Professional Documents
Culture Documents
Οδυσσέας Γκιλή. ΑΡΧΑΙΕΣ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΑΠΟΙΚΙΕΣ ΣΤΗΝ ΙΤΑΛΙΑ. Θεσσαλονίκη 2020
Οδυσσέας Γκιλή. ΑΡΧΑΙΕΣ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΑΠΟΙΚΙΕΣ ΣΤΗΝ ΙΤΑΛΙΑ. Θεσσαλονίκη 2020
Οδυσσέας Γκιλής
Επιμέλεια
ΑΡΧΑΙΕΣ
ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ
ΑΠΟΙΚΙΕΣ ΣΤΗΝ
ΚΑΤΩ ΙΤΑΛΙΑ:
ΣΥΡΑΚΟΥΣΑΙ,
ΑΚΡΑΓΑΣ,
ΤΑΡΑΣ...
Θεσσαλονίκη 7/2020
2
Περιεχόμενα
Σικελία
Aγύριον (σημερινή Agira)
Αίγεστα ή Έγεστα
Αιολίδες Νήσοι με επίκεντρο τη Λιπάρα (αποικία της Κνίδου, 580 π.Χ.)
Άκις ή Άχις: (σημερινό Acireale)
Ακράγας ή Aκράγαντας (σημερινό Agrigento)
Άκραι: αποικία των Συρακουσών (σημερινό Palazzolo Acreide)
Ακρίλλαι (σημερινό Chiaramonte Gulfi)
Βους (σημερινή Bova)
Γέλα: Ιδρύθηκε από αποίκους της Ρόδου και Κρήτης το 675 π.Χ. (σημερινή
Gela)
Επιζεφύριοι Λοκροί (σημερινό Locri)
Θούριοι αποικία των Αθηναίων. Ιδρύθηκε το 443 π.Χ. στα ερείπια της
κατεστραμμένης (από το 510 π.Χ.) Σύβαρης.
3
Μέταυρος: αποικία της Μεσσήνης και του Ρηγίου (σημερινό Gioia Tauro)
Μινωική Ηράκλεια
Μύλοι (σημερινό Milazzo)
Aποικία των Χαλκιδαίων και της Κύμης. Δεν είναι γνωστές πολλές
λεπτομέρειες για την ίδρυσή της και κάποιοι ειδικοί υποστηρίζουν ότι είναι
αποικία της Κύμης Αιολίας (στη Μικρά Ασία)
Νεάπολις ή Παρθενόπη (σημερινή Νάπολη)
Δεν είναι γνωστές πολλές λεπτομέρειες για την ίδρυσή της: η μία άποψη
αναφέρει ως ιδρυτές της, εξόριστους από τη Σάμο, ενώ μία άλλη ως
αποικία της γειτονικής (ιταλικής) Κύμης (σημερινή Cuma)
Παλίνωρος ή Παλίνωρον (σημερινό Palinuro, δημοτικό διαμέρισμα του
δήμου Centola)
Πιθανότατα, το όνομα της αποικίας προήλθε από τον Παλίνωρο,
επικεφαλής (καπετάνιο) του πλοίου του Αινεία, όταν ο τελευταίος διέφυγε
μετά την καταστροφή της Τροίας.
Λουκανία
Μεταπόντιον (σημερινό Metaponto)
Υπόλοιπη Ιταλία
Ἀγκών (ή Δωρική Ανκών, το αρχικό της όνομα) αποικία των Συρακουσών
(σημερινή Ανκόνα)
Άδρια (σημερινή Adria)
Γέλα: Ιδρύθηκε από αποίκους της Ρόδου και Κρήτης το 675 π.Χ. (σημερινή
Gela)
Δεν είναι γνωστές πολλές λεπτομέρειες για την ίδρυσή της: η μία άποψη
αναφέρει ως ιδρυτές της, εξόριστους από τη Σάμο, ενώ μία άλλη ως
αποικία της γειτονικής (ιταλικής) Κύμης (σημερινή Cuma)
Δικαιάρχεια (σημερινό Pozzuoli)
Λεοντίνοι: αποικία των Χαλκιδαίων ή των κατοίκων της Νάξου Σικελίας τον
8ο αιώνα π.Χ. (σημερινό Lentini)
Μάκαλλα: πόλη των Οινοτρών, οι οποίοι κατάγονταν από την αρχαία
Αρκαδία σύμφωνα με τον Παυσανία και τον Διονύσιο τον Αλικαρνασσεύς.
Μέγαρα Υβλαία: αποικία των Μεγαρέων στην ανατολική ακτή της
Σικελίας. Ίδρυση το 734 π.Χ.
Μέδμα: αποικία των Επιζεφύριων Λοκρών (σημερινό Rosarno)
Μέταυρος: αποικία της Μεσσήνης και του Ρηγίου (σημερινό Gioia Tauro)
Μινωική Ηράκλεια
Μινωπολις (σημερινή Monopoli)
Μύλοι (σημερινό Milazzo)
Ξιφωνία: (δεδομένου ότι δεν έχει βρεθεί κανένα αρχαιολογικό ίχνος της,
ούτε και υπάρχουν σαφείς πληροφορίες για τη ακριβή της θέση,
υπολογίζεται ότι βρισκόταν μεταξύ των σημερινών Aci Catena, Acireale
και Aci Castello)
Παλίνωρος ή Παλίνωρον (σημερινό Palinuro, δημοτικό διαμέρισμα του
δήμου Centola)
Πάνορμον: (σημερινό Palermo)
Βιβλιογραφία
(fr) Pierre Wuilleumier, Tarente des Origines à la conquête romaine, De
Boccard, Παρίσι, 1939
(en) Arthur Dale Trendall, Ερυθρόμορφα αγγεία της Νότιας Ιταλίας και
Σικελίας, Παπαδήμα, Αθήνα, 1996
Luca Cerchiai (u. a.): Die Griechen in Süditalien. Auf Spurensuche
zwischen Neapel und Syrakus. Theiss, Stuttgart 2004,
Furio Durando (u. a.): Magna Graecia. Kunst und Kultur der Griechen
in Italien. Hirmer, München 2004,
Hansgerd Hellenkemper (Hrsg.): Die neue Welt der Griechen. Antike
Kunst aus Unteritalien und Sizilien. Zabern, Mainz 1998
Mario Lazzarini: La Magna Grecia. Scorpione Editrice, Taranto 1990,
1995
Dieter Mertens: Städte und Bauten der Westgriechen. Von der
Kolonisationszeit bis zur Krise um 400 vor Christus. Hirmer, München
2006,
Θουκυδίδης ιστορίαι.
Book 3, Chap. 90, sec. 2, line 2
οὕτως ἐγένετο.
Οἱ δ' ἐν τῇ Σικελίᾳ Ἀθηναῖοι τοῦ αὐτοῦ χειμῶνος ἔς τε
τὴν Ἱμεραίαν ἀπόβασιν ἐποιήσαντο ἐκ τῶν νεῶν μετὰ τῶν
Σικελῶν τῶν ἄνωθεν ἐσβεβληκότων ἐς τὰ ἔσχατα τῆς
14
ΙΣΤΟΡΙΩΝ Δ
σῶσαι.
Ἐν τούτῳ δὲ οἱ ἐν τῇ Σικελίᾳ Συρακόσιοι καὶ οἱ ξύμ-
μαχοι πρὸς ταῖς ἐν Μεσσήνῃ φρουρούσαις ναυσὶ τὸ ἄλλο
ναυτικὸν ὃ παρεσκευάζοντο προσκομίσαντες τὸν πόλεμον
ἐποιοῦντο ἐκ τῆς Μεσσήνης (καὶ μάλιστα ἐνῆγον οἱ
Λοκροὶ τῶν Ῥηγίνων κατὰ ἔχθραν, καὶ αὐτοὶ δὲ ἐσεβεβλή-
κεσαν πανδημεὶ ἐς τὴν γῆν αὐτῶν), καὶ ναυμαχίας ἀπο-
πειρᾶσθαι ἐβούλοντο, ὁρῶντες τοῖς Ἀθηναίοις τὰς μὲν
παρούσας ὀλίγας ναῦς, ταῖς δὲ πλέοσι καὶ μελλούσαις
ἥξειν πυνθανόμενοι τὴν νῆσον πολιορκεῖσθαι. εἰ γὰρ
κρατήσειαν τῷ ναυτικῷ, τὸ Ῥήγιον ἤλπιζον πεζῇ τε καὶ
ναυσὶν ἐφορμοῦντες ῥᾳδίως χειρώσεσθαι
καὶ οὐκ εἰκὸς τὸν τοιοῦτον ὅμιλον οὔτε λόγου μιᾷ γνώμῃ
ἀκροᾶσθαι οὔτε ἐς τὰ ἔργα κοινῶς τρέπεσθαι· ταχὺ δ' ἂν ὡς
ἕκαστοι, εἴ τι καθ' ἡδονὴν λέγοιτο, προσχωροῖεν, ἄλλως τε
καὶ εἰ στασιάζουσιν, ὥσπερ πυνθανόμεθα. καὶ μὴν οὐδ'
ὁπλῖται οὔτ' ἐκείνοις ὅσοιπερ κομποῦνται, οὔτε οἱ ἄλλοι
Ἕλληνες διεφάνησαν τοσοῦτοι ὄντες ὅσους ἕκαστοι σφᾶς
αὐτοὺς ἠρίθμουν, ἀλλὰ μέγιστον δὴ αὐτοὺς ἐψευσμένη ἡ
Ἑλλὰς μόλις ἐν τῷδε τῷ πολέμῳ ἱκανῶς ὡπλίσθη. τά τε
οὖν ἐκεῖ, ἐξ ὧν ἐγὼ ἀκοῇ αἰσθάνομαι, τοιαῦτα καὶ ἔτι
21
τὴν Κατάνην, καὶ τῆς τε γῆς αὐτῶν ἔτεμον καὶ τὰς τῶν
Ἀθηναίων σκηνὰς καὶ τὸ στρατόπεδον ἐμπρήσαντες ἀνεχώ-
ρησαν ἐπ' οἴκου. καὶ πυνθανόμενοι τοὺς Ἀθηναίους ἐς τὴν
33
ΙΣΤΟΡΙΩΝ Η
Θουκυδίδης ιστορίαι.
Book 7, Chap. 3, sec. 5, line 2
Θουκυδίδης ιστορίαι.
Book 7, Chap. 21, sec. 1, line 2
Θουκυδίδης ιστορίαι.
Book 7, Chap. 23, sec. 4, line 5
μέχρι νυκτός.
Τῇ δ' ὑστεραίᾳ οἱ Συρακόσιοι τῆς μὲν ὥρας πρωίτερον,
τῇ δ' ἐπιχειρήσει τῇ αὐτῇ τοῦ τε πεζοῦ καὶ τοῦ ναυτικοῦ
προσέμισγον τοῖς Ἀθηναίοις, καὶ ἀντικαταστάντες ταῖς
ναυσὶ τὸν αὐτὸν τρόπον αὖθις ἐπὶ πολὺ διῆγον τῆς ἡμέρας
πειρώμενοι ἀλλήλων, πρὶν δὴ Ἀρίστων ὁ Πυρρίχου Κορίν-
θιος, ἄριστος ὢν κυβερνήτης τῶν μετὰ Συρακοσίων, πείθει
τοὺς σφετέρους τοῦ ναυτικοῦ ἄρχοντας, πέμψαντας ὡς τοὺς
ἐν τῇ πόλει ἐπιμελομένους, κελεύειν ὅτι τάχιστα τὴν ἀγορὰν
τῶν πωλουμένων παρὰ τὴν θάλασσαν μεταστῆσαι κομίσαντας,
καὶ ὅσα τις ἔχει ἐδώδιμα, πάντας ἐκεῖσε φέροντας ἀναγκάσαι
πωλεῖν, ὅπως αὐτοῖς ἐκβιβάσαντες τοὺς ναύτας εὐθὺς
Θουκυδίδης ιστορίαι.
Book 7, Chap. 40, sec. 1, line 3
καὶ τοῦ ναυτικοῦ (πρότερον μὲν γὰρ ἐφοβοῦντο τὰς μετὰ τοῦ
Δημοσθένους ναῦς ἐπελθούσας) οἱ μὲν Ἀθηναῖοι ἐν παντὶ δὴ
ἀθυμίας ἦσαν καὶ ὁ παράλογος αὐτοῖς μέγας ἦν, πολὺ δὲ
μείζων ἔτι τῆς στρατείας ὁ μετάμελος. πόλεσι γὰρ ταύταις
μόναις ἤδη ὁμοιοτρόποις ἐπελθόντες, δημοκρατουμέναις τε,
ὥσπερ καὶ αὐτοί, καὶ ναῦς καὶ ἵππους καὶ μεγέθη ἐχούσαις,
οὐ δυνάμενοι ἐπενεγκεῖν οὔτ' ἐκ πολιτείας τι μεταβολῆς τὸ
διάφορον αὐτοῖς, ᾧ προσήγοντο ἄν, οὔτ' ἐκ παρασκευῆς πολλῷ
κρείσσονος, σφαλλόμενοι δὲ τὰ πλείω, τά τε πρὸ αὐτῶν
ἠπόρουν, καὶ ἐπειδή γε καὶ ταῖς ναυσὶν ἐκρατήθησαν, ὃ οὐκ
ἂν ᾤοντο, πολλῷ δὴ μᾶλλον ἔτι. οἱ δὲ Συρακόσιοι τόν τε
λιμένα εὐθὺς παρέπλεον ἀδεῶς καὶ τὸ στόμα αὐτοῦ διενοοῦντο
κλῄσειν, ὅπως μηκέτι, μηδ' εἰ βούλοιντο, λάθοιεν αὐτοὺς οἱ
Ἀθηναῖοι ἐκπλεύσαντες. οὐ γὰρ περὶ τοῦ αὐτοὶ σωθῆναι
μόνον ἔτι τὴν ἐπιμέλειαν ἐποιοῦντο, ἀλλὰ καὶ ὅπως ἐκείνους
κωλύσουσι, νομίζοντες ὅπερ ἦν, ἀπό τε τῶν παρόντων πολὺ
σφῶν καθυπέρτερα τὰ πράγματα εἶναι καί, εἰ δύναιντο
κρατῆσαι Ἀθηναίων τε καὶ τῶν ξυμμάχων καὶ κατὰ γῆν καὶ
κατὰ θάλασσαν, καλὸν σφίσιν ἐς τοὺς Ἕλληνας τὸ ἀγώνισμα
φανεῖσθαι· τούς τε γὰρ ἄλλους Ἕλληνας εὐθὺς τοὺς μὲν
ἐλευθεροῦσθαι, τοὺς δὲ φόβου ἀπολύεσθαι (οὐ γὰρ ἔτι δυνατὴν
καὶ ἀπὸ τῶν δρωμένων τῆς ὄψεως καὶ τὴν γνώμην μᾶλλον
τῶν ἐν τῷ ἔργῳ ἐδουλοῦντο· ἄλλοι δὲ καὶ πρὸς ἀντίπαλόν
τι τῆς ναυμαχίας ἀπιδόντες, διὰ τὸ ἀκρίτως ξυνεχὲς τῆς
ἁμίλλης καὶ τοῖς σώμασιν αὐτοῖς ἴσα τῇ δόξῃ περιδεῶς
ξυναπονεύοντες ἐν τοῖς χαλεπώτατα διῆγον· αἰεὶ γὰρ παρ'
ὀλίγον ἢ διέφευγον ἢ ἀπώλλυντο. ἦν τε ἐν τῷ αὐτῷ
στρατεύματι τῶν Ἀθηναίων, ἕως ἀγχώμαλα ἐναυμάχουν,
πάντα ὁμοῦ ἀκοῦσαι, ὀλοφυρμὸς βοή, νικῶντες κρατούμενοι,
ἄλλα ὅσα ἐν μεγάλῳ κινδύνῳ μέγα στρατόπεδον πολυειδῆ
ἀναγκάζοιτο φθέγγεσθαι. παραπλήσια δὲ καὶ οἱ ἐπὶ τῶν
νεῶν αὐτοῖς ἔπασχον, πρίν γε δὴ οἱ Συρακόσιοι καὶ οἱ
ξύμμαχοι ἐπὶ πολὺ ἀντισχούσης τῆς ναυμαχίας ἔτρεψάν
τε τοὺς Ἀθηναίους καὶ ἐπικείμενοι λαμπρῶς, πολλῇ κραυγῇ
καὶ διακελευσμῷ χρώμενοι, κατεδίωκον ἐς τὴν γῆν. τότε
δὲ ὁ μὲν ναυτικὸς στρατὸς ἄλλος ἄλλῃ, ὅσοι μὴ μετέωροι
ἑάλωσαν, κατενεχθέντες ἐξέπεσον ἐς τὸ στρατόπεδον· ὁ δὲ
πεζὸς οὐκέτι διαφόρως, ἀλλ' ἀπὸ μιᾶς ὁρμῆς οἰμωγῇ τε
καὶ στόνῳ πάντες δυσανασχετοῦντες τὰ γιγνόμενα, οἱ μὲν
ἐπὶ τὰς ναῦς παρεβοήθουν, οἱ δὲ πρὸς τὸ λοιπὸν τοῦ τείχους
ἐς φυλακήν, ἄλλοι δὲ καὶ οἱ πλεῖστοι ἤδη περὶ σφᾶς
αὐτοὺς καὶ ὅπῃ σωθήσονται διεσκόπουν. ἦν τε ἐν τῷ
85
ἢ φθόνου), καὶ ὁρῶντες ὑμᾶς αὐτοὺς οἷοι ὁπλῖται ἅμα καὶ ὅσοι
ξυντεταγμένοι χωρεῖτε μὴ καταπέπληχθε ἄγαν, λογίζεσθε δὲ
ὅτι αὐτοί τε πόλις εὐθύς ἐστε ὅποι ἂν καθέζησθε καὶ ἄλλη
οὐδεμία ὑμᾶς τῶν ἐν Σικελίᾳ οὔτ' ἂν ἐπιόντας δέξαιτο ῥᾳδίως
οὔτ' ἂν ἱδρυθέντας που ἐξαναστήσειεν. τὴν δὲ πορείαν ὥστ'
ἀσφαλῆ καὶ εὔτακτον εἶναι αὐτοὶ φυλάξατε, μὴ ἄλλο τι
ἡγησάμενος ἕκαστος ἢ ἐν ᾧ ἂν ἀναγκασθῇ χωρίῳ μάχεσθαι,
τοῦτο καὶ πατρίδα καὶ τεῖχος κρατήσας ἕξειν. σπουδὴ δὲ
ὁμοίως καὶ νύκτα καὶ ἡμέραν ἔσται τῆς ὁδοῦ· τὰ γὰρ ἐπιτήδεια
βραχέα ἔχομεν, καὶ ἢν ἀντιλαβώμεθά του φιλίου χωρίου τῶν
Σικελῶν (οὗτοι γὰρ ἡμῖν διὰ τὸ Συρακοσίων δέος ἔτι βέβαιοι
εἰσίν), ἤδη νομίζετε ἐν τῷ ἐχυρῷ εἶναι. προπέπεμπται δ'
ὡς αὐτούς, καὶ ἀπαντᾶν εἰρημένον καὶ σιτία ἄλλα κομίζειν.
’Τό τε ξύμπαν γνῶτε, ὦ ἄνδρες στρατιῶται, ἀναγκαῖόν τε
ὂν ὑμῖν ἀνδράσιν ἀγαθοῖς γίγνεσθαι ὡς μὴ ὄντος χωρίου
ἐγγὺς ὅποι ἂν μαλακισθέντες σωθείητε καί, ἢν νῦν διαφύγητε
τοὺς πολεμίους, οἵ τε ἄλλοι τευξόμενοι ὧν ἐπιθυμεῖτέ που
ἐπιδεῖν καὶ οἱ Ἀθηναῖοι τὴν μεγάλην δύναμιν τῆς πόλεως
καίπερ πεπτωκυῖαν ἐπανορθώσοντες· ἄνδρες γὰρ πόλις, καὶ
οὐ τείχη οὐδὲ νῆες ἀνδρῶν κεναί.’
Θουκυδίδης ιστορίαι.
Book 7, Chap. 86, sec. 1, line 1
τὸν Τίμωνα εἰπεῖν ἐπ' αὐτοῦ· ἥ τ' Αἰσχίνου οὐκ ἀπιθὴς ἲς
γράψαι. φασὶ δ' αὐτῷ λέγειν Σωκράτην, ἐπειδήπερ ἐπιέζετο ὑπὸ πενίας,
παρ' ἑαυτοῦ δανείζεσθαι τῶν σιτίων ὑφαιροῦντα. τούτου τοὺς
διαλόγους καὶ Ἀρίστιππος ὑπώπτευεν. ἐν γοῦν Μεγάροις ἀνα-
γινώσκοντος αὐτοῦ φασι σκῶψαι εἰπόντα, “πόθεν σοι, λῃστά,
ταῦτα;”
Φησὶ δὲ Πολύκριτος ὁ Μενδαῖος ἐν τῷ πρώτῳ τῶν Περὶ
Διονύσιον (FGrH 559 F 1) ἄχρι τῆς ἐκπτώσεως συμβιῶναι αὐτὸν
τῷ τυράννῳ καὶ ἕως τῆς Δίωνος εἰς Συρακούσας καθόδου, λέγων
εἶναι σὺν αὐτῷ καὶ Καρκίνον τὸν τραγῳδιοποιόν. φέρεται δὲ καὶ
ἐπιστολὴ πρὸς Διονύσιον Αἰσχίνου. ἦν δὲ καὶ ἐν τοῖς ῥητορικοῖς
ἱκανῶς γεγυμνασμένος· ὡς δῆλον ἔκ τε τῆς ἀπολογίας τοῦ πατρὸς
Φαίακος τοῦ στρατηγοῦ καὶ Δίωνος. μάλιστα δὲ μιμεῖται Γορ-
γίαν τὸν Λεοντῖνον. καὶ Λυσίας δὲ κατ' αὐτοῦ συνέγραψε λόγον,
περὶ συκοφαντίας ἐπιγράψας· ἐξ ὧν δῆλον ὅτι καὶ ῥητορικός τις
ἦν. γνώριμος δ' αὐτοῦ φέρεται εἷς, Ἀριστοτέλης ὁ Μῦθος ἐπι-
κληθείς.
ΜΟΝΙΜΟΣ
105
ΕΠΙΧΑΡΜΟΣ
ΕΠΙΧΑΡΜΟΣ
{ΓΟΡΓΩ}
Ἔνδοι Πραξινόα;
{ΠΡΑΞΙΝΟΑ}
Γοργὼ φίλα, ὡς χρόνῳ. ἔνδοι.
θαῦμ' ὅτι καὶ νῦν ἦνθες. ὅρη δρίφον, Εὐνόα, αὐτᾷ·
ἔμβαλε καὶ ποτίκρανον.
{ΓΟ.} ἔχει κάλλιστα.
{ΠΡ.} καθίζευ.
{ΓΟ.} ὢ τᾶς ἀλεμάτω ψυχᾶς· μόλις ὔμμιν ἐσώθην,
Θεόκριτος. Idyllia
Idyll 15, line 90
109
{ΕΤΕΡΟΣ ΞΕΝΟΣ}
παύσασθ', ὦ δύστανοι, ἀνάνυτα κωτίλλοισαι,
τρυγόνες· ἐκκναισεῦντι πλατειάσδοισαι ἅπαντα.
{ΠΡ.} μᾶ, πόθεν ὥνθρωπος; τί δὲ τίν, εἰ κωτίλαι εἰμές;
πασάμενος ἐπίτασσε· Συρακοσίαις ἐπιτάσσεις.
ὡς εἰδῇς καὶ τοῦτο, Κορίνθιαι εἰμὲς ἄνωθεν,
ὡς καὶ ὁ Βελλεροφῶν. Πελοποννασιστὶ λαλεῦμες,
Δωρίσδειν δ' ἔξεστι, δοκῶ, τοῖς Δωριέεσσι.
μὴ φύη, Μελιτῶδες, ὃς ἁμῶν καρτερὸς εἴη,
πλὰν ἑνός. οὐκ ἀλέγω. μή μοι κενεὰν ἀπομάξῃς.
{ΓΟ.} σίγη, Πραξινόα· μέλλει τὸν Ἄδωνιν ἀείδειν
ἁ τᾶς Ἀργείας θυγάτηρ, πολύιδρις ἀοιδός,
ἅτις καὶ πέρυσιν τὸν ἰάλεμον ἀρίστευσε.
φθεγξεῖταί τι, σάφ' οἶδα, καλόν· διαχρέμπτεται ἤδη.
[ΘΕΟΚΡΙΤΟΥ] ΣΥΡΙΓΞ
ΘΕΟΚΡΙΤΟΥ ΣΥΡΑΚΟΥΣΙΟΥ
[ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ]
ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ
ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ
ΤΙΜΟΛΕΩΝ
ΤΙΜΟΛΕΩΝ
ΤΙΜΟΛΕΩΝ
σιος ἔτει δεκάτῳ ξένους συναγαγὼν καὶ τὸν τότε κρατοῦντα τῶν Συρακο-
σίων Νυσαῖον ἐξελάσας ἀνέλαβε τὰ πράγματα πάλιν καὶ καθειστήκει
τύραννος ἐξ ἀρχῆς, παραλόγως μὲν ὑπὸ μικρᾶς δυνάμεως τὴν μεγίστην
τῶν πώποτε τυραννίδων ἀπολέσας, παραλογώτερον δ' αὖθις ἐκ φυγάδος
καὶ ταπεινοῦ τῶν ἐκβαλόντων κύριος γενόμενος. οἱ μὲν οὖν ὑπομείναντες
ἐν τῇ πόλει τῶν Συρακοσίων ἐδούλευον οὔτ' ἄλλως ἐπιεικεῖ τυράννῳ καὶ
τότε παντάπασιν ὑπὸ συμφορῶν ἀπηγριωμένῳ τὴν ψυχήν, οἱ δὲ βέλτιστοι
καὶ γνωριμώτατοι πρὸς Ἱκέτην τραπέντες τὸν δυναστεύοντα τῶν Λεοντί-
νων, ἐπέτρεψαν αὑτοὺς ἐκείνῳ καὶ στρατηγὸν εἵλοντο τοῦ πολέμου, βελτίω
μὲν οὐδενὸς ὄντα τῶν ὁμολογουμένως τυράννων, ἑτέραν δ' οὐκ ἔχοντες
ἀποστροφὴν καὶ πιστεύσαντες Συρακοσίῳ τὸ γένος ὄντι καὶ κεκτημένῳ
δύναμιν ἀξιόμαχον πρὸς τὸν τύραννον.
Ἐν τούτῳ δὲ Καρχηδονίων στόλῳ μεγάλῳ παραγενομένων εἰς Σικε-
λίαν καὶ τοῖς πράγμασιν ἐπαιωρουμένων, φοβηθέντες οἱ Σικελιῶται
πρεσβείαν ἐβουλεύοντο πέμπειν εἰς τὴν Ἑλλάδα καὶ παρὰ Κορινθίων βοή-
θειαν αἰτεῖν, οὐ μόνον διὰ τὴν συγγένειαν οὐδ' ἀφ' ὧν ἤδη πολλάκις
εὐεργέτηντο πιστεύοντες ἐκείνοις, ἀλλὰ καὶ καθόλου τὴν πόλιν ὁρῶντες
φιλελεύθερον καὶ μισοτύραννον οὖσαν ἀεί, καὶ τῶν πολέμων τοὺς πλείστους
καὶ μεγίστους πεπολεμηκυῖαν οὐχ ὑπὲρ ἡγεμονίας καὶ πλεονεξίας, ἀλλ'
ὑπὲρ τῆς τῶν Ἑλλήνων ἐλευθερίας. ὁ δ' Ἱκέτης, ἅτε δὴ τῆς στρατηγίας
φιλελεύθερον καὶ μισοτύραννον οὖσαν ἀεί, καὶ τῶν πολέμων τοὺς πλείστους
καὶ μεγίστους πεπολεμηκυῖαν οὐχ ὑπὲρ ἡγεμονίας καὶ πλεονεξίας, ἀλλ'
ὑπὲρ τῆς τῶν Ἑλλήνων ἐλευθερίας. ὁ δ' Ἱκέτης, ἅτε δὴ τῆς στρατηγίας
ὑπόθεσιν τὴν τυραννίδα πεποιημένος, οὐ τὴν Συρακοσίων ἐλευθερίαν,
κρύφα μὲν ἤδη πρὸς τοὺς Καρχηδονίους διείλεκτο, φανερῶς δὲ τοὺς Συ-
ρακοσίους ἐπῄνει καὶ τοὺς πρέσβεις εἰς Πελοπόννησον συνεξέπεμψεν, οὐ
βουλόμενος ἐλθεῖν συμμαχίαν ἐκεῖθεν, ἀλλ' ἐάν, ὅπερ εἰκὸς ἦν, οἱ Κορίν-
θιοι διὰ τὰς Ἑλληνικὰς ταραχὰς καὶ ἀσχολίας ἀπείπωσι τὴν βοήθειαν,
ἐλπίζων ῥᾷον ἐπὶ τοὺς Καρχηδονίους τὰ πράγματα μετάξειν καὶ χρήσε-
σθαι συμμάχοις καὶ συναγωνισταῖς ἐκείνοις ἐπὶ τοὺς Συρακοσίους ἢ κατὰ
τοῦ τυράννου. ταῦτα μὲν οὖν ὀλίγον ὕστερον ἐξηλέγχθη.
Τῶν δὲ πρέσβεων παραγενομένων οἱ Κορίνθιοι, κήδεσθαι μὲν ἀεὶ
τῶν ἀποικίδων πόλεων καὶ μάλιστα τῆς Συρακοσίων εἰωθότες, οὐδενὸς
δ' αὐτοὺς τότε τῶν Ἑλληνικῶν κατὰ Τύχην παρενοχλοῦντος, ἀλλ' ἐν εἰρήνῃ
καὶ σχολῇ διάγοντες, ἐψηφίσαντο προθύμως βοηθεῖν. ζητουμένου δὲ στρα-
119
ὑπὲρ τῆς τῶν Ἑλλήνων ἐλευθερίας. ὁ δ' Ἱκέτης, ἅτε δὴ τῆς στρατηγίας
ὑπόθεσιν τὴν τυραννίδα πεποιημένος, οὐ τὴν Συρακοσίων ἐλευθερίαν,
κρύφα μὲν ἤδη πρὸς τοὺς Καρχηδονίους διείλεκτο, φανερῶς δὲ τοὺς Συ-
ρακοσίους ἐπῄνει καὶ τοὺς πρέσβεις εἰς Πελοπόννησον συνεξέπεμψεν, οὐ
βουλόμενος ἐλθεῖν συμμαχίαν ἐκεῖθεν, ἀλλ' ἐάν, ὅπερ εἰκὸς ἦν, οἱ Κορίν-
θιοι διὰ τὰς Ἑλληνικὰς ταραχὰς καὶ ἀσχολίας ἀπείπωσι τὴν βοήθειαν,
ἐλπίζων ῥᾷον ἐπὶ τοὺς Καρχηδονίους τὰ πράγματα μετάξειν καὶ χρήσε-
σθαι συμμάχοις καὶ συναγωνισταῖς ἐκείνοις ἐπὶ τοὺς Συρακοσίους ἢ κατὰ
τοῦ τυράννου. ταῦτα μὲν οὖν ὀλίγον ὕστερον ἐξηλέγχθη.
Τῶν δὲ πρέσβεων παραγενομένων οἱ Κορίνθιοι, κήδεσθαι μὲν ἀεὶ
τῶν ἀποικίδων πόλεων καὶ μάλιστα τῆς Συρακοσίων εἰωθότες, οὐδενὸς
δ' αὐτοὺς τότε τῶν Ἑλληνικῶν κατὰ Τύχην παρενοχλοῦντος, ἀλλ' ἐν εἰρήνῃ
καὶ σχολῇ διάγοντες, ἐψηφίσαντο προθύμως βοηθεῖν. ζητουμένου δὲ στρα-
τηγοῦ, καὶ τῶν ἀρχόντων γραφόντων καὶ προβαλλομένων τοὺς εὐδοκι-
μεῖν ἐν τῇ πόλει σπουδάζοντας, εἷς ἐκ τῶν πολλῶν ἀναστὰς ὠνόμασε Τιμο-
λέοντα τὸν Τιμοδήμου, μήτε προσιόντα τοῖς κοινοῖς ἔτι μήτ' ἐλπίδος
τοιαύτης γενόμενον ἢ προαιρέσεως, ἀλλὰ θεοῦ τινος ὡς ἔοικεν εἰς νοῦν
ἐμβαλόντος τῷ ἀνθρώπῳ· τοσαύτη καὶ περὶ τὴν αἵρεσιν εὐθὺς ἀνέλαμψε
Τύχης εὐμένεια, καὶ ταῖς ἄλλαις πράξεσιν ἐπηκολούθησε χάρις, ἐπικο-
σμοῦσα τὴν ἀρετὴν τοῦ ἀνδρός.
ὀργὴ πρὸς τὸν Ἱκέτην καὶ δέος ὑπὲρ Σικελιωτῶν, οὓς σαφῶς ἑώρων ἆθλα
λειπομένους καὶ μισθόν, Ἱκέτῃ μὲν προδοσίας, Καρχηδονίοις δὲ τυραν-
νίδος· ἐδόκει δ' ἀμήχανον ὑπερβαλέσθαι καὶ τὰς αὐτόθι τῶν βαρβάρων
ναῦς διπλασίας ἐφορμούσας, καὶ τὴν ἐκεῖ μεθ' Ἱκέτου δύναμιν ᾗ συ-
στρατεύσοντες ἥκοιεν.
Οὐ μὴν ἀλλ' ὁ Τιμολέων τοῖς πρεσβευταῖς καὶ τοῖς ἄρχουσι τῶν
Καρχηδονίων ἐντυχὼν ἐπιεικῶς, ἔφη πείθεσθαι μὲν οἷς κελεύουσι (τί
γὰρ ἂν καὶ περαίνειν ἀπειθῶν), ἐθέλειν δὲ ταῦτα πόλεως Ἑλληνίδος καὶ
φίλης κοινῆς τῆς Ῥηγίνων ἐναντίον ἀκούσας καὶ εἰπὼν ἀπαλλάττεσθαι·
καὶ γὰρ αὐτῷ τοῦτο πρὸς ἀσφάλειαν διαφέρειν, κἀκείνους ἐμμενεῖν βε-
βαιότερον οἷς ἐπαγγέλλονται περὶ Συρακοσίων, δήμῳ μάρτυρι τὰς ὁμολο-
γίας παρακαταθεμένους. ταῦτα δ' ὑπέτεινεν αὐτοῖς ἀπάτην ἐπὶ τῇ δια-
βάσει τεχνάζων, καὶ συνετέχναζον οἱ τῶν Ῥηγίνων στρατηγοὶ πάντες,
ἐπιθυμοῦντες ἐπὶ Κορινθίοις τὰ πράγματα τῶν Σικελιωτῶν γενέσθαι καὶ
121
φοβούμενοι τὴν τῶν βαρβάρων γειτνίασιν. διὸ συνῆγον ἐκκλησίαν καὶ τὰς
πύλας ἀπέκλειον, ὡς μὴ πρὸς ἄλλο τι τρέπεσθαι τοὺς πολίτας, καὶ παρελ-
θόντες εἰς τὸ πλῆθος ἐχρῶντο μήκει λόγων, ἕτερος ἑτέρῳ παραδιδοὺς τὴν
αὐτὴν ὑπόθεσιν πρὸς οὐδὲν τέλος, ἀλλὰ διάγοντες ἄλλως τὸν χρόνον, ἕως
ἂνἀναχθῶσιν αἱ τῶν Κορινθίων τριήρεις, καὶ Καρχηδονίους ἐπὶ τῆς
ἐκκλησίας κατέχοντες ἀνυπόπτως, ἅτε καὶ τοῦ Τιμολέοντος παρόντος
καὶ παρέχοντος δόκησιν ὅσον οὔπω πρὸς τὸν λόγον ἀνίστασθαι
Τύχης διετήρησεν. ἡ δ' εἰς τὸν παρόντα καιρὸν εὐτυχία καὶ πρὸς τὰ μέλ-
λοντα ταῖς ἐλπίσιν ἐπῆρεν ὁρῶντας ὡς ἱερὸν ἄνδρα καὶ σὺν θεῷ τιμωρὸν
ἥκοντα τῇ Σικελίᾳ τὸν Τιμολέοντα σέβεσθαι καὶ φυλάττειν.
Ὡς δὲ ταύτης διήμαρτε τῆς πείρας ὁ Ἱκέτης, καὶ πρὸς Τιμολέοντα
πολλοὺς ἑώρα συνισταμένους, μεμψάμενος αὐτὸς ἑαυτόν, ὅτι, τηλικαύτης
παρούσης τῆς Καρχηδονίων δυνάμεως, ὥσπερ αἰσχυνόμενος αὐτῇ κατὰ
μικρὰ χρῆται καὶ λάθρα, κλέπτων καὶ παρεισάγων τὴν συμμαχίαν, μετ-
επέμπετο Μάγωνα τὸν στρατηγὸν αὐτῶν μετὰ τοῦ στόλου παντός. ὁ δ'
εἰσέπλει φοβερός, ναυσὶ πεντήκοντα καὶ ἑκατὸν καταλαμβάνων τὸν λι-
123
λωμένη πρὸς τὴν ἀρετὴν τοῦ ἀνδρός, ἵνα τῶν ἐπαινουμένων αὐτοῦ τὰ μακα-
ριζόμενα μᾶλλον οἱ πυνθανόμενοι θαυμάζωσιν. οὐ γὰρ μόνον Σικελίαν
πᾶσαν οὐδ' Ἰταλίαν εὐθὺς ἡ φήμη κατέσχεν, ἀλλ' ἡμερῶν ὀλίγων ἡ Ἑλ-
λὰς διήχει τὸ μέγεθος τοῦ κατορθώματος, ὥστε τὴν τῶν Κορινθίων πόλιν
ἀπιστοῦσαν, εἰ διαπέπλευκεν ὁ στόλος, ὁμοῦ καὶ σεσῳσμένους καὶ νενικη-
κότας ἀκούειν τοὺς ἄνδρας. οὕτως εὐρόησαν αἱ πράξεις, καὶ τοσοῦτοτῷ
κάλλει τῶν ἔργων τὸ τάχος ἡ Τύχη προσέθηκεν.
Γενόμενος δὲ τῆς ἄκρας κύριος, οὐκ ἔπαθε Δίωνι ταὐτὸ πάθος, οὐδ'
ἐφείσατο τοῦ τόπου διὰ τὸ κάλλος καὶ τὴν πολυτέλειαν τῆς κατασκευῆς,
ἀλλὰ τὴν ἐκεῖνον διαβαλοῦσαν, εἶτ' ἀπολέσασαν ὑποψίαν φυλαξάμενος,
ἐκήρυξε τῶν Συρακοσίων τὸν βουλόμενον παρεῖναι μετὰ σιδήρου καὶ
συνεφάπτεσθαι κατασκαπτομένων τῶν τυραννικῶν ἐρυμάτων. ὡς δὲ
πάντες ἀνέβησαν, ἀρχὴν ἐλευθερίας ποιησάμενοι βεβαιοτάτην τὸ κήρυγμα
καὶ τὴν ἡμέραν ἐκείνην, οὐ μόνον τὴν ἄκραν, ἀλλὰ καὶ τὰς οἰκίας καὶ τὰ
μνήματα τῶν τυράννων ἀνέτρεψαν καὶ κατέσκαψαν. εὐθὺς δὲ τὸν τόπον
συνομαλύνας, ἐνῳκοδόμησε τὰ δικαστήρια, χαριζόμενος τοῖς πολίταις καὶ
τῆς τυραννίδος ὑπερτέραν ποιῶν τὴν δημοκρατίαν.
Ἐπεὶ δὲ τὴν πόλιν ἑλὼν οὐκ εἶχε πολίτας, ἀλλὰ τῶν μὲν ἐν τοῖς πολέ-
μοις καὶ ταῖς στάσεσι διαφθαρέντων, τῶν δὲ τὰς τυραννίδας φυγόντων, ἡ
μὲν ἐν Συρακούσαις ἀγορὰ δι' ἐρημίαν οὕτω πολλὴν καὶ βαθεῖαν ἐξέφυσεν
ὕλην, ὥστε τοὺς ἵππους ἐν αὐτῇ κατανέμεσθαι, τῶν ἱπποκόμων ἐν τῇ
Ἐπεὶ δὲ τὴν πόλιν ἑλὼν οὐκ εἶχε πολίτας, ἀλλὰ τῶν μὲν ἐν τοῖς πολέ-
μοις καὶ ταῖς στάσεσι διαφθαρέντων, τῶν δὲ τὰς τυραννίδας φυγόντων, ἡ
μὲν ἐν Συρακούσαις ἀγορὰ δι' ἐρημίαν οὕτω πολλὴν καὶ βαθεῖαν ἐξέφυσεν
ὕλην, ὥστε τοὺς ἵππους ἐν αὐτῇ κατανέμεσθαι, τῶν ἱπποκόμων ἐν τῇ
χλόῃ κατακειμένων, αἱ δ' ἄλλαι πόλεις πλὴν παντελῶς ὀλίγων ἐλάφων
ἐγένοντο μεσταὶ καὶ συῶν ἀγρίων, ἐν δὲ τοῖς προαστίοις καὶ περὶ τὰ τείχη
πολλάκις οἱ σχολὴν ἄγοντες ἐκυνηγέτουν, ὑπήκουε δ' οὐδεὶς τῶν ἐν τοῖς
ἐρύμασι καὶ φρουρίοις κατοικούντων, οὐδὲ κατέβαινον εἰς τὴν πόλιν, ἀλλὰ
φρίκη καὶ μῖσος εἶχε πάντας ἀγορᾶς καὶ πολιτείας καὶ βήματος, ἐξ ὧν
ἀνέφυσαν αὐτοῖς οἱ πλεῖστοι τῶν τυράννων, ἔδοξε τῷ Τιμολέοντι καὶ
τοῖς Συρακοσίοις γράψαι πρὸς τοὺς Κορινθίους, ὅπως πέμψωσιν οἰκήτο-
ρας εἰς τὰς Συρακούσας ἐκ τῆς Ἑλλάδος. ἥ τε γὰρ χώρα σχολάζειν ἔμελλε,
καὶ πολὺν πόλεμον ἐκ Λιβύης προσεδέχοντο, πυνθανόμενοι τοὺς Καρχη-
δονίους τοῦ μὲν Μάγωνος ἑαυτὸν ἀνελόντος ἀνεσταυρωκέναι τὸ σῶμα,
διὰ τὴν στρατηγίαν ὀργισθέντας, αὐτοὺς δὲ συνάγειν μεγάλην δύναμιν,
ὡς ἔτους ὥρᾳ διαβησομένους εἰς Σικελίαν.
Τῶν δὲ γραμμάτων τούτων παρὰ τοῦ Τιμολέοντος κομισθέντων,
καὶ πρέσβεων ἅμα παρόντων Συρακοσίων καὶ δεομένων ἐπιμεληθῆναι
τῆς πόλεως καὶ γενέσθαι πάλιν ἐξ ὑπαρχῆς οἰκιστάς, οὐχ ἥρπασαν οἱ Κο-
ρίνθιοι τὴν πλεονεξίαν, οὐδὲ προσεποίησαν ἑαυτοῖς τὴν πόλιν, ἀλλὰ πρῶ
φρίκη καὶ μῖσος εἶχε πάντας ἀγορᾶς καὶ πολιτείας καὶ βήματος, ἐξ ὧν
ἀνέφυσαν αὐτοῖς οἱ πλεῖστοι τῶν τυράννων, ἔδοξε τῷ Τιμολέοντι καὶ
τοῖς Συρακοσίοις γράψαι πρὸς τοὺς Κορινθίους, ὅπως πέμψωσιν οἰκήτο-
ρας εἰς τὰς Συρακούσας ἐκ τῆς Ἑλλάδος. ἥ τε γὰρ χώρα σχολάζειν ἔμελλε,
καὶ πολὺν πόλεμον ἐκ Λιβύης προσεδέχοντο, πυνθανόμενοι τοὺς Καρχη-
δονίους τοῦ μὲν Μάγωνος ἑαυτὸν ἀνελόντος ἀνεσταυρωκέναι τὸ σῶμα,
διὰ τὴν στρατηγίαν ὀργισθέντας, αὐτοὺς δὲ συνάγειν μεγάλην δύναμιν,
ὡς ἔτους ὥρᾳ διαβησομένους εἰς Σικελίαν.
127
τῆς πόλεως καὶ γενέσθαι πάλιν ἐξ ὑπαρχῆς οἰκιστάς, οὐχ ἥρπασαν οἱ Κο-
ρίνθιοι τὴν πλεονεξίαν, οὐδὲ προσεποίησαν ἑαυτοῖς τὴν πόλιν, ἀλλὰ πρῶ-
τον μὲν ἐπιόντες τοὺς ἱεροὺς ἀγῶνας ἐν τῇ Ἑλλάδι καὶ τὰς μεγίστας τῶν
πανηγύρεων, ἀνηγόρευον ὑπὸ κηρύκων, ὅτι Κορίνθιοι καταλελυκότες τὴν
ἐν Συρακούσαις τυραννίδα, καὶ τὸν τύραννον ἐξεληλακότες, καλοῦσι Συρα-
κοσίους καὶ τῶν ἄλλων Σικελιωτῶν τὸν βουλόμενον οἰκεῖν τὴν πόλιν ἐλευ-
128
θέρους καὶ αὐτονόμους, ἐπ' ἴσοις καὶ δικαίοις τὴν χώραν διαλαχόντας·
ἔπειτα διαπέμποντες ἀγγέλους εἰς τὴν Ἀσίαν καὶ τὰς νήσους, ὅπου πλεί-
στους ἐπυνθάνοντο τῶν φυγάδων διεσπαρμένους κατοικεῖν, παρεκά-
λουν ἰέναι πάντας εἰς Κόρινθον, ὡς Κορινθίων ἀσφαλῆ πομπὴν καὶ πλοῖα
καὶ στρατηγοὺς παρεξόντων ἰδίοις τέλεσιν εἰς Συρακούσας. κηρυσσο-
μένων δὲ τούτων, ἡ μὲν πόλις τὸν δικαιότατον καὶ κάλλιστον ἀπελάμβα-
νεν ἔπαινον καὶ ζῆλον, ἐλευθεροῦσα μὲν ἀπὸ τῶν τυράννων, σῴζουσα δ'
ἀπὸ τῶν βαρβάρων, ἀποδιδοῦσα δὲ τοῖς πολίταις τὴν χώραν. οἱ δὲ συνελ-
θόντες εἰς Κόρινθον οὐκ ὄντες ἱκανοὶ τὸ πλῆθος, ἐδεήθησαν ἐκ Κορίνθου
καὶ τῆς ἄλλης Ἑλλάδος παραλαβεῖν συνοίκους· καὶ γενόμενοι μυρίων οὐκ
ἐλάττους, κατέπλευσαν εἰς Συρακούσας. ἤδη δὲ καὶ τῶν ἐξ Ἰταλίας καὶ
Σικελίας πολλοὶ τῷ Τιμολέοντι συνεληλύθεισαν, καὶ γενομένοις αὐτοῖς
ἑξακισμυρίοις τὸ πλῆθος, ὡς Ἄθανις εἴρηκε (FGrH 562 F 2), τὴν μὲν
χώραν διένειμε, τὰς δ' οἰκίας ἀπέδοτο χιλίων ταλάντων, ἅμα μὲν ὑπολει-
πόμενος τοῖς ἀρχαίοις Συρακοσίοις ἐξωνεῖσθαι τὰς αὑτῶν,
Πλούταρχος. Phil., Timoleon Chap. 23, sec. 6, line 1
θέρους καὶ αὐτονόμους, ἐπ' ἴσοις καὶ δικαίοις τὴν χώραν διαλαχόντας·
ἔπειτα διαπέμποντες ἀγγέλους εἰς τὴν Ἀσίαν καὶ τὰς νήσους, ὅπου πλεί-
στους ἐπυνθάνοντο τῶν φυγάδων διεσπαρμένους κατοικεῖν, παρεκά-
λουν ἰέναι πάντας εἰς Κόρινθον, ὡς Κορινθίων ἀσφαλῆ πομπὴν καὶ πλοῖα
καὶ στρατηγοὺς παρεξόντων ἰδίοις τέλεσιν εἰς Συρακούσας. κηρυσσο-
μένων δὲ τούτων, ἡ μὲν πόλις τὸν δικαιότατον καὶ κάλλιστον ἀπελάμβα-
νεν ἔπαινον καὶ ζῆλον, ἐλευθεροῦσα μὲν ἀπὸ τῶν τυράννων, σῴζουσα δ'
ἀπὸ τῶν βαρβάρων, ἀποδιδοῦσα δὲ τοῖς πολίταις τὴν χώραν. οἱ δὲ συνελ-
θόντες εἰς Κόρινθον οὐκ ὄντες ἱκανοὶ τὸ πλῆθος, ἐδεήθησαν ἐκ Κορίνθου
καὶ τῆς ἄλλης Ἑλλάδος παραλαβεῖν συνοίκους· καὶ γενόμενοι μυρίων οὐκ
ἐλάττους, κατέπλευσαν εἰς Συρακούσας. ἤδη δὲ καὶ τῶν ἐξ Ἰταλίας καὶ
Σικελίας πολλοὶ τῷ Τιμολέοντι συνεληλύθεισαν, καὶ γενομένοις αὐτοῖς
ἑξακισμυρίοις τὸ πλῆθος, ὡς Ἄθανις εἴρηκε (FGrH 562 F 2), τὴν μὲν
χώραν διένειμε, τὰς δ' οἰκίας ἀπέδοτο χιλίων ταλάντων, ἅμα μὲν ὑπολει-
πόμενος τοῖς ἀρχαίοις Συρακοσίοις ἐξωνεῖσθαι τὰς αὑτῶν, ἅμα δὲ χρημά-
των εὐπορίαν τῷ δήμῳ μηχανώμενος, οὕτως πενομένῳ καὶ πρὸς τἆλλα
καὶ πρὸς τὸν πόλεμον, ὥστε καὶ τοὺς τῶν τυράννωνἀνδριάντας ἀπο-
δόσθαι, ψήφου διαφερομένης ὑπὲρ ἑκάστου καὶ γινομένης κατηγορίας,
ὥσπερ ἀνθρώπων εὐθύνας διδόντων· ὅτε δή φασι τὸν Γέλωνος ἀνδριάντα
τοῦ παλαιοῦ τυράννου διατηρῆσαι τοὺς Συρακοσίους, καταχειροτονου-
μένων τῶν ἄλλων, ἀγαμένους καὶ τιμῶντας τὸν ἄνδρα τῆς νίκης ἣν πρὸς
των πανταχόθεν εἰς αὐτὴν τῶν πολιτῶν, βουλόμενος ὁ Τιμολέων καὶ τὰς
ἄλλας πόλεις ἐλευθερῶσαι καὶ παντάπασιν ἐκκόψαι τῆς Σικελίας τὰς
τυραννίδας, ἐπὶ τὰς χώρας αὐτῶν στρατεύων, Ἱκέτην μὲν ἠνάγκασεν
ἀποστάντα Καρχηδονίων ὁμολογῆσαι τὰς ἀκροπόλεις κατασκάψειν καὶ
βιοτεύσειν ἰδιώτην ἐν Λεοντίνοις· Λεπτίνου δὲ τοῦ τυραννοῦντος Ἀπολ-
λωνίας καὶ συχνῶν ἄλλων πολιχνίων, ὡς ἐκινδύνευε κατὰ κράτος ἁλῶναι,
παραδόντος αὑτόν, φεισάμενος εἰς Κόρινθον ἀπέστειλε, καλὸν ἡγούμενος
129
τες τῶν βαρβάρων οὐ μόνον αὐτοὶ διῆγον ἐν ἀφθόνοις, ἀλλὰ καὶ χρήματα
παρεσκεύαζον εἰς τὸν πόλεμον ἀπὸ τῶν ἁλισκομένων.
Ἐν τούτῳ δὲ Καρχηδόνιοι καταπλέουσιν εἰς τὸ Λιλύβαιον, ἄγοντες
ἑπτὰ μυριάδας στρατοῦ καὶ τριήρεις διακοσίας καὶ πλοῖα χίλια, κομίζοντα
μηχανὰς καὶ τέθριππα καὶ σῖτον ἄφθονον καὶ τὴν ἄλλην παρασκευήν, ὡς
οὐκέτι ποιησόμενοι κατὰ μέρος τὸν πόλεμον, ἀλλ' ὁμοῦ πάσης Σικελίας
ἐξελάσοντες τοὺς Ἕλληνας· ἦν γὰρ ἡ δύναμις ἐξαρκοῦσα καὶ μὴ νοσοῦντας
μηδὲ διεφθαρμένους ὑπ' ἀλλήλων συλλαβέσθαι Σικελιώτας. πυθόμενοι
δὲ πορθεῖσθαι τὴν ἐπικράτειαν αὐτῶν, εὐθὺς ὀργῇ πρὸς τοὺς Κορινθίους
ἐχώρουν, Ἀσδρούβα καὶ Ἀμίλκα στρατηγούντων. τῆς δ' ἀγγελίας ὀξέως
εἰς Συρακούσας ἀφικομένης, οὕτω κατεπλάγησαν οἱ Συρακόσιοι πρὸς τὸ
μέγεθος τῆς δυνάμεως, ὥστε μόλις τῷ Τιμολέοντι τρισχιλίους ἀπὸ τοσού-
των μυριάδων ὅπλα λαβόντας τολμῆσαι συνεξελθεῖν. οἱ δὲ μισθοφόροι
τετρακισχίλιοι τὸ πλῆθος ἦσαν· καὶ τούτων αὖθις ὅσον χίλιοι καθ' ὁδὸν
ἀποδειλιάσαντες ἀνεχώρησαν, ὡς οὐχ ὑγιαίνοντος τοῦ Τιμολέοντος, ἀλλὰ
μαινομένου παρ' ἡλικίαν, [καὶ] πρὸς ἑπτὰ μυριάδας πολεμίων μετὰ πεντα-
κισχιλίων πεζῶν καὶ χιλίων ἱππέων βαδίζοντος, καὶ διαρτῶντος ὁδὸν
ἡμερῶν ὀκτὼ τὴν δύναμιν ἀπὸ τῶν Συρακουσῶν, ὅθεν οὔτε σωθῆναι τοῖς
φεύγουσιν οὔτε ταφῆναι τοῖς πεσοῦσιν αὐτῶν ὑπάρξειν. τούτους μὲν οὖν
Τιμολέων κέρδος ἡγεῖτο πρὸ τῆς μάχης φανεροὺς γεγονότας, τοὺς δ' ἄλ-
λους ἐπιρρώσας κατὰ τάχος ἦγε πρὸς τὸν Κριμισὸν ποταμόν, ὅπου καὶ
δυτῆτι καὶ τάξει τῆς πορείας. μετὰ δὲ τούτους τῶν λοιπῶν ἐθνῶν ἐπιρ-
ρεόντων καὶ τὴν διάβασιν μετ' ὠθισμοῦ καὶ ταραχῆς ποιουμένων, συν-
ιδὼν ὁ Τιμολέων τὸν ποταμὸν αὐτοῖς ταμιεύοντα τοῦ πλήθους τῶν πολε-
μίων ἀπολαβεῖν ὅσοις ἐθέλοιεν αὐτοὶ μάχεσθαι, καὶ τοὺς στρατιώτας
καθορᾶν κελεύσας τὴν φάλαγγα τῷ ῥείθρῳ διαλελυμένην καὶ τοὺς μὲν
ἤδη διαβεβηκότας, τοὺς δὲ μέλλοντας, προσέταξε Δημαρέτῳ λαβόντι τοὺς
ἱππεῖς ἐμβαλεῖν εἰς τοὺς Καρχηδονίους καὶ συνταράξαι τὸν διάκοσμον
αὐτῶν τῆς παρατάξεως οὔπω καθεστώσης. αὐτὸς δὲ καταβὰς εἰς τὸ πε-
δίον, τὰ μὲν κέρατα τοῖς ἄλλοις Σικελιώταις ἀπέδωκεν, ἀναμείξας ἑκα-
τέρῳ τῶν ξένων οὐ πολλούς, ἐν μέσῳ δὲ περὶ αὑτὸν λαβὼν τοὺς Συρακο-
130
σίους καὶ τοὺς μαχιμωτάτους τῶν μισθοφόρων, βραχὺν μὲν χρόνον ἐπέσχε,
τὸ τῶν ἱππέων ἀποθεωρῶν ἔργον· ὡς δ' ἐκείνους εἶδεν ὑπὸ τῶν ἁρμάτων
πρὸ τῆς τάξεως διαθεόντων εἰς χεῖρας ἐλθεῖν τοῖς Καρχηδονίοις οὐ
δυναμένους, ἀλλ' ὅπως μὴ συνταραχθεῖεν ἀναγκαζομένους ἐξελίττειν
συνεχῶς καὶ πυκνὰς ἐξ ἐπιστροφῆς ποιεῖσθαι τὰς ἐπελάσεις, ἀναλαβὼν
τὴν ἀσπίδα καὶ βοήσας ἕπεσθαι καὶ θαρρεῖν τοῖς πεζοῖς, ἔδοξεν ὑπερφυεῖ
φωνῇ καὶ μείζονι κεχρῆσθαι τῆς συνήθους, εἴτε τῷ πάθει παρὰ τὸν ἀγῶνα
καὶ τὸν ἐνθουσιασμὸν οὕτω διατεινάμενος, εἴτε δαιμονίου τινός, ὡς τοῖς
πολλοῖς τότε παρέστη, συνεπιφθεγξαμένου. ταχὺ δὲ τὴν κραυγὴν ἀντα-
ποδόντων καὶ παρεγγυώντων ἄγειν καὶ μὴ μέλλειν, τοῖς μὲν ἱππόταις
μετὰ τὴν μάχην ἔστησαν τρόπαιον. ἅμα δὲ τῇ φήμῃ τῆς νίκης ὁ Τιμολέων
εἰς Κόρινθον ἔπεμψε τὰ κάλλιστα τῶν αἰχμαλώτων ὅπλων, βουλόμενος
αὐτοῦ τὴν πατρίδα πᾶσιν ἀνθρώποις ζηλωτὴν εἶναι, θεωμένοις ἐν ἐκείνῃ
μόνῃ τῶν Ἑλληνικῶν πόλεων τοὺς ἐπιφανεστάτους ναοὺς οὐχ Ἑλληνικοῖς
κεκοσμημένους λαφύροις, οὐδ' ἀπὸ συγγενῶν φόνου καὶ ὁμοφύλων [ἀνα-
θημάτων] μνήμας ἀτερπεῖς ἔχοντας. ἀλλὰ βαρβαρικὰ σκῦλα, καλλίσταις
ἐπιγραφαῖς δηλοῦντα μετὰ τῆς ἀνδρείας τῶν νενικηκότων τὴν δικαιοσύνην,
ὅτι ‘Κορίνθιοι καὶ Τιμολέων ὁ στρατηγός, ἐλευθερώσαντες τοὺς Σικελίαν
οἰκοῦντας Ἕλληνας ἀπὸ Καρχηδονίων, χαριστήρια θεοῖς ἀνέθηκαν.’
Ἐκ τούτου καταλιπὼν ἐν τῇ πολεμίᾳ τοὺς μισθοφόρους, ἄγοντας
καὶ φέροντας τὴν τῶν Καρχηδονίων ἐπικράτειαν, αὐτὸς ἧκεν εἰς Συρακού-
σας, καὶ τοὺς χιλίους μισθοφόρους ἐκείνους, ὑφ' ὧν ἐγκατελείφθη πρὸ
τῆς μάχης, ἐξεκήρυξε τῆς Σικελίας καὶ πρὶν ἢ δῦναι τὸν ἥλιον ἠνάγκασεν
ἐκ Συρακουσῶν ἀπελθεῖν. οὗτοι μὲν οὖν διαπλεύσαντες εἰς Ἰταλίαν ἀπώ-
λοντο παρασπονδηθέντες ὑπὸ Βρεττίων, καὶ δίκην ταύτην τὸ δαιμόνιον
αὐτοῖς τῆς προδοσίας ἐπέθηκε.
Τῶν δὲ περὶ [τὸν] Μάμερκον τὸν Κατάνης τύραννον καὶ Ἱκέτην, εἴτε
φθόνῳ τῶν κατορθουμένων ὑπὸ Τιμολέοντος, εἴτε φοβουμένων αὐτὸν ὡς
ἄπιστον καὶ ἄσπονδον πρὸς τοὺς τυράννους, συμμαχίαν ποιησαμένων
πρὸς τοὺς Καρχηδονίους καὶ κελευσάντων πέμπειν δύναμιν καὶ στρατηγόν,
εἰ μὴ παντάπασι βούλονται Σικελίας ἐκπεσεῖν, ἐπέπλευσε Γέσκων, ναῦς
δοκεῖ δ' αὐτὰς ὑπεριδεῖν καὶ προέσθαι τῷ θυμῷ τῶν πολιτῶν, δίκην λαμ-
βανόντων ὑπὲρ Δίωνος τοῦ Διονύσιον ἐκβαλόντος. Ἱκέτης γάρ ἐστιν ὁ
τὴν γυναῖκα τοῦ Δίωνος Ἀρετὴν καὶ τὴν ἀδελφὴν Ἀριστομάχην καὶ τὸν
υἱὸν ἔτι παῖδα καταποντίσας ζῶντας, περὶ ὧν ἐν τῷ Δίωνος γέγραπται
βίῳ (c. 58, 8. 9).
Μετὰ δὲ ταῦτα στρατεύσας ἐπὶ Μάμερκον εἰς Κατάνην, καὶ περὶ
τὸ ῥεῦμα τὴν Ἄβολον ἐκ παρατάξεως ὑποστάντα νικήσας καὶ τρεψάμενος,
ὑπὲρ δισχιλίους ἀνεῖλεν, ὧν μέρος οὐκ ὀλίγον ἦσαν οἱ πεμφθέντες ὑπὸ
Γέσκωνος ἐπίκουροι Φοίνικες. ἐκ δὲ τούτου Καρχηδόνιοι μὲν εἰρήνην
ἐποιήσαντο πρὸς αὐτὸν δεηθέντες, ὥστε τὴν ἐντὸς τοῦ Λύκου χώραν ἔχειν,
[καὶ] τοῖς βουλομένοις ἐξ αὐτῆς μετοικεῖν πρὸς Συρακοσίους χρήματα καὶ
132
γενομένους.
Μέγιστα δ' οὖν καὶ κάλλιστα τῶν καθ' αὑτὸν Ἑλλήνων ὁμολογουμένως
διαπραξάμενος ἔργα, καὶ μόνος, ἐφ' ἃς οἱ σοφισταὶ διὰ τῶν λόγων τῶν
πανηγυρικῶν ἀεὶ παρεκάλουν πράξεις τοὺς Ἕλληνας, ἐν ταύταις ἀριστεύ-
σας, καὶ τῶν μὲν αὐτόθι κακῶν, ἃ τὴν ἀρχαίαν Ἑλλάδα κατέσχεν, ὑπὸ τῆς
Τύχης προεκκομισθεὶς ἀναίμακτος καὶ καθαρός, ἐπιδειξάμενος δὲ δεινό-
τητα μὲν καὶ ἀνδρείαν τοῖς βαρβάροις καὶ τοῖς τυράννοις, δικαιοσύνην δὲ
καὶ πρᾳότητα τοῖς Ἕλλησι καὶ τοῖς φίλοις, τὰ δὲ πλεῖστα τρόπαια τῶν
ὑπενόουν. Τίμαιος (FGrH 566 F 100c) δὲ καὶ Γύλιππον ἀκλεῶς φησι καὶ
ἀτίμως ἀποπέμψαι Συρακοσίους, φιλοπλουτίαν αὐτοῦ καὶ ἀπληστίαν ἐν
τῇ στρατηγίᾳ κατεγνωκότας. ἃ δὲ Φάραξ ὁ Σπαρτιάτης καὶ Κάλλιππος
ὁ Ἀθηναῖος ἐλπίσαντες ἄρξειν Σικελίας παρενόμησαν καὶ παρεσπόνδησαν,
ὑπὸ πολλῶν ἀναγέγραπται. καίτοι τίνες ἢ πηλίκων κύριοι πραγμάτων
ὄντες οὗτοι τοιαῦτ' ἤλπισαν; ὧν ὁ μὲν ἐκπεπτωκότα Συρακουσῶν ἐθερά-
πευε Διονύσιον, Κάλλιππος δ' εἷς ἦν τῶν περὶ Δίωνα ξεναγῶν. ἀλλὰ Τιμο-
λέων αἰτησαμένοις καὶ δεηθεῖσιν αὐτοκράτωρ πεμφθεὶς Συρακοσίοις, καὶ
δύναμιν οὐ ζητῶν, ἀλλ' ἔχειν ὀφείλων ἣν ἔλαβε βουλομένων καὶ διδόντων,
πέρας ἐποιήσατο τῆς αὑτοῦ στρατηγίας καὶ ἀρχῆς τὴν τῶν παρὰ νόμον
ἀρχόντων κατάλυσιν. ἐκεῖνο μέντοι τοῦ Αἰμιλίου θαυμαστόν, ὅτι τηλι-
καύτην βασιλείαν καταστρεψάμενος οὐδὲ δραχμῇ μείζονα τὴν οὐσίαν
Πλούταρχος. Phil., Marcellus (0007: 022)“Plutarchi vitae parallelae, vol. 2.2, 2nd
edn.”, Ed. Ziegler, K.Leipzig: Teubner, 1968.Chap. 8, sec. 11, line 6
Πλούταρχος. Phil., Aristides (0007: 024)“Plutarchi vitae parallelae, vol. 1.1, 4th
edn.”, Ed. Ziegler, K.Leipzig: Teubner, 1969.Chap. 1, sec. 4, line 7
Πλούταρχος. Phil., Pyrrhus (0007: 030)“Plutarchi vitae parallelae, vol. 3.1, 2nd
edn.”, Ed. Ziegler, K.Leipzig: Teubner, 1971.Chap. 9, sec. 2, line 4
Πλούταρχος. Phil., Nicias (0007: 038)“Plutarchi vitae parallelae, vol. 1.2, 3rd edn.”,
Ed. Ziegler, K.Leipzig: Teubner, 1964.Chap. 1, sec. 3, line 2
παχύς, ὠνθυλευμένος στέατι Σικελικῷ,
πολλαχοῦ δ' ὑπορρέων εἰς τὸν Ξέναρχον, ὥσπερ ὅταν
λέγῃ (FGrH 566 F 102b, cf. T 18) τοῖς Ἀθηναίοις οἰωνὸν ἡγή-
σασθαι γεγονέναι τὸν ἀπὸ τῆς νίκης ἔχοντα τοὔνομα
στρατηγὸν ἀντειπόντα πρὸς τὴν στρατηγίαν, καὶ τῇ περι-
κοπῇ τῶν Ἑρμῶν προσημαίνειν αὐτοῖς τὸ δαιμόνιον, ὡς
ὑφ' Ἑρμοκράτους τοῦ Ἕρμωνος πλεῖστα πείσονται παρὰ
τὸν πόλεμον· ἔτι δ' εἰκὸς εἶναι τὸν Ἡρακλέα τοῖς μὲν Συ-
ρακουσίοις βοηθεῖν διὰ τὴν Κόρην, παρ' ἧς ἔλαβε τὸν
Κέρβερον, ὀργίζεσθαι δὲ τοῖς Ἀθηναίοις, ὅτι τοὺς Αἰγε-
στέας, ἀπογόνους ὄντας Τρώων, ἔσῳζον, αὐτὸς δ' ὑπὸ
Λαομέδοντος ἀδικηθεὶς ἀνάστατον ἐποίησε τὴν πόλιν.
ἀλλὰ τούτῳ μὲν ἴσως ἀπὸ τῆς αὐτῆς ἐμμελείας ταῦτά τε
γράφειν ἐπῄει καὶ τὴν Φιλίστου διάλεκτον εὐθύνειν καὶ
τοῖς περὶ Πλάτωνα καὶ Ἀριστοτέλην λοιδορεῖσθαι· ἐμοὶ
δ' ὅλως μὲν ἡ περὶ λέξιν ἅμιλλα καὶ ζηλοτυπία πρὸς ἑτέ-
ρους μικροπρεπὲς φαίνεται καὶ σοφιστικόν, ἂν δὲ πρὸς τὰ
ἀμίμητα γίγνηται, καὶ τελέως ἀναίσθητον. ἃς γοῦν Θου-
κυδίδης ἐξήνεγκε πράξεις καὶ Φίλιστος (FGrH 556 F 54)
ὅμοιον γάρ ἐστι τῷ Ἡρακλεῖ μαλακίαν ὀνειδίζειν καὶ κατηγορεῖν αἰσχρο-
κέρδειαν Κάτωνος· εἰ δ' ἄλλῃ πῃ μὴ καλῶς πέπρακται τὰ περὶ τὸν γάμον,
ἐπισκεπτέον. ἐγγυησάμενος γοῦν τὴν Μαρκίαν ὁ Κάτων καὶ τὸν οἶκον
ἐπιτρέψας ἐκείνῃ καὶ τὰς θυγατέρας, αὐτὸς ἐδίωκε Πομπήϊον.
Ἀπ' ἐκείνης δὲ λέγεται τῆς ἡμέρας μήτε κεφαλὴν ἔτι κείρασθαι
μήτε γένεια, μήτε στέφανον ἐπιθέσθαι, πένθους δὲ καὶ κατηφείας καὶ
βαρύτητος ἐπὶ ταῖς συμφοραῖς τῆς πατρίδος ἓν σχῆμα νικώντων ὁμοίως
καὶ νικωμένων ἄχρι τελευτῆς διαφυλάξαι.
Τότε δὲ κλήρῳ λαχὼν Σικελίαν, διέβη μὲν εἰς Συρακούσας, πυθόμενος
δ' Ἀσίννιον Πολλίωνα παρὰ τῶν πολεμίων ἀφῖχθαι μετὰ δυνάμεως εἰς
Μεσσήνην, ἔπεμψε λόγον ἀπαιτῶν παρ' αὐτοῦ τῆς διαβάσεως. ἀνταπαιτη-
θεὶς δὲ λόγον ὑπ' ἐκείνου τῆς τῶν πραγμάτων μεταβολῆς, καὶ Πομπήϊον
ἀκούσας ἐκλελοιπότα παντελῶς Ἰταλίαν ἐν Δυρραχίῳ στρατοπεδεύειν,
πολὺν ἔφη περὶ τὰ θεῖα πλάνον εἶναι καὶ ἀσάφειαν, εἰ Πομπήϊον, ἐν οἷς
ὑγιὲς οὐδὲν οὐδὲ δίκαιον ἔπραττεν ἀήττητον γενόμενον, νῦν ὅτε τὴν πα-
τρίδα βούλεται σῴζειν καὶ τῆς ἐλευθερίας ὑπερμάχεται, προλέλοιπε τὸ
εὐτυχεῖν. Ἀσίννιον μὲν οὖν ἔφη δυνατὸς εἶναι Σικελίας ἐκβαλεῖν, ἄλλης δὲ
μείζονος ἐπερχομένης δυνάμεως οὐ βούλεσθαι τὴν νῆσον ἐκπολεμώσας
ἀπολέσαι· χωρεῖν δὲ πρὸς τὸ κρατοῦν καὶ σῴζεσθαι παραινέσας Συρακο
163
Πλούταρχος. Phil., Dion (0007: 060)“Plutarchi vitae parallelae, vol. 2.1, 2nd edn.”,
Ed. Ziegler, K.Leipzig: Teubner, 1964.Chap. 3, sec. 2, line 1
οὕτως ὑπὸ φάσματος διετέθησαν, ὥστε καὶ φράσαι πρὸς ἑτέρους, οὐκ
οἶδα μὴ τῶν πάνυ παλαιῶν τὸν ἀτοπώτατον ἀναγκασθῶμεν προσδέχε-
σθαι λόγον, ὡς τὰ φαῦλα δαιμόνια καὶ βάσκανα, προσφθονοῦντα τοῖς
ἀγαθοῖς ἀνδράσι καὶ ταῖς πράξεσιν ἐνιστάμενα, ταραχὰς καὶ φόβους
ἐπάγει, σείοντα καὶ σφάλλοντα τὴν ἀρετήν, ὡς μὴ διαμείναντες ἀπτῶ-
τες ἐν τῷ καλῷ καὶ ἀκέραιοι βελτίονος ἐκείνων μοίρας μετὰ τὴν τελευ-
τὴν τύχωσιν.
Ἀλλὰ ταῦτα μὲν εἰς ἄλλον ἀνακείσθω λόγον. ἐν τούτῳ δέ, δωδεκάτῳ
τῶν παραλλήλων ὄντι βίων, τὸν τοῦ πρεσβυτέρου προεισαγάγωμεν.
Διονύσιος ὁ πρεσβύτερος εἰς τὴν ἀρχὴν καταστάς, εὐθὺς ἔγημε τὴν
Ἑρμοκράτους τοῦ Συρακοσίου θυγατέρα. ταύτην, οὔπω τῆς τυραννίδος
ἱδρυμένης βεβαίως, ἀποστάντες οἱ Συρακόσιοι δεινὰς καὶ παρανόμους
ὕβρεις εἰς τὸ σῶμα καθύβρισαν, ἐφ' αἷς προήκατο τὸν βίον ἑκουσίως.
Διονύσιος δὲ τὴν ἀρχὴν ἀναλαβὼν καὶ κρατυνάμενος, αὖθις ἄγεται δύο
γυναῖκας ἅμα, τὴν μὲν ἐκ Λοκρῶν ὄνομα Δωρίδα, τὴν δ' ἐπιχώριον
Ἀριστομάχην, θυγατέρα Ἱππαρίνου, πρωτεύσαντος ἀνδρὸς Συρακοσίων
καὶ Διονυσίῳ συνάρξαντος, ὅτε πρῶτον αὐτοκράτωρ ἐπὶ τὸν πόλεμον
ᾑρέθη στρατηγός. λέγεται δ' ἡμέρᾳ μὲν ἀμφοτέρας ἀγαγέσθαι μιᾷ, καὶ
μηδενὶ γενέσθαι φανερὸς ἀνθρώπων, ὁποτέρᾳ προτέρᾳ συνέλθοι, τὸν δ'
ἄλλον χρόνον ἴσον νέμων ἑαυτὸν διατελεῖν ἑκατέρᾳ, κοινῇ μὲν εἰθισμένων
δειπνεῖν μετ' αὐτοῦ, παρὰ νύκτα δ' ἐν μέρει συναναπαυομένων.
ἄλλον χρόνον ἴσον νέμων ἑαυτὸν διατελεῖν ἑκατέρᾳ, κοινῇ μὲν εἰθισμένων
δειπνεῖν μετ' αὐτοῦ, παρὰ νύκτα δ' ἐν μέρει συναναπαυομένων.
τες ἐν τῷ καλῷ καὶ ἀκέραιοι βελτίονος ἐκείνων μοίρας μετὰ τὴν τελευ-
τὴν τύχωσιν.
Ἀλλὰ ταῦτα μὲν εἰς ἄλλον ἀνακείσθω λόγον. ἐν τούτῳ δέ, δωδεκάτῳ
τῶν παραλλήλων ὄντι βίων, τὸν τοῦ πρεσβυτέρου προεισαγάγωμεν.
Διονύσιος ὁ πρεσβύτερος εἰς τὴν ἀρχὴν καταστάς, εὐθὺς ἔγημε τὴν
Ἑρμοκράτους τοῦ Συρακοσίου θυγατέρα. ταύτην, οὔπω τῆς τυραννίδος
ἱδρυμένης βεβαίως, ἀποστάντες οἱ Συρακόσιοι δεινὰς καὶ παρανόμους
ὕβρεις εἰς τὸ σῶμα καθύβρισαν, ἐφ' αἷς προήκατο τὸν βίον ἑκουσίως.
Διονύσιος δὲ τὴν ἀρχὴν ἀναλαβὼν καὶ κρατυνάμενος, αὖθις ἄγεται δύο
γυναῖκας ἅμα, τὴν μὲν ἐκ Λοκρῶν ὄνομα Δωρίδα, τὴν δ' ἐπιχώριον
Ἀριστομάχην, θυγατέρα Ἱππαρίνου, πρωτεύσαντος ἀνδρὸς Συρακοσίων
καὶ Διονυσίῳ συνάρξαντος, ὅτε πρῶτον αὐτοκράτωρ ἐπὶ τὸν πόλεμον
ᾑρέθη στρατηγός. λέγεται δ' ἡμέρᾳ μὲν ἀμφοτέρας ἀγαγέσθαι μιᾷ, καὶ
μηδενὶ γενέσθαι φανερὸς ἀνθρώπων, ὁποτέρᾳ προτέρᾳ συνέλθοι, τὸν δ'
ἄλλον χρόνον ἴσον νέμων ἑαυτὸν διατελεῖν ἑκατέρᾳ, κοινῇ μὲν εἰθισμένων
δειπνεῖν μετ' αὐτοῦ, παρὰ νύκτα δ' ἐν μέρει συναναπαυομένων. καίτοι
τῶν Συρακοσίων ἐβούλετο τὸ πλῆθος τὴν ἐγγενῆ πλέον ἔχειν τῆς ξένης
ἀλλ' ὑπῆρχεν ἐκείνῃ προτέρᾳ τεκούσῃ τὸν πρεσβεύοντα τῆς Διονυσίου
γενεᾶς υἱὸν [αὐτῇ] βοηθεῖν πρὸς τὸ γένος. ἡ δ' Ἀριστομάχη πολὺν χρόνον
ἄπαις συνῴκει τῷ Διονυσίῳ, καίπερ σπουδάζοντι περὶ τὴν ἐκ ταύτης
ὕβρεις εἰς τὸ σῶμα καθύβρισαν, ἐφ' αἷς προήκατο τὸν βίον ἑκουσίως.
Διονύσιος δὲ τὴν ἀρχὴν ἀναλαβὼν καὶ κρατυνάμενος, αὖθις ἄγεται δύο
γυναῖκας ἅμα, τὴν μὲν ἐκ Λοκρῶν ὄνομα Δωρίδα, τὴν δ' ἐπιχώριον
Ἀριστομάχην, θυγατέρα Ἱππαρίνου, πρωτεύσαντος ἀνδρὸς Συρακοσίων
καὶ Διονυσίῳ συνάρξαντος, ὅτε πρῶτον αὐτοκράτωρ ἐπὶ τὸν πόλεμον
ᾑρέθη στρατηγός. λέγεται δ' ἡμέρᾳ μὲν ἀμφοτέρας ἀγαγέσθαι μιᾷ, καὶ
μηδενὶ γενέσθαι φανερὸς ἀνθρώπων, ὁποτέρᾳ προτέρᾳ συνέλθοι, τὸν δ'
ἄλλον χρόνον ἴσον νέμων ἑαυτὸν διατελεῖν ἑκατέρᾳ, κοινῇ μὲν εἰθισμένων
δειπνεῖν μετ' αὐτοῦ, παρὰ νύκτα δ' ἐν μέρει συναναπαυομένων. καίτοι
τῶν Συρακοσίων ἐβούλετο τὸ πλῆθος τὴν ἐγγενῆ πλέον ἔχειν τῆς ξένης
ἀλλ' ὑπῆρχεν ἐκείνῃ προτέρᾳ τεκούσῃ τὸν πρεσβεύοντα τῆς Διονυσίου
γενεᾶς υἱὸν [αὐτῇ] βοηθεῖν πρὸς τὸ γένος. ἡ δ' Ἀριστομάχη πολὺν χρόνον
ἄπαις συνῴκει τῷ Διονυσίῳ, καίπερ σπουδάζοντι περὶ τὴν ἐκ ταύτης
τέκνωσιν, ὅς γε καὶ τὴν μητέρα τῆς Λοκρίδος, αἰτιασάμενος καταφαρ-
μακεύειν Ἀριστομάχην, ἀπέκτεινε.
Ταύτης ἀδελφὸς ὢν ὁ Δίων, ἐν ἀρχῇ μὲν εἶχε τιμὴν ἀπὸ τῆς ἀδελ-
φῆς, ὕστερον δὲ τοῦ φρονεῖν διδοὺς πεῖραν ἤδη καθ' ἑαυτὸν ἠγαπᾶτο παρὰ
τῷ τυράννῳ, καὶ πρὸς ἅπασι τοῖς ἄλλοις εἴρητο τοῖς ταμίαις, ὅ τι ἂν αἰτῇ
166
καλῶν ἀκάκως πάνυ καὶ νεωτερικῶς προσδοκήσας ὑπὸ τῶν αὐτῶν λόγων
ὅμοια πείσεσθαι Διονύσιον, ἐσπούδασε καὶ διεπράξατο ποιησάμενον
αὐτοῦ μοῖραν τῶν κρεῶν, ἐχώρει σπουδῇ. τῆς δὲ νυκτὸς μέρος ὁδεύσας
καὶ μικρὸν ἀποδαρθεῖν ὑπὸ κόπου βιασθείς, ὡς εἶχε παρὰ τὴν ὁδὸν ἐν
νυσίου, τοῖς μὲν γράμμασι πρὸς τὸν Δίωνα, τοῖς δὲ πράγμασι πρὸς τοὺς
Συρακοσίους διαλεγομένου, σχῆμα μὲν ἔχουσα δεήσεως καὶ δικαιολογίας,
συγκειμένη δὲ πρὸς διαβολὴν τοῦ Δίωνος. ὑπομνήσεις τε γὰρ ἦσαν ὧν
ὑπὲρ τῆς τυραννίδος ἔπραξε προθύμως, καὶ κατὰ τῶν φιλτάτων ἀπειλαὶ
σωμάτων, ἀδελφῆς καὶ τέκνου καὶ γυναικός, ἐπισκήψεις τε δειναὶ μετ'
ὀλοφυρμῶν ... καί, τὸ μάλιστα κινῆσαν αὐτόν, ἀξιοῦντος μὴ καθαιρεῖν,
ἀλλὰ παραλαμβάνειν τὴν τυραννίδα, μηδ' ἐλευθεροῦν μισοῦντας ἀνθρώ-
πους καὶ μνησικακοῦντας, ἀλλ' αὐτὸν ἄρχειν, παρέχοντα τοῖς φίλοις καὶ
οἰκείοις τὴν ἀσφάλειαν.
