Professional Documents
Culture Documents
9.1 Εισαγωγή
Η λειτουργικότητα αναφέρεται στην συµπεριφορά της κατασκευής υπό τα συνήθη
φορτία λειτουργίας της. Με εξαίρεση την στιγµή της αστοχίας, όπου κάποιος
µηχανισµός συµπεριφοράς έχει υπερβεί την αντοχή του, το µεγαλύτερο τµήµα της
ωφέλιµης διάρκειας ζωής του κτίσµατος αντιστοιχεί σε στάδιο λειτουργικότητας. Για
τον λόγο αυτό η προσέγγιση κατά τον σχεδιασµό για το στάδιο της λειτουργικότητας
είναι να διατηρούνται τα µεγέθη των τάσεων και στα δύο υλικά στην ελαστική
περιοχή (να µην υπάρξει δηλαδή διαρροή χάλυβα ή σύνθλιψη σκυροδέµατος υπό
τα φορτία λειτουργίας). Η απαίτηση αυτή των κανονισµών συνήθως καθορίζει τις
διαστάσεις των µελών, αφού, για δεδοµένα µεγέθη σχεδιασµού (π.χ. καµπτική
ροπή) το µέγεθος των τάσεων στην ελαστική περιοχή προσδιορίζεται από την
δυσκαµψία της διατοµής του στοιχείου.
Αν και δεν αναµένεται ανελαστική συµπεριφορά των µελών ή του συνόλου της
κατασκευής στο στάδιο λειτουργικότητας, απαιτούνται έλεγχοι για να εξασφαλισθεί
ότι για τα φορτία λειτουργίας δεν θα υπάρξει υπέρβαση εκείνων των δεικτών
συµπεριφοράς που εξασφαλίζουν την οµαλή χρήση του κτίσµατος. Οι δείκτες αυτοί
είναι κατά κανόνα µεγέθη παραµόρφωσης, όπως τα βέλη στα ανοίγµατα οριζόντιων
στοιχείων από φορτία βαρύτητας, τα εύρη των ρωγµών στα δοµικά στοιχεία, η
ύπαρξη αισθητών ταλαντώσεων υπό την δράση συνήθων φορτίων, κ.ά. Αν και
κανένας από τους δείκτες αυτούς δεν σηµατοδοτεί αστοχία στο δόµηµα ή στα µέλη
του, αναµφίβολα τα µεγάλα βέλη, οι ορατές ρωγµές, και οι έντονες ταλαντώσεις
δηµιουργούν αισθήµατα ανασφάλειας στους χρήστες του κτίσµατος και πρέπει να
αποφεύγονται. Την παλαιότερη εποχή όπου ο σχεδιασµός χρησιµοποιούσε την
µέθοδο των επιτρεποµένων τάσεων προβλήµατα λειτουργικότητας ήταν πιο σπάνια
από ότι σήµερα, γιατί τα ύψη των διατοµών των δοκών ήταν συνήθως µεγάλα.
Σήµερα όπου η διαστασιολόγηση των στοιχείων του δοµήµατος γίνεται µε αναφορά
στην οριακή κατάσταση αστοχίας, σε συνδυασµό µε την χρήση χαλύβων οπλισµού
υψηλότερης αντοχής, οι γεωµετρικές διαστάσεις προκύπτουν µειωµένες, και ως εκ
τούτου υπάρχει εντονότερη ανάγκη για των έλεγχο οριακών καταστάσεων
λειτουργικότητας.
∆d ≤ ∆lim (9.1)
Η αρχή των ∆υνατών έργων υπάρχει σε δύο εναλλακτικές µορφές: (α) την Μέθοδο
των ∆υνάµεων, και (β) την Μέθοδο των Μετακινήσεων. Εάν ο άγνωστος του
προβλήµατος είναι µετακίνηση / στροφή, τότε διευκολύνει τους υπολογισµούς των
αγνώστων η Μέθοδος των ∆υνάµεων η οποία ορίζεται ως εξής:
Έστω ότι έχουµε ένα σώµα σε ισορροπία, το οποίο έχει αναπτύξει παραµορφώσεις
(∆Α) υπό την επίδραση εξωτερικών δράσεων και των αντίστοιχων εσωτερικών
αντιδράσεων (σύστηµα φορτίσεως Α)
και
εµείς επιβάλλουµε πάνω σε αυτό το σώµα ένα σύστηµα δυνάµεων Β (τυχαίο) το
οποίο όµως είναι αυτοτελώς σε ισορροπία, τότε το συνολικό έργο που παράγουν οι
εξωτερικές δυνάµεις του συστήµατος φόρτισης Β καθώς ταξιδεύουν κατά µήκος των
µετακινήσεων που προκλήθηκαν από το σύστηµα φόρτισης Α, ισούται µε το
συνολικό έργο που παράγουν οι εσωτερικές δυνάµεις του συστήµατος φόρτισης Β
καθώς ταξιδεύουν κατά µήκος των παραµορφώσεων που προκλήθηκαν από το
σύστηµα φόρτισης Α.
