You are on page 1of 529

ΓΕΝΙΚΟ ΕΠΙΤΕΛΕΙΟ ΣΤΡΑΤΟΥ

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΣΤΡΑΤΟΥ

ΘΕΜΑΤΑ
ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

ΕΚΔΟΣΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΕΩΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΣΤΡΑΤΟΥ


ΑΘΗΝΑ 1999
ΓΕΝΙΚΟ ΕΠΙΤΕΛΕΙΟ ΣΤΡΑΤΟΥ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΣΤΡΑΤΟΥ

ΘΕΜΑΤΑ
ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

ΕΚΔΟΣΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΕΩΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΣΤΡΑΤΟΥ


ΑΘΗΝΑ 1999
ΠΡΟΣ : ΑΣΠ -ΤΥΕΣ ΓΕΝΙΚΟ ΕΠΙΤΕΛΕΙΟ ΣΤΡΑΤΟΥ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΣΤΡΑΤΟΥ
5Ο Γραφείο
Τηλ.(Εσωτ.) 2704
Φ.205/
Σ.
ΚΟΙΝ.: ΓΕΣ/ ΕΓΑ, ΓΕΣ/ΑΥ Αθήνα, Απρ. 99
ΓΕΣ/ΔΕΚΠ
ΓΕΣ/ΔΙΣ/5ο Γρ

ΘΕΜΑ :Θέματα Στρατιωτικής Ιστορίας

1. Κοινοποιούνται συνημμένα δύο (2) βιβλία, τα οποία περιέχουν


Θέματα Στρατιωτικής Ιστορίας και εκατόν οκτώ (108) Εγχρωμα
Σχεδιαγράμματα αντίστοιχα, που έχουν καθορισθεί από το Ανώτατο
Στρατιωτικό Συμβούλιο (ΑΣΣ) για τους υποψηφίους σπουδαστές της Ανώτατης
Σχολής Πολέμου (ΑΣΠ) και εντελλόμεθα την έκδοσή τους .

2. Η εκτύπωσή τους να γίνει από το ΤΥΕΣ σε δύο Χιλιάδες (2.000)


αντίτυπα.

3. Διανομή από το ΤΥΕΣ / Γ' ΔΝΣΗ και σε συνεργασία με ΑΣΠ.

4. Το κόστος της Δαπάνης θα βαρύνει τον Π/Υ του έτους 1999 της
ΔΕΚΠ/ ΓΕΣ

Ακριβές αντίγραφο
Αντιστράτηγος Αθανάσιος Νικολοδήμος
ΑΥ/ΓΕΣ

Αγγ. Δήμα - Δημητρίου


Ιστοριογράφος
Τμηματάρχης 5/Ι

III
IV
ΚΥΡΙΟΤΕΡΕΣ ΣΥΝΤΜΗΣΕΙΣ

Α/Α : Αντιεροπορικά
Α/Μ : Αερομεταφερόμενη
ΑΝΣΚ : Αντικειμενικός Σκοπός
Α/Τ : Αντιαρματικά
Α/Φ : Αεροσκάφη
Γ/Β : Γιουγκοσλαβική-Γιουγκοσλαβία
ΔΒ : Διαβιβάσεις
ΔΜ : Διοικητική Μέριμνα
ΜΜΜ : Μη Μεραρχιακές Μονάδες
ΜΜΠ : Μοίρα Μέσου Πυροβολικού
ΜΟΠ : Μοίρα Ορειβατικού Πυροβολικού
ΜΠ : Μεραρχία Πεζικού
ΜΧ : Μηχανικό
ΝΖΤ : Νεοζηλανδική Ταξιαρχία
Ν/Π : Ναρκοπέδια
ΟΚΗ : (Oberkommando des Heeres) : Ανώτατη Διοίκηση Στρατού
ΟKW : (Oberkommando der Wermacht) : Ανώτατη Διοίκηση Ενόπλων
Δυνάμεων
ΟΜΚ : Ομάδα Μεραρχιών "Κ"
ΠΒ : Πυροβολικό
ΠΖ : Πεζικό
ΠΦ : Πρώτο Φως
ΣΔ : Σταθμός Διοικήσεως
SHAEF : Ανώτατο Στρατηγείο Συμμαχικών Εκστρατευτικών Δυνάμεων
ΣΗΔΜ : Στρατιά Ηπείρου Δυτικής Μακεδονίας
ΣΣ : Σώμα Στρατού
ΤΣΑΜ : Τμήμα Στρατιάς Ανατολικής Μακεδονίας
ΤΣΔΜ : Τμήμα Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας
ΤΘ : Τεθωρακισμένα
ΤΣΣ : Τεθωρακισμένο Σώμα Στρατού
ΤΦ : Τελευταίο Φως

V
VI
ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

1. Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΜΑΡΑΘΩΝΑ.....................................................................1


2. H MAXH ΤΩΝ ΛΕΥΚΤΡΩΝ.................................................................12
3. H ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΜΑΝΤΙΝΕΙΑΣ...............................................................21
4. Η ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΓΑΥΓΑΜΗΛΩΝ...........................................................28
5. Η ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΚΑΝΩΝ..........................................................................47
6. Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΑΟΥΣΤΕΡΛΙΤΣ............................................................57
7. Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΒΑΤΕΡΛΩ.....................................................................69
8. H MAXH ΤΟΥ ΣΑΡΑΝΤΑΠΟΡΟΥ....................................................85
9. H ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΓΙΑΝΝΙΤΣΩΝ.............................................................101
10. Η ΜΑΧΗ ΜΠΙΖΑΝΙΟΥ - ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ.............................................114
11. Η ΜΑΧΗ ΚΙΛΚΙΣ- ΛΑΧΑΝΑ.............................................................127
12. Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΤΑΝΝΕΜΠΕΡΓΚ....................................................143
13. Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΜΑΡΝΗ........................................................................153
14. Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΒΕΡΝΤΕΝ....................................................................167
15. ΜΑΧΗ - ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΟΥ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΥ ΜΕΤΩΠΟΥ.............177
16. Η ΜΑΧΗ ΔΟΡΥΛΑΙΟΥ - ΣΕΪΝΤΗ ΓΑΖΗ.........................................199
17. Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΣΑΓΓΑΡΙΟΥ.............................................................213
18. H MAΧΗ ΠΙΝΔΟΥ – ΚΑΛΑΜΑ..........................................................231
19. ΜΑΧΗ ΜΟΡΟΒΑΣ - ΙΒΑΝ ΚΑΙ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΗΣ
ΚΟΡΥΤΣΑΣ..................................................................................................251
20. Η ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΟΧΥΡΩΝ.....................................................................269
21. Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ......................................................................299
22. Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΕΛ ΑΛΑΜΕΪΝ.......................................................319
23. Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΣΤΑΛΙΝΓΚΡΑΝΤ.......................................................333
24. Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΚΟΥΡΣΚ..................................................................355
25. ΟΙ ΜΑΧΕΣ ΤΟΥ ΚΑΣΣΙΝΟ................................................................379
26. ΑΠΟΒΑΣΗ ΣΤΗ ΝΟΡΜΑΝΔΙΑ...........................................................401
27. Η ΑΝΤΕΠΙΘΕΣΗ ΤΩΝ ΑΡΔΕΝΩΝ..................................................421
28. ΑΡΑΒΟΪΣΡΑΗΛΙΝΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ (5 - 10 Ιουνίου 1967).................453
29. ΑΡΑΒΟΪΣΡΑΗΛΙΝΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ (6 - 24 Οκτωβρίου 1973)..........469
30. ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ..................................................483
31. ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΤΟΥ ΒΙΕΤΝΑΜ..............................................483
32. Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΟΝ ΠΕΡΣΙΚΟ ΚΟΛΠΟ.........................................497

VII
VIII
IX
Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΜΑΡΑΘΩΝΑ
(12 Σεπτεμβρίου 490 π.Χ.)(1)

1. Εισαγωγή
Μετά την καταστολή της εξεγέρσεως των Ιώνων της Μικράς Ασίας (495
π.Χ.) ο βασιλιάς Δαρείος, άνδρας με εξαίρετα διοικητικά-οργανωτικά προσόντα
και σπάνιες αρετές, αποφάσισε να αναμιχθεί ενεργά στα Ελληνικά πράγματα.
Με πρόφαση την τιμωρία των Ελλήνων για την πυρπόληση των Σάρδεων,
αλλά και ενσαρκωτής της οφειλόμενης ασιατικής εκδικήσεως κατά των
Αθηναίων και των Ερετριέων, για τη συνδρομή τους εκείνη προς τους Ίωνες,
έστειλε την άνοιξη του 492 π.Χ. κατά της Ελλάδας, ισχυρή πεζική και ναυτική
δύναμη υπό το γαμπρό του στρατηγό Μαρδόνιο.
Το καλοκαίρι του ίδιου χρόνου, καθώς ο στόλος του παρέπλεε τον Άθω,
ξέσπασαν θυελλώδεις βορεινοί άνεμοι και σφοδρή θαλασσοταραχή μετέτρεψε
σε ναυάγια τριακόσια φοινικικά πλοία.
Ταυτόχρονα, η πολεμική θρακική φυλή των Βρύζων με νυκτερινή
ενέργεια προκάλεσε βαριές απώλειες στο Στρατό, που συνολικά έφθασαν τους
20.000 άνδρες. Μπροστά στην αναπάντεχη αυτή συμφορά, πληγωμένος και ο
ίδιος ο Μαρδόνιος, υποχρεώθηκε να διακόψει την εκστρατεία και να επιστρέψει
άπρακτος στην Περσία.
Χωρίς να αποθαρρυνθεί ο Δαρείος για την άτυχη έκβαση της πρώτης
εκείνης εκστρατείας, διέταξε νέες σοβαρότερες προετοιμασίες.
Συμβουλευόμενος τον άλλοτε τύρρανο των Αθηνών και κατόπιν πολιτικό
πρόσφυγα Ιππία, γιο του Πεισιστράτου, αποφάσισε την συγκρότηση ισχυρής
ναυτικής αρμάδας, ικανής να πλεύσει από τα Μικρασιατικά παράλια, δια των
νήσων του Αιγαίου στον όρμο του Μαραθώνα και αφού αποβιβάσει στρατό και
Ιππικό να συντρίψει τους Αθηναίους σε επιτόπου αναμέτρηση ή συνενούμενος
με τους κατοίκους της περιοχής του Μαραθώνα - άλλοτε πολιτικούς οπαδούς
του Πεισιστράτου και του ίδιου του Ιππία - να βαδίσει εναντίον της Αθήνας, να
την πυρπολήσει και να εξανδραποδίσει τους κατοίκους της.
Αρχηγοί της επιχειρήσεως ορίσθηκαν ο Μήδος Δάτις και ο Πέρσης
Αρταφέρνης, ενώ ο Ιππίας ακολουθούσε ως πολιτικοστρατιωτικός σύμβουλος
και σύνδεσμος προς τους ολιγαρχικούς Αθηναίους που τυχόν θα συντάσσονταν
με αυτόν, μόλις θα πληροφορούνταν την άφιξή του στον Μαραθώνα.
Με αυτές τις φιλοδοξίες οι Πέρσες αρμάτωσαν εξακόσιες τριήρεις και με
τη συνοδεία περισσότερων μεταγωγικών αλλά και ιππαγωγών πλοίων
ξεκίνησαν από τη Σάμο για να τιμωρήσουν όσους είχαν αρνηθεί άλλοτε να
δώσουν "ã`~çí êáß \õäùñ", αλλά κυρίως τους Ερετριείς και πάνω από όλους
τους Αθηναίους για τους γνωστούς λόγους.
Προηγήθηκε η Νάξος, τους κατοίκους της οποίας εξανδραπόδισαν. Μετά
κατέστρεψαν όσα νησιά βρίσκονταν στο δρομολόγιό τους, εκτός από τη Δήλο
την οποία ο Δάτις σεβάστηκε ως ιερό νησί μετά από εντολή του Δαρείου.

π(1)
Σύμφωνα με άλλες πηγές ("Ιστορία του Ελληνικού Έθνους" της Εκδοτικής
Αθηνών, σελ. 295-6) η μάχη έγινε στις 13 ή 14 Αυγούστου 490 π.Χ.
2

Κατόπιν κατέλαβαν τη Μύκονο, την Τήνο, την Άνδρο, την Κάρυστο και την
Ερέτρια.
Στο μεταξύ οι Αθηναίοι που παρακολουθούσαν την πορεία του Περσικού
στόλου, υποδέχθηκαν το άγγελμα της αποβάσεως στο Μαραθώνα, έτοιμοι
ηθικά, διοικητικά και στρατιωτικά. Είχαν μόλις πριν από ένα μήνα ολοκληρώσει
μέσα στις νόμιμες ημερομηνίες τις δημοκρατικές αρχαιρεσίες των "ενιαυσίων
αρχόντων" από τις οποίες είχε αναδειχθεί "επώνυμος άρχων" ο Φάνιππος και
πολέμαρχος ο Καλλίμαχος ο Αφιδναίος. Μεταξύ των δέκα στρατηγών εκτός
από το Μιλτιάδη και τον Αριστείδη, ήταν και ο Στησίλαος του Θρασύλου και ο
Θεμιστοκλής του Νεοκλή (σύμφωνα με τον Πλούταρχο).
Επίσης, με κλήρο όπως όριζαν οι Νόμοι, είχε ορισθεί και η σειρά της
Πρυτανείας των Φυλών με πρώτη την Αιαντίδα. Με το άγγελμα της αποβάσεως
των Περσών στο Μαραθώνα, η Βουλή και ο Δήμος ψήφισαν χωρίς
καθυστέρηση την έξοδο του στρατού.
Παράλληλα, οι στρατηγοί, ενώ ακόμα βρίσκονταν στην πόλη, έστειλαν
στη Σπάρτη τον ταχυδρόμο Φειδιππίδη για βοήθεια. Κατόπιν, δέκα χιλιάδες
βαριά οπλισμένοι Αθηναίοι - χίλιοι από κάθε φυλή - ακολουθούμενοι από
ισάριθμους υπηρέτες "ψιλούς", ξεκίνησαν και ακολουθώντας τις διαβάσεις του
Πεντελικού, πέρασαν μετά από σύντονη πορεία στην πεδιάδα του Μαραθώνα.

2. Περιγραφή του Πεδίου της Μάχης

Η πεδιάδα του Μαραθώνα, όπου έγινε η ομώνυμη μάχη, είναι παραλιακή,


επίπεδη, σε σχήμα ημισελήνου, με μήκος εννέα περίπου χιλιόμετρα και μέσο
πλάτος τρία χιλιόμετρα (Σχεδ.1). Στο βόρειο άκρο ορίζεται από το ακρωτήριο
του Μαραθώνα "Κυνός Ουρά" και στα νότια από το ακρωτήριο του Αγίου
Ανδρέα. Περίκλειστη από υψώματα των ορεινών όγκων Πάρνηθας και
Πεντελικού (Δρακονέρα-Σταυροκοράκι-Κοτρώνι-Αγριλίκι) επικοινωνεί με την
ενδοχώρα με τις παρακάτω οδεύσεις:

α. Τη μεταξύ του όρους Σταυροκοράκι και ΜεγάλουΈλους προς Κάτω


Σούλι (Τρικόρινθος) και Ραμνούντα.
β. Τη μεταξύ του όρους Αγριλίκι και του όρους Κοτρώνι προς Βράνα-
Σταμάτα.

γ. Τη μεταξύ του όρους Κοτρώνι και του όρους Σταυροκοράκι προς


Μαραθώνα-Οινόη-Σταμάτα.

δ. Τον παραλιακό δρόμο από Προβάλινθο-Άγιο Ανδρέα-Πικέρμι-


Παλλήνη-Σταυρό.
3

Στο ανατολικό μέρος της πεδιάδας, νότια της Δρακονέρας και σε αρκετή
έκταση, από τα ανατολικά προς τα δυτικά, υπήρχε εκείνη την εποχή βάλτος με
έλη και άλλος μικρότερος στο δυτικό τμήμα, ανατολικά της Προβαλίνθου. Στο
μέσο περίπου και δυτικά από το μεγάλο έλος, έρεε ο χείμαρρος Χάραδρος και
βορειοδυτικά του μεγάλου έλους υπήρχε η νεροπηγή Μακαρία που χρωστούσε
το όνομά της στη μυθολογική κόρη του ήρωα Ηρακλή.
Ο Κόλπος του Μαραθώνα ομαλός, αβαθής και αμμώδης επιτρέπει άνετη
προσόρμιση σε οποιοδήποτε σημείο της παραλίας. Η χερσόνησος "Κυνός
Ουρά" προφυλάσσει από τη σφοδρότητα των ανατολικών ανέμων και κάνει
ασφαλέστερο το αγκυροβόλιο στο κοντινό της χερσονήσου δυτικό τμήμα του
κόλπου.
Τέλος, η πεδιάδα σε όλη την έκτασή της διακόπτεται από μικρές, αθέατες
κυρίως χαραδρώσεις-παγίδες, οι οποίες δυσχεραίνουν κατά τη διεξαγωγή του
αγώνα τους ελιγμούς και την τήρηση των οργανικών δεσμών των τμημάτων,
καθώς και επίσης την επέλαση Ιππικού και την ανεμπόδιστη κυκλοφορία
μεταγωγικών.

3. Γενική Κατάσταση , Δυνάμεις και Διάταξη των Αντιπάλων

α. Περσών

Μετά την άλωση της Ερέτριας, ο περσικός στόλος δηλαδή πληρώματα


φοινικικά και βίαια στρατολογημένοι Ίωνες και Αιολείς, κατέπλευσε στο
Μαραθώνα γεμάτος από Πέρσες, Σάκες, Μήδους, Λυδούς, Κάρες, Λυκίους,
Κίλικες, Αιγυπτίους, Ασσυρίους, Αιθίοπες κτλ. και άρχισε την απόβαση. Το
περσικό ιππικό είχε 1.000 περίπου ιππείς.
Με τη βεβαιότητα που έδινε η αριθμητική υπεροχή, το ανομοιογενές
εκείνο έμψυχο δυναμικό, παρουσίαζε υψηλό ηθικό, στηριζόμενο κυρίως στο
μέχρι τότε αήττητο του Πέρση, του Σάκα και του Μήδου οπλίτη και στη άγνοια
εναντίον ποιού στρατού εκστράτευε αυτή τη φορά. Το περσικό πεζικό
υστερούσε σε τακτική και ο οπλισμός του για αγώνα σώματος με σώμα ήταν
πολύ κατώτερος του αθηναϊκού. Η πανοπλία ενός Αθηναίου οπλίτη
περιλάμβανε τη μεταλλική ασπίδα, το χάλκινο κράνος, το θώρακα
(αποτελούμενο από δύο χάλκινα μέρη, ένα για το στήθος και την κοιλιά και ένα
για την προστασία της πλάτης), το μακρύ ξύλινο δόρυ, με σιδερένιες τις άκρες
(αιχμή και σαυρωτήρα) και το κοντό αμφίστομο ξίφος που τοποθετημένο σε
κολεό, κρεμόταν από τον ώμο με αορτήρα.
Απέναντι στον Αθηναίο οπλίτη ο Πέρσης παρουσιαζόταν με λεπτό
λεπιδωτό θώρακα από σίδερο και στον ώμο είχε αναρτημένη μικρή ξύλινη
ασπίδα "το γέρρο", όπως λεγόταν. Από τον ώμο, επίσης, αναρτούσε τόξο και
μεγάλη φαρέτρα γεμάτη καλαμένια βέλη. Ακόμα, στο δεξιό μέρος της ζώνης
4

έφερε μάχαιρα και στο χέρι κρατούσε μικρό ακόντιο. Τέλος, στο κεφάλι
φορούσε την κυρβασία, ένα κάλυμμα υφασμάτινο ή δερμάτινο, το οποίο όμως
άφηνε ουσιαστικά απροστάτευτο το κεφάλι και στα πιο ήπια χτυπήματα.
Εκεί που υπερτερούσε το περσικό πεζικό ήταν στο εκηβόλο όπλο
δηλαδή το τόξο, με το οποίο μπορούσε να χτυπήσει από απόσταση μέχρι και
150 μέτρα και με την πυκνότητα και ταχυβολία του να προκαλεί σημαντικές
απώλειες, αποδιοργανώνοντας τον επερχόμενο αντίπαλο, πριν φθάσει σε αγώνα
σώματος με σώμα.

β. Ελλήνων

Οι Αθηναίοι έφθασαν στην παλιά πόλη του Μαραθώνα τις πρωινές


ώρες της επόμενης μέρας της αποβάσεως και στρατοπέδευσαν στο βορειοδυτικό
τμήμα της πεδιάδας, κοντά στο τέμενος του Ηρακλή. Δύο ή τρεις μέρες
αργότερα, αναφέρθηκε από τους ημεροσκόπους της Πάρνηθας, ότι από εκεί και
τη Δεκέλεια φάνηκαν να έρχονται χίλιοι Πλαταιείς με τον Αείμνηστο, σε
βοήθεια των Ελλήνων.
Μόλις στρατοπέδευσαν Αθηναίοι και Πλαταιείς, οι Πέρσες που
κατείχαν το ανατολικό τμήμα της πεδιάδας, προώθησαν το πεζικό τους δυτικά
του χειμάρρου Χάραδρου, και με το ιππικό μπροστά παρατάχθηκαν και
ετοιμάσθηκαν για μάχη. Οι Αθηναίοι όμως δεν ανταποκρίθηκαν στην πρόκληση
αυτή, αλλά οχυρωμένοι στο ξύλινο περιτείχισμα που κατασκεύασαν με
σύσταση του Μιλτιάδη, γυμνάζονταν και ταυτόχρονα προστατεύονταν από
τυχόν αιφνιδιαστική εχθρική ενέργεια. Την πέμπτη μέρα από την άφιξή τους
στο Μαραθώνα, έφερε ο Φειδιππίδης την απάντηση των Σπαρτιατών, η οποία
έλεγε ότι σύμφωνα με τα θρησκευτικά τους έθιμα, δεν μπορούσαν να
εκστρατεύσουν πριν από την πανσέληνο αλλά μετά, (η σελήνη τη στιγμή της
αναφοράς εκείνης ήταν 9 ημερών) θα προσέτρεχαν αμέσως σε βοήθεια. Μετά
την απάντηση των Σπαρτιατών ο Μιλτιάδης πρότεινε στο συμβούλιο των
στρατηγών την άμεση δράση. Πέντε από τους 10 στρατηγούς με εμπνευστή τον
ίδιο, ψήφισαν να δοθεί αμέσως η μάχη. Οι άλλοι πέντε όμως στρατηγοί
υποστήριξαν ότι θα ήταν φρονιμότερο να περιμένουν και την άφιξη των
Σπαρτιατών. Μπροστά σ' αυτή την ισοψηφία, ο Μιλτιάδης κατέφυγε στον
πολέμαρχο Καλλίμαχο που σύμφωνα με το νόμο σε περιπτώσεις ισοψηφίας είχε
δικαίωμα ψήφου στο συμβούλιο των στρατηγών. Με λόγια ζεστά, πατριωτικά
και τονίζοντας μεταξύ άλλων ο Μιλτιάδης πως η ελευθερία της Αθήνας
εξαρτιόταν πλέον από εκείνον, πέτυχε να προσεταιρισθεί τον Καλλίμαχο και να
γείρει έτσι την πλάστιγγα υπέρ των απόψεών του. Κατόπιν, σύμφωνα με
πρόταση του συνετού Αριστείδη, όλοι οι στρατηγοί παραχώρησαν τη μέρα της
στρατηγίας τους στο Μιλτιάδη, δείγμα παραδοχής της ανωτερότητάς του στην
πολεμική τέχνη και της γνώσης του γύρω από την τακτική των Περσών, με τους
5

οποίους είχε γνωρισθεί καλά από την εποχή που ήταν κυβερνήτης της Θρακικής
χερσονήσου.
Στο μεταξύ ο Μιλτιάδης παρόλο πού είχε την έγκριση του συνόλου
των στρατηγών και του Πολέμαρχου, αντί να προχωρήσει στην αναμέτρηση με
τους Πέρσες, την οποία επιδίωκε, την ανέβαλλε συνεχώς, μέχρι που έφθασε η
μέρα της νόμιμης στρατηγίας του. Όλες αυτές τις μέρες μελετούσε προσεκτικά
τις κινήσεις και τη διάταξη του περσικού στρατού. Είχε να αντιμετωπίσει και να
επιλύσει προβλήματα όπως, η αριθμητική υπεροχή του εχθρού σε πεζικό, η
πυκνότητα των εχθρικών τοξευμάτων και η παρουσία ισχυρής ιππικής
δυνάμεως.

4. Σχέδια και Αποστολές Αντιπάλων

α. Περσών

Οι Πέρσες που αποβιβάσθηκαν στο Μαραθώνα υπολογίζονται από


τους πιο έγκριτους ιστορικούς σε 44.000-55.000 άνδρες πεζικού και 1.000
ιππείς.
Το σχέδιο του Δάτι, στηριγμένο στην αριθμητική υπεροχή σε πεζικό,
στη μονοπώληση της παρουσίας και κυριαρχίας της ιππικής του δυνάμεως στην
πεδιάδα, αλλά και στη δυνατότητα εκτελέσεως στρατηγικών ελιγμών με το
στόλο ή συνδυασμένων επιχειρήσεων ή επιχειρήσεων αντιπερισπασμού,
προέβλεπε τη συντριβή του αθηναϊκού στρατού στη βουνόκλειστη πεδιάδα του
Μαραθώνα και κατόπιν από την ξηρά και τη θάλασσα, ενισχυόμενος και από το
Διάκριο, όπως διαβεβαίωνε ο Ιππίας, θα ενεργούσε κατά των Αθηνών για την
πυρπόλησή τους και τον εξανδραποδισμό των κατοίκων.
Οι Πέρσες παρατάχθηκαν σε μέτωπο 1.600 μέτρων, δυτικά του
ποταμού Χάραδρου, παράλληλα με την ακτή και 200 περίπου μέτρα ανατολικά
του Τύμβου, στηρίζοντας το αριστερό τους στο Μικρό Έλος και το δεξιό τους
στα μεσημβρινά κράσπεδα του όρους Σταυροκοράκι. Δεξιά των Περσών ήταν
Αιγύπτιοι-Σύροι-Αιθίοπες, Κάρες κτλ., αριστερά τους ήταν οι Μήδοι και το
κέντρο κατείχαν Πέρσες και Σάκες, κατανεμημένοι ομοιόμορφα σε βάθος 40-50
ζυγών, ενώ απείχαν από την αθηναϊκή παράταξη περίπου 1.500 μέτρα.
β. Ελλήνων

Το Σχέδιο και η Ιδέα ενέργειας των Αθηναίων γέννημα της


μεγαλοφυΐας του Μιλτιάδη, προέκυψε μετά από βασανιστική μελέτη, σύγκριση,
διασταύρωση και συνεκτίμηση στοιχείων και πραγμάτων, όπως χώρου, μέσων,
αναλογιών σε συσχετισμό με την ποιότητα, τις αρετές και την τακτική του
αντιπάλου, τις οποίες γνώριζε πολύ καλά από το παρελθόν ο Μιλτιάδης.
6

Για να εξισώσει το μήκος της παρατάξεως του με εκείνης των


Περσών, ώστε να αποφύγει με κάθε τρόπο την υπερκέραση από το Ιππικό και
για να εξοικονομήσει δυνάμεις, αποβλέποντας στην εξουδετέρωση των αρίστων
του περσικού στρατού, ο Μιλτιάδης παρέταξε το στράτευμά του σε μέτωπο
1.600 μέτρων περίπου με δεξιό στήριγμα τους βορεινούς πρόποδες του όρους
Αγριλίκι και αριστερό τα μεσημβρινά άκρα του όρους Σταυροκοράκι όπως
παρακάτω:

(1) Δεξιό Κέρας


Απέναντι από το αριστερό των Περσών (Μήδοι) σε μέτωπο 500
μέτρων, τάχθηκαν 4 φυλές (125 μέτρα η κάθε μία) σε βάθος οκτώ ζυγών και
πρώτη κατά σειρά τάξεως την Αιαντίδα φυλή με τον Πολέμαρχο Καλλίμαχο,
"τιμής ένεκεν", γιατί κάθε Πολέμαρχος καταλάμβανε τιμητικά και ηγούνταν στο
άκρο δεξιό της αθηναϊκής παρατάξεως, σύμφωνα με τους ισχύοντες νόμους.

(2) Κέντρο
Απέναντι από το Περσικό Κέντρο (Πέρσες, Σάκες) σε μέτωπο
500 μέτρων, τάχθηκαν δύο φυλές (250 μέτρα η κάθε μία) σε βάθος τεσσάρων
ζυγών, η Λεοντίδα με το Θεμιστοκλή και Αντιοχίδα με τον Αριστείδη.

(3) Αριστερό Κέρας


Απέναντι από το Δεξιό των Περσών (Αιγύπτιοι, Αιθίοπες,
Σύροι, Κάρες κτλ.) σε μέτωπο 625 μ. περίπου, τάχθηκαν τέσσερις φυλές και
1.000 Πλαταιείς του Αειμνήστου (125 μ. η καθεμιά), σε βάθος οκτώ ζυγών και
τελευταία στην τάξη την Οινηίδα Φυλή, όπου και ο Μιλτιάδης, ενώ το άκρο
αριστερό παραχωρήθηκε τιμητικά στους Πλαταιείς.
Ολόκληρο τον ελιγμό του και την προσδοκώμενη νίκη, στήριζε
ο Μιλτιάδης στην κατανομή των δυνάμεων όπως την περιγράψαμε παραπάνω,
ενώ έλαβε σοβαρά υπόψη του την απειλή από τα εχθρικά τοξεύματα και γι' αυτό
το σκοπό είχε γυμνάσει τους οπλίτες του στο ξύλινο περιτείχισμα για πολλές
ημέρες, στη νέα τακτική της δρομαίας εφόδου.
Με βάση τα πιο πάνω και με δεδομένη τη μη συμμετοχή τελικά
της περσικής ιππικής δυνάμεως, που φορτώθηκε στα πλοία των Περσών, ίσως
για να χρησιμοποιηθεί σε επιχείρηση αντιπερισπασμού, η ιδέα ενέργειας του
Μιλτιάδη διατυπώθηκε ως εξής:
- Προέλαση για τη λήψη της επαφής, χωρίς χαλάρωση των
δεσμών, βαθμιαία αυξανόμενη, εξελισσόμενη τελικά σε δρομαία έφοδο, στα
τελευταία 150 μ., με σκοπό να ελαχιστοποιηθούν οι απώλειες από τα τοξεύματα
του εχθρού.
- Με την έναρξη του "εκ του συστάδην αγώνα", τακτική
υποχώρηση του ασθενούς αλλά ελαστικού Κέντρου, για τον εφελκυσμό του
7

έναντι Περσικού Κέντρου, προς την κατεύθυνση των νοτιοδυτικών


καταπτώσεων του όρους Κοτρώνι και το ξύλινο περιτείχισμα δίπλα στο
Ηράκλειο Τέμενος.
- Ισχυρή ορμητική κρούση με το Δεξιό και Αριστερό κατά
των αντίστοιχων εχθρικών ακραίων πτερύγων για την πλήρη διάσπαση των
οργανικών τους δεσμών και απώθηση, χωρίς όμως να ακολουθήσει τη νίκη
μεγάλης εκτάσεως καταδίωξη. Κατόπιν με επιτόπου αναστροφή (δηλαδή ο
τελευταίος ζυγός γίνεται πρώτος και ο πρώτος τελευταίος) ταχεία συνένωση των
δύο αυτών νικηφόρων άκρων και με ενιαία διοίκηση και παράταξη βάθους οκτώ
ζυγών, άμεση προσβολή των νώτων του διώκοντος την Αντιοχίδα και Λεοντίδα
Φυλή, Περσικού Κέντρου, για την πλήρη αποδιοργάνωση και εξόντωσή του.
Μετά, με το σύνολο των δυνάμεων συνεχής καταδίωξη του εχθρού που
υποχωρεί άτακτα, για την παρεμπόδιση επιβιβάσεως στα πλοία και πυρπόληση
του στόλου του.
- Μετά την αναμενόμενη, όπως παραπάνω, νίκη, ετοιμότητα
ταχείας κινήσεως με όλες τις δυνάμεις εκτός Αντιοχίδας Φυλής, για την
προάσπιση κάθε μέρους της Αττικής, που μπορούσε τυχόν να απειληθεί με
απόβαση, από τον εχθρικό στόλο που έφευγε.
- Σε περίπτωση διαπιστώσεως απόπειρας πλεύσεως του
εχθρικού στόλου προς το Φάληρο ή άλλο λιμάνι της Αττικής, θα δίνονταν
σήματα με αντανάκλαση του ηλιακού φωτός πάνω στις ασπίδες, από ταγμένους
γι' αυτό το σκοπό ημεροσκόπους, από τα υψώματα Πεντελικού και Πάρνηθας.
Τέλος, η περισυλλογή λαφύρων και φρούρηση των αιχμαλώτων, μετά τη μάχη,
προβλεπόταν να γίνει από την Αντιοχίδα Φυλή, που θα παρέμενε στο πεδίο
μάχης, μέχρι νεότερης διαταγής.

5. Διεξαγωγή της Μάχης

Την 9η προς 10η ημέρα από την είσοδο του αθηναϊκού στρατού στην
πεδιάδα και ενώ μέχρι εκείνη τη στιγμή η παρουσία του Περσικού Ιππικού
αποτελούσε ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα που είχε να επιλύσει ο
Μιλτιάδης, έφθασαν στις προφυλακές αυτόμολοι Ίωνες και ανέφεραν πως από
την αυγή είχε αρχίσει η επιβίβαση του Ιππικού στα πλοία.
Ήταν φανερή η πρόθεση των Περσών να συγκρατήσουν εκεί τον
αθηναϊκό Στρατό και, πιστεύοντας πως θα εύρισκαν ανυπεράσπιστη την Αθήνα,
αποφάσισαν αιφνιδιαστικά να ενεργήσουν απόβαση από την κατεύθυνση του
Φαλήρου για την κατάληψή της. Ο Μιλτιάδης εκμεταλλεύθηκε την ευκαιρία της
απουσίας του Ιππικού από την πεδιάδα και χωρίς καθυστέρηση συγκέντρωσε
και παρέταξε το στράτευμα όπως το είχε σχεδιάσει.
Κατόπιν, περιερχόμενος τις γραμμές των κατάφρακτων Αθηναίων και
Πλαταιέων, έδινε τις τελευταίες ενθαρρυντικές συμβουλές σε εκείνους που τον
8

ατένιζαν με θαυμασμό και εμπιστοσύνη, τονίζοντας ιδιαίτερα πως μόνο η


δρομαία έφοδος, στην οποία τους είχε εκπαιδεύσει, μπορούσε να τους
προστατεύσει από τα εχθρικά τοξεύματα και να τους φέρει σώους με τις
καλύτερες προϋποθέσεις μπροστά από την εχθρική παράταξη για να συνεχίσουν
τον αγώνα εκ του συστάδην.
Κατόπιν, μόλις η καθιερωμένη από τον Πολέμαρχο θυσία φάνηκε αίσια
και δόθηκε από τον Αρχιστράτηγο Μιλτιάδη το σύνθημα για την έναρξη,
αντήχησε ο πολεμικός παιάνας, σήμαναν οι σάλπιγγες, προτάθηκαν οι ασπίδες
και η φάλαγγα εξόρμησε σαν χείμαρρος, κατατρώγοντας το διάστημα των οκτώ
σταδίων (8x185=1.480 μέτρα) που τη χώριζαν από τον εχθρό με απόλυτη τάξη
και αυστηρή τήρηση των οργανικών δεσμών.
Βλέποντας τους οι Πέρσες να επέρχονται δρομαίοι χωρίς ιππικό και
χωρίς τοξότες, νόμισαν στην αρχή πως τους είχε καταλάβει τρέλλα, και από τη
μιά τους θαύμαζαν από την άλλη όμως τους λυπόντουσαν, γιατί κατά την
άποψή τους, τους περίμενε αφανισμός. Έτσι, αρχικά απόρησαν με τον ταχύ
βηματισμό, στη συνέχεια θορυβήθηκαν με την προοδευτική επιτάχυνση και
τέλος όταν ο ταχύς βηματισμός είχε εξελιχθεί σε ορμητικό κύμα και λαιλαπώδη
έφοδο, το θαυμασμό τους διαδέχθηκε ταραχή, σύγχυση και φόβος. Κατόπιν
χιλιάδες βέλη σκέπασαν τον πρωινό ουρανό, χωρίς όμως να προκαλέσουν
σοβαρές απώλειες, ακριβώς λόγω της ταχύτητας με την οποία διανύθηκε η
κρίσιμη απόσταση και επειδή πολλά από τα βέλη προσέκρουσαν στο χαλκό της
θωρακίσεως και το μέταλλο των ασπίδων των ανδρών που επέλαυναν.
Η Μάχη στο Μαραθώνα διήρκεσε πολύ και έγινε με πείσμα και
σφοδρότητα και από τα δύο μέρη. Στην αρχή οι οπλίτες της αριστερής και
δεξιάς πτέρυγας με τους Μιλτιάδη και Καλλίμαχο ήταν λιγότεροι,
υπερτερούσαν όμως σε ηθικό, πολεμική τέχνη και οπλισμό. Έσπασαν την
πεισματώδη αντίσταση των ακραίων εχθρικών πτερύγων, έκαμψαν τους
πρώτους ζυγούς, ανέτρεψαν αυτούς που ακολουθούσαν πίσω και τελικά, αφού
κατέσφαξαν όσους αντιστέκονταν, τους υποχρέωσαν σε άτακτη φυγή προς την
παραλία, χωρίς όμως και να τους καταδιώξουν για αρκετό χρονικό διάστημα,
όπως είχε αρχικά αποφασισθεί στη σχεδίαση.
Την ίδια στιγμή, το Κέντρο των Αθηναίων στην επιτυχία του
υποχωρητικού ελιγμού, του οποίου είχε βασισθεί ολόκληρο το σχέδιο,
συμπτυσσόταν με τάξη, μαχόμενο και παρασύροντας τους διώκτες του στην
κατεύθυνση του Ηρακλείου. Βλέποντας την αίσια αυτή εξέλιξη ο Μιλτιάδης,
διέταξε την αναστροφή των νικητριών πτερύγων και την άμεση συνένωσή τους
στο χώρο που άφησαν οι Πέρσες και οι Σάκες του Περσικού Κέντρου, ώστε με
αμιγή παράταξη να πληγεί αυτό από τα νώτα με τη βοήθεια και των μέχρι
εκείνη τη στιγμή διωκόμενων Αθηναίων της Λεοντίδας και της Αντιοχίδας
Φυλής.
9

Η σύγκρουση που επακολούθησε υπήρξε σφοδρή και αποφασιστική για


την έκβαση της μάχης του Μαραθώνα. Οι Πέρσες μετά από πεισματώδη
αντίσταση τράπηκαν σε φυγή προς τα πλοία, ενώ όσοι εμποδίσθηκαν τράπηκαν
προς τα έλη και αποδεκατίσθηκαν. Η καταδίωξη στην τελευταία φάση,
εξελίχθηκε σε νέο αγώνα στην παραλία, όπου οι Αθηναίοι προσπαθούσαν να
πυρπολήσουν τα πλοία ή να τα αιχμαλωτίσουν και οι Πέρσες αγωνίζονταν
έντρομοι να σώσουν τη ζωή τους.

6. Αποτελέσματα

Στην τελευταία αναμέτρηση, έπεσε γενναία μαχόμενος ο πολέμαρχος


Καλλίμαχος και ο στρατηγός Στησίλαος του Θρασύλου. Εκεί, επίσης έπεσε και
ο Κυναίγειρος του Ευφορίωνος, αδελφός του ποιητή Αισχύλου, ο οποίος επίσης
έλαβε μέρος στη μάχη εκείνη και του έκοψαν με τσεκούρι το χέρι όταν
προσπαθούσε να συγκρατήσει ένα περσικό πλοίο.
Την είδηση στην Αθήνα έφερε τραυματισμένος οπλίτης(1) , ο οποίος
διέτρεξε την απόσταση Μαραθώνας - Αθήνα, περίπου 40 χλμ, φέροντας τον
οπλισμό του. Μόλις έφτασε στην αγορά ανήγγειλε "Χαίρετε, νενικήκαμεν" και
ξεψύχησε. Σε ανάμνηση αυτού του γεγονότος καθιερώθηκε ο γνωστός, ανά την
Οικουμένη "Μαραθώνιος Δρόμος", άθλημα των Ολυμπιακών Αγώνων (42.185
μέτρα).
Στη μάχη του Μαραθώνα έπεσαν 192 Αθηναίοι, 11 Πλαταιείς και αριθμός
δούλων, οι οποίοι για πρώτη φορά πολέμησαν. Για τη θυσία των παραπάνω
τους οποίους οι Αθηναίοι έθαψαν με μεγάλες τιμές σε 3 ξεχωριστούς ομαδικούς
τάφους (τύμβους) στήθηκαν μαρμάρινες στήλες, μία για κάθε φυλή, με τα
ονόματα των πεσόντων, ενώ ο ποιητής Σιμωνίδης ο Κείος, αφιέρωσε στη μνήμη
τους το ακόλουθο επίγραμμα:
«] ÅëëÞíùí ðñïìá÷ï~õíôåò [ Áèçíá~éïé Ìáñáè~ùíé, ÷ñõóïöüñùí ÌÞäùí
[åóôüñåóáí äýíáìéí. »
Μετά τη μάχη με διαταγή του Μιλτιάδη, έμεινε στο Μαραθώνα ο
Αριστείδης με την Αντιοχίδα Φυλή για τη φύλαξη των αιχμαλώτων και των
λαφύρων και ο ίδιος επικεφαλής του υπόλοιπου στρατού αναχώρησε αμέσως
για το Φάληρο, διότι ειδοποιήθηκε από τους ημεροσκόπους του Πεντελικού
όρους (με λάμπουσα στις ηλιακές ακτίνες ασπίδα) ότι ο περσικός στόλος
απέπλευσε με κατεύθυνση την Αθήνα.
Στη συνέχεια ο αθηναϊκός στρατός έφτασε στο Κυνόσαργες, τη στιγμή
που οι Πέρσες αρμένιζαν ανοικτά του Φαλήρου. Όταν όμως οι Πέρσες
βεβαιώθηκαν ότι οι Αθηναίοι ήταν πάλι έτοιμοι για αναμέτρηση,
αποθαρύνθηκαν και απέπλευσαν πίσω στη Ασία. Από τους Πέρσες έπεσαν στη
ς(1)
Το όνομα του Μαραθωνομάχου είναι άγνωστο. Ο Ηρόδοτος δεν αναφέρει τίποτε.
Κατά τον Πλούταρχο πρόκειται για τον Ευκλέα ή το Θέρσιππο.
10

μάχη του Μαραθώνα 6.400 άνδρες, μεταξύ των οποίων και ο Δάτις, ενώ είναι
άγνωστος ο αριθμός των αιχμαλώτων για την ύπαρξη των οποίων γράφει ο
Πλούταρχος. Εξάλλου οι Πέρσες έχασαν 7 πλοία τα οποία αιχμαλώτισαν οι
Αθηναίοι.

7. Διαπιστώσεις - Συμπεράσματα

Η νίκη στο Μαραθώνα, σταθμός για την ανθρωπότητα που απαλλάχθηκε


τότε από τη μάστιγα της ασιατικής βαρβαρότητας, τιμάται στους νεότερους
χρόνους παγκόσμια με την επανάληψη του άθλου του τραυματισμένου οπλίτη,
που πάνοπλος διέτρεξε την απόσταση Αθήνα Μαραθώνα για να φέρει το
άγγελμα της νίκης στους συμπατριώτες του.
Αναμφισβήτητα, κορυφαία υπήρξε η παρουσία του Μιλτιάδη στο
Μαραθώνα. Η ακτινοβολία της προσωπικότητάς του και η αναγνωρισμένη
ανωτερότητά του στα πολεμικά θέματα, τον έκαναν ίνδαλμα και ηγετική
φυσιογνωμία, μεταξύ των συμμαχητών του στρατηγών, αξιωματικών και
οπλιτών, ώστε από αυτό το γεγονός να προκύπτει σαφώς η αρχή της
εμπιστοσύνης στον ηγήτορα. Στη μάχη του Μαραθώνα εμφανίζονται οι πιο
κάτω Αρχές του Πολέμου:
α. Οικονομία Δυνάμεων
β. Συγκέντρωση δυνάμεων
γ. Επιθετικό πνεύμα
δ. Γνώση του χαρακτήρα του αντιπάλου
Επίσης κρίνεται ως ιδιαίτερης σημασίας η εφαρμογή του επιθετικού
ελιγμού του Μιλτιάδη, που μπορεί να διατυπωθεί ως "διπλή δια των ακραίων
πτερύγων υπερκέραση και κύκλωση".
Ο ελιγμός αυτός επαναλήφθηκε αργότερα από τον Αννίβα στις Κάννες,
τον Μπλύχερ στο Βατερλώ, τον Μόλτκε στο Σεντάν, τον Χίντεμπουργκ και τον
Λούντεντορφ στις Ματζουριανές λίμνες, τον Αϊζενχάουερ στη μάχη της
Γαλλίας κτλ.
Οι Πέρσες δεν γνώριζαν εναντίον ποιών ανδρών εκστράτευαν. Το μόνο
για το οποίο ήταν βέβαιοι, ήταν ότι θα πολεμούσαν με κατώτερο αριθμητικά
εχθρό. Με ηγέτες έναν Πέρση και ένα Μήδο, όλο εκείνο το μωσαϊκό εθνών που
ακολουθούσε, υπάκουε στους "επί πάσι" (1) που το έσπρωχναν προς τα εμπρός
ραβδιζόμενο, χωρίς ιδανικά, χωρίς ηθικά ερείσματα, χωρίς συναίσθηση του
καθήκοντος, χωρίς σεβασμό, πίστη και εμπιστοσύνη στις ικανότητες του
αρχιστράτηγου. Απέναντι στο ασιάτη επιδρομέα, οι Αθηναίοι με συνείδηση
σφυρηλατημένη πάνω στο νομοθετικό έργο του Σόλωνα και του Κλεισθένη,
είχαν πλήρη επίγνωση του αγαθού της ελευθερίας και της δημοκ ρατίας. Είχαν
ρ(1)
Στον τελευταίο ζυγό κάθε τάξεως οι Πέρσες τοποθετούσαν τους ανδρειότατους.
Αυτοί θεωρούνταν φόβητρο των δειλών και κολαστές των απροθύμων (Ξενοφ. "Κύρου
παρακολουθήσει στο πρόσφατο παρελθόν το έργο του Φρυνίχου "Μιλήτου
άλωσις", γνώριζαν καλά συνεπώς τι θα σήμαινε ήττα και γι' αυτό, υπερήφανοι,
αλύγιστοι, με επίγνωση της ανάγκης της θυσίας, βάδιζαν με τους ήχους των
σαλπίγγων και τη μελωδία του πολεμικού παιάνα προς τον εχθρό,
αδιαφορώντας για τα ποσοτικά ή υλικά μεγέθη του αντιπάλου.

Παιδεία", ΣΤ, ΙΙΙ, 25).


H MAXH ΤΩΝ ΛΕΥΚΤΡΩΝ
(371 π.χ)

1. Εισαγωγή
α. Η Σπάρτη, αφού εξασφάλισε την υποστήριξη των Περσών με
την επαίσχυντη "Ανταλκίδειο Ειρήνη" (386 π.Χ.), άρχισε να εξουδετερώνει
κάθε πιθανό και επικίνδυνο αντίπαλο. Μια από τις ενέργειες αυτές της Σπάρτης
ήταν η κατάληψη της ακρόπολης της Θήβας Καδμείας (382 π.Χ.) και η
εγκαθίδρυση στη Θήβα φιλικού ολιγαρχικού καθεστώτος. Το 379 π.Χ. μια
μικρή ομάδα επιφανών εξόριστων Θηβαίων με αρχηγούς τους Πελοπίδα και
Μέλωνα, μπήκε κρυφά στη Θήβα, ανέτρεψε το ολιγαρχικό καθεστώς και έδιωξε
τη Σπαρτιατική Φρουρά από την Καδμεία. Από τότε άρχισε η ραγδαία άνοδος
της Θήβας χάρη στους δύο επιφανείς ηγέτες, Επαμεινώνδα και Πελοπίδα.
Αλλά η λάμψη του άστρου της Θηβαϊκής Πολιτείας θα κρατήσει όσο και η ζωή
των δύο αυτών ανδρών.

β. Το 378 π.Χ. έγινε η δεύτερη Αθηναϊκή συμμαχία, η οποία δεν ήταν


ηγεμονία. Η συμμαχία αυτή πολέμησε με την ηγεμονία της Σπάρτης από το 377
μέχρι το 371 π.Χ. Οι Θηβαίοι, αν και σύμμαχοι των Αθηναίων, δεν ήταν
συνεπείς στις υποχρεώσεις τους προς τη συμμαχία. Παράλληλα, ενεργούσαν
δραστήρια για την ανασύσταση της ηγεμονίας των Βοιωτών, του λεγόμενου
"Κοινού των Βοιωτών". Σ' αυτό την ηγεσία θα είχε η Θήβα. Οι ενέργειες
αυτές των Θηβαίων προκάλεσαν τη δυσαρέσκεια των Αθηναίων, οι οποίοι
έβλεπαν με καχυποψία την άνοδο της δυνάμεως της Θήβας.

γ. Οι Αθηναίοι κατάλαβαν ότι δεν τους συνέφερε η παράταση των


εχθροπραξιών, παρά τις επιτυχίες του ναυτικού τους στο Ιόνιο. Παράλληλα,
αντιμετώπιζαν και οικονομικές δυσχέρειες. Αλλά και οι Σπαρτιάτες είχαν
εξαντληθεί. Βολιδοσκοπήσεις των δύο αντιπάλων κατέληξαν στη συμφωνία
συγκλήσεως συνεδρίου ειρήνης, το οποίο συνήλθε στη Σπάρτη το 371 π.Χ.
Στο συνέδριο αυτό έστειλαν αντιπροσώπους όλες οι ελληνικές πόλεις.
Δυστυχώς, το συνέδριο απέτυχε εξαιτίας των Θηβαίων. Ειδικότερα, όταν
κλήθηκε ο αντιπρόσωπος των Θηβαίων να υπογράψει τη συνθήκη ειρήνης,
επέμεινε να υπογράψει όχι μόνο για τη Θήβα αλλά και "εξ ονόματος του Κοινού
των Βοιωτών".
Αυτήν την πρόθεση του Επαμεινώνδα δεν τη δέχθηκαν οι Σπαρτιάτες και
οι εκπρόσωποι πολλών πόλεων αλλά ούτε και οι Αθηναίοι τον υποστήριξαν σ'
αυτό. Όπως ήταν επόμενο το συνέδριο διαλύθηκε, χωρίς να επιτευχθεί
πανελλήνια ειρήνη.

δ. Οι Αθηναίοι και οι Σπαρτιάτες τήρησαν αυτά που συμφώνησαν


μεταξύ τους στο συνέδριο. Στη συνέχεια οι Σπαρτιάτες έστειλαν τελεσίγραφο
στους Θηβαίους να διαλύσουν το "Κοινό των Βοιωτών" και να αφήσουν
αυτόνομες τις βοιωτικές πόλεις. Οι τελευταίοι όμως απέρριψαν το τελεσίγραφο.
Μετά απ' αυτό οι Σπαρτιάτες έδωσαν εντολή στο βασιλιά Κλεόμβροτο, ο οποίος
βρισκόταν τότε στη Φωκίδα με Σπαρτιατικό στρατό 10.000 οπλιτών, να
εισβάλει στη Βοιωτία.