Ἀναγινωσκομένων δὲ τούτων οὐχ, ὅπερ ἦν δίκαιον, εἰσῄει τοὺς
Συρακοσίους ἐκπλήττεσθαι τὴν ἀπάθειαν καὶ τὴν μεγαλοψυχίαν τοῦ
Δίωνος, ὑπὲρ τῶν καλῶν καὶ δικαίων ἀπισχυριζομένου πρὸς τοιαύτας οἰ-
κειότητας, ἀλλ' ὑποψίας καὶ φόβου λαβόντες ἀρχήν, ὡς μεγάλης οὔσης
ἀνάγκης ἐκείνῳ φείδεσθαι τοῦ τυράννου, πρὸς ἑτέρους ἤδη προστάτας
ἀπέβλεπον, καὶ μάλιστα πυνθανόμενοι καταπλεῖν Ἡρακλείδην ἀνεπτοή-
θησαν.
Δίωνος, ὑπὲρ τῶν καλῶν καὶ δικαίων ἀπισχυριζομένου πρὸς τοιαύτας οἰ-
κειότητας, ἀλλ' ὑποψίας καὶ φόβου λαβόντες ἀρχήν, ὡς μεγάλης οὔσης
ἀνάγκης ἐκείνῳ φείδεσθαι τοῦ τυράννου, πρὸς ἑτέρους ἤδη προστάτας
ἀπέβλεπον, καὶ μάλιστα πυνθανόμενοι καταπλεῖν Ἡρακλείδην ἀνεπτοή-
θησαν.
Ἦν δὲ τῶν φυγάδων Ἡρακλείδης, στρατηγικὸς μὲν ἄνθρωπος καὶ γνώ-
ριμος ἀφ' ἡγεμονίας ἣν ἔσχε παρὰ τοῖς τυράννοις, οὐκ ἀραρὼς δὲ τὴν
γνώμην, ἀλλὰ πρὸς πάντα κοῦφος, ἥκιστα δὲ βέβαιος ἐν κοινωνίᾳ πραγ-
μάτων ἀρχὴν ἐχόντων καὶ δόξαν. οὗτος ἐν Πελοποννήσῳ πρὸς Δίωνα
στασιάσας ἔγνω καθ' αὑτὸν ἰδιόστολος πλεῖν ἐπὶ τὸν τύραννον, εἴς τε
Συρακούσας ἀφικόμενος ἑπτὰ τριήρεσι καὶ τρισὶ πλοίοις Διονύσιον μὲν
αὖθις εὗρε περιτετειχισμένον, ἐπηρμένους δὲ τοὺς Συρακοσίους. εὐθὺς
οὖν ὑπεδύετο τὴν τῶν πολλῶν χάριν, ἔχων μέν τι καὶ φύσει πιθανὸν καὶ
κινητικὸν ὄχλου θεραπεύεσθαι ζητοῦντος, ὑπολαμβάνων δὲ καὶ μετάγων
ῥᾷον αὐτούς, οἳ τὸ σεμνὸν τοῦ Δίωνος ὡς βαρὺ καὶ δυσπολίτευτον ἀπ-
εστρέφοντο, διὰ τὴν γεγενημένην ἐκ τοῦ κρατεῖν ἄνεσιν καὶ θρασύτητα πρὸ
τοῦ δῆμος εἶναι τὸ δημαγωγεῖσθαι θέλοντες.
ΓΕΛΩΝ
ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ Ο ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ
μάζεσθαι βουλόμενος.
Πολυξένου δὲ τοῦ διαλεκτικοῦ φήσαντος αὐτὸν
ἐξελέγχειν ‘ἀμέλει τοῖς λόγοις’ εἶπεν ‘ἐγὼ δέ σε τοῖς
ἔργοις ἐλέγχω· τὰ γὰρ σεαυτοῦ καταλιπὼν ἐμὲ καὶ τὰ
ἐμὰ θεραπεύεις.’
Ἐκπεσὼν δὲ τῆς ἀρχῆς πρὸς μὲν τὸν εἰπόντα ‘τί
σε Πλάτων καὶ φιλοσοφία ὠφέλησε;’ ‘τὸ τηλικαύτην’
ἔφη ‘Τύχης μεταβολὴν ῥᾳδίως ὑπομένειν.’
Ἐρωτηθεὶς δὲ πῶς ὁ μὲν πατὴρ αὐτοῦ πένης ὢν
καὶ ἰδιώτης ἐκτήσατο τὴν Συρακοσίων ἀρχήν, αὐτὸς δὲ
ἔχων καὶ τυράννου παῖς ὢν [πῶς] ἀπέβαλεν, ‘ὁ μὲν
πατήρ’ ἔφη ‘μισουμένης δημοκρατίας ἐνέπεσε τοῖς πράγ-
μασιν, ἐγὼ δὲ φθονουμένης τυραννίδος.’
Ὑπ' ἄλλου δὲ τὸ αὐτὸ τοῦτο ἐρωτηθείς ‘ὁ πατήρ’ ἔφη
’μοι τὴν τυραννίδα τὴν ἑαυτοῦ κατέλιπεν, οὐ τὴν Τύχην.’
ΛΥΣΙΑΣ
184
ΛΥΣΙΑΣ
εἴκοσι ἦσαν.
οὗτοι δὲ πρὸςτὰ δεῖπνα τῶν ἐν τῇ πόλει
ἀφορῶσιν ἀεὶκαὶ πέτονται δεξιῶς
ἐπὶ ταῦτ' ἄκλητοι,
Ἀντιφάνης φησί (II 112 K), καὶ ἐπάγει·
οὓς ἔδει
τὸν δῆμον ἐκ κοινοῦ τρέφειν, ἀεί θ' ὅπερ
Ὀλυμπίασί φασι ταῖς μυίαις ποιεῖν,
βοῦν τοῖς ἀκλήτοις προκατακόπτειν πανταχοῦ. –
τὰ μὲν θέρεος, τὰ δὲ γίνεται ἐν χειμῶνι,
φησὶν ὁ Συρακούσιος ποιητής (Theocr. XI 58)· οὐχ
ἅμα μὲν οὖν πάντα παρασκευάζεσθαι δυνατόν, λέγε-
σθαι δὲ ῥᾴδιον.
ὅτι δείπνων ἀναγραφὰς πεποίηνται ἄλλοι τε καὶ
Τιμαχίδας ὁ Ῥόδιος δι' ἐπῶν ἐν ἕνδεκα βιβλίοις ἢ
καὶ πλείοσι καὶ Νουμήνιος ὁἩρακλεώτης, ὁ Διεύ-
χους τοῦ ἰατροῦ μαθητής, καὶ Ματρέας ὁ Πιταναῖος
ὁ παρῳδὸς καὶ Ἡγήμων ὁ Θάσιος ὁ ἐπικληθεὶς Φακῆ,
ὃν τῇ ἀρχαίᾳ κωμῳδίᾳ τινὲς ἐντάττουσιν.
Αθηναίος Δειπνοσοφιστές.
Book 14, Kaibel paragraph 56, line 19
αὐτοῦ ἀχρείους καὶ ψευδεῖς ἄν τις εὕροι· ἀλλοτρίους τε τοὺς πλείους, ὄν-
τας ἐκ τῶν Ἀριστίππου διατριβῶν, ἐνίους δὲ κἀκ τῶν Ἀντισθένους, πολλοὺς
203
γυναικὸς χάριν· μήτε σὺ τόνδ' ἀγαθός περ ἐὼν ἀποαίρεο, κουρεῦ, μήτε σύ,
Πηλείδη.
ὅτι λοφνία ἡ ἐκ φλοιοῦ λαμπάς. δίμυξόν φησι λύχνον Φιλύλλιος. ὅτι
ἑλάνας τὰς λαμπάδας Νεάνθης λέγει παρὰ τὴν ἕλην.
207
φέροντες
καὶ λεῖος ὥσπερ ἔγχελυς, χρυσοῦς ἔχων κικίννους
ἔσειον, ᾔτουν χρήματ', ἠπείλουν, ἐσυκοφάντουν.
εἰς τὰς τριήρεις δεῖν ἀναλοῦν ταῦτα καὶ τὰ τείχη,
εἰς οἷ' ἀνάλουν οἱ πρὸ τοῦ τὰ χρήματα.
ὅστις αὐλοῖς καὶ λύραισι κατατέτριμμαι χρώμενος,
εἶτά με σκάπτειν κελεύεις;
Ξενοφών Ελληνικά (0032: 001)“Xenophontis opera omnia, vol. 1”, Ed. Marchant,
E.C.Oxford: Clarendon Press, 1900, Repr. 1968.Book 1, Chap. 1, sec. 18, line 6
Ξενοφών Ελληνικά
Book 1, Chap. 2, sec. 14, line 2
ἀγˈλαΐζεται δὲ καί
μουσικᾶς ἐν ἀώτῳ,
οἷα παίζομεν φίλαν
ἄνδρες ἀμφὶ θαμὰ τράπεζαν. ἀλλὰ Δω-
ρίαν ἀπὸ φόρμιγγα πασσάλου
λάμβαν', εἴ τί τοι Πίσας τε καὶ Φερενίκου χάρις
νόον ὑπὸ γλυκυτάταις ἔθηκε φροντίσιν,
ὅτε παρ' Ἀλφεῷ σύτο δέμας
ἀκέντητον ἐν δρόμοισι παρέχων,
⸏κράτει δὲ προσέμειξε δεσπόταν,
Συρακόσιον ἱπποχάρ-
μαν βασιλῆα· λάμπει δέ οἱ κλέος
ἐν εὐάνορι Λυδοῦ Πέλοπος ἀποικίᾳ·
τοῦ μεγασθενὴς ἐράσσατο Γαιάοχος
Ποσειδάν, ἐπεί νιν καθαροῦ λέβη-
τος ἔξελε Κλωθώ,
ἐλέφαντι φαίδιμον ὦμον κεκαδˈμένον.
ἦ θαύματα πολλά, καί πού τι καὶ βροτῶν
φάτις ὑπὲρ τὸν ἀλαθῆ λόγον
δεδαιδαλμένοι ψεύδεσι ποικίλοις
⸐ἐξαπατῶντι μῦθοι.
Πίνδαρος. Pythia (0033: 002)“Pindari carmina cum fragmentis, pt. 1, 5th edn.”, Ed.
Maehler, H. (post B. Snell)Leipzig: Teubner, 1971.Ode 1, line 73
ΙΕΡΩΝΙ ΣΥΡΑΚοΥΣΙΩΙ
βαρβι[τί]ξ̣αι θυμὸν ἀμβλὺν ὄντα καὶ φωνὰν ἐν οἴνῳ
τόν ῥα Τέρπανδρός ποθ' ὁ Λέσβιος εὗρεν
πρῶτος, ἐν δείπνοισι Λυδῶν
ψαλμὸν ἀντίφθογγον ὑψηλᾶς ἀκούων πακτίδος
ΜΟΣΧΟΥ ΣΥΡΑΚοΥΣΙΟΥ
Ἀθηναίοις.
Κλεομενίδῃ.
Γοργίᾳ.
Στησιχόρῳ.
Εὐκτήμονι.
Κλεοβούλῳ.
Νικίππῳ.
Ἀξιόχῳ.
Ἱμεραίοις.
Πολυδεύκει.
Ἀγησιλάῳ.
Τεύκρῳ.
Κλεαινέτῃ.
244
Φιλοστεφάνῳ.
τέχνας ἐργαζομένους τιμᾷ τε καὶ πρὸ τῶν ἄλλων ἄγει, περὶ αὑτὸν
ἔχων ἀεί. τοῦτον μὲν οὖν ὅλονοἶμαι τὸν χορὸν νοήσας ὁποῖός ἐστιν οὐ μόνον
ζηλώσεις ἀλλὰ καὶ προσκυνήσεις. Σωκράτης γάρἐστιν ἐν αὐτῷ καὶ Ὅμηρος
καὶ Ἱπποκράτης καὶ Πλάτων καὶ οἱ τούτων ἐρασταί, οὓς ἴσα καὶ τοῖς θεοῖς
σέβομεν, οἷον ὕπαρχοί τινες καὶ ὑπηρέται τοῦ θεοῦ. καὶτῶν δ' ἄλλων ἁπάντων
οὐκ ἔστιν ὅστις ἠμελήθη ποτὲ πρὸς αὐτοῦ· οὐ μόνον γὰρ ὁδοιπορούντων αὐτῶν
πεφρόντικεν ἀλλὰ καὶ πλέουσι σύμπλους ἐστὶ καὶ ναυαγούντων οὐκ ἀπολείπεται.
Ἀρίστιππος γοῦν ἐπειδή ποτε πλέων τοῦ σκάφους ἀπολομένου πρὸς τὰς Συρα-
κοσίων ᾐόνας ἐξεβράσθη, πρῶτον μὲν ἐθάρρησε θεασάμενος ἐπὶ τῆς ψάμμου
διάγραμμα γεωμετρικόν· ἐλογίσατο γὰρ εἰς Ἕλληνάς τε καὶ σοφοὺς ἄνδρας,
οὐκ εἰς βαρβάρους ἥκειν. ἔπειτα παραγενόμενος εἰς τὸ Συρακοσίων γυμνάσιον
καὶ ταυτὶ τὰ ἔπη φθεγξάμενος
’τίς τὸν πλανήτην Οἰδίπουν καθ' ἡμέραν
τὴν νῦν σπανιστοῖς δέξεται δωρήμασι;’
προσιόντας τέ τινας ἔσχεν αὑτῷ καὶ γνωρίζοντας ὅστις εἴη καὶ πάντων ὧν ἐδεῖτο
μεταδιδόντας εὐθέως. ὡς δ' εἰς Κυρήνην αὐτοῦ τὴν πατρίδα μέλλοντές τινες
πλεῖν ἐπυνθάνοντο, μή τι τοῖς οἰκείοις ἐπιστέλλει, κελεύειν αὐτοὺς ἔφη ταῦτα
246
ταῦτα οὐκ ἦλθον, ἀλλὰ καὶ Δίωνι τότ' ἀπηχθόμην· ᾤετο γὰρ
εἶναι βέλτιον ἐλθεῖν ἐμὲ καὶ ὑπακοῦσαί σοι. τὸ δὲ μετὰ
ταῦτα ὕστερον ἐνιαυτῷ τριήρης ἀφίκετο καὶ ἐπιστολαὶ παρὰ
σοῦ, τῶν δ' ἐν ταῖς ἐπιστολαῖς γραμμάτων ἦρχεν ὡς, ἂν
ἀφίκωμαι, τὰ Δίωνός μοι γενήσοιτο πράγματα πάντα κατὰ
νοῦν τὸν ἐμόν, μὴ ἀφικομένου δέ, τἀναντία. αἰσχύνομαι δὴ
λέγειν ὅσαι τότε ἐπιστολαὶ παρὰ σοῦ καὶ παρ' ἄλλων ἦλθον
Οἶμαι μὲν φανερὰν εἶναι διὰ παντὸς τοῦ χρόνου τὴν ἐμὴν
προθυμίαν περὶ τὰς συμβεβηκυίας πράξεις, καὶ ὅτι πολλὴν
εἶχον περὶ αὐτῶν σπουδὴν εἰς τὸ συμπερανθῆναι, οὐκ ἄλλου
τινὸς ἕνεκα μᾶλλον ἢ τῆς ἐπὶ τοῖς καλοῖς φιλοτιμίας·
Οἶμαι μὲν φανερὰν εἶναι διὰ παντὸς τοῦ χρόνου τὴν ἐμὴν
προθυμίαν περὶ τὰς συμβεβηκυίας πράξεις, καὶ ὅτι πολλὴν
εἶχον περὶ αὐτῶν σπουδὴν εἰς τὸ συμπερανθῆναι, οὐκ ἄλλου
τινὸς ἕνεκα μᾶλλον ἢ τῆς ἐπὶ τοῖς καλοῖς φιλοτιμίας·
νομίζω γὰρ δίκαιον εἶναι τοὺς ὄντας τῇ ἀληθείᾳ ἐπιεικεῖς
καὶ πράττοντας τοιαῦτα τυγχάνειν δόξης τῆς προσηκούσης.
τὰ μὲν οὖν εἰς τὸ παρόν, σὺν θεῷ εἰπεῖν, ἔχει καλῶς, τὰ δὲ
περὶ τῶν μελλόντων ὁ μέγιστός ἐστιν ἀγών. ἀνδρείᾳ μὲν
γὰρ καὶ τάχει καὶ ῥώμῃ διενεγκεῖν δόξειεν ἂν καὶ ἑτέρων
εἶναί τινων, ἀληθείᾳ δὲ καὶ δικαιοσύνῃ καὶ μεγαλοπρεπείᾳ
δεῖν διὰ τὴν ἀτοπίαν καὶ ἀλογίαν τῶν γενομένων. εἰ δ' ἄρα
τινὶ νῦν ῥηθέντα εὐλογώτερα ἐφάνη καὶ προφάσεις πρὸς
262
Oxford: Clarendon Press, 1907, Repr. 1967.Stephanus page 392, sec. c, line 2
“Diodori bibliotheca historica, 5 vols., 3rd edn.”, Ed. Vogel, F., Fischer, K.T. (post I.
Bekker & L. Dindorf)Leipzig: Teubner, 1:1888; 2:1890; 3:1893; 4–5:1906, Repr.
1964.Book 1, Chap. 34, sec. 2, line 8
θολογουμένων πεπρώτευκεν.
Ἡ γὰρ νῆσος τὸ παλαιὸν ἀπὸ μὲν τοῦ σχήματος
Τρινακρία κληθεῖσα, ἀπὸ δὲ τῶν κατοικησάντων
αὐτὴν Σικανῶν Σικανία προσαγορευθεῖσα, 8τὸ τε-
λευταῖον ἀπὸ Σικελῶν τῶν ἐκ τῆς Ἰταλίας παν-
δημεὶ περαιωθέντων ὠνόμοσται Σικελία. ἔστι δ'
αὐτῆς ἡ περίμετρος σταδίων ὡς τετρακισχιλίων τρια-
κοσίων ἑξήκοντα· τῶν γὰρ τριῶν πλευρῶν ἡ μὲν
ἀπὸ τῆς Πελωριάδος ἐπὶ τὸ Λιλύβαιον ὑπάρχει στα-
δίων χιλίων ἑπτακοσίων, ἡ δ' ἀπὸ Λιλυβαίου μέχρι
Παχύνου τῆς Συρακοσίας χώρας σταδίων χιλίων
καὶ πεντακοσίων, ἡ δ' ἀπολειπομένη σταδίων χιλίων
ἑκατὸν τεσσαράκοντα. οἱ ταύτην οὖν κατοικοῦντες
Σικελιῶται παρειλήφασι παρὰ τῶν προγόνων, ἀεὶ
τῆς φήμης ἐξ αἰῶνος παραδεδομένης τοῖς ἐκγόνοις,
ἱερὰν ὑπάρχειν τὴν νῆσον Δήμητρος καὶ Κόρης· ἔνιοι
268
Διόδωρος Σικελός. Ιστορική βιβλιοήκη. (lib. 1-20) Book 5, Chap. 4, sec. 2, line 3
Διόδωρος Σικελός. Ιστορική βιβλιοήκη. (lib. 1-20) Book 11, Chap. p, sec. 1, line
37
στείαν.
Ὡς Θεμιστοκλῆς φυγὼν πρὸς Ξέρξην καὶ κατηγορηθεὶς
275
θανάτου ἠλευθερώθη.
Ὡς Ἀθηναῖοι τὰς κατὰ τὴν Ἀσίαν Ἑλληνίδας πόλεις ἠλευ-
θέρωσαν.
Περὶ τοῦ γενομένου σεισμοῦ περὶ τὴν Λακωνικήν.
Περὶ τῆς ἀποστάσεως τῶν Μεσσηνίων καὶ τῶν Εἱλώτων
Λακεδαιμονίων.
Ὡς Ἀργεῖοι Μυκήνας κατασκάψαντες ἀοίκητον ἐποίησαν
τὴν πόλιν.
Ὡς τὴν ἀπὸ Γέλωνος βασιλείαν κατέλυσαν οἱ Συρακούσιοι.
Ὡς Ξέρξου δολοφονηθέντος Ἀρταξέρξης ἐβασίλευσεν.
Περὶ τῆς ἀποστάσεως τῶν Αἰγυπτίων ἀπὸ Περσῶν.
Περὶ στάσεων τῶν γενομένων ἐν ταῖς Συρακούσαις.
Ὡς Ἀθηναῖοι Αἰγινήτας καὶ Κορινθίους κατεπολέμησαν.
Ὡς Φωκεῖς πρὸς Δωριεῖς ἐπολέμησαν.
Ὡς Μυρωνίδης ὁ Ἀθηναῖος ὀλίγοις στρατιώταις Βοιωτοὺς
πολλαπλασίους ὄντας ἐνίκησεν.
Διόδωρος Σικελός. Ιστορική βιβλιοήκη. (lib. 1-20) Book 11, Chap. p, sec. 1, line
40
Διόδωρος Σικελός. Ιστορική βιβλιοήκη. (lib. 1-20) Book 11, Chap. 68, sec. 5, line
3
τούτοις ἦν.
Κατὰ δὲ τὴν Σικελίαν ἄρτι καταλελυμένης τῆς
ἐν ταῖς Συρακούσαις τυραννίδος καὶ πασῶν τῶν
κατὰ τὴν νῆσον πόλεων ἠλευθερωμένων, πολλὴν
ἐπίδοσιν ἐλάμβανεν ἡ σύμπασα Σικελία πρὸς εὐδαι-
μονίαν· εἰρήνην γὰρ ἔχοντες οἱ Σικελιῶται καὶ χώ-
ραν ἀγαθὴν νεμόμενοι, διὰ τὸ πλῆθος τῶν καρπῶν
ταχὺ ταῖς οὐσίαις ἀνέτρεχον καὶ τὴν χώραν ἐπλή-
ρωσαν οἰκετῶν καὶ κτηνῶν καὶ τῆς ἄλλης εὐδαιμο-
νίας, μεγάλας μὲν λαμβάνοντες προσόδους, οὐδὲν
δὲ εἰς τοὺς εἰωθότας πολέμους ἀναλίσκοντες. μετὰ
δὲ ταῦτα πάλιν εἰς πολέμους καὶ στάσεις ἐνέπεσον
διὰ τοιαύτας τινὰς αἰτίας.
Διόδωρος Σικελός. Ιστορική βιβλιοήκη. (lib. 1-20) Book 11, Chap. 76, sec. 2, line
5
ἀλλήλους.
Ὡς Χαρώνδας ὁ Θουρῖνος νομοθέτης αἱρεθεὶς πολλῶν
ἀγαθῶν αἴτιος ἐγένετο τῇ πατρίδι.
Ὡς Ζάλευκος νομοθετήσας ἐν Λοκροῖς μεγάλην δόξαν
περιεποιήσατο.
Ὡς Ἀθηναῖοι τοὺς Ἑστιαιεῖς ἐκβαλόντες ἰδίους οἰκήτο-
ρας ἐξέπεμψαν.
Περὶ τοῦ γενομένου πολέμου Θουρίοις πρὸς Ταραντίνους.
Περὶ τῆς γενομένης στάσεως ἐν τῇ Ῥώμῃ.
Περὶ τοῦ γενομένου πολέμου Σαμίοις πρὸς Μιλησίους.
Ὡς Συρακόσιοι στρατεύσαντες ἐπὶ Πικηνοὺς τὴν πόλιν
κατέσκαψαν.
Ὡς κατὰ τὴν Ἑλλάδα συνέστη πόλεμος ὁ κληθεὶς Κοριν-
θιακός.
308
Ἀθηναῖοι.
ΒΙΒΛΟΣ ΔΩΔΕΚΑΤΗ.
Διόδωρος Σικελός. Ιστορική βιβλιοήκη. (lib. 1-20) Book 12, Chap. 19, sec. 2, line
8
313
Διόδωρος Σικελός. Ιστορική βιβλιοήκη. (lib. 1-20) Book 12, Chap. 77, sec. 1, line
4
Διόδωρος Σικελός. Ιστορική βιβλιοήκη. (lib. 1-20) Book 13, Chap. p, sec. 1, line 9
Διόδωρος Σικελός. Ιστορική βιβλιοήκη. (lib. 1-20) Book 13, Chap. p, sec. 1, line
12
βύβλων.
Διόδωρος Σικελός. Ιστορική βιβλιοήκη. (lib. 1-20) Book 13, Chap. p, sec. 1, line
32
Διόδωρος Σικελός. Ιστορική βιβλιοήκη. (lib. 1-20) Book 13, Chap. 4, sec. 5, line 5
καταλείψετε.
Τοιαῦτα διαλεχθέντος τοῦ Λάκωνος μετέπεσε τὸ
πλῆθος καὶ τὴν Διοκλέους γνώμην ἐκύρωσεν. διό-
περ οἱ μὲν στρατηγοὶ παραχρῆμα ἀνῃρέθησαν καὶ
οἱ σύμμαχοι, οἱ δ' Ἀθηναῖοι παρεδόθησαν εἰς τὰς
λατομίας, ὧν ὕστερον οἱ μὲν ἐπὶ πλεῖον παιδείας
μετεσχηκότες ὑπὸ τῶν νεωτέρων ἐξαρπαγέντες διε-
σώθησαν, οἱ δὲ λοιποὶ σχεδὸν ἅπαντες ἐν τῷ δε-
σμωτηρίῳ κακούμενοι τὸν βίον οἰκτρῶς κατέστρεψαν.
Μετὰ δὲ τὴν κατάλυσιν τοῦ πολέμου Διοκλῆς
τοὺς νόμους ἀνέγραψε τοῖς Συρακοσίοις, καὶ συν-
έβη παράδοξον περὶ τὸν ἄνδρα τοῦτον γενέσθαι
περιπέτειαν. ἀπαραίτητος γὰρ ἐν τοῖς ἐπιτιμίοις
γενόμενος καὶ σκληρῶς κολάζων τοὺς ἐξαμαρτάνον-
τας, ἔγραψεν ἐν τοῖς νόμοις, ἐάν τις ὅπλον ἔχων
εἰς τὴν ἀγορὰν παραγένηται, θάνατον εἶναι πρός-
τιμον, οὔτε ἀγνοίᾳ δοὺς οὔτε ἄλλῃ τινὶ περιστάσει
συγγνώμην. προσαγγελθέντων δὲ πολεμίων ἐπὶ τῆς
χώρας ἐξεπορεύετο ξίφος ἔχων· αἰφνιδίου δὲ στά-
σεως καὶ ταραχῆς κατὰ τὴν ἀγορὰν γενομένης, ἀγνο-
ήσας μετὰ τοῦ ξίφους παρῆν εἰς τὴν ἀγοράν.
Διόδωρος Σικελός. Ιστορική βιβλιοήκη. (lib. 1-20) Book 13, Chap. 63, sec. 6, line
5
Διόδωρος Σικελός. Ιστορική βιβλιοήκη. (lib. 1-20) Book 13, Chap. 87, sec. 1, line
4
Διόδωρος Σικελός. Ιστορική βιβλιοήκη. (lib. 1-20) Book 13, Chap. 112, sec. 3, line
3
φιλοσόφου θάνατος.
Κατασκευὴ τοῦ περὶ τὴν Χερρόνησον τείχους.
Παρασκευὴ Διονυσίου πρὸς τὸν Καρχηδονιακὸν πόλεμον
καὶ ὁπλοποιία, καθ' ἣν εὗρε τὸ καταπελτικὸν βέλος.
Ὡς Καρχηδονίοις καὶ Διονυσίῳ πόλεμος ἐνέστη.
Ὡς Διονύσιος Μοτύην πόλιν ἐπίσημον Καρχηδονίων ἐξε-
πολιόρκησεν.
Ὡς Αἰγεσταῖοι τὴν Διονυσίου παρεμβολὴν ἐνέπρησαν.
Ὡς Καρχηδόνιοι τριάκοντα μυριάσι διαβάντες εἰς τὴν
Σικελίαν ἐπολέμουν πρὸς Διονύσιον.
Διονυσίου ἀποχώρησις εἰς τὰς Συρακούσας.
Καρχηδονίων στρατεία ἐπὶ τὸν πορθμόν, καὶ ἅλωσις τῆς
Μεσσήνης.
Ναυμαχία Καρχηδονίων πρὸς Διονύσιον μεγάλη καὶ νίκη
Καρχηδονίων.
Σύλησις τῶν ναῶν τῆς τε Δήμητρος καὶ Κόρης ὑπὸ Καρ-
χηδονίων.
Κόλασις ἐκ θεῶν τῶν ἱεροσύλων, καὶ φθορὰ τῆς Καρχη-
δονίων δυνάμεως ὑπὸ νόσου λοιμικῆς.
Ναυμαχία Συρακοσίων πρὸς Καρχηδονίους καὶ νίκη
Συρακοσίων.
Διόδωρος Σικελός. Ιστορική βιβλιοήκη. (lib. 1-20) Book 14, Chap. 56, sec. 4, line
4
Διόδωρος Σικελός. Ιστορική βιβλιοήκη. (lib. 1-20) Book 14, Chap. 61, sec. 2, line
6
δαιμόνιον.
Μετὰ δὲ ταῦτα Διονύσιος μὲν καὶ Λεπτίνης μετὰ
μακρῶν νεῶν ἀγορὰν βουλόμενοι παρακομίσαι, οἱ
Συρακόσιοι καθ' αὑτούς τε γενόμενοι καὶ κατὰ
Τύχην ἰδόντες σιτηγὸν πλοῖον προσφερόμενον, πέντε
ναυσὶν ἐπέπλευσαν αὐτῷ, καὶ κατακυριεύσαντες
κατῆγον εἰς τὴν πόλιν. τῶν δὲ Καρχηδονίων ἐπ'
αὐτοὺς ἀναχθέντων τετταράκοντα ναυσίν, οἱ Συρα-
κόσιοι πάσας ἐπλήρωσαν τὰς ναῦς, καὶ ναυμαχή-
σαντες τῆς τε στρατηγίδος νεὼς ἐκυρίευσαν καὶ τῶν
ἄλλων εἴκοσι καὶ τέτταρας διέφθειραν· καταδιώ-
ξαντες δὲ τὰς φευγούσας μέχρι τοῦ ναυστάθμου
Διόδωρος Σικελός. Ιστορική βιβλιοήκη. (lib. 1-20)
Book 14, Chap. 64, sec. 2, line 3
Διόδωρος Σικελός. Ιστορική βιβλιοήκη. (lib. 1-20) Book 14, Chap. 69, sec. 1, line
2
χηδονίους διεπολέμει.
Μάγων δ' ἐν πολεμίᾳ χώρᾳ στρατοπεδεύων, καὶ
τῶν ἀναγκαίων ἐνδεὴς ἀεὶ μᾶλλον γινόμενος, οὐ
μετρίως ἠλαττοῦτο· καὶ γὰρ οἱ περὶ τὸν Ἄγυριν τῆς
399
χρείας. (12) ὁ δὲ διὰ τῆς διώρυχος ταύτης ῥέων ποταμὸς ὀνομάζεται μὲν ἀπὸ τοῦ
κατασκευάσαντος Πτολεμαῖος, ἐπὶ δὲ τῆς ἐκβολῆς πόλιν ἔχει τὴν προσαγορευομένην
Ἀρσινόην.
(34) τὸ δ' οὖν Δέλτα τῆι Σικελίαι τῶι σχήματι παραπλήσιον ὑπάρχον τῶν μὲν
πλευρῶν ἑκατέραν ἔχει σταδίων ἑπτακοσίων καὶ πεντήκοντα, τὴν δὲ βάσιν θαλάττηι
προσκλυζομένην σταδίων χιλίων καὶ τριακοσίων. (2) ἡ δὲ νῆσος αὕτη πολλαῖς
διώρυξι χειροποιήτοις διείληπται καὶ χώραν περιέχει καλλίστην τῆς Αἰγύπτου.
ποταμόχωστος γὰρ οὖσα καὶ κατάρρυτος πολλοὺς καὶ παντοδαποὺς ἐκφέρει καρπούς,
τοῦ μὲν ποταμοῦ διὰ τὴν κατ' ἔτος ἀνάβασιν νεαρὰν ἰλὺν ἀεὶ καταχέοντος, τῶν δ'
ἀνθρώπων ῥαιδίως ἅπασαν ἀρδευόντων διά τινος μηχανῆς, ἣν ἐπενόησε μὲν Ἀρχι-
μήδης ὁ Συρακόσιος, ὀνομάζεται δὲ ἀπὸ τοῦ σχήματος κοχλίας. (3) πραεῖαν δὲ τοῦ
415
Νείλου τὴν ῥύσιν ποιουμένου καὶ γῆν πολλὴν καὶ παντοδαπὴν καταφέροντος, ἔτι δὲ
κατὰ τοὺς κοίλους τόπους λιμνάζοντος, ἕλη γίνεται πάμφορα. (4) ῥίζαι γὰρ ἐν αὐτοῖς
φύονται παντοδαπαὶ τῆι γεύσει καὶ καρπῶν καὶ καυλῶν ἰδιάζουσαι φύσεις, πολλὰ
συμβαλλόμεναι τοῖς ἀπόροις τῶν ἀνθρώπων καὶ τοῖς ἀσθενέσι πρὸς αὐτάρκειαν.
(5) οὐ γὰρ μόνον τροφὰς παρέχονται ποικίλας καὶ πᾶσι τοῖς δεομένοις ἑτοίμας καὶ
δαψιλεῖς, ἀλλὰ καὶ τῶν ἄλλων τῶν εἰς τὸ ζῆν ἀναγκαίων οὐκ ὀλίγα φέρουσι βοηθή-
ματα. (6) λωτός τε γὰρ φύεται πολύς, ἐξ οὗ κατασκευάζουσιν ἄρτους οἱ κατ'
Αἴγυπτον δυναμένους ἐκπληροῦν τὴν φυσικὴν τοῦ σώματος ἔνδειαν,
ἐπετελέσθη, ἡνίκα τὰς Συρακούσας καὶ πᾶσαν Σικελίαν ἀπὸ τοῦ δευτέρου
Διονυσίου, ὃς ἦν παῖς τοῦ προτέρου, ἠλευθέρου καὶ τῶν βαρβάρων, οὓς
ὑπὲρ τοῦ βεβαίως τυραννεῖν Διονύσιος ἐπηγάγετο. φαίνεται δὲ τετάρτην
γράφων τὴν τῆς πατρίδος ἀφήγησιν· μετὰ γὰρ τὰ περὶ Ἀλέξανδρον καὶ
Τιμολέοντα καὶ Δίωνα, μετὰ τὰς περὶ αὐτοὺς ἱστορίας, ἥδε αὐτῶι ἡ συγ-
γραφὴ ἐξεπονήθη .... (F 14 p. 855, 11).
σαι φύσεως.
καὶ θαυμάζειν ἄξιον, τί δή ποτε παθὼν ὁ Θεό-
φραστος τῶν φορτικῶν καὶ περιέργων αὐτὸν οἴεται
ζηλωτὴν γενέσθαι λόγων καὶ τὸ ποιητικὸν διώκειν
μᾶλλον ἢ τὸ ἀληθινόν. ἐν γοῦν τοῖς Περὶ λέξεως
γραφεῖσι τῶν τε ἄλλων καταμέμφεται τῶν περὶ τὰς
ἀντιθέσεις καὶ παρισώσεις καὶ παρομοιώσεις καὶ τὰ
παραπλήσια τούτοις σχήματα διεσπουδακότων καὶ δὴ
καὶ τὸν Λυσίαν ἐν τούτοις κατηρίθμηκε, τὸν ὑπὲρ
Νικίου τοῦ στρατηγοῦ τῶν Ἀθηναίων λόγον, ὃν εἶπεν
ἐπὶ Συρακουσίων αἰχμάλωτος ὤν, ὡς ὑπὸ τούτου γε-
γραμμένον τοῦ ῥήτορος παρατιθείς. κωλύσει δ' οὐδὲν
ἴσως καὶ τὴν λέξιν αὐτὴν θεῖναι τὴν Θεοφράστου. ἔστι
δὲ ἥδε· ‘ἀντίθεσις δ' ἐστὶ τριττῶς, ὅταν τῷ αὐτῷ τὰ
ἐναντία ἢ τῷ ἐναντίῳ τὰ αὐτὰ ἢ τοῖς ἐναντίοις ἐναντία
προσκατηγορηθῇ. τοσαυταχῶς γὰρ ἐγχωρεῖ συζευχθῆναι.
τούτων δὲ τὸ μὲν ἴσον καὶ τὸ ὅμοιον παιδιῶδες καὶ
καθαπερεὶ ποίημα· διὸ καὶ ἧττον ἁρμόττει τῇ σπουδῇ.
φαίνεται γὰρ ἀπρεπὲς σπουδάζοντα τοῖς πράγμασι τοῖς
ὀνόμασι παίζειν καὶ τὸ πάθος τῇ λέξει περιαιρεῖν·
ἐκλύει γὰρ τὸν ἀκροατήν. οἷον ὡς ὁ Λυσίας ἐν τῇ
συχνοὶ τῶν Ῥωμαίων συγγραφέων, οὐθὲν ἐξητακότες τῶν περὶ τοὺς χρόνους ἀκριβῶς,
ὡς αὐτὸ δηλοῖ τοὖργον, ἀλλ' εἰκῆ τὸ προστυχὸν ἀποφαινόμενοι. (5) ἡ μὲν γὰρ εἰς
Σικελίαν ἀποδειχθεῖσα πρεσβεία κατὰ τὸν δεύτερον ἐνιαυτὸν τῆς ἑβδομηκοστῆς καὶ
δευτέρας ὀλυμπιάδος ἐξέπλευσεν, ἄρχοντος Ἀθήνησιν Ὑβριλίδου, ἑπτακαίδεκα
διελθόντων ἐτῶν μετὰ τὴν ἐκβολὴν τῶν βασιλέων, ὡς οὗτοί τε καὶ οἱ ἄλλοι σχεδὸν
ἅπαντες συγγραφεῖς ὁμολογοῦσι· Διονύσιος δ' ὁ πρεσβύτερος ὀγδοηκοστῶι καὶ πέμπτωι
μετὰ ταῦτ' ἔτει Συρακουσίοις ἐπαναστὰς κατέσχε τὴν τυραννίδα κατὰ τὸν τρίτον
ἐνιαυτὸν τῆς ἐνενηκοστῆς καὶ τρίτης ὀλυμπιάδος. ἄρχοντος Ἀθήνησι Καλλίου
τοῦ μετ' Ἀντιγένη. (6) ὀλίγοις μὲν οὖν ἔτεσι διαμαρτεῖν τῶν χρόνων δοίη τις ἂν
(4) τύραννοι δὲ τότε κατὰ πόλεις μὲν ἦσαν, ἐπιφανέστατος δὲ Γέλων ὁ Δεινομένους
νεωστὶ τὴν Ἱπποκράτους τοῦ ἀδελφοῦ τυραννίδα παρειληφώς, οὐχὶ Διονύσιος ὁ
Συρακούσιος, ὡς Λικίννιος (F 12 Pet) γέγραφε καὶ Γέλλιος (F 20 Pet) καὶ ἄλλοι
συχνοὶ τῶν Ῥωμαίων συγγραφέων, οὐθὲν ἐξητακότες τῶν περὶ τοὺς χρόνους ἀκριβῶς,
ὡς αὐτὸ δηλοῖ τοὖργον, ἀλλ' εἰκῆ τὸ προστυχὸν ἀποφαινόμενοι. (5) ἡ μὲν γὰρ εἰς
Σικελίαν ἀποδειχθεῖσα πρεσβεία κατὰ τὸν δεύτερον ἐνιαυτὸν τῆς ἑβδομηκοστῆς καὶ
δευτέρας ὀλυμπιάδος ἐξέπλευσεν, ἄρχοντος Ἀθήνησιν Ὑβριλίδου, ἑπτακαίδεκα
διελθόντων ἐτῶν μετὰ τὴν ἐκβολὴν τῶν βασιλέων, ὡς οὗτοί τε καὶ οἱ ἄλλοι σχεδὸν
ἅπαντες συγγραφεῖς ὁμολογοῦσι· Διονύσιος δ' ὁ πρεσβύτερος ὀγδοηκοστῶι καὶ πέμπτωι
μετὰ ταῦτ' ἔτει Συρακουσίοις ἐπαναστὰς κατέσχε τὴν τυραννίδα κατὰ τὸν τρίτον
ἐνιαυτὸν τῆς ἐνενηκοστῆς καὶ τρίτης ὀλυμπιάδος. ἄρχοντος Ἀθήνησι Καλλίου
τοῦ μετ' Ἀντιγένη. (6) ὀλίγοις μὲν οὖν ἔτεσι διαμαρτεῖν τῶν χρόνων δοίη τις ἂν
ἱστορικοῖς ἀνδράσιν ἀρχαίας καὶ πολυετεῖς συνταττομένοις πραγματείας, γενεαῖς δὲ
δυσὶν ἢ τρισὶν ὅλαις ἀποπλανηθῆναι τῆς ἀληθείας οὐκ ἂν ἐπιτρέψειεν. ἀλλ' ἔοικεν ὁ
πρῶτος ἐν ταῖς ὡρογραφίαις τοῦτο καταχωρίσας, ὧι πάντες ἠκολούθησαν οἱ λοιποί,
τοσοῦτο μόνον ἐν ταῖς ἀρχαίαις εὑρὼν ἀναγραφαῖς, ὅτι πρέσβεις ἀπεστάλησαν ἐπὶ
τούτων τῶν ὑπάτων εἰς Σικελίαν σῖτον ὠνησόμενοι καὶ παρῆσαν ἐκεῖθεν ἄγοντες ἣν
ὁ τύραννος ἔδωκε δωρεάν, οὐκέτι μὴν παρὰ τῶν Ἑλληνικῶν ἐξετάσαι συγγραφέων,
ὅστις ἦν τύραννος τότε Σικελίας, ἀβασανίστως δέ πως καὶ κατὰ τὸ προστυχὸν θεῖναι
τὸν Διονύσιον.
τῷ ι, ἀπὸ τῆς ἐμοῦ καὶ σοῦ αὐξηθεῖσαι;» Ἀλλ' εἴρηται ὅτι ἰσχυρότερα
τὰ τῶν πεζολόγων μαρτύρια. ἄλλως τε εἰ ἐδείκνυντο αἱ ἀντωνυμίαι
πρωτοτυποῦσαι ἀνακόλουθοι καὶ κατὰ ἀριθμὸν καὶ κατὰ πτῶσιν, οὐκ
ἀπεμφαῖνον εἰ καὶ κατὰ αὐξήσεις τῶν πτώσεων.
Ἐμέθεν. Πυκνῶς αἱ χρήσεις παρὰ Αἰολεῦσιν,
ἔμεθεν δ' ἔχεισθα λάθαν·
ἤ τιν' ἄλλον
μᾶλλονἀνθρώπων ἔμεθεν φίλησθα (Sapphus fr. 89 Ahrens,
21 et 22 Bergk3).
ἀλλὰ καὶ παρὰ Συρακουσίοις· ἔτι μεθὲν ἁ καρδία παδῇ, Σώφρων
Γυναικείοις (fr. 46 Ahrens). παρά τε τῷ ποιητῇ ἡ χρῆσις καὶ σχεδὸν
συνεχής. διὸ οὐδὲ Αἰολικώτερον χρὴ ἀναγινώσκειν, διηκούσης καὶ ἐπὶ
πολλὰς διαλέκτους τῆς χρήσεως. – »Ἐπεὶ δέ,» φασίν, «ἀπὸ τῆς Λέ-
σβου γενικῆς ἐπίρρημά τι ἀποτελεῖται Λεσβόθεν, οἴκου οἴκοθεν, οὐρανοῦ
οὐρανόθεν, τοῦ υπαραιρουμένου, οὕτω καὶ ἀπὸ τῆς ἐμεῦ τὸ ἐμέθεν
ἀποτελούμενον ἐπίρρημα ἂν γένοιτο.» Πάνυ δὲ ληρώδης ἡ τοιαύτη
παράδοσις. οὔτε γὰρ τὰ παραγόμενα, μετατιθέντα τὰ τέλη, οὐχὶ τὸ
αὐτὸ μέρος λόγου καταστήσεται, οὔτε φυλάξαντα τὸ αὐτὸ μέρος λόγου.
τὸ οἶκον δέκαὶ τὰ παραπλήσια τὸ αὐτὸ τέλος ἐφύλαξε τῆς αἰτιατικῆς,
ἀλλ' οὐ τὸ αὐτὸ μέρος λόγου· τὸ
Ahrens, 22 Bergk3).
Σφῶν. Καὶ Σφέωνἀκολούθως τῇ ἡμέων,
τῷ σφεων πολέες κακὸν οἶτον ἐπέσπον (γ 134)
καὶ
ὦσαν ἀπὸ σφείων (Δ 535. Ν 148),
ὡς ὑμείων. Τῇ σφείωνκαὶ Αἰολεῖς χρῶνται καὶ Δωριεῖς, Δωριέων
δὲ Συρακούσιοι διὰ τοῦ ψπάσας τὰς διὰ τοῦ σφ, μονοσυλλαβούσας
μὲν ἀναμφιλέκτως, ἐπὶ δὲ τῶν ὑπὲρ μίαν συλλαβὴν ἀμφίβολα τὰ τῶν
γραφῶν· ἔνια γὰρ δίχα τοῦ Ψ.
Ἐν ἴσῳ τῷ αὐτῶνπαρὰ Συρακουσίοις τίθεται τὸ ὧν. Σώφρων
(fr. 80 Ahrens)· ὁ δ' ἐκ τῶ σκότεος τοξεύων αἰὲν ἕνα τινὰ ὧν
ζυγαστροφεῖ.
Ὃν τρόπον τὸ νυμφέων διαιρεῖται, τὸν αὐτὸν τρόπον καὶ τὸ
αὐτέων, ὁπότε θηλυκὸν σημαίνει. καὶ ἔτι αὐτάων.
Δῆλος ἡ ἀπὸ τοῦ ἐκεῖνος καὶ τῶν ὁμοίων κλίσις.
ἩμῖνἼωνες, ᾧ καὶ Ἀττικοί. Τὸ ἐγκλινόμενον παρ' Ἴωσι συστέλλει
τὸ ι· σημειῶδες, καθὸ αἱ ἐγκλινόμεναι τὸν αὐτὸν χρόνον φυλάττουσι
431
καὶ ἔχον τρίτην ἀπὸ τέλους τὴν ὀξεῖαν, καθὸ καὶ τοῖς πλείστοις τῶν
τοιούτων ὀνομάτων παρεπόμενόν ἐστι, τέκνον εὔτεκνος, βλέφαρον
καλλιβλέφαρος, ξύλον ἄξυλος· ἦν οὖν καὶ παρὰ τὸ πέδον τὸ ἔμπεδος,
ἀφ' οὗ οὐδέτερον τὸ ἔμπεδον, κατὰ ἐπιρρηματικὴν σύνταξιν εἰλημμέ-
νον. – Ἔστιν οὖν ὑπὲρ τῆς τάσεως τοῦ ἔνδον ἐκεῖνο φάναι, ὥς ἐστί
τινα ὑπεξαιρούμενον τῆς τάσεως, ὅτι ἃ μὲν ποιότητος, ὃ δὲ τόπου
δηλωτικόν ἐστι· καὶ ἃ μὲν ὑπὲρ δύο συλλαβάς, ὃ δὲ δισύλλαβον· καὶ
ὅτι μόνον ἀπὸ προθέσεως ἐσχημάτισται. ἦν δὲ καὶ τὸ πέριξ ἀλόγως
μὲν βαρυνόμενον, ἔχον δὲ πάλιν ἀπολογίαν τὴν ἐγκειμένην πρόθεσιν.
– Τινὲς μέντοι τὸ ἐντελέστερον ἐξεδέξαντο τὸ ἔνδοι εἶναι, ὅπερ ἐν
χρήσει Συρακουσίοις καὶ Αἰολεῦσίν ἐστι, γενόμενον ἐκ συγκοπῆς τοῦ
ἐνδόθι, καθότι καὶ παρέκειτο τῷ ἀγχόθι τὸ ἄγχι, τῷ ὑψόθι τὸ ὕψι·
ἀφ' οὗ ἐκ μεταλήψεως τοῦ ιεἰς τὸ νἔνδον ἐγεγόνει, καθότι καὶ τῷ
ἀεί παράκειται τὸ αἰέν· ἔνθεν ἐβαρύνετο εὐλόγως, καὶ τοπικὸν ἦν.
Οὐκ ἀγνοῶ μέντοι γε, ὅτι τινὲς τὸ
ἔνδοι πειράζουσα
περιέσπασαν τῷ λόγῳ τῶν εἰς οιληγόντων ἐπιρρημάτων, ὅπερ, ὡς
προείρηται, ἐχόμενον τοῦ πάθους ἀναγκαίως βαρύνεται. τῇδε γὰρ ἔχει
καὶ τὸ ἐπίρρημα παρ' Αἰολεῦσι τὸ μέσοι,
γαίας καὶ νιφόεντος ὠράνω μέσοι (Alcaei fr. 17 Bergk3)·
τῇδε ἔχει καὶ ἀπὸ τοῦ τηλόθι τὸ τήλοι.
εἰς Σικελίαν Ἱέρωνός τε τὴν Αἴτνην κτίζοντος (a. 476/5: Diod. XI 49)
ἐπεδείξατο τὰς Αἴτναςοἰωνιζόμενος βίον ἀγαθὸν τοῖς συνοικίζουσι τὴν πόλιν.
Pap. Ox. 2257 fr. 1
]...[...]. φ̣[ ]· ...ωναφ̣ [...]......[ ]..[..]·
τατ́..[..].α̣ρ̣..παζ· [ ].[..] παυτ· [..]..ρα ....[ ]..[...].μ̣??̣??̣[.]..
ε̣τ̣9.ι̣τε Αἰσχύ(λ)[ ]..[εἰς] Ἀ̣θή̣ν[α̣]σ̣ ἐ̣κ̣ [Δ̣ε̣λ̣]φῶν μ(ε)τ(α)[βι]β̣άζε̣[ι̣...[.
..]δ̣υ̣μ̣ ( ).. Τρωϊ....φα̣λ̣() [.].ι ‘Ἀχιλ(λέως) Ἐρα[ς](τ̣αί)’ .κ(ατὰ) μ(ὲν)
γ(ὰρ) τὸ πρῶτον μ[έρος] αὐ̣τοῦ ἡ σκην̣ὴ ὑ(πό)κε[ι]τ̣(αι) Αἴτνη̣, κ(ατὰ) δ(ὲ) τὸ
δεύτ(ερον) Ξουθεία, κ(α)τ(ὰ) δὲ [τ]ὸ̣ τρίτο̣ν πάλιν̣ Αἴτνη, εἶτ' ἀπὸ
ταύτης εἰ[ς Λε]ο̣ν̣τίνους μ(ε)τ(α)βάλλει καὶ γί(νεται) ἡ σκηνὴ Λεον[...],
μ(ε)τ(ὰ) δ' αὐτὸν Συρακοῦσσαι, καὶ τὰ λοιπὰ [ἐν Τεμενίτ̣]ηι δ(ια)περαί-
νετ(αι), ὅς (ἐστι) τοπ̣( ).
Macrob. Saturn. V 19, 17f. 24: (17) ... et Di Palici in Sicilia
433
κος, τῶν δ' ὠχρά, οἷον τῶν περὶ τὰς λίμνας, τῶν δὲ κατε-
στιγμένα, οἷον τὰ τῶν μελεαγρίδων καὶ φασιανῶν· τὰ δὲ
τῆς κεγχρίδος ἐρυθρά ἐστιν ὥσπερ μίλτος.
Ἔχει δὲ τὸ ᾠὸν
διαφοράν· τῇ μὲν γὰρ ὀξὺ τῇ δὲ πλατύτερόν ἐστιν· ἐξιόντος
δ' ἡγεῖται τὸ πλατύ. Ἔστι δὲ τὰ μὲν μακρὰ καὶ ὀξέα τῶν
ᾠῶν θήλεα, τὰ δὲ στρογγύλα καὶ περιφέρειαν ἔχοντα κατὰ
τὸ ὀξὺ ἄρρενα.
Ἐκλέπεται μὲν οὖν ἐπῳαζόντων τῶν ὀρνίθων,
οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ αὐτόματα ἐν τῇ γῇ ὥσπερ ἐν Αἰγύπτῳ,
κατορυττόντων εἰς τὴν κόπρον· καὶ ἐν Συρακούσαις δὲ φιλο-
πότης τις ὑποτιθέμενος ὑπὸ τὴν ψίαθον εἰς τὴν γῆν τοσοῦτον
ἔπινεν, ὡς φασί, χρόνον συνεχῶς, ἕως ἐκλέποι τὰ ᾠά. Ἤδη
δὲ καὶ κείμενα ἐν ἀγγείοις ἀλεεινοῖς ἐξεπέφθη καὶ ἐξῆλθεν
αὐτόματα.
Ἡ μὲν οὖν γονὴ πάντων τῶν ὀρνίθων λευκή, ὥς-
περ καὶ τῶν ἄλλων ζῴων· ὅταν δ' ὀχευθῇ, ἄνω πρὸς τὸ
ὑπόζωμα λαμβάνει ἡ θήλεια. Καὶ τὸ μὲν πρῶτον λευκὸν
καὶ μικρὸν φαίνεται, ἔπειτα ἐρυθρὸν καὶ αἱματῶδες, αὐ-
ξανόμενον δ' ὠχρὸν καὶ ξανθὸν ἅπαν· ὅταν δ' ἤδη γίνη-
ται ἁδρότερον, διακρίνεται, καὶ ἔσω μὲν τὸ ὠχρὸν ἔξω δὲ
Περὶ τὴν Θούριον πόλιν δύο ποταμούς φασιν εἶναι, Σύβαριν καὶ Κρᾶθιν. ὁ μὲν οὖν
Σύβαρις τοὺς πίνοντας ἀπ'
αὐτοῦ πτυρτικοὺς εἶναι ποιεῖ, ὁ δὲ Κρᾶθις τοὺς ἀνθρώπους
ξανθότριχας λουομένους. ἐν δὲ Εὐβοίᾳ δύο ποταμοὺς εἶναι,
ὧν ἀφ' οὗ μὲν τὰ πίνοντα πρόβατα λευκὰ γίνονται· ὃς ὀνο-
μάζεται Κέρβης· ὁ δὲ Νηλεύς, ὃς μέλανα ποιεῖ.
Παρὰ Λυκόρμᾳ ποταμῷ γεννᾶσθαι βοτάνην λόγχῃ
παρόμοιον, συντελοῦσαν πρὸς ἀμβλυωπίαν ἄριστα.
Τὴν ἐν Συρακούσαις τῆς Σικελίας πηγὴν Ἀρέθουσαν
διὰ πενταετηρίδος κινεῖσθαι λέγουσιν.
Ἐν ὄρει Βερεκυνθίῳ γεννᾶσθαι λίθον καλούμενον μά-
χαιραν, ὃν ἐὰν εὕρῃ τις, τῶν μυστηρίων τῆς Ἑκάτης ἐπι-
τελουμένων ἐμμανὴς γίνεται, ὡς Εὔδοξός φησιν. ἐν ὄρει
δὲ Τμώλῳ γεννᾶσθαι λίθον παρόμοιον κισσήρει, ὃς τετράκις
τῆς ἡμέρας ἀλλάσσει τὴν χρόαν· βλέπεσθαι δὲ ὑπὸ παρ-
θένων τῶν μὴ τῷ χρόνῳ φρονήσεως μετεχουσῶν.
Ἐν Ἀρτέμιδος Ὀρθωσίας βωμῷ ταῦρον ἵστασθαι χρύ-
σειον, ὃς κυνηγῶν εἰσελθόντων φωνὴν ἐπαφίησιν.
Ἐν Αἰτωλοῖς φασὶν ὁρᾶν τοὺς ἀσπάλακας ἀμυδρῶς,
ἰσχὺν ὥστε ἑκάστου μὲν καὶ ἑνὸς καὶ συμπλειόνων κρείττω τοῦ
δὲ πλήθους ἥττω καθεστάναι, καθάπερ οἵ τ' ἀρχαῖοι τὰς φυλακὰς
ἐδίδοσαν, ὅτε καθισταῖέν τινα τῆς πόλεως ὃν ἐκάλουν αἰσυμνή-
την ἢ τύραννον, καὶ Διονυσίῳ τις, ὅτ' ᾔτει τοὺς φύλακας, συν-
εβούλευε τοῖς Συρακουσίοις διδόναι τοσούτους τοὺς φύλακας.
Περὶ δὲ τοῦ βασιλέως τοῦ κατὰ τὴν αὑτοῦ βούλησιν
πάντα πράττοντος ὅ τε λόγος ἐφέστηκε νῦν καὶ ποιητέον τὴν
σκέψιν. ὁ μὲν γὰρ κατὰ νόμον λεγόμενος βασιλεὺς οὐκ ἔστιν
εἶδος, καθάπερ εἴπομεν, πολιτείας (ἐν πάσαις γὰρ ὑπ-
άρχειν ἐνδέχεται στρατηγίαν ἀίδιον, οἷον ἐν δημοκρατίᾳ καὶ
ἀριστοκρατίᾳ, καὶ πολλοὶ ποιοῦσιν ἕνα κύριον τῆς διοικήσεως·
τοιαύτη γὰρ ἀρχή τις ἔστι καὶ περὶ Ἐπίδαμνον, καὶ περὶ
Ὀποῦντα δὲ κατά τι μέρος ἔλαττον)· περὶ δὲ τῆς παμβασι-
λείας καλουμένης (αὕτη δ' ἐστὶ καθ' ἣν ἄρχει πάντα κατὰ
τὴν ἑαυτοῦ βούλησιν ὁ βασιλεύς) δοκεῖ [δέ] τισιν οὐδὲ κατὰ
μεταβάλλουσι δὲ καὶ εἰς ὀλιγαρχίαν καὶ εἰς δῆμον καὶ εἰς πολιτείαν ἐκ τοῦ
εὐδοκιμῆσαί τι ἢ αὐξηθῆναι ἢ ἀρχεῖον ἢ μόριον τῆς πό-
λεως, οἷον ἡ ἐν Ἀρείῳ πάγῳ βουλὴ εὐδοκιμήσασα ἐν τοῖς
Μηδικοῖς ἔδοξε συντονωτέραν ποιῆσαι τὴν πολιτείαν, καὶ
πάλιν ὁ ναυτικὸς ὄχλος γενόμενος αἴτιος τῆς περὶ Σαλα-
439
μῖνα νίκης καὶ διὰ ταύτης τῆς ἡγεμονίας διὰ τὴν κατὰ
θάλατταν δύναμιν τὴν δημοκρατίαν ἰσχυροτέραν ἐποίησεν,
καὶ ἐν Ἄργει οἱ γνώριμοι εὐδοκιμήσαντες περὶ τὴν ἐν
Μαντινείᾳ μάχην τὴν πρὸς Λακεδαιμονίους ἐπεχείρησαν
καταλύειν τὸν δῆμον, καὶ ἐν Συρακούσαις ὁ δῆμος αἴτιος
γενόμενος τῆς νίκης τοῦ πολέμου τοῦ πρὸς Ἀθηναίους ἐκ πολι-
τείας εἰς δημοκρατίαν μετέβαλεν, καὶ ἐν Χαλκίδι Φόξον
τὸν τύραννον μετὰ τῶν γνωρίμων ὁ δῆμος ἀνελὼν εὐθὺς
εἴχετο τῆς πολιτείας, καὶ ἐν Ἀμβρακίᾳ πάλιν ὡσαύτως
Περίανδρον συνεκβαλὼν τοῖς ἐπιθεμένοις ὁ δῆμος τὸν τύ-
ραννον εἰς ἑαυτὸν περιέστησε τὴν πολιτείαν. καὶ ὅλως δὴ
δεῖ τοῦτο μὴ λανθάνειν, ὡς οἱ δυνάμεως αἴτιοι γενόμενοι,
καὶ ἰδιῶται καὶ ἀρχαὶ καὶ φυλαὶ καὶ ὅλως μέρος καὶ πλῆθος
ὁποιονοῦν, στάσιν κινοῦσιν· ἢ γὰρ οἱ τούτοις φθονοῦντες
τιμωμένοις ἄρχουσι τῆς στάσεως, ἢ οὗτοι διὰ τὴν ὑπεροχὴν
Αριστοτέλης. Fragmenta varia Category 8, treatise title 44, fragment 486, line 6
Γελῴων.
Δελφῶν.
Αριστοτέλης. Fragmenta varia Category 8, treatise title 44, fragment 585-589n, line 1
Συρακοσίων.
Αριστοτέλης. Fragmenta varia Category 8, treatise title 44, fragment 586, line 2
δειον τόπον πόλιν ἔκτισε καὶ Γάγγραν ὠνόμασεν, ὅτι τοῦτο ἦν ὄνομα
τῇ αἰγί». Ἐρατοσθένης δὲ οὐδετέρως τὰ Γάγγρα φησίν. ἔστι καὶ Ἀρα-
βίας τῆς εὐδαίμονος Γάγγρα. Γάδραπόλις Παλαιστίνης. Πάτραἓν
τῶν τριῶν παρ' Ἕλλησι κοινωνίας εἰδῶν, ὡς Δικαίαρχος. Πάτραι
πόλις Ἀχαΐας ἀπό τινος Πατρέως. ἕδρα. Γέρραπόλις Χαλδαίων.
Ἄγρακαὶ Ἄγραι χωρίον, ἑνικῶς καὶ πληθυντικῶς. ἔστι δὲ τῆς Ἀττι-
κῆς πρὸ τῆς πόλεως, ἐν ᾧ τὰ μικρὰ μυστήρια ἐπιτελεῖται, μίμημα τῶν
περὶ τὸν Διόνυσον, ἐν ᾧ λέγουσι καὶ τὸν Ἡρακλέα μεμυῆσθαι. ἄκρα·
ἔστι καὶ ἌκραἸαπυγίας πόλις κατά τινας Ὑδροῦς λεγομένη. βʹ ἔστι
καὶ ἑτέρα ἐν αὑτῇ ἔχουσα λιμένα Βρεντέσιον. ἔστι δὲ Ἰταλίας. γʹ Σι-
κελίας. ἔστι Συρακοσίων κτίσμα. δʹ Εὐβοίας. ϛʹ Σκυθίας. ζʹ Κύπρου.
ηʹ Ἀκαρνανίας. ἔστι καὶ πέραν Τίγρητος Ἄκρα. Ἀρριανὸς ἑκκαιδεκάτῃ.
Φλέγραπόλις Θρᾴκης, ἣν Εὔδοξος μετὰ ταῦτα Παλλήνην φησὶ κλη-
θῆναι. Σέρραἀκρωτήριον Θρᾴκης, ὃ καὶ Σέρρειον λέγεται, Κάρραι
πόλις Μεσοποταμίας ἀπὸ Καρρᾶ ποταμοῦ Συρίας. ἔστι καὶ πόλις πρὸς
τῇ Ἐρυθρᾷ θαλάσσῃ. Σίρραπόλις Θρᾴκης. Θεόπομπος ἐν Φιλιππικῶν
εἰκοστῷ. Σκύδρα Μακεδονικὴ πόλις. ΤάρραΛυδίας πόλις. ἑτέρα
Κρήτης, ἐν ᾗ Ταρραῖος Ἀπόλλων τιμᾶται. ἔστι καὶ ἄλλη πόλις Τάρρα
παρὰ τὸν Καύκασον, Κρητῶν ἄποικος. Ἀχέρραιπόλις μεταξὺ τοῦ
Πάδου καὶ τῶν Ἄλπεων. Ἀντίφραπολίχνιον Ἀλεξανδρείας ἐγγύς.
Γαλάδραιπόλις Μακεδονίας ἐν Πιερίᾳ. Λυκόφρων (v. 1444
καθόλου μὲν ἰχθῦς, εἶτα κεστρεύς, ὄρνις, εἶτα ἀετός, ὥστε εἶναί τι καθο-
λικὸν προσηγορικόν, εἶτα εἰδικώτερον προσηγορικόν, εἶτα τὸ κύριον.
ἐκ τοῦ μοῦσα καὶ μοισῶ ῥῆμα παρὰ Συρακουσίοις. Ἀργεῖοι δὲ λέγουσι
μόνσα, Αἰολεῖς μοῖσα, ὧν ἐστι Πίνδαρος. Ἀττικοὶ δὲ καὶ Ἴωνες καὶ
Συρακούσιοι μοῦσα, Λάκωνες μῶσα καὶ οἱ μεταγενέστεροι Λάκωνες ἄνευ
τοῦ σμῶα καὶ ἡ γενικὴ τῶν πληθυντικῶν μωσᾶν παρὰ Λάκωσι, παρὰ
δὲ Σαπφοῖ μοισᾶν· τὸ Ἰωνικὸν μουσέων, τὸ Βοιωτικὸν μωσάων, τὸ
Ἀργεῖον μονσᾶν. τὸ μοῦσα δὲ παρὰ τὸ μῶ, ὅ ἐστι τρίτης συζυγίας,
σημαντικὸν τοῦ ζητῶ. ἡ μετοχὴ μῶν, τὸ θηλυκὸν μοῦσα· εἰς σαδὲ
τρία ἔχομεν τὴν ουδίφθογγον παραληγόμενα ὑπὲρ δύο συλλαβὰς καὶ
μετὰ δισσοῦ τοῦ σαἴθουσσα Ἔμπουσσα καὶ Συράκουσσα· δισύλλαβα δὲ
οὐκ ἔχομεν ὅμοιον τῷ μοῦσα ὑπάρχον. τὸ γὰρ λεγόμενον Σοῦσα οὐ-
δέτερόν ἐστι πληθυντικὸν ἐπὶ πόλεως τεταγμένον.
Προμηθεῖ. St. B. 193, 20: Γάζαπόλις φοινίκης· ἐκλήθη καὶ Ἄζα· καὶ μέχρι
νῦν Σύροι Ἄζαν αὐτὴν καλοῦσιν ἀπὸ Ἄζωνος τοῦ παιδὸς Ἡρακλέους.
μυθολογοῦσι δέ τινες ὑπὸ Διὸς κτισθῆναι καὶ ἐν αὐτῇ ἀπολιπεῖν τὴν
ἰδίαν γάζαν, οὕτω τῶν Περσῶν τὰ χρήματα καλούντων.
E. M. 494, 9: Καυλωνία ἐκ τοῦ Αὐλωνία κατὰ πλεονασμὸν τοῦ κ.
E. Or. 103, 6: μοχλός: ὁ Ἡρωδιανὸςπαρὰ τὸ ἔχω τὸ συνέχω,
ἐπεὶ καὶ Ὅμηρος ὀχῆα λέγει τὸν μοχλόν.
E. M. 724, 32: σπυρίς:πλεονασμός ἐστι τοῦ σἀπὸ τοῦ πυρός
πυρίς. Ἡρωδιανὸςλέγει, ὅτι τοὺς πυροὺς σπυροὺς λέγουσιν οἱ Συ-
ρακούσιοι. παρὰ τοὺς σπόρους.
E. M. 145, 53: Ἄρνηπόλις Βοιωτίας· ἔστι δὲ καὶ Θεσσαλίας.
ἀπὸ Ἄρνης τῆς Αἰόλου· ὁ δὲ Κράτης φησὶ παρὰ τὸ ἄρνας. ἐπιτηδεία
γὰρ εἰς ἄρνας τρέφειν ἡ πόλις. καὶ οὐκ ἀπεικός. ὡς γὰρ αὐτός φησι,
καὶ τὴν Κῶν τὴν ἐπιτηδείαν πρὸς τὰ πρόβατα τοὺς ἐνοικοῦντας Κᾶρας
οὕτως ὀνομάζειν τῇ οἰκείᾳ φωνῇ. κῶν γὰρ τὸ πρόβατον ὠνόμασαν.
οὕτω καὶ τὴν Ἄρνην. καὶ γὰρ αὕτη εὔαρνος· ὥστε τὴν μὲν Ἄρνην ἀπὸ
τῆς συγκεκομμένης γενικῆς ὠνομάσθαι, τὴν δὲ Ἀρήνην ἀπὸ τῆς ἐντε-
λοῦς τῆς ἀρῆνος. καλεῖται δὲ καὶ Τάρνη, ὡς λέγει Ἡρωδιανὸς ἐν
τῷ περὶ παθῶν.
αὐτὸς καὶ τοῦτο διὰ ἄγνοιαν τοῦ πάθους· ὅθεν ἱστορίαν δίδωσι διεψευ-
σμένην. ἡ αὐτὴ οὖν Κρῖσα καὶ Κίρρα. περὶ παθῶν.
E. M. 287, 50: δρίφος: δρίφος Συρακούσιοι «φέρ' ὦ τὸν δρίφον»,
δίφορος γὰρ καὶ δίφρος καὶ δρίφος.
E. M. 205, 3: βόρμος: βρόμος καὶ καθ' ὑπέρθεσιν βόρμος καὶ βόρ-
μοξ. ἔστι δὲ τροφὴ τετραπόδων.
κοκρύδες· παρὰ τὸ κρόκη γίνεται κροκύς κροκύδες καὶ καθ'
ὑπέρθεσιν κοκρύδες. Ἐπίχαρμος τὴν χρῆσιν.
Zon. 1264: Κύρβαντες: Ἡρωδιανὸςπαρὰ τὸ κρύβειν Κρύβαντες
καὶ Κύρβαντες, ὅθεν καὶ κυρβασία καὶ κρυβασία.
λιγύκρυτον (?)· πάλιν (?) παρ' Ἀλκμᾶνι ἔχει (ἡ
χρῆσις?) ἀντὶ τοῦ λιγύκυρτον (?) μεταθέσει τοῦ ρ.
St. B. 528, 10: Πνύξ τὸ παρ' Ἀθηναίοις δικαστήριον,
ὅπερ ἀπὸ τοῦ δέκομαι Ἰωνικοῦ ἐστι τοῦ σημαίνοντος τὸ δέχομαι. ἀμ-
φότερα διὰ διφθόγγου τῷ λόγῳ τοῦ Πηνελόπεια.
πλεῖστος:ει.
πλείων:ει· εἴρηται γὰρ καὶ πλέον· καὶ ἄλλως τῷ κανόνι τῶν
συγκριτικῶν.
πλειών:σημαίνει δὲ τὸν ἐνιαυτόν. διὰ τῆς ειδιφθόγγου γρά-
φεται· παρὰ γὰρ τὸ πλεῖον τὸ σημαῖνον τὸ πλῆρες γέγονεν οἱονεὶ ὁ
πλήρης χρόνων. τὸ δὲ πλεῖον ἐδείχθη διὰ τῆς ειδιφθόγγου γραφό-
μενον.
πλευμονίανόσος ἡ ἐρωτική et πνεύμων ὁ πνεύματος αἴτιος.
Πλημμύριονἡ ἄκρα παρὰ Συρακούσας. ι.
πλοχμοίπλόκαμοι.
πλῴζωἔχει τὸ ι. σημαίνει δὲ τὸ πλωΐζω. ὥσπερ γὰρ ἀπὸ τοῦ
λέπω γίνεται λεπίζω, οὕτω καὶ ἀπὸ τοῦ πλώω πλωΐζω καὶ κατὰ συναί-
ρεσιν πλῴζω. ἢ ὥσπερ ἀπὸ τοῦ λέγω λόγος, οὕτω ἀπὸ τοῦ πλέω
γίνεται πλόος, ἐξ οὗ πλοΐζω ὡς ἄνθρωπος ἀνθρωπίζω καὶ κατὰ συναί-
ρεσιν πλῴζω ὡς χροΐζω χρωΐζω χρῴζω.
πνίγω:ι, ἐπειδὴ ὁ παρακείμενος πέπνιγά ἐστι καὶ οὐ πέπνοιγα.
πόαποία.
E. Orion. 89, 4: ὄρχαμος παρὰ τὴν ἀρχὴν ἄρχαμος καὶ ὄρχαμος.
Arcad. 65, 2, Theogn. 67, Il. Pr. Β 847 et St. B. Γερηνία et
p. 203, 22 et 325, 6: τὰ εἰς ηνοςπαρώνυμα κατὰ τροπὴν γένους
θηλυκοῦ εἰς τὴν εἰς οςκατάληξιν γενόμενα προπαροξύνεται, Ὑπήνη
Ὕπηνος, Μυκήνη Μύκηνος, Κυλλήνη Κύλληνος καὶ τὰ παρὰ γενικῆς
ἀναπεμφθέντα, Τροίζηνος «υἱὸς Τροιζήνοιο». ἀπὸ γὰρ γενικῆς τῆς
Τροιζῆνος ἐγένετο εὐθεῖα ἔθει ποιητικῷ. οὕτω καὶ ὁ Γέρην τοῦ Γέρη-
νος ὁ Γέρηνος. Ἡσίοδος ἐν αʹ καταλόγων «κτεῖνε δὲ Νηλῆος ταλασί-
φρονος υἱέας ἐσθλοὺς ἕνδεκα, δωδέκατος δὲ Γερήνιος ἱππότα Νέστωρ
ξεῖνος ἐὼν ἐΤύχησε παρ' ἱπποδάμοισι Γερήνοις». καὶ αὖθις «Νέστωρ
οἶος ἄλυξεν ἐν ἀνθεμόεντι Γερήνῳ». τὰ δὲ παρὰ Συρακουσίοις παρα-
γόμενα καθ' ὁμοιωματικὴν σημασίαν προπερισπᾶται τοσσῆνος, τοιῆνος.
E. M. 793, 45: τὰ εἰς ινοςκύρια ἢ ἐθνικὰ ἢ προσηγορικὰ εἰ ἀπὸ
ὀνόματος παραχθῶσιν, ἢ ἀπὸ εὐθείας ἢ γενικῆς παράγονται, φίλος
Φιλῖνος, ἀγαθός Ἀγαθῖνος, πάλλακος Παλλακῖνος.
Arc. 65, 24: τὰ διὰ τοῦ εινοςὑπερδισύλλαβα ἁπλᾶ παρώνυμα
ὀξύνεται, φαεινός, σκοτεινός, ἀλγεινός, βορεινός, ταπεινός.
Arc. 66, 4: τὸ μόσυνος ἀπὸ γενικῆς μετήχθη.
δὲ Δολιχίστης Δολιχιστεύς.
Δύμη πόλις Ἀχαΐας. ὁ πολίτης Δυμαῖος. Ἔφορος κδʹ «παρα-
γινομένης δὲ τῆς στρατιᾶς εἰς τὴν Δύμην, πρῶτον μὲν οἱ Δυμαῖοι
καταπλαγέντες». καὶ Παυσανίας ζʹ (17, 6) «Οἰβώτᾳ ἀνδρὶ Δυμαίῳ
σταδίου μὲν ἀνελομένῳ νίκην» καὶ πάλιν (17, 9) «Δυμαίοις μέν ἐστιν
Ἀθηνᾶς ναὸς καὶ ἄγαλμα». καὶ ἐν τῷ ηʹ (1, 2) «τὰ δὲ πρὸς Ἀχαΐαν
Δυμαίων εἰσὶν ὅμοροι». καὶ Ἀπολλόδωρος ἢ ὁ τὰ τούτου ἐπιτεμνό-
μενος «τὴν δὲ χώραν ἔχουσι Δυμαῖοι». καὶ Φίλιστος Σικελικῶν αʹ «ἐπὶ
τῆς ὀλυμπιάδος ἣν Οἰβώτας ὁ Δυμαῖος ἐνίκα στάδιον». καὶ Ἀπολλό-
δωρος ἐν χρονικῶν αʹ «πόλεμος ἐνέστη τοῖς τε Δυμαίοις ὅθεν ...» καὶ
Θεόπομπος μʹ «προστάται δὲ τῆς πόλεως ἦσαν τῶν μὲν Συρακοσίων
Ἄθηνις καὶ Ἡρακλείδης, τῶν δὲ μισθοφόρων Ἀρχέλαος ὁ Δυμαῖος».
τὸ θηλυκὸν Δυμαία. Εὐφορίων «ἥ τις ἔχεις κληῖδας ἐπιζεφύροιο Δυ-
μαίης» διὰ τὸ πρὸς δύσιν ἐπιζέφυρον κεῖσθαι λέγων. λέγεται καὶ Δύ-
μιοςὡς Βοίβη Βοίβιος. Ἀντίμαχος ἐν εʹ Θηβαΐδος
ἐν δέ νυ τοῖσι μάλα πρόφρων ἐπίκουρος ἀμορβέων
ὡμίλησ', εἵως διεπέρσατε Δύμιον ἄστυ.
Δωδώνη. τῆς Δωδώνης τὸ ἐθνικὸν Δωδωναῖος. Ἑκαταῖος Εὐ-
467
Στράβων γωγραφικά
Book 5, Chap. 4, sec. 2, line 13
Στράβων γωγραφικά
Book 6, Chap. 2, sec. 3, line 33
Εὔμοιρε [Σ]υρακ[οσίω]ν
ἱπποδινήτων στρατα[γ]έ,
γνώσῃ μὲν [ἰ]οστεφάνων
Μοισᾶν γλυκ[ύ]δωρον ἄγαλμα, τῶν γε νῦν
αἴ τις ἐπιχθονίων, ὀρ-
θῶς· φρένα δ' εὐθύδικ[ο]ν
ἀτρέμ' ἀμπαύσας μεριμνᾶν
484
Κύπριδος θελξιμβρότου.»
Λευκώλενε Καλλιόπα,
στᾶσον εὐποίητον ἅρμα
αὐτοῦ· Δία τε Κρονίδαν
ὕμνησον Ὀλύμπιον ἀρχαγὸν θεῶν,
τόν τ' ἀκαμαντορόαν Ἀλ-
φεόν, Πέλοπός τε βίαν,
καὶ Πίσαν ἔνθ ὁ κλεεννὸς
[πο]σσὶ νικάσας δρόμῳ
[ἦλθ]εν Φερένικος ἐςεὐπύργους Συρα-
κόσσας Ἱέρωνι φέρων
[εὐδ]αιμονίας πέταλον.
[Χρὴ] δ' ἀληθείας χάριν
αἰνεῖν, φθόνον ἀμφ[οτέραι-]
[σιν] χερσὶν ἀπωσάμενον,
εἴ τις εὖ πράσσοι βροτῶ[ν.]
Βοιωτὸς ἀνὴρ τᾶδε φών[ησεν, γλυκειᾶν]
Ἡσίοδος πρόπολος
Μουσᾶν, ὃν ἂνἀθάνατοι τι[μῶσι, τούτῳ]
καὶ βροτῶν φήμαν ἕπ[εσθαι.]
[Ι]ΕΡΩΝΙ [ΣΥ]ΡΑΚοΣΙΩΙ
Μήπω λιγυαχ̣[έα––]
βάρβιτον· μέλλ[ω π]ολ̣[υ––⏑––]
ἄνθεμον Μουσᾶ[ν Ἱ]έρων[ι⏑–] ξαν-
θαῖσιν ἵπποις
[ἱμ]ερόεν τελέσας [κα]ὶ
συμπόταις ἄνδρεσσι π[έμπειν
Αἴ]τναν ἐς ἐύκτιτον, εἰ κ[αὶ
πρ]όσθεν ὑμνήσας τὸν [–––⏑––
πο]σσὶ λαιψ[η]ρο[ῖ]ς Φερ[ένικον ἐπ' Ἀ]λφ[ει]-
ῷ τε ν[ί]καν
485
ΦΟΡΜΟΦΟΡΟΙ.
(2) λέγει δὲ ὅτι οὐδὲν γίνεται οὐδὲ φθείρεται οὐδὲ κινεῖται καὶ ὅτι ἓν τὸ πᾶν
ἐστιν ἔξω μεταβολῆς. φησὶ δὲ καὶ τὸν θεὸν εἶναι ἀίδιον καὶ ἕνα καὶ ὅμοιον πάντηι
καὶ πεπερασμένον καὶ σφαιροειδῆ καὶ πᾶσι τοῖς μορίοις αἰσθητικόν. (3) τὸν
δὲ ἥλιον ἐκ μικρῶν πυριδίων ἀθροιζομένων γίνεσθαι καθ' ἑκάστην ἡμέραν, τὴν
δὲ γῆν ἄπειρον εἶναι καὶ μήτε ὑπ' ἀέρος μήτε ὑπὸ τοῦ οὐρανοῦ περιέχεσθαι. καὶ
ἀπείρους ἡλίους εἶναι καὶ σελήνας, τὰ δὲ πάντα εἶναι ἐκ γῆς. (4) οὗτος τὴν
θάλασσαν ἁλμυρὰν ἔφη διὰ τὸ πολλὰ μίγματα συρρέειν ἐν αὐτῆι. ὁ δὲ Μητρό-
δωρος [70 A 19] διὰ τὸ ἐν τῆι γῆι διηθεῖσθαι, τούτου χάριν γίνεσθαι ἁλμυράν.
