατο· ἀλλὰ τοῦτο μὲν
καὶ ἄλλοις τισὶν ἐπέπρακτο, τὴν δὲ δὴ Κόρινθον τήν τε Καρχη-
δόνα, πόλεις ἀρχαίας λαμπρὰς ἐπισήμους ἀπολωλυίας, ᾗ μὲν ἀποι-
κίας Ῥωμαίων ἐνόμισεν, ἀπῴκισεν,
Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 46, Κεφ. 31, τμ. 4, γρ. 3
αὖθις ἐγκαταλιπεῖν αὐτόν, ἑτέραν τινὰ ἡμέραν τάξαντες. τάς τε
χλαμύδας τὰς στρατιωτικὰς πάντες, καὶ οἱ μὴ ἐκστρατεύσοντες,
ἠμπέσχοντο, καὶ τοῖς ὑπάτοις τὴν φυλακὴν τῆς πόλεως ἐπέτρεψαν,
ἐκεῖνο δὴ τὸ εἰθισμένον τῷ δόγματι προσγράψαντες, τὸ μηδὲν ἀπ'
αὐτῆς ἀποτριβῆναι. ἐπειδή τε πολλῶν χρημάτων ἐς τὸν πόλεμον
ἐδέοντο, πάντες μὲν τὸ πέμπτον καὶ εἰκοστὸν τῆς ὑπαρχούσης σφίσιν
οὐσίας ἐπέδωκαν, οἱ δὲ δὴ βουλευταὶ καὶ τέσσαρας ὀβολοὺς καθ'
ἑκάστην κεραμίδα τῶν ἐν τῇ πόλει οἰκιῶν, ὅσας ἢ αὐτοὶ ἐκέκτηντο
ἢ ἄλλων οὔσας ᾤκουν. καὶ χωρὶς ἕτερα οὐκ ὀλίγα οἱ πάνυ πλού-
σιοι συνετέλεσαν, τά τε ὅπλα καὶ τὰ ἄλλα τὰ πρὸς τὴν στρατείαν
ἀναγκαῖα συχναὶ μὲν πόλεις συχνοὶ δὲ καὶ ἰδιῶται προῖκα ἐξεποίη-
σαν· τοσαύτη γὰρ ἀχρηματία τὸ δημόσιον τότε ἔσχεν ὥστε μηδὲ
τὰς πανηγύρεις τὰς ἐν τῷ καιρῷ ἐκείνῳ γενέσθαι ὀφειλούσας ἐπι-
τελεσθῆναι, ἔξω βραχέων τινῶν ὁσίας ἕνεκα. ταῦτα δὲ ὅσοι μὲν
τῷ τε Καίσαρι ἐχαρίζοντο καὶ τὸν Ἀντώνιον ἐμίσουν προθύμως
ἔπραττον· οἱ δὲ δὴ πλείους, ἅτε καὶ ταῖς στρατείαις ἅμα καὶ ταῖς
ἐσφοραῖς βαρούμενοι, ἐδυσχέραινον, καὶ μάλισθ' ὅτι ἄδηλον μὲν
ἦν ὁπότερος αὐτῶν κρατήσει, πρόδηλον δὲ ὅτι τῷ νικήσαντι δου-
λεύσουσι. συχνοὶ δ' οὖν καὶ τὰ τοῦ Ἀντωνίου βουλόμενοι, οἱ μὲν
ἄντικρυς πρὸς αὐτόν, ἄλλοι τε καὶ δήμαρχοι στρατηγοί τέ τινες,
ἀπῆλθον, οἱ δὲ καὶ κατὰ χώραν μείναντες, ὧν καὶ ὁ Καλῆνος ἦν,
152
Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 47, Κεφ. 14, τμ. 3, γρ. 3
ταῖς τῶν φονευομένων τὰς προῖκας καὶ τοῖς τέκνοις τοῖς μὲν ἄρρεσι
τὸ δέκατον ταῖς δὲ θηλείαις τὸ εἰκοστὸν τῆς ἑκάστου σφῶν οὐσίας
δώσειν, ὡς καὶ δὴ δίκαιοι φιλάνθρωποί τε ὄντες, ἐπηγγείλαντο.
ἀλλ' οὔτε ταῦτα πλὴν ὀλίγων ἐδόθη, τά τε τῶν λοιπῶν καὶ πάνυ
πάντα ἀδεῶς ἐπορθεῖτο. τοῦτο μὲν γὰρ ἐνοίκιον ἐνιαύσιον πασῶν
τῶν τε ἐν τῷ ἄστει καὶ τῶν ἐν τῇ ἄλλῃ Ἰταλίᾳ οἰκιῶν, ὧν μὲν
ἐμεμισθώκεσάν τινες, ὅλον, ὧν δὲ αὐτοὶ ᾤκουν, ἐξ ἡμισείας, πρὸς
τὴν τῆς καταγωγῆς ἀξίαν ἐσέπραξαν· τοῦτο δὲ τοὺς τὰ χωρία
ἔχοντας τὸ ἥμισυ τῶν προσόδων αὐτῶν ἀφείλοντο. καὶ προσέτι
καὶ τοὺς στρατιώτας τήν τε τροφὴν παρὰ τῶν πόλεων, ἐν αἷς ἐχεί-
μαζον, προῖκα λαμβάνειν ἐποίησαν, καὶ κατὰ τὴν χώραν, ὡς ἐπὶ
τὰ δεδημευμένα τά τε τῶν ἀνθισταμένων ἔτι, διαπέμποντες (καὶ
γὰρ ἐκείνους, ὅτι μὴ ἐντὸς τῆς προρρηθείσης σφίσιν ἡμέρας μετέ-
στησαν, πολεμίους ἐποιήσαντο) πάντα καὶ τὰ λοιπὰ προσδιήρπα-
ζον. ἵνα γὰρ καὶ πρὸ τῶν ἔργων τοὺς μισθοὺς ἔχοντες πᾶν τὸ
πρόθυμόν σφισι παρέχωνται, ταῦτά τε αὐτοῖς πράττειν ἐπέτρεπον
καὶ πόλεις χώρας τε δώσειν ὑπισχνοῦντο· καὶ ἐπὶ τούτῳ καὶ γεω-
νόμους ὁμοῦ καὶ οἰκιστὰς αὐτοῖς προσαπέδειξαν. τὸ μὲν οὖν πλῆ-
θος τῶν στρατιωτῶν τούτοις ἀνηρτῶντο, τῶν δὲ δὴ λογιμωτέρων
τοὺς μὲν τοῖς κτήμασι τοῖς τῶν ἀπολλυμένων ἐδελέαζον, τὰ μὲν
153
Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 47, Κεφ. 14, τμ. 4, γρ. 7
τὰ δεδημευμένα τά τε τῶν ἀνθισταμένων ἔτι, διαπέμποντες (καὶ
γὰρ ἐκείνους, ὅτι μὴ ἐντὸς τῆς προρρηθείσης σφίσιν ἡμέρας μετέ-
στησαν, πολεμίους ἐποιήσαντο) πάντα καὶ τὰ λοιπὰ προσδιήρπα-
ζον. ἵνα γὰρ καὶ πρὸ τῶν ἔργων τοὺς μισθοὺς ἔχοντες πᾶν τὸ
πρόθυμόν σφισι παρέχωνται, ταῦτά τε αὐτοῖς πράττειν ἐπέτρεπον
καὶ πόλεις χώρας τε δώσειν ὑπισχνοῦντο· καὶ ἐπὶ τούτῳ καὶ γεω-
νόμους ὁμοῦ καὶ οἰκιστὰς αὐτοῖς προσαπέδειξαν. τὸ μὲν οὖν πλῆ-
θος τῶν στρατιωτῶν τούτοις ἀνηρτῶντο, τῶν δὲ δὴ λογιμωτέρων
τοὺς μὲν τοῖς κτήμασι τοῖς τῶν ἀπολλυμένων ἐδελέαζον, τὰ μὲν
ἐπευωνίζοντες τὰ δὲ καὶ προῖκά σφισι χαριζόμενοι, τοὺς δὲ καὶ
ταῖς ἀρχαῖς ταῖς τε ἱερωσύναις αὐτῶν ἐτίμων. ὅπως γὰρ ἀδεῶς
αὐτοί τε τὰ κάλλιστα καὶ τῶν χωρίων καὶ τῶν οἰκοδομημάτων
λαμβάνωσι καὶ ἐκείνοις ὅσα βούλονται διδῶσι, προεῖπον μηδένα
τῶν ἄλλων μὴ ὠνησείοντα ἐς τὸ πρατήριον ἀπαντᾶν, εἰ δὲ μή γε,
θνήσκειν τὸν τοῦτο ποιήσαντα. καὶ ἐκείνους γε οὕτω μετεχειρίζοντο
ὥστεμήτετι καταφωρᾶν καὶ πλείστου ὅσου ἀγοράζειν ὧν ἔχρῃ-
ζον, καὶ διὰ τοῦτο μηδ' ὠνητιᾶν ἔτι.
Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 47, Κεφ. 17, τμ. 5, γρ. 4
ἀχρύσων καὶ ἀναργύρων ὄντων, τῶν δὲ λοιπῶν μὴ τολμώντων ὡς
καὶ ἐχόντων τι ἀγοράσαι, ἵνα μὴ καὶ ἐκεῖνο προσαπολέσωσιν, αἱ
τιμαὶ ἀνεῖντο· τοῦτο δὲ τοῖς στρατιώταις πολὺ παρὰ τὴν ἀξίαν
πάντα ἐπιπράσκετο. ὥστε τῶν μὲν ἰδιωτῶν οὐδεὶς οὐδέν, ὅ τι καὶ
ἄξιον εἰπεῖν, διεσώσατο· πρὸς γὰρ αὖ τοῖς ἄλλοις ἔς τε τὸ ναυτι-
κὸν οἰκέτας, εἰ καὶ μὴ εἶχόν τινες, ὠνούμενοί γε ἐδίδοσαν, καὶ τὰς
ὁδοὺς οἰκείοις οἱ βουλευταὶ δαπανήμασιν ἐπεσκεύαζον. μόνοι δὲ
δὴ οἱ τὰ ὅπλα ἔχοντες ὑπερεπλούτησαν. οὐδὲ γὰρ οὐδὲ ἐξήρκει
σφίσιν οὔτε ἡ μισθοφορὰ καίπερ ἐντελὴς οὖσα, οὔτε αἱ ἔξωθεν
ἐπιφοραὶ καίτοι παμπληθεῖς γενόμεναι, οὐ τὰ ἆθλα τῶν φόνων
μέγιστα δὴ δοθέντα, οὐχ αἱ κτήσεις τῶν χωρίων προικιμαῖαι τρό-
πον τινὰ αὐτοῖς ὑπάρξασαι· ἀλλὰ καὶ προσέτι οἱ μὲν τὰς οὐσίας
τῶν τελευτώντων ὅλας καὶ ᾔτουν καὶ ἐλάμβανον, οἱ δὲ καὶ ἐς τὰ
τῶν ζώντων ἔτι γερόντων τε καὶ ἀτέκνων γένη ἐσεβιάζοντο. ἐς
τοσοῦτον γὰρ τῆς τε ἀπληστίας καὶ τῆς ἀναισχυντίας ἐχώρησαν
ὥστε τινὰ καὶ τὴν τῆς Ἀττίας τῆς τοῦ Καίσαρος μητρὸς οὐσίαν,
ἀποθανούσης τότε καὶ δημοσίᾳ [τε] ταφῇ τιμηθείσης, παρ' αὐ-
τοῦ τοῦ Καίσαρος αἰτῆσαι.
Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 47, Κεφ. 34, τμ. 5, γρ. 1
τοῦ τε πυρὸς ἐς οἰκίας τινὰς ἐνέβαλον, καὶ τοὺς μὲν ὁρῶντας τὸ
γιγνόμενον προκατέπληξαν, τοῖς δ' ἄπωθεν οὖσι δόξαν ὡς καὶ πάντα
154
Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 48, Κεφ. 39, τμ. 2, γρ. 5
ἀνθειστιάθη, καὶ τὴν θυγατέρα Μάρκῳ Μαρκέλλῳ τῷ τοῦ Καί-
σαρος ἀδελφιδῷ ἠγγύησεν.
οὗτος μὲν οὖν ὁ πόλεμος ἀνεβέβλητο, τὰ δὲ δὴ τοῦ Λαβιήνου
155
Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 49, Κεφ. 43, τμ. 3, γρ. 1
διεπράττοντό σφισιν, οἱ μὲν διὰ τοῦ Ἀντωνίου οἱ δὲ διὰ τοῦ Καί-
σαρος, ψηφίζεσθαι, καὶ ἐπὶ τῇ προφάσει ταύτῃ χρυσίου πολὺ παρὰ
τῶν δήμων ἐς τοὺς στεφάνους ἐσέπραττον.
τῷ δ' ὑστέρῳ ἔτει ἀγορανόμος ὁ Ἀγρίππας ἑκὼν ἐγένετο, καὶ
πάντα μὲν τὰ οἰκοδομήματα τὰ κοινὰ πάσας δὲ τὰς ὁδούς, μηδὲν
ἐκ τοῦ δημοσίου λαβών, ἐπεσκεύασε, τούς τε ὑπονόμους ἐξεκάθηρε,
καὶ ἐς τὸν Τίβεριν δι' αὐτῶν ὑπέπλευσε. κἀν τῷ ἱπποδρόμῳ
σφαλλομένους τοὺς ἀνθρώπους περὶ τὸν τῶν διαύλων ἀριθμὸν ὁρῶν
τούς τε δελφῖνας καὶ τὰ ᾠοειδῆ δημιουργήματα κατεστήσατο, ὅπως
δι' αὐτῶν αἱ περίοδοι τῶν περιδρόμων ἀναδεικνύωνται. καὶ προς-
έτι καὶ ἔλαιον καὶ ἅλας πᾶσι διέδωκε, τά τε βαλανεῖα προῖκα δι'
ἔτους καὶ τοῖς ἀνδράσι καὶ ταῖς γυναιξὶ λοῦσθαι παρέσχε· καὶ
τοὺς κουρέας ἐν ταῖς πανηγύρεσιν, ἃς πολλὰς καὶ παντοδαπὰς
ἐποίησεν ὥστε καὶ τοὺς τῶν βουλευτῶν παῖδας τὴν Τροίαν ἱππεῦ-
σαι, ἐμισθώσατο, ἵνα μηδεὶς μηδὲν αὐτοῖς ἀναλώσῃ. καὶ τέλος
σύμβολά τέ τινα ἐς τὸ θέατρον κατὰ κορυφὴν ἔρριψε, τῷ μὲν
ἀργύριον τῷ δὲ ἐσθῆτα τῷ δὲ ἄλλο τι φέροντα, καὶ ἄλλα πάμπολλα
ὤνια ἐς τὸ μέσον καταθεὶς διαρπάσαι σφίσιν ἐπέτρεψεν. Ἀγρίππας
μὲν δὴ ταῦτά τε ἐποίει, καὶ τοὺς ἀστρολόγους τούς τε γόητας ἐκ
τῆς πόλεως ἐξήλασεν·
Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 54, Κεφ. 25, τμ. 4, γρ. 7
ἥ τε γὰρ βουλὴ ἠθροίσθη, καὶ ἔδοξέ σφισιν ἄλλα τε καὶ βωμὸν
ἐν αὐτῷ τῷ βουλευτηρίῳ ὑπὲρ τῆς τοῦ Αὐγούστου ἐπανόδου ποιή-
σασθαι, τοῖς τε ἱκετεύσασιν αὐτὸν ἐντὸς τοῦ πωμηρίου ὄντα ἄδειαν
εἶναι. οὐ μέντοι καὶ ἐδέξατο οὐδέτερον, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀπάντησιν
156
τοῦ δήμου καὶ τότε ἐξέστη· νυκτὸς γὰρ ἐς τὴν πόλιν ἐσεκομίσθη,
ὅπερ που καὶ ἀεὶ ὡς εἰπεῖν, εἴτε ἐς τὰ προάστεια εἴτε καὶ ἄλλοσέ
ποι ἐκδημοίη, καὶ ἀφορμώμενος καὶ ἐπανιὼν ὁμοίως ἐποίει, ἵνα
μηδενὶ αὐτῶν ὀχληρὸς εἴη. τῇ δ' ὑστεραίᾳ ἔν τε τῷ παλατίῳ τὸν
δῆμον ἠσπάσατο, καὶ ἐς τὸ Καπιτώλιον ἀνελθὼν τήν τε δάφνην
ἀπὸ τῶν ῥάβδων περιεῖλε καὶ ἐς τὰ τοῦ Διὸς γόνατα κατέθετο,
τῷ τε δήμῳ προῖκα τά τε λουτρὰ καὶ τοὺς κουρέας τὴν ἡμέραν
ἐκείνην παρέσχε. συναγαγὼν δὲ ἐκ τούτου τὸ βουλευτήριον αὐτὸς
μὲν οὐδὲν εἶπεν ὑπὸ βράγχου, τὸ δὲ δὴ βιβλίον τῷ ταμίᾳ ἀναγνῶ-
ναι δοὺς τά τε πεπραγμένα οἱ κατηριθμήσατο, καὶ διέταξε τά τε
ἔτη ὅσα οἱ πολῖται στρατεύσοιντο, καὶ τὰ χρήματα ὅσα παυσάμενοι
τῆς στρατείας, ἀντὶ τῆς χώρας ἣν ἀεί ποτε ᾔτουν, λήψοιντο, ὅπως
ἐπὶ ῥητοῖς ἐκεῖθεν ἤδη καταλεγόμενοι μηδὲν τούτων γε ἕνεκα νεω-
τερίζωσιν. ἦν δὲ ὅ τε ἀριθμὸς τῶν ἐτῶν τοῖς μὲν δορυφόροις δώ-
δεκα τοῖς δ' ἄλλοις ἑκκαίδεκα, καὶ τὸ [μὲν] ἀργύριον τοῖς μὲν ἔλατ-
τον τοῖς δὲ πλεῖον. ταῦτα δὲ ἐκείνοις μὲν οὔθ' ἡδονὴν οὔτ' ὀργὴν
ἔν γε τῷ τότε παρόντι ἐνεποίησε διὰ τὸ μήτε πάντων ὧν ἐπεθύ
Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 54, Κεφ. 29, τμ. 4, γρ. 2
στου φιλίᾳ πρός τε τὸ αὐτῷ ἐκείνῳ καὶ πρὸς τὸ τῷ κοινῷ συμφο-
ρώτατον χρησάμενος. ὅσον τε γὰρ τοὺς ἄλλους ἀρετῇ κατεκράτει,
τοσοῦτον ἐκείνου ἐθελοντὴς ἡττᾶτο, καὶ πᾶσαν αὐτῷ τὴν ἑαυτοῦ
καὶ σοφίαν καὶ ἀνδρείαν ἐς τὰ λυσιτελέστατα παρέχων πᾶσαν τὴν
παρ' ἐκείνου καὶ τιμὴν καὶ δύναμιν ἐς τὸ τοὺς ἄλλους εὐεργετεῖν
ἀνήλισκεν. ἀφ' οὗ δὴ καὶ τὰ μάλιστα οὔτ' αὐτῷ ποτε τῷ Αὐ-
γούστῳ ἐπαχθὴς οὔτε τοῖς ἄλλοις ἐπίφθονος ἐγένετο, ἀλλ' ἐκείνῳ
τε τὴν μοναρχίαν ὡς καὶ δυναστείας ὄντως ἐπιθυμητὴς συνέστησε,
καὶ τὸν δῆμον εὐεργεσίαις ὡς καὶ δημοτικώτατος προσεποιήσατο.
καὶ τότε γοῦν κήπους τέ σφισι καὶ τὸ βαλανεῖον τὸ ἐπώνυμον αὐ-
τοῦ κατέλιπεν, ὥστε προῖκα αὐτοὺς λοῦσθαι, χωρία τινὰ ἐς τοῦτο
τῷ Αὐγούστῳ δούς. καὶ ὃς οὐ μόνον ταῦτ' ἐδημοσίευσεν, ἀλλὰ
καὶ καθ' ἑκατὸν δραχμὰς τῷ δήμῳ ὡς καὶ ἐκείνου κελεύσαντος
διένειμε. τῶν τε γὰρ πλείστων αὐτοῦ ἐκληρονόμησεν, ἐν οἷς ἄλλα
τε καὶ ἡ Χερρόνησος ἡ πρὸς τῷ Ἑλλησπόντῳ, οὐκ οἶδ' ὅπως ἐς
τὸν Ἀγρίππαν ἐλθοῦσα· καὶ πάνυ ἐπὶ πολὺ αὐτὸν ἐπόθησεν, καὶ
διὰ τοῦτο καὶ ἔντιμον παρὰ τῷ δήμῳ ἐποίησε, τόν τε υἱὸν τὸν
τελευτήσαντί οἱ γεννηθέντα Ἀγρίππαν προσηγόρευσεν. οὐ μέντοι
οὔτε τοῖς ἄλλοις ἐκλιπεῖν τι τῶν πατρίων, καίπερ μηδενὸς τῶν πρώ-
των ἐς τὰς πανηγύρεις ἀπαντῆσαι ἐθέλοντος, ἐπέτρεψε, καὶ αὐτὸς
τὰς μονομαχίας διετέλεσε·
Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 55, Κεφ. 26, τμ. 3, γρ. 1
ἀπέφηνε, τὰ μὲν συνέστειλε τὰ δὲ καὶ παντάπασι διέγραψε.
ταῦτά τε οὖν τοὺς Ῥωμαίους ἐλύπει, καὶ προσέτι καὶ λιμὸς
ἰσχυρός, ὥσθ' ὑπ' αὐτοῦ τούς τε μονομαχοῦντας καὶ τὰ ἀνδράποδα
τὰ ὤνια ὑπὲρ πεντήκοντα καὶ ἑπτακοσίους σταδίους ἐξωσθῆναι, ἔκ
τε τῆς θεραπείας καὶ τὸν Αὔγουστον καὶ τοὺς ἄλλους τὸ πλεῖον
157
Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 59, Κεφ. 13, τμ. 8, γρ. 3
μεγαλύνοντες αὐτὸν ἐπεβόων “νεανίσκε Αὔγουστε·” οὐ γὰρ μακα-
ρίζεσθαι ὅτι νέος ὢν ἐμονάρχει, ἀλλ' ἐγκαλεῖσθαι ὅτι ἐν ἐκείνῃ τῇ
ἡλικίᾳ τηλικαύτην ἀρχὴν εἶχεν ἡγεῖτο. καὶ ταῦτα μὲν ἀεὶ ἐποίει, καί
ποτε παντὶ τῷ δήμῳ ἅμα ἀπειλῶν ἔφη “εἴθε ἕνα αὐχένα εἴχετε·”
τότε δὲ ἐπειδὴ παρωξύνθη τι οἷον εἰώθει, δυσχερᾶναν τὸ πλῆθος
τῆς τε θέας ἠμέλησε καὶ ἐπὶ τοὺς συκοφαντοῦντας ἐτράπετο, καὶ
αὐτοὺς ἐπὶ πολὺ σφοδρῶς βοῶντες ἐξῄτουν. καὶ ὃς ἀγανακτήσας
ἀπεκρίνατο μέν σφισιν οὐδέν, προστάξας δὲ ἑτέροις τισὶ τοὺς
ἀγῶνας ποιεῖν ἐς Καμπανίαν ἀπῆρε. καὶ μετὰ τοῦτο ἐπανελθὼν
πρὸς τὰ τῆς Δρουσίλλης γενέσια ἄγαλμα τε αὐτῆς ἐπ' ἐλεφάντων
ἐν ἁρμαμάξῃ ἐς τὸν ἱππόδρομον ἐσήγαγε, καὶ θέαν τῷ δήμῳ προῖκα
ἐπὶ δύο ἡμέρας ἀπένειμε· καὶ αὐτῷ τῇ μὲν προτέρᾳ ἄρκτοι πρὸς
ταῖς τῶν ἵππων ἁμίλλαις πεντακόσιαι ἐσφάγησαν τῇ δὲ ἑτέρᾳ Λι-
βυκὰ θηρία ἴσα ἀναλώθη, καὶ παγκρατιασταὶ ἐν πολλοῖς ἅμα τόποις
ἠγωνίσαντο. καὶ ὁ δῆμος εἱστιάθη, τοῖς τε βουλευταῖς ταῖς τε
γυναιξὶν αὐτῶν δωρεὰ ἐδόθη .....
Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 61, Κεφ. 21, τμ. 2, γρ. 1
ὁ Ἀπόλλων, ὁ Αὔγουστος, εἷς ὡς Πύθιος. μά σε Καῖσαρ, οὐδείς
σε νικᾷ.” ποιήσας δὲ ταῦτα ἐδείπνισε τὸν δῆμον ἐπὶ πλοίων ἐν
τῷ χωρίῳ ἐν ᾧ ἡ ναυμαχία ὑπὸ τοῦ Αὐγούστου ἐγεγόνει· καὶ
ἐξ αὐτοῦ νυκτὸς μεσούσης ἐς τὸν Τίβεριν διὰ τάφρου κατέπλευσε.
Xip157, 5 – 158, 16 R. St., et (v. 2) Exc. Val. 242.
ταῦτα μὲν ἐπὶ τῷ τὸ γένειον ψιλισθῆναι ἔπραξεν· ὑπὲρ
δὲ δὴ τῆς σωτηρίας τῆς τε διαμονῆς τοῦ κράτους αὐτοῦ (οὕτω
γάρ που προέγραψεν) ἀγῶνα πενταετηρικὸν κατεστήσατο, Νε-
ρώνεια αὐτὸν ὀνομάσας, καὶ ἐπ' αὐτῷ καὶ τὸ γυμνάσιον ᾠκο-
δόμησεν, ἔλαιόν τε ἐν τῇ καθιερώσει αὐτοῦ καὶ τοῖς βουλευ-
ταῖς καὶ τοῖς ἱππεῦσι προῖκα ἔνειμε. τὸν μέντοι στέφανον
τὸν τῶν κιθαρῳδῶν ἀνικεὶ ἔλαβε, πάντων ὡς καὶ ἀναξίων τῆς
νίκης ἐκβληθέντων, καὶ εὐθὺς ἐς αὐτὸ τὸ γυμνάσιον ἐν τῇ στολῇ
158
Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 62, Κεφ. 13, τμ. 2, γρ. 2
Βούρρου ἐναν-
τιουμένου αὐτῷ καὶ κωλύοντος ἀποπέμψασθαι, καί ποτε εἰπόντος
“οὐκοῦν καὶ τὴν προῖκα αὐτῇ” τοῦτ' ἔστι τὴν ἡγεμονίαν “ἀπό-
δος”. οὕτω γάρ πως ἐρρωμένως αὐτῇ ἐχρῆτο ὥστε ποτὲ δεύ-
τερον ἐρωτηθεὶς ὑπ' αὐτοῦ γνώμην περὶ ὧν ἀπεφήνατο, εἶπεν
ἄντικρυς ὅτι “περὶ ὧν ἂν ἅπαξ τι εἴπω, μηκέτι μου αὖθις πύθῃ”.
Xip165, 20 – 28 R. St.
τοῦτον μὲν οὖν φαρμάκῳ διώ-
λεσε, Τιγελλῖνον δέ τινα Σωφρό-
νιον, ἀσελγείᾳ τε καὶ μιαιφονίᾳ
πάντας τοὺς καθ' ἑαυτὸν ἀνθρώ-
πους ὑπεράραντα, σὺν ἑτέρῳ τινὶ
ἐπὶ τὴν τῶν δορυφόρων ἀρχὴν
Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 62, Κεφ. 28, τμ. 3, γρ. 3
σπαρτία ὑποδεῖσθαι, καὶ ὄνους πεντακοσίας ἀρτιτόκους καθ'
ἡμέραν ἀμέλγεσθαι, ἵν' ἐν τῷ γάλακτι αὐτῶν λούηται· τήν τε γὰρ
ὥραν καὶ τὴν λαμπρότητα τοῦ σώματος λαμπρῶς ἐσπουδάκει, καὶ
διὰ τοῦτο οὐκ εὐπρεπῆ ποτε αὑτὴν ἐν κατόπτρῳ ἰδοῦσα ηὔξατο τε-
λευτῆσαι πρὶν παρηβῆσαι. καὶ οὕτω γε αὐτὴν ὁ Νέρων ἐπόθησεν
ὥστε μετὰτὸνθάνατον αὐτῆς τὰ μὲν πρῶτα γυναῖκά τινα
προσφερῆ οἱ μαθὼν οὖσαν μετεπέμψατο καὶ ἔσχεν, ἔπειτα καὶ
παῖδα ἀπελεύθερον, ὃν Σπόρον ὠνόμαζεν, ἐκτεμών, ἐπειδὴ καὶ
αὐτὸς τῇ Σαβίνῃ προσεῴκει, τά τε ἄλλα ὡς γυναικὶ αὐτῷ ἐχρῆτο
καὶ προϊόντος τοῦ χρόνου καὶ ἔγημεν αὐτόν, καίπερ Πυθαγόρᾳ
τινὶ ἐξελευθέρῳ γεγαμημένος, καὶ προῖκα αὐτῷ κατὰ συγγραφὴν
ἔνειμε, καὶ τοὺς γάμους σφῶν δημοσίᾳ οἵ τε ἄλλοι καὶ αὐτοὶ οἱ
Ῥωμαῖοι ἑώρτασαν. Xip172, 1 – 15 R. St., et (§ 2. 3) Exc. Val. 250a9
(p. 690).
γὰρ ὁ Τιριδάτης καὶ ἡλικίᾳ καὶ κάλλει καὶ γένει καὶ φρονήματι
ἤνθει, καὶ ἡ θεραπεία ἥ τε παρασκευὴ ἡ βασιλικὴ πᾶσα αὐτῷ
συνηκολούθει, τρισχίλιοί τε ἱππεῖς τῶν Πάρθων καὶ χωρὶς ἕτεροι
Ῥωμαίων συχνοὶ συνείποντο. καὶ αὐτοὺς αἵ τε πόλεις λαμπρῶς
κεκοσμημέναι καὶ οἱ δῆμοι πολλὰ καὶ χαρίεντα ἀναβοῶντες ὑπεδέ-
χοντο· τά τε ἐπιτήδεια πάντα προῖκα εἶχον, ὥστε εἴκοσι μυριάδας
τὸ ἡμερήσιον ἀνάλωμα τῷ δημοσίῳ λογισθῆναι. καὶ τοῦτο ἐπ' ἐν-
νέα μῆνας, οἷς ὡδοιπόρησαν, ὁμοίως ἐγένετο. ἵππευσε δὲ πανταχῇ
μέχρι τῆς Ἰταλίας, καὶ αὐτῷ καὶ γυνὴ συμπαρίππευε, κράνος χρυ-
σοῦν ἀντὶ καλύπτρας ἔχουσα, ὥστε μὴ ὁρᾶσθαι παρὰ τὰ πάτρια.
ἐν δὲ τῇ Ἰταλίᾳ ζεύγεσι πεμφθεῖσιν ὑπὸ τοῦ Νέρωνος ἐκομίσθη,
καὶ διὰ Πικεντῶν ἐς Νέαν πόλιν πρὸς αὐτὸν ἀφίκετο. οὐ μέντοι
καὶ τὸν ἀκινάκην, ὅτε προσῄει αὐτῷ, καταθέσθαι καίπερ κελευσθεὶς
ἠθέλησεν, ἀλλ' ἥλοις αὐτὸν τῷ κολεῷ προσέπηξε, καίτοι καὶ ἐς
γῆν τὸ γόνυ καθεὶς καὶ τὰς χεῖρας ἐπαλλάξας, δεσπότην τε αὐτὸν
ὀνομάσας καὶ προσκυνήσας.
Δίων Κάσσιος Ιστορία Ρωμαϊκή Book 79, Κεφ. 12, τμ. 2,1, γρ. 2
χρώμενος, ἀλλὰ καὶ ἐς τὸν ναὸν αὐτοῦ λέοντα καὶ πίθηκον καὶ
ὄφιν τινὰ ζῶντα ἐγκατακλείσας, αἰδοῖά τε ἀνθρώπου ἐμβαλών, καὶ
ἄλλ' ἄττα ἀνοσιουργῶν, περιάπτοις τέ τισι μυρίοις ἀεί ποτε χρώ-
μενος, – ἵνα ταῦτα παραδράμω, καὶ γυναῖκα, τὸ γελοιότατον,
Ἐλεγαβάλῳ ἐμνήστευσε καθάπερ καὶ γάμου παίδων τε δεομένῳ.
καὶ ἔδει γὰρ μήτε πενιχρὰν μήτε δυσγενῆ τινὰ εἶναι αὐτήν, τὴν
Οὐρανίαν τὴν τῶν Καρχηδονίων ἐπελέξατο, καὶ ἐκεῖθέν τε αὐτὴν
μετεπέμψατο καὶ ἐς τὸ παλάτιον καθίδρυσεν, ἔδνα τε αὐτῇ παρὰ
πάντων τῶν ὑπηκόων, ὥσπερ καὶ ἐπὶ τῶν ἑαυτοῦ γυναικῶν, ἤθροισε.
τὰ μὲν δὴ οὖν ἔδνα, ὅσα ἐδόθη ζῶντος αὐτοῦ, μετὰ ταῦτα εἰσε-
πράχθη· τὴν δὲ δὴ προῖκα οὐκ ἔφη κομίσασθαι, πλὴν δύο
λεόντων χρυσῶν, οἳ καὶ συνεχωνεύθησαν. Xip348, 21 – 349,
31 R. St.
ἀλλ' οὗτος ὁ Σαρδανάπαλλος, ὁ καὶ τοὺς θεοὺς γάμου νόμῳ
συνοικίζειν ἀξιῶν, ἀσελγέστατα αὐτὸς διεβίω. ἔγημε μὲν γὰρ πολ-
λὰς γυναῖκας, καὶ ἔτι πλείοσιν ἄνευ τινὸς νομίμου προσρήσεως
συνείργνυτο, οὐ μέντοι ὡς καὶ αὐτός τι αὐτῶν δεόμενος, ἀλλὰ ἵνα
τῇ συγκοιμήσει τῇ μετὰ τῶν ἐραστῶν τὰ ἔργα αὐτῶν μιμῆται
καὶκοινωνοὺς τῆς ὕβρεως, φύρδην ἀναφερόμενος αὐταῖς, λαμ-
βάνῃ. πολλὰ μὲν γὰρ καὶ ἄτοπα, ἃ μήτε λέγων μήτε ἀκούωνἂν
τις καρτερήσειεν, καὶ ἔδρασε τῷ σώματι καὶ ἔπαθε·
χρόνον ὃν προεκρίνετο, (οὐ γὰρ διὰ βίου τις ἐς τοῦτο προεχειρίζετο), καὶ
προέφερε τῶν ἄλλων τῷ ἀξιώματι, οὐ μὴν καὶ δυνάμει ἐχρῆτό τινι.
20. Χρόνον μὲν οὖν τινα εἰρήνην πρὸς ἀλλήλους καὶ πρὸς τοὺς
περιοίκους ἤγαγον· εἶτα λιμοῦ ἐπικρατήσαντος, ὥστε τινὰς καὶ ἐς τὸν
ποταμὸν ἑαυτοὺς ἐμβαλεῖν μὴ φέροντας τὸν λιμόν, ἐστασίασαν. οἱ μὲν
γὰρ τοὺς εὐπόρους ὡς περὶ τὸν σῖτον κακουργοῦντας ἐν αἰτίᾳ πεποίηντο,
οἱ δὲ τοὺς πένητας ὡς τὴν γῆν μὴ βουλομένους ἐργάζεσθαι. ἰδὼν δὲ
τοῦτο Σπούριος Μάλλιος, ἀνὴρ ἱππεὺς πλούσιος, τυραννίδι ἐπικεχείρηκε,
καὶ πόλεις συχναὶ πρὸς τοὺς Ῥωμαίους μεθίσταντο καὶ τῶν Λιβύων τινὲς
αὐτοῖς προσεχώρησαν πλέον ἢ διενοεῖτο ὁ Ἀσδρούβας κατέμεινεν. οἱ δὲ
Σκιπίωνες εἰς τὴν Ἰταλίαν εὐθὺς τοὺς προσχωρήσαντας ἔστειλαν, αὐτοὶ
δὲ τὰ ἐν τῇ Ἰβηρίᾳ καθίστων, καὶ τοὺς τῶν Ζακυνθίων ὑπηκόους τοὺς
καὶ τοῦ πολέμου καὶ τῆς συμφορᾶς αἰτίους αὐτοῖς γενομένους ἑλόντες τό
τε πόλισμα κατέσκαψαν καὶ τοὺς ἀνθρώπους ἐπώλησαν καὶ τὴν Ζάκυν-
164
κατεχομένους ὁμήρους προῖκα πάντας τοῖς οἰκείοις ἀπέδωκεν. ὅθεν πολλοὶ μὲν
δῆμοι, πολλοὶ δὲ καὶ δυνάσται αὐτῷ προσεχώρησαν, καὶ τὸ τῶν Κελτι-
βήρων ἔθνος πρὸς τοῖς λοιποῖς. παρθένον γὰρ ἐν τοῖς αἰχμαλώτοις λαβὼν
165
αὐτῷ λαμπροτάτη ἐγένετο. ἔπεμψε μὲν γὰρ καὶ τἄλλα ὅσα ἑαλώκει
πάντα, ἔπεμψε δὲ καὶ Βίθυν τὸν τοῦ Κότυος υἱόν, τόν τε Περσέα καὶ
τὴν γυναῖκα αὐτοῦ τούς τε παῖδας τρεῖς ὄντας ἐν τῷ τῶν αἰχμαλώτων
σχήματι. δείσας δὲ διὰ τὴν τῆς εὐτυχίας ὑπερβολὴν μή τι νεμεσήσῃ
αὐτοῖς τὸ δαιμόνιον, ηὔξατο καὶ οὗτος κατὰ τὸν Κάμιλλον μή τι κακὸν
τῇ πόλει ἐκ τούτων, ἀλλ' ἑαυτῷ, εἴ τι δέοι, γενήσεσθαι· καὶ δύο υἱεῖς,
τὸν μὲν πρὸ τοῦ θριάμβου μικρόν, τὸν δὲ ἐν αὐτῇ τῇ τῶν ἐπινικίων
ἀπέβαλεν ἑορτῇ. ἦν δὲ οὐ στρατηγῆσαι μόνον ἀγαθός, ἀλλὰ καὶ ὑπερ-
όπτης χρημάτων. τεκμήριον δέ· δεύτερον τότε ὑπατεύσας καὶ λαφύρων
ἀμυθήτων κρατήσας ἐν τοσαύτῃ πενίᾳ διεβίω ὥστε χαλεπῶς τῇ γυναικὶ
αὐτοῦ τὴν προῖκα τελευτήσαντος ἀποδοθῆναι.
μίας καὶ τόλμης. τέλος δὲ ὀψέ ποτε οἱ Ῥωμαῖοι ἐνίκησαν, καὶ πολ-
λοὺς μὲν ἐν τῇ μάχῃ καὶ πρὸς ταῖς ἁμάξαις τῇ τε ὕλῃ κατεφόνευσαν,
πολλοὺς δὲ καὶ ζῶντας εἷλον. συχνοὶ δ' οὖν καὶ διέφυγον, καὶ παρε-
σκευάζοντο μὲν ὡς καὶ αὖθις μαχούμενοι, ἀποθανούσης δὲ ἐν τούτῳ
τῆς Βουδουίκης νόσῳ ἐκείνην μὲν δεινῶς ἐπένθησαν καὶ πολυτελῶς
ἔθαψαν, αὐτοὶ δ' ὡς καὶ τότε ὄντως ἡττηθέντες διεσκεδάσθησαν.
