Professional Documents
Culture Documents
Οδυσσέας Γκιλής
Επιμέλεια συλλογής, ταξινόμησης και επεξεργασίας υλικού.
Θεσαλονίκη 2020
2
3
Εισαγωγικό σημείωμα
Περιεχόμενα
Εισαγωγικό σημείωμα..............................................................................................................3
Θουκυδίδης. Ιστορία, βιβλίο Β΄. 47, 2....................................................................................11
Μέσα από τα μάτια του Θουκυδίδη Ο λοιμός της Αθήνας το 430 π.χ. - «Αποκαμωμένοι
αρατούσαν τα μοιρολόγια...» Δουλγερίδης Δημήτρης 6 Απριλίου 2020, ΤΑ ΝΕΑ..................20
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ. ΤΑΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ Από τον Θουκυδίδη στον κορωνοϊό ΙΙ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ 22.03.2020..........................................................................................................25
Όταν ο Παπαδιαμάντης έγραψε για τη χολέρα του 1865. Εμυ Ντούρου 26.03.2020............27
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ . ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ. ΤΑ ΜΕΤΑ ΘΑΝΑΤΟΝ. Η
ΧΟΛΕΡΙΑΣΜΕΝΗ ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ. ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΦΕΞΗ 1912............................29
Παπαδιαμάντης. Βαρδιανός στα Σπόρκα...............................................................................30
Biblionet.................................................................................................................................39
Χολέρα...................................................................................................................................40
Λέπρα.....................................................................................................................................40
Γιώργος Ιωάννου "Η αποζημίωση" Συλλογή: Η μόνη κληρονομιά Κωνσταντίνος Μάντης |
Γιώργος Ιωάννου Η μόνη κληρονομιά Αναλύσεις κειμένων Βάλια Ανδρινοπούλου.............41
Γιώργος Ιωάννου, «Ο Μπάτης»ΣΤΑΥΡΟΣ ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗΣ...................................................42
Ο ΕΡΩΤΑΣ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΧΟΛΕΡΑΣ MARQUEZ GABRIEL-GARCIA (NOBEL 1982)................43
Βικτόρια Χίσλοπ, «Το Νησί», μτφ. Μιχάλης Δελέγκος, Εκδόσεις Διόπτρα, σελ. 501,.............43
Η χολέρα του 1854: Χιλιάδες νεκροί, πανικός φυγή και αισχροκέρδεια. Σταύρος
Μαλαγκονιάρης Εφημερίδα Συντακτών................................................................................45
Στην Αθήνα.....................................................................................................................49
Η ξένη του 1854. Εμμανουήλ Λυκούδης, «Η ξένη του 1854», Διηγήματα, Νεφέλη, Αθήνα
1990, σ. 57-61.........................................................................................................................51
Χολέρα, ληστείες, κακοκαιρία, και άλλα. Κουτούζης Β., «Χολέρα, ληστείες, κακοκαιρία, και
άλλα. Οι εφιαλτικές στιγμές του Πειραιά»:............................................................................54
Όταν θέριζε η χολέρα. Ρουμπάνης Θ., «Όταν θέριζε η χολέρα», εφ. Έθνος:.........................55
Καβάλα Μ., «Πείνα και Επιβίωση, αντιμετώπιση των στερήσεων στην κατεχόμενη Ελλάδα»
στο Παναγιωτόπουλος Β. (επιμ.), Ιστορία Νέου Ελληνισμού, 1770-2000, τ.8, Ελληνικά
Γράμματα, Αθήνα 2003, σ.51-52............................................................................................56
Μύηση....................................................................................................................................56
LIFOTEAM 14.3.2020 Πηγή: www.lifo.gr. Από την «Πανούκλα » του Καμί, ως τον
«Βαρδιάνο στα σπόρκα» του Παπαδιαμάντη: οι επιδημίες στη λογοτεχνία..........................58
10 αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας με θέματα επιδημίες. της Λήδας Πιμπλή -
13 Μαρτίου 2020, NEWPOST...............................................................................................60
Πατρίκ Ντεβίλ : «Οι παράλληλες ζωές ταιριάζουν στη λογοτεχνία».....................................63
5
Πατρίκ Ντεβίλ Χολέρα και Πανούκλα Μετάφραση Αννυ Σπυράκου Εκδόσεις Τόπος, 2017
................................................................................................................................................63
Όταν η λογοτεχνία «κατέγραψε» τις πανδημίες Δευ, 16/03/2020 -......................................66
Όταν η Επιδημίας προσέβαλε τη λογοτεχνία........................................................................71
Η λογοτεχνία των επιδημιών Οι επιδημίες μέσα από την πένα γνωστών συγγραφέων. by
Χρύσα Μπάτου March 16, 2020.............................................................................................75
Το «Δεκαήμερο» του Τζοβάνι Βοκάκιου............................................................................80
«Η Πανούκλα » του Άλμπερτ Καμύ..................................................................................81
Οι λογοτεχνικές επιδημίες κατέχουν, βεβαίως, μια θέση και στην ιστορία της ελληνικής
πεζογραφίας........................................................................................................................82
Ο «Λοιμός» του Αντρέα Φραγκιά......................................................................................82
Οι επιδημίες στη λογοτεχνία21.03.2020...............................................................................83
24.3.2020 / ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΙ WEB. Διάσημοι συγγραφείς σε καιρούς πανδημίας - Η Πανούκλα
του Σαίξπηρ και η χολέρα του Πούσκιν.................................................................................85
Κορωνοϊός: Η λογοτεχνία ως οιωνός μέσα από τα πιο επίκαιρα βιβλία που έχουν γραφτεί
ποτέ........................................................................................................................................87
Οι ιοί, ο χρόνος, η Iστορία, η λογοτεχνία, οι άνθρωποι: άλλες επιδημίες, ίδιες αντιδράσεις.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΤΣΟΛΚΑ..............................................................................................89
«Μένουμε Σπίτι» και διαβάζουμε 5+1 βιβλία Καραντίνας (pics). Σάβ, 28/03/2020 -...........93
Η ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΤΗΣ ΕΠΙΔΗΜΙΑΣ ΣΕ ΕΡΓΑ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ. Παλιοτζήκα
Ευσταθία Επιβλέπων καθηγητής: Κώστας Γιαβής Θεσσαλονίκη 2019 επανέκδοση του
βιβλίου το 1989......................................................................................................................96
Τα καλύτερα βιβλία για τις επιδημίες. «Εθνικός Κήρυξ» 29 Μαρτίου, 2020.........................98
TIMES NEWS. Πανδημίες που άλλαξαν τη ροή της Ιστορίας. 30 Μαρτίου 2020.
naftemporiki.gr με πληροφορίες από businessinsider.com, history.com, BBC....................100
Λογοτεχνία και λέπρα..........................................................................................................106
Η νόσος της λέπρας ως ταυτότητα : από τον Μεσσία ...βάκιλο της λέπρας, αποδεικνύοντας
ότι η λέπρα δεν αποτελεί θεϊκό ανάθεµα ή. κληρονοµική νόσο, αλλά µια µεταδοτική
αρρώστια. Στη λογοτεχνία οι επιστηµονικές.......................................................................107
ΑΥΓΗ. Λογοτεχνία και ιατρική. Φοίβος Γκικόπουλος, ομότιμος καθηγητής ΑΠΘ................107
ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ. 29.03.2020, Οι πανδημίες στη νεοελληνική λογοτεχνία.
Βασίλης Κ. Καλαμαράς.........................................................................................................111
Χολέρα και κοιλιακός τύφος........................................................................................113
Ο κύκλος της λέπρας....................................................................................................114
Η Επιδημία ως αλληγορία...........................................................................................115
H άρρωστη πολιτεία by Γαλάτεια Καζαντζάκη.....................................................................117
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ. ENET. Επτά, Κυριακή 27 Ιουνίου 2010 Φωνές από το παρελθόν.............117
6
14-3-2020. ΤΑ ΝΕΑ. Ρήξεις συνέχειας Πώς η αρχαία ελληνική γραμματεία και η παγκόσμια
λογοτεχνία ενσωμάτωσαν το ανθρώπινο δέος απέναντι στις επιδημίες και τις πανδημίες .
..............................................................................................................................................121
Η πανδημία στη ζωγραφική και τη λογοτεχνία...................................................................121
Βυζαντινή εποχή...................................................................................................................122
ΠΑΝΩΛΗ...............................................................................................................................124
Όταν η πανώλη "χτύπησε" το Βυζάντιο. 19/12/2017 IEllada.gr του Θάνου Δασκαλοθανάση
..............................................................................................................................................124
Η πανούκλα στο Λονδίνο. Ντάνιελ Ντεφόου. Εκδόσεις Κριτική σελ. 294............................127
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΤΑΣΟΥΛΑ ΚΑΡΑΙΣΚΑΚΗ Ας πιάσουμε γερά έναν κρίκο τη φορά ΠΟΛΙΤΙΚΗ
29.03.2020 :..........................................................................................................................131
ΤΑΚΗΣ ΠΑΠΠΑΣ, ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΠΑΠΠΑΣ* Κατάρρευση και ελπίδα ΠΟΛΙΤΙΚΗ 29.03.2020 :....133
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ. ΕΛΛΑΔΑ 16.03.2020 Γιάννης Τούντας: Η κοινωνική διάσταση των
επιδημιώνΓΙΑΝΝΗΣ ΤΟΥΝΤΑΣ...............................................................................................136
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ. ΕΛΛΑΔΑ 16.03.2020 Τα χρόνια της Πανώλης στον ελλαδικό χώρο ΣΑΚΗΣ
ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΣ ΖΩΗΣ.................................................................................................138
Πατρίκ Ντεβίλ : «Οι παράλληλες ζωές ταιριάζουν στη λογοτεχνία»Ο πολυταξιδεμένος
γάλλος πεζογράφος μιλάει στο «Βήμα» με αφορμή το συναρπαστικό βιβλίο του «Χολέρα
και Πανούκλα». Οι δώδεκα γεωγραφικές ζώνες του έργου του, τα μυθιστορήματα χωρίς
μυθοπλασία, οι μοναχικές μεγαλοφυΐες και το μοντέλο του Πλουτάρχου Μπέκος Γρηγόρης
13.01.2019,...........................................................................................................................140
ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ ΠΑΝΩΛΗ. Σημαντικότερες επιδημίες Πανώλης...............................................143
Στη λογοτεχνία.................................................................................................................144
ΠΥΛΗ Για την Ελληνική γλώσσα............................................................................................144
Πανώλη: Η τρομερή πραγματικότητα πίσω από τις μάσκες του Μαύρου Θανάτου. by Σοφία
Μπαρμπαγιάννη 14 Μαρτίου 2020.......................................................................................144
Τι είναι η Πανώλη;...........................................................................................................145
Αρχαία Βακτήρια..............................................................................................................146
Πανώλη του Ιουστινιανού (541-542μ.Χ.).........................................................................147
Ο Μαύρος Θάνατος (1348-1353μ.Χ.)...............................................................................148
Η Πανούκλα Ξαναχτυπά...................................................................................................150
Το Κουστούμι και η Μάσκα..............................................................................................150
Βιβλιογραφία – Επιπρόσθετη Αναζήτηση:.......................................................................154
Ο Βοκάκιος στην Ουχάν Πέτρος Τατσόπουλος 9 Φεβρουαρίου 2020,.................................154
14/03/2020 Οι επιδημίες στη λογοτεχνία: Από «Το Κοράκι» του Στίβεν Κινγκ μέχρι την
«Πανούκλα στο Λονδίνο»Πέντε κλασικά βιβλία διαφορετικού ύφους που επιχείρησαν να
προσεγγίσουν την ψυχολογία της επιδημίας.Newsroom HuffPost Greece.........................157
ΚΩΣΤΗΣ ΚΩΣΤΑΣ Π. ΣΤΟΝ ΚΑΙΡΟ ΤΗΣ ΠΑΝΩΛΗΣ Εικόνες από τις κοινωνίες της ελληνικής
χερσονήσου, 14ος-19ος αιώνας...........................................................................................160
7
Πανδημίες και έργα τέχνης: Όταν Καραβάτζιο και Τιτσιάνο ζωγράφιζαν το… χάος in.gr 19
Μαρτίου 2020,.....................................................................................................................160
Κατερίνα ντε Τζουλιάνις: «Χρόνος και Θάνατος» (πριν το 1727)................................161
Καραβάτζιο: «Οι Επτά Πράξεις του Ελέους» (1606-1607)..........................................161
Χέριτ βαν Χόντχορστ: «Άγιος Σεμπαστιανός» (1623)..................................................162
Ρέμπραντ: «Πορτρέτο της Χέντρικγε Στόφελς» (περίπου 1654)..................................162
Αντόνιο Τζάνκι: «Η Παναγία εμφανίζεται στα θύματα της πανώλης» (1666)..............163
Τιτσιάνο: «Pietà» (1575-6)...........................................................................................163
Σαλβατόρ Ρόζα: «Ο εύθραυστος άνθρωπος» (περίπου 1656).......................................164
Αλμπρεχτ Ντύρερ: «Οι τέσσερις Ιππείς της Αποκάλυψης» (1498)...............................164
15 Πανδημίες που άλλαξαν τον ρου της ιστορίας. Πηγή: https://www.sa SanSimera.gr....165
15. Ο Λοιμός της Αθήνας (430 π.Χ.)................................................................................165
14. Ο Λοιμός των Αντωνίνων (165).................................................................................166
13. Ο Λοιμός του Κυπριανού (250)..................................................................................166
12. Ο Λοιμός του Ιουστινιανού (541)...............................................................................167
11. Λέπρα (11ος αιώνας)..................................................................................................167
10. Ο Μαύρος Θάνατος (1350).........................................................................................167
9. Η Κολομβιανή Ανταλλαγή (1492)................................................................................168
8. Ο Μεγάλος Λοιμός του Λονδίνου (1665).....................................................................169
7. Η πρώτη πανδημία χολέρας (1817)...............................................................................169
6. Η τρίτη πανδημία βουβωνικής πανώλης (1855)............................................................169
5. Η πανδημία ιλαράς στα Φίτζι (1875)............................................................................170
4. Η Ρωσική Γρίπη (1889)................................................................................................170
3. Η Ισπανική Γρίπη (1918)..............................................................................................170
2. Η Ασιατική Γρίπη (1957).............................................................................................170
1. Η μάστιγα του AIDS (1981).........................................................................................171
Ελληνική Ιστορία και Προϊστορία - Greek History and Prehistory 3 Μαρτίου 2018 ·...........171
18.03.2020 Memento Mori: Πανδημίες, Θάνατος και Τέχνη H ιστορία επαναλαμβάνεται
https://paspartou.gr/nikos...................................................................................................176
Δέκα διαμάντια της παγκόσμιας λογοτεχνίας με θέματα τις επιδημίες - 13/03/2020 Πηγή:
NEWPOST.............................................................................................................................185
Οι επιδημίες στη λογοτεχνία 28 Μαρτίου, 2020..................................................................188
Από τον Οιδίποδα στον Στίβεν Κινγκ: εικόνες επιδημίας στη λογοτεχνία Δευτερα, 09
Μαρτιου 2020 Εικόνες επιδημιών, μεταφορικών ή αληθινών, θεόσταλτων ή συνέπεια
ανθρώπινης δράσης, σε έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, από την αρχαιότητα έως τις
μέρες μας. ΠΛΟΙΤΕΙΑ. Της Ελένης Κορόβηλα.......................................................................190
8
Ολέθρια συμβουλή..........................................................................................................288
Όλοι έρμαια των Τσετών μετά την αποχώρηση του Ελληνικού Στρατού..................288
Και η σειρά μας ήρθε.....................................................................................................289
Οι βιασμοί.......................................................................................................................290
Δεν άργησαν πάλι τα χτυπήματα της πόρτας...............................................................291
Η αρχή της προσφυγιάς..................................................................................................293
Ο δρόμος για τον Τσεσμέ και μετά στο άγνωστο.........................................................293
Μυτιλήνη – Σάμος και η απαρηγόρητη μάνα..............................................................294
Οι φοβερές νύχτες με τις θυμίσεις των Τσετών και οι μέρες αγωνίας......................294
Ο γυρισμός του Δημήτρη...............................................................................................295
Πρότυπο η ΕΣΣΔ και ο Στάλιν.....................................................................................300
Sir Richard John Evans FBA FRSL FRHistS FLSW (born 29 September 1947) is a British
historian of 19th- and 20th-century Europe with a focus on Germany. From Wikipedia.....312
ΤΟΜΑΣ ΜΑΝ. Το μαγικό βουνό. μτφρ.: Θόδωρος Παρασκευόπουλος πρόλογος: Τίνα
Μανδηλαρά. εκδ. Μεταίχμιο, σελ. 938................................................................................313
How Governments Respond to Pandemics Like the Coronavirus. By Isaac Chotiner March 18,
2020. Richard J. Enans. NEW YORKER..................................................................................314
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟΝ.........................................................................................................................317
48. Η νόσος ήρχισε το πρώτον, ως λέγεται, από την νοτίως της Αιγύπτου
κειμένην Αιθιοπίαν, από όπου κατέβη έπειτα εις την Αίγυπτον και την
Λιβύην και επεξετάθη εις το πλείστον μέρος της Περσικής
αυτοκρατορίας. Εις δε την πόλιν των Αθηνών ενέσκηψεν αιφνιδίως και
προσέβαλε κατά πρώτον τους κατοίκους του Πειραιώς, και δια τούτο
ελέχθη από αυτούς ότι οι Πελοποννήσιοι είχαν ρίψει δηλητήριον εις τας
δεξαμενάς, διότι κρήναι δεν υπήρχαν ακόμη εκεί. Αλλ’ ύστερον έφθασε
και εις την άνω πόλιν και από τότε ηύξησε μεγάλως η θνησιμότης.
Καθείς δε, είτε ιατρός, είτε άπειρος της ιατρικής, ημπορεί, αναλόγως της
ατομικής του κρίσεως, να ομιλή περί της πιθανής προελεύσεώς της και
περί των αιτίων, τα οποία νομίζει ικανά να επιφέρουν τοιαύτην
διατάραξιν των υγιεινών συνθηκών. Αλλ’ εγώ, που και ο ίδιος έπαθα από
την νόσον, και με τα ίδια τα μάτια μου είδα άλλους πάσχοντας, θα
εκθέσω την πραγματικήν της πορείαν και θα περιγράψω τα συμπτώματά
της, η ακριβής παρατήρησις των οποίων θα επιτρέψη ασφαλέστερον εις
τον καθένα που θα ήθελε να τα σπουδάση επιμελώς να κάμη την
διάγνωσίν της, εάν ποτέ ήθελε και πάλιν ενσκήψει.
49. Το έτος τωόντι εκείνο, κατά κοινήν ομολογίαν, έτυχε μέχρι της
στιγμής της εισβολής της νόσου να είναι κατ’ εξοχήν απηλλαγμένον από
άλλας ασθενείας. Εάν όμως κανείς υπέφερε τυχόν προηγουμένως από
καμμίαν άλλην ασθένειαν, όλαι κατέληγαν εις αυτήν. Όσοι, εξ άλλου,
ήσαν ως τότε υγιείς, χωρίς καμμίαν φανεράν αιτίαν προσεβάλλοντο
αιφνιδίως από πονοκέφαλον με ισχυρόν πυρετόν και ερυθήματα και
φλόγωσιν των οφθαλμών, και το εσωτερικόν του στόματος, ο φάρυγξ και
η γλώσσα εγένοντο ευθύς αιματώδη, και η εκπνοή ήτο αφύσικος και
δυσώδης. Κατόπιν των φαινομένων αυτών, επηκολούθουν πτερνισμοί και
βραχνάδα, και μετ’ ολίγον το κακόν κατέβαινεν εις το στήθος,
συνοδευόμενον από
ισχυρόν βήχα. Και όταν προσέβαλλε τον στόμαχον, επροκάλει ναυτίαν
και ταύτην επηκολούθουν, με μεγάλην μάλιστα ταλαιπωρίαν, εμετοί
χολής, όσοι περιγράφονται υπό των ιατρών. Και εις άλλους μεν αμέσως,
εις άλλους δε πολύ βραδύτερον, παρουσιάζετο τάσις προς εμετόν
ατελεσφόρητος, προκαλούσα ισχυρόν σπασμόν, ο οποίος εις άλλους μεν
κατέπαυεν, εις άλλους δε εξηκολούθει επί πολύ. Το σώμα εξωτερικώς
δεν παρουσιάζετο πολύ θερμόν εις την αφήν, ούτε ήτο ωχρόν, αλλ’
υπέρυθρον, πελιδνόν, έχον εξανθήματα μικρών φλυκταινών και ελκών.
Εσωτερικώς όμως εθερμαίνετο τόσον πολύ ώστε οι ασθενείς δεν
ηνείχοντο ούτε ελαφρότατα ενδύματα ή σινδόνια, και επέμεναν να είναι
γυμνοί, και μεγίστην ησθάνοντο ευχαρίστησιν, αν ημπορούσαν να
ριφθούν εντός ψυχρού ύδατος. Πολλοί δε πράγματι, οι οποίοι είχαν μείνει
ανεπιτήρητοι, ερρίφθησαν εις δεξαμενάς, διότι κατετρύχοντο από δίψαν
18
άσβεστον, αφού και το πολύ και το ολίγον ποτόν εις ουδέν ωφέλει. Και η
αδυναμία του ν’ αναπαυθούν, καθώς και η αϋπνία, τους εβασάνιζαν
διαρκώς. Και το σώμα, εφόσον η νόσος ήτο εις την ακμήν της, δεν
κατεβάλλετο, αλλ’ αντείχε καταπληκτικώς εις την ταλαιπωρίαν, ώστε ή
απέθνησκαν οι πλείστοι την εβδόμην ή ενάτην ημέραν εκ του εσωτερικού
πυρετού, πριν εξαντληθούν
εντελώς αι δυνάμεις των, ή, εάν διέφευγαν την κρίσιν, η νόσος κατήρχετο
περαιτέρω εις την κοιλίαν και επροκάλει ισχυράν έλκωσιν, και
συγχρόνως επήρχετο ισχυρά διάρροια, ούτως ώστε κατά το
μεταγενέστερον τούτο στάδιον οι πολλοί απέθνησκαν από εξάντλησιν.
Διότι το νόσημα, αφού ήρχιζεν από την κεφαλήν, όπου το πρώτον
εγκαθίστατο, εξετείνετο βαθμηδόν εφ’ όλου του σώματος, και αν κανείς
ήθελε διαφύγει τον θάνατον, προσέβαλλε τα άκρα, όπου άφινε τα ίχνη
του. Καθόσον το νόσημα προσέβαλλε και τα αιδοία και τα άκρα των
χειρών και ποδών, και πολλοί χάνοντες αυτά εσώζοντο, μερικοί μάλιστα
έχαναν και τους οφθαλμούς. Άλλοι πάλιν, ευθύς μετά την θεραπείαν,
επάθαιναν γενικήν αμνησίαν και δεν ανεγνώριζαν ούτε εαυτούς, ούτε
τους οικείους των.
50. Ο χαρακτήρ τωόντι της νόσου ήτο τοιούτος, ώστε δεν ημπορεί να
περιγραφή επαρκώς δια λόγων, και όχι μόνον η σφοδρότης της
προσβολής εκάστου κρούσματος υπερέβαινε γενικώς την ανθρωπίνην
αντοχήν, αλλά και κατά τούτο απεδείχθη σαφέστατα ότι δεν επρόκειτο
δια καμμίαν από τας συνήθεις ανθρωπίνας ασθενείας, καθόσον τα όρνεα
και τα τετράποδα, όσα τρώγουν τα ανθρώπινα πτώματα, μολονότι πολλοί
νεκροί έμεναν άταφοι, ή δεν επλησίαζαν αυτούς, ή αν έτρωγαν από τα
πτώματα, εψοφούσαν. Απόδειξις τούτου είναι η αναμφισβήτητος
εξαφάνισις των ορνέων τούτων, τα οποία δεν έβλεπε κανείς ούτε πέριξ
των πτωμάτων, ούτε αλλού πουθενά. Ενώ προκειμένου περί των σκύλων,
το αποτέλεσμα ήτο ακόμη περισσότερον καταφανές, ως εκ του ότι
συμβιούν με τους
ανθρώπους.
Η Αθήνα στα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ. είναι η υπερδύναμη που μπορεί να
οχυρώνει τον Πειραιά απέναντι στα εχθρικά πλοία, ενώ οι Σπαρτιάτες
του Αρχίδαμου λεηλατούν την αττική γη, στον δεύτερο χρόνο του
Πελοποννησιακού Πολέμου. Δεν μπορεί όμως να οχυρωθεί απέναντι στα
μικρόβια και στην απρόσμενη εισβολή τους. «Το 430 και το 429 ξέσπασε
ένας άγριος, άνευ προηγουμένου λοιμός. Υστερα από μια κάμψη,
επανεμφανίστηκε το 427 και, πριν ολοκληρώσει τον κύκλο του, σκότωσε
το ένα τρίτο των κατοίκων.
πράγματα που πρωτύτερα απέφευγε να κάνει κατά τις ορέξεις του, διότι
έβλεπαν τώρα πόσο απότομα ήσαν τα γυρίσματα της τύχης...
Αποφάσιζαν έτσι να χαρούν τη ζωή τους και να την απολαύσουν
γρήγορα, πιστεύοντας ότι και τα σώματα και τα χρήματα ήσαν εξίσου
εφήμερα...
Μεταπτώσεις
Ελάχιστα χωρία πριν από την περιγραφή του λοιμού, έχει παραθέσει ένα
από τα αρτιότερα δείγματα ρητορικής. Μοιάζει μάλιστα με ειρωνεία, με
αντεστραμμένο καθρέφτη, ότι στον Επιτάφιο του Περικλή η Αθήνα
παρουσιάζεται ως το υπόδειγμα της ευνομούμενης πολιτείας. Λίγο πριν
περιγράψει τον εφιάλτη μιας πόλης που αδυνατεί να θάψει τους νεκρούς
της, περιγράφει μια πόλη που έδινε σημασία στην ταφή των νεκρών -
όπως αποδείκνυε η «Αντιγόνη» του Σοφοκλή - και επιστέγαζε τις τελετές
της με την ομιλία ενός επιφανούς Αθηναίου.
Λίγο πριν υποδείξει την αύξηση της παρανομίας λόγω της επιδημικής
κρίσης αναδεικνύει ως κυρίαρχο θέμα την ατομική ελευθερία και την
πολιτική συμμετοχή. Γι' αυτό και ο Leo Strauss ερμηνεύει αυτή τη
συνέχεια από τον Επιτάφιο στον λοιμό ως «μια περιεκτική διδασκαλία»
(«The city and the man», 1964). Ο παλιός εαυτός απογυμνώνεται,
αποδέχεται ή αντιστέκεται στο απρόσμενο, για να το εσωτερικεύσει μέσα
από τη διαδικασία του πένθους.
Πριν από δύο εβδομάδες το σημείωμά μου είχε τον τίτλο «Εγκώμιο των
συνόρων». Παρέλειψα να αναφέρω ότι τον τίτλο τον δανείστηκα από τον
Ρεζίς Ντεμπρέ, όμως έχω το ελαφρυντικό ότι είχα αφιερώσει ένα
ολόκληρο κομμάτι στο βιβλίο του όταν είχε κυκλοφορήσει στα ελληνικά.
Επανέρχομαι στο θέμα σε συνδυασμό και με την περιγραφή του λοιμού
από τον Θουκυδίδη και εννοείται τον κορωνοϊό και όσες σκέψεις
διατυπώνονται πως για τη διάδοση της Επιδημίας ευθύνεται εν μέρει η
παγκοσμιοποίηση. Ζητώ συγγνώμη. Τα είπα όλα μαζί, αλλά σιγά σιγά
ελπίζω να τα ξεκαθαρίσω.
Απ’ αυτήν την άποψη μπορούμε να πούμε ότι μια κοινωνία περίκλειστη
σαν τη σπαρτιατική είναι το αποτελεσματικότερο οχυρό απέναντι στην
Επιδημία. Θα μπορούσαμε να το πούμε αν αγνοούσαμε ένα στοιχείο το
οποίο μπορεί να ήταν ασήμαντο για την εποχή εκείνη, σίγουρα όμως δεν
είναι ασήμαντο για εμάς. Ο,τι ξέρουμε για τη Σπάρτη και την Αθήνα το
ξέρουμε από αθηναϊκές πηγές. Η Αθήνα, ευάλωτη καθότι «ανοιχτή»,
μπορεί να σαρώθηκε από τον Λοιμό, και ώς ένα σημείο εξαιτίας του
λοιμού να ηττήθηκε στον πόλεμο με τη Σπάρτη, η Αθήνα όμως, ακόμη κι
όταν έχασε την πολιτική της και τη στρατιωτική της δύναμη, κράτησε
την ακτινοβολία της μεγάλης πόλης του ελληνισμού όταν η Σπάρτη δεν
αποτελούσε παρά ανάμνηση. Εξαφανίστηκε από τον χάρτη πνιγμένη
στην εντροπία της. Στη ρωμαϊκή εποχή ενώ η Αθήνα εξακολουθεί να
ακτινοβολεί –δικαιώνοντας το περίφημο «τοις έπειτα θαυμασθησόμεθα»
του Περικλή στον «Επιτάφιο»– η Σπάρτη έχει παραδώσει το πνεύμα.