(5) ὁ δὲ Ξενοφάνης μίξιν τῆς γῆς πρὸς τὴν θάλασσαν γίνεσθαι δοκεῖ καὶ τῶι χρό-
νωι ὑπὸ τοῦ ὑγροῦ λύεσθαι, φάσκων τοιαύτας ἔχειν ἀποδείξεις, ὅτι ἐν μέσηι γῆι
καὶ ὄρεσιν εὑρίσκονται κόγχαι, καὶ ἐν Συρακούσαις δὲ ἐν ταῖς λατομίαις λέγει εὑρῆ-
σθαι τύπον ἰχθύος καὶ φωκῶν, ἐν δὲ Πάρωι τύπον δάφνης ἐν τῶι Βάθει τοῦ λίθου,
ἐν δὲ Μελίτηι πλάκας συμπάντων τῶν θαλασσίων. (6) ταῦτα δέ φησι γενέσθαι,
ὅτε πάντα ἐπηλώθησαν πάλαι, τὸν δὲ τύπον ἐν τῶι πηλῶι ξηρανθῆναι. ἀναι-
ρεῖσθαι δὲ τοὺς ἀνθρώπους πάντας, ὅταν ἡ γῆ κατενεχθεῖσα εἰς τὴν θάλασσαν
πηλὸς γένηται, εἶτα πάλιν ἄρχεσθαι τῆς γενέσεως, καὶ ταύτην πᾶσι τοῖς κόσμοις
γίνεσθαι μεταβολήν.
487
Αίλιος Αριστείδης. ., Περὶ τοῦ πέμπειν βοήθειαν τοῖς ἐν Σικελίᾳ (0284: 029)
“Aristides, vol. 1”, Ed. Dindorf, W.Leipzig: Reimer, 1829, Repr. 1964.
Jebb page 364, line 1
Ὅτι δ' οὐδὲν ἔξω τῶν εἰωθότων οὐδ' ἀπὸ τῆς ἀν-
θρωπείας φύσεως ποιήσομεν, ἂν μὴ τοῖς ἀνηνύτοις προς-
καθεζώμεθα, ὀλίγων ἅμα καὶ ἐναργῶν ἀναμνήσθητε. οἶδα
μὲν γὰρ εἰς Θετταλίαν ποθ' ἡμᾶς στρατεύσαντας ὑπὲρ
τῶν Ὀρέστου πραγμάτων, ὡς οὐ προὐχώρει, πάλιν μετ'
ἐκείνου δεῦρ' ἀναστρέψαντας· οἶδα δὲ εἰς Οἰνιάδας Ἀκαρ-
νάνων διαβάντας, ὡς οὐκ ἦν ἑλεῖν, ἀναχωρήσαντας,
Περικλέους, οὐ Νικίου στρατηγοῦντος· οἶδα δὲ τὴν Βοιω-
τίαν οὐ μικροῦ σχόντας, ὥσπερ οὗτοι νῦν φασι τὰς Συ-
ρακούσας, ἀλλ' ἑλόντας πᾶσαν καὶ πάλιν ἐκλιπόντας, ὡς
ἐπλήγημεν, τὴν τῶν ληφθέντων ἐν τῇ μάχῃ σωτηρίαν
πλείονος ἀξίαν κρίναντας. καὶ μὴν καὶ Ἀχαΐαν γε καὶ
ἕτερα μέμνησθε ἀποδόντες Πελοποννησίοις ὑπὲρ εἰρήνης.
καίτοι ὅτε τῶν ἐκ τοῦ πολέμου πλεονεξιῶν ἑκόντες ἀπηλ-
λάττεσθ', ἵν' εἰρήνη γένοιτο, ἦ που ἐν αὐτοῖς γε τοῖς
τοῦ πολέμου πράγμασι καὶ ταῖς ἀνάγκαις εἰκὸς μὴ διπλοῦς
τοὺς κινδύνους ἐθέλειν προστίθεσθαι. οὗτοι δὲ καὶ διπλῶν
πέρα καὶ οὐκ ἐλάττους ἢ τὸ θαρρεῖν ἀφαιρεῖσθαι. σκέ-
ψασθε δὴ καὶ τόδε, ὅτι Λακεδαιμόνιοι καθ' ἕκαστον
Αίλιος Αριστείδης. ., Πρὸς Πλάτωνα περὶ ῥητορικῆς Jebb page 68, line 5
Αίλιος Αριστείδης. ., Πρὸς Πλάτωνα περὶ ῥητορικῆς Jebb page 78, line 13
Αίλιος Αριστείδης. ., Πρὸς Πλάτωνα περὶ ῥητορικῆς Jebb page 80, line 29
Αίλιος Αριστείδης. ., Πρὸς Πλάτωνα ὑπὲρ τῶν τεττάρων Jebb page 234, line 27
Αίλιος Αριστείδης. ., Ars rhetorica [Sp.] Book 1, Chap. 13, sec. 2, subsec. 1, line 36
Αίλιος Αριστείδης. ., Ars rhetorica [Sp.] Book 1, Chap. 13, sec. 2, subsec. 1, line 50
Αίλιος Αριστείδης. ., Ars rhetorica [Sp.] Book 2, Chap. 2, sec. 1, subsec. 17, line 8
Δίων Κάσσιος. Ρωμαϊκή ιστοριά. Book 15, Chap. 57, sec. 46a, line 4
θέντας τοὺς μὲν ἄνδρα ἀντ' ἀνδρὸς ἐκομίσατο, τοὺς δὲ καὶ χρη-
μάτων ἀπολύσασθαι συνέθετο. μὴ δεξαμένης δὲ τῆς βουλῆς τὸ
507
Δίων Κάσσιος. Ρωμαϊκή ιστοριά. Book 48, Chap. 17, sec. 6, line 3
Δίων Κάσσιος. Ρωμαϊκή ιστοριά. Book 66, Chap. 25, sec. 4, line 3
τούτου κατέπληξεν ὥστε καὶ τοὺς ἑαλωκότας τῶν Ῥωμαίων προῖκα αὖ-
θις ἀφεῖναι καὶ πρέσβεις πάλιν ὑπὲρ εἰρήνης ἀποστεῖλαι. ἐπεὶ δὲ οἱ
Ῥωμαῖοι περὶ τῆς εἰρήνης οὐδὲν ἀπεκρίναντο, ἀλλὰ καὶ τότε ἀπᾶραι
τῆς Ἰταλίας ἐκέλευον καὶ οὕτως αὐτοῖς διακηρυκεύεσθαι καὶ τὰς συμ-
μαχίδας αὐτῷ πόλεις κατέτρεχόν τε καὶ ᾕρουν, ἐν ἀμηχανίᾳ ἐγένετο,
πρὶν δὴ Συρακουσίων τινές (ἐτύγχανον δὲ ἐξ οὗ Ἀγαθοκλῆς ἐτελεύτησε
στασιάζοντες), ἐπεκαλέσαντο αὐτόν, παραδιδόντες οἱ καὶ ἑαυτοὺς καὶ
τὴν πόλιν. ἀναπνεύσας γὰρ ἐπὶ τούτῳ καὶ προσελπίσας πᾶσαν τὴν Σι-
κελίαν καταστρέψασθαι, τὸν μὲν Μίλωνα ἐν Ἰταλίᾳ κατέλιπεν, ἐν φυ-
λακῇ τόν τε Τάραντα καὶ τὰ ἄλλα ποιησόμενον, αὐτὸς δὲ ὡς διὰ
βραχέος ἐπανήξων ἀπέπλευσε. καὶ τῶν Συρακουσίων δεξαμένων αὐτὸν
καὶ πάντα αὐτῷ ἀναθεμένων μέγας ἐν βραχεῖ αὖθις ἐγένετο, ὥστε τοὺς
Καρχηδονίους φοβηθέντας μισθοφόρους ἐκ τῆς Ἰταλίας προσλαβεῖν. ἀλλὰ
ταχὺ πρὸς τοὐναντίον αὐτῷ περιέστη τὰ πράγματα τῷ τε πολλοὺς τῶν
ἐν τέλει τοὺς μὲν ἐξελάσαι, τοὺς δὲ διαφθεῖραι ὑποπτευομένους αὐτῷ.
μὴ δυναμένης, καὶ τῆς προσεδρείας ἀπόρου διὰ σπάνιν οὔσης σιτίων καὶ
διὰ νόσον τῆς στρατιᾶς, ἀπανέστη· καὶ οἱ Συρακούσιοι εἵποντο καὶ ἐς
λόγους τοῖς σκεδαννυμένοις ᾔεσαν, καὶ ἐσπείσαντο ἄν, εἰ καὶ ὁ Ἱέρων
συμβῆναι ἠθέλησεν. ὁ δὲ ὕπατος φρουρὰν ἐν τῇ Μεσσήνῃ καταλιπὼν
ἀπέπλευσεν εἰς τὸ Ῥήγιον.
Οἱ Ῥωμαῖοι δέ, ἐπεὶ τὰ Τυρσηνικὰ καθειστήκει καὶ τὰ ἐν τῇ
Ἰταλίᾳ ἀκριβῶς εἰρήνουν, τὰ δὲ τῶν Καρχηδονίων ἐπὶ πλέον συνίστατο,
ἄμφω τοὺς ὑπάτους ἐς τὴν Σικελίαν ἐκστρατεῦσαι ἐκέλευσαν. περαιω-
θέντες οὖν ὅ τε Μάξιμος Οὐαλλέριος καὶ Ὀτακίλιος Κράσσος, καὶ διὰ
τῆς νήσου ὁμοῦ τε καὶ διχῇ πορευόμενοι, πολλοὺς ὁμολογίᾳ παρεστή-
σαντο. ὡς δὲ τὰ πλείω ᾠκείωντο, πρὸς τὰς Συρακούσας ὥρμησαν. καὶ
ὁ Ἱέρων φοβηθεὶς διεκηρυκεύσατο σφίσι, τὰς πόλεις τε ἃς ἀφῄρηντο
ἀποδιδοὺς καὶ χρήματα ὑπισχνούμενος καὶ τοὺς αἰχμαλώτους ἐλευθερῶν.
καὶ ἔτυχεν ἐπὶ τούτοις σπονδῶν· οἱ γὰρ ὕπατοι ῥᾷον μετ' αὐτοῦ κατα-
στρέψασθαι τοὺς Καρχηδονίους ἐνόμισαν. συμβάντες δ' αὐτῷ πρὸς τὰς
λοιπὰς πόλεις ὑπὸ Καρχηδονίων φρουρουμένας ἐτράποντο. καὶ τῶν μὲν
ἄλλων ἀπεκρούσθησαν, Ἔγεσταν δ' ἑκουσίαν ἔλαβον. διὰ γὰρ τὴν πρὸς
Ῥωμαίους οἰκείωσιν οἱ ἐν αὐτῇ, ἀπὸ τοῦ Αἰνείου λέγοντες γεγονέναι,
προσεχώρησαν αὐτοῖς, τοὺς Καρχηδονίους φονεύσαντες.
10. Καὶ οἱ μὲν ὕπατοι διὰ τὸν χειμῶνα εἰς τὸ Ῥήγιον ἀπῆραν,
Καρχηδόνιοι δὲ εἰς Σαρδὼ τὸ πλεῖον ἐκόμισαν τοῦ στρατοῦ, ἵν' ἐκεῖθεν
Οἱ δ' ἐν τῇ Ῥώμῃ ὑπάτους εἵλοντο τὸν Φάβιον καὶ τὸν Μάρκελ-
λον. οἳ τὸν μὲν Ἀννίβαν τὴν νῦν Καλαβρίαν καλουμένην καὶ τὰ περὶ
αὐτὴν περιπορευόμενον τῷ Γράκχῳ τῷ πρὸ αὐτῶν ἄρξαντι ἐπέταξαν·
καὶ ὃς Ἄννωνα περὶ Βενεβεντὸν ἀπαντήσαντά οἱ ἐκ Βρεττίων ἐτρέψατο,
κἀντεῦθεν προϊὼν τόν τε Ἀννίβαν παρεφύλαττε καὶ τὰ τῶν ἀφεστηκό-
των ἐπόρθει, πόλεις τέ τινας ἀνεσώσατο· αὐτοὶ δὲ οἱ ὕπατοι πρὸς τὴν
Καμπανίαν ἐτράποντο, ἵν' αὐτὴν χειρωσάμενοι μηδὲν κατόπιν πολέμιον
ὑπολίπωσιν, οὕτω τε ἐπὶ τὸν Ἀννίβαν χωρήσωσιν. εἶτα διαιρεθέντες
Φάβιος μὲν τά τε ἐκείνων τά τε τοῦ Σαυνίου κατέτρεχε, Μάρκελλος δὲ
εἰς τὴν Σικελίαν ἐπεραιώθη καὶ τὰς Συρακούσας ἐπολιόρκει, προσχωρη-
σάσας μὲν αὐτῷ, εἶτ' ἀποστάσας δόλῳ τινῶν ὑπὸ ψευδοῦς ἀγγελίας.
καὶ δι' ἐλαχίστου ἂν αὐτὰς ἐχει-ρώσατο καὶ κατὰ γῆν καὶ κατὰ
θάλασσαν ἅμα προσβαλὼν τῷ
εὖ ἔχουσιν ὑπὸ μέθης συμβῆναι, καὶ τὴν πόλιν ἁλῶναι πλὴν τῆς Ἀχρα-
δίνης καὶ τῆς Νήσου καλουμένης. ὁ οὖν Μάρκελλος τά τε ἑαλωκότα
διήρπασε καὶ τοῖς μὴ ἁλοῦσι προσέβαλε, καὶ σὺν πόνῳ μὲν καὶ χρόνῳ,
ὅμως δ' οὖν καὶ τῶν λοιπῶν τῆς Συρακούσης ἐκράτησεν. ἐγκρατεῖς δὲ
τούτων οἱ Ῥωμαῖοι γενόμενοι ἄλλους τε πολλοὺς καὶ τὸν Ἀρχιμήδην
ἀπέκτειναν. διάγραμ-μα γάρ τι διαγράφων,
καὶ ἀκούσας τοὺς πο-λεμίους ἐφίστασθαι, “πὰρ κεφαλάν” ἔφη “καὶ μὴ παρὰ γραμ-
μάν.” ἐπιστάντος δὲ αὐτῷ πολεμίου βραχύ τε ἐφρόντισε καὶ εἰ
ἐκεῖνο ὕδατος ἐξαίφνης πληρώσας ἐσήγαγε μὲν καὶ ἵππους καὶ ταύρους
καὶ ἄλλα τινὰ χειροήθη, δεδιδαγμένα πάνθ' ὅσα ἐπὶ τῆς γῆς πράτ-
τειν καὶ ἐν τῷ ὑγρῷ, ἐσήγαγε δὲ καὶ ἀνθρώπους ἐπὶ πλοίων. καὶ
οὗτοι μὲν ἐκεῖ, ὡς οἱ μὲν Κερκυραῖοι οἱ δὲ Κορίνθιοι ὄντες, ἐναυ-
μάχησαν, ἄλλοι δὲ ἔξω ἐν τῷ ἄλσει τῷ τοῦ Γαΐου τοῦ τε Λουκίου,
ὅ ποτε ὁ Αὔγουστος ἐπ' αὐτὸ τοῦτ' ὠρύξατο. καὶ γὰρ ἐνταῦθα τῇ
μὲν πρώτῃ ἡμέρᾳ μονομαχία τε καὶ θηρίων σφαγή, κατοικοδομηθείσης
σανίσι τῆς κατὰ πρόσωπον τῶν εἰκόνων λίμνης καὶ ἰκρία πέριξ λα-
βούσης, τῇ δὲ δευτέρᾳ ἱπποδρομία καὶ τῇ τρίτῃ ναυμαχία τρισχιλίων
ἀνδρῶν καὶ μετὰ τοῦτο καὶ πεζομαχία ἐγένετο· νικήσαντες γὰρ οἱ
Ἀθηναῖοι τοὺς Συρακουσίους (τούτοις γὰρ τοῖς ὀνόμασι χρησάμενοι
ἐναυμάχησαν) ἐπεξῆλθον ἐς τὸ νηΣίδιον, καὶ προσβαλόντες τείχει τινὶ
περὶ τὸ μνημεῖον πεποιημένῳ εἷλον αὐτό. ταῦτα μὲν ἐς ὄψιν ἥκοντα
καὶ ἐφ' ἑκατὸν ἡμέρας ἐγένετο, παρέσχε δέ τινα καὶ ἐς ὠφέλειαν
φέροντα αὐτοῖς· σφαιρία γὰρ ξύλινα μικρὰ ἄνωθεν ἐς τὸ θέατρον
ἐρρίπτει, σύμβολον ἔχοντα τὸ μὲν ἐδωδίμου τινὸς τὸ δὲ ἐσθῆτος
τὸ δὲ ἀργυροῦ σκεύους, ἄλλο χρυσοῦ ἵππων ὑποζυγίων βοσκημά-
των ἀνδραπόδων, ἃ ἁρπάσαντάς τινας ἔδει πρὸς τοὺς δοτῆρας αὐτῶν
ἀπενεγκεῖν καὶ λαβεῖν τὸ ἐπιγεγραμμένον. διατελέσας δὲ ταῦτα, καὶ
τῇ γε τελευταίᾳ ἡμέρᾳ καταδακρύσας ὥστε πάντα τὸν δῆμον ἰδεῖν,
οὐδὲν ἔτι μέγα ἔπραξεν, ἀλλὰ τῷ ἐπιγιγνομένῳ ἔτει, ἐπί τε τοῦ
518
ΣΥΡΑΚΟΣΙΟΣ
ΣΩΡΑΚΟΙ
Φείδιππος ἕτερός τις ταριχηγὸς ξένος
ΤΑΡΑΝΤΙΝΟΙ
ΣΥΝΤΡΟΦΟΙ.
ΣΩΡΑΚΟΙ.
ΣΥΡΑΚΟΣΙΟΣ.
ΤΑΡΑΝΤΙΝΟΙ.
ΠΟΛΕΙΣ
ἐν Συρακούσαις.
ARIST. Poet. 5. 1449b 5 τὸ δὲ μύθους ποιεῖν [ἀπέδωκεν] Ἐ. καὶ Φόρ-
μις· τὸ μὲν ἐξ ἀρχῆς ἐκ Σικελίας ἦλθε ... 3. 1448a 31 τῆς μὲν γὰρ κωμωιδίας οἱ Με-
γαρεῖς οἵ τε ἐνταῦθα ὡς ἐπὶ τῆς παρ' αὐτοῖς δημοκρατίας γενομένης καὶ οἱ ἐκ Σικε-
λίας [ἀντιποιοῦνται]· ἐκεῖθεν γὰρ ἦν Ἐπίχαρμος ὁ ποιητής, πολλῶι πρότερος
ὢν Χιωνίδου καὶ Μάγνητος.
DIOG. VIII 78 Ἐπίχαρμος Ἡλοθαλοῦς Κῶιος. καὶ οὗτος ἤκουσε Πυθαγόρου.
τριμηνιαῖος δ' ὑπάρχων ἀπηνέχθη τῆς Σικελίας εἰς Μέγαρα, ἐντεῦθεν δ' εἰς Συρα-
κούσας, ὥς φησι καὶ αὐτὸς ἐν τοῖς συγγράμμασιν. καὶ αὐτῶι ἐπὶ τοῦ ἀνδριάντος
ἐπιγέγραπται τόδε·
Κῶιον ἀνέγραψαν τῶν μετὰ Κάδμου εἰς Σικελίαν μετοικησάντων, ἄλλοι Σάμιον,
ἄλλοι Μεγάρων τῶν ἐν Σικελίαι. ἦν δὲ πρὸ τῶν Περσικῶν [480] ἔτη ἓξ διδάσκων
ἐν Συρακούσαις.
ARIST. Poet. 5. 1449b 5 τὸ δὲ μύθους ποιεῖν [ἀπέδωκεν] Ἐ. καὶ Φόρ-
μις· τὸ μὲν ἐξ ἀρχῆς ἐκ Σικελίας ἦλθε ... 3. 1448a 31 τῆς μὲν γὰρ κωμωιδίας οἱ Με-
γαρεῖς οἵ τε ἐνταῦθα ὡς ἐπὶ τῆς παρ' αὐτοῖς δημοκρατίας γενομένης καὶ οἱ ἐκ Σικε-
λίας [ἀντιποιοῦνται]· ἐκεῖθεν γὰρ ἦν Ἐπίχαρμος ὁ ποιητής, πολλῶι πρότερος
ὢν Χιωνίδου καὶ Μάγνητος.
DIOG. VIII 78 Ἐπίχαρμος Ἡλοθαλοῦς Κῶιος. καὶ οὗτος ἤκουσε Πυθαγόρου.
τριμηνιαῖος δ' ὑπάρχων ἀπηνέχθη τῆς Σικελίας εἰς Μέγαρα, ἐντεῦθεν δ' εἰς Συρα-
κούσας, ὥς φησι καὶ αὐτὸς ἐν τοῖς συγγράμμασιν. καὶ αὐτῶι ἐπὶ τοῦ ἀνδριάντος
ἐπιγέγραπται τόδε·
εἴ τι παραλλάσσει φαέθων μέγας ἅλιος ἄστρων
καὶ πόντος ποταμῶν μείζον' ἔχει δύναμιν,
φαμὶ τοσοῦτον ἐγὼ σοφίαι προέχειν Ἐπίχαρμον,
ὃν πατρὶς ἐστεφάνωσ' ἅδε Συρακοσίων.
οὗτος ὑπομνήματα καταλέλοιπεν ἐν οἷς φυσιολογεῖ, γνωμολογεῖ, ἰατρολογεῖ.
καὶ παραστιχίδια γε ἐν τοῖς πλείστοις τῶν ὑπομνημάτων πεποίηκεν, οἷς διασαφεῖ
ὅτι ἑαυτοῦ ἐστι τὰ συγγράμματα. βιοὺς δ' ἔτη ἐνενήκοντα κατέστρεψεν.
DIOMED. Gr. p. 489 K. (p. 58, 170 Kaib.) sunt qui velint Epichar-
mum in Co insula exulantem primum hoc carmen frequentasse et sic a
γαρεῖς οἵ τε ἐνταῦθα ὡς ἐπὶ τῆς παρ' αὐτοῖς δημοκρατίας γενομένης καὶ οἱ ἐκ Σικε-
λίας [ἀντιποιοῦνται]· ἐκεῖθεν γὰρ ἦν Ἐπίχαρμος ὁ ποιητής, πολλῶι πρότερος
ὢν Χιωνίδου καὶ Μάγνητος.
DIOG. VIII 78 Ἐπίχαρμος Ἡλοθαλοῦς Κῶιος. καὶ οὗτος ἤκουσε Πυθαγόρου.
τριμηνιαῖος δ' ὑπάρχων ἀπηνέχθη τῆς Σικελίας εἰς Μέγαρα, ἐντεῦθεν δ' εἰς Συρα-
κούσας, ὥς φησι καὶ αὐτὸς ἐν τοῖς συγγράμμασιν. καὶ αὐτῶι ἐπὶ τοῦ ἀνδριάντος
ἐπιγέγραπται τόδε·
εἴ τι παραλλάσσει φαέθων μέγας ἅλιος ἄστρων
καὶ πόντος ποταμῶν μείζον' ἔχει δύναμιν,
φαμὶ τοσοῦτον ἐγὼ σοφίαι προέχειν Ἐπίχαρμον,
ὃν πατρὶς ἐστεφάνωσ' ἅδε Συρακοσίων.
οὗτος ὑπομνήματα καταλέλοιπεν ἐν οἷς φυσιολογεῖ, γνωμολογεῖ, ἰατρολογεῖ.
καὶ παραστιχίδια γε ἐν τοῖς πλείστοις τῶν ὑπομνημάτων πεποίηκεν, οἷς διασαφεῖ
ὅτι ἑαυτοῦ ἐστι τὰ συγγράμματα. βιοὺς δ' ἔτη ἐνενήκοντα κατέστρεψεν.
DIOMED. Gr. p. 489 K. (p. 58, 170 Kaib.) sunt qui velint Epichar-
mum in Co insula exulantem primum hoc carmen frequentasse et sic a
Coo comoediam dici.
523
ταγόρας τε καὶ Ἡράκλειτος καὶ Ἐμπεδοκλῆς καὶ τῶν ποιητῶν οἱ ἄκροι τῆς ποιή-
σεως ἑκατέρας, κωμωιδίας μὲν Ἐπίχαρμος, τραγωιδίας δὲ Ὅμηρος.
Ath. IV 164C [II 345 K.]
Ὀρφεὺς ἔνεστιν, Ἡσίοδος, τραγωιδίαι, Χοιρίλος, Ὅμηρος ἔστ'
Ἐπίχαρμος, γράμματα παντοδαπά.
THEOCR. Ep. 18 Wil.
ἅ τε φωνὰ Δώριος χὡνὴρ ὁ τὰν κωμωιδίαν
εὑρὼν Ἐπίχαρμος·
ὦ Βάκχε χάλκεόν νιν ἀντ' ἀλαθινοῦ
τὶν ὧδ' ἀνέθηκαν
τοὶ Συρακούσσαις ἐνίδρυνται, πελωρίσται πόλει,
οἷ' ἀνδρὶ πολίται
σοφῶν ἔοικε (?) ῥημάτων μεμναμένους
τελεῖν ἐπίχειρα.
πολλὰ γὰρ ποττὰν ζόαν τοῖς παισὶν εἶπε χρήσιμα·
μεγάλα χάρις αὐτῶι.
PLIN. N. H. VII 192 Aristoteles [Peplos; fr. 501 Rose] X et VIII
[sc. litteras] priscas fuisse ... et duas ab Epicharmo additas QX quama
Palamede mavolt.
DIOG. I 42 Ἱππόβοτος δ' ἐν τῆι τῶν φιλοσόφων Ἀναγραφῆι· Ὀρφέα,
Λίνον, Σόλωνα, Περίανδρον, Ἀνάχαρσιν, Κλεόβουλον, Μύσωνα, Θαλῆν, Βίαντα,
φήνατο σωματικάς.
ΠλάτωνἈρίστωνος τρεῖς ἀρχάς,
τὸν θεὸν τὴν ὕλην τὴν ἰδέαν, ὑφ' οὗ
ἐξ οὗ πρὸς ὅ. ὁ δὲ θεὸς νοῦς ἐστι
τοῦ κόσμου, ἡ δὲ ὕλη τὸ ὑποκείμενον
γενέσει καὶ φθορᾷ, ἰδέα δὲ οὐσία
ἀσώματος ἐν τοῖς νοήμασι καὶ ταῖς
εἰ μὲν οὖν καὶ αὕτη μεταξὺ Λιβύης καὶ Ἀραβίας ἐστὶν ἡ γῆ ἢ κοιλοτέρα τῆς ἄλλης
ἁπάσης, δῶμεν ἀληθῆ λέγειν Ἔφορον· καίτοι τοσοῦτόν γε ψεύδεται, εἰπὼν
μὴ δεῖν ἄλλοθι ζητεῖν, μὴ γὰρ εἶναι ταὐτόν.
(85) τοσαῦτα δὲ ἡμῖν καὶ πρὸς τὴν Ἐφόρου
σοφίαν καὶ γνώμην καινὴν (p. 60, 15) εἰρήσθω, ὅτι καὶ μόνος ἧφθαί φησιν
τῆς ἀληθείας. ἥσθην δὲ θαλάττηι γλυκείαι Λιβύης ἐπέκεινα εἴσω ῥεούσηι
διὰ τοὺς ἐτησίας καὶ ταύτης καὶ κροκοδείλοις καὶ μύθοις Μασσαλιωτικοῖς
ἀντὶ τῶν Συβαριτικῶν. εἰ γὰρ μὴ συνίης, ὦ χαριέστατε Εὐθύμενες (V)
– εἰ ταῦτ' ἀληθῆ Ἔφορος λέγει σοὶ φάσκων δοκεῖν ...
STEPH. BYZ. s. Τύχη· πόλις Σικελίας πλησίον Συρακουσῶν.
Ἔφορος ἐν τῆι ιβνῆσον Τυχίαν φησίν.
HARPOKR. s. Σκῆψις· ... πόλις ἐστὶν ἐν Τροίαι, ἧς
μνημονεύουσιν ἄλλοι τε καὶ Ἔφορος ἐν τῆι ιε.
STEPH. BYZ. s. Ἔντελλα· πόλις Σικελίας. Ἔφορος ιϛ.
ἦσαν δ' οἱ οἰκοῦντες Καμπανοὶ τὸ γένος, σύμμαχοι Καρχηδονίων.
SCHOL. HM(ED) HOM. Od. γ 215: εἰπέ μοι ἠὲ ἑκὼν
ὑποδάμνασαι ἦ σέ γε λαοὶ ἐχθαίρουσ' ἀνὰ δῆμον ἐπισπόμενοι θεοῦ ὀμφῆι]
πολλάκις γὰρ μεθίστασαν τοὺς βασιλεῖς μαντείαις ἐπισπόμενοι. ἱστορεῖ
καὶ Ἔφορος ἐν τῆι ιϛ περὶ τοὺς θεούς. τούτωι συνωιδόν ἐστι τὸ ‘δεινὸν
δὲ γένος βασιλήιόν ἐστι κτείνειν· ἀλλὰ πρῶτα θεῶν εἰρώμεθα βουλάς’.
ἐλθεῖν φασι δὲ δεῦρο παρὰ Κίρκης ἐπανάγοντ' Ὀδυσσέα. ἐκ τῆς δὲ Κύμης τῆς πρὸς
Ἀόρνωι κειμένης κτίσιν κατὰ χρησμὸν ἔλαβεν ἡ Νεάπολις.
STRABON VI 2, 1: ἔνιοι δὲ ἁπλούστερον εἰρήκασιν, ὥσπερ
Ἔφορος, τόν γε περίπλουν (sc. τῆς Σικελίας) ἡμερῶν καὶ νυκτῶν πέντε.
– VI 2, 4: ἦσαν γὰρ τῶν βαρβάρων οἱ μὲν ἔνοικοι,
548
τινὲς δ' ἐκ τῆς περαίας ἐπήιεσαν. οὐδένα δὲ τῆς παραλίας εἴων οἱ Ἕλληνες
ἅπτεσθαι, τῆς δὲ μεσογαίας ἀπείργειν παντάπασιν οὐκ ἴσχυον, ἀλλὰ διε-
τέλεσαν μέχρι δεῦρο Σικελοὶ καὶ Σικανοὶ καὶ Μόργητες καὶ ἄλλοι τινὲς
νεμόμενοι τὴν νῆσον, ὧν ἦσαν καὶ Ἴβηρες, οὕσπερ πρώτους φησὶ τῶν
βαρβάρων Ἔφορος λέγεσθαι τῆς Σικελίας οἰκιστάς.
– VI 2, 2: αἱ δὲ μεταξὺ Κατάνης καὶ Συρακουσῶν
ἐκλελοίπασι, Νάξος καὶ Μέγαρα, ὅπου καὶ αἱ τῶν ποταμῶν ἐκβολαὶ
συνελθοῦσαι καὶ πάντα καταρρεόντων ἐκ τῆς Αἴτνης εἰς εὐλίμενα στόματα·
ἐνταῦθα δὲ καὶ τὸ τῆς Ξιφονίας ἀκρωτήριον. φησὶ δὲ ταύτας Ἔφορος
πρώτας κτισθῆναι πόλεις Ἑλληνίδας ἐν Σικελίαι, δεκάτηι γενεᾶι μετὰ τὰ
Τρωικά· τοὺς γὰρ πρότερον δεδιέναι τὰ ληιστήρια τῶν Τυρρηνῶν καὶ τὴν
ὠμότητα τῶν ταύτηι βαρβάρων, ὥστε μηδὲ κατ' ἐμπορίαν πλεῖν. Θεοκλέα
δ' Ἀθηναῖον παρενεχθέντα ἀνέμοις εἰς τὴν Σικελίαν κατανοῆσαι τήν τε
οὐδένειαν τῶν ἀνθρώπων καὶ τὴν ἀρετὴν τῆς γῆς, ἐπανελθόντα δὲ Ἀθη-
ναίους μὲν μὴ πεῖσαι, Χαλκιδέας δὲ τοὺς ἐν Εὐβοίαι συχνοὺς παραλαβόντα
καὶ τῶν Ἰώνων τινάς, ἔτι δὲ Δωριέων, ὧνοἱ πλείους ἦσαν Μεγαρεῖς,
δ' ἄποικοι τῶν Ὀπουντίων Λοκρῶν· ἔνιοι δὲ Λοκρῶν φασι τῶν ἐν Ὀζόλαις.
STRABON VI 1, 8: πρῶτοι δὲ νόμοις ἐγγραπτοῖς χρήσα-
σθαι πεπιστευμένοι εἰσί· καὶ πλεῖστον χρόνον εὐνομηθέντας Διονύσιος
ἐκπεσὼν ἐκ τῆς Συρακουσίων ἀνομώτατα πάντων διεχρήσατο ...... τῆς
δὲ τῶν Λοκρῶν νομογραφίας μνησθεὶς Ἔφορος, ἣν Ζάλευκος συνέταξεν ἔκ
τε τῶν Κρητικῶν νομίμων καὶ Λακωνικῶν καὶ ἐκ τῶν Ἀρεοπαγιτικῶν,
φησὶν ἐν τοῖς πρώτοις καινίσαι τοῦτο τὸν Ζάλευκον ὅτι τῶν πρότερον τὰς
ζημίας τοῖς δικασταῖς ἐπιτρεψάντων ὁρίζειν ἐφ' ἑκάστοις τοῖς ἀδικήμασιν,
ἐκεῖνος ἐν τοῖς νόμοις διώρισεν, ἡγούμενος τὰς μὲν γνώμας τῶν δικαστῶν
οὐχὶ τὰς αὐτὰς εἶναι περὶ τῶν αὐτῶν, δεῖν δὲ τὰς αὐτὰς εἶναι τὰς
ζημίας. ἐπαινεῖ δὲ καὶ τὸ ἁπλουστέρως περὶ [τῶν αὐτῶν] συμβολαίων
διατάξαι. Θουρίους δ' ὕστερον ἀκριβοῦν θέλοντας πέρα τῶν Λοκρῶν ἐνδο-
ξοτέρους μὲν γενέσθαι, χείρονας δέ· εὐνομεῖσθαι γὰρ οὐ τοὺς ἐν τοῖς νόμοις
ἅπαντα φυλαττομένους τὰ τῶν συκοφαντῶν, ἀλλὰ τοὺς ἐμμένοντας τοῖς
φησιν υἱὸν Ἰταλοῦ, καὶ τοὺς ἀνθρώπους ἐπὶ τούτου δυναστεύοντος ὀνομασθῆ-
ναι Σικελούς· ἐξαναστῆναι δ' ἐκ τῆς ἑαυτῶν τοὺς Λίγυας ὑπό τε Ὀμβρι-
κῶν καὶ Πελασγῶν. (5) Ἀντίοχος δὲ ὁ Συρακούσιος (III) χρόνον μὲν οὐ
δηλοῖ τῆς διαβάσεως, Σικελοὺς δὲ τοὺς μεταναστάντας ἀποφαίνει βιασθέν-
τας ὑπό τε Οἰνώτρων καὶ Ὀπικῶν, Στράτωνα δ' ἡγεμόνα τῆς ἀποικίας
ποιησαμένους. Θουκυδίδης (VI 2, 4) δὲ Σικελοὺς μὲν γράφει τοὺς μεταναστάν-
τας, Ὀπικοὺς δὲ τοὺς ἐκβαλόντας, τὸν δὲ χρόνον πολλοῖς ἔτεσι τῶν Τρωι-
κῶν ὕστερον. τὰ μὲν δὴ περὶ Σικελῶν λεγόμενα τῶν ἐξ Ἰταλίας μετενεγκαμέ-
νων τὴν οἴκησιν εἰς Σικελίαν ὑπὸ τῶν λόγου ἀξίων τοιάδε ἐστίν.
STEPH. BYZ. s. Φρίκιον· ὄρος ὑπὲρ Θερμοπυλῶν Λοκρικόν, ἀφ'
οὗ Φρίκανες καὶ Φρικανεῖς οἱ αὐτόθι οἰκήσαντες Αἰολεῖς, ὡς Ἑλλάνικος
ἐν Ἱερειῶν Ἥρας β.
ΜΑΡΤΥΡΕΣ
σῶν, Πόλλις δ' αὐτὸν ὁ Ἀργεῖος πρῶτος ἐπεσκεύασεν, ἀφ' οὗ καὶ τοὔ-
νομα, ἢ ἀπὸ τοῦ Συρακουσίων βασιλέως Πόλλιδος, ὡς Ἀριστοτέλης
(fg 585 R) λέγει. καὶ σίραιον δ' ἐκάλουν τὸν ἐκ γλεύκους ἡψημένον
γλυκύν, καὶ Θήραιον τὸν ἐκ Κρήτης. ἦν δέ τις καὶ μυρίνης οἶνος,
μύρῳ κεκραμένος· οἱ δὲ τὸν γλυκὺν οὕτως οἴονται κεκλῆσθαι. καὶ με-
λίκρατον δέ, τὸ νῦν οἰνόμελι. ἦ που δὲ καὶ τὸ νῦν ἕψημα ὀνομα-
ζόμενον, ὅπερ ἐστὶν οἶνος ἐξηψημένος εἰς γλυκύτητα· καὶ τοῦτ' ἄν τις
οἴοιτο εἰρημένον ἐν τῇ τοῦ Πλάτωνος τοῦ κωμικοῦ Συμμαχίᾳ,
De Archia et Myscello.
ἀναγεγραμμένους οὔτ' Ἀθηναίους ὄντας, ἀλλὰ Τήρην μὲν μέτ' ἐμοῦ στρατευόμενον
ἐφ' ὑμᾶς, Κερσοβλέπτην δὲ τοῖς παρ' ἐμοῦ πρεσβευταῖς ἰδίαι μὲν τοὺς ὅρκους ὀμόσαι
προθυμούμενον, κωλυθέντα δ' ὑπὸ τῶν ὑμετέρων στρατηγῶν ἀποφαινόντων αὐτὸν
Ἀθηναίων ἐχθρόν. (9) καίτοι πῶς ἐστὶ τοῦτ' ἴσον ἢ δίκαιον, ὅταν μὲν ὑμῖν συμφέρηι,
πολέμιον εἶναι φάσκειν αὐτὸν τῆς πόλεως, ὅταν δ' ἐμὲ συκοφαντεῖν βούλησθε, πολίτην
ἀποδείκνυσθαι τὸν αὐτὸν ὑφ' ὑμῶν· καὶ Σιτάλκου μὲν ἀποθανόντος, ὧι μετέδοτε τῆς
πολιτείας, εὐθὺς ποιήσασθαι πρὸς τὸν ἀποκτείναντα φιλίαν, ὑπὲρ δὲ Κερσοβλέπτου
596
πόλεμον αἴρεσθαι πρὸς ἡμᾶς; καὶ ταῦτα σαφῶς εἰδότας ὅτι τῶν λαμβανόντων τὰς
δωρεὰς τὰς τοιαύτας οὐδεὶς οὔτε τῶν νόμων οὔτε τῶν ψηφισμάτων οὐδὲν φροντίζει
τῶν ὑμετέρων. (10) οὐ μὴν ἀλλ' εἰ δεῖ πάντα τἄλλα παραλιπόντα συντόμως εἰπεῖν,
ὑμεῖς ἔδοτε πολιτείαν Εὐαγόραι τῶι Κυπρίωι καὶ Διονυσίωι τῶι Συρακοσίωι καὶ τοῖς
ἐκγόνοις τοῖς ἐκείνων. ἐὰν οὖν πείσητε τοὺς ἐκβαλόντας ἑκατέρους αὐτῶν ἀποδοῦναι
πάλιν τὰς ἀρχὰς τοῖς ἐκπεσοῦσι, κομίζεσθε καὶ παρ' ἐμοῦ τὴν Θράικην, ὅσης Τήρης
καὶ Κερσοβλέπτης ἦρχον. εἰ δὲ τοῖς μὲν ἐκείνων κρατήσασι μηδ' ἐγκαλεῖν ἀξιοῦτε
μηδέν, ἐμὲ δ' ἐνοχλεῖτε, πῶς οὐ δικαίως ὑμᾶς ἀμυνοίμην ἄν;
(11) περὶ μὲν οὖν τούτων πολλὰ λέγειν ἔχων ἔτι δίκαια, παραλιπεῖν προαι-
ροῦμαι· Καρδιανοῖς δέ φημι βοηθεῖν, γεγονὼς αὐτοῖς πρὸ τῆς εἰρήνης σύμμαχος,
οὐκ ἐθελόντων δ' ὑμῶν ἐλθεῖν εἰς κρίσιν, πολλάκις μὲν ἐμοῦ δεηθέντος, οὐκ ὀλιγάκις
δ' ἐκείνων· ὥστε πῶς οὐκ ἂν εἴην πάντων φαυλότατος, εἰ καταλιπὼν τοὺς συμμάχους
μᾶλλον ὑμῶν φροντίζοιμι τῶν πάντα μοι τρόπον ἐνοχλούντων ἢ τῶν βεβαίως μοι
Apollodorus Gramm., Fragmenta (0549: 005)“FHG 1”, Ed. Müller, K.Paris: Didot,
1853.Fragment 87, line 9
ἐν Φρυγίᾳ.
Schol. Pind. Ol. I, 35 ad verba, Δεσπόταν
Συρακόσιον ἱπποχάρμαν βασιλῆα:
Τότε γὰρ Ἱέρων ἦν Συρακούσιος,
καὶ οὐδὲ ἦν Αἰτναῖος, ὥς φησιν Ἀπολλόδωρος.
Schol. Pindari Ol. IX, 63: Πρωτογενείας ἄστει
... τῇ Ὀποῦντι λέγει· ἐκεῖ γάρ φησι Δευκαλίωνα καὶ
Πύῤῥαν οἰκῆσαι, ὧν θυγάτηρ Πρωτογένεια. Ἀπολλό-
δωρος (δὲ) φησὶν, οὐκ ἐν Ὀποῦντι, ἀλλ' ἐν Κύνῳ τὸν
Δευκαλίωνα καὶ τὴν Πύῤῥαν οἰκῆσαι.
Etymol. M.: Ἑλληνόπολις. Ἀπολλόδωρος· «Ἀτ-
ταλὸς ἐκ τῶν Ἑλληνίδων πόλεων οἰκήτορας συναγα-
γὼν, ἔκτισε πόλιν, καὶ ὠνόμασεν αὐτὴν Ἑλληνόπο
Αππιανός ιστορικός Libyca (0551: 009)“Appiani historia Romana, vol. 1”, Ed.
Viereck, P., Roos, A.G., Gabba, E.Leipzig: Teubner, 1939, Repr. 1962 (1st edn.
corr.).
Sec. 56, line 5
Περὶ σφαιροποιίας.
αἰτίαν ἔμαθον τῆς νόσου, καὶ ἔλεος πάντας εἰσῄει μειρακίου καλοῦ
κινδυνεύοντος ἀπολέσθαι διὰ πάθος ψυχῆς εὐφυοῦς.
Ἐνέστη νόμιμος ἐκκλησία. συγκαθεσθεὶς οὖν ὁ δῆμος τοῦτο
πρῶτον καὶ μ⌈όνον ἐβόα⌉ “καλὸς Ἑρμοκράτης, μέγας στρατηγός,
σῶζε Χαιρέαν· τοῦτο πρῶτον τῶν τροπαίων. ἡ πόλις μνηστεύεται
τοὺς γάμους σήμερον ἀλλήλων ἀξίων.” τίς ἂν μηνύσειε τὴν
ἐκκ̣λ̣η̣σ̣ί̣α̣ν̣ ἐκείνην, ἧς ὁ Ἔρως ἦν δημαγωγός; ἀνὴρ δὲ φιλόπατρις
Ἑρμοκράτης ἀντειπεῖν οὐκ ἠδυνήθη τῇ πόλει δεομένῃ. κατανεύ-
σαντος δὲ αὐτοῦ πᾶς ὁ δῆμος ἐξεπήδησε τοῦ θεάτρου, καὶ οἱ μὲν
νέοι ἀπῄεσαν ἐπὶ Χαιρέαν, ἡ βουλὴ δὲ καὶ οἱ ἄρχοντες ἠκολούθουν
Ἑρμοκράτει· παρῆσαν δὲ καὶ αἱ γυναῖκες αἱ Συρακοσίων ἐπὶ τὴν
οἰκίαν νυμφαγωγοῦσαι. ὑμέναιος ᾔδετο κατὰ πᾶσαν τὴν πόλιν·
μεσταὶ δὲ αἱ ῥῦμαι στεφάνων, λαμπάδων· ἐρραίνετο τὰ πρόθυρα
οἴνῳ καὶ μύροις. ἥδιον ταύτην τὴνἡμέραν ἤγαγον οἱ Συρακόσιοι
τῆς τῶν ἐπινικίων. ἡ δὲ παρθένος οὐδὲν εἰδυῖα τούτων ἔρριπτο ἐπὶ
605
οὐκ ἀπέλυεν ἑαυτόν, ἀλλὰ ἐπεθύμει θανάτου καὶ πάσας ὁδοὺς ἐμηχα-
νᾶτο τῆς τελευτῆς. Πολύχαρμος δὲ ὁρῶν ἄλλως ἀδύνατον ἑαυτῷ τὴν
σωτηρίαν “προδότα” φησὶ “τῆς νεκρᾶς, οὐδὲ θάψαι Καλλιρόην
περιμένεις; ἀλλοτρίαις χερσὶ τὸ σῶμα πιστεύεις; καιρός ἐστί σοι
νῦν ἐνταφίων ἐπιμελεῖσθαι πολυτελείας καὶ τὴν ἐκκομιδὴν κατασκευ-
άσαι βασιλικήν.” ἔπεισεν οὗτος ὁ λόγος· ἐνέβαλε γὰρ φιλοτιμίαν
καὶ φροντίδα. τίς ἂν οὖν ἀπαγγεῖλαι δύναιτο κατ' ἀξίαν τὴν ἐκκο-
μιδὴν ἐκείνην; κατέκειτο μὲν Καλλιρόη νυμφικὴν ἐσθῆτα περικειμένη
καὶ ἐπὶ χρυσηλάτου κλίνης μείζων τε καὶ κρείττων, ὥστε πάντες
εἴκαζον αὐτὴν Ἀριάδνῃ καθευδούσῃ. προῄεσαν δὲ τῆς κλίνης
πρῶτοι μὲν οἱ Συρακοσίων ἱππεῖς αὐτοῖς ἵπποις κεκοσμημένοι· μετὰ
τούτους ὁπλῖται φέροντες σημεῖα τῶν Ἑρμοκράτους τροπαίων· εἶτα
ἡ βουλὴ καὶ ἐν μέσῳ ὁ δῆμος, πάντες Ἑρμοκράτην δορυφοροῦντες.
ἐφέρετο δὲ καὶ Ἀρίστων ἔτι νοσῶν, θυγατέρα καὶ κυρίαν Καλλιρόην
ἀποκαλῶν. ἐπὶ τούτοις αἱ γυναῖκες τῶν πολιτῶν μελανείμονες· εἶτα
πλοῦτος ἐνταφίων βασιλικός· πρῶτος μὲν ὁ τῆς φερνῆς χρυσός τε
καὶ ἄργυρος· ἐσθήτων κάλλος καὶ κόσμος (συνέπεμψε δὲ Ἑρμοκράτης
606
ὑποδοχήν.
Ἔνθα δὴ Θήρων κώπας ἐκέλευσεν ἐκφέρειν καὶ μονὴν ποιεῖν τῇ
Καλλιρόῃ καὶ πάντα παρέχειν εἰς τρυφήν. ταῦτα δὲ οὐκ ἐκ φιλαν-
θρωπίας ἔπραττεν ἀλλ' ἐκ φιλοκερδίας, ὡς ἔμπορος μᾶλλον ἢ
δεινοῦ καὶ λέγων καὶ σιωπῶν “σοὶ” φησί, “δέσποτα, ἐρῶ μόνῳ
τὴν ἀλήθειαν.” ὁ δὲ Διονύσιος πάντας ἀποπέμψας “ἰδοὺ” φησὶ
“μόνοι γεγόναμεν. μηδὲν ἔτι ψεύσῃ, λέγε τἀληθὲς κἂν φαῦλον ᾖ.”
“φαῦλον μὲν” εἶπεν “οὐδέν ἐστιν, ὦ δέσποτα, μεγάλων γὰρ
ἀγαθῶν φέρω σοι διηγήματα· εἰ δὲ σκυθρωπότερά ἐστιν αὐτοῦ τὰ
πρῶτα, διὰ τοῦτο μηδὲν ἀγωνιάσῃς μηδὲ λυπηθῇς, ἀλλὰ περίμεινον,
ἕως οὗ πάντα ἀκούσῃς· χρηστὸν γὰρ ἔχει σοι τὸ τέλος.” μετέωρος
οὖν ὁ Διονύσιος πρὸς τὴν ἐπαγγελίαν γενόμενος καὶ ἀναρτήσας
ἑαυτὸν τῆς ἀκροάσεως “μὴ βράδυνε” φησὶν “ἀλλ' ἤδη διηγοῦ.”
τότ' οὖν ἤρξατο λέγειν “τριήρης ἐνθάδε κατέπλευσεν ἐκ Σικελίας
καὶ πρέσβεις Συρακοσίων παρὰ σοῦ Καλλιρόην ἀπαιτούντων.”
ἐξέθανεν ὁ Διονύσιος ἀκούσας καὶ νὺξ αὐτοῦ τῶν ὀφθαλμῶν κατε-
χύθη· φαντασίαν γὰρ ἔλαβεν ὡς ἐφεστηκότος αὐτῷ Χαιρέου καὶ
Καλλιρόην ἀποσπῶντος. ὁ μὲν οὖν ἔκειτο καὶ σχῆμα καὶ χρῶμα
νεκροῦ ποιήσας, Φωκᾶς δὲ ἐν ἀπορίᾳ καθειστήκει, καλέσαι μὲν
οὐδένα θέλων, ἵνα μή τις αὐτῷ μάρτυς γένηται τῶν ἀπορρήτων·
μόλις δὲ καὶ κατ' ὀλίγον αὐτὸς τὸν δεσπότην ἀνεκτήσατο “θάρρει”
λέγων, “Χαιρέας τέθνηκεν· ἀπόλωλεν ἡ ναῦς· οὐδεὶς ἔτι φόβος.”
ταῦτα τὰ ῥήματα ψυχὴν ἐνέθηκε Διονυσίῳ, καὶ κατ' ὀλίγον πάλιν
ἐν ἑαυτῷ γενόμενος ἀκριβῶς ἐπυνθάνετο πάντα, καὶ Φωκᾶς διηγεῖτο
τὸν ναύτην τὸν μηνύσαντα πόθεν ἡ τριήρης καὶ διὰ τίνα πλέουσι
παρασκευή, καί τις ἤδη τοῦ σώματος ἁπτόμενος αὐτοῦ “λέγε” φησὶ
“τοὔνομα τῆς γυναικός, ἣν αἰτίαν ὡμολόγησας εἶναί σοι τῶν κακῶν.”
“Καλλιρόην” εἶπεν ὁ Πολύχαρμος. ἔπληξε τοὔνομα Μιθριδάτην,
καὶ ἀτυχῆ τινα ἔδοξεν ὁμωνυμίαν τῶν γυναικῶν. οὐκέτ' οὖν
προθύμως ἤθελεν ἐξελέγχειν, δεδοικὼς μὴ καταστῇ ποτε εἰς ἀνάγκην
ὑβρίσαι τὸ ἥδιστον ὄνομα· τῶν δὲ φίλων καὶ τῶν οἰκετῶν εἰς
ἔρευναν ἀκριβεστέραν παρακαλούντων “ἡκέτω” φησὶ “Καλλιρόη.”
παίοντες οὖν τὸν Πολύχαρμον ἠρώτων τίς ἐστι καὶ πόθεν ἄγουσιν
αὐτήν. ὁ δὲ ἄθλιος ἐν ἀμηχανίᾳ γενόμενος καταψεύσασθαι μὲν
οὐδεμιᾶς ἤθελε· “τί δὲ μάτην” εἶπε “θορυβεῖσθε ζητοῦντες τὴν οὐ
παροῦσαν; Καλλιρόης ἐγὼ Συρακοσίας ἐμνημόνευσα, θυγατρὸς
Ἑρμοκράτους τοῦ στρατηγοῦ.” ταῦτα ἀκούσας ὁ Μιθριδάτης
ἐρυθήματος ἐνεπλήσθη καὶ ἵδρου τὰ ἔνδον, καί που καὶ δάκρυον
αὐτοῦ μὴ θέλοντος προέπεσεν, ὥστε καὶ τὸν Πολύχαρμον διασιωπῆ-
σαι καὶ πάντας ἀπορεῖν τοὺς παρόντας. ὀψὲ δὲ καὶ μόλις ὁ Μιθρι-
δάτης συναγαγὼν ἑαυτὸν “τί δὲ σοὶ” φησὶ “πρᾶγμα πρὸς Καλλιρόην
ἐκείνην, καὶ διατί μέλλων ἀποθνήσκειν ἐμνημόνευσας αὐτῆς;” ὁ δὲ
ἀπεκρίνατο “μακρὸς ὁ μῦθος, ὦ δέσποτα, καὶ πρὸς οὐδὲν ἔτι χρήσιμός
μοι. οὐκ ἐνοχλήσω δέ σοι ληρῶν ἀκαίρως, ἅμα δὲ καὶ δέδοικα μή,
ἐὰν βραδύνω, φθάσῃ με ὁ φίλος· θέλω δὲ αὐτῷ καὶ συναποθανεῖν.”
μὲν ἐπράθην διὰ σὲ καὶ ἔσκαψα καὶ σταυρὸν ἐβάστασα καὶ δημίου
χερσὶ παρεδόθην, σὺ δὲ ἐτρύφας καὶ γάμους ἔθυες ἐμοῦ δεδεμένου.
οὐκ ἤρκεσεν ὅτι γυνὴ γέγονας ἄλλου Χαιρέου ζῶντος, γέγονας δὲ καὶ
μήτηρ.” κλάειν ἤρξαντο πάντες καὶ μετέβαλε τὸ συμπόσιον εἰς
σκυθρωπὴν ὑπόθεσιν. μόνος ἐπὶ τούτοις Μιθριδάτης ἔχαιρεν, ἐλπίδα
τινὰ λαμβάνων ἐρωτικήν, ὡς δυνάμενος ἤδη καὶ λέγειν καὶ πράττειν
τι περὶ Καλλιρόης, ἵνα δοκῇ φίλῳ βοηθεῖν. “ἄρτι μὲν οὖν” ἔφη,
“νὺξ γάρ ἐστιν, ἀπίωμεν, τῇ δ' ὑστεραίᾳ νήφοντες βουλευώμεθα
περὶ τούτων· δεῖται γὰρ ἡ σκέψις σχολῆς μακροτέρας.” ἐπὶ τούτοις
ἀναστὰς διέλυσε τὸ συμπόσιον καὶ αὐτὸς μὲν ἀνεπαύετο καθάπερ ἦν
ἔθος αὐτῷ, τοῖς δὲ Συρακοσίοις νεανίσκοις θεραπείαν τε καὶ οἶκον
ἐξαίρετον ἀπέδειξε.
Νὺξ ἐκείνη φροντίδων μεστὴ πάντας κατελάμβανε καὶ οὐδεὶς
ἐδύνατο καθεύδειν· Χαιρέας μὲν γὰρ ὠργίζετο, Πολύχαρμος δὲ
παρεμυθεῖτο, Μιθριδάτης δὲ ἔχαιρεν ἐλπίζων ὅτι καθάπερ ἐν τοῖς
ἀγῶσι τοῖς γυμνικοῖς ἔφεδρος μένων μεταξὺ Χαιρέου τε καὶ Διονυ-
σίου αὐτὸς ἀκονιτὶ τὸ ἆθλον Καλλιρόην ἀποίσεται. τῆς δ' ὑστεραίας
προτεθείσης τῆς γνώμης ὁ μὲν Χαιρέας εὐθὺς ἠξίου βαδίζειν εἰς
Μίλητον καὶ Διονύσιον ἀπαιτεῖν τὴν γυναῖκα· μὴ γὰρ ἂν μηδὲ
Καλλιρόην ἐμμένειν ἰδοῦσαν αὐτόν· ὁ δὲ Μιθριδάτης “ἐμοῦ μὲν
ἕνεκα” φησὶν “ἄπιθι, βούλομαι γάρ σε μηδὲ μίαν ἡμέραν
616
πίστιν καὶ τὴν ἀνάγκην τοῦ γάμου διὰ τὴν γαστέρα καὶ τὴν Θήρωνος
ὁμολογίαν καὶ Χαιρέου πλοῦν ἐπὶ ζήτησιν τῆς γυναικὸς ἅλωσίν τε
αὐτοῦ καὶ πρᾶσιν εἰς Καρίαν μετὰ Πολυχάρμου τοῦ φίλου, καὶ ὡς
Μιθριδάτης ἐγνώρισε Χαιρέαν μέλλοντα ἀποθνήσκειν καὶ ὡς ἔσπευδεν
ἀλλήλοις ἀποδοῦναι τοὺς ἐρῶντας, φωράσας δὲ τοῦτο Διονύσιος ἐξ
ἐπιστολῶν διέβαλεν αὐτὸν πρὸς Φαρνάκην, ἐκεῖνος δὲ πρὸς βασιλέα,
βασιλεὺς δὲ ἀμφοτέρους ἐκάλεσεν ἐπὶ τὴν κρίσιν, – ταῦτα ἐν τῷ
πρόσθεν λόγῳ δεδήλωται· τὰ δὲ ἑξῆς νῦν διηγήσομαι.
Καλλιρόη μὲν γὰρ μέχρι Συρίας καὶ Κιλικίας κούφως ἔφερε τὴν
ἀποδημίαν· καὶ γὰρ Ἑλλάδος ἤκουε φωνῆς καὶ θάλασσαν ἔβλεπε
τὴν ἄγουσαν εἰς Συρακούσας· ὡς δ' ἧκεν ἐπὶ ποταμὸν Εὐφράτην,
μεθ' ὃν ἤπειρός ἐστι μεγάλη, ἀφετήριον εἰς τὴν βασιλέως γῆν τὴν
πολλήν, τότε ἤδη πόθος αὐτὴν ὑπεδύετο πατρίδος τε καὶ συγγενῶν
καὶἀπόγνωσις τῆς εἰς τοὔμπαλιν ὑποστροφῆς. στᾶσα δὲ ἐπὶ τῆς
ἠϊόνος καὶ πάντας ἀναχωρῆσαι κελεύσασα πλὴν Πλαγγόνος τῆς
μόνης πιστῆς, τοιούτων ἤρξατο λόγων·
“Τύχη βάσκανε καὶ μιᾶς γυναικὸς προσφιλονεικοῦσα πολέμῳ, σύ
με κατέκλεισας ἐν τάφῳ ζῶσαν, κἀκεῖθεν ἐξήγαγες οὐ δι' ἔλεον, ἀλλ'
ἵνα λῃσταῖς με παραδῷς. ἐμερίσαντό μου τὴν φυγὴν θάλασσα καὶ
Θήρων· ἡ Ἑρμοκράτους θυγάτηρ ἐπράθην καί, τὸ τῆς ἀφιλίας μοι
βαρύτερον, ἐφιλήθην, ἵνα ζῶντος Χαιρέου ἄλλῳ γαμηθῶ.
617
Κλήμης Αλεξανδρινός. . Stromata Book 1, Chap. 21, sec. 133, subsec. 2, line 5
ἔχουσι δύναμιν, ὥσθ' οἷόν τ' εἶναι καὶ τὰ μεγάλα ταπεινὰ ποιῆσαι
καὶ τοῖς μικροῖς περιθεῖναι μέγεθος, καὶ τὰ παλαιὰ καινῶς εἰπεῖν
καὶ περὶ τῶν νεωστὶ γεγενημένων ἀρχαίως διελθεῖν.” οὐκοῦν,
φησί τις, Ἰσόκρατες, οὕτως μέλλεις καὶ τὰ περὶ Λακεδαιμονίων
καὶ Ἀθηναίων ἐναλλάττειν; σχεδὸν γὰρ τὸ τῶν λόγων ἐγκώμιον
ἀπιστίας τῆς καθ' αὑτοῦ τοῖς ἀκούουσι παράγγελμα καὶ προοίμιον
ἐξέθηκε. μήποτ' οὖν ἄρισται τῶν ὑπερβολῶν, ὡς καὶ ἐπὶ τῶν
σχημάτων προείπομεν, αἱ αὐτὸ τοῦτο διαλανθάνουσαι ὅτι εἰσὶν
ὑπερβολαί. γίνεται δὲ τὸ τοιόνδε ἐπειδὰν ὑπὸ ἐκπαθείας μεγέθει
τινὶ συνεκφωνῶνται περιστάσεως, ὅπερ ὁ Θουκυδίδης ἐπὶ τῶν
ἐν Σικελίᾳ φθειρομένων ποιεῖ. “οἵ τε γὰρ Συρακούσιοι” φησίν
“ἐπικαταβάντες τοὺς ἐν τῷ ποταμῷ μάλιστα ἔσφαζον, καὶ τὸ
ὕδωρ εὐθὺς διέφθαρτο· ἀλλ' οὐδὲν ἧσσον ἐπίνετο ὁμοῦ τῷ πηλῷ
ᾑματωμένον καὶ τοῖς πολλοῖς ἔτι ἦν περιμάχητον.” αἷμα καὶ
πηλὸν πινόμενα ὅμως εἶναι περιμάχητα ἔτι ποιεῖ πιστὸν ἡ τοῦ
πάθους ὑπεροχὴ καὶ περίστασις. καὶ τὸ Ἡροδότειον ἐπὶ τῶν ἐν
Θερμοπύλαις ὅμοιον. “ἐν τούτῳ” φησίν “ἀλεξομένους μαχαί-
ρῃσιν, ὅσοις αὐτῶν ἔτι ἐτύγχανον περιοῦσαι, καὶ χερσὶ καὶ
στόμασι κατέχωσαν οἱ βάρβαροι βάλλοντες.” ἐνταῦθ' οἷόν ἐστι
τὸ καὶ στόμασι μάχεσθαι πρὸς ὡπλισμένους καὶ ὁποῖόν τι τὸ
κατακεχῶσθαι βέλεσιν ἐρεῖς, πλὴν ὅμως ἔχει πίστιν·
οὕτως.»
ATHEN. X 47 p. 435 E F: ἔπινε δὲ πλεῖστον καὶ
Νυσαῖος ὁ τυραννήσας Συρακοσίων καὶ Ἀπολλοκράτης· Διονυσίου δὲ τοῦ
προτέρου οὗτοι υἱοί, ὡς ὁ Θεόπομπος ἱστορεῖ ἐν τῆι μκἀν τῆι ἑξῆς τῶν
Ἱστοριῶν. γράφει δὲ οὕτως περὶ τοῦ Νυσαίου· «Νυσαῖος ὁ τυραν-
νήσας ὕστερον Συρακοσίων ὥσπερ ἐπὶ θανάτωι συνει-
λημμένος καὶ προειδὼς ὅτι μῆνας ὀλίγους ἤμελλε ἐπι-
βιώσεσθαι γαστριζόμενος καὶ μεθύων διῆγεν.»
STEPH. BYZ. s. Μερούσιον· χωρίον Σικελίας, ὡς Θεό-
πομπος Φιλιππικῶν λθ. οἱ οἰκήτορες ὁμοίως Μερούσιοι· καὶ Μερόεσσα ἡ
Ἄρτεμις. ἀπέχει δὲ ὁ τόπος Συρακουσῶν στάδια ἑβδομήκοντα. τινὲς δὲ
ἀπὸ Μερόης τῆς Αἰθιοπίας.
STEPH. BYZ. s. Ξιφωνία· πόλις Σικελίας. Θεόπομπος
Φιλιππικῶν λθ.
– – s. Ὑδροῦς· φρούριον. ἀρσενικῶς. Θεόπομπος
λθΦιλιππικῶν.
ATHEN. XII 51 p. 536 B C: ἐτρύφησεν δὲ καὶ Φάραξ ὁ
Λακεδαιμόνιος, ὡς Θεόπομπος ἐν τῆι τεσσαρακοστῆι ἱστορεῖ· καὶ ταῖς ἡδοναῖς
οὕτως ἀσελγῶς ἐχρήσατο καὶ χύδην ὥστε πολὺ μᾶλλον διὰ τὴν δίαιταν
αὐτὸν ὑπολαμβάνεσθαι Σικελιώτην ἢ διὰ τὴν πατρίδα Σπαρτιάτην.
– VI 20 p. 231 E – 232 B: καὶ τὰ ἐν Δελφοῖς δὲ
631
τρίποδα καὶ Νίκην χρυσοῦ πεποιημένα ἀναθέντος καθ' οὓς χρόνους Ξέρξης
ἐπεστράτευε τῆι Ἑλλάδι, τοῦ δ' Ἱέρωνος τὰ ὅμοια. λέγει δ' οὕτως ὁ Θεόπομ-
πος· «ἦν γὰρ τὸ παλαιὸν τὸ ἱερὸν κεκοσμημένον χαλκοῖς
ἀναθήμασιν, οὐκ ἀνδριᾶσιν, ἀλλὰ λέβησι καὶ τρίποσι
χαλκοῦ πεποιημένοις. Λακεδαιμόνιοι μὲνοὖν χρυ-
σῶσαι βουλόμενοι τὸ πρόσωπον τοῦ ἐν Ἀμύκλαις Ἀπόλ-
λωνος καὶ οὐχ εὑρίσκοντες ἐν τῆι Ἑλλάδι χρυσίον πέμ-
ψαντες εἰς θεοῦ ἐπηρώτων τὸν θεὸν παρ' οὗ χρυσίον
πρίαιντο. ὁ δ' αὐτοῖς ἀνεῖλεν παρὰ Κροῖσον τὸν Λυδὸν
πορευθέντας ὠνεῖσθαι παρ' ἐκείνου. καὶ οἱ πορευ-
θέντες [παρὰ Κροίσου] ὠνήσαντο. Ἱέρων δ' ὁ Συρακόσιος
βουλόμενος ἀναθεῖναι τῶι θεῶι τὸν τρίποδα καὶ τὴν
Νίκην ἐξ ἀπέφθου χρυσοῦ ἐπὶ πολὺν χρόνον ἀπορῶν
χρυσίου ὕστερον ἔπεμψε τοὺς ἀναζητήσοντας εἰς τὴν
Ἑλλάδα· οἵτινες μόλις ποτ' εἰς Κόρινθον ἀφικόμενοι
καὶ ἐξιχνεύσαντες εὗρον παρ' Ἀρχιτέλει τῶι Κορινθίωι,
ὃς πολλῶι χρόνωι συνωνούμενος κατὰ μικρὸν θησαυροὺς
εἶχεν οὐκ ὀλίγους. ἀπέδοτο γοῦν τοῖς παρὰ τοῦ Ἱέρωνος
ὅςον ἠβούλοντο, καὶ μετὰ ταῦτα πληρώσας καὶ τὴν
ἑαυτοῦ χεῖρα ὅσον ἠδύνατο χωρῆσαι ἐπέδωκεν αὐτοῖς.
ἀνθ' ὧν Ἱέρων πλοῖον σίτου καὶ ἄλλα πολλὰ δῶρα
φησι τοὺς ὑπ' ἐνίων μετρητάς· Λυσανίας δέ φησι τὸν ἀμφιφορέα ὑπὸ Ἀθηναίων
ἀμφορέα καλεῖσθαι.
SCHOL. ARISTOPH. Wesp. 525: ἔθος δὲ ἦν, ὁπότε μέλλοι ἡ τράπεζα
αἴρεσθαι, ἀγαθοῦ δαίμονος ἐπιρροφεῖν, ὡς Θεόπομπός φησιν. ὁ δὲ Ἀπολλόδωρος
(244 F 215) ....
STEPH. BYZ. s. Χαιρώνεια· ... κέκληται ἀπὸ Χαίρωνος .....
τοῦτον δὲ μυθολογοῦσιν Ἀπόλλωνος καὶ Θηροῦς, ὡς Ἑλλάνικος ἐν βἹερειῶν Ἥρας
(4 F 81) «Ἀθηναῖοι καὶ οἱμετ' αὐτῶν ἐπὶ τοὺς ὀρχομενί-
ζοντας τῶν Βοιωτῶν ἐπερχόμενοι καὶ Χαιρώνειαν πόλιν Ὀρχο-
μενίων εἷλον.»
SUID. s. λοπάς· παρὰ Συρακουσίοις τὸ τήγανον· παρὰ δὲ Θεο-
πόμπωι ἡ σορός, καὶ παρὰ τοῖς κωμικοῖς.
PHOT. s. λοπάδα· τὴν θεόν.
Θεόπομπος.
SUID. s. παρ' οὐδὲν θέμενος· τοῦτο ἀντὶ τοῦ καταφρονήσας, παρα-
λογισάμενος. «τὰς σπονδὰς πατήσας καὶ τοὺς ὅρκους παρ' οὐδὲν
θέμενος Ἀλέξανδρος Πελοπίδαν καθείρξας ἐφρούρει.»
FULGENT. Myth. I 3 p. 19, 1 Helm: nam et Teopompus in Cipriaco
carmine et Hellanicus in Dios Politia (4 F 90) quam descripsit ait Iunonem
ab Iove vinctam catenis aureis et degravatam incudibus ferreis.
NATAL. COM. Mythol. VII 12: memoriae prodidit Nymphodorus
ΠΕΡΙΠΛΟΥΣ.
SUID. Ὀρφεὺς Λειβήθρων τῶν ἐν Θράικηι (πόλις δέ ἐστιν ὑπὸ τῆι Πιερίαι),
υἱὸς Οἰάγρου καὶ Καλλιόπης· ὁ δὲ Οἴαγρος πέμπτος ἦν ἀπὸ Ἄτλαντος, κατὰ
Ἀλκυόνην μίαν τῶν θυγατέρων αὐτοῦ. γέγονε δὲ πρὸ ιαγενεῶν τῶν Τρωικῶν·
καί φασι μαθητὴν γενέσθαι αὐτὸν Λίνου, βιῶναι δὲ γενεὰς θ, οἱ δὲ ιαφασίν.
636
E LIBRO PRIMO.
καὶ παρισώσεσιν ἐχρήσατο. ἔπραττε δὲ τῶν μαθητῶν ἕκαστον μνᾶς ρ. ἐβίω δὲ ἔτη
ρθ, καὶ συνεγράψατο πολλά.
PLATO Gorg. 448 B εἰ ἐτύγχανε Γοργίας ἐπιστήμων ὢν τῆς τέχνης ἧσπερ
ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ Ἡρόδικος, τί ἂν αὐτὸν ὠνομάζομεν δικαίως;
DIOG. VIII 58. 59 [s. I 278, 25ff.] καὶ ἰατρὸς ἦν καὶ ῥήτωρ
ἄριστος. Γοργίαν γοῦν τὸν Λεοντῖνον αὐτοῦ γενέσθαι μαθητήν, ἄνδρα ὑπερέχοντα
ἐν ῥητορικῆι καὶ Τέχνην ἀπολελοιπότα ... τοῦτόν φησιν ὁ Σάτυρος λέγειν, ὡς
αὐτὸς παρείη τῶι Ἐμπεδοκλεῖ γοητεύοντι.
DIOD. XII 53, 1 ff. ἐπὶ δὲ τούτων κατὰ τὴν Σικε-
λίαν Λεοντῖνοι, Χαλκιδέων μὲν ὄντες ἄποικοι, συγγενεῖς δὲ Ἀθηναίων ἔτυχον ὑπὸ
Συρακοσίων πολεμούμενοι· πιεζόμενοι δὲ τῶι πολέμωι καὶ διὰ τὴν ὑπεροχὴν τῶν
Συρακοσίων κινδυνεύοντες ἁλῶναι κατὰ κράτος ἐξέπεμψαν πρέσβεις εἰς τὰς Ἀθήνας
ἀξιοῦντες τὸν δῆμον βοηθῆσαι τὴν ταχίστην καὶ τὴν πόλιν ἑαυτῶν ἐκ τῶν κινδύ-
639
ΒΙΑΣ.
ΓΕΛΩΝ.
ΓΥΛΙΠΠΟΣ.
ΓΥΛΙΠΠΟΣ.
ΕΡΜΟΚΡΑΤΗΣ.
ΦΑΡΑΚΙΔΑΣ.
ΦΑΡΑΚΙΔΑΣ.
650
ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ.
Πολύαινος. Strategemata
Book 5, Chap. 2, sec. 7, line 2
ΙΠΠΑΡΙΝΟΣ.
ΘΕΟΚΛΗΣ.
ΙΠΠΑΡΙΝΟΣ.
ΘΕΟΚΛΗΣ.
ΔΑΦΝΑΙΟΣ.
Πολύαινος. Strategemata
Book 5, Chap. 7, sec. 1, line 3
ΔΑΦΝΑΙΟΣ.
ΔΑΦΝΑΙΟΣ.
ΛΕΠΤΙΝΗΣ.
ΠΑΜΜΕΝΗΣ.
ΤΕΛΕΣΙΝΙΚΟΣ.
ΤΕΛΕΣΙΝΙΚΟΣ.
ΣΩΣΙΣΤΡΑΤΟΣ.
ΚΟΡΙΝΘΙΟΙ.
ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ.
ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ.
ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ.
Ἐκ πυρὸς βοήθεια.
πόλεως οὕτω παραλόγως διαφθαρέντων) (3) συνέβη τὰς κατ' ἐκείνους τοὺς τόπους
Ἑλληνικὰς πόλεις ἀναπλησθῆναι φόνου καὶ στάσεως καὶ παντοδαπῆς ταραχῆς.
(4) ἐν οἷς καιροῖς, ἀπὸ τῶν πλείστων μερῶν τῆς Ἑλλάδος πρεσβευόντων ἐπὶ τὰς
διαλύσεις, Ἀχαιοῖς καὶ τῆι τούτων πίστει συνεχρήσαντο πρὸς τὴν τῶν παρόντων
669
κακῶν ἐξαγωγήν.
PHILOD. de piet. p. 66, 4b 3 Gomp. Πυθαγόρου δ' αὐτοῦ γε οὐδέν φασί
τινες εἶναι τῶν ἀναφερομένων παρὰ τὰ τρία ἐκεῖνα βιβλία?. IAMBL. V. P. 199
θαυμάζεται δὲ καὶ ἡ τῆς φυλακῆς ἀκρίβεια· ἐν γὰρ
τοσαύταις γενεαῖς ἐτῶν οὐθεὶς οὐδενὶ φαίνεται τῶν Πυθαγορείων ὑπομνημάτων
περιτετευχὼς πρὸ τῆς Φιλολάου ἡλικίας, ἀλλ' οὗτος πρῶτος ἐξήνεγκε τὰ θρυλού-
μενα ταῦτα τρία βιβλία, ἃ λέγεται Δίων ὁ Συρακούσιος ἑκατὸν μνῶν πρίασθαι
Πλάτωνος κελεύσαντος, εἰς πενίαν τινὰ μεγάλην τε καὶ ἰσχυρὰν ἀφικομένου τοῦ
Φιλολάου, ἐπειδὴ καὶ αὐτὸς ἦν ἀπὸ συγγενείας τῶν Πυθαγορείων, καὶ διὰ τοῦτο
μετέλαβε τῶν βιβλίων.
IOSEPH. c. Ap. I 163 αὐτοῦ μὲν οὖν οὐδὲν ὁμολογεῖται σύγγραμμα,
πολλοὶ δὲ τὰ περὶ αὐτὸν ἱστορήκασι, καὶ τούτων ἐπισημότατός ἐστιν Ἕρμιππος.
PLUT. Alex. fort. I 4 p. 328 οὐδὲ Πυθαγόρας ἔγραψεν
οὐδὲν οὐδὲ Σωκράτης οὐδὲ Ἀρκεσίλαος οὔτε Καρνεάδης. GAL. de plac. Hipp. et
Plat. 459 Müll. Ποσειδώνιος δὲ καὶ Πυθαγόραν φησίν,
αὐτοῦ μὲν τοῦ Πυθαγόρου συγγράμ-
Ἀντισθένης Ἀριστίππῳ.
Αἰσχίνης Φαίδωνι.
μὲν ζῇς ἔτι, δεινὸν οὐδέν· ἴσως γάρ ποτε ἀλλήλους ἕξομεν·
εἰ δὲ ἤδη τέθνηκας, μάτην ἐγὼ φιλοτιμοῦμαι ζῆν, μάτην
δὲ οὗτος, ὅστις ποτέ ἐστιν, ἐλεεῖ με τὴν δυστυχῆ.» Ταῦτα
ἔλεγε καὶ ἐπεθρήνει συνεχῶς. Καὶ ἡ μὲν ἐν τῇ τάφρῳ
κατεκέκλειστο μετὰ τῶν κυνῶν, ὁ δ' Ἀμφίνομος ἑκάστοτε
κἀκείνην παρεμυθεῖτο καὶ τοὺς κύνας ἡμέρους ἐποίει
τρέφων.
Ὁ δὲ Ἁβροκόμης διανύσας τὸν ἀπ'Αἰγύπτου
πλοῦν εἰς αὐτὴν μὲν Ἰταλίαν οὐκ ἔρχεται, τὸ γὰρ πνεῦμα
τὴν ναῦν ἀπῶσαν τοῦ μὲν κατ' εὐθὺ ἀπέσφηλε πλοῦ, ἤγαγε
δὲ εἰς Σικελίαν καὶ κατήχθησαν εἰς πόλιν Συρακούσας
μεγάλην καὶ καλήν.
Ἐνταῦθα ὁ Ἁβροκόμης γενόμενος
ἔγνω περιιέναι τὴν νῆσον καὶ ἀναζητεῖν ἔτι περὶ Ἀνθίας
εἴ τι πύθοιτο. Καὶ δὴ ἐνοικίζεται [μὲν] πλησίον τῆς
θαλάσσης παρὰ ἀνδρὶ Αἰγιαλεῖ πρεσβύτῃ, ἁλιεῖ τὴν τέχνην.
Οὗτος ὁ Αἰγιαλεὺς πένης μὲν ἦν καὶ ξένος καὶ ἀγαπητῶς
αὑτὸν διέτρεφεν ἐκ τῆς τέχνης· ὑπεδέξατο δὲ τὸν Ἁβρο-
κόμην ἄσμενος καὶ παῖδα ἐνόμιζεν αὑτοῦ καὶ ἠγάπα δια-
φερόντως.
676
μέντοι καλῶς καὶ εὐβούλως γῆμαι δόξαιεν, τὸν δὲ θεὸν αὐτοῖς ἀποκρίνασθαι
ἐπανιέναι μὲν εἰς Λακεδαιμονίαν, ὑποστρέφειν δὲ κατὰ τὴν ὁδὸν ταύτην,
καθ' ἣν ἀφίκοντο. ἐν ᾗ δ' ἂν αὐτοῖς χώρᾳ τὸ ἀγριώτατον ἀπαντήσῃ ζῷον
φέρον τὸ πραότατον, ἐνταῦθά τοι ἁρμόσασθαι γάμους· οὕτως γὰρ αὐτοῖς
ἔσεσθαι λῷον. καὶ οἱ μὲν ἐπείθοντο· οἱ δὲ γίνονται κατὰ τὴν Κλεωναίων
χώραν, καὶ ἐντυγχάνει αὐτοῖς λύκος φέρων ἄρνα ἔκ τινος ποιμένος αὐτὸν
ἁρπάσας. συνέβαλον οὖν ἐκεῖνοι λέγειν ταῦτα τὰ ζῷα τὸν χρησμόν, καὶ
ἡρμόσαντο τὰς Θεσάνδρου τοῦ Κλεωνύμου θυγατέρας δοκίμου ἀνδρός. εἰ
δὲ οἱ θεοὶ ἴσασι τὸ ἡμερώτατον ζῷον καὶ τὸ ἀγριώτατον, οὐδὲ ἡμῖν ἐκ-
μελὲς τὰς φύσεις αὐτῶν εἰδέναι.
Γέλωνος τοῦ Συρακουσίου παιδὸς ὄντος λύκος μέγιστος εἰσπη-
δήσας εἰς τὸ διδασκαλεῖον ἐξήρπασε τῶν χειρῶν τοῖς ὀδοῦσι τὴν δέλτον,
καὶ ὁ Γέλων ἐξαναστὰς τοῦ θάκου ἐδίωκεν αὐτόν, τὸ μὲν θηρίον μὴ κατα-
πτήξας, περιεχόμενος δὲ τῆς δέλτου ἰσχυρῶς. ἐπεὶ δὲ ἔξω τοῦ διδασκα-
λείου ἐγένετο, τὸ μὲν κατηνέχθη καὶ τοὺς παῖδας αὐτῷ διδασκάλῳ κατέλαβε,
θείᾳ δὲ προμηθείᾳ ὁ Γέλων περιῄει μόνος, καὶ τό γε παράδοξον, οὐκ
ἀπέκτεινεν ἄνθρωπον, ἀλλ' ἔσωσε λύκος, οὐκ ἀτιμασάντων τῶν θεῶν ὅσον
οὐδὲν διὰ τῶν ἀλόγων τῷ μὲν τὴν βασιλείαν προδηλῶσαι, τὸν δὲ τοῦ μέλ-
λοντος κινδύνου σῶσαι· ἴδιον δὲ τῶν ζῴων καὶ τὸ θεοφιλές.
Μὴ λάθῃ δέ σε ὁ λύκος μηδέποτε προϊδεῖν, ἐπεὶ ἄφωνόν
σοι τὸ στόμα καὶ μηδὲ φθόγγον ἀφιέναι θείη δυνάμενον.
Περὶ Ἱππαρίνου.
καὶ
ἐπειδὴ συμβαλὼν τοῖς πολεμίοις κατὰ κράτος αὐτοὺς
Oribasius Med., Collectiones medicae (lib. 1–16, 24–25, 43–50) (0722: 001)
“Oribasii collectionum medicarum reliquiae, vols. 1–4”, Ed. Raeder, J.