καὶ τὰ μὲν Βρεττανικὰ ἐπὶ τοσοῦτον, ἐν δὲ τῇ Ῥώμῃ ὁ Νέρων Ὀκτα-
βίαν τὴν Αὔγουσταν ἀπεπέμψατο μὲν πρότερον διὰ Σαβῖναν τὴν
παλλακίδα ὕστερον δὲ καὶ ἀπέκτεινε, καίτοι τοῦ Βούρρου ἐναντιου-
μένου αὐτῷ καὶ κωλύοντος ἀποπέμψασθαι, καί ποτε εἰπόντος “οὐ-
κοῦν καὶ τὴν προῖκα αὐτῇ” τοῦτ' ἔστι τὴν ἡγεμονίαν “ἀπόδος.”
οὕτω γάρ πως ἐρρωμένως αὐτῇ ἐχρῆτο ὥστε ποτὲ δεύτερον ἐρωτη-
θεὶς ὑπ' αὐτοῦ γνώμην περὶ ὧν ἀπεφήνατο, εἶπεν ἄντικρυς ὅτι “περὶ
ὧν ἂν ἅπαξ τι εἴπω, μηκέτι μου αὖθις πύθῃ.” τοῦτον μὲν οὖν
φαρμάκῳ διώλεσε, Τιγελλῖνον δέ τινα Σωφρόνιον, ἀσελγείᾳ τε καὶ
μιαιφονίᾳ πάντας τοὺς καθ' ἑαυτὸν ἀνθρώπους ὑπεράραντα, σὺν
ἑτέρῳ τινὶ ἐπὶ τὴν τῶν δορυφόρων ἀρχὴν κατέστησε. πρὸς τοῦτον
καὶ τὸ τῆς Πυθιάδος ἀπόφθεγμα γενέσθαι λέγεται. ἐπεὶ γὰρ τῶν
περὶ τὴν Ὀκταουίαν ὄντων οἱ ἄλλοι πάντες πλὴν Πυθιάδος συνεπέ-
θεντο μετὰ τῆς Σαβίνης αὐτῇ, τῆς μέν, ὅτι ἐδυστύχει, καταφρονή-
σαντες, τὴν δέ, ὅτι ἴσχυε, κολακεύοντες,
τοῖς τε ἀγροῖς καὶ ταῖς οἰκίαις αὐτῶν ἡδέως ἐχρῆτο· ὅθεν καὶ εἰκό-
νας πολλοῖς μὲν ἀποθανοῦσι πολλοῖς δὲ καὶ ζῶσιν ἐς τὴν ἀγορὰν
170
ΤΥΡΡΗΝΟΣ
ΤΥΡΡΗΝΟΣ
175
ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΙΜΑ
ΤΥΡΡΗΝΟΣ.>
ΙΕΡΕΙΑ
ΠΡΟΙΚΙΖΟΜΕΝΗ Η ΙΜΑΤΙΟΠΩΛΙΣ
178
ΙΕΡΕΙΑ.>
ΠΡΟΙΚΙΖΟΜΕΝΗ Η ΙΜΑΤΙΟΠΩΛΙΣ.>
ΑΔΗΛΟΥ ΔΡΑΜΑΤΟΣ
EX INCERTA FABULA.
καὶ διὰ τοῦτ' αὐτὸν οὐδὲν εἰργάσατο δεινόν, ὅτε τὴν πόλιν κατε-
στρέψατο, ὡς μικρὸν ἔμπροσθεν ἐδηλώσαμεν. τοῦ δὲ Ὀροννᾶ πυθο-
μένου τί παρείη πρὸς τὸν δοῦλον ὁ δεσπότης, εἶπεν ὠνήσασθαι
παρ' αὐτοῦ τὴν ἅλω, ὅπως βωμὸν ἐν αὐτῇ κατασκευάσῃ τῷ θεῷ
καὶ ποιήσῃ θυσίαν. ὁ δὲ καὶ τὴν ἅλω εἶπε καὶ τὰ ἄροτρα καὶ
τοὺς βόας εἰς ὁλοκαύτωσιν χαρίζεσθαι καὶ τὸν θεὸν ἡδέως εὔχε-
σθαι τὴν θυσίαν προσέσθαι. ὁ δὲ βασιλεὺς ἀγαπᾶν μὲν αὐτὸν
τῆς ἁπλότητος καὶ τῆς μεγαλοψυχίας ἔλεγε καὶ δέχεσθαι τὴν χάριν,
τιμὴν δ' αὐτὸν ἠξίου λαμβάνειν πάντων· οὐ γὰρ εἶναι δίκαιον
προῖκα θυσίαν ἐπιτελεῖν. τοῦ δὲ Ὀροννᾶ φήσαντος ποιεῖν ὅ τι
βούλεται πεντήκοντα σίκλων ὠνεῖται παρ' αὐτοῦ τὴν ἅλω. καὶ
οἰκοδομήσας τὸν βωμὸν ἱερούργησε καὶ ὡλοκαύτωσε καὶ θυσίας
ἐπήνεγκεν εἰρηνικάς. καταπραΰνεται δὲ τούτοις τὸ θεῖον καὶ πάλιν
εὐμενὲς γίνεται. συνέβη δ' εἰς ἐκεῖνον ἀγαγεῖν τὸν τόπον Ἅβρα-
μον τὸν υἱὸν αὐτοῦ Ἴσακον ὥστε ὁλοκαυτῶσαι, καὶ μέλλοντος ἀπο-
σφάττεσθαι τοῦ παιδὸς κριὸν ἐξαίφνης ἀναφανῆναι παρεστῶτα τῷ
180
Flavius Josephus Hist., Antiquitates Judaicae Book 10, Κεφ. 241, γρ. 2
σημαινόμενον.
Ταῦτ' ἀκούσας καλεῖ τὸν Δανίηλον ὁ Βαλτασάρης καὶ δια-
λεχθεὶς ὡς πύθοιτο περὶ αὐτοῦ καὶ τῆς σοφίας, ὅτι θεῖον αὐτῷ
πνεῦμα συμπάρεστι καὶ μόνος ἐξευρεῖν ἱκανώτατος ἃ μὴ τοῖς ἄλ-
λοις εἰς ἐπίνοιαν ἔρχεται, φράζειν αὐτῷ τὰ γεγραμμένα καὶ τί
σημαίνει μηνύειν ἠξίου· τοῦτο γὰρ ποιήσαντι πορφύραν δώσειν
ἐνδεδύσθαι καὶ χρύσεον περὶ αὐχένα στρεπτὸν καὶ τὸ τρίτον τῆς
ἀρχῆς αὐτοῦ μέρος τιμὴν καὶ γέρας τῆς σοφίας, ὡς ἂν ἐξ αὐτῶν
ἐπισημότατος γένοιτο τοῖς ὁρῶσι καὶ τὴν αἰτίαν ἐφ' ᾗ τούτων ἔτυχε
πυνθανομένοις. Δανίηλος δὲ τὰς μὲν δωρεὰς αὐτὸν ἔχειν ἠξίου·
τὸ γὰρ σοφὸν καὶ θεῖον ἀδωροδόκητον εἶναι καὶ προῖκα τοὺς δεο-
μένους ὠφελεῖν, μηνύσειν δ' αὐτῷ τὰ γεγραμμένα σημαίνοντα κατα-
στροφὴν αὐτῷ τοῦ βίου, ὅτι μηδ' οἷς ὁ πρόγονος αὐτοῦ διὰ τὰς
εἰς θεὸν ὕβρεις ἐκολάσθη τούτοις ἔμαθεν εὐσεβεῖν καὶ μηδὲν ὑπὲρ
τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν μηχανᾶσθαι· ἀλλὰ καὶ Ναβουχοδονοσόρου
μεταστάντος εἰς δίαιταν θηρίων ἐφ' οἷς ἠσέβησε καὶ μετὰ πολλὰς
ἱκεσίας καὶ δεήσεις ἐλεηθέντος ἐπανελθεῖν εἰς τὸν ἀνθρώπινον βίον
καὶ τὴν βασιλείαν, καὶ διὰ ταῦτα τὸν θεὸν ὡς τὴν ἅπασαν ἔχοντα
δύναμιν καὶ προνοούμενον τῶν ἀνθρώπων μέχρις οὗ καὶ ἐτελεύ-
τησεν ὑμνοῦντος,
Flavius Josephus Hist., Antiquitates Judaicae Book 13, Κεφ. 385, γρ. 7
181
Flavius Josephus Hist., Antiquitates Judaicae Book 17, Κεφ. 11, γρ. 4
μάλιστα θεῷ κεχαρισμένος. δέησις δ' ἔστω πρὸς τὸν θεόν, οὐχ
ὅπως δῷ τἀγαθά, δέδωκεν γὰρ αὐτὸς ἑκὼν καὶ πᾶσιν εἰς μέσον
κατατέθεικεν, ἀλλ' ὅπως δέχεσθαι δυνώμεθα καὶ λαβόντες φυλάτ-
182
Flavius Josephus Hist., De bello Judaico libri vii Book 1, τμ. 483, γρ. 10
Flavius Josephus Hist., De bello Judaico libri vii Book 1, τμ. 553, γρ. 1
Achilles Tatius Scr. Erot., Leucippe et Clitophon Book 4, Κεφ. 4, τμ. 8, γρ. 4
ἐλέφαντος ἱππεὺς ὤν· καὶ κολακεύει καὶ φοβεῖται καὶ τῆς φωνῆς
αἴσθεται καὶ μαστίζοντος ἀνέχεται· ἡ δὲ μάστιξ αὐτῷ πέλεκυς σιδη-
ροῦς.
εἶδον δέ ποτε καὶ θέαμα καινόν. ἀνὴρ Ἕλλην ἐνέθηκε τὴν
κεφαλὴν κατὰ μέσην τοῦ θηρίου τὴν κεφαλήν· ὁ δὲ ἐλέφας ἐκεχήνει
καὶ περιήσθμαινε τὸν ἄνθρωπον ἐγκείμενον. ἀμφότερα οὖν ἐθαύμαζον,
καὶ τὸν ἄνθρωπον τῆς εὐτολμίας καὶ τὸν ἐλέφαντα τῆς φιλανθρωπίας.
ὁ δὲ ἄνθρωπος ἔλεγεν ὅτι καὶ μισθὸν εἴη δεδωκὼς τῷ θηρίῳ·
προσπνεῖν γὰρ αὐτῷ καὶ μόνον οὐκ ἀρωμάτων Ἰνδικῶν· εἶναι δὲ
καὶ κεφαλῆς νοσούσης φάρμακον. οἶδεν οὖν τὴν θεραπείαν ὁ ἐλέφας
καὶ προῖκα οὐκ ἀνοίγει τὸ στόμα, ἀλλ' ἔστιν ἰατρὸς ἀλαζὼν καὶ
τὸν μισθὸν πρῶτος αἰτεῖ. κἂν δῷς, πείθεται καὶ παρέχει τὴν χάριν
καὶ ἁπλοῖ τὴν γένυν καὶ τοσοῦτον ἐκδέχεται κεχηνώς, ὅσον ὁ ἄνθρω-
πος βούλεται. οἶδε γὰρ ὅτι πέπρακε τὴν ὀδμήν.”
“Καὶ πόθεν,” ἔφην, “οὕτως ἀμόρφῳ θηρίῳ τοσαύτη τις εὐω-
δίας ἡδονή;” “Ὅτι,” ἔφη Χαρμίδης, “τοιαύτην ποιεῖται καὶ τὴν
τροφήν. Ἰνδῶν γὰρ ἡ γῆ γείτων ἡλίου· πρῶτοι γὰρ ἀνατέλλοντα
τὸν θεὸν ὁρῶσιν Ἰνδοί, καὶ αὐτοῖς θερμότερον τὸ φῶς ἐπικάθηται,
καὶ τηρεῖ τὸ σῶμα τοῦ πυρὸς τὴν βαφήν.
Achilles Tatius Scr. Erot., Leucippe et Clitophon Book 5, Κεφ. 17, τμ. 7, γρ. 4
Achilles Tatius Scr. Erot., Leucippe et Clitophon Book 8, Κεφ. 8, τμ. 13, γρ. 5
Achilles Tatius Scr. Erot., Leucippe et Clitophon Book 8, Κεφ. 17, τμ. 3, γρ. 8
Achilles Tatius Scr. Erot., Leucippe et Clitophon Book 8, Κεφ. 18, τμ. 4, γρ. 1
Lysias Orat., Ὑπὲρ τῶν Ἀριστοφάνους χρημάτων, πρὸς τὸ δημόσιον Τμ. 9, γρ. 2
Lysias Orat., Ὑπὲρ τῶν Ἀριστοφάνους χρημάτων, πρὸς τὸ δημόσιον Τμ. 15, γρ. 2
Lysias Orat., Ὑπὲρ τῶν Ἀριστοφάνους χρημάτων, πρὸς τὸ δημόσιον Τμ. 32, γρ. 4
187
ἄκουσον –
{(Δα)} εὖ γε, δέσποθ', οὕτω πολλά [μοι
ἀγαθὰ γένοιτο.
{(Σω)} – καὶ σύ γ', ὁ λαλῶν πρ[ὶν μαθεῖν.
κόρην τιν' εἶδο[ν ἐνθαδί· τ]αύτης ἐρῶ.
εἰ τοῦτ' ἀδίκημ' ε̣[ἴρηκ]α̣ς, ἠδίκηκ' ἴσως.
τί γὰρ ἄν τις εἴποι; π[λὴν π]ορεύομ' ἐνθάδε
οὐχὶ πρὸς ἐκείνην, βούλομαι δ' αὐτῆς ἰδεῖν
τὸν πατέρ'. ἐγὼ γάρ, ὢν ἐλεύθερος, βίον
ἱκανὸν ἔχων, ἕτοιμός εἰμι λαμβάνειν
αὐτὴν ἄπροικον, πίστιν ἐπιθεὶς διατελεῖν
στέργων. ἐπὶ κακῶι δ' εἰ προσελήλυθ' ἐνθάδε
ἢ βουλόμενος ὑμῶντικακοτεχνεῖν λάθραι,
οὗτός μ' ὁ Πάν, μειράκιον, αἱ Νύμφαι θ' ἅμα
ἀπόπληκτον αὐτοῦ πλησίον τῆς οἰκίας
ἤδη ποήσειαν. τετάραγμ',εὖἴσθ' ὅτι,
οὐδὲ μετρίως, εἴ σοι τοιοῦτος φαίνομαι.
{Γο} ἀλλ' εἴ τι κἀγὼ τοῦ δέοντος σφοδρότερον
εἴρηκα, μηδὲν τοῦτο λυπείτω σ' ἔτι.
{[ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ]}
ἅνθρωπος οἶνον. αὐτὸ τοῦτ' ἐκπλήττομαι
ἔγωγ'. ὑπὲρδὲτοῦ μεθύσκεσθ' οὐ λέγω.
ἀπιστίαι γάρ ἐσθ' ὅμοιον τοῦτό γε,
εἰ καὶ βιάζεται κοτύλην τις τοὐβόλου
ὠνούμενος πίνειν ἑαυτόν.
{(ΧΑΙΡΕΣΤΡΑΤΟΣ)} τοῦτ' ἐγ̣[ὼ
προσέμενον· οὗτος ἐμπεσὼν διασκ̣[εδᾶι
τὸν ἔρωτα.
190
δεόμενοί μου.
{(Νι)} σοῦ δεόμενοι; δεῦρο δή.
{(Μο)} δήσεις μ' ἴσως;
{(Δη)} μηδαμῶς. ἔξω κόμιζε δεῦρο τὴν νύμφην.
{Νι} δοκεῖ;
{Δη} πάνυ μὲν οὖν.
{Μο} εἰ τοῦτ' ἐποίεις εὐθύς, οὐκ ἂν πράγματα
192
{(Κλ)} τί ποιεῖς;
{(Λα)} οὐθέν, ἀλλ' ὅμως ἔα
δὶς ἢ τρὶς ἀνακραγεῖν με, πρὸς τῆς Ἑστίας.
{(ΧΑΙΡΕΑΣ)}
οὐκ ἔς]τι, μὰ τὸν Ἥφαιστον, ἀλλ' οὐκ ἔ[στι μοι
ἀπολειπ]τέον δήπουθεν ἧς ἐρῶ πάλαι.
ἄλλως ἔ]δεισα.
{(Β)} σοὶ μὲν αὕτη, Χαιρέα.
σοὶ δ' ἐγγ]υῶ ταύτην, ἐμαυτοῦ θυγατέρα,
ὦ Μοσχί]ων, παίδων ἐπ' ἀρότωι γνησίων·
τὴν προῖκα δ' αὐτὸς οἶσθα.
{(ΜΟΣΧΙΩΝ)} νυνὶ μὲν [δύο
τάλαντ' ἐπιδίδως.
{(ΔΗΜΕΑΣ)}
καλῶς ποῶν; παιδ[ῶν ἐπ' ἀρότωι γνησίων]
δίδωμι τὴν ἐμὴν θυ̣γ̣[ατέρα σοι γαμεῖν]
καὶ δύο τάλαντα προῖκα [
–
μόνον ἀπόδοσ̣..δ...[
π̣άντας
ἀπὸ ταὐτομάτο̣υ̣
δεῖπνον ξένια̣ κ̣[αὶ
κ̣αλεῖς
ἄνδρες .......... πα[ῖδες ἐπικροτήσατε.]
ἡ δ' εὐπάτειρα φιλογέ̣[λως τε παρθένος]
Νίκη μεθ' ἡμῶν εὐ[μένης ἕποιτ' ἀεί.]
ΔΑΚΤΥΛΙΟΣ.>
ΔΑΚΤΥΛΙΟΣ
οἰκόσιτον νυμφίον
οὐδὲν δεόμενον προικὸς ἐξευρήκαμεν.
ἀνεμιαῖον ἐγένετο.
κ ἔχε>ι παρρησίαν>.
]οὓν9ς ἐλεεῖτ αυτορπσ[
]μεντι..τι[
]. φόβος θεοῦ. ἀ̣ρχὴ̣ μ⌊εγίστη τοῦ
φρονεῖν τ⌋ὰ γράμματα. ⌊ἀρ⌋χ̣ῆ̣ς ἁπ⌊άσης ἡγεμὼν ἔστω
λ⌋ό̣γ̣ο̣⌊ς⌋. ἀνδρὸς δικαίου ⌊κα⌋ρπὸ⌊ς οὐκ ἀπόλλυται.
ἀγα⌋θὰ προθύμως ⌊καὶ λά⌋λει ⌊καὶ μάνθανε. βίος βίου
198
ὁ μὲν οὖν ἀνὴρ τῇ γυναικὶ πρὸ τοῦ γῆμαι μνηστὴρ καὶ μνώ-
μενος, καὶ τὸ ἔργον μνηστεία καὶ μνηστεύσασθαι, καὶ μνηστὴ ἡ νύμφη,
ὡς Ὅμηρος (α 36) ‘γῆμ' ἄλοχον μνηστήν.’ τὴν δ' αὐτὴν καὶ
ἐγγυητὴν ἂν εἴποις, καὶ τὸ πρᾶγμα ἐγγύην καὶ τὸ ῥῆμα ἐγγυήσασθαι
καὶ ἐγγυῆσαι – Λυκοῦργος (frg 89 Tur) δὲ καὶ διεγγυᾶν τὸ ἐγ-
γυᾶν εἶπεν – καὶ τὸν γάμον ὑπέγγυον, ὥσπερ τὸν ἐναντίον
ἀνέγγυον. ὁ δὲ πενθερὸς ἐγγυᾷ, ἁρμόζει, ὅθεν τινὲς τῶν πα-
λαιῶν καὶ ἁρμοστὴν τὸν μνηστῆρα ἐκάλεσαν, ἐκδίδωσι· καὶ τὸ
πρᾶγμα ἔκδοσις, καὶ ἡ μὴ ἐκδοθεῖσα ἀνέκδοτος, καὶ τὸ συνεισενεγκεῖν
εἰς τὴν ἔκδοσιν συνεκδοῦναι. ἐπὶ δὲ τῷ γάμῳ ὁ μὲν τῇ κόρῃ
νυμφίος, ἡ δ' ἐκείνῳ νύμφη. καὶ ἡ μὲν σὺν προικὶ ἐπίπροικος, ἡ
δὲ ἀχρήματος ἄπροικος. λέγοις δ' ἂν προῖκα καὶ φερνὴν τὴν παρὰ
τῆς γυναικὸς δόσιν – Αἰσχίνης γὰρ ὁ ῥήτωρ (II 31) τὴν προῖκα
199
Chariton Scr. Erot., De Chaerea et Callirhoe Book 8, Κεφ. 8, τμ. 13, γρ. 1
λοιπὸν φίλον ὑμῖν ἐποίησα τὸν μέγαν βασιλέα, τὴν γυναῖκα δωρη-
σάμενος αὐτῷ καὶ Περσῶν τοῖς ἐντιμοτάτοις μητέρας τε καὶ ἀδελφὰς
καὶ γυναῖκας καὶ θυγατέρας πέμψας. αὐτὸς δὲ Ἕλληνας τοὺς
ἀρίστους Αἰγυπτίων τε τοὺς θέλοντας ἤγαγον ἐνθάδε. πλεύσεται
καὶ ἄλλος στόλος ἐξ Ἰωνίας ὑμέτερος· ἄξει δὲ αὐτὸν ὁ Ἑρμοκρά-
τους ἔκγονος.”
Εὐχαὶ παρὰ πάντων ἐπὶ τούτοις ἐπηκολούθησαν. καταπαύσας δὲ
τὴν βοὴν Χαιρέας εἶπεν “ἐγὼ καὶ Καλλιρόη χάριν ἔχομεν ἐφ' ὑμῶν
Πολυχάρμῳ τῷ φίλῳ· καὶ γὰρ εὔνοιαν ἐπεδείξατο καὶ πίστιν ἀληθε-
στάτην πρὸς ἡμᾶς· κἂν ὑμῖν δοκῇ, δῶμεν αὐτῷ γυναῖκα τὴν ἀδελφὴν
τὴν ἐμήν· προῖκα δὲ ἕξει μέρος τῶν λαφύρων.” ἐπευφήμησεν ὁ
δῆμος “ἀγαθῷ ἀνδρὶ Πολυχάρμῳ, φίλῳ πιστῷ, ὁ δῆμός σοι χάριν
209
Epictetus Phil., Dissertationes ab Arriano digestae Book 4, Κεφ. 10, τμ. 24, γρ. 2
βούλοιντ' ἄν, οὔτ' ἐγὼ βιάσασθαι δυναίμην. ἀλλ' ἴσως ἑκόντες ἑκόντι
παραδώσουσιν, μισθὸν τῆς προδοσίας ἀντιδιδόντες; ἀλλά γε ταῦτα
Comica Adespota (FCG), Frag.a comicorum anonymorum Play FCA, Frag. 289, γρ.
1
σθόμην τῆς νυκτὸς αὐτὸν ἐγρηγορότα καὶ προελθόντα ἔξω τῆς σκη-
νῆς. Οἱ κύνες, ἔφη, ὑλάκτουν, καὶ ἐξῆλθον ὀψόμενος. Οὐ σύ γε,
εἶπεν, ἀλλὰ περιεπάτεις ἀλύων. μὴ οὖν πλείω χρόνον ἐῶμεν ἀνιᾶ-
σθαι αὐτόν. καὶ περιβαλοῦσα ἐφίλησε τὴν μητέρα τῆς κόρης. ἡ
δὲ πρὸς τὸν ἄνδρα τὸν ἑαυτῆς, Ποιῶμεν, εἶπεν, ὡς θέλουσι. καὶ
ἔδοξε ταῦτα, καὶ εἶπον, Εἰς τρίτην ποιῶμεν τοὺς γάμους. παρ-
εκάλουν δὲ κἀμὲ προσμεῖναι τὴν ἡμέραν. κἀγὼ προσέμεινα οὐκ
ἀηδῶς, ἐνθυμούμενος ἅμα τῶν πλουσίων ὁποῖά ἐστι τά τε ἄλλα
καὶ τὰ περὶ τοὺς γάμους, προμνηστριῶν τε πέρι καὶ ἐξετάσεων
οὐσιῶν τε καὶ γένους, προικῶν τε καὶ ἕδνων καὶ ὑποσχέσεων καὶ
ἀπατῶν, ὁμολογιῶν τε καὶ συγγραφῶν, καὶ τελευταῖον πολλάκις ἐν
αὐτοῖς τοῖς γάμοις λοιδοριῶν καὶ ἀπεχθειῶν.
ἅπαντα δὴ τοῦτον τὸν λόγον διῆλθον οὐκ ἄλλως οὐδ' ὡς τάχ'
ἂν δόξαιμί τισιν, ἀδολεσχεῖν βουλόμενος, ἀλλ' οὗπερ ἐξ ἀρχῆς ὑπε-
θέμην βίου καὶ τῆς τῶν πενήτων διαγωγῆς παράδειγμα ἐκτιθείς,
ὃ αὐτὸς ἠπιστάμην, τῷ βουλομένῳ θεάσασθαι λόγων τε καὶ ἔργων
καὶ κοινωνιῶν τῶν πρὸς ἀλλήλους, εἴ τι τῶν πλουσίων ἐλαττοῦνται
διὰ τὴν πενίαν πρὸς τὸ ζῆν εὐσχημόνως καὶ κατὰ φύσιν ἢ τῷ
παντὶ πλέον ἔχουσιν. καὶ δῆτα καὶ τὸ τοῦ Εὐριπίδου σκοπῶν,
εἰ κατ' ἀλήθειαν ἀπόρως αὐτοῖς ἔχει τὰ πρὸς τοὺς ξένους
δεηθῆναι τοῦ Ἀχιλλέως καὶ πάντα ποιεῖν, ὅπως πείσῃ τὸν ἄνδρα.
καὶ ὃς ὑποτιμᾶται χρημάτων τὸ πρῶτον, ὥσπερ οἱ ἁλόντες τοῖς
δικαστηρίοις, ὅσα φησὶν ἀποτῖσαι δύνασθαι ἀντὶ τῆς ὕβρεωςκαὶ
τά τε ἄλλα καὶ ὅρκον ὑποδέχεται ὀμόσειν σφαγίων γενομένων περὶ
τῆς Βρισηίδος, ἦ μὴν αὐτῆς μηδὲ ἅψασθαι λαβών· ἀντὶ δὲ τοῦ
μόνον μεταγαγεῖν ἀπὸ σκηνῆς ἐπὶ σκηνὴν χρυσίον ἐπαγγέλλεται
δώσειν πολὺ καὶ ἵππους καὶ τρίποδας καὶ λέβητας καὶ γυναῖκας
καὶ πόλεις· τελευταῖον δέ, ὡς οὐκ ὂν ἱκανόν, τῶν θυγατέρων τριῶν
οὐσῶν ἣν ἂν βούληται συνοικιεῖν· ὅπερ οὐδεὶς πώποτε κατεκρίθη
παθεῖν, ἀντὶ θεραπαίνης, καὶ ταύτης αἰχμαλώτου, μηδὲν παθούσης,
[ἀναγκάσαι] συνοικίσαι τὴν θυγατέρα ἐπὶ προικὶ μεγάλῃ ἄνευ ἕδνων.
καίτοι τῆς δίκης ταύτης οὐδεμίαν ἴσμεν ἰδιωτικὴν δίκην πικρότερον
κριθεῖσαν. ἆρά σοι δοκεῖ πρὸς θεῶν ἀνυπεύθυνος ἄρχειν ὁ Ἀγα-
μέμνων τῶν Ἑλλήνων, ἀλλ' οὐ πάνυ ἀκριβεῖς ὑπέχειν εὐθύνας
ἁπάντων ὧν ἔπραττεν; περὶ μὲν δὴ τούτων αὐτοῦ τὸν λόγον
ἐάσωμεν, χθὲς ἱκανῶς εἰρημένον, ἐπ' ἄλλον δέ τινα ἴωμεν. { – } Μὴ
πρὸς θεῶν, ἀλλὰ πειράθητι πάντα εἰπεῖν ὅσα ἔχεις ὑπὲρ τοῦ
αὐτοῦ πράγματος, ὡς ἐγὼ μόλις ἀρτίως συνίημι τοῦ λόγου τὴν
ὑπόθεσιν. οἶμαι γάρ σε περὶ ἀρχῆς ἢ βασιλείας ἢ τοιοῦτόν τι
βούλεσθαι λέγειν.
τος ἐξετάζομαι.
Ἀλεξάνδρου γὰρ τοῦ βασιλέως βραχὺ πρὸ τῶν ἐνεστώτων λόγιον διὰ τοιαύτας τινὰς
αἰτίας.
Τῆς Ἀραβίας ἐν ταῖς καλουμέναις Ἄβαις ᾤκει τις Διόφαντος ὄνομα,
τὸ δὲ γένος Μακεδών. οὗτος ἐγχώριον Ἀραβίαν γυναῖκα γήμας ἐγέννησε
υἱὸν μὲν ὁμώνυμον ἑαυτῷ, θυγατέρα δὲ τὴν προσαγορευθεῖσαν Ἡραΐδα.
τὸν μὴν οὖν υἱὸν πρὸ τῆς ἀκμῆς ἐπεῖδε τελευτήσαντα, τὴν δὲ θυγατέρα
γάμου ἔχουσαν ὥραν προικί σας συγκατῴκισέ τινι ὄνομα Σαμιάδῃ. οὗτος
μὲν οὖν συμβιώσας τῇ γαμηθείσῃ χρόνον ἐνιαύσιον ἀπεδήμησε μακρὰν
ἀποδημίαν. τὴν δ' Ἡραΐδα φασὶν ἀρρωστίᾳ περιπεσεῖν παραδόξῳ καὶ
παντελῶς ἀπιστουμένῃ. φλεγμονὴν γὰρ ἰσχυρὰν γενέσθαι περὶ τὸ ἦτρον
αὐτῆς. ἐπὶ πλέον δὲ οἰδήσαντος τοῦ τόπου, ἔπειτα τῶν πυρετῶν μεγάλων
συνεπιγινομένων, καταδοξάσαι τοὺς ἰατροὺς ἕλκωσιν γεγονέναι περὶ τὸν
τράχηλον τῆς μήτρας. χρωμένων δὲ αὐτῶν θεραπείαις αἷς ὑπελάμβανον
καταστελεῖν τὰς φλεγμονάς, ἑβδομαίας δ' οὔσης ῥῆξιν ἐπιγενέσθαι τῆς
ἐπιφανείας, καὶ προπεσεῖν ἐκ τῶν τῆς Ἡραΐδος γυναικείων αἰδοῖον
ἀνδρεῖον ἔχον διδύμους προσκειμένους.
των ἐπειδὴ μὴ ἔμαθον ὅτε καιρὸς καὶ εὐχομένων τοῦτον ἐκαλλιλέκτει τὸν τρό-
πον· ἔλεγεν αὑτῶν κατηγορεῖν, ἀδυνάτῳ μηνύοντας εὐχῇ μετάνοιαν ἀργίας
ἀδιορθώτου.
Diogenes Laert. V 66: τούς τε βουλευομένους οὐκ ὀρθῶς δια-
πίπτειν ἔφασκε (sc. Λύκων) τῷ λογισμῷ, οἱονεὶ στρεβλῷ κανόνι βασανίζοντας
εὐθεῖαν φύσιν ἢ πρόσωπον ὕδατι κλυδαττομένῳ ἢ κατόπτρῳ διεστραμμένῳ.
Diogenes Laert. V 66: καὶ ἐπὶ μὲν τὸν ἐν τῇ ἀγορᾷ στέφανον
πολλοὺς ἀπιέναι, ἐπὶ δὲ τὸν Ὀλυμπίασιν ἢ ὀλίγους ἢ οὐδένα (sc. ἔλεγεν Λύκων).
Diogenes Laert. V 65 (cf. fr. 18): φησὶ γὰρ τοῦτον τὸν τρό-
πον ἐπὶ παρθένου πενιχρᾶς· “βαρὺ γὰρ φορτίον πατρὶ κόρη διὰ σπάνιν προι-
κὸς ἐκτρέχουσα τὸν ἀκμαῖον τῆς ἡλικίας καιρόν.”
Herodianus Περὶ κλίσεως ὀνομάτων II p. 716, 23 Lentz:
τὸ ἅλας τὸ οὐδετέρως λεγόμενον ἐν τῇ συνηθείᾳ σπανίως εὕρηται ἐν χρήσει.
εὕρηται δὲ παρὰ Λύκωνι τῷ Τρωαδεῖ οἷον· “τὸ ἅλας εὐῶδες ἢ δυσῶδες
ὀρύσσεται”. καὶ πάλιν· “ἁλάτων μέδιμνον”.
Suda E 2766: Ἐπίχαρμος Τιτύρου ἢ Χειμάρου καὶ Σικίδος,
Συρακούσιος ἢ ἐκ πόλεως Κραστοῦ τῶν Σικανῶν· ὃς εὗρε τὴν κωμῳδίαν ἐν
Συρακούσαις ἅμα Φόρμῳ. ἐδίδαξε δὲ δράματα νβʹ, ὡς δὲ Λύκων φησὶ λεʹ.
ἐγώ τοί σε δίκαιον μὲν νομίζω, σοφὸν δὲ οὐδ' ὁπωστιοῦν· δοκεῖς δέ μοι καὶ αὐτὸς
τοῦτο γιγνώσκειν· οὐδένα γοῦν τῆς συνουσίας ἀργύριον πράττει. καίτοι τό γε
ἱμάτιον ἢ τὴν οἰκίαν ἢ ἄλλο τι ὧν κέκτησαι νομίζων ἀργυρίου ἄξιον εἶναι οὐδενὶ
ἂν μὴ ὅτι προῖκα δοίης, ἀλλ' οὐδ' ἔλαττον τῆς ἀξίας λαβών. (12) δῆλον δὴ
ὅτι εἰ καὶ τὴν συνουσίαν ὤιου τινὸς ἀξίαν εἶναι, καὶ ταύτης ἂν οὐκ ἔλαττον τῆς
ἀξίας ἀργύριον ἐπράττου. δίκαιος μὲν οὖν ἂν εἴης, ὅτι οὐκ ἐξαπατᾶις ἐπὶ πλεο-
νεξίαι, σοφὸς δὲ οὐκ ἄν, μηδενός γε ἄξια ἐπιστάμενος. (13) ὁ δὲ Σωκράτης
πρὸς ταῦτα εἶπεν· Ὦ Ἀντιφῶν, παρ' ἡμῖν νομίζεται τὴν ὥραν καὶ τὴν σοφίαν
ὁμοίως μὲν καλόν, ὁμοίως δὲ αἰσχρὸν διατίθεσθαι εἶναι. τήν τε γὰρ ὥραν ἐὰν
μέν τις ἀργυρίου πωλῆι τῶι βουλομένωι, πόρνον αὐτὸν ἀποκαλοῦσιν, ἐὰν δέ τις,
ὃν ἂν γνῶι καλόν τε κἀγαθὸν ἐραστὴν ὄντα, τοῦτον φίλον ἑαυτῶι ποιῆται, σώ-
φρονα νομίζομεν· καὶ τὴν σοφίαν ὡσαύτως τοὺς μὲν ἀργυρίου τῶι βουλομένωι
πωλοῦντας σοφιστὰς ὥσπερ πόρνους ἀποκαλοῦσιν, ὅστις δέ, ὃν ἂν γνῶι εὐφυᾶ ὄντα,
διδάσκων, ὅ τι ἂν ἔχηι ἀγαθόν, φίλον ποιεῖται,
μεγαλίζομαιμεγαλύνομαι, μεγαλαυχῶ.
μέγαἐπὶ μὲν τοῦ ὀνοματικοῦ “μέγα μὲν κλέος,” ἐπὶ δὲ τοῦ με-
γάλως “Ζεύς με μέγα Κρονίδης.”
μέθυοἶνος.
μεθύουσαν ἀλοιφῇ,μεταφορικῶς, διάβροχον τῷ λίπει.
μεθήμωνμεθετικός, ἀμελής.
μειλίχιονπροσηνὲς ἢ προσηνῆ· εἴρηται δὲ ἡ λέξις κατὰ μετα-
φορὰν τὴν ἀπὸ τοῦ μέλιτος.
μελιηδέοςμελιτώδους, προσηνοῦς.
μείλιαμειλίγματα, χαρίσματα, οἷς ἀπομειλίσσονται. λέγει δὲ οὕ-
τως καὶ τὴν προῖκα, “ἐγὼ δ' ἐπὶ μείλια δώσω·” τὸ γὰρ ἐπί πρὸς
τὸ δώσω. ἔνιοι δὲ ἐπιμείλια συνθήκας ἤκουσαν.
μελάνυδροςἤτοι κυρίως ἢ πολύυδρος. χρὴ δὲ νοεῖν τὴν κα-
229
ΠΕΡΙ ΖΩΓΡΑΦΩΝ.
παρασκευάζω σοι τὴν πεῖναν; ἢ οὐχ ὁ πεινῶν ἥδιστα ἐσθίει καὶ ἥκιστα ὄψου
δεῖται; καὶ ὁ διψῶν ἥδιστα πίνει καὶ ἥκιστα τὸ μὴ παρὸν ποτὸν ἀναμένει; ἢ
πεινᾷ τις πλακοῦντα ἢ διψᾷ Χῖον; ἀλλ' οὐ ταῦτα διὰ τρυφὴν ζητοῦσιν ἄνθρωποι;
ἢ οἰκήσεις οὐ παρέχω σοι προῖκα, τὸν μὲν χειμῶνα τὰ βαλανεῖα, θέρους δὲ τὰ
ἱερά; ποῖον γάρ σοι τοιοῦτον οἰκητήριον, φησὶν ὁ Διογένης, τοῦ θέρους, οἷον ἐμοὶ
ὁ Παρθενὼν οὗτος, εὔπνους καὶ πολυτελής;’ εἰ ταῦτα λέγοι ἡ πενία, τί ἂν ἔχοις
ἀντειπεῖν; ἐγὼ μὲν γὰρἂνδοκῶ ἄφωνος γενέσθαι.
Clemens Romanus et Clementina Theol., Homiliae [Sp.] Homily 3, Κεφ. 23, τμ. 4,
γρ. 2
Clemens Romanus et Clementina Theol., Homiliae [Sp.] Homily 3, Κεφ. 31, τμ. 3,
γρ. 1
Clemens Romanus et Clementina Theol., Homiliae [Sp.] Homily 13, Κεφ. 18, τμ.
3, γρ. 4
σώφρων γένῃ· θελήσεις γὰρ σώφρων γενέσθαι, ἵνα γνώσῃ σεμνοῦ γάμου
τὸ τέλος – καὶ οὐκ ὀκνήσεις, εἰ ἀγαπᾷς, λέγω δὴ πατὴρ γενέσθαι, ἴδια
τέκνα φιλεῖν καὶ ὑπὸ ἰδίων φιλεῖσθαι τέκνων. ὁ σώφρονα γυναῖκα ἔχειν
θέλων καὶ αὐτὸς σωφρονεῖ, τὴν ὀφειλομένην εὐνὴν ἀποδίδωσιν, ταύτῃ
συνεστιᾶται, ταύτῃ σύνεστιν, σὺν αὐτῇ πρὸς τὸν σωφρονίζοντα ἔρχεται
λόγον, οὐ λυπεῖ, οὐκ εἰκῆ μάχεται, ἑαυτὸν μισητὸν οὐ ποιεῖ, ἃ δύναται
καλὰ παρέχει, ὧν μὴ ἔχει τῇ κολακείᾳ τὸ λεῖπον ἀποπληροῖ. ἡ σώφρων
γυνὴ κολακευθῆναι οὐκ ἀναμένει, κύριον τὸν ἄνδρα γνωρίζει, πενομένου
τὴν πενίαν φέρει, πεινῶντι συνπεινᾷ, ἀποδημοῦντι συναποδημεῖ, λυπού-
μενον παραμυθεῖται, κἂν προῖκα μείζονα ἔχῃ, ὡς μηδὲν ἔχουσα ὑπόκει-
ται. ὁ δὲ ἀνὴρ κἂν πένητα ἔχῃ γυναῖκα, μεγάλην προῖκα ἡγείσθω
αὐτῆς τὴν σωφροσύνην. ἡ σώφρων γυνὴ αὐταρκείᾳ βρωμάτων καὶ πο-
τῶν χρῆται, ἵνα μὴ λιπανθέντος τοῦ σώματος τῷ βάρει πρὸς ἐπιθυμίας
ἀνόμους κατασπάσῃ τὴν ψυχήν. ἀλλ' ἔτι μὴν σὺν νέοις οὐκ ἰδιάζει καὶ
τοὺς γέροντας ὑποπτεύει, γέλωτας ἀτάκτους ἀπωθεῖται, θεῷ μόνῳ
ἑαυτὴν ἀπονέμουσα οὐ σφάλλεται, σεμνοὺς λόγους ἀκούουσα ἥδεται,
τοὺς δὲ μὴ ἐπὶ σωφροσύνῃ λεγομένους ἀπωθεῖται. μάρτυς θεός,
πολλοὶ φόνοι μοιχεία μία· καὶ τὸ δεινὸν ὅτι τῶν φόνων αὐτῆς τὸ
φοβερὸν καὶ ἀσεβὲς οὐ βλέπεται. ὅτι αἵματος χυθέντος νεκρὸν κεῖ-
ται σῶμα καὶ τὸ τῆς συμφορᾶς δεινὸν πάντας ἐκπλήσσει, τῆς δὲ μοι
Clemens Romanus et Clementina Theol., Homiliae [Sp.] Homily 13, Κεφ. 18, τμ.