ε. Ο Επαμεινώνδας με στρατό 6.000 οπλιτών κινήθηκε για να


αντιμετωπίσει τον Κλεόμβροτο. Ο κύριος όγκος του Βοιωτικού στρατού
περίμενε τους Σπαρτιάτες δίπλα στην Κορώνεια, κοντά στο στενό της Πέτρας
(Σχεδ.2). Ο Κλεόμβροτος όμως οδήγησε το στράτευμα του από μια όδευση
δυτικά του Ελικώνα και κατά μήκος των ακτών του Κορινθιακού (Σχεδ.2).
Προφανώς, ήθελε να εξαπατήσει τους Θηβαίους για τις προθέσεις του και να
καταλάβει τα μικρά λιμάνια της Βοιωτίας στον Κορινθιακό, ώστε να
εξασφαλίσει την επικοινωνία του με την Πελοπόννησο. Οι Θηβαίοι έφραξαν το
δρομολόγιο αυτό με λίγες δυνάμεις, επειδή ήταν ορεινό και δύσβατο. Ο
Κλεόμβροτος, αφού ανέτρεψε εύκολα τη βοιωτική αυτή προκάλυψη, κατέλαβε
στη συνέχεια την παραλιακή πολίχνη Σίφαι και την οχυρή πόλη Κρεύση
ναύσταθμο των Βοιωτών, όπου κυρίευσε και δώδεκα τριήρεις. Έπειτα κινήθηκε
βορειοανατολικά στη κατεύθυνση των Θεσπιών. Ο Επαμεινώνδας έμαθε τις
κινήσεις αυτές και στράφηκε για να τον συναντήσει. Και τότε τα δύο αντίπαλα
στρατεύματα βρέθηκαν αντιμέτωπα στην πεδιάδα των Λεύκτρων.

2. Περιγραφή του Πεδίου της Μάχης

α. Το πεδίο της μάχης είναι πεδινό και εκτείνεται βόρεια του όρους που
σήμερα λέγεται Κορομπίλι. Δυτικά του πεδίου υπάρχει ο μικρός ποταμός
Περμισσός ή Άσκιρης και ανατολικά βρίσκονται οι πηγές του Ασωπού
ποταμού. Μεταξύ των χειμάρρων αυτών δεν υπάρχει σήμερα ύψωμα και δεν
πρέπει να υπήρχε και κατά την αρχαία εποχή. Επομένως, τα αντίπαλα
στρατεύματα δεν πρέπει να συνάντησαν φυσικά εμπόδια. Δεν υπήρχαν στο
χώρο της σύγκρουσης οικήματα του χωριού των Λεύκτρων, γιατί οι αρχαίοι
ιστορικοί δεν αναφέρουν τίποτα σχετικά, εκτός από τις ενδείξεις σύμφωνα με
τις οποίες το χωριό ήταν ανάμεσα στις Πλαταιές και Θεσπιές.

β. Σήμερα η θέση των Λεύκτρων δεν έχει εντοπισθεί ακόμη με


βεβαιότητα και εκτιμάται ότι ήταν στο σημείο το οποίο σημειώνεται στο χάρτη
(Σχεδ. 3). Συνεπώς, το πεδίο της μάχης ήταν εκτεταμένη πεδιάδα, διαστάσεων
περίπου 1.500 μ. από τα δυτικά προς τα ανατολικά και 3.000 μ. από τα βόρεια
προς τα νότια και προσφερόταν για αγώνα στενής εμπλοκής των
αντιπαραταγμένων δυνάμεων, με ευχέρεια αναπτύξεως και ελιγμού του
ιππικού τους προς κάθε κατεύθυνση.
15

3. Γενική Κατάσταση, Δυνάμεις και Διάταξη των Αντιπάλων

α. Θηβαίων

Το σύνολο του Βοιωτικού στρατού έφθανε τους 6.000 άνδρες, από τους
οποίους 1.000 ήταν ιππείς. Το ηθικό του ήταν κάπως κλονισμένο, γιατί οι
Λακεδαιμόνιοι και, κυρίως, οι Σπαρτιάτες θεωρούνταν ανίκητοι την εποχή
εκείνη. Ο Επαμεινώνδας όμως εξύψωσε το ηθικό του στρατού του με φήμες,
τις οποίες διέδωσε κατάλληλα ο ίδιος, για καλούς οιωνούς και παλιούς
χρησμούς, οι οποίοι προέβλεπαν ήττα των Λακεδαιμονίων. Παρ΄ όλα αυτά
υπήρχαν αμφιβολίες για την πίστη μερικών Βοιωτών, οι οποίοι συνεργούσαν
χωρίς ενθουσιασμό ή από ανάγκη.
Σχετικά με την εκλογή του πεδίου της μάχης υπήρχαν αντιρρήσεις από
τρεις Βοιωτάρχες, οι οποίοι υποστήριζαν ότι δεν έπρεπε να πολεμήσουν στην
πεδινή περιοχή των Λεύκτρων, γιατί οι αντίπαλοι υπερτερούσαν σε αριθμό.
Πρότειναν να προσελκύσουν τον εχθρό σε άλλη περιοχή και να καταλάβουν
υψηλότερες θέσεις. Ο Επαμεινώνδας και άλλοι δύο Βοιωτάρχες απέκρουσαν
την πρόταση, από φόβο μήπως αυξηθούν οι τάσεις αποστασίας μεταξύ των
Βοιωτών. Ο έβδομος Βοιωτάρχης ο οποίος ήρθε στο στρατόπεδο τελευταίος,
γιατί επέστρεφε από κάποια αποστολή, συμφώνησε με τη γνώμη του
Επαμεινώνδα.
Ο Επαμεινώνδας, ως ανώτατος διοικητής του Βοιωτικού στρατού έλαβε
διάταξη διαφορετική από τα μέχρι τότε αποδεκτά. Τοποθέτησε στην αριστερή
πτέρυγα της παρατάξεώς του τους Θηβαίους σε βάθος 50 στοίχων και πλάτος
65-70 ανδρών. Στο κέντρο και στη δεξιά πτέρυγα τοποθέτησε τους άλλους
Βοιωτούς σε πολύ λιγότερους στοίχους. Το ιππικό το ανέπτυξε μπροστά από
την αριστερή του πτέρυγα για να αντιμετωπίσει το Σπαρτιατικό ιππικό. Αυτή η
παράταξη επικράτησε από τότε να λέγεται "λοξή φάλαγγα" από μια φράση του
Διόδωρου του Σικελιώτη: "Διο και λοξήν ποιήσας την φάλαγγα, τω τους
επιλέκτους έχοντι κέρατι έγνω κρίνειν την μάχην" (Σχεδ. 4).

β. Λακεδαιμονίων

Η δύναμη του στρατού του Κλεόμβροτου ήταν 9.000 πεζοί και 1.000
ιππείς περίπου. Από αυτούς περίπου 2.300 άνδρες ήταν Λακεδαιμόνιοι - 4
μόρες (1) - από τους οποίους οι 700 ήταν Σπαρτιάτες. Οι υπόλοιποι 7.500-
7.700 οπλίτες ήταν σύμμαχοι των Σπαρτιατών.
Το ιππικό αποτελούσαν Σπαρτιάτες και σύμμαχοι ιππείς και ήταν
κατώτερο σε μαχητική αξία από το Βοιωτικό ιππικό. Το ηθικό του
στρατεύματος ήταν υψηλό. Παρ΄ όλα αυτά ένας αριθμός αξιωματικών έβλεπε
16

με καχυποψία τον Κλεόμβροτο, γιατί στο παρελθόν είχε δείξει φιλικές δι αθέσεις
προς τους Θηβαίους. Σ' αυτήν την περίπτωση αν οι Θηβαίοι απέφευγαν τη
μάχη, οι αξιωματικοί αυτοί ήταν έτοιμοι να κατηγορήσουν τον Κλεόμβροτο ότι
άφησε τον εχθρό να διαφύγει, με συνέπεια ο βασιλιάς να κινδυνεύσει να
καταδικασθεί σε θάνατο από τη Σπάρτη. Γι' αυτό το λόγο οι φίλοι του
αξιωματικοί πίεσαν το βασιλιά να επισπεύσει την πολεμική δράση.
Ο Κλεόμβροτος παρέταξε το στρατό του σύμφωνα με τα καθιερωμένα.
Τοποθέτησε τους Λακεδαιμονίους στη δεξιά πτέρυγα, όπου πήρε θέση κι ο
ίδιος με το πιο επίλεκτο τμήμα. Στο κέντρο και αριστερά τοποθέτησε το
συμμαχικό πεζικό και στο αριστερό άκρο ένα απόσπασμα συμμαχικού ιππικού.
Σε όλη τη φάλαγγα έδωσε βάθος 12 στοίχων. Το ιππικό το ανέπτυξε μπροστά
στη δεξιά του πτέρυγα, για να εξασφαλίσει το στράτευμα του από κάθε
αιφνιδιαστική ενέργεια των Θηβαίων, αλλά και για να καλύπτει τις κινήσεις του
πεζικού του από την παρατήρηση του εχθρού (Σχεδ.4).

4. Σχέδια και Αποστολές Αντιπάλων

Στις ιστορικές πηγές δεν αναφέρονται τα σχέδια ενεργείας των


αντιπάλων. Από τις περιγραφές της μάχης των αρχαίων ιστορικών
συμπεραίνεται ότι τα σχέδια ενεργείας προέβλεπαν γενικά τα εξής:

α. Θηβαίων

Επίθεση αρχικά με το ιππικό στο αριστερό για ανατροπή του ιππικού των
Σπαρτιατών και απώθηση του μέσα στις γραμμές του Σπαρτιατικού πεζικού για
δημιουργία σύγχυσης και αναταραχής. Συνέχιση της επιθέσεως από την ισχυρή
αριστερή πτέρυγα για διάσπαση και καταστροφή της αντίστοιχης δεξιάς των
Σπαρτιατών. Τήρηση επαφής με τον εχθρό στο κέντρο και στο δεξιό της
Θηβαϊκής παράταξης χωρίς αποφασιστική εμπλοκή. Αντιμετώπιση εχθρικής
απειλής στο αριστερό πλευρό της φίλιας διάταξης με τον Ιερό Λόχο.

β. Σπαρτιατών

Κάλυψη της δεξιάς πτέρυγας με το Σπαρτιατικό ιππικό. Επίθεση σε


ολόκληρο το μέτωπο με το πεζικό, με κύρια προσπάθεια δεξιά. Υπερκέραση
της αριστερής πτέρυγας του εχθρού με επέκταση και στροφή του δεξιού της
Σπαρτιατικής φάλαγγας για καταστροφή του εχθρού.
Γενικά, και από τους δύο αντιπάλους γινόταν ορθολογιστική προσαρμογή
των μέσων σύμφωνα με τα χαρακτηριστικά του πεδίου της μάχης.

α(1) μόρα: τμήμα Σπαρτιατικού στρατού


17

5. Διεξαγωγή της Μάχης

α. Πριν από την έναρξη της μάχης συνέβησαν τα εξής γεγονότα:


(1) Ο Επαμεινώνδας, από φόβο ότι μερικοί από τους Βοιωτούς
σκόπευαν να λιποτακτήσουν, έκρινε ότι ήταν προτιμότερο να αποχωρήσουν
πριν από τη μάχη. Έτσι, εξέδωσε διακήρυξη, με την οποία επέτρεπε να
αναχωρήσουν για την πόλη τους όσοι επιθυμούσαν να μην πολεμήσουν. Όλοι οι
Θεσπιείς και μερικοί άλλοι Βοιωτοί, δυσαρεστημένοι με τους Θηβαίους,
αναχώρησαν. Η θέση των Θεσπιέων στην παράταξη ήταν πίσω και δεξιά. Τότε
συμμαχικό ιππικό των Σπαρτιατών και τμήματα ελαφρά οπλισμένα (ψιλοί) που
βρίσκονταν στην αριστερή πτέρυγα των Σπαρτιατών, επιτέθηκαν στη φάλαγγα
των Βοιωτών η οποία αποχωρούσε και τους ανάγκασαν να υποχωρήσουν και να
επιστρέψουν στο στρατόπεδο των Θηβαίων.
(2) Ο Κλεόμβροτος συγκάλεσε το τελευταίο πολεμικό του
συμβούλιο, στη διάρκεια του οποίου δημιουργήθηκε αναταραχή μεταξύ των
αξιωματικών εκείνων οι οποίοι υποψιάζονταν τις προθέσεις του βασιλιά και των
άλλων οι οποίοι ήταν φιλικοί απέναντί του. Το αποτέλεσμα ήταν να
δημιουργηθεί σύγχυση και να γίνουν βιαστικές ενέργειες. Οι διοικητές των
συμμαχικών τμημάτων των Σπαρτιατών αποχώρησαν χωρίς να λάβουν διαταγές
για τη λήψη των σχηματισμών μάχης και την έναρξή της. Ξαφνικά ο
Κλεόμβροτος διέταξε συγκρότηση για μάχη και τέθηκε επικεφαλής του κέντρου
της δεξιάς πτέρυγας με τους επίλεκτους Σπαρτιάτες. Οι σύμμαχοι χωρίς
ενθουσιασμό άφησαν με ευχαρίστηση τους Σπαρτιάτες και τους Θηβαίους να
τακτοποιήσουν οι ίδιοι τις μεταξύ τους διαφορές.

β. Με την έναρξη της μάχης ο Κλεόμβροτος κίνησε τις τέσσερις μόρες


προς τα δεξιά με σκοπό να στρέψει τη δεξιά του πτέρυγα σε ορθή γωνία και να
πλευροκοπήσει τους Θηβαίους (Σχεδ.5). Ο Επαμεινώνδας όμως άρχισε πρώτος
την επίθεση με το ιππικό του ενάντια στο ιππικό των Σπαρτιατών. Αμέσως
φάνηκε η ανώτερη μαχητική ικανότητα των Θηβαίων ιππέων. Οι αμυνόμενοι
Σπαρτιάτες ιππείς δε μπόρεσαν να συγκρατήσουν την ορμή των επιτιθεμένων
και υποχώρησαν άτακτα προς τη διάταξη του Σπαρτιατικού Πεζικού, οπότε
προκάλεσαν σύγχυση και ταραχή στις τάξεις του. Η ενέργεια αυτή μείωσε τον
κίνδυνο πλευροκοπήσεως των Θηβαίων από τη δεξιά πτέρυγα του
Κλεόμβροτου και προετοίμασε τη δράση της ενισχυμένης πτέρυγας του
Επαμεινώνδα.

γ. Πριν ακόμα συνέλθουν και ανασυνταχθούν οι Σπαρτιάτες, το ιππικό


των Θηβαίων αποσύρθηκε δεξιά και αριστερά και αποκάλυψε το μέτωπο, οπότε
ο Επαμεινώνδας επιτέθηκε με την ισχυρή αριστερή πτέρυγα εναντίον της δεξιάς
18

του Κλεόμβροτου. Η κατεύθυνση της επιθέσεως στράφηκε λίγο δεξιότερα,


προς το κέντρο των Σπαρτιατών, εκεί όπου βρισκόταν ο Κλεόμβροτος με τους
επίλεκτους Σπαρτιάτες. Στο μεταξύ οι Σπαρτιάτες του άκρου της δεξιάς
πτέρυγας επιχείρησαν να εκτελέσουν τον προβλεπόμενο αρχικό ελιγμό για να
υπερφαλαγγίσουν τους Θηβαίους. Επενέβη όμως ταχύτατα ο Πελοπίδας με τον
Ιερό Λόχο, ο οποίος κινήθηκε προς τα εμπρός και αριστερά της φάλαγγας του
Επαμεινώνδα και υπερφαλάγγισε τους Σπαρτιάτες. Η παράταξη των
Σπαρτιατών τοποθετήθηκε σε σχήμα ημισελήνου, με σκοπό να περικυκλώσει
τους Θηβαίους. Το κέντρο με τον Κλεόμβροτο συγκράτησε για ένα χρονικό
διάστημα τους πολυάριθμους Θηβαίους με σκληρό αγώνα και αυτοθυσία. Ο
ίδιος ο Κλεόμβροτος τραυματίσθηκε θανάσιμα και οι άνδρες που ήταν γύρω
του, μαχόμενοι με ανδρεία κατόρθωσαν να τον διασώσουν με μεγάλη δυσκολία
για να μην πέσει στα χέρια των Θηβαίων. Μαζί με το βασιλιά έπεσαν επίσης
και τα πιο επίλεκτα στελέχη των Σπαρτιατών, όπως ο πολέμαρχος Δείνων, ο
Σφοδρίας, ο γιος του Κλεώνυμος και άλλοι.Τελικά, μετά από σφοδρό και άνισο
αγώνα, μπροστά στην τοπική συντριπτική υπεροχή των Θηβαίων, η δεξιά
πτέρυγα των Σπαρτιατών κάμφθηκε και υποχώρησε προς το στρατόπεδο. Οι
Σπαρτιάτες του αριστερού τμήματος το οποίο αποτελούσαν τέσσερις μόρες
υποχώρησαν κι αυτοί. Μια κίνηση κατά του πλευρού της Θηβαϊκής φάλαγγας
θα εξέθετε το δικό τους αριστερό πλευρό. Στο υπόλοιπο μέτωπο των αντίπαλων
στρατών, δηλαδή μεταξύ των συμμάχων των Σπαρτιατών και των συμμάχων
των Θηβαίων, δεν πραγματοποιήθηκε αξιόλογος αγώνας, όπως είχε προβλέψει
και ο Επαμεινώνδας.

δ. Οι Σπαρτιάτες μετά την υποχώρηση του παρατάχθηκαν και πάλι πίσω


από την τάφρο μπροστά από το στρατόπεδο τους και τήρησαν το σχηματισμό
και την πειθαρχία τους. Ο Κλεόμβροτος είχε ήδη πεθάνει. Μερικοί επειδή δεν
μπορούσαν να ανεχθούν την ήττα, πρότειναν να αντεπιτεθούν, να παραλάβουν
τους νεκρούς τους μετά από τη μάχη και να μην επιτρέψουν στους Θηβαίους να
στήσουν τρόπαιο. Οι πολέμαρχοι όμως, επειδή έβλεπαν ότι πολλοί είχαν
σκοτωθεί από τους Σπαρτιάτες και οι σύμμαχοι τους δεν είχαν διάθεση για
μάχη, δεν ενέκριναν την αντεπίθεση. Τελικά, έστειλαν κήρυκα και ζήτησαν
ανακωχή για να περισυλλέξουν τους νεκρούς τους. Οι Θηβαίοι τότε έστησαν
τρόπαιο και απέδωσαν τους νεκρούς μετά από συνθήκη.

ε. Η μάχη των Λεύκτρων έγινε στις 5 του αττικού εκατομβαιώνα,


δηλαδή στις 6 Ιουλίου του 371 π.Χ., μόλις είκοσι μέρες μετά την αποχώρηση
της Θηβαϊκής αντιπροσωπείας από τη Σπάρτη.
19

6. Αποτελέσματα

α. Οι απώλειες των Σπαρτιατών ήταν πολύ μεγάλες. Από τους 700


γνήσιους Σπαρτιάτες σκοτώθηκαν περίπου οι 400. Έπεσαν επίσης στο πεδίο
της μάχης άλλοι 600 περίπου Λακεδαιμόνιοι (περίοικοι, νεοδαμώδεις κ.ά.).
Εκτός όμως από τις απώλειες σε έμψυχο υλικό, τεράστια σημασία είχε το ηθικό
πλήγμα της Σπάρτης. Η μάχη των Λεύκτρων αποτέλεσε σημαντικό στρατιωτικό
γεγονός πανελλήνιου χαρακτήρα με σοβαρές πολιτικές προεκτάσεις την εποχή
εκείνη, με δεδομένο ότι μετά από αυτήν και ως αποτέλεσμα της έκβασής της,
δινόταν τέλος στην ηγεμονία της Σπάρτης και άρχιζε η νέα ηγεμονία της Θήβας.

β. Για τις απώλειες των Θηβαίων δεν αναφέρουν στοιχεία οι αρχαίοι


συγγραφείς. Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης αναφέρει ότι έπεσαν στη μάχη "ουχί
ολιγώτεροι των 4.000 Λακεδαιμονίων και περί τας 3.000 Βοιωτοί". Και οι δύο
αριθμοί είναι υπερβολικοί. Ο Παυσανίας αναφέρει ότι σκοτώθηκαν 47 Θηβαίοι
και μερικοί άλλοι Βοιωτοί. Οι απώλειες αυτές είναι πολύ μικρές και μάλλον δεν
ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.

7. Διαπιστώσεις - Συμπεράσματα

α. Κατά την εισβολή του Σπαρτιατικού στρατού από τη Φωκίδα στη


Βοιωτία ο Κλεόμβροτος σωστά επιλέγει το ορεινό δρομολόγιο δυτικά του
Ελικώνα, γιατί με αυτό παραπλανεί τους αντιπάλους του σχετικά με τις
προθέσεις του. Δίνει δηλαδή την εντύπωση, ότι εγκατέλειψε την εισβολή και
συγχρόνως εξασφαλίζει τα βοιωτικά λιμάνια των Σιφών και της Κρεύσιδας για
τη θαλάσσια επικοινωνία του με την Πελοπόννησο.

β. Το σχέδιο ενεργείας του Κλεόμβροτου φάνηκε άκαμπτο, αν και


υπήρχαν ενδείξεις της αλλαγής της τακτικής των Θηβαίων. Πράγματι, πριν από
τη μάχη των Λεύκτρων οι Θηβαίοι είχαν δοκιμάσει την ιδέα αυξήσεως του
αριθμού των στοίχων σε ένα σημείο της παράταξεως, στις μάχες του Δηλίου
(424 π.Χ.), της Νεμέας (394 π.Χ.) και της Τεγύρας (375 π.Χ.) και μάλιστα
επιτυχώς.

γ. Η τακτική αντίληψη του Επαμεινώνδα ήταν μεγαλοφυής. Σ' αυτόν


οφείλονται οι ακόλουθες αρχές πολέμου και μέθοδοι μάχης, οι οποίες από τότε
εφαρμόζονται με επιτυχία από τους στρατιωτικούς ηγήτορες όλων των στρατών
και όλων των εποχών, ανεξάρτητα από την εξέλιξη των πολεμικών μέσων,
δηλαδή:
20

(1) Το υψηλό ηθικό. Εδώ ο Επαμεινώνδας πέτυχε την ηθική


προπαρασκευή του στρατού του για την εκμετάλλευση του θρησκευτικού
συναισθήματος του λαού διαδίδοντας κατάλληλα καλούς οιωνούς και χρησμούς
για τη νίκη.
(2) Οικονομία δυνάμεων. Την πέτυχε με την αύξηση του βάθους
των στοίχων της αριστερής πτέρυγας και της εκλεπτύνσεως της παρατάξεως στο
κέντρο και στη δεξιά πτέρυγα.
(3) Υπεροχή δυνάμεων. Ο Επαμεινώνδας, αν και διέθετε
μικρότερη αριθμητική δύναμη στο σύνολο, εφάρμοσε με αριστουργηματικό
τρόπο αυτήν την αρχή. Πέτυχε με την τοπική υπεροχή τη διάσπαση της
εχθρικής παρατάξεως στο ισχυρό της σημείο.
(4) Ανώτερη εκπαίδευση. Στη μάχη των Λεύκτρων φάνηκε η αξία
της εκπαιδεύσεως στην υπεροχή του ιππικού των Θηβαίων.
(5) Τήρηση εφεδρείας και πρόβλεψη για την ασφάλεια του
πλευρού. Και οι δύο αυτές αρχές εφαρμόσθηκαν με τον Ιερό Λόχο. Η
εφεδρεία, με την τοποθέτηση του Ιερού Λόχου αρχικά, αμέσως πίσω από την
ισχυρή αριστερή πτέρυγα, και η ασφάλεια πλευρού με την κεραυνοβόλο
επέμβαση του Ιερού Λόχου μπροστά και αριστερά από τη φάλαγγα του
Επαμεινώνδα για την αντιμετώπιση της απειλής του δεξιού άκρου των
Σπαρτιατών.
(6) Κατανομή αποστολών στα τμήματα ανάλογα με το είδος της
συνθέσεως, των δυνατοτήτων και των αντικειμενικών τους σκοπών. Ειδικότερα,
στο ιππικό δόθηκε η αποστολή να επιτεθεί και να ανατρέψει το αντίπαλο ιππικό,
το οποίο να ωθήσει στις τάξεις του εχθρικού πεζικού για πρόκληση σύγχυσης
και αναταραχής. Στην ισχυρή φάλαγγα της αριστερής πτέρυγας δόθηκε η
αποστολή να ενεργήσει ισχυρά και να διασπάσει τη δεξιά πτέρυγα των
Σπαρτιατών. Στον Ιερό Λόχο δόθηκε η αποστολή να επιτεθεί αμέσως μπροστά
και αριστερά, για την ασφάλεια του πλευρού της ισχυρής φάλαγγας. Στα
τμήματα του κέντρου και της δεξιάς πτέρυγας δόθηκε η αποστολή να κινηθούν
προς την εχθρική παράταξη και να την απασχολήσουν, χωρίς να εμπλακούν σε
αποφασιστικό αγώνα.
(7) Επίθεση κατά ισχυρότερου εχθρού. Την ανέλαβε ο
Επαμεινώνδας και πέτυχε, γιατί στηρίχθηκε στην πρωτοβουλία, την ηθική
προπαρασκευή την ταχύτητα ενεργείας και στην καλύτερη τακτική συγκρότηση.

δ. Σχετικά με τις ενέργειες και παραλείψεις των Σπαρτιατών, στις οποίες


κυρίως οφείλεται η ήττα τους, επισημαίνονται τα εξής:
(1) Η κακή οργάνωση μάχης.
(2) Το μειονεκτικό σχέδιο ενεργείας, το οποίο χαρακτηρίζεται από
τον άκαμπτο Σπαρτιατικό τρόπο "του μάχεσθαι".
(3) Η έλλειψη διαταγών προς τα τμήματα των συμμάχων.
21

(4) Η βραδύτητα αναπτύξεως της δεξιάς πτέρυγας.


(5) Η έλλειψη εφεδρείας για την αντιμετώπιση απροόπτου.
(6) Η νέα τακτική του Επαμεινώνδα με τα πλεονεκτήματα της
Λοξής Φάλαγγας, η οποία θεμελίωνε νέες μεθόδους μάχης και έθετε τις βάσεις
της τακτικής του πολέμου, τις οποίες δεν αντιλήφθηκαν οι Σπαρτιάτες.
22

H ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΜΑΝΤΙΝΕΙΑΣ


(362 π.Χ.)

1. Εισαγωγή
Μετά τη μάχη των Λεύκτρων το γόητρο της Θήβας ανέβηκε σημαντικά,
με αποτέλεσμα πολλοί σύμμαχοι των Σπαρτιατών να αποσκιρτήσουν από την
ηγεμονία της Σπάρτης. Πολλές πόλεις της μέσης Ελλάδας προσχώρησαν στη
Θήβα και ιδρύθηκε η Θηβαϊκή συμμαχία σύμφωνα με το πρότυπο της
Αθηναϊκής. Το 370 και το 369 π.Χ. ο Επαμεινώνδας εισέβαλε δύο φορές στην
Πελοπόννησο και επέκτεινε την επιρροή του σ΄ όλες τις πόλεις της εκτός από τη
Σπάρτη, η οποία περιορίσθηκε μέσα στα τείχη της. Το 369 π.Χ. επίσης, άλλη
δύναμη Θηβαϊκού στρατού με τον Πελοπίδα εισέβαλε στη Θεσσαλία, κατέλαβε
τη Λάρισα και επέκτεινε προς τα βόρεια την επιρροή της Θήβας.
Το 368 π.Χ. ο Επαμεινώνδας, για να αντιμετωπίσει την αυξανόμενη
δύναμη της Αθήνας στη θάλασσα και για να αναγνωρισθεί η Θήβα ως ηγετική
δύναμη στην ηπειρωτική Ελλάδα, στράφηκε προς τους Πέρσες και πέτυχε την
αναθεώρηση της "Ανταλκιδείου Ειρήνης". Η ενέργεια αυτή προκάλεσε τη
δυσαρέσκεια όλων των ελληνικών πόλεων. ΄Επειτα, ο Επαμεινώνδας ζήτησε
από τους Αθηναίους να αποσύρουν το στόλο τους από το Αιγαίο στα λιμάνια
της Αττικής. Οι Αθηναίοι όμως αρνήθηκαν. ΄Οπως ήταν επόμενο, ο
Επαμεινώνδας κατασκεύασε και συγκρότησε στόλο από 100 τριήρεις και το 363
π.Χ., διέσχισε το Αιγαίο με σκοπό να προσεταιρισθεί τους συμμάχους και τις
αποικίες των Αθηναίων στα νησιά, στη Μακεδονία και Θράκη μέχρι το
Βόσπορο. Ταυτόχρονα, ο Πελοπίδας με στρατό εκστράτευσε στη Θεσσαλία
εναντίον του τυράννου των Φερών Αλεξάνδρου. Η εκστρατεία του
Επαμεινώνδα στη θάλασσα απέδωσε ελάχιστα και ο στόλος επέστρεψε στα
Βοιωτικά λιμάνια γύρω στο τέλος του 363 π.Χ. Στη Θεσσαλία ο Πελοπίδας
κατατρόπωσε τον Αλέξανδρο, αλλά τελικά σκοτώθηκε από το παράτολμο
θάρρος του. Ο ένας από τους δύο έξοχους Θηβαίους άνδρες χάθηκε. Ο
θάνατός του ήταν μεγάλη απώλεια για τη Θήβα. Δε θα περάσει όμως πολύς
χρόνος για να υποκύψει στο μοιραίο και ο άλλος κορυφαίος Θηβαίος, οπότε θα
δύσει το άστρο της Θήβας.
Για όσο διάστημα το Αθηναϊκό ναυτικό δρούσε ανενόχλητο στο Αιγαίο,
η ηγεμονία της Θήβας δεν ήταν ασφαλής. Εκτός από την Αθήνα και άλλες
πόλεις, κυρίως της Πελοποννήσου, άρχισαν να αμφισβητούν την κυρίαρχη θέση
της Θήβας στην Ελλάδα. Πρώτοι στην κίνηση αυτήν ήταν οι Αρκάδες, οι
οποίοι αν και είχαν ευεργετηθεί από τον Επαμεινώνδα, αρνήθηκαν να
κυρώσουν ένορκα την αναθεώρηση της "Ανταλκιδείου Ειρήνης". Αργότερα
συνασπίσθηκαν με τους Μαντινείς, συμμάχησαν με τους Αχαιούς και τους
παλιούς τους εχθρούς, τους Ηλείους και το "Κοινόν των Αρκάδων"
διασπάσθηκε. Παράλληλα, οι Αθηναίοι συμμάχησαν με τους Λακεδαιμονίους.
Κέντρο όλης της αντιθηβαϊκής κίνησης έγινε η Μαντίνεια.
Η κατάσταση αυτή ήταν επικίνδυνη για τη Θήβα. ΄Ετσι ο Επαμεινώνδας
συγκέντρωσε σημαντική δύναμη στρατού και κατέβηκε στην Πελοπόννησο για
να επιβάλει και πάλι την επιρροή της ηγεμονίας. Ο Επαμεινώνδας αρχικά
παρέμεινε στη Νεμέα για να προσβάλει τους Αθηναίους, οι οποίοι θα κινούνταν
για να ενισχύσουν τους συμμάχους τους. ΄Οταν διαπίστωσε ότι οι πληροφορίες
του ήταν ψεύτικες, κινήθηκε στην Τεγέα, όπου ενισχύθηκε με τους συμμάχους
του Τεγεάτες, Μεσσήνιους και Αργείους. Στο μεταξύ συγκεντρώθηκαν στη
Μαντίνεια σημαντικές δυνάμεις των αντιπάλων του Μαντινείων, Αρκάδων,
Ηλείων και Αχαιών. Ταυτόχρονα, Σπαρτιατικός στρατός με τον Αγησίλαο
βάδιζε για να τους συναντήσει και ο στρατός των Αθηναίων αναμενόταν από
στιγμή σε στιγμή.
Ο Επαμεινώνδας, όταν πληροφορήθηκε την κίνηση των Σπαρτιατών προς
τα βόρεια, θέλησε να καταλάβει την αφρούρητη Σπάρτη. ΄Ετσι, κινήθηκε
γρήγορα με νυκτερινή πορεία, για να προσβάλει την πόλη αιφνιδιαστικά. Ο
Αγησίλαος όμως είχε πληροφορηθεί έγκαιρα την κίνηση των Θηβαίων και
στράφηκε αμέσως πίσω προς τη Σπάρτη, όπου έφθασε πρώτος. Ο
Επαμεινώνδας τότε αντιμετώπισε σθεναρή αντίσταση, οπότε εγκατέλειψε τελικά
την προσπάθεια και ξαναγύρισε στην Τεγέα. Εκεί άφησε το πεζικό του να
αναπαυθεί μετά την εξαντλητική πορεία και διέταξε το ιππικό του να προσβάλει
τη Μαντίνεια. Την κρίσιμη εκείνη στιγμή για τους Μαντινείς έφθασε το
Αθηναϊκό ιππικό, το οποίο, αν και καταπονημένο και με μικρότερη δύναμη,
κατόρθωσε να απωθήσει το Θηβαϊκό ιππικό και να σώσει τη Μαντίνεια.

2. Περιγραφή του Πεδίου της Μάχης

Το πεδίο όπου
έγινε η μάχη είναι το στενότερο μέρος της πεδιάδας του αρκαδικού υψιπέδου
και βρίσκεται σε απόσταση 6,5 χιλιομέτρων νότια της αρχαίας Μαντινείας και
11 χιλιομέτρων βόρεια της Τεγέας. Δυτικά του στενού υψώνεται το όρος
Μαίναλο και ανατολικά το όρος Καπνίστρα. Από τη στενωπό περνούσε και
κατά την αρχαιότητα οδός, η οποία ξεκινούσε από το Βορρά προς το Νότο και
συνέδεε τη Μαντίνεια με την Τεγέα.
Συγκεκριμένα, η στενωπός σχηματίζεται ανατολικά από τις απότομες
καταπτώσεις υψώματος της Καπνίστρας, το οποίο αποτελεί αντέρεισμα του
Παρθένιου όρους και δυτικά από το επίσης απότομο ύψωμα του Μύτικα, το
οποίο είναι ένας πρόβολος του Μαινάλου. Είναι προφανές ότι στράτευμα
παραταγμένο στη στενωπό με μέτωπο προς τα νότια φράζει την οδό σε
αντίπαλο στρατό ο οποίος κινείται από τα νότια προς τα βόρεια και εξασφαλίζει
συγχρόνως τα πλευρά του. Το ίδιο ισχύει και αντίθετα.

3. Γενική Κατάσταση, Δυνάμεις και Διάταξη των Αντιπάλων

α. Στρατός του Επαμεινώνδα


25

Το σύνολο της δυνάμεως του στρατού του Επαμεινώνδα έφθανε σε


30.000 πεζούς και 3.000 ιππείς. Ο Επαμεινώνδας κίνησε το στράτευμά του
βόρεια της Τεγέας στις 27 Ιουνίου το πρωί, (ή στις 4 Ιουλίου) του 362 π.Χ.
΄Οταν έφθασε στη θέση που λέγεται σήμερα ΄Αγιος Βασίλειος (5-5,5 χιλ. βόρεια
της Τεγέας και 4 χιλ. ανατολικά της Τρίπολης), ανέκοψε την προέλασή του και
παρέταξε τις δυνάμεις του με μέτωπο προς τα βόρεια και με την εξής σειρά από
αριστερά προς τα δεξιά: Βοιωτοί, Αρκάδες, υπόλοιποι Πελοποννήσιοι,
Στερεοελλαδίτες και Αργείοι. Μπροστά από τις δύο πτέρυγες τάχθηκαν
αποσπάσματα ιππικού. ΄Ενα μικτό απόσπασμα που αποτελούσαν ιππείς, ψιλοί
και οπλίτες προχώρησε βορειότερα ως προκάλυψη του κύριου σώματος (Σχεδ.
6)

β. Στρατός Πελοποννησίων - Αθηναίων

Η συνολική δύναμη των Πελοποννησίων και Αθηναίων ήταν 20.000


πεζοί και 2.000 ιππείς. Το στράτευμα αυτό κατέλαβε τη στενωπό με μέτωπο
προς τα νότια και με την ακόλουθη σειρά από τη δεξιά προς την αριστερή
πτέρυγα: Μαντινείς και άλλοι Αρκάδες, Λακεδαιμόνιοι και οι μισθοφόροι τους,
Ηλείοι, Αχαιοί, διάφορα μικρά τμήματα και τέλος οι Αθηναίοι στα αριστερά.
Το ιππικό τάχθηκε μπροστά από το πεζικό ως εξής: το ιππικό των Σπαρτιατών
και των Ηλείων στη δεξιά πτέρυγα και το ιππικό των Αθηναίων στην αριστερή
πτέρυγα (Σχεδ. 6).

4. Σχέδια και Αποστολές Αντιπάλων

Και για τη μάχη αυτή δεν έχουμε τα σχέδια ενεργείας των αντιπάλων.
Από τη διάταξή τους όμως και τις περιγραφές της μάχης των αρχαίων ιστορικών
συμπεραίνεται ότι τα σχέδια ενεργείας τους προέβλεπαν γενικά τα εξής:

α. Επαμεινώνδα

Επίθεση αρχικά με το ιππικό στα δύο άκρα για την ανατροπή των δύο
αποσπασμάτων ιππικού του εχθρού. Συνέχιση της επιθέσεως αριστερά με την
ισχυρή φάλαγγα για διάσπαση και καταστροφή της αντίστοιχης δεξιάς του
εχθρού και δεξιά με το απόσπασμα ιππικού για απασχόληση των Αθηναίων
κατά μέτωπο και υπερφαλάγγιση του αριστερού πλευρού τους από τα υψώματα
του όρους Καπνίστρα. Ταυτόχρονα εξόρμηση του πεζικού του κέντρου και της
δεξιάς πτέρυγας της παρατάξεως για λήψη της επαφής με τον εχθρό χωρίς
αποφασιστική εμπλοκή. Μετά τη διάσπαση της δεξιάς πτέρυγας του εχθρού,
κύκλωσή του με την ισχυρή αριστερή φάλαγγα και καταστροφή του συνόλου
των εχθρικών δυνάμεων.
26

β. Πελοποννησίων - Αθηναίων

Κάλυψη της φίλιας διατάξεως με το ιππικό μπροστά από τις δύο


πτέρυγες. ΄Αμυνα για απόκρουση της εχθρικής επίθεσης με το βάρος της στις
δύο πτέρυγες όπου και τα πιο επίλεκτα τμήματα και με επιδίωξη
υπερφαλάγγισης του εχθρού από τα δύο πλευρά.
Γενικά, τόσο η άμυνα όσο και η επίθεση ήταν απόλυτα
προσαρμοσμένες στις εδαφικές συνθήκες και τα χαρακτηριστικά του πεδίου της
μάχης.

5. Διεξαγωγή της Μάχης

Ο Επαμεινώνδας δεν άφησε το στρατό του στην αρχική θέση και με τη


διάταξη, όπως περιγράφηκε. Διέταξε τους οπλίτες και εκτέλεσαν στροφή
αριστερά και η φάλαγγα τέθηκε σε πορεία με κατεύθυνση προς τα
βορειοδυτικά. Ενώ κινούνταν μετέβαλε το σχηματισμό του με σκοπό να
ενισχύσει την αριστερή του πτέρυγα, όπως έκανε στα Λεύκτρα, χωρίς να τον
αντιληφθεί ο αντίπαλος. ΄Οταν η κεφαλή της φάλαγγας έφθασε στους πρόποδες
του υψώματος Μύτικα, διέταξε τους πρώτους λόχους να λύσουν τους ζυγούς
και να αποθέσουν τα όπλα. Οι επόμενοι λόχοι εξακολούθησαν να κινούνται
προς τα βορειοδυτικά, αλλά αριστερά από τους προηγούμενους, όπως όταν
πήγαιναν να στρατοπεδεύσουν. Οι αντίπαλοι βλέποντας αυτές τις κινήσεις
πείσθηκαν ότι ο Επαμεινώνδας δε σκόπευε να επιτεθεί εκείνη τη μέρα και έτσι
έλυσαν τους ζυγούς, άφησαν τα όπλα και ετοιμάζονταν να πάρουν συσσίτιο.
΄Οταν σταμάτησαν και τα τελευταία τμήματα του Επαμεινώνδα, τα οποία
αποτελούσαν οι Αργείοι, όλοι οι άνδρες εκτέλεσαν στροφή δεξιά. Τώρα η
παράταξη είχε τα εξής χαρακτηριστικά: Πρώτο, δεν ήταν πια παράλληλη προς
την αντίπαλη, αλλά η νοητή προέκτασή της σχημάτιζε με αυτή γωνία. Δεύτερο,
το αριστερό της κέρας ήταν ενισχυμένο και βρισκόταν κοντά στο δεξιό κέρας
της αντίπαλης παράταξης το οποίο είχε σκοπό να πλήξει (Σχεδ. 7). Στη
συνέχεια ο Επαμεινώνδας διέταξε γενική εξόρμηση με την ακόλουθη τελική
διάταξη: Στο αριστερό κέρας προπορευόταν απόσπασμα ιππικού, με δύναμη
ίσως 1.500 ιππέων, σε σχήμα εμβόλου, αιχμηρό μπροστά, ενισχυμένο με
ισάριθμους αμίππους(1) , δηλαδή πεζούς ελαφρά οπλισμένους, ικανούς να
μάχονται στενά με τους ιππείς. Πίσω ακολουθούσε το ενισχυμένο αριστερό
κέρας σε σχήμα επίσης αιχμηρού εμβόλου. Τα τμήματα τα οποία αποτελούσαν
το κέντρο και το δεξιό της παρατάξεως κινήθηκαν κλιμακωτά προς τα δεξιά,
διατηρώντας τη λοξότητα της παρατάξεως τους. Το μικτό απόσπασμα
εξόρμησε μπροστά από το δεξιό κέρας εναντίον των Αθηναίων και κα τά την
τ(1) Πεζοί στρατιώτες που τάσσονται μεταξύ των ιππέων.
κίνησή του χωρίσθηκε σε δύο ομάδες. Η μία ομάδα με τους περισσότερους
ιππείς - ίσως περισσότερους από 1.000 και ισάριθμους αμίππους, - επιτέθηκε
μετωπικά κατά του Αθηναϊκού ιππικού. Η άλλη ομάδα, την οποία
αποτελούσαν, κυρίως, ψιλοί και λιγότεροι ιππείς, έσπευσε και κατέλαβε τα
υψώματα στο αριστερό των Αθηναίων. (Σχεδ.8)
΄Οταν οι αντίπαλοι αντιλήφθηκαν την εξόρμηση του στρατού του
Επαμεινώνδα αιφνιδιάσθηκαν. Η σύγκρουση των αντιπάλων άρχισε μεταξύ των
ιππικών στα δύο άκρα των παρατάξεων. Στο δεξιό κέρας του Επαμεινώνδα το
Βοιωτικό ιππικό απώθησε το ιππικό των Αθηναίων, το οποίο υποχώρησε με
τάξη προς τα πλάγια έξω από το αριστερό κέρας των Αθηναίων, χωρίς να φέρει
σύγχυση στο Αθηναϊκό πεζικό, το οποίο αρχικά κάλυπτε. Οι Βοιωτοί ιππείς και
οι ψιλοί, οι οποίοι είχαν καταλάβει τα υψώματα, στράφηκαν εναντίον του
Αθηναϊκού πεζικού το οποίο άρχισε να κάμπτεται. Τότε επενέβη για τους
Αθηναίους απόσπασμα από Ηλείους ιππείς, το οποίο φαίνεται ήταν εφεδρικό
και συγκράτησε τους Βοιωτούς. Τον ίδιο χρόνο το Αθηναϊκό ιππικό, αφού
ανασυντάχθηκε, αντεπιτέθηκε κατά των Βοιωτών ψιλών - ιππέων οι οποίοι
κατέβαιναν από τα υψώματα και πολλούς απ΄αυτούς εξόντωσε. Ενώ, λοιπόν, οι
Αθηναίοι απέκρουαν τελικά την επίθεση των Βοιωτών, στο άλλο κέρας της
παρατάξεως το Βοιωτικό ιππικό με τους αμίππους ανέτρεψε το ιππικό των
Λακεδαιμονίων και παρενόχλησε σοβαρά το πεζικό. ΄Επειτα, αποσύρθηκε
δεξιά και αριστερά και αποκάλυψε το μέτωπο στην ισχυρή αριστερή φάλαγγα
πεζικού του Επαμεινώνδα, η οποία ήρθε ως "σφήνα" και έπεσε με ορμή κατά
της δεξιάς πτέρυγας του αντίπαλου σχηματισμού. Οι τάξεις των αμυνομένων
άρχισαν να αραιώνουν από την ώθηση και τις διεισδύσεις της φάλαγγας των
Βοιωτών. Τελικά, οι Μαντινείς και οι υπόλοιποι Αρκάδες υποχώρησαν και
παρέσυραν το κέντρο της παρατάξεώς τους, το οποίο δεν είχε υποστεί επίθεση
μέχρι τότε. Εκείνη όμως τη στιγμή τραυματίσθηκε θανάσιμα ο Επαμεινώνδας,
ο οποίος στη συνέχεια μεταφέρθηκε στο στρατόπεδο, όπου και πέθανε.
Μόλις έγινε γνωστός ο θάνατος του Επαμεινώνδα, οι άνδρες του έχασαν
το θάρρος τους. Καθώς πληροφορούνταν τη θλιβερή είδηση διέκοπταν τον
αγώνα και επέστρεφαν πίσω με φόβο, σαν να είχαν νικηθεί. ΄Ετσι, ο αγώνας
διακόπηκε, χωρίς να φανεί ποια παράταξη νίκησε στο σύνολό της. Οι Θηβαίοι
από τη μια πλευρά και οι Αθηναίοι από την άλλη, θεώρησαν τους εαυτούς τους
νικητές, επειδή έμειναν κύριοι στο πεδίο της μάχης, όπου πολέμησαν και
υπήρχαν εκεί πολλοί νεκροί των αντιπάλων τους. ΄Εστησαν μάλιστα και
τρόπαια. ΄Ομως, οι ίδιοι είχαν αφήσει δικούς τους νεκρούς στα μέρη του πεδίου
της μάχης, τα οποία είχαν εγκαταλείψει. Σύμφωνα με τις ελληνικές αντιλήψεις
της εποχής εκείνης, αίτηση ανακωχής για την ταφή των νεκρών σήμαινε
αναγνώριση της ήττας. Τελικά, μετά από πολλούς δισταγμούς οι Λακεδαιμόνιοι
υπέβαλαν πρώτοι τη σχετική πρόταση και δόθηκε η αφορμή να κλεισθεί γενική
συμφωνία ανταλλαγής των νεκρών.

6. Αποτελέσματα - Διαπιστώσεις - Συμπεράσματα

Τις απώλειες των αντιπάλων της μάχης της Μαντινείας δεν τις
γνωρίζουμε. Ο Επαμεινώνδας και εδώ εφάρμοσε τον ίδιο ελιγμό όπως και στη
μάχη των Λεύκτρων, αλλά πιο βελτιωμένο. Πρώτο, χρησιμοποίησε την αρχή
της παραπλανήσεως, για τη μετακίνηση του στρατεύματός του από την αρχική
θέση σε άλλη θέση προς τα βορειοδυτικά και με τον τρόπο αυτόν έδωσε την
εντύπωση στον αντίπαλό του, ότι δεν είχε την πρόθεση να δώσει τη μάχη
αμέσως. Το αποτέλεσμα ήταν ο αιφνιδιασμός του αντιπάλου, ο οποίος είχε
χαλαρώσει τα μέτρα ετοιμότητας. Δεύτερο, με την ευφυή αυτή κίνηση πέτυχε
τον κατάλληλο μετασχηματισμό της διατάξεως του και κατέστησε πραγματικά
"λοξή" τη φάλαγγά του, σε σχέση με το μέτωπο της αντίπαλης παρατάξεως.
Στη Μαντίνεια ο Επαμεινώνδας με τη λοξότητα της παρατάξεως του πέτυχε να
αυξήσει το χρόνο της επαφής με τον εχθρό του κέντρου και της δεξιάς πτέρυγάς
του. Ετσι, ο αγώνας γενικεύθηκε, η διάσπαση της δεξιάς πτέρυγας του
αντιπάλου είχε πραγματοποιηθεί.
Η συγκρότηση μικτού αποσπάσματος ιππικού και αμίππων για
αντιμετώπιση του Αθηναϊκού ιππικού και η ενέργειά του για υπερκέραση του
αριστερού πλευρού των Αθηναίων μέσα από τα υψώματα της Καπνίστρας, ήταν
δύο νέες ορθές τακτικές αντιλήψεις για την εποχή εκείνη, οι οποίες
εξακολουθούν να ισχύουν και σήμερα, τις συναντούμε μάλιστα, στην ορολογία
του επιθετικού αγώνα, τη μια ως "Ορθή Αρχική Συγκρότηση" την άλλη ως
μορφή ελιγμού με τον όρο "Υπερκέραση".
΄Οπως στη μάχη των Λεύκτρων, εφαρμόζονται από τον Επαμεινώνδα και
στη μάχη της Μαντινείας, με δεξιοτεχνία και εύστοχα, οι αρχές της οικονομίας
δυνάμεων, υπεροχής δυνάμεων και του ηθικού παράγοντα. Ειδικά, σχετικά με
τον ηθικό παράγοντα και κάτω από το πρίσμα του θανάτου του Επαμεινώνδα,
καταδείχθηκε επίσης η σημαντική επίδραση σ΄αυτό του κύρους και του γοήτρου
του Αρχηγού, αλλά και η κάθετη σχεδόν πτώση του, όταν ο Αρχηγός πεθάνει.
Κατά το χρονικό διάστημα που πέρασε από την άφιξή του στρατού των
Βοιωτών στην Πελοπόννησο μέχρι τη μάχη της Μαντινείας, ο Επαμεινώνδας
επιδίωξε ορθά τρεις φορές να πλήξει τους αντιπάλους του χωριστά. Πρώτη,
όταν περίμενε τους Αθηναίους στη Νεμέα. Δεύτερη, όταν στράφηκε εναντίον
της Σπάρτης, η οποία ήταν χωρίς στρατό. Και τρίτη, όταν επέστρεψε στην
Τεγέα με κατάκοπο το στράτευμά του, απέστειλε αμέσως το ιππικό του να
προσβάλει τη Μαντίνεια, πριν προλάβουν να συγκεντρωθούν οι σύμμαχοί τους.
Ανεξάρτητα όμως από το αποτέλεσμα κατά τις τρεις αυτές περιπτώσεις,
σ΄αυτήν τη μάχη έχει ιδιαίτερη σημασία η επιδίωξη από τον Επαμεινώνδα της
καταστροφής της αντίπαλης δυνάμεως πριν από τη συγκέντρωσή της και
μάλιστα χωριστά, σε χρόνους και χώρους της εκλογής του.
Από την πλευρά Πελοποννησίων - Αθηναίων σημειώνονται τα
ακόλουθα :

α. Η ταχεία και έγκαιρη επιστροφή του Αγησίλαου στη Σπάρτη μέσα


στην ίδια νύκτα και η ηρωική, επιτυχημένη αντίσταση των Σπαρτιατών μέσα
στην πόλη τους.