Leipzig: Teubner, 6.1.1:1928; 6.1.2:1929; 6.2.1:1931; 6.2.2:1933; Corpus medicorum
Graecorum, vols. 6.1.1–6.2.2.Book 13, Chap. kappa, sec. 7, line 4
καὶ κατὰ τὴν Ἐρύθειαν συμβαῖνον εἰρήκαμεν. ὁ δὲ ῥύαξ εἰς πῆξιν μετα-
βάλλων ἀπολιθοῖ τὴν ἐπιφάνειαν τῆς γῆς ἐφ' ἱκανὸν βάθος, ὥστε λατο-
μίας εἶναι χρείαν τοῖς ἀνακαλύψαι βουλομένοις τὴν ἐξ ἀρχῆς ἐπιφάνειαν.
τακείσης γὰρ ἐν τοῖς κρατῆρσι τῆς πέτρας, εἶτ' ἀναβληθείσης, τὸ ὑπερ-
χυθὲν τῆς κορυφῆς ὑγρὸν πηλός ἐστι μέλας, ῥέων κατὰ τῆς ὀρεινῆς· εἶτα
πῆξιν λαβὼν γίνεται λίθος μυλίας, τὴν αὐτὴν φυλάττων χρόαν, ἣν ῥέων
εἶχε. καὶ ἡ σποδὸς δὲ καιομένων τῶν λίθων ὡς ἀπὸ τῶν ξύλων γίνεται·
καθάπερ οὖν τὸ πήγανον τῇ ξυλίνῃ σποδῷ τρέφεται, τοιοῦτον ἔχειν τι
οἰκείωμα πρὸς τὴν ἄμπελον εἰκὸς τὴν Αἰτναίαν σποδόν.
Strabo 6,2,7 – 11
Φησὶ δ' ὁ Ποσειδώνιος οἷον ἀκροπόλεις ἐπὶ θαλάττης δύο τὰς Συρακούσας
ἱδρῦσθαι καὶ τὸν Ἔρυκα, μέσην δ' ἀμφοῖν ὑπερκεῖσθαι τῶν κύκλῳ πεδίων
τὴν Ἔνναν.
682
χυθὲν τῆς κορυφῆς ὑγρὸν πηλός ἐστι μέλας, ῥέων κατὰ τῆς ὀρεινῆς· εἶτα
πῆξιν λαβὼν γίνεται λίθος μυλίας, τὴν αὐτὴν φυλάττων χρόαν, ἣν ῥέων
εἶχε. καὶ ἡ σποδὸς δὲ καιομένων τῶν λίθων ὡς ἀπὸ τῶν ξύλων γίνεται·
καθάπερ οὖν τὸ πήγανον τῇ ξυλίνῃ σποδῷ τρέφεται, τοιοῦτον ἔχειν τι
οἰκείωμα πρὸς τὴν ἄμπελον εἰκὸς τὴν Αἰτναίαν σποδόν.
Strabo 6,2,7 – 11
Φησὶ δ' ὁ Ποσειδώνιος οἷον ἀκροπόλεις ἐπὶ θαλάττης δύο τὰς Συρακούσας
ἱδρῦσθαι καὶ τὸν Ἔρυκα, μέσην δ' ἀμφοῖν ὑπερκεῖσθαι τῶν κύκλῳ πεδίων
τὴν Ἔνναν.
[Κεκάκωται δὲ καὶ ἡ Λεοντίνη πᾶσα, Ναξίων οὖσα καὶ αὐτὴ τῶν
αὐτόθι· τῶν μὲν γὰρ ἀτυχημάτων ἐκοινώνησαν ἀεὶ τοῖς Συρακουσίοις,
τῶν δ' εὐτυχημάτων οὐκ ἀεί.]
8. Πλησίον δὲ τῶν Κεντορίπων ἐστὶ πόλισμα, ἡ μικρὸν ἔμπροσθεν
λεχθεῖσα Αἴτνη, τοὺς ἀναβαίνοντας ἐπὶ τὸ ὄρος δεχομένη καὶ παρα-
πέμπουσα· ἐντεῦθεν γὰρ ἀρχὴ τῆς ἀκρωρείας. ἔστι δὲ ψιλὰ τὰ ἄνω χωρία
καὶ τεφρώδη καὶ χιόνος μεστὰ τοῦ χειμῶνος, τὰ κάτω δὲ δρυμοῖς καὶ
φυτείαις διείληπται παντοδαπαῖς. ἔοικε δὲ λαμβάνειν μεταβολὰς πολλὰς
τὰ ἄκρα τοῦ ὄρους διὰ τὴν νομὴν τοῦ πυρός, τοτὲ μὲν εἰς ἕνα κρατῆρα
συμφερομένου, τοτὲ δὲ σχιζομένου, καὶ τοτὲ μὲν ῥύακας ἀναπέμποντος,
τοτὲ δὲ φλόγας καὶ λιγνῦς, ἄλλοτε δὲ καὶ μύδρους ἀναφυσῶντος· ἀνάγκη
δὲ τοῖς πάθεσι τούτοις τούς τε ὑπὸ γῆν πόρους συμμεταβάλλειν καὶ τὰ
φιλοτέχνου δ' ὄντος τοῦ ὀργάνου καθ' ὑπερβολήν, διὰ τῆς τυχούσης
ἐργασίας ἄπλατον ὕδωρ ἀναρριπτεῖται παραδόξως, καὶ πᾶν τὸ ποτάμιον
ῥεῦμα ῥᾳδίως ἐκ βυθοῦ πρὸς τὴν ἐπιφάνειαν ἐκχεῖται. ⌈θαυμάσαι δ' ἄν τις
εἰκότως τοῦ τεχνίτου τὴν ἐπίνοιαν οὐ μόνον ἐν τούτοις, ἀλλὰ καὶ ἐν ἄλλοις
πολλοῖς καὶ μείζοσι, διαβεβοημένοις κατὰ πᾶσαν τὴν οἰκουμένην, περὶ ὧν
τὰ κατὰ μέρος ὅταν ἐπὶ τὴν Ἀρχιμήδους ἡλικίαν ἔλθωμεν ἀκριβῶς διέξιμεν.⌉
38. Οἱ δ' οὖν ταῖς ἐργασίαις τῶν μετάλλων ἐνδιατρίβοντες
Plutarch Marc. 20
20. Τῶν δὲ Ῥωμαίων τοῖς ἐκτὸς ἀνθρώποις δεινῶν μὲν εἶναι πόλεμον
μεταχειρίσασθαι καὶ φοβερῶν εἰς χεῖρας ἐλθεῖν νομιζομένων, εὐγνωμο-
σύνης δὲ καὶ φιλανθρωπίας καὶ ὅλως πολιτικῆς ἀρετῆς ὑποδείγματα μὴ
δεδωκότων, πρῶτος δοκεῖ τότε Μάρκελλος ὑποδεῖξαι τοῖς Ἕλλησι δικαιο-
τέρους Ῥωμαίους. οὕτω γὰρ ἐχρῆτο τοῖς συμβάλλουσι καὶ τοσαῦτα καὶ
πόλεις καὶ ἰδιώτας εὐεργέτησεν, ὥστε εἴ τι περὶ Ἔνναν ἢ Μεγαρεῖς ἢ Συρα-
κουσίους ἔργον ἦν εἰργασμένον οὐκ ἐπιεικὲς αὐτοῖς, τοῦτο τῶν πεπονθότων
αἰτίᾳ μᾶλλον ἢ τῶν πεποιηκότων δοκεῖν γεγονέναι. μνησθήσομαι δὲ ἑνὸς
ἀπὸ πολλῶν. πόλις ἐστὶ τῆς Σικελίας Ἐγγύιον οὐ μεγάλη, ἀρχαία δὲ πάνυ
καὶ διὰ θεῶν ἐπιφάνειαν ἔνδοξος, ἃς καλοῦσι Ματέρας. ἵδρυμα λέγεται
Κρητῶν γενέσθαι τὸ ἱερόν· καὶ λόγχας τινὰς ἐδείκνυσαν καὶ κράνη χαλκᾶ,
τὰ μὲν ἔχοντα Μηριόνου τὰ δὲ Οὐλίξου, τουτέστιν Ὀδυσσέως, ἐπιγραφάς,
ἀνατεθεικότων ταῖς θεαῖς. ταύτην προθυμότατα καρχηδονίζουσαν Νικίας,
ἀνὴρ πρῶτος τῶν πολιτῶν, ἔπειθε μεταθέσθαι πρὸς Ῥωμαίους, ἀνα-
φανδὸν ἐν ταῖς ἐκκλησίαις παρρησιαζόμενος καὶ κακῶς φρονοῦντας ἐξε-
λέγχων τοὺς ὑπεναντίους. οἱ δὲ φοβούμενοι τὴν δύναμιν αὐτοῦ καὶ τὴν
δόξαν ἐβουλεύσαντο συναρπάσαι καὶ παραδοῦναι τοῖς Φοίνιξιν.
τῶι καὶ κατατριβήσεσθαι περὶ τὸν πόλεμον .... διὸ τοῦτον μὲν ὁ Ποσει-
δώνιός φησι θυρεόν, τὸν δὲ Μάρκελλον ξίφος ὑπὸ τῶν Ῥωμαίων καλεῖ-
σθαι, κιρναμένην δὲ τὴν Φαβίου βεβαιότητα καὶ ἀσφάλειαν τῆι Μαρκέλλου
συνηθείαι σωτήριον γενέσθαι τοῖς Ῥωμαίοις.
– Marcell. 20: τῶν δὲ Ῥωμαίων τοῖς ἐκτὸς ἀνθρώποις
δεινῶν μὲν εἶναι πόλεμον μεταχειρίσασθαι καὶ φοβερῶν εἰς χεῖρας ἐλθεῖν
νομιζομένων, εὐγνωμοσύνης δὲ καὶ φιλανθρωπίας καὶ ὅλως πολιτικῆς
ἀρετῆς ὑποδείγματα μὴ δεδωκότων, πρῶτος δοκεῖ τότε Μάρκελλος ὑπο-
δεῖξαι τοῖς Ἕλλησι δικαιοτέρους Ῥωμαίους. οὕτω γὰρ ἐχρῆτο τοῖς συμ-
βάλλουσι καὶ τοσαῦτα καὶ πόλεις καὶ ἰδιώτας εὐεργέτησεν, ὥστε εἴ τι περὶ
Ἔνναν ἢ Μεγαρεῖς ἢ Συρακουσίους ἔργον ἦν εἰργασμένον οὐκ ἐπιεικὲς αὐ-
τοῖς, τοῦτο τῶν πεπονθότων αἰτίαι μᾶλλον ἢ τῶν πεποιηκότων δοκεῖν
γεγονέναι. μνησθήσομαι δὲ ἑνὸς ἀπὸ πολλῶν. πόλις ἐστὶ τῆς Σικελίας
Ἐγγύιον οὐ μεγάλη, ἀρχαία δὲ πάνυ καὶ διὰ θεῶν ἐπιφάνειαν ἔνδοξος,
ἃς καλοῦσι Ματέρας. ἵδρυμα λέγεται Κρητῶν γενέσθαι τὸ ἱερόν· καὶ
λόγχας τινὰς ἐδείκνυσαν καὶ κράνη χαλκᾶ, τὰ μὲν ἔχοντα Μηριόνου τὰ δὲ
Οὐλίξου, τουτέστιν Ὀδυσσέως, ἐπιγραφάς, ἀνατεθεικότων ταῖς θεαῖς. ταύ-
την προθυμότατα καρχηδονίζουσαν Νικίας, ἀνὴρ πρῶτος τῶν πολιτῶν,
ἔπειθε μεταθέσθαι πρὸς Ῥωμαίους, ἀναφανδὸν ἐν ταῖς ἐκκλησίαις παρρησια-
ζόμενος καὶ κακῶς φρονοῦντας ἐξελέγχων τοὺς ὑπεναντίους. οἱ δὲ φοβού-
μενοι τὴν δύναμιν αὐτοῦ καὶ τὴν δόξαν ἐβουλεύσαντο συναρπάσαι καὶ
καὶ βαρείαι κατὰ μικρὸν συντείνων καὶ παροξύνων τὸν ἦχον, ὡς ἑώρα
φρίκηι καὶ σιωπῆι κατεχόμενον τὸ θέατρον, ἀπορρίψας τὸ ἱμάτιον καὶ
περιρρηξάμενος τὸν χιτωνίσκον ἡμίγυμνος ἀναπηδήσας ἔθεε πρὸς τὴν
ἔξοδον τοῦ θεάτρου βοῶν ὑπὸ τῶν Ματέρων ἐλαύνεσθαι. μηδενὸς δὲ
τολμῶντος ἅψασθαι μηδὲ ἀπαντῆσαι διὰ δεισιδαιμονίαν ἀλλ' ἐκτρεπομένων,
ἐπὶ τὰς πύλας ἐξέδραμεν, οὔτε φωνῆς τινὸς οὔτε κινήσεως πρεπούσης
δαιμονῶντι καὶ παραφρονοῦντι φεισάμενος. ἡ δὲ γυνὴ συνειδυῖα καὶ
συντεχνάζουσα τῶι ἀνδρί, λαβοῦσα τὰ παιδία πρῶτον μὲν ἱκέτις προσεκυ-
λινδεῖτο τοῖς μεγάροις τῶν θεῶν, ἔπειτα πλανώμενον ἐκεῖνον προσποιου-
μένη ζητεῖν κωλύοντος οὐδενὸς ἀσφαλῶς ἀπῆλθεν ἐκ τῆς πόλεως. καὶ
διεσώθησαν μὲν οὕτως εἰς Συρακούσας πρὸς Μάρκελλον. ἐπεὶ δὲ πολλὰ
τοὺς Ἐγγυίους ὑβρίσαντας καὶ πλημμελήσαντας ἐλθὼν Μάρκελλος ἔδησε
πάντας ὡς τιμωρησόμενος, ὁ δὲ Νικίας ἐδάκρυσε παρεστώς, τέλος δὲ χει-
ρῶν καὶ γονάτων ἁπτόμενος παρηιτεῖτο τοὺς πολίτας ἀπὸ τῶν ἐχθρῶν
ἀρξάμενος, ἐπικλασθεὶς ἀφῆκε πάντας καὶ τὴν πόλιν οὐδὲν ἠδίκησε, τῶι
δὲ Νικίαι χώραν τε πολλὴν καὶ δωρεὰς πολλὰς ἔδωκε. ταῦτα μὲν οὖν
Ποσειδώνιος ὁ φιλόσοφος ἱστόρησε.
PLUT. Marcell. 30: ἦν δὲ ἀνάθημα Μαρκέλλου δίχα τῶν
ἐν Ῥώμηι γυμνάσιον μὲν ἐν Κατάνηι τῆς Σικελίας, ἀνδριάντες δὲ καὶ
πίνακες τῶν ἐκ Συρακουσῶν ἔν τε Σαμοθράικηι παρὰ τοῖς θεοῖς οὓς Κα-
βείρους ὠνόμαζον, καὶ περὶ Λίνδον ἐν τῶι ἱερῶι τῆς Ἀθηνᾶς. ἐκεῖ δὲ
687
μὲν ἤλπισαν ἐνίοτε λαβεῖν οὐκ ἔλαβον, ἃ δ' εἶχον ἀπέβαλον, ὥστε δοκεῖν αὐτοὺς
ὥσπερ αἰνίγματος τρόπον ἀτυχεῖν· (2) οἱ δὲ κατὰ τὴν Σπανίαν μεταλλουργοὶ ταῖς
ἐλπίσι μεγάλους σωρεύουσι πλούτους ἐκ τούτων τῶν ἐργασιῶν. τῶν γὰρ πρώτων ἔργων
ἐπιτυγχανομένων διὰ τὴν τῆς γῆς εἰς τοῦτο τὸ γένος ἀρετὴν ἀεὶ μᾶλλον εὑρίσκουσι
λαμπροτέρας φλέβας γεμούσας ἀργύρου τε καὶ χρυσοῦ· πᾶσα γὰρ ἡ σύνεγγυς γῆ
689
διαπέπλεκται πολυμερῶς τοῖς ἑλιγμοῖς τῶν ῥάβδων. (3) ἐνίοτε δὲ καὶ κατὰ βάθους
ἐμπίπτουσι ποταμοῖς ῥέουσιν ὑπὸ τὴν γῆν, ὧν τῆς βίας περιγίνονται διακόπτοντες
τὰς ῥύσεις αὐτῶν τὰς ἐμπιπτούσας τοῖς ὀρύγμασι πλαγίοις. ταῖς γὰρ ἀδιαψεύστοις
τοῦ κέρδους προσδοκίαις πιεζόμενοι πρὸς τὸ τέλος ἄγουσι τὰς ἰδίας ἐπιβολάς· καὶ
τὸ πάντων παραδοξότατον, ἀπαρύτουσι τὰς ῥύσεις τῶν ὑδάτων τοῖς Αἰγυπτιακοῖς
λεγομένοις κοχλίαις, οὓς Ἀρχιμήδης ὁ Συρακόσιος εὗρεν, ὅτε παρέβαλεν εἰς Αἴγυπτον.
διὰ δὲ τούτων συνεχῶς ἐκ διαδοχῆς παραδιδόντες μέχρι τοῦ στομίου τὸν τῶν μετάλλων
τόπον ἀναξηραίνουσι καὶ κατασκευάζουσιν εὔθετον πρὸς τὴν τῆς ἐργασίας πραγμα-
τείαν. (4) φιλοτέχνου δ' ὄντος τοῦ ὀργάνου καθ' ὑπερβολὴν διὰ τῆς τυχούσης ἐργα-
σίας ἄπλατον ὕδωρ ἀναρριπτεῖται παραδόξως, καὶ πᾶν τὸ ποτάμιον ῥεῦμα ῥαιδίως
ἐκ βυθοῦ πρὸς τὴν ἐπιφάνειαν ἐκχεῖται. ⟦θαυμάσαι δ' ἄν τις εἰκότως τοῦ τεχνίτου
τὴν ἐπίνοιαν οὐ μόνον ἐν τούτοις, ἀλλὰ καὶ ἐν ἄλλοις πολλοῖς καὶ μείζοσι, δια-
βεβοημένοις κατὰ πᾶσαν τὴν οἰκουμένην, περὶ ὧν τὰ κατὰ μέρος, ὅταν ἐπὶ τὴν
Ἀρχιμήδους ἡλικίαν ἔλθωμεν, ἀκριβῶς διέξιμεν⟧. (38) οἱ δ' οὖν ταῖς ἐργασίαις
τῶν μετάλλων ἐνδιατρίβοντες τοῖς μὲν κυρίοις ἀπίστους τοῖς πλήθεσι προσόδους
περιποιοῦσιν, αὐτοὶ δὲ κατὰ γῆς ἐν τοῖς ὀρύγμασι καὶ καθ' ἡμέραν καὶ νύκτα κατα
πολλοὺς ἀπιέναι, ἐπὶ δὲ τὸν Ὀλυμπίασιν ἢ ὀλίγους ἢ οὐδένα (sc. ἔλεγεν Λύκων).
Diogenes Laert. V 65 (cf. fr. 18): φησὶ γὰρ τοῦτον τὸν τρό-
πον ἐπὶ παρθένου πενιχρᾶς· “βαρὺ γὰρ φορτίον πατρὶ κόρη διὰ σπάνιν προι-
κὸς ἐκτρέχουσα τὸν ἀκμαῖον τῆς ἡλικίας καιρόν.”
Herodianus Περὶ κλίσεως ὀνομάτων II p. 716, 23 Lentz:
τὸ ἅλας τὸ οὐδετέρως λεγόμενον ἐν τῇ συνηθείᾳ σπανίως εὕρηται ἐν χρήσει.
εὕρηται δὲ παρὰ Λύκωνι τῷ Τρωαδεῖ οἷον· “τὸ ἅλας εὐῶδες ἢ δυσῶδες
ὀρύσσεται”. καὶ πάλιν· “ἁλάτων μέδιμνον”.
Suda E 2766: Ἐπίχαρμος Τιτύρου ἢ Χειμάρου καὶ Σικίδος,
Συρακούσιος ἢ ἐκ πόλεως Κραστοῦ τῶν Σικανῶν· ὃς εὗρε τὴν κωμῳδίαν ἐν
Συρακούσαις ἅμα Φόρμῳ. ἐδίδαξε δὲ δράματα νβʹ, ὡς δὲ Λύκων φησὶ λεʹ.
690
(6) οὐχ ἱστορήσαντες γὰρ ὅτι συμβαίνει τοὺς Κελτοὺς τοὺς παρὰ τὸν Ῥοδανὸν
ποταμὸν οἰκοῦντας οὐχ ἅπαξ οὐδὲ δὶς πρὸ τῆς Ἀννίβου παρουσίας, οὐδὲ μὴν
πάλαι προσφάτως δέ, μεγάλοις στρατοπέδοις ὑπερβάντας τὰς Ἄλπεις παρατετάχθαι
μὲν Ῥωμαίοις συνηγωνίσθαι δὲ Κελτοῖς τοῖς τὰ περὶ τὸν Πάδον πεδία κατοικοῦσι ....
(7) πρὸς δὲ τούτοις οὐκ εἰδότες ὅτι πλεῖστον ἀνθρώπων φῦλον κατ' αὐτὰς οἰκεῖν
συμβαίνει τὰς Ἄλπεις ... ἥρω τινά φασιν ἐπιφανέντα συνυποδεῖξαι τὰς ὁδοὺς αὐτοῖς.
(8) ἐξ ὧν εἰκότως ἐμπίπτουσιν εἰς τὸ παραπλήσιον τοῖς τραγωιδιογράφοις ........
POLYB. VII 7: ὅτι τινὲς τῶν λογογράφων τῶν ὑπὲρ τῆς
καταστροφῆς τοῦ Ἱερωνύμου γεγραφότων πολύν τινα πεποίηνται λόγον
καὶ πολλήν τινα διατέθεινται τερατείαν, ἐξηγούμενοι μὲν τὰ πρὸ τῆς
ἀρχῆς αὐτοῖς γενόμενα σημεῖα καὶ τὰς ἀτυχίας τὰς Συρακοσίων, (2) τραγωι-
δοῦντες δὲ τὴν ὠμότητα τῶν τρόπων καὶ τὴν ἀσέβειαν τῶν πράξεων, ἐπὶ
δὲ πᾶσι τὸ παράλογον καὶ τὸ δεινὸν τῶν περὶ τὴν καταστροφὴν αὐτοῦ
συμβάντων, ὥστε μήτε Φάλαριν μήτ' Ἀπολλόδωρον μήτ' ἄλλον μηδένα
γεγονέναι τύραννον ἐκείνου πικρότερον. (3) καίτοιπαῖς παραλαβὼν τὴν
ἀρχήν, εἶτα μῆνας οὐ πλείω τριῶν καὶ δέκα βιώσας μετήλλαξεν τὸν βίον. (4) κατὰ
δὲ τὸν χρόνον τοῦτον ἕνα μέν τινα καὶ δεύτερον ἐστρεβλῶσθαι καί τινας τῶν φίλων
καὶ τῶν ἄλλων Συρακοσίων ἀπεκτάνθαι δυνατόν, ὑπερβολὴν δὲ γεγονέναι παρα-
νομίας καὶ παρηλλαγμένην ἀσέβειαν οὐκ εἰκός. (5) καὶ τῶι μὲν τρόπωι διαφερόντως
εἰκαῖον αὐτὸν γεγονέναι καὶ παράνομον φατέον, οὐ μὴν εἴς γε σύγκρισιν ἀκτέον
οὐδενὶ τῶν προειρημένων τυράννων. (6) ἀλλά μοι δοκοῦσιν οἱ τὰς ἐπὶ μέρους
ΠΕΡΙ ΣΙΚΕΛΙΑΣ.
ΠΕΡΙ ΙΤΑΛΙΑΣ.
Athenaeus VI: Ἱερωνύμου δὲ, τοῦ Συρακοσίων τυράννου, Θράσονα, τὸν Κάρχαρον
ἐπικα-λούμενον, Βάτων ὁ Σινωπεὺς
ἱστορεῖ ἐν τῷ Περὶ τῆς τοῦ Ἱερωνύμου τυραννίδος, προς-
φέρεσθαι φάσκων αὐτὸν ἑκάστοτε πολὺν ἄκρατον.
Τοῦτον δ' ἐποίησεν ἀναιρεθῆναι ὑπὸ τοῦ Ἱερωνύμου
ἕτερος κόλαξ, Ὦσις ὄνομα· καὶ αὐτὸν δὲ τὸν Ἱερώνυ-
μον ἀνέπεισε διάδημά τε ἀναλαβεῖν, καὶ τὴν πορφύραν
τὴν τράπεζαν καθάπερ καὶ τοῖς ἄλλοις λαγωοῦ ἀλλ' ὕστερον μεταδιδόντος τοῦ
Ἱέρωνος, ἀπεσχεδίασεν·
οὐδὲ γὰρ οὐδ'εὐρύς περ ἐὼν ἐξίκετο δεῦρο (fr. 68 D).
ὄντως δ' ἦν ὡς ἀληθῶς κίμβιξ ὁ Σιμωνίδης καὶ αἰσχροκερδής, ὡς Χαμαιλέων
φησίν. ἐν Συρακούσαις γοῦν τοῦ Ἱέρωνος ἀποστέλλοντος αὐτῷ τὰ καθ' ἡμέραν
λαμπρῶς πωλῶν τὰ πλείω ὁ Σιμωνίδης τῶν παρ' ἐκείνου πεμπομένων ἑαυτῷ
μικρὸν μέρος ἀπετίθετο. ἐρομένου δέ τινος τὴν αἰτίαν· “ὅπως, εἶπεν, ἥ τε Ἱέρω-
νος μεγαλοπρέπεια καταφανὴς ᾖ καὶ ἡ ἐμὴ κοσμιότης”.
Athenaeus 456 c: γριφώδη δ' ἐστὶ καὶ Σιμωνίδῃ ταῦτα πεποιημένα,
ὥς φησι Χαμαιλέων ὁ Ἡρακλεώτης ἐν τῷ περὶ Σιμωνίδου·
ἀρθεῖσαν ὑπὲρ γῆς ἰδεῖν τόπους ἐν αὐτῇ παντοδαποὺς καὶ τοῖς σχήμασι καὶ τοῖς
χρώμασιν καὶ ῥεύματα ποταμῶν ἀπρόσοπτα ἀνθρώποις· καὶ τέλος ἀφικέσθαι
εἴς τινα χῶρον ἱερὸν τῆς Ἑστίας, ὃν περιέπειν δαιμονίας δυνάμεις ἐν γυναικῶν
μορφαῖς ἀπεριηγήτοις. εἰς δὲ ἐκεῖνον αὑτὸν τὸν τόπον καὶ ἄλλον ἀφικέσθαι ἄν-
θρωπον καὶ ἀμφοῖν τὴν αὐτὴν γενέσθαι φωνήν, μένειν τε ἡσυχῇ καὶ ὁρᾶν τὰ
ἐκεῖ πάντα. καὶ δὴ καὶ ὁρᾶν ἄμφω ψυχῶν ἐκεῖ κολάσεις τε καὶ κρίσεις καὶ τὰς
ἀεὶ καθαιρομένας καὶ τὰς τούτων ἐπισκόπους Εὐμενίδας. ἔπειτα κελευσθῆναι
ἀποχωρεῖν, καὶ ἀποχωρήσαντας ἀλλήλους ἐπανερέσθαι τίνες εἶεν, καὶ εἰπεῖν
ἀλλήλοις τὰ ὀνόματα καὶ τὰς πατρίδας, τὸν μὲν Ἀθήνας καὶ Κλεώνυμον, τὸν δὲ
Συρακούσας καὶ Λυσίαν, καὶ ἀλλήλοις παρακελεύσασθαι ζητῆσαι πάντως ἑκάτε-
702
ρον, ἐὰν εἰς τὴν θατέρου πόλιν ἀφίκηται, τὸν ἀπ' ἐκείνης ὡρμημένον. καὶ μετὰ
χρόνον οὐ πολὺν ἐλθεῖν μὲν Ἀθήναζε τὸν Λυσίαν, πόρρωθεν δὲ αὐτὸν ἰδόντα
τὸν Κλεώνυμον ἀναβοῆσαι τοῦτον εἶναι τὸν Λυσίαν, καὶ τοῦτον ὡσαύτως ἐπι-
γνῶναί τε πρὶν προσέλθῃ καὶ τοῖς παροῦσιν εἰπεῖν τοῦτον εἶναι τὸν Κλεώνυμον.
Theodoret. Graec. affect. curatio V 18: Κλέαρχος δὲ τῶν τεττά-
ρων εἶναι στοιχείων τὴν ἁρμονίαν (sc. τὴν ψυχήν).
Schol. Platon. Leges 739 a: παρὰ παροιμίας φησὶ τῆς κινήσω
τὸν ἀφ' ἱερᾶς, ἣ τέτακται ἐπὶ τῶν τὴν ἐσχάτην βοήθειαν κινούντων. μετείληπται
δὲ ἀπὸ τῶν πεττευόντων, παρὰ τούτοις γὰρ κεῖταί τις ψῆφος οἷον ἱερὰ καὶ
ἀκίνητος, θεῶν νομιζομένη, ὥς φησιν Κλέαρχος ἐν Ἀρκεσίλᾳ.
κέχρηται τῇ λέξει (fr. 121 K): ᾠῶν δ' ἐν αὐτῇ διέτρεχεν νεοττία.
Zenobius Cent. VI 29 Ὑπὲρ τὰ Καλλικράτους (cf. Sudam et Paus.
Att. s. v. Ὑ. τ. Κ.): Κλέαρχός φησιν ὅτι Καλλικράτης τις ἐγένετο ἐν Καρύστῳ
πλουσιώτατος. εἴ ποτε ἐθαύμαζόν τινα οἱ Καρύστιοι ἐπὶ πλούτῳ ὑπερβολικῷ, ἔλε-
γον: ὑπὲρ τὰ Καλλικράτους.
Athenaeus VIII 337 a: Κλέαρχος δὲ ἐν τοῖς περὶ παροιμιῶν καὶ
διδάσκαλον τοῦ Ἀρχεστράτου γενέσθαι φησὶν Τερψίωνα, ὃν καὶ πρῶτον γαστ-
ρολογίαν γράψαντα διακελεύεσθαι τοῖς μαθηταῖς τίνων ἀφεκτέον. ἀπεσχεδια-
κέναι τε τὸν Τερψίωνα καὶ περὶ τῆς χελώνης τάδε:
κρέα χρὴ χελώνης ἢ φαγεῖν ἢ μὴ φαγεῖν.
Athenaeus I 4d: ὅτι Ἀρχέστρατος ὁ Συρακούσιος ἢ
Γελῷος ἐν τῇ ...... ὡς δὲ Κλέαρχος (sc. ἐπιγράφει) Δειπνο-
λογίᾳ ..... φησί κτλ.
Suda s. v. Ἀθήναιος (cf. ib. s. v. Χάρμος): Κλέαρχος δὲ ὁ Σολεὺς δειπνολογίαν καλεῖ
τὸ ποίημα.
Athenaeus VIII 347 f: Κλέαρχος γὰρ ἐν τοῖς περὶ παροιμιῶν
φησιν ὡς ὁ Στρατόνικος θεασάμενος τὸν Πρόπιν ὄντα τῷ μὲν μεγέθει μέγαν,
τῇ δὲ τέχνῃ κακὸν καὶ ἐλάττονα τοῦ σώματος, ἐπερωτώντων αὐτὸν ποῖός τις
ἐστιν εἶπεν: οὐδεὶς κακὸς μέγας ἰχθύς, αἰνισσόμενος ὅτι πρῶτον μὲν οὐδείς
ἐστιν, εἶθ' ὅτι κακός, καὶ πρὸς τούτοις μέγας μὲν, ἰχθὺς δὲ διὰ τὴν ἀφωνίαν.
Athenaeus VII 285 c: Κλέαρχος δ' ὁ Περιπατητικὸς ἐν τοῖς
όντων διὰ τὸ ἀδύνατον εἶναι ἀποσχέσθαι τοῦ σίγμα καὶ διὰ τὸ μὴ δοκιμάζειν,
ἐποίησε
πρὶν μὲν εἷρπε σχοινοτένειά τ' ἀοιδὰ
καὶ τὸ σὰν κίβδηλον ἀνθρώποις (fr. 79 a Schr.).
ταῦτα σημειώσαιτ' ἄν τις πρὸς τοὺς νοθεύοντας Λάσου τοῦ Ἑρμιονέως τὴν
ἄσιγμον ᾠδήν, ἥτις ἐπιγράφεται Κένταυροι.
Athenaeus I 4 d: Κλεάνθης δὲ ὁ Ταραντῖνος, ὥς φησι Κλέαρχος,
πάντα παρὰ τοὺς πότους ἔμμετρα ἔλεγε, καὶ Πάμφιλος δὲ ὁ Σικελός, ὡς ταῦτα:
ἔγχει πιεῖν μοι καὶ τὸ πέρδικος σκέλος.
ἀμίδα δότω τις ἢ πλακοῦντά τις δότω.
Athenaeus I 4 a: Κλέαρχός φησι Χάρμον τὸν Συρακούσιον
703
εὐτρεπίσθαι στιχίδια καὶ παροιμίας εἰς ἕκαστον τῶν ἐν τοῖς δείπνοις παρα-
τιθεμένων. εἰς μὲν τὸν ἰχθύν:
ἥκω λιπὼν Αἰγαῖον ἁλμυρὸν βάθος (Eurip. Troad. 1),
εἰς δὲ τοὺς κήρυκας·
χαίρετε κήρυκες Διὸς ἄγγελοι (Homer. A 334),
εἰς δὲ τὴν χορδήν:
ἑλικτὰ κοὐδὲν ὑγιές (Eurip. Androm. 448),
εἰς δὲ τὴν ὠνθυλευμένην τευθίδα:
σοφὴ σοφὴ σύ (Eurip. Androm. 245),
εἰς δὲ τὸ ἐν τοῖς ἑψητοῖς ὡραῖον:
Demon Hist., Fragmenta (1307: 003)“FHG 1”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–
1870.Fragment 14, line 3
PAP. OX. 2399 s. Ia. (vol. 24, 1957, 99 – 106 [Taf. 14]; dazu
W. S. Barrett, Gnomon 33, 1961, 691f.):
(col. 1, 2) [........]...α̣ ˈ [πρῶτον] μ̣ὲν κατεˈ[λάβο]ν̣τ̣ο̣
τὸν λόφον ˈ [τὸν ἀ]ντικείμενον ˈ [τῶι Λ]ευκῶι Τύνητι ˈ [καὶ τ]οῦτον
ὀχυρωˈ[σάμε]νοι πολλὰ πράˈ[γματα] παρείχοντο ˈ [τοῖς πε]ρὶ τὸν Ἀγαθοˈ[κλέα],
τῶν θ' ὁδῶν ˈ [τῶν ἐπὶ] Νέαν Πόλιν ˈ [καὶ τῶ]ν π̣ρὸσ̣ ἕω τόˈ[πων] εἴργ̣ο̣ν̣τες
καὶ ˈ [πᾶσα]ν̣ τὴ[ν] πλησίον ˈ [χώραν] προνομεύονˈ[τες· ἔπ]ε̣ιτ' ἄλληι δυˈ[νά-
μει] στρατεύσανˈ[τες ἐ]π̣ὶ τοὺς ἄνω ˈ [Λίβυα]σ̣ ἀφίστασαν ˈ [καὶ το]ύ̣τους ἀπ̣ὸ
τῶν ˈ [Ἑλλήν]ων καὶ πάλιν ˈ [πρὸς τὴ]ν αὑτῶν συμˈ[μαχίαν] συνῆγον. τοῦ [δὲ
πολέ]μου περι..[.]ˈ[ ἐ]νεστῶτος .[
(col. 2 ,2) [....] .υ̣σ̣[......] ο̣ἱ̣ [δ]ὲ̣ ˈ Σ̣υρα̣κ̣ό̣σι[ο]ι̣ [τὸ] πλῆθ̣ο̣σ̣ ˈ οὐκ
ἀξιόμαχ̣[ο]ν̣ ἔ̣χ̣ονˈτες αὐτὴν [τ]ὴν πόˈλιν ἐτήρουν. τοιαύˈτης δὲ τῆς καταστά-
σεˈως οὔσης Δι[ό]γ̣νητ̣ο̣σ̣ ˈ ὁ Φαλαίνιος ἐπικαλο̣ύ̣ˈμενος διεφθαρμένος ˈ ὑπ'
Ἀμίλκου καὶ τ̣ῶν ˈ φυγάδων καὶ παˈρεσκευασμένος ἂν ˈ δύνηται μεταστῆˈσαι
τὴν πόλιν ἐκκληˈσιαζόντων τῶν Συρακοσίων ὑπὲρ τοῦ ˈ πολέμου τοῦ παρεˈστῶ-
τος ἐξαίφνης ˈ ἀναστὰς καὶ πρ̣ο̣αναˈκρουσάμενος ἐπὶ ˈ τοῦ βήματος ὅ̣τι
βούλεται περὶ τῶν συμˈφερόντων διαλεχθῆˈναι τῶι δήμωι καὶ̣ [τῶ]ν ἀνθ̣ρώπ̣[ων
των τὰ ἀδιαίρετα σώματα καὶ τὸ κενόν [ἀρχὰς εἶναι]· τὰς γὰρ Πυθα-
γορικὰς μονάδας οὗτος πρῶτος ἀπεφήνατο σωματικάς.
– II 1, 2 (D. 327) Θαλῆς Πυθαγόρας Ἐμπεδοκλῆς Ἔκφαντος Παρμε-
νίδης ... ἕνα τὸν κόσμον.
– II 3, 3 (D. 330) Ἔ. ἐκ μὲν ἀτόμων συνεστάναι τὸν κόσμον, διοικεῖ-
σθαι δὲ ὑπὸ προνοίας.
– III 13, 3 (D. 378) Ἡρακλείδης ὁ Ποντικὸς καὶ Ἔκφαντος ὁ Πυθαγόρειος
κινοῦσι μὲν τὴν γῆν, οὐ μήν γε μεταβατικῶς, ἀλλὰ τρεπτικῶς τροχοῦ δίκην ἐνη-
ξονισμένην, ἀπὸ δυσμῶν ἐπ' ἀνατολὰς περὶ τὸ ἴδιον αὑτῆς κέντρον.
τραγικὸν ἀσκῶν τῦφον καὶ σεμνὴν ἀναλαβὼν ἐσθῆτα). τοῖς Σελινουντίοις ἐμπε-
σόντος λοιμοῦ διὰ τὰς ἀπὸ τοῦ παρακειμένου ποταμοῦ δυσωδίας, ὥστε καὶ αὐτοὺς
φθείρεσθαι καὶ τὰς γυναῖκας δυστοκεῖν, ἐπινοῆσαι τὸν Ἐμπεδοκλέα καὶ δύο τινὰς
ποταμοὺς τῶν σύνεγγυς ἐπαγαγεῖν ἰδίαις δαπάναις· καὶ καταμίξαντα γλυκῆναι τὰ
ῥεύματα. οὕτω δὴ λήξαντος τοῦ λοιμοῦ καὶ τῶν Σελινουντίων εὐωχουμένων ποτὲ
παρὰ τῶι ποταμῶι, ἐπιφανῆναι τὸν Ἐμπεδοκλέα· τοὺς δ' ἐξαναστάντας προσκυνεῖν
καὶ προσεύχεσθαι καθαπερεὶ θεῶι. ταύτην οὖν θέλοντα βεβαιῶσαι τὴν διάληψιν
εἰς τὸ πῦρ ἐναλέσθαι. (71) τούτοις δ' ἐναντιοῦται Τίμαιος [fr. 98 FHG I 218]
ῥητῶς λέγων ὡς ἐξεχώρησεν εἰς Πελοπόννησον καὶ τὸ σύνολον οὐκ ἐπανῆλθεν·
ὅθεν αὐτοῦ καὶ τὴν τελευτὴν ἄδηλον εἶναι. πρὸς δὲ τὸν Ἡρακλείδην καὶ ἐξ ὀνό-
ματος ποιεῖται τὴν ἀντίρρησιν ἐν τῆι ιδ· Συρακόσιόν τε γὰρ εἶναι τὸν Πεισιάνακτα
καὶ ἀγρὸν οὐκ ἔχειν ἐν Ἀκράγαντι· Παυσανίαν τε μνημεῖον ἂνπεποιηκέναι
τοῦ φίλου, τοιούτου διαδοθέντος λόγου, ἢ ἀγαλμάτιόν τι ἢ σηκὸν οἷα θεοῦ· καὶ
γὰρ πλούσιον εἶναι. ‘πῶς οὖν, φησίν, εἰς τοὺς κρατῆρας ἥλατο ὧν σύνεγγυς ὄν-
των οὐδὲ μνείαν ποτὲ ἐπεποίητο; τετελεύτηκεν οὖν ἐν Πελοποννήσωι. (72) οὐδὲν
δὲ παράδοξον τάφον αὐτοῦ μὴ φαίνεσθαι· μηδὲ γὰρ ἄλλων πολλῶν.’ τοιαῦτά τινα
εἰπὼν ὁ Τίμαιος ἐπιφέρει· ‘ἀλλὰ διὰ παντός ἐστιν Ἡρακλείδης τοιοῦτος παραδοξο-
λόγος, καὶ ἐκ τῆς σελήνης πεπτωκέναι ἄνθρωπον λέγων’. Ἱππόβοτος δέ φησιν
ὅτι ἀνδριὰς ἐγκεκαλυμμένος Ἐμπεδοκλέους ἔκειτο πρότερον μὲν ἐν Ἀκράγαντι,
708
Hegesander Hist., Fragmenta (1392: 001)“FHG 4”, Ed. Müller, K.Paris: Didot,
1841–1870.Fragment 38, line 2
Αἰολικὴν εἰλήλουθμεν.
Eust.p. 1596, 1: τὸ δὲ πέπληγον(θ 264) Ἰώνων καὶ Συρα-
κουσίων λέξις· οὗ ἐνεστὼς πεπλήγωἐκ τοῦ πέπληγα, καθὰ ἐν Ἰλιάδι
τὸ “ἐκλέλαθονκιθαριστύν” (B 600) ἐκ τοῦ λέλαθα λελάθω. Σικελοὶ
γὰρ καθ' Ἡρακλείδηντὸ ατῶν παρακειμένων (sic Phav., περισπω-
μένων Eust. edit.) εἰς ωμετατιθέασιν, οἷον πεποίηκα πεποιήκω.
οὕτω δὲ καὶ πέφυγα πεφύγωκαὶ κατὰ Ἀλκαῖον πεφύγγω ν.
Ἀριστόνικος δὲ οὐ Σικελικὰ ταῦτα ἀλλ' ἀναδιπλώσεις Ἰακὰς βούλεται
εἶναι κατὰ τὸ κεκάμω καὶ λελάβω. Eust.p. 576, 35: τὸ δὲ ἐπέπλη-
γον ἀπὸ ἐνεστῶτος γίνεται τοῦ πεπλήγω, αὐτὸς δὲ ἀπὸ παρακειμένου
τοῦ πέπληγα εἰς ἐνεστῶτος ἀρχὴν ἀνέβη. Συρακουσίων δὲ γλώσσης
ἡ λέξις ἐστί [καθὰ καὶ παρ' Ἡσιόδῳ τὸ “ἐπέφυκον” καὶ ὅσα τοιαῦτα].
Aldi Horti Adon.f. 205b: πόθεν τὸ “ἐκλέλαθον κιθαριστύν”; ἐκ
τοῦ λήθω τὸ λανθάνω· καὶ ὁ μέσος παρακείμενος λέληθα καὶ κατὰ
συστολὴν Ἰωνικὴν τοῦ ηεἰς αλέλαθα καὶ κατὰ Σικελοὺς τροπῇ τοῦ
αεἰς ωλελάθω ἐνεστώς· οὗτοι γὰρ τοὺς παρακειμένους μεταποιοῦσιν
εἰς ἐνεστῶτας, οἷον πεποίηκα πεποιήκω. ἀπὸ δὲ τοῦ λελάθω γέγονεν ὁ
710
μενοι τῶν τριχῶν χρυσοῦς τέττιγας περὶ τὸ μέτωπον καὶ τὰς κόρρας ἐφόρουν.
ὀκλαδίας τε αὐτοῖς δίφρους ἔφερον οἱ παῖδες, ἵνα μὴ καθίζοιεν ὡς ἔτυχεν. καὶ
τοιοῦτοι ἦσαν οἱ τὴν ἐν Μαραθῶνι νικήσαντες μάχην καὶ μόνοι τὴν τῆς Ἀσίας
ἁπάσης δύναμιν χειρωσάμενοι. καὶ οἱ φρονιμώτατοι δέ, φησίν, καὶ μεγίστην δόξαν
ἐπὶ σοφίᾳ ἔχοντες μέγιστον ἀγαθὸν τὴν ἡδονὴν εἶναι νομίζουσιν, Σιμωνίδης μὲν
οὑτωσὶ λέγων
τίς γὰρ ἁδονᾶς ἄτερ
θνητῶν βίος ποθεινὸς ἢ ποία τυραννίς;
τᾶς [δ'] ἄτερ οὐδὲ θεῶν ζηλωτὸς αἰών (fr. 57 D):
Πίνδαρος δὲπαραινῶν Ἱέρωνι τῷ Συρακοσίων ἄρχοντι
μηδ' ἀμαύρου, φησί, τέρψιν ἐν βίῳ, πολύ τοι
φέριστον ἀνδρὶ τερπνὸς αἰών (fr. 126 Schr).
καὶ Ὅμηρος δὲ τὴν εὐφροσύνην καὶ τὸ εὐφραίνεσθαι τέλος φησὶν εἶναι χαριέστε-
ρον, ὅταν δαιτυμόνες μὲν ἀοιδοῦ ἀκουάζωνται, παρὰ δὲ πλήθωσι τράπεζαι (ι 5),
τοὺς δὲ θεούς φησιν εἶναι ῥεῖα ζώοντας (δ 805, ε 122 etc.) – τὸ δὲ ῥεῖά ἐστιν
ἀπόνως – ὥσπερ ἐνδεικνύμενος ὅτι μέγιστόν ἐστι τῶν κακῶν ἡ περὶ τὸ ζῆν
ταλαιπωρία καὶ ὁ πόνος.
Athenaeus XII 554e: ἐν μανίᾳ δὲ τρυφὴν ἡδίστην γενομένην οὐκ
ἀηδῶς ὁ Ποντικὸς Ἡρακλείδης διηγεῖται ἐν τῷ περὶ ἡδονῆς οὕτως γράφων: ὁ
Αἰξωνεὺς Θράσυλλος ὁ Πυθοδώρου διετέθη ποτὲ ὑπὸ μανίας τοιαύτης ὡς πάντα
δοξον τάφον αὐτοῦ μὴ φαίνεσθαι, μηδὲ γὰρ ἄλλων πολλῶν. τοιαῦτά τινα
εἰπὼν ὁ Τίμαιος ἐπιφέρει: ἀλλὰ διὰ παντός ἐστιν Ἡρακλείδης τοιοῦτος
παραδοξολόγος καὶ ἐκ τῆς σελήνης πεπτωκέναι ἄνθρωπον λέγων.
Diogenes Laert. VIII 69: Ἕρμιππος δέ φησι Πάνθειάν
τινα Ἀκραγαντίνην ἀπηλπισμένην ὑπὸ τῶν ἰατρῶν θεραπεῦσαι αὐτὸν (sc.
Ἐμπεδοκλέα) καὶ διὰ τοῦτο τὴν θυσίαν ἐπιτελεῖν· τοὺς δὲ κληθέντας εἶναι
Ἐμπεδοκλέα) καὶ διὰ τοῦτο τὴν θυσίαν ἐπιτελεῖν· τοὺς δὲ κληθέντας εἶναι
πρὸς τοὺς ὀγδοήκοντα. Ἱππόβοτος δέ φησιν ἐξαναστάντα αὐτὸν ὡδευκέναι
ὡς ἐπὶ τὴν Αἴτνην, εἶτα παραγενόμενον ἐπὶ τοὺς κρατῆρας τοῦ πυρὸς
ἐναλέσθαι καὶ ἀφανισθῆναι, βουλόμενον τὴν περὶ αὑτοῦ φήμην βεβαιῶ-
σαι ὅτι γεγόνοι θεός, ὕστερον δὲ γνωσθῆναι, ἀναρριπισθείσης αὐτοῦ μιᾶς
τῶν κρηπίδων, χαλκᾶς γὰρ εἴθιστο ὑποδεῖσθαι. πρὸς τοῦθ' ὁ Παυσανίας
ἀντέλεγε.
Apollodori Chronica fr. 43 Jacoby (Diogenes Laert.
VIII 52):
οἱ δ' ἱστοροῦντες ὡς πεφευγὼς οἴκοθεν
εἰς τὰς Συρακούσας μετ' ἐκείνων ἐπολέμει (sc. Ἐμπεδοκλῆς)
πρὸς Ἀθηνάους ἔμοιγετελέως ἀγνοεῖν
δοκοῦσιν· ἢ γὰρ οὐκέτ' ἦν ἢ παντελῶς
ὑπεργεγηρακώς, ὅπερ οὐχὶ φαίνεται,
Ἀριστοτέλης γὰρ αὐτὸν ἑξήκοντ' ἐτῶν
ἔτι δ' Ἡρακλείδης φησὶ τετελευτηκέναι.
Diogenes Laert. Prooem. 12: φιλοσοφίαν δὲ πρῶτος ὠνό-
μασε Πυθαγόρας καὶ ἑαυτὸν φιλόσοφον, ἐν Σικυῶνι διαλεγόμενος Λέοντι
τῷ Σικυωνίων τυράννῳ ἢ Φλειασίων, καθά φησιν Ἡρακλείδης ὁ Ποντικὸς
ἐν τῇ περὶ τῆς ἄπνου· μηδένα γὰρ εἶναι σοφὸν [ἄνθρωπον] ἀλλ' ἢ θεόν.
Diogenes Laert. VIII 4: τοῦτόν (sc. Πυθαγόραν) φησιν
“ἕλκυσόν με τοίνυν, ἔφη, τῶν σκελῶν καὶ θὲς εἰς τὴν τῶν Μαγνήτων χώραν,
καὶ ἀπάγγειλόν σου τοῖς πολίταις μετὰ τὸ νικῆσαι αὐτόθι με θάψαι. ἐπεσκη-
φέναι τε ταῦτα Φερεκύδην.” ὁ μὲν οὖνἀπήγγειλεν, οἱ δὲ μετὰ μίαν ἐπελθόν-
τες κρατοῦσι τῶν Μαγνήτων καὶ τόν τε Φερεκύδην μεταλλάξαντα θάπτουσιν
αὐτόθι καὶ μεγαλοπρεπῶς τιμῶσιν.
Diogenes Laertius VIII 1: Πυθαγόρας Μνησάρχου δακτυλιογλύφου,
ὥς φησιν Ἕρμιππος Σάμιος, ἢ ὡς Ἀριστόξενος (fr. 11 a W) Τυρρηνὸς ἀπὸ
μιᾶς τῶν νήσων ἃς κατέσχον Ἀθηναῖοι Τυρρηνοὺς ἐκβαλόντες.
Diogenes Laertius VIII 40: Ἕρμιππος δέ φησι πολεμούντων
Ἀκραγαντίνων καὶ Συρακοσίων ἐξελθεῖν τὸν Πυθαγόραν μετὰ τῶν συνήθων
καὶ προστῆναι τῶν Ἀκραγαντίνων. τροπῆς δὲ γενομένης περικάμπτοντα
αὐτὸν τὴν τῶν κυάμων χώραν ὑπὸ τῶν Συρακοσίων ἀναιρεθῆναι, τούς τε
λοιπούς, ὄντας πρὸς τοὺς πέντε καὶ τριάκοντα, ἐν Τάραντι κατακαυθῆναι
θέλοντας ἀντιπολιτεύεσθαι τοῖς προεστῶσι. καὶ ἄλλο τι περὶ Πυθαγόρου
φησὶν ὁ Ἕρμιππος· λέγει γὰρ ὡς γενόμενος ἐν Ἰταλίᾳ κατὰ γῆς οἰκίσκον
ποιήσαι καὶ τῇ μητρὶ ἐντείλαιτο τὰ γινόμενα εἰς δέλτον γράφειν σημειουμένην
καὶ τὸν χρόνον, ἔπειτα καθιέναι αὐτῷ ἔστ' ἂν ἀνέλθῃ. τοῦτο ποιῆσαι τὴν
μητέρα. τὸν δὲ Πυθαγόραν μετὰ χρόνον ἀνελθεῖν ἰσχνὸν καὶ κατεσκελε-
τευμένον, εἰσελθόντα τ' εἰς τὴν ἐκκλησίαν φάσκειν ὡς ἀφῖκται ἐξ Ἅιδου.
καὶ δὴ καὶ ἀνεγίνωσκεν αὐτοῖς τὰ συμβεβηκότα. οἱ δὲ σαινόμενοι
καὶ τὸν χρόνον, ἔπειτα καθιέναι αὐτῷ ἔστ' ἂν ἀνέλθῃ. τοῦτο ποιῆσαι τὴν
μητέρα. τὸν δὲ Πυθαγόραν μετὰ χρόνον ἀνελθεῖν ἰσχνὸν καὶ κατεσκελε-
τευμένον, εἰσελθόντα τ' εἰς τὴν ἐκκλησίαν φάσκειν ὡς ἀφῖκται ἐξ Ἅιδου.
καὶ δὴ καὶ ἀνεγίνωσκεν αὐτοῖς τὰ συμβεβηκότα. οἱ δὲ σαινόμενοι τοῖς λεγο-
μένοις ἐδάκρυόν τε καὶ ᾤμωζον καὶ ἐπίστευον εἶναι τὸν Πυθαγόραν θεῖόν
τινα, ὥστε καὶ τὰς γυναῖκας αὐτῷ παραδοῦναι ὡς καὶ μαθησομένας τι τῶν
Ἕρμιππος, ἀκριβὴς ἐν τοῖς ἄλλοις γενόμενος, ὑπὲρ τοῦδε τοῦ ῥήτορος οὐδὲν
εἴρηκεν ἔξω δυεῖν τούτων, ὅτι διήκουσε μὲν Ἰσοκράτους, καθηγήσατο δὲ
Δημοσθένους.
Harpocratio Isaeus: εἷς μέν ἐστι τῶν ιʹ ῥητόρων οὗτος, μαθητὴς
δὲ Ἰσοκράτους, διδάσκαλος δὲ Δημοσθένους, Ἀθηναῖος τὸ γένος, καθά
φησιν Ἕρμιππος ἐν βʹ περὶ τῶν Ἰσοκράτους μαθητῶν. Δημήτριος δ' ἐν τοῖς
περὶ ὁμωνύμων ποιητῶν Χαλκιδέα φησὶν αὐτὸν εἶναι.
Plutarchus Demosthenes V: Ἕρμιππος δέ φησιν ἀδεσπότοις
ὑπομνήμασιν ἐντυχεῖν, ἐν οἷς ἐγέγραπτο τὸν Δημοσθένη συνεσχολακέναι
Πλάτωνι καὶ πλεῖστον εἰς τοὺς λόγους ὠφελῆσθαι, Κτησιβίου δὲ μέμνηται
λέγοντος παρὰ Καλλίου τοῦ Συρακουσίου καί τινων ἄλλων τὰς Ἰσοκράτους
τέχνας καὶ τὰς Ἀλκιδάμαντος κρύφα λαβόντα τὸν Δημοσθένη καταμαθεῖν.
Plutarchus Demosthenes XXX: τὸ δὲ φάρμακον Ἀρίστων
μὲν ἐκ τοῦ καλάμου φησὶ λαβεῖν αὐτόν, ὡς εἴρηται. Πάππος δέ τις, οὗ τὴν
ἱστορίαν Ἕρμιππος ἀνείληφε, φησὶ πεσόντος αὐτοῦ παρὰ τὸν βωμὸν ἐν μὲν
τῷ βιβλίῳ γεγραμμένην ἐπιστολῆς ἀρχὴν εὑρεθῆναι “Δημοσθένης Ἀντιπά-
τρῳ” καὶ μηδὲν ἄλλο. θαυμαζομένης δὲ τῆς περὶ τὸν θάνατον ὀξύτητος
διηγήσασθαι τοὺς παρὰ ταῖς θύραις Θρᾷκας, ὡς ἔκ τινος ῥακίου λαβὼν εἰς
τὴν χεῖρα προσθοῖτο τῷ στόματι καὶ καταπίοι τὸ φάρμακον· αὐτοὶ δ' ἄρα
χρυσίον ᾠήθησαν εἶναι τὸ καταπινόμενον· ἡ δ' ὑπηρετοῦσα παιδίσκη, πυνθα-
νομένων τῶν περὶ τὸν Ἀρχίαν, φαίη πολὺν εἶναι χρόνον ἐξ οὗ φοροίη τὸν
[ΣΙΚΕΛΙΚΑ.]
Pausanias Attic., Ἀττικῶν ὀνομάτων συναγωγή Alphabetic letter kappa, entry 9, line
4
Pausanias Attic., Ἀττικῶν ὀνομάτων συναγωγή Alphabetic letter sigma, entry 5, line
11
Σαρδόνιος γέλως· παροιμία ἐπὶ τῶν ἐπ' ὀλέθρῳ τῷ σφῶν αὐτῶν γελώντων,
ἣν Δήμων μέν φησι(FHG. I 380, fr. 12) διαδοθῆναι, ὅτι οἱ Σαρδόνα κατοικοῦντες
αἰχμαλώ-
των τε τοὺς καλλίστους καὶ πρεσβυτέρων τοὺς ὑπὲρ ἑβδομήκοντα ἔτη
γεγενημένουςτῷ Κρόνῳ
ἔθυον γελῶντας ἕνεκα τοῦ τὸ ἔπανδρον ἐμφῆναι, Τίμαιος δὲ (FHG. I 199, fr. 29; cf.
28) τοὺς
ἱκανὸν βεβιωκότας χρόνον ἐν Σαρδοῖ συνωθουμένους σχίζαις ὑπὸ τῶν υἱῶν, εἰς ὃν
ἔμελλον θάπ-
τεσθαι βόθρον, γελᾶν. οἱ δὲ ἀπὸ τοῦ σεσηρέναι μετ' ἀνίας. καί φασιν ἄλλοι τε καὶ
Κλείταρχος
(FG Hist 137, 9) ἐν Καρχηδόνι ἐν ταῖς μεγάλαις εὐχαῖς παῖδα ταῖς χερσὶ τοῦ Κρόνου
ἐπιθέντας
(ἵδρυται δὲ χαλκοῦς, προβεβλημένας ἔχων τὰς χεῖρας, ὑφ' ᾧ κρίβανος) ἔπειτα
ὑποκαίειν· τὸν δὲ
συνελκόμενον ὑπὸ τοῦ πυρὸς δοκεῖν γελᾶν. Σιμωνίδης δὲ (fr. 202 a Bgk.) Τάλων τὸν
ἡφαιστό-
τευκτον Σαρδονίους τοὺς βουλομένους περαιῶσαι πρὸς Μίνωα εἰς πῦρ
καθαλλόμενον, ὡς ἂν χαλκοῦν,
προςστερνιζόμενον ἀναιρεῖν ἐπιχάσκοντας. Σιληνὸς δὲ ἐν δʹ Τῶν περὶ Συρακούσας
(FG Hist
175, 5) λάχανον εἶναι παρὰ Σαρδονίοις ἡδύ, σελίνῳ ἐμφερές, οὗ τοὺς γευσαμένους
τάς τε σιαγόνας
σεσηρέναικαὶ τὰς σάρκας αὐτῶν ἀποδάκνειν. ἔνιοι δὲ τοὺς ἐπὶ κακῷ γελῶντας, ὡς καὶ
Ὀδυσσέα
φησὶν Ὅμηρος (υ 301 s.) ‘μείδησε δὲ δῖος Ὀδυσσεύς σαρδόνιον’, καὶ ἐν ἄλλοις (Ο
101 ss.)·
’ἡ δ' ἐΓέλασσε
χείλεσιν, οὐδὲ μέτωπον ἐπ' ὀφρύσι κυανέῃσιν
ἰάνθη’. σαυτὴν ἐπαινεῖς ὥσπερ Ἀστυδάμας, γύναι(Philem. IV 61 M. = fr. 190
K.)· Ἀστυδάμᾳ τῷ Μορσίμου εὐημερήσαντι ἐπὶ τραγῳδίας διδασκαλίᾳ Παρθενοπαίου
(p. 779
718
ἱστοροῦσι γὰρ οὗτοι κοσμηθῆναι τὸ Πυθικὸν ἱερὸν ὑπό τε τοῦ Γύγου καὶ τοῦ
μετὰ τοῦτον Κροίσου, μεθ' οὓς ὑπό τε Γέλωνος καὶ Ἱέρωνος τῶν Σικελιωτῶν,
τοῦ μὲν τρίποδα καὶ Νίκην χρυσοῦ πεποιημένα ἀναθέντος καθ' οὓς χρόνους
Ξέρξης ἐπεστράτευε τῇ Ἑλλάδι, τοῦ δ' Ἱέρωνος τὰ ὅμοια. λέγει δ' οὕτως ὁ Θεό-
πομπος· “ἦν γὰρ τὸ παλαιὸν τὸ ἱερὸν κεκοσμημένον χαλκοῖς ἀναθήμασιν, οὐκ
ἀνδριᾶσιν ἀλλὰ λέβησι καὶ τρίποσι χαλκοῦ πεποιημένοις. Λακεδαιμόνιοι μὲν
οὖν χρυσῶσαι βουλόμενοι τὸ πρόσωπον τοῦ ἐν Ἀμύκλαις Ἀπόλλωνος καὶ οὐχ
εὑρίσκοντες ἐν τῇ Ἑλλάδι χρυσίον πέμψαντες εἰς θεοῦ ἐπηρώτων τὸν θεὸν παρ' οὗ
χρυσίον πρίαιντο. ὁ δ' αὐτοῖς ἀνεῖλεν παρὰ Κροῖσον τὸν Λυδὸν πορευθέντας
ὠνεῖσθαι παρ' ἐκείνου. καὶ οἱ πορευθέντες παρὰ Κροίσου ὠνήσαντο. Ἱέρων δ' ὁ
Συρακόσιος βουλόμενος ἀναθεῖναι τῷ θεῷ τὸν τρίποδα καὶ τὴν Νίκην ἐξ ἀπέφ-
θου χρυσοῦ ἐπὶ πολὺν χρόνον ἀπορῶν χρυσίου ὕστερον ἔπεμψε τοὺς ἀναζητή-
σοντας εἰς τὴν Ἑλλάδα· οἵτινες μόλις ποτ' εἰς Κόρινθον ἀφικόμενοι καὶ ἐξιχνεύ-
σαντες εὗρον παρ' Ἀρχιτέλει τῷ Κορινθίῳ, ὃς πολλῷ χρόνῳ συνωνούμενος κατὰ
μικρὸν θησαυροὺς εἶχεν οὐκ ὀλίγους. ἀπέδοτο γοῦν τοῖς παρὰ τοῦ Ἱέρωνος ὅσον
ἠβούλοντο καὶ μετὰ ταῦτα πληρώσας καὶ τὴν ἑαυτοῦ χεῖρα ὅσον ἠδύνατο χωρῆσαι
ἐπέδωκεν αὐτοῖς. ἀνθ' ὧν Ἱέρων πλοῖον σίτου καὶ ἄλλα πολλὰ δῶρα ἔπεμψεν
ἐκ Σικελίας.” ἱστορεῖ τὰ αὐτὰ καὶ Φαινίας ἐν τῷ περὶ τῶν ἐν Σικελίᾳ τυράννων,
ὡς χαλκῶν ὄντων τῶν παλαιῶν ἀναθημάτων καὶ τριπόδων καὶ λεβήτων καὶ
ἐγχειριδίων, ὧν ἐφ' ἑνὸς καὶ ἐπιγεγράφθαι φησίν·
θάησαί μ'· ἐτεὸν γὰρ ἐν Ἰλίου εὐρέι πύργῳ
LIBER PRIMUS.
Φίλιστος. Fragmenta
Fragment 8, line 5
LIBER SECUNDUS.
LIBER SECUNDUS.
LIBER TERTIUS.
FRAGMENTA INCERTA.
a. Or. 136, 33: πραπίδες· φρῶ ἐστι ῥῆμα κατὰ συναλιφὴν γενόμενον
τοῦ προϊῶ. ἀπὸ δὲ τοῦ προϊῶ πρῶ καὶ φρῶ κατὰ μετάθεσιν τοῦ π εἰς φ,
EM 656, 46. 49): παφλάζω· παρὰ τὸ φλέω, ὅπερ καὶ φλύω λέγεται·
“ἀνὰ δ' ἔφλυε καλὰ ῥέεθρα” (Φ 361), δηλοῖ δὲ τὸ ἀναπέμπω καὶ ἀναδίδω-
μι· καὶ μονοσυλλαβῆσαν φλῶ ἐγένετο, ἀφ' οὗ παράγωγον φλάζω, ὡς
ῥίπτω ῥιπτάζω καὶ ἐνθουσιῶ ἐνθουσιάζω, καὶ κατὰ ἀναδιπλασιασμὸν
Phrynichus Attic., Eclogae (1608: 002)“Die Ekloge des Phrynichos”, Ed. Fischer, E.
Berlin: De Gruyter, 1974; Sammlung griechischer und lateinischer Grammatiker 1.
Lexical entry 34, line 1
τεῖν τὸν Λυσίαν, ἢ νοθεύειν καινοῦ σχήματος χρῆσιν; ἀλλ' ἐπεὶ ξένη ἡ
σύνταξις, πάντῃ παραιτητέα, ῥητέον δὲ ἀκολουθεῖν αὐτῷ.
Βιωτικόν· ἀηδὴς ἡ λέξις· λέγε οὖν χρήσιμον ἐν τῷ βίῳ.
Βουνός· ὀθνεία ἡ φωνὴ τῆς Ἀττικῆς· καὶ γὰρ αὐτὸς ὁ
χρησάμενος τῷ ὀνόματι, συνεὶς ξένως κεχρημένος, σημαίνεται ὡς ἀσαφῶς
διαλεγόμενος· εἰπόντος γάρ τινος
“βουνὸν ἐπὶ ταύτῃ καταλαβὼν ἄνω τινά”
ὁ προσδιαλεγόμενος, οὐ συνεὶς τὸ ξένον τοῦ ὀνόματος, φησίν
“τίς ἐσθ' ὁ βουνός; ἵνα σαφῶς σου μανθάνω”.
ἐν δὲ τῇ Συρακουσίᾳ ποιήσει (Gloss. Ital. 9 Kaibel) καθωμίληται. ἀλλ'
οὐ προσίεται ὁ Ἀττικισμός, περὶ οὗ ἀγωνιζόμεθα, τὴν ἀλλοδαπὴν διά-
λεξιν· ὅπου γὰρ ἀνεπίμικτος καὶ ἄχραντος βούλεται μένειν τῆς ἄλλης
Ἑλλάδος, Αἰολέων λέγω καὶ Δωριέων καὶ Ἰώνων, τούτων μὲν καὶ συγ-
γενῶν ὄντων, σχολῇ γ' ἂν ἀδόκιμον καὶ μιξοβάρβαρον προσεῖτο φω-
νήν. ὁ δ' οὖν κεχρημένος τῷ βουνὸς ὀνόματι Φιλήμων ἐστίν (fr. 142 K.),
εἷς τῶν τῆς νέας κωμῳδίας.
725
πέμπτηι καὶ εἰκοστῆι τῶν Ἱστοριῶν εἰπὼν ὅτι παρὰ Συρακοσίοις νόμος
ἦν τὰς γυναῖκας μὴ κοσμεῖσθαι χρυσῶι μηδ' ἀνθινὰ φορεῖν μηδ' ἐσθῆτας
ἔχειν πορφυρᾶς ἐχούσας παρυφάς, ἐὰν μή τις αὐτῶν συγχωρῆι ἑταίρα εἶναι
κοινή, καὶ ὅτι ἄλλος ἦν νόμος τὸν ἄνδρα μὴ καλλωπίζεσθαι μηδ' ἐσθῆτι
περιέργωι χρῆσθαι καὶ διαλλαττούσηι, ἐὰν μὴ ὁμολογῆι μοιχεύειν ἢ κίναι-
δος εἶναι, καὶ τὴν ἐλευθέραν μὴ ἐκπορεύεσθαι ἡλίου δεδυκότος, ἐὰν μὴ
μοιχευθησομένην· ἐκωλύετο δὲ καὶ ἡμέρας ἐξιέναι ἄνευ τῶν γυναικονόμων
ἀκολουθούσης αὐτῆι μιᾶς θεραπαινίδος, «Συβαρῖται»,φησίν, «ἐξο-
κείλαντες εἰς τρυφὴν ἔγραψαν νόμον περὶ τοῦτὰς
γυναῖκας εἰς τὰς ἑορτὰς καλεῖν καὶ τοὺς εἰς τὰς θυσίας
καλοῦντας πρὸ ἐνιαυτοῦ τὴν παρασκευὴν ποιεῖσθαι,
χθηρίας καὶ περὶ τὰ φαῦλα λιχνείας ἐμφανίσαι τὴν τῶν παιδευσάντων διδασκαλίαν.
ARISTOPH. Nub. 360
οὐ γὰρ ἂν ἄλλωι γ' ὑπακούσαιμεν τῶν νῦν μετεωροσοφιστῶν
πλὴν ἢ Προδίκωι· τῶι μὲν σοφίας καὶ γνώμης οὕνεκα, σοὶ δὲ (Sokr.) ...
– Tagenistae fr. 490 K.
τοῦτον τὸν ἄνδρ' ἢ βυβλίον διέφθορεν
ἢ Πρόδικος ἢ τῶν ἀδολεσχῶν εἷς γέ τις.
SCHOL. ARISTOPH. Nub. 361 διδάσκαλος δὲ ἦν οὗτος καὶ
Θηραμένους τοῦ ἐπικαλουμένου Κοθόρνου.
DIONYS. Halic. Isocr. 1 γενόμενος δὲ ἀκουστὴς Προδίκου τε τοῦ
Κείου καὶ Γοργίου τοῦ Λεοντίνου καὶ Τεισίου τοῦ Συρακουσίου τῶν τότε μέγιστον
ὄνομα ἐν τοῖς Ἕλλησιν ἐχόντων ἐπὶ σοφίαι, ὡς δέ τινες ἱστοροῦσι, καὶ Θηρα-
μένους τοῦ ῥήτορος, ὃν οἱ τριάκοντα ἀπέκτειναν δημοτικὸν εἶναι δοκοῦντα.
GELL. XV 20, 4 auditor fuit [Euripides] physici Anaxagorae et
Prodici rhetoris.
MARCELL. V. Thuc. 36 ἐζήλωσε δ' ἐπ' ὀλίγον, ὥς φησιν
Ἄντυλλος, καὶ τὰς Γοργίου τοῦ Λεοντίνου παρισώσεις καὶ τὰς ἀντιθέσεις τῶν
ὀνομάτων, εὐδοκιμούσας κατ' ἐκεῖνο καιροῦ παρὰ τοῖς Ἕλλησι καὶ μέντοι καὶ Προ-
δίκου τοῦ Κείου τὴν ἐπὶ τοῖς ὀνόμασιν ἀκριβολογίαν.
QUINTIL. III 1, 12 horum primi communis locos tractasse dicuntur
Protagoras, Gorgias; adfectus P., Hippias et idem Protagoras et Thra
DIOG. I 40ff. περὶ δὴ τῶν ἑπτὰ (ἄξιον γὰρ ἐνταῦθα καθολικῶς κἀκείνων
ἐπιμνησθῆναι) λόγοι φέρονται τοιοῦτοι. Δάμων ὁ Κυρηναῖος γεγραφὼς Περὶ τῶν
φιλοσόφων [FHG IV 277] πᾶσιν ἐγκαλεῖ, μάλιστα δὲ τοῖς ἑπτά. Ἀναξιμένης δέ
φησι πάντας ἐπιθέσθαι ποιητικῆι· ὁ δὲ Δικαίαρχος [fr. 28 FHG II 243 vgl. Hermes
27 (1892) 120. 126] οὔτε σοφοὺς οὔτε φιλοσόφους φησὶν αὐτοὺς γεγονέναι, συν-
ετοὺς δέ τινας καὶ νομοθετικούς. Ἀρχέτιμος δὲ ὁ Συρακούσιος [FHG IV 318] ὁμιλίαν
727
ἱστορίαν, πρῶτον μὲν τηλικαύτην εἶναί φησι διαφορὰν τῆς ἱστορίας πρὸς τοὺς
ἐπιδεικτικοὺς λόγους, ἡλίκην ἔχει τὰ κατ' ἀλήθειαν ὠικοδομημένα καὶ κατε-
σκευασμένα τῶν ἐν ταῖς σκηνογραφίαις φαινομένων τόπων καὶ διαθέσεων.
(2) δεύτερον αὐτὸ τὸ συναθροῖσαί φησι τὴν παρασκευὴν τὴν πρὸς τὴν ἱστορίαν
μεῖζον ἔργον εἶναι τῆς ὅλης πραγματείας τῆς περὶ τοὺς ἐπιδεικτικοὺς λόγους·
(3) αὐτὸς γοῦν τηλικαύτην ὑπομεμένηκε δαπάνην καὶ κακοπάθειαν τοῦ συνα-
γαγεῖν τὰ παρὰ Τυρίων ὑπομνήματα καὶ πολυπραγμονῆσαι τὰ Λιγύων ἔθη καὶ
Κελτῶν, ἅμα δὲ τούτοις Ἰβήρων, ὥστε μηδ' ἂν αὐτὸς ἐλπίσαι μήτ' ἂν ἑτέροις
ἐξηγούμενος πιστευθῆναι περὶ τούτων.
PHOT. SUD. s. v. Καλλικύριοι· οἱ ἀντὶ τῶν Γεωμόρων ἐν Συρα-
κούσαις γενόμενοι, πολλοί τινες τὸ πλῆθος – δοῦλοι δ' ἦσαν οὗτοι τῶν
φυγάδων, ὡς Τίμαιος ἐν ϛ– ,ὅθεν τοὺς ὑπερβολῆι πολλοὺς Καλλικυρίους
ἔλεγον. ὠνομάσθησαν δὲ ἀπὸ τοῦ εἰς ταὐτὸ συνελθεῖν παντοδαποὶ ὄντες, ὡς
Ἀριστοτέλης ἐν Συρακουσίων πολιτείαι (IV), ὅμοιοι τοῖς Λακεδαιμονίων
Εἵλωσι καὶ παρὰ Θεσσαλοῖς Πενέσταις καὶ παρὰ Κρησὶν Κλαρώταις. καὶ
παροιμία ‘Καλλικυρίων πλείους’· τοῦτο ἐλέγετο, εἴποτε πλῆθος ἤθελον ἐμφῆ-
ναι· οἱ γὰρ Καλλικύριοι δοῦλοι ἦσαν, πλείους τῶν κυρίων αὐτῶν, ὥστε καὶ
(2) δεύτερον αὐτὸ τὸ συναθροῖσαί φησι τὴν παρασκευὴν τὴν πρὸς τὴν ἱστορίαν
μεῖζον ἔργον εἶναι τῆς ὅλης πραγματείας τῆς περὶ τοὺς ἐπιδεικτικοὺς λόγους·
(3) αὐτὸς γοῦν τηλικαύτην ὑπομεμένηκε δαπάνην καὶ κακοπάθειαν τοῦ συνα-
γαγεῖν τὰ παρὰ Τυρίων ὑπομνήματα καὶ πολυπραγμονῆσαι τὰ Λιγύων ἔθη καὶ
Κελτῶν, ἅμα δὲ τούτοις Ἰβήρων, ὥστε μηδ' ἂν αὐτὸς ἐλπίσαι μήτ' ἂν ἑτέροις
ἐξηγούμενος πιστευθῆναι περὶ τούτων.
PHOT. SUD. s. v. Καλλικύριοι· οἱ ἀντὶ τῶν Γεωμόρων ἐν Συρα-
κούσαις γενόμενοι, πολλοί τινες τὸ πλῆθος – δοῦλοι δ' ἦσαν οὗτοι τῶν
φυγάδων, ὡς Τίμαιος ἐν ϛ– ,ὅθεν τοὺς ὑπερβολῆι πολλοὺς Καλλικυρίους
ἔλεγον. ὠνομάσθησαν δὲ ἀπὸ τοῦ εἰς ταὐτὸ συνελθεῖν παντοδαποὶ ὄντες, ὡς
Ἀριστοτέλης ἐν Συρακουσίων πολιτείαι (IV), ὅμοιοι τοῖς Λακεδαιμονίων
Εἵλωσι καὶ παρὰ Θεσσαλοῖς Πενέσταις καὶ παρὰ Κρησὶν Κλαρώταις. καὶ
παροιμία ‘Καλλικυρίων πλείους’· τοῦτο ἐλέγετο, εἴποτε πλῆθος ἤθελον ἐμφῆ-
ναι· οἱ γὰρ Καλλικύριοι δοῦλοι ἦσαν, πλείους τῶν κυρίων αὐτῶν, ὥστε καὶ
αὐτοὺς ἐξέβαλον.
ATHEN. 12, 58 p. 541 BC: περὶ δὲ Σμινδυρίδου τοῦ Συβαρίτου
καὶ τῆς τούτου τρυφῆς ἱστόρησεν Ἡρόδοτος ἐν τῆι ἕκτηι (127), ὡς ἀποπλέων
ἐπὶ τὴν μνηστείαν τῆς Κλεισθένους τοῦ Σικυωνίων τυράννου θυγατρὸς Ἀγαρίς-
της, φησίν «ἀπὸ μὲν Ἰταλίης Σμινδυρίδης ὁ Ἱπποκράτεος Συβαρίτης,
729
λέγειν αὐτὸν (scil. Πυθαγόραν) τὰς συνοικούσας ἀνδράσι θεῶν ἔχειν ὀνόματα,
Κόρας, Νύμφας, εἶτα μητέρας καὶ μαίαςκαλουμένας.
SCHOL. PINDAR. Nem. 9, 95a: βαθυκρήμνοισι δ' ἀμφ' ἀκταῖς
Ἑλώρου] περὶ τοῦτον τὸν ποταμὸν συνέστη Ἱπποκράτει τῶι Γελώιων τυράννωι
πρὸς Συρακοσίους πόλεμος, ὁ δὲ Γέλων, οὗοὗτος ἑταῖρος,
ἱππάρχει τότε Ἱπποκράτει· ἐν δὴ τούτωι φησὶ τῶι πολέμωι εἰκὸς τὸν Χρόμιον
ἐπιδείξασθαι πολλὰ ἔργα κατὰ τὴν μάχην. περὶ δὲ τούτου τοῦ πολέμου
Τίμαιος ἐν τῆι ιδεδήλωκε·‘καθάπαξ γάρ’ φησὶν ὁ δίδυμος (p. 235
Schm) ‘οὐδεμίαν ἄλλην μάχην ἔχομεν εὑρεῖν περὶ τὸν Ἕλωρον τῶν συνηκμα-
κότων τῶι Χρομίωι τυράννων, ὅτι μὴ σὺν Ἱπποκράτει τοῦ Γέλωνος πρὸς Συρα-
κουσίους. ὅτι μὲν οὖν Γέλωνα ἱππαρχεῖν κατέστησεν Ἱπποκράτης, σαφὲς ὁ
Τίμαιος ποιήσει γράφων οὕτως· «Ἱπποκράτης δὲ μετὰ τὴν Κλεάν-
δρου τελευτὴν ἅμα μὲν τοῦ Γέλωνος ἐν τῆι τεταγμένηι μεμε-
νηκότος, ἅμα δὲ τοῖς Γελώιοις χαρίσασθαι βουλόμενος, μετα-
πεμψάμενος αὐτὸν καὶ παρακαλέσας ἐπὶ τὰς πράξεις, ἁπάντων
τῶν ἱππέων τὴν ἐπιμέλειαν ἐκείνωι παρέδωκεν»‘.(es folgt F 21).
SCHOL. PINDAR. Ol.
5, 19a: νέοικον ἕδραν εἶπε τὴν Καμά-
ριναν ὁ Πίνδαρος. σαφηνίζει Τίμαιος
ἐν τῆι δεκάτηι. εἰσὶ δὲ οὗτοι οἱ
Καμαριναῖοι, οἳὑπὸ τοῦ Γέλωνος
730
εἰρήνην μέχρι τῶν τῆς χώρας ὅρων· καὶ τούτοις ἕτερα παραπλήσια.
ATHEN. 7, 132 p. 327 B: Τίμαιος δ' ἐν τῆι ιγτῶν Ἱστοριῶν
περὶ τοῦ Σικελικοῦ πολιχνίου – λέγω δὲ τῶν Ὑκκάρων – διαλεγόμενος, προσα-
γορευθῆναί φησι τὸ πολίχνιον διὰ τὸ τοὺς πρώτους τῶν ἀνθρώπων ἐλθόντας
ἐπὶ τὸν τόπον ἰχθῦς εὑρεῖν τοὺς καλουμένας ὕκας, καὶ τούτους ἐγκύους· δι'
οὓς οἰωνισαμένους Ὕκκαρον ὀνομάσαι τὸ χωρίον.
ATHEN. 13, 54/55 p. 588 B – 589 A: Λαίδος δὲ τῆς ἐξ
Ὑκκάρων – πόλις δ' αὕτη Σικελική, ἀφ' ἧς αἰχμάλωτος γενομένη ἧκεν εἰς
Κόρινθον, ὡς ἱστορεῖ Πολέμων (IV) ἐν τῶι ἕκτωι τῶν πρὸς Τίμαιον – ....