4, γρ. 1
ἀνόμους κατασπάσῃ τὴν ψυχήν. ἀλλ' ἔτι μὴν σὺν νέοις οὐκ ἰδιάζει καὶ
τοὺς γέροντας ὑποπτεύει, γέλωτας ἀτάκτους ἀπωθεῖται, θεῷ μόνῳ
ἑαυτὴν ἀπονέμουσα οὐ σφάλλεται, σεμνοὺς λόγους ἀκούουσα ἥδεται,
τοὺς δὲ μὴ ἐπὶ σωφροσύνῃ λεγομένους ἀπωθεῖται. μάρτυς θεός,
πολλοὶ φόνοι μοιχεία μία· καὶ τὸ δεινὸν ὅτι τῶν φόνων αὐτῆς τὸ
φοβερὸν καὶ ἀσεβὲς οὐ βλέπεται. ὅτι αἵματος χυθέντος νεκρὸν κεῖ-
ται σῶμα καὶ τὸ τῆς συμφορᾶς δεινὸν πάντας ἐκπλήσσει, τῆς δὲ μοι-
χείας οἱ τῆς ψυχῆς
Aelius Dionysius Attic., Ἀττικὰ ὀνόματα Alphabetic letter phi, entry 9, γρ. 1
Aelius Dionysius Attic., Ἀττικὰ ὀνόματα Alphabetic letter chi, entry 4, γρ. 2
χαλκιδίζειν(IV 648 M. = fr. ad. 1192 K.)· τὸ ῥωτακίζειν, ἐπεὶ αὐτοί τε καὶ
Ἐρετριεῖς δοκοῦσι τῷρκατακορεστέρως χρῆσθαι [καὶ] ἀντὶ τοῦστιθέντες.
χαλκοκρᾶς>· ὁ χαλκῷ κεκραμένος.
χαμᾶζεἀεὶπρο>περισπᾶται, τὸ δὲ χαμᾶθεν ὡς ἐπὶ πλεῖστον.
χαραδριός(Plat. Gorg. 494b)· ὄρνις τις, εἰς ὃν ἀποβλέψαντες, ὡς λόγος, οἱ
ἰκτεριῶντες ῥᾷον ἀπαλλάττονται. ὅθεν καὶ ἐγκρύπτουσιν αὐτὸν οἱ πιπράσκοντες, ἵνα
μὴ προῖκα
ὠφελῶνται οἱ κάμνοντες.
’καί μιν καλύπτει· μῶν χαραδριὸν περνᾷς;’
ὥς φησιν Ἱππῶναξ (fr. 48 D2).
χάραξ>· θηλυκῶς τὸ τῆς ἀμπέλου ὑπόστημα, ἀρσενικῶς τὸ χαράκωμα τοῦ στρατο-
πέδου.
235
Μητροκλεῖ.
θʹΠερὶ γάμου
των οὐδὲ μνείαν ποτὲ ἐπεποίητο; τετελεύτηκεν οὖν ἐν Πελοποννήσωι. (72) οὐδὲν
δὲ παράδοξον τάφον αὐτοῦ μὴ φαίνεσθαι· μηδὲ γὰρ ἄλλων πολλῶν.’ τοιαῦτά τινα
εἰπὼν ὁ Τίμαιος ἐπιφέρει· ‘ἀλλὰ διὰ παντός ἐστιν Ἡρακλείδης τοιοῦτος παραδοξο-
λόγος, καὶ ἐκ τῆς σελήνης πεπτωκέναι ἄνθρωπον λέγων’. Ἱππόβοτος δέ φησιν
ὅτι ἀνδριὰς ἐγκεκαλυμμένος Ἐμπεδοκλέους ἔκειτο πρότερον μὲν ἐν Ἀκράγαντι,
ὕστερον δὲ πρὸ τοῦ Ῥωμαίων βουλευτηρίου ἀκάλυφος, δηλονότι μεταθέντων αὐτὸν
ἐκεῖ Ῥωμαίων. γραπταὶ μὲν γὰρ εἰκόνες καὶ νῦν περιφέρονται. Νεάνθης δ' ὁ Κυζι-
κηνὸς ὁ καὶ περὶ τῶν Πυθαγορικῶν εἰπών φησι [FGrHist. 84 F 28 II 197] Μέτωνος
τελευτήσαντος τυραννίδος ἀρχὴν ὑποφύεσθαι· εἶτα τὸν Ἐμπεδοκλέα πεῖσαι τοὺς
Ἀκραγαντίνους παύσασθαι μὲν τῶν στάσεων, ἰσότητα δὲ πολιτικὴν ἀσκεῖν. (73) ἔτι
τε πολλὰς τῶν πολιτίδων ἀπροίκους ὑπαρχούσας αὐτὸν προικί σαι διὰ τὸν παρόντα
πλοῦτον· διὸ δὴ πορφύραν τε ἀναλαβεῖν αὐτὸν καὶ στρόφιον ἐπιθέσθαι χρυσοῦν,
ὡς Φαβωρῖνος ἐν Ἀπομνημονεύμασιν, ἔτι τ' ἐμβάδας χαλκᾶς καὶ στέμμα Δελφικόν.
κόμη τε ἦν αὐτῶι βαθεῖα καὶ παῖδες ἀκόλουθοι· καὶ αὐτὸς ἀεὶ σκυθρωπὸς ἐφ' ἑνὸς
σχήματος ἦν. τοιοῦτος δὴ προήιει, τῶν πολιτῶν ἐντυχόντων καὶ τοῦτο ἀξιωσάν-
των οἱονεὶ βασιλείας τινὸς παράσημον. ὕστερον δὲ διά τινα πανήγυριν πορευό-
μενον ἐπ' ἀμάξης ὡς εἰς Μεσσήνην πεσεῖν καὶ τὸν μηρὸν κλάσαι· νοσήσαντα δ' ἐκ
τούτου τελευτῆσαι ἐτῶν ἑπτὰ καὶ ἑβδομήκοντα. εἶναι δ' αὐτοῦ καὶ τάφον ἐν Με-
γάροις. (74) περὶ δὲ τῶν ἐτῶν Ἀριστοτέλης διαφέρεται· φησὶ γὰρ ἐκεῖνος ἑξή-
κοντα ἐτῶν αὐτὸν τελευτῆσαι. οἱ δὲ ἐννέα καὶ ἑκατόν [vgl. § 58]. ἤκμαζε δὲ κατὰ
τὴν τετάρτην καὶ ὀγδοηκοστὴν ὀλυμπιάδα [444/1]. Δημήτριος δ' ὁ Τροιζήνιος
δύο ὁδοὶ κατὰ ταὐτὸ τύχοιεν ἢ πλείους, ὥσπερ εἰσὶν † ἄπλατοι ὁδοί.
τὰςοὖν ἐπὶ τὰς ἐν ταῖς ὁδοῖς γεγονυίας φροντίδας [τὰς] ἐπὶ Δαρείου
συντάξεις εἰθισμένας εἰς τὰ ἱερὰ χαρίζομαι τοῖς θεοῖς, μάλιστα θεῷ Σαράπι
καὶ Διί. ἐπεὶ δὲ ἀξίως κατέναντι τῶν Κύρου γενεσίων τὰ ἐμὰ βούλεσθε
ἄγεσθαι, συντέταχα Μοσχύλῳ τῷ σατράπῃ, ἵνα καὶ ταῦτα καὶ τὰ Κύρου
γενέσια ἄγητε μετὰ εὐωχίας καὶ ἀγώνων· τοῦ δὲ ἀγωνισμοῦ θεωροὶ ἔστωσαν
Πέρσαι καὶ ἆθλα τεθήσεται Πέρσαις ὁποῖα χρῄζετε. βούλομαι δὲ τὴν
παρθένον τὴν στεφανουμένην, ἐὰν πολῖτις ᾖ ἡμετέρα, ἄχρι τέλους λαμβάνειν
εἰς τιμὴν ἐνιαυσιαίαν τὸ ἴσον τῷ στεφάνῳ καὶ μένειν αὐτὴν ἄχρι τέλους
ἱέρειαν· ἐὰν δὲ αὐτὴν ἡ φύσις καταλάβῃ καὶ γυναῖκα ποιήσῃ, δοθῆναι αὐτῇ
τὸ τίμημα εἰς λόγον προικός· τοῦτο † γὰρ δίκαιον καὶ τῇ παραλαμβανούσῃ
τὴν ἱερωσύνην. τὸ δὲ γυμνάσιον γενέσθω ἐν ἐπισήμῳ τόπῳ ὡς ἐν Πέλλῃ
τῇ πόλει· τὰς δὲ αἱρέσεις ἐγὼ αὐτὸς ποιήσομαι, ἄχρι περίειμι, μετὰ δὲ
τὴν ἐμὴν τελευτήν, οἷς καὶ τὴν χώραν τήνδε δέδωκα δυνάσταις. δοθήσεται
δὲ ἅρματι πολεμιστηρίῳ φιάλη χρυσᾶ ἔχουσα † οἴκου στατῆρα καὶ ἄλλαι
ἐνάργυροι εʹ, ἑκάστη χωροῦσα μέτρον, ἀφ' οὗ δυνήσεται ἄνθρωπος σώφρων
μεθυσθῆναι· ἵππῳ πολεμιστῇ φιάλη ἰσόσταθμος καὶστολὴΠερσικὴ ...
εἰς τὸ Ἀλεξανδρινὸν δεῖπνον διὰ βίου. ὃς δ' ἂν λαχὼν νικήσῃ κατὰ τὸν
Περσῶν νόμον, στέφανον ἕξει χρυσοῦν .. † ἀρτὴρ ἡ στολὴ Περσικὴ λιτὴ καὶ
237
ζώνη χρυσῆ καὶ φιάλαι δύο ἀνὰ στατῆρας ροʹ. καὶ τὰς † ἐπινείας ἐξέστω
εἰς τὸ Ἀλεξανδρινὸν ἱερὸν † ζητεῖσθαι σατράπας πάντας τοὺς ἐμοὺς ὄντας
Ιστορία Μ. Αλεξάνδρου. , Recensio E (cod. Eton College 163) Κεφ. 124, τμ. 2, γρ.
3
Μακεδονίαν εἰς τὴν μητέρα του. Καὶ ὅρισε νὰ φέρουν τὴν μητέρα
του τὴν Ὀλυμπιάδαν εἰς τὸν Ἀλέξανδρον εἰς τὴν Αἴγυπτον εἰς
δυμός φησιν ἀντὶ τοῦ ἐὰν ιϛʹ ἐτῶν γένωνται· τὸ γὰρ ἡβῆσαι μέχρι
ιδʹ ἔστιν. ἀλλ' οἱ ἔφηβοι παρ' Ἀθηναίοις ὀκτωκαιδεκαετεῖς γίνονται,
καὶ μένουσιν ἐν τοῖς ἐφήβοις ἔτη βʹ, ἔπειτα τῷ ληξιαρχικῷ ἐγγρά-
φονται γραμματείῳ, καθά φησιν Ὑπερείδης ἐν τῷ πρὸς Χάρητα
ἐπιτροπικῷ· “ἐπεὶ δὲ ἐνεγράφην ἐγὼ καὶ ὁ νόμος ἀπέδωκε τὴν κομιδὴν
“τῶν καταλειφθέντων τῇ μητρὶ, ὃς κελεύει κυρίους εἶναι τῆς ἐπι-
“κλήρου καὶ τῆς οὐσίας ἁπάσης τοὺς παῖδας, ἐπειδὰν ἐπιδιετὲς
“ἡβῶσιν.”
Ἐπίδικος καὶ 8ἐπίκληρος καὶ ἐπίπροικος καὶ ἐπικληρῖτις:
ἐπίκληρος μέν ἐστιν ἡ ἐπὶ παντὶ τῷ κλήρῳ ὀρφανὴ καταλελειμμένη,
μὴ ὄντος αὐτῇ ἀδελφοῦ (ἡ δὲ αὐτὴ καὶ ἐπικληρῖτις)· ἐπίπροικος δὲ ἡ
ἐπὶ μέρει τινὶ τοῦ κλήρου ὥστε προῖκα ἔχειν, ἀδελφῶν αὐτῇ ὄντων·
ἐπίδικος δὲ ἡ ἀμφισβητουμένη ἐπίκληρος ὅτῳ χρὴ αὐτὴν γαμηθῆναι.
ταῦτα δὲ δηλοῦσιν Ἰσαῖος ἐν τῷ πρὸς Σάτυρον ὑπὲρ ἐπικλήρου καὶ
Δείναρχος ἐν τῷ ἐπιγραφομένῳ “διαμαρτυρία περὶ τοῦ μὴ ἐπίδικον
“εἶναι τὴν Ἀριστοφῶντος θυγατέρα·” ἐν δὲ τούτῳ τῷ λόγῳ δείκνυται
καὶ ὅτι τὰς ἀπορουμένας κόρας ἐξεδίδοσαν οἱ ἄγχιστα γένους πέντε
μνᾶς ἐπιδιδόντες. ὁ δὲ Ἰσαῖος ἐν τῷ πρὸς Λυσίβιον τὴν ἐπίκληρον
ἐπικληρῖτιν κέκληκεν.
δυμός φησιν ἀντὶ τοῦ ἐὰν ιϛʹ ἐτῶν γένωνται· τὸ γὰρ ἡβῆσαι μέχρι
ιδʹ ἔστιν. ἀλλ' οἱ ἔφηβοι παρ' Ἀθηναίοις ὀκτωκαιδεκαετεῖς γίνονται,
καὶ μένουσιν ἐν τοῖς ἐφήβοις ἔτη βʹ, ἔπειτα τῷ ληξιαρχικῷ ἐγγρά-
φονται γραμματείῳ, καθά φησιν Ὑπερείδης ἐν τῷ πρὸς Χάρητα
ἐπιτροπικῷ· “ἐπεὶ δὲ ἐνεγράφην ἐγὼ καὶ ὁ νόμος ἀπέδωκε τὴν κομιδὴν
“τῶν καταλειφθέντων τῇ μητρὶ, ὃς κελεύει κυρίους εἶναι τῆς ἐπι-
“κλήρου καὶ τῆς οὐσίας ἁπάσης τοὺς παῖδας, ἐπειδὰν ἐπιδιετὲς
“ἡβῶσιν.”
Ἐπίδικος καὶ 8ἐπίκληρος καὶ 8ἐπίπροικος καὶ 8ἐπικληρῖτις:
ἐπίκληρος μέν ἐστιν ἡ ἐπὶ παντὶ τῷ κλήρῳ ὀρφανὴ καταλελειμμένη,
μὴ ὄντος αὐτῇ ἀδελφοῦ (ἡ δὲ αὐτὴ καὶ ἐπικληρῖτις)· ἐπίπροικος δὲ ἡ
ἐπὶ μέρει τινὶ τοῦ κλήρου ὥστε προῖκα ἔχειν, ἀδελφῶν αὐτῇ ὄντων·
ἐπίδικος δὲ ἡ ἀμφισβητουμένη ἐπίκληρος ὅτῳ χρὴ αὐτὴν γαμηθῆναι.
ταῦτα δὲ δηλοῦσιν Ἰσαῖος ἐν τῷ πρὸς Σάτυρον ὑπὲρ ἐπικλήρου καὶ
Δείναρχος ἐν τῷ ἐπιγραφομένῳ “διαμαρτυρία περὶ τοῦ μὴ ἐπίδικον
“εἶναι τὴν Ἀριστοφῶντος θυγατέρα·” ἐν δὲ τούτῳ τῷ λόγῳ δείκνυται
καὶ ὅτι τὰς ἀπορουμένας κόρας ἐξεδίδοσαν οἱ ἄγχιστα γένους πέντε
μνᾶς ἐπιδιδόντες. ὁ δὲ Ἰσαῖος ἐν τῷ πρὸς Λυσίβιον τὴν ἐπίκληρον
ἐπικληρῖτιν κέκληκεν.
Ἐπὶ Θρασύλλωι: Δημοσθένης ἐν τῇ πρὸς Πανταίνετον παρα-
γραφῇ φησὶ “τὸ ἐπὶ Θρασύλλῳ.” Ἀττικὸν ἔθος ἀντὶ τοῦ ἐπὶ τῷ
ὄντων, ὥστε μὴ ῥᾷστον εἶναι συμφρονοῦσί γε ἀνδρὶ καὶ γυναικὶ καὶ κοινῇ
φέρειν αὐτὸ βουλομένοις. βαρὺ δέ ἐστιν ὡς ἀληθῶς ἀφροσύνη καὶ δύσοι-
στον τοῖς αὐτὴν κεκτημένοις, ὑφ' ἧς δὴ καὶ τὰ φύσει κοῦφα γίνεται βαρέα,
242
τά τε ἄλλα καὶ γυνή. τῷ ὄντι γὰρ καὶ συχνοῖς [γὰρ] δή τισιν ἀφόρητος ἐγένετο
ὁ γάμος, ἀλλ' οὐχὶ παρ' ἑαυτοῦ οὐδὲ τῷ φύσει τοιάνδε τὴν μετὰ γυναικὸς
εἶναι κοινωνίαν· ἀλλ' ὅταν γαμῶμεν ἃς μὴ δεῖ, μετὰ τοῦ καὶ αὐτοὶ παντά-
πασιν ἀπειροβίως διακεῖσθαι καὶ ἀπαρασκεύως ἔχειν πρὸς τὸ ἀγαγεῖν ὡς χρὴ
τὴν ἐλευθέραν ἄγεσθαι, τὸ τηνικαῦτα συμβαίνει χαλεπὴν καὶ ἀφόρητον γίνε-
σθαι τὴν κοινωνίαν. ἀμέλει καὶ ταύτῃ χωρεῖ τοῖς πολλοῖς ὁ γάμος. οὐ γὰρ
ἐπὶ παίδων γενέσει καὶ βίου κοινωνίᾳ ἄγονται γυναῖκας, ἀλλ' οἳ μὲν διὰ προι-
κὸς ὄγκον, οἳ δὲ δι' ἐξοχὴν μορφῆς, οἳ δὲ δι' ἄλλας τινὰς τοιουτοτρόπους
αἰτίας, αἷς χρώμενοι κακοῖς συμβούλοις, οὐδὲν περὶ τῆς διαθέσεως καὶ τοῦ
ἤθους τῆς νύμφης πολυπραγμονήσαντες, ὄλεθρον αὑτῶν θύουσι τὸν γάμον,
καὶ θύραις κατεστεμμέναις τύραννον ἀντὶ γυναικὸς ἐπεισάγουσιν ἑαυτοῖς, καὶ
ταῦτα μηδὲ ἐφ' ὁποσονοῦν ἀνταρκέσαι δυνάμενοι καὶ τὴν περὶ τῶν πρωτείων
ἅμιλλαν ἀγωνίσασθαι. φανερὸν οὖν ὡς οὐ δι' αὑτὸν, ἀλλὰ διὰ ταῦτα πολλοῖς
βαρὺς καὶ ἀφόρητος ὁ γάμος γίνεται. χρὴ δ' οὔτ' ἀναίτια, φησίν (Hom. Od. υ 135),
αἰτιᾶσθαι οὔτ' ἔγκλημα πραγμάτων ποιεῖσθαι τὴν αὑτῶν ἀσθένειαν καὶ περὶ τὴν
χρῆσιν αὐτῶνἄγνοιαν>· ἐπεί τοι καὶ ἀλόγιστον ἄλλως πανταχόθεν μὲν ἀφορ-
μὰς ζητεῖν φιλιῶν καί τινας προσποιεῖσθαι φίλους καὶ ἑταίρους οἷον συμμάχους
ἐσομένους πρὸς τὰ τοῦ βίου δυσχερῆ, τὴν δὲ καὶ παρὰ τῆς φύσεως καὶ παρὰ
LIBER SECUNDUS.
Pausanias Attic., Ἀττικῶν ὀνομάτων συναγωγή Alphabetic letter epsilon, entry 49,
γρ. 6
θέρων καὶ ἀστῶν – οὐκ ἐπισκεπάζων τοὺς βραχίονας. οἱ δὲ νεώτεροι καὶ θοιμάτιον
ἐξωμίδα τὸ
μικρὸν καὶ εὐτελές.
ἐπακτρίδες>· αἱ ἁλιάδες. ἐπακτρεῖς γὰρ οἱ κυνηγοί.
ἐπακτροκέλης>· πλοῖον λῃστρικὸν μεταξὺ ἐπακτρίδος καὶ κέλητος· ἅπερ καὶ
αὐτὰ πλοιάριά ἐστιν.
ἐπαύλια>· ἡ δευτέρα τῶν γάμων ἡμέρα οὕτω καλεῖται, καθόσον ἐν τῇ τοῦ
νυμφίου οἰκίᾳ ἡ νύμφη τότετὸπρῶτον ἐπηύλισται. καλεῖται δ' ἐπαύλια καὶ τὰ μετὰ τὴν
ἐχομένην
ἡμέραν τῶν γάμων δῶρα παρὰ τοῦ τῆς νύμφης πατρὸς φερόμενα τῷ νυμφίῳ καὶ τῇ
νύμφῃ ἐν πομπῆς
σχήματι. παῖς γὰρ ἡγεῖται χλανίδα λευκὴν ἔχων καὶ λαμπάδα καιομένην, ἔπειτα μετὰ
τοῦτον κανη-
φόρος, εἶθ' αἱ λοιπαὶ ἀκολουθοῦσιν ἐφεξῆς φέρουσαι χρυσία, λεκανίδας, σμήγματα,
φορεῖα, κτένας,
κοίτας, ἀλαβάστρους, σανδάλια, θήκας, μυράλειπτρα· ἐνίοτε δὲ καὶ τὴν προῖκα ἅμα
τῷ νυμφίῳ φέρουσιν.
ἐπικωπητήρ>· ὁ τροπωτὴρ ἱμάς.
ἐπὶ Λειψυδρίῳ μάχη>· χωρίον ὑπὲρ τῆς Πάρνηθος, ὃ ἐτείχισαν οἱ φυγάδες τῶν
τυράννων, ὧν οἱ Ἀλκμαιονίδαι προειστήκεσαν. ἐκπολιορκηθέντων δ' αὐτῶν ὑπὸ τῶν
περὶ Πεισί-
πολλάκις μὲν καὶ ἄλλοτε δημοσίαι ἀφίκετο, ἀτὰρ τὰ τελευταῖα ἔναγχος ἀφικό-
μενος δημοσίαι ἐκ Κέω λέγων τ' ἐν τῆι βουλῆι πάνυ ηὐδοκίμησεν καὶ ἰδίαι ἐπιδείξεις
ποιούμενος καὶ τοῖς νέοις συνὼν χρήματα ἔλαβεν θαυμαστὰ ὅσα.
– Theaet. 151 B ἐνίοις δέ, ὦ Θεαίτητε, οἳ ἄν μοι μὴ δόξωσί πως ἐγκύ-
μονες εἶναι, γνοὺς ὅτι οὐδὲν ἐμοῦ δέονται, πάνυ εὐμενῶς προμνῶμαι καί, σὺν θεῶι
εἰπεῖν, πάνυ ἱκανῶς τοπάζω οἷς ἂν συγγενόμενοι ὄναιντο· ὧν πολλοὺς μὲν δὴ
ἐξέδωκα Προδίκωι, πολλοὺς δὲ ἄλλοις σοφοῖς τε καὶ θεσπεσίοις ἀνδράσι.
– Apol. 19 E ἐπεὶ καὶ τοῦτό γέ μοι δοκεῖ καλὸν εἶναι, εἴ τις οἷός τ' εἴη
παιδεύειν ἀνθρώπους ὥσπερ Γοργίας τε ὁ Λεοντῖνος καὶ Π. ὁ Κεῖος καὶ Ἱππίας ὁ
Ἠλεῖος. τούτων γὰρ ἕκαστος, ὦ ἄνδρες, [οἷός τ' ἐστὶν] ἰὼν εἰς ἑκάστην τῶν πό-
λεων τοὺς νέους, οἷς ἔξεστι τῶν ἑαυτῶν πολιτῶν προῖκα συνεῖναι ὧι ἂν βούλων-
ται, τούτους πείθουσιν τὰς ἐκείνων συνουσίας ἀπολιπόντας σφίσιν ξυνεῖναι χρή-
ματα διδόντας καὶ χάριν προσειδέναι.
XENOPSymp. 4, 62 οἶδα μέν, ἔφη, σὲ [Antisthenes] Καλλίαν του-
τονὶ προαγωγεύσαντα τῶι σοφῶι Προδίκωι, ὅτε ἑώρας τοῦτον μὲν φιλοσοφίας
ἐρῶντα, ἐκεῖνον δὲ χρημάτων δεόμενον.
ATHEN. V 220 B ὁ δὲ Καλλίας αὐτοῦ
περιέχει τὴν τοῦ Καλλίου πρὸς τὸν πατέρα διαφορὰν καὶ τὴν
Προδίκου καὶ Ἀναξαγόρου τῶν σοφιστῶν διαμώκησιν. λέγει γάρ, ὡς ὁ μὲν Π.
Θηραμένην μαθητὴν ἀπετέλεσεν, ὁ δ' ἕτερος Φιλόξενον τὸν Ἐρύξιδος καὶ Ἀριφράδην
τὸν ἀδελφὸν Ἀριγνώτου τοῦ κιθαρωιδοῦ, θέλων ἀπὸ τῆς τῶν δηλωθέντων μο
ἀνθρώπων καὶ τοῖς ἐπισταμένοις, ὅπου δεῖ χρῆσθαι τοῖς χρήμασι, τούτοις μὲν
ἀγαθόν, τοῖς δὲ μοχθηροῖς καὶ ἀνεπιστήμοσι κακόν. ἔχει δ', ἔφη, καὶ τἆλλα πρά-
γματα οὕτω πάντα· ὁποῖοι γὰρ ἄν τινες ὦσιν οἱ χρώμενοι, τοιαῦτα καὶ τὰ πρά-
γματα αὐτοῖς ἀνάγκη εἶναι.
[PLATO] Axiochos 366 B ff. Ἀξίοχε, σύ γε οὐκ ἔτυμά
μοι μαρτυρεῖς, οἴει δὲ καθάπερ Ἀθηναίων ἡ πληθύς, ἐπειδὴ ζητητικός εἰμι τῶν
πραγμάτων, ἐπιστήμονά του εἶναί με. ἐγὼ δὲ εὐξαίμην ἂν τὰ κοινὰ ταῦτα
εἰδέναι· τοσοῦτον ἀποδέω τῶν περιττῶν. (c) καὶ ταῦτα δέ, ἃ λέγω, Προδίκου
ἐστὶ τοῦ σοφοῦ ἀπηχήματα, τὰ μὲν διμοίρου ἐωνημένα τὰ δὲ δυοῖν δραχμαῖν τὰ δὲ
τετραδράχμου. προῖκα γὰρ ἁνὴρ οὗτος οὐδένα διδάσκει· διὰ παντὸς δὲ ἔθος ἐστὶν
αὐτῶι φωνεῖν τὸ Ἐπιχάρμειον [23 B 30]· ‘ἁ δὲ χεὶρ τὰν χεῖρα νίζει, δός τι καὶ
λάβοις τί κα’. πρώιην γοῦν παρὰ Καλλίαι τῶι Ἱππονίκου ποιούμενος ἐπίδειξιν
τοσάδε τοῦ ζῆν κατεῖπεν, ὥστε ἔγωγε μὲν παρὰ ἀκαρῆ διέγραψα τὸν βίον καὶ ἐξ
ἐκείνου θανατᾶι μου ἡ ψυχή, Ἀξίοχε.
μενος δὲ καὶ τὸν Ξέρξην οἰκίαι τε καὶ δώροις τὴν ξυνουσίαν τῶν μάγων τῶι παιδὶ
παρ' αὐτοῦ εὕρετο. οὐ γὰρ παιδεύουσι τοὺς μὴ Πέρσας Πέρσαι μάγοι, ἢν μὴ ὁ
βασιλεὺς ἐφῆι. (2) τὸ δὲ ἀπορεῖν φάσκειν, εἴτε εἰσὶ θεοὶ εἴτε οὐκ εἰσί, δοκεῖ μοι
Π. ἐκ τῆς Περσικῆς παιδεύσεως παρανομῆσαι· μάγοι γὰρ ἐπιθειάζουσι μὲν οἷς
ἀφανῶς δρῶσι, τὴν δὲ ἐκ φανεροῦ δόξαν τοῦ θείου καταλύουσιν οὐ βουλόμενοι
δοκεῖν παρ' αὐτοῦ δύνασθαι. (3) διὰ μὲν δὴ τοῦτο πάσης γῆς ὑπὸ Ἀθηναίων
ἠλάθη ὡς μέν τινες, κριθείς, ὡς δὲ ἐνίοις δοκεῖ, ψήφου ἐπενεχθείσης μὴ κριθέντι.
νήσους δὲ ἐξ ἠπείρων ἀμείβων καὶ τὰς Ἀθηναίων τριήρεις φυλαττόμενος πάσαις
θαλάτταις ἐνεσπαρμένας κατέδυ πλέων ἐν ἀκατίωι μικρῶι. (4) τὸ δὲ μισθοῦ
διαλέγεσθαι πρῶτος εὗρε, πρῶτος δὲ παρέδωκεν Ἕλλησι, πρᾶγμα οὐ μεμπτόν·
ἃ γὰρ σὺν δαπάνηι σπουδάζομεν, μᾶλλον ἀσπαζόμεθα τῶν προῖκα. γνοὺς δὲ
τὸν Πρωταγόραν ὁ Πλάτων σεμνῶς μὲν ἑρμηνεύοντα, ἐνυπτιάζοντα δὲ τῆι σεμνό-
τητι καί που καὶ μακρολογώτερον τοῦ συμμέτρου, τὴν ἰδέαν αὐτοῦ μύθωι μακρῶι
ἐχαρακτήρισεν [C 1].
HESYCOnomatol. bei Schol. Plat. de rep. 600C Π. Ἀρτέμωνος Ἀβ-
δηρίτης. οὗτος φορτοβαστάκτης ἦν, ἐντυχὼν δὲ Δημοκρίτωι ἐφιλοσόφησε καὶ ἐπὶ
ῥητορείαν ἔσχε. καὶ πρῶτος λόγους ἐριστικοὺς εὗρε καὶ μισθὸν ἔπραξε τοὺς μαθητὰς
μνᾶςρ>. διὸ καὶ ἐπεκλήθη Λόγος. τούτου μαθητὴς Ἰσοκράτης ὁ ῥήτωρ καὶ Πρό-
δικος ὁ Κεῖος. ἐκαύθη δὲ τὰ τούτου βιβλία ὑπ' Ἀθηναίων. εἶπε γάρ·‘περὶ θεῶν
οὐκ ἔχω εἰδέναι οὔτε ὡς εἰσὶν οὔτε ὡς οὐκ εἰσίν’[B 4]. ἔγραψε δὲ εἰς
αὐτὸν ὁ Πλάτων διάλογον. πλέοντος δὲ αὐτοῦ εἰς Σικελίαν ἐτελεύτησε ναυαγήσας
ἂνεἴποι πρὸς τὸν ἐγκαλοῦντα ‘τί μοι μάχῃ; μὴ καλοῦ τινος δι'
ἐμὲ στερίσκῃ; μὴ σωφροσύνης; μὴ δικαιοσύνης;μὴἀνδρείας;
ἀλλὰ μὴ τῶν ἀναγκαίων ἐνδεὴς εἶ; ἢ οὐ μεσταὶ μὲν αἱ ὁδοὶ
λαχάνων, πλήρεις δὲ αἱ κρῆναι ὕδατος; οὐκ εὐνάς σοι τοσαύτας
παρέχω ὁπόση γῆ; καὶ στρωμνὰς φύλλα; ἢ εὐφραίνεσθαι μετ' ἐμοῦ
οὐκ ἔστιν; ἢ οὐχ ὁρᾷς γρᾴδια φυστὴν φαγόντα τερετίζοντα; ἢ οὐκ
ὄψον ἀδάπανον καὶ ἀτρύφερον παρασκευάζω σοι τὴν πεῖναν; ἢ οὐχ
ὁ πεινῶν ἥδιστα ἐσθίει καὶ ἥκιστα ὄψου δεῖται; καὶ ὁ διψῶν ἥδιστα
πίνει καὶ ἥκιστα τὸ μὴ παρὸν ποτὸν ἀναμένει; ἢ πεινᾷ τις πλα-
κοῦντα ἢ διψᾷ Χῖον; ἀλλ' οὐ ταῦτα διὰ τρυφὴν ζητοῦσιν ἄνθρω-
ποι; ἢ οἰκήσεις οὐ παρέχω σοι προῖκα, τὸν μὲν χειμῶνα τὰ βαλα-
νεῖα, θέρους δὲ τὰ ἱερά; ποῖον γάρ σοι τοιοῦτον οἰκητήριον, φησὶν
ὁ Διογένης, τοῦ θέρους, οἷον ἐμοὶ ὁ παρθενὼν οὗτος, εὔπνους καὶ
πολυτελής;’ εἰ ταῦτα λέγοι ἡ Πενία, τί ἂν ἔχοις ἀντειπεῖν; ἐγὼ
μὲν γὰρἂνδοκῶ ἄφωνος γενέσθαι. ἀλλ' ἡμεῖς πάντα μᾶλλον
αἰτιώμεθα ἢ τὴν ἑαυτῶν δυστροπίαν καὶ κακοδαιμονίαν, τὸ γῆρας,
τὴν πενίαν, τὸν ἀπαντήσαντα, τὴν ἡμέραν, τὴν ὥραν, τὸν τόπον.
διό φησιν ὁ Διογένης φωνῆς ἀκηκοέναι κακίας ἑαυτὴν αἰτιωμένης,
οὔτις ἐμοὶ τῶνδ' ἄλλος ἐπαίτιος, ἀλλ' ἐγὼ αὐτή.
παράφοροι δὲ πολλοὶ οὐχ ἑαυτοῖς ἀλλὰ τοῖς πράγμασι τὴν αἰτίαν
ἐπάγουσιν. ὁ δὲ Βίων, ὥσπερ τῶν θηρίων, φησί, παρὰ τὴν λῆψιν
Teles Phil., Περὶ συγκρίσεως πενίας καὶ πλούτου (ap. Stobaeum) P. 48, γρ. 8
τιμῇ ἐγένοντο τῶν πλουσίων. οὐκ ἀπὸ τρόπου δέ μοι δοκεῖ οὐδ'
ὁ Εὐριπίδης ἐγκωμιάζων λέγειν τὸν Ἐτεοκλέα διότι νεανίας μὲν
μοι.” ὁ Ξάνθος· “μένε, κυρία, καὶ ὄψει ὃ οὐδέποτε ἐθεάσω κάλλος· λάθομαι λέγων
Ἀπόλλωνα ὄψει, ἢ Ἐνδυμίωνα ἢ Γανυμήδην.” τὰ παιδισκάρια ἔχαιρον, καὶ
ἓν τῶν κορασίων εἶπεν “ἐμοὶ ὁ δεσπότης ἄνδρα ἠγόρασεν.” ἄλλη· “οὔ, ἀλλ' ἐμοί· ἐγὼ
γὰρ ἐν τοῖς ὕπνοις εἶδον.” [ταῦτα ἑαυταῖς]. ἄλλη· “ἄλλη πιθανωτέρα λήψεται.”
περὶ τούτου τοῦ ἀνδρός; πρῶτον ἴδετε αὐτοῦ τὸ κάλλος.” ἐξέρχεται μία καὶ
λέγει “ποῦ ἐστιν ὁ κῦρις, ὁ ἀγορασθείς, ὁ καλός μου;” Αἴσωπος εἶπεν “ὧδε.” ἡ
παιδίσκη λέγει “πατάξῃ σου τὸ κακὸν πρόσωπον ἡ Ἀφροδίτη. ἕνεκεν σοῦ ἐμαχόμην,
κάθαρμα; πολλά σοι κακά. δεῦρο εἴσω, καὶ μή μοι κολλῶ· μακρὰν ἀπ' ἐμοῦ.”
Αἴσωπος
εἰσελθὼν ἔστη ἄντικρυς τῆς δεσποίνης.
ἡ γυνὴ τοῦ Ξάνθου, τοῦ Αἰσώπου ἰδοῦσα
τὸ κακοπινὲς τοῦ προσώπου, ἀπεστράφη καὶ πρὸς τὸν Ξάνθον λέγει “οὐᾶ, Ξάνθε,
εὐεπινοήτωςκαὶφιλοσόφως καὶ πρεπόντως ἔπραξας· ἑτέραν λαβεῖν βουλόμενος
γυναῖκα καὶ μὴ τολμῶν μοι κατ' ὄψιν εἰπεῖν ‘πορεύου ἀπ' ἐμοῦ,’ ἐπιστάμενός μου
τὸ φιλοκάθαρον ἤνεγκάς μοι τοῦτον ἐπίτηδες, ἵνα μὴ ὑποφέρουσα ὑπ' αὐτοῦ δουλεύε-
σθαι φύγω ἐπ' ἐμαυτῆς τὴν οἰκίαν καταλιποῦσα. δός μοι οὖν τὴν προῖκα καὶ
ἐγὼ πορεύσομαι καθ' ἑαυτήν.” ὁ Ξάνθος λέγει “οἴμοι, ἵναμὴεἰς τὴν ὁδὸν περι-
πατῶν οὐρήσω, ἑπτασφόνδυλά μοι ῥήματα εἶπας, καὶ νῦν οὐδὲν λέγεις πρὸς αὐτήν;”
Αἴσωπος εἶπε “τοιγὰρ πορεύηται καθ' ἑαυτὴν εἰς τὸ σκότος.” ὁ Ξάνθος εἶπεν
“σιώπα, κάθαρμα, οὐκ οἶδας ὅτι φιλῶ αὐτὴν ὑπὲρ ἐμαυτόν;” Αἴσωπος λέγει “φιλεῖς
τὸ γύναιον;” ὁ Ξάνθος εἶπεν “καὶ μάλα.” Αἴσωπος λέγει “θέλεις οὖν ἵνα μένῃ;”
ὁ Ξάνθος εἶπεν “θέλω, ταπεινέ.” Αἴσωπος λέγει “ὑποκρινοῦμαι ὡς θέλεις.”
καὶῥήξας τὸν πόδα εἰς τὸ μέσον ὁ Αἴσωπος ἀνέκραγεν “εἰ Ξάνθος ὁ φιλόσοφος
γυναικοκρατεῖται, αὔριον αὐτὸν ἐγὼ δείξω ἐν τοῖς ἀκροατηρίοις οἷόν ἐστιν
περικάθαρ-
εἶπεν “ἔκδεξαί με ὀλίγον καὶ ὄψει τίς αὐτῷ εὐνοεῖ.” θεασάμενος οἰκοτραφῆ κύνα
γενναίαν ἐφώνησεν αὐτὴν καὶ λέγει “ἔρχου, λάβε, Λύκαινα.” καὶ προσέδραμεν ἡ
κύων. Αἴσωπος αὐτὴν ἐβρωμάτισεν. τῆς δὲ κυνὸς πάντα καταφαγούσης, παρεγέ-
νετο πάλιν ὁ Αἴσωπος ὅπου ἦν τὸ δεῖπνον καὶ ἔστη ὀπίσω πρὸς τοὺς πόδας τοῦ
Ξάνθου.