Σύνορο και η συνείδηση που ο καθένας από εμάς ενεργοποιεί για την
προστασία του. Και καταλήγω με το αισιόδοξο: Σε αντίθεση με την
οικονομική κρίση που μας οδήγησε παρ’ ολίγον στην αλληλοσφαγή,
αυτός ο διαολεμένος ιός μπορεί να ενισχύσει την συνείδηση της
επιβίωσής μας. «Τοις έπειτα θαυμασθησόμεθα» που λέει κι ο Περικλής
στον «Επιτάφιο». Για ποιον λόγο θα μας θαυμάζουν οι έπειτα εξαρτάται
από εμάς.
Η τέταρτη, η οποία ξέσπασε αρχικά στο Δέλτα του Γάγγη το 1863 και
ταξίδεψε μέσω των πιστών στη Μέκκα, με αποτέλεσμα να διασπαρεί σε
όλο τον κόσμο και να κοστίσει τη ζωή σε 600.000 ανθρώπους ήταν η
αφορμή να γράψει ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης το διήγημά του
«Βαρδιάνος στα σπόρκα». Το διήγημα δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά
στην εφημερίδα Ακρόπολις το 1893 όπου σε σχετικό σημείωμα
επισημαίνεται ότι «Ο Βαρδιάνος δεν είναι συρραφή απελπιστικών
εικόνων είναι διήγημα έχον μεν βάσιν χολερικάς αναμνήσεις, άλλ'
εξεικονιζομένας υπό του τερπνού και εύθυμου καλάμου του
συγγραφέως». Ο Παπαδιαμάντης γράφει για τον φόβο απέναντι στην
ασθένεια, την αισχροκέρδεια, τις μικροπρεπείς συμπεριφορές, την
28
Βεβαίως τα σημάδια έδειχναν ότι ο θάνατος ήταν μια ανάσα μακριά μια
και «Η γειτόνισσα η Λενιώ η Γαρμπίνα, μία γραία ήτις συνήθιζε συχνά
να βλέπει οπτασίας, είχεν ιδεί εφέτος πάλιν μίαν φοβεράν, ολοφάνερα, με
τα μάτια της. Τρεις γυναίκες με τα μαύρα είχαν παρουσιασθεί, ημέρα
μεσημέρι, εις το σταυροδρόμιον, σιμά εις την οικίαν της. Η πρώτη
τούτων ήτο μαύρη, κατάμαυρη το πρόσωπον, η δευτέρα ήτο κίτρινη
φλωρί, η τρίτη ήτο κόκκινη κρεμίζι. Κανείς δεν τας εγνώριζεν, αν και
ολίγοι τας είδον, και ήτο προφανές ότι ήτο οπτασία, όραμα υπερφυσικόν.
Τας είχεν ιδεί αυτή η Λενιώ η Γαρμπίνα, η γειτόνισσά της, η Ζαχαρού η
φουρνάρισσα και μία επταετής κορασίς, η Δεσποινιώ, η θυγάτηρ της
Πεπερούς. Ήτο πρόδηλον ότι η πρώτη των τριών εξωτικών γυναικών, η
μαύρη, ήτο η Πανούκλα , η δευτέρα, η κίτρινη ήτο βεβαίως η Χολέρα,
και η άλλη, η κόκκινη, ήτο χωρίς άλλο η Οστρακιά. Είχαν έλθει εις το
χωρίον μυστηριωδώς, ίσως διά να δώσουν είδησιν ότι δεν είναι μακράν.
Ίσως να ήτο και διά καλόν, εσχολίαζεν η γραία Σκεύω, διά να λάβουν
είδησιν οι χριστιανοί και σπεύσωσι να μετανοήσωσιν».
Ωστόσο η χολέρα ήταν μόνο η πρόφαση διότι στην όλη κατάσταση αυτό
που επικράτησε ήταν η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. «Το
δαιμόνιον του φόβου είχεν εύρει επτὰ άλλα δαιμόνια πονηρότερα εαυτού,
και είχε λάβει κατοχήν επί του πνεύματος των ανθρώπων». Όπως
συμβαίνει πάντοτε σε καιρό πανικού και φόβου «μέγας συνωστισμός και
σπουδή αλόγιστος και τυφλή φυγή είχον επέλθει. Ο πρώτος σαστισμός
της φυγής είχε συναντήσει δεύτερον σαστισμόν, τον σαστισμόν των
επειγόντων μέτρων εις τα ελληνικά παράλια».
«Με είχαν παρατήσει όλοι οι δικοί μου, ο άνδρας μου, όπως κι' ο
αδερφός μου...Είχα πανδρευθή μικρή, μ' αυτόν τον μπάρμπα-Λευθέρη,
που βλέπεις που κοντεύει τώρα τα ογδονταπέντε. Θα ήτον ως είκοσι
χρόνια μεγαλείτερος από μένα.
30
Τόσο μικρή και τόσο άκακη και άγνωστη ήμουν, κορίτσι δεκατριών
χρονών. Εκείνος μ' έπαιρνε στα γόνατά του και μ' εφίλευε καραμέλες. Θα
ήταν τριαντάρης τότε. Εγώ ούτε ιδέαν είχα απ' αυτά τα πράγματα.
Σαν ήρθε η φοβερή χρονιά, που έφερε την κατοχή των Αγγλογάλλων και
τη χολέρα, που βάσταξε τρεις μήνες κ' έπαψε την ημέρα του Αγίου
Φιλίππου, ύστερα από μεγάλη λιτανεία και δέησι που έκαμε ο λαός με
τους παπάδες, με τα εικονίσματα, με Σταυρούς και με ξεφτέρια, κ' οι
Αγγλογάλλοι φοβέριζαν τον βασιληά μας, τον Όθωνα, κ' εκείνος ήτον
κλεισμένος στο Παλάτι, — μόνο για να παρηγορή τον λαό έβγαινε — και
δεν το κούνησε από την Αθήνα, μ' όλη τη χολέρα και το θανατικό. Κ'
έβγαιναν τον ανήφορο οι Αγγλογάλλοι, πλήθος πολύ, καβαλλαρία,
Δραγώνοι τους λέγανε, και φαντάροι, που φορούσαν κάτι πουτούρια και
τους λέγανε Ζουάβους· κι' άλλοι με κατακόκκινες γιακέταις, κάτι
φοβεροί, θεόρατοι, άνδρες ως 'κεί 'πάνω, με άντζες γυμνές, που
φορούσαν κάτι σαν φουστανέλλες· κ' έβγαιναν κατά την πλατέα κ'
εφοβέριζαν τον Όθωνα. Κι' όσο τον εφοβέριζαν οι Αγγλογάλλοι, τόσο
τον αγαπούσε ο λαός. Κι' ο βασιληάς επονούσε το λαό κ' εσκορπούσε
ελέη και ψυχικά πολλά απ' το Παλάτι.
Τότε, σαν ήρθε το κακό, χολεριάσθηκα κ' εγώ. Είχα γεννήσει ολίγους
μήνες μπροστά τη μοναχοκόρη, την Κατήγκω μου, αυτή που βλέπεις.
Σαν μ' έπιασαν οι εμετοί και τα άλλα συμπτώματα, Θεός να φυλάη —
μακρυά από σας — ο Λευθέρης, αυτός που βλέπεις, μ' απαράτησε κ'
έγεινε άφαντος. Πέρασαν πολλές ώρες και δεν εφάνη. Ο αδερφός μου ο
Θύμιος, κι' αυτός, ούτε θέλησε να με ζυγώση.
Εκαθόμουν στην ενορία των Αγίων Αποστόλων, σ' ένα στενό σοκάκι,
στην Ακρόπολι αποκάτω. Είχα το παιδί στην κούνια κ' έκλαιε. Εγώ
υπόφερνα απ' τους πόνους της αρρώστειας κ' εδίψαγα φοβερά.
όσοι αντήχησάν ποτε υπεράνω του κύματος τούτου. .... Τώρα, όπως είναι
μακρά, λευκά και χαμηλά, φαίνονται μακρόθεν ως τρία λευκόμαλλα
αρνία, αποπλανηθέντα από το κοπάδι του γερο-Κοντζιδάκη, πλαγιασμένα
εκεί με το λυκόφως της εσπέρας, κατά μήκος της ακτής, μηρυκάζοντα εις
το εφαπλούμενον σκότος. Τέλος, ήλθε το 1865, και η χολέρα εκομίσθη
το θέρος εις την ανατολικήν Ευρώπην, πιθανώς, όπως πάντοτε, διά των
μουσουλμάνων προσκυνητών της Μέκκας. Αι δύο «μεγάλαι
μουσουλμανικαί δυνάμεις», η μία με το χρυσοφόρον ινδικόν κράτος της,
η άλλη με τας προσοδοφόρους της κτήσεις εν Αλγερία, δεν απεφάσισάν
ποτε να θέσωσι περιορισμούς τινας εις τα ταξίδια των μωαμεθανών
υπηκόων των, και δεν εύρον ποτέ συμφέρον να βιάσωσι την Πύλην όπως
εφαρμόσει τελεσφόρα υγειονομικά μέτρα εις την κοιτίδα του
μωαμεθανισμού εν Αραβία. Η ταλαίπωρος Ανατολή υπήρξε και τότε, ως
τώρα και πάντοτε, υπό τε γεωγραφικήν και κοινωνικήν, υπό πολιτικήν
και θρησκευτικήν έποψιν, άφρακτος αμπελών. Αλλ' ο Χριστός ομιλεί
περί τινος μελλούσης ημέρας, ότε θα έλθει ο κύριος του αμπελώνος.
Εναντίον της χολέρας του 1865 διετάχθησαν εν Ελλάδι μακραί και
αυστηραί καθάρσεις. Τότε τα νεόκτιστα λοιμοκαθαρτήρια του τόπου δεν
ήρκεσαν πλέον και δεν εκρίθησαν κατάλληλα διά τον σκοπόν των
καθάρσεων, και διετάχθη προς τοις άλλοις να συσταθεί έκτακτον
λοιμοκαθαρτήριον επί της ερημονήσου Τσουγκριά. Τας πρώτας ημέρας
του Αυγούστου είχαν καταπλεύσει ολίγα πλοία. Μετά δύο ή τρεις ημέρας
ο αριθμός των κατάπλων εδιπλασιάσθη. Την επομένην εβδομάδα είχον
έλθει πλείονα των 30 μεγάλων ιστιοφόρων, και πάμπολλα μικρά καΐκια.
Περί τα μέσα του Αυγούστου, ο αριθμός των βρικίων, και μεγάλων
σκουνών, των καθαριζομένων περί την νήσον Τσουγκριάν, ανήλθεν εις
πεντήκοντα, και τα μικρά καΐκια υπερέβησαν τα εκατόν. Τα εκατόν
πεντήκοντα ταύτα πλοία είχον φέρει πλείονας των τρισχιλίων επιβατών,
εκτός του αριθμού των πληρωμάτων. Έξω, εις τον Τσουγκριάν μεγάλη
δραστηριότης επεκράτει... Ολίγοι μεταξύ αυτών ήσαν εύποροι. Οι
κερδοσκόποι απέθετον τα εμπορεύματά των εις την άκραν της απωτάτης
ακτής της ερημονήσου, ελάμβανον τα λεπτά των και έφευγον. Η χολέρα
δυνατόν να κολλά εις κάθε πράγμα, αλλ' εις τα χρήματα όχι. Ελέχθη ότι
οι πλείστοι των ανθρώπων, των παρασταθέντων τότε ως θυμάτων της
χολέρας, απέθανον πραγματικώς εκ πείνης. Ίσως να μην υπήρξεν όλως
χολέρα. Αλλ' υπήρξε τύφλωσις και αθλιότης και συμφορά ανήκουστος.
Οι άνθρωποι, όλοι πάσχοντες, εσκληρύνοντο κατ' αλλήλων, εις
επίμετρον, και καθίστων την δεινοπάθειαν απείρως μεγαλυτέραν. Οι
εύποροι εκ των καθαριζομένων εσκληρύνοντο κατά των πτωχών, και
εμέμφοντο αυτούς ως παραιτίους της δυστυχίας δι' αυτής της παρουσίας
των. Οι πτωχοί εσκληρύνοντο κατά των ευπόρων, και τους ητιώντο ως
προκαλούντας την ακρίβειαν των τροφίμων διά της ευπορίας των. Όλοι
ομού οι υπό κάθαρσιν ταξιδιώται εσκληρύνοντο κατά των κατοίκων της
36
δεύτερος, ας πάει σ' ένα άλλο καράβι, απ' αυτά που ήρθαν και έρχονται
καθημερινώς. Αυτό ήθελε να παρακαλέσει τον κύριον επιστάτην. Αυτός
δεν θα είχε το θάρρος ποτέ. Μα αυτός ο συγγενής του, εκείνος του
επαραφορτώθη. Το σωστόν είναι ότι είναι πτωχός άνθρωπος και είναι
αξιολύπητος. Σταμούλη Καρδαράκη, έτσι τον λένε. Ο κ. Ρώνυμος,
ανακεκλιμένος επί του καναπέ, κατά το ήμισυ ήκουε τον υπάλληλόν του
και κατά το ήμισυ ερρέμβαζεν ή εκοιμάτο. Τέλος του απήντησε: - Πώς
μπόρεσες να πεις τόσα πολλά λόγια διά τόσον μικράν υπόθεσιν,
μπαρμπα-Νίκα;... Εσύ άλλοτε δεν συνηθίζεις να λες τόσα πολλά λόγια... -
Αλήθεια, απήντησεν ο μπαρμπα-Νίκας... μα κι εγώ δεν το είχα σκοπό...
Αυτός ο συμπέθερός μου, ο Σταμούλης ο Καρδαράκης... - Ας είναι,
υπέλαβεν ο επιστάτης. Φέρε τον το βράδυ εις το λιμεναρχείον, και θα
ιδούμε...... γεράσαμε, μπρμπα-Σταμάτη, γεράσαμε... - Γεράσαμε, κύριε
υγειονόμε, ετραύλισε το γερόντιον. Ο υγειονόμος ήτο αγαθός γέρων,
υπερεβδομηκοντούτης, πρώην συνταξιούχος, και τώρα είχεν επανέλθει
εκτάκτως εις την υπηρεσίαν, ένεκα της περιστάσεως. Τα χωριστά
υγειονομεία είχον καταργηθεί χάριν οικονομίας, σχεδόν πανταχού του
Κράτους, συγχωνευθέντα αλλαχού με τας λιμενικάς και αλλαχού με τας
τελωνειακάς αρχάς. Ένεκα της χολέρας, ου μόνον διωρίσθη επιστάτης
του λοιμοκαθαρτηρίου, αλλ' ανεσυστήθη και το υγειονομείον του τόπου,
και διωρίσθη έκτακτος υγειονόμος, άλλος παρά τον υγειονομικόν ιατρόν,
ο τέως συνταξιούχος, λαμβάνων την σύνταξίν του και μικρόν επιμίσθιον.
Επί Όθωνος, και πριν ακόμη, από της εποχής του Κυβερνήτου, είχε
διατελέσει ο ίδιος υγειονόμος εις το αυτό μέρος, εντελώς αμετάθετος
σχεδόν, επί τριακονταετίαν. Εγνώριζεν όλους τους κατοίκους της
πολίχνης, και μάλιστα τους ομήλικας με αυτόν· μόνον ότι δεν ενθυμείτο
πλέον τίνες έζων ακόμη και τίνες είχον αποθάνει. Εις τα χάσματα ταύτα
της μνήμης συνετέλεσαν και αι μικραί διατριβαί τας οποίας είχε κάμει
εσχάτως εις τας Αθήνας, χάριν της συντάξεώς του και του βαθμού του.
Διότι προς τοις άλλοις ήτο υπολοχαγός της φάλαγγος των Αγωνιστών....
Αν ήτον διά ζωήν, αυτή θα τον υπηρέτει, αυτή, και όχι άλλος θα τον
ενοσήλευε. Θα εβοηθούσε το έργον της θείας Προνοίας, αν ήτον από
Θεού να ζήσει. Την χολέραν αυτή δεν την εφοβείτο. Είχεν υποφέρει ήδη
άπαξ όχι πολύ βαρέως από χολέραν, και είχε γλυτώσει, νέα ακόμη, τω
1848, όταν η φοβερά νόσος ενέσκηψεν εις την μικράν παραθαλάσσιον
πολίχνην. Επί τέλους, ας εκολλούσε την χολέραν, δεν την έμελεν. Ας
εζούσε το παιδάκι της, και ας απέθνησκεν αυτή. Αν ήτο πάλιν διά
θάνατον, Θεός να το φυλάει, το παιδί της, τότε θα το έβλεπε, θ' απέθαινε
στα χέρια της, δεν θα είχε παράπονο. Φθάνει μόνον να τον επρόφθανε
ζωντανόν, και δεν θα το είχε παράπονο. Τέλος απεφάσισε να κάμει το
παράτολμον τούτο διάβημα, και τα πράγματα ήρχοντο ευνοϊκά έως τώρα.
Η καρδιά της ήτον ζεστή. Μόνον εκρύωσε κάπως, όταν έφθασεν εις την
ερημόνησον, και ηύρε τον Γιάννην τον Μπρίκον τον γείτονά της. Κατ'
38
αρχάς εχάρη όταν τον είδε. Μόνον πόσον άτυχα της εφάνη όταν εκείνος
δεν ήξευρεν, ως έλεγε, τι γίνεται ο υιός της, ο Σταύρος της. Αυτό δεν ήτο
καλόν σημείον. Ή έλεγε την αλήθειαν, και αυτό δεν ήτο παρήγορον, ούτε
καθησυχαστικόν, ή είχεν αποθάνει ο Σταύρος και δεν ήθελε να το
μαρτυρήσει. Εις το πέραμα το μεταξύ των τριών κάβων, από τον έξω
κάβον έως τον μέσα κάβον του Αγίου Φλώρου, και από τον μέσα κάβον
έως τον Λαλαριάν, ο Γιάννης ο Μπρίκος ετραβούσε τα κωπία, καθήμενος
στα κάργα, και ελιανοτραγουδούσε μέσα του παλαιά ναυτικά τραγούδια.
Δεν ηρώτησεν ούτε μίαν λέξιν διά την γυναίκα του την Γαρουφαλιά,
μετά τα τυπικά χαιρετίσματα, τα οποία του είχεν ειπεί η θεια-Σκεύω. Δεν
τον έμελεν αν κόσμος υπέφερε γύρω του ή απέθνησκεν, αν έπασχεν εκ
χολέρας ή εκ πείνης ή εξ άλλων δεινών. Αυτός ετραγουδούσε τους
παλαιούς σκοπούς του. Η θεια-Σκεύω, διά να τον ευχαριστήσει, ήρχισε
να του διηγήται πώς η γυναίκα του είχε τρομάξει άμα έμαθεν ότι αυτός
είχε σπορκαρισθεί, πώς υπώπτευε και εφοβείτο μη πάθει κακόν, και πώς
αυτή, η Σκεύω, επήγεν εις την οικίαν της διά να της δώσει θάρρος,
ειπούσα μάλιστα αυτή ότι ο άνδρας της, ο Γιάννης, και ο Σταύρος, ο υιός
αυτής, της Σκεύως, θα ήσαν μαζί εις την Καραντίνα... - Βέβαια, θα
έβαλε τες φωνές κι εμάζωξε τον κόσμο πάλι!... ανέκραξεν ο Γιάννης ο
Μπρίκος, όστις ενθυμείτο ίσως και άλλην παραπλησίαν περίστασιν.
Ήτον ανάγκη, κατάλαβες, να φωνάξει, για να την ακούσουν πως ο
άνδρας της εσπορκαρίστηκε κι έμεινε στην Καραντίνα. Δεν πάει να
κουρεύεται; ..., τους δύο Αγίους να ελευθερώσωσι τον κόσμον από την
χολέραν, ελευθερώνοντες αυτόν από τους χολεριασμένους· όπως τον
παλαιόν καιρόν είχον ελευθερώσει τον κόσμον από την νοητήν χολέραν,
την ειδωλολατρίαν, αρχιτέκτονες όντες, και λαβόντες παραγγελίαν από
τον ηγεμόνα να κτίσωσι ναόν ειδωλολατρικόν, κρημνίσαντες δε κάτω τα
είδωλα, και αναστηλώσαντες την λατρείαν του Χριστού, ψάλλοντες άμα:
«Δόξα σοι Χριστέ ο Θεός, αποστόλων καύχημα, μαρτύρων αγαλλίαμα...»
Ο πάτερ Νικόδημος ανέγνωσε τον όρθρον κατά τον ιδιάζοντα αυτώ
τρόπον, διά του κομβοσχοινίου και της επ' άπειρον επαναλήψεως του
«Κύριε Ιησού Χριστέ». Διά τούτο δεν ήνοιξε καν το Ωρολόγιον διά να
ιδεί τίνος Αγίου μνήμη ήτο. Ωρολόγιον είχε τον νουν του, και τούτο
ήρκει. Ωροσκόπιον είχε τον έναστρον ουρανόν, με την Πούλιαν, τον
Πήχυν, το άστρον του Βορρά και τους τόσους αστερισμούς του.
Παρακλητικήν και Μηναίον είχε το κομβοσχοίνι του. Οι γονείς του δεν
τον είχον στείλει εις τον διδάσκαλον, όταν ήτο παιδίον. Είχεν ανατραφεί
εις το βουνόν. Είχεν αυξήσει εις τας βραχώδεις ακρωρείας όπου ωδήγει
τας αίγας του, και ετελείωνε τας ημέρας του εις την ερημόνησον. Την
προτεραίαν της ημέρας εκείνης (διότι η διήγησίς μας κινδυνεύει ίσως να
γίνει πρωθύστερος, και υπεπέσομεν εις ανακριβείας τινάς και
χρονολογικάς αντιφάσεις, εφ' ω επικαλούμεθα την επιείκειαν των
αναγνωστών) είχε φθάσει από την πολίχνην και ο μαστρο-Στάθης ο
39
Biblionet
Κωστής, Κώστας Π., 1957-. Στον καιρό της Πανώλης : Εικόνες από
τις κοινωνίες της ελληνικής χερσονήσου, 14ος - 19ος αιώνας / Κώστας
Π. Κωστής. - 1η έκδ. - Ηράκλειο Κρήτης : Πανεπιστημιακές Εκδόσεις
Κρήτης, 1995.
Χολέρα
41
Λέπρα
«Το δωμάτιό μας στο σπίτι τους είχε πυκνές αρμαθιές καπνά
κρεμασμένες απ’ τα δοκάρια.»
- Στη συνέχεια του κειμένου ο συγγραφέας φροντίζει να μας δώσει
κάποιες πληροφορίες για τη ζωή στο χωριό, ώστε να μπορέσουμε να
αποκτήσουμε μια καλύτερη εικόνα για το πώς περίπου πέρασε το
διάστημα που έζησε εκεί.
- Μας μιλά για το σπίτι στο οποίο έμενε, όπου υπήρχαν πάρα πολλά
καπνά που δημιουργούσαν μια αποπνικτική ατμόσφαιρα με το άρωμά
τους και δημιουργούσαν φόβο στο συγγραφέα ότι μπορεί να πάθει
φωματίωση.
- Η αναφορά στη φωματίωση θυμίζει στον συγγραφέα το γιο του
μπακάλη του χωριού, που είχε φωματίωση και ήθελε να εκδικηθεί τους
συγχωριανούς του που τον είχαν απομονώσει.
- Επίσης, ο Ιωάννου αναφέρεται σ’ έναν από τους χωριανούς που
πυροβόλησε μόνος του το πόδι του για να γυρίσει πίσω στο χωριό κοντά
στη γυναίκα του, γιατί ζήλευε και δεν άντεχε μακριά της.
«Όχι, δεν ήθελα να πάρω αφορμή από αυτό το θέμα για να μιλήσω
γενικά για τη διαφορετικότητα, που είναι της μόδας σήμερα. Ήθελα να
μιλήσω αποκλειστικά για τους λεπρούς, για ένα θέμα-ταμπού άλλοτε,
που επιβιώνει ακόμη στις γλωσσικές μας εκφράσεις», λέει η Βικτόρια
Χίσλοπ. «Νομίζω πως το γεγονός ότι λεπρός είναι μια εμβληματική
εικόνα του απόβλητου, οφείλεται και σε θρησκευτικούς λόγους», εξηγεί.
«Ήδη το Λευϊτικόν στην Παλαιά Διαθήκη περιγράφει τον λεπρό σαν
πρόσωπο βρώμικο και προς αποφυγήν. Επίσης, πολλοί έχουν ως μόνη
αναφορά την ταινία “Μπεν Χουρ”, όπου οι ασθενείς περιγράφονται ως
αποκρουστικά παραμορφωμένοι. Ο κόσμος συνεχίζει να χρησιμοποιεί
την έκφραση “με μεταχειρίστηκαν σαν λεπρό”, εννοώντας ότι του
συμπεριφέρθηκαν σαν να ήταν βρώμικος και απόβλητος. Και να σκεφτεί
κανείς ότι τώρα πια η λέπρα θεραπεύεται πιο εύκολα και από ένα κοινό
κρυολόγημα! Ο βάκιλος της λέπρας ταυτοποιήθηκε το 19ο αιώνα (από
έναν Νορβηγό επιστήμονα) και τότε μόνο οι άνθρωποι άρχισαν να
συνειδητοποιούν ότι η λέπρα δεν ήταν κατάρα ή στίγμα, αλλά ασθένεια».
Δηλώνει όμως και εντυπωσιασμένη από την υποδοχή του βιβλίου στην
Ελλάδα. «Κατ΄ αρχήν δεν περίμενα να μεταφραστεί. Αλλά και όταν
μεταφράστηκε πίστευα ότι οι Έλληνες θα το μισήσουν. Ένας ξένος να
γράφει για τη λέπρα στην Ελλάδα... Όμως έτυχε πολύ καλής υποδοχής
και τώρα μαθαίνω από τους ανθρώπους που με πλησιάζουν πολύ
περισσότερες λεπτομέρειες για τη Σπιναλόγκα από όσες μπόρεσα εγώ να
συγκεντρώσω κατά την έρευνά μου».
Υπουργοί ακόμη και ο δήμαρχος της πόλης έφυγαν για την επαρχία. Στη
θέση του παρέμεινε ο Οθωνας που μάλιστα διέθεσε μέρος της περιουσίας
του για τις έκτακτες ανάγκες.
Και συγκεκριμένα:
χώρο και, στη συνέχεια, το κρίσιμο διάστημα του Νοεμβρίου του 1854
σταμάτησε και τις υπαίθριες λιτανείες.
3. Η πανικόβλητη φυγή των κατοίκων του Πειραιά και της Αθήνας, που
προκάλεσε τεράστια προβλήματα στη λειτουργία των κρατικών
υπηρεσιών και μετέφερε την αρρώστια στα νησιά και σε επαρχιακές
πόλεις, όπως το Ναύπλιο. Ομως τελικά θεωρήθηκε ότι συνετέλεσε στη
-σχετικά- γρήγορη ανακοπή της εξάπλωσης της ασθένειας και τελικά της
εξαφάνισής της.
Δεν είναι γνωστό πότε ακριβώς έφτασε η «ξένη» στον Πειραιά, διότι οι
γαλλικές αρχές κατοχής, που σε αντίθεση με τους Αγγλους φέρεται να
επέδειξαν ακραία νοοτροπία κατακτητή, κράτησαν κρυφά από τις
ελληνικές αρχές τα πρώτα κρούσματα ανάμεσα στους στρατιώτες τους,
με αποτέλεσμα τη ραγδαία εξάπλωση της θανατηφόρου νόσου.
Αλλά στις 6 Ιουλίου το θέμα δεν κρύβεται άλλο. Στους τοίχους της
Αθήνας και του Πειραιά κολλιέται ανακοίνωση, με τυμπανοκρουσίες,
ώστε να ενημερωθούν όλοι οι κάτοικοι, με την οποία γνωστοποιείται η
απαγόρευση της συγκοινωνίας ανάμεσα σε Αθήνα και Πειραιά.
Ο αλαζών Γάλλος ναύαρχος Τινάν -που κατά τα άλλα μας άφησε στον
Πειραιά έναν κήπο, τον Τινάνειο κήπο, για να τον θυμόμαστε-, σε
αντίθεση με τον Αγγλο συνταγματάρχη, «εναντιώθη, μη παραδεχθείς την
μεταξύ Πειραιώς και Αθηνών τεθείσαν υγειονομικήν γραμμήν», ανέφερε
σε αποκαλυπτικό δημοσίευμά της η εφημερίδα «Αιών» (φ.7.7.1854).
όσοι ανέβαιναν από τον Πειραιά και έφταναν περίπου στο σημερινό
Γκάζι, εκεί θα τους εξέταζε γιατρός.
Στη Σύρο, όπου υπήρχαν 50-80 νεκροί την ημέρα, πίστευαν ότι η χολέρα
έφτασε από γαλλικά πλοία, προερχόμενα από τη Μασσαλία, τα οποία
έριξαν στη θάλασσα νεκρούς ανθρώπους. Ωστόσο, είναι πιθανό να
μεταφέρθηκε και από «πρόσφυγες» του Πειραιά.
Πάντως, στα άλλα νησιά των Κυκλάδων φαίνεται ότι μεταφέρθηκε από
Συριανούς, που έφυγαν, με τη σειρά τους, από το νησί, στη διάρκεια της
Επιδημίας.