β. Η επιτυχημένη δράση του Αθηναϊκού ιππικού και η απόκρουση του


Βοιωτικού ιππικού πριν τη μάχη της Μαντινείας.

γ. Η τήρηση εφεδρείας αποσπάσματος ιππικού των Ηλείων και η


επιτυχημένη επέμβαση του στη μάχη της Μαντινείας, όταν η Αθηναϊκή
παράταξη κλονιζόταν.
Η ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΓΑΥΓΑΜΗΛΩΝ
(1η Οκτωβρίου 331 π.Χ)

1. Εισαγωγή

α. Ελληνική Ιστορική Επισκόπηση


Ο όρος Μακεδονία καλύπτει κατά την αρχαιότητα όλα σχεδόν τα
εδάφη της σημερινής ελληνικής Μακεδονίας που περιλαμβάνονται μεταξύ
Ολύμπου και Καμβουνίων (Ν) μέχρι την Μπαμπούνα και την Κερκίνη (Μπέλες)
(Β) και Βοΐου και Βαρνούντα (Δ) μέχρι Στρυμόνα (Α). Η Χαλκιδική και οι
περιοχές ανατολικά του Στρυμόνα μέχρι τα όρη Μάλες και Πιρίν (Β) και μέχρι
του Νέστου (Α) προσαρτήθηκαν στη Μακεδονία επί Φιλίππου του Β΄ (359 -
336 π.Χ), οπότε η Μακεδονία αρχίζει να κυριαρχεί στην πολιτική ζωή των
Ελλήνων.
Ο Φίλιππος ο Β΄, πάρα πολύ ικανός πολιτικός ηγέτης και αξεπέραστος
για την εποχή του στρατιωτικός οργανωτής, παρέδωσε στο γιο του Μ.
Αλέξανδρο το κατάλληλο πολεμικό όργανο, για να εκπληρώσει το
μεγαλεπήβολο σχέδιο "της καταλύσεως της Περσικής Αυτοκρατορίας και στα
ερείπιά της να θεμελιώσει νέους τύπους πολιτειακού και εθνικού βίου,
μεταδίδοντας τον Ελληνικό πολιτισμό μέχρι και των Ινδιών".
Μετά τη δολοφονία του Φιλίππου Β΄ ανέλαβε βασιλιάς της
Μακεδονίας ο Αλέξανδρος Γ΄, ο Μέγας Αλέξανδρος της ιστορίας (356 - 323
π.Χ). Ο νεαρός βασιλιάς μόλις στα 22 του χρόνια ξεκίνησε τη μεγαλύτερη και
ενδοξότερη εκστρατεία των πολέμων όλων των εποχών και έγινε ο
ακατανίκητος στρατηλάτης της Oικουμένης.

β. Περσική Ιστορική Επισκόπηση.

Όσα γνωρίζουμε σήμερα, για τη γέννηση και ανάπτυξη του απέραντου


αυτού κράτους, προέρχονται σχεδόν αποκλειστικά από Έλληνες ιστορικούς. Το
κράτος των Περσών δημιουργήθηκε από τον Κύρο τον Α΄ (521-520 π.Χ.) και
έλαβε την τέλεια δημοσιονομική, διοικητική και στρατιωτική οργάνωση την
εποχή του Δαρείου του Α΄ (521-485 π.Χ.), ενώ από την άνοδο στο θρόνο του
Ξέρξη αρχίζει η περίοδος της παρακμής του, για να διαλυθεί κατά τη διάρκεια
της βασιλείας του Δαρείου του Γ΄ (335-330 π.Χ.).
Ο Δαρείος ο Γ΄ υπήρξε καλός βασιλιάς, σε σύγκριση με μερικούς
προγενέστερούς του και συγκέντρωσε αρκετές αρετές των Μεγάλων προγόνων
του. Η απέραντη Θεοκρατική Αυτοκρατορία των Περσών η μεγαλύτερη και
καλύτερα οργανωμένη δύναμη από όσες είχαν εμφανιστεί μέχρι τότε στον
κόσμο, θα παρέμενε ενωμένη και ασφαλής κάτω από το σκήπτρο του καλού
"Μεγάλου Βασιλέως" Δαρείου του Γ΄.

γ. Ιστορική Μοίρα

Η μοίρα όμως του Δαρείου του επιφύλαξε να έχει αντίπαλο το


Μακεδόνα Αλέξανδρο και να μείνει, έτσι, ο τελευταίος απόγονος του Κύρου, ο
36

οποίος βασίλευσε στην Ασία και, ενώ ήταν αθώος, πλήρωσε με τη ζωή του για
τα δεινά που είχαν συσσωρεύσει οι κακοί πρόσφατοι πρόγονοί του.
Οι εκστρατείες του Μεγάλου Αλεξάνδρου αποτελούν ασφαλώς μια
από τις ενδοξότερες περιόδους της ελληνικής ιστορίας. Στις πολλές μάχες, τις
οποίες ο μεγάλος στρατηλάτης έδωσε έχοντας την ηγεσία των ενωμένων
δυνάμεων του Ελληνισμού, διακρίνεται ως "Ο Δάσκαλος της Στρατηγικής-
Τακτικής".
Σε όλες τις μάχες εφαρμόζονται για πρώτη φορά οι αρχές του
πολέμου. αρχές οι οποίες θα παραμείνουν αναλλοίωτες. Στη στρατηγική και
την τακτική τίποτα σχεδόν ουσιαστικό δεν έχει από τότε προστεθεί. Η μόνη
όμως μάχη όπου φαίνεται η αξία "της ποιοτικής υπεροχής" και στην οποία είναι
ολοφάνερη η απαράμιλλη εφαρμογή των περισσότερων αρχών του πολέμου
είναι ασφαλώς η περίφημη μάχη των Γαυγαμήλων, με την οποία ο τεράστιος
στρατός του "Μεγάλου Βασιλέως" διαλύθηκε στα μέρη που τον συνέθεταν και
η δύναμη της πανίσχυρης Περσομηδικής Αυτοκρατορίας έπαθε συντριβή.

2. Περιγραφή του Πεδίου της Μάχης

Όλοι οι νεότεροι ερευνητές, αφού κατέριψαν τον ισχυρισμό μερικών


παλαιότερων ότι η μάχη έγινε κοντά στα Άρβηλα, συμφωνούν ότι το πεδίο της
μάχης πρέπει να τοποθετηθεί στο χώρο ανάμεσα στον Τίγρη ποταμό και σε έναν
άλλο ποταμό, τον Βουμώδη, ο οποίος εκβάλλει στο Λύκο, παραπόταμο του
Τίγρη. Πρόκειται για ένα οροπέδιο με μέσο υψόμετρο 300 μέτρα, το οποίο από
το Βορρά περιβάλλεται από τα όρη των Κούρδων και προς Νότο καταλήγει
στον Τίγρη ποταμό, με απότομες όχθες.
Το πεδίο της μάχης, πρέπει να βρισκόταν κοντά στο σημερινό χωριό
Κεράμλεη, το οποίο είναι 30 περίπου χιλιόμετρα ανατολικά από τη Μοσούλη,
στην Εθνική οδό Μοσούλη - Άρβηλα - Κιρκούκ. Το χωριό αυτό οι
περισσότεροι ερευνητές σωστά το ταυτίζουν με τα αρχαία Γαυγάμηλα.
Ο Δαρείος, ο οποίος είχε επιλέξει να συγκρουσθεί με τον Αλέξανδρο
στην πεδιάδα των Γαυγαμήλων, προχώρησε στην εξομάλυνση του χώρου
μπροστά από το μέτωπο των στρατευμάτων του και σε προκαθορισμένη έκταση
και απόσταση για την ευκολότερη κίνηση και χρησιμοποίηση του πολυάριθμου
πεζικού, ιππικού, των δρεπανηφόρων αρμάτων και ελεφάντων του.
37

3. Γενική Κατάσταση, Δυνάμεις και Διάταξη των Αντιπάλων

α. Ο Στρατός των Περσών

(1) Πεζικό
Η μικρότερη μονάδα στο πεζικό του Περσικού Στρατού ήταν ο
"Λόχος" τον οποίο αποτελούσαν 25 άνδρες. Τέσσερις λόχοι αποτελούσαν την
"Εκατοστύν", δέκα εκατοστύες τη "Χιλιοστύν" και δέκα χιλιοστύες τη
"Μυριοστύν" από 10.000 άνδρες. Η μυριοστύς ήταν η μονάδα μάχης του
Περσικού Στρατού.
Σε αντίθεση με το ιππικό, το πεζικό των Περσών ήταν κατώτερο
από μέτριο, γιατί το αποτελούσαν δουλοπάροικοι οι οποίοι δεν είχαν καμία
διάθεση να πολεμήσουν για λογαριασμό του δυνάστη τους, ή από ορεσίβιες
φυλές, ικανές για πόλεμο αλλά τελείως απείθαρχες.
Ο πεζός στρατιώτης είχε απαραίτητα ένα ισχυρό μεγάλο τόξο
-και όχι πάντα- ένα μικρό πέλεκυ ή σπανιότερα ένα μικρό ξίφος ή μαχαίρι. Δεν
είχε αμυντικό οπλισμό για αγώνα σώματος με σώμα, αλλά ούτε και επιθετικό.
Ούτε δόρυ ή ξίφος όπως το ελληνικό, ούτε θώρακα, ασπίδα, κράνος,
περικνημίδες. Ο οπλισμός αυτός και ιδιαίτερα το μεγάλο τόξο, το βεληνεκές
του οποίου έφθανε τα 350 μέτρα και ήταν πολύ μεγαλύτερο από το βεληνεκές
των καλύτερων ελληνικών τόξων, των τόξων των Κρητών, έκανε τον Πέρση
πεζό ακαταμάχητο σε αγώνα από απόσταση, εξαιτίας και της αφθονίας των
βελών που είχε ο κάθε οπλίτης, αλλά τελείως ανίσχυρο στον αγώνα από κοντά,
στον οποίο οι Έλληνες είχαν ιδιαίτερη επίδοση.
Τέλος, στο Περσικό πεζικό υπήρχαν μονάδες πεζών
μισθοφόρων, κυρίως, από Έλληνες. Αυτοί ήταν οργανωμένοι και μάχονταν
σύμφωνα με τον Ελληνικό τρόπο. Παρά το γεγονός ότι ο Δαρείος είχε
καταντήσει να στηρίζεται στα τμήματα αυτά των μισθοφόρων, η μαχητική αξία
τους ήταν μειωμένη, γιατί μάχονταν για το μισθό και τη λεηλασία και όχι "περί
πάτρης".
(2) Ιππικό
Το ιππικό των Περσών ήταν αξιόλογο, κυρίως, γιατί το
αποτελούσαν στο μεγαλύτερο μέρος του επαγγελματίες, οι οποίοι από τον καιρό
της ειρήνης χρησιμοποιούνταν για αστυνόμευση μικρών επιδρομών από
αντίπαλους γείτονες. Το ιππικό σώμα δεν ήταν τίποτα άλλο από το έφιππο
πεζικό, με έφιππους δηλαδή τοξότες και ήταν προσκολλημένο σε Μεγάλη
Μονάδα.
Το Ανεξάρτητο Ιππικό αποτελούσαν ιππείς οι οποίοι είχαν
μικρό δόρυ ή και σπάθη ή και θώρακα. Οι άνδρες γυμνάζονταν καλά και
επικεφαλής τους ήταν πάντα στρατηγοί δοκιμασμένοι και της εμπιστοσύνης του
38

"Μεγάλου Βασιλέως". Στο ιππικό αυτό το οποίο αποτελούσε το καύχημα του


Περσικού στρατού, κατατάσσονταν κυρίως Βάκτριοι, Δάες και Σκύθες
μισθοφόροι.
Η Βασιλική Φρουρά -εκτός από τους 10.000 Αθανάτους-
περιλάμβανε τις καλύτερες ίλες ιππικού. Σε αυτές κατατάσσονταν οι
ισχυρότεροι άρχοντες και ευγενείς Πέρσες και Μήδοι. Οι άνδρες ήταν λαμπρά
ντυμένοι και οπλισμένοι, άλλοι με τόξο και άλλοι με δόρυ και τους διέκρινε η
ιδιαίτερη αφοσίωσή τους στο "Μεγάλο Βασιλέα".
Η μικρότερη μονάδα του Περσικού ιππικού ήταν η "Ίλη", με
δύναμη 100-120 ιππείς. Πέντε ίλες αποτελούσαν το "Σύνταγμα" από 500-600
ιππείς. Δύο συντάγματα συγκροτούσαν τη "Χιλιοστύν" από 1.000-1.200 ιππείς
και δύο χιλιοστύες την "Ταξιαρχίαν" από 2.000-2.400 ιππείς.
Πρέπει να σημειωθεί ότι, τις πληροφορίες αυτές τις έχουμε μόνο
από αρχαίους Έλληνες ιστορικούς και ότι είναι ατύχημα για την ιστορία η
ανυπαρξία πηγών της "άλλης πλευράς του λόφου". Έτσι, τόσο οι ονομασίες,
όσο και οι τίτλοι των μονάδων, δίνονται αναγκαστικά στην Ελληνική γλώσσα.

(3) Δρεπανηφόρα Άρματα-Ελέφαντες


Τα δρεπανηφόρα άρματα ήταν άμαξες επιβλητικής εμφανίσεως
με μεγάλα κυρτά ξίφη σαν δρέπανα προσαρμοσμένα στους τροχούς προς τα
πλάγια και κάτω από την άμαξα προς τη γη. Κύρια αποστολή τους ήταν να
διασπούν το εχθρικό μέτωπο και να δημιουργούν στις τάξεις του αντιπάλου
αναταραχή την οποία θα εκμεταλλευόταν η επιτιθέμενη δύναμη που θα
ακολουθούσε.
Οι πολεμικοί ελέφαντες ήταν κινητά φρούρια, τα οποία
μετέφεραν στη ράχη τους και πάνω σε ξύλινη εξέδρα τοξότες και ακοντιστές.
Κύρια αποστολή τους ήταν η διάσπαση του εχθρικού μετώπου και ιδιαίτερα η
πρόκληση τρόμου στους ίππους του αντιπάλου.
(4) Άλλες Υπηρεσίες
Οι βοηθητικές Υπηρεσίες ήταν πολλές και πολυπρόσωπες. Η
Υγειονομική Υπηρεσία ήταν καλά οργανωμένη και το ιατρικό προσωπικό της
αποτελούσαν σχεδόν πάντα Έλληνες.
Για τη συντήρηση, λειτουργούσε μια πολυδαίδαλη Επιμελητεία
της οποίας οι σχηματισμοί συγκροτούσαν ατέλειωτες μονάδες μεταφορών με
αμέτρητες άμαξες και καμήλες. Με τα μέσα αυτά μεταφέρονταν όχι μόνο τα
τρόφιμα και τα όπλα, αλλά και ολόκληρο το κλιμάκιο της αυλής του "Μεγάλου
Βασιλέως", για να μπορεί να διοικεί το απέραντο κράτος του σαν να βρίσκεται
στα ανάκτορά του. Το κλιμάκιο αυτό περιλάμβανε τμήματα όλων των
κρατικών, διοικητικών και οικονομικών υπηρεσιών, καθώς και μέρος του
βασιλικού θησαυρού για τις ανάγκες του πολέμου. Τέλος, ακολουθούσαν
πολλά κινητά καταστήματα με εμπορεύματα και δημόσιες γυναίκες.
39

Σύμφωνα με κάποιον υπολογισμό, για τη συντήρηση ενός


Πέρση στρατιώτη χρειαζόταν άλλοι δύο-τρεις άνθρωποι να εργάζονται στα
μετόπισθεν.
(5) Επαναλαμβάνεται ότι είναι μεγάλο ατύχημα για την ιστορία, ότι
δεν υπάρχουν στοιχεία από πηγές των Περσών. Τα μόνα που υπάρχουν
μαρτυρούν ότι ο Δαρείος, αφού αναχώρησε από τη Βαβυλώνα, ήρθε και
εγκαταστάθηκε στα Άρβηλα, όπου μετά από δραστηριότητά του που
προηγήθηκε κατόρθωσε να συγκεντρώσει ότι διέθετε η απέραντη αυτοκρατορία
του. Το στρατό του, μετά τη μάχη της Ισσού (12 Νοεμβρίου 333 π.Χ.) που
αναδιοργάνωσε, τον εκπαίδευσε μετά από πολλούς μόχθους και δαπάνες και τον
συγκέντρωσε στη Βαβυλώνα, από όπου τον μετακίνησε προς την ανατολική
όχθη του Τίγρη, και για να εμποδίσει τη διάβασή του από τους Έλληνες, και για
να καταστρέψει τη στρατιά του Μακεδόνα Βασιλιά με τη βοήθεια του υδάτινου
εμποδίου. Όταν όμως πληροφορήθηκε ότι ο Αλέξανδρος πέρασε τον ποταμό
βορειότερα, έκανε λεπτομερή αναγνώριση και μελέτη της πεδιάδας βόρεια των
Αρβήλων και αποφάσισε να δοθεί η κρίσιμη μάχη πίσω από τα Γαυγάμηλα.
Εκεί στρατοπέδευσε και περίμενε την επίθεση των Ελλήνων, γνωρίζοντας την
αδυναμία του που προερχόταν από τα δυσκίνητα τμήματά του, τα οποία
διέταξε, στις 30 Σεπτεμβρίου του 331 π.Χ. όταν οι αναγνωρίσεις του έφερναν
επικείμενη τη σύγκρουση, να διανυκτερεύσουν όχι στο στρατόπεδο, όπως
συνήθως, αλλά στις θέσεις μάχης, επειδή φοβόταν νυκτερινή επίθεση.

β. Ο Στρατός των Ελλήνων

(1) Πεζικό
Στο Μακεδονικό στρατό η μικρότερη μονάδα πεζικού ήταν ο
"Λόχος" τον οποίο αποτελούσε ένας στοίχος 16 ανδρών που ονομάζονταν
"Πεζεταίροι". Ο πρώτος λεγόταν "Λοχαγός", ο δεύτερος "Διμοιρίτης", ο τρίτος
"Δεκαστάτηρος" και ο τελευταίος "Ουραγός". Τέσσερις λόχοι αποτελούσαν την
"Τετραρχία" με δύναμη 64 ανδρών. Τέσσερις τετραρχίες με 256 άνδρες,
αποτελούσαν το "Σύνταγμα", το οποίο διοικούσε ο "Συνταγματάρχης" με έναν
υπασπιστή, ένα σαλπιγκτή, ένα σημαιοφόρο και ένα στρατοκήρυκα. Ο
τελευταίος κρατούσε τη "Φοινικίδα" δηλαδή μια μικρή κόκκινη σημαία, με το
κατέβασμα της οποίας δινόταν το σύνθημα για έφοδο. Τέσσερα συντάγματα
συγκροτούσαν μια "Χιλιαρχία" από 1.024 άνδρες. Τέσσερις χιλιαρχίες με 4.096
άνδρες αποτελούσαν την "Τάξιν" την οποία διοικούσε ο "Ταξίαρχος" ή ο
"Στρατηγός" με έναν υπασπιστή, ένα σαλπιγκτή και ένα σημαιοφόρο. Ο
τελευταίος κρατούσε τη "Σημαία-Σήμα" του Οίκου του Διοικητή της τάξεως.
Έξι τάξεις πεζεταίρων από τις ισάριθμες ορεινές επαρχίες της άνω Μακεδονίας
αποτελούσαν τη "Μακεδονική Φάλαγγα", την οποία διοικούσε "Στρατηγός" με
40

αξιωματικούς, οι οποίοι έπρεπε να προέρχονται από τις ίδιες επαρχίες και να


είναι πρίγκιπες ή άρχοντες από ηγεμονικούς Οίκους. Κάθε ορεινή επαρχία, με
την επιστράτευση την οποία είχε κηρύξει ο Αλέξανδρος πριν από την
αναχώρησή του για την εκστρατεία, είχε αποδώσει, όπως πάντα, δύο τάξεις
πεζεταίρων, μια πρώτης γραμμής που εντάχθηκε στη στρατιά εκστρατείας με τις
άλλες ελληνικές φάλαγγες και μια δεύτερης γραμμής για την ασφάλεια
εσωτερικού.
Ενώ η φάλαγγα ήταν ο βασικός πυρήνας του Μακεδονικού
πεζικού, η σπονδυλική στήλη της μάχιμης δυνάμεως, γύρω από την οποία
κινούνταν και δρούσαν τα υπόλοιπα σώματα και ο γενικά συμπαγής και
άθραυστος σχηματισμός κρούσεως και αποκρούσεως, η τάξη ήταν η μικρότερη
τακτική μονάδα, η οποία μπορούσε να αναλάβει αποστολή μάχης, ενώ την
πλαισίωναν άλλες ελαφρές μονάδες πεζικού ή ιππικού για κάλυψη των πλευρών
και των νώτων της.
Πρέπει να σημειωθεί ότι η αριθμητική δύναμη των διαφόρων
μονάδων είναι θεωρητική και αναφέρεται στα καθορισμένα από τον κανονισμό
πρότυπα. Στην πραγματικότητα η δύναμη τις περισσότερες φορές ήταν
μικρότερη. Μόνο η δύναμη του λόχου δεν περιοριζόταν ποτέ κάτω από 12
άνδρες.
Ο οπλισμός των πεζεταίρων φαλαγγιτών ήταν ελαφρότερος από
τον οπλισμό των οπλιτών της Νότιας Ελλάδας. Κάλυμμα για το κεφάλι είχαν
την "Καυσία", ένα στρογγυλό κάλυμμα από πίλημα. Αντί για θώρακα είχαν
δερμάτινο χιτώνα με χάλκινα εμβλήματα. Οι περικνημίδες ήταν ελαφρές. Η
ασπίδα ήταν στρογγυλή, με διάμετρο 60 εκ. από χάλκινη πλάκα και το ξίφος
μικρό. Τέλος, οι φαλαγγίτες ήταν οπλισμένοι με μακρύ δόρυ, τη "Σάρισα" που
είχε μήκος 4.20 έως 4.80 μ. και υπήρξε η σημαντικότερη και επαναστατικότερη
καινοτομία.
Οι σάρισες των πρώτων πέντε ανδρών του λόχου ήταν
προταμένες σε οριζόντια διάταξη προς το μέρος του εχθρού. Έτσι, η σάρισα
και του πέμπτου φαλαγγίτη, εξείχε μπροστά από το ζυγό της φάλαγγας για
μετωπική απόκρουση του εχθρού και μετωπική επίθεση εναντίον του. Οι άλλοι
άνδρες του λόχου μετά τον πέμπτο, τις κρατούσαν όρθιες και με μικρή κλίση
προς τα μπροστά. Σε αντίθεση με τους Νότιους Έλληνες, τους συμμάχους και
τους μισθοφόρους, οι Μακεδόνες φαλαγγίτες κρατούσαν τη βαριά σάρισα -η
οποία ήταν δύσκολο, αν όχι αδύνατο να κρατηθεί με το ένα χέρι- και με τα δύο
χέρια τους, γιατί η ασπίδα των Μακεδόνων, καθώς ήταν ελαφρότερη από αυτήν
των Νοτίων, κρατιόταν από τον αριστερό βραχίονα, με τη θηλειά που υπήρχε
στο κέντρο της ασπίδας και άφηνε έτσι ελεύθερο το υπόλοιπο αριστερό χέρι.
Και μόνο το θέαμα μιας τέτοιας παρατάξεως ήταν τρομακτικό για τον αντίπαλο.
Ελαφρότερο πεζικό από τη φάλαγγα ήταν το σώμα των
"Υπασπιστών", από επίλεκτους μόνιμους ή εθελοντές οπλίτες και
41

υπαξιωματικούς και με ελαφρότερο οπλισμό, συνήθως κοντά στο βασιλιά, όχι


μόνο για την ασφάλειά του, αλλά βασικά για να αναλαμβάνει αποστολές
ελιγμών. Ως ελαφρό πεζικό υπήρχαν και οι Νότιοι Έλληνες, οι σύμμαχοι, οι
μισθοφόροι, καθώς και οι Θράκες ακοντιστές. Τέλος, ένα άλλο είδος ελαφρού
πεζικού ήταν το σώμα των "Ψιλών" στρατιωτών που προερχόταν από τις
φτωχότερες τάξεις, οι Μακεδόνες τοξότες οι οποίοι κατά κανόνα ενισχύονταν
με Αγριάνες ακοντιστές και μισθοφόρους Κρήτες τοξότες. Το σώμα των ψιλών
χρησιμοποιούνταν σε αναγνωρίσεις, σε καταδιώξεις και για την κάλυψη της
παρατάξεως.
(2) Ιππικό
Το Ιππικό και ιδιαίτερα το βαρύ, ήταν το πιο επίλεκτο σώμα του
Μακεδονικού Στρατού και το καύχημα των Μακεδόνων. Οι οκτώ πεδινές
επαρχίες με την κήρυξη της επιστρατεύσεως είχαν αποδώσει δύο ίλες εταίρων
ιππέων, μία από βαρύ και μία από ελαφρό ιππικό με δύναμη 150-300 ιππείς η
καθεμιά ανάλογα με τον πληθυσμό. Επικεφαλής στις ίλες ήταν ευγενείς και
γαιοκτήμονες με παροιμιώδη αγάπη για τα άλογα και την ιππασία.
Ο εταίρος ιππέας στο βαρύ ιππικό είχε λαμπρή πανοπλία,
περικεφαλαία με φτερά, θώρακα με επωμίδες, περιτραχήλιο και περικνημίδες.
Όπλα επιθέσεως ήταν ένα ισχυρό δόρυ - ποτέ ακόντιο - από ξύλο κρανιάς και
ένα κοντό ξίφος. Το άλογο του είχε προστερνίδια και προμετωπίδα. Η έφιππη
οπλομαχητική αυτών των ιππέων ήταν κάτι το ασύλληπτο. Λέγεται ότι τα
χτυπήματα των εταίρων στο πρόσωπο του αντιπάλου ήταν αλάνθαστα.
Η κάθε ίλη από το βαρύ ιππικό είχε το όνομα της περιοχής από
όπου προερχόταν. Αρχηγός του εκλεκτού αυτού ιππικού ήταν ο καλύτερος από
τους στρατηγούς. Αλλά στη μάχη, επικεφαλής ήταν πάντα ο ίδιος ο
Αλέξανδρος. Η ίλη μάλιστα η οποία ήταν μαζί του, επικεφαλής των άλλων και
με την οποία εξορμούσε στην επέλαση, λεγόταν "Βασιλική Ίλη" ή "Άγημα
Ιππέων" ή "Έφιππος Φρουρά". Σε αυτή την τιμητική θέση εναλάσσονταν κάθε
μέρα όλες οι ίλες, για να υπάρχει άμιλλα και λεγόταν και "Ίλη της Ημέρας". Το
βαρύ ιππικό ήταν πάντοτε, στα χέρια του Αλεξάνδρου, η μονάδα κρούσεως και
με αυτή κρινόταν η μάχη, με την περίφημη "επέλαση". Ως βαρύ ιππικό
χρησιμοποιούσαν και το ιππικό των Νοτίων Ελλήνων και ιδίως των Θεσσαλών.
Ο εταίρος ιππέας του ελαφρού ιππικού είχε ελαφρότερη
πανοπλία, και έφερε σάρισα όπως οι πεζοί, αλλά μικρότερη. Γι΄ αυτό το λόγο οι
ιππείς λέγονταν και "Σαρισοφόροι ή Πρόδρομοι".
Στο ιππικό εντάσσεται και το σώμα των "Βασιλικών Παίδων".
Ήταν παιδιά ευγενών και πριγκίπων, τα οποία μόλις γινόντουσαν έφηβοι,
στέλνονταν στα ανάκτορα της Πέλλας και εκπαιδεύονταν μαζί με τα παιδιά του
Βασιλιά από ειδικούς παιδαγωγούς για να γίνουν αξιωματικοί και στρατηγοί.
Αποτελούσαν τη "Σχολή των Ευελπίδων". Στις ειδικές περιστάσεις, όπως στην
42

εκστρατεία αυτή οι "βασιλικοί παίδες" ακολουθούσαν τον Αλέξανδρο σε όλες


τις κακουχίες.
(3) Μηχανικό - Διαβιβάσεις
Αν και στη μάχη των Γαυγαμήλων δε χρησιμοποιήθηκε
εκτεταμένα το Μηχανικό, πρέπει να σημειωθεί ότι γενικά στην εκστρατεία τόσο
το Μηχανικό, όσο και οι Διαβιβάσεις, διαδραμάτισαν σπουδαίο ρόλο.
Το μηχανικό αποτελούσαν ειδικευμένοι αξιωματικοί, τεχνίτες
και σκαπανείς οπλίτες με πολιορκητικές μηχανές, πύργους, κριούς, καταπέλτες,
φορητές κλίμακες και άλλα διάφορα μέσα.
Οι διαβιβάσεις ήταν οργανωμένα τμήματα από σαλπιγκτές,
αγγελιαφόρους πεζούς και έφιππους και χειριστές οπτικών μέσων (φωτιές), οι
οποίοι άναβαν φωτιές πάνω σε ειδικά κατασκευασμένους λοφίσκους, διαδοχικά
και σε οπτική μεταξύ τους θέα, για μεταβίβαση ειδήσεων σε μεγάλες
αποστάσεις.
(4) Άλλες Υπηρεσίες
Είναι εκπληκτικό, αλλά είναι γεγονός ότι ο Μακεδονικός
Στρατός διέθετε άριστα οργανωμένη υγειονομική υπηρεσία που ονομαζόταν
"Βασιλική Θεραπεία" με ικανούς γιατρούς και προσωπικό και με επάρκεια
ποικιλίας φαρμάκων.
Ο στρατός του Αλεξάνδρου είχε σε υψηλό επίπεδο οργανώσει
τους Σχηματισμούς Ανεφοδιασμού και Επιμελητείας, Ταμιακής Υπηρεσίας,
Υπηρεσίας Επιτάξεων και Στρατοπεδείας.
Για να ολοκληρωθεί η εικόνα της μοναδικής εκείνης σε
πληρότητα και συνοχή στρατιάς, πρέπει να αναφερθεί ότι την ακολουθούσαν
ομάδες Φιλοσόφων, Ρητόρων, Γεωγράφων, Γεωλόγων, Βιολόγων, Φυσικών,
Αρχιτεκτόνων, Πολεοδόμων, Μάντεων, Ποιητών, Ηθοποιών, Μουσικών,
Συγγραφέων και γενικά πνευματικών ανθρώπων για να διδάσκουν στους
"βασιλικούς παίδες", να γράψουν το χρονικό της εκστρατείας και να διαδώσουν
το φως του ελληνικού πολιτισμού. Αυτό ακριβώς προσδίδει και τον
εκπολιτιστικό χαρακτήρα της εκστρατείας του Αλεξάνδρου.
(5) Η ελληνική εκστρατευτική δύναμη, η οποία αναχώρησε για την
εκστρατεία της Ασίας υπό το Μακεδόνα βασιλιά την άνοιξη του 334 π.Χ., είχε
μετά από μάχες και εκπορθήσεις πόλεων υποτάξει το εσωτερικό της Μικράς
Ασίας, τη Φοινίκη, τη Συρία και γύρω στο τέλος του 332 π.Χ. ο Μέγας
Μακεδών ήταν κύριος της Αιγύπτου και της Κυρηναϊκής.
Αφού δέχθηκε στην Αίγυπτο τις ενισχύσεις από την Ελλάδα
(300 Έλληνες μισθοφόρους, 500 Θράκες ιππείς και μερικές χιλιάδες πεζούς),
προχώρησε στην απαραίτητη ανασυγκρότηση. Την άνοιξη του 331 π.Χ. η
Ελληνική Στρατιά ξεκίνησε από την Αίγυπτο και από το αντίστροφο
δρομολόγιο έφθασε στην Τύρο, από όπου ο Μ. Αλέξανδρος, αφού οργάνωσε
στη Συρία τη βάση εξορμήσεώς του, αναχώρησε για το εσωτερικό της Ασίας.
43

Ακολουθώντας δορμολόγιο βορειοανατολικής κατευθύνσεως διαμέσου Κοίλης


Συρίας και Ασσυρίας (Χαλέπιο-Ράκκα, όπου πέρασε τον Ευφράτη-Μοσούλη,
βόρεια από αυτή και νότια από τα Γορδιαία όρη πέρασε τον Τίγρη) έφθασε στις
24 Σεπτεμβρίου του 331 π.Χ. μπροστά στα Γαυγάμηλα. Εκεί και σε απόσταση
10-12 χιλιομέτρων από το χώρο που οι αναγνωρίσεις εντόπισαν το περσικό
στρατόπεδο, η Ελληνική Στρατιά στρατοπέδευσε και αφού περιχαρακώθηκε
αναπαύθηκε για πέντε μέρες, ενώ ο Μέγας Αλέξανδρος και οι αρμόδιοι
αξιωματικοί του ασχολήθηκαν με την αναγνώριση και μελέτη του εδάφους για
την κατάρτιση των σχεδίων.

γ. Επειδή στη μάχη των Γαυγαμήλων εκδηλώνεται με τρόπο, ίσως,


μοναδικό η ανυπέρβλητη στρατιωτική μεγαλοφυΐα του Αλεξάνδρου, η διάταξη
των αντιπάλων (καθώς και η όλη διεξαγωγή της μάχης από τα σχέδια που
καταρτίσθηκαν μέχρι και τον ελιγμό που εφαρμόσθηκε) υπήρξε και είναι το
αντικείμενο για συνεχή μελέτη όλων των ερευνητών. Από τα συγγράμματα
όμως των αρχαίων απουσιάζουν τα στοιχεία τα οποία θα επέτρεπαν αδιάκοπη
μελέτη. Δε διαφωτίζουν για την αριθμητική δύναμη των διαφόρων τμημάτων,
ούτε για τη λεπτομερή δράση τους. Έτσι, το θέμα εξακολουθεί να είναι
ανοικτό. Όμως, από το συσχετισμό και τη μελέτη των διαφόρων πληροφοριών
μπορεί κανείς να οδηγηθεί περίπου στην πραγματικότητα.
Σύμφωνα με τον Αρριανό, το στρατό του Αλεξάνδρου αποτελούσαν
40.000 πεζοί και 7.000 ιππείς, ενώ η αριθμητική δύναμη του στρατού του
Δαρείου έφθανε σε 1.000.000 πεζούς, 40.000 ιππείς, 100 δρεπανηφόρα άρματα
και 15 ελέφαντες. Όμως, η αριθμητική δύναμη των Περσών σύμφωνα με το
Διόδωρο ήταν 800.000 πεζοί, 200.000 ιππείς και 200 δρεπανηφόρα άρματα.
Σύμφωνα με τον Πλούταρχο 1.000.000 πεζοί και ιππείς και 200 δρεπανηφόρα
άρματα. Σύμφωνα με τον Ιουστίνο 500.000 πεζοί και ιππείς και 200
δρεπανηφόρα άρματα. Όποιος όμως και να ήταν ο πραγματικός αριθμός, δύο
στοιχεία είναι αναμφισβήτητα, ότι:
(1) Η υπεροχή του Δαρείου ήταν συντριπτική και
(2) Η μαχητικότητα, η αντοχή, η ανδρεία και η πειθαρχία κατά τη
διάρκεια της μάχης των Ελλήνων, ήταν πολύ ανώτερου επιπέδου.
Από τα γενικά στοιχεία των αρχαίων ιστορικών, επίσης,
μπορούμε με σχετική βεβαιότητα να θεωρήσουμε ότι η αρχική διάταξη των
αντιπάλων στην κοσμοϊστορική μάχη των Γαυγαμήλων θα πρέπει να ήταν όπως
περίπου φαίνεται στο Σχεδιάγραμμα 9.

4. Σχέδια και Αποστολές Αντιπάλων

α. Περσών
44

(1) Το αρχικό σχέδιο ενεργείας του Δαρείου, όταν συγκέντρωσε το


στρατό του στην πεδιάδα της Βαβυλώνας, ήταν να κινηθεί προς τα βόρεια επί
της ανατολικής όχθης του ποταμού Τίγρη, να καταλάβει την περιοχή της
αρχαίας πόλης Νινευί (Μοσούλη), όπου συγκλίνουν από παντού όλες οι οδικές
αρτηρίες και με τον έλεγχο και την κατοχή των μοναδικών υπαρχόντων στην
περιοχή πόρων και σημείων διαβάσεως, να αμυνθεί εκεί στο μεγάλο ποταμό,
ώστε να απαγορεύσει στον εχθρό τη διάβασή του και καταστροφή του
Μακεδονικού Στρατού πάνω στο υδάτινο κώλυμα.
(2) Από μερικούς αρχαίους ιστορικούς βγαίνει το συμπέρασμα ότι,
όταν βρισκόταν ο Δαρείος στα Γαυγάμηλα, επεξεργάσθηκε διάφορα σχέδια.
Συγκεκριμένα αναφέρουν ότι όταν πληροφορήθηκε ότι, ο στρατός του
Αλεξάνδρου βρισκόταν ήδη στην ανατολική όχθη του Τίγρη, ξαφνιάσθηκε και
"εταράχθη λίαν". Μετά από λίγο χρόνο, όταν πληροφορήθηκε το θάνατο της
αιχμάλωτης βασίλισσας συζύγου του Στατείρας, αλλά και τη γενναιόφρονη
άψογη συμπεριφορά του Αλεξάνδρου προς τη νεκρή και όλη την αιχμάλωτη
βασιλική οικογένειά του, "ικέτευσε" τους θεούς να νικήσει για να ανταποδώσει
στον εχθρό του τις χάρες που του οφείλει ή σε περίπτωση που η μοίρα είχε
καθορίσει την ήττα του, ευχήθηκε: "ας μη καθήσει άλλος εις το θρόνο του
Κύρου εκτός από τον Αλέξανδρο". Κάτω από αυτές τις ψυχολογικές συνθήκες
ο "Μεγάλος Βασιλιάς" έστειλε για τρίτη φορά προτάσεις συνθηκολογήσεως,
προσφέροντας στον Αλέξανδρο το μισό της Αυτοκρατορίας του και το χέρι της
κόρης του. Προσθέτουν όμως οι ίδιοι ιστορικοί, ότι την ίδια στιγμή, την οποία
έπαιρνε την επιστολή του Δαρείου ο Αλέξανδρος, πληροφορήθηκε ότι ο
αντίπαλός του προσπαθούσε να υλοποιήσει τα σχέδια της δολοφονίας του
προσφέροντας άφθονο χρυσό.
(3) Έτσι, τις τελευταίες μέρες του Σεπτεμβρίου ο στρατός του
Δαρείου ήταν έτοιμος για πόλεμο στο χώρο που επιλέχθηκε κοντά στα
Γαυγάμηλα για να αντιμετωπίσει το Μακεδονικό στρατό. Το σχέδιο ενεργείας
που καταστρώθηκε, βασιζόταν στην καταθλιπτική αριθμητική υπεροχή, στην
προετοιμασία του χώρου που επιλέχθηκε με αποψίλωση και στη συγκέντρωση
ιππικού, δρεπανηφόρων οχημάτων και ελεφάντων, μπορεί να συνοψισθεί όπως
παρακάτω.
(α) Κίνηση κάθετης προελάσεως προς τον εχθρό, αμέσως με τη
διαταγή και κύκλωση του ελληνικού στρατού και από τις δύο πλευρές με
υπερφαλάγγιση με πεζικό και άριστο ιππικό, της κύριας προσπάθειας
εφαρμοζόμενης κατά του δεξιού του αντιπάλου, όπου συνήθως βρισκόταν ο
Αλέξανδρος.
(β) Ταυτόχρονη κατάτμηση της εχθρικής παρατάξεως και
ιδίως της ακατανίκητης Μακεδονικής φάλαγγας με επέλαση κατά μέτωπο των
δρεπανηφόρων αρμάτων, με τον όγκο τους να τοποθετείται κατά του δεξιού του
αντιπάλου, όπου κατά κανόνα βρισκόταν ο Αλέξανδρος.
45

(γ) Ύπαρξη ισχυρότατης εφεδρείας, για την ασφάλεια των


μετόπισθεν, κάλυψη των νώτων και για την αντιμετώπιση κάθε απρόβλεπτης
καταστάσεως.

β. Ελλήνων

(1) Το αρχικό σχέδιο ενεργείας του Αλεξάνδρου πρέπει να ήταν η


αιφνιδιαστική επίθεση κατά των Περσών, μετά από καλυμένη νυκτερινή πορεία.
Αυτό είναι μία λογική εξήγηση της πορείας του στρατού του τη νύκτα της 29/30
Σεπτεμβρίου για την οποία καμία άλλη δικαιολογία δε δίνεται στα ιστορικά
αρχαία κείμενα. Βρίσκοντας όμως ο Αλέξανδρος το πρωί της επόμενης μέρας
τον Περσικό Στρατό στις θέσεις μάχης και όχι στις σκηνές του στρατοπέδου,
αντιλήφθηκε ότι το στοιχείο του αιφνιδιασμού στο οποίο κυρίως υπολόγιζε, είχε
χαθεί και ακριβώς για το λόγο αυτό στην πρωινή σύσκεψη της επόμενης μέρας
αποδέχθηκε τη σωστή εισήγηση του Παρμενίωνα για την ανάγκη λεπτομερούς
αναγνωρίσεως του χώρου και στη συνέχεια εκπόνηση του σχεδίου επιθέσεως.
Η αναγνώριση έγινε στις 30 Σεπτεμβρίου, με ισχυρά αποσπάσματα εταίρων και
ψιλών στα οποία επικεφαλής τέθηκε ο ίδιος ο Αλέξανδρος μαζί με τους
απαραίτητους αρχηγούς και στελέχη του, ενώ το υπόλοιπο στράτευμα,
περιχαρακωμένο, αναπαύθηκε.
(2) Η επίσκεψη του Παρμενίωνα αργά τη νύκτα της 30ής
Σεπτεμβρίου στη σκηνή του Αλεξάνδρου φαίνεται ότι σκοπό είχε να προτείνει
νυκτερινή επίθεση, ώστε με τη σύγχυση που θα προκαλούσε να εξουδετερώσει
κατά ένα μέρος την καταθλιπτική αριθμητική υπεροχή του Δαρείου.
Μνημειώδης παρέμεινε από τότε η γεμάτη αυτοπεποίθηση απάντηση του
Αλεξάνδρου, « Á[éó÷ñüí å@éíáé êëÝøáé ôÞí íßêçí », την οποία οι ιστορικοί
επεξηγούν ως επιθυμία του άξιου Στρατηγού να νικήσει φανερά και
αναμφισβήτητα τον αντίπαλό του σε μάχη εκ παρατάξεως, ώστε να μην έχει
μετά το δικαίωμα ο Δαρείος να αμφισβητήσει την ικανότητα του στρατού του
Αλεξάνδρου και τον ίδιον. Όμως η άρνηση του Αλεξάνδρου να υιοθετήσει τη
νυκτερινή επίθεση, δεν πρέπει να αποδοθεί μόνο στη
δικαιολογημένη του αυτή επιθυμία. Θα πρέπει να αποδοθεί, κυρίως, στην
επίγνωση των δυσκολιών και των κινδύνων των νυκτερινών επιθέσεων εναντίον
εχθρού που κατέχει έδαφος άγνωστο και όχι επαρκώς αναγνωρισμένο.
(3) Το σχέδιο ενεργείας του Αλεξάνδρου, τελικά, μπορεί να
συνοψισθεί όπως παρακάτω:
(α) Κίνηση λοξής προελάσεως για κατάλληλη λήψη επαφής με
τον εχθρό και εξουδετέρωση της δράσεως των δρεπανηφόρων αρμάτων και
ελεφάντων του, κάτω από την προστασία της κύριας επιθετικής διατάξεως με
ελαφρά τμήματα και ψιλούς.
46

(β) Κύρια επιθετική κρούση κατά της Περσικής παρατάξεως


με βαρέα, κατόπιν προσωπικής επιλογής, τμήματα, συγκροτούμενα σε δύο, σε
ευθεία γραμμή αρχικά, παραταγμένες πτέρυγες, δηλαδή:
1/ Της Δεξιάς, υπό τον Αλέξανδρο, με αποστολή τη :
α/ Δημιουργία προϋποθέσεων εφαρμογής της αρχής
"Το φίλιον ισχυρόν κατά του εχθρικού ασθενούς εν τόπω και χρόνω" με τη
λοξή, κατά τη διαγώνια κατεύθυνση του τετραπλεύρου που σχηματίζεται από
την παράταξη των δύο στρατών και ασφαλής μετακίνηση της ισχυρής δυνάμεως
κρούσεως και μέχρι αποστάσεως εφόδου από το αριστερό άκρο των Περσών
β/ Επιθετική έφοδο με το "φίλιο ισχυρό" κατά του
αριστερού ζωτικού κέντρου, όπου ήταν ο Δαρείος, για τη διάλυσή του.
γ/ Εξάλειψη, στη συνέχεια, κάθε άλλης επιθετικής
αιχμής του εχθρού και της εφεδρείας του.

2/ Της Αριστερής, υπό τον Παρμενίωνα, με αποστολή


την:
α/ Απορρόφηση του επιθετικού δυναμικού του δεξιού
της Περσικής Στρατιάς.
β/ Κάλυψη του αριστερού της δεξιάς επιθετικής
πτέρυγας των Μακεδόνων από παντού.
(γ) Κάλυψη των πλευρών και των νώτων των δύο κύριων
επιθετικών πτερύγων με ελαφρά και ευέλικτα τμήματα που τοποθετούνται στα
δύο άκρα και προς τα πίσω και που να μπορούν να μάχονται είτε
παρακολουθώντας την κίνηση της κύριας επιθετικής διατάξεως, είτε με
επικαμπή και με βασική επιδίωξη την απορρόφηση της επιθετικής αιχμής
κυρίως της αριστερής εχθρικής πτέρυγας, μακριά αν γίνεται από το "ισχυρό" της
δεξιάς Μακεδονικής επιθετικής πτέρυγας.
(δ) Ασφάλεια του στρατοπέδου με Θράκες και Έλληνες
συμμάχους.

5. Διεξαγωγή της Μάχης

α. Α΄ Φάση (Σχεδιάγραμμα 10)

Οι δύο στρατοί, σε κάπως προχωρημένη ώρα της 1ης Οκτωβρίου του


331 π.Χ. με τις παρατάξεις τους παράλληλες, αλλά άνισες σε έκταση, απείχαν 4
με 5 χιλιόμετρα. Ενώ η περσική παράταξη, ασάλευτη σαν τοίχος, περίμενε
παθητικά την επίθεση των Ελλήνων, ο Αλέξανδρος όρθωσε το δόρυ του προς
τον ουρανό και αφού προσευχήθηκε, έδωσε το σύνθημα της εξορμήσεως. Οι
φοινικίδες όλων των μονάδων χαμήλωσαν και άρχισε η εκκίνηση.
47

Ο Αλέξανδρος δεν οδήγησε το μέτωπο της δεξιάς πτέρυγας του της


κύριας προσπάθειας κατευθείαν μπροστά κάθετα προς τον εχθρό, αλλά λοξά
προς τα δεξιά, με προφανή σκοπό να φέρει το ισχυρό δεξιό του έξω από το
πεδίο της μάχης και πέρα από το κέντρο της αριστερής παρατάξεως των
Περσών, για να προσβάλει με την "πυγμή" του τον αντίπαλο. Οι μονάδες είχαν
διαρκώς τους ζυγούς τους παράλληλους προς το εχθρικό μέτωπο, για να είναι σε
θέση με μισή στροφή προς τα αριστερά να αντιμετωπίσουν κάθε εχθρική
μετωπική αντίδραση. Η παράταξη βάδιζε λοξά δεξιά με απόλυτη σιωπή για να
ακούγονται ευκρινώς τα παραγγέλματα και με σιδερένια πειθαρχία για να μη
μεταβληθούν οι αποστάσεις μεταξύ των τμημάτων.
Ο Παρμενίων, αντίθετα, οδήγησε το μέτωπο της κύριας αριστερής
πτέρυγάς του ευθεία μπροστά, κάθετα προς τον εχθρό, για να καλύπτει το
αριστερό της πτέρυγας του Αλεξάνδρου.
Ολόκληρη αυτή η μάζα των 45.000 ανδρών μετακινούνταν όπως ένας
άνθρωπος, χωρίς να μεταβληθούν οι αποστάσεις μεταξύ των τμημάτων με
εξαιρετική πειθαρχία. Σε σύγχρονους στρατούς, μια παρόμοια κίνηση, έστω και
σαν άσκηση πυκνής τάξεως και παρελάσεως, θα ήταν σχεδόν αδύνατη.
Ο Δαρείος, ο οποίος στο μεταξύ είχε αρχίσει κι αυτός να κινείται προς
τα εμπρός με ολόκληρη τη δύσκαμπτη και μονολιθική παράταξή του,
αντιλήφθηκε τη λοξή κίνηση του Αλεξάνδρου και διέταξε το ιππικό προστασίας
της αριστερής παρατάξεώς του, των Σκυθών και Βακτρίων, να προσβάλει από
τα πλευρά το δεξιό των Μακεδόνων. Συγχρόνως, διέταξε το ιππικό προστασίας
της δεξιάς παρατάξεώς του, των Αρμενίων και Καππαδόκων, να προσβάλει την
πτέρυγα του Παρμενίωνα.
Ο Αλέξανδρος, για να μη διαταράξει τη μάζα κρούσεως του μέχρι να
φθάσει σε απόσταση εφόδου για εξαπόλυση της επελάσεώς του, διέταξε την
εμπλοκή της δεξιάς πλαγιοφυλακής του. Ο Μενίδας με τους μισθοφόρους
ιππείς του κινείται με ανοικτό καλπασμό, προσβάλλει τους βάρβαρους ιππείς
και τους παρασύρει προς τα δεξιά μακριά από τον Αλέξανδρο. Αλλά οι Πέρσες
ήταν περισσότεροι και ο αγώνας άνισος. Ο Αλέξανδρος τότε, για να ενισχύσει
το Μενίδα, στέλνει από την ίδια δεξιά πλαγιοφυλακή του τον Αρίστωνα με τους
Παίονες ιππείς και τους Έλληνες πελταστές του Κλέανδρου, οι οποίοι και
πετυχαίνουν την απόκρουση. Κατόπιν, το εχθρικό ιππικό υποχωρεί.
Ο Δαρείος τότε κινεί ολόκληρο το ιππικό της αριστερής πλευράς του,
δηλαδή τους υπόλοιπους Βακτρίους, τους Δάες και τους Αραχωτούς με
αποτέλεσμα να αφήσει ακάλυπτη την αριστερή του πτέρυγα και να
δημιουργήσει ο ίδιος το "χάσμα" το οποίο αναφέρει ο Αρριανός. Ταυτόχρονα,
ολόκληρο το ιππικό και της δεξιάς πτέρυγας των Περσών είχε τώρα στραφεί
επιτιθέμενο εναντίον του Παρμενίωνα.
Η πρώτη φάση της μάχης είχε τελειώσει και ο ελιγμός του
Αλεξάνδρου προχωρούσε έτσι με επιτυχία, αφού το ιππικό της δεξιάς των
48

Περσών είχε εμπλακεί με τον Παρμενίωνα και το ιππικό της αριστεράς των
Περσών, ήταν εμπλεγμένο σε αγώνα με τη δεξιά πλαγιοφυλακή του
Αλεξάνδρου, είχε αφήσει ακάλυπτο το κέντρο του αριστερού πλευρού των
Περσών όπου η "πυγμή" του Μακεδόνα πλησίαζε στο στόχο της.