ὁ Ξάνθος λέγει “τί ἐστιν, Αἴσωπε, δέδωκας;” Αἴσωπος εἶπεν “δέδωκα.” ὁ
Ξάνθος λέγει “ἔφαγεν;” Αἴσωπος εἶπεν “ναί, πάντα ἔφαγεν.” ὁ Ξάνθος εἶπεν “καὶ
πάντα φαγεῖν ἠδυνήθη;” Αἴσωπος λέγει “ναί, ἐπείνα γάρ.” ὁ Ξάνθος εἶπεν “ἡδέως
αὐτὰ ἔφαγεν;” Αἴσωπος εἶπεν “ναί, ἡδέως ἔφαγεν.” ὁ Ξάνθος εἶπεν “τί οὖν ἔλεγεν;”
Αἴσωπος λέγει “ἔλεγεν μὲν οὐδέν, πάντως δέ σοι ἐν ἑαυτῇ κατηύχετο.” ὁ Ξάνθος
εἶπεν “ἐγὼ αὐτῇ ἀμύνομαι.” ἡ δὲ γυνὴ τοῦ Ξάνθου εἶπεν τοῖς ἑαυτῆς παιδισκαρίοις
“κοράσια, ἐγὼ μετὰ Ξάνθου μένειν οὐκέτι δύναμαι· δότω μοι τὴν προῖκά μου καὶ
ἀναχωρῶ. ἐπὰν γὰρ τὴν κύνα ἐμοῦ προέκρινεν, πῶς ἐγὼ λοιπὸν τούτῳ συνοικήσω;”
εἰσελθοῦσα οὖν εἰς τὸν κοιτῶνα μένει περίλυπος.
Μηκύνοντος δὲ τοῦ πότου ἐγένετο μακρά τις ὁμιλία, καὶ ὡς ἐν ἀνδράσιν φιλολό-
γοις ζητήματα ποικίλα προετίθεντο. εἷς δὲ τῶν σχολαστικῶν εἶπεν “πῶς ἔσται
251
[μέλλει γὰρ] μεγάλη ταραχὴ ἐν ἀνθρώποις;” Αἴσωπος ἑστὼς ὀπίσω τοῦ δεσπότου
αὐτοῦ λέγει “ἐὰν οἱ νεκροὶ ἀναστάντες τὰ ἴδια ἀπαιτοῦσιν.” πολὺς οὖν ἐγένετο
γέλως καὶ πλεῖστος γογγυσμὸς εἰς τοὺς σχολαστικούς, καὶ ἔλεγον “ὁ νεώνητός
ἐστιν, ὃν ἠγόρασεν Ξάνθος ἡμῶν παρόντων.” εἷς τῶν σχολαστικῶν εἶπεν “ἐμέ
ποτε εἶπεν θαλάσσιον πρόβατον εἶναι.” ἄλλος εἶπεν “τὰ μὲν ἀφ' ἑαυτοῦ λαλεῖ, τὰ
δὲ ὑπὸ Ξάνθου διδάσκεται.”
μηδενὸς οὖν εὑρίσκοντος λῦσαι τὴν ἐρώτησιν, Αἴσωπος λέγει “ὅτι τὸ μὲν πρόβατον
ἔχει τὸ γάλα εὔχρηστον καὶ τὰς τρίχας εἰς εὐσχημοσύνην, καὶ κατὰ καιρὸν ἀποκεί-
ρεται τὴν βαροῦσαν αὐτοῦ τρίχα καὶ ἀμελγόμενον πάλιν κουφίζεται, καὶ ὅταν
ἀπάγεται πρὸς θυσίαν, οὐδὲν κακὸν ὑποπτεῦον παθεῖν γεγηθὸς ἀκολουθεῖ καὶ
προσφερόμενον τὸ σίδηρον οὐκ ἀποφεύγει. ὁ δὲ χοῖρος διὰ τοῦτο μεγάλα τονθρύζει,
διὰ τὸ μήτε τρίχας ἔχειν εὐχρήστους μήτε γάλα· εἰκότως κράζει, εἰδὼς ὅτι πρὸς
τὴν τῶν κρεῶν ἀπάγεται χρῆσιν.” οἱ σχολαστικοὶ εἶπον “σαφῶς, μὰ τὰς Μούσας.”
Πάντων οὖν ἀναχωρησάντων ὁ Ξάνθος ὑποστρέψας εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ εἰσῆλθεν
εἰς τὸν κοιτῶνα καὶ ἤρξατο κολακεύειν τὴν ἑαυτοῦ γυναῖκα καὶ καταφιλεῖν. αὐτὴ
δὲ ἀπεστρέφετο τὸν Ξάνθον λέγουσα “μὴ πρόσιθί μοι, δουλοκοῖτα, μᾶλλον δὲ
κυνοκοῖτα. ἀπόδος μοι τὴν προῖκά μου.” ὁ Ξάνθος λέγει “πολλά μοι κακά, τί ποτε
πάλιν Αἴσωπος ἤρτυσέ μοι;” ἡ γυνὴ τοῦ Ξάνθου εἶπεν “ὕπαγε κἀκείνην λάβε,
ᾗτινι τοσαῦτα πέπομφας μέρη.” ὁ Ξάνθος λέγει “οὐκ ἔλεγον ὅτι Αἴσωπος θόρυβον
κεκίνηκέν μοι; Αἴσωπόν τις καλείτω.”
ᾗτινι τοσαῦτα πέπομφας μέρη.” ὁ Ξάνθος λέγει “οὐκ ἔλεγον ὅτι Αἴσωπος θόρυβον
κεκίνηκέν μοι; Αἴσωπόν τις καλείτω.”
Αἴσωπος εἰσῆλθεν. ὁ Ξάνθος λέγει
“Αἴσωπε, τὰ μέρη τίνι δέδωκας;” Αἴσωπος εἶπεν “ἐμοὶ εἶπας ὅτι ‘δὸς αὐτὰ τῇ
εὐνοούσῃ.’” ἡ γυνὴ τοῦ Ξάνθου λέγει “ἐγὼ οὐδὲν ἔλαβον. ἰδοὺ ποῦ ἐστιν· ἐνώπιόν
μου μὴ ἀρνησάσθω.” ὁ Ξάνθος εἶπεν “ἴδε, λέγει, δραπέτα, μὴ εἰληφέναι.” Αἴσωπος
λέγει “τίνι δέ μοι εἶπας ἐπιδοῦναι τὰ μέρη;” ὁ Ξάνθος εἶπεν “τῇ εὐνοούσῃ.” Αἴσωπος
λέγει “τί οὖν αὕτη σοι εὐνοεῖ;” ὁ Ξάνθος εἶπεν “ἀλλὰ τίς, δραπέτα;” Αἴσωπος
λέγει “μάθε τίς σοι εὐνοεῖ.” φωνήσας τὴν κύνα λέγει “αὕτη σοι εὐνοεῖ. γυνὴ μὲν
γὰρ λέγει εὐνοεῖν, οὐκ εὐνοεῖ δέ. τούτου δὲ ἀπόδειξις αὕτη, ὅτι αὕτη, ἣν νομίζεις
εὐνοεῖν σοι, ἐλαχίστων ἕνεκα μεριδίων ἀπαιτεῖ σε τὴν προῖκα καὶ βούλεταί σε
καταλιπεῖν· τὴν δὲ κύνα δεῖρον, ἀπόλεσον, κατάβαλε, δίωξον, καὶ οὐ μὴ ἀποχωρήσει,
ἀλλ' ἐπιλαθομένη τῆς ὕβρεως, ἐπιστρέψασα, τὴν κέρκον σείουσα ζητεῖ πάλιν τὸν
δεσπότην. ἔδει οὖν σε εἰπεῖν μοι ‘ἀπόφερε τῇ γυναικί μου,’καὶ μὴ ‘τῇ εὐνοούσῃ’>·
οὐ γὰρ αὕτη σοι εὐνοεῖ, ἀλλ' ἡ κύων.” ὁ Ξάνθος εἶπεν “θεωρεῖς, κυρά, ὅτι οὐ παρ'
ἐμὲ γέγονεν τὸ ἁμάρτημα, ἀλλὰ παρὰ τὴν τοῦ λαβόντος βαττολογίαν. [ὁ Ξάνθος]
εὑρήσω δὲ πρόφασιν δι' ἧς αὐτὸν μαστιγώσω καί σε ἐκδικήσω.”
Τῇ ἐπαύριον καλέσας ὁ Ξάνθος τοὺς ἤδη καλέσαντας αὐτὸν σχολαστικοὺς
λέγει “Αἴσωπε, ἐπειδὴ φίλους κέκληκα ἐπὶ δεῖπνον, ἀπελθὼν ἕψησον εἴ τι καλόν,
252
εἴ τι χρηστὸν ἐν τῷ βίῳ.” Αἴσωπος πρὸς ἑαυτὸν λέγει “ἐγὼ αὐτῷ δείξω μωρὰ μὴ
διατάττεσθαι.” ἐλθὼν οὖν εἰς τὸν μάκελλον τῶν τεθυμένων χοιριδίων τὰς γλώσσας
φύσει ἄνεσιν, ἀλλὰ περιπατῶν οὐρεῖς, εἰ τύχοι ἐμὲ τὸν δοῦλον ἐπὶ διακονίᾳ ταχῦναι
σταλέντα, ἀνάγκη πετόμενον χέζειν.” ὁ Ξάνθος· “τούτου ἕνεκεν ἐταράχθης; τρία
βουλόμενος ἐκφυγεῖν κακὰ περιπατῶν οὔρησα.” ὁ δέ· “ποῖα ταῦτα;” ὁ Ξάνθος·
“ἑστῶτός μου τὴν κεφαλὴν ὁ ἥλιος κατέφλεξεν ἄν, τοὺς δὲ πόδας μου ἐν τῷ οὐρεῖν
ἑστῶτος ἡ γῆ κατέκαυσεν, ἡ δὲ τοῦ οὔρου δριμύτης τὰς ὀσφρήσεις μου ἔβλαψεν ἄν.
ταῦτα οὖν τὰ τρία ἐκφεύγων φαῦλα περιπατῶν οὔρησα.” ὁ Αἴσωπος λέγει “περιπάτει,
πέπεικάς με.”
Ξάνθος λέγει “Αἴσωπε, ἐπεὶ καθάριόν μοί ἐστι τὸ γύναιον, μὴ θέλον ὑπὸ
αἰσχροῦ σωματίου δουλεύεσθαι, μεῖνον πρὸ τοῦ πυλῶνος ἕως οὖ εἰσελθὼν πρὸς τὴν
κυρίαν σου ἐγκώμιόν τι γελοίου ἀπαγγείλω, ἵνα μή σου ἐξαίφνης τὴν σαπρίαν
ἰδοῦσα, ἀπαιτήσασα τὴν προῖκα φύγῃ.” Αἴσωπος εἶπεν “ἄπιθι καὶ ταχὺ ποίει.”
εἰσελθὼν δὲ ὁ Ξάνθος πρὸς τὴν γυναῖκα φησί “κυρία, οὐκέτι με ὀνειδίσεις ὅτι ἀπὸ
σῶν δουλεύομαι παιδισκαρίων· ἴδε κἀγὼ σοὶ παῖδα ἠγόρασα, καὶ ὄψει κάλλος οἷον
οὐδέποτε ἐθεάσω.”
αἱ δὲ θεραπαινίδες ἀκούσασαι καὶ νομίσασαι ἀληθῆ εἶναι
τὰ λεγόμενα ἤρξαντο πρὸς ἑαυτὰς μάχεσθαι καὶ λέγειν “ἐμοὶ ὁ δεσπότης ἄνδρα
ἠγόρασεν.” ἄλλη δέ φησι “κενή σοι ἡ χαρά, ἐμοὶ γὰρ εἰς ὕπνους τοῦτον συνέθετο.”
ἄλλη δὲ ἔφη “ἐγὼ ἐν ὀνείροις ἐνυμφευόμην.” τούτων δὴ διαμαχομένων ἡ γυνὴ τῷ
Ξάνθῳ ἔφη “περὶ οὗ τοσαῦτα κατεβάλου ἐγκώμια, ποῦ ἐστιν;” ὁ δὲ ἔφη “μέχρι
τοῦ πυλῶνος ἠκολούθησε, μὴ κληθεὶς δὲ εἰσελθεῖν ἔξω ἔμεινεν.” ἡ δέ φησι “τὸν
νεώνητόν
Αισώπου Μύθοι. , Vita W (vita Aesopi Westermanniana) (recensio 2) Τμ. 31, γρ. 6
εἶπε “σὺ εἶ;” ὁ δέ “ναί, ἐγώ.” ἡ δέ φησιν “ἀβάσκαντε, ποῦ σου ἡ κέρκος; μὴ εἰσέλθῃς
αἰφνιδίως καὶ φύγωσι πάντες.” προλαβοῦσα δὲ ἐκείνη ταῖς λοιπαῖς ἔφη “ἐξελθοῦσαι
ὄψεσθε πηλίκον κακόν, περὶ οὗ πᾶσαι διαμαχόμεθα.” ἐξελθοῦσα δὲ ἄλλη καὶ ἰδοῦσα
αὐτὸν εἶπε “ψῶ! παταχθήτω σου τὸ πρόσωπον. δεῦρο εἴσελθε, καὶ μή μοι κολλῶ.”
εἰσελθὼν δὲ ἄντικρυς ἔστη τῆς δεσποίνης.
θεασαμένη δὲ αὐτὸν ἐκείνη ἀπεστράφη
καί φησι πρὸς τὸν ἄνδρα “πόθεν μοι τὸ τέρας τοῦτο; οὗτός ἐστιν ὃν ἐγκωμιάζεις;
ἔκβαλε αὐτὸν ἀπὸ τῆς ὄψεώς μου.” ὁ Ξάνθος εἶπεν “ἀρκεῖ, κυρία, μὴ σκῶπτέ μοι
τὸν νεώνητον.” ἡ γυνὴ ἔφη “μεμίσηκάς με, Ξάνθε· ἑτέραν γῆμαι θέλων καὶ
αἰδούμενός
μοι εἰπεῖν, ἵνα τῆς οἰκίας ὑποχωρήσω, ἤνεγκάς μοι τὸν κυνοκέφαλον τοῦτον ἐπίτηδες,
ἵνα μὴ θέλουσα ὑπ' αὐτοῦ δουλεύεσθαι φύγω. δός μοι οὖν τὴν προῖκά μου καὶ πορεύ-
σομαι.” ὁ δὲ Ξάνθος τῷ Αἰσώπῳ ἔφη “ἵνα μὴ εἰς τὴν ὁδὸν περιπατῶν οὐρήσω τοιαῦτά
μοι ἔφης ῥήματα, καὶ νῦν οὐδὲν λέγεις πρὸς αὐτήν;” Αἴσωπος εἶπε “ῥῖψον αὐτὴν
εἰς τὸ σκότος.” ὁ δέ· “σιώπα, κάθαρμα· οὐκ οἶδας ὅτι θέλω αὐτὴν ὡς ἐμαυτόν;
Αἴσωπος
λέγει “ποθεῖς τὸ γύναιον;” ὁ Ξάνθος· “ναί, δραπέτα.” ῥίψας δὲ τὸν πόδα ὁ Αἴσωπος
253
Αισώπου Μύθοι. , Vita W (vita Aesopi Westermanniana) (recensio 2) Τμ. 49, γρ. 2
Αισώπου Μύθοι. , Vita Pl vel Accursiana (sub auctore Maximo Planude) (recensio 1)
P. 246, γρ. 14
Αισώπου Μύθοι. , Vita Pl vel Accursiana (sub auctore Maximo Planude) (recensio 1)
P. 251, γρ. 1
Αισώπου Μύθοι. , Vita Pl vel Accursiana (sub auctore Maximo Planude) (recensio 1)
P. 257, γρ. 3
Themistius Phil., Rhet., Εἰς Κωνστάντιον τὸν αὐτοκράτορα, ὅτι μάλιστα φιλόσοφος
ὁ βασιλεύς, ἢ χαριστήριος Harduin p. 28, τμ. a, γρ. 4
ἂν μή σε φίλον ποιήσω.
Εἰ δὲ τὴν πρᾳότητα ταύτην τριβωνίῳ μέν φησί τις προς-
ήκειν, ἁλουργίδι δὲ μή, ἀλλ' ἐγώ σοι καταριθμήσω καὶ
τοὺς ἐνδοξοτάτους τῶν βασιλέων παραπλησίους Σωκράτει
γεγενημένους. Φιλίππῳ τῷ Ἀμύντου κατεῖπέ τις ὁτουδὴ
τῶν ταξιαρχῶν ὡς ἀπεχθῶς διακειμένου καὶ ῥᾳδίως κακόν
τι βουλεύσαντος, εἰ μὴ τάχιστα ἐκποδὼν γένοιτο. τί οὖν
ὁ Φίλιππος; οὐκ εὐθὺς ᾖξεν ἐπὶ τὸν σίδηρον, ἀλλὰ καὶ
παρ' ἡμᾶς, φησί, τὸ αἴτιον τῆς ἀπεχθείας· ὁ γὰρ ἀνὴρ
οὐχ ὁ φαυλότατος τῶν Μακεδόνων. καὶ τά τε ἄλλα ἐπι-
μελεῖται εὐθὺς τοῦ ἀνθρώπου, καὶ προῖκα ἐπιδίδωσι δεο-
μένῳ θυγατρὸς ὡραίας. καὶ μετὰ ταῦτα οὐδεὶς ἦν πιστό-
τερος τῷ βασιλεῖ τῶν πάλαι κεκριμένων ἐπιτηδείων.
Ὣς εὐεργεσίη κακοεργίης μέγ' ἀμείνων.
οὐ γὰρ ῥᾴδιον οὕτω τινὰ ἐν ἀνθρώποις ἀπάνθρωπον φῦναι
ὥστε παρ' οὗ τὰ ἔσχατα πείσεσθαι προσεδόκησε, τούτῳ
χρηστῷ καὶ προσνείμαντί τι τιμῆς οὐκ εὐθὺς εὔνουν γενέ-
σθαι, ἀλλ' ὁ τὴν τιμωρίαν διαφυγὼν ὅσῳ δικαιότερον ὦφλε,
τοσούτῳ μᾶλλον ὑπόχρεως γίνεται τῷ συγχωρήσαντι.
οὕτω δὲ Ἀλέξανδρος Μέμνονα τὸν Δαρείῳ συστρατηγή-
σαντα ἀποκτιννύειν τινῶν κελευόντων, ἐπειδὰν ὡς τάχιστα
257
Eusebius Scr. Eccl., Theol., Praeparatio evangelica Book 8, Κεφ. 8, τμ. 33, γρ. 1
ἑαυτῶν· ἐπὶ γὰρ κοινωνίᾳ γεγόναμεν καὶ ταύτην ὁ προτιμῶν τοῦ καθ' ἑαυτὸν
ἰδίου μάλιστα εἴη θεῷ κεχαρισμένος. παράκλησις δὲ πρὸς τὸν θεὸν ἔστω
διὰ τῆς εὐχῆς καὶ δέησις, οὐχ ὅπως διδῷ τὰ ἀγαθά (δέδωκε γὰρ αὐτὸς ἑκὼν καὶ
πᾶσιν εἰς μέσον κατατέθεικεν), ἀλλ' ὅπως δέχεσθαι δυνώμεθα καὶ λαβόντες
φυλάττωμεν. ἁγνείας ἐπὶ ταῖς θυσίαις διείρηκεν ὁ νόμος ἀπὸ κήδους,
ἀπὸ λέχους, ἀπὸ κοινωνίας τῆς πρὸς γυναῖκα καὶ πολλῶν ἄλλων, ἃ μακρὸν ἂν
εἴη νῦν γράφειν. τοιοῦτος μὲν ὁ περὶ θεοῦ καὶ τῆς ἐκείνου θεραπείας λόγος
ἡμῖν ἐστιν· ὁ δ' αὐτὸς ἅμα καὶ νόμος. τίνες δὲ οἱ περὶ γάμων; μῖξιν μόνην οἶδεν
259
ὁ νόμος τὴν κατὰ φύσιν τὴν πρὸς γυναῖκα, καὶ ταύτην, εἰ μέλλοι τέκνων ἕνεκα
γενήσεσθαι. τὴν δὲ πρὸς ἄρρενα ἀρρένων ἐστύγηκε, καὶ θάνατος τὸ ἐπιτίμιον
εἴ τις ἐπιχειρήσειε. γαμεῖν δὲ κελεύει μὴ προικὶ προσέχοντας μηδὲ βιαίοις
ἁρπαγαῖς μηδ' αὖ δόλῳ καὶ δι' ἀπάτης πείσαντας, ἀλλὰ μνηστεύειν παρὰ τοῦ
δοῦναι κυρίου καὶ κατὰ συγγένειαν ἐπιτηδείου. γυνὴ χείρων, φησίν, ἀνδρὸς εἰς
ἅπαντα· τοιγαροῦν ὑπακουέτω, μὴ πρὸς ὕβριν, ἀλλ' ἵνα ἄρχηται· θεὸς γὰρ
ἀνδρὶ κράτος ἔδωκε. ταύτῃ συνεῖναι δεῖ τὸν γήμαντα μόνῃ· τὸ δὲ τὴν ἄλλου
πειρᾶν ἀνόσιον. εἰ δέ τις τοῦτο πράξειεν, οὐδεμία θανάτου παραίτησις, οὔτε εἰ
βιάσαιτο παρθένον ἑτέρῳ συνωμολογημένην οὔτ' εἰ πείσαι γεγαμημένην.
τέκνα τρέφειν ἅπαντα προσέταξε. καὶ γυναιξὶν ἀπεῖπε μήτ' ἀμβλοῦν τὸ
σπαρὲν μήτε διαφθείρειν, ἀλλ' ἢν φανείη, τεκνοκτόνος ἂν εἴη ψυχὴν ἀφανίζουσα
καὶ τὸ γένος ἐλαττοῦσα. τοιγαροῦν οὐδ' εἴ τις ἐπὶ λέχους φθορὰν παρέλθοι,
καθαρὸς
Eusebius Scr. Eccl., Theol., Commentarius in Isaiam Book 2, τμ. 44, γρ. 3
Eusebius Scr. Eccl., Theol., Commentarius in Isaiam Book 2, τμ. 44, γρ. 25
ἔθος ἔν τισιν ἐκκλησίαις σῴζεσθαι, πλὴν εἰ καὶ μὴ σωματικῶς κατὰ γοῦν τὴν
διάνοιαν τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ τὸ μυστικὸν καὶ ἀντὶοἴνουκαὶ ἀντὶγάλακτος
τοῖς καταξιουμένοις τῆς ἐν Χριστῷ ἀναγεννήσεως προσφέρεται. εἰ δὲ κατὰ τοὺς
8Ἑβδομήκοντα λέγοιτοκαὶ στέαρτὸ πῖον καὶ λιπαρὸν καὶ τρόφιμον τῆς ἐν
Χριστῷ πνευματικῆς τροφῆς αἰνίττεται, ὃ καὶ αὐτὸ πάλιν ὁ σωτὴρ ἐδήλου λέγων·
»ἐὰν μὴ φάγητέ μου τὴν σάρκα καὶ πίητέ μου τὸ αἷμα, οὐκ ἔχετε ζωὴν ἐν ἑαυτοῖς».
ὥσπερ οὖν ἐκεῖ τὴν σάρκα οὕτως ἐνταῦθα τὸστέαρὠνόμασεν καὶ ὡς ἐκεῖ τὸ
αἷμα, οὕτως ἐνταῦθα τὸνοἶνον>, δι' ὧν τὸ μὲνστέαρκαὶ ἡ σὰρξ τὴν ἔνσαρ-
κον αὐτοῦ οἰκονομίαν δηλοῖ, ὁ δὲοἶνοςκαὶ τὸ αἷμα τὸ μυστήριον τοῦ πάθους
σημαίνει. ταῦτ' οὖν τοῖςδιψῶσιτῆς ἐν θεῷ σωτηρίας ἀμισθὶ παρέξειν καὶ
260
πληρουμένην. διὸ λέγει «μία ἐστὶ περιστερά μου, τελεία μου», ὡς ἕως
αὐτῆς τῶν πάντων τελειουμένων, κἄν τε χρόνοιὦσινκαὶ καιροί, ἐνιαυ-
τοί τε καὶ διαστήματα γενεῶν κατά τε βασιλέας ἢ ὑπάτους ἢ ὀλυμπιάδας
ἢ ἡγεμονίας ὁ αἰὼν ἑαυτὸν ἀριθμήσειεν. ὀγδοήκοντα δὲ παλλακαί, αἵτινες
ἐν μέσῳ τῶν βασιλίδων καὶ πρὸ τῆς ἐνσάρκου βασιλείας τουτέστι τῆς
πίστεως καὶ αὐτῆς ταύτης τῆς νύμφης καὶ παρθένου, καὶ ἀσπίλου τε καὶ
»περιστερᾶς», τῆς «μόνης τῇ μητρὶ καὶ τῇ τεκούσῃ».
6. Ἐκκλησία γάρ ἐστιν ἀπὸ μιᾶς πίστεως γεγεννημένη, τεχθεῖσα
δὲ διὰ πνεύματος ἁγίου, μία τῇ μόνῃ καὶ μία τῇ γεγεννηκυίᾳ. καὶ ὅσαι
μετὰ ταύτην ἦλθον καὶ πρὸ αὐτῆς, παλλακίδες ὠνομασμέναι, αἵτινες τὸ
πᾶν οὐκ ἀλλότριαι γεγένηνται διαθήκης καὶ κληρονομίας, μὴ πεπροικις-
μέναι δὲ ὑπὸ τοῦ λόγου καὶ μὴ δεξάμεναι ὑποδοχὴν τοῦ ἁγίου πνεύματος,
μόνον δὲ συνάφειαν ὑπὸ συνείδησιν πρὸς τὸν Λόγον ἐσχηκυῖαι. καλῶς γὰρ
ὁ Ἑβραῖος τὴν παλλακίδα ἔφρασε, φήσας αὐτὴν φελεγέσθα· φελέγ, ὃ
ἑρμηνεύεται ἥμισυ, ἔσθα γυνή, ἵνα εἴπῃ ἥμισυ γυναικός. ὅσον μὲν γὰρ
ἧκεν εἰς τὸν κύριον, πάντας κέκληκεν εἰς ἐλευθέριον φῶς, φήσας «ὡς
ἔχετε τὸ φῶς μεθ' ἑαυτῶν, ἐν φωτὶ περιπατεῖτε», καὶ ὁ ἅγιος ἀπόστολος
λέγων «ὑμεῖς δὲ ἡμέρας ἐστὲ τέκνα καὶ τέκνα φωτός», καὶ πάλιν ἐν τῇ
θείᾳ γραφῇλέγεται«ὁ ποιῶν τὰ φαῦλα μισεῖ τὸ φῶς καὶ οὐκ ἔρχεται
πρὸς τὸ φῶς». οὕτω καὶ παλλακίδες οὐκ ἐν τῷ προφανεῖ, οὐκ ἐν τῇ τελειώ-
σει, οὐδὲ ἐν προικὶ ἄγονται τοῖς ἀνδράσιν, εἰ καὶ συνάφειαν σχοῖεν αἱ αὐταὶ
μόνον δὲ συνάφειαν ὑπὸ συνείδησιν πρὸς τὸν Λόγον ἐσχηκυῖαι. καλῶς γὰρ
ὁ Ἑβραῖος τὴν παλλακίδα ἔφρασε, φήσας αὐτὴν φελεγέσθα· φελέγ, ὃ
ἑρμηνεύεται ἥμισυ, ἔσθα γυνή, ἵνα εἴπῃ ἥμισυ γυναικός. ὅσον μὲν γὰρ
ἧκεν εἰς τὸν κύριον, πάντας κέκληκεν εἰς ἐλευθέριον φῶς, φήσας «ὡς
ἔχετε τὸ φῶς μεθ' ἑαυτῶν, ἐν φωτὶ περιπατεῖτε», καὶ ὁ ἅγιος ἀπόστολος
λέγων «ὑμεῖς δὲ ἡμέρας ἐστὲ τέκνα καὶ τέκνα φωτός», καὶ πάλιν ἐν τῇ
θείᾳ γραφῇλέγεται«ὁ ποιῶν τὰ φαῦλα μισεῖ τὸ φῶς καὶ οὐκ ἔρχεται
πρὸς τὸ φῶς». οὕτω καὶ παλλακίδες οὐκ ἐν τῷ προφανεῖ, οὐκ ἐν τῇ τελειώ-
σει, οὐδὲ ἐν προικὶ ἄγονται τοῖς ἀνδράσιν, εἰ καὶ συνάφειαν σχοῖεν αἱ αὐταὶ
πρὸς τὰ σώματα τῶν ἀνδρῶν, οὐ μέντοι γε τὴν τῆς ἐλευθέρας γυναικὸς
τιμὴν καὶ ὀνομασίαν καὶ βεβαίωσιν καὶ φερνὴν καὶ ἕδνα καὶ προικισμὸν
καὶ γνησιότητα ἔχειν δύνανται. παλλακίδες γοῦν αἱ καθεξῆς ἀριθμη-
θεῖσαι αἱρέσεις, ὡς ἄνω ἔφην, ὀγδοήκοντα. μὴ θαυμαζέτω δέ τις εἰ καὶ
ἄλλοις ὀνόμασιν ἑκάστη τούτων κικλήσκεται ἐν ἑκάστῃ χώρᾳ. ἀλλὰ καὶ
ἐκεῖνο παρατηρητέον, ὅτι πολλάκις καθ' ἑαυτὴν πάλιν ἑκάστη αἵρεσις
σχίσασα εἰς πολλὰ μέρη καὶ ὀνόματα διέστη· οὐ γάρ ἐστι θαῦμα· ἔστι
γὰρ καὶ οὕτως. ὀγδοήκοντα δὲ καὶ ἕνα ἀριθμὸν εὑρίσκομεν, ἕνα μὲν
διὰ τὴν μίαν τῶν πασῶν διωρισμένην, μόνην δὲ τῷ νυμφίῳ κεκληρωμένην,
ὑπ' αὐτοῦ δὲ ὁμολογουμένην τῇ τοιᾷδε ὀνομασίᾳ, ὅτι «μία ἐστὶ περιστερά
μου», καὶ πάλιν «τελεία μου», ὡς τῶν πασῶν παλλακίδων ἀγενῶν οὐσῶν
καὶ οὐκ ἐν ἀκακίᾳ ἐπιμετρουμένων, οὐδὲ ἐν ἁγνείᾳ καὶ ἡμερότητι. εἰσὶ
ἀμφοτέρωθεν.
Τοιοῦτος ἦν ὁ νέος σιτοδότης ἡμῖν, καὶ δεύτε-
ρος Ἰωσήφ· πλὴν ὅτι καὶ πλέον τι λέγειν ἔχομεν. Ὁ μὲν
γὰρ καταπραγματεύεται τοῦ λιμοῦ καὶ τὴν Αἴγυπτον ἐξω-
νεῖται τῷ φιλανθρώπῳ, τὸν τῆς ἀφθονίας καιρὸν εἰς τὸν τοῦ
λιμοῦ διαθέμενος καὶ τοῖς ἑτέρων ὀνείροις εἰς τοῦτο δια-
ταττόμενος· ὁ δὲ προῖκα χρηστὸς ἦν καὶ τῆς σιτοδείας
ἐπίκουρος ἀπραγμάτευτος, πρὸς ἓν ὁρῶν, τῷ φιλανθρώπῳ
τὸ φιλάνθρωπον κτήσασθαι καὶ τῶν ἐκεῖθεν τυχεῖν ἀγαθῶν
διὰ τῆς ἐνταῦθα σιτομετρίας.
Ταῦτα μετὰ τῆς τοῦ λόγου
τροφῆς καὶ τῆς τελεωτέρας εὐεργεσίας καὶ διαδόσεως, τῆς
ὄντως οὐρανίου καὶ ὑψηλῆς· εἴπερ ἄρτος Ἀγγέλων λόγος,
ᾧ ψυχαὶ τρέφονται καὶ ποτίζονται, Θεὸν πεινῶσαι καὶ ζητοῦ-
σαι τροφὴν οὐ ῥέουσαν οὐδ' ἀπιοῦσαν, ἀλλ' ἀεὶ μένουσαν·
ἧς σιτοδότης ἦν ἐκεῖνος, καὶ μάλα πλούσιος, ὁ πενές-
τατος ὧν ἴσμεν καὶ ἀπορώτατος, οὐ λιμὸν ἄρτων, οὐδὲ
P. 742, γρ. 1
ΑΛΛΟ ΚΑΤΕΓΚΛΗΜΑ.>
ΑΛΛΟ ΚΑΤΕΓΚΛΗΜΑ.>
Joannes Stobaeus Anthologus, Anthologium Book 3, Κεφ. 17, τμ. 31, γρ. 17
Joannes Stobaeus Anthologus, Anthologium Book 3, Κεφ. 19, τμ. 15, γρ. 4
Joannes Stobaeus Anthologus, Anthologium Book 4, Κεφ. 22a, τμ. 24, γρ. 72
θʹΠερὶ γάμου
Nonnus Epic., Paraphrasis sancti evangelii Joannei (fort. auctore Nonno alio)
Demonstratio 15, γρ. 105
Οὔλδην οἰκείους καὶ λοχαγοὺς ἐγένοντο περὶ τῆς Ῥωμαίων πολιτείας καὶ
τῆς τοῦ βασιλέως φιλανθρωπίας, ὁποίων τε καὶ ὅσων ἀξιοῖ γερῶν τοὺς
ἀρίστους καὶ ἀγαθοὺς ἄνδρας. οὐκ ἀθεεὶ δὲ τούτων εἰς ἔρωτα καταστάντες
Ῥωμαίοις προσεχώρησαν, καὶ σὺν αὐτοῖς ἐστρατοπεδεύοντο ἅμα τοῖς ὑπ'
αὐτοὺς τεταγμένοις. ὁ δὲ Οὔλδης πρὸς τὸ πέραν τοῦ ποταμοῦ μόλις
διεσώθη πολλοὺς ἀποβαλών, ἄρδην δὲ τοὺς καλουμένους Σκιρούς (ἔθνος
δὲ τοῦτο βάρβαρον ἱκανῶς πολυάνθρωπον πρὶν τοιᾷδε περιπεσεῖν συμφορᾷ)·
ὑστερήσαντες γὰρ ἐν τῇ φυγῇ οἱ μὲν αὐτῶν ἀνῃρέθησαν, οἱ δὲ ζωγρηθέντες
δέσμιοι ἐπὶ τὴν Κωνσταντινούπολιν ἐξεπέμφθησαν. δόξαν δὲ τοῖς ἄρχουσι
διανεῖμαι τούτους, μή τι πλῆθος ὄντες νεωτερίσωσι, τοὺς μὲν ἐπ' ὀλίγοις
τιμήμασιν ἀπέδοντο, τοὺς δὲ πολλοῖς προῖκα δουλεύειν παρέδοσαν, ἐπὶ τῷ μήτε
Κωνσταντινουπόλεως μήτε πάσης Εὐρώπης ἐπιβαίνειν καὶ τῇ μέσῃ
θαλάσσῃ χωρίζεσθαι τῶν ἐγνωσμένων αὐτοῖς τόπων. ἐκ τούτων τε πλῆ-
θος ἄπρατον περιλειφθὲν ἄλλοι ἀλλαχῇ διατρίβειν ἐτάχθησαν· πολλοὺς δὲ
ἐπὶ τῆς Βιθυνίας τεθέαμαι πρὸς τῷ καλουμένῳ Ὀλύμπῳ ὄρει σποράδην
οἰκοῦντας καὶ τὰς αὐτόθι ὑπωρείας καὶ λόφους γεωργοῦντας.
Τὰ μὲν οὖν πρὸς ἕω τῆς ἀρχομένης πολεμίων ἀπήλλακτο καὶ σὺν κόσμῳ
πολλῷ ἰθύνετο παρὰ τὴν πάντων δόξαν· ἦν γὰρ ἔτι νέος ὁ κρατῶν. τὰ δὲ
πρὸς δύσιν ἐν ἀταξίαις ἦν πολλῶν ἐπανισταμένων τυράννων· ἡνίκα δὴ μετὰ
τὴν Στελίχωνος ἀναίρεσιν Ἀλάριχος ὁ τῶν Γότθων ἡγούμενος πρεσβευσά-
μενος περὶ εἰρήνης πρὸς Ὀνώριον ἀπέτυχε· καὶ καταλαβὼν τὴν Ῥώμην
τινὰ συνδεδέσθαι. Πῶς οὖν ἀπαθῶς διατέμνῃ; Πῶς εὐκόλως καὶ χωρὶς
ἀλγηδόνος ἀναχωρεῖς, βίου κοινωνὸν λαβών, οὐκ ὀλίγων ἡμερῶν ὑπηρέτιν,
τὴν ἀδελφὴν καὶ γυναῖκα; Ἀδελφὴν μὲν κατὰ τὸν λόγον τῆς πλάσεως καὶ
τῆς δημιουργίας – ἀφ' ἑνὸς γὰρ αἰτίου τῆς γῆς καὶ τῆς αὐτῆς ὕλης
ὑπέστητε – · γυναῖκα δὲ διὰ τὴν ἕνωσιν τῆς συζυγίας, διὰ τὸν νόμον τοῦ
γάμου.
Ποῖον οὖν διαρρήξεις δεσμὸν καὶ νόμῳ δεδεμένος καὶ φύσει;
Πῶς δὲ ἀθετήσεις τὰς ὁμολογίας ἃς ἐπὶ τῷ γάμῳ κατέθου; Καὶ ποίας με
οἴει λέγειν; Ἆρα τῆς προικὸς τῆς συγγραφείσης ἐνταῦθα, ὅτε τῇ σαυτοῦ
χειρὶ ἐπεσημήνω τῷ βιβλίῳ ἐπισφραγιζόμενος τὰ τελούμενα;
Ἰσχυρὰ
μὲν γὰρ κἀκεῖνα καὶ ἱκανὴν τὴν ἀσφάλειαν ἔχοντα· πλὴν ἐγὼ πρὸς
τὴν φωνὴν τοῦ Ἀδὰμ ἐμαυτὸν ἀναφέρω·Τοῦτο σὰρξ ἐκ τῶν σαρκῶν
μου καὶ ὀστοῦν ἐκ τῶν ὀστῶν μου· αὕτη κληθήσεται μου
γυνή.
Didymus Caecus Scr. Eccl., De trinitate (lib. 2.8-27) [Sp.] Vol. 39, p. 692, γρ. 41
ΚΕΦ. ΙΔʹ.