Στην Αθήνα
Την επομένη κιόλας (12 Οκτωβρίου) δυο γυναίκες, η μία στην οδό Νίκης
και η άλλη στην περιοχή κοντά στην Ακρόπολη, πέθαναν σε διάστημα 12
ωρών. Στις 14 και 15 του μήνα τα κρούσματα αυξάνονταν διαδοχικά και
είχαν φτάσει τα 10.
Για τη μεταφορά, το αγώι στα κάρα είχε φτάσει στο υψηλό ποσό των 100
δραχμών για τη διαδρομή μέχρι τον Πειραιά ή την Κηφισιά. Τις επόμενες
μέρες ξεπέρασε τις 300 και 400 δραχμές, όταν ο μισθός ενός αστυφύλακα
ήταν 45 δραχμές!
51
Πανεπιστήμια και σχολεία έκλεισαν, όπως και η Βουλή, ενώ έφυγαν από
την πόλη ακόμα και υπουργοί, ενώ όσοι έμειναν δεν έβρισκαν
υπαλλήλους να εργαστούν. Ανάμεσα σε αυτούς που έφυγαν ήταν και ο
δήμαρχος Αθηναίων Ιωάννης Κόνιαρης, που παύτηκε από τα καθήκοντά
του και στη θέση του διορίστηκε ο πάρεδρος Κ. Γαλάτης.
Προς τιμήν του παρέμεινε στη θέση του, παρά τις προτροπές να φύγει, ο
βασιλιάς Οθωνας και η σύζυγός Αμαλία, που προσέφεραν σημαντικά
χρηματικά ποσά για την περίθαλψη απόρων.
Ενας γιατρός έγραφε: «Το τέταρτον τμήμα [της πόλης] έγινε είς μέγας
τάφος, κατά δεύτερον λόγον το πρώτον και το τρίτον, Φρίξον ήλιε!
Πτώματα εις τας οδούς, πτώματα εις εκάστην οικίαν, […] Πολλαχού
ολόκληροι οικογένειαι εκλείπουσιν».
Στους δρόμους γίνονταν λιτανείες, αλλά και αυτές σταμάτησαν μετά τις
14 Νοεμβρίου, ενώ νωρίτερα ο μητροπολίτης Αθηνών Νεόφυτος «πολύ
σωστά εμπόδισε το κήρυγμα μέσα εις ταις εκκλησίαις, για να μη βρίσκη
μαζωμένη τροφή η αρρώστια», αναφέρει ο Λυκούδης.
Κρυφά κρυφά, για να κάμει πρώτη γνωριμία μαζί μας εταξίδεψε από τη
Μασσαλία έως στη Μάλτα μαζί με τον Μαυροκορδάτο, που ήρχετο από
53
Όμως αλλιώς ήταν γραφτό. γι’ αυτό ακίνδυνα εκαβατζάριζε τον κάβο
Μαλιά, κι ανέβαινε περήφανα με ίσια την πλώρη για τον Πειραιά. Κι
ανάσαιναν οι ανατολικές στεριές του Μοριά. και της έστελναν της
άπιστης φρεγάδας σα γλυκοφίλημα τον ανασασμό τους, το γλυκό
ελληνικό μαϊστραλάκι, όπου της φιλούσε τα ολόλευκα πανιά όλα
απλωμένα στο φύσημά του, από τον κόντρα φλόκο ως στη μπούμα, από
τον τρίγκο και τη μαΐστρα ως στους κούντρους. Τα δελφίνια έπαιζαν
τρελά εμπρός στην πλώρη της κι οι γλάροι εφτερούγιζαν χαρωποί
ανάμεσα στα ξάρτια της. Περηφανεύουνταν η εύμορφη φρεγάδα και
έγερνε καμαρωμένη από τη δεξιά πλευρά. Τα νερά τα γαλαζοπράσινα,
νωθρά, κοιμισμένα, ότι και τα ξύπναε η πλώρη της η χυτή. και
παραμερούσαν με γλυκομουρμούρισμα σα ντροπαλά, ενώ εγλίστραε
απάνου τους σα νεροφίδα η εύμορφη φρεγάδα.
Γιατί στις 6 Ιουλίου εκολλούσαν στους τοίχους των Αθηνών χαρτιά και,
αφού το τύμπανο εξεκούφαινε τον φοβισμένο κόσμο, ένας κήρυξ
εδιάβαζε στα σταυροδρόμια:
54
Αυτά τα τινά περιστατικά ήσαν καμιά τριανταριά θάνατοι την ημέρα εις
τα νοσοκομεία και εις την πόλιν.
Τα συντονότερα μέτρα ήσαν ότι δεν είχαν την άδεια να έλθουν από τον
Πειραιά οικογένειες και κατοικήσουν εις τας Αθήνας, μπορούσαν όμως
οι άνθρωποι να συγκοινωνούν ελεύθερα για τις δουλειές τους στα δύο
πόλεις, φθάνει μόνον, όταν ανέβαιναν από τον Πειραιά να τους κύτταζε
στα μάτια ένας γιατρός που εστέκετο εκεί που είναι τώρα το γκαζ. Αλλ’
απ’ αυτή την ενόχληση είχαν απαλλαχθεί όλοι του στρατού της Κατοχής,
γιατί γι’ αυτούς θα ήταν αυθάδεια ένα τέτοιο μέτρο. Αλλά και
οικογένειες ήρχοντο ελεύθερα στας Αθήνας, όταν είχαν μαζί τους κανένα
στρατιώτη ξένο.
Και όμως και με όλες αυτές τις ευκολίες άργησε να ανέβει στας Αθήνας
η Ξένη. Λες και βαριότανε χορτάτη από τον τρύγο που έκανε στον
Πειραιά.
Αλλά στο τέλος, αφού έως εις τας 20 Αυγούστου ερήμαξε τον Πειραιά,
ελούφαξε και μόλις εις το τέλος Σεπτεμβρίου άρχισε να τρυγά εις τας
Αθήνας τα πρώτα πριμαρόλια του θανάτου. Εν εις τας 29 Σεπτεμβρίου
εις την οδόν Λυσικράτους. άλλο εις τας 12 Οκτωβρίου εις την οδόν Νίκης
και τρία ή τέσσερα εις το Γεράνι εις τας 16 Οκτωβρίου.
Μα αυτή έβοσκε σαν την κρυμμένη τη φωτιά, ελούφαζε σαν την τίγρη
πριν χυμήσει, εσέρνουνταν κρυφοδάγκατη οχιά.
Τριάντα χιλιάδες ψυχές είχαν τότε αι Αθήναι. Δεν έμειναν μέσα στην
πόλη περισσότερες από οκτώ.
Ενώ λοιπόν ακόμη στην Αθήνα δεν έχει φτάσει η χολέρα, στον Πειραιά
τα κρούσματά της πολλαπλασιάζονται. Και όσοι προσβάλλονται από
αυτή, πεθαίνουν σε λίγες ώρες. Οι Πειραιώτες τότε αρχίζουν να φεύγουν
από την πόλη σωρηδόν. Πηγαίνουν στην Ύδρα, στην Αίγινα, στις
Σπέτσες, στην Σύρο και στ' άλλα νησιά.»
«Η κατανομή των θανάτων, δεν ήταν, όπως γίνεται πάντοτε σε αυτές τις
περιπτώσεις, κοινωνικά ίση. Τα περισσότερα από τα θύματα ανήκαν στα
κατώτερα κοινωνικά στρώματα που δεν είχαν οικονομικά μέσα για να
επιβιώσουν τις δύσκολες ημέρες ή ήταν τα πιο ευάλωτα μέλη του
κοινωνικού συνόλου, τα παιδιά, οι άρρωστοι, οι ηλικιωμένοι. Στην
Αθήνα, ο θάνατος έπληξε τις παραγκουπόλεις των προσφυγών
(Δουργούτι, Κοκκινιά), οι οποίοι είχαν μείνει σε μεγάλο ποσοστό άνεργοι
εξαιτίας του πολέμου και είδαν τις ήδη δύσκολες συνθήκες της ζωής τους
να επιδεινώνονται. Πολλά από τα θύματα ήταν στρατιώτες που είχαν
εγκλωβιστεί στην Αθήνα, κυρίως από νησιά ή άλλα δυσπρόσιτα μέρη.
Στη Θεσσαλονίκη αντίστοιχα, το- πολύ μικρότερο- ποσοστό θανάτων
από πείνα ανήκε στα φτωχότερα στρώματα και στους ηλικιωμένους, ένα
ποσοστό στους πρόσφυγες του '22 και στους φτωχούς Εβραίους. Το
γεγονός ότι η πόλη ήταν κοντά στις παραγωγικές ζώνες έπαιξε πολύ
σημαντικό ρόλο, ώστε να μην υπάρξει ένα ποσοστό θανάτων από πείνα
ανάλογο των Αθηνών, τη στιγμή μάλιστα που ο αριθμός των απόρων της
παραμονές της Κατοχής ήταν 80.000, το 1/3 του συνολικού της
πληθυσμού. Εξυπακούεται ότι εκείνοι που ήδη έπασχαν από τη μάστιγα
της εποχής, τη φυματίωση, ήταν προτιμώμενα θύματα σε αυτή την
εκατόμβη. Πού να βρεθεί "ζωμός κότας" στις τότε συνθήκες…»
Μύηση
(απόσπασμα)
«Δε θέλω να μάθω, θέλω ν’ ακούω!» του έλεγε. «Ό,τι ήταν να μάθω εγώ
το 'μαθα, ή το 'παθα καλύτερα».
Αναφορά στον ξεριζωμό τους από τη Μικρασία, στους δυο γιους, στ’
αδέλφια και στο μισό συγγενολόι που έχασε στην αιχμαλωσία. Ο άντρας
της κι ο μεγάλος της γιoς σκοτώθηκαν σε εργατικό ατύχημα το '28. Τρία
χρόνια αργότερα πέθανε από φυματίωση κι ο άλλος της γιος, το
στερνοπαίδι της, ο άντρας της Μαρίας.
εμμονή του για τα νιάτα και την ομορφιά του νεαρού τον απορροφάει
ολοκληρωτικά, ένας λοιµός εξαπλώνεται στην πόλη.
Εξαγνισμός, Jim Crace, εκδόσεις Οξύ Στον δρόμο για την Ιεριχώ
άνθρωποι μόνοι τους ή κατά ομάδες αναζητούν καταφύγιο στην άγονη γη
για να περάσουν 40 ολόκληρες ημέρες και νύχτες, την Καραντίνα που
τους έχει επιβληθεί («Quarantine» είναι ο αγγλικός τίτλος του βιβλίου).
Ο Μούσα, ο ένας από τους ταξιδιώτες εγκαταλείπεται μαζί με τη γυναίκα
του από τους συνταξιδιώτες του που τον νομίζουν στα πρόθυρα του
θανάτου. Τότε κάνει την εμφάνισή του ένας τελευταίος αργοπορημένος
ταξιδιώτης. Τον λένε Ιησού.
«Εδώ και αρκετά χρόνια ακολουθώ ένα πολύ συγκεκριμένο και αυστηρό
πλάνο. Εχω χωρίσει τον πλανήτη σε δώδεκα γεωγραφικές ζώνες και το
σχέδιό μου είναι να γράψω ισάριθμα βιβλία καλύπτοντας ενάμιση αιώνα
ιστορίας. Σε αυτές τις ζώνες πηγαίνω τακτικά, διαμένω σε αυτές κατά
65
Το 2017 εξέδωσε το πιο πρόσφατο βιβλίο του, το έκτο και μεσαίο αυτής
της οικουμενικής σειράς, «το γαλλικό, με τον τίτλο «Taba-Taba», που
είναι και το πλέον αυτοβιογραφικό». Το έργο του Πατρίκ Ντεβίλ
χωρίζεται σε δύο ευδιάκριτες περιόδους. Η πρώτη, στις εκδόσεις Minuit,
ήταν ακραιφνώς μυθοπλαστική και τερματίστηκε το 2000. Από τότε,
αναζητώντας μια φόρμα που θα του επέτρεπε να συνδυάσει ετερόκλητες
λογοτεχνικές δυνατότητες, άρχισε να γράφει βιβλία εμπνευσμένα από
προσωπικότητες που υπήρξαν και αληθινά γεγονότα της Ιστορίας. «Δεν
υπάρχει εκεί μέσα ούτε ένα κόμμα που να μην είναι τεκμηριωμένο.
Πιστεύω όμως ότι και η νέα μου περίοδος παραμένει, στην ουσία της,
μυθιστορηματική. Πρόκειται απλώς για μυθιστορήματα χωρίς
μυθοπλασία».
υπήρξε ποτέ πιο πλούσιος ποιητής στον κόσμο από τον Ρεμπό. Οταν
πέθανε είχε στην κατοχή του οκτώ κιλά χρυσάφι. Το τελευταίο γραπτό
σημείωμα που άφησε πίσω του ήταν μια λίστα όπου κατέγραφε τα
ελεφαντόδοντα, αριθμητικοί υπολογισμοί».
Video
«Οι μύγες και οι πέτρες είναι λοιπόν δυο βασικά στοιχεία της φύσης. Μ'
αυτά τα δύο μετριέται η ζωή σου την ημέρα. Το νύχτα, το μέτρο αλλάζει.
Έτσι γινόταν -λες- από την αρχή του κόσμου. Πέτρες και μύγες. Όλα σου
69
Χειμώνας 1347 μ.Χ.: Στις στέπες της Κιργισίας γεννιέται ένας θανάσιμος
εχθρός. Ο Πάμφιλος, ένας Βυζαντινός πολεμιστής, βρίσκεται στο
επίκεντρο της καταστροφής. Μία πολιορκημένη πόλη καίγεται συθέμελα,
και οι επιζώντες, αγωνιζόμενοι για την επιβίωσή τους, καταφεύγουν για
σωτηρία στην Κωνσταντινούπολη, μεταφέροντας μαζί τους κάτι που θα
αλλάξει τη ροή της ιστορίας. Χειμώνας 2017 μ.Χ.: Σε ένα εργοτάξιο του
μετρό της Θεσσαλονίκης, ένας εργάτης ανακαλύπτει μία υπόγεια κρύπτη.
Άθελά του, θα ξυπνήσει τον μεγαλύτερο βιολογικό εχθρό της ιστορίας. Η
πανδημία εξαπλώνεται ταχύτατα σε όλο τον κόσμο, κι ο Άλεξ,
επιδημιολόγος του ΚΕΕΛΠΝΟ, βρίσκεται αντιμέτωπος με υπέρτερες
δυνάμεις, έχοντας στο πλευρό του την Σκάρλετ, απεσταλμένη του
Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας. Καθημερινοί άνθρωποι έρχονται
αντιμέτωποι με την απειλή σε ένα θανάσιμο παιχνίδι. Οι κανόνες
διαχρονικοί. Η επιβίωση μονόδρομος. Το πρώτο μέρος της διλογίας "Ο
τέταρτος καβαλάρης" πραγματεύεται ένα θανάσιμο σενάριο στον
σύγχρονο κόσμο του υπερπληθυσμού και της άμεσης αεροπορικής
σύνδεσης κάθε γωνιάς του πλανήτη, όπου τα όρια μεταξύ μυθοπλασίας
και πραγματικότητας μοιάζουν λεπτότερα από κάθε άλλη φορά.
Video
Όλα ξεκινούν από τον πρώτο τυφλό, τον νέο εκείνο που περιμένοντας
μέσα στο αυτοκίνητό του το φανάρι να ανάψει πράσινο, χάνει εντελώς
ξαφνικά το φως του. Η επίσκεψή του στον οφθαλμίατρο προκειμένου να
βρει μια απάντηση στην ξαφνική του τύφλωση, αντί να λύσει, περιπλέκει
ακόμη περισσότερο τα πράγματα, καθώς η «λευκή μάστιγα»
αποδεικνύεται μεταδοτική. Ο γιατρός, η σύζυγός του, καθώς επίσης και
οι ασθενείς που συνάντησε στην αίθουσα αναμονής, παραδομένοι κι
αυτοί σταδιακά στην ανορθολογική τύφλωση, συνθέτουν τον κεντρικό
πυρήνα των πρωταγωνιστών ενός μυθιστορήματος που σε κρατά
καθηλωμένο από την πρώτη έως την τελευταία σελίδα.
71
Video
Στη νουβέλα που κυκλοφόρησε στα ισπανικά το 1985, μια από τις πιο
απροσδόκητες ιστορίες αγάπης στην παγκόσμια λογοτεχνία, η χολέρα
έχει την έννοια του ερωτικού πάθους, της παραφοράς και του αόρατου
δεσμού που κάνει τους ήρωες απρόσβλητους από το κακό. Ο Φιορεντίνο
και η αγαπημένη του Φερμίνα ξαναβρίσκονται πενήντα χρόνια μετά από
το άδοξο τέλος του δεσμού τους, όταν ο σύζυγος εκείνης, φημισμένος
γιατρός που έχει αφιερώσει τη ζωή του στην εξάλειψη της χολέρας,
πεθαίνει.
Δεκαετία του ’40, στο Οράν, μια παραλιακή πόλη της (γαλλικής τότε)
Αλγερίας. Ο γιατρός Ριέ καθώς βγαίνει για τον καθημερινό κύκλο
επισκέψεων στους ασθενείς του, σκοντάφτει στην είσοδο σε ένα
πεθαμένο ποντίκι. Τις επόμενες ημέρες χιλιάδες ποντίκια θα βγουν από
τα υπόγεια, τα κελάρια και τους υπονόμους για να ξεψυχήσουν στους
δρόμους της πόλης. Αμέσως μετά, θα έλθουν τα πρώτα κρούσματα.
72
Δεκαήμερον, Βοκάκιος
Από τον Στίβεν Κινγκ μέχρι τον Ουίλιαμ Μπάροουζ, μία σειρά
συγγραφείς προσπάθησαν να περιγράψουν μία μεταποκαλυπτική εποχή
εξαιτίας της εξάπλωσης ενός ιού. Δεν ήθελαν να αναδείξουν την αγωνία
μπροστά στον θάνατο, όσο να δώσουν μία πολιτική, κοινωνική ή
φιλοσοφική διάσταση στην έννοια της επιβίωσης.
Από την ταινία «Περί τυφλότητας» (2008) που βασίστηκε στο βιβλίο του
Ζoζέ Σαραμάγκου.
Τρίτη 17 Μαρτίου 2020 ΚείμενοΔημήτρης Αναστασόπουλος
73
ολοκληρωτισμού που σάρωσε την Ευρώπη στις αρχές της δεκαετίας του
’40. Μέσα στο σκοτάδι της Κατοχής, ο συγγραφέας ήθελε να γράψει για
την τραγωδία της εποχής του και παράλληλα να δείξει την πίστη του
στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια καθώς η φαιά Πανούκλα του ναζισμού
εξαπλωνόταν στην Ευρώπη.
Ο Στίβεν Κινγκ δεν διαθέτει την ευφυία του Μπάροουζ, μοιράζεται όμως
μία παρόμοια απέχθεια για τις μυστικές επιχειρήσεις του αμερικάνικου
στρατού. Tο 1978 έγραψε το ογκώδες μυθιστόρημα The Stand The
Stand(κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις ΛιβάνηΤο βιβλίο στο Public με
τίτλο Το Κοράκι), στο οποίο ένας θανατηφόρος ιός γρίπης ξεφεύγει από
μία στρατιωτική βάση και μολύνει το 99,4% των κατοίκων του πλανήτη.
Οι ελάχιστοι επιζώντες, όσοι δηλαδή έχουν ανοσία στον ιό, προσπαθούν
να φτιάξουν κοινότητες για να επιβιώσουν. Σε αντίθεση με τις κλασικές
ιστορίες πανδημίας, ο Κινγκ δεν περιγράφει τρομακτικές εικόνες με
σωρούς πτωμάτων και στρατόπεδα συγκέντρωσης των υγιών, αλλά
προτιμάει να εστιάσει στο αγαπημένο του μοτίβο, τις συγκρούσεις που
διαδραματίζονται στο εσωτερικό μιας νέας κοινότητας που αντιμετωπίζει
μία πρωτόγνωρη κατάσταση σε έναν πλανήτη μετά την Αποκάλυψη.
Έχουν δοθεί διάφορες ερμηνείες για το μυθιστόρημα, όπως ότι είναι από
τα πρώτα οικολογικά θρίλερ ή ότι αντικατοπτρίζει τον φόβο των
Αμερικανών την εποχή του Ψυχρού Πολέμου, ή ακόμα και ότι είναι μία
συγκεκαλυμμένη προειδοποίηση για τον ερχομό της νεοφιλελεύθερης
πολιτικής του Ρόναλντ Ρέιγκαν. Το σίγουρο είναι πως πρόκειται για ένα
συναρπαστικό βιβλίο από έναν γοητευτικό παραμυθά.
Σμιθ, ενώ αποτέλεσε την έμπνευση για την καλτ Νύχτα των Ζωντανών
Νεκρών του Τζορτζ Ρομέρο. Και δεν είναι απλά μία ιστορία τρόμου,
αλλά μία σπουδή στο νόημα της ύπαρξης.
“Πανούκλα ”
Πανούκλα . Οράν Αλγερίας, δεκαετία του 1950. Πάνω από την πόλη ή
αλλιώς “το στρατόπεδο αιχμαλωσίας” το οποίο βρίσκεται εγκλεισμένο
στα δεσμά του “Μαύρου Θανάτου”, πλανάται η Πανούκλα καθώς
“τεστάρεται” η ανθρώπινη αντοχή σε περιόδους κρίσης. Κατά πόσο
άραγε ο άνθρωπος δύναται να απελευθερωθεί από τα δεσμά της
αιχμαλωσίας του υποτασσόμενος στις παθογένειες της θνητής
ύπαρξής του; Η “Πανούκλα ” του νομπελίστα Αλπέρ Καμύ (1947)
μεταφράζεται στους αλγόριθμους της σύγχρονης κοινωνίας ως μία άλλη
μορφή Επιδημίας για να λάβει την αρχέγονη διάσταση μίας
πανανθρώπινης τραγωδίας, μίας τραγωδίας που συνταράσσει τους
κατοίκους του Οράν.
χειρότερη από την ίδια την απελπισία”. Στο πλευρό του, ο εθελοντής
Ταρού, ο Γκραν, ακόμα και ο δημοσιογράφος Ραμπάρ, που τυχαία
εγκλωβίστηκε στο Οράν, η φιγούρα του κατόχου των πνευματικών
σκήπτρων του Πατρός Πανελού, που αρχικά ονοματίζει την Επιδημίας
ως “θεϊκό σημάδι” για τη λοξοδρόμηση των πιστών από τον ορθό δρόμο.
Μάλιστα, σε κήρυγμά του στην εκκλησία αναφέρει πως “την πρώτη
φορά που η μάστιγα αυτή εμφανίστηκε στην ιστορία, ήταν για να χτυπήσει
τους εχθρούς του Θεού. Ο Φαραώ πρόβαλλε αντίσταση στις προαιώνιες
βουλές κι η Πανούκλα τότε τον γονάτισε. Απ’ την αρχή όλης της ιστορίας,
η μάστιγα του Θεού κάνει τους αλαζόνες και τους τυφλούς να γονατίσουν
μπροστά Του. Μελετήστε τα αυτά και γονατίστε.”
Άνθρωποι που “έπαιρναν θέση στο παρόν χωρίς μνήμη και χωρίς ελπίδα.
Στην πραγματικότητα, όλα είχαν γίνει πια παρόν γι’ αυτούς. Πρέπει να
πούμε πως η Πανούκλα είχε αφαιρέσει απ’ όλους την δύναμη της αγάπης
και την δύναμη της φιλίας ακόμα. Γιατί η αγάπη χρειάζεται κάποιο
μέλλον και για μας δεν υπήρχαν πια παρά μόνο στιγμές”. Ίσως ο εχθρός
που καραδοκεί σε κάθε πόλη κάθε εποχή είναι κοινός: “Εκείνο που δίνει
η φύση είναι το μικρόβιο. Τα υπόλοιπα, η υγεία, η ακεραιότητα, η
αγνότητα, αν θέλετε, είναι αποτέλεσμα της θέλησης, μιας θέλησης που
δεν πρέπει ποτέ να σταματάει.”
“Περί τυφλότητος”
Ένα από τα πιο διάσημα έργα της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας για τις
επιδημίες είναι το «Δεκαήμερο» (1349-1352) του Τζοβάνι Βοκάκιου,
που έχει κυκλοφορήσει από πολλούς εκδότες στην Ελλάδα στην
αξεπέραστη μετάφραση του Κοσμά Πολίτη. Μαθητής του Πετράρχη και
ένας εκ των θεμελιωτών του ιταλικού ανθρωπισμού, ο Βοκάκιος μιλάει
στα διηγήματα του βιβλίου του για την Πανούκλα η οποία έχει πλήξει
τη Φλωρεντία, χωρίς ούτε μια σκιά να επιβαρύνει τις γυναίκες που
πρωταγωνιστούν στις σελίδες του.
Γυναίκες που θα εγκαταλείψουν την πόλη, για να πάνε στην εξοχή και να
αφήσουν το κακό πίσω τους, λέγοντας ερωτικές ιστορίες. Και, φυσικά,
τίποτε δεν μπορεί να νικήσει τον έρωτα, ακόμα και σε μιαν Επιδημίας.
Γιατί ο έρωτας και η ηδονή προσφέρουν στους νέους μιαν
ανακουφιστική προοπτική, ένα όραμα για όσα μέλλεται να έρθουν και να
μεταμορφώσουν τη ζωή τους πέρα από επιδημίες.
Συνεχίζοντας την περιήγησή μας, και περνώντας από τον 14ο στον 20ό
αιώνα και στον Αλμπέρ Καμύ, η Πανούκλα θα επανακάμψει στο
ομώνυμο μυθιστόρημά του, που γράφτηκε το 1947 στα γαλλικά
(μετάφραση Νίκη Καρακίτσου-Ντουζέ και Μαρία Κασαμπαλόγλου–
Ρομπλέν, Καστανιώτης, 2001).
Βρισκόμαστε στο Οράν της Αλγερίας κατά τη δεκαετία του 1950, και η
πόλη έχει αποκοπεί από τους πάντες λόγω μιας Επιδημίας Πανούκλας.
Ο Καμύ καταγράφει όλες τις στάσεις και τις αντιδράσεις που μπορεί να
προκαλέσει η Επιδημίας: την αγωνία και τον τρόμο, τις προσπάθειες των
επιτηδείων να αποκομίσουν κέρδη από την κατάσταση εκτάκτου
ανάγκης, αλλά και τη βαθιά επιθυμία για διασφάλιση της ατομικής και
της συλλογικής ακεραιότητας ή το ακατάβλητο πάθος για ελευθερία.
Στο μυθιστόρημά του «Γη και νερό», που κυκλοφόρησε το 1939 (Πόλις,
2003, με προλεγόμενα του Κώστα Γεωργουσόπουλου και της Ελισάβετ
Κοτζιά), ο Γουλιέλμος Άμποτ, που υπήρξε εκτός από συγγραφέας και
αστρονόμος, κάνει λόγο για τους λεπρούς στη Σπιναλόγκα της Κρήτης,
με τη διαφορά πως, αντί να θρηνήσει για τις συνέπειες της ασθένειάς
τους, εξυμνεί το σώμα και τον έρωτα.
Υπήρξαν στον κόσμο τόσες πανούκλες όσοι και οι πόλεμοι. Και παρόλα
αυτά οι πανούκλες και οι πόλεμοι πάντα βρίσκουν τους ανθρώπους το
ίδιο απροετοίμαστους» λέει ο Αλμπέρ Καμύ στο μυθιστόρημα του «Η
Πανούκλα ».
Ένα από τα πιο διάσημα έργα της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας για τις
επιδημίες είναι το «Δεκαήμερο» (1349-1352) του Τζοβάνι Βοκάκιου,
που έχει κυκλοφορήσει από πολλούς εκδότες στην Ελλάδα στην
αξεπέραστη μετάφραση του Κοσμά Πολίτη. Μαθητής του Πετράρχη και
ένας εκ των θεμελιωτών του ιταλικού ανθρωπισμού, ο Βοκάκιος μιλάει
στα διηγήματα του βιβλίου του για την Πανούκλα η οποία έχει πλήξει
τη Φλωρεντία, χωρίς ούτε μια σκιά να επιβαρύνει τις γυναίκες που
πρωταγωνιστούν στις σελίδες του. Γυναίκες που θα εγκαταλείψουν την
πόλη, για να πάνε στην εξοχή και να αφήσουν το κακό πίσω τους,
λέγοντας ερωτικές ιστορίες. Και, φυσικά, τίποτε δεν μπορεί να νικήσει
τον έρωτα, ακόμα και σε μιαν Επιδημίας. Γιατί ο έρωτας και η ηδονή
προσφέρουν στους νέους μιαν ανακουφιστική προοπτική, ένα όραμα για
85
Συνεχίζοντας την περιήγησή μας, και περνώντας από τον 14ο στον 20ο
αιώνα και στον Αλμπέρ Καμύ, η Πανούκλα θα επανακάμψει στο
ομώνυμο μυθιστόρημά του, που γράφτηκε το 1947 στα γαλλικά
(μετάφραση Νίκη Καρακίτσου-Ντουζέ και Μαρία Κασαμπαλόγλου-
Ρομπλέν, Καστανιώτης, 2001). Βρισκόμαστε στο Οράν της Αλγερίας
κατά τη δεκαετία του 1950 και η πόλη έχει αποκοπεί από τους πάντες
λόγω μιας Επιδημίας Πανούκλας. Ο Καμύ καταγράφει όλες τις στάσεις
και τις αντιδράσεις που μπορεί να προκαλέσει η Επιδημίας: την αγωνία
και τον τρόμο, τις προσπάθειες των επιτήδειων να αποκομίσουν κέρδη
από την κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, αλλά και τη βαθιά επιθυμία για
διασφάλιση της ατομικής και της συλλογικής ακεραιότητας ή το
ακατάβλητο πάθος για ελευθερία. Και μας παροτρύνει ο Καμύ να
σκεφτούμε πως ακόμα κι αν υποχωρήσει η Επιδημίας, όπως εντέλει
συμβαίνει στο μυθιστόρημά του, ο φόβος για μια Πανούκλα πάντοτε θα
μας απειλεί, αν δεν είμαστε προετοιμασμένοι να αντισταθούμε.