β. Β΄ Φάση (Σχεδιάγραμμα 11)

Το ιππικό του Δαρείου, στο δεξιό του Αλεξάνδρου, αφού συγκράτησε


και ανασύνταξε τους Σκύθες και τους Βακτρίους που υποχωρούσαν, προσέβαλε
ολόκληρη τη δεξιά πλαγιοφυλακή του Αλεξάνδρου (Μενίδα-Αρίστωνα-
Κλέανδρο). Ο αγώνας έγινε και πάλι άνισος. Οι απώλειες ήταν πολλές. Παρ΄
όλα αυτά ο αντικειμενικός σκοπός του Αλεξάνδρου πετύχαινε. Οι Πέρσες
εξακολουθούσαν να μάχονται μακριά από την κύρια παράταξη των
Μακεδόνων, η οποία ανενόχλητη προχωρούσε δεξιά προς τα εμπρός και με
κλιμακωτή διάταξη. Πίσω και αριστερά από κάθε μονάδα δηλαδή, υπήρχε άλλη
μονάδα και όλες μαζί φρόντιζαν να μην αφήνουν κενά μεταξύ τους, ενώ ο
Παρμενίων με δυσκολία κάλυπτε το αριστερό όλης της παρατάξεως.
Όταν ο Δαρείος αντιλήφθηκε ότι η Ελληνική παράταξη, όπως βάδιζε
θα βρισκόταν σύντομα έξω από το μέτωπο των δρεπανηφόρων αρμάτων του, τα
διέταξε να επιτεθούν για να διασπάσουν τις γραμμές της. Αλλά και το όπλο
αυτό, το οποίο για πρώτη φορά αντιμετώπιζαν οι Μακεδόνες, εξουδετερώθηκε
εύκολα και χωρίς να προκαλέσει στους Έλληνες μεγάλες απώλειες. Τα
δρεπανηφόρα άρματα τα οποία επιτέθηκαν στο προωθημένο δεξιό του
Αλεξάνδρου αχρηστεύθηκαν, γιατί οι ακοντιστές του Βαλάκρου, οι Αγριάνες
και οι Κρήτες τοξότες, επειδή ήταν ευέλικτοι, σκότωσαν με τα ακόντια και τα
βέλη τους τους αναβάτες και τους ίππους. Επίσης και τα άλλα άρματα που
επιτέθηκαν στις τάξεις των πεζεταίρων, δεν είχαν καλύτερη τύχη. Οι πεζεταίροι
από μακριά άρχισαν να προκαλούν δαιμονισμένο θόρυβο, κτυπώντας τις
σάρισες πάνω στις ασπίδες τους, με αποτέλεσμα οι ίπποι να αφηνιάσουν και να
διαλυθούν οι περισσότεροι. Μερικοί μόνο έφθασαν στις Ελληνικές γραμμές,
αλλά και αυτοί πέρασαν από τα κενά τα οποία οι πεζεταίροι είχαν δημιουργήσει
στις τάξεις τους, μετά από οδηγίες του Αλεξάνδρου. Τα λίγα άρματα, τα οποία
τελικά έφθασαν πίσω από τη γραμμή παρατάξεως, τα συνέλαβαν οι ιπποκόμοι,
οι δορυφόροι και "οι βασιλικοί παίδες" και τα ακινητοποίησαν.
Στο μεταξύ ο Παρμενίων, παρά την ανδρεία των Θεσσαλών ιππέων
του, διεξήγαγε κρίσιμο αγώνα. Είτε από σφάλμα είτε από ανεπάρκεια, η εντολή
του Αλεξάνδρου να ακολουθεί και να καλύπτει το αριστερό της κύριας δεξιάς
πτέρυγας δεν τηρήθηκε και οι δυνάμεις του προχώρησαν σε αγώνα σώματος με
σώμα, επειδή δε μπόρεσαν να συντονισθούν με την προς τα εμπρός δεξιά
κίνηση του Αλεξάνδρου. Έτσι, το ιππικό του Παρμενίωνα μαζί με την τάξη των
πεζεταίρων του Κρατερού, έμειναν πίσω και άφησαν κενό μεταξύ αυτού και της
49

τάξεως του Σιμμίου. Ο τελευταίος πάλι, βλέποντας το σκληρό αγώνα του


αριστερού, έμεινε κι αυτός πίσω -κακώς βέβαια- από δική του πρωτοβουλία, για
να βοηθήσει την πιεζόμενη πτέρυγα του Παρμενίωνα, με αποτέλεσμα, απέναντι
από το κέντρο της Περσικής παρατάξεως να δημιουργηθούν δύο κενά, το ένα
μεταξύ του Κρατερού και του Σιμμίου και το άλλο μεταξύ του Σιμμίου και του
Πολυσπέρχοντα.
Το Περσικό και το Ινδικό ιππικό, επωφελήθηκε από τα δύο αυτά κενά,
εισέδυσε στις Ελληνικές γραμμές και κατευθύνθηκε γρήγορα στο στρατόπεδο
των Ελλήνων, όπου κατέπνιξε τη γενναία άμυνα της φρουράς των Θρακών, με
τη βοήθεια και των αιχμαλώτων Περσών, οι οποίοι, αφού αφέθηκαν ελεύθεροι
εξαιτίας της συμπλοκής, επιτέθηκαν εναντίον της φρουράς από τα νώτα.
Σύμφωνα με το Διόδωρο, η αιχμάλωτη μητέρα του Δαρείου Σισύγαμβις, η
οποία βέβαια θα ήθελε να νικήσει ο γιός της, δε δέχθηκε την απελευθέρωσή
της. «Ï{õôå ô~?ù ðáñáäüî?ù ô~çò ôý÷çò ðéóôåýóáóá ï{õôå ôÞí ðñüò [{ÁëÝîáíäñïí
å{[[õ÷áñéóôßáí ëõìáéíïìÝíç ».
Η ενέργεια αυτή των Περσών έγινε αντιληπτή από τους διοικητές των
τμημάτων της αριστερής πλαγιοφυλακής των Ελλήνων, το Σιτάλκη, τον
Κοίρανο, τον Αγάθωνα και τον Ανδρόμαχο, οι οποίοι διέκοψαν την κίνηση που
εκτελούσαν μετά από εντολή του Αλεξάνδρου και έσπευσαν προς το μέρος των
εχθρών που ήδη λεηλατούσαν το στρατόπεδο. Η τιμωρία ήταν σκληρή. Πολλοί
από τους επιδρομείς σκοτώθηκαν εκεί, ενώ οι υπόλοιποι επέστρεψαν τρέχοντας
στο πεδίο της μάχης.
Έτσι, ο Αλέξανδρος, παρά την κρίσιμη και δραματική κατάσταση
στην οποία βρέθηκε το αριστερό του, επέμεινε στη σύμφωνα με τον ελιγμό του
προχώρηση, για να βρεθεί στη θέση που ήθελε, δηλαδή σε απόσταση εφόδου
και σχεδόν έξω από το αριστερό της Περσικής διατάξεως, με κάλυψη της
"πυγμής" από τα δεξιά. Δίνει διαταγή στο υπόλοιπο της δεξιάς πλαγιοφυλακής
του στους σαρισοφόρους ιππείς του Αρέτη, στους Μακεδόνες τοξότες του
Βρίσσωνα και στους Αγριάνες ακοντιστές του Αττάλου, να ενισχύσουν τη δεξιά
πλαγιοφυλακή του Μενίδα, του Αρίστωνα και του Κλεάνδρου που μαχόταν
σθεναρά και πιεζόταν ισχυρά και έτσι με τον τρόπο αυτό επιτεύχθηκε η
απαραίτητη ανακούφιση.
Συγχρόνως, συγκροτεί ο ίδιος την ομάδα κρούσεως, "την πυγμήν του",
για την έφοδο. Σχηματίζει σε σχήμα ρόμβου τις ίλες των εταίρων, ανακαλεί και
εντάσσει στο ρόμβο της "πυγμής" τους ακοντιστές του Βαλάκρου, τους
Αγριάνες και τους Κρήτες τοξότες, οι οποίοι προχωρούσαν μπροστά του.
Διατάζει τις χιλιαρχίες των υπασπιστών, οι οποίοι βρίσκονταν αριστερά του, να
καλύπτουν το πλευρό, τρέχοντας όσο περισσότερο μπορούσαν και τις άλλες
τάξεις των πεζεταίρων που ήταν αριστερότερα να ακολουθούν γρήγορα η μια
δίπλα στην άλλη. Όλες οι κινήσεις εκτελούνται με ακρίβεια και απόλυτη σιωπή.
Στην κορυφή του ρόμβου, επικεφαλής των εταίρων, παίρνει θέση ο
50

Αλέξανδρος. Η πυγμή είχε φθάσει σε απόσταση 300 μόνο μέτρων και μετά από
λίγο θα εισερχόταν στο βεληνεκές των εχθρικών βελών. Η μεγάλη στιγμή της
μάχης έφθασε. Μια φοβερή επέλαση, με ανοικτό καλπασμό, προς το αριστερό
άκρο της εχθρικής παρατάξεως, στο "χάσμα", άρχισε. Η μέχρι τότε σιωπηλή
"σφύρα" ξέσπασε σε φοβερές κραυγές αλαλαγμού, πρότεινε τις λόγχες και τις
σάρισες της προς τα μπροστά και επιτέθηκε ακάθεκτη εναντίον του εχθρού. Τα
χιλιάδες βέλη των Περσών που εξακοντίζονταν δε μπορούσαν να αναχαιτίσουν
την ορμή των Μακεδόνων. Μετά από αγώνα λίγων ωρών, ολόκληρη η
αριστερή πτέρυγα του εχθρού ανατράπηκε και οι άνδρες της πανικόβλητοι
εγκατέλειψαν τη μάχη.
Μόλις ο Δαρείος είδε τις δυνάμεις που ήταν κοντά του να καταρρέουν,
κυριεύθηκε, όπως και στη μάχη της Ισσού, από πανικό και ενώ η μάχη δεν είχε
ακόμη κριθεί οριστικά, αφού η κατάσταση στο υπόλοιπο μέτωπο ήταν μάλλον
ευνοϊκή για τους Πέρσες, εγκατέλειψε τον αγώνα και έντρομος έσπευσε να
τραπεί σε φυγή. Όπως ήταν φυσικό, μαζί του αποχώρησε από το πεδίο της
μάχης και ολόκληρη η δύναμη του κέντρου, η οποία παρέσυρε και την εφεδρική
στρατιά της Βαβυλώνας. Η δεύτερη φάση της μάχης είχε τελειώσει και με
αυτήν η μάχη των Γαυγαμήλων είχε κριθεί.

γ. Γ΄ Φάση (Σχεδιάγραμμα 12)

Όταν ο Αλέξανδρος βεβαιώθηκε ότι η συντριβή του αριστερού και του


κέντρου των Περσών ήταν ολοκληρωτική, εμπιστεύθηκε την καταδίωξη σε
ελαφρά τμήματα και στράφηκε προς το μέρος, όπου μαχόταν ο Παρμενίων.
Εκεί είδε ή έστω έμαθε -αν αληθεύει η εκδοχή για αποστολή αγγελιαφόρου- ότι
τα εκεί τμήματα διέτρεχαν σοβαρό κίνδυνο. Συγκρότησε ένα μικτό απόσπασμα,
από τις μονάδες που βρέθηκαν κοντά, του ιππικού και των εταίρων, των ιππέων
του ηρωικού Μενίδα και ορισμένων τάξεων πεζεταίρων (Κοίνου κ.ά.) και
επιτέθηκε σαν θύελλα για να βοηθήσει τον Παρμενίωνα.
Καθώς μετέβαινε συνάντησε τους Πέρσες και τους Ινδούς ιππείς οι
οποίοι έφευγαν καταδιωκόμενοι από το Ελληνικό στρατόπεδο, και τους
επιτέθηκε ανακόπτοντας την επιστροφή τους. Έγινε φοβερή ιππομαχία στην
οποία και οι δύο πλευρές είχαν σοβαρές απώλειες. Εξήντα εταίροι νεκροί και
τραυματίες, ο Ηφαιστίων ο Κοίνος και ο Μενίδας. Τελικά, η σύγκρουση ήταν
υπέρ του Αλεξάνδρου. Ελάχιστοι από τους ιππείς του εχθρού κατόρθωσαν να
περάσουν από τις μακεδονικές γραμμές και να χαθούν, καλπάζοντας στον
ορίζοντα. Ύστερα από το απρόοπτο αυτό περιστατικό, ο Αλέξανδρος πλησίασε
προς το μέρος που αγωνιζόταν ο Παρμενίων, για να ρίξει το βάρος του στην
υποστήριξή του. Είχαν όμως προλάβει οι Θεσσαλοί, οι οποίοι, μετά την
επιστροφή της πλαγιοφυλακής από το στρατόπεδο, ενέργησαν αντεπίθεση και
51

είχαν ανατρέψει τον εχθρό. Η υποχώρηση δεν άργησε να μετατραπεί σε άτακτη


φυγή, όταν έγινε αντιληπτή από όλους η εξαφάνιση του Δαρείου.
Ενώ ο Παρμενίων κυρίευε στη συνέχεια το εχθρικό στρατόπεδο κοντά
στον ποταμό Βουμώδη και είχε αρχίσει να ασχολείται με την περισυλλογή των
ελεφάντων και των λαφύρων, την περίθαλψη των τραυματιών και με άλλες
σοβαρές υπηρεσίες οι οποίες ακολουθούν τη μάχη, ο Αλέξανδρος ξεκίνησε πάλι
να καταδιώκει το Δαρείο για να τον συλλάβει ζωντανό ή νεκρό. Με ανοικτό
καλπασμό διέσχισε το συρφετό των βαρβάρων που υποχωρούσαν και έφθασε
στον ποταμό Λύκο, 20 χιλιόμετρα μακριά από το πεδίο της μάχης, όπου βρήκε
τη γέφυρα καταστρεμμένη και το Δαρείο από την άλλη της πλευρά.
Είχαν περάσει τουλάχιστον 10 ώρες από την έναρξη της μάχης και
είχε νυκτώσει. Ο Αλέξανδρος, μετά από μικρή αψιμαχία με εχθρικό
απόσπασμα στην οποία κινδύνευσε, επειδή περικυκλώθηκε, αναγκάσθηκε, μετά
τη διάλυση της εχθρικής αυτής οπισθοφυλακής, να διακόψει την καταδίωξη για
να αναπαυθούν οι άνδρες του. Γύρω στα μεσάνυκτα, χωρίς να έχει δειπνήσει,
άρχισε και πάλι την καταδίωξη προς τα Άρβηλα, τα οποία απείχαν περίπου 100
χιλιόμετρα από το πεδίο της μάχης. Αλλά ούτε και προς αυτή, την κατεύθυνση
συνάντησε το Δαρείο, ο οποίος στην προσπάθειά του να σωθεί στα Εκβάτανα
με μερικά λείψανα του στρατού του και των "Συγγενών του Βασιλέως",
εγκατέλειψε πολύτιμες αποσκευές, το άρμα του, την ασπίδα του, το τόξο του, το
βασιλικό θησαυρό από 4.000 τάλαντα και άλλα λάφυρα πολύτιμα στα χέρια του
Μακεδόνα στρατηλάτη.
Έτσι, τελείωσε η περίφημη μάχη των Γαυγαμήλων για να επαληθευθεί
και η προφητεία του μάντη Αρίστανδου, ότι ο Αλέξανδρος, μέσα στο σεληνιακό
μήνα θα πετύχει περιφανή νίκη.

6. Αποτελέσματα

Στη μεγάλη και κοσμοϊστορική αυτή μάχη δεν είναι δυνατόν να


περιορισθεί κανείς στην απαρίθμηση των απωλειών και από τις δύο πλευρές. Ο
κάθε μελετητής είναι υποχρεωμένος να εξάρει τη μεγάλη νίκη, γιατί το ίδιο το
αποτέλεσμα της μάχης ήταν ένα μεγάλο κατόρθωμα. Ο στρατιωτικός όμως
μελετητής επιβάλλεται να εμβαθύνει στη σύλληψη και επίμονη επιδίωξη
εφαρμογής του ελιγμού και στους βασικούς παράγοντες, οι οποίοι οδήγησαν
στη νίκη, για να εξάγει το βασικό και χρήσιμο συμπέρασμά του.
Για τις απώλειες των Ελλήνων ο Αρριανός γράφει ότι οι νεκροί ήταν
100, ο Διόδωρος τους ανεβάζει σε 500 και ο Κούρτιος τους μετριάζει σε 300.
Για τις απώλειες των Περσών, ο Αρριανός γράφει ότι οι νεκροί
"ελέγοντο" περίπου 300.000 και οι αιχμάλωτοι πολύ περισσότεροι. Τους
νεκρούς ο Διόδωρος τους μετριάζει σε 90.000 και ο Κούρτιος τους μειώνει σε
52

40.000, ενώ για τους αιχμαλώτους οι δύο τελευταίοι ιστορικοί δεν αναφέρουν
τίποτα.
Σε κάθε περίπτωση, οποιοσδήποτε κι αν ήταν ο ακριβής αριθμός των
απωλειών, παραμένει γεγονός ότι οι απώλειες των Περσών ήταν βαρύτατες.
Και είναι δικαιολογημένο το γεγονός των πολλών απωλειών των Περσών από
το ότι αυτές προξενήθηκαν, όπως συνήθως, στη φάση της καταδιώξεως, οπότε
οι φυγάδες Πέρσες ούτε μέτρα ασφαλείας είχαν, ούτε έφεραν ασπίδες.

7. Διαπιστώσεις - Συμπεράσματα

Στα κείμενα των αρχαίων ιστορικών διάφοροι είναι οι λόγοι που


αναφέρονται από αυτούς και στους οποίους οφείλεται η περιφανής νίκη του
Αλεξάνδρου. Βασικότεροι όμως παράγοντες, οι οποίοι, σύμφωνα με το
στρατιωτικό μελετητή πρέπει να συντέλεσαν στη νίκη των Ελλήνων και στη
συντριπτική ήττα των Περσών, αναμφισβήτητα θεωρούνται οι εξής:
α. Η ποιοτική υπεροχή του στρατού του Αλεξάνδρου σε όλα τα επίπεδα
η οποία επέτρεψε την εφαρμογή πρωτότυπου ελιγμού.
β. Το εξαιρετικό γενικά σχέδιο ενεργείας και από αυτό κυρίως ο ελιγμός
του Αλεξάνδρου, με το οποίο θαυματούργησε η "δραξ επί της πλημμύρας".
γ. Η με το ίδιο σχέδιο ενεργείας επίσης πολύ πετυχημένη διάταξη των
μονάδων του στρατού του Αλεξάνδρου με τρόπο ώστε να υπάρχουν πάντα και
στη μάχη κατάλληλες και επαρκείς δυνάμεις, εκεί όπου χρειαζόντουσαν.
δ. Η αριστοτεχνική διεύθυνση της μάχης, η ψυχραιμία και η εμμονή του
Αλεξάνδρου στη δημιουργία προϋποθέσεων για την εφαρμογή της αρχής "η
πυγμή κατά του κρισίμου χάσματος".
ε. Η απώλεια της ψυχραιμίας του Δαρείου παρά το γεγονός ότι η
κατάσταση στο δεξιό του εξελισσόταν, μάλλον, ευνοϊκά για τους Πέρσες και η
φυγή του, η οποία όταν έγινε γνωστή έριξε αμέσως το ηθικό ολόκληρου του
στρατού του.
στ. Η μη εκμετάλλευση από τους Πέρσες της ευνοϊκής ευκαιρίας, όταν,
δημιουργήθηκε το "χάσμα" ανάμεσα στις δύο κύριες επιθετικές παρατάξεις του
Ελληνικού στρατού.
Το γενικότερο συμπέρασμα και δίδαγμα από τη μάχη των
Γαυγαμήλων είναι "η απόδειξη της αξίας της ποιοτικής υπεροχής ως κρίσιμου
παράγοντα γιά την κατανίκηση του αντιπάλου". Ενός παράγοντα δηλαδή, στον
οποίο πάντα βασιζόταν και στο οποίο είναι υποχρεωμένη να βασίζεται και στο
μέλλον η Ελληνική φυλή.
53

Η ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΚΑΝΩΝ


(2 Αυγούστου 216 π.Χ.)

1. Εισαγωγή
Το 270 π.Χ. οι Ρωμαίοι κυριάρχησαν σε όλα τα φύλα της
Ιταλικής χερσονήσου και ίδρυσαν ένα κράτος ισχυρό με πρωτεύουσα τη Ρώμη.
Η Ρωμαϊκή πολιτεία χαρακτηριζόταν για την πειθαρχία και την προσήλωση των
πολιτών της στους αυστηρούς της νόμους. Οι πολίτες της Ρώμης ήταν
διαιρεμένοι σε δύο τάξεις, τους "πατρίκιους" και τους "πληβείους". Από αυτούς
οι πρώτοι ήταν οι θεωρούμενοι αριστοκράτες, οι επιφανείς, οι τέλειοι, οι οποίοι
καταλάμβαναν τα ανώτερα αξιώματα και οι δεύτεροι, οι πληβείοι, ήταν οι
πολλοί και οι φτωχοί αγρότες, τεχνίτες, εργάτες και αποτελούσαν τη μάζα.
Τη Ρώμη αρχικά κυβερνούσαν βασιλείς, κατόπιν, στη δημοκρατία, η
σύγκλητος και δύο ύπατοι με ετήσια θητεία και τελευταία αυτοκράτορες. Σε
κρίσιμες περιστάσεις εκλέγονταν "δικτάτορες" με εξάμηνη θητεία, οι οποίοι
συγκέντρωναν στα χέρια τους όλες τις εξουσίες του κράτους.
Ο Ρωμαϊκός στρατός ήταν ο τελειότερος της εποχής του. Τα κύρια
χαρακτηριστικά του ήταν: Η άριστη οργάνωση, το πολύ καλό στρατολογικό
σύστημα και το υψηλό ηθικό. Ο κυριότερος τακτικός σχηματισμός ήταν η
λεγεώνα με δύναμη 4.000 - 5.000 άνδρες. Την αποτελούσε ένας αριθμός
μονάδων, οι σπείρες, με μέτωπο 6 -14 και βάθος 8 - 10 άνδρες η καθεμιά. Οι
σπείρες, ανάλογα με τον οπλισμό τους διακρίνονταν σε σπείρες αστάτων,
πριγκίπων και τριαρίων. Οι άστατοι και οι τριάριοι ήταν ελαφρά, ενώ οι
πρίγκιπες ήταν βαριά οπλισμένοι. Η λεγεώνα παρατασσόταν για μάχη σε τρεις
γραμμές. Στην πρώτη γραμμή οι σπείρες των αστάτων με διαστήματα μεταξύ
τους ανάλογα με το μέτωπό τους. Σε απόσταση 100 μ. περίπου πίσω και
απέναντι από τα διάκενα της πρώτης γραμμής παρατάσσονταν οι σπείρες των
πριγκίπων και στη συνέχεια σε τρίτη γραμμή και στην ίδια απόσταση οι σπείρες
των τριαρίων. Με αυτόν τον τρόπο η παράταξη της λεγεώνας είχε σχήμα
πεσσού.
Οι Ρωμαίοι παρατάσσονταν για μάχη με τρόπο ανάλογο με των Ελλήνων.
Με τον καιρό η στράτευση έγινε υποχρεωτική για όλους τους Ρωμαίους, από το
17ο μέχρι το 48ο έτος της ηλικίας τους. Ο χρόνος θητείας δεν υπολογιζόταν σε
αριθμό ετών αλλά σε αριθμό εκστρατειών. Ο πεζός στρατιώτης όφειλε να
υπηρετήσει σε 20 εκστρατείες και ο ιππέας σε 10. Με τον τρόπο αυτό
αποκλειόταν η διάνυση της θητείας στο εσωτερικό.
Την εποχή εκείνη άλλο μεγάλο κράτος στη Μεσόγειο ήταν η Καρχηδόνα.
Η πόλη της Καρχηδόνας θεμελιώθηκε το 822 π.Χ. από τους Φοίνικες στην ακτή
της βόρειας Αφρικής κοντά στη σημερινή Τύνιδα. Με την πάροδο του χρόνου
οι Καρχηδόνιοι με το ναυτικό και το εμπόριο πλούτισαν και επέκτειναν την
κυριαρχία τους στις ακτές της βόρειας Αφρικής μέχρι το Γιβραλτάρ και ίδρυσαν
αποικίες στη Σικελία. Το πολίτευμα της Καρχηδόνας ήταν δημοκρατικό, με
ανώτατη πολιτική αρχή τη Γερουσία.
Την ανώτατη διοίκηση του στρατού ασκούσε ο αρχιστράτηγος, ο οποίος
εκλεγόταν από τη Γερουσία. Το στρατό των Καρχηδονίων αποτελούσαν
55

άριστοι Αφρικανοί πεζοί και ιππείς καθώς και μισθοφόροι από τις χώρες που
καταλάμβαναν, όπως Ισπανοί, Γαλάτες κ.ά.
Οι Καρχηδόνιοι στους πολέμους που διεξήγαγαν για τρεις και
περισσότερους αιώνες εναντίον των Ελλήνων της Σικελίας επανειλημμένα
νικήθηκαν. Επηρεάσθηκαν όμως από την τακτική των Ελλήνων και πίστεψαν
ότι πρωταρχικός παράγοντας της νίκης ήταν η επίθεση. Οργάνωσαν το στρατό
τους σύμφωνα με τα πρότυπα των Ελλήνων. Η παράταξή τους ήταν ανάλογη
με την Ελληνική φάλαγγα. Η βασική υπομονάδα τους ήταν ορθογώνιο με
αυξομειωμένο μέτωπο και βάθος μέχρι 16 οπλίτες. Το πεζικό παρατασσόταν
στο κέντρο και το ιππικό στις πτέρυγες. Ο αρχιστράτηγος των Καρχηδονίων
Αννίβας μιμήθηκε το Μέγα Αλέξανδρο και οργάνωσε εξαιρετικό ιππικό ως
κύριο όπλο επιθέσεως σε συνεργασία με το πεζικό.
Οι Ρωμαίοι, μετά την κυριαρχία τους στην Ιταλική χερσόνησο,
επέκτειναν τις κατακτήσεις τους στη Σικελία. Εκεί βρέθηκαν αντιμέτωποι των
Ελλήνων και των Καρχηδονίων. Από αυτούς οι ΄Ελληνες, εξαιτίας των
εμφύλιων πολέμων τους στην Ελλάδα (3ος αιώνας π.Χ.) δεν αποτελούσαν
σοβαρό αντίπαλο για τους Ρωμαίους. Οι Καρχηδόνιοι όμως ήταν τότε κράτος
ισχυρό, ναυτικό και διεκδικούσαν την κυριαρχία στη Μεσόγειο και στη Δύση.
Αυτή ήταν και η αιτία των πολέμων μεταξύ των δύο κρατών, οι οποίοι
ονομάστηκαν Καρχηδονιακοί πόλεμοι. Ο πρώτος Καρχηδονιακός πόλεμος
κράτησε από το 264 μέχρι το 241 π.Χ. και μετά από πολλές μάχες και ναυμαχίες
οι Ρωμαίοι νίκησαν τους Καρχηδόνιους και κατέλαβαν τη Σικελία και την
Κορσική. Στο δεύτερο Καρχηδονιακό πόλεμο (218-202 π.Χ.) οι Καρχηδόνιοι,
αφού υπέταξαν την Ισπανία, μετέφεραν τον πόλεμο στην Ιταλία υπό την
αρχηγία του περίφημου στρατηγού τους Αννίβα.
Την άνοιξη του 218 π.Χ. ο Αννίβας με 50.000 πεζούς, 9.000 ιππείς και 18
ελέφαντες, πέρασε τα Πυρηναία και άρχισε την προέλαση του στη νότια
Γαλλία. Οι Ρωμαίοι επιχείρησαν να τον εμποδίσουν να περάσει το Ροδανό
ποταμό, αλλά χωρίς επιτυχία. Ο Αννίβας συνέχισε την προέλασή του ανατολικά
και το Νοέμβριο του 218 π.Χ. πέρασε τις ΄Αλπεις από το όρος της Γενεύης (ύψ.
1.854 μ.) μέσα από πολλές εδαφικές δυσκολίες και παγετώνες και κατέβηκε
στην κοιλάδα του Πάδου. Κατά τη διάβαση αυτή των ΄Αλπεων είχε πολύ
σοβαρές απώλειες από τις κακουχίες και απέμεινε με 20.000 πεζούς και 6.000
ιππείς. Το κατόρθωμα του ήταν πρωτοφανές για την εποχή εκείνη. ΄Ετσι,
πέτυχε τον αιφνιδιασμό των Ρωμαίων οι οποίοι τον περίμεναν στις
παραθαλάσσιες διαβάσεις των ΄Αλπεων. Οι Ρωμαϊκές δυνάμεις έσπευσαν για
να συναντήσουν τον Αννίβα. ΄Εγιναν δύο μάχες, η πρώτη κοντά στον Τίκινο
ποταμό και η δεύτερη κοντά στον Τρεβία ποταμό. Και στις δύο μάχες νίκησε ο
Αννίβας, ο οποίος στη συνέχεια διαχείμασε στη βόρεια Ιταλία, όπου
αναδιοργάνωσε και ενίσχυσε το στρατό του με τους συμμάχους του Γαλάτες, οι
οποίοι κατοικούσαν σε αυτήν.
56

Την άνοιξη του 217 π.Χ. ο Αννίβας κινήθηκε προς το Νότο και κοντά στη
λίμνη Τρασιμένη κατέστρεψε τον έναν από τους δύο στρατούς των Ρωμαίων. Η
σύγκλητος της Ρώμης ανησύχησε πολύ από τις αλλεπάλληλες αποτυχίες και
διόρισε δικτάτορα το Φάβιο. Αυτός εφάρμοσε αντίθετη τακτική από τους
προκατόχους του. Απέφευγε τη μάχη παρατάξεως και καταπονούσε τον Αννίβα
με αψιμαχίες, ενώ φρόντιζε να βρίσκεται πάντα με το στρατό του μεταξύ του
Αννίβα και της Ρώμης. Ο Αννίβας όμως λεηλατούσε τη χώρα, ο πόλεμος
παρατεινόταν, με αποτέλεσμα τη δυσαρέσκεια του Ρωμαϊκού λαού. Η
σύγκλητος τότε, πιεζόμενη από την κοινή γνώμη, κατάργησε τη δικτατορία και
διόρισε δύο υπάτους, τον Τερέντιο Βάρωνα και το Λεύκιο Αιμίλιο. Επίσης,
διέταξε την ίδρυση 8 νέων λεγεώνων με δύναμη 5.000 ανδρών η καθεμιά.
Μετά από τη συγκρότηση του συνόλου της στρατιάς η σύγκλητος διέταξε τους
δύο υπάτους να προελάσουν στην Απουλία (Ν.Α Ιταλία) και να αντιμετωπίσουν
τον Αννίβα, ο οποίος στο μεταξύ είχε καταλάβει τις Κάνες, σημαντικό κέντρο
ανεφοδιασμού των Ρωμαίων.

2. Περιγραφή του Πεδίου της Μάχης

Οι Κάνες ή Κάνα ή Κάνη ήταν αρχαία πόλη της Απουλίας -


νοτιοανατολικής Ιταλίας - που βρίσκεται στη δεξιά όχθη του ποταμού Αυφίδου
(σήμερα Οφάντο), 12 χιλ. νοτιοδυτικά των εκβολών του και 9 χιλ.
βορειοανατολικά της αρχαίας πόλης Κανυσίου (σήμερα Κανόζα Ντι Πούλια).
Το έδαφος του πεδίου της μάχης. Γενικά ήταν κατάλληλο για αγώνα
αντιπαρατάξεως και προσφερόταν για εκτέλεση ελιγμών ιππικού σε βάθος.

3. Γενική Κατάσταση, Δυνάμεις και Διάταξη των Αντιπάλων

α. Ρωμαίων

Η δύναμη των Ρωμαίων έφθανε στους 8.000 πεζούς περίπου και 7.000
ιππείς. ΄Οταν το στράτευμα έφθασε για να αντιμετωπίσει τους Καρχηδονίους, ο
Λεύκιος Αιμίλιος, ο οποίος είχε τη διοίκηση εκείνη τη μέρα, διέκοψε την
πορεία. Παρατήρησε ότι το έδαφος ήταν πεδινό, ομαλό και επειδή φοβόταν τη
δράση του Καρχηδονιακού ιππικού αποφάσισε να μη δώσει τη μάχη, αλλά να
επιδιώξει να παρασύρει τον αντίπαλο σε πιο πρόσφορο έδαφος. Τη διοίκηση
του Ρωμαϊκού στρατού αναλάμβαναν εναλλάξ οι δύο ύπατοι κάθε μέρα. ΄Ετσι,
την επομένη, όταν την αρχηγία ανέλαβε ο Βάρων, ο οποίος είχε αντίθετη
γνώμη, έθεσε το στράτευμα σε πορεία με εμπροσθοφυλακή και το ιππικό
ενισχυμένο με ικανή δύναμη πεζικού. Η εμπροσθοφυλακή αυτή αψιμάχησε με
ίλες του Αννίβα και είχε επιτυχία. Μετά από αυτό ο Βάρων διέταξε να
57

εγκατασταθεί το Ρωμαϊκό στρατόπεδο στην αριστερή όχθη του Αυφίδου


ποταμού, σε απόσταση 2 χιλιομέτρων περίπου από το στρατόπεδο του Αννίβα.
Την επόμενη μέρα ο Λεύκιος Αιμίλιος, επειδή πίστευε ότι η θέση του
στρατοπέδου δεν ήταν ασφαλής και δε μπορούσε να υποχωρήσει κάτω από το
βλέμα του Αννίβα, έστειλε το ένα τρίτο της δυνάμεώς του απέναντι και στη
δεξιά όχθη του ποταμού, όπου εγκατέστησε δεύτερο μικρό στρατόπεδο για
μεγαλύτερη ασφάλεια.
Την επομένη 2 Αυγούστου του 216 π.Χ., όταν τη διοίκηση ανέλαβε
πάλι ο Βάρων, με το ΠΦ έβγαλε το στράτευμά του για μάχη και το παρέταξε
στη δεξιά όχθη του Αυφίδου ποταμού, όπου θεωρούσε το έδαφος πιο
κατάλληλο, με την ακόλουθη διάταξη: Στη δεξιά πτέρυγα κοντά στον ποταμό
τάχθηκε το Ρωμαϊκό ιππικό - 2.400 ιππείς υπό το Λεύκιο Αιμίλιο. Στο κέντρο οι
λεγεώνες συμπαραταγμένες σε τρεις γραμμές όπως συνήθως, με αρχηγούς τους
υπάτους του προηγούμενου έτους Μάρκο Ρηγούλο και Γναίο Σερουίλιο και
στην αριστερή πτέρυγα το ιππικό των συμμάχων - 4.800 ιππείς υπό το Βάρωνα.
Ο τελευταίος, επειδή πίστευε ότι οι μέχρι τότε επιτυχίες του Αννίβα οφείλονταν
στο βάθος του σχηματισμού του, διέταξε την αύξηση του βάθους των σπειρών
σε 16 άνδρες. Το μέτωπό του βέβαια μίκρυνε αλλά με την αριθμητική του
υπεροχή εξακολουθούσε να υπερκαλύπτει το μέτωπο του αντιπάλου. Στο πεδίο
της μάχης παρέταξε 15 λεγεώνες. Μια λεγεώνα και άλλα τμήματα συνολικής
δυνάμεως 10.000 ανδρών παρέμειναν για ασφάλεια του μεγάλου στρατοπέδου.
Σύμφωνα με μια άλλη έγκυρη, επίσης, ιστορική πηγή η δύναμη αυτή είχε
αποστολή να επιτεθεί εναντίον του στρατοπέδου του Αννίβα και να απειλήσει
τα νώτα των Καρχηδονίων κατά τη μάχη.

β. Καρχηδονίων

Ο Αννίβας είδε τις κινήσεις των Ρωμαίων και έμαθε τη διαφορά


αντιλήψεων των δύο υπάτων, γιατί είχε άριστο δίκτυο πληροφοριών. Επειδή
γνώριζε ότι ο Λεύκιος Αιμίλιος δε θα δεχόταν τη μάχη την 1η Αυγούστου,
παρέταξε το στράτευμά του και περίμενε. Πράγματι ο Λεύκιος Αιμίλιος δεν
αντιπαρατάχθηκε και παρέμεινε στο στρατόπεδο. Η στάση αυτή των Ρωμαίων
αναπτέρωσε το ηθικό των Καρχηδονίων. Ο Αννίβας γύρω στο μεσημέρι
επανέφερε το στράτευμα στο στρατόπεδο και για να εξερεθίσει το Βάρωνα,
διέταξε τους Νουμιδούς ιππείς να προσβάλουν τους Ρωμαίους οπλίτες του
μικρού στρατοπέδου.
΄Οταν το πρωί της επομένης ο Αννίβας είδε την έξοδο των Ρωμαίων
από το στρατόπεδό τους, διέταξε τα ελαφρά στρατεύματά του να περάσουν τον
ποταμό και να ταχθούν για μάχη σε αρκετή απόσταση μπροστά, με μέτωπο προς
τον αντίπαλο, για να αποκρύψουν τη διάβαση του ποταμού υπό το κύριο σώμα
και για να καλύψουν τη διάταξη μάχης του.
58

Στη συνέχεια ο Αννίβας πέρασε στη δεξιά όχθη το κύριο σώμα και
έλαβε την ακόλουθη διάταξη: Στην αριστερή πτέρυγα κοντά στον ποταμό έταξε
το βαρύ ιππικό, 8.000 ιππείς υπό τον αδελφό του Ασδρούβα. Επειδή δεν
υπήρχε αρκετός χώρος, το ιππικό αυτό παρατάχθηκε σε δύο γραμμές. Στο
κέντρο έταξε το ιππικό με δύναμη 32.000 άνδρες έναντι 70.000 Ρωμαίων.
Για να καλύψει το μέτωπο του αντιπάλου, ο οποίος υπερείχε σε
αριθμό, επινόησε την παρακάτω διάταξη: Στα δύο άκρα της παρατάξεως του
πεζικού έταξε το Αφρικανικό πεζικό το οποίο ήταν επίλεκτο, σε επαφή με το
ιππικό και με βάθος 16 οπλιτών. Στο μέσο της παρατάξεως μεταξύ των δύο
αφρικανικών τμημάτων έταξε το πεζικό των συμμάχων του Ισπανών και
Γαλατών με βάθος 8 ανδρών σε αλλεπάλληλα τμήματα με κλιμακωτή διάταξη
προς τα εμπρός (Σχεδ. 13 - 1η φάση)
Η ελάττωση του βάθους της παρατάξεως του κέντρου εξασθένησε τη
δύναμη του μέρους αυτού της φάλαγγας, αλλά έδωσε τη δυνατότητα στον
Αννίβα να καλύψει το μέτωπο του αντιπάλου, αν και μειονεκτούσε σε αριθμό.
Επίσης, η διάταξη αυτή εξυπηρετούσε και τον ελιγμό του όπως θα δούμε
παρακάτω. Στη δεξιά πτέρυγα ο Αννίβας έταξε 2.000 Νουμιδούς ιππείς υπό τον
άλλο αδελφό του ΄Αννωνα, με εντολή να επεκτείνουν την παράταξη και να
καλύψουν το μέτωπο του πολυάριθμου συμμαχικού ιππικού των Ρωμαίων.
Τέλος, στο κέντρο της παρατάξεως όπου ήταν το πιο κρίσιμο σημείο τάχθηκε ο
ίδιος ο Αννίβας.

4. Σχέδια και Αποστολές Αντιπάλων

α. Ρωμαίων

Επίθεση σε ολόκληρο το μέτωπο όπως παρακάτω: Στη δεξιά πτέρυγα


με το ιππικό, για αντιμετώπιση του Καρχηδονιακού ιππικού και κάλυψη του
δεξιού πλευρού του Ρωμαϊκού πεζικού. Στο κέντρο με τις λεγεώνες πεζικού για
ανατροπή και διάσπαση του πεζικού των Καρχηδονίων. Στην αριστερή
πτέρυγα, με το ιππικό για ανατροπή του Νουμιδικού ιππικού, υπερφαλάγγιση
και προσβολή του δεξιού πλευρού του πεζικού του Αννίβα για καταστροφή του
αντιπάλου σε συνδυασμό με την ενέργεια των λεγεώνων του κέντρου.

β. Καρχηδονίων

Στη δεξιά πτέρυγα κάλυψη του δεξιού πλευρού του φίλιου πεζικού με
το ιππικό. Στην αριστερή πτέρυγα επίθεση με το ιππικό για ανατροπή του
Ρωμαϊκού ιππικού. Στη συνέχεια ευρεία υπερφαλάγγιση της Ρωμαϊκής
παρατάξεως με το ιππικό και προσβολή του ιππικού του Βάρωνα από το πλευρό
και τα νώτα. Ανάκληση των ελαφρών τμημάτων από μπροστά και ανάπτυξή
59

τους σε δεύτερη γραμμή πίσω από το Καρχηδονιακό πεζικό. Εμπλοκή του


πεζικού σε ολόκληρο το μέτωπο και σύμπτυξη του συμμαχικού πεζικού του
κέντρου μέχρι σε ένα όριο, πριν από το οποίο πρέπει να αναχαιτισθεί ο
αντίπαλος του Αφρικανικού πεζικού των δύο άκρων για εγκλωβισμό του
αντιπάλου, μετά από σύγχρονη προσβολή των νώτων του από το ιππικό του
Ασδρούβα και καταστροφή του αντιπάλου.

5. Διεξαγωγή της Μάχης

΄Οταν ο Αννίβας τελείωσε την παράταξη των στρατευμάτων του, η οποία


ήταν σε ευθεία γραμμή, διέταξε το κέντρο να προχωρήσει για ένα διάστημα,
ώστε τα τμήματα που βρισκόταν από τις δύο πλευρές του με την κλιμακωτή
διάταξή του να αποκτήσουν το απαιτούμενο βάθος. Με αυτόν τον τρόπο τα
συμμαχικά στρατεύματα του κέντρου αποτέλεσαν μια εξέχουσα διάταξη της
παρατάξεως των Καρχηδονίων (Σχεδ. 13-1η φάση).
Στη συνέχεια ο Αννίβας διέταξε το ιππικό της αριστερής πτέρυγας και
επιτέθηκε στο Ρωμαϊκό ιππικό που βρισκόταν απέναντι και με τον όγκο του το
ανέτρεψε αμέσως. Κατόπιν, ανακάλεσε από μπροστά τα ελαφρά στρατεύματα
τα οποία αναπτύχθηκαν πίσω από το πεζικό του κέντρου σε δεύτερη γραμμή και
δύο τμήματά τους τάχθηκαν πίσω από δύο ισχυρά τμήματα του Αφρικανικού
πεζικού, σύμφωνα με το σχέδιο.
Το Ρωμαϊκό πεζικό επιτέθηκε με ορμή και προσέκρουσε πρώτο στην
εξέχουσα διάταξη των συμμαχικών στρατευμάτων του Αννίβα. Τα τελευταία,
αν και ήταν ελαφρότερα οπλισμένα και με μικρότερο βάθος σχηματισμού (8
ανδρών), πολέμησαν γεναία και συγκράτησαν για λίγο τη Ρωμαϊκή φάλαγγα.
΄Ομως, σιγά - σιγά, με την ισχυρή πίεση των Ρωμαϊκών λεγεώνων άρχισαν να
συμπτύσσονται ενώ μάχονταν και με απώλειες. Η εξέχουσα διάταξη άρχισε να
ευρύνεται και σε μια στιγμή η παράταξη των Καρχηδονίων ευθυγραμμίσθηκε
και στη συνέχεια έγινε κοίλη στο κέντρο όπου το Ρωμαϊκό πεζικό συνέχισε την
προώθησή του. Η εισχώρηση αυτή των Ρωμαίων συνεχίσθηκε και η
ορμητικότητά τους παρέσυρε μέσα στο σχηματιζόμενο θύλακα και τις δύο
πτέρυγες του Ρωμαϊκού πεζικού, οι οποίες αναγκάσθηκαν να λοξεύουν για να
μην αποχωρισθούν από το κέντρο τους. ΄Ετσι, τα δύο άκρα του πεζικού των
Καρχηδονίων, αποτελούμενα από τις επίλεκτες Αφρικανικές μονάδες, βρέθηκαν
στα πλευρά της Ρωμαϊκής φάλαγγας. Συγχρόνως, η δεύτερη και η τρίτη γραμμή
των Ρωμαίων πύκνωσαν στην πρώτη και λόγω του περιορισμένου χώρου
αναπτύξεως αποτέλεσαν με αυτήν μια πυκνή μάζα. (Σχεδ. 13-2η φάση).
Η κρίσιμη στιγμή είχε φθάσει. Ο Αννίβας είχε σχεδιάσει την υποχώρηση
των συμμαχικών στρατευμάτων του κέντρου του και την εξέλιξη της μάχης.
Τότε διέταξε: Πρώτο, τα ελαφρά στρατεύματα της δεύτερης γραμμής να
κινηθούν προς τα εμπρός και να ενισχύσουν τα σκληρά δοκιμαζόμενα τμήματα
60

της πρώτης. Δεύτερο, τα Αφρικανικά στρατεύματα να επιτεθούν αποφασιστικά


εναντίον των πτερύγων του Ρωμαϊκού πεζικού με τη βοήθεια ελαφρών
στρατευμάτων τα οποία είχαν ταχθεί πίσω τους και είχαν αποστολή να
επιτεθούν κατά των πλευρών του αντιπάλου. Τρίτο, το ιππικό να ολοκληρώσει
την αποστολή του, δηλαδή ο Ασδρούβας να προσβάλει το ιππικό του Βάρωνα
από τα πλευρά και τα νώτα, ώστε να απομονωθούν οι Ρωμαϊκές λεγεώνες.
Οι διαταγές αυτές του Αννίβα εκτελέσθηκαν με ακρίβεια και ταχύτητα.
Στην αριστερή πτέρυγα των Καρχηδονίων, μετά την ανατροπή του Ρωμαϊκού
ιππικού, ο Λεύκιος Αιμίλιος αγωνίσθηκε ηρωικά και προσπάθησε μάταια να
συγκρατήσει τους ιππείς του. Τελικά, σκοτώθηκε. Ο Ασδρούβας έστειλε τις
ίλες της δεύτερης γραμμής να εκτελέσουν την καταδίωξη του ιππικού του
Αιμίλιου και ο ίδιος με το μεγαλύτερο μέρος του ιππικού του διέσχισε λοξά το
πεδίο της μάχης πίσω από τις Ρωμαϊκές λεγεώνες και προσέβαλε το ιππικό του
Βάρωνα από τα πλευρά και τα νώτα (Σχεδ.13-2η φάση).
Τότε είχε εκδηλωθεί και η επιθετική κίνηση των δύο πτερύγων του
Αφρικανικού πεζικού και των ελαφρών τμημάτων κατά των πλευρών της
Ρωμαϊκής φάλαγγας. Οι Ρωμαϊκές λεγεώνες αναμίχθηκαν και ως μάζα πια
έχασαν κάθε μαχητική δυνατότητα. Οι Ρωμαίοι ήταν πλέον υποχρεωμένοι να
μάχονται επί τόπου χωρίς να μπορούν να ελιχθούν ούτε ως τακτικά τμήματα
ούτε ακόμη και ως άτομα. Τέτοια ήταν η συσσώρευση του Ρωμαϊκού πεζικού,
ώστε μετά από λίγο η μάχη μετατράπηκε σε σφαγείο. ΄Ετσι, οι Ρωμαίοι, αφού
περικυκλώθηκαν από παντού και χτυπήθηκαν ανελέητα αποδεκατίσθηκαν
τελείως.

6. Αποτελέσματα

Οι απώλειες των Ρωμαίων ήταν τρομακτικές. Περίπου 70.000 άνδρες


έπεσαν στο πεδίο της μάχης, μεταξύ των οποίων ο Λεύκιος Αιμίλιος, ο Μάρκος
Ρήγουλος, ο Γναίος Σερουίλιος, οι προηγούμενοι ΄Υπατοι, 21 χιλίαρχοι, 80
Γερουσιαστές και μεγάλος αριθμός υπάτων. Διασώθηκαν από τους ιππείς μόνο
70 στη Βενουσία με το Βάρωνα και περίπου 300 ιππείς οι οποίοι κατέφυγαν
στις συμμαχικές πόλεις των Ρωμαίων. Από τους πεζούς, 10.000
αιχμαλωτίσθηκαν και περίπου 3.000 ίσως διέφυγαν στις κοντινές πόλεις.
Οι απώλειες των Καρχηδονίων έφθασαν σε 4.000 Γαλάτες και Ισπανούς,
1.500 Αφρικανούς και 200 ιππείς, δηλαδή συνολικά 5.700.

7. Διαπιστώσεις - Συμπεράσματα

α. Στη μάχη των Κανών οι Ρωμαίοι υπερείχαν από τους Καρχηδονίους


σε αριθμό και ποιότητα στρατευμάτων. ΄Ομως, νικήθηκαν ολοκληρωτικά στο
πεδίο της μάχης και η τόσο μεγάλη ήττα τους αποδίδεται στις στρατιωτικές
61

αρετές, και, κυρίως στην ανώτερη τακτική αντίληψη του αρχιστράτηγου των
Καρχηδονίων, του Αννίβα.

β. Η νίκη του Αννίβα οφείλεται βασικά σε δύο λόγους. Πρώτο, στη


γνώση της φύσεως και των προθέσεων του αντιπάλου. Δεύτερο, στον καλύτερο
ελιγμό του. Σχετικά με τον πρώτο λόγο, αναμφισβήτητα είναι έργο του άριστου
δικτύου πληροφοριών του Αννίβα. Και είδαμε ότι ο Αννίβας εκμεταλλεύθηκε
κατάλληλα τις πληροφορίες αυτές, από τη μια μεριά για να εξυψώσει το ηθικό
του στρατεύματός του και από την άλλη για να παρασύρει τον αντίπαλο σε
μάχη παρατάξεως.
Σχετικά με τον ελιγμό του Αννίβα, παρατηρείται ότι βασικά πρόκειται
για τον ελιγμό που εφαρμόσθηκε από το Μιλτιάδη στη μάχη του Μαραθώνα,
δηλαδή, ενίσχυση των πτερύγων και εξασθένιση του κέντρου, για διπλή
υπερκέραση του αντιπάλου. Επίσης, ο Αννίβας, ο οποίος ιδιαίτερα είχε
μελετήσει την ελληνική ιστορία, έλαβε υπόψη του και τις βελτιώσεις του
Μεγάλου Αλεξάνδρου, δηλαδή τη χρησιμοποίηση του ιππικού ως κύριου όπλου
κρούσεως, σε συνδυασμό με το πεζικό και τον εξαναγκασμό του εχθρού να
δημιουργήσει ο ίδιος τις συνθήκες της καταστροφής του.

γ. Γενικά, παρατηρείται ότι η σύλληψη, η προπαρασκευή και η εκτέλεση


του ελιγμού αυτού υπήρξαν υποδειγματικές. Θα μπορούσε μάλιστα να πει
κανείς ότι ο ελιγμός του Αννίβα στη μάχη των Κανών θεωρείται ο τελειότερος
ελιγμός της αρχαιότητας. Η τόσο καλή αξιολόγησή του ως ελιγμού αλλά και ως
σχέδιου ενεργείας γενικότερα, αποδίδεται στην κατάλληλη εφαρμογή αρχών του
πολέμου με κεφαλαιώδη σπουδαιότητα και αξία, ακόμη και στις μέρες μας.