Didymus Caecus Scr. Eccl., De trinitate (lib. 2.8-27) [Sp.] Vol. 39, p. 716, γρ. 35
καὶ τὸν ἄργυρον οὐκ ἐγὼ ἐποίησα; τί ἐποίησας σύ;” ἄρχεται ἡ ψυχὴ
ἐξομολογουμένη δέεσθαι τοῦ κυρίου καὶ λέγειν ὅτι “πάντα σά ἐστιν·
ὁ οἶκος εἰς ὅν εἰμι, σός ἐστι· τὰ ἐνδύματά μου σά ἐστιν. ἐκ σοῦ τρέφομαι
καὶ ἀπὸ σοῦ οἰκονομοῦμαι εἰς πᾶσαν χρείαν”. τότε ἄρχεται ὁ κύριος
πρὸς ταῦτα λέγειν· “χάριν σοι ἔχω, τὰ ὑπάρχοντα σά ἐστι, τὸ θέλημα
τὸ ἀγαθὸν σόν ἐστι. καὶ διὰ τὴν πρός μέ σου ἀγάπην, ἐπεὶ προσέφυγές
μοι, δεῦρο λοιπὸν δώσω σοι ἃ οὔτε σὺ ἕως ἄρτι ἐκτήσω οὔτε ἐπὶ γῆς ἄν-
θρωποι ἔχουσιν. ἐμὲ λάβε τὸν κύριόν σου μετὰ τῆς ψυχῆς σου, ἵνα ᾖς
πάντοτε μετ' ἐμοῦ εὐφραινομένη καὶ ἀγαλλιῶσα”. ὥσπερ γὰρ γυνὴ με-
μνηστευμένη ἀνδρὶ πάντα τὰ ὑπάρχοντα αὐτῆς καὶ ὅλην τὴν προῖκα ἀ-
ποφέρει ἐκ πολλῆς ἀγάπης, εἰς τὰς χεῖρας ῥίψασα τοῦ ἀνδρός, καὶ τοῦτο
λέγει· “ἐμὸν οὐδὲν ἔχω, τὰ ἐμοὶ ὑπάρχοντα σά ἐστι καὶ ἡ προὶξ σή ἐστι
καὶ ἡ ἐμὴ ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα τὸ ἐμὸν σόν ἐστιν”, – οὕτω καὶ ἡ σώφρων
ψυχὴ παρθένος ἐστὶ τῷ κυρίῳ, κοινωνοῦσα τῷ ἁγίῳ αὐτοῦ πνεύματι.
290
Χρὴ δέ σε, ὥσπερ αὐτὸς ἐπὶ γῆς ἐλθὼν ἔπαθε καὶ ἐσταυρώθη, καὶ σὲ
συμπαθεῖν. ὅταν γὰρ ἀναχωρήσῃς τοῦ κόσμου καὶ ἄρξῃ ζητεῖν τὸν θεὸν
καὶ διακρίνειν, λοιπὸν μάχῃ τῇ φύσει σου ἐν τοῖς παλαιοῖς ἤθεσι καὶ τῇ
συνηθείᾳ ᾗ συνεγεννήθης. καὶ ἐν τῷ μάχεσθαι τῇ συνηθείᾳ εὑρίσκεις
λογισμοὺς ἀντικειμένους σοι καὶ μαχομένους τῷ νῷ σου, καὶ ἕλκουσί σε
οἱ λογισμοὶ καὶ ῥεμβάζουσιν, ὅθεν ἐξῆλθες εἰς τὸ φαινόμενον. ἄρχῃ λοιπὸν
αὐτόν, Ἐδὲμ μὲν τὴν ψυχήν, Ἐλωεὶμ δὲ τὸ πνεῦμα. καὶ γίνεται οἱονεὶ
σφραγίς τις αὐτοῖς καὶ φιλίας ὑπόμνημα καὶ σύμβολον αἰώνιον τοῦ
γάμου τῆς Ἐδὲμ καὶ τοῦ Ἐλωεὶμὁἄνθρωπος, ὁ Ἀδάμ. ὁμοίως δὲ
καὶ ἡ Εὔα γέγονε, φησίν, ὡς παρὰτῷΜωσεῖ γέγραπται, εἰκὼν καὶ
σύμβολον, σφραγὶς εἰς αἰῶνα φυλαχθησομένη τῆς Ἐδέμ, κατετέθη τε
ὁμοίως καὶ ἐν τῇ Εὔᾳ τῇ εἰκόνι ψυχὴ μὲν ἀπὸ τῆς Ἐδέμ, πνεῦμα δὲ
ἀπὸ τοῦ Ἐλωείμ. καὶ ἐδόθησαν ἐντολαὶ αὐτοῖς· «αὐξάνεσθε καὶ
πληθύνεσθε καὶ κατακληρονομήσατε τὴν γῆν», τουτέστι τὴν Ἐδέμ·
οὕτω γὰρ θέλει γεγράφθαι. πᾶσαν γὰρ τὴν ἑαυτῆς δύναμιν, οἱονεί τινα
οὐσίαν, ἐν γάμῳ ἡ Ἐδὲμ προσήνεγκε τῷ Ἐλωείμ· ὅθεν, φησί, κατὰ
μίμησιν ἐκείνου τοῦ πρώτου γάμου προῖκα προσφέρουσι μέχρι σήμερον
αἱ γυναῖκες τοῖς ἀνδράσι, θείῳ τινὶ καὶ πατρικῷ νόμῳ πειθόμεναι, τῷ
γενομένῳ πρὸςτὸνἘλωεὶμἀπὸτῆς Ἐδέμ.
Κτισθέντων δὲ πάντων, ὡς γέγραπται παρὰ τῷ Μωϋσεῖ, οὐρανοῦ τε
καὶ γῆς καὶ τῶν ἐν αὐτοῖς, «εἰς τέσσαρας ἀρχὰς» διῃρέθησαν οἱ δώδεκα
τῆς μητρὸς ἄγγελοι, καὶ καλεῖται τούτων ἕκαστον τεταρτημόριον ποτα-
μός· Φεισὼν καὶ Γεὼν καὶ Τίγρις καὶ Εὐφράτης, ὡς, φησί, λέγει
Μωϋσῆς. οὗτοιδὲἐμπεριέρ>χονται οἱ δώδεκα ἄγγελοι τὰ τέσσαρα
μέρη συμπεριπεπλεγμένοιἀλλήλοιςκαὶ διέπουσι τὸν κόσμον,
Ἀλβανίῳ.
Libanius Rhet., Soph., Orationes 1-64 Oration 18, τμ. 201, γρ. 4
Libanius Rhet., Soph., Orationes 1-64 Oration 31, τμ. 30, γρ. 4
Libanius Rhet., Soph., Orationes 1-64 Oration 42, τμ. 49, γρ. 9
Libanius Rhet., Soph., Orationes 1-64 Oration 46, τμ. 12, γρ. 7
Libanius Rhet., Soph., Orationes 1-64 Oration 47, τμ. 28, γρ. 11
Libanius Rhet., Soph., Orationes 1-64 Oration 57, τμ. 48, γρ. 10
Libanius Rhet., Soph., Orationes 1-64 Oration 62, τμ. 20, γρ. 3
Eutropius Hist., Breviarium ab urbe condita (Paeanii translatio) Book 2, Κεφ. 12,
γρ. 10
ΛΙΜΟΞΗΡΟΙ
Γρηγορίῳ κληρικῷ
Manuel Philes Poeta, Scr. Rerum Nat., Carmina Κεφ. 1, poem 74, γρ. v
Manuel Philes Poeta, Scr. Rerum Nat., Carmina Κεφ. 1, poem 166, γρ. 13
Manuel Philes Poeta, Scr. Rerum Nat., Carmina Κεφ. 2, poem 236, γρ. 3
Manuel Philes Poeta, Scr. Rerum Nat., Carmina Κεφ. 3, poem 58, γρ. 107
Manuel Philes Poeta, Scr. Rerum Nat., Carmina Κεφ. 3, poem 68, γρ. 18
Manuel Philes Poeta, Scr. Rerum Nat., Carmina inedita Poem 54, γρ. 7
Callinicus Biogr., Vita sancti Hypatii Dedication-prologue-Κεφ. 28, τμ. 31, γρ. 3
εὐθὺς ὁ Κύριος ἰάσατο αὐτὸν ἀπὸ τοῦ πονηροῦ· στῆναι δὲ οὐκ ἠδύνατο
διὰ τὴν πολλὴν κακουχίαν. Λέγει οὖν ὁ Ὑπάτιος
τῷ ἀββᾷ Εὐμαθίῳ· «Εἴσω ὀλίγων ἡμερῶν ἔχει ὑγιᾶναι
καὶ εὐθὺς ἀπόλυσον αὐτόν.» Καὶ ῥυσθέντες οἱ
ἀδελφοὶ ἀπὸ τῆς θλίψεως ἐκείνης εὐχαρίστουν τῷ Θεῷ.
Ἄλλος πάλιν ἀναγνώστης τῶν ἁγίων ἀποστόλων
πλησίον τοῦ μοναστηρίου ἔγημεν καὶ λαβὼν τὸ ἥμισυ
τῆς προικὸς ἐπεζήτει τὸ ἄλλο ἥμισυ τοὺς γονεῖς τῆς
κόρης· ἡ δὲ κόρη οὐκ ἔτικτεν. Οἱ δὲ γονεῖς
ὀργιζόμενοι ἦσαν τῇ κόρῃ καὶ πρὸ τοῦ γῆμαι, καὶ
γνόντες ὅτι οὐ τίκτει οὐ μόνον τὴν προῖκα οὐκ ἐπλήρουν,
ἀλλ' οὔτε εἰρηνεῦσαι ἐβούλοντο τῇ θυγατρί. Ἦλθον
δὲ οἱ ἀμφότεροι πρὸς τὸν Ὑπάτιον καὶ ἠξίου ἡ κόρη
ὥστε εἰρηνεῦσαι μετὰ τῶν γονέων αὐτῆς.
Callinicus Biogr., Vita sancti Hypatii Dedication-prologue-Κεφ. 28, τμ. 32, γρ. 3
νεύσῃς, τίνα; καὶ διὰ τί; Μὴ κλέψῃς, τὰ τίνος; καὶ, Μὴ μοιχεύσῃς, τὴν τίνος; Ποῖον γὰρ
ἂν αὐτὸν
κάλλους βέλος ἐτόξευεν ἕτερον, ἵνα τὴν βολὴν φυλαξάμενος, φύλαξ γένηται τοῦ
προστάγματος;
γʹ. Τέως μὲν οὖν ὁ Ἀδὰμ ἀκίνδυνος ἀπήλαυε, καὶ
ἦν ἀβλαβὴς ἡ τρυφὴ, ἄμικτος ὀφιώδους ἰοῦ. Ἀλλ'
ἤγειρεν ἡ θέα πρὸς βασκανίαν διάβολον, καὶ πληγεὶς
οἷς ἔβλεπεν, ἀντιπλήττειν πειρᾶται τὸν πλήττοντα.
Εἶδε πάσης κτίσεως ἐξουσίαν ἀμέριστον, εἶδε θαλάτ-
της δεσποτείαν ἐγχειρισθεῖσαν, ζώων ὑποκυπτούσας
ἀγέλας, παράδεισον οἰκητήριον, νύμφην χειρὶ πλατ-
τομένην Θεοῦ, προῖκα διδομένην τὴν κτίσιν, νυμφο-
στολοῦντα Θεὸν, καὶ φθόνῳ βαλλόμενος, ὄφιν ὁ θη-
ριώδης ἐνδύεται· ὄφεως ἡνίοχος, μετὰ τὴν τοῦ
ἀέρος ἡνιοχείαν καθίσταται, πράξεσιν ἀτίμοις
ἀτίμως ἐπισυρόμενος. Ὁ γὰρ προσκρούων Θεῷ,
καὶ πρὸ τῆς τιμωρίας, τιμωρίαν ἔχει τὴν ἀτιμίαν.
320
οὖν ἵνα καὶ ὁ θεὸς συγχωρήσῃ σοι. καὶ ἀνυμνήθη ὁ αὐτὸς βα-
σιλεὺς ὑπὸ τῆς συγκλήτου.
Ἐν αὐτῷ δὲ τῷ χρόνῳ Εὐλάλιός τις, κόμης δομεστίκων,
ἀπὸ εὐπόρων πένης γενόμενος τῷ τρόπῳ τούτῳ· ἐμπρησμοῦ
γενομένου ἔνθα ἔμενε, γυμνὸς ἔφυγε μετὰ καὶ τῶν τριῶν αὐ-
τοῦ τέκνων· οὐκ ὀλίγοις δὲ δανείοις ὑποκείμενος, καὶ μέλλων
τελευτᾶν, διαθήκας συνεστήσατο εἰς τὸν αὐτὸν βασιλέα, εἰπὼν
ἐν τῇ διαθήκῃ, ὥστε τὸν εὐσεβέστατον Ἰουστινιανὸν παρασχεῖν
ταῖς ἐμαῖς θυγατράσιν ἡμερησίας ἀνὰ φόλεις ιεʹ· καὶ γινομένης
αὐτῶν τελείας ἡλικίας καὶ ἐρχομένας ἐπὶ γάμον λαμβάνειν προῖ-
κα ἑκάστην δέκα χρυσίου λιτρῶν. ἀποπληρωθῆναι δὲ καὶ τοὺς
ἐμοὺς δανειστὰς παρὰ τοῦ ἐμοῦ κληρονόμου. καὶ ἐπὶ τούτοις
ἐτελεύτα ὁ αὐτὸς Εὐλάλιος· καὶ ἀνηνέχθη ἡ διαθήκη τῷ βασιλεῖ
διὰ τοῦ κουράτωρος. καὶ ἐκέλευσεν αὐτὸν ὑπεισελθεῖν τῇ κλη-
ρονομίᾳ· ὅστις ἀπελθὼν εἰς τὸν οἶκον ἔνθα κατέμεινεν ὁ αὐτὸς
Εὐλάλιος, καὶ ποιήσας ἀναγραφὴν τῆς ὑποστάσεως αὐτοῦ, εὑρέ-
θη ἡ περιουσία αὐτοῦ ἄχρι νομισμάτων φξδʹ. καὶ ἀπελθὼν
ἀνήγαγε τῷ βασιλεῖ τὴν διατίμησιν τῆς ὑποστάσεως καὶ τὰ ὑπ'
αὐτοῦ καταλειφθέντα ληγᾶτα. καὶ ταῦτα ἀκούσας ὁ αὐτὸς βα-
σιλεὺς ἐπιτρέπει τῷ κουράτωρι Μακεδονίῳ ὑπεισελθεῖν τῇ
κοινωνίας ἀφράστου.
Σὺ καὶ τέλος σαώσεις,
ἂν μὴ ἄκαρπον εὕρῃς
ὅλως ἐμὴν πορείην,
ἂν μὴ φέρω μολύβδου
ὄγκον βαρὺ βρίθοντα
ὠθοῦντά τ' εἰς γεένναν
ἄσβεστον ἠδὲ πῦρ με,
ἂν μὴ ἄναγνον ὕλην,
χόρτον πυρός τ' ἄναμμα.
Καὶ προῖκα ταῖς ἐκεῖσε
ἐνθήσεαι μοναῖσιν
αἰωνίως βιοῦντα,
δόξης τεῆς ὑμνῳδόν,
ἀκηράτοις νόοισι
πᾶσίν θ' ὁμοῦ δικαίοις.
μὲν παρ' ἡμῖν ἄρτι κεῖται, ὑμῖν δ' οὐδὲν ὑπολέλειπται ὧν ἄρτι
δώσειν φατέ, ἐπὶ τίσιν ἡ σύμβασις; ἢ τί τὸ διαλλάξον ἡμᾶς
ἔσται;” τὸ μὲν δὴ πρῶτον οὕτως αὐτοὺς ἠμείψατο, μεταβαλὼν
δ' ἔπειτα “ἀλλ' ἵνα” ἔφη “γνῶτε, ὡς προῖκα ὑμῖν σπείσασθαι
θέλομεν Χριστιανοῖς οὖσιν, ἄγε γινέσθω τὰ ὅρκια.” ὁ βασιλεὺς
μὲν τοσαῦτα εἶπεν, οἱ δὲ διώμοτα πάντα θέμενοι ἀπηλλάγησαν,
καὶ ὁ βασιλεὺς λοιπὸν ἐπὶ Βυζάντιον ἦλθεν.
17. Ἤδη δὲ καὶ Ἰωάννης ὁ Δούκας Δαλματίαν παραστη-
σάμενος Νικηφόρῳ τῷ Χαλούφῃ ταύτην παρέθετο, οὕτω πρὸς
βασιλέως ἀπεσταλμένον αὐτῷ. ἔφθη γὰρ αὐτὸν δυνάμεσιν ἅμα
ἐνταῦθα στεῖλαι ἐφ' ᾧ ἢ βίᾳ ἢ ὁμολογίᾳ ταύτην ἑλεῖν, τῶν Οὔν-
νων τῷ λόγῳ δῆθεν Βελᾷ πρὸς κλῆρον καὶ ταύτην ἀφοριζόντων.
ὁ δὲ τὴν Σερβίων παραμείψας χώραν, ἐπειδὴ εἰς ταύτην εἰσέβαλε
πᾶσα ἐν βραχεῖ δυναστεία τὸ πλέον ὑπὸ τῷ βασιλεῖ ἔθετο.
λιστα δὲ ἔδοξεν αὐτῷ δίκαιος εἶναι, ὅτι, τὰ χρήματα αὐτῷ τοῦ βαρ-
βάρου διδόντος, καὶ τὰ πρέποντα δῶρα πρεσβευτῇ δωρούμενος
ἀπεώσατο πάντα εἰπών, ὡς ἀντὶ τούτων δῶρόν ἐστιν εὔσχημον
πρεσβεύοντι ἀνθρώπῳ τοὺς αἰχμαλώτους κομίσασθαι. ὁ δὲ τῆς
διανοίας ἐπαινέσας τὸν ἄνδρα· οὓς μὲν ἐγώ, ἔφησεν, σὺν τοῖς
327
οἰκεῖον ὥσπερ δῶρον λήψεται παρ' ὑμῶν, ἐπεὶ καὶ Λαζικὴν οἴεται
οὐκ ἄλλως ἔχειν. διαβεβαιουμένων γὰρ ἡμῶν καὶ ἐναργέστατα
δεικνύντων, ὡς Ῥωμαίων ἐκ πλείστου χρόνου κτῆμα καθέστηκεν,
ἀντεῖπας αὐτὸς τῷ τοῦ πολέμου νόμῳ Λαζικὴν οἰκειώσασθαι, καὶ
ὅμως τῷ βούλεσθαι τὴν δίκην ἄτρωτον εἶναι προυργιαίτερον
ἔθου σώφρονα κεκτῆσθαι λογισμὸν ἢ χεῖρα δυνατήν. τοιγαροῦν
ἐποιήσω τὴν οὐκ ἀνάγκην ἀνάγκην καὶ τῷ γενναίῳ τῆς μεγαλοφρο-
σύνης ἐψηφίσω κατὰ σαυτοῦ καὶ νικᾶν ἠξίωσας ἡττημένος τοῦ
πρέποντος, καὶ ἁπλῶς ἀπεκατέστησας ἡμῖν Λαζικὴν ὥσπερ οἰκεῖόν
τι κτῆμα μεταθεὶς καὶ τὴν ἐξουσίαν μεταγαγὼν ἐφ' ἡμᾶς. οὐκ
ἄλλως δὲ καὶ περὶ Σουανίας ἀντιβολοῦμεν τὸ οἰκεῖον προῖκα
λαβεῖν, καὶ χάριν δὲ ὁμολογήσειν ἡμᾶς ὑμῖν τῷ μὴ ἐζημιῶσθαι
τὸ οἰκεῖον, ὑμᾶς δὲ τῷ κρείττονι τῷ δύνασθαι τοσοῦτον ὥστε δω-
ρεῖσθαι δοκεῖν καὶ τὸ μὴ ὑμέτερον. καὶ ὁ βασιλεὺς ἔλεξεν ὧδε· οὕτω
δῆτα ψυχὴν λόγων χηρεύουσαν καὶ τοῦ πείθειν ἔρημον εὑροῦσα ἡ
τῆς σοφίας δύναμις περιφρονοῦσα τὸ ἀσθενὲς καταγωνίζεται,
ὥσπερ φάρμακον ἐν ἕλκει προσπλαττόμενον καταβιβρώσκει μὲν
τὸ νοσοῦν, συναναζωπυρεῖ δὲ τὴν ὑγείαν τῷ κάμνοντι. εἰ γὰρ τὸ
δίκαιον οὐκ εἶπέ τισιν, εἴπῃ δὲ τὸ ἁρμόδιον, οὐδὲν ἧττον καὶ οὕτω
νικήσει. τοιγαροῦν ἡ σοφία τούτου ἕνεκα τῆς ἰσχύος τῶν ὅπλων
κρατεῖ, ὅτι πολέμου μὲν δύναμις οὐχ οἵα τε πέφυκε τοῦ πρακτέου
Symeon Logothetes Hist., Chronicon (sub nomine Leonis Grammatici vel Theodosii
Melisseni vel Julii Pollucis) (redactio A + B operis sub t P. 125, γρ. 4
δρυον· ἀλλὰ καὶ τοῖς συνδραμοῦσι πρὸς τὴν θέαν Πέρσαις ὁμοίως δρᾶν
ὑπετίθετο, προσεπάγων ἅμα καὶ ὑποβάλλων τὸ τῆς ἐργασίας αἴτιον
καὶ τὸ πρὸς τί εὔχρηστον αὐτοῖς ἐπιλέγων· Πέρσαις μὲν γὰρ ἐξεῖναι διὰ
παντὸς ἐξιέναι τῆς παρεμβολῆς καὶ ξυλεύεσθαι, ὅτι μηδ' ἔσται τις αὐτοῖς
προσιστάμενος, Ῥωμαίοις δὲ οὐχί, φυλαττομένοις τὸ μὴ δοκεῖν ἀπο-
διδράσκειν καὶ τὰ ἐκ τοῦδε ὑφορωμένοις ὡς φυγάσιν ἐπικεισόμενα δεσμά.
Ἐπεὶ δὲ τὸ Φιλομίλιον κατέλαβεν, ἐπαύλεών τε μετέδωκε καὶ γῆς
ἐπεμέτρησε μέρος πρὸς ἐργασίαν ἀγαθῆς σῖτόν τε αὖθις διέδωκε καὶ ὅσα
τῶν ἡμέρων καρπῶν σπόριμα. ναὶ μὴν ἐλπίδων χρηστῶν ἐνέπλησε,
τέλος εἰπὼν ὡς αὐτοῦ καὶ βασιλέως αὖθις φιλιωθέντων καὶ πρὸς τὰς
πρότερον σπονδὰς ἀπιδόντων προῖκα καὶ αὐτοὶ τὴν οἴκαδε ἐπάνοδον
ἕξουσιν· εἰ δέ τι ἕτερον μεταβουλεύσεται βασιλεύς, ἐπὶ πέντε ὅλοις
333
Joannes Zonaras Gramm., Hist., Epitome historiarum (lib. 1-12) Vol. 2, p. 145, γρ.
19
Joannes Zonaras Gramm., Hist., Epitome historiarum (lib. 1-12) Vol. 2, p. 183, γρ. 1
ἐπίκλιντρον ἀποβάλλον.]
Ἐπιθήματα>. σκεπάσματα.
339
οἴκαδε. τὴν μὲν οὖν Γρεβενοῦ πόλιν πέμψας Ἰησοῦν τῶν Σκο-
πίων ὕπαρχον παρεστήσατο· καὶ τούτων τὴν τρίτην μοῖραν
ἀνδραποδισάμενος, καὶ ἐπιλεξάμενος εἴ τι καλὸν ἦν ἀνδράποδον
ἐν τῇ πόλει, ἀφαιρεῖτο. καὶ πρότερον μὲν ὁ τῆς Πατρῶν πόλεως
ἄρχων Ἰσακάλης τοὔνομα παρεστήσατο ἔνια τῶν περιοίκων
αὐτοῦ πολισμάτων. οἱ γὰρ Ἕλληνες ὡς ᾔσθοντο βασιλέα κατα-
στρεψάμενον τὴν μεσόγαιον καὶ διαφθείραντα ἄνδρας ὡς πλεί-
340
μελλόντων, ὡς ἔδειξε. Τὴν δ' ἐκείνου πενίαν, εἰπόντος ἐκείνου ποτέ, παρὼν
καὶ ἀκούσας ὁ γράφων, εἰ μαρτυροίη, ψεύδους ἁλῶναι οὐ δέδοικεν, ἐπεὶ
κἀκείνῳ εἰς καύχημα δόξης ἦν ἡ πενία τότε λέγοντι· τρισὶ γὰρ καὶ μόνοις
νομίσμασι κατὰ τὰς κατ' οἶκον χρείας τὸ προσὸν αὐτῷ, ὅτε βασιλεύοι, ὡς
ἔλεγε, περιίστατο. Καὶ τὸν Ἄγγελον, ἀδελφὸν ὄντα τῆς αὐτοῦ πενθερᾶς, ὃν
καὶ μέγαν πριμμικήριον αὐτὸς βασιλεύσας ἀπέδειξεν, ἐκάλει παρόντα,
ὅπως αὐτὸς λαγχάνοι παρ' αὐτοῦ δίκας ὑπὲρ τῆς τῆς ἀδελφιδῆς προικὸς
μαρτυρήσοντα· κἀκεῖνος ἐγγὺς παραστὰς ἐμαρτύρει, καὶ ἡμεῖς ἠκούομεν
λέγοντος καὶ ὅρκον προστιθέντος τοῖς λεγομένοις. Τότε τοιγαροῦν τοὺς
πολλούς, καὶ μᾶλλον οἷς εὐγενὲς τὸ γένος, ὑποποιούμενος, παρεῖχεν ἐξ
εὐλόγου δῆθεν προφάσεως τῶν βασιλικῶν χρημάτων ἀπόνασθαι, αὐτὸς τέως
ὡς εἶχεν συντηρῶν ἑαυτὸν τῶν λημμάτων ἀνώτερον.
ἔχειν, ἄρτι κινῆσαν, τοὺς μὲν κατὰ τὰ ὀχυρώματα Πέρσας καὶ λίαν ὑπε-
ποιεῖτο, ὡς θριγγοῖς ἐλπίζων χρᾶσθαι, εἰ ἐπιβρίσειαν ἐκεῖνοι· ἐκείνοις δ'
εἶχε διὰ μελέτης καὶ ἄλλως σπένδεσθαι διὰ κήδους· ἐπὶ τοσοῦτον γὰρ
φοβερὸν ἐδόκει καὶ μόνον πρὸς ἐκείνους πόλεμον ἐννοεῖν ὥστε καὶ ἕως
ἐκείνου καὶ τοὔνομα μόνον εἰς φόβον ἡγεῖσθαι καὶ δεδιέναι.
κεʹ. Ὅπως εἶχον οἱ πρὶν βασιλεῖς περὶ Τοχάρους ἀκουομένους.
Πρώην μὲν γὰρ ὁ Δούκας Ἰωάννης κλέος μόνον ἐκείνων ἤκουε καὶ κατωχύ-
ρου τὰ φρούρια σίτῳ καὶ ἅρμασιν, ὧν τὸν μὲν καὶ εἰς χρόνους προσέταττεν
ἀποτίθεσθαι, βούλλαις μολυβδίναις τὸν ἐνόντα τοῖς ἐποίκοις σφραγίζων,
φέροντας δ' ἔξωθεν ἐπιτάττων σιτίζεσθαι, τὰ δὲ καὶ ἀναγκαῖα ἐτίθει τοῖς
κτησομένοις, ὡς ἐκείνων πᾶν τὸ εἰς περιουσίαν ὂν ὑστερεῖν· προικοδοτοῦντας
γὰρ μετὰ τὴν σεβασμίαν εἰκόνα τὰ ὅπλα προσέταττε καταγράφεσθαι· μηδὲ
γὰρ ἔχειν εἰδέναι τί τὸ ἐξορμῆσαν τῶν σφῶν φωλεῶν ἔθνος καὶ ὁποίοις τοῖς
ἤθεσι χρᾶται, κἂν εἰρηνεύειν θέλοι, κἂν μάχεσθαι. Τόσον ἦν ἄδηλον ἕως τότε
τὸ ἔθνος· παρὰ πολλοῖς δ' ἐλέγοντο κυνοκέφαλοι καί γε διαίταις ἀπειρημέ-
ναις ἠκούοντο χρώμενοι, ὥστε καὶ ἀνθρωποφαγεῖν ἐπιστεύοντο.
Θεοδώρου δὲ τὴν ἀρχὴν βασιλεύσαντος, ἐπεὶ ἐλέγοντο διὰ Περσίδος πρὸς
ἐκεῖνον πρεσβεύεσθαι – καὶ ἦν ὁ λόγος ἀληθινός – , φόβος καὶ τάραχος ἦν.
Ἔγνω δ' ὅμως ὁ βασιλεύς, τὸ φοβερὸν πλασάμενος, ἐκείνους κατασοφίσα-
σθαι. Καὶ πρῶτον μὲν προαπέστελλεν ὡς δῆθεν ἀγγελοῦντας ἐπὶ Περσίδος
ὡς ἐπ' αὐτοὺς εὐτρεπίζοιτο, καὶ οἱ ταχυδρομοῦντες ἐπέμποντο·
Μαρία εἰς γάμον ἐξεδόθη. Καὶ μετὰ μικρόν, τῆς τοῦ βασιλέως Βουλγάρων
Κωνσταντίνου συζύγου
Εἰρήνης μεταλλαξάσης, εἰς σπονδὰς ὁ κρατῶν ἐκεῖνον θέλων συνάξαι, ἐς
ὃ τοῖς κατὰ τὸν Αἷμον καὶ αὐτῇ γε Μακεδονίᾳ καὶ Θρᾴκῃ ἀνακωχὴν
γενέσθαι, ἐπὶ πολὺ δαπανωμένων τῶν στρατευμάτων τοῖς συνεχέσι πολέμοις,
πέμψας διαπρεσβεύεται, ὑπισχνούμενος εἰς κῆδος ἐκείνῳ δοῦναι καὶ τὴν
ἀδελφιδῆν ἑαυτοῦ Μαρίαν, τὴν τῶν θυγατέρων τῆς Εὐλογίας δευτέραν, ᾗ δὴ
342
συνῴκει πρότερον ὁ Φιλῆς Ἀλέξιος καὶ μέγας δομέστικος. Καὶ δὴ τῶν ὅρκων
προβάντων, ὡς συλλαμβάνεσθαι τούτοις καὶ Μεσέμβρειαν καὶ Ἀγχίαλον
– ἐκείνου γὰρ οὔσας κατασχεῖν βασιλέα, καὶ αὖθις ἄξιον εἶναι τὸν πρὶν
ἔχοντα λαμβάνειν αὐτὰς ἐπὶ τῷ γενησομένῳ ὡς προῖκα κήδει – , ὁ μὲν
βασιλεὺς τὰ μὲν τοῦ κήδους ἐπλήρου ὡς λίαν φιλοτίμως καὶ βασιλικῶς·
συνεξῄει γὰρ τῇ νυμφευθησομένῃ αὐτὸς βασιλεὺς καὶ ὁ πατριάρχης κἀν
Σηλυβρίᾳ γενόμενοι, ἐκεῖσε δεσποινικῶς μετασκευασάμενοι τὴν εἰς γάμον
πεμπομένην τῷ Κωνσταντίνῳ, ἐκείνην μὲν ὑπὸ πλείστῃ δορυφορίᾳ πρὸς
ἐκεῖνον ἀπέλυον, αὐτοὶ δ' ὑπέστρεφον.
Καὶ τὰ μὲν τοῦ κήδους οὕτως ὁ βασιλεὺς ἐξεπλήρου· τὰ δὲ περὶ τὰς
πόλεις ἀνεβάλλετο, ταῖς μὲν ἀληθείαις εἰδὼς ἐντεῦθεν παραιρεθησομένην τὴν
Ῥωμαΐδα τὰ κράτιστα, τῷ δὲ Κωνσταντίνῳ προφάσεις ἐπλάττετο πιθανάς,
ἄλλας τε καὶ τὸ μὴ ἔχειν εὐθέως δοῦναι, μὴ τῶν ἐποίκων καταδεχομένων τῶν
πόλεων· Ῥωμανίας γὰρ εἶναι μέρος ἐκείνας καὶ Ῥωμαίους αὐτούς, μὴ
Georgius Sphrantzes Hist., Chronicon sive Minus [Sp.] Κεφ. 16, τμ. 1, γρ. 11
Georgius Sphrantzes Hist., Chronicon sive Minus [Sp.] Κεφ. 17, τμ. 1, γρ. 6
λεὺς διακρίνει. Παρηκολούθησε καὶ τοῦτο, ὅπερ ἦτον ἀπὸ μέρος βεβαίω-
σις τῆς ἀποκρύφου μελέτης.
Ἀπὸ τῆς Βοστίτζας διερχόμενοι διὰ τῆς ὁδοῦ τῆς Πάτρας, ἵνα
εἰς τὴν Γλαρέντζαν καὶ τὸ Χλουμοῦτζιν ἀπέλθωμεν, ἔνθα καὶ ἡ βασίλις-
σα, ἐστάλη Ἀνδρόνικος Λάσκαρις ὁ Παδιάτης εἰς τοὺς ἐν τῇ Πάτρᾳ
ἄρχοντας διά τινας δουλείας· κἀκεῖσε προσμείναντος, συνέτυχον αὐτῷ
ἰδίως καὶ ἱερεὺς καὶ λαϊκοὶ περὶ τοῦ, ἂν θέλῃ ὁ αὐθέντης αὐτοῦ, ἔχουσι
τρόπον, ὅτι νὰ ποιήσουν νὰ ἐπάρῃ τὴν Πάτραν.
Georgius Sphrantzes Hist., Chronicon sive Minus [Sp.] Κεφ. 36, τμ. 3, γρ. 9
λεως, καὶ ἐκεῖνος λόγον οὐκ ἐποιήσατο, οὐκ εἰδότος τοῦ ἀθλίου, ὅτι, ἂν
τυχὸν ἀφαιρεθῇ ἡ κεφαλὴ σώματος, τὰ μέλη εἰσὶ νεκρά.
Εἰς τὴν Βενετίαν καὶ βουλῆς γενομένης μεγάλης ἀντέστη ὁ δὸξ
Φραντζέσκω Φούσκαρις οὐ κατ' ἄγνοιαν, – καὶ γὰρ καὶ ὁ βασιλεὺς κὺρ
Ἰωάννης ὥριζέ μας, ἀλλὰ καὶ ἄλλοι οἱ ἰδόντες καὶ ὁμιλίσαντες αὐτόν,
ὅτι φρονιμώτερον ἄνθρωπον εἰς τὴν Ἰταλίαν οὐκ εἶδον, – ἀλλὰ διὰ κακίαν
καὶ φθόνον· οὐκ οἶδε γὰρ ὁ φθόνος προτιμᾶν τὸ συμφέρον. Ἦν δὲ τὸ
αἴτιον τοῦτο· τοῦ Ἀλωΐζου Διέδου ἐκείνου μέσου γεγονότος, ἵνα ὁ μα-
καρίτης αὐθέντης μου κὺρ Κωνσταντῖνος, δεσπότης ὢν καὶ εἰς τὸν Μο-
ρέαν αὐθέντης εὑρισκόμενος, ἐπάρῃ εἰς γυναῖκαν αὐτοῦ δὴ τοῦ δουκὸς
τὴν θυγατέραν καὶ μετὰ πολλῆς προικός, ὁ αὐθέντης μου οὗν οὐ διὰ τοῦ-
το, ἀλλὰ διὰ τὸ γενέσθαι οἱονεὶ καὶ αὐτὸς καὶ ὁ τόπος αὑτοῦ μετὰ τῆς
Βενετίας ἕν, συνεκατέβαινε τὸ τοιοῦτον συμπενθέριον, ἐμοῦ πλέον
τῶν ἄλλων συναινοῦντος τοῦτο καὶ ἀναγκάζοντος· καὶ ἰδοὺ ἦν, ἵνα
γίνηται
Ducas Hist., Historia Turcobyzantina Κεφ. 9, τμ. 1, γρ. 10καὶ ὁ ἐλεῶν οὐκ ἦν οὐτ'
Ἕλλην οὔτε βάρβαρος.
Τότε ὁ Καντακουζηνὸς εἰς νοῦν λαβὼν τὸ γεγονὸς καὶ μὴ φέρων τὴν
ἄτοπον πρᾶξιν, ἣν ἀθέσμως μετεχειρίσαντο οἱ τῆς Πόλεως πρὸς τοὺς ἔξω Ῥω-
μαίους, βουλὴν βουλεύεται πονηράν, Θεοῦ σκληρύνοντος, οἶμαι, τὴν καρδίαν αὐ-
τοῦ διὰ τὸ καταποντισθῆναι ἄρδην τοὺς Ῥωμαίους. Καὶ στείλας πρέσβεις εἰς
τὸν Ὀρχὰν αἰτεῖ παρ' αὐτοῦ βοήθειαν ὡς ἀδικούμενος ὑπὸ τῶν Ῥωμαίων καὶ
ὡς ἐπίτροπος ὢν τῆς βασιλείας τοῦ ἀποιχομένου βασιλέως Ἀνδρονίκου καὶ οἱ
Ῥωμαῖοι φθονήσαντες ἐξέωσαν αὐτὸν τῆς ἐπιτροπῆς καὶ κατέσφαξαν τοὺς αὐτοῦ
συγγενεῖς κἀκεῖνον φυγάδα πεποίηκαν. Εἰ οὖν ἀντιλάβηται αὐτὸν καὶ χεῖρα
βοηθείας ὀρέξῃ, ἔχει δοῦναι αὐτῷ τὴν θυγατέρα αὐτοῦ εἰς γυναῖκα μετὰ καὶ
πολλῶν θησαυρῶν χάριν προικὸς καὶ ἔχειν αὐτὸν ὡς υἱὸν καὶ ὑπακούειν αὐτῷ
εἰς πάντα τὰ θελήματα αὐτοῦ. Τότε ὁ Ὀρχὰν ἀκούσας τοὺς πρέσβεις παρ' ἐλπί-
δα γαμικῶν συναλλαγμάτων φθεγγομένους φωνὰς καὶ θησαυρῶν ἀπείρων ἀγγε-
λίας, κεχηνὼς οὑτωσὶ ὡς βοῦς διψῶν ἐν καύσωνι θέρους ἐν λάκκῳ πλήρης ὕδα-
τος ψυχροτάτου πίνων μὴ κορεννύμενος τῶν ναμάτων, οὕτω καὶ οὗτος ἐνωτι-
σθείς, ὑπὸ τῆς βαρβαρικῆς ἀκολασίας – καὶ γὰρ ἀκράτητον τὸ ἔθνος αὐτὸ καὶ
οἰστρομανὲς ὡς οὐδὲ ἓν τῶν πάντων γενῶν, ἀκόλαστον ὑπὲρ πάσας φυλὰς καὶ
ἀκόρεστον ἀσωτίαις, τοσοῦτον γὰρ πυροῦται, ὅτι καὶ κατὰ φύσιν καὶ παρὰ
φύσιν ἐν θηλείαις, ἐν ἄρρεσιν, ἐν ἀλόγοις ζῴοις ἀδεῶς καὶ ἀκρατῶς μιγνύμενον
οὐ παύεται· καὶ ταῦτα τὸ ἀναιδὲς καὶ ἀπάνθρωπον ἔθνος, εἰ Ἑλληνίδα ἢ Ἰτα-
λὴν ἢ ἄλλην τινὰ ἑτερογενῆ προσλάβηται ἢ αἰχμάλωτον ἢ αὐτόμολον, ὡς Ἀφρο
345
τος ψυχροτάτου πίνων μὴ κορεννύμενος τῶν ναμάτων, οὕτω καὶ οὗτος ἐνωτι-
σθείς, ὑπὸ τῆς βαρβαρικῆς ἀκολασίας – καὶ γὰρ ἀκράτητον τὸ ἔθνος αὐτὸ καὶ
οἰστρομανὲς ὡς οὐδὲ ἓν τῶν πάντων γενῶν, ἀκόλαστον ὑπὲρ πάσας φυλὰς καὶ
ἀκόρεστον ἀσωτίαις, τοσοῦτον γὰρ πυροῦται, ὅτι καὶ κατὰ φύσιν καὶ παρὰ
φύσιν ἐν θηλείαις, ἐν ἄρρεσιν, ἐν ἀλόγοις ζῴοις ἀδεῶς καὶ ἀκρατῶς μιγνύμενον
οὐ παύεται· καὶ ταῦτα τὸ ἀναιδὲς καὶ ἀπάνθρωπον ἔθνος, εἰ Ἑλληνίδα ἢ Ἰτα-
λὴν ἢ ἄλλην τινὰ ἑτερογενῆ προσλάβηται ἢ αἰχμάλωτον ἢ αὐτόμολον, ὡς Ἀφρο-
δίτην τινὰ ἢ Σεμέλην ἀσπάζονται, τὴν ὁμογενῆ δὲ καὶ αὐτόγλωτον ὡς ἄρ-
κτον ἢ ὕαινα βδελύττοντες· – ἀκούσας τοίνυν ὁ ῥηθεὶς ἀρχηγὸς Ὀρχὰν τὴν
πρὸς γάμον τῆς κόρης συνάφειαν, ἦν γὰρ ὡραία τῷ εἴδει καὶ τὴν ὄψιν οὐκ ἄχα-
ρις, καὶ τὸν τῆς προικὸς ὄγκον καὶ τὰ σταλθέντα παρὰ τοῦ Καντακουζηνοῦ
προγαμιαῖα δωρήματα, συνένευσεν εὐκόλως. Καὶ φιλοτιμήσας τοὺς πρέσβεις ἀπέ-
πεμψεν, ὅρκους δοὺς καὶ λαβών, ὡς ἀπὸ τοῦ γε καὶ εἰς τὸ ἑξῆς ἔσται γαμβρὸς
τοῦ Καντακουζηνοῦ καὶ εἰς πᾶσαν ἀρωγὴν καὶ βοήθειαν ὡς υἱὸς πρὸς πατέρα
ἀόκνως ἑτοιμασθήσεται, μόνον τὴν μελλονύμφην σὺν τῇ φερνῇ συντόμως πρὸ
τοῦ ἔαρος εἰ μεταπέμψει· ἔτυχε γὰρ αὕτη ἡ μιαρὰ μνηστεία ἐν Ἰαννουαρίῳ μηνὶ
γενέσθαι τοῦ τότε χρόνου. Καὶ σὺν τούτοις ἐστάλθησαν ὡς πέντε χιλιάδες Τοῦρ-
κοι τῷ Καντακουζηνῷ, ἄνδρες μαχιμώτατοι καὶ ὀξεῖς εἰς θυμὸν καὶ τῶν Ῥω-
μαίων φθορεῖς, ὡς εἰκάσοι τις αὐτοὺς εἰς κύνας καρχαρόδοντας ἢ χάρωντας.