Στο μυθιστόρημά του «Γη και νερό», που κυκλοφόρησε το 1939 (Πόλις,
2003, με προλεγόμενα του Κώστα Γεωργουσόπουλου και της Ελισάβετ
Κοτζιά), ο Γουλιέλμος Άμποτ, που υπήρξε εκτός από συγγραφέας και
αστρονόμος, κάνει λόγο για τους λεπρούς στη Σπιναλόγκα της Κρήτης,
με τη διαφορά πως αντί να θρηνήσει για τις συνέπειες της ασθένειάς
τους, εξυμνεί το σώμα και τον έρωτα. Φτασμένοι από εκατό δρόμους στα
όριά τους, οι άνθρωποι που αλωνίζουν πάνω-κάτω τη Σπιναλόγκα δεν
εννοούν να παραιτηθούν από το υπέρτατο δικαίωμα στο σεξ, το οποίο
και θα ασκήσουν ποικιλοτρόπως: σε μισογκρεμισμένα σπίτια και λερά
κρεβάτια, σε θαλασσινές σπηλιές και σκιερές γωνίες, σε φανερές
περιπτύξεις και σε κρυφές συναντήσεις.
Στον Όμηρο οι θεοί έριχναν βέλη απ τον Όλυμπο στους πολεμιστές που
βάλλονταν από ίωση, από Λοιμό, Πανούκλα, Πανώλη, λέπρα ή χολέρα
όπως ήταν σχηματικά περίπου επιδημίες οι φοβικές και καταστροφικές,
μέχρι τις μέρες μας. O Θουκυδίδης, στην ιστορία του Πελοποννησιακού
91
…Και πολλοί από όσους δεν είχαν κανένα να τους κοιτάξει έκαναν αυτό
ακριβώς, πέφτοντας μέσα σε πηγάδια βασανισμένοι από αδιάκοπη και
92
ανυπόφορη δίψα και το ίδιο έκανε, είτε έπιναν πολύ, είτε λίγο. Και πάνω
από όλα και χωρίς αναπαμό ήταν η στεναχώρια που δεν μπορούσαν να
βρουν ανακούφιση με τίποτα και ούτε μπορούσαν να κοιμηθούν. Το
σώμα όμως, όσο καιρό ήταν η αρρώστια στο κρίσιμο στάδιο της δεν
μαραινόταν, αλλά άντεχε στο βάσανο περισσότερο από ότι θα μπορούσε
κανείς να περιμένει, έτσι που πέθαιναν οι περισσότεροι ύστερα από εννιά
ή εφτά μέρες από τη μέσα τους κάψα, χωρίς να έχει εντελώς εξαντληθεί η
δύναμη τους, ή αν ξέφευγαν αυτό το στάδιο κατέβαινε ύστερα το κακό
κατέβαινε στη κοιλιά, γέμιζαν πληγές και αφού τους έπιανε δυνατή και
ασταμάτητη διάρροια, πέθαιναν οι περισσότεροι στο δεύτερο αυτό
στάδιο από την εξάντληση. Και το κακό περνούσε από όλο το κορμί, μια
και είχε στερεωθεί στην αρχή στο κεφάλι και προχωρούσε από πάνω
προς τα κάτω, κι αν κανείς σωζόταν από τα χειρότερα, φανερωνόταν
τούτο επειδή έπιανε πια τις άκρες γιατί έπεφτε και στα γεννητικά όργανα
και στις άκρες των χεριών και των ποδιών, και πολλοί που συνήλθαν
έμειναν χωρίς αυτά μερικοί άλλοι πάλι έχασαν το φως τους ή το
θυμητικό τους, ενώ άντεξαν στην καθαυτό αρρώστια στην αρχή και
ξέχασαν μόλις σηκώθηκαν ποιοι ήταν οι ίδιοι και δεν γνώριζαν ούτε τους
πιο στενούς συγγενείς και φίλους τους». Μετά το πρώτο ξέσπασμα το
430 π.Χ. ο Λοιμός αναζωπυρωνόταν συνεχώς μέχρι το 425 π.Χ. Ήταν ο
«αττικός Λοιμός» ονομαζόμενος και «Λοιμός του Θουκυδίδη».
Ο χρόνος κυλά αστραπιαία στα βιβλία και η οδύνη μοιάζει τόσο μακρινή!
Σημειώνεται ο «Λοιμός του Αντωνίνοι» στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία τον
δεύτερο μετά χριστιανικό αιώνα. Έπειτα ακουσθεί ο «Λοιμός του
Ιουστινιανού», στην Ευρώπη και στη Μ. Ασία από το 531 έως το 580 μ.
Χ ., που περιεγράφηκε με εξουθενωτικές λεπτομέρειες από το βυζαντινό
ιστορικό Προκόπιο, που μιμήθηκε την αντίστοιχη περιγραφή του
Θουκυδίδη για τον Λοιμό της Αθήνας. «Εκείνα τα χρόνια» γράφει ο
Βυζαντινός Ιστορικός, «έπεσε µεγάλος λοιµός, από τον οποίο κινδύνευσε
να εξαφανιστεί όλο το ανθρώπινο γένος. Ξεκίνησε από τους Αιγυπτίους
που κατοικούν στο Πηλούσιο. Από εκεί η αρρώστια απλώθηκε σ’ όλη τη
γη και δεν άφησε ούτε νησί, ούτε σπηλιά ή βουνοκορφή όπου να ζούσε
κάποιος άνθρωπος. Τους ανθρώπους τους έπιανε ξαφνικά πυρετός. Ο
πυρετός ήταν χαµηλός από την αρχή ως το βράδυ, ώστε δεν έδινε την
εντύπωση πως ήταν κάτι επικίνδυνο. Την ίδια µέρα, σε µερικούς
ασθενείς, σε άλλους την εποµένη και στους υπόλοιπους ύστερα από λίγες
µέρες, παρουσιαζόταν πρήξιµο, που αρχικά περιοριζόταν στη βουβωνική
χώρα. Ύστερα επεκτεινόταν στη µασχάλη, σε ορισµένες, µάλιστα
περιπτώσεις και στο πίσω µέρος των αφτιών και σε διάφορα σηµεία των
93
«Στα τέλη του 13ου αιώνα, η πίστη στο καθαρτήριο ήταν ευρέως
διαδεδομένη», λέει ο Γάλλος ιστορικός Ζακ λε Γκοφ. Στις αρχές του
14ου αιώνα, ο Δάντης γράφει το καθοριστικό για το ανθρώπινο πνεύμα
έργο του «Η Θεία Κωμωδία», το οποίο περιείχε παραστατικές
περιγραφές της κόλασης και του καθαρτηρίου. Έτσι δημιουργήθηκε ένα
θρησκευτικό κλίμα που έκανε τους ανθρώπους να αντιμετωπίζουν τις
επιδημίες, την Πανώλη, με φοβερή απάθεια και μοιρολατρία,
θεωρώντας την τιμωρία από τον ίδιο τον Θεό. Αυτή η απαισιόδοξη
νοοτροπία συνέβαλε στην εξάπλωση της ασθένειας. Στο «Δεκαήμερο»
του ο Βοκκάκιος, στο προοίμιο, περιγράφει με μεγάλη δύναμη την
Πανώλη, που το 1348 είχε πλήξει την Ευρώπη – τον “Μαύρο Θάνατο”,
όπως τον έλεγαν και εξολόθρευσε τη Φλωρεντία. Η Πανώλη χρεώνεται
στην κοινωνική σήψη και στα έκλυτα ήθη. Οι αρχαίοι θεοί τιμωρούσαν
τους ανθρώπους με την Επιδημία, αλλά τώρα, στον Μεσαίωνα, φταίνε οι
ίδιοι οι άνθρωποι και οι αμαρτίες τους.
Πέντε συν ένα βιβλία για επιδημίες που μοιάζουν πιο επίκαιρα από
ποτέ.
Μέρες δύσκολες για όλους και καθώς κλεισμένοι μέσα στα σπίτια μας
προσπαθούμε να κάνουμε διαπραγματεύσεις με τα απανωτά υπαρξιακά
μας ερωτήματα, το μόνο που μπορεί να μας δώσει μια εικόνα για τις
πανδημίες του Κόσμου είναι η λογοτεχνία. Το «Περιοδικό» σας
προτείνει 4 από τα καλύτερα βιβλία που έχουν γραφτεί για τις ασθένειες
μέσα στην ιστορία. Από τον Πούσκιν, τον Αλμπέρ Καμύ, τον Ζοζέ
Σαραμάγκου, τον Richard Preston μέχρι το σήμερα που ζούμε, οι
ομοιότητες θα μας καταπλήξουν.
Απόσπασμα
Από τον Λοιμό του Ιουστινιανού και τον Μαύρο Θάνατο, μέχρι την
ισπανική γρίπη, το Aids και τον κορωνοϊό, η ιστορία της ανθρωπότητας
είναι γεμάτη από πανδημίες, με την πρώτη να καταγράφεται το 430 π.Χ,
στη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου.
Το έτος 541 μ.Χ., μια άγνωστη ασθένεια έκανε την εμφάνισή της στο
Μεσογειακό λιμάνι της Αιγύπτου, Πηλούσιο, και εξαπλώθηκε σε όλες τις
επαρχίες της Ανατολικής Ρωμαϊκής (Βυζαντινής) Αυτοκρατορίας. Η
βουβωνική Πανώλη είχε κάνει την πρώτη της εμφάνιση στην Ευρώπη
και έμεινε γνωστή στην Ιστορία ως «Ιουστινιάνεια Πανώλη», από το
όνομα του Βυζαντινού Αυτοκράτορα Ιουστινιανού. Το 542 μ.Χ., η νόσος
εμφανίστηκε και στην πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας, την
Κωνσταντινούπολη και άρχισε να εξαπλώνεται σταδιακά προς τη Δύση
φθάνοντας μέχρι τη Βρετανία και την Ιρλανδία.
Στη διάρκεια της πανδημίας υπολογίζεται ότι έχασαν της ζωή τους 30 με
50 εκατ. άνθρωποι, αριθμός που αντιστοιχεί περίπου στο ήμισυ του
παγκοσμίου πληθυσμού εκείνης της εποχής.
SHUTTERSTOCK
Ευλογιά (15ος-17ος αιώνας)
SHUTTERSTOCK
EPA/YAHYA ARHAB
SHUTTERSTOCK
Οι έρευνες για την κατανόηση του πώς συνέβη και πώς θα μπορούσε να
αποφευχθεί οδήγησαν σε βελτίωση των συστημάτων δημόσιας υγείας και
συνέβαλαν στο να τεθούν υπό έλεγχο παρόμοιες εξάρσεις κρουσμάτων
ιογενούς γρίπης στη συνέχεια.
EPA/ALEX HOFFORD
Πενήντα χρόνια μετά την ισπανική γρίπη, ένας νέος ιός της ίδιας
οικογένειας ο Η3Ν2, εξαπλώθηκε ανά τον κόσμο. Οι εκτιμήσεις κάνουν
λόγο για περίπου ένα εκατ. θανάτους, εκ των οποίων 100.000 στις ΗΠΑ.
Η γρίπη του Χογκ-Κογκ αποτελεί την τρίτη πανδημία γρίπης μέσα στον
20ό αιώνα, μετά την ισπανική γρίπη του 1918 και την ασιατική του
1957, που εκτιμάται ότι προκάλεσε περίπου ένα με 4 εκατ. θανάτους.
Πιστεύεται ότι ο ιός της ασιατικής γρίπης μεταλλάχθηκε και έκανε την
επανεμφάνισή του δέκα χρόνια αργότερα με τη μορφή της Γρίπης του
Χογκ-Κογκ, που οδήγησε στην πανδημία Η3Ν2. Αν και δεν είχε τόσο
υψηλά θνητότητας όσο η ισπανική γρίπη, ο Η3Ν2 μεταδιδόταν πολύ
εύκολα, προσβάλλοντας μισό εκατομμύριο ανθρώπους μέσα σε δύο
εβδομάδες μετά την αναφορά του πρώτου κρούσματος στο Χογκ-Κογκ.
Η πανδημία βοήθησε την κοινότητα υγείας να κατανοήσει το ζωτικό
ρόλο των εμβολίων στην αποτροπή μελλοντικών επιδημιών.
EPA/SANJAY BAID
REUTERS/MIKE CASSESE
EPA/HORACIO VILLALOBOS
Ένας νέος ιός από την «οικογένεια» των ιών της γρίπης εμφανίσθηκε το
2009, μολύνοντας περίπου 60,8 εκατ. ανθρώπους στις ΗΠΑ και με
θνητότητα παγκοσμίως μεταξύ 151.700 και 575.400. Αποκαλούμενη και
ως «γρίπη των χοίρων», καθώς φαίνεται ότι πέρασε από τους χοίρους
στον άνθρωπο, ο Η1Ν1 διαφέρει από την κοινή γρίπη στο ότι το 80%
των θανάτων παρατηρήθηκε σε ανθρώπους κάτω των 65 ετών. Συνήθως,
το 70% με 90% των θανάτων από στελέχη ιών γρίπης αφορά ανθρώπους
ηλικίας άνω των 65 ετών.
107
Ο ιός Έμπολα πήρε το όνομά του από ένα ποτάμι κοντά στο σημείο που
καταγράφηκε το πρώτο κρούσμα. Παρότι περιορισμένου εύρους
εξάπλωσης σε σύγκριση με τις περισσότερες πανδημίες, πρόκειται για
έναν εξαιρετικά θανατηφόρο ιό.
Εντοπίσθηκε για πρώτη φορά σε ένα μικρό χωριό της Γουινέας το 2014
και εξαπλώθηκε σε αρκετές γειτονικές χώρες στη Δυτική Αφρική,
μολύνοντας 28.600 ανθρώπους και προκαλώντας 11.325 θανάτους τους
περισσότερους εκ των οποίων σε Γουινέα, Λιβερία και Σιέρα Λεόνε. Εκ
των οκτώ Αμερικανών που προσβλήθηκαν από Έμπολα, ένας πέθανε,
σύμφωνα με το Κέντρο Ελέγχου Ασθενειών(CDC).
REUTERS/FLAVIO LO SCALZO
REUTERS/SUSANA VERA
Άντον Τσέχωφ
Στο παρελθόν, οι άνθρωποι βίωναν την ασθένεια σαν μια τιμωρία που
επέβαλαν οι θεότητες. Η τιμωρία μπορούσε να αφορά ένα μεμονωμένο
άτομο, ένοχο για κάποια φοβερή πράξη προς κάποια άλλα άτομα ή, πιο
συχνά, επειδή παραβίασε απαραβίαστα ταμπού. Και όχι μόνον οι
ασθένειες και οι επιδημίες (η λέπρα, η Πανούκλα), αλλά και οι φυσικές
παραμορφώσεις (η καμπούρα, ο ραχιτισμός, κ.ά.) συνδέονται και
αποδίδονται σε ηθικές «παραμορφώσεις» του ατόμου. Άλλες φορές η
τιμωρία είναι συλλογική και μαζική. Σ’ αυτή την περίπτωση, μια
ολόκληρη πόλη ή ένας ολόκληρος πληθυσμός γίνεται αποδέκτης της
οργής των θεών. Ανάμεσα στα πιο γνωστά, προς αυτή την κατεύθυνση,
παραδείγματα έχουμε πολλές θείες τιμωρίες στην αρχαία Ελλάδα, στη
μυθολογία και στην Παλαιά Διαθήκη, όπου ολόκληρες πόλεις
καταστρέφονται από τους θεούς γιατί είναι ένοχες ανυπακοής ή ηθικής
προσβολής (η Θήβα, στον Οιδίποδα Τύραννο, τα Σόδομα και τα
Γόμορρα) ή πληθυσμοί που εξαφανίζονται είτε από φυσικές καταστροφές
είτε από ασθένειες.
Η ασθένεια παίρνει λοιπόν τη μορφή μιας άρνησης της τάξης και της
εξουσίας, δραπετεύει από τη νοσηρή οργάνωση των κοινωνικo-
οικονομικών σχέσεων: γίνεται σύμπτωμα μιας καχεξίας, μιας
ανεκπλήρωτης ενσωμάτωσης του ατόμου στην κοινωνία. Είναι πολλοί οι
111
συγγραφείς που έχουν περιλάβει το θέμα της ασθένειας στα έργα τους.
Μερικές αναφορές:
Ίταλο Σβέβο: Εδώ δεν έχουμε μια πραγματική ασθένεια αλλά μια
γήρανση ή μια γενικότερη αδράνεια. Οι πρωταγωνιστές του Σβέβο είναι
διαφορετικοί από τους άλλους γιατί, στην ουσία, είναι άτομα
χρεοκοπημένα στη ζωή. Στη Συνείδηση του Ζήνωνα, η αντίθεση ανάμεσα
στην ασθένεια και την υγεία βασίζεται στην αντίθεση ανάμεσα στην
αδράνεια και την σιγουριά, όπου τα «υγιή» άτομα είναι εκείνα που είναι
σίγουρα για τον εαυτό τους, δυνατά, αποφασισμένα και γεμάτα
112
Το θέμα της Επιδημίας -με μεγάλο άλμα στον χρόνο- το συναντάμε ξανά
στις αρχές του 19ου αιώνα και συγκεκριμένα στην τρίπρακτη έμμετρη
τραγωδία «Ασπασία» (1813) του Ιακωβάκη Ρίζου Νερουλού (1788-
1849). Ο συγγραφέας περιγράφει ζωντανά τη φρίκη του λοιμού, τη
μορφολογία της Επιδημίας και την κλινική συμπτωτολογία της επάρατης
νόσου - έργο επηρεασμένο από τον αθηναϊκό Λοιμό όπως τον
αποτύπωσε ο Θουκυδίδης, που οδήγησε και τον Περικλή στον θάνατο.
Η Ασπασία όχι μόνο δεν μπορεί να περιοριστεί μέσα στον χώρο, αλλά
επιλέγει να μη δεσμευτεί και από τους νόμους της Πολιτείας. Οταν της
απαγορεύουν τη συμμετοχή της στην κηδεία του Περικλή, αυτή προτιμά
να τον ακολουθήσει στον τάφο επιλέγοντας τον μόνο σίγουρο δρόμο έξω
από τον χώρο της πόλης και της Επιδημίας, τον θάνατο.
Στη χτυπημένη από την κακή αρρώστια πόλη της Αθήνας, εισέρχεται με
άγνοια κινδύνου ο μπαρμπα-Μήτρος, οπότε διαπιστώσει ότι η οικογένειά
του έχει αποδεκατιστεί. Ο ήρωας περιηγείται στην πάσχουσα πόλη,
θρηνεί για την απώλειά του, ενώ στο τέλος του διηγήματος εξαφανίζεται
χωρίς καμία ένδειξη για το τι του συνέβη. Ο χαρακτήρας αυτός
ακολουθεί την αντίθετη πορεία από όλους τους υπόλοιπους πολίτες της
Αθήνας, εισέρχεται μέσα στα όρια της Επιδημίας ενώ όλοι πάλευαν να
εξέλθουν από αυτά. Η αφοβία την οποία επιδεικνύει απέναντι στην
Επιδημία και στον θάνατο κορυφώνεται στο σημείο όπου παρακαλάει
τους νεκροθάφτες να τον πάρουν μαζί τους στο κάρο με τους νεκρούς και
αυτοί τον περιγελούν.
Ως τώρα αναφερθήκαμε στο πώς περνούν στην ποίηση, στο θέατρο και
στο διήγημα οι επιδημίες της Πανώλης, της χολέρας και του τύφου. Τα
τρία βιβλία τα οποία ακολουθούν εξετάζουν την ασθένεια της λέπρας. Η
Γαλάτεια Καζαντζάκη (1881-1962), ο Θέμος Κορνάρος (1906-1970) και
ο Γουλιέλμος Α. Αμποτ (1906-2001) με έντονο καταγγελτικό τόνο
αποπειρώνται να συνδέσουν τους χανσενικούς με συμπεριφορές
ανήθικες, κυρίως σεξουαλικού χαρακτήρα. Αυτό είναι το στερεότυπο για
αυτή την «καταραμένη» ασθενούσα κοινότητα, αλλά οι τρεις συγγραφείς,
αν και το χρησιμοποιούν ως μοτίβο, στέκονται απέναντί του.
Η Επιδημία ως αλληγορία
Οι κάτοικοι του νησιού στο έργο του Φραγκιά δεν έχουν ονόματα, έχουν
μονάχα μια υποχρέωση: να υπακούουν τυφλά στις εντολές που τους
δίνονται. Δεν έχουν ήθη, γιατί τα ήθη τους είναι η ηθική που τους
118
επιβάλλεται από μια φωνή που κανείς δεν ξέρει από πού προέρχεται. Δεν
έχουν ονόματα, γιατί είναι απλά ένα άβουλο πλήθος.
ιστορία.
Πρόκειται για μια σπουδή στην ψυχολογία του ανθρώπου που χάνει
ξαφνικά την ελευθερία του, εξαιτίας μιας ανίατης αρρώστιας, αλλά και
μια τοιχογραφία της φοβερής Σπιναλόγκας.
Τη ζωή στη Σπιναλόγκα περιέγραφε μέσα από την ζωή της ηρωίδας της
η Γαλάτεια Καζαντζάκη * Ενας αιώνας κοντεύει να συμπληρωθεί από
την εποχή που η Γαλάτεια Καζαντζάκη δημοσίευε, ως Πετρούλα
Ψηλορείτη, στο αλεξανδρινό περιοδικό «Νέα Ζωή» την νουβέλα της
«Αρρωστη πολιτεία» (1914). Ενα «ρομάντζο» όπως το χαρακτήριζε η
ίδια, όπου για πρώτη φορά αναδεικνυόταν στη λογοτεχνία μας το θέμα
της λέπρας και η ζωή των χανσενικών στο «ξεμοναχεμένο νησάκι» της
Σπιναλόγκας. Και να που σήμερα, ενώ κυοφορείται το «Νησί», το πιο
φιλόδοξο σίριαλ της επόμενης σεζόν βασισμένο στο ομώνυμο μπεστ-
σέλερ της Βικτόρια Χίσλοπ, η νεανική αυτή νουβέλα της Καζαντζάκη
ανασύρεται από τη λήθη και φωτίζεται διεξοδικά από τη φιλόλογο Κέλη
Δασκαλά, ενταγμένη στη σειρά «Πεζογραφικές επισημάνσεις» των
«Ελληνικών Γραμμάτων» που διευθύνει η συγγραφέας και
πανεπιστημιακός Αγγέλα Καστρινάκη.
Πώς ασθενεί το σώμα, και κυρίως η ψυχή, όχι μόνο των λεπρών αλλά κι
εκείνων που υποτίθεται ότι χαίρουν άκρας υγείας; Πώς αρρωσταίνει η
κοινωνία η ίδια; Και ποια πρέπει να είναι η στάση ενός «πνευματικά
ανώτερου» ανθρώπου απέναντι σε μια νοσηρή πραγματικότητα, η οποία
είτε αναμασά τη χριστιανική ηθική είτε στηρίζεται σε ιδεολογικές
παρωπίδες; Τέτοιου είδους ερωτήματα θέτει η Καζαντζάκη, καθώς
ξεδιπλώνει τ' αντικρουόμενα συναισθήματα που προκαλούν η αρρώστια
κι ο αναγκαστικός εγκλεισμός στην ηρωίδα της, αλλά κι ο έρωτας που
εκείνη συναντά στο πρόσωπο ενός δασκάλου. Ερωτήματα που
πυροδοτούσαν τον διάλογο γύρω από τη λέπρα στις αρχές του 20ού
αιώνα, τότε που στην πνευματική ζωή κυριαρχούσαν το αισθητικό
κίνημα του συμβολισμού και η νιτσεϊκή φιλοσοφία.
«Μάγκας» ξανά
* Ο «Κέδρος» απ' την πλευρά του, σχεδόν εννιά δεκαετίες από την πρώτη
τους δημοσίευση στην Αλεξάνδρεια, φέρνει στην επικαιρότητα τρία
ξεχασμένα διηγήματα του ποιητή Κώστα Βάρναλη, σε μια έκδοση
επιμελημένη από τον Βασίλη Αλεξίου και την Αικατερίνη Μακρυνικόλα:
τον «Λαό των Μουσόνων» (μια σκοτεινή αλληγορία γύρω από την
γέννηση του κράτους και την πάλη των τάξεων, που δίνει και τον τίτλο
του τόμου), την «Ιστορία του Αγίου Παχουμίου» (μια γλαφυρή
διακωμώδηση της θρησκοληψίας) και τις «Φυλακές» (ένα καυστικό
σχόλιο για το κυνήγι του εύκολου πλουτισμού). Τρία ρεαλιστικά όσο και
προφητικά κείμενα, καρποί όλα τους της σθεναρής κριτικής στάσης του
Βάρναλη απέναντι στην κατεστημένη εξουσία, που αντέχουν ακόμα,
πόσω μάλλον σε περιόδους κρίσης, πολιτικής φαυλότητας και
εκμαυλισμού των συνειδήσεων, όπως η σημερινή.
* Δυο άλλες επανεκδόσεις, πάντως, από τον ίδιο οίκο, έχουν τις ρίζες
τους στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης, είναι νουβέλες και φέρουν
την υπογραφή του Μένη Κουμανταρέα: «Η κυρία Κούλα» και το
«Κουρείο». Στην πρώτη, παρακολουθούμε την σύντομη ερωτική ιστορία
ανάμεσα σε μια ώριμη, συντηρητική, παντρεμένη γυναίκα κι έναν νεαρό
123
φοιτητή, όπως αυτή φουντώνει και διαλύεται μέσα στα βαγόνια του
Ηλεκτρικού. Το συναπάντημά τους, που μεταφέρθηκε παλιότερα στην
τηλεόραση από τον Διαγόρα Χρονόπουλο με τη Βέρα Ζαβιτσιάνου και
τον Φίλιππο Σοφιανό, διασκευάζεται τώρα για το θέατρο από τον Ακη
Δήμου, με την προοπτική να το σκηνοθετήσει στο Τέχνης ο Νίκος
Μαστοράκης, κι ενθουσιάζει τους Γάλλους μεταφρασμένο από τον
Μισέλ Βόλκοβιτς, με την Κυρία Κούλα ως «La femme du metro».
σκηνής, που υποτίθεται πως έλαβε χώρα στη Jaffa τον Μάρτιο 1799,
κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Εκστρατείας στην Αίγυπτο και τη Συρία...
Βυζαντινή εποχή
ΠΑΝΩΛΗ
ήταν κάτι επικίνδυνο. Την ίδια μέρα, σε μερικούς ασθενείς, σε άλλους την
επομένη και στους υπόλοιπους ύστερα από λίγες μέρες, παρουσιαζόταν
πρήξιμο, που αρχικά περιοριζόταν στη βουβωνική χώρα. Ύστερα
επεκτεινόταν στη μασχάλη, σε ορισμένες, μάλιστα περιπτώσεις και στο
πίσω μέρος των αφτιών και σε διάφορα σημεία των μηρών. Σε μερικές
περιπτώσεις ο θάνατος ερχόταν αμέσως, ενώ σε άλλες ύστερα από μέρες.
Σε μερικούς ασθενείς το σώμα γέμιζε με μαύρες φουσκάλες, μεγάλες σαν
σπυριά φακής,αυτοί δεν ζούσαν ούτε μια μέρα, αλλά πέθαιναν αμέσως.
Μερικοί, πάλι, έκαναν εμετό με αίμα, χωρίς καμιά φανερή αιτία, και
αμέσως πέθαιναν>>.
Στην αρχή σημειώθηκαν θάνατοι κάπως περισσότεροι από τους
συνηθισμένους. Ύστερα ο κακό μεγάλωσε και ο αριθμός των νεκρών
έφτανε τις πέντε χιλιάδες την ημέρα, και αργότερα τις δέκα χιλιάδες και
ακόμα παραπάνω. Κάθε είδος εργασίας είχε σταματήσει.