δ. Εξετάζοντας πια με λεπτομέρεια τον ελιγμό και γενικότερα το σχέδιο


ενεργείας του Αννίβα, παρατηρούμε την εφαρμογή των παρακάτω αρχών του
πολέμου και κανόνων της επιθέσεως :
(1) Επιθετική ενέργεια. Αν και ο Αννίβας διέθετε λιγότερες
δυνάμεις και βρισκόταν σε γεωγραφικό χώρο της Ρωμαϊκής Επικράτειας, όμως
αναλαμβάνει πρώτος την επίθεση ως μοναδική ενέργεια για την καταστροφή
του αντιπάλου. ΄Ομως, πρέπει να σημειωθεί ότι για την εφαρμογή της αρχής
αυτής του πολέμου ο Αννίβας είχε γρήγορα και ολοκληρωμένα
προπαρασκευάσει τον επιθετικό ελιγμό του, αλλιώς η επιτυχία του θα ήταν
προβληματική. Εκτός από αυτό, ως χρόνο της επιθέσεώς του επέλεξε τη μέρα
κατά την οποία στο αντίπαλο στρατόπεδο ασκούσε την αρχηγία ο Λεύκιος
Αιμίλιος , ο οποίος κατά κανόνα απέφευγε τη μάχη.
(2) Οικονομία δυνάμεων. Επιτεύχθηκε η κάλυψη του μετώπου του
εχθρού, ο οποίος διέθετε υπερδιπλάσια δύναμη, με την εκλέπτυνση της
παρατάξεως στο κέντρο και με την αύξηση του βάθους των στοίχων των δύο
62

πτερύγων του πεζικού. Η ίδια αρχή εφαρμόσθηκε και στο ιππικό, δηλαδή
ενίσχυση του Ασδρούβα με την εκλέπτυνση του ΄Αννωνα.
(3) Υπεροχή δυνάμεων. Ο Αννίβας, αν και στο σύνολο της
δυνάμεως μειονεκτούσε, πέτυχε την υπεροχή σε τόπο και χρόνο που θα
κρινόταν η έκβαση της μάχης. Ειδικότερα, παρατηρούμε ενίσχυση του ιππικού
του Ασδρούβα αριστερά, ενίσχυση των δύο πτερύγων του πεζικού και
ανάκληση των ελαφρών τμημάτων από μπροστά για ενίσχυση των μονάδων του
κέντρου.
(4) Ανάθεση αποστολών στα τμήματα, ανάλογα με τη φύση των
χαρακτηριστικών, των δυνατοτήτων τους και του επιδιωκόμενου σκοπού.
΄Ετσι, στο ιππικό του Ασδρούβα αναθέτει τρεις διαδοχικούς ΑΝΣΚ, δηλαδή την
ανατροπή του ιππικού του Αιμιλίου, την πλευροκόπηση του ιππικού του
Βάρωνα και την κύκλωση της Ρωμαϊκής φάλαγγας. Στο ιππικό του ΄Αννωνα,
αναθέτει αποστολή απασχολήσεως του ιππικού του Βάρωνα χωρίς σοβαρή
εμπλοκή και στη συνέχεια προοδευτική σύμπτυξη για εφέλκυση του εχθρού σε
ένα καθορισμένο όριο ενώ στις ισχυρές πτέρυγες του Αφρικανικού πεζικού
αναθέτει το έργο της αποφασιστικής επιθέσεως κατά των πλευρών της
Ρωμαϊκής φάλαγγας, για καταστροφή της.
(5) Επίθεση κατά ισχυρότερου εχθρού. Πέτυχε, χάρη στον τέλειο
ελιγμό του Αννίβα και την αριστοτεχνική εκτέλεσή του.

ε. Σχετικά με τις ενέργειες των Ρωμαίων παρατηρούνται τα εξής :


(1) Η εναλλαγή της ανώτατης διοίκησης του στρατού κάθε μέρα
από δύο υπάτους αποτελούσε σοβαρό σφάλμα. Ειδικότερα, υπέθαλπτε την
ανευθυνότητα και αποστερούσε γενικά τα πλεονεκτήματα της θεμελιώδους
αρχής του πολέμου της "Ενότητας της Διοικήσεως".
(2) Η έλλειψη ασφάλειας πληροφοριών υπήρξε επίσης ένας από
τους παράγοντες της ήττας.
(3) Το σχέδιο ενεργείας του Βάρωνα ήταν άκαμπτο.
(4) Η ανώτατη ηγεσία των Ρωμαίων μειονεκτούσε φανερά σε
στρατιωτική κατάρτιση και σε σχέση με τον Αννίβα.

στ. Και αργότερα κατά τη ροή της ιστορίας πολλοί ηγήτορες διαφόρων
κρατών και εποχών θα εφαρμόσουν τον ελιγμό του Αννίβα στα πεδία των
μαχών με διάφορες παραλλαγές : π.χ. η μάχη του Τάννεμπεργκ στο Ρωσικό
μέτωπο ήταν εμπνευσμένη από τον ελιγμό της μάχης των Κανών.
Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΑΟΥΣΤΕΡΛΙΤΣ
(2 Δεκεμβρίου 1805)

1. Εισαγωγή
Όπως είναι γνωστό οι βάσεις διεξαγωγής του σύγχρονου πολέμου
τέθηκαν από το Ναπολέοντα. Αυτός χάρη στην μεγαλοφυΐα του μετέτρεψε τις
αντιλήψεις που ίσχυαν μέχρι τότε για την τακτική του πολέμου και καθιέρωσε
αρχές πολέμου που παρέμειναν αναλλοίωτες μέχρι σήμερα. Ορισμένες από
αυτές είναι οι εξής:
α. Ταχύτητα στην επιστράτευση και στη συγκέντρωση.
β. Ταχεία αλλαγή των γραμμών και βάσεων επιχειρήσεων.
γ. Δημιουργία νέου στρατηγικού σχηματισμού του Σώματος Στρατού.
δ. Συγκρότηση εφεδρειών για επέμβαση στον αγώνα τον κατάλληλο
χρόνο.
ε. Καθιέρωση του γνωστού Ναπολεόντειου αξιώματος: " [ Ió÷ýò [åí
äåäïìÝí?ù ôüð?ù êáß ÷ñüí?ù".
Κλασσικό παράδειγμα εφαρμογής των Ναπολεόντειων αρχών αποτελεί η
μάχη του Αούστερλιτς. Στη μάχη αυτή, ο Ναπολέων, αγνοώντας τις
πεπαλαιωμένες αρχές και μεθόδους των Αυστριακών και των Ρώσων
στρατηγών και αναπτύσσοντας έναν υπέροχο στρατηγικό συνδυασμό, απέδειξε
ότι, στρατεύματα με ικανή ηγεσία -η οποία να εμπνέει σε όλους την πεποίθηση
και τη θέληση για τη νίκη- είναι δυνατόν να καταστρέψουν τον αντίπαλο, έστω
και αν αυτός έχει το πλεονέκτημα της αριθμητικής υπεροχής.
Το 1804, ο Ναπολέων στέφθηκε Αυτοκράτορας. Τότε πίστεψε ότι θα
γινόταν δεκτός στην αδελφότητα των νόμιμων ηγεμόνων της Ευρώπης, αλλά
αυτό ήταν μία αυταπάτη. Η έκκληση του για ειρήνη έμεινε χωρίς απάντηση.
Λίγους μήνες αργότερα, το 1805, υποχρεώθηκε να αντιμετωπίσει τον
ισχυρότατο συνασπισπό (Αγγλία, Ρωσία, Αυστρία και Σουηδία) που όχι μόνο
δεν αναγνώριζε τη νέα δύναμη της Γαλλίας και τον Αυτοκράτορα, αλλά ήθελε
και να περιορίσει τη Γαλλία στα παλαιά σύνορά της.
Το Φθινόπωρο του 1805, η Αυστρία έδειξε τάσεις επιθετικές και ο
Ναπολέων αποφάσισε να εξουδετερώσει το βραχίονα αυτόν της Αγγλίας στην
Ευρώπη. Η "Μεγάλη Στρατιά", όπως ονομαζόταν ο στρατός του Ναπολέοντα,
που βρισκόταν στις ακτές της Μάγχης και προετοιμαζόταν για την απόβαση
στην Αγγλία, μεταφέρθηκε στα ανατολικά σύνορα της Γαλλίας. Η ιδέα του
Ναπολέοντα για απόβαση στην Αγγλία δε θα πραγματοποιηθεί ποτέ.
Στις 26 Σεπτεμβρίου, η "Μεγάλη Στρατιά" διαβαίνει το Ρήνο. Είναι μια
τέλεια οργανωμένη και εξοπλισμένη στρατιά. Στα οκτώ Σώματα Στρατού ο
Ναπολέων έχει τοποθετήσει τους καλύτερους στρατηγούς του. Έχουν όλοι τους
πολεμική πείρα πάνω από δέκα χρόνια και η ηλικία τους είναι γύρω στα 40 (ο
ίδιος είναι 36 ετών). Τους ονομάζει "Στρατάρχες" και ήταν οι εξής:
Βερναρδόττης (1ου), Μαρμόντ (2ου), Νταβού (3ου), Σουλτ (4ου), Λαν (5ου),
Νέυ(6ου), Ογκερό (7ου), Μυρά (Σώματος Ιππικού). Ο όγκος της στρατιάς
ενεργώντας με σχετική ταχύτητα, αφού πέρασε το Μέλανα Δρυμό από τα
βόρεια, εγκλωβίζει την Αυστριακή Στρατιά του Στρατηγού Μακ στην πόλη
65

Ουλμ. Στις 20 Οκτωβρίου, η φρουρά της Ουλμ (30.000 άνδρες) σχεδόν χωρίς
μάχη, παραδίδεται. Η Ρωσική Στρατιά του Στρατηγού Κουτούζωφ, που
έσπευδε για βοήθεια, αναγκάσθηκε να υποχωρήσει για να διασωθεί.
Ωστόσο, μια ημέρα μετά την υπέροχη αυτή νίκη στην ξηρά (Ουλμ), ο
Αγγλικός Στόλος με αρχηγό το Ναύαρχο Νέλσωνα (που φονεύθηκε πριν
τελειώσει η ναυμαχία) καταναυμάχησε τον ενωμένο Γαλλοϊσπανικό στόλο στο
Τραφάλγκαρ. Με τη νίκη της αυτή, η Αγγλία εξασφάλισε την αδιαφιλονίκητη
κυριαρχία της στις θάλασσες και την πλήρη προστασία της αγγλικής νήσου από
κάθε επιδρομή του Ναπολέοντα. Ο τελευταίος μετά τη μάχη της Ουλμ
επιτάχυνε την προώθηση των στρατευμάτων του προς τη Βιέννη, με
αντικειμενικό σκοπό τη συντριβή του αντιπάλου του.
Στις 13 Νοεμβρίου, καταλήφθηκε χωρίς μάχη η Βιέννη. Ο
Αυτοκράτορας της Αυστρίας Φραγκίσκος θα την εγκαταλείψει και θα μεταβεί
στη Μοραβία για να ενωθεί με τους Ρώσους.
Μετά το Τραφάλγκαρ, οι Αυτοκράτορες της Ρωσίας και της Αυστρίας
σκληραίνουν τη στάση τους δείχνοντας περισσότερη αδιαλλαξία στις προτάσεις
του Ναπολέοντα για ειρήνη.
Η μάχη του Αούστερλιτς άρχισε με πρωτοβουλία των συμμάχων
(Αυστρορώσων), όπως την περίμενε και την ήθελε ο Ναπολέων. Στο πεδίο της
μάχης ήταν παρόντες τρεις αυτοκράτορες, ο Ναπολέων, ο Αλέξανδρος (Ρωσίας)
και ο Φραγκίσκος (Αυστρίας). Στις 2 Δεκεμβρίου 1805, κοντά στο χωριό
Αούστερλιτς έγινε η ομώνυμη μάχη, η οποία θεωρείται μια από τις μεγαλύτερες
μάχες της παγκόσμιας ιστορίας και από τις πιο αιματηρές της Ναπολεόντειας
εποχής.

2. Περιγραφή του Πεδίου της Μάχης (Σχεδ. 14)

Ο χώρος στον οποίο έγινε η μάχη του Αούστερλιτς, βρίσκεται εκατόν


είκοσι χιλιόμετρα βόρεια της Βιέννης, στην ιστορική περιοχή της Μοραβίας. Η
Μοραβία ήταν τότε επαρχία της αυτοκρατορίας της Αυστροουγγαρίας. Τώρα
ανήκει στην Τσεχία.
Το πεδίο της μάχης οριοθετείται βόρεια από την οδό Μπρουν-΄Ολμουτς,
δυτικά από την οδό Μπρουν-Βιέννη, νότια από τα έλη Σατζάν και ανατολικά
από το χωριό Αούστερλιτς και τον ποταμό Λίττοβα. Ο χώρος αυτός
διαχωρίζεται κατά την έννοια Βορράς-Νότος, από το μικρό ποταμό Γκόλμπακ.
Στο ύψος του χωριού Τέλνιτς σχηματίζονται τα έλη Σατζάν που από την εποχή
εκείνη η επιφάνειά τους ήταν παγωμένη. Η μορφολογία του εδάφους δεν
παρουσιάζει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Στην ανατολική όχθη του ποταμού
Γκόλμπακ το έδαφος ανέρχεται και σχηματίζει τα υψώματα Πράτζεν, τα οποία
προς το Αούστερλιτς κατέρχονται ομαλά. Τα υψώματα Πράτζεν είναι πιο ψηλά
66

από τα αντίστοιχα της δυτικής όχθης του Γκόλμπακ, γι αυτό και δεσπόζουν
στην περιοχή.

3. Γενική Κατάσταση, Δυνάμεις και Διάταξη των Αντιπάλων

Στα τέλη Νοεμβρίου η μεγάλη στρατιά του Ναπολέοντα είχε


στρατοπεδεύσει στο Μπρουν.
Στις 27 Νοεμβρίου ο Αυστρορωσικός Στρατός με δύναμη 90.000 ανδρών
εγκατέλειψε τα οχυρώματα του ΄Ολμουτς και κατευθύνθηκε προς το Μπρουν
από την οδό ΄Ολμουτς-Μπρουν για να λάβει επαφή με το Γαλλικό Στρατό. Οι
δύο Μονάρχες αποφάσισαν την άμεση επίθεση εναντίον του Ναπολέοντα,
πρώτο γιατί είχαν δυσκολίες στη διατροφή των στρατευμάτων, λόγω της
ελλείψεως μέσων μεταφοράς τροφίμων και άλλων εφοδίων και δεύτερο, γιατί
είχαν εμπιστοσύνη στην αριθμητική υπεροχή τους. Ο Κουτούζωφ έχοντας
διαφορετική άποψη πρότεινε την αναμονή της Πρωσικής Στρατιάς αλλά δεν
εισακούσθηκε.
Ο Ναπολέων από τις 27 Νοεμβρίου, είχε αρχίσει συνεννοήσεις με τους
αντιπάλους του για την κατάπαυση των εχθροπραξιών. Από τις
διαπραγματεύσεις διαμόρφωσε τη γνώμη ότι οι Ρώσοι διαπνέονταν από
υπέρμετρη αισιοδοξία. Ο ίδιος βέβαια επιθυμούσε να αρχίσει αμέσως η μάχη,
γιατί αν οι σύμμαχοι αποφάσιζαν να αποσυρθούν στην Ουγγαρία και να
ενωθούν με τη στρατιά του Αρχιδούκα Καρόλου (80.000 άνδρες), ο πόλεμος θα
παρατεινόταν με δυσμενείς επιπτώσεις για τον Ναπολέοντα.
Με βάση τις παραπάνω σκέψεις του, ο Ναπολέων αποφάσισε να τονώσει
την επιθυμία των Ρώσων για άμεση επίθεση εναντίον του. Διατάσσει τον Σουλτ
να υποχωρήσει από τα υψώματα Πράτζεν και προσποιήθηκε ότι ήθελε να
διαπραγματευθεί με τον αυτοκράτορα της Ρωσίας. Ο υπασπιστής του Τσάρου,
πρίγκηπας Ντολγουρούκι, που στάλθηκε από τον Τσάρο για τις
διαπραγματεύσεις, παραπλανάται από τον Ναπολέοντα που κατέληξε στην
παγίδα του Αούστερλιτς. Ο Ντολγουρούκι, επιστρέφοντας ανέφερε στον τσάρο
Αλέξανδρο, στον οποίο ασκούσε μεγάλη επιρροή, ότι οι Γάλλοι βρίσκονται στα
πρόθυρα της καταστροφής και σε περίπτωση ρωσικής επιθέσεως, αυτοί όχι
μόνο θα ηττηθούν αλλά θα μπορούσαν να συλληφθούν όλοι αιχμάλωτοι. Το
βράδυ της παραμονής της μάχης, 1 Δεκεμβρίου 1805, ο Ναπολέων διέτρεξε
τους καταυλισμούς. Ήταν και η παραμονή της επετείου της στέψεώς του σε
Αυτοκράτορα. Συνομιλούσε με τους άνδρες του και συνεχώς επαναλάμβανε
την πεποίθηση του για νίκη την άλλη μέρα, λέγοντας "Αύριο η Ρωσική Στρατιά
θα είναι δική μου". Οι άνδρες τον υποδέχονταν με απερίγραπτο ενθουσιασμό.
Στη 0100 της 2ας Δεκεμβρίου, διέτρεξε τα φυλάκια στις προφυλακές από τα
οποία πληροφορήθηκε ότι οι Ρώσοι, όπως το συνήθιζαν, πέρασαν τη βραδιά
67

τους μεθώντας και ότι τμήμα του Ρωσικού Στρατού φάνηκε προς το χωριό
Σοκόλνιτς.
Το πρωί της ημέρας της μάχης, η διάταξη των αντίπαλων δυνάμεων είχε
ως εξής:

α. Γάλλων

(1) Το 5ο Σώμα Στρατού (Λαν) στο αριστερό, στις πλευρές της


οδού Μπρουν-΄Ολμουτς, στηρίζοντας το αριστερό στο ύψωμα Σαντόν.
(2) Πίσω και δεξιά από αυτό, το Σώμα Ιππικού του Μυρά.
(3) Στη συνέχεια προς τα δεξιά ήταν το 4ο Σώμα Στρατού (Σουλτ)
με τη Μεραρχία Λεγκράν στα χωριά Κοπέλλντς, Σοκόλντις και Τέλνιτς.
(4) Στην κατεύθυνση του Τέλνιτς αναμενόταν να φθάσει το 3ο
Σώμα Στρατού (Νταβού) από τη Βιέννη, προκειμένου να συγκρατήσει τις
εχθρικές φάλαγγες.
(5) Το 1ο Σώμα Στρατού (Βερναρδόττη) που μόλις είχε φθάσει από
το Ιγκλάν, βρισκόταν στο χωριό Σλάπανιτς πίσω από το Σώμα Ιππικού (Μυρά).
(6) Η Αυτοκρατορική Φρουρά ήταν βόρεια του Σλάπανιτς. Η
συνολική δύναμη των Γάλλων ανερχόταν σε 65.000 άνδρες.

β. Συμμάχων

(1) Το Σώμα Στρατού Μπαγκρατιόν στη βόρειο τομέα της


διατάξεως, απέναντι από το 5ο Γαλλικό Σώμα Στρατού.
(2) Στα υψώματα, βόρεια του χωριού Πράντζεν, ήταν το Σώμα
Στρατού του Κολλοράτ και πίσω από αυτό το Σώμα Ιππικού Λιχτενστάιν.
(3) Από το χωριό Πράντζεν και νότια μέχρι τη λίμνη Σατζάν ήταν η
Στρατιά Μπουξχόβεν.
(4) Εφεδρεία, δυτικά του Αούστερλιτς, η Αυτοκρατορική Φρουρά
υπό τον Μέγα Δούκα Κωνσταντίνο.
Η συνολική δύναμη των συμμάχων ανερχόταν σε 90.000 άνδρες.
Την αρχηγία των ρωσικών δυνάμεων είχε ο Στρατηγός Κουτούζωφ.

4. Σχέδια και Αποστολές Αντιπάλων

α. Γάλλων

Με το σχέδιο του ο Ναπολέων επεδίωξε όπως και σε κάθε άλλη μάχη,


την πλήρη καταστροφή του αντιπάλου του. Είναι χαρακτηριστικό ότι την
παραμονή της μάχης κοιτάζοντας προς τα υψώματα Πράτζεν έλεγε: "Εάν ήθελα
να εμποδίσω τον εχθρό να περάσει, θα είχα εγκατασταθεί στα υψώματα αυτά.
68

Αλλά τότε θα είχαν μια συνηθισμένη μάχη. Αν, αντίθετα, συμπτύξω τη δεξιά
μου προς το Μπρουν και οι Ρώσοι εγκαταλείψουν τα υψώματα αυτά, έστω και
αν είναι 300.000 θα αιφνιδιαστούν και θα συντριβούν.
Πριν όμως προβούμε στην ανάπτυξη του ελιγμού του Αούστερλιτς και
για καλύτερη κατανόηση του θα αναλύσουμε την προσφιλή μέθοδο του
Ναπολέοντα με την οποία πετύχαινε να είναι ισχυρότερος "[åí äåäïìÝí?ù ôüð?ù
êáß ÷ñüí?ù". Αυτή είχε ως εξής: Θεωρούμε ότι τα δύο μέτωπα των αντιπάλων
έχουν όπως στο Σχέδ. 15.
Στο μέτωπο ΑΒ του αμυνόμενου αντιπάλου, ο Ναπολέων αναπτύσσει
τμήμα των δυνάμεων του (ΓΔ) για να καθηλώσει τον εχθρό του, να τον
κατατρίψει και να τον υποχρεώσει να εμπλέξει στο μετωπικό αυτό αγώνα όλες
τις εφεδρείες του.
Στο διάστημα του μετωπικού αυτού αγώνα, μεταφέρει στα νώτα της
εχθρικής πτέρυγας Α, η οποία βρίσκεται πλησιέστερα προς τη γραμμή
υποχωρήσεως, μια δευτερεύουσα δύναμη. Ο εχθρός που έχει εμπλέξει τις
εφεδρείες του στο μετωπικό αγώνα αναγκάζεται να αντικρούσει την
υπερκερωτική αυτή δύναμη με δυνάμεις που παίρνει από το μέτωπο του και
έτσι μοιραία εξασθενίζει η πτέρυγα αυτή. Την πτέρυγα αυτήν που εξασθένισε
προσβάλλει ήδη ο Ναπολέων με τη "μάζα" διασπάσεως την οποία από πριν έχει
συγκεντρώσει και αποκρύψει απέναντι στην πτέρυγα αυτή. Στο Αούστερλιτς, ο
Ναπολέων, επειδή δε διέθετε επαρκείς δυνάμεις για να ενεργήσει υπερκερωτικά
εναντίον της δεξιάς πτέρυγας των Ρώσων για να επιφέρει την εξασθένισή της,
θα προσπαθήσει ώστε οι Ρώσοι μόνοι τους να δημιουργήσουν τις ευνοϊκές
συνθήκες για την ενέργεια αυτή.
Γι΄ αυτό τους επιτρέπει να εγκατασταθούν ελεύθερα στο οροπέδιο
Πράντζεν, απέναντι από το οποίο και πίσω από τον ποταμό Γκόλμπακ,
αποκρύπτει 65.000 άνδρες του. Προσποιείται με την παθητική στάση του κατά
τέτοιο τρόπο, ώστε είναι τελείως βέβαιος ότι οι Ρώσοι δε θα αντισταθούν στον
πειρασμό να του κόψουν την οδό προς τη Βιέννη. Όταν οι Ρώσοι θα έφευγαν
από τα υψώματα Πράτζεν εξασθενίζοντας έτσι τις δυνάμεις τους στο οροπέδιο
και ο όγκος των δυνάμεών τους θα είχε εμπλακεί στο δεξιό (Τέλνιτς), τότε ο
Ναπολέων θα έριχνε τη "μάζα" του από αριστερά, βόρεια του χωριού Πράντζεν.
Έτσι, ο Ναπολέων θα γινόταν " [ Ió÷õñüôåñïò [åí äåäïìÝí?ù ôüð?ù êáß ÷ñüí?ù" και
αφού θα διασπούσε το εχθρικό μέτωπο, στη συνέχεια θα πρόσβαλλε τον
αντίπαλο από τα νώτα. Αυτό ήταν το σχέδιο του Ναπολέοντα που σχηματικά
φαίνεται στο Σχέδ. 16.
Ο Ναπολέων, στην προκειμένη περίπτωση, στήριξε το σχέδιο του σε
μια πρόβλεψη που έκανε, ότι δηλαδή, οι σύμμαχοι θα αντιλαμβάνονταν και θα
ενεργούσαν με βάση τις προθέσεις του. Για την επιτυχία του σχεδίου του (να
αντιληφθούν έγκαιρα και πειστικά τις προθέσεις του οι σύμμαχοι), ο Ναπολέων
υπέθαλπε σκόπιμα το συμμαχικό ισχυρισμό ότι κύρια επιδίωξή του ήταν η
69

αποκατάσταση της γραμμής συγκοινωνιών με τη Βιέννη. Το παραπάνω σχέδιο


αν και είναι διαφορετικό από το θεωρητικό, ωστόσο στοχεύει στον ίδιο σκοπό.

β. Συμμάχων

Το σχέδιο των συμμάχων θεωρητικά ήταν καλό. Σύμφωνα με αυτό, η


κύρια συμμαχική επίθεση θα μετατοπιζόταν μακριά από το χωριό Πράτζεν. Θα
κατευθυνόταν νοτιοδυτικά στο δεξιό γαλλικό πλευρό και αφού θα καταλάμβανε
τις γραμμές συμπτύξεως του εχθρού θα τον ανάγκαζε σε παράδοση ή σε φυγή.
Το συμμαχικό σχέδιο φαίνεται στο Σχέδ.17.
Δηλαδή, οι σύμμαχοι στήριξαν το σχέδιο τους στην πρόβλεψη που
έκαναν, ότι ο Ναπολέων είχε σκοπό να συνεχίσει τη σύμπτυξη και άρα αυτοί
έπρεπε να του κόψουν τις γραμμές υποχωρήσεώς του.

5. Διεξαγωγή της Μάχης

Το πρωί της 2ας Δεκεμβρίου 1805, ο Ναπολέων παρατήρησε ότι το


οροπέδιο Πράτζεν απογυμνωνόταν σταδιακά από τα εχθρικά στρατεύματα τα
οποία προχωρούσαν προς τα νοτιοδυτικά. Οι προβλέψεις του (είχε πει το
προηγούμενο βράδυ ότι ο εχθρός θα επιχειρούσε να του κόψει την οδό για
Βιέννη) επαληθεύτηκαν. Πράγματι, το Σώμα Μπουξχόβεν προχώρησε εναντίον
του μετώπου Σοκόλνιτς-Τέλνιτς. Στις 0900 φάνηκε ότι το συμμαχικό σχέδιο
εξελισσόταν σύμφωνα με τις προβλέψεις του. Η αδύναμη δεξιά πλευρά των
Γάλλων (Στρατηγός Λεγκράν) αντιστάθηκε, χωρίς να αφήσει να διασπασθεί το
μέτωπο. Οι διαβάσεις του ποταμού Κόλμακ κοντά στα παραποτάμια παραπάνω
δύο χωριά καταλήφθηκαν από τους Ρώσους. Οι Γάλλοι αναγκάσθηκαν,
μπροστά στην υπεροχή των συμμάχων να εκκενώσουν τα χωριά αυτά. Τότε,
έφθασε το Σώμα Στρατού Νταβού με 9.000 άνδρες. Η άφιξή του, ενίσχυσε την
πίστη των συμμάχων ότι ο Ναπολέων προσπαθούσε απεγνωσμένα να
προστατεύσει το δεξιό του πλευρό. Αλλά ο Ναπολέων, μακριά από κάθε ιδέα
απελπισίας, στεκόταν μαζί με τους στρατάρχες του και παρακολουθούσε ήρεμα
τη γρήγορη εκκένωση του Πράτζεν μπροστά του. Σε κάποια στιγμή στράφηκε
προς το στρατάρχη Σουλτ και τον ρώτησε:
"Πόσο χρόνο χρειάζονται τα τμήματά σας να ανέλθουν στο υψίπεδο
Πράτζεν;"
Ο Στρατάρχης απάντησε ότι δεν απαιτούνται περισσότερα από 20 λεπτά.
"Στην περίπτωση αυτή ας περιμένουμε για ένα τέταρτο της ώρας ακόμη"
απάντησε ο Ναπολέων.
Στο μεταξύ, στο αριστερό, ο Λαν ανέλαβε επίθεση προωθώντας τις
μεραρχίες του προς το χ. Μπόζενιτς, ενώ ο Βερναρδόττης κατεύθυνε τις δικές
του προς το Μπλάζοβιτς. Το Σώμα Μπαγκρατιόν των συμμάχων υποδέχθηκε
70

τους Γάλλους με πυρά πυροβολικού. Στα αριστερά του, στα υψώματα


Μπλάζοβιτς το ιππικό της ρωσικής εφεδρείας, ενισχυμένο με ιππικό του
Λιχτενστάιν αντιτάχθηκε στο Βερναρδόττη. Οι Γάλλοι ιππείς ανατράπηκαν από
τους Ρώσους, αλλά το πεζικό του Βερναρδόττη σταμάτησε τη δίωξη,
αναγκάζοντας τους Ρώσους ιππείς να καταφύγουν πίσω από το αριστερό του
Μπαγκρατιόν στο χ. Χόλομπιτς. Ωστόσο, στην κοιλάδα του ποταμού
Γκόλμπακ, οι στρατηγοί Νταβού και Λεγκράν διατηρούσαν τις θέσεις τους με
δυσκολία. Τη στιγμή αυτή, κατέφθασε ένας υπασπιστής και ανέφερε στο
Ναπολέοντα ότι τα χωριά Σοκόλνιτς και Τέλνιτς καταλήφθηκαν. Η μεγάλη
στιγμή είχε φθάσει. Ο Ναπολέων θεωρώντας ότι οι Ρώσοι είχαν εμπλακεί
αρκετά προς την κατεύθυνση αυτή, έδωσε το σύνθημα της επιθέσεως. Το Σώμα
Στρατού του Σουλτ εξόρμησε από το Πόντοβιτς, προς τα υψώματα του
Πράτζεν, με δύο μεραρχίες. Τη στιγμή της εξορμήσεως, το οροπέδιο κατεχόταν
μόνο από μία μεραρχία του Κολλοράτ. Μόλις αντιλήφθηκε τον κίνδυνο, ο
Κουτούζωφ, ανέπτυξε τη μεραρχία αυτή στο οροπέδιο και συγχρόνως την
ενίσχυσε με μέρος του ιππικού του Λιχτενστάιν. Οι Γαλλικές μεραρχίες
επιτέθηκαν εναντίον τους και άρχισε ο κρίσιμος αγώνας.
Η μάχη γενικεύθηκε. Στο δεξιό, οι Στρατηγοί Νταβού και Λεγκράν, που
άντεξαν στο μέτωπο της κύριας συμμαχικής επιθέσεως, αισθάνθηκαν τότε
κάποια ελάττωση στην πίεση και έκαναν αντεπίθεση. Το χ. Τέλνιτς άλλαξε
χέρια τρεις φορές στη διάρκεια των αιματηρών μαχών που έγιναν σώμα με
σώμα. Στο τέλος, το χωριό παρέμεινε στα χέρια των Γάλλων.
Στο κέντρο ο Σουλτ, ύστερα από σφοδρό αγώνα πέτυχε να απωθήσει τον
Κολλοράτ από το οροπέδιο του Πράτζεν. Με την ενέργεια αυτή, που είχε τη
μορφή σφήνας, το συμμαχικό μέτωπο χωρίσθηκε στα δύο.
Μετά τη διάσπαση της συμμαχικής παρατάξεως, ο Σουλτ έκανε αλλαγή
του μετώπου του προς τα νότια. Ο Ναπολέων, που παρακολουθούσε από κοντά
την εξέλιξη αυτή, ενίσχυσε με μία μεραρχία το Σουλτ.
Το Σώμα Μπουξχόβεν που βρισκόταν στα νότια απομονώθηκε. Η
κίνηση του Σουλτ καλυπτόταν από τα βόρεια από το Λαν, ο οποίος ήδη
υποστηριζόταν και από τις δυνάμεις του Μυρά και του Βερναρδόττη. Στις 1300
δεν υπήρχε καμία αμφιβολία για τη νίκη των Γάλλων. Οι Λαν και Μυρά, ήταν
κύριοι στο αριστερό (βόρεια), ενώ ο Ναπολέων στο κέντρο (οροπέδιο Πράτζεν).
Ο Μπαγκρατιόν εγκατέλειψε τα χωριά Κρουγκ και Χόλλομπιτς. Μετά την
επίθεση του ιππικού Μυρά, αποσύρθηκε πιο βόρεια προς το χ. Ρόσνιτς.
Στο μεταξύ, η ρωσική εφεδρεία αγωνιζόταν εναντίον του Σώματος του
Βερναρδόττη. Εκεί ο Ναπολέων έστειλε και το ιππικό της φρουράς του. Την
ίδια στιγμή από την αντίθετη κατεύθυνση, επενέβη και το ιππικό της φρουράς
του Τσάρου. Το αποτέλεσμα της συγκρούσεως ήταν να υποχωρήσει η ρωσική
εφεδρεία στο Αούστερλιτς. Μετά από την εξέλιξη αυτή δεν υπολειπόταν παρά
να καταστραφούν οι Ρώσοι του νότιου τομέα που τόσο άφρονα μπλέχτηκαν
71

στην κατεύθυνση αυτή. Άρχισε η κύκλωση του όγκου των Ρώσων, οι οποίοι
είχαν τώρα συμπιεσθεί στο χώρο μεταξύ Σοκόνιτς-Ρέλνιτς-΄Αουγκετ και λίμνης
Σατζάν.
Ο Ναπολέων, αφήνοντας στο οροπέδιο Πράτζεν το Βερναρδόττη,
επιτέθηκε με τις δυνάμεις του Σουλτ και τη φρουρά του στους Ρώσους,
ακολουθώντας την ίδια κατεύθυνση στην οποία είχαν πορευθεί οι αντίπαλοι του
για να τον συντρίψουν. Οι Ρώσοι προσβάλλονται τώρα από παντού και μη
μπορώντας να υποχωρήσουν για Άουγκετ τράπηκαν προς τα νότια
προσπαθώντας να βρουν διέξοδο. Προς το Τέλνιτς αναχαιτίζονταν από τις
δυνάμεις του Νταβού, προς το Άουγκετ δέχονται την επίθεση του Σουλτ, ενώ
προς τα νότια ήταν τα παγωμένα έλη Σατζάν. Στην απόγνωσή τους πολλοί
θέλησαν να γλιτώσουν περνώντας μέσα από τα έλη. Από το βάρος όμως (των
ανθρώπων, ζώων και πυροβόλων), οι πάγοι έσπαζαν και πνίγονταν. Η
καταστροφή συμπληρώθηκε με τη βολή του Γαλλικού πυροβολικού που
συγκέντρωσε τα πυρά του με διαταγή του Ναπολέοντα, στην επιφάνεια των
πάγων που δεν είχαν σπάσει. Όσοι γλίτωσαν πέρασαν προς το χ. Σατζάν και
έφυγαν προς τα ανατολικά. Μέχρι τις 1500 η ήττα των συμμαχικών δυνάμεων
είχε ολοκληρωθεί.

6. Αποτελέσματα

Η μεγάλη νίκη του Αούστερλιτς στοίχισε στους Γάλλους 2.000 νεκρούς


και 5.000 τραυματίες. Οι απώλειες των συμμάχων ανέρχονταν σε 16.000
(νεκρούς, πνιγέντες, τραυματίες) και 20.000 αιχμαλώτους. Μετά τη μάχη ο
συμμαχικός στρατός, διαλύθηκε κατά τα 3/4 και διασκορπίσθηκε προς κάθε
κατεύθυνση εγκαταλείποντας σημαντικές ποσότητες πυροβόλων, πυρομαχικών
και τροφίμων.
Ο Ρωσικός Στρατός υπέστη ολοκληρωτική ήττα. Μόνο το Σώμα
Μπαγκρατιόν παρέμεινε ανέπαφο και αυτό γιατί ο Λαν, αγνοώντας όσα
διαδραματίζονταν στο δεξιό, δεν τόλμησε να εκμεταλλευθεί την πρώτη επιτυχία
του.
Μετά την καταστροφή, οι δύο Αυτοκράτορες Ρωσίας και Αυστρίας
έφυγαν προς την Ουγγαρία. Ο Ναπολέων τους καταδίωξε με τον Νταβού, αλλά
στις 4 Δεκεμβρίου έγινε ανακωχή και στις 27 του μηνός υπογράφθηκε η
Συνθήκη Ειρήνης του Πρέσμπουργκ (Μπρατισλάβα).
Η Αυστρία δέχθηκε τους όρους της ειρήνης που υπαγόρευσε ο
Ναπολέων. Ο Αυτοκράτορας Φραγκίσκος υποχρεώθηκε να δώσει το λόγο της
τιμής του ότι δε θα επιχειρούσε άλλο πόλεμο.
Για το Ναπολέοντα, η νίκη του Αούστερλιτς σήμαινε πολλά. Έσβησε την
ήττα στο Τραφάλγκαρ (21 Οκτωβρίου 1805), ανύψωσε το ηθικό των ανδρών
της Μεγάλης Στρατιάς και εδραίωσε στο εσωτερικό της χώρας το καθεστώς του.
72

7. Διαπιστώσεις - Συμπεράσματα

Η μάχη του Αούστερλιτς θεωρείται από πολλούς στρατιωτικούς


συγγραφείς ως μια "ενεδρευτική άμυνα", η οποία σχεδιάσθηκε με βάση την
εντύπωση για τις προθέσεις του αντιπάλου. Ο Ναπολέων, αναγνωρίζοντας το
επικίνδυνο της μεθόδου αυτής, είπε ότι δεν τη συνιστούσε ως παράδειγμα προς
μίμηση. Για να πετύχει αυτή, χρειάσθηκε όλη η μεγαλοφυΐα του.
Η εντύπωση για τις προθέσεις του αντιπάλου είναι αβέβαιη και είναι πολύ
επικίνδυνο να σταματά κανείς σε μια ιδέα και να στηρίζεται σε αυτή. Στο
σφάλμα αυτό υπέπεσαν οι Ρώσοι, οι οποίοι έλαβαν ως προϋπόθεση για την
κατάστρωση του σχεδίου τους ότι ο Ναπολέων ετοιμάζεται για υποχώρηση.
Ο Ναπολέων σωστά πρόβλεψε τις προθέσεις των αντιπάλων του. Όμως
και αυτός ήταν εκτεθειμένος να βρεθεί μπροστά σε μια μεταβολή της
καταστάσεως παρά τις προβλέψεις του. Για τους λόγους αυτούς, η διάταξη του
περιλάμβανε ισχυρές εφεδρείες (Σώματα Στρατού Βερναρδόττη, Νταβού,
Φρουρά Μυρά) για την αντιμετώπιση κάθε ξαφνικής μεταβολής. Η εκτέλεση
του σχεδίου του για τη διάρρηξη του εχθρικού μετώπου στο Πράτζεν και την
κύκλωση του εχθρικού όγκου, έγινε, αφού πρώτα βεβαιώθηκε από τις
παρατηρήσεις του, το πρωί της 2ας Δεκεμβρίου ότι πράγματι οι εχθρικές
φάλαγγες, άφησαν το οροπέδιο του Πράτζεν και προχώρησαν κατά του
γαλλικού δεξιού πλευρού, όπως ακριβώς είχε προβλέψει ο Ναπολέων.
Στη μάχη του Αούστερλιτς, βλέπουμε ακόμη τη σημασία που έδωσε ο
Ναπολέων στον αιφνιδιασμό. Και τον πέτυχε εξαπατώντας τον εχθρό του με
δύο τύπους. Πρώτο, εμπνέοντας σε αυτόν την πεποίθηση ότι ο ίδιος βρισκόταν
σε εξαιρετικά δυσχερή κατάσταση, ότι φοβόταν την έκβαση της εκστρατείας
του, και ότι, ενώ μέχρι τότε διατηρούσε επιθετική στάση, ήδη φανερά, έφθασε
στη μειονεκτική θέση του αμυνομένου. Και δεύτερο, κάνοντας
διαπραγματεύσεις με τον εχθρό για ανακωχή και ειρήνη. Αυτά, σε συνδυασμό
με την αλαζονεία και την άγνοια που είχαν οι αντίπαλοι του, πέτυχαν να
εδραιώσουν την πεποίθηση σε αυτούς ότι ο Ναπολέων βρισκόταν στις
παραμονές της ήττας και της καταστροφής. Το καμουφλάζ αυτό των
προθέσεων του Ναπολέοντα, οι αντίπαλοι δεν το αντιλήφθηκαν και νόμιζαν ότι
πράγματι ο Ναπολέων βρισκόταν στη φάση της υποχωρήσεως. Ότι το δεξιό του
ήταν αδύνατο και συνεπώς μπορούσαν άνετα να του κόψουν την οδό
υποχωρήσεως προς Βιέννη.
Οι Αυστρορώσοι, στην προκειμένη περίπτωση, φάνηκαν επιπόλαιοι, και
αλαζονικοί, γιατί δε φαντάσθηκαν ότι ο Ναπολέων, ο στρατηγός που κυρίως
ενεργούσε κατά των συγκοινωνιακών γραμμών του αντιπάλου, θα ήταν ποτέ
δυνατό να αφήσει τις δικές του συγκοινωνιακές γραμμές ακάλυπτες, αν είχε
σκοπό να υποχωρήσει προς τη Βιέννη.
73

Ένα από τα βασικότερα διδάγματα της μάχης του Αούστερλιτς είναι η


δεξιοτεχνία του στη χρησιμοποίηση της αρχής "υπεροχή διά των μαζών" σε
συνδυασμό με τον παράγοντα "εξαπάτηση".
Η μάχη του Αούστερλιτς χρησίμευσε ως πρότυπο για τους Γερμανούς
στην μάχη της Φλάνδρας το 1940 και στη μάχη των Αρδενών το 1944. Ρίχνει
ωστόσο τη σκιά της και στο μέλλον δείχνοντας την ανάγκη για τη μετάδοση του
πνεύματος για τη συγκέντρωση της ισχύος πυρός και των ταχυκίνητων
εφεδρειών σε τόπο και χρόνο για αποφασιστική κρούση.
Ο Ναπολέων δεν επιθυμούσε τη μάχη για τη μάχη, αλλά για το
αποτέλεσμα, το μεγαλειώδες αποτέλεσμα, που πετυχαίνεται με διάφορους
συνδυασμούς. Αυτό ήταν η εξόντωση του αντιπάλου (καταστροφή ή
αιχμαλωσία). Γνώριζε ότι οι Ρώσοι ήταν ανδρείοι. Μια μάχη κατά μέτωπο θα
είχε αμφίβολη έκβαση και πολλές απώλειες. Με τον ελιγμό του απέφυγε και το
ένα και το άλλο. Τη νύκτα της παραμονής, θα διατρέξει τους καταυλισμούς και
τα φυλάκια του μετώπου ενθουσιάζοντας τους άνδρες του. Γνωρίζει την αξία
του "ηθικού". Με αυτόν τον τρόπο ανύψωσε το ακμαίο άλλωστε ηθικό των
ανδρών.
Είδαμε πως συνιστούσε στο στρατάρχη Σουλτ να αναμείνει ακόμη για
ένα τέταρτο της ώρας πριν εφορμήσει προς τα υψώματα Πράτζεν. Προτού
εκτοξεύσει την αντεπίθεσή του, βεβαιώνεται πρώτα ότι οι Ρώσοι έχουν εμπλακεί
για τα καλά στο δεξιό (Τέλνιτς). Από τα παραπάνω προκύπτει το
ουσιωδέστερο, νομίζουμε δίδαγμα που βγαίνει από τη μάχη του Αούστερλιτς
και που είναι η επέμβαση της διοικήσεως.
Τέλος, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι τα σφάλματα του ενός αντιπάλου
(Αυστρορώσων) χρησίμευσαν για να υπερισχύσει ο άλλος (Ναπολέων). Ο
Ναπολέων είχε πιστέψει ότι οι αντίπαλοι του θα έκαναν το μοιραίο γι αυτούς
λάθος το οποίο θα επωφελούνταν αυτός για να επιτύχει το επιδιωκόμενο
αποτέλεσμα. Το σφάλμα αυτό, θα το προκαλέσει ο ίδιος εξαπατώντας τον
αντίπαλο.
Η μάχη του Αούστερλιτς θα παραμείνει στην ιστορία ως μια μάχη "δόλου
και στρατηγήματος".
Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΒΑΤΕΡΛΩ
(18 Ιουνίου 1815)

1. Εισαγωγή
α. Πολιτικοστρατιωτική Κατάσταση στην Ευρώπη (Σχεδ. 18)

(1) Μετά την επιστροφή του, από το νησί Έλβα στο οποίο για
οκτάμηνο βρισκόταν εξόριστος ο Ναπολέων, κατακτά με το στρατό του "των
1.100 παλαιμάχων'' την ψυχή των Γάλλων και εγκαθίσταται πάλι στον
Κεραμεικό στις 20 Μαρτίου 1815, ενώ οι Παρισινοί, που μόλις πριν από δέκα
μήνες τον είχαν εξυβρίσει και προπηλακίσει, τον σηκώνουν στα χέρια. Πριν
από μια εβδομάδα όμως, το Συνέδριο της Βιέννης, το οποίο είχε συνέλθει για
τον καθορισμό του Χάρτη της Ευρώπης τον είχε χαρακτηρίσει εγκληματία και
παράνομο. Μετά από δεκαπέντε μέρες η Αγγλία, η Πρωσία, η Αυστρία και η
Ρωσία συμφωνούν "στη διατήρηση ενός στρατού εκστρατείας μέχρι της
εκθρονίσεως του Ναπολέοντα''.
(2) Μετά την απόρριψη από τους Συμμάχους των προτάσεων
ειρήνης του Ναπολέοντα στις 8 Απριλίου 1815, ο Γάλλος Αυτοκράτορας
επιδίδεται, με την ταχύτητα και τη δραστηριότητα που τον διέκριναν, στη
συγκέντρωση και οργάνωση των πολεμικών δυνάμεων της πατρίδας του για να
αντιμετωπίσει το νέο Συμμαχικό Συνασπισμό. ΄Ετσι, στην απόφαση των
συμμάχων να βαδίσουν προς το Παρίσι με τους 750.000 άνδρες περίπου που
είχαν δύναμη οι ανεξάρτητες στρατιές τους, ο Ναπολέων αντιδρά με την
κεραυνοβόλο ενέργεια που τον χαρακτήριζε. Αφού κατόρθωσε να έχει
επιστρατεύσει σε όλη τη Γαλλία 200.000 άνδρες περίπου, συγκεντρώνει
128.000 απ΄αυτούς στα σύνορα του Βελγίου.
(3) Σκοπός του ήταν να εφαρμόσει και πάλι τη γνώριμη και
ριψοκίνδυνη στρατηγική του. Αν κατόρθωνε να επιτεθεί αλληλοδιαδοχικά και
με επιτυχία εναντίον του Ουέλιγκτον και του Μπλύχερ, πριν δοθεί σ΄αυτούς
χρόνος να συγκεντρώσουν τις στρατιές τους, η Αγγλία πιθανόν να έμενε εκτός
πολέμου για τους αμέσως επόμενους μήνες και το Βέλγιο θα μετατρεπόταν
κατά πάσα πιθανότητα σε σύμμαχο της Γαλλίας δίνοντας της έτσι τη
δυνατότητα να στραφεί κατά των Αυστριακών και των Ρώσων. Αν, στη
συνέχεια, απειλούσε τη Βιέννη και νικούσε τον Αυστριακό στρατό, τότε θα
νικούσε και τους Ρώσους. Έτσι , η νίκη ασφαλώς θα ήταν πια οριστική.

β. Η Εισβολή στο Βέλγιο - Οι Μάχες Κατρ Μπρα και Λινύ (Σχεδ.18)

Με τις συνθήκες αυτές, ο Ναπολέων εισέβαλε στις 15 Ιουνίου του


1821 στο Βέλγιο και προήλασε προς το Σαρλερουά με τις τρεις
χαρακτηριστικές φάλαγγες του. Αριστερά, ο στρατάρχης Νέυ με δύο Σώματα
Στρατού. Δεξιά, ο στρατηγός Γκρουσύ με ένα Σώμα Στρατού. Στο κέντρο, ο
Ναπολέων, με το μεγαλύτερο μέρος του στρατού του αποτελούμενο από δύο
Σώματα Στρατού, τεσσάρων σωμάτων Ιππικού και την Αυτοκρατορική
Φρουρά του, Παλαιά και Νέα.
Στις 16 Ιουνίου 1821, ο Ναπολέων επιτίθεται εναντίον της αναπτυγμένης
στην περιοχή Λιέγης-Ναμύρ-Σαρλερουά-Ουάβρ Πρωσικής στρατιάς του
Μπλύχερ, με τον Γκρουσύ στο Λινύ και με το Νέυ στο Κατρ Μπρα, όπου
βρισκόταν το σημείο διαχωρισμού της Πρωσικής από την Ολλανδο-Βελγο-
Αγγλική στρατιά του Ουέλιγκτον, η οποία ήταν αναπτυγμένη στην περιοχή
Βρυξελλών-Γάνδης-Κουτραί-Μονς-Νιβέλ.
Και οι δύο μάχες που κατέληξαν στη νίκη των Γάλλων, έδωσαν στο
Ναπολέοντα τη λανθασμένη εντύπωση ότι, μετά τη διάλυση της Πρωσικής
στρατιάς, η επίθεση κατά της δεύτερης αντιπάλου στρατιάς του Ουέλιγκτον,
κεραυνοβόλος σύμφωνα με την προσφιλή τακτική του, θα ήταν
αναμφισβήτητα και νικηφόρα.

