You are on page 1of 324

1

Οδυσσέας Γκιλής
Επιμέλεια συλλογής, ταξινόμησης και επεξεργασίας υλικού.

Λογοτεχνία και Λοιμώδεις


νόσοι. Πανώλη, Χολέρα,
Λέπρα, Ψώρα, Φυματίωση
Ανθολόγηση αποσπασμάτων από εφημερίδες,
περιοδικά, βιβλία Ελληνικά και ξένα .

Θεσαλονίκη 2020
2
3

Εισαγωγικό σημείωμα

Ανθολόγηση αποσπάσματων από εφημερίδες, περιοδικά και βιβλία για


τις επιδημίες. Λοιμός, χολέρα, λέπρα, φυματίωση.
Από την περιγραφή του Θουκυδίδη, ιστορίαι, Β΄. Βιβλίο για τον λοιμό-
πανώλη που έπληξε τους Αθηναίους το 429-430 π. Χ. Κατά τον πόλεμο
με τους Σπαρτιάτες.
Επίσης η περιγραφή στο βιβλίο του Παπαδιαμάντη «Βαρδιανός στα
Σπόρκα».
Αναφορές στο Γιώργο Ιωάννου για τη φυματίωση.
Το βιλίο Ο ΕΡΩΤΑΣ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΧΟΛΕΡΑΣ MARQUEZ
GABRIEL-GARCIA (NOBEL 1982).
Το βιβλίο της Βικτόρια Χίσλοπ, «Το Νησί», για τους λεπρούς της
Σπιναλόγκα, στη Κρήτη.
Για τη Χολέρα του 1854 στην Αθήνα.
Από την «Πανούκλα » του Καμί.
Και πολλές δεκάδες άλλα άρθρα και αποσπάσματα που γράψανε
Δημοσιογράφοι και συγγραφείς λόγω της επικαιρότητας του Κορονοϊου
20192-2020.
Ο πίνακας περιεχομένων παραπέμπει στις αντίστιχες σελίδες.
Στο τέλος υπάρχει αναλυτικό ευρετηριο λέξεων-εννοιών.
4

Περιεχόμενα

Εισαγωγικό σημείωμα..............................................................................................................3
Θουκυδίδης. Ιστορία, βιβλίο Β΄. 47, 2....................................................................................11
Μέσα από τα μάτια του Θουκυδίδη Ο λοιμός της Αθήνας το 430 π.χ. - «Αποκαμωμένοι
αρατούσαν τα μοιρολόγια...» Δουλγερίδης Δημήτρης 6 Απριλίου 2020, ΤΑ ΝΕΑ..................20
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ. ΤΑΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ Από τον Θουκυδίδη στον κορωνοϊό ΙΙ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ 22.03.2020..........................................................................................................25
Όταν ο Παπαδιαμάντης έγραψε για τη χολέρα του 1865. Εμυ Ντούρου 26.03.2020............27
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ . ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ. ΤΑ ΜΕΤΑ ΘΑΝΑΤΟΝ. Η
ΧΟΛΕΡΙΑΣΜΕΝΗ ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ. ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΦΕΞΗ    1912............................29
Παπαδιαμάντης. Βαρδιανός στα Σπόρκα...............................................................................30
Biblionet.................................................................................................................................39
Χολέρα...................................................................................................................................40
Λέπρα.....................................................................................................................................40
Γιώργος Ιωάννου "Η αποζημίωση" Συλλογή: Η μόνη κληρονομιά Κωνσταντίνος Μάντης |
Γιώργος Ιωάννου Η μόνη κληρονομιά Αναλύσεις κειμένων Βάλια Ανδρινοπούλου.............41
Γιώργος Ιωάννου, «Ο Μπάτης»ΣΤΑΥΡΟΣ ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗΣ...................................................42
Ο ΕΡΩΤΑΣ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΧΟΛΕΡΑΣ MARQUEZ GABRIEL-GARCIA (NOBEL 1982)................43
Βικτόρια Χίσλοπ, «Το Νησί», μτφ. Μιχάλης Δελέγκος, Εκδόσεις Διόπτρα, σελ. 501,.............43
Η χολέρα του 1854: Χιλιάδες νεκροί, πανικός φυγή και αισχροκέρδεια. Σταύρος
Μαλαγκονιάρης Εφημερίδα Συντακτών................................................................................45
Στην Αθήνα.....................................................................................................................49
Η ξένη του 1854. Εμμανουήλ Λυκούδης, «Η ξένη του 1854», Διηγήματα, Νεφέλη, Αθήνα
1990, σ. 57-61.........................................................................................................................51
Χολέρα, ληστείες, κακοκαιρία, και άλλα. Κουτούζης Β., «Χολέρα, ληστείες, κακοκαιρία, και
άλλα. Οι εφιαλτικές στιγμές του Πειραιά»:............................................................................54
Όταν θέριζε η χολέρα. Ρουμπάνης Θ., «Όταν θέριζε η χολέρα», εφ. Έθνος:.........................55
Καβάλα Μ., «Πείνα και Επιβίωση, αντιμετώπιση των στερήσεων στην κατεχόμενη Ελλάδα»
στο Παναγιωτόπουλος Β. (επιμ.), Ιστορία Νέου Ελληνισμού, 1770-2000, τ.8, Ελληνικά
Γράμματα, Αθήνα 2003, σ.51-52............................................................................................56
Μύηση....................................................................................................................................56
LIFOTEAM 14.3.2020 Πηγή: www.lifo.gr. Από την «Πανούκλα » του Καμί, ως τον
«Βαρδιάνο στα σπόρκα» του Παπαδιαμάντη: οι επιδημίες στη λογοτεχνία..........................58
10 αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας με θέματα επιδημίες. της Λήδας Πιμπλή -
13 Μαρτίου 2020, NEWPOST...............................................................................................60
Πατρίκ Ντεβίλ : «Οι παράλληλες ζωές ταιριάζουν στη λογοτεχνία».....................................63
5

Πατρίκ Ντεβίλ Χολέρα και Πανούκλα Μετάφραση Αννυ Σπυράκου Εκδόσεις Τόπος, 2017
................................................................................................................................................63
Όταν η λογοτεχνία «κατέγραψε» τις πανδημίες Δευ, 16/03/2020 -......................................66
Όταν η Επιδημίας προσέβαλε τη λογοτεχνία........................................................................71
Η λογοτεχνία των επιδημιών Οι επιδημίες μέσα από την πένα γνωστών συγγραφέων. by
Χρύσα Μπάτου March 16, 2020.............................................................................................75
Το «Δεκαήμερο» του Τζοβάνι Βοκάκιου............................................................................80
«Η Πανούκλα » του Άλμπερτ Καμύ..................................................................................81
Οι λογοτεχνικές επιδημίες κατέχουν, βεβαίως, μια θέση και στην ιστορία της ελληνικής
πεζογραφίας........................................................................................................................82
Ο «Λοιμός» του Αντρέα Φραγκιά......................................................................................82
Οι επιδημίες στη λογοτεχνία21.03.2020...............................................................................83
24.3.2020 / ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΙ WEB. Διάσημοι συγγραφείς σε καιρούς πανδημίας - Η Πανούκλα
του Σαίξπηρ και η χολέρα του Πούσκιν.................................................................................85
Κορωνοϊός: Η λογοτεχνία ως οιωνός μέσα από τα πιο επίκαιρα βιβλία που έχουν γραφτεί
ποτέ........................................................................................................................................87
Οι ιοί, ο χρόνος, η Iστορία, η λογοτεχνία, οι άνθρωποι: άλλες επιδημίες, ίδιες αντιδράσεις.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΤΣΟΛΚΑ..............................................................................................89
«Μένουμε Σπίτι» και διαβάζουμε 5+1 βιβλία Καραντίνας (pics). Σάβ, 28/03/2020 -...........93
Η ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΤΗΣ ΕΠΙΔΗΜΙΑΣ ΣΕ ΕΡΓΑ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ. Παλιοτζήκα
Ευσταθία Επιβλέπων καθηγητής: Κώστας Γιαβής Θεσσαλονίκη 2019 επανέκδοση του
βιβλίου το 1989......................................................................................................................96
Τα καλύτερα βιβλία για τις επιδημίες. «Εθνικός Κήρυξ» 29 Μαρτίου, 2020.........................98
TIMES NEWS. Πανδημίες που άλλαξαν τη ροή της Ιστορίας. 30 Μαρτίου 2020.
naftemporiki.gr με πληροφορίες από businessinsider.com, history.com, BBC....................100
Λογοτεχνία και λέπρα..........................................................................................................106
Η νόσος της λέπρας ως ταυτότητα : από τον Μεσσία ...βάκιλο της λέπρας, αποδεικνύοντας
ότι η λέπρα δεν αποτελεί θεϊκό ανάθεµα ή. κληρονοµική νόσο, αλλά µια µεταδοτική
αρρώστια. Στη λογοτεχνία οι επιστηµονικές.......................................................................107
ΑΥΓΗ. Λογοτεχνία και ιατρική. Φοίβος Γκικόπουλος, ομότιμος καθηγητής ΑΠΘ................107
ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ. 29.03.2020, Οι πανδημίες στη νεοελληνική λογοτεχνία.
Βασίλης Κ. Καλαμαράς.........................................................................................................111
Χολέρα και κοιλιακός τύφος........................................................................................113
Ο κύκλος της λέπρας....................................................................................................114
Η Επιδημία ως αλληγορία...........................................................................................115
H άρρωστη πολιτεία by Γαλάτεια Καζαντζάκη.....................................................................117
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ. ENET. Επτά, Κυριακή 27 Ιουνίου 2010 Φωνές από το παρελθόν.............117
6

14-3-2020. ΤΑ ΝΕΑ. Ρήξεις συνέχειας Πώς η αρχαία ελληνική γραμματεία και η παγκόσμια
λογοτεχνία ενσωμάτωσαν το ανθρώπινο δέος απέναντι στις επιδημίες και τις πανδημίες .
..............................................................................................................................................121
Η πανδημία στη ζωγραφική και τη λογοτεχνία...................................................................121
Βυζαντινή εποχή...................................................................................................................122
ΠΑΝΩΛΗ...............................................................................................................................124
Όταν η πανώλη "χτύπησε" το Βυζάντιο. 19/12/2017 IEllada.gr του Θάνου Δασκαλοθανάση
..............................................................................................................................................124
Η πανούκλα στο Λονδίνο. Ντάνιελ Ντεφόου. Εκδόσεις Κριτική σελ. 294............................127
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΤΑΣΟΥΛΑ ΚΑΡΑΙΣΚΑΚΗ Ας πιάσουμε γερά έναν κρίκο τη φορά ΠΟΛΙΤΙΚΗ
29.03.2020 :..........................................................................................................................131
ΤΑΚΗΣ ΠΑΠΠΑΣ, ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΠΑΠΠΑΣ* Κατάρρευση και ελπίδα ΠΟΛΙΤΙΚΗ 29.03.2020 :....133
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ. ΕΛΛΑΔΑ 16.03.2020 Γιάννης Τούντας: Η κοινωνική διάσταση των
επιδημιώνΓΙΑΝΝΗΣ ΤΟΥΝΤΑΣ...............................................................................................136
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ. ΕΛΛΑΔΑ 16.03.2020 Τα χρόνια της Πανώλης στον ελλαδικό χώρο ΣΑΚΗΣ
ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΣ ΖΩΗΣ.................................................................................................138
Πατρίκ Ντεβίλ : «Οι παράλληλες ζωές ταιριάζουν στη λογοτεχνία»Ο πολυταξιδεμένος
γάλλος πεζογράφος μιλάει στο «Βήμα» με αφορμή το συναρπαστικό βιβλίο του «Χολέρα
και Πανούκλα». Οι δώδεκα γεωγραφικές ζώνες του έργου του, τα μυθιστορήματα χωρίς
μυθοπλασία, οι μοναχικές μεγαλοφυΐες και το μοντέλο του Πλουτάρχου Μπέκος Γρηγόρης
13.01.2019,...........................................................................................................................140
ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ ΠΑΝΩΛΗ. Σημαντικότερες επιδημίες Πανώλης...............................................143
Στη λογοτεχνία.................................................................................................................144
ΠΥΛΗ Για την Ελληνική γλώσσα............................................................................................144
Πανώλη: Η τρομερή πραγματικότητα πίσω από τις μάσκες του Μαύρου Θανάτου. by Σοφία
Μπαρμπαγιάννη 14 Μαρτίου 2020.......................................................................................144
Τι είναι η Πανώλη;...........................................................................................................145
Αρχαία Βακτήρια..............................................................................................................146
Πανώλη του Ιουστινιανού (541-542μ.Χ.).........................................................................147
Ο Μαύρος Θάνατος (1348-1353μ.Χ.)...............................................................................148
Η Πανούκλα Ξαναχτυπά...................................................................................................150
Το Κουστούμι και η Μάσκα..............................................................................................150
Βιβλιογραφία – Επιπρόσθετη Αναζήτηση:.......................................................................154
Ο Βοκάκιος στην Ουχάν Πέτρος Τατσόπουλος 9 Φεβρουαρίου 2020,.................................154
14/03/2020 Οι επιδημίες στη λογοτεχνία: Από «Το Κοράκι» του Στίβεν Κινγκ μέχρι την
«Πανούκλα στο Λονδίνο»Πέντε κλασικά βιβλία διαφορετικού ύφους που επιχείρησαν να
προσεγγίσουν την ψυχολογία της επιδημίας.Newsroom HuffPost Greece.........................157
ΚΩΣΤΗΣ ΚΩΣΤΑΣ Π. ΣΤΟΝ ΚΑΙΡΟ ΤΗΣ ΠΑΝΩΛΗΣ Εικόνες από τις κοινωνίες της ελληνικής
χερσονήσου, 14ος-19ος αιώνας...........................................................................................160
7

Πανδημίες και έργα τέχνης: Όταν Καραβάτζιο και Τιτσιάνο ζωγράφιζαν το… χάος in.gr 19
Μαρτίου 2020,.....................................................................................................................160
Κατερίνα ντε Τζουλιάνις: «Χρόνος και Θάνατος» (πριν το 1727)................................161
Καραβάτζιο: «Οι Επτά Πράξεις του Ελέους» (1606-1607)..........................................161
Χέριτ βαν Χόντχορστ: «Άγιος Σεμπαστιανός» (1623)..................................................162
Ρέμπραντ: «Πορτρέτο της Χέντρικγε Στόφελς» (περίπου 1654)..................................162
Αντόνιο Τζάνκι: «Η Παναγία εμφανίζεται στα θύματα της πανώλης» (1666)..............163
Τιτσιάνο: «Pietà» (1575-6)...........................................................................................163
Σαλβατόρ Ρόζα: «Ο εύθραυστος άνθρωπος» (περίπου 1656).......................................164
Αλμπρεχτ Ντύρερ: «Οι τέσσερις Ιππείς της Αποκάλυψης» (1498)...............................164
15 Πανδημίες που άλλαξαν τον ρου της ιστορίας. Πηγή: https://www.sa SanSimera.gr....165
15. Ο Λοιμός της Αθήνας (430 π.Χ.)................................................................................165
14. Ο Λοιμός των Αντωνίνων (165).................................................................................166
13. Ο Λοιμός του Κυπριανού (250)..................................................................................166
12. Ο Λοιμός του Ιουστινιανού (541)...............................................................................167
11. Λέπρα (11ος αιώνας)..................................................................................................167
10. Ο Μαύρος Θάνατος (1350).........................................................................................167
9. Η Κολομβιανή Ανταλλαγή (1492)................................................................................168
8. Ο Μεγάλος Λοιμός του Λονδίνου (1665).....................................................................169
7. Η πρώτη πανδημία χολέρας (1817)...............................................................................169
6. Η τρίτη πανδημία βουβωνικής πανώλης (1855)............................................................169
5. Η πανδημία ιλαράς στα Φίτζι (1875)............................................................................170
4. Η Ρωσική Γρίπη (1889)................................................................................................170
3. Η Ισπανική Γρίπη (1918)..............................................................................................170
2. Η Ασιατική Γρίπη (1957).............................................................................................170
1. Η μάστιγα του AIDS (1981).........................................................................................171
Ελληνική Ιστορία και Προϊστορία - Greek History and Prehistory 3 Μαρτίου 2018 ·...........171
18.03.2020 Memento Mori: Πανδημίες, Θάνατος και Τέχνη  H ιστορία επαναλαμβάνεται
https://paspartou.gr/nikos...................................................................................................176
Δέκα διαμάντια της παγκόσμιας λογοτεχνίας με θέματα τις επιδημίες - 13/03/2020 Πηγή:
NEWPOST.............................................................................................................................185
Οι επιδημίες στη λογοτεχνία 28 Μαρτίου, 2020..................................................................188
Από τον Οιδίποδα στον Στίβεν Κινγκ: εικόνες επιδημίας στη λογοτεχνία Δευτερα, 09
Μαρτιου 2020 Εικόνες επιδημιών, μεταφορικών ή αληθινών, θεόσταλτων ή συνέπεια
ανθρώπινης δράσης, σε έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, από την αρχαιότητα έως τις
μέρες μας. ΠΛΟΙΤΕΙΑ. Της Ελένης Κορόβηλα.......................................................................190
8

Δ Ι Π Λ Ω Μ Α Τ Ι Κ Η Ε Ρ Γ Α Σ Ι Α ΤΙΤΛΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ "Η ΠΑΝΩΛΗ ΣΤΗ ΒΕΝΕΤΙΚΗ ΚΡΗΤΗ (14ος


-17ος αι.)" ΔΙΔΑΣΚΟΥΣΑ Κωνσταντινίδου Κατερίνα ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΖΑΦΕΙΡΗ
ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ∙ 2017 – 2018 ∙..................................................................................................193
Λογοτεχνία ΦΥΜΑΤΙΩΣΗ......................................................................................................193
ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΝΟΜΙΑΤΡΟΥ Γ. ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗ. ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Ερατώ Ζέλλιου-
Μαστοροκώστα....................................................................................................................193
Η ΦΥΜΑΤΙΩΣΗ ΣΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ (30.701Α). Περιγραφή. Εκδοτικός οίκος:-ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ
ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ ΠΝΕΥΜΩΝ. Έτος έκδοσης:-1997.............................................196
Εικόνες φθίσης στο “Μαγικό Βουνό” του Thomas Mann [ΙΙ]. ΠΑΡΑΘΥΡΟ 09/03/2018........196
Γκιζοπούλου Ευαγγέλια. ΦΥΜΑΤIΩΣΗ (TB)..........................................................................198
Φραντς Κάφκα: Δεν είμαι τίποτε άλλο παρά λογοτεχνία Δημοσίευση: 04/06/2019 -........199
Ο John Keats και η επάρατη φυματίωση. Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη //...................200
Τετάρτη, 26 Ιανουαρίου 2011Σ’ αραχνιασμένο σπήλαιο θα πάω να κατοικήσω, ωσότου να
'λθει η στιγμή, μάνα, να ξεψυχήσω..................................................................................202
Φυματίωση: Η ''νόσος των φτωχών''Κάθε χρόνο η φυματίωση σκοτώνει περίπου δύο
εκατομμύρια ανθρώπους. www.kathimerini.com.cy Newsroom Κ/ ΑΜΠΕ 24 ΜΑΡΤΙΟΥ 2011 -
..............................................................................................................................................204
Στρατής Τσίρκας ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ - ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ - ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ - ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΑ.......................207
Αυτός ο σκοτεινός Μπέρνχαρντ (του Γιάννη Ν.Μπασκόζου). του Γιάννη Ν.Μπασκόζου. 208
Αντόν Πάβλοβιτς Τσέχωφ: ένας ποιητής στον 20ο και τον 21ο αιώνα. Ιανουαρίου 29, 2020
«Σκοπός της λογοτεχνίας είναι η απόλυτη, η τίμια αλήθεια»..............................................210
Φυματίωση και ρεμπέτικο τραγούδι 07/29/2014 24grammata.com/ τραγούδι.................211
Κωστης Παλαμας. Δειλοι και σκληροι στιχοι - Νεκροσαλεμα (φωτογραφια Αντρεα
Καρκαβιτσα).........................................................................................................................218
Γιάννης Ρίτσος: Ο ποιητής της Ρωμιοσύνης.....................................................................219
1984: Το αριστούργημα του George Orwell γιορτάζει!8 Ιουνίου , 2017............................221
Φρεντερίκ Σοπέν. Από τη Βικιπαίδεια,.................................................................................222
Ο Παναΐτ Ιστράτι...................................................................................................................222
EDGAR ALLAN POE. Μετάφραση: Μάνος Κουνουγάκης Επιμέλεια: Λιάνα Σακελλίου........223
Μανώλης Γλέζος: Η ζωή και οι αγώνες του συμβόλου της Αντίστασης ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ Δημητρης
Γερογιαννης 30.03.2020.......................................................................................................224
Η περίφημη νύχτα που τον άφησε στην ιστορία...........................................................224
Ο Σαίξπηρ, η πανώλη και ο «Ληρ»Η φονική επιδημία στιγμάτισε πολλαπλά τον
ελισαβετιανό βάρδο. Ταυτόχρονα, όμως, στάθηκε και η αφορμή για μερικές από τις
μεγαλύτερες επιτυχίες του Τουλάτου Ίσμα Μ. 29.03.2020, ΤΟ ΒΗΜΑ................................226
Παγκόσμια απειλή Και αν ο εγκλεισμός κρατούσε αρκετούς μήνες;Η διαβίωσή μας εντός
σπιτιού δεν κόβει μόνο τις γέφυρες εξάπλωσης ου ιού. Η κοινωνική απομόνωση αφήνει ήδη
σημάδια στο περιβάλλον αλλά και στις συνήθειές μας Γαλγαδάς Αλκης 29.03.2020, ΤΟ
ΒΗΜΑ...................................................................................................................................226
9

ΤΟ ΒΗΜΑ. «Απέναντι σε λοιμούς δεν χτίζεις εθνικά τείχη, επενδύεις σε κοινές


λύσεις»Αντώνης Λιάκος. Ο γνωστός ιστορικός μιλάει για τις επιπτώσεις των πανδημιών του
παρελθόντος, τονίζει ότι η «περάσαμε σε μια νέα εποχή που αλλάζει τις διαστάσεις του
χρόνου και του χώρου» και προσθέτει ότι «όπως συμβαίνει με την κλιματική κρίση, έτσι και
με τους ιούς, φτάνουμε στο σημείο μηδέν της Ιστορίας» Παπαματθαίου Μάρνυ 29.03.2020,
..............................................................................................................................................226
ΤΟ ΒΗΜΑ. Λογοτεχνία . Γράφοντας πανδημίες. Ο δυτικός λογοτεχνικός κανόνας
αναμετρήθηκε επανειλημμένα με το θέμα της επιδημίας, από τον Βοκκάκιο ως τον Αλμπέρ
Καμί και τον Ζοζέ Σαραμάγκου, αναδεικνύοντας τις κοινωνικές, ηθικές αλλά και
επιστημονικές προεκτάσεις της. Βιστωνίτης Αναστάσης 29.03.2020..................................226
Αθηναϊκός λοιμός και κορωνοϊός. Διήρκεσε τέσσερα χρόνια αποδεκατίζοντας έναν στους
τρεις κατοίκους της Αθήνας. Ακόμη και ο Περικλής ήταν ανάμεσα στα θύματα. Ποιες είναι
οι ομοιότητες του λοιμού της αρχαίας Αθήνας με τη σημερινή πανδημία; Βαρδάκη Ερη
05.04.2020, ΤΟ ΒΗΜΑ.........................................................................................................227
ΚΑΡΑΝΤΙΝΑ...........................................................................................................................227
Οι Ποντοκαυκάσιοι χορεύουν στην Καραντίνα Θεσσαλονίκη → Πόλη και πρόσφυγες →
Δημόσιος χώρος : Διασκέδαση και συνύπαρξη στη γειτονιά...............................................227
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ. ΒΙΒΛΙΟ 16.03.2020 Λογοτεχνία και επιδημίες: η «μητέρα όλων των
δεινών»ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ*....................................................................................227
ΒΙΒΛΙΟ / 31/03/2020, Δύο "διαμάντια" της λογοτεχνίας που ο κορωνοϊός ξανάκανε επίκαιρα
THE BEST...............................................................................................................................228
Βάλτερ Πούχνερ: Η Καραντίνα. Βάλτερ Πούχνερ - 23 Μαρτίου 2020..................................230
ΤΟ ΚΟΥΤΙ ΤΗΣ ΠΑΝΔΩΡΑΣ.....................................................................................................231
Δέκα λογοτεχνικά αριστουργήματα για επιδημίες...............................................................231
NEWS.gr.Πανούκλα, φυματίωση, χολέρα, λέπρα – Πώς αντιμετώπισε η ανθρωπότητα τις
πανδημίες23/03/2020..........................................................................................................234
Η πολύτιμη μαρτυρία του άρρωστου από πανώλη Θουκυδίδη στους γιατρούς του
μέλλοντος.........................................................................................................................234
Οι πιο θανατηφόρες επιδημίες που άλλαξαν την παγκόσμια ιστορία. 26/02/2020 Fortune,gr
..............................................................................................................................................241
Από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, εκατομμύρια άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωη τους
από επιδημίες, ιούς και θανατηφόρες ασθένειες......................................................241
1981 – HIV/AIDS.............................................................................................................242
1957 - Ασιατική γρίπη......................................................................................................242
1919 - Ισπανική γρίπη.......................................................................................................242
1889 - Ρωσική γρίπη.........................................................................................................242
1875 - Πανδημία ιλαράς στα Φίτζι...................................................................................243
1885 - Η τρίτη πανδημία πανώλης....................................................................................243
1817 - Πρώτη πανδημία χολέρας......................................................................................243
1665 - Η μεγάλη πανώλη του Λονδίνου...........................................................................243
10

1492 - Η Κολομβιανή ανταλλαγή.....................................................................................244


11ος αιώνας - Λέπρα........................................................................................................244
541 μ.Χ. - Πανούκλα του Ιουστινιανού............................................................................244
250 μ.Χ. - Πανώλη του Κυπριανού..................................................................................245
165 μ.Χ. - Πανώλη των Αντωνίνων..................................................................................245
430 π.Χ. - Αθήνα..............................................................................................................245
Εξορία και φυματίωση.........................................................................................................245
Η Μακρόνησος ως στρατόπεδο ιδεολογικής ανάνηψηςΘεόφιλος Διαμάντης Υποψήφιος
Διδάκτορας Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής ΕκπαίδευσηςΠανεπιστημίου Αιγαίου............248
Οταν ο Πρωθυπουργός Πλαστήρας αναφώνησε: «Η Ελλάδα πεινάει κι εμένα θα μου βάλετε
τηλέφωνο;»31|12|2013 NEWSROOM IEFIMERIDA.GR........................................................249
Μαρία Αρβανιτίδου: Στο Τρίκερι, στην εξορία μας κρατούσε ζωντανές η γυναικεία
αλληλεγγύη 30 Αυγούστου 2019, Της Σταυρούλας Πουλημένη..........................................250
Ο γιατρός, που έγινε θαυματουργός Άγιος, μέσα από κακουχίες, εξορίες, φυλακίσεις.
Γράφει ο π. Ηλίας Μάκος στην Romfea.gr............................................................................250
De Cousinery à Cousinery Histoire du consulat français de Salonique de 1783 à 1817......251
Salonique au cœur de la question d’Orient.......................................................................252
Le consulat français de Salonique : une inscription territoriale.....................................254
Personnel et fonctions consulaires : permanences et évolutions......................................258
Les enjeux d’une mission...................................................................................................261
Notes....................................................................................................................................261
Βασίλης Κ. Γούναρης, Επιδημία στη Θεσσαλονίκη το 1783 Τμήμα Ιστορίας & Αρχαιολογίας
Α.Π.Θ. ΒΑΣΙΛΗΣ Κ. ΓΟΥΝΑΡΗΣ...............................................................................................262
Μαλάρια=Ελονοσία.............................................................................................................266
Παγκόσμιος πόλεμος κατά των κουνουπιών ΥΓΕΙΑ 29.08.2016 ΤΑΣΟΥΛΑ ΕΠΤΑΚΟΙΛΗ
ΚΑΗΜΕΡΙΝΗ. αυγών τους.Περιοδικό "Κ"..........................................................................267
Επετειακή μελέτη για τα 190 χρόνια από το μυστηριώδη θάνατο του Λόρδου Βύρωνα
(1788−1824).........................................................................................................................272
Ανθολόγηση αποσπασμάτων...............................................................................................272
ΤΟ ΒΗΜΑ Λογοτεχνία και λοιμώδεις νόσοι, Πανώλη, τύφος, φυματίωση, λέπρα,επιδημία,
πανδημία .............................................................................................................................280
Συγκλονιστικές μαρτυρίες από τη σφαγή των Ποντίων – 100 χρόνια από τη Γενοκτονία
..............................................................................................................................................285
Άρπαξαν το γέρο παππού ζητώντας να τους δώσει χρήματα και ό,τι άλλο είχε.
Συνέχεια άρπαξαν από τα μαλλιά τη γιαγιά και ζητούσαν να τους δώσει δαχτυλίδια,
ρούχα και τρόφιμα. Δεν τους έφταναν ό,τι έπαιρναν. Άρχισαν να χτυπούν................285
Μοναδική  ανέκδοτη μαρτυρία του Θανάση Γ. Κακογιάννη από Αλάτσατα Ερυθραίας
..........................................................................................................................................286
Το δίλημμα μετά την πρώτη προσφυγιά.......................................................................287
11

Ολέθρια συμβουλή..........................................................................................................288
Όλοι έρμαια των Τσετών μετά την αποχώρηση του Ελληνικού Στρατού..................288
Και η σειρά μας  ήρθε.....................................................................................................289
Οι βιασμοί.......................................................................................................................290
Δεν άργησαν πάλι τα χτυπήματα  της πόρτας...............................................................291
Η αρχή της προσφυγιάς..................................................................................................293
Ο δρόμος για τον  Τσεσμέ και μετά στο άγνωστο.........................................................293
Μυτιλήνη  – Σάμος και η απαρηγόρητη μάνα..............................................................294
Οι  φοβερές νύχτες με τις θυμίσεις των  Τσετών και οι μέρες αγωνίας......................294
Ο γυρισμός του Δημήτρη...............................................................................................295
Πρότυπο η ΕΣΣΔ και ο Στάλιν.....................................................................................300
Sir Richard John Evans FBA FRSL FRHistS FLSW (born 29 September 1947) is a British
historian of 19th- and 20th-century Europe with a focus on Germany. From Wikipedia.....312
ΤΟΜΑΣ ΜΑΝ. Το μαγικό βουνό. μτφρ.: Θόδωρος Παρασκευόπουλος πρόλογος: Τίνα
Μανδηλαρά. εκδ. Μεταίχμιο, σελ. 938................................................................................313
How Governments Respond to Pandemics Like the Coronavirus. By Isaac Chotiner March 18,
2020. Richard J. Enans. NEW YORKER..................................................................................314
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟΝ.........................................................................................................................317

Θουκυδίδης. Ιστορία, βιβλίο Β΄. 47, 2

[47] Τοιόσδε μὲν ὁ τάφος ἐγένετο ἐν τῷ χειμῶνι τούτῳ· καὶ διελθόντος


αὐτοῦ πρῶτον ἔτος τοῦ πολέμου τοῦδε ἐτελεύτα. τοῦ δὲ θέρους εὐθὺς
ἀρχομένου Πελοποννήσιοι καὶ οἱ ξύμμαχοι τὰ δύο μέρη ὥσπερ καὶ τὸ
πρῶτον ἐσέβαλον ἐς τὴν ᾿Αττικήν (ἡγεῖτο δὲ ᾿Αρχίδαμος ὁ Ζευξιδάμου
Λακεδαιμονίων βασιλεύσ), καὶ καθεζόμενοι ἐδῄουν τὴν γῆν. καὶ ὄντων
αὐτῶν οὐ πολλάς πω ἡμέρας ἐν τῇ ᾿Αττικῇ ἡ νόσος πρῶτον ἤρξατο
γενέσθαι τοῖς ᾿Αθηναίοις, λεγόμενον μὲν καὶ πρότερον πολλαχόσε
ἐγκατασκῆψαι καὶ περὶ Λῆμνον καὶ ἐν ἄλλοις χωρίοις, οὐ μέντοι
τοσοῦτός γε λοιμὸς οὐδὲ φθορὰ οὕτως ἀνθρώπων οὐδαμοῦ
ἐμνημονεύετο γενέσθαι. οὔτε γὰρ ἰατροὶ ἤρκουν τὸ πρῶτον θεραπεύοντες
ἀγνοίᾳ, ἀλλ' αὐτοὶ μάλιστα ἔθνῃσκον ὅσῳ καὶ μάλιστα προσῇσαν, οὔτε
ἄλλη ἀνθρωπεία τέχνη οὐδεμία· ὅσα τε πρὸς ἱεροῖς ἱκέτευσαν ἢ μαντείοις
καὶ τοῖς τοιούτοις ἐχρήσαντο, πάντα ἀνωφελῆ ἦν, τελευτῶντές τε αὐτῶν
ἀπέστησαν ὑπὸ τοῦ κακοῦ νικώμενοι. [48] ἤρξατο δὲ τὸ μὲν πρῶτον, ὡς
12

λέγεται, ἐξ Αἰθιοπίας τῆς ὑπὲρ Αἰγύπτου, ἔπειτα δὲ καὶ ἐς Αἴγυπτον καὶ


Λιβύην κατέβη καὶ ἐς τὴν βασιλέως γῆν τὴν πολλήν. ἐς δὲ τὴν ᾿Αθηναίων
πόλιν ἐξαπιναίως ἐσέπεσε, καὶ τὸ πρῶτον ἐν τῷ Πειραιεῖ ἥψατο τῶν
ἀνθρώπων, ὥστε καὶ ἐλέχθη ὑπ' αὐτῶν ὡς οἱ Πελοποννήσιοι φάρμακα
ἐσβεβλήκοιεν ἐς τὰ φρέατα· κρῆναι γὰρ οὔπω ἦσαν αὐτόθι. ὕστερον
δὲ καὶ ἐς τὴν ἄνω πόλιν ἀφίκετο, καὶ ἔθνῃσκον πολλῷ μᾶλλον ἤδη.
λεγέτω μὲν οὖν περὶ αὐτοῦ ὡς ἕκαστος γιγνώσκει καὶ ἰατρὸς καὶ ἰδιώτης,
ἀφ' ὅτου εἰκὸς ἦν γενέσθαι αὐτό, καὶ τὰς αἰτίας ἅστινας νομίζει τοσαύτης
μεταβολῆς ἱκανὰς εἶναι δύναμιν ἐς τὸ μεταστῆσαι σχεῖν· ἐγὼ δὲ οἷόν τε
ἐγίγνετο λέξω, καὶ ἀφ' ὧν ἄν τις σκοπῶν, εἴ ποτε καὶ αὖθις ἐπιπέσοι,
μάλιστ' ἂν ἔχοι τι προειδὼς μὴ ἀγνοεῖν, ταῦτα δηλώσω αὐτός τε νοσήσας
καὶ αὐτὸς ἰδὼν ἄλλους πάσχοντας.
[49] Τὸ μὲν γὰρ ἔτος, ὡς ὡμολογεῖτο, ἐκ πάντων μάλιστα δὴ
ἐκεῖνο ἄνοσον ἐς τὰς ἄλλας ἀσθενείας ἐτύγχανεν ὄν· εἰ δέ τις καὶ
προύκαμνέ τι, ἐς τοῦτο πάντα ἀπεκρίθη. τοὺς δὲ ἄλλους ἀπ' οὐδεμιᾶς
προφάσεως, ἀλλ' ἐξαίφνης ὑγιεῖς ὄντας πρῶτον μὲν τῆς κεφαλῆς θέρμαι
ἰσχυραὶ καὶ τῶν ὀφθαλμῶν ἐρυθήματα καὶ φλόγωσις ἐλάμβανε, καὶ τὰ
ἐντός, ἥ τε φάρυγξ καὶ ἡ γλῶσσα, εὐθὺς αἱματώδη ἦν καὶ πνεῦμα ἄτοπον
καὶ δυσῶδες ἠφίει· ἔπειτα ἐξ αὐτῶν πταρμὸς καὶ βράγχος ἐπεγίγνετο, καὶ
ἐν οὐ πολλῷ χρόνῳ κατέβαινεν ἐς τὰ στήθη ὁ πόνος μετὰ βηχὸς ἰσχυροῦ·
καὶ ὁπότε ἐς τὴν καρδίαν στηρίξειεν, ἀνέστρεφέ τε αὐτὴν καὶ
ἀποκαθάρσεις χολῆς πᾶσαι ὅσαι ὑπὸ ἰατρῶν ὠνομασμέναι εἰσὶν ἐπῇσαν,
καὶ αὗται μετὰ ταλαιπωρίας μεγάλης. λύγξ τε τοῖς πλέοσιν ἐνέπιπτε κενή,
σπασμὸν ἐνδιδοῦσα ἰσχυρόν, τοῖς μὲν μετὰ ταῦτα λωφήσαντα, τοῖς δὲ καὶ
πολλῷ ὕστερον. καὶ τὸ μὲν ἔξωθεν ἁπτομένῳ σῶμα οὔτ' ἄγαν θερμὸν ἦν
οὔτε χλωρόν, ἀλλ' ὑπέρυθρον, πελιτνόν, φλυκταίναις μικραῖς καὶ ἕλκεσιν
ἐξηνθηκός· τὰ δὲ ἐντὸς οὕτως ἐκάετο ὥστε μήτε τῶν πάνυ λεπτῶν
ἱματίων καὶ σινδόνων τὰς ἐπιβολὰς μηδ' ἄλλο τι ἢ γυμνοὶ ἀνέχεσθαι,
ἥδιστά τε ἂν ἐς ὕδωρ ψυχρὸν σφᾶς αὐτοὺς ῥίπτειν. καὶ πολλοὶ τοῦτο τῶν
ἠμελημένων ἀνθρώπων καὶ ἔδρασαν ἐς φρέατα, τῇ δίψῃ ἀπαύστῳ
ξυνεχόμενοι· καὶ ἐν τῷ ὁμοίῳ καθειστήκει τό τε πλέον καὶ ἔλασσον
ποτόν. καὶ ἡ ἀπορία τοῦ μὴ ἡσυχάζειν καὶ ἡ ἀγρυπνία ἐπέκειτο διὰ
παντός. καὶ τὸ σῶμα, ὅσονπερ χρόνον καὶ ἡ νόσος ἀκμάζοι, οὐκ
ἐμαραίνετο, ἀλλ' ἀντεῖχε παρὰ δόξαν τῇ ταλαιπωρίᾳ, ὥστε ἢ
διεφθείροντο οἱ πλεῖστοι ἐναταῖοι καὶ ἑβδομαῖοι ὑπὸ τοῦ ἐντὸς καύματος,
ἔτι ἔχοντές τι δυνάμεως, ἢ εἰ διαφύγοιεν, ἐπικατιόντος τοῦ νοσήματος ἐς
τὴν κοιλίαν καὶ ἑλκώσεώς τε αὐτῇ ἰσχυρᾶς ἐγγιγνομένης καὶ διαρροίας
ἅμα ἀκράτου ἐπιπιπτούσης οἱ πολλοὶ ὕστερον δι' αὐτὴν ἀσθενείᾳ
διεφθείροντο. διεξῄει γὰρ διὰ παντὸς τοῦ σώματος ἄνωθεν ἀρξάμενον τὸ
13

ἐν τῇ κεφαλῇ πρῶτον ἱδρυθὲν κακόν, καὶ εἴ τις ἐκ τῶν μεγίστων


περιγένοιτο, τῶν γε ἀκρωτηρίων ἀντίληψις αὐτοῦ ἐπεσήμαινεν.
κατέσκηπτε γὰρ ἐς αἰδοῖα καὶ ἐς ἄκρας χεῖρας καὶ πόδας, καὶ πολλοὶ
στερισκόμενοι τούτων διέφευγον, εἰσὶ δ' οἳ καὶ τῶν ὀφθαλμῶν. τοὺς δὲ
καὶ λήθη ἐλάμβανε παραυτίκα ἀναστάντας τῶν πάντων ὁμοίως, καὶ
ἠγνόησαν σφᾶς τε αὐτοὺς καὶ τοὺς ἐπιτηδείους. [50] γενόμενον γὰρ
κρεῖσσον λόγου τὸ εἶδος τῆς νόσου τά τε ἄλλα χαλεπωτέρως ἢ κατὰ τὴν
ἀνθρωπείαν φύσιν προσέπιπτεν ἑκάστῳ καὶ ἐν τῷδε ἐδήλωσε μάλιστα
ἄλλο τι ὂν ἢ τῶν ξυντρόφων τι· τὰ γὰρ ὄρνεα καὶ τετράποδα ὅσα
ἀνθρώπων ἅπτεται, πολλῶν ἀτάφων γιγνομένων ἢ οὐ προσῄει ἢ
γευσάμενα διεφθείρετο. τεκμήριον δέ· τῶν μὲν τοιούτων ὀρνίθων
ἐπίλειψις σαφὴς ἐγένετο, καὶ οὐχ ἑωρῶντο οὔτε ἄλλως οὔτε περὶ
τοιοῦτον οὐδέν· οἱ δὲ κύνες μᾶλλον αἴσθησιν παρεῖχον τοῦ ἀποβαίνοντος
διὰ τὸ ξυνδιαιτᾶσθαι.
[51] Τὸ μὲν οὖν νόσημα, πολλὰ καὶ ἄλλα παραλιπόντι ἀτοπίας, ὡς
ἑκάστῳ ἐτύγχανέ τι διαφερόντως ἑτέρῳ πρὸς ἕτερον γιγνόμενον,
τοιοῦτον ἦν ἐπὶ πᾶν τὴν ἰδέαν. καὶ ἄλλο παρελύπει κατ' ἐκεῖνον τὸν
χρόνον οὐδὲν τῶν εἰωθότων· ὃ δὲ καὶ γένοιτο, ἐς τοῦτο ἐτελεύτα.
ἔθνῃσκον δὲ οἱ μὲν ἀμελείᾳ, οἱ δὲ καὶ πάνυ θεραπευόμενοι. ἕν τε οὐδὲ ἓν
κατέστη ἴαμα ὡς εἰπεῖν ὅτι χρῆν προσφέροντας ὠφελεῖν· τὸ γάρ τῳ
ξυνενεγκὸν ἄλλον τοῦτο ἔβλαπτεν. σῶμά τε αὔταρκες ὂν οὐδὲν διεφάνη
πρὸς αὐτὸ ἰσχύος πέρι ἢ ἀσθενείας, ἀλλὰ πάντα ξυνῄρει καὶ τὰ πάσῃ
διαίτῃ θεραπευόμενα. δεινότατον δὲ παντὸς ἦν τοῦ κακοῦ ἥ τε ἀθυμία
ὁπότε τις αἴσθοιτο κάμνων (πρὸς γὰρ τὸ ἀνέλπιστον εὐθὺς τραπόμενοι τῇ
γνώμῃ πολλῷ μᾶλλον προΐεντο σφᾶς αὐτοὺς καὶ οὐκ ἀντεῖχον)...
[52] ᾿Επίεσε δ' αὐτοὺς μᾶλλον πρὸς τῷ ὑπάρχοντι πόνῳ καὶ ἡ ξυγκομιδὴ
ἐκ τῶν ἀγρῶν ἐς τὸ ἄστυ, καὶ οὐχ ἧσσον τοὺς ἐπελθόντας. οἰκιῶν γὰρ οὐχ
ὑπαρχουσῶν, ἀλλ' ἐν καλύβαις πνιγηραῖς ὥρᾳ ἔτους διαιτωμένων ὁ
φθόρος ἐγίγνετο οὐδενὶ κόσμῳ, ἀλλὰ καὶ νεκροὶ ἐπ' ἀλλήλοις
ἀποθνῄσκοντες ἔκειντο καὶ ἐν ταῖς ὁδοῖς ἐκαλινδοῦντο καὶ περὶ τὰς
κρήνας ἁπάσας ἡμιθνῆτες τοῦ ὕδατος ἐπιθυμίᾳ. τά τε ἱερὰ ἐν οἷς
ἐσκήνηντο νεκρῶν πλέα ἦν, αὐτοῦ ἐναποθνῃσκόντων· ὑπερβιαζομένου
γὰρ τοῦ κακοῦ οἱ ἄνθρωποι, οὐκ ἔχοντες ὅτι γένωνται, ἐς ὀλιγωρίαν
ἐτράποντο καὶ ἱερῶν καὶ ὁσίων ὁμοίως. νόμοι τε πάντες ξυνεταράχθησαν
οἷς ἐχρῶντο πρότερον περὶ τὰς ταφάς, ἔθαπτον δὲ ὡς ἕκαστος ἐδύνατο.
καὶ πολλοὶ ἐς ἀναισχύντους θήκας ἐτράποντο σπάνει τῶν ἐπιτηδείων διὰ
τὸ συχνοὺς ἤδη προτεθνάναι σφίσιν· ἐπὶ πυρὰς γὰρ ἀλλοτρίας φθάσαντες
τοὺς νήσαντας οἱ μὲν ἐπιθέντες τὸν ἑαυτῶν νεκρὸν ὑφῆπτον, οἱ δὲ
καιομένου ἄλλου ἐπιβαλόντες ἄνωθεν ὃν φέροιεν ἀπῇσαν.
14

[53] Πρῶτόν τε ἦρξε καὶ ἐς τἆλλα τῇ πόλει ἐπὶ πλέον ἀνομίας τὸ


νόσημα. ῥᾷον γὰρ ἐτόλμα τις ἃ πρότερον ἀπεκρύπτετο μὴ καθ' ἡδονὴν
ποιεῖν, ἀγχίστροφον τὴν μεταβολὴν ὁρῶντες τῶν τε εὐδαιμόνων καὶ
αἰφνιδίως θνῃσκόντων καὶ τῶν οὐδὲν πρότερον κεκτημένων, εὐθὺς δὲ
τἀκείνων ἐχόντων. ὥστε ταχείας τὰς ἐπαυρέσεις καὶ πρὸς τὸ τερπνὸν
ἠξίουν ποιεῖσθαι, ἐφήμερα τά τε σώματα καὶ τὰ χρήματα ὁμοίως
ἡγούμενοι. καὶ τὸ μὲν προσταλαιπωρεῖν τῷ δόξαντι καλῷ οὐδεὶς
πρόθυμος ἦν, ἄδηλον νομίζων εἰ πρὶν ἐπ' αὐτὸ ἐλθεῖν διαφθαρήσεται· ὅτι
δὲ ἤδη τε ἡδὺ πανταχόθεν τε ἐς αὐτὸ κερδαλέον, τοῦτο καὶ καλὸν καὶ
χρήσιμον κατέστη. θεῶν δὲ φόβος ἢ ἀνθρώπων νόμος οὐδεὶς ἀπεῖργε, τὸ
μὲν κρίνοντες ἐν ὁμοίῳ καὶ σέβειν καὶ μὴ ἐκ τοῦ πάντας ὁρᾶν ἐν ἴσῳ
ἀπολλυμένους, τῶν δὲ ἁμαρτημάτων οὐδεὶς ἐλπίζων μέχρι τοῦ δίκην
γενέσθαι βιοὺς ἂν τὴν τιμωρίαν ἀντιδοῦναι, πολὺ δὲ μείζω τὴν ἤδη
κατεψηφισμένην σφῶν ἐπικρεμασθῆναι, ἣν πρὶν ἐμπεσεῖν εἰκὸς εἶναι τοῦ
βίου τι ἀπολαῦσαι.
[54] Τοιούτῳ μὲν πάθει οἱ ᾿Αθηναῖοι περιπεσόντες ἐπιέζοντο,
ἀνθρώπων τ' ἔνδον θνῃσκόντων καὶ γῆς ἔξω δῃουμένης. ἐν δὲ τῷ κακῷ
οἷα εἰκὸς ἀνεμνήσθησαν καὶ τοῦδε τοῦ ἔπους, φάσκοντες οἱ πρεσβύτεροι
πάλαι ᾄδεσθαι 'ἥξει Δωριακὸς πόλεμος καὶ λοιμὸς ἅμ' αὐτῷ.' ἐγένετο μὲν
οὖν ἔρις τοῖς ἀνθρώποις μὴ λοιμὸν ὠνομάσθαι ἐν τῷ ἔπει ὑπὸ τῶν
παλαιῶν, ἀλλὰ λιμόν, ἐνίκησε δὲ ἐπὶ τοῦ παρόντος εἰκότως λοιμὸν
εἰρῆσθαι· οἱ γὰρ ἄνθρωποι πρὸς ἃ ἔπασχον τὴν μνήμην ἐποιοῦντο. ἢν δέ
γε οἶμαί ποτε ἄλλος πόλεμος καταλάβῃ Δωρικὸς τοῦδε ὕστερος καὶ
ξυμβῇ γενέσθαι λιμόν, κατὰ τὸ εἰκὸς οὕτως ᾄσονται. μνήμη δὲ ἐγένετο
καὶ τοῦ Λακεδαιμονίων χρηστηρίου τοῖς εἰδόσιν, ὅτε ἐπερωτῶσιν αὐτοῖς
τὸν θεὸν εἰ χρὴ πολεμεῖν ἀνεῖλε κατὰ κράτος πολεμοῦσι νίκην ἔσεσθαι,
καὶ αὐτὸς ἔφη ξυλλήψεσθαι. περὶ μὲν οὖν τοῦ χρηστηρίου τὰ γιγνόμενα
ᾔκαζον ὁμοῖα εἶναι· ἐσβεβληκότων δὲ τῶν Πελοποννησίων ἡ νόσος
ἤρξατο εὐθύς, καὶ ἐς μὲν Πελοπόννησον οὐκ ἐσῆλθεν, ὅτι καὶ ἄξιον
εἰπεῖν, ἐπενείματο δὲ ᾿Αθήνας μὲν μάλιστα, ἔπειτα δὲ καὶ τῶν ἄλλων
χωρίων τὰ πολυανθρωπότατα. ταῦτα μὲν τὰ κατὰ τὴν νόσον γενόμενα.
[55] Οἱ δὲ Πελοποννήσιοι ἐπειδὴ ἔτεμον τὸ πεδίον, παρῆλθον ἐς
τὴν Πάραλον γῆν καλουμένην μέχρι Λαυρείου, οὗ τὰ ἀργύρεια μέταλλά
ἐστιν ᾿Αθηναίοις. καὶ πρῶτον μὲν ἔτεμον ταύτην ᾗ πρὸς Πελοπόννησον
ὁρᾷ, ἔπειτα δὲ τὴν πρὸς Εὔβοιάν τε καὶ ῎Ανδρον τετραμμένην. Περικλῆς
δὲ στρατηγὸς ὢν καὶ τότε περὶ μὲν τοῦ μὴ ἐπεξιέναι τοὺς ᾿Αθηναίους τὴν
αὐτὴν γνώμην εἶχεν ὥσπερ καὶ ἐν τῇ προτέρᾳ ἐσβολῇ. [56] ἔτι δ' αὐτῶν
ἐν τῷ πεδίῳ ὄντων, πρὶν ἐς τὴν παραλίαν ἐλθεῖν, ἑκατὸν νεῶν ἐπίπλουν
τῇ Πελοποννήσῳ παρεσκευάζετο, καὶ ἐπειδὴ ἑτοῖμα ἦν, ἀνήγετο...
15

[57] ῞Οσον δὲ χρόνον οἵ τε Πελοποννήσιοι ἦσαν ἐν τῇ γῇ τῇ ᾿Αθηναίων


καὶ οἱ ᾿Αθηναῖοι ἐστράτευον ἐπὶ τῶν νεῶν, ἡ νόσος ἔν τε τῇ στρατιᾷ τοὺς
᾿Αθηναίους ἔφθειρε καὶ ἐν τῇ πόλει, ὥστε καὶ ἐλέχθη τοὺς
Πελοποννησίους δείσαντας τὸ νόσημα, ὡς ἐπυνθάνοντο τῶν αὐτομόλων
ὅτι ἐν τῇ πόλει εἴη καὶ θάπτοντας ἅμα ᾐσθάνοντο, θᾶσσον ἐκ τῆς γῆς
ἐξελθεῖν. τῇ δὲ ἐσβολῇ ταύτῃ πλεῖστόν τε χρόνον ἐνέμειναν καὶ τὴν γῆν
πᾶσαν ἔτεμον· ἡμέρας γὰρ τεσσαράκοντα μάλιστα ἐν τῇ γῇ τῇ ᾿Αττικῇ
ἐγένοντο.
[58] Τοῦ δ' αὐτοῦ θέρους ῞Αγνων ὁ Νικίου καὶ Κλεόπομπος ὁ
Κλεινίου, ξυστράτηγοι ὄντες Περικλέους, λαβόντες τὴν στρατιὰν ᾗπερ
ἐκεῖνος ἐχρήσατο ἐστράτευσαν εὐθὺς ἐπὶ Ξαλκιδέας τοὺς ἐπὶ Θρᾴκης καὶ
Ποτείδαιαν ἔτι πολιορκουμένην, ἀφικόμενοι δὲ μηχανάς τε τῇ Ποτειδαίᾳ
προσέφερον καὶ παντὶ τρόπῳ ἐπειρῶντο ἑλεῖν. προυχώρει δὲ αὐτοῖς οὔτε
ἡ αἵρεσις τῆς πόλεως οὔτε τἆλλα τῆς παρασκευῆς ἀξίως· ἐπιγενομένη
γὰρ ἡ νόσος ἐνταῦθα δὴ πάνυ ἐπίεσε τοὺς ᾿Αθηναίους, φθείρουσα τὴν
στρατιάν, ὥστε καὶ τοὺς προτέρους στρατιώτας νοσῆσαι τῶν ᾿Αθηναίων
ἀπὸ τῆς ξὺν ῞Αγνωνι στρατιᾶς, ἐν τῷ πρὸ τοῦ χρόνῳ ὑγιαίνοντας.
Φορμίων δὲ καὶ οἱ ἑξακόσιοι καὶ χίλιοι οὐκέτι ἦσαν περὶ Ξαλκιδέας. ὁ
μὲν οὖν ῞Αγνων ἀνεχώρησε ταῖς ναυσὶν ἐς τὰς ᾿Αθήνας, ἀπὸ
τετρακισχιλίων ὁπλιτῶν χιλίους καὶ πεντήκοντα τῇ νόσῳ ἀπολέσας ἐν
τεσσαράκοντα μάλιστα ἡμέραις· οἱ δὲ πρότεροι στρατιῶται κατὰ χώραν
μένοντες ἐπολιόρκουν τὴν Ποτείδαιαν.
[59] Μετὰ δὲ τὴν δευτέραν ἐσβολὴν τῶν Πελοποννησίων οἱ
᾿Αθηναῖοι, ὡς ἥ τε γῆ αὐτῶν ἐτέτμητο τὸ δεύτερον καὶ ἡ νόσος ἐπέκειτο
ἅμα καὶ ὁ πόλεμος, ἠλλοίωντο τὰς γνώμας, καὶ τὸν μὲν Περικλέα ἐν αἰτίᾳ
εἶχον ὡς πείσαντα σφᾶς πολεμεῖν καὶ δι' ἐκεῖνον ταῖς ξυμφοραῖς
περιπεπτωκότες, πρὸς δὲ τοὺς Λακεδαιμονίους ὥρμηντο ξυγχωρεῖν· καὶ
πρέσβεις τινὰς πέμψαντες ὡς αὐτοὺς ἄπρακτοι ἐγένοντο. πανταχόθεν τε
τῇ γνώμῃ ἄποροι καθεστηκότες ἐνέκειντο τῷ Περικλεῖ. ὁ δὲ ὁρῶν αὐτοὺς
πρὸς τὰ παρόντα χαλεπαίνοντας καὶ πάντα ποιοῦντας ἅπερ αὐτὸς ἤλπιζε,
ξύλλογον ποιήσας (ἔτι δ' ἐστρατήγει) ἐβούλετο θαρσῦναί τε καὶ
ἀπαγαγὼν τὸ ὀργιζόμενον τῆς γνώμης πρὸς τὸ ἠπιώτερον καὶ ἀδεέστερον
καταστῆσαι· παρελθὼν δὲ ἔλεξε τοιάδε.
[64] '῾Υμεῖς δὲ μήτε ὑπὸ τῶν τοιῶνδε πολιτῶν παράγεσθε μήτε ἐμὲ δι'
ὀργῆς ἔχετε, ᾧ καὶ αὐτοὶ ξυνδιέγνωτε πολεμεῖν, εἰ καὶ ἐπελθόντες οἱ
ἐναντίοι ἔδρασαν ἅπερ εἰκὸς ἦν μὴ ἐθελησάντων ὑμῶν ὑπακούειν,
ἐπιγεγένηταί τε πέρα ὧν προσεδεχόμεθα ἡ νόσος ἥδε, πρᾶγμα μόνον δὴ
τῶν πάντων ἐλπίδος κρεῖσσον γεγενημένον. καὶ δι' αὐτὴν οἶδ' ὅτι μέρος τι
16

μᾶλλον ἔτι μισοῦμαι, οὐ δικαίως, εἰ μὴ καὶ ὅταν παρὰ λόγον τι εὖ


πράξητε ἐμοὶ ἀναθήσετε. φέρειν δὲ χρὴ τά τε δαιμόνια ἀναγκαίως τά τε
ἀπὸ τῶν πολεμίων ἀνδρείως· ταῦτα γὰρ ἐν ἔθει τῇδε τῇ πόλει πρότερόν τε
ἦν νῦν τε μὴ ἐν ὑμῖν κωλυθῇ. γνῶτε δὲ ὄνομα μέγιστον αὐτὴν ἔχουσαν ἐν
ἅπασιν ἀνθρώποις διὰ τὸ ταῖς ξυμφοραῖς μὴ εἴκειν, πλεῖστα δὲ σώματα
καὶ πόνους ἀνηλωκέναι πολέμῳ, καὶ δύναμιν μεγίστην δὴ μέχρι τοῦδε
κεκτημένην, ἧς ἐς ἀΐδιον τοῖς ἐπιγιγνομένοις, ἢν καὶ νῦν ὑπενδῶμέν ποτε
(πάντα γὰρ πέφυκε καὶ ἐλασσοῦσθαι), μνήμη καταλελείψεται, ῾Ελλήνων
τε ὅτι ῞Ελληνες πλείστων δὴ ἤρξαμεν, καὶ πολέμοις μεγίστοις
ἀντέσχομεν πρός τε ξύμπαντας καὶ καθ' ἑκάστους, πόλιν τε τοῖς πᾶσιν
εὐπορωτάτην καὶ μεγίστην ᾠκήσαμεν. καίτοι ταῦτα ὁ μὲν ἀπράγμων
μέμψαιτ' ἄν, ὁ δὲ δρᾶν τι καὶ αὐτὸς βουλόμενος ζηλώσει· εἰ δέ τις μὴ
κέκτηται, φθονήσει. τὸ δὲ μισεῖσθαι καὶ λυπηροὺς εἶναι ἐν τῷ παρόντι
πᾶσι μὲν ὑπῆρξε δὴ ὅσοι ἕτεροι ἑτέρων ἠξίωσαν ἄρχειν·

Θουκυδίδης. Ιστορίαι. Μετάφραση Ελ. Βενιζέλου. ΒΙΒΛΙΟΝ Β΄


Μετάφραση...

Έτος 2ον: 430-429 π.Χ. (47-70)


Εισβολή των Πελοποννησίων εις την Αττικήν. Ο Λοιμός
47. Κατά τοιούτον τρόπον έγινεν η τελετή του ενταφιασμού κατά τον
χειμώνα τούτον, μετά την λήξιν του οποίου έληξε και το πρώτον έτος του
πολέμου. Ευθύς δε με την αρχήν του επομένου θέρους, οι Πελοποννήσιοι
και λοιποί σύμμαχοι, με τα δύο τρίτα των δυνάμεών των, όπως και την
πρώτην φοράν, υπό την αρχηγίαν του βασιλέως των Λακεδαιμονίων
Αρχιδάμου, υιού του Ζευξιδάμου, εισέβαλαν εις την Αττικήν, όπου
στρατοπευδεύσαντες ήρχισαν να ερημώνουν την γην. Και πριν
παρέλθουν πολλαί ημέραι από της εισβολής, παρουσιάσθη δια πρώτην
φοράν εις τας Αθήνας ο Λοιμός, ο οποίος ελέγετο μεν ότι είχεν ενσκήψει
προηγουμένως πολλαχού, και εις την Λήμνον και εις άλλας χώρας, αλλά
πουθενά δεν εμνημονεύετο λοιμώδης νόσος τοιαύτης εκτάσεως, ούτε
φθορά ανθρώπων τόσον μεγάλη. Διότι ούτε ιατροί, οι οποίοι, αγνοούντες
την φύσιν της ασθενείας, επεχείρουν δια πρώτην φοράν να την
θεραπεύσουν, αλλ’ απέθνησκαν οι ίδιοι μάλλον, καθόσον και
περισσότερον ήρχοντο εις επαφήν με αυτήν, ούτε άλλη καμμία
ανθρωπίνη τέχνη ηδύνατο να βοηθήση. Ό,τι αφορά, εξ άλλου, τας προς
τους θεούς παρακλήσεις ή τας προς τα μαντεία επικλήσεις και τα
τοιαύτα, τα πάντα ήσαν ανωφελή, και επί τέλους οι άνθρωποι,
καταβληθέντες από το κακόν παρητήθησαν αυτών.
17

48. Η νόσος ήρχισε το πρώτον, ως λέγεται, από την νοτίως της Αιγύπτου
κειμένην Αιθιοπίαν, από όπου κατέβη έπειτα εις την Αίγυπτον και την
Λιβύην και επεξετάθη εις το πλείστον μέρος της Περσικής
αυτοκρατορίας. Εις δε την πόλιν των Αθηνών ενέσκηψεν αιφνιδίως και
προσέβαλε κατά πρώτον τους κατοίκους του Πειραιώς, και δια τούτο
ελέχθη από αυτούς ότι οι Πελοποννήσιοι είχαν ρίψει δηλητήριον εις τας
δεξαμενάς, διότι κρήναι δεν υπήρχαν ακόμη εκεί. Αλλ’ ύστερον έφθασε
και εις την άνω πόλιν και από τότε ηύξησε μεγάλως η θνησιμότης.
Καθείς δε, είτε ιατρός, είτε άπειρος της ιατρικής, ημπορεί, αναλόγως της
ατομικής του κρίσεως, να ομιλή περί της πιθανής προελεύσεώς της και
περί των αιτίων, τα οποία νομίζει ικανά να επιφέρουν τοιαύτην
διατάραξιν των υγιεινών συνθηκών. Αλλ’ εγώ, που και ο ίδιος έπαθα από
την νόσον, και με τα ίδια τα μάτια μου είδα άλλους πάσχοντας, θα
εκθέσω την πραγματικήν της πορείαν και θα περιγράψω τα συμπτώματά
της, η ακριβής παρατήρησις των οποίων θα επιτρέψη ασφαλέστερον εις
τον καθένα που θα ήθελε να τα σπουδάση επιμελώς να κάμη την
διάγνωσίν της, εάν ποτέ ήθελε και πάλιν ενσκήψει.

49. Το έτος τωόντι εκείνο, κατά κοινήν ομολογίαν, έτυχε μέχρι της
στιγμής της εισβολής της νόσου να είναι κατ’ εξοχήν απηλλαγμένον από
άλλας ασθενείας. Εάν όμως κανείς υπέφερε τυχόν προηγουμένως από
καμμίαν άλλην ασθένειαν, όλαι κατέληγαν εις αυτήν. Όσοι, εξ άλλου,
ήσαν ως τότε υγιείς, χωρίς καμμίαν φανεράν αιτίαν προσεβάλλοντο
αιφνιδίως από πονοκέφαλον με ισχυρόν πυρετόν και ερυθήματα και
φλόγωσιν των οφθαλμών, και το εσωτερικόν του στόματος, ο φάρυγξ και
η γλώσσα εγένοντο ευθύς αιματώδη, και η εκπνοή ήτο αφύσικος και
δυσώδης. Κατόπιν των φαινομένων αυτών, επηκολούθουν πτερνισμοί και
βραχνάδα, και μετ’ ολίγον το κακόν κατέβαινεν εις το στήθος,
συνοδευόμενον από
ισχυρόν βήχα. Και όταν προσέβαλλε τον στόμαχον, επροκάλει ναυτίαν
και ταύτην επηκολούθουν, με μεγάλην μάλιστα ταλαιπωρίαν, εμετοί
χολής, όσοι περιγράφονται υπό των ιατρών. Και εις άλλους μεν αμέσως,
εις άλλους δε πολύ βραδύτερον, παρουσιάζετο τάσις προς εμετόν
ατελεσφόρητος, προκαλούσα ισχυρόν σπασμόν, ο οποίος εις άλλους μεν
κατέπαυεν, εις άλλους δε εξηκολούθει επί πολύ. Το σώμα εξωτερικώς
δεν παρουσιάζετο πολύ θερμόν εις την αφήν, ούτε ήτο ωχρόν, αλλ’
υπέρυθρον, πελιδνόν, έχον εξανθήματα μικρών φλυκταινών και ελκών.
Εσωτερικώς όμως εθερμαίνετο τόσον πολύ ώστε οι ασθενείς δεν
ηνείχοντο ούτε ελαφρότατα ενδύματα ή σινδόνια, και επέμεναν να είναι
γυμνοί, και μεγίστην ησθάνοντο ευχαρίστησιν, αν ημπορούσαν να
ριφθούν εντός ψυχρού ύδατος. Πολλοί δε πράγματι, οι οποίοι είχαν μείνει
ανεπιτήρητοι, ερρίφθησαν εις δεξαμενάς, διότι κατετρύχοντο από δίψαν
18

άσβεστον, αφού και το πολύ και το ολίγον ποτόν εις ουδέν ωφέλει. Και η
αδυναμία του ν’ αναπαυθούν, καθώς και η αϋπνία, τους εβασάνιζαν
διαρκώς. Και το σώμα, εφόσον η νόσος ήτο εις την ακμήν της, δεν
κατεβάλλετο, αλλ’ αντείχε καταπληκτικώς εις την ταλαιπωρίαν, ώστε ή
απέθνησκαν οι πλείστοι την εβδόμην ή ενάτην ημέραν εκ του εσωτερικού
πυρετού, πριν εξαντληθούν
εντελώς αι δυνάμεις των, ή, εάν διέφευγαν την κρίσιν, η νόσος κατήρχετο
περαιτέρω εις την κοιλίαν και επροκάλει ισχυράν έλκωσιν, και
συγχρόνως επήρχετο ισχυρά διάρροια, ούτως ώστε κατά το
μεταγενέστερον τούτο στάδιον οι πολλοί απέθνησκαν από εξάντλησιν.
Διότι το νόσημα, αφού ήρχιζεν από την κεφαλήν, όπου το πρώτον
εγκαθίστατο, εξετείνετο βαθμηδόν εφ’ όλου του σώματος, και αν κανείς
ήθελε διαφύγει τον θάνατον, προσέβαλλε τα άκρα, όπου άφινε τα ίχνη
του. Καθόσον το νόσημα προσέβαλλε και τα αιδοία και τα άκρα των
χειρών και ποδών, και πολλοί χάνοντες αυτά εσώζοντο, μερικοί μάλιστα
έχαναν και τους οφθαλμούς. Άλλοι πάλιν, ευθύς μετά την θεραπείαν,
επάθαιναν γενικήν αμνησίαν και δεν ανεγνώριζαν ούτε εαυτούς, ούτε
τους οικείους των.

50. Ο χαρακτήρ τωόντι της νόσου ήτο τοιούτος, ώστε δεν ημπορεί να
περιγραφή επαρκώς δια λόγων, και όχι μόνον η σφοδρότης της
προσβολής εκάστου κρούσματος υπερέβαινε γενικώς την ανθρωπίνην
αντοχήν, αλλά και κατά τούτο απεδείχθη σαφέστατα ότι δεν επρόκειτο
δια καμμίαν από τας συνήθεις ανθρωπίνας ασθενείας, καθόσον τα όρνεα
και τα τετράποδα, όσα τρώγουν τα ανθρώπινα πτώματα, μολονότι πολλοί
νεκροί έμεναν άταφοι, ή δεν επλησίαζαν αυτούς, ή αν έτρωγαν από τα
πτώματα, εψοφούσαν. Απόδειξις τούτου είναι η αναμφισβήτητος
εξαφάνισις των ορνέων τούτων, τα οποία δεν έβλεπε κανείς ούτε πέριξ
των πτωμάτων, ούτε αλλού πουθενά. Ενώ προκειμένου περί των σκύλων,
το αποτέλεσμα ήτο ακόμη περισσότερον καταφανές, ως εκ του ότι
συμβιούν με τους
ανθρώπους.

51. Τοιούτος λοιπόν ήτο ο γενικός χαρακτήρ της ασθενείας, διότι


παραλείπω πολλά άλλα ασυνήθη συμπτώματα, κατά τα οποία τα
καθέκαστα κρούσματα διέφεραν τα μεν από τα δε. Και εφόσον διήρκει η
νόσος, καμμία άλλη από τας συνήθεις ασθενείας δεν παρηνώχλει τους
κατοίκους, εάν δε τυχόν παρουσιάζετο κανέν κρούσμα, απέληγεν εις
αυτήν. Και άλλοι, μεν απέθνησκαν ένεκα ανεπαρκούς νοσηλείας, άλλοι
όμως μολονότι υπεβάλλοντο εις επιμελεστάτην τοιαύτην. Αλλ’ ουδέ και
κανέν φάρμα-κον, δύναμαι σχεδόν να είπω, ευρέθη, του οποίου η χρήσις
να είναι αποτελεσματική, διότι εκείνο που ωφελεί τον ένα,αυτό το ίδιον
έβλαπτε τον άλλον, και καμμία ιδιοσυγκρασία, όπως απεδείχθη, δεν ήτο
19

αρκετά ισχυρά δια να αντισταθή, ή αρκετά ασθενής, όπως αποφύγη την


ασθένειαν, αλλά όλοι αδιακρίτως υπέκυπταν εις αυτήν, και εκείνοι
ακόμη, που εθεραπεύοντο με πάσαν ιατρικήν επιμέλειαν. Και το
φοβερώτερον εις όλην αυτήν την ασθένειαν ήτο όχι μόνον η
αποθάρρυνσις των θυμάτων, όταν αντελαμβάνοντο ότι προσεβλήθησαν
από την νόσον (διότι το πνεύμα των παρεδίδετο αμέσως εις απελπισίαν
και εγκατέλειπαν εαυτούς εις την
τύχην και δεν ανθίσταντο κατά της ασθενείας), αλλά και το γεγονός ότι
νοσηλεύοντες ο εις τον άλλον, εμολύνοντο και απέθνησκαν ωσάν
πρόβατα. Και τούτο προεκάλει τους περισσοτέρους θανάτους, διότι ή
απέφευγαν εκ φόβου να επικοινωνούν προς αλλήλους και οι ασθενείς
απέθνησκαν εγκαταλελειμμένοι, εις τρόπον ώστε πολλαί κατοικίαι
ερημώθησαν δι’ έλλειψιν νοσηλείας, είτε επικοινωνούσαν και
απέθνησκαν εκ της μολύνσεως. Η τελευταία αυτή τύχη επεφυλάσσετο
ιδίως εις τους οπωσδήποτε αντιποιουμένους ευγένειαν αισθημάτων, διότι,
θεωρούντες τούτο καθήκον τιμής, επεσκέπτοντο τους φίλους των,
αψηφούντες τον προσωπικόν κίνδυνον, ενώ αντιθέτως οι ίδιοι οι
συγγενείς, καταβαλλόμενοι από το μέγεθος της συμφοράς, εβαρύνοντο
επί τέλους
και παρήτουν και αυτούς τους θρήνους υπέρ των αποθνησκόντων. Ακόμη
όμως περισσότερον ευσπλαχνίζοντο τους θνήσκοντας και τους ασθενείς
όσοι είχαν θεραπευθή από την νόσον διότι και εγνώριζαν αυτήν εξ ιδίας
πείρας και ήσαν του λοιπού οι ίδιοι πλήρεις θάρρους, καθόσον η νόσος
δεν προσέβαλλε δις τον ίδιον άνθρωπον, μετά κακής τουλάχιστον
εκβάσεως. Και όχι μόνον εμακαρίζοντο αυτοί από τους άλλους, αλλά και
οι ίδιοι, ένεκα της υπερβολής της παρούσης χαράς των, είχαν ως προς το
μέλλον κάποιαν επιπολαίαν ελπίδα, ότι δεν θ’ απέθνησκαν πλέον ούτε
από άλλην ασθένειαν.
52. Αλλά την εκ της νόσου ταλαιπωρίαν επηύξησεν η συγκέντρωσις του
πληθυσμού της υπαίθρου χώρας εντός της πόλεως. Οι νεωστί ιδίως
εισελθόντες υπέφεραν περισσότερον. Διότι δια την έλλειψιν οικιών
ηναγκάζοντο να ζουν εντός παραπηγμάτων πνιγηρών ως εκ του θέρους,
και οι θάνατοι επήρχοντο εν τω μέσω μεγάλης αταξίας. Νεκροί έκειντο οι
μεν επί των δε, και ημιθανείς εκυλίοντο εντός των δρόμων προς όλας τας
κρήνας, ως εκ της ασβέστου δίψης, και οι ιεροί περίβολοι, εντός των
οποίων είχαν κατασκηνώσει, ήσαν πλήρεις νεκρών, οι οποίοι
απέθνησκαν εντός αυτών. Διότι επειδή το κακόν τους κατεβασάνιζεν, οι
άνθρωποι, μη γνωρίζοντες ποίον θα είναι το τέλος των, ολιγώρως είχον
προς πάντα θείον και ανθρώπινον νόμον. Ως εκ τούτου τα έθιμα, προς τα
οποία συνεμορφώνοντο έως τότε, προκειμένου περί ενταφιασμού,
κατεπατήθησαν όλα, και καθείς έθαπτε τους νεκρούς του όπως
ημπορούσε. Πολλοί μάλιστα, ένεκα ελλείψεως των απαιτουμένων δια την
ταφήν υλικών, λόγω του ότι πολλοί εκ της οικογενείας των είχαν ήδη
20

προαποθάνει, προσέφευγαν εις μέσα ταφής βδελυρά. Διότι άλλοι μεν


απέθεταν πρώτον τον ιδικόν των νεκρόν επί ξένης πυράς και την
ήναπταν, προλαμβάνοντες εκείνους που την είχαν στήσει, άλλοι δε, ενώ
νεκρός εκαίετο ήδη, έρριπταν επάνω εκείνον που έφεραν και έφευγαν.

53. Αλλ’ η νόσος εισήγαγε προσέτι και άλλας χειροτέρας μορφάς


ανομίας εις την πόλιν. Διότι πολλοί, οι οποίοι προηγουμένως απέκρυπταν
την επίδοσίν των εις αθεμίτους ηδονάς, παρεδίδοντο ήδη εις αυτάς χωρίς
καμμίαν επιφύλαξιν, καθόσον έβλεπαν πόσον αιφνίδια ήτο η μετάπτωσις,
αφ’ ενός μεν των πλουσίων, οι οποίοι εξαίφνης απέθνησκαν, αφ’ ετέρου
δε των τέως εντελώς απόρων, οι οποίοι εις μίαν στιγμήν υπεισήρχοντο εις
τας περιουσίας εκείνων. Ως εκ τούτου, απεφάσιζαν να χαρούν την ζωήν
των όσον ημπορούσαν ταχύτερον, επιδιδόμενοι εις τας απολαύσεις, διότι
εθεώρουν και την ζωήν και τον πλούτον εξ ίσου εφήμερα. Και κανείς δεν
ήτο διατεθειμένος να υποβάλλεται προκαταβολικώς εις ταλαιπωρίας προς
επιδίωξιν σκοπού, τον οποίον ενόμιζεν ενάρετον, αφού εθεώρει
αμφίβολον, αν θα επιζήση δια να πραγματοποιήση αυτόν, μόνον δε ό,τι
παρείχεν άμεσον απόλαυσιν και ό,τι καθ’ οιονδήποτε τρόπον ωδήγει εις
τούτο κατήντησε να θεωρήται και ενάρετον και χρήσιμον. Αλλά φόβος
των θεών ή νόμος των ανθρώπων κανείς δεν τους συνεκράτει, αφ’ ενός
μεν διότι βλέποντες ότι όλοι εξ ίσου απέθνησκαν, έκριναν ότι καμμία
δεν υπήρχε διαφορά μεταξύ ευσεβείας και ασεβείας, εξ άλλου δε, επειδή
κανείς δεν επίστευεν ότι θα επιζήση, δια να δώση λόγον των εγκλημάτων
του και τιμωρηθή δι’ αυτά. Τουνοντίον, όλοι εθεώρουν ότι η ήδη
κατεψηφισμένη κατ’ αυτών και επί των κεφαλών των επικρεμαμένη
τιμωρία ήτο πολύ βαρυτέρα, και ότι πριν επιπέση κατ’ αυτών, εύλογον
ήτο
να χαρούν οπωσδήποτε την ζωήν των.

54. Εις τοιαύτην συμφοράν περιπεσόντες οι Αθηναίοι, εταλαιπορούντο,


καθόσον και εντός της πόλεως η θνησιμότης ήτο μεγάλη και εκτός αυτής
τα κτήματά των ερημώνοντο. Μερικοί μάλιστα κατά την διάρκειαν της
δυστυχίας ενθυμήθησαν, όπως ητο φυσικόν, τον επόμενον στίχον, περί
του οποίου οι πρεσβύτεροι απ’ αυτούς εβεβαίωναν, ότι εψάλλετο εις
παλαιοτέραν εποχήν: «θα έλθη δωρικός πόλεμος και Λοιμός μαζί μ’
αυτόν.» Είναι αληθές ότι αντέτειναν μερικοί ότι ο παλαιός στίχος
ωμιλούσε περί λιμού και όχι λοιμού, αλλ’ επί του παρόντος επεκράτησε
φυσικά η γνώμη ότι η λέξις, της οποίας είχε γίνη χρήσις εις το άσμα, ήτο
Λοιμός, καθόσον οι άνθρωποι εμνημόνευαν τον στίχον σύμφωνα με τα
παθήματά των. Αλλ’ εάν ποτέ επέλθη άλλος δωρικός πόλεμος μετά τον
σημερινόν, και συμπέση να επέλθη λιμός, μου φαίνεται πιθανόν ότι τον
στίχον θα ψάλλουν με την λέξιν αυτήν. Ενθυμήθησαν επίσης, όσοι τον
εγνώριζαν και τον προς τους Λακεδαιμονίους χρησμόν, όταν εις
21

ερώτησίν των προς τον θεόν, εάν πρέπη να πολεμήσουν, ούτος


απήντησεν, ότι εάν διεξαγάγουν τον πόλεμον με όλας των τας δυνάμεις,
θα νικήσουν, βεβαιών συνάμα ότι και αυτός θα τους βοηθήση. Όσον
λοιπόν αφορά τον χρησμόν, τα τότε συμβαίνοντα εθεώρουν σύμφωνα με
τας προβλέψεις του. Το βέβαιον είναι ότι η νόσος ήρχισεν ευθύς μετά την
εισβολήν των Πελοποννησίων, και εις μεν την Πελοπόννησον δεν
επεξετάθη, τουλάχιστον εις βαθμόν άξιον λόγου, αλλ’ εθέρισε προ
πάντων μεν τας Αθήνας, έπειτα δε και μερικούς πολυανθρωποτέρους
συνοικισμούς. Τοιαύτη υπήρξεν η πορεία της νόσου.

Μέσα από τα μάτια του Θουκυδίδη Ο λοιμός της


Αθήνας το 430 π.χ. - «Αποκαμωμένοι αρατούσαν
τα μοιρολόγια...» Δουλγερίδης Δημήτρης 6
Απριλίου 2020, ΤΑ ΝΕΑ.

Η Ιστορία απεχθάνεται τις συγκρίσεις, αλλά ευνοεί τους συσχετισμούς.


Δεν είναι καν το μεγάλο βιβλίο απ' το οποίο αντλούμε μαθήματα, έτοιμα
να εφαρμοστούν ανά εποχή, καθ' υπόδειξη ενός ακατάσχετου
αναχρονισμού. Δεν μπορούμε να μπαίνουμε δύο φορές στο ορμητικό της
ποτάμι ούτε να επιχειρούμε κοπτοραπτική πάνω στο πατρόν με τα
διδάγματά της.

Μπορούμε όμως να την αναλύουμε με τη χειρουργική μέθοδο της


επιστήμης διατηρώντας ανοιχτά τα περάσματα της συναισθηματικής
νοημοσύνης. Με την άδεια της επιστημονικής φαντασίας, το
πλησιέστερο όχημα που διαθέτουμε είναι μια χρονομηχανή σε διαρκή
παλινδρομική κίνηση. Επιχειρούμε κάθε φορά τη ριψοκίνδυνη
«ονομάτων επίσκεψι» για να αντικρίσουμε, στο μέτρο του δυνατού, τις
εικόνες που πάγωσε ο χρόνος.

Ο λοιμός της Αθήνας το 430 π.χ. - «Αποκαμωμένοι παρατούσαν τα


μοιρολόγια...»

Η πανδημία του 2020 δεν αντικατοπτρίζεται στον λοιμό της Αθήνας το


430 π.Χ. Παρά την υπερανάλυση των ημερών, δεν χρειάζεται να
αντλήσουμε ομοιότητες ή να αποστάξουμε το αρχαίο κείμενο για να το
φέρουμε στην εποχή μας. Η εξιστόρηση του Θουκυδίδη στέκει ως το
μεγάλο αφήγημα σε μια εποχή κρίσης. Αναζητά αιτίες απέναντι σε μιαν
«αόρατη απειλή».

Καταγράφει τα ψυχικά αποθέματα των ασθενών, αλλά και τη γενική


κατάπτωση. Σαγηνεύει με την γκροτέσκα διάσταση, όπως και η σημερινή
22

συνθήκη. Δεν υπάρχουν ίσως πιο σπαρακτικές σελίδες μέσα στην


«Ιστορία» του Θουκυδίδη από την περιγραφή του λοιμού, μαζί με εκείνες
για την εξόντωση των στρατιωτών του Νικία στον ποταμό Ασσίναρο της
Σικελίας.

Η Αθήνα στα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ. είναι η υπερδύναμη που μπορεί να
οχυρώνει τον Πειραιά απέναντι στα εχθρικά πλοία, ενώ οι Σπαρτιάτες
του Αρχίδαμου λεηλατούν την αττική γη, στον δεύτερο χρόνο του
Πελοποννησιακού Πολέμου. Δεν μπορεί όμως να οχυρωθεί απέναντι στα
μικρόβια και στην απρόσμενη εισβολή τους. «Το 430 και το 429 ξέσπασε
ένας άγριος, άνευ προηγουμένου λοιμός. Υστερα από μια κάμψη,
επανεμφανίστηκε το 427 και, πριν ολοκληρώσει τον κύκλο του, σκότωσε
το ένα τρίτο των κατοίκων.

Επειδή όλος ο πληθυσμός της Αττικής συνωστιζόταν στην περιοχή εντός


των τειχών, ήταν ιδιαίτερα σφοδρός» (Ντόναλντ Κέιγκαν, «Θουκυδίδης
- Ο αναμορφωτής της Ιστορίας», εκδ. Ωκεανίδα, 2011). Οι θεωρίες που
πέρασαν σταδιακά στην ιστοριογραφία «περιλαμβάνουν τον τύφο, το
τοξικό σοκ, την τουλαραιμία, την ευλογιά, την ιλαρά, τον ιό Εμπολα, την
οστρακιά, τον ιογενή αιμορραγικό πυρετό, τον δάγγειο πυρετό, την οξεία
γρίπη, έναν συνδυασμό ασθενειών ή κάτι τελείως διαφορετικό. Σήμερα
φαίνεται πιθανό πως επρόκειτο για τυφοειδή πυρετό», σημειώνει η
καθηγήτρια Κλασικών Σπουδών και Ιστορίας Τζένιφερ Ρόμπερτς στο
«Αθήνα εναντίον Σπάρτης» (εκδ. Ψυχογιός, 2019).

Η επέλαση της νόσου - για την οποία ο Θουκυδίδης αναπαράγει την


προφανώς διαδεδομένη εκδοχή ότι προήλθε από την Αιθιοπία και την
Αίγυπτο - ήταν η επέλαση ενός «αόρατου εχθρού», με αδιευκρίνιστα
αίτια.

Οι περιγραφές του ιστορικού, ο οποίος προσβλήθηκε από τον λοιμό και


θεραπεύτηκε, ξεκινούν ακριβώς από την αναμέτρηση με το απρόσμενο,
έννοια που είχε απασχολήσει τους φιλοσόφους και τους τραγικούς:
«Ούτε οι γιατροί ήσαν σε θέση να κάνουν κάτι, αφού αγνοούσαν τη φύση
της αρρώστιας που για πρώτη φορά αντιμετώπιζαν, απεναντίας αυτοί
προπαντός πέθαιναν επειδή αυτοί προπαντός έρχονταν σε επαφή με τους
αρρώστους, ούτε άλλη καμία ανθρώπινη τέχνη» («Θουκυδίδη Ιστορία»,
εκδ. Πόλις, 2011, στην έγκυρη μετάφραση του Ν.Μ. Σκουτερόπουλου).

Και αλλού: «Καθένας τώρα, γιατρός ή αδαής, μπορεί να λέει ό,τι


σκέπτεται σχετικά με αυτό, από τι δηλαδή είναι πιθανό να προήλθε,
επίσης να προσδιορίζει τις αιτίες που κατά τη γνώμη του έχουν τη
23

δύναμη να επενεργούν τόσο εις βάθος στη φύση... Οι άνθρωποι πέθαιναν,


άλλοι από έλλειψη φροντίδας και άλλοι παρά τη μεγάλη περιποίηση που
είχαν. Φάρμακο, για το οποίο θα μπορούσε κανείς να πει ότι δίνοντάς το
στον άρρωστο θα τον βοηθούσε, δεν βρέθηκε ούτε ένα· το ίδιο γιατρικό,
που έκανε καλό στον ένα, τον άλλο τον έβλαπτε. Καμία κράση, ισχυρή ή
ασθενική, δεν αποδείχτηκε ικανή να αντισταθεί στην αρρώστια αλλά
τους θέριζε όλους, ακόμη και όσους νοσηλεύονταν με κάθε ιατρική
φροντίδα».

  Μηδενισμός και κατάθλιψη

Είναι ο λοιμός που σάρωσε τις πεποιθήσεις των Αθηναίων ανατρέποντας


το αίσθημα ασφάλειας ή πίστης στον αγώνα κατά της Σπάρτης. Σύμφωνα
με τον Θουκυδίδη, οδήγησε τους ανθρώπους στον μηδενισμό, κυρίως
επειδή οι επικλήσεις των θεών παρέμεναν... ανεπίδοτες: «Και τα ιερά
όπου είχαν κατασκηνώσει ήσαν γεμάτα πτώματα, αφού οι άνθρωποι
πέθαιναν εκεί.

Διότι με τις διαστάσεις που είχε πάρει το κακό, οι άνθρωποι, στην


απόγνωσή τους, αδιαφορούσαν για τα ιερά και τα όσια. Και τα έθιμα που
τηρούσαν ως τότε κατά την ταφή των νεκρών καταπατήθηκαν όλα, και
τους έθαβαν όπως καθένας μπορούσε» («Ιστορία», Β52). Στο επίκεντρο
αυτών των ανατροπών ο ιστορικός, ένας καταδικασμένος σε θάνατο που
δραπέτευσε, τοποθετεί την ψυχική υγεία των συμπολιτών του: «Το
φοβερότερο απ' όλα σε τούτο το κακό ήταν η κατάθλιψη, όταν
καταλάβαινε κανείς ότι αρρώστησε (γιατί τους έπιανε αμέσως απελπισία,
παραδίνονταν και δεν αντιστέκονταν) και το ότι, επειδή κολλούσαν την
αρρώστια ο ένας από τον άλλο καθώς περιποιούνταν κάποιον, πέθαιναν
αράδα σαν πρόβατα· κι αυτό ήταν το πιο ολέθριο.

Επειδή φοβούνταν να πλησιάσουν ο ένας τον άλλο, οι άρρωστοι ή


χάνονταν αβοήθητοι, και σπίτια πολλά ερημώθηκαν αφού δεν υπήρχε
κανένας να τους περιποιηθεί, ή πάλι, εάν πλησίαζαν, πέθαιναν,
προπαντός όσοι ήθελαν να φανούν κάπως γενναίοι. Από φιλότιμο
έμπαιναν στα σπίτια αρρώστων φίλων χωρίς να λογαριάζουν τον εαυτό
τους, γιατί στο τέλος ακόμη και οι δικοί τους, αποκαμωμένοι από τη
συμφορά, παρατούσαν τα μοιρολόγια γι' αυτούς που πέθαιναν» (Β 51, 4).
Για έναν ανατόμο της ανθρώπινης συμπεριφοράς, η αλλαγή των ηθών
δεν θα μπορούσε να λείψει από την καταγραφή που αφήνει κτήμα ες αεί.

Η καθολική παραβίαση των εθίμων συμβαδίζει με την αχαλίνωτη


παράδοση στις απολαύσεις απ' όσους αισθάνονταν ότι είχαν υποστεί
θανατική καταδίκη: «Από άλλες απόψεις ο λοιμός έγινε αφορμή για
μεγαλύτερη ανομία στην πόλη. Ευκολότερα δηλαδή αποτολμούσε κανείς
24

πράγματα που πρωτύτερα απέφευγε να κάνει κατά τις ορέξεις του, διότι
έβλεπαν τώρα πόσο απότομα ήσαν τα γυρίσματα της τύχης...
Αποφάσιζαν έτσι να χαρούν τη ζωή τους και να την απολαύσουν
γρήγορα, πιστεύοντας ότι και τα σώματα και τα χρήματα ήσαν εξίσου
εφήμερα...

Η απόλαυση της στιγμής και ό,τι κατά οποιονδήποτε τρόπο συντείνει σε


αυτήν θεωρήθηκε καλό και χρήσιμο. Κανένας φόβος των θεών ή νόμος
των ανθρώπων δεν τους συγκρατούσε» (Β 53).

Η δεισιδαιμονία ερμήνευε περισσότερα απ' όσα άντεχε η λογική (εδώ,


ομολογουμένως, ίσως ανακαλύψει κανείς ομοιότητες με τα σημερινά
κίτρινα πρωτοσέλιδα): Οι πρώτοι που προσβλήθηκαν ήταν στον Πειραιά,
γεγονός που φούντωσε τη φημολογία ότι είχαν ρίξει δηλητήριο στα
πηγάδια οι Πελοποννήσιοι.

Οι γηραιότεροι Αθηναίοι, εξάλλου, θυμήθηκαν έναν χρησμό από το


παρελθόν που έλεγε: «Πόλεμος θα 'ρθει δωρικός και λοιμικό μαζί του».
Σε πείσμα μάλιστα μιας άλλης ανάμνησης ότι η «προφητεία» έκανε λόγο
για λιμό. Είναι η στιγμή που ο Θουκυδίδης επιβεβαιώνει την ιδιοφυΐα του
περνώντας στην κλινική αφήγηση μια καίρια παρατήρηση: «Γιατί οι
άνθρωποι προσάρμοζαν τη μνήμη τους σε αυτά που υπέφεραν». Εριχναν
μάλιστα το ανάθεμα στον «ασεβή» Περικλή και στη στρατηγική του για
τον Πελοποννησιακό Πόλεμο τονίζοντας ότι ο λοιμός δεν είχε προσβάλει
τους Σπαρτιάτες. Αλλοι πρόβαλαν πιο αληθοφανείς αιτιάσεις
κατηγορώντας τον ηγέτη τους - ο οποίος θα υποκύψει στη νόσο με
βασανιστικό τρόπο - ότι μάντρωσε τους Αθηναίους από την εξοχή μέσα
στα τείχη, έτσι ώστε το καλοκαίρι να συνωστίζονται σε παραπήγματα και
αποπνικτικά αντίσκηνα.

  Μεταπτώσεις 

Κι όμως, το ανάθεμα κράτησε λίγους μήνες. Τον Σεπτέμβριο του 430


π.Χ. οι Αθηναίοι έπαυσαν τον Περικλή από το αξίωμα του στρατηγού για
να τον δικάσουν με την κατηγορία της κατάχρησης. Την επόμενη άνοιξη
του έδωσαν το ίδιο αξίωμα. Ο Θουκυδίδης δίνει μια εξήγηση για τη
μεταστροφή της κοινής γνώμης: «Οπως συνηθίζει να κάνει ο λαός, τον
εξέλεξαν στρατηγό και του ανέθεσαν τα πάντα, διότι πια έγιναν και οι
ίδιοι λιγότερο ευαίσθητοι σχετικά με τα ατομικά τους δεινά, επίσης
επειδή τον θεωρούσαν τον πιο άξιο για εκείνα που χρειαζόταν η πόλη ως
σύνολο» (Β, 65.4).

Ο κόσμος ερχόταν ανάποδα, η σχέση με τους θεούς εκφυλιζόταν, το


κέντρο του ορθολογισμού δεν άντεχε. Στην ιστορία των ιδεών η
25

φιλοσοφία του Χρυσού Αιώνα ετοιμαζόταν να παραδώσει τη σκυτάλη


στον Δημόκριτο, στον Αριστοτέλη, αργότερα στον Επίκουρο, για να
αναπτύξουν τη θεωρία περί τυχαιότητας. Κάτω από την ίδια έννοια
(«τύχη») ο Θουκυδίδης είχε συγκεντρώσει μέσα στην «ξυγγραφή» του
τους απρόβλεπτους παράγοντες που διαταράσσουν την ανθρώπινη
περιπέτεια.

Ελάχιστα χωρία πριν από την περιγραφή του λοιμού, έχει παραθέσει ένα
από τα αρτιότερα δείγματα ρητορικής. Μοιάζει μάλιστα με ειρωνεία, με
αντεστραμμένο καθρέφτη, ότι στον Επιτάφιο του Περικλή η Αθήνα
παρουσιάζεται ως το υπόδειγμα της ευνομούμενης πολιτείας. Λίγο πριν
περιγράψει τον εφιάλτη μιας πόλης που αδυνατεί να θάψει τους νεκρούς
της, περιγράφει μια πόλη που έδινε σημασία στην ταφή των νεκρών -
όπως αποδείκνυε η «Αντιγόνη» του Σοφοκλή - και επιστέγαζε τις τελετές
της με την ομιλία ενός επιφανούς Αθηναίου.

Λίγο πριν υποδείξει την αύξηση της παρανομίας λόγω της επιδημικής
κρίσης αναδεικνύει ως κυρίαρχο θέμα την ατομική ελευθερία και την
πολιτική συμμετοχή. Γι' αυτό και ο Leo Strauss ερμηνεύει αυτή τη
συνέχεια από τον Επιτάφιο στον λοιμό ως «μια περιεκτική διδασκαλία»
(«The city and the man», 1964). Ο παλιός εαυτός απογυμνώνεται,
αποδέχεται ή αντιστέκεται στο απρόσμενο, για να το εσωτερικεύσει μέσα
από τη διαδικασία του πένθους.

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ. ΤΑΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ Από τον Θουκυδίδη


στον κορωνοϊό ΙΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ 22.03.2020

Πριν από δύο εβδομάδες το σημείωμά μου είχε τον τίτλο «Εγκώμιο των
συνόρων». Παρέλειψα να αναφέρω ότι τον τίτλο τον δανείστηκα από τον
Ρεζίς Ντεμπρέ, όμως έχω το ελαφρυντικό ότι είχα αφιερώσει ένα
ολόκληρο κομμάτι στο βιβλίο του όταν είχε κυκλοφορήσει στα ελληνικά.
Επανέρχομαι στο θέμα σε συνδυασμό και με την περιγραφή του λοιμού
από τον Θουκυδίδη και εννοείται τον κορωνοϊό και όσες σκέψεις
διατυπώνονται πως για τη διάδοση της Επιδημίας ευθύνεται εν μέρει η
παγκοσμιοποίηση. Ζητώ συγγνώμη. Τα είπα όλα μαζί, αλλά σιγά σιγά
ελπίζω να τα ξεκαθαρίσω.

Εμπρός λοιπόν. Ο Λοιμός –Πανώλη, τυφοειδής πυρετός ή ό,τι άλλο–


έφτασε στον Πειραιά με ένα φορτίο σιτηρών από την Αίγυπτο στην οποία
είχε μεταφερθεί από την Αιθιοπία. Η τροφοδοσία της Αθήνας εξαρτιόταν
απ’ τις εισαγωγές, και όπως λέει ο Περικλής στον «Επιτάφιο» η πόλη
απολάμβανε αγαθά που έρχονταν από αλλού εξίσου με τα δικά της.
26

Διαδόθηκε γρήγορα διότι ο πληθυσμός που ήταν διεσπαρμένος σε


ολόκληρη την Αττική είχε κλειστεί εντός των τειχών εξαιτίας της
σπαρτιατικής επιδρομής. Ναι, ο Λοιμός χτύπησε την Αθήνα που είχε
οιονεί «ανοιχτά σύνορα» και δεν χτύπησε ποτέ τη Σπάρτη η οποία, αν και
δεν είχε φυσικά τείχη όπως η Αθήνα, ήταν μια περίκλειστη κοινωνία η
οποία, εκτός των άλλων, δεν είχε ανάγκη να εισάγει αγαθά – αν δεν κάνω
λάθος. Τη Σπάρτη τη βασάνιζαν τα δεινά της εσωστρέφειας.

Είτε η γη με τους σεισμούς της, είτε οι είλωτες με τη συνεχή απειλή της


εξέγερσης, είτε οι Μεσσήνιοι.

Απ’ αυτήν την άποψη μπορούμε να πούμε ότι μια κοινωνία περίκλειστη
σαν τη σπαρτιατική είναι το αποτελεσματικότερο οχυρό απέναντι στην
Επιδημία. Θα μπορούσαμε να το πούμε αν αγνοούσαμε ένα στοιχείο το
οποίο μπορεί να ήταν ασήμαντο για την εποχή εκείνη, σίγουρα όμως δεν
είναι ασήμαντο για εμάς. Ο,τι ξέρουμε για τη Σπάρτη και την Αθήνα το
ξέρουμε από αθηναϊκές πηγές. Η Αθήνα, ευάλωτη καθότι «ανοιχτή»,
μπορεί να σαρώθηκε από τον Λοιμό, και ώς ένα σημείο εξαιτίας του
λοιμού να ηττήθηκε στον πόλεμο με τη Σπάρτη, η Αθήνα όμως, ακόμη κι
όταν έχασε την πολιτική της και τη στρατιωτική της δύναμη, κράτησε
την ακτινοβολία της μεγάλης πόλης του ελληνισμού όταν η Σπάρτη δεν
αποτελούσε παρά ανάμνηση. Εξαφανίστηκε από τον χάρτη πνιγμένη
στην εντροπία της. Στη ρωμαϊκή εποχή ενώ η Αθήνα εξακολουθεί να
ακτινοβολεί –δικαιώνοντας το περίφημο «τοις έπειτα θαυμασθησόμεθα»
του Περικλή στον «Επιτάφιο»– η Σπάρτη έχει παραδώσει το πνεύμα.

Τα σύνορα έχουν διττή λειτουργία. Σηματοδοτούν δυνατότητα


πρόσβασης, όπως σηματοδοτούν και αποκλεισμό. Τα σύνορα δεν είναι
ούτε κλειστά ούτε ανοιχτά. Η μόνη τους απόλυτη αξία είναι ότι
υπόκεινται στις παραμέτρους της ανθρώπινης συνθήκης, άρα στην κατ’
αρχήν παράμετρο της επιβίωσης. Της επιβίωσης του ατόμου, της
κοινότητας, του πληθυσμού. Αν μη τι άλλο, κάτι τέτοιες καταστάσεις,
όπως η πανδημία του κορωνοϊού, διαψεύδουν όσους από την μία
υπερασπίζονται την κατάργηση των συνόρων και όσους, από την άλλη,
θεωρούν ότι τα σύνορα είναι το απόλυτο όπλο. Τα σύνορα δεν
συνομιλούν με το απόλυτο. Η σκέψη των μεγάλων τραγικών αποδεικνύει
ότι ακόμη και η διαπραγμάτευση με το θεϊκό είναι στοιχείο της
ανθρώπινης συνθήκης. Κι αν μη τι άλλο, τα «ανεξέλεγκτα», όπως ο
κορωνοϊός, μας δείχνουν ότι η ανθρώπινη συνθήκη μπορεί να έχει
βελτιωθεί, μπορεί να έχει ενισχύσει τις άμυνές της, όμως δεν έχει ακόμη
καταφέρει να εξαφανίσει το ανεξέλεγκτο, ή το αστάθμητο από το σύμπαν
της.
27

Επανέρχομαι στο «εγκώμιο των συνόρων». Το σύνορο του ιδιωτικού που


αυτές τις ημέρες έχει αποδειχθεί ζωτικό. Στα χρόνια που πέρασαν πολλοί
προσπάθησαν να το απαξιώσουν. Ομως φαντασθείτε πώς θα μπορούσαμε
να αντιμετωπίσουμε σήμερα την πανδημία αν δεν είχαμε τη δυνατότητα
να ενεργοποιήσουμε το σύνορο της ιδιωτικής ζωής.

Είναι το θετικό της Επιδημίας. Η απόσταση που οφείλεις να κρατήσεις


από τον διπλανό σου δεν δηλώνει ούτε απαξίωση, ούτε εχθρότητα.
Δηλώνει σεβασμό. Ε ναι, τα «σύνορα», τα «όρια», τα τόσο
συκοφαντημένα από τον προοδευτικό λυρισμό αναδεικνύονται σε είδος
πρώτης ανάγκης, είδος βασικό για την επιβίωση της κοινωνίας.

Τα σύνορα δεν είναι το απόλυτο όπλο. Είναι όμως το απαραίτητο όπλο.


Σύνορο είναι το γάντι που φορά η ταμίας στο σούπερ μάρκετ, σύνορο και
το αντισηπτικό.

Σύνορο και η συνείδηση που ο καθένας από εμάς ενεργοποιεί για την
προστασία του. Και καταλήγω με το αισιόδοξο: Σε αντίθεση με την
οικονομική κρίση που μας οδήγησε παρ’ ολίγον στην αλληλοσφαγή,
αυτός ο διαολεμένος ιός μπορεί να ενισχύσει την συνείδηση της
επιβίωσής μας. «Τοις έπειτα θαυμασθησόμεθα» που λέει κι ο Περικλής
στον «Επιτάφιο». Για ποιον λόγο θα μας θαυμάζουν οι έπειτα εξαρτάται
από εμάς.

 Όταν ο Παπαδιαμάντης έγραψε για τη χολέρα του


1865. Εμυ Ντούρου 26.03.2020

Επτά πανδημίες χολέρας εμφανίστηκαν τους τελευταίους δύο αιώνες


στον κόσμο, με πρώτη εκείνη του 1817 η οποία ξεκίνησε από την Ινδία.

Η τέταρτη, η οποία ξέσπασε αρχικά στο Δέλτα του Γάγγη το 1863 και
ταξίδεψε μέσω των πιστών στη Μέκκα, με αποτέλεσμα να διασπαρεί σε
όλο τον κόσμο και να κοστίσει τη ζωή σε 600.000 ανθρώπους ήταν η
αφορμή να γράψει ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης το διήγημά του
«Βαρδιάνος στα σπόρκα». Το διήγημα δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά
στην εφημερίδα Ακρόπολις το 1893 όπου σε σχετικό σημείωμα
επισημαίνεται ότι «Ο Βαρδιάνος δεν είναι συρραφή απελπιστικών
εικόνων είναι διήγημα έχον μεν βάσιν χολερικάς αναμνήσεις, άλλ'
εξεικονιζομένας υπό του τερπνού και εύθυμου καλάμου του
συγγραφέως». Ο Παπαδιαμάντης γράφει για τον φόβο απέναντι στην
ασθένεια, την αισχροκέρδεια, τις μικροπρεπείς συμπεριφορές, την
28

ανικανότητα της ελληνικής διοίκησης και τις κοινωνικές αντιθέσεις που


ακόμη και μπροστά στον θάνατο (ειδικά τότε) υπενθυμίζουν ότι όλα τα
ζώα είναι ίσα, αλλά κάποια είναι πιο ίσα από τα άλλα.

Η υπόθεση αφορά τη γραία Σκεύω η οποία μεταμφιέζεται σε άντρα και


γίνεται βαρδιάνος, δηλαδή φύλακας στα σπόρκα, τα καράβια που είχαν
μολυνθεί από τη χολέρα, προκειμένου να σώσει τον γιο της, ο οποίος
«Εικοσαέτης, άγαμος, ήτο λοστρόμος μ’ έν εντόπιον καράβι. Το καράβι
είχε καταπλεύσει από τον Ποταμόν και είχε καταβεί εις την Πόλιν. Το
είχε μάθει προ μηνός ότε έλαβε γράμμα. Το καράβι ήτον να καταβεί εις
την Άσπρη Θάλασσα, αλλ’ ο υιός της δεν ήξευρε να της γράψει, αν ο
πλοίαρχος είχε σκοπόν ν’ απεράσουν από την πατρίδα ή όχι. Ήλπιζεν
όμως ότι θ’ απερνούσαν. Κατόπιν αφού έλαβε το γράμμα και απέρασαν
δύο εβδομάδες, ήρχισεν έξαφνα ν’ ακούεται χολέρα εις τα μέρη της
Αραπιάς και εις το Μισίρι, χολέρα και εις την Ανατολήν και εις την
Σμύρνην και αλλού… Είπαν πως πήγε η χολέρα και εις την Πόλιν».

Βεβαίως τα σημάδια έδειχναν ότι ο θάνατος ήταν μια ανάσα μακριά μια
και «Η γειτόνισσα η Λενιώ η Γαρμπίνα, μία γραία ήτις συνήθιζε συχνά
να βλέπει οπτασίας, είχεν ιδεί εφέτος πάλιν μίαν φοβεράν, ολοφάνερα, με
τα μάτια της. Τρεις γυναίκες με τα μαύρα είχαν παρουσιασθεί, ημέρα
μεσημέρι, εις το σταυροδρόμιον, σιμά εις την οικίαν της. Η πρώτη
τούτων ήτο μαύρη, κατάμαυρη το πρόσωπον, η δευτέρα ήτο κίτρινη
φλωρί, η τρίτη ήτο κόκκινη κρεμίζι. Κανείς δεν τας εγνώριζεν, αν και
ολίγοι τας είδον, και ήτο προφανές ότι ήτο οπτασία, όραμα υπερφυσικόν.
Τας είχεν ιδεί αυτή η Λενιώ η Γαρμπίνα, η γειτόνισσά της, η Ζαχαρού η
φουρνάρισσα και μία επταετής κορασίς, η Δεσποινιώ, η θυγάτηρ της
Πεπερούς. Ήτο πρόδηλον ότι η πρώτη των τριών εξωτικών γυναικών, η
μαύρη, ήτο η Πανούκλα , η δευτέρα, η κίτρινη ήτο βεβαίως η Χολέρα,
και η άλλη, η κόκκινη, ήτο χωρίς άλλο η Οστρακιά. Είχαν έλθει εις το
χωρίον μυστηριωδώς, ίσως διά να δώσουν είδησιν ότι δεν είναι μακράν.
Ίσως να ήτο και διά καλόν, εσχολίαζεν η γραία Σκεύω, διά να λάβουν
είδησιν οι χριστιανοί και σπεύσωσι να μετανοήσωσιν».

Ο «Βαρδιάνος στα σπόρκα» αποτελεί το χρονικό του έκτακτου


λοιμοκαθαρτηρίου στη νήσο Τουγκριά των Σποράδων. Όπως γράφει ο
Παπαδιαμάντης «Εναντίον της χολέρας τοῦ 1865 διετάχθησαν εν Ελλάδι
μακραί και αυστηραί καθάρσεις. Τότε τα νεόκτιστα λοιμοκαθαρτήρια του
τόπου δεν ήρκεσαν πλέον και δεν εκρίθησαν κατάλληλα διά τον σκοπόν
των καθάρσεων, και διετάχθη προς τοις άλλοις να συσταθή έκτακτον
λοιμοκαθαρτήριον επί της ερημονήσου Τσουγκριά. Τας πρώτας ημέρας
του Αυγούστου είχαν καταπλεύσει ολίγα πλοία. Μετά δύο ή τρεις ημέρας
ο αριθμός των κατάπλων εδιπλασιάσθη.
29

Ωστόσο η χολέρα ήταν μόνο η πρόφαση διότι στην όλη κατάσταση αυτό
που επικράτησε ήταν η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. «Το
δαιμόνιον του φόβου είχεν εύρει επτὰ άλλα δαιμόνια πονηρότερα εαυτού,
και είχε λάβει κατοχήν επί του πνεύματος των ανθρώπων». Όπως
συμβαίνει πάντοτε σε καιρό πανικού και φόβου «μέγας συνωστισμός και
σπουδή αλόγιστος και τυφλή φυγή είχον επέλθει. Ο πρώτος σαστισμός
της φυγής είχε συναντήσει δεύτερον σαστισμόν, τον σαστισμόν των
επειγόντων μέτρων εις τα ελληνικά παράλια».

Στο διήγημα περιγράφεται εκτός των άλλων η κερδοσκοπία των ημερών


εκείνων. «Το κρέας επωλείτο υπό ελαστικής συνειδήσεως κερδοσκόπων
αντί τριών δραχμών κατ᾽ οκάν, ο άρτος αντί ογδοήκοντα λεπτών και ο
οίνος αντί δραχμής. Όσον δια το νερόν, επειδή το μόνο πηγάδιον το
υπάρχον επί την ερημονήσου ταχέως εστείρευσε, κατήντησε να πωληθή
προς δύο δραχμάς η στάμνα».

Η διεισδυτική γραφή του Παπαδιαμάντη φτάνει σύντομα στη ρίζα του


προβλήματος. «Δεν λέγομεν ότι οι άνθρωποι του τόπου ήσαν εκτάκτως
κακοί. Αλλού ίσως είναι χειρότεροι. Αλλά το πλείστον κακόν οφείλεται
αναντιρρήτως εις την ανικανότητα της ελληνικής διοικήσεως. Θα ελεγέ
τις ότι η χώρα αυτή ηλευθερώθη επίτηδες διά ν᾽ αποδειχθή ότι δεν ήτο
ικανή προς αυτοδιοίκησιν».

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ .


ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ. ΤΑ ΜΕΤΑ ΘΑΝΑΤΟΝ. Η
ΧΟΛΕΡΙΑΣΜΕΝΗ ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ. ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΦΕΞΗ    1912    

Την κατωτέρω διήγησιν, καθώς και μίαν άλλην, επιγραφομένην «το


Θαύμα της Καισαριανής», ήκουσα εκ στόματος της παθούσης, ήτις είνε η
κυρά Ρήνη Ελευθέραινα, του ποτέ Ροδίτη, σεβασμία γερόντισσα
Αθηναία.

«Με είχαν παρατήσει όλοι οι δικοί μου, ο άνδρας μου, όπως κι' ο
αδερφός μου...Είχα πανδρευθή μικρή, μ' αυτόν τον μπάρμπα-Λευθέρη,
που βλέπεις που κοντεύει τώρα τα ογδονταπέντε. Θα ήτον ως είκοσι
χρόνια μεγαλείτερος από μένα.
30

Τόσο μικρή και τόσο άκακη και άγνωστη ήμουν, κορίτσι δεκατριών
χρονών. Εκείνος μ' έπαιρνε στα γόνατά του και μ' εφίλευε καραμέλες. Θα
ήταν τριαντάρης τότε. Εγώ ούτε ιδέαν είχα απ' αυτά τα πράγματα.

Σαν ήρθε η φοβερή χρονιά, που έφερε την κατοχή των Αγγλογάλλων και
τη χολέρα, που βάσταξε τρεις μήνες κ' έπαψε την ημέρα του Αγίου
Φιλίππου, ύστερα από μεγάλη λιτανεία και δέησι που έκαμε ο λαός με
τους παπάδες, με τα εικονίσματα, με Σταυρούς και με ξεφτέρια, κ' οι
Αγγλογάλλοι φοβέριζαν τον βασιληά μας, τον Όθωνα, κ' εκείνος ήτον
κλεισμένος στο Παλάτι, — μόνο για να παρηγορή τον λαό έβγαινε — και
δεν το κούνησε από την Αθήνα, μ' όλη τη χολέρα και το θανατικό. Κ'
έβγαιναν τον ανήφορο οι Αγγλογάλλοι, πλήθος πολύ, καβαλλαρία,
Δραγώνοι τους λέγανε, και φαντάροι, που φορούσαν κάτι πουτούρια και
τους λέγανε Ζουάβους· κι' άλλοι με κατακόκκινες γιακέταις, κάτι
φοβεροί, θεόρατοι, άνδρες ως 'κεί 'πάνω, με άντζες γυμνές, που
φορούσαν κάτι σαν φουστανέλλες· κ' έβγαιναν κατά την πλατέα κ'
εφοβέριζαν τον Όθωνα. Κι' όσο τον εφοβέριζαν οι Αγγλογάλλοι, τόσο
τον αγαπούσε ο λαός. Κι' ο βασιληάς επονούσε το λαό κ' εσκορπούσε
ελέη και ψυχικά πολλά απ' το Παλάτι.

Σαν ήρθε η χρονιά εκείνη, εμείς ήμαστε πανδρεμμένοι τρία χρόνια


μπροστήτερα. Ο μπάρμπα-Λευθέρης με της καραμέλες με είχε
καταφέρει. Θα ήμουν δεκαπέντε, ας ήμουν το πολύ δεκάξη χρονών, όταν
έγεινε η στεφάνωσι. Εκείνος θα ήτον παραπάνω από τριάντα.

Τότε, σαν ήρθε το κακό, χολεριάσθηκα κ' εγώ. Είχα γεννήσει ολίγους
μήνες μπροστά τη μοναχοκόρη, την Κατήγκω μου, αυτή που βλέπεις.
Σαν μ' έπιασαν οι εμετοί και τα άλλα συμπτώματα, Θεός να φυλάη —
μακρυά από σας — ο Λευθέρης, αυτός που βλέπεις, μ' απαράτησε κ'
έγεινε άφαντος. Πέρασαν πολλές ώρες και δεν εφάνη. Ο αδερφός μου ο
Θύμιος, κι' αυτός, ούτε θέλησε να με ζυγώση.

Εκαθόμουν στην ενορία των Αγίων Αποστόλων, σ' ένα στενό σοκάκι,
στην Ακρόπολι αποκάτω. Είχα το παιδί στην κούνια κ' έκλαιε. Εγώ
υπόφερνα απ' τους πόνους της αρρώστειας κ' εδίψαγα φοβερά.

Παπαδιαμάντης. Βαρδιανός στα Σπόρκα.

«Βαρδιάνος στα σπόρκα» - Διαβάστε το αριστούργημα του


Παπαδιαμάντη με θέμα τη χολέρα του 1865 Η ιστορία της γρια-Σκεύως,
που μεταμφιέζεται σε άντρα και γίνεται βαρδιάνος (φύλακας) στα
31

σπόρκα (μολυσμένα καράβια) με σκοπό να σώσει τον γιο της από τη


χολέρα που έπληξε την Ευρώπη το 1865 Πηγή: www.lifo.gr

Ο ΒΑΡΔΙΑΝΟΣ ΣΤΑ ΣΠΟΡΚΑ (1893) διηγείται την ιστορία της γρια-


Σκεύως, πού μεταμφιέζεται σε άντρα και γίνεται βαρδιάνος (φύλακας)
στα σπόρκα (μολυσμένα, επιχόλερα καράβια), προκειμένου να σώσει το
γιο της. Ιστορικός πυρήνας του διηγήματος είναι η χολέρα που έπληξε
την Ευρώπη το 1865 και τα αυστηρά μέτρα προφύλαξης που έλαβε τότε
η ελληνική κυβέρνηση. Το διήγημα ωστόσο δεν αναδίδει οσμή θανάτου,
όπως εύστοχα είχε επισημάνει και η Ακρόπολις (13.8.1893) που το
φιλοξένησε, στο σχετικό σημείωμα της: Πρόκειται περί χολερικών
αναμνήσεων. Αλλά μακράν πας φόβος. Εις τον Βαρδιάνον δεν
εκτυλίσσονται στυγναί και απαίσιαι εικόνες τόπων έρημουμένων υπό της
χολέρας. Δεν προβάλλει εις την ιστορίαν αυτήν η απελπισία και το
πένθος της χολέρας [...]. Ο Βαρδιάνος δεν είναι συρραφή απελπιστικών
εικόνων είναι διήγημα έχον μεν βάσιν χολερικάς αναμνήσεις, άλλ'
εξεικονιζομένας υπό του τερπνού και εύθυμου καλάμου του συγγραφέως.
Η φιλοσοφία του κ. Παπαδιαμάντη είναι εύθυμος, και αν που εις τον
Βαρδιάνον εκτίθεται καμμία εικών λυπηρά, έπεται όμως αμέσως άλλη
ευχάριστος, απολαυστική, γελαστή. Εν τω όλω του το νέον διήγημα θα
κατάκτηση, είμεθα βέβαιοι, τους αναγνώστας του, και καθ' ας ημέρας δεν
λείπει ό λόγος περί χολέρας, ο Βαρδιάνος θα αποτελέση εύθυμον
αντίρροπον κατά του φόβου και της λύπης ην γεννά η ανάγνωσις των
περί των προόδων της φοβεράς νόσου ειδήσεων. ― Από το οπισθόφυλλο
της έκδοσης, εκδ. Εστία Πίσω, εις τες Πλάκες, επάνω εις ένα βράχον
ριζωμένον εις την θάλασσαν, εκεί ήτο το σπιτάκι της θεια-Σκεύως της
Γιαλινίτσας. Ο βράχος έβλεπε προς μεσημβρίαν, και από το έν μέρος
επρόβαλλε το πρωί ο ήλιος, ανάμεσα από τρία νησάκια και από μίαν
υψηλήν λευκήν κορυφήν, χρυσώνων με τας ακτίνας του όλα, το πράσινον
της θαμνοσκεπούς και σχοινοφύτου ακτής, κλειούσης ανατολικώς τον
λιμένα, την θάλασσαν ρυτιδουμένην και φωσφορίζουσαν εις χιλίας
μυριάδας υγρών πτυχών, πλήττουσαν τα Μυρμήκια, υφάλους μόλις
ανεχούσας από το κύμα, το Δασκαλειό, μικρόν φαιοπρασινίζον νησίδιον,
και το ογκώδες και άκομψον Μπούρτσι· χρυσώνων τα κατάρτια και τας
κεραίας και τα εξάρτια των πλοίων, κατά τας ημέρας του χειμώνος, όταν
ολίγα τούτων παρεχείμαζον εις τον λιμένα...Την νύκτα εκείνην ακριβώς
και την προ αυτής ημέραν, καθώς και όλας τας νύκτας και τας ημέρας,
εσυλλογίζετο τον υιόν της, τον μοναχογυιόν της, τον Σταύρον της –όστις
της είχε μείνει, αυτός και μία ύπανδρος κόρη άκληρος, βακτηρία του
γήρατός της. Εικοσαέτης, άγαμος, ήτο λοστρόμος μ’ έν εντόπιον καράβι.
Το καράβι είχε καταπλεύσει από τον Ποταμόν και είχε καταβεί εις την
Πόλιν. Το είχε μάθει προ μηνός ότε έλαβε γράμμα. Το καράβι ήτον να
καταβεί εις την Άσπρη Θάλασσα, αλλ’ ο υιός της δεν ήξευρε να της
32

γράψει, αν ο πλοίαρχος είχε σκοπόν ν’ απεράσουν από την πατρίδα ή όχι.


Ήλπιζεν όμως ότι θ’ απερνούσαν. Κατόπιν αφού έλαβε το γράμμα και
απέρασαν δύο εβδομάδες, ήρχισεν έξαφνα ν’ ακούεται χολέρα εις τα
μέρη της Αραπιάς και εις το Μισίρι, χολέρα και εις την Ανατολήν και εις
την Σμύρνην και αλλού… Είπαν πως πήγε η χολέρα και εις την Πόλιν. Ο
Θεός να φυλάξει όλους τους χριστιανούς, και δεύτερον το παιδάκι της,
εκεί που είναι, καλή του ώρα… Η έκδοση του Γαλαξία Η έκδοση του
Γαλαξία Δυστυχισμένη χρονιά εκείνη… Εις αυτά τα τελευταία χρονιά
είχεν αρχίσει να εφαρμόζεται το «Κάθε πέρσι καλύτερα». ... Από το
κόλλημα έως το πάνισμα του φούρνου και από το πλάσιμον έως το
φούρνισμα των ψωμιών, τα εν τω μεταξύ κενά διαστήματα διά τίνος
άλλου υλικού θα επληρούντο ειμή διά της κακολογίας; Σήμερον δε το
πρωί –την νύκτα, προς τα εξημερώματα -, είχε φθάσει μέγα πλοίον,
καράβι, εκ Κωνσταντινουπόλεως, όπου, ως φαίνεται, έκαμνε μεγάλην
φθοράν η χολέρα, και είχεν αράξει δίπλα εις τον Μεγάλον Τσουγκριάν,
προς το δυτικόν μέρος, ανάμεσα εις τα δύο αδελφά νησάκια. Το πλοίον
τούτο ήτο πλήρες επιβατών εκ Κωνσταντινουπόλεως, εκ των οποίων
πολλοί ήσαν χολεριώντες. Κατά τον διάπλουν είχον αποθάνει δύο τρεις,
και το πλήρωμα ηναγκάσθη να ρίψει τους νεκρούς εις την θάλασσαν.
Την ημέραν εκείνην η ομήγυρις, καίτοι ως συνήθως πλήθουσα και
θορυβώδης, ήτο κάπως σοβαρωτέρα. Είχον διαδοθεί προ δύο ή τριών
ημερών τα περί οπτασιών θαυμάσια θρυλήματα. Είτα είχεν ακουσθεί η
χολέρα, και αι γυναίκες είχον μάθει και διηγούντο, μόνον ότι τα
εχρωμάτιζον επί το μυθολογικώτερον, τα μέτρα τα οποία είχον διατάξει
αι κεντρικαί αρχαί, και είχαν αρχίσει να εφαρμόζωσιν αι τοπικαί, προς
καταπολέμησιν του απειλούντος φοβερού δεινού. Το δημοτικόν
συμβούλιον – η δωδεκάδα, ως έλεγον αι γυναίκες – είχε ψηφίσει
συνδρομήν εκ του δημοτικού ταμείου δι’ υγιεινά μέτρα, και είχε
συστήσει περισσοτέραν καθαριότητα εις τους κατοίκους. Ο δήμαρχος την
προτεραίαν είχε κηρύξει επιχόλερον την νήσον Μεγάλον Τσουγκριάν, εις
την οποίαν είχον καταπλεύσει χθες δύο ή τρία τρεχαντήρια και βρατσέραι
εξ επιχολέρων μερών. Τα πλοία ταύτα ήσαν αραγμένα εντός του όρμου
του Αγίου Φλώρου, και διά τούτο δεν ήσαν ορατά από της πολίχνης.
Σήμερον δε το πρωί –την νύκτα, προς τα εξημερώματα -, είχε φθάσει
μέγα πλοίον, καράβι, εκ Κωνσταντινουπόλεως, όπου, ως φαίνεται,
έκαμνε μεγάλην φθοράν η χολέρα, και είχεν αράξει δίπλα εις τον
Μεγάλον Τσουγκριάν, προς το δυτικόν μέρος, ανάμεσα εις τα δύο
αδελφά νησάκια. Το πλοίον τούτο ήτο πλήρες επιβατών εκ
Κωνσταντινουπόλεως, εκ των οποίων πολλοί ήσαν χολεριώντες. Κατά
τον διάπλουν είχον αποθάνει δύο τρεις, και το πλήρωμα ηναγκάσθη να
ρίψει τους νεκρούς εις την θάλασσαν. Αλλ’ είς των τεθνεώτων,
προσέθετον επί το θαυμασιώτερον αι γυναίκες, την στιγμήν καθ’ ην τον
είχον ρίψει εις την θάλασσαν, ενώ διεπέρα το κενόν εζωντάνευσε, και
33

κατηράσθη τους ναύτας «από τη χολέρα να μη γλυτώσουν». Τούτο δε,


διότι τους κακοφαίνεται τους νεκρούς να τους ρίπτωσιν εις το κύμα. Ο
καλός Χριστιανός πρέπει να ταφεί εις το χώμα, και το χώμα ν’ αγιασθεί
με λάδι και με νερόν. Ο ιερεύς πρέπει να του είπει: «Γη ει και εις γην
απελεύση», και να θέσει επί του προσκεφαλαίου κεραμίδι, επάνω εις το
οποίον έχει χαράξει τον Σταυρόν με το ΙΣ. ΧΣ. ΝΙ-ΚΑ, διά να λυώσει το
κορμί του, και τα κόκκαλά του να περιμένουν την κοινήν ανάστασιν. Την
στιγμήν καθ’ ην είχον απολύσει τον χολεριώντα από τας χείρας των, οι
σύντροφοι του καραβιού, ενόησαν κάπως ότι ο νεκρός είχε ζωντανεύσει,
αλλά δεν ήτο πλέον καιρός να τον κρατήσωσι. Καθώς ήτον, με σιδηρούν
βάρος κρεμάμενον από του λαιμού, μόλις ήγγισε το κύμα, και πάραυτα
επήγεν εις τον πάτον. Ήκουσαν την απαισίαν κραυγήν του, και
συγχρόνως έγινεν άφαντος. Ο άτυχος, είχεν αποθάνει δύο θανάτους, τον
ένα από την χολέραν, τον άλλον από την άθεσμον ταφήν. Αλλ’ ιδού ότι
τώρα υπέκειντο και αυτοί εις την αράν να γευθώσι δις τον θάνατον,
κινδυνεύοντες ν’ αποθάνωσι προώρως από τον φόβον, πριν αποθάνωσιν
οριστικώς από την χολέραν. Εξ όλων τούτων η θεια-Σκεύω η Γιαλινίτσα
έμαθεν αρκετά ώστε να πιστεύσει ότι το πλοίον, το οποίον είχεν ιδεί
αντικρύ, ήτο ξενικόν, ότι επομένως δεν ήτο εκείνο το οποίον αυτή
επερίμενεν, ότι η χολέρα εθέριζε πράγματι εις την Πόλιν, και ότι ο υιός
της, αν ήτο υγιής, ήτο πολύ πιθανόν να φθάσει σήμερον ή αύριον με το
καράβι το εντόπιον, και ότι εξ ανάγκης θα έμενεν επί ημέρας εις
Καραντίναν. Ουχ ήττον επειδή δεν έτρεφεν απόλυτον εμπιστοσύνην εις
τας πληροφορίας του φύλου της, απεφάσισε να υπάγει παρακάτω, διά να
μάθει περισσότερα... Να, παράγκες θα φτιάσουνε μέσα στον Τσουγκριά.
Και επειδή από το πρωί επεθύμει να εύρει άνθρωπον διά να διηγηθεί ό,τι
ήξευρε, και δεν είχεν εύρει κανένα, διότι οι «δικοί του ήσαν όλοι
ντουβάρια», έλεγεν, εννοών τους συναδέλφους του αχθοφόρους, ήρχισεν
ευθύς να διηγήται, χαρτί και καλαμάρι, εις την θεια-Γερακίναν, όσα
εγνώριζε, κατά το μάλλον και ήττον ακριβή. Επειδή η χολέρα εθέριζε
κόσμον εις τα μέρη της Τουρκιάς, η ελληνική Κυβέρνησις είχε διατάξει
να γίνεται αυστηροτάτη η Καραντίνα. Εκτός του υπάρχοντος λαζαρέτου
εις την νήσον, διετάχθη να γίνει προσωρινόν έκτακτον λαζαρέτον η
ερημόνησος Τσουγκριάς, ανατολικομεσημβρινώς κειμένη, παρά το
στόμιον του λιμένος. Το έκτακτον τούτο λαζαρέτον ωνόμαζόν τινες
λοιμοκομείον, ενώ το άλλο, το σύνηθες, ήτο το λοιμοκαθαρτήριον. Εις το
λοιμοκομείον θα έμενον τα πλοία και οι επιβάται εικοσιμίαν ημέρας, εις
το λοιμοκαθαρτήριον άλλας ένδεκα. Το όλον τριανταδύο ημέρας
Καραντίνα. Επειδή η χολέρα εθέριζε κόσμον εις τα μέρη της Τουρκιάς,
η ελληνική Κυβέρνησις είχε διατάξει να γίνεται αυστηροτάτη η
Καραντίνα. Εκτός του υπάρχοντος λαζαρέτου εις την νήσον, διετάχθη να
γίνει προσωρινόν έκτακτον λαζαρέτον η ερημόνησος Τσουγκριάς,
ανατολικομεσημβρινώς κειμένη, παρά το στόμιον του λιμένος. Το
34

έκτακτον τούτο λαζαρέτον ωνόμαζόν τινες λοιμοκομείον, ενώ το άλλο,


το σύνηθες, ήτο το λοιμοκαθαρτήριον. Εις το λοιμοκομείον θα έμενον τα
πλοία και οι επιβάται εικοσιμίαν ημέρας, εις το λοιμοκαθαρτήριον άλλας
ένδεκα. Το όλον τριανταδύο ημέρας Καραντίνα. Έως τώρα είχον φθάσει
δύο τρία μεγάλα πλοία και πέντε ή έξ μικρά, εις τον Τσουγκριάν.
Επεριμένοντο όμως και άλλα, και άλλα... Επειδή επί της ερημονήσου
Τσουγκριά ολίγιστα υπήρχον καταλύματα, δύο ή τρία κελλία προς χρήσιν
των καλογήρων –διότι η νήσος ήτο αφιέρωμα εις την Παναγίαν (ήτο
κτήμα της ιεράς μονής του Ευαγγελισμού) –και επειδή θα εχρειάζοντο
υπόστεγα διά το πλήθος των επιβατών, όσοι ήτο πιθανόν να έλθωσι, και
επειδή εμέσαζεν ήδη ο Αύγουστος και επλησίαζαν τα πρωτοβρόχια, διά
τούτο η Κυβέρνησις διέταξε κατεπειγόντως να κατασκευασθώσι
παραπήγματα επί της μικράς νήσου, διά να εύρωσι στέγην όσοι θα
ήρχοντο δυστυχείς από τα χολεριασμένα μέρη, φεύγοντες την φοβεράν
νόσον. Αι αρχαί έβγαλαν σήμερον εις την δημοπρασίαν την προμήθειαν
του υλικού διά τα παραπήγματα, και την κατασκευήν των παραπηγμάτων
αυτών. Εις την προμήθειαν του υλικού, επροτιμήθη διά τόσες χιλιάδες
κομμάτια, προς τόσα τα κομμάτι, ο καπετάν Κωσταντής ο Καβαρδίνας,
από το Λιτόχωρον. Την κατασκευήν των παραπηγμάτων την επήρε, διά
7,812 δραχμάς, ο μαστρο-Στάθης ο Χερχέρης, ο αρχιτέκτων. Αυτά
συνέβησαν σήμερον. ..., από λιθάρι εις λιθάρι, από στενόν εις στενόν,
από γωνίαν εις γωνίαν, διά του παραθαλασσίου δρόμου πέραν της
αγοράς, πόσον της εκακοφάνη όταν μία βαρκούλα, η οποία είχε
κατεβάσει το πανάκι της και ήρχετο με τα κωπία προς την άμμον,
επλησίασε μέχρι βολής τουφεκίου εις τον παραθαλάσσιον ανηφορικόν
δρόμον, δι' ου ανέβαινεν αυτή, επλησίασεν φέρουσα τρεις επιβάτας, ένα
ηλικιωμένον, και δύο παιδία, και όταν έν των παιδίων, μία κλήρα, η
πλάσις αυτού του καιρού τής εφώναξε σκληρώς: - Θεια-Σαβουρόκοφα! ο
γυιός σου είναι άρρωστος στον Τσουγκριά, από χολέρα! - Θεια-
Σαβουρόκοφα! ο γυιός σου είναι άρρωστος στον Τσουγκριά, από
χολέρα! Τώρα, το παλαιόν λαζαρέτον έμεινεν ερείπιον, διηγούμενον εις
τον εννοούντα την μυστηριώδη γλώσσαν του επισκέπτην, τους φόβους,
τας αγωνίας, τα βάσανα, τας επιθυμίας, την υπομονήν, την εγκαρτέρησιν,
τας θυσίας, τους πόνους, τας νόσους, τους θανάτους, τους λυγμούς, τα
δάκρυα, την απελπισίαν, όλα όσα είδε και ήκουσε κατά καιρούς, από της
ανεξαρτησίας και εντεύθεν. Το δένδρον ίσταται ακόμη ορθόν, αλλ' εν
παρακμή και ώχρα φύλλων τις οίδεν αν ενθυμήται τους ρεμβασμούς
όσους εσκίασεν υπό τους γαμψούς και ούλους, τους εν σχήματι
διαδήματος ανερχομένους κλώνας του, και τους καημούς τους οποίους
εδρόσισεν υπό το φύλλωμά του. Αλλ' ο είς τοίχος του κτιρίου, γυμνός
από τον άνεμον, μαυρισμένος από την καταιγίδα, ίσταται κυρτός και
σημειοί το μέρος όπου ηγείρετο το κτίριον, και ο βράχος της παραλίας
μετά πόθου αναπολεί τας φαιδράς λαλιάς των γυναικείων χαιρετισμών,
35

όσοι αντήχησάν ποτε υπεράνω του κύματος τούτου. .... Τώρα, όπως είναι
μακρά, λευκά και χαμηλά, φαίνονται μακρόθεν ως τρία λευκόμαλλα
αρνία, αποπλανηθέντα από το κοπάδι του γερο-Κοντζιδάκη, πλαγιασμένα
εκεί με το λυκόφως της εσπέρας, κατά μήκος της ακτής, μηρυκάζοντα εις
το εφαπλούμενον σκότος. Τέλος, ήλθε το 1865, και η χολέρα εκομίσθη
το θέρος εις την ανατολικήν Ευρώπην, πιθανώς, όπως πάντοτε, διά των
μουσουλμάνων προσκυνητών της Μέκκας. Αι δύο «μεγάλαι
μουσουλμανικαί δυνάμεις», η μία με το χρυσοφόρον ινδικόν κράτος της,
η άλλη με τας προσοδοφόρους της κτήσεις εν Αλγερία, δεν απεφάσισάν
ποτε να θέσωσι περιορισμούς τινας εις τα ταξίδια των μωαμεθανών
υπηκόων των, και δεν εύρον ποτέ συμφέρον να βιάσωσι την Πύλην όπως
εφαρμόσει τελεσφόρα υγειονομικά μέτρα εις την κοιτίδα του
μωαμεθανισμού εν Αραβία. Η ταλαίπωρος Ανατολή υπήρξε και τότε, ως
τώρα και πάντοτε, υπό τε γεωγραφικήν και κοινωνικήν, υπό πολιτικήν
και θρησκευτικήν έποψιν, άφρακτος αμπελών. Αλλ' ο Χριστός ομιλεί
περί τινος μελλούσης ημέρας, ότε θα έλθει ο κύριος του αμπελώνος.
Εναντίον της χολέρας του 1865 διετάχθησαν εν Ελλάδι μακραί και
αυστηραί καθάρσεις. Τότε τα νεόκτιστα λοιμοκαθαρτήρια του τόπου δεν
ήρκεσαν πλέον και δεν εκρίθησαν κατάλληλα διά τον σκοπόν των
καθάρσεων, και διετάχθη προς τοις άλλοις να συσταθεί έκτακτον
λοιμοκαθαρτήριον επί της ερημονήσου Τσουγκριά. Τας πρώτας ημέρας
του Αυγούστου είχαν καταπλεύσει ολίγα πλοία. Μετά δύο ή τρεις ημέρας
ο αριθμός των κατάπλων εδιπλασιάσθη. Την επομένην εβδομάδα είχον
έλθει πλείονα των 30 μεγάλων ιστιοφόρων, και πάμπολλα μικρά καΐκια.
Περί τα μέσα του Αυγούστου, ο αριθμός των βρικίων, και μεγάλων
σκουνών, των καθαριζομένων περί την νήσον Τσουγκριάν, ανήλθεν εις
πεντήκοντα, και τα μικρά καΐκια υπερέβησαν τα εκατόν. Τα εκατόν
πεντήκοντα ταύτα πλοία είχον φέρει πλείονας των τρισχιλίων επιβατών,
εκτός του αριθμού των πληρωμάτων. Έξω, εις τον Τσουγκριάν μεγάλη
δραστηριότης επεκράτει... Ολίγοι μεταξύ αυτών ήσαν εύποροι. Οι
κερδοσκόποι απέθετον τα εμπορεύματά των εις την άκραν της απωτάτης
ακτής της ερημονήσου, ελάμβανον τα λεπτά των και έφευγον. Η χολέρα
δυνατόν να κολλά εις κάθε πράγμα, αλλ' εις τα χρήματα όχι. Ελέχθη ότι
οι πλείστοι των ανθρώπων, των παρασταθέντων τότε ως θυμάτων της
χολέρας, απέθανον πραγματικώς εκ πείνης. Ίσως να μην υπήρξεν όλως
χολέρα. Αλλ' υπήρξε τύφλωσις και αθλιότης και συμφορά ανήκουστος.
Οι άνθρωποι, όλοι πάσχοντες, εσκληρύνοντο κατ' αλλήλων, εις
επίμετρον, και καθίστων την δεινοπάθειαν απείρως μεγαλυτέραν. Οι
εύποροι εκ των καθαριζομένων εσκληρύνοντο κατά των πτωχών, και
εμέμφοντο αυτούς ως παραιτίους της δυστυχίας δι' αυτής της παρουσίας
των. Οι πτωχοί εσκληρύνοντο κατά των ευπόρων, και τους ητιώντο ως
προκαλούντας την ακρίβειαν των τροφίμων διά της ευπορίας των. Όλοι
ομού οι υπό κάθαρσιν ταξιδιώται εσκληρύνοντο κατά των κατοίκων της
36

πολίχνης, και τους κατηγόρουν επί ασυνειδήτω αισχροκερδεία και


σκληρότητι, ενώ το αληθές ήτο ότι δέκα μόνον άνθρωποι εκ της
εμπορικής και τυχοδιωκτικής τάξεως, ήτις πουθενά δεν λείπει, ήσαν οι
αισχροκερδείς και οι σκληροί εκμεταλλευταί της δυστυχίας. ΟΙ κάτοικοι
της πολίχνης εσκληρύνοντο κατά των ταξιδιωτών, και εμίσουν αυτούς,
διότι είχον έλθει να τους φέρωσι την χολέραν. Κακή υποψία, δυσπιστία
και ιδιοτέλεια χωρούσα μέχρις απανθρωπίας, εβασίλευε πανταχού. Όλα
ταύτα ήσαν εις το βάθος και ο φόβος της χολέρας ήτο εις την επιφάνειαν.
Θα έλεγέ τις ότι η χολέρα ήτο μόνον πρόφασις, και ότι η εκμετάλλευσις
των ανθρώπων ήτο η αλήθεια. Το δαιμόνιον του φόβου είχεν εύρει επτά
άλλα δαιμόνια πονηρότερα εαυτού, και είχε λάβει κατοχήν επί του
πνεύματος των ανθρώπων. Πρωί και εσπέρας καθ' εκάστην κατέπλεον
πλοιάρια εις την ερημόνησον, εκεί εις την άκραν της κρημνώδους ακτής,
παρά τον Άγιον Φλώρον. Ναΐσκος επ' ονόματι των Αγίων Φλώρου και
Λαύρου, ων η μνήμη τελείται τη 18 του Αυγούστου, υπήρχε το πάλαι
πέραν της ακτής εκείνης, έσωθεν του όρμου. Σήμερον ο παλαιός ναΐσκος
ήτο ερείπιον. Ο πάτερ Νικόδημος ο Μανασσής, ο επίτροπος της Μονής
του Ευαγγελισμού επί της μικρά νήσου, ενθυμήθη την ημέραν, και
παρεκάλεσεν εκθύμως τους δύο Αγίους, να ελευθερώσωσιν αυτόν από
τους χολεριασμένους, ελευθερώνοντες τον κόσμον από την χολέραν.
Δέκα ημέρας πρότερον, πριν καταπλεύσωσι τα επιχόλερα πλοία και τεθεί
υπό κάθαρσιν η νήσος, ο πάτερ Μανασσής είχε το εξ αιγών κοπάδι του,
τα ερίφιά του, το γάλα του, τες μυζήθρες του, τα τυριά του, τον κήπον
του με τα οπωροφόρα δένδρα, τον σικυώνα του με τας κολοκύνθας, τας
τομάτας και τα λαχανικά, την άμπελόν του με τας σταφυλάς, όλα εν ακμή
και αφθονία. Δέκα ημέρας ύστερον, οι τράγοι είχον σφαγεί και τα ερίφια
είχον θυσιασθεί, αι μυζήθραι είχον καταφαγωθεί, και αι αίγες,
καταπατηθέντος του χόρτου, είχον στειρεύσει· ο κήπος είχε δηωθεί, και ο
σικυών σχεδόν είχεν εκριζωθεί, και η άμπελος είχε μείνει έρημος
σταφυλών. ... Ας είναι. Λαμβάνει κι αυτός το θάρρος να τον παρακαλέσει
να του κάμει την χάριν να τον βάλει αυτόν τον συγγενή του, τον
Σταμούλην Καρδαράκην, βαρδιάνον εις ένα από τα καράβια που είναι
στην Καραντίνα, και που έρχονται καθημερινώς. Θα το γνωρίζει
μεγάλην χάριν του κυρ επιστάτη. Ημπορεί μάλιστα, αν δεν υπάρχει κατά
το παρόν άλλη θέσις, να τον συστήσει να μβει βαρδιάνος, να τον βάλει
βαρδιάνον, εις αυτό το μεγάλο καράβι που ήρθε χθες, που είναι και
ντόπιοι άρρωστοι από χολέρα, καθώς λέγουν, ένας Σταύρος του Γιαλή,
γυιος της Σκεύως, ο λοστρόμος του καραβιού και άλλοι, απάνω εις το
καράβι. Ημπορεί ο κύριος επιστάτης, εκ συμφώνου με τον λιμενάρχην
και με τον υγειονόμον, να υποχρεώσουν τον πλοίαρχον αυτού του
καραβιού να πάρει και δεύτερον βαρδιάνον, σιμά εις τον πρώτον που
πήρε, ως μεγάλο παρτίδο που είναι. Και άλλα καράβια επήραν
βαρδιάνους διπλούς. Και αν δεν γίνεται πάλιν εις το ίδιο καράβι, να πάει
37

δεύτερος, ας πάει σ' ένα άλλο καράβι, απ' αυτά που ήρθαν και έρχονται
καθημερινώς. Αυτό ήθελε να παρακαλέσει τον κύριον επιστάτην. Αυτός
δεν θα είχε το θάρρος ποτέ. Μα αυτός ο συγγενής του, εκείνος του
επαραφορτώθη. Το σωστόν είναι ότι είναι πτωχός άνθρωπος και είναι
αξιολύπητος. Σταμούλη Καρδαράκη, έτσι τον λένε. Ο κ. Ρώνυμος,
ανακεκλιμένος επί του καναπέ, κατά το ήμισυ ήκουε τον υπάλληλόν του
και κατά το ήμισυ ερρέμβαζεν ή εκοιμάτο. Τέλος του απήντησε: - Πώς
μπόρεσες να πεις τόσα πολλά λόγια διά τόσον μικράν υπόθεσιν,
μπαρμπα-Νίκα;... Εσύ άλλοτε δεν συνηθίζεις να λες τόσα πολλά λόγια... -
Αλήθεια, απήντησεν ο μπαρμπα-Νίκας... μα κι εγώ δεν το είχα σκοπό...
Αυτός ο συμπέθερός μου, ο Σταμούλης ο Καρδαράκης... - Ας είναι,
υπέλαβεν ο επιστάτης. Φέρε τον το βράδυ εις το λιμεναρχείον, και θα
ιδούμε...... γεράσαμε, μπρμπα-Σταμάτη, γεράσαμε... - Γεράσαμε, κύριε
υγειονόμε, ετραύλισε το γερόντιον. Ο υγειονόμος ήτο αγαθός γέρων,
υπερεβδομηκοντούτης, πρώην συνταξιούχος, και τώρα είχεν επανέλθει
εκτάκτως εις την υπηρεσίαν, ένεκα της περιστάσεως. Τα χωριστά
υγειονομεία είχον καταργηθεί χάριν οικονομίας, σχεδόν πανταχού του
Κράτους, συγχωνευθέντα αλλαχού με τας λιμενικάς και αλλαχού με τας
τελωνειακάς αρχάς. Ένεκα της χολέρας, ου μόνον διωρίσθη επιστάτης
του λοιμοκαθαρτηρίου, αλλ' ανεσυστήθη και το υγειονομείον του τόπου,
και διωρίσθη έκτακτος υγειονόμος, άλλος παρά τον υγειονομικόν ιατρόν,
ο τέως συνταξιούχος, λαμβάνων την σύνταξίν του και μικρόν επιμίσθιον.
Επί Όθωνος, και πριν ακόμη, από της εποχής του Κυβερνήτου, είχε
διατελέσει ο ίδιος υγειονόμος εις το αυτό μέρος, εντελώς αμετάθετος
σχεδόν, επί τριακονταετίαν. Εγνώριζεν όλους τους κατοίκους της
πολίχνης, και μάλιστα τους ομήλικας με αυτόν· μόνον ότι δεν ενθυμείτο
πλέον τίνες έζων ακόμη και τίνες είχον αποθάνει. Εις τα χάσματα ταύτα
της μνήμης συνετέλεσαν και αι μικραί διατριβαί τας οποίας είχε κάμει
εσχάτως εις τας Αθήνας, χάριν της συντάξεώς του και του βαθμού του.
Διότι προς τοις άλλοις ήτο υπολοχαγός της φάλαγγος των Αγωνιστών....
Αν ήτον διά ζωήν, αυτή θα τον υπηρέτει, αυτή, και όχι άλλος θα τον
ενοσήλευε. Θα εβοηθούσε το έργον της θείας Προνοίας, αν ήτον από
Θεού να ζήσει. Την χολέραν αυτή δεν την εφοβείτο. Είχεν υποφέρει ήδη
άπαξ όχι πολύ βαρέως από χολέραν, και είχε γλυτώσει, νέα ακόμη, τω
1848, όταν η φοβερά νόσος ενέσκηψεν εις την μικράν παραθαλάσσιον
πολίχνην. Επί τέλους, ας εκολλούσε την χολέραν, δεν την έμελεν. Ας
εζούσε το παιδάκι της, και ας απέθνησκεν αυτή. Αν ήτο πάλιν διά
θάνατον, Θεός να το φυλάει, το παιδί της, τότε θα το έβλεπε, θ' απέθαινε
στα χέρια της, δεν θα είχε παράπονο. Φθάνει μόνον να τον επρόφθανε
ζωντανόν, και δεν θα το είχε παράπονο. Τέλος απεφάσισε να κάμει το
παράτολμον τούτο διάβημα, και τα πράγματα ήρχοντο ευνοϊκά έως τώρα.
Η καρδιά της ήτον ζεστή. Μόνον εκρύωσε κάπως, όταν έφθασεν εις την
ερημόνησον, και ηύρε τον Γιάννην τον Μπρίκον τον γείτονά της. Κατ'
38

αρχάς εχάρη όταν τον είδε. Μόνον πόσον άτυχα της εφάνη όταν εκείνος
δεν ήξευρεν, ως έλεγε, τι γίνεται ο υιός της, ο Σταύρος της. Αυτό δεν ήτο
καλόν σημείον. Ή έλεγε την αλήθειαν, και αυτό δεν ήτο παρήγορον, ούτε
καθησυχαστικόν, ή είχεν αποθάνει ο Σταύρος και δεν ήθελε να το
μαρτυρήσει. Εις το πέραμα το μεταξύ των τριών κάβων, από τον έξω
κάβον έως τον μέσα κάβον του Αγίου Φλώρου, και από τον μέσα κάβον
έως τον Λαλαριάν, ο Γιάννης ο Μπρίκος ετραβούσε τα κωπία, καθήμενος
στα κάργα, και ελιανοτραγουδούσε μέσα του παλαιά ναυτικά τραγούδια.
Δεν ηρώτησεν ούτε μίαν λέξιν διά την γυναίκα του την Γαρουφαλιά,
μετά τα τυπικά χαιρετίσματα, τα οποία του είχεν ειπεί η θεια-Σκεύω. Δεν
τον έμελεν αν κόσμος υπέφερε γύρω του ή απέθνησκεν, αν έπασχεν εκ
χολέρας ή εκ πείνης ή εξ άλλων δεινών. Αυτός ετραγουδούσε τους
παλαιούς σκοπούς του. Η θεια-Σκεύω, διά να τον ευχαριστήσει, ήρχισε
να του διηγήται πώς η γυναίκα του είχε τρομάξει άμα έμαθεν ότι αυτός
είχε σπορκαρισθεί, πώς υπώπτευε και εφοβείτο μη πάθει κακόν, και πώς
αυτή, η Σκεύω, επήγεν εις την οικίαν της διά να της δώσει θάρρος,
ειπούσα μάλιστα αυτή ότι ο άνδρας της, ο Γιάννης, και ο Σταύρος, ο υιός
αυτής, της Σκεύως, θα ήσαν μαζί εις την Καραντίνα... - Βέβαια, θα
έβαλε τες φωνές κι εμάζωξε τον κόσμο πάλι!... ανέκραξεν ο Γιάννης ο
Μπρίκος, όστις ενθυμείτο ίσως και άλλην παραπλησίαν περίστασιν.
Ήτον ανάγκη, κατάλαβες, να φωνάξει, για να την ακούσουν πως ο
άνδρας της εσπορκαρίστηκε κι έμεινε στην Καραντίνα. Δεν πάει να
κουρεύεται; ..., τους δύο Αγίους να ελευθερώσωσι τον κόσμον από την
χολέραν, ελευθερώνοντες αυτόν από τους χολεριασμένους· όπως τον
παλαιόν καιρόν είχον ελευθερώσει τον κόσμον από την νοητήν χολέραν,
την ειδωλολατρίαν, αρχιτέκτονες όντες, και λαβόντες παραγγελίαν από
τον ηγεμόνα να κτίσωσι ναόν ειδωλολατρικόν, κρημνίσαντες δε κάτω τα
είδωλα, και αναστηλώσαντες την λατρείαν του Χριστού, ψάλλοντες άμα:
«Δόξα σοι Χριστέ ο Θεός, αποστόλων καύχημα, μαρτύρων αγαλλίαμα...»
Ο πάτερ Νικόδημος ανέγνωσε τον όρθρον κατά τον ιδιάζοντα αυτώ
τρόπον, διά του κομβοσχοινίου και της επ' άπειρον επαναλήψεως του
«Κύριε Ιησού Χριστέ». Διά τούτο δεν ήνοιξε καν το Ωρολόγιον διά να
ιδεί τίνος Αγίου μνήμη ήτο. Ωρολόγιον είχε τον νουν του, και τούτο
ήρκει. Ωροσκόπιον είχε τον έναστρον ουρανόν, με την Πούλιαν, τον
Πήχυν, το άστρον του Βορρά και τους τόσους αστερισμούς του.
Παρακλητικήν και Μηναίον είχε το κομβοσχοίνι του. Οι γονείς του δεν
τον είχον στείλει εις τον διδάσκαλον, όταν ήτο παιδίον. Είχεν ανατραφεί
εις το βουνόν. Είχεν αυξήσει εις τας βραχώδεις ακρωρείας όπου ωδήγει
τας αίγας του, και ετελείωνε τας ημέρας του εις την ερημόνησον. Την
προτεραίαν της ημέρας εκείνης (διότι η διήγησίς μας κινδυνεύει ίσως να
γίνει πρωθύστερος, και υπεπέσομεν εις ανακριβείας τινάς και
χρονολογικάς αντιφάσεις, εφ' ω επικαλούμεθα την επιείκειαν των
αναγνωστών) είχε φθάσει από την πολίχνην και ο μαστρο-Στάθης ο
39

Χερχέρης με όλους τους μαστόρους του. .... Εκ Γερμανίας καταγόμενος,


είχε κατέλθει εις την Ελλάδα κατά τα πρώτα έτη της βασιλείας του
Όθωνος. Από του 1845 είχεν αποκατασταθεί εις την νήσον, είχε
προσφέρει τας εκδουλεύσεις του εις την χολέραν του 1848, και δεν είχε
παύσει έκτοτε ν' αναφαίνεται παντού όπου ήτο χολέρα και Καραντίνα.
Οι κατά καιρούς υπουργοί των Εσωτερικών, γνωρίζοντες την ικανότητά
του, τον απέσπων πολλάλις εκ της νήσου και τον έστελλον επί αδρώ
μισθώ εις τα μεγάλα κέντρα των καθάρσεων εν Ελλάδι. Ο αγαθός ιατρός
είχεν ανάψει το μακρόν τσιμπούκι του, με το ηλέκτρινον στόμιον, το
οποίον είχεν αχώριστον εις παν τεξίδιόν του, και το οποίον ευτυχώς
ηδυνήθη να μετάσχει του σπορακισμού του κυρίου του. Είχε πήξει
μικράν σκηνήν πλησίον ενός πεύκου, προς την ρίζαν του λόφου, ολίγον
απώτερον του μέρους όπου ήσαν αι άλλαι πρόχειροι σκηναί. ...Ο γάμος
είχε τελεσθεί εν Σμύρνη προ δέκα μηνών, το ζεύγος φεύγον την χολέραν
είχεν επιβιβασθεί εκ Σμύρνης. Κατά τον διάπλουν είχεν επέλθει, άωρος
ίσως ο τοκετός. Το πλοίον, όταν έφθασεν εις τον τόπον της καθάρσεως,
εκόμιζε δύο τρυφερά πλάσματα μόλις ζώντα, την μητέρα χθες και πρώην
κόρην, το βρέφος σχεδόν ασώματον. Τα σώματα ημιθανή
απεβιβάσθησαν εις την ξηράν, αλλ' η πραεία αύρα του δάσους δεν ήτο
ικανή ν' ανακαλέσει την φεύγουσαν ζωήν διά να την αποδώσει εις τα δύο
νεαρά όντα. Η πνοή του αγγέλου, θωπευτικωτέρα και της αύρας της
νυκτερινής, απεκοίμισε τα δύο αβρά πλάσματα, και ο κραταιός βραχίων
του απεκόμισε μακράν εις τους αγνώστους κόσμους τα δύο πνεύματα, το
έν καθ' εαυτό μακάριον, το έτερον κατά μέθεξιν ευδαίμον. Ελαφρά η γη
εκάλυψε τα δύο νεαρά σώματα, θερμά ακόμη από την τελευταίαν επαφήν
της ζωής, θερμά από τους ασπασμούς του χηρεύσαντος νυμφίου,
θερμότερα από τους ασπασμούς της απορφανισθείσης μητρός, ήτις είχε
συνοδεύσει εις το ταξίδιον την τέως ευτυχή κόρην. Και τα πνεύματα
απέπτησαν και ίπταντο ακόμη μακράν, μακράν, και ο άγγελος τα
ανεβίβασεν εις αγνώστους κόσμους, και το κύμα της θαλάσσης
εφλοίσβιζε μακρόθεν λικνίζον το αγνόν βρέφος εις την παγωμένην
αγκάλην της μητρός, και η αύρα η σείουσα τους θάμνους ετόνιζε
βαυκαλιστικον άσμα εις τον ύπνον της μητρός και του τέκνου. - Τίνος
είν' αυτός ο τάφος; . Ή ήτελες τουλόγκου σου; - Εγώ το ήθελα... δεν
μπόρεσα να μάθω για το γυιο μου, κι ήρθα να τον ιδώ. - Α! κι εγκέλασες
τον υγειονόμο, το στραβούλιακα; - Δεν τον εγέλασα, τόσον εγώ, είπε μετ'
αμηχανίας η Σκεύω, όσο γελάστηκε μοναχός του. - Πώς; Και ο ιατρός
εξηκολούθει να ροφά μεγάλας εισπνοάς καπνού, να εκπέμπει πυκνά νέφη
περί τους παχείς καστανούς μύστακάς του, να ακτινοβολεί από ευθυμίαν
και ν' ακροάται. - Εγώ ήμουν σαν παλαβή, σαν το έμαθα, που μου το
εφώναξε μια κλήρα προχτές το βράδυ, από μια βάρκα μέσα, πως ο γυιος
μου είναι άρρωστος από χολέρα. - Α!... λοιπόν; - Εγώ γονάτισα μπροστά
στα κονίσματα, κι επαρακάλεσα την Παναγίτσα μου, μια μικρή
40

Παναγίτσα ασημωμένη που έχω, να με λυπηθεί και να μου στείλει καλά


μαντάτα από το Σταύρο ή να με φωτίσει τι να κάμω... - Ύστερα; - Εμένα
η Μεγαλόχαρη καλά μαντάτα δεν ηυδόκησε να μου στείλει, γιατί ήμουν
αμαρτωλή, έξω απ' αυτά που σ' εφώτισε να μου δώσεις, γιατρέ μου...
μονάχα μ' εφώτισε, σαν ήτον πολύ δύσκολο να με πάρουν οι βαρκάρηδες
να με φέρουν, όπως ήμουν με τη γυναίκεια φορεσιά μου, στο νησί μέσα
για να βρω το γυιο μου, μ' εφώτισε να φορέσω αντρίκεια και να πάω
βαρδιάνος στα σπόρκα. Ο ιατρός ανεκάγχασε θορυβωδώς. - Α! χα χα χα!
ντιάολο! παράξενο! βαρντιάνος στα σπόρκα! Α! ντιάολο! Και το
στραβούλιακα το υγκειονόμο

Biblionet

Βλασσόπουλος, Γιάννης Σ. Ανεμοκάραβα : Καράβια, εμπόριο,


μεταφορές, ληστείες, Πειρατές, Πανώλη στο Ιόνιο και στα Ακαρνικά
παράλια τον 18ο αιώνα / Γιάννης Σ. Βλασσόπουλος. - 1η έκδ. - Ιθάκη :
Φήμιος. Δημοτικές Πολιτιστικές Εκδηλώσεις Ιθάκης, 2006.
Pouqueville, François - Charles - Hughes - Laurent. Η Πανώλη τύπου
Orientalis / F. C. H. L. Pouqueville · μετάφραση Βάιος Κ. Βαϊόπουλος. -
1η έκδ. - Αθήνα : Εκδόσεις Παπαζήση, 2005.
Λάζος, Χρήστος Δ. Η Πανώλης και ο χορός του θανάτου / Χρήστος
Λάζος. - 1η έκδ. - Αθήνα : Ανατολικός, 2001.