Νυμφόδωρος δ' ὁ Συρακόσιος (572 F 1) ἐν τῶι Περὶ τῶν ἐν Σικελίαι θαυμα-
ζομένων ἐξ Ὑκκάρου φησὶν Σικελικοῦ φρουρίου εἶναι τὴν Λαίδα. Στράττις δ'
ἐν Μακεδόσιν ἢ Παυσανίαι (I 718, 26 K) Κορινθίαν αὐτὴν εἶναί φησιν διὰ
τούτων· «εἰσὶν δὲ πόθεν αἱ παῖδες αὗται καὶ τίνες; / – νυνὶ μὲν ἥκουσιν Μεγα-
ρόθεν, εἰσὶ δέ / Κορίνθιαι· Λαὶς μὲν ἡδὶ Μεγακλέους». Τίμαιος δ' ἐν τῆι
τρισκαιδεκάτηι τῶν Ἱστοριῶν ἐξ Ὑκκάρων,καθὰ καὶ Πολέμων
εἴρηκεν, ἀναιρεθῆναι φάσκων αὐτὴν ὑπό τινων γυναικῶν ἐν Θετταλίαι, ἐρασθεῖ-
σάν τινος Παυσανίου Θετταλοῦ, κατὰ φθόνον καὶ δυσζηλίαν [ταῖς] ξυλίναις
χελώναις τυπτομένην ἐν Ἀφροδίτης ἱερῶι· διὸ καὶ τὸ Τέμενος κληθῆναι Ἀνο-
σίας Ἀφροδίτης. δείκνυσθαι δ' αὐτῆς τάφον παρὰ τῶι Πηνειῶι σημεῖον ἔχοντα
ὑδρίαν λιθίνην καὶ ἐπίγραμμα τόδε· «Τῆς δέ ποθ' ἡ μεγάλαυχος ἀνίκητός
τὴν πηγὴν ἔχειν ἐκ τοῦ κατὰ τὴν Ἤλιδα Ἀλφειοῦ (Lykos 570 F 15?)· διὸ
καὶ ταῖς Ὀλυμπικαῖς ἡμέραις, ὅταν ἐν τῶι ποταμῶι ἀποπλύνωσιν τῶν θυμά-
των τὰς κοιλίας, οὐ καθαρὰν εἶναι τὴν ἐν τῆι Σικελίαι κρήνην, ἀλλὰ ῥεῖν ὄνθωι.
φησὶν δὲ καὶ φιάλην ποτ' εἰς τὸν Ἀλφειὸν ποταμὸν ἐμβληθεῖσαν ἐν ἐκείνηι
φανῆναι. τοῦτο δ' ἱστορεῖ καὶ Τίμαιος.
POLYBIOS 12, 4d (T 19 p. 584, 25/7)
φησὶ τοιγαροῦν τὴν Ἀρέθουσαν κρήνην τὴν ἐν ταῖς Συρακούσσαις ἔχειν τὰς
πηγὰς ἐκ τοῦ κατὰ Πελοπόννησον διά τε τῆς Ἀρκαδίας καὶ διὰ τῆς Ὀλυμπίας
ῥέοντος ποταμοῦ [Ἀλφειοῦ]· (6) ἐκεῖνον γὰρ δύντα κατὰ γῆς καὶτετρα-
κισχιλίους σταδίους ὑπὸ τὸ Σικελικὸν ἐνεχθέντα πέλαγος ἀναδύνειν ἐν ταῖς
Συρακούσσαις. (7) γενέσθαι δὲ τοῦτο δῆλον ἐκ τοῦ κατά τινα χρόνον οὐρανίων
ὄμβρων ῥαγέντων κατὰ τὸν τῶν Ὀλυμπίων καιρόν, καὶ τοῦ ποταμοῦ τοὺς
κατὰ τὸ Τέμενος ἐπικλύσαντος τόπους, ὄνθου τε πλῆθος ἀναβλύζειν τὴν Ἀρέ-
θουσαν ἐκ τῶν κατὰ τὴν πανήγυριν θυομένων βοῶν, καὶ φιάλην χρυσῆν ποτ'
ἀναβαλεῖν, ἣν ἐπιγνόντες εἶναι τῆς ἑορτῆς ἀνείλοντο.
STRABON 6, 2, 4 p.
270/1: ἡ δ' Ὀρτυγία συνάπτει γεφύραι πρὸς τὴν ἤπειρον πρόσγειοςοὖσα,
κρήνην δ' ἔχει τὴν Ἀρέθουσαν, ἐξιεῖσαν ποταμὸν εὐθὺς εἰς τὴν θάλατταν.
μυθεύουσι δὲ τὸν Ἀλφειὸν εἶναι τοῦτον, ἀρχόμενον μὲν ἐκ τῆς Πελοποννήσου,
διὰ δὲ τοῦ πελάγους ὑπὸ γῆς τὸ ῥεῖθρον ἔχοντα μέχρι πρὸς τὴν Ἀρέθουσαν,
εἶτ' ἐκδιδόντα ἐνθένδε πάλιν εἰς τὴν θάλατταν. τεκμηριοῦνται δὲ τοιούτοις
733
τούτοις οἰκείως τοῖς φθάσασιν εὔχεσθαι τῶι Διί φησι τὸν Πίνδαρον ὁ Δίδυμος,
ὥστε λοιπὸν αὐτοῖς εἰρηναῖον εἶναι τὸν βίον.
POLYB. 12, 26b: ὅτι Γέλωνος ἐπαγγελλομένου τοῖς Ἕλλησι
δισμυρίοις πεζοῖς, διακοσίαις δὲ ναυσὶ καταφράκτοις βοηθήσειν, ἐὰν αὐτῶι
τῆς ἡγεμονίας [ἢ τῆς ἡγεμονίας] ἢ τῆς κατὰ γῆν ἢ τῆς κατὰ θάλατταν παρα-
χωρήσωσι, φασὶ τοὺς προκαθημένους ἐν Κορίνθωι τῶν Ἑλλήνων πραγματι-
κώτατον ἀπόκριμα δοῦναι τοῖς παρὰ τοῦ Γέλωνος πρεσβευταῖς· (2) ἐκέλευον
γὰρ ὡς ἐπίκουρον ἔρχεσθαι τὸν Γέλωνα μετὰ τῶν δυνάμεων, τὴν δ' ἡγεμονίαν
ἀνάγκηι τὰ πράγματα περιθήσειν τοῖς ἀρίστοις τῶν ἀνδρῶν. (3) τοῦτο δ'
οὔκἐστι τῶν καταφευγόντων ἐπὶ τὰς Συρακουσίων ἐλπίδας, ἀλλὰ πιστευόν-
των αὑτοῖς καὶ προκαλουμένων τὸν βουλόμενον εἰς τὸν τῆς ἀνδρείας ἀγῶνα
καὶ τὸν περὶ τῆς ἀρετῆς στέφανον. (4) ἀλλ' ὅμως Τίμαιος εἰς ἕκαστα
τῶν προειρημένων τοσούτους ἐντείνει λόγους καὶ τοσαύτην
ποιεῖται σπουδὴν περὶ τοῦ τὴν μὲν Σικελίαν μεγαλομερεστέραν
ποιῆσαι τῆς συμπάσης Ἑλλάδος, τὰς δὲ ἐν αὐτῆι πράξεις ἐπι-
φανεστέρας καὶ καλλίους τῶν κατὰ τὴν ἄλλην οἰκουμένην, τῶν
δ' ἀνδρῶν τῶν μὲν σοφίαι διενηνοχότων σοφωτάτους τοὺς ἐν
Σικελίαι, τῶν δὲ πραγματικῶν ἡγεμονικωτάτους καὶ θειοτάτους
τοὺς ἐκ Συρακουσσῶν,(5) ὥστε μὴ καταλιπεῖν ὑπερβολὴν τοῖς μειρα-
κίοις τοῖς ἐν ταῖς διατριβαῖς καὶ τοῖς τόποις πρὸς τὰς παραδόξους ἐπιχειρήσεις,
quoque in his rebus antecessisse. (5) venisse ad Persas, apud quos summa
laus esset fortiter venari, luxuriose vivere: horum sic imitatum consuetudinem,
ut illi ipsi eum in his maxime admirarentur. (6) quibus rebus effecisse
ut apud quoscumque esset, princeps poneretur habereturque carissimus.
PLUTARCH. Nikias 19, 5: Τίμαιος δὲ καὶ τοὺς Σικελιώτας
φησὶν ἐν μηδενὶ λόγωι ποιεῖσθαι τὸν Γύλιππον, ὕστερον μὲν αἰσχροκέρδειαν
αὐτοῦ καὶ μικρολογίαν καταγνόντας, ὡς δὲ πρῶτον ὤφθη, σκώπτοντας εἰς τὸν
τρίβωνα καὶ τὴν κόμην. εἶτα μέντοι φησὶν αὐτός, ὅτι τῶι Γυλίππωι φανέντι
καθάπερ γλαυκὶ πολλοὶ προσέπτησαν ἑτοίμως στρατευόμενοι.
– – 28:
ἐκκλησίας δὲ πανδήμου Συρακουσίων καὶ τῶν συμμάχων γενομένης, Εὐρυ-
κλῆς ὁ δημαγωγὸς ἔγραψε .... (2) ... τῶν δ' Ἀθηναίων τοὺς μὲν οἰκέτας
ἀποδόσθαι καὶ τοὺς ἄλλους συμμάχους, αὐτοὺς δὲ καὶ τοὺς ἀπὸ Σικελίας
φρουρεῖν ἐμβαλόντας εἰς τὰς λατομίας πλὴν τῶν στρατηγῶν, ἐκείνους δ'
ἀποκτεῖναι. (3) ταῦτα προσδεχομένων τῶν Συρακουσίων, Ἑρμοκράτης μὲν
εἰπὼν ὅτι τοῦ νικᾶν κρεῖττόν ἐστι τὸ καλῶς χρῆσθαι τῆι νίκηι, οὐ μετρίως ἐθο-
ρυβήθη, Γύλιππον δὲ τοὺς στρατηγοὺς τῶν Ἀθηναίων ἐξαιτούμενον ζῶντας
ἀγαγεῖν Λακεδαιμονίοις, ὑβρίζοντες ἤδη τοῖς εὐτυχήμασιν κακῶς ἔλεγον,
ἄλλως τε καὶ παρὰ τὸν πόλεμον αὐτοῦ τὴν τραχύτητα καὶ τὸ Λακωνικὸν τῆς
ἐπιστασίας οὐ ῥαιδίως ἐνηνοχότες· (4) ὡς δὲ Τίμαιός φησι, καὶ μικρολογίαν
τινὰ καὶ πλεονεξίαν κατεγνωκότες,
εἰπὼν ὅτι τοῦ νικᾶν κρεῖττόν ἐστι τὸ καλῶς χρῆσθαι τῆι νίκηι, οὐ μετρίως ἐθο-
ρυβήθη, Γύλιππον δὲ τοὺς στρατηγοὺς τῶν Ἀθηναίων ἐξαιτούμενον ζῶντας
ἀγαγεῖν Λακεδαιμονίοις, ὑβρίζοντες ἤδη τοῖς εὐτυχήμασιν κακῶς ἔλεγον,
ἄλλως τε καὶ παρὰ τὸν πόλεμον αὐτοῦ τὴν τραχύτητα καὶ τὸ Λακωνικὸν τῆς
ἐπιστασίας οὐ ῥαιδίως ἐνηνοχότες· (4) ὡς δὲ Τίμαιός φησι, καὶ μικρολογίαν
τινὰ καὶ πλεονεξίαν κατεγνωκότες, ἀρρώστημα πατρῶιον ἐφ' ὧι καὶ Κλεαν-
δρίδης ὁ πατὴρ αὐτοῦ δώρων ἁλοὺς ἔφυγε, καὶ οὗτος αὐτὸς ἀπὸ τῶν χιλίων
ταλάντων, ἃ Λύσανδρος ἔπεμψεν εἰς Σπάρτην, ὑφελόμενος τριάκοντα καὶ
κρύψας ὑπὸ τὸν ὄροφον τῆς οἰκίας, εἶτα μηνυθεὶς αἴσχιστα πάντων ἐξέπεσεν.
– Timol. 41, 4: Τίμαιος δὲ καὶ Γύλιππον ἀκλεῶς φησι καὶ ἀτίμως ἀπο-
πέμψαι Συρακοσίους, φιλοπλουτίαν αὐτοῦ καὶ ἀπληστίαν ἐν τῆι στρατηγίαι
κατεγνωκότας.
PLUTARCH. Nikias 28, 5: Δημοσθένην δὲ καὶ Νικίαν ἀποθα-
νεῖν Τίμαιος οὔ φησιν ὑπὸ Συρακουσίων κελευσθέντας, ὡς Φίλιστος (556 F 55)
ἔγραψε καὶ Θουκυδίδης (7, 86, 2), ἀλλ' Ἑρμοκράτους πέμψαντος ἔτι τῆς
ἐκκλησίας συνεστώσης, καὶ δι' ἑνὸς τῶν φυλάκων παρέντος αὐτοὺς δι' αὑτῶν
ἀποθανεῖν· τὰ μέντοι σώματα πρὸς ταῖς πύλαις ἐκβληθέντα κεῖσθαι φανερὰ
τοῖς δεομένοις τοῦ θεάματος.
ἄλλως τε καὶ παρὰ τὸν πόλεμον αὐτοῦ τὴν τραχύτητα καὶ τὸ Λακωνικὸν τῆς
ἐπιστασίας οὐ ῥαιδίως ἐνηνοχότες· (4) ὡς δὲ Τίμαιός φησι, καὶ μικρολογίαν
τινὰ καὶ πλεονεξίαν κατεγνωκότες, ἀρρώστημα πατρῶιον ἐφ' ὧι καὶ Κλεαν-
δρίδης ὁ πατὴρ αὐτοῦ δώρων ἁλοὺς ἔφυγε, καὶ οὗτος αὐτὸς ἀπὸ τῶν χιλίων
ταλάντων, ἃ Λύσανδρος ἔπεμψεν εἰς Σπάρτην, ὑφελόμενος τριάκοντα καὶ
κρύψας ὑπὸ τὸν ὄροφον τῆς οἰκίας, εἶτα μηνυθεὶς αἴσχιστα πάντων ἐξέπεσεν.
– Timol. 41, 4: Τίμαιος δὲ καὶ Γύλιππον ἀκλεῶς φησι καὶ ἀτίμως ἀπο-
πέμψαι Συρακοσίους, φιλοπλουτίαν αὐτοῦ καὶ ἀπληστίαν ἐν τῆι στρατηγίαι
κατεγνωκότας.
PLUTARCH. Nikias 28, 5: Δημοσθένην δὲ καὶ Νικίαν ἀποθα-
νεῖν Τίμαιος οὔ φησιν ὑπὸ Συρακουσίων κελευσθέντας, ὡς Φίλιστος (556 F 55)
ἔγραψε καὶ Θουκυδίδης (7, 86, 2), ἀλλ' Ἑρμοκράτους πέμψαντος ἔτι τῆς
ἐκκλησίας συνεστώσης, καὶ δι' ἑνὸς τῶν φυλάκων παρέντος αὐτοὺς δι' αὑτῶν
ἀποθανεῖν· τὰ μέντοι σώματα πρὸς ταῖς πύλαις ἐκβληθέντα κεῖσθαι φανερὰ
τοῖς δεομένοις τοῦ θεάματος.
ANON. Π. ὑψ. 4, 3: (T 23) τοῖς δὲ Ἀθηναίοις ἁλοῦσιν
περὶ Σικελίαν τίνα τρόπον ἐπιφωνεῖ; ὅτι «εἰς τὸν Ἑρμῆν ἀσεβήσαντες
καὶ περικόψαντες αὐτοῦ τὰ ἀγάλματα, διὰ τοῦτ' ἔδωκαν δίκην,
οὐχ ἥκιστα δι' ἕνα ἄνδρα, ὃς ἀπὸ τοῦ παρανομηθέντος διὰ
πατέρων ἦν, Ἑρμοκράτη τὸν Ἕρμωνος».
στειλαν εἰς τὴν Τύρον. τοῦτον μὲν οἱ Γελῶιοι κατὰ τὸν τοῦ θεοῦ χρησμὸν
ἀνέθηκαν, οἱ δὲ Τύριοι καθ' ὃν καιρὸν ὕστερον ὑπ' Ἀλεξάνδρου τοῦ Μακεδόνος
ἐπολιορκοῦντο, καθύβριζον ὡς συναγωνιζόμενον τοῖς πολεμίοις. Ἀλεξάνδρου
δ' ἑλόντος τὴν πόλιν, ὡς Τίμαιός φησι, κατὰ τὴν ὁμώνυμον ἡμέραν καὶ τὴν
739
ἄλλως θ' ὁ Τιμολέων ἐθάρρυνεν αὐτοὺς καὶ ἀνεμίμνησκε τῶν Ἰσθμοῖ σελίνων,
οἷς ἀναστέφουσι Κορίνθιοι τοὺς νικῶντας.
POLYB. 12, 23, 4 (T 19 p. 585, 15) ἐκεῖνος
μὲν οὖν ἀποθεοῦν Ἀλέξανδρον ἐβουλήθη, Τίμαιος δὲ μείζω ποιεῖ
Τιμολέοντα τῶν ἐπιφανεστάτων θεῶν· (5) καὶ Καλλισθένης μὲν ἄνδρα τοιοῦ-
τον, ὃν πάντες μεγαλοφυέστερον ἢ κατ' ἄνθρωπον γεγονέναι τῆι ψυχῆι συγχω-
ροῦσιν, (6) οὗτος δὲ Τιμολέοντα τὸν οὐχ οἷον δόξαντά τι πεπραχέναι μεγα-
λεῖον, ἀλλ' οὐδ' ἐπιβαλόμενον, μίαν δὲ τῶι βίωι γραμμὴν διανύσαντα, καὶ ταύ-
την οὐδὲ σπουδαίαν τρόπον τινὰ πρὸς τὸ μέγεθος τῆς οἰκουμένης, λέγω δὲ τὴν
740
ἐκ τῆς πατρίδος εἰς Συρακούσσας. (7) ἀλλά μοι δοκεῖ πεισθῆναι Τίμαιος ὡς,
ἂν Τιμολέων, πεφιλοδοξηκὼς ἐν αὐτῆι Σικελίαι, καθάπερ ἐν ὀξυβάφωι, σύγ-
κριτος φανῆι τοῖς ἐπιφανεστάτοις τῶν ἡρώων, κἂν αὐτὸς ὑπὲρ Ἰταλίας
μόνον καὶ Σικελίας πραγματευόμενοςεἰκότως παραβολῆς ἀξιωθῆναι
τοῖς ὑπὲρ τῆς οἰκουμένης καὶ τῶν καθόλου πράξεων πεποιημένοις τὰς συντάξεις.
PLUTARCH. Timol. 36: πολλῶν γοῦν κατ' αὐτὸν Ἑλλήνων μεγάλων γενο-
μένων καὶ μεγάλα κατεργασαμένων, ὧν καὶ Τιμόθεος ἦν καὶ Ἀγησίλαος καὶ
Πελοπίδας καὶ ὁ μάλιστα ζηλωθεὶς ὑπὸ Τιμολέοντος Ἐπαμεινώνδας, αἱ μὲν
ἐκείνων πράξεις βίαι τινὶ καὶ πόνωι τὸ λαμπρὸν ἐξενηνόχασι μεμειγμένον,
ὥστε καὶ μέμψιν ἐνίαις ἐπιγίνεσθαι καὶ μετάνοιαν· (2) τῶν δὲ Τιμολέοντος
ἔργων, ἔξω λόγου θεμένοις τὴν περὶ τὸν ἀδελφὸν ἀνάγκην (F 116), οὐδέν
οὐδὲ ταῖς κατ' Ἀγαθοκλέους ἔγωγε λοιδορίαις, εἰ καὶ πάντων γέγονεν ἀσε-
βέστατος, εὐδοκῶ. (2) λέγω δὲ τούτοις, ἐν οἷς ἐπὶ καταστροφῆι τῆς
ὅλης ἱστορίαςφησὶ γεγονέναι τὸν Ἀγαθοκλέα κατὰ τὴν πρώτην ἡλικίαν
κοινὸν πόρνον, ἕτοιμον τοῖς ἀκρατεστάτοις, κολοιόν, τριόρχην, πάντων τῶν
βουλομένων τοὺς ὄπισθεν ἔμπροσθεν γεγονότα. (3) πρὸς δὲ τούτοις, ὅτ' ἀπ-
έθανε, τὴν γυναῖκά φησι κατακλαιομένην αὐτὸν οὕτω θρηνεῖν· ‘τί δ' οὐκ ἐγὼ
σέ; τί δ' οὐκ ἐμὲ σύ;’ (4) ἐν γὰρ τούτοις πάλιν οὐ μόνον ἄν τις ἐπιφθέγξαιτο
τὰ καὶ περὶ Δημοχάρους (F 35), ἀλλὰ καὶ τὴν ὑπερβολὴν θαυμάσειε τῆς
πικρίας. (5) ὅτι γὰρ ἐκ φύσεως ἀνάγκη μεγάλα προτερήματα γεγονέναι περὶ
τὸν Ἀγαθοκλέα, τοῦτο δῆλόν ἐστιν ἐξ αὐτῶν ὧν ὁ Τίμαιος ἀποφαίνεται. (6)
εἰ γὰρ εἰς τὰς Συρακούσας παρεγενή-
θη, φεύγων τὸν τροχόν, τὸν καπνόν,
τὸν πηλόν, περί τε τὴν ἡλικίαν ὀκτω-
καίδεκα ἔτηγεγονώς, καὶ μετά τινα
χρόνον ὁρμηθεὶς ἀπὸ τοιαύτης ὑποθέ-
σεως, κύριος μὲν ἐγεννήθη πάσης Σι-
κελίας, μεγίστους δὲ κινδύνους περιέ-
στησε Καρχηδονίους, τέλος ἐγγηράσας
τῆι δυναστείαι κατέστρεψε τὸν βίον βασιλεὺς προσαγορευόμενος, (8) ἆρ'
οὐκ ἀνάγκη μέγα τι γεγονέναι χρῆμα καὶ θαυμάσιον τὸν Ἀγαθοκλέα .....
ἐκ τῆς Σικελίας ζῶντα μὲν ἀμύνασθαι τὸν δυνάστην οὐκ ἴσχυσε, τελευτήσαντα
δὲ διὰ τῆς ἱστορίας ἐβλασφήμησεν εἰς τὸν αἰῶνα. (2) καθόλου γὰρ ταῖς προυπ-
αρχούσαις τῶι βασιλεῖ τούτωι κακίαις ἄλλα πολλὰ παρ' ἑαυτοῦ προσθεὶς ὁ
συγγραφεύς, τὰς μὲν εὐημερίας ἀφαιρούμενος αὐτοῦ, τὰς δὲ ἀποτεύξεις, οὐ
τὰς δι' αὐτὸν μόνον γενομένας ἀλλὰ καὶ τὰς διὰ Τύχην, μεταφέρων εἰς τὸν
μηδὲν ἐξαμαρτόντα. γενομένου δὲ ὁμολογουμένως αὐτοῦ στρατηγικοῦ μὲν
κατὰ τὴν ἐπίνοιαν, δραστικοῦ δὲ καὶ τεθαρρηκότος κατὰ τὴν ἐν τοῖς κινδύνοις
εὐτολμίαν, οὐ διαλείπει παρ' ὅλην τὴν ἱστορίαν ἀποκαλῶν αὐτὸν ἄνανδρον
καὶ δειλόν. καίτοι γε τίς οὐκ οἶδεν, ὅτι τῶν πώποτε δυναστευσάντων οὐδεὶς
δὲ διὰ τῆς ἱστορίας ἐβλασφήμησεν εἰς τὸν αἰῶνα. (2) καθόλου γὰρ ταῖς προυπ-
αρχούσαις τῶι βασιλεῖ τούτωι κακίαις ἄλλα πολλὰ παρ' ἑαυτοῦ προσθεὶς ὁ
συγγραφεύς, τὰς μὲν εὐημερίας ἀφαιρούμενος αὐτοῦ, τὰς δὲ ἀποτεύξεις, οὐ
τὰς δι' αὐτὸν μόνον γενομένας ἀλλὰ καὶ τὰς διὰ Τύχην, μεταφέρων εἰς τὸν
μηδὲν ἐξαμαρτόντα. γενομένου δὲ ὁμολογουμένως αὐτοῦ στρατηγικοῦ μὲν
κατὰ τὴν ἐπίνοιαν, δραστικοῦ δὲ καὶ τεθαρρηκότος κατὰ τὴν ἐν τοῖς κινδύνοις
εὐτολμίαν, οὐ διαλείπει παρ' ὅλην τὴν ἱστορίαν ἀποκαλῶν αὐτὸν ἄνανδρον
καὶ δειλόν. καίτοι γε τίς οὐκ οἶδεν, ὅτι τῶν πώποτε δυναστευσάντων οὐδεὶς
ἐλάττοσιν ἀφορμαῖς χρησάμενος μείζω βασιλείαν περιεποιήσατο .... (3)
θαυμάσαι δ' ἄν τις τοῦ συγγραφέως τὴν εὐχέρειαν· παρ' ὅλην γὰρ τὴν γραφὴν
ἐγκωμιάζων τὴν τῶν Συρακοσίων ἀνδρείαν, τὸν τούτων κρατήσαντα δειλίαι
φησὶ διενηνοχέναι τοὺς ἅπαντας ἀνθρώπους .... διόπερ τὰς ἐσχάτας τῆς συν-
τάξεως πέντε βίβλους τοῦ συγγραφέως τούτου, καθ' ἃς περιείληφε τὰς Ἀγα-
θοκλέους πράξεις (T 8), οὐκ ἄν τις δικαίως ἀποδέξαιτο.
CENSORIN. De d. nat. 21, 2: hinc
ad olympiadem primam paulo plus CCCC, quos solos, quamvis
mythici temporis postremos, tamen quia a memoria scriptorum proximos
quidam certius definire voluerunt., (3) et quidem Sosibius (595 F 1) scripsit
esse CCCXCV, Eratosthenes (241 F 1c) autem septem et quadringentos,
Timaeus CCCCXVII,Eretes (242) DXIII.
CLEM. AL. Strom. 1, 139, 4: ἀπὸ τούτου (scil. τῆς
(273 F 46) «ὡς Δημοσθένης (IV), ὧι μεμφόμενος Πολύβιος ἐν τῶι ιβ(1, 5) ὧδε γράφει·
’ἀγνοεῖ δὲ μεγάλως καὶ περὶ τῶν χαλκείων· οὐδὲ γὰρ πόλις ἐστὶν ἀλλὰ χαλκουργεῖα’».
DIODOR. 5, 2: ⟦καὶ ταύτην τὴν βίβλον ἐπιγράφοντες Νησιωτικήν, ἀκολούθως
τῆι γραφῆι περὶ πρώτης τῆς Σικελίας ἐροῦμεν, ἐπεὶ καὶ κρατίστη τῶν νήσων ἐστὶ καὶ τῆι
παλαιότητι τῶν μυθολογουμένων πεπρώτευκεν⟧.
(2) ἡ γὰρ νῆσος τὸ παλαιὸν ἀπὸ μὲν τοῦ σχήματος Τρινακρία κληθεῖσα, ἀπὸ δὲ τῶν
κατοικησάντων αὐτὴν Σικανῶν Σικανία προσαγορευθεῖσα, τελευταῖον δὲ ἀπὸ Σικελῶν τῶν
ἐκ τῆς Ἰταλίας πανδημεὶ περαιωθέντων ὠνόμασται Σικελία. (3) ἔστι δ' αὐτῆς ἡ περίμετρος
σταδίων ὡς τετρακισχιλίων τριακοσίων ἑξήκοντα· τῶν γὰρ τριῶν πλευρῶν ἡ μὲν ἀπὸ τῆς
Πελωριάδος ἐπὶ τὸ Λιλύβαιον ὑπάρχει σταδίων χιλίων ἑπτακοσίων, ἡ δ' ἀπὸ Λιλυβαίου
743
μέχρι Παχύνου τῆς Συρακοσίας χώρας σταδίων χιλίων καὶ πεντακοσίων, ἡ δ' ἀπολειπο-
μένη σταδίων χιλίων ἑκατὸν τεσσαράκοντα.
(3) οἱ ταύτην οὖν κατοικοῦντες Σικελιῶται παρειλήφασι παρὰ τῶν προγόνων, ἀεὶ τῆς
φήμης ἐξ αἰῶνος παραδεδομένης τοῖς ἐκγόνοις, ἱερὰν ὑπάρχειν τὴν νῆσον Δήμητρος καὶ
Κόρης· ἔνιοι δὲ τῶν ποιητῶν μυθολογοῦσι κατὰ τὸν τοῦ Πλούτωνος καὶ Φερσεφόνης γάμον
ὑπὸ Διὸς ἀνακάλυπτρα τῆι νύμφηι δεδόσθαι ταύτην τὴν νῆσον. (4) τοὺς δὲ κατοικοῦντας
αὐτὴν τὸ παλαιὸν Σικανοὺς αὐτόχθονας εἶναί φασιν οἱ νομιμώτατοι τῶν συγγραφέων, καὶ
τάς τε προειρημένας θεὰς ἐν ταύτηι τῆι νήσωι πρώτως φανῆναι, καὶ τὸν τοῦ σίτου καρπὸν
ταύτην πρώτην ἀνεῖναι διὰ τὴν ἀρετὴν τῆς χώρας, περὶ ὧν καὶ τὸν ἐπιφανέστατον τῶν ποιη-
τῶν μαρτυρεῖν λέγοντα (Od. ι 107/9) «ἀλλὰ τά γ' ἄσπαρτα καὶ ἀνήροτα πάντα φύονται /
πυροὶ καὶ κριθαὶ ἠδ' ἄμπελοι, αἵ τε φέρουσιν / οἶνον ἐριστάφυλον, καί σφιν Διὸς ὄμβρος
χάσμα κατάγειον πρὸς τὴν ἄρκτον νενευκός, δι' οὗ μυθολογοῦσι τὸν Πλούτωνα μεθ'
ἅρματος
ἐπελθόντα ποιήσασθαι τὴν ἁρπαγὴν τῆς Κόρης. τὰ δὲ ἴα καὶ τῶν ἄλλων ἀνθῶν τὰ
παρεχόμενα
τὴν εὐωδίαν παραδόξως δι' ὅλου τοῦ ἐνιαυτοῦ παραμένειν θάλλοντα καὶ τὴν ὅλην
πρόσοψιν
ἀνθηρὰν καὶ ἐπιτερπῆ παρεχόμενα. (4) μυθολογοῦσι δὲ μετὰ τῆς Κόρης τὰς τῆς
ὁμοίας παρθενίας ἠξιωμένας Ἀθηνᾶν τε καὶ Ἄρτεμιν συντρεφομένας συνάγειν μετ' αὐτῆς
τὰ ἄνθη καὶ κατασκευάζειν κοινῆι τῶι πατρὶ Διὶ τὸν πέπλον. διὰ δὲ τὰς μετ' ἀλλήλων διατριβάς
τε καὶ ὁμιλίας ἁπάσας στέρξαι τὴν νῆσον ταύτην μάλιστα, καὶ λαχεῖν ἑκάστην αὐτῶν χώραν·
τὴν μὲν Ἀθηνᾶν ἐν τοῖς περὶ τὸν Ἱμέραν μέρεσιν, ἐν οἷς τὰς μὲν Νύμφας χαριζομένας Ἀθηνᾶι
τὰς τῶν θερμῶν ὑδάτων ἀνεῖναι πηγὰς κατὰ τὴν Ἡρακλέους παρουσίαν, τοὺς δ' ἐγχωρίους
πόλιν αὐτῆι καθιερῶσαι καὶ χώραν τὴν ὀνομαζομένην μέχρι τοῦ νῦν Ἀθήναιον· (5) τὴν
δ' Ἄρτεμιν τὴν ἐν ταῖς Συρακούσαις νῆσον λαβεῖν παρὰ τῶν θεῶν τὴν ἀπ' ἐκείνης Ὀρτυγίαν
ὑπό τε τῶν χρησμῶν καὶ τῶν ἀνθρώπων ὀνομασθεῖσαν. ὁμοίως δὲ καὶ κατὰ τὴν νῆσον ταύτην
ἀνεῖναι τὰς Νύμφας ταύτας χαριζομένας τῆι Ἀρτέμιδι μεγίστην πηγὴν τὴν ὀνομαζομένην
Ἀρέθουσαν. (6) ταύτην δ' ⟦οὐ μόνον κατὰ τοὺς ἀρχαίους χρόνους⟧ ἔχειν μεγάλους καὶ
πολλοὺς ἰχθύας, ⟦ἀλλὰ καὶ κατὰ τὴν ἡμετέραν ἡλικίαν διαμένειν συμβαίνει τούτους⟧,
ἱεροὺς ὄντας καὶ ἀθίκτους ἀνθρώποις· ἐξ ὧν πολλάκις τινῶν κατὰ τὰς πολεμικὰς περιστάσεις
φαγόντων, παραδόξως ἐπεσήμηνε τὸ θεῖον, καὶ μεγάλαις συμφοραῖς περιέβαλε τοὺς τολμή-
σαντας προσενέγκασθαι ⟦περὶ ὧν ἀκριβῶς ἀναγράψομεν ἐν τοῖς οἰκείοις χρόνοις⟧. (4)
ὁμοίως δὲ ταῖς προειρημέναις δυσὶ θεαῖς καὶ τὴν Κόρην λαχεῖν τοὺς περὶ τὴν Ἔνναν λει-
μῶνας, πηγὴν δὲ μεγάλην αὐτῆι καθιερωθῆναι ἐν τῆι Συρακοσίαι τὴν ὀνομαζομένην Κυάνην.
(2) τὸν γὰρ Πλούτωνα μυθολογοῦσι τὴν ἁρπαγὴν ποιησάμενον ἀποκομίσαι τὴν Κόρην ἐφ'
πόλιν αὐτῆι καθιερῶσαι καὶ χώραν τὴν ὀνομαζομένην μέχρι τοῦ νῦν Ἀθήναιον· (5) τὴν
δ' Ἄρτεμιν τὴν ἐν ταῖς Συρακούσαις νῆσον λαβεῖν παρὰ τῶν θεῶν τὴν ἀπ' ἐκείνης Ὀρτυγίαν
ὑπό τε τῶν χρησμῶν καὶ τῶν ἀνθρώπων ὀνομασθεῖσαν. ὁμοίως δὲ καὶ κατὰ τὴν νῆσον ταύτην
ἀνεῖναι τὰς Νύμφας ταύτας χαριζομένας τῆι Ἀρτέμιδι μεγίστην πηγὴν τὴν ὀνομαζομένην
Ἀρέθουσαν. (6) ταύτην δ' ⟦οὐ μόνον κατὰ τοὺς ἀρχαίους χρόνους⟧ ἔχειν μεγάλους καὶ
πολλοὺς ἰχθύας, ⟦ἀλλὰ καὶ κατὰ τὴν ἡμετέραν ἡλικίαν διαμένειν συμβαίνει τούτους⟧,
ἱεροὺς ὄντας καὶ ἀθίκτους ἀνθρώποις· ἐξ ὧν πολλάκις τινῶν κατὰ τὰς πολεμικὰς περιστάσεις
φαγόντων, παραδόξως ἐπεσήμηνε τὸ θεῖον, καὶ μεγάλαις συμφοραῖς περιέβαλε τοὺς τολμή-
σαντας προσενέγκασθαι ⟦περὶ ὧν ἀκριβῶς ἀναγράψομεν ἐν τοῖς οἰκείοις χρόνοις⟧. (4)
ὁμοίως δὲ ταῖς προειρημέναις δυσὶ θεαῖς καὶ τὴν Κόρην λαχεῖν τοὺς περὶ τὴν Ἔνναν λει-
μῶνας, πηγὴν δὲ μεγάλην αὐτῆι καθιερωθῆναι ἐν τῆι Συρακοσίαι τὴν ὀνομαζομένην Κυάνην.
744
(2) τὸν γὰρ Πλούτωνα μυθολογοῦσι τὴν ἁρπαγὴν ποιησάμενον ἀποκομίσαι τὴν Κόρην ἐφ'
ἅρματος πλησίον τῶν Συρακουσῶν, καὶ τὴν γῆν ἀναρρήξαντα αὐτὸν μὲν μετὰ τῆς ἁρπα-
γείσης δῦναι καθ' Ἅιδου, πηγὴν δ' ἀνεῖναι τὴν ὀνομαζομένην Κυάνην, πρὸς ἧι κατ' ἐνιαυτὸν
οἱ Συρακόσιοι πανήγυριν ἐπιφανῆ συντελοῦσι· καὶ θύουσιν οἱ μὲν ἰδιῶται τὰ ἐλάττω τῶν
ἱερείων, δημοσίαι δὲ ταύρους βυθίζουσιν ἐν τῆι λίμνηι, ταύτην τὴν θυσίαν καταδείξαντος
Ἡρακλέους καθ' ὃν καιρὸν τὰς Γηρυόνου βοῦς ἐλαύνων περιῆλθε πᾶσαν Σικελίαν.
(3) μετὰ δὲ τὴν τῆς Κόρης ἁρπαγὴν μυθολογοῦσι τὴν Δήμητραν μὴ δυναμένην εὑρεῖν τὴν
θυγατέρα, λαμπάδας ἐκ τῶν κατὰ τὴν Αἴτνην κρατήρων ἀναψαμένην ἐπελθεῖν ἐπὶ πολλὰ
μέρη τῆς οἰκουμένης, τῶν δ' ἀνθρώπων τοὺς μάλιστ' αὐτὴν προσδεξαμένους εὐεργετῆσαι,
τὸν τῶν πυρῶν καρπὸν ἀντιδωρησαμένην. ⟦(4) φιλανθρωπότατα δὲ τῶν Ἀθηναίων ὑπο
ὑπό τε τῶν χρησμῶν καὶ τῶν ἀνθρώπων ὀνομασθεῖσαν. ὁμοίως δὲ καὶ κατὰ τὴν νῆσον
ταύτην
ἀνεῖναι τὰς Νύμφας ταύτας χαριζομένας τῆι Ἀρτέμιδι μεγίστην πηγὴν τὴν
ὀνομαζομένην
Ἀρέθουσαν. (6) ταύτην δ' ⟦οὐ μόνον κατὰ τοὺς ἀρχαίους χρόνους⟧ ἔχειν μεγάλους καὶ
πολλοὺς ἰχθύας, ⟦ἀλλὰ καὶ κατὰ τὴν ἡμετέραν ἡλικίαν διαμένειν συμβαίνει τούτους⟧,
ἱεροὺς ὄντας καὶ ἀθίκτους ἀνθρώποις· ἐξ ὧν πολλάκις τινῶν κατὰ τὰς πολεμικὰς περιστάσεις
φαγόντων, παραδόξως ἐπεσήμηνε τὸ θεῖον, καὶ μεγάλαις συμφοραῖς περιέβαλε τοὺς τολμή-
σαντας προσενέγκασθαι ⟦περὶ ὧν ἀκριβῶς ἀναγράψομεν ἐν τοῖς οἰκείοις χρόνοις⟧. (4)
ὁμοίως δὲ ταῖς προειρημέναις δυσὶ θεαῖς καὶ τὴν Κόρην λαχεῖν τοὺς περὶ τὴν Ἔνναν λει-
μῶνας, πηγὴν δὲ μεγάλην αὐτῆι καθιερωθῆναι ἐν τῆι Συρακοσίαι τὴν ὀνομαζομένην Κυάνην.
(2) τὸν γὰρ Πλούτωνα μυθολογοῦσι τὴν ἁρπαγὴν ποιησάμενον ἀποκομίσαι τὴν Κόρην ἐφ'
ἅρματος πλησίον τῶν Συρακουσῶν, καὶ τὴν γῆν ἀναρρήξαντα αὐτὸν μὲν μετὰ τῆς ἁρπα-
γείσης δῦναι καθ' Ἅιδου, πηγὴν δ' ἀνεῖναι τὴν ὀνομαζομένην Κυάνην, πρὸς ἧι κατ' ἐνιαυτὸν
οἱ Συρακόσιοι πανήγυριν ἐπιφανῆ συντελοῦσι· καὶ θύουσιν οἱ μὲν ἰδιῶται τὰ ἐλάττω τῶν
ἱερείων, δημοσίαι δὲ ταύρους βυθίζουσιν ἐν τῆι λίμνηι, ταύτην τὴν θυσίαν καταδείξαντος
Ἡρακλέους καθ' ὃν καιρὸν τὰς Γηρυόνου βοῦς ἐλαύνων περιῆλθε πᾶσαν Σικελίαν.
(3) μετὰ δὲ τὴν τῆς Κόρης ἁρπαγὴν μυθολογοῦσι τὴν Δήμητραν μὴ δυναμένην εὑρεῖν τὴν
θυγατέρα, λαμπάδας ἐκ τῶν κατὰ τὴν Αἴτνην κρατήρων ἀναψαμένην ἐπελθεῖν ἐπὶ πολλὰ
μέρη τῆς οἰκουμένης, τῶν δ' ἀνθρώπων τοὺς μάλιστ' αὐτὴν προσδεξαμένους εὐεργετῆσαι,
τὸν τῶν πυρῶν καρπὸν ἀντιδωρησαμένην. ⟦(4) φιλανθρωπότατα δὲ τῶν Ἀθηναίων ὑπο-
δεξαμένων τὴν θεόν, πρώτοις τούτοις μετὰ τοὺς Σικελιώτας δωρήσασθαι τὸν τῶν πυρῶν
καρπόν· ἀνθ' ὧν ὁ δῆμος οὗτος περιττότερον τῶν ἄλλων ἐτίμησε τὴν θεὸν
Ἀρέθουσαν. (6) ταύτην δ' ⟦οὐ μόνον κατὰ τοὺς ἀρχαίους χρόνους⟧ ἔχειν μεγάλους καὶ
πολλοὺς ἰχθύας, ⟦ἀλλὰ καὶ κατὰ τὴν ἡμετέραν ἡλικίαν διαμένειν συμβαίνει τούτους⟧,
ἱεροὺς ὄντας καὶ ἀθίκτους ἀνθρώποις· ἐξ ὧν πολλάκις τινῶν κατὰ τὰς πολεμικὰς περιστάσεις
φαγόντων, παραδόξως ἐπεσήμηνε τὸ θεῖον, καὶ μεγάλαις συμφοραῖς περιέβαλε τοὺς τολμή-
σαντας προσενέγκασθαι ⟦περὶ ὧν ἀκριβῶς ἀναγράψομεν ἐν τοῖς οἰκείοις χρόνοις⟧. (4)
ὁμοίως δὲ ταῖς προειρημέναις δυσὶ θεαῖς καὶ τὴν Κόρην λαχεῖν τοὺς περὶ τὴν Ἔνναν λει-
μῶνας, πηγὴν δὲ μεγάλην αὐτῆι καθιερωθῆναι ἐν τῆι Συρακοσίαι τὴν ὀνομαζομένην Κυάνην.
(2) τὸν γὰρ Πλούτωνα μυθολογοῦσι τὴν ἁρπαγὴν ποιησάμενον ἀποκομίσαι τὴν Κόρην ἐφ'
ἅρματος πλησίον τῶν Συρακουσῶν, καὶ τὴν γῆν ἀναρρήξαντα αὐτὸν μὲν μετὰ τῆς ἁρπα-
γείσης δῦναι καθ' Ἅιδου, πηγὴν δ' ἀνεῖναι τὴν ὀνομαζομένην Κυάνην, πρὸς ἧι κατ' ἐνιαυτὸν
οἱ Συρακόσιοι πανήγυριν ἐπιφανῆ συντελοῦσι· καὶ θύουσιν οἱ μὲν ἰδιῶται τὰ ἐλάττω τῶν
ἱερείων, δημοσίαι δὲ ταύρους βυθίζουσιν ἐν τῆι λίμνηι, ταύτην τὴν θυσίαν καταδείξαντος
Ἡρακλέους καθ' ὃν καιρὸν τὰς Γηρυόνου βοῦς ἐλαύνων περιῆλθε πᾶσαν Σικελίαν.
(3) μετὰ δὲ τὴν τῆς Κόρης ἁρπαγὴν μυθολογοῦσι τὴν Δήμητραν μὴ δυναμένην εὑρεῖν τὴν
θυγατέρα, λαμπάδας ἐκ τῶν κατὰ τὴν Αἴτνην κρατήρων ἀναψαμένην ἐπελθεῖν ἐπὶ πολλὰ
745
μέρη τῆς οἰκουμένης, τῶν δ' ἀνθρώπων τοὺς μάλιστ' αὐτὴν προσδεξαμένους εὐεργετῆσαι,
τὸν τῶν πυρῶν καρπὸν ἀντιδωρησαμένην. ⟦(4) φιλανθρωπότατα δὲ τῶν Ἀθηναίων ὑπο-
δεξαμένων τὴν θεόν, πρώτοις τούτοις μετὰ τοὺς Σικελιώτας δωρήσασθαι τὸν τῶν πυρῶν
καρπόν· ἀνθ' ὧν ὁ δῆμος οὗτος περιττότερον τῶν ἄλλων ἐτίμησε τὴν θεὸν θυσίαις τ' ἐπι-
φανεστάταις καὶ τοῖς ἐν Ἐλευσῖνι μυστηρίοις, ἃ διὰ τὴν ὑπερβολὴν τῆς ἀρχαιότητος καὶ
ἁγνείας ἐγένετο πᾶσιν ἀνθρώποις περιβόητα. παρὰ δὲ τῶν Ἀθηναίων πολλοὶ μεταλαβόντες
περὶ τὸν καιρὸν ἐν ὧι τὸν τοῦ σίτου καρπὸν τελεσιουργεῖσθαι συνέβαινε, καὶ ταύτην
τὴν
θυσίαν καὶ πανήγυριν μετὰ τοσαύτης ἁγνείας καὶ σπουδῆς ἐπιτελοῦσιν ὅσης εἰκός
ἐστι
τοὺς τῆι κρατίστηι δωρεᾶι προκριθέντας τῶν ἄλλων ἀνθρώπων ἀποδιδόναι τὰς
χάριτας.
(7) τῆς δὲ Δήμητρος τὸν καιρὸν τῆς θυσίας προέκριναν ἐν ὧι τὴν ἀρχὴν ὁ σπόρος τοῦ σίτου
λαμβάνει. ἐπὶ δ' ἡμέρας δέκα πανήγυριν ἄγουσιν ἐπώνυμον τῆς θεοῦ ταύτης, τῆι τε λαμ-
πρότητι τῆς παρασκευῆς μεγαλοπρεπεστάτην καὶ τῆι διασκευῆι μιμούμενοι τὸν ἀρχαῖον
βίον. ἔθος δ' ἐστὶν αὐτοῖς ἐν ταύταις ταῖς ἡμέραις αἰσχρολογεῖν κατὰ τὰς πρὸς ἀλλήλους
ὁμιλίας διὰ τὸ τὴν θεὸν ἐπὶ τῆι τῆς Κόρης ἁρπαγῆι λυπουμένην γελάσαι διὰ τὴν αἰσχρολογίαν.
(5) περὶ δὲ τῆς κατὰ τὴν Κόρην ἁρπαγῆς ὅτι γέγονεν ὡς προειρήκαμεν, πολλοὶ τῶν ἀρχαίων
συγγραφέων καὶ ποιητῶν μεμαρτυρήκασι. Καρκίνος μὲν γὰρ ὁ τῶν τραγωιδιῶν ποιητής,
πλεονάκις ἐν ταῖς Συρακούσαις παρεπιδεδημηκώς, καὶ τὴν τῶν ἐγχωρίων τεθεαμένος σπουδὴν
τὴνπερὶ τὰς θυσίας καὶ πανηγύρεις τῆς τε Δήμητρος καὶ Κόρης, κατεχώρισεν ἐν τοῖς
ποιήμασι τούσδε τοὺς στίχους (p. 799, 5 N2): «λέγουσι Δήμητρός ποτ' ἄρρητον κόρην /
Πλούτωνα κρυφίοις ἁρπάσαι βουλεύμασι, / δῦναί τε γαίας εἰς μελαμφαεῖς μυχούς. / πόθωι
δὲ μητέρ' ἠφανισμένης κόρης / μαστῆρ' ἐπελθεῖν πᾶσαν ἐν κύκλωι χθόνα· / καὶ γῆν μὲν
Αἰτναίοισι Σικελίαν πάγοις / πυρὸς γέμουσαν ῥεύμασιν δυσεμβόλοις / πᾶσαν στενάξαι,
πένθεσιν δὲ παρθένου / σίτων ἄμοιρον διοτρεφὲς φθίνειν γένος. / ὅθεν θεὰς τιμῶσιν ἐς τὰ
νῦν ἔτι». (2) οὐκ ἄξιον δὲ παραλιπεῖν τῆς θεοῦ ταύτης τὴν ὑπερβολὴν τῆς εἰς τοὺς ἀνθρώ-
πους εὐεργεσίας. χωρὶς γὰρ τῆς εὑρέσεως τοῦ σίτου τήν τε κατεργασίαν αὐτοῦ τοὺς ἀνθρώ-
πους ἐδίδαξε, καὶ νόμους εἰσηγήσατο καθ' οὓς δικαιοπραγεῖν εἰθίσθησαν, δι' ἣν αἰτίαν
φασὶν αὐτὴν θεσμοφόρον ἐπονομασθῆναι. (3) τούτων δὲ τῶν εὑρημάτων οὐκ ἄν τις ἑτέραν
μένης, καὶ πολλὴν χρείαν παρεχομένης, εἰκότως μονοπώλιον ἔχοντες καὶ τὰς τιμὰς
ἀναβι-
βάζοντες, πλῆθος χρημάτων λαμβάνουσιν ἄπιστον· ἐν μόνηι γὰρ τῆι νήσωι Μήλωι
φύεται
μικρά τις στυπτηρία, μὴ δυναμένη διαρκεῖν πολλαῖς πόλεσιν. (3) ἔστι δὲ καὶ ἡ νῆσος
τῶν Λιπαραίων μικρὰ μὲν τὸ μέγεθος, καρποφόρος δὲ ἱκανῶς καὶ τὰ πρὸς ἀνθρώπων τρυφὴν
ἔχουσα διαφερόντως· καὶ γὰρ ἰχθύων παντοδαπῶν παρέχεται πλῆθος τοῖς κατοικοῦσι,
καὶ τῶν ἀκροδρύων τὰ μάλιστα δυνάμενα παρέχεσθαι τὴν ἐκ τῆς ἀπολαύσεως ἡδονήν.
⟦καὶ περὶ μὲν Λιπάρας καὶ τῶν ἄλλων τοῦ Αἰόλου νήσων καλουμένων ἀρκεσθησόμεθα
τοῖς ῥηθεῖσιν⟧.
(11) μετὰ δὲ τὴν Λιπάραν εἰς τὸ πρὸς δυσμὰς μέρος νῆσός ἐστι πελαγία, μικρὰ μὲν τὸ
μέγεθος, ἔρημος δὲ καὶ διά τινα περιπέτειαν Ὀστεώδης ὀνομαζομένη· καθ' ὃν γὰρ καιρὸν
Καρχηδόνιοι πρὸς Συρακοσίους διαπολεμοῦντες πολλοὺς καὶ μεγάλους πολέμους, δυνάμεις
εἶχον ἀξιολόγους πεζικάς τε καὶ ναυτικάς, περὶ δὲ τούτους τοὺς καιροὺς μισθοφόρων ὄντων
παρ' αὐτοῖς πολλῶν καὶ παντοδαπῶν τοῖς ἔθνεσιν, οὗτοι δὲ ταραχώδεις ὄντες καὶ πολλὰς καὶ
μεγάλας στάσεις εἰωθότες ποιεῖσθαι, καὶ μάλιστα ὅταν τοὺς μισθοὺς εὐκαίρως μὴ λαμβά-
νωσιν, ἐχρήσαντο καὶ τότε τῆι συνήθει ῥαιδιουργίαι τε καὶ τόλμηι. (2) ὄντες γὰρ τὸν ἀριθμὸν
746
ὡς ἑξακισχίλιοι, καὶ τοὺς μισθοὺς οὐκ ἀπολαμβάνοντες, τὸ μὲν πρῶτον συντρέχοντες κατε-
βόων τῶν στρατηγῶν, ἐκείνων δ' ἀπορουμένων [χρήμασι] καὶ πολλάκις ἀναβαλλομένων τὰς
ἀποδόσεις, ἠπείλουν τοῖς ὅπλοις ἀμυνεῖσθαι τοὺς Καρχηδονίους, καὶ τὰς χεῖρας προσέφερον
τοῖς ἡγεμόσι. (3) τῆς δὲ γερουσίας ἐγκαλούσης, καὶ τῆς διαφορᾶς ἀεὶ μᾶλλον ἐκκαομένης,
ἡ μὲν γερουσία τοῖς στρατηγοῖς ἐν ἀπορρήτοις προσέταξεν ἀφανίσαι πάντας τοὺς ἐγκα-
λουμένους· οἱ δὲ λαβόντες τὰς ἐντολάς, καὶ τοὺς μισθοφόρους ἐμβιβάσαντες εἰς τὰς ναῦς,
τήκοντες τοὺς λίθους, καταμερίζουσιν εἰς μεγέθη σύμμετρα, παραπλήσια ταῖς ἰδέαις
μεγάλοις
σπόγγοις. (2) ταῦτα συναγοράζοντες ἔμποροι καὶ μεταβαλλόμενοι κομίζουσιν εἴς τε
Δικαιάρχειαν καὶ εἰς τἄλλα ἐμπόρια. ταῦτα δὲ τὰ φορτία τινὲς ὠνούμενοι, καὶ τεχνιτῶν χαλ-
κέων πλῆθος ἀθροίζοντες, κατεργάζονται, καὶ ποιοῦσι σιδήρου πλάσματα παντοδαπά. τούτων
δὲ τὰ μὲν εἰς ὀρνέων τύπους χαλκεύουσι, τὰ δὲ πρὸς δικελλῶν καὶ δρεπάνων καὶ τῶν ἄλλων
ἐργαλείων εὐθέτους τύπους φιλοτεχνοῦσιν· ὧν κομιζομένων ὑπὸ τῶν ἐμπόρων εἰς πάντα
τόπον, πολλὰ μέρη τῆς οἰκουμένης μεταλαμβάνει τῆς ἐκ τούτων εὐχρηστίας.
(3) μετὰ δὲ τὴν Αἰθάλειαν νῆσός ἐστιν ἀπέχουσα μὲν ταύτης ὡς τριακοσίους σταδίους,
ὀνομάζεται δὲ ὑπὸ μὲν τῶν Ἑλλήνων Κύρνος, ὑπὸ δὲ ⟦τῶν Ῥωμαίων καὶ⟧ τῶν ἐγχωρίων
Κόρσικα. αὕτη δ' ἡ νῆσος εὐπροσόρμιστος οὖσα, κάλλιστον ἔχει λιμένα τὸν ὀνομαζόμενον
Συρακόσιον. ὑπάρχουσι δ' ἐν αὐτῆι καὶ πόλεις ἀξιόλογοι δύο· καὶ τούτων ἡ μὲν Κάλαρις, ἡ
δὲ Νίκαια προσαγορεύεται. (4) τούτων δὲ τὴν μὲν Κάλαριν Φωκαεῖς ἔκτισαν, καὶ χρόνον
τινὰ κατοικήσαντες ὑπὸ Τυρρηνῶν ἐξεβλήθησαν ἐκ τῆς νήσου· τὴν δὲ Νίκαιαν ἔκτισαν
Τυρρηνοὶ θαλαττοκρατοῦντες, καὶ τὰς κατὰ τὴν Τυρρηνίαν κειμένας νήσους ἰδιοποιούμενοι.
ἐπὶ δέ τινας χρόνους τῶν ἐν τῆι Κύρνωι πόλεων κυριεύοντες, ἐλάμβανον παρὰ τῶν ἐγχωρίων
φόρους ῥητίνην καὶ κηρὸν καὶ μέλι, φυομένων τούτων δαψιλῶς ἐν τῆι νήσωι. (5) τὰ δ'
ἀνδράποδα τὰ Κύρνια διαφέρειν δοκεῖ τῶν ἄλλων δούλων εἰς τὰς κατὰ τὸν βίον χρείας,
φυσικῶς ταύτης τῆς ἰδιότητος παρακολουθούσης. (5a) ἡ δ' ὅλη νῆσος εὐμεγέθης οὖσα,
747
πολλὴν τῆς χώρας ὀρεινὴν ἔχει, πεπυκασμένην δρυμοῖς συνεχέσι καὶ ποταμοῖς διαρρεο-
μένην μικροῖς. (14) οἱ δ' ἐγχώριοι τροφαῖς μὲν χρῶνται γάλακτι καὶ μέλιτι καὶ κρέασι,
Reg. 2630, Etym. Angel. pg. VIII ed. Ritschl.: Γρίπος –
Θεόκριτος Τοῖς δὲ μετὰ γριπεῦσι· γριπεὺς γὰρ ὁ ἁλιεύς. καὶ
γρίπος τὸ ἁλιευτικοῦ δίκτυον, οἷον ἄγριπον. ἀγρεῖν δὲ τὸ λαμ-
βάνειν. οὕτω Θέωνἐν ὑπομνήματι τῷ εἰς Θεόκριτον.
Etym. M. pg. 144 hac de voce
affert, comparaveris: Ἁρμὸς, ἁρμοῦ, ἁρμῷ. Αὕτη ἡ δοτικὴ
μετῆλθεν εἰς ἐπιῤῥηματικὴν συντονίαν, καὶ ἐφύλαξε τὴν αὐτοῦ
γραφήν· οἷον ἁρμῷ σημαίνει τὸ ἀρτίως. Ὁ δὲ τεχνικὸς λέγει,
ὅτι παρὰ τοῖς Συρακοσίοις διὰ τοῦ ι γράφεται. Ἐκεῖνοι γὰρ
Ἁρμοῖ λέγουσι κατὰ συστολὴν τοῦ Ω εἰς τὸ Ο, οἷον παρὰ
Καλλιμάχῳ· “Ἁρμοῖ γὰρ Δαναῶν γῆ ὡς ἀπὸ βουγενέως.” –
Σημαίνει τὸ ἀρτίως ἢ ἁρμοδίως· “Ἁρμοῖ που κἀκείνῳ ἐπέ-
τρεχε λεπτὸς ἴουλος.” Οὕτως Θέωνὁ τοῦ Ἀρτεμιδώρου·
προστίθησι δὲ, ὅτι τὸ ἁρμοῖ ψιλούμενον μὲν σημαίνει τὸ ἀρ-
τίως, δασυνόμενον δὲ τὸ ἁρμοδίως. Ἔστι καὶ παρὰ Λυκόφρονι.
Steph. B. pg. 166 (= 375 ed. M.) s. v. Κορόπηπόλις
Θεσσαλίας. ὁ πολίτης Κοροπαῖος· Νίκανδρος δ' ἐν Θηριακοῖς
(613) “ᾗ ἐν Ἀπόλλων μαντείας Κοροπαῖος ἐθήκατο καὶ θέμιν
ἀνδρῶν”. οἱ δὲ ὑπομνηματίσαντες αὐτὸν Θέωνκαὶ Πλούταρχος
ΑΙΤΩΛΙΚΑ.
Demetrius Hist., Fragmenta (1917: 003)“FHG 4”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–
1870.Fragment 5, line 2
E LIBRO SECUNDO.
E LIBRO SECUNDO.
E LIBRO TERTIO.
E LIBRO QUARTO.
E LIBRO TERTIO.
E LIBRO QUARTO.
753
Eumachus Hist., Fragmenta (1972: 002)“FHG 3”, Ed. Müller, K.Paris: Didot,
1841–1870.Fragment 1, line 3
E LIBRO SECUNDO.
ΠΕΡΙΗΓΗΣΙΣ.
νους λόγους καθῄρει καὶ οὐδὲν ὤκνει. καὶ περὶ μὲν τῶν ἄλλων ἃ ἐμεμά-
χητο ἐκείνῳ οὔτ' ἴσως εἰπεῖν ἔχω εἴ τε καὶ εἶχον οὐδὲν ἔδει νῦν αὐτῶν μνη-
σθῆναι· τὸ δὲ δόγμα τοῦτο αὐτοῦ πρώτου εὑρομένου καὐτὸ καὶ τὸ ὄνομα βλέ-
πων εὐδοκιμοῦν ἐν ταῖς Ἀθήναις, τὴν καταληπτικὴν φαντασίαν, πάσῃ μη-
χανῇ ἐχρῆτο ἐπ' αὐτήν. ὁ δ' ἐν τῷ ἀσθενεστέρῳ ὢν καὶ ἡσυχίαν ἄγων οὐ
δυνάμενος ἀδικεῖσθαι, Ἀρκεσιλάου μὲν ἀφίετο, πολλὰ ἂν εἰπεῖν ἔχων, ἀλλ' οὐκ
ἤθελε, τάχα δὲ μᾶλλον ἄλλως, πρὸς δὲ τὸν οὐκέτι ἐν ζῶσιν ὄντα Πλάτωνα
ἐσκιομάχει καὶ τὴν ἀπὸ ἁμάξης πομπείαν πᾶσαν κατεθορύβει, λέγων ὡς οὔτ' ἂν
τοῦ Πλάτωνος ἀμυναμένου ὑπερδικεῖν τε αὐτοῦ ἄλλῳ οὐδενὶ μέλον, εἴ τε μελή-
σειεν Ἀρκεσιλάῳ, αὐτός γε κερδανεῖν ᾤετο ἀποτρεψάμενος ἀφ' ἑαυτοῦ τὸν
Ἀρκεσίλαον. τοῦτο δὲ ᾔδη καὶ Ἀγαθοκλέα τὸν Συρακόσιον ποιήσαντα τὸ
σόφισμα ἐπὶ τοὺς Καρχηδονίους. οἱ Στωϊκοὶ δὲ ὑπήκουον ἐκπεπληγμένοι·
’ἁ μοῦσα γὰρ αὐτοῖς οὐδὲ τότε ἦν φιλόλογος οὐδ' ἐργάτις’ χαρίτων, ὑφ' ὧν
ὁ Ἀρκεσίλαος τὰ μὲν περικρούων, τὰ δὲ ὑποτέμνων, ἄλλα δ' ὑποσκελίζων
κατεγλωττίζετο αὐτοὺς καὶ πιθανὸς ἦν. τοιγαροῦν πρὸς οὓς μὲν ἀντέλεγεν
ἡττωμένων, ἐν οἷς δὲ λέγων ἦν καταπεπληγμένων, δεδειγμένον πως τοῖς τότε
ἀνθρώποις ὑπῆρχε μηδὲν εἶναι μήτ' οὖν ἔπος μήτε πάθος μήτε ἔργον ἓν βραχὺ
μηδὲ ἄχρηστον τοὐναντίον ὀφθῆναί ποτ' ἄν, εἴ τι μὴ Ἀρκεσιλάῳ δοκεῖ τῷ
Πιταναίῳ· τῷ δ' ἄρα οὐδὲν ἐδόκει οὐδ' ἀπεφαίνετο οὐδὲν μᾶλλον ἢ ῥηματίσκια
ταῦτ' εἶναι καὶ φόβους.
τῆς ἁγίας καὶ ἐπουρανίου δυνάμεως καὶ τῆς αἱρέσεως τῆς καθολικῆς
ἀποδιίστασθαι ἤρξαντο, ἐπιτέμνεσθαι βουληθεὶς τὰς τοιαύτας αὐτῶν
φιλονεικίας, οὕτω διατετυπώκειν ὥστε ἀποσταλέντων ἀπὸ τῆς Γαλλίας
τινῶν ἐπισκόπων, ἀλλὰ μὴν καὶ τούτων κληθέντων ἀπὸ τῆς Ἀφρικῆς
τῶν ἐξ ἐναντίας μοίρας καταλλήλως, ἐνστατικῶς καὶ ἐπιμόνως διαγω-
νιζομένων παρόντος τε καὶ τοῦ τῆς Ῥώμης ἐπισκόπου, τοῦτο ὅπερ
ἐδόκει κεκινῆσθαι, δυνηθῇ ὑπὸ τῆς παρουσίας αὐτῶν μετὰ πάσης
ἐπιμελοῦς διακρίσεως κατορθώσεως τυχεῖν.
ἀλλ' ἐπειδή, ὡς
Ἑνικά. Τύψον: ἔδει μὲν καὶ τὸν ἀόριστον ἐκ τοῦ ἰδίου ὁριστικοῦ
τρίτου προσώπου γίνεσθαι, ἔτυψε ἐκεῖνος τύψε σύ, ἀλλ' ἐκρατήθη Συρα-
κουσίῳ ἔθει· ἐκεῖνοι γὰρ τὰ εἰς επροστακτικὰ εἰς ονμεταποιοῦσιν, τὸ
λάβε λάβον λέγοντες καὶ τὸ ἄνελε ἄνελον· οὕτω καὶ τὸ τύψε τύψον.
τυψάτω: ἔδει μὲν κατὰ τὴν ἀναλογίαν τῶν εἰς επροστακτικῶν διὰ
τοῦ ετωεἶναι τὸ τρίτον, ἀλλ' ἐπεὶ πανταχοῦ ὁ ἀόριστος φιλεῖ τὸ α·
τὸ γὰρ ὁριστικὸν ἔτυψα, ἡ μετοχὴ τύψας, τὸ ἀπαρέμφατον τύψαι, τὸ
εὐκτικὸν τύψαιμι· τούτου χάριν οὐδὲ τὸ προστακτικὸν ἐχωρίσθη τοῦ α.
Δυϊκά. Τύψατον, τυψάτων.
Πληθ. Τύψατε, τυψάτωσαν.
Gregorius Nazianzenus Theol., Carmina moralia (2022: 060); MPG 37.Page 632,
line 10
Sopater Rhet., Scholia ad Hermogenis status seu artem rhetoricam (2031: 002)
“Rhetores Graeci, vol. 5”, Ed. Walz, C.Stuttgart: Cotta, 1833, Repr. 1968.
Volume 5, page 84, line 31
πᾶν ἐστιν ἔξω μεταβολῆς. φησὶ δὲ καὶ τὸν θεὸν εἶναι ἀίδιον καὶ ἕνα καὶ
ὅμοιον πάντῃ καὶ πεπερασμένον καὶ σφαιροειδῆ καὶ πᾶσι τοῖς μορίοις
αἰσθητικόν. τὸν δὲ ἥλιον ἐκ μικρῶν πυριδίων ἀθροιζομένων γίνεσθαι
καθ' ἑκάστην ἡμέραν· τὴν δὲ γῆν ἄπειρον εἶναι καὶ μήτε ὑπ' ἀέρος μήτε
ὑπὸ τοῦ οὐρανοῦ περιέχεσθαι. καὶ ἀπείρους ἡλίους εἶναι καὶ σελήνας, τὰ
δὲ πάντα εἶναι ἐκ γῆς. οὗτος τὴν θάλασσαν ἁλμυρὰν ἔφη διὰ τὸ πολλὰ
μίγματα συρρέειν ἐν αὐτῇ· ὁ δὲ Μητρόδωρος διὰ τὸ ἐν τῇ γῇ διηθεῖσθαι,
τούτου χάριν γίνεσθαι ἁλμυράν.
Ὁ δὲ Ξενοφάνης μίξιν τῆς γῆς πρὸς τὴν θάλασσαν γίνεσθαι δοκεῖ καὶ
τῷ χρόνῳ ὑπὸ τοῦ ὑγροῦ λύεσθαι, φάσκων τοιαύτας ἔχειν ἀποδείξεις, ὅτι
ἐν μέσῃ γῇ καὶ ὄρεσιν εὑρίσκονται κόγχαι· καὶ ἐν Συρακούσαις δὲ
ἐν ταῖς λατομίαις λέγει εὑρῆσθαι τύπον ἰχθύος [καὶ φωκῶν], ἐν δὲ
Πάρῳ τύπον ἀφύης ἐν τῷ βάθει τοῦ λίθου, ἐν δὲ Μελίτῃ πλάκας φωκῶν
καὶσυμπάντων τῶν θαλασσίων. ταῦτα δέ φησι γενέσθαι ὅτε
767
Ὁ δὲ Ξενοφάνης μίξιν τῆς γῆς πρὸς τὴν θάλασσαν γίνεσθαι δοκεῖ καὶ
τῷ χρόνῳ ὑπὸ τοῦ ὑγροῦ λύεσθαι, φάσκων τοιαύτας ἔχειν ἀποδείξεις, ὅτι
ἐν μέσῃ γῇ καὶ ὄρεσιν εὑρίσκονται κόγχαι· καὶ ἐν Συρακούσαις δὲ
ἐν ταῖς λατομίαις λέγει εὑρῆσθαι τύπον ἰχθύος [καὶ φωκῶν], ἐν δὲ
Πάρῳ τύπον ἀφύης ἐν τῷ βάθει τοῦ λίθου, ἐν δὲ Μελίτῃ πλάκας φωκῶν
καὶσυμπάντων τῶν θαλασσίων. ταῦτα δέ φησι γενέσθαι ὅτε
πάντα ἐπηλώθησαν πάλαι, τὸν δὲ τύπον ἐν τῷ πηλῷ ξηρανθῆναι.
ἀναιρεῖσθαι δὲ τοὺς ἀνθρώπους πάντας, ὅταν ἡ γῆ κατενεχθεῖσα εἰς
τὴν θάλασσαν πηλὸς γένηται· εἶτα πάλιν ἄρχεσθαι τῆς γενέσεως, καὶ
ταύτην πᾶσι τοῖς κόσμοις γίνεσθαι καταβολήν.
Ἔκφαντός τις Συρακούσιος ἔφη μὴ εἶναι ἀληθινὴν τῶν ὄντων λαβεῖν
γνῶσιν, ὁρίζεινδὲ ἕκαστονὡς νομίζειν. τὰ μὲν γὰρπρῶτα
ἀδιαίρετα εἶναι σώματα καὶ παραλλαγὰς αὐτῶν τρεῖς ὑπάρχειν, μέγεθος
σχῆμα δύναμιν, ἐξ ὧν τὰ αἰσθητὰ γίνεσθαι· εἶναι δὲ τὸ πλῆθος αὐτῶν,
ὡρισμένων κατὰ τοῦτο, ἄπειρον. κινεῖσθαι δὲ τὰ σώματα μήτε ὑπὸ
βάρους μήτε πληγῆς, ἀλλ' ὑπὸ θείας δυνάμεως, ἣν νοῦν καὶ ψυχὴν
προσαγορεύει. τούτουμὲν οὖν τὸν κόσμον εἶναι ἰδέαν, δι' ὃ καὶ
σφαιροειδῆ ὑπὸ θείας δυνάμεως γεγονέναι. τὴν δὲ γῆν μέσον κόσμου
κινεῖσθαι περὶ τὸ αὑτῆς κέντρον ὡς πρὸς ἀνατολήν.
Ἵππων δὲ ὁῬηγῖνος ἀρχὰς ἔφη ψυχρὸν τὸ ὕδωρ καὶ θερμὸν τὸ
πῦρ. γεννώμενον δὲ τὸ πῦρ ὑπὸ τοῦὕδατος κατανικῆσαι τὴν τοῦ
Νικοκλεῖ.
πίκιος μὲν καὶ Φούλβιος ἦσαν ὕπατοι, Ἀννίβας δὲ ἐπὶ τὴν πόλιν ἰὼν
ἐν τετάρτῳ τῆς πόλεως ἐστρατοπεδεύσατο σημείῳ, τινὰς τῶν ἱππέων
μέχρις αὐτῶν προεκπέμψας τῶν πυλῶν. Τῶν δὲ ὑπάτων μετὰ τῆς
στρατιᾶς, ἐπειδὴ τὸν τῆς πόλεως ἤκουσαν κίνδυνον, ἐπιστάντων, φο-
βηθεὶς ἐπὶ τὴν Καμπανίαν ἐχώρησεν. Ἐντεῦθεν τὰ ἐν Ἱσπανίαις μετα-
πίπτει πράγματα, καὶ Σκιπίωνες ἄμφω πίπτουσι μαχόμενοι πρὸς
Ἀσδρούβαν οἱ πολλάκις αὐτοῦ κεκρατηκότες· τῷ στρατεύματι δὲ οὐ-
δεμία συνέβη βλάβη, ἐπεὶ καὶ οἱ στρατηγοὶ τύχῃ μᾶλλον ἡττήθησαν
ἢ τῇ περὶ τὸν πόλεμον ῥᾳθυμίᾳ. Ὑπὸ δὲ τούτους αὐτοὺς τοὺς χρό-
772
Menander Rhet., Διαίρεσις τῶν ἐπιδεικτικῶν (olim sub auctore Genethlio) (2586:
001)“Menander rhetor”, Ed. Russell, D.A., Wilson, N.G.
Oxford: Clarendon Press, 1981.Spengel page 354, line 30
777
καλεῖσθαι παρὰ Ἀθηναίοις, ἀλλὰ δήμους, καὶ κωμῳδίαν αὐτὴν καλοῦσιν, ἐπεὶ
ἐν ταῖς ὁδοῖς ἐκώμαζον. τὴν αὐτὴν δὲ καὶ τρυγῳδίαν φασὶ διὰ τὸ τοῖς εὐδοκι-
μοῦσιν ἐπὶ τῷ Ληναίῳ γλεῦκος δίδοσθαι, ὅπερ ἐκάλουν τρύγα, ἢ ὅτι μήπω
προσωπείων ηὑρημένων τρυγὶ διαχρίοντες τὰ πρόσωπα ὑπεκρίνοντο. γεγόνασι
δὲ μεταβολαὶ κωμῳδίας τρεῖς· καὶ ἡ μὲν ἀρχαία, ἡ δὲ νέα, ἡ δὲ μέση.
οἱ μὲν οὖν τῆς ἀρχαίας κωμῳδίας ποιηταὶ οὐχ ὑποθέσεως ἀληθοῦς, ἀλλὰ
780
ὑποθέσεις. τῆς μὲν οὖν μέσης κωμῳδίας εἰσὶ ποιηταὶ νζʹ, καὶ τούτων δράματα
φέρεται χιζʹ. τούτων δέ εἰσιν ἀξιολογώτατοι Ἀντιφάνης καὶ Στέφανος.
Ἀντιφάνης μὲν οὖν Στεφάνου Ἀθηναῖος, καὶ ἤρξατο διδάσκειν μετὰ τὴν
ϙηʹ Ὀλυμπιάδα. καί φασιν αὐτὸν γενέσθαι μὲν τῶν ἀπὸ Θεσσαλίας ἐκ Λαρίς-
σης, παρεγγραφῆναι δὲ εἰς τὴν Ἀθηναίων πολιτείαν ὑπὸ Δημοσθένους. γενέσθαι
δὲ λέγουσιν αὐτὸν εὐφυέστατον εἰς τὸ γράφειν καὶ δραματοποιεῖν. ἐτελεύτησε
δὲ ἐν Χίῳ καὶ τὰ ὀστᾶ αὐτοῦ εἰς τὰς Ἀθήνας μετηνέχθη. τῶν δὲ κωμῳδιῶν
αὐτοῦ τινας καὶ ὁ Στέφανος ἐδίδαξεν. ἔστι δὲ αὐτοῦ δράματα σξʹ.
τῆς δὲ νέας κωμῳδίας γεγόνασι μὲν ποιηταὶ ξδʹ, ἀξιολογώτατοι δὲ τούτων
Φιλήμων, Μένανδρος, Δίφιλος, Φιλιππίδης, Ποσείδιππος, Ἀπολλόδωρος.
Φιλήμων μὲν οὖν Δάμωνος Συρακόσιος, μετέσχε δὲ τῆς τῶν Ἀθηναίων
πολιτείας, ἐδίδαξε δὲ πρὸ τῆς ριγʹ Ὀλυμπιάδος. σῴζεται δὲ αὐτοῦ δράματα ϙζʹ.
Μένανδρος δὲ Διοπείθους υἱὸς Ἀθηναῖος, λαμπρὸς καὶ βίῳ καὶ γένει, συν-
διατρίψας δὲ τὰ πολλὰ Ἀλέξιδι ὑπὸ τούτου δοκεῖ παιδευθῆναι. ἐδίδαξε δὲ
πρῶτος ἔφηβος ὢν ἐπὶ Φιλοκλέους ἄρχοντος. γέγονε δὲ εὐφυέστατος ἐν πᾶσι.
γέγραφε δὲ τὰ πάντα δράματα ρηʹ. τελευτᾷ δὲ ἐν Ἀθήναις ἐτῶν ὑπάρχων νβʹ.
Δίφιλος Σινωπεὺς κατὰ τὸν αὐτὸν χρόνον ἐδίδαξε Μενάνδρῳ. τελευτᾷ δὲ ἐν
Σμύρνῃ. δράματα δέ ἐστιν αὐτοῦ ρʹ.
καταστήσας. ὥρισε γὰρ εἶναι τὴν τάβλαν τὸν γήϊνον κόσμον, τοὺς
δὲ δώδεκα κάσους τὸν ζωδιακὸν ἀριθμόν, τὸ δὲ ψηφόβολον καὶ
τὰ ἐν αὐτῷ κοκκία τὰ ἑπτὰ ἄστρα τῶν πλανήτων, τὸν δὲ πύργον
τὸ ὕψος τοῦ οὐρανοῦ, ἐξ οὗ ἀνταποδίδοται πᾶσι καλὰ ἢ κακά.
ὁ αὐτὸς εὗρε καὶ τὰ ιϛʹ γράμματα τοῦ ἀλφαβήτου, α β γ δ ε ι κ λ μ
ν ο π ρ ς τ υ. προσέθηκε δὲ αὐτοῖς Κάδμος ὁ Μιλήσιος ἕτερα
781
Τῷ κϛʹ ἔτει ἀπέλυσε Μαβίας τὸν υἱὸν αὐτοῦ Ἐζὴδ μετὰ
βαρβάρων πολλῶν κατὰ Ῥωμαίων· καὶ ἐλθόντες εἰς Χαλκηδόνα
ᾐχμαλώτευσαν πολλούς. παρέλαβον δὲ καὶ τὸ Ἀμώριον τῆς Φρυ-
γίας, καὶ ἀφέντες εἰς φυλακὴν αὐτοῦ χιλιάδας πέντε ἄνδρας ἐνό-
782
μαίων καὶ χεῖρα δίδωσι πολλήν, καὶ τῆς Σικελίας γίνεται ἐγκρα-
τής, παρ' αὐτοῦ τούτου λαβὼν αὐτήν. πλὴν ὁ μὲν Εὐφήμιος
οὐ πολὺν χρόνον τοῦ βασιλικοῦ ἀπολαύσας ἀξιώματος ἀφαιρεῖται
τὴν κεφαλήν, τῆς οἰκείας ἀποστασίας καὶ παρανομίας τοῦτον λα-
βὼν τὸν μισθόν. ἄξιον δὲ καὶ τὸν τρόπον εἰπεῖν τῆς αὐτοῦ ἀναι-
ρέσεως. ὡς γὰρ ἐν σχήματι βασιλικῷ περιῄει τὴν Σικελίαν ἀνευ-
φημούμενος, ἀπῄει κατὰ Συράκουσαν. ἄποθεν δὲ γενόμενος τῆς
ἑαυτοῦ τάξεως καὶ τῶν δορυφόρων, καὶ ὅσον ἀπὸ τόξου βολῆς τῇ
πόλει προσεγγίσας, ὡμίλει τοῖς πολίταις καὶ πρὸς ἑαυτὸν λόγοις
τὴν ἐκείνων ἐφείλκετο εὔνοιαν. μεμονωμένον δὲ τοῦτον ἰδόντες
ἀδελφοὶ δύο Συρακούσιοι, πρὸς ἑαυτοὺς βουλευσάμενοι καὶ σύμ-
πνοοι γενόμενοι καὶ τὸ ἓν φρονήσαντες προσέρχονται τούτῳ εἰρωνι-
κῶς τε καὶ τωθαστικῶς, ὡς βασιλεῖ τάχα τὴν προσήκουσαν τιμὴν
ἀπονέμοντες. ὁ δὲ Εὐφήμιος μὴ συνεὶς τὸν δόλον, τὴν παρ' αὐ-
τῶν ἀναγόρευσιν καὶ τὸν ἀσπασμὸν προσδεξάμενος, προσεκάλει
τούτους μετὰ φιλοφροσύνης ὡς καὶ αὐτὸς τὸν οἰκεῖον ἀσπασμὸν
ἀποδώσων. καὶ δὴ κλίνας τὴν κεφαλὴν καὶ τὸ στόμα προσερείσας
τῷ στόματι θατέρου τῶν ἀδελφῶν, θριξὶ μὲν κατέχεται ἰσχυρῶς
παρὰ τούτου, πρὸς δὲ τοῦ ἑτέρου τῶν ἀδελφῶν τὴν κεφαλὴν
ἀποτέμνεται. καὶ οὗτος μὲν ταύτην ἔτισε δίκην τῆς οἰκείας ἀπο-
νοίας.