2. Περιγραφή του Πεδίου της Μάχης (Σχεδ.19 και 20)

α. Γεωγραφική Τοποθέτηση-Γενικά Ιστορικά Στοιχεία (Σχεδ.19)

(1) Ο χώρος στον οποίο έγινε η κοσμοϊστορική μάχη βρίσκεται


στην επαρχία, Νιβέλ, του νομού Βραβάντης του Βελγίου, περίπου 20 χιλιόμετρα
νότια από τις Βρυξέλλες και αμέσως μετά την νότια παρυφή του μεγάλου
δάσους Σουάνη, το οποίο αρχίζει από τις Βρυξέλλες και η νότια παρυφή του
εφάπτεται στον ανοικτό χώρο του πεδίου της μάχης. Η οδός Βρυξέλλες-
Σαρλερουά, αφού διασχίσει από το ύψος των Βρυξελλών το αδιάβατο αυτό
δάσος με τα πανύψηλα δέντρα, διέρχεται από το χωριό Βατερλώ και στη
συνέχεια εισέρχεται στον ακάλυπτο χώρο του πεδίου της μάχης, διαχωρίζοντάς
το στα δύο και διερχόμενη από το χωριό Μόντο Σαιντ Ζαν. Ακολουθεί νότια
κατεύθυνση και από το χωριό Κατρ Μπρα καταλήγει στην κωμόπολη
Σαρλερουά.
(2) Από το χώρο της μάχης και σε απόσταση περίπου:
(α) Είκοσι χιλιόμετρα νοτιοανατολικά βρίσκεται η πόλη
Ζεμπλού.
(β) Δεκαπέντε χιλιόμετρα βορειοανατολικά βρίσκεται η πόλη
Ουάβρ.
(γ) Δέκα χιλιόμετρα νοτιοδυτικά βρίσκεται η πόλη Νιβέλ.
(δ) Πέντε χιλιόμετρα βόρεια, βρίσκεται το χωριό Βατερλώ,
στο οποίο ο ΄Αγγλος στρατάρχης Ουέλιγκτον είχε εγκαταστήσει το στρατηγείο
του, απ' όπου εξέδωσε το πρώτο ανακοινωθέν της νίκης. Σώζεται ακόμη το
σπίτι στο οποίο πέρασε ο Ουέλιγκτον τη νύκτα της 17/18 Ιουνίου
ανυπομονώντας για την απάντηση του Μπλύχερ. Σώζεται, επίσης, το
ξενοδοχείο στο οποίο ο Βίκτωρ Ουγκώ έγραψε το αργότερο το 1861, το
αναφερόμενο στη δραματική μάχη κεφάλαιο των "Αθλίων" του. Τέλος, στη
δυτική παρυφή του χωριού Βατερλώ και στη θέση, όπου τραυματίσθηκε ο
79

Πρίγκιπας της Ουράγγης βρίσκεται το μνημείο του "Λόφου του Λέοντος" που
ολοκληρώθηκε το 1826 και αποτελείται από χωμάτινη κόλουρη πυραμίδα, με
διάμετρο βάσης 160 μέτρα και ύψος 45 μέτρα και στην κορυφή της έχει
τοποθετηθεί τεράστιο λιοντάρι από χυτοσίδηρο που ατενίζει προς το ορατό σε
απόσταση 4-5 χιλιομέτρων πεδίο της μάχης και προς τη Γαλλία.

β. Χαρακτηριστικά του Χώρου (Σχεδ.20)

(1) Το πεδίο της μάχης είναι πεδινός και ακάλυπτος χώρος,


διάσπαρτος από ομαλούς χωματόλοφους που σχηματίζουν ομαλές μικρές επί
μέρους κοιλάδες, όπως είναι το γενικότερο έδαφος του Βελγίου. Ο ακριβής
χώρος στον οποίο παρατάχθηκαν οι αντίπαλοι, είναι μια μικρή και ακάλυπτη
κοιλάδα με μικρούς χωματολοφίσκους. Τη βόρεια παρυφή της χαρακτηρίζει η
λοφοσειρά Μοντ Σαιντ Ζαν που εφάπτεται στη νότια παρυφή του δάσους
Σουάνη, ενώ τη νότια παρυφή του πεδίου της μάχης χαρακτηρίζει άλλη
λοφοσειρά πάνω στην οποία βρίσκεται το χωριό Πλανσενουά. Οι διάσπαρτοι
λοφίσκοι είναι ύψους 120-150 μέτρων, ενώ το υψόμετρο του γύρω χώρου δεν
είναι μικρότερο από 80 μέτρα.
(2) ΄Αλλα χαρακτηριστικά σημεία ή χώροι που αποτελούσαν εδάφη
τακτικής σημασίας για την εποχή εκείνη, ήταν :
(α) Η Αγροικιακή έπαυλη Ουγκομόν στη δυτική πλευρά του
χώρου της μάχης κοντά στην οδό Μοντ Σαιν Ζαν-Νιβέλ.
(β) Η Αγροικία Λα Αΐ Σαιντ στην οδό Μοντ Σαιντ Ζαν-Κατρ
Μπρα.
(γ) Η απότομη χαράδρα 500 περίπου μέτρα νότια του χωριού
Μοντ Σαιν Ζαν που σχηματιζόταν από ρυάκι και αποτελούσε εμπόδιο για το
πεζικό και το ιππικό της εποχής.
(δ) Η Αγροικία Παπελότ στην ανατολική πλευρά του χώρου
της μάχης και πάνω σε μια από τις πολλές ατραπούς του, αυτήν που οδηγούσε
από την παραπάνω απότομη χαράδρα προς τη διάβαση Σαιντ Λαμπέρ, μέσω της
οποίας διαβάσεως διέρχονται σχεδόν όλες οι από την περιοχή της πόλης Ουάβρ
ατραποί και οδοί προς το χώρο της μάχης.
(3) Η αμυντική οργάνωση του εδάφους είχε προωθηθεί επαρκώς από
τα στρατεύματα του Ουέλιγκτον και είχε ισχυροποιήσει στο έπακρο την
εγκατάσταση του πεζικού και την τάξη του πυροβολικού στην πρώτη γραμμή
μάχης. Οι γήλοφοι που υπήρχαν, εξυπηρετούσαν άριστα τόσο την τάξη του
πυροβολικού που δεν ήταν αναγκαίο στην πρώτη γραμμή και τις εφεδρείες του
πεζικού, όσο και κυρίως την απόκρυψη του ιππικού πριν από την επέλασή του,
η οποία διευκολυνόταν από την ομαλότητα των γηλόφων και τη βατότητα
γενικά του εδάφους.
80

(4) Η καλυμμένη μ' αυτόν τον τρόπο "Αμυντική τοποθεσία του Αγίου
Ιωάννη" παρείχε ευρεία παρατήρηση προς τα εμπρός και κάλυπτε τα νώτα της
στην παρυφή του μεγάλου δάσους Σουάνη, το οποίο όχι μόνο δεν επέτρεπε
ελιγμούς μαχόμενων στρατευμάτων αλλά καθιστούσε πολύ δύσκολη και την
απλή κίνηση μέσα από το ίδιο. Μ' αυτόν τον τρόπο, ενώ κάλυπτε τα νώτα της
στρατιάς του Ουέλιγκτον, υποχρέωσε παράλληλα τα στρατεύματα του σε άμυνα
μέχρι τέλους.

3. Γενική Κατάσταση, Δυνάμεις και Διάταξη των Αντιπάλων (Σχεδ.21 και


22)

α. Το Ανθρώπινο Δυναμικό

(1) Οποιαδήποτε σύγκριση μεταξύ των δύο κύριων πρωταγωνιστών


της μάχης του Βατερλώ, απολήγει στο ότι ποτέ δύο άνδρες δεν υπήρξαν τόσο
διαμετρικά αντίθετοι όσο ο Ναπολέων και ο Ουέλιγκτον. Ο πρώτος ήταν
εναντίον οποιουδήποτε συστήματος το οποίο δεν ήταν της δικής του
επινοήσεως και ο δεύτερος ήταν ο γνήσιος εκπρόσωπος και "θεμέλιος λίθος "
του κατεστημένου, το οποίο στήριξε και με το οποίο ανυψώθηκε.
(2) Τα Γαλλικά στρατεύματα λάτρευαν κυριολεκτικά το
Ναπολέοντα. Πίστευαν στην προσωπικότητά του ακόμη και όταν τους
συμπεριφερόταν άσχημα ή τους εγκατέλειπε μετά την ήττα στην Αίγυπτο και τη
Ρωσία, για να επιστρέψουν μόνοι τους στη Γαλλία. Την πρώτη περίοδο της
σταδιοδρομίας του, οι νίκες του οφείλονταν στην επιδεξιότητα και την τόλμη,
αλλά αργότερα, όταν μεταβίβασε τη διοίκηση σε άλλους, είχε την απαίτηση
μόνο για ένα πράγμα, τη νίκη απέναντι σε οποιοδήποτε τμήμα. Σπαταλούσε
τους άνδρες, αναπτύσσοντας τους με τέτοιο τρόπο που παρόλο ότι του έδινε τη
νίκη, είχε πολλές απώλειες. Κι όμως, τον Ναπολέοντα τον αγαπούσαν και
μπορούσε να βασίζεται πάντα στην αφοσίωση του στρατού του σ' αυτόν.
(3) Τα στρατεύματα του Ουέλιγκτον, από την άλλη πλευρά τον
σεβόντουσαν, αλλά δεν τον αγαπούσαν. Σύμφωνα με την αντίληψη του
Ουέλιγκτον, το μεγαλύτερο παράπτωμα στο οποίο μπορούσε να υποπέσει ο
στρατιώτης ήταν να μην εκτελέσει το καθήκον του και η ανδρεία συνυπήρχε με
την έννοια του καθήκοντος. Μεταξύ των όπλων διαχώριζε και εκτιμούσε
περισσότερο το πεζικό και αναλάμβανε ατελείωτους αγώνες για να το
προστατεύσει.
(4) Πιθανόν, η μεγαλύτερη διαφορά μεταξύ των δυό στρατών να
ήταν στον τρόπο με τον οποίο αποκτούσαν τους αξιωματικούς τους. Η
πλειοψηφία των αξιωματικών του Ναπολέοντα, μετά την εξαφάνιση των
"Οίκων των Ευγενών" κατά την επανάσταση στη Γαλλία, προερχόταν από τα
81

σπλάχνα του στρατεύματος, ενώ οι ΄Αγγλοι αξιωματικοί αποκτούσαν τους


βαθμούς τους λόγω πλούτου και γενεαλογικού δέντρου.
(5) Ο Γαλλικός στρατός, είχε ασφαλώς μεγαλύτερη ικανότητα
προσαρμογής στις συνθήκες εκστρατείας από τον Αγγλικό. Η συνήθεια του
Ναπολέοντα να ενδιαφέρεται λιγότερο από τον Ουέλιγκτον για τη διατροφή και
γενικά τη διοικητική μέριμνα, είχε ως αποτέλεσμα την απόκτηση μεγαλύτερης
ικανότητας του Γαλλικού στρατού να κατασκευάζει νυκτοφυλακές και έργα
εκστρατείας, με τη χρησιμοποίηση κάθε υλικού και μέσου που έβρισκε.

β. Ο Οπλισμός

Είναι γεγονός ότι την εποχή των Ναπολεόντειων πολέμων, παρά τις
υπάρχουσες μικροδιαφορές στα τεχνικά χαρακτηριστικά, ο οπλισμός και των
τριών στρατών ήταν στην ουσία ο ίδιος. Ειδικότερα :
(1) Στο πεζικό χρησιμοποιούσαν το Μουσκέτο (αρχέγονο τυφέκιο
με λείο το εσωτερικό της κάννης), με βάρος 7,5 κιλά, μήκος 1,5 μέτρο,
διαμέτρημα 16 χιλιοστά, δραστικό βεληνεκές 75 μέτρα (μέγιστο 500 μ.) και
ταχυβολία 2 βολών ανά 1 λεπτό (για καλά εκπαιδευμένα στρατεύματα και πολύ
περιορισμένο χρόνο). Η ξιφολόγχη προσέθετε επίσης 0,5 μέτρο μήκος στο
Μουσκέτο.
(2) Στο ιππικό χρησιμοποιούσαν την ευθεία σπάθη με μήκος 3
μέτρα περίπου και μερικές φορές το πιστόλιο με μία ή δύο παράλληλες κάννες
(πυροδότηση με πυρόλιθο).
(3) Στο πυροβολικό χρησιμοποιούσαν τα αρχέγονα πυροβόλα
(χωρίς μηχανισμό εξουδετερώσεως της προς τα πίσω ωθήσεως με κάθε βολή).
΄Εβαλλαν με οβίδες των 2,5 και 5 λιβρών.

γ. Δύναμη, Οργάνωση και Τακτική Μάχης (Σχεδ.21)

(1) Αγγλικού Στρατού και Συμμάχων από τις Κάτω Χώρες


(α) Το επιτελείο του Ουέλιγκτον αποτελούσαν βασικά ο
ιδιαίτερος γραμματέας, ο γενικός υπασπιστής, ο διοικητής πυροβολικού και ο
διοικητής μηχανικού. Στο επιτελείο, επίσης, ανήκε ο πρίγκιπας Φρειδερίκος
των Κάτω Χωρών με τον επιτελάρχη του και ο Πρώσος στρατηγός Φον
Μούλφιγκ, γενικός επιμελητής της στρατιάς του Μπλύχερ, ως σύνδεσμος
αξιωματικός.
(β) Ο Στρατός, με δύναμη 93.643 ανδρών και 174
πυροβόλων συγκροτήθηκε σε 115 τάγματα πεζικού, 129 ίλες ιππικού, 29
πυροβολαρχίες και μηχανικό. ΄Ηταν οργανωμένος και τον αποτελούσαν:
82

1/ Ι Σώμα Στρατού, από τέσσερις μεραρχίες πεζικού μια


μεραρχία ιππικού, εννέα πυροβολαρχίες και μηχανικό, υπό τον πρίγκιπα της
Ουράγγης και διάδοχο των Κάτω Χωρών Γουλιέλμο.
2/ ΙΙ Σώμα Στρατού, από τρεις μεραρχίες πεζικού, μία
Αννοβεριανή Ταξιαρχία Ιππικού, έξι πυροβολαρχίες και μηχανικό, υπό τον
Υποστράτηγο - Λόρδο Χιλλ.
3/ Γενικές εφεδρείες που συνιστούσαν:
α/ Δύο μεραρχίες πεζικού, το στράτευμα του
Νασσάου, το στράτευμα του Μπράνσγουϊκ, οκτώ πυροβολαρχίες και μηχανικό.
β/ ΄Ενα σώμα ιππικού από επτά ταξιαρχίες ιππικού, έξι
πυροβολαρχίες και μηχανικό, υπό τον Υποστράτηγο - Λόρδο Άξμπριτζ.
(2) Πρωσικού Στρατού
(α) Το επιτελείο του Μπλύχερ βασικά αποτελούσαν ο
επιτελάρχης και ο γενικός επιμελητής. Τα καθήκοντα του τελευταίου,
αποσπασμένου ως συνδέσμου στο επιτελείο του Ουέλιγκτον, εκτελούσε ο
στρατηγός βοηθός επιμελητής.
(β) Ο Στρατός, με δύναμη 117.697 άνδρες και 312
πυροβόλα, συγκροτημένος σε 132 τάγματα πεζικού, 135 ίλες ιππικού, 39
πυροβολαρχίες και 8 λόχους μηχανικού, ήταν οργανωμένος και αποτελούνταν.
1/ Ι Σώμα Στρατού, από τέσσερις ταξιαρχίες πεζικού, μια
μεραρχία ιππικού, δώδεκα πυροβολαρχίες και δύο λόχους μηχανικού, υπό το
Στρατηγό Φον Τσίτεν.
2/ ΙΙ Σώμα Στρατού, από τέσσερις ταξιαρχίες πεζικού, μια
μεραρχία ιππικού, δέκα πυροβολαρχίες και δύο λόχους μηχανικού, υπό το
Στρατηγό Φον Πιρχ.
3/ ΙΙΙ Σώμα Στρατού, από τέσσερις ταξιαρχίες πεζικού,
μία μεραρχία ιππικού, έξι πυροβολαρχίες και δύο λόχους μηχανικού, υπό το
Στρατηγό - Βαρώνο Φον Τίλμαν.
4/ ΙV Σώμα Στρατού, από τέσσερις ταξιαρχίες πεζικού,
μία μεραρχία ιππικού, ένδεκα πυροβολαρχίες και δύο λόχους μηχανικού, υπό το
Στρατηγό - Κόμη Μπύλωφ Φον Ντένεβιτς.
(3) Γαλλικού Στρατού
(α) Το επιτελείο του Ναπολέοντα αποτελούσαν βασικά: ο
αυλάρχης, ο διευθυντής του ιδιαίτερου γραφείου, ο αρχηγός του επιτελείου, ο
διοικητής πυροβολικού και ο διοικητής μηχανικού. Στο επιτελείο ανήκε,
επίσης, ο Δούκας του ΄Ελσιγκεν και Πρίγκιπας της Μόσχας Στρατάρχης Νέυ, ο
οποίος ήταν στη διάθεση του Αυτοκράτορα και, συνήθως, είχε την ηγεσία της
κύριας μάχης ή τη διεύθυνση μικρών ανεξάρτητων επιχειρήσεων σύμφωνα με
τα σχέδια, τις ανάγκες και τις αποφάσεις του Ναπολέοντα.
83

(β) Ο Στρατός, με δύναμη 128.028 άνδρες και 388 πυροβόλα


ήταν συγκροτημένος σε 194 τάγματα πεζικού, 160 ίλες ιππικού 47
πυροβολαρχίες και μηχανικό, είχε οργάνωση και τον αποτελούσαν :
1/ Ι Σώμα Στρατού, από τέσσερις μεραρχίες πεζικού, μια
μεραρχία ιππικού, έξι πυροβολαρχίες και μηχανικό υπό το Στρατηγό-Κόμη του
Ερλόν.
2/ ΙΙ Σώμα Στρατού, από τέσσερις μεραρχίες πεζικού, μια
μεραρχία ιππικού, εξ πυροβολαρχίες και μηχανικό, υπό το Στρατηγό-Κόμη Ρεΐγ.
Διοικητής μιας μεραρχίας του σώματος αυτού ήταν ο αδελφός του
Αυτοκράτορα, Βασιλιάς Ιερώνυμος.
3/ ΙΙΙ Σώμα Στρατού από τρεις μεραρχίες πεζικού, μια
μεραρχία ιππικού, πέντε πυροβολαρχίες και μηχανικό, υπό το Στρατηγό-Κόμη
Βαν Νταμ.
4/ ΙV Σώμα Στρατού, από τρεις μεραρχίες πεζικού, μια
μεραρχία ιππικού, πέντε πυροβολαρχίες και μηχανικό, υπό το Στρατηγό-Κόμη
Ζεράρ.
5/ VI Σώμα Στρατού, από τρεις μεραρχίες πεζικού,
τέσσερις πυροβολαρχίες και μηχανικό, υπό το Στρατηγό-Κόμη του Λαμπώ.
6/ Ανεξάρτητο Σώμα Στρατού της παλιάς και νέας
Αυτοκρατορικής Φρουράς, από μία μεραρχία ιππικού, δεκατρείς
πυροβολαρχίες, μηχανικό και μεταγωγικό σώμα της Φρουράς, υπό το
Στρατάρχη Ντρουό.
7/ Εφεδρεία ιππικού υπό το Στρατάρχη-Μαρκήσιο ντε
Γκρουσύ, από τέσσερα σώματα ιππικού. Το καθένα, Ι, ΙΙ, ΙΙΙ και ΙV Σώμα
Ιππικού υπό τους Στρατηγούς Κόμητες Παζόλ, ΄Εξελμανς, Κέλερμαν και Μιλώ
αντίστοιχα, διέθετε δύο μεραρχίες ιππικού και δύο πυροβολαρχίες.
8/ Μονάδες Διοικητικής Μέριμνας, του λεγόμενου
μεγάλου όρχου, υπό το Στρατηγό-Βαρώνο Νεγκρ.
(4) Τακτική και Σχηματισμοί Μάχης (Σχεδ.21)
(α) Την εποχή των Ναπολεόντειων πολέμων η τακτική
χρησιμοποίηση των μονάδων ελιγμού, πεζικού και ιππικού, δε διέφερε βασικά
από τη σημερινή τακτική χρησιμοποίηση του πεζικού και των τεθωρακισμένων.
Την ίδια άποψη με γενικότερη έννοια μπορούμε να διατυπώσουμε για τις
μονάδες υποστηρίξεως μάχης και για τις μονάδες διοικητικής μέριμνας.

(β) ΄Ομως υπήρχαν μικροδιαφορές και ιδιαίτερα:


1/ Στη χρησιμοποίηση του πυροβολικού, το οποίο πολύ
συχνά τασσόταν στην πρώτη γραμμή για λόγους βεληνεκούς με αποτέλεσμα οι
πυροβολητές να έχουν ελάχιστες πιθανότητες διασώσεως, όταν δεχόντουσαν
επίθεση ιππικού και τα πυροβόλα τους να αλλάζουν συνεχώς κυρίως κατά τη
διάρκεια της μάχης.
84

2/ Στη χρησιμοποίηση του πεζικού, του οποίου η βασική


μονάδα προχωρούσε με τα περίφημα τετράγωνα ή άλλους σχηματισμούς. Οι
βασικοί σχηματισμοί του τάγματος πεζικού φαίνονται στο Σχεδ. 21.

δ. Διάταξη (Σχεδ. 22)

(1) Αγγλοσυμμαχικής Στρατιάς


(α) Η στρατιά του Ουέλιγκτον εγκαταστάθηκε αμυντικά στη
λοφοσειρά του Αγίου Ιωάννη και ιππαστί στην οδό Βρυξέλλες-Βατερλώ-΄Αγιος
Ιωάννης-Ματρ Μπρα-Σαρλερουά. Την παραπάνω τοποθεσία άμυνας είχε
επιλέξει ο Ουέλιγκτoν με την προϋπόθεση ότι η πρωσική στρατιά θα τον
βοηθούσε από τα ανατολικά και από την κατεύθυνση Ουάβρ, με ένα τουλάχιστο
σώμα στρατού.
(β) Στο Δυτικό Κέντρο εγκαταστάθηκε ο Πρίγκιπας της
Οράγγης με τέσσερις περίπου μεραρχίες πεζικού, αναπτυγμένες μέχρι το Δυτικό
΄Ακρο, ενώ στο Ανατολικό Κέντρο τοποθετήθηκε ο υποστράτηγος Πικτόν με
δύο μεραρχίες πεζικού μέχρι και το Ανατολικό ΄Ακρο στην αγροικία Παπελότ.
Οι αγροτικές επαύλεις Ουγκομόν και η Λα Αΐ Σαιντ επανδρώθηκαν επίσης με
τα αναγκαία τμήματα πεζικού και πυροβολικού και αποτελούσαν σημεία
στηρίγματος της αμυντικής τοποθεσίας. Πίσω οι εφεδρείες πεζικού και
ιδιαίτερα ιππικού υπό τον ΄Αξμπριτζ, βρισκόντουσαν υπό τις διαταγές του
Ουέλιγκτον.
(γ) Λεπτομέρειες στο Σχεδ. 22.
(2) Γαλλικής Στρατιάς
(α) Ο Ναπολέων συγκέντρωσε τελικά τα στρατεύματά του στο
χώρο βόρεια του χωριού Πλανσενουά με διάταξη παράλληλη προς τη διάταξη
της Αγγλοσυμμαχικής στρατιάς, από την οποία απείχαν περίπου 1.000-1.500 μ.
και χωρίζονταν, κυρίως, στο κέντρο με ένα μικρό ρυάκι και απότομη χαράδρα,
σε παράλληλη κατεύθυνση προς τη διάταξη των αντιπάλων.

(β) Το πεζικό και πυροβολικό των ΙΙ και Ι Σωμάτων Στρατού,


υπό το Ρέιγ και Ερλόν, δυτικά και ανατολικά της πρώτης γραμμής μάχης,
καλυπτόταν στα άκρα από τις αντίστοιχες μεραρχίες ιππικού των δύο αυτών
σωμάτων. Στα νώτα τους τα ΙΙΙ και ΙV Σώματα Ιππικού, ακολουθούμενα από
μία μεραρχία ιππικού το καθένα από τις μεραρχίες ιππικού της Αυτοκρατορικής
Φρουράς και από τον υπόλοιπο όγκο της Γαλλικής Στρατιάς στο κέντρο και από
το ύψος της αγροικίας Μπελ Αλιάνς και νότια από τις δύο πλευρές της οδού
΄Αγιος Ιωάννης-Κατρ Μπρα.
(γ) Λεπτομέρειες στο Σχεδ. 22.
85

4. Σχέδια και Αποστολές Αντιπάλων

α. Αγγλοσυμμαχικής Στρατιάς

(1) Το Ιστορικό
Το πρωί της 17ης Ιουνίου ο Ουέλιγκτον, εκμεταλλεύθηκε την
αδράνεια των Γάλλων μετά τη μάχη στο Κατρ Μπρα και απέσυρε χωρίς
δυσχέρειες και πίεση τα στρατεύματά του στην αμυντική τοποθεσία του Αγίου
Ιωάννη.
Το απόγευμα της ίδιας μέρας εγκατέστησε το στρατηγείο του
στο χωριό Βατερλώ με την απόφαση, είτε να δώσει την αποφασιστική μάχη
αμυνόμενος στην τοποθεσία του Αγίου Ιωάννη, είτε να συμπτυχθεί την επομένη
βορειότερα. Γι' αυτό ζήτησε να μάθει από τον Πρώσο Στρατάρχη Μπλύχερ "Αν
μετά τη νίκη των Γάλλων επί των Πρώσων στο Λινύ στις 16 Ιουνίου, μπορούσε
να υπολογίζει στη βοήθεια ενός πρωσικού σώματος στρατού, που θα ενεργούσε
πλευρικά κατά των Γάλλων από την κατεύθυνση της Ουάβρ''.
Λίγο μετά τις 0200 στις 18 Ιουνίου έλαβε την παρακάτω
επιστολή του Μπλύχερ : "Το ΙV Σώμα Στρατού υπό το Στρατηγόν-Κόμητα
Μπύλωφ Φον Ντένεβιτς θα βάδιζε μόλις άρχιζε να φέγγει προς το Βατερλώ,
ακολουθούμενο από τα Ι και ΙΙ Σώματα''.
Μετά απ' αυτό ο Ουέλιγκτον, αποφάσισε να δεχθεί την
αποφασιστική μάχη το πρωί της επόμενης ηέρας, στην τοποθεσία που είχε
επιλεγεί.
(2) Το Σχέδιο
Το Σχέδιό του γενικά ήταν: "Να αμυνθεί επί της τοποθεσίας
του Αγίου Ιωάννου, χωρίς ιδέα υποχωρήσεως, για την κατατριβή της στρατιάς
του Ναπολέοντα και συντριβή της, ή την καταστροφή της δικής του στρατιάς''.

β. Γαλλικής Στρατιάς

(1) Το ιστορικό
Το ίδιο πρωί της 17ης Ιουνίου ο Ναπολέων, μετά τη νίκη του την
προηγούμενη ημέρα στο Λινύ, άρχισε να δέχεται πληροφορίες, ότι οι Πρώσοι
υποχωρούσαν προς τη Λιέγη και το Ναμύρ. Στην πραγματικότητα ήταν η
πρώτη από τις πολλές παρεξηγήσεις που έμελλε να συμβούν τη μοιραία εκείνη
μέρα, γιατί το κύριο σώμα της στρατιάς του Μπλύχερ βάδιζε σε εντελώς
διαφορετική κατεύθυνση, δηλαδή προς την Ουάβρ.
Ο στρατάρχης Νέυ, μετά τη νίκη του στο Κατρ Μπρα, πίστευε
ότι είχε ολόκληρη την Αγγλική στρατιά μπροστά του και δε φρόντισε να στείλει
ούτε μία περίπολο για αναγνώριση και ενημέρωσή του.
86

Επίσης,ο Nαπολέων, σε αντίθεση με την περίσκεψη που τον


χαρακτήριζε μετά από μια μάχη, χωρίς να εκμεταλλευθεί την πρωσική
υποχώρηση, περιορίσθηκε, παράδοξα, μόνο στο να κάνει έφιππος μια περιοδεία
στο στρατόπεδο της μάχης, με τη βεβαιότητα ότι, μια επίθεση τώρα κατά της
στρατιάς του Ουέλλιγκτον, θα του έδινε την ευκαιρία να διαλύσει την
Αγγλοσυμμαχική στρατιά, χωρίς ο Μπλύχερ να είναι σε θέση να βοηθήσει τον
Ουέλιγκτον.
΄Οταν, αργά πια, αφυπνίσθηκε, αντιλήφθηκε ότι τόσο ο
Ουέλιγκτον όσο και ο Μπλύχερ, είχαν κατορθώσει να αποφύγουν την ήττα.
Μετά από αυτό, αφού διέταξε τον Γκρουσσύ να καταδιώξει ανελέητα τον
Μπλύχερ, τηρώντας την επαφή μαζί του, τέθηκε καλπάζοντας επικεφαλής της
φάλαγγάς του για να την οδηγήσει σε καταδίωξη των ΄Αγγλων. Αλλά, ο καιρός,
ήταν κι αυτός εναντίον του. Δυνατή βροχή εμπόδισε τους Γάλλους να
διασχίσουν το ανοικτό πεδίο και τους υποχρέωσε να χρησιμοποιήσουν τη
μοναδική ανεπαρκή οδό, με αποτέλεσμα μεγάλο μέρος από το στράτευμα να
μείνει πολύ πίσω και, όταν τελικά ο Ναπολέων σταμάτησε για να
διανυκτερεύσει, πολλοί από τους στρατιώτες του συνέχιζαν να φθάνουν μέχρι
τις πρωινές ώρες στις 18 Ιουνίου.
Μετά από όλα αυτά ο Ναπολέων αποφάσισε αναγκαστικά να
αναβάλει τη μάχη για το πρωί της επόμενης ημέρας.
(2) Το Σχέδιο
Το Σχέδιό του γενικά ήταν: "Καλυπτόμενος, με ένα σώμα
στρατού υπό τον Γκρουσσύ, προς την ανατολική κατεύθυνση από τη Ουάβρ,
όπου είχε αποσυρθεί ο Πρωσικός στρατός, να επιτεθεί μετωπικά κατά της
στρατιάς του Ουέλιγκτον, που ήταν εγκαταστημένη αμυντικά στην τοποθεσία
Αγίου Ιωάννη, μετά από προηγούμενο επιθετικό αντιπερισπασμό προς τα δυτικά
κατά του σημείου στηρίγματος των ΄Αγγλων στην αγρέπαυλη Ουγκομόν, για
την ανατροπή και συντριβή της συμμαχικής στρατιάς των Άγγλων πριν να δοθεί
χρόνος αντιδράσεως της Πρωσσικής στρατιάς υπέρ των ΄Αγγλων'' .

5. Διεξαγωγή της Μάχης

α. Πρώτη Φάση - Προετοιμασία και Αναμονή

(1) Η δυνατή βροχή, η οποία δεν είχε σταματήσει να πέφτει όλη τη


νύκτα, συνεχιζόταν ακόμη και όταν ξημέρωσε η 18η Ιουνίου. Το έδαφος έγινε
δύσβατο και λασπώδες, έτσι ώστε η ανάπτυξη του Ιππικού και ιδιαίτερα του
Πυροβολικού του Ναπολέοντα να είναι πια πολύ δύσκολη αν όχι αδύνατη.
Λίγο μετά τις 0600 τα Αγγλοσυμμαχικά στρατεύματα άρχισαν να
καταλαμβάνουν τις θέσεις τους και σε απόσταση ενάμιση χιλιομέτρου, στη
νότια πλευρά της κοιλάδας οι Γάλλοι άρχισαν να ενεργούν με τον ίδιο τρόπο.
87

(2) Ο Ναπολέων ήταν ακόμη αισιόδοξος σχετικά με την έκβαση της


μάχης, επειδή είχε εμπιστοσύνη στην επιθετική ορμή των στρατευμάτων του.
Αντίθετα, μερικοί από τους στρατηγούς του ήταν λιγότερο αισιόδοξοι και
θεωρούσαν ριψοκίνδυνη μια μετωπική επίθεση εναντίον των δυνάμεων του
Ουέλιγκτον, οι οποίες ήδη κατείχαν οχυρές θέσεις. Εξακολουθούσαν όμως να
φθάνουν πληροφορίες, ότι οι Πρώσοι, είχαν οριστικά εξουδετερωθεί στο Λινύ.
Περίμενε, λοιπόν, ο Αυτοκράτορας να ξηράνει ο ήλιος το έδαφος, για να
επιτεθεί.

β. Δεύτερη Φάση - Η Παραπλανητική Επίθεση

(1) Η κυρίως μάχη άρχισε στις 1130 περίπου, όταν το έδαφος είχε
γίνει κάπως βατό. Ο αδελφός του Αυτοκράτορα, βασιλιάς Ιερώνυμος,
επιτέθηκε με τη μεραρχία του κατά του οχυρωμένου αγροκτήματος Ουγκομόν
με την επιδίωξη να καταλάβει την αγρέπαυλη, η οποία αποτελούσε το σημείο
στηρίγματος του Δυτικού Κέντρου της Αγγλο-συμμαχικής διατάξεως. Σκοπός
της ενέργειας αυτής ήταν να δημιουργηθεί αντιπερισπασμός όπως προέβλεπε το
σχέδιο, ώστε να αναγκασθεί ο Ουέλιγκτον, να ενισχύσει τη δυτική (δεξιά)
πτέρυγά του, σε βάρος του κέντρου του, κατά του οποίου ο Ναπολέων σχεδίαζε
την κύρια επίθεσή του. Ο αντιπερισπασμός όμως απέτυχε, γιατί ο Ιερώνυμος,
αντί να περιορισθεί σε απλή επίδειξη δυνάμεως, εξαπέλυσε σφοδρή επίθεση, η
οποία απαιτούσε σοβαρή ενίσχυση για συνεχώς περισσότερα τάγματα πεζικού,
επειδή οι απώλειες ήταν σοβαρές. Η μάχη στό σημείο αυτό διήρκεσε όλη την
ημέρα κι ενώ πυρπολήθηκαν πολλά άπο τα κτίσματα στο αγρόκτημα, οι Γάλλοι
δεν κατόρθωσαν μέχρι το τέλος να το καταλάβουν ολόκληρο.
(2) Στο μεταξύ ο Ναπολέων από τις 1100 είχε παραγγείλει με
αγγελιαφόρο στον Γκρουσσύ να κατευθυνθεί στην Ουάβρ, ώστε να είναι σε
θέση όχι μόνο να ενωθεί με τον κύριο όγκο του Γαλλικού στρατού, αλλά και να
ματαιώσει κάθε προσπάθεια των Πρώσων να ενισχύσουν τον Ουέλιγκτον.
Αλλά οι πληροφορίες, οι οποίες έφθαναν τώρα στο στρατηγείο του
Αυτοκράτορα, ήταν ανησυχητικές. Ο Μπλύχερ είχε κατορθώσει να διαφύγει
από την καταδίωξη του Γκρουσσύ και τηρώντας επαφή μαζί του με ελάχιστες
δυνάμεις, είχε ανασυντάξει τις κύριες δυνάμεις του και είχε πια τη δυνατότητα
και την πρόθεση, σύμφωνα με μαρτυρία αιχμαλώτου, να ενωθεί με τον
Ουέλιγκτον. ΄Ηδη, το ΙV Πρωσικό Σώμα Στρατού υπό τον Μπύλωφ βάδιζε προς
το πεδίο της μάχης.
(3) Ο Ναπολέων ακόμη και τώρα αρνείται να πιστέψει εκείνο που
ήταν πια προφανές, αλλά παρ΄όλα αυτά έστειλε για λόγους προφυλάξεως δύο
μεραρχίες ιππικού για να ανακόψουν την πιθανή από τα ανατολικά πορεία του
Μπύλωφ, ενώ παράλληλα ανέπτυξε πίσω τους το VI Σώμα Στρατού του
Λομπώ, για αναχαίτιση των Πρώσων μέχρις ότου ο Γκρουσύ επιτεθεί εκ των
88

όπισθεν εναντίον του. Στο μεταξύ, η πίεση της παραπλανητικής επιθέσεως


συνεχιζόταν μέχρι τις 1400.

γ. Τρίτη Φάση - Η κύρια επίθεση

(1) Περίπου στις 1400 ο Ναπολέων, εξαπέλυσε την κατά μέτωπο


κύρια επίθεσή του κατά του Ουέλιγκτον, με το Ι Σώμα Στρατού του Ερλόν.
Πριν από την επίθεση αυτή έγινε εντατικός βομβαρδισμός των θέσεων του
Ουέλιγκτον για μισή ώρα από 80 περίπου πυροβόλα. Αλλά οι Γάλλοι,
προχώρησαν σε πολύ πυκνούς σχηματισμούς και το έδαφος που ήταν ακόμη
μαλακό από τη βροχή που προηγήθηκε, παρεμπόδιζε τη γρήγορη ανάπτυξή
τους. ΄Οταν οι ΄Αγγλοι άνοιξαν καταιγιστικό πυρ εναντίον τους από απόσταση
35 μέτρων, οι απώλειες των Γάλλων ήταν σοβαρές και αναγκάσθηκαν να
σταματήσουν παρά το ότι στην αρχή φάνηκε ότι θα μπορούσαν να διαλύσουν
τις τάξεις των ΄Αγγλων που είχαν κλονισθεί. Στο τέλος φάνηκε το Γαλλικό
ιππικό να σπεύδει για την ενίσχυσή τους και να διαγράφεται βέβαια η επιτυχία
της μετωπικής διαρρήξεως. Την ίδια αυτή δραματική στιγμή, ο Ουέλιγκτον
εξαπολύει το Αγγλικό ιππικό του λόρδου ΄Αξμπριτζ, το οποίο κατόρθωσε να
διασπάσει τους σχηματισμούς των Γάλλων και να τους αναγκάσει να
υποχωρήσουν άτακτα προς τη νότια κατωφέρεια.
Στο μεταξύ, ο ΄Αξμπριτζ έχασε τον έλεγχο της καταστάσεως.
Μεγάλα, τμήματα του ιππικού του παρασύρθηκαν σε καταδίωξη βάθους, ώστε
με τη σειρά τους να τα απωθήσουν το πεζικό και το ιππικό του Ναπολέοντα που
δεν ήταν καταπονημένα. Το αποτέλεσμα αυτής της ιππικής παλιρροιακής
συγκρούσεως ήταν πολλές Γαλλικές απώλειες στην έναρξη και ακόμη
περισσότερες Αγγλικές στο τέλος. Μετά την απαγγίστρωση είχε απομείνει το
1/3 της Αγγλικής δυνάμεως ιππικού. Παρ΄όλες όμως τις πολύ σοβαρές
απώλειες των ΄Αγγλων, η πρώτη κρίσιμη επίθεση των Γάλλων είχε αποτύχει και
το σώμα του Ερλόν είχε απωθηθεί στην κατωφέρεια πριν από τις Αγγλικές
γραμμές και την αγροικία Λα Αΐ Σαιντ, με αρκετές απώλειες και για τους
Γάλλους.
(2) Στο μεταξύ ο Ναπολέων έλαβε μήνυμα από το Γκρουσσύ ότι
αυτός βρισκόταν σε απόσταση 9 χιλιομέτρων από την Ουάβρ. Αυτό σήμαινε
ότι ο Γκρουσσύ όχι μόνο δεν είχε πια τη δυνατότητα να παρεμποδίσει την
ένωση των αντιπάλων του, αλλά ούτε βέβαια ήταν σε θέση να φθάσει στο πεδίο
της μάχης πριν από τη νύκτα. Τότε, ο Ναπολέων, άρχισε να συνειδητοποιεί ότι
δεν του απέμενε αρκετός χρόνος και ότι έπρεπε με κάθε τρόπο να νικήσει τον
Ουέλιγκτον, πριν καταφθάσει ο Μπλύχερ και τον ενισχύσει. Μετά από λίγο το
ΙV Πρωσικό Σώμα Στρατού του Μπύλωφ φαίνεται από μακριά. Ο Ναπολέων
δίνει τότε εντολή στο Νέυ να κατευθύνει αμέσως την επίθεσή του ώστε να
89

καταλάβει την αγροικία Λα Αΐ Σαιντ, γιατί από εκεί είχε σχεδιάσει να


εξαπολυθεί η δεύτερη επίθεση.
(3) Είναι παράδοξο το γεγονός ότι ο Νέυ διέθεσε για την επίθεση
κατά του Λα Αΐ Σαιντ το μεγαλύτερο μέρος του ιππικού του υπό το Μιλώ, χωρίς
όμως ουσιαστική υποστήριξη πεζικού ή πυροβολικού. Βλέποντας από το
παρατηρητήριό του τη γραμμή μάχης του Ουέλιγκτoν να υποχωρεί λίγο, ενώ
στην πραγματικότητα αυτή υποχώρησε για να καλυφθεί καλύτερα, συμπέρανε
ότι ο Αγγλικός στρατός υποχωρούσε και έτσι, έριξε όλο το ΙV Σώμα Ιππικού
του Μιλώ εναντίον των Αγγλικών γραμμών. ΄Οταν όμως το ιππικό έφθασε
στην κορυφή, βγήκε το πεζικό του Ουέλιγκτoν παραταγμένο σε τετράγωνους
σχηματισμούς μέσα στους οποίους διατάχθηκαν οι πυροβολητές να
προφυλαχθούν. ΄Ετσι, οι σχηματισμοί αυτοί κατατρόπωναν τα κύματα του
Γαλλικού ιππικού που έπαθαν μεγάλες απώλειες. Αλλά και από το σημείο από
όπου ο Ναπολέων παρακολουθούσε αυτή την κρίσιμη μάχη, φαινόταν ότι
πραγματικά η γραμμή του Ουέλιγκτoν υποχωρούσε μπροστά στις ορμητικές
εφόδους των ιππέων του ΙV Σώματος του Μιλώ.
Στη συνέχεια διατάχθηκε από τον Νέυ η επίθεση και του ΙΙΙ Σώματος
Ιππικού του Κέλλερμαν στο ίδιο μέτωπο πλάτους 1.000 περίπου μέτρων μεταξύ
των αγροικιών Ουγκομόν και Λα Αΐ Σαιντ. ΄Ηταν μια μάχη φονική και για τους
δύο αντιπάλους και η επίθεση τελικά αποκρούσθηκε, γιατί ο Νέυ δεν
κατόρθωσε να μεταφέρει έγκαιρα το πεζικό ώστε να υποστηρίξει τους ιππείς.
Πράγματι το Γαλλικό πεζικό έφθασε, όταν η επίθεση του ιππικού είχε
πια ουσιαστικά αποκρουσθεί και βρέθηκε έτσι απροστάτευτο μπροστά στους
΄Αγγλους πυροβολητές, οι οποίοι, αφού διαπίστωσαν ότι δεν τους απειλούσε και
το Γαλλικό Ιππικό, επέστρεψαν στις θέσεις τους. Σύντομα όμως βρέθηκαν και
χωρίς πυρομαχικά, όπως χωρίς πυρομαχικά βρέθηκαν και οι πεζοί ΄Αγγλοι
υπερασπιστές της Λα Αΐ Σαιντ. Κάτω από αυτές τις συνθήκες κατόρθωσε
τελικά ο Νέυ να καταλάβει τη Λα Αΐ Σαιντ και να μεταφέρει εσπευσμένα, μια
πυροβολαρχία έφιππου πυροβολικού, η οποία έβαλε από απόσταση 300 μέτρων
και επέφερε τη διάσπαση του Αγγλικού Κέντρου. Η κρίσιμη ώρα της μάχης
είχε ήδη φθάσει.
(4) Ο Ουέλιγκτον είχε σχεδόν εξαντλήσει τις εφεδρείες του και η
αμυντική του γραμμή συνεχώς εξασθενούσε. Παρόλο ότι το ανατολικό
(αριστερό) του πλευρό παρέμενε ακλόνητο, τόσο το δεξιό (ανατολικό) του λόγω
των επίμονων επιθέσεων του Ερλόν, όσο και ιδιαίτερα το κέντρο του, διέτρεχαν
σοβαρό κίνδυνο. Αλλά και ο Νέυ είχε εξαντλήσει τις δυνάμεις του στις μάταιες
επιθέσεις του όλο το απόγευμα και δε διέθετε πια αρκετές εφεδρείες ώστε να
πετύχει τη διάλυση της κλονιζόμενης γραμμής μάχης του Ουέλιγκτον. ΄Ετσι,
απευθύνει έκκληση στο Ναπολέοντα και ζητά εσπευσμένα ενισχύσεις. Ο
Ναπολέων, παράδοξα, απέριψε την έκκληση, αν και είχε στη διάθεσή του 14
επίλεκτα τάγματα πεζικού, τα οποία δεν είχαν αναλάβει δράση.
90

Η άρνηση αυτή του Ναπολέοντα ήταν οπωσδήποτε σφάλμα, γιατί και


μέρος ακόμη της δυνάμεως που προαναφέραμε θα μπορούσε να μεταβάλει την
τροπή της μάχης. Ο Αυτοκράτορας, προφανώς, θα φοβήθηκε να διαθέσει τις
εφεδρείες του στην επίθεση του Νέυ κατά του Ουέλιγκτον, τη στιγμή που οι
Πρώσοι είχαν ήδη καταφθάσει στο πεδίο της μάχης και απειλούσαν σοβαρά το
ανατολικό (δεξιό) πλευρό του αφού έδιωξαν τις Γαλλικές δυνάμεις από το
χωριό Πλανσενουά. Το γεγονός αυτό αποδείχθηκε καίριο για την έκβαση της
μάχης. Ο Ναπολέων, αντί να ενισχύσει το Νέυ , ο οποίος είχε δυνατότητες να
ανατρέψει την άμυνα των ΄Αγγλων, έστειλε δύο τάγματα της Παλαιάς Φρουράς
για να ανακαταλάβουν το Πλανσενουά. Και ο σκοπός αυτός πραγματικά
επιτεύχθηκε, αλλά στο μεταξύ είχε δοθεί στον Ουέλιγκτον ο ζωτικός χρόνος της
μισής ώρας για να αναδιοργανώσει την άμυνά του, η οποία είχε ήδη ενισχυθεί,
από την άφιξη του Ι Πρωσικού Σώματος Στρατού του Τσίτεν.

δ. Τέταρτη Φάση - Η ΄Ηττα του Ναπολέοντα

(1) Περίπου στις 1900 ο Ναπολέων αποφάσισε να εξαπολύσει την


τελική επίθεση. Διέταξε τη Φρουρά να προελάσει και να διασπάσει το μέτωπο
του Ουέλιγκτον, αλλά ήταν ήδη αργά. Η εμφάνιση των Πρωσικών
στρατευμάτων είχε κάμψει το ηθικό των Γάλλων, οι οποίοι άρχισαν να
υποχωρούν, αν και η Φρουρά έσπευδε να τους ενισχύσει. Οι νέες ενισχύσεις
του Ουέλιγκτον, αντιμετώπισαν την έφοδο της Φρουράς, η οποία, αφού
προέλασε μέσα από καταιγιστικά πυρά μέχρι την Αγγλική γραμμή, σταμάτησε,
επειδή δέχθηκε ομοβροντία μουσκέτων. Τότε, ο Ουέλιγκτον, διέταξε άμεση
αντεπίθεση. Οι Γάλλοι υπέστησαν τρομακτικές απώλειες και μη μπορώντας να
τις αναπληρώσουν, αναγκάσθηκαν τελικά να υποχωρήσουν. Το γεγονός αυτό
σήμαινε ότι η μάχη επρόκειτο να χαθεί. Η γενική υποχώρηση άρχιζε.
(2) Στο μεταξύ οι Πρώσοι, αφού ενισχύθηκαν με ένα ακόμη σώμα
στρατού είχαν δημιουργήσει σφήνα στη Γαλλική γραμμή μεταξύ Ερλόν και
Λαμπώ. ΄Ετσι η Νέα Αυτοκρατορική Φρουρά υπεράσπιζε με γενναιότητα το
Πλανσενουά και εμπόδιζε τον Μπλύχερ να ανακόψει την υποχώρηση του
Ναπολέοντα. Παράλληλα, τρεις τετράγωνοι σχηματισμοί της Παλαιάς
Φρουράς, με επικεφαλής το στρατηγό Καμπρόν κάλυψαν μαχόμενοι γενναία
και υπερήφανα την υποχώρηση του Αυτοκράτορα, ο οποίος είχε υποχρεωθεί
από το περιβάλλον του να απομακρυνθεί από το πεδίο της μάχης. Το υπόλοιπο
του Γαλλικού στρατού τράπηκε σε φυγή, αφού καταδιώχθηκε από τα
στρατεύματα του Μπλύχερ όλη τη νύκτα.
(3) Λίγο μετά τη συνάντηση του Ουέλιγκτον και του Μπλύχερ στην
αγροικία Μπελ Αλλιάνς, ο ηττημένος Αυτοκράτορας έφθασε στη Ζενάπ, όπου
διαπίστωσε, ότι δεν είχε πια τα μέσα να αναπτύξει μια τελική αντίσταση όπως
θα επιθυμούσε.
91

(4) Η μάχη του Βατερλώ είχε ήδη τελειώσει.

6. Αποτελέσματα

Οι απώλειες του Ναπολέοντα ανήλθαν σε 25.000 νεκρούς και τραυματίες


και 9.000 αιχμαλώτους, ενώ οι απώλειες του Ουέλιγκτον σε 15.000 και του
Μπλύχερ σε 8.000 περίπου.