Ἀποδεξάμενος οὖν αὐτοὺς ὁ Καντακουζηνὸς κατὰ τὴν συνήθη φιλοφρο-
τοῦ Καντακουζηνοῦ καὶ εἰς πᾶσαν ἀρωγὴν καὶ βοήθειαν ὡς υἱὸς πρὸς πατέρα
ἀόκνως ἑτοιμασθήσεται, μόνον τὴν μελλονύμφην σὺν τῇ φερνῇ συντόμως πρὸ
τοῦ ἔαρος εἰ μεταπέμψει· ἔτυχε γὰρ αὕτη ἡ μιαρὰ μνηστεία ἐν Ἰαννουαρίῳ μηνὶ
γενέσθαι τοῦ τότε χρόνου. Καὶ σὺν τούτοις ἐστάλθησαν ὡς πέντε χιλιάδες Τοῦρ-
κοι τῷ Καντακουζηνῷ, ἄνδρες μαχιμώτατοι καὶ ὀξεῖς εἰς θυμὸν καὶ τῶν Ῥω-
μαίων φθορεῖς, ὡς εἰκάσοι τις αὐτοὺς εἰς κύνας καρχαρόδοντας ἢ χάρωντας.
Ἀποδεξάμενος οὖν αὐτοὺς ὁ Καντακουζηνὸς κατὰ τὴν συνήθη φιλοφρο-
σύνην μετὰ δώρων ὅτι πλείστων καὶ ὑποσχέσεων κατακορέσας αὐτούς, ἑτοιμά-
ζετο τὴν πρὸς τὸ Βυζάντιον παρασκευὴν ἔχων μεθ' ἑαυτοῦ τὸ στῖφος τῶν Τούρ-
κων καὶ ἑτέρους τόσους ἢ καὶ πλείονας Σέρβους καὶ Ῥωμαίους, ὅσους ἡ Θρᾴκη
τότε ἔχειν ἠδύνατο. Καὶ δὴ ἑτοιμάσας τὰ τῆς προικὸς καὶ πέμψας τὴν θυγατέρα
αὐτοῦ τῷ Ὀρχὰν σὺν πάσῃ τιμῇ καὶ περιφανείᾳ καὶ δόξῃ καὶ πολλῇ τῇ λαμ-
πρότητι, αὐτὸς εἰς πόλεμον ἠσχολεῖτο καὶ δῆτα ἀρξάμενος ἀπὸ Σηλυβρίας ληί-
ζειν καὶ καίειν πάσας κώμας καὶ πόλεις ἄχρις αὐτῆς Πόλεως. Καὶ τοὺς δυστυ-
χεῖς Ῥωμαίους, οὓς μὲν Σέρβοι ᾐχμαλώτευον, εἰς Σερβίαν ἀπέπεμπον, οὓς
δὲ Τοῦρκοι, τὸν πορθμὸν διαβιβάζοντες εἰς Προῦσαν καὶ τὰς λοιπὰς πόλεις δο-
ρυαλώτους ἐπόμπευον. Καὶ ἦν ἰδεῖν θέαμα ἐλεεινόν· τίνες οἱ αἰχμαλωτίζοντες;
Ῥωμαῖοι· Τίνες οἱ αἰχμαλωτιζόμενοι; Ῥωμαῖοι· Τίνες οἱ σπαθίζοντες; Ῥω-
μαῖοι· Τίνες σπαθιζόμενοι; Ῥωμαῖοι· Τίνων τὰ νεκρὰ σώματα; Ῥωμαίων· Τίνες
οἱ νεκρώσαντες; Ῥωμαῖοι· Ὦ δεινῆς συμφορᾶς·
Ἐλθόντος δὲ τοῦ Καντακουζηνοῦ σὺν αὐτῷ τῷ στρατῷ, ὅπερ εἰρήκα
346
ποιῆσαι αὐτό. Ἐρχομένων οὖν εἰς τὴν Πελοπόννησον, τῷ μὲν ἤμην τε-
λείως ὑποχείριος, ὡς προεῖπον, τῷ δὲ ἀγάπῃ καὶ ἐλπίδι προσαπέβλεπον.
Ἀποσωθέντες οὖν εἰς Πελοπόννησον καὶ κατὰ τοῦ τόπου τοῦ ἐν
Πελοποννήσῳ, ὃς ὑπὸ τοῦ δεσπότου Καρούλου ἐκρατεῖτο, ἀπελθόντες
οὖν οἱ αὐθένται καὶ ἀδελφοὶ καὶ βουλὴν ποιήσαντες τοιαύτην, μὴ θαῤῥοῦν-
τες γὰρ εὐκόλως ὑποτάξαι τὸν τόπον αὐτοῖς, ὃν εἶχεν ὁ Κάρουλος, ὁ-
μοίως καὶ αὐτὸς οὐκ ἐθάῤῥει δυνηθῆναι φυλάξῃ τὸν τόπον ὃν ἐκέκτητο,
ἐπεί τινας τῶν τούτου τόπων ἔλαβον οἱ αὐθένται ἡμῶν, εἰς συμβάσεις ἦλ-
θον, καὶ εὐδοκήσαντος τοῦ δεσπότου κὺρ Κωνσταντίνου, ἵνα λάβῃ εἰς
νόμιμον γυναῖκα τὴν ἀνεψιὰν τοῦδε τοῦ δεσπότου Καρούλου καὶ τὰ ἐν
τῇ Πελοποννήσῳ ἐναπομείναντα αὐτῷ κάστρα λάβῃ εἰς προῖκαν αὐτῆς,
οὕτω γενομένης τῆς συμφωνίας.
II. Τῇ οὖν πρώτῃ Μαΐου τοῦ αὐτοῦ ἔτους σταλεὶς ἐγὼ παρέλαβον
τὴν Γλαρέντζαν καὶ ἄλλοι ἕτερα. Καὶ ἐπαναστρέψαντες εἰς Σπάρτην, ἐ-
νεργεῖτο ἵνα λάβῃ τὸ μοναχικὸν σχῆμα ὁ δεσπότης κὺρ Θεόδωρος, καὶ
τρόπον καὶ ἀναβολὴν ποιήσωσι, τοῦ παραλαβεῖν τὴν Πάτραν, – ἀναγ-
καῖον καὶ χρήσιμον τόπον,
Καὶ κατ' ἀρχὰς τοῦ θέρους τοῦ ͵ϛϡμγ-ου, ἀπέθανε καὶ ὁ τῶν Ἀ-
θηνῶν αὐθέντης καὶ Θηβῶν ὁ προῤῥηθεὶς κὺρ Ἀντώνιος Δελατζιόλης
ὁΚομνηνὸςκαὶ ζητήσει τῆς ἐκείνου γυναικὸςΜαρίας Μελις-
σηνῆς, θυγατρὸς Λεόντος τοῦ Μελισσηνοῦ, πρώτου
ἐξαδέλφου Νικηφόρου τοῦ Μελισσηνοῦ, ὃν προεδη-
λώσαμεν>, ἐστάλην ἐγὼ μετὰ ἐνόρκου ἀργυροβούλλου καὶ πολλῶν
στρατιωτῶν, ἵνα παραλάβω τὴν Ἀθήναν καὶ Θήβαν καὶ ἄλλον ἀντ' αὐτῶν
εἰς τὴν Πελοπόννησον αὐτῇ δώσω τόπονκατὰ τὰ μέρη τῆς Λακω-
νικῆς πλησίον ὧνπερ εἶχε τῆς αὑτῆς πατρικῆς κλη-
ρονομίας καὶ προικός, αἵ εἰσιν αἱ κάτω γεγραμμέναι
χῶραι καὶ πόλεις καὶ κῶμαι· Ἄστρον, Ἅγιος Πέτρος,
Ἅγιος Ἰωάννης, Πλατάμονας, Μέλιγον, Προάστειον,
Λεωνίδης, Κυπαρισσία, Ῥέοντας καὶ Σίτανας· καὶ οὕ-
τως ἐγγὺς αὐτῶν δώσω αὐτῇ τόπον>, ὁπόσον καὶ οἷον φανή-
σεταί μοιεἰς γνώμην καὶ βουλὴν αὐτῆς>. Προλαβόντος δὲ τοῦ
Τουραχάνη καὶ τὴν Θήβαν ἀποκλείσαντος, ἣν καὶ παρέλαβε μετά τινας
ἡμέρας, ἄπρακτος ἐγὼ ἐπανέστρεψα ἀπὸ τοῦ Ἰσθμοῦ, τοῦτο παραγγελίαν
γὰρ ἔχοντός μου. Εἰς δὲ τὰ Στυλάρια εὑρισκομένου τοῦ δεσπότου καὶ
αὐθεντός μου καὶ τὰς τῶν Ἑνετῶν ἐμπορικὰς τριήρεις προσδοκοῦντος,
ἴνα ἐμβὰς εἰς τὴν Πόλιν ἀπέλθῃ, ἰδοὺ ἐγὼ ἄπρακτος ἔφθασα.
ὄρεξον>: παράσχου
παῖε>: τύπτε κοινώμενος
ἥδιον>: τερπνόν
παρδακόν>: ὑγρόν
πυός>: πρωτόγαλον
ἀθρῶν>: σκοπῶν
οἰδαίνοντα>: φυσῶντα
εὐθύνας>: τιμωρίας, δίκας
ἀμύλους>: πλακοῦντας
ἐμπολῶ>: κερδαίνω
προῖκα>: δωρεάν
ἁλῶ>: ληφθῶ
λῆξαι>: παύσασθαι
ἐξεταστικόν>: δικαστικόν
ἐπικληρῶσαι>: προσνεῖμαι
Procopius Hist., Historia arcana (= Anecdota) Κεφ. 17, τμ. 25, γρ. 2
τούτων ἀλλὰ περί τινος τῶν ὑπὸ τὸ πρακτικόν. διαιρουμένου γὰρ καὶ
τούτου εἰς τρία, εἰς τὸ ἠθικὸν εἰς τὸ οἰκονομικὸν καὶ εἰς τὸ πολιτικόν,
περὶ τοῦ ἠθικοῦ τι συντάξαι σκοπὸν ἐθέμεθα, τὴν πρὸς Νικόμαχόν τινα
γενομένην τοῦ Ἀριστοτέλους πραγματείαν προθέμενοι, καί τινα πρὸς αὐτὴν
εἰπεῖν ἐθελήσαντες, τινὸς τῶν μάλιστα λόγου ἀξίων ἡμᾶς πρὸς τοὖργον
ἀνερεθίσαντος καί τινα ἐκθέσθαι σαφήνειαν τοῦ πρώτου τῶν Ἀριστοτέλους
Ἠθικῶν Νικομαχείων ἐντειλαμένου, ὃν οὐκ ἦν παραιτεῖσθαιδιὰ τὸ ἐν
πολλοῖς αὐτὸν ἀναγκαίοις εὑρεῖν ἡμᾶς εὖ ἐργασάμενον· ἀθετεῖν δὲ τὸν
οὕτω πρὸς ἡμᾶς διακείμενον καὶ παραιτεῖσθαίτι τῶν δυνατῶν ἐπιτάττοντα
ἄγνωμον ἅμα καὶ ἀφιλόσοφον. εἰ γὰρ τοὺς εὐεργέτας ἀξιοῦντας παραιτη-
σόμεθα, πότε προῖκά τισιν ὠφελείας αἴτιοι φανησόμεθα, ἢ καὶ ἀγνῶτάς
τινας ὀνήσομεν, τῆς θείας ἐντολῆς καὶ τοῖς βλάπτουσιν ἀπαιτούσης ἑτοίμους
πρὸς ὄνησιν γίνεσθαι, ἵν' οὕτως εἴη καθ' αὑτὸ τὸ φιλάνθρωπον κατορθού-
μενον, ἅτε καὶ πρὸς τὸν αἴτιον φέρον μίμησιν, ὃ καὶ τῆς ἀληθοῦς φιλοσο-
φίας οἰκειότατον μάλιστα. πρῶτον τοίνυν ῥητέον, τί διενήνοχεν ἀλλήλων
τὰ τρία εἴδη τοῦ πρακτικοῦ, ἔπειτα τί ἐστιν ἕκαστον τούτων, καὶ τρίτον
357
Photius Lexicogr., Scr. Eccl., Theol., Bibliotheca Codex 63, Bekker p. 22a, γρ. 39
Photius Lexicogr., Scr. Eccl., Theol., Bibliotheca Codex 224, Bekker pa 227a, γρ. 25
ταῦτα δὴ ἐπιστρατεύειν ἐγνωκότος Ἀντιόχου κατὰ Βι-
θυνῶν, ὁ τούτων βασιλεὺς Νικομήδης διαπρεσβεύεται
πρὸς Ἡράκλειαν συμμαχίαν αἰτῶν, καὶ τυγχάνει τῆς
σπουδῆς, ἐν ὁμοίοις καιροῖς καὶ χρείαις τὴν ἀμοιβὴν
ὑποσχόμενος. Ἐν τούτῳ δὲ Ἡρακλεῶται τήν τε Κίερον καὶ
τὴν Τῖον ἀνεσώσαντο καὶ τὴν Θυνίδα γῆν, πολλὰ τῶν
χρημάτων δαπανήσαντες· τὴν δὲ Ἄμαστριν (ἦν γὰρ καὶ
αὐτὴ μετὰ τῶν ἄλλων ἀφῃρημένη) καὶ πολέμῳ καὶ χρή-
μασι βουληθέντες τέως ἀναλαβεῖν αὐτὴν οὐ κατώρθωσαν,
τοῦ κατέχοντος αὐτὴν Εὐμένους Ἀριοβαρζάνῃ τῷ Μι-
θριδάτου παιδὶ προῖκα μᾶλλον παραδοῦναι ταύτην, ἢ
παρέχουσι χρήματα τοῖς Ἡρακλεώταις, διὰ τὸ τῆς
ὀργῆς ὑπαχθέντος ἀλόγιστον.
Ὑπὸ δὲ τοὺς αὐτοὺς χρόνους ἐκδέχεται τοὺς Ἡρακλεώ-
τας ὁ πρὸς Ζιποίτην τὸν Βιθυνὸν πόλεμος, ὃς τῆς
Θυνιακῆς ἐπῆρχε Θρᾴκης, ἐν ᾧ πολέμῳ πολλοὶ τῶν
Ἡρακλεωτῶν γενναίως ἀνδρισάμενοι κατεκόπησαν, καὶ
νικᾷ μὲν κατὰ κράτος ὁ Ζιποίτης, συμμαχίδος δὲ δυ-
358
Photius Lexicogr., Scr. Eccl., Theol., Bibliotheca Codex 242, Bekker p. 344a, γρ. 28
Photius Lexicogr., Scr. Eccl., Theol., Bibliotheca Codex 243, Bekker p. 362a, γρ. 17
Photius Lexicogr., Scr. Eccl., Theol., Bibliotheca Codex 243, Bekker pe 362a, γρ. 23
Damascius Phil., Vita Isidori (ap. Photium, Bibl. codd. 181, 242) Frag. 123, γρ. 2
φυσικώτερα τῶν ἠθῶν. ὅτι ὁ τοῦ Ἰακώβου πατὴρ μετὰ τὴν πολλὴν τῆς οἰκουμένης
πλάνην
ἦλθε καὶ εἰς τὸ Βυζάντιον, φησί, καὶ τοὺς ἐνταῦθα κατέλαβεν ἰατροὺς οὐδὲν
ἄρα τῆς τέχνης ἐπισταμένους ἀκριβὲς οὐδὲ αὐτόπειρον, ἀλλὰ ἀπὸ τῶν ἀλλο-
τρίων δοξασμάτων οὐ θεραπεύοντας ἀλλὰ φλυαροῦντας. ἄμφω δέ, καὶ ὁ παῖς
καὶ ὁ φύσας, ἀσεβέε ἤστην.
ὅτι ἐχρῶντο κατὰ τῶν νόσων οὗτοι καθαρσίοις πολλοῖς καὶ βαλανείοις,
χειρουργεῖν δὲ σιδήρῳ καὶ πυρὶ οὐ λίαν ἦσαν ἕτοιμοι, ἀλλὰ καὶ τὰ μοχθηρό-
τερα τῶν ἑλκῶν διαίτῃ κατηγωνίζοντο· φλεβοτομίαν δ' οὐ προσίεντο.
ἔπειθεν ὁ Ἰάκωβος τοὺς πλουσίους ἰατρεύων βοηθεῖν τῇ νοσούσῃ
πενίᾳ, καὶ αὐτὸς προῖκα ἰάτρευε, τῷ δημοσίῳ μόνῳ ἀρκούμενος σιτηρεσίῳ.
ὅτι φησὶν ὁ συγγραφεύς· εἶδον εἰκόνα τοῦ Ἰακώβου Ἀθήνησι, καί
μοι ἔδοξεν ὁ ἀνὴρ εὐφυὴς μὲν οὐ πάνυ εἶναι, σεμνὸς δὲ καὶ ἐμβριθής.
οὗτος δὲ ὁ Ἰάκωβος Πρόκλῳ νοσοῦντι, ἐν Ἀθήναις διατρίβων καὶ
θαυμαζόμενος, προσέταξεν ἀπέχεσθαι μὲν κράμβης, ἐμφορεῖσθαι δὲ τῶν
λαχάνων· ὁ δὲ κατὰ τὸν Πυθαγόρειον νόμον οὐκ ἠνέσχετο μαλάχην ἐσθίειν.
ἦν δὲ ὁ Ἀσκληπιόδοτος οὐχ ὁλόκληρος τὴν εὐφυΐαν, ὡς τοῖς πλείστοις
ἔδοξε τῶν ἀνθρώπων, ἀλλ' ἀπορεῖν μὲν ὀξύτατος, συνεῖναι δὲ οὐ λίαν
ἀγχίνους οὐδὲ αὐτὸς ἑαυτῷ ὅμοιος, ἄλλως τε καὶ τὰ θειότερα τῶν πραγμάτων,
ὅσα ἀφανῆ καὶ νοητὰ καὶ τῆς Πλάτωνος ἐξαίρετα διανοίας. πρὸς δὲ τὴν
Ὀρφικήν τε καὶ Χαλδαϊκὴν {τὴν} ὑψηλοτέραν σοφίαν
360
οἰκεῖον ὥσπερ δῶρον λήψεται παρ' ὑμῶν, ἐπεὶ καὶ Λαζικὴν οἴεται
οὐκ ἄλλως ἔχειν. διαβεβαιουμένων γὰρ ἡμῶν καὶ ἐναργέστατα
δεικνύντων, ὡς Ῥωμαίων ἐκ πλείστου χρόνου κτῆμα καθέστηκεν,
ἀντεῖπας αὐτὸς τῷ τοῦ πολέμου νόμῳ Λαζικὴν οἰκειώσασθαι, καὶ
ὅμως τῷ βούλεσθαι τὴν δίκην ἄτρωτον εἶναι προυργιαίτερον
ἔθου σώφρονα κεκτῆσθαι λογισμὸν ἢ χεῖρα δυνατήν. τοιγαροῦν
ἐποιήσω τὴν οὐκ ἀνάγκην ἀνάγκην καὶ τῷ γενναίῳ τῆς μεγαλοφρο-
σύνης ἐψηφίσω κατὰ σαυτοῦ καὶ νικᾶν ἠξίωσας ἡττημένος τοῦ
πρέποντος, καὶ ἁπλῶς ἀπεκατέστησας ἡμῖν Λαζικὴν ὥσπερ οἰκεῖόν
τι κτῆμα μεταθεὶς καὶ τὴν ἐξουσίαν μεταγαγὼν ἐφ' ἡμᾶς. οὐκ
ἄλλως δὲ καὶ περὶ Σουανίας ἀντιβολοῦμεν τὸ οἰκεῖον προῖκα
λαβεῖν, καὶ χάριν δὲ ὁμολογήσειν ἡμᾶς ὑμῖν τῷ μὴ ἐζημιῶσθαι
τὸ οἰκεῖον, ὑμᾶς δὲ τῷ κρείττονι τῷ δύνασθαι τοσοῦτον ὥστε δω-
ρεῖσθαι δοκεῖν καὶ τὸ μὴ ὑμέτερον. καὶ ὁ βασιλεὺς ἔλεξεν ὧδε· οὕτω
δῆτα ψυχὴν λόγων χηρεύουσαν καὶ τοῦ πείθειν ἔρημον εὑροῦσα ἡ
τῆς σοφίας δύναμις περιφρονοῦσα τὸ ἀσθενὲς καταγωνίζεται,
ὥσπερ φάρμακον ἐν ἕλκει προσπλαττόμενον καταβιβρώσκει μὲν
τὸ νοσοῦν, συναναζωπυρεῖ δὲ τὴν ὑγείαν τῷ κάμνοντι. εἰ γὰρ τὸ
δίκαιον οὐκ εἶπέ τισιν, εἴπῃ δὲ τὸ ἁρμόδιον, οὐδὲν ἧττον καὶ οὕτω
νικήσει. τοιγαροῦν ἡ σοφία τούτου ἕνεκα τῆς ἰσχύος τῶν ὅπλων
κρατεῖ, ὅτι πολέμου μὲν δύναμις οὐχ οἵα τε πέφυκε τοῦ πρακτέου
Eustathius Philol., Scr. Eccl., Commentarii ad Homeri Iliadem Vol. 2, p. 339, γρ. 16
μασίας καὶ τὰ τούτοις σύστοιχα.] (v. 386) Μέγαν δὲ πύργον Ἰλίου λέγει ἐφ' ὃν ἡ
Ἀνδρομάχη ἔβη, ὡς καὶ τὸ ἄστυ παρακατιὼν μέγα φησί. πλὴν πύργος μὲν
καθ' ὕψος μέγας, ἄστυ δὲ κατὰ τὸ καὶ εἰς πλάτος εὐρύχωρον. (v. 389) Τὸ δὲ
μαινομένη ἐνθουσιᾶν δηλοῖ τὴν γυναῖκα πρὸς ὁρμὴν τῷ τοῦ ἀνδρὸς πόθῳ, οὗ
ἡ ἐπίτασις μανίᾳ ἔοικε, καθὰ δηλοῖ καὶ τὸ «μαίνεται δ' ὑφ' ἡδονῆς» παρὰ
Σοφοκλεῖ. [Ὅτι δὲ οὐκ ἐν τάξει ἐβημάτιζεν ἡ Ἀνδρομάχη ἐπὶ πύργον βαίνουσα,
δρόμῳ δὲ συντόνῳ ἐχρᾶτο, ὡς εἰ καὶ ἐμαίνετο, δηλοῖ καὶ μετ' ὀλίγα Ὅμηρος
ἐν τῷ «ἐναντίη ἦλθε θέουσα Ἀνδρομάχη». Παραβολικὸν δὲ τὸ μαινομένη,
γοργότατα φρασθὲν διὰ τὸ μηδὲ χρῆναι πλατυνθῆναι. διασαφητικὸν δὲ αὐτοῦ
τὸ «ἐπειγομένη ἀφικάνει», ἐπὶ τὸ τεῖχος δηλαδὴ ἡ Ἀνδρομάχη.] (v. 394)
Ὅτι πολύδωρον ἄλοχον τὴν Ἀνδρομάχην λέγει ὡς πολύπροικον, ἐπίθετον
τοῦτο θέμενος αὐτῇ πρέπον περικαλλεῖ γυναικὶ καὶ ἐξ εὐγενῶν καὶ πλουτούντων
καταγομένῃ καὶ οἵων τε δῶρα προικῷα πολλὰ διδόναι φίλῃ θυγατρί. Τὸ μέντοι
κύριον ὁ Πολύδωρος ἄλλον τρόπον οὕτω καλεῖται, ὡς πολλὰ δῶρα λαβὼν ἐκ
φύσεως κατὰ τὴν περιᾳδομένην Πανδώραν. καὶ ἐνταῦθα μὲν ἀόριστα τὰ
δῶρα, ἐν δὲ τῷ «γυναῖκες ἀλφεσίβοιαι» εἰδοπεποίηται. [Ἔτι δὲ εἰς πλέον ἐν
τῷ «πρῶθ' ἑκατὸν βοῦς δῶκεν, ἔπειτα δὲ χίλι' ὑπέστη, πολλὰ δ' ἔδωκε».
Πολυδάπανοι γὰρ ἀληθῶς αἱ κόραι. ὅθεν παροιμία ἀστεία τὸ «παῖς μοι τριτο-
γενὴς εἴη, μὴ τριτογένεια», ἤγουν υἱός, μὴ θυγάτηρ. Χρήσιμον δ' ἐνταῦθα
καὶ Ἡσιόδου τὸ «μουνογενὴς δὲ πάϊς εἴη φερβέμεν» καὶ ἑξῆς.] (v. 395 – 7) Ὅτι
καινοπρεπεῖ ἐπαναλήψεως ὁ ποιητὴς κἀνταῦθα κέχρηται σχήματι, ὅπερ
361
καθ' ὕψος μέγας, ἄστυ δὲ κατὰ τὸ καὶ εἰς πλάτος εὐρύχωρον. (v. 389) Τὸ δὲ
μαινομένη ἐνθουσιᾶν δηλοῖ τὴν γυναῖκα πρὸς ὁρμὴν τῷ τοῦ ἀνδρὸς πόθῳ, οὗ
ἡ ἐπίτασις μανίᾳ ἔοικε, καθὰ δηλοῖ καὶ τὸ «μαίνεται δ' ὑφ' ἡδονῆς» παρὰ
Σοφοκλεῖ. [Ὅτι δὲ οὐκ ἐν τάξει ἐβημάτιζεν ἡ Ἀνδρομάχη ἐπὶ πύργον βαίνουσα,
δρόμῳ δὲ συντόνῳ ἐχρᾶτο, ὡς εἰ καὶ ἐμαίνετο, δηλοῖ καὶ μετ' ὀλίγα Ὅμηρος
ἐν τῷ «ἐναντίη ἦλθε θέουσα Ἀνδρομάχη». Παραβολικὸν δὲ τὸ μαινομένη,
γοργότατα φρασθὲν διὰ τὸ μηδὲ χρῆναι πλατυνθῆναι. διασαφητικὸν δὲ αὐτοῦ
τὸ «ἐπειγομένη ἀφικάνει», ἐπὶ τὸ τεῖχος δηλαδὴ ἡ Ἀνδρομάχη.] (v. 394)
Ὅτι πολύδωρον ἄλοχον τὴν Ἀνδρομάχην λέγει ὡς πολύπροικον, ἐπίθετον
τοῦτο θέμενος αὐτῇ πρέπον περικαλλεῖ γυναικὶ καὶ ἐξ εὐγενῶν καὶ πλουτούντων
καταγομένῃ καὶ οἵων τε δῶρα προικῷα πολλὰ διδόναι φίλῃ θυγατρί. Τὸ μέντοι
κύριον ὁ Πολύδωρος ἄλλον τρόπον οὕτω καλεῖται, ὡς πολλὰ δῶρα λαβὼν ἐκ
φύσεως κατὰ τὴν περιᾳδομένην Πανδώραν. καὶ ἐνταῦθα μὲν ἀόριστα τὰ
δῶρα, ἐν δὲ τῷ «γυναῖκες ἀλφεσίβοιαι» εἰδοπεποίηται. [Ἔτι δὲ εἰς πλέον ἐν
τῷ «πρῶθ' ἑκατὸν βοῦς δῶκεν, ἔπειτα δὲ χίλι' ὑπέστη, πολλὰ δ' ἔδωκε».
Πολυδάπανοι γὰρ ἀληθῶς αἱ κόραι. ὅθεν παροιμία ἀστεία τὸ «παῖς μοι τριτο-
γενὴς εἴη, μὴ τριτογένεια», ἤγουν υἱός, μὴ θυγάτηρ. Χρήσιμον δ' ἐνταῦθα
καὶ Ἡσιόδου τὸ «μουνογενὴς δὲ πάϊς εἴη φερβέμεν» καὶ ἑξῆς.] (v. 395 – 7) Ὅτι
καινοπρεπεῖ ἐπαναλήψεως ὁ ποιητὴς κἀνταῦθα κέχρηται σχήματι, ὅπερ
σόλοικον μὲν οὐκ ἄν – οὐ γὰρ ἄκοντος Ὁμήρου ἐκπίπτει οὐδὲ τὸ τῶν ὀδόντων
ἕρκος ἐκφεύγει – , σολοικοφανὲς δὲ εἴποι τις ἄν. Ἔστι δὲ τοιοῦτον «Ἀνδρο
Eustathius Philol., Scr. Eccl., Commentarii ad Homeri Iliadem Vol. 2, p. 441, γρ. 4
Eustathius Philol., Scr. Eccl., Commentarii ad Homeri Iliadem Vol. 2, p. 670, γρ. 12
ἔτι ὀκνεῖ ἐξ ὀνόματος εἰπεῖν. – , ἀλλ' ἁπλῶς ὁ θεοφιλής. Ἐπάγει γὰρ «ὅν
τε θεὸς κῆρι φιλήσῃ, ὡς νῦν τοῦτον ἔτισε, δάμασσε δὲ λαὸν Ἀχαιῶν». (v. 120 s.)
Εἶτά φησιν ἐθέλειν ἀρέσαι, ὡς εἴρηται, δοῦναί τε σὺν μιᾷ τῶν θυγατέρων
καὶ σὺν ἑτέραις γυναιξὶ καὶ πόλεσι δὲ καὶ ἑτεροῖα ἄποινα τῷ Ἀχιλλεῖ, ἅπερ
αὐτὸς μὲν ἀπερείσια λέγει καὶ περικλυτὰ καὶ μάλα πολλά, Νέστωρ δὲ οὐκ
ὀνοστὰ εἶναί φησιν. Ὀδυσσεὺς δὲ ἐν τοῖς ἑξῆς ἄξια δῶρα διδόναι τῷ Ἀχιλλεῖ
λέγει τὸν Ἀγαμέμνονα, εἰς ταὐτὸν κἀνταῦθα τοῖς δώροις ἀγομένων τῶν
ἀποίνων κατὰ σχῆμα πολυωνυμίας. Λέγουσι δὲ οἱ παλαιοὶ ἐν τούτοις ὡς, εἰ
μὲν φιλοχρήματος ὁ Ἀχιλλεύς, πολλὰ τὰ ἐξ Ἀγαμέμνονος δῶρα, εἰ δὲ
φιλογύνης, ἔχει τῶν βασιλέως θυγατέρων, ἣν ἂν ἕλοιτο, εἰ δὲ φιλότιμος, ἔχει
καὶ τὸ τιμᾶσθαι διά τε τὸ βασιλικὸν κῆδος καὶ τὰς πόλεις ἃς προῖκα λήψεται.
(v. 115 s.) Ἰστέον δὲ ὅτι ὁ ὁμολογῶν πταῖσαι εἴποι ἂν πρὸς τὸν ἐλέγχοντα τὸ
»οὔ τι ψεῦδος ἐμὰς ἄτας κατέλεξας» καὶ ἑξῆς, ὡς ἀνωτέρω εἴρηται. Ἔστι δὲ τὸ
»ψεῦδος» μὲν ἐπιρρηματικὸν ἀντὶ τοῦ ψευδῶς, [εἰ μή τις ἴσως ἐθέλει στίζειν
ἐν τῷ «οὔ τι ψεῦδος», εἶτα ἐπάγειν ἀσυνδέτως κατ' ἔλλειψιν τὸ ἐφεξῆς, ἵνα
λέγῃ κομματικῶς· οὔ τι ψεῦδός ἐστιν ὧν ἐδημηγόρησας, ἐμὰς ἄτας κατέλεξας].
(v. 115) Τὸ δὲ «κατέλεξας» ἀντὶ τοῦ ἠρίθμησας. Δοκεῖ γάρ τισι μὴ ἐν χρήσει
παρὰ τῷ ποιητῇ εἶναι τὸ λέξαι ἀντὶ τοῦ εἰπεῖν. (v. 116) Τὸ δὲ «ἀασάμην»
τὸ ῥῆμά ἐστιν, ἐξ οὗ ἡ ἄτη γίνεται, ἀεὶ ἐκτείνουσα ὡς ἀπὸ κράσεως τὸ ἐν ἀρχῇ
δίχρονον, εἰ καὶ ἡ ἄση, ἄλλο τι παρὰ τὴν ἄτην οὖσα, ὡς καὶ οἱ Ἀσκληπιάδαι
Eustathius Philol., Scr. Eccl., Commentarii ad Homeri Iliadem Vol. 2, p. 681, γρ. 5
κομίσασα. Σημείωσαι δὲ καὶ ὅτι αὐτὸ τὸ νόημα τὸ «νῆα ἅλις χρυσοῦ καὶ
ἀργύρου νηησάσθω» οὐκ ἀπερίεργον εἶναι δοκεῖ. Οὐ γὰρ πρὸς ἁπλότητα ὁ
ποιητὴς τὴν βασιλικὴν ἐξέθετο ὑπόσχεσιν, ἀλλ' ἐπίτηδες τὸν λόγον εἰς ἀμφιβο-
λίαν στασιώδη συνέστρεψε, μιμούμενος τὴν ὡς ἐπὶ πολὺ ἐν συμβολαίοις
στρεβλότητα ἢ καὶ τὸ ἐν σχεδιασμοῖς ἀπερίσκεπτον. Ἐν γὰρ τῷ «νῆα χαλκοῦ
καὶ χρυσοῦ» πρῶτα μὲν ἀμφίβολόν ἐστι ποταπὴν λέγει νῆα καὶ ὅσης οὖσαν
χωρήσεως, εἶτα ὁμοίως ἄδηλον καὶ εἴτε νῆα χαλκοῦ λέγει ὁ βασιλεὺς καὶ
ἑτέραν νῆα χρυσοῦ εἴτε μίαν ἑκατέρων, καὶ εἰ μίαν ἑκατέρων, ἤγουν χρυσοῦ
καὶ χαλκοῦ, ἄδηλον αὖθις ὅσος μὲν ὁ χρυσὸς ἔσται, ὅσος δὲ ὁ χαλκός. Τοιαύτη
δέ τις ἀμφίβολος ἔννοια καὶ ἐν Ὀδυσσείᾳ κεῖται κατὰ τὴν μνηστηροφονίαν.
Καὶ ἡ τῆς προικὸς δὲ ἀδηλία ἐνταῦθα ὁμοίως ἀμφιβολίαν ἔχει διὰ τὸ ἀόριστον.
(v. 147 s.) Φησὶ γὰρ «ἐγὼ δ' ἐπιμείλια δώσω πολλὰ μάλα, ὅσα οὔπω
τις ἕῃ ἐπέδωκε θυγατρί». Οὕτω καὶ ἐν τοῖς τοιούτοις δεξιὸς ὁ ποιητὴς ἀνδρῶν
ἤθη μιμήσασθαι. καὶ ταῦτα μὲν ἐν τούτοις. (v. 138) Τοῦ δὲ δατέεσθαι καὶ
δατεῖσθαι, ὅ ἐστι μερίζειν, παρὰ πολλοῖς κεῖνται χρήσεις. (v. 139) Τὸ δὲ
»αὐτὸς ἑλέσθω» ταὐτόν ἐστι τῷ ἐξελέσθω, ἐπικρινάτω, ἐπιλεξάσθω. [Χρήσιμον
δὲ τοῦτο καὶ εἰς τὸ «αὐτὸς ἐξελόμην», ὅπερ ἀμφιβολίαν πρὸ βραχέων ἐποίησεν].
(v. 140) Ὅρα δὲ ἐν τούτοις καί, ὅτι τὴν Ἑλένην πασῶν τῶν ἐν Τροίᾳ περι-
καλλεστέραν ἱστορεῖ. αἱ γὰρ ἐκεῖ κάλλισται μετὰ τὴν Ἑλένην εἰσὶ κάλλισται.
(v. 141) «Ἄργος δὲ Ἀχαιϊκόν» κἀνταῦθα τὴν Πελοπόννησον λέγει πρὸς
διαστολὴν τῶν ἄλλων. Οὐ γὰρ ἓν Ἄργος, ὡς καὶ ἐν τοῖς τοῦ Περιηγητοῦ
363
Eustathius Philol., Scr. Eccl., Commentarii ad Homeri Iliadem Vol. 2, p. 685, γρ. 15
ἀναδρύψει>· ἀναξηρανεῖ
†ἀναδρύγματα>· θύματα
ἀναδύεσθαι>· ἀναβάλλεσθαι APn ἀπωθεῖσθαι (n) μὴ βού-
λεσθαι
ἀναδύῃ>· μεταβουλεύηται (ι 377) A
ἀναδύμεναι>· ἀναβάλλεσθαι
ἀναδῦναι>· ἐκκλῖναι. ἀναφυγεῖν. ⌊ἀναχωρῆσαι (Η 217?)nΣ ἢ
ἀνανήξασθαι, ἢ ἀναπνεῦσαι
ἀναδύομαι>· φεύγω. ἀνανεύω. ὑποχωρῶ A
ἄνα Δωδωναῖε>· βασιλεῦ ἐν Δωδώνῃ τιμώμενε (Π 233) A
ἀνάεδνον>· ἄπροικον, χωρὶς ἕδνων. Ἕδνα δέ ἐστι τὰ An πρὸ
τῶν γάμων ταῖς γαμεῖσθαι μελλούσαις παρὰ τῶν μνηστήρων
⌊διδόμενα δῶρα (Ι 146) An
ἀνάειρεν>· ἐπῇρεν S ἀνεβάστασεν (Ψ 614)
ἀναζεύξας>· ὑποστρέψας vgA ἐκ μεταφορᾶς ἁρμάτων (1. Macc.
Ἐπιποντία>· ἡ Ἀφροδίτη
ἐπιπόρπαμα>· τὸ ἐπάνω τῆς πόρπης. καὶ τῶν ἱππέων ἡ τὰς
χλαμύδας συνέχουσα πόρπη. [ἐπειδὴ τῆς πόλεως ἐπίσκοπον ..]