μενος, διὰ τὸ συνηρεφὲς τῆς ἐκεῖσε ὕλης ταύτην λαχὼν τὴν προς-
ωνυμίαν. ἐν τούτῳ τὸ τῶν Ῥωμαίων ηὐλίζετο ναυτικόν. μιᾷ
γοῦν τῶν νυκτῶν τῶν ἐκεῖσε κατοικούντων δαιμόνων πρὸς ἀλλή-
785
παρὰ τὰς συνθήκας, ὅτι τοῦτο καὶ δίκαιόν ἐστι καὶ συμφέρον
αὐτῷ μάλιστ' ἐκείνῳ, περὶ μὲν τούτων ἔφη βουλευσάμενος αὐτοῖς
πάλιν διασαφήσειν, ἤρετο δὲ πῶς πρὸ τῆς τελευτῆς τοῦ πάππου
πλεύσαντες ἕως τοῦ Παχύνου πεντήκοντα ναυσὶ πάλιν ἀνακάμ-
ψαιεν. συμβεβήκει δὲ Ῥωμαίους βραχεῖ χρόνῳ πρότερον ἀκούσαντας
Ἱέρωνα μετηλλαχέναι καὶ διαγωνιάσαντας, μή τι νεωτερίσωσιν ἐν
ταῖς Συρακούσαις καταφρονήσαντες τῆς τοῦ καταλελειμμένου παιδὸς
ἡλικίας, πεποιῆσθαι τὸν ἐπίπλουν, πυθομένους δὲ τὸν Ἱέρωνα ζῆν
αὖθις εἰς τὸ Λιλύβαιον ἀναδραμεῖν. διὸ καὶ τότε παρομολογούν-
των πεποιῆσθαι μὲν τὸν ἐπίπλουν θέλοντας ἐφεδρεῦσαι τῇ νεότητι
τῇ ἐκείνου καὶ συνδιαφυλάξαι τὴν ἀρχὴν αὐτῷ, προσπεσόντος δὲ
ζῆν τὸν πάππον ἀποπλεῦσαι πάλιν, ῥηθέντων δὲ τούτων πάλιν
ὑπολαβὸν τὸ μειράκιον· ἐάσατε τοίνυν, ἔφη, κἀμὲ νῦν, ἄνδρες
Ῥωμαῖοι, διαφυλάξαι τὴν ἀρχὴν παλινδρομήσαντα πρὸς τὰς Καρχη-
δονίων ἐλπίδας. οἱ δὲ Ῥωμαῖοι συνέντες τὴν ὁρμὴν αὐτοῦ τότε μὲν
κατασιωπήσαντες ἐπανῆλθον καὶ διεσάφουν τὰ λεγόμενα τῷ πέμ-
ψαντι, τὸ δὲ λοιπὸν ἤδη προσεῖχον καὶ παρεφύλαττον ὡς πολέμιον.
θλον τῆς χάριτος δωρεάς τε μεγάλας καὶ τὴν μετ' αὐτοῦ συμβίωσιν
καὶ γενέσθαι βασίλισσαν, ἰδιωτικῆς ἑστίας ἐξηλλαγμένην ἡγεμο-
νίαν. ἡ δὲ Λουκρητία διὰ τὸ παράδοξον ἐκπλαγὴς γενομένη καὶ
φοβηθεῖσα, μήποτε ταῖς ἀληθείαις δόξῃ διὰ τὴν μοιχείαν ἀνῃρῆ-
σθαι, τότε μὲν ἡσυχίαν ἔσχεν. ἡμέρας δὲ γενομένης ὁ Σέξτος
ἐχωρίσθη· ἡ δὲ ἐκάλεσε τοὺς οἰκείους καὶ ἠξίου μὴ περιιδεῖν
ἀτιμώρητον τὸν ἀσεβήσαντα εἰς ξενίαν ἅμα καὶ συγγένειαν. ἑαυτῇ
δὲ φήσασα μὴ προσήκειν ἐφορᾶν τὸν ἥλιον τηλικαύτης ὕβρεως
πεπειραμένην, ξιφιδίῳ πατάξασα τὸ στῆθος ἑαυτῆς ἐτελεύτησεν.
80. (10, 28, 1). Ὅτι Ἱπποκράτης ὁ Γελῶος τύραννος τοὺς Συ-
ρακουσίους νενικηκὼς κατεστρατοπέδευσεν εἰς τὸ τοῦ Διὸς ἱερόν.
κατέλαβεν δὲ αὐτὸν τὸν ἱερέα καὶ τῶν Συρακουσίων τινὰς καθαι-
ροῦντας ἀναθήματα χρυσᾶ καὶ μάλιστα ἱμάτιον τοῦ Διὸς περιαι-
ρουμένους ἐκ πολλοῦ κατεσκευασμένον χρυσίου. καὶ τούτοις μὲν
ἐπιπλήξας ὡς ἱεροσύλοις ἐκέλευσεν ἀπελθεῖν εἰς τὴν πόλιν, αὐτὸς
δὲ τῶν ἀναθημάτων ἀπέσχετο, φιλοδοξῆσαι θέλων καὶ νομίζων
δεῖν τὸν τηλικοῦτον ἐπαναιρούμενον πόλεμον μηθὲν ἐξαμαρτάνειν
εἰς τὸ θεῖον, ἅμα δὲ νομίζων διαβάλλειν τοὺς προεστῶτας τῶν
ἐν Συρακούσαις πραγμάτων πρὸς τὰ πλήθη διὰ τὸ δοκεῖν αὐτοὺς
πλεονεκτικῶς, ἀλλ' οὐ δημοτικῶς οὐδ' ἴσως ἄρχειν.
124. (14, 111, 3). Ὅτι τῶν Ῥηγίνων πολιορκουμένων καὶ διὰ
794
ναστειῶν παραλαβὼν τὴν ἀρχὴν καὶ τὴν ὑπὸ τοῦ πατρὸς λεγομέ-
νην ἀδάμαντιδεδέσθαι τυραννίδα διὰ τὴν ἰδίαν ἀνανδρίαν παρα-
δόξως ἀπέβαλε.
140. (16, 11, 2). Ὅτι πάντες ἔσπευδον οἱ Συρακούσιοι ἰδεῖν
τὸν Δίωνα καὶ τὴν ἀρετὴν τοῦ ἀνδρὸς πάντες ἀπεδέχοντο μειζό-
νως ἢ κατὰ ἄνθρωπον. καὶ τοῦτο εὐλόγως ἔπασχον διὰ τὸ μέγε-
θος καὶ παράδοξον τῆς μεταβολῆς. πεντηκονταετοῦς γὰρ δουλείας
πεπειραμένοι καὶ τῆς ἐλευθερίας διὰ τὸν χρόνον ἐπιλελησμένοι δι'
ἑνὸς ἀνδρὸς ἀρετὴν ἀπελύθησαν τῆς συμφορᾶς.
141. (16, 17, 5). Ὅτι Δίων λαμπρᾷ μάχῃ νικήσας τοὺς Συρα-
κουσίους οὐδὲν ἐμνησικάκησεν αὐτοῖς· ἀποστειλάντων γὰρ πρὸς
αὐτὸν κήρυκα περὶ τῆς τῶν νεκρῶν ἀναιρέσεως ταύτην ἔδωκε καὶ
τοὺς ἁλόντας πολλοὺς ὄντας ἀπέλυσεν ἄνευ λύτρων.
142. (16, 17, 5). Ὅτι πολλοὶ ἐν τῇ φυγῇ μέλλοντες φονεύεσθαι
διηγόρευον ἑαυτοὺς εἶναι τῶν τὰ Δίωνος φρονούντων καὶ πάντες
διὰ ταύτην τὴν αἰτίαν ἐξέφυγον τὸν θάνατον.
143. (16, 20, 2). Ὅτι Δίων λαμπρὸς ὢν τὴν ψυχὴν καὶ διὰ
τὴν ἐκ φιλοσοφίας παιδείαν ἐξημερωμένος τοὺς λογισμοὺς οὐκ
ἐμνησικάκησε τοῖς πολίταις.
164. (18, 33, 2). Ὅτι τὸν Περδίκκην πολλοὶ καταλιπόντες τῶν
φίλων ἀπεχώρησαν πρὸς τὸν Πτολεμαῖον. καὶ γὰρ φονικὸς ἦν
797
τιστα τῆς γῆς ᾤκησαν ἔχοντες”. Μεγίστη δὲ αὐτὴ μαρτυρεῖται τῶν ἑπτά,
καθά φησιν Ἄλεξις ὁ κωμικός·
Τῶν ἑπτὰ νήσων, ἃς δέδειχεν ἡ φύσις
θνητοῖς μεγίστας, Σικελία μέν, ὡς λόγος,
ἐστὶν μεγίστη, δευτέρα Σαρδώ, τρίτη
Κύρνος, τετάρτη δ' ἡ Διὸς Κρήτη τροφός.
Εὔβοια πέμπτη στενοφυής, ἕκτη Κύπρος·
Λέσβος δὲ τάξιν ἑβδόμην λαχοῦσ' ἔχει.
»Τῶν δὲ νησιωτῶν οἱ μὲν ἰθαγενεῖς πάλαι Λίγυες ἐξ Ἰταλίας Σικε-
λοὶ λέγονται, οἱ δὲ ἐπήλυδες Ἕλληνες [εἰσι] Σικελιῶται, ὡς Ἰταλιῶται».
Ἔχει δὲ πόλεις ἐπισήμους τήν τε Συράκουσαν καὶ τὸ καλούμενον Ταυρο-
μένιον, καὶ αὐτὴν τὴν Ἀκράγαντα καὶ τὰς λοιπὰς πόλεις, τὰς μὲν ἠρη-
μωμένας, τὰς δὲ κρατουμένας παρὰ τῶν Σαρακηνῶν. Τὴν μὲν οὖν Συρά-
κουσαν ἐπὶ Βασιλείου τοῦ ἀοιδίμου βασιλέως παρέλαβον οἱ Σαρακηνοί,
τὸ δὲ Ταυρομένιον ἐπὶ Λέοντος τοῦ σοφωτάτου βασιλέως. Ὅσα τοίνυν
κατελείφθησαν κάστρα, παρὰ τῶν ἀθέων Σαρακηνῶν κρατοῦνται· μόνη δὲ
ἀντίπεραν ἡ Καλαβρία κρατεῖται παρὰ τῶν Χριστιανῶν, ἐν ᾗ καὶ
τὸ Ῥήγιόν ἐστι καὶ τὸ πολισμάτιον τῆς ἁγίας Κυριακῆς, τῆς τε ἁγίας
Σευηρίνης καὶ ὁ Κρότων καὶ ἄλλα τινά, ὧνπερ ὁ στρατηγὸς Καλαβρίας
κυριεύει· εἰσὶ δὲ αἱ ὑπὸ Σικελίαν καὶ τὸν ταύτης στρατηγὸν πόλεις κβʹ.
Τὸ δὲ ἀρχαῖον αὕτη ἡ νῆσος ἐτυραννεῖτο, ἵνα μὴ λέγω ἐβασιλεύετο,
Γεώργιος Μοναχός Chronicon breve (lib. 1–6) (redactio recentior) (3043: 002);
MPG 110.Volume 110, page 105, line 31
ποθοῦντι παρὰ Πλάτωνος ὅτι τὸ ὀρθῶς δικάζειν· ηὔχει γὰρ ἐπὶ τούτῳ
Διονύσιος. εἶτά φησι· τὸ ὀρθῶς δικάζειν τίνος ἔργον σοὶ δοκεῖ; πρὸς ὃν
ὁ Πλάτων· μόριόν τι μικρὸν πολιτικοῦ τὸ δικάζειν ὀρθῶς. ἀκεσταῖς γὰρ
ἐοίκασι τοῖς τὰ διερρωγότα ἱμάτια ἀνυφαίνουσι. τρίτον αὐτὸν ἐπανήρετο
τὸ τύραννον εἶναι, φάς, ποταπόν σοι φαίνεται; πρὸς ὃν ἀντέφη Πλάτων·
σφόδρα δεινόν, ὅπου γε καὶ τὰ κουρευτικὰ μαχαίρια φοβεῖται μὴ ὑπ' αὐτῶν
ἀναιρεθῇ.
809
Ἐν Ῥώμῃ παρθένος καταγνωσθεῖσα τοῦ ἱεροῦ τῆς Ἑστίας ἑαυτὴν ἀνεῖλε.
Νικομήδειαν ἐπ' ὀνόματι αὐτοῦ ἔκτισε Νικομήδης βασιλεὺς Βιθυνῶν.
Ῥωμαῖοι Καρχηδονίους ναυμαχίᾳ νικήσαντες ρʹ πόλεις τῆς Λιβύης
ἔλαβον.
Κατὰ τούτους τοὺς χρόνους Ἱέρων τύραννος Σικελίας κρατεῖ Συρα-
κουσῶν καὶ κατὰ Ῥωμαίων Καρχηδονίοις συμμαχεῖ, ἡνίκα πρῶτος πόλε-
μος Ῥωμαίοις πρὸς Καρχηδονίους κινηθεὶς ἔτη κρατεῖ κγʹ. δεύτερος μετὰ
Ἀπίωνα Οὐαλέριος ὑπατεύων πάσης ἐξελάσας Σικελίας Καρχηδονίους,
τάς τε ἐν αὐτῇ πόλεις ὑπὸ Ῥωμαίους ποιεῖται πλὴν Συρακουσῶν πόλεως,
ἣν εἶχεν Ἱέρων σὺν τοῖς Ἄφροις βʹ ἡττηθείς. τότε καὶ Λιβύης ρʹ πόλεις
εἷλον Ῥωμαῖοι.
Ῥωμαῖοι Καρχηδονίους ἐνίκησαν, ἡνίκα καὶ Τοῦλλος ὕπατος μετὰ πό-
λεμον κγʹ ἐνιαυτῶν κρατεῖ Καρχηδονίων καὶ ὑπὸ Ῥωμαίους αὐτοὺς καὶ
τὴν χώραν ποιεῖ, λαβὼν καὶ Συρακούσας καὶ Ἱέρωνα τύραννον ἐκδόντα
ἑαυτὸν κατὰ τὴν ρκηʹ ὀλυμπιάδα ἐπὶ Φιλαδέλφου τοῦ Πτολεμαίου, ἐφ' ὃν
στρατηγὸς Ἄππιος Κλαύδιος ὑπατεύων πεμφθεὶς πολλὴν Σικελοῖς καὶ
Καρχηδονίοις εἰργάσατο φθοράν.
ἑαυτὸν κατὰ τὴν ρκηʹ ὀλυμπιάδα ἐπὶ Φιλαδέλφου τοῦ Πτολεμαίου, ἐφ' ὃν
στρατηγὸς Ἄππιος Κλαύδιος ὑπατεύων πεμφθεὶς πολλὴν Σικελοῖς καὶ
Καρχηδονίοις εἰργάσατο φθοράν.
Ἀθηναίοις Ἀντίγονος τὴν ἐλευθερίαν ἀπέδωκεν.
Ἐν Ῥώμῃ ἱερὸν ἐνεπρήσθη τῆς Ἑστίας.
Ἐν Ῥώμῃ ὑπὸ δούλου διακορευθεῖσα παρθένος ἑαυτὴν διεχειρίσατο.
Ῥωμαῖοι Γάλλων μυριάδας δʹ πρὸς τοῖς τʹ ἀνεῖλον, τοὺς δὲ αἰχμαλώτους
αὐτῶν κατεδουλώσαντο, Γαλιαρίους καλοῦντες αὐτούς.
Ἐν Ῥώμῃ παρθένοι ἁλοῦσαι φθορᾷ ζῶσαι κατωρύγησαν.
Σκηπίων Ἀφρικανὸς Κελτιβηρίας πολέμῳ πόλεις πολλὰς Ῥωμαίοις
γάριον τῆς βίγλης, καὶ τὸν ἕτερον ἀδελφὸν αὐτῶν Παῦλον τοῦ
σακελλίου, τὸν δὲ ἕτερον Κωνσταντῖνον γενικὸν λογοθέτην. τελευ-
τήσαντος δὲ Νικολάου τοῦ συγκέλλου, θάπτουσιν αὐτὸν εἰς Ἀρκα-
διανὰς τὸν ἑαυτοῦ οἶκον, ἔνθα ἐστὶ νῦν τοῦ ἁγίου Κωνσταντίνου
τὸ μετόχιον.
11. Ἤρξατο δὲ ὁ βασιλεὺς ἐκχοΐζειν πλησίον τοῦ παλα-
τίου πρὸς τὸ κτίσαι τὴν Νέαν, οἰκήματα πάμπολλα ἐξωνησάμενος.
ἐμηνύθη δὲ τῷ βασιλεῖ ὡς ἡ Συράκουσα παρὰ τῶν Ἀγαρηνῶν
ἐκπορθεῖται. ἀσχολουμένων δὲ τῶν πλωΐμων ἐν τοῖς κτίσμασι τῆς
Νέας ἐκκλησίας ἐγένετο βραδύτης τοῦ στόλου καὶ τοῦ λαοῦ, καὶ
παρεδόθη ἡ αὐτὴ Συράκουσα πρὸ ὀλίγου πρὶν ἢ φθάσαι τὸν στό-
813
Ιωάννης Σκυλίτζης Synopsis historiarum Emperor life Mich2, sec. 20, line 25
γίσας ὡμίλει τοῖς πολίταις καὶ πρὸς ἑαυτὸν λόγοις τὴν ἐκείνων ἐφείλ-
κετο εὔνοιαν. μεμονωμένον δὲ τοῦτον ἰδόντες ἀδελφοὶ δύο Συρακούσιοι
πρὸς ἑαυτοὺς βουλευσάμενοι καὶ σύμπνοοι γενόμενοι καὶ τὸ ἓν φρονή-
σαντες προσέρχονται τούτῳ εἰρωνικῶς τε καὶ τωθαστικῶς, ὡς βασιλεῖ
τάχα τὴν προσήκουσαν τιμὴν ἀπονέμοντες. ὁ δ' Εὐφήμιος μὴ συνεὶς
τὸν δόλον τὴν παρ' αὐτῶν ἀναγόρευσιν καὶ τὸν ἀσπασμὸν προσδεξά-
μενος προσεκάλει τούτους μετὰ φιλοφροσύνης, ὡς καὶ αὐτὸς τὸν οἰκεῖον
ἀσπασμὸν ἀποδώσων. καὶ δὴ κλίνας τὴν κεφαλὴν καὶ τὸ στόμα προσε-
ρείσας τῷ στόματι θατέρου τῶν ἀδελφῶν, θριξὶ μὲν κατέχεται ἰσχυρῶς
παρὰ τούτου, πρὸς δὲ τοῦ ἑτέρου τῶν ἀδελφῶν τὴν κεφαλὴν ἀποτέ-
μνεται. καὶ οὗτος μὲν ταύτην ἔτισε δίκην τῆς οἰκείας ἀπονοίας.
Οἱ δ' Ἀγαρηνοὶ οὐ τῆς Σικελίας ἔκτοτε μόνον,
Leo Diaconus Hist., Historia (3069: 001)“Leonis diaconi Caloënsis Ιστορίαι. libri
decem”, Ed. Hase, K.B.Bonn: Weber, 1828; Corpus scriptorum Ιστορίαι. Byzantinae.
Page 66, line 8
σιν αὐτὸν εἰς Ἀρκαδιανοὺς εἰς τὸν ἑαυτοῦ οἶκον, ἔνθα ἔστι
τὸ μετόχιον τοῦ ἁγίου Κωνσταντίνου.
Ἐμηνύθη δὲ τῷ βασιλεῖ ὡς ἡ Συράκουσα παρὰ τῶν
Ἀγαρηνῶν ἐκπορθεῖται, ἀσχολουμένων δὲ τῶν πλοΐμων ἐν
τοῖς κτίσμασιν καὶ ἐκχοΐσμασι τῆς νέας ἐκκλησίας παρεδόθη
ἡ αὐτὴ Συράκουσα πρὶν φθάσαι τὸν στόλον, τοῦ βασιλέως
πολλὰ ἐν τούτῳ θρηνήσαντος.
Νικήτας δὲ τοῦ ἐπὶ τῆς τραπέζης τοῦ Ξυλινίτου κατη-
γορηθέντος ὡς φιλουμένου παρὰ τῆς Αὐγούστης, τοῦτον ὁ βα-
σιλεὺς ἀποκείρας μοναχὸν ἐποίησεν· ὃς ἐπὶ Λέοντος βασι-
λέως γέγονεν οἰκονόμος ἐν τῇ μεγάλῃ ἐκκλησίᾳ, καὶ τελευτή-
σας τίθεται ἐν τῇ μονῇ ἣν αὐτὸς κατεσκεύασεν. καὶ ἀπέκει-
ρεν τὰς αὐτοῦ ἀδελφάς.
Πολλὰ δὲ μάρμαρα καὶ ψηφῖδας ἐκ πολλῶν ἐκκλησιῶν
ἀνέλαβεν ὁ βασιλεὺς λόγου τῆς νέας ἐκκλησίας, ἐν οἷς στήλη
ἵστατο χαλκῆ ἐν τῷ Σενάτου σχῆμα ἐπισκόπου φέρουσα·
οἶκον ἀσφαλῆ δύναται οἰκοδομεῖν· ἀλλ' οὐδὲ πελάγη τις πλεῦσαι δύναται
καὶ διασωθῆναι ῥαθυμῶν καὶ κοιμώμενος, εἰ μὴ περιποιούμενος τοῦ
πλοίου τὰς ἐξαρτήσεις. Ὅμως, τέκνον ἡμῶν, ἐνθυμήθητι καὶ τοῦτο,
ὅπερ καὶ οἰκείᾳ εἴπομεν γλώσσῃ, ὅτι τοῦ κυροῦ Φωτίου τοῦ πατριάρχου
καὶ πάσης αὐτοῦ τῆς χειροτονίας ἀποδιωχθείσης, διὰ σπουδῆς ἐπιμελοῦς
καὶ συντόνου ὁ πάππος τοῦ βασιλέως ἡμῶν τοῦ κυροῦ Κωνσταντίνου τὴν
Τεφρικὴν ἐξηφάνισεν, τὴν Βάριν ἐχειρώσατο, τὴν Λογγιβαρδίαν ὑποχεί-
ριον ἐποιήσατο, τὴν Τερεντῶ καὶ ἄλλα κάστρα ἐκ τῆς ἐπικρατείας τῶν
Σαρακηνῶν ἐξήρπασεν. Ἀποθανόντος δὲ τοῦ κυροῦ Ἰγνατίου καὶ τοῦ
κυροῦ Φωτίου καὶ τῆς χειροτονίας αὐτοῦ ἑνωθέντων, ἡ Συράκουσα ἠφα-
νίσθη καὶ ἡ Σικελία πᾶσα. Διὰ τί; Διὰ τὴν ἀμέλειαν τοῦ τότε δρογγα-
ρίου τοῦ πλωΐμου, λέγω δὴ τοῦ Ἀδριανοῦ. Πάλιν ἐν ταῖς ἡμέραις τοῦ
κυροῦ Λέοντος γινώσκεις ὅτι ὁ Μάπας συνῆλθεν καὶ οἱ μετὰ τούτου
ὄντες καὶ ἡνώθησαν τῇ ἐκκλησίᾳ, καὶ εἰρήνης βαθείας οὔσης ἀπῆλθεν
ἡ Θεσσαλονίκη καὶ τὸ Ταυρομένιον. Διὰ τί; Ὅτι ἐνταῦθα ἀμέλειαν
προηγήσαντο. Καὶ γὰρ ἐπιδεομένων βοηθείας τῶν Θεσσαλονικέων, ἡμέ-
ραν ἐξ ἡμέρας ἀναβαλλόμενοι πρὸς τὸ ἀπολυθῆναι ἐκεῖ πλώϊμον ἀπώλε-
σαν τὰ πράγματα. Τοῦτο, τέκνον ἡμῶν, καὶ φρόνει καὶ διανοοῦ, καὶ μετ'
ἐπιμελείας τοῦ θεοῦ ἐνισχύοντός σε ἀντέχου τῶν πραγμάτων, καὶ αὐτῇ
μαθήσῃ τῇ πείρᾳ τὸ αἴτιον τῆς εὐτυχίας καὶ τῆς δυστυχίας τῆς πολιτείας
φονται.
819
Ιωάννης Ζωναράς Hist., Epitome historiarum (lib. 1-12) Volume 2, page 199, line 3
Ιωάννης Ζωναράς Hist., Epitome historiarum (lib. 1-12) Volume 2, page 199, line 31
Ιωάννης Ζωναράς Hist., Epitome historiarum (lib. 1-12) Volume 2, page 262, line 23
τῶν οἰκιῶν ἐπῆλθον τῶν εἰρημένων ἀνδρῶν. καὶ τὰς μὲν καθ-
ῃρήκασι, τὰ δ' ἐν αὐταῖς διηρπάκασι καὶ πολλοὺς ἀνεῖλον,
Ιωάννης Ζωναράς Hist., Epitome historiarum (lib. 13-18) Page 221, line 3
Ιωάννης Ζωναράς Hist., Epitome historiarum (lib. 13-18) Page 254, line 15
Ιωάννης Ζωναράς Hist., Epitome historiarum (lib. 13-18) Page 432, line 11
Ιωάννης Ζωναράς Hist., Epitome historiarum (lib. 13-18) Page 432, line 16
Ἐβαρυθύμησαν. ἐλυπήθησαν.
Ἐβαρυώπησαν. ἀσθενεῖς ἐγένοντο τοὺς ὀφθαλ-
μούς.
Ἔβα με. κατέλαβέ με. Ἀριστοφάνης·
τί χρέος ἔβα με μετὰ τὸν Πασίαν.
Ἐβαρύνετο. κυριώτερον. οὐ δεῖ γὰρ λέγειν ἐβα-
ροῦντο ἢ βαροῦμαι ἢ βαρούμενος.
Ἐβάστασεν. ἀντὶ τοῦ ἐδοκίμασε. [πάσας δ'
ἰδέας ἐξήτασε, πάντα δ' ἐβάστασε φρενί.]
Ἔβασεν. ἀντὶ τοῦ ἔκραξεν.
Ἔβασον. ἔασον, συγχώρησον. οὕτως Συρακού-
σιοι καὶ Λάκωνες. γέγονε δὲ κατὰ πλεονασμὸν
τοῦ β. τὸ γὰρ ἔασον, ἔβασον, καὶ τὸ ἔαται,
ἔβαται, καὶ τὸ ἔα, ἔβα.
Ἐβεβαίωσας. ἐφανέρωσας.
Ἐβίωσας. ἔζησας.
Ἔβλω. ἔδωκε, διέσπασεν.
832
Ἐβόμβησεν. ἤχησεν.
Ἐβουλιμίασαν. λίαν ἐπείνασαν.
Ἐβόησεν. ἐφώνησεν.
Pseudo-Symeon Hist., Chronographia (partim edita e cod. Paris. gr. 1712) (3182:
001)“Θεοφάνης Ioannes Cameniata, Symeon Magister, Georgius Monachus”, Ed.
Bekker, I.Bonn: Weber, 1838; Corpus scriptorum Ιστορίαι. Byzantinae.Page 671, line
1
834
δέ “οὐ χρῄζω χρήματα, ἀλλ' οὐδὲ τὸν πατέρα σου γνῶναι τὸ δρᾶ-
μα· ἀλλ' ἐλθὲ μετ' ἐμοῦ εἰς τόνδε τὸν τόπον, καὶ ἄρνησαι τὸν
τύπον ἐν ᾧ Ἰησοῦν προσηλώσαμεν, καὶ δώσω σοι παράδοξον φυ-
λακτόν, καὶ ἔσται ἡ ζωή σου πᾶσα ἐν εὐημερίᾳ καὶ πλούτῳ καὶ
πολλῇ σοφίᾳ καὶ χαρᾷ.” τὸν δὲ προθύμως ἀκούσαντα, καὶ
πάντα πρὸς τὴν τοῦ γόητος ἀρέσκειαν τετελεκότα. καὶ ἔκτοτε ταῖς
ἀπηγορευμέναις αὐτῶν βίβλοις τῆς μαντικῆς καὶ ἀστρολογικῆς τε-
ρατείας οὐκ ἀποσχόμενος τὸν νοῦν, (32) ἐπὶ ἀκούων ἦν παρὰ
τοῦ πατρός, ὡς ὑπὸ προορατικῶν ἀνδρῶν ἀκηκοότος, ὅτι πολυτρό-
πως τὸν πατριαρχικὸν θρόνον ἐπιβήσεται, τοῦτο ἐν ἑαυτῷ στρέ-
φων Γρηγορίῳ τινὶ τῆς Συρακούσης ἐκκλησίας γενομένῳ ἐπισκόπῳ,
ὃς καὶ Ἀσβεστὰς ἐκαλεῖτο, καθῄρητο δὲ ὑπὸ τοῦ μεγάλου Μεθο-
δίου διά τε πολλὰ ἄλλα καὶ διὰ τὸ παρ' ἐνορίαν χειροτονῆσαι
Ζαχαρίαν τὸν τοῦ πατριάρχου Μεθοδίου πρὸς Ῥωμαῖον ἀποστα-
λέντα πρεσβύτερον, φιλιάζεται σὺν τούτῳ τε καὶ ἄλλοις τισὶν ἐπ'
ἐγκλήμασι καθῃρημένοις, ὧν ὑπῆρχεν Εὐλάμπιος ὁ Ἀπαμείας καὶ
Πέτρος ὁ Συλαίου καὶ ἄλλοι σὺν αὐτοῖς πλεῖστοι, οἳ εἰς τὸν οἶκον
Φωτίου συνερχόμενοι καὶ μετὰ Γρηγορίου στρεφόμενοι κατὰ τοῦ
μεγάλου Ἰγνατίου μελετῶντες ἦσαν· οὓς καὶ συναθροισθεῖσα ἐν
τῷ πατριαρχείῳ μητροπολιτῶν καὶ ἐπισκόπων σύνοδος πάντας
καθῄρησε καὶ ἀπεκήρυξε. τοῦτον τὸν Φώτιον Βάρδας ὁ Καῖσαρ,
τοίνυν τὴν δευτέραν ὁδὸν ποιησάμενος καὶ διαβληθεὶς ὑπὸ τῶν δορυ-
φόρων τοῦ Διονυσίου πρὸς αὐτόν, ὡς βουλεύεται τὴν ἀρχὴν περιποιῆσαι
τῷ Δίωνι καὶ καταλῦσαι τὸν Διονύσιον, κρατηθεὶς ὑπ' αὐτοῦ παρεδόθη
Πόλλιδι τῷ Αἰγινήτῃ ἐμπορευομένῳ εἰς Σικελίαν πρὸς πρᾶσιν
Ολυμπιόδωρος In Platonis Alcibiadem commentarii Sec. 2, line 113
ποιεῖν.’ τρίτον αὐτὸν ἐπανήρετο ‘τί οὖν; τὸ ὀρθῶς δικάζειν σμικρόν σοι
δοκεῖ;’ δόξαν γὰρ εἶχεν ὁ Διονύσιος ἐπὶ τῷ ὀρθῶς δικάζειν· ὁ δὲ
ἀπεκρίνατο μηδὲν ὑποστειλάμενος ‘σμικρὸν μὲν οὖν καὶ μέρος ἔσχατον·
ἀκεσταῖς γὰρ ἐοίκασιν οἱ ὀρθῶς δικάζοντες, οἵτινες τὰ διερρωγότα
ἱμάτια ἀνυφαίνουσιν.’ τέταρτον αὐτὸν ἐπανήρετο ‘τὸ τύραννον εἶναι οὐκ
ἀνδρεῖον;’ ‘πάντων μὲν οὖν’ ἔφη ‘δειλότατον, ὁπότε καὶ τὰ κουρευτικὰ
μαχαιρίδια δέδοικεν, μὴ διὰ τούτων ἀπόληται.’ ἐπὶ τούτοις οὖν ὁ Διονύ-
σιος ἀγανακτήσας προεῖπεν αὐτῷ ἡλίου ὄντος ὑπὲρ γῆς ἐκ τῶν Συρα-
κουσῶν ἀπαλλάττεσθαι. καὶ οὕτως ἀτίμως ὁ Πλάτων ἀπὸ τῶν Συρα-
κουσῶν ἐδιώχθη.
Τῆς δὲ δευτέρας ὁδοῦ τῆς εἰς Σικελίαν αἰτία αὕτη. μετὰ τὸν θάνατον
Διονυσίου τοῦ μεγάλου διαδέχεται τὴν τυραννίδα Διονύσιος ὁ Διονυσίου,
μητρὸς ἀδελφὸν ἔχων τὸν Δίωνα, ὃς ἐκ τῆς πρώτης ὁδοῦ ὁμιλητὴς
ἐγένετο Πλάτωνος. γράφει οὖν αὐτῷ ὁ Δίων ὅτι ‘ἐὰν παραγένῃ νῦν
ἐλπίς ἐστι μεταβαλεῖν τὴν τυραννίδα εἰς ἀριστοκρατίαν.’ διὰ τοῦτο
τοίνυν τὴν δευτέραν ὁδὸν ποιησάμενος καὶ διαβληθεὶς ὑπὸ τῶν δορυ-
φόρων τοῦ Διονυσίου πρὸς αὐτόν, ὡς βουλεύεται τὴν ἀρχὴν περιποιῆσαι
τῷ Δίωνι καὶ καταλῦσαι τὸν Διονύσιον, κρατηθεὶς ὑπ' αὐτοῦ παρεδόθη
Πόλλιδι τῷ Αἰγινήτῃ ἐμπορευομένῳ εἰς Σικελίαν πρὸς πρᾶσιν. ὁ δὲ
ἀγαγὼν αὐτὸν εἰς Αἴγιναν εὗρεν Ἀννίκεριν ἐκεῖ τὸν Λίβυν μέλλοντα
Ταῦτα μὲν οὖν περὶ τούτου. δεῖ δὲ ζητῆσαι πρὸ τοῦ δια-
λόγου πρῶτον μὲν τὴν δραματικὴν διασκευὴν τοῦ διαλόγου·
δεύτερον δὲ τὸν σκοπόν· τρίτον τὴν διαίρεσιν αὐτοῦ· τέταρ-
τον καὶ τὰ πρόσωπα καὶ τὴν ἀναλογίαν τῶν προσώπων·
πέμπτον τὸ ὑπὸ τῶν πολλῶν ζητούμενον καὶ οὐκ ἄξιον
λόγου οὐδὲ ἠπορημένον παρὰ τοῖς παλαιοτέροις, διὰ ποίαν
αἰτίαν ὁ Πλάτων περὶ Γοργίου γράφει μὴ ὄντος ἐν τοῖς
αὐτοῖς αὐτῷ χρόνοις ἀλλὰ πολλῷ διαφέροντος.
Ἡ μὲν οὖν διασκευὴ αὕτη· Γοργίας ὁ Λεοντῖνος ἀπὸ
Λεοντίνων τῶν ἐν τῇ Σικελίᾳ ἦλθε πρεσβευσόμενος πρὸς
Ἀθηναίους περὶ συμμαχίας καὶ τοῦ πρὸς Συρακοσίους
πολέμου, εἶχε δὲ μετ' αὐτοῦ Πῶλον ῥητορικῇ χαίροντα.
ἔμειναν δὲ ἐν τῷ οἴκῳ τοῦ Καλλικλέους, δημαγωγοῦ
τῶν Ἀθηναίων· οὗτος δὲ ὁ Καλλικλῆς ἔχαιρε μὲν τοῖς δει-
νοῖς ῥήτορσιν, ἡδονὴν δὲ ἐποιεῖτο τέλοςτοῦ βίου καὶ
ἠπάτα τοὺς Ἀθηναίους τὸ Δημοσθενικὸν ἐκεῖνο προάγων
αἰεί, ‘τί βούλεσθε; τί γράψω; τί ὑμῖν χαρίσωμαι;’ ὁ τοί-
839
... ὄντι περὶ Ἡράκλειαν. Ἀκόντιον,πόλις Ἀρκαδίας, ἀπὸ Ἀκοντίου τοῦ Λυκάο-
νος. ἔστι καὶ ἑτέρα Εὐβοίας, ὡς Ξεναγόρας καὶ Ἀνδροτίων
ὀγδόῃ. τὸ ἐθνικὸν Ἀκοντιεύς, ὡς Δουλιχιεύς Σουνιεύς, καὶ
Ἀκόντιος, ὡς Βυζάντιος καὶ Ἀνακτόριος.
Ἀκούτεια,πόλις Ἰβηρίας, καθὰ Στράβων ἐν τῷ τρίτῳ.
τὸ ἐθνικὸν Ἀκουιτανοί, ὡς αὐτός. ἔοικε δὲ τὸ ικατὰ πλεο-
νασμὸν ἔχειν.
Ἄκρα,Ἰαπυγίας πόλις, κατά τινας Ὑδροῦς λεγομένη. βʹ
ἔστι καὶ ἑτέρα ἐν αὑτῇ ἔχουσα λιμένα Βρεντέσιον. ἔστι δὲ
Ἰταλίας. γʹ .... ἐστὶ Συρακοσίων κτίσμα. δʹ Εὐβοίας. ϛʹ Σκυ-
θίας. ζʹ Κύπρου. ηʹ Ἀκαρνανίας. τὸ ἐθνικὸν Ἀκραῖος καὶ
τὸ θηλυκὸν Ἀκραία. θʹ ἔστιν Ἄκρα ὑπὲρ Ἀντιόχειαν τὴν
περὶ τὴν Δάφνην. Ἀκραῗται δὲ οἱ ἐξ αὐτῆς ἐκαλοῦντο. ιʹ
ἔστι καὶ πέραν τοῦ Τίγρητος Ἄκρα, Ἀρριανὸς ἑκκαιδεκάτῃ.
Ἀκράγαντεςπόλεις πέντε. Σικελίας, ἀπὸ ποταμοῦ
παραρρέοντος. φησὶ γὰρ Δοῦρις ὅτι αἱ πλεῖσται τῶν Σικελῶν
πόλεων ἐκ τῶν ποταμῶν ὀνομάζονται, Συρακούσας Γέλαν
Ἱμέραν Σελινοῦντα καὶ Φοινικοῦντα καὶ Ἐρύκην καὶ Καμικόν
842
Ἐπικηφισιᾶσι].
Ἐπιλευκάδιοι,πόλις μετὰ Ἀκαρνανίαν, Ἑκαταῖος Εὐ-
ρώπῃ. τὸ ἐθνικὸν Ἐπιλευκάδιος ὁμοίως.
Ἐπιπολαί, χωρίον ἀπόκρημνον προσεχὲς Συρακούσαις.
Θουκυδίδης ἕκτῃ. τὸ ἐθνικὸν Ἐπιπολαῖος τῷ κοινῷ τύπῳ.
Ἐπιτάλιον,πόλις τῆς Τριφυλίας, Πολύβιος τετάρτῃ.
τὸ ἐθνικὸν Ἐπιταλιεύς.
Ἐπιφάνεια,πόλις Συρίας κατὰ Ῥαφανέας ἐν μεθο-
ρίοις Ἀράδου, ἀφ' ἧς Εὐφράτης ὁ στωικὸς φιλόσοφος. δευ-
τέρα Κιλικίας. τρίτη Βιθυνίας. τετάρτη κατὰ Τίγριν. ἐκλήθη
δὲ καὶ Ἀρκεσίκερτα,ὅ ἐστιν Ἀρκεσίου κτίσμα. ὁ πολίτης Ἐπιφανεύς.
Πλαταιᾶσι].
Πλάτανος,πόλις Φοινίκης. τὸ ἐθνικὸν Πλατανεύς.
Πλατεῖα,νῆσος Λιβύης. τὸ ἐθνικὸν Πλατειάτης καὶ
Πλατείτης ὡς Ζελείτης.
Πλατηίς,νῆσος παρὰ τῇ Λυκίᾳ. τὸ ἐθνικὸν Πλαταιεύς
διὰ τὸ χαίρειν τοὺς Κᾶρας τῷ εἰς ευςτύπῳ.
Πλειστάρχεια,πόλις Καρίας, ἥ τις καὶ πρότερον καὶ
ὕστερον Ἡράκλειαὠνομάσθη. τὸ ἐθνικὸν Πλεισταρχείτης.
Πλευρών,πόλις Αἰτωλίας. ὁ πολίτης Πλευρώνιος καὶ
Πλευρωνία καὶ Πλευρωνεύς. καὶ εἰς τόπον Πλευρῶνάδε.
Πλημμύριον,φρούριον Συρακουσῶν. ὁ οἰκήτωρ Πλημ-
μυριάτης καὶ Πλημμυράτης.
Πλινθίνη,πόλις τῆς Αἰγυπτίας, ἀπὸ τῆς Μαρείας.
ὁ πολίτης Πλινθινίτης.
Πλούτιον,ὡς Ῥήγιον, πόλις Τυρρηνῶν, ἧς τὸ ἐθνικὸν
Πλουτῖνος.
Πλυνέαι,νῆσος ἐν τῷ Νείλῳ. τὸ ἐθνικὸν Πλυνεαῖος
848
καὶ Πλυνεάτης.
Πλώθεια,δῆμος Αἰγηίδος φυλῆς. ὁ δημότης Πλω-
Τοῦτό τινες κατὰ τὴν ἄρχουσαν τιθέντες τὴν ὀξεῖαν, ἐπὶ τοῦ ἐπιπόνου
τάττουσιν. οὕτω γὰρ Ἀττικοὶ λέγουσι τὸν ἐπίμοχθον καὶ δυστυχῆ ὡς καὶ
μακάριον τὸν εὐδαίμονα καὶ εὐτυχῆ. καὶ ὅτι, φασί, τὸ πόνηρος ἐπὶ τοῦ
ἐπιπόνου τάττεται καὶ δυστυχοῦς ἱκανὸς Ἡσίοδος παραστῆσαι ἐν ταῖς Μεγά-
λαις Ἠοίαις τὴν Ἀλκμήνην ποιῶν πρὸς τὸν Ἡρακλέα λέγουσαν “ὦ τέκνον
ἦ μαλὰ δή σε πονηρότατον καὶ ἄριστον Ζεὺς ἐτέκνωσε πατήρ” καὶ πάλιν
“αἱ Μοῖραί σε πονηρότατον καὶ ἄριστον”. ἀλλά φαμεν ὡς οὐκ ἔχει χώραν
τοῦτο οὕτως ἐνταῦθα νοεῖσθαι τὸ πονηρός. ἑκούσιον γὰρ τὸ πονεῖν, ὃ
859
ΦΙΛΕΤΑΙΡΟΙ.
σιν πράττεται.
Ὅτι τὸ κύρβεις οἱ μὲν Ἀττικοὶ ἀρ-
ρενικῶς ἐκφωνοῦσι, Καλλίμαχος δὲ οὐδετέρως. Καὶ τὸ
φοιτάζειν δὲ Καλλίμαχος παραλόγως εἶπε φοιτίζειν,
φάμενος ἀγαθοὶ πολλάκις ἠΐθεοι. Ὅτι χλιδὴ μὲν ἡ τρυ-
φὴ καὶ τὸ βρενθύνεται δὲ σημαίνει τὸ ἀλαζονεύεται. Γέγονε
δὲ ἀπὸ τοῦ βρένθιον, ὅ ἐστι μύρον· οἱ γὰρ ἀλαζονευόμενοι
καὶ βρενθυνόμενοι μύρῳ χρῆσθαι εἰώθεσαν. Ὅτι μύρων
εἴδη, φησί, βακκάριος, ναρκίτανος, στάκτη, πλαγγό-
νιον, ὅπερ εὗρε γυνὴ Ἠλεία καλουμένη Πλάγγων, με-
ταλεῖον, ὅπερ εὗρε Μέταλος Συρακούσιος.
Ὅτι παρὰ Εὐφορίωνι τῷ φύσει μὲν Χαλκιδεῖ, θέσει δὲ
Ἀθηναίῳ, κακοζήλους ἐστὶν εὑρεῖν λέξεις. Καὶ γὰρ τὸν
Ἰάσονα ναυαγὸν εἶπεν, ὅπερ οὐ νεναυαγηκότα μᾶλλον,
τὸν δὲ ναῦν ἄγοντα δηλοῖ· καὶ τὸν τὰ χρυσᾶ μῆλα
τῶν Ἑσπερίδων φρουροῦντα ὄφιν κηπουρὸν ὠνόμασε.
Παρεζήλωσε δὲ τὸν πρῶτον Διονύσιον τὸν Σικελίας
τύραννον, ὃς ὑπὸ τῆς ἐξουσίας καὶ τῶν κολάκων καὶ
τῆς τρυφῆς διαφθειρόμενος ἐπεχείρησε καὶ τραγῳδίας
γράφειν, ἐν αἷς καὶ τοιαῦτα συνεφόρησε ῥήματα,
Συνωθούμενος: συνερχόμενος.
Συνωμοσία: ἡ μεθ' ὅρκου φιλία.
Συνωρίς: συζυγία· δυάς.
Συοβοιωτοί: σύες γὰρ ἐκαλοῦντο οἱ πάλαι Βοιωτοί.
Συοβαύβαλοι: ἐν οἷς οἱ σύες εὐνάζονται.
Συοφορβία: ἀγέλη χοίρων.
Συρακοσία τράπεζα: ἡ πολυτελής· ἐδόκουν γὰρ οἱ
Σικελιῶται ἁβροδίαιτοι εἶναι μᾶλλον πάντων.
Συρβάβυττα: καὶ τὸν τάραχον τύρβη· ὡς Ἀριστο-
φάνης.
Συρβηνεύς: ὁ ταραχώδης· ἀπὸ τῶν αὐλούντων μετὰ
θορύβου· ἢ πένης· διὰ τὸ τὰς αὐλοθήκας καὶ φαρέ-
τρας κενὰς (ἔχειν·) καὶ συρβηνέων χορός· ὁ τε-
ταραγμένος καὶ συώδης· ἀπὸ τοῦ τοῖς συσὶν ἐπι- φωνουμένου.
Θεοφάνης Chronographia
Page 203, line 10
εἰπεῖν ἀρετή. οὕτω γὰρ καὶ οἱ κήρυκες λιγαίνειν λέγονται καὶ λιγύφθογγοι
καλοῦνται, ὡς καὶ ἡ ἀηδών. λέγεται δὲ καὶ μάστιγξ λιγυρὰ καὶ ἠχὴ λιγύθροος
καὶ ἄνεμοι λιγέες. ὀξυνομένου δὲ τοῦ λιγύς ἐπὶ τοῦ ὀξέος τὸ Λίγυς κύριον καὶ τὸ
ἀπ' αὐτοῦ ἐθνικὸν βαρύνεται πρὸς διαστολὴν τούτου. ἰστέον δὲ καὶ ὅτι, εἰ καὶ
ἰσοδυναμεῖ τὸ λιγύς τῷ ὀξύς, ἀλλὰ τὸ μὲν λιγύς μόνης ἐστὶν ἐπίθετον φωνῆς, τὸ
δὲ ὀξύ καὶ ἐπὶ βελῶν καὶ οἴνου καὶ ἑτέρων πολλῶν λέγεται. Καὶ ὅτι, ὥσπερ
ζητῶ καὶ ζητεύω, ὡς τὸ «ζητεύει βίοτον», οὕτω καὶ ἀγορῶ, ἐξ οὗ ἀγορήσατο καὶ
ἀγορητὴς καὶ ἀγορεύω, ἐξ οὗ τὸ «μή τι φόβονδ' ἀγόρευε». (v. 249) Γλῶσσα δὲ
νῦν μὲν τὸ τῆς φωνῆς ὄργανον· δηλοῖ δέ ποτε καὶ ἀπεξενωμένην διάλεκτον,
ὡς τὸ «γλῶσσ' ἐμέμικτο» καὶ ὡς ὅτε εἴπωμεν, ὅτι τὸ μὲν λοιμοῖο καὶ δένδροιο
καὶ ἵπποιο Θετταλῶν γλώσσης ἐστί· Συρακουσίων δὲ γλῶσσα λέγει τὸ πίσυνος·
Κρητῶν δὲ γλώσσης τὸ θεράπων· [Αἳ δὴ γλῶσσαι, καθὰ καὶ αἱ ἀπ' αὐτῶν
συγκροτούμεναι διάλεκτοι, κατασκευάζονται παρὰ τοῖς παλαιοῖς μὴ ἀπὸ φύσεως
873
εἶναι διὰ τὸ μηδὲ κοιναὶ πᾶσι τυγχάνειν τοῖς ὁμοειδέσιν. ὅτι δὲ τῆς ζωϊκῆς
γλώττης παρώνυμον ἐπὶ φιλήματός τινος τὸ καταγλώττισμα καὶ ἡ ἐν αὐλοῖς
γλωσσὶς ἀναγκαία οὖσα τοῖς μελικοῖς, δῆλόν ἐστι. τῆς μέντοι χωρικῆς γλώτ-
της τῆς τὰς διαλέκτους συγκροτούσης παρώνυμον τετόλμηται παρὰ τοῖς παλαι-
οῖς τὸ γλωσσηματικόν.] Τὸ δέ «ἔρρεεν αὐδή» τὴν τοῦ λόγου δηλοῖ δαψίλειαν ὡς
ῥύδην καὶ ἀπαραποδίστως προϊόντος καὶ κατὰ ῥεῦμα προχεομένου καὶ ῥέοντος.
ὅτι δὲ τοιοῦτος ὁ Νέστωρ, αὐτὰ δηλώσει τὰ πράγματα. εἰ δὲ τοιοῦτος αὐτός,
πολλῷ πρότερον κατὰ σχῆμα συλλογισμοῦ θαυμαστέος Ὅμηρος ὁ τὰ κατ' αὐτὸν
(v. 486) Ὅτι διττὸν τῇ νηῒ τὸ ὑψοῦ ἵστασθαι, ποτὲ μὲν ὑψοῦ ἐν νοτίῳ, καθὰ ἐν
Ὀδυσσείᾳ λέγεται, ὅτε δηλονότι ἐν ὕδατι ὥρμισται, ποτὲ δὲ ὑψοῦ ἐν ψαμάθοις,
ὅτε ἔξω ἑλκυσθῇ ἐπὶ ἠπείρου, ἔνθα καὶ τὰ μακρὰ ὑπ' αὐτῇ τανύονται ἕρματα.
Εἰσὶ δὲ νῦν ἕρματα τὰ ὑποκείμενα ταῖς ναυσὶν ἐκ ξύλων ἐρείσματα, ἐφ' ὧν αἱ
νῆες ἐρείδονται, ἃ δὴ κατὰ τεχνικήν τινα γλῶτταν καλοῦσιν οἱ πολλοὶ φαλάγγια.
καὶ ὤφειλε μὲν ἡ λέξις ψιλοῦσθαι διὰ τὴν ἐκ τοῦ ἐρείσματος συγκοπήν, δασύ-
νεται δὲ ἄλλως κανόνι τοιούτῳ. Τὰ βραχυνόμενα φωνήεντα καταλήγοντα δὲ εἰς
ρἐπιφερομένου τοῦ μδασύνεται· ὅρμος, ἅρμα, ὁρμαθός. οὕτω δή, φασί, καὶ τὸ
ἕρμα, πλὴν τοῦ ἄρμενον τὸ ἁρμόδιον καὶ πλὴν τοῦ Ὄρμενος, κυρίου ὀνόματος.
τὸ δὲ ἁρμοῖ ἐπίρρημα, ὃ δηλοῖ τὸ νεωστί, διφορεῖται μὲν κατὰ τοὺς παλαιούς,
ἡ δὲ πλείων χρῆσις δασύνει αὐτὸ [Συρακουσίων ὂν κατὰ τὸν Τεχνικόν. ἁρμὸς
γάρ, φησίν, ἁρμοῦ ἁρμῷ καὶ συστολῇ ἁρμοῖ κατὰ τὸ ἔξω ἐξοῖ καὶ ἔνδον ἐνδοῖ
παρὰ Θεοκρίτῳ.] Ἰστέον δὲ ὅτι ἕρμα παρὰ τῷ ποιητῇ καὶ κόσμος γυναικεῖος
ἐνώτιος. φησὶ δέ που καὶ ἕρμα ὀδυνῶν τὸ ἐνέρεισμα. οἴδαμεν δὲ καί τινα
πλοίου ἔνθεσιν ἕρμα λεγομένην, ὅπερ ἡ μὴ ἔχουσα ναῦς ἀνερμάτιστος λέγεται.
Ὅτι δέ, καθὰ διχῶς τῆλε καὶ τηλοῦ καὶ ἄγχι καὶ ἀγχοῦ, οὕτω καὶ ὕψι καὶ ὑψοῦ
λέγεται, δῆλόν ἐστιν. (v. 485 – 7) [Ἐν τούτοις δὲ καὶ πλοίου καταγωγὴν εἰς λιμένα
ἔφρασεν Ὅμηρος οὕτω· «νῆα μὲν οἵ γε μέλαιναν ἐπ' ἠπείροιο ἔρυσαν ὑψοῦ ἐπὶ
ψαμάθοισιν· ὑπὸ δ' ἕρματα μακρὰ τάνυσαν· αὐτοὶ δ' ἐσκίδναντο» καὶ ἑξῆς. Ὅρα
δὲ ὡς, εἰ καὶ ψάμμος ἐν δυσὶ μῦ προφέρεται, ἀλλ' ἡ ψάμαθος, ὥσπερ καὶ ἡ ἄμαθος
ἓν αὐτὸ ἔχει. (v. 486 s.) Τοῦ δὲ σκίδναντο πρωτότυπον τὸ σκεδῶ σκίδνημι,
ὅσα οὐδ' ἂν ἑκατόνζυγος ναῦς ἄροιτο· καὶ ὅτι κείμενον μετὰ τὸ «ἔσπετε νῦν
μοι Μοῦσαι»] τὸ «ὑμεῖς γὰρ πάρεστέ τε ἴστε τε πάντα· ἡμεῖς δὲ κλέος οἷον
ἀΐομεν οὐδέ τι ἴδμεν», λεχθείη ἂν ὑπὸ τῶν ἀκοῇ τι παρειληφότων πρὸς τοὺς εἰδή-
μονας καὶ αὐτόπτας τοῦ πράγματος. [Ἔνθα ὅρα κάλλος ἐν τρισὶ ῥήμασι καὶ
δυσὶ συνδέσμοις καίριον καὶ φυσικὸν καὶ γοργόν,
τὸ Ἕλος, ἀλλὰ καὶ εἰς χώραν τινὰ πλατύνεται, ἀφ' ἧς καὶ μᾶλλον οἱ Εἵλωτες,
οἳ συνελθόντες τοῖς Μεσσηνίοις ἦν ὅτε καὶ πράγματα παρασχόντες τοῖς
Λακεδαιμονίοις, εἶτα ὑπετάγησαν ὡσεὶ καὶ δοῦλοι· καὶ ἐξ αὐτῶν τὸ ὄνομα
τῶν Εἱλώτων εἰς δουλικὴν ἁπλῶς μετελήφθη κλῆσιν καὶ τὸ τοπικὸν εἰς δου-
λικῆς Τύχης σημασίαν μετέπεσεν. ὅτι δὲ τὸ ἕλος ὑγρόν τινα τόπον δηλοῖ
καὶ σύμφυτον, δῆλον. ἐμφαίνει δὲ τοῦτο καὶ ἡ ἰδιωτικὴ παραφθορὰ ζύγραν τὸν
τοιοῦτον λέγουσα τόπον, ὅπερ οὐδὲν ἀλλ' ἢ δίυγρά τίς ἐστιν. Ἰστέον δὲ ὅτι τὸ
θηλυκὸν τῶν ῥηθέντων Εἱλώτων αἱ Εἱλώτιδες, ὡς ἐν ῥητορικῷ εὕρηται Λεξικῷ,
ἐν ᾧ καὶ ὅτι ὥσπερ Εἵλωτες ἐν Λακεδαίμονι, οὕτω Πενέσται μὲν παρὰ Θετταλοῖς,
οἱ μὴ γόνῳ δοῦλοι, ἀλλὰ πολέμῳ, Κιλλικύριοι δὲ ἐν Κρήτῃ, Μαριανδυνοὶ δὲ ἐν
Ἡρακλείᾳ τῇ Ποντικῇ, καὶ Ἀρότται ἐν Συρακούσαις. Ἰστέον δὲ ὅτι ἐν
ῥητορικῷ Λεξικῷ φέρεται, ὥς ἐστιν εἶδός τι μυιῶν, αἳ λέγονται ἕλειοι. οὐ
διαρθροῖ δὲ καὶ ποίου Ἕλους αὗται. ἴσως δὲ ἁπλῶς οὕτω καλεῖ τὰς ἐν τοῖς ἕλεσι.
(v. 585) Λάαν δὲ Ὅμηρος μὲν δισυλλάβως προάγει· οἱ δὲ παλαιοί φασιν,
ὅτι Λᾶ μονοσυλλάβως ἐλέγετο ἀρσενικῶς τε καὶ θηλυκῶς ἤγουν καὶ ἡ Λᾶ καὶ
ὁ Λᾶς, ὡς καὶ ὁ Λυκόφρων δηλοῖ ἐν τῷ «καὶ Λᾶν περήσεις». ὁ δὲ ποιητὴς
διέλυσε, φασί. κεῖται δ' ἐπὶ πέτρας ὑψηλῆς· διὸ Λᾶ καλεῖται ὡς ἀπὸ τοῦ λᾶς ὁ
λίθος. ταύτην φασὶ τὴν Λᾶν οἱ Διόσκουροι ἐκ πολιορκίας εἷλον· διὸ ἐκλήθησαν
875
τρέφω τροφή, ῥοπή, σπονδή, νομή, ὁλκή, πλοκή. οὕτω καὶ φορβή. Τὸ πόρπη
παρὰ τὸ πείρω γίνεται, ὅπερ οὐ μόνῳ τῷ επαραλήγεται. διὸ καὶ βαρύνεται.
(v. 204) Ὅτι τὸν πεζὸν ἀντιδιαστέλλων τῷ ἱππότῃ φησὶν «ὣς λίπον», τοὺς
ἵππους δηλαδή, «ἀτὰρ πεζὸς εἰς Ἴλιον ἦλθον». Καὶ ἀλλαχοῦ «πεζοί θ' ἱππῆές
τε». Ὅτε μέντοι εἴποι τὸν Ἀχιλλέα νηυσὶ μὲν τόσας πόλεις ἑλεῖν, πεζὸν δὲ
τόσας, τότε τῷ πλέοντι ἀντιδιαστέλλει τὸν πεζόν. Ἔστι γὰρ καὶ ἡ ναῦς ἅρμα
οἷον θαλάσσης, μᾶλλον δὲ ἁλὸς ἵππος, ὡς ἐν Ὀδυσσείᾳ λέγεται. (v. 205)
Ὅτι ἀχρηστίαν τόξου κατηγορεῖ τὸ «τόξοισι πίσυνος, τὰ δέ μ' οὐκ ἂρ ἔμελλεν
ὀνήσειν». Ἐκ τοῦ πείθω δὲ ὁ πίσυνος, γράφεται δὲ διὰ τοῦ ι, ὃν λόγον καὶ ὁ
θίασος, ἐκ τοῦ θειάζω γεγονώς, ἔτι δὲ καὶ ὁ πιθανός, ἐκ τοῦ πείθω παραχθείς.
Συρακουσίων δέ, φασί, γλώσσης ὁ πίσυνος. (v. 207) Ὅτι σύντομος παρίσωσις
καὶ ἐνταῦθα τὸ «Τυδείδης τε καὶ Ἀτρείδης», ὡς καὶ πρὸ μικροῦ τὸ «ζώοντε
μάχης ἐκνοστήσαντε». τοιοῦτον καὶ μετ' ὀλίγα τὸ «οἷοι Τρώϊοι ἵπποι ἐπιστά-
μενοι», καὶ τὸ «φράζεο καὶ χάζεο», καὶ τὸ «ἐς δ' ὄχεα φλόγεα». (v. 208) Ὅτι
ἀτρεκὲς αἷμα τὸ ἀληθὲς καὶ μὴ ψεῦδον τὴν ὄψιν κατὰ τὰ ἐρυθροβαφῆ, ἃ φορή-
ματα ἦσαν Λακώνων, ἐπικρύπτοντα τὴν ἐν πολέμῳ ῥύσιν τοῦ αἵματος. Χρῆσις
δὲ αὐτοῦ τὸ «ἀτρεκὲς αἷμ' ἔσσευα», ὅ ἐστιν ἐκίνησα, «βαλών, ἤγειρα δὲ μᾶλ-
λον», ἤτοι ἠρέθισα, παρώξυνα. (v. 200 et 211) Ὅτι ὥσπερ ἀλλαχοῦ τὸ ἀνάς-
σειν δοτικῇ συνέταξεν, οἷον «πάντεσσι δ' ἀνάσσειν», οὕτως ἐνταῦθα τὸ ἄρχειν
καὶ τὸ ἡγεῖσθαι. Φησὶ γὰρ «ἀρχεύειν Τρώεσσι», καὶ «ἡγεόμην Τρώεσσι
φέρων χάριν» καὶ ἑξῆς. Ἔνθα ὅρα ὡς ταὐτόν ἐστιν εἰπεῖν χάριν καὶ ἦρα καὶ
συνάγεται θείαν εἶναί τινα λέξιν τὸ πάπας καὶ πάππος καὶ τὰ τοιαῦτα. Ἰστέον
δὲ καὶ ὅτι ὁμώνυμος ὢν ὁ πάππος δηλοῖ, ὡς ἐξ ὁμοιότητος ἴσως τοῦ παρ' ἡμῖν
προγόνου γέροντος πάππου, καὶ τὸ ἀκάνθινον ἐν ξηρότητι πολίωμα, ὅπερ
Ἄρατος λευκῆς γήρειον ἀκάνθης λέγει. καὶ ὅτι παππάζειν μὲν ἐπὶ μόνων
ἀνθρώπων, ποππύζειν δὲ καὶ ἐπὶ ἀλόγων. οὐ γὰρ μόνον τροφέες βρέφη, ἀλλὰ
καὶ ἵππους καὶ βόας οἱ τημελοῦντες ποππύζουσι. καὶ ὅτι τὸ ποππύζειν καὶ
ποππυλιάζειν λέγεται Δωρικῶς. Θεόκριτος «καὶ ἁδύ τι ποππυλιάσδει». τινὲς
δὲ αὐτὸ παππυλιάσδει γράφουσι. Παρὰ δὲ τοῖς παλαιοτέροις φέρεται καὶ ὅτι
πάπας τῇ Ῥωμαίων φωνῇ πατέρα σημαίνει, καὶ ὅτι Ῥωμαῖοι μὲν αὐτὸ
βαρυτόνως προφέρουσιν, ἡμεῖς δὲ περισπωμένως. Ἄλλοι δέ, ὅτι παρὰ Συρα-
κουσίοις πάπας ὁ πατήρ. ὃ κατὰ ἀναδιπλασιασμὸν πάππας γίνεται, προς-
φώνησις ὂν τιμητικὴ υἱῶν πρὸς πατέρα. καὶ ὅτι κολακεύειν τί ἐστι τὸ ποπ-
πύζειν καὶ πόππυσμα κολακεία ἵππων ἀδαμάστων. Ἐν δὲ ἐκθέσει συγγενικῶν
λέξεων φερομένων ἐν Ῥητορικῷ Λεξικῷ γράφεται καὶ ταῦτα· παππίζειν τὸ
πάππαν καλεῖν καὶ παππίαν. οὕτω δὲ τὸν πατέρα οἱ Ἀττικοὶ ὑποκορίζονται.
τὸν δὲ τροφέα πάππαν οὐδείς, φησίν, Ἕλλην καλεῖ. Καὶ ὅτι τῶν συγγενικῶν
ὀνομάτων τὰ μέν ἐστι κοινὰ πάντων, οἷον πατήρ, μήτηρ, ἀδελφός καὶ τὰ
ὅμοια – Λέγω δὲ ὅτι πᾶς ἂν εἴποι πατέρα τὸν δεῖνα τοῦ δεῖνος, καὶ υἱὸν καὶ
876
ὁποῖά τι νέφος, καὶ σκότον ποιεῖ. (v. 506 s.) Ἐρεῖ γοῦν «ἀμφὶ δὲ νύκτα θοῦρος
Ἄρης ἐκάλυψε μάχῃ», νύκτα λέγων τὴν διὰ τὸ πολὺ καὶ πυκνὸν τοῦ κονισάλου
ζόφωσιν τοῦ ἀέρος, ὁποῖά τις καὶ ἀλλαχοῦ γενήσεται, ὅτε ὁ Αἴας ἐρεῖ «Ζεῦ,
ποίησον αἴθρην, ἐν δὲ φάει καὶ ὄλεσσον». Καὶ ὅρα ὅπως ὁ ποιητὴς ἐκ τοῦ αὐτοῦ
πράγματος ἐναντίας εἰκόνας ἔλαβε, τοὺς μὲν Ἀχαιοὺς λευκάνας, εἰς δὲ τὸν ἀέρα
νύκτα ποιήσας τῷ κονισάλῳ. (v. 504) Πολύχαλκος δὲ οὐρανός, ὡς καὶ ἀλ-
λαχοῦ, ὁ στερρός. διὸ καὶ σιδήρειός που λέγεται, εἰ καὶ ἄλλως ὡς λαμπρὸς
χρυσέῳ δαπέδῳ λάμπεται. Ἢ ὁ πολὺν ἔχων χαλκὸν μυθικῶς διὰ τὰ ἐν αὐτῷ
ἡφαιστότευκτα χαλκοβατῆ δώματα. Τὸ δὲ ἐπέπληγον ἀπὸ ἐνεστῶτος γίνεται
τοῦ πεπλήγω, αὐτὸς δὲ ἀπὸ παρακειμένου τοῦ πέπληγα εἰς ἐνεστῶτος ἀρχὴν
ἀνέβη. Συρακουσίων δὲ γλώσσης ἡ λέξις ἐστί, καθὰ καὶ παρ' Ἡσιόδῳ τὸ
ἐπέφυκον καὶ ὅσα τοιαῦτα, ὡς καὶ ἐν τοῖς εἰς τὴν Ὀδύσσειαν δεδήλωται.
(v. 505) Ὅτι ἐπὶ στρατιᾶς καὶ ἐνταῦθα ἔφη τὸ μίσγεσθαι, οἷον «ἂψ ἐπιμισγο-
μένων», ὡς καὶ ἐν τῇ Δ«ὣς τῶν μισγομένων». Ὅτι ὥσπερ Αἰθίοψ καὶ Αἰθιο-
πεύς κατὰ διφόρησιν, καὶ ἡγεμών ἡγεμονεύς, καὶ πομπός πομπεύς, οὕτω καὶ
ἡνίοχος καὶ ἡνιοχεύς, οἷον «ὑπὸ δ' ἔστρεφον ἡνιοχῆες». καὶ πολλὴ τούτου
χρῆσις παρὰ τῷ ποιητῇ. Σημείωσαι δὲ ὅτι κατὰ Αἴλιον Διονύσιον Ἀθήνῃσι καὶ
τάγμα ἦν ἀξιόλογον οἱ ἡνίοχοι. Κατελέγοντο γάρ, φησίν, οἱ εὐπορώτατοι
ἁρματοτροφήσοντες. [Δύναται δὲ ὁ ἡνιοχεύς καὶ ἐκ τοῦ ἡνιοχεύω ἡνιοχεύσω
εἶναι, ὅθεν καὶ ἡ ἡνιοχεία.
τὸν Τυδέα παρωνυμοῦσι. Μώμου δέ τι ἔχειν φαίνεται καὶ τὸ μικρόν τινα εἶναι
τὸ δέμας. διὸ καὶ ὁ ποιητὴς ἔοικε λέγειν ὡς, εἰ καὶ μὴ ἀρετὴν κατὰ σῶμα εἶχε
Τυδεύς, ἀφανὴς ὢν καὶ οἷον κατακεχωσμένος, τῇ γοῦν ἀνδρίᾳ περιεβλέπετο. ὁ
μέντοι Διομήδης εὐμεγεθέστερος ὑπονοεῖται, ὡς εἰκός, εἶναι τοῦ πατρός.
ἀμφὶ τὸν Πηλέα δηλονότι. (v. 127 – 131) «ὅς ποτέ με», φησίν, «εἰρόμενος», ὅ
ἐστιν ἐρωτῶν, «μέγ' ἐγήθεεν ᾧ ἐνὶ οἴκῳ, πάντων Ἀργείων ἐρέων», τουτέστιν
ἐρευνῶν, «γενεήν τε τόκον τε. τοὺς νῦν εἰ πτώσσοντας ὑφ' Ἕκτορι πάντας
ἀκούσει, πολλά κεν θεῷ φίλας ἀνὰ χεῖρας ἀείραι θυμὸν ἀπὸ μελέων δῦναι
δόμον Ἄϊδος εἴσω», ὅπερ τοῦ θανεῖν ἐστὶ περίφρασις, οἰκεῖον ὂν ἐπὶ παντὸς
λέγεσθαι ἀπευχομένου τὸ ζῆν. Ἰστέον δὲ ὅτι καὶ ἐν τῇ αʹ ῥαψῳδίᾳ ὁμοίως
τοῖς ἐνταῦθα ὁ σοφὸς γέρων προοιμιασάμενος τὸ ἐφεξῆς διαφόρως ἐξήνεγκεν,
ἐκεῖ μὲν αὐξήσας τὸ Ἑλληνικὸν κακὸν ἐκ τοῦ γηθῆσαι ἂν τὸν Πρίαμον, ὧδε δὲ
ἀπὸ τοῦ λυπηθῆναι ἂν τὸν Πηλέα. Ἔτι ἰστέον ὅτι καὶ παρ' Ἡροδότῳ εὕρηται
σχῆμα ὅμοιον τῷ Ὁμηρικῷ ἐν τῷ «ἦ κε μέγ' οἰμώξειεν ὁ Πελοπίδης Ἀγαμέ-
μνων, εἰ πύθοιτο Σπαρτιάτας τὴν ἡγεμονίαν ἀφαιρεῖσθαι ὑπὸ Συρακουσίων καὶ
Γέλωνος». Δοκεῖ δὲ ὁ Νέστωρ πεῖραν, ὡς ἐρρέθη, ἐσχηκέναι τοῦ Πηλέως,
ὅτε περὶ Ἀχιλλέως εἰς ἐκεῖνον ἐπρέσβευσε. Βαρύνεται δὲ ὁ γέρων οὐ μόνον
διὰ τὸ Ἑλληνικὸν αἶσχος, ἀλλ' ὅτι καὶ αὐτὸς ψευσάμενος τῷ Πηλεῖ ἀπελεγχθή-
σεται, ἐφ' οἷς ἐκείνου ἐρωτῶντος αὐτὸς ἀπεσέμνυνεν, ὡς εἴρηται, τοὺς Ἕλλη-
νας. (v. 127) Ἐν δὲ τοῖς ῥηθεῖσι τὸ μὲν «ἐγήθεεν», [ὥσπερ καὶ τὸ ἐγήθησε
καὶ τὸ γηθῆσαι καὶ τὸ γηθήσειν,] περισπωμένου ἐστὶν ἐνεστῶτος τοῦ γηθῶ,
οὗ ὁ μέλλων γηθήσω. Δωριεῖς δὲ γαθεῖν αὐτό φασι.
ἤγουν ἐσμέν, «Ἕκτορος, ὃς τάχα νῆας ἐνιπρήσει πυρὶ κηλέῳ». (v. 236 s.)
Ἐφ' οἷς, ὡς εἰκός, ὁ αὐτὸς βασιλεὺς ἐφ' οὕτω μεγάλῃ σχετλιάσας λύπῃ
θυμοῦ καὶ κατελεεῖ τοὺς γοεροὺς ὄρνις καὶ ἐπιτάττει τῷ καιρῷ γαλήνην καὶ
γίνεται, καὶ οἱ ὄρνις ἐπωάζουσι καὶ εἰς φῶς ἐκφαίνουσι νεοσσούς. Καὶ τοῦτο
γενόμενον καὶ εἰς ὀπίσω καὶ ἐπὶ πολλοὺς παραμεῖναν ἐνιαυτοὺς τὰς ἀλκυονίδας
ἡμέρας ἔφηνε. Πολυπενθὴς οὖν ἀνέκαθεν ἡ ἀλκυών. [Τῷ δὲ πάθει τοῦ
εἰρημένου Κήϋκος παραθετέον καὶ τὴν Ἀντωνίου ἀπόνοιαν, ὃς τὴν πολυτελῆ
Κλεοπάτραν ἠγάγετο, ἔτι δὲ καὶ τὴν τοῦ αὐτοκράτορος Γαΐου, τοῦ καὶ Καλλί-
γολα, φασί, προσαγορευθέντος διὰ τὸ ἐν στρατοπέδῳ γεννηθῆναι. Οὗτος μὲν
γὰρ ὑπερφρονήσας, ὡς εἰκός, ἐπὶ κάλλει νέος τε Διόνυσος ἐκαλεῖτο καὶ Διο-
νυσιακὴν πᾶσαν ἐνδύνων στολὴν ἐδίκαζεν. Ἀντώνιος δὲ ἐκέλευεν ἐξ Ἀθηνῶν
ἀρξάμενος Διόνυσον αὑτὸν ἀνακηρύττειν κατὰ πόλεις ἁπάσας. Πρὸς τούτοις
δὲ καὶ τὸν Συρακούσιον ἰατρὸν Μενεκράτην, ὃς Ζεὺς ἐπικαλούμενος ὡς μόνος
αἴτιος τοῦ ζῆν ἀνθρώποις διὰ τῆς κατ' αὐτὸν τέχνης προὐβάλλετο καὶ ἑτέρους
θεούς, ὡς ἀλλαχοῦ δεδήλωται]. Ἔτι ἰστέον, ὡς Παυσανίας ἐν τῷ κατ' αὐτὸν
Λεξικῷ λέγει, ὅτι ἀλκυονίδες ἡμέραι αἱ ἐν χειμῶνι νήνεμοι καὶ γαλήνην ἔχου-
σαι, καὶ ὅτι περὶ τοῦ αὐτῶν ἀριθμοῦ διαφέρεται. Σιμωνίδης μὲν γὰρ πέντε
φησὶν αὐτὰς καὶ Ἀριστοτέλης, Δημαγόρας δὲ ὁ Σάμιος ἑπτά, Φιλόχορος δὲ
ἐννέα. Ὅτι δὲ καὶ δεκατέσσαρές εἰσιν, ἕτεροι λέγουσιν. Ὁ δ' αὐτὸς Παυσανίας
μῦθον ἐπ' αὐταῖς καὶ τοῦτόν φησιν. Ἀλκυονέως τοῦ γίγαντος θυγατέρες
Φθονία, Ἄνθη, Μεθώνη, Ἀλκίππα, Παλλήνη, Δριμώ, Ἀστερίη. Αὗται μετὰ
τὴν τοῦ πατρὸς τελευτὴν ἀπὸ Καναστραίου, ὅ ἐστιν ἄκρον Παλλήνης μέχρι
καὶ νῦν φυλάσσον τὴν κλῆσιν, ἔρριψαν ἑαυτὰς εἰς τὴν θάλασσαν,
(v. 43) Διὸ καὶ ἐπάγει τὸ «ὀλίγη δέ τ' ἀνάπαυσις πολέμοιο». δηλοῖ δ' ἐν
τούτοις ὁ Πάτροκλος ἄκραν ἀδυναμίαν τῶν Ἀργείων,
κλᾶται, ὡς μὴ μόνον τοὺς κατ' εὐθὺ ὄντας ἀκούειν, ἀλλὰ καὶ τοὺς κατ' Ἀχιλλέα
ἐκ πλαγίων διὰ τὸ περιάγνυσθαι τὴν ἠχώ. ἀφ' ἧς ἐννοίας ἡ ἀλλαχοῦ ἰωγὴ
σύγκειται, [ὅπερ ἐστὶν ἰωῆς, ἤγουν φωνῆς, κλάσις καὶ ἀντανάκλασις.] Ὅτι
δὲ ἐκ πλαγίων ἦν ἐν ἄκρῳ τῶν νηῶν ὁ Ἀχιλλεύς, καθάπερ ἑτέρωθεν ὁ Αἴας,
προϊστόρηται. (v. 78 s.) Ὅτι νίκην φράζει τὸ «οἳ δ' ἀλαλητῷ πᾶν πεδίον
κατέχουσι μάχῃ νικῶντες». καὶ εἶεν ἂν οἱ Τρῶες ἄρτι ῥηξήνορες ὡς οὕτω
διελόντες τὸν Ἑλληνικὸν συνασπισμόν. οἳ καὶ ἄλλως πᾶν πεδίον ἀλαλητῷ
κατέχουσιν, ὡς πληροῦντες τὰ ἐκεῖ πάντα βοῆς, οἷα τῶν ἡττωμένων μὴ βοὴν
ἀγαθῶν ὄντων ἀλλὰ σιγώντων τῇ ἐγκοπῇ τοῦ πνεύματος, ἣν ἐκ τοῦ φεύγειν
ἔπασχον. (v. 81) Ἐν τούτοις δὲ κεῖται καὶ τὸ [»ἔμπεσε» προστακτικὸν κοινὸν
ἐξ ἀναλογίας, εἰ καὶ ἄλλως ἔθει Συρακουσίων κρατεῖ τὸ ἔμπεσον καὶ τὸ πέσον,
ἐξ ὧν τὸ ἐμπεσών καὶ πεσών. φησὶ γὰρ] «ἔμπεσ' ἐπικρατέως», τουτέστι
γενναίως πρόσβαλε τοῖς ἐχθροῖς. συνήθης δὲ καὶ ἡ τοιαύτη τοῦ ἐμπεσεῖν
σημασία τῷ ποιητῇ. (v. 83) Ὅτι τὸ ἐν φρεσὶ θεῖναι ὑπέβαλε τῇ ὕστερον
λεκτικῇ τέχνῃ τὴν τοῦ νουθετεῖν σύνθεσιν. νουθετεῖσθαι γὰρ καὶ ἐν φρεσὶ
τιθέναι ταὐτὰ δηλοῦσι. (v. 83 – 6) Φησὶ γοῦν Ἀχιλλεὺς πρὸς Πάτροκλον
»πείθεο ὥς τοι ἐγὼ μύθου τέλος ἐνὶ φρεσὶ θείω», τουτέστι νουθετήσω, «ὡς
ἄν μοι τιμὴν μεγάλην καὶ κῦδος ἄροιο πρὸς πάντων Δαναῶν», καὶ τήν τε «περι-
καλλέα κούρην ἂψ ἀπονάσωσιν, πρὸς δὲ καὶ ἀγλαὰ δῶρα πόρωσι». Καὶ
ὅρα ὅπως τε φιλότιμος ὁ Ἀχιλλεὺς καὶ οἷον τὸ κατ' ἀνθρώπους εὐμετάβολον
καὶ παλίμβουλον. ὁ γὰρ ἐν τῇ πρεσβείᾳ τὰ μυρία δῶρα ἐξαθερίζων νῦν ἐφίεται
κούρη. ἴσως δὲ καὶ ὅτι χρυσῷ τὰ κατ' αὐτὴν ἀνύεται, ὡς δίχα τῶν ἄλλων καὶ ἡ
Δανάη δηλοῖ, ἁλοῦσα χρυσῷ ῥεύσαντι ἐς αὐτήν, ἔτι δὲ καὶ ἡ Ἀταλάντη μήλων
χρυσέων ἐπιρρίψει τόν τε δρόμον προδοῦσα καὶ ἑαυτήν. Ὅτι δὲ χρυσῷ ἡ τοῦ
μύθου Ἀφροδίτη ἔχαιρε, δῆλον καὶ ἐκ τοῦ ἱστοροῦντος, ὅτι Σόλων πανδήμου
Ἀφροδίτης ἱερὸν ἱδρύσατο ἀπὸ γυναίων, ἅπερ ἐπὶ οἰκημάτων ἐκεῖνος ἔστησε
πριάμενος διὰ τοὺς νέους. χαίρει γὰρ ἡ δαίμων ταῖς χρυσαγωγοῖς ἑταιρίσι. διὸ
καὶ ἐπίθετον Ἀφροδίτης που Ἑταίρα κατὰ οἰκείωσιν. τοιούτῳ δὲ λόγῳ αὐτῇ ὡς
καὶ καλῇ καὶ φιλοχρύσῳ καὶ ὁ χρύσοφρυς ἰχθὺς ἱερὸς ᾔδετο, τουτέστιν ἐφημίζε-
το. εἰ δὲ καὶ τὰ τῆς μυθικῆς Ἀφροδίτης τοιαῦτα, οὐκ ἤδη καὶ πάσαις γυναίξι
δέδοται χρυσῷ στίλβειν, ἀλλὰ νεάνιδες μὲν Λυδαὶ καὶ κοῦραι δὲ Ὁμηρικαί τινες
χρυσοφορείτωσαν. Συρακουσίοις δέ, φασίν, ὕστερον νόμος ἦν τὰς γυναῖκας μὴ
κοσμεῖσθαι χρυσῷ μηδ' ἄνθινα φορεῖν μηδ' ἐσθῆτας πορφυρᾶς ἐχούσας παρυφάς,
εἰ μή τις αὐτῶν συγχωροίη ἑταίρα εἶναι κοινὴ καὶ οὕτω οἰκεία τῇ χρυσῇ
Ἀφροδίτῃ τῇ καὶ Ἑταίρᾳ, καὶ τὸν ἄνδρα δέ, φασί, μὴ καλλωπίζεσθαι, εἰ μὴ
ὁμολογοίη μοιχεύειν ἢ κίναιδος εἶναι. ἀλλὰ τοῦτο μὲν Συρακουσίων ἔθος. παρὰ
δὲ τῷ ποιητῇ εὕρηται ὁ μέγας Ὀδυσσεὺς ἐσθῆτι περιέργῳ χρησάμενος κατὰ τὸν
τῆς Πηνελόπης λόγον, καὶ διαλλαττούσῃ, ὁποίαν καὶ οἱ ὕστερον εἰς πλάτος
ἐμιμήσαντο. πορφυρέῳ δέ γε ἁπλῶς φάρει κοσμεῖσθαι ἄνδρας ἐφεῖτο, καθὰ καὶ
881
πριάμενος διὰ τοὺς νέους. χαίρει γὰρ ἡ δαίμων ταῖς χρυσαγωγοῖς ἑταιρίσι. διὸ
καὶ ἐπίθετον Ἀφροδίτης που Ἑταίρα κατὰ οἰκείωσιν. τοιούτῳ δὲ λόγῳ αὐτῇ ὡς
καὶ καλῇ καὶ φιλοχρύσῳ καὶ ὁ χρύσοφρυς ἰχθὺς ἱερὸς ᾔδετο, τουτέστιν ἐφημίζε-
το. εἰ δὲ καὶ τὰ τῆς μυθικῆς Ἀφροδίτης τοιαῦτα, οὐκ ἤδη καὶ πάσαις γυναίξι
δέδοται χρυσῷ στίλβειν, ἀλλὰ νεάνιδες μὲν Λυδαὶ καὶ κοῦραι δὲ Ὁμηρικαί τινες
χρυσοφορείτωσαν. Συρακουσίοις δέ, φασίν, ὕστερον νόμος ἦν τὰς γυναῖκας μὴ
κοσμεῖσθαι χρυσῷ μηδ' ἄνθινα φορεῖν μηδ' ἐσθῆτας πορφυρᾶς ἐχούσας παρυφάς,
εἰ μή τις αὐτῶν συγχωροίη ἑταίρα εἶναι κοινὴ καὶ οὕτω οἰκεία τῇ χρυσῇ
Ἀφροδίτῃ τῇ καὶ Ἑταίρᾳ, καὶ τὸν ἄνδρα δέ, φασί, μὴ καλλωπίζεσθαι, εἰ μὴ
ὁμολογοίη μοιχεύειν ἢ κίναιδος εἶναι. ἀλλὰ τοῦτο μὲν Συρακουσίων ἔθος. παρὰ
δὲ τῷ ποιητῇ εὕρηται ὁ μέγας Ὀδυσσεὺς ἐσθῆτι περιέργῳ χρησάμενος κατὰ τὸν
τῆς Πηνελόπης λόγον, καὶ διαλλαττούσῃ, ὁποίαν καὶ οἱ ὕστερον εἰς πλάτος
ἐμιμήσαντο. πορφυρέῳ δέ γε ἁπλῶς φάρει κοσμεῖσθαι ἄνδρας ἐφεῖτο, καθὰ καὶ
Ὅμηρος δηλοῖ, καὶ Λάκωνες δὲ ὕστερον αὐτὸ ἐπετήδευον ἔν τε ἄλλοις, φασί,
φορήμασι καὶ ἐν χλαμύσιν, ἐξαιρέτως δὲ κατὰ πόλεμον. δοκοῦσι δὲ μηδὲ
ποικιλίαν ἔχειν τὰ φορούμενα, οὗ τὸ ἀνάπαλιν παρὰ ταῖς Ἀττικαῖς νύμφαις, ὡς
ὁ Κωμικὸς δηλοῖ. ἁπλῶς οὖν εἰπεῖν, ἢ νόμῳ ἢ ἔθει ἢ προσώπων ἰδιότητι κατὰ
καιροὺς ἄλλοτε ἄλλους τὰ τοιαῦτα ὁ κατ' ἀνθρώπους βίος διοικονομεῖται.