Κωστής, Κώστας Π., 1957-. Στον καιρό της Πανώλης : Εικόνες από
τις κοινωνίες της ελληνικής χερσονήσου, 14ος - 19ος αιώνας / Κώστας
Π. Κωστής. - 1η έκδ. - Ηράκλειο Κρήτης : Πανεπιστημιακές Εκδόσεις
Κρήτης, 1995.

Καραμπερόπουλος, Δημήτριος Α. Ένα αβιβλιογράφητο κείμενο του


1815 για την προστασία από την Πανώλη : Γεωργίου Κοζάκη
Τυπάλδου: Περί του καθαρισμού του αέρος δια του αλικού οξέος /
Δημήτριος Απ. Καραμπερόπουλος. - Αθήνα : Σταμούλη Α.Ε., 1994.

Χολέρα
41

Márquez, Gabriel García, 1928-2014. Έρωτας στα χρόνια της


χολέρας : Μυθιστόρημα / Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες · μετάφραση
Μαρία Παλαιολόγου. - Αθήνα : Ψυχογιός, 2019.

Deville, Patrick. Χολέρα και Πανούκλα : Μυθιστόρημα / Πατρίκ


Ντεβίλ · μετάφραση Άννυ Σπυράκου. - Αθήνα : Τόπος, 2017.

Márquez, Gabriel García, 1928-2014. Ο έρωτας στα χρόνια της


χολέρας / Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες · μετάφραση Κλαίτη Σωτηριάδου
- Μπαράχας. - Αθήνα : Εφημερίδα "Ελεύθερος Τύπος", 2007.

Κόμης, Κώστας. Χολέρα και λοιμοκαθαρτήρια : 19ος-20ός αιώνας: Το


παράδειγμα της Σαμιοπούλας / Κώστας Κόμης. - 1η έκδ. - Ιωάννινα :
Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, 2005

Λέπρα

Κόμης, Κώστας. Η λέπρα στον ελλαδικό χώρο : Ιστορία και ιστορικά


τεκμήρια (19ος-20ός αιώνας) / Κώστας Κόμης. - Αθήνα : Εκδόσεις
Παπαζήση, 2015.

Μανιωράκη, Ελένη. Φιλοξενία και έρωτας στα χρόνια της λέπρας /


Ελένη Μανιωράκη. - Αθήνα : Εκδόσεις Βερέττας, 2013.

Πανδή - Αγαθοκλή, Βάννα. Λέπρα : Συνοπτική ανασκόπηση περί


λέπρας στην Ελλάδα και την παροικία των λεπρών στο Σουτσίνι της
Κύμης / Βάννα Πανδή - Αγαθοκλή · ζωγραφική Γιώργης Βαρλάμος. - 1η
έκδ. - Αθήνα : Μορφωτικός και Εκπολιτιστικός Σύλλογος Κύμης, 2011
42

Γιώργος Ιωάννου "Η αποζημίωση" Συλλογή: Η μόνη


κληρονομιά Κωνσταντίνος Μάντης | Γιώργος
Ιωάννου Η μόνη κληρονομιά Αναλύσεις κειμένων
Βάλια Ανδρινοπούλου 

Γιώργος Ιωάννου «Η αποζημίωση»

«Μάλλον πρέπει να χάρηκαν, γιατί εγώ αμέσως ανάλαβα να γράφω τα


γράμματα στο νιόπαντρο νοικοκύρη του σπιτιού, που ήταν στο μέτωπο.»
- Εκεί μένουν στο σπίτι μιας οικογένειας κι ο συγγραφέας αναλαμβάνει
να γράφει τα γράμματα που προορίζονταν για τον νοικοκύρη, για τον
άντρα του σπιτιού δηλαδή, ο οποίος τώρα βρίσκεται στον πόλεμο. Η
αναφορά σε αυτόν τον άντρα οδηγεί τον Ιωάννου σε μια ακόμη αναφορά
στο μέλλον, για να μας πει ότι ενώ αυτός ο δυνατός άντρας επέζησε στον
πόλεμο με τους Ιταλούς και τους Γερμανούς, σκοτώθηκε αργότερα από
τους Έλληνες, κατά τη διάρκεια του εμφύλιου πολέμου.

«Το δωμάτιό μας στο σπίτι τους είχε πυκνές αρμαθιές καπνά
κρεμασμένες απ’ τα δοκάρια.»
- Στη συνέχεια του κειμένου ο συγγραφέας φροντίζει να μας δώσει
κάποιες πληροφορίες για τη ζωή στο χωριό, ώστε να μπορέσουμε να
αποκτήσουμε μια καλύτερη εικόνα για το πώς περίπου πέρασε το
διάστημα που έζησε εκεί.
- Μας μιλά για το σπίτι στο οποίο έμενε, όπου υπήρχαν πάρα πολλά
καπνά που δημιουργούσαν μια αποπνικτική ατμόσφαιρα με το άρωμά
τους και δημιουργούσαν φόβο στο συγγραφέα ότι μπορεί να πάθει
φωματίωση.
- Η αναφορά στη φωματίωση θυμίζει στον συγγραφέα το γιο του
μπακάλη του χωριού, που είχε φωματίωση και ήθελε να εκδικηθεί τους
συγχωριανούς του που τον είχαν απομονώσει.
- Επίσης, ο Ιωάννου αναφέρεται σ’ έναν από τους χωριανούς που
πυροβόλησε μόνος του το πόδι του για να γυρίσει πίσω στο χωριό κοντά
στη γυναίκα του, γιατί ζήλευε και δεν άντεχε μακριά της.

«Ο έφιππος ταχυδρόμος περνούσε δυο φορές τη βδομάδα και καλούσε


τον κόσμο με την τρομπέτα του, μόλις έπαιρνε να κατηφορίζει την
απέναντι πλαγιά.»
- Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στον ταχυδρόμο και την τακτική που
ακολουθούσε όταν έφερνε σε κάποια από τις γυναίκες του χωριού
ενημέρωση από το Γενικό Επιτελείο Στρατού ότι κάποιος δικός τους είχε
σκοτωθεί κατά τη διάρκεια του πολέμου.
43

Γιώργος Ιωάννου, «Ο Μπάτης»ΣΤΑΥΡΟΣ


ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗΣ

Στο διήγημα «Ο Μπάτης», από την πρώτη συλλογή πεζογραφημάτων του


Γιώργου Ιωάννου «Για ένα φιλότιμο» (Θεσσαλονίκη 1964), ο αφηγητής
βρίσκεται στον αυλόγυρο της Αγίας Σοφίας στη Θεσσαλονίκη, για τη
νυχτερινή ακολουθία της Αναστάσεως.

Σε εκδήλωση αφιερωμένη στον Γιώργο Ιωάννου, που έγινε στην Εθνική


Βιβλιοθήκη (28 Απριλίου 2018), διαβάστηκε ασχολίαστα το διήγημα «Ο
Μπάτης», από την πρώτη συλλογή πεζογραφημάτων του «Για ένα
φιλότιμο» (Θεσσαλονίκη 1964). Το σχολιάζω τώρα εδώ, αφού πρώτα
συνοψίσω τον μύθο του. Ο αφηγητής βρίσκεται στον αυλόγυρο της
Αγίας Σοφίας στη Θεσσαλονίκη, για τη νυχτερινή ακολουθία της
Αναστάσεως. Κάθε χρόνo παρασύρει την παρέα του σε ένα
συγκεκριμένο σημείο της αυλής, όπου σκύβει και χαϊδεύει το χορτάρι
και, όταν τσουγκρίζει το αυγό του, ρίχνει εκεί τα τσόφλια. Στο ίδιο αυτό
σημείο, τον καιρό της Κατοχής, είχαν βρει, αυτός και ο φίλος του ο
Μπάτης, σκισμένες κάποιες άσεμνες φωτογραφίες και προσπάθησαν να
τις συναρμολογήσουν. Ο Μπάτης θα καταφέρει τελικά να τις
συνταιριάξει και, αφού τις δουν όσο χρειάζεται για να λάβουν το μάθημά
τους, θα τις κλωτσήσει και θα σκορπίσει τα κομματάκια τους. Την άλλη
μέρα οι δύο φίλοι μπαίνουν στην εκκλησία της Αγίας Σοφίας και
κοιτάζουν το ψηφιδωτό της Ανάληψης του Χριστού στον τρούλο, που
βρίσκεται εκεί επειδή κάποιος συνταίριαξε τις ψηφίδες του, κομματάκι
κομματάκι. Λίγες μέρες αργότερα ο Μπάτης θα εξαφανιστεί: τον
εκτέλεσαν προς παραδειγματισμό. Ο φίλος του αφηγητής θα τον δει για
τελευταία φορά στον νεκροτομείο, κομματιασμένο.

Πριν δοκιμάσω ένα σύντομο σχόλιο στο διήγημα, ας προσθέσω ότι ο


Μπάτης επανεμφανίζεται και στο πεζογράφημα «Ο Χριστός αρχηγός
μας...» («Η πρωτεύουσα των προσφύγων», Κέδρος, 1984, σ. 128, 133).
Συνδέεται και εκεί με τον έρωτα και τον θάνατο, αλλά με διαφορετικό
τρόπο. Ο Μπάτης λιμπίζεται την κόρη μιας φουρνάρισσας και
καταγράφει εξαιτίας της υψηλές αυτοερωτικές επιδόσεις. Πιστεύει ότι η
εξάντληση που νιώθει οφείλεται σε αυτό, ενώ στην πραγματικότητα τον
τρώει η φυματίωση που θα τον στείλει πρόωρα στον θάνατο. Στο αφελές
ερώτημα ποιος είναι ο πραγματικός Μπάτης και πού βρίσκεται η
αλήθεια, η απάντηση είναι βεβαίως πως η αλήθεια βρίσκεται στη
λογοτεχνία. Και οι δύο εκδοχές του είναι απολύτως αληθινές, η καθεμιά
στο έργο όπου ανήκει.
44

Ο ΕΡΩΤΑΣ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΧΟΛΕΡΑΣ MARQUEZ


GABRIEL-GARCIA (NOBEL 1982)

Ήταν αναπόφευκτο: η μυρωδιά από πικραμύγδαλα του θύμιζε άτυχους


έρωτες. Ο γιατρός Χουβενάλ Ουρμπίνο την ένιωσε από τη στιγμή που
μπήκε μες στο σκοτεινό ακόμα σπίτι, όπου είχε τρέξει βιαστικά για ν'
ασχοληθεί με μια περίπτωση που από χρόνια είχε πάψει να είναι
επείγουσα. Ο Χερεμία δε Σαιντ Αμούρ, πρόσφυγας από τις Αντίλλες,
ανάπηρος από τον πόλεμο, φωτογράφος για παιδιά κι ο πιο πονετικός του
αντίπαλος στο σκάκι, είχε ξεφύγει μια για πάντα από τα βασανιστήρια
της μνήμης, με αναθυμιάσεις από υδροκυανιούχο χρυσό.
Βρήκε το πτώμα σκεπασμένο με μια κουβέρτα, στο ράντσο που κοιμόταν
πάντα, κοντά σ' ένα σκαμνί με μια μικρή λεκάνη που ο νεκρός είχε
μεταχειριστεί για να εξατμίσει το δηλητήριο. Στο πάτωμα, δεμένο στο
πόδι του ράντσου, βρισκόταν το ξαπλωμένο σώμα ενός μεγάλου μαύρου
δανέζικου σκύλου με χιονάτο στήθος κι από κοντά οι πατερίτσες. Το
δωμάτιο, που χρησίμευε για κρεβατοκάμαρα και εργαστήριο ταυτόχρονα,
πνηγηρό και στενάχωρο, μόλις είχε αρχίσει να φωτίζεται από τη λάμψη
της αυγής μέσα από τ' ανοιχτό παράθυρο, αλλά το φως ήταν αρκετό για ν'
αναγνωρίσει την εξουσία του θανάτου. [...]

Βικτόρια Χίσλοπ, «Το Νησί», μτφ. Μιχάλης


Δελέγκος, Εκδόσεις Διόπτρα, σελ. 501,

ατμόσφαιρα «ηλεκτρισμένη» αμέσως μόλις πάτησε το πόδι της στη


Σπιναλόγκα, το 2001, και ήξερε από την αρχή ότι ήθελε να γράψει μια
ιστορία γι΄ αυτήν.

Το «Νησί», όπως είναι ο τίτλος του μυθιστορήματός της, ξεκινάει με την


Αλεξία, ένα κορίτσι από Έλληνες γονείς που ζει στο Λονδίνο, να
προσπαθεί να μάθει γεγονότα της οικογένειάς της που η μητέρα της
αρνείται να της εξιστορήσει. Ο μίτος την φέρνει στην Πλάκα, το χωριό
απέναντι από τη Σπιναλόγκα, και στον αναγνώστη ξεδιπλώνεται μια
οικογενειακή σάγκα τεσσάρων γενεών, που ξεκινά από τον Μεσοπόλεμο
και φτάνει στο σήμερα. Το βάρος δίνεται κυρίως στην περίοδο του Β΄
Παγκοσμίου Πολέμου με μια κοινωνία λεπρών στη Σπιναλόγκα να ζει-
45

εντελώς απομονωμένη αλλά και με οργάνωση- μια άλλη ζωή,


διαφορετική και επίμοχθη, αλλά βαθιά ανθρώπινη και αξιοπρεπή.

«Όχι, δεν ήθελα να πάρω αφορμή από αυτό το θέμα για να μιλήσω
γενικά για τη διαφορετικότητα, που είναι της μόδας σήμερα. Ήθελα να
μιλήσω αποκλειστικά για τους λεπρούς, για ένα θέμα-ταμπού άλλοτε,
που επιβιώνει ακόμη στις γλωσσικές μας εκφράσεις», λέει η Βικτόρια
Χίσλοπ. «Νομίζω πως το γεγονός ότι λεπρός είναι μια εμβληματική
εικόνα του απόβλητου, οφείλεται και σε θρησκευτικούς λόγους», εξηγεί.
«Ήδη το Λευϊτικόν στην Παλαιά Διαθήκη περιγράφει τον λεπρό σαν
πρόσωπο βρώμικο και προς αποφυγήν. Επίσης, πολλοί έχουν ως μόνη
αναφορά την ταινία “Μπεν Χουρ”, όπου οι ασθενείς περιγράφονται ως
αποκρουστικά παραμορφωμένοι. Ο κόσμος συνεχίζει να χρησιμοποιεί
την έκφραση “με μεταχειρίστηκαν σαν λεπρό”, εννοώντας ότι του
συμπεριφέρθηκαν σαν να ήταν βρώμικος και απόβλητος. Και να σκεφτεί
κανείς ότι τώρα πια η λέπρα θεραπεύεται πιο εύκολα και από ένα κοινό
κρυολόγημα! Ο βάκιλος της λέπρας ταυτοποιήθηκε το 19ο αιώνα (από
έναν Νορβηγό επιστήμονα) και τότε μόνο οι άνθρωποι άρχισαν να
συνειδητοποιούν ότι η λέπρα δεν ήταν κατάρα ή στίγμα, αλλά ασθένεια».

Η Βικτόρια Χίσλοπ γράφει ταξιδιωτικά θέματα στις εφημερίδες «Τhe


Sunday Τelegraph» και «Τhe Μail on Sunday», ενώ ο σύζυγός της, Ίαν
Χίσλοπ, είναι εκδότης του σατιρικού εντύπου «Ρrivate Εye». Για το
βιβλίο της λέει πως δεν περίμενε τέτοια επιτυχία, αλλά πιστεύει πως εν
τέλει ο κόσμος ήθελε να μάθει γι΄ αυτό το ζήτημα και, μια ιστορία σε ένα
ελληνικό νησί λεπρών αποδείχθηκε ελκυστική. «Στην αρχή βέβαια ένας
εκδότης το απέρριψε, γιατί δεν το θεωρούσε εμπορικό...», λέει.

Δηλώνει όμως και εντυπωσιασμένη από την υποδοχή του βιβλίου στην
Ελλάδα. «Κατ΄ αρχήν δεν περίμενα να μεταφραστεί. Αλλά και όταν
μεταφράστηκε πίστευα ότι οι Έλληνες θα το μισήσουν. Ένας ξένος να
γράφει για τη λέπρα στην Ελλάδα... Όμως έτυχε πολύ καλής υποδοχής
και τώρα μαθαίνω από τους ανθρώπους που με πλησιάζουν πολύ
περισσότερες λεπτομέρειες για τη Σπιναλόγκα από όσες μπόρεσα εγώ να
συγκεντρώσω κατά την έρευνά μου».

Η χολέρα του 1854: Χιλιάδες νεκροί, πανικός φυγή


και αισχροκέρδεια. Σταύρος Μαλαγκονιάρης
Εφημερίδα Συντακτών.
46

Υπουργοί ακόμη και ο δήμαρχος της πόλης έφυγαν για την επαρχία. Στη
θέση του παρέμεινε ο Οθωνας που μάλιστα διέθεσε μέρος της περιουσίας
του για τις έκτακτες ανάγκες.

Η Αθήνα και ο Πειραιάς σε Καραντίνα. Τα καταστήματα κλειστά και οι


δρόμοι άδειοι. Εικόνες των ημερών, που έρχονται και από το πολύ
μακρινό παρελθόν, όταν μια άλλη θανατηφόρα Επιδημίας είχε ενσκήψει
στο λεκανοπέδιο.

Ηταν στα χρόνια του Οθωνα όταν η «ξένη», όπως αποκαλούσαν οι


Αθηναίοι τη χολέρα, επειδή είχε έρθει από το εξωτερικό, «χτύπησε»
αρχικά τον Πειραιά, με την αποβίβαση των γαλλικών και αγγλικών
δυνάμεων κατοχής.

Η ασθένεια είχε ξεκινήσει από τη Βεγγάζη της Ινδίας το 1839 και


εξαπλώθηκε σε όλο τον κόσμο, πλήττοντας τη Μέση Ανατολή, τη Ρωσία,
τη Δυτική Ευρώπη αλλά και την αμερικανική ήπειρο, για να φτάσει, το
1854, στην Ελλάδα και την Τουρκία, από γαλλικά στρατεύματα που
επέστρεφαν από τον πόλεμο της Κριμαίας.

Οι αδύναμες κρατικές δομές του νεοσύστατου ελληνικού κράτους


κατέρρευσαν πολύ γρήγορα και, όπως αποτυπώνεται με συγκλονιστικό
τρόπο στις περιορισμένες σωζόμενες περιγραφές, κυριάρχησε απελπισία
και πανικός μέχρι την πλήρη εξάλειψη της Επιδημίας, η οποία
υπολογίζεται ότι σκότωσε περίπου 3.000 Αθηναίους, δηλαδή το ένα
δέκατο του πληθυσμού της πρωτεύουσας.

Εκείνη την εποχή, πάντως, υπήρχαν και ορισμένα γεγονότα που


αναπόφευκτα δημιουργούν συνειρμούς ομοιοτήτων και διαφορών με
σημερινά αντίστοιχα ζητήματα που ανέκυψαν με την πανδημία του
κορονοϊού.

Και συγκεκριμένα:

1. Η αισχροκέρδεια, που είχε εμφανιστεί σε είδη διατροφής (ψωμί, κρέας,


ρύζι κ.ά.), που συνίσταντο ως απαραίτητα για τη χολέρα, και για την
οποία ακόμα και φιλοκυβερνητικές εφημερίδες της εποχής επέρριψαν
ευθύνες στον αρμόδιο -τότε- υπουργό Εσωτερικών.

2. Η υπεύθυνη στάση των τότε μητροπολιτών Αθηνών Νεόφυτου και


Σύρου Δανιήλ, που κάλεσαν τους πιστούς να μην κάνουν νηστεία και
στερηθούν το πολύτιμο γι’ αυτούς κρέας. Μάλιστα ο Νεόφυτος
προχώρησε ακόμα περισσότερο εμποδίζοντας, αρχικά, τη λειτουργία
μέσα στις εκκλησίες για να μη γίνεται συγκέντρωση πιστών σε κλειστό
47

χώρο και, στη συνέχεια, το κρίσιμο διάστημα του Νοεμβρίου του 1854
σταμάτησε και τις υπαίθριες λιτανείες.

3. Η πανικόβλητη φυγή των κατοίκων του Πειραιά και της Αθήνας, που
προκάλεσε τεράστια προβλήματα στη λειτουργία των κρατικών
υπηρεσιών και μετέφερε την αρρώστια στα νησιά και σε επαρχιακές
πόλεις, όπως το Ναύπλιο. Ομως τελικά θεωρήθηκε ότι συνετέλεσε στη
-σχετικά- γρήγορη ανακοπή της εξάπλωσης της ασθένειας και τελικά της
εξαφάνισής της.

Δεν είναι γνωστό πότε ακριβώς έφτασε η «ξένη» στον Πειραιά, διότι οι
γαλλικές αρχές κατοχής, που σε αντίθεση με τους Αγγλους φέρεται να
επέδειξαν ακραία νοοτροπία κατακτητή, κράτησαν κρυφά από τις
ελληνικές αρχές τα πρώτα κρούσματα ανάμεσα στους στρατιώτες τους,
με αποτέλεσμα τη ραγδαία εξάπλωση της θανατηφόρου νόσου.

Οι γαλλοαγγλικές δυνάμεις, που αριθμούσαν περίπου 6.500 άνδρες,


άρχισαν να καταφτάνουν στον Πειραιά στα τέλη Μαΐου του 1854,
αναγκάζοντας τον Οθωνα να κηρύξει ουδετερότητα της Ελλάδας στον
ανατολικό πόλεμο μεταξύ Ρωσίας και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, στον
οποίο Αγγλία και Γαλλία είχαν ταχθεί στο πλευρό των Οθωμανών. Λίγο
αργότερα σχηματίστηκε κυβέρνηση υπό τον Αλέξ. Μαυροκορδάτο, που
ονομάστηκε «Υπουργείον της κατοχής».

Οι Γάλλοι και οι Αγγλοι καταπλέοντας στον Πειραιά αρνήθηκαν, όπως


σημειώνει ο Νικόλαος Δραγούμης, να δεχτούν την προβλεπόμενη
υγειονομική κάθαρση. «Βεβαίως, αν οι ξένοι επέτρεπον την υγειονομικήν
κάθαρσιν, θ’ απεκρούετο το νόσημα, διότι και πρότερον, δις ή τρις
μετακομισθέν εις τινας λιμένας της Ελλάδος, απεσοβήθη διά του τρόπου
τούτου», αναφέρει ο Δραγούμης. (Ν. Δραγούμης, «Ιστορικαί
Αναμνήσεις», Τόμος Β', Αθήνα 1879, σελ. 238)

Η φιλορωσική εφημερίδα «Αιών» (φ. 7.7.1894) θα αποκαλύψει ότι τα


πλοία που μετέφεραν στρατιώτες από τη Γαλλία εξαπατούσαν την
Υγειονομική Αρχή, εμφανίζοντας υγειονομικές πιστοποιήσεις ότι ήταν
«καθαρά» από κρούσματα, ενώ πολλές φορές στη διάρκεια του ταξιδιού
είχαν ρίξει στη θάλασσα νεκρούς από χολέρα!...

Ο Γεράσιμος Βώκος, στο ιστορικό μυθιστόρημά του «Η κατοχή»,


περιγράφει ότι «οι πρώτοι νεκροί [ήταν] στο στρατόπεδο των Γάλλων
στα Υδραίικα (σ.σ.: συνοικία του Πειραιά, μεταξύ της Ακτής Μιαούλη
και των οδών Σαχτούρη, Γ. Θεοτόκη και Θουκυδίδου). Τάφηκαν βράδυ,
γρήγορα και πρόχειρα. […] Επειτα από τρεις μέρες τα κρούσματα
πολλαπλασιάστηκαν καταπληκτικώς και κατά σύμπτωση εντός της
48

ναυαρχίδας όπου διέμενε ο ναύαρχος, τρεις ναύτες πέθαναν» (Γ. Βώκος,


«Η κατοχή», Τόμος Β', Αθήνα 1905, σελ. 414)

Γρήγορα τα κρούσματα επεκτάθηκαν και στο άλλο γαλλικό στρατόπεδο,


μεταξύ Τουρκολίμανου και Νέου Φαλήρου.

Ωστόσο, ο Γάλλος ναύαρχος Τινάν αποκρύπτει το γεγονός από τις


ελληνικές αρχές και όπως παρατηρεί ο Βώκος «συνεπεία αυτής της
μωράς και κακούργου επιφυλακτικότητας, ουδέν μέτρον κατασταλτικόν
ή προληπτικόν μεταδόσεως ελήφθη». Ετσι, οι στρατιώτες από τα
μολυσμένα στρατόπεδα κυκλοφορούσαν ανενόχλητοι στην πόλη και δεν
αργούν τα θύματα και ανάμεσα στους πολίτες. Οι ταφές των στρατιωτών
γίνονται νύχτα σε ομαδικούς τάφους, οι οποίοι σκεπάζονται με ασβέστη.

Ομως οι Πειραιώτες αντιλαμβάνονται αυτές τις νυχτερινές κινήσεις και


διαπιστώνουν ότι έχουν ανοιχτεί σε ερημικά σημεία τάφοι. Οι νοσοκόμοι
αναφέρουν σε Ελληνες γιατρούς τα συμβάντα και έτσι το γαλλικό
μυστικό διαρρέει.

Στις 5 Ιουλίου η φιλοκυβερνητική εφημερίδα «Αθηνά» γράφει, για


πρώτη φορά, για κάποια «σοβαρά νόσο» που ενέσκηψε στον γαλλικό
στρατό, στον Πειραιά, και αποκαλύπτει ότι έχει ήδη συνεδριάσει τρεις
φορές το Ιατροσυνέδριο, ένα θεσμοθετημένο συμβουλευτικό όργανο
ιατρών, αλλά «αγνοούμεν τι αποφάσισε». Είναι προφανές ότι και η
κυβέρνηση κατοχής… προσαρμόζεται στις επιθυμίες-εντολές των
Γάλλων για να μην κάνει ανακοινώσεις.

Αλλά στις 6 Ιουλίου το θέμα δεν κρύβεται άλλο. Στους τοίχους της
Αθήνας και του Πειραιά κολλιέται ανακοίνωση, με τυμπανοκρουσίες,
ώστε να ενημερωθούν όλοι οι κάτοικοι, με την οποία γνωστοποιείται η
απαγόρευση της συγκοινωνίας ανάμεσα σε Αθήνα και Πειραιά.

Ο αλαζών Γάλλος ναύαρχος Τινάν -που κατά τα άλλα μας άφησε στον
Πειραιά έναν κήπο, τον Τινάνειο κήπο, για να τον θυμόμαστε-, σε
αντίθεση με τον Αγγλο συνταγματάρχη, «εναντιώθη, μη παραδεχθείς την
μεταξύ Πειραιώς και Αθηνών τεθείσαν υγειονομικήν γραμμήν», ανέφερε
σε αποκαλυπτικό δημοσίευμά της η εφημερίδα «Αιών» (φ.7.7.1854).

Ετσι, μία ημέρα μετά την ανακοίνωση, τα μέτρα «χαλάρωσαν».

Συγκεκριμένα, απαγορευόταν να έρθουν οικογένειες από τον Πειραιά και


να κατοικήσουν στην Αθήνα. Ομως μπορούσαν άνθρωποι να
μετακινούνται ελεύθερα για τις δουλειές τους, με την προϋπόθεση ότι
49

όσοι ανέβαιναν από τον Πειραιά και έφταναν περίπου στο σημερινό
Γκάζι, εκεί θα τους εξέταζε γιατρός.

Από το μέτρο εξαιρούνταν όλοι οι ξένοι στρατιώτες - και οικογενειάρχες


έρχονταν ελεύθερα στην Αθήνα εφόσον είχαν μαζί τους ξένο στρατιώτη!

Παρά τη «χαλάρωση» των μέτρων, η Επιδημίας καθυστέρησε να φτάσει


στην Αθήνα. Ωστόσο, από τον Πειραιά ο κόσμος άρχισε να φεύγει, με
κάθε μέσο - προς τα νησιά οι ευπορότεροι και προς τον Ελαιώνα οι
φτωχότεροι. Στις 17 Ιουλίου η αστυνομία είχε εκδώσει 800 διαβατήρια
σε Πειραιώτες για το εξωτερικό.

«Ο Πειραιεύς διελύθη πραγματικώς. Οι ατυχείς κάτοικοι αυτού […]


διελύθησαν περίφοβοι εις τας πέριξ νήσους […] Εκ των περίπου 5.000
έμειναν μόλις 600», έγραφε στις 7 Αυγούστου 1854 η εφημερίδα
«Αιών», ενώ λίγες μέρες αργότερα (18.8) έγραψε πως «ούτος εξεκενώθη
καταστάς πραγματική νεκρόπολις».

Οι νεκροί μεταφέρονταν με κάρα δυο-δυο ή τρεις-τρεις και ρίχνονταν σε


ομαδικούς τάφους. Λεγόταν ότι ο γαλλικός στρατός αριθμούσε 720
νεκρούς και οι Αγγλοι 176, δηλαδή περίπου το 15% της συνολικής
δύναμής τους.

Στο μεταξύ, η θανατηφόρος νόσος είχε εμφανιστεί και στα νησιά.


Αρχικά, στη Σύρο και στη συνέχεια σε Τήνο, Μύκονο, Πάρο, Ιο κ.α.

Στη Σύρο, όπου υπήρχαν 50-80 νεκροί την ημέρα, πίστευαν ότι η χολέρα
έφτασε από γαλλικά πλοία, προερχόμενα από τη Μασσαλία, τα οποία
έριξαν στη θάλασσα νεκρούς ανθρώπους. Ωστόσο, είναι πιθανό να
μεταφέρθηκε και από «πρόσφυγες» του Πειραιά.

Πάντως, στα άλλα νησιά των Κυκλάδων φαίνεται ότι μεταφέρθηκε από
Συριανούς, που έφυγαν, με τη σειρά τους, από το νησί, στη διάρκεια της
Επιδημίας.

Αξιοσημείωτη είναι η στάση του τότε μητροπολίτη Σύρου και Τήνου


Δανιήλ, που επιστρέφοντας από την Αθήνα στη Σύρο, όπου είχε
ενσκήψει η χολέρα, κάλεσε τους κατοίκους να σταματήσουν τη νηστεία
του Δεκαπενταύγουστου και να ακολουθήσουν τη συνιστώμενη από τους
γιατρούς δίαιτα με ζωμό βραστού κρέατος.

Προφανώς και τότε υπήρξαν αντιδράσεις στην εύλογη προτροπή του


μητροπολίτη, οι οποίες σχολιάστηκαν καυστικά από τον Τύπο.
50

«Πάντες επηνέσαμε τον σώφρονα και σωτήριον του Μητροπολίτου μας


τρόπον […] Αλλ’ όμως, τινές αμαθείς και αναίσθητοι εκ της τύρβης
έψεξαν την συμβουλήν του Αρχιερέως», αναφερόταν χαρακτηριστικά σε
επιστολή από τη Σύρο, που δημοσιεύτηκε στις 25 Αυγούστου στην
εφημερίδα «Αιών».

Στην Αθήνα

Και ενώ στα τέλη Αυγούστου άρχισε η Επιδημίας να παρουσιάζει ύφεση


στον Πειραιά και στα νησιά, η κυβέρνηση ήρε, σταδιακά, τα
περιοριστικά μέτρα και ο Οθωνας μοίραζε εύφημες μνείες, ο εφιάλτης
έκανε την εμφάνισή του στην Αθήνα.

Στις 29 Σεπτεμβρίου στην οδό Λυσικράτους, στην περιοχή της Πλάκας,


μια 50χρονη παρουσίασε ήπια συμπτώματα χολέρας. Μία εβδομάδα
αργότερα θεραπεύτηκε, αλλά σε αυτό το διάστημα οι νεκροψίες σε 4
ανθρώπους έδειξαν ύποπτα σημάδια.

Ωστόσο, η κυβέρνηση επέμενε να εφησυχάζει και ο Δήμος Αθηναίων


διοργάνωσε, στις 11 Οκτωβρίου, ένα μεγάλο συμπόσιο προς τιμήν του
συμμαχικού στρατού σε κεντρικό ξενοδοχείο, με χιλιάδες
συγκεντρωμένους να παρακολουθούν τη συναυλία της μπάντας του
στρατού έξω απ’ αυτό.

Την επομένη κιόλας (12 Οκτωβρίου) δυο γυναίκες, η μία στην οδό Νίκης
και η άλλη στην περιοχή κοντά στην Ακρόπολη, πέθαναν σε διάστημα 12
ωρών. Στις 14 και 15 του μήνα τα κρούσματα αυξάνονταν διαδοχικά και
είχαν φτάσει τα 10.

«Με λύπην μας αναγγέλομεν ότι η φθοροποιός νόσος της χολέρας


ενέσκηψε εις την πρωτεύουσαν μετά τοσαύτης ορμής και δριμύτητος,
ώστε ο αριθμός των θυμάτων αυτής είναι αρκετά ογκώδης μέχρι
σήμερον», έγραφε στις 18 Οκτωβρίου η εφημερίδα «Αθηνά».

Πανικόβλητοι οι κάτοικοι φεύγουν σε νησιά, στα Μέγαρα, σε χωριά της


Βοιωτίας αλλά και στα περίχωρα των Αθηνών. Επίσης η αστυνομία
εξέδωσε 3.000 διαβατήρια!

Για τη μεταφορά, το αγώι στα κάρα είχε φτάσει στο υψηλό ποσό των 100
δραχμών για τη διαδρομή μέχρι τον Πειραιά ή την Κηφισιά. Τις επόμενες
μέρες ξεπέρασε τις 300 και 400 δραχμές, όταν ο μισθός ενός αστυφύλακα
ήταν 45 δραχμές!
51

«Η Ιερά οδός, η οδός των Πατησίων, της Κηφισιάς, του Μαραθώνος,


κάθε δρόμος που έφερνε σ’ ένα χωριό της Αττικής ήτο γεμάτος από
κάρα, αμάξια, φορτηγά ζώα, πεζούς· παντού μια ατελείωτη αλυσίδα, που
εσέρνουνταν […] Κλάμα και θρήνος παντού, τα πράγματα ριγμένα άνω
κάτω […] Πολλοί δυστυχισμένοι που δεν είχαν τις τριακόσιες ή
τετρακόσιες δραχμές που είχε φθάσει το αγώι ενός αμαξιού έως τα
περίχωρα έφευγαν φορτωμένοι ολίγα ρούχα στον ώμο, ένα καλάθι με
ψωμί στο χέρι, κ’ οι γυναίκες έσερναν τα παιδιά. […] Τριάντα χιλιάδες
ψυχές είχαν τότε αι Αθήναι. Δεν έμειναν μέσα στην πόλη περισσότερες
από οκτώ», περιγράφει ο Εμμανουήλ Λυκούδης στο ιστορικό διήγημά
του «Η ξένη του 1854», που δημοσιεύτηκε το 1893 στο περιοδικό
«Δελτίο της Εστίας».

Πανεπιστήμια και σχολεία έκλεισαν, όπως και η Βουλή, ενώ έφυγαν από
την πόλη ακόμα και υπουργοί, ενώ όσοι έμειναν δεν έβρισκαν
υπαλλήλους να εργαστούν. Ανάμεσα σε αυτούς που έφυγαν ήταν και ο
δήμαρχος Αθηναίων Ιωάννης Κόνιαρης, που παύτηκε από τα καθήκοντά
του και στη θέση του διορίστηκε ο πάρεδρος Κ. Γαλάτης.

Προς τιμήν του παρέμεινε στη θέση του, παρά τις προτροπές να φύγει, ο
βασιλιάς Οθωνας και η σύζυγός Αμαλία, που προσέφεραν σημαντικά
χρηματικά ποσά για την περίθαλψη απόρων.

Πολλοί γιατροί δεν πήγαιναν να δουν ασθενείς ή μαζί με φαρμακοποιούς


προσπαθούσαν να καρπώνονται την πίστωση των 200 δραχμών που είχε
εγκρίνει το υπουργείο Εσωτερικών σε κάθε φαρμακείο για τη χορήγηση
δωρεάν φαρμάκων σε απόρους.

Αντίθετα, όπως έχει γραφτεί, διακρίθηκαν για την προσφορά τους ο


γιατρός Σταυρίδης, που πέθανε βοηθώντας δυστυχισμένους, ο
νομοϊατρός Ορφανίδης και ο ανακτορικός γιατρός Λινδερμάγερ και εν
μέρει ο Ν. Κωστής. Από τις 7 Νοεμβρίου άρχισε η θύελλα. Τα επίσημα
δελτία καταγγέλθηκε ότι έκρυβαν την αλήθεια για τον αριθμό των
νεκρών.

Ενας γιατρός έγραφε: «Το τέταρτον τμήμα [της πόλης] έγινε είς μέγας
τάφος, κατά δεύτερον λόγον το πρώτον και το τρίτον, Φρίξον ήλιε!
Πτώματα εις τας οδούς, πτώματα εις εκάστην οικίαν, […] Πολλαχού
ολόκληροι οικογένειαι εκλείπουσιν».

Στο στρατιωτικό νοσοκομείο, όπως περιγράφει ο Λυκούδης, τα κρεβάτια


πυκνά, κολλημένα, για να χωρούν περισσότερα οι σάλες, μόλις άφηναν
λίγο τόπο για να διαβαίνουν οι γιατροί και οι νοσοκόμοι. «Ολα ήσαν
γεμάτα, εκοίτονταν και χάμω πολλοί απάνω στα βρωμερά απορρίμματα».
52

Η αγορά είχε νεκρώσει και η αισχροκέρδεια σε βασικά είδη διατροφής,


όπως το κρέας, το ψωμί και το ρύζι, οργίαζε. Ειδικά, το ψωμί από 40
λεπτά η οκά είχε φτάσει, σε λίγες ημέρες, να πωλείται προς μία δραχμή!
Ακόμα και η φιλοκυβερνητική εφημερίδα «Αθηνά» επέρριπτε ευθύνες
στον αρμόδιο υπουργό Εσωτερικών Ρήγα Παλαμήδη.

Στους δρόμους γίνονταν λιτανείες, αλλά και αυτές σταμάτησαν μετά τις
14 Νοεμβρίου, ενώ νωρίτερα ο μητροπολίτης Αθηνών Νεόφυτος «πολύ
σωστά εμπόδισε το κήρυγμα μέσα εις ταις εκκλησίαις, για να μη βρίσκη
μαζωμένη τροφή η αρρώστια», αναφέρει ο Λυκούδης.

Τελικά, στα τέλη Νοεμβρίου, επήλθε η ύφεση και σταδιακά άρχισε ο


κόσμος να επιστρέφει. Μάλιστα, όπως έγραψαν στις 27 Νοεμβρίου οι
εφημερίδες της εποχής, στις ταβέρνες άρχισε να μαζεύεται πολύς κόσμος
και να γιορτάζει με άφθονη κατανάλωση κρασιού τη λύτρωση από τη
φονική αρρώστια.

Η ξένη του 1854. Εμμανουήλ Λυκούδης, «Η ξένη


του 1854», Διηγήματα, Νεφέλη, Αθήνα 1990, σ. 57-
61.
(απόσπασμα)

Δυστυχισμένη θεοκατάρατη χρονιά. Ποιος θα λησμονήσει τι κακά έσυρε


μαζί της; Είναι κάτι χρόνοι, όπου τραβούν οπίσω τους τα βάσανα, τις
συφορές, αλυσίδα βαρειά, ατέλειωτη αλυσίδα που σέρνεται στα στήθια.
Αφορία από έτη, καταστροφές από σεισμούς, εθνικές ελπίδες
ξεριζωμένες, η ληστεία να βράζει στην Ελλάδα απ’ άκρη σ’ άκρη. Να
μπαίνουν οι ληστρικές συμμορίες μέσα στας πόλεις, στας Θήβας, στη
Λιβαδιά, στα Μέγαρα, η ξένη Κατοχή υβριστική να πατεί κατάστηθα τη
χώρα, χωρίς ούτε καν να πνίξει τη μαύρη διχόνοια! Και όμως δεν ήσαν
αρκετά αυτά. όχι. Πίσω ήταν το πλιό φαρμακερό ποτήρι.

Ήταν γραφτό να στήσει στον άμοιρο, στον πολυβασανισμένο τούτο τόπο,


το μαύρο τσαντίρι της, στριγγλιάρα γύφτισσα, η πρασινοκίτρινη αμαζόνα
του θανάτου, η Επιδημίας.

Κρυφά κρυφά, για να κάμει πρώτη γνωριμία μαζί μας εταξίδεψε από τη
Μασσαλία έως στη Μάλτα μαζί με τον Μαυροκορδάτο, που ήρχετο από
53

τη Γαλλία για να παραλάβει την Κυβέρνηση. Έτσι το έγραφαν


τουλάχιστον του τέλους Ιουνίου του 1854 οι εφημερίδες.

«Ο κύριος Μαυροκορδάτος αναχώρησας εκ Μασσαλίας ηναγκάσθη να


μείνει εις Μελίτην, διότι εν των μεταξύ απεβίωσαν εν τω ατμοπλοίω
τρεις στρατιώται εκ χολέρας».

Αλλά το βαπόρι εκείνο δεν έφερε τη χολέρα στην Ελλάδα. Δεν


ελευθεροκοινώνησε στη Σύρα που ήταν για να φτάσει. Πώς μας ήρθεν η
θεοκατάρατη Ξένη;

Πολλά λένε. Αλλά περισσότερο επιστεύθηκε πως μπήκε κρυφά επιβάτης


και κρύφτηκε κάτω βαθιά, στο μπαλαούρι, μέσα σε μία καμαρωμένη
φρεγάδα, χυτή, χαριτωμένη, που ήρχουνταν στον Πειραιά φορτωμένη
στρατό για την Κριμαία.

Αχ! Έπρεπε στου κάβου Μαλιά τα κρεμαστά τα βράχια να εύρει μαύρη


βαθιά καταβόθρα, τη μανιωμένη θάλασσα, τόσο βαθιά που να μην
αποφανεί ούτε το πόμολο του μεσιανού της καταρτιού, για να μη
γλυτώσει η Μαύρη Ξένη, για να μη φτάσει να φέρει σ’ αυτό το δύστυχο
τον τόπο την ερήμωση.

Όμως αλλιώς ήταν γραφτό. γι’ αυτό ακίνδυνα εκαβατζάριζε τον κάβο
Μαλιά, κι ανέβαινε περήφανα με ίσια την πλώρη για τον Πειραιά. Κι
ανάσαιναν οι ανατολικές στεριές του Μοριά. και της έστελναν της
άπιστης φρεγάδας σα γλυκοφίλημα τον ανασασμό τους, το γλυκό
ελληνικό μαϊστραλάκι, όπου της φιλούσε τα ολόλευκα πανιά όλα
απλωμένα στο φύσημά του, από τον κόντρα φλόκο ως στη μπούμα, από
τον τρίγκο και τη μαΐστρα ως στους κούντρους. Τα δελφίνια έπαιζαν
τρελά εμπρός στην πλώρη της κι οι γλάροι εφτερούγιζαν χαρωποί
ανάμεσα στα ξάρτια της. Περηφανεύουνταν η εύμορφη φρεγάδα και
έγερνε καμαρωμένη από τη δεξιά πλευρά. Τα νερά τα γαλαζοπράσινα,
νωθρά, κοιμισμένα, ότι και τα ξύπναε η πλώρη της η χυτή. και
παραμερούσαν με γλυκομουρμούρισμα σα ντροπαλά, ενώ εγλίστραε
απάνου τους σα νεροφίδα η εύμορφη φρεγάδα.

Φαίνεται πως δεν άργησε πολύ να ρίξει άγκυρα στον Πειραιά.

Γιατί στις 6 Ιουλίου εκολλούσαν στους τοίχους των Αθηνών χαρτιά και,
αφού το τύμπανο εξεκούφαινε τον φοβισμένο κόσμο, ένας κήρυξ
εδιάβαζε στα σταυροδρόμια:
54

Αριθ. 79 ΒΑΣΙΛΕΙΟΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ


Το Υπουργείον των Εσωτερικών προς τους Νομάρχας του Κράτους

Σπεύδομεν με λύπην μας να σας κοινοποιήσομεν, κύριε Νομάρχα, ότι εις


τον Πειραιά από προχθές εφάνησαν τινά περιστατικά εμφαίνοντα χολέραν.
Η Κυβέρνησις έλαβε τα συντονότερα μέτρα κ.λπ.».

Αυτά τα τινά περιστατικά ήσαν καμιά τριανταριά θάνατοι την ημέρα εις
τα νοσοκομεία και εις την πόλιν.

Τα συντονότερα μέτρα ήσαν ότι δεν είχαν την άδεια να έλθουν από τον
Πειραιά οικογένειες και κατοικήσουν εις τας Αθήνας, μπορούσαν όμως
οι άνθρωποι να συγκοινωνούν ελεύθερα για τις δουλειές τους στα δύο
πόλεις, φθάνει μόνον, όταν ανέβαιναν από τον Πειραιά να τους κύτταζε
στα μάτια ένας γιατρός που εστέκετο εκεί που είναι τώρα το γκαζ. Αλλ’
απ’ αυτή την ενόχληση είχαν απαλλαχθεί όλοι του στρατού της Κατοχής,
γιατί γι’ αυτούς θα ήταν αυθάδεια ένα τέτοιο μέτρο. Αλλά και
οικογένειες ήρχοντο ελεύθερα στας Αθήνας, όταν είχαν μαζί τους κανένα
στρατιώτη ξένο.

Και όμως και με όλες αυτές τις ευκολίες άργησε να ανέβει στας Αθήνας
η Ξένη. Λες και βαριότανε χορτάτη από τον τρύγο που έκανε στον
Πειραιά.

Αλλά στο τέλος, αφού έως εις τας 20 Αυγούστου ερήμαξε τον Πειραιά,
ελούφαξε και μόλις εις το τέλος Σεπτεμβρίου άρχισε να τρυγά εις τας
Αθήνας τα πρώτα πριμαρόλια του θανάτου. Εν εις τας 29 Σεπτεμβρίου
εις την οδόν Λυσικράτους. άλλο εις τας 12 Οκτωβρίου εις την οδόν Νίκης
και τρία ή τέσσερα εις το Γεράνι εις τας 16 Οκτωβρίου.

-Έτσι πρώτα πρώτα χτυπούσε ανάρια, σκόρπια. Λες κι εδοκίμαζε τη


δύναμή της.

Έπειτα για μερικές ημέρες άφηνε να λησμονηθεί. Ήθελε να κάμει τον


κόσμο να ξεθαρρέψει, όπως το θηρίο αφήνει λάσκο στο θύμα του να
δοκιμάσει τη φυγή, για να το σπαράξει έπειτα σ’ ένα πήδημα με
περισσότερη ευχαρίστηση.

Ο κόσμος εξεθάρρευε και εγύριζε η γαλήνη στα πρόσωπα και το


χαμόγελο στο στόμα.
55

Μα αυτή έβοσκε σαν την κρυμμένη τη φωτιά, ελούφαζε σαν την τίγρη
πριν χυμήσει, εσέρνουνταν κρυφοδάγκατη οχιά.

Εις τας 21 Οκτωβρίου εξέπσασε αχόρταγη. Παράλυσε τότε τις ψυχές ο


κρύος φόβος και όσοι ημπορούσαν εζήτησαν σωτηρία στη φυγή.Δεν
ήταν φυγή πολέμου αυτή. δεν θα πατούσε τας Αθήνας ο εχθρός, ούτε
ακούονταν από μακριά κούφια, βουβή, του κανονιού η βροντή. Αλλά τον
ένιωθε χωρίς να τον βλέπει τον εχθρό ο άμοιρος ο κόσμος, παντοδύναμο
σαν τον Θάνατο. Και έφευγεν. Η Ιερά οδός, η οδός των Πατησίων, της
Κηφισιάς, του Μαραθώνος, κάθε δρόμος που έφερνε σ’ ένα χωριό της
Αττικής ήτο γεμάτος από κάρα, αμάξια, φορτηγά ζώα, πεζούς, παντού
μία ατέλειωτη αλυσίδα, που εσέρνουνταν και σήκωνε παχύ, ουρανόψηλο
τον κουρνιαχτό. Κλάμα και θρήνος παντού. τα πράγματα ριμμένα άνω
κάτω με την τρελή βία του φόβου, σαν σε πυρκαγιά, μέσα στ’ αμάξια.
Ό,τι πρόφθασε ο καθένας. Ω, τα ελεεινά καραβάνια της συμφοράς!

Πολλοί δυστυχισμένοι, που δεν είχαν τις τρακόσες ή τετρακόσες δραχμές


που είχε φθάσει το αγώι ενός αμαξιού έως εις τα περίχωρα, έφευγαν
φορτωμένοι ολίγα ρούχα στον ώμο, ένα καλάθι με ψωμί στο χέρι, κι οι
γυναίκες έσερναν τα παιδιά. Ακολουθούσαν και κάτι αραχνιασμένοι
γέροι και γριές, ξεκλειδωμένες υπάρξεις, κουρέλια της ζωής, που δεν
είχαν μεγάλες ελπίδες ότι θα τραβήξουν μακριά. Αλλά η ζωή είναι φως.
Αποχαιρετώντας τη ζωή ο Αίας του ηλίου το φως αποχαιρετούσε, για
τούτο είναι μεγάλη η αγάπη της ζωής στις φωτεινές τις χώρες, που τις
σκεπάζει γαλάζιος, ηλιοχρύσωτος ουρανός.

Τριάντα χιλιάδες ψυχές είχαν τότε αι Αθήναι. Δεν έμειναν μέσα στην
πόλη περισσότερες από οκτώ.

Μακριά, μακριά από το φαρμάκι που ξερνάει ο ανασασμός της


θεοκατάρατης της Ξένης.

Χολέρα, ληστείες, κακοκαιρία, και άλλα.


Κουτούζης Β., «Χολέρα, ληστείες, κακοκαιρία, και
άλλα. Οι εφιαλτικές στιγμές του Πειραιά»:

«Τα πρώτα χολερικά συμπτώματα φάνηκαν στον Πειραιά στις 25 Ιουνίου


του 1854. Αλλά το φούντωμα της χολέρας έγινε στις 3 Ιουλίου. […]
56

Όταν η Επιδημίας άρχισε να εξαπλώνεται περισσότερο, αποφασίσθηκε


από το Ιατρο-συνέδριο ο αποκλεισμός του Πειραιά με στρατιωτική ζώνη.
[…] Αλλά η απόφασή του αντί να ευχαριστήσει τους Αθηναίους
αντίθετα, τους δυσαρέστησε και οι εφημερίδες είχαν γεμίσει από
παράπονα "διά την παρεμπόδιση της συγκοινωνίας μεταξύ των δύο
πόλεων". Πέρα βρέχει! λέγανε αμέριμνοι οι Αθηναίοι, χωρίς να
καταλαβαίνουν το μεγάλο κίνδυνο, που τους απειλούσε. Δυστυχώς γι'
αυτούς ….έβρεχε πολύ κοντά. […]

Ενώ λοιπόν ακόμη στην Αθήνα δεν έχει φτάσει η χολέρα, στον Πειραιά
τα κρούσματά της πολλαπλασιάζονται. Και όσοι προσβάλλονται από
αυτή, πεθαίνουν σε λίγες ώρες. Οι Πειραιώτες τότε αρχίζουν να φεύγουν
από την πόλη σωρηδόν. Πηγαίνουν στην Ύδρα, στην Αίγινα, στις
Σπέτσες, στην Σύρο και στ' άλλα νησιά.»

2012 Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας,

Όταν θέριζε η χολέρα. Ρουμπάνης Θ., «Όταν θέριζε


η χολέρα», εφ. Έθνος:

«Από το 1854 και μετά δεν σημειώθηκε τέτοια μεγάλη Επιδημίας


χολέρας. Αυτό οφείλεται σε έναν Βρετανό γιατρό, τον Τζον Σνόου, που
θεμελίωσε τη θεωρία για την προέλευση της φοβερής αρρώστιας.
Η Επιδημίας είχε χτυπήσει και το Λονδίνο. Τη νύχτα της 31ης Αυγούστου
1854 αναφέρθηκαν στη βρετανική πρωτεύουσα 50 περιπτώσεις χολέρας,
ενώ τις επόμενες 4 μέρες αναφέρθηκαν ακόμη τετρακόσιοι.
Ο Τζον Σνόου αποφάσισε να επαληθεύσει την ορθότητα της θεωρίας, που
επανειλημμένα είχε αναπτύξει σε επιστημονικά συνέδρια, ότι δηλαδή η
χολέρα δεν προερχόταν από τον αέρα αλλά από το βρώμικο νερό.
Άρχισε έρευνα για να διαπιστώσει από ποιο σημείο του Λονδίνου είχε
ξεκινήσει η αρρώστια. Σύντομα διαπίστωσε ότι τα περισσότερα θύματα
των πρώτων ημερών κατοικούσαν στην οδό Μπρόαντ, όπου υπήρχε μία
αντλία νερού. Από τα ογδόντα εννέα θύματα των δύο πρώτων ημερών της
Επιδημίας, οι εβδομήντα εννέα προμηθεύονταν νερό από τη συγκεκριμένη
αντλία. Αλλά και υπόλοιποι δέκα που δεν ζούσαν κοντά στην περιοχή
εκείνη, μετέφεραν συχνά νερό από τη συγκεκριμένη αντλία στο σπίτι τους.
Η ανακάλυψή του έκανε πάταγο. Στις 8 Σεπτεμβρίου οι Αρχές έκλεισαν την
αντλία. Αργότερα άρχισε μια εκστρατεία καθαρισμού των αγωγών που
μετέφεραν νερό. Εγκαινιάστηκε συντονισμένη προσπάθεια για την
παρασκευή φαρμάκων, ικανών να αντιμετωπίσουν την αρρώστια.»
57

Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας

Καβάλα Μ., «Πείνα και Επιβίωση, αντιμετώπιση


των στερήσεων στην κατεχόμενη Ελλάδα» στο
Παναγιωτόπουλος Β. (επιμ.), Ιστορία Νέου
Ελληνισμού, 1770-2000, τ.8, Ελληνικά Γράμματα,
Αθήνα 2003, σ.51-52.

«Η κατανομή των θανάτων, δεν ήταν, όπως γίνεται πάντοτε σε αυτές τις
περιπτώσεις, κοινωνικά ίση. Τα περισσότερα από τα θύματα ανήκαν στα
κατώτερα κοινωνικά στρώματα που δεν είχαν οικονομικά μέσα για να
επιβιώσουν τις δύσκολες ημέρες ή ήταν τα πιο ευάλωτα μέλη του
κοινωνικού συνόλου, τα παιδιά, οι άρρωστοι, οι ηλικιωμένοι. Στην
Αθήνα, ο θάνατος έπληξε τις παραγκουπόλεις των προσφυγών
(Δουργούτι, Κοκκινιά), οι οποίοι είχαν μείνει σε μεγάλο ποσοστό άνεργοι
εξαιτίας του πολέμου και είδαν τις ήδη δύσκολες συνθήκες της ζωής τους
να επιδεινώνονται. Πολλά από τα θύματα ήταν στρατιώτες που είχαν
εγκλωβιστεί στην Αθήνα, κυρίως από νησιά ή άλλα δυσπρόσιτα μέρη.
Στη Θεσσαλονίκη αντίστοιχα, το- πολύ μικρότερο- ποσοστό θανάτων
από πείνα ανήκε στα φτωχότερα στρώματα και στους ηλικιωμένους, ένα
ποσοστό στους πρόσφυγες του '22 και στους φτωχούς Εβραίους. Το
γεγονός ότι η πόλη ήταν κοντά στις παραγωγικές ζώνες έπαιξε πολύ
σημαντικό ρόλο, ώστε να μην υπάρξει ένα ποσοστό θανάτων από πείνα
ανάλογο των Αθηνών, τη στιγμή μάλιστα που ο αριθμός των απόρων της
παραμονές της Κατοχής ήταν 80.000, το 1/3 του συνολικού της
πληθυσμού. Εξυπακούεται ότι εκείνοι που ήδη έπασχαν από τη μάστιγα
της εποχής, τη φυματίωση, ήταν προτιμώμενα θύματα σε αυτή την
εκατόμβη. Πού να βρεθεί "ζωμός κότας" στις τότε συνθήκες…»

Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας,

Μύηση
(απόσπασμα)

Η μάνα μου μπορεί να ήταν κομουνίστρια, γραμμένη στο Κόμμα απ’ το


'30, αλλά είχε κατορθώσει να συγκατοικήσει τον μαρξισμό με πολλά
μεταφυσικά φαντάσματα και να τον απλοποιήσει στο μη περαιτέρω
58

συνηθίζοντας να λέει: «Ένας τίμιος άνθρωπος δεν μπορεί να είναι


ιδιοκτήτης κι ένας ιδιοκτήτης δεν μπορεί να είναι τίμιος άνθρωπος»,
παραφράζοντας χωρίς να το ξέρει τον Προυντόν. Υπήρχαν και
παραλλαγές: «Ο πεινασμένος έχει δίκιο, ο χορτάτος άδικο», ή «Τα λεφτά
είναι βουτηγμένα στο αίμα του εργάτη». Μάταια ο Χριστόφορος μάς
διάβαζε συχνά τα βράδια, και πάντα το βράδυ της Κυριακής,
αποσπάσματα από έργα του Μαρξ, του Ένγκελς ή του Λένιν κα άρθρα
από τον Ριζοσπάστη και την Κομμουνιστική Επιθεώρηση. Η Μαρία σ’
όλη την ανάγνωση κουνούσε συνεχώς συναινετικά το κεφάλι, δίνοντας
την εντύπωση πως είχε κατανοήσει τα πάντα. Στο τέλος όμως, σαν να
ήταν το συμπέρασμα όλων αυτών που άκουσε, θα ξεφούρνιζε ένα από τα
άρθρα πίστεώς της, ή και τα τρία μαζί. Μα η αποθέωση σ’ αυτές τις
αναγνώσεις ήταν η γιαγιά Αναστασία, που, με τα χέρια ακουμπισμένα
στην ποδιά της, το βλέμμα θολό από τον καταρράκτη και ρεμβαστικό
από την ευχαρίστηση, το κεφάλι γερμένο λίγο αριστερά, κάθε τόσο
αναστέναζε και στις πύρινες στιγμές του άρθρου έλεγε φωναχτά:

«Μαραίνεται το κάλλος, η δόξα παρατρέχει, ο πλούτος άπιστον ρεύμα, το


δύνασθαι δ’ ολίγον».

«Γιαγιά, τι είναι αυτό το “δολίγον”;» τη ρώτησα μια μέρα.

«Το κακό σου το κεφάλι», μου απάντησε.

Φαίνεται είχε τοποθετήσει τον Λένιν στους δώδεκα αποστόλους ή τον


Μάρξ μέσα στο εορτολόγιο χωρίς ημερομηνία, γιατί κάθε φορά που
άκουγε τα ονόματά τους σταυροκοπιόταν και συνόδευε πάντα το τέλος
της ανάγνωσης με αμήν και αναστεναγμούς, λες και είχε διαβάσει παπάς
το Ευαγγέλιο. Αν άκουγε για κεφάλαιο ή χρήμα ή καπιταλισμό, θα
μουρμούριζε: «Πού εστίν ο χρυσός και ο άργυρος;». Αν το άρθρο
μιλούσε για αγώνες, ψιθύριζε πάλι: «Πού εστίν η του κόσμου
προσπάθεια;». Κι αν αναφερόταν σε φυλακισμένους ή εκτελεσμένους
αγωνιστές, αναστέναζε βαθιά και σχεδόν φώναζε: «Πού εστίν των
οικετών η πλημμύρα και ο θόρυβος; Πάντα κόνις, πάντα τέφρα, πάντα
σκιά», γεγονός που σύγχυζε τον Χριστόφορο και τον έκανε να χάνει τις
αράδες στο κείμενο. Το καταπληκτικό είναι πως η γιαγιά Αναστασία
περίμενε με λαχτάρα αυτές τις αναγνώσεις. Πολλές φορές ο Χριστόφορος
επίτηδες καθυστερούσε μήπως και η γιαγιά νυστάξει, μα εκείνη μόλις
αποτρώγαμε πήγαινε στη θέση της, σταύρωνε τα αρθριτικά χέρια της,
που ήταν σαν τα φύλλα της μπεγκόνιας, πάνω στην ποδιά της, έγερνε
λίγο αριστερά το κεφάλι της και περίμενε. Κι αν ο Χριστόφορος ξόδευε
χρόνο σ’ άλλες συζητήσεις κα τρέχοντα πολιτικά γεγονότα, τον
παρακαλούσε:
59

«Έλα, βρε αγόρι μου, δε θα μας διαβάσεις;»

«Τι θέλεις να μάθεις, γιαγιά;» τη ρωτούσε.

«Δε θέλω να μάθω, θέλω ν’ ακούω!» του έλεγε. «Ό,τι ήταν να μάθω εγώ
το 'μαθα, ή το 'παθα καλύτερα».

Αναφορά στον ξεριζωμό τους από τη Μικρασία, στους δυο γιους, στ’
αδέλφια και στο μισό συγγενολόι που έχασε στην αιχμαλωσία. Ο άντρας
της κι ο μεγάλος της γιoς σκοτώθηκαν σε εργατικό ατύχημα το '28. Τρία
χρόνια αργότερα πέθανε από φυματίωση κι ο άλλος της γιος, το
στερνοπαίδι της, ο άντρας της Μαρίας.

Όταν τέλειωναν οι αναγνώσεις, μας σταύρωνε όλους, σταυροκοπιόταν κι


η ίδια και πήγαινε στη γωνιά της, ένα χώρισμα που της είχε φτιάξει ο
Χριστόφορος με κουρελούδες κρεμασμένες από το ταβάνι.

Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας,

LIFOTEAM 14.3.2020 Πηγή: www.lifo.gr. Από την «Πανούκλα » του


Καμί, ως τον «Βαρδιάνο στα σπόρκα» του Παπαδιαμάντη: οι επιδημίες
στη λογοτεχνία.

Στη λογοτεχνία, ο φόβος και ο πανικός της Επιδημίας αποτελούν μόνο


σύμβολα και αλληγορίες για το παρόν και το μέλλον. LIFOTEAM
14.3.2020 | 12:14 1137 1 «Οι δυστυχίες, στην πραγματικότητα, είναι μια
κοινή υπόθεση, αλλά δύσκολα τις πιστεύει κανείς όταν του πέσουν στο
κεφάλι. Υπήρξαν στον κόσμο τόσες πανούκλες όσοι και οι πόλεμοι. Και
παρόλα αυτά οι πανούκλες και οι πόλεμοι πάντα βρίσκουν τους
ανθρώπους το ίδιο απροετοίμαστους» λέει ο Αλμπέρ Καμύ στο
μυθιστόρημα του «Η Πανούκλα ». Οι επιδημίες, όπως κι αν
ονομάζονται κάθε φορά, έρχονται από πολύ παλιά κι έχουν σε πολλές
περιπτώσεις αλλάξει δραματικά τα δεδομένα του καιρού τους ενώ άλλοτε
πάλι έσβησαν μέσα στον χρόνο για να μην περάσουν ούτε στα «ψιλά»
της Ιστορίας. Όπως κι αν το δούμε, είναι άλλο οι πραγματικές επιδημίες
κι άλλο οι επιδημίες όπως τις συλλαμβάνει και τις απεικονίζει η
λογοτεχνία, όπου ο κίνδυνος, ο φόβος και ο πανικός, ο οποίος θα πρέπει
να αποφεύγεται όταν πρόκειται για την πραγματικότητα, αποτελούν μόνο
σύμβολα και αλληγορίες για το παρόν και το μέλλον. Ένα από τα πιο
διάσημα έργα της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας για τις επιδημίες είναι το
60

«Δεκαήμερο» (1349-1352) του Τζοβάνι Βοκάκιου, που έχει


κυκλοφορήσει από πολλούς εκδότες στην Ελλάδα στην αξεπέραστη
μετάφραση του Κοσμά Πολίτη. Μαθητής του Πετράρχη και ένας εκ των
θεμελιωτών του ιταλικού ανθρωπισμού, ο Βοκάκιος μιλάει στα
διηγήματα του βιβλίου του για την Πανούκλα η οποία έχει πλήξει τη
Φλωρεντία, χωρίς ούτε μια σκιά να επιβαρύνει τις γυναίκες που
πρωταγωνιστούν στις σελίδες του. Γυναίκες που θα εγκαταλείψουν την
πόλη, για να πάνε στην εξοχή και να αφήσουν το κακό πίσω τους,
λέγοντας ερωτικές ιστορίες. Και, φυσικά, τίποτε δεν μπορεί να νικήσει
τον έρωτα, ακόμα και σε μιαν Επιδημίας. Γιατί ο έρωτας και η ηδονή
προσφέρουν στους νέους μιαν ανακουφιστική προοπτική, ένα όραμα για
όσα μέλλεται να έρθουν και να μεταμορφώσουν τη ζωή τους πέρα από
επιδημίες. Αλμπερ Καμύ Αλμπερ Καμύ Τίποτε δεν μπορεί να νικήσει
τον έρωτα, ακόμα και σε μιαν Επιδημίας. Γιατί ο έρωτας και η ηδονή
προσφέρουν στους νέους μιαν ανακουφιστική προοπτική, ένα όραμα για
όσα μέλλεται να έρθουν και να μεταμορφώσουν τη ζωή τους πέρα από
επιδημίες. Συνεχίζοντας την περιήγησή μας, και περνώντας από τον 14ο
στον 20ο αιώνα και στον Αλμπέρ Καμύ, η Πανούκλα θα επανακάμψει
στο ομώνυμο μυθιστόρημά του, που γράφτηκε το 1947 στα γαλλικά
(μετάφραση Νίκη Καρακίτσου-Ντουζέ και Μαρία Κασαμπαλόγλου-
Ρομπλέν, Καστανιώτης, 2001). Βρισκόμαστε στο Οράν της Αλγερίας
κατά τη δεκαετία του 1950 και η πόλη έχει αποκοπεί από τους πάντες
λόγω μιας Επιδημίας Πανούκλας. Ο Καμύ καταγράφει όλες τις στάσεις
και τις αντιδράσεις που μπορεί να προκαλέσει η Επιδημίας: την αγωνία
και τον τρόμο, τις προσπάθειες των επιτήδειων να αποκομίσουν κέρδη
από την κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, αλλά και τη βαθιά επιθυμία για
διασφάλιση της ατομικής και της συλλογικής ακεραιότητας ή το
ακατάβλητο πάθος για ελευθερία. Και μας παροτρύνει ο Καμύ να
σκεφτούμε πως ακόμα κι αν υποχωρήσει η Επιδημίας, όπως εντέλει
συμβαίνει στο μυθιστόρημά του, ο φόβος για μια Πανούκλα πάντοτε θα
μας απειλεί, αν δεν είμαστε προετοιμασμένοι να αντισταθούμε.
Προχωρώντας προς το τέλος του 20ου αιώνα, μια άλλη λογοτεχνική
Επιδημίας θα ενσκήψει, αυτή τη φορά στο μυθιστόρημα του Ζοζέ
Σαραμάγκου «Περί τυφλότητος» (κυκλοφόρησε το 1995 στα
πορτογαλικά, μετάφραση Αθηνά Ψυλλιά, Καστανιώτης, 2006). Μια
ολιγάριθμη ομάδα αγωνίζεται να μη χάσει την ανθρωπιά και το ήθος της
κατά τη διάρκεια μιας Επιδημίας τύφλωσης που δοκιμάζει το σύμπαν,
εκλύοντας τριγύρω της όλα τα κακά: δολοφονικές επιθέσεις και αμέριστη
βία, εγκλεισμούς και τρέλα, πτώση και παρακμή, εξαχρείωση και
εξανδραποδισμό. Το τελικό μήνυμα, πάντως, δεν είναι απαισιόδοξο: οι
61

άνθρωποι θα μπορέσουν με κάποιον τρόπο να ξαναδούν και να


αποκτήσουν εκ νέου το φως τους, αρκεί να μην ξεχάσουν την
πραγματική τους φύση και να μην παραμερίσουν τον αληθινό εαυτό
τους. Η έκδοση του Γαλαξία Οι λογοτεχνικές επιδημίες κατέχουν,
βεβαίως, μια θέση και στην ιστορία της ελληνικής πεζογραφίας. Στο
διήγημά του «Βαρδιάνος στα σπόρκα», δημοσιευμένο το 1893 (μπορείτε
να το διαβάσετε ολόκληρο εδώ), ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης μιλάει
για την ιστορία της γρια-Σκεύως, που μεταμφιέζεται σε άντρα και γίνεται
βαρδιάνος (φύλακας) στα σπόρκα (μολυσμένα καράβια) με σκοπό να
σώσει τον γιο της από τη χολέρα η οποία έπληξε την Ευρώπη το 1865.
Το διήγημα, πάντως, δεν αναδίδει οσμή θανάτου. Γραμμένο με
ευφρόσυνο τρόπο, επιδιώκει να εικονογραφήσει το πώς εκδηλώνονται οι
ταξικές αντιθέσεις σε καθεστώς Επιδημίας, αλλά και πώς το ελληνικό
κράτος δυσκολεύεται να αντιμετωπίσει ένα έκτακτο πρόβλημα: «Αλλά το
πλείστον κακόν οφείλεται αναντιρρήτως εις την ανικανότητα της
ελληνικής διοικήσεως. Θα έλεγέ τις, ότι η χώρα αύτη ηλευθερώθη
επίτηδες, δια να αποδειχθή, ότι δεν ήτο ικανή προς αυτοδιοίκησιν». Στο
μυθιστόρημά του «Γη και νερό», που κυκλοφόρησε το 1939 (Πόλις,
2003, με προλεγόμενα του Κώστα Γεωργουσόπουλου και της Ελισάβετ
Κοτζιά), ο Γουλιέλμος Άμποτ, που υπήρξε εκτός από συγγραφέας και
αστρονόμος, κάνει λόγο για τους λεπρούς στη Σπιναλόγκα της Κρήτης,
με τη διαφορά πως αντί να θρηνήσει για τις συνέπειες της ασθένειάς
τους, εξυμνεί το σώμα και τον έρωτα. Φτασμένοι από εκατό δρόμους στα
όριά τους, οι άνθρωποι που αλωνίζουν πάνω-κάτω τη Σπιναλόγκα δεν
εννοούν να παραιτηθούν από το υπέρτατο δικαίωμα στο σεξ, το οποίο
και θα ασκήσουν ποικιλοτρόπως: σε μισογκρεμισμένα σπίτια και λερά
κρεβάτια, σε θαλασσινές σπηλιές και σκιερές γωνίες, σε φανερές
περιπτύξεις και σε κρυφές συναντήσεις. Πολλά χρόνια αργότερα, με το
μυθιστόρημά του «Λοιμός», που κυκλοφόρησε το 1972 (Κέδρος, 1998),
ο Αντρέας Φραγκιάς θα επινοήσει μια μεταδοτική ασθένεια για να δείξει
τις καταπιεστικές συνθήκες στη μεταπολεμική Μακρόνησο και τα
βάσανα των κρατουμένων, που υποχρεώνονται να κυνηγήσουν τις μύγες
σαν να εκπροσωπούν εχθρούς του έθνους: «Η διαταγή αναλύθηκε
εξαντλητικά, για να μην υπάρχει καμιά αμφιβολία. Όποιος δε φέρει το
βράδυ τις είκοσι μύγες, μαύρη του μοίρα. ''Θα τις συλλάβετε χωρίς να
χαλαρωθεί, βεβαίως, στο ελάχιστο ο ρυθμός των άλλων εργασιών''. Κι
όταν εδώ λέμε πρέπει, σημαίνει "πρέπει"». ― ΑΠΕ, Βαγγέλης
Χατζηβασιλείου Πηγή: www.lifo.gr
62

10 αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας με θέματα επιδημίες.


της Λήδας Πιμπλή - 13 Μαρτίου 2020, NEWPOST

Από ιούς κατασκευασμένους σε εργαστήρια που το «έσκασαν» έως την


μαύρη Πανώλη αφάνιζε ολόκληρες πόλεις τον Μεσαίωνα, οι επιδημίες
τροφοδοτούσαν πάντα την φαντασία των συγγραφέων

Από τα μεσαιωνικά χρόνια έως σήμερα οι επιδημίες κατέχουν


πρωταγωνιστικό ρόλο στην πεζογραφία λόγω του υψηλού συμβολισμού
τους. Επιλέξαμε για εσάς 10 αριστουργήματα της παγκόσμιας
λογοτεχνίας, γραμμένα από τον 14 έως τον 21ο αιώνα, από θρίλερ
επιστημονικής φαντασίας έως φιλοσοφικά μυθιστορήματα και ερωτικά
έπη  

Δεκαήμερον, Βοκάκιος, εκδόσεις Γράμματα Στους λόφους του


Φιέζολε, στα περίχωρα της Φλωρεντίας, το σωτήριο έτος 1348. Δέκα
νέοι, εφτά κορίτσια και τρία αγόρια, έχουν καταφύγει εκεί πάνω για να
γλιτώσουν από την Πανούκλα που μαστίζει την πόλη. Οι τολμηρές
ιστορίες που διηγούνται -δέκα κάθε μέρα- είναι ένας ύμνος στη ζωή και
σημείο αναφοράς για παγκόσμια λογοτεχνία.

Οι λογοδοσμένοι, Alessandro Manzoni, εκδόσεις Πατάκη Ένα από τα


πιο πολυδιαβασμένα έργα στην ιταλική γλώσσα, γραμμένο στις αρχές
του 19ου αιώνα, που έγινε ακόμα και όπερα. Η πλοκή διαδραματίζεται
στις αρχές του 17ου αιώνα, όταν η βόρειος Ιταλία βρίσκονταν υπό
ισπανική κυριαρχία, γεγονός που ερμηνεύτηκε ως έμμεση καταδίκη από
τον συγγραφέα της αυστριακή παρουσίας στην Ιταλία. Η περιγραφή της
μεγάλης Επιδημίας Πανώλης στο Μιλάνο που κόστισε ως και ένα
εκατομμύριο ζωές συμβάλει στην ατμόσφαιρα σήψης.

Η μάσκα του κόκκινου θανάτου, Edgar Allan Poe, εκδόσεις


Γράμματα Όταν η Επιδημίας της Πανούκλας αρχίζει να θερίζει τους
οικισμούς γύρω από ένα οχυρωμένο αβαείο, οι άρχοντες της περιοχής
καταφεύγουν σε αυτό και αποφασίζουν να περάσουν τον χρόνο τους
γλεντώντας, πίνοντας και χορεύοντας, μέχρι να περάσει το κακό. Όμως,
ένας άγνωστος άνδρας καταφέρνει να διεισδύσει στο καταφύγιό τους.

Θάνατος στη Βενετία, Thomas Mann, εκδόσεις Μεταίχμιο Γραμμένο


πριν από την έκρηξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου κι ενώ τα σύννεφα
στον ουρανό της Ευρώπης συγκεντρώνονταν απειλητικά, ο συγγραφέας
οδηγεί το alter ego του, τον συνθέτη Γκούσταφ Άσενµπαχ, στη Βενετία,
όπου την προσοχή του τραβάει ένας πανέμορφος έφηβος. Και καθώς η
63

εμμονή του για τα νιάτα και την ομορφιά του νεαρού τον απορροφάει
ολοκληρωτικά, ένας λοιµός εξαπλώνεται στην πόλη.

Πανούκλα , Αλμπέρ Καμύ, εκδόσεις Καστανιώτη Δεκαετία του ‘40,


στο Οράν, μια παραλιακή πόλη της (γαλλικής τότε) Αλγερίας. Ο γιατρός
Ριέ καθώς βγαίνει για τον καθημερινό κύκλο επισκέψεων στους ασθενείς
του, σκοντάφτει στην είσοδο σε ένα πεθαμένο ποντίκι. Τις επόμενες
ημέρες χιλιάδες ποντίκια θα βγουν από τα υπόγεια, τα κελάρια και τους
υπονόμους για να ξεψυχήσουν στους δρόμους της πόλης. Αμέσως μετά,
θα έλθουν τα πρώτα κρούσματα.

Ο έρωτας στα χρόνια της χολέρας, Gabriel Garcia Marquez,


εκδόσεις Λιβάνη Στη νουβέλα που κυκλοφόρησε στα ισπανικά το 1985,
μια από τις πιο απροσδόκητες ιστορίες αγάπης στην παγκόσμια
λογοτεχνία, η χολέρα έχει την έννοια του ερωτικού πάθους, της
παραφοράς και του αόρατου δεσμού που κάνει τους ήρωες
απρόσβλητους από το κακό. Ο Φιορεντίνο και η αγαπημένη του Φερμίνα
ξαναβρίσκονται πενήντα χρόνια μετά από το άδοξο τέλος του δεσμού
τους, όταν ο σύζυγος εκείνης, φημισμένος γιατρός που έχει αφιερώσει τη
ζωή του στην εξάλειψη της χολέρας, πεθαίνει.

Περί τυφλότητος, Ζοζέ Σαραμάγκου, εκδόσεις Καστανιώτη Ένας


άνθρωπος χάνει ξαφνικά το φως του. Καθώς τα περιστατικά αιφνίδιας
τύφλωσης κλιμακώνοντα, η κυβέρνηση αποφασίζει να βάλει σε
Καραντίνα τους τυφλούς. Για πόσο καιρό η κίνηση στους δρόμους θα
είναι ομαλή; Για πόσο καιρό θα επαρκούν τα τρόφιμα για τις πεινασμένες
ορδές; Πόσος χρόνος χρειάζεται για να καταρρεύσει η παροχή
ηλεκτρικού ρεύματος, αερίου και νερού; Τι θ' απογίνουν τα κατοικίδια;
Oι σεξουαλικοί φραγμοί; Πόσοι τυφλοί φτιάχνουν μια τυφλότητα;

Εξαγνισμός, Jim Crace, εκδόσεις Οξύ Στον δρόμο για την Ιεριχώ
άνθρωποι μόνοι τους ή κατά ομάδες αναζητούν καταφύγιο στην άγονη γη
για να περάσουν 40 ολόκληρες ημέρες και νύχτες, την Καραντίνα που
τους έχει επιβληθεί («Quarantine» είναι ο αγγλικός τίτλος του βιβλίου).
Ο Μούσα, ο ένας από τους ταξιδιώτες εγκαταλείπεται μαζί με τη γυναίκα
του από τους συνταξιδιώτες του που τον νομίζουν στα πρόθυρα του
θανάτου. Τότε κάνει την εμφάνισή του ένας τελευταίος αργοπορημένος
ταξιδιώτης. Τον λένε Ιησού.

Το κοράκι, Stephen King, εκδόσεις Κλειδί – Λιβάνης Ένας άνδρας


δραπετεύει από ένα εργοστάσιο όπλων βιοχημικού πολέμου,
κουβαλώντας επάνω του έναν θανατηφόρο ιό. Μέσα σε λίγες εβδομάδες
το μεγαλύτερο μέρος του ανθρώπινου πληθυσμού είναι νεκρό. Οι
επιζήσαντες θα πρέπει να διαλέξουν ανάμεσα στο φως και στο σκοτάδι.
64

Στέλεχος Ανδρομέδα, Michael Crichton, εκδόσεις Bell Όταν ένας


ερευνητικός δορυφόρος μεταφέρει βιολογικό υλικό πέφτει στη γη σε μια
απομακρυσμένη περιοχή της πολιτείας της Αριζόνα, οι επισκέπτες της
γειτονικής πόλης βρίσκονται μπροστά σε ένα μακάβριο εύρημα: Οι
δρόμοι της πόλης είναι διάσπαρτοι με τα πτώματα των κατοίκων.

Ελληνική κατοχή της Σμύρνης. Στρατιωτικοί γιατροί εμβολιάζουν


κατά της πανούκλας.-Les médecins de l' armée vaccinent contre la
peste. Σμύρνη (Τουρκία) -1919 -ΓΕΝΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ 20ος -ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ
ΜΙΚΡΑΣ ΑΣΙΑΣ -Ζωγράφος, Νίκος (Zografos, N.) Αθήνα.

Πατρίκ Ντεβίλ : «Οι παράλληλες ζωές ταιριάζουν


στη λογοτεχνία»

Ο πολυταξιδεμένος γάλλος πεζογράφος μιλάει στο «Βήμα» με αφορμή


το συναρπαστικό βιβλίο του «Χολέρα και Πανούκλα ». Οι δώδεκα
γεωγραφικές ζώνες του έργου του, τα μυθιστορήματα χωρίς
μυθοπλασία, οι μοναχικές μεγαλοφυΐες και το μοντέλο του
Πλουτάρχου. Μπέκος Γρηγόρης 13.01.2019

Πατρίκ Ντεβίλ Χολέρα και Πανούκλα Μετάφραση


Αννυ Σπυράκου Εκδόσεις Τόπος, 2017

Το πρώτο πράγμα που ρωτήσαμε τον κοσμογυρισμένο Πατρίκ Ντεβίλ


όταν τον συναντήσαμε στο Γαλλικό Ινστιτούτο, κατά την πρόσφατη
επίσκεψή του στην Αθήνα, ήταν αν έχει κάνει ποτέ τον λογαριασμό, αν
έχει μετρήσει πόσους διαφορετικούς τόπους έχουν αντικρίσει τα μάτια
του. Για μια μακρόσυρτη στιγμή ο 61χρονος γάλλος συγγραφέας (και
πολιτιστικός ακόλουθος) φάνηκε απορημένος. «Για να είμαι απολύτως
ειλικρινής, δεν έχω πρόχειρο τον αριθμό, νομίζω όμως ότι λίγο-πολύ έχω
πάει παντού» απάντησε μειδιώντας. Μέση Ανατολή, Αφρική,
Νοτιανατολική Ασία, Λατινική Αμερική. Η βάση του, ωστόσο,
παραμένει το Σεν Ναζέρ όπου εξακολουθεί να διευθύνει το Σπίτι των
Ξένων Συγγραφέων και Μεταφραστών.

«Εδώ και αρκετά χρόνια ακολουθώ ένα πολύ συγκεκριμένο και αυστηρό
πλάνο. Εχω χωρίσει τον πλανήτη σε δώδεκα γεωγραφικές ζώνες και το
σχέδιό μου είναι να γράψω ισάριθμα βιβλία καλύπτοντας ενάμιση αιώνα
ιστορίας. Σε αυτές τις ζώνες πηγαίνω τακτικά, διαμένω σε αυτές κατά
65

διαστήματα που ποικίλλουν μεταξύ τους, αλλά δεν εγκαθίσταμαι ούτε ζω


κάπου μονίμως. Σε τέτοιον βαθμό μάλιστα που προκαλώ τη σύγχυση στους
άλλους. Κανείς δεν ξέρει, όταν με βλέπει, αν έχω μόλις επιστρέψει ή αν
ετοιμάζομαι να ξαναφύγω». Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο μπερδεύει ο
αεικίνητος πεζογράφος τόσο τους μαγαζάτορες σε μια γειτονιά του
Μεξικού όσο και τα γκαρσόνια σε ένα μπιστρό του Παρισιού. «Ισως όλα
αυτά να εξηγούνται από την έντονη επιθυμία που έχω για πολλές
παράλληλες ζωές, ταιριάζουν άλλωστε πολύ στη λογοτεχνία. Πάντως το
μόνο σίγουρο είναι ότι δεν έχω γράψει ποτέ για μέρη όπου δεν έχω βρεθεί
ο ίδιος, έστω για λίγο, περαστικός».

Εργο δύο περιόδων

Το 2017 εξέδωσε το πιο πρόσφατο βιβλίο του, το έκτο και μεσαίο αυτής
της οικουμενικής σειράς, «το γαλλικό, με τον τίτλο «Taba-Taba», που
είναι και το πλέον αυτοβιογραφικό». Το έργο του Πατρίκ Ντεβίλ
χωρίζεται σε δύο ευδιάκριτες περιόδους. Η πρώτη, στις εκδόσεις Minuit,
ήταν ακραιφνώς μυθοπλαστική και τερματίστηκε το 2000. Από τότε,
αναζητώντας μια φόρμα που θα του επέτρεπε να συνδυάσει ετερόκλητες
λογοτεχνικές δυνατότητες, άρχισε να γράφει βιβλία εμπνευσμένα από
προσωπικότητες που υπήρξαν και αληθινά γεγονότα της Ιστορίας. «Δεν
υπάρχει εκεί μέσα ούτε ένα κόμμα που να μην είναι τεκμηριωμένο.
Πιστεύω όμως ότι και η νέα μου περίοδος παραμένει, στην ουσία της,
μυθιστορηματική. Πρόκειται απλώς για μυθιστορήματα χωρίς
μυθοπλασία».

Η τελευταία φράση περιγράφει ευκρινέστατα και το συναρπαστικό


βιβλίο του Χολέρα και Πανούκλα (2012), το πρώτο του που
μεταφράζεται στα ελληνικά.

Πρωταγωνιστής εδώ είναι ο ελβετός γιατρός και βακτηριολόγος


Αλεξάντρ Γερσέν (1863-1943), μια ανήσυχη και λαμπρή διάνοια, ο
άνθρωπος που, ευρισκόμενος στο Χονγκ Κονγκ, ανακάλυψε προς τα
τέλη του 19ου αιώνα τον βάκιλο της Πανώλης και παρασκεύασε εμβόλιο
και ορό κατά της νόσου.

«Οταν ακόμα δούλευα το ασιατικό βιβλίο μου «Kampuchéa«, ταξίδεψα


στην πάλαι ποτέ γαλλική Ινδοκίνα. Στην αφήγηση αυτή, την οποία
δημοσίευσα το 2011, ο Γερσέν παίζει έναν μικρό ρόλο επειδή είχε εργαστεί
εκεί επισήμως, για λογαριασμό της Τρίτης Γαλλικής Δημοκρατίας. Η
περίπτωσή του με διευκόλυνε πολύ, διότι μέσω αυτού βρήκα τον τρόπο να
γράψω για την ομάδα του Λουί Παστέρ (1822-1895), για εκείνο το
θαυμαστό γκρουπούσκουλο της μικροβιακής επανάστασης, μια ομάδα
κοσμικών αποστόλων που διασκορπίστηκε σε όλες τις ηπείρους και άνοιξε
66

ινστιτούτα, διαδίδοντας την επιστήμη και τον ορθολογισμό. Το


πλεονέκτημα του Γερσέν είναι ότι η ίδια η ζωή του υπήρξε εξόχως
μυθιστορηματική και επιπλέον μακρά. Οταν, λοιπόν, διαπίστωσα ότι τα
αρχεία του Γερσέν φυλάσσονταν στο Ινστιτούτο Παστέρ του Παρισιού,
ζήτησα την άδεια και απέκτησα πρόσβαση σε αυτά. Αποδείχθηκαν ένα
ορυχείο. Κατόπιν ανέπλασα τη ζωή του βασιζόμενος κυρίως στην
αλληλογραφία του, την επαγγελματική, τη φιλική και την οικογενειακή, με
την αδελφή και τη μητέρα του. Στην τελευταία, όταν ο ίδιος ήταν 26 ετών,
είχε στείλει ένα γράμμα για να της ανακοινώσει ότι σκόπευε να σταματήσει
την επιστημονική έρευνα και να μπαρκάρει ως ναυτικός. Η φράση είχε ως
εξής: «Δεν είναι ζωή να μην αλλάζεις ποτέ τόπο». Η συγκλονιστική
λεπτομέρεια είναι πως η φράση εκείνη στα γαλλικά ήταν γραμμένη
ποιητικά, σε αλεξανδρινό στίχο, σε έναν υπέροχο δωδεκασύλλαβο».

 Το μοντέλο του Πλουτάρχου

Ο Πατρίκ Ντεβίλ δεν γοητεύτηκε μόνο από τον εκκεντρικό χαρακτήρα


του Γερσέν (που απεχθανόταν «τα αίσχη της πολιτικής») και την
αναχωρητική του φύση. «Δεν ήταν μόνο η ανάγκη του να φεύγει συνεχώς,
ήταν και εκείνη η εγκυκλοπαιδική περιέργεια που τον διέκρινε, εκείνη η
μανία για μάθηση που δεν τον εγκατέλειψε μέχρι τα γεράματά του. Μετά
τον θάνατό του αποκαλύφθηκε ότι – επιτέλους – αρεσκόταν και στη
λογοτεχνία, ότι διατηρούσε μάλιστα ένα μυστικό μεταφραστικό εργαστήρι,
ότι στα ογδόντα του ξανάπιασε τη μελέτη των αρχαίων ελληνικών και των
λατινικών».

Πώς όμως τρυπώνει σε τούτο το βιβλίο ο μεγάλος ποιητής Αρθούρος


Ρεμπό; «»Βίοι παράλληλοι», Πλούταρχος. Αυτό το μοντέλο ακολουθώ. Το
έκανα και στο μεξικάνικο βιβλίο μου «Viva» (2014) που ακολούθησε, με
τον Λέοντα Τρότσκι και τον Μάλκολμ Λόουρι. Αυτές οι δύο ζωές, του
Γερσέν και του Ρεμπό, πέρα από τις αναμενόμενες διαφορές τους, έχουν
και κάτι κοινό. Είναι μοναχικές μεγαλοφυΐες που φεύγουν για να
εξασφαλίσουν τον απαραίτητο προσωπικό εσωτερικό τους χρόνο. Γιατί ο
χρόνος της επιστήμης και της σκέψης είναι αλλιώτικος από τον χρόνο των
ρολογιών και του ημερολογίου. Ο Γερσέν λ.χ. ανακαλύπτει τον βάκιλο
αλλά δεν πολυσκοτίζεται. Παρομοίως ο Ρεμπό ήξερε από νωρίς ότι με ένα
και μόνο ποίημά του σφράγισε τον αλεξανδρινό στίχο στη γαλλική ποίηση.
Το φοβερό όμως είναι ότι ο Ρεμπό ήθελε να γίνει Γερσέν! Ξέρετε τι έκανε
ο ποιητής όταν βρισκόταν στην Αβησσυνία; Παρήγγειλε μια τεράστια
βιβλιοθήκη μόνο με επιστημονικούς και τεχνικούς τίτλους. Το όνειρο του
Ρεμπό ήταν πρακτικό και εμπορικό, ήταν εκείνο που είχε καταφέρει ο
Γερσέν, ο οποίος έγινε ο βασιλιάς του καουτσούκ και της κινίνης και
αποκόμισε μεγάλα κέρδη. Και είναι λίγο αστείο, διότι ξεχνάμε ότι δεν
67

υπήρξε ποτέ πιο πλούσιος ποιητής στον κόσμο από τον Ρεμπό. Οταν
πέθανε είχε στην κατοχή του οκτώ κιλά χρυσάφι. Το τελευταίο γραπτό
σημείωμα που άφησε πίσω του ήταν μια λίστα όπου κατέγραφε τα
ελεφαντόδοντα, αριθμητικοί υπολογισμοί».

Όταν η λογοτεχνία «κατέγραψε» τις πανδημίες


Δευ, 16/03/2020 -

«Οι δυστυχίες, στην πραγματικότητα, είναι μια κοινή υπόθεση, αλλά


δύσκολα τις πιστεύει κανείς όταν του πέσουν στο κεφάλι. Υπήρξαν
στον κόσμο τόσες πανούκλες όσοι και οι πόλεμοι. Και παρόλα αυτά οι
πανούκλες και οι πόλεμοι πάντα βρίσκουν τους ανθρώπους το ίδιο
απροετοίμαστους» λέει ο Αλμπέρ Καμύ στο μυθιστόρημα του «Η
Πανούκλα ».

Από τη ραψωδία Α της «Ιλιάδας», με τον Λοιμό που στέλνει ο Απόλλων


στο στρατόπεδο των Αχαιών, και την επίσης θεόσταλτη συμφορά στον
«Οιδίποδα Τύραννο» που αφανίζει ανθρώπους, ζώα και φυτά στην πόλη
της Θήβας πιστοποιείται η αδυναμία του ανθρώπου να αποδεχτεί τις
αρρώστιες που του θυμίζουν τη θνητότητα και τη ματαιότητα της
ύπαρξής του.

Το patramou σάς προσφέρει το διήγημα του Αλέξανδρου


Παπαδιαμάντη «Βαρδιάνος στα σπόρκα», δημοσιευμένο το 1893
(Εστία, 2009), την ιστορία της γριάς Σκεύως, που μεταμφιέζεται σε
άντρα και γίνεται βαρδιάνος (φύλακας) στα σπόρκα (μολυσμένα
καράβια), με σκοπό να σώσει το γιο της από τη χολέρα που έπληξε
την Ευρώπη το 1865.

Οι πανδημίες αποτελούν εξ ορισμού μελανές στιγμές της ανθρώπινης


ιστορίας που περιγράφουν γεγονότα τα οποία πιθανό να θέλαμε να…
εξορίσουμε από τον κόσμο μας. Ίσως ελπίζουμε πως αν κλείσουμε τα
μάτια μας, όλα να έχουν εξαφανιστεί με κάποιο μαγικό τρόπο. Ακόμα και
σήμερα η ανθρώπινη τεχνολογία και επιστήμη αδυνατούν κάποιες φορές
να βγουν νικήτριες απέναντι στους μηχανισμούς της φύσης. Είναι πιθανό
αυτό να έχει περάσει στην ανθρώπινη κοινωνία, ίσως οι πανδημίες να
μοιάζουν με τον κακό μπαμπούλα που περιμένει κάτω από το κρεβάτι να
σβήσουμε το φως.

Το τελευταίο διάστημα κάνουν το γύρο του Διαδικτύου κάποιες εικόνες


οι οποίες αφορούν σ’ ένα βιβλίο του 1981 με τίτλο «The Eyes of
Darkness» του συγγραφέα Dean Koontz, ο οποίος περιγράφει έναν
θανατηφόρο ιό, που ονομάζεται «Wuhan-400».
68

Μυθιστορήματα ή διηγήματα, λογοτεχνία του φανταστικού, και όταν η


φαντασία πρόφτασε την πραγματικότητα:

Video

Βαρδιάνος στα σπόρκα, Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης

Η γρια-Σκεύω μεταμφιέζεται σε άντρα και γίνεται φύλακας στα


επιχόλερα καράβια), προκειμένου να σώσει το γιο της. Ιστορικός
πυρήνας του διηγήματος είναι η χολέρα που έπληξε την Ευρώπη το 1865
και τα αυστηρά μέτρα προφύλαξης που έλαβε τότε η ελληνική
κυβέρνηση. Το διήγημα ωστόσο δεν αναδίδει οσμή θανάτου, όπως
εύστοχα είχε επισημάνει και η «Ακρόπολις» (13.8.1893) που το
φιλοξένησε, στο σχετικό σημείωμά της: «Πρόκειται περί χολερικών
αναμνήσεων. Άλλα μακράν πας φόβος. Εις τον Βαρδιάνον δεν
εκτυλίσσονται στυγναί και άπαίσιαι εικόνες τόπων έρημουμένων οπό της
χολέρας. Δεν προβάλλει εις την ιστορίαν αυτήν η απελπισία και το πένθος
της χολέρας [...]. Ο Βαρδιάνος δεν είναι συρραφή απελπιστικών εικόνων
είναι διήγημα έχον μεν βάσιν χολερικάς αναμνήσεις, άλλ` έξεικονιζομένας
υπό του τερπνού και εύθυμου καλάμου του συγγραφέως. Η φιλοσοφία του
κ. Παπαδιαμάντη είναι εύθυμος, και αν που εις τον Βαρδιάνον εκτίθεται
καμμία εικών λυπηρά, έπεται όμως αμέσως άλλη ευχάριστος,
απολαυστική, γελαστή. Εν τω όλω του το νέον διήγημα θα κατάκτηση,
είμεθα βέβαιοι, τους αναγνώστας του, και καθ’ ας ημέρας δεν λείπει ό
λόγος περί χολέρας, ό Βαρδιάνος θα άποτελέση εϋθυμον άντίρροπον κατά
του φόβου και της λύπης ην γεννά ή άνάγνωσις των περί των προόδων της
φοβέρας νόσου ειδήσεων».

Λοιμός, Αντρέας Φραγκιάς

Αποτυπώνει τα φρικώδη βασανιστήρια που υφίστανται οι δεσμώτες από


τους αλλοτριωμένους φύλακες σε ένα απομονωμένο νησί, το οποίο, για
τους γνώστες των κοινωνικοπολιτικών συμφραζομένων ταυτίζεται με το
στρατόπεδο στην Μακρόνησο. Ωστόσο, το βιωματικό υπόβαθρο δεν
περιορίζει την αφήγηση· ο συγγραφέας δεν επιλέγει τη ρεαλιστική
τεχνική – εξατομίκευση των προσώπων με επωνυμίες, βιογραφικά
στοιχεία κτλ– για να μη στερήσει από το έργο τη καθολικότητα και την
ολιστική απόδοση του παρανοϊκού και αποτρόπαιου προσώπου της
στρατοπεδικής συνθήκης, που εξευτελίζει την ανθρώπινη
προσωπικότητα.

«Οι μύγες και οι πέτρες είναι λοιπόν δυο βασικά στοιχεία της φύσης. Μ'
αυτά τα δύο μετριέται η ζωή σου την ημέρα. Το νύχτα, το μέτρο αλλάζει.
Έτσι γινόταν -λες- από την αρχή του κόσμου. Πέτρες και μύγες. Όλα σου
69

τα χρόνια κουβαλούσες πέτρες και μάζευες μύγες. Θα πεθάνεις


απλώνοντας το χέρι να χουφτιάσεις μια που σου ξεφεύγει. Για να
λιγοστέψεις έτσι το χρέος σου πάνω στη Γη. Στη μερίδα σου
καταγράφονται πόσες μύγες έχεις πιάσει σ' όλη σου τη ζωή, πόσες φορές
σου έχει πέσει η πέτρα από τα χέρια κι η ολοφάνερη απροθυμία σου να
φωνάξεις από το βουνό, πως είσαι ένα χαμένο και γελοίο υποκείμενο.
Όλοι οι άνθρωποι, όπου κι αν βρίσκονται, αγωνίζονται την ημέρα με τις
μύγες και το βράδυ με τον φόβο. Τα χρέη διπλασιάζονται, οι λογαριασμοί
έχουν ανέβει πάρα πολύ και κανένας δεν ξέρει ακριβώς πόσα χρωστάει κι
αν είναι απόψε η δικιά σου νύχτα. Αλλά και να μάθεις σήμερα πόσες μύγες
χρωστάς, αύριο θα είναι αλλιώς, αφού από ώρα σε ώρα μπορεί να αυξηθεί
κάποιο υπόλοιπο. Πόσο αξίζει τάχα μία μύγα;»

Ο Τέταρτος Καβαλάρης - Η επώαση, Μανώλης Παλαβούζης

Χειμώνας 1347 μ.Χ.: Στις στέπες της Κιργισίας γεννιέται ένας θανάσιμος
εχθρός. Ο Πάμφιλος, ένας Βυζαντινός πολεμιστής, βρίσκεται στο
επίκεντρο της καταστροφής. Μία πολιορκημένη πόλη καίγεται συθέμελα,
και οι επιζώντες, αγωνιζόμενοι για την επιβίωσή τους, καταφεύγουν για
σωτηρία στην Κωνσταντινούπολη, μεταφέροντας μαζί τους κάτι που θα
αλλάξει τη ροή της ιστορίας. Χειμώνας 2017 μ.Χ.: Σε ένα εργοτάξιο του
μετρό της Θεσσαλονίκης, ένας εργάτης ανακαλύπτει μία υπόγεια κρύπτη.
Άθελά του, θα ξυπνήσει τον μεγαλύτερο βιολογικό εχθρό της ιστορίας. Η
πανδημία εξαπλώνεται ταχύτατα σε όλο τον κόσμο, κι ο Άλεξ,
επιδημιολόγος του ΚΕΕΛΠΝΟ, βρίσκεται αντιμέτωπος με υπέρτερες
δυνάμεις, έχοντας στο πλευρό του την Σκάρλετ, απεσταλμένη του
Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας. Καθημερινοί άνθρωποι έρχονται
αντιμέτωποι με την απειλή σε ένα θανάσιμο παιχνίδι. Οι κανόνες
διαχρονικοί. Η επιβίωση μονόδρομος. Το πρώτο μέρος της διλογίας "Ο
τέταρτος καβαλάρης" πραγματεύεται ένα θανάσιμο σενάριο στον
σύγχρονο κόσμο του υπερπληθυσμού και της άμεσης αεροπορικής
σύνδεσης κάθε γωνιάς του πλανήτη, όπου τα όρια μεταξύ μυθοπλασίας
και πραγματικότητας μοιάζουν λεπτότερα από κάθε άλλη φορά.

Γη και νερό, Άμποτ Γουλιέλμος

Στη Σπίνα-Λόγγα, το νησάκι στα βορειανατολικά της Κρήτης, από τις


αρχές του αιώνα εξόριζαν τους λεπρούς. Ήρωές του είναι οι άρρωστοι
που έζησαν στο Μεσοπόλεμο μέσα στα χαλάσματα του ενετικού
φρουρίου σε συνθήκες αθλιότητας. Και η πλοκή του στηρίζεται πάνω
στην απόφαση ορισμένων εγκλείστων να δραπετεύσουν.
Μισογκρεμισμένα κτίσματα, στενά κελιά, κεριά που τρεμοσβήνουν,
σάρκες μισοφαγωμένες από την καταστροφική αρρώστια.
70

Video

Η μάσκα του κόκκινου θανάτου, Έντγκαρ Άλαν Πόε

Όταν η Επιδημίας του θανατηφόρου λοιμού, του Κόκκινου Θανάτου,


αρχίζει να θερίζει τους οικισμούς γύρω από ένα οχυρωμένο αβαείο, οι
άρχοντες της περιοχής καταφεύγουν σε αυτό και αποφασίζουν να
περάσουν τον χρόνο τους γλεντώντας, πίνοντας και χορεύοντας, μέχρι να
περάσει το κακό. Όμως, ένας άγνωστος άνδρας καταφέρνει να διεισδύσει
στο καταφύγιό τους.

Η Πανδημία της γρίπης, Κάλα Ντάνιελ

H ανθρωπότητα απειλείται με αφανισμό από ένα φονικό ιό. Ένα σενάριο


όχι μονάχα πιθανό, αλλά τρομακτικά ρεαλιστικό. O Δρ. Nόα Xαλντέιν
γνωρίζει πολύ καλά ότι η ανθρωπότητα θα κληθεί κάποια στιγμή να
αντιμετωπίσει μια νέα φονική γρίπη, ανάλογη της πανδημίας του 1919,
η οποία στοίχισε τη ζωή σε περισσότερους από είκοσι εκατομμύρια
ανθρώπους μέσα σε λιγότερο από τέσσερις μήνες. Έτσι, όταν αναφέρεται
η εμφάνιση ενός μυστηριώδους νέου στελέχους γρίπης, περιμένει ότι θα
υπάρξουν προβλήματα. Σύντομα ανακαλύπτει ότι η νέα ασθένεια, στην
οποία δίνεται η ονομασία Σύνδρομο Οξείας Κατάρρευσης του
Αναπνευστικού (ARCS), είναι πολύ πιο θανατηφόρα από το SARS,
καθώς οδηγεί στο θάνατο το ένα στα τέσσερα θύματά της, ανεξαρτήτως
ηλικίας ή της προηγούμενης κατάστασης της υγείας τους. Όμως, ενόσω ο
Nόα και οι συνάδελφοί του δίνουν αγώνα για την αναχαίτιση της
Επιδημίας, ο ιός εξαπλώνεται στο Χονγκ Κονγκ και το Λονδίνο και,
κάποια στιγμή, φτάνει και στην Αμερική. Σε μια εποχή που ολόκληρος ο
κόσμος συνδέεται αεροπορικώς και μπορεί κανείς να τον διασχίσει μέσα
σε λίγες ώρες, ένας φονικός ιός μπορεί να ταξιδέψει πολύ ταχύτερα απ’
ό,τι η γρίπη του 1919. Ειδικά όταν κάποιος τον διασπείρει εσκεμμένα...

Περί τυφλότητος, Ζοζέ Σαραμάγκου

Όλα ξεκινούν από τον πρώτο τυφλό, τον νέο εκείνο που περιμένοντας
μέσα στο αυτοκίνητό του το φανάρι να ανάψει πράσινο, χάνει εντελώς
ξαφνικά το φως του. Η επίσκεψή του στον οφθαλμίατρο προκειμένου να
βρει μια απάντηση στην ξαφνική του τύφλωση, αντί να λύσει, περιπλέκει
ακόμη περισσότερο τα πράγματα, καθώς η «λευκή μάστιγα»
αποδεικνύεται μεταδοτική. Ο γιατρός, η σύζυγός του, καθώς επίσης και
οι ασθενείς που συνάντησε στην αίθουσα αναμονής, παραδομένοι κι
αυτοί σταδιακά στην ανορθολογική τύφλωση, συνθέτουν τον κεντρικό
πυρήνα των πρωταγωνιστών ενός μυθιστορήματος που σε κρατά
καθηλωμένο από την πρώτη έως την τελευταία σελίδα.
71

Το κοράκι, Στίβεν Κινγκ

Ένας άνδρας δραπετεύει από ένα εργοστάσιο όπλων βιοχημικού


πολέμου, κουβαλώντας επάνω του έναν θανατηφόρο ιό. Μέσα σε λίγες
εβδομάδες το μεγαλύτερο μέρος του ανθρώπινου πληθυσμού είναι νεκρό.
Οι επιζήσαντες θα πρέπει να διαλέξουν ανάμεσα στο φως και στο
σκοτάδι.

Πρώτα ήρθαν οι μέρες της Επιδημίας... Έπειτα ήρθαν τα όνειρα...


Εφιάλτες που προειδοποιούσαν για την έλευση του σκοτεινού άντρα. Ο
αποστάτης του θανάτου. Τα βήματά του ακούγονταν κάθε νύχτα στους
δρόμους. Άρχοντας του πολέμου και πρίγκιπας του σκότους. Ήρθε η ώρα
του. Η αυτοκρατορία του αναπτύσσεται στη Δύση και η στιγμή της
«Αποκάλυψης» προβάλλει.

Στέλεχος Ανδρομέδα, Michael Crichton

Όταν ένας ερευνητικός δορυφόρος μεταφέρει βιολογικό υλικό πέφτει στη


γη σε μια απομακρυσμένη περιοχή της πολιτείας της Αριζόνα, οι
επισκέπτες της γειτονικής πόλης βρίσκονται μπροστά σε ένα μακάβριο
εύρημα: Οι δρόμοι της πόλης είναι διάσπαρτοι με τα πτώματα των
κατοίκων.

Video

Ο έρωτας στα χρόνια της χολέρας, Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες

Στη νουβέλα που κυκλοφόρησε στα ισπανικά το 1985, μια από τις πιο
απροσδόκητες ιστορίες αγάπης στην παγκόσμια λογοτεχνία, η χολέρα
έχει την έννοια του ερωτικού πάθους, της παραφοράς και του αόρατου
δεσμού που κάνει τους ήρωες απρόσβλητους από το κακό. Ο Φιορεντίνο
και η αγαπημένη του Φερμίνα ξαναβρίσκονται πενήντα χρόνια μετά από
το άδοξο τέλος του δεσμού τους, όταν ο σύζυγος εκείνης, φημισμένος
γιατρός που έχει αφιερώσει τη ζωή του στην εξάλειψη της χολέρας,
πεθαίνει.

Πανούκλα , Αλμπέρ Καμύ

Δεκαετία του ’40, στο Οράν, μια παραλιακή πόλη της (γαλλικής τότε)
Αλγερίας. Ο γιατρός Ριέ καθώς βγαίνει για τον καθημερινό κύκλο
επισκέψεων στους ασθενείς του, σκοντάφτει στην είσοδο σε ένα
πεθαμένο ποντίκι. Τις επόμενες ημέρες χιλιάδες ποντίκια θα βγουν από
τα υπόγεια, τα κελάρια και τους υπονόμους για να ξεψυχήσουν στους
δρόμους της πόλης. Αμέσως μετά, θα έλθουν τα πρώτα κρούσματα.
72

Θάνατος στη Βενετία, Τόμας Μαν

Γραμμένο πριν από την έκρηξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου κι ενώ τα


σύννεφα στον ουρανό της Ευρώπης συγκεντρώνονταν απειλητικά, ο
συγγραφέας οδηγεί το alter ego του, τον συνθέτη Γκούσταφ Άσενµπαχ,
στη Βενετία, όπου την προσοχή του τραβάει ένας πανέμορφος έφηβος.
Και καθώς η εμμονή του για τα νιάτα και την ομορφιά του νεαρού τον
απορροφάει ολοκληρωτικά, ένας λοιµός εξαπλώνεται στην πόλη.

Η Πανούκλα στο Λονδίνο, Ντάνιελ Ντεφόου

Εξιστορεί τα γεγονότα της τελευταίας μεγάλης Επιδημίας Πανούκλας


που ξέσπασε στο Λονδίνο και σε άλλες πόλεις της Aγγλίας το 1665-66.
Το βιβλίο στηρίζεται σε πραγματικά γεγονότα, τα οποία ο Nτεφόου
διερεύνησε εξονυχιστικά μισόν αιώνα μετά το ξέσπασμα της Επιδημίας,
αντλώντας τις πληροφορίες του από χρονικά της εποχής, γραπτές και
προφορικές μαρτυρίες και επίσημα έγγραφα, προκειμένου να συνθέσει τη
μαρτυρία ενός φανταστικού αυτόπτη μάρτυρα πιο ζωντανή και στην
ουσία της ακριβέστερη από κάθε «πραγματικό» χρονικό.

Δεκαήμερον, Βοκάκιος

Στους λόφους του Φιέζολε, στα περίχωρα της Φλωρεντίας, το σωτήριο


έτος 1348. Δέκα νέοι, εφτά κορίτσια και τρία αγόρια, έχουν καταφύγει
εκεί πάνω για να γλιτώσουν από την Πανούκλα που μαστίζει την πόλη.
Οι τολμηρές ιστορίες που διηγούνται -δέκα κάθε μέρα- είναι ένας ύμνος
στη ζωή και σημείο αναφοράς για παγκόσμια λογοτεχνία.

Όταν η Επιδημίας προσέβαλε τη λογοτεχνία

Από τον Στίβεν Κινγκ μέχρι τον Ουίλιαμ Μπάροουζ, μία σειρά
συγγραφείς προσπάθησαν να περιγράψουν μία μεταποκαλυπτική εποχή
εξαιτίας της εξάπλωσης ενός ιού. Δεν ήθελαν να αναδείξουν την αγωνία
μπροστά στον θάνατο, όσο να δώσουν μία πολιτική, κοινωνική ή
φιλοσοφική διάσταση στην έννοια της επιβίωσης.

Από την ταινία «Περί τυφλότητας» (2008) που βασίστηκε στο βιβλίο του
Ζoζέ Σαραμάγκου.
Τρίτη 17 Μαρτίου 2020 ΚείμενοΔημήτρης Αναστασόπουλος
73

Έρημοι τόποι, ρημαγμένα κτίρια, εκατόμβες νεκρών και κατάρρευση του


πολιτισμού. Όσοι έγραψαν για μία πανδημία δεν υπήρξαν ιδιαίτερα
αισιόδοξοι. Ο φόβος κυριαρχεί, οι κρατικές δομές διαλύονται, η
κοινωνική συνοχή διαρρηγνύεται και οι επιζώντες στρέφονται ο ένας
εναντίον του άλλου. Κι όμως, μέσα σε αυτό το σκοτεινό σκηνικό
υπάρχουν αυτοί που αντιστέκονται και δεν επιτρέπουν στον εαυτό τους
να χάσει την αξιοπρέπεια και να αρνηθεί την αλληλεγγύη προς τους
άλλους. Γι’ αυτό και στα περισσότερα μυθιστορήματα η Επιδημίας δεν
είναι παρά η αφορμή για να εξετάσει ο συγγραφέας την ανθρώπινη φύση
χωρίς εξωραϊσμούς.

θέμα τους μία πανδημία είναι το Δεκαήμερο του Βοκάκιου. Αυτή η


συλλογή σκαμπρόζικων ερωτικών ιστοριών που αποδεικνύει την
ελευθεριότητα των ηθών που βασίλευε κατά τον Μεσαίωνα είναι
απολαυστική, αλλά δεν έχει σχέση με την Επιδημίας της Πανώλης που
έφτασε στη Φλωρεντία το 1348Μαύρη Πανώλη. Η Πανώλη απλά
ανάγκασε τις κυρίες της ιταλικής πόλης να βρουν καταφύγιο στην εξοχή
της Τοσκάνης και εκεί να ανταλλάξουν ιστορίες λαγνείας και ερωτικού
πάθους (διαβάστε μία εδώΜια ιστορία ζήλιας και πάθους από το
Δεκαήμερο του Βοκάκιου | lifo.gr) ως αντίδοτο στον θάνατο που τις
περιτριγύριζε.

Αντίθετα, το βιβλίο του Ντάνιελ Ντεφόε Η Πανούκλα στο Λονδίνο


(εκδ. ΚριτικήΗ Πανούκλα στο Λονδίνο | Κριτική) που κυκλοφόρησε το
1721 αποτελεί μία μυθιστορηματική καταγραφή της κατάστασης που
επικράτησε στην αγγλική μητρόπολη το 1665, όταν ξέσπασε η
θανατηφόρα ΕπιδημίαςGreat Plague of London. Ο συγγραφέας του
Ροβινσώνα Κρούσου ήταν τότε μόνο πέντε ετών, βασίστηκε όμως στο
ημερολόγιο του θείου του, μελέτησε τον Τύπο της εποχής και έδωσε μία
μαρτυρία για τον πανικό, τη θλίψη αλλά και το κουράγιο των Λονδρέζων
στις στιγμές της δοκιμασίας τους, όταν οι νεκροί θάβονταν σε ομαδικούς
τάφους και τα συνεργεία του δήμου φώναζαν τη φρικαλέα προτροπή
«Φέρτε έξω τους νεκρούς σας» προκειμένου να εμποδιστεί η περαιτέρω
διάδοση της Πανούκλας.

Το πρώτο σύγχρονο λογοτεχνικό έργο που προκαλεί συνειρμό με την


Επιδημίας είναι το έργο που ο Αλμπέρ Καμύ εξέδωσε το 1947. Όμως η
Πανούκλα (εκδ. ΚαστανιώτηΗ Πανούκλα | Εκδόσεις Καστανιώτη) δεν
ήταν παρά μία συμβολική νουβέλα. Όλα όσα περιγράφει, τα νεκρά
ποντίκια, η διάγνωση της βουβωνικής Πανώλης, η εξάπλωση της νόσου
στο πληθυσμό του Οράν, η Καραντίνα που επιβάλλει η κεντρική
εξουσία, η αμηχανία της εκκλησίας, η αδυναμία των ισχυρών, δεν είναι
παρά η μέθοδος του Καμύ να μιλήσει για τη λαίλαπα του
74

ολοκληρωτισμού που σάρωσε την Ευρώπη στις αρχές της δεκαετίας του
’40. Μέσα στο σκοτάδι της Κατοχής, ο συγγραφέας ήθελε να γράψει για
την τραγωδία της εποχής του και παράλληλα να δείξει την πίστη του
στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια καθώς η φαιά Πανούκλα του ναζισμού
εξαπλωνόταν στην Ευρώπη.

Είχε προηγηθεί όμως μία άλλη αριστουργηματική νουβέλα, ο Θάνατος


στη Βενετία (εκδ. ΜεταίχμιοΘάνατος στη Βενετία | Μεταίχμιο) του
Τόμας Μαν. Με μία παρόμοια φιλοσοφία ο Γερμανός δημιουργός
στοχεύει να δείξει κάτι άλλο, τον ερχομό του πολέμου, μέσα από την
εικόνα του Άσενμπαχ, του διάσημου συγγραφέα που παραμένει σε μία
Βενετία παραδομένη στο Λοιμό για να μην απομακρυνθεί από το
αντικείμενο του πόθου του. Μία συγκλονιστική αφήγηση από το 1912
όπου η παρακμή της πόλης που πλήττεται από την ασθένεια
αντικατοπτρίζει την παρακμή της Ευρώπης που θα συρθεί σε λίγο στον
Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Στην ίδια κατηγορία ανήκει και το αλληγορικό μυθιστόρημα Περί


Τυφλότητας (εκδ. ΚαστανιώτηΠερί τυφλότητος | Εκδόσεις Καστανιώτη)
του Ζoζέ Σαραμάγκου. Με όχημα μία Επιδημίας που τυφλώνει τους
ανθρώπους, ο Πορτογάλος συγγραφέας θέτει ερωτήματα αναφορικά με
την αλλοτρίωση των ανθρώπων και την κρίση αξιών του Δυτικού
πολιτισμού. Για τον Σαραμάγκου η πανδημία που στερεί την όραση δεν
είναι τίποτε άλλο παρά το υπάρχον κοινωνικοπολιτικό σύστημα. Ένα
σύστημα εγκλεισμού και διαρκούς επιτήρησης με άκαμπτη ιεραρχία κι
όπου η μάζα υποτάσσεται στα κελεύσματα της άρχουσας τάξης ζώντας
σε μία διαρκή κατάσταση εξαίρεσης. Στο βιβλίο του βασίστηκε η
ομώνυμη ταινίαΠερί Τυφλότητoς | IMDb του 2008.

Με παρόμοια φιλοσοφία αντιμετωπίζει τους ιούς και ο Oυίλιαμ


Μπάροουζ στο κορυφαίο του μυθιστόρημα Οι Πόλεις της Κόκκινης
ΝύχταςCities of the Red Night (εκδ. ΑπόπειραΤο βιβλίο στην Πολιτεία)
που εκδόθηκε το 1981. Ο Μπάροουζ πάντα θεωρούσε ότι οι επιδημίες
ήταν ένας τρόπος ελέγχου από την εξουσία του πληθυσμού –και ειδικά
των επικίνδυνων τάξεων. Σε πολλά βιβλία του αναφερόταν στη
βιοπολιτική, με εξάπλωση ασθενειών στους παρίες και αντιμετώπισή
τους από παράνομους θεραπευτές που χρησιμοποιούσαν ως φάρμακα
ιδιοσκευάσματα και παραισθησιογόνα από συνταγές παρμένες από τις
παραδόσεις πανάρχαιων πολιτισμών. Αυτό το μυθιστόρημα εκτυλίσσεται
ως ένα ευφάνταστο καλειδοσκόπιο που ανακατεύει τις πειρατικές
ιστορίες με τους μύθους της Άγριας Δύσης και την επιστημονική
φαντασία με τη νουάρ παράδοση. Στο επίκεντρο της αφήγησης βρίσκεται
ο ιός Β-23, κατασκευασμένος στα εργαστήρια κάποιας μυστικής
75

υπηρεσίας, ο οποίος προκαλεί σεξουαλική υπερδιέγερση και τελικά τον


θάνατο μέσω συνεχών οργασμών, γι’ αυτό και κάποτε θεωρήθηκε
προφητικό για το AIDS. Σίγουρα είναι η πιο ολοκληρωμένη απόπειρα
του Μπάροουζ να γράψει κάτι που να μοιάζει με συμβατικό
μυθιστόρημα, χωρίς πολλούς πειραματισμούς και παράλληλα να θυμίσει
κάποιες εξεγερτικές στιγμές της Ιστορίας, να εξερευνήσει ακόμα μία
φορά τη σχέση του σεξ με τον θάνατο και να αποδιοργανώσει κάθε
θεσμό της σύγχρονης εποχής με όπλο το σαρδόνιο χιούμορ.

Ο Στίβεν Κινγκ δεν διαθέτει την ευφυία του Μπάροουζ, μοιράζεται όμως
μία παρόμοια απέχθεια για τις μυστικές επιχειρήσεις του αμερικάνικου
στρατού. Tο 1978 έγραψε το ογκώδες μυθιστόρημα The Stand The
Stand(κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις ΛιβάνηΤο βιβλίο στο Public με
τίτλο Το Κοράκι), στο οποίο ένας θανατηφόρος ιός γρίπης ξεφεύγει από
μία στρατιωτική βάση και μολύνει το 99,4% των κατοίκων του πλανήτη.
Οι ελάχιστοι επιζώντες, όσοι δηλαδή έχουν ανοσία στον ιό, προσπαθούν
να φτιάξουν κοινότητες για να επιβιώσουν. Σε αντίθεση με τις κλασικές
ιστορίες πανδημίας, ο Κινγκ δεν περιγράφει τρομακτικές εικόνες με
σωρούς πτωμάτων και στρατόπεδα συγκέντρωσης των υγιών, αλλά
προτιμάει να εστιάσει στο αγαπημένο του μοτίβο, τις συγκρούσεις που
διαδραματίζονται στο εσωτερικό μιας νέας κοινότητας που αντιμετωπίζει
μία πρωτόγνωρη κατάσταση σε έναν πλανήτη μετά την Αποκάλυψη.
Έχουν δοθεί διάφορες ερμηνείες για το μυθιστόρημα, όπως ότι είναι από
τα πρώτα οικολογικά θρίλερ ή ότι αντικατοπτρίζει τον φόβο των
Αμερικανών την εποχή του Ψυχρού Πολέμου, ή ακόμα και ότι είναι μία
συγκεκαλυμμένη προειδοποίηση για τον ερχομό της νεοφιλελεύθερης
πολιτικής του Ρόναλντ Ρέιγκαν. Το σίγουρο είναι πως πρόκειται για ένα
συναρπαστικό βιβλίο από έναν γοητευτικό παραμυθά.