365
προϊεμένη>· προβαλλομένη
προϊέμενοι>· ἀπολύοντες. παραχωροῦντες. ἀποῤῥίπτοντες
προϊ(ε)μένου>· προδόντος
προϊέναι>· προπέμπειν
προΐενται>· προάγονται
[προΐε[ς]ται>· προσποιεῖται. προσέρχεται]
[πρόϊζα>· πρῴην]
προϊζήσαντες>· προσκομίσαντες
προΐηλε>· [προετιμήθη. καὶ] ἐπεξέτεινεν
προΐθες>· προφανῶς. προβεβηκώς
προῖκα>· δωρεάν, φερνήν. πᾶν γὰρ δῶρονπροίξ
προικός>· πονηρός. οἱ δὲ μωρός. [πτωχός]
προϊκέσθαι>· ἐφικέσθαι
προΐκτης>· πτωχός, προσαιτητής
[πρόϊ με>· προδώσεις με
πρόϊμον>· σῦκον προακμάζον
προΐομαι>· παρέρχομαι
προϊόντες>· προδόντες
προίρης>· πρώρας
προϊσμένη>· προβαλλομένη
ΕΥΓΡΑΦΙᾼ.
Theodoretus Scr. Eccl., Theol., Commentaria in Isaiam Τμ. 14, γρ. 231
Theodoretus Scr. Eccl., Theol., Commentaria in Isaiam Τμ. 17, γρ. 391
Καὶ (ὅσοι) μὴ ἔχετε ἀργύριον βαδίσαντες ἀγοράσατε καὶ
φάγεσθε καὶ πορεύεσθε καὶ ἀγοράσατε κ(αὶ) πίεσθε ἄνευ
ἀργυρίου. Ἀργύριον δὲ τὴν δικαιοσύνην πολλάκις ἡ θεία
γραφὴ προς>αγορεύει· «(Τὰ λό)για» γάρ φησι «κυρίου
λόγια ἁγνά, ἀργύριον πεπυρωμένον, δοκίμιον τῇ γῇ.» Καὶ
τοὺς παρανομίᾳ [συζῶντας] «ἀργύριόν» φησιν «ἀποδεδο-
κιμασμένον καλέσατε, ὅτι ἀπεδοκίμασεν αὐτοὺς κύριος ὁ
θεός». Ὑπισχνεῖ[ται] τοίνυν ὁ φιλάνθρωπος δεσπότης καὶ
τοῖς οὐ κεκτημένοις τὸ καλούμενον ἀργύριον, τουτέστι τὴν
δικαιοσύν[ην], προῖκα δώσειν τὸ τριπόθητον ὕδωρ· τοὺς
γὰρ τῷ παναγίῳ προσιόντας βαπτίσματι οὐκ εὐθύνας ὑπὲρ
τῶν προτέρων ἁμαρτημάτων εἰσπράττεται ἀλλὰ τὴν τούτων
ἄφεσιν ἐπαγγέλλεται.
Οἶνον κα(ὶ στέαρ) 2ἵνατίτιμᾶσθε ἀργυρίου ἐν οὐκ
ἄρτοις, καὶ ὁ μόχθος ὑμῶν οὐκ εἰς πλησμονήν; Τὰς νομικὰς
Theodoretus Scr. Eccl., Theol., Commentaria in Isaiam Τμ. 18, γρ. 203
LXVIII
LXVIII
Choricius Rhet., Soph., Opera Oration-declamation-dialexis 10, τμ. 2, par. 78, γρ. 5
Choricius Rhet., Soph., Opera Oration-declamation-dialexis 12, τμ. 2, par. 10, γρ. 4
Choricius Rhet., Soph., Opera Oration-declamation-dialexis 23, τμ. 2, par. 40, γρ. 6
Choricius Rhet., Soph., Opera Oration-declamation-dialexis 23, τμ. 2, par. 56, γρ. 4
μένης· εἴ τις οἴεται διὰ τῶν ἔργων ταύτης ἀπολαύειν, ἀναιρεῖ τὴν
χάριν τὸ ὅσον ἐφ' ἑαυτῷ, καὶ οὐ μένει ἡ χάρις ἔτι χάρις. πάλιν
οὐδὲ τὰ ἔργα μένει ἔργα. τὴν γὰρ οἰκείαν οὐ σώζει φύσιν. ἐπεὶ
τοῖς ἔργοις μισθὸς, ἀλλ' οὐ χάρις ἀκολουθεῖ. τῆς χάριτος οὖν
χορηγούσης τὴν εὐεργεσίαν, κἄν τις δι' ἔργων ταύτης τυχεῖν πει-
ρασθείη, εἰς μάτην ἔσται ἡ πείρα. μήτε τῶν ἔργων,
φύσει χάρις καὶ ἔργον. καὶ τῷ μὲν ἔργῳ ἕπεται μισθὸς καὶ οὐ
χάρις. ἡ δὲ χάρις δίδοται, οὐχ ὡς ἀντιμισθία, ἀλλὰ δῶρον καὶ
φιλοτιμία. δῆλον οὖν, ὅτι τὴν εὐεργεσίαν τῆς χάριτος παρεχο-
μένης· εἴ τις οἴεται διὰ τῶν ἔργων ταύτης ἀπολαύειν, ἀναιρεῖ τὴν
χάριν τὸ ὅσον ἐφ' ἑαυτῷ, καὶ οὐ μένει ἡ χάρις ἔτι χάρις. πάλιν
οὐδὲ τὰ ἔργα μένει ἔργα. τὴν γὰρ οἰκείαν οὐ σώζει φύσιν. ἐπεὶ
τοῖς ἔργοις μισθὸς, ἀλλ' οὐ χάρις ἀκολουθεῖ. τῆς χάριτος οὖν
χορηγούσης τὴν εὐεργεσίαν, κἄν τις δι' ἔργων ταύτης τυχεῖν πει-
ρασθείη, εἰς μάτην ἔσται ἡ πείρα. μήτε τῶν ἔργων, ἔργων ἔτι δυνα-
μένων μεῖναι. οὐ γὰρ ἔσται τούτοις μισθὸς, τῆς χάριτος προλα-
βούσης. καὶ ματαιοπονοῦντος λαβεῖν δι' ἔργων, ὃ προῖκα παρέσχεν
ἡ χάρις. εἰ γοῦν χάριτι φησὶ, οὐκέτι ἐξ ἔργων· ἐπεὶ εἰ συγχωρηθῇ
τὸ ἐξ ἔργων, ἀνήρηται ἡ χάρις, χάρις εἶναι. πάλιν εἰ ἐξ ἔργων,
οὐκέτι ἐστὶ χάρις. ἐπεὶ εἰ συγχωρηθῇ ἡ χάρις, οὐκέτι μένει τὸ
ἔργον, ἔργον.
στρέφεσθέ με; οὐκοῦν ἐκεῖνό φημι, ὅτι φιλάνθρωπος ὣν καὶ πρὸς εὐποιΐαν ἕτοι-
μος πάντα τὰ προκατηριθμημένα ἐπετέλουν τὴν ἐξουσίαν τοῦ θεοῦ δεδοικώς, ἣν ἐ-
πιστάμην ἀγανακτεῖν κατὰ τῶν μὴ φιλανθρωπευομένων τὸν πέλας.ὃς φράσσει
γὰρ τὰ ὦτα αὐτοῦτοῦμὴ εἰσακοῦσαι τοῦ δεομένου, καὶ αὐ-
τὸς ἐπικαλέσεται καὶ οὐκ ἔσται ὁ εἰσακούων αὐτοῦ. τὸν δὲ
συνιόντα ἐπὶ πτωχὸν καὶ πένητα ἐν ἡμέρᾳ πονηρᾷ ῥύσεται αὐ-
τὸν ὁ κύριος.διὸ λέγει·
31,35γ – 37 συγγραφὴν δὲ ἣν εἶχον κατά τινοςἐπ' ὤμοις περιθέμενοςὡς στέ-
φανον ἀνεγίνωσκον· καὶ εἰ μὴ ῥήξας αὐτὴν ἀπέδωκα οὐδὲν λαβὼν παρὰ
χρεοφειλετῶν.
οὐ μέγα τι ἐφρόνουν ἐπὶ συγγραφῇ, ἀλλὰ χιώσας ἀπέδωκα χρεωλυτήσας αὐτοὺς
καὶ προῖκα παραχωρήσας τοῖς δανεισαμένοις τὸ δάνειον φιλανθρωπίας ἕνεκα.
31,38 – 40β εἰ ἐπ' ἐμοί ποτε ἡ γῆ ἐστέναξεν, εἰ δὲ καὶ οἱ αὔλακες αὐτῆς ἔ-
κλαυσαν ὁμοθυμαδόν, εἰ τὴν ἰσχὺν αὐτῆς ἔφαγον μόνος ἄνευ τιμῆς, εἰ δὲ καὶ ψυ-
χὴν κυρίου τῆς γῆς ἐκβαλὼν ἐλύπησα, ἀντὶ πυροῦ ἐξέλθοι μοι κνίδη, ἀντὶ δὲ κρι-
θῆς βάτος.
ταῦτα δὲ λέγει οὐχ ὅτι αἴσθησίν τινα ἔχει ἡ γῆ ἄψυχος οὖσα, ἀλλ' ὅτι· οὐ-
δένα, φησί, κτήτορα τοῦ ἰδίου γεωργίου ἐξέωσα, ἵνα μὴ κλαύσας καὶ ὥσπερ τῷ πλή-
θει τῶν δακρύων τοὺς αὔλακας πληρώσας ἐπ' ἐμοὶ στενάξῃ, οὐδὲ ἄνευ τιμῆς τινος
τὴν ἰσχὺν αὐτῆς ἐκαρπωσάμην οὐδὲ ἐπλεονέκτησα μισθὸν μισθωτοῦ τὸ δίκαιον περὶ
πολλοῦ ποιούμενος. οὕτω γὰρ προετιθέμην ἐμαυτῷ παραινῶν, ὡς εἴ τι τοιοῦτο δρά-
σοιμι ὀργισθεὶς ὁ θεὸς στρέψει τὰ καταβληθέντα μοι εἰς τὴν γῆν καὶ φύσει ἀντὶ
ἐκτήσω ἀπάθειαν. Ὅθεν φαιδρὸν ἐπὶ σὲ τὸ ἐπὶ Ῥεβέκκας ἐγένετο μνῆστρον, υἱὲ ἀγα-
πητέ. Δι' ἐκείνην Ἀβραὰμ τὸν οἰκέτην ἔπεμψε, καὶ διὰ σὲ ὁ Θεὸς τὸν ἑαυτοῦ μονο-
γενῆ· ἐκείνη ἐπὶ τῆς πηγῆς ὅρμαστρα ἐδέξατο, καὶ σὺ ἐπὶ τῆς λίμνης τὰ ἄχραντα
στέμματα· ἐκείνη δι' ὕδατος ἐνώτια ἐφόρεσε, καὶ σὺ δὲ δι' αἵματος τὴν χάριν τοῦ
Πνεύματος. Οὐκ ἔπρεπε τῇ παιδὶ τότε ὁ καλλωπισμός, ὡς σοὶ διὰ Χριστὸν τὰ τραύ-
ματα σήμερον· οὐκ ἔστεψεν ὁ χρυσὸς τὴν νεάνιδα, ὅσον σε αἱ μάστιγες τούτου τοῦ
μαρτυρίου· οὐχ ὑπήντησεν Ἰσαὰκ ταύτῃ εἰς τὸ πεδίον, ὡς σοὶ προϋπήντησεν ὁ τοῦ
Θεοῦ Υἱός. Οὐκ εἰς γῆν Χαναναίων ἔσῃ σὺ κατοικῶν, ἀλλ' εἰς τὴν ἁγίαν πόλιν τῶν
πρωτοτόκων· οὐ μόνον τὸν Ἀβραὰμ ὑπάγεις θεάσασθαι, ἀλλά γε καὶ τὸν Θεὸν τοῦ
πατρός σου Ἀβραάμ. Οὐ συγγένειαν τοίνυν καὶ οἶκον ἐμίσησας, ἀλλὰ τὸν κόσμον
ὅλον, ἵνα Χριστὸν κερδήσῃς. Αὐτός σοι τὰ προικῷα γράφει ἐν τοῖς οὐρανοῖς· αὐτὸς
καταφαιδρύνει τὴν σὴν νηπιότητα, καὶ ἐπὶ τῆς σῆς θήσει κορυφῆς στέφανον, καὶ
προκαθιεῖ λαμπρῶς εἰς τὴν αἴγλην τοῦ φωτός. Ἐγίνωσκες, υἱέ, ὅτι χηρείαν ἐγὼ καὶ
ἐσχάτην πενίαν ἀσπάζομαι ἔκπαλαι, καὶ διὰ τοῦτο οὕτως ἔσπευσας καταφυγεῖν τῷ
πατρὶ τῶν ὀρφανῶν καὶ κριτῇ τῶν χηρῶν· διὰ τοῦτο τὴν ψυχήν σου ᾑρήσω παρα-
δοῦναι ἁγνὴν καὶ ἀμίαντον τῷ Κυρίῳ τῆς δόξης· διὰ τοῦτο ἑαυτὸν πιστὸν οἰκητήριον
ὑπάγεις συστήσασθαι εἰς ζωὴν αἰώνιον.
381
Nicephorus Gregoras Hist., Historia Romana Vol. 1, p. 123, γρ. 7σωτηρίαν ὁμοῦ
καὶ τὴν νίκην. ὁ δὲ τοῦ βασιλέως αὐτάδελφος
Ἰωάννης τὰ τῆς δεσποτικῆς ἀξίας ἅπαντα ἀποθέμενος, ὡς εἰ-
ρήκειμεν σύμβολα, οὕτως ἐς τὸ Βυζάντιον ἧκεν ἀξύμβολος,
ἐπὶ τοῦδε τοῦ σχήματος τὸ λεῖπον παραλλάξας τοῦ βίου.
αʹ. Ἀλλ' ἐπανιτέον τὸν λόγον μικρὸν, ἵνα καθ' εἱρμὸν ὁ λόγος
ὁδεύῃ καὶ μὴ τὸ συνεχὲς τῆς ἱστορίας διακόπτηται δι' ἄγνοιαν
ὧν προεγνῶσθαι χρεών. ἔφθημεν εἰρηκότες τὸν Βαλδουῖνον τοὺς
τῆς Κωνσταντινουπόλεως διαδράντα κινδύνους ἐς Ἰταλίαν ἀφικέ-
σθαι κἀκεῖσε τῷ ῥηγὶ τῆς Ἰταλίας Καρούλῳ συστάντα τῷ ἑαυ-
τοῦ παιδὶ τὴν ἐκείνου ἀγαγέσθαι θυγατέρα ὑποσχέσθαι τε δοῦ-
ναι ἀντὶ προικὸς ἣν ἀπώλεσε Κωνσταντινούπολιν, εἰ συμμαχή-
σειε κἀκεῖνος αὐτῷ. (Β.) Ἐκεῖνος τοίνυν τὸν τῆς ὑποσχέσεως
λόγον ἐν καρδίᾳ σπέρματος δίκην δεξάμενος οὐδὲν ἔτι μικρὸν ὑπε-
νόει περὶ τῶν ὅλων· ἀλλὰ τὴν ὅλην, ὡς εἰπεῖν, Ἰουλίου Καίσα-
ρος καὶ Αὐγούστου μοναρχίαν ὠνειροπόλει, Κωνσταντινουπόλεως
εἰ γένοιτο ἐγκρατής. δεινὸς γὰρ ἦν ὁ ἀνὴρ οὐ μόνον σκέψασθαι
τὰ δέοντα, ἀλλὰ καὶ ῥᾷστα τελεσιουργὸν τὴν σκέψιν ἐν τοῖς ἔρ-
γοις ἐνδείξασθαι· καὶ ἁπλῶς εἰπεῖν, δυνάμει φύσεως καὶ κράτει
συνέσεως μακρῷ τῷ μέτρῳ πάντας ἐνίκα τοὺς πρὸ αὐτοῦ. διὸ
καὶ τὴν τῶν εἰρημένων μελέτην ἐγκυμονήσας εἰς πέρας ἄξειν ἐθάῤ-
ῥησε χρόνου βραχέος ἐπὶ τῶν ἔργων αὐτήν. ἐνῆγε δ' αὐτὸν εἰς
καὶ ἑτεροούσια εἶναι δηλοῖ.” (Ι.) Ὅτι μὲν οὖν ἐνέργειαν καὶ δύ-
ναμιν καὶ σοφίαν καὶ ζωὴν, καὶ ὅσα τοῖς ἀνθρώποις ἔπεισιν ὀνο-
μάζειν τὸ θεῖον, τὰ τῶν διδασκάλων τῆς τοῦ θεοῦ ἐκκλησίας
δόγματα μὴ διαιρεῖν τῆς οὐσίας ἐπὶ θεοῦ συγχωρεῖ, οὔτε φῶς
ἄκτιστον ἄλλο παρὰ τὴν θείαν λέγειν οὐσίαν, οὔτε θεότητας τῆς
μιᾶς ἐπέκεινα τρισυποστάτου φύσεως, οὔτ' ἀσώματόν τε καὶ
ἄκτιστον δύνασθαι γίνεσθαι τὸ τοῦ Χριστοῦ σῶμα, εἴρηται. εἰ
δ' ἐπὶ Χριστοῦ τοῦτ' ἀδύνατον, τίς οὕτως εὐήθης ἂν εἴη, ὥστ'
ἄνθρωπον γίνεσθαι λέγειν ἄκτιστόν τινα τῶν πάντων, ἀσώματόν
τε καὶ ἄναρχον κατὰ τὸν τῆς φύσεως λόγον, καὶ ὅσα τοῖς ἀσεβέ-
σιν αὐτονομουμένῃ γλώττῃ προῖκα ληρεῖν συγκεχώρηται. οἷς γὰρ
ἐς ἀρετῆς προκόπτειν ἐγγίνεται λόγον, τούτοις οὐκ ἀκτίστοις
γίνεσθαι πρόσεστι. πολλοῦ γε καὶ δεῖ. τοὐναντίον μεντἂν μᾶλ-
λον δεήσειε γενέσθαι κτιστοῖς ἐς τὸ πολλαπλάσιον, ὡς ἄλλοις τε
πλείστοις ἐστὶ δεδογμένον καὶ δὴ καὶ Παύλῳ τῷ θείῳ· εἴ τις ἐν
Χριστῷ καινὴ κτίσις, ἀνακαινίζεσθαι τὴν πρὸς τὰ κρείττω ῥο-
πὴν καὶ ἀντίληψιν τῶν καλῶν· ἣν δὴ κτίσιν καὶ ὁ θεῖος ἐπιζητεῖ
Δαβὶδ, καρδίαν καθαρὰν ἐν αὐτῷ κτίζεσθαι, καὶ πνεῦμα τοῖς
ἐγκάτοις εὐθὲς ἐγκαινίζεσθαι.
καθά καθώς.
Ἐκ πόσων δὴ πτώσεων γίνονται τὰ ἐπιρρήματα; Ἐκ πασῶν· ἀπὸ εὐθείας, ὡς
ἐκ τοῦ πρόφρων, ὃ δηλοῖ τὸν πρόθυμον, τὸ πρόφρων, οἷονΞ 357>πρόφρων
νῦνΔαναοῖσι, Ποσείδαον, ἐπάμυνον>, ἀντὶ τοῦ προφρόνως· ἀπὸ γενικῆς,
ὡς ἐκ τῆς προικός γενικῆς τὸ προικός ἐπίρρημα, οἷονν 15>ἀργαλέον γὰρ ἕνα
προικὸς χαρίσασθαι>· ἀπὸ δοτικῆς, ὡς ἐκ τῆς ἰδίᾳ δοτικῆς (ἔστι γὰρ ἡ εὐθεῖα ἡ
ἰδία, ἡ γενικὴ τῆς ἰδίας, ἡ δοτικὴ τῇ ἰδίᾳ) τὸ ἰδίᾳ ἐπίρρημα, οἷονEn. Jo18, 20
ἰδίᾳ ἦλθον ἐγώ, παρρησίᾳ ἐλάλησα τῷ κόσμῳ>· ἀπὸ αἰτιατικῆς, ὡς ἐκ τῆς
ἀπριάτην αἰτιατικῆς (ἔστι γὰρ ἡ εὐθεῖα ἡ ἀπριάτη, ἡ γενικὴ τῆς ἀπριάτης, ἡ δοτικὴ
τῇ ἀπριάτῃ, ἡ αἰτιατικὴ τὴν ἀπριάτην) τὸ ἀπριάτην ἐπίρρημα, οἷονΑ 99>ἀπριά-
την ἀνάποινον>· καὶ ὡς ἐκ τῆς πέραν αἰτιατικῆς (ἔστι γὰρ ἡ πέρα, καὶ κλίνεται
τῆς πέρας, ἡ δοτικὴ τῇ πέρᾳ, ἡ αἰτιατικὴ τὴν πέραν) τὸ πέραν ἐπίρρημα, ὡς τὸ
Ev. Jo18, 1>πέραν τοῦ χειμάρρου τῶν κέδρων>· ἀπὸ κλητικῆς, οἷονἐκ
τοῦὦ Ἡράκλεις, τὸ Ἡράκλεις ἐπίρρημα, οἷονLucian. Fugit. c. 32>Ἡράκλεις
ἀλεξίκακε>, καὶ ἐκ τοῦ ὦ Ἄπολλον τὸArist. Plut. 854>Ἄπολλον ἀποτρό
ΠΕΡΙ ΚΑΚΩΣΕΩΣ.
Lexica Segueriana, Glossae rhetoricae (e cod. Coislin. 345) Alphabetic entry alpha,
p. 200, γρ. 31
Lexica Segueriana, Glossae rhetoricae (e cod. Coislin. 345) Alphabetic entry alpha,
p. 201, γρ. 2
Ἱστορίας Γ.
(555 – 560) τὸ διαμφίδιον δέ μοι μέλος: Τοῦτό φησιν, ὅτι ἐπεγένετο καὶ
ἐπῆλθέ μοι τὸ δισσὸν μέλος· τοῦτο ὃ νῦν θρηνῶ ἐπὶ τῷ σῷ πάθει, καὶ
ἐκεῖνο ὅπερ ἐτραγῴδουν περὶ τὸν καιρὸν τοῦ σοῦ γάμου, ὅτε τὴν Ἡσιόνην
πρὸς γάμον ἤγαγες. οὐ γὰρ μόνη καθαρά μοι ἡ ἡδονὴ ἐκείνη καθέστηκεν,
ἀλλ' ἔχει ἐν ταὐτῷ καὶ τὸ λυπηρόν (τουτέστιν, ὁμοῦ προσεγένετό μοι
καὶ ἡ ἡδονὴ καὶ ἡ θλῖψις διὰ σέ). ἌΛΛΩΣ· τὸ δισσὸν μέλος ἐπῆλθε τόδε
(καὶ τοῦτο) ὃ νῦν τραγῳδῶ ἐπὶ τῷ σῷ πάθει, ἐκεῖνό τε ὅπερ ἐτραγῴδουν
περὶ τὰ λοετρὰ καὶ τὴν κοίτην ἐν ἰότητι γάμων (τουτέστιν, ἐν συνόδῳ καὶ
ἐν συνελεύσει, παρὰ τὸ «ἰέναι» πρὸς συνουσίαν), ὅτε ἤγαγες δάμαρτα (καὶ
γυναῖκα) ὁμόλεκτρον τὴν ὁμοπάτριον ἡμῖν Ἡσιόνην, ἕδνοις καταπείσας.
ἕδνα δέ εἰσι τὰ ἐπὶ προικὶ διδόμενα πράγματα. A (6 – 11 ἄλλως ... πρά-
399
καὶ ἐκεῖνο ὅπερ ἐτραγῴδουν περὶ τὸν καιρὸν τοῦ σοῦ γάμου, ὅτε τὴν
Ἡσιόνην πρὸς γάμον ἤγαγες· οὐ γὰρ μόνη καθαρά μοι ἡ ἡδονὴ ἐκείνη
καθέστηκεν, ἀλλ' ἔχει ἐν ταυτῷ καὶ τὸ λυπηρὸν, τουτέστιν, ὁμοῦ
προσεγένετό μοι καὶ ἡ ἡδονὴ καὶ ἡ θλίψις διὰ σέ. Ἄλλως. τὸ δις-
σὸν μέλος ἐπῆλθε, τόδε καὶ τοῦτο ὃ νῦν ἐτραγῴδουν ἐπὶ τῷ σῷ πάθει,
ἐκεῖνό τε ὅπερ ἐτραγῴδουν περὶ τὰ λουτρὰ καὶ τὴν κοίτην ἐν ἰότητι
γάμων, τουτέστιν ἐν συνόδῳ καὶ συνελεύσει, παρὰ τὸ ἰέναι πρὸς συν-
ουσίαν, ὅτε ἤγαγες δάμαρτα καὶ γυναῖκα ὁμόλεκτρον τὴν ὁμοπάτριον
ἡμῖν Ἡσιόνην ἕδνοις καταπείσας. ἕδνα δέ εἰσι τὰ ἐπὶ προικὶ διδό-
μενα πράγματα. A. ἢ ὅτε τὴν ὁμοπάτριον ἐμοὶ Ἡσιόνην ἤγαγες,
πιθὼν τὴν ἑαυτῆς μητέρα ἕδνοις, ἤτοι προικί οις, ἔχειν ἐκείνην ὁμό-
λεκτρον. Ἡσιόνην δὲ θυγάτηρ ἦν Ὠκεανοῦ καὶ Τηθύος. O.P.
τὸ διαμφίδιον δέ μοι] τὸ διπλοῦν μέλος ἐπῆλθέ μοι, τόδε καὶ
ἐκεῖνο, ὅτε περὶ τὰ σὰ λουτρὰ ὑμεναίουν, καὶ ὅτε περὶ τὸ σὸν λέχος,
ὅτε τὴν Ἡσιόνην καταπείσας ἐν δώροις ἤγαγες γυναῖκα ὁμόλεκτρον,
ἥτις ἦν μία τῶν Ὠκεανίδων ὥσπερ καὶ ἡμεῖς. τοῦτο γὰρ λέγει τὸ
ὁμοπάτριον. τὸ τόδε καὶ τὸ ἐκεῖνο ἀσύνδετον. προσέπτα] ἐπῆλθε
κατὰ νοῦν.
τοῦτο εἴρηκεν.
vetἀπόλωλα τὠφθαλμώ:ἀπώλεσα τοὺς ὀφθαλμούς μου κλαίων καὶ
ὀδυρόμενος τοὺς βόας. REΓ
Tr ἀπόλωλα] ὅλον καὶ μέρος.
Tr τὠφθαλμώ] κατά.
Tr δακρύων] κλαίων.
vet Tr κήδῃ] φροντίζεις. Γ3
vet Trὑπάλειψον:ἀντὶ τοῦ ἔγχρισον τοὺς ὀφθαλμούς μου ταχέως. REΓ
vetοὐ δημοσιεύων τυγχάνω:οἱ δημοσίᾳ χειροτονούμενοι,οἳκαὶ
δημόσιοι, προῖκα ἐθεράπευον. οἷον οὖν οὐ κοινῇ ἐσπεισάμην, τουτέστι σὺν τῇ
πόλει, ἰδίᾳ δὲ καὶ ἐμαυτῷ μόνῳ,καὶ ἀμισθὶ οὐ μεταδίδωμί σοι>. REΓ3
Tr
πόνηρ'] γεωργέ.
Tr οὐ δημοσιεύων τυγχάνω] ἤγουν οὐ κοινῶς ἐσπεισάμην τῇ πόλει,
ἀλλὰ μόνῳ ἐμαυτῷ.
401
Tr δακρύων] κλαίων.
vet Tr κήδῃ] φροντίζεις. Γ3
vet Trὑπάλειψον:ἀντὶ τοῦ ἔγχρισον τοὺς ὀφθαλμούς μου ταχέως. REΓ
vetοὐ δημοσιεύων τυγχάνω:οἱ δημοσίᾳ χειροτονούμενοι,οἳκαὶ
δημόσιοι, προῖκα ἐθεράπευον. οἷον οὖν οὐ κοινῇ ἐσπεισάμην, τουτέστι σὺν τῇ
πόλει, ἰδίᾳ δὲ καὶ ἐμαυτῷ μόνῳ,καὶ ἀμισθὶ οὐ μεταδίδωμί σοι>. REΓ3
Tr
πόνηρ'] γεωργέ.
Tr οὐ δημοσιεύων τυγχάνω] ἤγουν οὐ κοινῶς ἐσπεισάμην τῇ πόλει,
ἀλλὰ μόνῳ ἐμαυτῷ.
Tr οἱ δημοσίᾳ χειροτονούμενοι ἰατροὶ δημοσίᾳ προῖκα ἐθεράπευον.
φησὶ γοῦν καὶ οὗτος ὅτι οὐ τῶν δημοσιευόντων ἰατρῶν τυγχάνω.
vet Trἴθ' ἀντιβολῶ:ἱκετεύω, δός μοι τῆς εἰρήνης, ὅπως ἀπολάβω τοὺς
βόας. REΓ
vetπρὸς τοῦ Πιττάλου:ὁ Πίτταλος οὗτος ἰατρὸς παρὰ Ἀθηναίοις
δόκιμος>. λείπει δὲ τὸ μαθητάς. τοῦτο δὲ εἶπεν ἐπειδὴ ἐκεῖνος εἶπεν“ὑπά-
λειψον”τοὺς ὀφθαλμούς. ὡς ἂν οὖν εἰ ἔλεγεν ἄπελθε, ἐγχρίου παρὰ Πιττά-
λου.
θέσει· εὐκαίρων γὰρ δεῖται, ὥστε ἐκεῖθεν καὶ ἀμύνεσθαι τοὺς πολεμίους
καὶ περιουσίας χρημάτων περιποιεῖν. gTBcFj
προσάγειν τοὺς πρέσβεις ᾤμην δεῖν] τοῦ Φιλίππου τοὺς πρέσβεις ἐλ-
θόντας εἰς τὴν Ἀττικὴν προσάγειν ἐκέλευσεν ὁ ῥήτωρ τῷ δήμῳ. τοῦτο δὲ
Αἰσχίνης εἰς φιλιππισμὸν ἐγκέκληκε, τὴν περὶ τοὺς πρέσβεις σπουδὴν
διηγούμενος. ὁ δὲ χλευάζει· ‘τοὺς ἐπὶ τούτῳ ἥκοντας, ἵν' ὑμῖν διαλεχθῶ-
σιν, οὐκ ἔδει προσάγειν;’ gTBcFj
προσάγειν γράψαι] διέβαλλεν Αἰσχίνης ὡς διὰ τούτων φιλιππίζοντα
τὸν ῥήτορα, διά τε τοῦ γράψαι αὐτὸν περὶ τῶν πρέσβεων τοῦ Φιλίππου,
ὡς ὅτι δεῖ προσελθεῖν τῷ δήμῳ καὶ θέαν αὐτοῖς κατανεῖμαι, ὅ ἐστι καθ-
έδραν αὐτοῖς ἀφορίσαι ἐν τῷ θεάτρῳ προῖκα. δείκνυσι τὸ μὲν τοῦ προσελ-
θεῖν ἀναγκαῖον ὄν, τὸ δὲ περὶ τῆς θέας ὑπάρχον εὐτελές. A
κελεῦσαι] τὰ μικρὰ συμφέρεσθαι τῆς πόλεωςφυλά>ττειν. vp
ἀλλ' ἐν τοῖν δυοῖν ὀβολοῖν] δύο γὰρ ὄντων πρέσβεων δύο ἦσαν οἱ
ὀβολοί· οὕτως εὐτελὲς ἦν ὃ αἰτιᾶται. ὁ δέ γε Αἰσχίνης τὴν προαίρεσιν
ἐγκαλεῖ, οὐ τὸ ἀνάλωμα. gTBcFj
ἀλλ' ... ὀβολοῖν] τὸ διώβολον παρεῖχον οἱ θεωροῦντες, ὡς ἤδη
ἔγνωμεν. ὥστε οὖν γνωστέον ὅτι οἱ δύο πρέσβεις, Ἀντίπατρος καὶ Παρ-
μενίων, τοὺς δύο ὀβολοὺς ἐδίδοσαν, ὁ εἷς πρὸς ἕνα, ἀλλ' οὐ πρὸς δύο. διὰ
τοῦτο εἶπε ‘τοῖν δυοῖν ὀβολοῖν ἐθεώρουν’. σημείωσαι διότι εὑρίσκεται καὶ
παρὰ Θουκυδίδῃ καὶ ἐνταῦθα τὸ ‘θεωρεῖν’ ἐπὶ τοῦ θεᾶσθαι. A
τῷ ἄλλῳ λόγῳ (22, 56) φανερῶς, ἵνα ὡς ὁμοτέχνους αὐτὰς καλέσῃ τοῦ
Ἀνδροτίωνος τοῦ πόρνου. gT
καὶ ... ἐχρῆτο] τὴν πόρνην, ἀπὸ τοῦ διακονεῖν ταῖς ἡδοναῖς· ἵνα
αἰνίττηται εἰς τὰς περὶ Σινώπην καὶ Φανοστράτην, ὧν ἐμνήσθη ἐν τῷ
κατ' Ἀνδροτίωνος (22, 56). A
πράττονται>] ἀντὶ τοῦ εἰσπράττονται. A
τὸν λόγον ἐγγράψαι] ‘τὸν λόγον’ λέγει, οἷον αὐτὰς τὰς εὐθύνας
περὶ ὧν ἔμελλεν ἀπαιτεῖσθαι, τί εἰσέπραξε καὶ ἐκ τίνος. A
τὸν ... ἐγγράψαι] τὸν τῆς εἰσπράξεως λέγει. YL
προῖκα γάρ, οὐδὲν ὠφελούμενος] ὥσπερ κατασκευή ἐστι τοῦ προ-
ειρημένου ‘ὅτι ἔγραψε’. ‘προῖκα γάρ,’ φησί, ‘μηδὲν ὠφελούμενος, εἵλετο
πολεμεῖν ὑμῖν καὶ μάχεσθαι πᾶσι τοῖς νόμοις καὶ τῷ ἑαυτοῦ τῷ προτέρῳ.’
gT ὃ τοίνυν ἔμοιγε δοκεῖ] ἤδη τέλος ἐπιθεὶς τῇ τοῦ ἐλέου ἐκβολῇ
καταφοράν τινα ποιεῖται τῆς τοῦ προσώπου ποιότητος δι' ἧς οὐδὲν
ἧττον ἐκβάλλει τὸν ἔλεον ἐνθένδε ἀρξάμενος ‘ὃ τοίνυν ἔμοιγε δοκεῖ’. τί
τοίνυν διὰ τούτων ἐργάζεται; μῖσος αὐτῷ κινεῖ καὶ ὑποψίας ἀτόπου τοὺς
ἀκούοντας πίμπλησι, πονηρίας ὑπόνοιαν, αἰσχροκερδίαν καὶ ἄλλα τινά.
πῇ μὲν γὰρ φθόνον δεῖ κινεῖν μετὰ τὴν ἐλέου ἐκβολήν, πῇ δὲ μῖσος, μῖσος
μὲν ὡς ἐνθάδε, φθόνον δὲ ὡς ἐν τῷ κατὰ Μειδίου (21, 158) ‘καὶ διὰ τῆς
ἀγορᾶς σοβεῖ, τρεῖς ἀκολούθους ἢ τέτταρας αὐτὸς ἔχων’. ἔστι δ' ὅτε
προῖκα: –
γράφεταιἀτηρὸν ἐν δόμοις κακόν>: –
ἐπιζήμιον ἐπιβλαβές. ἄτης, ἢ βλάβης, παρεκτικόν: – Bi
ὡς ἀνδριάντι ἀναυδήτῳ κόσμον περιβαλών: – M
προστιθεὶς ἀγάλματι>: πᾶν ἐφ' ᾧ τις ἀγάλλεται. ἀγάλλεται δὲ
καὶ ὁ ἀνὴρ ἐπὶ τῷ γάμῳ. ὡς ἀνδριάντι ἀναισθήτῳ τιμὰς περιάπτων.
λείπει δὲ τὸ ὡς, ὡς ἀγάλματι: – NAB
καλὸν κακίστῳ>: τουτέστι τὸν χρυσὸν τῷ κακίστῳ γυναικείῳ
φυτῷ προστιθεὶς ὡς ἀγάλματι χαίρει: –
Σχόλια στον Όμηρο, Scholia in Iliadem Book of Iliad 9, verse 147b, γρ. of scholion
4
εἰ ἔχοι τὴν τρίτην ἀπὸ τέλους φύσει μακρὰν διὰ τοῦιἐκφερομένην ἤτοι
μόνου ἢ καὶ σὺν ἑτέρῳ φωνήεντι, προπαροξύνεται, “Ἴλιον” (Ο 71 al.),
ποίμνιον †σίγιον† λείριον αἴτιον· οὕτως καὶ μείλιον. σπάνια δὲ τὰ
παροξυνόμενα, ὥσπερ τὸ “ἰνίον” (Ε 73)· τὸ γὰρ “τειχίον” (π 165.
343) ὑποκοριστικὸν καὶ τὸ κλειδίον. A
{ἐπιμείλια δώσω:} Ἀρίσταρχος ὑφ' ἓν ὡς ἐπιφέρνια,
Ἀπολλόδωρος κατὰ διάλυσιν. T
Ariston. | D | Hrd.ἐγὼ δ' ἐπὶ μείλια δώσω:>ὅτι καὶ ὑπὸ τῶν πατέρων
ἐπεδίδοτο ταῖς θυγατράσιν, οὐχ ὑπὸ τῶν ἀνδρῶν μόνον ἐπέμπετο, ἃ
λέγει>. | μείλια δέ εἰσιν, οἷς μειλίσσονται τοὺς ἄνδρας. τὴν
προῖκα δὲ λέγει τὴν ἡδέως διατιθεμένην τὴν ψυχήν. | Ἀρίσταρχος δὲ
ἐπιφέρνια. A
Ariston.ὅσσ' οὔ πώ τις ... ἐπέδωκε:>ὅτι οὐ λέγει ‘ὅ τι πρῶτος
ἐπιδέδωκα’. Aim
ex.ἑπτὰ δέ οἱ δώσω – >πτολίεθρα:ἄδηλον, εἴτε
φερνὴν ἐπὶ τῇ θυγατρὶ καὶ ταύτας δίδωσι τὰς πόλεις, ἢ ἔξωθεν, ὡς καὶ
τὰ ἄλλα δῶρα. b(BCE3)T ἄμεινον δὲ ἀντὶ φερνῆς αὐτὰς ἡγεῖσθαι.
ἀνδρακὰς] κατὰ ἄνδρα. V. ὁ λόγος, κατὰ ἄνδρα νῦν προδῶμεν, ὕστερον δὲ ἐκ τοῦ
δήμου ἀναπραξώμεθα. B.Vind. 133.
τινὲς γράφουσιν, ἄνδρα κάτα. ὁ δὲ Φρύνιχος ἀνδρακάδα φησὶ τὴν
τῶν ἀνδρῶν δεκάδα. ἔστι δὲ ἐπίρρημα ὡς ἑκάς καὶ ἐντυπάς.
Vind. 133. τὸ δὲ προικός γενική ἐστιν ἀντὶ αἰτιατικῆς. ὁ γὰρ νοῦς,
χαλεπὸν γὰρ καὶ ἀδύνατον ἕνα τοσαύτην δωρεὰν χαρίσασθαι. B.V.
412
καὶ ἐκ τῆς ὀδμῆς αὐτὸν ἐπέγνω. ἀλλὰ μετὰ τοσαῦτα ἔτη πῶς ἔζη
ὁ κύων; Ἀριστοτέλης φησὶ τέσσαρα καὶ εἴκοσι ζῆν ἔτη κύνα.
Ἄργος] ὄνομα κύριον τοῦ Ὀδυσσέως κυνός. V.