Για παράδειγµα η δοκός του σχήµατος φέρει συγκεντρωµένο φορτίο P στο µέσον
του ανοίγµατός της (στην περίπτωσή µας αυτή είναι η φόρτιση Α). Η δοκός
εξισορροπείται από τις δύο αντιδράσεις στήριξης, P/2 έκαστη. Το διάγραµµα των
ροπών κατά µήκος της δοκού φαίνεται στο σχήµα 9.1. Αυτές είναι οι εσωτερικές
δυνάµεις του συστήµατος φόρτισης Α. Οι παραµορφώσεις που δηµιουργούνται ως
συνέπεια είναι οι καµπυλότητες φ, κατά µήκος του στοιχείου. Όπως έχουµε ήδη δει
στο Κεφάλαιο 5 (Σχήµα 5.4) η καµπυλότητα ορίζεται ως ο λόγος της ορθής
παραµόρφωσης ε(y) σε οποιοδήποτε σηµείο της διατοµής µε απόσταση y από τον
ουδέτερο άξονα, προς την απόσταση y: φ=ε(y)/y. Για γραµµικά ελαστική
συµπεριφορά, το αποτέλεσµα αυτό ισοδυναµεί µε τον κάτωθι ορισµό της
καµπυλότητας:
M
ϕ= (9.2)
EI
Για να βρούµε το βέλος σε κάποια θέση κατά µήκος της δοκού, χρειάζεται να
χρησιµοποιήσουµε την αρχή των δυνατών έργων. Ως σύστηµα φόρτισης Β
µπορούµε να υιοθετήσουµε οποιοδήποτε τυχαίο σύστηµα δυνάµεων, αρκεί αυτό να
είναι σε ισορροπία. Για λόγους δικής µας διευκόλυνσης και µόνον, ενδείκνυται να
επιλέξουµε ένα τέτοιο σύστηµα ώστε να υπάρχει µοναδιαία δύναµη στη θέση και
την διεύθυνση της άγνωστης µετακίνησης. Για παράδειγµα, εάν θέλουµε να
υπολογίσουµε την µετακίνηση στο δεξιά τρίτο του ανοίγµατος, τότε η ενδεδειγµένη
φόρτιση Β είναι αυτή που φαίνεται στο σχήµα 9.2α. Για υπολογισµό του βέλους στο
µέσο του ανοίγµατος, ενδεδειγµένη φόρτιση Β είναι αυτή που φαίνεται στο σχήµα
9.2β Η µαθηµατική έκφραση της αρχής των ∆υνατών έργων που προαναφέρθηκε
είναι:
L 1 P ⋅L 1 1⋅L PL3 PL3
1 ⋅ ∆ + 1 ⋅ 0 + 1 ⋅ 0 = ∫ ϕ ( x ) ⋅ M ( x )dx = ⋅ ⋅ ⋅ ⋅L = ⇒∆= (9.3)
2 2 0 3 4 EI 4 48 EI 48 EI
Οι ποσότητες µε την παύλα είναι εξωτερικές και εσωτερικές δυνάµεις του
συστήµατος φόρτισης Β. Η αριστερή πλευρά της εξίσωσης αφορά στο έργο της
µοναδιαίας δύναµης στο µέσο του ανοίγµατος, καθώς επίσης και το έργο των
αντιδράσεων στις στηρίξεις (εδώ έχουµε αµετάθετες στηρίξεις, οπότε η µετακίνηση
σε αυτά τα σηµεία είναι µηδενική).
Επιστρέφοντας στην έννοια της καµπτικής δυσκαµψίας ΕΙ, από την Εξ. (9.2)
διαφαίνεται ότι εξ` ορισµού το ΕΙ είναι η κλίση του διαγράµµατος ροπών
καµπυλοτήτων. Τον υπολογισµό του διαγράµµατος Μ-φ τον είδαµε διεξοδικά στην
Ενότητα 5.5. Λόγω της µη γραµµικής συµπεριφοράς του οπλισµένου
σκυροδέµατος η κλίση του διαγράµµατος Μ-φ µεταβάλλεται συνεχώς µειούµενη µε
αυξανόµενη τιµή της καµπυλότητας φ. Μάλιστα στο διάγραµµα Μ-φ µπορούµε να
διακρίνουµε τρεις περιοχές, ως εξής (Σχ. 9.3(α)):
Με αναφορά στην διαδικασία υπολογισµού της βύθισης (Εξ. 9.3) τα εµβαδά που
περικλείονται στις προεξοχές του διάγραµµατος καµπυλοτήτων που οφείλονται
στην ρηγµάτωση υπερισχύουν ποσοτικά κατά την εκτίµηση του ολοκληρώµατος
στην δεξιά πλευρά της 9.3. Άρα και µία µόνο ρωγµή συνεπάγεται σηµαντική
αύξηση του βέλους ενός δοµικού στοιχείου Ο.Σ. Εάν θέλαµε να κάνουµε αναλυτικό
υπολογισµό του βέλους χρησιµοποιώντας την πραγµατική κατανοµή των
καµπυλοτήτων, µε την µέθοδο των ∆υνατών έργων, θα είχαµε να υπολογίσουµε ένα
ιδιαίτερα πολύπλοκο ολοκλήρωµα. Κάτι τέτοιο είναι µεν θεωρητικώς εφικτό, είναι
όµως ιδιαίτερα χρονοβόρο.