Το 1954 ο Ρίτσαρντ Μάθεσον, σεναριογράφος του Χόλιγουντ και


συγγραφέας ιστοριών τρόμου, λάτρης του Έντγκαρ Άλαν Πόε και του
Μπραμ Στόουκερ, έγραψε το Ζωντανός Θρύλος (εκδ. ΟξύΖωντανός
Θρύλος | Οξύ), μία νουβέλα για βρυκόλακες, η οποία όμως περιγράφει με
μοναδική ένταση την υπαρξιακή αγωνία και τη μοναξιά του τελευταίου
ζωντανού ανθρώπου πάνω στον πλανήτη. Ένας άγνωστος ιός πλήττει την
ανθρωπότητα, μεταμορφώνοντας τους ανθρώπους σε βρυκόλακες. Ο
μόνος αμόλυντος είναι ένας τριαπεντάχρονος που ζει απομονωμένος σε
μία φάρμα. Εκεί μπαίνει σε μία ρουτίνα όπου το πρωί ψάχνει για
προμήθειες και σκοτώνει βρυκόλακες ενώ το βράδυ οχυρώνεται στο
αγρόκτημα του ακούγοντας δυνατά κλασική μουσική για να μην πτοείται
από τις κραυγές των βαμπίρ. Το μυθιστόρημα μεταφέρθηκε πολλές φορές
στο κινηματογράφο με πιο πρόσφατη το I Am LegendΖωντανός θρύλος |
IMDb του Φράνσις Λόρενς όπου τον μοναχικό ήρωα υποδύεται ο Γουίλ
76

Σμιθ, ενώ αποτέλεσε την έμπνευση για την καλτ Νύχτα των Ζωντανών
Νεκρών του Τζορτζ Ρομέρο. Και δεν είναι απλά μία ιστορία τρόμου,
αλλά μία σπουδή στο νόημα της ύπαρξης.

Και τελικά τι μπορεί να σώσει μία κοινωνία χτυπημένη από την


αρρώστια και τον θάνατο; Ο έρωτας είναι η απάντηση του Γκαμπριέλ
Γκαρσία Μάρκες, ο οποίος το 1985 στο Ο Έρωτας στα Χρόνια της
Χολέρας (εκδ. ΨυχογιόςΟ Έρωτας στα Χρόνια της Χολέρας | Ψυχογιός)
διηγήθηκε με ανεπανάληπτο τρόπο το χρονικό ενός ερωτευμένου του
οποίου ο έρωτας του παραμένει απρόσβλητος από τον χρόνο και τις
επιδημίες που πλήττουν τη πόλη του. Η χολέρα του τίτλου δεν παίζει
κεντρικό ρόλο σε αυτή την ερωτική ιστορία που διαρκεί μισό αιώνα,
αλλά η περιγραφή του ερωτευμένου που παίζει βιολί σε μία έρημη πόλη
που θρηνεί τους νεκρούς της παραμένει συγκλονιστική.

Η τέχνη μπορεί να σώσει ανταπαντά η Έμιλι Μαντέλ, και πιο


συγκεκριμένα οι σεξπιρικές τραγωδίες. Στο μυθιστόρημα Σταθμός
Έντεκα (εκδ. ΊκαροςΣταθμός Έντεκα | Εκδόσεις Ίκαρος) η Καναδή
συγγραφέας περιγράφει έναν πλανήτη όπου μία Επιδημίας γεωργιανής
γρίπης έχει εξοντώσει το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού. Είκοσι
χρόνια μετά οι επιζήσαντες ζούνε νομαδικά έχοντας ξεχάσει τα
επιτεύγματα του πολιτισμού πριν την Επιδημίας. Τότε καταφθάνει ένας
περιπλανώμενος θίασος που φιλοδοξεί να διδάξει ξανά το μεγαλείο της
ανθρώπινης φύσης σε αυτό το παρακμιακό τοπίο παίζοντας τα δράματα
του Σέξπιρ.

Σίγουρα υπάρχουν κι άλλα δεκάδες βιβλία που περιγράφουν την


ανθρωπότητα μετά την καταστροφή. Όμως κι αυτά κι όλα όσα
αναφέραμε, δεν γράφτηκαν για να προκαλέσουν φόβο, αλλά για να
προειδοποιήσουν. Μία κοινωνία που βιώνει όχι πια μία κατάσταση
εξαίρεσης, αλλά τον κανόνα, όπως βάφτισε ο Βάλτερ Μπένγιαμιν τον
φασισμό στα χρόνια των Ναζί, πρέπει να συσπειρωθεί και να δράσει
δείχνοντας την αλληλεγγύη της και προστατεύοντας την κοινωνική
συνοχή.

Η λογοτεχνία των επιδημιών Οι επιδημίες μέσα από


την πένα γνωστών συγγραφέων. by Χρύσα Μπάτου
March 16, 2020
77

“Ο φόβος του αγνώστου μας αποσπά την προσοχή από το γνωστό.” –


Ylipe (Γάλλος συγγραφέας & ζωγράφος)

Επιδημίες. Ασθένειες. Ασθένειες που διατρέχουν την ιστορία της


ανθρωπότητας καθώς μεταμφιέζονται αλληγορικά στα έργα της
λογοτεχνίας. Η Πανώλη γεννάται στο “Δεκαήμερο” του Τζοβάνι
Βοκάκιου. Λίγο αργότερα η Πανούκλα  πρωταγωνιστεί στο ομώνυμο
έργο του Αλμπέρ Καμύ, δίνοντας τα σκήπτρα στον Ζοζέ Σαραμάγκου
να μιλήσει στο έργο του “Περί… τυφλότητος” (Επιδημίας τύφλωσης),
αναγκάζοντας παράλληλα τη γρια-Σκεύως να μεταμφιεστεί σε άντρα και
να γίνει “βαρδιάνος (φύλακας) στα σπόρκα” (μολυσμένα καράβια) στο
έργο του Παπαδιαμάντη προκειμένου να σώσει το γιο της από την
επέλαση της χολέρας στην Ευρώπη του 1865. Λίγο αργότερα ο
Γουλιέλμος Άμποτ δίνει “Γη και Νερό” για να εξυμνήσει το σώμα και
τον έρωτα που ανθίζει ανάμεσα στους νεκρούς της Σπιναλόγκα, ενώ
πολλά χρόνια αργότερα ο “Λοιμός” του Αντρέα Φραγκιά θα καταδείξει
τις απάνθρωπες συνθήκες στη Μεταπολεμική Μακρόνησο.

“Δεκαήμερο”, Τζοβάνι Βοκάκιος

Πανώλη. Φλωρεντία, 1348. Ο ρεαλιστής και “κοσμικός ερωτολόγος” ή


αλλιώς ο “ανθρώπινος” Βοκάκιος στο “Δεκαήμερό” του μέσω της
λυρικότητας του Φλωρεντιανού ιδιώματος σκιαγραφεί τις όψεις ενός
θεριού που χίμηξε στη Φλωρεντία, της Πανώλης. Η οσμή του θανατικού
πλανάται στους δρόμους της Πόλης, τη στιγμή που τα νεκροταφεία δε
βαστούν τον ολοένα αυξανόμενο αριθμό των νεκρών. Εφτά πένθιμα
ντυμένες γυναίκες συναντούν τρεις νέους σε μία εκκλησία,
αποφασίζοντας να συγκατοικήσουν σ’ έναν πύργο μόλις δύο μίλια πέριξ
της πόλεως για δέκα ημέρες διηγούμενοι ιστορίες για την αγάπη, τα
ανθρώπινα πάθη, την τύχη, το πεπρωμένο και την αναγέννηση.

Ο “έκφυλος” για κάποιους άλλοτε πρόστυχος Βοκάκιος ξεσκεπάζει με


τόλμη τα ανθρώπινα πάθη υποστηρίζοντας ότι “δεν υπάρχει πράγμα τόσο
άτιμο που να προσβάλει εάν αυτό λέγεται με τίμια λόγια: Και αυτό μου
φαίνεται ότι εδώ το έχω κάνει αρκετά καλά”. Ο έρωτας αντιμετωπίζεται
ως κάτι μπουρλέσκ και αναφέρεται στην απλή σεξουαλική ικανοποίηση,
ενώ η τύχη αντιμετωπίζεται με την ευρεία έννοια του πεπρωμένου.
“Τίποτε δεν μπορεί να νικήσει τον έρωτα, ακόμα και σε μιαν Επιδημίας”,
σημειώνει, “Γιατί ο έρωτας και η ηδονή προσφέρουν στους νέους μιαν
ανακουφιστική προοπτική, ένα όραμα για όσα μέλλεται να έρθουν και να
μεταμορφώσουν τη ζωή τους πέρα από επιδημίες.”
78

“Πανούκλα ”

Πανούκλα . Οράν Αλγερίας, δεκαετία του 1950. Πάνω από την πόλη ή
αλλιώς “το στρατόπεδο αιχμαλωσίας” το οποίο βρίσκεται εγκλεισμένο
στα δεσμά του “Μαύρου Θανάτου”, πλανάται η Πανούκλα καθώς
“τεστάρεται” η ανθρώπινη αντοχή σε περιόδους κρίσης. Κατά πόσο
άραγε ο άνθρωπος δύναται να απελευθερωθεί από τα δεσμά της
αιχμαλωσίας του υποτασσόμενος στις παθογένειες της θνητής
ύπαρξής του; Η “Πανούκλα ” του νομπελίστα Αλπέρ Καμύ (1947)
μεταφράζεται στους αλγόριθμους της σύγχρονης κοινωνίας ως μία άλλη
μορφή Επιδημίας για να λάβει την αρχέγονη διάσταση μίας
πανανθρώπινης τραγωδίας, μίας τραγωδίας που συνταράσσει τους
κατοίκους του Οράν.

Ο “Μαύρος Θάνατος” ερημοποιεί όλες τις συνιστώσες της ζωής καθώς


τα νέα κρούσματα ακολουθούν μία καλπάζουσα πορεία.  “Έτσι, για
μερικές μέρες, την ώρα του σούρουπου, που έπεφτε γρηγορότερα αυτή την
εποχή, οι δρόμοι ήταν έρημοι και μόνος ο άνεμος θρηνολογούσε ανάμεσά
τους ασταμάτητα. Μια μυρωδιά από φύκια και αρμύρα αναδινόταν από
την ταραγμένη και πάντα αόρατη θάλασσα. Και τότε τούτη η έρημη πόλη,
ασπρισμένη από τη σκόνη, πλημμυρισμένη από μυρωδιές θαλασσινές,
αντηχούσε από το ουρλιαχτό του ανέμου και βογκούσε σαν ένα νησί που το
χτύπησε η συμφορά.”

Μία πόλη ζωντανή-νεκρή που σκοντάφτει στην αχόρταγη ανθρώπινη


δίψα για ζωή. Άνθρωποι “ελεύθεροι” σε κατάσταση εγκλωβισμού
χαμογελούν, ζουν, θρηνούν, απογοητεύονται, παραιτούνται, ελπίζουν, τη
στιγμή που άνθρωποι-θύματα της Πανούκλας αυξάνονται με
γεωμετρικούς ρυθμούς. Κάθε μέρα. Κάθε λεπτό.

“Έτσι οι αιχμάλωτοι της Πανούκλας πάλεψαν όλη τη βδομάδα μ’ όποιον


τρόπο μπορούσαν. Και μερικοί ανάμεσά τους όπως ο Ραμπέρ, έφθασαν,
όπως βλέπουμε, να φανταστούν ότι ενεργούσαν ακόμα σαν ελεύθεροι
άνθρωποι, ότι μπορούσαν να διαλέξουν. Όμως μπορούμε πράγματι να
πούμε ότι αυτή τη στιγμή, στα μέσα του Αυγούστου, η Πανούκλα είχε
καλύψει τα πάντα. Δεν υπήρχαν πια τότε προσωπικά πεπρωμένα, αλλά
μια συλλογική υπόθεση που ήταν η Πανούκλα και αισθήματα που τα
μοιράζονταν όλοι. Το σημαντικότερο ήταν ο χωρισμός και η εξορία, μ’ όλο
το φόβο και την εξέγερση που περιέκλειαν.”

Ανάμεσά τους ο φιλάνθρωπος γιατρός Ρέι που μαχόταν θαρραλέα έναντι


του μικροβίου της αρρώστιας, μεσουρανεί στο μελοδραματικό λυρισμό
του Καμύ, αντιστεκόμενος στη “συνήθεια της απελπισίας, μία συνήθεια
79

χειρότερη από την ίδια την απελπισία”. Στο πλευρό του, ο  εθελοντής
Ταρού, ο Γκραν, ακόμα και ο δημοσιογράφος Ραμπάρ, που τυχαία
εγκλωβίστηκε στο Οράν, η φιγούρα του κατόχου των πνευματικών
σκήπτρων του Πατρός Πανελού, που αρχικά ονοματίζει την Επιδημίας
ως “θεϊκό σημάδι” για τη λοξοδρόμηση των πιστών από τον ορθό δρόμο.
Μάλιστα, σε κήρυγμά του στην εκκλησία αναφέρει  πως “την πρώτη
φορά που η μάστιγα αυτή εμφανίστηκε στην ιστορία, ήταν για να χτυπήσει
τους εχθρούς του Θεού. Ο Φαραώ πρόβαλλε αντίσταση στις προαιώνιες
βουλές κι η Πανούκλα τότε τον γονάτισε. Απ’ την αρχή όλης της ιστορίας,
η μάστιγα του Θεού κάνει τους αλαζόνες και τους τυφλούς να γονατίσουν
μπροστά Του. Μελετήστε τα αυτά και γονατίστε.”

Άνθρωποι-θνητοί που αποκαλύπτουν την ανδρεία  καταγωγή τους καθώς


οπλίζονται με εντιμότητα στον αγώνα κατά της νέας απειλής: “Πάλεψε
λοιπόν όσο μπορείς! Πρέπει ωστόσο, να σας πω: Δεν υπάρχει θέμα
ηρωισμού μέσα σ’ όλα αυτά. Πρόκειται για εντιμότητα. Είναι μια ιδέα
που μπορεί να κάνει μερικούς να γελάσουν, ο μόνος όμως τρόπος για να
καταπολεμήσει κανείς την Πανούκλα είναι η εντιμότητα.”

Άνθρωποι που “έπαιρναν θέση στο παρόν χωρίς μνήμη και χωρίς ελπίδα.
Στην πραγματικότητα, όλα είχαν γίνει πια παρόν γι’ αυτούς. Πρέπει να
πούμε πως η Πανούκλα είχε αφαιρέσει απ’ όλους την δύναμη της αγάπης
και την δύναμη της φιλίας ακόμα. Γιατί η αγάπη χρειάζεται κάποιο
μέλλον και για μας δεν υπήρχαν πια παρά μόνο στιγμές”. Ίσως ο εχθρός
που καραδοκεί σε κάθε πόλη κάθε εποχή είναι κοινός: “Εκείνο που δίνει
η φύση είναι το μικρόβιο. Τα υπόλοιπα, η υγεία, η ακεραιότητα, η
αγνότητα, αν θέλετε, είναι αποτέλεσμα της θέλησης, μιας θέλησης που
δεν πρέπει ποτέ να σταματάει.”

“Περί τυφλότητος”

Στο τέλος του 20ου αιώνα το τέρας της Επιδημίας επανεμφανίζεται με


διαφορετική μάσκα αυτήν τη φορά μέσα από την πένα του Ζοζέ
Σαραμάγκου στο έργο του “Περί… τυφλότητος” (1995). Ορυμαγδός
από δολοφονικές επιθέσεις, εγκλεισμούς, εξαχρείωση και παρακμή τα
βασικά συστατικά ενός κόσμου που δοκιμάζεται από τη μανία μίας νέας
μορφής Επιδημίας. Στο επίκεντρο του έργου μία ολιγάριθμη ομάδα νέων
που έχοντας ήθος και ανθρωπιά στη φαρέτρα τους μάχονται κατά της
πτώσης και της αλόγιστης βίας. Ένας καθολικός ύμνος στη συνεχή
προσπάθεια του ανθρώπου να δραπετεύσει από το σκότος και να
αντικρίσει εκ νέου το φως με εμπιστοσύνη στην πραγματική του φύση.
80

Η Επιδημίας ταξίδεψε και στην ελληνική λογοτεχνία με την ιστορία της


γριάς Σκεύως (1893) που μεταμφιέζεται σε άνδρα και γίνεται βαρδιάνος
(φύλακας) στα σπόρκα (μολυσμένα, επιχόλερα καράβια), προκειμένου να
σώσει το γιο της, να τοποθετείται χρονικά στη χολέρα που έπληξε την
Ευρώπη το 1865 και τα αυστηρά μέτρα προφύλαξης που έλαβε τότε η
ελληνική κυβέρνηση.

Όπως επισημαίνει και η εφημερίδα Ακρόπολις (13.8.1893) που το


φιλοξένησε “πρόκειται περί χολερικών αναμνήσεων. Αλλά μακράν πας
φόβος. Εις τον Βαρδιάνον δεν εκτυλίσσονται στυγναί και απαίσιαι εικόνες
τόπων έρημουμένων υπό της χολέρας. Δεν προβάλλει εις την ιστορίαν
αυτήν η απελπισία και το πένθος της χολέρας […].Η φιλοσοφία του κ.
Παπαδιαμάντη είναι εύθυμος, και αν που εις τον Βαρδιάνον εκτίθεται
καμμία εικών λυπηρά, έπεται όμως αμέσως άλλη ευχάριστος,
απολαυστική, γελαστή.”

“Επειδή η χολέρα εθέριζε κόσμον εις τα μέρη της Τουρκιάς, η ελληνική


Κυβέρνησις είχε διατάξει να γίνεται αυστηροτάτη η Καραντίνα. Εκτός του
υπάρχοντος λαζαρέτου εις την νήσον, διετάχθη να γίνει προσωρινόν
έκτακτον λαζαρέτον η ερημόνησος Τσουγκριάς, ανατολικομεσημβρινώς
κειμένη, παρά το στόμιον του λιμένος. Το έκτακτον τούτο λαζαρέτον
ωνόμαζόν τινες λοιμοκομείον, ενώ το άλλο, το σύνηθες, ήτο το
λοιμοκαθαρτήριον. Εις το λοιμοκομείον θα έμενον τα πλοία και οι
επιβάται εικοσιμίαν ημέρας, εις το λοιμοκαθαρτήριον άλλας ένδεκα. Το
όλον τριανταδύο ημέρας Καραντίνα.”

Η ολιγοήμερη Καραντίνα στα χρόνια της “Παπαδιαμάντειας χολέρας”


μετατρέπεται σε μακροχρόνια εξορία στο μυθιστόρημά  “Γη και
Νερό” του Γουλιέλμου Άμποτ, που κυκλοφόρησε το 1939. Ο
συγγραφέας και γνωστός αστρονόμος Άμποτ, όπως σημειώνει ο Κώστας
Γεωργουσόπουλος στα προλεγόμενα της έκδοσης εξυμνεί “τον έρωτά
τους για ελευθερία, τη δίψα για ζωή, την εξέγερση εναντίον της μοίρας, τον
απελπισμένο αλλά ανυποχώρητο αγώνα για ανθρωπιά, τη συνειδητή και
ασυμβίβαστη πάλη εναντίον κάθε είδους καταδαμάζουσας, τυραννικής,
αυταρχικής εξουσίας”.

Αργότερα το 1972, ο Αντρέας Φραγκιάς επινοώντας μία μεταδοτική


ασθένεια θα καταδείξει τις απάνθρωπες συνθήκες στη Μεταπολεμική
Μακρόνησο με τα βασανιστήρια να περιλαμβάνουν και το κυνήγι μυγών
ή αλλιώς των εχθρών του έθνους .“Η διαταγή”, επισημαίνει ο Φραγκιάς
στις σελίδες του, “αναλύθηκε εξαντλητικά, για να μην υπάρχει καμιά
αμφιβολία. Όποιος δε φέρει το βράδυ τις είκοσι μύγες, μαύρη του μοίρα.
81

Θα τις συλλάβετε χωρίς να χαλαρωθεί, βεβαίως, στο ελάχιστο ο ρυθμός


των άλλων εργασιών. Κι όταν εδώ λέμε πρέπει, σημαίνει ‘πρέπει'”.

Ποια άραγε να είναι τα αντίδοτα της θνητής ύπαρξης του ανθρώπου;


Ποια φάρμακα θα σβήσουν τον πυρετό της ανθρώπινης ανησυχίας σε
περιόδους υγειονομικής ή πολεμικής κρίσης; Η ανθρώπινη ζωή, ένα
τρενάκι τρόμου χωρίς παράθυρα και εξόδους διαφυγής. Μια νότα που
επαναλαμβάνεται μέχρι να τελειώσει το πεντάγραμμο και να
παραχωρήσει τη θέση της σε μία άλλη μελωδία. Χαρμόσυνη ή
θρηνητική.

“Oι μάστιγες είναι βέβαια κάτι το συνηθισμένο”, συμπεραίνει ο Καμύ,


“δύσκολα ωστόσο, πιστεύεις στις μάστιγες όταν σου πέφτουν
κατακέφαλα. Έχουν ξεσπάσει στον κόσμο τόσες πανούκλες όσοι και
πόλεμοι. Κι ωστόσο πανούκλες και πόλεμοι βρίσκουν πάντα τους
ανθρώπους το ίδιο απροετοίμαστους…”

Photo Credits: Lavart

Άλλο οι πραγματικές επιδημίες κι άλλο οι επιδημίες όπως τις


απεικονίζει η λογοτεχνία, όπου ο κίνδυνος, ο φόβος και ο πανικός,,
αποτελούν μόνο σύμβολα και αλληγορίες για το παρόν και το μέλλον.

«Οι δυστυχίες, στην πραγματικότητα, είναι μια κοινή υπόθεση, αλλά


δύσκολα τις πιστεύει κανείς όταν του πέσουν στο κεφάλι. Υπήρξαν στον
κόσμο τόσες πανούκλες όσοι και οι πόλεμοι. Και παρόλα αυτά οι
πανούκλες και οι πόλεμοι πάντα βρίσκουν τους ανθρώπους το ίδιο
απροετοίμαστους» λέει ο Αλμπέρ Καμύ στο μυθιστόρημα του «Η
Πανούκλα ».

Οι επιδημίες, όπως κι αν ονομάζονται κάθε φορά, έρχονται από πολύ


παλιά κι έχουν σε πολλές περιπτώσεις αλλάξει δραματικά τα δεδομένα
του καιρού τους, ενώ άλλοτε πάλι έσβησαν μέσα στο χρόνο, χωρίς να
περάσουν ούτε στα ψιλά της ιστορίας. Όπως κι αν το δούμε, είναι άλλο οι
πραγματικές επιδημίες κι άλλο οι επιδημίες όπως τις συλλαμβάνει και
τις απεικονίζει η λογοτεχνία, όπου ο κίνδυνος, ο φόβος και ο πανικός, ο
οποίος πρέπει να αποφεύγεται όταν πρόκειται για την πραγματικότητα,
αποτελούν μόνο σύμβολα και αλληγορίες για το παρόν και το μέλλον.
82

Το «Δεκαήμερο» του Τζοβάνι Βοκάκιου

Ένα από τα πιο διάσημα έργα της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας για τις
επιδημίες είναι το «Δεκαήμερο» (1349-1352) του Τζοβάνι Βοκάκιου,
που έχει κυκλοφορήσει από πολλούς εκδότες στην Ελλάδα στην
αξεπέραστη μετάφραση του Κοσμά Πολίτη. Μαθητής του Πετράρχη και
ένας εκ των θεμελιωτών του ιταλικού ανθρωπισμού, ο Βοκάκιος μιλάει
στα διηγήματα του βιβλίου του για την Πανούκλα η οποία έχει πλήξει
τη Φλωρεντία, χωρίς ούτε μια σκιά να επιβαρύνει τις γυναίκες που
πρωταγωνιστούν στις σελίδες του.

Γυναίκες που θα εγκαταλείψουν την πόλη, για να πάνε στην εξοχή και να
αφήσουν το κακό πίσω τους, λέγοντας ερωτικές ιστορίες. Και, φυσικά,
τίποτε δεν μπορεί να νικήσει τον έρωτα, ακόμα και σε μιαν Επιδημίας.
Γιατί ο έρωτας και η ηδονή προσφέρουν στους νέους μιαν
ανακουφιστική προοπτική, ένα όραμα για όσα μέλλεται να έρθουν και να
μεταμορφώσουν τη ζωή τους πέρα από επιδημίες.

«Η Πανούκλα » του Άλμπερτ Καμύ

Συνεχίζοντας την περιήγησή μας, και περνώντας από τον 14ο στον 20ό
αιώνα και στον Αλμπέρ Καμύ, η Πανούκλα θα επανακάμψει στο
ομώνυμο μυθιστόρημά του, που γράφτηκε το 1947 στα γαλλικά
(μετάφραση Νίκη Καρακίτσου-Ντουζέ και Μαρία Κασαμπαλόγλου–
Ρομπλέν, Καστανιώτης, 2001).

Βρισκόμαστε στο Οράν της Αλγερίας κατά τη δεκαετία του 1950, και η
πόλη έχει αποκοπεί από τους πάντες λόγω μιας Επιδημίας Πανούκλας.
Ο Καμύ καταγράφει όλες τις στάσεις και τις αντιδράσεις που μπορεί να
προκαλέσει η Επιδημίας: την αγωνία και τον τρόμο, τις προσπάθειες των
επιτηδείων να αποκομίσουν κέρδη από την κατάσταση εκτάκτου
ανάγκης, αλλά και τη βαθιά επιθυμία για διασφάλιση της ατομικής και
της συλλογικής ακεραιότητας ή το ακατάβλητο πάθος για ελευθερία.

Και μας παροτρύνει ο Καμύ να σκεφτούμε πως, ακόμα κι αν υποχωρήσει


η Επιδημίας, όπως εντέλει συμβαίνει στο μυθιστόρημά του, ο φόβος για
μια Πανούκλα πάντοτε θα μας απειλεί, αν δεν είμαστε προετοιμασμένοι
να αντισταθούμε. Προχωρώντας προς το τέλος του 20ού αιώνα, μια άλλη
λογοτεχνική Επιδημίας θα ενσκήψει, αυτήν τη φορά στο μυθιστόρημα
του Ζοζέ Σαραμάγκου «Περί τυφλότητος» (κυκλοφόρησε το 1995 στα
πορτογαλικά, μετάφραση Αθηνά Ψυλλιά, Καστανιώτης, 2006). Μια
ολιγάριθμη ομάδα αγωνίζεται να μη χάσει την ανθρωπιά και το ήθος της
κατά τη διάρκεια μιας Επιδημίας τύφλωσης που δοκιμάζει το σύμπαν,
83

εκλύοντας τριγύρω της όλα τα κακά: δολοφονικές επιθέσεις και αμέριστη


βία, εγκλεισμούς και τρέλα, πτώση και παρακμή, εξαχρείωση και
εξανδραποδισμό.

Το τελικό μήνυμα, πάντως, δεν είναι απαισιόδοξο: οι άνθρωποι θα


μπορέσουν με κάποιον τρόπο να ξαναδούν και να αποκτήσουν εκ νέου το
φως τους, αρκεί να μην ξεχάσουν την πραγματική τους φύση και να μην
παραμερίσουν τον αληθινό εαυτό τους.

Οι λογοτεχνικές επιδημίες κατέχουν, βεβαίως, μια θέση και στην ιστορία


της ελληνικής πεζογραφίας.

Στο διήγημά του «Βαρδιάνος στα σπόρκα», δημοσιευμένο το 1893


(Εστία, 2009), ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης μιλάει για την ιστορία της
γριάς Σκεύως, που μεταμφιέζεται σε άντρα και γίνεται βαρδιάνος
(φύλακας) στα σπόρκα (μολυσμένα καράβια), με σκοπό να σώσει το γιο
της από τη χολέρα που έπληξε την Ευρώπη το 1865.

Το διήγημα, πάντως, δεν αναδίδει οσμή θανάτου. Γραμμένο με


ευφρόσυνο τρόπο, επιδιώκει να εικονογραφήσει το πώς εκδηλώνονται οι
ταξικές αντιθέσεις σε καθεστώς Επιδημίας, αλλά και πώς το ελληνικό
κράτος δυσκολεύεται να αντιμετωπίσει ένα έκτακτο πρόβλημα: «Αλλά το
πλείστον κακόν οφείλεται αναντιρρήτως εις την ανικανότητα της
ελληνικής διοικήσεως. Θα έλεγε τις, ότι η χώρα αύτη ηλευθερώθη
επίτηδες, διά να αποδειχθή, ότι δεν ήτο ικανή προς αυτοδιοίκησιν».

Στο μυθιστόρημά του «Γη και νερό», που κυκλοφόρησε το 1939 (Πόλις,
2003, με προλεγόμενα του Κώστα Γεωργουσόπουλου και της Ελισάβετ
Κοτζιά), ο Γουλιέλμος Άμποτ, που υπήρξε εκτός από συγγραφέας και
αστρονόμος, κάνει λόγο για τους λεπρούς στη Σπιναλόγκα της Κρήτης,
με τη διαφορά πως, αντί να θρηνήσει για τις συνέπειες της ασθένειάς
τους, εξυμνεί το σώμα και τον έρωτα.

Φτασμένοι από εκατό δρόμους στα όριά τους, οι άνθρωποι που


αλωνίζουν πάνω-κάτω τη Σπιναλόγκα δεν εννοούν να παραιτηθούν από
το υπέρτατο δικαίωμα στο σεξ, το οποίο και θα ασκήσουν
ποικιλοτρόπως: σε μισογκρεμισμένα σπίτια και λερά κρεβάτια, σε
θαλασσινές σπηλιές και σκιερές γωνίες, σε φανερές περιπτύξεις και σε
κρυφές συναντήσεις.

Ο «Λοιμός» του Αντρέα Φραγκιά

Πολλά χρόνια αργότερα, με το μυθιστόρημά του «Λοιμός», που


κυκλοφόρησε το 1972 (Κέδρος, 1998), ο Αντρέας Φραγκιάς θα επινοήσει
84

μια μεταδοτική ασθένεια, για να δείξει τις καταπιεστικές συνθήκες στη


μεταπολεμική Μακρόνησο και τα βάσανα των κρατουμένων, που
υποχρεώνονται να κυνηγήσουν τις μύγες σαν να εκπροσωπούν εχθρούς
του έθνους:

«Η διαταγή αναλύθηκε εξαντλητικά, για να μην υπάρχει καμιά


αμφιβολία. Όποιος δε φέρει το βράδυ τις είκοσι μύγες, μαύρη του μοίρα.
Θα τις συλλάβετε χωρίς να χαλαρωθεί, βεβαίως, στο ελάχιστο ο ρυθμός
των άλλων εργασιών. Κι όταν εδώ λέμε πρέπει, σημαίνει πρέπει».

Οι επιδημίες στη λογοτεχνία21.03.2020

Οι δυστυχίες, στην πραγματικότητα, είναι μια κοινή υπόθεση, αλλά


δύσκολα τις πιστεύει κανείς όταν του πέσουν στο κεφάλι.

Υπήρξαν στον κόσμο τόσες πανούκλες όσοι και οι πόλεμοι. Και παρόλα
αυτά οι πανούκλες και οι πόλεμοι πάντα βρίσκουν τους ανθρώπους το
ίδιο απροετοίμαστους» λέει ο Αλμπέρ Καμύ στο μυθιστόρημα του «Η
Πανούκλα ».

Οι επιδημίες, όπως κι αν ονομάζονται κάθε φορά, έρχονται από πολύ


παλιά κι έχουν σε πολλές περιπτώσεις αλλάξει δραματικά τα δεδομένα
του καιρού τους ενώ άλλοτε πάλι έσβησαν μέσα στον χρόνο για να μην
περάσουν ούτε στα «ψιλά» της Ιστορίας. Όπως κι αν το δούμε, είναι
άλλο οι πραγματικές επιδημίες κι άλλο οι επιδημίες όπως τις
συλλαμβάνει και τις απεικονίζει η λογοτεχνία, όπου ο κίνδυνος, ο φόβος
και ο πανικός, ο οποίος θα πρέπει να αποφεύγεται όταν πρόκειται για την
πραγματικότητα, αποτελούν μόνο σύμβολα και αλληγορίες για το παρόν
και το μέλλον.

Ένα από τα πιο διάσημα έργα της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας για τις
επιδημίες είναι το «Δεκαήμερο» (1349-1352) του Τζοβάνι Βοκάκιου,
που έχει κυκλοφορήσει από πολλούς εκδότες στην Ελλάδα στην
αξεπέραστη μετάφραση του Κοσμά Πολίτη. Μαθητής του Πετράρχη και
ένας εκ των θεμελιωτών του ιταλικού ανθρωπισμού, ο Βοκάκιος μιλάει
στα διηγήματα του βιβλίου του για την Πανούκλα η οποία έχει πλήξει
τη Φλωρεντία, χωρίς ούτε μια σκιά να επιβαρύνει τις γυναίκες που
πρωταγωνιστούν στις σελίδες του. Γυναίκες που θα εγκαταλείψουν την
πόλη, για να πάνε στην εξοχή και να αφήσουν το κακό πίσω τους,
λέγοντας ερωτικές ιστορίες. Και, φυσικά, τίποτε δεν μπορεί να νικήσει
τον έρωτα, ακόμα και σε μιαν Επιδημίας. Γιατί ο έρωτας και η ηδονή
προσφέρουν στους νέους μιαν ανακουφιστική προοπτική, ένα όραμα για
85

όσα μέλλεται να έρθουν και να μεταμορφώσουν τη ζωή τους πέρα από


επιδημίες.

Συνεχίζοντας την περιήγησή μας, και περνώντας από τον 14ο στον 20ο
αιώνα και στον Αλμπέρ Καμύ, η Πανούκλα θα επανακάμψει στο
ομώνυμο μυθιστόρημά του, που γράφτηκε το 1947 στα γαλλικά
(μετάφραση Νίκη Καρακίτσου-Ντουζέ και Μαρία Κασαμπαλόγλου-
Ρομπλέν, Καστανιώτης, 2001). Βρισκόμαστε στο Οράν της Αλγερίας
κατά τη δεκαετία του 1950 και η πόλη έχει αποκοπεί από τους πάντες
λόγω μιας Επιδημίας Πανούκλας. Ο Καμύ καταγράφει όλες τις στάσεις
και τις αντιδράσεις που μπορεί να προκαλέσει η Επιδημίας: την αγωνία
και τον τρόμο, τις προσπάθειες των επιτήδειων να αποκομίσουν κέρδη
από την κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, αλλά και τη βαθιά επιθυμία για
διασφάλιση της ατομικής και της συλλογικής ακεραιότητας ή το
ακατάβλητο πάθος για ελευθερία. Και μας παροτρύνει ο Καμύ να
σκεφτούμε πως ακόμα κι αν υποχωρήσει η Επιδημίας, όπως εντέλει
συμβαίνει στο μυθιστόρημά του, ο φόβος για μια Πανούκλα πάντοτε θα
μας απειλεί, αν δεν είμαστε προετοιμασμένοι να αντισταθούμε.

Προχωρώντας προς το τέλος του 20ου αιώνα, μια άλλη λογοτεχνική


Επιδημίας θα ενσκήψει, αυτή τη φορά στο μυθιστόρημα του Ζοζέ
Σαραμάγκου «Περί τυφλότητος» (κυκλοφόρησε το 1995 στα
πορτογαλικά, μετάφραση Αθηνά Ψυλλιά, Καστανιώτης, 2006). Μια
ολιγάριθμη ομάδα αγωνίζεται να μη χάσει την ανθρωπιά και το ήθος της
κατά τη διάρκεια μιας Επιδημίας τύφλωσης που δοκιμάζει το σύμπαν,
εκλύοντας τριγύρω της όλα τα κακά: δολοφονικές επιθέσεις και αμέριστη
βία, εγκλεισμούς και τρέλα, πτώση και παρακμή, εξαχρείωση και
εξανδραποδισμό. Το τελικό μήνυμα, πάντως, δεν είναι απαισιόδοξο: οι
άνθρωποι θα μπορέσουν με κάποιον τρόπο να ξαναδούν και να
αποκτήσουν εκ νέου το φως τους, αρκεί να μην ξεχάσουν την
πραγματική τους φύση και να μην παραμερίσουν τον αληθινό εαυτό
τους.

Οι λογοτεχνικές επιδημίες κατέχουν, βεβαίως, μια θέση και στην ιστορία


της ελληνικής πεζογραφίας. Στο διήγημά του «Βαρδιάνος στα σπόρκα»,
δημοσιευμένο το 1893 (μπορείτε να το διαβάσετε ολόκληρο εδώ), ο
Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης μιλάει για την ιστορία της γρια-Σκεύως, που
μεταμφιέζεται σε άντρα και γίνεται βαρδιάνος (φύλακας) στα σπόρκα
(μολυσμένα καράβια) με σκοπό να σώσει τον γιο της από τη χολέρα η
οποία έπληξε την Ευρώπη το 1865. Το διήγημα, πάντως, δεν αναδίδει
οσμή θανάτου. Γραμμένο με ευφρόσυνο τρόπο, επιδιώκει να
εικονογραφήσει το πώς εκδηλώνονται οι ταξικές αντιθέσεις σε καθεστώς
Επιδημίας, αλλά και πώς το ελληνικό κράτος δυσκολεύεται να
86

αντιμετωπίσει ένα έκτακτο πρόβλημα: «Αλλά το πλείστον κακόν


οφείλεται αναντιρρήτως εις την ανικανότητα της ελληνικής διοικήσεως.
Θα έλεγέ τις, ότι η χώρα αύτη ηλευθερώθη επίτηδες, δια να αποδειχθή,
ότι δεν ήτο ικανή προς αυτοδιοίκησιν».

Στο μυθιστόρημά του «Γη και νερό», που κυκλοφόρησε το 1939 (Πόλις,
2003, με προλεγόμενα του Κώστα Γεωργουσόπουλου και της Ελισάβετ
Κοτζιά), ο Γουλιέλμος Άμποτ, που υπήρξε εκτός από συγγραφέας και
αστρονόμος, κάνει λόγο για τους λεπρούς στη Σπιναλόγκα της Κρήτης,
με τη διαφορά πως αντί να θρηνήσει για τις συνέπειες της ασθένειάς
τους, εξυμνεί το σώμα και τον έρωτα. Φτασμένοι από εκατό δρόμους στα
όριά τους, οι άνθρωποι που αλωνίζουν πάνω-κάτω τη Σπιναλόγκα δεν
εννοούν να παραιτηθούν από το υπέρτατο δικαίωμα στο σεξ, το οποίο
και θα ασκήσουν ποικιλοτρόπως: σε μισογκρεμισμένα σπίτια και λερά
κρεβάτια, σε θαλασσινές σπηλιές και σκιερές γωνίες, σε φανερές
περιπτύξεις και σε κρυφές συναντήσεις.

Πολλά χρόνια αργότερα, με το μυθιστόρημά του «Λοιμός», που


κυκλοφόρησε το 1972 (Κέδρος, 1998), ο Αντρέας Φραγκιάς θα επινοήσει
μια μεταδοτική ασθένεια για να δείξει τις καταπιεστικές συνθήκες στη
μεταπολεμική Μακρόνησο και τα βάσανα των κρατουμένων, που
υποχρεώνονται να κυνηγήσουν τις μύγες σαν να εκπροσωπούν εχθρούς
του έθνους: «Η διαταγή αναλύθηκε εξαντλητικά, για να μην υπάρχει
καμιά αμφιβολία. Όποιος δε φέρει το βράδυ τις είκοσι μύγες, μαύρη του
μοίρα. ”Θα τις συλλάβετε χωρίς να χαλαρωθεί, βεβαίως, στο ελάχιστο ο
ρυθμός των άλλων εργασιών”. Κι όταν εδώ λέμε πρέπει, σημαίνει
“πρέπει”».

 Πηγή: ΑΠΕ, Βαγγέλης Χατζηβασιλείου

24.3.2020 / ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΙ WEB. Διάσημοι συγγραφείς


σε καιρούς πανδημίας - Η Πανούκλα του Σαίξπηρ
και η χολέρα του Πούσκιν

Με το ξέσπασμα της πανδημίας του νέου κορωνοϊού έρχονται στην


επικαιρότητα βιβλία όπως «Η Πανούκλα » του Αλμπέρ Καμύ και «Ο
έρωτας στα χρόνια της χολέρας» του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες.
Βιβλία, που μαζί με αυτά άλλων συγγραφέων που περιγράφουν δύσκολες
καταστάσεις και επιδημίες ανά τους αιώνες ή γράφτηκαν σε τέτοιους
καιρούς, βοηθούν πολλούς να αντιμετωπίσουν δίχως περισσό πανικό τη
σημερινή κατάσταση.
87

Όπως στην Αγγλία οι μαθητές διδάσκονται στο σχολείο ότι κατά τη


διάρκεια της Καραντίνας για την Επιδημίας της Πανούκλας του 1606,
ο Σαίξπηρ έγραψε τον «Βασιλιά Ληρ», έτσι και στη Ρωσία, οι μαθητές
διδάσκονται ότι το φθινόπωρο του 1830, ο «αρχιτέκτονας» της
σύγχρονης ρωσικής γλώσσας και μεγάλος ποιητής Αλεξάντρ Πούσκιν
αναγκάστηκε να μείνει για τρεις μήνες στο χωριό Μπόλντιν, λόγω της
Καραντίνας εξαιτίας Επιδημίας χολέρας στη Μόσχα κα την Αγία
Πετρούπολη. Ο Πούσκιν είχε πάει για λίγες ημέρες στο χωριό του
προκειμένου να τακτοποιήσει κάποια θέματα με το κτήμα του και
αποκλείστηκε εκεί. Ήταν ένας άνθρωπος κοσμικός με πολλούς φίλους
και ήταν έτοιμος να παντρευτεί την αγαπημένη του Ναταλία
Γκοντσαρόβα. Αποκλεισμένος στο Μπόλντιν, έμεινε μακριά από τη
γεμάτη δραστηριότητες και ταξίδια ζωή που ζούσε μέχρι τότε. Μέσα στη
φοβερή πλήξη που ένιωθε, κατάφερε να στραφεί στο γράψιμο και έγραψε
τα μισά από τα έργα του, όλα τα παραμύθια, τριάντα δύο «μικρά»
ποιήματα, πέντε μυθιστορήματα και το μεγαλύτερο μέρος του
παγκοσμίως γνωστού έργου του, με τίτλο «Ευγένιος Ονέγκιν».

Στη διάρκεια της αναγκαστικής απομόνωσης, περνούσε τον καιρό του


γράφοντας γράμματα στην αγαπημένη του Ναταλία, ο γάμος με την
οποία αναβλήθηκε για έξι μήνες λόγω της Καραντίνας. Αυτές οι γεμάτες
αγάπη επιστολές είναι ένα παράδειγμα για το πώς η Καραντίνα μπορεί
να ξεπερνιέται δημιουργικά και ευχάριστα. Η Καραντίνα στο χωριό
Μπόλντιν το 1830 θεωρείται ο πιο παραγωγικός και δημιουργικός χρόνος
στη ζωή του ποιητή!

Ο Πούσκιν δεν φοβόταν πολύ τη λοίμωξη: «Τι, έχετε χολέρα; Μη


φοβάστε. Αυτή είναι η ίδια ιστορία με την Πανούκλα . Οι αξιοπρεπείς
άνθρωποι δεν πεθαίνουν από αυτήν, όπως είπε η μικρή Ελληνίδα [σ.σ.
πιθανόν αναφέρεται στην Ελληνίδα Καλυψώ Πολυχρόνη (1804-1827), με
την οποία, πριν από τρία χρόνια, είχε σχέση στην Οδησσό). Ελπίζουμε
ότι η Επιδημίας δεν θα είναι πολύ ισχυρή, ακόμη και μεταξύ των απλών
ανθρώπων. Η Πετρούπολη έχει πολύ αέρα και τη θάλασσα...», έγραφε.

Στη ρωσική λογοτεχνία συναντά κανείς πολλές καραντίνες, που


καταγράφηκαν από συγγραφείς. Ανάμεσά σε αυτούς τους συγγραφείς
ήταν και ο διπλωμάτης, συγγραφέας, ποιητής και πιανίστας Αλεξάντερ
Γκριμπογέντοφ (1795-1830). Στην Ανατολή (Ιράν), όπου υπηρετούσε το
1920, είχε αποκλειστεί από καραντίνες τύφου, Πανώλης και χολέρας
και συνέχεια κήδευε φίλους που πέθαναν από τη λοίμωξη.

Οι τακτικές καραντίνες είχαν κουράσει τους Ρώσους συγγραφείς, που


στο τέλος έφτασαν σε σημείο να τις αγνοούν. Ο ποιητής και φιλόσοφος
88

Φιόντορ Τιούτσεφ (1803-1873) παραπονέθηκε για την Καραντίνα του


Μονάχου, γιατί «στερήθηκε τη διασκέδαση και την ψυχαγωγία». Ο
λογοτέχνης και κριτικός λογοτεχνίας Ιβάν Γκοντσαρόφ (1812-1891)
απολάμβανε μόνος του τα λουτρά στη διάρκεια της «Καραντίνας της
Μπολόνια» και μόνο ο Αντόν Τσέχωφ (1860-1904) πέρασε ηρωικά από
μια τέτοια κατάσταση, εργαζόμενος ως γιατρός, ενώ δεν είχε γράψει
σχεδόν τίποτα δημιουργικό.

Ο ήδη γνωστός στη Ρωσία συγγραφέας, το φθινόπωρο του 1892


επιστρατεύτηκε από τις αρχές της χώρας ως «γιατρός χολέρας» χωρίς
αμοιβή. Ο Τσέχωφ, ο οποίος ήταν γιατρός στο επάγγελμα, υπέστη όλη
την ταλαιπωρία την Καραντίνας. Έγραφε ότι ευτυχώς έβρισκε λίγο
χρόνο μόνο για επιστολογραφία. Ήταν η ανακούφισή του, γιατί υπέφερε
από έλλειψη αποδοχών και χρόνου για συγγραφή.

«Η ψυχή μου είναι κουρασμένη», γράφει σε ένα γράμμα σε φίλο του ο


Τσέχωφ. «Πλήξη. Να μην ανήκεις στον εαυτό σου, να σκέπτεσαι μόνο
για διάρροιες και τη νύχτα να τινάζεσαι από το γάβγισμα ενός σκυλιού ή
από το χτύπημα της καγκελόπορτας (μήπως έρχονται για μένα!), να
ταξιδεύεις (από χωριό σε χωριό) με αδύναμα άλογα σε άγνωστους
χαλασμένους δρόμους, να διαβάζεις μόνο για τη χολέρα και να
περιμένεις μόνο τη χολέρα και να είσαι συγχρόνως εντελώς αδιάφορος
σε αυτή την ασθένεια και σε εκείνους τους ανθρώπους τους οποίους
υπηρετείς -αυτό, κύριέ μου, είναι μια τέτοια "σαλάτα", από την οποία δεν
γλυτώνεις», έγραφε από την πόλη Σέρπουχοφ, κοντά στη Μόσχα, που
ξέσπασε η Επιδημίας.

Παρά την έλλειψη βοηθών, την απίστευτη κούραση στους


κακοτράχαλους δρόμους του νομού Σέρπουχοφ, όπου κινούνταν με
αδύναμα άλογα, την κακή υγεία (ο ίδιος πέθανε από φυματίωση) και την
έλλειψη χρημάτων, έγραφε: «Δεν έχω περάσει ούτε ένα καλοκαίρι τόσο
καλό όσο αυτό... Μου άρεσε και ήθελα να το ζήσω... Νέες γνωριμίες και
νέες σχέσεις. Οι πρώην φόβοι μας για τους χωρικούς φαίνονται τώρα
παράλογοι, υπηρετούσα και από το υγειονομικό συμβούλιο, πήγαινα στα
εργοστάσια. Όλο αυτό μου άρεσε, έγινε δικό μου...».

Όπως «δικό τους» θεωρούσαν τον μεγάλο Ρώσο συγγραφέα οι ντόπιοι


γιατροί και οι γύρω χωρικοί, μετά τη θυσία που έκανε ο Αντόν
Παύλοβιτς Τσέχωφ στην καταπολέμηση της Επιδημίας.

Πηγή: ΑΠΕ - ΜΠΕ


89

Κορωνοϊός: Η λογοτεχνία ως οιωνός μέσα από τα


πιο επίκαιρα βιβλία που έχουν γραφτεί ποτέ

Κίνδυνος, φόβος, πανικός. Οι τρεις λέξεις που συνοδεύουν συνήθως, την


εξάπλωση μίας Επιδημίας που μετατρέπεται σε πανδημία. Οι επιδημίες,
όποια ονομασία κι αν έχουν κάθε φορά, έρχονται από τα βάθη των
αιώνων και έχουν αποδοθεί εξαιρετικά σε μερικά από τα διασημότερα
έργα της ελληνικής και ξένης λογοτεχνίας. 

Με σύμβολα και αλληγορίες, λογοτεχνικά έργα συνθέτουν εικόνες από


άλλες εποχές και ασθένειες, αποδεικνύοντας πως η νέα πανδημία του
κορωνοϊού είχε λάβει διαφορετικές μορφές κατά το παρελθόν σε
αμέτρητες λογοτεχνικές σελίδες.   

Η «Πανούκλα » του Αλμπέρ Καμύ είχε γραφτεί το 1947 στα γαλλικά.


Το πιο δυνατό ίσως, λογοτεχνικό έργο, τοποθετημένο στο Οράν της
Αλγερίας κατά τη δεκαετία του 1950, περιγράφει πως η πόλη έχει
αποκοπεί από τους πάντες, εξαιτίας της εμφάνισης μιας πανδημίας,
της Πανούκλας. Αγωνία, τρόμος, οικονομική εκμετάλλευση από
επιτήδειους και η μεγάλη ανάγκη για ελευθερία είναι μερικά από τα
κυριότερα θέματα που θίγονται στο λογοτεχνικό δημιούργημα, που θέτει
επ' αόριστον την απειλή για μελλοντική Επιδημίας, ακόμη και μετά την
υποχώρηση της Πανούκλας. 

Η Πανούκλα ωστόσο, πηγαίνει πιο πίσω, αποτελώντας το κεντρικό θέμα


σε ένα από τα πιο δημοφιλή έργα της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας για τις
επιδημίες, στο «Δεκαήμερο» (1349-1352) του Τζοβάνι Βοκάκιου. Ο
Βοκάκιος μιλάει στα διηγήματα του βιβλίου του για την Πανούκλα η
οποία έχει πλήξει τη Φλωρεντία με πρωταγωνιστή το γυναικείο φύλο που
φαίνεται να μην επηρεάζεται βαθιά από αυτή. Η δύναμη του έρωτα
πρωτοστατεί εδώ μέσα από ιστορίες που αφηγούνται γυναίκες όταν
εγκαταλείπουν την πόλη για να πάνε στη εξοχή, αφήνοντας την
Επιδημίας και το κακό πίσω τους.

Η λογοτεχνική Επιδημίας ως κεντρικό μοτίβο και στην ιστορία της


ελληνικής πεζογραφίας, αποδίδεται και μέσω της υπογραφής του
αγαπημένου Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη με μοναδικό τρόπο. Στο
διήγημα που δημοσιεύτηκε το 1893, «Βαρδιάνος στα σπόρκα»,
περιγράφεται η ιστορία της γριάς Σκεύως, που μεταμφιέζεται σε άντρα
και γίνεται βαρδιάνος (φύλακας) στα σπόρκα (μολυσμένα καράβια), με
σκοπό να σώσει το γιο της από τη χολέρα που έπληξε την Ευρώπη το
1865. Το έργο παρουσιάζει κυρίως, την αδυναμία του ελληνικού κράτους
90

να ανταποκριθεί στις ανάγκες και την αποφυγή εξάπλωσης της


Επιδημίας.

Χρόνια αργότερα, ένα ακόμη έργο- σταθμός αποτελεί το


μυθιστόρημα «Λοιμός» του Ανδρέα Φραγκιά, που κυκλοφόρησε το
1972. Περιγράφοντας μια μεταδοτική ασθένεια, το βιβλίο πραγματεύεται
τις αντίξοες συνθήκες στη μεταπολεμική Μακρόνησο και τα βάσανα των
κρατουμένων, που υποχρεώνονται να κυνηγήσουν τις μύγες σαν να
εκπροσωπούν εχθρούς του έθνους. 

Επιστρέφοντας στην ξένη λογοτεχνία, επιλέξαμε να κλείσουμε με «Το


Κοράκι» του Στίβεν Κινγκ, που παρότι γράφτηκε το 1978, προμηνύει
πολλά γεγονότα από τον δικό μας αιώνα. Η πλοκή περιστρέφεται γύρω
από μια Επιδημίας γρίπης, η οποία εξαπλώνεται ραγδαία, απειλώντας
να αφανίσει το περισσότερο μέρος του πληθυσμού. Πρωταγωνιστές
γίνονται όσοι καταφέρνουν να επιζήσουν, αναδιοργανώνοντας τις
ελάχιστες δυνάμεις που τους έχουν απομείνει. «Πρώτα ήρθαν οι μέρες
της Επιδημίας... Έπειτα ήρθαν τα όνειρα... Εφιάλτες που
προειδοποιούσαν για την έλευση του σκοτεινού άντρα». 

Οι ιοί, ο χρόνος, η Iστορία, η λογοτεχνία, οι


άνθρωποι: άλλες επιδημίες, ίδιες αντιδράσεις. ΑΠΟ
ΤΗΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΤΣΟΛΚΑ

«Ο ιός φέρνει ασθένεια και αυτή είναι η φύση. Η πανδημία απ την


άλλη, που εξαπλώνεται παντού, είναι πολιτική» – από  τη
δραματοποιημένη επιστημονική σειρά Mars, στο Netflix. Η σιωπή για να
αποφευχθούν οι οικονομικές επιπτώσεις ενός δριμύτατου ιού, οδηγεί
στην εξάπλωση του. Έτσι έγινε με τον άνθρακα στην άκρη της Σιβηρίας,
όπου η κλιματική αλλαγή και ο παρατεταμένος καύσωνας σ αμαθή
περιοχή σε αυτή επέτρεψε στο βακτήριο να βγει από το χώμα έπειτα από
επτά δεκαετίες απουσίας. Η αποσύνθεση νεκρών ταράνδων στις τούνδρες
ενεργοποίησε τον ιό, που πέρασε γρήγορα στους νομάδες βοσκούς των
κοπαδιών τους. Ιοί με αρχικά και κώδικες ονομασίες Sars, Sars-Cov-2,
H1N1,H2N2, αφρικανική Πανώλη, η νόσος των πουλερικών, η νόσος
των τρελών αγελάδων και κορώνα ιός απ το σχήμα του και παγκόσμιες
φοβίες και πτώση χρηματιστηρίων και η ανθρωπότητα να αντιδρά πάντα
το ίδιο, αταβιστικά, μπροστά στο κίνδυνο του μολυσματικού τέλους.

Στον Όμηρο οι θεοί έριχναν βέλη απ τον Όλυμπο στους πολεμιστές που
βάλλονταν από ίωση, από Λοιμό, Πανούκλα, Πανώλη, λέπρα ή χολέρα
όπως ήταν σχηματικά περίπου επιδημίες οι φοβικές και καταστροφικές,
μέχρι τις μέρες μας. O Θουκυδίδης, στην ιστορία του Πελοποννησιακού
91

πολέμου γράφει: «… Κ’ ευθύς μόλις άρχισε το καλοκαίρι, εισέβαλαν οι


Πελοποννήσοι κ’ οι σύμμαχοι τους όπως και πρωτύτερα στην Αττική με
τα δύο τρίτα της στρατιωτικής του δύναμης ο καθένας (με αρχηγό πάλι
τον Αρχίδαμο, γιο του Ζευξίδαμου, βασιλιά των Λακεδαιμονίων), κι
αφού έκαμαν στρατόπεδο άρχισαν να ρημάζουν τον τόπο συστηματικά.
Αλλά πριν περάσουν πολλές ημέρες από την ώρα που μπήκαν στην
Αττική, πρώτο φανερώθηκε η αρρώστια στην Αθήνα, αρρώστια που λένε
βέβαια πως έπεσε κι άλλοτε σε πολλούς τόπους, γύρω στη Λήμνο και
αλλού, αλλά πουθενά δεν θυμούνται να παρουσιάστηκε τόσο φοβερή,
ούτε να χάλασε τόσους ανθρώπους. Γιατί δεν μπορούσαν να κάνουν
τίποτα ούτε οι γιατροί που κοίταζαν τους τούς αρρώστους στην αρχή,
γιατί δεν ήξεραν τη φύση του κακού, κι αυτοί οι ίδιοι πέθαιναν σε
μεγαλύτερη αναλογία όσο περισσότερο τους πλησίαζαν, ούτε καμία άλλη
ανθρώπινη τέχνη κι όλες οι παρακλήσεις που έκαναν στους ναούς κι όσα
προσκυνήματα στα μαντεία κι άλλα τέτοια, ήταν όλα του κακού και στο
τέλος τα παράτησαν κι αυτά, γιατί τους χαράκωσε το κακό». Ήταν η
Επιδημία του 429 π.Χ., από την οποία νόσησε ο ίδιος ο Θουκυδίδης και
ο Περικλής και έπεσαν θύματα χιλιάδες Αθηναίοι…

Ο Θουκυδίδης περιγράφει τα συμπτώματα με λεπτομέρειες: «Ο χρόνος


εκείνος, όπως το παραδέχονταν όλοι, ήταν εξαιρετικά ελεύθερος από
άλλες αρρώστιες κι αν κανείς πριν από αυτήν ήταν κάπως ανήμπορος όλα
ξεκαθάριζαν πως ήταν αυτή. Τους άλλους όμως που δεν είχαν καμία
φανερή αιτία κακοδιαθεσίας, έξαφνα, ενώ ήταν πρωτύτερα εντελώς γεροί
τους έπιαναν πρώτα δυνατές θέρμες στο κεφάλι, κοκκίνιζαν τα μάτια
τους κ’ ερεθιζόταν πολύ, κι απ’ την αρχή άναβαν και μάτωναν τα μέσα
τους, ο φάρυγγας και η γλώσσα, κι η αναπνοή τους έβγαινε παράξενη και
βρωμούσε. Έπειτα απ’ αυτά άρχιζε δυνατό φτάρνισμα και βραχνάδα και
σε λίγο κατέβαινε στο στήθος το πάθημα, με δυνατό βήχα, κι όταν
πιανόταν από την καρδιά της έδινε μία και τη γύριζε ανάποδα, κι έβγαινε
χολή από το στόμα κι από κάτω, όσων λογιών έχουν κιόλας ονοματίσει οι
γιατροί, και μάλιστα με δυνατούς πόνους και τους περισσότερους τους
έπιανε ξερό ρέψιμο που τους έφερνε δυνατούς σπασμούς, που σε άλλους
σταματούσαν ύστερα από λίγο, σε άλλους κρατούσαν μέρες ολόκληρες.
Και σ’ όποιον τ’ άγγιζε από έξω, το κορμί του αρρώστου δεν ήταν ούτε
υπερβολικά ζεστό, ούτε υγρό, αλλά κοκκινωπό, μελανιασμένο, γεμάτο
εξανθήματα, μικρά σπυριά και πληγές. Από μέσα τους ένιωθαν τέτοια
πύρα που δεν μπορούσαν να υποφέρουν να τους αγγίζουν ούτε τα πιο
ψιλά και μαλακά ρούχα ή σεντόνια ή οτιδήποτε άλλο και την πιο μεγάλη
ανακούφιση θα ένιωθαν αν μπορούσαν να ριχτούνε μέσα σε κρύο νερό…

…Και πολλοί από όσους δεν είχαν κανένα να τους κοιτάξει έκαναν αυτό
ακριβώς, πέφτοντας μέσα σε πηγάδια βασανισμένοι από αδιάκοπη και
92

ανυπόφορη δίψα και το ίδιο έκανε, είτε έπιναν πολύ, είτε λίγο. Και πάνω
από όλα και χωρίς αναπαμό ήταν η στεναχώρια που δεν μπορούσαν να
βρουν ανακούφιση με τίποτα και ούτε μπορούσαν να κοιμηθούν. Το
σώμα όμως, όσο καιρό ήταν η αρρώστια στο κρίσιμο στάδιο της δεν
μαραινόταν, αλλά άντεχε στο βάσανο περισσότερο από ότι θα μπορούσε
κανείς να περιμένει, έτσι που πέθαιναν οι περισσότεροι ύστερα από εννιά
ή εφτά μέρες από τη μέσα τους κάψα, χωρίς να έχει εντελώς εξαντληθεί η
δύναμη τους, ή αν ξέφευγαν αυτό το στάδιο κατέβαινε ύστερα το κακό
κατέβαινε στη κοιλιά, γέμιζαν πληγές και αφού τους έπιανε δυνατή και
ασταμάτητη διάρροια, πέθαιναν οι περισσότεροι στο δεύτερο αυτό
στάδιο από την εξάντληση. Και το κακό περνούσε από όλο το κορμί, μια
και είχε στερεωθεί στην αρχή στο κεφάλι και προχωρούσε από πάνω
προς τα κάτω, κι αν κανείς σωζόταν από τα χειρότερα, φανερωνόταν
τούτο επειδή έπιανε πια τις άκρες γιατί έπεφτε και στα γεννητικά όργανα
και στις άκρες των χεριών και των ποδιών, και πολλοί που συνήλθαν
έμειναν χωρίς αυτά μερικοί άλλοι πάλι έχασαν το φως τους ή το
θυμητικό τους, ενώ άντεξαν στην καθαυτό αρρώστια στην αρχή και
ξέχασαν μόλις σηκώθηκαν ποιοι ήταν οι ίδιοι και δεν γνώριζαν ούτε τους
πιο στενούς συγγενείς και φίλους τους».  Μετά το πρώτο ξέσπασμα το
430 π.Χ. ο Λοιμός αναζωπυρωνόταν συνεχώς μέχρι το 425 π.Χ.  Ήταν ο
«αττικός Λοιμός» ονομαζόμενος και «Λοιμός του Θουκυδίδη».

Ρώμη και Βυζάντιο, ο ιστορικός Προκόπιος και ο «µεγάλος λοιµός,


από τον οποίο κινδύνευσε να εξαφανιστεί όλο το ανθρώπινο γένος»

Ο χρόνος κυλά αστραπιαία στα βιβλία και η οδύνη μοιάζει τόσο μακρινή!
Σημειώνεται ο «Λοιμός του Αντωνίνοι» στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία τον
δεύτερο μετά χριστιανικό αιώνα. Έπειτα ακουσθεί ο  «Λοιμός του
Ιουστινιανού», στην Ευρώπη και στη Μ. Ασία από το 531 έως το 580 μ.
Χ ., που περιεγράφηκε με εξουθενωτικές λεπτομέρειες από το βυζαντινό
ιστορικό Προκόπιο, που μιμήθηκε την αντίστοιχη περιγραφή του
Θουκυδίδη για τον Λοιμό της Αθήνας. «Εκείνα τα χρόνια» γράφει ο
Βυζαντινός Ιστορικός, «έπεσε µεγάλος λοιµός, από τον οποίο κινδύνευσε
να εξαφανιστεί όλο το ανθρώπινο γένος. Ξεκίνησε από τους Αιγυπτίους
που κατοικούν στο Πηλούσιο. Από εκεί η αρρώστια απλώθηκε σ’ όλη τη
γη και δεν άφησε ούτε νησί, ούτε σπηλιά ή βουνοκορφή όπου να ζούσε
κάποιος άνθρωπος. Τους ανθρώπους τους έπιανε ξαφνικά πυρετός. Ο
πυρετός ήταν χαµηλός από την αρχή ως το βράδυ, ώστε δεν έδινε την
εντύπωση πως ήταν κάτι επικίνδυνο. Την ίδια µέρα, σε µερικούς
ασθενείς, σε άλλους την εποµένη και στους υπόλοιπους ύστερα από λίγες
µέρες, παρουσιαζόταν πρήξιµο, που αρχικά περιοριζόταν στη βουβωνική
χώρα. Ύστερα επεκτεινόταν στη µασχάλη, σε ορισµένες, µάλιστα
περιπτώσεις και στο πίσω µέρος των αφτιών και σε διάφορα σηµεία των
93

µηρών. Σε µερικές περιπτώσεις ο θάνατος ερχόταν αµέσως, ενώ σε άλλες


ύστερα από µέρες. Σε µερικούς ασθενείς το σώµα γέµιζε µε µαύρες
φουσκάλες, µεγάλες σαν σπυριά φακής, αυτοί δεν ζούσαν ούτε µια µέρα,
αλλά πέθαιναν αµέσως. Μερικοί, πάλι, έκαναν εµετό µε αίµα, χωρίς
καµιά φανερή αιτία, και αµέσως πέθαιναν». Η Επιδημία προκάλεσε το
542 μ. Χ. κατά τη διάρκεια τεσσάρων μηνών μόνο στην
Κωνσταντινούπολη τον θάνατο περισσοτέρων από 10.000 ανθρώπων.

«Στα τέλη του 13ου αιώνα, η πίστη στο καθαρτήριο ήταν ευρέως
διαδεδομένη», λέει ο Γάλλος ιστορικός Ζακ λε Γκοφ. Στις αρχές του
14ου αιώνα, ο Δάντης γράφει το καθοριστικό για το ανθρώπινο πνεύμα
έργο του «Η Θεία Κωμωδία», το οποίο περιείχε παραστατικές
περιγραφές της κόλασης και του καθαρτηρίου. Έτσι δημιουργήθηκε ένα
θρησκευτικό κλίμα που έκανε τους ανθρώπους να αντιμετωπίζουν τις
επιδημίες, την Πανώλη, με φοβερή απάθεια και μοιρολατρία,
θεωρώντας την τιμωρία από τον ίδιο τον Θεό. Αυτή η απαισιόδοξη
νοοτροπία συνέβαλε στην εξάπλωση της ασθένειας. Στο «Δεκαήμερο»
του ο Βοκκάκιος, στο προοίμιο, περιγράφει με μεγάλη δύναμη την
Πανώλη, που το 1348 είχε πλήξει την Ευρώπη – τον “Μαύρο Θάνατο”,
όπως τον έλεγαν και εξολόθρευσε τη Φλωρεντία. Η Πανώλη χρεώνεται
στην κοινωνική σήψη και στα έκλυτα ήθη. Οι αρχαίοι θεοί τιμωρούσαν
τους ανθρώπους με την Επιδημία, αλλά τώρα, στον Μεσαίωνα, φταίνε οι
ίδιοι οι άνθρωποι και οι αμαρτίες τους.  

Αναφέρει με δέος την κατάσταση στο Χρονικό της Πανούκλας πως


«… Στη Φλωρεντία έχει πέσει θανατηφόρα Πανούκλα, που μας έστειλε
ο θυμωμένος θεός, εξαιτίας των ανομημάτων μας ή εξαιτίας των
άστρων…». Συμβουλεύει ο συγγραφέας να «καταφύγουμε στην εξοχή
και εκεί, να γευτούμε κάθε απόλαυση, που δεν θα ξεπερνά τα όρια της
λογικής. Θα ακούμε το κελάηδημα των πουλιών, θα βλέπουμε τους
κάμπους και τους λόφους να σκεπάζονται από την τρυφερή χλόη, τα
σπαρμένα με στάρια χωράφια που κυματίζουν σα θάλασσες, τα χιλιάδες
δέντρα…».  Ο Πετράρχης, φίλος του Βοκκάκιου, απαρηγόρητος, γράφει
για το χαμό της αγαπημένης του μούσας, της Λάουρα, που πέθανε από τη
φοβερή Πανώλη: «…Το αγνό και ωραίο της σώμα, ετάφη στην
Εκκλησία των Ανηλίκων. Η ψυχή της επέστρεψε στον ουρανό, από όπου
είχε έλθει…». Για τη φονικότερη αυτή Επιδημία-πανδημία όλων των
εποχών, του 1347-1351, στην Ευρώπη, που εξολόθρευσε το ένα τρίτου
του πληθυσμού της, περί τα 25.000.000 λέγεται πως Μογγόλοι ιππείς,
ακολουθώντας τους εμπορικούς δρόμους της εποχής, μετέφεραν μεγάλα
φορτία με γουναρικά και μεταξωτά υφάσματα στα λιμάνια της Μαύρης
Θάλασσας κι από ‘κει, με Γενοβέζικες γαλέρες, το εμπόρευμα, μαζί με
94

τους ποντικούς και τους μολυσμένους ξενιστές τους, τους ψύλλους,


έφτασαν στην Ιταλία.

Πρώτα αρχίζει η απομόνωση! Οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να


αντιδράσουν παρά με το να κλειστούν στα σπίτια τους. Πολλοί φύγουν
μακριά από τις πόλεις. Οι λαϊκές μάζες φτάνουν τον τρόμο σε
παροξυσμό. Ο θεός τιμωρεί και εκείνοι αρχίζουν τότε οι πιο μεγάλες
εξιλαστήριες τελετές. Οι «αυτομαστιγούμενοι», περιπλανώμενες ομάδες
δηλαδή μετανοούντων φανατικών, μπαίνουν στις πόλεις, προσελκύουν
την προσοχή των μαζών με τις παράξενες τελετές τους που τις
διαδέχονται συλλογικά μαστιγώματα, χοροί και τραγούδια, μυστικιστικές
εκστάσεις και κατηγορίες σε όσους θεωρούν «έκλυτους». Η Καθολική
Εκκλησία φοβούμενη τη γενίκευση του φαινομένου των Γερμανών
αυτομαστιγωτών, συγκέντρωσε τους επικεφαλής και πολλούς απ τους
πλέον φανατικούς και τους εκτέλεσε, μέσα στο ναό του Αγ. Πέτρου της
Ρώμης. Τον παροξυσμό και τον φανατισμό συνοδεύει όπως πάντα το
μίσος. Φταίνε οι ξένοι και οι μη χριστιανοί. Στη Γερμανία, στη Γαλλία,
στην Καταλονία, ο λαός κατακρεουργεί τους Εβραίους, τους οποίους
κατηγορεί ότι έριξαν δηλητήριο στα πηγάδια. Οι διωγμοί των Εβραίων
και η βία εναντίον τους,  προκάλεσαν φρίκη. Στην Βασιλεία της
Ελβετίας, συγκέντρωσαν όλους τους Εβραίους και τους έκαψαν
ζωντανούς, μέσα σε ξύλινες καλύβες. Στο Στρασβούργο εκτέλεσαν
16.000 Εβραίους, στη Μαγεντία 12.000 και στη Φρανκφούρτη όλο τον
Εβραϊκό πληθυσμό!

Αντιβιοτικά! Σύγχρονος κόσμος. Πλέον οι επιδημίες χρησιμοποιούνται


στη λογοτεχνία ως αλληγορίες για ολοκληρωτικά καθεστώτα, όπως
συμβαίνει στην «Πανούκλα» του Καμύ ή στον «Ρινόκερο» του Ιονέσκο.
Και φτάνοντας στον εξελιγμένο 21ο αιώνα οι επιδημίες χτυπάνε
αστραπιαία και λόγω μετακινήσεων και εμπορίου μεταδίδονται παντού
σε χρόνους ρεκόρ. Οι άνθρωποι αντιδρούν το ίδιο! Μάσκες για να
προστατευτούν απ την μόλυνση! Απομόνωση! Υστερίες με αποθήκευση
τροφίμων! Κατηγορίες άλλων, πχ των Κινέζων και γενικώς των Ασιατών.
Στα δικά μας, επικίνδυνοι και οι μετανάστες και οι πρόσφυγες, παρ ότι ο
ιός μας ήρθε απ την Ιταλία. Και μετά; Ω! Μετά μπορεί να χει η
λογοτεχνία το λόγο:

 «…Προσοχή, προσοχή, προσοχή. Η κυβέρνηση λυπάται που


αναγκάστηκε ν’ ασκήσει αποφασιστικά αυτό που θεωρεί δικαίωμα και
καθήκον της, προφυλάξει δηλαδή με κάθε μέσο τον πληθυσμό ενώπιον
της κρίσης που αντιμετωπίζουμε, η οποία κατά τα φαινόμενα μπορεί να
προσδιοριστεί ως ένα είδος επιδημικού ξεσπάσματος τυφλότητας, που
προσωρινά περιγράφεται ως λευκή πληγή, ελπίζει ότι μπορεί να
95

βασίζεται στον πατριωτισμό και τη συνεργασία όλων των πολιτών για να


σταματήσουμε τη διάδοση της μολυσματικής νόσου […] Η απόφαση να
συγκεντρώσουμε στο ίδιο μέρος του πληγέντες, και σε κοντινό μέρος,
ξεχωριστό όμως, αυτούς που βρέθηκαν σε κάποιου είδους επαφή μαζί
τους πάρθηκε κατόπιν σοβαρής και ωρίμου σκέψεως. Η κυβέρνηση έχει
πλήρη συνείδηση των καθηκόντων της και αναμένει ότι αυτοί στους
οποίους απευθύνεται το μήνυμα αυτό, θ’ αναλάβουν επίσης, ως
ευσυνείδητοι πολίτες που οφείλουν να είναι, τις ευθύνες που τους
αντιστοιχούν, λαμβάνοντας υπόψη τους ότι η απομόνωση στην οποία
τώρα βρίσκονται συνιστά πράξη αλληλεγγύης προς το υπόλοιπο του
έθνους μας […] Η κυβέρνηση και το έθνος αναμένουν από τον καθένα
σας να εκπληρώσει το χρέος του. Καληνύχτα». Επίσης!

«Μένουμε Σπίτι» και διαβάζουμε 5+1 βιβλία


Καραντίνας (pics). Σάβ, 28/03/2020 -

Πέντε συν ένα βιβλία για επιδημίες που μοιάζουν πιο επίκαιρα από
ποτέ.

Η λογοτεχνία όπως και ο κινηματογράφος, βρίθει ιστοριών για λοιμούς,


καταστροφές, επιδημίες (πραγματικές ή φανταστικές) και ό,τι άλλο
μπορεί να απειλήσει το ανθρώπινο γένος φέρνοντας ένα δυσοίωνο και
αβέβαιο μέλλον.

Η απειλή αφανισμού του ανθρώπινου είδους στην παγκόσμια λογοτεχνία


τις περισσότερες φορές βέβαια κουβαλά μαζί της μηνύματα, «ηθικά
διδάγματα», αλληγορίες και προειδοποιήσεις για το παρόν και το μέλλον.
Εν μέσω κορονοϊού και ενώ το «προφητικό» «Contagion» του Στίβεν
Σόντεμπεργκ «ζει μια δεύτερη ζωή», επιλέγουμε 5+1 «διαμαντάκια»
ξένης και ελληνικής, σύγχρονης και κλασικής λογοτεχνίας με θέμα τους
πανδημίες που απείλησαν την ανθρώποτητα και είναι πιο επίκαιρα από
ποτέ.

«Δεκαήμερο», Τζοβάνι Βοκάκιος


Το «Δεκαήμερο» αποτελείται από εκατό διηγήματα χωρισμένα σε δέκα
μέρη, κι από ένα προοίμιο, όπου ο συγγραφέας περιγράφει με μεγάλη
δύναμη την Πανούκλα που εξολόθρευσε τη Φλωρεντία το 1348. Η
ιστορία ξετυλίγεται στους λόφους του Φιέζολε, λίγο πιο έξω από τη
Φλωρεντία. Δέκα νέοι, εφτά κορίτσια και τρία αγόρια, έχουν καταφύγει
εκεί πάνω για να γλιτώσουν από την Πανούκλα που μαστίζει την πόλη.
Οι τολμηρές ιστορίες που διηγούνται -δέκα κάθε μέρα- δεν είναι μόνο
ένα παιχνίδι που κερδίζει αναβολές από το θάνατο, όπως στο «Χίλιες και
μία νύχτες». Είναι, κυρίως, ένας διαλεκτικός ύμνος στη ζωή, και όπως
96

πρώτος επισήμανε ο Πετράρχης, μια εκπληκτική άσκηση ύφους, που


έμελλε να γίνει σημείο αναφοράς για την ιταλική λογοτεχνία ως τον
δέκατο όγδοο αιώνα.

«Η Πανούκλα», Αλμπέρ Καμύ

«Οι δυστυχίες, στην πραγματικότητα, είναι μια κοινή υπόθεση, αλλά


δύσκολα τις πιστεύει κανείς όταν του πέσουν στο κεφάλι. Υπήρξαν στον
κόσμο τόσες πανούκλες όσοι και οι πόλεμοι. Και παρόλα αυτά οι
πανούκλες και οι πόλεμοι πάντα βρίσκουν τους ανθρώπους το ίδιο
απροετοίμαστους». Μέσα στο αποκλεισμένο Οράν στην Αλγερία, η
Πανούκλα θερίζει ζωές, τα κρεματόρια δουλεύουν μέρα νύχτα, τα τραμ
περνούν φορτωμένα νεκρούς. Κι όμως ο κόσμος κυκλοφορεί στους
δρόμους, παραδομένος σε μιαν αδιάκοπη αναζήτηση, κι όμως ο γερο-
ασθματικός μετράει το χρόνο με ξερά μπιζέλια μέσα σε δυο καραβάνες,
κι ενώ μερικοί πασχίζουν να ξεπεράσουν τις ενοχές τους, κάποιοι άλλοι
βρίσκουν μέσα στον τρόμο και την αγωνία τις μεγάλες φιλίες που θα τους
σημαδέψουν. Η «Πανούκλα», το δεύτερο μετά τον «Ξένο» μεγάλο
μυθιστόρημα του Καμύ, καταγράφει τη συμπεριφορά των ανθρώπων σ'
έναν κόσμο που μοιάζει χωρίς σκοπό και μέλλον, σ' έναν κόσμο πνιγηρής
επανάληψης και μονοτονίας.

«Το κοράκι», Στίβεν Κινγκ

Πρώτα ήρθαν οι μέρες της Επιδημίας... Έπειτα ήρθαν τα όνειρα...


Εφιάλτες που προειδοποιούσαν για την έλευση του σκοτεινού άντρα. Ο
αποστάτης του θανάτου. Τα βήματά του ακούγονταν κάθε νύχτα στους
δρόμους. Άρχοντας του πολέμου και πρίγκιπας του σκότους. Ήρθε η ώρα
του. Η αυτοκρατορία του αναπτύσσεται στη Δύση και η στιγμή της
«Αποκάλυψης» προβάλλει.

«Βαρδιάνος στα σπόρκα», Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης 


O Bαρδιάνος στα σπόρκα (1893) διηγείται την ιστορία της γρια-Σκεύως,
που μεταμφιέζεται σε άντρα και γίνεται βαρδιάνος (φύλακας) στα
σπόρκα (μολυσμένα, επιχόλερα καράβια), προκειμένου να σώσει το γιο
της. Iστορικός πυρήνας του διηγήματος είναι η χολέρα που έπληξε την
Eυρώπη το 1865 και τα αυστηρά μέτρα προφύλαξης που έλαβε τότε η
ελληνική κυβέρνηση. Tο διήγημα ωστόσο δεν αναδίδει οσμή θανάτου. 

«Ο έρωτας στα χρόνια της χολέρας», Γκαμπριέλ Γκαρσία Μαρκές


Ο κεραυνός που χτυπάει τις καρδιές του νεαρού Φλορεντίνο Αρίσα και
της συνομήλικής του Φερμίνα Δάσα διακόπτεται απότομα από τη
σφοδρή αντίδραση του πατέρα της και ακυρώνεται με το πέρασμα του
χρόνου, όσον την αφορά. Ο Φλορεντίνο θα παραμείνει συναισθηματικά
97

ανάπηρος σχεδόν για όλη του τη ζωή, μη μπορώντας να την ξεχάσει. Η


Φερμίνα, αντίθετα, υποκύπτει στα θέλγητρα ενός γοητευτικού και
έμπειρου γιατρού, φτιάχνει οικογένεια και εκλογικεύει την απώλεια του
πρώτου άντρα στη ζωή της. Με φόντο τις ακτές της Καραϊβικής και
δαμόκλειο σπάθη την τρομερή αρρώστια της εποχής, τη χολέρα, οι δύο
πρωταγωνιστές επιζούν σαν να είναι απρόσβλητοι από την Επιδημία,
λόγω της δύναμης με την οποία ερωτεύτηκαν. Θα συναντηθούν μόνον
όταν ο σύζυγος της Φερμίνα πεθάνει και το πεδίο για τον Φλορεντίνο
είναι και πάλι ελεύθερο. Όχι μόνο δεν την ξέχασε -μετά από 51 χρόνια, 9
μήνες και 4 ημέρες που έχουν περάσει- αλλά δεν την ξεπέρασε ποτέ, και
το ψήγμα της ελπίδας μέσα του έμεινε ζωντανό και ενεργό.

«The Eyes of Darkness», Ντιν Κουντζ


Στο θρίλερ του 1981 ο Ντιν Κουντζ περιγράφει έναν θανατηφόρο ιό, που
ονομάζεται «Wuhan-400». Σας θυμίζει κάτι; Μα φυσική την
κινεζική πόλη που είναι γνωστή ως το επίκεντρο της πανδημίας του
κορονοϊού. Ο ιός που περιγράφεται στο βιβλίο αναπτύσσεται σε
εργαστήριο στα περίχωρα της πόλης Γουχάν και αποτελεί το τέλειο
βιολογικό όπλο με θνητότητα 100%. Ωστόσο αυτό που πρέπει να
αναφέρουμε είναι ότι στην αρχική έκδοση του 1981, το βιβλίο δεν
ανέφερε καν τη Γουχάν. Ο ιός προερχόταν από την σοβιετική πόλη Gorki
και

Η ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΤΗΣ ΕΠΙΔΗΜΙΑΣ ΣΕ ΕΡΓΑ ΤΗΣ


ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ. Παλιοτζήκα Ευσταθία
Επιβλέπων καθηγητής: Κώστας Γιαβής Θεσσαλονίκη 2019
επανέκδοση του βιβλίου το 1989.

Βιβλιογραφικές αναφορές Εκδόσεις των κειμένων

Άμποτ Γ.Ν., Γη και νερό, Πόλις, Αθήνα, 2003.


Καζαντζάκη Γαλάτεια, Η άρρωστη πολιτεία, Ελληνικά Γράμματα, 2010.
Κορνάρος Θέμος, Άγιον όρος: Οι άγιοι χωρίς μάσκα. Σπιναλόγκα:ad
vitam, Χρόνος, Αθήνα, 1977.
Λιμενίτης Εμμανουήλ/Μανόλης, επιμ. Günther Steffen Henrich, Το
Θανατικόν της Ρόδου, ΙΝΣ, Θεσσαλονίκη, 2015.
Λυκούδης Εμμανουήλ, Διηγήματα, Νεφέλη, Αθήνα, 1990.
Μάτεσις Παύλος, Graffito, Καστανιώτη, Αθήνα, 2009.
Παπαδιαμάντης Αλέξανδρος, Βαρδιάνος στα σπόρκα και άλλα διηγήματα,
εκδ. Νεφέλη, Αθήνα, 1990.
98

Ρίζος Νερουλός Ιακωβάκης, Τα θεατρικά (Ασπασία 1813, Πολυξένη


1814, Κορακίστικα 1813), Θεατρική Βιβλιοθήκη Ίδρυμα Κώστα και
Ελένης Ουράνη, Αθήνα, 2002.
Σουρής Γεώργιος, «Η Επιδημία» στο Άπαντα τ.2, Βιβλιοθήκη για όλους,
Αθήνα, 1980.
Φραγκιάς Ανδρέας, Λοιμός, Αθήνα, 1972.
Δευτερεύουσα βιβλιογραφία
Burrows Daron, The stereotype of the priest in the Old French
Fabuliaux. Anticlerical Satire and Lady identity, Peter Lang, Bern, 2005.
Cooke Jennifer, Legacies of Plague in literature, theory and film,
Palgrave Macmillan, NY, 2009.
Foster Edith, “The Rhetoric of Materials: Thucydides and Lucretius”,
The American Journal of Philology, 130/3 (2009)
Girard Rene, “The Plague in Literature and Myth”, Texas Studies in
Literature and Language (1974). 56 Gordon Daniel, “The City and the
Plague in the Age of Enlightenment”, Yale French Studies, 92 (1997).
Kallet Lisa, “Thucydides, Apollo, the Plague, and the War”, American
Journal of Philology, 134/3 (2013).
Levenstein Jessica, “Out of Bounds: Passion and the Plague in
Boccaccio’s Decameron”, Italica, 73/3 (1996),
Lund Roger. D., “Infectious Wit: Metaphor, Atheism, and the Plague in
eighteenth century London”, Literature and medicine, 22/1 (2003).
Munro Ian, “The City and Its Double: Plague Time in Early Modern
London”, English Literary Renaissance, 30/2 (2000).
Posen Solomon, “The portrayal of the physician in non-medical literature
-the physician and religion”, Journal of the Royal Society of Medicine,
85/11 (1992).
Slack Paul, Plague: A very short introduction, Oxford, 2012.
Sontag Susan, Illness as a metaphor, Farrar, Straus and Giroux, New
York, 1978.
Steel David, “Plague Writing: from Boccaccio to Camus”, Journal of
European Studies 11/42 (1981).
Stephanson Raymond, “The Plague narratives of Defoe and Camus.
Illness as a metaphor”, Modern Language Quarterly 48/3 (1987).
Totaro Rebecca, Gilman Ernest B., Representing the Plague in Early
Modern England, Routledge Studies in Renaissance Literature and
Culture, 2010.
Αραμπατζίδου Λένα, Αισθητισμός. Η νεοελληνική εκδοχή του κινήματος,
Μέθεξις, Θεσσαλονίκη, 2012.
Αρτώ Αντονέν, Το θέατρο και το είδωλό του, μτφρ. Παύλος Μάτεσις,
Δωδώνη, Αθήνα-Γιάννινα, 1992.
Δασκαλά Κέλυ, «Η νόσος της λέπρας ως ταυτότητα: από τον Μεσσία-
λυτρωτή στον λεπρό αγωνιστή» στο Ταυτότητες στον ελληνικό κόσμο
99

(από το 1204 έως σήμερα) : Δ' Ευρωπαϊκό Συνέδριο Νεοελληνικών


Σπουδών Γρανάδα, 9-12 Σεπτεμβρίου 2010 : πρακτικά, Ευρωπαϊκή 57
ταιρεία Νεοελληνικών Σπουδών, Αθήνα, 2011,
Μαμακούκα-Κουκουβίνου Ελισάβετ, «Το αστικό τοπίο ως σκηνικό
μεταφυσικό μεταφυσικών λοιμών: Από την Πανούκλα του Καμύ και Το
Κοράκι του Στήβεν Κινγκ ως το Graffito του Παύλου Μάτεσι»
ανακοίνωση στο Διεθνές Συνέδριο της Ελληνικής Εταιρείας Γενικής και
Συγκριτικής Γραμματολογίας, Αθήνα, Ιανουάριος 2013, (Υπό έκδοση
στα Πρακτικά του Συνεδρίου).
Μπαχτίν Μιχαήλ, Ο Ραμπελαί και ο κόσμος του, μτφρ. Γιώργος
Πινάκουλας, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο, 2007
Ραυτόπουλος Δημήτρης, «Η σκοτεινή αλληγορία του ολοκληρωτισμού
στον Λοιμό» στο Εμφύλιος και λογοτεχνία, Πατάκη, Αθήνα, 2012.
Τσιριμώκου Λίζυ, «Λογοτεχνία της πόλης/πόλεις της λογοτεχνίας» στο
Εσωτερική ταχύτητα, Άγρα, Αθήνα, 2000.
Φουκώ Μισέλ, Επιτήρηση και τιμωρία. Η γέννηση της φυλακής, μτφρ.
Καίτη Χατζηδήμου –Ιουλιέττα Ράλλη, Ράππα, Αθήνα, 1989.
--- Ιστορία της τρέλας, μτφρ. Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου, Ηριδανός,
Αθήνα, 2004.
--- Οι λέξεις και τα πράματα. Μια αρχαιολογία των επιστημών του
ανθρώπου., Γνώση, Αθήνα, 1986
--- Οι μη κανονικοί. Παραδόσεις στο Κολέγιο της Γαλλίας, 1974-1975,
μτφρ. Σωτήρης Σιαμάνδουρας, Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», Αθήνα,
2011.
Λεξικά εννοιών
Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Πρόσωπα. Έργα. Ρεύματα. Όροι.,
Πατάκη, 4ηεκδ., Αθήνα, 2012

Τα καλύτερα βιβλία για τις επιδημίες. «Εθνικός


Κήρυξ» 29 Μαρτίου, 2020

Μέρες δύσκολες για όλους και καθώς κλεισμένοι μέσα στα σπίτια μας
προσπαθούμε να κάνουμε διαπραγματεύσεις με τα απανωτά υπαρξιακά
μας ερωτήματα, το μόνο που μπορεί να μας δώσει μια εικόνα για τις
πανδημίες του Κόσμου είναι η λογοτεχνία. Το «Περιοδικό» σας
προτείνει 4 από τα καλύτερα βιβλία που έχουν γραφτεί για τις ασθένειες
μέσα στην ιστορία. Από τον Πούσκιν, τον Αλμπέρ Καμύ, τον Ζοζέ
Σαραμάγκου, τον Richard Preston μέχρι το σήμερα που ζούμε, οι
ομοιότητες θα μας καταπλήξουν.

Η «Καυτή ζώνη» (Hot Zone) Richard Preston


100

Το βιβλίο του δημοσιογράφου Ρίτσαρντ Πρέστον για τον ιό Εμπολα,


θέμα που κάλυπτε δημοσιογραφικά από τη Δυτική Αφρική για αρκετά
χρόνια, ήταν ένα τεράστιο μπεστ σέλερ που άλλαξε τελείως τον τρόπο με
τον οποίο ο κόσμος αντιμετωπίζει τις πανδημίες, προωθώντας δράση και
συζήτηση γύρω από τη βιοτρομοκρατία και τη δημόσια υγεία όπως ποτέ
νωρίτερα στη σύγχρονη εποχή. Το 1999, το American Scientist το
κατέταξε σε ένα από τα 100 βιβλία που διαμόρφωσαν έναν αιώνα
επιστήμης, όπως τα Silent Spring (Σιωπηλή Ανοιξη) και Autobiography
(Αυτοβιογραφία) του Δαρβίνου.
Απόσπασμα
«Στην Αφρική, στην αρχή, οι άνθρωποι πίστευαν ότι ο Εμπολα δεν ήταν
πραγματικός, ότι ήταν μια πλεκτάνη από το παρακράτος, ότι ήταν fake
news και ότι δεν ήταν πολύ ανησυχητικός και ότι θα περνούσε. Με άλλα
λόγια, ο πρόεδρος Τραμπ πρόσφατα ενήργησε σαν χωρικός της Αφρικής,
και αυτό δεν το λέω για να δυσφημίσω τους Αφρικανούς χωρικούς.
Απλώς ήταν άνθρωποι, ήταν σε άρνηση. Αλλά μόλις κατάλαβαν τι ήταν ο
Εμπολα, άρχισαν την αυστηρή κοινωνική απομάκρυνση και επίσης
έθεσαν χωριά σε Καραντίνα. Και ο Εμπολα εξαφανίστηκε μέσα σε λίγες
εβδομάδες στα χωριά, στα οποία εμφανίστηκε. Απλώς εξαλείφθηκε. Η
κοινωνική απομάκρυνση είναι αυτό που σκότωσε τον Εμπολα»

Η «Πανούκλα» του Αλμπέρ Καμύ

Η «Πανούκλα» του Αλμπέρ Καμύ είναι ένα αλληγορικό βιβλίο. Με


σημείο εκκίνησης τον μαύρο θάνατο –όπως ονομάστηκε η Πανούκλα
που αποδεκάτισε την μεσαιωνική Ευρώπη- ο Καμύ επανατοποθετεί το
πιόνι της Πανώλης σε μια πόλη της Αλγερίας, το 1940. Η συγγραφή του
έργου συμπίπτει με την άνοδο του ναζισμού και ο Καμύ επιχειρεί μέσω
εύστοχων συμβολισμών να σχολιάσει τα απολυταρχικά καθεστώτα. Ο
ίδιος, μάλιστα, αναφέρει ότι το έργο αυτό ομοιάζει με «μία λίμνη μετά
από κατακλυσμό»

Απόσπασμα

«Το βράδυ, αντί οι άνθρωποι να μαζεύονται πολλοί μαζί προσπαθώντας


να παρατείνουν τη διάρκεια αυτών των ημερών που καθεμιά τους
μπορούσε να είναι κι η τελευταία γι’ αυτούς, συναντούσες μικρές ομάδες
ατόμων που βιάζονταν να γυρίσουν στο σπίτι τους ή να χωθούν στα
καφενεία. Ετσι, για μερικές μέρες, την ώρα του σούρουπου, που έπεφτε
γρηγορότερα αυτή την εποχή, οι δρόμοι ήταν έρημοι και μόνος ο άνεμος
θρηνολογούσε ανάμεσά τους ασταμάτητα. Μια μυρωδιά από φύκια και
αρμύρα αναδινόταν από την ταραγμένη και πάντα αόρατη θάλασσα. Και
τότε τούτη η έρημη πόλη, ασπρισμένη από τη σκόνη, πλημμυρισμένη
101

από μυρωδιές θαλασσινές, αντηχούσε από το ουρλιαχτό του ανέμου και


βογκούσε σαν ένα νησί που το χτύπησε η συμφορά».

«Μικρές τραγωδίες» του Πούσκιν

Το φθινόπωρο του 1830, ο ποιητής Αλεξάντρ Σεργκέγιεβιτς Πούσκιν


βρίσκεται απομονωμένος για τρεις περίπου μήνες σε ένα ρώσικο χωριό,
όπου είχε πάει για δουλειές μερικών ημερών, καθώς ξεσπάει ακριβώς
τότε μια τρομερή Επιδημία χολέρας. Οι δρόμοι κλείνουν, οι πόλεις
τίθενται σε Καραντίνα, η αρρώστια θερίζει τον πληθυσμό της Μόσχας
και της επαρχίας. Ο Πούσκιν χάνει την επαφή με τον έξω κόσμο. Δεν
έχει τρόπο διαφυγής. Και σε αυτές τις συνθήκες, ελεύθερος όσο ποτέ
μέσα στην απομόνωση που του προσφέρει η Καραντίνα, γράφει
πυρετωδώς. Το αίσθημα κινδύνου τον διεγείρει, ξυπνά τη δημιουργική
του δύναμη. Εγραψε τότε τότε μερικά από τα καλύτερα ποιήματά του,
πολλά διηγήματα αλλά και θεατρικά όπως ο «Φιλάργυρος ιππότης», ο
«Μότσαρτ και Σαλιέρι», ο «Πέτρινος καλεσμένος» και το «Γλέντι στον
καιρό της Πανούκλας», γνωστά όλα μαζί ως οι «Μικρές Τραγωδίες».

«Περί τυφλότητος» του Ζοζέ Σαραμάγκου

Στις 8 Οκτωβρίου 1998, το Νόμπελ Λογοτεχνίας απονεμήθηκε στον


Ζοζέ Σαραμάγκου για το μυθιστόρημα «Περί Τυφλότητος». Είναι η
πρώτη φορά, από το 1901 που πρωτοξεκίνησε ο θεσμός των Νόμπελ, που
δίνεται σε συγγραφέα από την Πορτογαλία.
Το όνομά του πάντως, ήταν επί πολλά χρόνια μεταξύ των υποψηφίων για
το βραβείο. Σύμφωνα με τη Σουηδική Ακαδημία: «Το βραβείο
απονέμεται στον Ζοζέ Σαραμάγκου, ο οποίος με φανταστικές
αλληγορίες, με συναίσθημα και ειρωνεία, κάνει πάντα κατανοητό το
μέρος της πραγματικότητας που μας διαφεύγει».
Απόσπασμα
«Ας ξεκουνάγαμε τη βάρκα, έστω δύο λεύγες παρακεί, να αλλάξουμε
νερά και παραστάσεις, να κατουρήσουμε κι αλλού κι ας επιστρέψουμε
μετά πίσω στο μόλο, ούτως ή άλλως το σκοινί μας βγήκε λίγο, βάρκα κι
αυτή με περιλαίμιο σκύλου, σαν και αυτούς που οδηγούν κάποιους
τυφλούς. Σε μια χώρα –συγχωρέστε μου τη λέξη για άλλη μια φορά–
όπου οι τυφλοί πολλαπλασιαζόντουσαν όσο δίνονταν συντάξεις
αναπηρίας και κατόρθωναν οι τυφλοί να ‘χουν δυο μάτια αετίσια κάθε
που στέκονται ουρά να την τσεπώσουν, χάθηκε να τσοντάρουμε να
πάρουμε και λίγο σκοινί παραπάνω για τη βάρκα;»
102

TIMES NEWS. Πανδημίες που άλλαξαν τη ροή της


Ιστορίας. 30 Μαρτίου 2020. naftemporiki.gr με
πληροφορίες από businessinsider.com,
history.com, BBC

Από τον Λοιμό του Ιουστινιανού και τον Μαύρο Θάνατο, μέχρι την
ισπανική γρίπη, το Aids και τον κορωνοϊό, η ιστορία της ανθρωπότητας
είναι γεμάτη από πανδημίες, με την πρώτη να καταγράφεται το 430 π.Χ,
στη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου.

Οι περισσότερες συνοδεύονταν από σημαντικές κοινωνικές και


οικονομικές επιπτώσεις, αφανίζοντας μεγάλο ποσοστό του παγκόσμιου
πληθυσμού.

Στη συνέχεια παρουσιάζονται οι 11 σημαντικότερες πανδημίες, που


επηρέασαν τον ρου της Ιστορίας, μεταξύ αυτών και ο κορωνοϊός, τον
οποίο ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας αναβάθμισε σε πανδημία στις
11 Μαρτίου.

 Πανώλη του Ιουστινιανού (541-750 μ.Χ.)

Το  έτος 541 μ.Χ., μια άγνωστη ασθένεια έκανε την εμφάνισή της στο
Μεσογειακό λιμάνι της Αιγύπτου, Πηλούσιο, και εξαπλώθηκε σε όλες τις
επαρχίες της Ανατολικής Ρωμαϊκής (Βυζαντινής) Αυτοκρατορίας. Η
βουβωνική Πανώλη είχε κάνει την πρώτη της εμφάνιση στην Ευρώπη
και έμεινε γνωστή στην Ιστορία ως «Ιουστινιάνεια Πανώλη»,  από το
όνομα του Βυζαντινού Αυτοκράτορα Ιουστινιανού. Το 542 μ.Χ., η νόσος
εμφανίστηκε και στην πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας, την
Κωνσταντινούπολη και άρχισε να εξαπλώνεται σταδιακά προς τη Δύση
φθάνοντας μέχρι τη Βρετανία και την Ιρλανδία.

Στη διάρκεια της πανδημίας υπολογίζεται ότι έχασαν της ζωή τους 30 με
50 εκατ. άνθρωποι, αριθμός που αντιστοιχεί περίπου στο ήμισυ του
παγκοσμίου πληθυσμού εκείνης της εποχής.

Εξαιτίας της πανδημίας πάγωσε το εμπόριο και αποδυναμώθηκε η


αυτοκρατορία του Βυζαντίου, επιτρέποντας σε άλλους λαούς να
κατακτήσουν βυζαντινά εδάφη σε Μέση Ανατολή, Βόρειο Αφρική και
μέρη της Ασίας. Ο Ιουστινιανός επιχειρούσε την ένωση Ανατολικής και
Δυτικής ρωμαϊκής αυτοκρατορίας όταν χτύπησε ο Λοιμός, στον οποίο
αποδίδεται και το τέλος εκείνης της εποχής.
103

Του λοιμού διαδέχθηκε η εποχή του Μεσαίωνα.

 Μαύρος Θάνατος (1347 – 1351)

SHUTTERSTOCK

Από το 1347 έως το 1351 η Ευρώπη χτυπήθηκε ξανά από Επιδημία


βουβωνικής Πανώλης, με τον «φόρο» σε ανθρώπινες ζωές πολύ βαρύ: Η
επονομαζόμενη Μαύρη Πανώλη ή Μαύρος Θάνατος  στοίχισε τη ζωή 25
εκατ. ανθρώπων. Χρειάσθηκε να περάσουν 200 χρόνια για να επανέλθει
ο ευρωπαϊκός πληθυσμός στα επίπεδα προ του 1347. Ο Μαύρος Θάνατος
εκτιμάται ότι προκάλεσε περισσότερους θανάτους στην Ασία και
ειδικότερα στην Κίνα, από όπου θεωρείται ότι ξεκίνησε η διασπορά του.

Ο Μαύρος Θάνατος συνοδεύθηκε και από σταδιακή παρακμή του


καθεστώτος δουλοπαροικίας, καθώς είχαν πεθάνει πολλοί άνθρωποι και
σε αρκετές περιπτώσεις βελτιώθηκε η οικονομική κατάσταση όσων
επιβίωσαν.

Από πολιτιστικής άποψης, η επέλαση του Μαύρου Θανάτου


συνοδεύθηκε από την ενίσχυση του μυστικισμού και αμφισβήτηση της
θρησκευτικής κυριαρχίας της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Οι
αντιδράσεις στην Πανούκλα ενίσχυσαν και τις τάσεις φανατισμού και
προκαταλήψεων εναντίον μειονοτικών ομάδων.

Ευλογιά  (15ος-17ος αιώνας)

SHUTTERSTOCK

Οι Ευρωπαίοι «εισήγαγαν» διάφορες νέες ασθένειες όταν έφθασαν στις


αμερικανικές ηπείρους το 1492. Μια από αυτές ήταν και η ευλογιά, μια
μολυσματική ασθένεια με ποσοστά θνησιμότητας περίπου 30%.

Στη διάρκεια εκείνης της περιόδου, η ευλογιά στοίχισε τη ζωή σε περίπου


20 εκατ. ανθρώπους, αριθμός που αντιστοιχεί περίπου στο 90% του τότε
πληθυσμού της αμερικανικής ηπείρου. Η πανδημία βοήθησε τους
Ευρωπαίους στη δημιουργία αποικιών, αλλάζοντας για πάντα την ιστορία
της Αμερικής και της παγκόσμιας οικονομίας. Η εκμετάλλευση του
ορυκτού πλούτου του «Νέου Κόσμου» -για παράδειγμα ασήμι και
χρυσός από τη Λατινική Αμερική- οδήγησε σε εκτόξευση του
πληθωρισμού στην Ισπανική Αυτοκρατορία. Όπως έγραψε ο Τζον
Μέιναρντ Κέινς το 1930,  αυτή η «επανάσταση τιμών» αποτέλεσε
κρίσιμο σημείο καμπής για τη δημιουργία του σύγχρονου καπιταλισμού.
104

 Χολέρα (1817 – 1823)

EPA/YAHYA ARHAB

Ασθενείς που πάσχουν από χολέρα νοσηλεύνται σε νοσοκομείο της


Σαναά στην Υεμένη (Μάιος, 2019)

Η πρώτη πανδημία χολέρας άρχισε στην περιοχή Τζασόρε(στα σημερινά


σύνορα μεταξύ Ινδίας και Μπαγκλαντές) και εξαπλώθηκε στο
μεγαλύτερο μέρος των γειτονικών περιοχών. Επρόκειτο για την πρώτη σε
σειρά επτά μεγάλων πανδημιών χολέρας που προκάλεσαν τον θάνατο
εκατομμυρίων ανθρώπων. Ο Βρετανός γιατρός Τζον Σνόου κατάφερε το
1854 να αποτρέψει την εξάπλωση, εντοπίζοντας την πηγή μετάδοσης σε
μια συγκεκριμένη αντλία νερού στο Σόχο του Λονδίνου. Ο ΠΟΥ έχει
χαρακτηρίσει τη χολέρα «ξεχασμένη πανδημία», ενώ το έβδομο κύμα,
που άρχισε το 1961, συνεχίζεται έως σήμερα. Η χολέρα μολύνει 1,4 με 4
εκατ. ανθρώπους κάθε χρόνο, με ετήσιους θανάτους μεταξύ 21.000 και
143.000. Καθώς προκαλείται από την κατάποση φαγητού ή νερού
μολυσμένου από συγκεκριμένα βακτήρια, πλήττει κυρίως φτωχές χώρες
με έλλειψη κοινωνικών υποδομών.

Η χολέρα συνεχίζει να αλλάξει τον κόσμο, πλήττοντας κυρίως τις


αδύναμες περιοχές, ενώ είναι σχεδόν ανύπαρκτη στις πλούσιες χώρες.

 Ισπανική γρίπη Η1Ν1(1918-1919)

SHUTTERSTOCK

Η ισπανική γρίπη, γνωστή ως πανδημία γρίπης του 1918, προκλήθηκε


από την εξάπλωση του ιού Η1Ν1, προσβάλλοντας περίπου 500 εκατ.
ανθρώπους ή το ένα τρίτο το παγκόσμιου πληθυσμού στις αρχές του
21ου αιώνα. Η πανδημία προκάλεσε περισσότερους από 50 εκατ.
θανάτους παγκοσμίως.

Έκανε την εμφάνισή της όταν τελείωνε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος


και οι αρχές δημόσιας υγείας είχαν ελάχιστα επίσημα πρωτόκολλα
αντιμετώπισης πανδημιών ιογενούς προέλευσης, γεγονός που συνέβαλε
στην εξάπλωσή της.
105

Οι έρευνες για την κατανόηση του πώς συνέβη και πώς θα μπορούσε να
αποφευχθεί οδήγησαν σε βελτίωση των συστημάτων δημόσιας υγείας και
συνέβαλαν στο να τεθούν υπό έλεγχο παρόμοιες εξάρσεις κρουσμάτων
ιογενούς γρίπης στη συνέχεια.

 Γρίπη του Χογκ-Κογκ(1968-1970)

EPA/ALEX HOFFORD

Πενήντα χρόνια μετά την ισπανική γρίπη, ένας νέος ιός της ίδιας
οικογένειας ο Η3Ν2, εξαπλώθηκε ανά τον κόσμο. Οι εκτιμήσεις κάνουν
λόγο για περίπου ένα εκατ. θανάτους, εκ των οποίων 100.000 στις ΗΠΑ.

Η γρίπη του Χογκ-Κογκ αποτελεί την τρίτη πανδημία γρίπης μέσα στον
20ό αιώνα, μετά την ισπανική γρίπη του 1918 και την ασιατική του
1957,  που εκτιμάται ότι προκάλεσε περίπου ένα με 4 εκατ. θανάτους.
Πιστεύεται ότι ο ιός της ασιατικής γρίπης μεταλλάχθηκε και έκανε την
επανεμφάνισή του δέκα χρόνια αργότερα με τη μορφή της Γρίπης του
Χογκ-Κογκ, που οδήγησε στην πανδημία Η3Ν2. Αν και δεν είχε τόσο
υψηλά θνητότητας όσο η ισπανική γρίπη, ο Η3Ν2 μεταδιδόταν πολύ
εύκολα, προσβάλλοντας μισό εκατομμύριο ανθρώπους μέσα σε δύο
εβδομάδες μετά την αναφορά του πρώτου κρούσματος στο Χογκ-Κογκ.
Η πανδημία βοήθησε την κοινότητα υγείας να κατανοήσει το ζωτικό
ρόλο των εμβολίων στην αποτροπή μελλοντικών επιδημιών.

 HIV/AIDS (1981 – έως σήμερα)

EPA/SANJAY BAID

Τα πρώτα περιστατικά ανθρώπων που προσβλήθηκαν από τον ιό ΗΙV


αναφέρθηκαν το 1981, αλλά η ασθένεια συνεχίζει να προσβάλλει και να
σκοτώνει ακόμη και σήμερα ανθρώπους. Από το 1981, 75 εκατομμύρια
έχουν προσβληθεί από HIV και σχεδόν 32 εκατ. έχουν χάσει τη ζωή τους.
Πρόκειται για σεξουαλικά μεταδιδόμενο νόσημα για το οποίο προς το
παρόν δεν υπάρχει θεραπεία, αλλά η αγωγή με αντι-ρετροϊκά φάρμακα
αποδεικνύεται αρκετά αποτελεσματική στην επιβράδυνσή του,
επιτρέποντας σε αυτόν που νοσεί να ζήσει για αρκετό καιρό.

Ο αστέρας του ΝΒΑ, Μάτζικ Τζόνσον έγραψε ιστορία όταν αποσύρθηκε


το 1991 καθώς διαγνώσθηκε θετικός στον ιό του AIDS. Ο Τζόνσον
106

παραμένει επιχειρηματίας και συμμετείχε στην κοινοπραξία που αγόρασε


την ομάδα μπέιζμπολ Los Angeles Dodgers το 2012.

 SARS (2002 – 2003)

REUTERS/MIKE CASSESE

Ο ιός SARS –ή αλλιώς σοβαρό οξύ αναπνευστικό σύνδρομο- αποτελεί


μια σοβαρή ασθένεια που προκαλείται από έναν εκ των επτά κορωνοϊών
που προσβάλλουν τους ανθρώπους. Το 2003, η Επιδημία που άρχισε
από την επαρχία Γκουαγκντόγκ της Κίνας γρήγορα εξελίχθηκε σε
πανδημία, καθώς εξαπλώθηκε σε 26 χώρες, προσβάλλοντας
περισσότερους από 8.000 ανθρώπους και προκαλώντας 774 θανάτους.

Ο αντίκτυπος του SARS ήταν αρκετά περιορισμένος χάρη στα γρήγορα


ανακλαστικά των αρχών δημόσιας υγείας, με μέτρα Καραντίνας και την
απομόνωση όσων προσβάλλονταν από τον SARS. Οι επιστήμονες που
μελετούν τον Covid-19 διαπιστώνουν ότι το γενετικό του υλικό είναι σε
ποσοστό 86,9% ταυτόσημο με του SARS.

Η Επιδημία SARS εμπλούτισε τις γνώσεις για τους τρόπους πρόληψης


ώστε να αποφεύγεται η μετάδοση του ιού, ειδικά στο Χογκ-Κογκ, με τα
τακτικά μέτρα απολύμανσης των επιφανειών σε δημοσίους χώρους και
τους πολίτες να φορούν μάσκες.

 Γρίπη των Χοίρων ή H1N1 (2009 – 2010)

EPA/HORACIO VILLALOBOS

Ένας νέος ιός από την «οικογένεια» των ιών της γρίπης εμφανίσθηκε το
2009, μολύνοντας περίπου 60,8 εκατ. ανθρώπους στις ΗΠΑ και με
θνητότητα παγκοσμίως μεταξύ 151.700 και 575.400. Αποκαλούμενη και
ως «γρίπη των χοίρων», καθώς φαίνεται ότι πέρασε από τους χοίρους
στον άνθρωπο, ο Η1Ν1 διαφέρει από την κοινή γρίπη στο ότι το 80%
των θανάτων παρατηρήθηκε σε ανθρώπους κάτω των 65 ετών. Συνήθως,
το 70% με 90% των θανάτων από στελέχη ιών γρίπης αφορά ανθρώπους
ηλικίας άνω των 65 ετών.
107

Ο Η1Ν1 έδειξε πόσο γρήγορα μπορεί να εξαπλωθεί μια ιογενής


πανδημία ακόμη και τον 21ο αιώνα καθώς και την ανάγκη η παγκόσμια
κοινότητα να αντιδράσει με μεγαλύτερη ταχύτητα στο μέλλον.

 Ebola (2014 – 2016)

EPA/HUGH KINSELLA CUNNINGHAM

Ο ιός Έμπολα πήρε το όνομά του από ένα ποτάμι κοντά στο σημείο που
καταγράφηκε το πρώτο κρούσμα. Παρότι περιορισμένου εύρους
εξάπλωσης σε σύγκριση με τις περισσότερες πανδημίες, πρόκειται για
έναν εξαιρετικά θανατηφόρο ιό.

Εντοπίσθηκε για πρώτη φορά σε ένα μικρό χωριό της Γουινέας το 2014
και εξαπλώθηκε σε αρκετές γειτονικές χώρες στη Δυτική Αφρική,
μολύνοντας 28.600 ανθρώπους και προκαλώντας 11.325 θανάτους τους
περισσότερους εκ των οποίων σε Γουινέα, Λιβερία και Σιέρα Λεόνε. Εκ
των οκτώ Αμερικανών που προσβλήθηκαν από Έμπολα, ένας πέθανε,
σύμφωνα με το Κέντρο Ελέγχου Ασθενειών(CDC).

To συνολικό κόστος του Έμπολα υπολογίζεται στα 4,3 δισ. δολάρια.


Όπως η «ξεχασμένη πανδημία» της χολέρας, έτσι και ο Έμπολα θερίζει
σε χώρες που δεν διαθέτουν τον κατάλληλο εξοπλισμό ή οικονομικούς
πόρους για την καταπολέμησή του.

 Κορωνοϊός ή COVID-19 (2019 – έως σήμερα)

VIA REUTERS/NEXU SCIENCE COMMUNICATION

Η πανδημία του κορωνοϊού έφερε στο προσκήνιο τις αδυναμίες της


παγκόσμιας κοινότητας στο να αποτρέψει την εξάπλωση ιογενών
ασθενειών. Τα περιστατικά Covid-19 ανά τον κόσμο έχουν υπερβεί τα
700.000 και με περισσότερους από 33.000 θανάτους. Οι ΗΠΑ βρίσκονται
πλέον στην πρώτη θέση ως προς τον αριθμό κρουσμάτων, ενώ ακολουθεί
η Ιταλία, η Κίνα, η Ισπανία και η Γερμανία. Ο ιός έκανε την εμφάνισή
του στα τέλη του 2019 στην πόλη Βουχάν, στην επαρχία Χουμπέι της
Κίνας. Μέσα σε λιγότερο από τρεις μήνες, ο ΠΟΥ τον ανακήρυξε σε
πανδημία. Οι εκτιμήσεις δείχνουν ότι ο Covid-19 θα εξαπλωθεί σχεδόν
σε όλον τον κόσμο και θα μπορούσε να προσβάλει έως και το 40% με
70% του παγκόσμιου πληθυσμού.
108

REUTERS/FLAVIO LO SCALZO

Νοσοκομείο San Raffaele, Μιλάνο (Ιταλία)

Τα περιοριστικά μέτρα –κλείσιμο συνόρων, προσωρινό «λουκέτο» σε


καταστήματα, απαγόρευση κοινωνικών συναθροίσεων- έχουν παραλύσει
την οικονομική δραστηριότητα, οδηγώντας την παγκόσμια οικονομία
ολοταχώς προς την ύφεση.

Στα πρώτα στάδια, ο κορωνοϊός αποκάλυψε ότι οι σύγχρονες κοινωνίες


βρέθηκαν απροετοίμαστες στο να εμποδίσουν την εξάπλωσή του, παρότι
είχαν περάσει δέκα χρόνια από τη γρίπη των χοίρων.

REUTERS/SUSANA VERA

Νοσοκομείο Severo Ochoa, Λεγανές (Ισπανία)

Το ιδιαίτερα επώδυνο παράδειγμα του Covid-19 δείχνει ότι η


παγκοσμιοποίηση βοηθάει τόσο την εξάπλωση νέων, μολυσματικών
ασθενειών, αλλά και στη «μόλυνση» της ίδιας της παγκόσμιας
οικονομίας. Η δυνατότητα να φθάσει κανείς σχεδόν σε κάθε γωνιά της
Γης σε λιγότερο από 20 ώρες, κουβαλώντας εκτός από τις αποσκευές και
τον ιό μαζί του, επιτρέπει στην ταχεία εξάπλωση ασθενειών, κάτι που δεν
συνέβαινε στον ίδιο βαθμό στο παρελθόν.

Λογοτεχνία και λέπρα

Η νόσος της λέπρας ως ταυτότητα : από τον


Μεσσία ...βάκιλο της λέπρας, αποδεικνύοντας ότι η
λέπρα δεν αποτελεί θεϊκό ανάθεµα ή. κληρονοµική
νόσο, αλλά µια µεταδοτική αρρώστια. Στη
λογοτεχνία οι επιστηµονικές.
109

ΑΥΓΗ. Λογοτεχνία και ιατρική. Φοίβος


Γκικόπουλος, ομότιμος καθηγητής ΑΠΘ

07 Αυγούστου 2016 «Η ιατρική είναι η σύζυγός μου, αλλά πραγματικό


έρωτα κάνω με τη λογοτεχνία»

Άντον Τσέχωφ

 Πόσοι γιατροί γνωρίζουν ότι υπάρχει μια «Διεθνής Εταιρεία Ιατρών


Συγγραφέων» (UMEM, Union Mondiale des Ecrivains Medecins); Η
εταιρεία αυτή αντικατοπτρίζει το συχνό πάθος για την τέχνη γενικά, και
για τη λογοτεχνία ειδικότερα, απ’ τη μεριά εκείνων που επαγγέλλονται
την τέχνη και την ιατρική επιστήμη. Ένα πάθος εξάλλου που ίσως να
ίσχυε για γενιές όχι και πολύ παλαιότερες, αν αναλογιστούμε ότι
μπορούσε κάποιος να γραφτεί στην Ιατρική Σχολή μόνον αν είχε
ακολουθήσει ανθρωπιστικές σπουδές. Ίσως να ισχύει, για πολλούς
γιατρούς συγγραφείς, η εξομολόγηση του Τσέχωφ: Ιατρική σύζυγος,
Λογοτεχνία ερωμένη. Πού βρίσκεται λοιπόν η αρχή αυτού του μεγάλου
έρωτα ανάμεσα στο στηθοσκόπιο και την πέννα;

Ο ιταλός συγγραφέας Κάρλο Καττάνεο στα μέσα του 19ου αιώνα


εξηγούσε αυτό το διώνυμο, ιατρικό επάγγελμα - λογοτεχνικό πάθος: «Η
ιατρική επιστήμη προϋποθέτει εξαιρετικές σπουδές και διορατικό μυαλό,
και η ενασχόληση μ’ αυτήν απαιτεί μια ζωή σοβαρή, αφοσιωμένη στο
καθήκον, γεμάτη άγχος, χωρίς διαλείμματα και αλλαγές, και η
λογοτεχνία πρέπει να είναι το μόνο καταφύγιο όπου ο γιατρός, χωρίς ν’
απαρνηθεί την κλίση του, μπορεί να προστρέξει και να πάρει βοήθεια».
Ο γιατρός συναντά χιλιάδες άτομα, χιλιάδες ασθενείς: όλοι διαφορετικοί
ως προς την ηλικία τους, την ιστορία τους, την κουλτούρα τους, την
κοινωνική τους θέση, τον ψυχισμό τους, και ταυτόχρονα όλοι ίσοι
μπροστά στην αρρώστια και το θάνατο. Έτσι λοιπόν, αν ο γιατρός
καθημερινά συναναστρέφεται με τους ανθρώπους, και ειδικότερα με τους
ασθενείς, θα πρέπει να αγαπά τις τέχνες που μιλούν για τον άνθρωπο: το
θέατρο, τη λογοτεχνία, τον κινηματογράφο, τη ζωγραφική, κλπ.

Γιατρός και συγγραφέας, δυο φιγούρες που διαπαιδαγωγήθηκαν από τη


μοίρα και το θάνατο, που αγγίζουν την πιο βαθιά ηθική των ανθρώπινων
αξιών: και καμιά φορά αυτές οι δυο φιγούρες ταυτίζονται στο ίδιο
πρόσωπο, που διπλά προσφέρεται στους άλλους, ακριβώς όπως ο
γιατρός-συγγραφέας. Η ασθένεια είναι ένα θέμα τόσο διαδεδομένο στη
λογοτεχνία ώστε θα μπορούσαμε να μιλήσουμε, στην κυριολεξία, για
110

έναν λογοτεχνικό τόπο. Σε ένα κείμενο μπορεί να είναι παρούσα με


διαφορετικούς τρόπους: μπορεί να είναι η ασθένεια ορισμένων
πρωταγωνιστών ή μιας ολόκληρης κοινότητας, μπορεί να είναι ασθένεια
σωματική ή ψυχική, μπορεί να έχει μια δική της αξία, θα λέγαμε
«τυχαία», ή, πιο συχνά, μια συμβολική αξία.

Στο παρελθόν, οι άνθρωποι βίωναν την ασθένεια σαν μια τιμωρία που
επέβαλαν οι θεότητες. Η τιμωρία μπορούσε να αφορά ένα μεμονωμένο
άτομο, ένοχο για κάποια φοβερή πράξη προς κάποια άλλα άτομα ή, πιο
συχνά, επειδή παραβίασε απαραβίαστα ταμπού. Και όχι μόνον οι
ασθένειες και οι επιδημίες (η λέπρα, η Πανούκλα), αλλά και οι φυσικές
παραμορφώσεις (η καμπούρα, ο ραχιτισμός, κ.ά.) συνδέονται και
αποδίδονται σε ηθικές «παραμορφώσεις» του ατόμου. Άλλες φορές η
τιμωρία είναι συλλογική και μαζική. Σ’ αυτή την περίπτωση, μια
ολόκληρη πόλη ή ένας ολόκληρος πληθυσμός γίνεται αποδέκτης της
οργής των θεών. Ανάμεσα στα πιο γνωστά, προς αυτή την κατεύθυνση,
παραδείγματα έχουμε πολλές θείες τιμωρίες στην αρχαία Ελλάδα, στη
μυθολογία και στην Παλαιά Διαθήκη, όπου ολόκληρες πόλεις
καταστρέφονται από τους θεούς γιατί είναι ένοχες ανυπακοής ή ηθικής
προσβολής (η Θήβα, στον Οιδίποδα Τύραννο, τα Σόδομα και τα
Γόμορρα) ή πληθυσμοί που εξαφανίζονται είτε από φυσικές καταστροφές
είτε από ασθένειες.

Στη σύγχρονη εποχή, το θέμα της ασθένειας γίνεται ακόμη πιο


σημαντικό. Κατά τον 19ο αιώνα και τις πρώτες δεκαετίες του 20ού, είναι
κυρίως η φυματίωση και η σύφιλη, που προσλαμβάνουν μεταφορικές
έννοιες στη λογοτεχνία. Κι αυτό γιατί είναι ασθένειες των οποίων τα
αίτια και οι θεραπείες ανακαλύφθηκαν πολύ αργά: ασθένειες που εύκολα
συνδέονταν με μια δεύτερη ερμηνεία. Δίπλα στη φυματίωση και τη
σύφιλη βρίσκονται, αργότερα, οι ψυχασθένειες και ο καρκίνος, και
πρόσφατα το AIDS. Στη λογοτεχνία η ασθένεια, η νεύρωση, κ.ά.,
μεταμορφώνονται μέσα από μια διαδικασία εξαγνισμού: οι πιο
ταπεινωτικές, οι πιο αποκρουστικές μορφές αυτών των παθήσεων μένουν
στο περιθώριο, ενώ έχει προτεραιότητα η συμπτωματική τους αξία με την
οποία εκδηλώνεται το μεγαλείο της ψυχής. Εν κατακλείδι: η ασθένεια
βρίσκεται μπροστά στην υγεία όπως ο καλλιτέχνης, η ευγενική ψυχή,
μπροστά στον μέσο άνθρωπο, στον αστό.

Η ασθένεια παίρνει λοιπόν τη μορφή μιας άρνησης της τάξης και της
εξουσίας, δραπετεύει από τη νοσηρή οργάνωση των κοινωνικo-
οικονομικών σχέσεων: γίνεται σύμπτωμα μιας καχεξίας, μιας
ανεκπλήρωτης ενσωμάτωσης του ατόμου στην κοινωνία. Είναι πολλοί οι
111

συγγραφείς που έχουν περιλάβει το θέμα της ασθένειας στα έργα τους.
Μερικές αναφορές:

Αλεσσάντρο Μαντζόνι: Στο μυθιστόρημα Οι μελλόνυμφοι υπάρχουν


τρία κεφάλαια αφιερωμένα στην Πανούκλα του 1600. Εδώ, η ασθένεια
που καταστρέφει την τάξη και τη ζωή ολόκληρης της πόλης του
Μιλάνου, είναι μια μεταφορά του ανορθολογισμού και της κακής
διακυβέρνησης.

Τόμας Μανν: Κυρίως στο μυθιστόρημα Το μαγικό βουνό αναπτύσσεται


το θέμα της ασθένειας. Εδώ γίνεται ένα στοιχείο που διαχωρίζεται από
τον κόσμο της παραγωγικότητας, της εργασίας, του πολέμου, και που
επιτρέπει έναν φιλοσοφικό-υπαρξιακό στοχασμό πάνω στην ανθρώπινη
συνθήκη και την ωρίμανση του ατόμου.

Φραντς Κάφκα: Σημαντικό θέμα, κυρίως σε βιογραφικό επίπεδο. Ο


Κάφκα διαρκώς σημειώνει σκέψεις πάνω στη σχέση ανάμεσα στη δική
του ασθένεια (φυματίωση) και τον δύσκολο δεσμό με τον πατέρα του
και την αρραβωνιαστικιά του. Σ’ αυτή την περίπτωση, η ασθένεια
ερμηνεύεται άμεσα ως η απόρροια και το σύμβολο των καταστάσεων του
εσωτερικού ψυχισμού: αίσθηση γενικής αποτυχίας και επιθυμία
ενσωμάτωσης στην οικογένεια και αποδοχής από την πατρική εξουσία.
Αυτά τα δύο στοιχεία απαντώνται ως σταθερές σε ολόκληρη τη
λογοτεχνική του παραγωγή, από τη Δίκη στον Πύργο, από τη
Μεταμόρφωση στα διηγήματα.

Λουίτζι Πιραντέλλο: Εκτός από την φυματίωση, συχνή ασθένεια και


σύμβολο μιας διαφορετικής από την αστική προσωπικότητας, στον
Πιραντέλλο είναι σημαντικό και το θέμα της παραφροσύνης, που
αναπτύσσεται στα μυθιστορήματα και στα διηγήματά του. Ο άνθρωπος
ανάμεσα στο λογικό και το παράλογο, ανάμεσα στην αντικειμενικότητα
του πραγματικού και την υποκειμενικότητα της ανάμνησης και του
ονείρου, ανάμεσα στην ολότητα του κόσμου και τον κατακερματισμό του
εγώ, είναι μερικά από τα πιο συχνά πιραντελλικά θέματα, που
καταδεικνύουν την αμηχανία του ορθολογικού ανθρώπου μπροστά στην
αποσύνθεση και την αβεβαιότητα της σύγχρονης κοινωνίας.

Ίταλο Σβέβο: Εδώ δεν έχουμε μια πραγματική ασθένεια αλλά μια
γήρανση ή μια γενικότερη αδράνεια. Οι πρωταγωνιστές του Σβέβο είναι
διαφορετικοί από τους άλλους γιατί, στην ουσία, είναι άτομα
χρεοκοπημένα στη ζωή. Στη Συνείδηση του Ζήνωνα, η αντίθεση ανάμεσα
στην ασθένεια και την υγεία βασίζεται στην αντίθεση ανάμεσα στην
αδράνεια και την σιγουριά, όπου τα «υγιή» άτομα είναι εκείνα που είναι
σίγουρα για τον εαυτό τους, δυνατά, αποφασισμένα και γεμάτα
112

εμπιστοσύνη στη ζωή. Επειδή όμως η δραστηριότητα και η σιγουριά δεν


διαρκούν για πάντα, η ασθένεια εμφανίζεται στο τέλος σαν έσχατο
αληθινό στάδιο ολόκληρης της κοινωνίας.

Μαρσέλ Προυστ: Η ασθένεια στον Προυστ είναι, τις περισσότερες


φορές, αποτέλεσμα μιας απομόνωσης από τον υπόλοιπο κόσμο, άρα και
από τη φυσιολογική παραγωγική ζωή. Αυτό το θέμα αναπτύσσεται από
την αρχή στην Αναζήτηση του χαμένου χρόνου μέσα από τη φιγούρα της
θείας του πρωταγωνιστή, την Λεονί, που μένει διαρκώς κλεισμένη στο
δωμάτιό της.

Ζαν-Πωλ Σαρτρ: Η ασθένεια του Σαρτρ είναι Η ναυτία του σύγχρονου


ανθρώπου, ο οποίος ανακαλύπτει την «συγκυρία» της ύπαρξης, δηλαδή
την αδικαιολόγητη συμπεριφορά του και τον ανορθολογισμό του. Είναι η
ναυτία μπροστά στην αυθαιρεσία της ζωής, στη μη χρησιμότητα του
ανθρώπου, στους ψεύτικους τρόπους ύπαρξης της αστικής κοινωνίας,
που βασίζεται στην εργασία, στην παραγωγικότητα, στην ανάμνηση,
στην οικογένεια, στην εξουσία και στα υλικά αγαθά (την ιδιοκτησία).

Αλμπέρ Καμύ: Η Πανούκλα είναι ένα σύγχρονο παράδειγμα


επαναφοράς ενός αρχαίου θέματος, εκείνου της συλλογικής ασθένειας
που κτυπά μια ολόκληρη πόλη. Σ’ αυτό το μυθιστόρημα, η ασθένεια
συμβολίζει μεταφορικά τον πόλεμο, με ό,τι αυτός προκαλεί: τον
απομονωτισμό, την απομάκρυνση από τα αγαπημένα πρόσωπα, το
πρόβλημα της επιλογής ανάμεσα στην κοινωνική προσφορά και τις
ατομικές ανάγκες, το θέμα του θανάτου και της εξορίας.

Η λογοτεχνία, όπως και η ιατρική, έχουν έναν δικό τους κώδικα σε


σχέση με τις άλλες επιστήμες: και το κλασικό πρόβλημα είναι η
αξιολόγηση του πόση ιδιοφυΐα και γνώση και πόση τεχνική κρύβεται στη
λογοτεχνία και στην ιατρική. Μ’ άλλα λόγια: η λογοτεχνία και η ιατρική
είναι ένα χάρισμα, μια τέχνη ή ένα επάγγελμα; Ένα ερώτημα, αυτό,
άλυτο με την έννοια ότι η λογοτεχνία και η ιατρική είναι ένα ευτυχές
μίγμα έμπνευσης, γνώσης και τεχνικής, και ίσως ακριβώς γι’ αυτό, πρέπει
να τις θεωρούμε κάτι το θαυματουργό. Παραμένει όμως ένα γεγονός: από
μόνες τους, ούτε η έμπνευση, ούτε η γνώση, ούτε η τεχνική μπορούν να
τις ερμηνεύσουν.

Η φροϋδική θεωρία του υποσυνείδητου και της λογοτεχνίας μας δίνει


την ευκαιρία να σκεφτούμε και κάτι ακόμη, όχι λιγότερο σημαντικό.
Σύμφωνα με τον Φρόιντ, η λογοτεχνία γεννιέται στον άνθρωπο από μια
υποσυνείδητη ανάγκη, κάπως όπως τα όνειρα, τα lapsus και σε ορισμένες
περιπτώσεις τα νευρωτικά συμπτώματα. Απλοποιώντας αρκετά, θα
μπορούσαμε να πούμε ότι η λογοτεχνία γεννιέται από μια εσωτερική
113

παρόρμηση, από ένα υποσυνείδητο που καταλήγει στη συγγραφική


δραστηριότητα, κι εδώ βρίσκεται και η συγγενική της σχέση με την
ιατρική.

Διαβάζοντας, μελετώντας, ερευνώντας, ακολουθώντας την αλλαγή των


απαιτήσεων και των αναγκών, δεν σημαίνει μόνον να συμβαδίζεις με τον
πολιτισμό και την επιστήμη. Σημαίνει, πιο ολοκληρωμένα, να δίνεις στη
λογοτεχνία και στην ιατρική μια πανανθρώπινη αξία, με την πιο πλατιά
έννοια του όρου. Η λογοτεχνία και η ιατρική φαίνεται να είναι μια
αποκλειστικότητα του ανθρώπου. Τον συνοδεύουν από πάντα και σε
κάθε στιγμή, μικρό και μεγάλο, μεμονωμένα και ομαδικά, ως μέσον και
ως σκοπός.

ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ. 29.03.2020, Οι


πανδημίες στη νεοελληνική λογοτεχνία. Βασίλης Κ.
Καλαμαράς

Η μονόπρακτη σατιρική κωμωδία «Η Επιδημία» του Γεωργίου Σουρή


που πέθανε από την ισπανική γρίπη το 1919 αναφέρεται στο κρίσιμο
καλοκαίρι του 1881, όταν χτυπήθηκε η Αθήνα από τον κοιλιακό τύφο ●
Η Γαλάτεια Καζαντζάκη, στην «πολιτεία των λεπρών», ακολουθεί τα
αντικρουόμενα συναισθήματα και τις σκέψεις της ηρωίδας της για την
αρρώστια και τον υποχρεωτικό εγκλεισμό στο νησί των λεπρών όσο και
για τον έρωτα που γνωρίζει στο πρόσωπο ενός δασκάλου.

Ας πάρουμε με χρονολογική σειρά τα κείμενα που γράφτηκαν με θέμα


μια Επιδημία, εξού και χαρακτηρίζονται επιδημικά έργα. Ως πρώτο
ανακαλύπτουμε στη νεοελληνική λογοτεχνία «Το θανατικό της Ρόδου»
του Εμμανουήλ Λιμενίτη (εκτιμάται ότι έζησε από τον 15ο έως τον 16ο
αιώνα).

Το έμμετρο αυτό ποίημα αναφέρεται στην Επιδημία βουβωνικής


Πανώλης που χτύπησε το νησί το έτος 1498. Ακολουθώντας μια
παραδοσιακή χριστιανική κοσμοθεωρία, που αποδίδει τις φυσικές και
άλλες καταστροφές στις αμαρτίες των ανθρώπων, κυρίως στον ελεύθερο
ερωτισμό, στα τυχερά παιχνίδια και στην απληστία, ο ποιητής
παρουσιάζει την Επιδημία ως δίκαιη θεία τιμωρία.
114

Το ποίημα διαθέτει και στοιχεία «ιστορικού θρήνου», που γίνεται


λυρικότερος με τη χρήση πολλών κοινωνικο-ανθρωπολογικών και
λαογραφικών παρατηρήσεων για τις ωραίες Ροδίτισσες και γενικά για
τον αστικό και τον ιπποτικό κόσμο του νησιού, καθώς και γνωρίσματα
της διαδεδομένης στον Μεσαίωνα και την Αναγέννηση παραινετικής και
ηθικοδιδακτικής λογοτεχνίας, ειδικότερα του είδους των «ομιλιών» και
της μισογυνικής σάτιρας του «καθρέπτη γυναικών». Τμήματα του
ποιήματος με ξεχωριστό ενδιαφέρον αποτελούν η εικαστική,
δυτικοευρωπαϊκού τύπου περιγραφή («έκφραση») του Χάρου και ο
διάλογος του Ποιητή με τον «Λογισμό» του, που παραπέμπει στο είδος
του θεατρόμορφου/δραματικού διαλόγου.

Το θέμα της Επιδημίας -με μεγάλο άλμα στον χρόνο- το συναντάμε ξανά
στις αρχές του 19ου αιώνα και συγκεκριμένα στην τρίπρακτη έμμετρη
τραγωδία «Ασπασία» (1813) του Ιακωβάκη Ρίζου Νερουλού (1788-
1849). Ο συγγραφέας περιγράφει ζωντανά τη φρίκη του λοιμού, τη
μορφολογία της Επιδημίας και την κλινική συμπτωτολογία της επάρατης
νόσου - έργο επηρεασμένο από τον αθηναϊκό Λοιμό όπως τον
αποτύπωσε ο Θουκυδίδης, που οδήγησε και τον Περικλή στον θάνατο.

Οι Αθηναίοι πολίτες έσφαλαν καθότι υποστήριξαν μια λανθασμένη


πολιτική επιλογή. Αυτή η στάση τους αποτέλεσε την αφορμή «κι
ανεξιλέωτος θεός την πόλιν σας ωργίσθη». Βέβαια, οι πολίτες, λόγω του
πολέμου, έχουν επιλέξει τον καταυλισμό τους κοντά στα τείχη -επιλογή
που λόγω του συνωστισμού προκαλεί την Επιδημία. Παρότι ξεσπά
πανδημία, η ηρωίδα Ασπασία δείχνει να μη φέρει σημάδια της μόλυνσης.
Το υγιές βλέμμα της στέκεται κριτικά πάνω στην ασθένεια και παρόλο
γνωρίζει ότι υπάρχει πιθανότητα να μολυνθεί κι αυτή, αποφασίζει να πάει
στη χτυπημένη από τον Λοιμό Αθήνα με σκοπό να βρει τον Περικλή.

Η Ασπασία όχι μόνο δεν μπορεί να περιοριστεί μέσα στον χώρο, αλλά
επιλέγει να μη δεσμευτεί και από τους νόμους της Πολιτείας. Οταν της
απαγορεύουν τη συμμετοχή της στην κηδεία του Περικλή, αυτή προτιμά
να τον ακολουθήσει στον τάφο επιλέγοντας τον μόνο σίγουρο δρόμο έξω
από τον χώρο της πόλης και της Επιδημίας, τον θάνατο.

Χολέρα και κοιλιακός τύφος

Ακολουθεί το διήγημα «Η Ξένη του 1854» του Εμμανουήλ Λυκούδη


(1849-1925), το οποίο πρωτοδημοσιεύτηκε στην «Εστία» του 1876. Εδώ
γίνεται η σύνδεση της πηγής της χολέρας με την ξενική επικυριαρχία
στην Ελλάδα. Μέσα από το διήγημα, φαίνεται ότι η Επιδημία ταυτίζεται
με το ξένο στοιχείο που έχει επικρατήσει στις διοικητικές δομές του τότε
115

νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Αρχικά, η προέλευση της μόλυνσης,


κατά τον αφηγητή, οφείλεται σε μια γαλλική φρεγάτα που μετέφερε τον
Μαυροκορδάτο, είτε σε μια άλλη η οποία ήταν φορτωμένη με στρατό για
την Κριμαία.

Στη χτυπημένη από την κακή αρρώστια πόλη της Αθήνας, εισέρχεται με
άγνοια κινδύνου ο μπαρμπα-Μήτρος, οπότε διαπιστώσει ότι η οικογένειά
του έχει αποδεκατιστεί. Ο ήρωας περιηγείται στην πάσχουσα πόλη,
θρηνεί για την απώλειά του, ενώ στο τέλος του διηγήματος εξαφανίζεται
χωρίς καμία ένδειξη για το τι του συνέβη. Ο χαρακτήρας αυτός
ακολουθεί την αντίθετη πορεία από όλους τους υπόλοιπους πολίτες της
Αθήνας, εισέρχεται μέσα στα όρια της Επιδημίας ενώ όλοι πάλευαν να
εξέλθουν από αυτά. Η αφοβία την οποία επιδεικνύει απέναντι στην
Επιδημία και στον θάνατο κορυφώνεται στο σημείο όπου παρακαλάει
τους νεκροθάφτες να τον πάρουν μαζί τους στο κάρο με τους νεκρούς και
αυτοί τον περιγελούν.

Η μονόπρακτη σατιρική κωμωδία «Η Επιδημία» του Γεωργίου Σουρή


-πέθανε από την ισπανική γρίπη (1853-1919)- αναφέρεται στο κρίσιμο
καλοκαίρι του 1881, όταν χτυπήθηκε η Αθήνα από τον κοιλιακό τύφο. Η
πάνδημη ασθένεια ποτέ δεν εμφανίζεται επί σκηνής. Οι ήρωες μπορεί να
βρίσκονται σε ανησυχία υπό την κυριαρχία δολοπλοκιών όπου
προβάλλονται αρνητικές συμπεριφορές όπως η αστική υπερβολή, η
υποκρισία και η αισχροκέρδεια.