7. Διαπιστώσεις - Συμπεράσματα

Η μάχη του Βατερλώ είναι κοσμοϊστορική, γιατί έθεσε τέρμα στη


σταδιοδρομία ενός μεγάλου στρατηλάτη, πολιτικού και ανακαινιστή, του
Ναπολέοντα. Ο πριν από λίγο διάστημα ισχυρός και ακμαίος στρατηγός
υπέκυψε στη θέληση των κατώτερών του αντιπάλων και νικήθηκε από την
αριθμητική υπεροχή τους, από τα στοιχεία της φύσεως και από τον αστάθμητο
και ανεξιχνίαστο παράγοντα που απρόβλεπτα με την παρεμβολή του ανέτρεψε
και τους πιο μεγαλοφυείς υπολογισμούς, την τύχη.
Η εμμονή και επιμονή του Ουέλιγκτον και η ειλικρινής συνεργασία του
Μπλύχερ βρήκαν την κατάλληλη στιγμή να δράσουν και να κατατροπώσουν
τον επικίνδυνο για την Αγγλική και Πρωσική κυριαρχία Γάλλο αυτοκράτορα, ο
οποίος βέβαια, δεν ήταν πια ο Ναπολέων του Μαρέγκο και του Αούστερλιτς.
Ο μεγαλοφυής ηγήτορας ηττήθηκε στο Βατερλώ, γιατί οι Γάλλοι
αυτοεγκαταλείφθηκαν τη στιγμή κατά την οποία μια ακόμη προσπάθεια
υπολοιπόταν για να φθάσει στο πεδίο της μάχης ο Στρατάρχης Γκρουσσύ με
τους 30.000 άνδρες του, αυτός, που είναι άγνωστο πώς παραπλανήθηκε στη
δίωξη των Πρώσων που, υποχωρούσαν και δεν έσπευσε στον κρότο των
πυροβόλων, παρά τις επίμονες συστάσεις και προτροπές των αξιωματικών.
΄Οσο μεγάλο κι αν ήταν το λάθος του Γκρουσσύ, θα ήταν άδικο να
κατηγορηθεί για προδοσία, όπως άφησε να εννοηθεί αργότερα ο ίδιος ο
Ναπολέων, ή να αποδοθεί σ' αυτόν το αίτιο της ήττας του Βατερλώ. Είναι όμως
βέβαιο, ότι με το δισταγμό που επέδειξε, επειδή φοβήθηκε να παραβεί σε μια
κρίσιμη στιγμή τις διαταγές του Αυτοκράτορά του ανεξάρτητα από την
αποτυχία της αποστολής που του είχε ανατεθεί, αποδείχθηκε ότι του έλειπε το
απαραίτητο για κάθε στρατιωτικό αισθητήριο της τόλμης.
Ανεξάρτητα όμως από τις στρατιωτικές ευθύνες πρέπει να αναγνωρισθεί,
ότι τη γενικότερη ευθύνη, φέρει ακέραια ο ίδιος ο Ναπολέων, ο οποίος όφειλε
να γνωρίζει ότι και αν ακόμη νικούσε στο Βατερλώ δε θα μπορούσε η χώρα του
να αντέξει στην εισβολή του εχθρικού στρατού των 750.000 ανδρών που είχε
αποφασισθεί. Η Γαλλία είχε χάσει πια τον ενθουσιασμό της πρώτης περιόδου
της επαναστάσεως και ούτε μπορούσε να προσφέρει τις πλούσιες εισφορές σε
92

ανθρώπινο υλικό, τις οποίες θα απαιτούσε ο νέος πόλεμος, όταν η κοινή γνώμη,
κατάκοπη από τους πολύχρονους αγώνες, είχε ταχθεί υπέρ της ειρήνης.
H MAXH ΤΟΥ ΣΑΡΑΝΤΑΠΟΡΟΥ
(9-10 Οκτωβρίου 1912)

1. Eισαγωγή

α. Οι χώρες που αποσπάσθηκαν διαδοχικά από την Οθωμανική


Αυτοκρατορία και οι οποίες αποτέλεσαν τα ελεύθερα Χριστιανικά Κράτη της
Βαλκανικής, αμέσως μετά την ανεξαρτησία τους, επιδόθηκαν με φανατισμό
τόσο στην κρατική τους οργάνωση, όσο και στη δημιουργία εθνικής
συνειδήσεως, όχι μόνο μέσα στα όρια των εδαφών που τους δόθηκαν αλλά και
πολύ πέρα από αυτά, μέχρι εκεί που εκτείνονταν οι ιστορικές παραδόσεις,
διεκδικήσεις και βλέψεις τους. Έτσι, η Μακεδονία και η Θράκη, αποτέλεσαν το
πεδίο έντονης δράσεως προπαγάνδας των νεοσύστατων κρατών. Παρότι, όμως,
τα κράτη αυτά είχαν πολλές και μεγάλες διαφορές μεταξύ τους, ο κοινός
Τουρκικός κίνδυνος για μια σύγκρουση στη Βαλκανική, η οποία είχε αρχίσει να
διαφαίνεται ως πιθανή, τα εξανάγκασε να ενώσουν τις προσπάθειές τους για
κοινή δράση.
Για το σκοπό αυτό, στις 22 Φεβρουαρίου 1912, υπογράφηκε η
συνθήκη συμμαχίας Σερβίας - Βουλγαρίας. Στις 16 Μαΐου 1912,
επακολούθησε στη Σόφια η αμυντική συμμαχία Ελλάδας - Βουλγαρίας.
Αργότερα, στις 22 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους, υπογράφηκε μεταξύ Ελλάδας
και Βουλγαρίας και στρατιωτική σύμβαση, σύμφωνα με την οποία, σε
περίπτωση Βουλγαροτουρκικού πολέμου η Ελλάδα να επιτεθεί κατά της
Τουρκίας με 120.000 στρατό και ολόκληρο το στόλο, η δε Βουλγαρία θα
τηρούσε την ίδια στάση σε περίπτωση Ελληνοτουρκικού πολέμου με 300.000
στρατό.
Με τη Σερβία και το Μαυροβούνιο η Ελλάδα δε συνδέθηκε, με καμιά
συνθήκη ή σύμβαση. Το Μαυροβούνιο μάλιστα, είχε εκδηλώσει ανεπιφύλακτα
την επιθυμία του να συμμετέχει σε οποιοδήποτε συνδυασμό εναντίον της
Τουρκίας. Όμως, παρά τις προσπάθειες αυτές των Βαλκανικών Κρατών, κοινό
Σχέδιο Επιχειρήσεων για το συντονισμό των στρατών τους εναντίον των
Τούρκων δεν εκπονήθηκε, εξαιτίας των αντίθετων βλέψεων και επιδιώξεων
τους. Αποτέλεσμα ήταν, οι στρατοί τους να ενεργήσουν ανεξάρτητα,
υποβοηθούμενοι μόνο από το ότι προσβάλλουν τον ίδιο εχθρό, οι Βούλγαροι
στη Θράκη προς Ανδριανούπολη, οι Σέρβοι προς Σκόπια και Μοναστήρι και οι
Έλληνες προς τη Μακεδονία.
Κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού 1912, η κατάσταση στη
Χερσόνησο του Αίμου είχε επιδεινωθεί και γινόντουσαν σοβαρά, μεθοριακά
κυρίως, επεισόδια. Η Τουρκία, στη συνέχεια διέταξε την ενίσχυση των
παραμεθόριων φρουρών της και συγχρόνως άρχισε να κινητοποιεί δυνάμεις στη
Θράκη. Αυτό έγινε γνωστό στη Βουλγαρία, η οποία μαζί με τη Σερβία,
κήρυξαν επιστράτευση στις 15 Σεπτεμβρίου. Η Ελλάδα, ακολούθησε και
άρχισε την επιστράτευση τη νύκτα 17/18 Σεπτεμβρίου. Το Μαυροβούνιο, μετά
από υποκίνηση, κήρυξε τον πόλεμο εναντίον της Τουρκίας στις 20 Σεπτεμβρίου
1912. Τέλος, στις 5 Οκτωβρίου 1912, η Σερβία η Βουλγαρία και η Ελλάδα
έμπαιναν και αυτές στον πόλεμο εναντίον της Τουρκίας.

β. Ο Ελληνικός Στρατός, μετά το κίνημα του 1909, αφού οργανώθηκε


κατάλληλα, εξοπλίσθηκε με απόλυτα σύγχρονο οπλισμό (τυφέκιο Μάνλιχερ,
πυροβόλα Σβάρτς - Λύζε, Πυροβόλο Σνάιντερ και ορειβατικό Σνάιντερ -
Δαγκλή), εκπαιδεύθηκε άρτια και αποτέλεσε πολύ αξιόλογη δύναμη κατά τη
διάρκεια αυτού του πολέμου. Ο στρατός οργανώθηκε στη Στρατιά Θεσσαλίας,
υπό τη Διοίκηση του Αρχιστράτηγου Διαδόχου Κωνσταντίνου (με επιτελάρχη
τον Υποστράτηγο Δαγκλή Παναγιώτη) και περιλάμβανε 7 Μεραρχίες, μία
Ταξιαρχία Ιππικού, 2 Αποσπάσματα Ευζώνων και το σύνολο του πεδινού
πυροβολικού και στο τμήμα Στρατιάς Ηπείρου, υπό τη Διοίκηση του
Αντιστράτηγου Σαπουντζάκη Κωνσταντίνου, που δεν περιλάμβανε καμία
Μεγάλη Μονάδα, παρά μόνο μονάδες κλιμακίου Ταξιαρχίας και κάτω,
συνολικής δυνάμεως περίπου μιας Μεραρχίας.

γ. Η Στρατιά Θεσσαλίας, αφού πέρασε στις 5 Οκτωβρίου την


Ελληνοτουρκική μεθόριο, απώθησε αρχικά τα τουρκικά φυλάκια των συνόρων
και στη συνέχεια, στις 6 Οκτωβρίου, τα εγκαταστημένα στην Ελασσόνα και
Δεσκάτη τμήματα του εχθρού. Από τις 7 Οκτωβρίου η Στρατιά άρχισε να
προελαύνει προς Βορρά για να συναντήσει τις κύριες τουρκικές δυνάμεις, που
αποτελούνταν από δύο και περισσότερες Μεραρχίες, υπό το Στρατηγό Χασάν
Ταξίν Πασά και ήταν εγκαταστημένες αμυντικά στην οχυρή τοποθεσία
Σαρανταπόρου (Γλύκοβο) και Λαζαράδων - Βογκόπετρας.

2. Περιγραφή του Πεδίου της Μάχης (Σχεδ. 23)

α. Η τοποθεσία Σαρανταπόρου, που είχε επιλέξει και οργανώσει η


Τουρκική Διοίκηση, ήταν φύσει ισχυρή και προσφερόταν για ισχυρή άμυνα, με
εξαίρετα προ αυτής ευρέα πεδία βολής.

β. Το ύψωμα Σκοπιά (4-5 χιλιόμετρα βορειοανατολικά του χωριού


Σαραντάπορο), αμέσως δυτικά από το οποίο περνάει ο Σαραντάπορος ποταμός
και η αμαξιτή οδός Ελασσόνα - Σέρβια , δεσπόζει σε ολόκληρο το προς νότια
και νοτιοανατολικά, έδαφος μέχρι την απόσταση των 10 χιλιομέτρων περίπου.
Οι προσβάσεις βάλλονται δραστικά από τα κατεχόμενα νότια και νοτιοδυτικά
της Σκοπιάς αντερείσματα. Πάρα πολύ ισχυρό επίσης έρεισμα, αποτελούν τα
υψώματα νοτιοδυτικά της Σκοπιάς, καθώς και αυτά βόρεια του χωριού
95

Σαραντάπορο (Γλύκοβο). Η ισχύς της τοποθεσίας αυτής επαυξάνεται


σημαντικά και από το ότι τα πλευρά της στηρίζονται ανατολικά στα απότομα
νότια αντερείσματα του Τιτάρου όρους και δυτικά στο δεσπόζον ύψωμα
Αμάρβες, στα Καμβούνια όρη. Και στα δύο πλευρά επιτρέπεται η κίνηση μόνο
σε πολύ δύσβατες ατραπούς και ορεινές οδεύσεις.

γ. Η τοποθεσία Λαζαράδες - Βογκόπετρα, φράσσει τις οδεύσεις από


Δεσκάτη προς Σέρβια και από Λουτρό και Λειβαδερό προς τον Αλιάκμονα
ποταμό. Είναι περιοχή ορεινή και δύσβατη που επιτρέπει την κίνηση μόνο σε
ορεινές οδεύσεις.

3. Γενική Κατάσταση, Δυνάμεις και Διάταξη των Αντιπάλων

α. Τούρκων

(1) Μετά την περιορισμένη σχετικά αντίσταση που πρόβαλαν οι


Τούρκοι στην Ελασσόνα και τη Δεσκάτη, συμπτύχθηκαν από τις οδούς
Ελασσόνας - Σαρανταπόρου και Δεσκάτης - Λαζαράδων προς Βορρά, στην
αμυντική τοποθεσία Σαρανταπόρου και στην τοποθεσία Λαζαράδων -
Βογκόπετρας, όπου ήταν εγκαταστημένες οι κύριες δυνάμεις τους.
Η διάταξη του τουρκικού στρατού, σύμφωνα με στοιχεία του Τουρκικού
Επιτελείου από το έτος 1929, είχε όπως παρακάτω:
(α) Η 22η Μεραρχία (Κοζάνης), στον Αριστερό τομέα της
τοποθεσίας Σαρανταπόρου, από το ύψ. Σκοπιά μέχρι το χ. Λειβάδι, με 9
τάγματα Πεζικού, 12 πυροβόλα και 2 λόχους πολυβόλων.
(β) Η Έφεδρη Μεραρχία Ανασελίτσας (Νεάπολης), στο
Δεξιό Τομέα Σαραντάπορου, με 5 τάγματα Πεζικού και 10 πυροβόλα.
(γ) Δύο ίλες Ιππικού προωθημένες, κάλυπταν το δεξιό των
Τούρκων προς την κατεύθυνση του χωριού Γιαννωτά.
(δ) Όριο των δύο όπως παραπάνω Μεραρχιών ήταν η μεγάλη
χαράδρα δυτικά της αμαξιτής οδού προς Σέρβια - Κοζάνη.
(ε) Στρατηγεία: Το Στρατηγείο του 8ου Εκτάκτου Σώματος
Στρατού, στο οποίο υπάγονταν οι αναφερόμενες Μεραρχίες, όπως και αυτό της
22ης Μεραρχίας, στα Χάνια Σκοπιάς και της Μεραρχίας Ανασελίτσας στο
Σαραντάπορο (Γλύκοβο).
(στ) Τέσσερα τάγματα Πεζικού με λόχο Πολυβόλων
(προφανώς υπό τη Διοίκηση Συντάγματος) στην τοποθεσία Λαζαράδων -
Βογκόπετρας.

(ζ) Εκτός από τις παραπάνω Μονάδες βρίσκονταν στην


περιοχή των Σερβίων: 1 τάγμα Πεζικού στο Χάνι Καστανιάς, 1 τάγμα Πεζικού
96

στους Καλβάδες, 1 τάγμα Πεζικού με ουλαμό πεδινού Πυροβολικού στα


Σέρβια. Μέσα στην Κοζάνη βρίσκονταν το Στρατηγείο της Έφεδρης
Μεραρχίας Δράμας, καθώς και 1 τάγμα Πεζικού και γύρω από αυτήν (χωριό
Πετρανά και Κρόκος) 3 τάγματα Πεζικού.

(2) Οι παραπάνω δυνάμεις των Τούρκων, μπορούσαν να


ενισχυθούν από τις περιοχές Μοναστηρίου και Θεσσαλονίκης. Επομένως, ο
τουρκικός στρατός που επρόκειτο να αντιπαραταχθεί στη Στρατιά Θεσσαλίας,
μπορούσε να ανέλθει, σύμφωνα με τις πληροφορίες που υπήρχαν μέχρι την
παραμονή της μάχης, σε 31 τάγματα Πεζικού, 10 ίλες Ιππικού και 35
πυροβολαρχίες.

β. Ελλήνων

(1) Οι Μονάδες της Στρατιάς Θεσσαλίας, αφού προωθήθηκαν στις


8 Οκτωβρίου, έφθασαν μέχρι τις εσπερινές ώρες της ίδιας μέρας στις περιοχές
συγκεντρώσεως μάχης, όπως παρακάτω:
(α) Η Ι Μεραρχία, υπό τον Υποστράτηγο Μανουσογιαν-νάκη
Εμμανουήλ, χωρίς το πεδινό πυροβολικό της, στο χωριό Κοκκινόγη.
(β) Η ΙΙ Μεραρχία, υπό τον Υποστράτηγο Καλλάρη
Κωνσταντίνο, με το πεδινό πυροβολικό της ΙΙΙ Μεραρχίας, στην περιοχή του
υψώματος 385, ανατολικά του χωριού Λυκούδι.
(γ) Η ΙΙΙ Μεραρχία, υπό τον Υποστράτηγο Δαμιανό
Κωνσταντίνο, στο χωριό Λυκούδι.
(δ) Η IV Μεραρχία, υπό τον Υποστράτηγο Μοσχόπουλο
Κωνσταντίνο, χωρίς το πεδινό πυροβολικό της, στο χωριό Γιαννωτά.
(ε) Η V Μεραρχία, υπό τον Συνταγματάρχη Μηχανικού
Ματθαιόπουλο Δημήτριο, επίσης χωρίς το πεδινό πυροβολικό της, στο χωριό
Λουτρό.
(στ) Η VΙ Μεραρχία, υπό το Συνταγματάρχη Ιππικού
Μηλιώτη Κομνηνό, στο χωριό Πετρωτό.
(ζ) Η Ταξιαρχία Ιππικού, υπό το Συνταγματάρχη Σούτσο
Δημήτριο, στη Δεσκάτη.
(η) Το Απόσπασμα Ευζώνων (1ο και 4ο Τάγματα Ευζώνων),
υπό το Συνταγματάρχη Μηχανικού Γεννάδη Στέφανο, στη Δεσκάτη.
(θ) Το Απόσπασμα Ευζώνων (2ο και 6ο Τάγματα Ευζώνων),
υπό το Συνταγματάρχη Μηχανικού Κωνσταντινόπουλο Κωνσταντίνο, στο
χωριό Καλύβια.
(ι) Το πεδινό πυροβολικό της Ι, ΙV και V Μεραρχιών,
συγκεντρώθηκε στην περιοχή διασταυρώσεως των οδών Ελασσόνας - Σερβίων
και Ελασσόνας - Αγ. Δημητρίου, υπό το Συνταγματάρχη Πυροβολικού
97

Παρασκευόπουλο Λεωνίδα (Διοικητή Πυροβολικού ΙΙ Μεραρχίας), για να


υποστηρίξει τον αγώνα συγκεντρωτικά, ως Πυροβολικό Στρατιάς.
(ια) Η VΙΙ Μεραρχία, υπό το Συνταγματάρχη Πυροβολικού
Κλεομένη Κλεομένη, αφού συγκέντρωσε τις Μονάδες της στη Λάρισα, διέθεσε,
μετά από διαταγή του Γενικού Στρατηγείου, όλα τα μεταγωγικά της στην
Υπηρεσία Μετόπισθεν.
(ιβ) Το Γενικό Στρατηγείο στην Ελασσόνα.

(2) Η Στρατιά Θεσσαλίας υπό τις διαταγές του Διαδόχου -


Αρχιστρατήγου αποτελούνταν συνολικά από 49 τάγματα Πεζικού, 6 τάγματα
Ευζώνων, 60 πολυβόλα, 26 πεδινές πυροβολαρχίες, 5 ορειβατικές
πυροβολαρχίες, 8 ίλες Ιππικού, 6 ημιλαρχίες, 7 λόχους μηχανικού, 2 λόχους
τηλεγραφητών, 2 λόχους γεφυροποιών και στολίσκο από 4 αεροπλάνα
αναγνωρίσεως.

4. Σχέδια και Αποστολές Αντιπάλων

α. Τούρκων

Με την απόφαση που έλαβε η Τουρκική Διοίκηση διέταξε σθεναρή


άμυνα, με το σύνολο σχεδόν των διατιθέμενων δυνάμεων στις από τη φύση
τους οχυρές τοποθεσίες Σαρανταπόρου και Λαζαράδων - Βογκόπετρας, με
σκοπό την απόφραξη των κατευθύνσεων Ελασσόνα - Σέρβια και Δεσκάτη -
Λαζαράδες - Σέρβια και την απαγόρευση της προελάσεως του Ελληνικού
Στρατού προς Βορρά.

β. Ελλήνων

Το σχέδιο ενεργείας του Γενικού Στρατηγείου βασιζόταν γενικά στην


κατά μέτωπο επίθεση εναντίον των αμυνόμενων στη Στενωπό Σαρανταπόρου
κύριων τουρκικών δυνάμεων, με ταυτόχρονη και από τις δύο πλευρές
υπερκερωτική ενέργεια προς τα Σέρβια, για αποκοπή της συμπτύξεώς τους με
κατάληψη της γέφυρας στον Αλιάκμονα ποταμό και καταστροφή του εχθρού.
Η επίθεση αυτή θα συνδυαζόταν με ευρύτερο κυκλωτικό ελιγμό, από την
περιοχή Λαζαράδων, διαμέσου του πόρου Ζάμπουρδας προς Κοζάνη. Για την
υλοποίηση του σχεδίου αυτού, το Γενικό Στρατηγείο εξέδωσε στις 8 Οκτωβρίου
τις παρακάτω σχετικές διαταγές και οδηγίες επιχειρήσεων:
(1) Στις 1400, προς τα τμήματα Δεσκάτης (Ταξιαρχία Ιππικού και
Απόσπασμα Γεννάδη) να ενεργήσουν από το πρωί της 9ης Οκτωβρίου,
σύμφωνα με τις οδηγίες που είχαν σταλεί την προηγούμενη μέρα. Ειδικότερα,
να κινηθούν, η Ταξιαρχία Ιππικού από την αμαξιτή οδό βορειοδυτικά των
98

Καμβουνίων προς τα Σέρβια, ενεργώντας κυκλωτικά και το Απόσπασμα


Γεννάδη από το χωριό Ελάτη, να κατέβει προς τον πόρο Ζάμπουρδας τον οποίο
και να καταλάβει, για να καλύψει το αριστερό της Ταξιαρχίας Ιππικού και να
προετοιμάσει τη διάβαση της V Μεραρχίας για εκμετάλλευση προς Κοζάνη.
Τις επόμενες μέρες, τόσο η Ταξιαρχία όσο και το Απόσπασμα, θα ενεργούσαν,
με πρωτοβουλία τους, στο πλαίσιο των προθέσεων του Γενικού Στρατηγείου, οι
οποίες ήταν, η εκβίαση της τοποθεσίας Σαρανταπόρου με έγκαιρη κατάληψη
των Σερβίων και η καταστροφή των τουρκικών δυνάμεων σε αυτήν. Πρόσθεσε
επίσης, ότι "έγκαιρη εμφάνιση της Ταξιαρχίας Ιππικού στα Σέρβια, θα
προκαλέσει ολοκληρωτική καταστροφή του εχθρού".
(2) Την ίδια μέρα, προς την ΙV Μεραρχία, να προελάσει στις 9
Οκτωβρίου δια του Λειβαδερού προς Μεταξά και από εκεί, εάν διεξαγόταν
ζωηρός αγώνας στο Σαραντάπορο, να στραφεί προς την κατεύθυνση αυτή και
να προσβάλλει το δεξιό των Τούρκων, ενώ αν σε αντίθετη περίπτωση,
παρουσιάζονταν ενδείξεις για κάμψη της εχθρικής αντιστάσεως, να κινηθεί προς
Σέρβια, με σκοπό την αποκοπή και συντριβή του εχθρού.
(3) Ταυτόχρονα σχεδόν, στάλθηκαν οδηγίες προς την V Μεραρχία,
για να υπερβεί τα Καμβούνια στις 9 Οκτωβρίου και από τους Λαζαράδες να
κατευθυνθεί προς τον πόρο του Αλιάκμονα στη Ζάμπουρδα, για να καταδιώξει
τον εχθρό και να κυκλώσει τα τουρκικά τμήματα σε περίπτωση που θα
διέφευγαν από τα Σέρβια. Η κύρια όμως ενέργεια της Μεραρχίας περιοριζόταν
μέχρι τον πόρο Ζάμπουρδας, μετά από επιφύλαξη του Γενικού Στρατηγείου να
εκδώσει στον κατάλληλο χρόνο νέα διαταγή, αν συνέτρεχαν γι' αυτό το σκοπό
ευνοϊκές συνθήκες, για την εκτέλεση της ευρύτερης κυκλωτικής ενέργειας.
(4) Τέλος, στις 2045 εκδόθηκε διαταγή επιχειρήσεων, με την οποία
καθορίζονταν οι ενέργειες των υπόλοιπων Μεραρχιών εναντίον του
Σαρανταπόρου, όπως παρακάτω:
(α) Η ΙΙΙ Μεραρχία να επιτεθεί στις 0730 της 9ης Οκτωβρίου
αριστερά (δυτικά) της ΙΙ Μεραρχίας και σε επαφή με αυτή, με το δεξιό της
πλευρό προς το Σαραντάπορο.
(β) Η ΙΙ Μεραρχία να επιτεθεί την ίδια ώρα από τις πλευρές
της αμαξιτής οδού Ελασσόνας - Σερβίων και να καταλάβει με το αριστερό της
το Σαραντάπορο και με το δεξιό της το αριστερό (δυτικό) τμήμα του υψώματος
Σκοπιά.
(γ) Η Ι Μεραρχία να επιτεθεί στις 0900 της 9ης Οκτωβρίου
στην κατεύθυνση Κοκκινόγη - Σκοπιά και να καταλάβει το δεξιό (ανατολικό)
του υψώματος Σκοπιά. Το υπό τις διαταγές της Απόσπασμα
Κωνσταντινόπουλου, να κινηθεί από τις 0630 της ίδιας μέρας από τα Καλύβια
προς Λειβάδι και από εκεί να επιτεθεί προς Νεοχώρι εναντίον του αριστερού και
των νώτων των Τούρκων. Με τμήμα Ιππικού η Μεραρχία να καλυφθεί από την
κατεύθυνση Αγίου Δημητρίου (Στενά Πέτρας).
99

(δ) Η VΙ Μεραρχία να παραμείνει στην αρχή μέσα στο χωριό


Πετρωτό κάτω από τις άμεσες διαταγές του Γενικού Στρατηγείου.

(ε) Η VΙΙ Μεραρχία, επειδή παρουσίαζε ακόμη ελλείψεις


διατάχθηκε στις 0700 της 9ης Οκτωβρίου να κινηθεί από τη Λάρισα προς την
Ελασσόνα μόνο με το Πεζικό της.

5. Διεξαγωγή της Μάχης

α. Στη διάρκεια της 9ης Οκτωβρίου, όταν και έγινε η κύρια μάχη του
Σαρανταπόρου, οι Μονάδες, από τα αριστερά προς τα δεξιά, ενήργησαν όπως
παρακάτω:

(1) Άκρο Αριστερό


(α) Απόσπασμα Γεννάδη
Αναχώρησε στις 0700 από την περιοχή Δεσκάτης, και
αφού πέρασε το όρος Βουνάσα, έφθασε στις 1000 στο χωριό Ελάτη και από
εκεί κατευθύνθηκε στον πόρο Ζάμπουρδας του Αλιάκμονα. Πραγματοποίησε
στη συνέχεια αναγνώριση για ζεύξη του ποταμού και προέκρινε, αντί του πόρου
Ζάμπουρδα, αυτόν του Λογγά, που απέχει 1.500 περίπου μέτρα από τον
προηγούμενο, προς τον κατάρρουν του ποταμού. Το χρονικό διάστημα που το
Απόσπασμα ασχολούνταν με την περισυλλογή υλικών για ζεύξη του ποταμού,
ακούσθηκαν πυρά πυροβολικού από την περιοχή Λαζαράδων. Μετά από αυτό,
αφού άφησε δύο λόχους για φύλαξη του πόρου, κινήθηκε με την υπόλοιπη
δύναμη του στην αμαξιτή οδό προς Λαζαράδες. Από τις 1600, το Απόσπασμα
άρχισε να επιτίθεται εναντίον των Λαζαράδων και σημείωσε μερικές επιτυχίες
με ταυτόχρονη σύνδεση του και με την από τα δεξιά V Μεραρχία. Επειδή
όμως ήρθε το σκοτάδι, το Απόσπασμα, δεν κατόρθωσε να ολοκληρώσει την
κατάληψη των Λαζαράδων.
(β) Ταξιαρχία Ιππικού
Η Ταξιαρχία κινήθηκε στις 0700 από την αμαξιτή οδό
Δεσκάτης - Παλιουριάς - Λαζαράδων - προς Λαζαράδες. Γύρω στις 1200, όταν
έφθασε νότια του πόρου Ζάμπουρδα, πληροφορήθηκε για την τουρκική
αντίσταση στους Λαζαράδες και τη μάχη που γινόταν. Μετά από αυτό, διέκοψε
την κίνηση της και παρέμεινε αδρανής όλη την ημέρα μέχρι το τέλος της
μάχης. Τις βραδινές ώρες κινήθηκε μέχρι το χωριό Ελάτη, όπου και
διανυκτέρευσε.
(γ) V Μεραρχία
Κινήθηκε στις 0700 από το χ. Λουτρό προς Λαζαράδες
από την ημιονική οδό που ένωνε τα δύο χωριά. Γύρω στις 1100 οι
εμπροσθοφυλακές της Μεραρχίας ήρθαν σε επαφή με τον εχθρό. Μετά την
100

ολοκλήρωση των αναγνωρίσεων, η Μεραρχία άρχισε να επιτίθεται, με δύο


Συντάγματα σε πρώτο κλιμάκιο, εναντίον της τοποθεσίας Λαζαράδες -
Βογκόπετρα. Το 23ο Σύνταγμα που ενεργούσε προς τη Βογκόπετρα, εκτόπισε
τους Τούρκους από τις προχωρημένες θέσεις νοτιοδυτικά του χωριού αυτού και
κινήθηκε γρήγορα προς τις κύριες αμυντικές θέσεις του εχθρού, που βρίσκονταν
πριν από το χωριό, ενεργώντας με τάγμα από το δεξιό πλευρό. Το 16ο
Σύνταγμα με κατεύθυνση τους Λαζαράδες κινήθηκε κάπως αργότερα, λόγω του
ανώμαλου και δύσβατου εδάφους και έφθασε μπροστά από τις νοτιοανατολικά
και ανατολικά του χωριού οργανωμένες αμυντικές θέσεις του εχθρού. Η
Μεραρχία πέρασε τη νύκτα στις αναφερόμενες θέσεις, σε στενή επαφή με τον
εχθρό.
(2) Αριστερό
Η IV Μεραρχία παρά τις οδηγίες που είχε λάβει, καθόρισε με
διαταγή της, μοναδικό σκοπό την ταχεία κίνηση μέσω Λειβαδερού και Μεταξά,
με σύντονη πορεία και προώθηση των Μονάδων της προς Σέρβια στα νώτα της
εχθρικής διατάξεως. Στη διαταγή της προέβλεψε ισχυρή συγκρότηση της
εμπροσθοφυλακής, για την ταχεία άρση των τυχόν εχθρικών αντιστάσεων που
θα συναντούσε και την αποφυγή καθυστερήσεων στην προέλαση. Η Μεραρχία
άρχισε να κινείται από τις 0600 γρήγορα, και αφού απώθησε ελαφρές τουρκικές
αντιστάσεις στο Λειβαδερό, Κεφαλολείβαδο και Μεταξά, έφθασε γύρω στις
1400 αμέσως πριν από το χωριό Τριγωνικό. Την ίδια ώρα η εμπροσθοφυλακή
της Μεραρχίας παρατήρησε σε κάποια θέση νότια του Αγίου Χριστόφορου
εχθρική φάλαγγα, που κινούνταν, από τα Σέρβια προς Λαζαράδες.
Μπροστά στην παραπάνω κατάσταση, η Μεραρχία επιτέθηκε με δύναμη
2 περίπου ταγμάτων κατά της φάλαγγας, την οποία και διέλυσε. Με άλλο τάγμα,
και στο ύψος του χωριού Μεταξά, κάλυψε το δεξιό της από την κατεύθυνση του
Σαραντάπορου. Στη συνέχεια, με την κύρια δύναμή της κινήθηκε προς τα
χωριά Πολύρραχο και Προσήλιο, τα οποία και κατέλαβε γύρω στις 1730, ενώ
οι Τούρκοι υποχωρούσαν άτακτα προς τα Στενά της Πόρτας. Κατά τη διάρκεια
της νύκτας, ολόκληρη σχεδόν η δύναμη της Μεραρχίας συγκεντρώθηκε στα δύο
χωριά και προχωρημένα τμήματά της εγκαταστάθηκαν πάνω στα υψώματα
αμέσως νοτιοδυτικά της Στενωπού.
(3) Κέντρο
Τις πρωινές ώρες άρχισε η προέλαση των Μεραρχιών του
κέντρου προς τους αντικειμενικούς τους σκοπούς, δηλαδή από αριστερά προς
τα δεξιά ΙΙΙ, ΙΙ, Ι. Κάθε Μεραρχία ενεργούσε με δύο Συντάγματα στο πρώτο
κλιμάκιο. Επειδή στην αρχή η απόσταση από τις εχθρικές θέσεις ήταν μεγάλη
(8 - 10 χιλιόμετρα περίπου), τα τμήματα είχαν να αντιμετωπίσουν μόνο τις
δυσχέρειες του εδάφους. Από τις 1000 όμως τα τμήματα εισήλθαν στη ζώνη
πυρός του εχθρικού πυροβολικού και, παρά τη δραστικότητα του και τις
απώλειες, συνέχιζαν την κίνηση τους κάτω από ανεπαρκή μάλιστα υποστήριξη
101

του φίλιου πυροβολικού, στο οποίο εδαφικές δυσκολίες δεν επέτρεψαν να


ταχθεί έγκαιρα. Η εξέλιξη του αγώνα στον κάθε τομέα, κάθε Μεραρχίας είχε
όπως παρακάτω:
(α) ΙΙΙ Μεραρχία (Αριστερά)
Αρχικά η Μεραρχία κινήθηκε σε δύο συγκλίνουσες
κατευθύνσεις, δηλαδή Φαρμάκι - Τσαπουρνιά - Σαραντάπορο (Α) και Μηλιά -
Σαραντάπορο (Β). Το 10ο Σύνταγμα που ενεργούσε στην (Α) κατεύθυνση
κατέλαβε το χωριό Φαρμάκι και γύρω στις 1130 ήρθε σε στενή επαφή με τον
εχθρό που κατείχε τα υψώματα γύρω από το χωριό Τσαπουρνιά. Η προέλαση
του 12ου Συντάγματος, που ενεργούσε στη (Β) κατεύθυνση, βράδυνε λόγω του
δύσβατου εδάφους και της δραστικότητας των εχθρικών πυρών. Επειδή το 10ο
Σύνταγμα είχε εμπλακεί στον αγώνα κατά των υψωμάτων Τσαπουρνιάς και
υποχρεώθηκε έτσι να αποκλίνει από την κατεύθυνση προς το Σαραντάπορο,
οπότε δημιουργήθηκε μεγάλο κενό μεταξύ αυτού και του 12ου Συντάγματος
που ενεργούσε δεξιά, η Μεραρχία διέταξε το 6ο εφεδρικό Σύνταγμα να επιτεθεί
διαμέσου των δύο προηγουμένων, κατευθυνόμενο προς την εκκλησία του
Σαραντάπορου. Γύρω στις 1430 το 10ο Σύνταγμα μετά από αγώνα στον οποίο
συμμετείχαν και τα τρία τάγματά του, ολοκλήρωσε την κατάληψη των
υψωμάτων Τσαπουρνιάς και στράφηκε στο Σαραντάπορο, αλλά το δύσβατο
έδαφος το δυσκόλευε να προχωρήσει γρήγορα. Στη συνέχεια, επειδή νύκτωσε,
υποχρεώθηκε να εγκατασταθεί και να διανυκτερεύσει γύρω στα 2 χιλιόμετρα,
βόρεια της Τσαπουρνιάς, χωρίς να συνδεθεί με τη Μεραρχία, αλλά ούτε και με
το 6ο Σύνταγμα που ενεργούσε δεξιά. Τα δύο άλλα Συντάγματα της Μεραρχίας
(6ο, 12ο), μετά από αγώνα, κατόρθωσαν να φθάσουν σε απόσταση 600 - 1.000
μέτρων, περίπου από τις κύριες αμυντικές θέσεις των Τούρκων, όπου
διανυκτέρευσαν.
(β) ΙΙ Μεραρχία (Κέντρο)
Η Μεραρχία κινήθηκε σε δύο κατευθύνσεις από τις
δύο πλευρές της αμαξιτής οδού, αριστερά (δυτικά) με το 7ο Σύνταγμα και δεξιά
(ανατολικά) με το 1ο Σύνταγμα. Η κίνηση της Μεραρχίας, παρά το ότι αρχικά
επιβραδύνθηκε για να καταφθάσει και το πεδινό πυροβολικό, συντελέσθηκε
κανονικά μέχρι τις 1030, οπότε τα τμήματα άρχισαν να βάλλονται από πυρά του
πεζικού των Τούρκων, που κατείχε θέσεις πάνω στο αντέρεισμα νότια του
υψώματος 514. Γύρω στις 1300 τα προχωρημένα τμήματα της Μεραρχίας
κατέλαβαν το ύψωμα 514 και οι Τούρκοι απωθήθηκαν προς την κύρια γραμμή
αντιστάσεως. Από αυτήν την ώρα, η Μεραρχία ανέπτυξε μεγαλύτερη
δραστηριότητα, με το να προωθεί συνέχεια τα τμήματα της και ενέπλεξε στον
αγώνα μέρος της εφεδρείας της λόγω της ισχυρής εχθρικής αντιστάσεως. Γύρω
στις 1600, τα δύο Συντάγματα που ενεργούσαν μπροστά, κατόρθωσαν να
φθάσουν σε απόσταση 700-1.000 μ. περίπου από τις κύριες θέσεις των
Τούρκων, χωρίς να μπορέσουν να προχωρήσουν παραπέρα, λόγω ισχυρής
102

αντιστάσεως των Τούρκων. Τελικά, υποχρεώθηκαν να διανυκτερεύσουν στη


γραμμή αυτή.
(γ) Ι Μεραρχία (Δεξιά)
Η Ημιλαρχία της Ι Μεραρχίας, που προπορευόταν,
ανέφερε την παρουσία τουρκικού τμήματος στο Λειβάδι, που ασχολούνταν με
την κατασκευή ορυγμάτων σε λόφο της Μονής Προφήτη Ηλία. Επίσης, ότι
μέχρι την είσοδο της στενωπού Πέτρας δε συνάντησε εχθρό. Στις 0940 ότι
έφθασε σε απόσταση χιλιομέτρου από τον Άγιο Δημήτριο χωρίς να συναντήσει
εχθρό. Η κίνηση της Μεραρχίας, που έγινε με δύο Συντάγματα στο πρώτο
κλιμάκιο, 5ο (Αριστερά) και (4ο Δεξιά), αρχικά και μέχρι τις 1100 περίπου
χωρίς δυσκολία, λόγω της μεγάλης αποστάσεως των τουρκικών θέσεων. Τα
προπορευόμενα τμήματα της Μεραρχίας βλήθηκαν στην αρχή από πυρά
πεζικού από το ύψωμα Τσούμα (810), που βρισκόταν βορειοανατολικά της
θέσεως Καλύβια Κούλα. Επειδή η ενέργεια τους ήταν άμεση, ανέτρεψαν το
τουρκικό τμήμα και γύρω στις 1230 κατέλαβαν το ύψωμα. Στη συνέχεια η
κίνηση της Μεραρχίας άρχισε να επιβραδύνεται, εξαιτίας της δραστικότητας
των τουρκικών πυρών, που εκτοξεύονταν από την κύρια γραμμή αντιστάσεως.
Γύρω στις 1600 η Μεραρχία, κατέλαβε τα υψώματα 673 και 667, που απείχαν
γύρω στα 500-600 μ. από τα τουρκικά χαρακώματα. Επειδή, όμως, δεν μπόρεσε
να κινηθεί πιο πέρα εξαιτίας της τουρκικής αντιδράσεως, σταθεροποιήθηκε και
διανυκτέρευσε στα υψώματα που είχαν καταληφθεί.
(4) Δεξιό
Το Απόσπασμα Κωνσταντινόπουλου, που υπαγόταν στην Ι
Μεραρχία, κινήθηκε στις 0630 από τα Καλύβια (Χειμάδι) με επικεφαλής το 6ο
Τάγμα Ευζώνων και έφθασε, χωρίς να συναντήσει εχθρό, γύρω στις 1500 στους
λόφους πάνω από τις θέσεις Προφήτη Ηλία (εξωκκλήσι του χωριού Λειβάδι),
όπου και διανυκτέρευσε. Γύρω στις 1600, όταν αποσύρθηκε για μια στιγμή η
ομίχλη που επικρατούσε, το Απόσπασμα βλήθηκε από πυρά πεζικού.
(5) Εφεδρεία (VI Μεραρχία) - Πυροβολικό Στρατιάς.
(α) Η VI Μεραρχία διατάχθηκε, γύρω στο μεσημέρι, να κινηθεί
προς το χωριό Γεράνια, για να βρίσκεται πιο κοντά στη ζώνη μάχης, και να
αποστείλει τάγμα προς την κατεύθυνση Αγίου Δημητρίου (Στενά Πέτρας) για
την κάλυψη του Δεξιού της Στρατιάς. Αργότερα, η Μεραρχία προωθήθηκε
ακόμη πιο βόρεια στην περιοχή Χάνι Χατζηγώγου.
(β) Το πεδινό πυροβολικό της Στρατιάς, από το γεγονός ότι
δεν υπήρχαν οδεύσεις στην περιοχή και κατάλληλοι χώροι αναπτύξεως, δεν
μπόρεσε από την αρχή να υποστηρίξει ικανοποιητικά τον αγώνα των τριών
Μεραρχιών του Κέντρου. Η υποστήριξη δόθηκε από τις πρώτες απογευματινές
ώρες και μετά.
103

β. Όταν βράδιασε, ο αγώνας στο μέτωπο των τριών Μεραρχιών του


Κέντρου, διακόπηκε και η άμυνα των Τούρκων στην κύρια γραμμή
αντιστάσεως εξακολουθούσε να είναι ισχυρή. Όλα σχεδόν τα τμήματα της
Στρατιάς, όλη τη μέρα της 9ης Οκτωβρίου, κατέβαλαν μεγάλες προσπάθειες
αφού πάλαιψαν όχι μόνο εναντίον ισχυρά οργανωμένου αντιπάλου, αλλά και
ενάντια στις εδαφικές και καιρικές δυσχέρειες. Οι σοβαρές απώλειες από το
τουρκικό πυρ, ιδιαίτερα στις Μεραρχίες που ενεργούσαν κατά μέτωπο, όπως και
η σωματική κούραση, είχαν δυσμενή επίδραση στο ηθικό των μονάδων. Έτσι,
με σκοπό την τόνωση του ηθικού, το Γενικό Στρατηγείο εξέδωσε στις 2200 την
παρακάτω διαταγή προς τις Ι, ΙΙ, ΙΙΙ και ΙV Mεραρχίες: "Να κοινοποιήσετε στο
στράτευμα, ότι η σημερινή ανδρεία του και επιτυχία του, μου δίνουν την
πεποίθηση της τελικής νίκης για αύριο. Στους αρχηγούς, συνιστώ, ακάθεκτη
επίθεση και σύνδεσμο μεταξύ Πεζικού και Πυροβολικού".

γ. Για την επομένη, διατάχθηκε επίσης οι τρείς Μεραρχίες του Κέντρου


(Ι, ΙΙ, ΙΙΙ) να συνεχίσουν από το ΠΦ τον αγώνα, για την εκδίωξη των Τούρκων
από την τοποθεσία τους. Μετά από αυτό, τις πρωινές ώρες της 10ης Οκτωβρίου
οι Μεραρχίες προ του Σαρανταπόρου, προετοιμάζονταν για τη συνέχιση της
επιθέσεως. Καμμιά κίνηση δεν παρουσιαζόταν όμως στην τοποθεσία των
Τούρκων. Από τις περιπόλους των επικεφαλής τμημάτων που στάλθηκαν,
διαπιστώθηκε ότι οι Τούρκοι κατά τη διάρκεια της νύκτας 9/10 Οκτωβρίου,
είχαν εγκαταλείψει την τοποθεσία και άρχισαν να συμπτύσσονται εσπευσμένα
προς τα Σέρβια, γιατί φοβήθηκαν, όπως φάνηκε από την αρχή ότι θα αποκοπούν
από την απειλητική γι' αυτούς ενέργεια της ΙV Μεραρχίας. Πραγματικά, η
σύμπτυξη των Τούρκων άρχισε μετά τα μεσάνυχτα, δεν έγινε όμως αντιληπτή.
Σε αυτό, συντέλεσαν οι δυσμενείς καιρικές συνθήκες και η έλλειψη συνεχούς
και στενής επαφής με τον εχθρό.

δ. Το Γενικό Στρατηγείο, όταν στο μεταξύ πληροφορήθηκε τη


σύμπτυξη των Τούρκων, εξέδωσε στις 0810 και 0855 της 10ης Οκτωβρίου,
διαταγές, με τις οποίες καθορίζονταν τα εξής:
(1) Η VI Μεραρχία να καταδιώξει τους Τούρκους κατά μήκος της
στενωπού προς τα Στενά Πόρτας, και να υπερβεί στην ανάγκη τη ΙΙ
Μεραρχία, αν αυτή καθυστερούσε.
(2) Η ΙΙ Μεραρχία να καταδιώξει τους Τούρκους κατά μήκος της
στενωπού.
(3) Η Ι Μεραρχία και το Απόσπασμα Κωνσταντινοπούλου να
καταδιώξουν τους Τούρκους στην κατεύθυνση Νεοχώρι-Λάβα προς Σέρβια.
(4) Η ΙΙΙ Μεραρχία να κινηθεί στην αμαξιτή οδό Σαρανταπόρου
πίσω από την ΙΙ και VΙ Μεραρχίες.
104

(5) Η ΙV Μεραρχία να κατέλθει στα Στενά Πόρτας και στην


κοιλάδα του Αλιάκμονα.
(6) Η V Μεραρχία με το Απόσπασμα Γεννάδη, επειδή δεν έλαβε
έγκαιρα τη διαταγή του Γενικού Στρατηγείου για καταδίωξη των Τούρκων,
κινήθηκε προς το χωριό Λαζαράδες (που είχε εκκενωθεί από τους Τούρκους),
όπου και στάθμευσε.
(7) Η Ταξιαρχία Ιππικού, επειδή δε συνδεόταν με την V Μεραρχία,
μόλις στις 0930 πληροφορήθηκε τη σύμπτυξη των Τούρκων. Γύρω στο
μεσημέρι, έφθασε στους Λαζαράδες, όπου και στάθμευσε για αρκετό διάστημα,
παρά τις επίμονες συστάσεις του Διοικητή της V Μεραρχίας να προωθηθεί η
Ταξιαρχία γρήγορα στη γέφυρα Σερβίων για αποκοπή της συμπτύξεως των
Τούρκων. Στη συνέχεια, η Ταξιαρχία κινήθηκε δια του Μικροβάλτου στο
Προσήλιο, όπου και διανυκτέρευσε χωρίς να συμβάλει καθόλου στην
καταδίωξη.

ε. Για την υλοποίηση των νέων διαταγών του Γενικού Στρατηγείου, οι


Μεραρχίες τέθηκαν σε κίνηση και πέτυχαν να κυριεύσουν ολόκληρο σχεδόν το
Πεδινό Πυροβολικό, μέρος από το υπόλοιπο υλικό των Τούρκων, και να
αιχμαλωτίσουν περιορισμένο αριθμό αποκομμένων τμημάτων και ανδρών. Η IV
Μεραρχία, κινήθηκε γρήγορα και με την Ημιλαρχία της κατέλαβε άθικτη τη
γέφυρα του Αλιάκμονα. Γύρω στα μεσάνυχτα περίπου της 10/11 Οκτωβρίου η
Στρατιά, εξέδωσε διαταγή σταθμεύσεως και ανασυγκροτήσεως των Μονάδων
της, σε θέσεις αμέσως βόρεια της Στενωπού και μέχρι τη γέφυρα του
Αλιάκμονα. Έτσι, έληξε ουσιαστικά η μάχη Σαρανταπόρου.

6. Αποτελέσματα

α. Οι απώλειες του Ελληνικού Στρατού στη μάχη του Σαρανταπόρου,


ήταν:
Από τις Μεραρχίες Κέντρου, 11 αξιωματικοί και 110 οπλίτες νεκροί
και 25 αξιωματικοί και 806 οπλίτες τραυματίες. Από τις IV και V Μεραρχίες
και τα Αποσπάσματα Ευζώνων, 7 αξιωματικοί και 46 οπλίτες νεκροί και 5
αξιωματικοί και 159 οπλίτες τραυματίες.

β. Η γρήγορη και νικηφόρα έκβαση της μάχης Σαρανταπόρου αύξησε το


ηθικό του Στρατού και άνοιξε τις πύλες για την απελευθέρωση στη συνέχεια της
Δυτικής και Κεντρικής Μακεδονίας.
105

7. Διαπιστώσεις - Συμπεράσματα

α. Η υπερκερωτική ενέργεια της IV Μεραρχίας αποτέλεσε την κύρια


αιτία που υποχρέωσε τους Τούρκους σε σύμπτυξη. Ο Διοικητής της IV
Μεραρχίας, παρά το γεγονός ότι με τις οδηγίες που δόθηκαν δεσμεύονταν και
με ενέργεια προς Σαραντάπορο επειδή αποσκοπούσε στην επίτευξη
αποφασιστικού αποτελέσματος, καθόρισε ως μοναδική ενέργειά του τη γρήγορη
προς Σέρβια προέλαση της Μεραρχίας, για να απειλήσει τα νώτα του αντιπάλου
και την αποκοπή της συμπτύξεώς του προς Κοζάνη. Η ορθή αυτή σύλληψη και
υλοποίηση του παραπάνω ελιγμού, συντέλεσε πάρα πολύ στην ήττα του
αντιπάλου και κατέδειξε ότι οι στενωποί και γενικότερα οι οργανωμένες
τοποθεσίες παραβιάζονται καλύτερα με υπερκερωτικές ενέργειες, αν φυσικά
συνηγορούν σ' αυτό και οι υπόλοιποι παράγοντες (έδαφος, δρομολόγια, διάταξη
κτλ.).

β. Εφόσον ο πλησιέστερος υπερκερωτικός ελιγμός προς Σέρβια


ανατέθηκε στην ΙV Μεραρχία (έστω και ως μέρος της αποστολής της), δε θα
έπρεπε η κατάληψη των Σερβίων να ανατεθεί ταυτόχρονα και ως αποστολή
στην Ταξιαρχία Ιππικού, γιατί με αυτόν τον τρόπο υπάρχει κίνδυνος συγχύσεως
των αποστολών. Όπως φάνηκε, το Γενικό Στρατηγείο δεν περίμενε τέτοια
εξέλιξη της καταστάσεως και ότι η ενέργεια της IV Μεραρχίας θα συντελούνταν
τόσο γρήγορα.

γ. Η εκτέλεση του ευρύτερου υπερκερωτικού ελιγμού προς Κοζάνη


όπως σχεδιάσθηκε από το Γενικό Στρατηγείο έπρεπε να αφεθεί στην
πρωτοβουλία του Διοικητή της V Μεραρχίας και να μη δεσμευθεί αυτός
αναμένοντας τη λήψη νεότερης διαταγής. Λαμβάνεται μάλιστα υπόψη, η
ανυπαρξία σχεδόν την εποχή εκείνη των μέσων επικοινωνιών που δημιουργεί
καθυστερήσεις στη διαβίβαση των εκδιδόμενων διαταγών. Η συγκρότηση και η
υπαγωγή όλων των τμημάτων που ενεργούσαν στο άκρο αριστερό (V
Μεραρχία, Ταξιαρχία Ιππικού, Απόσπασμα Γεννάδη) υπό ενιαία Διοίκηση και η
ανάθεση σε αυτή του ελιγμού για γρήγορη κατάληψη της Κοζάνης, θα
συνέβαλε όπως φάνηκε, στην αιχμαλωσία όλων των Τουρκικών Δυνάμεων, που
ενεργούσαν στα νότια της. Οι επιδιωκόμενοι από μια Ανώτερη Διοίκηση
σκοποί καθορίζουν και ανάλογη συγκρότηση των Μονάδων και επιβάλλουν
αποδέσμευση των πρωτοβουλιών στις Διοικήσεις τους, όταν μάλιστα αυτές
είναι κλιμακίου Μεραρχίας.

δ. Η Ταξιαρχία Ιππικού, μετά την άφιξή της στους Λαζαράδες, παρά τις
συστάσεις και παροτρύνσεις του Διοικητή της V Μεραρχίας, για να κινηθεί
προς Βορρά και να αποκόψει τη σύμπτυξη των Τούρκων, ως καταλληλότερη
106

για τέτοιες ενέργειες μονάδα, αδράνησε, γεγονός το οποίο συνέβαλε στη μη


ολοκληρωτική επιτυχία του ελιγμού που σχεδιάσθηκε (καταστροφή των
Τούρκων).

ε. Η εγκατάλειψη στη διάρκεια της νύχτας 9/10 Οκτωβρίου, από τους


Τούρκους της τοποθεσίας Σαρανταπόρου, έγινε αντιληπτή μόλις το πρωί στις 10
Οκτωβρίου με αποτέλεσμα να διαρρεύσει προς τα πίσω ολόκληρη σχεδόν η
εχθρική δύναμη, ανενόχλητη. Επιβάλλεται, λοιπόν πάντοτε η στενή και συνεχής
επαφή με τον αντίπαλο, ώστε να γνωρίζουμε κάθε στιγμή τι κάνει ο εχθρός.

στ. Η υποστήριξη των Μεραρχιών που ενεργούσαν στο Κέντρο από το


σύνολο του Πεδινού Πυροβολικού, μέχρι τις 1300 της 9ης Οκτωβρίου, ήταν
μηδαμινή, λόγω καθυστερήσεως στην επέμβαση του στον αγώνα, εξαιτίας της
ανυπαρξίας οδεύσεων και κατάλληλων χώρων αναπτύξεως. Η συγκεντρωτική
χρησιμοποίηση του Πυροβολικού κατά την επίθεση, θεωρείται κατάλληλη,
αλλά, αφού πρώτα εξασφαλισθούν οι προϋποθέσεις, για την έγκαιρη ανάπτυξη
του.

