Professional Documents
Culture Documents
ΑΠΑΡΕΜΦΑΤΟ
ΑΠΑΡΕΜΦΑΤΟ
1η
ΑΠΑΡΕΜΦΑΤΟ
Είναι αφηρημένο ρηματικό ουσιαστικό.
Ρηματικό γιατί:
α) προσδιορίζεται από επιρρήματα.
β) δέχεται υποκείμενο, αντικείμενο
γ) έχει διάθεση και χρόνους.
Ουσιαστικό γιατί:
α) εκφέρεται με άρθρο σε όλες τις πτώσεις .
β) πηγαίνει με προθέσεις
γ) μπαίνει σαν υποκείμενο, αντικείμενο, επεξήγηση, κ.τ.λ. δηλαδή όπως και το
ουσιαστικό.
Αντιστοιχεί ή με ειδική πρόταση και λέγεται ειδικό (εξηγείται με το ότι)-αρν.
οὐ- ή με πρόταση επιθυμίας και λέγεται τελικό (εξηγείται με το να) –αρν. μή-.
ΑΝΑΡΘΡΟ
α) υποκείμενο (απροσώπων ρημάτων)
π.χ. δίκαιον τούς ἐπιορκοῦντας ἀπόλλυσθαι.
β) αντικείμενο
π.χ. Κῦρος παραγγέλει τῶ Κλεάρχω ἥκειν.
γ) π.χ. τό λακωνίζειν ἐστί φιλοσοφεῖν.
δ) επεξήγηση
π.χ. οἱ νόμοι δύο διδάσκουσιν, ἄρχειν τε καί ἄρχεσθαι.
Εἷς οἰωνός ἄριστος, ἀμύνεσθαι περί πάτρης.
ε) αντί προστακτικής
π.χ. ὦ ξεῖν’ ἀγγέλλειν Λακεδαιμονίοις . . . .
στ)στις αναφωνήσεις
π.χ. ἐμέ τάδε παθεῖν; Φεῦ.
ΕΙΔΙΚΟ
Επιδέχεται άρνηση οὐ (σπάνια μή)
Με ειδικό απαρέμφατο συντάσσονται:
α) τα λεκτικά: λέγω, φημί, ὁμολογῶ, κ.α.
β) τα δοξαστικά: νομίζω, οἴομαι, ὑπολαμβάνω, κ.α.
Τα λεκτικά συντάσσονται και με ειδική πρόταση, τα δοξαστικά σχεδόν πάντα
μόνο με ειδικό απαρέμφατο, ενώ το λεκτικό φημί μόνο με ειδικό απαρέμφατο.
Π.χ. νομίζω ὑμᾶς ἐμοί εἶναι καί φίλους καί πατρίδα.
ΤΕΛΙΚΟ
Επιδέχεται άρνηση μή
Με τελικό απαρέμφατο συντάσσονται (ΚΑΘΕ ΧΡΟΝΟΥ ΕΚΤΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑ)
ρήματα που δηλώνουν επιθυμία, βούληση, απαγόρευση, προτροπή, κ.τ.λ. :
ἐπιθυμῶ, βούλομαι, θέλω, κελεύω, λέγω(=διατάσσω), συμβουλεύω, πείθω,
ἀπαγορεύω, δύναμαι, κ.α.
Π.χ. τό ψεῦδος οὐ δύνασαι ἀληθές ποιεῖν.
Οὐκ ἐᾷ με καθεύδειν.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ
Τα ρήματα ὑπισχνοῦμαι, ἐπαγγέλομαι, ὄμνυμι, ἐλπίζω, προσδοκῶ, μέλλω,
ἀπειλῶ, κανονικά συντάσσονται με απαρέμφατο μέλλοντα, γιατί έχουν
μελλοντική σημασία.
Π.χ. οἱ Βοιωτοί νῦν ἀπειλοῦσιν ἐμβαλεῖν εἰς Ἀττικήν.
Ὤμοσαν ἀργύριον παρ’ ἐμοῦ λήψεσθαι.
ἐλπίζω οὐδέ τούς πολεμίους μένειν ἔτι.
ΤΑΥΤΟΠΡΟΣΩΠΙΑ – ΕΤΕΡΟΠΡΟΣΩΠΙΑ.
Το υποκείμενο του απαρεμφάτου μπορεί να είναι το ίδιο με το υποκείμενο του
ρήματος από το οποίο εξαρτάται το απαρέμφατο (ταυτοπροσωπία) ή είναι
διαφορετικό από το υποκείμενο του ρήματος (ετεροπροσωπία), οπότε,
πάντοτε μπαίνει σε πτώση ΑΙΤΙΑΤΙΚΗ. Όταν παραλείπεται εννοείται το τινά ή
τινάς.
Π.χ. φοβοῦμαι διελέγχειν σε.
Οἱ στρατιῶται ηὔχοντο αὐτόν εὐτυχῆσαι.
φησὶ γὰρ δὴ τοὺς νέους ἀδικεῖν με διαφθείροντα.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ
Σε απρόσωπο ρήμα ή έκφραση το υποκείμενο του απαρεμφάτου βγαίνει από τη
δοτική προσωπική σε πτώση αιτιατική.