Ο τίτλος φαίνεται περισσότερο ότι αναφέρεται σε μια Επιδημία ηθών,


καθώς ο τύφος απλά πυροδοτεί τη δράση μέσα στο σπίτι του ήρωα
Καραβοτσακισμένου. Κανένα από τα δρώντα πρόσωπα δεν νοσεί, καθώς
η μολυσματική αρρώστια γίνεται ο καθρέφτης ώστε να δουν μέσα του
διάφορες ατομικές τους επιθυμίες που θέλουν να πραγματοποιήσουν.

Μεταφερόμαστε από το άστυ των Αθηνών στην περιφέρεια, της οποίας


τα δεινά προέρχονται από την πρωτεύουσα κυρίως με ευθύνη των
πολιτευτών. «Μεγάλα δεινά, αφορία, πείνα, αρρώστια, όλα μαζί,
ηκούοντο. Και ο φόβος τα έκαμνε μεγαλύτερα. Η δε αμαρτία έκαμνε
μεγαλύτερον τον φόβον». Υποβλητικός, ατμοσφαιρικός, φοβικός ο λόγος
του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη στο διήγημα «Βαρδιάνος στα Σπόρκα».
Πρωτοδημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Ακρόπολις» από τις 14
Αυγούστου ώς τις 5 Σεπτεμβρίου του 1893.

Στη Σκιάθο έχει ενσκήψει χολέρα, η κεντρική ηρωίδα του διηγήματος, η


γρια-Σκεύω ἡ Σαβουρόκοφα, προσπαθεί να νουθετήσει τους
κακότροπους στην πλειονότητά τους νησιώτες, οι οποίοι τη χλευάζουν.
«Εφρόνει ότι ήτο καιρὸς πλέον να έλθη μετάνοια. Αρκετὰ δεινὰ είχον
116

έλθει εις τον κόσμον και περισσότερα ακόμη ηπείλουν να ενσκήψωσιν. Η


αρρώστια δεν ήτο το ελάχιστον εξ αυτών. Και η αρρώστια ηπείλει ήδη
πανταχόθεν να εισβάλη».

Η ηρωίδα μεταμφιέζεται σε άνδρα προκειμένου να μεταβεί εντός της


Καραντίνας. Η απόφασή της αυτή ενεργοποιείται τόσο από την αγάπη
προς τον μοναχογιό της, γιατί η κόρη της είναι στέρφα και αχάριστη.
Συνεπώς, αν χαθεί ο γιος της, αυτή θα παραμείνει μόνη και γριά χωρίς να
έχει κάποιον στη ζωή της. Η απόφασή της κινητοποιεί τους νησιώτες και
τις νησιώτισσες να βιώσουν έντονα συναισθήματα, συγκίνηση και
θαυμασμό, αφού η γεμάτη αυτοθυσία πράξη της αγγίζει τα όρια του
παραλόγου.

Ο κύκλος της λέπρας

Ως τώρα αναφερθήκαμε στο πώς περνούν στην ποίηση, στο θέατρο και
στο διήγημα οι επιδημίες της Πανώλης, της χολέρας και του τύφου. Τα
τρία βιβλία τα οποία ακολουθούν εξετάζουν την ασθένεια της λέπρας. Η
Γαλάτεια Καζαντζάκη (1881-1962), ο Θέμος Κορνάρος (1906-1970) και
ο Γουλιέλμος Α. Αμποτ (1906-2001) με έντονο καταγγελτικό τόνο
αποπειρώνται να συνδέσουν τους χανσενικούς με συμπεριφορές
ανήθικες, κυρίως σεξουαλικού χαρακτήρα. Αυτό είναι το στερεότυπο για
αυτή την «καταραμένη» ασθενούσα κοινότητα, αλλά οι τρεις συγγραφείς,
αν και το χρησιμοποιούν ως μοτίβο, στέκονται απέναντί του.

Χωρίς να ολοκληρώνεται η επιδημική αφήγηση στην καταγγελία,


ωστόσο δεν απουσιάζει, καθώς πρόθεσή τους είναι να δείξουν ότι η
κοινωνία υποκριτικά δεν παραδέχεται ότι κυρίως αυτή νοσεί ηθικά.
Επομένως οι λεπροί είναι οι συμπολίτες των υγιών που έτυχε να
νοσήσουν και αντί να αντιμετωπίζονται με όρους αλληλεγγύης, τους
εξορίζουν εκτός κοινωνικού ιστού σε νησιωτική Καραντίνα.

Η νουβέλα «Η άρρωστη πολιτεία» της Γαλάτειας Καζαντζάκη


πρωτοδημοσιεύτηκε το 1914 με το ψευδώνυμο Πετρούλα Ψηλορείτη,
στο περιοδικό «Νέα Ζωή» της Αλεξάνδρειας. Η πλοκή ακολουθεί τα
αντικρουόμενα συναισθήματα και τις σκέψεις που γεννούν στην ηρωίδα
τόσο η αρρώστια και ο υποχρεωτικός εγκλεισμός στο νησί των λεπρών
όσο και ο έρωτας που γνωρίζει στο πρόσωπο ενός δασκάλου. Η
πρωταγωνίστρια, μια υπερήφανη κοπέλα, διχάζεται ανάμεσα στην
απελπισία, στη συνειδητοποίηση ότι δεν υπάρχει σωτηρία και στη «χαρά
του έρωτα» που συνάντησε αναπάντεχα στην «πολιτεία των λεπρών».

Σε αντίθεση, ο Θέμος Κορνάρος, με τη μαρτυρία του «Σπιναλόγκα: ad


vitam» (1933), επικεντρώνεται κυρίως στην καταγγελία. Αναφέρει στον
117

πρόλογο με τον τίτλο «Δυο λόγια πιο μπροστά»: «Αυτό το νοσοκομείο -


τι ντροπή! Τι ανακριβολογία!! - είναι εργατικό. Μόνον άποροι λεπροί
είναι πεταμένοι εκεί. Οσοι έχουνε τον τρόπο τους είναι βολεμένοι κάπου
αλλού, που υπάρχει δροσιά, πρασινάδα, νερό, στοργή και... σεντόνι
νοσοκομείου. Αυτοί που δουλέψανε σ' όλη τους τη ζωή, χωρίς να
χορτάσουν ψωμί, βρίσκονται τώρα, στην αρρώστια τους, πεταμένοι σαν
κοπριά, σε ένα κοπρόλακκο βρωμερό που λέγεται Σπιναλόγκα [...]».

Το τρίτο βιβλίο του κύκλου της λογοτεχνίας με θέμα τη λέπρα είναι το


μυθιστόρημα «Γη και νερό» (1936) το οποίο υπογράφει ο Γ.Α. Αμποτ.
Δεν έχει τον χαρακτήρα ημερολογίου, χρονικού και μαρτυρίας, όπως τα
δύο προηγούμενα, αλλά προσπαθεί να πλάσει ένα αφηγηματικό
περιβάλλον με τους όρους της μυθοπλασίας. Το κοινό χαρακτηριστικό
των προσώπων είναι το γεγονός ότι παίζει όχι τόσο με τη νόσο όσο με το
αμφιβόλου ηθικής παρελθόν τους προτού «εξοριστούν» στο νησί. Σ'
αυτό, συναντάμε ακόμα μια γυναίκα η οποία επέλεξε με τη θέλησή της το
λεπροκομείο και αφήνει να διαφανεί ότι η Σπιναλόγκα λειτουργεί γι'
αυτήν ως τόπος αυτοεξορίας, γιατί ο πρότερος βίος της βρίσκεται υπό τη
σκιά ενοχών.

Η Επιδημία ως αλληγορία

Τα δύο τελευταία έργα είναι μυθιστορήματα που αν και διαχειρίζονται


την Επιδημία δεν θα πρέπει να την αναζητήσουμε στην
κυριολεκτικότητα της ιατρικής ορολογίας. Διαπερνώνται από την πρώτη
ώς την τελευταία σελίδα από το παράλογο, καθώς πρόθεση του Αντρέα
Φραγκιά (1921-2002) στον «Λοιμό» (1972) και του Παύλου Μάτεσι
(1933-2013) στο «Graffito» (2009) είναι να διαχειριστούν τις επιδημίες
ως αλληγορίες.

Στον «Λοιμό» η βασική αναφορά στην Επιδημία παραμένει στον τίτλο,


ενώ στο «Graffito» ο «αστικός Λοιμός» θυμίζει περισσότερο μία κατά
Μάτεσι συντέλεια του κόσμου. Σ' αυτά τα κείμενα η κυριολεκτική
διάσταση της Επιδημίας έχει υποχωρήσει έναντι της μεταφορικής. Το
κεντρικό θέμα τους είναι τα κακώς κείμενα των κοινωνιών τις οποίες
περιγράφουν, οι οποίες διέπονται βαθιά από το στοιχείο του παραλόγου,
με αποτέλεσμα οι λοιμοί που τις χτυπούν να έχουν κι αυτοί συμπτώματα
πέραν της λογικής.

Οι κάτοικοι του νησιού στο έργο του Φραγκιά δεν έχουν ονόματα, έχουν
μονάχα μια υποχρέωση: να υπακούουν τυφλά στις εντολές που τους
δίνονται. Δεν έχουν ήθη, γιατί τα ήθη τους είναι η ηθική που τους
118

επιβάλλεται από μια φωνή που κανείς δεν ξέρει από πού προέρχεται. Δεν
έχουν ονόματα, γιατί είναι απλά ένα άβουλο πλήθος.

Σύμφωνα με τον κριτικό Δημήτρη Ραυτόπουλο, «ο πειραματικός Λοιμός


που απειλεί το στρατόπεδο δεν είναι η χολέρα, αλλά η λοιμική ψυχο-
πνευματική παράκρουση που φτάνει στα όρια της εντομογονίας:
άνθρωποι νιώθουν να μεταμορφώνονται σε έντομα. Συνεπώς, η
λειτουργία του λοιμού είναι να απαλείφει τα ανθρώπινα γνωρίσματα από
τα θύματά του».

Προφητικός ο Μάτεσις, καθώς στο «Graffito» του, η Επιδημία είναι


πανταχού παρούσα, λες και είχε ήδη προβλέψει από το 2009 τα σημερινά
αλγεινά συμφραζόμενα στα οποία ζούμε! Ανθρωποι, ζώα, σπίτια, ακόμα
και βιβλικά πλάσματα (!) νοσούν από τον «αστικό Λοιμό», ο οποίος
εκδηλώνεται σε κάθε έκφανση του ανθρώπινου πολιτισμού: «Και επειδή
η ασθένεια ήταν μεταδοτική, ομάδα λειτουργών έκοψαν όλες τις
συνδέσεις, τηλεφωνικές και τηλεοπτικές, καθώς και διαδίκτυο». Ο
Λοιμός συνδέεται άμεσα με την κατάσταση του σύγχρονου ατόμου και
την ηθική που αυτό έχει διαμορφώσει: «[…]είχαν χτίσει κάστρα οι
αρχαίοι δωσίλογοι. Αυτούς τους έπιασε Λοιμός, αν και περίμεναν και
τρίτον παγκόσμιο πόλεμο, και καινούργιο Αδόλφο, για να ξανά
πλουτίσουν».

Η ασθένεια είναι παρούσα με ρεαλιστικά συμπτώματα, όπως απώλεια


μελών, αιφνίδιο θάνατο, αλλά και με μη ρεαλιστικά στοιχεία, όπως
κατάρρευση των κτιρίων, πτώση των χερουβείμ από τον ουρανό. Ομως,
γυναικείες μορφές όπως είναι η θεία Φωτούλα και οι πιστές της
ακόλουθες περιφέρονται στα περίχωρα της πόλης ληστεύοντας σούπερ
μάρκετ και σπίτια, χωρίς να τις «χτυπάει» ο αστικός Λοιμός, ακόμα και
όταν εισέρχονται στο κέντρο της πρωτεύουσας. Το ίδιο ισχύει και για την
αδελφή Πάνσεμνη, η οποία, ενώ προσπαθεί να κολλήσει την ασθένεια
προκειμένου να πεθάνει από τον Λοιμό και να αναγορευτεί αγία,
καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «ο Λοιμός αυτός δεν την καταδέχεται».

H άρρωστη πολιτεία by Γαλάτεια Καζαντζάκη

Η "Άρρωστη πολιτεία" είναι μια νουβέλα για τη Σπιναλόγκα, το νησί


των λεπρών, πρωτοδημοσιευμένη το 1914 από τη Γαλάτεια
Καζαντζάκη, με το ψευδώνυμο Πετρούλα Ψηλορείτη.
Η Γαλάτεια Καζαντζάκη ήταν η πρώτη στην ελληνική λογοτεχνία του
20ου αιώνα που ανέδειξε το θέμα της λέπρας, μέσα από μια ερωτική
119

ιστορία.

Η πλοκή στην "Άρρωστη πολιτεία" ακολουθεί τα αντικρουόμενα


συναισθήματα και τις σκέψεις που γεννούν στην ηρωίδα τόσο η
αρρώστια και ο υποχρεωτικός εγκλεισμός στο νησί των λεπρών, όσο και
ο έρωτας που γνωρίζει στο πρόσωπο ενός δασκάλου. Η πρωταγωνίστρια,
μια υπερήφανη κοπέλα, διχάζεται ανάμεσα στην απελπισία, στη
συνειδητοποίηση ότι δεν υπάρχει σωτηρία, και στη "χαρά του έρωτα"
που συνάντησε αναπάντεχα στην "πολιτεία των λεπρών".

Πρόκειται για μια σπουδή στην ψυχολογία του ανθρώπου που χάνει
ξαφνικά την ελευθερία του, εξαιτίας μιας ανίατης αρρώστιας, αλλά και
μια τοιχογραφία της φοβερής Σπιναλόγκας.

Στο Επίμετρό της, η Κέλη Δασκαλά, προβαίνει σε μια επιλογή της


μυθολογίας που αναπτύχθηκε μέσα από τη παγκόσμια λογοτεχνία για τη
λέπρα, από τη Βίβλο έως σήμερα. Αναλύει το πρωτότυπο ρομάντζο της
Γαλάτειας Καζαντζάκη, εστιάζοντας στον διάλογο που αναπτύχθηκε
στις αρχές του 20ού αιώνα γύρω από τη μυστηριώδη ασθένεια, όταν στα
γράμματα κυριαρχούσαν ο συμβολισμός και η νιτσεϊκή φιλοσοφία -
ιδεολογικές αναζητήσεις που είχαν επηρεάσει και την πρώτη σύζυγο του
Νίκου Καζαντζάκη, πριν τις αποποιηθεί στα τέλη του 1930.

ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ. ENET. Επτά, Κυριακή 27 Ιουνίου


2010 Φωνές από το παρελθόν

Διαμάντια της ελληνικής λογοτεχνίας που έμειναν ξεχασμένα επανεκδίδονται και


επιζητούν την προσοχή μας

Της ΣΤΑΥΡΟΥΛΑΣ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ

«Είναι μια βδομάδα τώρα που λογαριάζομαι κι εγώ με τους κατοίκους


του νησιού τούτου. Ολες οι απαιτούμενες διαπιστώσεις γενήκαν κι εγώ
είμαι εγκαταστημένη για πάντα εδώ πέρα. (...). Ηξερα πού θα με
πήγαιναν, με ποιους θα συζούσα στο εξής, πώς ήταν ο τόπος της εξορίας.
Κάποτε μου είπε μια συγγενής μου: «Το νησάκι αυτό, ακούω, είναι χαρά
θεού!» Κι εγώ της είπα: «Ναι, με τη διαφορά πως στο χώμα δεν
φυτρώνουν δάχτυλα και μύτες, που είναι δα για τους κατοίκους πιο
χρειαζούμενα αυτά από τα λουλούδια και τα νερά...».
120

Τη ζωή στη Σπιναλόγκα περιέγραφε μέσα από την ζωή της ηρωίδας της
η Γαλάτεια Καζαντζάκη * Ενας αιώνας κοντεύει να συμπληρωθεί από
την εποχή που η Γαλάτεια Καζαντζάκη δημοσίευε, ως Πετρούλα
Ψηλορείτη, στο αλεξανδρινό περιοδικό «Νέα Ζωή» την νουβέλα της
«Αρρωστη πολιτεία» (1914). Ενα «ρομάντζο» όπως το χαρακτήριζε η
ίδια, όπου για πρώτη φορά αναδεικνυόταν στη λογοτεχνία μας το θέμα
της λέπρας και η ζωή των χανσενικών στο «ξεμοναχεμένο νησάκι» της
Σπιναλόγκας. Και να που σήμερα, ενώ κυοφορείται το «Νησί», το πιο
φιλόδοξο σίριαλ της επόμενης σεζόν βασισμένο στο ομώνυμο μπεστ-
σέλερ της Βικτόρια Χίσλοπ, η νεανική αυτή νουβέλα της Καζαντζάκη
ανασύρεται από τη λήθη και φωτίζεται διεξοδικά από τη φιλόλογο Κέλη
Δασκαλά, ενταγμένη στη σειρά «Πεζογραφικές επισημάνσεις» των
«Ελληνικών Γραμμάτων» που διευθύνει η συγγραφέας και
πανεπιστημιακός Αγγέλα Καστρινάκη.

Ερωτας και αρρώστια

Πώς ασθενεί το σώμα, και κυρίως η ψυχή, όχι μόνο των λεπρών αλλά κι
εκείνων που υποτίθεται ότι χαίρουν άκρας υγείας; Πώς αρρωσταίνει η
κοινωνία η ίδια; Και ποια πρέπει να είναι η στάση ενός «πνευματικά
ανώτερου» ανθρώπου απέναντι σε μια νοσηρή πραγματικότητα, η οποία
είτε αναμασά τη χριστιανική ηθική είτε στηρίζεται σε ιδεολογικές
παρωπίδες; Τέτοιου είδους ερωτήματα θέτει η Καζαντζάκη, καθώς
ξεδιπλώνει τ' αντικρουόμενα συναισθήματα που προκαλούν η αρρώστια
κι ο αναγκαστικός εγκλεισμός στην ηρωίδα της, αλλά κι ο έρωτας που
εκείνη συναντά στο πρόσωπο ενός δασκάλου. Ερωτήματα που
πυροδοτούσαν τον διάλογο γύρω από τη λέπρα στις αρχές του 20ού
αιώνα, τότε που στην πνευματική ζωή κυριαρχούσαν το αισθητικό
κίνημα του συμβολισμού και η νιτσεϊκή φιλοσοφία.

* Στην ίδια σειρά φιλοξενείται και το παρθενικό μυθιστόρημα του Κοσμά


Πολίτη, «Λεμονοδάσος», όπως ακριβώς είδε το φως το 1930 -χωρίς τις
δημοτικιστικές εξάρσεις της κατοπινής, αναθεωρημένης απ' τον
συγγραφέα, έκδοσής του- επίσης συνοδευμένο από ένα εκτενές επίμετρο,
με την υπογραφή της ίδιας της Καστρινάκη. Εδώ, έχουμε την εξιστόρηση
του ερωτικού πάθους ανάμεσα σ' έναν άρτι αφιχθέντα από το Παρίσι
αρχιτέκτονα, τον Παύλο, και μια άβγαλτη σεξουαλικά αλλά περήφανη
κοπέλα από τον Πόρο, την Βίργκω, που ενώ αγαπιούνται δεν παύουν να
παιδεύουν ο ένας τον άλλο. Μια ερωτική ιστορία χωρίς τυπικό αίσιο
τέλος, δοσμένη «με χάρη, δροσιά και μυστικιστική σοβαρότητα»
ταυτόχρονα, που παραδίδεται τώρα σε μια νέα γενιά αγνωστών, μ' όλα τ'
απαιτούμενα «κλειδιά» για την ανάδειξη των συμβολικών της νοημάτων.
121

* Υπάρχουν κι άλλες φωνές από το παρελθόν που, με ανάλογο τρόπο,


διεκδικούν την προσοχή μας. Η σειρά «Επί τα ίχνη» του «Πατάκη», για
παράδειγμα, που διευθύνει ο καθηγητής Γ. Παπακώστας, ήδη
εμπλουτίστηκε με το άγνωστο, μακροσκελές διήγημα του Παύλου
Νιρβάνα «Το αγριολούλουδο» (1922). Ο Βάσιας Τσοκόπουλος,
επιμελητής των Απάντων του Δημοσθένη Βουτυρά, ανέσυρε πρόσφατα
από την δεξαμενή του πρώτου αριστερού μοντερνιστή έλληνα
διηγηματογράφου, ένα μπουκέτο ιστοριών που παραπέμπουν στη
λογοτεχνία του τρόμου και του φανταστικού (βλ. «Το καράβι του
θανάτου», εκδ. «Τόπος»). Ενώ κι η Χριστίνα Ντουνιά, μόλις παρέδωσε
φιλολογικά σχολιασμένο στην «Αγρα» ένα ακόμη έργο του τόσο
παρεξηγημένου στην εποχή του Πέτρου Πικρού: το μυθιστόρημα
«Τουμπεκί», τελευταίο μέρος της τριλογίας του «Χαμένα κορμιά».

Γεννημένος το 1895 στην Κωνσταντινούπολη και με σπουδές ιατρικής


και βιοχημείας σε Γαλλία και Γερμανία, ο Πικρός υπήρξε ένας
κοσμοπολίτης αστός που μολονότι ασπάστηκε από νωρίς τα ιδεώδη της
Οκτωβριανής Επανάστασης δεν ενστερνίστηκε τις αρχές του
σοσιαλιστικού ρεαλισμού για τα δικά του νατουραλιστικά γραπτά. Από
τους πιο μάχιμους δημοσιογράφους του Μεσοπολέμου, έδωσε με το έργο
του φωνή στους «αρνητικούς» ήρωες του κοινωνικού περιθωρίου, κάτι
που διόλου δεν ενθουσίασε την επίσημη αριστερά. Κεντρικός ήρωας στο
«Τουμπεκί» (1927) είναι ένα πρωτοπαλίκαρο του αθηναϊκού υποκόσμου
-ληστής, προαγωγός, έμπορος ναρκωτικών και κατά περίσταση
δολοφόνος- και το μεγαλύτερο μέρος της δράσης του μυθιστορήματος
εκτυλίσσεται στη φυλακή. Εκεί όπου μαθητεύει κανείς ακόμα καλύτερα
στο έγκλημα, κι όπου οι ταξικές ανισότητες και οι σχέσεις εξουσίας του
έξω κόσμου -αλίμονο- αναπαράγονται.

«Μάγκας» ξανά

* Φρέσκος φρέσκος από το τυπογραφείο, όμως, εμφανίζεται και ο


«Μάγκας» της Πηνελόπης Δέλτα (1935), σε νέα έκδοση της «Εστίας»,
συμπληρωμένη με χρονολόγιο του Αλ. Π. Ζάννα και με επίμετρο του
πεζογράφου και πανεπιστημιακού Βασίλη Πεσμαζόγλου: ένα
μυθιστόρημα γραμμένο σε «παλιομοδίτικη δημοτική», με «έντονη
διδακτική- ηθικοπλαστική διάσταση» και με άφθονες αναφορές στ'
ανδραγαθήματα της Επανάστασης του '21 και του Μακεδονικού Αγώνα,
όπου ρόλο αφηγητή κρατά ο σκανταλιάρης σκύλος μιας εύπορης
οικογένειας από την ελληνική παροικία της Αλεξάνδρειας.

Οπως σημειώνει ο Πεσμαζόγλου, «ο απλοϊκός και σχολικού τύπου


ενθικισμός διαπερνά μεγάλο μέρος του βιβλίου». Παράλληλα, ωστόσο,
122

στις σελίδες του «αποτυπώνονται με ενάργεια διάφορες αντιλήψεις αλλά


και αντιφάσεις του ελληνικού αστισμού στις πρώτες δεκαετίες του 20ού
αιώνα. Κοσμοπολίτες αλλά και πατριώτες, αγγλοαναθρεμμένοι αλλά κι
επιφυλακτικοί στα ξενόφερτα ήθη, σνομπ και συνάμα πολέμιοι του
σνομπισμού, οι έλληνες αστοί της Αιγύπτου παρουσιάζονται, μέσα από
τα μάτια του Μάγκα, διχασμένοι και αντιφατικοί». Ενώ κι ο τετράποδος
ήρωας της Δέλτα βασανίζεται από τα ίδια απλά όσο και βαθιά
ερωτήματα, που απασχολούν τα παιδιά καθώς οδεύουν στην εφηβεία: για
το τι σημαίνει ελευθερία, για το κατά πόσον ο πλούτος φέρνει ευτυχία,
για τα περιθώρια των απόκληρων στην ανομία, για το τι είναι καλό και τι
κακό.

Ενδεχομένως ο Μάγκας, εικάζει ο Πεσμαζόγλου, να... γάβγιζε σήμερα


βλέποντας τις περιπέτειές του ν' απομακρύνονται από τα χέρια των
φυσικών του αναγνωστών, των παιδιών, και να μπαίνουν στο
μικροσκόπιο ιστορικών και κοινωνιολογικών αναλύσεων από ενήλικες
του ακαδημαϊκού χώρου. Γεγονός όμως είναι ότι από την επόμενη
χρονιά, καθώς συμπληρώνονται 70 χρόνια από το θάνατο της Δέλτα, θα
μπορεί ο οποιοσδήποτε να εκδίδει τα έργα της, χωρίς να καταβάλλει
πνευματικά δικαιώματα. Εξ ου και η έξυπνη κίνηση της «Εστίας» να
πλαισιώσει τις ανατυπώσεις τους με επίμετρα γνωστών συγγραφέων,
όπως συνέβη ήδη και με τον «Τρελλαντώνη» (Αλκη Ζέη) κι αναμένεται
να γίνει με τα «Μυστικά του Βάλτου» (Απόστολος Δοξιάδης).

* Ο «Κέδρος» απ' την πλευρά του, σχεδόν εννιά δεκαετίες από την πρώτη
τους δημοσίευση στην Αλεξάνδρεια, φέρνει στην επικαιρότητα τρία
ξεχασμένα διηγήματα του ποιητή Κώστα Βάρναλη, σε μια έκδοση
επιμελημένη από τον Βασίλη Αλεξίου και την Αικατερίνη Μακρυνικόλα:
τον «Λαό των Μουσόνων» (μια σκοτεινή αλληγορία γύρω από την
γέννηση του κράτους και την πάλη των τάξεων, που δίνει και τον τίτλο
του τόμου), την «Ιστορία του Αγίου Παχουμίου» (μια γλαφυρή
διακωμώδηση της θρησκοληψίας) και τις «Φυλακές» (ένα καυστικό
σχόλιο για το κυνήγι του εύκολου πλουτισμού). Τρία ρεαλιστικά όσο και
προφητικά κείμενα, καρποί όλα τους της σθεναρής κριτικής στάσης του
Βάρναλη απέναντι στην κατεστημένη εξουσία, που αντέχουν ακόμα,
πόσω μάλλον σε περιόδους κρίσης, πολιτικής φαυλότητας και
εκμαυλισμού των συνειδήσεων, όπως η σημερινή.

* Δυο άλλες επανεκδόσεις, πάντως, από τον ίδιο οίκο, έχουν τις ρίζες
τους στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης, είναι νουβέλες και φέρουν
την υπογραφή του Μένη Κουμανταρέα: «Η κυρία Κούλα» και το
«Κουρείο». Στην πρώτη, παρακολουθούμε την σύντομη ερωτική ιστορία
ανάμεσα σε μια ώριμη, συντηρητική, παντρεμένη γυναίκα κι έναν νεαρό
123

φοιτητή, όπως αυτή φουντώνει και διαλύεται μέσα στα βαγόνια του
Ηλεκτρικού. Το συναπάντημά τους, που μεταφέρθηκε παλιότερα στην
τηλεόραση από τον Διαγόρα Χρονόπουλο με τη Βέρα Ζαβιτσιάνου και
τον Φίλιππο Σοφιανό, διασκευάζεται τώρα για το θέατρο από τον Ακη
Δήμου, με την προοπτική να το σκηνοθετήσει στο Τέχνης ο Νίκος
Μαστοράκης, κι ενθουσιάζει τους Γάλλους μεταφρασμένο από τον
Μισέλ Βόλκοβιτς, με την Κυρία Κούλα ως «La femme du metro».

* Μιά ερωτική ιστορία, επίσης άδοξη αλλά γραμμένη σε τόνους πιο


ζοφερούς, κρύβεται και στο «Κουρείο», όπου το ζεύγος των
πρωταγωνιστών κρατούν ένας σαραντάρης λογιστής και μια ταπεινής
καταγωγής μανικιουρίστα με το μοιραίο όνομα Ευτυχία... Και μιας και
φτάσαμε έως τα τέλη του 20ού αιώνα, αξίζει να θυμηθούμε το
σπονδυλωτό μυθιστόρημα «Κλειστόν λόγω μελαγχολίας» του Κώστα
Μουρσελά (1999), στην νέα του έκδοση από τα «Ελληνικά Γράμματα».
Μια αλυσίδα ιστοριών με ήρωες ανθρώπους της διπλανής πόρτας, που
βιώνουν τις αντιφάσεις της ύπαρξης υπό το παρηγορητικό βλέμμα του
συγγραφέα, και προσπαθούν να ξεφύγουν από κάθε λογής μιζέρια
έχοντας συνείδηση της καθημερινής τους φθοράς. *

14-3-2020. ΤΑ ΝΕΑ. Ρήξεις συνέχειας Πώς η


αρχαία ελληνική γραμματεία και η παγκόσμια
λογοτεχνία ενσωμάτωσαν το ανθρώπινο δέος
απέναντι στις επιδημίες και τις πανδημίες .

Η πανδημία στη ζωγραφική και τη λογοτεχνία

Επιδημίες, όπως η Πανώλη, η χολέρα, η φυματίωση κι η λέπρα, μέσα


από κορυφαίους πίνακες ζωγραφικής, διηγήματα και μυθιστορήματα
Bonaparte Visiting the Plague Victims of Jaffa ("Bonaparte visitant les
pestiferes de Jaffa") - 1804 "Ο Ναπολέων επισκέπτεται τους πληγέντες
από Πανώλη της Γιάφας" Antoine-Jean Gros - "Bonaparte visitant les
pestiferes de Jaffa" (Λάδι σε καμβά) Του Antoine - Jean Gros (1771 -
1835) Σήμερα βρίσκεται στο Λούβρο, Παρίσι Ο πίνακας "Bonaparte
Visiting the Plague Victims of Jaffa" αποτελεί μια σύνθεση του 1804, η
οποία ανατέθηκε από τον Ναπολέοντα Βοναπάρτη στον Γάλλο ζωγράφο,
Antoine-Jean Gros, την περίοδο που η Πανούκλα θέριζε την πόλη Γιάφα
του Ισραήλ. Σκοπός του έργου ήταν να εκθειάσει τον αυτοκράτορα των
Γάλλων, απεικονίζοντάς τον ως το κεντρικό πρόσωπο μιας εντυπωσιακής
124

σκηνής, που υποτίθεται πως έλαβε χώρα στη Jaffa τον Μάρτιο 1799,
κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Εκστρατείας στην Αίγυπτο και τη Συρία...

Βυζαντινή εποχή

Η Παιδιατρική στο Βυζάντιο. 1 Αυγούστου 2011.


Πεμπτουσία. Τα λοιμώδη νοσήματα δεν είναι όλα γνωστά και πολλά
έχουν δυσδιάκριτα όρια μεταξύ τους. Αναφέρονται η μηνιγγίτιδα, η
παρωτίτιδα, ο τέτανος, η λύσσα, η χολέρα, η πολιομυελίτιδα.
Περιγράφεται από το Μιχαήλ Ψελλό12 η θανατηφόρος ευλογιά που
έπληξε το μοναδικό του παιδί, την 8χρονη Στυλιανή. Παρουσίασε υψηλό
πυρετό και πυκνό φλυκταινώδες εξάνθημα, που κάλυψε όλο το σώμα και
ιδιαιτέρως το πρόσωπο. Οι φλύκταινες ήταν πλήρεις «ιχώρων», που
αποξηράνθηκαν και απολεπίστηκαν 20 ημέρες αργότερα αφήνοντας
βαθιές ουλές («καθ’όλης της σώματος επιφανείας βοτρηδόν διαχυθείσα
και εις πομφόλυyaς εξογκωθείσa και τας αρμονίας του παντός διαλύσασα
σώματος άμορφον μεν και ειδεχθές το πριν αποδείκνυσι κάλλος της
σαρκός»). Το παιδί βρισκόταν στο στάδιο της ανάρρωσης, όταν
επανεμφανίστηκε πυρετός, οφειλόμενος πιθανότατα σε επιλοίμωξη
(«πυρετός γαρ λάβρος τα των σαρκών υπολειπόμενα κατεβόσκετο»), με
μειωμένες τις αμυντικές δυνάμεις του οργανισμού («ουδέ αντέχειν
ηδύνατο προς την εκ του πυρετού φλόγα μάλιστα προδαπανηθείσα και
προαναλωθείσα τοις τραύμασιν»). Κατέληξε μετά από λγα 24ωρα, ενώ η
περιγραφή της πορείας της νόσου από τον ίδιο τον πατέρα της στον
επικήδειο λόγο του συνδυάζει την επιστημονική ακρίβεια και το λυρισμό
της συναισθηματικής του εμπλοκής.
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ
ΣΧΟΛΗ - ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ
ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ Φανή Κ. Σπαχίδου Η ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΤΕΧΝΗ
ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΥΠΟ ΤΟΥ 19ου αι. μ.Χ. Διδακτορική διατριβή
Θεσσαλονίκη 2010
55 «Η Μονή του Δαφνίου παρά τας Αθήνας» Έσπερος 52/15-6- 1883, σ.
50, Ο Γ. Λαμπάκης για τη
μονή Δαφνίου σημειώνει: «1854. Εν καιρώ της υπό των Αγγλο - Γάλλων
κατοχής του Πειραιώς, ότε
ενέσκηψεν η φοβερά Επιδημία της χολέρας, η Μονή Δαφνίου προς
αποφυγήν της νόσου εχρησίμευσεν
ως στρατών του υπό την διοίκησιν του Γάλλου colonel de Vasoignes
γαλλικού τάγματος. Υπό την
125

οδηγίαν δε του αξιωματικού τούτου, οι γάλλοι στρατιώται κατά την εποχήν


ταύτην ενήργουν και
αρχαιολογικάς ανασκαφάς εις τα πέριξ της Μονής Δαφνίου και της Ιεράς
Οδού μέρη». (Γεώργιος
Λαμπάκης, Χριστιανική Αρχαιολογία της Μονής Δαφνίου (Μετά πολλών
σχημάτων και εικόνων), Εν
Αθήναις 1889, σ. 62) αργότερα η μονή λειτούργησε ως φρενοκομείο από
το 1883 - 1885, περίοδο
κατά την οποία υπέστη πολλές καταστροφές (Γ. Λαμπάκης, Χριστιανική
Αρχαιολογία της Μονής Δαφνίου, ό.π.), επίσης βλ., «Δρομοκαΐτειον»
Πανελλήνιος Σύντροφος 1891, σ. 834 – 383
Οι ταπεινώσεις από τους ξένους46, η οικονομική εξαθλίωση47, η
Επιδημία χολέρας48, τα δεινά της χώρας49, προκαλούν ποικίλες
αντιδράσεις. Διαμαρτυρίες,
αλλά και μια χωρίς έρεισμα εμπιστοσύνη στις δυνατότητες της
Ελλάδος50 ή
αναζωπυρώσεις της Μεγάλης Ιδέας και του θρησκευτικού αισθήματος,
όποτε οι
περιστάσεις της εσωτερικής ή εξωτερικής πολιτικής το απαιτούν51,
συνθέτουν ένα
ενδεικτικό της λαϊκής αντίδρασης σκηνικό.

Χρονολόγιο Βυζαντινής Αυτοκρατορίας από το 610 έως 1025 (Μέση


Βυζαντινή Περίοδος). 745-748: Επιδημία χολέρας.
Βυζαντινή κεραμεική στην Άρτα Αγγελική ΒΑΒΥΛΟΠΟΥΛΟΥ-
ΧΑΡΙΤΩΝΙΔΟΥ Δελτίον XAE 12 (1984), Περίοδος Δ'. Στην
εκατονταετηρίδα της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας (1884-
1984)• Σελ. 453-472 ΑΘΗΝΑ 1986
Ή περίπτωση τού οικοπέδου Μπακαγιάννη τής οδού Βασιλέως Πυρρού
1 5 είναι ενδεικτική. Ό χώρος είχε χρησιμοποιηθεί γιά ταφές στό τέλος
τού 13ου καί στό 14ο αί. Σύμφωνα μέ τά ημερολόγια ανασκαφής οί
τάφοι-πάνω άπό 100- όλοι στό ίδιο σχεδόν επίπεδο, απλοί λάκκοι,
σκεπασμένοι μέ πήλινες πλάκες ή ακάλυπτοι, έμοιαζαν βιαστικά
ανοιγμένοι καί οι νεκροί ήταν άκτέριστοι.Τσως κάποιος Λοιμός,Πανώλη
ή χολέρα (ή μήπως ή μεγάλη πυρκαγιά του 1360-65;), γνωστή πληγή
αποδεκατισμού του πληθυσμού στους επόμενους αιώνες στην "Αρτα, νά
είχε προκαλέσει καί τότε μεγάλη θνησιμότητα. Οι νεκροί πρέπει νά
τοποθετήθηκαν σέ στρώμα γης προγενέστερης χρήσης (13ου-14ου αι.),
σέ έπίχωση, ισοπεδωμένη ειδικά γιά τή χρήση αυτή. Κάτω καί γύρω άπό
126

τους τάφους βρέθηκαν όστρακα αρχαία, βυζαντινά (εγχώρια καί ξένα),


γυάλινα τμήματα βυζαντινών αγγείων καί νομίσματα.

ΠΑΝΩΛΗ

Όταν η πανώλη "χτύπησε" το Βυζάντιο.


19/12/2017 IEllada.gr του Θάνου Δασκαλοθανάση

Οι μολυσματικές επιδημίες - ιδιαίτερα πανώλης -ήταν εκείνες που


σημάδεψαν την ιστορία της μεσαιωνικής Ευρώπης και του Βυζαντίου.
Κατά τη διάρκεια του ιστορικού βίου της, η αυτοκρατορία επλήγη
αρκετές φορές –οι δύο ήταν φονικές- από θανατηφόρες επιδημίες που
είχαν αλυσιδωτές επιπτώσεις στο κράτος και στην κοινωνία.
 
           Το 541 επιδημία βουβωνικής πανώλης χτυπά περιοχές της
Μεσογείου. Η πρώτη επιδημία εκδηλώθηκε και στο Βυζάντιο.Την ώρα
που οι στρατιές του αυτοκράτορα Ιουστινιανού αναβίωναν την παλιά
δόξα της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, ανακαταλαμβάνοντας χαμένα εδάφη,
η εμφάνιση της αρρώστιας αποτέλεσε τροχοπέδη στη προσπάθεια αυτή.
Η πανώλη ήταν μια άγνωστη ασθένεια που γεννιόταν από τα τρωκτικά
της Αιγύπτου και μεταδιδόταν μέσω των καραβιών και του εμπορίου
στην Κωνσταντινούπολη.
         Στην Πόλη υπήρχε μια σχετική οργάνωση, όσον αφορά τους
εμπόρους που κατέφταναν στο λιμάνι, οι οποίοι υποχρεωτικά κατέλυαν
σε ειδικούς ξενώνες και διαπραγματεύονταν την πώληση των
εμπορευμάτων τους επίσης σε ειδικούς χώρους, ελαχιστοποιώντας τον
κίνδυνο εξάπλωσης της νόσου. Ωστόσο η μετάδοση της ασθένειας δε
στάθηκε δυνατό να αποφευχθεί. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, η πανούκλα
θέριζε 5.000! ζωές την ημέρα, αφανίζοντας τον μισό περίπου πληθυσμό
της πόλης.
           Η πανώλη έκανε την εμφάνισή της στην Αιγύπτο.Από εκεί, και σε
σύντομο χρονικό διάστημα, εξαπλώθηκε σε όλο το γνωστό τότε κόσμο,
από την Ινδία και Κίνα μέχρι την Ιρλανδία. Ο αυτόπτης μάρτυρας και
ιστορικός Προκόπιος περιγράφει:
<<Εκείνα τα χρόνια έπεσε μεγάλος λοιμός,από τον οποίο κινδύνευσε να
εξαφανιστεί όλο το ανθρώπινο γένος. Ξεκίνησε από τους Αιγυπτίους που
κατοικούν στο Πηλούσιο. Από εκεί η αρρώστια απλώθηκε σ’ όλη τη γη και
δεν άφησε ούτε νησί, ούτε σπηλιά ή βουνοκορφή όπου να ζούσε κάποιος
άνθρωπος. Τους ανθρώπους τους έπιανε ξαφνικά πυρετός. Ο πυρετός ήταν
χαμηλός από την αρχή ως το βράδυ, ώστε δεν έδινε την εντύπωση πως
127

ήταν κάτι επικίνδυνο. Την ίδια μέρα, σε μερικούς ασθενείς, σε άλλους την
επομένη και στους υπόλοιπους ύστερα από λίγες μέρες, παρουσιαζόταν
πρήξιμο, που αρχικά περιοριζόταν στη βουβωνική χώρα. Ύστερα
επεκτεινόταν στη μασχάλη, σε ορισμένες, μάλιστα περιπτώσεις και στο
πίσω μέρος των αφτιών και σε διάφορα σημεία των μηρών. Σε μερικές
περιπτώσεις ο θάνατος ερχόταν αμέσως, ενώ σε άλλες ύστερα από μέρες.
Σε μερικούς ασθενείς το σώμα γέμιζε με μαύρες φουσκάλες, μεγάλες σαν
σπυριά φακής,αυτοί δεν ζούσαν ούτε μια μέρα, αλλά πέθαιναν αμέσως.
Μερικοί, πάλι, έκαναν εμετό με αίμα, χωρίς καμιά φανερή αιτία, και
αμέσως πέθαιναν>>.
              Στην αρχή σημειώθηκαν θάνατοι κάπως περισσότεροι από τους
συνηθισμένους. Ύστερα ο κακό μεγάλωσε και ο αριθμός των νεκρών
έφτανε τις πέντε χιλιάδες την ημέρα, και αργότερα τις δέκα χιλιάδες και
ακόμα παραπάνω. Κάθε είδος εργασίας είχε σταματήσει.
            Μία δεύτερη περιγραφή της αρρώστιας έχει διασωθέι από τον
Ευάγριο Σχολαστικό, εκκλησιαστικό συγγραφέα, αυτόπτη μάρτυρα και
παθόντα:
«Η αρρώστια λέγεται πως άρχισε από την Αιθιοπία. Βήμα προς βήμα
διέτρεξε ολόκληρη την οικουμένη, χωρίς να αφήσει ανέγγιχτο κανένα από
τους ανθρώπους. Η νόσος εκδηλωνόταν με διάφορα συμπτώματα. Σε
άλλους άρχιζε από το κεφάλι με κόκκινα από το αίμα τα μάτια και με
πρησμένο πρόσωπο, κατέβαινε μέχρι το λαιμό και έστελνε όποιον είχε
προσβάλει στο θάνατο. Σε άλλους προκαλούσε γαστρορραγία. Κάποιοι
βουβώνες πρήζονταν και εξαιτίας τους ανέβαινε υψηλός πυρετός. Και
πέθαιναν τη δεύτερη ή την τρίτη μέρα, έχοντας σώας τα φρένας και το
σώμα ίδιο με εκείνους που δεν είχαν πάθει τίποτε. Άλλοι όμως έχαναν τη
ζωή τους, αφού παραλογίζονταν. Υπάρχουν μάλιστα περιπτώσεις που
κάποιοι προσβλήθηκαν και μια και δυο φορές και διέφυγαν τον κίνδυνο,
αλλά πέθαναν μόλις προσβλήθηκαν ξανά. Και οι τρόποι μετάδοσης της
νόσου ήταν πολλοί και πέραν κάθε λογικής. Άλλοι μεν χάνονταν απλώς
ζώντας και τρώγοντας μαζί, άλλοι δε μόνο από την απλή επαφή, άλλοι
όταν έμπαιναν μέσα στο σπίτι, άλλοι στην αγορά. Μερικοί φεύγοντας
απρόσβλητοι από πόλεις που νοσούσαν μετέδωσαν τη νόσο σε άλλους που
δεν νοσούσαν. Και όσοι ήταν πρόθυμοι να προσβληθούν, επειδή είχαν
χάσει τα παιδιά τους ή το σπιτικό τους και είχαν ακριβώς γι’ αυτό
αναμιχτεί με τους νοσούντες, δεν προσβλήθηκαν λες και η αρρώστια να
αντιστρατευόταν τη θέλησή τους. Το τι θα επακολουθήσει είναι άδηλο
αφού ο Θεός είναι αυτός που θα κρίνει, αυτός που γνωρίζει τις αιτίες κάθε
πράγματος και πού αυτές θα οδηγήσουν».
             Γίνεται φανερό και από τις δύο περιγραφές ότι η αρρώστια είχε
ορισμένα συμπτώματα τα οποία ήταν κοινά, όπως: προκαλούσε πρήξιμο
των βουβώνων, πυρετό, διάρροια, εμετούς, κώμα, παραισθήσεις και
τελικά θάνατο στα περισσότερα από τα θύματά της σε διάστημα λίγων
128

ημερών..
            Η Ιατρική, την εποχή αυτή, ήταν περισσότερο μια εμπειρική,
πρακτική ασχολία και λιγότερο μια επιστήμη για τη θεραπεία,για όσους
λίγους είχαν την πρόσβαση και τη γνώση. Από κοντά και η θεολογία της
εποχής με την επικρατούσα άποψη ότι οι ασθένειες προέρχονταν από το
Θεό, ο οποίος είναι μεν εξ ορισμού πανάγαθος, αλλά οι αμαρτίες των
ανθρώπων επιφέρουν την τιμωρία τους μέσω των ασθενειών.
           Oι λοιμοί, οι μεταδοτικές θανατηφόρες επιδημίες, για όσους τις
έζησαν μέσα σε εποχές σκοτεινές, παραδομένες στην άγνοια και τη
θρησκοληψία, αντιπροσώπευαν πάντα το «σημάδι» των έσχατων
ημερών, το τέλος του κόσμου, τη δεύτερη παρουσία και όλες τις
συναφείς ιδεοληψίες, με τις οποίες ελεγχόταν η κοινωνία. Κατά την
εξέλιξη των επιδημιών επικρατούσε ατμόσφαιρα πανικού και παράνοιας,
πολύ ευνοϊκή για την εκκόλαψη πλήθους άλλων αγριοτήτων, άσχετων με
το φυσικό αποδεκατισμό των πληθυσμών από την αρρώστια.
Bασανισμοί, μαγείες, εκτελέσεις, διώξεις, βίαιη αρπαγή περιουσιών και
άλλα δεινα...
        Οποιοσδήποτε υπολογισμός της πρώτης πανδημίας είναι
παρακινδυνευμένος εξαιτίας της απουσίας στατιστικών. Ο Ιωάννης της
Εφέσου αναφέρει ότι στην Κωνσταντινούπολη, όταν τα θύματα έφτασαν
τις 230.000 χιλιάδες οι φρουροί των πυλών έπαψαν να τα μετρούν.
Σύγχρονοι ιστορικοί υπολογίζουν τον πληθυσμό της Πόλης την εποχή
του Ιουστινιανού σε 400.000 χιλιάδες. Επομένως, η πανώλη ελάττωσε
τον αριθμό των κατοίκων κατά 50% περίπου, αριθμός που θεωρείται
σωστός..
          Αν στην πρωτεύουσα ο αριθμός των νεκρών ήταν πολύ μεγάλος,
στην επαρχία τα πράγματα ήταν κάπως καλύτερα.Λόγω της
συγκέντρωσης μεγάλου αριθμού ανθρώπων στις πόλεις, η μετάδοση και
η εξάπλωση της νόσου ήταν πολύ πιο εύκολη από ότι στα χωριά. Η
θανατηφόρα αρρώστια δεν εξαφανίστηκε μετά το πρώτο χτύπημα, αλλά
επανεμφανίζονταν σταδιακά μέχρι το έτος 746.
          Οι άμεσες συνέπειες της πανώλης ήταν δραστική μείωση του
πληθυσμού, φτώχεια, πληθωρισμός και λιμός. Οι επιπτώσεις στην
κοινωνία,στην οικονομία, στο στράτευμα, στη θρησκεία ήταν σημαντικές
και πολλές. Ο Ιουστινιανός προσπάθησε με νομοθετικά μέτρα να
ενισχύσει τη γεωργική παραγωγή, να αυξήσει τις εισαγωγές, να κρατήσει
χαμηλά τις τιμές, όμως σε μια αγροτική οικονομία,η έλλειψη εργατικών
χεριών αυτόματα δημιουργεί δυσχερή προβλήματα. Όπως είναι λογικό η
αρρώστια έπληξε σε μεγαλύτερο ποσοστό τον φτωχό πληθυσμό και
γενικότερα την εργατική-αγροτική τάξη. Επομένως, παρουσιάστηκε
129

έλλειψη εργατικών χεριών και μεγάλα τμήματα εδάφους έμειναν


ακαλλιέργητα.
          Πολλοί άνθρωποι για να προστατευτούν,εγκατέλειψαν τις πόλεις
και μετανάστευσαν σε χωριά, όπου θα ήταν πιο εύκολη και ασφαλής η
διαβίωσή τους. Ευνοήθηκε η φυγή προς την ύπαιθρο και τα μοναστήρια,
Ο πληθυσμός των πόλεων μειώθηκε και το κύμα αστικοποίησης
ανακόπηκε.
          Εξαιτίας της απουσίας ανδρών, ο βυζαντινός στρατός θα αρχίσει
να επανδρώνεται με αλλοδαπούς και μισθοφόρους. Η μείωση του
πληθυσμού και η εγκατάλειψη περιοχών θα αντισταθμιστεί με τον
ερχομό νέων αποίκων που θα εγκατασταθούν στα βαλκάνια. Είναι οι
Σλάβοι (Σέρβοι, Κροάτες, Βούλγαροι), που οι σχέσεις τους με την
αυτοκρατορία θα είναι άλλοτε ειρηνικές (αφομοίωση, εκχριστιανισμός),
άλλοτε εχθρικές και πολεμικές. 
            Το 1076 έχουμε τη δεύτερη μεγάλη επιδημία πανώλης στο
Βυζάντιο, ενώ στη Μικρά Ασία εμφανίζονται οι Σελτζούκοι Τούρκοι.
              Το 1347, ξέσπασε η τρίτη μεγάλη επιδημία πανούκλας, που
οδήγησε στο θάνατο, κατά ορισμένες υπερβολικές εκδοχές, έως και τα
8/9 του πληθυσμού της Βασιλεύουσας. Συγκεκριμένα γενοβέζικα
εμπορικά πλοία από το λιμάνι της Κάφας στη Μαύρη Θάλασσα, που
προσέγγισαν το λιμάνι της Μεσσήνης στη Σικελία, γεμάτα
ετοιμοθάνατους και νεκρούς, μετέφεραν στην Ευρώπη την ασθένεια της
πανώλης,του λεγόμενου Μαύρου Θανάτου. Η ασθένεια μεταδόθηκε σε
ολόκληρη την Ευρώπη με χιλιάδες θύματα.
            Μεταφερόμενη με καράβια, η πανώλη χτύπησε το 1347 την
Κωνσταντινούπολη. Ήταν η εποχή που, μέσα σε ένα νοσηρό
εμφυλιοπολεμικό κλίμα, η αυτοκρατορία είχε γίνει σκιά του παλιού
εαυτού της. Ο εμφύλιος πόλεμος ανάμεσα στους οπαδούς του νόμιμου
αυτοκράτορα Ιωάννη Ε΄ Παλαιολόγου και στο διεκδικητή του θρόνου
Ιωάννη Κατακουζηνό έχει πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις, ενώ
συγχρόνως εκτυλισσόταν και η θεολογική έριδα Ζηλωτών και
Ησυχαστών.

Η πανούκλα στο Λονδίνο. Ντάνιελ Ντεφόου.


Εκδόσεις Κριτική σελ. 294 ΜΑΧΗΤΗΣ ΑΡΤΑΣ

Το βιβλίο αυτό είναι το μυθιστορηματικό πορτραίτο μιας πόλης τη


στιγμή της αγωνίας της. Πρόκειται για ιστορική αφήγηση.
130

Ο Ντανιέλς Ντεφόου εξιστορεί τα γεγονότα της τελευταίας μεγάλης


επιδημίας πανούκλας που εκδηλώθηκε στο Λονδίνο κι άλλες πόλεις της
Αγγλίας, το 1665-1666. Η τρομερή πανούκλα σάρωσε πάνω από 100.000
ψυχές στο Λονδίνο. Το 1666 επακολούθησε την φοβερή επιδημία, μια
μεγάλη πυρκαγιά στο Λονδίνο.

Ο συγγραφέας στηρίχτηκε σε πραγματικά γεγονότα, τα οποία διερεύνησε


εξονυχιστικά, αντλώντας τις πληροφορίες του από χρονικά της εποχής,
γραπτές και προφορικές μαρτυρίες και επίσημα έγγραφα. Μας δίνει μια
εκπληκτικά «μοντέρνα» εικόνα της ανθρώπινης και κοινωνικής
συμπεριφοράς σε μια μεγαλούπολη, που αποδιοργανώνεται αλλά και
αντιστέκεται με όσα μέσα και γνώση διαθέτει στον αιφνιδιαστικό μαζικό
θάνατο.

Η αρρώστια έφτασε πρώτα στο Λονδίνο με εμπορεύματα που είχαν έρθει


από την Ολλανδία και που είχαν φτάσει εκεί από την Ανατολική
Μεσόγειο. Οι κάτοικοι του Λονδίνου κολλούσε ο ένας τον άλλο, ή από
τα ρούχα, την επαφή, ή την αναπνοή. Κανείς δεν ήξερε πότε ή που ή πώς
κόλλησε την αρρώστια και από ποιον. Οι γιατροί συνιστούσαν στους
ασθενείς ένα σωρό αρώματα και παρασκευάσματα. Οι λογικοί και
προνοητικοί άνθρωποι έπαιρναν ορισμένα μέτρα εξαερισμού κι
αρωματισμού των σπιτιών τους καίγοντας αρωματικά βότανα, λιβάνια
και θειάφι μέσα στα κλειστά δωμάτιά τους και μετά άφηναν τον αέρα να
σπρώξει έξω όλους τους καπνούς με μια έκρηξη πυρίτιδας.

Η πανούκλα δημιουργούσε εξογκώματα στους βουβώνες, στο σβέρκο,


στις μασχάλες, πυώδη αποστήματα, όγκους, υψηλό πυρετό, εμετούς,
ανυπόφορους πονοκεφάλους, πόνους στην πλάτη, κηλίδες γάγγραινας
στο μέγεθος μικρού ασημένιου νομίσματος κ.λ.π.

Η πανούκλα ήταν τρομακτική και η δυστυχία των ανθρώπων μεγάλη. Η


επιδημία έφτανε στο κατακόρυφο τον Ιούλιο και τον Αύγουστο. Οι
άνθρωποι πέθαιναν με το σωρό και θάβονταν με το σωρό. Πέθαιναν επτά
με οκτώ χιλιάδες άνθρωποι την εβδομάδα.

Η πανούκλα ήταν ένας τρομερός εχθρός, οπλισμένος με τόση φοβέρα


που κανένας άνθρωπος δεν ήταν αρκετά δυνατός για να αντισταθεί ή
προετοιμασμένος να αντέξει το τράνταγμα της επίθεσής της. Πολλοί
άνθρωποι όμως έδειξαν ατράνταχτο θάρρος και διακινδύνευσαν την ζωή
τους για την ανακούφιση των φτωχών ανθρώπων μέσα στη δυστυχία
131

τους. Διακόπηκαν οι εξαγωγές πολλών αγγλικών προϊόντων και κυρίως


μάλλινων ρούχων σε ξένες χώρες και πολλοί τεχνίτες, λιανέμποροι,
εργολάβοι κ.λ.π. στην πόλη έμειναν άνεργοι. Αυτή η κατάσταση τους
έφερε στην εσχάτη ένδεια. Τεράστιος αριθμός ανθρώπων είχαν φύγει από
το Λονδίνο για την επαρχία, κυρίως οι πλούσιοι και οι ευκατάστατοι.
Ψωμί υπήρχε στο Λονδίνο και ήταν φτηνό και υπήρχε μεγάλη αφθονία
από όλα τα είδη φρούτων και ήταν όλα φτηνά, από την έλλειψη
πελατείας.

Η πανούκλα δεν ξαπλώθηκε μονομιάς σε ολόκληρη την πόλη και τα


προάστια, διότι τότε ο λαός θα είχε συντριβεί, αλλά ξεκίνησε από τα
δυτικά και μετά προχώρησε στα ανατολικά, αλλά καθώς προχωρούσε
περισσότερο ανατολικά, ξεθύμαινε στα δυτικά.

Οι φτωχοί επειδή πεινούσαν έβρισκαν απασχόληση σε οποιαδήποτε


δουλειά ακόμα και την πιο επικίνδυνη και υποκείμενη στον κίνδυνο της
μόλυνσης. Συνήθως τους έβαζε ο Δήμος να θάβουν τους νεκρούς ή να
περιποιούνται τους αρρώστους ή να φυλάνε τα μολυσμένα σπίτια. Αυτή
η παράτολμη συμπεριφορά των φτωχών ήταν η αιτία η πανούκλα να
ξεσπάσει ανάμεσά τους με τέτοια λύσσα ώστε να παθαίνουν με το σωρό.

Ο κόσμος δεν ήξερε από που να φυλαχτεί, για αυτό κλεινόταν στα σπίτια
τους και δεν είχαν σχέση με κανένα. Που κρυβόταν τα σπέρματα της
μόλυνσης; Γιατί πολλοί άρρωστοι ανάρρωναν, ειδικότερα αν τα
αποστήματα έσπαγαν; Φυλάγονταν όλοι από τους αρρώστους και τους
μολυσμένους, αλλά την ίδια στιγμή υπήρχαν χιλιάδες ανάμεσά τους, που
φαίνονταν καλά, αλλά συνέχεια κουβαλούσαν τον θάνατο μαζί τους σε
κάθε συντροφιά που έμπαιναν, γιατί είχαν την πανούκλα στο αίμα τους.
Αυτοί ήταν οι πιο επικίνδυνοι, γιατί στην όψη τους ήταν καλά και δεν το
ήξεραν ούτε οι ίδιοι ότι ήταν μολυσμένοι, μέχρι που πέθαιναν ξαφνικά
μέσα σε 5-6 ώρες.

Το καλύτερο φάρμακο κατά της πανούκλας ήταν να το βάζεις στα πόδια


όταν εμφανίζεται…

Όλες οι αναγκαίες εργασίες, που έφερναν τρόμο και ήταν τόσο θλιβερές
και τόσο επικίνδυνες γίνονταν τη νύχτα. Αν γινόταν μεταφορά
πτωμάτων, ή αν έθαβαν πεθαμένους ή αν έκαιγαν μολυσμένα ρούχα,
ήταν πάντα νύχτα. Έτσι στη διάρκεια της ημέρας δεν μπορούσες να δεις
ή να ακούσεις το παραμικρό, που να μαρτυρεί τη μεγάλη καταστροφή.
132

Επειδή οι άνθρωποι είχαν φτάσει σε μια κατάσταση απόγνωσης και είχαν


χάσει κάθε ελπίδα για επιβίωση, γίνανε όλοι τολμηροί και ριψοκίνδυνοι.
Έτσι άρχισαν να πλησιάζει ο ένας τον άλλο και να μαζεύονται πάλι στις
εκκλησίες. Η άμεση προοπτική του θανάτου συμφιλίωνε τους
ανθρώπους, η απειλή του θανάτου ήταν αρκετή να εξαλείψει όλες τις
έχθρες και τον θυμό τους και να τους κάνει να δούνε με διαφορετική
ματιά, από ότι βλέπανε πριν τα πράγματα γύρω τους. Ο θάνατος τους
συμφιλίωνε όλους.

Γιατί αυτό δεν μπορούσε να το κάνουμε όσο είμαστε στη ζωή;


αναρωτιέται ο συγγραφέας και οι διχόνοιες υποδαυλίζονται, οι έχθρες
μας συνεχίζονται και οι προκαταλήψεις και η έλλειψη φιλανθρωπίας
εξακολουθούσαν αναμεταξύ τους, φτάνοντας πολλές φορές στα άκρα;

Διαβάστε το.

Ο Ντάνιελ Ντεφόου γεννήθηκε στο Λονδίνο το 1660. Ήταν λοιπόν πέντε


χρονών όταν ξέσπασε η μεγάλη επιδημία πανούκλας του 1665 και έζησε
επομένως κι αυτός την τύχη της οικογενείας του. Ταξίδεψε στη μισή
Ευρώπη και ίσως και τη Βόρεια Αφρική και τη Μικρά Ασία, άλλοτε
μέσα στην πολυτελή άμαξα του καπιταλιστή και άλλοτε φεύγοντας,
χρεωκοπημένος, από τους πιστωτές του και είχε την πρώτη συγγραφική
επιτυχία το 1701.Στα πρώτα του έργα στράφηκε ενάντια στην
εθνικοφροσύνη των Άγγλων συντηρητικών και διακωμωδούσε υψηλά
ιστάμενους αγγλικανούς κληρικούς, για αυτό και καταδικάστηκε σε
πρόστιμο και φυλάκιση. Τον έσωσε ο Ρόμπερτ Χάρλεϋ, ο μετέπειτα
Λόρδος του Όξφορντ, σημαντικό στέλεχος του συντηρητικού κόμματος
των Τόρρηδων. Ο Χάρλεϋ χρησιμοποίησε το δημοσιογραφικό ταλέντο
του Ντεφόου, παίρνοντάς τον σιωπηρά στην υπηρεσία τους ως
συγγραφέα αλλά και μυστικό πράκτορα. Η πολιτική δημοσιογραφική
καριέρα του Ντεφόου, τερματίστηκε το 1717.Ο Ντεφόου έγινε γνωστός
και ως δημοσιογράφος και ως συγγραφέας. Η συγγραφική του καριέρα
κορυφώθηκε το 1719 με τον «Ροβινσώνα Κρούσο», που είχε παγκόσμια
επιτυχία με αλλεπάλληλες εκδόσεις και μεταφράσεις σε όλες σχεδόν τις
γλώσσες. Άλλα έργα του είναι: «Μολλ Φλάντερς», «Η ζωή και ιστορία
του αξιότιμου συνταγματάρχη Ζακ» και «Θρησκευτικός Αρραβώνας».

Κώστας Τραχανάς
133

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΤΑΣΟΥΛΑ ΚΑΡΑΙΣΚΑΚΗ Ας πιάσουμε


γερά έναν κρίκο τη φορά ΠΟΛΙΤΙΚΗ 29.03.2020 :

Δεν υπάρχει αρκετό οξυγόνο, όπως σε προηγούμενους καιρούς, για να


αερολογούμε, να κάνουμε θόρυβο, να δικάζουμε και να καταδικάζουμε,
να καβγαδίζουμε, να κατακρίνουμε, να παραπληροφορούμε, να
παριστάνουμε τους ειδικούς, να τρομοκρατούμε με προφητείες, έγραφε
πάνω κάτω ο Νικ Κέιβ στην ιστοσελίδα Red Hand Files, ένα φόρουμ
συνομιλίας πολιτών (lifo.gr). «Πλένουμε χέρια, μένουμε σπίτι,
προσέχουμε τα λόγια και τις απόψεις μας. Στην απομόνωση εμφανίζεται
η ουσία μας και μας ζητεί να κρίνουμε τι θέλουμε να κρατήσουμε από
εμάς και τον κόσμο και τι να αποβάλουμε για πάντα».

Αν και επιβεβλημένη, δεν είναι επιθυμητή η παύση που επιβάλλει η


φρίκη. Σε καιρό πολέμου –πόλεμο ζούμε με τα χιλιάδες νέα κρούσματα
και τους εκατοντάδες νεκρούς κάθε μέρα σε Ιταλία, Ισπανία, ΗΠΑ–,
καίριες δράσεις και ενέργειες παύουν με επιπτώσεις τρομακτικές. Ουδείς
επιθυμεί το πάγωμα, το κενό που φέρνει ο τρόμος, την παραλυσία, τη
σιωπή, την ερήμωση, το σπάσιμο των δεσμών.

Ο Λοιμός των Αθηνών (430 π.Χ.), που αφάνισε 100.000 Αθηναίους,


σκόρπισε τη φρίκη και έφερε την ήττα, διέλυσε ηθικούς κώδικες και
κοινωνική συνοχή, οι άνθρωποι έπαψαν να τηρούν τους νόμους, ξόδευαν
περιουσίες αλόγιστα, φέρονταν δόλια, άσπλαχνα, κυνικά.

Η Πανώλη του Ιουστινιανού, που έφτασε στην Κωνσταντινούπολη το


542 μ.Χ. και αποδεκάτισε το 40% του πληθυσμού της πόλης (25 εκατ.
θύματα σε όλον τον κόσμο), ερήμωσε τους δρόμους, νέκρωσε τις αγορές,
κατέστρεψε τις καλλιέργειες, κι όταν η Πανούκλα έφυγε, ήρθε η
φτώχεια, η απόδραση στην ύπαιθρο, ο πληθωρισμός, ο λιμός... Τόσο
λίγοι εργάτες είχαν απομείνει που, προκειμένου να δουλέψουν σκληρά,
απαιτούσαν τριπλό από πριν μισθό. Ετσι τριπλασιάστηκε και η αξία των
αγαθών. Με σκληρά μέτρα ο Ιουστινιανός κατάφερε να κάνει τη γη ξανά
να καρπίσει.

Κατά την Επιδημία του «μαύρου θανάτου» τον Μεσαίωνα (1347-1350),


που αφάνισε το ένα τρίτο του ευρωπαϊκού πληθυσμού, τα εργατικά χέρια
ήταν δυσεύρετα, δεν υπήρχε τρόπος να θάψουν τους νεκρούς, κανένας
δαδοφόρος δεν έσχιζε το σκοτάδι, πάγωσε κάθε παραγωγή, έπαυσε η
κατασκευή τεχνουργημάτων, το χτίσιμο ναών, λ.χ. διεκόπη αιφνίδια η
ζωγραφική παράδοση της οικογένειας Λορεντζέτι στη Σιένα με τον
134

θάνατο των αδελφών Αμπρότζιο και Πιέτρο, ξεκληρίστηκαν οι Ράμσεϊ –


και μαζί η τέχνη τους– στην Αγγλία, που σχεδίαζαν και έχτιζαν περίτεχνα
κτίρια για τη βασιλική οικογένεια και τις αρχές.

Στην Επιδημία χολέρας που έφεραν στον Πειραιά και στην Αθήνα το
1854 Αγγλοι και Γάλλοι στρατιώτες, και η οποία θέρισε 4.000 άτομα το
1854-1855, τα σχολεία έκλεισαν, οι αρχές έβαλαν λουκέτο στα
καταστήματα όπου επικρατούσε συνωστισμός, μαγειρεία, οινοπωλεία,
ζαχαροπλαστεία, καφενεία και σε κάθε δραστηριότητα· στην Αιόλου και
στην Αθηνάς τα εμπορικά ρήμαξαν, οι κάτοικοι έφυγαν μαζικά για τα
νησιά του Αργοσαρωνικού και τα πέριξ χωριά –Μαρούσι, Κηφισιά,
Χασιά, Καλύβια–, οι λωποδύτες έκαναν πλιάτσικο στα έρημα σπίτια.

Οι ίλιγγοι της απώλειας βάσεων, οι κρίσεις, πλήττουν την ιδέα της


αέναης διαδοχής, όπου κι αν κανείς βρεθεί, σε αυτοπεριορισμό ή στο
μάτι του τρομακτικού κυκλώνα.

Αν βρεθούμε μέσα στη σιωπή, όμως μια σιωπή εκκωφαντική –«πηγές της
Ιστορίας δεν είναι μόνο τα αρχεία, τα ντοκουμέντα, οι μαρτυρίες, είναι
και η σιωπή» γράφει η Μάρω Δούκα στο βιβλίο «Το δίκιο είναι ζόρικο
πολύ»–, μπορούμε να αναλογιστούμε τις αληθινές κλίμακες και το
πραγματικό βάρος μεγάλων και μικρών, αξιοσημείωτων και ευτελών, τη
σύνδεση τωρινών κι αλλοτινών στιγμών. Διότι ό,τι αντικρίζουμε στο
σήμερα είναι προϊόν τού χθες. Τα γεγονότα δεν ξεσπούν στο κενό.

Εχουν ρίζες βαθιές στον χρόνο, σημάδια παλιών καιρών. Διασώζοντάς


τα, ατονεί, εξουδετερώνεται ο κίνδυνος η εμπειρία να καταστραφεί.

Αν καταλήξουμε εμπρός στην πύλη της κολάσεως, μπορεί να γίνουμε


άγιοι ή τέρατα. Εμπλεοι αλληλεγγύης, καλοσύνης, αυτοθυσιαζόμενοι
καλοί Σαμαρείτες, που μιλάμε σε ένα «εγώ» το οποίο είναι ένα «εσύ» και
ένα «αυτός» και ένα «εμείς». Ή εαυτούληδες, ασυνείδητοι, κερδοσκόποι,
άρπαγες, έκνομοι, ωμοί. Τα ζάρια τα ρίχνουμε εμείς.

Ως κατάρρευση του πολιτισμού θα μπορούσε να οριστεί η δραστική


μείωση του ανθρώπινου πληθυσμού, η καταβαράθρωση της οικονομίας
και της κοινωνικής συνοχής, η εγκατάσταση του χάους, της σύγχυσης,
της δαιμονοποίησης αθώων και της αγιοποίησης αμφιλεγόμενων ηρώων,
σε παγκόσμιο επίπεδο, για χρόνο μακρύ.

Θα συμβεί; «Είναι λάθος να πασχίζουμε να δούμε πολύ μακριά στο


μέλλον. Την αλυσίδα του πεπρωμένου μπορούμε να την πιάσουμε μόνο
έναν κρίκο τη φορά», έλεγε ο Τσώρτσιλ. Φτάνει να κρατήσουμε γερά –
εμείς, όχι η μοίρα– αυτόν τον έναν κρίκο τη φορά...
135

ΤΑΚΗΣ ΠΑΠΠΑΣ, ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΠΑΠΠΑΣ* Κατάρρευση


και ελπίδα ΠΟΛΙΤΙΚΗ 29.03.2020 :

Oταν η κρίση περάσει, οι κυβερνήσεις και τα έθνη θα πρέπει επειγόντως


να ετοιμάσουν ένα σχέδιο ενίσχυσης των συστημάτων υγείας. Η
ανθρωπότητα μπορεί, με προσπάθεια, να αποφύγει τους πολέμους, αλλά
όχι την εξάπλωση νέων θανατηφόρων ιών.

Στο βιβλίο του με τον τίτλο «Κατάρρευση», ο Τζάρεντ Ντάιαμοντ


εξετάζει ένα πλήθος κοινωνιών, άλλων αρχαίων και άλλων περισσότερο
σύγχρονων, που οδηγήθηκαν σε ιστορική εξαφάνιση, αλλά οι πανδημίες
απουσιάζουν από αυτό ως αιτία κοινωνικής κατάρρευσης. Οπως εξηγεί ο
συγγραφέας, οι κοινωνίες πεθαίνουν από συνδυασμούς πέντε
παραγόντων, τους οποίους απαριθμεί ως εξής: μεγάλης έκτασης
οικολογικές καταστροφές, δραματικές κλιματικές αλλαγές, παρουσία
αρπακτικών γειτόνων, απουσία ισχυρών συμμάχων και αδυναμία των
ίδιων των κοινωνιών να διατηρήσουν αλώβητους τους θεσμούς τους σε
συνθήκες γενικευμένης κρίσης.

Η κρίση του κορωνοϊού δεν πρόκειται να δημιουργήσει ολικές


καταρρεύσεις κρατών. Η βουβωνική Πανώλη στην Ευρώπη του 14ου
αιώνα, ο τύφος κατά τον Τριακονταετή Πόλεμο του 17ου αιώνα, η
λεγόμενη «ισπανική γρίπη» στις αρχές του 20ού αιώνα και το έιτζ προς
το τέλος του, ήταν πανδημίες, καθεμιά από τις οποίες άφησε πίσω της
εκατόμβες νεκρών, όπως και λήθη, αλλά καμία δεν οδήγησε από μόνη
της στην κατάρρευση των κοινωνιών που επλήγησαν από αυτές. Ωστόσο,
όπως δείχνουν οι περιπτώσεις της Ιταλίας και της Ισπανίας, η παγκόσμια
πανδημία μπορεί να οδηγήσει τα κράτη σε μερική κατάρρευση κρίσιμων
τομέων, ειδικά στα συστήματα δημόσιας υγείας και στην οικονομία.
Πολλά θα αλλάξουν σε εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο. Ποιες είναι, όμως,
οι πρώτες διαπιστώσεις που προκύπτουν από την απλή παρατήρηση των
εξελίξεων διεθνώς;

Αναφέρουμε πέντε και, καθώς τις διαβάζετε, προσέξτε πως οι


περισσότερες από αυτές βρίσκονται σε σχέση αμοιβαίας
αλληλεξάρτησης.

1. Είναι η πρώτη φορά στη σύγχρονη Ιστορία που ολόκληρη η


ανθρωπότητα χρειάζεται να βρει λύση στο ίδιο ακριβώς πρόβλημα,
δηλαδή να σταματήσει μια μεταδοτική ασθένεια. Ωστόσο, η απουσία
ενιαίας αντιμετώπισης και το έλλειμμα παγκόσμιου συντονισμού είναι
136

εντυπωσιακά. Οι περισσότερες χώρες έκλεισαν τα σύνορά τους σε


διαφορετικά χρονικά σημεία και επέβαλαν διαφορετικά περιοριστικά
μέτρα, πολλές φορές ακατάλληλα και ανεπαρκή. Η πολιτική συνεργασία
ανάμεσα σε χώρες υπήρξε αρχικά από περιορισμένη έως ανύπαρκτη, αν
και αυτό φαίνεται να βελτιώνεται όσο περνάει ο καιρός.

2. Διαφορετικές χώρες με διαφορετικά πολιτικά συστήματα αντέδρασαν


με πολύ διαφορετικούς τρόπους. Η αυταρχική Κίνα κατάφερε να
αντιστρέψει την εξάπλωση του ιού στο εσωτερικό της, ενώ άλλες χώρες
της νοτιοανατολικής Ασίας, όπως η Νότια Κορέα, η Ταϊβάν, η
Σιγκαπούρη και η Ιαπωνία, μπόρεσαν να ελέγξουν την εξάπλωσή του.
Μεγάλες δημοκρατικές χώρες, όπως η Αμερική και η Βρετανία, άργησαν
να πάρουν κατάλληλα μέτρα, ενώ μικρές χώρες, όπως η Ελλάδα,
φαίνεται να τα καταφέρνουν καλύτερα. Αλλες δημοκρατίες έχουν ήδη
πληρώσει –και συνεχίζουν να πληρώνουν– βαρύ τίμημα.

3. Σε όλες σχεδόν τις δημοκρατίες, βασικές ατομικές και κοινωνικές


ελευθερίες έχουν ήδη ανασταλεί, με τη συναίνεση των πολιτών, ενώ τα
κράτη έχουν αυξήσει δραματικά τους μηχανισμούς κοινωνικής
επιτήρησης.

Αρκετές χώρες θα αναγκαστούν να ζητήσουν τη συνδρομή του στρατού.


Οι κοινωνικές ανισότητες διευρύνονται, αφού τα μέτρα κοινωνικής
απομόνωσης επηρεάζουν πρωτίστως τα χαμηλότερα εισοδήματα. Καθώς
δε τα κράτη επεκτείνουν τον ρυθμιστικό τους ρόλο στις κοινωνίες, ο
φόβος από την πανδημία θέτει ένα νέο δίλημμα: πόσες και ποιες από τις
ατομικές και κοινωνικές μας ελευθερίες είμαστε έτοιμοι να εκχωρήσουμε
στο κράτος χάριν της συλλογικής μας ασφάλειας;

4. Σε μια τέτοια κατάσταση, ανελεύθερα λαϊκιστικά καθεστώτα θα μπουν


στον πειρασμό να εφαρμόσουν αντιδημοκρατικά μέτρα. Μόλις την
εβδομάδα που πέρασε, ο Ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Ορμπαν
επιχείρησε να περάσει νομοθετικές αλλαγές που θα του επέτρεπαν να
κυβερνήσει με εκτελεστικά διατάγματα για απροσδιόριστο χρονικό
διάστημα. Η προσπάθειά του απέτυχε προς το παρόν, αλλά, όπως έγραψε
πρόσφατα ο Γιουβάλ Νόα Χαράρι, ακόμη και προσωρινά
αντιδημοκρατικά μέτρα έχουν την κακιά συνήθεια να παραμένουν
ενεργά, ιδίως όταν οι παλιές κρίσεις δεν εξαφανίζονται εντελώς, ενώ νέες
κρίσεις αναμένεται να εμφανιστούν στον ορίζοντα.

5. Μέσα στην παρούσα κρίση, ήδη αναπτύσσονται νέες σχέσεις ανάμεσα


στις χώρες, οι οποίες είναι αναπόφευκτο να καταλήξουν σε μια νέα
γεωπολιτική τάξη. Προς το παρόν, η πιο ενδιαφέρουσα εξέλιξη είναι η
απροθυμία της Αμερικής να παίξει τον ρόλο του παγκόσμιου ηγέτη, όπως
137

είχε κάνει παλιότερα με τον HIV/AIDS όπως και με τον έξαρση του ιού
Εμπολα στη δυτική Αφρική το 2014. Η πανδημία έχει επίσης οδηγήσει
τη σχέση της Αμερικής με την Κίνα σε νέες εντάσεις. Αλλά, ενώ η
αντιμετώπιση της πανδημίας στην Αμερική εξελίσσεται σε φιάσκο, τι
είδους ηθικό πλεονέκτημα θα μπορούσε αλήθεια να προβάλει η
αυταρχική Κίνα στις υπόλοιπες δημοκρατίες του κόσμου;

Πώς μπορούμε να ελπίζουμε ότι θα βγούμε από την κρίση; Στην


«Πανούκλα», ο Αλμπέρ Καμύ περιγράφει τον τρόπο που οι κάτοικοι του
Οράν της Αλγερίας γιορτάζουν το τέλος του λοιμού στην πόλη τους με
πυροτεχνήματα του δήμου. Τα θύματα του λοιμού έχουν πλέον ξεχαστεί
και όσοι έχουν επιβιώσει, γράφει ο Καμύ, συμπεριφέρονται ακριβώς
όπως πριν. Μόνο ο πρωταγωνιστής του βιβλίου, ο γιατρός Μπερνάρντ
Ριέ, αρνείται να συμμετάσχει στη γιορτή, ακόμη συντετριμμένος από τον
θάνατο χιλιάδων ασθενών του, της γυναίκας του και του αγαπημένου του
φίλου. Ο Καμύ μάς δίνει έτσι ένα μάθημα που δεν πρέπει να λησμονηθεί.

Οτι, δηλαδή, ο Λοιμός ποτέ δεν τελειώνει πραγματικά και ότι κάποτε θα
επιστρέψει. Ακόμη κι όταν η κρίση περάσει, η ανθρωπότητα θα έχει
απλώς κερδίσει μια μάχη απέναντι στην πανδημία. Μετά τους πρώτους
πανηγυρισμούς, ωστόσο, οι κυβερνήσεις και τα έθνη θα πρέπει
επειγόντως να ετοιμάσουν ένα σχέδιο ενίσχυσης των συστημάτων υγείας.
Η ανθρωπότητα μπορεί, με προσπάθεια, να αποφύγει τους πολέμους,
αλλά όχι την εξάπλωση νέων θανατηφόρων ιών. Αυτό όμως που μπορεί
ακόμη να κάνει είναι να δημιουργήσει συνθήκες διεθνούς συνεργασίας
ώστε να ελέγξει από νωρίς την εξάπλωση μελλοντικών πανδημιών που,
όπως πλέον έχουμε αντιληφθεί, μπορεί και να προκαλέσουν περισσότερα
θύματα από οποιονδήποτε μεγάλο πόλεμο.

Η ελπίδα είναι η επόμενη πανδημία να μην προκαλέσει ούτε καν μερική


κατάρρευση στα κράτη.

* Ο κ. Τάκης Παππάς είναι πολιτικός επιστήμονας στο Πανεπιστήμιο του


Ελσίνκι. Ο κ. Στέφανος Παππάς είναι μαθητής λυκείου στο United World
College της Κόστα Ρίκα. Το άρθρο προέκυψε από μια συζήτηση μεταξύ
τους, αφού καθένας διάβασε ξεχωριστά ένα από τα βιβλία που
αναφέρονται σε αυτό.

 
138

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ. ΕΛΛΑΔΑ 16.03.2020 Γιάννης


Τούντας: Η κοινωνική διάσταση των
επιδημιώνΓΙΑΝΝΗΣ ΤΟΥΝΤΑΣ

Η Επιδημία του κορωνοϊού αποτελεί ένα νέο κεφάλαιο στη μακρόχρονη


ύπαρξη των επιδημιών. Οι ανθρώπινοι πληθυσμοί, σε όλη τη διάρκεια
της μακρόχρονης ιστορίας τους, από τότε που ο άνθρωπος άρχισε να
δημιουργεί οικισμούς κατά τη διάρκεια της νεολιθικής περιόδου, ήλθαν
αντιμέτωποι με διάφορα λοιμώδη νοσήματα που εκδηλώνονταν και υπό
μορφή επιδημιών ή πανδημιών.

Τα βακτηρίδια υπολογίζεται ότι συνδέθηκαν για πρώτη φορά με τα ζώα


πριν από τουλάχιστον 300 εκατ. χρόνια, προκαλώντας οστεομυελίτιδες ή
λοιμώδη νοσήματα του κεντρικού νευρικού συστήματος. Σε
απολιθώματα έχουν εντοπιστεί ανάλογα παθολογικά ευρήματα και στα
πρώτα ανθρωποειδή, τα οποία εμφανίζονται πριν από περίπου 500.000
χρόνια.

Οι επιδημίες αυξήθηκαν σε συχνότητα και σοβαρότητα όσο αυξάνονταν


οι ανθρώπινοι οικισμοί, δηλαδή ο συγχρωτισμός των ανθρώπων, σε
συνδυασμό με τις ανεπάρκειες της αποχέτευσης, την υποβαθμισμένη
ποιότητα του πόσιμου νερού και τη συχνή έλλειψη επαρκούς τροφής. Σε
πολλές περιπτώσεις, μάλιστα, από τότε μέχρι σήμερα, οι επιδημίες
σφράγισαν την ανθρώπινη ιστορία. Ο Λοιμός (πιθανόν τύφος) που
θέρισε τους Αθηναίους έκρινε εν πολλοίς την έκβαση του
Πελοποννησιακού Πολέμου. Η Πανώλη (μαύρος θάνατος), που ερήμωσε
ολόκληρες περιοχές της Ευρώπης κατά τον Μεσαίωνα, κλόνισε τα
θεμέλια της φεουδαρχικής κοινωνίας. Οι ιώσεις αποδεκάτισαν τους
Ατζέκους λόγω έλλειψης ανοσίας, διευκολύνοντας την υποταγή τους
στους Ισπανούς. Η πανδημία της γρίπης το 1918, με τους 21 εκατ.
νεκρούς, τροφοδότησε κοινωνικές αναταραχές. Αλλά και πιο πρόσφατα,
το AIDS, με τα αναρίθμητα θύματα κυρίως στις χώρες τις υποσαχάριας
Αφρικής, ανέδειξε, ανάμεσα στα άλλα, τις μεγάλες κοινωνικές
ανισότητες μεταξύ του ανεπτυγμένου και του υπό ανάπτυξη κόσμου.

Οι ιπποκράτειοι γιατροί διέκριναν τα λοιμώδη νοσήματα σε επιδημικά,


ενδημικά και σποραδικά. Σε κάθε περίπτωση, αυτό που τόνιζαν ήταν ο
σημαντικός ρόλος που παίζουν για την εμφάνισή τους οι κλιματικές,
περιβαλλοντικές, κοινωνικές συνθήκες, καθώς και ο τρόπος ζωής. Από
αυτά, τα πιο σημαντικά στην αρχαία Ελλάδα ήταν η ελονοσία, η
φυματίωση και οι γαστρεντερίτιδες. Ούτε είναι τυχαίο ότι στην Ευρώπη
κάθε αιώνα κυριαρχούσε και διαφορετικό λοιμώδες νόσημα. Η λέπρα τον
139

14ο αιώνα, η Πανώλη τον 15ο, η σύφιλη τον 16ο, η ιλαρά τον 17ο και
18ο, η φυματίωση και η οστρακιά τον 19ο αιώνα, η γρίπη και το AIDS
τον 20ό αιώνα, και απ’ ό,τι φαίνεται, νέου τύπου ιώσεις του
αναπνευστικού συστήματος τον 21ο αιώνα.

Τις θανατηφόρες αυτές επιδημίες, όπως και πολλές άλλες, ο άνθρωπος


τις πολέμησε σθεναρά, με όσα όπλα τού προσέφεραν σε κάθε περίσταση
η παρατήρηση, η γνώση και, αργότερα, η επιστήμη και η τεχνολογία. Με
την απομόνωση, την απολύμανση, την ατομική υγιεινή, αργότερα και με
τα εμβόλια και τα αντιβιοτικά, κατάφερε να περιορίσει –και σε ορισμένες
περιπτώσεις να εξαλείψει– τις απειλές αυτές, με αποτέλεσμα να μειωθούν
δραστικά τα λοιμώδη νοσήματα κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20ού
αιώνα, τουλάχιστον στις ανεπτυγμένες χώρες.

Ομως, η δραστική αυτή μείωση των θανάτων από λοιμώδη νοσήματα,


που οδήγησε στον διπλασιασμό του μέσου χρόνου ζωής των κατοίκων
των ανεπτυγμένων χωρών κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα, δεν
οφειλόταν τόσο στα επιτεύγματα της ιατρικής, όσο στη θεαματική
βελτίωση του βιοτικού επιπέδου και των συνθηκών ζωής των κατοίκων
των βιομηχανικών χωρών. Η τεράστια οικονομική ανάπτυξη της Δύσης,
εις βάρος βέβαια του υπόλοιπου κόσμου, εξασφάλισε στους κατοίκους
της επαρκή διατροφή, θέρμανση, αποχέτευση, καθαρό νερό, βελτίωση
των συνθηκών εργασίας και κατοικίας. Ολοι αυτοί οι παράγοντες
προστάτεψαν την ανθρώπινη υγεία από τα λοιμώδη νοσήματα.

Αντίθετα, στις χώρες του λεγόμενου Τρίτου και Τέταρτου Κόσμου,


δηλαδή στις λιγότερο πλούσιες χώρες, τα λοιμώδη νοσήματα
εξακολουθούν να αποτελούν την πρώτη αιτία θανάτων, επιβεβαιώνοντας
τη διαπίστωση ότι η φτώχεια αποτελεί τη μεγαλύτερη αιτία θνησιμότητας
στον κόσμο.

Αλλωστε, η πρόσφατη αναζωπύρωση ορισμένων λοιμωδών νοσημάτων,


όπως η φυματίωση, η ηπατίτιδα, οι ιώσεις κ.ά. σε πολλές περιοχές του
κόσμου, συνδέεται με υποβαθμισμένες ή και άθλιες συνθήκες διαβίωσης
σε πολλές υπό ανάπτυξη χώρες αλλά και σε αρκετές ανεπτυγμένες,
εξαιτίας νέων εστιών φτώχειας που δημιουργούν οι τοπικοί πόλεμοι, η
μετανάστευση, η ανεργία ή η περιθωριοποίηση και φτωχοποίηση
τμημάτων του αστικού πληθυσμού στις σύγχρονες μεγαλουπόλεις. Δεν
είναι τυχαίο, λοιπόν, ότι η Κίνα, έχοντας ιδιαίτερα υποβαθμισμένες
συνθήκες εργασίας και κατοικίας για μεγάλη μερίδα του πληθυσμού της,
παρά τη θεαματική οικονομική της ανάπτυξη των τελευταίων χρόνων,
αποτέλεσε πηγή προέλευσης των πιο πρόσφατων επιδημιών.
140

* Ο κ. Γιάννης Τούντας είναι καθηγητής Κοινωνικής και Προληπτικής


Ιατρικής στην Ιατρική Σχολή του ΕΚΠΑ.
 

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ. ΕΛΛΑΔΑ 16.03.2020 Τα χρόνια της


Πανώλης στον ελλαδικό χώρο ΣΑΚΗΣ ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ,
ΝΙΚΟΛΑΣ ΖΩΗΣ

Ισως τώρα πια να ακούγεται πολλαπλώς ειρωνικό, όμως το πρώτο


ευρωπαϊκό λοιμοκαθαρτήριο (ή «lazaretto») για την περίθαλψη των
ασθενών της Πανώλης δημιουργήθηκε το 1423 στην ιταλική χερσόνησο,
στη Βενετία. Ηταν η εποχή που η πόλη των τεναγών, διαθέτοντας το
υπόβαθρο μιας γραφειοκρατικής κουλτούρας, πρωτοπορούσε στα
υγειονομικά μέτρα και προσπαθούσε να αποτρέψει την εισβολή των
επιδημιών στην επικράτειά της. Οπως, για παράδειγμα, τους λοιμούς της
Πανώλης που ενέσκηψαν στο βενετοκρατούμενο Ιόνιο τον 17ο και 18ο
αιώνα: το βιβλίο «Το κακό οδεύει έρποντας... Οι λοιμοί της Πανώλης
στα Ιόνια Νησιά» (εκδ. Ελληνικού Ινστιτούτου Βενετίας) της Κατερίνας
Κωνσταντινίδου, επίκουρης καθηγήτριας Ιστορίας Νέου Ελληνισμού στο
Πανεπιστήμιο Αθηνών, μελετά αυτό ακριβώς το θέμα.

Ενα από τα συμπεράσματα της Κωνσταντινίδου είναι ότι τα μέτρα της


απομόνωσης, της απολύμανσης και της πειθάρχησης των πληγέντων
πληθυσμών είχαν ως αποτέλεσμα τη μείωση του αριθμού των επιδημιών.
Ωστόσο, η αποτελεσματικότητα είναι η μία πτυχή της υπόθεσης: «Εχει
ενδιαφέρον ότι, εκείνη την περίοδο, τα Ιόνια Νησιά συνορεύουν με τον
υπό οθωμανική κυριαρχία ελληνικό χώρο, όπου δεν εφαρμόζονται
συστηματικά υγειονομικά μέτρα. Για τους Βενετούς, η οθωμανική
επικράτεια είναι ένα πεδίο μονίμως μολυσμένο και όσα πλοία έρχονται
από εκεί μπαίνουν σε Καραντίνα σαράντα ημερών», λέει η καθηγήτρια
στην «Κ». «Ο όρος “untore”, που σημαίνει “αυτός που φέρνει την
Πανώλη”, χρησιμοποιείται από παλιότερα. Γενικά, στους λοιμούς της
Πανώλης κάποιοι κατηγορούνται ως υπεύθυνοι. Είναι λ.χ. οι εβραϊκοί
πληθυσμοί, οι περιφερόμενοι, οι ξένοι, τα επαγγέλματα που
χαρακτηρίζονται από κίνηση, όπως οι ναυτικοί, ενώ υπάρχουν και
μερικές αναφορές για πόρνες».

Ούτε βέβαια και όλοι ασθενούν. Τα κατώτερα στρώματα πλήττονται σε


μεγαλύτερη ένταση και συχνότητα, λέει η κ. Κωνσταντινίδου, καθώς οι
συνθήκες ζωής τους τα καθιστούν πιο ευάλωτα. Επιπλέον, η απομόνωση,
η φυγή, είναι ευκολότερη για τους πιο εύπορους, τους ισχυρούς.
«Παράλληλα, στο βενετικό Ιόνιο εντοπίζεται και σύγκρουση μεταξύ της
141

κεντρικής βενετικής εξουσίας και των ντόπιων υγειονόμων», προσθέτει η


καθηγήτρια. «Η πρώτη ενοχοποιεί τους δεύτερους και τους χαρακτηρίζει
διεφθαρμένους και ανίκανους να αντιληφθούν την αποτελεσματικότητα
του υγειονομικού συστήματος που εφαρμόζεται. Από τη μεριά τους, οι
τοπικές αρχές είναι υπόλογες στις κοινωνίες τους και προσπαθούν να
σταθμίσουν το ρίσκο: οι συνέπειες μιας Επιδημίας είναι χειρότερες από
εκείνες π.χ. μιας σιτοδείας;».

Φυσικά, ταβέρνες και καπηλειά είναι κλειστά, γιορτές δεν


πραγματοποιούνται, ούτε και λιτανείες, αν και μερικοί αψηφούν τις
οδηγίες. Κάποιοι δεν αποκαλύπτουν καν την ασθένειά τους, άλλοι
ενισχύουν υπάρχοντες δεσμούς αλληλεγγύης, ενώ μερικοί τους
διαρρηγνύουν. Η ζωή ξεπερνάει τις κανονιστικές ρυθμίσεις. Αν όμως
έπρεπε οπωσδήποτε να βρεθεί μια αναλογία με το σήμερα, η κ.
Κωνσταντινίδου θα έστρεφε αλλού την προσοχή. «Υπάρχουν και σήμερα
οι “untori”», λέει. «Σε καιρό Επιδημίας, υπό το κράτος του φόβου, και
όχι μόνο, μπορούν να στιγματιστούν ομάδες ή μεμονωμένα κοινωνικά
υποκείμενα, με κριτήριο την καταγωγή, τη δραστηριότητά τους, τις
πεποιθήσεις τους, το επάγγελμά τους όπως επίσης και τον τρόπο ζωής
τους».

«Οργή Θεού» για τους αμαρτωλούς

Το σύστημα των λοιμοκαθαρτηρίων μπορεί να «έσωσε» την κατάσταση


στον δυτικό κόσμο που αντιμετώπισε τις επιδημίες Πανώλης, αλλά στον
ελλαδικό χώρο τα πράγματα ήταν κάπως διαφορετικά, όπως διαβάζουμε
στο βιβλίο του καθηγητή Οικονομικής και Κοινωνικής Ιστορίας στο
ΕΚΠΑ Κώστα Κωστή «Στον καιρό της Πανώλης. Εικόνες από τις
κοινωνίες της ελληνικής χερσονήσου 14ος-19ος αιώνας» των
Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης.

Το γεγονός ότι για πολλά χρόνια ήταν άγνωστος ο τρόπος μετάδοσης της
ασθένειας, που γινόταν μέσω των τρωκτικών και των ψύλλων,
προκαλούσε τρόμο στις κοινωνίες που έπληττε. «Είναι σαφές ότι οι
άνθρωποι σκέφτονταν με όρους θρησκευτικούς. Θεωρούσαν την
Πανούκλα οργή Θεού και τιμωρία για τους αμαρτωλούς, διότι δεν
μπορούσαν να την καταλάβουν. Αλλες ασθένειες, όπως η ευλογιά, που
είχε συγκεκριμένο μοντέλο μετάδοσης και προσβολής, την καταλάβαιναν
ως ιατρικό πρόβλημα», δηλώνει στην «Κ» ο ιστορικός και συγγραφέας.

Η εποχικότητα της Επιδημίας (Μάιος - Ιούλιος) έκανε τους ανθρώπους


να κλείνονται στα σπίτια τους, να σταματούν τις δουλειές τους, να
αποφεύγουν ο ένας τον άλλον. Οι πιο εύποροι έφευγαν και ζούσαν
φυσικά σε καλύτερες συνθήκες και μακριά από τα τρωκτικά, που τότε
142

βρίσκονταν σε κάθε σπίτι. «Χρησιμοποιούσαν πολύ το ξίδι ως


απολυμαντικό και κάπνιζαν τα πράγματα πριν τα ακουμπήσουν, τις
επιστολές, τα ρούχα τους, τα χρήματα, αλλά το μόνο που βοηθούσε ήταν
η απομόνωση των ασθενών», σχολιάζει ο κ. Κωστής.

Μετά την Επιδημία αρκετές περιοχές ερήμωναν, οι χήρες και οι χήροι


προσπαθούσαν να κάνουν δεύτερους γάμους, αν και αυτό δεν ήταν ο
γενικός κανόνας. Είναι ενδεικτικό ότι το 1368 ο δεσπότης Ιωαννίνων
εξανάγκασε τις χήρες της πόλης να παντρευτούν Σέρβους, ενώ το
Ρέθυμνο ερήμωσε τόσο το 1350 που οι βενετικές αρχές, φτάνοντας σε
απόγνωση, παραχώρησαν το προνόμιο της υπηκοότητας σε όσους
αποφάσισαν να εγκατασταθούν εκεί.

Μπορεί η Κωνσταντινούπολη να εθεωρείτο «δεξαμενή Πανώλης» με τα


καράβια που έφευγαν από το λιμάνι της γεμάτα τρωκτικά, αλλά η
αντιμετώπιση της Επιδημίας στην Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν «πιο
ήπια», λέει ο κ. Κωστής, σε σχέση με τις δυτικές χώρες. Μια ερμηνεία
που δίνει ο συγγραφέας είναι η αποδοχή του γεγονότος από τους
μουσουλμάνους υπηκόους, οι οποίοι δεν μετακινούνταν από την
κοινότητα, σε αντίθεση με τους χριστιανούς.

Τα ποιοτικά στοιχεία όμως και οι πηγές για τον ελλαδικό χώρο είναι
λιγοστά, όπως παραδέχεται ο ιστορικός, καθώς δεν υπάρχουν ληξιαρχικά
αρχεία για την εποχή και διότι οι γιατροί απέδιδαν τότε στην Πανώλη
όποια ασθένεια δεν μπορούσαν να εξηγήσουν. Πάντως, εκτός από
μεμονωμένες περιπτώσεις, η Ελλάδα προσπάθησε να φτιάξει ένα
σύστημα λοιμοκαθαρτηρίων το ’40, για να πάρει αποστάσεις από την...
Ανατολή.

Πατρίκ Ντεβίλ : «Οι παράλληλες ζωές ταιριάζουν στη


λογοτεχνία»Ο πολυταξιδεμένος γάλλος πεζογράφος
μιλάει στο «Βήμα» με αφορμή το συναρπαστικό βιβλίο του
«Χολέρα και Πανούκλα». Οι δώδεκα γεωγραφικές ζώνες
του έργου του, τα μυθιστορήματα χωρίς μυθοπλασία, οι
μοναχικές μεγαλοφυΐες και το μοντέλο του Πλουτάρχου
Μπέκος Γρηγόρης 13.01.2019,

Πατρίκ Ντεβίλ Χολέρα και Πανούκλα Μετάφραση Αννυ Σπυράκου


Εκδόσεις Τόπος, 2017
143

Το πρώτο πράγμα που ρωτήσαμε τον κοσμογυρισμένο Πατρίκ Ντεβίλ


όταν τον συναντήσαμε στο Γαλλικό Ινστιτούτο, κατά την πρόσφατη
επίσκεψή του στην Αθήνα, ήταν αν έχει κάνει ποτέ τον λογαριασμό, αν
έχει μετρήσει πόσους διαφορετικούς τόπους έχουν αντικρίσει τα μάτια
του. Για μια μακρόσυρτη στιγμή ο 61χρονος γάλλος συγγραφέας (και
πολιτιστικός ακόλουθος) φάνηκε απορημένος. «Για να είμαι απολύτως
ειλικρινής, δεν έχω πρόχειρο τον αριθμό, νομίζω όμως ότι λίγο-πολύ έχω
πάει παντού» απάντησε μειδιώντας. Μέση Ανατολή, Αφρική,
Νοτιανατολική Ασία, Λατινική Αμερική. Η βάση του, ωστόσο,
παραμένει το Σεν Ναζέρ όπου εξακολουθεί να διευθύνει το Σπίτι των
Ξένων Συγγραφέων και Μεταφραστών.

«Εδώ και αρκετά χρόνια ακολουθώ ένα πολύ συγκεκριμένο και αυστηρό
πλάνο. Εχω χωρίσει τον πλανήτη σε δώδεκα γεωγραφικές ζώνες και το
σχέδιό μου είναι να γράψω ισάριθμα βιβλία καλύπτοντας ενάμιση αιώνα
ιστορίας. Σε αυτές τις ζώνες πηγαίνω τακτικά, διαμένω σε αυτές κατά
διαστήματα που ποικίλλουν μεταξύ τους, αλλά δεν εγκαθίσταμαι ούτε ζω
κάπου μονίμως. Σε τέτοιον βαθμό μάλιστα που προκαλώ τη σύγχυση στους
άλλους. Κανείς δεν ξέρει, όταν με βλέπει, αν έχω μόλις επιστρέψει ή αν
ετοιμάζομαι να ξαναφύγω». Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο μπερδεύει ο
αεικίνητος πεζογράφος τόσο τους μαγαζάτορες σε μια γειτονιά του
Μεξικού όσο και τα γκαρσόνια σε ένα μπιστρό του Παρισιού. «Ισως όλα
αυτά να εξηγούνται από την έντονη επιθυμία που έχω για πολλές
παράλληλες ζωές, ταιριάζουν άλλωστε πολύ στη λογοτεχνία. Πάντως το
μόνο σίγουρο είναι ότι δεν έχω γράψει ποτέ για μέρη όπου δεν έχω βρεθεί
ο ίδιος, έστω για λίγο, περαστικός».

Εργο δύο περιόδων

Το 2017 εξέδωσε το πιο πρόσφατο βιβλίο του, το έκτο και μεσαίο αυτής
της οικουμενικής σειράς, «το γαλλικό, με τον τίτλο «Taba-Taba», που
είναι και το πλέον αυτοβιογραφικό». Το έργο του Πατρίκ Ντεβίλ
χωρίζεται σε δύο ευδιάκριτες περιόδους. Η πρώτη, στις εκδόσεις Minuit,
ήταν ακραιφνώς μυθοπλαστική και τερματίστηκε το 2000. Από τότε,
αναζητώντας μια φόρμα που θα του επέτρεπε να συνδυάσει ετερόκλητες
λογοτεχνικές δυνατότητες, άρχισε να γράφει βιβλία εμπνευσμένα από
προσωπικότητες που υπήρξαν και αληθινά γεγονότα της Ιστορίας. «Δεν
υπάρχει εκεί μέσα ούτε ένα κόμμα που να μην είναι τεκμηριωμένο.
Πιστεύω όμως ότι και η νέα μου περίοδος παραμένει, στην ουσία της,
μυθιστορηματική. Πρόκειται απλώς για μυθιστορήματα χωρίς
μυθοπλασία».
144

Η τελευταία φράση περιγράφει ευκρινέστατα και το συναρπαστικό


βιβλίο του Χολέρα και Πανούκλα (2012), το πρώτο του που
μεταφράζεται στα ελληνικά.

Πρωταγωνιστής εδώ είναι ο ελβετός γιατρός και βακτηριολόγος


Αλεξάντρ Γερσέν (1863-1943), μια ανήσυχη και λαμπρή διάνοια, ο
άνθρωπος που, ευρισκόμενος στο Χονγκ Κονγκ, ανακάλυψε προς τα
τέλη του 19ου αιώνα τον βάκιλο της Πανώλης και παρασκεύασε εμβόλιο
και ορό κατά της νόσου.

«Οταν ακόμα δούλευα το ασιατικό βιβλίο μου «Kampuchéa«, ταξίδεψα


στην πάλαι ποτέ γαλλική Ινδοκίνα. Στην αφήγηση αυτή, την οποία
δημοσίευσα το 2011, ο Γερσέν παίζει έναν μικρό ρόλο επειδή είχε εργαστεί
εκεί επισήμως, για λογαριασμό της Τρίτης Γαλλικής Δημοκρατίας. Η
περίπτωσή του με διευκόλυνε πολύ, διότι μέσω αυτού βρήκα τον τρόπο να
γράψω για την ομάδα του Λουί Παστέρ (1822-1895), για εκείνο το
θαυμαστό γκρουπούσκουλο της μικροβιακής επανάστασης, μια ομάδα
κοσμικών αποστόλων που διασκορπίστηκε σε όλες τις ηπείρους και άνοιξε
ινστιτούτα, διαδίδοντας την επιστήμη και τον ορθολογισμό. Το
πλεονέκτημα του Γερσέν είναι ότι η ίδια η ζωή του υπήρξε εξόχως
μυθιστορηματική και επιπλέον μακρά. Οταν, λοιπόν, διαπίστωσα ότι τα
αρχεία του Γερσέν φυλάσσονταν στο Ινστιτούτο Παστέρ του Παρισιού,
ζήτησα την άδεια και απέκτησα πρόσβαση σε αυτά. Αποδείχθηκαν ένα
ορυχείο. Κατόπιν ανέπλασα τη ζωή του βασιζόμενος κυρίως στην
αλληλογραφία του, την επαγγελματική, τη φιλική και την οικογενειακή, με
την αδελφή και τη μητέρα του. Στην τελευταία, όταν ο ίδιος ήταν 26 ετών,
είχε στείλει ένα γράμμα για να της ανακοινώσει ότι σκόπευε να σταματήσει
την επιστημονική έρευνα και να μπαρκάρει ως ναυτικός. Η φράση είχε ως
εξής: «Δεν είναι ζωή να μην αλλάζεις ποτέ τόπο». Η συγκλονιστική
λεπτομέρεια είναι πως η φράση εκείνη στα γαλλικά ήταν γραμμένη
ποιητικά, σε αλεξανδρινό στίχο, σε έναν υπέροχο δωδεκασύλλαβο».

 Το μοντέλο του Πλουτάρχου

Ο Πατρίκ Ντεβίλ δεν γοητεύτηκε μόνο από τον εκκεντρικό χαρακτήρα


του Γερσέν (που απεχθανόταν «τα αίσχη της πολιτικής») και την
αναχωρητική του φύση. «Δεν ήταν μόνο η ανάγκη του να φεύγει συνεχώς,
ήταν και εκείνη η εγκυκλοπαιδική περιέργεια που τον διέκρινε, εκείνη η
μανία για μάθηση που δεν τον εγκατέλειψε μέχρι τα γεράματά του. Μετά
τον θάνατό του αποκαλύφθηκε ότι – επιτέλους – αρεσκόταν και στη
λογοτεχνία, ότι διατηρούσε μάλιστα ένα μυστικό μεταφραστικό εργαστήρι,
ότι στα ογδόντα του ξανάπιασε τη μελέτη των αρχαίων ελληνικών και των
λατινικών».
145

Πώς όμως τρυπώνει σε τούτο το βιβλίο ο μεγάλος ποιητής Αρθούρος


Ρεμπό; «»Βίοι παράλληλοι», Πλούταρχος. Αυτό το μοντέλο ακολουθώ. Το
έκανα και στο μεξικάνικο βιβλίο μου «Viva» (2014) που ακολούθησε, με
τον Λέοντα Τρότσκι και τον Μάλκολμ Λόουρι. Αυτές οι δύο ζωές, του
Γερσέν και του Ρεμπό, πέρα από τις αναμενόμενες διαφορές τους, έχουν
και κάτι κοινό. Είναι μοναχικές μεγαλοφυΐες που φεύγουν για να
εξασφαλίσουν τον απαραίτητο προσωπικό εσωτερικό τους χρόνο. Γιατί ο
χρόνος της επιστήμης και της σκέψης είναι αλλιώτικος από τον χρόνο των
ρολογιών και του ημερολογίου. Ο Γερσέν λ.χ. ανακαλύπτει τον βάκιλο
αλλά δεν πολυσκοτίζεται. Παρομοίως ο Ρεμπό ήξερε από νωρίς ότι με ένα
και μόνο ποίημά του σφράγισε τον αλεξανδρινό στίχο στη γαλλική ποίηση.
Το φοβερό όμως είναι ότι ο Ρεμπό ήθελε να γίνει Γερσέν! Ξέρετε τι έκανε
ο ποιητής όταν βρισκόταν στην Αβησσυνία; Παρήγγειλε μια τεράστια
βιβλιοθήκη μόνο με επιστημονικούς και τεχνικούς τίτλους. Το όνειρο του
Ρεμπό ήταν πρακτικό και εμπορικό, ήταν εκείνο που είχε καταφέρει ο
Γερσέν, ο οποίος έγινε ο βασιλιάς του καουτσούκ και της κινίνης και
αποκόμισε μεγάλα κέρδη. Και είναι λίγο αστείο, διότι ξεχνάμε ότι δεν
υπήρξε ποτέ πιο πλούσιος ποιητής στον κόσμο από τον Ρεμπό. Οταν
πέθανε είχε στην κατοχή του οκτώ κιλά χρυσάφι. Το τελευταίο γραπτό
σημείωμα που άφησε πίσω του ήταν μια λίστα όπου κατέγραφε τα
ελεφαντόδοντα, αριθμητικοί υπολογισμοί».

ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ ΠΑΝΩΛΗ. Σημαντικότερες επιδημίες


Πανώλης

 542 - Η Πανώλη του Ιουστινιανού (που ήταν αυτοκράτορας)


άρχισε στην Αίγυπτο.
 610 - Η Πανώλη φτάνει στην Κίνα, περνώντας από τη Μέση
Ανατολή στην Περσία (Ιράν) και στην Ινδία.
 1330 - Οι Μογγόλοι επιδρομείς μεταναστεύουν δυτικά,
φέρνοντας την Πανώλη μαζί τους.
 1347 - Η δεύτερη πανδημία Πανώλης, ο Μαύρος Θάνατος,
σαρώνει τη Μέση Ανατολή και την Ευρώπη
 1665 - Η μεγάλη Πανώλη πλήττει το Λονδίνο. Ανακόπτεται από τη
Μεγάλη Πυρκαγιά που το 1666 έκαψε σχεδόν όλη τη πόλη
 1721 - Η δεύτερη πανδημία εξασθενεί τελικά στη Γαλλία.
Συνεχίζεται όμως στη Μέση Ανατολή.
 1855 - Τρίτη πανδημία Πανώλης ξεσπάει στην Κίνα. Το 1890
απομονώνεται το βακτήριο και αναπτύσσεται το εμβόλιο.
 1900 - Επιδημία εννέα ετών στο Σίδνεϊ και στο Σαν Φρανσίσκο.
Σβήνει όταν εξοντώνονται οι αρουραίοι.
146

 1960 - Το Βιετνάμ γίνεται η κυριότερη εστία μόλυνσης, ιδίως κατά


τον πόλεμο με τις ΗΠΑ.

Στη λογοτεχνία

Από την Πανούκλα έχουν εμπνευστεί και πολλοί λογοτέχνες στο


παρελθόν. Ενδεικτικά:

 1352: Δεκαήμερον, η συλλογή διηγημάτων του Βοκάκιου


 1721: Το ημερολόγιο του χρόνου της Πανούκλας, ιστορικό
μυθιστόρημα του Ντάνιελ Ντεφόε
 1842: Η μάσκα του κόκκινου θανάτου, διήγημα του Έντγκαρ Άλαν
Πόε
 1939: Η Πανώλη στη Δέλγκα, διήγημα από τη συλλογή Αλλόκοτοι
άνθρωποι (1944) του Στρατή Τσίρκα
 1947: Η Πανούκλα, μυθιστόρημα του Αλμπέρ Καμύ.

ΠΥΛΗ Για την Ελληνική γλώσσα.

Πανούκλα η : 1.κοινή ονομασία της νόσου Πανώλη: Επιδημία


Πανούκλας. || για έκφραση κατάρας: Που να τον πιάσει / να τον βρει ~,
να πάθει μεγάλο κακό. ΠAΡ Σαν πεθάνω από συνάχι*, φάσκελα να ΄χει η
~. 2. (μτφ.) για γυναίκα δύσμορφη και μοχθηρή. (έκφρ.) απ΄ έξω / απέξω
κούκλα* κι από μέσα ~. [μσν. Πανούκλα < λατ. panuc(u)la `οίδημα΄]

Πανώλη: Η τρομερή πραγματικότητα πίσω από τις μάσκες του Μαύρου


Θανάτου. by Σοφία Μπαρμπαγιάννη 14 Μαρτίου 2020

“… and so many died that all believed it was the end of the world.”

The Plague in Siena: An Italian Chronicle

Μια σκοτεινή φιγούρα πλησιάζει στη πόλη. Είναι ντυμένη ολόκληρη με


βαριά μαύρα ενδύματα. Ούτε μια σπιθαμή σώματος δεν εξέχει. Φοράει
πλατύγυρο καπέλο και ο ήχος του μπαστουνιού της είναι το μόνο που
αντηχεί τώρα στο κεντρικό δρόμο της άλλοτε ολοζώντανης πολιτείας.
Αλλά αυτό που προκαλεί τη μεγαλύτερη αποστροφή στη θωριά του
ξένου είναι η μάσκα με το ράμφος αρπακτικού και τα δύο μεγάλα πύρινα
μάτια της. Ίδια με τα μάτια της Θείας Καταδίκης που έστειλε στο κόσμο
147

αυτή τη μάστιγα. Είναι ο γιατρός της Πανώλης. Γιατί σ’ αυτή τη πόλη το


έρεβος, η σήψη και ο Μαύρος Θάνατος κυριάρχησαν ολοκληρωτικά.

Φέτος, από τις μάσκες του καρναβαλιού περάσαμε, απότομα, στις


χειρουργικές. Ευκαιρία ν’ αναζητήσουμε τη προέλευση μιας αλλοτινής
μάσκας που χρησιμοποιούταν για να προστατεύει απ’ την αρρώστια,
αλλά και να μάθουμε περισσότερα για την Πανώλη, την ασθένεια που
οδήγησε στη κατασκευή της.

Τι είναι η Πανώλη;

Η Πανώλη ή Πανούκλα ή Μαύρος Θάνατος, είναι δυνητικά


θανατηφόρος ασθένεια που οφείλεται σε λοίμωξη από το βακτήριο
Yersina pestis. Εκδηλώνεται σε τρεις μορφές: τη βουβωνική που
χαρακτηρίζεται από πρήξιμο των λεμφαδένων και εμφάνιση
εξογκωμάτων σε όλο το σώμα, τη σηπτική που προκαλεί νέκρωση ιστών
( (εξ’ ου και οι μαύρες κηλίδες που εμφανίζονται στο δέρμα και που
έδωσαν το όνομα Μαύρος Θάνατος) και τέλος με τη πνευμονική μορφή
που ενώ αρχικά θυμίζει απλό κρυολόγημα, αν δε διαγνωστεί και
θεραπευθεί, εξελίσσεται ταχύτατα και οδηγεί με μεγάλη βεβαιότητα στο
θάνατο. Οι πρώτες δύο μορφές μεταδίδονται στον άνθρωπο από
τσίμπημα παράσιτου που μεταφέρουν τα ποντίκια, ενώ η τρίτη
μεταδίδεται και από τον αέρα ή την επαφή με τα σταγονίδια του βήχα του
αρρώστου.

Η Πανώλη μεταδίδεται στα ζώα αλλά και μεταξύ των ανθρώπων με την
επαφή, άμεση και έμμεση, τις εκκρίσεις, τον αέρα κλπ. Το βακτήριο
μπορεί να επιβιώνει για χρόνια σε οτιδήποτε έχει αγγίξει ο ασθενής ή οι
εκκρίσεις του, γι αυτό υπάρχει και σήμερα ειδικό πρωτόκολλο στα
νοσοκομεία για τη διαχείριση του αρρώστου και οποιουδήποτε
αντικειμένου έχει αγγίξει. Οι μολυσμένοι νεκροί πρέπει να θάβονται
τουλάχιστον σε βάθος πέντε μέτρων. Ευτυχώς σήμερα υπάρχουν
αντιβιοτικά που μπορούν να θεραπεύσουν και εμβόλιο κατά της
Πανώλης, αλλά και πάλι πρόκειται για ιδιαίτερα μεταδοτική ασθένεια.
Αυτή τη στιγμή παραμένει ενδημική σε κάποιες περιοχές του κόσμου
(Μαδαγασκάρη, Κονγκό, Περού), με τους θανάτους από Πανώλη να
υπολογίζονται στους 200 το χρόνο. Μπορεί στην Ευρώπη να έχει πια
εκλείψει αλλά κάποτε γινόταν η αιτία να αφανιστεί τεράστιο μέρος του
πληθυσμού της, όχι μια αλλά πολλαπλές φορές.
148

Αρχαία Βακτήρια

«καὶ ὄντων αὐτῶν οὐ πολλάς πω ἡμέρας ἐν τῇ Ἀττικῇ ἡ νόσος πρῶτον


ἤρξατο γενέσθαι τοῖς Ἀθηναίοις, λεγόμενον μὲν καὶ πρότερον
πολλαχόσε ἐγκατασκῆψαι καὶ περὶ Λῆμνον καὶ ἐν ἄλλοις χωρίοις, οὐ
μέντοι τοσοῦτός γε λοιμὸς οὐδὲ φθορὰ οὕτως ἀνθρώπων οὐδαμοῦ
ἐμνημονεύετο γενέσθαι.»

Και πριν περάσουν πολλές ημέρες (ενν. από την εισβολή των
Σπαρτιατών και των συμμάχων τους στην Αττική) παρουσιάστηκε για
πρώτη φορά στην Αθήνα ο Λοιμός, ο οποίος λεγόταν, βέβαια, ότι και
στο παρελθόν σε πολλά μέρη έπεσε, στη Λήμνο και σε άλλους τόπους,
αλλά πουθενά δεν είχε καταγραφεί ξανά λοιμώδης νόσος σε τέτοια
έκταση κι ούτε θάνατοι ανθρώπων τόσοι πολλοί.

Θουκυδίδου Ιστορίαι. Ι–ΙΙ, 2.47.3

Πρώτα σημάδια για την ύπαρξη Πανώλης στην Ευρώπη εντόπισαν


πρόσφατα οι αρχαιολόγοι σε ανασκαφή ομαδικού τάφου στη Σουηδία
που χρονολογείται στο 3.500-3.000π.Χ. Η χρονολόγηση συμπίπτει με την
Παρακμή των Νεολιθικών οικισμών στην Ευρώπη, τη δραματική μείωση
του πληθυσμού και τη μόνιμη εγκατάλειψη οικισμών. Μήπως η Πανώλη
έπαιξε κάποιο ρόλο σε αυτό;

Η Πανώλη ήταν γνωστή στους αρχαίους πολιτισμούς. Ο γνωστός


Λοιμός που έπληξε την Αθηνά τη περίοδο που πολιορκούταν απ’ τους
Σπαρτιάτες και σκότωσε ένα τεράστιο μέρος του πληθυσμού μαζί με τον
Περικλή, υποστηρίζεται ότι ήταν Πανώλη. Αυτή η άποψη, βέβαια, τείνει
να εγκαταλειφθεί και θεωρούνται πιο πιθανές άλλες μεταδοτικές
ασθένειες όπως τύφος, έμπολα κα. Το σίγουρο είναι πως πρόκειται για τη
πρώτη μεταδοτική ασθένεια στην ανθρώπινη ιστορία που τα συμπτώματα
της, ο τρόπος μετάδοσης της, οι προσπάθειες θεραπείας και οι συνέπειες
που είχε στο πληθυσμό και τη κοινωνία έχουν περιγραφεί τόσο
αναλυτικά. Ο ίδιος ο Θουκυδίδης που μας δίνει τη λεπτομερή
περιγραφή, βεβαιώνει πως κι ο ίδιος νόσησε και επιβίωσε απ’ την
ασθένεια. Είναι γνωστό επίσης πως ο Ιπποκράτης βρέθηκε εκείνα τα
χρόνια στην Αθήνα και πρόσφερε σημαντικές υπηρεσίες σε πολύ κόσμο.

Επιβεβαιωμένα κρούσματα Πανώλης υπήρχαν στον αρχαίο κόσμο.


Φαίνεται πως οι μεταδοτικές ασθένειες προκαλούσαν επιδημίες κυρίως
μέσω του εμπορίου και των μεταφορών γι’ αυτό συχνά τα πρώτα που
προσβάλλονταν ήταν τα λιμάνια. Δεν έλειπαν και οι περιπτώσεις όπου
149

υπήρχε υπόνοια πως κάποιος εχθρός είχε διασπείρει επίτηδες την


ασθένεια, ως βιολογικό όπλο δηλαδή.

Γνωρίζουμε περιστατικό όπου Ρωμαίοι ιερείς ζήτησαν βοήθεια από το


Ασκληπιείο της Επιδαύρου, απ’ όπου τους έστειλαν τον ιερό όφη, και
στη συνέχεια ίδρυσαν Ασκληπιείο στο Τίβερη, ώστε να αντιμετωπίσουν
ένα ξέσπασμα Πανούκλας στη Ρώμη, το 294 π.Χ. Μάλιστα οι Ρωμαίοι
είχαν ξεχωριστή θεότητα για τη θεραπεία και προστασία απ’ τη Πανώλη,
τη Dea Agremonia.

Πανώλη του Ιουστινιανού (541-542μ.Χ.)

“Ὑπὸ δὲ τοὺς χρόνους τούτους λοιμὸς γέγονεν, ἐξ οὗ δὴ ἅπαντα ὀλίγου


ἐδέησε τὰ ἀνθρώπεια ἐξίτηλα εἶναι.”

Και σ’ εκείνους τους χρόνους έπεσε αρρώστια, εξ αιτίας της οποίας, λίγο
έλλειψε, κάθε τι ανθρώπινο να σβήσει.

Προκόπιος, Ιστορία των πολέμων, II, 22.1

Επιδημίες Πανώλης συνέβαιναν στην Ευρώπη συχνά, αλλά η πρώτη


που πήρε έκταση πανδημίας, απ’ όσα γνωρίζουμε, είναι η Πανώλη του
Ιουστινιανού. Η αρρώστια φαίνεται να ήρθε από τη Κεντρική Ασία,
πρόσβαλλε τη Περσική Αυτοκρατορία και τη Κωνσταντινούπολη. Από
εκεί μεταδόθηκε σταδιακά στην υπόλοιπη Ρωμαϊκή (Βυζαντινή)
Αυτοκρατορία αλλά και στις φυλές των εχθρών που τη τριγύριζαν. Στη
κορύφωση της πανδημίας πέθαιναν περίπου 5.000 άνθρωποι την ημέρα
στη Κωνσταντινούπολη. Οι άνθρωποι πάντως φαίνεται πως
αντιμετώπιζαν την ασθένεια με στωικότητα και ταπείνωση, θεωρώντας
τη δίκαιη θεία τιμωρία για τις αμαρτίες τους. Ο ίδιος ο Ιουστινιανός,
βέβαια, δε φαίνεται να συγκινούταν ιδιαίτερα απ’ τη κατάσταση καθώς
συνέχιζε να επιβάλλει βαρύτατη φορολογία και μάλιστα όρισε ότι όταν
μια οικογένεια είχε προσβληθεί απ’ τη Πανούκλα και δε μπορούσε να
δουλέψει, έπρεπε οι γείτονες να πληρώνουν το φόρο των αρρώστων συν
το δικό τους. Σε μικρότερη ένταση η Πανώλη συνέχισε να σκοτώνει για
δύο αιώνες και συνολικά υπολογίζεται πως πέθαναν 50.000.000
άνθρωποι από αυτή. Ο πληθυσμός της Ανατολικής Ρωμαϊκής
αυτοκρατορίας κυριολεκτικά αποδεκατίστηκε, και ποτέ δεν επανέκαμψε
πλήρως από αυτό το πλήγμα.

Η ροή της ιστορίας, όμως, συνέχισε ανενόχλητη για αρκετούς αιώνες και
ενώ ο πολιτισμός διατηρούταν στην Ανατολή και ανέκαμπτε στη Δύση,
σ’ αυτή την εποχή που ονομάσαμε Μεσαίωνα, η Πανούκλα ξαναχτύπησε
150

αμείλικτα το 14ο αιώνα για να ρίξει και πάλι την Ευρώπη στο πιο βαθύ
σκοτάδι.

Ο Μαύρος Θάνατος (1348-1353μ.Χ.)

«…Όσο για τη θεραπεία της αρρώστιας δεν υπήρχε αποτελεσματικό


φάρμακο για να γίνει καλά ο άρρωστος ή για να ξαλαφρώσει κάπως. Ο
χαρακτήρας της αρρώστιας να ‘ταν τέτοιος; Να ‘φταιγαν οι γιατροί;
Ξέχωρα απ’ τους διπλωματούχους γιατρούς, ξεφύτρωναν σε απίστευτα
μεγάλο αριθμό ένα σωρό άντρες και γυναίκες που έκαναν το γιατρό
δίχως να ‘χουν καθόλου ιατρικές γνώσεις. Να ‘ταν η αμάθειά τους
ανίκανη να ανακαλύψει τη ρίζα του κακού και να βρει το κατάλληλο
φάρμακο; Πάντως οι θεραπείες ήταν σπάνιες και μέσα σε τρείς μέρες
απ’ όταν εμφανίζονταν τα συμπτώματα […] πέθαιναν όλοι σχεδόν όσοι
προσβάλλονταν. Η Επιδημία επιδεινώθηκε από το γεγονός πως οι
άρρωστοι, στη καθημερινή τους επαφή με τους υγιείς, τους μόλυναν κι
αυτούς. […] Αυτά τα επεισόδια, και άλλα πολύ χειρότερα, γέννησαν σε
όσους ήταν ακόμα ζωντανοί, κάθε λογής φανταστικούς πανικούς…»

Βοκάκιος, Δεκαήμερον, Εισαγωγή

Ένα γενοβέζικο, εμπορικό πλοίο, από τη Κωνσταντινούπολη, προσεγγίζει


το λιμάνι της Μεσσήνης στη Σικελία. Μόλις δένει στην αποβάθρα όμως,
όσοι είναι απ’ έξω παρατηρούν πως απ’ το πλοίο δε κατεβαίνει κανείς. Η
καρίνα είναι γεμάτη πτώματα που αναδίδουν μια απαίσια μυρωδιά και οι
λιγοστοί ζωντανοί είναι κι αυτοί ανήμποροι, σε άθλια κατάσταση,
φτύνουν αίμα και τα σώματά τους φέρουν μαύρες κηλίδες. Οι αρχές της
πόλης ειδοποιούνται και αμέσως το πλοίο στέλνεται πίσω στο πέλαγος.
Είναι, όμως, ήδη αργά. Η αρρώστια έχει προλάβει να εισχωρήσει στους
πρώτους κατοίκους της πόλης.

Έτσι αρχίζει η εξάπλωση της Πανούκλας στην Ευρώπη το 1347μ.Χ.


Σύντομα όλες οι ιταλικές πόλεις που είναι κέντρα εμπορίου
προσβάλλονται κι ακολουθεί όλη η Ευρώπη, μέχρι το μικρόβιο να φτάσει
στις Ρωσικές στέπες και τη γη των Τατάρων απ’ όπου ξεκίνησε. Στη
Βενετία επιβάλλεται για πρώτη φορά η απομόνωση του πληρώματος ενός
ύποπτου πλοίου για τριάντα μέρες. Όταν αποδεικνύεται πως οι τριάντα
μέρες δεν αρκούν, η οδηγία ορίζει τις σαράντα, quaranta, εξ’ ου και
quarantine, δηλαδή Καραντίνα. Τίποτα δε φαίνεται όμως να σταματούσε
την εξάπλωση της ασθένειας, που ήταν πιο επιθετικής μορφής
(πνευμονική Πανώλη) απ’ ότι στο παρελθόν.
151

Οι ιατρικές γνώσεις ήταν περιορισμένες στα διδάγματα του Ιπποκράτη


και του Γαληνού και τίποτα δε μπορούσε να βοηθήσει αποτελεσματικά
σ’ αυτή τη φάση, εκτός από την απομόνωση, γι’ αυτό και πολλοί υγιείς
άνθρωποι κατέφευγαν από τις πυκνοκατοικημένες πόλεις στην επαρχία.
Οι γιατροί ήταν ανήμποροι και συχνά αρνούνταν να αναλάβουν
περιστατικά, ή άλλοι αρπάζονταν από την απελπισία του κόσμου για να
εισπράττουν αδρές αμοιβές, χωρίς να ξέρουν ουσιαστικά τι κάνουν.
Κυκλοφορούσαν ένα σωρό υποτιθέμενα αποτελεσματικά φάρμακα,
κυρίως διάφορα βότανα (κνίκος), ενώ το ρουμπίνι υποτίθεται ότι
προφύλασσε και η πόση υδράργυρου ή αρσενικού ότι θεράπευε. Κάποιοι
έδεναν ζωντανά κοτόπουλα πάνω στα πρησμένα σημεία ή τους έριχναν
σκόνη από κέρατο μονόκερου και ένα σωρό άλλες απίθανες θεραπείες.
Οι ασθενείς έπρεπε επίσης να ακολουθούν οδηγίες όπως να μη
κοιμούνται τη μέρα, να έχουν ανοιχτά τα βορινά παράθυρα, να κάνουν
αφαιμάξεις κλπ. Η επικρατέστερη θεωρία για την εξάπλωση της νόσου
ήταν ο κακός αέρας (μίασμα). Έτσι πολλοί φρόντιζαν να μυρίζουν
συνεχώς όμορφα αρώματα και να καίνε αρωματικά βότανα προκειμένου
να τη κρατούν μακριά. Όταν άρχιζε να γίνεται φανερό πως τίποτα απ’
αυτά δεν έχει αποτέλεσμα, οι άνθρωποι παραδίδονταν στη δεισιδαιμονία
και το μυστικισμό. Η Πανούκλα αντιμετωπίστηκε ως θεία τιμωρία και σε
πολλές περιοχές δημιουργήθηκαν τάγματα αυτομαστιγούμενων που
περιφέρονταν από πόλη σε πόλη ζητώντας έλεος από το Θεό μ’ αυτό τον
ακραίο τρόπο.

Ο πανικός οδήγησε σε άλλη μια ακραία αντίδραση. Η εξουσία της


Καθολικής Εκκλησίας μιας και φαινόταν ανήμπορη να διαμεσολαβήσει
ουσιαστικά στο Θεό για τη θεραπεία των πιστών, βρήκε ένα εξιλαστήριο
θύμα. Κατασκευάστηκε η θεωρία ότι οι Εβραίοι φταίνε για τη
Πανούκλα, γιατί δήθεν μολύνουν τα πηγάδια των Χριστιανών. Αυτό
ήταν παράλογο βέβαια, μιας κι οι Εβραίοι προσβάλλονταν απ’ την
ασθένεια όπως κι ο υπόλοιπος κόσμος. Παρόλα αυτά έγιναν τρομεροί
διωγμοί, φυλακίσεις, βασανιστήρια και θανατώσεις από την Ιερά
Εξέταση, των Εβραίων της Ευρώπης κι όσοι επιβίωσαν κατέφυγαν στα
Βαλκάνια όπου συνέχισαν να ζουν για αιώνες.

Εξ’ αιτίας της Πανούκλας χάθηκε το ένα τρίτο του πληθυσμού της
Ευρώπης, που για να φτάσει δημογραφικά τα προηγούμενα του επίπεδα
χρειάστηκαν δύο αιώνες. Μακροπρόθεσμα όμως η πανδημία είχε και
θετικές συνέπειες, όπως την αμφισβήτηση των απαρχαιωμένων
θεραπευτικών-θεοκεντρικών γνώσεων, την ανανέωση του ενδιαφέροντος
για την ανατομία και το πείραμα, αλλά και ευεργετικές κοινωνικές και
οικονομικές ανακατατάξεις.
152

Η Πανούκλα Ξαναχτυπά

“The rigorous measures adopted by the authorities, in shutting up


houses and confining the sick and sound within them for forty days,
were found so intolerable, that most persons were disposed to run any
risk rather than be subjected to such a grievance, and every artifice was
resorted to for concealing a case when it occurred. […]Quack
doctors(=τσαρλατάνοι) were secretly consulted, instead of the regular
practitioners; the searchers (ενν. αυτοί που από το κράτος ήταν
επιφορτισμένοι με το να ανιχνεύουν νέα κρούσματα) were bribed to
silence; and large fees were given to the undertakers and buriers to lay
the deaths to the account of some other disorder. All this, however, did
not blind the eyes of the officers to the real state of things. […]Many
cases were thus detected; but in spite of every precaution, the majority
escaped; and the vent was no sooner stopped in one quarter than it
broke out with additional violence in another.”

William Harrison Ainsworth, Old Saint Paul’s, 1841

Επιδημίες Πανούκλας συνέχιζαν να επανεμφανίζονται στην Ευρώπη,


συχνά, τους πρώτους αιώνες των νεώτερων χρόνων. Πολύ γνωστή η
Επιδημία που έπληξε το πυκνοκατοικημένο Λονδίνο το 1665, σκότωσε
μερικά εκατομμύρια ανθρώπους και ανακόπηκε μόνο από τη Μεγάλη
Πυρκαγιά που κατέκαψε τη πόλη. Παρόμοιες επιδημίες έπληξαν
δραματικά το πληθυσμό της Βενετίας, της Μασσαλίας και άλλων
σημαντικών ευρωπαϊκών πόλεων. Πρέπει να ξεκαθαριστεί πως ακόμα
δεν υπάρχει αποτελεσματική θεραπεία για τη Πανώλη, πέρα από την
απομάκρυνση απ’ τη περιοχή των κρουσμάτων, την απομόνωση των
προσβεβλημένων και την ελπίδα σ’ ένα θαύμα. Όπως φαίνεται και στο
παραπάνω απόσπασμα όμως, οι περισσότεροι δύσκολα συμμορφώνονταν
με τα μέτρα προφύλαξης ή και για να αποφύγουν τη κοινωνική
απομόνωση, έκρυβαν όσο μπορούσαν την αρρώστια τους, με αποτέλεσμα
η εξάπλωση να είναι σχεδόν ανεξέλεγκτη.

Το Κουστούμι και η Μάσκα

«As may be seen on picture here,


In Rome the doctors do appear,
When to their patients they are called,
In places by the Plague appalled,
Their hats and cloaks, of fashion new,
Are made of oilcloth, dark of hue,
Their caps with glasses are designed,
153

Their bills with antidotes all lined,


That foulsome air may do no harm,
Nor cause the doctor man alarm,
The staff in hand must serve to show
Their noble trade where’er they go.»

«Σαν την εικόνα τούτη εδώ, Στη Ρώμη θε να δεις γιατρό/ Ο ασθενής του
τον καλεί, Όπου η Πανούκλα εμφανιστεί/ Ρούχα παράξενα φορά,
Αδιάβροχα και σκοτεινά/ Μάσκα φοράει με γυαλιά, Αντίδοτα φέρνει
πολλά/ Το μίασμα δεν τον πτοεί, Κι ούτε το φόβο προκαλεί/ Μπαστούνι
πάντοτε κρατά, Όλοι να ξέρουν ποιος περνά.»

Δημοφιλές ποίημα του 17ου αι.

Σε αυτό το κλίμα σποραδικών επιδημιών, το 1630, ο Charles de L’Orme,


γιατρός τριών Γάλλων βασιλιάδων και προσωπικός φίλος του
Καρδινάλιου Richelieu, εμπνεύστηκε το γνωστό σ’ εμάς κουστούμι του
Γιατρού της Πανώλης. Είναι συνηθισμένη παρεξήγηση πως η τρομερή
φορεσιά χρησιμοποιούταν απ’ τους γιατρούς στο ξέσπασμα του Μαύρου
Θανάτου, το Μεσαίωνα. Αυτό όμως είναι ψέμα. Ψέμα ή μάλλον μισή
αλήθεια, είναι επίσης, ότι η στολή αυτή ήταν πλήρως αναποτελεσματική.

Ας δούμε όμως από τι αποτελείται και ποιος ο ρόλος κάθε στοιχείου της
προστατευτικής φορεσιάς: Ένα μακρύ δερμάτινο ή υφασμάτινο
πανωφόρι με μακριά μανίκια που φτάνει ως τα υποδήματα, καλύπτει το
μεγαλύτερο μέρος του σώματος. Είναι αλειμμένο με λίπος για να
στεγανοποιείται και να συγκρατεί τυχόν την ασθένεια στο εξωτερικό
μέρος της στολής. Τα μανίκια, πολύ σωστά, καλύπτονται εξωτερικά από
ψηλά δερμάτινα γάντια. Στα πόδια ο γιατρός φορά ψηλές δερμάτινες
μπότες. Το κεφάλι καλύπτει κουκούλα με μια μάσκα πάνω στο πρόσωπο.
Η τρομακτική μάσκα με σχήμα ράμφους χρησιμεύει στο να αποφεύγει να
αναπνέει ο γιατρός το μολυσματικό αέρα που θεωρούταν υπεύθυνος για
την ασθένεια. Στη θέση των ματιών έχει δύο γυάλινους κόκκινους
φακούς. Το σχήμα ράμφους κάποιοι υπέθεσαν πως δινόταν για να
τρομάζει την αρρώστια κι άλλοι γιατί υποτίθεται πως την αρρώστια τη
μετέφεραν τα πουλιά. Τίποτα απ’ αυτά δε φαίνεται να ισχύει όμως.
Μάλλον ο στόχος ήταν ο γιατρός να έχει όσο το δυνατό περισσότερο
χώρο γεμάτο με καθαρό αέρα μέσα στη μάσκα για να αναπνέει άνετα και
αυτό ήταν το πιο κατάλληλο σχήμα για το σκοπό. Στο κάτω μέρος του
ράμφους στη μεριά που ήταν κοντά στο πρόσωπο υπήρχαν δύο μικρές
τρύπες για την αναπνοή. Αυτές ήταν παραγεμισμένες με αποξηραμένα
βότανα και μπαχαρικά (τριαντάφυλλο, μέντα, γαρύφαλλο, κανέλα) για να
εξασφαλίζουν το «καλό αέρα» στο γιατρό. Η μάσκα ήταν επίσης
154

δερμάτινη. Στο κεφάλι φορούσαν το πλατύγυρο καπέλο, χαρακτηριστικό


όλων των γιατρών της εποχής. Στο χέρι κρατούσαν ένα μπαστούνι. Αυτό
χρησίμευε για να εξετάζουν τους ασθενείς από απόσταση, να
υποδεικνύουν στους συγγενείς τι να κάνουν αλλά και να χτυπούν τους
ασθενείς αν προσπαθούσαν πάνω στο πανικό τους να βλάψουν το γιατρό
ή επειδή κάποιοι το ζητούσαν για να τους συγχωρέσει ο Θεός απ’ τις
αμαρτίες τους και να πάρει την αρρώστια πίσω.

Προστάτευε ουσιαστικά αυτή η αμφίεση από τη Πανώλη; Η


μετριοπαθής απάντηση είναι, σ’ ένα βαθμό ναι, αλλά ολοκληρωτικά, όχι.
Σωστά ο γιατρός έπαιρνε κάθε προφύλαξη ώστε να μην έρθει σε άμεση
επαφή με τον μολυσμένο και να αποφύγει τυχόν μολυσμένους ψύλλους ή
άλλα ζώα που μπορεί να τον άγγιζαν. Σωστά επίσης φορούσε μάσκα για
να προστατεύει τους βλεννογόνους του απ’ τα μολυσμένα σταγονίδια.
Και πάλι όμως υπήρχε πιθανότητα το βακτήριο να εισέλθει από τις
τρύπες στη μάσκα για την αναπνοή, ακόμη κι αν τα αρώματα που
χρησιμοποιούσαν για να φιλτράρουν τον αέρα έχουν πράγματι
αντιβακτηριακές ιδιότητες. Ας μη ξεχνάμε πως οι άνθρωποι της εποχής
αγνοούσαν την ύπαρξη βακτηρίων και είναι πιθανό ο γιατρός βγάζοντας
και βάζοντας τη στολή και τη μάσκα να ακουμπούσε την εξωτερική
πλευρά τους όπου το βακτήριο συνέχιζε να ‘ναι ζωντανό.

Δεν ήταν σπάνιες οι περιπτώσεις που οι γιατροί αρρώσταιναν κι οι ίδιοι.