Μία δεύτερη περιγραφή της αρρώστιας έχει διασωθέι από τον
Ευάγριο Σχολαστικό, εκκλησιαστικό συγγραφέα, αυτόπτη μάρτυρα και
παθόντα:
«Η αρρώστια λέγεται πως άρχισε από την Αιθιοπία. Βήμα προς βήμα
διέτρεξε ολόκληρη την οικουμένη, χωρίς να αφήσει ανέγγιχτο κανένα από
τους ανθρώπους. Η νόσος εκδηλωνόταν με διάφορα συμπτώματα. Σε
άλλους άρχιζε από το κεφάλι με κόκκινα από το αίμα τα μάτια και με
πρησμένο πρόσωπο, κατέβαινε μέχρι το λαιμό και έστελνε όποιον είχε
προσβάλει στο θάνατο. Σε άλλους προκαλούσε γαστρορραγία. Κάποιοι
βουβώνες πρήζονταν και εξαιτίας τους ανέβαινε υψηλός πυρετός. Και
πέθαιναν τη δεύτερη ή την τρίτη μέρα, έχοντας σώας τα φρένας και το
σώμα ίδιο με εκείνους που δεν είχαν πάθει τίποτε. Άλλοι όμως έχαναν τη
ζωή τους, αφού παραλογίζονταν. Υπάρχουν μάλιστα περιπτώσεις που
κάποιοι προσβλήθηκαν και μια και δυο φορές και διέφυγαν τον κίνδυνο,
αλλά πέθαναν μόλις προσβλήθηκαν ξανά. Και οι τρόποι μετάδοσης της
νόσου ήταν πολλοί και πέραν κάθε λογικής. Άλλοι μεν χάνονταν απλώς
ζώντας και τρώγοντας μαζί, άλλοι δε μόνο από την απλή επαφή, άλλοι
όταν έμπαιναν μέσα στο σπίτι, άλλοι στην αγορά. Μερικοί φεύγοντας
απρόσβλητοι από πόλεις που νοσούσαν μετέδωσαν τη νόσο σε άλλους που
δεν νοσούσαν. Και όσοι ήταν πρόθυμοι να προσβληθούν, επειδή είχαν
χάσει τα παιδιά τους ή το σπιτικό τους και είχαν ακριβώς γι’ αυτό
αναμιχτεί με τους νοσούντες, δεν προσβλήθηκαν λες και η αρρώστια να
αντιστρατευόταν τη θέλησή τους. Το τι θα επακολουθήσει είναι άδηλο
αφού ο Θεός είναι αυτός που θα κρίνει, αυτός που γνωρίζει τις αιτίες κάθε
πράγματος και πού αυτές θα οδηγήσουν».
Γίνεται φανερό και από τις δύο περιγραφές ότι η αρρώστια είχε
ορισμένα συμπτώματα τα οποία ήταν κοινά, όπως: προκαλούσε πρήξιμο
των βουβώνων, πυρετό, διάρροια, εμετούς, κώμα, παραισθήσεις και
τελικά θάνατο στα περισσότερα από τα θύματά της σε διάστημα λίγων
128
ημερών..
Η Ιατρική, την εποχή αυτή, ήταν περισσότερο μια εμπειρική,
πρακτική ασχολία και λιγότερο μια επιστήμη για τη θεραπεία,για όσους
λίγους είχαν την πρόσβαση και τη γνώση. Από κοντά και η θεολογία της
εποχής με την επικρατούσα άποψη ότι οι ασθένειες προέρχονταν από το
Θεό, ο οποίος είναι μεν εξ ορισμού πανάγαθος, αλλά οι αμαρτίες των
ανθρώπων επιφέρουν την τιμωρία τους μέσω των ασθενειών.
Oι λοιμοί, οι μεταδοτικές θανατηφόρες επιδημίες, για όσους τις
έζησαν μέσα σε εποχές σκοτεινές, παραδομένες στην άγνοια και τη
θρησκοληψία, αντιπροσώπευαν πάντα το «σημάδι» των έσχατων
ημερών, το τέλος του κόσμου, τη δεύτερη παρουσία και όλες τις
συναφείς ιδεοληψίες, με τις οποίες ελεγχόταν η κοινωνία. Κατά την
εξέλιξη των επιδημιών επικρατούσε ατμόσφαιρα πανικού και παράνοιας,
πολύ ευνοϊκή για την εκκόλαψη πλήθους άλλων αγριοτήτων, άσχετων με
το φυσικό αποδεκατισμό των πληθυσμών από την αρρώστια.
Bασανισμοί, μαγείες, εκτελέσεις, διώξεις, βίαιη αρπαγή περιουσιών και
άλλα δεινα...
Οποιοσδήποτε υπολογισμός της πρώτης πανδημίας είναι
παρακινδυνευμένος εξαιτίας της απουσίας στατιστικών. Ο Ιωάννης της
Εφέσου αναφέρει ότι στην Κωνσταντινούπολη, όταν τα θύματα έφτασαν
τις 230.000 χιλιάδες οι φρουροί των πυλών έπαψαν να τα μετρούν.
Σύγχρονοι ιστορικοί υπολογίζουν τον πληθυσμό της Πόλης την εποχή
του Ιουστινιανού σε 400.000 χιλιάδες. Επομένως, η πανώλη ελάττωσε
τον αριθμό των κατοίκων κατά 50% περίπου, αριθμός που θεωρείται
σωστός..
Αν στην πρωτεύουσα ο αριθμός των νεκρών ήταν πολύ μεγάλος,
στην επαρχία τα πράγματα ήταν κάπως καλύτερα.Λόγω της
συγκέντρωσης μεγάλου αριθμού ανθρώπων στις πόλεις, η μετάδοση και
η εξάπλωση της νόσου ήταν πολύ πιο εύκολη από ότι στα χωριά. Η
θανατηφόρα αρρώστια δεν εξαφανίστηκε μετά το πρώτο χτύπημα, αλλά
επανεμφανίζονταν σταδιακά μέχρι το έτος 746.
Οι άμεσες συνέπειες της πανώλης ήταν δραστική μείωση του
πληθυσμού, φτώχεια, πληθωρισμός και λιμός. Οι επιπτώσεις στην
κοινωνία,στην οικονομία, στο στράτευμα, στη θρησκεία ήταν σημαντικές
και πολλές. Ο Ιουστινιανός προσπάθησε με νομοθετικά μέτρα να
ενισχύσει τη γεωργική παραγωγή, να αυξήσει τις εισαγωγές, να κρατήσει
χαμηλά τις τιμές, όμως σε μια αγροτική οικονομία,η έλλειψη εργατικών
χεριών αυτόματα δημιουργεί δυσχερή προβλήματα. Όπως είναι λογικό η
αρρώστια έπληξε σε μεγαλύτερο ποσοστό τον φτωχό πληθυσμό και
γενικότερα την εργατική-αγροτική τάξη. Επομένως, παρουσιάστηκε
129
Ο κόσμος δεν ήξερε από που να φυλαχτεί, για αυτό κλεινόταν στα σπίτια
τους και δεν είχαν σχέση με κανένα. Που κρυβόταν τα σπέρματα της
μόλυνσης; Γιατί πολλοί άρρωστοι ανάρρωναν, ειδικότερα αν τα
αποστήματα έσπαγαν; Φυλάγονταν όλοι από τους αρρώστους και τους
μολυσμένους, αλλά την ίδια στιγμή υπήρχαν χιλιάδες ανάμεσά τους, που
φαίνονταν καλά, αλλά συνέχεια κουβαλούσαν τον θάνατο μαζί τους σε
κάθε συντροφιά που έμπαιναν, γιατί είχαν την πανούκλα στο αίμα τους.
Αυτοί ήταν οι πιο επικίνδυνοι, γιατί στην όψη τους ήταν καλά και δεν το
ήξεραν ούτε οι ίδιοι ότι ήταν μολυσμένοι, μέχρι που πέθαιναν ξαφνικά
μέσα σε 5-6 ώρες.
Όλες οι αναγκαίες εργασίες, που έφερναν τρόμο και ήταν τόσο θλιβερές
και τόσο επικίνδυνες γίνονταν τη νύχτα. Αν γινόταν μεταφορά
πτωμάτων, ή αν έθαβαν πεθαμένους ή αν έκαιγαν μολυσμένα ρούχα,
ήταν πάντα νύχτα. Έτσι στη διάρκεια της ημέρας δεν μπορούσες να δεις
ή να ακούσεις το παραμικρό, που να μαρτυρεί τη μεγάλη καταστροφή.
132
Διαβάστε το.
Κώστας Τραχανάς
133
Στην Επιδημία χολέρας που έφεραν στον Πειραιά και στην Αθήνα το
1854 Αγγλοι και Γάλλοι στρατιώτες, και η οποία θέρισε 4.000 άτομα το
1854-1855, τα σχολεία έκλεισαν, οι αρχές έβαλαν λουκέτο στα
καταστήματα όπου επικρατούσε συνωστισμός, μαγειρεία, οινοπωλεία,
ζαχαροπλαστεία, καφενεία και σε κάθε δραστηριότητα· στην Αιόλου και
στην Αθηνάς τα εμπορικά ρήμαξαν, οι κάτοικοι έφυγαν μαζικά για τα
νησιά του Αργοσαρωνικού και τα πέριξ χωριά –Μαρούσι, Κηφισιά,
Χασιά, Καλύβια–, οι λωποδύτες έκαναν πλιάτσικο στα έρημα σπίτια.
Αν βρεθούμε μέσα στη σιωπή, όμως μια σιωπή εκκωφαντική –«πηγές της
Ιστορίας δεν είναι μόνο τα αρχεία, τα ντοκουμέντα, οι μαρτυρίες, είναι
και η σιωπή» γράφει η Μάρω Δούκα στο βιβλίο «Το δίκιο είναι ζόρικο
πολύ»–, μπορούμε να αναλογιστούμε τις αληθινές κλίμακες και το
πραγματικό βάρος μεγάλων και μικρών, αξιοσημείωτων και ευτελών, τη
σύνδεση τωρινών κι αλλοτινών στιγμών. Διότι ό,τι αντικρίζουμε στο
σήμερα είναι προϊόν τού χθες. Τα γεγονότα δεν ξεσπούν στο κενό.
είχε κάνει παλιότερα με τον HIV/AIDS όπως και με τον έξαρση του ιού
Εμπολα στη δυτική Αφρική το 2014. Η πανδημία έχει επίσης οδηγήσει
τη σχέση της Αμερικής με την Κίνα σε νέες εντάσεις. Αλλά, ενώ η
αντιμετώπιση της πανδημίας στην Αμερική εξελίσσεται σε φιάσκο, τι
είδους ηθικό πλεονέκτημα θα μπορούσε αλήθεια να προβάλει η
αυταρχική Κίνα στις υπόλοιπες δημοκρατίες του κόσμου;
Οτι, δηλαδή, ο Λοιμός ποτέ δεν τελειώνει πραγματικά και ότι κάποτε θα
επιστρέψει. Ακόμη κι όταν η κρίση περάσει, η ανθρωπότητα θα έχει
απλώς κερδίσει μια μάχη απέναντι στην πανδημία. Μετά τους πρώτους
πανηγυρισμούς, ωστόσο, οι κυβερνήσεις και τα έθνη θα πρέπει
επειγόντως να ετοιμάσουν ένα σχέδιο ενίσχυσης των συστημάτων υγείας.
Η ανθρωπότητα μπορεί, με προσπάθεια, να αποφύγει τους πολέμους,
αλλά όχι την εξάπλωση νέων θανατηφόρων ιών. Αυτό όμως που μπορεί
ακόμη να κάνει είναι να δημιουργήσει συνθήκες διεθνούς συνεργασίας
ώστε να ελέγξει από νωρίς την εξάπλωση μελλοντικών πανδημιών που,
όπως πλέον έχουμε αντιληφθεί, μπορεί και να προκαλέσουν περισσότερα
θύματα από οποιονδήποτε μεγάλο πόλεμο.
138
14ο αιώνα, η Πανώλη τον 15ο, η σύφιλη τον 16ο, η ιλαρά τον 17ο και
18ο, η φυματίωση και η οστρακιά τον 19ο αιώνα, η γρίπη και το AIDS
τον 20ό αιώνα, και απ’ ό,τι φαίνεται, νέου τύπου ιώσεις του
αναπνευστικού συστήματος τον 21ο αιώνα.
Το γεγονός ότι για πολλά χρόνια ήταν άγνωστος ο τρόπος μετάδοσης της
ασθένειας, που γινόταν μέσω των τρωκτικών και των ψύλλων,
προκαλούσε τρόμο στις κοινωνίες που έπληττε. «Είναι σαφές ότι οι
άνθρωποι σκέφτονταν με όρους θρησκευτικούς. Θεωρούσαν την
Πανούκλα οργή Θεού και τιμωρία για τους αμαρτωλούς, διότι δεν
μπορούσαν να την καταλάβουν. Αλλες ασθένειες, όπως η ευλογιά, που
είχε συγκεκριμένο μοντέλο μετάδοσης και προσβολής, την καταλάβαιναν
ως ιατρικό πρόβλημα», δηλώνει στην «Κ» ο ιστορικός και συγγραφέας.
Τα ποιοτικά στοιχεία όμως και οι πηγές για τον ελλαδικό χώρο είναι
λιγοστά, όπως παραδέχεται ο ιστορικός, καθώς δεν υπάρχουν ληξιαρχικά
αρχεία για την εποχή και διότι οι γιατροί απέδιδαν τότε στην Πανώλη
όποια ασθένεια δεν μπορούσαν να εξηγήσουν. Πάντως, εκτός από
μεμονωμένες περιπτώσεις, η Ελλάδα προσπάθησε να φτιάξει ένα
σύστημα λοιμοκαθαρτηρίων το ’40, για να πάρει αποστάσεις από την...
Ανατολή.
«Εδώ και αρκετά χρόνια ακολουθώ ένα πολύ συγκεκριμένο και αυστηρό
πλάνο. Εχω χωρίσει τον πλανήτη σε δώδεκα γεωγραφικές ζώνες και το
σχέδιό μου είναι να γράψω ισάριθμα βιβλία καλύπτοντας ενάμιση αιώνα
ιστορίας. Σε αυτές τις ζώνες πηγαίνω τακτικά, διαμένω σε αυτές κατά
διαστήματα που ποικίλλουν μεταξύ τους, αλλά δεν εγκαθίσταμαι ούτε ζω
κάπου μονίμως. Σε τέτοιον βαθμό μάλιστα που προκαλώ τη σύγχυση στους
άλλους. Κανείς δεν ξέρει, όταν με βλέπει, αν έχω μόλις επιστρέψει ή αν
ετοιμάζομαι να ξαναφύγω». Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο μπερδεύει ο
αεικίνητος πεζογράφος τόσο τους μαγαζάτορες σε μια γειτονιά του
Μεξικού όσο και τα γκαρσόνια σε ένα μπιστρό του Παρισιού. «Ισως όλα
αυτά να εξηγούνται από την έντονη επιθυμία που έχω για πολλές
παράλληλες ζωές, ταιριάζουν άλλωστε πολύ στη λογοτεχνία. Πάντως το
μόνο σίγουρο είναι ότι δεν έχω γράψει ποτέ για μέρη όπου δεν έχω βρεθεί
ο ίδιος, έστω για λίγο, περαστικός».
Το 2017 εξέδωσε το πιο πρόσφατο βιβλίο του, το έκτο και μεσαίο αυτής
της οικουμενικής σειράς, «το γαλλικό, με τον τίτλο «Taba-Taba», που
είναι και το πλέον αυτοβιογραφικό». Το έργο του Πατρίκ Ντεβίλ
χωρίζεται σε δύο ευδιάκριτες περιόδους. Η πρώτη, στις εκδόσεις Minuit,
ήταν ακραιφνώς μυθοπλαστική και τερματίστηκε το 2000. Από τότε,
αναζητώντας μια φόρμα που θα του επέτρεπε να συνδυάσει ετερόκλητες
λογοτεχνικές δυνατότητες, άρχισε να γράφει βιβλία εμπνευσμένα από
προσωπικότητες που υπήρξαν και αληθινά γεγονότα της Ιστορίας. «Δεν
υπάρχει εκεί μέσα ούτε ένα κόμμα που να μην είναι τεκμηριωμένο.
Πιστεύω όμως ότι και η νέα μου περίοδος παραμένει, στην ουσία της,
μυθιστορηματική. Πρόκειται απλώς για μυθιστορήματα χωρίς
μυθοπλασία».
144
Στη λογοτεχνία
“… and so many died that all believed it was the end of the world.”
Τι είναι η Πανώλη;
Η Πανώλη μεταδίδεται στα ζώα αλλά και μεταξύ των ανθρώπων με την
επαφή, άμεση και έμμεση, τις εκκρίσεις, τον αέρα κλπ. Το βακτήριο
μπορεί να επιβιώνει για χρόνια σε οτιδήποτε έχει αγγίξει ο ασθενής ή οι
εκκρίσεις του, γι αυτό υπάρχει και σήμερα ειδικό πρωτόκολλο στα
νοσοκομεία για τη διαχείριση του αρρώστου και οποιουδήποτε
αντικειμένου έχει αγγίξει. Οι μολυσμένοι νεκροί πρέπει να θάβονται
τουλάχιστον σε βάθος πέντε μέτρων. Ευτυχώς σήμερα υπάρχουν
αντιβιοτικά που μπορούν να θεραπεύσουν και εμβόλιο κατά της
Πανώλης, αλλά και πάλι πρόκειται για ιδιαίτερα μεταδοτική ασθένεια.
Αυτή τη στιγμή παραμένει ενδημική σε κάποιες περιοχές του κόσμου
(Μαδαγασκάρη, Κονγκό, Περού), με τους θανάτους από Πανώλη να
υπολογίζονται στους 200 το χρόνο. Μπορεί στην Ευρώπη να έχει πια
εκλείψει αλλά κάποτε γινόταν η αιτία να αφανιστεί τεράστιο μέρος του
πληθυσμού της, όχι μια αλλά πολλαπλές φορές.
148
Αρχαία Βακτήρια
Και πριν περάσουν πολλές ημέρες (ενν. από την εισβολή των
Σπαρτιατών και των συμμάχων τους στην Αττική) παρουσιάστηκε για
πρώτη φορά στην Αθήνα ο Λοιμός, ο οποίος λεγόταν, βέβαια, ότι και
στο παρελθόν σε πολλά μέρη έπεσε, στη Λήμνο και σε άλλους τόπους,
αλλά πουθενά δεν είχε καταγραφεί ξανά λοιμώδης νόσος σε τέτοια
έκταση κι ούτε θάνατοι ανθρώπων τόσοι πολλοί.
Και σ’ εκείνους τους χρόνους έπεσε αρρώστια, εξ αιτίας της οποίας, λίγο
έλλειψε, κάθε τι ανθρώπινο να σβήσει.
Η ροή της ιστορίας, όμως, συνέχισε ανενόχλητη για αρκετούς αιώνες και
ενώ ο πολιτισμός διατηρούταν στην Ανατολή και ανέκαμπτε στη Δύση,
σ’ αυτή την εποχή που ονομάσαμε Μεσαίωνα, η Πανούκλα ξαναχτύπησε
150
αμείλικτα το 14ο αιώνα για να ρίξει και πάλι την Ευρώπη στο πιο βαθύ
σκοτάδι.
Εξ’ αιτίας της Πανούκλας χάθηκε το ένα τρίτο του πληθυσμού της
Ευρώπης, που για να φτάσει δημογραφικά τα προηγούμενα του επίπεδα
χρειάστηκαν δύο αιώνες. Μακροπρόθεσμα όμως η πανδημία είχε και
θετικές συνέπειες, όπως την αμφισβήτηση των απαρχαιωμένων
θεραπευτικών-θεοκεντρικών γνώσεων, την ανανέωση του ενδιαφέροντος
για την ανατομία και το πείραμα, αλλά και ευεργετικές κοινωνικές και
οικονομικές ανακατατάξεις.
152
Η Πανούκλα Ξαναχτυπά
«Σαν την εικόνα τούτη εδώ, Στη Ρώμη θε να δεις γιατρό/ Ο ασθενής του
τον καλεί, Όπου η Πανούκλα εμφανιστεί/ Ρούχα παράξενα φορά,
Αδιάβροχα και σκοτεινά/ Μάσκα φοράει με γυαλιά, Αντίδοτα φέρνει
πολλά/ Το μίασμα δεν τον πτοεί, Κι ούτε το φόβο προκαλεί/ Μπαστούνι
πάντοτε κρατά, Όλοι να ξέρουν ποιος περνά.»
Ας δούμε όμως από τι αποτελείται και ποιος ο ρόλος κάθε στοιχείου της
προστατευτικής φορεσιάς: Ένα μακρύ δερμάτινο ή υφασμάτινο
πανωφόρι με μακριά μανίκια που φτάνει ως τα υποδήματα, καλύπτει το
μεγαλύτερο μέρος του σώματος. Είναι αλειμμένο με λίπος για να
στεγανοποιείται και να συγκρατεί τυχόν την ασθένεια στο εξωτερικό
μέρος της στολής. Τα μανίκια, πολύ σωστά, καλύπτονται εξωτερικά από
ψηλά δερμάτινα γάντια. Στα πόδια ο γιατρός φορά ψηλές δερμάτινες
μπότες. Το κεφάλι καλύπτει κουκούλα με μια μάσκα πάνω στο πρόσωπο.
Η τρομακτική μάσκα με σχήμα ράμφους χρησιμεύει στο να αποφεύγει να
αναπνέει ο γιατρός το μολυσματικό αέρα που θεωρούταν υπεύθυνος για
την ασθένεια. Στη θέση των ματιών έχει δύο γυάλινους κόκκινους
φακούς. Το σχήμα ράμφους κάποιοι υπέθεσαν πως δινόταν για να
τρομάζει την αρρώστια κι άλλοι γιατί υποτίθεται πως την αρρώστια τη
μετέφεραν τα πουλιά. Τίποτα απ’ αυτά δε φαίνεται να ισχύει όμως.
Μάλλον ο στόχος ήταν ο γιατρός να έχει όσο το δυνατό περισσότερο
χώρο γεμάτο με καθαρό αέρα μέσα στη μάσκα για να αναπνέει άνετα και
αυτό ήταν το πιο κατάλληλο σχήμα για το σκοπό. Στο κάτω μέρος του
ράμφους στη μεριά που ήταν κοντά στο πρόσωπο υπήρχαν δύο μικρές
τρύπες για την αναπνοή. Αυτές ήταν παραγεμισμένες με αποξηραμένα
βότανα και μπαχαρικά (τριαντάφυλλο, μέντα, γαρύφαλλο, κανέλα) για να
εξασφαλίζουν το «καλό αέρα» στο γιατρό. Η μάσκα ήταν επίσης
154
Άλλος ένας παράγοντας που συνέβαλε στη μυθοποίηση της φιγούρας και
στην εξάπλωση πολλών σφαλμάτων για τη προέλευση της, ήταν το
γεγονός ότι ήταν δημοφιλής σε Καθολικές χώρες κυρίως, που
θεωρούνταν απ’ τους Προτεστάντες πιο θρησκόληπτες κι
οπισθοδρομικές. Έτσι άρχισε να διασπείρεται το 19ο και 20ο κυρίως αι. η
παρανόηση πως η στολή ήταν τελείως άχρηστη και πως τη
χρησιμοποιούσαν οι ανόητοι Καθολικοί του μεσαίωνα. Έτσι η φιγούρα
για πολλούς σήμερα δεν θεωρείται απλά σύμβολο τρόμου, αλλά και
ανθρώπινης βλακείας.
Είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο ότι ο Βοκάκιος δεν είχε ακουστά καμία
Ουχάν, όπως δεν την είχαμε ακουστά κι εμείς πριν από τα κρούσματα
του κορωνοϊού - και ας είναι ο πληθυσμός της (9.785.392 κάτοικοι,
σύμφωνα με την απογραφή του 2010) όσος σχεδόν και ο πληθυσμός της
Ελλάδας…
Προτέρημα που τον ξεχωρίζει βασικά από τον Δάντη και τον Πετράρχη,
πνεύματα γεμάτα κατάνυξη και έκσταση. Ο Βοκάκιος ζει ολοκληρωτικά
την εξωτερική ζωή ανάμεσα σε ανθρώπους αγαπητούς και νωθρούς, ζει
τις μεταπτώσεις της ζωής, ασχολείται και ικανοποιείται με όλα αυτά, και
δεν του έτυχε ποτέ να λυγίσει και να γείρει το κεφάλι βαρυμένο από
σκέψη».
Εκείνο όμως που είναι λιγότερο γνωστό στην προσχηματική πλοκή του
«Δεκαήμερου» είναι το ίδιο το πρόσχημα: γιατί καταφεύγει στο εξοχικό
σπίτι η εύθυμη παρέα; Για να ξεφύγει από τον «Μαύρο Θάνατο».
Είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο ότι ο Βοκάκιος δεν είχε ακουστά καμία
Ουχάν, όπως δεν την είχαμε ακουστά κι εμείς πριν από τα κρούσματα
του κορωνοϊού – και ας είναι ο πληθυσμός της (9.785.392 κάτοικοι,
σύμφωνα με την απογραφή του 2010) όσος σχεδόν και ο πληθυσμός της
Ελλάδας… Ηδη τα κρούσματα προσεγγίζουν τις είκοσι πέντε χιλιάδες,
ενώ οι νεκροί τους πεντακόσιους· όταν θα διαβάζετε αυτές τις γραμμές,
ίσως και να έχουν διπλασιαστεί, καθώς κρούσματα και νεκροί την
τελευταία εβδομάδα ακολουθούν μάλλον γεωμετρική παρά αριθμητική
πρόοδο. Ο κορωνοϊός διαρκώς μεταλλάσσεται και κανένας – ούτε ο
Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας – δεν μπορεί να μας διαβεβαιώσει ότι θα
ολοκληρώσει τον θανάσιμο κύκλο του προτού η σημερινή επιδημία
εξελιχθεί σε αυριανή πανδημία, οπότε θα αρχίσουμε πια να μιλάμε για
εντελώς άλλα μακάβρια μεγέθη.
159
Ένα από τα πιο διάσημα έργα της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας με θέμα τις
επιδημίες είναι το «Δεκαήμερο» του Τζοβάνι Βοκάκιου (η μετάφραση
του Κοσμά Πολίτη παραμένει κλασική). Ο Βοκάκιος γράφει για την
πανούκλα που το 1348 έπληξε την Ευρώπη - τον «Μαύρο Θάνατο», όπως
160
Ίσως αυτός είναι ένας από τους λόγους που οι αριστούχοι της τέχνης μας
άφησαν σπουδαία παρακαταθήκη.
Ο Αγιος Ρόκκος (υπάρχει ναός του και στα Χανιά, ο οποίος ανήκε στον
βενετικό οίκο των Παολίνι) θεωρείται άγιος θαυματουργός και
προστάτης από την πανώλη. Γεννήθηκε το 1295 στο Μονπελιέ της
Γαλλίας από οικογένεια ευγενών. Εμεινε νωρίς ορφανός, μοίρασε όλα τα
υπάρχοντά του και αφού φόρεσε το ράσο του προσκυνητή κατέληξε στην
Ιταλία, όπου έγινε γνωστός για την αυταπάρνηση που έδειξε βοηθώντας
τους ασθενείς από πανούκλα. Οταν αρρώστησε και ο ίδιος, αποσύρθηκε
σε ένα δάσος περιμένοντας τον θάνατο, που όμως δεν ήρθε γιατί ιάθηκε.
Προς τιμήν του χτίστηκε το «Scuola Grande di San Rocco» στη Βενετία,
μια πόλη όπου οι συνθήκες διαβίωσης την καθιστούσαν κυψέλη της
ασθένειας παρά το γεγονός ότι μπήκε αμέσως σε Καραντίνα. Η λέξη
Καραντίνα, εξάλλου, προέρχεται από τον Ενετικό όρο για τις «40
166
Η πανδημία αυτή πήρε το όνομά της από το πιο γνωστό της θύμα, τον
επίσκοπο Καρθαγένης Κυπριανό. Τα συμπτώματα περιλάμβαναν
διάρροια, εμετό, έλκη στο λαιμό, πυρετό και γάγγραινα στα χέρια και τα
πόδια. Οι κάτοικοι εγκατέλειψαν την πόλη για να σωθούν, αλλά
προκάλεσαν την εξάπλωση της πανδημίας.
Η πρώτη από τις επτά πανδημίες της χολέρας τα επόμενα 150 χρόνια,
προήλθε από τη Ρωσία, όπου ένα εκατομμύριο άνθρωποι έχασαν τη ζωή
τους. Εξαπλώθηκε μέσα από το νερό και τις τροφές που είχαν μολυνθεί
από τα περιττώματα και το βακτήριο μεταφέρθηκε από Βρετανούς
στρατιώτες στην Ινδία, όπου πέθαναν εκατομμύρια άνθρωποι.
Ξεκινώντας από την Κίνα και μετακομίζοντας στην Ινδία και το Χονγκ
Κονγκ, η βουβωνική πανώλη προκάλεσε 15 εκατομμύρια θύματα.
Αρχικά εξαπλώθηκε μέσω των ψύλλων από την επαρχία Γιουνάν και
θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους παράγοντας που προκάλεσε
δύο σημαντικές εμφύλιες διαμάχες στην Κίνα.
172
Ένα χρόνο αφότου τα νησιά Φίτζι του Νοτίου Ειρηνικού εντάχθηκαν στη
Βρετανική Αυτοκρατορία, μία ομάδα ντόπιων προεστών επισκέφθηκε
την Αυστραλία. Επιστρέφοντας στην πατρίδα τους έφεραν μαζί τους και
την ασθένεια. Η ιλαρά εξαπλώθηκε με απίστευτη ταχύτητα και μέσα σε
έξι μήνες αφάνισε το ένα τρίτο των κατοίκων των Φίτζι, συνολικά 40.000
άτομα.