Θετέον δ' ἐνταῦθα καὶ τὰς τῷ Κυψέλλῳ φίλας χρυσοφόρους, ὅς, φασί, περὶ
κάλλους γυναικῶν ἐν Ἀλφειῷ ἀγῶνα διέθετο,
μὲν τοῦ «τάχα», ἰσοδύναμα δέ. (v. 802 – 4) Ἐπὶ δὲ πᾶσιν ὁ ποιητὴς ἐν βραχεῖ
γράψας, ὅτι «εὖ συναγειρόμενοι δαίνυντο ἐρικυδέα δαῖτα» καὶ οἱ ἀμφὶ Πρίαμον,
τουτέστιν ἐποιήσαντο συνήθως τὸν ἐπὶ τῷ νεκρῷ τάφον, ὃς δαῖτα ἐδήλου, εἶτα
σχήματι συμπληρωτικῷ κατακλείει τὴν ποίησιν, εἰπὼν «ὣς οἵ γ' ἀμφίεπον
τάφον Ἕκτορος ἱπποδάμοιο», ἀμφιέπειν κἀνταῦθα εἰπὼν τὸ ἐνεργεῖν, ἢ λόγοις
παρὰ τὸ ἔπω, τὸ λέγω, ἢ σωματικαῖς κινήσεσι παρὰ τὸ ἕπω, τὸ ἀκολουθῶ.
Ὅρα δὲ τὸ «συναγειρόμενοι δαίνυντο δαῖτα» ὅτι τε Ἀττικῶς πέφρασται κατὰ τὸ
»βουλὴν βουλεύουσι» καὶ τὰ ὅμοια, [καὶ ὅτι μὴ συμποσίου προκειμένου, καθὰ
οὐδὲ ἐν τῷ δόρπῳ τῷ ἐπὶ τοῦ Πατρόκλου, οὔτε εἰς δεκάδας ἀριθμοῦνται οἱ
δαινύμενοι, ὥς που ὁ βασιλεὺς Ἀγαμέμνων διώρισεν, οὔτε μὴν εἰς μετριώτερον
ἀριθμόν, ὡς ἔπαιξε συμποσιακῶς Ἀρχέστρατος ὁ Συρακούσιος, γράψας τὸ «ἐν
μιᾷ πάντας δειπνεῖν ἀβρόδαιτι τραπέζῃ. ἔστωσαν δέ», φησί, «ἢ τρεῖς ἢ
τέσσαρες οἱ ξύμπαντες ἢ τῶν πέντε γε μὴ πλείους. ἤδη γὰρ ἂν εἴη μισθοφόρων
ἁρπαξιβίων σκηνὴ στρατιωτῶν». ἀλλ' οὐδὲ εἰς τόπους ῥητούς, ὥσπερ καὶ
ἄνδρας, μετροῦνται κατὰ τὸν ἱστορήσαντα, ὡς ἡ τῶν Καρνήων παρὰ Λάκωσιν
ἑορτὴ μίμημα ἦν στρατιωτικῆς ἀγωγῆς. τόποι μὲν γάρ, φησίν, ἐννέα τῷ
ἀριθμῷ, σκιάδες μὲν καλούμενοι, σκηναῖς δέ τι ἔχοντες παραπλήσιον· ἐννέα δὲ
καθ' ἕκαστον ἄνδρες ἐδείπνουν. φιλία ἴσως καὶ ἐκεῖ ἀριθμοῦ Ὁμήρῳ φίλου τοῦ
ἐννέα. διὸ καὶ ἐπάγει ὁ τοῦθ' ἱστορήσας τὸ «γίνεται δὲ ἡ ἑορτὴ ἐφ' ἡμέρας
ἐννέα». καί πως ἔοικε πρὸς ταῦτα τὸ «ἐννέα δ' ἕδραι ἦσαν. προΐσχοντο δὲ ἀφ'
ἑκάστης ἐννέα ταύρους», ὅπερ ἡ Ὀδύσσεια ἱστορεῖ. καὶ οὕτω μὲν καὶ ταῦτα.]
ἐδωδῆς. ἣν πρὸ ὀλίγων δαίτην εἶπε κατὰ πολυωνυμίαν. ἔστι γὰρ αὐτὴν καὶ ἐδητὺν
εἰπεῖν. καὶ δαῖτα.
καὶ βρώμην. καὶ βρῶσιν. ὡς τὸ, δότ' ἀμφίπολοι βρῶσιν τε πόσιν τε. Περὶ δὲ τοῦ
Γερήνιος, ἐν τοῖς
εἰς τὴν Ἰλιάδα δεδήλωται. (Vers. 68.) Καὶ περὶ τοῦ ἱππότα δὲ, ποιητικῆς ταύτης
εὐθείας τῶν ἑνικῶν.
ἣν καὶ ὅσαι δὲ κατ' αὐτὴν, ὁ τοξότα, ὁ ἱππηλάτα, καὶ τὰς ὁμοίας, Εὐδαίμων ὁ
Πηλουσιώτης,
Μακεδόνων γλώσσης εἶναι λέγει. οἳ τρέπουσιν εὐθειῶν κλινομένων διὰ τῆς ου, τὸ
ηςεἰς ἄλφα, ἵνα
μὴ ἀπαραμύθητος ἀμφίμακρος πέσῃ ἐπὶ πολλῶν. οἷς συνεξηκολούθησε καὶ τὸ, Θυέστ'
Ἀγαμέμνονι λεῖ-
πεν. ὁρᾶται δὲ τοῦτο κατὰ τὴν ἐκείνου παρατήρησιν, οὐ μόνον ἐπὶ εὐθειῶν, ἀλλὰ καὶ
ἐπὶ ἄλλων πτώ-
σεων. Ἄρατος γοῦν φησὶ, πρότεροι πόδες ἱππότα φηρός. ἤγουν ἱππότου. παράγει δὲ
ἐκεῖνος καὶ Ἰλλυρι-
κὸν ὄνομα ἐν ἐπιγράμματι τὸ, πατὴρ δέ μ' ἔφυσε Κόπαινα. ἤτοι ὁ Κοπαίνης. καὶ
Συρακούσιον τὸ
ὁ Μύριλλα. οὗ μεμνῆσθαι λέγει τὸν Σώφρονα. ἱστορῶν καὶ ὅτι τοῦ Συρακουσίου
τούτου κύριον,
Δημόκοπος ἦν ἀρχιτέκτων. ἐπεὶ δὲ τελεσιουργήσας τὸ θέατρον, μύρον τοῖς ἑαυτοῦ
πολίταις διένειμε, Μύ-
ριλλα ἐπεκλήθη. πάντως δὲ τοῖς εἰρημένοις ὀνόμασι τοῖς ὡς ἄλλοι φασὶν Αἰολικοῖς,
συντέτακται καὶ τὸ,
ὁ νεφεληγερέτα. Αἰολικὰ δὲ καὶ τὸ, ὁ μητίετα καὶ ὁ ἀκάκητα. (Vers. 69.) Ἰστέον δὲ
καὶ ὅτι τὸ
884
καὶ εἰς πῦρ δὲ μεταπίπτων, ὅ ἐστι θυμικῶς προσφέρεσθαι προσποιούμενος. καὶ εἰς
δράκοντα ἑλιττόμε-
νος, τῷ τῶν κατὰ ψυχὴν κινημάτων ὑγρῷ καὶ πολυελίκτῳ. καί που καὶ θηριωδίαν τῷ
δῆθεν ἀπροσίτῳ
τοῦ ἤθους ἐπεγκαλούμενος. καὶ ὅλως, παντοῖος εἰς πεῖραν προφαινόμενος τῷ τὴν
αὐτοῦ θηρωμένῳ
φιλίαν. κἀπειδὰν ἐκεῖνον ἴδοι δραττόμενον αὐτοῦ ἐγκρατῶς, καὶ ἐχόμενον ἀστεμφῶς
τετληότι θυμῷ,
καὶ προσμένοντα, καὶ πιέζοντα, καὶ τὴν φιλίαν αὐτοῦ προκαλούμενον, τότε δὴ καὶ
αὐτὸς ἡδέως ἐκεῖ-
νον προσήσεται. καὶ μετὰ μακρὰν πεῖραν, ὁμιλήσει αὐτῷ ἱλαρῶς πρὸς ὀρθότητα.
τοιοῦτος ὢν οἷος
ἦν πρὸ τῆς πείρας κατά γε τὸ ἀποίκιλον. διὸ καὶ ὁ ποιητὴς φησί. πάντα δὲ γινόμενος,
πειρήσεται,
καὶ τὰ ἑξῆς. ὡς δέον ὂν, πείρᾳ τὴν φιλίαν ποιεῖσθαι. καὶ οὕτω μὲν καὶ οὗτοι. τινὲς δὲ,
τῆς τῶν θαυ-
ματοποιῶν τέχνης καὶ τὸν εἰρημένον Πρωτέα ἔθεντο. καθ' ἣν ἐθαυμάζετο καὶ
Κρατισθένης ὁ Φλιά-
σιος. ὃς πῦρ τέ φασιν αὐτόματον ἀνέφαινε. καὶ ἄλλα ἐτεχνᾶτο φάσματα δι' ὧν
ἀνθρώπων ἐξίστα διά-
νοιαν. ἦν δὲ τοιοῦτος, καί τις Ξενοφῶν. καὶ Σκύμνος ὁ Ταραντῖνος. καὶ Φιλιππίδης ὁ
Συρακούσιος.
καὶ ὁ ἐκ Μιτυλήνης Ἡράκλειτος. καὶ Νυμφόδωρος ὁ πρῶτος Ῥηγίνους εἰς δειλίαν
σκώψας. ἄλλοι δὲ,
πρὸς τῇ λοιπῇ σοφίᾳ, καὶ ὀρχηστὴν τὸν Αἰγύπτιον τοῦτον Πρωτέα παρέδοσαν,
εὐλύγιστόν τινα. καὶ
πολυσχημάτιστον. καὶ ὑγρὸν τὴν κίνησιν. καὶ κοῦφον καὶ ἁλτικόν. διὸ καὶ ἡ ποίησις,
τὴν εἰς διάφορα
σώματα μεταβολὴν αὐτοῦ ἐπλάσατο. καὶ ὅμοιά τινα ἔφη ταῖς ποιαῖς ἐκείνου
κινήσεσιν. Ὅτι δὲ καὶ
εὐγενεῖς ὀρχηστικαὶ ἦσαν παρὰ τοῖς παλαιοῖς, δηλοῦσιν οἱ ἱστορικοί. καὶ εἴρηταί τι
καὶ ἐν Ἰλιάδι
περὶ τοιαύτης ὀρχήσεως. ῥητέον δ' ἐνταῦθα οὐ παρέργως, καὶ ὡς οἱ φθάσαντες
πολυτρόποις ἤδη δὲ καὶ
κακοήθεσι πολυειδῶς ἀνθρώποις προσαρμόσαι τὸ τοῦ Πρωτέως ὄνομα, τοιούτῳ
εἴκασαν καὶ τοὺς κόλα-κας καὶ δηλοῖ γράψας Ἀθήναιος,
885
οἷς φίλος τις λαθὼν ἀπεδήμησε. (Vers. 735.) Τὸ δὲ καὶ ἐσσύμενος περ ὁδοῖο, ὅμοιον
τῷ, ἐπειγόμε-
νός περ ὁδοῖο. Ὅτι Δολίος, παροξύτονον τρίβραχυ κύριον ἐνταῦθα. δοῦλος δὲ οὗτος
προικῷος τῇ Πη-
νελόπῃ. φησὶ γάρ. ὅν μοι δῶκε πατὴρ ἔτι δεῦρο κιούσῃ. καί μοι κῆπον ἔχει
πολυδένδρεον. τοῦτον ἐθέλει
στεῖλαι ἡ Πηνελόπη τῷ Λαέρτῃ ὡς ἂν μαθὼν ἐκεῖνος ἔλθῃ καὶ λαλήσῃ ἐν τῇ πόλει τὰ
ὑπὲρ Τηλεμάχῳ.
ὃν αὐτοῦ τὲ καὶ τοῦ Ὀδυσσέως γόνον καλεῖ, ὡς Ὀδυσσέως μὲν, ἔκγονον. ἐκείνου δὲ
ἔγγονον. Σημείωσαι
δὲ ὅτι ὁποῖα καὶ ἄλλα τοιαῦτα ποιεῖ Ὅμηρος, ἐλαλήθη μὲν πρὸ τῆς Πηνελόπης,
κληθῆναι τὸν κηπου-
ρὸν Δολίον, οὐχ' εὕρηται δὲ τοῦτο πραχθὲν, διὰ τὸ κωλυθῆναι ὑπὸ τῆς Εὐρυκλείας
μετ' ὀλίγα. ἐπεὶ μὴ
δὲ ἐχρῆν, τὸν γέροντα σκυλμὸν παθεῖν οὐκ εὔχρηστον τῷ ποιητῇ. καὶ οὐδὲ τὰ ὑπὸ
τῶν δεσποτῶν ἀσκέ-
πτως ἐπιταττόμενα, πληροῦσθαι χρεών. Ἐνταῦθα δὲ προσθετέον ἐκ τῶν μεθ' Ὅμηρον,
καὶ ὅτι πᾶσα
ἡ Πανορμίτις τῆς Σικελίας κῆπος προσηγορεύετο διὰ τὸ πλήρης εἶναι δένδρων
ἡμέρων. ὅτι δὲ καὶ
ἡ Συράκουσα κῆπον εἶχε πολυτελῆ ὃς ἐκαλεῖτο μῦθος ἐν ᾧ Ἱέρων χρηματίζων ἦν,
καὶ ἐν τοῖς εἰς τὴν
Ἰλιάδα ἐδηλώθη. ἐκαλεῖτο δ' ἂν ἴσως μῦθος ὁ κῆπος ἐκεῖνος, διὰ τὸ μὴ ἂν ῥᾳδίως ἐξ
ἀκοῆς πιστεύε-
σθαι τοιοῦτος εἶναι ἀλλὰ μυθικῶς πεπλάσθαι. παραδέδοται δὲ καί τι κουρᾶς εἶδος,
κῆπος λέγεσθαι.
ἡ δὲ μανιόκηπος γυνὴ τουτέστιν ἡ περὶ μίξεις μεμηνυῖα, κήπῳ τῷ κατ' αὐτὴν οὕτω
σκώπτεται. περὶ ὃν
δηλαδὴ μέμηνεν ἀποφραγνῦσα τοῖς ἐθέλουσι τὴν τῆς ὥρας ὀπώραν δρέπεσθαι. (Vers.
737.) Τὸ
δὲ πολυδένδρεον, διαστέλλει λειμῶνος τὸν κῆπον. ὁ γὰρ λειμὼν οὐκ ἐξ ἀνάγκης
πολύδενδρος.
(Vers. 743.) Ὅτι θρεψαμένη τὸν Ὀδυσσέα ἡ γραῦς Εὐρύκλεια καὶ ὡς ἐπὶ υἱῷ ἐκείνῳ
διακειμένη,
νύμφην προσφωνεῖ τὴν καὶ δέσποιναν καὶ βασίλειαν ἐν τῷ, νύμφα φίλη. ὡς εἴπερ
εἶπε, νύμφη τοῦ
υἱοῦ μου. κεῖται δὲ καὶ ἐν Ἰλιάδι τὸ, νύμφα φίλη. Ὅρα δὲ ὅτι φίλη κληθεῖσα πρὸ
ὀλίγων καὶ ἡ
γραῦς ἐν τῷ, κλῦτε φίλαι, αὐτὸ τὲ νῦν ἀνταποδίδωσι, καὶ πλεῖον δέ τι προστίθησιν ἐν
τῷ, νύμφα
φίλη. Ὅτι ὁ ἐπικρύψας ἀποδημίαν ἀνδρὸς ἐπαχθῶς τινι μεγάλῳ προσώπῳ εἶτα
ἐξομολογούμενος, δύνα
φνοῦς καὶ μέλιτος καὶ ἐλαίου παγκαρπίας. (Vers. 95.) Τὸ δὲ ἤραρε θυμὸν ὡς καὶ ἐν
886
ἄλλοις ἐδη-
λώθη, τὸ θυμῆρες ἐμφαίνει. καὶ ἄλλως δὲ κατὰ τὸ, ἄγγεσιν ἄρσεν ἅπαντα, λέγεται καὶ
τὸ, ἤραρε
θυμὸν ἐδωδῇ. ἵνα καὶ αὐτὴν ἄρσῃ ὁ ἐσθίων ὥσπερ ἄγγει τινὶ, τῷ σώματι. (Vers. 97.)
Τὸ δὲ θεὰ
θεὸν, ἐντρεπτικῶς εἰρῆσθαι δοκεῖ. εἴγε θεὰ θεῷ λαλοῦσα προσποιεῖται ἀγνοεῖν. Τὸ δὲ
ἐνισπήσω, και-
νότερον ἐκ τοῦ ἐνισπῶ. τὸ μέντοι κοινότερον, ἐνίπτω ἐνίψω. πλὴν, τοῦτο μὲν ἔχει τι
καὶ σφοδρότητος.
τὸ δὲ ἐνισπήσω, ἀντὶ τοῦ, ἁπλῶς εἴπω. (Vers. 92.) Ἰστέον δὲ ὅτι ἀκολούθως Ὁμήρῳ
εἰπόντι τὸ, πα-
ρέθηκε τράπεζαν, ἔλεγον καὶ οἱ μετ' αὐτὸν, παραθέσθαι τραπέζας ἐν καταρχῇ δαιτός.
τὸ μέντοι
αἴρειν αὐτὰς, βαστάζεσθαι ἔφασκον. ἐβαστάζοντο δέ φασι τράπεζαι, δοθείσης
κράσεως ἀγαθοῦ δαί-
μονος. ἤγουν μετὰ τὸ δοθῆναι κράμα τὸ οὕτω καλούμενον ἀγαθοῦ δαίμονος, ἤτοι
ἀγαθῆς Τύχης.
πρὸς ὃ παίξας Διονύσιος ὁ Σικελιώτης ἀσεβῶς καθὰ ὁ δειπνοσοφιστὴς ἱστορεῖ,
ἀνακειμένης Ἀσκληπιῷ
χρυσῆς τραπέζης ἐν Συρακούσαις, προπιὼν αὐτῷ ἄκρατον ἀγαθοῦ δαίμονος,
ἐκέλευσε βασταχθῆναι
τὴν τράπεζαν. (Vers. 100.) Ὅτι χρήσιμον εἰς πλοῦν μακρὸν ῥηθῆναι τὸ, τίς ἂν ἑκὼν
τοσόνδε διαδρά-
μοι ἁλμυρὸν ὕδωρ ἄσπετον; οὐδέ τις ἄγχι βροτῶν πόλις. λέγει δὲ ταῦτα ὁ Ὁμηρικὸς
Ἑρμῆς ἐκτετοπί-
σθαι δηλῶν τὴν νῆσον τῆς Καλυψοῦς. Ἁλμυρὸν δὲ ὕδωρ ἄσπετον, τὴν θάλασσαν
λέγει περιφράσας.
ἄλλως γὰρ, οὐκ ἂν οὔτε τὸ ἁπλῶς ὕδωρ εἴη ἂν θάλασσα, οὔτε τὸ ἁλμυρὸν ὕδωρ. εἰ
γὰρ καὶ ὁ Λοκρὸς
Αἴας ὕδωρ ἁλμυρὸν πιὼν ἀπόλωλεν, ἀλλ' οὐ θάλασσαν ἐξέπιε, βραχὺ δέ τι αὐτῆς.
ὁμοῦ τοίνυν τὸ,
ἄσπετον ἁλμυρὸν ὕδωρ, εἴη ἂν θάλασσα. Τὸ δὲ βροτῶν πόλις, ἢ παρέλκον ἔχει τὸ
βροτῶν, ἢ τὴν
κατοικουμένην δηλοῖ καὶ μὴ ἁπλῶς οὕτω καὶ ὁμωνύμως πόλιν. (Vers. 104.)
φασιν, ἑλάνας τὰς λαμπάδας ἔφη παρὰ τὴν ἕλην ἥτις ἐστὶν εἵλη, ἀφ' ἧς πολλὰ
γίνονται. ὧν καὶ τὸ
εἱληθερεῖν. καὶ θειλόπεδον ὡς μετ' ὀλίγα φανεῖται. παρὰ δὲ Νικάνδρῳ φησὶν ἑλάνη, ὁ
ἐκ καλάμων
δεσμός. εὕρηται δὲ καὶ λυχνοῦχος καλούμενος ὁ φανός. Ἄλεξις γοῦν φησιν, ὁ πρῶτος
εὑρὼν μετὰ
λυχνούχου περιπατεῖν τῆς νυκτὸς, ἦν τις κηδεμὼν τῶν δακτύλων. ὁ δ' αὐτὸς ἐν ἄλλοις
ἔφη. ποῖός ἐστι
φανὸς τοιοῦτος, οἷος ὁ γλυκύτατος ἥλιος; ἔστι δέ φασι φανὸς, ἡ ἐκ ξύλων τετμημένων
δέσμη. καὶ δηλοῖ
αὐτὸ Φιλιππίδης ἐν τῷ, ὁ φανὸς ἡμῖν οὐκ ἔφαινεν οὐδέν. πρὸς ὃ λέγει ὁ ἀκούσας.
ἔπειτα φυσᾶν δυστυ-
887
χὴς οὐκ ἠδύνω. Καὶ ὅρα τὸ, ὁ φανὸς οὐκ ἔφαινεν ἐτυμολογικῶς ῥηθέν. Ὁμήρου
κατάρξαντος τοιαύ-
της μεθόδου ὡς εἴρηται. δοκεῖ δὲ τῶν εἰς φανὸν τεμνομένων ξύλων ἓν εἶναι καὶ τὸ
καλούμενον γρά-
βιον, πρίνινον αὐτό φασιν ἢ δρύϊνον ξύλον. ὃ ἐθλασμένον ἢ κατεσχισμένον,
ἐξάπτεται καὶ φαίνει τοῖς
ὁδοιποροῦσι. μή ποτε δὲ ἄρα δᾴδων εἶδός τι καὶ τὸ τοιοῦτον γράβιον εἴγε πίσσαν
καταστάζειν ἔχει ὡς
δηλοῖ Θεοδωρίδας ὁ Συρακούσιος ἐν τῷ, πίσσα δ' ὑπὸ γραβίων ἔσταζεν. ὅτι δὲ καὶ
πυρσὸς ὁ φανὸς
ἐκαλεῖτο, οὐκ ἔστιν ἀμφιβαλεῖν. τὴν δὲ ἐκ ξύλων τετμημένων σύνθεσιν τοῦ, εἴτε
φανοῦ εἴτε λύχνου, δηλοῖ
φασι καὶ Ἀριστοφάνης ἐν τῷ, τῶν ἀκοντίων συνδοῦντες ὀρθὰ τρία, λυχνίῳ χρώμεθα
ἤγουν λυχνίᾳ.
τὴν γὰρ νῦν φασι λυχνίαν, λυχνίον ἐκάλουν ὡς Φερεκράτης. πανοῦ δέ φασι χρῆσις
τοῦ βραχέων εἰρη-
μένου, καὶ παρὰ Διφίλῳ. οἷον. ἀλλ' ὁ πανὸς ὕδατός ἐστι μεστός. ἤτοι ὁ φανὸς ξύλα
ἔχει χλωρότατα
καὶ διατοῦτο ὑδατηρά. ὁ δὲ παρὰ Ἀλέξιδι ξυλολυχνοῦχος, τάχα φασὶν ὅμοιός ἐστι, τῷ
παρὰ Θεο-
πόμπῳ ὀβελισκολύχνῳ. οὐ παλαιὸν δὲ εὕρημα ὁ λύχνος. λέγει δὲ ὁ ῥηθεὶς
Ναυκρατίτης ῥήτωρ, καὶ ὅτι
λυχνοκαυτίαν ἔφη Κηφισόδωρος. ἣν οἱ πολλοὶ, λυχναψίαν. κεῖται δὲ παρ' αὐτῷ καὶ
κανδήλας χρῆ-
σις. οἷον. ἀσσαρίου κανδήλας πρίω. ἤγουν ἐξώνησαι. λέγει δὲ καὶ τὰ λύχνα
οὐδετέρως κατὰ Ἡρόδοτον.
(Vers. 101.) δῆλον δὲ καὶ ὅτι αἰθομένας δαΐδας ὁ ποιητὴς ἔφη, τὰς σὺν τῷ καίεσθαι,
καὶ ἀναλαμ-
πούσας. ἐξ οὗ περ αἴθειν καὶ αἰθὴρ καὶ ἄστρον καὶ ἀστήρ. πολλῶν δὲ παραγομένων
ἐκ τοῦ αἴθειν,
αὐτὰ ἦσαν. οὕτω δὲ καὶ Μένανδρος, ἀναμενῶσε φησὶ πρὸς τοὔλαιον, ἤγουν ἔνθα
πολεῖται τὸ ἔλαιον.
Θεῖον δὲ τὸν τοιοῦτον λέγει χορὸν, διὰ τοὺς αὐτόθι τιμωμένους θεούς. ἢ καὶ διὰ τὸ
θεῖον τοῦ ἔργου.
Τὸ δὲ πέπληγον, Ἰώνων καὶ Συρακουσίων λέξις. οὗ ἐνεστὼς πεπλήγω ἐκ τοῦ
πέπληγα. καθὰ ἐν
Ἰλιάδι τὸ, ἐκλέλαθον κιθαριστὺν, ἐκ τοῦ λέλαθα λελάθω. Σικελοὶ γὰρ καθ'
Ἡρακλείδην τὸ ατῶν
περισπωμένων εἰς ωμετατιθέασιν. οἷον πεποίηκα πεποιήκω. οὕτω δὲ καὶ πέφυγα
πεφύγω καὶ κατὰ
Ἀλκαῖον, πεφύγγω. Ἀριστόνικος δὲ οὐ Σικελικὰ ταῦτα ἀλλ' ἀναδιπλώσεις Ἰακὰς
βούλεται εἶναι
κατὰ τὸ κεκάμω καὶ λελάβω. κατὰ μέντοι τὸν ἀνωτέρω λόγον, γίνεται καὶ ἐνεστὼς ὁ
πεφύκω ἐκ τοῦ
πέφυκα. οὗ παρατατικὸς παρ' Ἡσιόδῳ ἐν Θεογονίᾳ τὸ ἐπέφυκον. Ἰστέον δὲ ὅτι
δοκοῦσιν ἐνταῦθα οἱ
ὀρχούμενοι προθῆβαι πρὸς ᾠδὴν ὀρχεῖσθαι τὴν τοῦ Δημοδόκου. ὃ δὴ καὶ ἐν τῇ κατὰ
τὴν Ἰλιάδα
ὁπλοποιΐᾳ φαίνεται. κιθαρίζοντος γὰρ ἐκεῖ παιδὸς χαίρουσιν ἄλλοι μολπῇ καὶ
ὀρχηθμῷ. ἐν οἷς ὑπο-
σημαίνεταί φασι τὸ ὑπορχηματικὸν εἶδος, ἀνθῆσαν ἐπὶ Ξενοδήμου καὶ Πινδάρου. ἔστι
δέ φασιν ἡ
τοιαύτη ὄρχησις μίμησις τῶν ὑπὸ τῆς λέξεως ἑρμηνευομένων πραγμάτων. ἣν
παρίστησι Ξενοφῶν ἐν τῇ
Ἀναβάσει. ὀρχήσεις ἱστορῶν σὺν ὅπλοις καὶ ἅλματα ὑψηλὰ καὶ κοῦφα καὶ μετὰ
μαχαιρῶν. ἐναρμόνια
δυσανάβατος, περιβόλου δίκην τὴν νῆσον περιθέουσα. ἄλλως γὰρ ἀπίθανόν ἐστι
νοῆσαι τεῖχος ὅλον
χάλκεον. (Vers. 2.) Αἴολοι δέ φασι τρεῖς ἐν ταῖς ἱστορίαις ὀνομαστοὶ, εἷς ὁ Κρηθέως
καὶ Ἀθάμαν-
τος καὶ Σισύφου πατὴρ, Ἕλληνος παῖς, ὃν Ἕλληνα γόνῳ μέν φασι Διὸς εἶναι, λόγῳ δὲ
Δευκαλίωνος,
ἕτερος δὲ Αἴολος, ὁ ἐκ Μελανίππης καὶ Ἱππότου ὁ διατοῦτο νῦν Ἱππωτάδης, τρίτος δὲ
ὁ ἐκ Ποσει-
δῶνος καὶ Ἄρνης. Ἀσκληπιάδης δὲ, ἐπὶ τὸν τρίτον τοῦτον φησὶ τὸν Ὀδυσσέα ἐλθεῖν.
Ὅτι δὲ ὁμώνυμος
λέξις ὁ Αἰόλος οὐκ ἔστιν ἀμφιβαλεῖν. κύριόν τε γάρ ἐστι, σημαίνει δὲ καὶ τὸν
ποικίλον καὶ τὸν ταχύν.
καὶ ὄνομα δὲ ἰχθύος. ὡς δῆλον ἐκ τοῦ, δύο γένη σκάρων. ὧν ὁ μὲν, ὀνίσκος. ὁ δὲ,
αἰόλος. Ὅτι δὲ
τοῦ πρώτου Αἰόλου ἤγουν τοῦ Ἑλληνίδου παρώνυμον τὸ τῶν Αἰολέων ἔθνος αἱ
ἱστορίαι δηλοῦσιν.
ὥσπερ καὶ Δωριεῖς εἴρηνται ἀπὸ Δώρου υἱοῦ Ξούθου, οἳ καὶ Πελοπόννησον ὕστερον
ᾤκησαν, συγκατά-
γοντες τοὺς Ἡρακλείδας, ἡγουμένου αὐτῶν Δύμαντος καὶ Παμφύλου τῶν Αἰγιμιοῦ
παίδων. τινὲς
889
δὲ καὶ ἐν Συρακούσαις ᾠκίσθησαν. καὶ οὕτως ἐπλατύνθη τὸ τῶν Δωριέων ἔθνος ἄχρι
καὶ ἐς αὐτὴν
Βοιωτίαν. ἔσχε δὲ πλάτος καὶ τὸ Δωρικὸν, Αἰόλου φασὶ καταδραμόντος τὴν
Θετταλίαν καὶ πάντας ποιή-
σαντος Αἰολεῖς κληθῆναι. οὗ τῆς θυγατρὸς παῖς, Βοιωτός. ἀφ' οὗ οἱ Βοιωτοί.
κἀντεῦθεν ἔσχεν Αἰο-
λεῖς καὶ ἡ Βοιωτία. καὶ ἰδιάζουσα τῇ κατ' αὐτὴν γλώττῃ ὅμως ἐκέκρατο καὶ Δώριδι,
ὡς ἐῤῥέθη, δια-
λέκτῳ, ἔτι δὲ καὶ Αἰολικῇ. εἰ δὲ ἐκ τῶν εἰρημένων Αἰολέων ἢ τοῦ δεδηλωμένου
Αἰόλου τοῦ σημαίνοντος
τὸν ποικίλον παραιολίξαι εἶπέ τις τὸ ἀπατῆσαι, ζητητέον ἄλλοθεν. (Vers. 1.) Ὅρα δὲ
τὸ, Αἰολία νῆσος.
ὀφεῖλον μὲν κτητικῷ λόγῳ διὰ διφθόγγου ἔχειν τὴν παραλήγουσαν ὡς ἀπὸ τοῦ
Αἰόλου ᾧ παρωνυμεῖται.
διὰ δὲ τὸ κακομέτρητον, γραφὲν διὰ τοῦ ἰῶτα ὡς ἂν ἀπαρτισθείη μετρικὸς δάκτυλος.
Ἰστέον δὲ ὅτι
Ὅμηρος μὲν μιᾶς μέμνηται νήσου Αἰολίας. οἱ δὲ παλαιοὶ νήσους Αἰόλου ἑπτὰ
ἱστοροῦσι πρὸς τῇ Σι-
κελίᾳ. εἰσὶ δὲ αὗται. Αἰολὶς ἢ μᾶλλον Αἰολία. ἔνθα ἴσως ἦν τὸ τοῦ Αἰόλου βασίλειον.
στρογγύλη.
Διδύμη. ἱερά. Λιπάρα. ἐξ ἧς καὶ σέλας λέγεται παρὰ Θεοκρίτῳ λιπαραῖον διὰ τὰ ἐκεῖ
ἀναφυσώμενα
θυμῷ. αὐτὰρ ἐπεὶ δῶκέν τε καὶ ἔκπιον οὐδέ μ' ἔθελξε, ῥᾴβδῳ πεπληγυῖα, ἔφη· ἔρχεο
νῦν συφεόνδε
μετ' ἄλλων λέξαι ἑταίρων. (Vers. 321.) καὶ οὕτω μὲν αὐτή. ἐγὼ δέ φησιν ἄορ ὀξὺ ὡς ὁ
Ἑρμῆς ὑπέ-
θετο ἐρυσάμενος παρὰ μηροῦ, Κίρκῃ ἐπήϊξα, ὥστε κτάμεναι μενεαίνων. ἡ δὲ, μέγα
ἰάχουσα, ὑπέ-
δραμε καὶ λάβε γούνων. καὶ ὀλοφυρομένη καὶ τίς ποθεν εἶς ἀνδρῶν εἰποῦσα ἐπιφέρει
θαῦμά μ' ἔχει ὡς
οὔτι πιὼν τάδε φάρμακ' ἐθέλχθης. οὐδὲ γὰρ οὐδέ τις ἄλλος ἀνὴρ τάδε φάρμακ' ἀνέτλη
ὅς κε πίῃ καὶ
πρῶτον ἀμείψεται ἕρκος ὀδόντων. σοὶ δέ τις ἐν στήθεσσιν ἀκήλητος νόος ἐστίν.
(Vers. 330.) εἶτα στο-
χάζεται Ὀδυσσέα τοῦτον εἶναι, ὃν ἀεὶ Ἑρμῆς ἔφασκεν ἐλεύσεσθαι αὐτῇ ἐκ Τροίης
ἀνιόντα σὺν νηΐ.
φησὶ γάρ· ἦ σύ γ' Ὀδυσσεύς ἐσσι πολύτροπος. (Vers. 333.) ἐπὶ δὲ τούτοις ἀξιοῖ ἡ
Κίρκη κολεῷ μὲν ἄορ
ἐνθεῖναι. εὐνῆς δέ φησιν ἡμετέρης ἐπιβῆναι, ὄφρα μιγέντες εὐνῇ καὶ φιλότητι, (Vers.
335.) πεποί-
θομεν ἀλλήλοισι. Καὶ ὅρα τὸ πεποίθομεν, ἀσυνήθης γάρ ἐστιν ἐνεστώς. ὡς γὰρ ἐκ
τοῦ πέπληγα
γίνεται θέμα τὸ πεπλήγω κατὰ Συρακουσίους, καὶ ἐκ τοῦ πέφυκα τὸ πεφύκω καθὰ
καὶ προεδηλώθη,
οὕτω καὶ ἐκ τοῦ πέποιθα ἐνεστὼς πεποίθω. ἐξ οὗ τὸ πεποίθομεν. (Vers. 323.) ἀγεννὲς
δὲ τὸ τῆς Κίρ-
890
κης πλάττεται ἦθος, οὐ μόνον καθό τι οὕτω πρὸς εὐνήν ἐστιν εὐκατάφορος, ἀλλὰ καὶ
ὅτι πάνυ δει-
λαίνεται, ὡς μὴ μόνον μέγα ἰάχειν ὃ δὴ γυναικεῖόν ἐστι, καὶ εἰς γουνασμὸν δὲ
τραπῆναι, ἀλλὰ καὶ
ὀλοφύρασθαι, εἰ καὶ ὁ γραμματικὸς Ἀριστοφάνης λισσομένη γράφει οὐ μὴν
ὀλοφυρομένη. οὐδὲν γάρ
φησιν ὀλοφυρτικὸν λέγει. δῆλον δὲ ὡς οὐ μόνον πρὸς μῦθον καὶ ἀλληγορίαν δὲ ἡ
Κίρκη λαλεῖται, ἀλλὰ
καὶ καθ' ἱστορίαν περιᾴδεται. καὶ παῖς Ὀδυσσέως καὶ αὐτῆς ἱστόρηται ὁ
θρυλλούμενος πατροφόντης
Τηλέγονος. (Vers. 325.) Τὸ δὲ μετ' ἄλλων λέξο ἢ λέξαι ἑταίρων, ἢ ἀντὶ τοῦ,
ἀριθμήθητι, ἢ εὐνά-
σθητι, σῦς δηλαδὴ χαμαιευνὰς καὶ αὐτὸς γενόμενος. (Vers. 323.) Τὸ δὲ ὑπέδραμε,
σχῆμά ἐστι προ-
σώπου ὑποκεκυφότος τρέχοντος εἰς τὸ λαβεῖν ὅ ἐστιν ἅψασθαι γούνων. (Vers. 324.)
ται ὧν ἄρτι ἀφήγηται, (Vers. 245.) τόφρα Σκύλλη κοίλης ἐκ νηὸς ἑτάρους ἓξ ἕλετο,
ὥς περ ἐπι-
λέγδην ἑλοῦσα ἐκείνους, καθὰ δηλοῖ καὶ τὸ ἕλετο τουτέστιν ἐξαιρέτους ἔλαβε. διὸ
ἑρμηνεύων ἐπάγει· οἳ
χερσί τε βίῃφί τε φέρτεροι ἦσαν. οἳ καὶ ὑψόσε ἀειρόμενοι ἐμέ, φησι, φθέγγοντο
καλεῦντες ἐξονομακλή-
δην, τό τ' ὕστατον ἀχνύμενοι κῆρ. καὶ οὐ νῦν μόνον, ἀλλὰ καὶ ὅτε αὐτοῦ εἰνὶ θύρῃσι
κατήσθιε κεκλή-
γοντας, χεῖρας ἐμοί, φησιν, ὤρεγον. (Vers. 258.) ἐφ' οἷς ἐλεεινολογίαν τῷ φρικτῷ
διηγήματι ἐπιπλέ-
κων φησίν· οἴκτιστον δὴ κεῖνο ἐμοῖς ἴδον ὀφθαλμοῖσι πάντων ὅσσ' ἐμόγησα οὐχ'
ἁπλῶς, ἀλλὰ πόρους
ἁλὸς ἐξερεείνων. καὶ ἔστι τοῦτο θεωρία τις Ὁμηρικὴ, παρασημειωμένου τοῦ ποιητοῦ
καὶ οἴκτου πολύ τι
ἐνεῖναι τῷ παρόντι ἀφηγήματι, ὡς παρακεῖσθαι ἀλλήλοις ἄνω μὲν δεινὸν χωρίον,
ἐνταῦθα δὲ ἐλεεινόν.
(Vers. 245.) Ὅτι δὲ τὸ Σκύλλη κοίλης ἐκ νηὸς παρηχεῖν δοκεῖ, γέγραπται οὐ πρὸ
πολλῶν. τοιοῦτον δέ
τι καὶ ἐν τοῖς τοῦ Ἀθηναίου τὸ, κοίλη κύλιξ. (Vers. 256.) Ὅτι δὲ καὶ τὸ κεκλήγοντας,
καθὰ τὸ
πεπλήγοντας Συρακούσιοι λέγουσιν, ἐδηλώθη που καὶ αὐτό. (Vers. 251.) Ὅτι
παραβολικῶς δηλῶν
ὁ ποιητὴς ὅπως ῥᾷον ἡ Σκύλλα τοὺς τοῦ Ὀδυσσέως ἑταίρους ἄνω ἤγαγε ταῖς
περιμήκεσι δειραῖς, φησίν·
(Vers. 252.) ὡς δ' ὅτε ἐπὶ προβόλῳ ἁλιεὺς περιμήκεϊ ῥάβδῳ ἰχθύσιν οὐ μεγάλοις τισὶν
ἀλλὰ τοῖς ὀλί-
γοισι δόλον κατὰ εἴδατα βάλλων, ἤγουν βρώματά τινα δέλεαρ καταβάλλων, ὅ ἐστι
ῥίπτων, ἐς πόν-
τον προΐησι βοὸς κέρας ἀγραύλοιο, ἀσπαίροντα δ' ἔπειτα λαβὼν ἔῤῥιψε θύραζε, ὣς οἵ
γ' ἀσπαίροντες
ἀείροντο ποτὶ πέτρας, ἤτοι ἀέριοι ἐκουφίζοντο φερόμενοι. καὶ ἔστιν ἡ παραβολὴ αὕτη
891
ἔχουσά τι γλυκύ-
τητος, οὐ μόνον ὡς παραβολὴ ἁπλῶς, ἀλλὰ καὶ ὡς τοιαύτη παραβολὴ, σκυθρωπὸν
δηλαδὴ ἔχουσα
οὐδὲν, ἀλλ' ἐξ ὕλης οὖσα γλυκείας. τοιαῦτα γὰρ καὶ τὰ θηρατικὰ διηγήματα. ἐχρῆν δὲ
πάντως τὸν Ὀδυσσέα νῦν ἀδειάζοντα οὕτω φράζειν πρὸς τοὺς τρυφῶντας Φαίακας,
ἵνα μὴ τὸ παθητικὸν τοῦ λόγου ἄκρατον ὂν ἀποκναίη ἐκείνους εἰς ἀκρόασιν. (Vers.
251.)
σεῖ ἤπιός ἐστι πρὸς τοὺς σούς. πολλὰ δὲ καὶ ἐν τοῖς ἐφεξῆς δείγματα τῆς αὐτοῦ πρὸς
τοὺς δεσπότας
εὐνοίας. διό περ εἰκότως καὶ ἐφιλεῖτο καὶ φιληθήσεται. (Vers. 408.) Ὅτι τόπους περὶ
τὴν Ἰθάκην
ἱστορεῖ, Κόρακος πέτραν καὶ κρήνην Ἀρέθουσαν, ἔνθα τὰ βασιλικὰ συβόσια. φησὶ
γὰρ ὅτι αἱ δὲ σύες
νέμονται πὰρ Κόρακος πέτρῃ ἐπί τε κρήνῃ Ἀρεθούσῃ, ἔσθουσαι βάλανον μονοεικέα
καὶ μέλαν ὕδωρ
πίνουσαι, τά θ' ὕεσσι τρέφει τεθαλυῖαν ἀλοιφήν. ὑφὲν δὲ τίθεται ἐν τῷ, Κόρακος
πέτρῃ, ὡς κύριον
γάρ που εἴρηται, καθὰ καὶ τὸ, μεγάλη πόλις ἡ ἐν Ἀρκαδίᾳ. Κόραξ δὲ οὗτος ἦν
ἐγχώριος ἀνὴρ, υἱὸς
Ἀρεθούσης γυναικὸς ἐκ τῶν ἐκεῖ· ὃς διώκων λαγωὸν ἐν Ἰθάκῃ κατὰ κρημνοῦ ἠνέχθη
καὶ τέθνηκεν.
ἡ δὲ μήτηρ διὰ λύπην ἐλθοῦσα ἐπί τινα κρήνην ἀπήγξατο. ἐντεῦθεν ἀπὸ μὲν τῆς
μητρὸς Ἀρέθουσα
κρήνη ἐκεῖ, ἀπὸ δὲ τοῦ υἱοῦ Κόρακος πέτρα, ἧς ὁ ἐντόπιος Κορακοπετρίτης, ὡς τῆς
ῥηθείσης μεγάλης
πόλεως Μεγαλοπολίτης. ἔστι δέ, φασιν, Ἀρέθουσα καὶ ἐν Σμύρνῃ καὶ ἐν Χαλκίδι τῇ
κατὰ Εὔβοιαν καὶ
ἐν Συρακούσαις, ἣ καὶ μάλιστα ἐν ἱστορίαις τεθρύληται, ἧς λέγεται καὶ τὸν Ἀλφειὸν
ἐρᾶν καὶ τὸ ἐκ Πελο-
ποννήσου τέμνοντα ἕως καὶ εἰς Σικελίαν πέλαγος παρ' ἐκείνην φοιτᾶν, γλυκὺν
ἐραστὴν ἁλμυρῷ θαλάς-
σης ὕδατι ἀμιγὲς τὸ ῥεῖθρον φυλάσσοντα. ἱστορεῖ δὲ μιᾶς τούτων ἀποτυφλωθῆναι
σεισμῷ τὰς πηγὰς
ὁ γεωγράφος, αἳ συχναῖς, φησὶν, ἡμέραις ὕστερον κατ' ἄλλο στόμιον ἀνέβλυσαν.
Ἰστέον δὲ ὡς Ὅμη-
ρος μὲν τοιαύτην οἶδε Κορακοσπέτραν. ἴσως δὲ ἐκ τοιούτου τινὸς καὶ τὸ ἐν Κιλικίᾳ
ὠνόμασται Κορακή-
σιον. ἐξ αὐτοῦ δὲ τὸ, εἰς κόρακας, καθά φασιν οἱ παλαιοὶ, ὡς ἀπὸ τῶν οἰκούντων τὸ
τοιοῦτον Κιλί-
κιον Κορακήσιον πονηρῶν ὡς εἰκὸς ὄντων. τινὲς μέντοι τὸ ἐς κόρακας, ἀντὶ τοῦ, εἰς
κακὰ ὄρνεα, ὅμοιόν
φασι τῷ, εἰς αἶγας ἀγρίας. Παυσανίας δέ φησιν ὅτι Βοιωτοῖς ἔχρησεν ὁ θεὸς, ἔνθα
λευκοὶ κόρα-
κες αὐτοῖς ὀφθῶσιν, ἐκεῖ κατοικεῖν. ἰδόντες οὖν, φησὶ, κόρακας πετομένους περὶ τὸν
Παγασιτικὸν
κόλπον, οὓς ἄκακοι παῖδες ἐγύψωσαν, ᾤκησαν ἐκεῖ, καλέσαντες τὸ χωρίον Κόρακας.
892
ὕστερον δὲ Αἰο-
λεῖς ἐκβαλόντες αὐτοὺς ἔπεμπον ἐκεῖ τοὺς φυγαδευομένους. ὁ δ' αὐτὸς λέγει καὶ ὅτι
Ἀριστοτέλης ἱστορεῖ
ἐμίαν τίθησιν. ἐπὶ δὲ πᾶσι λέγει ὁ αὐτὸς γραμματικὸς καὶ μομφὸν παρ' Εὐριπίδῃ τὴν
μέμψιν λεχθῆ-
ναι. καὶ τοιαῦτα μὲν ταῦτα. Ἐκ δὲ τοῦ προειρημένου ἐφολκίου, ὃ παραλήγεται
καταμόνας τῷ ἰῶτα
διχρόνῳ, καὶ τὸ σῶμα οἱ σοφοὶ συμβολικῶς παροιμίας λόγῳ, ἐφόλκιον φασίν. ὡς
μεγάλῃ τινὶ ἐφελκό-
μενον νηῒ, τῇ ψυχῇ, χρήσιμον δὲ ἴσως εἰς τὴν τοιαύτην λέξιν καὶ τὸ, ἐφελκομένοισι
πόδεσσιν, ὃ ἐν
Ἰλιάδι κείμενον δηλοῖ πάρεσιν ποδῶν ἑλκομένων ἐν τῷ σύρεσθαί τινα. τὸ δὲ ῥῆμα, ἐξ
οὗ καὶ τὸ ἐφόλ-
καιον καὶ τὸ ἐφόλκιον, ποιεῖ καὶ τὸ ἐφολκὸν, ὃ δηλοῖ τὸ ἐπαγωγὸν, ὡς Καλλίμαχος·
ἔχοιμι δέ τι
παιδὸς ἐφολκόν. ἡ μέντοι παρὰ τοῖς ἰατροῖς ἐφελκὶς οὐχ' ὁμοίως γίνεται, ἀλλὰ ἐκ τοῦ
ἕλκος. καὶ δοκεῖ
τι συντελεῖν εἰς αὐτὴν Ὁμηρικὸν τὸ, ἐφ' ἕλκεϊ ἕλκος ἄρηται. παρὰ δέ γε τῷ
δειπνοσοφιστῇ φέρεται καὶ
ὅτι ἐφόλκια πλοιάρια διάφορα, ἐφελκόμενα δηλαδὴ μείζοσι ναυσί. φησὶ γάρ· ἐφόλκια
δ' ἦσαν αὐτῇ
τῇ τοῦ Ἱέρωνος δηλονότι μεγίστῃ νηῒ τῇ Συρακουσίᾳ κληθείσῃ τὸ πρῶτον, εἶτα
Ἀλεξανδρίδι, κέρκουρος,
ἐπίκωπος, ἁλιάδες τε καὶ σκάφαι πλείους. τοῦ δὲ καὶ λέμβον τὸ ἐφόλκιον λέγεσθαι
χρῆσις φέρεται Ἀνα-
ξανδρίδου παρὰ τῷ Ἀθηναίῳ. ἦν δὲ καὶ ἐπίθετον ἢ κύριον ἀνδρός τινος ὁ λέμβος.
(Vers. 352.) Τὸ δὲ
νηχόμενος ἑρμηνεία ἐστὶ τοῦ χερσὶ διήρεσσα. Τὸ δὲ θύρηφ' ἔα ἶσον ἐστὶ τῷ, θύραζε
ἦν. Τὸ δὲ καὶ
προδηλωθὲν ἔα, οὗ χρῆσις καὶ ἐν τῷ, τοῖος ἔα, διαλελύσθαι δοκεῖ ἀπὸ τοῦ ἦ, οὗ
μνήμη καὶ παρὰ
Αἰλίῳ Διονυσίῳ, εἰπόντι ὡς Ἴωνες μὲν ἔα φασὶν, Ἀττικοὶ δὲ ἦ μονοσυλλάβως, οἱ δὲ
μέσοι σὺν τῷ νυ,
οἷον, ἐπειδὴ μεστὸς ἦν, ἀνεπαυόμην. τὸ δὲ τρίτον οὐδέ ποτέ φησιν ἄνευ τοῦ νυ.
ἕτερος δὲ ῥήτωρ γρά-
φει, ἔα καὶ ἐν συναιρέσει ἦ. Ἴωνες δὲ ἐπεκτείνοντες ἦα φασίν· ὥστε ταυτὸν ἔα καὶ ἦ
καὶ ἦα καὶ ἦν καὶ
ἔσκον καὶ ἔην ἐπὶ πρώτου προσώπου. κεῖνται γὰρ ἀντὶ τοῦ ὑπῆρχον, ὡς καὶ τὸ, τοῖος
ἔον ἐν πολέμῳ.
(Vers. 353.) ἔτι πλάττει ὁ ψευδόπτωχος καὶ περὶ ὄρος τὸ Ἰθακήσιον διαφυγεῖν αὐτὸς
τοὺς Δουλιχιώ-
τας ναύτας, εἰπών· ἔνθ' ἀναβὰς, ὅθι τε δρίος ἦν πολυανθέος ὕλης, κείμην πεπτηὼς,
ρον καὶ εὐτελέστερον κατὰ τοὺς γλωσσογράφους, καθ' οὓς καὶ ὑπερβολικῶς εἴρηται
τὸ, μηδὲν ἀκιδνό-
τερον εἶναι ἀνθρώπου, ἢ μᾶλλον ὑπομενετικώτερον, φερεπονώτερον, παρὰ τὸ μὴ
κίδνασθαι ἤτοι
χωρίζεσθαι καὶ πόῤῥω γίνεσθαι τοῦ ἐπισυμβαίνοντος. ὅτι δέ τινες καὶ παρὰ τὸ αἰκίζω
894
τῆς Πηνελόπης ἀκουούσης, ἃ ἔλεγεν Ὀδυσσεὺς, ῥέε δάκρυα, τήκετο δὲ χρώς. εἶτα
λαβὼν ἀφορμὴν ἐκ
τοῦ τήκετο ἐπάγει· ὡς δὲ χιὼν κατατήκετ' ἐν ἀκροπόλοισιν ὄρεσσιν, (Vers. 206.) ἥν τ'
Εὖρος οἷα
χλιαρὸς κατέτηξεν, ἐπὴν Ζέφυρος καταχεύοι, ὡς ψυχρὸς δηλαδή. τηκομένης δ' ἄρα
τῆς ποταμοὶ πλή-
θουσι ῥέοντες, ὣς τῆς τήκετο καλὰ παρήϊα δακρυχεούσης. (Vers. 208.) Καὶ ὅρα ὡς
πεντάκις εἶπε
τὰς ἀπὸ τοῦ τήκω κινήσεις. ὡς γάρ φασιν οἱ παλαιοὶ, οὐκ ἔχει καιριωτέραν ταύτης
εἰπεῖν λέξιν ἐν τοῖς
ἄρτι ῥηθεῖσιν. (Vers. 207.) Τὸ δὲ, ποταμοὶ πλήθουσι ῥέοντες, διὰ τὸ πλῆρες τῆς
παραβολικῆς ἱστο-
ρίας ἔφη. ἄλλως γὰρ ὑπερβολικὸν ποταμηδὸν ῥέειν δάκρυον, εἴ γε καὶ τὸ κρήνης
δίκην αὐτὸ ῥέειν ἐν
Ἰλιάδι ὑπερβολὴν ἔχει. (Vers. 204.) Ἰστέον δὲ ὅτι τοῦ τήκω ῥήματος πολλά τινα
παράγοντες, ἐκεῖθεν
895
γίνεται καὶ τὸ τήγανον, οἱονεὶ τήκανόν τι ὄν. τὸ δ' αὐτὸ παρά τισι καὶ τάγηνον κατὰ
μετάθεσιν,
Δωρικῶς δὲ καὶ ἤγανον, ὡς καὶ ἀλλαχοῦ δεδήλωται. τινὲς δὲ ταγηνόν φασι τὸ ἐν
τηγάνῳ ἑψηθέν. Συ-
ρακούσιοι δὲ, ὥς φησιν Ἀθήναιος, τὴν μὲν λοπάδα τήγανον καλοῦσι, τὸ δὲ κοινῶς
τήγανον ξηροτή-
γανον. χρῆσις δὲ ἠγάνου μὲν δίχα τοῦ τκαὶ παρὰ Ἀνακρέοντι· χεῖρά τ' ἐν ἠγάνῳ
βαλεῖν· τηγάνου δὲ
σὺν τῷ τἐν τῷ, πηδῶσι δ' ἰχθῦς ἐν μέσοισι τηγάνοις· καὶ ἀπὸ τηγάνου τ' ἔφασκεν
ἀφύας φαγεῖν. ἐξ
αὐτοῦ δὲ καὶ ῥῆμα. Φρύνιχος· ἡδὺ δ' ἀποτηγανίζειν ἄνευ συμβολῶν. ταγήνου δὲ
χρῆσις ἐν τῷ, ἀτάρ
τοι τὸ τάγηνον ἄριστον. (Vers. 205.) Ἔτι ἰστέον καὶ ὅτι τὸ, ἀκροπόλοισιν ὄρεσσι,
ταυτόν ἐστι τῷ,
κορυφαῖς ὀρῶν, ὡς δῆλον ἐκ τῶν παλαιῶν παραδόντων εἰς τρία διαιρεῖσθαι τὸ ὄρος,
εἰς ἀκρώρειαν,
εἰς ὑπερώρειαν, καὶ εἰς τέρμα· ὧν τὸ μὲν κορυφὴ, τὸ δὲ πλευρὰ ὄρους, τὸ δὲ
τελευταῖον, οἱ καὶ πόδες.
αἱ δὲ κορυφαί, φησι, καὶ ἀκρόπολοι, περὶ ὧν καὶ ἐν τοῖς εἰς τὴν Ἰλιάδα ἐῤῥέθη. τὸ δὲ
ἄκρον, ἐξ οὗ τὰ ἀκροπόλα ὄρη, καὶ τὰς ἀκροπόλεις ποιεῖ, καὶ τὰ ἀκροθίνια, ὅ πέρ
ἐστιν ἄκρον σωροῦ,
καμάραι. θολία δὲ θηλυκῶς πῖλος εἰς ὀξὺ ἀπολήγων· οἱ δὲ σκιάδιον. (Vers. 444.) Τὴν
δὲ Ἀφροδί-
την φυσικῶς κατὰ μετωνυμίαν εἰς μίξιν ἀλληγορῶν ἔφη, ἣν ὑπὸ μνηστῆρσιν ἔχον, ὅ
περ αὖθις διασα-
φῶν ἐπάγει· μίσγοντό τε λάθρῃ. (Vers. 445.) Καὶ ὅρα τὸ λάθρῃ συντελοῦν εἰς τὸ,
ψίθυρος Ἀφρο-
δίτη, περὶ οὗ προγέγραπται. (Vers. 464.) Τὸ δὲ, μητέρι θ' ἡμετέρῃ, ἔχει τι
ἀντιστροφῆς ὁμοίωμα
ῥητορικοῦ σχήματος κατὰ τὸ ὁμόφωνον τοῦ τέλους τῶν λέξεων. (Vers. 468.) Κίχλαις
δὲ καὶ πελείαις
εἰκάζει τὰς ῥηθείσας δμωὰς, τὸ μὲν ἴσως διὰ τὸν κιχλισμὸν τῶν γελώτων οὓς ἐγέλων
εὐφροσύνην
ἀλλήλαις παρέχουσαι ὅτε καὶ ἡ τοῦ Ὀδυσσέως ὑλάκτει καρδία, τὸ δὲ διὰ τὸ
κατωφερές· τοιαῦται γὰρ
αἱ περιστεραὶ, ὧν τὸ πάντροφον διὰ τὸ ἀεὶ μίγνυσθαι. Ὅτι δὲ τὰς κίχλας κιχήλας
τρισυλλάβως
ἔλεγον οἱ Δωριεῖς καὶ ὡς ἐκ τῆς αὐτῶν φωνῆς κιχλίζειν καὶ κιχλισμὸς ἐπὶ γυναικείου
γέλωτος, οὐκ ἄδη-
λόν ἐστι. χρῆσις δὲ κιχηλῶν οὐ μόνων παρὰ τῷ κωμικῷ, ἀλλὰ καὶ παρ' Ἐπιχάρμῳ ἐν
τῷ, τὰς ἐλαιοφι-
λοφάγους κιχήλας· ὃ κεῖται παρὰ τῷ δειπνοσοφιστῇ. ὃς καὶ Συρακουσίων λέξιν τὰς
κιχήλας λέγει, ὡς
δηλαδὴ καὶ αὐτῶν δωριζόντων. ἐκεῖνος δὲ ἱστορεῖ καὶ ὅτι τὸ εἰς Ὅμηρον
ἀναφερόμενον ἐπύλλιον αἱ ἐπι-
κιχλίδες προσηγορίας τοιαύτης ἔτυχεν, ἐπεὶ Ὅμηρος ᾄδων αὐτὸ τοῖς παιδαρίοις
896
Zosimus Hist., Historia nova (4084: 001)“Zosime. Histoire nouvelle, vols. 1–3.2”,
Ed. Paschoud, F.Paris: Les Belles Lettres, 1:1971; 2.1–2.2:1979; 3.1:1986; 3.2:1989.
Book 1, Chap. 71, sec. 2, line 4
Ἀγγελῆς· δῆμος τῆς Ἀττικῆς Πανδιονίδος φυλῆς
Αἰγιαλέων· Ἀργείων
Ἄγγελον· Συρακούσιοι τὴν Ἄρτεμιν λέγουσι
ἀγγέλλεσκον· ἤγγελλον An
ἀγγέριος· ἄγγελος
[ἀγγεράκομον· σταφυλήν]
Ἀγγίτας· ὄνομα ποταμοῦ, ὅς ἐστι περὶ τὸ Παγγαῖον (Hdt.
7,113). ὁμοίως καὶ ἡ Ἄρτεμις
ἄγλιθες· ἐξ ὧν ἡ κεφαλὴ συνέστηκε τῶν σκορόδων
ἀγγοπήνια· τὰ τῶν μελισσῶν κηρία
ἄγγορα· ῥᾶξ, σταφυλή
ἀμπισχόμενον· περιβαλλόμενον
ἀμπίτιαρ· παραταττομένη
ἀμπλακεῖν· ἁμαρτεῖν
ἀμπλάκημα· ἁμάρτημα (Eur. Phoen. 23) vgn
ἀμπλακίῃσιν· ἁμαρτήμασιν (Greg. Naz. c. 1,2,9,47) S
ἀμπλακήματα· ἁμαρτήματα S(b)
ἀμπλακών· ἀποτυχών. ἁμαρτάνων Sp
ἀμπνύνθη· ἀνέπνευσεν (Ε 697) S
ἄμπνυτο· ἀνεσωφρονίσθη (Λ 359)
ἀμπνύνθη· ἀνεπινύσθη. ἀνεσωφρονίσθη (Ε 697)
ἀμπόχοι· τὶς ἐν Συρακούσαις ἀρχή
ἀμπρακόν· μακρόθεν
ἀμπρεύειν· προτονίζειν. ἕλκειν. ἁμαξηλατεῖν
ἀμπρεύωμεν· ἕλκωμεν
ἄμπρον· τὸ τεταμένον σχονίον, ᾧ ἐχρῶντο ἀντὶ ῥυμοῦ (p)
ἄμπυκα, κεκρύφαλον· κόσμον γυναικῶν (Χ 469) S
ἄμπυξ· χαλινός. (gΣ) τριχόδεσμος g(Σ)
ἄμπυκες· τὰ διαδήματα (Χ 469) ἢ χαλινοί (Ε 358) ἢ τροχοί·
οὕτως Σοφοκλῆς ἐν Φιλοκτήτῃ (678) διὰ τὸ κυκλοτερές
ἀμπυκτήρια· τὰ φάλαρα. Σοφοκλῆς Οἰδίποδι ἐν Κολωνῷ (1069)
ἄμπωτις· ἀνάποσις q. vgSP ξηρασία vgSP ὅπου ἀναποδίζει τὸ
βαιτρεύειν· ἀροτριᾶν
βαίτιον· βοτάνη ἐμφερὴς δικτάμνῳ, ἤγουν γλήχωνι
βαίτη· δερμάτινον ἔνδυμα, ὅπερ ἔνιοι σισύραν· ἔνιοι δὲ σκηνὴν
δερματίνην (Soph. fr. 928)· οἱ δὲ διφθέραν (Sophr. fr. 38)
Βαίτυλος· οὕτως ἐκαλεῖτο ὁ δοθεὶς λίθος τῷ Κρόνῳ ἀντὶ Διός q
βλίτυξ· βδέλλα
[βαιτῶνα· τὸν εὐτελῆ ἄνδρα]
βαιῶμφαι· αἱ αἶγες, ἐν ἱερατικῆι
βαιών· ἰχθύς p (Epich. fr. 64), ὁ καὶ βλέννος, παραπλήσιος
κωβίῳp. οὕτως καὶ μέτρον παρὰ Ἀλεξανδρεῦσι
Βαιῶτις· Ἀφροδίτη, παρὰ Συρακουσίοις
βακάϊον· μέτρον τι
βάκηλος· ὁ μέγας. ἢ ἀνόητος. vgA ἢ ὁ ἀπόκοπος, ὁ ὑπ' ἐνίων
γάλλος. οἱ δὲ ἀνδρόγυνος. ἄλλοι παρειμένος, γυναικώδης vgA.
παρὰ Μενάνδρῳ Ὑμνίδι (fr. 477). καὶ τὸ σύνηθες ἡμῖν
βάκκαρις· μύρον ποιὸν ἀπὸ βοτάνης ὁμωνύμως· ἔνιοι δὲ ἀπὸ
μυρσίνης· ἄλλοι δὲ μύρον Λυδόν. ἔστι δὲ καὶ ξηρὸν διάπασμα
ἐξ ἀρακίων· ἐκ φιαλῶν
ἔξαρνος· ἀρνούμενος APvgn
ἐξάρξατε· προκατάρξατε. καταλέξατε (Ps. 146,7) APvg
ἔξαρον· ἆρον. ἐξάλειψον (Sir. 36,6)
ἐξαρτηδόν· μετὰ τοῦ ἐκκρέμασθαι
ἐξαρτίζει· πληροῖ. τελειοῖ gn
ἐξαρτῆσαι· ἐκκρεμάσαι. τελειῶσαι
ἐξαρτύειν· παιδεραστεῖν
ἐξαρύσαι· ἐξαντλῆσαι
ἐξαρώμεναι· ἐξ ἀγκῶνος φλεβοτομούμεναι
ἑξᾶς· εἶδος νομίσματοςπαρὰ Συρακουσίοις
ἐξασελγαίνωμεν· ἀναπληρώσωμεν ...
ἐξαυαίνεται· ἀποθνήσκει (Ar. fr. 612)
ἐξαύδα· ἔξειπον Av (gn), λέγε. (Α 363) r φώνησον. βόησον
ἐξαῦσαι· ἐξελεῖν Εὔπολις(s)
ἐξαυστήρ· κρεάγρα (Aesch. fr. 2?)
ἐξαυτῆς· παραυτίκα Avgn
ἐξαῦτις· μετὰ ταῦτα r ἐκ δευτέρου (Α 223) n
ἐξαφάζων· ἔξω ἑαυτοῦ γιγνόμενος. καὶ περιβλέπων
ἑξαφολέκτης·
ἐπιλιπές· ἐλλιπές
ἐπιλιτρίς· τὸ μέσον τοῦ ζυγοῦ
ἐπιλοβίς· μέρος τοῦ ἥπατος
ἔπιλλοι· ὕπουλοι
ἔπιλλος· παράστραβος, ἡσυχῆ διάστροφος· παρὰ τοὺς ἰλλούς,
οἵ εἰσιν οἱ ὀφθαλμοί· δενδίλλων εἰς ἕκαστον (Ι 180)
Ἐπιλύκειον· ἀρχεῖον τοῦ πολεμάρχου Ἀθήνησιν
[ἐπιλύγεον· ἐπινέφελον, σκοτεινόν]
[ἐπιλύς· ξένος] AS
Ἐπιλυσαμένη· ἐλευθερία. καὶ μία τῶν Εἰλειθυιῶν. καὶ ἐπώνυ-
μον Δήμητρος, παρὰ Ταραντίνοις καὶ Συρακουσίοις
ἐπὶ Λειψυδρίῳ μάχη· οἱ φυγάδες Ἀθήνηθεν, ὧνοἱ Ἀλκ-
μαιωνίδαι ἡγοῦντο, κατιέναι θέλοντες, πολλάκις ἔπταιον, καὶ
Λειψύδριον τειχίσαντες ...
905
ἰρῶν· εὐχῶν AS
907
κοπή (Θ 89)
ἴωψ· ἰχθὺς ποιὸς παρὰ Καλλιμάχῳ (fr. 460 Pf.)
ἰῶ· θεράπευε, ἰάτρευε (Aesch. fr. 349)
Ἰωάννης· χάρις. ἢ ἐχαρίσατο
Ἰωαθάμ· Ἰαὼ συντέλεια
Ἰωήλ· ἀγαπητὸς Κυρίου. ἀρχή
Ἰωνᾶς· ἑρμηνεύεται ὑψίστου πονοῦντος. ἢ περιστερά. προφή-
της παρ' Ἑβραίοις
Κααρτίας· βάτραχος
[καασσαύριον· πορνεῖον]
κλάσσεται· ἄρχεται. Συρακούσιοι
[κάαυκα· περιδέραια. πλόκια]
κάβαισος· ἄπληστος· p. κάβος γὰρ μέτρον σιτικόν (Cratin.
frg. 103)
καβάλλης· ἐργάτης ἵππος
καβάλλιον· καβάλλης. καὶ ἡ πρώτη τοῦ τρικλίνου κλίνη, διὰ
τὸ ἀνάκλιτον
Κάβαρνοι· οἱ τῆς Δήμητρος ἱερεῖς, ὡς Πάριοι (Antim. frg.
67 W.)
θαρσία (AS) n
λῆμμα· θράσος. δύναμις. τόλμα. ἀξίωμα AS. κέρδος. φρόνημα
Avgn. ἢ δῶρον (AS) p
Λήμνια· φοβερά. μοχθηρά
Λημνίᾳ χειρί· ὠμῇ, καὶ παρανόμῳ· ἀπὸ τῆς μοχθηρίας
Λήμνιον βλέπει· πυρῶδες, ἐπειδὴ τὸ πῦρ Λήμνιον
Λήμνιον κακόν· παροιμία, ἣν διαδοθῆναί φασιν ἀπὸ τῶν
παρανομηθέντων εἰς τοὺς ἄνδρας ἐν Λήμνῳ ὑπὸ τῶν γυναικῶν
λημνίσκους· τὰς ταινίας. Συρακούσιοι
Λῆμνον· νῆσον οὕτω καλουμένηνAS
Λῆμνος· νῆσος τῆς Θρᾴκης g πλησίον, ἱερὰ Ἡφαίστου (Α 593)
Λημυκαί· γένος τι ἐπισήμον ἐν Μεταποντίῳ
λίην· λίαν (Β 800)
λῆναι· βάκχαι. Ἀρκάδες
Ληναῖος· Διόνυσος r. ASp
Ληναιών· μήν. οὐδένα τῶν μηνῶν Βοιωτοὶ οὕτω καλοῦσιν.
εἰκάζει δὲ ὁ Πλούταρχος Βουκάτιον. καὶ γὰρ ψυχρός ἐστιν.
ἔνιοι δὲ τὸν Ἑρμαῖον, ὃς μετὰ τὸν Βουκάτιόν ἐστιν ... καὶ γὰρ
Ἀθηναῖοι τὴν τῶν Ληναίων ἑορτὴν ἐν αὐτῷ ἄγουσιν (Hes.
νοντο
λολλοῦν· τὰ παιδία τὸνπόλτον· κέχρηται τῇ λέξει Ἕρμιπ-
πος (fr. 89)
λομβούς· τοὺς ἀπεσκολυμμένους
λόμβαι· αἱ τῇ Ἀρτέμιδι θυσιῶν ἄρχουσαι, ἀπὸ τῆς κατὰ τὴν
παιδιὰν σκευῆς. οἱ γὰρ φάλητες οὕτω καλοῦνται
λόνδις· βωμολόχος. εἴρων
λοξοβάμοισι· πλαγίως περιπατοῦσιν (Greg. Naz. c. 1,2,1,714)
λοξός· πλάγιος ASvg, ἐπικαμπής
λόξωσις· πλαγίωσις
λοπάς· Συρακούσιοιτὸ τήγανον· παρὰ δὲ Θεοπόμπῳ ἐν
Ἀδμήτῳ (fr. 92) ἡ σορὸς καὶ παρὰ τοῖς κωμικοῖς. καλεῖται
δὲ οὕτωςκαὶ ὁ ἐν τῇ αλλαδη γινόμενοςλίθος h
λόπιμα· κάστανα. οἱ δὲ Εὐβοϊκά. λουτήλου
λοπίξαι· λαμπρῦναι S. ἢ λεπιδῶσαι
λοπός· λέπισμα (τ 233) r(AS)
λοπῶντα· λεπιζόμενον, ἢ ⌊λοπιζόμενον (Aesch. fr. 76,6) S
λορδόν· ὑπόκυρτον, ⌊ἀπεξυλωμένον, συγκεκαμμένον τῷ σώ-
ματι (AS)
μυριάκις· μυριοντάκις A
Μυρῖκαι· χωρίον ἱερὸν Ἀφροδίτης ἐν Κύπρῳ
μυρικᾶς· ἄφωνος, ἐν ἑαυτῷ ἔχων ὃ μέλλει πράττειν
μυρίκη· εἶδος δένδρου, ὀνομασθὲν ἀπὸ τοῦ μύρεσθαι τὴν εἰς
αὐτὸ μεταβαλοῦσαν κατὰ τοὺς μύθους, [τὴν] Κινύρου θυγατέρα
909
μυρίκη· δυσώδης
μυρικίνῳ· ἀπὸ μυρίκης. ἀγρίου δένδρου (Ζ 39) Ab
Μύρινα· ἡρωΐς, παρὰ Ἰλιεῦσι (Β 814)
μυρ(ρ)ίνη· μυρσίνη· ὁ δὲ καρπὸς αὐτῆς μύρταASvg
μυρίον· πολὺ τῷ πλήθει (Σ 88)
μύρκος· ὁ καθόλου μὴ δυνάμενος λαλεῖν. Συρακούσιοι. ἐνεός.
ἄφωνος
μυρμεαί· νύσσειν
μύρμηκας· ἔξω τοῦ ζῴου καὶ οἱ πυκτικοὶ ἱμάντες. καὶ τῶν
θαλασσίων πετρῶν εἶδος. καὶ ζῷα ὑπόπτερα, ὡς κύνες τὸ
μέγεθος
μυρμηκιά· τάσσεται δὲ καὶ ἐπὶ διδασκαλείου καὶ συμφοιτήσεως.
ἦν δὲ καὶ λόγος, ὡς ὁ πτύσας εἰς μυρμηκιὰν οἰδεῖ τὰ χείλη,
ὡς ὁ Δεινολόχος (fr. 12 K.)
Μύρμηκος ἀτραπούς· Ἀθήνησιν ἐν Σκαμβωνιδῶν ἔστι
Μύρμηκος ἀτραπός, ἀπὸ ἥρωος Μύρμηκος ὀνομαζομένη (Ar.
παλιτούτη· πλίνθος
πάλθοις· τόξοις. σφενδόναις
[παλίβολος· ἄστατος, εὐμετάβολος, ἢ εὐμετάβλητος]
παλι(γ)γλώσσῳ· βλασφήμῳ
παλιγκάπηλος· ὁ μετάβολος. ὁ τὸ αὐτὸ ἀεὶ ἀγοράζων καὶ πωλῶν.
ὡς παλίνδουλοςὁ πολλάκις δουλεύσας
παλίγκλαστον· σκολιόν. αὐστηρόν. δύστροπον
παλίγκοτα· οὐκ ἀξιόχρεα. ὀργίλα. ἐχθρά. καὶ τὰ ὅμοια
παλιγκώα· πλάνη
παλ(.)ίζεσθαι· σφαιρίζειν
Παλικοί· Ἀδράνῳ δύο γεννῶνται υἱοὶ Παλικοί, οἳ νῦν τῆς Συρακου σίας εἰσὶ
κρατῆρες, οἱ καλούμενοι Παλικοί, οἱ καὶ κατοικήσαντες αὐτήν
παλίλλογα· παλινσύλλεκτα
παλιλλογία· ταυτολογία
παλίμβιος· ὡς ἐξ ἀναβιώσεως
παλίμβολον κήρυκα· τινὲς τὰ ἐναντία βουλευόμενον. οὐκ εὖ.
[συόαι· βάρβαροι]
συοβαύβαλοι· συῶν αὐλιστήρια καὶ κοιμητήρια
Συοβοιωτοί· οἱ Βοιωτοὶ σύες
συορόγχαι· βλαπτικοί
συὸς ἀγρίου· συάγρου
συοφόρβια· συῶν ἀΓέλαι. ἢ χοίρων ἀσφαλεῖς δεσμοί
συοφορβός· σῦς τρέφων
Συπαλήττ[ε]ιος· δῆμος φυλῆς Κεκροπίδος
Συπαλητ(τ)ίους· κακούργους
σύραι· πολυτελεῖς
Συρακοσία τράπεζα· πολυτελής
σύρας μαχαίρας· ὅτι πολυτελεῖς, διὰ τὸ παροικεῖν αὐτοὺς Πέρσαις·
εἰ μὴ ἀντὶ τοῦ σοβαρεῖς· καὶ μήποτε σύβρας. Συβρ(ι)άζεινγὰρ
τὸ θρύπτεσθαι καὶ χλιδᾶν φασι
σύρβα· μετὰ θορύβου
σύρβη· παρὰ τοῖς μεταλλικοῖς
συρβηνεύς· Κρατῖνος ἐν Θρᾴτταις. ἤτοι (α)ὐλητής· σύρβηγὰρ ἡ
αὐλοθήκη. ἢ ταραχώδης
Συργάστωρ· συοφορβός. καὶ ὄνομα βαρβαρικόν
ταρόν· ταχύ
τάρπημεν· ἐκορέσθημεν
ταρπήμενα(ι)· τερφθῆνα(ι), [τερπνά]
τάρπησαν· τέρψιν ἔλαβον
τάῤῥοθοι· παρορμῆται. βοηθοί
τάῤῥοθος· βοηθός, ἀρ[ρ]ωγός
ταῤῥοί· τὰ ἀγγεῖα τῶν τυρῶν
τὸν θεὸν καὶ τὴν ὕλην καὶ τὰς ἰδέας φησίν· Ἀριστοτέλης δὲ ὁ
Σταγειρίτης ὁ Νικομάχου εἶδος καὶ ὕλην καὶ στέρησιν· στοιχεῖα
δὲ οὐ τέσσαρα, ἀλλὰ πέντε· ἕτερον γὰρ εἶναι τὸ αἰθέριον εἴρη-
κεν, ἄτρεπτόν τε καὶ ἀμετάβλητον. Ξενοκράτης δὲ ὁ Χαλκηδό-
νιος ἀέναον τὴν ὕλην, ἐξ ἧς ἅπαντα γέγονε, προσηγόρευσεν.
Ζήνων δὲ ὁ Κιτιεὺς ὁ Μνασέου, ὁ Κράτητος φοιτητής, ὁ τῆς
Στωϊκῆς ἄρξας αἱρέσεως, τὸν θεὸν καὶ τὴν ὕλην ἀρχὰς
Θεοδώρετος Graecarum affectionum curatio Book 11, sec. 3, line 1
καὶ πλεονασμῷ τοῦ βἀμβλύς. οὕτως Ὠρίων (14, 9) AB, Sym. 744,
EM 1032, Et. Gud. α 319. Orio l. c.
Ἀμβρόσιος ὕπνος(Β 19)· θεῖος, θαυμαστός, ὃν
οὐχ οἷόν τε βροτοῖς ἅψασθαι. ἢ ὁ ὑγρός· ὑγρὸς γάρ ἐστιν ὁ ὕπνος,
οἷον (Ξ 253 ...)·
νήδυμος ἀμφιχυθείς·
καὶ ἀμβρόσιος οὖν διὰ τοῦτο λέγεται ὁ ὑγρός. οὕτως Ὦρος. ὁ δὲ
Θεόγνωστος (Orth. 56, 25) γράφει τὸ σειδίφθογγον· τὰ γὰρ διὰ
τοῦ σιοςἅπαντα πλὴν τῶν μετουσιαστικῶν διὰ τοῦ ιγράφονται, οἷον
διπλάσιος ἀσπάσιος Ταράσιος ἀμβρόσιος ἱκέσιος Ἐφέσιος ἀνάρσιος
Συρακόσσιος (οὕτως γὰρ Ἡρωδιανὸς ἐν τῇ Καθολικῇ (Ι 120, 2)
διὰ δύο σσγράφει τὸ ὄνομα) διαπρύσιος. ὁμοίως καὶ τὰ ἐπ' ἀριθμῶν
τασσόμενα διὰ τοῦ σιοςδιὰ τοῦ ιγράφονται, οἷον διακόσιοι τρια-
κόσιοι. εἶπον «μὴ σημαίνοντα μέρος σώματος ἢ μετουσίαν δη-
λοῦντα» διὰ τὸ ὕειος κάρα καὶ χρύσειος σταυρός διὰ τῆς ειδιφθόγ-
γου γραφόμενα AB, Sym. 745, EM 1043. Orio + Theognost. l. c.