Όμως η ιδιότητα του γιατρού της Πανώλης ήταν εξαιρετικά περιζήτητη
και οι γιατροί που δέχονταν να πάρουν το ρίσκο, μισθώνονταν από κάθε
πόλη για να παρακολουθήσουν όλα τα περιστατικά, μιας και κανείς
σχεδόν ιδιώτης δε θα μπορούσε να καλύψει το ποσό της αμοιβής τους.
Βέβαια οι μέθοδοι αντιμετώπισης δεν είχαν βελτιωθεί ιδιαίτερα σε σχέση
με το παρελθόν, έτσι οι γιατροί χρησίμευαν κυρίως για να παραστέκονται
στον ασθενή, να καταγράφουν την αιτία και την ώρα θανάτου και σε
ορισμένες περιπτώσεις που η πολιτεία το επέτρεπε, να κάνουν νεκροψία
στα σώματα.

Δεν είναι παράλογο επομένως που η φιγούρα του γιατρού της


Πανούκλας πέρασε στο συλλογικό ασυνείδητο των Ευρωπαίων ως μια
μορφή απωθητική, που αναγγέλλει την έλευση μεγάλων συμφορών αλλά
και ενίοτε αναποτελεσματική και κουτοπόνηρη. Στην Ιταλία έγινε
χαρακτήρας της Comedia dell’ arte, “Il Medico della Peste”. Στις
ιστορίες εμφανιζόταν ως βλοσυρός και μυστήριος ήρωας αλλά ακόμα πιο
συχνά γινόταν αντικείμενο διακωμώδησης. Στα νεώτερα χρόνια η στολή
αυτή έχει δώσει έμπνευση στην αντίστοιχη μάσκα και αμφίεση στο
Καρναβάλι της Βενετίας.
155

Άλλος ένας παράγοντας που συνέβαλε στη μυθοποίηση της φιγούρας και
στην εξάπλωση πολλών σφαλμάτων για τη προέλευση της, ήταν το
γεγονός ότι ήταν δημοφιλής σε Καθολικές χώρες κυρίως, που
θεωρούνταν απ’ τους Προτεστάντες πιο θρησκόληπτες κι
οπισθοδρομικές. Έτσι άρχισε να διασπείρεται το 19ο και 20ο κυρίως αι. η
παρανόηση πως η στολή ήταν τελείως άχρηστη και πως τη
χρησιμοποιούσαν οι ανόητοι Καθολικοί του μεσαίωνα. Έτσι η φιγούρα
για πολλούς σήμερα δεν θεωρείται απλά σύμβολο τρόμου, αλλά και
ανθρώπινης βλακείας.

Για την ιστορία η Πανούκλα συνέχιζε να ταλαιπωρεί με επιδημίες την


ανθρωπότητα ως τα τέλη του 19ου αι. Το 1894 κατά τη διάρκεια μεγάλης
πανδημίας Πανώλης στη Κίνα, δύο γιατροί βακτηριολόγοι, δουλεύοντας
ανεξάρτητα, απομονώνουν τον Βάκιλο της Πανούκλας. Ήταν ο Γάλλος
Alexander Yersin και ο Ιάπωνας Shibasaburo Kitasato. Αποδεικνύεται
πως τα τρωκτικά είναι βασική αιτία μετάδοσης. Τα επόμενα χρόνια ο
Ρώσος γιατρός Waldemar Haffkine παρασκευάζει επιτυχημένα το πρώτο
εμβόλιο για τη Πανούκλα.

Είναι καιρός η στολή του γιατρού της Πανούκλας να αναγνωριστεί όχι


ως ένα στερούμενο λογικής, μυστικιστικό κατάλοιπο του Μεσαίωνα, που
δεν ήταν, αλλά ως μια πρώτη ολοκληρωμένη προσπάθεια προς τη
κατεύθυνση των σύγχρονων μέτρων προφύλαξης από μεταδοτικές
ασθένειες. Η Πανούκλα μας έδωσε τη Καραντίνα επίσης. Μας έδωσε τα
πρώτα συντονισμένα μέτρα των αρχών για τη προφύλαξη της δημόσιας
υγείας. Μας ανακίνησε Ιπποκρατικά ερωτήματα σχετικά με την ηθική και
δεοντολογία του γιατρού και τη σχέση του με τον ασθενή. Μας
κληροδότησε, όμως, και την ιδέα των βιολογικών όπλων. Μας
υπενθυμίζει μέσα απ’ τα γραπτά των συγχρόνων των εποχών εκείνων,
πως σε καιρούς κρίσεως πολύς κόσμος αντιδρά με πανικό, υπερβολές,
απαισιοδοξία ή απερισκεψία, στρέφεται στη θρησκοληψία και το
μυστικισμό. Ίσως, όμως, απέχουμε από αυτές τις «γελοίες» καταστάσεις,
όσο απέχει μια κρίση ανάλογη της Πανούκλας από εμάς. Ας μην
αφήσουμε το πανικό να μας καταλάβει, και μαθαίνοντας απ’ τα λάθη του
παρελθόντος, να είμαστε δυνατοί και συνετοί απέναντι σε κάθε νέα
απειλή.

«… knew that … the Plague bacillus never dies or vanishes entirely … it


can remain dormant for dozens of years in furniture or clothing … it
waits patiently in bedrooms, cellars, trunks, handkerchiefs and old
papers, and … perhaps the day will come when, for the instruction or
misfortune of mankind, the Plague will rouse its rats and send them to
die in some well-contented city.»
156

Βιβλιογραφία – Επιπρόσθετη Αναζήτηση:

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ 2.47.1–2.54.5: Ο Λοιμός. Προέλευση, συμπτώματα και


σοβαρότητα της ασθένειας: greek language.gr
Βοκάκιος, Δεκαήμερον, Εισαγωγή: kupdf.net
Σατιρικό ποίημα 17ου αι.: academic.oup.com
William Harrison Ainsworth, Old Saint Paul’s, 1841, by Project
Gutenberg:  gutenberg.org
Edgar Allan Poe, The Mask of The Red Death, 1850
Albert Camus, The Plague, 1948, translated by Stuart Gilbert:
antilogicalism.com
Σκαλτσά Ελένη, Ιστορία της Φαρμακευτικής: repository.kallipos.gr
“Ancient, Unknown Strain of Plague Found in 5,000-Year-Old Tomb in
Sweden”. livescience.com.
Leitch, Carmen. “The Plague May Have led to the Decline of Neolithic
Settlements”. labroots.com.
Η Πανούκλα του Ιουστινιανού: thoughtco.com
The Black Death: The Greatest Catastrophe Ever: historytoday.com
Θεραπευτική, Δημόσια Υγεία, Ηθική σε σχέση με τη Πανώλη, το
Μεσαίωνα:

Ο Βοκάκιος στην Ουχάν Πέτρος Τατσόπουλος 9


Φεβρουαρίου 2020,

Είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο ότι ο Βοκάκιος δεν είχε ακουστά καμία
Ουχάν, όπως δεν την είχαμε ακουστά κι εμείς πριν από τα κρούσματα
του κορωνοϊού - και ας είναι ο πληθυσμός της (9.785.392 κάτοικοι,
σύμφωνα με την απογραφή του 2010) όσος σχεδόν και ο πληθυσμός της
Ελλάδας…

Ο Τζιοβάνι Μποκάτσιο (1313-1375), που εμείς τον εξελληνίσαμε σε


Βοκάκιο, έβαλε ανεξίτηλη τη σφραγίδα του στα ιταλικά γράμματα, ιδίως
στο πέρασμά της από τη λατινική στη νεότερη ιταλική γλώσσα. Είναι
γνωστός κυρίως για το «Δεκαήμερο», γραμμένο στη Φλωρεντία την
περίοδο 1350-1355. Ο ίδιος ο Βοκάκιος ήταν μια μυθιστορηματική
φυσιογνωμία: νόθος γιος ενός εμπόρου, εγκατέλειψε τόσο το εμπόριο
όσο και τις εκκλησιαστικές σπουδές προκειμένου να αφιερωθεί στη
λογοτεχνία, στη σκιά του μεγάλου Πετράρχη. Μπορείτε να βρείτε το
«Δεκαήμερο» σε ποικιλία εκδόσεων και μεταφράσεων, παρότι κατά
157

κοινή ομολογία θεωρείται αξεπέραστη η μετάφραση του Κοσμά Πολίτη


(εκδόσεις Γράμματα, 1993).

Η πλοκή του «Δεκαήμερου» είναι εξαιρετικά απλή, σχεδόν


προσχηματική: επτά νέες γυναίκες και τρεις νέοι άνδρες μαζεύονται σ’
ένα εξοχικό σπίτι, στα περίχωρα της Φλωρεντίας και, παίρνοντας τη
σκυτάλη εναλλάξ, αφηγούνται δέκα ιστορίες την ημέρα επί δέκα ημέρες.
Αυτές οι ιστορίες, με μόνη ρητή σκοπιμότητα την ψυχαγωγία της παρέας,
διαφέρουν ως προς το είδος: δραματικές, κωμικές, διδακτικές,
βλάσφημες, λάγνες… – όλα τα διαθέτει ο μπαξές του συγγραφέα.

«Δεν είναι ο Βοκάκιος ένα πνεύμα ανώτερο», σημειώνει στην «Ιστορία


της Ιταλικής Λογοτεχνίας» ο κριτικός Φρανσίσκο ντε Σάνκτις, «που
βλέπει την κοινωνία από μια ψηλή σκοπιά και της βρίσκει τις αρετές και
τα ψεγάδια με αυστηρότητα. Είναι ένας καλλιτέχνης: αισθάνεται τον
εαυτό του να γίνεται ένα με την κοινωνία μέσα στην οποία ζει, και την
περιγράφει μ’ εκείνη την επιείκεια των ανθρώπων που παραδέρνουν
μέσα στις άστατες εντυπώσεις της ζωής, χωρίς να έχουν την έγνοια να τις
μαζεύουν και να τις αναλύουν.

Προτέρημα που τον ξεχωρίζει βασικά από τον Δάντη και τον Πετράρχη,
πνεύματα γεμάτα κατάνυξη και έκσταση. Ο Βοκάκιος ζει ολοκληρωτικά
την εξωτερική ζωή ανάμεσα σε ανθρώπους αγαπητούς και νωθρούς, ζει
τις μεταπτώσεις της ζωής, ασχολείται και ικανοποιείται με όλα αυτά, και
δεν του έτυχε ποτέ να λυγίσει και να γείρει το κεφάλι βαρυμένο από
σκέψη».

Εκείνο όμως που είναι λιγότερο γνωστό στην προσχηματική πλοκή του
«Δεκαήμερου» είναι το ίδιο το πρόσχημα: γιατί καταφεύγει στο εξοχικό
σπίτι η εύθυμη παρέα; Για να ξεφύγει από τον «Μαύρο Θάνατο».

Ο «Μαύρος Θάνατος», η πανώλη που θέρισε το ένα τρίτο του


ευρωπαϊκού πληθυσμού το 1348, δεν εξαίρεσε φυσικά τη Φλωρεντία. Ο
Βοκάκιος ξεκινάει να γράφει το «Δεκαήμερο» μόλις δύο χρόνια
αργότερα και, στο εισαγωγικό κεφάλαιο του βιβλίου του, αποτυπώνει τον
«Μαύρο Θάνατο» με την ευσυνειδησία και τη ζωντάνια προδρομικού
ρεπόρτερ του δέκατου τέταρτου αιώνα: ζωγραφίζει με αδρά χρώματα, όχι
μονάχα τη συμπτωματολογία της πανώλης, αλλά και τις επιπτώσεις της
αρρώστιας στη συμπεριφορά των ανθρώπων – κάτι που καθιστά το
«Δεκαήμερο» ασυνήθιστα ανθεκτικό στη φθορά του χρόνου. Μπροστά
στο «μεγάλο κακό» ο άνθρωπος, είτε το 1348 είτε το 2020, αντιδράει με
σκανδαλιστικά παρόμοιο τρόπο.
158

«Είχε φτάσει κιόλας το σωτήριο έτος 1348 της καρποφόρας ενσάρκωσης


του Υιού του Θεού», γράφει ο Βοκάκιος, «όταν, στη Φλωρεντία,
ωραιότερη ανάμεσα στις περιφημότερες πόλεις της Ιταλίας, χίμηξε άγρια
η θανατερή επιδημία.

Η πανούκλα, είτε στάθηκε έργο της αστρικής επιρροής, είτε αποτέλεσμα


των παρανομιών μας, οπότε ο Θεός, μέσα στον δίκαιο θυμό Του, την
ξαπόλυσε πάνω στους ανθρώπους για να τιμωρήσει τα κρίματά μας,
πάντως είχε εκδηλωθεί, μερικά χρόνια πρωτύτερα, στις χώρες της
Ανατολής και είχε γίνει αιτία να χαθούν αμέτρητες ανθρώπινες ζωές.
Υστερα, ασταμάτητα, πλησιάζοντας ολοένα, είχε απλωθεί, για την κακή
μας τύχη, προς τη Δύση.

Κάθε προφύλαξη αποδείχτηκε ατελέσφορη». Ο Βοκάκιος παρατηρεί


πως, μολονότι κατά τη μετάδοση της πανώλης από την Ανατολή στη
Δύση τα συμπτώματα μεταλλάσσονται – από την «αιμορραγία της
μύτης» περνάμε στα «οιδήματα των βουβώνων» -, παραμένει σταθερή η
μετάδοση από άνθρωπο σε άνθρωπο, όπως και από άνθρωπο σε ζώο, με
αναπόφευκτο το «ίδιο αξιοθρήνητο αποτέλεσμα: να φεύγει ο κόσμος
μακριά από τους αρρώστους και το περιβάλλον τους. Στη σκέψη όλων,
αυτό ήταν το μόνο μέσον για να σωθούν».

Το επόμενο βήμα ήταν η ρήξη του συγγενικού ιστού: «Ο αδερφός


παρατούσε τον αδερφό, ο θείος τον ανιψιό, η αδερφή τον αδερφό, συχνά,
μάλιστα, η γυναίκα τον άντρα της. Ορίστε ακόμα κάτι φοβερό και σχεδόν
απίστευτο: οι πατέρες και οι μητέρες, σαν να μην ήταν πια δικά τους τα
ίδια τους τα παιδιά, απέφευγαν να πηγαίνουν να τα δουν και να τα
βοηθήσουν»… Κοντά σου έμεναν μονάχα όσοι θα πλήρωνες· από το να
σου φέρουν λίγο νερό μέχρι να σηκώσουν το φέρετρό σου.

Είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο ότι ο Βοκάκιος δεν είχε ακουστά καμία
Ουχάν, όπως δεν την είχαμε ακουστά κι εμείς πριν από τα κρούσματα
του κορωνοϊού – και ας είναι ο πληθυσμός της (9.785.392 κάτοικοι,
σύμφωνα με την απογραφή του 2010) όσος σχεδόν και ο πληθυσμός της
Ελλάδας… Ηδη τα κρούσματα προσεγγίζουν τις είκοσι πέντε χιλιάδες,
ενώ οι νεκροί τους πεντακόσιους· όταν θα διαβάζετε αυτές τις γραμμές,
ίσως και να έχουν διπλασιαστεί, καθώς κρούσματα και νεκροί την
τελευταία εβδομάδα ακολουθούν μάλλον γεωμετρική παρά αριθμητική
πρόοδο. Ο κορωνοϊός διαρκώς μεταλλάσσεται και κανένας – ούτε ο
Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας – δεν μπορεί να μας διαβεβαιώσει ότι θα
ολοκληρώσει τον θανάσιμο κύκλο του προτού η σημερινή επιδημία
εξελιχθεί σε αυριανή πανδημία, οπότε θα αρχίσουμε πια να μιλάμε για
εντελώς άλλα μακάβρια μεγέθη.
159

Εάν ζούσε σήμερα ο Βοκάκιος στην Ουχάν, σίγουρα θα εντυπωσιαζόταν


από την τεχνολογία – θα έμενε εμβρόντητος, για την ακρίβεια – αλλά θα
μοιραζόταν με τον μέσο κάτοικο της πόλης τον κοινό τρόμο: πόσο να
διαφέρει ένα drone που σε διατάζει να μην περιφέρεσαι άσκοπα στον
δρόμο, να φορέσεις μάσκα ή να γυρίσεις αμέσως στο σπίτι σου από τη
φωνή ενός Θεού Τιμωρού, στον οποίον τολμούσε κι έβγαζε τη γλώσσα
του ο Βοκάκιος, αν και δεν αμφισβητούσε την ύπαρξή Του; Πόσο να σε
στέλνουν σηκωτό στην Καραντίνα;

Μήπως και ο Λι Ουενλιάνγκ, ο οφθαλμίατρος που προειδοποίησε από


τους πρώτους για την ολέθρια εξάπλωση του κορωνοϊού και, αντί να
επιβραβευτεί συνελήφθη για «διάδοση φημών» (νόσησε και ο ίδιος
κατόπιν), δεν θα είχε ανάλογη τύχη ή και χειρότερη τον δέκατο τέταρτο
αιώνα; Οι παρέες που κλειδαμπαρώνονται στα διαμερίσματα και τις
νύχτες ουρλιάζουν «κουράγιο, Ουχάν!» διαφέρουν άραγε τόσο πολύ από
την αλέγρα συντροφιά στο «Δεκαήμερο», από όσους απαντούν στη
συμφορά με την εθελοτυφλία, την αναισθησία, τον φιλοτομαρισμό ή την
ηδονοθηρία; Πάντα και παντού ανεβαίνει η ίδια παράσταση. Προτού
πεθάνει ο άνθρωπος, πεθαίνει η ανθρωπιά.

14/03/2020 Οι επιδημίες στη λογοτεχνία: Από «Το


Κοράκι» του Στίβεν Κινγκ μέχρι την «Πανούκλα
στο Λονδίνο»Πέντε κλασικά βιβλία διαφορετικού
ύφους που επιχείρησαν να προσεγγίσουν την
ψυχολογία της επιδημίας.Newsroom HuffPost
Greece

Οι επιδημίες, πραγματικές ή, φανταστικές έχουν τροφοδοτήσει ως


θεματική την παγκόσμια λογοτεχνία εξαιτίας του υψηλού συμβολισμού
τους, αλλά και της ανάγκης να διερευνηθεί το αίσθημα του φόβου,
απολύτως συνυφασμένο με την ανθρώπινη φύση. Στη σκιά του
κορονοϊού ανασύρουμε από τη βιβλιοθήκη πέντε βιβλία με ιστορίες
που γράφτηκαν έχοντας τις επιδημίες σε πρώτο πλάνο. 

Ένα από τα πιο διάσημα έργα της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας με θέμα τις
επιδημίες είναι το «Δεκαήμερο» του Τζοβάνι Βοκάκιου (η μετάφραση
του Κοσμά Πολίτη παραμένει κλασική). Ο Βοκάκιος γράφει για την
πανούκλα που το 1348 έπληξε την Ευρώπη - τον «Μαύρο Θάνατο», όπως
160

τον αποκαλούσαν την εποχή εκείνη-, και διέλυσε την ακμάζουσα


Φλωρεντία. Το έργο γράφηκε στα 1350-53. Αποτελείται από εκατό
διηγήματα, χωρισμένα σε δέκα μέρη (και ένα προοίμιο) και είναι
γραμμένο στη φλωρεντινή διάλεκτο, με άλλα λόγια στη λαϊκή γλώσσα
της εποχής του συγγραφέα. Πρωταγωνιστές του Βοκάκιου είναι μία
συντροφιά χειραφετημένων γυναικών οι οποίες και θα εγκαταλείψουν
την πόλη για την εξοχή, αφήνοντας το κακό πίσω τους και αφηγούμενες
άλλοτε τολμηρές, κάποτε χαρούμενες ή μερικές φορές ερωτικές
ιστορίες. 

«Το Κοράκι» του Στίβεν Κινγκ κυκλοφόρησε το 1978 -ανήκει στο Top


10 των μπεστ σέλερ του μετρ (παρότι τα περισσότερα από τα πενήντα
βιβλία του παραμένουν ευπώλητα)- και έχει στο επίκεντρο το εφιαλτικό
σενάριο μίας επιδημίας γρίπης που εξαπλώνεται τυχαία και αστραπιαία,
σκοτώνοντας το 99% του παγκόσμιου πληθυσμού μέσα σε μερικές
εβδομάδες. Έχοντας περάσει από όλα τα στάδια της δοκιμασίας και εν
τέλει της απόγνωσης, οι λίγοι επιζώντες προσπαθούν να ανασυντάξουν
ό,τι έχει απομείνει από τη ζωή τους. Έχοντας ανάγκη από έναν ηγέτη
βρίσκονται χωρισμένοι στα δύο. Μία μετααποκαλυπτική ιστορία που
εξελίσσεται σε μάχη του καλού και του κακού.

«Η πανούκλα στο Λονδίνο» του Ντάνιελ Ντεφόου, συγγραφέα του


Ροβινσώνα Κρούσου γράφεται τρία χρόνια μετά από την κλασική
περιπέτεια που έμελλε να τον κάνει διάσημο, με σκοπό να εξιστορήσει τα
γεγονότα της τελευταίας μεγάλης επιδημίας πανούκλας που ξέσπασε στο
Λονδίνο και σε άλλες πόλεις της Aγγλίας το 1665-66. Το βιβλίο
στηρίζεται σε πραγματικά γεγονότα, τα οποία ο Nτεφόου διερεύνησε
εξονυχιστικά μισόν αιώνα μετά το ξέσπασμα της επιδημίας, αντλώντας
τις πληροφορίες του από χρονικά της εποχής, γραπτές και προφορικές
μαρτυρίες και επίσημα έγγραφα, προκειμένου να συνθέσει τη μαρτυρία
ενός φανταστικού αυτόπτη μάρτυρα πιο ζωντανή και στην ουσία της
ακριβέστερη από κάθε «πραγματικό» χρονικό. 

H Πανούκλα στο Λονδίνο, «το μυθιστορηματικό πορτρέτο μιας πόλης τη


στιγμή που αγωνιά» (Der Spiegel), δίνει μια εξαιρετικά «μοντέρνα»
εικόνα της ανθρώπινης και κοινωνικής συμπεριφοράς σε μια
μεγαλούπολη που αποδιοργανώνεται, αλλά και αντιστέκεται με όσα μέσα
και γνώση διαθέτει, στον αιφνιδιαστικό μαζικό θάνατο. Μεταξύ άλλων, ο
Ντεφόου περιγράφει και τον τρόπο με τον οποίον οι οικογένειες
αναγκάζονταν να τεθούν σε Καραντίνα μόλις ασθενούσε κάποιο από τα
μέλη τους. 
161

Το μυθιστόρημα «Περί τυφλότητος» του Πορτογάλου νομπελίστα Ζοζέ


Σαραμάγκου χρησιμοποιεί την ιστορία μιας πανδημίας για να μιλήσει για
την αποδιοργάνωση μιας κοινωνίας σε κρίση και στην επιστροφή στον
πρωτογονισμό και στο δίκαιο του ισχυρού. Ένας νέος άνθρωπος χάνει
ξαφνικά το φως του ενώ περιμένει στο αυτοκίνητο του να ανάψει το
φανάρι πράσινο. Ο γιατρός δεν μπορεί να του δώσει απαντήσεις, καθώς
τα περιστατικά αιφνίδιας τύφλωσης κλιμακώνονται και η κυβέρνηση
αποφασίζει να βάλει σε Καραντίνα τους τυφλούς, λειτουργώντας
κατασταλτικά. Με γραφειοκρατική ακρίβεια, ο Zοζέ Σαραμάγκου
υπολογίζει όλα όσα θα μπορούσαν να συμβούν σ′ έναν κόσμο (η πόλη
που παραμένει χωρίς όνομα στην ιστορία, όπως και οι ήρωες του) που
χάνει την όρασή του:

Για πόσο καιρό η κίνηση στους δρόμους θα είναι ομαλή;

Για πόσο θα υπάρχει επάρκεια τροφίμων για τους ανθρώπους που


μετατρέπονται σε πεινασμένες ορδές;

Πόσος χρόνος χρειάζεται για να καταρρεύσει η παροχή ηλεκτρικού


ρεύματος, αερίου και νερού;

Τι θ′ απογίνουν τα κατοικίδια; Oι σεξουαλικοί φραγμοί; Πόσοι τυφλοί


φτιάχνουν μια τυφλότητα;

Το βιβλίο μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο από τον Φερνάντο


Μερέγιες (2008), με πρωταγωνιστές τους Μαρκ Ράφαλο και Τζούλιαν
Μουρ.

Στην «Πανούκλα», ο επίσης νομπελίστας Αλμπέρ Καμύ γράφει για μια


ολόκληρη πόλη, το Οράν της Αλγερίας τη δεκαετία του 1950, που
μπαίνει σε Καραντίνα όταν ξεσπάει επιδημία βουβωνικής πανώλης.
Κανείς και τίποτα δεν προσεγγίζει την πόλη, οι κάτοικοί της είναι
εγκλωβισμένοι, αποκομμένοι και απομονωμένοι σ’ έναν κόσμο πνιγηρής
επανάληψης και μονοτονίας, αναζητώντας  μια μορφή λύτρωσης, καθώς,
ανά πάσα στιγμή, η πανούκλα μπορεί να σκοτώσει και τους ίδιους.

H Πανούκλα, το δεύτερο μετά τον Ξένο μεγάλο μυθιστόρημα του Kαμύ,


καταγράφει τη συμπεριφορά των ανθρώπων σ’ έναν κόσμο που μοιάζει
χωρίς σκοπό και μέλλον. Μία αλληγορική ιστορία για την αδυναμία του
ανθρώπου μπροστά στον παραλογισμό μιας μάστιγας. 

Σημειώνεται ότι τα δυο τελευταία βιβλία επιστρέφουν τις τελευταίες


εβδομάδες στις λίστες με τα ευπώλητα σε όλο τον κόσμο. 
162

ΚΩΣΤΗΣ ΚΩΣΤΑΣ Π. ΣΤΟΝ ΚΑΙΡΟ ΤΗΣ ΠΑΝΩΛΗΣ


Εικόνες από τις κοινωνίες της ελληνικής
χερσονήσου, 14ος-19ος αιώνας

Η πανώλη είναι η επιδημική ασθένεια που άφησε τα βαθύτερα τραύματα


στη συλλογική συνείδηση των ευρωπαϊκών πληθυσμών, από την εποχή
της επιδημίας της «μαύρης πανούκλας» στον 14ο αιώνα. H αδυναμία
κατανόησης του πολύπλοκου μηχανισμού μετάδοσής της, του οποίου
βασικός κρίκος είναι τα έντομα και οι αρουραίοι, αύξανε τον τρόμο που
προκαλούσε κάθε νέα εμφάνισή της και, καμιά φορά, πέρα από τις
διαστάσεις που δικαιολογούσε ο πραγματικός αριθμός των θυμάτων. Το
βιβλίο του Κ. Κωστή δεν περιορίζεται στην ανακεφαλαίωση των
σημερινών επιστημονικών γνώσεων για την αρρώστια και την προβολή
τους πάνω στο πραγματολογικό υλικό που μας άφησαν πηγές αιώνων.
Αντίθετα, θέση του συγγραφέα είναι ότι δεν μπορούμε να κατανοήσουμε
την πανώλη ως κοινωνικό φαινόμενο παρά μόνο αν λάβουμε υπ’όψιν μας
τις κοσμοθεωρίες και τις νοοτροπίες των ανθρώπων των περασμένων
αιώνων, μέσα στις οποίες εντάσσονται τόσο οι απόψεις τους για τις
ασθένειες όσο και για τα μέσα πρόληψης και θεραπείας. Για τον σκοπό
αυτό, ο συγγραφέας επιδίδεται σε μια συναρπαστική προσπάθεια
αποκωδικοποίησης ενός εντυπωσιακού αριθμού χρονικών, ιατρικών
πραγματειών, απομνημονευμάτων και ιστορικών συγγραφών. Το
συμπέρασμά του ότι οι σημερινές επιστημονικές γνώσεις δεν
δικαιολογούν τη συγκαταβατική αντιμετώπιση της αγωνίας των παλαιών,
ούτε το συναίσθημα ασφάλειας απέναντι στην ασθένεια, επιβεβαιώνεται
τόσο από την πρόσφατη επανεμφάνιση της πανώλης στην Ινδία, όσο και
από τις λεγόμενες «μάστιγες του αιώνα», απέναντι στις οποίες,
τουλάχιστον οι σημερινοί κάτοικοι πολλών περιοχών της γης,  είναι το
ίδιο ανυπεράσπιστοι όπως οι πρόγονοί μας μπροστά στην πανώλη.
163

Πανδημίες και έργα τέχνης: Όταν Καραβάτζιο και


Τιτσιάνο ζωγράφιζαν το… χάος in.gr 19 Μαρτίου
2020,

Τι κι αν τότε η ανθρωπότητα αντιμετώπιζε την πανούκλα παίρνοντας


ανάλογα μέτρα με την σημερινή Καραντίνα, ωστόσο η καθημερινότητα
τότε ήταν πολύ διαφορετική,

Μπορεί στην εποχή του κοροναϊού  να έχει το πάνω χέρι το διαδίκτυο,


καθώς οι αστείες φωτογραφίες, τα viral βίντεο και τα διάφορα challenges
να κατακλύζουν το facebook και το instagram, ωστόσο πριν 500 χρόνια
όλα αυτά τα μέσα δεν υπήρχαν.

Τι κι αν τότε η ανθρωπότητα αντιμετώπιζε την πανούκλα παίρνοντας


ανάλογα μέτρα με την σημερινή Καραντίνα, ωστόσο η καθημερινότητα
τότε ήταν πολύ διαφορετική,

Ίσως αυτός είναι ένας από τους λόγους που οι αριστούχοι της τέχνης μας
άφησαν σπουδαία παρακαταθήκη.

«Αυτά τα αριστουργήματα που θα μπορούσαν να μας παρηγορήσουν»,


γράφει ο Τζόναθαν Τζόουνς στον Guardian, «να μας κάνουν να δούμε
αυτή την ασυνήθιστη στιγμή κάτω από άλλο πρίσμα ή ακόμα και να μας
δώσουν πρακτικές ιδέες για το πώς να την αντιμετωπίσουμε».

Θαυμάστε λοιπόν μερικά από αυτά τα έργα, που θα μπορούσαν ίσως να


μας χρησιμεύσουν ως οδηγοί, αφού ο Ρέμπραντ, ο Τιτσιάνο και ο
Καραβάτζιο είχαν περπατήσει στο ίδιο μονοπάτι πολύ πριν από εμάς.

Κατερίνα ντε Τζουλιάνις: «Χρόνος και Θάνατος» (πριν το 1727)

Η βουβωνική πανώλη άρχισε να εξασθενεί στην Ευρώπη τον 18ο αιώνα.


Το τελευταίο μεγάλο ξέσπασμά της έγινε στη Μασσαλία το 1720. Αυτό
το έργο φρίκης από κερί που έγινε από μια καλόγρια στη Νάπολη δείχνει
πως η ανάμνησή της έμεινε ως ένα τοπίο που είχε καταστραφεί
ολοκληρωτικά από το θάνατο. Όπως και προηγούμενα αριστουργήματα,
για παράδειγμα το χαρακτικό «Χορός του Θανάτου» του Χανς Χόλμπαϊν,
και ο «Θρίαμβος του Θανάτου» του Πίτερ Μπρίγκελ του πρεσβύτερου,
το έργο της ντε Τζουλιάνις είναι ένα απίστευτο όραμα του Θανάτου ως
164

αναρχικού, γράφει ο Τζόναθαν Τζόουνς στον Guardian, που καταστρέφει


όλες τις ανθρώπινες ελπίδες. Αυτό το όραμα και η παράδοση της οποίας
αποτελεί μέρος, μπορούν να ανιχνευθούν στον Μαύρο Θάνατο. Η
ανάμνηση αυτής της πανδημίας δεν έχει διαγραφεί ποτέ.

Καραβάτζιο: «Οι Επτά Πράξεις του Ελέους» (1606-1607)

Ένα από τα πιο τρομερά αποτελέσματα της πρώτης πανδημίας στην


Ευρώπη και των υποτροπών της ήταν ότι οι νεκροί δεν μπορούσαν να
θαφτούν με αξιοπρέπεια. Αυτή ήταν μια βασική «πράξη ελέους» μιας
χριστιανικής κοινότητας, όπως δείχνει ο Καραβάτζιο σ ‘αυτό το σκοτεινό
όραμα ανθρώπων που κάνουν καλές πράξεις στα κακόφημα στενά της
Νάπολης. Στο αριστουργηματικό έργο του, που κοσμεί την αγία τράπεζα
της εκκλησίας Pio Monte della Misericordia στην καρδιά της Νάπολης,
ένας ιερέας κρατάει έναν πυρσό καθώς ένας άνδρας μεταφέρεται για να
ταφεί μέσα στη νύχτα, και μόνο τα πόδια του φαίνονται έξω από το
σάβανό του. Στο εισαγωγικό κεφάλαιο του «Δεκαήμερου», ο Τζιοβάνι
Μποκάτσιο -ο Βοκάκιος, όπως τον εξελληνίσαμε- περιγράφει τον Μαύρο
Θάνατο που είχε ξεσπάσει στη Φλωρεντία δύο χρόνια πριν αρχίσει να
γράφει το μυθιστόρημά του (1350-1355). Η πανώλη που θέρισε το ένα
τρίτο του ευρωπαϊκού πληθυσμού το 1348 δεν εξαίρεσε φυσικά την
γενέτειρα του Βοκάκιου. Η χαρούμενη παρέα -επτά νεαρές γυναίκες και
τρεις νεαροί άνδρες- του «Δεκαήμερου» καταφεύγει σε ένα εξοχικό σπίτι
στα περίχωρα της Φλωρεντίας για να ξεφύγει από το πένθος που ξέσπασε
στην πόλη και τα πτώματα που ήταν παρατημένα στους δρόμους.  Οι
«λάκκοι της πανώλης» που ανακαλύφθηκαν αργότερα γεμάτοι με
σκελετούς επιβεβαιώνουν ότι οι νεκροί πετάχτηκαν σε ομαδικούς
τάφους.

Χέριτ βαν Χόντχορστ: «Άγιος Σεμπαστιανός» (1623)

Αρχηγός του πρώτου συντάγματος των Πρετοριανών, ο Σεβαστιανός


καταδικάστηκε από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Διοκλητιανό σε θάνατο με
δηλητηριασμένα βέλη για τις χριστιανικές του πεποιθήσεις, όταν άρχισε
ο διωγμός των Χριστιανών, το 303μ.Χ. Το σώμα του παρέλαβε μια
ευσεβής χήρα, η Λουκίνα, που ανακάλυψε ότι ανέπνεε και τον φρόντισε
μέχρι που έγινε καλά. Όμως ο Σεβαστιανός μίλησε και πάλι στον
Διοκλητιανό για θέματα πίστης και εκείνος διέταξε την θανάτωσή του με
μαστίγωμα αυτή τη φορά. Ο Σεβαστιανός θεωρείται προστάτης άγιος
κατά της πανούκλας, ενώ στη συνέχεια αναδείχθηκε και σε gay icon,
είναι ο άγιος της ομοφυλοφιλικής κοινότητας. Στο έργο του ο Χόντχορστ
165

καταφέρνει να συνδυάσει και τα δύο στοιχεία. Η Ουτρέχτη, γενέτειρα


του ολλανδού ζωγράφου, χτυπήθηκε από την πανώλη τη δεκαετία του
1620, και ο πίνακας απεικονίζει με πάθος τον άγιο ως εμπνευσμένο ήρωα
θαυματουργής επιβίωσης. Τα βέλη καρφωμένα βαθιά μέσα στη σάρκα
του μοιάζουν θανατηφόρα, ο Σεβαστιανός όμως κατάφερε να επιβιώσει.
Η χλωμή επιδερμίδα, το σκοτεινό σκηνικό και η έντονη βία αυτής της
εικόνας εμπνέονται από τον Καραβάτζιο, του οποίου η τέχνη ενθουσίασε
τον Χόντχορστ όταν πήγε στη Ρώμη.

Ρέμπραντ: «Πορτρέτο της Χέντρικγε Στόφελς» (περίπου 1654)

Είναι ανησυχητικό το γεγονός ότι μερικά από τα μεγαλύτερα έργα τέχνης


του κόσμου τα έχει στοιχειώσει η βουβωνική πανώλη. Η Χέντρικγε
Στόφελς, για παράδειγμα, ήταν ένα από τα θύματά του. Είναι
συγκινητικά ζωντανή στο πορτρέτο που φιλοτέχνησε ο Ρέμπραντ -ήταν
εραστής της- μέσα από το οποίο τα σκούρα μάτια της εκπέμπουν
οικειότητα και ειλικρίνεια. Η Στόφελς ήταν η χήρα του οικονόμου του
κορυφαίου ζωγράφου πριν γίνει σύντροφός του στη ζωή και στη δουλειά
του. Απέκτησε μια κόρη μαζί του και μεγάλωσε τον γιο του Τίτο. Και
όταν ο καλλιτέχνης πτώχευσε, έγινε εκπρόσωπός του και τον κράτησε
όρθιο οικονομικά. Αυτός ο πίνακας του 1654 είναι η μαρτυρία της
αγάπης τους. Μερικά χρόνια αργότερα, το 1663, ένα πλοίο από το Αλγέρι
έφερε την πανούκλα στο Άμστερνταμ, ένα από τα θύματα της οποίας
ήταν και η Στόφελς. Η απώλεια της συνέβαλε στην τραγωδία και την
αγωνία που βλέπουμε στις όψιμες αυτοπροσωπογραφίες του Ρέμπραντ.

Αντόνιο Τζάνκι: «Η Παναγία εμφανίζεται στα θύματα της πανώλης»


(1666)

Ο Αγιος Ρόκκος (υπάρχει ναός του και στα Χανιά, ο οποίος ανήκε στον
βενετικό οίκο των Παολίνι) θεωρείται άγιος θαυματουργός και
προστάτης από την πανώλη. Γεννήθηκε το 1295 στο Μονπελιέ της
Γαλλίας από οικογένεια ευγενών. Εμεινε νωρίς ορφανός, μοίρασε όλα τα
υπάρχοντά του και αφού φόρεσε το ράσο του προσκυνητή κατέληξε στην
Ιταλία, όπου έγινε γνωστός για την αυταπάρνηση που έδειξε βοηθώντας
τους ασθενείς από πανούκλα. Οταν αρρώστησε και ο ίδιος, αποσύρθηκε
σε ένα δάσος περιμένοντας τον θάνατο, που όμως δεν ήρθε γιατί ιάθηκε.
Προς τιμήν του χτίστηκε το «Scuola Grande di San Rocco» στη Βενετία,
μια πόλη όπου οι συνθήκες διαβίωσης την καθιστούσαν κυψέλη της
ασθένειας παρά το γεγονός ότι μπήκε αμέσως σε Καραντίνα. Η λέξη
Καραντίνα, εξάλλου, προέρχεται από τον Ενετικό όρο για τις «40
166

ημέρες», χρονικό διάστημα που έμπαιναν σε κατάσταση εγκλεισμού τα


ξένα πλοία, το 1348. Το «Scuola Grande» μαρτυρεί τα βάσανα της
Βενετίας παρ’ όλες τις προσπάθειές της. Οι τουρίστες πηγαίνουν εκεί
(πήγαιναν, τουλάχιστον μέχρι πρότινος) για να δουν τα έργα του
Τιντορέτο. Αλλά όταν τελειώσει η τωρινή Καραντίνα, αξίζει να
σταματήσουμε στη σκάλα, όπου οι εκπληκτικές τοιχογραφίες του Τζάνκι
καταγράφουν την καταστροφική επιδημία του 1630.

Τιτσιάνο: «Pietà» (1575-6)

Σε αυτή τη συγκινητική ομολογία απελπισίας ένας γέρος άνδρας


προσεύχεται για την επιβίωση του γιου του και τη δική του από μια
επιδημία. Ο Τιτσιάνο ζωγράφισε αυτή την αμυδρά φωτισμένη εικόνα
όταν η Βενετία επλήγη από την πανώλη. Απεικονίζεται o ίδιος
ημίγυμνος, γονατισμένος μπροστά από την Παρθένο Μαρία, που κρατά
στα χέρια της το σώμα του νεκρού Χριστού. Για να καταστήσει εντελώς
σαφές το μήνυμά του, ο μεγάλος ζωγράφος της Αναγέννησης
περιλαμβάνει άλλη μια εικόνα μέσα σε αυτή την εικόνα: μια
ακαλαίσθητη λαϊκή ευχετήρια (ex-voto) επιγραφή, από αυτές που μπορεί
να δει κανείς μέσα σε μια εκκλησία, και ο ίδιος -μαζί με τον γιο του
Οράτσιο στην άκρη αριστερά-  ενώ προσεύχεται, όπως θα το έκανε ένας
απλός χωρικός. Η προσευχή του δεν έπιασε. Ο Τιτσιάνο και ο Οράτσιο
πέθαναν και οι δύο στην επιδημία της πανώλης του 1576.

Σαλβατόρ Ρόζα: «Ο εύθραυστος άνθρωπος» (περίπου 1656)

Ολες οι πόλεις της Πρώιμης Νεότερης Ευρώπης υπέφεραν από επιδημίες


που επανέρχονταν συνεχώς και μπορούσαν να σκοτώσουν το 10-50% του
πληθυσμού τους. Θεωρείται ότι τουλάχιστον οι μισοί κάτοικοι της
Νάπολης – περισσότεροι από 200.000 άνθρωποι – πέθαναν από πανώλη
το 1656. Το έργο του Ρόζα είναι μια αναφορά από την πρώτη γραμμή του
θανάτου. Και μπορεί να το δει κανείς ως την απόλυτη μακάβρια δήλωση:
ένα νεογέννητο μωρό υπογράφει μια συμφωνία με τον Θάνατο
αναγνωρίζοντας ότι η ανθρώπινη ύπαρξη είναι άθλια και σύντομη. Ο
Θάνατος είναι ένας τρομακτικός σκελετός με φτερά που υψώνονται μέσα
στο επιτάφιο σκοτάδι του πίνακα. Ο Ρόζα επέζησε από την επιδημία της
πανώλης του 1656, έχασε, όμως τον μικρό του γιο, τον αδελφό του και
την αδερφή του, τον σύζυγό της και τα πέντε παιδιά τους. Το νήπιο του
πίνακα είναι ο γιος του Ροζάλντο, που δέχεται την κυριαρχία του
θανάτου.
167

Αλμπρεχτ Ντύρερ: «Οι τέσσερις Ιππείς της Αποκάλυψης» (1498)

Ο Θάνατος και τα τρία πρωτοπαλίκαρά του γυρίζουν στον κόσμο,


συντρίβοντας ιερείς και αγρότες κάτω από τις οπλές των αλόγων τους.
Αυτή η ξυλογραφία εμπνευσμένη από το βιβλίο της Αποκάλυψης
παρουσιάζει τους τρεις χειρότερους δολοφόνους της ανθρωπότητας: τον
πόλεμο, τον λιμό και την πανούκλα. Ο ιππέας με τη ζυγαριά πιθανότατα
αντιπροσωπεύει την επιδημία, αν και μερικές φορές ταυτίζεται με τον
τοξότη, αφού τα βέλη μιας απειλητικής αρρώστιας είναι αόρατα,
εκτοξεύονται από απόσταση και χωρίς προειδοποίηση. Στον κόσμο του
Ντύρερ, αυτός ήταν ο πιο φοβερός από τους ιππείς. Το 1347, τα
γενοβέζικα πλοία επιστρέφοντας από την Κριμαία έφεραν στην Ευρώπη
μια καταστροφική επιδημία πανούκλας. Τα επόμενα χρόνια, ο Μαύρος
Θάνατος, όπως λεγόταν επίσης η πανώλη ή πανούκλα, σκότωσε
τουλάχιστον το ένα τρίτο της ηπείρου. Μετά από εκείνη την πρώτη
πανδημία, η πανούκλα επέστρεψε πολλές φορές στις ευρωπαϊκές πόλεις.
Πρόσφατες εξετάσεις DNA σε σκελετούς από το Λονδίνο και αλλού
επιβεβαιώνουν ότι όλα αυτά τα κρούσματα οφείλονταν σε βουβωνική
πανώλη, που προκλήθηκε από το βακτήριο Yersinia pestis.

15 Πανδημίες που άλλαξαν τον ρου της ιστορίας.


Πηγή: https://www.sa SanSimera.gr

Πανώλη, χολέρα, λέπρα, ευλογιά, γρίπη... Μία λίστα με τις πιο


σημαντικές πανδημίες που εξολόθρευσαν χιλιάδες ή ακόμα και
εκατομμύρια ανθρώπους.

Στον τομέα των μολυσματικών ασθενειών, μία πανδημία είναι η


χειρότερη δυνατή περίπτωση. Όταν μια επιδημία εξαπλώνεται πέρα από
τα σύνορα μιας χώρας, τότε η ασθένεια γίνεται επίσημα πανδημία.

Οι μεταδοτικές ασθένειες υπήρξαν και κατά τη διάρκεια της ανθρώπινης


ιστορίας, όπου κυριαρχούσε ο κυνηγός – συλλέκτης. Η στροφή, όμως,
προς την αγροτική ζωή πριν από περίπου 10.000 χρόνια δημιούργησε
κοινότητες που ήταν επιρρεπείς στις επιδημίες. Η ελονοσία, η
φυματίωση, η λέπρα, η γρίπη, η ευλογιά και άλλες μολυσματικές
ασθένειες εμφανίστηκαν για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια αυτής της
περιόδου.
168

Όσο εκπολιτιζόταν ο άνθρωπος, οικοδομώντας πόλεις, ανοίγοντας


εμπορικούς δρόμους και διεξάγοντας πολέμους, τόσο πιο πιθανές ήταν οι
πανδημίες. Σε αυτή τη λίστα παρουσιάζουμε κάποιες από τις σημαντικές
πανδημίες που εξολόθρευσαν μεγάλο αριθμό ανθρώπων και άλλαξαν τον
ρου της ιστορίας.

15. Ο Λοιμός της Αθήνας (430 π.Χ.)


"Λοιμός σε αρχαία πόλη", πίνακας του Μίχιελ Σβέιρτς (17ος αιώνας), ο
οποίος θεωρείται πως αναφέρεται στο Λοιμό των Αθηνών.

Η παλαιότερη καταγεγραμμένη πανδημία συνέβη κατά τη διάρκεια του


Πελοποννησιακού Πολέμου. Αφού η ασθένεια πέρασε από τη Λιβύη, την
Αιθιοπία και την Αίγυπτο, διέσχισε τα αθηναϊκά τείχη, τα οποία
πολιορκούσαν οι Σπαρτιάτες. Τουλάχιστον τα δύο τρίτα του πληθυσμού
της Αθήνας έχασαν τη ζωή τους.

Τα συμπτώματα περιελάμβαναν πυρετό, δίψα, αιμόπτυση και δερματικές


αλλοιώσεις. Η ασθένεια, που ήταν μάλλον τυφοειδής πυρετός,
εξασθένησε σημαντικά τους Αθηναίους και ήταν ένας σημαντικός
παράγοντας για την ήττα τους από τους Σπαρτιάτες.

14. Ο Λοιμός των Αντωνίνων (165)


Ο άγγελος του θανάτου χτυπά μία πόρτα κατά τη διάρκεια του Λοιμού
των Αντωνίνων. Πίνακας του Jules-Elie Delaunay (1869)

Ο Λοιμός των Αντωνίνων ήταν πιθανώς μια πρώιμη εμφάνιση της


ευλογιάς, που ξεκίνησε από τους Ούννους. Οι Ούννοι μόλυναν τους
Γερμανούς, οι οποίοι με τη σειρά του μόλυναν τους Ρωμαίους
στρατιώτες που βρίσκονταν στις περιοχές τους. Επιστρέφοντας οι
στρατιώτες στις πατρίδες τους συνέβαλαν καθοριστικά στην εξάπλωση
της ασθένειας.

Τα συμπτώματα περιελάμβαναν πυρετό, πονόλαιμο, διάρροια και, εάν ο


ασθενής ζούσε αρκετά καιρό, πυώδεις πληγές. Η πανδημία αυτή
συνεχίστηκε έως το 180. Από τα επιφανή θύματα της πανδημίας ήταν και
δυο Ρωμαίοι αυτοκράτορες, ο Λούκιος Βέρος και ο πιο γνωστός από το
φιλοσοφικό του έργο Μάρκος Αυρήλιος.

Η πανδημία πήρε το όνομά της από δυναστεία των Αντωνίνων που


κυβερνούσε τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Είναι γνωστή και ως ο Λοιμός
του Γαληνού, από το όνομα του Έλληνα γιατρού που πρώτος την
περιέγραψε.
169

13. Ο Λοιμός του Κυπριανού (250)

Η πανδημία αυτή πήρε το όνομά της από το πιο γνωστό της θύμα, τον
επίσκοπο Καρθαγένης Κυπριανό. Τα συμπτώματα περιλάμβαναν
διάρροια, εμετό, έλκη στο λαιμό, πυρετό και γάγγραινα στα χέρια και τα
πόδια. Οι κάτοικοι εγκατέλειψαν την πόλη για να σωθούν, αλλά
προκάλεσαν την εξάπλωση της πανδημίας.

Ενδεχομένως η πανδημία ξεκίνησε από την Αιθιοπία. Στη συνέχεια,


όμως, μέσω της Βόρειας Αφρική πέρασε στη Ρώμη και βορειότερα.
Υπήρχαν εστίες της πανδημίας και τους επόμενους τρεις αιώνες. Το 444
έπληξε τη Βρετανία και εμπόδισε τις αμυντικές προσπάθειες των Άγγλων
εναντίον των Πίκτων και των Σκώτων, με συνέπεια οι ντόπιοι να
ζητήσουν τη βοήθεια των Σαξώνων, οι οποίοι σύντομα απέκτησαν τον
έλεγχο του Νησιού.

12. Ο Λοιμός του Ιουστινιανού (541)


Ο Άγιος Σεμπαστιάν προσεύχεται για τα θύματα της πανώλης. Πίνακας
του Josse Lieferinxe (περί το 1498)

Αρχικά εμφανίστηκε στην Αίγυπτο και στη συνέχεια εξαπλώθηκε μέσω


της Παλαιστίνης στα λοιπά εδάφη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και σε
ολόκληρη τη Μεσόγειο.

Ο λοιμός άλλαξε την πορεία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας,


ανατρέποντας τα σχέδια του αυτοκράτορα Ιουστινιανού για την
επανάκτηση των δυτικών περιοχών της αυτοκρατορία και προκαλώντας
τεράστια οικονομικά προβλήματα. Πιστεύεται, επίσης, ότι δημιούργησε
μια ατμόσφαιρα Αποκάλυψης που συνετέσε στην ταχύτερη εξάπλωση
του Χριστιανισμού.

Οι επανεμφανίσεις της τους επόμενους δύο αιώνες προκάλεσε τον


θάνατο 50 εκατομμυρίων ανθρώπων, το 26% του παγκόσμιου
πληθυσμού. Θεωρείται ότι είναι η πρώτη σημαντική εμφάνιση της
βουβονικής πανώλης, η οποία χαρακτηρίζεται από μεγέθυνση του
λεμφικού αδένα, μεταφέρεται από του αρουραίους και εξαπλώνεται με
τους ψύλλους.

11. Λέπρα (11ος αιώνας)

Παρόλο που ήταν γνωστή από αρχαιοτάτων χρόνων, η λέπρα εξελίχθηκε


σε πανδημία στην Ευρώπη κατά τον Μεσαίωνα, με αποτέλεσμα την
κατασκευή πολλών ειδικών εγκαταστάσεων (λεπροκομείων) για να
απομονώσουν τον τεράστιο αριθμό των πασχόντων.
170

Μία αργά αναπτυσσόμενη βακτηριακή ασθένεια, που προκαλεί πληγές


και παραμορφώσεις, η λέπρα θεωρήθηκε ως τιμωρία από τον Θεό. Αυτή
η δοξασία οδήγησε σε ηθικές κρίσεις και εξοστρακισμό των θυμάτων.
Γνωστή ως ασθένεια του Χάνσεν στις μέρες μας, εξακολουθεί να
προσβάλλει δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους ετησίως, αλλά είναι ιάσιμη.

10. Ο Μαύρος Θάνατος (1350)

Υπεύθυνος για το θάνατο του ενός τρίτου του παγκόσμιου πληθυσμού,


αυτή η δεύτερη εμφάνιση της βουβωνικής πανώλης άρχισε ενδεχομένως
από την Ασία και κινήθηκε δυτικά με τα εμπορικά καραβάνια. Εισήλθε
μέσω της Σικελίας το 1347, όταν έφτασαν φορείς της ασθένειας στο
λιμάνι της Μεσσήνης, και γρήγορα εξαπλώθηκε σε όλη την Ευρώπη.

Η Αγγλία και η Γαλλία επλήγησαν τόσο πολύ που κήρυξαν εκεχειρία


στον μεταξύ τους πόλεμο. Το βρετανικό φεουδαρχικό σύστημα
κατέρρευσε όταν η ασθένεια άλλαξε τις οικονομικές συνθήκες και τα
δημογραφικά δεδομένα. Βορειότερα οι Βίκινγκς έχασαν τη στρατιωτική
τους ισχύ και οι εξερευνήσεις τους στη Βόρεια Αμερική σταμάτησαν.

9. Η Κολομβιανή Ανταλλαγή (1492)


H άφιξη του Χριστόφορου Κολόμβου στον Νέο Κόσμο. Πίνακας του
Frederick Kemmelmeyer (1760–1821)

Ο όρος «Κολομβιανή Ανταλλαγή» εμφανίζεται για πρώτη φορά το 1972


από τον Αμερικανό καθηγητή Ιστορίας και Γεωγραφίας Άλφρεντ
Κρόσμπι στο βιβλίο του τίτλο «Η Κολομβιανή Ανταλλαγή» («The
Columbian Exchange») για να περιγράψει τις πολιτισμικές και βιολογικές
επιρροές μεταξύ των πληθυσμών των Ευρωπαίων και των ιθαγενών του
Νέου Κόσμου. Έκτοτε επικράτησε ως όρος στην επιστήμη και τη
δημοσιογραφία.

Μετά την άφιξη των Ισπανών κονκισταδόρες στην Καραϊβική, οι


ασθένειες όπως η ευλογιά, η ιλαρά και η βουβωνική πανώλη,
μεταδόθηκαν στους ιθαγενείς πληθυσμούς. Οι μεταδοτικές αυτές
ασθένειες εξολόθρευσαν το 90% των ιθαγενών σε Βόρεια και Νότια
Αμερική. Κατά την άφιξή του στο νησί της Ισπανιόλας (σήμερα
περιλαμβάνει τα κράτη Αϊτή και Δομηνικανή Δημοκρατία), το 1492, ο
Χριστόφορος Κολόμβος και οι άνδρες του ήλθαν σε επαφή με τη φυλή
των Ταϊνό, που αριθμούσε 60.000 ανθρώπους. Το 1548 είχαν απομείνει
μόνο 500.
171

Το σενάριο αυτό επαναλήφθηκε σε ολόκληρη την Αμερική. Το 1520 η


αυτοκρατορία των Αζτέκων καταστράφηκε από την ευλογιά που
μετέφεραν οι Αφρικανοί σκλάβοι. Βρετανική έρευνα το 2019 κατέληξε
στο συμπέρασμα ότι η εξολόθρευση περίπου 56 εκατομμυρίων ιθαγενών
Αμερικανών τον 16ο και τον 17ο αιώνα, από μολυσματικές ασθένειες,
ενδέχεται να άλλαξε το κλίμα της Γης, καθώς η ανάπτυξη της βλάστησης
σε προηγουμένως καλλιεργημένες εκτάσεις, μετέφερε περισσότερο
διοξείδιο του άνθρακα από την ατμόσφαιρα και προκάλεσε ψυχρό
συμβάν, γνωστό στην επιστημονική κοινότητα «Μικρή Εποχή των
Παγετώνων» («Little Ice Age»).

8. Ο Μεγάλος Λοιμός του Λονδίνου (1665)

Στη δεύτερη καταγεγραμμένη εμφάνισή της, η βουβωνική πανώλη


οδήγησε στο θάνατο του 20% του πληθυσμού του Λονδίνου. Καθώς οι
θάνατοι αυξάνονταν και οι μαζικοί τάφοι έκαναν την εμφάνισή τους,
εκατοντάδες χιλιάδες γάτες και σκυλιά σφαγιάστηκαν ως πιθανή αιτία
και η ασθένεια εξαπλώθηκε μέσω των λιμανιών κατά μήκος του Τάμεση.
Την καταστροφή ήλθε να αποτελειώσει η Μεγάλη Φωτιά του Λονδίνου,
το φθινόπωρο του 1666.

7. Η πρώτη πανδημία χολέρας (1817)

Η πρώτη από τις επτά πανδημίες της χολέρας τα επόμενα 150 χρόνια,
προήλθε από τη Ρωσία, όπου ένα εκατομμύριο άνθρωποι έχασαν τη ζωή
τους. Εξαπλώθηκε μέσα από το νερό και τις τροφές που είχαν μολυνθεί
από τα περιττώματα και το βακτήριο μεταφέρθηκε από Βρετανούς
στρατιώτες στην Ινδία, όπου πέθαναν εκατομμύρια άνθρωποι.

Η εμβέλεια της βρετανικής αυτοκρατορίας και του ναυτικού της


προκάλεσε την εξάπλωση της χολέρας στην Ισπανία, την Αφρική, την
Ινδονησία, την Κίνα, την Ιαπωνία, την Ιταλία, τη Γερμανία και την
Αμερική, όπου σκότωσε 150.000 ανθρώπους. Ένα εμβόλιο ήταν
διαθέσιμο το 1885, αλλά οι πανδημίες συνεχίστηκαν.

6. Η τρίτη πανδημία βουβωνικής πανώλης (1855)

Ξεκινώντας από την Κίνα και μετακομίζοντας στην Ινδία και το Χονγκ
Κονγκ, η βουβωνική πανώλη προκάλεσε 15 εκατομμύρια θύματα.
Αρχικά εξαπλώθηκε μέσω των ψύλλων από την επαρχία Γιουνάν και
θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους παράγοντας που προκάλεσε
δύο σημαντικές εμφύλιες διαμάχες στην Κίνα.
172

Η Ινδία αντιμετώπισε τις σημαντικότερες ανθρώπινες απώλειες και η


επιδημία χρησιμοποιήθηκε ως δικαιολογία για κατασταλτικές πολιτικές
από τους Βρετανούς αποικιοκράτες. Η πανδημία θεωρήθηκε ενεργή έως
το 1960, όταν τα κρούσματα έπεσαν κάτω από τα 200.

5. Η πανδημία ιλαράς στα Φίτζι (1875)

Ένα χρόνο αφότου τα νησιά Φίτζι του Νοτίου Ειρηνικού εντάχθηκαν στη
Βρετανική Αυτοκρατορία, μία ομάδα ντόπιων προεστών επισκέφθηκε
την Αυστραλία. Επιστρέφοντας στην πατρίδα τους έφεραν μαζί τους και
την ασθένεια. Η ιλαρά εξαπλώθηκε με απίστευτη ταχύτητα και μέσα σε
έξι μήνες αφάνισε το ένα τρίτο των κατοίκων των Φίτζι, συνολικά 40.000
άτομα.

4. Η Ρωσική Γρίπη (1889)


Σκίτσο του σατιρικού περιοδικού "Le Grelot" του Παρισιού, που
απεικονίζει ένα θύμα της ρωσικής γρίπης, περιτριγυρισμένο από ένα
χορό γιατρών και φαρμακοποιών.

Η πρώτη σημαντική πανδημία γρίπης ξεκίνησε από τη Σιβηρία και το


Καζακστάν, ταξίδεψε στη Μόσχα, στη Φινλανδία και την Πολωνία, όπου
μεταφέρθηκε στην υπόλοιπη Ευρώπη. Μέχρι το επόμενο έτος, μέσω του
Ατλαντικού Ωκεανού έπληξε τη Βόρεια Αμερική και την Αφρική. Έως το
τέλος του 1890, 360.000 άνθρωποι είχαν χάσει τη ζωή τους.

3. Η Ισπανική Γρίπη (1918)


Στρατιώτες με ισπανική γρίπη σε νοσοκομείο του Κάνσας

Η γρίπη των πτηνών που οδήγησε σε 50 εκατομμύρια θανάτους


παγκοσμίως, φαίνεται ότι προήλθε από την Κίνα και μεταδόθηκε από
Κινέζους εργάτες που μεταφέρονταν σιδηροδρομικώς μέσω του Καναδά
προς την Ευρώπη. Στη Βόρεια Αμερική, η γρίπη εμφανίστηκε για πρώτη
φορά στο Κάνσας στις αρχές του 1918 και στην Ευρώπη την άνοιξη της
ίδιας χρονιάς.

Την ονομασία της «ισπανική γρίπη», την οφείλει στις δημοσιογραφικές


αναφορές για την έξαρση της ασθένειας στη Μαδρίτη. Η απειλή της
ισπανικής γρίπης εξαφανίστηκε το καλοκαίρι του 1919, όταν το
μεγαλύτερο μέρος των ασθενών είχε αναπτύξει ανοσία ή είχε πεθάνει.

2. Η Ασιατική Γρίπη (1957)


Εκατοντάδες σπουδαστές άρρωστοι με ασιατική γρίπη σε ιατρείο
έκτακτης ανάγκης
173

Ξεκίνησε από το Χονγκ Κονγκ και γρήγορα εξαπλώθηκε σε ολόκληρη


την Κίνα και έπειτα στις Ηνωμένες Πολιτείες. Στην Ευρώπη η Μεγάλη
Βρετανία ήταν αυτή που επλήγη περισσότερο με 14.000 νεκρούς μέσα σε
έξι μήνες. Ένα δεύτερο κύμα της ασιατικής γρίπης ακολούθησε στις
αρχές του 1958, προκαλώντας συνολικά περίπου 1, 1 εκατομμύρια
θανάτους παγκοσμίως, με 116.000 θανάτους μόνο στις ΗΠΑ.
Δημιουργήθηκε εμβόλιο που περιόρισε σημαντικά την πανδημία.

1. Η μάστιγα του AIDS (1981)

Το AIDS, που ταυτοποιήθηκε το 1981, καταστρέφει το ανοσοποιητικό


σύστημα ενός ατόμου, με αποτέλεσμα τον θάνατό του από ασθένειες που
το σώμα συνήθως καταπολεμά. Όσοι έχουν μολυνθεί από τον ιό HIV
αντιμετωπίζουν πυρετό, πονοκέφαλο και διογκωμένους λεμφαδένες.

Το AIDS παρατηρήθηκε για πρώτη φορά στις αμερικανικές κοινότητες


των ομοφυλοφίλων, αλλά πιστεύεται ότι αναπτύχθηκε από έναν ιό
χιμπατζή από τη Δυτική Αφρική τη δεκαετία του 1920. Η ασθένεια, η
οποία διαδίδεται μέσω ορισμένων σωματικών υγρών, μεταφέρθηκε στην
Αϊτή τη δεκαετία του 1960, στη Νέα Υόρκη και το Σαν Φρανσίσκο τη
δεκαετία του 1970.

Τα επόμενα χρόνια αναπτύχθηκαν θεραπείες που επιβραδύνουν την


πρόοδο της νόσου, αλλά 35 εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο
έχουν πεθάνει από AIDS.

Ελληνική Ιστορία και Προϊστορία - Greek History


and Prehistory 3 Μαρτίου 2018 ·
Ή ΠΑΝΩΛΗ ΤΟΥ ΙΟΥΣΤΙΑΝΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΩΝ : Ο
ΒΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΟΥ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΟΥ
ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ Ή ΚΑΤΑΚΤΗΣΗ ΤΟΥ ΑΠΟ ΑΡΑΒΕΣ ΚΑΙ
ΤΟΥΡΚΟΥΣ
Η Πανώλη του Ιουστινιανού (541-542) ήταν μια πανδημία που έπληξε
την Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, και ιδιαίτερα την πρωτεύουσα
της την Κωνσταντινούπολη, επίσης την αυτοκρατορία των Σασσανιδών,
και της παραθαλάσσιες πόλεις σε όλη την λεκάνη της Μεσόγειου. Ήταν
μια από τις μεγαλύτερες πληγές στο ιστορία, αυτή η καταστροφική
πανδημία προκάλεσε το θάνατο περίπου 25 εκατομμύριον ανθρώπων
(πρώτο κρούσμα) με 50.000.000 μετά από δύο αιώνες από το πρώτο
κρούσμα. Ο αριθμός των θανάτων είναι αβέβαιος. Οι σύγχρονοι
μελετητές πιστεύουν ότι η πανούκλα σκότωνε πάνω από 5.000 άτομα την
174

ημέρα στην Κωνσταντινούπολη κατά την κορύφωση της πανδημίας. Η


αρχική πανούκλα σκότωσε τελικά ίσως το 40% των κατοίκων της πόλης
και προκάλεσε το θάνατο έως και του ενός τέταρτου του ανθρώπινου
πληθυσμού της Ανατολικής Μεσογείου. Τα συχνά μετέπειτα κύματα της
πανώλης συνέχισαν να εμφανίζονται κατά τη διάρκεια των 6ου, 7ου και
8ου αιώνα, με την ασθένεια να γίνεται πιο περιορισμένη γεωγραφικά και
λιγότερο λοιμογόνα. Αυτή η επιδημία φαίνεται να έχει αφήσει ένα ίχνος
στο γονιδίωμα του Y. pestis μόνη της. Μετά την τελευταία επανεμφάνιση
κατά το 750, οι πανδημίες της κλίμακα της πανούκλας του Ιουστινιανού
δεν εμφανίστηκαν ξανά στην Ευρώπη μέχρι τον Μαύρο Θάνατο του
14ου αιώνα. Περίπου στα 540 μ.Χ., μια ασθένεια που λέγεται πως
προήλθε από αρουραίους στην Αίγυπτο που ήταν ο σιτοβολώνας του
κόσμου της Μεσογείου εξαπλώθηκε στην Βυζαντινή πρωτεύουσα στην
Κωνσταντινούπολη, όπου, πέθαιναν 5.000 την ημέρα και σκότωσε
σχεδόν το ήμισυ του πληθυσμού της "αρχαίας μητρόπολης". Από εκεί, η
πανούκλα κινήθηκε ανατολικά και δυτικά, γινόμενη η πιο θανατηφόρα
πανδημία στην γνωστή αρχαιότητα. Μισό αιώνα μετά την έναρξή της,
περίπου 25 έως και 100 εκατομμυρια στην Ευρώπη και την Ασία είχαν
πεθάνει. Ή ζημιά ήταν τόσο μεγάλη για την Περσική και την Βυζαντινή
Αυτοκρατορία που τους καθιστούσε ευάλωτους στις μουσουλμανικές
κατακτήσεις του επόμενου αιώνα. Η καταστροφή που προκάλεσε η
πανούκλα μας έβαλε στην περίοδο που είναι γνωστή ως οι Σκοτεινοί
Αιώνες στην Ευρώπη. Ονόμασαν αυτήν την μάστιγα ως περιστατικό του
αυτοκράτορα Ιουστινιανού Α ' της Ανατολικής Ρωμαϊκής αυτοκράτορίας,
ο οποίος ήταν αυτοκράτορας κατά το χρόνο της αρχικής έκρηξης που
προσβλήθηκε από τη νόσο ο ίδιος και όμως επέζησε. Ο βυζαντινός
ιστορικός Προκόπιος ανέφερε για πρώτη φορά την επιδημία στα 541 από
το λιμάνι του Πηλούσιου, κοντά στο Σουέζ στην Αίγυπτο. Ο Προκόπιος,
σε ένα απόσπασμα που ακολουθεί κατά πόδας τον Θουκυδίδη,
καταγράφει ότι στο αποκορύφωμά της η νόσος σκότωνε 10.000
ανθρώπους καθημερινά στην Κωνσταντινούπολη.
Οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της πανούκλας για την ευρωπαϊκή
ιστορία ήταν τεράστιες. Καθώς η νόσος εξαπλώθηκε σε πόλεις με
λιμάνια γύρω από τη Μεσόγειο, οι Γότθοι αναζωογονήθηκαν και η
σύγκρουσή τους με την Κωνσταντινούπολη εισήλθε σε μια νέα φάση.
Μέχρι και το 40% της Κωνσταντινούπολης λέγεται ότι αποδεκατίστηκε,
κατά συνέπεια δημιούργησε έλλειψη εργατικού δυναμικού και αύξηση
των μισθών. Η έλλειψη εργατικού δυναμικού, επίσης, οδήγησε σε
σημαντική αύξηση του αριθμού των «βάρβαρων» στα βυζαντινά
στρατεύματα, μετά τις αρχές της δεκαετίας του 540. Η πανούκλα
175

αποδυνάμωσε τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία σε κρίσιμο σημείο, όταν τα


στρατεύματα του Ιουστινιανού είχε σχεδόν καταλάβει όλη την Ιταλία και
τη δυτική ακτή της Μεσογείου. Αυτή η εξέλιξη της κατάκτησης θα
επανένωνε τον πυρήνα της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας με την
Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Παρά το γεγονός ότι η κατάκτηση
συνέβη το 554, η επανένωση δεν κράτησε πολύ. Στο 568, οι Λομβαρδοί
εισέβαλαν στην βόρεια Ιταλία, νίκησαν τον μικρό βυζαντινό στρατό που
είχε μείνει πίσω, και ίδρυσε το Βασίλειο των Λομβαρδών. Έτσι ξεκίνησε
ο κατακερματισμός της Ιταλίας, ο οποίος διήρκεσε μέχρι το Risorgimento
του 19ου αιώνα. Η πανούκλα μπορεί να συνέβαλε επίσης στην επιτυχία
των Αράβων μερικές γενιές αργότερα στους Βυζαντινούς-Αραβικούς
Πολέμους. Η αρχική πανούκλα σκότωσε τελικά ίσως το 40% των
κατοίκων της πόλης και προκάλεσαν το θάνατο έως και το ένα τέταρτο
του ανθρώπινου πληθυσμού της Ανατολικής Μεσογείου. Οι
Αραβοβυζαντινοί πόλεμοι ήταν μια σειρά από πολέμους μεταξύ των
Αράβων και των Βυζαντινών από το 629 έως το 1050. Ξεκίνησαν κατά
την αρχική φάση της μουσουλμανικής κατάκτησης υπό την ηγεσία των
Ρασιντούν και των Ομεϋαδών τον 7ο αιώνα και συνεχίστηκαν από τους
διαδόχους τους έως τα μέσα του 11ου αιώνα. Με την έξοδο των Αράβων
από την Αραβική χερσόνησο κατά το 629-30 οι Βυζαντινοί απώλεσαν
αμέσως τις νότιες επαρχίες τους, Συρία, Παλαιστινη και Αίγυπτο. Κατά
τη διάρκεια των επόμενων πενήντα χρόνων οι Άραβες θα έκαναν συχνές
επιδρομές στη Μικρά Ασία, θα απειλούσαν δύο φορές την πρωτεύουσα
των Βυζαντινών Κωνσταντινούπολη και θα κατακτούσαν την Εξαρχία
της Αφρικής. Κατακτήθηκε η Αρμενία, ο Καυκασος, η Μεσοποταμια και
όλη η Βόρεια Αφρική. Η κατάσταση σταθεροποιήθηκε μόνο μετά τη
Δεύτερη πολιορκία της Κωνσταντινούπολης από τους Άραβες (717-718),
όταν η Οροσειρά του Ταύρου αποτέλεσε το σύνορο μεταξύ Βυζαντινών
και Αράβων και οι σχέσεις των δυο αυτοκρατοριών εξομαλύνθηκαν στο
βαθμό ανταλλαγής διπλωματικών αντιπροσωπειών και τήρησης
παρατεταμένων περιόδων ανακωχής.
Με τον όρο Μαύρη πανώλη ή Μαύρος θάνατος αναφέρεται η πανδημία
των ετών 1348 - 1353, η οποία ήταν από τις πλέον καταστροφικές στην
παγκόσμια ιστορία. Ο συνολικός ανθρώπινος απολογισμός της,
υπολογίζεται σε 75 έως 100 εκατομμύρια νεκρούς στην Ευρώπη και στην
Ασία. Μάλιστα εκτιμάται ότι μείωσε τότε τον παγκόσμιο πληθυσμό από
450 εκατομμύρια σε 350 - 375 εκατομμύρια. Οι πρώτες επίσημες
καταγραφές της πανδημίας ξεκίνησαν τον Οκτώβριο του 1347, όταν
γενοβέζικα εμπορικά πλοία από το λιμάνι της Κάφας στην Μαύρη
Θάλασσα, που προσέγγισαν το λιμάνι της Μεσσήνης στη Σικελία, γεμάτα
176

ετοιμοθάνατους και νεκρούς, μετέφεραν στην Ευρώπη την ασθένεια της


πανώλης. Η ασθένεια αυτή είχε δύο μορφές: τη βουβωνική (ή σηψαιμική)
και την πνευμονική. Μεταδιδόταν ακαριαία και βοηθούμενη από τις
κακές συνθήκες υγιεινής, την έλλειψη ιατρικών γνώσεων της εποχής και
τις επακόλουθες δεισιδαιμονικές προλήψεις, στις αρχές του 1348 είχε
ήδη διαδοθεί από την Ιταλία, σε όλη την κεντρική Γαλλία, μέχρι τον
χειμώνα του ιδίου έτους στην νότια Αγγλία και στη συνέχεια στις Κάτω
Χώρες. Συνέπεια της επιδημίας ήταν να χαθεί σχεδόν το ένα τρίτο του
πληθυσμού της Ευρώπης. Η επιδημία ξαναχτύπησε και στα επόμενα
χρόνια του 14ου αιώνα, με μικρά χρονικά διαλείμματα, αναιρώντας έτσι
ολοκληρωτικά την δημογραφική αύξηση που είχε σημειωθεί στα μέσα
του 13ου αιώνα και ο παγκόσμιος πληθυσμός επανήλθε στα επίπεδα πριν
το 1347 μόλις τον 17ο αιώνα. Η πανδημία προκλήθηκε πιθανώς από το
εντεροβακτήριο Yersinia pestis, που ενδημεί σε πληθυσμούς της
κεντρικής Ασίας. Η δημοφιλέστερη θεωρία για την έναρξή της είναι ότι
προήλθε από τις στέππες της Μογγολίας, μέσω σταυροφόρων που
επέστρεφαν από την Μέση Ανατολή, αν και υπάρχει επίσης η άποψη ότι
προήλθε από τη βόρεια Ινδία. Πιθανώς μεταφέρθηκε από τις μογγολικές
στρατιές και εμπόρους που ακολουθούσαν το δρόμο του μεταξιού.
Πολυάριθμοι παράγοντες οδήγησαν τον πληθυσμό της Ευρώπης να
τετραπλασιαστεί από το 900 ως το 1300. Η ευρωπαϊκή κοινωνία πριν το
1300 διέθετε εξοπλισμένα πανεπιστήμια, ανέγειρε επιβλητικούς
γοτθικούς καθεδρικούς ναούς, και γενικώς βίωνε μια λογοτεχνική και
καλλιτεχνική περίοδο άνθησης. Ήδη πριν την εμφάνιση της πανώλης
συνέβησαν κρίσιμες εξελίξεις. Από το 1290 πολλές περιοχές της
Ευρώπης επλήγησαν από διαρκείς λιμούς, κατά κύριο λόγο εξαιτίας μιας
περιοδικής ψύχρανσης του κλίματος, που ονομάστηκε Μικρή Εποχή
Παγετώνων και διήρκεσε τέσσερις αιώνες. Το 1345 άρχισαν τα πρώτα
συμπτώματα στην πόλη Σαράι στον κάτω ρου του Βόλγα και πολύ
σύντομα στην Κριμαία. Το 1346 αρρώστησαν και οι πρώτοι κάτοικοι του
Αστραχάν. Παράλληλα, το ίδιο έτος, η ασθένεια έφτασε στα σύνορα της
τότε Ευρώπης: η Χρυσή Ορδή πολιορκούσε την από τους Γενοβέζους
κρατούμενη βυζαντινή πόλη Κάφα (Θεοδοσία), που βρίσκεται στην
Κριμαία. Μαζί με τη Χρυσή Ορδή ήρθε και η πανώλη. Υπάρχουν
αναφορές πως οι πολιορκητές έδεναν πτώματα ανθρώπων που υπέκυψαν
από την πανώλη, πάνω σε καταπέλτες και εν συνεχεία τα εκσφενδόνιζαν
μέσα στην πολιορκημένη πόλη. Αν και οι κάτοικοι της Κάφα (Θεοδοσία)
έριξαν όλα αυτά τα πτώματα κατευθείαν στη θάλασσα, ωστόσο μπορεί
κανείς εύκολα να καταλάβει πως η πανώλη πέρασε στους κατοίκους της
Κάφα (Θεοδοσίας) . Με την προώθηση της πανώλης στην Κάφα η
177

ασθένεια κατέληξε στο πολυδιακλαδωμένο εμπορικό δίκτυο των


Γενοβέζων, το οποίο εκτεινόταν σε όλη την Μεσόγειο. Μεταφερόμενη με
καράβια, η πανώλη χτύπησε το 1347 την Κωνσταντινούπολη, το Κάιρο
και την Μεσσήνη στη Σικελία. Από αυτά τα μέρη εξαπλώθηκε στα
επόμενα τέσσερα χρόνια σε όλη την υπόλοιπη Ευρώπη. Ο Μαύρος
Θάνατος άφησε ωστόσο κάποιες περιοχές της Ευρώπης σχεδόν ανέπαφες
από το καταστροφικό πέρασμα του την ίδια στιγμή που ολόκληρα
κομμάτια γης σε άλλες περιοχές ερημώθηκαν κυριολεκτικά.
Το οθωμανικό κράτος ήταν αρχικά ένα από τα πολλά κρατίδια που
προέκυψαν στη Μικρά Ασία κατά τη διάρκεια και μετά την κατάρρευση
του κράτους των Σελτζούκων Τούρκων, στα τέλη του 13ου και στις
αρχές του 14ου αιώνα. Η πρώιμη οθωμανική επέκταση υπό τους Οσμάν
Α΄, Ορχάν, Μουράτ Α΄ και Βαγιαζήτ Α΄ έγινε εις βάρος της Βυζαντινής
αυτοκρατορίας, της Βουλγαρίας και της Σερβίας. Η Προύσα έπεσε το
1326 και η Αδριανούπολη το 1361, γενόμενες με τη σειρά τους
πρωτεύουσες της αυτοκρατορίας. Οι μεγάλες οθωμανικές νίκες του
Κοσσυφοπεδίου (1389) και της Νικόπολης (1396) έθεσαν τμήματα της
βαλκανικής χερσονήσου υπό οθωμανικό έλεγχο και αφύπνισαν την
Ευρώπη για τον εξ Ανατολών κίνδυνο. Το 1394 ο Βαγιαζήτ Α΄ ξεκίνησε
μακροχρόνια πολιορκία στην Κωνσταντινούπολη, που διήρκεσε ως το
1401, έτος που ο στρατός του Ταμερλάνου εμφανίστηκε στα σύνορα του
οθωμανικού κράτους. Την επόμενη χρονιά (1402) ο οθωμανικός στρατός
συνετρίβη από τον Ταμερλάνο, και ο Βαγιαζήτ αιχμαλωτίστηκε και
πέθανε στη φυλακή. Η υπό τον Μωάμεθ Α΄ επανενωμένη οθωμανική
αυτοκρατορία επεκτάθηκε νικηφόρα υπό τον Μουράτ Β΄ με την αξίωση
του χαλιφάτου και τον Μωάμεθ Β΄. Η νίκη στη Βάρνα το 1444 επί του
σταυροφορικού στρατού που οδηγούσε ο Λαντισλάους Γ΄ της Πολωνίας
ακολουθήθηκε το 1453 από την εκπόρθηση της Κωνσταντινούπολης.
Μέσα σε έναν αιώνα οι Οθωμανοί μεταλλάχθηκαν από μία νομαδική
ορδή σε κληρονόμους της αρχαιότερης ευρωπαϊκής αυτοκρατορίας. Η
επιτυχία τους οφειλόταν εν μέρει στην αδυναμία και διχόνοια των
αντιπάλων τους και εν μέρει στην καλή στρατιωτική τους οργάνωση. Η
οθωμανική επέκταση έφθασε στην κορύφωσή της τον 16ο αιώνα υπό
τους Σελίμ Α΄ και Σουλεϊμάν Α΄. Μακροπρόθεσμα, η πανδημία πανώλης
επιτάχυνε μία ριζική αλλαγή στην μεσαιωνική ευρωπαϊκή κοινωνία. Έτσι
οι γενιές μετά το 1348 δεν μπόρεσαν να διατηρήσουν τα κοινωνικά και
πολιτιστικά πρότυπα του 13ου αιώνα. Η μεγάλη απώλεια πληθυσμού
προκάλεσε αναδιοργάνωση της κοινωνίας. ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΣ :
ΙΣΙΔΩΡΟΣ ΣΚΛΗΡΟΣ ΠΤΥΧΙΟΥΧΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ,
178

ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΕΡΕΥΝΗΤΗΣ
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Πανώλη_του_Ιουστινιανού.

18.03.2020 Memento Mori: Πανδημίες, Θάνατος


και Τέχνη  H ιστορία επαναλαμβάνεται
https://paspartou.gr/nikos
Αλλαγή συνηθειών και τρόπου ζωής, συνθήκες απομόνωσης, ένα
σύστημα δεκαετιών που μπαίνει στον πάγο και προσπάθεια να γίνει
αντιληπτό το τι έχει συμβεί. Και όσο και αν η ψυχραιμία πρυτανεύει, ο
φόβος προκύπτει, έστω και υποσυνείδητα, πόσο μάλλον όταν οι
αριθμοί των νεκρών και των ασθενών μεγαλώνουν με ραγδαίους ρυθμούς
και τα συστήματα υγείας και οικονομίας δείχνουν σημάδια κατάρρευσης.
Καθημερινές, απλές στιγμές που συνέβαιναν ασυναίσθητα, όπως μία
χειραψία, η έξοδος στο θέατρο, η βόλτα στα σοκάκια της πόλης, το
δείπνο με τους φίλους, ακόμη και το άγγιγμα του προσώπου μας γεμίζουν
με "πρέπει" και "πρόσεχε". Και όσο και αν φαίνεται περίεργο, δεν
είμαστε ούτε οι πρώτοι ούτε οι τελευταίοι με αυτά τα βιώματα.
Ο Μαύρος Θάνατος και η "επικράτηση" της πανούκλας
Ρίχνοντας μία ματιά στο καταγεγραμμένο παρελθόν και αναζητώντας
αναφορές σε επιδημικές νόσους στο χώρο της τέχνης, συνειδητοποιούμε
πως η ανθρωπότητα έχει περάσει χειρότερες στιγμές. Σε κεντρική θέση
βρίσκεται η πανώλη ή πανούκλα, έχοντας την πανδημία
του Μαύρου Θανάτου να είναι η περισσότερο θανατηφόρα στην ιστορία,
με τους υπολογισμούς των νεκρών παγκοσμίως να ανέρχεται στα 75 με
200 εκατομμύρια και τη μείωση του πληθυσμού στην Ευρώπη να αγγίζει
το 30% με 60%. Αν και έφτασε στο αποκορύφωμά της στην τετραετία
από το 1347 μέχρι το 1351, η ασθένεια συνέχιζε να επανεμφανίζεται
περιοδικά μέσα στις επόμενες δεκαετίες, σημαδεύοντας ανεξίτηλα τον
Μεσαίωνα, με συνέπεια ο όρος «πανώλη» να έχει ταυτιστεί με το σύνολο
των επιδημικών νόσων και των μεταδοτικών ασθενειών και η διεθνής
βιβλιογραφία να αναφέρεται στη σχετική λογοτεχνία ως "plague
literature" ή "plague writing", έναντι της "επιδημικής λογοτεχνίας", που
θα ήταν και ο ορθότερος.
Θάβοντας τους νεκρούς στην εποχή του Μαύρου Θανάτου, Πολίτες της
πόλης Tournai του Βελγίου. Λεπτομέρεια απ΄το βιβλίο μινιατούρα The
Chronicles of Gilles Li Muisis (1272-1352), του ηγουμένου του
179

μοναστηριού St. Martin of the Righteous (Πηγή: Bibliothèque royale de


Belgique, MS 13076-77, f. 24v )
Απόρροια αυτής της "παρανόησης" τo να παρατηρείται και το φαινόμενο
πως πολλές από τις εικόνες που σχετίζονται με την πανώλη, ουσιαστικά
αφορούν τη λέπρα και την ευλογιά. Tην ίδια στιγμή, οι απεικονίσεις της
πανούκλας είναι περιορισμένες και επικεντρώνουν στο κοινωνικό χάος
και το θάνατο, παρά στα συμπτώματα και τις επιπτώσεις που έχει στα
σώματα των θυμάτων της, αποτέλεσμα της άγνοιας, αλλά και της
άρνησης των ανθρώπων να εστιάσουν στα ιατρικά γεγονότα, μένοντας
στη συναισθηματική τους επίδραση, κάτι που συμβαίνει σε μεγάλο
βαθμό και στις μέρες μας. 
Εβραίοι στην πυρά με την κατηγορία πως ευθύνονται για την επιδημία της
πόλης τους (1340),Gilles li Muisis (Πηγή: Bibliothèque royale de
Belgique)
Η πανώλη επηρέασε τον πολιτισμό, τη θρησκεία και την εικόνα που είχε
ο κόσμος για το θάνατο, αντιπροσωπεύοντας τον τρόμο, την ατυχία και
την ελπίδα μέσα από διαφορετικές απεικονίσεις του, ακόμη και με
σαρκαστική διάθεση. Η πανούκλα εξαπλώθηκε με ταχείς ρυθμούς, χωρίς
να υπάρχουν λογικές εξηγήσεις, σε μία εποχή έντονης θρησκευτικότητας
και δεισιδαιμονιών. Αποτέλεσμα της ατμόσφαιρας και της άγνοιας, οι
άνθρωποι να αποδίδουν την καταστροφή που τους βρήκε σε θεία τιμωρία
για τον αμαρτωλό πρότερο βίο τους, αναζητώντας τη σωτηρία και την
πνευματική αφύπνιση. 
Ενδεικτικά, παρουσιάζεται σε αυτό το σημείο η τοιχογραφία “Η Πομπή
του Αγίου Γρηγορίου” της Basilica of St. Peter in Chains της Ρώμης, που
παραπέμπει στη μετάνοια και το σεβασμό του ρόλου των θρησκευτικών
τελετουργιών και της Εκκλησίας σε θέματα προστασίας, μέσω της
αναφοράς στις προσευχές του Πάπα Γρηγορίου Ι και των πιστών προς
τον Αρχάγγελο Μιχαήλ το 590 μ.Χ. για την αντιμετώπιση των επιδημιών,
που μάστιζαν τη Ρώμη για περίπου 50 χρόνια. 
“Η Πομπή του Αγίου Γρηγορίου” (Φωτογραφία: Claire
Stracke, Attribution-NonCommercial-ShareAlike license)
Η επίδραση του Μαύρου Θανάτου σε γλυπτική και ζωγραφική
Οι τραυματικές εμπειρίες του Μαύρου Θανάτου οδήγησαν στη
δημοφιλέστερη αναπαράστασή του, το Danse Macabre (το Χορό του
Θανάτου), που έγινε έθιμο, λαϊκή δεισιδαιμονία και ποίημα, πριν να
ζωγραφιστεί σε τοίχους εκκλησιών από τον 14ο αιώνα. Πλούσιοι και
180

φτωχοί, νέοι και ηλικιωμένοι, άντρες και γυναίκες, συνοδεία ζωντανών


και νεκρών, με το θάνατο να συνυπάρχει με τη ζωή σαν να θέλει η
τελευταία να ξορκίσει τον πρώτο σε μία ιδιότυπη μορφή ισότητας των
πάντων, απέναντι στη μόνη κοινή τους μοίρα.
Danse Macabre (1471), Vincent of Kastav από το ναό Sv. Marija na
Škrilinama στην πόλη Istria της Κροατίας (Φωτογραφία: Wikipedia)
Κατά τη διάρκεια του 14ου αιώνα, ένα ακόμη επαναλαμβανόμενο θέμα
σε πίνακες θρησκευτικού περιεχομένου ήταν η σκηνή του
νεκροκρέβατου με το νεκρό να βρίσκεται περιστοιχισμένος από τους
συγγενείς του. Μετά την πανώλη υπήρξε διαφοροποίηση, με τον
πεθαμένο να απεικονίζεται σε άδειο δωμάτιο, έχοντας ως μόνη "παρέα"
εκείνη ενός αγγέλου ή ενός σκελετού σε αποσύνθεση, για να φτάσουμε
στα τέλη του 16ου αιώνα με συνδυαστικά πορτρέτα ζωντανών και
νεκρών εικόνων.
Οι τρεις εποχές μίας Γυναίκας και ο Θάνατος (1510), Hans Baldung.
(Πηγή: Kunsthistorisches Museum, Vienna)
Στις αρχές του 15ου αιώνα, η Αναγέννηση βρισκόταν στο ξεκίνημά της
και ο τρόμος της πανούκλας το ίδιο για τα επόμενα περίπου 300 χρόνια,
με εξάρσεις που εξαφάνισαν ολόκληρες περιοχές, όπως εκείνες του
Παλέρμου στη Σικελία γύρω στο 1620, με τον Van Dyck, που
μετακόμισε στην πόλη την εποχή εκείνη, να προσπαθεί να βρει
διέξοδο από το θάνατο μέσω των έργων του, αλλά και του Λονδίνου το
1665, με την καταστροφή του να περιγράφεται με ανατριχιαστικές
λεπτομέρειες στο A Journal of the Plague Year του Daniel Dafoe, ένα
από τα πρώτα ιστορικά μυθιστορήματα.
H Aγία Rosalie παρεμβαίνει για το χτυπημένο από την πανούκλα Παλέρμο
(1624), Van Dyck (Πηγή: The Metropolitan Museum of Art)
Οι Hans Holbein, Titian,  Ambrogio Lorenzetti και Pietro Lorenzetti είναι
κάποιοι από τους διασημότερους καλλιτέχνες της περιόδου, που έχασαν
τη ζωή τους από την επιδημία. Κάποιοι άλλοι, όπως ο Tintoretto, που
ζωγράφισε τα μεγαλύτερα έργα του Scuola Grande di San Rocco της
Βενετίας, κτίριο αφιερωμένο στον Άγιο προστάτη από την πανούκλα,
στάθηκαν απέναντί της.  
Η αυξημένη παρουσία του θανάτου στη θεματολογία των έργων τέχνης,
κατά την εξεταζόμενη περίοδο, εξηγείται τόσο από την ανάγκη
έκφρασης του πόνου και του φόβου, που βίωσαν οι άνθρωποι, όσο και
από το πάθος τους για την ίδια τη ζωή.
181

Στη γλυπτική, σαν παραλλαγή της ξαπλωμένης φιγούρας με το γαλήνιο


πρόσωπο των μεσαιωνικών τύμβων, παρατηρούνται οι διαφοροποιήσεις
των βίαιων και αποκρουστικών προσώπων και εικόνων,
όπως του Condottiere Guidarello Guidarelli του 1525 από τον
γλύπτη Tulio Lombardo στην πινακοθήκη της Ραβέννας, που απεικονίζει
τον πόνο του θανάσιμα λαβωμένου στρατιώτη.
Condottiere Guidarello Guidarelli (1525), Tulio
Lombardo (Φωτογραφία: Pinacoteca di Ravenna)
Από τα τέλη του 15ου αιώνα, αυτά τα αγάλματα μοιάζουν συχνότερα με
πτώματα σε αποσύνθεση, τα επονομαζόμενα και ως transi, όπως το
άγαλμα Le Transi de René de Chalon του Ligier Richier στην εκκλησία
Bar-le-Duc στο Saint-Etienne της Γαλλίας, που κρατά την καρδιά του
πρίγκιπα René de Chalón, ο οποίος σκοτώθηκε στη μάχη σε ηλικία 25
χρονών.
Le Transi de René de Chalon (1545-1547), Ligier Richier (Φωτογραφία:
Wikipedia)
Τα μακάβρια transi αντικαθίστανται από τα οστά και τους σκελετούς του
morte seca σε μία ακόμη καλλιτεχνική υπενθύμιση της ανθρώπινης
θνητότητας και του αναπόφευκτου του θανάτου, που διαφορετικά
αποκαλείται και ως memento mori ("θυμήσου πως πρέπει να
πεθάνεις"). Το "Όλα είναι μάταια" ("Omnia vanitas"), αποτελεί
το τελευταίο καλλιτεχνικό "αποτύπωμα" του Μαύρου Θανάτου, με
τη ματαιότητα να τοποθετείται απέναντι στο "σκελετωμένο" θάνατο ως
το μέλλον. 
Omnia vanitas (1848), William Dyce (Πηγή: Royal Academy Collection)
Χαρακτηριστικός ο στίχος του “Three Quick and Three Dead” με τα τρία
πτώματα να προειδοποιούν τους τρεις καβαλάρηδες πως "Αυτό που
είστε, ήμασταν κάποτε και αυτό που είμαστε, θα γίνετε". 
Three Living and Three Dead , τοιχογραφία στην εκκλησία του Saint-
Germain του La Ferté-Loupière (Φωτογραφία: Wikipedia)
Οι περισσότεροι πίνακες της εποχής προσπαθούν να αναπαραστήσουν το
θρίαμβο του θανάτου στα γεμάτα άγνoια θύματά τους ή, στον αντίποδα,
την αγέρωχη αψήφηση του φόβου που αυτός προκαλεί, όπως στο
έργο Belle Rosine του Antoine Wierts.
La belle Rosine (1847), Antoine Wiertz (Πηγή: Wikipedia)
182

"Plague Literature" εκτός και εντός συνόρων 


 Στα κείμενα της αρχαιότητας, η επιδημία που επικρατεί είναι εκείνη του
λοιμού, που ερμηνεύεται ως θεϊκή τιμωρία για την ύβρη απέναντι στην
κοινωνία ή το άτομο. Στην Ιλιάδα του Ομήρου ο λοιμός των Αχαιών
παρουσιάζεται ως η τιμωρία του Απόλλωνα στον Αγαμέμνονα για την
ασέβειά του απέναντι στον ιερέα Χρύση, ο Ησίοδος στο Ἔργα καὶ
Ἡμέραι τον ερμηνεύει ως τιμωρία του Δία στους ανθρώπους, ο Σοφοκλής
στον Οιδίποδα Τύραννο αποδίδει τα αίτια του λοιμού της Θήβας στο
αμάρτημα του Οιδίποδα, ενώ στον Θουκυδίδη, ο λοιμός των Αθηναίων
αποδίδεται στα λάθη τους στην Αθηναϊκή Συμμαχία. Ο
ιστορικός περιγράφει λεπτομερώς τα εξωτερικά και εσωτερικά
συμπτώματα της αρρώστιας, τα γενικά χαρακτηριστικά της και την
κατάρρευση των κοινωνικών φραγμών και αξιών που επέφερε ο λοιμός,
δίνοντας το αρχέτυπο για τις μετέπειτα περιγραφές των επιδημιών.
Plague (1898), Arnold Böcklin (Πηγή: Wikipedia) 
H πρώτη σημαντική αναφορά της πανούκλας στη λογοτεχνία βρίσκεται
στο Δεκαήμερο του Βοκκάκιου, με μία παρέα ανθρώπων να αναζητεί
διαφυγή από την ασθένεια στην εξοχή. Οι ιστορίες των πρωταγωνιστών
του Δεκαήμερου, οι οποίοι περιγράφουν την κατάσταση της πόλης της
Φλωρεντίας που εγκατέλειψαν, αποτελούν ενδείξεις μίας ευρύτερης
«πανώλης των ηθών», για την οποία οι υπαίτιοι πληρώνουν το
τίμημα. Από το ανώνυμο πλήθος και τα λάθη που παρουσιάζονται μέσω
του ηγέτη τους, μίας πανώλης που είχε ήδη συμβεί, περνάμε στις ιστορίες
των ανθρώπων και στις ίδιες τις ζωές τους, με την επιδημία να παραμένει
σε εξέλιξη καθ' όλη τη διάρκεια της αφήγησης.
 Επίσης, στον 14ο αιώνα κυκλοφόρησε το έργο The Canterbury Tales του
Geoffrey Chaucer με την πανώλη να κάνει την εμφάνισή της στο The
Pardoner’s Tale με 3 άντρες να αναλαμβάνουν ως αποστολή την
εξόντωση του Θανάτου για να σώσουν την πόλη από την επιδημία, μέχρι,
στο τέλος, να αλληλοεξοντωθούν. 
H Παρέμβαση του Αγίου Σεβαστιανού για την πληγή της πανούκλας (1497-
1499), Josse Lieferinxe (Πηγή: Walters Art Museum)
 H πρώτη εκτεταμένη και ρεαλιστική περιγραφή μίας βιολογικής
καταστροφής στη Δύση υπό τη μορφή προσωπικών αναμνήσεων
καταγράφεται στο έργο του Daniel Defoe, A Journal of the Plague
Year, του 1722, το οποίο αναφέρεται στη βουβωνική πανώλη, που έπληξε
183

το Λονδίνο του 1665, ως μία επιδημία που περιόριζε ασφυκτικά τους


κατοίκους του, εγκλωβίζοντάς τους σωματικά και πνευματικά.
Στη διήγημα του 1842, Η Μάσκα του Κόκκινου Θανάτου ,του Edgar Alan
Poe παρουσιάζονται μέλη της αριστοκρατίας να κρύβονται και να
γιορτάζουν σε έναν πύργο, πιστεύοντας πως είναι ασφαλείς, μακριά από
την ασθένεια που εξαφανίζει τον υπόλοιπο κόσμο, ενώ στην πράξη
εγκλωβίζονται πίσω από τα τείχη, έχοντας το θάνατο ανάμεσά τους.
Η Εύα, το Φίδι και ο Θάνατος (1510), Hans Baldung (Πηγή: Εθνική
Πινακοθήκη Καναδά)
Ξεχωριστής αναφοράς χρίζει το θεατρικό Η Λευκή Μάστιγα  του Karel
Čapek, το οποίο γράφτηκε το 1937, προειδοποιώντας για τους κινδύνους
από την άνοδο του Ναζισμού, μέσω της εξάπλωσης μίας ασθένειας σε
ολόκληρη την Ευρώπη, που απειλεί τους λαούς της. Το έργο έκανε
πρεμιέρα στο Τελ Αβίβ στις 29 Σεπτεμβρίου του 1938. Την επομένη
υπογράφηκε η Συμφωνία του Μονάχου, που άνοιξε την πόρτα για τη
γερμανική εισβολή στην Τσεχοσλοβακία. Όταν οι Ναζί έφτασαν στην
Πράγα αναζήτησαν τον Capek με τον ίδιο να πεθαίνει από πνευμονία το
1938, χωρίς να προλάβει να δει την εκπλήρωση της "προφητείας" του.
To μυθιστόρημα, όμως, που θεωρείται ως το κορυφαίο στο είδος της
plague literature είναι η Πανούκλα του Αλμπέρ Καμύ, το οποίο
παρουσιάζει τη ζωή της πόλης Οράν σε όλα τα στάδια της εμφάνισης
πανώλης με τις επιπτώσεις της ασθένειας και της Καραντίνας στους
κατοίκους της. Η κλιμάκωση του αποπνικτικού σκηνικού γίνεται
σταδιακά με τους ανθρώπους να αδυνατούν να πιστέψουν αυτό που θα
τους συμβεί και συμβαίνει, ανεξάρτητα από το αν είναι και οι ίδιοι
άρρωστοι ή όχι, σε μία κοινωνία οι γνωστές δομές της οποίας
καταρρέουν ολοκληρωτικά, μαζί με τις ατομικές ελευθερίες και τα
δικαιώματα των πολιτών της. 
Γραμμένο λίγο μετά το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου πολέμου, οι
συμβολισμοί ανάμεσα στα γεγονότα της ιστορίας της εξάπλωσης της
πανούκλας στην πόλη και των όσων είχαν προηγηθεί στην ιστορία της
εξάπλωσης του ναζισμού στον κόσμο με τους
συνεπαγόμενους συσχετισμούς για τις επιπτώσεις τους στους ίδιους
τους ανθρώπους, ανάγουν το έργο του Καμύ σε ένα διαχρονικό
λογοτεχνικό αριστούργημα. Το ερώτημα του "γιατί αυτό συνέβη" μένει
αναπάντητο και αυτό που μένει είναι ο αγώνας του ατόμου για επιβίωση
και η εσωτερική ενδοσκόπηση με τον εκ νέου προσδιορισμό της
184

συνείδησης και της ηθικής του, της αλληλεγγύης και


του αλτρουισμού του ή της έλλειψής τους, φέρνοντάς το αντιμέτωπο με
τον πραγματικό εαυτό του.
Ο Ιππότης, το Νεαρό Κορίτσι και ο Θάνατος (1505), Hans Baldung.
(Πηγή: Μουσείο του Λούβρου)
Άλλα αξιόλογα έργα τα Ο Τελευταίος Άνθρωπος (1826) της Mary
Shelley, έχοντας ως πρωταγωνιστή και αφηγητή έναν από τους
τελευταίους επιζήσαντες μίας θανάσιμης επιδημίας, Ο Πόλεμος των
Κόσμων (1897) του H. G. Wells, που παρουσιάζει τον ανθρώπινο φόβο
σε μαζική κλίμακα απέναντι σε μία ανώτερη απειλή, Το
Κοράκι του Stephen King (1978) με την ολική κατάρρευση της
κοινωνίας ύστερα από ατύχημα διαφυγής ενός τροποποιημένου
στελέχους γρίπης, εργαστηριακά φτιαγμένου για βιολογικό πόλεμο που
προκαλεί πανδημία, με το 99% του πληθυσμού να χάνει τη ζωή του, Περί
Τυφλότητος  (1995) του José Saramago με τη γυναίκα ενός οφθαλμίατρου
να είναι καταδικασμένη να βλέπει τις επιπτώσεις μίας επιδημίας λευκής
τύφλωσης στην κοινωνία, καθώς και πολλά άλλα με τις πωλήσεις
κάποιων εξ' αυτών να έχουν εκτοξευτεί παγκοσμίως το τελευταίο
διάστημα, εξαιτίας των πρόσφατων εξελίξεων.
Surmatants (Totentanz) (τέλη 15ου αιώνα), Bernt Notke.
(Πηγή: Μουσείο Τέχνης της Εσθονίας)
Στην κατηγορία των αντίστοιχων νεοελληνικών έργων βρίσκεται πρώτο
χρονολογικά Το θανατικό της Ρόδου του Εμμανουήλ Λιμενίτη -
Γεωργιλλά, που αναφέρεται στην επιδημία βουβωνικής πανώλης, που
χτύπησε το νησί από τον Οκτώβρη του 1498 ως και το καλοκαίρι του
1500. Ακολούθησαν η τραγωδία Ασπασία του Ιακωβάκη Ρίζου Νερουλού
(1813), με περιγραφές της φρίκης του λοιμού, της συμπτωματολογίας και
της πολιτικής του διάστασης, έχοντας την Ασπασία να αναζητά
τον Περικλή στη δοκιμαζόμενη αρχαία Αθήνα, το διήγημα Η Ξένη του
1854 του Εμμανουήλ Λυκούδη, που περιγράφει την εξάπλωση της
επιδημίας της χολέρας στην Αθήνα της χρονιάς εκείνης και τις
επιπτώσεις στις ζωές των κατοίκων της, η σύντομη σατιρική επιθεώρηση
Επιδημία (1884) του Γεώργιου Σουρή με πρωταγωνιστή ηλικιωμένο, ο
οποίος θέλει να ξεφύγει από την πρωτεύουσα με αφορμή την επιδημία
τύφου που έχει ξεσπάσει και το διήγημα Βαρδιάνος στα Σπόρκα (1893)
του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη με τη γριά Σκεύω να προσπαθεί να
περάσει παράνομα από τη Σκιάθο στα Σπόρκα, σπάζοντας την
Καραντίνα για να συναντήσει το γιο της.
185

Από τις αρχές του 20ου αιώνα, Έλληνες λογοτέχνες ασχολούνται με το


θέμα της λέπρας. Η Γαλάτεια Καζαντζάκη δημοσιεύει τη νουβέλα της Η
άρρωστη πολιτεία (1914) με την ιστορία να εξελίσσεται στη Σπιναλόγκα,
όπως και στο έντονα καταγγελτικό έργο Σπιναλόγκα:ad vitam (1933) του
Θέμου Κορνάρου με τα δύο έργα να παρουσιάζουν τη ζωή στο νησί από
διαφορετικές σκοπιές.
Λίγες δεκαετίες αργότερα, ο Ανδρέας Φραγκιάς θα γράψει
τον Λοιμό, πριν την έλευση της Χούντας, ο οποίος θα εκδοθεί το 1972
στην Αθήνα. Ένα ξερονήσι πολιτικών εξορίστων, αφήνοντας το χρόνο
και τον τόπο απροσδιόριστα σε μία από τις κορυφαίες στιγμές της
μεταπολεμικής πεζογραφίας, που, με βασικό χαρακτηριστικό τη λιτή και
απλή γλώσσα, περιγράφει τη σύγκρουση μεταξύ της απρόσωπης
εξουσίας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. 
Danse Macabre Εκκλησία της Αγίας Τριάδος στο Hrastovlje της
Σλοβενίας (Πηγή: Wikipedia)
Αναζητώντας τα στοιχεία που επαναλαμβάνονται στα έργα του είδους,
σύμφωνα και με τη διπλωματική της Παλιοτζήκα Ευσταθίας, Η θεματική
της Επιδημίας σε έργα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, καταλήγουμε πως
οι αρρώστιες παρουσιάζονται, πέρα από θείες τιμωρίες για τα έκλυτα ήθη
προσώπων και κοινωνιών, και ως αιτίες κατάλυσης των κοινωνικών
δομών και των ισχύοντων νόμων, φέρνοντας στην επιφάνεια τις
αρνητικές πτυχές και τα πρωτόγονα ένστικτα των πρωταγωνιστών. Στα
θετικά το ότι αυτή η απογύμνωση των πόλεων από τις συμβάσεις
αποδίδεται αρκετές φορές ως μία ξέφρενη γιορτή και όχι ως ο ερχομός
της συντέλειας.
Με την εξέλιξη της ιατρικής επιστήμης, εγκαταλείπεται η ιδέα του Θεού-
Τιμωρού για να μεταβούμε στην αλληγορική ερμηνεία της επιδημίας ως
προς τον ολοκληρωτισμό και τον παραλογισμό του καθημερινού τρόπου
ζωής, δίνοντας έμφαση στις υπαρξιακές αναζητήσεις των χαρακτήρων. Η
κλειστότητα της πόλης παύει να λειτουργεί προστατευτικά και
παρουσιάζεται ως μία αδιόρατη, εκ των έσω, απειλή για τους κατοίκους
της.
 Η ιατρική επιστήμη αποδυναμώνεται, μαζί και με τους υπόλοιπους
θεσμούς της κοινωνίας, όπως είναι η Εκκλησία, παρουσιάζοντας τους
εκπροσώπους τους πολλές φορές ως διεφθαρμένους, επιδιώκοντας την
ενίσχυση της αίσθησης της αποσάρθρωσης με την αλληγορική της
σημασία. Οι άνθρωποι βρίσκονται αντιμέτωποι με πρωτόγνωρες
186

καταστάσεις, που δεν μπορούν να δικαιολογηθούν και να


αντιμετωπιστούν, με την πίστη και την ελπίδα στη λογική, την επιστήμη
και το Θεό να υποβιβάζονται και να αποδυναμώνονται. 
Αποτέλεσμα των παραπάνω, οι φορείς της εξουσίας να ταυτίζονται με
την ίδια την επιδημία, εκφράζοντας τον τρόπο με τον οποίο επιβάλλονται
και οι δύο στους ανθρώπους, με την αλληγορία της επιδημίας
να αντικατοπτρίζει ανελεύθερες συνθήκες και καθεστώτα. Η αρρώστια
αντικαθιστά την ηγεσία και τους νόμους σε μία ακόμη περισσότερο
απρόσωπη μορφή εξουσίας, λειτουργώντας ως μεταφορά για κάθε τι
παθογόνο στις ανθρώπινες κοινωνίες, που δεν μπορεί να ανασταλεί με
κανέναν άλλο τρόπο, πέρα από το θάνατο. 
Ο Θρίαμβος του Θανάτου (1562), Pieter Bruegel the Elder. (Πηγή:
Museo del Prado).
Για αυτό και οι πανδημίες είναι τρομακτικές και τέτοια έργα πολύτιμα.
Από τη μία πλευρά μπορούμε να είμαστε όσο υγιείς, προσεκτικοί και
γυμνασμένοι θέλουμε, αλλά, μπροστά στην καταστροφή και νιώθοντας
την ανάσα του θανάτου, να αρχίζουμε τις αναθεωρήσεις όλων όσων
είχαμε ως δεδομένα, και από την άλλη αυτό συμβαίνει συλλογικά και όχι
μεμονωμένα, προσθέτοντας στην εσωτερική αλλαγή εκείνες των
ραγδαίων μεταβολών του εξωτερικού περιβάλλοντος, κάνοντάς μας,
παράλληλα, να μετράμε διαφορετικά το χρόνο και τη μεταξύ μας σχέση
στη συνειδητοποίηση της θνητότητάς μας. 

 Είναι memento mori, θυμίζουν το θάνατο, και παραδόξως καταφέρνουν


να μας μάθουν περισσότερα για τη ζωή, φτάνοντάς μας τόσο κοντά στο
τέλος της.
Επίλογος με τις τελευταίες λέξεις από το κλείσιμο της Πανούκλας
του Αλμπέρ Καμύ:
"Κι ακούγοντας τις φωνές της χαράς που ανέβαιναν πάνω απ' την πόλη, ο
Ριέ θυμήθηκε πως αυτή η χαρά δεν είναι ποτέ ανέφελη. Γιατί ο Ριέ
γνώριζε κάτι που το αγνοούσε το χαρούμενο πλήθος, κι ας μπορεί κανείς
να το βρει στα βιβλία, πως ο βάκιλλος της πανούκλας δεν πεθαίνει ούτε
χάνεται ποτέ, πως μπορεί να μείνει δεκάδες χρόνια ναρκωμένος στα
έπιπλα και στα ρούχα, περιμένοντας υπομονετικά μέσα στα δωμάτια, τα
υπόγεια, τα σεντούκια, τα μαντίλια, τα χαρτιά, και πως θα 'ρχόταν ίσως
μια μέρα που η πανούκλα, για να βασανίσει ή να διδάξει τους ανθρώπους,
187

θα ξυπνούσε και πάλι τα ποντίκια της και θα τα 'στελνε να ψοφήσουν μέσα


σε μια ευτυχισμένη πόλη." 
 Vanitas (1671), Philippe de Champaigne. Τα τρία σημαντικά στοιχεία:
Ζωή, Θάνατος και Χρόνος (Πηγή: Wikipedia)
Πηγές Πληροφοριών και Φωτογραφιών: Montana.edu, Η θεματική της
Επιδημίας σε έργα της Νεοελληνικής
Λογοτεχνίας, TheGuardian.com, Wikipedia, DailyArtMagazine.com, All-
art.org, National Public Radio, Breakpoint.org, Haaretz.com, Greek-
language.gr/
Νίκος Πράσσος
Μου είπε η σύζυγος "τα γράφεις που τα γράφεις δεν τα ανεβάζεις και σε
καμιά ιστοσελίδα;" Όπερ και εγένετο.  Η τέχνη ισορροπεί τον
τεχνοκρατισμό της Πληροφορικής, που σπουδάσαμε και διδάσκουμε.
Συναίσθημα και ορθολογισμός ακροβατούν σε ένα ταξίδι με κοινό
παρανομαστή τη γνώση, επαναπλαισιώνοντας τις υπάρξεις μας μέσα σε
έναν κόσμο που συνεχώς αλλάζει, μένοντας συνάμα τόσο ίδιος, όπως και
οι άνθρωποί του.    

Δέκα διαμάντια της παγκόσμιας λογοτεχνίας με


θέματα τις επιδημίες - 13/03/2020 Πηγή:
NEWPOST

Από ιούς κατασκευασμένους σε εργαστήρια που το «έσκασαν» έως την


μαύρη πανώλη αφάνιζε ολόκληρες πόλεις τον Μεσαίωνα, οι επιδημίες
τροφοδοτούσαν πάντα την φαντασία των συγγραφέων.

Από τα μεσαιωνικά χρόνια έως σήμερα οι επιδημίες κατέχουν


πρωταγωνιστικό ρόλο στην πεζογραφία λόγω του υψηλού συμβολισμού
τους. Επιλέξαμε για εσάς 10 αριστουργήματα της παγκόσμιας
λογοτεχνίας, γραμμένα από τον 14 έως τον 21ο αιώνα, από θρίλερ
επιστημονικής φαντασίας έως φιλοσοφικά μυθιστορήματα και ερωτικά
έπη.
188

Δεκαήμερον, Βοκάκιος, εκδόσεις Γράμματα

Στους λόφους του Φιέζολε, στα περίχωρα της Φλωρεντίας, το σωτήριο


έτος 1348. Δέκα νέοι, εφτά κορίτσια και τρία αγόρια, έχουν καταφύγει
εκεί πάνω για να γλιτώσουν από την πανούκλα που μαστίζει την πόλη. Οι
τολμηρές ιστορίες που διηγούνται -δέκα κάθε μέρα- είναι ένας ύμνος στη
ζωή και σημείο αναφοράς για παγκόσμια λογοτεχνία.

Οι λογοδοσμένοι, Alessandro Manzoni, εκδόσεις Πατάκη

Ένα από τα πιο πολυδιαβασμένα έργα στην ιταλική γλώσσα, γραμμένο


στις αρχές του 19ου αιώνα, που έγινε ακόμα και όπερα. Η πλοκή
διαδραματίζεται στις αρχές του 17ου αιώνα, όταν η βόρειος Ιταλία
βρίσκονταν υπό ισπανική κυριαρχία, γεγονός που ερμηνεύτηκε ως
έμμεση καταδίκη από τον συγγραφέα της αυστριακή παρουσίας στην
Ιταλία. Η περιγραφή της μεγάλης επιδημίας πανώλης στο Μιλάνο που
κόστισε ως και ένα εκατομμύριο ζωές συμβάλει στην ατμόσφαιρα
σήψης.

Η μάσκα του κόκκινου θανάτου, Edgar Allan Poe, εκδόσεις Γράμματα

Όταν η επιδημία της πανούκλας αρχίζει να θερίζει τους οικισμούς γύρω


από ένα οχυρωμένο αβαείο, οι άρχοντες της περιοχής καταφεύγουν σε
αυτό και αποφασίζουν να περάσουν τον χρόνο τους γλεντώντας, πίνοντας
και χορεύοντας, μέχρι να περάσει το κακό. Όμως, ένας άγνωστος άνδρας
καταφέρνει να διεισδύσει στο καταφύγιό τους.

Θάνατος στη Βενετία, Thomas Mann, εκδόσεις Μεταίχμιο

Γραμμένο πριν από την έκρηξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου κι ενώ τα


σύννεφα στον ουρανό της Ευρώπης συγκεντρώνονταν απειλητικά, ο
συγγραφέας οδηγεί το alter ego του, τον συνθέτη Γκούσταφ Άσενµπαχ,
στη Βενετία, όπου την προσοχή του τραβάει ένας πανέμορφος έφηβος.
Και καθώς η εμμονή του για τα νιάτα και την ομορφιά του νεαρού τον
απορροφάει ολοκληρωτικά, ένας λοιµός εξαπλώνεται στην πόλη.

Πανούκλα, Αλμπέρ Καμύ, εκδόσεις Καστανιώτη

Δεκαετία του ‘40, στο Οράν, μια παραλιακή πόλη της (γαλλικής τότε)
Αλγερίας. Ο γιατρός Ριέ καθώς βγαίνει για τον καθημερινό κύκλο
επισκέψεων στους ασθενείς του, σκοντάφτει στην είσοδο σε ένα
πεθαμένο ποντίκι. Τις επόμενες ημέρες χιλιάδες ποντίκια θα βγουν από
τα υπόγεια, τα κελάρια και τους υπονόμους για να ξεψυχήσουν στους
δρόμους της πόλης. Αμέσως μετά, θα έλθουν τα πρώτα κρούσματα.
189

Ο έρωτας στα χρόνια της χολέρας, Gabriel Garcia Marquez, εκδόσεις


Λιβάνη

Στη νουβέλα που κυκλοφόρησε στα ισπανικά το 1985, μια από τις πιο
απροσδόκητες ιστορίες αγάπης στην παγκόσμια λογοτεχνία, η χολέρα
έχει την έννοια του ερωτικού πάθους, της παραφοράς και του αόρατου
δεσμού που κάνει τους ήρωες απρόσβλητους από το κακό. Ο Φιορεντίνο
και η αγαπημένη του Φερμίνα ξαναβρίσκονται πενήντα χρόνια μετά από
το άδοξο τέλος του δεσμού τους, όταν ο σύζυγος εκείνης, φημισμένος
γιατρός που έχει αφιερώσει τη ζωή του στην εξάλειψη της χολέρας,
πεθαίνει.

Περί τυφλότητος, Ζοζέ Σαραμάγκου, εκδόσεις Καστανιώτη

Ένας άνθρωπος χάνει ξαφνικά το φως του. Καθώς τα περιστατικά


αιφνίδιας τύφλωσης κλιμακώνοντα, η κυβέρνηση αποφασίζει να βάλει σε
Καραντίνα τους τυφλούς. Για πόσο καιρό η κίνηση στους δρόμους θα
είναι ομαλή; Για πόσο καιρό θα επαρκούν τα τρόφιμα για τις πεινασμένες
ορδές; Πόσος χρόνος χρειάζεται για να καταρρεύσει η παροχή
ηλεκτρικού ρεύματος, αερίου και νερού; Τι θ’ απογίνουν τα κατοικίδια;
Oι σεξουαλικοί φραγμοί; Πόσοι τυφλοί φτιάχνουν μια τυφλότητα;

Εξαγνισμός, Jim Crace, εκδόσεις Οξύ

Στον δρόμο για την Ιεριχώ άνθρωποι μόνοι τους ή κατά ομάδες
αναζητούν καταφύγιο στην άγονη γη για να περάσουν 40 ολόκληρες
ημέρες και νύχτες, την Καραντίνα που τους έχει επιβληθεί
(«Quarantine» είναι ο αγγλικός τίτλος του βιβλίου). Ο Μούσα, ο ένας
από τους ταξιδιώτες εγκαταλείπεται μαζί με τη γυναίκα του από τους
συνταξιδιώτες του που τον νομίζουν στα πρόθυρα του θανάτου. Τότε
κάνει την εμφάνισή του ένας τελευταίος αργοπορημένος ταξιδιώτης. Τον
λένε Ιησού.

Το κοράκι, Stephen King, εκδόσεις Κλειδί – Λιβάνης

Ένας άνδρας δραπετεύει από ένα εργοστάσιο όπλων βιοχημικού


πολέμου, κουβαλώντας επάνω του έναν θανατηφόρο ιό. Μέσα σε λίγες
εβδομάδες το μεγαλύτερο μέρος του ανθρώπινου πληθυσμού είναι νεκρό.
Οι επιζήσαντες θα πρέπει να διαλέξουν ανάμεσα στο φως και στο
σκοτάδι.
190

Στέλεχος Ανδρομέδα, Michael Crichton, εκδόσεις Bell

Όταν ένας ερευνητικός δορυφόρος μεταφέρει βιολογικό υλικό πέφτει στη


γη σε μια απομακρυσμένη περιοχή της πολιτείας της Αριζόνα, οι
επισκέπτες της γειτονικής πόλης βρίσκονται μπροστά σε ένα μακάβριο
εύρημα: Οι δρόμοι της πόλης είναι διάσπαρτοι με τα πτώματα των
κατοίκων.

Οι επιδημίες στη λογοτεχνία 28 Μαρτίου, 2020

Ιωάννης Βοκκάκιος: Το Δεκαήμερο (1349-1353)


Επτά γυναίκες και τρεις άνδρες βρίσκουν καταφύγιο από την πανούκλα
σ’ έναν πύργο κοντά στη Φλωρεντία.

Οι αρχικές περιγραφές είναι τρομακτικές στη συνέχεια όμως οι 100


ιστορίες του έργου τέρπουν τον αναγνώστη. Οι φυγάδες επιλέγουν κάθε
μέρα ένα θέμα και μετά διηγούνται πάνω σ’ αυτό την ωραιότερη ιστορία
που μπορούν. Ένα αμάλγαμα εκλεπτυσμένων και πρόστυχων,
δραματικών και κωμικών διηγήσεων.

Θωμάς Μώρος: Ουτοπία (1516)

Ένας θαλασσοπόρος ανακαλύπτει σ’ ένα μακρινό νησί την Ουτοπία, μια


ιδανική κοινωνία. Οι κάτοικοι του νησιού απολαμβάνουν ισότητα,
δημοκρατία και κοινοκτημοσύνη, με άλλα λόγια όσα δεν διέθετε η
Αγγλία της εποχής. Το νησί είναι αλώβητο κι από επιδημίες, για
παράδειγμα από την πανώλη που είχε ενσκήψει επανειλημμένα τότε στην
Αγγλία. Στη φωτογραφία μια διασκευή της Ουτοπίας στην Όπερα της
Δρέσδης.

Φραγκίσκος Βάκων: Η νέα Ατλαντίδα (1627)

Το ουτοπικό νησί του Βάκωνα λέγεται Μπενσαλέμ. Εκεί ζουν οι


κάτοικοι της χαμένης Ατλαντίδας. Διακρίνονται για την αγάπη προς την
επιστήμη. Στη Νέα Ατλαντίδα προϋπάρχουν κάποιες εφευρέσεις της
εποχής μας: το υποβρύχιο, η ανεμογεννήτρια ή τα ακουστικά. Αλλά και
τα σύγχρονα μέτρα προστασίας δεν είναι άγνωστα. Οι ξένοι
θαλασσοπόροι που φθάνουν στο νησί περνάνε από Καραντίνα διά τον
φόβο των ιών.
191

Ντάνιελ Ντεφόε: Η πανούκλα στο Λονδίνο (1722)

Ο Ντάνιελ Νταφόε περιγράφει τα δραματικά γεγονότα κατά την Μεγάλη


Πανώλη στο Λονδίνο αναμιγνύοντας γραπτές πηγές, μαρτυρίες
ανθρώπων που τα έζησαν και μυθιστορηματικά στοιχεία. Την εποχή της
πανούκλας ο ίδιος ήταν πέντε χρονών και τον είχαν στείλει στην επαρχία.
Ο Ντεφόε περιγράφει μια πόλη σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης:
υστερία, δεισιδαιμονίες, ανεργία, λεηλασίες και απάτες συνθέτουν το
σκηνικό.

Αλμπέρ Καμύ: Η πανούκλα (1947)

Στο πασίγνωστο αυτό έργο του ο Καμύ παρουσιάζει τον γιατρό Μπερνάρ
Ριέ να συνειδητοποιεί βαθμιαία τι συμβαίνει στο αλγερινό λιμάνι Οράν:
πρώτα πεθαίνουν μερικά ποντίκια, μετά όμως χιλιάδες άνθρωποι από την
πανούκλα. Ο καθένας δίνει με διαφορετικό τρόπο τον αγώνα με τον
θάνατο. Στο τέλος δεν ξεφεύγει κανείς: από τα αθώα παιδιά μέχρι τους
πιο αδίστακτους μεγάλους.

Αντρέι Στυπιόρσκι: Μια λειτουργία για την πόλη Αράς (1971)

Το μυθιστόρημα βασίζεται σε ιστορικά γεγονότα. Περιγράφει πώς οι


άνθρωποι μιας πόλης αποδεκατίζονται από την πανούκλα, παραδίδονται
στον φανατισμό και χάνουν κάθε ηθικό έρεισμα. Ο Στυπιόρσκι υπήρξε
επιζήσας της γερμανικής επίθεσης στην Πολωνία κατά τον Β΄ Παγκόσμιο
Πόλεμο, της Εξέγερσης της Βαρσοβίας και του στρατοπέδου
συγκέντρωσης Ζαξενχάουζεν. Τα προσωπικά του βιώματα διατρέχουν το
βιβλίο.

Στίβεν Κινγκ: Το κοράκι (1978)

Ένας μεταλλαγμένος ιός διαφεύγει από στρατιωτικό εργαστήριο και


εξοντώνει τους περισσότερους κατοίκους των ΗΠΑ. Μόνο λίγοι
αποδεικνύονται αρκετά ανθεκτικοί και καλούνται να επιβιώσουν σ’ έναν
4κόσμο χωρίς ανθρώπους και χωρίς υποδομές. Δημιουργούνται δύο
θύλακες γύρω από χαρισματικούς ηγέτες και χωρίζονται χονδρικά σε
«καλούς» και «κακούς» και που τελικά οδηγούνται στη σύγκρουση.

Ζοζέ Σαραμάγκου: Περί τυφλότητος (1995)

Ξαφνικά οι κάτοικοι μιας πόλης χωρίς όνομα χάνουν το φως τους. Για να
μην κολλήσουν και τους άλλους φυλακίζονται σ’ ένα άδειο ψυχιατρικό
ίδρυμα υπό την εποπτεία ενός γιατρού και της γυναίκας του, τους
οποίους υποδύονται στην ομώνυμη ταινία (2008) ο Μαρκ Ράφαλο και η
192

Τζούλιαν Μουρ. Η κατάσταση κλιμακώνεται, αλλά οι τυφλοί


ξαναβρίσκουν μέσα στο χάος την όρασή τους.

Φίλιπ Ροθ: Νέμεσις (2010)

Το μυθιστόρημα εκτυλίσσεται το καλοκαίρι του 1944 κατά τη διάρκεια


μιας επιδημίας πολιομυελίτιδας στο Νιου Τζέρσεϋ. Ο Ροθ περιγράφει τον
φόβο, την έλλειψη πληροφόρησης και το αίσθημα της ανημποριάς
ανάμεσα στους ανθρώπους καθώς η επιδημία θερίζει. Το εμβόλιο κατά
της πολιομυελίτιδας ήταν διαθέσιμο μόλις το 1955.

πηγή: DW

Από τον Οιδίποδα στον Στίβεν Κινγκ: εικόνες επιδημίας


στη λογοτεχνία Δευτερα, 09 Μαρτιου 2020 Εικόνες
επιδημιών, μεταφορικών ή αληθινών, θεόσταλτων ή
συνέπεια ανθρώπινης δράσης, σε έργα της παγκόσμιας
λογοτεχνίας, από την αρχαιότητα έως τις μέρες
μας. ΠΛΟΙΤΕΙΑ. Της Ελένης Κορόβηλα 

Η εν εξελίξει κρίση που βιώνουμε από τα τέλη Δεκεμβρίου με την


επιδημία του νέου κορωνοϊού που ξεκίνησε από την Κίνα και
εξαπλώνεται ανεξέλεγκτα, έχει οδηγήσει και θα  συνεχίσει να οδηγεί σε
πρωτοφανείς καταστάσεις. Στη λογοτεχνία πολλές είναι οι ιστορίες που
εκτυλίσσονται εν μέσω λοιμών, αλληγορικών ή και αληθινών. Δεν είναι,
επίσης, λίγες οι περιπτώσεις που μελλοντολογικά έργα μοιάζουν να
έχουν προβλέψει καταστάσεις με αναλογίες ή και ομοιότητες με αυτές
που βιώνουν σήμερα άνθρωποι σε όλον τον πλανήτη. 

Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Στην αρχή της Ιλιάδας ένας
λοιμός θερίζει το στρατόπεδο των Αχαιών, εξαιτίας της ασέβειας που
επέδειξε ο Αγαμέμνονας απέναντι στο θεό Απόλλωνα. Στο πέρασμα από
το έπος στην αρχαία τραγωδία, μια φοβερή επιδημία θερίζει τη Θήβα,
αλλά ο βασιλιάς της Οιδίποδας αργεί να συνειδητοποιήσει το παιχνίδι
της μοίρας που εξυφαίνεται ερήμην του (βλ. τον πίνακα του Jalabert
Charles Francois στην κεντρική εικόνα).

την αυγή των μοντέρνων καιρών, στο περίφημο «Δεκαήμερο» (1353)


του Βοκκάκιου, το θεωρούμενο και πρώτο έργο πεζογραφίας της
σύγχρονης εποχής, η πανούκλα έχει ξεσπάσει στη Φλωρεντία του 1348.
Επτά νέες και τρεις νέοι βρίσκουν καταφύγιο στην εξοχή όπου επί δέκα
193

μέρες μέσω ενός ιδιότυπου παιχνιδιού προσωπικών ή επινοημένων


αφηγήσεων θα κάνουν αποκαλύψεις και θα θίξουν τα ήθη και τα κακώς
κείμενα της εποχής τους, δίνοντας στον συγγραφέα την ευκαιρία να
διακωμωδήσει και να σατιρίσει την κοινωνία στην οποία ζει, ενώ το
φάσμα του θανάτου παραμονεύει έξω από τον στενό κύκλο των ηρώων
του.

Το 1881 ο Δανός νατουραλιστής Γενς Πέτερ Γιάκομπσεν έγραψε το


διήγημα «Πανούκλα στο Μπέργκαμο». Εμπνευσμένος από τη δύναμη
αφανισμού της επιδημίας και ορμώμενος από το ιστορικό ξέσπασμα της
πανούκλας στο Μπέργκαμο κατά τον Μεσαίωνα, με χιλιάδες νεκρούς, ο
Γιάκομπσεν περιγράφει μια πόλη στην οποία ο χρόνος έχει παγώσει.
Αποτυπώνει το δέος που προκαλούν οι όμορφες εικόνες της πόλης του
αλλά και την καταβύθιση στην κοινωνική κρίση που προκαλεί η
σύγκρουση του θρησκευτικού αισθήματος με το αίσθημα επιβίωσης. Ένα
φιλοσοφικό αφήγημα με πολλούς συμβολισμούς όπου η πανούκλα
ερμηνεύεται ως θεϊκό σημάδι και ως δίκαιη τιμωρία.

Στον εικοστό αιώνα, αμέσως μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο


(1947), ο Αλμπέρ Καμύ με το μυθιστόρημά του «Η πανούκλα» (μτφρ.
Νίκη Καρακίτσου-Ντουζέ, εκδ. Καστανιώτη) αφηγείται την
καθημερινότητα στο Οράν της Αλγερίας της δεκαετίας του ‘40 εν μέσω
μιας επιδημίας που επιφέρει έκτακτες καταστάσεις, χρήση προπαγάνδας
και τελικά επικράτηση του «κακού». Κι αν για το μυθιστόρημα του Καμί
η επιδημία της πανούκλας είναι απλώς ο μεταφορικός καμβάς για να
καταγγελθεί η «μαύρη πανούκλα» του ναζισμού, άλλοι συγγραφείς έχουν
στην καρδιά της μυθοπλασίας τους μια ανεξέλεγκτη, φονική επιδημία
που ενσκύπτει ως τιμωρία και κάθαρση μαζί βάζοντας σε δοκιμασία τα
ανθρώπινα μεγέθη.

Λίγα χρόνια μετά, ο Ζαν Ζιονό δημοσιεύει τον «Ουσάρο στη στέγη»
(1951). Η χολέρα σαρώνει στην Προβηγκία. Ο Ιταλός αξιωματικός
Άντζελο Πάρντι, εξόριστος στη Γαλλία, καταδιώκεται από τους
Αυστριακούς που τον κατηγορούν για συνωμοσία. Οι δρόμοι έχουν
αποκλειστεί, οι πόλεις έχουν οχυρωθεί και έχει επιβληθεί Καραντίνα. Ο 
Άντζελο χωρίς να φοβάται να μολυνθεί φροντίζει τους αρρώστους που
συναντά στο δρόμο του ενώ βοηθά τη σύζυγο ενός κόμη. Ο κλοιός
σφίγγει κι εκείνος, άτρωτος χάρη στο θάρρος και την αγνότητά του,
καταφεύγει στις στέγες της Μανόσκ από όπου παρατηρεί το μεγαλείο της
φύσης και ταυτόχρονα την πόλη να παραδίδεται στον μαρασμό εξαιτίας
της θανάσιμης επιδημίας.
194

Μερικές δεκαετίες αργότερα, κυκλοφορεί το πολυβιαβασμένο


μυθιστόρημα «Ο έρωτας στα χρόνια της χολέρας» (1985) του
Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες (μτφρ. Μαρία Παλαιολόγου, εκδ.
Ψυχογιός). Στο έργο του Κολομβιανού συγγραφέα ο αδιέξοδος έρωτας
πλήττει αμετάκλητα σαν ιός που δεν μπορεί να αναχαιτιστεί τον νεαρό
ήρωά του Φλορεντίνο Αρίσα και τον «μολύνει» για όλη του τη ζωή. Η
επιδημία χολέρας σοβεί σε δεύτερο πλάνο και λειτουργεί σαν υπόμνηση
για το φαρμάκι του ανεκπλήρωτου έρωτα.

Στο αλληγορικό «Περί τυφλότητας» (2000) του Ζοζέ Σαραμάνγκου


(μτφρ. Αθηνά Ψύλλια, εκδ. Καστανιώτη) ο ήρωας χάνει την όρασή του,
κάτι που σύντομα θα συμβεί για ανεξήγητους λόγους και σε άλλους.
Είναι το ξεκίνημα μιας πρωτόγνωρης πανδημίας. Οι πληγέντες,
αποστερημένοι από την όρασή τους, θα τεθούν σε Καραντίνα όπου θα
αποστερηθούν κι από κάθε σύνδεσμο και επαφή με την προηγούμενη
ζωή τους. Η ανθρωπότητα βυθίζεται σταδιακά στο σκότος ώσπου μια
γυναίκα που αίφνης βλέπει μια αστραπιαία λάμψη λευκού φωτός ίσως να
κρατά εν αγνοία της το κλειδί της σωτηρίας.

Το 2010 κυκλοφόρησε το μυθιστόρημα του Φίλιπ Ροθ «Νέμεσις». Το


καλοκαίρι του 1944 μαίνεται στο Νιούαρκ των Ηνωμένων Πολιτειών
επιδημία πολυομυελίτιδας που σκοτώνει παιδιά κι απειλεί να ξεριζώσει
την ικμάδα μιας ολόκληρης κοινότητας καταδικάζοντας τη σε μια ζωή
που θα τη βαραίνει η απώλεια και θα την κάνει αφόρητη ο πόνος. Ο
ήρωας του Ροθ συνθλίβεται από τις περιστάσεις ενώ η καλοκαιρινή ζέστη
και η αποπνικτική ατμόσφαιρα θολώνουν την κρίση του. 

Το 2014 κυκλοφόρησε στη Γαλλία το μυθιστόρημα του Πατρίκ Ντεβίλ


«Χολέρα και πανούκλα» (μτφρ. Άννυ Σπυράκου, εκδ. Τόπος). Ήρωάς
του ένας άνδρας που έχει σώσει εκατομμύρια ζωές από μια ασθένεια που
κάποτε προκαλούσε επιδημίες: ο καλύτερος μαθητής του Παστέρ
Αλεξάντρ Γερσέν, ο άνθρωπος που το 1894 στο προαύλιο ενός
νοσοκομείου του Χονγκ Κονγκ είχε απομονώσει τον βάκιλο της
βουβωνικής πανώλης. Στο βιβλίο του Ντεβίλ τον συναντάμε σε μια άλλη
κρίσιμη στιγμή στην Ιστορία: τον Μάιο του 1940 όταν τα ναζιστικά
στρατεύματα καταλαμβάνουν το Παρίσι και εκείνος βρίσκεται στην
τελευταία πτήση που απογειώνεται από την πόλη. Η συναρπαστική ζωή
του  πολυεπιστήμονα Γερσέν αποτελεί έξοχο παράδειγμα για το πως η
πάλη των μεγάλων δυνάμεων για κυριαρχία βάζει άλλοτε βάζει εμπόδια
και άλλοτε ωθεί την επιστημονική πρόοδο.

ο 2015 κυκλοφόρησε το μυθιστόρημα «Τα τελευταία μου λόγια» του


Αργεντινού Σαντιάγο Αμιγορένα (μτφρ. Τιτίκα Δημητρούλια, εκδ.
195

Gutenberg), ο οποίος ζει στη Γαλλία από τα 11 χρόνια του. Μια ιστορία
για την καταστροφή και το τέλος της ανθρωπότητας που διαδραματίζεται
το 2086 στο έσχατο καταφύγιο: την Ακρόπολη της Αθήνας. Δυο
άνθρωποι έχουν απομείνει, ο νεαρός αφηγητής και ένας υπεραιωνόβιος
άνδρας που ονομάζεται Ουίλιαμ Σαίξπηρ. Αυτός ο δεύτερος, είναι ο
φορέας της μνήμης μέσα από την οποία αναζητούνται οι αιτίες του κακού
και η πηγή για τη χαρά της ζωής.

Ο μετρ της λογοτεχνίας τρόμου Στίβεν Κινγκ έγραψε το 1978 μια


μελλοντολογική ιστορία γεμάτη αποκαλυπτικά στοιχεία που στα
ελληνικά κυκλοφόρησε ως Το κοράκι (μτφρ. Λύο Καλοβυρνάς, εκδ.
Λιβάνη - πρωτότυπος τίτλος “The stand” που κυκλοφόρησε σε
αναθεωρημένη έκδοση το 1990). Μέρες κατάρρευσης μιας κοινωνίας
μετά το ξέσπασμα μιας επιδημίας που οφείλεται σε ένα φονικό ιό γρίπης
που χρησιμοποιείται ως φονικό βιολογικό όπλο σκοτώνοντας το 99% του
πληθυσμού. Τα όνειρα μετατρέπονται σε εφιάλτες και η απειλή του
θανάτου που πλησιάζει παίρνει τη μορφή ενός πρίγκιπα του σκότους που
χτίζει την δική του αυτοκρατορία με σκοπό να φέρει την Αποκάλυψη. Το
κλειδί της σωτηρίας φαίνεται να κρατά μιας υπεραιωνόβια γυναίκα. Το
Κοράκι θα εκδοθεί ξανά φέτος, σε νέα μετάφραση, από τις εκδόσεις
Κλειδάριθμος που πλέον έχουν την ευθύνη για την έκδοση του διάσημου
συγγραφέα στη χώρα μας. 