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΕΡΕΥΝΗΤΗΣ
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Πανώλη_του_Ιουστινιανού.
Δεκαετία του ‘40, στο Οράν, μια παραλιακή πόλη της (γαλλικής τότε)
Αλγερίας. Ο γιατρός Ριέ καθώς βγαίνει για τον καθημερινό κύκλο
επισκέψεων στους ασθενείς του, σκοντάφτει στην είσοδο σε ένα
πεθαμένο ποντίκι. Τις επόμενες ημέρες χιλιάδες ποντίκια θα βγουν από
τα υπόγεια, τα κελάρια και τους υπονόμους για να ξεψυχήσουν στους
δρόμους της πόλης. Αμέσως μετά, θα έλθουν τα πρώτα κρούσματα.
189
Στη νουβέλα που κυκλοφόρησε στα ισπανικά το 1985, μια από τις πιο
απροσδόκητες ιστορίες αγάπης στην παγκόσμια λογοτεχνία, η χολέρα
έχει την έννοια του ερωτικού πάθους, της παραφοράς και του αόρατου
δεσμού που κάνει τους ήρωες απρόσβλητους από το κακό. Ο Φιορεντίνο
και η αγαπημένη του Φερμίνα ξαναβρίσκονται πενήντα χρόνια μετά από
το άδοξο τέλος του δεσμού τους, όταν ο σύζυγος εκείνης, φημισμένος
γιατρός που έχει αφιερώσει τη ζωή του στην εξάλειψη της χολέρας,
πεθαίνει.
Στον δρόμο για την Ιεριχώ άνθρωποι μόνοι τους ή κατά ομάδες
αναζητούν καταφύγιο στην άγονη γη για να περάσουν 40 ολόκληρες
ημέρες και νύχτες, την Καραντίνα που τους έχει επιβληθεί
(«Quarantine» είναι ο αγγλικός τίτλος του βιβλίου). Ο Μούσα, ο ένας
από τους ταξιδιώτες εγκαταλείπεται μαζί με τη γυναίκα του από τους
συνταξιδιώτες του που τον νομίζουν στα πρόθυρα του θανάτου. Τότε
κάνει την εμφάνισή του ένας τελευταίος αργοπορημένος ταξιδιώτης. Τον
λένε Ιησού.
Στο πασίγνωστο αυτό έργο του ο Καμύ παρουσιάζει τον γιατρό Μπερνάρ
Ριέ να συνειδητοποιεί βαθμιαία τι συμβαίνει στο αλγερινό λιμάνι Οράν:
πρώτα πεθαίνουν μερικά ποντίκια, μετά όμως χιλιάδες άνθρωποι από την
πανούκλα. Ο καθένας δίνει με διαφορετικό τρόπο τον αγώνα με τον
θάνατο. Στο τέλος δεν ξεφεύγει κανείς: από τα αθώα παιδιά μέχρι τους
πιο αδίστακτους μεγάλους.
Ξαφνικά οι κάτοικοι μιας πόλης χωρίς όνομα χάνουν το φως τους. Για να
μην κολλήσουν και τους άλλους φυλακίζονται σ’ ένα άδειο ψυχιατρικό
ίδρυμα υπό την εποπτεία ενός γιατρού και της γυναίκας του, τους
οποίους υποδύονται στην ομώνυμη ταινία (2008) ο Μαρκ Ράφαλο και η
192
πηγή: DW
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Στην αρχή της Ιλιάδας ένας
λοιμός θερίζει το στρατόπεδο των Αχαιών, εξαιτίας της ασέβειας που
επέδειξε ο Αγαμέμνονας απέναντι στο θεό Απόλλωνα. Στο πέρασμα από
το έπος στην αρχαία τραγωδία, μια φοβερή επιδημία θερίζει τη Θήβα,
αλλά ο βασιλιάς της Οιδίποδας αργεί να συνειδητοποιήσει το παιχνίδι
της μοίρας που εξυφαίνεται ερήμην του (βλ. τον πίνακα του Jalabert
Charles Francois στην κεντρική εικόνα).
Λίγα χρόνια μετά, ο Ζαν Ζιονό δημοσιεύει τον «Ουσάρο στη στέγη»
(1951). Η χολέρα σαρώνει στην Προβηγκία. Ο Ιταλός αξιωματικός
Άντζελο Πάρντι, εξόριστος στη Γαλλία, καταδιώκεται από τους
Αυστριακούς που τον κατηγορούν για συνωμοσία. Οι δρόμοι έχουν
αποκλειστεί, οι πόλεις έχουν οχυρωθεί και έχει επιβληθεί Καραντίνα. Ο
Άντζελο χωρίς να φοβάται να μολυνθεί φροντίζει τους αρρώστους που
συναντά στο δρόμο του ενώ βοηθά τη σύζυγο ενός κόμη. Ο κλοιός
σφίγγει κι εκείνος, άτρωτος χάρη στο θάρρος και την αγνότητά του,
καταφεύγει στις στέγες της Μανόσκ από όπου παρατηρεί το μεγαλείο της
φύσης και ταυτόχρονα την πόλη να παραδίδεται στον μαρασμό εξαιτίας
της θανάσιμης επιδημίας.
194
Gutenberg), ο οποίος ζει στη Γαλλία από τα 11 χρόνια του. Μια ιστορία
για την καταστροφή και το τέλος της ανθρωπότητας που διαδραματίζεται
το 2086 στο έσχατο καταφύγιο: την Ακρόπολη της Αθήνας. Δυο
άνθρωποι έχουν απομείνει, ο νεαρός αφηγητής και ένας υπεραιωνόβιος
άνδρας που ονομάζεται Ουίλιαμ Σαίξπηρ. Αυτός ο δεύτερος, είναι ο
φορέας της μνήμης μέσα από την οποία αναζητούνται οι αιτίες του κακού
και η πηγή για τη χαρά της ζωής.
Δ Ι Π Λ Ω Μ Α Τ Ι Κ Η Ε Ρ Γ Α Σ Ι Α ΤΙΤΛΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
"Η ΠΑΝΩΛΗ ΣΤΗ ΒΕΝΕΤΙΚΗ ΚΡΗΤΗ (14ος -17ος αι.)"
ΔΙΔΑΣΚΟΥΣΑ Κωνσταντινίδου Κατερίνα ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ
ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΖΑΦΕΙΡΗ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ∙ 2017 – 2018 ∙
Λογοτεχνία ΦΥΜΑΤΙΩΣΗ
σελίδα, κάτω από τόν τίτλο, αναφέρει «μεθ’ ενός χάρτου της
Χαλκιδικής». Ό χάρτης δεν υπάρχει στό ’Αρχείο. Στη δεύτερη σελίδα
αναγράφονται τά 59 χωριά τής Χαλκιδικής καί τό "Αγιον Όρος. Στην
τρίτη σελίδα υπάρχει ή εγκύκλιος διαταγή τοΰ νομιάτρου Γ.
Παπανικολάου, ή όποια αναφέρει τά μέτρα πού πρέπει νά έφαρμοσθοΰν
στην Χαλκιδική γιά νά βελτιωθεί ή υγειονομική κατάσταση αυτής. ’Από
την πέμπτη σελίδα αρχίζει ή εκθεση, ή οποία δίνει πληροφορίες κυρίως
γιά την ύγιειονομική κατάσταση, αλλά καί γιά την παιδεία, την
συγκοινωνία, τίς ασχολίες τών περισσοτέρων κωμοπόλεων καί χωριών
τής Χαλκιδικής. Δέν άναφέρεται στό "Αγιον Όρος καί στό βόρειο τμήμα
τής χερσονήσου, δηλαδή στά χωριά ’Επανομή, Ζουμπάτες,
Άσβεστοχώρι, Χορτιάτη, Ζαγκλιβέρι, Άρδαμέρι, Τουρκικό Μαχαλά,
Λιαρίγκοβη, Νεοχώρι, Παλαιοχώρι, "Ισβορο, Τερισσό, Γομάτι,
Ρεβενίκια, Βαρβάρα, Στανό, Σταυρό, τά όποια δέν έπισκέφθηκε.
Ή εκθεση αυτή έχει γράφει στίς αρχές τοΰ 1914, όπως άποδεικνύεται από
τήν ημερομηνία πρωτοκόλλου (8-3-1914),
χών αυτών έπασχαν άπό ελονοσία. Τό δίκτυο ύδρεύσεως των χωριών καί
τών κωμοπόλεων ήταν στοιχειώδες ή ανύπαρκτο. Πολλά χωριά
υδρεύονταν άπό ανοικτά φρέατα καί τό νερό δέν ήταν καθαρό γιά
διαφόρους λόγους καί επειδή οί κάτοικοι, γεωργοί ή κτηνοτρόφοι ώς επί
τό πλειστον, έτρεφαν πολλά ζώα, τά όποια πότιζαν άπό τά φρέατα αύτά.
’Αλλά μολυσματικά νοσήματα δέν ήταν ευρέως εξαπλωμένα ούτε στό
κεντρικό ούτε στό νότιο τμήμα τής χερσονήσου, καί στά Παζαράκια
παρατηρούνταν μακροβιότητα άνω τών 100 ετών. Ή φυματίωση όμως
βρισκόταν σέ έξαρση. Οί γιατροί ήταν περίπου 10 (Βασιλικά 1,
Γαλάτιστα 22, Πολύγυρος 3, Γερακινή 1, Βάλτα 2, 'Αγία Παρασκευή 1,
Συκιά 1). Σέ όλες τίς κωμοπόλεις καί τά χωριά λειτουργούσαν ένα ή
περισσότερα σχολεία, άπόδειξη τής φιλοπαιδείας τών Χαλκιδικιωτών,
άλλά τά περισσότερα διδακτήρια ήταν άκατάλληλα. Ή συγκοινωνία ήταν
άθλια.
Παρ’ όλα αυτά, ο έρωτας δεν καταλαμβάνει την ψυχή και τον νου του
ήρωα, καθώς σε ολόκληρο το μυθιστόρημα είναι ένας άριστος ακροατής,
ένας εξαιρετικός μελετητής των καταστάσεων, τις οποίες εξετάζει από
όλες τις διαφορετικές οπτικές γωνίες, με αποτέλεσμα να διαμορφώνεται
σε ένα ανεξάρτητο πνεύμα.
Όσον αφορά στο θέμα του θανάτου, το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει
ο πρωταγωνιστής προσδίδει ένα καθοριστικό νόημα στο περιεχόμενο
ολόκληρου του βιβλίου, καθώς “το ενδιαφέρον που νιώθουμε για τον
θάνατο και την αρρώστια δεν είναι παρά μια μορφή του ενδιαφέροντος
που αισθανόμαστε για τη ζωή”. Τελικά, η σύγχυση που αφορά στις
201
πράξεις και τα βιώματα του ήρωα θα βρει διέξοδο στην τελευταία φράση
του κειμένου: “Οι περιπέτειες της σάρκας και του πνεύματος, που
ανάθρεψαν την απλοϊκότητά σου, σου επέτρεψαν να ξεπεράσεις με το
πνεύμα σου ό,τι δεν θα μπορέσεις χωρίς άλλο να ξεπεράσεις με τη σάρκα
σου. Ήρθαν στιγμές που, εκεί που έχανες τις αισθήσεις σου,
‘κυβερνώντας’ αναπήδησε ένα όνειρο αγάπης, για σένα, μέσα από τον
θάνατο και την ασέλγεια του κορμιού”.
Είναι γνωστό ότι ο άγγλος ποιητής Τζων Κητς (John Keats) αρχικά είχε εκπαιδευτεί
ως φαρμακοποιός, ο γενικός γιατρός της εποχής εκείνης. Ευαίσθητη ψυχή και
γεμάτος φαντασία, ήταν το πρότυπο του ρομαντικού ποιητή. Ο νεαρός γιατρός και
ποιητής όμως υπήρξε άτυχος και ο πρόωρος θάνατός του από φυματίωση
υπήρξε για όλους οδυνηρός, αλλά και αποκαλυπτικός. Η ιστορία και η βιογραφία
του σκιαγραφούν τη ζωή και το θάνατό του, καθώς και το όλο πλαίσιο της ιατρικής
επιστήμης και πρακτικής στο γύρισμα του 19ου αιώνα. Η θανατηφόρα μολυσματική
ασθένεια από την οποία έπασχε και τελικά πέθανε, ήταν η μεγάλη ‘κακοήθεια’ της
εποχής του. Στην αρχή ύπουλη, απόκρυφη για μεγάλο χρονικό διάστημα, λίγες
εκδηλώσεις στις αρχές της, αλλά τελικά καταστροφική στο ανυποψίαστο και αθώο
θύμα και δυστυχώς ανίατη. Όταν ο ποιητής πέθανε, μόλις είχε περάσει τα εφηβικά
του χρόνια. Ευαίσθητος και ρομαντικός ποιητής ο ίδιος, ήταν σε θέση να περιγράφει
τις εμπειρίες και τα συναισθήματα με τρόπο εκφραστικό και οξύ. Ως γιατρός είχε
πλήρη επίγνωση της ασθένειας, όπως και της πρόγνωσής της.
Ο Τζων Κητς, γεννήθηκε στο Λονδίνο στις 31 Οκτωβρίου 1795. Ο πατέρας του,
Τόμας Κητς, ήταν ο επικεφαλής ιπποκόμος στους στάβλους Swan και Hoop, που
βρίσκονταν στο Moorgate. Εκεί ο Τόμας Κητς, γνώρισε και παντρεύτηκε την Frances
Jennings, την κόρη του ιδιοκτήτη των στάβλων, ένα κορίτσι δεκαεννέα ετών. Ο Τζων
ήταν ο πρωτότοκος γιός της, και είχε δύο αδέλφια, George και Tom, και μια αδελφή,
τη Fanny. Λίγα είναι γνωστά για τα πρώτα στάδια της ζωής του Τζων Κητς. Ο
πατέρας του Keats πέθανε μετά από πτώση από άλογο, όταν ο Κητς ήταν μόλις οκτώ
ετών. Η μητέρα του, Frances, σύντομα ξαναπαντρεύτηκε, αλλά εγκατέλειψε το
δεύτερο σύζυγο φεύγοντας με άλλον άντρα. Πέντε χρόνια αργότερα, το 1809, η
Φράνσις (Frances), άρρωστη πια, επέστρεψε πίσω. Ο Τζων Κητς φρόντισε τη
προσωπικά, της διάβαζε με τις ώρες, φτιάχνοντας τα γεύματά της και χωρίς να
επιτρέπει σε άλλους να φροντίσουν γι αυτήν. Σύντομα όμως πέθανε και απ’ ότι
διέρρευσε είχε μάλλον φυματίωση.
204
Φθίση (Phthisis), ήταν η ελληνική λέξη για τη φυματίωση, ένας μάλλον γενικός
όρος που αναφερόταν σε αυτή την ασθένεια. Η συμβολή των εργασιών του γιατρού
του 17ου αιώνα, Richard Morton, στην κατανόηση της μετάδοσης της συγκεκριμένης
νόσου, ήταν σημαντική. Στηριζόμενος στην χυμική θεωρία της παθογένειας της
νόσου, ο Morton κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η φθίση ήταν ασθένεια στην οποία το
στάσιμο αίμα διαστέλλει τους πνεύμονες, τους κάνει σκληρούς στη συνέχεια, με
δημιουργία των φυμάτων, τα οποία αργότερα γίνονται κακοήθη, λόγω κάποιου
εξωτερικού ερεθίσματος που επιδρά τοπικά, με τελικό αποτέλεσμα την αιμόπτυση
που είναι και το πλέον αξιοσημείωτο χαρακτηριστικό.
από μία δεκαετία, αρχής γενομένης από το 1922, ήταν ο τόπος των
ζωντανών νεκρών. Σήμερα από εκείνη την εποχή έχουν απομείνει εκτός
από τις φωτογραφίες, οι φιλολογικοί θρύλοι: η παρουσία στο
θεραπευτήριο, επί τρία χρόνια, του Γιάννη Ρίτσου, η συνάντησή του με
τη Μαρία Πολυδούρη και η τελευταία συνάντηση της ποιήτριας με τον
Κώστα Καρυωτάκη, πριν αυτός αναχωρήσει για την Πρέβεζα.
Ιούνιο του 1928· μια συνάντηση που άφησε γλυκόπικρη γεύση στην
ποιήτρια, η οποία στους τελευταίους μήνες της ζωής της θα κατεβεί πάλι
στην Αθήνα προσπαθώντας να απολαύσει τη λιγοστή ζωή που της
απομένει.
Η Μαρία Πολυδούρη δεν πέθανε στο «Σωτηρία». Μια «αυγούλα
μελαγχολική του Απρίλη», όπως προφητικά είχε προβλέψει σε ένα στίχο
της άφησε την τελευταία της πνοή στην κλινική Καραμάνου, στην
Αθήνα, κοντά σε φίλους της. Ήταν 28 Απριλίου 1930 κι ήταν μόνο 28
χρονών.
Πηγές:http://www2.rizospastis.gr/wwwengine/story.do?
id=2799559&publDate=
1. Κρατική μέριμνα
2. Βελτιωμένος εργαστηριακός έλεγχος
3. Άμεσα επιτηρούμενη θεραπεία διάρκειας 6 έως 8 μηνών σε όλους
τους ασθενείς με θετικά πτύελα
4. Δωρεάν αντιφυματικά φάρμακα
5. Ύπαρξη συστήματος καταγραφής και αξιολόγησης της θεραπείας
γελοία από όσο είναι. Αυτό δεν έχει για μένα καμιά απολύτως σημασία.
Και δεν με βοηθά να προχωρήσω προς τον εαυτό μου…». Από τα
παιδικά του χρόνια φαίνεται αυτή η προσπάθεια να χαράξει μια
προσωπική πορεία προς ένα προσωπικό έρεβος. «Θα πρέπει να βγεις έξω
απ΄ όλα, όχι να κλείσεις πίσω σου την πόρτα, αλλά να την βροντήξεις και
να φύγεις. Θα πρέπει από το ένα σκοτάδι, που είναι αδύνατο να το
εξουσιάσεις σε όλη σου τη ζωή, να εισχωρήσεις στο άλλο, στο δεύτερο,
στο οριστικό σκοτάδι που βρίσκεται μπροστά σου και, όσο το δυνατόν
πιο γρήγορα και δίχως περιστροφές, δίχως σοφιστείες και ελιγμούς να
καταφέρεις να φτάσεις σ΄ αυτό». Έτσι καθόλου τυχαία βλέπουμε στα
περισσότερα έργα του Μπερνχαρντ τους ήρωες του να είναι μοναχικοί,
μονομανείς, να επιτίθενται ενάντια στον μικροαστικό κόσμο που τους
περιβάλλει με ακατάσχετους μονολόγους που θυμίζουν τους
αντίστοιχους σε έργα θεάτρου του παραλόγου.
Αν αναρωτηθεί κανείς γιατί οΤόμας Μπέρνχαρντ είναι ένας από τους πιο
σημαντικούς λογοτέχνες του 20ου αιώνα θα πρέπει να σκεφτεί το πώς οι
εμμονές του τον οδήγησαν στη γλώσσα του, μια γλώσσα
παραληρηματική που διεμβολίζει την συμβατική ρεαλιστική λογοτεχνία
αποδίδοντας με τον καλύτερο τρόπο τους ψυχαναγκαστικούς χαρακτήρες
των πεζογραφημάτων του, σημαδεύοντας τον αιώνα του με αυτή την
γενιά των μοναχικών και απελπισμένων ανθρώπων. Όσο πικρός και
αντιφατικός κι αν εμφανίζεται στα κείμενά του δεν παύει υποδόρια να
εκφράζει την απόγνωσή του για την ανθρώπινη κατάσταση. Να κλείνει
το μάτι στον αναγνώστη «για δες, τίποτα δεν διορθώνεται αλλά εμείς
οφείλουμε να θέλουμε κάτι άλλο».
«Τα φθισικά»
Αργό ζεϊμπέκικο όπου δε γίνεται και πάλι άμεσα μνεία για το ότι ο ήρωας
του τραγουδιού πάσχει από φυματίωση, αλλά συνάγεται από το συνεχές
αδυνάτισμα του, φυλλορροή όπως παρομοιάζεται και την παραμονή του
για θεραπεία στην πευκόφυτη Πάρνηθα, σε κάποιο σανατόριο, που δεν
αναφέρεται όμως, ισχύοντας ότι και στο τραγούδι «τα πεύκα της
Πεντέλης»:
Ο χάρος πλησιάζει:
Στο ζεϊμπέκικο αυτό στη λέξη «νύχτωσε» εκφράζεται έντονα η
απαισιοδοξία του φθισικού, που περιμένει το θάνατο:
Νύχτωσε. Μανούλα μου στο λέω δε μπορώ
το στήθος μου πονεί κι ο βήχας με ταράζει
μ’ αφήνει η ζωή ο κι ο χάρος πλησιάζει
Δως μου πίσω τα λουλούδια:
Μια από τις σπάνιες περιπτώσεις που η φυματίωση αναφέρεται σε
καρσιλαμά στο ρεμπέτικο τραγούδι.
Λειώνει το κορμί μου λιώνει:
Στο ζεϊμπέκικο αυτό εκφράζεται έντονα η ταλαιπωρία και η
απαισιο¬δοξία του φθισικού:
Λειώνει η καρδιά σα το κερί και το κορμί στραγγίζει.
…μου λεν πως θα βρω γιατριά στο τάφου μου το πάτο…
…χρόνια τώρα τυραννιέμαι και πικρά ταλαιπωριέμαι
Τα κυπαρίσσια στέκονται:
Σε αυτό το αργό ζεϊμπέκικο εκφράζεται η απελπισία για τον νέο που
κτυπιέται και χάνεται άδικα ,όπως προαναφέρθηκε, από μια θανατηφόρο
νόσο:
….μέσα στη νιότη χάθηκε τι άδικο τι κρίμα…
…κλάψε τα νιατα που στη γη βαθειά θα ξεχαστούνε…
Μελετώντας το ρεμπέτικα τραγούδια για τη φυματίωση, διαπιστώνει
κανείς ότι όταν χορεύονται, στη συντριπτική πλειοψηφία ακολουθούν
ρυθμό ζεϊμπέκικου και κανένα ρυθμό χασάπικου χορού. Για το γεγονός
αυτό υπάρχει εξήγηση. Ο χασάπικος είναι χορός συντροφικός, χορός
ομάδας στενών φίλων, με συγκεκριμένα βήματα και τέλειο συγχρονισμό
των χορευτών. Ο ζεϊμπέκικος είναι ένας μοναχικός χορός, χωρίς
συγκεκριμένες φιγούρες, που αφήνει το χορευτή να αυτοσχεδιάσει,
εκφράζοντας τον εαυτό του σε μια μοναχική εξομολόγηση. Μόνος του
είχε μείνει και ο φυματικός, ακόμη και στα πλαίσια μιας ιδιαίτερης
κοινωνικής ομάδας. Ακόμη και αν οι άλλοι δεν τον εγκατέλειπαν, ο ίδιος
221
βάδιζε μόνος του τον αργό, παραπονεμένο και μοναχικό δρόμο του
συνήθως επερχόμενου θανάτου του.
Ευχαριστίες
http://www.politikokafeneio.com/neo/modules.
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
Στο παρόν μαθησιακό αντικείμενο (ΜΑ) αποτυπώνεται η φωτογραφία
του Ανδρέα Καρκαβίτσα με σχετικό ποίημα από τον ποιητή Κωστή
Παλαμά. Ο Ανδρέας Καρκαβίτσας (1865 –1922) ήταν Έλληνας
λογοτέχνης. Υπήρξε ένας από τους τρεις μεγάλους εκπροσώπους της
ηθογραφίας, μαζί με τους Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη και Γεώργιο
Βιζυηνό και ο κατ' εξοχήν εκπρόσωπος του νατουραλισμού στη
νεοελληνική λογοτεχνία. Ο Καρκαβίτσας ασχολήθηκε με επιτυχία με όλα
τα είδη του γραπτού λόγου εκτός από θεατρικά έργα: διηγήματα,
μυθιστορήματα, ποίηση, μελέτες, χρονογραφήματα, ιστορικά
σημειώματα, ιστορικά ανέκδοτα, παιδικά βιβλία. Επίσης, συνεργάστηκε
με τα μεγαλύτερα λογοτεχνικά περιοδικά της εποχής του, καθώς και με
εφημερίδες στις οποίες προμήθευε πλήθος άρθρα που αφορούσαν τις
συνήθειες και τα γνωρίσματα των διαφόρων τόπων της Ελλάδας. Τα πιο
διάσημα έργα του είναι το μυθιστόρημα Ο ζητιάνος, και η συλλογή
διηγημάτων Λόγια της πλώρης, δυο έργα με τα οποία ο Καρκαβίτσας
κατέκτησε μια θέση στους κορυφαίους της νεοελληνικής πεζογραφίας.
Αυτά τα δυο έργα έχουν μεταφραστεί και εκδοθεί σε πολλές χώρες του
εξωτερικού, αυτοτελώς καθώς και σε ανθολογίες νεοελληνικής
πεζογραφίας. Στρατιωτικός γιατρός στο επάγγελμα, αποστρατεύτηκε
λόγω σοβαρών προβλημάτων υγείας — έπασχε στο μεγαλύτερο μέρος
της ζωής του από φυματίωση — το 1920, με το βαθμό του αρχίατρου.
Ασχολήθηκε ενεργά και με την πολιτική ζωή του τόπου, συμμετέχοντας
στο εκστρατευτικό σώμα που πήγε στην Κρήτη κατά την Kρητική
Eπανάσταση του 1897, στους Βαλκανικούς πολέμους του 1912–1913,
στο Κίνημα στο Γουδί, κ.α. Πέθανε από φυματίωση του λάρυγγα τον
Οκτώβρio του 1922, στην Αθήνα, σε ηλικία 57 ετών, πικραμένος για την
κατάρρευση της Μεγάλης Ιδέας με τη Μικρασιατική καταστροφή, που
την είδε να συμβαίνει λίγο πριν πεθάνει.
222
Σαν σήμερα, την Πρωτομαγιά του 1909, αντικρίζει για πρώτη φορά το
φως, ο «επαναστατικός» Γιάννης Ρίτσος. Εμπρόκειτο για έναν ποιητή
που δοκιμάστηκε πολλές φορές, τόσο σε προσωπικό, όσο και σε
οικογενειακό επίπεδο, με πατέρα βυθισμένο στον τζόγο, με μητέρα και
αδελφό να προσβάλλονται από φυματίωση και να «φεύγουν» πρόωρα
και με τον ίδιο, επίσης, να δέχεται το χτύπημα της ασθένειας
(φυματίωση). Δεν υπέκυψε στο καθεστώς Παπαδόπουλου, εξορίστηκε 4
φορές(!), αλλά διατήρησε αταλάντευτο και αδιαπραγμάτευτο το πάθος
και το κουράγιο του για την ποίηση.
«Αν άφεση δεν είναι η ποίηση –ψιθύρισε μόνος του– τότε, από
πουθενά μην περιμένουμε έλεος.»
Παρ’ όλα αυτά, ο πατέρας του συνέχιζε να στροβιλίζεται στη δίνη του
τζόγου, μέχρι που καταστράφηκε οικονομικά. Έτσι, ο νεαρός Ρίτσος,
προκειμένου να βιοποριστεί, εργάζεται αρχικά ως δακτυλογράφος και εν
συνεχεία ως αντιγραφέας στην Εθνική Τράπεζα.
Τρία χρόνια μετά (φθινόπωρο 1930-1), θα λάβει εξιτήριο και θα ζήσει για
αρχή στα Χανιά, αλλά λόγω καταγγελιών για τις άθλιες συνθήκες
διαβίωσης, θα μεταφερθεί στο σανατόριο του «Αγίου Ιωάννη» για
θεραπεία.
Big Brother is watching you… «Τα καλύτερα βιβλία είναι αυτά που σου
λένε κάτι το οποίο ήδη γνωρίζεις» είχε πει κάποτε ο George Orwell.
Όταν το 1945 κυκλοφόρησε το αλληγορικό Animal Farm, ο πλανήτης
ήταν ήδη υποψιασμένος για τη ζωώδη πλευρά των ηγετών του. Λίγα
χρόνια μετά, όταν το δυστοπικό 1984 ήρθε να μιλήσει για ένα
ολοκληρωτικό καθεστώς που παρακολουθούσε τους πάντες και τα
πάντα μέσα από αμέτρητες διαδραστικές τηλεοράσεις, στα μυαλά των
225
Ο Παναΐτ Ιστράτι
Βιογραφία
Γεννήθηκε στη Βοστώνη στις 19 Ιανουαρίου 1809. Οι Πόε ήσαν μια από
τις πιο σεβαστές οικογένειες της Βαλτιμόρης. Είχε δύο αδέρφια τον
Ουίλιαμ Χένρι (1807-1831) και την Ροζαλί (1811-1874). Τόσο ο πατέρας
του Ντέιβιντ όσο και η μητέρα του Ελίζαμπεθ υπήρξαν ηθοποιοί. Ο
Ντέιβιντ εγκατέλειψε την οικογένειά του το 1810 και πέθανε ένα χρόνο
αργότερα από φυματίωση. Την ίδια τραγική μοίρα είχε και η Ελίζαμπεθ
την ίδια χρονιά. Έτσι τον υιοθέτησαν ο Τζον Άλλαν, ένας πλούσιος
εξαγωγέας καπνού, και η γυναίκα του η Φράνσις.