Ἀμβροσίην διὰ νύκτα(Β 57)· διὰ τῆς θείας
νυκτός AB, EM 1044. Comm. Hom.
Methodius.
Ἀντιφερίζω(Hes. op. 210)· τὸ ἐναντιοῦμαι ἢ ἐξισοῦμαι·
παρὰ τὸ φέρω φερίζω, ὡς θέρω θερίζω, οἷον (l. c.)·
ἄφρων δ', ὅς κ' ἐθέλῃ πρὸς κρείσσονας ἀντιφερίζειν·
ἀμφότερον (l. c. 211)·
{Γεωργίου} Εἴλυμα· τὸ σκέπασμα· διὰ τῆς ει· παρὰ τὸ εἰλῶ εἰλύω εἰλύσω καὶ ἐξ
αὐτοῦ εἴλυμα.
Εἰλυφάζω· τὴν φλόγα συστρέφω καὶ τὸ σείω τοὺς ὀφθαλμοὺς καὶ τινάσσω.
{Γεωργίου} Εἰλῶ· διὰ τῆς ει· ἀνεφάνη γὰρ τὸ εἐν τῷ ἑλίσσω καὶ ἐν τῷ ἐλλε-
δανός, ⟦ὃ σημαίνει τὸν δεσμόν⟧.
Εἰλώ⟦μενος⟧καὶ εἰλού⟦μενος⟧· στρεφ⟦ό⟧μ⟦ενος⟧.
Εἴλως· εἵλωτος· ὁ μισθωτός, ὁ δοῦλος· παρὰ τὸ ⟦ἕλω, τὸ λαμβάνω⟧, ἕλως
καὶ εἵλως. ἰστέον δὲ ὅτι παρὰ Λακεδαιμονίοις εἵλωτες λέγονται οἱ ἐπὶμισθῷ
δουλεύοντες ἐλεύθεροι, οἱ αὐτοὶ δὲ παρὰ Ἀθηναίοις θῆτες λέγονται, παρὰ Ἀργείοις
γυμνῆτες, παρὰ Θεσσαλοῖς Πενέσται, παρὰ Κρησὶ πελάται, παρὰ Σικυωνίοις
κορυνηφόροι, παρὰ δὲ Συρακουσίοις Καλλικύριοι.
919
Εἵλως· εἵλωτος· πῶς μακρᾷ παραληγόμενον διὰ τοῦ τοςκλίνεται; ἕλως γὰρ
ἕλωτος ἦν καὶ ὡς βραχείᾳ παραληγόμενον διὰ τοῦ τοςἐκλίθη. εἵλωτες δέ εἰσιν
οἱ κατοικοῦντες τὴν Μεσσηνιακήν.
Εἵλως· ... εἵλωτες δὲ καὶ οἱ δοῦλοι παρὰ Ἀθηναίοις· ἀπὸ τοῦ ἕλως
ἕλωτος πλεονασμῷ τοῦ ι.
μένας.
Ἁρμός: Ἡ ἁρμογὴ καὶ συνάφεια. Παρὰ τὸ
ἀρῶ (ὃ καὶ ἀραρῶ, διπλασιασμῷ) ἦρμαι, ἁρμὸς, τῆς
δασείας προσελθούσης, ὡς εἴρω, εἱρμός.
Ἁρμόζω: Ἐκ τοῦ ἁρμός· τοῦτο παρὰ τὸ ἀρη-
ρέναι καὶ συνηρμόσθαι. Παρὰ τὸ ἁρμόζω, ἁρμόττω
Δωρικῶς.
Ἁρμῷ: Ἁρμὸς ἁρμοῦ ἁρμῷ. Αὕτη ἡ δοτικὴ
μετῆλθεν εἰς ἐπιρρηματικὴν συντονίαν, καὶ ἐφύλαξε
τὴν αὐτοῦ γραφήν· οἷον, ἁρμῷ· σημαίνει τὸ ἀρτίως.
Ὁ δὲ τεχνικὸς λέγει, ὅτι παρὰ τοῖς Συρακουσίοις
διὰ τοῦ ι γράφεται. Ἐκεῖνοι γὰρ ἁρμοῖλέγουσι
κατὰ συστολὴν τοῦ ω εἰς τὸ ο· οἷον παρὰ Καλλι-
μάχῳ,
Ἁρμοῖ γὰρ Δαναῶν γῆ ὡς ἀπὸ βουγενέως.
Σημαίνει τὸ ἀρτίως ἢ ἁρμοδίως,
Ἁρμοῖ που κἀκείνῳ ἐπέτρεχε λεπτὸς ἴουλος.
921
Catenae (Καινή Διαθήκη ), Catena in Acta (catena Andreae) (e cod. Oxon. coll.
nov. 58) (4102: 008)“Catenae Graecorum patrum in Καινή Διαθήκη , vol. 3”, Ed.
Cramer, J.A.Oxford: Oxford University Press, 1838, Repr. 1967.Page 410, line 27
{Τοῦ αὐτοῦ.} Εὔδηλον ὅτι καὶ τὸν λόγον ἐδέξαντο τοῦ κηρύγμα-
τος οἱ οὕτως αὐτοὺς ὑποδεξάμενοι· οὐ γὰρ ἂν ἐν τριμήνῳ τοσούτῳ
διελέχθησαν, μὴ σφόδρα αὐτῶν πιστευσάντων, καὶ καρποὺς ἐπι-
δειξαμένων ὥστε ἀπὸ τούτου τεκμήριον μέγα τοῦ πλήθους τῶν
πιστευόντων ἐστὶν ἰδεῖν.
λέκτου καθολικὸν καθίσταται, οἷον λέγομεν Παπία καὶ Αἰνεία τὴν γενικήν,
ἀλλ' οὐ καθόλου· καὶ γὰρ αἱ κοιναὶ λέγονται Παπίου καὶ Αἰνείου· οὕτω
καὶ ἐπὶ τοῦ Πάριος Θέτιος· ἀλλὰ καὶ ἐπὶ ῥημάτων, πεινῆς διψῆς ζῆς
[ἀλλὰ] καὶ τὰ ὅμοια, λέγεται κοινά, γελᾷς βοᾷς ἐρᾷς· ἔτι δὲ καὶ ὅτι ὁ
ποιητὴς πρὸ τῶν Συρακουσίων γενόμενος Ε 830τύψον δὲ σχεδίην
φησίν· εἰς ονδὲ λήγειν φασὶ διὰ τὴν μάχην τῶν κανόνων, ἐπειδὴ ὁ
μὲν εἰς αλήγειν αὐτὸ ἀπῄτει, ὁ δὲ εἰς ε. Οἱ δέ φασιν, ὅτι Συρακου-
σίων ἔθος ἐστίν, ἐκεῖνοι γὰρ εἰς ονφιλοῦσι περατοῦν τὰ προστακτικά·
ὑπὲρ δὲ τοῦ κεχρῆσθαι τὸν ποιητήν, φασίν, ὅτι Ἀρχίας καὶ Χερσικρά-
της Κορινθόθεν ἀποικίαν ποιησάμενοι ᾤκησαν τὴν Φαιακίαν, Ἀρχίας δὲ
Σικελίαν, ἔνθα καὶ τὰς Συρακούσας ᾠκοδόμησεν ἐπ' ὀνόματι τῶν ἰδίων
θυγατέρων· μετανάστης δὲ γενόμενος πάντως καὶ ἀφ' οὗ ὡρμᾶτο ἔθνους
τὴν διάλεκτον συνεπεφέρετο· τί οὖν θαυμαστόν, εἰ Ὅμηρος Συρακου-
σίοις κέχρηται ἔθεσι Δωρίδι χρώμενος, ἀφ' ἧς ὕστερον Συρακούσιοι
ἀπετμήθησαν· οἷς καὶ συντίθεται ὁ τεχνικός. Ὅτι δὲ καὶ διαλέκτου
ἰδίωμα καθολικὸν γίνεται, φανερόν· ἰδοὺ γὰρ λέγομεν Μηνᾶς Μηνᾶ,
Ζηνᾶς Ζηνᾶ, καὶ οὐχ εὑρίσκεται Μηνοῦ καὶ Ζηνοῦ· εἰ καὶ ὁ Φιλό-
πονόςφησιν, ἔστι μὴ ἀπὸ διαλέκτου ταῦτα λέγειν. Τυψάτω. Ἰστέον
ὅτι ἔδει νόμῳ τῶν εἰς ωπροστακτικῶν διὰ τοῦ ετωγενέσθαι τὸ τρίτον,
ἀλλὰ φιληδεῖ τὸ α· ἀλλ' οὐκ ἔστιν ἀληθές· διατί γὰρ τὸ δεύτερον οὐκ
ἐγένετο τύψα, εἴπερ χαίρει τῷ α;
Vitae Pindari Et Varia De Pindaro, Vitae Pindari et varia de Pindaro (4170: 001)
“in Pindari carmina, vol. 1.”, Ed. Drachmann, A.B.
Leipzig: Teubner, 1903, Repr. 1969.Page 3, line 3
Ὅτι τὸ φιλεῖ νοεῖ λέγει φέρει φίλησι νόησι λέγησι φέρησι λέγουσι Ῥηγῖνοι· καλεῖται
δὲ καὶ σχῆμα Ἰβύκειον ὑπὸ τῶν γραμματικῶν, διὰ τὸν μελοποιὸν δηλαδὴ Ἴβυκον
φιλῳδήσαντα τοιαύτῃ γλώσσῃ· τὸ δὲ λάβῃ λάχῃ τὰ αὐθυπότακτα, ἐξ ὧν λάβησι καὶ
λάχησιν οὐ τῶν Ῥηγίνων εἰσίν, ἀλλὰ τῶν Ἰώνων. – Καὶ οὗτοι μὲν οἱ τρόποι. Ἐπεὶ
δὲ ὁ τρόπος λέξεών ἐστι φράσις, εἴπωμεν καὶ τί ἐστι φράσις. Φράσις ἐστὶ λόγος
etc. = Tryphonisde tropis apud Spengelium III 191, 3 – 13 (ἀναγκαῖον).
Τρίτον γλωσσῶν τε καὶ ἱστοριῶν.] Τὸ τρίτον μέρος τῆς γραμμα-
τικῆς ἐστιν ἡ σύντομος ἀπόδοσις ἤγουν ἀπόκρισις τῶν τε γλωσσῶν καὶ ἱστο-
ριῶν. Ἰστέον δὲ ὅτι διαφέρει διάλεκτος γλώττης, ὅτι ἡ μὲν διάλεκτος ἐμπε-
ριεκτική ἐστι γλωσσῶν [τε καὶ ἱστοριῶν]· Δωρὶς γὰρ διάλεκτος μία, ὑφ' ἥν
εἰσι γλῶσσαι πολλαί, Ἀργείων, Λακώνων, Συρακουσίων, Μεςςηνίων, Κοριν-
θίων· καὶ Αἰολὶς μία, ὑφ' ἥν εἰσι γλῶσσαι πολλαί, Βοιωτῶν καὶ Λεσβίων
καὶ ἄλλων. Καὶ ἁπλῶς εἰπεῖν διάλεκτοι μέν εἰσι πέντε, Ἰάς, Ἀτθίς, Δωρίς,
Αἰολίς, κοινή, γλῶσσαι δὲ πολλαί. Συμβάλλεται δὲ ἡ γλῶσσα πρὸς ὀρθο-
γραφίαν καὶ ἐτυμολογίαν. Ἱστορία δέ ἐστι παλαιῶν πράξεων ἀφήγησις.
Διομήδους. – Τρίτονγλωσσῶν τε καὶ ἱστ. etc. = Σd 14, 13 – 22.
Τέταρτον ἐτυμολογίας εὕρεσις.] Τὸ τέταρτον μέρος τῆς γραμ-
ματικῆς ἡ τοῦ ἐτύμου, τουτέστι τοῦ ἐν τῇ λέξει ἀληθοῦς, ἀνάπτυξις·
ἔτυμον γὰρ τὸ ἀληθές, καὶ ἡ ἐτυμολογία ἐν τῷ σημαινομένῳ τὸ ἀληθὲς
938
ἄρα φεύγουσιν ἡμῖν ἐπιθῶνται Γύλιππος καὶ Συρακούσιοι· τοῦτό φησιν καθαρὰν
εἶναι μέθοδον ἐνδιάθετον,
ἀλλ' οὐ τὸ τοῦ Δημοσθένους· οὐ μέντοιγε ἁπλῶς τοῦτο
ἐκείνου κάλλιον νόημα· μαινοίμην γὰρ ἂν, φησὶν, ἀλλὰ
μέθοδον καλλίονα· καὶ τὴν αἰτίαν φησὶν εἰπεῖν, ὅτε τὸν
περὶ τοῦ στεφάνου λόγον ἐπεμέριζεν· ἡ δέ ἐστι τὸ μὴ δύ-
νασθαι πρὸ τῶν ἀγώνων παθαίνεσθαι Δημοσθένην, ἀλλ'
ἀφελῶς εὔχεσθαι.
Lexica Segueriana, De syntacticis (e cod. Coislin. 345) Alphabetic entry pi, page
162, line 6
942
ἐδήτυος: βρώσεως.
ἐδῄωσαν: κατέκοψαν. διέφθειραν.
ἕδνα: πρὸ γάμου δῶρα.
ἐδικαιώθησαν: δίκαιοι ἐκρίθησαν, ἐνομίσθησαν·
σημαίνει δὲ καὶ τὸ ἐναντίον, κατεδικάσθησαν
δικαίως. Δίων ἐν Ῥωμαϊκῶν πεντεκαιδεκάτῳ· ἔκ
τε γὰρ τῆς ἀπὸ τοῦ πάνυ ἀρχαίου ἀξι-
ώσεως, καὶ ἐκ τῆς παλαιᾶς πρὸς τοὺς
Ῥωμαίους φιλίας, οὐκ ἤνεγκαν δικαιω-
θέντες, ἀλλ' ἐπεχείρησαν καὶ οἱ Καμπανοὶ
τοῦ Φλάκκου, καὶ οἱ Συρακούσιοι τοῦ
μαρκέλλου κατηγορῆσαι, καὶ ἐδικαιώθη-
σαν ἐν τῷ συνεδρίῳ. Πολλαχοῦ δὲ καὶ οὕτω
κέχρηται τῇ λέξει ταύτῃ ἐπὶ τοῦ εἰρημένου, ὡς ἐν
τῷ ἑκκαιδεκάτῳ· καὶ πάντες ἀποθανεῖν ἐστε
ἄξιοι· οὐ μέντοι ἐγὼ πάντας ὑμῶν θανα-
τώσω, ἀλλ' ὀλίγους μὲν οὓς συνείληφα
ἤδη, δικαιώσω, τοὺς δὲ ἄλλους ἀφίημι.
Ἀλλαχοῦ δὲ πολλαχοῦ ὁμοίως.
944
ἔδουσιν: ἐσθίουσιν.
ἔδος: ἔδαφος. ἕδρασμα. ἱερόν. ναός.
κατὰ μέρη οἱ τῶν Ἀθηναίων πολῖται, καὶ τὰ μὲν μέγιστα μέρη φυ-
λαὶ ὠνομάζοντο, ἑκάστη δὲ φυλὴ πάλιν εἰς τρία διῄρητο, ὧν ἕκαστον
μέρος τριττὺς καὶ φατρία ὠνομάζετο. πάλιν δὲ τῶν φατριῶν ἑκάστη
εἰς γένη διῄρητο λʹ, ἐξ ὧν αἱ ἱερωσύναι αἱ ἑκάστοις προσήκουσαι
ἐκληροῦντο. καὶ γεννῆται οἱ ἐκ τοῦ αὐτοῦ καὶ πρώτου γένους τῶν λʹ
γενῶν, οὓς καὶ πρότερον φησὶ Φιλόχορος ὁμογάλακτας καλεῖσθαι.
Ἰσαῖος μέντοι τοὺς γεννήτας ἁπλῶς ἐξ αἵματος συγγενεῖς ὀνομάζει.
(Γεφυρὶς, ξένη καὶ ἐπείσακτος.) οἱ γὰρ γεφυραῖοι ξένοι καὶ ἐπή-
λυτοι ὄντες Ἀθήνησιν ᾤκησαν. οὕτως Ἡρόδοτος.
(ΓλαῦκοςΚαρύστιος .....) ὃς καὶ ὑπὸ Γέλωνος τοῦ Συ-
ρακοσίου ἀνῃρέθη. οὗ μέμνηται Δημοσθένης ἐν τῷ περὶ τοῦ στεφάνου.
(Γλυκὺς ἀγκών. οὐ κατ' ἐναντίωσιν ἡ παροιμία, ἀλλὰ βουλόμε-
νος εἰπεῖν “ὦ γλυκέα ἤθη”. ἔστι δὲ παροιμία, ὡς ἐπιφωνούμενον.
οὕτως ἐχρήσατο Πλάτων ὁ κωμικὸς) ἐν τῷ Φάωνι· γέρων δὲ αὐτῷ
ὑπόκειται ἐρῶν αὐλητρίδος· “ὦ χρυσοῦν ἀνάδημα, ὦ τοῖσιν ἐμοῖσι
τρυφεροῖσι τρόποις, ὦ γλυκὺς ἀγκών”. ὡς εἴ τις λέγει “ὦ γλυκὺς
πῆχυς” ...... ἐκεῖνος δὲ κατ' εὐφημισμὸν οὕτως ἐκλήθη· μακρὸς γὰρ
καὶ ἐργώδης. κέχρηται τῇ παροιμίᾳ Πλάτων ὁ φιλόσοφος.
Σχόλια στον Αίλιο Αριστείδη (5008: 001)“Aristides, vol. 3”, Ed. Dindorf,
W.Leipzig: Reimer, 1829, Repr. 1964.
Treatise Pan, Jebb pagëline-Hypothesis-Epigram 159,14, line 11
Σχόλια στον Απολλώνιο Ρόδιο , Scholia in Apollonii Rhodii Argonautica Page 120,
line 25
b ἧκεν:γράφεται εἷλεν. Lg
c ἀλλ' ἀνέμοισι δώομεν: ἡ διάνοια παρὰ τοῦ ποιητοῦ
(θ 408 sq.)·
’ἔπος δ' εἴ πέρ τι βέβακται
δεινόν, ἄφαρ τὸ φέροιεν ἀναρπάξασαι θύελλαι.’
1336 ἐπιφραδέως: διανενοημένως, συνετῶς. LgP
1337 ἐκυδάσσαο: ἐλοιδόρησας· κύδος γὰρ ἀρσενικῶς ἡ λοιδορία
παρὰ Συρακοσίοις. Σοφοκλῆς Αἴαντι μαστιγοφόρῳ (722)·
’κυδάζεται τοῖς πᾶσιν Ἀργείοις ὁμοῦ’.
1338 ἐνηέος ἀνδρός: ἐνηλλαγμέναι εἰσὶν αἱ πτώσεις. ὁ γὰρ
νοῦς· εἰς προσηνῆ ἄνδρα ἁμαρτεῖν.
1344 ἀρθμηθέντες: φιλιωθέντες. LgP
1345 βαλέσθαι: ἀντὶ τοῦ πολίσαι. Lg(P)
1346 ἐπώνυμον ἄστυ: ἀντὶ τοῦ ὁμώνυμον τοῦ ποταμοῦ. καὶ
γὰρ Κίος ὁ ποταμὸς καὶ ἡ πόλις. ὠνόμασται δὲ ὁ ποταμὸς ἀπὸ Κίου
τοῦ ἡγησαμένου Μιλησίων.
1348 – 49a ἐπηπείλησε δὲ γαῖαν Μυσίδ':ἀνάστατον καὶ
ἔρημον ποιήσειν παραυτὰ καὶ εὐθέως τὴν Μυσίδα ἤτοι Μυσῶν χώραν
Σχόλια στον Αριστοφάνη Scholia in aves Argumentum-scholion sch av, verse 1297,
line 1
Σχόλια στον Αριστοφάνη Scholia in aves Argumentum-scholion sch av, verse 1297,
line 7
Σχόλια στον Δημοσθένη (fort. auctore Ulpiano) Oration 20, sec. 403, line 7
Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Book of Iliad 21, verse 471b, line of scholion 2
Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (et recentiora e cod. Genevensi gr. 44) (5026:
003)“Les scolies genevoises de l'Iliade, vol. 1”, Ed. Nicole, J.
Geneva: Georg, 1891, Repr. 1966.Book of Iliad 12, verse 125, line of scholion 1
ἀποκρουστικὰ νούσων.
Θρινακίην· γράφεται καὶ ΤρινακίηνGd
Θρινακίην μὲν ῥίζαν· τὴν ἐν Σικελίᾳ
γενομένην· οὕτως γὰρ καλεῖται ἡ Σικελία διὰ τὸ τρεῖς ἄκρας
ἔχειν. τὰ δὲ ὀνόματα εἴρηνται τοῖς ἄλλοις. ἐν τῇ Σικελίᾳ δὲ
γίνεται ἡ θάψος. ταύτης δὲ τῷ χυλῷ χρῶνται πρὸς ὄφεις.
ἔστι δὲ χλωρότατον, ὅθεν οἱ βουλόμενοι χλωροὶ φαίνεσθαι
καὶ νοσώδεις ταύτῃ περιχρίονται τὸ πρόσωπον. εὑρηκέναι
δὲ αὐτήν φασι τὸν ...ὁΚρατεύας (fr. 16 Wellm.) ἐπὶ
νήσῳ τινὶ Θάψῳ, μιᾷ τῶν Σποράδων. ἔστι δὲ αὕτη ἡ νῆσος
Συρακούσης καὶ Ξιφωνίας μεταξύ. Ἄλλως· Θρινακίην
ἀντὶ τοῦ Σικελικήν. Τρινακρία γὰρ ἡ Σικελία διὰ τὸ τρεῖς
ἄκρας ἔχειν.
παρακομίζει.
BCDEQ Ὑψηλᾶν ἀρετᾶν:ὁ νοῦς· λέγει πρὸς τὴν Κα-
μάριναν τὴν Ὠκεανοῦ, ᾗ ὁμώνυμος ἡ πόλις καὶ ἡ λίμνη,
CDEHQ ὅτι δέξαι τῶν ἀρετῶν καὶ τῶν στεφάνων τῶν ἐν Ὀλυμπίᾳ
καὶ τῆς ἀπήνης τὸ ἄωτον, ἀντὶ τοῦ τὸν ὕμνον, ὅς ἐστι
δῶρα τοῦ Ψαύμιος νενικηκότος. τὸν ὕμνον δὲ ἄωτον τῶν
στεφάνων καὶ τῶν ἀρετῶν εἶπεν, ἐπεὶ οἱ νικῶντες ἐκ τοῦ
ὑμνεῖσθαι εὐκλεεῖς γίνονται. Ἀρίσταρχος δὲ ἀκούει Ὠκεα-
νοῦ θυγατέρα Καμάριναν τὴν λίμνην, ἀφ' ἧς καὶ τὴν πό-
λιν ὠνομάσθαι. Ἀρτέμων δὲ (FHG IV, 341) πρὸς τὴν Ἀρέ-
θουσαν τὸν λόγον εἶναί φησιν. αὕτη δὲ ἐν Συρακούσαις
κρήνη· ὑποτέτακται δὲ ἡ Καμάρινα ταῖς Συρακούσαις. ἔχει
δὲ ἡ Ἀρέθουσα καὶ πᾶσα κρήνη τὰς πηγὰς ἀπὸ Ὠκεανοῦ.
βέλτιον δὲ ὡς Ἀρίσταρχος.
CEHQ ἄλλως· Καμάρινα καὶ ἡ
πόλις τοῦ Ψαύμιδος καλεῖται καὶ λίμνη πλησίον αὐτῆς κει-
μένη. οἱ μὲν οὖν φασιν ὅτι τῇ πόλει τὸ ὄνομα ἐτέθη ἀπό
977
ρύσσει.
A τὰν νέοικον ἕδραν:νέοικον ἕδραν εἶπε τὴν
Καμάριναν ὁ Πίνδαρος. σαφηνίζει Τίμαιος ἐν τῇ δεκάτῃ·
εἰσὶ δὲ οὗτοι οἱ Καμαριναῖοι .... ὑπὸ τοῦ Γέλωνος τυ-
ράννου ἀνῃρέθησαν· εἶτα ὑπὸ Γελώων συνῳκίσθησαν ἐπὶ
τὴν εἰσβο-λὴν καὶ τὴν ἀρχήν. λαμπρὰν καὶ ἐπίσημον.
A Ὀλυμπιονίκας:ἐπισυνάγει πρῶτον μὲν ὅτι
Ὀλυμπιονίκης, δεύτερον δὲ ὅτι τοῦ μαντείου τοῦ Διὸς
διοικητὴς, τρίτον δὲ ὅτι ἀπ' ἐκείνου τοῦ πρῶτον κτίσαντος
τὰς Συρακούσας. metr. A
BCDEQ εἰ δ' εἴη μὲν Ὀλυμπιονίκας:λοιπὸν περὶ τοῦ
Ἀγησίου φησίν· εἴ τις οὖν ὃν τρόπον οὗτος Ὀλυμπιονίκης
εἴη καὶ προφήτης τοῦ κατὰ Πίσαν καὶ Ὀλυμπίαν μαντείου
καὶ συνῳκικὼς τὰς Συρακούσας, τίνα διαφύγῃ ἂν ὁ τοι-
οῦτος ὕμνον; οὐχὶ δὲ παντὸς ἂν τύχῃ, τῶν πολιτῶν γε δὴ
τυχὼν ἀφθόνων ἐν τῷ ὑμνεῖσθαι; τοῦτο δὲ προστίθησιν,
ἐπειδὴ οἱ πολῖται κατὰ φύσιν ἀλλήλοις φθονοῦσιν.
βωμῷ:ἀντὶ τοῦ βωμοῦ.
A δι' ἐμπύρων ἐν
Ἤλιδι Ἰαμίδαι ἐμαντεύοντο· ἀφ' ὧν τὸ γένος εἶχεν Ἀγησίας.
τοῦ δὲ μαντείου τοῦ ἐν Ἤλιδι καὶ Δικαίαρχος (FHG II, 239)
μέμνηται.
BCDEQ βωμῷ τε μαντείῳ ταμίας Διὸς ἐν Πίσᾳ:
παρόσον ὁ Ἀγησίας ἱερεὺς ἦν τοῦ ἐν Πίσῃ μαντικοῦ
ποκράτους διαδόχῳ.
βαθυκρήμνοισι δ' ἀμφ' ἀκταῖς Ἑλώρου:
περὶ τοῦτον τὸν ποταμὸν συνέστη Ἱπποκράτει τῷ Γελῴων
τυράννῳ πρὸς Συρακουσίους πόλεμος· ὁ δὲ Γέλων, οὗ
οὗτος ἑταῖρος, ἱππάρχει τότε Ἱπποκράτει. ἐν δὴ τούτῳ φησὶ
τῷ πολέμῳ [εἰκὸς τὸν] Χρόμιον ἐπιδείξασθαι πολλὰ ἔργα
κατὰ τὴν μάχην. περὶ δὲ τούτου τοῦ πολέμου Τίμαιος ἐν τῇ
ιʹ δεδήλωκε. καθάπαξ γάρ, φησὶν ὁ Δίδυμος, οὐδεμίαν ἄλλην
μάχην ἔχομεν εὑρεῖν περὶ τὸν Ἕλωρον τῶν συνηκμακότων τῷ
Χρομίῳ τυράννων, ὅτι μὴ σὺν Ἱπποκράτει τοῦ Γέλωνος πρὸς
Συρακουσίους. ὅτι μὲν οὖν Γέλωνα ἱππαρχεῖν κατέστησεν
Ἱπποκράτης, σαφὲς ὁ Τίμαιος ποιήσει γράφων οὕτως (FHG I 212)·
Ἱπποκράτης δὲ μετὰ τὴν Κλεάνδρου τελευτὴν ἅμα μὲν τοῦ
Γέλωνος ἐν τῇ τεταγμένῃ μεμενηκότος, ἅμα δὲ τοῖς Γελῴοις
χαρίσασθαι βουλόμενος, μεταπεμψάμενος αὐτὸν καὶ παρα-
καλέσας ἐπὶ τὰς πράξεις, ἁπάντων τῶν ἱππέων τὴν ἐπιμέλειαν
ἐκείνῳ παρέδωκεν. ὅτι δὲ καὶ ὁ Γέλων τῷ Χρομίῳ ἐχρῆτο
ἑταίρῳ, δῆλον πάλιν ἐξ ὧν φησι Τίμαιος ἐν τῇ βʹ γράφων
οὕτως (FHG I 212)· ἐπιτρόπους δὲ τοῦ παιδὸς μετ' ἐκεῖνον
κατέστησεν Ἀριστόνουν καὶ Χρόμιον τοὺς κηδεστάς· τούτοις
γὰρ ὁ Γέλων δέδωκε τὰς ἀδελφάς.
αἱ δίχα κινδύνου.
Germ. Ἴστω γὰρ καὶ γινωσκέτω ὁ υἱὸς τοῦ Σω-
στράτου, ὁ ὑμνούμενος δηλονότι, ἔχων δαιμόνιον καὶ λαμπρὸν
πόδα καὶ προοίμιον ἐν τούτῳ τῷ πεδίλῳ καὶ τῷ ὕμνῳ. § τοῖς
μὲν ὕμνοις παρέπονται στίχοι, τοῖς δὲ στίχοις ῥυθμός· καὶ πόδες
ἐντὸς τῶν στίχων, οἱ δ' αὖ στίχοι ἐντὸς τῶν ὕμνων. καλῶς ἄρα
κληθήσονται καὶ πόδες καὶ πέδιλον ὁ ὕμνος.
M. Ἴστω γάρ]γινωσκέτω δὴ ὁ υἱὸς τοῦ Σωστράτου ὁ
Ἀγησίας τούτῳ τῷ ὑποδήματι, ἀντὶ τοῦ τούτῳ τῷ ὕμνῳ, τουτέ-
στι τῷ τῆς νίκης τῶν Ὀλυμπίων καὶ τῷ τῆς ἱερατείας καὶ τῷ
τῆς συνοικίσεως τῶν Συρακουσῶν, δαιμόνιον πόδ' ἔχων, ἀντὶ
τοῦ δαιμονίως αὐτὸς ἁρμόζων, τουτέστιν ὡς ἀπὸ μοίρας δαί-
μονος.
ἤτοι ἐν ἠπείρῳ. – ἤγουν ἐν θαλάσσῃ.
ἐπαι-
νεταί.
διὰ πόνου τινὶ γένηται· ὁ γὰρ συμβὰς αὐτῷ πό-
993
Σχόλια στον Πίνδαρο Scholia in Pindarum (et recentiora partim Thomae Magistri
et Alexandri Phortii) (e cod. Patm.) (5034: 005)
“Πινδάρου σχόλια Πατμιακά”, Ed. Semitelos, D.
Athens: Hermes, 1875.Ode P 1, scholion 118, line 12
997
Σχόλια στον Πίνδαρο Scholia in Pindarum (et recentiora partim Thomae Magistri et
Alexandri Phortii) (e cod. Patm.) Ode P 1, scholion 118, line 16
Σχόλια στον Πίνδαρο Scholia in Pindarum (et recentiora partim Thomae Magistri et
Alexandri Phortii) (e cod. Patm.) Ode P 2, scholion 1-2, line 1
Σχόλια στον Πίνδαρο Scholia in Pindarum (et recentiora partim Thomae Magistri et
Alexandri Phortii) (e cod. Patm.) Ode P 2, scholion 1-2, line 2
ἐξαίρετον.
Τέμενος Ἄρεος] Τέμενος δὲ Ἄρεως διὰ τὸ τῶν ἐνοι-
κούντων πολεμικόν.
Σιδαροχαρμᾶν] Σιδήρῳ χαιρόντων. – Σιδαροχαρμᾶν]
Σχόλια στον Πίνδαρο Scholia in Pindarum (et recentiora partim Thomae Magistri et
Alexandri Phortii) (e cod. Patm.) Ode P 2, scholion 8, line 3
Σχόλια στον Πίνδαρο Scholia in Nemea et Isthmia (et recentiora partim Thomae
Magistri et Triclinii) (5034: 007)
“Scholia recentiora Thomano–Tricliniana in Pindari Nemea et Isthmia”, Ed.
Mommsen, T.Leipzig: Teubner, 1865.Ode N 1, scholion 1, line 9
Σχόλια στον Πίνδαρο Scholia in Nemea et Isthmia (et recentiora partim Thomae
Magistri et Triclinii) Ode N 1, scholion 4, line 2
Σχόλια στον Πίνδαρο Scholia in Nemea et Isthmia (et recentiora partim Thomae
Magistri et Triclinii) Ode N 2, scholion 1, line 22
Ἑρμαῖα.
ἓν τῶν Ἑρμοῦ ἐπιτηδευμάτων καὶ ἡ παλαιστρική. ἐπεὶ οὖν παλαίστρα
ἡ διατριβή, εἰκὸς τοὺς αὐτόθι φοιτῶντας νέους Ἑρμῇ ἀπαρχομένους
τῆς τιμῆς, καθότι ἔφορος τῆς παλαιστρικῆς, Ἑρμαῖα τὴν τελετὴν
ὀνομάζειν. λέγεται δὲ καὶ παίδων οὕτως ἀγὼν παρὰ Συρακοσσίοις,
ὥς φησι Διογενιανός.
ἀστραγαλίζοντας.
ἀστραγαλίζειν τὸ ἀστραγάλοις παίζειν, ὅπερ καὶ ἀστρίζειν ἔλεγον,
ἐπεὶ καὶ τοὺς ἀστραγάλους ἄστριας ἐκάλουν. Καλλίμαχος (fr. 239
Schneider) –
ζορκός τοι, φίλε κοῦρε, Λιβυστίδος αὐτίκα δώσω
πέντενεοσμήκτους ἄστριας.
ἔνιοι δὲ ἀστρίχους φασίν. παίζεται δὲ ἀστραγάλοις τέσσαρσιν, καὶ εἷς
ἕκαστος ἀστράγαλος πτώσεις ἔχει τέσσαρας ἐξ ἑβδομάδος κατὰ
ἀντίθετον συγκειμένας ὥσπερ ὁ κῦβος (sic)· ἔχει δὲ ἀντικείμενα μονάδα
A a, line 1
Γένος Θεοκρίτου
βασεῦνται:βήσονται. KgP
παλύνεται:μολύνεται, ὑπὸ εὐρῶτος λευκαίνεται. KGUEAT
πάλην γὰρ ἔλεγον τὸ λεπτότατον τοῦ ἀλεύρου, παρὸ καὶ φά-
λιον λέγεται τὸ λευκόν· ‘εἰδυῖαν φάλιον ταῦρον’ (Callimachi
fgm. 176 Schneider, II 435).
K λευκαίνεται τοῖς ὑπὸ τῶν εὐρώτων γινομένοις ἀλεύροις
ἐν τῷ ἐσθίεσθαι τοὺς καλάμους.
PT εὐρῶτι παλύνεται:εὐρὼς κυρίως ἡ πρασινώδης
ὁμίχλη.
KGUEAT ἐπάξα:τὸ βʹ πρόσωπον τοῦ μέσου ἀορίστου οἱ Συ-
1009
Σχόλια στον Θουκυδίδη (et recentiora) Book 6, Chap. 11, sec. 2, line 3
Σχόλια στον Θουκυδίδη (et recentiora) Book 6, Chap. 11, sec. 3, line 3
Σχόλια στον Θουκυδίδη (et recentiora) Book 6, Chap. 11, sec. 5, line 2
Σχόλια στον Θουκυδίδη (et recentiora) Book 6, Chap. 20, sec. 2, line 9
Σχόλια στον Θουκυδίδη (et recentiora) Book 6, Chap. 36, sec. 1, line 2
Σχόλια στον Θουκυδίδη (et recentiora) Book 6, Chap. 44, sec. 3, line 5
Σχόλια στον Θουκυδίδη (et recentiora) Book 6, Chap. 49, sec. 2, line 3
Σχόλια στον Θουκυδίδη (et recentiora) Book 6, Chap. 49, sec. 3, line 5
Σχόλια στον Θουκυδίδη (et recentiora) Book 6, Chap. 49, sec. 3, line 6
Σχόλια στον Θουκυδίδη (et recentiora) Book 6, Chap. 50, sec. 5, line 2
Σχόλια στον Θουκυδίδη (et recentiora) Book 6, Chap. 64, sec. 1, line 2
Σχόλια στον Θουκυδίδη (et recentiora) Book 6, Chap. 64, sec. 1, line 3
Σχόλια στον Θουκυδίδη (et recentiora) Book 6, Chap. 64, sec. 1, line 10
Σχόλια στον Θουκυδίδη (et recentiora) Book 6, Chap. 78, sec. 1, line 2
ἐς τὸ στρα-
τόπεδον:τὸ ἑαυτῶν δηλονότι. ἐπεδιώκοντο:οἱ ἐκ τοῦ
πρώτου τείχους ἁλόντος διαφυγόντες ABCFM νικώμενοι:τῇ
ναυμαχίᾳ. οἱ ἐξ αὐτῶν:οἱ ἐκ τῶν τειχῶν τῶν Ἀθηναίων
ABCFM τῶν ἐπὶ τῷ Πλημμυρίῳ Mvc2
βιασάμεναι:νική
πολυτελής:πολυδάπανος. ἐπακτῶν:εἰσαγω-
γίμων ἐξ ἀλλοδαπῆς. ἀντὶ τοῦ πόλις εἶναι:
κἀγώ σε θρηνῶ καὶ κατοικτείρω, πόλις·
καὶ γὰρ πατρὶς πέφυκας τῆς ἐμῆς φύτλης F
τὴν δὲ νύκτα καὶ ξύμπαντες:οὐ κατὰ διαδοχήν ὥσπερ
ἡμέρας, ἀλλὰ πάντες Mvc2
δύο πολέμους:τόν τε Πελο-
πονησιακὸν καὶ τὸν Σικελικόν ABCFM ἀντιπολιορκεῖν:
ἀπὸ κοινοῦ τὸ ἠπίστησεν ἄν τις ἀκούσας Mvc2 οὐδένα:
οὐδέτερον ἔστιν οἶμαι τοῦτο αἰτιατικὴ τῶν πληθυντικῶν Gʃ
τὸ ἑξῆς, πόλιν Συρακούσας αὐτὴν κατὰ αὑτὴν οὐδενὸς ἐλάς-
σονα τῶν Ἀθηναίων. τὸν παράλογον:παρὰ λόγον καὶ παρ'
ἐλπίδα τῶν Ἑλλήνων ἥ τε δύναμις τῶν Ἀθηναίων ἀντεῖχε καὶ
ἡ τόλμα Mvc2ʃ τὸ παράδοξον. μετὰ τὴν πρώτην ἐσβο-
λήν:ᾗ εἰσέβαλεν ὁ Ἀρχίδαμος εἰς τὴν Ἀττικήν, ἄρτι πρώτως
κινηθέντος τοῦ πολέμου. τὴν ἄνοιαν διὰ τούτων τῶν ἀνα-
κινησάντων τὸν πόλεμον αἰτιᾶται καὶ ὥσπερ ἐποδύρεται τὴν
πατρίδα. τοῦ πρότερον ὑπάρχοντος:ἀντὶ τοῦ ὑπὸ Πελο-
ποννησίων ἐπαγομένου Mvc2
προσπιπτόντων:συμβαι-
νόντων. ἀδύνατοι ἐγένοντο τοῖς χρήμασι:ἀντὶ τοῦ
παιωνισμός:
τὸν παιονισμὸν βουλγαρισμὸν εἰ γράφεις,
1032
ΜΟΣΧΟΥ ΣΥΡΑΚοΥΣΙΟΥ
ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ
ΕΥΗΝΟΥ ΑΘΗΝΑΙΟΥ
ΣΙΜΩΝΙΔΟΥ
ΑΔΕΣΠΟΤΟΝ
ΑΔΕΣΠΟΤΟΝ
σφόδρα δεινῶν.
Ἠλιθιώτερος Λευκολόφου:οὗτος ἀποδόμενος
τὴν οἰκίαν, ἀντεποιεῖτο τοῦ φρέατος.
Ἡμένη πελειάς:ἐπὶ τῶν ἁπλουστάτων· κατὰ
ἀντεξέτασιν τὴν πρὸς τὰς παλευτρίας, αἳ ἐξιπτάμεναι καὶ
ἄλλας ἀπατῆσαι προάγονται. Παλεῦσαι γὰρ τὸ ἀπατῆ-
σαι φασίν.
Ἡ μωρία μάλιστα ἀδελφὴ πονηρίας ἔφυ.
Ἡ συκάμινος συκαμίνῳ ῥύπτεται:πρὸς
τοὺς ἐν ἑαυτοῖς τὰ ὠφέλιμα λαμβάνοντας ἐξ ἑαυτῶν.
Ἡ Συρακοσίων δεκάτη:ἐπὶ τῶν σφόδρα πλου-
σίων.
Ἤτοισύνδεσμος ἰσοδυναμῶν τῷ δέ· Ἤτοι ὅγ'
ὣς εἰπών.Ὅμηρος οὐ διαζευκτικῶς αὐτῷ χρῆται. Τι-
νὲς δὲ καὶ ἀντὶ τοῦ μέν.
Ἡφαίστου δεσμὸς ἢ Ἡφαίστειος δεσμός:
ἐπὶ τῶν ἀφύκτων καὶ ἀλύτων δεσμῶν. Ἥφαιστος γὰρ
τὸν Προμηθέα στεῤῥῶς ἐδέσμευσεν.
τελειῶσαι.
Ἀνυσίμως:ἐνεργῶς, πρακτικῶς, τελείως. καὶ Ἀνυσιμώ-
τατος. Ἄνυσιςγὰρ ἡ τελείωσις.
Ἄνυσται:ἤνυσται. καὶ Ἀνυστέον,δεῖ ἀνύειν.
Ἀνυστικωτέρα:ἀντὶ τοῦ ἐνεργητικωτάτη. Πολύβιος· μία
ψυχὴ τῆς ἁπάσης πολυχειρίας ἐν ἐνίοις καιροῖς ἀνυστικωτέρα. ὡς
Ἀρχιμήδης ἐν Συρακούσαις μόνος πολλῶν Ῥωμαίων.
Ἀνύτειν:πληροῦν, ἐνεργεῖν. ἐπεὶ δὲ οὐδέν τι πλέον εἶχον
ἀνύτειν οἱ βάρβαροι, οὔτε ὡς ἐν πολιορκίᾳ ἐφεδρεύοντες τῷ ἐρύματι,
οὔτε πρὸς τειχομαχίαν ἐγκείμενοι, ἔγνωσαν τρόπου ἑτέρου αὐθάδους
τε καὶ γενναίου καὶ φιλοκινδύνου ἀποπειραθῆναι. ὁ δὲ Νῖνος ἐν
ἀμηχανίᾳ ἦν, μηδὲν δυνάμενος ἀνύτειν. τουτέστι πράττειν.
Ἀνύειν. Ἀνύτεινοἱ Ἀττικοὶ, ὅπερ ἡμεῖς ἀνύειν, ἁνύειν
δὲ τὸ σπεύδειν, δασεῖα ἡ πρώτη. καὶ Ἀνύτουσι,τελοῦσιν, ἀνύουσι.
καὶ Ὅμηρος δὲ τὸ ἀνύειν ὡς ἡμεῖς· οὐκ ἀνύω φθονέουσα. καὶ
Αἴνυτο,ἀφῃρεῖτο, ἐλάμβανε. καὶ Ἀνύοι,εὐκτικῶς.
Ἄνυτος,Ἀνθεμίωνος, Ἀθηναῖος, ῥήτωρ.
ἐπεγγελάσῃ.
Ἐπιχάρης:ὄνομα κύριον. θηλυκόν.
Ἐπίχαρι.
Ἐπιχάρις,Σικυόνιος, προδότης. Δημοσθένης ἐν τῷ ὑπὲρ
Κτησιφῶντος.
Ἐπίχαρις:ἐπιτερπής, ὁμιλητικός. ὁ δὲ σεμνὸς ὢν καὶ σπου-
δαστικός, ὅμως ἐπίχαρις ἦν ἐν ταῖς ὁμιλίαις.
Ἐπιχαριτώτερος.
Ἐπίχαρμος,Τιτύρου ἢ Χειμάρου καὶ Σικίδος, Συρακούσιος ἢ
ἐκ πόλεως Κραστοῦ τῶν Σικανῶν· ὃς εὗρε τὴν κωμῳδίαν ἐν Συρα-
κούσαις ἅμα Φόρμῳ. ἐδίδαξε δὲ δράματα νβʹ, ὡς δὲ Λύκων φησὶ λεʹ.
τινὲς δὲ αὐτὸν Κῷον ἀνέγραψαν, τῶν μετὰ Κάδμου εἰς Σικελίαν
μετοικησάντων, ἄλλοι Σάμιον, ἄλλοι Μεγάρων τῶν ἐν Σικελίᾳ. ἦν δὲ
πρὸ τῶν Περσικῶν ἔτη ἕξ, διδάσκων ἐν Συρακούσαις· ἐν δὲ Ἀθήναις
Εὐέτης καὶ Εὐξενίδης καὶ Μύλος ἐπεδείκνυντο. οὗτος εὑρετὴς καὶ τῶν
μακρῶν στοιχείων η καὶ ω. καὶ Ἐπιχάρμειοςλόγος, τοῦ Ἐπι-
χάρμου.
Ἐπιχαιρεκακία:ἡδονὴ ἐπ' ἀλλοτρίοις κακοῖς. οὕτως οἱ
φιλόσοφοι.
(1) καὶ Ἱμέρα ἀπὸ Ζάγκλης ᾠκίσθη ὑπὸ Εὐκλείδου καὶ Σίμου καὶ
Σάκωνος, καὶ Χαλκιδῆς μὲν οἱ πλεῖστοι ἦλθον ἐς τὴν ἀποικίαν,
ξυνῴκισαν δὲ αὐτοῖς καὶ ἐκ Συρακουσῶν φυγάδες στάσει
νικηθέντες, οἱ Μυλητίδαι καλούμενοι· καὶ φωνὴ μὲν μεταξὺ
τῆς τε Χαλκιδέων καὶ Δωρίδος ἐκράθη, νόμιμα δὲ τὰ Χαλ- (5)
6.49.
6.63.
6.72.
7.2.
7.3.
παραλαβεῖν.
7.21.
νικηθέντας ἀπιέναι.
7.49.
3.3.
(6) Ὁ λόγος ἤρεσε Καλλιρόῃ, καὶ τότε μὲν ἐπέσχε τὴν σπουδήν·
ἐπειδὴ δὲ ἧκεν εἰς τὴν πόλιν, ἐπί τινος ὑψηλῆς ἠϊόνος οἰκοδομεῖν
ἤρξατο τάφον, πάντα ὅμοιον τῷ ἰδίῳ τῷ ἐν Συρακούσαις, τὸ
σχῆμα,
τὸ μέγεθος, τὴν πολυτέλειαν, καὶ οὗτος δὴ ὡς ἐκεῖνος ζῶντος. ἐπεὶ
δὲ ἀφθόνοις ἀναλώμασι καὶ πολυχειρίᾳ ταχέως τὸ ἔργον
ἠνύσθη, (5)
5.1.
τρυιᾶς· ἔχεις οὐ μόνον υἱόν, ἀλλὰ καὶ θυγατέρα· ἀρκεῖ σοι δύο
(5)
(6) τέκνα. ὧν γάμον ζεῦξον, ὅταν ἀνὴρ γένηται, καὶ πέμψον αὐτὸν
εἰς
Συρακούσας, ἵνα καὶ τὸν πάππον θεάσηται. ἀσπάζομαί σε,
Πλαγγών.
ταῦτά σοι γέγραφα τῇ ἐμῇ χειρί. ἔρρωσο, ἀγαθὲ Διονύσιε, καὶ
Καλλιρόης μνημόνευε τῆς σῆς.”
σιν αὐτὸν εἰς Ἀρκαδιανοὺς εἰς τὸν ἑαυτοῦ οἶκον, ἔνθα ἔστι (20)
τὸ μετόχιον τοῦ ἁγίου Κωνσταντίνου.
Ἐμηνύθη δὲ τῷ βασιλεῖ ὡς ἡ Συράκουσα παρὰ τῶν
(257) Ἀγαρηνῶν ἐκπορθεῖται, ἀσχολουμένων δὲ τῶν πλοΐμων ἐν
τοῖς κτίσμασιν καὶ ἐκχοΐσμασι τῆς νέας ἐκκλησίας παρεδόθη
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟΝ
Ἀγησίᾳ Συρακουσίῳ, 926, 978, 979, 980, Αίλιος Ηρωδιανός., 446, 447, 448, 449,
981 450, 451, 452, 453, 454, 455, 456, 457,
Ἀγκὼν, 473 458, 459, 460, 461, 462, 463, 464, 465,
Ἄδρυκα, 446, 464, 722 466, 467, 468
Ἄδρυκος, 464, 722 Ἆκις, 634, 1007
Ἄδρυξ, 464, 722, 841 Ἀκρααντῖνοι, 584
Ἀθηναίων, 13, 14, 15, 16, 17, 22, 24, 25, Ἀκράγαντα, 71, 72, 146, 220, 284, 285,
26, 27, 30, 31, 32, 35, 38, 39, 40, 42, 43, 289, 290, 291, 324, 355, 356, 364, 805,
44, 45, 48, 50, 51, 53, 54, 55, 56, 58, 59, 1032
63, 64, 66, 67, 68, 70, 72, 73, 74, 75, 76, Ἀκράγαντι, 106, 324, 707, 710, 727
77, 78, 79, 80, 81, 83, 84, 85, 90, 91, 92, Ἀκραγαντίνοις, 311, 312, 324, 359
94, 96, 98, 99, 114, 147, 149, 150, 152, Ἀκραγαντίνων, 60, 61, 105, 167, 277,
153, 156, 157, 158, 159, 179, 181, 184, 284, 285, 302, 311, 312, 313, 314, 591,
185, 197, 205, 213, 214, 215, 218, 220, 671, 712, 772, 792, 1026
272, 273, 276, 300, 306, 307, 308, 309, Ἀκράγαντος, 74, 354, 446, 841, 842, 945,
313, 314, 316, 317, 318, 319, 321, 322, 1053
323, 324, 325, 326, 327, 328, 329, 330, Ἄκραι, 19, 1015, 1016, 1047
332, 333, 335, 336, 337, 338, 339, 340, Ἄκρας., 19, 1047
342, 345, 346, 349, 350, 352, 368, 393, Ἄκριλλα, 842
399, 405, 424, 425, 426, 499, 500, 508, Ἀλκιβιάδην, 26, 38, 97, 112, 113, 149,
528, 544, 577, 595, 606, 622, 623, 627, 150, 219, 320, 321, 326, 342, 346, 604,
632, 638, 639, 643, 645, 646, 647, 659, 646, 773, 905, 1050, 1061
681, 708, 736, 737, 744, 754, 760, 761, Ἀλκιβιάδης, 24, 25, 26, 32, 38, 40, 53, 98,
765, 769, 780, 835, 838, 865, 902, 939, 112, 113, 147, 173, 208, 215, 219, 324,
940, 944, 947, 948, 950, 962, 1012, 326, 528, 590, 646, 665, 666, 760, 950,
1014, 1016, 1017, 1019, 1022, 1023, 1047, 1050
1024, 1025, 1026, 1027, 1028, 1029, Ἄναπος, 1007
1030, 1033, 1034, 1038, 1050, 1052 Ἀντίφαρα, 914, 919
Αἰγεσταῖοι, 367, 383, 584, 947, 950 ἀποίκους, 80, 113, 474, 508, 548, 641,
Αἰγεσταίοις, 323, 946, 947 642, 986, 995, 997
Αἴγεσταν, 326, 380, 382
1075
Ἀριστοτέλης, 101, 103, 106, 187, 201, 548, 549, 550, 554, 584, 585, 586, 588,
220, 445, 451, 549, 553, 554, 596, 622, 607, 612, 613, 616, 617, 618, 619, 621,
623, 636, 638, 669, 707, 711, 715, 716, 624, 650, 651, 652, 671, 680, 699, 733,
728, 733, 807, 858, 867, 878, 891, 911, 738, 739, 793, 794, 795, 804, 808, 837,
984, 1044, 1068 838, 839, 845, 851, 862, 886, 892, 952,
Ἀρχέστρατος ὁ Συρακούσιος, 188, 702, 953, 954, 1001, 1002, 1056, 1057, 1063
882 Δίων, 103, 115, 116, 165, 166, 168, 170,
Ἀρχίᾳ, 481, 621, 896 171, 172, 209, 254, 256, 257, 259, 260,
Ἀρχίας, 18, 182, 415, 477, 591, 592, 932, 411, 440, 499, 500, 506, 507, 585, 588,
933, 987, 1040, 1046 592, 593, 668, 669, 735, 753, 758, 763,
Ἀρχιμήδη, 139, 603, 761, 762 795, 796, 804, 828, 837, 838, 839, 925,
Ἀρχιμήδης, 139, 191, 266, 272, 512, 575, 941, 943, 944, 952, 953, 1001, 1002,
576, 603, 623, 682, 689, 761, 762, 811, 1042
825, 840, 860, 861, 1039 Δίωνι τῷ Συρακουσίῳ, 416, 417, 862
Αὐλίαν, 181 Δωρικὴ Συρακουσία, 896
Ἀχραδίνη, 452, 843, 987 Ἐγγύϊον, 141
Ἀχραδινῆς,, 774 Ἐγεσταῖοι, 19, 20, 319
Γέλα, 2, 7, 18, 414, 964, 1015, 1016, Ἐγεσταίοις, 20, 25, 298, 1016, 1048
1018, 1046 Ἐγεσταίων, 19, 213, 214, 319, 320, 492,
Γέλᾳ, 74, 358, 361, 442, 965, 1053 1016, 1022, 1023
Γέλαν, 16, 18, 80, 88, 221, 289, 290, 291, Ἔγεσταν, 38, 320, 512, 824
355, 359, 362, 364, 394, 446, 480, 580, Ἐγέστης, 24, 27, 43
706, 730, 738, 739, 841, 842, 1016, Ἐλύμων, 17, 418, 544, 551, 691, 718
1046 Ἔνναν, 140, 268, 269, 480, 481, 681, 682,
Γέλας, 19, 187, 358, 359, 365 683, 686, 688, 743, 744
Γελῷοι, 18, 47, 60, 61, 80, 167, 359, 362, Ἔντελλαν, 380, 382, 387
365, 415, 995, 997, 1033 Ἐπιζεφυρίους, 47
Γελῴοις, 16, 80, 363, 656, 989, 990 Ἐπιπολῶν, 41, 42, 43, 44, 45, 49, 50, 69,
Γελῷος, 188, 273, 702 71, 322, 412, 454, 845, 846, 1031
Γελῴους, 354, 365, 366, 580, 986, 995, Ἐπίχαρμος, 106, 107, 110, 112, 189, 198,
997 429, 460, 481, 521, 522, 523, 524, 637,
Γελῴων, 19, 28, 47, 329, 331, 358, 444, 689, 780, 858, 937, 938, 1036, 1042,
480, 984, 989, 990, 1050 1043
Γεωμόρων, 445, 715, 716, 728, 867, Ἑρμοκράτης Συρακούσιός, 859
1043, 1044 Ἑρμωνάσσιος ὡς Συρακόσσιος, 845
Γύλιππος καὶ Συρακούσιοι, 939 Εὐρυμένους, 714, 758
Δαμόξενος, 542 Ἐφέσιος· Συρακόσσιος, 819
Δαφναῖος, 656, 657 Ζαγκλαίων, 477
Δάφνιδος, 634 Ζάγκλη, 3, 9, 18, 415, 550, 1016
Διογένης Λαέρτιος, 101, 102, 103, 104, Ζάγκλης, 19, 281, 282, 286, 550, 792,
105, 106, 107 1047
Διονύσιος, 164, 165, 173, 175, 195, 200, Ἡράκλειαν, 267, 308, 513, 693, 694, 759,
204, 206, 208, 209, 220, 221, 246, 258, 825, 841
260, 261, 266, 352, 358, 359, 360, 361, Θεόκριτος, 108, 109, 110, 111, 112, 190,
363, 364, 365, 366, 367, 368, 369, 370, 196, 236, 456, 722, 723, 748, 836, 875,
371, 372, 373, 377, 378, 379, 380, 381, 922, 929, 964, 1004, 1006
382, 383, 385, 387, 390, 391, 392, 395, Θουκυδίδης ιστορίαι, 12, 13, 14, 15, 16,
396, 397, 398, 399, 400,401, 402, 403, 17, 18, 19, 20, 21, 22, 23, 24, 25, 26, 27,
404, 405, 406, 407, 408, 416, 417, 418, 28, 29, 30, 31, 32, 33, 34, 35, 36, 37, 38,
419, 420, 421, 422, 423, 424, 425, 426, 39, 40, 41, 42, 43, 44, 45, 46, 47, 48, 49,
427, 428, 435, 436, 440, 448, 454, 501, 50, 51, 52, 53, 54, 55, 56, 57, 58, 59, 60,
1076
61, 62, 63, 64, 65, 66, 67, 68, 69, 70, 71, Καμαριναίων, 12, 19, 28, 33, 331, 1022
72, 73, 74, 75, 76, 77, 78, 79, 80, 81, 82, Καμάριναν, 33, 88, 394, 446, 776, 976,
83, 84, 85, 86, 87, 88, 89, 90, 91, 92, 93, 977, 978, 1050
94, 95, 96, 97, 98, 99, 100 Καμαρίνης, 16, 26, 1049
Θουρίαν, 46, 400 Κασμέναι, 3, 8, 19, 1047
Θούριοι, 3, 8, 80, 400 Καταναῖοι, 18, 26, 80, 326, 477, 480, 505,
Θουρίοις, 124, 307, 437, 649, 693, 694 552, 1016, 1046, 1060
Θουρίων, 97, 114, 122, 307, 312, 400, Καταναίων, 28, 43, 213, 214, 326, 327,
846 374, 386, 387, 545, 646, 1022
Θρασύβουλος, 223, 287, 288, 289, 290, Κατάνῃ, 32, 67, 68, 143, 287, 297, 328,
291, 292, 293, 349, 350, 440, 442, 532, 646, 666, 684, 1052
624, 955, 956, 974, 990, 1054 Κατάνην, 18, 26, 27, 28, 31, 32, 38, 40,
Θυκυδίδης ιστορίαι, 11 41, 74, 92, 123, 124, 131, 132, 152, 153,
Ἱεράν, 12 154, 221, 282, 296, 297, 326, 327, 339,
Ἱέρων, 109, 191, 192, 193, 204, 205, 233, 366, 385, 394, 475, 479, 541, 646, 666,
234, 281, 282, 283, 284, 285, 286, 287, 771, 855, 962, 975, 976, 983, 1015,
441, 442, 444, 483, 509, 510, 511, 512, 1016, 1046, 1049
523, 524, 535, 536, 538, 539, 543, 558, Κατάνης, 21, 28, 40, 41, 42, 88, 123, 130,
559, 562, 563, 572, 597, 631, 666, 718, 152, 153, 154, 288, 289, 297, 339, 373,
735, 749, 771, 792, 803, 810, 822, 823, 476, 477, 479, 548, 646, 666
824, 860, 861, 881,885, 965, 966, 974, Καύκανα, 851, 852, 853, 869, 870
975, 976, 983, 984, 985, 986, 990, 995, Καυλωνίαν, 167, 403, 408, 533
996, 997, 998, 1058 Κλεανδρίᾳ, 693, 694
Ἱμέρα, 19, 233, 414, 415, 551, 570, 788, Κόραξ, 211, 470, 641, 762, 806, 807, 891,
1015, 1016, 1018, 1047 941, 965, 966, 967, 970, 1068
Ἱμέρᾳ, 175, 246, 278, 393, 774, 1025 Κόραξ ὁ Συρακούσιος, 762, 807, 941,
Ἱμεραῖοι, 80, 1022 1068
Ἱμεραίων, 277, 282, 330, 331, 1045 Κρότωνα, 4, 10, 402, 474, 477, 693, 694,
Ἱμέραν, 47, 246, 268, 277, 289, 290, 291, 848, 849
313, 314, 324, 329, 351, 354, 364, 414, Κρότωνι τῆς Ἰταλίας, 955
446, 475, 480, 706, 743, 841, 842 Κροτωνιᾶται, 61, 402, 538, 566, 897
Ἱμέρας, 47, 551, 1025 Κροτωνιατῶν, 282, 402, 896, 964
Ἰνησσαίων, 40, 41 Κρότωνος, 400, 474, 475, 548, 848, 849,
Ἴνησσαν, 13, 297 896
Ἱππαρίνου, Συρακούσιος, 1042 Κυάνην, 177, 267, 268, 269, 584, 743,
Καλλικύριοι, 445, 470, 715, 716, 717, 744, 748
728, 867, 918, 1043, 1044 Κύμην, 283
Καλλικύριοι·, 715, 716, 728 Κύμης, 5, 6, 7, 8, 18, 283, 547, 1016
Καλλικυρίων, 187, 470, 728, 1044 Κύρνος, 271, 746, 805
Καμάρινα, 3, 8, 12, 19, 414, 480, 730, Λαγαρία, 846
776, 976, 977, 978, 1015, 1016, 1018, Λαχάρους, 186
1047 Λεοντίνη, 480, 682
Καμάρινα καὶ ἡ πόλις τοῦ Ψαύμιδος Λεοντίνῃ, 17, 28, 1046
καλεῖται, 977 Λεοντῖνοι, 12, 17, 36, 221, 316, 317, 373,
Καμάρινα·, 12 414, 415, 480, 599, 600, 601, 638, 639,
Καμαριναῖοι, 33, 34, 37, 60, 61, 80, 240, 652, 802, 1015, 1016
326, 365, 719, 720, 729, 977, 978, Λεοντίνους, 18, 19, 20, 24, 25, 26, 27, 36,
1033, 1052 137, 146, 150, 151, 152, 153, 360, 361,
Καμαριναίοις, 16, 17, 656, 1022 365, 366, 373, 374, 409, 410, 414, 598,
Καμαριναίους, 354, 365, 366, 410, 580, 599, 600, 601, 815, 1011, 1015, 1016,
730 1048
1077
Λεοντίνων, 4, 10, 12, 17, 19, 20, 21, 26, 623, 626, 722, 727, 753, 764, 808, 837,
137, 308, 319, 320, 338, 409, 570, 655, 838, 839, 840, 911, 944, 950, 951, 952,
838, 947, 1011, 1046, 1049 953, 954, 968, 1001, 1040
Λεοντίνων., 4, 10, 12, 409, 1011 Πλημμύριον, 49, 59, 847, 913
Λιλύβαιον, 129, 267, 381, 414, 475, 480, Πλημμυρίῳ, 50, 54, 56, 1025
551, 564, 565, 569, 688, 742, 788, 1015 Πλούταρχος, 112, 113, 114, 115, 116,
Λιλυβαίου, 267, 414, 423, 475, 476, 564, 117, 118, 119, 120, 121, 122, 123, 124,
742, 787, 801 125, 126, 127, 128, 129, 130, 131, 132,
Λιπάρα, 2, 7, 12, 414, 889, 1012 133, 134, 135, 136, 137, 138, 139, 140,
Λιπάραν, 270, 414, 544, 691, 692, 745 141, 142, 143, 144, 145, 146, 147, 148,
Λιπάρας, 270, 745 149, 150, 151, 152, 153, 154, 155, 156,
Λογγών, 916, 927 157, 158, 159, 160, 161, 162,163, 164,
Λοκροὶ, 12, 14, 15, 16, 453, 474, 548, 165, 166, 167, 168, 169, 170, 171, 172,
663, 1013 173, 174, 175, 176, 177, 178, 179, 180,
Λοκροὺς, 47, 50, 57, 293, 317, 325, 379, 181, 182, 183, 184, 185, 186, 748, 908,
403, 588, 1025, 1050 911, 912
Λοκρῶν, 13, 14, 62, 164, 165, 379, 450, πόλις, 5, 8, 18, 23, 26, 39, 58, 81, 82, 86,
472, 474, 540, 548, 586, 850 113, 115, 116, 127, 128, 141, 178, 181,
Μελίτη, 271, 746 184, 185, 224, 235, 255, 259, 265, 285,
Μενεκράτης, 776, 878 300, 314, 315, 352, 358, 360, 361, 408,
Μερόεσσα, 629, 630, 847 414, 415, 420, 423, 437, 446, 447, 448,
Μεσσήνη, 3, 9, 14, 414, 476, 505, 1015, 449, 450, 451, 452, 453, 454, 455, 459,
1016, 1018 460, 464, 465, 466, 467, 473, 474, 475,
Μεσσήνην, 13, 14, 16, 19, 26, 32, 113, 476, 478, 504, 519, 527, 547, 548, 550,
125, 132, 162, 163, 386, 401, 402, 475, 570, 586, 591, 592, 596, 597, 604, 605,
481, 507, 509, 556, 557, 558, 559, 560, 606, 614, 615, 625, 629, 630, 631, 634,
562, 564, 674, 750, 751, 752, 1013, 635, 639, 640, 683, 686, 692, 693, 700,
1041 719, 720, 722, 731, 742, 769, 777, 803,
Μεσσήνης, 3, 5, 8, 9, 10, 15, 16, 354, 367, 819, 841, 842, 843, 844, 845, 846, 847,
384, 385, 448, 452, 475, 507, 555, 557, 848, 849, 850, 851, 872, 886, 891, 898,
564, 754, 843, 850, 1013 901, 905, 910, 926, 936, 945, 949, 958,
Μεταπόντιοι, 80 963, 964, 973, 976, 977, 993, 994, 996,
Μορύχου, 195, 637 998, 1002, 1012, 1015, 1016, 1026,
Μοτύην, 17, 367, 381, 452, 651 1040, 1046, 1059
Μοτύης, 355, 381, 392, 551 Ποτιδαιατῶν, 544
Μυλαῖς, 13, 134, 480, 634, 775 Ποτιόλους, 215
Νάξον, 16, 18, 26, 31, 32, 366, 394, 415, Ῥηγίνης, 62, 472
548, 1014, 1020, 1021, 1022, 1049 Ῥηγῖνοι, 12, 16, 374, 376, 400, 404, 405,
Νάξου, 3, 4, 9, 10, 18, 21, 38, 408, 415, 937, 1013, 1019
452, 727, 1046 Ῥηγίνους, 24, 325, 370, 403, 404, 801,
Νικοκλῆς, 238, 239 884
Νυμφόδωρος, 195, 201, 634, 635, 705, Ῥηγίνων, 14, 15, 16, 18, 120, 317, 376,
731, 884 399, 400, 401, 405, 793, 937, 1013,
Ξιφωνία, 4, 9, 629, 630 1045
Ξιφωνίας, 476, 972 Ῥήγιον, 12, 14, 15, 26, 50, 120, 124, 215,
Πάνορμον, 4, 9, 17, 475, 855 286, 317, 367, 376, 400, 409, 507, 509,
Παχύνου, 267, 414, 472, 475, 480, 569, 511, 512, 555, 766, 794, 822, 824, 847,
657, 742, 788 856, 1004, 1006, 1024, 1068
Πλάτων, 102, 103, 104, 107, 144, 166, Ῥήγιον τῆς Ἰταλίας, 1004, 1006
167, 173, 177, 204, 245, 253, 254, 258, Ῥηγίου, 15, 26, 281, 282, 287, 325, 367,
262, 264, 412, 498, 499, 500, 585, 620, 414, 415, 557, 1013
1078
Ῥηγίῳ, 15, 24, 26, 47, 375, 442, 509, 822, Συρακοσίοις, 12, 16, 17, 20, 22, 24, 28,
1019 35, 36, 37, 40, 42, 43, 45, 50, 51, 63, 67,
Σελινοῦντα, 18, 74, 75, 289, 290, 291, 74, 78, 80, 81, 82, 83, 84, 90, 91, 97,
324, 351, 364, 446, 480, 706, 841, 842 126, 128, 132, 135, 136, 138, 142, 143,
Σελινουντίους, 24, 325, 344, 345, 491 166, 167, 168, 171, 179, 180, 186, 198,
Σελινουντίων, 47, 106, 329, 331, 381, 496, 207, 219, 221, 251, 253, 259, 262, 263,
707, 710, 1050 278, 284, 285, 290, 291, 298, 299, 304,
Σικελίᾳ, 12, 13, 14, 15, 16, 17, 18, 23, 24, 305, 306, 307, 310, 311, 312, 313, 314,
32, 34, 40, 41, 52, 53, 80, 82, 86, 100, 315, 317, 321, 323, 328, 329, 330, 331,
121, 122, 137, 197, 208, 237, 248, 260, 332, 334, 338, 344, 346, 347, 356, 361,
261, 265, 276, 310, 311, 324, 326, 353, 362, 371, 394, 395, 396, 408, 488, 489,
366, 387, 398, 414, 423, 424, 425, 436, 491, 493, 501, 502, 503, 555, 558, 559,
442, 445, 448, 455, 476, 482, 487, 488, 566, 572, 573, 591, 609, 615, 624, 628,
489, 490, 491, 494, 496, 497, 501, 508, 637, 726, 748, 774, 914, 915, 918, 919,
510, 517, 525, 533, 534, 540, 544, 547, 922, 929, 958, 964, 969, 1033, 1046,
554, 567, 580, 581, 584, 585, 587, 598, 1053
599, 600, 601, 623, 633, 634, 648, 649, Συρακόσιον, 33, 56, 174, 230, 231, 271,
660, 672, 691, 718, 769, 772, 781, 785, 382, 402, 427, 532, 583, 585, 586, 597,
790, 801, 802, 807, 809, 815, 822, 829, 603, 715, 746, 755, 761, 762, 957, 960,
838, 840, 843, 848, 849, 857, 871, 897, 961
903, 912, 939, 940, 946, 947, 948, 950, Συρακόσιος, 16, 85, 102, 103, 105, 172,
963, 972, 974, 986, 990, 993, 996, 997, 193, 195, 197, 199, 201, 220, 221, 222,
998, 999, 1002, 1006, 1008, 1012, 227, 228, 229, 230, 266, 272, 276, 318,
1015, 1016, 1018, 1024, 1043, 1051, 350, 391, 414, 469, 504, 519, 523, 524,
1054, 1059, 1068 531, 583, 588, 591, 626, 631, 635, 637,
Σικελικῶν πόλεων, 311, 312, 314, 945 669, 682, 689, 695, 697, 701, 718, 727,
Στρογγύλην, 12, 544, 902 731, 740, 780, 843, 960
Συκή, 848 Συρακοσίους, 17, 19, 21, 28, 36, 37, 38,
Συρακοσία, 192, 618, 779, 839, 869, 910 42, 44, 48, 50, 52, 53, 72, 76, 77, 79, 85,
Συρακόσιοι, 12, 13, 14, 15, 19, 20, 23, 26, 90, 115, 116, 117, 118, 119, 121, 128,
27, 28, 29, 30, 31, 32, 34, 35, 37, 40, 41, 131, 133, 136, 139, 140, 142, 143, 155,
42, 43, 44, 45, 46, 47, 48, 49, 52, 55, 56, 156, 168, 169, 170, 175, 176, 193, 194,
57, 58, 60, 61, 62, 63, 64, 65, 66, 67, 68, 196, 254, 255, 270, 272, 279, 303, 304,
69, 70, 71, 72, 75, 76, 77, 78, 81, 82, 83, 309, 313, 314, 317, 319, 321, 322, 324,
84, 85, 86, 87, 88, 89, 90, 91, 92, 93, 94, 328, 329, 331, 342, 344, 345, 353, 356,
96, 98, 99, 100, 109, 129, 131, 133, 139, 357, 358, 368, 369, 370, 380, 389, 391,
143, 164, 165, 168, 170, 176, 179, 180, 397, 402, 409, 410, 412, 443, 449, 485,
202, 209, 213, 214, 215, 216, 217, 219, 487, 490, 491, 492, 494, 496, 497, 499,
221, 247, 259, 262, 263, 265, 269, 284, 502, 556, 560, 568, 569, 589, 590, 610,
285, 288, 289, 290, 291, 292, 293, 296, 627, 641, 642, 685, 687, 708, 729, 737,
297, 298, 299, 300, 301, 302, 303, 306, 745, 774, 838, 963, 1051
307, 310, 311,312, 314, 315, 317, 322, Συρακοσίῳ, 116, 178, 209, 211, 222, 226,
323, 324, 325, 328, 330, 331, 332, 333, 232, 237, 253, 254, 960, 1001, 1002
334, 335, 336, 337, 338, 339, 340, 341, Συρακοσίων, 12, 13, 15, 16, 18, 19, 21,
342, 343, 346, 347, 348, 351, 352, 353, 22, 24, 25, 26, 27, 28, 30, 32, 37, 38, 40,
354, 355, 361, 365, 369, 371, 372, 375, 41, 42, 43, 44, 45, 48, 49, 50, 51, 52, 53,
381, 390, 395, 396, 397, 398, 399, 409, 54, 55, 60, 61, 63, 64, 65, 66, 68, 69, 71,
410, 426, 488, 489, 506, 507, 561, 562, 72, 73, 76, 77, 80, 82, 85, 86, 87, 89, 93,
584, 585, 587, 589, 590, 604, 605, 610, 94, 95, 97, 98, 100, 107, 110, 111, 115,
611, 614, 615, 680, 695, 697, 744, 116, 117,118, 119, 120, 121, 122, 123,
1015, 1016, 1029, 1033, 1049, 1052 124, 125, 126, 127, 130, 133, 134, 135,
1079
136, 137, 138, 139, 140, 142, 164, 165, 1048, 1049, 1052, 1053, 1055, 1056,
170, 171, 175, 177, 181, 192, 197, 208, 1057, 1058, 1060, 1062, 1063, 1064,
210, 213, 214, 215, 216, 217, 218, 220, 1066
221, 222, 233, 244, 245, 246, 267, 280, Συράκουσαν, 351, 781, 783, 805, 813,
281, 283, 286, 287, 288, 289, 294, 295, 816, 828, 829, 830, 869, 870, 933, 939,
296, 297, 302, 304, 305, 313, 316, 317, 940, 993, 994, 1069
319, 320, 321, 322, 323, 324, 326, 327, Συρακούσας, 17, 18, 19, 22, 25, 26, 27,
328, 329, 331, 332, 333, 335, 336, 340, 28, 33, 34, 39, 47, 53, 57, 59, 60, 61, 68,
342, 345, 350, 354, 355, 358, 360, 361, 74, 79, 101, 104, 106, 107, 112, 123,
363, 364, 367, 370, 372, 373, 374, 375, 124, 125, 126, 127, 128, 129, 132, 134,
377, 378, 379, 380, 383, 388, 392, 393, 137, 141, 144, 146, 149, 150, 151, 152,
395, 396, 397, 398, 399, 400, 401, 403, 153, 154, 155, 162, 163, 166, 167, 169,
406, 407, 408, 409, 412, 415, 426, 445, 170, 178, 183, 187, 190,203, 215, 217,
449, 466, 474, 491, 492, 493, 494, 522, 218, 225, 247, 249, 250, 254, 255, 256,
523, 532, 540, 542, 550, 555, 558, 559, 257, 258, 260, 261, 277, 279, 281, 283,
560, 561, 562, 563, 566, 567, 568, 570, 289, 290, 291, 301, 304, 305, 308, 328,
571, 572, 574, 575, 576, 580, 581, 582, 329, 330, 351, 356, 359, 361, 362, 364,
586, 589, 590, 592, 601, 603, 604, 605, 365, 366, 367, 370, 372, 376, 379, 382,
606, 607, 608, 609, 612, 628, 629, 630, 383, 385, 387, 393, 400, 403, 404, 405,
631, 638, 639, 678, 690, 696, 698, 710, 406, 415, 417, 418, 423, 434, 441, 442,
712, 714, 733, 738, 739, 742, 749, 753, 444, 463, 481, 487, 496, 498, 507, 508,
778, 841, 842, 844, 897, 936, 945, 946, 509, 510, 511, 512, 513, 515, 523, 524,
947, 948, 963, 964, 975, 976, 986, 525, 527, 529, 534, 536, 537, 541, 556,
1006, 1012, 1013, 1014, 1036, 1037, 557, 558, 559, 560, 561, 562, 564, 573,
1047, 1048, 1051, 1053, 1054, 1060 574, 575, 577, 579, 580, 588, 592, 593,
Συρακοσίων βασιλεὺς, 286, 287 596, 598, 599, 600, 601, 602, 603, 604,
Συράκουσαί, 23, 46, 47, 1047, 1050 607, 616, 617, 618, 621, 627, 641, 642,
Συρακούσαις, 25, 31, 67, 68, 73, 74, 103, 643, 655, 658, 660, 661, 664, 665, 672,
125, 126, 127, 141, 146, 173, 180, 183, 675, 676, 677, 679, 680, 681, 682, 686,
195, 199, 200, 202, 204, 206, 210, 242, 687, 688, 693, 694, 701, 706, 707, 708,
243, 251, 258, 260, 261, 262, 268, 269, 711, 714, 717, 741, 750, 751, 759, 760,
273, 274, 275, 276, 278, 294, 350, 356, 761, 771, 775, 784, 786, 787, 794, 797,
358, 359, 374, 384, 385, 407, 411, 414, 799, 801, 802, 810, 811, 814, 815, 821,
421, 423, 433, 434, 436, 437, 438, 439, 822, 823, 824, 825, 827, 841, 842, 851,
440, 441, 442, 445, 452, 455, 467, 470, 852, 853, 855, 856, 857, 859, 896, 913,
471, 472, 486, 489, 490, 493, 495, 498, 930, 931, 932, 933, 934, 935, 955, 971,
513, 514, 520, 521, 522, 525, 526, 527, 981, 982, 987, 991, 992, 1026, 1046,
530, 531, 535, 536, 547, 564, 565, 569, 1047, 1048, 1049, 1050, 1051, 1052,
575, 576, 578, 579, 584, 603, 608, 609, 1053, 1054, 1055, 1058, 1059, 1060,
612, 613, 617, 619, 629, 630, 633, 637, 1061, 1062, 1063, 1064, 1065, 1066
641, 642, 645, 646, 647, 648, 651, 652, Συρακουσίοις νόμος, 203
666, 667, 671, 676, 677, 685, 688, 689, Συρακούσιον καὶ Αἰτναῖον, 974, 990
694, 696, 699, 700, 715, 716, 717, 731, Συρακουσίου, 162, 163, 184, 185, 186,
732, 743, 745, 747, 766, 767, 770, 775, 425, 445, 470, 636, 673, 674, 678, 713,
788, 790, 791, 799, 801, 809, 825, 826, 714, 721, 726, 735, 758, 764, 864, 867,
833, 837, 840, 843, 844, 850, 852, 853, 882, 883, 956, 968, 985, 1019, 1024,
854, 857, 858, 874, 881, 886, 888, 891, 1044, 1059, 1070, 1071
899, 902, 903, 905, 906, 916, 917, 926, Συρακούσσαις, 110, 112, 410, 524, 731,
927, 938, 961, 964, 970, 976, 977, 982, 732, 1036
983, 985, 993, 996, 1000, 1002, 1005, Συρακουσῶν, 17, 18, 19, 24, 25, 33, 60,
1007, 1008, 1010, 1039, 1043, 1044, 98, 119, 120, 122, 124, 129, 130, 136,
1080
139, 143, 145, 171, 172, 184, 198, 220, Τίμαιος, 106, 136, 168, 191, 197, 203,
223, 224, 252, 263, 264, 268, 269, 271, 353, 363, 420, 445, 453, 479, 547, 550,
282, 292, 293, 314, 315, 358, 383, 385, 579, 580, 581, 633, 707, 710, 715, 716,
386, 398, 399, 400, 404, 413, 445, 448, 717, 721, 727, 728, 729, 730, 731, 732,
451, 452, 453, 454, 499, 500, 526, 528, 733, 734, 735, 736, 737, 738, 739, 740,
529, 532, 533, 538, 539, 543, 547, 548, 741, 759, 772, 860, 977, 978, 989, 990,
558, 565, 568, 569, 581, 597, 629, 630, 1044
636, 638, 664, 665, 670, 684, 686, 687, Τισίου τε καὶ Νικία τῶν Συρακουσίων,
693, 694, 700, 743, 744, 746, 760, 761, 865
785, 786, 787, 809, 810, 815, 842, 843, Τυρρηνίαν, 271, 276, 301, 450, 746
844, 845, 846, 847, 848, 850, 851, 852, Ὑαμπείας, 181
983, 988, 989, 991, 992, 993, 999, Ὑβλαίους, 18
1022, 1033, 1046, 1047, 1048, 1050, Ὑβλαίων, 40, 41
1052, 1053, 1054, 1055 Ὕβλαν, 27, 415, 548
Σώφρων, 428, 429, 430, 431, 467, 706 Ὕβλῃ, 152, 477
Τάραντα, 46, 404, 509, 526, 627, 820, Ὕκκαρα, 152, 153, 326
821, 1060 Φενεάτας, 181
Ταραντίνους, 307, 693, 694, 821, 822 Φίλιστος, 147, 371, 406, 409, 418, 448,
Τάραντος, 46, 693, 714, 758 451, 452, 453, 466, 527, 551, 643, 718,
Ταυρομένειον, 815 719, 720, 721, 737, 739, 794, 843, 850,
Ταυρομένιον, 4, 10, 399, 408, 414, 415, 978
475, 476, 477, 505, 727, 771, 805, 818 Φίντης καὶ Δάμων Συρακούσιοι, 861
Τέμενος, 850, 998, 999 Χάρμος ὁ Συρακούσιος, 1038