Δ Ι Π Λ Ω Μ Α Τ Ι Κ Η Ε Ρ Γ Α Σ Ι Α ΤΙΤΛΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
"Η ΠΑΝΩΛΗ ΣΤΗ ΒΕΝΕΤΙΚΗ ΚΡΗΤΗ (14ος -17ος αι.)"
ΔΙΔΑΣΚΟΥΣΑ Κωνσταντινίδου Κατερίνα ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ
ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΖΑΦΕΙΡΗ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ∙ 2017 – 2018 ∙

Λογοτεχνία ΦΥΜΑΤΙΩΣΗ

ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΝΟΜΙΑΤΡΟΥ Γ. ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΙΑ


ΤΗΝ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗ. ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Ερατώ Ζέλλιου-
Μαστοροκώστα

Ή 27 σελίδων έκθεση τοΰ νομιάτρου Γ. Παπανικολάου βρίσκεται στό


Ιστορικό Αρχείο Μακεδονίας, Γ.Λ.Μ. καί είναι χειρόγραφη. Στην πρώτη
196

σελίδα, κάτω από τόν τίτλο, αναφέρει «μεθ’ ενός χάρτου της
Χαλκιδικής». Ό χάρτης δεν υπάρχει στό ’Αρχείο. Στη δεύτερη σελίδα
αναγράφονται τά 59 χωριά τής Χαλκιδικής καί τό "Αγιον Όρος. Στην
τρίτη σελίδα υπάρχει ή εγκύκλιος διαταγή τοΰ νομιάτρου Γ.
Παπανικολάου, ή όποια αναφέρει τά μέτρα πού πρέπει νά έφαρμοσθοΰν
στην Χαλκιδική γιά νά βελτιωθεί ή υγειονομική κατάσταση αυτής. ’Από
την πέμπτη σελίδα αρχίζει ή εκθεση, ή οποία δίνει πληροφορίες κυρίως
γιά την ύγιειονομική κατάσταση, αλλά καί γιά την παιδεία, την
συγκοινωνία, τίς ασχολίες τών περισσοτέρων κωμοπόλεων καί χωριών
τής Χαλκιδικής. Δέν άναφέρεται στό "Αγιον Όρος καί στό βόρειο τμήμα
τής χερσονήσου, δηλαδή στά χωριά ’Επανομή, Ζουμπάτες,
Άσβεστοχώρι, Χορτιάτη, Ζαγκλιβέρι, Άρδαμέρι, Τουρκικό Μαχαλά,
Λιαρίγκοβη, Νεοχώρι, Παλαιοχώρι, "Ισβορο, Τερισσό, Γομάτι,
Ρεβενίκια, Βαρβάρα, Στανό, Σταυρό, τά όποια δέν έπισκέφθηκε.
Ή εκθεση αυτή έχει γράφει στίς αρχές τοΰ 1914, όπως άποδεικνύεται από
τήν ημερομηνία πρωτοκόλλου (8-3-1914),
χών αυτών έπασχαν άπό ελονοσία. Τό δίκτυο ύδρεύσεως των χωριών καί
τών κωμοπόλεων ήταν στοιχειώδες ή ανύπαρκτο. Πολλά χωριά
υδρεύονταν άπό ανοικτά φρέατα καί τό νερό δέν ήταν καθαρό γιά
διαφόρους λόγους καί επειδή οί κάτοικοι, γεωργοί ή κτηνοτρόφοι ώς επί
τό πλειστον, έτρεφαν πολλά ζώα, τά όποια πότιζαν άπό τά φρέατα αύτά.
’Αλλά μολυσματικά νοσήματα δέν ήταν ευρέως εξαπλωμένα ούτε στό
κεντρικό ούτε στό νότιο τμήμα τής χερσονήσου, καί στά Παζαράκια
παρατηρούνταν μακροβιότητα άνω τών 100 ετών. Ή φυματίωση όμως
βρισκόταν σέ έξαρση. Οί γιατροί ήταν περίπου 10 (Βασιλικά 1,
Γαλάτιστα 22, Πολύγυρος 3, Γερακινή 1, Βάλτα 2, 'Αγία Παρασκευή 1,
Συκιά 1). Σέ όλες τίς κωμοπόλεις καί τά χωριά λειτουργούσαν ένα ή
περισσότερα σχολεία, άπόδειξη τής φιλοπαιδείας τών Χαλκιδικιωτών,
άλλά τά περισσότερα διδακτήρια ήταν άκατάλληλα. Ή συγκοινωνία ήταν
άθλια.

Μεταπτυχιακή εργασία. «Λογοτεχνία και Νόσος. Η φυματίωση στην


Κερένια κούκλα του Κων. Χρηστομάνου, στην Πρώτη Αγάπη του Ιω.
Κονδυλάκη, στην Αστροφεγγιά του Ι. Μ. Παναγιωτόπουλου και στο
Μαγικό Βουνό του Thomas Mann». Μεταπτυχιακή φοιτήτρια: Τερζή
Μαρία Φεβρουάριος 2008.

Λ0ΓΟΤΕΧΝΙΑ ΚΑΙ ΝΟΣΟΣ


Η Φυματίωση στα λογοτεχνικά έργα: Η Κερένια κούκλα
του
Κωνσταντίνου Χρηστομάνου, Η πρώτη αγάπη του Ιωάννη
197

Κονδυλάκη, , Αστροφεγγιά του Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου και


Το
Μαγικό Βουνό του Thomas Mann.
Εισαγωγή
Σε αυτή την εργασία θα εξεταστούν τα παραπάνω
λογοτεχνικά κείμενα και συγκεκριμένα σε ό,τι αφορά τη
σχέση τους με την αναπαράσταση της νόσου και
συγκεκριμένα με τη νόσο της φυματίωσης. Αρχικά, θα γίνει
μια σύντομη αναφορά στα στερεότυπα της νόσου της
φυματίωσης, στους
μύθους με τους οποίους συνδέθηκε και μελετώντας τα υπό
εξέταση
κείμενα θα αναδειχθούν τα στερεότυπα και οι αντιλήψεις
που σχετίζονται
με τη νόσο, καθώς και οι κοινές προσεγγίσεις, αλλά και οι
διαφορές που
υπάρχουν στα εν λόγω κείμενα.
Η σειρά με την οποία θα εξεταστούν είναι χρονολογική, με
κριτήριο την
ημερομηνία έκδοσης των κειμένων, ξεκινώντας από τα
ελληνικά και
καταλήγοντας στο κλασικό μυθιστόρημα του Thomas Mann,
όπου και θα
μελετηθεί η κεφαλαιώδης διαφορά του με τα υπόλοιπα
κείμενα: εδώ η
νόσος θα αποτελέσει κίνητρο και αφορμή για πνευματική
αφύπνιση σε
αντίθεση με τα υπόλοιπα κείμενα όπου αναπαράγονται
συγκεκριμένα
στερεότυπα και απηχούνται επιστημονικές αντιλήψεις του
19ου αιώνα.
Η φυματίωση, σύμφωνα με τη Σόντακ1, θεωρείται ως
νόσος ακραίων
αντιθέσεων, συνοδεύεται από απόλυτη ωχρότητα και
αναψοκοκκίνισμα,
υπερδραστηριότητα εναλλασσόμενη με ατονία. Είναι
πλούσια σε ορατά
και αόρατα συμπτώματα, προοδευτικό αδυνάτισμα, ατονία,
πυρετό, ενώ
τυπικό σύμπτωμα της φυματίωσης θεωρείται ο βήχας.
Επίσης, τα
συμπτώματά της είναι απατηλά: ζωηρότητα που
προέρχεται από
198

εξάντληση, ρόδινα μάγουλα που μοιάζουν δείγμα υγείας,


αλλά
προέρχονται από τον πυρετό.
Ο πυρετός στη φυματίωση ήταν σημάδι εσωτερικής
φλόγας. Ο
φθισικός είναι κάποιος ο οποίος αναλώνεται από μια φλόγα,
η οποία
τελικά οδηγεί στην αποσύνθεση του σώματος. Ιδιαίτερα για
τους
Ρομαντικούς, η φθίση θεωρήθηκε ως παραλλαγή της
αρρώστιας του έρωτα
ή μια νόσος που γεννιόταν από την απώθηση του πάθους ή
προερχόταν
από υπερβολικό πάθος Για να οδηγήσει το πάθος στη νόσο
πρέπει να
ματαιωθεί, να μαραθούν οι ελπίδες, είτε το πάθος είναι
έρωτας ή ένα πάθος
πολιτικό ή ηθικό. Έτσι, η νόσος αυτή εξυμνήθηκε ως η
νόσος των εκ
φύσεως θυμάτων, των ευαίσθητων, παθητικών ανθρώπων,
οι οποίοι δεν
αγαπούν τη ζωή όσο χρειάζεται για να επιζήσουν.
Ακόμη, έγινε συνώνυμο της μελαγχολίας και συνδέθηκε με
τη
δημιουργικότητα. Τροφοδότησε ένα σπουδαίο πρότυπο
μποέμικης ζωής
που βιώθηκε από καλλιτέχνες και μη και έγινε αιτία για
εξορία και μια
ζωή ταξιδιών. Ας υπενθυμίσουμε ότι υπήρξε η αρρώστια
των υγρών και
νοτισμένων πόλεων και ότι οι γιατροί συνιστούσαν μεγάλο
υψόμετρο και
ξερό κλίμα. Οι νοσούντες απομονωνόντουσαν από την
κοινότητα, καθώς θεωρούνταν η νόσος κληρονομική. Έτσι,
η αρρώστια έγινε πρόσχημα για πολλούς, ιδιαίτερα αστούς,
για να ξεφύγουν από τις υποχρεώσεις τους, ένας τρόπος να
αποσυρθούν από τον κόσμο ή όταν επρόκειτο για
καλλιτέχνες, πρόσχημα να ζήσουν μόνο για την τέχνη τους ,
χωρίς να χρειάζονται να πάρουν την ευθύνη γι’ αυτή την
απόφαση.__
199

Η ΦΥΜΑΤΙΩΣΗ ΣΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ (30.701Α).


Περιγραφή. Εκδοτικός οίκος:-ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ
ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ ΠΝΕΥΜΩΝ. Έτος
έκδοσης:-1997

Εικόνες φθίσης στο “Μαγικό Βουνό” του Thomas


Mann [ΙΙ]. ΠΑΡΑΘΥΡΟ 09/03/2018

Η φυματίωση όπως την περιγράφει, στο αριστουργηματικό του έργο -


ορόσημο της παγκόσμιας λογοτεχνίας, ο νομπελίστας συγγραφέας Τόμας
Μαν

Το σανατόριο «Wald», στο Νταβός στην Ελβετία χτίστηκε το 1911.


Λειτουργεί σήμερα σαν ξενοδοχείο, το «Waldhotel Davos». 

Όπως αναφέρθηκε στο προηγούμενό μας άρθρο, η εμφάνιση της νόσου


του ήρωα προετοιμάζεται στα πρώτα κεφάλαια του “Μαγικού Βουνού”
με την περιγραφή του χαρακτήρα του, αλλά και από το ιστορικό της
οικογένειάς του, που λειτουργεί ως υπαινιγμός για μια ασθένεια
κληρονομική. Η μητέρα του πεθαίνει από έμφραξη των αγγείων και ο
πατέρας του από πνευμονία, αποδεικνύοντας τη δική του γενετική
ευαισθησία στα πνευμόνια.

Ο λόγος περί νόσου διατρέχει ολόκληρο το μυθιστόρημα, είτε στις


συζητήσεις μεταξύ των βασικών προσώπων του έργου είτε ως
αντικείμενο διάλεξης του ψυχαναλυτή γιατρού, όπου διατυπώνεται η
αντίληψη ότι η ασθένεια είναι αποτέλεσμα των καταπιεσμένων ερωτικών
συναισθημάτων: “…η προσταγή του έρωτα δεν αφήνεται να φιμωθεί, δεν
αφήνεται να βιαστεί, ο καταπιεσμένος έρωτας δεν θα ήταν νεκρός, θα
ζούσε […] και θα ξαναπαρουσιαζόταν, έστω και κάτω από μιαν
αλλοιωμένη και αγνώριστη μορφή […] κάτω από τη μορφή της
αρρώστιας…”.

Καταπιεσμένος έρωτας: Ο έρωτας του ήρωα για την Κλαούντια


εξουσιάζει τις πράξεις του και τη φυσική του κατάσταση, καθώς ένας
χαιρετισμός της του ανεβάζει τον πυρετό, ενώ η αδιαφορία της τον
επαναφέρει στη φυσιολογική θερμοκρασία

Σύμφωνα με την άποψη του ψυχαναλυτή, η νόσος του ήρωα μπορεί να


αποδοθεί στον έρωτά του για την επίσης φυματική Κλαούντια Σοσά που
200

βρισκόταν στο σανατόριο. Το γεγονός ότι, αν και δεν μπορούσε,


ερωτεύτηκε μια γυναίκα που “λιώνει”, αποδεικνύει ότι οι συντηρητικές,
αστικές του ιδέες έχουν κλονιστεί και αντιλαμβάνεται πλέον διαφορετικά
τα πράγματα. Ακολούθως, ο καταπιεσμένος του έρωτας για την
Κλαούντια εξουσιάζει τις πράξεις του και τη φυσική του κατάσταση,
καθώς ένας χαιρετισμός της του ανεβάζει τον πυρετό, ενώ η αδιαφορία
της τον επαναφέρει στη φυσιολογική θερμοκρασία. Τη δύναμη του
έρωτα δείχνουν και τα λόγια του: “Ο έρωτας δεν είναι τίποτα, αν δεν
είναι τρέλα, κάτι παράλογο, απαγορευμένο και μια περιπέτεια στο κακό”.

Παρ’ όλα αυτά, ο έρωτας δεν καταλαμβάνει την ψυχή και τον νου του
ήρωα, καθώς σε ολόκληρο το μυθιστόρημα είναι ένας άριστος ακροατής,
ένας εξαιρετικός μελετητής των καταστάσεων, τις οποίες εξετάζει από
όλες τις διαφορετικές οπτικές γωνίες, με αποτέλεσμα να διαμορφώνεται
σε ένα ανεξάρτητο πνεύμα.

Πέραν, όμως, των ερωτικών περιπετειών του πρωταγωνιστή σημαντικό


ρόλο στην αλλαγή του θα διαδραματίσουν και τα δεδομένα της εποχής.
Με αυτό τον τρόπο, η ασθένειά του μπορεί να στηριχτεί σε μια
πνευματική αιτία, που υποδεικνύει ότι η προέλευση της ασθένειας είναι
το αποτύπωμα της εποχής στον οργανισμό μέσω του πνεύματος, εφόσον
η απουσία ελπίδων και προοπτικών από την κοινωνία της εποχής δεν
ενεργοποιούν της φιλοδοξίες του ατόμου. Εξάλλου, ο πόλεμος ήταν η
αιτία για να φύγει ο ήρωας από το βουνό, αφού έπρεπε να συμμετάσχει
σε αυτόν. Επιπλέον, στο έργο προβάλλονται ιδεολογικές απόψεις με την
αντιπαράθεση των δημοκρατικών, ριζοσπαστικών και συντηρητικών
ιδεών και γίνονται αναφορές σε επιστήμες, όπως η ιατρική, η βιολογία, η
φυσιολογία και η ανατομία του ανθρώπινου σώματος. Σημειώνουμε εδώ
ότι πολλά γεγονότα που συμβαίνουν στο έργο μπορούν να διαβαστούν με
διαφορετικούς τρόπους. Για παράδειγμα, ο βουνίσιος αέρας, δηλαδή το
ξηρό κλίμα του σανατορίου, δεν είναι σίγουρο εάν λειτουργεί βοηθητικά
στη νόσο ή εάν την επιδεινώνει, αφού το κλίμα αυτό προκαλεί πολλές
φορές την εμφάνιση της συγκεκριμένης ασθένειας. Επιπρόσθετα, οι
απόψεις των δύο γιατρών είναι αντιθετικές, αφού ο γιατρός Μπέρενς
εκπροσωπεί την υλιστική και φυσιολογική προσέγγιση της νόσου, ενώ ο
ψυχαναλυτής Κροκόβσκι εστιάζει στην ψυχική ζωή, που αποτελεί τη
βάση της σωματικής.

Όσον αφορά στο θέμα του θανάτου, το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει
ο πρωταγωνιστής προσδίδει ένα καθοριστικό νόημα στο περιεχόμενο
ολόκληρου του βιβλίου, καθώς “το ενδιαφέρον που νιώθουμε για τον
θάνατο και την αρρώστια δεν είναι παρά μια μορφή του ενδιαφέροντος
που αισθανόμαστε για τη ζωή”. Τελικά, η σύγχυση που αφορά στις
201

πράξεις και τα βιώματα του ήρωα θα βρει διέξοδο στην τελευταία φράση
του κειμένου: “Οι περιπέτειες της σάρκας και του πνεύματος, που
ανάθρεψαν την απλοϊκότητά σου, σου επέτρεψαν να ξεπεράσεις με το
πνεύμα σου ό,τι δεν θα μπορέσεις χωρίς άλλο να ξεπεράσεις με τη σάρκα
σου. Ήρθαν στιγμές που, εκεί που έχανες τις αισθήσεις σου,
‘κυβερνώντας’ αναπήδησε ένα όνειρο αγάπης, για σένα, μέσα από τον
θάνατο και την ασέλγεια του κορμιού”.

Γκιζοπούλου Ευαγγέλια. ΦΥΜΑΤIΩΣΗ (TB)

Η φυματίωση (TB) είναι η ασθένεια που προκαλείται από βακτήριο που


ονομάζεται Mycobacterium tuberculosis. Μια ασθένεια που συνοδεύεται
από πολλές προκαταλήψεις καθώς στην προ αντιφυματικών φαρμάκων
εποχή ήταν κοινωνικό στίγμα , ύπουλος φόβος και πηγή έμπνευσης
λογοτεχνικών , θεατρικών ή εικαστικών έργων .

Στην εποχή μας η φυματίωση είναι νόσος ιάσιμη , καθώς η σύγχρονη


ιατρική διαθέτει μεγάλο αριθμό αντιφυματικών φαρμάκων . Βασική
βέβαια προυπόθεση στον έλεγχο της φυματίωσης είναι η έγκαιρη
διάγνωση καθώς και σήμερα είναι ο μεγάλος «μίμος» και η ομοιότητα
των συμπτωμάτων με άλλες καταστάσεις να οδηγήσει σε υποδιάγνωση
του νοσήματος , με σοβαρές επιπτώσεις για τη δημόσια υγεία .

Κώστας Ουράνης (1890-1953). Ο Κώστας Ουράνης γεννήθηκε στην


Κωνσταντινούπολη και το πραγματικό του όνομα ήταν Κώστας Νέαρχος.
Ο πατέρας του Νικόλαος Νέαρχος καταγόταν από την Κυνουρία και η
μητέρα του Αγελική το γένος Γιαννούση από το Λεωνίδιο Αρκαδίας,
όπου ο Ουράνης πέρασε τα παιδικά του χρόνια. Στη συνέχεια φοίτησε
στο Γυμνάσιο του Ναυπλίου και ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του
στην Κωνσταντινούπολη (Ροβέρτειος Σχολή και Λύκειο Χατζηχρήστου).
Το 1908 ήρθε στην Αθήνα και συνεργάστηκε για σύντομο χρονικό
διάστημα με την Ακρόπολη του Βλάση Γαβριηλίδη. Έφυγε για σπουδές
στην Ευρώπη, προτίμησε όμως την κοσμοπολίτικη ζωή, μπήκε στους
κύκλους των μποέμ και προσβλήθηκε από φυματίωση. Νοσηλεύτηκε
δυο χρόνια στην Ελβετία σε σανατόριο του Νταβός. Εκεί γνώρισε την
πρώτη του γυναίκα Μανουέλα Σαντιάγκο από την Πορτογαλία, με την
οποία χώρισε αργότερα και γύρω στο 1930 παντρεύτηκε την Ελένη
Νεγρεπόντη, συγγραφέα και κριτικό της λογοτεχνίας, γνωστή με το
ψευδώνυμο Άλκης Θρύλος. Το 1920 διορίστηκε γενικός πρόξενος της
Ελλάδας στη Λισαβόνα και επέστρεψε τέσσερα χρόνια αργότερα στην
202

Αθήνα, όπου άρχισε να εργάζεται ως δημοσιογράφος (διευθυντής στον


Ελεύθερο Λόγο, συνεργάτης στο Νουμά, τη Δάφνη, τον Καλλιτέχνη, τα
Γράμματα (Αλεξάνδρειας), τη Νέα Ζωή (Αλεξάνδρειας), τη Μούσα, το
Ελεύθερο Βήμα, τον Ελεύθερο Λόγο, τον Εθνικό Κήρυκα της Αμερικής
κ.α. ).

Φραντς Κάφκα: Δεν είμαι τίποτε άλλο παρά


λογοτεχνία Δημοσίευση: 04/06/2019 -

Σαν σήμερα 3 Ιουνίου 1924 ο Franz Kafka, ένας από τους


σημαντικότερους λογοτέχνες του 20ού αιώνα, αφήνει την τελευταία του
πνοή. Γεννήθηκε στην Πράγα το 1883, μία από τις σημαντικότερες
πόλεις της Αυστροουγγαρίας και πρωτεύουσα της Βοημίας. Παρότι ο
Κάφκα θεωρείται ένας συγγραφέας με τεράστια επιρροή, ιδιαίτερα τον
20ό αιώνα, κατά τη διάρκεια της ζωής του το έργο του δεν είχε
αναγνωριστεί...

Σαν σήμερα 3 Ιουνίου 1924 ο Franz Kafka, ένας από τους


σημαντικότερους λογοτέχνες του 20ού αιώνα, αφήνει την τελευταία του
πνοή. Γεννήθηκε στην Πράγα το 1883, μία από τις σημαντικότερες
πόλεις της Αυστροουγγαρίας και πρωτεύουσα της Βοημίας. Παρότι ο
Κάφκα θεωρείται ένας συγγραφέας με τεράστια επιρροή, ιδιαίτερα τον
20ό αιώνα, κατά τη διάρκεια της ζωής του το έργο του δεν είχε
αναγνωριστεί.

Σήμερα, τα λόγια του συγγραφέα έχουν χαρακτηριστεί ως σύμβολο του


αυξανόμενου άγχους του σύγχρονου ανθρώπου και της αποξένωσης σε
έναν ακατάληπτο, εχθρικό και αδιάφορο κόσμο. Γόνος μιας μεσοαστικής
οικογένειας Εβραίων, μεγάλωσε στη σκιά του επιβλητικού και
αυταρχικού πατέρα του. Το συναίσθημα της ανικανότητας, ακόμη και
στις πιο επαναστατικές του στιγμές, κατείχε ξεχωριστή θέση στα
έργα του. Ως καλός μαθητής στο αναγνωρισμένου κύρους γερμανικό
σχολείο όπου φοίτησε, κατάφερε το 1906 να πάρει το πτυχίο του στη
Νομική. Το τελευταίο τού εξασφάλισε μια άνετη ζωή που του άφηνε
ελεύθερο χρόνο για συγγραφή, την οποία αποκαλούσε ως την ουσία –
ευλογία και κατάρα παράλληλα – της ύπαρξής του.

Έως το 1917, όταν αρρώστησε από φυματίωση, εργαζόταν στο


Workers' Accident Insurance institution. Έκτοτε, η ασθένεια τον
203

ανάγκασε να λαμβάνει συνεχώς άδεια, μέχρι και το 1922 όταν και


παραιτήθηκε. Ο Kafka έζησε τη μισή ζωή του –μετά το 1917- σε
θεραπευτήρια, καθώς η φυματίωση εξαπλώθηκε από τους πνεύμονες
στον λάρυγγά του.

Ο Kafka έζησε εξαρτώμενος συναισθηματικά από τους γονείς του,


τους οποίους λάτρευε και μισούσε ταυτόχρονα. Καμία από τις
αποτυχημένες ερωτικές του σχέσεις δεν κατάφερε να τον βγάλει από την
εσωτερική του εξάρτηση. Παρότι το επιθυμούσε πολύ, δεν παντρεύτηκε
ποτέ. Αποκαλούσε τη σεξουαλική επαφή «η τιμωρία του να είσαι μαζί»,
ενώ στα έργα του το σεξ συνδέεται συχνά με τη βρομιά ή την ενοχή.

Ο John Keats και η επάρατη φυματίωση. Του


Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη // 
 

Είναι γνωστό ότι ο άγγλος ποιητής Τζων Κητς (John Keats) αρχικά είχε εκπαιδευτεί
ως φαρμακοποιός, ο γενικός γιατρός της εποχής εκείνης. Ευαίσθητη ψυχή και
γεμάτος φαντασία, ήταν το πρότυπο του ρομαντικού ποιητή. Ο νεαρός γιατρός και
ποιητής όμως υπήρξε άτυχος και ο πρόωρος θάνατός του από φυματίωση
υπήρξε για όλους οδυνηρός, αλλά και αποκαλυπτικός. Η ιστορία και η βιογραφία
του σκιαγραφούν τη ζωή και το θάνατό του, καθώς και το όλο πλαίσιο της ιατρικής
επιστήμης και πρακτικής στο γύρισμα του 19ου αιώνα. Η θανατηφόρα μολυσματική
ασθένεια από την οποία έπασχε και τελικά πέθανε, ήταν η μεγάλη ‘κακοήθεια’ της
εποχής του. Στην αρχή ύπουλη, απόκρυφη για μεγάλο χρονικό διάστημα, λίγες
εκδηλώσεις στις αρχές της, αλλά τελικά καταστροφική στο ανυποψίαστο και αθώο
θύμα και δυστυχώς ανίατη. Όταν ο ποιητής πέθανε, μόλις είχε περάσει τα εφηβικά
του χρόνια. Ευαίσθητος και ρομαντικός ποιητής ο ίδιος, ήταν σε θέση να περιγράφει
τις εμπειρίες και τα συναισθήματα με τρόπο εκφραστικό και οξύ. Ως γιατρός είχε
πλήρη επίγνωση της ασθένειας, όπως και της πρόγνωσής της.

Ο Τζων Κητς, γεννήθηκε στο Λονδίνο στις 31 Οκτωβρίου 1795. Ο πατέρας του,
Τόμας Κητς, ήταν ο επικεφαλής ιπποκόμος στους στάβλους Swan και Hoop, που
βρίσκονταν στο Moorgate. Εκεί ο Τόμας Κητς, γνώρισε και παντρεύτηκε την Frances
Jennings, την κόρη του ιδιοκτήτη των στάβλων, ένα κορίτσι δεκαεννέα ετών. Ο Τζων
ήταν ο πρωτότοκος γιός της, και είχε δύο αδέλφια, George και Tom, και μια αδελφή,
τη Fanny. Λίγα είναι γνωστά για τα πρώτα στάδια της ζωής του Τζων Κητς. Ο
πατέρας του Keats πέθανε μετά από πτώση από άλογο, όταν ο Κητς ήταν μόλις οκτώ
ετών. Η μητέρα του, Frances, σύντομα ξαναπαντρεύτηκε, αλλά εγκατέλειψε το
δεύτερο σύζυγο φεύγοντας με άλλον άντρα. Πέντε χρόνια αργότερα, το 1809, η
Φράνσις (Frances), άρρωστη πια, επέστρεψε πίσω. Ο Τζων Κητς φρόντισε τη
προσωπικά, της διάβαζε με τις ώρες, φτιάχνοντας τα γεύματά της και χωρίς να
επιτρέπει σε άλλους να φροντίσουν γι αυτήν. Σύντομα όμως πέθανε και απ’ ότι
διέρρευσε είχε μάλλον φυματίωση.
204

Φθίση (Phthisis), ήταν η ελληνική λέξη για τη φυματίωση, ένας μάλλον γενικός
όρος που αναφερόταν σε αυτή την ασθένεια. Η συμβολή των εργασιών του γιατρού
του 17ου αιώνα, Richard Morton, στην κατανόηση της μετάδοσης της συγκεκριμένης
νόσου, ήταν σημαντική. Στηριζόμενος στην χυμική θεωρία της παθογένειας της
νόσου, ο Morton κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η φθίση ήταν ασθένεια στην οποία το
στάσιμο αίμα διαστέλλει τους πνεύμονες, τους κάνει σκληρούς στη συνέχεια, με
δημιουργία των φυμάτων, τα οποία αργότερα γίνονται κακοήθη, λόγω κάποιου
εξωτερικού ερεθίσματος που επιδρά τοπικά, με τελικό αποτέλεσμα την αιμόπτυση
που είναι και το πλέον αξιοσημείωτο χαρακτηριστικό.

Από τα θεραπευτικά μέτρα της εποχής, αναφέρονται τα ήπια καθαρτικά τα οποία θα


μπορούσαν να απομακρύνουν τους χυμούς με τα κόπρανα και όχι τα ισχυρά θα
κινητοποιούσαν το αίμα περισσότερο και θα αύξαναν τη θερμοκρασία του, η
φλεβοτομία για την ψύξη του αίματος, τα οπιούχα να ηρεμήσουν τα πνευμόνια, και
νηστεία για την ηρεμία του σώματος. Ο Richard Morton, ήταν ένας παρατηρητικός
γιατρός με αναπτυγμένη διαίσθηση, αλλά είχε περιορισμένα ανατομικά στοιχεία και
εργαζόταν κάτω από το ξεπερασμένο Ιπποκρατικό εννοιολογικό πλαίσιο της νόσου.
Ωστόσο, δεν υπήρχε αμφιβολία ότι η φθίση είχε ανάγκη από περαιτέρω σκέψη και
έρευνα, αφού ήταν η κυρίαρχη ασθένεια της εποχής, που αντιπροσώπευε περίπου το
ένα τέταρτο του συνόλου των θανάτων στα περισσότερα αστικά κέντρα.

Ο Κητς θεραπεύτηκε από τους τοπικούς χειρουργούς, χρησιμοποιώντας τη


συνταγογραφούμενη θεραπεία της εποχής. Παρεπιπτόντως πρέπει να αναφέρουμε ότι
στο Παρίσι το 1816, ο Rene Theophile Hyacinthe Laennec (1781–1826)
χρησιμοποιούσε ένα ρολό χαρτιού για να ακούσει τους ήχους της καρδιάς μιας
νεαρής γυναίκας, αντί να ακουμπήσει το αυτί του στο στήθος της. Αυτό το πρώτο
στηθοσκόπιο ακολούθησε ένα ξύλινο μοντέλο και στη συνέχεια άλλες, βελτιωμένες
εκδόσεις. Ήταν ο ερχομός του στηθοσκοπίου, αυτό που επέτρεψε να ακουστεί το
πλήθος των δραματικών και ανεπαίσθητων ακροαστικών ευρημάτων που
χρησιμοποιούνται για τη διάγνωση των ασθενειών των πνευμόνων. Ήταν ακόμα η
ιδιοφυΐα του Laennec αυτή που συσχέτισε την αλήθεια της κλινικής εικόνας, αυτού
που άκουγε στα πνευμόνια, με τα ευρήματα της αυτοψίας. Κι ακόμα η τεχνολογική
πρόοδος του αιώνα μέχρι την τυχαία ανακάλυψη των ακτίνων Χ, το 1895, από τον
καθηγητή Karl Wilhelm Röntgen (1845-1923), με την ακτινογραφία του χεριού της
συζύγου του να έχει αναπαραχθεί αμέτρητες φορές σε όλο τον κόσμο. Η ιδέα ότι η
φυματίωση ήταν μεταδοτική ασθένεια, υποστηρίχτηκε από τους William Budd
(1811–1880) και Jean Antoine Villemin (1827–1892), αλλά όμως ήταν ο Robert Koch
(1843-1910) ο οποίος απέδειξε τη μολυσματική φύση της νόσου.

 Τετάρτη, 26 Ιανουαρίου 2011Σ’ αραχνιασμένο σπήλαιο θα πάω


να κατοικήσω, ωσότου να 'λθει η στιγμή, μάνα, να ξεψυχήσω
205

Πριν η φυματίωση νικήσει οριστικά την Πολυδούρη, στα 28 της χρόνια,


την οδηγεί στον «τόπο του θανάτου», όπως χαρακτήριζαν πολλοί το
σανατόριο Σωτηρία στις αρχές του 20ου αιώνα. Ας δούμε λίγα στοιχεία
για την αρρώστια την εποχή εκείνη, τους φυματικούς, αλλά και την ίδια
την Πολυδούρη τον καιρό που νοσηλευόταν εκεί
Η φυματίωση είναι λοιμώδης νόσος, μεταδοτική και παρουσιάζει υψηλή
θνητότητα. Η νόσος οφείλεται στο μικρόβιο της φυματίωσης ή του Κοχ.
Η μετάδοσή της γίνεται με την αναπνοή των σταγονιδίων που αποβάλλει
ο άρρωστος ο οποίος είναι πάντοτε ενήλικας, αφού τα παιδιά δεν
μεταδίδουν την ασθένεια. Τα γενικά συμπτώματα περιλαμβάνουν έντονη
αδυναμία, καταβολή, απώλεια βάρους , πυρετό ή δεκατική πυρετική
κίνηση και νυκτερινούς ιδρώτες. Σε εντόπιση της νόσου στους πνεύμονες
τα επιπλέον συμπτώματα είναι βήχας, πόνος στο θώρακα και αιμόπτυση.

Παλιότερα ο λαός ονόμαζε «χτικιό» την αρρώστια. Για την αντιμετώπισή


της οι ασθενείς χρειάζονταν καθαρό αέρα, καλή διατροφή, ξεκούραση.
Διαμονή, δηλαδή, σε σανατόριο. Λίγοι, όμως, ήταν οι τυχεροί που
ξέφευγαν το θάνατο. Μια επίσημη στατιστική δείχνει ότι το 42% των
αρρώστων πεθαίνουν σε 15 το πολύ μέρες, το 25% φτάνει τους δυο μήνες
και μόλις το 3-4% περνούν το χρόνο. Απελπισμένοι όσοι τους τύχαινε να
έχουν φυματικό στο σπίτι, αναζητούσαν μ' αγωνία κρεβάτι σε κάποιο
σανατόριο.
Το πρώτο σανατόριο στη χώρα μας ήταν η «Σωτηρία». Ιδρύθηκε το 1902
και πρωτολειτούργησε τρία χρόνια μετά. Σε μια εποχή που η Αθήνα είχε
τα όριά της στους Αμπελόκηπους, το σανατόριο «Σωτηρία» χτίζεται λίγο
πιο βόρεια, μέσα στα δέντρα.
Στο βιβλίο του «Η Σωτηρία - τόπος μαρτυρίου των φθισικών», ο
δημοσιογράφος Κώστας Στούρνας αποκάλυπτε την εφιαλτική
κατάσταση που επικρατούσε στο πρώτο σανατόριο της χώρας, στο οποίο
νοσηλεύονταν γύρω στις 5.000 άρρωστοι. «...Μια κατάρα βαραίνει από
τον πόλεμο και δώθε προπαντός την Ελλάδα. Η φθίση. Νούμερα θανάτου
που είναι τρομακτικά. Υγιεινολόγοι, γιατροί, εφημερίδες γράφουν για τον
αφανισμό που συντελείται σε νέες ζωές. Σε 250.000 υπολογίζονται οι
φυματικοί στην Ελλάδα. Σε 25.000 φτάνουν κάθε χρόνο αυτοί που
πεθαίνουν από τη φοβερή αυτή αρρώστια».

Η φυματίωση, η φθίση, το χτικιό, υπήρξε μάστιγα για το πρώτο


τουλάχιστον μισό του 20ού αιώνα, η δε «Σωτηρία» ως γκέτο, παραπάνω
206

από μία δεκαετία, αρχής γενομένης από το 1922, ήταν ο τόπος των
ζωντανών νεκρών. Σήμερα από εκείνη την εποχή έχουν απομείνει εκτός
από τις φωτογραφίες, οι φιλολογικοί θρύλοι: η παρουσία στο
θεραπευτήριο, επί τρία χρόνια, του Γιάννη Ρίτσου, η συνάντησή του με
τη Μαρία Πολυδούρη και η τελευταία συνάντηση της ποιήτριας με τον
Κώστα Καρυωτάκη, πριν αυτός αναχωρήσει για την Πρέβεζα.

Εχει μείνει ακόμα η «Σωτηρία» ως ο χώρος φυλάκισης των φυματικών


πολιτικών κρατουμένων και για το ότι στην πίσω μάντρα της
τουφεκίστηκαν πλήθος πατριωτών, μεταξύ των οποίων και ο Νίκος
Μπελογιάννης, ακόμα και ως χώρος που το 1922, με τη μικρασιατική
καταστροφή, 3.000 πρόσφυγες, φυματικοί ή όχι, κατέλυσαν εκεί
δημιουργώντας ένα γκέτο.

Η περίοδος αυτή σημάδεψε με τα πιο μελανά χρώματα το νοσοκομείο,


ιδιαίτερα τις συνθήκες διαβίωσης των ασθενών. Η «Σωτηρία» της εποχής
εκείνης ήταν ένας περίεργος τόπος θανάτου όπου ο πόνος και η φρίκη
βρίσκονταν κοντά με την αναρχία, την εγκληματικότητα και τη
διαφθορά. Το 1927 όταν ο Ελληνορουμάνος λογοτέχνης Παναϊτ
Ιστράτι, επισκέφθηκε το Νοσοκομείο, είπε ότι στην είσοδο του έπρεπε
να αναρτηθεί η επιγραφή που υπήρχε στην πύλη της «Κόλασης» του
Δάντη. «Εσείς, όσοι μπαίνετε, αφήστε κάθε ελπίδα»!
Εκεί, λοιπόν, θα νοσηλευτεί, μετά την επιστροφή της από το Παρίσι και η
Μαρίκα Πολυδούρη. Και καταφέρνει να κάνει το δωματιάκι της τόπο
συνάντησης διανοουμένων και καλλιτεχνών.

Γράφει χαρακτηριστικά η αδελφή της, Βιργινία Πολυδούρη, σε λίγες


σελίδες πρόχειρου βιογραφικού της Μαρίας που άφησε:
« Την έβαλαν στην τρίτη θέση σ' ένα μικρό δωμάτιο που προοριζόταν για
τους κατάκοιτους. [...] Το θλιβερό άγγελμα της αυτοκτονίας του
Καρυωτάκη απ' την Πρέβεζα την έφερε στο χείλος του θανάτου,
μαυροντύθηκε και χειροτέρεψε το υπόλοιπο της ζωής της [...].Το
δωματιάκι αυτό το διακόσμησε με ποιητές όπως ο Μπάυρον, ο Μποντλέρ
και άλλους. Τον Καρυωτάκη τον είχε στο κομοδίνο της. Το μικρό
δωματιάκι μεταβλήθηκε σε σαλόνι ποιητών και λογίων.»
Εκεί την επισκέπτονταν διάφοροι άνθρωποι του πνευματικού και
καλλιτεχνικού κόσμου της εποχής, όπως ο Φώτος Πολίτης, η Μαρίκα
Κοτοπούλη, ο Άγγελος Σικελιανός, η Μυρτιώτισσα, ο Κώστας Ουράνης
κα. Και εκεί θα συναντήσει τον Κώστα Καρυωτάκη, τον Τάκη της, τον
207

Ιούνιο του 1928· μια συνάντηση που άφησε γλυκόπικρη γεύση στην
ποιήτρια, η οποία στους τελευταίους μήνες της ζωής της θα κατεβεί πάλι
στην Αθήνα προσπαθώντας να απολαύσει τη λιγοστή ζωή που της
απομένει.
Η Μαρία Πολυδούρη δεν πέθανε στο «Σωτηρία». Μια «αυγούλα
μελαγχολική του Απρίλη», όπως προφητικά είχε προβλέψει σε ένα στίχο
της άφησε την τελευταία της πνοή στην κλινική Καραμάνου, στην
Αθήνα, κοντά σε φίλους της. Ήταν 28 Απριλίου 1930 κι ήταν μόνο 28
χρονών.

Πηγές:http://www2.rizospastis.gr/wwwengine/story.do?
id=2799559&publDate=

Φυματίωση: Η ''νόσος των φτωχών''Κάθε χρόνο η


φυματίωση σκοτώνει περίπου δύο εκατομμύρια
ανθρώπους. www.kathimerini.com.cy Newsroom Κ/ ΑΜΠΕ
24 ΜΑΡΤΙΟΥ 2011 -

Κάθε χρόνο η φυματίωση σκοτώνει περίπου δύο εκατομμύρια


ανθρώπους. Πρόκειται για μία από τις συχνότερες λοιμώδεις νόσους στον
κόσμο. Μεταδίδεται από άτομο σε άτομο αερογενώς, με σταγονίδια, τα
οποία εκπέμπουν οι ασθενείς, όταν βήχουν, φτερνίζονται ή ομιλούν. 

Παρά τα μέσα που διαθέτει σήμερα η ιατρική επιστήμη, η φυματίωση


μετά το 1985 παρουσιάζεται απειλητική, είναι παγκόσμια πανδημία που
πυροδοτείται και από την έξαρση του AIDS (η φυματίωση είναι η
συχνότερη αιτία θανάτου των ατόμων που πάσχουν από AIDS), τη
φτώχεια, την έλλειψη των υπηρεσιών υγείας και την εμφάνιση
ανθεκτικών στα φάρμακα στελέχων του βάκιλου, που προκαλεί τη νόσο
(ο αριθμός των ασθενών με πολυ-ανθεκτική στα φάρμακα φυματίωση
-MDR-TB- αυξάνεται συνεχώς). 

Ειδικά στον αναπτυσσόμενο κόσμο, η φυματίωση είναι νόσος που


παγιδεύει τους ανθρώπους σε φαύλο κύκλο φτώχιας και αρρώστιας. Στις
ανεπτυγμένες κοινωνίες η νόσος παρουσιάζει αύξηση των δεικτών της
και πρέπει πλέον να υπάρξει ενεργοποίηση στους τομείς της ενημέρωσης,
της πρόληψης και της αντιμετώπισης.

Η 24η Μαρτίου έχει καθιερωθεί από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας


(Π.Ο.Υ.), ως Παγκόσμια Ημέρα κατά της Φυματίωσης. Για την
208

αντιμετώπιση αυτής της μάστιγας, όλα τα συστήματα υγείας,


παγκοσμίως, τέθηκαν σε επαγρύπνηση. Ο Οργανισμός εκπόνησε το
πρόγραμμα DOTS (Directly Observed Therapy, Short Course -
Πρόγραμμα Βραχυθεραπείας Υπό Άμεση Παρακολούθηση), που
εφαρμόζεται σε 102 χώρες με διάφορες τροποποιήσεις. 

Οι βασικές αρχές του προγράμματος είναι πέντε:

1. Κρατική μέριμνα
2. Βελτιωμένος εργαστηριακός έλεγχος
3. Άμεσα επιτηρούμενη θεραπεία διάρκειας 6 έως 8 μηνών σε όλους
τους ασθενείς με θετικά πτύελα
4. Δωρεάν αντιφυματικά φάρμακα
5. Ύπαρξη συστήματος καταγραφής και αξιολόγησης της θεραπείας

Για την αντιμετώπιση της πολυανθεκτικής φυματίωσης ανέπτυξε


συμπληρωματικά το πρόγραμμα DOTS-plus για τις χώρες, που ήδη
εφαρμόζουν το DOTS.

Περιοχές με σοβαρότερο πρόβλημα φυματίωσης είναι η Αφρική, η


Ασία, η Ν. Αμερική, οι Δημοκρατίες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης,
καθώς και τα περισσότερα από τα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης. Η
μεταφορά της φυματίωσης στις ανεπτυγμένες χώρες γίνεται διεθνώς
μέσω της μετανάστευσης ατόμων τα οποία είτε ήδη νοσούν, είτε έχουν
μολυνθεί στη χώρα τους και εκδηλώνουν τη νόσο στη χώρα υποδοχής.

Η φυματίωση ονομάζεται και «νόσος των φτωχών», καθώς


αναπτύσσεται σε δυσχερείς συνθήκες διαβίωσης και προτιμά τους
οργανισμούς που είναι ήδη εξασθενημένοι από τις ασθένειες, τις
κακουχίες και την ελλιπή διατροφή. Εικοσιδύο χώρες, κυρίως της
υποσαχάριας Αφρικής και της νοτιοανατολικής Ασίας, συγκεντρώνουν
80% των περιστατικών. Αυτές οι χώρες χαρακτηρίζονται από φτώχεια,
κακή διατροφή, κακές συνθήκες υγιεινής και υπερπληθυσμό. Στην
υποσαχάρια Αφρική η εξάπλωση της νόσου συνεχίζεται με ρυθμό 10%
ετησίως, υποβοηθούμενη από την επιδημία του AIDS που μαστίζει την
περιοχή, ενώ παγκοσμίως ο ρυθμός είναι 3%.

Η φυματίωση μαστίζει την ανθρωπότητα για χιλιετίες. Υπολείμματα της


νόσου βρέθηκαν στα οστά και στον θώρακα από Αιγυπτιακές μούμιες
ηλικίας 3.000 ετών. Ο Ιπποκράτης και ο Γαληνός την περιέγραψαν και
συμφώνησαν ότι η ανάπαυση και ο καθαρός αέρας παίζουν σημαντικό
ρόλο στη θεραπεία της. Έπρεπε να φτάσει η ανθρωπότητα στον 16ο
αιώνα για να τεθούν οι πρώτες υποψίες για τη μεταδοτικότητα της νόσου.
Τότε εφαρμόστηκαν νόμοι στη λεκάνη της Μεσογείου που επέβαλαν την
209

απομόνωση των πασχόντων. Ο ίδιος ο ενοχοποιητικός παράγοντας, το


μυκοβακτηρίδιο της φυματίωσης, ανακαλύφτηκε από τον Koch το 1882.

Στο μεταξύ, ο συνωστισμός στις μεγάλες πόλεις και η εξαθλίωση των


μαζών κατά τη διάρκεια της βιομηχανικής επανάστασης είχε ως
αποτέλεσμα τη μεγάλη διάδοση της νόσου. Η περίφημη «Λευκή
Πανώλη», όπως ονομάστηκε, πιστεύεται ότι ήταν η κυριότερη αιτία
θανάτου κατά το 19ο αιώνα. Ακολούθησε η σταδιακή βελτίωση των
συνθηκών υγιεινής και η άνοδος του βιοτικού επιπέδου, ώστε στις ΗΠΑ
η θνησιμότητα από 400/100.000 το 1830 να πέσει στα 200/100.000 το
1900. Η συνεχιζόμενη βελτίωση των συνθηκών ζωής κατά τη διάρκεια
του 20ου αιώνα και η ανάπτυξη αποτελεσματικών αντιβιοτικών τη
δεκαετία του '40 κατάφερε τελικά να θέσει τη νόσο στο περιθώριο στις
αναπτυγμένες χώρες.

Τα συμπτώματα, που χαρακτηρίζουν τη νόσο, είναι επίμονος βήχας,


αίσθημα κόπωσης, απώλεια βάρους, νυχτερινοί ιδρώτες, ανορεξία,
δεκατική πυρετική κίνηση και αιμόπτυση. Αφού το άτομο νοσήσει και
εφόσον δεν λάβει την κατάλληλη αγωγή, η νόσος δεν περιορίζεται στους
πνεύμονες αλλά μπορεί να επεκταθεί κυριολεκτικά οπουδήποτε: οστά,
νεφροί, έντερα, εγκέφαλος κ.ά.. 

Σήμερα, η φαρμακευτική αγωγή είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της


θεραπείας της φυματίωσης. Η θεραπεία είναι χρονοβόρα. Κανονικά,
λαμβάνονται αντιβιοτικά για έξι έως 12 μήνες για να καταστρέψουν τον
βάκιλο.

Πολλοί ασθενείς, όμως, δυσκολεύονται να τηρήσουν την απαραίτητη


αγωγή με αποτέλεσμα την ατελή θεραπεία τους. Πέρα από το γεγονός ότι
θα υποτροπιάσουν και θα μεταδώσουν τη νόσο σε άλλους, ευνοούν την
ανάπτυξη ανθεκτικών στα φάρμακα μικροβίων. Τα πολυανθεκτικά αυτά
στελέχη απαιτούν περισσότερα και διαφορετικά φάρμακα με αρκετές
παρενέργειες, για ακόμα μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Δυστυχώς, ο
ρυθμός εμφάνισης της πολυανθεκτικής φυματίωσης αυξάνεται
ανησυχητικά, χωρίς να υπάρχουν νέα αντιβιοτικά στον ορίζοντα.

Η φυματίωση είναι ασθένεια που προλαμβάνεται. Από άποψη δημόσιας


υγείας, ο καλύτερος τρόπος για τον έλεγχο της φυματίωσης είναι η
διάγνωση και η θεραπεία ατόμων με φυματίωση πριν αναπτύξουν
ενεργή νόσο, ώστε να ληφθούν οι απαραίτητες προφυλάξεις. Επίσης,
υπάρχει και το εμβόλιο κατά της φυματίωσης το οποίο μπορεί να γίνει
κατά την παιδική ηλικία, που είναι πιο αποτελεσματικό.
210

Στρατής Τσίρκας ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ - ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ -


ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ - ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΑ

 Ο Στρατής Τσίρκας (λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Γιάννη Χατζηαντρέα


από παρατσούκλι του πατέρα του), γιος του Κώστα Χατζηαντρέα και της
Περσεφόνης το γένος Σταμαράτη, γεννήθηκε και πέρασε τα παιδικά και
νεανικά του χρόνια στο Κάιρο. Είχε τρία μικρότερα αδέρφια. Γύρω στο
1917 γράφτηκε στην Αμπέτειο Σχολή, στο εμπορικό τμήμα, από όπου
αποφοίτησε το 1928. Μετά την αποφοίτησή του εργάστηκε στην Εθνική
Τράπεζα της Αιγύπτου για ένα χρόνο και από το 1929 ως το 1939 σε μια
εταιρεία βάμβακος στην Άνω Αίγυπτο, αρχικά ως λογιστής και στη
συνέχεια ως διευθυντής των εκκοκιστηρίων. Το 1933 πέθανε ο πατέρας
του από φυματίωση. Το 1935 εντάχτηκε στην αντιφασιστική οργάνωση
Ligue Pacifiste και ίδρυσε μαζί με τον Θεοδόση Πιερίδη την
Αντιφασιστική Πρωτοπορία. Το 1937 παντρεύτηκε την Αντιγόνη
Κερασσώτη, με την οποία ταξίδεψε στην Αυστρία, την Ιταλία, τη
Γιουγκοσλαβία, τη Γαλλία και την Ελλάδα και απέκτησε ένα γιο τον
Κώστα (γενν.1957). Το καλοκαίρι του ίδιου χρόνου πήρε μέρος (ανάμεσα
στους Μπέρτολντ Μπρεχτ, Λουί Αραγκόν, Πάμπλο Νερούντα και
άλλους) στο Β’ Διεθνές Συνέδριο των Συγγραφέων για την Υπεράσπιση
της Κουλτούρας εναντίον του Πολέμου και του Φασισμού στο Παρίσι
και έγραψε μαζί με τον Χιούς τον όρκο στον Λόρκα, που προωθήθηκε
από τον Λουί Αραγκόν και υπογράφτηκε από σαράντα συγγραφείς. Από
το 1939 ως το 1963 έζησε στην Αλεξάνδρεια και εργάστηκε ως
διευθυντής βυρσοδεψείου (έφυγε για λίγους μήνες το 1942 όταν ο
Ρόμμελ απείλησε την πόλη). Το 1943 έγινε καθοδηγητικό στέλεχος του
Ελληνικού Απελευθερωτικού Συνδέσμου. Στην περίοδο αυτή
τοποθετείται η γνωριμία του με το Γιώργο Σεφέρη. Το 1961 διαγράφτηκε
από το Κ.Κ.Ε., καθώς αρνήθηκε να αποκηρύξει το έργο του Η Λέσχη,
που είχε εκδοθεί λίγο νωρίτερα. Το 1963 έφυγε για την Αθήνα, όπου
έζησε ως το θάνατό του. Μετά την κήρυξη της δικτατορίας του
Παπαδόπουλου έγινε μέλος του Πατριωτικού Αντιδικτατορικού
Μετώπου. Το 1969 εντάχθηκε στο Κ.Κ.Ε. εσωτερικού και ένα χρόνο
αργότερα πήρε μέρος στη σύνταξη του αντιδικτατορικού τόμου 18
Κείμενα με το διήγημα Αλλαξοκαιριά. Συμμετείχε επίσης στον τόμο Νέα
Κείμενα (1970) και στα Νέα Κείμενα2. Πέθανε στο Ιπποκράτειο
νοσοκομείο σε ηλικία 69 χρόνων από ανεύρυσμα. Συνεργάστηκε με τα
περιοδικά Έλλην – αργότερα όργανο του ΕΑΣ -, Κυπριακά Γράμματα,
Ελεύθερα Γράμματα, Αλεξανδρινή Λογοτεχνία, Πάροικος, Φωνή,
Επιθεώρηση Τέχνης, Αυγή, Ταχυδρόμος, Συνέχεια. Τιμήθηκε με το
Κρατικό Βραβείο Βιογραφίας για το έργο του Ο Καβάφης και η εποχή
του (1959) και Βραβείο Κριτικών και Εκδοτών της Γαλλίας (1972 για τις
211

Ακυβέρνητες Πολιτείες). Ο Στρατής Τσίρκας τοποθετείται ανάμεσα στη


μεσοπολεμική και μεταπολεμική γενιά της νεοελληνικής πεζογραφίας και
το έργο του συνδέεται άμεσα με τις πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα και
τη γενέτειρά του, στις οποίες πήρε ενεργό μέρος. Η πρώτη του εμφάνιση
στο χώρο της λογοτεχνίας σημειώθηκε το 1927 με μεταφράσεις των
Μυσσέ, Χάινε και Σίλλερ στα περιοδικά Μπουκέτο και Οικογένεια και
τη δημοσίευση του πρώτου του πεζογραφήματος με τίτλο Το Φεγγάρι
στο περιοδικό Παναιγυπτία. Το 1930 δημοσίευσε το πεζογράφημα
Μεσημεριάτικο στο περιοδικό Πρωτοπορία και το πρώτο του ποίημα, με
τίτλο Pot pouri , στο περιοδικό Αλεξανδρινή Τέχνη. Την ίδια χρονιά
γνωρίστηκε με τον Κ.Π. Καβάφη. Το 1937 κυκλοφόρησε την ποιητική
συλλογή Φελλάχοι, όπου υπέγραψε για πρώτη φορά με το όνομα Στρατής
Τσίρκας. Ως το ξέσπασμα του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου
ασχολήθηκε με την ποίηση και το διήγημα. Γνωστός έγινε κυρίως μετά
την έκδοση της βιογραφίας Ο Καβάφης και η εποχή του και της
μυθιστορηματικής τριλογίας Ακυβέρνητες Πολιτείες, που δίχασαν τους
κριτικούς και λογοτεχνικούς κύκλους και προκάλεσαν ζυμώσεις στο
χώρο της αριστερής διανόησης. Έργα του μεταφράστηκαν σε πολλές
ξένες γλώσσες.

Αυτός ο σκοτεινός Μπέρνχαρντ (του Γιάννη Ν.Μπασκόζου). του Γιάννη


Ν.Μπασκόζου

Ο Τόμας Μπέρνχαρντ με την Αυτοβιογραφία του εισάγει τον αναγνώστη


στον δικό του κόσμο, δίνοντας του τις προσωπικές στιγμές που τον
σημάδεψαν. Γεννημένος το 1931 (πέθανε το 1989) θεωρείται ο
μεγαλύτερος μεταπολεμικός συγγραφέας της Αυστρίας, αν και
γενικότερα ανήκει στην ευρύτερη γερμανική λογοτεχνία. Τα πέντε
κείμενα του τόμου αυτού γράφτηκαν μεταξύ 1975 και 1982 και αφορούν
στην παιδική και εφηβική ηλικία του συγγραφέα. Ο ίδιος ο συγγραφέας
τα θεωρούσε «αυτοβιογραφικά μυθιστορήματα» θέλοντας να
υπονομεύσει , εν μέρει, την αλήθεια τους. Οι ιστορίες του από την
παιδική ηλικία έχουν κάτι σκοτεινό, ένα φάσμα απελπισίας που τον
οδηγεί στις πιο αντιδραστικές του πράξεις. «Η γενέθλια πόλη μου είναι
στην πραγματικότητα μια θανάσιμη αρρώστια, που σ΄αυτήν οι κάτοικοι
της θα γεννηθούν και θα μεγαλώσουν και, αν δεν φύγουν την
αποφασιστική στιγμή, είτε θ΄ αυτοκτονήσουν εντελώς απροσδόκητα,
άμεσα ή έμμεσα, αργά ή γρήγορα, μέσα σ΄όλες αυτές τις φοβερές
συνθήκες, είτε θα αφανιστούν άμεσα ή έμμεσα, αργά και οικτρά,, σ΄αυτό
το ουσιαστικά πέρα για πέρα εχθρικό για τον άνθρωπο αρχιτεκτονικό-
επισκοπικό-αμβλύνου-εθνικοσοσιαλιστικό-καθολικό έδαφος θανάτου». 
212

Σε μια τέτοια πόλη ο συγγραφέας αψηφά τις συμβουλές και αποφασίζει


να πάει ενάντια στην οικογενειακή θέληση (την οποία εκφράζει ο
κηδεμόνας – πατριός του). Δεκατριών χρονών θα βρεθεί σε ένα σκοτεινό,
απάνθρωπο εθνικοσοσιαλιστικό οικοτροφείο και θα κατατρύχεται από
την αίσθηση της επικείμενης αυτοκτονίας του, ως μόνου μέσου διαφυγής.
Αλλά ούτε και η μετέπειτά διαμονή του στο καθολικό οικοτροφείο-
Λύκειο είχε τεράστιες διαφορές. Η μοναδική ανθρώπινη επικοινωνία που
είχε ήταν με τον παππού του, ο οποίος έχει διαβλέψει τις ικανότητές του
και τον προόριζε  για κάτι ιδιαίτερο πληρώνοντας του μαθήματα βιολιού
και ξένων γλωσσών. Ο Μπέρνχαρντ θα εγκαταλείψει το Λύκειο και θα
προτιμήσει να ασχοληθεί με χειρωνακτική εργασία πιάνοντας δουλειά
στο υπόγειο κατάστημα τροφίμων του Καρλ Ποντλάχα. Είναι η πρώτη
φορά που αισθάνεται πραγματικά χρήσιμος, ότι έχει γίνει μια «χρήσιμη
ύπαρξη», και ότι γι αυτόν αρχίζει μια καινούργια εποχή. Το 1948 νοσεί
από βαριά πλευρίτιδα και φυματίωση. Θα περάσει τα επόμενα δύο
χρόνια σε νοσοκομεία και σανατόρια, τα οποία  θα του δώσουν την
αφορμή να παρουσιάσει στην ενότητα «Η ανάσα» τον ζοφερό κόσμο του
νοσοκομείου, εκεί όπου  οι μαύρες σκέψεις επανέρχονται. Ο παππούς
πεθαίνει όταν αυτός νοσηλευόταν και όπως χαρακτηριστικά γράφει «από
μένα θα εξαρτιόταν αν εξακολουθούσα να ανασαίνω ή όχι». Τα
αυτοβιογραφικά του κείμενα τελειώνουν με το τιτλοφορούμενο «ένα
παιδί», ένα συγκλονιστικό κείμενο που αφηγείται την εποχή που ο
συγγραφέας ήταν ένα οκτάχρονο άτακτο παιδί, που ακολουθούσε ένα
δικό του δρομολόγιο ζωής. Σαν άλλος Τομ Σώγερ θα πάρει ένα ποδήλατο
και θα θελήσει να επισκεφτεί την θεία του που ζούσε σε απόσταση 36
χιλιομέτρων στο Ζάλτσμπουργκ.  Το ποδήλατο θα χαλάσει και αυτός θα
ζήσει μια τρομακτική περιπέτεια μέσα στη νύχτα, με βροχή, με
άγνωστους ανθρώπους σε ένα χάνι μέχρι να καταφέρει να βρει τον δρόμο
της επιστροφής. Αυτό ήταν και το πρώτο μοναχικό του ταξίδι που θα τον
σημαδέψει σε όλη την παιδική του ηλικία, καθώς θα αντιμετωπίσει όλους
τους ανθρώπους που τον περιτριγυρίζουν, της οικογένειάς του, τους
κατοίκους του χωριού του, ως εχθρικούς, άξεστους, άχρηστους «που
έχουν έναν κορμό πάνω σε πόδια, μα όχι κεφάλι». Εξαίρεση ο παππούς
του   ο αναρχικός συγγραφέας Γιοχάνες Φροϊμπίχλερ, ο μόνος που θα του
συμπεριφερθεί στοργικά, πατέρας και μάνα μαζί.

Οι πέντε ενότητες αυτής της Αυτοβιογραφίας φανερώνουν τον τρόπο


γραφής και σκέψης του Τόμας Μπερνχαρντ αλλά και την προσωπικότητά
του που έχει περιγραφεί ως εκπληκτική, ιδιοσυγκρασιακή, έξυπνη,
υπερβολική, παράλογη, βιρτουόζα, φανταστική αλλά και καταθλιπτική,
μονήρη, αυτοκαταστροφική. Ο ίδιος έχει γράψει ότι το μόνο που ζητά
από το περιβάλλον του είναι να τον αφήσει στην ησυχία του. «Μου είναι
παντελώς αδιάφορο αν όλα γύρω μου καταρρεύσουν ή γίνουν ακόμα πιο
213

γελοία από όσο είναι. Αυτό δεν έχει για μένα καμιά απολύτως σημασία.
Και δεν με βοηθά να προχωρήσω προς τον εαυτό μου…».  Από τα
παιδικά του χρόνια φαίνεται αυτή η προσπάθεια να χαράξει μια
προσωπική πορεία προς ένα προσωπικό έρεβος. «Θα πρέπει να βγεις έξω
απ΄ όλα, όχι να κλείσεις πίσω σου την πόρτα, αλλά να την βροντήξεις και
να φύγεις. Θα πρέπει από το ένα σκοτάδι, που είναι αδύνατο να το
εξουσιάσεις σε όλη σου τη ζωή, να εισχωρήσεις στο άλλο, στο δεύτερο,
στο οριστικό σκοτάδι που βρίσκεται μπροστά σου και, όσο το δυνατόν
πιο γρήγορα και δίχως περιστροφές, δίχως σοφιστείες και ελιγμούς να
καταφέρεις να φτάσεις σ΄ αυτό».  Έτσι καθόλου τυχαία βλέπουμε στα
περισσότερα έργα του Μπερνχαρντ τους ήρωες του να είναι μοναχικοί,
μονομανείς, να επιτίθενται ενάντια στον μικροαστικό κόσμο που τους
περιβάλλει με ακατάσχετους μονολόγους που θυμίζουν τους
αντίστοιχους σε έργα θεάτρου του παραλόγου.

Αν αναρωτηθεί κανείς γιατί οΤόμας  Μπέρνχαρντ είναι ένας από τους πιο
σημαντικούς λογοτέχνες του 20ου αιώνα θα πρέπει να σκεφτεί το πώς οι
εμμονές του τον οδήγησαν στη γλώσσα του, μια γλώσσα
παραληρηματική που διεμβολίζει την συμβατική ρεαλιστική λογοτεχνία
αποδίδοντας με τον καλύτερο τρόπο τους ψυχαναγκαστικούς χαρακτήρες
των πεζογραφημάτων του, σημαδεύοντας τον αιώνα του με αυτή την
γενιά των  μοναχικών και απελπισμένων ανθρώπων. Όσο πικρός και
αντιφατικός κι αν εμφανίζεται στα κείμενά του δεν παύει υποδόρια να
εκφράζει την απόγνωσή του για την ανθρώπινη κατάσταση. Να κλείνει
το μάτι στον αναγνώστη «για δες, τίποτα δεν διορθώνεται αλλά εμείς
οφείλουμε να θέλουμε κάτι άλλο».

Αντόν Πάβλοβιτς Τσέχωφ: ένας ποιητής στον 20ο και τον


21ο αιώνα. Ιανουαρίου 29, 2020 «Σκοπός της
λογοτεχνίας είναι η απόλυτη, η τίμια αλήθεια»

«Δεν είμαστε ευτυχισμένοι. Η ευτυχία δεν υπάρχει. Το μόνο που


μπορούμε είναι να την επιθυμούμε».

Αποτύπωσε τη φθορά της καθημερινότητας όσο κανένας άλλος.


Επέδρασε στη θεατρική λογοτεχνία του 20ού αιώνα, και θεωρήθηκε ως
ένας από τους μεγαλύτερους διηγηματογράφους της παγκόσμιας
λογοτεχνίας.

Γεννημένος στις 29 Ιανουαρίου (17/1 με το παλαιό ημερολόγιο) του


1860, ο Αντόν Πάβλοβιτς Τσέχωφ ήταν το τρίτο από τα έξι παιδιά της
214

οικογενείας του με παππού δουλοπάροικο που εξαγόρασε την ελευθερία


του. Ο πατέρας του δούλευε σαν λογιστής και διατηρούσε παράλληλα
τυροκομείο, ήταν τυραννικός, αλκοολικός, θρησκόληπτος και ήταν
αδύνατον να καλύψει τις ανάγκες της οικογένειάς του. Με την πτώχευση
της οικογένειας τα δυο μεγαλύτερα αδέρφια του Τσέχωφ έφυγαν
αντιδρώντας στο αυταρχικό περιβάλλον του πατέρα τους ενώ ο Αντόν
δεν ακολούθησε την οικογένεια που εγκαταστάθηκε στη Μόσχα για να
αποφύγουν τη δικαστική δίωξη των δανειστών. Τα πρώτα του γράμματα
τα έμαθε στην προπαρασκευαστική τάξη του ενοριακού ελληνικού
σχολείου του Ταγκανρόγκ της θάλασσας του Αζόφ και στη συνέχεια
φοίτησε στο κλασικό γυμνάσιο της πόλης. Από την 6η τάξη του
γυμνασίου αναγκάστηκε μόνος του να βγάζει το ψωμί του παραδίδοντας
μαθήματα κατ’ οίκον.

Όταν παρουσιάστηκαν τα πρώτα σημάδια της φυματίωσης, είχε ήδη


αρχίσει να δημοσιεύει τα πρώτα του διηγήματα στο περιοδικό «Νέοι
Καιροί». Το εξάμηνο στη νήσο Σαχαλίνη (Μάιος – Δεκέμβριος 1890)
και η έντονη δραστηριότητά του σε εκείνο το «κολαστήριο», όπως το
χαρακτήρισε, επηρέασαν την κυβέρνηση, η οποία και αναγκάστηκε να
λάβει μέτρα για τις εκεί συνθήκες διαβίωσης. Το 1896, με χρήματα που
συγκεντρώνει από εράνους, φιλανθρωπίες και παραστάσεις, χτίζει ένα
σχολείο στο Ταλέζ. Ακολούθησαν ταξίδια στην Ευρώπη, η γνωριμία
του με τον Τολστόι, μια έντονη κρίση στην υγεία του και η γνωριμία του
με την Όλγα Κνίπερ, τη μελλοντική σύζυγό του (ο γάμος τους έγινε το
1901, ενώ μια αποβολή της συζύγου του, λίγο πριν από τον θάνατό του,
του προκάλεσε μεγάλη θλίψη) και πρωταγωνίστρια όλων των θεατρικών
του. Στη Γιάλτα γνώρισε και ανέπτυξε στενή φιλία με τον Μαξίμ
Γκόρκι. Τέσσερα χρόνια πριν από τον θάνατό του έγινε μέλος της
Ακαδημίας των Τεχνών, από όπου παραιτήθηκε όταν ακύρωσαν την
εκλογή του Γκόρκι.

Φυματίωση και ρεμπέτικο τραγούδι 07/29/2014


24grammata.com/ τραγούδι

Η ΦΥΜΑΤΙΩΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ


Το ρεμπέτικο τραγούδι σαν έκφραση του ελληνικού λαϊκού πολιτισμού
είναι είδος του ελληνικού λαϊκού τραγουδιού. Αναπτύσσεται πρώτα σε
περιθωριακές ομάδες. Μετά τη μικρασιατική καταστροφή
παραλαμβάνεται και αναπτύσσεται από τα χαμηλά εισοδηματικά
στρώματα, των προσφύγων αρχικά, με την πληθώρα των προβλημάτων
που τους απασχολούσαν. Τα προβλήματα αυτά αποτέλεσαν υλικό για το
ρεμπέτικο.
Γ. Εμ. Δρακωνάκης
215

Πνευμονολογικό τμήμα, ΚΥ Νοσοκομείο Σητείας Κρήτη Ιατρική 2004,


85(5)  απόσπασμα
…Φυματίωση και ρεμπέτικο τραγούδι

Η φυματίωση είναι μια λοιμώδης νόσος που προσβάλλει όλα τα


στρώματα της ελληνικής κοινωνίας. Ιδιαίτερα προσβάλλει τα άτομα των
χαμηλότερων εισοδηματικά στρωμάτων και αυτά με κακές συνθήκες
διαβίωσης, παράγοντες που επηρεάζουν δυσμενώς και την πρόγνωση της
νόσου. Η φυματίωση δεν άφησε αδιάφορους αυτούς που ανάπτυξαν το
ρεμπέτικο τραγούδι, που ανάδειξαν με το τραγούδι τους αυτά ποικιλία
θεμάτων και που είδαν να χάνονται συγγενείς, φίλοι, συνεργάτες. Καμιά
άλλη νόσος δεν τραγουδήθηκε τόσο πολύ στο ρεμπέτικο τραγούδι, όσο η
φυματίωση. Η πρώτη προσέγγιση της δισκογραφίας του ρεμπέτικου
εντόπισε περίπου σαράντα τραγούδια κατά τη περίοδο 1925-1955 με
θεματολογικό περιεχόμενο τη φυματίωση. Το ρεμπέτικο δεν
κατονομάζει ποτέ τη φυματίωση, αφού αποφεύγει τις λέξεις που
δημιουργούν έντονα δυσάρεστα συναισθήματα, υιοθετούνται οι
γενικότερα χρησιμοποιούμενοι από το λαό όροι φθίση, χτικιό, μαράζι,
μεράκι.

Αν και ο Koch R είχε ανακαλύψει το μυκοβακτηρίδιο της φυματίωσης


το 1882 και τα ρεμπέτικα του χτικιού γράφτηκαν πολύ αργότερα, η
αιτιολογία της νόσου δεν απηχείται στα τραγούδια. Όταν αρρωστήσει
κανείς από φυματίωση, η αιτία είναι το «γραπτό» ή η τιμωρία.

Στα ρεμπέτικα αναφέρονται τα συμπτώματα της φυματίωσης, βήχας,


αιμόπτυση, βαθμιαία απίσχνανση, πολύ παραστατικά» Η βαθμιαία
απίσχνανση και η καχεξία από τη νόσο αναφέρονται στους στίχους ως το
σώμα που λειώνει σαν κερί, που μαραίνεται σαν ανθός, που φυλλορροεί
σαν το μαραμένα φύλλα. Αναφέρονται επίσης « χώροι όπου εξελισσόταν
το δράμα, ως και η κατάληξη της, ο θάνατος. Όλα τα τραγούδια του
χτικιού αναφέρονται στο θάνατο που θα έρθει σαν αποτέλεσμα της
μοίρας, στο τέλος μιας βασανιστικής πορείας. Ο θάνατος είναι αποδεκτός
ως η μοναδική απαλλαγή από τη νόσο, με αποτέλεσμα να προβάλλεται
μια κοινή για την εποχή αλήθεια, το ανίατο της νόσου. Η χρονική
περίοδος της νόσου που αναφέρεται στα τραγούδια είναι αυτή αμέσως
πριν το θάνατο του ασθενούς.

Το ρεμπέτικο τραγούδι περιγράφει την απελπισία, την αγωνία, τη


μοιρολατρία, το αίσθημα αδικίας σε ένα νέο άνθρωπο που πάσχει από
θανατηφόρο νόσημα. Είναι κοινή αντίληψη πως αν ο ηλικιωμένος
άνθρωπος πεθαίνει άρρωστος, ο νέος κτυπιέται πάντα άδικα από μια
νόσο που είναι θανατηφόρος.
216

Αναφαίνεται από το φθισικό ένα αίσθημα ενοχής και η κοινωνική στάση


επιβάλλει την απόκρυψη του νοσήματος του. Ο στιγματισμός του
φθισικού από τη νόσο ακολουθεί τον άρρωστο, έτσι που προτιμά να
αρνηθεί και το θάνατο του ακόμη, χάριν μιας υγιούς κοινωνικής
αποκατάστασης.

Αν και υπάρχουν τραγούδια με αναφορές στο φίλο ή στους φίλους που


παραστέκουν, η συμπαράσταση φαίνεται να είναι τελικά έργο της μάνας,
αφού στην Ελλάδα η μητέρα είναι ένα ιδιαίτερα σημαντικό άτομο, με
άμεση σχέση με τη ζωή, την αρρώστια, το θάνατο. Οι αναφορές είναι
ποικίλες, τρυφερές, οδυνηρές. Στο ρεμπέτικο δε ν υπάρχει αναφορά στον
πατέρα.

3.1. Αμανέδες ή μανέδες

Τα πρώτα ρεμπέτικα τραγούδια με θεματολογικό περιεχόμενο τη


φυματίωση εμφανίζονται σαν αμανέδες ή μονέδες, με τη μορφή
δεκαπεντασύλλαβων δίστιχων, στη Μικρά Ασία και ιδιαίτερα στην
περιοχή της Σμύρνης. Αναφορές στη φυματίωση ευρίσκονται στους
αμανέδες (σε παρένθεση ο χρόνος ηχογράφησης σε περίπτωση που είναι
γνωστός, ενώ όταν υπάρχουν περισσότεροι του ενός αμανέδες με τον ίδιο
τίτλο παρατίθεται και ο συνθέτης):

– Ραστ μαχούρ αμανές – Πολλοί έχουν πόνο και πονούν (1928)


– Ραστ Νεβά – Φθισικός αμανές (1928)
– Φθισικός αμανές – Μάνα μου είμαι φθισικός του Ατραϊδη Δ (1928)
– Το γκαζέλι τον φθισικού (1928)
– Μανές Ραστ – Το φθισικό. Μάνα μου είμαι φθισικός του Καρίπη Κ
(1929)
– Τα βάσανα του φθισικού (1929)
– Φθισικός αμανές – Ωσάν το νεκρικό κορμί (1929)
– Καδίφης (1930)
– Σουζινάκ αμανές – Φθίνω κι η φθίση προχωρά (1930)
– Ραστ Αμανές – Μάνα μου είμαι φθισικός του Θωμαίδη Κ (1930)
– Ραστ Νέβά Αμανές – Ο φθισικός του Σωφρονίου Ε (1930)
– Ο φθισικός της Φραντζεσκοπουλου Μ (1930)
– Το βάσανο του φθισικού (1930)
– Το φθισικό κορίτσι του Νταλγκά Α (1931)
– Ο πόνος του φθισικού (1931)
– Ο καημός του φθισικού (1931)

– Το φθισικό κορίτσι του Τομπουλη Α 0932}


– Ο φθισικός του Κασιμάτη Ζ (1933)
– Ο φθισικός αμανές: Μάνα μου ρίζωσε βαθιά (1936)
217

– Ραστ Αραβί Αμανές


– Φθισικός της Εσκενάζυ Ρ.

3.2. Χαρακτηριστικά δείγματα

Μαράζωσα (μανούλα μου)


Μαράζωσα μανούλα μου και σαν κεράκι λιώνω…
Μανούλα βήχω και πονώ..
… Τέτοιο μαράζι μάνα μου, που έχω αποχτήσει,
το πήρα πια απόφαση μια μέρα θα με σβήσει…
Ζεϊμπέκικο που ο χρόνος ηχογράφησης του δεν είναι γνωστός και που
αναφέρεται στα συμπτώματα και στο τότε ανίατο της νόσου
Τα πεύκα της Πεντέλης

Το ζεϊμπέκικο αυτό ηχογραφήθηκε το 1934. Δεν γίνεται άμεσα μνεία για


το ότι ο ήρωας του τραγουδιού πάσχει από φυματίωση, αλλά συνάγεται
από τα συμπτώματα που αναφέρονται, βήχας και αιμόπτυση και την
παραμονή του για θεραπεία στην πευκόφυτη Πεντέλη, στο σανατόριο.
Στο ρεμπέτικο τραγούδι γενικά αναφέρονται τοπωνυμία, δεν γίνεται
αναφορά στο σανατόριο, αφού και αυτό προκαλεί έντονα δυσάρεστα
συναισθήματα και ισχύει για την αποφυγή αυτής της αναφοράς ότι
σχολιάσθηκε προηγούμενα και για τη φυματίωση:

Η μόνη μου παρηγοριά στα πεύκα της Πεντέλης


ειν’ ο γιατρός που με κοιτά, μάνα μου μη σε μέλει.
Μάνα μου, βήχας μ’ έπιασε, αίμα βγάζει το στόμα,
πότε, Θεέ, το σώμα μου θ’ αναπαυτεί στο χώμα;…
Η φθισικιά
Ζεϊμπέκικο που ηχογραφήθηκε το 1934.
Μάνα μου για πες μου – Φθισικός
Ηχογραφήθηκε το 1936.
Εάν δεν ήσουν φθισικιά
Ηχογραφήθηκε το 1936.
Η μόνη μου παρηγοριά
Ηχογραφήθηκε το 1937.
Μες της Πεντέλης τα βουνά

Και σε αυτό το ρεμπέτικο αποφεύγεται η άμεση αναφορά στο σανατόριο,


όπου ευρίσκεται για θεραπεία ο φθισικός, που για αυτόν ο θάνατος είναι
αναπόφευκτος και αναφέρεται η πευκόφυτη Πεντέλη σαν τόπος
διαβίωσης-θεραπείας:

Μεσ’ της Πεντέλης τα βουνά, στα πεύκο τριγυρίζω,


το χάρο ψάχνω για να βρω, μα δεν τόνε γνωρίζω…
218

Με βλέπει και χαμογελά κι αρχίζω πια να σβήνω,


μου λέει με δυνατή φωνή, σε παίρνω δε σε αφήνω.

Αρρώστησα μανούλα μου

Ζεϊμπέκικο που ηχογραφήθηκε το 1947. Φαίνεται από τους στίχους ότι


έχει γίνει κατανοητή η μολυσματικότητα της νόσου και ο φόβος για τη
μετάδοση της είναι τόσο μεγάλος, ώστε ο φυματικός να απομονώνεται
και από τους φίλους του:
…Από μακριά οι φίλοι μου περνάνε κι αρωτούνε,
τι κάνω και πως, βρίσκομαι και με παρηγορούνε…
…Αρρώστησα και δεν μπορώ και λιώνω απ’ το μεράκι.

Του πόνου το ποτήρι

Ζεϊμπέκικο που ηχογραφήθηκε το 1949:


.Χάρε, με το δρεπάνι σου, έμπα στο φτωχικό μου,
μόνο το μνήμα το βαθύ θα γιάνει το χτικιό μου,
Πέφτουν τα φύλλα απ’ τα κλαριά
Ζεϊμπέκικο που ηχογραφήθηκε το 1952, όπου έχει διεισδύσει ο λαϊκός
θρύλος πως, τάχα, οι φυματικοί πεθαίνουν το φθινόπωρο.
…και μένα το κορμάκι μου το τρώει το μαράζι..
…ετούτο το φθινόπωρο για πάντα πια με χάνεις..

Βρήκαν γιατροί το φάρμακο

Το 1943 εισήχθη στη θεραπεία της φυματίωσης το πρώτο αντιβιοτικό με


αντιφυματική δράση, η στρεπτομυκίνη και ακολούθησαν τα
αντιφυματικά φάρμακα παρααμινοσαλικυλικό οξύ το 1946 και
ισονιαζίδη το 1951. Σε αυτό το ρεμπέτικο τραγούδι που ηχογραφήθηκε
το 1952, φαίνεται κάποιος βαθμός αισιοδοξίας του φυματικού για
επιβίωση.

«Τα φθισικά»

Λίγο μετά το 1930 επανηχογραφούνται στις ΗΠΑ ομάδα δεκατριών


ρεμπέτικων που αναφέρονται στη φυματίωση, η πλειονότητα των
οποίων είχε ηχογραφηθεί για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Μόνο τρία από
αυτά (το «Μάνα μου είμαι φθισικός», το «Δως μου πίσω τα λουλούδια»
και το «Χαμπάχ μανές») ηχογραφούνται για πρώτη φορά στις ΗΠΑ. Ο
κόσμος για να ξεχωρίσει αυτή την ομάδα ρεμπέτικων με κοινό θέμα τη
φυματίωση από άλλα τραγούδια που ηχογραφήθηκαν στις ΗΠΑ, τους
προσάπτει το προσωνύμιο «Τα φθισικά»:
219

Ο καημός του φθισικού:


Αμανές, όπου εκφράζεται ο καημός του φθισικού.
Ραστ (Μάνα μου είμαι φθισικός): Αμανές όπου εκφράζεται ο καημός του
φθισικού. Ο τραγουδιστής βήχοντας μιμείται το βήχα του φθισικού.

Μάνα μου είμαι φθισικός:


Μαντολινάτα με στοιχεία επτανησιακής διαλέκτου, που αναφέρεται και
στη μολυσματικότητα της φυματίωσης με το φθισικό να προτρέπει με
τρυφερότητα τη μάνα του να προσέχει τον άλλο του αδερφό για να μη
μολυνθεί κι αυτός:
Μάνα μου είμαι φθισικός, έχω μεγάλη φθίση
φύλα τον άλλο αδερφό μάνα να μη κολλήσει
Μάνας σαμπάχ (τα πάθη μου θα γιατρευτούν):

Ο φθισικός εκφράζει με παράπονο σε αυτό τον αμανέ την πεποίθηση ή


του ότι θα απαλλαγεί από την ταλαιπωρία της φυματίωσης με το θάνατο,
μη περιμένοντας θεραπεία:
Τα πάθη μου θα γιατρευτούν στην υστερνή πνοή μου
και τότε θα αναπαυθεί για πάντα το κορμί μου.
Στα πεύκα και στα έλατα:

Αργό ζεϊμπέκικο όπου δε γίνεται και πάλι άμεσα μνεία για το ότι ο ήρωας
του τραγουδιού πάσχει από φυματίωση, αλλά συνάγεται από το συνεχές
αδυνάτισμα του, φυλλορροή όπως παρομοιάζεται και την παραμονή του
για θεραπεία στην πευκόφυτη Πάρνηθα, σε κάποιο σανατόριο, που δεν
αναφέρεται όμως, ισχύοντας ότι και στο τραγούδι «τα πεύκα της
Πεντέλης»:

Τα νιάτα δεν τα χόρτασα, δεν θέλω να πέθανω,


σαν τον ανθό μαράθηκα-μανούλα μου και δεν μπορώ να γιάνω.
Αχ, βλε-πω τα φύλλα απ’ τα κλαδιά να πέφτουν μαραμένα
κι όταν τα βλέπω σκέφτομαι-μανούλα μου πως μοιάζουν σαν κι εμένα.
Αχ, στα πεύκα και στα έλατα μου’ πανε πως θα γιάνω,
γι’ αυτό πήγα στη Πάρνηθα-μανούλα μου το πόνο μου να γιάνω
-και στην κορφή απάνω.
Ραστ μαχούρ (Όλοι με λένε φθισικό):

Άλλος αμανές όπου εκφράζεται και πάλι ο καημός του φθισικού.


Σαν πεθάνω βρε μανούλα…(Ο φθισικός):

Ζεϊμπέκικο όπου ο τραγουδιστής ενδιάμεσα στους στίχους ξερόβηχε,


μιμούμενος το βήχα των φυματικών, που ήταν πασίγνωστος. Η
φυματίωση μνημονεύεται σαν νόσος του έρωτα και του ανεκπλήρωτου
πόθου;
220

…Σαν πεθάνω βρε μανούλα,


μίλα στη γειτονοπούλα,
πες της πως γι’ αυτήν πεθαίνω
αχ, και στον Άδη κατεβαίνω…
…Μάνα μου το παν οι γιατροί πως έχω φθίση,
δεν μπορεί, μανούλα μου, Ο βήχας να με αφήσει
Αρκετά από το ρεμπέτικα έχουν δανειστεί στίχους από τα δημοτικά
τραγούδια. Ο δανεισμός αυτός παρατηρείται και στο ρεμπέτικα που
αναφέρονται στη φυματίωση, όπως σε αυτό το ρεμπέτικο που οι στίχοι
του σχεδόν ταυτίζονται με το δημοτικό τραγούδι από την περιοχή της
Μακρυνίτσας «Του φυματικού νέου».

Ο χάρος πλησιάζει:
Στο ζεϊμπέκικο αυτό στη λέξη «νύχτωσε» εκφράζεται έντονα η
απαισιοδοξία του φθισικού, που περιμένει το θάνατο:
Νύχτωσε. Μανούλα μου στο λέω δε μπορώ
το στήθος μου πονεί κι ο βήχας με ταράζει
μ’ αφήνει η ζωή ο κι ο χάρος πλησιάζει
Δως μου πίσω τα λουλούδια:
Μια από τις σπάνιες περιπτώσεις που η φυματίωση αναφέρεται σε
καρσιλαμά στο ρεμπέτικο τραγούδι.
Λειώνει το κορμί μου λιώνει:
Στο ζεϊμπέκικο αυτό εκφράζεται έντονα η ταλαιπωρία και η
απαισιο¬δοξία του φθισικού:
Λειώνει η καρδιά σα το κερί και το κορμί στραγγίζει.
…μου λεν πως θα βρω γιατριά στο τάφου μου το πάτο…
…χρόνια τώρα τυραννιέμαι και πικρά ταλαιπωριέμαι
Τα κυπαρίσσια στέκονται:
Σε αυτό το αργό ζεϊμπέκικο εκφράζεται η απελπισία για τον νέο που
κτυπιέται και χάνεται άδικα ,όπως προαναφέρθηκε, από μια θανατηφόρο
νόσο:
….μέσα στη νιότη χάθηκε τι άδικο τι κρίμα…
…κλάψε τα νιατα που στη γη βαθειά θα ξεχαστούνε…
Μελετώντας το ρεμπέτικα τραγούδια για τη φυματίωση, διαπιστώνει
κανείς ότι όταν χορεύονται, στη συντριπτική πλειοψηφία ακολουθούν
ρυθμό ζεϊμπέκικου και κανένα ρυθμό χασάπικου χορού. Για το γεγονός
αυτό υπάρχει εξήγηση. Ο χασάπικος είναι χορός συντροφικός, χορός
ομάδας στενών φίλων, με συγκεκριμένα βήματα και τέλειο συγχρονισμό
των χορευτών. Ο ζεϊμπέκικος είναι ένας μοναχικός χορός, χωρίς
συγκεκριμένες φιγούρες, που αφήνει το χορευτή να αυτοσχεδιάσει,
εκφράζοντας τον εαυτό του σε μια μοναχική εξομολόγηση. Μόνος του
είχε μείνει και ο φυματικός, ακόμη και στα πλαίσια μιας ιδιαίτερης
κοινωνικής ομάδας. Ακόμη και αν οι άλλοι δεν τον εγκατέλειπαν, ο ίδιος
221

βάδιζε μόνος του τον αργό, παραπονεμένο και μοναχικό δρόμο του
συνήθως επερχόμενου θανάτου του.

Ευχαριστίες

Εκφράζω τις ευχαριστίες μου στο κ. Γρηγόριο Φαληρέα για τις


πληροφορίες που μου έδωσε σχετικά με την ομάδα των ρεμπέτικων
τραγουδιών «τα φθισικά».

http://www.politikokafeneio.com/neo/modules.

Κωστης Παλαμας. Δειλοι και σκληροι στιχοι -


Νεκροσαλεμα (φωτογραφια Αντρεα Καρκαβιτσα)

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
Στο παρόν μαθησιακό αντικείμενο (ΜΑ) αποτυπώνεται η φωτογραφία
του Ανδρέα Καρκαβίτσα με σχετικό ποίημα από τον ποιητή Κωστή
Παλαμά. Ο Ανδρέας Καρκαβίτσας (1865 –1922) ήταν Έλληνας
λογοτέχνης. Υπήρξε ένας από τους τρεις μεγάλους εκπροσώπους της
ηθογραφίας, μαζί με τους Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη και Γεώργιο
Βιζυηνό και ο κατ' εξοχήν εκπρόσωπος του νατουραλισμού στη
νεοελληνική λογοτεχνία. Ο Καρκαβίτσας ασχολήθηκε με επιτυχία με όλα
τα είδη του γραπτού λόγου εκτός από θεατρικά έργα: διηγήματα,
μυθιστορήματα, ποίηση, μελέτες, χρονογραφήματα, ιστορικά
σημειώματα, ιστορικά ανέκδοτα, παιδικά βιβλία. Επίσης, συνεργάστηκε
με τα μεγαλύτερα λογοτεχνικά περιοδικά της εποχής του, καθώς και με
εφημερίδες στις οποίες προμήθευε πλήθος άρθρα που αφορούσαν τις
συνήθειες και τα γνωρίσματα των διαφόρων τόπων της Ελλάδας. Τα πιο
διάσημα έργα του είναι το μυθιστόρημα Ο ζητιάνος, και η συλλογή
διηγημάτων Λόγια της πλώρης, δυο έργα με τα οποία ο Καρκαβίτσας
κατέκτησε μια θέση στους κορυφαίους της νεοελληνικής πεζογραφίας.
Αυτά τα δυο έργα έχουν μεταφραστεί και εκδοθεί σε πολλές χώρες του
εξωτερικού, αυτοτελώς καθώς και σε ανθολογίες νεοελληνικής
πεζογραφίας. Στρατιωτικός γιατρός στο επάγγελμα, αποστρατεύτηκε
λόγω σοβαρών προβλημάτων υγείας — έπασχε στο μεγαλύτερο μέρος
της ζωής του από φυματίωση — το 1920, με το βαθμό του αρχίατρου.
Ασχολήθηκε ενεργά και με την πολιτική ζωή του τόπου, συμμετέχοντας
στο εκστρατευτικό σώμα που πήγε στην Κρήτη κατά την Kρητική
Eπανάσταση του 1897, στους Βαλκανικούς πολέμους του 1912–1913,
στο Κίνημα στο Γουδί, κ.α. Πέθανε από φυματίωση του λάρυγγα τον
Οκτώβρio του 1922, στην Αθήνα, σε ηλικία 57 ετών, πικραμένος για την
κατάρρευση της Μεγάλης Ιδέας με τη Μικρασιατική καταστροφή, που
την είδε να συμβαίνει λίγο πριν πεθάνει.
222

Γιάννης Ρίτσος: Ο ποιητής της Ρωμιοσύνης

Σαν σήμερα, την Πρωτομαγιά του 1909, αντικρίζει για πρώτη φορά το
φως,  ο «επαναστατικός» Γιάννης Ρίτσος. Εμπρόκειτο για έναν ποιητή
που δοκιμάστηκε πολλές φορές, τόσο σε προσωπικό, όσο και σε
οικογενειακό επίπεδο, με πατέρα βυθισμένο στον τζόγο, με μητέρα και
αδελφό να προσβάλλονται από φυματίωση και να «φεύγουν» πρόωρα
και με τον ίδιο, επίσης, να δέχεται το χτύπημα της ασθένειας
(φυματίωση). Δεν υπέκυψε στο καθεστώς Παπαδόπουλου, εξορίστηκε 4
φορές(!), αλλά διατήρησε αταλάντευτο και αδιαπραγμάτευτο το πάθος
και το κουράγιο του για την ποίηση.

«Αν άφεση δεν είναι η ποίηση –ψιθύρισε μόνος του– τότε, από
πουθενά μην περιμένουμε έλεος.»

(Από το ποίημα «Ο χώρος του ποιητή», συλλογή «Δώδεκα ποιήματα για


τον Καβάφη»).

 Η ζωή του Γιάννη Ρίτσου – Τα πρώτα χρόνια

Ο Γιάννης Ρίτσος γεννήθηκε στη Μονεμβασιά την Πρωτομαγιά του


1909. Ήταν το τέταρτο παιδί της οικογένειας, έχοντας τρία αδέλφια, τη
Νίνα, τον Μίμη και την πολυαγαπημένη του Λούλα.

Ο πατέρας του, Ελευθέριος Ρίτσος, ήταν μεγαλοκτηματίας, που δεν


υιοθέτησε ποτέ το κλασσικό πατρικό πρότυπο, όντας γυναικάς και -από
νωρίς- βυθισμένος στον τζόγο.

 Από την άλλη, η μητέρα του, Ελευθερία Βουζουναρά, κόρη πλουσίων


εμπόρων με καταγωγή από το Γύθειο ήταν σαφώς πιο στοργική και καλή
κηδεμόνας.

Όσον αφορά την εκπαίδευσή του, φοίτησε στο σχολαρχείο Μονεμβασιάς,


και σε ηλικία δέκα ετών (1919) αποφοίτησε. Δύο χρόνια αργότερα,
γράφτηκε στο γυμνάσιο Γυθείου. Η συγκεκριμένη  χρονιά (1921), ήταν
ίσως η πιο καταστροφική για τον ποιητή, καθώς «έχασε» τη μητέρα του
και τον αδελφό του, τον Μίμη, από φυματίωση.

Το 1924 κατάφερε να δημοσιεύσει τα πρώτα του ποιήματα στη


«Διάπλαση των Παίδων» με το ψευδώνυμο «Ιδανικόν Όραμα», και την
223

αμέσως επόμενη χρονιά αποφοίτησε από το γυμνάσιο. Μαζί με την


αδελφή του Λούλα, λίγο καιρό μετά, ταξίδεψαν για την Αθήνα.

Παρ’ όλα αυτά, ο πατέρας του συνέχιζε να στροβιλίζεται στη δίνη του
τζόγου, μέχρι που καταστράφηκε οικονομικά. Έτσι, ο νεαρός Ρίτσος,
προκειμένου να βιοποριστεί, εργάζεται αρχικά ως δακτυλογράφος και εν
συνεχεία ως αντιγραφέας στην Εθνική Τράπεζα.

«Γιατί τάχα αμαρτία η συμφωνία με την επιθυμία μας;»

(«Ο Γέροντας με τους Χαρταϊτούς»).

 Η ασθένεια και η μετέπειτα ζωή του Ρίτσου

Τον επόμενο χρόνο (1925), ο Μονεμβασιώτης ποιητής θα προσβληθεί,


όπως και η μητέρα του και ο αδελφός του, από φυματίωση και θα
επιστρέψει στην ιδιαίτερη πατρίδα του για ανάρρωση.

Παρά τις δυσκολίες που του προκαλεί η ασθένεια, ο Ρίτσος θα εγγραφεί


στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, για να συνεχίσει τις
σπουδές του, αλλά δε θα καταφέρει να αποφοιτήσει.

Ως εκ τούτου, θα εργαστεί ως βοηθός βιβλιοθηκάριου και στη συνέχεια


ως γραφέας στο Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών, προκειμένου να
εξασφαλίσει τα προς το ζην.

Όμως, δε μπορεί να αγνοήσει την αρρώστια, η οποία επιβαρύνει αρκετά


την υγεία του και τον Ιανουάριο του 1927 θα νοσηλευτεί στην κλινική
«Παπαδημητρίου».

Τον επόμενο μήνα μεταφέρθηκε στη κλινική «Σωτηρία», όπου και


παρέμεινε για τρία ολόκληρα χρόνια. Στη «Σωτηρία» θα γνωρίσει
σπουδαίους μαρξιστές, διανοούμενους, αλλά και την ποιήτρια Μ.
Πολυδούρη. Την ίδια περίοδο, χωρίς να χάσει το πάθος και το κουράγιο
του ούτε στιγμή, γράφει ποιήματα, τα οποία θα δημοσιευτούν αργότερα
στο φιλολογικό παράρτημα της εγκυκλοπαίδειας «Πυρσός».

Τρία χρόνια μετά (φθινόπωρο 1930-1), θα λάβει εξιτήριο και θα ζήσει για
αρχή στα Χανιά, αλλά λόγω καταγγελιών για τις άθλιες συνθήκες
διαβίωσης, θα μεταφερθεί στο σανατόριο του «Αγίου Ιωάννη» για
θεραπεία.

Τον Οκτώβριο του 1931 θα επιστρέψει στην Αθήνα και θα λάβει τη


διευθυντική θέση του καλλιτεχνικού τμήματος της Εργατικής Λέσχης, θα
224

σκηνοθετήσει κάποιες παραστάσεις και θα συμμετάσχει σε άλλες ως


ηθοποιός. Η υγεία του πλέον, όπως και τα οικονομικά του, έχουν
βελτιωθεί πολύ και σε αυτό συμβάλλει η αδελφή του Λούλα, που πλέον
ζει στην Αμερική, έχοντας παντρευτεί.

Άφησέ με να έρθω μαζί σου. Τι φεγγάρι απόψε!


Είναι καλό το φεγγάρι, – δε θα φαίνεται
που άσπρισαν τα μαλλιά μου. Το φεγγάρι
θα κάνει πάλι χρυσά τα μαλλιά μου. Δε θα καταλάβεις.
Άφησέ με να έρθω μαζί σου.                                

(«Σονάτα του Σεληνόφωτος»)

 Ο Γιάννης Ρίτσος και η ποίηση

Η εικόνα της μάνας (ονόματι Κατίνα) να θρηνεί το γιο της, έγινε


έμπνευση για τον Ρίτσο, ώστε να γράψει τον Επιτάφιο.

Ο Ρίτσος, λίγα χρόνια μετά (1933), θα συνεργαστεί με το αριστερό


περιοδικό «Πρωτοπόροι» και για τέσσερα χρόνια θα συμμετέχει σε
διάφορους θιάσους, όπως της Ζ. Νταλμά, του Ριτσιάρδη, του Μακέδου
και του Παπαϊωάννου.

Ένα χρόνο μετά, γράφει στο «Ριζοσπάστη», εκδίδει την ποιητική


συλλογή «Τρακτέρ» με το ψευδώνυμο «Σοστίρ» (αναγραμματισμός του
επιθέτου του) και εγγράφεται ως μέλος στο Κ.Κ.Ε., εισερχόμενος έτσι
και επίσημα στην κομμουνιστική ιδεολογία, στην οποία θα μείνει πιστός
για όλη του τη ζωή.

1984: Το αριστούργημα του George Orwell


γιορτάζει!8 Ιουνίου , 2017

Περίληψη: Big Brother is watching you… «Τα καλύτερα βιβλία είναι


αυτά που σου λένε κάτι το οποίο...

Big Brother is watching you… «Τα καλύτερα βιβλία είναι αυτά που σου
λένε κάτι το οποίο ήδη γνωρίζεις» είχε πει κάποτε ο George Orwell.
Όταν το 1945 κυκλοφόρησε το αλληγορικό Animal Farm, ο πλανήτης
ήταν ήδη υποψιασμένος για τη ζωώδη πλευρά των ηγετών του. Λίγα
χρόνια μετά, όταν το δυστοπικό 1984 ήρθε να μιλήσει για ένα
ολοκληρωτικό καθεστώς που παρακολουθούσε τους πάντες και τα
πάντα μέσα από αμέτρητες διαδραστικές τηλεοράσεις, στα μυαλά των
225

ανθρώπων είχαν ήδη γεννηθεί ανάλογες ανησυχίες. Στο τραγούδι “1984”


του David Bowie. Στο “2+2=5” των Radiohead. Η λίστα είναι
ατέλειωτη... Αν αναζητάμε ένα βιβλίο που αποδεικνύει ότι η λογοτεχνία
μπορεί να επηρεάσει την ποπ κουλτούρα, ξέρουμε καλά πού να
κοιτάξουμε. Όπως πολλά σημαντικά έργα, το 1984 (αναριθμητισμός της
χρονολογίας 1948, στην οποία γράφτηκε), γεννήθηκε μέσα σε δυσμενείς
συνθήκες. Βαριά καταπονημένος από τη φυματίωση, αυτοεξόριστος στο
νησί Jura της Σκωτίας και ανήσυχος από τους διχασμούς που είχε φέρει
στον πλανήτη η Διάσκεψη της Τεχεράνης λίγα χρόνια πριν, ο Orwell
προέβλεπε ένα άσχημο μέλλον για την ανθρωπότητα. Η επιτυχία του
Animal Farm λίγα χρόνια νωρίτερα είχε εδραιώσει την φήμη του στον
λογοτεχνικό χάρτη, ωστόσο ο ίδιος παρέμενε μια απόμακρη φιγούρα,
χωρίς διάθεση για κοινωνικές ή άλλου είδους συναναστροφές. Λίγους
μήνες μετά την κυκλοφορία του βιβλίου, ήταν νεκρός. 68χρόνια έχουν
περάσει από τότε - και ο Μεγάλος Αδερφός μας παρακολουθεί.
Έχοντας διαβάσει όμως ένα βιβλίο σαν το 1984, τον παρακολουθούμε κι
εμείς, αναζητώντας τρόπους να του ξεφύγουμε.

Φρεντερίκ Σοπέν. Από τη Βικιπαίδεια,

Από εκείνη τη χρονιά η υγεία του επιδεινώθηκε. Το 1848 έζησε για


μεγάλο διάστημα στην Αγγλία και τη Σκωτία για ρεσιτάλ, κατόπιν
πρόσκλησης της μαθήτριάς του Τζέιν Στέρλινγκ. Όταν επέστρεψε στο
Παρίσι η υγεία του ήταν σε πολύ χειρότερη κατάσταση και τα
οικονομικά του μέσα περιορισμένα. Πέθανε στο Παρίσι το 1849, μετά
από χρόνια φυματίωση. Ενδέχεται όμως ο θάνατός του να οφείλεται σε
καρδιακό νόσημα. Κηδεύτηκε στο Παρίσι και από το Κοιμητήριο Περ
Λασαίζ, όμως κατόπιν δικής του επιθυμίας η καρδιά του μεταφέρθηκε
στην Πολωνία, όπου φυλάσσεται μέχρι και σήμερα.

Ο Παναΐτ Ιστράτι

Ο Παναΐτ Ιστράτι (Panait Istrati, μερικές φορές αναφέρεται και ως


Panaït Istrati, 10 Αυγούστου 1884 – 16 Απριλίου 1935) ήταν Ρουμάνος
συγγραφέας και λογοτέχνης που έγραφε στα γαλλικά και στα ρουμανικά,
και αποκλήθηκε «ο Μαξίμ Γκόρκι των Βαλκανίων».
ΒιογραφίαΓεννήθηκε στη Βράιλα και ήταν γιος της πλύστρας Ζωίτσας
Ιστράτι (Joiţa Istrate) και ενός Έλληνα παράνομου καπνεμπόρου, του
Γεώργιου Βαλσαμή[6] που ποτέ δε γνώρισε από το χωριό Φαρακλάτα
Κεφαλονιάς. Ολοκλήρωσε με δυσκολίες την πρωτοβάθμια εκπαίδευση
στο Μπαλντοβινέστι. Έκανε διάφορες δουλειές για να ζήσει και
παράλληλα ήταν πολυγραφότατος. Στην αρχή έγραφε άρθρα σε
226

σοσιαλιστικά περιοδικά. Αργότερα έγραψε πολλά βιβλία. Έκανε δύο


απανωτούς αποτυχημένους γάμους. Υπήρξε φίλος του Καζαντζάκη[7] και
του Ρομέν Ρολάν, ο οποίος προλόγισε και το έργο του «Κυρά Κυραλίνα»
και τον χαρακτήρισε «ο Μαξίμ Γκόρκι των Βαλκανίων». Ο Ιστράτι
προσβλήθηκε από φυματίωση και πέθανε σε σανατόριο στο
Βουκουρέστι, αφού προηγουμένως επιχείρησε να αυτοκτονήσει. Αρχικά,
ήταν ενταγμένος στον κομμουνιστικό πολιτικό χώρο [8][9], όμως τη
δεκαετία του τριάντα έγραφε σε ακροδεξιά έντυπα και είχε πολιτικές
σχέσεις με την οργάνωση 'Σταυροφορία για τον Ρουμανισμό' που
προέκυψε από διάσπαση της Φασιστικής Σιδηράς Φρουράς.

EDGAR ALLAN POE. Μετάφραση: Μάνος


Κουνουγάκης
Επιμέλεια: Λιάνα Σακελλίου

 Βιογραφία

Ο Έντγκαρ Άλλαν Πόε (1809-1848) ήταν Αμερικανός ποιητής,


πεζογράφος  και κριτικός. Θεωρείται ως μία από τις σπουδαιότερες
μορφές της Αμερικανικής Λογοτεχνίας έχοντας σημαντική επίδραση στη
δημιουργία και εξέλιξη λογοτεχνικών ειδών όπως το αστυνομικό
μυθιστόρημα, οι ιστορίες τρόμου και τα διηγήματα επιστημονικής
φαντασίας.

Γεννήθηκε στη Βοστώνη στις 19 Ιανουαρίου 1809. Οι Πόε ήσαν μια από
τις πιο σεβαστές οικογένειες της Βαλτιμόρης. Είχε δύο αδέρφια τον
Ουίλιαμ Χένρι (1807-1831) και την Ροζαλί (1811-1874). Τόσο ο πατέρας
του Ντέιβιντ όσο και η μητέρα του Ελίζαμπεθ υπήρξαν ηθοποιοί. Ο
Ντέιβιντ εγκατέλειψε την οικογένειά του το 1810 και πέθανε ένα χρόνο
αργότερα από φυματίωση. Την ίδια τραγική μοίρα είχε και η Ελίζαμπεθ
την ίδια χρονιά. Έτσι τον υιοθέτησαν ο Τζον Άλλαν, ένας πλούσιος
εξαγωγέας καπνού, και η γυναίκα του η Φράνσις.

Το 1838 δημοσίευσε το μοναδικό ολοκληρωμένο του μυθιστόρημα Η


Αφήγηση του Άρθουρ Γκόρντον Πιμ. Τα διηγήματά του συγκεντρώθηκαν
και δημοσιεύτηκαν στη συλλογή  Ιστορίες του Γκροτέσκου και του
Αραβουργήματος το 1840. Δύο χρόνια αργότερα η Βιρτζίνια έδειξε τα
πρώτα σημάδια φυματίωσης με την ασθένεια της να τον ωθεί ξανά στον
αλκοολισμό. Το 1845 δημοσίευσε τη συλλογή Το Κοράκι και Άλλα
Ποιήματα. «Το Κοράκι», το οποίο θεωρείται από τους περισσότερους
κριτικούς ως το καλύτερο του ποίημα, του χάρισε ακόμα περισσότερη
227

φήμη ωθώντας τον έτσι να αρχίσει μια σειρά διαλέξεων για να


συμπληρώσει το εισόδημά του. Ένα χρόνο αργότερα έγραψε την
«Φιλοσοφία της Συνθέσεως» συνεχίζοντας και με άλλα κείμενα κριτικής
μέχρι και τον θάνατο της Βιρτζίνια το 1847. Η απώλεια της συζύγου του
τον οδήγησε στην κατάθλιψη και έκανε ακόμα πιο έντονη την επιθυμία
του για αλκοόλ. Ωστόσο συνέχισε να γράφει δημοσιεύοντας μεταξύ
άλλων το ποίημα «Ουλαλούμ» αλλά και το μυθιστόρημα «Εύρηκα».

Μανώλης Γλέζος: Η ζωή και οι αγώνες του


συμβόλου της Αντίστασης ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ Δημητρης
Γερογιαννης 30.03.2020

Μανώλης Γλέζος: Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 97 ετών ο μεγάλος


αγωνιστής της Αριστεράς.

Ήρωας, αντίσταση, πολιτική, δημοσιογραφία, λογοτεχνία είναι μερικές


μόνο από τις λέξεις που μας έρχονται στο μυαλό όταν σκεφτόμαστε το
όνομα του Μανώλη Γλέζου. Ένας άνθρωπος που έζησε πολλά, έχει
δοξαστεί, έχει λοιδορηθεί, αλλά στο τέλος της ημέρας ένας άνθρωπος
χορτάτος.

Ελάχιστοι είναι αυτοί που δεν γνωρίζουν το Μανώλη Γλέζο και αυτοί
λόγω ηλικίας και μόνο. Για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι
νεότεροι, λοιπόν, ο Μανώλης Γλέζος ήταν Έλληνας ήρωας της Εθνικής
Αντίστασης, ο οποίος υπήρξε και δημοσιογράφος, συγγραφέας αλλά και
πολιτικός. Το όνομα του συνδέθηκε με την Αριστερά τόσο για τις πράξεις
του, όσο και για τις πολιτικές του πεποιθήσεις.

Ο Μανώλης Γλέζος μαζί με τον Απόστολο (Λάκη) Σάντα υπήρξαν οι


πρωταγωνιστές μιας από τις πρώτες αντιστασιακές πράξεις στην
κατεχόμενη Ελλάδα την περίοδο του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου,
κατεβάζοντας τη νύχτα της 30ής προς 31ης Μαΐου 1941 τη σημαία της
Ναζιστικής Γερμανίας από τον ιστό του βράχου της Ακρόπολης, στην
Αθήνα.

Η περίφημη νύχτα που τον άφησε στην ιστορία

Αρχικά, να αναφέρουμε ότι το περιστατικό έγινε γνωστό μέσα από δύο


ταυτόχρονες δηλώσεις του Γλέζου στον «Ριζοσπάστη» και του Σάντα
στην «Ελευθερία» στις 5 Μαρτίου του 1945. Η ιστορία εκείνης της
νύχτας έγινε γνωστή μέσα από μετέπειτα διηγήσεις και των δύο.
228

Τη νύχτα της 30ης προς 31η Μαΐου 1941, δύο νέοι φοιτητές
σκαρφαλώνουν στον Ιερό Βράχο και κατευθύνονται προς τον
Παρθενώνα με στόχο να κατεβάσουν τη σβάστικα. Η Αθήνα βρίσκεται
υπό ναζιστική κατοχή ήδη από τον Απρίλιο και την ίδια μέρα η Κρήτη
καταλαμβάνεται πλήρως από τις δυνάμεις του Άξονα.

Oι δύο νέοι δεν είναι άλλοι από τον Μανώλη Γλέζο και τον Απόστολο
(Λάκη) Σάντα οι οποίοι συλλαμβάνουν το παράτολμο σχέδιο ένα
ανοιξιάτικο σούρουπο, όταν από το Ζάππειο αντίκρυσαν την Ακρόπολη.
Αποφασίζουν να το υλοποιήσουν φροντίζοντας μέχρι και την τελευταία
λεπτομέρεια, αφού τυχόν αποτυχία σήμαινε θάνατο.

Οι δύο φοιτητές πηγαίνουν στην Εθνική Βιβλιοθήκη και διάβαζουν ό,τι


σχετικό υπάρχει με τον Ιερό Βράχο: τις σπηλιές, τις τρύπες και κάθε
λογής χάρτες της Ακρόπολης. Γρήγορα, αντιλαμβάνεται ότι η μόνη
διαδρομή που έπρεπε να ακολουθήσουν για να μην γίνουν αντιληπτοί
από τους γερμανούς φρουρούς ήταν μέσω του Πανδρόσειου Άντρου.

Η σβάστικα θα αντικατασταθεί μόλις στις 11 το πρωί, ωστόσο αυτές οι


ώρες που ο ιστός παρέμεινε κενός αποτέλεσαν το πιο ισχυρό τονωτικό
για το ηθικό των Ελλήνων. Στην ουσία η υποστολή του ναζιστικού
συμβόλου αποτέλεσε την πρώτη αντιστασιακή πράξη στην κατεχόμενη
Αθήνα και αποτέλεσε την απαρχή της οργάνωσης του αντιστασιακού
κινήματος.

Η είδηση έπαιξε σε όλη την Ευρώπη, οι Έλληνες αναθάρρησαν και οι


δύο νέοι που είχαν μια τρελή ιδέα καθιερώθηκαν ως σύμβολα της
αντίστασης. Μάλιστα, ο Γάλλος στρατηγός Ντε Γκωλ είχε χαρακτηρίσει
τον Γλέζο “πρώτο παρτιζάνο της Ευρώπης”.

Βέβαια, ένα χρόνο μετά ο Μανώλης Γλέζος και ο σύνεργός του


συνελήφθησαν από το Γερμανικό κλιμάκιο και φυλακίστηκαν στις
φυλακές Αβέρωφ. Εκεί ο Γλέζος εξαιτίας βασανιστηρίων προσβλήθηκε
από φυματίωση βαριάς μορφής και αφέθηκε ελεύθερος. Γενικότερα, ο
Γλέζος φυλακίστηκε τρεις φορές στην Κατοχή και κατάφερε να
δραπετεύσει και τις τρεις.
229

Ο Σαίξπηρ, η πανώλη και ο «Ληρ»Η φονική


επιδημία στιγμάτισε πολλαπλά τον ελισαβετιανό
βάρδο. Ταυτόχρονα, όμως, στάθηκε και η αφορμή
για μερικές από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του
Τουλάτου Ίσμα Μ. 29.03.2020, ΤΟ ΒΗΜΑ

Παγκόσμια απειλή Και αν ο εγκλεισμός κρατούσε


αρκετούς μήνες;Η διαβίωσή μας εντός σπιτιού δεν
κόβει μόνο τις γέφυρες εξάπλωσης ου ιού. Η
κοινωνική απομόνωση αφήνει ήδη σημάδια στο
περιβάλλον αλλά και στις συνήθειές μας Γαλγαδάς
Αλκης 29.03.2020, ΤΟ ΒΗΜΑ.

ΤΟ ΒΗΜΑ. «Απέναντι σε λοιμούς δεν χτίζεις εθνικά


τείχη, επενδύεις σε κοινές λύσεις»Αντώνης
Λιάκος. Ο γνωστός ιστορικός μιλάει για τις
επιπτώσεις των πανδημιών του παρελθόντος,
τονίζει ότι η «περάσαμε σε μια νέα εποχή που
αλλάζει τις διαστάσεις του χρόνου και του χώρου»
και προσθέτει ότι «όπως συμβαίνει με την
κλιματική κρίση, έτσι και με τους ιούς, φτάνουμε
στο σημείο μηδέν της Ιστορίας» Παπαματθαίου
Μάρνυ 29.03.2020,

ΤΟ ΒΗΜΑ. Λογοτεχνία . Γράφοντας πανδημίες. Ο


δυτικός λογοτεχνικός κανόνας αναμετρήθηκε
επανειλημμένα με το θέμα της επιδημίας, από τον
Βοκκάκιο ως τον Αλμπέρ Καμί και τον Ζοζέ
Σαραμάγκου, αναδεικνύοντας τις κοινωνικές,
ηθικές αλλά και επιστημονικές προεκτάσεις της.
Βιστωνίτης Αναστάσης 29.03.2020.
230

Αθηναϊκός λοιμός και κορωνοϊός. Διήρκεσε


τέσσερα χρόνια αποδεκατίζοντας έναν στους
τρεις κατοίκους της Αθήνας. Ακόμη και ο
Περικλής ήταν ανάμεσα στα θύματα. Ποιες είναι οι
ομοιότητες του λοιμού της αρχαίας Αθήνας με τη
σημερινή πανδημία; Βαρδάκη Ερη 05.04.2020, ΤΟ
ΒΗΜΑ.

ΚΑΡΑΝΤΙΝΑ

Οι Ποντοκαυκάσιοι χορεύουν στην Καραντίνα


Θεσσαλονίκη → Πόλη και πρόσφυγες → Δημόσιος
χώρος : Διασκέδαση και συνύπαρξη στη γειτονιά

Στους πέντε ανέμους του Καυκάσου(απόσπασμα) Οι λυράρηδες ωστόσο,


σ’ όλο αυτό το διάστημα, έπαιζαν κάθε βράδυ τις λύρες τους και
συνόδευαν την αλύγιστη από τα δεινά ποντιακή νεολαία στους ταχτικούς
χορούς και τα τραγούδια της. Συνέχισαν να δίνουν κουράγιο στους
συμπατριώτες τους και να προκαλούν το θαυμασμό των υπαλλήλων που
έβλεπαν τους Καυκάσιους τη μέρα να θάβουν τους νεκρούς τους και τη
νύχτα να χορεύουν. Όταν πρόσεξαν όμως καλύτερα, είδαν ότι τα
πρόσωπά τους ήταν άγρια, όπως και οι χοροί τους, και πως με τη ζωηρή
κίνηση ήθελαν να διώξουν τον πόνο και την απελπισία τους, ενώ τα
τραγούδια τους δεν ήταν πια χαρούμενα και εύθυμα, μα λυπητερά και
βαρύθυμα. Τελευταία μάλιστα ανακάλυψαν ότι έλεγαν ένα τραγούδι με
επίκαιρα λόγια, σχετικά με την Καραντίνα:Το έρημον το
Καραμπουρνού, τριγύρ’ τριγύρ’ ταφία (τάφοι).Ανοίξτε και τερέστε
(κοιτάξτε) ατά, όλα Καρσί’ (του Καρς) παιδία…
 
231

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ. ΒΙΒΛΙΟ 16.03.2020 Λογοτεχνία και


επιδημίες: η «μητέρα όλων των
δεινών»ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ*
Ελεγχοι σε σιδηροδρομικό σταθμό στο Μιλάνο. Σε περιόδους επιδημιών και φυσικών
καταστροφών η στροφή του ενδιαφέροντος στην αντίστοιχη λογοτεχνία συνδέεται με
την αναζήτηση νοήματος σε κάτι ξαφνικό, απρόβλεπτο.

ΕΤΙΚΕΤΕΣ:

Από την «Ιλιάδα» ώς τα θρίλερ του Στίβεν Κινγκ και του Ντιν Κουντζ, η
λογοτεχνία βρίθει ιστοριών για λοιμούς, σεισμούς, καταποντισμούς,
εισβολές εξωγήινων, επιδρομές ζόμπι, επελάσεις ανθρωπογενών ιών
κ.λπ. Το ότι τέτοια έργα προκαλούν ενδιαφέρον σε περιόδους επιδημιών
και φυσικών καταστροφών συνδέεται με την αναζήτηση νοήματος σε
κάτι ξαφνικό, απρόβλεπτο. Στη λογοτεχνία και στο ανθρώπινο
φαντασιακό, μια θανατηφόρα επιδημία, ένας καταστροφικός σεισμός δεν
είναι απλώς συμφορές. Είναι μηνύματα – από τον Θεό, τη φύση, τον ίδιο
τον ποιητή. Εχουν «ηθικό δίδαγμα». 

Στην «Ιλιάδα» ο Απόλλων στέλνει λοιμό στους Ελληνες για να


τιμωρήσει τον Αγαμέμνονα. Στο «Δεκαήμερο» του Βοκάκιου μια παρέα
αφήνει τη χειμαζόμενη από την πανούκλα πόλη για μια εξοχική έπαυλη,
όπου ξορκίζει τον φόβο του Μαύρου Θανάτου σκαρώνοντας ωραίες
ιστορίες: το πνεύμα της Αναγέννησης απαντά στον περιδεή, πεισιθάνατο
Μεσαίωνα με ευθυμία και χορούς. Στον Πόε, κάποιοι χαροκόποι που
ξεφαντώνουν σ’ ένα παλάτι δεν αποφεύγουν την επίσκεψη του
μαυροντυμένου μουσαφίρη. Η επιδημία που κρυφοροκανίζει τη Βενετία
και τον Ασενμπαχ στη νουβέλα του Τόμας Μαν είναι μεταφορά για τη
λανθάνουσα νόσο της Ευρώπης, που σύντομα θα ξεσπούσε βίαια,
αφήνοντάς την μισερή μέχρι σήμερα. Η «Πανούκλα» του Καμύ έχει τη
σφραγίδα του αισιόδοξου υπαρξιστικού ανθρωπισμού του, γιατί
αναδεικνύει χαρακτήρες με στωικό ηρωισμό, που ανακτούν την
αξιοπρέπεια και δίνουν νόημα στην ύπαρξή τους μέσα από τη
συνεργασία. Στον Σαραμάγκου, η επιδημία τυφλότητας μοιάζει σαν
αλληγορία για τον μεταψυχροπολεμικό κόσμο, που παραδέρνει μετά την
κατάρρευση των μεγάλων αφηγήσεων. Οσο για τον Κουντζ και το πόσο
προφητικό ήταν το μυθιστόρημά του «Τα μάτια του σκότους», ας μην
υπερβάλλουμε. Επεσε μέσα ως προς το σημείο εκκίνησης της επιδημίας,
αλλά ο δικός του ιός είχε ξεφύγει από ένα εργαστήριο βιολογικού
πολέμου. Πολλοί ισχυρίζονταν το ίδιο για το έιτζ – για εκείνους, το
εργαστήριο ήταν αμερικανικό. Οι άνθρωποι αναζητούν ενίοτε τη
«μητέρα όλων των δεινών» τους και στην εκκοσμικευμένη εποχή μας την
232

εντοπίζουν είτε στην Αμερική των φονιάδων των λαών, είτε στην κίτρινη
λαίλαπα της κομμουνιστοκαπιταλιστικής Κίνας.

* Ο κ. Δημοσθένης Κούρτοβικ είναι συγγραφέας και κριτικός της


λογοτεχνίας. Τελευταίο του βιβλίο, «Το νέο αντιλεξικό νεοελληνικής
χρηστομάθειας» (εκδ. Εστία).

ΒΙΒΛΙΟ / 31/03/2020, Δύο "διαμάντια" της


λογοτεχνίας που ο κορωνοϊός ξανάκανε επίκαιρα
THE BEST

Πρόκειται για την «Πανούκλα» του Albert Camus και το «Περί


Τυφλότητος» του José Saramago

Πιο κοντά στα βιβλία μας έχει φέρει ο κορωνοϊός αφου το διάβασμα
είναι μία αγαπημένη ασχολία όσο μένουμε στο σπίτι και βρισκόμαστε σε
αυτήν την απαραίτητη καραντίνα. σύμφωνα με τις οδηγίες των ειδικών.
Μάλιστα δύο προτάσεις

Μάλιστα υπάρχουν δύο σπουδαία βιβλία, που περιγράφουν τη δυστοπία


στην οποία μπορεί να φέρει τον κόσμο μια επιδημία, έχουν αυξήσει τις
πωλήσεις τους και έχουν επιστρέψει στις λίστες με τα best seller των
βιβλιοπωλείων ανά τον κόσμο.

Πρόκειται για την «Πανούκλα» του Albert Camus και το «Περί


Τυφλότητος» του José Saramago. Και τα δύο αναφέρονται στην
απομόνωση, τον τρόμο και την απειλή που γεννά η μαζική εξάπλωση
μιας αρρώστιας στην κοινωνία. Όλα από τη ζωή βγαλμένα τελικά.

H Πανούκλα, του Albert Camus

Μια ολόκληρη πόλη μπαίνει σε καραντίνα όταν ξεσπάει επιδημία


βουβωνικής πανώλης. Κανείς και τίποτα δεν προσεγγίζει την πόλη, οι
κάτοικοί της ζουν αποκομμένοι και απομονωμένοι σ’ έναν κόσμο
πνιγηρής επανάληψης και μονοτονίας. H Γαλλία σπαράζει στις όχθες του
Σομ και του Λουάρ, εκατομμύρια οι αιχμάλωτοι στα κρεματόρια. O
πόλεμος κάνει πιο έντονο το χωρισμό, την απουσία, την αρρώστια, την
ανασφάλεια.

Mήπως όμως δεν είμαστε πάντα υπό απειλή, αποκομμένοι, εξόριστοι,


σαρακοφαγωμένοι όπως το φρούτο από το σκουλήκι; H «Πανούκλα», το
αμέσως επόμενο μετά τον «Ξένο» μεγάλο μυθιστόρημα του μεγάλου
233

Γάλλου συγγραφέα, καταγράφει τη συμπεριφορά των ανθρώπων σ’ έναν


κόσμο που μοιάζει χωρίς σκοπό και μέλλον, σ’ έναν κόσμο πνιγηρής
επανάληψης και μονοτονίας. Kι αυτό που χαρακτηρίζει τους ανθρώπους
δεν είναι οι κινήσεις ή οι ομιλίες τους, δεν είναι η αυτοκρατορία της
σάρκας τους, αλλά οι σιωπές, οι κρυφές πληγές τους, οι σκιές που
ρίχνουν στις προκλήσεις της ζωής.

Περί Τυφλότητος, του José Saramago

Ένας άνθρωπος χάνει ξαφνικά το φως του. Τα περιστατικά αιφνίδιας


τύφλωσης κλιμακώνονται και η κυβέρνηση αποφασίζει να βάλει σε
καραντίνα τους τυφλούς. Με γραφειοκρατική ακρίβεια, ο σπουδαίος
Πορτογάλος Νομπελίστας José Saramago έχει υπολογίσει όλα όσα θα
μπορούσαν να συμβούν σ’ έναν κόσμο που χάνει την όρασή του.

Για πόσο καιρό η κίνηση στους δρόμους θα είναι ομαλή; Για πόσο καιρό
θα επαρκούν τα τρόφιμα για τις πεινασμένες ορδές; Πόσος χρόνος
χρειάζεται για να καταρρεύσει η παροχή ηλεκτρικού ρεύματος, αερίου
και νερού; Τι θ’ απογίνουν τα κατοικίδια; Oι σεξουαλικοί φραγμοί;
Πόσοι τυφλοί φτιάχνουν μια τυφλότητα; Και τέλος: Σε έναν κόσμο
τυφλών, τι θα έκανες αν έβλεπες; Το αλληγορικό «Περί Τυφλότητος»
έχει γίνει και ταινία από τον Fernando Mereiilles και δεν είναι άλλο από
το “Blindness” με την Julianne Moore και τον Marc Ruffalo.

Βάλτερ Πούχνερ: Η Καραντίνα. Βάλτερ Πούχνερ -


23 Μαρτίου 2020

Η καραντίνα είναι κατάσταση φυσιολογική. Η Σαρακοστή που οδηγεί


στο Πάσχα. Η ζωή μας σ’ ένα δωμάτιο, ακόμα πιο στενό από τούτο, σ’
ένα σώμα τόσο ισχνό όπως ετούτο· και δεν υπάρχει τρόπος να
αποδράσεις. Παρά να σμίξεις με ένα διπλανό, ν’ ανοίξεις πόρτες, να
γκρεμίσεις τοίχους, το παράθυρό σου να είναι ήδη το διπλανό, κι έτσι να
γίνει για λίγο ένα ευρύχωρο σπίτι που χωρούν τουλάχιστον δυο. Έξω οι
δρόμοι άδειοι, μόνο φαντάσματα κυκλοφορούν, λόγια του αέρα,
βλέμματα στο κενό, κινούμενες μαριονέτες στα ίδια τους τα νήματα. Έξω
αόριστος θόρυβος, μέσα η οριστική σιωπή.

Η καραντίνα είναι κατάσταση φυσιολογική. Εκτυλίσσεται διά βίου σε


τετράγωνο χώρο. Συνήθως από ξύλο. Από την κούνια στην κάσα, από το
λίκνο στο κιβούρι, από τα γεννοφάσκια στα λαζαρώματα, από τα
234

σπάργανα στο μνημούρι. Και το ταβάνι γίνεται πλάκα· πάντα μας έκρυβε
τον ουρανό.

 Στην απομόνωση κάτι περιμένεις. Να τερματιστεί αυτή η κατάσταση.


Να επανέλθει η ομαλότητα της επικοινωνίας. Και δεν ξέρεις πως αυτός
είναι ο κανόνας, η άγραφη συνθήκη στην πλάτη σου, που χρειάζονται
δύο καθρέφτες να διαβάσεις. Και πάλι. Ή να έχεις τον ειδικό, που
διαβάζει όλες τις πλάτες και διαφεντεύει όλες τις γραφές. Μόνο όταν
ξαπλώσεις τη σβήνει το στρώμα, τη σβήνει το χώμα. Ο ύπνος ο μικρός
σου θάνατος και η μεγάλη σου ελευθερία.

Πετάει η σκέψη, φτερουγίζει η ψυχή, μόνο η σάρκα βογκάει στα δεσμά·


υποφέρει το αίμα, και η ρίζα πονά. Η μηχανή πεινά, διψά, θέλει αέρα και
αναπαραγωγή. Της εξέλιξης τα εγκεφαλικά ορφανά είμαστε οι μόνοι που
το βλέπουμε, είμαστε οι μόνοι που ζούμε τη φυλακή. Κρατητήριο η
κοινωνία, αρρώστια η ύπαρξη. Μπόγος από κρέατα, χιτώνας από νεύρα,
αράχνης δίχτυ από αγγεία, αυτή η φουσκάλα από νερό και λίγα άλλα,
πριν σπάσει στο πρόσκαιρο βλέπεις και βιώνεις την καραντίνα, την
απαγόρευση, τον περιορισμό. Της ανάγκης τον οδοντωτό μηχανισμό. Και
πιάνεσαι από κάποιες στιγμές, που νιώθεις ξανά τη μεγάλη ελευθερία,
αυτήν που ήξερες από παιδί αλλά χάθηκε με την ήβη, όπου χώρισε ο
κόσμος στα δυο, και μόνο για στιγμές γίνεται πάλι κύκλος του όλου.

Η καραντίνα είναι έξω από τον κύκλο, και το όλο του κύκλου νοσταλγεί.
Την αγκαλιά του στρογγυλού, των κυμάτων τη μουσική, τον ρυθμό της
αστρικής ανάσας, το τρυφερό χέρι του Θεού που χαϊδεύει όλα τα
κεφάλια, ισιώνει τις χωρίστρες και τρέφει τις ψυχές, την αρχή που είναι
και το τέλος, τον άχρονο χρόνο που κυλά και ανανεώνεται στις αχανείς
εκτάσεις της διάρκειας. Η καραντίνα είναι ο φθόνος της δυστυχίας, η
πίκρα της μοναξιάς, η ορφάνια μακριά απ’ την πατρίδα, του άστεγου το
βλέμμα που κοιτάζει φωτισμένα παράθυρα. Η καραντίνα είναι το έρημο
εγώ, που χτίζουμε πάνω στο δοσμένο σώμα, την νοικιασμένη σάρκα, για
να αντέξουμε τη ζωή· η καραντίνα είναι η σκέψη που συνειδητοποιεί, το
μάτι που βλέπει, το χέρι που ποιεί, το πόδι που βαδίζει. Η καραντίνα είναι
η γραμμή, που έχει αρχή και τέλος, που ξυπνάει μέσα σ’ ένα όνειρο και
θα πέσει πάλι να κοιμηθεί. Κι η υποψία, πως όλα είναι αλλιώς, γίνεται
πραγματικότητα.

Η δυνατότητα είναι άπειρος χώρος, όπου όλοι και όλα χωρούν· τα


δεδομένα είναι πάντα Σαρακοστή, επτά δεκαετίες που οδηγούν στην
Ανάσταση, την επιστροφή, στη χώρα που δεν γνωρίζει Χριστούγεννα
ούτε Πάσχα, μήτε χειμώνα μήτε άνοιξη. Στη χώρα που όλα είναι δυνατά.
235

ΤΟ ΚΟΥΤΙ ΤΗΣ ΠΑΝΔΩΡΑΣ

Δέκα λογοτεχνικά αριστουργήματα για επιδημίες

Η λογοτεχνία αποτελεί μια πολύ καλή διέξοδο στο ζοφερό κλίμα των


ημερών με την καραντίνα και τις απαγορεύσεις σε πολλές χώρες του
κόσμου, λόγω της πανδημίας του κορονοϊού σε όλο τον πλανήτη.
 PrintFriendly

Η κατάσταση είναι πολύ δύσκολη, αλλά όχι πρωτόγνωρη, καθώς και


άλλες φορές στο παρελθόν, η ανθρωπότητα έχει βρεθεί σε ανάλογη θέση.
Από τον λοιμό που έστειλε ο Απόλλωνας στο στρατόπεδο των Αχαιών
όπως διαβάζουμε στη ραψωδία Α της «Ιλιάδας», και τον λοιμό που
ξέσπασε στην Αθήνα στον Πελοποννησιακό Πόλεμο αποδεκατίζοντας
το 1/3 του πληθυσμού της, μέχρι τη Μαύρη Πανώλη του Μεσαίωνα
και τις επιδημίες στις αρχές του 20ου αιώνα.

Πολλά λογοτεχνικά βιβλία εστιάζουν σε ιστορίες που εκτυλίσσονται εν


μέσω λοιμών, αλληγορικών ή και αληθινών. Αρκετές ιστορίες, μάλιστα,
φαίνεται πως έχουν προβλέψει καταστάσεις με αναλογίες ή και
ομοιότητες με αυτές που βιώνουν σήμερα άνθρωποι στις τέσσερις
γωνιές του  πλανήτη. Οι επιδημίες πάντα τροφοδοτούσαν την φαντασία
των συγγραφέων, λόγω του υψηλού συμβολισμού τους. Η Λήδα Πιμπλή
παρουσίασε στο newpost.gr 10 αριστουργήματα της παγκόσμιας
λογοτεχνίας, γραμμένα από τον 14 έως τον 21ο αιώνα, από θρίλερ
επιστημονικής φαντασίας έως φιλοσοφικά μυθιστορήματα και ερωτικά
έπη.  

Δεκαήμερον, Βοκάκιος, εκδόσεις Γράμματα

Στους λόφους του Φιέζολε, στα περίχωρα της Φλωρεντίας, το σωτήριο


έτος 1348. Δέκα νέοι, εφτά κορίτσια και τρία αγόρια, έχουν καταφύγει
εκεί πάνω για να γλιτώσουν από την πανούκλα που μαστίζει την πόλη. Οι
τολμηρές ιστορίες που διηγούνται -δέκα κάθε μέρα- είναι ένας ύμνος στη
ζωή και σημείο αναφοράς για παγκόσμια λογοτεχνία.

Οι λογοδοσμένοι, Alessandro Manzoni, εκδόσεις Πατάκη

Ένα από τα πιο πολυδιαβασμένα έργα στην ιταλική γλώσσα, γραμμένο


στις αρχές του 19ου αιώνα, που έγινε ακόμα και όπερα. Η πλοκή
διαδραματίζεται στις αρχές του 17ου αιώνα, όταν η βόρειος Ιταλία
βρίσκονταν υπό ισπανική κυριαρχία, γεγονός που ερμηνεύτηκε ως
έμμεση καταδίκη από τον συγγραφέα της αυστριακή παρουσίας στην
236

Ιταλία. Η περιγραφή της μεγάλης επιδημίας πανώλης στο Μιλάνο που


κόστισε ως και ένα εκατομμύριο ζωές συμβάλει στην ατμόσφαιρα
σήψης.

Η μάσκα του κόκκινου θανάτου, Edgar Allan Poe, εκδόσεις


Γράμματα

Όταν η επιδημία της πανούκλας αρχίζει να θερίζει τους οικισμούς γύρω


από ένα οχυρωμένο αβαείο, οι άρχοντες της περιοχής καταφεύγουν σε
αυτό και αποφασίζουν να περάσουν τον χρόνο τους γλεντώντας, πίνοντας
και χορεύοντας, μέχρι να περάσει το κακό. Όμως, ένας άγνωστος άνδρας
καταφέρνει να διεισδύσει στο καταφύγιό τους.

Θάνατος στη Βενετία, Thomas Mann, εκδόσεις Μεταίχμιο

Γραμμένο πριν από την έκρηξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου κι ενώ τα


σύννεφα στον ουρανό της Ευρώπης συγκεντρώνονταν απειλητικά, ο
συγγραφέας οδηγεί το alter ego του, τον συνθέτη Γκούσταφ Άσενµπαχ,
στη Βενετία, όπου την προσοχή του τραβάει ένας πανέμορφος έφηβος.
Και καθώς η εμμονή του για τα νιάτα και την ομορφιά του νεαρού τον
απορροφάει ολοκληρωτικά, ένας λοιµός εξαπλώνεται στην πόλη.

Πανούκλα, Αλμπέρ Καμύ, εκδόσεις Καστανιώτη 

Δεκαετία του ‘40, στο Οράν, μια παραλιακή πόλη της (γαλλικής τότε)
Αλγερίας. Ο γιατρός Ριέ καθώς βγαίνει για τον καθημερινό κύκλο
επισκέψεων στους ασθενείς του, σκοντάφτει στην είσοδο σε ένα
πεθαμένο ποντίκι. Τις επόμενες ημέρες χιλιάδες ποντίκια θα βγουν από
τα υπόγεια, τα κελάρια και τους υπονόμους για να ξεψυχήσουν στους
δρόμους της πόλης. Αμέσως μετά, θα έλθουν τα πρώτα κρούσματα.

Ο έρωτας στα χρόνια της χολέρας, Gabriel Garcia Marquez,


εκδόσεις Λιβάνη

Στη νουβέλα που κυκλοφόρησε στα ισπανικά το 1985, μια από τις πιο
απροσδόκητες ιστορίες αγάπης στην παγκόσμια λογοτεχνία, η χολέρα
έχει την έννοια του ερωτικού πάθους, της παραφοράς και του αόρατου
δεσμού που κάνει τους ήρωες απρόσβλητους από το κακό. Ο Φιορεντίνο
και η αγαπημένη του Φερμίνα ξαναβρίσκονται πενήντα χρόνια μετά από
το άδοξο τέλος του δεσμού τους, όταν ο σύζυγος εκείνης, φημισμένος
γιατρός που έχει αφιερώσει τη ζωή του στην εξάλειψη της χολέρας,
πεθαίνει.

Περί τυφλότητος, Ζοζέ Σαραμάγκου, εκδόσεις Καστανιώτη


237

Ένας άνθρωπος χάνει ξαφνικά το φως του. Καθώς τα περιστατικά


αιφνίδιας τύφλωσης κλιμακώνοντα, η κυβέρνηση αποφασίζει να βάλει σε
καραντίνα τους τυφλούς. Για πόσο καιρό η κίνηση στους δρόμους θα
είναι ομαλή; Για πόσο καιρό θα επαρκούν τα τρόφιμα για τις πεινασμένες
ορδές; Πόσος χρόνος χρειάζεται για να καταρρεύσει η παροχή
ηλεκτρικού ρεύματος, αερίου και νερού; Τι θ' απογίνουν τα κατοικίδια;
Oι σεξουαλικοί φραγμοί; Πόσοι τυφλοί φτιάχνουν μια τυφλότητα;

Εξαγνισμός, Jim Crace, εκδόσεις Οξύ. Στον δρόμο για την Ιεριχώ
άνθρωποι μόνοι τους ή κατά ομάδες αναζητούν καταφύγιο στην άγονη γη
για να περάσουν 40 ολόκληρες ημέρες και νύχτες, την καραντίνα που
τους έχει επιβληθεί («Quarantine» είναι ο αγγλικός τίτλος του βιβλίου).
Ο Μούσα, ο ένας από τους ταξιδιώτες εγκαταλείπεται μαζί με τη γυναίκα
του από τους συνταξιδιώτες του που τον νομίζουν στα πρόθυρα του
θανάτου. Τότε κάνει την εμφάνισή του ένας τελευταίος αργοπορημένος
ταξιδιώτης. Τον λένε Ιησού.

Το κοράκι, Stephen King, εκδόσεις Κλειδί – Λιβάνης

Ένας άνδρας δραπετεύει από ένα εργοστάσιο όπλων βιοχημικού


πολέμου, κουβαλώντας επάνω του έναν θανατηφόρο ιό. Μέσα σε λίγες
εβδομάδες το μεγαλύτερο μέρος του ανθρώπινου πληθυσμού είναι νεκρό.
Οι επιζήσαντες θα πρέπει να διαλέξουν ανάμεσα στο φως και στο
σκοτάδι.

Στέλεχος Ανδρομέδα, Michael Crichton, εκδόσεις Bell

Όταν ένας ερευνητικός δορυφόρος μεταφέρει βιολογικό υλικό πέφτει στη


γη σε μια απομακρυσμένη περιοχή της πολιτείας της Αριζόνα, οι
επισκέπτες της γειτονικής πόλης βρίσκονται μπροστά σε ένα μακάβριο
εύρημα: Οι δρόμοι της πόλης είναι διάσπαρτοι με τα πτώματα των
κατοίκων.

Πηγή: nooz.gr

NEWS.gr.Πανούκλα, φυματίωση, χολέρα, λέπρα –


Πώς αντιμετώπισε η ανθρωπότητα τις
πανδημίες23/03/2020
238

Η πολύτιμη μαρτυρία του άρρωστου από πανώλη Θουκυδίδη


στους γιατρούς του μέλλοντος

Κάθε φορά που η ανθρωπότητα απειλήθηκε από έναν αόρατο εχθρό,


τόσο η ιατρική τέχνη σε Βαβυλωνία, Κίνα, Αίγυπτο και Ινδία, όσο και η
συστηματοποιημένη πια ιατρική επιστήμη στην Αρχαία Ελλάδα,
στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων. Ενδημία, επιδημία και πανδημία
είναι όροι ομόρριζοι που υπήρχαν στο λεξιλόγιο των αρχαίων
Ελλήνων, αποδίδοντας έναν αόρατο εχθρό, που απειλούσε με εξάπλωση
έναν συγκεκριμένο δήμο (εν-δημία), το σύνολο του δήμου με τη μορφή
ανεξέλεγκτου εισβολέα (επί-δημία) ή και το σύνολο των όμορων, και μη,
δήμων (παν-δημία).