Ελάχιστοι είναι αυτοί που δεν γνωρίζουν το Μανώλη Γλέζο και αυτοί
λόγω ηλικίας και μόνο. Για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι
νεότεροι, λοιπόν, ο Μανώλης Γλέζος ήταν Έλληνας ήρωας της Εθνικής
Αντίστασης, ο οποίος υπήρξε και δημοσιογράφος, συγγραφέας αλλά και
πολιτικός. Το όνομα του συνδέθηκε με την Αριστερά τόσο για τις πράξεις
του, όσο και για τις πολιτικές του πεποιθήσεις.
Τη νύχτα της 30ης προς 31η Μαΐου 1941, δύο νέοι φοιτητές
σκαρφαλώνουν στον Ιερό Βράχο και κατευθύνονται προς τον
Παρθενώνα με στόχο να κατεβάσουν τη σβάστικα. Η Αθήνα βρίσκεται
υπό ναζιστική κατοχή ήδη από τον Απρίλιο και την ίδια μέρα η Κρήτη
καταλαμβάνεται πλήρως από τις δυνάμεις του Άξονα.
Oι δύο νέοι δεν είναι άλλοι από τον Μανώλη Γλέζο και τον Απόστολο
(Λάκη) Σάντα οι οποίοι συλλαμβάνουν το παράτολμο σχέδιο ένα
ανοιξιάτικο σούρουπο, όταν από το Ζάππειο αντίκρυσαν την Ακρόπολη.
Αποφασίζουν να το υλοποιήσουν φροντίζοντας μέχρι και την τελευταία
λεπτομέρεια, αφού τυχόν αποτυχία σήμαινε θάνατο.
ΚΑΡΑΝΤΙΝΑ
ΕΤΙΚΕΤΕΣ:
Από την «Ιλιάδα» ώς τα θρίλερ του Στίβεν Κινγκ και του Ντιν Κουντζ, η
λογοτεχνία βρίθει ιστοριών για λοιμούς, σεισμούς, καταποντισμούς,
εισβολές εξωγήινων, επιδρομές ζόμπι, επελάσεις ανθρωπογενών ιών
κ.λπ. Το ότι τέτοια έργα προκαλούν ενδιαφέρον σε περιόδους επιδημιών
και φυσικών καταστροφών συνδέεται με την αναζήτηση νοήματος σε
κάτι ξαφνικό, απρόβλεπτο. Στη λογοτεχνία και στο ανθρώπινο
φαντασιακό, μια θανατηφόρα επιδημία, ένας καταστροφικός σεισμός δεν
είναι απλώς συμφορές. Είναι μηνύματα – από τον Θεό, τη φύση, τον ίδιο
τον ποιητή. Εχουν «ηθικό δίδαγμα».
εντοπίζουν είτε στην Αμερική των φονιάδων των λαών, είτε στην κίτρινη
λαίλαπα της κομμουνιστοκαπιταλιστικής Κίνας.
Πιο κοντά στα βιβλία μας έχει φέρει ο κορωνοϊός αφου το διάβασμα
είναι μία αγαπημένη ασχολία όσο μένουμε στο σπίτι και βρισκόμαστε σε
αυτήν την απαραίτητη καραντίνα. σύμφωνα με τις οδηγίες των ειδικών.
Μάλιστα δύο προτάσεις
Για πόσο καιρό η κίνηση στους δρόμους θα είναι ομαλή; Για πόσο καιρό
θα επαρκούν τα τρόφιμα για τις πεινασμένες ορδές; Πόσος χρόνος
χρειάζεται για να καταρρεύσει η παροχή ηλεκτρικού ρεύματος, αερίου
και νερού; Τι θ’ απογίνουν τα κατοικίδια; Oι σεξουαλικοί φραγμοί;
Πόσοι τυφλοί φτιάχνουν μια τυφλότητα; Και τέλος: Σε έναν κόσμο
τυφλών, τι θα έκανες αν έβλεπες; Το αλληγορικό «Περί Τυφλότητος»
έχει γίνει και ταινία από τον Fernando Mereiilles και δεν είναι άλλο από
το “Blindness” με την Julianne Moore και τον Marc Ruffalo.
σπάργανα στο μνημούρι. Και το ταβάνι γίνεται πλάκα· πάντα μας έκρυβε
τον ουρανό.
Η καραντίνα είναι έξω από τον κύκλο, και το όλο του κύκλου νοσταλγεί.
Την αγκαλιά του στρογγυλού, των κυμάτων τη μουσική, τον ρυθμό της
αστρικής ανάσας, το τρυφερό χέρι του Θεού που χαϊδεύει όλα τα
κεφάλια, ισιώνει τις χωρίστρες και τρέφει τις ψυχές, την αρχή που είναι
και το τέλος, τον άχρονο χρόνο που κυλά και ανανεώνεται στις αχανείς
εκτάσεις της διάρκειας. Η καραντίνα είναι ο φθόνος της δυστυχίας, η
πίκρα της μοναξιάς, η ορφάνια μακριά απ’ την πατρίδα, του άστεγου το
βλέμμα που κοιτάζει φωτισμένα παράθυρα. Η καραντίνα είναι το έρημο
εγώ, που χτίζουμε πάνω στο δοσμένο σώμα, την νοικιασμένη σάρκα, για
να αντέξουμε τη ζωή· η καραντίνα είναι η σκέψη που συνειδητοποιεί, το
μάτι που βλέπει, το χέρι που ποιεί, το πόδι που βαδίζει. Η καραντίνα είναι
η γραμμή, που έχει αρχή και τέλος, που ξυπνάει μέσα σ’ ένα όνειρο και
θα πέσει πάλι να κοιμηθεί. Κι η υποψία, πως όλα είναι αλλιώς, γίνεται
πραγματικότητα.
Δεκαετία του ‘40, στο Οράν, μια παραλιακή πόλη της (γαλλικής τότε)
Αλγερίας. Ο γιατρός Ριέ καθώς βγαίνει για τον καθημερινό κύκλο
επισκέψεων στους ασθενείς του, σκοντάφτει στην είσοδο σε ένα
πεθαμένο ποντίκι. Τις επόμενες ημέρες χιλιάδες ποντίκια θα βγουν από
τα υπόγεια, τα κελάρια και τους υπονόμους για να ξεψυχήσουν στους
δρόμους της πόλης. Αμέσως μετά, θα έλθουν τα πρώτα κρούσματα.
Στη νουβέλα που κυκλοφόρησε στα ισπανικά το 1985, μια από τις πιο
απροσδόκητες ιστορίες αγάπης στην παγκόσμια λογοτεχνία, η χολέρα
έχει την έννοια του ερωτικού πάθους, της παραφοράς και του αόρατου
δεσμού που κάνει τους ήρωες απρόσβλητους από το κακό. Ο Φιορεντίνο
και η αγαπημένη του Φερμίνα ξαναβρίσκονται πενήντα χρόνια μετά από
το άδοξο τέλος του δεσμού τους, όταν ο σύζυγος εκείνης, φημισμένος
γιατρός που έχει αφιερώσει τη ζωή του στην εξάλειψη της χολέρας,
πεθαίνει.
Εξαγνισμός, Jim Crace, εκδόσεις Οξύ. Στον δρόμο για την Ιεριχώ
άνθρωποι μόνοι τους ή κατά ομάδες αναζητούν καταφύγιο στην άγονη γη
για να περάσουν 40 ολόκληρες ημέρες και νύχτες, την καραντίνα που
τους έχει επιβληθεί («Quarantine» είναι ο αγγλικός τίτλος του βιβλίου).
Ο Μούσα, ο ένας από τους ταξιδιώτες εγκαταλείπεται μαζί με τη γυναίκα
του από τους συνταξιδιώτες του που τον νομίζουν στα πρόθυρα του
θανάτου. Τότε κάνει την εμφάνισή του ένας τελευταίος αργοπορημένος
ταξιδιώτης. Τον λένε Ιησού.
Πηγή: nooz.gr
Μία νέα μολυσματική νόσος, που εμφανίζεται και πάλι στην Ασία, η
χολέρα, πλήττει την ανθρωπότητα περιοδικά και για κάμποσους αιώνες.
Προκαλείται από το δονάκιο (βακτήριο) της χολέρας και ενδημεί όπου
υπάρχει βρόμικο νερό και απέχουν συνθήκες υγιεινής σε ζωή και
διατροφή. Προσβάλλει κατά κανόνα το λεπτό έντερο και με κύρια
συμπτώματα την έντονη διάρροια και τον υψηλό πυρετό προκαλεί
αφυδάτωση. Μεταδίδεται μέσω του νερού και τροφής, που έχει
μολυνθεί από εκκρίματα ατόμων, τα οποία έχουν προσβληθεί από τη
νόσο.
ΣΣ: Στο σημείο του Soho, όπου υπήρχε η αντλία νερού, που έγινε
αφορμή για τη μετάδοση της φονικής νόσου στην Αγγλία, βρίσκεται
σήμερα κρουνός με το όνομα του Τζον Σνόου. Τοποθετήθηκε το 2015
(ύστερα από ανάπλαση της περιοχής) εκεί που -κατά τις περιγραφές
ήταν εγκατεστημένη η περίφημη βρύση- κοντά στην ιστορική pub,
που φέρει επίσης το όνομα του γιατρού.
Αλλά η ιατρική έρευνα έκανε και εδώ το θαύμα της. Μετά την
απομόνωση και ταυτοποίηση του βακίλου της φυματίωσης από τον
γιατρό Ρόμπερτ Κοχ, με φάρμακα και σειρά εναλλακτικών εφαρμογών,
υδροθεραπείες, ηρεμοθεραπείες ή αεροθεραπείες, οι επιστήμονες
καταφέρνουν να θέσουν τη νόσο σε περιορισμό και να της επιφέρουν το
τελειωτικό χτύπημα. Η φυματίωση πια, όπου εμφανίζεται, εύκολα
θεραπεύεται.
Πηγή: History.com
1981 – HIV/AIDS
pixabay.com
Ξεκίνησε από το Χονγκ Κονγκ και εξαπλώθηκε σε όλη την Κίνα και
έπειτα στις Ηνωμένες Πολιτείες, η ασιατική γρίπη έγινε ευρέως
διαδεδομένη στην Αγγλία όπου, σε έξι μήνες, απεβίωσαν 14.000
άνθρωποι. Ένα δεύτερο κύμα ακολούθησε στις αρχές του 1958,
προκαλώντας συνολικά περίπου 1,1 εκατ. θανάτους παγκοσμίως, με
116.000 θανάτους μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες. Δημιουργήθηκε
εμβόλιο που αντιμετώπισε αποτελεσματικά την πανδημία.
στη Μαδρίτη την άνοιξη του 1918 οδήγησαν στην πανδημία που
ονομάστηκε «ισπανική γρίπη».
Το νησί ήταν γεμάτο με πτώματα που είχαν φαγωθεί από άγρια ζώα και
ολόκληρα χωριά πέθαναν και κάηκαν, μερικές φορές με τους άρρωστους
παγιδευμένους μέσα στις φωτιές. Το ένα τρίτο του πληθυσμού των Φίτζι,
συνολικά 40.000 άτομα, πέθαναν.
Ξεκινώντας από την Κίνα και πηγαίνοντας στην Ινδία και το Χονγκ
Κονγκ, η βουβωνική πανώλη σκότωσε 15 εκατ. ανθρώπους. Αρχικά
εξαπλώθηκε από τους ψύλλους κατά τη διάρκεια μιας έκρηξης σε
ορυχείο στο Yunnan. Η Ινδία προσπάθησε να αντιμετωπίσει τις απώλειες
και η πανδημία χρησιμοποιήθηκε ως δικαιολογία για κατασταλτικές
πολιτικές που προκάλεσαν εξέγερση εναντίον των Βρετανών.
Η πρώτη από τις επτά πανδημίες χολέρας για τα επόμενα 150 χρόνια,
σκοτώνοντας 1 εκατ. ανθρώπους. Μεταφερόταν από το νερό και τα
τρόφιμα που είχαν μολυνθεί από περιττώματα, το βακτήριο μεταφέρθηκε
σε Βρετανούς στρατιώτες που το έφεραν στην Ινδία, όπου πέθαναν
247
Την πορεία της φυματίωσης στην Ελλάδα και την ιστορία του Σωτηρία,
του πρώτου σανατορίου της χώρας παρουσιάζει η Μηχανή του Χρόνου
με τον Χρίστο Βασιλόπουλο τη Δευτέρα 18 Νοεμβρίου στις 21.00 στο
Cosmote History. Σε επανάληψη την Κυριακή 24 Νοεμβρίου στις πέντε
το απόγευμα. Επιστήμονες, ερευνητές, αλλά και πρώην ασθενείς
περιγράφουν την πορεία της νόσου που προκάλεσε τρόμο στην κοινωνία
και οδηγούσε τους φυματικούς στο κοινωνικό περιθώριο, στην απαξίωση
και τελικά στον θάνατο. «Το χτικιό», «το θανατικό» και παρόμοιες
φράσεις περιέγραφαν την ασθένεια που δεν είχε θεραπεία. Αρχικά
πίστευαν ότι ήταν η νόσος των αριστοκρατών και των πλουσίων καθώς
μόνο αυτοί είχαν πρόσβαση στους γιατρούς. ‘Όταν ανακαλύφθηκε ο
βάκιλος της φυματίωσης και αποδείχθηκε ότι ήταν μεταδοτική και όχι
κληρονομική ή ταξική, τότε ο πανικός που προκλήθηκε στις κοινωνίες
μεταδόθηκε σαν επιδημία και οδήγησε σε μια άθλια αντιμετώπιση των
φυματικών που έγιναν αποσυνάγωγοι και σχεδόν μισητοί. Μια άγνωστη
παράμετρος είναι ότι επειδή οι επιστήμονες θεώρησαν ότι τα πτύελα
μπορούσαν να τη μεταδώσουν, απαγορεύθηκε «το πτύειν» αλλά και το
σκούπισμα, που μπορούσε να μεταδώσει τη φυματίωση μέσω της
σκόνης. Έτσι οι γιατροί πρότειναν το σφουγγάρισμα, που επικράτησε ως
ασφαλέστερο μέσο καθημερινής υγιεινής. Όταν μια ομάδα γιατρών
παρατήρησε ότι στα ορεινά μέρη δεν υπήρχε φυματίωση, άρχισαν να
δημιουργούνται σανατόρια στα βουνά της Ευρώπης και στην συνέχεια
και στην Ελλάδα, για την καλύτερη διαβίωση ή ακόμη και την θεραπεία
των ασθενών. Συχνά όμως τα σανατόρια δεν ήταν παρά μια εξορία
πολυτελείας, όπου οι ασθενείς έκαναν κουρά, αεροθεραπεία και
ηλιοθεραπεία. Το πρώτο σανατόριο της Ελλάδας ήταν το Σωτηρία, που
δημιούργησε η Σοφία Σλήμαν και εγκαινιάστηκε το 1905. Μέσα από
250
Πώς ο Κατράκης διέσωσε τα ποιήματα του Ρίτσου στην εξορία ... - Κατά
διαστήματα όμως, χωρίζονταν, διότι ο Ρίτσος ήταν καταβεβλημένος από
τη φυματίωση και έμπαινε συχνά στο νοσοκομείο...
.. ο Γλέζος εξαιτίας βασανιστηρίων προσβλήθηκε από φυματίωση βαριάς
... Το 1968 από την εξορία, καταδίκασε την επέμβαση της Σοβιετικής ...
251
» Σαν πρώτη τιμωρία μάς έπαιρναν τα ράντζα και αναγκαστικά κοιμόμασταν κάτω
στη βρεμμένη γη. Το αντιμετωπίζαμε βάζοντας κλαδιά. Ο χειμώνας είχε αρχίσει για
τα καλά και εμάς καθημερινά μας μεταφέραν από τη μία άκρη του νησιού στην άλλη
για να μαζεύουμε συρματοπλέγματα και να μετακινούμε έναν πελώριο κλίβανο του
στρατού. Το βράδυ γυρνούσαμε στις σκηνές και κοροϊδεύαμε την πείνα μας
παίρνοντας ελιές από τα δέντρα. Οι ελιές αυτές μας κρατήσαν στη ζωή. Το
νερόβραστο φαγητό και τα 50 δράμια ψωμί δεν αρκούσαν για την επιβίωσή μας.Στη
συνέχεια μας μετέφεραν σε μεγάλες σκηνές πάνω στο μοναστήρι, όπου μας
254
στοιβάξανε όλες, νέες και ηλικιωμένες, γυναίκες. Πολλές γυναίκες έπασχαν από
φυματίωση και τις έστελναν σε σανατόριο στο Βόλο.
Macédoine dont Salonique est le port principal ; elle occupe un temps les
Îles Ioniennes, soutient Ali Pacha l’ayan de Janina [9][9]Pour la
nomenclature, je suivrai celle appliquée par les…. Salonique est témoin
de l’Empire triomphant quand Clairambault voit fuir son homologue
anglais en 1805 ; elle est témoin de la chute brutale de l’Empire
napoléonien quand des grognards parviennent en loques d’Albanie ou
d’ailleurs encore, en 1816. Cette action extérieure entraîne des
positionnements différents de la part des puissances européennes –
positionnements qui évoluent d’ailleurs jusqu’à provoquer l’unanimité
des puissances contre l’Empire – mais a également des conséquences à
plusieurs niveaux sur l’Empire ottoman et les populations qui le
composent. Le consul est témoin des difficultés de l’Empire, rumeurs
lointaines d’une ville sauvée par Sébastiani, rumeurs régionales des
mobilisations de troupes contre tel ou tel pacha déchu et jusqu’au sein de
la ville avec les révoltes multiples de Janissaires, en 1807 et 1811
notamment. Il témoigne aussi des mouvements de population, brigands
bulgares ou albanais, dans les campagnes ; rumeurs, placards, ou gazettes
portés par les marins grecs débarquant dans l’Échelle. C’est ainsi que les
noms de Rhigas ou Kara-Georgevitch, premiers chantres des identités
grecque et serbe dans la mouvance de la Révolution française,
parviennent à Salonique.
mais aussi de réception. Ainsi, un mât est-il nécessaire pour arborer les
couleurs françaises. Par la suite, le consul est obligé de louer la maison à
ses frais, ce qui entraîne différents problèmes. Financiers d’abord : la
baisse du commerce a entraîné une forte inflation dans la ville ; en outre
le personnel consulaire est irrégulièrement payé. Du coup, les plaintes
sont récurrentes quant aux conditions de logement. Les dépenses liées au
bon exercice de la fonction consulaire sont nombreuses : trois janissaires
doivent être payés pour la protection du consulat. La chancellerie coûte
cher également pour deux raisons : l’acquisition du matériel (encre,
papiers, etc.) et le stockage des documents dans les chambres à feu (sans
maison fixe, les actes sont entreposés dans des magasins à feu loués ou
disponibles chez les commerçants nationaux). Les problèmes sont ensuite
d’ordre matériel, notamment lors du changement de consul avec la
question récurrente du mât du pavillon. Avant 1793, les consuls quittaient
la maison consulaire en même temps que leur poste, et c’est la nation qui
gérait l’entretien du mât. Clairambault loue, par exemple, une maison où
il a fait installer à ses frais le mât et le pavillon, mais il refuse de le céder
à Malivoire qui le remplace. Le lieu le plus sensible reste la chancellerie
qui contient l’ensemble des papiers du consulat, dont les actes se trouvent
chez les commerçants. Le pacha saisit l’ensemble de la chancellerie en
1798 ce qui provoque sa désorganisation jusque dans les années 1820,
malgré son entière restitution en 1802 [19][19]Les appels de Beaujour et
Bottu seront entendus au début des….
17Enfin, dans les agences on trouve généralement des rayas, il n’y a pas
d’obligation de citoyenneté française, et les agents sont des notables de la
ville, généralement des commerçants mais qui ne disposent pas des
prérogatives des consuls. Ils s’occupent de la communauté française sur
place et informent le consul de la situation locale. Les agents Sponty et
Romanza sont les plus stables. Sponty occupe l’agence de Serrès depuis
1783. Il devient l’agent anglais en 1813, suite à son remplacement par
Payan. Romanza à Scopoli a été nommé par Cousinery et occupe encore
son poste en 1811. En 1816, Cousinery constate que « les agents de
Serrès, Volo, de Scopoli et de Cavalla ne sont pas encore nommés » [26]
[26]MAE, CCC, Salonique, tome 17, 27 janvier 1816, p. 228 n° 13,….
Son départ précipité en 1817 laisse cette question en suspens.
Notes
Αύγουστο7.
Σύμφωνα με τον Sir Robert Ainslie, τον Βρετανό πρεσβευτή στην
Πύλη, ολόκληρη
η χώρα μαστιζόταν από ελώδεις πυρετούς, ευλογιά και ιλαρά. Οι
ασθένειες αυτές
αποδεκάτιζαν όσους είχαν επιβιώσει από την πανώλη, η οποία
μόλις είχε προη1. Απόστολος Βακαλόπουλος, Ιστορία της
Θεσσαλονίκης 316 π.Χ.-1983, Θεσσαλονίκη
1983, σ. 314.
2. Αριστοτέλης Κ. Σταυρόπουλος, «Η επιδημιολογία της
Θεσσαλονίκης κατά τον 18ο αιώνα
», Επιστημονικό Συμπόσιο στη μνήμη Νίκου Σβορώνου 30 και 31
Μαρτίου 1990, Αθήνα 1993,
σ. 25" Κώστας Κωστής, Στον καιρό της πανώλης. Εικόνες από τις
κοινωνίες της ελληνικής χερσονήσου
14ος-19ος αιώνας, Ηράκλειο 1995, σ. 397. Πρβλ. Ν. G. Svoronos,
Salonique et Cavalla
(1686-1792), Paris 1951, σ. 127.
3. Archives Nationales (France), Affaires Étrangères, Bl/1003,
επιστολή της 11ης Σεπτεμβρίου
1783, συνημμένη σε επιστολή του Cousinéry προς τον Μαρκήσιο
de Castries, Θεσσαλονίκη,
9 Οκτωβρίου 1783, f. 370ν.
4. The National Archives, United Kingdom (NAUK), Privy
Council 1/13/38, Olifer προς
Ainslie, Θεσσαλονίκη 30 Αυγούστου και 10 Σεπτεμβρίου 1783, ff.
3r-v
5. ANF, Bl/1003, Cousinéry προς de Castries, Θεσσαλονίκη, 9
Οκτωβρίου 1783, f. 374ν.
6. Κωνσταντίνος Μέρτζιος (επιμ.), Μνημεία μακεδόνικης ιστορίας
[Μακεδόνικη Βιβλιοθήκη,
αρ. 7], Θεσσαλονίκη, Ε.Μ.Σ., 1947, 22007, σ. 432.
7. ANF, Bl/1003, Cousinéry προς de Castries, Θεσσαλονίκη, 29
Δεκεμβρίου 1783, f. 378ν.
294 Σύμμεικτα
γηθεί και ακόμη προξενούσε θύματα στην Κωνσταντινούπολη
αλλά και τη Σμύρνη. Η
Σμύρνη βασανιζόταν επίσης από πυρετούς, που χαρακτηρίζονταν
ως «βρωμεροί και
κακοήθεις», ορολογία που συνήθως παραπέμπει σε τυφοειδείς8.
268
Μαλάρια=Ελονοσία
ΕΤΙΚΕΤΕΣ:
Και να που η ελονοσία ξαναμπαίνει στη ζωή μας. Η είδηση ότι 12 δήμοι
της χώρας μπαίνουν σε «καραντίνα» ξύπνησε, αίφνης, αρκετούς από την
αυγουστιάτικη ραστώνη: προκάλεσε εντάσεις μεταξύ αρμοδίων (βλ. τη
συνεχιζόμενη αντιπαράθεση του υπουργείου Υγείας με τον Ιατρικό
Σύλλογο Αθηνών) και ανησυχία σε μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης. Τι
συμβαίνει, τελικά; Είναι αναίτια η διόγκωση ενός υπαρκτού αλλά
ελεγχόμενου προβλήματος, όπως διατείνεται η κυβέρνηση; Η έχουν βάση
οι καταγγελίες για σοβαρές παραλείψεις του αρμόδιου υπουργείου, το
οποίο, ενώ γνώριζε τον αυξημένο κίνδυνο λόγω των συνεχιζόμενων
μεταναστευτικών και προσφυγικών ροών, δεν έλαβε τα απαραίτητα
272
Αντί υστερόγραφου
1880
από ελονοσία. Γι’ αυτή την ανακάλυψη παίρνει βραβείο Nobel το 1907,
αν και στην εποχή του η επιστημονική κοινότητα τον είχε αντιμετωπίσει
με δυσπιστία.
1897
Τι πρέπει να γνωρίζουμε
Ανθολόγηση αποσπασμάτων
Παλαιά Διαθήκη
καὶ ἔσται ὑμῖν εἰς χολέραν, ὅτι ἠπειθήσατε Κυρίῳ, ὅς ἐστιν ἐν ὑμῖν, καὶ
ἐκλαύσατε ἐναντίον αὐτοῦ λέγοντες· ἱνατί ἡμῖν ἐξελθεῖν ἐξ Αἰγύπτου; 21
καὶ εἶπε Μωυσῆς· ἑξακόσιαι χιλιάδες πεζῶν ὁ λαός, ἐν οἷς εἰμι ἐν αὐτοῖς.
καὶ σὺ εἶπας, κρέα δώσω αὐτοῖς φαγεῖν, καὶ φάγονται μῆνα ἡμερῶν. 22
μὴ πρόβατα καὶ βόες σφαγήσονται αὐτοῖς, καὶ ἀρκέσει αὐτοῖς; ἢ
πᾶν τὸ ὄψος τῆς θαλάσσης συναχθήσεται αὐτοῖς, καὶ ἀρκέσει αὐτοῖς; 23
καὶ εἶπε Κύριος πρὸς Μωυσῆν· μὴ χεὶρ Κυρίου οὐκ ἐξαρκέσει; ἤδη
γνώσῃ εἰ ἐπικαταλήψεταί σε ὁ λόγος μου ἢ οὔ. 24 καὶ ἐξῆλθε Μωυσῆς
καὶ ἐλάλησε πρὸς τὸν λαὸν τὰ ρήματα Κυρίου καὶ συνήγαγεν
ἑβδομήκοντα ἄνδρας ἀπὸ τῶν πρεσβυτέρων τοῦ λαοῦ καὶ ἔστησεν
278
αὐτοὺς κύκλῳ τῆς σκηνῆς. 25 καὶ κατέβη Κύριος ἐν νεφέλῃ καὶ ἐλάλησε
πρὸς αὐτόν·
p. 69 If ergotized grain was the cause, whence did it come? The difficulty
of assuming Pontus, the normal source of Athenian corn, is that other
states imported Pontic grain yet did not suffer from the Plague.' How-
ever, particular districts may have produced specifically for the Athen-ian
market. On the other hand, the salvaged crops of Attica, doubtless in poor
condition and hurriedly harvested, may have been responsible. Only a
little infected grain need have been mixed with the main supplies to cause
the outbreak. A small surplus left over from Hagnon's voyage may
similarly have spread it to the army outside Potidaea. Again, under the
difficulties of war Athens may have been forced to seek sup-plies from
new sources. The cessation of the Plague for the one year 428-427 B.C.
can be explained by variations in the physical conditions producing ergot
on the plants or by accidents of harvesting and supply. A feature of
outbreaks of ergotism is their sudden and often inexplicable appearance.
Let us first elaborate the conventional story. Our discussion of the origins
of
280
the war (Chapter 9) was mostly about Corinth, but Sparta had other
powerful
allies too. Above all there was Thebes. In view of the parallels between
Potidaia
(where the Corinthians try to involve the Spartans in a private war) and
Plataia (where the Thebans do the same), it is a little arbitrary of
Thucydides
to put the one episode (Potidaea) in Book 1 as part of the prelude to the
war
and the other (Plataia) in Book 2 as part of the war proper.17 The Theban
attack on Athens’ ally Plataia, its subsequent siege, and eventual
capitulation
and fate, fill much of Thucydides Books 2 and 3. The Spartans took a
hand in
the final stages of Plataia. They sent five ‘judges’ (dikastai) who simply
asked
the Plataians whether they had ‘rendered any good service to the Spartans
and their allies in the war’. Elaborate speeches followed from Plataians
and
Thebans; the Spartans then merely repeated their question and killed the
Plataians, one by one, when they answered ‘no’ (3. 52. 4; 53. 2; 68. 1).
Such widespread One solvent in this period was the teaching of the
itinerant teachers of higher education known as the sophists (below p.
196f.). It has been well argued recently that ‘the sophists’ should not be
treated as a unitary phenomenon or a coherent philosophical movement:
there were phases of sophistic activity, and the truth seems to be that
‘before 430, the sophists were a positive force for Athens’ democracy.
Afterwards they helped to destroy it’.87 That was certainly true of some
281
of the pupils of Socrates (cf. Aischin. 1.73 for Socrates as a ‘sophist’ who
taught oligarchs) in the last decade or so of the Peloponnesian War. But it
is to the beginning of that war that we must now turn, when Pericles was
still at the height of his powers, the plague was in the future and the
empire intact, and the enemies of Athens looked not to Athenian
oligarchs but to the Spartans for their ‘liberation’.redistribution of
property must surely have affected the composition and outlook of the
propertied class.