Χαρακτηριστικός δείκτης για την έκταση της ρηγµάτωσης είναι το σχετικό µέγεθος
της µέγιστης καµπτικής ροπής, Μa, που προκαλούν τα επιβαλλόµενα φορτία
λειτουργίας κατά µήκος του στοιχείου, σε σύγκριση µε την ροπή ρηγµατώσεως Μcr.
Η σχέση η οποία έχει προταθεί για τον υπολογισµό της ενεργής δυσκαµψίας έχει ως
εξής:
3
M
EI eff = E c ⋅ I eff , όπου I eff = I cr + ( I gr − I cr ) ⋅ cr (9.4)
Ma
όπου Εc το µέσο µέτρο ελαστικότητας του σκυροδέµατος, όπως δίνεται ανά
κατηγορία σκυροδέµατος στον Πίνακα 3.2. Οι ποσότητες Ιgr και Icr είναι οι ροπές
αδράνειας της διατοµής στην αρηγµάτωτη και πλήρως ρηγµατωµένη κατάσταση
αντιστοίχως. Η ροπή Μa είναι η µέγιστη τιµή (κατ’απόλυτο τιµή) στο διάγραµµα
ροπών κατά µήκος του στοιχείου. Η ροπή ρηγµατώσεως Mcr είναι η ροπή που
απαιτείται για την έναρξη ρηγµάτωσης σε µία διατοµή. Ο υπολογισµός των
µεγεθών που απαιτούνται για την εφαρµογή της Εξ. (9.5) περιγράφεται αναλυτικά
στην επόµενη ενότητα.
Με αναφορά στο σχήµα 9.5 που δείχνει την διατοµή του σχήµατος 5.7 αφού έχει
µετατραπεί σε ισοδύναµη διατοµή σκυροδέµατος ακολουθείται η εξής διαδικασία
υπολογισµών:
I total = ∑ I i + ∑ Ai ⋅ ( y i − y KB ) 2 (9.17)
i =1,m i =1,m
Acc ⋅ y cc + n E ⋅ As1 ⋅ y s1 + ( n E − 1 ) ⋅ As 2 ⋅ y s 2
y K .B.,cr = (9.18)
Acc + n E ⋅ As1 + ( n E − 1 ) ⋅ As 2
όπου ο δείκτης cc αναφέρεται στο θλιβόµενο τµήµα της διατοµής σκυροδέµατος.
I cr = I cc + ∑ Ai ⋅ ( y i − y KB ) 2 (9.19)
i =1,m
∆ηλαδή, η βασική διαφορά από τον προηγούµενο υπολογισµό των εξ. 9.16 και 9.17
βρίσκεται στο ότι από την συνολικό εµβαδόν της διατοµής σκυροδέµατος
λαµβάνεται υπόψη µόνον η θλιβόµενη ζώνη, ενώ το τµήµα της διατοµής
σκυροδέµατος που βρίσκεται σε εφελκυσµό θεωρείται ότι δεν συµµετέχει στην ροπή
αδράνειας και στον ορισµό του κέντρου βάρους. Σηµειώνεται ότι εξ`ορισµού ο
ουδέτερος άξονας σε κάµψη βρίσκεται πάντα στο κέντρο βάρους της διατοµής.
∆ηλαδή, c=ξd=yK.B.,cr. Μετά την ρηγµάτωση ο ουδέτερος άξονας έχει µετατοπισθεί
προς την πλευρά της θλιβόµενης ζώνης. Στην περιοχή αυτή θα παγιωθεί και κατά
την ανελαστική συµπεριφορά (µετά την διαρροή του χάλυβα).