πάροιθεν] πρότερον πρὸ τοῦ γηράσαι, ἢ ἔμπροσθεν τῆς
Ἰθάκης εἰς τὴν ἤπειρον. λαγωὸς γὰρ οὐ γίνεται ἐν Ἰθάκῃ, ὥστε
δῆλον ὅτι εἰς τὴν ἤπειρον ἐκυνηγέτουν
πρόκας] πρὸξ εἶδος ἐλάφου ταχυτάτης, ἀπὸ τοῦ προικνεῖ-
σθαιδορκάδων εἶδος ἢ ἐλάφων. ἢ τὰ ἔκγονα τῶν ἐλά-
φων. V.
ἀπόθεστος] ἀπόθητος, ἀνεπιμέλητος.
ἀποιχομένου Ὀδυσῆος] γρ. ἀποιχομένοιο ἄνακτος.
τέμενος] χωρίον. κοπρίσοντες] κοπρίσαι ὀφείλοντες. V.
κοπρήσσοντες] κοπρεύσοντες, κόπρον τῇ γῇ ἐπιβάλλοντες. κατα-
χρηστικῶς δὲ τέμενος τὸ χωρίον
κυνοραιστέων] τῶν κροτώνων. τινὲς δὲ λέγουσιν ἄλλα ζῷα ἐγ-
γίνεσθαι, ἃ λέγεσθαι κυνοραϊσταί. V. κροτώνων. ῥαίουσι γὰρ τοὺς κύ-
νας πίνοντες τὸ αἷμα αὐτῶν. εἰσὶ δὲ ταῦτα τὰ καλούμενα τζιβίκια. V.
βάλλοντο, ἐχάνδανον
ἀμφιβαλόντι] γρ. ἀμφιβαλόντε.
ἀνδρὶ παρεῖναι] εἰς τὸ παρεῖναι κεχρημένῳ ἀνδρὶ οὐκ ἔστιν
415
ἐπωφελὴς ἡ αἰδώς καὶ Ἡσίοδος “αἰδὼς δ' οὐκ ἀγαθὴ κεχρημένον ἄνδρα κομίζει.”
Vind. 133. αἰδῶ δ' οὐκ ἀγαθήν] γρ. αἰδὼς δ' οὐκ ἀγαθή. Vind. 133.
ἀνδρὶ προΐκτῃ] ἴκτης ψιλωτέον, παρὰ γὰρ τὸ παραβάλλειν τὴν
χεῖρα καὶ αἰτεῖν δωρεάν. ἢ ὁ πρὸ τοῦ αἰτεῖν ἱκετεύων, εἰ δασύνεται.
μεταίτῃ, παρὰ τὸ ἱκετεύειν καὶ προσαιτεῖν. V. παρὰ τὸ
προϊκετεύειν.
ὄλβιον εἶναι] ἀπὸ κοινοῦ, ποίησον. V.
ἐπὶ πήρης] ἐπάνω τῆς πήρας. ἁπλώσας γὰρ τὴν πήραν
ἀντὶ τραπέζης ἐπάνω ἔθηκεν. B.
ὡς ὅτε] μέχρις οὗ, ἕως ὅτε. Gl. M.
εὖθ' ὁ δεδειπνήκειν] οὕτω, δεδειπνήκειν, ἀντὶ τοῦ δεδειπνήκει.
ὡς τὸ “ἤσκειν εἴρια καλά” (Il. γ, 388.). H.
πύρνα] πύρνα τοὺς πύρνους, ὡς κύκλα τοὺς κύκλους
πύριν πύρινα σιτία. V.
ἀπαλεξήσειν κακότητος] κωλύσει καὶ ἀπολήξει τοῦ κακοῦ.
πάντες γὰρ ἦσαν μοχθηροί.
D Ex.
τεύξουσι>: ποιήσουσι. E2 Ma V. κατασκευάσουσιν. Ma P V Yk. παρασκευάσουσιν.
ἀρτυνέουσι>: ἑτοιμάσουσιν. H K Ma Q V. πληρώσουσιν. k2. παρασκευάσουσι. Exk3.
δώσουσιν. Y.
ἕεδνα>: δῶρα τὰ διδόμενα ὑπὸ τοῦ γαμοῦντος τῇ γαμουμένῃ. Ma V Y. ἕδνα τὰ διδό-
μενα δῶρα ὑπὸ τοῦ μνηστῆρος. προῖκα. K M1 P Y. – ἄλλως. τὰ δωρούμενα δῶρα
ὑπὸ
τῶν νυμφίων ἕεδνα, τὰ δὲ ὑπὸ τῶν πατέρων “μείλια” [Ι 147]. Ma. “ἕεδνα” λέγει τὰ
διδόμενα
ὑπὸ τῶν νυμφίων (παρὰ τὸ ἕδραν καὶ παραμονὴν προξενεῖν τῇ νύμφῃ), τὰ δὲ ὑπὸ τῶν
πατέρων
Σχόλια στον Όμηρο, Scholia in Iliadem (= D scholia) Book of Iliad 9, verse 147, γρ.
of scholion 3
Σχόλια στον Όμηρο, Scholia in Iliadem (= D scholia) Book of Iliad 13, verse 382,
γρ. of scholion 2
Σιδώνιος κάπηλος.
καὶ ὁ Κωμικός (fr. IV 334 M.)·
εὐθὺς Φοῖνιξ γίγνομαι·
τῇ μὲν δίδωμι χειρὶ, τῇ δὲ λαμβάνω.
BEFGQ τοῦτο δὲ εἶπεν ὁ Πίνδαρος, παρόσον μισθοῦ συντέταχε τῷ
Ἱέρωνι τὸ ἐγκώμιον.
BDEFGQ ἄλλως· τοῦτο μὲν τὸ μέλος καὶ τοῦ-
τον τὸν ἐπίνικον κατὰ τὴν τῶν Φοινίκων ἐμπορίαν, ἀντὶ τοῦ
λαβὼν παρὰ σοῦ μισθὸν, διὰ τῆς θαλάσσης διαπέμπομαί σοι.
BDEFGQ τὸ δὲ Καστόρειον μέλος ὑπορχηματικὸν, Αἰολικῷ ῥυθμῷ
συντεταγμένον, ὅπερ χάριν καὶ προῖκά σοι διεπεμψάμην,
ἀπαντήσας τῷ μέλει, φησὶ δὲ τῷ Καστορείῳ, καὶ ὑποδεξά-
μενος αὐτὸ διὰ τῆς ἑπταμίτου κιθάρας, φησὶ δὲ τῆς λύρας,
ἑκὼν ἐπιθεώρησον τὸ μέλος, ἀντὶ τοῦ κροῦσον καὶ δοκίμασον,
εἰ μὴ εὐρύθμως γέγραπται.
BEFGQτὸ Καστόρειον:τὸν ἐπίνικον ἐπὶ μισθῷ συν-
τάξας ὁ Πίνδαρος ἐκ περιττοῦ συνέπεμψεν αὐτῷ προῖκα
ὑπόρχημα, οὗ ἡ ἀρχή (fr. 105)·
τον τὸν ἐπίνικον κατὰ τὴν τῶν Φοινίκων ἐμπορίαν, ἀντὶ τοῦ
λαβὼν παρὰ σοῦ μισθὸν, διὰ τῆς θαλάσσης διαπέμπομαί σοι.
BDEFGQ τὸ δὲ Καστόρειον μέλος ὑπορχηματικὸν, Αἰολικῷ ῥυθμῷ
συντεταγμένον, ὅπερ χάριν καὶ προῖκά σοι διεπεμψάμην,
ἀπαντήσας τῷ μέλει, φησὶ δὲ τῷ Καστορείῳ, καὶ ὑποδεξά-
μενος αὐτὸ διὰ τῆς ἑπταμίτου κιθάρας, φησὶ δὲ τῆς λύρας,
ἑκὼν ἐπιθεώρησον τὸ μέλος, ἀντὶ τοῦ κροῦσον καὶ δοκίμασον,
εἰ μὴ εὐρύθμως γέγραπται.
BEFGQτὸ Καστόρειον:τὸν ἐπίνικον ἐπὶ μισθῷ συν-
τάξας ὁ Πίνδαρος ἐκ περιττοῦ συνέπεμψεν αὐτῷ προῖκα
ὑπόρχημα, οὗ ἡ ἀρχή (fr. 105)·
Σύνες ὅ τοι λέγω ζαθέων ἱερῶν ἐπώνυμε,
ὃ δὴ Καστόρειον εἶπε διὰ τὸ τὴν ἔνοπλον ὄρχησιν κατ' ἐνίους
τοὺς Διοσκούρους εὑρεῖν· ὀρχηστικοὶ γάρ τινες οἱ Διόσκουροι.
ὁ δὲ Ἐπίχαρμος (fr. 75) τὴν Ἀθηνᾶν φησι τοῖς Διοσκούροις τὸν
ἐνόπλιον νόμον ἐπαυλῆσαι, ἐξ ἐκείνου δὲ τοὺς Λάκωνας μετ'
BDEFGQ αὐλοῦ τοῖς πολεμίοις προσιέναι. τινὲς δὲ ῥυθμόν τινά φασι
τὸ Καστόρειον, χρῆσθαι δὲ αὐτῷ τοὺς Λάκωνας ἐν ταῖς πρὸς
τοὺς πολεμίους συμβολαῖς. διέλκεται δὲ ἡ τῆς πυρρίχης ὄρ-
χησις, πρὸς ἣν τὰ ὑπορχήματα ἐγράφησαν.
(1) ἀντωμοσία ἐπὶ δίκῃ λέγεται, διὰ τὸ ὀμνύναι ἑκατέρους, τὸν μὲν
ἐγκαλοῦντα ὅτι ἠδίκηται, τὸν δὲ ἐγκαλούμενον μὴ ἠδικηκέναι. (2) οἱ
δὲ ἀντωμοσίαν τὴν ἐπὶ πράγμασιν ἀμαρτύροις καὶ †ἀνέγγραφον εἰς
ὅρκον περιισταμένην δίκην, ἐφ' οἷς οἱ κριταὶ δοξάζουσιν. (3) ἔνιοι
ὅταν ἐπὶ δημοσίῳ ἀγῶνι σκηπτομένου τινὸς κάμνειν ὁ ἀντίδικος
ἀντομνύηται, φάσκων προσποιεῖσθαι αὐτόν, καὶ περὶ τούτου διαλαμ-
421
διαιτηταῖς.
omisin textu suppl. in marg. A3 O3.
διαιτηταί εἰσιν ἐν οἷς Ἀθήνῃσιν εἰσήγοντο αἱ ἰδιωτικαὶ δίκαι· εἰ
δέ τινες μὴ ἐπείθοντο τοῖς διαιτηθεῖσιν, αὐτοὶ εἰσῆγον αὐτοὺς εἰς τὸ
δικαστήριον καὶ παρὰ τοὺς δικαστάς. ἐγίνοντο δὲ διαιτηταὶ πάντες
422
τήδειαι.
KUgEg ὡς κακὸν εὗρον τὸν βουκόλον, τὸν Αἴγωνα, διότι
κατέλιπεν αὐτάς.
Kλῶντι νέμεσθαι:καὶ οὐκέτι θέλουσι νέμεσθαι,
δηλονότι ζητοῦσαι τὸν Αἴγωνα.
KGUEATτᾶς πόρτιος:πόρτιας τὰς ἀκμαζούσας βοῦς, ἐφ'
ἃς οἷόν τε τοὺς ταύρους πορεύεσθαι, ὅ ἐστιν ὀχεύεσθαι· ἢ τὰς
423
ΕΠΙΓΡΑΜΜΑΤΑ ΕΡΩΤΙΚΑ
ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΠΟΙΗΤΩΝ
Νέοις ἀνάπτων καρδίας σοφὴν ζέσιν
ἀρχὴν Ἔρωτα τῶν λόγων ποιήσομαι·
πυρσὸν γὰρ οὗτος ἐξανάπτει τοῖς λόγοις.
Τὴν καταφλεξίπολιν Σθενελαΐδα τὴν βαρύμισθον,
τὴν τοῖς βουλομένοις χρυσὸν ἀμεργομένην,
γυμνήν μοι διὰ νυκτὸς ὅλης παρέκλινεν ὄνειρος
ἄχρι φίλης ἠοῦς προῖκα χαριζομένην.
οὐκέτι γουνάσομαι τὴν βάρβαρον οὐδ' ἐπ' ἐμαυτῷ
κλαύσομαι ὕπνον ἔχων κεῖνα χαριζόμενον.
ΛΕΩΝΙΔΑ
ΑΝΤΙΠΑΤΡΟΥΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΩΣ>
424
ΑΝΤΙΦΙΛΟΥ
ΑΥΤΟΜΕΔΟΝΤΟΣ
ΛΕΩΝΙΔΟΥ
ΑΛΛΟ
ΑΓΑΘΙΟΥ Η ΠΑΛΛΑΔΑ.
θροῦς ὑπεξήφθη.
Ἀντιποιηθέντα:φιλονεικήσαντα. δεῖ γὰρ ἀντιποιηθέντας
οὐ πρότερον χαρίσασθαι θελήσαντι. καὶἈντιποιούμενον·γενικῇ.
ἐπιμελῶς διακείμενον. Πολύβιος· ὁ δὲ Ἄρατος κατανοῶν τὸν Ἀντί-
γονον πρᾶξιν ἔχοντα καὶ σύνεσιν καὶ πίστεως ἀντιποιούμενον· τοὺς
δὲ βασιλεῖς φύσει μὲν οὐδένα νομίζοντας οὔτ' ἐχθρὸν οὔτε πολέμιον
ἐπεβάλετο λαλεῖν πρὸς τῶν εἰρημένων βασιλέων καὶ συμπλέκειν τὰς
χεῖρας. ἀντιποιούμενοι τῆς ἀρχῆς τῷ βασιλεῖ. Ξενοφῶν. καὶ
αὖθις· οὐδὲν ἀντιποιησάμενοι τῆς ἐκείνου δεήσεως.
Ἀντιρρητικά.
γὰρ ἡβῆσαι μέχρι ιδʹ ἐστίν. ἀλλ' οἱ ἔφηβοι παρ' Ἀθηναίοις ὀκτωκαιδε-
καετεῖς γινόμενοι ἐλέγοντο· καὶ ἔμενον μὲν ἐν τοῖς ἐφήβοις ἔτη δύο,
ἔπειτα εἰς τὸ ληξιαρχικὸν ἐγράφοντο γραμματεῖον.
Ἐπίδικα·οἷς ἄν τις ἐπεδικάζετο, ὡς προσήκουσιν αὐτῷ κατὰ
γένους ἀγχιστείαν, εἰ μὴ εἶεν υἱεῖς ἢ υἱωνοὶ τῷ τετελευτηκότι, μήτε
μὴν διαθῆκαι, ταῦτα ἐπίδικα καλεῖται.
Ἐπιδικάζεται·γενικῇ. ἀντιποιεῖται.
ἘπίδικοςκαὶἘπίκληροςκαὶἘπίπροικοςκαὶἘπικλη-
ρῖτις.ἐπίκληρος μὲν ἡ ἐπὶ παντὶ τῷ κλήρῳ ὀρφανὴ καταλελειμ-
μένη, μὴ ὄντος αὐτῇ ἀδελφοῦ. ἡ δὲ αὐτὴ καὶ ἐπικληρῖτις, ἐπίπροικος
δὲ ἡ ἐπὶ μέρει τινὶ τοῦ κλήρου, ἥ τε προῖκα ἔχειν ἀδελφοὺς ἔχουσα.
ἐπίδικος δὲ ἡ ἀμφισβητουμένη ἐπίκληρος, τίνι χρὴ αὐτὴν γαμηθῆναι.
Ἰσαῖος δὲ τὴν ἐπίκληρον ἐν τῷ πρὸς Λυσίβιον ἐπικληρέτιν ἐκάλεσεν.
Ἐπιδοκιμάζω:ἀντὶ τοῦ ὑπερμαχῶ. γενικῇ.
Ἐπιδίφρια:τὰ τῷ ἁρματίῳ δίφρῳ ἐπιτιθέμενα. καὶ ὁ ἐπὶ
δίφρου ἱζάνων, ἢ καθήμενος παντοδαποῦ.
Ἐπιδίφριος:ἀργός, καὶ γυναικώδης.
Ἐπιδορατίς:ὁ σίδηρος, τοῦ ἀκοντίου τὸ ἄνω.
γὰρ ἡβῆσαι μέχρι ιδʹ ἐστίν. ἀλλ' οἱ ἔφηβοι παρ' Ἀθηναίοις ὀκτωκαιδε-
καετεῖς γινόμενοι ἐλέγοντο· καὶ ἔμενον μὲν ἐν τοῖς ἐφήβοις ἔτη δύο,
ἔπειτα εἰς τὸ ληξιαρχικὸν ἐγράφοντο γραμματεῖον.
Ἐπίδικα·οἷς ἄν τις ἐπεδικάζετο, ὡς προσήκουσιν αὐτῷ κατὰ
γένους ἀγχιστείαν, εἰ μὴ εἶεν υἱεῖς ἢ υἱωνοὶ τῷ τετελευτηκότι, μήτε
μὴν διαθῆκαι, ταῦτα ἐπίδικα καλεῖται.
Ἐπιδικάζεται·γενικῇ. ἀντιποιεῖται.
432
ἘπίδικοςκαὶἘπίκληροςκαὶἘπίπροικοςκαὶἘπικλη-
ρῖτις.ἐπίκληρος μὲν ἡ ἐπὶ παντὶ τῷ κλήρῳ ὀρφανὴ καταλελειμ-
μένη, μὴ ὄντος αὐτῇ ἀδελφοῦ. ἡ δὲ αὐτὴ καὶ ἐπικληρῖτις, ἐπίπροικος
δὲ ἡ ἐπὶ μέρει τινὶ τοῦ κλήρου, ἥ τε προῖκα ἔχειν ἀδελφοὺς ἔχουσα.
ἐπίδικος δὲ ἡ ἀμφισβητουμένη ἐπίκληρος, τίνι χρὴ αὐτὴν γαμηθῆναι.
Ἰσαῖος δὲ τὴν ἐπίκληρον ἐν τῷ πρὸς Λυσίβιον ἐπικληρέτιν ἐκάλεσεν.
Ἐπιδοκιμάζω:ἀντὶ τοῦ ὑπερμαχῶ. γενικῇ.
Ἐπιδίφρια:τὰ τῷ ἁρματίῳ δίφρῳ ἐπιτιθέμενα. καὶ ὁ ἐπὶ
δίφρου ἱζάνων, ἢ καθήμενος παντοδαποῦ.
Ἐπιδίφριος:ἀργός, καὶ γυναικώδης.
Ἐπιδορατίς:ὁ σίδηρος, τοῦ ἀκοντίου τὸ ἄνω.
Πρωτοπείρωνος.
Πρωτοπορία.
Πρωτοπραξία:τὸ πρῶτον ἀπαιτούμενον, τὸ πρῶτον εἰσπρατ-
τόμενον.
Πρώτους:ἀκμάζοντας, νέους.
Πρώτῳ ποδί:ὃ οἰωνιζόμενοι λέγειν εἰώθασι.
Πρωτότοκος:ὁ πρῶτος τεχθείς.Πρωτοτόκοςδὲ ἡ θεοτόκος.
Προῖκα:δωρεάν, ἄνευ μισθοῦ. καὶ τοπικὸν ἐπίρρημα ἀντὶ
τοῦ ὅπου. τὰ δὲ καὶ προῖκα πολλαχῆ τοῖς ἑαυτοῦ τέλεσι πεπο-
ρισμένα. ἀντὶ τοῦ ἄνευ κόπου.
Προικί ας:ὄνομα κύριον.
Προίκιος:ἄνευ μισθοῦ. προίκιος ἀνθρώποισι κελευθήτῃσιν
ἀοιδός. ὁ τέττιξ φησὶν ἐν Ἐπιγράμμασι.
Προικόνησος.
Προικός:δόσεως· ἀντὶ τοῦ δωρεᾶς. πᾶν γὰρ δῶρον οὕτως
καλεῖ ὁ ποιητής. ἡ εὐθεῖαΠροίξ.
(12) ἔλαττον τῆς ἀξίας λαβών. δῆλον δὴ ὅτι εἰ καὶ τὴν συνου-
σίαν ᾤου τινὸς ἀξίαν εἶναι, καὶ ταύτης ἂν οὐκ ἔλαττον τῆς
ἀξίας ἀργύριον ἐπράττου. δίκαιος μὲν οὖν ἂν εἴης, ὅτι οὐκ
11. PLATO Phil. Apologia Socratis (5-4 B.C.) Stephanus p. 19 τμ. e γρ. 6
Γοργίας τε ὁ Λεοντῖνος καὶ Πρόδικος ὁ Κεῖος καὶ Ἱππίας ὁ
Ἠλεῖος. τούτων γὰρ ἕκαστος, ὦ ἄνδρες, οἷός τ’ ἐστὶν ἰὼν
εἰς ἑκάστην τῶν πόλεων τοὺς νέους—οἷς ἔξεστι τῶν ἑαυτῶν (5)
πολιτῶν προῖκα συνεῖναι ᾧ ἂν βούλωνται—τούτους πείθουσι 20.(a) τὰς
ἐκείνων συνουσίας ἀπολιπόντας σφίσιν συνεῖναι χρή-
ματα διδόντας καὶ χάριν προσειδέναι. ἐπεὶ καὶ ἄλλος ἀνήρ
ἐστι Πάριος ἐνθάδε σοφὸς ὃν ἐγὼ ᾐσθόμην ἐπιδημοῦντα·
12. PLATO Phil. Respublica (5-4 B.C.) Stephanus p. 346 τμ. e γρ. 1
μισθὸς αὐτῇ προσγίγνηται, ἔσθ’ ὅτι ὠφελεῖται ὁ δημιουργὸς
ἀπὸ τῆς τέχνης;
Οὐ φαίνεται, ἔφη.
(e) Ἆρ’ οὖν οὐδ’ ὠφελεῖ τότε, ὅταν προῖκα ἐργάζηται;
Οἶμαι ἔγωγε.
Οὐκοῦν, ὦ Θρασύμαχε, τοῦτο ἤδη δῆλον, ὅτι οὐδεμία
τέχνη οὐδὲ ἀρχὴ τὸ αὑτῇ ὠφέλιμον παρασκευάζει, ἀλλ’,
13. PLATO Phil. Leges (5-4 B.C.) Stephanus p. 742 τμ. c γρ. 3
καὶ ὀνείδει μετὰ τοῦ ἀγαγόντος ἔνοχος ἔστω, καὶ ζημίᾳ
(c) πρὸς τούτοις μὴ ἐλάττονι τοῦ ξενικοῦ κομισθέντος νομί-
σματος. γαμοῦντα δὲ καὶ ἐκδιδόντα μήτ’ οὖν διδόναι μήτε
δέχεσθαι προῖκα τὸ παράπαν μηδ’ ἡντινοῦν, μηδὲ νόμισμα
παρακατατίθεσθαι ὅτῳ μή τις πιστεύει, μηδὲ δανείζειν ἐπὶ
τόκῳ, ὡς ἐξὸν μὴ ἀποδιδόναι τὸ παράπαν τῷ δανεισαμένῳ (5)
437
14. PLATO Phil. Leges (5-4 B.C.) Stephanus p. 921 τμ. a γρ. 7
μονα εἶναι θεόν, οὐδὲν τῷ νῷ βλέπων, πρῶτον μὲν δίκην
τῷ θεῷ ὑφέξει, δεύτερον δὲ ἑπόμενος αὐτῷ νόμος κείσθω· (5)
Τὴν τιμὴν τῶν ἔργων ὀφειλέτω ὧν ἂν τὸν ἐκδόντα ψεύσηται
καὶ πάλιν ἐξ ἀρχῆς ἐν τῷ ῥηθέντι χρόνῳ προῖκα ἐξεργα-
ζέσθω. καὶ ἀναιρουμένῳ δ’ ἔργον συμβουλευτὴς νόμος, ἅπερ
(b) τῷ πωλοῦντι συνεβούλευεν, μὴ πλέονος τιμᾶν διαπειρώμενον
ἀλλ’ ὡς ἁπλούστατα τῆς ἀξίας, ταὐτὸν δὴ προστάττει καὶ
15. PLATO Phil. Leges (5-4 B.C.) Stephanus p. 944 τμ. a γρ. 5
μέρη. μύθῳ δὴ προσχρώμενοι ἅμ’ εἴπωμεν, εἰ κομισθεὶς
ἐπὶ σκηνὴν ἄνευ τῶν ὅπλων Πάτροκλος ἔμπνους ἐγένεθ’,
οἷον δὴ μυρίοις συνέπεσεν, τὰ δὲ πρότερα ἐκεῖνα ὅπλα,
ἃ Πηλεῖ φησιν ὁ ποιητὴς παρὰ θεῶν προῖκα ἐν τοῖς (5)
γάμοις ἐπιδοθῆναι Θέτιδι, ταῦτα δὲ Ἕκτωρ εἶχεν, ἐξῆν ἂν
τῶν τότε ὅσοι κακοὶ ὀνειδίζειν ὅπλων ἀποβολὴν τῷ τοῦ
Μενοιτίου. ἔτι δὲ ὁπόσοι κατὰ κρημνῶν ῥιφέντες ἀπώλεσαν
16. LYSIAS Orat. Ὑπὲρ τῶν Ἀριστοφάνους χρημάτων, πρὸς τὸ δημόσιον (5-4
B.C.) Τμ. 16 γρ. 1
ἡγοῦνται εἶναι ἢ πλουσιώτερον, τὴν δὲ πένητι γεγενημένῳ (5)
οὐ διὰ κακίαν, ἀδελφιδῷ δὲ ὄντι Φαίδρῳ τῷ> Μυρρι-
νουσίῳ, ἐπιδοὺς τετταράκοντα μνᾶς, κᾆτ’ Ἀριστοφάνει τὸ
(16) ἴσον. πρὸς δὲ τούτοις ἐμοὶ πολλὴν ἐξὸν πάνυ προῖκα λα-
βεῖν ἐλάττω συνεβούλευσεν, ὥστε εὖ εἰδέναι ὅτι κηδε-
σταῖς χρησοίμην κοσμίοις καὶ σώφροσι. καὶ νῦν ἔχω γυ-
ναῖκα τὴν Κριτοδήμου θυγατέρα τοῦ Ἀλωπεκῆθεν, ὃς
(33) τοῦ πατρὸς τοῦ ἐμοῦ. πῶς ἂν οὖν εἶεν ἄνθρωποι ἀθλιώ-
τεροι, ἢ εἰ τὰ σφέτερ’ αὐτῶν ἀπολωλεκότες δοκοῖεν τἀκεί-
μὲν
γὰρ λέγει εὐνοεῖν, οὐκ εὐνοεῖ δέ. τούτου δὲ ἀπόδειξις αὕτη, ὅτι αὕτη, ἣν
νομίζεις
εὐνοεῖν σοι, ἐλαχίστων ἕνεκα μεριδίων ἀπαιτεῖ σε τὴν προῖκα καὶ βούλεταί σε
καταλιπεῖν· τὴν δὲ κύνα δεῖρον, ἀπόλεσον, κατάβαλε, δίωξον, καὶ οὐ μὴ
ἀποχωρήσει, (10)
ἀλλ’ ἐπιλαθομένη τῆς ὕβρεως, ἐπιστρέψασα, τὴν κέρκον σείουσα ζητεῖ πάλιν
τὸν
δεσπότην. ἔδει οὖν σε εἰπεῖν μοι ‘ἀπόφερε τῇ γυναικί μου,’ καὶ μὴ ‘τῇ
εὐνοούσῃ’>·
27. PLUTARCHUS Biogr. et Phil. Galba {0007.065} (A.D. 1-2) Κεφ. 20 τμ.
3 γρ. 5
ἐξεθεράπευσεν ὁμιλίᾳ καὶ δώροις, μάλιστα δὲ
τῶν πρωτείων ὑφιέμενος αὐτῷ τό γε μετ’ ἐκεῖνον
δύνασθαι δι’ ἐκεῖνον εἶχε βεβαίως. τῷ δὲ ἀν-
επιφθόνῳ περιῆν, προῖκα συμπράττων πάντα τοῖς (5)
δεομένοις, καὶ παρέχων ἑαυτὸν εὐπροσήγορον καὶ
φιλάνθρωπον ἅπασι. πλεῖστα δὲ τοῖς στρατιω-
τικοῖς συνελάμβανε καὶ προῆγε πολλοὺς ἐφ’
28. PLUTARCHUS Biogr. et Phil. Galba {0007.065} (A.D. 1-2) Κεφ. 21 τμ.
1 γρ. 3
μενος καὶ δημαγωγῶν τὸ στρατιωτικόν.
21.
32. CHARITON Scr. Erot. De Chaerea et Callirhoe {0554.001} (A.D. 2?) Βι.
5 Κεφ. 7 τμ. 5 γρ. 1
ζειν, ἣν ἀπέδοτό σοι ταλάντου Θήρων ὁ λῃστής, κἀκεῖνος ἁρπάσας
ἐκ τάφου; ‘ἀλλὰ’ φησὶν ‘ἐλευθέραν οὖσαν ἐπριάμην.’ οὐκοῦν
ἀνδραποδιστὴς εἶ σὺ καὶ οὐκ ἀνήρ. πλὴν ὡς ἀνδρὶ νῦν ἀπολογή- (5)
(5) σομαι. γάμον ὀνόμαζε τὴν πρᾶσιν καὶ προῖκα τὴν τιμήν· Μιλησία
σήμερον ἡ Συρακοσία δοξάτω. μάθε, δέσποτα, ὅτι οὔτε Διονύσιον
ὡς ἄνδρα οὔτε ὡς κύριον ἠδίκηκα. πρῶτον μὲν γὰρ οὐ γενομένην,
ἀλλ’ ὡς μέλλουσαν μοιχείαν ἐγκαλεῖ, καὶ πρᾶξιν οὐκ ἔχων εἰπεῖν
33. CHARITON Scr. Erot. De Chaerea et Callirhoe {0554.001} (A.D. 2?) Βι.
8 Κεφ. 8 τμ. 13 γρ. 1
τὴν βοὴν Χαιρέας εἶπεν “ἐγὼ καὶ Καλλιρόη χάριν ἔχομεν ἐφ’ ὑμῶν
Πολυχάρμῳ τῷ φίλῳ· καὶ γὰρ εὔνοιαν ἐπεδείξατο καὶ πίστιν ἀληθε-
στάτην πρὸς ἡμᾶς· κἂν ὑμῖν δοκῇ, δῶμεν αὐτῷ γυναῖκα τὴν ἀδελφὴν
(13) τὴν ἐμήν· προῖκα δὲ ἕξει μέρος τῶν λαφύρων.” ἐπευφήμησεν ὁ
δῆμος “ἀγαθῷ ἀνδρὶ Πολυχάρμῳ, φίλῳ πιστῷ, ὁ δῆμός σοι χάριν
ἐπίσταται. τὴν πατρίδα εὐηργέτηκας ἀξίως Ἑρμοκράτους καὶ
Χαιρέου.” μετὰ ταῦτα πάλιν Χαιρέας εἶπε “καὶ τούσδε τοὺς
89. Anna COMNENA Hist. Alexias {2703.001} (A.D. 11-12) Βι. 1 Κεφ. 11
τμ. 8 γρ. 9
νῶτα διδόασιν), οὕτω γοῦν τὴν φορὰν τῶν τοῦ Μασκαβέλη
ἱππέων ἀνακόψαντος τοῦ Ῥομπέρτου, ἄγεται τηνικαῦτα ὁ
Μασκαβέλης δέσμιος καὶ αἰχμάλωτος εἰς ὅπερ δέδωκεν
αὐτῷ εἰς προῖκα φρούριον, ὅτε τὴν θυγατέρα τούτῳ κατηγ-
γυήσατο. Καὶ εἶχεν ἄρα τότε τὸν οἰκεῖον δεσπότην ἡ (10)
πόλις ἔμφρουρον, φρούριον ἐντεῦθεν εἰκότως προσαγο-
ρευομένη. Οὐδὲν δὲ χεῖρον καὶ τὴν ὠμότητα τοῦ Ῥο-
90. Anna COMNENA Hist. Alexias {2703.001} (A.D. 11-12) Βι. 1 Κεφ. 13
τμ. 2 γρ. 3
ἑλκύσαι Ῥομπέρτον ἤδη περιφανέστατον γεγονότα καὶ πρὸς
μεγάλας ἀρχὰς ἀκμάσαντα. (2) Ἡ δὲ διαφορὰ ῥηγός τε
καὶ πάπα τοιαύτη τις ἦν. Ὁ μὲν γὰρ κατῃτιᾶτο τὸν ῥῆγα
Ἐνέριχον ὡς τὰς ἐκκλησίας οὐ προῖκα διδόντα, ἀλλὰ
δωρημάτων ἀποδιδόμενον καί που καὶ ἀναξίοις ἀνδράσι τὴν
ἀρχιερωσύνην καταπιστεύοντα καὶ τοιούτων ἐγκλημάτων (5)
ἐδίωκεν. Ὁ δέ γε ῥὴξ Ἀλαμανίας τυραννίδος τὸν πάπαν
92. Nicephorus GREGORAS Hist. et Scr. Rerum Nat. Epistulae (A.D. 13-14)
Epistle 15 γρ. 51
93. Nicephorus GREGORAS Hist. et Scr. Rerum Nat. Epistulae (A.D. 13-14)
Epistle 109 γρ. 2
(109) Basilio nescio cui Constantinopoli, 1330, inscr. post 1330 Ἐμοὶ δὲ εἴ
τις φιλίαν οὖσαν μὲν αὔξειν, μὴ οὖσαν δ’ αὖ οἰκοδομεῖν (1)
ἐπείγοιτο, τοῦ παντὸς ἂν ῥᾷστα προτιμῷτο, ὅτι προῖκα τῇ κρείττονι
μοίρᾳ φέρων προσέμιξεν οἴκοθεν ἑαυτόν· εἴ τις δὲ τοὐναντίον, οὗτος δὲ
τοὐναντίον, ὅστις οὐκ οἶδεν ὅτῳ ποτὲ τρόπῳ χρεὼν τὸ βέλτιον τῶν
πραγμάτων ἐκλέγεσθαι, ἀλλὰ κανθάροις ποιεῖ καὶ αὐτὸς παραπλήσια· (5)
Ευρετήριο
γάμου δωρεᾶς, 311, 317 παρεῖχε τὴν δωρεάν, 279, 280, 358, 359
γάμων, 112, 113, 182, 201, 246, 258, 266, Περὶ γάμου, 235, 273, 416
311, 363, 378, 398, 399, 400, 416, 426, Πλάτων, 41, 116, 117, 118, 119, 120, 135,
430, 442 200, 221, 247, 438
γυναίκας, 8, 9, 10, 14, 15 Πλάτωνας, 15
γυναίκες, 10 Πλούταρχος, 9, 22, 23, 24, 25, 26, 27, 28,
γυνὴ, 29, 30, 34, 62, 63, 84, 89, 91, 92, 93, 29, 30, 31, 32, 33, 35, 36, 37, 38, 39, 40,
128, 159, 169, 182, 196, 198, 232, 247, 333
249, 250, 251, 252, 253, 259, 282, 283, πλοῦτον, 21, 82, 111, 114, 195, 206, 220,
284, 287, 289, 291, 311, 312, 313, 315, 224, 231, 236, 245, 280, 293, 298, 299,
317, 322, 323, 333, 346, 352, 368, 383, 331, 445
384, 385, 405, 434, 438, 439, 447, 452 προγαμιαίαν δωρεάν, 317
Δημοσθένης, 48, 49, 50, 51, 52, 53, 54, προγαμιαίας δωρεᾶς, 311, 315
55, 56, 57, 58, 59, 60, 61, 62, 63, 64, 65, προῖκ' ἔδωκαν, 32, 174
66, 67, 68, 69, 70, 71, 72, 73, 74, 75, 76, προῖκ' ἐπιδοῦναι, 79, 80
77, 78, 79, 80, 81, 82, 83, 84, 85, 86, 87, προῖκ' ἐπιδοὺς, 82
200, 234, 238, 239, 240, 278, 421, 427, προῖκ' οὐκ ἔδωκεν, 69
429 προίκα, 9, 12, 13, 14, 15, 16, 17, 237
Διογένης Λαέρτιος, 19, 20, 21 Προίκα, 1, 14
Δίων Κάσσιος, 145, 147, 148, 150, 151, προῖκα, 6, 7, 12, 13, 21, 22, 23, 24, 25, 26,
152, 153, 155, 156, 157, 158, 159, 160, 28, 29, 30, 31, 32, 33, 34, 35, 36, 37, 38,
161, 162, 163, 164, 165, 166, 167, 168, 40, 41, 42, 43, 45, 46, 49, 50, 51, 52, 53,
169, 170 54, 55, 56, 57, 58, 59, 60, 61, 62, 63, 64,
δωρεὰ, 131, 157, 301, 302 65, 66, 67, 68, 69, 70, 71, 73, 74, 76, 77,
δωρεὰν ἔδωκεν, 61 78, 79, 80, 81, 82, 84, 85, 86, 87, 88, 89,
δωρεᾶς, 23, 81, 112, 122, 132, 160, 215, 90, 91, 93, 94, 95, 96, 97, 98, 99, 100,
255, 256, 257, 289, 315, 317, 331, 433 101, 103, 104, 105, 106, 107, 108, 109,
δωρησαμένη, 131 110, 111, 112, 113, 114, 115, 116, 117,
ἐκπεπροικί σθαι, 111 118, 119, 120, 124, 125, 126, 127, 129,
ἐμπροίκιον, 204, 205, 245 130, 131, 132, 133, 134, 138, 139, 140,
ἐπροίκισε, 299 141, 142, 143, 144, 145, 146, 147, 148,
Ευρυπίδης, 10, 11 150, 151, 152, 154, 155, 156, 157, 158,
θυγατέρα, 7, 20, 23, 24, 47, 76, 78, 84, 85, 159, 160, 161, 162, 163, 164, 165, 166,
86, 104, 113, 124, 126, 136, 147, 154, 167, 168, 169, 170, 171, 172, 173, 174,
166, 181, 182, 185, 186, 187, 190, 192, 175, 176, 177, 179, 180, 181, 183, 184,
203, 207, 216, 218, 223, 224, 225, 239, 185, 186, 187, 188, 189, 190, 191, 192,
240, 242, 285, 290, 291, 300, 305, 344, 193, 194, 195, 196, 198, 199, 201, 203,
345, 349, 355, 371, 373, 381, 404, 437, 204, 206, 208, 209, 210, 211, 212, 213,
444, 446, 453 215, 216, 217, 218, 219, 220, 221, 222,
θυγατρίοις, 23, 32 223, 224, 228, 229, 230, 231, 232, 233,
θυγατρός, 19, 28, 91, 94, 355, 415, 440 234, 235, 238, 239, 240, 241, 243, 244,
Ισαίος, 88, 89, 90, 91, 92, 93, 94, 95, 96 246, 247, 248, 249, 250, 251, 252, 254,
Ισοκράτης, 47 255, 256, 257, 258, 259, 260, 264, 265,
κληρονόμον, 37, 69, 135, 298, 325, 331, 266, 267, 268, 270, 271, 273, 276, 277,
332, 438 278, 279, 280, 281, 282, 283, 284, 285,
Λουκιανός, 124, 125, 126, 127, 128 286, 288, 289, 290, 291, 292, 294, 295,
μνᾶς, 7, 23, 53, 54, 55, 56, 57, 58, 59, 60, 296, 297, 298, 300, 301, 302, 303, 304,
61, 67, 68, 69, 73, 76, 78, 79, 84, 94, 96, 305, 306, 307, 308, 309, 310, 311, 312,
105, 111, 118, 185, 186, 187, 239, 240, 313, 314, 315, 317, 318, 319, 321, 322,
247, 297, 437 323, 326, 327, 328, 329, 330, 331, 332,
Ξενοφών, 6, 107, 108, 109, 435, 436 333, 334, 335, 336, 337, 338, 340, 342,
456