Σε κείμενα που σώζονται από την εποχή του Ομήρου, καταγράφονται


μαρτυρίες φονικών επιδημιών με χαρακτηριστικά που με τη σημερινή
γνώση παραπέμπουν κυρίως στην πανώλη και τη λέπρα. Ασφαλώς, δεν
ήταν όλες οι επιδημίες «πανώλη» και «λέπρα». Αλλά, σ΄ εκείνες τις
εποχές, που η ιατρική επιχειρούσε τα πρώτα γενναία της βήματα, δια
του Αλκμαίωνα (μαθητή του Πυθαγόρα), του Εμπεδοκλή και του
Διογένη του Απολλωνιάτη στην αρχή και του Ιπποκράτη αργότερα,
οι θανατηφόρες δερματολογικές ασθένειες ενέπιπταν στην κατηγορία της
«λέπρας» (εξ ου και ο ορισμός «λεπρός» < από το ρήμα λέπω, που
σημαίνει διαθέτω λέπια, φολίδες) και οι υπόλοιπες αποδίδονταν με τον
γενικό, αλλά τόσο ενδεικτικό του ελληνικού γλωσσικού πλούτου, όρο
«πανώλη» (πανώλη < από το ρήμα όλλυμι/ολλύω, που σημαίνει
καταστρέφω, φονεύω, χάνομαι, εξαφανίζομαι). Γενικά, στην αρχαιότητα
και στον Μεσαίωνα, κάθε επιδημική νόσος με υψηλή θνησιμότητα
χαρακτηριζόταν «πανώλη» ή «λοιμός» (η λέξη συνδέεται ετυμολογικά με
την αρχαία λέξη «λοιγός», που σημαίνει «καταστροφή, όλεθρος από
αρρώστια ή πόλεμο).

Όμως, και το ρήμα ιάομαι -ώμαι (θεραπεύω) είναι αντίστοιχα αρχαίο


και αποδίδει ακριβώς την ανθρώπινη ικανότητα να διαχειρίζεται όλα τα
δεινά, που στην πορεία των αιώνων και των χιλιετιών αποδόθηκαν σε
πλανητική ανισορροπία, σε θεϊκή τιμωρία, σε ανθρώπινη πλεονεξία και
ματαιοδοξία…

Η πολύτιμη μαρτυρία του προσβληθέντα από πανώλη Θουκυδίδη


στους γιατρούς του μέλλοντος…

Στα κείμενα του Θουκυδίδη, οι μελετητές εντοπίζουν για πρώτη φορά τη


λέξη «θεράπων» με την έννοια της ιατρικής φροντίδας. Είναι η εποχή
που ένας λοιμός «χτυπάει» τους Αθηναίους, κατά τη διάρκεια του
239

Πελοποννησιακού Πολέμου: «…πριν περάσουν πολλές ημέρες από την


ώρα που μπήκαν στην Αττική (οι Πελοποννήσιοι), πρώτη φανερώθηκε η
αρρώστια στην Αθήνα, αρρώστια που λένε βέβαια πως έπεσε κι άλλοτε
σε πολλούς τόπους, γύρω στη Λήμνο και αλλού, αλλά πουθενά δεν
θυμούνται να παρουσιάστηκε τόσο φοβερή, ούτε να χάλασε τόσους
ανθρώπους. Γιατί δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα ούτε οι γιατροί που
κοίταζαν τούς αρρώστους στην αρχή, γιατί δεν ήξεραν τη φύση του
κακού, κι αυτοί οι ίδιοι πέθαιναν σε μεγαλύτερη αναλογία όσο
περισσότερο τους πλησίαζαν, ούτε καμία άλλη ανθρώπινη τέχνη κι όλες
οι παρακλήσεις που έκαναν στους ναούς κι όσα προσκυνήματα στα
μαντεία κι άλλα τέτοια, ήταν όλα του κακού και στο τέλος τα παράτησαν
κι αυτά, γιατί τους χαράκωσε το κακό…».

Ο Θουκυδίδης, μάλιστα, έχοντας προσβληθεί ο ίδιος από τη νόσο,


περιέγραψε εξαιρετικά εμπεριστατωμένα τα συμπτώματά της: «…
άλλοι που δεν είχαν καμία φανερή αιτία κακοδιαθεσίας, άξαφνα, ενώ
ήταν πρωτύτερα εντελώς γεροί, τους έπιαναν πρώτα δυνατές θέρμες στο
κεφάλι, κοκκίνιζαν τα μάτια τους κι ερεθιζόταν πολύ, κι από την αρχή
άναβαν και μάτωναν τα μέσα τους, ο φάρυγγας και η γλώσσα, κι η
αναπνοή τους έβγαινε παράξενη και βρωμούσε. Έπειτα από αυτά άρχιζε
δυνατό φτέρνισμα και βραχνάδα και σε λίγο κατέβαινε στο στήθος το
πάθημα, με δυνατό βήχα, κι όταν πιανόταν από την καρδιά, τής έδινε μία
και τη γύριζε ανάποδα, κι έβγαινε χολή από το στόμα κι από κάτω, όσων
λογιών έχουν κιόλας ονοματίσει οι γιατροί, και μάλιστα με δυνατούς
πόνους και τους περισσότερους τους έπιανε ξερό ρέψιμο που τους έφερνε
δυνατούς σπασμούς, που σε άλλους σταματούσαν ύστερα από λίγο, σε
άλλους κρατούσαν μέρες ολόκληρες…».

Με αυτόν τον τρόπο, από τα καταγεγραμμένα συμπτώματα στην αρχαία


Ελλάδα, αλλά και από τη μελέτη των εξειδικευμένων ερευνητών, οι
επιστήμονες του μέλλοντος οδηγήθηκαν στην ταυτοποίηση των
μολυσματικών νόσων και στην ένταξη της κάθε μιας στην αντίστοιχη
κατηγορία.

Ασφαλώς, έως ότου βρεθούν οι θεραπείες, εξακολούθησαν τη μακρά


διαδρομή τους στον χρόνο και έγραψαν τις δικές τους μαύρες σελίδες
στην παγκόσμια ιστορία. Αλλά στον Μεσαίωνα βρήκαν κι έναν ισχυρό…
σύμμαχο: τον σκοταδισμό. Σε μία τριετία (1348-50) ο «μαύρος
θάνατος», όπως αποκαλείται πλέον η ανθρωποζωονόσος πανώλη ή
πανούκλα, εξοντώνει το 1/3 του ευρωπαϊκού πληθυσμού. Έχει ταξιδέψει
από την κεντρική Ασία με ποντίκια και ψύλλους -μόνιμους «ενοίκους»
των πλοίων- και ξεχύνεται στα λιμάνια της Ευρώπης, έχοντας διανύσει
όλους τους εμπορικούς δρόμους της εποχής. Αλλά οι άνθρωποι,
240

παραδομένοι στη θρησκοληψία, αποδίδουν το κακό σε θεϊκή τιμωρία για


τις αμαρτίες τους! Λιτανείες, δεήσεις, ατομική προσευχή και λοιπές
μέθοδοι… εξορκισμού, αποδεικνύονται ανεπαρκείς. Οι προσβληθέντες
αποδημούν σωρηδόν. Και τότε, τον… εξαγνισμό της… έμφορτης σε
ακολασία ανθρωπότητας αναλαμβάνουν οι «μαστιγωτές», που τιμωρούν
τους «αμαρτωλούς» μέχρι θανάτου! Η παράνοια αντικαθιστά την
αρρώστια.

Η Ελλάδα δεν εξαιρείται από τη φονική επίσκεψη της νόσου. Οι


χρονικογράφοι της εποχής τη συναντούν δυναμική στη Θεσσαλονίκη
(απ΄ όπου εκτιμάται ότι έχει περάσει μέσω Κωνσταντινούπολης), τη
Λήμνο, την Εύβοια, την Κρήτη και τη νότια Πελοπόννησο. Στοιχεία για
τον ακριβή αριθμό των νεκρών Ελλήνων δεν υπάρχουν. Το σίγουρο είναι
ότι περίπου τέσσερις δεκαετίες μετά, η ίδια νόσος αφανίζει τα 2/3 του
πληθυσμού του Ναυπλίου.

Με μεγάλες ή λιγότερο μεγάλες απώλειες, η πανώλη «θυμάται» την


ανθρωπότητα κατά διαστήματα έως και τις πρώτες δεκαετίες του 20ου
αι., αλλά ένα βότανο με το συμβολικό όνομα «Αγγελική» φέρνει τη
σωτηρία από τον ερεβώδη μαύρο επισκέπτη. Ο θρύλος λέει ότι πήρε
το όνομά του από έναν άγγελο που παρουσιάστηκε σε κάποιον μοναχό
και του αποκάλυψε τις φαρμακευτικές του ιδιότητες, που θα θεράπευαν
την πανώλη…

Με ή χωρίς τη… θεϊκή παρέμβαση, η «Αγγελική» αποτέλεσε πράγματι


το κύριο συστατικό των φαρμάκων κατά της πανώλης.

Αλλά η πανώλη δεν ήταν η μόνη αφορμή για «ξεσκαρτάρισμα» του


παγκόσμιου πληθυσμού, φαινόμενο που χαρακτηρίζει την ιστορία κυρίως
των αρχών και του μέσου του 19ου αι.

Μία νέα μολυσματική νόσος, που εμφανίζεται και πάλι στην Ασία, η
χολέρα, πλήττει την ανθρωπότητα περιοδικά και για κάμποσους αιώνες.
Προκαλείται από το δονάκιο (βακτήριο) της χολέρας και ενδημεί όπου
υπάρχει βρόμικο νερό και απέχουν συνθήκες υγιεινής σε ζωή και
διατροφή. Προσβάλλει κατά κανόνα το λεπτό έντερο και με κύρια
συμπτώματα την έντονη διάρροια και τον υψηλό πυρετό προκαλεί
αφυδάτωση. Μεταδίδεται μέσω του νερού και τροφής, που έχει
μολυνθεί από εκκρίματα ατόμων, τα οποία έχουν προσβληθεί από τη
νόσο.

Η χολέρα εμφανίζεται περιοδικά και φονεύει αδιακρίτως από το 1817


έως και το 1913. Ανθεί ακόμη και σήμερα σε περιοχές, όπου το νερό
241

είναι βρόμικο και η διατροφή μη προσεγμένη, όπως η υποσαχάρια


Αφρική και τμήματα της Ασίας.

Στην Ελλάδα τη χολέρα «ξεφορτώνουν» το 1853 στον Πειραιά τα


γαλλικά στρατεύματα, που καταλαμβάνουν την πρωτεύουσα και το
επίνειό της, επιχειρώντας να αποτρέψουν τη συμμετοχή της χώρας στον
Κριμαϊκό Πόλεμο. Τα πρώτα συμπτώματα εκδηλώνονται στο ελληνικό
λιμάνι στις 25 Ιουνίου του 1854. Στην αρχή, η αρρώστια είναι
περιορισμένη μέσα στο γαλλικό νοσοκομείο και το αγγλικό. Το πρώτο
θύμα της νόσου είναι μια 30χρονη εργάτρια του Πειραιά και το δεύτερο
ένας 16χρονος. Ακολουθεί μία γυναίκα, που μετέφερε τη νόσο από τον
Πειραιά στην Αθήνα, όπου αφήνει την τελευταία της πνοή.

Η επιδημία αρχίζει να εξαπλώνεται απειλητική. Το κεντρικό ιατρικό


συμβούλιο της εποχής, το οποίο αποτελείται από τους επιστήμονες
Βούρο, Ρέζερ, Ηπίτη, Τράιμπερ, Θεοφιλά και Βενιζέλο, αποφασίζει τον
αποκλεισμό του ελληνικού λιμανιού με στρατιωτική ζώνη. Αλλά, ω του
θαύματος της φυλής (!), η απόφαση δυσαρεστεί τους Αθηναίους, εξαιτίας
της «παρεμπόδισης της συγκοινωνίας μεταξύ των δύο πόλεων», όπως
δημοσιεύουν σε πηχυαίους τίτλους οι εφημερίδες της εποχής. Οι κάτοικοι
της Αθήνας αγνοούν τα της φοβερής αρρώστιας με τις φριχτές συνέπειες.
Μάλιστα, ακόμη και το όνομά της, πότε τους φτάνει στα αφτιά ως
«χολέρα», πότε ως «χολόρροια», πότε ως «χολεριά». Και ενώ στην
Αθήνα αναζητούν ακόμη το σωστό όνομα της επιδημίας, στον Πειραιά τα
πολλαπλασιαζόμενα κρούσματα, που πεθαίνουν μέσα σε λίγες πλέον
ώρες, τρέπουν τους υγιείς κατοίκους σε φυγή προς αναζήτηση σωτηρίας.
Οι εφημερίδες της εποχής καταγράφουν «πλημμυρίδες εσωτερικών
μεταναστών» σε Ύδρα, Αίγινα, Σπέτσες, Σύρο και άλλα νησιά. Στον
Πειραιά απομένουν όλες κι όλες 60 οικογένειες. Αυτές που δεν έχουν
την οικονομική δυνατότητα να μετακινηθούν.

Τον επόμενο κιόλας χρόνο, ένας 'Αγγλος γιατρός, πρωτοπόρος στην


επιστήμη, έχοντας καθιερώσει την αναισθησιολογία και την ιατρική
υγιεινή, ο Τζόν Σνόου, εντοπίζει την πηγή της νόσου στο Λονδίνο, όπου
ο αριθμός των κρουσμάτων έχει ξεφύγει δραματικά. Τη νύχτα της 31ης
Αυγούστου 1854, στη βρετανική πρωτεύουσα αναφέρονται 50
κρούσματα χολέρας, τα οποία, τις επόμενες 4 μέρες, οκταπλασιάζονται!
Ο Σνόου, που από την αρχή της εμφάνισης της νόσου, ήταν
πεπεισμένος ότι αυτή δεν μεταδίδετο από τον αέρα, αλλά από
βρόμικο νερό, βρίσκει μια μοναδική ευκαιρία να επαληθεύσει την
ορθότητα της θεωρίας του. Ερευνώντας εξονυχιστικά για την πηγή της
εμφάνισης της νόσου στο Λονδίνο, οδηγείται στην οδό Broad του Soho
(σημερινή Broadwick Str), όπου υπάρχει μια κοινόχρηστη αντλία νερού.
242

Αποδεικνύεται ότι από τα 89 θύματα των δύο πρώτων ημερών της


επιδημίας, 79 προμηθεύτηκαν νερό από τη συγκεκριμένη αντλία. Αλλά
και οι υπόλοιποι δέκα, που δεν ζούσαν στην περιοχή, πήραν νερό από τη
συγκεκριμένη αντλία για το σπίτι τους! Η ανακάλυψη προκαλεί
πάταγο. Στις 8 Σεπτεμβρίου οι τοπικές Αρχές σφραγίζουν τη βρύση
και ξεκινούν εκστρατεία καθαρισμού των υδραγωγών. Με την
ελεγχόμενη πλέον μετάδοση της μολυσματικής νόσου, οι επιστήμονες
εγκαινιάζουν συντονισμένη προσπάθεια για την παρασκευή φαρμάκων,
ικανών να την αντιμετωπίσουν. Η επιστήμη είχε κάνει και πάλι το θαύμα
της.

ΣΣ: Στο σημείο του Soho, όπου υπήρχε η αντλία νερού, που έγινε
αφορμή για τη μετάδοση της φονικής νόσου στην Αγγλία, βρίσκεται
σήμερα κρουνός με το όνομα του Τζον Σνόου. Τοποθετήθηκε το 2015
(ύστερα από ανάπλαση της περιοχής) εκεί που -κατά τις περιγραφές
ήταν εγκατεστημένη η περίφημη βρύση- κοντά στην ιστορική pub,
που φέρει επίσης το όνομα του γιατρού.

Φυματίωση, τόσο παλιά όσο και το προπατορικό αμάρτημα!

Ο 19ος αι. βρίσκει την ανθρωπότητα να μάχεται και με έναν ακόμη


εχθρό, που επισήμως ονομάζεται «φυματίωση», αλλά -όπως
αποδεικνύεται στην πορεία- είναι τόσο παλιός, όσο και το…
προπατορικό αμάρτημα. Εικάζεται ότι η νόσος έχει ανιχνευτεί σε
απομεινάρια βίσωνα που χρονολογούνται έως και 17.000 χρόνια πριν!
Ωστόσο, δεν είναι σαφές αν η φυματίωση προήλθε από τα βοοειδή και
ακολούθως μεταδόθηκε στους ανθρώπους, ή αν ξέσπασε από κάποιον
κοινό πρόγονο. Οι επιστήμονες πίστευαν παλαιότερα ότι το
μυκοβακτήριο της φυματίωσης μεταδιδόταν στους ανθρώπους από τα
ζώα κατά την εξημέρωσή τους. Αλλά, όταν τα στελέχη του
συγκεκριμένου συμπλέγματος στους ανθρώπους εξετάστηκαν συγκριτικά
με τα αντίστοιχα στα ζώα, η θεωρία απεδείχθη λανθασμένη.
Πιθανολογείται ότι και τα δύο στελέχη των βακτηρίων φυματίωσης
έχουν ένα κοινό πρόγονο που ενδέχεται να έχει μολύνει τους ανθρώπους
από τη νεολιθική ακόμα εποχή! Σκελετικά απολιθώματα καταδεικνύουν
ότι οι προϊστορικοί άνθρωποι είχαν φυματίωση! Ερευνητές
διαπίστωσαν σήψη από φυματίωση στη σπονδυλική στήλη μουμιών
από την Αίγυπτο που χρονολογούνται από το 3000-2400 π.Χ.!

Πάντως, με βάση τη συμπτωματολογία της, ο Ιπποκράτης (460 π.Χ.)


έδωσε στη νόσο το όνομα «φθίση» (από το ρήμα «φθίνω», ελαττώνομαι
διαρκώς, σβήνω). Την αναγνώρισε, δε, ως την πιο ευρέως διαδεδομένη
ασθένεια. Οι πάσχοντες από φθίση είχαν υψηλό πυρετό και όταν έβηχαν,
243

έκαναν αιμοπτύσεις. Στις περισσότερες περιπτώσεις η φθίση ήταν


θανάσιμη.

Μεταγενέστερα, η νόσος χαρακτηρίσθηκε «κοινωνική» και


ενδεικτικότερα «νόσος των φτωχών», καθώς διαπιστώθηκε ότι έπληττε
κυρίως τις ασθενέστερες κοινωνικο-οικονομικά τάξεις, τα μη
καλοζωισμένα μέλη των κοινωνιών στις αναπτυσσόμενες, αλλά και
ανεπτυγμένες χώρες. Το 1880 αναγνωρίζεται ως «μολυσματική» νόσος
και ξεκινούν εκστρατείες που παροτρύνουν τους ανθρώπους να
αποφεύγουν αποχρέμψεις σε δημόσιους χώρους, ενώ παρακινούν τους
προσβληθέντες να εισαχθούν σε σανατόρια, ιδρύματα που εξασφαλίζουν
στους ασθενείς συνθήκες φρέσκου αέρα και υγιούς απασχόλησης. Παρά
ταύτα λίγοι βγαίνουν από αυτά αποθεραπευμένοι.

Αλλά η ιατρική έρευνα έκανε και εδώ το θαύμα της. Μετά την
απομόνωση και ταυτοποίηση του βακίλου της φυματίωσης από τον
γιατρό Ρόμπερτ Κοχ, με φάρμακα και σειρά εναλλακτικών εφαρμογών,
υδροθεραπείες, ηρεμοθεραπείες ή αεροθεραπείες, οι επιστήμονες
καταφέρνουν να θέσουν τη νόσο σε περιορισμό και να της επιφέρουν το
τελειωτικό χτύπημα. Η φυματίωση πια, όπου εμφανίζεται, εύκολα
θεραπεύεται.

Λέπρα και φυματίωση - Οι θανατηφόρες «συνεργαζόμενες» νόσοι…

Ο όρος «λέπρα» απαντάται στην Παλαιά Διαθήκη και όχι τυχαία. Ο


λεπρός ήταν ο τιμωρημένος αμαρτωλός. Ήταν η εξωτερική … απόδειξη
της τιμωρίας του Θεού σε κάποιον που προέβαινε σε ακόλαστε σκέψεις
και πράξεις. Ο λεπρός υπήρχε για τους ιερείς. Όχι για τους γιατρούς.
Πέρασαν κάμποσοι αιώνες έως ότου η λέπρα συνδεθεί με μολυσματική
νόσο. Στο μεταξύ, στην Α΄ Σταυροφορία αναφέρθηκαν «λεπροί»
χριστιανοί σταυροφόροι, ανατρέποντας τη θεωρία της θείας τιμωρίας…
Έτσι από «μήνι» του Θεού, η λέπρα εξελίχθηκε σε «αγία νόσο»,
αποδίδοντας τη θέλησή του Υψίστου να «δαχτυλο-δείξει» τους πιστούς
που υπέφεραν στο όνομά του.

Πρόκειται ασφαλώς για πολύ παλαιά νόσο, της οποίας το μυκοβακτήριο


ανακάλυψε μόλις το 1873 ο Νορβηγός γιατρό Χάνσεν, ο οποίος επίσης
πιστοποίησε την ταχεία μεταδοτικότητά της, πειραματιζόμενος με
ασθενείς που απομονώθηκαν. Ο ίδιος έβαλε τον θεμέλιο λίθο για τη
θεραπεία της νόσου, εντοπίζοντας τη Δαψόνη. Τη βασική φαρμακευτική
ουσία.

Η λέπρα παραμορφώνει, όσους προσβάλλει. Αλλοιώνει το δέρμα τους


και δημιουργεί εξογκώματα. Επιπλέον, νεκρώνει νεύρα του
244

δέρματος, με αποτέλεσμα ο πάσχων να χάνει κομμάτια του χωρίς να


το αντιλαμβάνεται. Η μετάδοση της νόσου γίνεται με παρατεταμένη
στενή επαφή ή με ρινικά σταγονίδια του πάσχοντος. Μπορεί, δε, να
πλήξει όλες τις ηλικίες.

Η ιστορία κατέγραψε τις μεγαλύτερες απώλειες λεπρών τις περιόδους


«βασιλείας» της φυματίωσης, νόσου με την οποία η λέπρα θεωρείται
συγγενής. Στην πραγματικότητα, ο λεπρός, καταβεβλημένος ήδη από το
υποκείμενο νόσημα καθίστατο πιο ευάλωτος στον βάκιλο της
φυματίωσης και αντίστροφα. Γενικά, η λέπρα εμφανίστηκε να ανθεί σε
περιόδους κατά τις οποίες η ανθρωπότητα απειλείτο από μολύνσεις
πάσης φύσεως. Αρκεί αυτές να κατέβαλλαν τον ανθρώπινο οργανισμό.

Η λέπρα υπάρχει ακόμη, κυρίως σε υποσιτιζόμενους πληθυσμούς της


Αφρικής, της Ασίας και της Νότιας Αμερικής. Ωστόσο, δεν θεωρείται
πλέον θανατηφόρα. Η επιστήμη, με τη βοήθεια της Δαψόνης, θριάμβευσε
και σ΄ αυτόν τον πόλεμο…

Όσες μεταδοτικές αρρώστιες κι αν προέκυψαν στην πορεία της


ανθρωπότητας, όπου κι αν αποδόθηκαν, σε τιμωρία, σε συγκυρία ή
σε νομοτέλεια, ανακόπηκαν από τον ίδιο τον άνθρωπο. Με όποιο
τίμημα, αλλά ανακόπηκαν. Η ιατρική επιστήμη έχει γερές τις βάσεις της
και εξελίσσεται διαρκώς. Ο νέος ιός δεν είναι παρά μία ακόμη πρόκληση.
Οι άνθρωποι θα βρουν και πάλι τον δρόμο προς τη θεραπεία. Οι πρόγονοί
μας διατύπωσαν το «ουδέν κακόν ραδίως απόλλυται» (κανένα κακό δεν
φεύγει εύκολα), οι ίδιοι και το «πολλαίς πληγαίς δρυς δαμάζεται» (θέλει
πολλά χτυπήματα η δρυς για να πέσει) όπως αναφέρει το Αθηναϊκό
Πρακτορείο Ειδήσεων.

Οι πιο θανατηφόρες επιδημίες που άλλαξαν την


παγκόσμια ιστορία. 26/02/2020 Fortune,gr

Από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, εκατομμύρια


άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωη τους από επιδημίες,
ιούς και θανατηφόρες ασθένειες.
Με αφορμή το ξέσπασμα του κορωνοϊού το τελευταίο διάστημα, ο
οποίος μέχρι στιγμής ευθύνεται για χιλιάδες θανάτους, κάναμε μια
αναδρομή στο παρελθόν και συλλέξαμε τις σημαντικότερες ασθένειες
245

που συγκλόνισαν την ιστορία και σκότωσαν εκατομμύρια ανθρώπους σε


ολόκληρο τον κόσμο.

Στον τομέα των μολυσματικών ασθενειών μια πανδημία είναι το


χειρότερο σενάριο. Όταν μια επιδημία εξαπλώνεται πέρα από τα σύνορα
μιας χώρας, τότε η ασθένεια γίνεται επίσημα πανδημία.

Αυτές που ακολουθούν ήταν και οι πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις που


έχουν μείνει στην ιστορία. Ας τις δούμε παρακάτω.

Πηγή: History.com

1981 – HIV/AIDS
pixabay.com

Πρώτη ταυτοποίηση έγινε το 1981. Το AIDS καταστρέφει το


ανοσοποιητικό σύστημα ενός ατόμου. Αυτοί που έχουν μολυνθεί από τον
ιό HIV αντιμετωπίζουν πυρετό, πονοκέφαλο και πρησμένους λεμφαδένες
μετά από μόλυνση. Όταν τα συμπτώματα υποχωρήσουν, οι φορείς
μπορούν να μολύνουν κάποιον άλλο άνθρωπο μέσω του αίματος και των
γεννητικών υγρών. Η ασθένεια καταστρέφει τα t-κύτταρα.

Έχουν αναπτυχθεί θεραπείες για να επιβραδύνουν την πρόοδο της νόσου.


Το AIDS είναι υπεύθυνο για 35 εκατ. θανάτους σε όλο τον κόσμο.

1957 - Ασιατική γρίπη


pixabay.com

Ξεκίνησε από το Χονγκ Κονγκ και εξαπλώθηκε σε όλη την Κίνα και
έπειτα στις Ηνωμένες Πολιτείες, η ασιατική γρίπη έγινε ευρέως
διαδεδομένη στην Αγγλία όπου, σε έξι μήνες, απεβίωσαν 14.000
άνθρωποι. Ένα δεύτερο κύμα ακολούθησε στις αρχές του 1958,
προκαλώντας συνολικά περίπου 1,1 εκατ. θανάτους παγκοσμίως, με
116.000 θανάτους μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες. Δημιουργήθηκε
εμβόλιο που αντιμετώπισε αποτελεσματικά την πανδημία.

1919 - Ισπανική γρίπη


pixabay.com

Η γρίπη των πτηνών που σκότωσε 50 εκατ. ανθρώπους παγκοσμίως,


θεωρείται ότι προήλθε από την Κίνα και μεταδόθηκε από Κινέζους
εργάτες που μεταφέρονταν σιδηροδρομικώς μέσω του Καναδά προς την
Ευρώπη. Στη Βόρεια Αμερική, η γρίπη εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο
Κάνσας στις αρχές του 191. Οι τηλεοπτικές αναφορές για έξαρση γρίπης
246

στη Μαδρίτη την άνοιξη του 1918 οδήγησαν στην πανδημία που
ονομάστηκε «ισπανική γρίπη».

1889 - Ρωσική γρίπη


pixabay.com

Η πρώτη σημαντική πανδημία γρίπης ξεκίνησε στη Σιβηρία και το


Καζακστάν, ταξίδεψε στη Μόσχα, πήγε στη Φινλανδία και στη συνέχεια
στην Πολωνία, όπου μεταφέρθηκε στην υπόλοιπη Ευρώπη. Μέχρι το
επόμενο έτος, είχε διασχίσει τον ωκεανό στη Βόρεια Αμερική και την
Αφρική. Μέχρι το τέλος του 1890, 360.000 άνθρωποι είχαν πεθάνει.

1875 - Πανδημία ιλαράς στα Φίτζι


pixabay.com

Μετά την παραχώρηση των Φίτζι στη Βρετανική Αυτοκρατορία, ένα


βασιλικό κόμμα επισκέφθηκε την Αυστραλία ως δώρο από τη Βασίλισσα
Βικτώρια. Φτάνοντας κατά τη διάρκεια μιας επιδημίας ιλαράς, το
βασιλικό κόμμα έφερε την ασθένεια πίσω στο νησί τους με αποτέλεσμα
να εξαπλωθεί περαιτέρω στον πληθυσμό.

Το νησί ήταν γεμάτο με πτώματα που είχαν φαγωθεί από άγρια ζώα και
ολόκληρα χωριά πέθαναν και κάηκαν, μερικές φορές με τους άρρωστους
παγιδευμένους μέσα στις φωτιές. Το ένα τρίτο του πληθυσμού των Φίτζι,
συνολικά 40.000 άτομα, πέθαναν.

1885 - Η τρίτη πανδημία πανώλης


pixabay.com

Ξεκινώντας από την Κίνα και πηγαίνοντας στην Ινδία και το Χονγκ
Κονγκ, η βουβωνική πανώλη σκότωσε 15 εκατ. ανθρώπους. Αρχικά
εξαπλώθηκε από τους ψύλλους κατά τη διάρκεια μιας έκρηξης σε
ορυχείο στο Yunnan. Η Ινδία προσπάθησε να αντιμετωπίσει τις απώλειες
και η πανδημία χρησιμοποιήθηκε ως δικαιολογία για κατασταλτικές
πολιτικές που προκάλεσαν εξέγερση εναντίον των Βρετανών.

1817 - Πρώτη πανδημία χολέρας


pixabay.com

Η πρώτη από τις επτά πανδημίες χολέρας για τα επόμενα 150 χρόνια,
σκοτώνοντας 1 εκατ. ανθρώπους. Μεταφερόταν από το νερό και τα
τρόφιμα που είχαν μολυνθεί από περιττώματα, το βακτήριο μεταφέρθηκε
σε Βρετανούς στρατιώτες που το έφεραν στην Ινδία, όπου πέθαναν
247

εκατομμύρια άνθρωποι. Η βρετανική αυτοκρατορία και το ναυτικό


εξάπλωσαν τη χολέρα στην Ισπανία, την Αφρική, την Ινδονησία, την
Κίνα, την Ιαπωνία, την Ιταλία, τη Γερμανία και την Αμερική, όπου
σκότωσε 150.000 ανθρώπους. Παρόλο που δημιουργήθηκε εμβόλιο το
1885, οι πανδημίες συνεχίστηκαν.

1665 - Η μεγάλη πανώλη του Λονδίνου


pixabay.com

Η βουβωνική πανώλη οδήγησε στο θάνατο το 20% του πληθυσμού του


Λονδίνου. Εκατοντάδες χιλιάδες γάτες και σκυλιά σφαγιάστηκαν ως
πιθανή αιτία για την ασθένεια που εξαπλώθηκε μέσω λιμένων κατά
μήκος του Τάμεση. Το χειρότερο ξέσπασμα έγινε το φθινόπωρο του
1666, περίπου την ίδια στιγμή με ένα άλλο καταστροφικό γεγονός – τη
Μεγάλη Φωτιά του Λονδίνου.

1492 - Η Κολομβιανή ανταλλαγή


pixabay.com

Μετά την άφιξη των Ισπανών στην Καραϊβική, οι ασθένειες όπως η


ευλογιά, η ιλαρά και η βουβωνική πανώλη μεταδόθηκαν από τους
Ευρωπαίους στους ιθαγενείς πληθυσμούς. Αυτές οι ασθένειες
κατέστρεψαν τους αυτόχθονες πληθυσμούς, με το 90% να πεθαίνει σε
ολόκληρη τη βόρεια και νότια ήπειρο. Το 1520, η αυτοκρατορία των
Αζτέκων καταστράφηκε από την ευλογιά που έφεραν οι Αφρικανοί
σκλάβοι.

11ος αιώνας - Λέπρα


pixabay.com

Η λέπρα εξελίχθηκε σε πανδημία στην Ευρώπη κατά τον Μεσαίωνα, με


αποτέλεσμα την κατασκευή πολλών νοσοκομείων με εστίαση στη αυτή
προκειμένου να φιλοξενήσει τον τεράστιο αριθμό θυμάτων. Μια αργά
αναπτυσσόμενη βακτηριακή ασθένεια που προκαλεί πληγές και
παραμορφώσεις, θεωρήθηκε ως τιμωρία από τον Θεό. Τώρα, γνωστή ως
ασθένεια του Χάνσεν, εξακολουθεί να προσβάλλει δεκάδες χιλιάδες
ανθρώπους ετησίως και μπορεί να είναι θανατηφόρος αν δεν
αντιμετωπιστεί με αντιβιοτικά.

541 μ.Χ. - Πανούκλα του Ιουστινιανού


pixabay.com
248

Αρχικά εμφανίστηκε στην Αίγυπτο. Η πανώλη του Ιουστινιανού


εξαπλώθηκε μέσω της Παλαιστίνης και της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας
και έπειτα σε όλη τη Μεσόγειο.

Η πανούκλα άλλαξε την πορεία της αυτοκρατορίας, συντρίβοντας τα


σχέδια του αυτοκράτορα Ιουστινιανού για επανένωση της Ρωμαϊκής
Αυτοκρατορίας προκαλώντας τεράστιες οικονομικές απώλειες.
Πιστεύεται επίσης ότι δημιούργησε μια «αποκαλυπτική» ατμόσφαιρα
που ώθησε την ταχεία εξάπλωση του Χριστιανισμού. Σκότωσε γύρω στα
50 εκατ. ανθρώπους, δηλαδή το 26% του παγκόσμιου πληθυσμού.
Θεωρείται ότι είναι η πρώτη σημαντική εμφάνιση της παρωτίτιδας, η
οποία χαρακτηρίζεται από μεγέθυνση του λεμφικού αδένα, μεταφέρεται
από αρουραίους και εξαπλώνεται με ψύλλους.

250 μ.Χ. - Πανώλη του Κυπριανού


pixabay.com

Ονομάστηκε έτσι μετά το πρώτο γνωστό θύμα, τον χριστιανός επίσκοπος


της Καρχηδόνας. Συμπτώματα: διάρροια, έμετος, πληγές στο λαιμό,
πυρετός και γάγγραινα σε χέρια και πόδια.

165 μ.Χ. - Πανώλη των Αντωνίνων


pixabay.com

Η πανώλη των Αντωνίνων ήταν πιθανώς μια πρώιμη εμφάνιση της


ευλογιάς που ξεκίνησε με τους Ούννους. Οι Ούννοι μόλυναν στη
συνέχεια τους Γερμανούς, οι οποίοι την πέρασαν στους Ρωμαίους και
στη συνέχεια οι στρατιώτες την εξάπλωσαν σε όλη τη Ρωμαϊκή
Αυτοκρατορία.

Συμπτώματα: πυρετός, πονόλαιμος, διάρροια και πληγές. Λέγεται ότι ένα


από τα θύματα ήταν ο αυτοκράτορας Μάρκος Αυρήλιος.

430 π.Χ. - Αθήνα


pixabay.com

Η παλαιότερη καταγεγραμμένη πανδημία συνέβη κατά τον


Πελοποννησιακό Πόλεμο. Αφού η ασθένεια περάσει από τη Λιβύη, την
Αιθιοπία και την Αίγυπτο, διέσχισε τα αθηναϊκά τείχη καθώς τα
249

πολιορκούσαν οι Σπαρτιάτες. Τουλάχιστον τα δύο τρίτα του πληθυσμού


πέθαναν.

Συμπτώματα: πυρετός, δίψα, αίμα στο λαιμό και τη γλώσσα, κόκκινο


δέρμα και πληγές. Η ασθένεια, που μάλλον ήταν τυφοειδής πυρετός,
εξασθένησε σημαντικά τους Αθηναίους και ήταν ένας παράγοντας για
την ήττα τους από τους Σπαρτιάτες.

Εξορία και φυματίωση

Μηχανή του χρόνου.

Την πορεία της φυματίωσης στην Ελλάδα και την ιστορία του Σωτηρία,
του πρώτου σανατορίου της χώρας παρουσιάζει η Μηχανή του Χρόνου
με τον Χρίστο Βασιλόπουλο τη Δευτέρα 18 Νοεμβρίου στις 21.00 στο
Cosmote History. Σε επανάληψη την Κυριακή 24 Νοεμβρίου στις πέντε
το απόγευμα. Επιστήμονες, ερευνητές, αλλά και πρώην ασθενείς
περιγράφουν την πορεία της νόσου που προκάλεσε τρόμο στην κοινωνία
και οδηγούσε τους φυματικούς στο κοινωνικό περιθώριο, στην απαξίωση
και τελικά στον θάνατο. «Το χτικιό», «το θανατικό» και παρόμοιες
φράσεις περιέγραφαν την ασθένεια που δεν είχε θεραπεία. Αρχικά
πίστευαν ότι ήταν η νόσος των αριστοκρατών και των πλουσίων καθώς
μόνο αυτοί είχαν πρόσβαση στους γιατρούς. ‘Όταν ανακαλύφθηκε ο
βάκιλος της φυματίωσης και αποδείχθηκε ότι ήταν μεταδοτική και όχι
κληρονομική ή ταξική, τότε ο πανικός που προκλήθηκε στις κοινωνίες
μεταδόθηκε σαν επιδημία και οδήγησε σε μια άθλια αντιμετώπιση των
φυματικών που έγιναν αποσυνάγωγοι και σχεδόν μισητοί. Μια άγνωστη
παράμετρος είναι ότι επειδή οι επιστήμονες θεώρησαν ότι τα πτύελα
μπορούσαν να τη μεταδώσουν, απαγορεύθηκε «το πτύειν» αλλά και το
σκούπισμα, που μπορούσε να μεταδώσει τη φυματίωση μέσω της
σκόνης. Έτσι οι γιατροί πρότειναν το σφουγγάρισμα, που επικράτησε ως
ασφαλέστερο μέσο καθημερινής υγιεινής. Όταν μια ομάδα γιατρών
παρατήρησε ότι στα ορεινά μέρη δεν υπήρχε φυματίωση, άρχισαν να
δημιουργούνται σανατόρια στα βουνά της Ευρώπης και στην συνέχεια
και στην Ελλάδα, για την καλύτερη διαβίωση ή ακόμη και την θεραπεία
των ασθενών. Συχνά όμως τα σανατόρια δεν ήταν παρά μια εξορία
πολυτελείας, όπου οι ασθενείς έκαναν κουρά, αεροθεραπεία και
ηλιοθεραπεία. Το πρώτο σανατόριο της Ελλάδας ήταν το Σωτηρία, που
δημιούργησε η Σοφία Σλήμαν και εγκαινιάστηκε το 1905. Μέσα από
250

φωτογραφικά ντοκουμέντα και μαρτυρίες ο Χρίστος Βασιλόπουλος


παρουσιάζει τα δύσκολα χρόνια του ιδρύματος και συνομιλεί με πρώην
τρόφιμους που περιγράφουν την εμπειρία τους. Τη μοναξιά, την
απομόνωση, τους έρωτες, την παραβατικότητα που αναπτύχθηκε στο
ίδρυμα και τα εφιαλτικά χρόνια της προσφυγιάς όπου το σανατόριο,
φιλοξένησε χιλιάδες Μικρασιάτες. Στη συνέχεια την περίοδο της κατοχής
περίπου πέντε χιλιάδες άτομα στοιβάχτηκαν σε ένα χώρο που μπορούσε
να φιλοξενήσει μάξιμουμ δύο χιλιάδες ασθενείς. Η πείνα και η αρρώστια
είχε ως αποτέλεσμα να πεθαίνουν δεκάδες άτομα καθημερινά που έμεναν
στα αζήτητα. Αναπόφευκτα έγιναν ομαδικές ταφές και ακόμη και σήμερα
να ανακαλύπτονται στο περίβολο του νοσοκομείου οστά θανόντων.
Τέλος παρουσιάζεται το έργο της Άννας Νάτας Μελά, αδελφής του
Παύλου Μελά, που δημιούργησε ένα πρότυπο σανατόριο στην Αρκαδία
και αφιερώθηκε στη θεραπεία των ασθενών. Στην εκπομπή μιλούν:
Φώτης Βλαστός- πνευμονολόγος- πρόεδρος μουσείου Σωτηρία, Αντώνης
Ρασιδάκης- καθηγητής πνευμονολογίας, Γιάννης Στογιαννίδης-
ερευνητής ιστορίας της υγείας, Γιάννης Πατίλης- εκπαιδευτικός και
πρώην τρόφιμος του Σωτηρία, Κώστας Σοφιανός- δικηγόρος και πρώην
τρόφιμος του Σωτηρία, Δημήτρης Πολυζωγόπουλος- πνευμονολόγος,
Γιώργος Σταυράκης- πρώην διοικητικός υπάλληλος Σωτηρία, Αγγελική
Κώττη- δημοσιογράφος- βιογράφος Γιάννη Ρίτσου, Ξανθίππη
Παπαναστασίου- αδελφή εκτελεσθέντος στο Σωτηρία, Μάνος
Καστρινάκης- δισέγγονος Άννας Μελά Στις σκηνές δραματοποίησης
πήραν μέρος τα μέλη της Θεατρικής Ομάδας του Συλλόγου ΜΝΗΜΗΣ
“Το Θυμητάρι”, που ανέβασαν την παράσταση «Λαϊκό Σανατόριο
Ασβεστοχωρίου, Ούτε μια Αναπνοή Χαμένη». Το έργο στηρίχτηκε στο
βιβλίο της Χαρούλας Αποστολίδου....

Ο Ρίτσος νόσησε από φυματίωση, ξεπέρασε την ασθένεια (πράγμα


δύσκολο για ... μέλος και του Κ.Κ.Ε. Αργότερα αρχίζουν οι εξορίες στη
Λήμνο, στη Μακρόνησο ...

Πώς ο Κατράκης διέσωσε τα ποιήματα του Ρίτσου στην εξορία ... - Κατά
διαστήματα όμως, χωρίζονταν, διότι ο Ρίτσος ήταν καταβεβλημένος από
τη φυματίωση και έμπαινε συχνά στο νοσοκομείο...
.. ο Γλέζος εξαιτίας βασανιστηρίων προσβλήθηκε από φυματίωση βαριάς
... Το 1968 από την εξορία, καταδίκασε την επέμβαση της Σοβιετικής ...
251

Ο Νέστορ Μάχνο (1889-1934), γνωστός και ως "Μπάτκο" γεννήθηκε το


1889 στην Ουκρανία της Ρωσικής Αυτοκρατορίας και τον μεγάλωσε
ουσιαστικά η μητέρα του, αφού ο πατέρας του πέθανε πολύ νωρίς. Πήγε
σχολείο από τα 8 ως τα 11. Από τα 7 μέχρι τα 12, ήταν βοσκός, ενώ από
τα 12 μέχρι τα 15 εργάστηκε ως αγρότης. Από την ηλικία των 15, και για
δύο χρόνια, εργάστηκε σε χυτήριο της περιοχής του. Έλαβε μέρος στην
επαναστατική προσπάθεια του 1905. Φυλακίστηκε για το φόνο ενός
αστυνομικού και τότε, σε αυτή την περίοδο των εννέα χρόνων, έμαθε τον
αναρχισμό. Μελέτησε τον αναρχισμό μέσα στη φυλακή, μαζί με τον
Πιοτρ Αρσίνοφ. Η φυλακή ήταν ένα είδος σχολείου γι' αυτόν. Πέρασε
αρκετό καιρό στην απομόνωση. Καταδικάστηκε σε θάνατο στα 17 του· η
ηλικία του όμως αποτέλεσε τροχοπέδη για την εκτέλεση της ποινής.
Διοικητής ενός ανεξάρτητου στρατού αναρχικών στην Ουκρανία κατά τη
διάρκεια του Ρωσικού Εμφυλίου Πολέμου του 1917-1922. Μετά από μια
σειρά φυλακίσεων και δραπετεύσεων, ο Μαχνό εγκαταστάθηκε στο
Παρίσι με τη σύζυγό του Γκαλίνα και την κόρη του Γιέλενα. Στην εξορία
έγραψε τρεις τόμους με τα απομνημονεύματά του. Πέθανε στην εξορία
σε ηλικία 45 ετών από φυματίωση.

Αφιερωμένο στην πολυτάραχη ζωή του Ιωάννη Μεταξά, από τα


φοιτητικά του χρόνια στο Βερολίνο μέχρι τους Βαλκανικούς πολέμους
και από τη δράση του στον Εθνικό Διχασμό ως την ίδρυση του κόμματος
των Ελευθεροφρόνων, είναι το νέο επεισόδιο της εκπομπής «Μηχανή
του Χρόνου» με τον Χρίστο Βασιλόπουλο (Δευτέρα 14/10, 21.00,
COSMOTE HISTORY HD).Ο Μεταξάς ήταν γόνος αριστοκρατικής
οικογένειας, η οποία όμως αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα.
Αρίστευσε στις σπουδές του στην Σχολή Ευελπίδων και, ως νεαρός
αξιωματικός, υπηρέτησε στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897, στο
πλευρό του αρχιστράτηγου της εκστρατείας, Κωνσταντίνου. Η
δημοσιογραφική έρευνα του Χρίστου Βασιλόπουλου παρουσιάζει και τις
σκοτεινές ημέρες του Μεταξά στην εξορία, όπου βρέθηκε για τρία χρόνια
μετά τον Εθνικό Διχασμό. Μετά την περιπέτεια αυτή, το 1922,
πολιτεύτηκε, ιδρύοντας το Κόμμα των Ελευθεροφρόνων. Η
κοινοβουλευτική του πορεία, όμως, διακόπηκε με τη συμμετοχή του στο
αντιεπαναστικό κίνημα των Λεοναρδόπουλου-Γαργαλίδη, που τον
οδήγησε στην εξορία για ακόμα μία φορά. Το 1928, με την επιστροφή
του Ελευθερίου Βενιζέλου στην εξουσία, ο Μεταξάς αποσύρθηκε από
την πολιτική. Αφοσιώθηκε στην κόρη του, που έπασχε από
φυματίωση και έμεινε μακριά από το δημόσιο βίο μέχρι και το 1932,
όταν η εκλογική ήττα του Βενιζέλου επανέφερε στο προσκήνιο την
πρώτη αντιβενιζελική κυβέρνηση μετά από μία δεκαετία.
252

Η Μακρόνησος ως στρατόπεδο ιδεολογικής


ανάνηψηςΘεόφιλος Διαμάντης Υποψήφιος
Διδάκτορας Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής
ΕκπαίδευσηςΠανεπιστημίου Αιγαίου.

Συνθήκες ζωής και νοσηρότητα


Οι άθλιες συνθήκες διαβίωσης, και στις δύο κατηγορίες στρατοπέδων,
είχαν όπως είναι φυσικό, άμεσο και σοβαρό αντίκτυπο στην υγεία των
κρατουμένων. Στο στρατόπεδο Ravensbrück οι ασθένειες με την
μεγαλύτερη εξάπλωση στους κρατουμένους ήταν η δυσεντερία, η
φυματίωση και η πνευμονία. Μια ενδιαφέρουσα στατιστική καταγραφή
από το Ravensbrück παρουσιάζει εξαιρετικά υψηλούς δείκτες
νοσηρότητας...
Οφείλεται επίσης και στη «γοητεία» που ασκούσε στους Ναζί η ακρίβεια
των στοιχείων και η στατιστική. Παρόλα αυτά, διαπιστώνουμε ότι οι δύο
κυρίαρχες ασθένειες και παθήσεις (φυματίωση και γαστρεντερικά
προβλήματα) είναι ανάλογες στις δύο κατηγορίες στρατοπέδων. Η μεν
φυματίωση επικρατούσε δραματικά και στις δύο κατηγορίες
στρατοπέδων, λόγω των γενικότερων ανθυγιεινών συνθηκών ζωής και
της σωματικής κατάπτωσης των κρατουμένων, τα δε γαστρεντερικά
προβλήματα διαδραμάτιζαν δεσπόζοντα ρόλο λόγω της κακής ποιότητας
και της ανεπάρκειας των τροφίμων που συνέθεταν στο συσσίτιο των
εγκλείστων.

Οταν ο Πρωθυπουργός Πλαστήρας αναφώνησε: «Η


Ελλάδα πεινάει κι εμένα θα μου βάλετε
τηλέφωνο;»31|12|2013 NEWSROOM
IEFIMERIDA.GR
Τα επαναλαμβανόμενα σκάνδαλα των τελευταίων ημερών -μίζες στα
εξοπλιστικά, θέμα Λιάπη και «δωράκια» Τομπούλογλου- φέρνουν στη
μνήμη έργα και ημέρες άλλων εποχών και κυρίως το παράδειγμα ενός
Ελληνα πρωθυπουργού που πέθανε πάμφτωχος.
Ο Πλαστήρας ήταν άρρωστος –έπασχε από φυματίωση – κι έμενε σ'
ένα μικρό σπιτάκι στο Μετς, κοντά στο Παναθηναϊκό Στάδιο. Του
πρότειναν να του βάλουν ένα τηλέφωνο δίπλα στο κρεβάτι αλλ' αυτός
αρνήθηκε λέγοντας: «Μα τι λέτε; Η Ελλάδα πένεται κι εμένα θα μου
βάλετε τηλέφωνο;». Πολλές φορές με τρόπο έστελνε και αγόραζαν ψωμί,
ελιές και λίγη φέτα... Τότε οι γύρω του, του υπενθύμιζαν ότι είχε ανάγκη
253

καλύτερου φαγητού λόγω της αρρώστιας κι εκείνος με απλότητα τους


απαντούσε: «Τι κάνω... σκάβω για να καλοτρώγω;».
Ο Δημήτρης Λαμπράκης «δώρισε» κάποια στιγμή στον Πλαστήρα ένα
ωραίο χρυσό στυλό κι αφού ο στρατηγός κάλεσε τον φίλο του Ανδρέα
του λέει: – Εγώ δεν βάζω χρυσές υπογραφές. Μου φτάνει το στυλουδάκι
μου. Να το στείλεις πίσω. – Μα θα προσβληθεί... – Δεν πειράζει... Ας
μου κόψει το νερό από το κτήμα. Δεν θέλω δώρα Ανδρέα. Γιατί τα δώρα
φέρνουν και αντίδωρα!
Το 1952, πρωθυπουργός ο Πλαστήρας, ήταν κατάκοιτος από την
αρρώστια που τον βασάνιζε, όταν μία μέρα δέχθηκε την επίσκεψη της
Βασίλισσας Φρειδερίκης.
Μπαίνοντας εκείνη στο λιτό ενοικιαζόμενο διαμέρισμά του, εξεπλάγη
όταν είδε τον πρωθυπουργό να χρησιμοποιεί ράντζο για τον ύπνο του, και
τον ρώτησε με οικειότητα: «Νίκο, γιατί το κάνεις αυτό;» και η απάντηση
ήρθε αφοπλιστική. «Συνήθισα, Μεγαλειοτάτη, το ράντζο από το στρατό
και δεν μπορώ να το αποχωριστώ...».
Ο στρατηγός Νικόλαος Σαμψών, φίλος του Πλαστήρα, σε επιστολή του
περιγράφει, το παρακάτω: «Όταν πέθανε ο Πλαστήρας δεν άφησε πίσω
του σπίτι, ακίνητα ή καταθέσεις σε τράπεζες.
Η κληρονομιά που άφησε στην ορφανή προσφυγοπούλα ψυχοκόρη του,
ήταν 216 δρχ., ένα δεκαδόλλαρο και μια λακωνική προφορική διαθήκη:
«Όλα για την Ελλάδα!». Πηγή ypogeia-drasi και
defencnenet.gr Πηγή: iefimerida.gr -

Μαρία Αρβανιτίδου: Στο Τρίκερι, στην εξορία μας


κρατούσε ζωντανές η γυναικεία αλληλεγγύη 30
Αυγούστου 2019, Της Σταυρούλας Πουλημένη

Από την Αυγή

» Σαν πρώτη τιμωρία μάς έπαιρναν τα ράντζα και αναγκαστικά κοιμόμασταν κάτω
στη βρεμμένη γη. Το αντιμετωπίζαμε βάζοντας κλαδιά. Ο χειμώνας είχε αρχίσει για
τα καλά και εμάς καθημερινά μας μεταφέραν από τη μία άκρη του νησιού στην άλλη
για να μαζεύουμε συρματοπλέγματα και να μετακινούμε έναν πελώριο κλίβανο του
στρατού. Το βράδυ γυρνούσαμε στις σκηνές και κοροϊδεύαμε την πείνα μας
παίρνοντας ελιές από τα δέντρα. Οι ελιές αυτές μας κρατήσαν στη ζωή. Το
νερόβραστο φαγητό και τα 50 δράμια ψωμί δεν αρκούσαν για την επιβίωσή μας.Στη
συνέχεια μας μετέφεραν σε μεγάλες σκηνές πάνω στο μοναστήρι, όπου μας
254

στοιβάξανε όλες, νέες και ηλικιωμένες, γυναίκες. Πολλές γυναίκες έπασχαν από
φυματίωση και τις έστελναν σε σανατόριο στο Βόλο.

Ο γιατρός, που έγινε θαυματουργός Άγιος, μέσα


από κακουχίες, εξορίες, φυλακίσεις. Γράφει ο π.
Ηλίας Μάκος στην Romfea.gr
ΦΥΛΑΚΙΣΕΙΣ-ΕΞΟΡΙΕΣ-ΚΑΚΟΥΧΙΕΣ

Το 1917 πέθανε από φυματίωση η αγαπημένη σύζυγός του ιατρού


Βαλεντίνο Βόινο Γιασενέτσκι, αυτό ήταν το βαπτιστικό όνομα του αγίου
Λουκά, αφήνοντας πίσω τέσσερα ορφανά παιδιά, που τη φροντίδα τους
ανέλαβε μια ευσεβής νοσοκόμα.

Παρότι το 1920 εκλέγεται καθηγητής του Πανεπιστημίου της Τασκένδης,


στον κλάδο της Ανατομικής και Χειρουργικής, από την στιγμή, που
ιερώθηκε το 1921 και έγινε, μετά από δύο χρόνια, αρχικά Επίσκοπος
Τασκένδης και αργότερα Αρχιεπίσκοπος Συμφερουπόλεως και Κριμαίας,
άρχισε ο γολγοθάς, που μπορεί να τον οδήγησε σε ανεπάρκεια καρδιάς
και σε σωματική τύφλωση, ωστόσο και η καρδιακή προσφορά του στους
πονεμένους ήταν επαρκής και οι οφθαλμοί της ψυχής του έβλεπαν
πάντοτε καθαρά τον ουρανό.

Ανδρέας Μιαούλης (ναύαρχος): πέθανε το 1835 από φυματίωση, στο


σπίτι του στην Αθήνα, σε ηλικία 68 ετών.

Histoire du consulat français de


De Cousinery à Cousinery
Salonique de 1783 à 1817

En 1783, Esprit-Marie Cousinery est nommé gérant du poste consulaire


de Salonique [1][1]Mathieu Jestin est doctorant à l’Université Paris 1… à
la place du titulaire, Saint-Marcel. Les consulats viennent à peine d’être
réorganisés – selon une ordonnance de mars 1781 [2][2]La circulaire est
enregistrée dans la chancellerie de Salonique… – pour faire suite à la
mission du baron de Tott au Levant à la fin des années 1770. 1783
marque aussi l’apogée du commerce français en Méditerranée et la fin de
la guerre d’Indépendance américaine, les Anglais pouvant alors se
retourner vers la Méditerranée [3][3]Pierre-Emmanuel Mazières de Saint-
Marcel, alors consul, écrit,…. Enfin, c’est pendant cette année que la
peste sévit dans la ville et que Cousinery doit recomposer entièrement
son équipe de drogmans [4][4]Daniel Panzac, La Peste dans l’Empire
ottoman, 1700-1850,…. Mais en 1817 Cousinery est définitivement
255

démis de ses fonctions de consul de Salonique. La Convention l’avait


déjà remercié une première fois en 1793 et la Restauration lui avait
brièvement rendu son poste en 1814. Cette année 1817 est à nouveau
marquée par la peste qui décime la communauté française [5][5]Méropi
Anastassiadou-Dumont, Salonique, 1830-1912 : une ville…. Un
personnage emblématique de la période disparaît : le prêtre lazariste,
Carapelli. Enfin, 1817 correspond à la mission d’un ancien consul ayant
remplacé Cousinery à la fin des années 1790 à Salonique, Felix-Beaujour
qui, 40 ans après le baron de Tott, explore les Échelles du Levant afin de
rédiger une nouvelle ordonnance, destinée à se substituer à celle de
1781 [6][6]L’ordonnance qui remplace celle de 1781 tout en s’y
référant….

2Ainsi se déroulent quarante ans d’histoire consulaire bornés par un seul


consul et deux missions de réorganisation, marqués surtout par le rythme
effréné des périodes révolutionnaire et impériale. Le consulat de
Salonique devient incontournable dans l’organisation française au
Levant ; en 1802, Malivoire est promu « consul général » [7][7]Le terme
« consul » disparaît brièvement pendant le Consulat de…. Au cours de ce
demi-siècle toutes les problématiques de la diplomatie sont exacerbées :
la guerre et la relation aux autres – alternativement amis et ennemis, les
relations aux autorités locales musulmanes – le commerce, rôle premier
des consuls, qui se transforme aux dépens des Français ; la législation
mouvante et ses adaptations, héritages, nouveautés des régimes
successifs… ainsi les consuls font-ils sans cesse référence à l’ordonnance
de 1781, en plein cœur de la Terreur, et encore en 1817. L’histoire du
consulat de Salonique s’inscrit aussi en plein dans les problématiques et
articulations multiples de la question d’Orient : histoire des relations
internationales à partir d’un point de vue local, histoire sociale des
relations internationales, histoire économique, et enfin histoire de
l’émergence des questions nationales au cœur des Balkans, permettant
des va-et-vient permanents entre local, régional et international.

Salonique au cœur de la question d’Orient

3Par son rayonnement économique et sa situation au cœur de la « Turquie


d’Europe », Salonique occupe une place essentielle dans le
développement de la question d’Orient qui, selon la chronologie
classique, débute en 1774 avec le traité de Küçük Kaynardji [8][8]Cf., par
exemple, M. S. Anderson, The Eastern Question,…. Elle en devient à la
fois un enjeu de taille et un poste d’observation privilégié. La période
révolutionnaire et impériale entraîne de profondes modifications dans
l’action extérieure de la France. La Grande Nation est aux portes de la
256

Macédoine dont Salonique est le port principal ; elle occupe un temps les
Îles Ioniennes, soutient Ali Pacha l’ayan de Janina [9][9]Pour la
nomenclature, je suivrai celle appliquée par les…. Salonique est témoin
de l’Empire triomphant quand Clairambault voit fuir son homologue
anglais en 1805 ; elle est témoin de la chute brutale de l’Empire
napoléonien quand des grognards parviennent en loques d’Albanie ou
d’ailleurs encore, en 1816. Cette action extérieure entraîne des
positionnements différents de la part des puissances européennes –
positionnements qui évoluent d’ailleurs jusqu’à provoquer l’unanimité
des puissances contre l’Empire – mais a également des conséquences à
plusieurs niveaux sur l’Empire ottoman et les populations qui le
composent. Le consul est témoin des difficultés de l’Empire, rumeurs
lointaines d’une ville sauvée par Sébastiani, rumeurs régionales des
mobilisations de troupes contre tel ou tel pacha déchu et jusqu’au sein de
la ville avec les révoltes multiples de Janissaires, en 1807 et 1811
notamment. Il témoigne aussi des mouvements de population, brigands
bulgares ou albanais, dans les campagnes ; rumeurs, placards, ou gazettes
portés par les marins grecs débarquant dans l’Échelle. C’est ainsi que les
noms de Rhigas ou Kara-Georgevitch, premiers chantres des identités
grecque et serbe dans la mouvance de la Révolution française,
parviennent à Salonique.

4Le poste de Salonique constitue en effet un consulat stratégique pour la


France, royale, révolutionnaire ou impériale. C’est un carrefour
commercial de premier ordre, comme l’a déjà montré Svoronos [10]
[10]N. G. Svoronos, Le Commerce de Salonique…, op. cit., carrefour
qui connaît des évolutions majeures dans les années charnières de la fin
du xviiie et du début du xixe siècle. La France, première puissance
européenne et chrétienne à passer des accords avec la Porte – les
Capitulations – en demeure le principal partenaire commercial jusqu’à la
Révolution. Salonique dispose en effet d’un hinterland attractif en
Macédoine et en Thessalie : soie, coton de Serrès, blé de Volos, laine de
Cavalla ; l’Échelle permet également une dernière escale avant le
franchissement des détroits. Néanmoins, la concurrence des puissances
européennes s’exacerbe – retour des Anglais, des Espagnols, arrivée des
Russes à partir de 1774 – mais surtout un nouveau groupe de
commerçants connaît un essor sans précédent, les Grecs, dont le réseau en
diaspora et la protection des consulats européens permettent le
développement rapide. Les voies de communication évoluent également
avec le blocus continental. Le port de Marseille perd de son importance
au profit de Trieste. Le pavillon français n’est plus respecté, pirates
ottomans ou corsaires britanniques sillonnent les eaux égéennes alors que
la flotte militaire française en est quasiment absente. Le système
257

traditionnel de la caravane maritime [11][11]Daniel Panzac, La Caravane


maritime, marins européens et… ne peut plus être pratiqué. Seul le
pavillon ottoman est considéré comme neutre ; les Grecs ottomans
profitent de leur statut de rayas [12][12]Les protégés rayas sont des sujets
du Sultan qui bénéficient… pour arborer ce pavillon tout en demandant la
protection des puissances européennes – France en tête – afin de
bénéficier des avantages douaniers des Capitulations [13][13]N. G.
Svoronos, op. cit.. En outre, une alternative est envisagée à la voie
maritime, la route terrestre traversant la péninsule balkanique jusqu’à
Vienne. Clairambault soutient cette solution auprès des autorités
françaises, proposant même la création d’une agence à Orsova, à mi-
chemin de Salonique et de Vienne. Clairambault, gérant du consulat
durant toute la durée du blocus, est le témoin privilégié de ces
bouleversements commerciaux puisqu’il signe les certificats d’origine,
accueille les Grecs sous sa protection, transmet les doléances des
commerçants français handicapés par la nécessité de maintenir le
cautionnement malgré le blocus.

5Enfin le consul de Salonique est un témoin privilégié du quotidien


d’une ville de Macédoine. La peste y est fréquente. La période est
d’ailleurs marquée par deux épidémies terribles, et plusieurs cas sont
évoqués par Magallon en 1804, Clairambault l’évoquant à cinq reprises
entre 1806 et 1813. Celle de 1817 ravage la ville et emporte des
personnages emblématiques : Tavernier, longtemps député, un temps
gérant du consulat, Carapelli, le curé lazariste. Le consul témoigne aussi
des conséquences matérielles et financières des guerres, de la chute du
commerce, de la hausse des prix notamment celles des logements, de la
difficulté de l’approvisionnement. Enfin il constate les incessants
changements de physionomie de la ville et des prémices des véritables
mutations urbaines dont la cause première est le feu qui ravage
périodiquement une ville, construite en bois, entourée de huit kilomètres
de murailles et sans véritable plan d’urbanisme. Cousinery achète
notamment en 1792 une pompe à incendie, utilisable par l’ensemble de la
communauté française.

Le consulat français de Salonique : une inscription territoriale

6Le poste de Salonique, fondé en 1685 [14][14]Colbert « étatise » les


consulats et leur donne en 1686 une…, ne connaît aucune interruption
majeure jusqu’à nos jours. Cette permanence est significative de l’intérêt
porté par la France à cette Échelle. L’expédition d’Égypte en 1798
entraîne des représailles sur l’ensemble des protégés de la France dans
l’Empire et provoque une interruption d’environ quatre ans dans la
258

plupart des consulats de l’Empire [15][15]Jacques Frémeaux, « La


France, la Révolution et l’Orient »,…. À Salonique, trois marqueurs de
cette rupture sont visibles. L’ensemble de la communauté française se
place sous la protection d’autres consulats, la chancellerie est entièrement
saisie par le pacha de la ville et le poste consulaire n’a plus de titulaire
après le départ de Felix-Beaujour en 1798. Cependant les députés de la
nation – Masse et Tavernier notamment – en assurent la gestion et tentent
de maintenir des relations avec le ministère des Affaires étrangères. En
1802, après la signature de la paix entre Selim III et Bonaparte, le
consulat est promu consulat général ; il le reste jusqu’en 1817, année du
départ de Cousinery.

7La circonscription du consulat varie en fonction des besoins des consuls


et de leurs protégés. En 1783, le consulat de Salonique dispose de
plusieurs agences : Cavalla, Scopoli, Volos et Serrès. Toutes les quatre
sont en Roumélie. Scopoli est une île qui contrôle l’entrée du golfe
Thermaïque, Serrès se situe dans l’hinterland macédonien, Volos est un
port de Thessalie, et Kavala est une ville portuaire entre la Macédoine et
la Thrace. Toutes sont situées à distance moyenne de Salonique – une
centaine de kilomètres par la route, quelques heures de cheval ou de
voiles [16][16]Pour formuler ces hypothèses de travail, je me suis appuyé
sur… – pour permettre au consul de se rendre d’une agence à l’autre
relativement rapidement, en cas de besoin urgent ou pour des visites
régulières. Tant qu’il s’agit d’agences, leur création ainsi que la
nomination de l’agent reviennent au consul, même s’il en réfère à
l’ambassade de France à Constantinople et à Paris. Le nombre d’agences
diminue au cours de la période. Seules Serrès et Scopoli conservent des
agents tout au long de la période. À Serrès, Michel Sponty est nommé par
Cousinery en 1783, et n’est remplacé qu’en 1813 par Payan, venu avec
Fourcade. Payan est démis de ses fonctions en 1814, à la suite d’une
affaire de corruption. Scopoli est gérée par Romanza. À son départ, en
1811, l’agence n’est pas ré-ouverte. Celle d’Orsova est créée sur demande
de Clairambault en 1810. Située sur la route de Vienne, Orsova est un
point d’observation du commerce terrestre qui se développe après le
blocus continental, mais c’est aussi un point de contrôle des postes. Le
choix du gérant s’avère néanmoins une erreur, puisque Matatias Abram
trahit en effet rapidement Clairambault au profit des Anglais. Il est
brièvement remplacé par Kinedri puis l’agence disparaît à la fin du blocus
continental. Abram avait pourtant été conseillé par Pouqueville, détenteur
du viceconsulat de Janina en Épire, lui aussi placé jusqu’en 1805 dans la
circonscription de Salonique [17][17]Sont créées ou recréées après les
années 1830, les agences de….
259

8Les consuls de Salonique sont placés au cœur du territoire ottoman. Ils


doivent composer avec les autorités ottomanes et les autres consuls. Les
interlocuteurs ottomans sont nombreux : le pacha ou gouverneur de la
ville ; le commandant militaire ; le douanier ; le chef de la communauté
religieuse, ou encore les janissaires. Si le pacha est l’homme clé de la
ville et l’interlocuteur principal du consul, cette place est néanmoins
instable du fait du contexte ottoman et macédonien. Tous les ans, le
Sultan se prononce sur son maintien et les changements sont fréquents.
Le consul doit en tenir compte et redoubler d’efforts en permanence.
Faire respecter les Capitulations est certes sa mission première ; faire de
la nation française « la nation la plus favorisée » est son objectif
permanent. En effet, outre le consul français, huit consuls européens sont
présents à Salonique. Ils représentent l’Angleterre, la Russie, l’Autriche-
Hongrie, l’Espagne, la Hollande, la Suède, le Danemark et la Prusse. Les
rapports du consul avec ces deux types d’autorité varient en fonction des
alliances diplomatiques, mais aussi selon des affinités personnelles. Deux
cas sont particulièrement frappants. Le consul anglais quitte Salonique
en 1802 pour Serrès afin d’être aux côtés d’Ismaël Pacha dans sa lutte
avec Ali Pacha de Janina, alors allié des Français ; le consul autrichien se
charge ainsi des intérêts anglais dans l’Échelle. Au contraire, le consul de
Hollande, Chasseaud, dont le pays est dirigé par Louis Bonaparte entre
1806 et 1810 puis annexé à l’Empire français, refuse de traiter avec
Clairambault. Le personnel ottoman change énormément au cours de la
période, ce qui coûte extrêmement cher aux consuls, la coutume étant
d’offrir des cadeaux de bienvenue, voire de départ. Seul Fourcade,
nommé en 1813, arrive à Salonique avec des présents : tabatière, pistolet,
montre en or ou en argent. Avoir de bons rapports avec les autorités
locales, c’est aussi se démarquer des autres consuls et représenter au
mieux les intérêts français. Ainsi, en mars 1813, alors que Fourcade est le
consul titulaire, le pacha fait appel au vice-consul Clairambault – qu’il
connaît depuis bien plus longtemps – afin de répondre à l’ultimatum
lancé par les Russes, dont les navires stationnent dans la rade. Si le pacha
ne livre pas la nation française et son consul, les Russes bombarderont la
ville. Clairambault lui dit de répondre aux Russes par la violence, bombes
contre bombes. Les Russes finissent par retirer leur flotte de la rade.

9Le consulat de Salonique s’inscrit enfin physiquement dans le territoire


de Salonique. Le consul ne possède pas en propre la maison consulaire.
Elle est propriété de la France jusqu’en 1793, date à laquelle elle est
revendue à Tavernier, député de la nation. Jugée trop luxueuse, elle est,
pour les contemporains, la plus belle maison de Salonique [18]
[18]Daniel Philippidès et Grégoire Constantas, « Géographie…. Comme
le consul, elle représente son pays, c’est un lieu de travail, de logement
260

mais aussi de réception. Ainsi, un mât est-il nécessaire pour arborer les
couleurs françaises. Par la suite, le consul est obligé de louer la maison à
ses frais, ce qui entraîne différents problèmes. Financiers d’abord : la
baisse du commerce a entraîné une forte inflation dans la ville ; en outre
le personnel consulaire est irrégulièrement payé. Du coup, les plaintes
sont récurrentes quant aux conditions de logement. Les dépenses liées au
bon exercice de la fonction consulaire sont nombreuses : trois janissaires
doivent être payés pour la protection du consulat. La chancellerie coûte
cher également pour deux raisons : l’acquisition du matériel (encre,
papiers, etc.) et le stockage des documents dans les chambres à feu (sans
maison fixe, les actes sont entreposés dans des magasins à feu loués ou
disponibles chez les commerçants nationaux). Les problèmes sont ensuite
d’ordre matériel, notamment lors du changement de consul avec la
question récurrente du mât du pavillon. Avant 1793, les consuls quittaient
la maison consulaire en même temps que leur poste, et c’est la nation qui
gérait l’entretien du mât. Clairambault loue, par exemple, une maison où
il a fait installer à ses frais le mât et le pavillon, mais il refuse de le céder
à Malivoire qui le remplace. Le lieu le plus sensible reste la chancellerie
qui contient l’ensemble des papiers du consulat, dont les actes se trouvent
chez les commerçants. Le pacha saisit l’ensemble de la chancellerie en
1798 ce qui provoque sa désorganisation jusque dans les années 1820,
malgré son entière restitution en 1802 [19][19]Les appels de Beaujour et
Bottu seront entendus au début des….

10Comme dans les autres Échelles, le consul de Salonique y est le chef


de la communauté française. Régie comme les autres communautés
franques par le cadre des Capitulations, elle est composée de Français
mais aussi de protégés ottomans, les rayas, voire de ressortissants
d’autres pays européens. La période révolutionnaire et impériale est très
intéressante à cet égard. À l’origine, la communauté française dans
l’Échelle de Salonique est composée essentiellement de commerçants
d’origine marseillaise, venus faire des affaires à court ou moyen terme en
Orient. Le premier changement de la période résulte de la situation en
France après 1793 [20][20]Voire même dès les premiers événements
révolutionnaires à…. La communauté française se sédentarise et évolue
peu ; une première véritable génération stable de Français apparaît alors
dans l’Échelle. La composition de cette communauté est le deuxième
changement de la période. En effet, le nombre de Français cautionnés –
une garantie est déposée auprès de la chambre de commerce de Marseille
pour les commerçants français installés en Levant et Barbarie – passe de
onze à deux en 1811 et remonte légèrement à quatre en 1814. Ce chiffre
se stabilise ensuite, ce qui montre la difficulté du commerce français à
repartir, malgré la fin du blocus continental, et donc, son réel
261

dépassement par la concurrence. La situation de ces individus pose


problème à la Restauration puisque, selon les Capitulations, seuls les
commerçants cautionnés peuvent résider à l’étranger. Ils obtiennent
finalement l’autorisation de rester le temps de retrouver des garants. Les
autres Français à qui l’on accorde la permission de se trouver à Salonique
sont le médecin-chirurgien – la famille Lafont, elle-même installée depuis
longtemps dans l’Échelle, le fils reprenant le poste de son père en 1815 –
les boulangers – Bernard – mais aussi Ricard l’architecte, Antoine le
forgeron, Blanc l’armurier au service du gouverneur, Carbonier le
perruquier ; et même, jusqu’en 1800, le prêtre de la paroisse Saint Louis,
seule église catholique de Salonique, M. Damade [21][21]Comme le
chancelier ou le drogman, il est rémunéré par la…. Les consuls voient
aussi transiter d’autres Français, quelques immigrés avant 1802 qui se
placent sous protection anglaise ou autrichienne ; mais surtout après
1815, bon nombre de soldats de l’armée napoléonienne arrivent sur
l’Échelle après avoir déserté pour éviter la Restauration et s’être réfugiés
dans les Balkans, souvent en Albanie.

11Jusqu’en 1793, seuls les rayas au service du consulat ou des marchands


français pouvaient prétendre à être protégés. L’absence de consignes
claires sous la Révolution et l’Empire fait grossir la communauté
française puisque de nombreux Juifs, mais surtout des Grecs, se placent
sous la protection des Européens pendant cette période. Commerçants
pour l’essentiel, ils bénéficient, par exemple, des privilèges douaniers
mais continuent à battre pavillon ottoman, le seul considéré comme
neutre. Le consulat français compte aussi de nombreux Européens sous sa
protection, suite à la politique extérieure développée par le Directoire, le
Consulat puis l’Empire : Espagnols, Italiens ou Hollandais sont rattachés
pour un temps plus ou moins long au consulat de France. Le nombre de
ces deux catégories de protégés varie, en outre, en fonction de la
conjoncture ottomane et internationale. La Restauration met un terme
définitif à ce flou et la communauté française se voit réduite aux stricts
protégés nationaux. Ainsi Gulbich, associé de Fouquier en 1811, se voit
refuser le renouvellement de sa protection en 1815 car Ragusais
d’origine ; or, son cas est délicat car sans Gulbich, Fouquier perd sa
garantie et donc son cautionnement. Le ministère des Affaires étrangères
reste néanmoins implacable.

12Le consul français est vu comme un élément extérieur à une


communauté de Français qui se pétrifie à cette époque. Or, il est censé en
être le chef. Le cas du curé de la paroisse Saint Louis est particulièrement
représentatif des atermoiements de la période. La France est la protectrice
traditionnelle des catholiques dans le Levant. L’église est d’ailleurs située
262

sur le terrain de l’ancienne maison consulaire, vendue en 1793. Le curé


est donc le protégé naturel de la France. La Constitution civile du clergé
de 1791 et ses conséquences – réquisition des biens notamment –
refroidissent les relations entre la paroisse et Cousinery. La situation se
dégrade encore à la suite de l’arrivée des consuls républicains et à la mort
du curé français Damade, en 1800. Il ne reste alors plus que le Lazariste
Carapelli, Italien d’origine, avec lequel Clairambault est en conflit
permanent : célébrations des victoires napoléoniennes, usage de l’italien
aux dépens du français, ou bien sur la question du Concordat. Il entraîne
avec lui et contre le consul une partie de la communauté française. Il est
finalement remplacé en 1808 par un Français, Gentilhomme, mais
Cousinery le rappelle en 1814. Il meurt en 1817 de la peste, peu après le
départ définitif du consul français.

Personnel et fonctions consulaires : permanences et évolutions

13En 1783, le consulat de Salonique se compose du gérant du poste,


d’un chancelier, d’un ou plusieurs drogmans, enfin du personnel des
agences. C’est la composition classique du personnel d’un consulat dans
le Levant. Le terme d’agent est préférable à celui de consul car au cours
de la période 1783-1817, les gestions ont été plus longues que la présence
des titulaires. Entre 1783 et 1817, six titulaires se succèdent et au moins
autant de personnes gèrent le consulat, de quelques jours – comme Masse
en 1794 – à plusieurs années, comme Clairambault. Cousinery assure la
gestion de Pierre Mazières de Saint-Marcel entre 1783 et 1786, puis est
titularisé jusqu’en 1793. Masse, Reboul, Lazare Focou et Tavernier, tous
députés de la nation, assurent l’intérim jusqu’à l’arrivée de Louis Auguste
Felix-Beaujour de 1794 à 1798 [22][22]Felix-Beaujour est le consul le
plus emblématique de Salonique…. Les années 1798-1802 sont
marquées par la guerre avec l’Empire ottoman, la France n’est plus
officiellement représentée même si le consulat reste ouvert, les députés de
la nation s’en chargent, comme à nouveau Masse et Tavernier. Charles
Magallon est ensuite nommé consul général entre 1802 et 1806. Très vite,
il est suppléé par Charles Bienvenue Clairambault qui assure la gestion la
plus longue du consulat, de 1804 à1812, sans jamais être titularisé. Il
devient ensuite le vice-consul de Salonique à la nomination de Pascal
Thomas Fourcade, en 1812. Ce dernier meurt un an plus tard. Malivoire,
venu du vice-consulat d’Andrinople, qui vient d’être supprimé, est
préféré à Clairambault pour assurer l’intérim avant l’arrivée de
Cousinery, dernier consul général de la période, lui-même remplacé en
1817 par François Marie Bottu.
263

14De ce grand nombre d’intervenants, on peut faire ressortir deux


éléments. La stabilité du poste est assurée par deux hommes, Cousinery
de part et d’autre de la période, et Clairambault au cœur de l’Empire. En
outre, ce dernier a eu beaucoup de mal à assurer sa légitimité, du fait
notamment de sa non-titularisation, auprès de ses compatriotes, des
autorités locales et de ses homologues. Or, les fonctions du consul sont
extrêmement nombreuses et gagnent en importance au cours de la
période. La légitimité du consul est généralement garante de la qualité de
son intervention. Ses fonctions sont structurelles. Énoncées par les
instructions ministérielles, elles concernent essentiellement la protection
du commerce français, celle des ressortissants mais aussi la représentation
de la France, dans ses aspects symboliques : drapeau, costume [23][23]La
première mesure prise par la Restauration avant les Cent…, banquet. Ses
fonctions peuvent aussi évoluer selon la conjoncture. Enfin, le consul a
un rôle informatif de premier ordre, manifesté, par exemple, dans
l’aménagement du passage, en 1793, de la tutelle de la Marine à celles
des Affaires étrangères. Par intermittence, apparaît la distinction entre
correspondance commerciale et bulletin politique, mais sans que celle-ci
soit formalisée [24][24]Il faut attendre pour cela 1826.. Enfin, ses moyens
d’action sont limités. Les consuls demandent sans cesse l’augmentation
de leur traitement car c’est une charge onéreuse : réception, cadeaux aux
autorités, location de la maison. En outre, leur autorité est souvent
bafouée par les nationaux qui profitent notamment de l’irrégularité des
relations épistolaires avec la France. Les correspondances avec la France
sont en effet rares – 18 mois s’écoulent en moyenne pour qu’une dépêche
ministérielle parvienne à Salonique – guère plus nombreuses avec
l’ambassade à Constantinople du fait de l’insécurité maritime et terrestre.

15Aux dires des consuls, l’évolution de la chancellerie aurait dû être


concomitante de celle de la fonction consulaire. Elle est néanmoins
beaucoup plus lente. Déterminer un lieu fixe a été impossible entre la
vente de la maison consulaire en 1793, et son rachat, en 1822. Pourtant
les circulaires, dépêches, lois, ordonnances ont été pléthoriques au cours
de la période, modifiant en profondeur les statuts du consul et de sa
communauté. Ne serait-ce que le Code civil. En outre, la fonction est
assumée par intermittence et par un personnel varié : Masse ancien
commerçant ruiné, Clairambault vice-consul, au temps de Malivoire, des
drogmans. Ce manque de continuité dans la tenue de la chancellerie, des
archives et des actes explique que les consuls se réfèrent constamment à
l’ordonnance de 1781 et ne tiennent pas toujours compte des
modifications apportées par les différents régimes.
264

16Le véritable bras droit du consul au cours de cette période est le


drogman ou l’interprète. Recruté parmi les rayas, il assure la liaison entre
le consul et les différentes autorités ottomanes. C’est un poste clé et la
Porte, en 1811, envoie un firman interdisant aux rayas de devenir
drogmans, afin de nuire aux intérêts européens. Les drogmans sont
d’autant plus importants qu’ils légitiment le consul, puisque
contrairement à ce dernier, ils sont saloniciens d’origine. Ils restent en
poste plusieurs années, voire des décennies. En 1797, Beaujour se plaint
de Fornetty, le qualifiant de vieux et d’infirme ; il est pourtant encore là
en 1806. En outre, on assiste à l’apparition de Français à ce poste, les
drogmans-chanceliers, formés à l’école des jeunes de langue, mais, à
l’exemple de Meusnier [25][25]Clairambault parvient à le faire renvoyer
en 1809, après…, ils sont beaucoup moins efficaces.

17Enfin, dans les agences on trouve généralement des rayas, il n’y a pas
d’obligation de citoyenneté française, et les agents sont des notables de la
ville, généralement des commerçants mais qui ne disposent pas des
prérogatives des consuls. Ils s’occupent de la communauté française sur
place et informent le consul de la situation locale. Les agents Sponty et
Romanza sont les plus stables. Sponty occupe l’agence de Serrès depuis
1783. Il devient l’agent anglais en 1813, suite à son remplacement par
Payan. Romanza à Scopoli a été nommé par Cousinery et occupe encore
son poste en 1811. En 1816, Cousinery constate que « les agents de
Serrès, Volo, de Scopoli et de Cavalla ne sont pas encore nommés » [26]
[26]MAE, CCC, Salonique, tome 17, 27 janvier 1816, p. 228 n° 13,….
Son départ précipité en 1817 laisse cette question en suspens.

Les enjeux d’une mission

18En 1817, les États – France, puissances européennes et Empire ottoman


–, leurs représentants locaux comme les hommes – les nations franques
sur l’Échelle de Salonique – souhaitent « un retour à la normale » [27]
[27]Ibid., 28 février 1816, n° 15, p. 233.. Salonique perd d’ailleurs son
statut de consulat général. Mais un retour à la situation pré-
révolutionnaire est-il envisageable ? Peut-on réellement espérer une
« normalité » ? Les deux premières années 1815-1816 tentent de faire
revivre le passé. On assiste au retour de Cousinery victime de la
Révolution. Pourtant il repart très vite. Carapelli, victime de l’Empire et
revenu en 1814, meurt la même année. Les certificats d’origine sont
supprimés, pourtant le port de Marseille peine à repartir. La France est,
quant à elle, marginalisée sur l’échiquier européen et elle doit tout
reconstruire. Le consul n’a plus de résidence. Les Serbes ont obtenu leur
autonomie stabilisant un temps la question d’Orient ouverte en 1774. En
265

1817, tout reste à construire ou reconstruire, comme le révèle la mission


de Felix-Beaujour. Tels sont les enjeux de la mission de Bottu qui
remplace Cousinery en 1817.

Notes

 [1] Mathieu Jestin est doctorant à l’Université Paris 1 Panthéon-


Sorbonne, en partenariat avec l’École française d’Athènes. Cet
article rend compte de son mémoire de Master 2 « Histoire du
consulat de Salonique, 1781-1817 » réalisé sous la direction de
Robert Frank et d’Anne Couderc (Université Paris 1 Panthéon-
Sorbonne) en juin 2010.
 [2] La circulaire est enregistrée dans la chancellerie de Salonique
le 7 février 1782 (Archives nationales. AEB I, 1003).
 [3] Pierre-Emmanuel Mazières de Saint-Marcel, alors consul, écrit,
le 29 mars 1783, qu’il vient de recevoir l’annonce de la paix qu’il
« communiquera aux nationaux ». Pour tous les aspects
commerciaux voir N. G. Svoronos, Le Commerce de Salonique au
XVIIIe siècle, Paris, PUF, 1956.
 [4] Daniel Panzac, La Peste dans l’Empire ottoman, 1700-1850,
Paris-Louvain, Peeters Publishers, 1985.
 [5] Méropi Anastassiadou-Dumont, Salonique, 1830-1912 : une
ville ottomane à l’âge des Réformes, Leiden, E. J. Brill, 1997.
 [7] Le terme « consul » disparaît brièvement pendant le Consulat
de Bonaparte. On parle alors de « commissaire général des
relations commerciales de la République à Salonique ».
 [10] N. G. Svoronos, Le Commerce de Salonique…, op. cit.
 [17] Sont créées ou recréées après les années 1830, les agences de
Volo par Guys, Skopje (Usküb) et Andrinople. Le vice-consulat de
Monastir est placé dans la juridiction de Salonique en 1897 par
décret du ministère. Je les étudierai au cours de ma thèse.
 [18] Daniel Philippidès et Grégoire Constantas, « Géographie
nouvelle de la Grèce », 1791, cité dans Gilles Veinstein (dir.),
Salonique 1850-1918, « la ville des Juifs » et l’éveil des Balkans,
Paris, Autrement, série Mémoires, n° 12, 1992, p. 20.
 [22] Felix-Beaujour est le consul le plus emblématique de
Salonique notamment par sa rédaction de son Tableau du
commerce de la Grèce, Paris, A. A. Raynouard, 1800 [cf. ce livre
en ligne :

 [26] MAE, CCC, Salonique, tome 17, 27 janvier 1816, p. 228 n°


13, liste des Français sur l’Échelle.
266

Βασίλης Κ. Γούναρης, Επιδημία στη Θεσσαλονίκη


το 1783 Τμήμα Ιστορίας & Αρχαιολογίας Α.Π.Θ.
ΒΑΣΙΛΗΣ Κ. ΓΟΥΝΑΡΗΣ

 ΕΠΙΔΗΜΙΑ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΤΟ 1783

 Στην Ιστορία της Θεσσαλονίκης του Απόστολου Βακαλόπουλου,
μέσα σε μια πυκνή σειρά επιδημιών «χολέρας και πανούκλας»
που έπληξαν την πόλη ανά τους αιώνες, περιλαμβάνεται το έτος
17841. Ως πανούκλα αναφέρεται η ασθένεια της χρονιάς εκείνης
και στα σχετικά χρονολογία του Αριστοτέλη Σταυρόπουλου και
του Κώστα Κωστή, πληροφορία την οποία αντλούν αμφότεροι από
το γνωστό ευρετήριο των γαλλικών αρχείων του Σβορώνου, όπου
χαρακτηρίζεται από τον ίδιο ως peste (=πανώλη), μολονότι στο
σχετικό έγγραφο αναφέρονται γενικώς maladies ^ασθένειες)
 2. Σύμφωνα με επιστολή του Γάλλου εμπόρου Jean Abeille, η
επιδημία αυτή ενέσκηψε στη Θεσσαλονίκη τον Ιούνιο του 17833.
Στις 30 Αυγούστου ο Βρετανός πρόξενος ανέφερε στην πρεσβεία
του στην Κωνσταντινούπολη ότι εξήντα άτομα απεβίωναν
καθημερινά. Όλοι οι γιατροί της πόλης, εκτός από τον Δανό
υποπρόξενο, είτε είχαν ήδη πεθάνει είτε ασθενούσαν είτε είχαν
φροντίσει να εγκαταλείψουν την πόλη
 μαζί με άλλους κατοίκους της. Μέρος των φυγάδων κατευθυνόταν
στα νησιά -πιθανόν στις Βόρειες Σποράδες- κι άλλοι στη Βέροια.
Ανάμεσα στους τελευταίους ήταν κι η οικογένεια Abbott4.
 Η νόσος εκδηλωνόταν με πυρετό, ο οποίος επανερχόταν δύο και
τρεις φορές
 μέχρι τελικής πτώσης των ασθενών. Ακόμη και τα πιο υγιή άτομα
ήταν ευάλωτα.
 Ελάχιστοι Θεσσαλονικείς δεν προσβλήθηκαν5. Σε κάθε
«φράγκικο» σπίτι είχαν
 δυο-τρεις αρρώστους κι ιδιαίτερα όλους τους υπηρέτες, σημείωσε
ο Βενετός πρόξενος
 6. Ο ίδιος ο πρόξενος της Βρετανίας, ο Olifer, και η σύζυγος του
ασθένησαν.
 Ο Olifer ανέρρωσε μετά από 16 ημέρες. Ο Roboli, ο πρώτος
δραγουμάνος του γαλλικού
 προξενείου, πέθανε στα τέλη Νοεμβρίου, αφού είχε μείνει
κλινήρης από τον
267

 Αύγουστο7.
 Σύμφωνα με τον Sir Robert Ainslie, τον Βρετανό πρεσβευτή στην
Πύλη, ολόκληρη
 η χώρα μαστιζόταν από ελώδεις πυρετούς, ευλογιά και ιλαρά. Οι
ασθένειες αυτές
 αποδεκάτιζαν όσους είχαν επιβιώσει από την πανώλη, η οποία
μόλις είχε προη1. Απόστολος Βακαλόπουλος, Ιστορία της
Θεσσαλονίκης 316 π.Χ.-1983, Θεσσαλονίκη
 1983, σ. 314.
 2. Αριστοτέλης Κ. Σταυρόπουλος, «Η επιδημιολογία της
Θεσσαλονίκης κατά τον 18ο αιώνα
 », Επιστημονικό Συμπόσιο στη μνήμη Νίκου Σβορώνου 30 και 31
Μαρτίου 1990, Αθήνα 1993,
 σ. 25" Κώστας Κωστής, Στον καιρό της πανώλης. Εικόνες από τις
κοινωνίες της ελληνικής χερσονήσου
 14ος-19ος αιώνας, Ηράκλειο 1995, σ. 397. Πρβλ. Ν. G. Svoronos,
Salonique et Cavalla
 (1686-1792), Paris 1951, σ. 127.
 3. Archives Nationales (France), Affaires Étrangères, Bl/1003,
επιστολή της 11ης Σεπτεμβρίου
 1783, συνημμένη σε επιστολή του Cousinéry προς τον Μαρκήσιο
de Castries, Θεσσαλονίκη,
 9 Οκτωβρίου 1783, f. 370ν.
 4. The National Archives, United Kingdom (NAUK), Privy
Council 1/13/38, Olifer προς
 Ainslie, Θεσσαλονίκη 30 Αυγούστου και 10 Σεπτεμβρίου 1783, ff.
3r-v
 5. ANF, Bl/1003, Cousinéry προς de Castries, Θεσσαλονίκη, 9
Οκτωβρίου 1783, f. 374ν.
 6. Κωνσταντίνος Μέρτζιος (επιμ.), Μνημεία μακεδόνικης ιστορίας
[Μακεδόνικη Βιβλιοθήκη,
 αρ. 7], Θεσσαλονίκη, Ε.Μ.Σ., 1947, 22007, σ. 432.
 7. ANF, Bl/1003, Cousinéry προς de Castries, Θεσσαλονίκη, 29
Δεκεμβρίου 1783, f. 378ν.
 294 Σύμμεικτα
 γηθεί και ακόμη προξενούσε θύματα στην Κωνσταντινούπολη
αλλά και τη Σμύρνη. Η
 Σμύρνη βασανιζόταν επίσης από πυρετούς, που χαρακτηρίζονταν
ως «βρωμεροί και
 κακοήθεις», ορολογία που συνήθως παραπέμπει σε τυφοειδείς8.
268

 Ποια ακριβώς ασθένεια έπληξε τη Θεσσαλονίκη το 1783 είναι


δύσκολο να εικάσει
 κανείς. Σίγουρα δεν ήταν ούτε χολέρα ούτε πανούκλα. Θα
μπορούσε κάλλιστα
 να είναι κάποια ιογενής λοίμωξη. Η περίπτωση όμως του
τυφοειδούς πυρετού, την
 οποία υπαινίσσονται οι πηγές για τη Σμύρνη, είναι ίσως η
πιθανότερη* και μάλιστα
 του τύφου που μεταφέρεται από τους ψύλλους των ποντικιών ή,
ακόμη χειρότερα,
 από τις ψείρες. Έτσι, λόγω των διαφορετικών συνθηκών
διαβίωσης, θα ερμηνευόταν
 καλύτερα η υψηλότερη θνησιμότητα του υπηρετικού προσωπικού,
που δεν θα είχε
 σημειωθεί, αν η εστία της μόλυνσης ήταν π.χ. το πόσιμο νερό.
Εξάλλου, ο τύφος ο μεταφερόμενος
 με τις ψείρες έχει και την υψηλότερη θνησιμότητα, που υπερβαίνει
το
 50% των προσβεβλημένων, ειδικά στους ηλικιωμένους, αν δεν
ακολουθηθεί αντιβιοτική
 αγωγή9. Οι πυρετοί αυτοί δεν ήταν άγνωστοι στη Θεσσαλονίκη,
όπου φαίνεται
 ότι συνυπήρχαν με την πανώλη ήδη από το 1781, αλλά ήταν
απολύτως διακριτοί ως
 αιτία θανάτου. Ο Βενετός πρόξενος είχε σημειώσει τότε, τον
Ιούλιο του 1781, ως «νέα
 επιδημία, τους κακοήθεις πυρετούς και τους τριταίους». Τους
θεωρούσε αποτέλεσμα
 των κακουχιών που είχαν υποστεί πολλοί κάτοικοι κατά την
υποχρεωτική αποδημία
 τους από την πόλη για να σωθούν από την πανώλη. Είναι
ενδιαφέρον ότι ο ίδιος παρατήρησε
 πως από τους πυρετούς αυτούς δεν γλύτωνε κανείς, ακόμη κι αν
απομονωνόταν
 στο σπίτι του, αν δοκίμαζε δηλαδή την εμπειρική μέθοδο
αποφυγής της πανώλης
 10. Αν η μετάδοση της νόσου γινόταν από τις ψείρες ή από τα
κουνούπια (στην
 περίπτωση του «τριταίου», της κακοήθους, δηλαδή, ελονοσίας),
τότε πράγματι η απομόνωση
 ελάχιστα ωφελούσε.
269

 Σε κάθε περίπτωση τον Ιανουάριο του 1784, σύμφωνα με τις


βενετικές πηγές, η
 επιδημία συνεχιζόταν κι είχε ήδη προκαλέσει συνολικά
περισσότερα θύματα από
 την πανώλη του 178111. Η πανώλη εκείνη, κατά τον Γάλλο
πρόξενο, είχε αφαιρέσει
 τη ζωή 25-30.000 Θεσσαλονικέων, αριθμό υπερβολικό, κατά την
κρίση του Σβορώ-
 νου, αφού αντιστοιχούσε στον μισό πληθυσμό της πόλης12. Αν,
λοιπόν, ολόκληρο
 το δεύτερο εξάμηνο του 1783 η θνησιμότητα ήταν τόσο υψηλή
όσο τον Αύγουστο,
 πράγμα και πάλι απίθανο, τότε ο συνολικός αριθμός των θυμάτων
θα ήταν άνω των
 10.000* δηλαδή θα είχαν πεθάνει περίπου οι μισοί από όσους
κατοίκους είχαν επιζήσει
 δύο χρόνια νωρίτερα. Όμως τέτοιου είδους ερήμωση της πόλης δεν
αναφέρεται
 πουθενά.
 Το μόνο ασφαλές συμπέρασμα είναι ότι και στις δύο περιπτώσεις
τα θύματα της
 Θεσσαλονίκης μετρούνταν σε χιλιάδες κι ότι δεν υπήρχε συνολική
στατιστική εικόνα
 προσιτή στους ξένους διπλωμάτες ή τόσο ενδιαφέρουσα, ώστε να
συμπεριληφθεί
 στις εκθέσεις τους. Είναι εντυπωσιακό για τον σύγχρονο μελετητή
ότι τέτοιου είδους
 και τέτοιας κλίμακας συμφορές καταλάμβαναν ελάχιστες σειρές
της εμπορικής αλ-
 8. NAUK, Privy Council 1/13/38, Ainslie προς Fox, 25
Σεπτεμβρίου 1783, f. lr-v.
 9. Για τις ιατρικές συζητήσεις ευχαριστώ τη φίλη κα Στέλλα
Γκαρέτσου.
 10. Μέρτζιος, άπ., σ. 428.
 11. Ό.π., σ. 432. Από τη μαρτυρία αυτή, της 27ης Ιανουαρίου,
μάλλον πλανήθηκε ο Βα-
 καλόπουλος και χρονολόγησε την επιδημία στα 1784, ενώ η
έξαρση της ήταν την προηγούμενη
 χρονιά.
 12. Νίκος Γ. Σβορώνος, Το εμπόριο της Θεσσαλονίκης τον 18ο
αιώνα, Αθήνα 1996, σ. 166.
270

 Βασίλης Κ. Γούναρης, Επιδημία στη Θεσσαλονίκη το 1783 295


 ληλογραφίας, χωρίς ιδιαίτερα σχόλια και περιγραφές, μολονότι οι
συντάκτες των επιστολών
 θρηνούσαν κι αυτοί οι ίδιοι την απώλεια οικείων τους. Τόσο
ζυμωμένη με
 τον θάνατο ήταν η κοινωνία του 18ου αι.13.
 Τμήμα Ιστορίας & Αρχαιολογίας Α.Π.Θ. ΒΑΣΙΛΗΣ Κ.
ΓΟΥΝΑΡΗΣ
 13. Για τα αντίστοιχα και διόλου αμελητέα πλήγματα της πανώλης
κατά τον επόμενο
 αιώνα βλ. Αιμιλία Θεμοπούλου, «Οι επιδημίες στη Θεσσαλονίκη
κατά το ΙΘ' αιώνα. Η πανώλης
 και η χολέρα», Πρακτικά ΙΖ' Πανελληνίου Ιστορικόν Συνεδρίου,
Θεσσαλονίκη 1997, σσ.
 281-304.

Μαλάρια=Ελονοσία

Από τη Βικιπαίδεια,Η ελονοσία είναι λοιμώδης ασθένεια που


προκαλείται από πρωτόζωα (ένα είδος μονοκύτταρων μικροοργανισμών)
του γένους Πλασμώδιο (Plasmodium) που παρασιτούν στα
[1]
ερυθροκύτταρα των οργανισμών.  Το όνομά της προέρχεται από τις
λέξεις έλος και νόσος, καθώς είχε παρατηρηθεί ότι η νόσος ήταν
ιδιαίτερα διαδεδομένη γύρω από ελώδεις περιοχές. Διεθνώς
αποκαλείται μαλάρια [malaria (από τις ιταλικές λέξεις: mal + aria =
κακός αέρας)] από την πεποίθηση που επικρατούσε κάποτε ότι η
ασθένεια προκαλούνταν από τον "κακό (δύσοσμο) αέρα" κοντά στα έλη.
Η ελονοσία προκαλεί συμπτώματα που συνήθως περιλαμβάνουν πυρετό,
κούραση, εμετούς και πονοκεφάλους.

ΝΙΚΟΣ ΚΑΒΒΑΔΙΑΣ  Kuro SiwoΗ δύσκολη αλλά γοητευτική ζωή των


ναυτικών αποτελεί το αυτοβιογραφικό υλικό των ποιημάτων του Ν.
Καββαδία. Στο «Kuro Siwo» τα στοιχεία αυτά διαπλέκονται γύρω από
μια μακρινή ερωτική μορφή, η μνήμη της οποίας συντροφεύει τις
μοναχικές ώρες του ποιητή. Το ποίημα προέρχεται από τη συλλογή
Πούσι (1947).

-Πρώτο ταξίδι έτυχε ναύλος* για το Νότο


δύσκολες βάρδιες, κακός ύπνος και μαλάρια*.
Είναι παράξενα της Ίντιας τα φανάρια
και δεν τα βλέπεις, καθώς λένε, με το πρώτο.
271

Πέρ' απ' τη γέφυρα του Αδάμ, στη Νότιο Κίνα,


χιλιάδες παραλάβαινες τσουβάλια σόγια.
Μα ούτε στιγμή δεν ελησμόνησες τα λόγια
που σου 'πανε μιαν κούφια ώρα στην Αθήνα.

Παγκόσμιος πόλεμος κατά των κουνουπιών ΥΓΕΙΑ 29.08.2016


ΤΑΣΟΥΛΑ ΕΠΤΑΚΟΙΛΗ ΚΑΗΜΕΡΙΝΗ. αυγών τους.Περιοδικό "Κ"

ΕΤΙΚΕΤΕΣ:

«Δύσκολες βάρδιες, κακός ύπνος και μαλάρια. Είναι παράξενα της


Ιντιας τα φανάρια...», γράφει ο Νίκος Καββαδίας στο «Kuro Siwo» από
το θρυλικό «Σταυρό του Νότου», για μια αρρώστια με την οποία το
ανθρώπινο είδος παλεύει σχεδόν από καταβολής του - και εξελίσσεται
μαζί της. H ηλικία της, άλλωστε, ξεπερνά τα 20 εκατομμύρια χρόνια.
Ελονοσία. μαλάρια. Από τις ιταλικές λέξεις «mala» και «aria», δηλαδή
«κακός αέρας».

Το όνομά της απηχεί μια παλαιότερη πεποίθηση ότι οφειλόταν στο


σύννεφο δηλητηριωδών υδρατμών, το οποίο σχηματιζόταν πάνω από έλη
και βάλτους και μεταφερόταν, κάνοντας τους ανθρώπους να νοσούν. Τα
κύρια συμπτώματά της περιγράφονται ήδη στο «Nei Ching» της Κίνας
του 2.700 π.Χ., σε αρχαίους αιγυπτιακούς παπύρους, αλλά και στα έργα
του Ιπποκράτη, τον 4ο αιώνα π.Χ. Αλλά, πέρα από τα ιατρικού
περιεχομένου κείμενα, για κάποιο λόγο η μαλάρια υπήρξε πολύ
δημοφιλής και στη λογοτεχνία. Δεν είναι τυχαίο ότι -αιώνες πριν από τον
Καββαδία- ο Ρωμαίος λυρικός ποιητής Οράτιος την αναφέρει στις
«Σάτιρές» του και ο Ουίλιαμ Σέξπιρ σε οκτώ έργα του!

Και να που η ελονοσία ξαναμπαίνει στη ζωή μας. Η είδηση ότι 12 δήμοι
της χώρας μπαίνουν σε «καραντίνα» ξύπνησε, αίφνης, αρκετούς από την
αυγουστιάτικη ραστώνη: προκάλεσε εντάσεις μεταξύ αρμοδίων (βλ. τη
συνεχιζόμενη αντιπαράθεση του υπουργείου Υγείας με τον Ιατρικό
Σύλλογο Αθηνών) και ανησυχία σε μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης. Τι
συμβαίνει, τελικά; Είναι αναίτια η διόγκωση ενός υπαρκτού αλλά
ελεγχόμενου προβλήματος, όπως διατείνεται η κυβέρνηση; Η έχουν βάση
οι καταγγελίες για σοβαρές παραλείψεις του αρμόδιου υπουργείου, το
οποίο, ενώ γνώριζε τον αυξημένο κίνδυνο λόγω των συνεχιζόμενων
μεταναστευτικών και προσφυγικών ροών, δεν έλαβε τα απαραίτητα
272

μέτρα για την προστασία της δημόσιας υγείας; Ποιοι παράγοντες


οδήγησαν στην επανεμφάνιση μιας νόσου που είχε εκριζωθεί το 2014;

Μήπως τελικά η ιστορία επαναλαμβάνεται - και δυστυχώς όχι ως φάρσα;


Το 1922, μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, το ελληνικό κράτος δεν
ήταν σε θέση να παράσχει στέγαση στους πρόσφυγες, χιλιάδες εκ των
οποίων έφτιαξαν καταυλισµούς στις πλέον ακατάλληλες τοποθεσίες. Η
δυσεντερία, η χολέρα, ο τύφος και η ελονοσία ήταν τότε συνηθισµένες
αιτίες θανάτου στους προσφυγικούς οικισμούς. Χαρακτηριστικό
παράδειγµα αποτελεί η περίπτωση καταυλισµού στη Θράκη, όπου όλα τα
µέλη 35 οικογενειών, από τις 75 που είχαν βρει καταφύγιο εκεί, πέθαναν
από ελονοσία. Πόσο πρέπει να ανησυχούμε εν έτει 2016;

«Η ιστορία δείχνει ότι οι καλές συνθήκες διαβίωσης των προσφύγων και


των μεταναστών διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο όχι μόνο στην
προστασία της δικής τους υγείας, αλλά και στην αποτροπή εγκατάστασης
του παρασίτου της ελονοσίας στις περιοχές στις οποίες διαμένουν.

«Ο κίνδυνος να νοσήσει κανείς από ελονοσία στη χώρα μας παραμένει


πολύ μικρός. Ομως, η επανεμφάνιση περιστατικών με χαρακτηριστικά
εγχώριας μετάδοσης (αυτό σημαίνει ότι η μόλυνση έχει προέλθει από
κουνούπια εντός Ελλάδας) και μάλιστα σε πολλές διαφορετικές περιοχές
δείχνει την άμεση ανάγκη λήψης συντονισμένων μέτρων δημόσιας
υγείας, που ίσως θα έπρεπε να έχουν ήδη ληφθεί, με δεδομένο το μεγάλο
κύμα μεταναστευτικών και προσφυγικών εισροών τα τελευταία δύο
χρόνια», συνεχίζει ο κ. Τσακρής.

Το pick της ελονοσίας, σύμφωνα με τους επιδημιολόγους, είναι


δυστυχώς μπροστά μας: το Σεπτέμβριο. Και μπορεί ο κίνδυνος να
νοσήσει κανείς στην Ελλάδα να παραμένει μικρός, αλλά αν αυτό συμβεί,
τι γίνεται; Την απάντηση δίνει και πάλι ο Αθανάσιος Τσακρής: «Η
θνησιμότητα, που η ελονοσία εμφανίζει στις αφρικανικές χώρες, για
παράδειγμα, δεν έχει καμία σχέση με το τι συμβαίνει στον αναπτυγμένο
κόσμο, όπου χάρη στην πρόσβαση σε καλύτερη θεραπευτική αγωγή και
σε επαρκέστερες δομές υγείας είναι μια αποτελεσματικά αντιμετωπίσιμη
νόσος - τουλάχιστον στις περισσότερες περιπτώσεις. Και είναι
απαραίτητη αυτή η διευκρίνιση, γιατί η έκβασή της εξαρτάται και από το
είδος του πλασμωδίου της ελονοσίας, καθώς και από τη γενική
κατάσταση της υγείας του ασθενούς και από το ανοσολογικό του
στάτους».

Η «σταυροφορία» του Μπιλ Γκέιτς


273

Πράγματι. Δεν έχουν όλα τα περιστατικά την ίδια (αναμενόμενη)


εξέλιξη. Από τα μέσα Αυγούστου, η βρετανική κοινή γνώμη
παρακολουθεί με αγωνία την πορεία της υγείας της 33χρονης Τσάρλι
Γουέμπστερ, παρουσιάστριας αθλητικών τηλεοπτικών εκπομπών, που
νόσησε από ελονοσία στο Ρίο της Βραζιλίας και έπεσε σε κώμα εξαιτίας
σπάνιων επιπλοκών. Το θέμα δεν απασχολεί, λοιπόν, μόνο το δικό μας
μικρόκοσμο. Και προφανώς δεν είναι καινούργιο. Υπολογίζεται ότι η
ελονοσία έχει σκοτώσει περισσότερους ανθρώπους από όλους τους
πολέμους που έχουν γίνει στην ιστορία της ανθρωπότητας! Σήμερα, 3,2
δισ. άνθρωποι κινδυνεύουν να νοσήσουν από ελονοσία. Για το 1,2 δισ.,
μάλιστα, ο κίνδυνος είναι υψηλός. Μόνο το 2014 σημειώθηκαν 214
εκατομμύρια περιστατικά και 438.000 θάνατοι - το 90% ήταν στην
Αφρική και το 70% αφορούσε παιδιά κάτω των πέντε ετών.
Οσο για τον ένοχο; Δεν τον πιάνει το μάτι σου! Στην κυριολεξία.
«Ξεχάστε τα λιοντάρια, τις τίγρεις και τους καρχαρίες. Το πιο φονικό
ζώο στον πλανήτη είναι τόσο μικρό, που μπορείτε να το συλθλίψετε
ανάμεσα στα δάχτυλά σας. Είναι το κουνούπι!», δήλωσε πριν από λίγες
μέρες στο CNN ο Αμερικανός Μάρτιν Εντλαντ, ιδρυτικό μέλος και CEO
της οργάνωσης Malaria No More, που στόχο της έχει την εξάλειψη της
ελονοσίας.

Ομως... μπροστάρης στον πόλεμο κατά των κουνουπιών είναι άλλος: ο


Μπιλ Γκέιτς. Ο ιδρυτής της Microsoft και πλουσιότερος άνθρωπος στον
κόσμο, μαζί με τη σύζυγό του, Μελίντα, μέσω του ιδρύματός τους, έχουν
σκοπό να διαθέσουν περισσότερα από 500 εκατομμύρια δολάρια για την
καταπολέμηση διαφόρων επιδημιών στις αναπτυσσόμενες χώρες, μεταξύ
των οποίων και η ελονοσία. «Ενας κόσμος χωρίς ελονοσία πρέπει να
είναι ο υψηλότερος στόχος στον τομέα της υγείας αυτή τη στιγμή», έχει
δηλώσει ο Αμερικανός δισεκατομμυριούχος.
Το 2014 πολύ συζητήθηκε ένας πίνακας που ανήρτησε στο λογαριασμό
του στο twitter με τα πιο επικίνδυνα ζώα στο πλανήτη: πρώτο, το
κουνούπι, με 725.000 θύματα ετησίως. Δεύτερος, ο άνθρωπος, με
475.000. Τελευταίος, ο καρχαρίας με μόλις 10 θύματα. Δεν πρόκειται για
ευφυολόγημα. Τα στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας
επιβεβαιώνουν του λόγου το αληθές. Κάθε χρόνο, 700 εκατομμύρια
άνθρωποι παγκοσμίως -1 στους 10!- νοσούν από ασθένειες που
μεταδίδονται μέσω μολυσμένων κουνουπιών: ελονοσία, κίτρινος
πυρετός, δάγκειος, ιός του Δυτικού Νείλου. Στη λίστα πρόσφατα μπήκε
και ο ιός Ζίκα, που στο πρώτο κύμα του έχει ήδη προσβάλλει περίπου 90
εκατομμύρια ανθρώπους.

Ελλάδα, η... Κερκόπορτα της Ευρώπης


274

Αλλά ας μείνουμε στη μαλάρια. Εμβόλιο προς το παρόν δεν υπάρχει.


Κάποια πειραματικά έχουν αρχίσει τα τελευταία χρόνια να χορηγούνται
σε εθελοντές, αλλά τα αποτελέσματά τους είναι, δυστυχώς, βραχύβια.
Πονοκέφαλο προκαλεί στους επιστήμονες και η «ευελιξία» των
κουνουπιών, που εμφανίζουν αντίσταση σε πολλά από τα φάρμακα με τα
οποία τα αντιμετωπίζουμε. Οταν μάλιστα «οπλίζονται» με ένα νέο
παθογόνο οργανισμό, δηλαδή γίνονται φορείς του, η εξάπλωσή του
γίνεται με απίστευτη ταχύτητα.
Αρα; Είμαστε ανυπεράσπιστοι απέναντί τους; Οχι. Απλώς αυτός ο
πόλεμος χρειάζεται τα κατάλληλα όπλα, ιδιαίτερα στις χώρες στις οποίες
ενδημεί η ελονοσία: αντικουνουπικά πλέγματα και κουνουπιέρες
εμποτισμένες με εντομοκτόνο, ψεκασμούς, προληπτική φαρμακευτική
αγωγή σε εγκύους και παιδιά, διαγνωστικούς ελέγχους. Και πάνω απ’
όλα χρειάζονται εγρήγορση, πρόβλεψη και συντονισμός. Στην Ελλάδα
της κρίσης και της νοοτροπίας «της τελευταίας στιγμής», συχνά αυτά
θεωρούνται πολυτέλεια...

«Η Μάργκαρετ Τσαν, πρόεδρος του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας,


στο περσινό World Malaria Report εξέφραζε την ικανοποίησή της για το
γεγονός ότι 57 χώρες κατάφεραν να μειώσουν κατά 75% τα κρούσματα
ελονοσίας από το 2000 μέχρι το 2015, καθώς και για το ότι στις
ευρωπαϊκές χώρες δεν υπήρξε ούτε ένα περιστατικό εγχώριας μετάδοσης.
Την έχουμε ήδη διαψεύσει», τονίζει ο καθηγητής Αθανάσιος Τσακρής.
«Με δεδομένο ότι στη χώρα μας οι περιβαλλοντικές συνθήκες είναι
ευνοϊκές για την επανεγκατάσταση του παρασίτου της ελονοσίας,
απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή. Είναι κρίμα η Ελλάδα να βάλει ξανά την
ελονοσία στο χάρτη της Ευρώπης...».

Αντί υστερόγραφου

Στα χρόνια της τουρκοκρατίας η ελονοσία πήρε το όνομα «θέρμες» και


ήταν εξαιρετικά συχνή, όπως φαίνεται από τις εξιστορήσεις των ξένων
περιηγητών. Ο Αγιος Ιωάννης ο θερμαστής είναι εκείνος που εθεωρείτο
ότι προστάτευε τους πιστούς από το κακό. Αύριο γιορτάζεται η χάρη του
σε πολλά ξωκλήσια της Ελλάδας.

«Μάχες» που κερδήθηκαν

Εμπνευσμένοι επιστήμονες κατά της ελονοσίας

1880

Ο Γάλλος χειρουργός του στρατού Charles Louis Alphonse Laveran


παρατηρεί για πρώτη φορά τα παράσιτα στο αίμα ασθενούς που νοσεί
275

από ελονοσία. Γι’ αυτή την ανακάλυψη παίρνει βραβείο Nobel το 1907,
αν και στην εποχή του η επιστημονική κοινότητα τον είχε αντιμετωπίσει
με δυσπιστία.

1897

Ο Αμερικανός γιατρός William H. Welch ονομάζει το παράσιτο, που


είναι υπεύθυνο για τον κακοήθη τριταίο πυρετό: Plasmodium falciparum.
Την ίδια χρονιά, ο Βρετανός αξιωματικός Ronald Ross ανακαλύπτει ότι
τα κουνούπια είναι εκείνα που μεταδίδουν την ελονοσία. Το 1902
βραβεύεται με Nobel.

Η «ταυτότητα» της ελονοσίας

Τι πρέπει να γνωρίζουμε

Πώς μεταδίδεται η ελονοσία;

Με τσίμπημα από μολυσμένο θηλυκό κουνούπι του γένους Ανωφελής


(Anopheles), το οποίο έχει προηγουμένως τσιμπήσει άτομο που έχει
μολυνθεί με το παράσιτο που προκαλεί την ελονοσία. Επίσης, με
μετάγγιση αίματος, μεταμόσχευση οργάνων και χρήση μολυσμένων
βελονών. Σπανιότερα μεταδίδεται από την έγκυο στο έμβρυο.

Μεταδίδουν όλα τα κουνούπια την ελονοσία;

Τα πλασμώδια της ελονοσίας μεταδίδονται μόνο από τα μολυσμένα


θηλυκά κουνούπια του γένους Ανωφελής και όχι από άλλα είδη
κουνουπιών.

Ποια είναι η θεραπεία;

Η ελονοσία είναι ιάσιμη νόσος και θεραπεύεται αποτελεσματικά, εάν


διαγνωστεί εγκαίρως και ο ασθενής λάβει την κατάλληλη θεραπευτική
αγωγή. Υπάρχουν διάφορα αποτελεσματικά ανθελονοσιακά φάρμακα.

Πηγή: Κέντρο Ελέγχου & Πρόληψης Νοσημάτων (www.keelpno.gr)

Υπάρχουν περισσότερα από 400 είδη κουνουπιού του γένους Ανωφελής.


Ωστόσο τα 30 θεωρούνται πιο επικίνδυνα για τη μετάδοση της
ελονοσίας. Τα κουνούπια χαρακτηρίζονται ως «χορτοφάγα», καθώς
συνήθως τρέφονται με νέκταρ και χυμούς από φρούτα. Κατά τη διάρκεια
της κυοφορίας τους, όμως, τα θηλυκά προτιμούν το ανθρώπινο αίμα,
καθώς χρειάζονται τα θρεπτικά συστατικά του για την ανάπτυξη των...
276

Επετειακή μελέτη για τα 190 χρόνια από το μυστηριώδη θάνατο του


Λόρδου Βύρωνα (1788−1824)

HISTORY OF MEDICINE ΑΡΧΕΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ 2014,


31(5):612-623 ARCHIVES OF HELLENIC MEDICINE 2014,
31(5):612-623 Anniversary study 190 years after the mysterious death of
Lord Byron
(1788−1824)
Η παρούσα μελέτη εξετάζει τις θεωρίες που σχετίζονται με το θάνατο του
Λόρδου Βύρωνα, με κυρίαρχη αυτή της ελονοσίας. Το ιατρικό προφίλ
του
Βύρωνα συνίστατo σε επαναλαμβανόμενες εμφανίσεις πυρετικών
κρίσεων, οι οποίες αναδύουν τη θεωρία της υποτροπιάζουσας χρόνιας
ελονοσίας. Επί πλέον, τα στοιχεία από τα βρετανικά ιατρικά αρχεία των
Ιονίων Νήσων σχετικά με την ενδημική φύση της ασθένειας στη δυτική
Ελλάδα κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα αυξάνουν την πιθανότητα μιας
εκ νέου μόλυνσης κατά τους τελευταίους μήνες της ζωής του Βύρωνα.
Το παράδειγμα των χρόνιων πυρετών του Βύρωνα αναδύει ένα σύγχρονο
ιατρικό πρόβλημα, τη διάγνωση της εισαγόμενης ελονοσίας από
ταξιδιώτες ή μετανάστες και την ανάγκη λήψης λεπτομερούς ιατρικού
ιστορικού, το οποίο θα θέσει την υποψία της ελονοσίας στη διαφορική
διάγνωση.

Ανθολόγηση αποσπασμάτων

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΑΝ Θ ΡΩ Π ΙΝ Ο Υ ΓΕΝΟΥΣ Α' Λυκείου


ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΕΚΔΟΣΕΩΣ ΔΙΔΑΚΤΙΚΩΝ ΒΙΒΛΙΩΝ ΑΘΗΝΑ
Η ακαθαρσία και τα σκουπίδια συσσωρεύονταν παντού και απειλούσαν
τη δημόσια υγεία. Το 1832 η χολέρα σάρωσε το Μάντσεστερ, την πρώτη
βιομηχανική πόλη στην Αγγλία και προκάλεσε το θάνατο χιλιάδων
ανθρώπων. Περισσότερο από τα μισά παιδιά που γεννήθηκαν στο
Μάντσεστερ στην αρχή του 19ου αιώνα πέθαναν από ασθένειες πριν
γίνουν πέντε ετών.

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ


ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΟΜΕΑΣ ΝΕΟΤΕΡΗΣ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΚΑΙ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑΣ Ι. Σ. ΚΕΦΑΛΙΔΗΣ
ΙΤΑΛΟΙ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΧΩΡΟ ΑΠΟ ΤΟΝ 15ο
277

ΑΙΩΝΑ ΕΩΣ ΤΟΝ 19ο ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ


ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2008

Το ταξίδι ξεκίνησε από το Μιλάνο στις 30 Απριλίου 1458. Η αναχώρηση


από τη Βενετία έγινε μόλις στις 17 Μαΐου, λόγω έλλειψης ανέμου. Στις
24 έφτασαν στη Ragusa και στις 2 Ιουνίου στο Δυρράχιο. Στις 4 Ιουνίου
πέρασαν έξω από την Κέρκυρα και στις 5 από τη Ζάκυνθο και τη
Μεθώνη. Στις 6 έφτασαν ανοιχτά των Κυθήρων, για τα οποία αναφέρει
ότι εκεί ήταν το κάστρο που γεννήθηκε η Ωραία Ελένη・ επίσης,
ανέφερε ότι γύρω από το νησί υπήρχαν πολλές ξέρες, που έκαναν την
πλοήγηση επικίνδυνη. Στις 7 του μήνα έφτασαν στον Χάνδακα, αλλά
εξαιτίας της χολέρας, που είχε απλωθεί στην πόλη, κανένας δεν
κατέβηκε από το πλοίο και συνέχισαν το ταξίδι τους. Όσο βρίσκονταν
στο λιμάνι, πληροφορήθηκαν από μια άλλη γαλέρα για την πολιορκία
των
Τούρκων στη Χαλκίδα. Φτάνοντας στη Ρόδο, στις 10 Ιουνίου,
αντιμετώπισαν ένα περιστατικό ・ ένα πλοίο με γενοβέζικα διακριτικά
τους καταδίωξε για κάποιες ώρες με τη δικαιολογία ότι πέρασε τη
Loredana για καταλανικό πειρατικό. Στην πραγματικότητα, όμως, το
πλοίο αυτό ήταν μολυσμένο από τη χολέρα και έκανε το ίδιο πειρατείες,
αλλά
χάρη στην εξυπνάδα των μελών του πληρώματος η γαλέρα με τους
προσκυνητές γλίτωσε.

Ο Sanseverino βρήκε την πόλη πολύ όμορφη ・ παρατήρησε, όμως, ότι


ήταν αραιοκατοικημένη εξαιτίας της χολέρας, που είχε αναγκάσει
πολλούς κατοίκους να φύγουν. Συμφώνησε, επίσης, με όσους θεωρούσαν
ότι το λιμάνι της Μεθώνης ήταν το καλύτερο και μεγαλύτερο της
Ανατολής. Τέλος, ανέφερε ότι η πόλη φημιζόταν για το σιτάρι της, το
οποίο έστελνε μέχρι τη Βενετία.

Παλαιά Διαθήκη

καὶ ἔσται ὑμῖν εἰς χολέραν, ὅτι ἠπειθήσατε Κυρίῳ, ὅς ἐστιν ἐν ὑμῖν, καὶ
ἐκλαύσατε ἐναντίον αὐτοῦ λέγοντες· ἱνατί ἡμῖν ἐξελθεῖν ἐξ Αἰγύπτου; 21
καὶ εἶπε Μωυσῆς· ἑξακόσιαι χιλιάδες πεζῶν ὁ λαός, ἐν οἷς εἰμι ἐν αὐτοῖς.
καὶ σὺ εἶπας, κρέα δώσω αὐτοῖς φαγεῖν, καὶ φάγονται μῆνα ἡμερῶν. 22
μὴ πρόβατα καὶ βόες σφαγήσονται αὐτοῖς, καὶ ἀρκέσει αὐτοῖς; ἢ
πᾶν τὸ ὄψος τῆς θαλάσσης συναχθήσεται αὐτοῖς, καὶ ἀρκέσει αὐτοῖς; 23
καὶ εἶπε Κύριος πρὸς Μωυσῆν· μὴ χεὶρ Κυρίου οὐκ ἐξαρκέσει; ἤδη
γνώσῃ εἰ ἐπικαταλήψεταί σε ὁ λόγος μου ἢ οὔ. 24 καὶ ἐξῆλθε Μωυσῆς
καὶ ἐλάλησε πρὸς τὸν λαὸν τὰ ρήματα Κυρίου καὶ συνήγαγεν
ἑβδομήκοντα ἄνδρας ἀπὸ τῶν πρεσβυτέρων τοῦ λαοῦ καὶ ἔστησεν
278

αὐτοὺς κύκλῳ τῆς σκηνῆς. 25 καὶ κατέβη Κύριος ἐν νεφέλῃ καὶ ἐλάλησε
πρὸς αὐτόν·

Η Συνθήκη της Λωζάνης (το πλήρες κείμενο) ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΗΣ


ΛΩΖΑΝΗΣΙ. ΣΥΝΘΗΚΗ ΕΙΡΗΝΗΣ ΥΠΟΓΡΑΦΕΙΣΑ ΤΗΝ 24
ΙΟΥΛΙΟΥ 1923 Η ΒΡΕΤΤΑΝΙΚΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ, Η ΓΑΛΛΙΑ, Η
ΙΤΑΛΙΑ, Η ΙΑΠΩΝΙΑ, Η ΕΛΛΑΣ, Η ΡΟΥΜΑΝΙΑ, ΤΟ ΣΕΡΒΟ-
ΚΡΟΑΤΟ-ΣΛΟΒΕΝΙΚΟΝ ΚΡΑΤΟΣ αφ’ ενός ΚΑΙ Η ΤΟYΡΚΙΑ αφ’
ετέρου

§6. Ειδικαί διατάξεις περί της υγεινομικής προφυλάξεως Τα


πολεμικά σκάφη, εφ’ ων υπάρχουσιν κρούσματα πανώλους,
χολέρας ή τυφοειδούς πυρετού, ή εφ’ ων εσημειώθησαν τοιαύτα
από επτά ημερών, ως και τα σκάφη άτινα ανεχώρησαν από
χρόνου βραχυτέρου των πέντε εισοσιτετραώρων εκ λιμένας
μεμολυσμένου, οφείλουσι να διέρχωνται των Στενών εν
καθάρσει και εφαρμόζωσι δια των μέσων, άτινα διαθέτουσι επί
του πλοίου, τα αναγκαία προφυλακτικά μέτρα προς πρόληψιν
πάσης δυνατής μολύνσεωςτων Στενών.

Plague at Athens Author(s): P. Salway and W. Dell Source: Greece &


Rome, Second Series, Vol. 2, No. 2 (Jun., 1955), pp. 62-70 Published by:
Cambridge University Press on behalf of The Classical Association

PLAGUE AT ATHENS By P. SALWAY and w. DELL THE recent


revival of interest in the Athenian Plague' suggested to us that it would be
worth while re-examining the evidence. The very fact that it has troubled
so many scholars in the last hundred years lends it a certain distinction,
but their conclusions are so contradictory and unsatisfactory that many
have agreed with Poppo 'eam rem diiudi-care non grammaticorum atque
interpretum est, sed medicorum'. Yet it is clear that the inquiry can hardl.
I D. L. Page, 'Thucydides' Description of the Great Plague at Athens',
Classical Quarterly, N.S. iii (I953), 97-119; J. F. D. Shrewsbury, 'The
Plague of Athens', Bulletin of the History of Medicine, xxiv (1950), i. 1-
25. We are indebted to Prof. Page for allowing us to read his paper in
manuscript and for much help and encouragement, and to Mr. G. T.
Griffith for the second reference. 2 ii. 48 ff. ii. 48. 3. 4 Ibid.
279

66 PLAGUE AT ATHENS Athenian plague is not proved. The latter is


quite unlike the former in that it did not spread rapidly outside Athens. If
it was infectious, it is strange that the other cities of the Athenian Empire
did not suffer. The problem of the outbreak at Potidaea will be discussed
below. The outstanding difficulty in the infectious disease theory is the
fact already demonstrated that the known infectious diseases will not fit
the symptoms.

PLAGUE AT ATHENS 67 those in the naval expedition to Laconia in


430 B.C.:T those whom Hagnon took to Potidaea that year; and, after
their arrival, the men already besieging Potidaea.2 This suggests a
common origin in Athens, which might well be polluted grain.

p. 68 A contributory factor to many of the symptoms of ergotism may be


vitamin deficiency, particularly of vitamin A. This can produce de-
generation of the mucous membrane of the air passages and intestines,
corneal ulcer, paralyses, and other symptoms. Such deficiency has been
noted in association with outbreaks of ergotism, though Pont Saint- Esprit
may suggest it is not an essential condition. Nevertheless the conditions
at Athens with a probable shortage of fresh vegetables and fish may be
significant in this context, though the situation is unlikely to have been
the same at Potidaea.

p. 69 If ergotized grain was the cause, whence did it come? The difficulty
of assuming Pontus, the normal source of Athenian corn, is that other
states imported Pontic grain yet did not suffer from the Plague.' How-
ever, particular districts may have produced specifically for the Athen-ian
market. On the other hand, the salvaged crops of Attica, doubtless in poor
condition and hurriedly harvested, may have been responsible. Only a
little infected grain need have been mixed with the main supplies to cause
the outbreak. A small surplus left over from Hagnon's voyage may
similarly have spread it to the army outside Potidaea. Again, under the
difficulties of war Athens may have been forced to seek sup-plies from
new sources. The cessation of the Plague for the one year 428-427 B.C.
can be explained by variations in the physical conditions producing ergot
on the plants or by accidents of harvesting and supply. A feature of
outbreaks of ergotism is their sudden and often inexplicable appearance.

the greek world 479–323 bc Fourth Edition Simon Hornblower First


published 1983 by Methuen & Co. Ltd Reprinted with corrections 1985

Let us first elaborate the conventional story. Our discussion of the origins
of
280

the war (Chapter 9) was mostly about Corinth, but Sparta had other
powerful
allies too. Above all there was Thebes. In view of the parallels between
Potidaia
(where the Corinthians try to involve the Spartans in a private war) and
Plataia (where the Thebans do the same), it is a little arbitrary of
Thucydides
to put the one episode (Potidaea) in Book 1 as part of the prelude to the
war
and the other (Plataia) in Book 2 as part of the war proper.17 The Theban
attack on Athens’ ally Plataia, its subsequent siege, and eventual
capitulation
and fate, fill much of Thucydides Books 2 and 3. The Spartans took a
hand in
the final stages of Plataia. They sent five ‘judges’ (dikastai) who simply
asked
the Plataians whether they had ‘rendered any good service to the Spartans
and their allies in the war’. Elaborate speeches followed from Plataians
and
Thebans; the Spartans then merely repeated their question and killed the

Plataians, one by one, when they answered ‘no’ (3. 52. 4; 53. 2; 68. 1).

It is an interesting question whether these ‘new politicians’ represented


new wealth. Aristophanes ridicules them for being tainted by commerce
but this is the standard stuff of ancient invective.69 And there is specific
Βcounter-Β evidence: Kleon’s father Kleainetos had been a choregos, or
financial backer of a play, back in the 460s (Syll.3 1068), which puts
them in the wealthiest and certainly not the newest category of Athenian
propertied families. On the other hand, there is a neglected passage of
Thucydides which may after all suggest a link between new wealth and
generational change in Athenian politics: when talking of the effects of
the plague on Athenian society (430 bc) he comments that ‘those who
had nothing, immediately inherited their property’, i.e. that of the
prematurely dead (2. 53. 1).

Such widespread One solvent in this period was the teaching of the
itinerant teachers of higher education known as the sophists (below p.
196f.). It has been well argued recently that ‘the sophists’ should not be
treated as a unitary phenomenon or a coherent philosophical movement:
there were phases of sophistic activity, and the truth seems to be that
‘before 430, the sophists were a positive force for Athens’ democracy.
Afterwards they helped to destroy it’.87 That was certainly true of some
281

of the pupils of Socrates (cf. Aischin. 1.73 for Socrates as a ‘sophist’ who
taught oligarchs) in the last decade or so of the Peloponnesian War. But it
is to the beginning of that war that we must now turn, when Pericles was
still at the height of his powers, the plague was in the future and the
empire intact, and the enemies of Athens looked not to Athenian
oligarchs but to the Spartans for their ‘liberation’.redistribution of
property must surely have affected the composition and outlook of the
propertied class.

ABSTRACT OPPOSING THE PANHELLENISTS: THE


OLIGARCHIC RESURGENCE IN ATHENS, 413–411 By John Joseph
Haberstroh December 2014

The land on which the Athenians lived was not able to support the entire
population of Athens.227 The population estimates for Athens at the start
of the Peloponnesian War range between 250,000 to 350,000, but by the
end of the war, the population had fallen to less than 150,000.228 The
major factors affecting the population decline in the roughly thirty years
of the Peloponnesian War were war casualties from land- and sea-
engagements, the vicious plagues of 430/429 and 427 (Thuc. 2.47–2.58;
3.87), and the departure of 20,000 slaves upon the Spartan occupation of
Decelea (Thuc.

229 Thucydides (2.48.3) himself was a victim of the plague in 430, but
survived, and was able to recount the symptoms of the disease.

Thuc. 2.19, 2.57, 3.1, 3.26, 4.2), and the second being the occupation of
Decelea. During the Archidaminan War (431–421), the Spartans entered
Attica for brief periods of time over seven years, having skipped one year
due to the plague in Athens and the other to fears of earthquakes (Thuc.
2.71, 3.89).236 The total number of days spent by the Spartans in Attica,
according to Thucydides, was no more than 150 days, therefore, no
substantial damage could have been done by a relatively small Spartan
force over the…

349 Bassi, “Semantics,” 49. It is highly likely that Thucydides was


present for this speech as he was a general in Athens, and he caught the
plague which arrived in Athens the next spring (Thuc. 2.48.3). Some
authors (Dora C. Pozzi, “Thucydides ii.35–46: A Text of Power
Ideology,” The Classical Journal 78, no. 3 (Feb.-Mar. 1983): 222, note 6,
states that “There is a widespread consensus on a late date of
composition.”) believe that Thucydides wrote this particular speech after
282

the war ended in 404. With its close position in the narrative to
Thucydides’ recollection of personal experience, this cannot be the case.

HISTORY OF G. R. E. E. C. E. BY GEORGE GROTE, Esq. W 0 L, X,


REPRINTED FROM THE LONDON EDITION. NEW YORK:
HARPER & B R OTHERS, PUBLISHERS, 329 AND 331 PEARL
STREET. 1859.
PLAGUE AMONG THE BESIEGERS. 507 tion. Far from being able to
make progress in the siege, they were not even able to defend themselves
against moderate energy on the part of the Syracusans; who (like the
Peloponnesians du ring the great plague of Athens) were themselves
untouched by he distemper.|Such was the wretched spectacle of the
Carthaginian army, clearly visible from the walls of Syracuse.

A HISTORY OF GREECE; FROM THE EARLIEST PERIOD TO THE


CLOSE OF THE GENERATION CONTEMPORARY WITH
ALEXANDER THE GREAT. By GEORGE GROTE, F.R.S., VICE-
CHANCELLOR OF THE UNIVERSITY OF LONDON ;
CORRESPONDING MEMBER OF THE INSTITUTE OF FRANCE,
AND HON. MEMBER OF THE IMPERIAL AND ROYAL
ACADEMIES OF ST. PETERSBURG, KI1ARKOFF, MUNICn,
AMSTERDAM, TURIN, BRUSSELS, AND KoNIGSBURG J HON.
MEMBER OF THE HISTORICAL SOCIETY OF PHILADELPHIA,
V. . OF AMERICA. A NEW EDITION. IN EIGHT VOLUMES.—VOL.
IV.
WITH PORTRAIT, MAPS, AND PLANS. LONDON : JOHN
MUKEAY, ALBEMAKLE STREET. 1862. The 278 HISTORY OP
GREECE. Part II
of the epidemic by Thucydidês —his conception of the duty of actly ot
in g and recording.
Of this plague—or (more properly) eruptive typhoid fever,1
Description distinct from, yet analogous to, the small-pox—a de
scription no less clear than impressive has been left by
the historian Thucydidês, himself not only a spectator
but a sufferer. It is not one of the least of his merits,
that his notice of the symptoms, given at so early a stage .
of medical science and observation, is such as to instruct
the medical reader of the present age, and to enable the malady
to be understood and identified. The observations with which
that notice is ushered in, deserve particular attention. " In respect
to this distemper (he says), let every man, physician or not, say
what he thinks respecting the source from whence it may probably
have arisen, and respecting the causes which he deems sufficiently
283

powerful to have produced so great a revolution. But I, having


myself had the distemper, and having seen others suffering under
it, will state what it actually wast and will indicate in addition
such other matters, as will furnish any man, who lays them to
heart, with knowledge and the means of calculation beforehand, in
case the same misfortune should ever again occur."

La maladie d'Athènes avoit un type si tranché, que tous ceux qui en


ont parlé ont du le réproduire dans ses part ies essentielles." (Argument
aux
2mc Livre des Epidémies, OEuvres d' Hippocrate, torn. v. p. 64.) There
ap
pears good reason to believe that the great epidemic which prevailed in
the
Roman world under Marcus Aurelius (the Pestis Antonmiana) was a
renewal of what is called the Plague of Athens. 2 Thucyd. ii. 48. \tytT

Γετίμη Ζωή. 2015. Αγροτικά νοικοκυριά Στη Χαλκδική τον 14ο


D. Stathakopoulos,Plague D. Stathakopoulos, Invisible protagonists: the
Justinian plague from a zoocentric point of view, 87-95.

Prof. David (Davy) Robinson Exile From Olynthus Women in


Archeology.com

The repression caused by wartime conditions, and the depression due to


deaths in the plague that followed, were released explosively in many
Western countries, disappearing in a stock-market surge that opened up
the world to an increasingly wealthy middle-class, created a market for
vicarious adventures printed in a new news media, and made virtual
adventures a possibility for readers and patrons of arts and science. The
Green River run became, for science in general and archeology in
particular, a greed for the Green (money), fame, and even notoriety—
notability was not enough. The various media, the scientists, and the
students they were training entered a world where hype, heat, and
attention became ingrained traits for those who wanted what they defined
as success.

European Centre for Byzantine and Post-Byzantine Monuments


Medieval Ports in North Aegean and the Black Sea Links to the Maritime
Routes of the East
International Symposium. Θεσσαλονίκη 2013
284

Together with the political and military factors we also mention the
demographic one, which was heavily disrupted by invasion and
destruction and by the great plague (541/542, 558, 573/574), continued
until the early 8th century3. It is estimated that the population has
declined by 30%, despite the new territorial acquisitions of Emperor
Justinian4.

2.4 Effects of the crisis caused by pathological factors


Besides the natural phenomena mentioned above, another factor that led
to
disturbance or even ended the existence of some settlements in the
Balkans was the so-called Justinian plague that attacked the Byzantine
Empire’s population in waves starting in 541. Coming from Asia Minor,
it penetrated Egypt and North Africa, following the shores of the
Mediterranean in their entirety and finally reaching up to Britain and
Ireland. It affected especially the population located in port cities16,
mainly following trade routes, which have become channels for the
spread of the disease.

ΤΟ ΒΗΜΑ Λογοτεχνία και λοιμώδεις νόσοι,


Πανώλη, τύφος, φυματίωση, λέπρα,επιδημία,
πανδημία .

Πατρίκ Ντεβίλ : «Οι παράλληλες ζωές ταιριάζουν στη λογοτεχνία»


Ο πολυταξιδεμένος γάλλος πεζογράφος μιλάει στο «Βήμα» με αφορμή το
συναρπαστικό βιβλίο του «Χολέρα και πανούκλα». Οι δώδεκα
γεωγραφικές ζώνες του έργου του, τα μυθιστορήματα χωρίς μυθοπλασία,
οι μοναχικές μεγαλοφυΐες και το μοντέλο του Πλουτάρχου
Μπέκος Γρηγόρης 13.01.2019,

Πατρίκ Ντεβίλ. Χολέρα και πανούκλα. Μετάφραση Αννυ Σπυράκου.


Εκδόσεις Τόπος, 2017

Το πρώτο πράγμα που ρωτήσαμε τον κοσμογυρισμένο Πατρίκ Ντεβίλ


όταν τον συναντήσαμε στο Γαλλικό Ινστιτούτο, κατά την πρόσφατη
επίσκεψή του στην Αθήνα, ήταν αν έχει κάνει ποτέ τον λογαριασμό, αν
έχει μετρήσει πόσους διαφορετικούς τόπους έχουν αντικρίσει τα μάτια
285

του. Για μια μακρόσυρτη στιγμή ο 61χρονος γάλλος συγγραφέας (και


πολιτιστικός ακόλουθος) φάνηκε απορημένος. «Για να είμαι απολύτως
ειλικρινής, δεν έχω πρόχειρο τον αριθμό, νομίζω όμως ότι λίγο-πολύ έχω
πάει παντού» απάντησε μειδιώντας. Μέση Ανατολή, Αφρική,
Νοτιανατολική Ασία, Λατινική Αμερική. Η βάση του, ωστόσο,
παραμένει το Σεν Ναζέρ όπου εξακολουθεί να διευθύνει το Σπίτι των
Ξένων Συγγραφέων και Μεταφραστών.