Είναι επίσης ενδιαφέρον να συγκριθούν οι τιµές της Icr µε την Igr. Στις συνήθεις
διατοµές όπως και στο παράδειγµα η ροπή αδράνειας της ρηγµατωµένης διατοµής
Icr είναι περίπου 30% της αρχικής τιµής Igr. ∆ηλαδή µε την ανάπτυξη της πλήρους
ρηγµάτωσης το στοιχείο έχει απωλέσει περί τα 2/3 της δυσκαµψίας του. Η εκτίµηση
αυτή είναι αρκετά αξιόπιστη για στοιχεία χωρίς αξονικό φορτίο (δοκούς). Στην
περίπτωση υποστυλωµάτων (στοιχείων δηλαδή που φέρουν αξονικό θλιπτικό
φορτίο άνω του 0.15Agrfcd) η αποµείωση της δυσκαµψίας µετά την ρηγµάτωση
ανέρχεται µέχρι περίπου το 50% της αρχικής τιµής. Για πρακτικά προβλήµατα
ελέγχου µεταθετότητας κτισµάτων, συνήθως επαρκεί να θεωρηθεί ότι Icr≈Igr/3 και
Icr≈Igr/2 για δοκούς και υποστυλώµατα αντιστοίχως.
ξ3 d 2 1
I cr = i cr ⋅ b ⋅ d 3 ; όπου i cr = + ρ s1 ⋅ n E ⋅ (1 − ξ ) 2 + ρ s 2 ⋅ ( n E − 1 ) ⋅ ( ξ − ) ≤ (9.20)
3 2h 12
Το ύψος της θλιβόµενης ζώνης ξ µετά την ρηγµάτωση και µέχρι την διαρροή του
διαµήκους οπλισµού υπολογίζεται από την εξής σχέση:
d
ξ= [nE ⋅ ρ s1 + ( nE − 1 ) ⋅ ρ s 2 ]2 + 2 ⋅ n E ⋅ ρ s1 + ( n E − 1 ) ⋅ ρ s 2 ⋅ s 2 − [n E ⋅ ρ s1 + ( n E − 1 ) ρ s 2 ]
d
(9.21)
Οι εξισώσεις 9.20 και 9.21 ισχύουν επίσης και για πλακοδοκό, εφόσον
αντικατασταθεί όπου ρs2 η ποσότητα: (b-bw)/(nE-1)bw, όπου b το συνολικό
συνεργαζόµενο πλάτος της πλάκας και bw το πλάτος του κορµού.
Αντίστοιχες εκφράσεις µπορούν εύκολα να εξαχθούν και για διατοµές που φέρουν
συνδυασµό καµπτικής ροπής και αξονικού φορτίου.
M ⋅y N
σ( y ) = − (9.21)
I gr Ac
N I gr
M cr = fctk 0.05 + ⋅ (9.22)
A y max
Το αξονικό φορτίο (Ν) λαµβάνεται ως θετικός αριθµός εάν είναι θλιπτικό και
ως αρνητικός αριθµός εάν είναι εφελκυστικό. Για απλή ορθογωνική διατοµή
ymax≈h/2, και η παραπάνω σχέση απλοποιείται περαιτέρω ως εξής:
N b ⋅ h2
M cr = fctk 0.05 + ⋅ (9.22)
A 6
Η ποσότητα bh2/6 είναι γνωστή και ως αντίσταση της ορθογωνικής διατοµής
(W). Το ίδιο ισχύει γενικά για τον λόγο Igr/ ymax.
Για την µείωση των βελών λόγω κατακορύφων φορτίων σε οριζόντια στοιχεία
(π.χ. δοκούς και πλάκες) ενδείκνυται η καλή πρακτική σχεδιασµού και
όπλισης στα επιµέρους στοιχεία και στον φορέα ως σύνολο. Έτσι, πρέπει να
επιδιώκεται η υπερστατικότητα του φορέα, η χρήση θλιβόµενου οπλισµού στα
καµπτόµενα στοιχεία, η αύξηση της ποιότητας των υλικών και ο περιορισµός
του µήκους των ανοιγµάτων. Σε περιπτώσεις πολύ µεγάλων ανοιγµάτων
ενδείκνυται η χρήση προέντασης ή και η κατάλληλη υπερύψωση του
ξυλοτύπου κατά την σκυροδέτηση (camber – χρησιµοποιείται συχνά στην
κατασκευή προβόλων µε µεγάλα ανοίγµατα).
Για συνήθη οικοδοµικά έργα ο ΕΑΚ (2000) απαλλάσσει από τον αναλυτικό
έλεγχο βελών τα εκείνα τα οριζόντια φέροντα στοιχεία των οποίων το πάχος h
ή το στατικό ύψος ικανοποιεί τους κάτωθι περιορισµούς (οι διαστάσεις σε m):
Ec
E ccr =
(1 + φ cr )
φ=Μ/ΕΙ
Το σχήµα 9.3 (α) και 9.3(β) βρίσκεται στο κάτω µέρος της σελ. 2 των
σηµειώσεων.
Σχήµα 9.4
∆ιάγραµµα καµπυλοτήτων
Θέσεις ρωγµών