The land on which the Athenians lived was not able to support the entire
population of Athens.227 The population estimates for Athens at the start
of the Peloponnesian War range between 250,000 to 350,000, but by the
end of the war, the population had fallen to less than 150,000.228 The
major factors affecting the population decline in the roughly thirty years
of the Peloponnesian War were war casualties from land- and sea-
engagements, the vicious plagues of 430/429 and 427 (Thuc. 2.47–2.58;
3.87), and the departure of 20,000 slaves upon the Spartan occupation of
Decelea (Thuc.
229 Thucydides (2.48.3) himself was a victim of the plague in 430, but
survived, and was able to recount the symptoms of the disease.
Thuc. 2.19, 2.57, 3.1, 3.26, 4.2), and the second being the occupation of
Decelea. During the Archidaminan War (431–421), the Spartans entered
Attica for brief periods of time over seven years, having skipped one year
due to the plague in Athens and the other to fears of earthquakes (Thuc.
2.71, 3.89).236 The total number of days spent by the Spartans in Attica,
according to Thucydides, was no more than 150 days, therefore, no
substantial damage could have been done by a relatively small Spartan
force over the…
the war ended in 404. With its close position in the narrative to
Thucydides’ recollection of personal experience, this cannot be the case.
Together with the political and military factors we also mention the
demographic one, which was heavily disrupted by invasion and
destruction and by the great plague (541/542, 558, 573/574), continued
until the early 8th century3. It is estimated that the population has
declined by 30%, despite the new territorial acquisitions of Emperor
Justinian4.
«Εδώ και αρκετά χρόνια ακολουθώ ένα πολύ συγκεκριμένο και αυστηρό
πλάνο. Εχω χωρίσει τον πλανήτη σε δώδεκα γεωγραφικές ζώνες και το
σχέδιό μου είναι να γράψω ισάριθμα βιβλία καλύπτοντας ενάμιση αιώνα
ιστορίας. Σε αυτές τις ζώνες πηγαίνω τακτικά, διαμένω σε αυτές κατά
διαστήματα που ποικίλλουν μεταξύ τους, αλλά δεν εγκαθίσταμαι ούτε ζω
κάπου μονίμως. Σε τέτοιον βαθμό μάλιστα που προκαλώ τη σύγχυση στους
άλλους. Κανείς δεν ξέρει, όταν με βλέπει, αν έχω μόλις επιστρέψει ή αν
ετοιμάζομαι να ξαναφύγω». Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο μπερδεύει ο
αεικίνητος πεζογράφος τόσο τους μαγαζάτορες σε μια γειτονιά του
Μεξικού όσο και τα γκαρσόνια σε ένα μπιστρό του Παρισιού. «Ισως όλα
αυτά να εξηγούνται από την έντονη επιθυμία που έχω για πολλές
παράλληλες ζωές, ταιριάζουν άλλωστε πολύ στη λογοτεχνία. Πάντως το
μόνο σίγουρο είναι ότι δεν έχω γράψει ποτέ για μέρη όπου δεν έχω βρεθεί
ο ίδιος, έστω για λίγο, περαστικός».
Το 2017 εξέδωσε το πιο πρόσφατο βιβλίο του, το έκτο και μεσαίο αυτής
της οικουμενικής σειράς, «το γαλλικό, με τον τίτλο «Taba-Taba», που
είναι και το πλέον αυτοβιογραφικό». Το έργο του Πατρίκ Ντεβίλ
χωρίζεται σε δύο ευδιάκριτες περιόδους. Η πρώτη, στις εκδόσεις Minuit,
ήταν ακραιφνώς μυθοπλαστική και τερματίστηκε το 2000. Από τότε,
αναζητώντας μια φόρμα που θα του επέτρεπε να συνδυάσει ετερόκλητες
λογοτεχνικές δυνατότητες, άρχισε να γράφει βιβλία εμπνευσμένα από
προσωπικότητες που υπήρξαν και αληθινά γεγονότα της Ιστορίας. «Δεν
υπάρχει εκεί μέσα ούτε ένα κόμμα που να μην είναι τεκμηριωμένο.
Πιστεύω όμως ότι και η νέα μου περίοδος παραμένει, στην ουσία της,
μυθιστορηματική. Πρόκειται απλώς για μυθιστορήματα χωρίς
μυθοπλασία».
Εδώ και μήνες στην πρώτη θέση όλων των καταλόγων με τα λογοτεχνικά
ευπώλητα στη Γερμανία, στην Αυστρία και στην Ελβετία βρίσκεται ένα
βιβλίο με τον λιτό τίτλο «Η ζωή μου». Ετσι είχαν επιγράψει τις
αυτοβιογραφίες τους και ο πρωθιερέας του μουσικού δράματος Ρίχαρντ
Βάγκνερ και ο πρωτοστάτης του Κόκκινου Στρατού Λέων Τρότσκι.
Τώρα όμως πρόκειται για κάποιον άλλο που αναμφίβολα θεωρεί τον
εαυτό του μεγάλο.
Εκθειάζει μια ποιήτρια ονόματι Ούλα Χαν, αλλά αποκαλεί ανόητο τον
Πέτερ Χάντκε, θαυμάζει τον μαγικό ρεαλισμό του Γκαμπριέλ Μαρσία
288
Μάρκες και βρίσκει πληκτικό τον Γκύντερ Γκρας. Είναι πάντως αλήθεια
ότι ο κεραυνοβόλος κριτικός πέρασε δύσκολη ζωή. Μας τη διηγείται
σήμερα χωρίς πάθος, αλλά και χωρίς οίκτο, σε μια γλώσσα απλή, σχεδόν
μηχανική, γυάλινη.
Βερολίνο, στον σταθμό απ’ όπου έφευγαν χωρίς γυρισμό τα τρένα για
την Τρεμπλίνκα. Στις αρχές του 1943 κατάφερε να διαφύγει με την Τόζια
από το γκέτο. Πέρασαν το διάστημα ως το τέλος του πολέμου κρυμμένοι
στο υπόγειο ενός πονόψυχου πολωνού μπεκρή. «Χρωστάμε την επιβίωσή
μας στη σύμπτωση. Για λόγους ακατάληπτους είμαστε τα εκλεκτά παιδιά
της φρίκης. Είμαστε και θα παραμείνουμε σημαδεμένοι ως την τελευταία
ημέρα της ζωής μας».
ΤοΒΗΜΑ Team
16.05.2019, 19:13
Η ιστορία όμως έχει γράψει. Πάνω από 350 χιλιάδες Πόντιοι ήταν τα
θύματα της τουρκικής θηριωδίας, των Νεότουρκων του Κεμάλ
Ατατούρκ. Και οι συγκλονιστικές μαρτυρίες το αποδεικνύουν
290
«Κατεδικάσθην αθώος ων εις θάνατον, ήτο θέλημα Θεού, διά τούτο και
εγώ δεν λυπούμαι, και σεις μη λυπηθήτε. Έχω πίστιν, ότι θα
συναντηθούμε εις την άλλην ζωήν. Σας στέλλω τον χαιρετισμό και την
αγάπη μου. Εν όσω ζείτε να με μνημονεύετε» . (Του Αντωνίου
Τζινόγλου, Διευθυντού του εν Αμισώ Γραφείου Προσφύγων – Φυλακές
Αμάσειας, Δευτέρα 6 Οκτωβρίου 1921- via Pontosnews)
Σεπτέμβριος 1987
στον Δημήτρη Κρασσά
Στο γυρισμό, στα 1920, ύστερα από τον πρώτο διωγμό στα 1914, όσοι
γύρισαν στην πατρίδα είχαν ξαναδημιουργήσει τα νοικοκυριά τους.
Ξανακαλλιέργησαν την καρπερή γη της πατρίδας, ξαναστόλισαν τις
εκκλησίες τους, αποτελείωσαν και τον Άγιο Κωνσταντίνο στο Κάτω
Χωριό και τον στύλωσαν ωραίο κι επιβλητικό. Η σταφίδα γέμισε και
πάλι τα σπίτια, τα χέρσα χωράφια με τα σπαρτά και τα καρποφόρα
δέντρα ομόρφυναν όπως πριν τον τόπο τους. Το εμπόριο με τη Σμύρνη
ξανάρχισε και η ζωή είχε βρει ξανά τον ήρεμο ρυθμό της, με τις
καινούργιες εμπειρίες της προσφυγιάς μα και της προόδου.
Ολέθρια συμβουλή
Οι βιασμοί
Σε μια γωνιά του σπιτιού ήταν καθισμένη, έχοντας στα γόνατά της το
μικρό της γιο, μια γειτόνισσα που είχε ζητήσει να μείνει μαζί μας από το
φόβο που ήταν μοναχή και έρημη. Πριν από έναν μήνα είχε μάθει το
θάνατο του άνδρα της που σκοτώθηκε στο μέτωπο. Είχε φορέσει
ό,τι παλιόρουχα είχε κι είχε σκεπάσει το κεφάλι της με διπλό τσεμπέρι
για να κρύψει το πρόσωπό της και τα χρόνια της. Πώς όμως να ξεφύγει η
δύστυχη από τ’ άγρια θηρία;
παιδί της. Κι ο νεαρός, πάντα στυγνός και αμίλητος, με μια κλωτσιά την
ξάπλωσε στο πάτωμα κι ευθύς τραβώντας το παιδί, κατέβηκε. Λίγο πιο
κάτω από το σπίτι του παππού ήταν κάτι χαλάσματα. Από το μισάνοιχτο
παραθύρι έγειρε ο Μήτσος μας και είδε πως έσυρε το αγόρι μέσα σ’
εκείνα τα χαλάσματα… Δεν θα είχε περάσει μισή ώρα και το αγοράκι
γύρισε κατατρομαγμένο και μέσα στα κλάματα. Εξουθενωμένο έπεσε
στην αγκαλιά της βιασμένης μάνας του. Του σήκωσε τα ρουχαλάκια του
κι ύστερα με λίγο νερό προσπάθησε να το συνεφέρει. Μια νεκρική σιγή
σκέπασε όλο το σπίτι. Οι μεγάλοι αμίλητοι κι εμείς τα μικρά τρέμαμε
ολοσούσουμα.
θείος Τζώρτζης Γκίρδης, αδελφός της μάνας, που έκανε τον σφαγμένο κι
ήταν ξαπλωμένος πάνω από το αμπάρι που μέσα του κρυβόταν η θεία,
ανασηκωνόταν να πάρει κι αυτός αναπνοή. Ήταν σκεπασμένος μ’ ένα
σεντόνι που ήταν καταματωμένο από τις πληγές που μόνος του
προκάλεσε στο σώμα του. Στην τελευταία επιδρομή, μόλις έφυγαν,
τράβηξε μια τάβλα πάνω από το αμπάρι, το άνοιξε για να πάρει αέρα η
αδελφή του. Και μόλις ήταν καιρός, μελανιασμένη και λιγοθυμισμένη
την τράβηξαν στο δωμάτιο με χίλιους φόβους. Τη δρόσισαν και πάλι
ύστερα στο αμπάρι, κι από πάνω βουτηγμένος στα αίματα ο θείος
Τζώρτης και σκεπασμένος με το σεντόνι.
Μαζεμένα πλάι της και πιασμένα από τη φούστα της, συνεχίσαμε, κάτω
απ’ τον καυτό ήλιο εκείνων των πρώτων ημερών του Σεπτέμβρη, το
δρόμο για τον Τσεσμέ. Πεινασμένοι, ρακένδυτοι, άυπνοι, συντρίμμια,
σερνόμασταν. Η μάνα δεν είχε αποχωριστεί από τις πρώτες μέρες της
298
συμφοράς την κάπως μεγάλη εικόνα της Υπαπαντής που είχαμε στο
εικονοστάσι του σπιτιού μας. Την είχε σκεπάσει μ’ ένα τραπεζομάντιλο
και τη φύλαγε όλες εκείνες τις μέρες, έχοντάς την κρυμμένη πότε εδώ και
πότε εκεί. Την είχε σαν τα μάτια της. Όσο είχε την έγνοια για μας, άλλο
τόσο και για την Παναγιά. Κι όσο ήμασταν στο σπίτι του παππού κι
ύστερα στην εκκλησιά κλεισμένοι, δεν έδινε βάρος για τη φύλαξή της.
Τώρα όμως στην πορεία, ήταν δύσκολο το έργο της μάνας. Είχε στην
αγκαλιά το μωρό, τη μικρή μας αδελφούλα, μαζί και την εικόνα. Ο
δρόμος μακρύς και η κούραση έλυνε τα γόνατα. Όταν πια είχε αποκάμει
από την κούραση, κοντοστάθηκε. Δίνει στο πιο μεγάλο αδέρφι, τον
Γιαννάκη μας, να κρατήσει για λίγο το μωρό κι εκείνη γρήγορα-γρήγορα
σκύβει και απιθώνει τη σκεπασμένη εικόνα στο πλαϊνό χαντάκι.
Γονατίζει, σταυροκοπιέται και την ασπάζεται. Τη σκεπάζει όσο πιο καλά
γίνεται κι ύστερα με δακρυσμένα μάτια, ολολύζοντας σα να ‘χε απέναντί
της την ίδια την Παναγιά, μονολογάει: «Παναγιά μου, συγχώρεσέ με, ή
το παιδί μου πρέπει ν’ αφήσω ή Εσένα». Ξανάκανε το σταυρό της,
ξαναπήρε το μωρό στην αγκαλιά της και συνεχίσαμε το δρόμο.
Μα να, ύστερα από ένα ταξίδι μιας ημέρας, μας έβγαλαν σε μια
προκυμαία. Ήμασταν στη Μυτιλήνη. Όλη την οικογένεια μας πήγαν σ’
ένα στάβλο. Θυμάμαι τις αγελάδες που ήταν αραδιασμένες και
αναμασούσαν την τροφή τους. Όσο κι αν οι μεγάλοι ένοιωθαν άβολα,
όμως η λύτρωση από τους Τσέτες ήταν η πιο μεγάλη ανακούφιση.
Ο γυρισμός του Δημήτρη
Το 1946 ο Οργουελ, όπως προκύπτει από την επιστολή που έστειλε στον
εκδότη του, δίσταζε ποιον τίτλο θα επέλεγε από τους δύο που είχε
σκεφτεί: «Ο τελευταίος άνθρωπος στη γη» ή «1984»; Κατά παρότρυνση
του εκδότη του επέλεξε το «1984», που το θεωρούσε πιο εμπορικό.
Αμέτρητες αναλύσεις και δοκίμια γράφτηκαν και εξακολουθούν να
γράφονται για το εμβληματικό αυτό μυθιστόρημα. Αξίζει να παραθέσει
κανείς ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από την επιστολή που έστειλε
στον Οργουελ ο Αλντους Χάξλεϊ όταν διάβασε το βιβλίο:
για τον Μεγάλο Αδελφό ήταν ο Στάλιν. Και να σκεφτεί κανείς ότι τα
αρχεία της σοβιετικής εποχής άνοιξαν μισό αιώνα περίπου μετά την
έκδοση του «1984».
Η ζωή κατά την ισπανική γρίπη, οι αλλαγές στην κοινωνία και η
σύγκριση με το σήμερα
Πέραν του ότι πλήθος όρων προερχόμενων από τον Οργουελ μπήκαν στο
πολιτικό λεξιλόγιο, είναι εξαιρετικά σημαντική και η συμβολή του στα
βιβλία πολιτικής και επιστημονικής φαντασίας που γράφτηκαν και
εξακολουθούν να γράφονται. Η προβληματική του παραμένει καίρια και
αιχμηρή. Η επίδρασή του σε συγγραφείς πρώτης γραμμής είναι
αδιαμφισβήτητη, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τον Αντονι
Μπέρτζες. Αν πάρουμε για παράδειγμα τη διπλή μεταστροφή του
κεντρικού του ήρωα στο «Κουρδιστό πορτοκάλι», θα βρούμε ένα
παραμορφωμένο είδωλο του Γουίνστον Σμιθ από την ανάποδη. Ο
Μπέρτζες μάλιστα δημοσίευσε το 1984 και ένα άρθρο στην εφημερίδα
«Miami Herald» με τον ερωτηματικό τίτλο: «Καλημέρα! Είναι 1984.
Είμαστε ελεύθεροι;».
Στις 11 Νοεμβριου του 1990 έφυγε από τη ζωή ένας από τους
σημαντικότερους έλληνες ποιητές αφήνοντας ως παρακαταθήκη στις
επόμενες γενιές σπουδαία έργα/
Το 1925 ολοκλήρωσε τις γυμνασιακές του σπουδές στο Γύθειο και έφυγε
με την αδερφή του Λούλα για την Αθήνα. Είχε προηγηθεί η οικονομική
καταστροφή του πατέρα του κι έτσι ο ποιητής αναγκάστηκε να εργαστεί
για τα προς το ζην, αρχικά ως δακτυλογράφος και στη συνέχεια ως
αντιγραφέας στην Εθνική Τράπεζα. Το 1926 προσβλήθηκε και ο ίδιος
από φυματίωση και επέστρεψε στη Μονεμβασιά ως το φθινόπωρο του
ίδιου χρόνου, οπότε γράφτηκε στη Νομική Σχολή της Αθήνας, χωρίς να
μπορέσει ποτέ να φοιτήσει. Συνέχισε να εργάζεται ως βοηθός
βιβλιοθηκαρίου και γραφέας στο Δικηγορικό Σύλλογο της Αθήνας.
Όταν ξέσπασε το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967, οι φίλοι του τον
ειδοποίησαν να κρυφτεί, εκείνος όμως δεν έφυγε από το σπίτι του. Τον
συνέλαβαν και τον έκλεισαν στον Ιππόδρομο του Φαλήρου. Στα τέλη
Απριλίου μεταφέρθηκε στη Γυάρο και αργότερα στο Παρθένι της Λέρου.
Το 1968 νοσηλεύθηκε στον «Άγιο Σάββα» και στη συνέχεια τέθηκε σε
κατ’ οίκον περιορισμό στο σπίτι της γυναίκας του στο Καρλόβασι της
Σάμου. Το 1970 επέστρεψε στην Αθήνα, μετά όμως από άρνησή του να
308
Πηγή: sansimera.gr
Μες στην απλυσιά και τη βρώμα μια ζωή πορευόταν. Εζεχνε το κορμί
του από τις μυρωδιές του κόσμου. «Τον είχαν παρεξηγήσει οι ανθρώποι·
η σκόνη τον είχε κάμει ολόασπρο, κι ο δρόμος – αχ θεέ μου -, ο δρόμος
ποτέ δε θα τελείωνε». Δεν είχαν αρχή και τέλος οι περιπλανήσεις του.
Δεν υπήρχε τελικός προορισμός στον χάρτη του μυαλού του· μόνο
στάσεις. Οπου τον έφερναν οι χιλιοφαγωμένες σόλες των παπουτσιών
313
του, όπου έβλεπε φως – φιλικό; -, όπου άκουγε σκυλί να γαβγίζει, εκεί
σταματούσε για λίγο – μια μπουκιά, μια γουλιά, ένας ύπνος και το
χάραμα πάλι από την αρχή. «Κοσμογυριστής, στρατοκόπος, αλήτης… Η
γη δεν τον χώραε· τον τραβούσε η μαγγανεία της έρημος».
Η είδηση για τον θάνατο της μάνας δεν τον αγγίζει· ούτ’ ένα φρύδι δεν
ανασηκώνει. «Είναι λοιπόν ένα τέρας;»: η αδελφή του τον βλέπει
ξαφνικά ύστερα από χρόνια στο κατώφλι της. Σίγουρα αυτό το «τέρας» –
ο αφηγητής του «Θείου Τραγιού» – κάνει ό,τι περνάει από το χέρι του
για να προκαλέσει το μίσος, τις βίαιες αντιδράσεις των συνανθρώπων
του. Αρέσκεται να ξυπνά τη φρίκη, την απέχθεια, την αηδία. Ηδονίζεται
να τον θεωρούν κλέφτη – «τίμιος», «κύριος», «έμπιστος» είναι για αυτόν
βρισιές. «Ο άνθρωπος της σωστής διατίμησης παίρνει την ιεραρχία των
αξιών απ’ ανάποδα» πιστεύει και πράττει ανάλογα. Αρνείται τις
συμβάσεις, τρώει όποτε θέλει αυτός (και όχι όποτε κάθονται οι άλλοι στο
τραπέζι). Διασπείρει ψεύτικες φήμες και προκαλεί τεράστια αναταραχή
στον πύργο όπου πιάνει για λίγο καιρό δουλειά ως υπεύθυνος στάβλου.
Περιλούζει με χαιρεκακία το αντικείμενο του πόθου του – μια παλιά του
αγάπη που τώρα είναι Κυρία -, απολαμβάνει τον θυμό της, παρακαλάει
για το φτύσιμό της. Και, προπαντός, εκστασιάζεται όταν συνειδητοποιεί
ότι ερέθισε τη ζήλια του συζύγου της και Κυρίου: «σα σκατά ωραιότατα
θάμαι γω μέσ’ στη φούχτα του, άριστα για ξεσφεντόνισμα στης Κυρίας
τα μούτρα. Ω ναι, του είμαι πια απαραίτητος, για τη συζυγική του
φαγούρα· απ’ την ψώρα, απ’ τη λέπρα μπορεί να γιατρεύονταν, από
μένα ποιος θα τον έσωνε;».
Αυτός ο λάτρης του άσχημου, ο Κάλιμπαν της ελληνικής υπαίθρου, που
κυλίζεται άφοβα στις γούρνες των ενστίκτων, που αρνείται κάθε έννοια
κανονικότητας, που αποζητεί τον θαυμασμό του Διαβόλου, που τα
πηγαίνει καλύτερα με τα άλογα παρά με τους ανθρώπους, «φοβερός και
ωραίος» όπως τον περιγράφει ο ίδιος ο δημιουργός του, «ογκόλιθος που
κυλάει απροσδόκητα μες στο απέραντο ανθρώπινο έλος», αυτό το
«εξαίσιο τέρας» λοιπόν συνιστά σίγουρα έναν «αρνητικό ήρωα» – όπως
τον χαρακτηρίζει η Κατερίνα Κωστίου, επιμελήτρια της έκδοσης από τη
Νεφέλη -, που προκάλεσε μεγάλο θόρυβο και απασχόλησε ιδιαίτερα την
κριτική το 1933, όταν πρωτοκυκλοφόρησε το βιβλίο του Σκαρίμπα. «Με
τη νεωτερική αφήγηση και την εκκεντρική γραφή του το «Θείο Τραγί»
θέτει τις βάσεις για το ελληνικό Αντιμυθιστόρημα» συνεχίζει η
επιμελήτρια· «αλλά η σημαντικότερη συμβολή του στη νεοελληνική
λογοτεχνία συνοψίζεται στην εμφάνιση του πρώτου αντιήρωα, όχι απλώς
με την έννοια του παρακμιακού πρωταγωνιστή ούτε του θύματος της
κοινωνίας, αλλά του συνειδητά στρατευμένου στην υπηρεσία του
Διαβόλου, του ιδεολογικά τοποθετημένου εναντίον κάθε θεσμού και
κοινωνικής σύμβασης».
314
Σενάρια οδύνης και ηδονής εμπνέουν σήμερα μπεστ σέλερ (πάνω από
ένα εκατομμύριο αντίτυπα πούλησε σε όλον τον κόσμο το βιβλίο της
Χίσλοπ) και τηλεοπτικές υπερπαραγωγές. Μια παράδοξη επικαιρότητα
μεταμορφώνει το νησί των απόκληρων σε μια σημερινή επικράτεια
σημείων μεστή σημασιών και μεταφορικών σχημάτων.
Η υγεία τελικά αποβαίνει μια ύποπτη και για τους δύο συγγραφείς
έννοια. Οι κάτοικοι στο νησί ζουν με έναν διπλό καταναγκασμό: από τη
μια η φριχτή νόσος με το ροκάνισμα του σώματος, και από την άλλη ένα
κοινωνικό σύστημα που απορρίπτει, αποβάλλει, ποινικοποιεί
προκειμένου να κρατηθεί αμόλυντο, να διατηρήσει την ευταξία και τον
ευπρεπισμό του. Η ασθένεια, το μαγικό βουνό του Τόμας Μαν, αποκτά
εδώ μια ιδιότυπη σκληρότητα.
Ο λεπρός μπορεί να μην έχει το σαλεμένο μυαλό του τρελού, έχει όμως
τη σαλεμένη όψη ενός αποκρουστικά δύσμορφου πλάσματος. «Πρόσωπο
δεν ξεχώριζες απ΄ τα πρηξίματα και τις πράσινες κλιτσανισμένες πληγές»,
«σάπιο στόμα που βρωμάει και με το λουβιασμένο λαρύγγι».
Human society has always been subject to major epidemics, and has dealt
with them in quite similar ways over the centuries, even over the
millennia. Of course, human society itself has also changed the way in
which epidemics work. William H. McNeill, the great world historian,
wrote a book called “Plagues and Peoples,” where he made a powerful
320
argument for the impact of Plagues upon human society. Take the Black
Death, for example, in 1349, which killed maybe half the population in
Europe. The economic effects were absolutely profound, when you think
of the labor shortage, for example—too few people to work the fields—
and the change in social relations and social structures.
The New Yorker’s coronavirus news coverage and analysis are free for all
readers.
But I think it’s also a two-way process. For example, in the Middle Ages
or even in the late Roman Empire, Plague spread fairly slowly, and you
could deal with it by quarantine, unless societies weren’t well organized
enough to do that. Then you got a big acceleration in the nineteenth
century that comes with the railways. Cholera was a disease that hadn’t
been known outside northeast India, but the British Empire, conquering
North India, opened up trade routes. Railways spread the cholera very
rapidly when it got to Europe. Steamships across the Atlantic, and of
course, industrialization, with massive overcrowding and poverty, made it
much easier to spread it in cities and towns. It is a two-way process.
That’s first thing that occurs to me.
Do you see differences across the centuries, too? Do you think people
have gotten smarter about these things, or is human nature just what
it is?
One difference is that, in the nineteenth century, people had all kinds of
theories about how diseases spread, but it’s only in our own time that the
science has become sophisticated and precise enough to pin it down and
to develop, in an astonishingly short time, a preventive measure. There
was no known cure for cholera or bubonic Plague or any major disease,
really, for a very, very long time, not really till the twentieth century. The
second major difference is very striking. It’s what some have called the
medicalization of society. If you look at cholera in the nineteenth century,
whether it’s in Britain in 1832 or in Naples in 1884 or in many other
countries when it arrived, the authorities tried to impose quarantines,
isolation, and, later on in the nineteenth century, disinfection and so on.
There were riots because people objected to the state interfering this way.
Now we’re clamoring for preventive measures, so we’re clamoring for
the state to intervene to try and control the disease. We accept medical
science in a way that it was not accepted at a popular level in the
321
nineteenth century. I think that’s very good, that we do now listen to the
medics more than people did in the nineteenth century. Then, of course,
in the nineteenth century, medicine, as I said, was not very effective at
killing disease, and there was a lot of confusion about what caused it.
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟΝ
Albert Camus, 154, 229 Άρρωστη πολιτεία, 117
Deville, Patrick., 40 άρρωστος, 34, 148, 202, 213
Edgar Alan Poe, 180 ασθένεια, 27, 44, 45, 60, 69, 73, 79, 82,
Gabriel Garcia Marquez,, 62, 186, 233 85, 87, 88, 89, 100, 102, 104, 108, 109,
Geoffrey Chaucer, 180 110, 112, 113, 114, 116, 117, 134, 140,
George Orwell, 221 145, 146, 147, 149, 151, 160, 165, 166,
John Keats, 200 167, 168, 169, 170, 171, 172, 176, 180,
José Saramago, 182, 229, 230 181, 192, 196, 198, 200, 201, 202, 206,
Kafka, 199, 200 220, 223, 239, 241, 242, 243, 244, 245
Márquez, Gabriel García,, 40 ασθένειαν, 17, 18, 19
plague, 176, 181 ασθενείας, 16, 17, 18, 19
Plague, 72, 96, 97, 121, 144, 150, 153, ἀσθενείας, 12, 13
154, 178, 179, 180, 274, 275, 279 ασιατικής γρίπης, 103, 170
The Eyes of Darkness, 66, 95 Βάλτερ Πούχνερ, 230
Wuhan-400»., 66, 95 Βαρδιάνος στα σπόρκα, 27, 28, 30, 60, 66,
Αθήνα, 3, 25, 26, 40, 41, 45, 47, 48, 49, 67, 82, 84, 88, 95, 96
51, 55, 56, 63, 89, 96, 97, 98, 111, 112, Βοκάκιος, 59, 61, 71, 76, 80, 83, 88, 94,
113, 132, 141, 146, 182, 183, 198, 202, 148, 154, 155, 156, 157, 162, 185, 232
204, 207, 219, 220, 221, 224, 225, 232, Βοκάκιου, 59, 72, 76, 80, 83, 88, 144, 157,
235, 238, 245 162, 228
Αλεσσάντρο Μαντζόνι, 109 βουβωνικής, 72, 101, 112, 159, 168, 169,
Αλμπερ Καμύ, 59 182, 192, 229
ἄνοσον, 12 βυζαντινά, 101, 124, 172
Αντόνιο Τζάνκι, 163 Βυζαντινής, 100, 123, 167, 175, 244
322