«Εδώ και αρκετά χρόνια ακολουθώ ένα πολύ συγκεκριμένο και αυστηρό
πλάνο. Εχω χωρίσει τον πλανήτη σε δώδεκα γεωγραφικές ζώνες και το
σχέδιό μου είναι να γράψω ισάριθμα βιβλία καλύπτοντας ενάμιση αιώνα
ιστορίας. Σε αυτές τις ζώνες πηγαίνω τακτικά, διαμένω σε αυτές κατά
διαστήματα που ποικίλλουν μεταξύ τους, αλλά δεν εγκαθίσταμαι ούτε ζω
κάπου μονίμως. Σε τέτοιον βαθμό μάλιστα που προκαλώ τη σύγχυση στους
άλλους. Κανείς δεν ξέρει, όταν με βλέπει, αν έχω μόλις επιστρέψει ή αν
ετοιμάζομαι να ξαναφύγω». Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο μπερδεύει ο
αεικίνητος πεζογράφος τόσο τους μαγαζάτορες σε μια γειτονιά του
Μεξικού όσο και τα γκαρσόνια σε ένα μπιστρό του Παρισιού. «Ισως όλα
αυτά να εξηγούνται από την έντονη επιθυμία που έχω για πολλές
παράλληλες ζωές, ταιριάζουν άλλωστε πολύ στη λογοτεχνία. Πάντως το
μόνο σίγουρο είναι ότι δεν έχω γράψει ποτέ για μέρη όπου δεν έχω βρεθεί
ο ίδιος, έστω για λίγο, περαστικός».

Εργο δύο περιόδων

Το 2017 εξέδωσε το πιο πρόσφατο βιβλίο του, το έκτο και μεσαίο αυτής
της οικουμενικής σειράς, «το γαλλικό, με τον τίτλο «Taba-Taba», που
είναι και το πλέον αυτοβιογραφικό». Το έργο του Πατρίκ Ντεβίλ
χωρίζεται σε δύο ευδιάκριτες περιόδους. Η πρώτη, στις εκδόσεις Minuit,
ήταν ακραιφνώς μυθοπλαστική και τερματίστηκε το 2000. Από τότε,
αναζητώντας μια φόρμα που θα του επέτρεπε να συνδυάσει ετερόκλητες
λογοτεχνικές δυνατότητες, άρχισε να γράφει βιβλία εμπνευσμένα από
προσωπικότητες που υπήρξαν και αληθινά γεγονότα της Ιστορίας. «Δεν
υπάρχει εκεί μέσα ούτε ένα κόμμα που να μην είναι τεκμηριωμένο.
Πιστεύω όμως ότι και η νέα μου περίοδος παραμένει, στην ουσία της,
μυθιστορηματική. Πρόκειται απλώς για μυθιστορήματα χωρίς
μυθοπλασία».

Η τελευταία φράση περιγράφει ευκρινέστατα και το συναρπαστικό


βιβλίο του Χολέρα και πανούκλα (2012), το πρώτο του που
μεταφράζεται στα ελληνικά.

Πρωταγωνιστής εδώ είναι ο ελβετός γιατρός και βακτηριολόγος


Αλεξάντρ Γερσέν (1863-1943), μια ανήσυχη και λαμπρή διάνοια, ο
286

άνθρωπος που, ευρισκόμενος στο Χονγκ Κονγκ, ανακάλυψε προς τα


τέλη του 19ου αιώνα τον βάκιλο της πανώλης και παρασκεύασε εμβόλιο
και ορό κατά της νόσου.

«Οταν ακόμα δούλευα το ασιατικό βιβλίο μου «Kampuchéa«, ταξίδεψα


στην πάλαι ποτέ γαλλική Ινδοκίνα. Στην αφήγηση αυτή, την οποία
δημοσίευσα το 2011, ο Γερσέν παίζει έναν μικρό ρόλο επειδή είχε εργαστεί
εκεί επισήμως, για λογαριασμό της Τρίτης Γαλλικής Δημοκρατίας. Η
περίπτωσή του με διευκόλυνε πολύ, διότι μέσω αυτού βρήκα τον τρόπο να
γράψω για την ομάδα του Λουί Παστέρ (1822-1895), για εκείνο το
θαυμαστό γκρουπούσκουλο της μικροβιακής επανάστασης, μια ομάδα
κοσμικών αποστόλων που διασκορπίστηκε σε όλες τις ηπείρους και άνοιξε
ινστιτούτα, διαδίδοντας την επιστήμη και τον ορθολογισμό. Το
πλεονέκτημα του Γερσέν είναι ότι η ίδια η ζωή του υπήρξε εξόχως
μυθιστορηματική και επιπλέον μακρά. Οταν, λοιπόν, διαπίστωσα ότι τα
αρχεία του Γερσέν φυλάσσονταν στο Ινστιτούτο Παστέρ του Παρισιού,
ζήτησα την άδεια και απέκτησα πρόσβαση σε αυτά. Αποδείχθηκαν ένα
ορυχείο. Κατόπιν ανέπλασα τη ζωή του βασιζόμενος κυρίως στην
αλληλογραφία του, την επαγγελματική, τη φιλική και την οικογενειακή, με
την αδελφή και τη μητέρα του. Στην τελευταία, όταν ο ίδιος ήταν 26 ετών,
είχε στείλει ένα γράμμα για να της ανακοινώσει ότι σκόπευε να σταματήσει
την επιστημονική έρευνα και να μπαρκάρει ως ναυτικός. Η φράση είχε ως
εξής: «Δεν είναι ζωή να μην αλλάζεις ποτέ τόπο». Η συγκλονιστική
λεπτομέρεια είναι πως η φράση εκείνη στα γαλλικά ήταν γραμμένη
ποιητικά, σε αλεξανδρινό στίχο, σε έναν υπέροχο δωδεκασύλλαβο».

 Το μοντέλο του Πλουτάρχου

Ο Πατρίκ Ντεβίλ δεν γοητεύτηκε μόνο από τον εκκεντρικό χαρακτήρα


του Γερσέν (που απεχθανόταν «τα αίσχη της πολιτικής») και την
αναχωρητική του φύση. «Δεν ήταν μόνο η ανάγκη του να φεύγει συνεχώς,
ήταν και εκείνη η εγκυκλοπαιδική περιέργεια που τον διέκρινε, εκείνη η
μανία για μάθηση που δεν τον εγκατέλειψε μέχρι τα γεράματά του. Μετά
τον θάνατό του αποκαλύφθηκε ότι – επιτέλους – αρεσκόταν και στη
λογοτεχνία, ότι διατηρούσε μάλιστα ένα μυστικό μεταφραστικό εργαστήρι,
ότι στα ογδόντα του ξανάπιασε τη μελέτη των αρχαίων ελληνικών και των
λατινικών».

Πώς όμως τρυπώνει σε τούτο το βιβλίο ο μεγάλος ποιητής Αρθούρος


Ρεμπό; «»Βίοι παράλληλοι», Πλούταρχος. Αυτό το μοντέλο ακολουθώ. Το
έκανα και στο μεξικάνικο βιβλίο μου «Viva» (2014) που ακολούθησε, με
τον Λέοντα Τρότσκι και τον Μάλκολμ Λόουρι. Αυτές οι δύο ζωές, του
Γερσέν και του Ρεμπό, πέρα από τις αναμενόμενες διαφορές τους, έχουν
287

και κάτι κοινό. Είναι μοναχικές μεγαλοφυΐες που φεύγουν για να


εξασφαλίσουν τον απαραίτητο προσωπικό εσωτερικό τους χρόνο. Γιατί ο
χρόνος της επιστήμης και της σκέψης είναι αλλιώτικος από τον χρόνο των
ρολογιών και του ημερολογίου. Ο Γερσέν λ.χ. ανακαλύπτει τον βάκιλο
αλλά δεν πολυσκοτίζεται. Παρομοίως ο Ρεμπό ήξερε από νωρίς ότι με ένα
και μόνο ποίημά του σφράγισε τον αλεξανδρινό στίχο στη γαλλική ποίηση.
Το φοβερό όμως είναι ότι ο Ρεμπό ήθελε να γίνει Γερσέν! Ξέρετε τι έκανε
ο ποιητής όταν βρισκόταν στην Αβησσυνία; Παρήγγειλε μια τεράστια
βιβλιοθήκη μόνο με επιστημονικούς και τεχνικούς τίτλους. Το όνειρο του
Ρεμπό ήταν πρακτικό και εμπορικό, ήταν εκείνο που είχε καταφέρει ο
Γερσέν, ο οποίος έγινε ο βασιλιάς του καουτσούκ και της κινίνης και
αποκόμισε μεγάλα κέρδη. Και είναι λίγο αστείο, διότι ξεχνάμε ότι δεν
υπήρξε ποτέ πιο πλούσιος ποιητής στον κόσμο από τον Ρεμπό. Οταν
πέθανε είχε στην κατοχή του οκτώ κιλά χρυσάφι. Το τελευταίο γραπτό
σημείωμα που άφησε πίσω του ήταν μια λίστα όπου κατέγραφε τα
ελεφαντόδοντα, αριθμητικοί υπολογισμοί».

Θαψίματα και εγκώμια


Θαψίματα και εγκώμια Η αυτοβιογραφία του παντοδύναμου
λογοτεχνικού κριτικού της Γερμανίας Μαρσέλ Ράιχ-Ρανίτσκι
αναδεικνύεται σε μεγάλο μπεστ σέλερ. Η περιέργεια του κοινού και ο
περιπετειώδης βίος του ανδρός. ΣΠΥΡΟΣ ΜΟΣΚΟΒΟΥ Εδώ και μήνες
στην πρώτη θέση όλων των καταλόγων με τα λογοτεχνικά ευπώλητα στη
Γερμανία, στην Αυστρία και στην Ελβετία βρίσκεται ένα βιβλίο με τον
λιτό τίτλο «Η ζωή μου». Ετσι
ΣΠΥΡΟΣ ΜΟΣΚΟΒΟΥ 24 Νοεμβρίου 2008, 23:04 Ενημερώθηκε: 14
Μαΐου 2000,

Εδώ και μήνες στην πρώτη θέση όλων των καταλόγων με τα λογοτεχνικά
ευπώλητα στη Γερμανία, στην Αυστρία και στην Ελβετία βρίσκεται ένα
βιβλίο με τον λιτό τίτλο «Η ζωή μου». Ετσι είχαν επιγράψει τις
αυτοβιογραφίες τους και ο πρωθιερέας του μουσικού δράματος Ρίχαρντ
Βάγκνερ και ο πρωτοστάτης του Κόκκινου Στρατού Λέων Τρότσκι.
Τώρα όμως πρόκειται για κάποιον άλλο που αναμφίβολα θεωρεί τον
εαυτό του μεγάλο.

Εκθειάζει μια ποιήτρια ονόματι Ούλα Χαν, αλλά αποκαλεί ανόητο τον
Πέτερ Χάντκε, θαυμάζει τον μαγικό ρεαλισμό του Γκαμπριέλ Μαρσία
288

Μάρκες και βρίσκει πληκτικό τον Γκύντερ Γκρας. Είναι πάντως αλήθεια
ότι ο κεραυνοβόλος κριτικός πέρασε δύσκολη ζωή. Μας τη διηγείται
σήμερα χωρίς πάθος, αλλά και χωρίς οίκτο, σε μια γλώσσα απλή, σχεδόν
μηχανική, γυάλινη.

Το «Λογοτεχνικό Κουαρτέτο» αρχίζει πάντα με το allegro molto από το


κουαρτέτο του Μπετόβεν έργο 59, αριθμός 3, σε ντο μείζονα. Ηταν ένα
από τα αγαπημένα έργα της ορχήστρας εγχόρδων, την οποία είχαν
σχηματίσει έγκλειστοι εβραίοι μουσικοί τον καιρό του 2ου Παγκοσμίου
Πολέμου, όταν οι Γερμανοί απαγόρευσαν τις μεγάλες συναυλίες στο
γκέτο της Βαρσοβίας. Ολοι ανεξαιρέτως οι μουσικοί χάθηκαν στους
θαλάμους αερίων. Ανάμεσα στους ακροατές ήταν τότε και ο νεαρός
πολωνοεβραίος Μαρσέλ Ράιχ. Γεννήθηκε το 1920 στο Βλότσλαβεκ, σε
ηλικία εννέα ετών η μητέρα του τον έστειλε στον ευκατάστατο αδελφό
της που ζούσε στο Βερολίνο με κατευόδιο τα λόγια: «Πηγαίνεις, γιόκα
μου, στη χώρα του πολιτισμού». Ο Μαρσέλ μεγάλωσε τον καιρό της
ανόδου του εθνικοσοσιαλισμού στη Γερμανία και αποφοίτησε από ένα
πρωσικό γυμνάσιο της εποχής με άριστα στα γερμανικά. Το καταφύγιό
του ήταν τα βιβλία, το θέατρο, η μουσική. Ενα πρωί του 1938 τον
ξύπνησαν απότομα, τον εκτόπισαν μαζί με άλλους Πολωνοεβραίους στη
Βαρσοβία. Πρόλαβε να πάρει μαζί του ένα μυθιστόρημα του Μπαλζάκ
και τη «φορητή πατρίδα» στο μυαλό του: τη γερμανική γλώσσα και
λογοτεχνία. Και το όνειρο να γίνει μία ημέρα κριτικός.

Η ζωή κατά την ισπανική γρίπη, οι αλλαγές στην κοινωνία και η


σύγκριση με το σήμερα

Στο γκέτο επιβίωσε επειδή δούλευε στο «γραφείο μεταφράσεων και


αλληλογραφίας» της εβραϊκής αυτοδιοίκησης, ήταν μάλιστα αυτός που
δακτυλογράφησε το 1942 την απόφαση για τον μαζικό εκτοπισμό των
Εβραίων στο στρατόπεδο συγκέντρωσης στην Τρεμπλίνκα. Τύφος,
πείνα, εξευτελισμοί. Ενας γείτονας δεν άντεξε μια μέρα την ταπείνωση
και αυτοκτόνησε. Με προτροπή της μητέρας του ο νεαρός Μαρσέλ πήγε
να παρηγορήσει την κόρη του νεκρού. Η Τόζια είναι ως σήμερα η
γυναίκα του. Την παντρεύτηκε στα γρήγορα την ημέρα της απόφασης για
τον εκτοπισμό, επειδή μια παράγραφος πρόβλεπε ότι θα εξαιρούνταν από
το μέτρο οι υπάλληλοι της αυτοδιοίκησης με τις γυναίκες και τα παιδιά
τους. Ο ίδιος ο Μαρσέλ συνόδευσε τον πατέρα του και τη μητέρα του, η
οποία εκείνη την ημέρα φορούσε ένα ωραίο αδιάβροχο αγορασμένο στο
289

Βερολίνο, στον σταθμό απ’ όπου έφευγαν χωρίς γυρισμό τα τρένα για
την Τρεμπλίνκα. Στις αρχές του 1943 κατάφερε να διαφύγει με την Τόζια
από το γκέτο. Πέρασαν το διάστημα ως το τέλος του πολέμου κρυμμένοι
στο υπόγειο ενός πονόψυχου πολωνού μπεκρή. «Χρωστάμε την επιβίωσή
μας στη σύμπτωση. Για λόγους ακατάληπτους είμαστε τα εκλεκτά παιδιά
της φρίκης. Είμαστε και θα παραμείνουμε σημαδεμένοι ως την τελευταία
ημέρα της ζωής μας».

Ο κ. Σπύρος Μοσκόβου είναι δημοσιογράφος της Deutsche Welle.

Συγκλονιστικές μαρτυρίες από τη σφαγή των Ποντίων – 100 χρόνια


από τη Γενοκτονία

Άρπαξαν το γέρο παππού ζητώντας να τους δώσει χρήματα και ό,τι


άλλο είχε. Συνέχεια άρπαξαν από τα μαλλιά τη γιαγιά και ζητούσαν
να τους δώσει δαχτυλίδια, ρούχα και τρόφιμα. Δεν τους έφταναν ό,τι
έπαιρναν. Άρχισαν να χτυπούν.

ΤοΒΗΜΑ Team
16.05.2019, 19:13

Πέρασαν 100 χρόνια από τη Γενοκτονία των Ποντίων, τη δεύτερη


μεγαλύτερη Γενοκτονία του 20ου αιώνα. Μπορεί οι μνήμες για κάποιους
να ξεθώριασαν, όμως, ειδικά οι Πόντιοι δεν μπορούν να ξεχάσουν τον
ξεριζωμό των παππούδων και των πατεράδων τους. Ακόμη κι αν κάποιοι
αμφισβητούν το γεγονός. Ολοι θυμούνται τον Νίκο Φίλη να λέει ότι
αναγνωρίζει τον πόνο των Ποντίων αλλά δεν ήταν γενοκτονία.

Η ιστορία όμως έχει γράψει. Πάνω από 350 χιλιάδες Πόντιοι ήταν τα
θύματα της τουρκικής θηριωδίας, των Νεότουρκων του Κεμάλ
Ατατούρκ. Και οι συγκλονιστικές μαρτυρίες το αποδεικνύουν

Η ζωή κατά την ισπανική γρίπη, οι αλλαγές στην κοινωνία και η


σύγκριση με το σήμερα

Σειρά τέτοιων συγκλονιστικών μαρτυριών είχε δημοσιεύσει το


PontosNews, σε εκτενές αφιέρωμα όπου μεταφέρονται βιώματα που
κόβουν την ανάσα- βιώματα τα οποία σηματοδοτούν το τέλος μιας
ιστορίας χιλιετιών. Ακολουθούν, μεταξύ άλλων, κάποιες από αυτές.

 
290

Η διαδρομή του ποντιακού ελληνισμού από την αρχαιότητα μέχρι


σήμερα.
Πολιτισμός, παραδόσεις, οικονομία, εκπαίδευση, καθημερινή και
κοινωνική ζωή, διάλεκτος, λαογραφία, λογοτεχνία, ενδυμασία.

«Πολλά είδαμε και πολλά περάσαμε. Έβλεπες τους ανθρώπους να τρώνε


ψοφίμια, πολλές φορές μάλιστα εγένοντο ομηρικαί μάχαι δια να κόψη
κανείς ένα κομμάτι, ακόμα και από αυτά που έκειντο μέσα στον
δρόμο» . (Από το χειρόγραφο του Κωνσταντίνου Ιορδανίδη «Η εξορία
των χωριών Τρουψί και Μπάτσανα» (Αθήνα 1966). Πηγή: Πασχάλης Μ.
Κιτρομηλίδης (επιμ.), Η Έξοδος, τόμ. Γ΄, Κέντρο Μικρασιατικών
Σπουδών, Αθήνα 2013, σ. 577 via Pontosnews),

H διήγηση του Χαράλαμπου Κρυλλίδη, από ένα χωριό στη


Σεβάστεια το οποίο πλέον δεν υπάρχει.

«Κατεδικάσθην αθώος ων εις θάνατον, ήτο θέλημα Θεού, διά τούτο και
εγώ δεν λυπούμαι, και σεις μη λυπηθήτε. Έχω πίστιν, ότι θα
συναντηθούμε εις την άλλην ζωήν. Σας στέλλω τον χαιρετισμό και την
αγάπη μου. Εν όσω ζείτε να με μνημονεύετε» . (Του Αντωνίου
Τζινόγλου, Διευθυντού του εν Αμισώ Γραφείου Προσφύγων – Φυλακές
Αμάσειας, Δευτέρα 6 Οκτωβρίου 1921- via Pontosnews)

«Είμασταν περισσότερες από 100 γυναίκες και είχαμε 8-10 παιδιά,


ηλικίας 2 έως 7 χρονών και αποφασίσαμε να τα πνίξουμε μην τυχόν και
κλάψει κάποιο ή μιλήσει, και όταν οι Τούρκοι θα ήταν κοντά μας θα
ανακάλυπταν την κρυψώνα μας και θα μας συλλάμβαναν. Τότε η
καθεμία από εμάς πήρε το παιδί της άλλης και το έπνιξε, σφίγγοντας το
λαιμό του και αφήνοντας το νερό του καταρράκτη να μπει μέσα στο
στόμα του. Κάποιο κοριτσάκι 6-7 χρονών όταν είδε το τι γινότανε, μας
παρακάλεσε να μην της βγάλουμε από το λαιμό κάτι χαϊμαλιά που είχε
και μας είπε στα τούρκικα «πενί ποορκενέ τσιτσιλεριμί τσικάρτμαγιν»,
δηλαδή όταν με πνίγετε να μη βγάλετε από το λαιμό μου τα
χαϊμαλιά…». (Βαρβάρα Σαλτσίδου από το Κόλοου Έρπαας, γεννημένη
το 1902 , καταγραφή: Μάρτιος 1966, via Pontosnews).

Μας πήραν όλους σε μια πορεία θανάτου. Πολλοί, οι γεροντότεροι, δεν


άντεξαν. Τον θείο της μητέρας μου, τον παπα-Κυριάκο, τον διέταξαν οι
Τούρκοι στρατιώτες να φύγει. Εκείνος λειτουργούσε. Ζήτησε να
αποχωρήσει μόλις θα τέλειωνε η εκκλησία. Οι Τούρκοι απείλησαν να
κλειδώσουν τις πόρτες και να τους κάψουν ζωντανούς. Τελικά τους
έκαψαν μέσα στην εκκλησία. Τι τα θυμάμαι;…» (Αθανασία Ιγνατιάδου,
από χωριό της Κερασούντας- αφήγηση από τον πρώτο διωγμό, το 1910-
από την έκδοση Α΄ ποντιακή εβδομάδα στην Αυστραλία, 18-28
291

Αυγούστου 1989, της Κεντρικής Ένωσης Ποντίων «Η Ποντιακή


Εστία», via Pontosnews)

Μοναδική  ανέκδοτη μαρτυρία του Θανάση Γ. Κακογιάννη


από Αλάτσατα Ερυθραίας

Σεπτέμβριος 1987

στον  Δημήτρη Κρασσά

Πάντα ξυπνούν οι βαθιά θαμμένες μα ολοζώντανες, φοβερές κι


ανατριχιαστικές παιδικές θύμησες. Να, εκεί, που όσο περνούν τα χρόνια,
γυρίζει ο νους πολλές φορές σε όλα εκείνα που έζησε κανείς και τα
θυμάται ένα-ένα, με τα κύρια και καταλυτικά γεγονότα, χωρίς να τα ‘χει
αμαυρώσει ο χρόνος, με τις εικόνες των ζωηρές και ανεξίτηλες, γεγονότα
και εικόνες που σημάδεψαν τη ζωή των όσων τα έζησαν και τις είδαν.
Ακόμα εκεί που διαβάζεις κείμενα για τη Μικρασία, εκεί που αναζητάς
στον όποιο χάρτη δεις τα παράλια της Μικρασίας, τον τόπο που
γεννήθηκες με τα νησιά μας απέναντι. Και σε κάθε πια επέτειο, ατόφιες
μπροστά σου οι σκηνές, οι γιομάτες δέος και ανατριχίλα θανάτου, οι
σκηνές του βασανισμού, του βιασμού και της ατίμωσης, βαθιά
χαραγμένες και άσβεστες.

Η πονεμένη μορφή της χαροκαμένης  μάνας, η ορφάνια, τα πονεμένα


παιδικά  πρόσωπα, είναι ό,τι απόμεινε από  εκείνη την εποχή του
διωγμού και μετά για πολλά κατοπινά χρόνια. Και μέσα σ’ αυτό το
ζοφερό κύκλο του φονικού, της καταστροφής και του ξεριζωμού,
άσβεστη και ζωντανή η απέραντη άφθαρτη μνήμη.

Το δίλημμα μετά την πρώτη προσφυγιά

Έτσι  κι έγινε στη Μικρασία, στα ξακουστά ελληνικά παράλια της. Ο Α’


Παγκόσμιος Πόλεμος, που άρχισε το 1914, άγγιξε από τις πρώτες του
μέρες εκείνους τους τόπους. Κι οι πάτριοι εκείνοι τόποι με τη σφύζουσα
ελληνική πνοή και πίστη άδειασαν. Ο αλλόθρησκος εχθρός σκόρπισε
τους πληθυσμούς των Χριστιανών κατοίκων στην Ελλάδα. Προσφυγιά
κάπου έξι χρόνια. Κι’ ύστερα ξαναγύρισμα στις Πατρίδες. Μύριοι κόποι
να ξαναναστηθεί στους πατρογονικούς τόπους η ζωή.

Στα Αλάτσατα, μία μικρή κωμόπολη με 15.000 κατοίκους Έλληνες και


ελάχιστους Τούρκους, που βρίσκεται στη χερσόνησο Ερυθραίας, δυτικά
της Σμύρνης, και σε απόσταση 70 χλμ., είχε φθάσει εκείνο τον Αύγουστο
292

του 1922 ο απόηχος του Ελληνοτουρκικού Πολέμου, στο μέτωπο της


Μικρασίας. Ημέρα με την ημέρα βάραινε πάνω σε όλους τους κατοίκους
το φοβερό προαίσθημα της επερχόμενης συμφοράς. Μία αβεβαιότητα
ανάμικτη με τρόμο σκέπαζε το χωριό, όπως έλεγαν τη μικρή τους
κωμόπολη οι κάτοικοί της, όσο πλήθαιναν τα νέα του μετώπου που
κατέρρεε. Οι κάτοικοι, μπροστά στ’ αποκαρδιωτικά μηνύματα της
υποχώρησης του στρατού μας και της καθόδου των διαβόητων Τσετών
και του Τουρκικού Στρατού, που μαζί απλώνονταν αιμοχαρείς, νικηφόροι
και εκδικητές προς τη Σμύρνη και τα παράλια, αντιμετώπιζαν το
παράλογο δίλημμα να μείνουν στον τόπο τους, στην πατρίδα, ή να την
αφήσουν πάλι και να φύγουν στην ξενιτιά.

Στη μικρή αυτή πολιτειούλα ήταν πολύ ζωντανά τα πατριωτικά


αισθήματα  των κατοίκων της και βαθιά η χριστιανική πίστη τους. Ήταν
αφέλεια ακόμα και η σκέψη να μείνουν. Κι όμως ο καημός και τα
βάσανα της πρώτης προσφυγιάς, κι ύστερα το ξαναζωντάνεμα της
πατρίδας, να, η αιτία του διλήμματος. Οι χριστιανοί ήταν σχεδόν το
σύνολο των κατοίκων. Ελάχιστες οι τουρκικές οικογένειες, γι’ αυτό και
πολύ λίγοι κάτοικοι ήξεραν την τουρκική γλώσσα.

Στο γυρισμό, στα 1920, ύστερα από τον πρώτο διωγμό στα 1914, όσοι
γύρισαν στην πατρίδα είχαν ξαναδημιουργήσει τα νοικοκυριά τους.
Ξανακαλλιέργησαν την καρπερή γη της πατρίδας, ξαναστόλισαν τις
εκκλησίες τους, αποτελείωσαν και τον Άγιο Κωνσταντίνο στο Κάτω
Χωριό και τον στύλωσαν ωραίο κι επιβλητικό. Η σταφίδα γέμισε και
πάλι τα σπίτια, τα χέρσα χωράφια με τα σπαρτά και τα καρποφόρα
δέντρα ομόρφυναν όπως πριν τον τόπο τους. Το εμπόριο με τη Σμύρνη
ξανάρχισε και η ζωή είχε βρει ξανά τον ήρεμο ρυθμό της, με τις
καινούργιες εμπειρίες της προσφυγιάς μα και της προόδου.

Και να τώρα, μπροστά  στο αδυσώπητο δίλημμα: Να τ’ αφήσουν πάλι


όλα, χαμένος πάλι ο ιδρώτας και ο μόχθος, και να φύγουν, να πάρουν και
πάλι το δρόμο της προσφυγιάς, ή να μείνουν;

Ολέθρια συμβουλή

Όντας μακριά από τα μέτωπα, δεν είχαν επίγνωση των καταστροφών,


των φονικών μαχών, του ολέθρου που κάθε μάχη σκορπούσε παντού.
Έτσι τους έμενε κάποια αμυδρή ελπίδα πως ίσως δεν πειραχτούν από τον
Κεμάλ. Με κάποιες τέτοιες σκέψεις, ολότελα αντίθετες με την εξέλιξη
του πολέμου, οι Προεστοί συμβούλεψαν να μην εγκαταλειφθεί ο
πατρογονικός τόπος.
293

Όλοι έρμαια των Τσετών μετά την αποχώρηση του Ελληνικού


Στρατού

Στο μεταξύ οι φήμες μέρα με τη μέρα προμηνούσαν  τον όλεθρο. Ο


τρόμος και η αγωνία συνείχε τους πάντες. Η δράση των άτακτων
Τούρκων, των Τσετών, ήταν από παλιότερα γνωστή. Εκείνες τις μέρες
του τρόμου και της αγωνίας, κατέφθασε στα Αλάτσατα,
οπισθοχωρώντας, η οπισθοφυλακή του Ελληνικού Στρατού με
τον Πλαστήρα επί κεφαλής. Το μόνο που είπε στους κατοίκους που είχαν
συγκεντρωθεί στην είσοδο του χωριού ήταν ο πικρός του
λόγος: «Λυπάμαι που σας αφήνουμε…».

Ήταν  πια οι πρώτες μέρες του Σεπτέμβρη  του 1922. Ο Ελληνικός


Στρατός είχε αποχωρήσει. Ο Τουρκικός Στρατός, με προπομπό τους
άτακτους Τσέτες, κατέβαινε στις πόλεις και στα χωριά. Κι άρχισε το
απερίγραπτο δράμα των χριστιανών.

Στις 4 του Σεπτέμβρη εισέβαλαν με πυροβολισμούς και κραυγές. Τα


σπίτια αμπαρώθηκαν, ερημιά παντού. Έρμαια της μανίας των άτακτων
στιφών τα πάντα. Όλοι περίμεναν τη μοίρα τους. Πολλές οικογένειες
μαζεύονταν σ’ ένα σπίτι, έτσι για να μη μένουν μόνοι και με την
παρηγοριά ο ένας του άλλου. Οι χτύποι στις πόρτες, οι κοντακιές και τα
σπασίματα για ν’ ανοίξουν και να μπουν μέσα στα σπίτια, η χλαλοή και
τα τρεχοβολητά, κατακορύφωναν το δέος και την αγωνία. Όσο
μπορούσαν οι κάτοικοι να επικοινωνήσουν μεταξύ τους, μάθαιναν τα
όσα γίνονταν. Παντού σφαγή, βασανισμοί και βιασμοί. Όλοι έρμαια των
Τσετών. Έτσι, μια παγωμένη θανατερή αναμονή πλάκωνε τις καρδιές
όλων.

Και η σειρά μας  ήρθε

Μαζεμένοι στο σπίτι του παππού, η οικογένεια


ζούσε τον εφιάλτη της προσμονής της δικής μας δοκιμασίας. Οι Τσέτες
μπαινόβγαιναν και ανεβοκατέβαιναν στα σπίτια των χριστιανών. Σκοπός
τους η διαρπαγή, η λεηλασία, η σφαγή, οι βιασμοί. Το ακόρεστο πάθος
κυρίαρχο και ανελέητο καταπάνω σε γέροντες, γυναίκες και παιδιά. Με
αισθήματα αφόρητης αγωνίας, περίμεναν οι μεγάλοι, ο παππούς, η
γιαγιά, η μάνα και ο Μήτσος μας τη σειρά μας. Τα μικρά, εμείς,
κουλουριασμένα, φοβισμένα και χωρίς συναίσθηση του τι μας περίμενε,
το ένα κοντά στο άλλο, πιασμένα από τα φουστάνια της μάνας και της
γιαγιάς. Ο πατέρας άφαντος κάπου για να γλιτώσει.

Και η σειρά μας ήρθε. Αγρια χτυπήματα  στην αμπαρωμένη πόρτα με


φοβερές  φωνές. Ο μεγάλος αδελφός, ο Μήτσος, κατέβηκε και άνοιξε
294

την πόρτα. Ήταν ο πρώτος που δοκίμασε την επιδρομή μιας ομάδας


από Τσέτες. Αφού τον  κοπάνισαν με τα κοντάκια των τουφεκιών τους,
αγρίμια αληθινά, όρμησαν ανεβαίνοντας τις σκάλες. Άρπαξαν το γέρο
παππού ζητώντας να τους δώσει χρήματα και ό,τι άλλο είχε. Συνέχεια
άρπαξαν από τα μαλλιά τη γιαγιά και ζητούσαν να τους δώσει
δαχτυλίδια, ρούχα και τρόφιμα. Δεν τους έφταναν ό,τι έπαιρναν. Άρχισαν
να χτυπούν. Μ’ ένα γουδοχέρι πέτρινο έσπασαν το κεφάλι του παππού,
συνέχισαν τα χτυπήματα στη γιαγιά, ώσπου και οι δύο τους έπεσαν
αναίσθητοι. Όλοι κλαίγαμε, το μωρό στην αγκαλιά της μάνας τσίριζε.
Ένας θρήνος γιόμισε το σπίτι, που εν τω μεταξύ το είχαν κάμει άνω-κάτω
ψάχνοντας, ζητώντας πουγκιά και χρυσαφικά. Αγρίμια αληθινά, δεν
αρκέστηκαν σε ό,τι βρήκαν και άρπαξαν.

Οι βιασμοί

Σε  μια γωνιά του σπιτιού ήταν καθισμένη, έχοντας στα γόνατά της το
μικρό της γιο, μια γειτόνισσα που είχε ζητήσει να μείνει μαζί μας από το
φόβο που ήταν μοναχή και έρημη. Πριν από έναν μήνα είχε μάθει το
θάνατο του άνδρα της που σκοτώθηκε στο μέτωπο. Είχε φορέσει
ό,τι παλιόρουχα είχε κι είχε σκεπάσει το κεφάλι της με διπλό τσεμπέρι
για να κρύψει το πρόσωπό της και τα χρόνια της. Πώς όμως να ξεφύγει η
δύστυχη από τ’ άγρια θηρία;

Μυρίστηκαν το θήραμά τους. Κοντοστάθηκαν απέναντί της, έσκυψαν και


με μιας της τράβηξαν τα τσεμπέρια από το κεφάλι. Ξεχύθηκαν τα μαύρα
μαλλιά της και άστραψαν μπροστά τους τα μεγάλα μαύρα μάτια της και
το ωραίο λευκό πρόσωπο. Με βία παραμέρισαν το αγόρι της και την
τράβηξαν σέρνοντάς την στο διπλανό δωμάτιο. Σε λίγες στιγμές
ακούσαμε τα βογκητά και τις οιμωγές της… Μια κρυάδα μ’ έναν
αποτροπιασμό μας πάγωσε μικρούς και μεγάλους. Η φρίκη γιόμισε όλο
το σπίτι μπροστά στο κατοπινό θέαμα της βιασμένης γυναίκας. Ένα
ματωμένο κουρέλι σύρθηκε κοντά μας με σκισμένα τα ρούχα και
ματωμένο όλο της το κορμί, με ασταμάτητους λυγμούς. Μάζεψε το αγόρι
της και διπλώθηκε στα γόνατά της. Η γιαγιά πήγε κοντά της και με λίγο
νερό της ξέπλυνε το πονεμένο της πρόσωπο.

Μα  της δύστυχης δεν της έφτανε το δικό της μαρτύριο. Πάνω σ’ όλα


αυτά, να κι ένας πολίτης Τούρκος. Θα ήταν έως είκοσι χρονών, ήταν από
τους λίγους Τούρκους του χωριού. Χωρίς μιλιά γύρισε μια ματιά σε
όλους κι ύστερα κοντοστάθηκε μπροστά στη γυναίκα που ολοφυρόταν.
Έσκυψε και σήκωσε το αγόρι και κρατώντας το από το χέρι, τράβηξε
κατά τη σκάλα. Η δύστυχη με το έντονο προαίσθημα του κακού για το
αγόρι της, χίμηξε ν’ αρπάξει από τα χέρια του μισερού τουρκόπουλου το
295

παιδί της. Κι ο νεαρός, πάντα στυγνός και αμίλητος, με μια κλωτσιά την
ξάπλωσε στο πάτωμα κι ευθύς τραβώντας το παιδί, κατέβηκε. Λίγο πιο
κάτω από το σπίτι του παππού ήταν κάτι χαλάσματα. Από το μισάνοιχτο
παραθύρι έγειρε ο Μήτσος μας και είδε πως έσυρε το αγόρι μέσα σ’
εκείνα τα χαλάσματα… Δεν θα είχε περάσει μισή ώρα και το αγοράκι
γύρισε κατατρομαγμένο και μέσα στα κλάματα. Εξουθενωμένο έπεσε
στην αγκαλιά της βιασμένης μάνας του. Του σήκωσε τα ρουχαλάκια του
κι ύστερα με λίγο νερό προσπάθησε να το συνεφέρει. Μια νεκρική σιγή
σκέπασε όλο το σπίτι. Οι μεγάλοι αμίλητοι κι εμείς τα μικρά τρέμαμε
ολοσούσουμα.

Οι  στιγμές ήταν αβάσταχτες. Σε λίγο τα δάκρυα και οι λυγμοί μας


έπνιγαν όλους, μικρούς και μεγάλους, κι ο τρόμος κυρίαρχος ως την
τελευταία ικμάδα της ύπαρξής μας. Έτσι, ξημερωθήκαμε.

Δεν άργησαν πάλι τα χτυπήματα  της πόρτας

Την άλλη μέρα, κι ενώ οι πυροβολισμοί και  τα


τρεχοβολητά δικών μας που  έτρεχαν να κρυφτούν και των Τούρκων 
που κυνηγούσαν τα θύματά τους, ανήμποροι  να κάνουμε οτιδήποτε, μιας
και βρισκόμασταν στο έλεος των αιμοδιψών πάνοπλων ληστών,
περιμέναμε ανυπεράσπιστοι την τύχη μας. Και δεν άργησαν πάλι τα
χτυπήματα της πόρτας. Έφτασε αυτή τη φορά ένα μπουλούκι. Άρχισαν κι
έψαχναν παντού, μοιράζοντας κοντακιές. Τσουβάλια με σταφίδα,
τενεκέδες με πετιμέζι και τυριά, ό,τι ρούχα είχαν απομείνει από τους
χτεσινούς. Βρισιές, κλωτσιές και με τις λόγχες κομμάτιαζαν τις εικόνες.
Ύστερα φόρτωναν τη λεία τους κι έφευγαν, ώσπου να έρθουν άλλοι για
ν’ αποσώσουν τη διαρπαγή.

Άλλοι, μη βρίσκοντας ό,τι γύρευαν, ξεσπούσαν πάνω στα κορμιά μικρών


και μεγάλων. Η σαδιστική μανία τους ξεπερνούσε κάθε όριο. Έφτασαν ν’
αρπάξουν από την αγκαλιά της μάνας μας το μωρό της έξι μηνών, να το
αναποδογυρίσει ο άγριος Τσέτης, να το κρατήσει ανάποδα από τα δυο
του ποδαράκια και με ξεγυμνωμένο μαχαίρι να θέλει να το σχίσει στα
δύο. Μπροστά στα ουρλιαχτά της μάνας κι όλων μας και στην προτροπή
ενός συντρόφου του ν’ αφήσει το μωρό, το πέταξε κάτω και παίρνοντας
ό,τι ρουχικό και τρόφιμα βρήκαν, βρίζοντας στη γλώσσα τους έφυγαν.
Έτσι κόρεσαν τα πάθη τους τα στίφη των Τσετών. Μετά από κάθε
αναχώρηση, χαμός και θρήνος.

Η θεία Γιασεμή και  ο θείος ΤζώρτζηςΗ θεία Γιασεμή, η μικρή αδελφή


της  μάνας, ως είκοσι χρονών, λίγο ακόμα  και θα έσκαζε μέσα
στο αμπάρι με το σιτάρι που από την αρχή κάθε τόσο την έχωνε ο
παππούς για να γλιτώσει το βιασμό. Μόλις κατέβαιναν τα μπουλούκια, ο
296

θείος Τζώρτζης Γκίρδης, αδελφός της μάνας, που έκανε τον σφαγμένο κι
ήταν ξαπλωμένος πάνω από το αμπάρι που μέσα του κρυβόταν η θεία,
ανασηκωνόταν να πάρει κι αυτός αναπνοή. Ήταν σκεπασμένος μ’ ένα
σεντόνι που ήταν καταματωμένο από τις πληγές που μόνος του
προκάλεσε στο σώμα του. Στην τελευταία επιδρομή, μόλις έφυγαν,
τράβηξε μια τάβλα πάνω από το αμπάρι, το άνοιξε για να πάρει αέρα η
αδελφή του. Και μόλις ήταν καιρός, μελανιασμένη και λιγοθυμισμένη
την τράβηξαν στο δωμάτιο με χίλιους φόβους. Τη δρόσισαν και πάλι
ύστερα στο αμπάρι, κι από πάνω βουτηγμένος στα αίματα ο θείος
Τζώρτης και σκεπασμένος με το σεντόνι.

Με  το αιμάτινο αυτό καμουφλάζ ο θείος  Τζώρτης περίμενε να σωθεί. Η


οικογένειά του, που γλίτωσε στη Χίο, τον είχε για χαμένο. Τελικά
ανταμώθηκαν, όταν γύρισε από την αιχμαλωσία, από την όποια όμως δεν
κατάφερε να γλιτώσει.

Οι χτύποι και τα τρεχοβολητά στους δρόμους, από τους κυνηγημένους κι


από τις ομάδες των Τσετών, μας έκαναν όλους να τρέμουμε από το φόβο.
Αυτοί οι χτύποι σημάδεψαν τα παιδικά μας και τα εφηβικά μας χρόνια.
Κατοπινά, κι ύστερα ακόμα από μερικά χρόνια οι χτύποι στις πόρτες τη
νύχτα, θες από τους αέρηδες ή από τους γειτόνους και τους επισκέπτες,
ζωντάνευαν τις φριχτές ώρες της αγωνίας και του τρόμου. Και στον ύπνο
πάντα ο εφιάλτης του απάνθρωπου Τσέτη.

Έφυγαν  οι Τσέτες, ήρθε ο  Τουρκικός Στρατός και η αιχμαλωσία

Το  μαρτύριο της επιδρομής των Τσετών, με τους ξυλοδαρμούς,


τις λεηλασίες  και τους βιασμούς, κράτησε πέντε ολόκληρα μερόνυχτα.
Κι αφού πια είχαν κορέσει κάθε ταπεινό τους ένστιχτο, τα άταχτα
μπουλούκια τους τραβήχτηκαν σε άλλους τόπους για να συνεχίσουν το
μισερό τους έργο.

Θα ‘ταν η 10 του Σεπτέμβρη, όταν μπήκαν στα Αλάτσατα τμήματα του


Τούρκικου Στρατού. Η πρώτη διαταγή τους ήταν να παρουσιαστούν όλοι
οι άντρες από 18 χρονών μέχρι 60. Έτσι μάζεψαν όλους, όσους δεν είχαν
καταφέρει να φύγουν. Ανάμεσά τους ο Δημητρός μας, ο θείος Τζώρτζης,
που γλίτωσε την κακοποίηση χάρη στο ματωμένο σεντόνι με το οποίο
είχε κουκουλωθεί, όχι όμως και την αιχμαλωσία, οι δύο θείοι Γιαννακός
και Δημήτρης Κακογιάννης κι άλλοι πολλοί φίλοι και συγγενείς της
οικογένειας. Ο πατέρας από κεραμίδι σε κεραμίδι είχε ξεφύγει στην αρχή
από τους Τσέτες, μα δεν ξαναφάνηκε ποτέ πια. Κάπου άφησε το κορμί
του. Ποιός ξέρει πώς. Πάντως ανάμεσα στους αιχμαλώτους
Αλατσατιανούς δεν ήταν.
297

Σε  μακρινές σειρές, χωρίς να μπορέσουν  να πάρουν τίποτα μαζί τους,


πήραν το δρόμο της αιχμαλωσίας μαζί με τους άντρες άλλων χωριών και
πόλεων της Μικρασίας. Από τη Σμύρνη που έφτασαν, τράβηξαν ως τα
βάθη της Ανατολής. Η αιχμαλωσία με ανείπωτα μαρτύρια διάρκεσε δύο
και πλέον χρόνια. Όσοι μπόρεσαν κι επέζησαν, γύρισαν στην Ελλάδα.
Μα αυτοί ήταν πολύ λίγοι. Οι πολλοί περισσότεροι άφησαν τα κόκαλά
τους στους κάμπους και στις ερημιές της Μικρασίας.

Η αρχή της προσφυγιάς

Αφού  μάζεψαν τους άντρες, με άλλη διαταγή  όλα τα γυναικόπαιδα μαζί


με τους ηλικιωμένους έπρεπε να μαζευτούμε στις εκκλησίες 
και ιδίως στη μεγάλη εκκλησία Εισοδίων της Θεοτόκου. Εκεί, στο
προαύλιο της εκκλησίας ήταν ένα πηγάδι. Οι φήμες λένε ότι έπεσαν μέσα
για να γλιτώσουν το βιασμό από τους Τούρκους πολλές νέες. Η μάνα με
το μωρό της στην αγκαλιά και με μια σκεπασμένη εικόνα της
Υπαπαντής, που δεν την αποχωρίστηκε σε όλες τις μέρες της δοκιμασίας,
κρύβοντάς την κατά τις επιδρομές των Τσετών, μας μάζεψε σε μια γωνιά.
Η δύσμοιρη, μονάχη, χωρίς τον νοικοκύρη της, χωρίς τον μεγάλο
αδερφό, με τέσσερα παιδιά από έξι μηνών έως δώδεκα χρονών. Όλη τη
νύχτα βαριαναστέναζε κι έκλαιγε σιωπηλά. Σαν σταματούσαν τα δάκρυα,
ένωνε μαζί με τις άλλες γυναίκες και μανάδες τις προσευχές της. Έτσι
ξενυχτήσαμε τα γυναικόπαιδα δυο βραδιές. Την άλλη μέρα, νηστικούς
και πεινασμένους, μας ξεσήκωσαν για τον Τσεσμέ, όπως ήμασταν, χωρίς
να πάρει κανείς τίποτα μαζί του. Πολλοί γυμνοί και ξυπόλητοι
ξεκίνησαν. Οι μεγάλοι κατάλαβαν πως οδηγούμασταν στην προσφυγιά.

Θυμάμαι που φεύγοντας για τον Τσεσμέ περάσαμε μπροστά από το σπίτι 


μας, που ήταν στον κεντρικό δρόμο. Η πόρτα του ισογείου ήταν ανοιχτή.
Η μάνα γύρισε και κοίταξε, θυμάμαι. Το ίδιο κι εγώ. Είδαμε το μαξούλι
της χρονιάς, το σωρό της ψιλόροης σταφίδας που ήταν μαζεμένη εκεί
μπροστά να την τσουβαλιάζουν οι Τούρκοι. Η μάνα δεν κρατήθηκε,
κοντοστάθηκε, κοίταξε για μια στιγμή με πίκρα και για τελευταία φορά
το σπίτι μας και συνέχισε ύστερα από την προσταγή του στρατιώτη που
βάδιζε παράπλευρά μας. Τα δάκρυα την είχαν πνίξει. Θρήνος για τον
χαμένο πατέρα, για τον αιχμάλωτο γιο, για ό,τι αφήναμε, σπίτι και
πατρίδα.

Ο δρόμος για τον  Τσεσμέ και μετά στο άγνωστο

Μαζεμένα  πλάι της και πιασμένα από τη φούστα της, συνεχίσαμε, κάτω
απ’ τον καυτό ήλιο εκείνων των πρώτων ημερών του Σεπτέμβρη, το
δρόμο για τον Τσεσμέ. Πεινασμένοι, ρακένδυτοι, άυπνοι, συντρίμμια,
σερνόμασταν. Η μάνα δεν είχε αποχωριστεί από τις πρώτες μέρες της
298

συμφοράς την κάπως μεγάλη εικόνα της Υπαπαντής που είχαμε στο
εικονοστάσι του σπιτιού μας. Την είχε σκεπάσει μ’ ένα τραπεζομάντιλο
και τη φύλαγε όλες εκείνες τις μέρες, έχοντάς την κρυμμένη πότε εδώ και
πότε εκεί. Την είχε σαν τα μάτια της. Όσο είχε την έγνοια για μας, άλλο
τόσο και για την Παναγιά. Κι όσο ήμασταν στο σπίτι του παππού κι
ύστερα στην εκκλησιά κλεισμένοι, δεν έδινε βάρος για τη φύλαξή της.
Τώρα όμως στην πορεία, ήταν δύσκολο το έργο της μάνας. Είχε στην
αγκαλιά το μωρό, τη μικρή μας αδελφούλα, μαζί και την εικόνα. Ο
δρόμος μακρύς και η κούραση έλυνε τα γόνατα. Όταν πια είχε αποκάμει
από την κούραση, κοντοστάθηκε. Δίνει στο πιο μεγάλο αδέρφι, τον
Γιαννάκη μας, να κρατήσει για λίγο το μωρό κι εκείνη γρήγορα-γρήγορα
σκύβει και απιθώνει τη σκεπασμένη εικόνα στο πλαϊνό χαντάκι.
Γονατίζει, σταυροκοπιέται και την ασπάζεται. Τη σκεπάζει όσο πιο καλά
γίνεται κι ύστερα με δακρυσμένα μάτια, ολολύζοντας σα να ‘χε απέναντί
της την ίδια την Παναγιά, μονολογάει: «Παναγιά μου, συγχώρεσέ με, ή
το παιδί μου πρέπει ν’ αφήσω ή Εσένα». Ξανάκανε το σταυρό της,
ξαναπήρε το μωρό στην αγκαλιά της και συνεχίσαμε το δρόμο.

Ύστερα  από μια κουραστική πορεία τριών και πλέον ωρών, διψασμένοι,


κατάκοποι και με ματωμένα τα πόδια, φτάσαμε στον Τσεσμέ. Μας
μάζεψαν στις εκκλησίες. Το δικό μας μπουλούκι το σπρώξανε στον
πολιούχο του Τσεσμέ, τον Άγιο Χαράλαμπο. Εκεί που μας πήγαιναν,
πριν μπούμε στην εκκλησιά, είδα χάμω στα βοτσαλάκια ένα μικρούτσικο
βιβλιαράκι μ’ ένα σταυρό ζωγραφισμένο στο εξώφυλλό του. Έσκυψα το
πήρα και το έχωσα στην τσέπη μου. Ήταν μια ιερή σύνοψη. Θυμάμαι
αργότερα στη Μυτιλήνη, σημείωσα στο τελευταίο λευκό φύλλο
του: «Ιερό ενθύμιο των αλησμόνητων ημερών του διωγμού μας, 12
Σεπτεμβρίου 1922» και το όνομά μου από κάτω. Αυτό το μικρό ενθύμιο
το έχω πάντα στη βιβλιοθήκη μου. Ξεφυλλίζοντάς το, να μπροστά μου
μια-μια οι φοβερές κι αξέχαστες εκείνες ημέρες.

Μυτιλήνη  – Σάμος και η απαρηγόρητη μάνα

Μα  να, ύστερα από ένα ταξίδι μιας ημέρας, μας έβγαλαν σε μια
προκυμαία. Ήμασταν στη Μυτιλήνη. Όλη την οικογένεια μας πήγαν σ’
ένα στάβλο. Θυμάμαι τις αγελάδες που ήταν αραδιασμένες και
αναμασούσαν την τροφή τους. Όσο κι αν οι μεγάλοι ένοιωθαν άβολα,
όμως η λύτρωση από τους Τσέτες ήταν η πιο μεγάλη ανακούφιση.

Οι  φοβερές νύχτες με τις θυμίσεις των  Τσετών και οι μέρες αγωνίας

Εκείνες τις πρώτες νύχτες ο ύπνος δεν  μας έπαιρνε. Ήταν φοβερές,


σαν να ξαναζούσαμε τα όσα μαρτύρια ζήσαμε πριν από λίγες μέρες. Η
έντονη και έμμονη θύμησή τους μας έριχναν σε μια αβάσταχτη θλίψη
299

που κορυφωνόταν με το ασίγαστο κλάμα της μάνας. Οι νύχτες ήταν


φοβερές. Οι δυνατοί άνεμοι χτυπούσαν μέρα-νύχτα τις ξεχαρβαλωμένες
πόρτες και τα παραθύρια. Τις νύχτες ήταν που ολοζώντανες οι μνήμες
ξανάφερναν μπροστά μας τους Τσέτες, τη δύστυχη γειτόνισσα με το
μικρό της γιο, τους ξυλοδαρμούς του παππού, της γιαγιάς, της μάνας με
το μωρό που θέλησαν να σφάξουν. Κάθε κτύπος στις πόρτες και στα
παράθυρα απ’ τους αέρηδες μάς ανατάραζε όλους, μικρούς και μεγάλους.
Σα να ήταν ν’ ανεβούν οι Τσέτες. Κατατρομαγμένα, ιδίως εμείς τα μικρά,
ζαρώναμε το ένα πάνω στο άλλο. Όλα μα όλα όσα ζήσαμε, τα
ξαναζούσαμε. Ήταν τόσο ζωντανές στη φαντασία μας όλες εκείνες οι
σκηνές, οι βασανισμοί, ο βιασμός κι ο θρήνος, το αλαφιασμένο βλέμμα
και τα δάκρυα του μικρού που τρέμοντας έπεσε στην αγκαλιά της
πονεμένης μάνας του σαν γύρισε από τα χαλάσματα, η θέα της
πρησμένης μέσα στο αμπάρι θείας Γιασεμής, το ματωμένο σεντόνι που
σκέπαζε το θείο Τζώρτζη.

Οι  μέρες περνούσαν χωρίς να ξέρουμε πού θα εγκατασταθούμε και τι θ’


απογίνουμε. Τα λιγοστά τρόφιμα που μας χορηγούσαν και η ευσπλαχνία
που έδειχναν οι Καρλοβασίτες, δεν έφταναν να καλύψουν τις ανάγκες
μας. Πάσχιζαν ο παππούς, η γιαγιά, η μάνα πηγαίνοντας στο Καρλόβασι
να μάθουν τι μας μέλλεται, αν θα μέναμε, αν θα φεύγαμε πάλι και προς
πού. Κι ακόμα αν μπορούσαν να δουλέψουν πουθενά για να
συντηρηθούμε. Όμως ο τόπος ήταν μικρός και δουλειές δεν υπήρχαν.
Έτσι στερημένα περνούσε εκείνος ο καιρός. Και σα να μην έφτανε η
τόση δυστυχία μας, είχαμε γίνει και αντικείμενα περιέργειας. Κάθε τόσο
μας έρχονταν περίεργοι επισκέπτες, ιδίως μερικοί νεαροί να δουν τους
πρόσφυγες και πρώτα-πρώτα τις προσφυγοπούλες. Ανάμεσα στους
επισκέπτες και κάποτε-κάποτε μερικοί που έρχονταν μας έφερναν ό,τι
μπορούσαν για να μας βοηθήσουν.

Μετά  από δυο μήνες περίπου, παραχώρησε η Κοινότητα στην


οικογένειά μας  ένα δωμάτιο σ’ ένα ερειπωμένο κι ακατοίκητο σπίτι στον
Όρμο, κοντά στη θάλασσα, για να κατοικήσουμε. Τον παππού κάπου εκεί
στα πευκάκια. Μια ξυλένια σκάλα, ξεχαρβαλωμένη, ήταν ένας κίνδυνος
για μας τα παιδιά. Έτσι η μάνα μας κρατούσε όσο μπορούσε στο
δωμάτιο, και μόνο για τις ανάγκες μας μάς άφηνε να πάμε εκεί κοντά σ’
ένα χωράφι, είτε έβρεχε, είτε χιόνιζε.

Οι  δάσκαλοι θυμάμαι με είδαν με στοργή. Καλοί και πονετικοί για το


προσφυγάκι. Και δεν άργησαν οι φιλίες που πράυναν και μαλάκωναν τον
πόνο και την τόση δυστυχία. Όμως οι καημοί κι ο αβάσταχτος πόνος της
μάνας, οι κάθε λογής στερήσεις, ήταν το καθημερινό βίωμα εκείνου του
καιρού της προσφυγιάς. Αχ, έλεγε και ξανάλεγε, να όψονται οι αίτιοι.
300

Ο γυρισμός του Δημήτρη

Κατά  το τέλος του 1924, γύρισε από την αιχμαλωσία ο Δημήτρης μας.


Ευτυχώς γύρισε γερός. Μέρες και νύχτες μάς ιστορούσε το τι πέρασε
αυτός και χιλιάδες Μικρασιάτες αιχμάλωτοι. Η μάνα το πρώτο που τον
ρώτησε, ήταν αν συνάντησε ή αν άκουσε τίποτα για τον πατέρα μας. Ο
αδελφός μου γυρίζοντας από την αιχμαλωσία, περίμενε πως θα εύρισκε
τον πατέρα μαζί μας. Ούτε είχε μάθει, ούτε είχε ακούσει τίποτε, γι’ αυτό
και περίμενε να τον βρει μαζί μας. Τότε κατάλαβε πως εκείνες τις μέρες
της επιδρομής των Τσετών χάθηκε, όπως χάθηκαν και τα αδέρφια του, οι
θείοι μας, Γιάννης και Δημητρός…

Κι  άρχισε να μας διηγείται τις ατέλειωτες ιστορίες της φοβερής εκείνης


αιχμαλωσίας. Τις ολοήμερες πορείες, το γδύσιμο από τα ρούχα και τα
παπούτσια τους. Το σχίσιμο, το γδάρσιμο των ποδιών, την αφόρητη
καθημερινή πείνα και δίψα. Και κει στο δρόμο του Γολγοθά τους, κάθε
τόσο κι αραίωνε η φάλαγγά τους από όσους έμεναν πίσω, που δεν τους
ξανάβλεπαν. Η άφατη, η απέραντη αγωνία όταν ξεδιάλεγαν οι Τούρκοι
χωρικοί όσους ήθελαν για να κορέσουν το μίσος τους, ήταν μια
καθημερινή δοκιμασία που τους παρέλυε. Τα τσουβάλια, που ήταν το
κοινό ρούχο όλων των αιχμαλώτων, γιομάτο από την ψείρα, κι από το
χτύπημά τους με την πέτρα για να λυτρωθούν από το μαρτύριό της, είχε
καταντήσει ένας σκληρός κετσές που σκέπαζε χειμώνα-καλοκαίρι το
βασανισμένο κορμί. Το ξεθέωμα στους δρόμους, μέσα στο χιόνι το
χειμώνα και κάτω από το λιοπύρι το καλοκαίρι, με το σπάσιμο της
πέτρας για χαλίκι. Το ξεφόρτωμα από τα τραίνα των τσουβαλιών με
λογής-λογής περιεχόμενο. Την καθημερινή εξάντληση κι από πάνω το
μαστίγωμα για όσους έπεφταν λιπόθυμοι.

Τα  Τουρκιά στο Αξάρι, στο Ικόνιο, στο Αϊδίνι που μαζεύονταν στο


πέρασμα των αιχμαλώτων κι ο καταβασανισμός τους με πετροβολητό, με
φτυσίματα, με ξυλοδαρμούς, κι ακόμα οι σκοτωμοί εκεί στις ξέρες που
τους τραβούσαν. Για τις αρρώστιες; Πως τους θέριζε η δυσεντερία κι ο
τύφος. Πως όσοι αρρώσταιναν έμεναν στο δρόμο όπου τους
αποτελείωναν. Για το μαρτύριο της δίψας μέσα στο κατακαλόκαιρο, που
δεν τους άφηναν περνώντας από πηγές να πιουν νερό και πως τους
άφηναν να πέφτουν στα βαλτονέρια κι ύστερα οι θανατεροί πόνοι της
κοιλιάς, ο τύφος και στο τέλος ο μαρτυρικός θάνατος. Η καθημερινή
πίκρα για το χάσιμο των συντρόφων που άφηναν το κουφάρι των για
βορά στα όρνια και στα τσακάλια.
301

dum spiro spero. «Η φυματίωση, όμως, που έχω περάσει, είναι με


ελάχιστες διαφορές η φυματίωση του Μαγικού Βουνού (…)
Αντιλήφθηκα τότε σαστισμένος (μόνο ό,τι είναι ολοφάνερο σε κάνει να
σαστίζεις) πως το ίδιο μου το σώμα ήταν ιστορικό.Βέλτσος Γιώργος 25
Ιουνίου 2016, 06:46 Ενημερώθηκε: 26 Ιουνίου 2016,

μνήμη Γιώργου Χειμωνά


«Η φυματίωση, όμως, που έχω περάσει, είναι με ελάχιστες διαφορές η
φυματίωση του Μαγικού Βουνού (…) Αντιλήφθηκα τότε σαστισμένος
(μόνο ό,τι είναι ολοφάνερο σε κάνει να σαστίζεις) πως το ίδιο μου το
σώμα ήταν ιστορικό. Κατά μίαν έννοια, το σώμα μου είναι σύγχρονο του
Χανς Κάστορπ, του ήρωα του Μαγικού Βουνού∙ (…) το σώμα μου είναι
πολύ πιο γέρικο από μένα, λες κι έχουμε πάντα την ηλικία των
κοινωνικών φόβων που οι περιστάσεις της ζωής μάς έκαναν να
γνωρίσουμε».
Αυτή η θαρραλέα αποστροφή από το εναρκτήριο Μάθημα του Ρολάν
Μπαρτ στο «Κολέγιο της Γαλλίας» υπήρξε και το δικό μου έναυσμα να
αποδεχτώ την πρόσκληση και να «ανοίξω» ως κεντρικός ομιλητής το 25ο
Πανελλήνιο Πνευμονολογικό Συνέδριο την περασμένη Πέμπτη.
Μόνο που το δικό μου σώμα – έκθεμα ανιδιοτελές υπέρ της επιστήμης το
1949 στα αμφιθέατρα της Ιατρικής, ιδιοτελής εκθέτης τώρα της n-οστής
μου δύναμης προς τη ζωή – δεν κατατρύχεται πλέον από τους
κοινωνικούς φόβους που οι περιστάσεις με έκαναν να γνωρίσω. Ο λόγος;
Κατάλαβα πως όλοι είμαστε επιζώντες με αναστολή και πως – παρά
ταύτα – όσο αναπνέουμε ελπίζουμε.
Για να εξηγήσω όμως στο εξειδικευμένο ακροατήριό μου ότι η ασθένεια
είναι η προσπάθεια της φύσης να επιτύχει μια νέα ισορροπία στον
άνθρωπο και για να ισχυριστώ, όπως ο Κανγκιλέμ, πως το κανονικό
διαφέρει από το παθολογικό όπως διαφέρει μια ποιότητα από μια άλλη,
όφειλα να συνοδεύσω την εξομολογητική μου παρέκβαση με μια
παρατήρηση από την περιοχή της νευρολογίας, ώστε τα ευήκοα ώτα στην
αίθουσα του Χίλτον να επαναλάβουν ευχαρίστως ό,τι έλεγε ο Λακάν για
τον ακατανόητο εαυτό του: «Αυτός ο Λακάν, τι κοινοτυπία!».
Εκτός λοιπόν από το ποιητικό κείμενο που τους ανέγνωσα –
επιθυμώντας, ως πρωτεϊνούχος δαίμων, να διαβάλω τον ιατρικό
πατερναλισμό -, μια άλλη απόφανσή μου, στηριγμένη σε νομοταγείς
νευρολογικές πρακτικές, θα μπορούσε να πείσει τους ακροατές μου πως
ό,τι άκουσαν και ενδεχομένως ό,τι δεν κατάλαβαν, εκτός από τη
συναισθηματική ευφορία ή τη γνωσιακή δυσφορία που τους προκάλεσε,
τους έδωσε μια μοναδική ευκαιρία να αντιληφθούν πως η ποίηση ζητά
ακροατές-πάσχοντες από τη λεγόμενη ανομική αφασία, σύμπτωμα της
οποίας είναι η δυσκολία εύρεσης των σωστών λέξεων κατά την εκφορά
302

του λόγου παρότι η κατανόησή τους παραμένει ανεπηρέαστη. Αλλά


αυτός δεν είναι ο εγκυρότερος ορισμός της ποίησης; Να εκφράζεται με
ένα quid pro quo, ένα «άλλο αντί άλλο» το οποίο γίνεται αντιληπτό όχι
μόνο ως αλληγορία αλλά και ως εκείνη η ανοικειότητα του νοήματος που
δημιουργεί την τέχνη;
Για να το πω αλλιώς: ποιος άλλος λόγος δίνει τον κώδικα για την
αποκωδικοποίησή του παρά η ποίηση; Ο Φουκό έτσι συνέδεε την τρέλα
με τη λογοτεχνία. Ο γιατρός και πεζογράφος Γιώργος Χειμωνάς,
μιλώντας (σε γιατρούς) για τη διαφορά επιστήμης και λογοτεχνίας,
σημείωνε πως όταν η πρώτη διαθέτει «γλώσσα», προάγεται σε τέχνη.
Ο εκθέτης n και ύψωση σε δύναμη που λέγαμε!

Τζορτζ Οργουελ: Ο Μεγάλος Αδελφός και η παγκόσμια επιτήρηση


Στα τέλη του 1948 ο Τζορτζ Οργουελ, ταλαιπωρημένος από τη
φυματίωση, δακτυλογραφούσε ξαπλωμένος στο κρεβάτι το τελικό
κείμενο ενός μυθιστορήματος που θα κυκλοφορούσε τον επόμενο χρόνο
και θα συγκλόνιζε τον κόσμο. Τίτλος του, «1984».Βιστωνίτης
Αναστάσης 4 Αυγούστου 2018, 5 Αυγούστου 2018,
Στα τέλη του 1948 ο Τζορτζ Οργουελ, ταλαιπωρημένος από τη
φυματίωση, δακτυλογραφούσε ξαπλωμένος στο κρεβάτι το τελικό
κείμενο ενός μυθιστορήματος που θα κυκλοφορούσε τον επόμενο χρόνο
και θα συγκλόνιζε τον κόσμο. Τίτλος του, «1984».
Το σχεδίαζε, όπως είχε πει ο ίδιος, από το 1943, μετά τη Διάσκεψη της
Τεχεράνης που διεξήχθη από τις 28 Νοεμβρίου ως την 1η Δεκεμβρίου
του 1943, στην οποία συμμετείχαν ο Τσόρτσιλ, ο Στάλιν και ο Ρούζβελτ
συζητώντας για το μέλλον του κόσμου μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου
Πολέμου. Αλλά το μέλλον αυτό εκείνος ο οραματικός συγγραφέας το
είδε πολύ διαφορετικά από τους ηγέτες των τριών υπερδυνάμεων. Δεν θα
περνούσαν πολλά χρόνια και οι δυστοπικές του προβλέψεις θα
επαληθεύονταν σε μεγάλο βαθμό.
Πολιτικό θρίλερ
Επτά δεκαετίες σχεδόν μετά την πρώτη του έκδοση, το «1984»
εξακολουθεί να σαρώνει σε πωλήσεις παγκοσμίως. Πολλοί το θεωρούν
πολιτικό μανιφέστο, αφού χρησιμοποιήθηκε (θετικά και αρνητικά) στην
ιδεολογική αντιπαράθεση Αριστεράς – Δεξιάς στα χρόνια του Ψυχρού
Πολέμου. (Αλλωστε τον όρο «Ψυχρός Πόλεμος» ο Οργουελ ήταν εκείνος
που τον καθιέρωσε στο δοκίμιό του «Εσείς και η ατομική βόμβα», το
303

οποίο δημοσιεύτηκε στις 19 Οκτωβρίου 1945.) Αλλοι το εκλαμβάνουν


ως πολιτικό θρίλερ και άλλοι θεωρούν ότι η επιτυχία του οφείλεται στο
ότι απλώς είναι μια συγκινητική ερωτική ιστορία.

Μια αυτοκρατορία του φόβου


Για τον Οργουελ, ο κόσμος θα είναι μοιρασμένος σε τρεις αυτοκρατορίες
το 1984, που τους δίνει τα ονόματα Ωκεανία, Ευρασία και Ανατολασία.
Η υπόθεση του μυθιστορήματός εκτυλίσσεται στην Ωκεανία (πρότυπο
της οποίας είναι η σταλινική Σοβιετική Ενωση) και περιλαμβάνει την
Αμερική και τη Μεγάλη Βρετανία. Πρόκειται για ένα κράτος
ολοκληρωτικό που βασίζεται στον φόβο, στην απέχθεια για τους ξένους
και στη διαστρέβλωση ως την πλήρη αντιστροφή της πραγματικότητας
βάσει των τριών συνθημάτων του: «Ο πόλεμος είναι ειρήνη», «η
ελευθερία είναι σκλαβιά», «η άγνοια είναι δύναμη».
Ο έρωτας είναι πολιτική πράξη
Ο υπάλληλος Γουίνστον Σμιθ όμως προσπαθεί να περισώσει ένα
ποσοστό ελευθερίας, γι’ αυτό και κρατά ημερολόγιο όπου γράφει αυτά
που σκέφτεται ή αυτά που συνιστούν την αντικειμενική πραγματικότητα.
Κάποια στιγμή συναντά μια κοπέλα, η οποία λέγεται Τζούλια, που και
εκείνη σκέφτεται με τον ίδιο τρόπο.
Θα την ερωτευτεί και οι δυο τους θα προσπαθήσουν να αντισταθούν και
να συναντήσουν και άλλους διαφωνούντες.
Αλλά σε αυτή την αυτοκρατορία του απόλυτου φόβου, που βασίζεται στη
λογοκρισία, στην προπαγάνδα και στην παρακολούθηση των πάντων,
ακόμη και ο έρωτας είναι πολιτική πράξη, δηλαδή πράξη αντίστασης. Οι
δυο τους συναντιούνται σε δημόσια μέρη όπου ανάμεσα στο πλήθος θα
μπορούν να πιάσουν ο ένας το χέρι του άλλου. Ομως τίποτε δεν μένει
κρυφό για πολύ. Το κόμμα όχι μόνο θα τους χωρίσει, αλλά και θα τους
αναγκάσει να καταδώσουν ο ένας τον άλλον.
Ενα στέλεχος του κόμματος, προκειμένου να παγιδεύσει τον Γουίστον
Σμιθ, παριστάνει τον αντιστασιακό και του προμηθεύει απαγορευμένα
κείμενα του Ιμάνουελ Γκολντστάιν. (Η αναφορά είναι σαφέστατη. Οπως
ο Μεγάλος Αδελφός είναι ο Στάλιν, έτσι και ο Ιμάνουελ Γκολντστάιν
είναι ο Τρότσκι, το πραγματικό όνομα του οποίου ήταν Μπρονστάιν.)
Η συνέχεια είναι αναπόφευκτη. Ο Σμιθ συλλαμβάνεται και ανακρίνεται.
Ο διάλογός του με τον ανακριτή είναι ανατριχιαστικά ψυχρός: «Υπάρχει
304

ο Μεγάλος Αδελφός;» ρωτάει ο Σμιθ. «Φυσικά και υπάρχει. Το κόμμα


υπάρχει. Ο Μεγάλος Αδελφός είναι η ενσάρκωση του κόμματος» του
απαντά ο ανακριτής. «Υπάρχει όπως υπάρχω εγώ;» ξαναρωτά ο Σμιθ.
«Εσύ δεν υπάρχεις» του λέει ο ανακριτής.
Το τέλος είναι σοκαριστικό όχι τόσο επειδή το ολοκληρωτικό καθεστώς
συντρίβει έναν άνθρωπο που θέλησε να σκέπτεται διαφορετικά με βάση
τη συνείδησή του και την αντικειμενική αλήθεια, αλλά γιατί ο Γουίνστον
Σμιθ καταλήγει στο τέλος της ανάκρισης να αγαπήσει τον Μεγάλο
Αδελφό.
«Διπλή Σκέψη» και διγλωσσία
Στη δυστοπική αυτοκρατορία του Οργουελ θα συναντήσουμε πολλά από
όσα παρατηρούμε και στις σημερινές κοινωνίες – αν και σε διαφορετική
μορφή.
Πρότυπο η ΕΣΣΔ και ο Στάλιν

Το 1946 ο Οργουελ, όπως προκύπτει από την επιστολή που έστειλε στον
εκδότη του, δίσταζε ποιον τίτλο θα επέλεγε από τους δύο που είχε
σκεφτεί: «Ο τελευταίος άνθρωπος στη γη» ή «1984»; Κατά παρότρυνση
του εκδότη του επέλεξε το «1984», που το θεωρούσε πιο εμπορικό.
Αμέτρητες αναλύσεις και δοκίμια γράφτηκαν και εξακολουθούν να
γράφονται για το εμβληματικό αυτό μυθιστόρημα. Αξίζει να παραθέσει
κανείς ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από την επιστολή που έστειλε
στον Οργουελ ο Αλντους Χάξλεϊ όταν διάβασε το βιβλίο:

«Η φιλοσοφία της κυβερνώσας μειοψηφίας στο «1984» είναι ένας


σαδισμός που η λογική του κατάληξη είναι να πάει πέρα από το σεξ και
να το αρνηθεί». Στην ίδια επιστολή ο Χάξλεϊ υποστηρίζει ότι οι ρίζες του
μυθιστορήματος βρίσκονται στον Σαντ και στον Γράκχο Μπαμπέφ και
ότι ο Μεγάλος Αδελφός συνδυάζει τα γνωρίσματα αυτών των δύο
ιστορικών προσώπων. Αλλά βεβαίως οι προθέσεις του Οργουελ ήταν
διαφορετικές.
Είναι ωστόσο εντυπωσιακό που ο Οργουελ πρόβαλε το σταλινικό
μοντέλο στο μέλλον μέσω της τεχνολογίας, καθιστώντας τη μείζον όπλο
της απόλυτης καταστολής. Και ακόμη πιο εντυπωσιακό το ότι στη Ρωσία
με την περεστρόικα, όταν το 1988 δημοσιεύτηκαν στη «Λιτερατούρναγια
Γκαζέτα» για πρώτη φορά αποσπάσματα από το «1984», είπαν πως το
μυθιστόρημα περιέγραφε με ακρίβεια σχεδόν αυτό που είχαν ζήσει στη
σταλινική εποχή. Για τους Ρώσους δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το πρότυπο
305

για τον Μεγάλο Αδελφό ήταν ο Στάλιν. Και να σκεφτεί κανείς ότι τα
αρχεία της σοβιετικής εποχής άνοιξαν μισό αιώνα περίπου μετά την
έκδοση του «1984».
Η ζωή κατά την ισπανική γρίπη, οι αλλαγές στην κοινωνία και η
σύγκριση με το σήμερα

Πέραν του ότι πλήθος όρων προερχόμενων από τον Οργουελ μπήκαν στο
πολιτικό λεξιλόγιο, είναι εξαιρετικά σημαντική και η συμβολή του στα
βιβλία πολιτικής και επιστημονικής φαντασίας που γράφτηκαν και
εξακολουθούν να γράφονται. Η προβληματική του παραμένει καίρια και
αιχμηρή. Η επίδρασή του σε συγγραφείς πρώτης γραμμής είναι
αδιαμφισβήτητη, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τον Αντονι
Μπέρτζες. Αν πάρουμε για παράδειγμα τη διπλή μεταστροφή του
κεντρικού του ήρωα στο «Κουρδιστό πορτοκάλι», θα βρούμε ένα
παραμορφωμένο είδωλο του Γουίνστον Σμιθ από την ανάποδη. Ο
Μπέρτζες μάλιστα δημοσίευσε το 1984 και ένα άρθρο στην εφημερίδα
«Miami Herald» με τον ερωτηματικό τίτλο: «Καλημέρα! Είναι 1984.
Είμαστε ελεύθεροι;».

Η σημερινή τεχνολογία έχει ξεπεράσει αυτή στην οποία παραπέμπει ο


Οργουελ στο «1984». Το ανησυχητικό μήνυμα που εκπέμπει ωστόσο
παραμένει. Σαν σκοτεινή εικασία αλλά και σαν προειδοποίηση για το
μέλλον.

Γιάννης Ρίτσος : 29 χρόνια χωρίς τον ποιητή της Ρωμιοσύνης. Το


κύριο σώμα του έργου του συγκροτούν πάνω από 100 ποιητικές
συλλογές, 9 πεζογραφήματα και 4 θεατρικά έργα 11.11.2019,

Στις 11 Νοεμβριου του 1990 έφυγε από τη ζωή ένας από τους
σημαντικότερους έλληνες ποιητές αφήνοντας ως παρακαταθήκη στις
επόμενες γενιές σπουδαία έργα/

Ο Γιάννης Ρίτσος είχε γράψει μετά άλλων τον «Επιτάφιο», τη


«Ρωμιοσύνη» και τη «Σονάτα υπό το Σεληνόφως» ενώ το 1975
προτάθηκε για το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας.

Η ζωή κατά την ισπανική γρίπη, οι αλλαγές στην κοινωνία και η


σύγκριση με το σήμερα

Ο Γιάννης Ρίτσος γεννήθηκε στη Μονεμβασιά την πρωτομαγιά του 1909.


Ήταν το μικρότερο από τα τέσσερα παιδιά του μεγαλοκτηματία
Ελευθέριου Ρίτσου και της Ελευθερίας Βουζουναρά. Τα τρία μεγαλύτερα
306

αδέλφια του ήταν η Νίνα (1898-1970), ο Μίμης (1899-1921) και η


Λούλα (1908- 1995).

Το 1919 αποφοίτησε από το Σχολαρχείο της Μονεμβασιάς και το 1921


γράφτηκε στο Γυμνάσιο του Γυθείου. Την ίδια χρονιά πέθαναν ο αδερφός
του Μίμης και η μητέρα του Ελευθερία, και οι δύο από φυματίωση. Το
1924 δημοσίευσε τα πρώτα του ποιήματα στο περιοδικό «Διάπλαση των
Παίδων» με το ψευδώνυμο «Ιδανικόν Όραμα».

Το 1925 ολοκλήρωσε τις γυμνασιακές του σπουδές στο Γύθειο και έφυγε
με την αδερφή του Λούλα για την Αθήνα. Είχε προηγηθεί η οικονομική
καταστροφή του πατέρα του κι έτσι ο ποιητής αναγκάστηκε να εργαστεί
για τα προς το ζην, αρχικά ως δακτυλογράφος και στη συνέχεια ως
αντιγραφέας στην Εθνική Τράπεζα. Το 1926 προσβλήθηκε και ο ίδιος
από φυματίωση και επέστρεψε στη Μονεμβασιά ως το φθινόπωρο του
ίδιου χρόνου, οπότε γράφτηκε στη Νομική Σχολή της Αθήνας, χωρίς να
μπορέσει ποτέ να φοιτήσει. Συνέχισε να εργάζεται ως βοηθός
βιβλιοθηκαρίου και γραφέας στο Δικηγορικό Σύλλογο της Αθήνας.

Η νοσηλεία στο σανατόριο «Σωτηρία»

Τον Ιανουάριο του 1927 νοσηλεύτηκε στην κλινική Παπαδημητρίου και


τον επόμενο μήνα στο σανατόριο «Σωτηρία», όπου έμεινε τελικά για τρία
χρόνια. Στη «Σωτηρία» ο Ρίτσος γνωρίστηκε με τη Μαρία
Πολυδούρη και με μαρξιστές και διανοούμενους της εποχής του, ενώ
παράλληλα έγραψε κάποια ποιήματά του που δημοσιεύτηκαν στο
φιλολογικό παράρτημα της Εγκυκλοπαίδειας «Πυρσός». Από το
φθινόπωρο του 1930 και για ένα χρόνο έζησε στα Χανιά, αρχικά στο
φθισιατρείο της Καψαλώνας και μετά από προσωπική του καταγγελία
των άθλιων συνθηκών ζωής που επικρατούσαν εκεί σε τοπική εφημερίδα,
μεταφέρθηκε μαζί με όλους τους τρόφιμους στο σανατόριο Άγιος
Ιωάννης.

Τον Οκτώβριο του 1931 επέστρεψε στην Αθήνα κι ανέλαβε τη διεύθυνση


του καλλιτεχνικού τμήματος της Εργατικής Λέσχης. Εκεί σκηνοθέτησε
και συμμετείχε σε παραστάσεις. Η υγεία του βελτιώθηκε σταδιακά, το
ίδιο και τα οικονομικά του με τη βοήθεια της αδερφής του Λούλας, που
είχε στο μεταξύ παντρευτεί και φύγει για την Αμερική. Τον επόμενο
χρόνο, ο πατέρας του μπήκε στο Ψυχιατρείο στο Δαφνί (όπου πέθανε το
1938) και πέντε χρόνια αργότερα τον ακολούθησε η Λούλα, η οποία
πήρε εξιτήριο το 1939.
307

Μέλος του ΚΚΕ

Το 1933 συνεργάστηκε με το αριστερό περιοδικό «Πρωτοπόροι» και για


τέσσερα χρόνια ως ηθοποιός με τους θιάσους Ζωζώς Νταλμάς,
Ριτσιάρδη, Παπαϊωάννου και Μακέδου. Το 1934 άρχισε να αρθρογραφεί
από τις στήλες του Ριζοσπάστη κι εξέδωσε την πρώτη του συλλογή με
τίτλο «Τρακτέρ» με το ψευδώνυμο Σοστίρ (αναγραμματισμό του
επιθέτου του). Τον ίδιο χρόνο έγινε μέλος του ΚΚΕ, στο οποίο παρέμεινε
πιστός μέχρι το θάνατό του. Το 1935 κυκλοφορεί τη δεύτερη ποιητική
συλλογή του με τίτλο «Πυραμίδες» και προσλαμβάνεται ως επιμελητής
κειμένων στις εκδόσεις «Γκοβόστη».

Ο Ρίτσος στη διάρκεια της Κατοχής

Στη διάρκεια της Κατοχής, ο Ρίτσος έζησε κατάκοιτος, παρόλα αυτά


συμμετείχε στη δραστηριότητα του μορφωτικού τμήματος του ΕΑΜ και
αρνήθηκε να δεχτεί χρήματα από έρανο όταν κινδύνεψε η ζωή του από
τις κακουχίες το 1942.

Μετά την ήττα του ΕΛΑΣ στα «Δεκεμβριανά» ακολούθησε τις δυνάμεις


του στη σύμπτυξη. Περνά από τη Λαμία, όπου συναντά τον Άρη
Βελουχιώτη και φθάνει μέχρι την Κοζάνη, όπου ανεβάστηκε το θεατρικό
του «Η Αθήνα στ’ άρματα». Το 1945 γράφει τη «Ρωμιοσύνη», ένα ακόμη
δημοφιλές ποίημά του, που το μελοποίησε το 1966 ο Μίκης
Θεοδωράκης.

Το 1960 ο Μίκης Θεοδωράκης μελοποίησε τον «Επιτάφιο» και


σηματοδότησε την περίοδο της διάδοσης της μεγάλης ποίησης στο πλατύ
κοινό. Το 1962 ο Ρίτσος επισκέφθηκε τη Ρουμανία και συναντήθηκε με
το Ναζίμ Χικμέτ, του οποίου μετέφρασε ποίηματα στα ελληνικά.
Κατόπιν πήγε στην Τσεχία και τη Σλοβακία, όπου ολοκλήρωσε την
Ανθολογία Τσέχων και Σλοβάκων ποιητών, την Ουγγαρία και τη Λ. Δ.
της Γερμανίας. Το 1964 συμμετείχε στις βουλευτικές εκλογές με την
ΕΔΑ.

Η σύλληψη στη διάρκεια της Χούντας

Όταν ξέσπασε το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967, οι φίλοι του τον
ειδοποίησαν να κρυφτεί, εκείνος όμως δεν έφυγε από το σπίτι του. Τον
συνέλαβαν και τον έκλεισαν στον Ιππόδρομο του Φαλήρου. Στα τέλη
Απριλίου μεταφέρθηκε στη Γυάρο και αργότερα στο Παρθένι της Λέρου.
Το 1968 νοσηλεύθηκε στον «Άγιο Σάββα» και στη συνέχεια τέθηκε σε
κατ’ οίκον περιορισμό στο σπίτι της γυναίκας του στο Καρλόβασι της
Σάμου. Το 1970 επέστρεψε στην Αθήνα, μετά όμως από άρνησή του να
308

συμβιβαστεί με το καθεστώς του Παπαδόπουλου εξορίστηκε εκ νέου στη


Σάμο ως το τέλος του χρόνου που μπήκε για εγχείρηση στη Γενική
Κλινική Αθηνών. Το 1973 συμμετείχε στα γεγονότα του Πολυτεχνείου.

Πηγή: sansimera.gr

ΒΙΚΤΟΡΙΑ ΧΙΣΛΟΠ «Ο πόνος είναι η κινητήριος δύναμη».


Εχει και η λέπρα τη γοητεία της. Ενα βιβλίο για τη Σπιναλόγκα
βρίσκεται εδώ και 78 εβδομάδες στα μπεστ σέλερ, έχοντας πουλήσει
περισσότερα από 160.000 αντίτυπα. Αστρονομικός αριθμός για τα
ελληνικά δεδομένα όπου το μεταφρασμένο μυθιστόρημα θεωρείται
εμπορική επιτυχία, αν ξεπεράσει τις 10.000. Προτού υποχωρήσει το
ενδιαφέρον του κοινού για «Το νησί», το παρθενικό βιβλίο της Βικτόρια
Χίσλοπ, κυκλοφόρησε το δεύτερο μυθιστόρημα, με θέμα τον ισπανικό
εμφύλιο και τίτλο «Ο γυρισμός».τησ λωρησ κεζα 10 Νοεμβρίου 2008,
19:23 Ενημερώθηκε: 10 Νοεμβρίου 2008,

Εχει και η λέπρα τη γοητεία της. Ενα βιβλίο για τη Σπιναλόγκα


βρίσκεται εδώ και 78 εβδομάδες στα μπεστ σέλερ, έχοντας πουλήσει
περισσότερα από 160.000 αντίτυπα. Αστρονομικός αριθμός για τα
ελληνικά δεδομένα όπου το μεταφρασμένο μυθιστόρημα θεωρείται
εμπορική επιτυχία, αν ξεπεράσει τις 10.000. Προτού υποχωρήσει το
ενδιαφέρον του κοινού για «Το νησί», το παρθενικό βιβλίο της Βικτόρια
Χίσλοπ, κυκλοφόρησε το δεύτερο μυθιστόρημα, με θέμα τον ισπανικό
εμφύλιο και τίτλο «Ο γυρισμός». Η αγγλίδα συγγραφέας ταξίδεψε στην
Αθήνα με αφορμή την κυκλοφορία του νέου έργου της και είχαμε την
ευκαιρία να τη συναντήσουμε στη σουίτα της, στο ξενοδοχείο Ρlaza.
Ασφαλώς και ξέρει να δίνει συνεντεύξεις, έχει την υπομονή του
ανθρώπου που εργάστηκε σε εφημερίδες επί μακρόν, οπότε απαντά με
φιλικότητα στα πάντα. Τα θέματα του βιβλίου της δείχνουν ότι την
προσελκύει ο πόνος και η νοσηρότητα: «Αυτό μου είπε και η μητέρα μου
μόλις διάβασε το δεύτερο βιβλίο» αναφέρει. «Νομίζω όμως ότι οι
δύσκολες καταστάσεις που επιλέγω βοηθούν στην εξέλιξη της
μυθοπλασίας. Ο πόνος είναι η κινητήριος δύναμη. Δεν θα έγραφα ένα
βιβλίο όπου όλοι πεθαίνουν αν αυτό δεν είχε κάποιο άλλο νόημα».

Η Βικτόρια Χίσλοπ δουλεύει πάνω στα κλισέ της παγκόσμιας


λογοτεχνίας και ουδόλως ενοχλείται όταν της το αναφέρουμε. Εχει τη
μαεστρία του καλού μάγειρα που διαλέγει απλά υλικά για να φτιάξει ένα
νόστιμο πιάτο. Πιστεύει πάντως ότι μέρος της επιτυχίας της οφείλεται
309

στο ειλικρινές ενδιαφέρον της για το θέμα με το οποίο καταπιάνεται:


«Την αγάπησα τη Σπιναλόγκα, δέθηκα με έναν παράξενο τρόπο. Αυτό
περνάει μέσα στο βιβλίο και οι αναγνώστες νιώθουν μια ζεστασιά».
Τεκμηριώνει τις υποθέσεις των αφηγημάτων με τον δικό της ιδιότυπο
τρόπο έρευνας. Περιγράφει πώς εργάστηκε για να συγκεντρώσει
πληροφορίες για τον ισπανικό εμφύλιο: «Αναζήτησα αρχικά τη
βιβλιογραφία και βρήκα 14.000 τίτλους βιβλίων. Διάβασα πολύ και στη
συνέχεια έψαξα και βρήκα φωτογραφίες από τα χρόνια του Εμφυλίου.
Μια εικόνα μπορεί να μου δώσει πολύ περισσότερες πληροφορίες από
ολόκληρους τόμους. Βυθίζομαι σε αυτό που βλέπω, γίνεται η μεγαλύτερη
πηγή έμπνευσης. Η αληθινή ιστορία έχει πολύ περισσότερα
συναισθήματα από όσα χωρούν σε ένα βιβλίο. Στο υπόλοιπο ερευνητικό
κομμάτι συγκαταλέγεται και η επίσκεψη που έκανα στον τάφο του
Φράνκο. Ενιωσα εξίσου δυνατά συναισθήματα με τη Σπιναλόγκα, με τη
διαφορά ότι ήταν εντελώς αρνητικά. Ενιωσα να με καταλαμβάνει μια
φρίκη, ένα αίσθημα πνιγμού».

Η ζωή κατά την ισπανική γρίπη, οι αλλαγές στην κοινωνία και η


σύγκριση με το σήμερα

Τα ταξίδια στον τόπο όπου εκτυλίσσονται τα βιβλία συντελούν τα μάλα


στην ύφανση της ιστορίας. Μετά την Ελούντα ήρθε η σειρά της
Γρανάδας: «Το μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου είναι γραμμένο πίσω από
τζαμαρίες ζαχαροπλαστείων. Καθόμουν με τις ώρες και χάζευα τον
κόσμο που περνούσε. Παίρνω ιδέες από τους ανθρώπους που βλέπω, από
τις χειρονομίες τους, από τον τρόπο που μιλάνε, από το πώς είναι στην
όψη». Αυτή τη φορά το θέμα είναι πιο ευαίσθητο και το άγχος για την
υποδοχή του βιβλίου στον τόπο που περιγράφει ακόμη μεγαλύτερη: «Στα
ισπανικά ο “Γυρισμός” θα κυκλοφορήσει την άνοιξη του 2009, οπότε
περιμένω με μεγάλη αγωνία τις κριτικές».

Η Βικτόρια Χίσλοπ δεν συγκινείται από τη Μεγάλη Βρετανία και την


Ιστορία της. Νιώθει μια έλξη από τον Νότο. «Δεν σκέφτηκα ποτέ μέχρι
τώρα να γράψω κάτι αγγλικό. Ποτέ δεν λέω ποτέ αλλά δεν μπορώ να
φανταστώ ένα βιβλίο τοποθετημένο στο Γιόρκσαϊρ ή στη Σκωτία. Δεν
λέω ότι δεν αγαπώ την πατρίδα μου αλλά μου αρέσει η Μεσόγειος.
Νιώθω πολύ πιο ευτυχισμένη εδώ, σαν στο σπίτι μου. Μου αρέσει το
φως, μου αρέσει η ατμόσφαιρα, οι άνθρωποι, το φαγητό. Ολα αυτά με
εμπνέουν, αλλά δεν μπορώ να το εξηγήσω γιατί δεν έχω μεσογειακές
ρίζες». Πάντως έχει όλα τα χούγια του Βρετανού, όπως η λατρεία για τη
βασιλική οικογένεια. Φοβάται μήπως τη θεωρήσουν κομμουνίστρια με
αυτά που γράφει στον «Γυρισμό». Δεν νομίζουμε ότι υπάρχει τέτοιος
κίνδυνος αφού η πολιτική λειτουργεί ως σκηνικό. Από τεχνικής απόψεως
310

η δομή του βιβλίου είναι άρτια, τα πρόσωπα αληθοφανή και η διατύπωση


διαυγής. Κατά τα άλλα, η συγγραφέας που διοχέτευσε 1,5 εκατομμύριο
βιβλία στην ευρωπαϊκή αγορά δείχνει μια ακόμη φορά το ταλέντο της
στην αφήγηση: αν μη τι άλλο δεν μας πιάνουν τα χασμουρητά, παρά την
έκταση των 500 σελίδων.

Το μυθιστόρημα της Βικτόρια Χίσλοπ,«Ο γυρισμός»,κυκλοφορεί από


τις εκδόσεις Διόπτρα σε μετάφραση Μιχάλη Δελέγκου.

Στην αποικία των τιμωρημένων


Το 2005 η βρετανίδα συγγραφέας Βικτόρια Χίσλοπ εξέδωσε το
μυθιστόρημα Το νησί, που μέσα σε έναν χρόνο πούλησε 1.000.000
αντίτυπα. Το βιβλίο καταπιάνεται με την εξιστόρηση ενός έρωτα στο
νησί των χανσενικών, τη Σπιναλόγκα. Με το ίδιο θέμα όμως είχε
ασχοληθεί σχεδόν πριν από έναν αιώνα η Γαλάτεια Καζαντζάκη στη
νουβέλα της Η άρρωστηπολιτεία, που την εξέδωσε το 1914 με το
ψευδώνυμο Πετρούλα Ψηλορείτη. Η νουβέλα προκάλεσε αίσθηση στην
εποχή της για να ξεχαστεί μεταπολεμικά, μολονότι ανήκει στα
αντιπροσωπευτικά έργα της συγγραφέως.του ανασταση βιστωνιτη 23
Μαΐου 2010, 06:45 Ενημερώθηκε: 23 Μαΐου 2010,

Το 2005 η βρετανίδα συγγραφέας Βικτόρια Χίσλοπ εξέδωσε το


μυθιστόρημα Το νησί, που μέσα σε έναν χρόνο πούλησε 1.000.000
αντίτυπα. Το βιβλίο καταπιάνεται με την εξιστόρηση ενός έρωτα στο
νησί των χανσενικών, τη Σπιναλόγκα. Με το ίδιο θέμα όμως είχε
ασχοληθεί σχεδόν πριν από έναν αιώνα η Γαλάτεια Καζαντζάκη στη
νουβέλα της Η άρρωστηπολιτεία, που την εξέδωσε το 1914 με το
ψευδώνυμο Πετρούλα Ψηλορείτη. Η νουβέλα προκάλεσε αίσθηση στην
εποχή της για να ξεχαστεί μεταπολεμικά, μολονότι ανήκει στα
αντιπροσωπευτικά έργα της συγγραφέως. Η επανέκδοσή της, που
συνοδεύεται μάλιστα και από τεράστιο επίμετρο, όχι μόνο μάς θυμίζει
ένα βιβλίο το οποίο υπήρξε πρωτοποριακό για την εποχή του αλλά και
μας βοηθάει να προβούμε σε συγκρίσεις. Γραμμένο σε πρώτο πρόσωπο,
μας δίνει το πορτρέτο μιας νεαρής γυναίκας με τα πρώτα σημάδια της
αρρώστιας που λόγω της μεταδοτικότητάς της την οδηγεί στη
Σπιναλόγκα, ένα πραγματικό αλλά και ψυχολογικό, συναισθηματικό
γκέτο, μια αποικία τιμωρημένων, θα λέγαμε. Τιμωρημένων ανθρώπων,
ωστόσο, που δεν εγκλημάτησαν. Αυτό επιδρά στον ψυχισμό της
311

πρωταγωνίστριας με δύο τρόπους. Πρώτον, της αυξάνει την επιθυμία για


ζωή και, δεύτερον- και ταυτοχρόνως-, πολλαπλασιάζει μέσα της το
αίσθημα της αυτοκαταστροφής, το οποίο δεν είναι μόνο προϊόν του
διλήμματος, αν μια τέτοια ζωή αξίζει ή δεν αξίζει να τη ζει κανείς, αλλά
και της οδυνηρής βεβαιότητας, όπως την εκφράζει η ηρωίδα στη σελίδα
93, ότι κανένας άνθρωπος που σκέπτεται δεν μπορεί «να συμβιβαστεί
ποτέ με αυτήν την κατάσταση.Συλλαμβάνει πλήθος ιδέες,ζει μέσα στο
ψέμα,φτιάνει ένα είδωλο». Η παραπάνω φράση δεν έχει και μεγάλη
διαφορά από την παρατήρηση της Σούζαν Σόνταγκ στο δοκίμιό της Η
νόσος ως μεταφορά ότι «η νόσος είναι μια δεύτερη υπηκοότητα» , η άλλη
πλευρά της ζωής που την ορίζει το αρνητικό της (η σκιά του θανάτου).

Στη Σπιναλόγκα, ένα νησάκι στον κόλπο Μιραμπέλου στον Αγιο


Νικόλαο της Κρήτης, η ηρωίδα (που η συγγραφέας δεν την ονομάζει)
συναντά και ερωτεύεται έναν δάσκαλο ονόματι Λουκά. Τι συμβαίνει
όμως όταν δύο χανσενικοί ερωτεύονται ο ένας τον άλλον; Ο έρωτας είναι
η κατάφαση στη ζωή, ενώ η αρρώστια το σαράκι της. Η αντίφαση αυτή
τρώει την ψυχή της πρωταγωνίστριας που τη βλέπει να καθρεφτίζεται
στην άρρωστη πολιτεία, την πολιτεία των ανίατα ασθενών, η οποία
βουλιάζει «σε ένα σκοτάδι πηχτό σαν τέλμα» και όπου «κανένα λευκό
λουλούδι δεν ανθεί επάνω στα στεκάμενα νερά». O έρωτας επομένως
αυτός είναι ατελέσφορος και λειψός, όπως και η ζωή των άρρωστων
ερωτευμένων.

Η γραφή της Γαλάτειας Καζαντζάκη θυμίζει σύνθεση καταγραφών σε


ημερολόγιο, σε ένα μαύρο λεύκωμα όπου γράφει αυτή η νέα και όμορφη
γυναίκα (η πρωταγωνίστριά της), γνωρίζοντας ότι σιγά σιγά η αρρώστια
θα φάει την ομορφιά της και ότι αυτό που οι άλ λοι ζουν εκείνη θα πρέπει
να το ζήσει με διαφορετικό τρόπο. Και παρά τα χρόνια που έχουν
περάσει και τις κοινοτοπίες (κάποτε φαντάζουν ως αμπελοφιλοσοφίες) η
νουβέλα της διατηρεί αρκετή από την αρχική φρεσκάδα της και συχνά
μια σπάνια οξύτητα που δύσκολα τη συναντά κανείς στα μακάρια
ηθογραφήματα της εποχής.

Η νουβέλα της Γαλάτειας Καζαντζάκη με καθαρά αισθητικά κριτήρια


δεν ανήκει ασφαλώς στα θεμελιώδη έργα της νεοελληνικής πεζογραφίας.
Είναι όμως ένα βιβλίο που πρώιμα θέτει το ζήτημα των περιθωριακών-
πιο σωστά: περιθωριοποιημένων- ομάδων και των επιδράσεων μιας
ανίατης ασθένειας (της λέπρας) στον ατομικό ψυχισμό και στην
κοινωνία.

Η ΑΡΡΩΣΤΙΑ ΩΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΘΕΜΑ


312

Η ζωή κατά την ισπανική γρίπη, οι αλλαγές στην κοινωνία και η


σύγκριση με το σήμερα

Η Σπιναλόγκα με τα σπίτια των χανσενικών και το λεπροκομείο

Η «Αρρωστη πολιτεία»έχει μιαν αναμφισβήτητη αμεσότητα – αλλά και


πολλές κοινωνικές παραμέτρους.Αυτές εξετάζει στο επίμετρο η Κέλη
Δασκαλά,προβαίνοντας σε ενδιαφέρουσες συγκριτικές παρατηρήσεις
όσον αφορά όχι μόνο το ίδιο το βιβλίο αλλά και τις ομοιότητες ή τις
διαφορές του με αντίστοιχα προγενέστερα ή μεταγενέστερα κείμενα της
δυτικής λογοτεχνίας.Η Γαλάτεια Καζαντζάκη έχοντας δεχθεί τη βαθιά
επίδραση ενός από τους ισχυρότερους νεοέλληνες συγγραφείς,του Νίκου
Καζαντζάκη με τον οποίο ήταν παντρεμένη για πολλά
χρόνια,πραγματεύεται- και μάλιστα σε μικρή σχετικά ηλικία- το θέμα της
αρρώστιας,το οποίο υπήρξε βασικό σε κάποια αριστουργηματικά έργα
της παγκόσμιας λογοτεχνίας,όπως για παράδειγμα το«Μαγικό βουνό»ή
ακόμη και ο «Θάνατος στη Βενετία»του Τόμας Μαν.Το επίμετρο,παρά
την υπερβολικά μεγάλη έκτασή του (στην πραγματικότητα πρόκειται για
συγκριτολογική μελέτη),μας προσφέρει επιπλέον και μιαν άκρως
ενδιαφέρουσα περιδιάβαση που συνοδεύεται και από πλήθος καίριες
παρατηρήσεις όσον αφορά τις κοινωνικές και φιλοσοφικές επιδράσεις
της νόσου γενικώς, είτε πρόκειται για ανίατη ασθένεια είτε για
επιδημία.Γι΄ αυτό σωστά η Δασκαλά ερευνά το ζήτημα των νιτσεϊκών
επιδράσεων στη συγγραφέα (επιδράσεων οι οποίες οφείλονται
στονΚαζαντζάκη,φυσικά).Εχω όμως την εντύπωση ότι η Γαλάτεια
Καζαντζάκη στραβοδιαβάζει τον Νίτσε και εδώ όπως και στο άλλο
γνωστό βιβλίο της,«Ανθρωποι και υπεράνθρωποι».Και έχω επίσης
σοβαρές αμφιβολίες αν είχε κατανοήσει τη φοβερή νιτσεϊκή θεωρία
της«αιώνιας επιστροφής»- ή«επαναστροφής»όπως την ήθελε ο Αγγελος
Τερζάκης.Αυτό όμως είναι,καθώς θα έλεγε ο Κίπλινγκ,μια άλλη ιστορία.

«Που κυλάει απροσδόκητα…»Μες στην απλυσιά και τη βρώμα μια


ζωή πορευόταν. Εζεχνε το κορμί του από τις μυρωδιές του
κόσμου.Αρκουμανέα Λουίζα 21 Φεβρουαρίου 2014,

Μες στην απλυσιά και τη βρώμα μια ζωή πορευόταν. Εζεχνε το κορμί
του από τις μυρωδιές του κόσμου. «Τον είχαν παρεξηγήσει οι ανθρώποι·
η σκόνη τον είχε κάμει ολόασπρο, κι ο δρόμος – αχ θεέ μου -, ο δρόμος
ποτέ δε θα τελείωνε». Δεν είχαν αρχή και τέλος οι περιπλανήσεις του.
Δεν υπήρχε τελικός προορισμός στον χάρτη του μυαλού του· μόνο
στάσεις. Οπου τον έφερναν οι χιλιοφαγωμένες σόλες των παπουτσιών
313

του, όπου έβλεπε φως – φιλικό; -, όπου άκουγε σκυλί να γαβγίζει, εκεί
σταματούσε για λίγο – μια μπουκιά, μια γουλιά, ένας ύπνος και το
χάραμα πάλι από την αρχή. «Κοσμογυριστής, στρατοκόπος, αλήτης… Η
γη δεν τον χώραε· τον τραβούσε η μαγγανεία της έρημος».
Η είδηση για τον θάνατο της μάνας δεν τον αγγίζει· ούτ’ ένα φρύδι δεν
ανασηκώνει. «Είναι λοιπόν ένα τέρας;»: η αδελφή του τον βλέπει
ξαφνικά ύστερα από χρόνια στο κατώφλι της. Σίγουρα αυτό το «τέρας» –
ο αφηγητής του «Θείου Τραγιού» – κάνει ό,τι περνάει από το χέρι του
για να προκαλέσει το μίσος, τις βίαιες αντιδράσεις των συνανθρώπων
του. Αρέσκεται να ξυπνά τη φρίκη, την απέχθεια, την αηδία. Ηδονίζεται
να τον θεωρούν κλέφτη – «τίμιος», «κύριος», «έμπιστος» είναι για αυτόν
βρισιές. «Ο άνθρωπος της σωστής διατίμησης παίρνει την ιεραρχία των
αξιών απ’ ανάποδα» πιστεύει και πράττει ανάλογα. Αρνείται τις
συμβάσεις, τρώει όποτε θέλει αυτός (και όχι όποτε κάθονται οι άλλοι στο
τραπέζι). Διασπείρει ψεύτικες φήμες και προκαλεί τεράστια αναταραχή
στον πύργο όπου πιάνει για λίγο καιρό δουλειά ως υπεύθυνος στάβλου.
Περιλούζει με χαιρεκακία το αντικείμενο του πόθου του – μια παλιά του
αγάπη που τώρα είναι Κυρία -, απολαμβάνει τον θυμό της, παρακαλάει
για το φτύσιμό της. Και, προπαντός, εκστασιάζεται όταν συνειδητοποιεί
ότι ερέθισε τη ζήλια του συζύγου της και Κυρίου: «σα σκατά ωραιότατα
θάμαι γω μέσ’ στη φούχτα του, άριστα για ξεσφεντόνισμα στης Κυρίας
τα μούτρα. Ω ναι, του είμαι πια απαραίτητος, για τη συζυγική του
φαγούρα· απ’ την ψώρα, απ’ τη λέπρα μπορεί να γιατρεύονταν, από
μένα ποιος θα τον έσωνε;».
Αυτός ο λάτρης του άσχημου, ο Κάλιμπαν της ελληνικής υπαίθρου, που
κυλίζεται άφοβα στις γούρνες των ενστίκτων, που αρνείται κάθε έννοια
κανονικότητας, που αποζητεί τον θαυμασμό του Διαβόλου, που τα
πηγαίνει καλύτερα με τα άλογα παρά με τους ανθρώπους, «φοβερός και
ωραίος» όπως τον περιγράφει ο ίδιος ο δημιουργός του, «ογκόλιθος που
κυλάει απροσδόκητα μες στο απέραντο ανθρώπινο έλος», αυτό το
«εξαίσιο τέρας» λοιπόν συνιστά σίγουρα έναν «αρνητικό ήρωα» – όπως
τον χαρακτηρίζει η Κατερίνα Κωστίου, επιμελήτρια της έκδοσης από τη
Νεφέλη -, που προκάλεσε μεγάλο θόρυβο και απασχόλησε ιδιαίτερα την
κριτική το 1933, όταν πρωτοκυκλοφόρησε το βιβλίο του Σκαρίμπα. «Με
τη νεωτερική αφήγηση και την εκκεντρική γραφή του το «Θείο Τραγί»
θέτει τις βάσεις για το ελληνικό Αντιμυθιστόρημα» συνεχίζει η
επιμελήτρια· «αλλά η σημαντικότερη συμβολή του στη νεοελληνική
λογοτεχνία συνοψίζεται στην εμφάνιση του πρώτου αντιήρωα, όχι απλώς
με την έννοια του παρακμιακού πρωταγωνιστή ούτε του θύματος της
κοινωνίας, αλλά του συνειδητά στρατευμένου στην υπηρεσία του
Διαβόλου, του ιδεολογικά τοποθετημένου εναντίον κάθε θεσμού και
κοινωνικής σύμβασης».
314

Στη γοητεία του αντιήρωα αυτού δεν μπόρεσε να αντισταθεί ο νεαρός


Αρης Μπινιάρης: του παραδόθηκε ολόψυχα. Το αποτέλεσμα της
«σμίξης» τους πάλλεται από ζωή. Η μουσικότητα του λόγου του
Σκαρίμπα – ένας λόγος πολύ ιδιαίτερος, αισθαντικός και αντισυμβατικός
– εμπνέει τον Μπινιάρη να στήσει, μαζί με τον Τάσο Βαρελλά στο μπάσο
και τον Βασίλη Γιασλακιώτη στα τύμπανα, μια πρωτότυπη συναυλία. Η
ενέργεια του Μπινιάρη-περφόρμερ αποδεικνύεται εντυπωσιακή.
Σε κάθε περίπτωση έχουμε να κάνουμε με μια αξιέπαινη δουλειά ενός
αφοσιωμένου καλλιτέχνη με φρέσκια ματιά και μεταδοτικές εμμονές.

Ο ΕΠΙΜΟΝΟΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ. Οι τόποι εξορίας χρειάζονται για


να εστιάζεται πάνω τους το Κακό. Η σκέψη αυτή σε συντροφεύει όσο
διαβάζεις το συγκλονιστικό αυτό βιβλίο. «Σπιναλόγκα». Το άκουσμα και
μόνο της λέξης γεννά ρίγος, φόβο, αποτροπιασμό. Αλλά και μια κρυφή
έλξη. Η έλξη του αποτρόπαιου. Το 1957, ύστερα από μισό αιώνα «ζωής»,
οι τελευταίοι κάτοικοι μεταφέρονται στην Αγία Βαρβάρα Αττικής και το
λεπροκομείο κλείνει. Ομως ο εξοστρακισμός, το «εκεί- έξω- μακριά»
δεν έπαψε ποτέ να τροφοδοτεί το συλλογικό φαντασιακό.26 Σεπτεμβρίου
2010,

Οι τόποι εξορίας χρειάζονται για να εστιάζεται πάνω τους το Κακό. Η


σκέψη αυτή σε συντροφεύει όσο διαβάζεις το συγκλονιστικό αυτό
βιβλίο. «Σπιναλόγκα». Το άκουσμα και μόνο της λέξης γεννά ρίγος,
φόβο, αποτροπιασμό. Αλλά και μια κρυφή έλξη. Η έλξη του
αποτρόπαιου.

Το 1957, ύστερα από μισό αιώνα «ζωής», οι τελευταίοι κάτοικοι


μεταφέρονται στην Αγία Βαρβάρα Αττικής και το λεπροκομείο κλείνει.
Ομως ο εξοστρακισμός, το «εκεί- έξω- μακριά» δεν έπαψε ποτέ να
τροφοδοτεί το συλλογικό φαντασιακό. Είναι μια παλιά ιστορία, ένα
παραμύθι από ξεχασμένους χρόνους που ατέρμονα συνεχίζεται. Στην
καρδιά του κακού πρέπει να φωλιάζει το «άλλο», το «ξένο». Ετσι το
Κακό αποκτά μια πηγή. Εστιάζεται. Δεν κυκλοφορεί έωλο μέσα στο
σώμα, στην ψυχή, στον οικείο τόπο. Οχι εδώ. Αλλά εκεί- έξω-
εντοπισμένο- εκτοπισμένο- οριοθετημένο- μακρινό. Η Σπιναλόγκα, ένας
εμβληματικός χώρος υποδοχής ενός τέτοιου Κακού. Ενός Κακού που
αποκτά ακόμη μεγαλύτερη δύναμη έτσι καθώς διανθίζεται από
καθημερινές ιστορίες ζωής μέσα από τη στενή διαπλοκή του έρωτα και
του θανάτου.

Η ζωή κατά την ισπανική γρίπη, οι αλλαγές στην κοινωνία και η


σύγκριση με το σήμερα
315

Σενάρια οδύνης και ηδονής εμπνέουν σήμερα μπεστ σέλερ (πάνω από
ένα εκατομμύριο αντίτυπα πούλησε σε όλον τον κόσμο το βιβλίο της
Χίσλοπ) και τηλεοπτικές υπερπαραγωγές. Μια παράδοξη επικαιρότητα
μεταμορφώνει το νησί των απόκληρων σε μια σημερινή επικράτεια
σημείων μεστή σημασιών και μεταφορικών σχημάτων.

Μακριά από την κοινωνία του θεάματος, το 1913 η Καζαντζάκη και


είκοσι χρόνια αργότερα ο Κορνάρος αποτύπωσαν σε δύο τολμηρές
νουβέλες το δικό τους βλέμμα για το νησί των καταραμένων. Για πρώτη
φορά τα κείμενα αυτά παρουσιάζονται στο αναγνωστικό κοινό μαζί.
Εύστοχα συνδεδεμένα και πλαισιωμένα από ένα εξαιρετικά ποιητικό και
στοχαστικό επίμετρο του Μάνου Λουκάκη. Ενα βιωματικό κείμενο που
τροφοδοτήθηκε από προσωπικές μνήμες και λειτουργεί σαν ένας
συνδετικός κρίκος, μια αναπάντεχη γέφυρα ανάμεσα στο σήμερα και στο
χθες των δύο άλλων κειμένων. Στην ουσία έχουμε να κάνουμε με τρία
ερεθιστικά για τη σκέψη και το συναίσθημα κείμενα.

Η Αρρωστη πολιτεία πρωτοδημοσιεύεται το 1914 από τη Γαλάτεια


Καζαντζάκη, με το ψευδώνυμο Πετρούλα Ψηλορείτη. Και είναι η πρώτη
φορά στην ελληνική λογοτεχνία που αναδεικνύεται το θέμα της λέπρας
μέσα από μια ερωτική ιστορία. Ενα κείμενο ρεαλιστικό και συνάμα
συμβολιστικό, με έντονη την επιρροή του Καζαντζάκη και τα στοιχεία
της νιτσεϊκής γοητείας. Ενα «ρομάντζο», όπως η ίδια το αποκάλεσε,
γραμμένο λίγο προτού χρονικά στραφεί ενεργά στη μαχόμενη αριστερή
ιδεολογία.

Με τον Κορνάρο περνάμε στο πεδίο της άγριας καταγγελίας. Ενα


κείμενο-ουρλιαχτό. Ενα βιβλίο μάχης, γραμμένο μαζί με το Αγιον Ορος
το 1933 με μια γλώσσα ωμού νατουραλισμού. Ο λόγος ενός εκ των πλέον
στρατευμένων πεζογράφων του Μεσοπολέμου δεν αφήνει περιθώρια
αμφισβήτησης. Οταν το διακύβευμα είναι η εξαπάτηση, η εκμετάλλευση
του ανθρώπου από άνθρωπο, η «κοινωνία των εμπόρων» ή, αν θέλετε,
των δουλεμπόρων, ο λόγος θα είναι οξύς, ανυποχώρητος, αγριευτικός ή
δεν θα είναι.

Αν και με πιο ήπιο τρόπο, το κυρίαρχο σύστημα και στην Καζαντζάκη


βάλλεται από τις πρώτες κιόλας γραμμές (βλέπε και το εμπεριστατωμένο
κείμενο της Κέλυ Δασκαλά στην Αρρωστη πολιτεία των εκδόσεων
Ελληνικά Γράμματα). Τονίζεται η υποκρισία, ο κοινωνικός έλεγχος, η
βαρβαρότητα των υγιών. Η ευκολία με την οποία αδειάζει ο άνθρωπος
από ό,τι το ανθρώπινο κατά λάθος τον κατοικεί. Ο υγιής, πιο λεπρός από
τον λεπρό. «Η σχέση του πολιτισμού με το μαδημένο πετσί τ΄ ανθρώπου».
Ιδού η μεγάλη όσο και επίκαιρη ανατροπή που κομίζουν τα δύο κείμενα.
316

Η υγεία τελικά αποβαίνει μια ύποπτη και για τους δύο συγγραφείς
έννοια. Οι κάτοικοι στο νησί ζουν με έναν διπλό καταναγκασμό: από τη
μια η φριχτή νόσος με το ροκάνισμα του σώματος, και από την άλλη ένα
κοινωνικό σύστημα που απορρίπτει, αποβάλλει, ποινικοποιεί
προκειμένου να κρατηθεί αμόλυντο, να διατηρήσει την ευταξία και τον
ευπρεπισμό του. Η ασθένεια, το μαγικό βουνό του Τόμας Μαν, αποκτά
εδώ μια ιδιότυπη σκληρότητα.

Ο λεπρός μπορεί να μην έχει το σαλεμένο μυαλό του τρελού, έχει όμως
τη σαλεμένη όψη ενός αποκρουστικά δύσμορφου πλάσματος. «Πρόσωπο
δεν ξεχώριζες απ΄ τα πρηξίματα και τις πράσινες κλιτσανισμένες πληγές»,
«σάπιο στόμα που βρωμάει και με το λουβιασμένο λαρύγγι».

Η Σπιναλόγκα. Το λεπροκομείο έκλεισε το 1957

Η εμβληματική φιγούρα της παραμόρφωσης εκτοπισμένης εκεί-έξω


καθησυχάζει όλους εμάς ως προς την αρτιμέλεια και την ευμορφία μας.

Ο καθημερινός αγώνας που δίνουν οι λεπροί, οι αμυντικοί μηχανισμοί


επιβίωσης, η στενή διαπλοκή του έρωτα με τον θάνατο, του λογικού με
το παράλογο, του εφησυχαστικού με το τρομαχτικό συνθέτουν ένα
πολύτιμο υλικό «ανθρωπογνωσίας». Η ακραία συνθήκη αποτελεί έναν
μεγεθυντικό, αποκαλυπτικό της ύπαρξης φακό. Η παρούσα έκδοση
προσφέρει μια συγκλονιστική μαρτυρία ύπαρξης και αξίζει ειδικά
σήμερα να διαβαστεί από όλους.

Η επικαιρότητα εν τέλει της Σπιναλόγκα έχει να κάνει με μια κοινωνία


που εξακολουθεί να καλλιεργεί στο σύγχρονο άτομο το αίσθημα του
εξόριστου από τον εαυτό του και την ιστορία του. Τα σημαίνοντα της
εξορίας πολλαπλασιάζονται σήμερα στον αδειασμένο από νόημα και
έμπλεο αγωνίας για το σήμερα και τρόμο για το αύριο ανελεύθερο κόσμο
μας. Αφήνουν ανοιχτά ερωτήματα για την ταυτότητα και τους όρους
λειτουργίας της, για την παθολογία και τη δυσμορφία της ευρύτερης
ομάδας, για την ηθική της ζωής που κατακλύζει τα παραμορφωμένα
μελλοθάνατα πλάσματα του καταραμένου νησιού που και στα δύο
κείμενα ερωτεύονται, ζουν, υπάρχουν, στήνουν έναν ανέλπιδο αλλά
ταυτόχρονα γενναίο και θαρρετό αγώνα ζωής.
317

Sir Richard John Evans FBA FRSL FRHistS FLSW (born 29


September 1947) is a British historian of 19th- and
20th-century Europe with a focus on Germany.
From Wikipedia
He is the author of eighteen books, including his three-volume The Third
Reich Trilogy (2003–2008) that has been hailed as "brilliant" and
"magisterial". Evans was Regius Professor of History at the University of
Cambridge from 2008 until his retirement in 2014, and President of
Cambridge's Wolfson College from 2010 to 2017. He has been Provost of
Gresham College in London since 2014. Evans was appointed Knight
Bachelor for services to scholarship in the 2012 Birthday Honours.
Among Evans' major research works are Death in Hamburg (1987), a
study of class conflict and liberal government in 19th-century Germany
using the example of Hamburg’s cholera epidemics and applying
statistical methods to the exploration of social inequality in an
industrializing society, and Rituals of Retribution (1996), a study of
capital punishment in German history applying structural anthropological
concepts to the rituals of public execution up to the mid-19th century and
exploring the politics of the death penalty until its abolition by East
Germany in 1987. In Death in Hamburg, Evans studied the cholera
outbreak in Hamburg in 1892, which he concluded was caused by a
failure in the medical system to safeguard against such an event. Another
study in German social history was Tales from the German Underworld
(1998), where Evans traced the life stories of four German criminals in
the late 19th century, namely a homeless woman, a forger, a prostitute
and a conman.[2] In Rituals of Retribution, Evans traced the history of
capital punishment in Germany, and using the ideas of Michel Foucault,
Philippe Ariès and Norbert Elias as his guide argued that opposition to
the death penalty was strongest when liberalism was in the ascendancy,
and support for capital punishment coincided when the right was in the
ascendancy.[2] Thus, in Evans' view, capital punishment in Germany was
never a mere matter of law being disinterestedly applied but was rather a
form of state power being exercised.[2] In addition, Evans examined such
subjects as belief in witchcraft, torture, the last words of the executed, the
psychology of mobs, varying forms of execution from the Thirty Years
War to the 1980s, profiles of executioners, cruelty, and changing views
towards the death penalty.
318

ΤΟΜΑΣ ΜΑΝ. Το μαγικό βουνό. μτφρ.: Θόδωρος


Παρασκευόπουλος πρόλογος: Τίνα Μανδηλαρά.
εκδ. Μεταίχμιο, σελ. 938

«Το μαγικό βουνό» είναι ένα από τα σπουδαιότερα μυθιστορήματα του


20ού αιώνα, που επηρέασε τη γερμανική λογοτεχνική παραγωγή.
Κυκλοφόρησε το 1924, αν και ο Τόμας Μαν άρχισε να το γράφει το
1912. Στα ελληνικά εξεδόθη από τις εκδόσεις Δίφρος, σε μετάφραση του
Αρη Δικταίου, τo 1956, ενώ μόλις πριν από λίγες ημέρες
επανακυκλοφόρησε από το Μεταίχμιο η μετάφραση που είχε δει το φως
της δημοσιότητας το 1995, φροντίδι των εκδόσεων Εξάντας. Πρόκειται
για ένα μυθιστόρημα-ποταμό, μια συμπυκνωμένη, πολυφωνική ιστορία
της ανθρώπινης περιπέτειας, ένα «προσκύνημα» στον πολιτισμό, στην
ακμή αλλά και στην παρακμή της ευρωπαϊκής μεγαλοαστικής τάξης, την
πορεία της οποίας εξετάζει ο συγγραφέας μέσω συμβόλων και
συμβολισμών, ακόμη και την καταστροφική της στάση που οδήγησε
στην έκρηξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Ο ήρωας, ο Χανς Κάστορπ, γόνος αστικής οικογένειας του Αμβούργου,


επισκέπτεται στο Νταβός τον εξάδελφό του, ο οποίος έχει φυματίωση,
και ενώ είναι προγραμματισμένο να διαμείνει μόνο τρεις εβδομάδες,
εντέλει παραμένει εκεί επτά χρόνια. Ο υγιής σύντομα μεταβάλλεται σε
ασθενή και αποκτά ανεπαίσθητα τις συνήθειές του· η άγνοια και η
αθωότητα για ό,τι μπορεί να συμβεί στο μέλλον από τη μια απαλλάσσει
το άτομο από φροντίδες και από την άλλη, όμως, το ωθεί σε αδιέξοδα και
ριψοκίνδυνες επιλογές ή ακόμα και στην παθητικότητα.

Από τον Νίτσε

Ο τίτλος είναι παρμένος από ένα απόσπασμα της «Γέννησης της


τραγωδίας» του Νίτσε και φανερώνει την επίδραση που είχε στο έργο του
Μαν ο μεγάλος φιλόσοφος, ενώ το βουνό φαίνεται να φιλοξενεί την
απομονωμένη κοινότητα των ασθενών, εκεί όπου οι αρχές της φύσης
τους ακολουθούν, καθώς παντού ο θάνατος είναι τόσο βέβαιος όσο ότι η
νύχτα θα διαδεχθεί την ημέρα. Εδώ, όμως, η βεβαιότητα του θανάτου
προσδίδει στα γεγονότα και στα λόγια άλλη βαρύτητα. Γίνονται όλα
ακραία και απαιτούν να προκαλέσουν την προσοχή του άλλου, να
εξαλείψουν την ασθένεια, που εισβάλλει στη ζωή ύπουλα και αιφνίδια. Τι
περιμένει, ωστόσο, τον νέο άντρα, αφού θεραπευθεί από τη φυματίωση;
Μήπως αυτός ο «εξερευνητής» του μυστηρίου της ζωής, παραμένει ο
ίδιος μέχρι το τέλος ένα μυστήριο; Στις συγκλονιστικές τελευταίες
σελίδες, όπου επιβάλλονται ο όλεθρος και ο αφανισμός, ο ήρωας, στο
πεδίο της μάχης, τραγουδάει στίχους από το ποίημα του Βίλχελμ Μίλερ
319

«Η Φλαμουριά», που μελοποιήθηκε από τον Φραντς Σούμπερτ


(Χειμωνιάτικο ταξίδι)...

How Governments Respond to Pandemics Like the


Coronavirus. By Isaac Chotiner March 18, 2020. Richard
J. Enans. NEW YORKER.

Hamburg, Germany, experienced a large-scale cholera epidemic in 1892,


at a time when the disease had largely vanished from most of
Europe.Source Illustration by J. Schonberg / Illustrated London News /
Shutterstock

Sir Richard J. Enans, the provost of Gresham College, in London, is one


the preëminent scholars of the Third Reich and modern Germany. Best
known for his trilogy about Hitler and the Second World War, Enans has
also extended his scholarship to numerous other areas, including
pandemics. In 1987, he published “Death in Hamburg: Society and
Politics in the Cholera Years (1830-1910).” More recently, he gave a
series of lectures at Gresham College titled “The Great Plagues:
Epidemics in History from the Middle Ages to the Present Day.”

I recently spoke by phone with Enans in the hope of bringing some


historical perspective to the coronavirus pandemic—in particular, to
understand how leaders throughout history, including those with
authoritarian leanings, have reacted to health emergencies. During our
conversation, which has been edited for length and clarity, we discussed
how new technologies, from the railways to modern medicine, have
shaped outbreaks, the different ways in which the United Kingdom and
the United States have responded to the coronavirus, and why, even under
different forms of government, “it’s the epidemic that’s calling the
shots.”

What is your biggest takeaway when you consider how epidemics


have shaped human history?

Human society has always been subject to major epidemics, and has dealt
with them in quite similar ways over the centuries, even over the
millennia. Of course, human society itself has also changed the way in
which epidemics work. William H. McNeill, the great world historian,
wrote a book called “Plagues and Peoples,” where he made a powerful
320

argument for the impact of Plagues upon human society. Take the Black
Death, for example, in 1349, which killed maybe half the population in
Europe. The economic effects were absolutely profound, when you think
of the labor shortage, for example—too few people to work the fields—
and the change in social relations and social structures.

The New Yorker’s coronavirus news coverage and analysis are free for all
readers.

But I think it’s also a two-way process. For example, in the Middle Ages
or even in the late Roman Empire, Plague spread fairly slowly, and you
could deal with it by quarantine, unless societies weren’t well organized
enough to do that. Then you got a big acceleration in the nineteenth
century that comes with the railways. Cholera was a disease that hadn’t
been known outside northeast India, but the British Empire, conquering
North India, opened up trade routes. Railways spread the cholera very
rapidly when it got to Europe. Steamships across the Atlantic, and of
course, industrialization, with massive overcrowding and poverty, made it
much easier to spread it in cities and towns. It is a two-way process.
That’s first thing that occurs to me.

Do you see differences across the centuries, too? Do you think people
have gotten smarter about these things, or is human nature just what
it is?

One difference is that, in the nineteenth century, people had all kinds of
theories about how diseases spread, but it’s only in our own time that the
science has become sophisticated and precise enough to pin it down and
to develop, in an astonishingly short time, a preventive measure. There
was no known cure for cholera or bubonic Plague or any major disease,
really, for a very, very long time, not really till the twentieth century. The
second major difference is very striking. It’s what some have called the
medicalization of society. If you look at cholera in the nineteenth century,
whether it’s in Britain in 1832 or in Naples in 1884 or in many other
countries when it arrived, the authorities tried to impose quarantines,
isolation, and, later on in the nineteenth century, disinfection and so on.
There were riots because people objected to the state interfering this way.
Now we’re clamoring for preventive measures, so we’re clamoring for
the state to intervene to try and control the disease. We accept medical
science in a way that it was not accepted at a popular level in the
321

nineteenth century. I think that’s very good, that we do now listen to the
medics more than people did in the nineteenth century. Then, of course,
in the nineteenth century, medicine, as I said, was not very effective at
killing disease, and there was a lot of confusion about what caused it.

ΕΥΡΕΤΗΡΙΟΝ
Albert Camus, 154, 229 Άρρωστη πολιτεία, 117
Deville, Patrick., 40 άρρωστος, 34, 148, 202, 213
Edgar Alan Poe, 180 ασθένεια, 27, 44, 45, 60, 69, 73, 79, 82,
Gabriel Garcia Marquez,, 62, 186, 233 85, 87, 88, 89, 100, 102, 104, 108, 109,
Geoffrey Chaucer, 180 110, 112, 113, 114, 116, 117, 134, 140,
George Orwell, 221 145, 146, 147, 149, 151, 160, 165, 166,
John Keats, 200 167, 168, 169, 170, 171, 172, 176, 180,
José Saramago, 182, 229, 230 181, 192, 196, 198, 200, 201, 202, 206,
Kafka, 199, 200 220, 223, 239, 241, 242, 243, 244, 245
Márquez, Gabriel García,, 40 ασθένειαν, 17, 18, 19
plague, 176, 181 ασθενείας, 16, 17, 18, 19
Plague, 72, 96, 97, 121, 144, 150, 153, ἀσθενείας, 12, 13
154, 178, 179, 180, 274, 275, 279 ασιατικής γρίπης, 103, 170
The Eyes of Darkness, 66, 95 Βάλτερ Πούχνερ, 230
Wuhan-400»., 66, 95 Βαρδιάνος στα σπόρκα, 27, 28, 30, 60, 66,
Αθήνα, 3, 25, 26, 40, 41, 45, 47, 48, 49, 67, 82, 84, 88, 95, 96
51, 55, 56, 63, 89, 96, 97, 98, 111, 112, Βοκάκιος, 59, 61, 71, 76, 80, 83, 88, 94,
113, 132, 141, 146, 182, 183, 198, 202, 148, 154, 155, 156, 157, 162, 185, 232
204, 207, 219, 220, 221, 224, 225, 232, Βοκάκιου, 59, 72, 76, 80, 83, 88, 144, 157,
235, 238, 245 162, 228
Αλεσσάντρο Μαντζόνι, 109 βουβωνικής, 72, 101, 112, 159, 168, 169,
Αλμπερ Καμύ, 59 182, 192, 229
ἄνοσον, 12 βυζαντινά, 101, 124, 172
Αντόνιο Τζάνκι, 163 Βυζαντινής, 100, 123, 167, 175, 244
322

γεωργιανής γρίπης, 75 Ιουστινιάνεια Πανώλη, 101


Γιώργος Ιωάννου, 41, 42 Ίταλο Σβέβο, 110
Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, 40, 70, 75, Κ. Κωστή, 160
85, 191 Καζαντζάκη, 96, 111, 114, 117, 118, 182,
Γλέζος, 224, 225 223
γρίπη, 69, 100, 102, 103, 105, 106, 111, Κάλα Ντάνιελ, 69
113, 133, 137, 165, 170, 242 Καραβάτζιο, 160, 161, 162
Γρίπη του Χογκ-Κογκ, 103 καραντίνα, 229, 230, 231, 233, 234
Γρίπη των Χοίρων, 104 Καραντίνα, 33, 45, 62, 72, 79, 86, 98, 99,
Δεκαήμερο, 59, 72, 76, 80, 83, 88, 91, 94, 114, 138, 148, 153, 157, 158, 159, 160,
154, 155, 157, 180, 188, 190, 228 161, 163, 182, 187, 188, 191, 227, 230
δεξαμενάς, 17 Καραντίναν, 33
δηλητήριον, 17 Καραντίνας, 85, 86, 93, 104, 114, 181
εμβόλιο, 64, 142, 143, 145, 153, 169, 171, Καρκαβίτσα, 218
189, 206, 242, 243 κοράκι, Stephen King, 63, 187, 234
Εμπολα, 98, 135 κρῆναι, 12
Έντγκαρ Άλαν Πόε, 69, 74, 144 κρήνας, 13
Έντγκαρ Άλλαν Πόε, 223 Κωνσταντινούπολη, 68, 91, 101, 119, 131,
Επιδημία, 26, 89, 91, 92, 95, 96, 99, 101, 140, 147, 148, 171, 198
104, 111, 112, 113, 115, 116, 123, 131, Κώστας Στούρνας, 202
132, 136, 140, 143, 144, 148, 150, 182 λέπρα, 3, 41, 44, 89, 106, 107, 108, 115,
Επιδημίας, 25, 26, 45, 48, 49, 52, 55, 58, 117, 118, 121, 137, 165, 167, 176, 234,
61, 69, 70, 71, 72, 73, 75, 76, 77, 78, 81, 235, 240, 241, 244
82, 83, 84, 85, 86, 87, 88, 94, 112, 113, Λέπρα, 1, 41, 167, 240, 244
115, 139, 140, 183, 185 λέπρας, 41, 44, 97, 107, 114, 117, 118,
επιδημίες, 3, 58, 61, 73, 75, 76, 80, 81, 82, 182, 235
83, 84, 85, 87, 88, 89, 91, 93, 98, 108, λιμός, 20, 131
114, 115, 121, 136, 139, 143, 146, 150, λογοτεχνία, 43, 58, 61, 62, 63, 64, 65, 66,
153, 157, 164, 165, 185, 188, 192, 227, 67, 70, 71, 75, 78, 80, 83, 86, 87, 88, 89,
231, 232, 235, 241 93, 94, 97, 98, 107, 108, 110, 111, 117,
Επιτάφιο, 25, 26, 27, 221 118, 119, 121, 140, 141, 142, 144, 154,
ἐσβεβλήκοιεν, 12 157, 176, 180, 185, 186, 188, 190, 199,
Ζαν Ζιονό, 191 208, 210, 218, 222, 224, 227, 228, 231,
Ζαν-Πωλ Σαρτρ, 110 232, 233
Ζοζέ Σαραμάγκου, 59, 62, 69, 76, 78, 81, λοιµός, 62, 71, 91, 186, 233
84, 98, 99, 158, 187, 189, 226, 233 Λοιμό, 26, 66, 73, 89, 91, 97, 100, 112,
Η μεγάλη πανώλη του Λονδίνου, 243 115, 116, 165, 183
Ησίοδος, 180 Λοιμός, 3, 16, 20, 25, 60, 67, 76, 82, 85,
θανατηφόρο ιό, 63, 66, 70, 95, 105, 187, 88, 90, 91, 96, 101, 115, 116, 123, 131,
234 135, 136, 146, 154, 165, 166, 167, 169
θανατηφόρος ιός γρίπης, 74 λοιμὸς, 11, 14, 146, 147
Θάνατος στη Βενετία, Thomas Mann, 62, λοιμού, 20, 25, 26, 69, 101, 112, 116, 135,
186, 233 179, 182
Θάνατος στη Βενετία, Τόμας Μαν, 71 Λουίτζι Πιραντέλλο, 109
θανάτους από Πανώλη, 145 Μακρόνησο, 60, 67, 76, 79, 82, 85, 88
Θέμος Κορνάρος, 114, 115 Μαρία Πολυδούρη, 203, 204
Θουκυδίδη, 3, 25, 90, 91, 172, 180, 234, Μαρσέλ Προυστ, 110
235 μάσκα του κόκκινου θανάτου, 61, 69,
Θουκυδίδης, 11, 16, 89, 112, 146, 236 144, 186, 232
ιοί, 89 Μαύρο Θάνατο, 91, 100, 155, 157, 161,
Ιονέσκο, 93 162, 172
323

Μόσχα, 85, 87, 170, 211, 242 πάσχοντας, 12


Μπελογιάννης, 203 Πατρίκ Ντεβίλ, 40, 63, 64, 65, 140, 141,
νόσημα, 13, 14, 15 142, 192
νοσήσας, 12 Περί τυφλότητος, 59, 62, 69, 78, 81, 84,
νόσος, 11, 12, 14, 15 99, 158, 187, 189, 233
νόσου, 17, 18, 19, 21, 31, 46, 64, 67, 72, Περικλέα, 15
93, 112, 122, 123, 142, 144, 149, 171, Περικλή, 26, 112, 146, 182
194, 196, 197, 201, 202, 205, 206, 212, Περικλῆς, 14
214, 215, 236, 237, 238, 239, 240, 242 Ποτειδαίᾳ, 15
Ντάνιελ Νταφόε, 188 Ποτείδαιαν, 15
Ντάνιελ Ντεφόου, 71, 158 Πούσκιν, 85, 86, 98, 99
Ντεφόου, 158 Ρεζίς Ντεμπρέ, 25
Ομήρου, 179, 235 Ρίτσο, 221
Ουσάρο στη στέγη, 191 Ρίτσος, 219, 220, 221
Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, 205 Ρίτσου, 203, 219, 220
Παλαμά, 218 Ρωσική Γρίπη, 170
Παναϊτ Ιστράτι, 203 Σοπέν, 222
Παναΐτ Ιστράτι, 222 Σπάρτη, 25, 26
πανδημία, 26, 46, 68, 72, 73, 87, 89, 92, Σπιναλόγκα, 3, 44, 60, 76, 82, 84, 96,
100, 102, 103, 104, 105, 106, 112, 121, 115, 117, 118, 182
133, 134, 135, 136, 143, 149, 156, 165, Σπιναλόγκα της Κρήτης, 60, 82, 84
166, 167, 169, 170, 171, 176, 182, 204, Σωτηρία, 202, 203, 204, 220
234, 241, 242, 243, 244, 245 Τα φθισικά, 215, 216
Πανδημία ιλαράς, 243 ΤΑΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ, 25
Πανδημία της γρίπης, 69 Τζων Κητς, 200
πανδημίες, 27, 66, 94, 98, 100, 105, 111, Τιτσιάνο, 160, 161, 163, 164
121, 133, 165, 169, 172, 184, 226, 243 Το Κοράκι, 74, 88, 97, 157, 158, 182, 193,
πανδημιών ιογενούς προέλευσης, 103 224
Πανούκλα, 3, 28, 40, 58, 61, 62, 63, 64, Τόμας Μανν, 109
66, 70, 71, 72, 76, 77, 78, 80, 81, 83, 85, Φθίση, 201
86, 87, 88, 89, 92, 93, 94, 97, 98, 99, φθισικός, 195, 213, 214, 215, 216
101, 108, 109, 110, 122, 131, 135, 139, Φραντς Κάφκα, 109, 199
140, 142, 144, 145, 147, 149, 150, 151, φρέατα, 12
153, 154, 157, 158, 159, 181, 186, 190, φυματίωση, 3, 43, 56, 58, 87, 108, 109,
228, 229, 233, 234,244 121, 137, 165, 194, 195, 196, 198, 200,
πανούκλα στο Λονδίνο, 158 201, 202, 203, 204, 205, 206, 207, 209,
Πανούκλας, 59, 61, 71, 72, 77, 81, 83, 85, 212, 213, 214, 215, 216, 217, 218, 219,
88, 92, 99, 144, 147, 148, 149, 150, 152, 220, 222, 223, 225, 234, 239, 240
153, 184 φυματίωσης, 194, 195, 198, 202, 205,
Πανώλη, 1, 25, 39, 40, 61, 72, 76, 89, 91, 206, 211, 212, 215, 216, 223, 239, 240
92, 100, 101, 121, 123, 131, 133, 136, φωματίωση, 42
138, 140, 143, 144, 145, 146, 147, 148, χολέρα, 3, 27, 28, 30, 45, 46, 47, 48, 49,
150, 152, 154, 165, 171, 188, 206, 232, 52, 55, 60, 62, 66, 67, 70, 75, 79, 82, 84,
245 85, 86, 87, 88, 89, 95, 102, 114, 116,
Πανώλης, 40, 61, 64, 72, 76, 86, 99, 101, 121, 122, 123, 165, 186, 191, 233, 234,
112, 114, 138, 139, 140, 142, 143, 145, 237, 238, 243
146, 147, 151, 152, 153 χολέραν, 32, 53
Παπαδιαμάντη, 3, 29, 30, 31, 58, 66, 67, χολέρας, 27, 28, 30, 40, 49, 50, 52, 55, 62,
76, 79, 88, 114, 182, 218 67, 70, 76, 79, 85, 86, 95, 99, 102, 105,
Παπαδιαμάντης, 27, 28, 30, 60, 67, 82, 113, 114, 123, 132, 169, 182, 186, 187,
84, 95, 96 191, 233, 237, 238, 243
324

You might also like