ζ. Η συγκέντρωση τριών ολόκληρων Μεραρχιών στο Κέντρο και η


χρησιμοποίησή τους για επίθεση σε μέτωπο 15 περίπου χιλιομέτρων πρέπει να
χαρακτηρισθεί υπερβολική. Σε αυτό άλλωστε οφείλονταν και οι μεγάλες
απώλειες τους. Συνεπώς δε θεωρείται κατάλληλη η συσσώρευση πολλών
Μονάδων σε περιορισμένους χώρους και μάλιστα τέτοιους, ελεγχόμενους από
το εχθρικό πυρ, όταν δεν υπάρχει επαρκής υποστήριξη Πυροβολικού.

η. Η ανάθεση της καταδιώξεως ταυτόχρονα σε δύο Μεραρχίες (ΙΙ και VI)


που κινούνταν στο ίδιο δρομολόγιο, το οποίο περνούσε κατά μήκος Στενωπού
και που δεν επέτρεπε και από τα δύο πλευρά ευχερή κίνηση των τμημάτων,
δημιούργησε βραδύτητα, εμπλοκή και σύγχυση των Μονάδων, η οποία
κατέληξε τελικά σε βάρος της αποτελεσματικής καταδιώξεως. Θεωρείται
κατάλληλη επομένως η καταδίωξη, να αναλαμβάνεται από ανέπαφα και όχι
καταπονημένα τμήματα και στα οποία να εξασφαλίζεται η ελευθερία των
δρομολογίων, για την ευχερή και γρήγορη κίνηση τους.

θ. Η επιλογή από μέρους των Τούρκων, ως πεδίου αμυντικής μάχης της


τοποθεσίας Σαρανταπόρου, της οποίας η φυσική ισχύς επαυξήθηκε πάρα πολύ
με ανάλογη τεχνική οργάνωση (η τοποθεσία οργανώθηκε από το Γερμανό
Στρατηγό Φον Ντερ Γκολτς Πασά), αποτέλεσε ορθή πράξη, γιατί με αυτή
φράσσονταν οι οδεύσεις προς το υψίπεδο Κοζάνης - Πελαγονίας και την
πεδιάδα Καμπανίας (Θεσσαλονίκης).
H ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΓΙΑΝΝΙΤΣΩΝ
(19 - 20 Οκτωβρίου 1912)

1. Εισαγωγή

Οι Τούρκοι, μετά την ήττα της Μάχης του Σαραντάπορου, συμπτύχθηκαν


και στράφηκαν προς τα ανατολικά.
Το Γενικό Στρατηγείο μετά την απελευθέρωση της Κοζάνης, προώθησε
τον όγκο των δυνάμεών του προς το υψίπεδό της. Οι πληροφορίες ήταν
ασαφείς για την κατεύθυνση συμπτύξεως του εχθρού, επειδή δεν είχε επαφή
μαζί του. Το Γενικό Στρατηγείο, αποφάσισε τη στροφή του όγκου της Στρατιάς
προς Βέροια και κατόπιν προς Θεσσαλονίκη, επειδή η Ελληνική Κυβέρνηση
ενδιαφερόταν για την απελευθέρωσή της πριν φθάσει εκεί ο Βουλγαρικός
Στρατός.
Το Γενικό Στρατηγείο, βασιζόμενο στην απόφαση που είχε ληφθεί και
αφορούσε τη στροφή της Στρατιάς προς τα ανατολικά, άρχισε να εκδίδει
ανάλογες διαταγές από το απόγευμα της 13ης Οκτωβρίου, με βάση τις οποίες
κινήθηκαν οι Ελληνικές δυνάμεις.
Ο Ελληνικός Στρατός κατά την προέλασή του προς τα ανατολικά, έδωσε
με τους Τούρκους τη δεύτερη σοβαρή μάχη μετά από αυτή στο Σαραντάπορο,
τη μάχη των Γιαννιτσών, η οποία διεξήχθη στην ομώνυμη αμυντική τοποθεσία.

2. Περιγραφή του Πεδίου της Μάχης (Σχεδ. 24)

α. Το εδαφικό διαμέρισμα της περιοχής Γιαννιτσών, που οι Τούρκοι


επέλεξαν ως αμυντική τοποθεσία και εγκατέστησαν τον όγκο των δυνάμεών
τους, έχει ανάπτυγμα 10 χιλιομέτρων περίπου και περιλαμβάνει κυρίως τα
υψώματα των χωριών Αμπελιές και Πενταπλάτανος, καθώς και την πόλη των
Γιαννιτσών.
Προς τα βόρεια ορίζεται από το όρος Πάικο, ενώ στα νότια εκτεινόταν
εκείνη την εποχή η αποξηραμένη σήμερα λίμνη των Γιαννιτσών. Στα δυτικά
υπάρχει ο ποταμός Λουδίας και στα ανατολικά ο Αξιός ποταμός.
Μεταξύ της παραπάνω λίμνης και των εκβολών των ποταμών Λουδία
και Αλιάκμονα σχηματιζόταν κατά την περίοδο εκείνη μία στενή λωρίδα
εδάφους, αναπτύγματος 3 χιλιομέτρων περίπου, η οποία ήταν πολύ εύκολο να
εξασφαλισθεί, αφού η κίνηση, λόγω και των ελών που υπήρχαν, ήταν δυνατή
μόνο σε ορισμένες κατευθύνσεις.

β. Η τοποθεσία των Γιαννιτσών, παρά το μειονέκτημα ότι είχε στα νώτα


της ένα μεγάλο κώλυμα, τον Αξιό ποταμό, προσφερόταν για άμυνα με μέτωπο
προς τα δυτικά, λόγω των παρακάτω πλεονεκτημάτων :
(1) ΄Εφραζε την κύρια οδική αρτηρία, από την ΄Εδεσσα μέσω
Γιαννιτσών, προς τη Θεσσαλονίκη.
(2) Στήριζε ικανοποιητικά τα πλευρά της, στο όρος Πάικο από τα
βόρεια και στη λίμνη Γιαννιτσών από τα νότια.
(3) Τα περιλαμβανόμενα υψώματα, παρότι δεν είχαν μεγάλο
υψοδείκτη προσφέρονταν για άμυνα, καθόσον το προ αυτών έδαφος ήταν
τελείως πεδινό και ακάλυπτο και επέτρεπε την εκτέλεση παρατηρούμενων
πυρών και την πλήρη εκμετάλλευση των θεριστικών πυρών των όπλων πεζικού.
(4) Επέτρεπε την ανάπτυξη των δυνάμεων της άμυνας, καθώς και
των όπλων υποστηρίξεως.
(5) Η επάνδρωσή της απαιτούσε περιορισμένες σχετικά δυνάμεις
και δεν ήταν ευχερής η υπερκέρασή της τόσο από τα νότια, λόγω της λίμνης και
του ελώδους του εδάφους, όσο και από τα βόρεια δια του Πάικου όρους, όπου
το έδαφος ήταν εξαιρετικά δύσβατο.
(6) Η ύπαρξη πίσω (ανατολικά) από την τοποθεσία παράλληλων
αντερεισμάτων προσέδιδε το απαραίτητο βάθος για εκείνη την εποχή και
εξυπηρετούσε την κατάλληλη τοποθέτηση και κίνηση των εφεδρειών.
(7) Η τοποθεσία, τέλος, κάλυπτε ευρέως την πόλη της
Θεσσαλονίκης και την περιοχή της και προάσπιζε άμεσα τα Γιαννιτσά που τότε
θεωρούνταν ιερή πόλη των Μουσουλμάνων.

γ. Πρέπει να τονισθεί πως ορισμένα από τα πλεονεκτήματα της


αμυντικής τοποθεσίας ίσχυαν την εποχή που η λίμνη υπήρχε με τις ελώδης
προεκτάσεις της έως τις εκβολές του ποταμού Λουδία. Οι απόψεις τακτικής
όμως διαφοροποιήθηκαν από τότε που η λίμνη αποξηράνθηκε.

3. Γενική Κατάσταση, Δυνάμεις και Διάταξη των Αντιπάλων

α. Τούρκων

Οι δυνάμεις του Τουρκικού Στρατού που συμπτύχθηκαν από την


τοποθεσία Σαρανταπόρου προς την Κοζάνη, κατευθύνθηκαν κατά το κύριο
μέρος τους διά μέσου της Βέροιας προς τα ανατολικά. Οι δυνάμεις αυτές αφού
ενισχύθηκαν και με τη 14η Μεραρχία Σερρών, που μεταφέρθηκε από το
Στρυμόνα σιδηροδρομικώς, εγκαταστάθηκαν αμυντικά στην τοποθεσία
Γιαννιτσών για να απαγορεύσουν την προέλαση του Ελληνικού Στρατού προς
τη Θεσσαλονίκη. Το σύνολό τους υπολογιζόταν σε 25.000 άντρες περίπου, που
υποστηρίζονταν από 24-30 πυροβόλα.
Σύμφωνα με στοιχεία του Τουρκικού Επιτελείου, που κοινοποιήθηκαν
το 1929, την κύρια τοποθεσία Γιαννιτσών υπερασπίζονταν η 14η Μεραρχία
Σερρών, η οποία αποτελούνταν από τα 40ό, 41ο, 42ο Συντάγματα Πεζικού (από
109

τρία τάγματα το καθένα), το 14ο Σύνταγμα Πεδινού Πυροβολικού (5


πυροβολαρχίες), μία ορειβατική πυροβολαρχία του 13ου Συντάγματος
Πυροβολικού, το 25ο Σύνταγμα Ιππικού, ένα λόχο Μηχανικού και ένα λόχο
Νοσοκόμων. Στη Μεραρχία αυτή υπαγόταν επίσης και το Απόσπασμα
Κατερίνης (4 τάγματα Πεζικού, μία ορειβατική πυροβολαρχία και μία ίλη
Ιππικού).
Η διάταξη των παραπάνω δυνάμεων ήταν η εξής :
(1) Δύο συντάγματα Πεζικού της Μεραρχίας κατείχαν θέσεις στα
αντερείσματα δυτικά των Γιαννιτσών και αμέσως βόρεια της αμαξιτής οδού
Σκύδρας - Γιαννιτσών.
(2) Το Απόσπασμα Κατερίνης, στο δεξιό της διατάξεως και αμέσως
βόρεια της καροποίητης οδού χ. Αξός - Γιαννιτσά.
(3) Το τρίτο Σύνταγμα της Μεραρχίας νοτιοανατολικά του χωριού
Πενταπλάτανος.
(4) Τρεις πεδινές και δύο ορειβατικές πυροβολαρχίες, είχαν ταχθεί
στα δυτικά των Γιαννιτσών για να υποστηρίξουν τα τμήματα που αμύνονταν
εκεί. Οι άλλες δύο πεδινές πυροβολαρχίες είχαν ταχθεί νοτιοανατολικά των
υψωμάτων του χωριού Πενταπλάτανος για την υποστήριξη του τομέα αυτού.
(5) Το Σύνταγμα Ιππικού με την Ίλη του Αποσπάσματος Κατερίνης
κάλυπταν ολόκληρη την αμυντική τοποθεσία.

β. Ελλήνων

Ο όγκος της Στρατιάς συγκεντρώθηκε στην πεδιάδα της Βέροιας,


αφού πέρασε την ορεινή περιοχή του Βερμίου και της Κατερίνης και μετά από
συμπλοκές στα Στενά Τριπόταμου, στο χ. Ξηρολείβαδο, στο χ. Βρωμοπήγαδο,
απώθησε με ευκολία τους Τούρκους. Η συγκέντρωση της Στρατιάς καλύφθηκε
από την V Μεραρχία στην περιοχή Αμύνταιο - Κλειδί από τα αριστερά και από
τα δεξιά από την VII Μεραρχία η οποία, αφού απελευθέρωσε την Κατερίνη,
προωθήθηκε μέχρι τον Αλιάκμονα ποταμό. Η διάταξη της Στρατιάς το
απόγευμα της 18ης Οκτωβρίου ήταν η εξής:
(1) Η V Μεραρχία (υπό το Συνταγματάρχη Μηχανικού
Ματθαιόπουλο Δημήτριο) στην περιοχή Αμύνταιο - Ξυνό Νερό.
(2) Η VI Μεραρχία (υπό το Συνταγματάρχη Μηχανικού Μηλιώτη
Κομνηνό) στην περιοχή Σκύδρας.
(3) Η IV Μεραρχία (υπό τον Υποστράτηγο Μοσχόπουλο Κων/νο)
στην περιοχή του χωριού Άγιος Γεώργιος, με τάγμα στο Σανδάλι.
(4) Η ΙΙ Μεραχία (υπό τον Υποστράτηγο Καλλάρη Κων/νο) στην
περιοχή του χωριού Εσώβαλτα.
(5) Η Ι Μεραρχία (υπό τον Υποστράτηγο Μανουσογιαννάκη
Εμμανουήλ) στο χωριό Ζερβοχώρι.
110

(6) Η ΙΙΙ Μεραρχία (υπό τον Υποστράτηγο Δαμιανό Κων/νο) στην


περιοχή Λουκά του χωριού ΄Αγιος Λουκάς.
(7) Η Ταξιαρχία Ιππικού (υπό τον Αντισυνταγματάρχη Ιππικού
Καραμανλίκη Γεώργιο) στη Βέροια.
(8) Η VII Μεραρχία (υπό το Συνταγματάρχη Πυροβολικού
Κλεομένη Κλεομένη) στην περιοχή της γέφυρας Νησέλι στον ποταμό
Αλιάκμονα.
(9) Απόσπασμα Ευζώνων (2ο και 6ο Τάγματα Ευζώνων υπό τον
Αντισυνταγματάρχη Μηχανικού Κωνσταντινόπουλο Κων/νο) στην περιοχή του
χωριού Λουτρός νοτιοδυτικά της Αλεξάνδρειας.
(10) Απόσπασμα Ευζώνων (1ο και 4ο Τάγματα Ευζώνων υπό το
Συνταγματάρχη Μηχανικού Γεννάδη Στέφανο) στην περιοχή Γρεβενών.
(11) Το Γενικό Στρατηγείο στο Σιδηροδρομικό Σταθμό της
Νάουσας.

4. Σχέδια και Αποστολές Αντιπάλων

α. Τούρκων

Το σχέδιο ενεργείας του Τουρκικού Στρατού βασιζόταν κυρίως σε


σταθερή άμυνα στην τοποθεσία των Γιαννιτσών. Για τον Αρχιστράτηγο Χασάν-
Ταξίν Πασά, η άμυνα της ανατολικής όχθης του Αξιού πιθανόν να παρουσίαζε
μεγαλύτερα πλεονεκτήματα λόγω του κωλύματος του ποταμού. Η επιλογή
όμως της τοποθεσίας των Γιαννιτσών έγινε, επειδή προάσπιζε άμεσα μια ιερή
πόλη των Μουσουλμάνων, ή ο Τούρκος Αρχιστράτηγος δίσταζε να καταλάβει
μια γραμμή άμυνας πολύ κοντά στην πόλη της Θεσσαλονίκης.

β. Ελλήνων

(1) Οι πληροφορίες για τον εχθρό που είχε το Γενικό Στρατηγείο


ήταν αόριστες και σε πολλές περιπτώσεις συγκεχυμένες. Οι ενισχύσεις που
είχαν προωθηθεί από τη Θεσσαλονίκη στα ανατολικά του ποταμού Αξιού ήταν
άγνωστο αν συνέχισαν δυτικά του ποταμού προς το Λουδία ή προς τα βόρεια
της λίμνης των Γιαννιτσών. Οι εχθρικές δυνάμεις οι οποίες συμπτύχθηκαν από
την Κατερίνη και τη Βέροια ήταν βέβαιο ότι πέρασαν τον ποταμό Λουδία.
Τέλος, υπήρχαν πληροφορίες ότι μικρή δύναμη του εχθρού που υποχωρούσε
κατέλαβε την Έδεσσα και άλλη δύναμη κατευθύνθηκε προς τα Γιαννιτσά και το
μεγαλύτερο μέρος της συμπτύχθηκε προς τη Θεσσαλονίκη. Κατά μια άλλη
πληροφορία, η τουρκική δύναμη στην Έδεσσα υποχώρησε προς τα Γιαννιτσά
και την Αριδαία. Αυτή η ασάφεια των πληροφοριών οφειλόταν κυρίως στο
γεγονός ότι η Στρατιά στερούνταν από το κατάλληλο όργανο της αναγνωρίσεως,
111

την Ταξιαρχία Ιππικού, που έφθασε στη Βέροια μόλις το απόγευμα της 18ης
Οκτωβρίου. Η Στρατιά θα έπρεπε, εξαιτίας αυτής της καταστάσεως, να
αντιμετωπίσει με επιτυχία και τις τρεις πιθανές περιπτώσεις είτε δηλαδή η κύρια
δύναμη του εχθρού βρισκόταν στα Γιαννιτσά, είτε πίσω από τον ποταμό
Λουδία, είτε τέλος ανατολικά του Αξιού.
(2) Από τη διαταγή του Γενικού Στρατηγείου και από τα παραπάνω,
φαίνεται ότι το σχέδιό του γενικά, ήταν το εξής: Προέλαση του όγκου της
Στρατιάς σε ευρύ μέτωπο από το χώρο βόρεια της λίμνης των Γιαννιτσών προς
τον ποταμό Αξιό αρχικά μέχρι τη γραμμή των χωριών Δαμιανό -
Πενταπλάτανος - Μεσιανό - Παραλίμνη, για να παρακαμφθεί το κώλυμα του
ποταμού Λουδία. Η παραπέρα κίνηση της Στρατιάς θα καθοριζόταν μετά την
αποσαφήνιση της καταστάσεως του εχθρού. Το δεξιό της Στρατιάς θα
καλυπτόταν ταυτόχρονα από την περιοχή του Λουδία με τις δυνάμεις που θα
ενεργούσαν εκεί.
(3) Με βάση τις παραπάνω εκτιμήσεις και αποφάσεις, το Γενικό
Στρατηγείο εξέδωσε στις 1800 της 18ης Οκτωβρίου διαταγή επιχειρήσεων για
την επομένη, με την οποία προβλέπονταν οι παρακάτω ενέργειες :
(α) Οι VI, IV, II και ΙΙΙ Μεραρχίες να κινηθούν από τις 0700 και
να φθάσουν αντίστοιχα ανατολικά από τα χωριά Δαμιανό, Πενταπλάτανος,
Μεσιανό και Παραλίμνη, απ΄όπου να προωθήσουν αναγνωρίσεις προς τον Αξιό
ποταμό.
(β) Η Ι Μεραρχία κινούμενη την ίδια ώρα δια μέσου των
χωριών Κρύα Βρύση - Καρυώτισσα, να φτάσει στα Γιαννιτσά (νότια της
πόλεως).
(γ) Η VII Μεραρχία να παραμείνει στην περιοχή
Αλεξάνδρειας για να καλύπτει το δεξιό της Στρατιάς και τη Βέροια από τυχόν
εχθρική επίθεση από την περιοχή του χωριού Άδενδρο και να αποστείλει
αναγνωρίσεις ιππικού προς τις γέφυρες του Λουδία.
(δ) Το Απόσπασμα Ευζώνων Κωνσταντινόπουλου, να
προωθηθεί στο χ. Πλάτανος και να αναγνωρίσει τον πόρο του Λουδία προς το χ.
Κύμινα για ενδεχόμενη διάβαση από εκεί.
(ε) Η Ταξιαρχία Ιππικού, αφού διαθέσει μία ίλη της στην V
Μεραρχία να κινηθεί στο χωριό Βρυσάκι. Η αποσπασμένη Ίλη θα κινούνταν
διαμέσου Έδεσσας προς το Αμύνταιο ή τη Βεύη και θα προέβαινε παράλληλα
σε αναγνώριση της στενωπού Έδεσσας - Άρνισσας.
(στ) Το Γενικό Στρατηγείο, θα αναχωρούσε από το ΣΣ
Νάουσας για τη Σκύδρα και από εκεί θα κατευθυνόταν στα Γιαννιτσά, όπου θα
αναπτυσσόταν από τις 1200 της 19ης Οκτωβρίου.
(4) Στην ίδια διαταγή αναφερόταν ότι ο αντίπαλος κατέστρεψε την
οδική γέφυρα στον ποταμό Λουδία και αποσύρθηκε πέρα απ΄αυτόν χωρίς να
διευκρινίζεται ακριβώς αν οι κύριες δυνάμεις του βρίσκονταν ακόμη μεταξύ
112

των ποταμών Λουδία και Αξιού ή αν αποσύρθηκαν πέρα από τον Αξιό. Το
Γενικό Στρατηγείο, προέβλεπε για τις 19 Οκτωβρίου ότι η προέλαση της
Στρατιάς προς τα Γιαννιτσά θα γινόταν χωρίς σοβαρή εμπλοκή με τον εχθρό τον
οποίο θεωρούσε ότι προπαρασκευαζόταν για άμυνα στην περιοχή του ποταμού
Αξιού.
(5) Όπως προκύπτει από τα παραπάνω το Γενικό Στρατηγείο
διέταξε, για την επομένη, την προέλαση του όγκου της Στρατιάς προς τον
ποταμό Αξιό, από την εδαφική ζώνη βόρεια της λίμνης των Γιαννιτσών, ενώ
στα νότια της λίμνης, διεθέσε την VII Μεραρχία, το Απόσπασμα Ευζώνων
Κωνσταντινοπούλου και την Ταξιαχία Ιππικού για την κάλυψη του δεξιού
πλευρού της και της Βέροιας από την κατεύθυνση του ποταμού Λουδία. Έδρα
του Στρατηγείου από το μεσημέρι της επόμενης ημέρας όρισε τα Γιαννιτσά.
Καταδεικνύεται έτσι ολοφάνερα ότι θεωρούσε πως βόρεια της λίμνης δεν
υπήρχε εχθρός ή και αν υπήρχε ήταν αμελητέος. Η μάχη των Γιαννιτσών,
επομένως, μπορεί να χαρακτηρισθεί ως μάχη μη αναμενόμενη «μάχη εκ
συναντήσεως» (χωρίς πλήρη προπαρασκευή και πρόβλεψη για ανάλογη
διεύθυνση κτλ).

5. Διεξαγωγή της Μάχης

α. Από το πρωί της 19ης Οκτωβρίου άρχισε η προέλαση της Στρατιάς


προς τα ανατολικά με τις Μεραρχίες συμπαραταγμένες από αριστερά (βόρεια)
προς τα δεξιά (νότια) ως εξής:
(1) Η VI Μεραρχία αναχώρησε στις 0700 από τη Σκύδρα με
εμπροσθοφυλακή το 9ο Τάγμα Ευζώνων και κινήθηκε στο δρομολόγιο
Δροσερό-Αχλαδοχώρι προς Αμπελιές και Πενταπλάτανο. Λόγω του ανώμαλου
και δύσβατου εδάφους κατόρθωσε να φθάσει μόλις στις 1330 στο χωριό
Αμπελιές, όπου έλαβε επαφή με τον εχθρό και, αφού συντονίσθηκε με την IV
Μεραρχία που ενεργούσε δεξιά, αναπτύχθηκε για μάχη.
(2) Η IV Μεραρχία αναχώρησε με καθυστέρηση εξαιτίας του
αργού ανεφοδιασμού των Μονάδων της, με εμπροσθοφυλακή το 9ο Σύνταγμα
Πεζικού. Η Μεραρχία κινήθηκε από το δρομολόγιο Γυψοχώρι-Μυλότοπος προς
το χ. Αξός. Τις μεσημβρινές ώρες η Μεραρχία συγκεντρώθηκε στο Μυλότοπο
και από εκεί κινήθηκε επιθετικά με δύο Συντάγματα στο πρώτο κλιμάκιο 9ο
(αριστερά) και 8ο (δεξιά) προς το χ. Αξός και τη βορειοδυτική παρυφή των
Γιαννιτσών. Μετά την ανατροπή μικρών εχθρικών τμημάτων κατέλαβε το χωριό
Αξός και συνέχισε προς τα Γιαννιτσά. Τελικά, έλαβε, στενή επαφή με την
τοποθεσία αντιστάσεως του εχθρού στις 1430 απωθώντας συνεχώς εχθρικά
τμήματα που βρίσκονταν προ της τοποθεσίας αυτής.
(3) Οι II και III Μεραρχίες αναχώρησαν το πρωί με
εμπροσθοφυλακή ένα Σύνταγμα η κάθε μία, 3ο και 12ο και τις Ημιλαρχίες τους.
113

Κινήθηκαν στα δρομολόγια Εσώβαλτα-Καρυώτισσα-Γιαννιτσά και ΄Αγιος


Λουκάς-Μελίσσι-Γιαννιτσά αντίστοιχα.
Οι Ημιλαρχίες των Μεραρχιών βλήθηκαν στις 0900 με πυρά
πεζικού από τη νότια και νοτιοδυτική παρυφή του χωριού Καρυώτισσα και
ανέκοψαν την κίνησή τους, περιμένοντας την άφιξη των εμπροσθοφυλακών.
Από τις ίδιες θέσεις βλήθηκε η στρατοπεδεία του Γενικού Στρατηγείου ενώ
προπορευόταν προς τα Γιαννιτσά για να προπαρασκευάσει τα θέματα
αναπτύξεως και λειτουργίας του. Με την επέμβαση της κύριας δυνάμεως της
εμπροσθοφυλακής, τα προωθημένα εχθρικά τμήματα διέκοψαν τον αγώνα και
συμπτύχθηκαν εσπευσμένα προς τα Γιαννιτσά από τη γέφυρα Ασπροποτάμου
κοντά στο χ. Μελίσσι. Απειλήθηκε μάλιστα η σύμπτυξή τους σοβαρά, επειδή το
Ι/12 Τάγμα κινήθηκε γρήγορα προς τη γέφυρα, την κατέλαβε άθικτη και την
πέρασε καταδιώκοντας κατά πόδας τον εχθρό. Το Τάγμα όμως αναγκάσθηκε να
ανακόψει την κίνησή του, μόλις πέρασε τη γέφυρα για να περιμένει την άφιξη
των υπόλοιπων Μονάδων που καθυστερούσαν εξαιτίας της δραστικής βολής
του εχθρικού πυροβολικού.
Το πυροβολικό της ΙΙ Μεραρχίας κατόρθωσε να ταχθεί στις
1200 και να βάλει εναντίον των θέσεων του τουρκικού πυροβολικού, αλλά και
πάλι καθυστερούσε η κίνηση των τμημάτων. Κανένα άλλο τμήμα μέχρι τις 1500
δεν πέρασε πέρα από τη γέφυρα εκτός από το Ι/12 Τάγμα.
Οι Μεραρχίες, αφού αποκόπηκαν δυτικά της γέφυρας Μελίσσι
που βαλλόταν συνεχώς, δεν επιχειρούσαν να περάσουν, περιμένοντας η καθεμιά
να περάσει η άλλη. Έτσι, ο αγώνας περιορίσθηκε σε μονομαχία πυροβολικού
μέχρι την ώρα αυτή, ενώ οι μεραρχίες που ενεργούσαν βόρεια αυτών είχαν ήδη
αρχίσει την επίθεση κατά των Γιαννιτσών.

β. Το Γενικό Στρατηγείο έλαβε γνώση της καταστάσεως που


δημιουργήθηκε ενώ κινούνταν στην αμαξιτή οδό προς τα Γιαννιτσά, στάθμευσε
δυτικά της Καρυώτισσας και διέταξε τα εξής:
(1) Η IV Μεραρχία να κατευθυνθεί προς το χ. Πενταπλάτανος και
να επιτεθεί κατά του δεξιού του εχθρού.
(2) Οι ΙΙ και ΙΙΙ Μεραρχίες να συνεχίσουν την επίθεση προς τα
Γιαννιτσά.
(3) Η VII Μεραρχία να διαβεί το Λουδία νότια της λίμνης των
Γιαννιτσών και να επιτεθεί κατά των τουρκικών τμημάτων που βρίσκονταν στο
μέτωπό της.
(4) Το Απόσπασμα Ευζώνων Κωνσταντινοπούλου να ενεργήσει
προς Κύμινα και να περάσει τον ομώνυμο πόρο του Λουδία.
(5) Η Ταξιαρχία Ιππικού να ακολουθήσει αρχικά το Απόσπασμα
Ευζώνων και στη συνέχεια να ενεργήσει ανάλογα με την κατάσταση.
114

γ. Μετά την επέμβαση του πυροβολικού των ΙΙ και ΙΙΙ Μεραρχιών,


περιορίσθηκε η δράση του τουρκικού πυροβολικού και άρχισαν τα τμήματά
τους να περνούν από τη γέφυρα Μελίσσι, από τις 1500. Η ενέργεια αυτή,
συνεχίσθηκε και κατά τη διάρκεια της νύκτας και μέχρι το πρωί είχαν περάσει
ανατολικά της γέφυρας σχεδόν όλα τα τμήματα, εκτός από το 10ο ΣΠ και το
πυροβολικό της ΙΙΙ Μεραρχίας. Οι Μεραρχίες όμως που πέρασαν τη γέφυρα δεν
επιδίωξαν να επανακτήσουν την επαφή με τον εχθρό κατά τη διάρκεια της
νύκτας, αλλά περιορίσθηκαν στην εγκατάσταση τμημάτων ασφαλείας σε
απόσταση 1.500 μ. περίπου πέρα από τη γέφυρα.

δ. Η IV Μεραρχία, λόγω του διεξαγόμενου αγώνα από τα δύο εμπρός


συντάγματά της (8ο και 9ο) στη βόρεια παρυφή των Γιαννιτσών και μετά τη
διαταγή του Γενικού Στρατηγείου, ανέθεσε στο εφεδρικό σύνταγμά της (11ο)
την ενέργεια προς το χ. Πενταπλάτανος και την προσβολή του δεξιού του
εχθρού. ΄Ετσι, η IV Μεραρχία, συνεχίζοντας την επίθεση με τα τρία
συντάγματα στην πρώτη γραμμή και υποστηριζόμενη με το σύνολο του
πυροβολικού της, κατόρθωσε να προωθηθεί και ύστερα από σκληρό αγώνα να
καταλάβει δεσπόζοντα τμήματα της κύριας αμυντικής τοποθεσίας των
Τούρκων.
Στις 1800 οι Τούρκοι ενήργησαν αντεπίθεση προς το δεξιό πλευρό
της Μεραρχίας (τομέας 8ου Συντάγματος), το οποίο ήταν ακάλυπτο, εξαιτίας
της βραδείας διαπεραιώσεως των τμημάτων των ΙΙ και ΙΙΙ Μεραρχιών που
ενεργούσαν στα δεξιά της (νοτιότερα). Χάρη όμως στον ηρωισμό του ΙΙΙ/8
Τάγματος, που δέχθηκε την αντεπίθεση, η προσπάθεια των Τούρκων
αποκρούσθηκε με σοβαρές μάλιστα γι΄αυτούς απώλειες και τα τμήματα της
Μεραρχίας διανυκτέρευσαν στις θέσεις που κατέλαβαν, σε στενή επαφή με τον
εχθρό.

ε. Η εμπροσθοφυλακή της VI Μεραρχίας επιτέθηκε και ανέτρεψε τα


προκαλυπτικά τμήματα του εχθρού. Η Μεραρχία άρχισε την επίθεσή της στις
1430 προς τα υψώματα του χωριού Πενταπλάτανος με το 17ο ΣΠ αριστερά και
το 18ο ΣΠ δεξιά και πέτυχε την κατάληψη σοβαρών εδαφικών ερεισμάτων και
τον πλήρη σύνδεσμο με την IV Μεραρχία. Οι Διοικητές των 18ου ΣΠ και Ι/18
Τάγματος τέθηκαν εκτός μάχης κατά την προσπάθεια για την κατάληψη του
λόφου που δέσποζε σε όλη την τοποθεσία. Επακολούθησε σύγχυση και αταξία
λόγω των μεγάλων απωλειών ιδίως σε αξιωματικούς με συνέπεια το Σύνταγμα
να συμπτυχθεί προς τα πίσω σε κατάλληλες θέσεις για ανασυγκρότηση.
Ο Διοικητής του 1ου Συντάγματος Ευζώνων Αντισυνταγματάρχης
Πεζικού Παπαδόπουλος Διονύσιος που βρισκόταν στον τομέα του 9ου
Τάγματος Ευζώνων μόλις αντιλήφθηκε την κατάσταση που επικρατούσε στα
δεξιά, έφθασε επιτόπου, ανασύνταξε και εμψύχωσε τα τμήματα που είχαν
115

συμπτυχθεί και μπαίνοντας επικεφαλής τους επιτέθηκε και πάλι. Μετά από
σκληρό αγώνα κατόρθωσε να ανακαταλάβει το έδαφος που είχε απωλεσθεί και
να προωθηθεί προς το χ. Πενταπλάτανος.
Τις τελευταίες απογευματινές ώρες τα τμήματα αυτά κατόρθωσαν να
διασπάσουν την εχθρική τοποθεσία και να φθάσουν στις θέσεις του τουρκικού
πυροβολικού, στα νότια του χωριού Πενταπλάτανος, το οποίο όμως είχε
προβλέψει έγκαιρα τον κίνδυνο που δημιουργούνταν από την προέλαση των
ελληνικών τμημάτων και είχε αποσυρθεί, αφού εγκατέλειψε αφθονία
πυρομαχικών και λοιπών υλικών.
Το 9ο Τάγμα Ευζώνων συνεχίζοντας την επίθεσή του, πέτυχε να
απωθήσει τον εχθρό και να καταλάβει και τα τελευταία ερείσματα της
τοποθεσίας. Εξαιτίας όμως των μεγάλων απωλειών αναγκάσθηκε, να ανακόψει
την παραπέρα κίνησή του και να ασχοληθεί με την εξασφάλιση των θέσεων που
είχε ήδη καταλάβει.
Το 17ο Σύνταγμα, που ενεργούσε στο αριστερό της Μεραρχίας,
κινήθηκε με μεγάλη βραδύτητα, με αποτέλεσμα μόλις τις εσπερινές ώρες να
προσεγγίσει κάπως τον αμυνόμενο εχθρό στο χ. Πενταπλάτανος και να
ανταλλάξει πυρά μαζί του.

στ. Ο αγώνας των τεσσάρων Μεραρχιών (ΙΙ,III,IV,VI) διακόπηκε τη


νύκτα 19/20. Τα τμήματά τους παρέμειναν στις θέσεις τους. Οι υπόλοιπες
Μονάδες της Στρατιάς, ενήργησαν ως εξής:
(1) Η Ι Μεραρχία μεταστάθμευσε στην Καρυώτισσα όπου και
διανυκτέρευσε.
(2) Η VII Μεραρχία δε μετακινήθηκε από τις θέσεις της, επειδή δεν
είχε λάβει ακόμη τη διαταγή του Γενικού Στρατηγείου για επίθεση προς το
Λουδία.
(3) Η Ταξιαρχία Ιππικού διανυκτέρευσε στην Αλεξάνδρεια.
(4) Το Απόσπασμα Ευζώνων Κωνσταντινόπουλου αφού
συγκεντρώθηκε από τις 1300 στο χ. Πλάτανος, ασχολήθηκε με την περισυλλογή
υλικών για τη ζεύξη του Λουδία στον πόρο μεταξύ των χωριών Τρίκαλα και
Κύμινα.

ζ. Σύμφωνα με τη διαταγή που εξέδωσε το Γενικό Στρατηγείο στις 1700,


έπρεπε η επίθεση να συνεχισθεί από το πρωί της επόμενης ημέρας. Μετά από
αυτό, οι Μεραρχίες ενήργησαν την επόμενη ημέρα ως εξής (από αριστερά προς
τα δεξιά):
(1) Η VI Μεραρχία, ενεργώντας δραστήρια και αποφασιστικά,
κατέλαβε μέχρι τις μεσημβρινές ώρες το χ. Πενταπλάτανος με το 17ο Σύνταγμα
Πεζικού, ενώ νοτιότερα επιτέθηκε με το 9ο Τάγμα Ευζώνων κατά των θέσεων
του τουρκικού πυροβολικού στο νεκροταφείο της πόλεως. ΄Υστερα από σκληρό
116

αγώνα "εκ του συστάδην" το Τάγμα αυτό κατόρθωσε να ανατρέψει τα τουρκικά


τμήματα και να αιχμαλωτίσει την εκεί τουρκική πυροβολαρχία. Στη συνέχεια
κατέλαβε τους λόφους ανατολικά του νεκροταφείου και τις μεσημβρινές ώρες
έφθασε δύο χιλιόμετρα ανατολικά των Γιαννιτσών, κυριεύοντας άλλα τέσσερα
πυροβόλα.
(2) Η IV Μεραρχία επιτέθηκε με όλες τις δυνάμεις της εναντίον της
βορειοδυτικής παρυφής των Γιαννιτσών. Ο κλονισμός των Τούρκων σε όλη την
τοποθεσία έγινε καταφανής από τις 0900 επειδή η επίθεση της Μεραρχίας ήταν
αποφασιστική και η προώθησή της ραγδαία.
(3) Η ΙΙ Μεραρχία επιτέθηκε κατά της δυτικής παρυφής των
Γιαννιτσών με δύο Συντάγματα στο πρώτο κλιμάκιο, 3ο αριστερά (βόρεια), 7ο
δεξιά (νότια). Οι Τούρκοι αρχικά αντέταξαν σθεναρή άμυνα, αλλά από τις 0900
άρχισαν να κάμπτονται και να παρουσιάζουν ενδείξεις για εγκατάλειψη της
τοποθεσίας.
(4) Η ΙΙΙ Μεραρχία έχοντας προωθήσει δύο Συντάγματα, το 10ο
αριστερά (βόρεια) και 6ο δεξιά (νότια), επιτέθηκε εναντίον της οργανωμένης
τοποθεσίας των Τούρκων νότια της πόλεως των Γιαννιτσών. Η προώθηση των
Συνταγμάτων γινόταν αργά και με πολλές απώλειες, επειδή το έδαφος ήταν
ελώδες στον τομέα της Μεραρχίας και από το πρωί έπεφτε ραγδαία βροχή.
(5) Τα τμήματα που ενεργούσαν στο νότιο τομέα πέρασαν το
Λουδία ποταμό από το μεσημέρι και είχαν και μικροσυμπλοκές με τον εχθρό.
Περιορίσθηκαν μόνο να εξασφαλίσουν τη γραμμή Άδενδρο-Κύμινα χωρίς να
εκμεταλλευθούν την αδυναμία του εχθρού προς τον κάτω ρου του ποταμού
Αξιού.
(6) Η κατάληψη του νεκροταφείου στον τομέα της VI Μεραρχίας
και η προέλαση του 9ου Τάγματος Ευζώνων ανατολικά των Γιαννιτσών είχαν
αποφασιστικά αποτελέσματα. Οι Τούρκοι άρχισαν να παίρνουν διάταξη για
γενική υποχώρηση μπροστά στον κίνδυνο πλευροκοπήσεως και αποκοπής των
οδών συμπτύξεώς τους. Οι κινήσεις τους όμως έγιναν αντιληπτές από τη ΙΙ και
IV Μεραρχίες που ενέτειναν τις προσπάθειές τους και επιτέθηκαν εναντίον του
μετώπου και των πλευρών των τουρκικών τμημάτων. Τα Συντάγματα τους
μπήκαν στην πόλη των Γιαννιτσών στις 1100, αιχμαλώτισαν εχθρικό λόχο με
τους αξιωματικούς του και κυρίευσαν 3 πυροβόλα, 2 πολυβόλα και 2 σημαίες.
Η ΙΙΙ Μεραρχία εξακολούθησε την προέλασή της προς Παραλίμνη από τη νότια
παρυφή των Γιαννιτσών.
(7) Η Ι Μεραρχία που βρισκόταν 3 χιλιόμετρα ανατολικά της
γέφυρας Μελίσσι πήρε στις 1300 τη διαταγή του Γενικού Στρατηγείου να
καταδιώξει τα εχθρικά τμήματα που συμπτύσσονταν προς τη γέφυρα του Αξιού.
Η Μεραρχία, αν και κινήθηκε αμέσως, δεν μπόρεσε να προχωρήσει αρκετά
επειδή η συσώρευση και ο συνωστισμός προ των Γιαννιτσών δυσκόλευε την
κίνησή της. Ανέκοψε λοιπόν την κίνησή της, συγκεντρώθηκε και παρέμεινε
117

κοντά στην πόλη προς τα δυτικά της χωρίς να εκμεταλευθεί την επιτυχία και να
καταδιώξει τον εχθρό σε βάθος. Από τα τμήματα των ΙΙ και IV Μεραρχιών έγινε
μόνο περιορισμένη καταδίωξη. Οι Τούρκοι συμπτύχθηκαν προς τον Αξιό και
ανατολικότερα με αταξία αλλά και ανενόχλητοι. Οι Μεραρχίες τελικά
στάθμευσαν γύρω από την πόλη των Γιαννιτσών και έληξε έτσι η μάχη των
Γιαννιτσών.

6. Αποτελέσματα

α. Η επιτυχία της Μάχης των Γιαννιτσών είχε ως αποτέλεσμα την


απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης και της Κεντρικής Μακεδονίας και
γενικότερα εξασφάλισε τις προϋποθέσεις για τις επιχειρήσεις του Ελληνικού
Στρατού εναντίον των Βουλγάρων, στη συνέχεια.

β. Οι απώλειες των Μεραρχιών που έλαβαν μέρος στη μάχη (ΙΙ, ΙΙΙ, IV,
VI) ήταν οι εξής: νεκροί αξιωματικοί 10, οπλίτες 178, τραυματίες αξιωματικοί
29, οπλίτες 756.

γ. Για τις απώλειες των λοιπών ελληνικών μονάδων δεν υπάρχουν


στοιχεία, όπως επίσης δεν υπάρχουν εξακριβωμένα στοιχεία για τις τουρκικές
απώλειες, οι οποίες ήταν μεγάλες.

7. Διαπιστώσεις - Συμπεράσματα

α. Η έλλειψη πληροφοριών για τον εχθρό ήταν το κύριο χαρακτηριστικό


της μάχης των Γιαννιτσών. Το Γενικό Επιτελείο εκτιμούσε ότι ο τουρκικός
στρατός θα αναπτυσσόταν και θα οργανωνόταν για μάχη στην ανατολική όχθη
του Αξιού ποταμού. Η άγνοια για την κατάσταση του αντιπάλου οφειλόταν
αφενός στη μη χρησιμοποίηση της Ταξιαρχίας Ιππικού, Μονάδα Αναγνωρίσεως
της Στρατιάς για συλλογή πληροφοριών και αφετέρου στη μη επιδίωξη
τηρήσεως συνεχούς επαφής με τον εχθρό.

β. Η επιτυχία της μάχης των Γιαννιτσών οφείλεται στις σωστές αλλά και
σε μερικές περιπτώσεις παρακινδυνευμένες ενέργειες των Διοικήσεων και
ορισμένων ηγητόρων. Συνεπάγεται, επομένως, ότι η σχεδίαση μιας
επιχειρήσεως πρέπει να βασίζεται στις δυνατότητες του εχθρού με επιδίωξη την
εξουδετέρωσή τους και όχι στις πιθανές προθέσεις του αντιπάλου.

γ. Η χρησιμοποίηση πέντε Μεραρχιών (οι 4 στο κλιμάκιο επιθέσεως)


εναντίον της τοποθεσίας των Γιαννιτσών χαρακτηρίζεται υπερβολική, όταν
λάβουμε υπόψη το σχετικά περιορισμένο έδαφος και τις δυσχέρειες
118

συντονισμού λόγω ελλείψεως μέσων επικοινωνίας. Οι μεγάλες απώλειες των


Μονάδων ήταν η συνέπεια. Δεν πρέπει να παραβλέπονται επομένως ούτε και να
υποτιμούνται παράγοντες όπως η έκταση και η μορφή του πεδίου της μάχης
στη σχεδίαση και εκτέλεση μιας επιθέσεως, διότι πολύ πιθανό να συντελούν σε
αρνητικά αποτελέσματα.

δ. Η επιλογή της τοποθεσίας των Γιαννιτσών για άμυνα από τους


Τούρκους ήταν επιτυχημένη. Αυτή η άμυνα θα κάλυπτε επαρκώς και τη
Θεσσαλονίκη, αν η οργάνωσή της ήταν πληρέστερη και αν επεκτεινόταν και
νότια της λίμνης, δηλαδή με ισχυρή κατάληψη της ανατολικής όχθης του
Λουδία.

ε. Η σχεδίαση για την ταχεία προέλαση των Μονάδων του νότιου τομέα
(VII Μεραρχία, Ταξιαρχία Ιππικού και Απόσπασμα Ευζώνων
Κωνσταντινοπούλου) προς το Λουδία και κάτω Αξιό από την πρώτη ημέρα και
όχι ο περιορισμός τους μόνο σε αποστολή καλύψεως, ενδεχομένως θα ανάγκαζε
τους Τούρκους να συμπτυχθούν ταχύτερα και πιθανόν θα συνέβαλε στην
αιχμαλωσία περισσότερων εχθρικών τμημάτων.

στ. Η συσσώρευση πολλών τμημάτων μπροστά και μέσα στα Γιαννιτσά


όχι μόνο επιβράδυνε και παρεμπόδισε, αλλά ουσιαστικά απαγόρευσε γενικά την
έναρξη της καταδιώξεως του εχθρού που συμπτυσσόταν. Δεν αρκεί επομένως η
σχεδίαση καταδιώξεως με εφεδρικά και ακμαία τμήματα, αλλά απαιτείται και η
εξασφάλιση ανάλογων προϋποθέσεων για τη γρήγορη και ανεμπόδιστη
επέμβασή τους και κυρίως για να τηρηθούν ανοιχτά τα δρομολόγια προς τον
εχθρό.

ζ. Τέλος, θα πρέπει, να επισημανθεί ιδιαίτερα η αξία του ηθικού


παράγοντα ως βασικού συντελεστή επιτυχίας στη μάχη των Γιαννιτσών και
γενικά σε κάθε άλλη στρατιωτική επιχείρηση.
Πράγματι, το ηθικό των αξιωματικών και των οπλιτών όλων των
Μονάδων διατηρήθηκε ακμαίο παρά τις μακρινές πορείες ως το Σαραντάπορο,
τις δοκιμασίες από τις καιρικές συνθήκες και πολλές άλλες δυσχέρειες. Θα
μπορούσε επίσης να ειπωθεί ότι σε κάποια έκταση ο ηθικός παράγοντας
εξισορρόπησε τα σφάλματα τακτικής που σημειώθηκαν στο πεδίο της μάχης.
Η ΜΑΧΗ ΜΠΙΖΑΝΙΟΥ - ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ
(16 - 22 Φεβρουαρίου 1913)

1. Εισαγωγή

Η Στρατιά Ηπείρου, (υπό τον Αντιστράτηγο Σαπουντζάκη Κωνσταντίνο


και έδρα την Άρτα), αποτελούμενη αρχικά από διάφορες Μονάδες συνολικής
δυνάμεως Μεραρχίας περίπου, είχε αποστολή "την παρακώλυσιν κάθε
παραβιάσεως της μεθορίου μεταξύ Μετσόβου, Άρτης και Αμβρακικού
Κόλπου". Αφού εξασφάλισε με μικρές δυνάμεις τις περισσότερο απειλούμενες
διαβάσεις βόρεια της Άρτας (γέφυρες Χρηστών, Σκλούπου και Πλάκας), πέρασε
στις 6 Οκτωβρίου 1912 αιφνιδιαστικά τον Άραχθο με το μεγαλύτερο μέρος των
δυνάμεών της κοντά στην Άρτα, με σκοπό την κατάληψη της ορεινής περιοχής
του Ξηροβουνίου, η οποία δέσποζε δεξιά και αριστερά των κοιλάδων των
ποταμών Αράχθου και Λούρου.
Μέχρι τις 11 Οκτωβρίου τα ελληνικά τμήματα κατέλαβαν το Γρίμποβο,
την κορυφογραμμή Κιλμπερίνης, τον Αμμότοπο και το Ανώγειο, και στη
συνέχεια τη Φιλιππιάδα και τις γέφυρες του ποταμού Λούρου, με αποστολή την
αποκοπή του Τουρκικού Στρατού από την Πρέβεζα. Στις 20 Οκτωβρίου
απελευθερώνεται η Νικόπολη και την επομένη η Πρέβεζα, που από τότε υπήρξε
η οργανωμένη βάση του Ελληνικού Στρατού, για τη διεξαγωγή των
επιχειρήσεών του. Οι επιτυχίες αυτές της Στρατιάς, που από τις 17 Οκτωβρίου
ενισχύθηκε με ένα Σύνταγμα Κρητών, καθώς και η αίσια έκβαση των
επιχειρήσεων στη Μακεδονία, οδήγησαν το Υπουργείο Στρατιωτικών στη
μεταβολή του χαρακτήρα της αποστολής της από αμυντικό σε επιθετικό. Έτσι,
τα ελληνικά τμήματα με συνεχείς αγώνες καταλαμβάνουν την οχυρή θέση
"Πέντε Πηγάδια" και ανακόπτουν την παραπέρα προχώρησή τους, όχι μόνο
επειδή οι καιρικές συνθήκες έγιναν δυσμενείς, αλλά και επειδή ανέμεναν
ενισχύσεις. Οι Τούρκοι έταξαν τις δυνάμεις τους γύρω από το χωριό Πεστά και
οι αντίπαλοι, για ένα μήνα περίπου, διεξήγαγαν αγώνα προφυλακών.
Το τελευταίο δεκαήμερο του Νοεμβρίου αποστέλλεται από τη
Θεσσαλονίκη για ενίσχυση η ΙΙ Μεραρχία. Αμέσως μετά την άφιξή της,
σημειώθηκε ένταση των ελληνικών επιθέσεων, με σκοπό την απώθηση των
Τούρκων προς την πεδιάδα των Ιωαννίνων, μετά μάλιστα και από εντολή της
Κυβερνήσεως, σύμφωνα με την οποία, ενόψει διαπραγματεύσεων για την
ειρήνη των υπόλοιπων Βαλκανικών συμμάχων με την Τουρκία "υπέρτατον
καθήκον επέβαλλεν όσον το δυνατόν ταχύτερον κατάληψιν των Ιωαννίνων και
των προς Βορράν της λίμνης ορεινών διόδων". Παρόλα αυτά, η μεταξύ 1ης και
3ης Δεκεμβρίου 1912 πρώτη επίθεση της Στρατιάς κατά της Οχυρωμένης
Τοποθεσίας Μπιζανίου και των υψωμάτων της Μανωλιάσας δεν απέφερε
κάποιο ουσιαστικό αποτέλεσμα. Κατόπιν αυτού, αποφασίζεται η ενίσχυση της
120

Στρατιάς με μεταφορά από τη Μακεδονία των IV (14 Δεκεμβρίου) και VI (28


Δεκεμβρίου) Μεραρχιών, ώστε να είναι ικανή να καταλάβει τα Ιωάννινα.
Όμως και η δεύτερη γενική επίθεση κατά του Μπιζανίου (7-10
Ιανουαρίου) απέτυχε, ενώ οι απώλειές μας ήταν σοβαρές. Η εξέλιξη αυτή είχε
ως αποτέλεσμα τη σταθεροποίηση του μετώπου μπροστά από την Οχυρωμένη
Τοποθεσία των Ιωαννίνων.
Στις 10 Ιανουαρίου ο Αρχιστράτηγος Διάδοχος Κωνσταντίνος και το υπό
τη διεύθυνσή του Γενικό Στρατηγείο φθάνουν από τη Θεσσαλονίκη στην
Ήπειρο, όπου ο Διάδοχος, μετά από απόφαση της κυβερνήσεως Ελ. Βενιζέλου,
αναλαμβάνει τη διοίκηση της εκεί Στρατιάς, καθώς και την ευθύνη της
διεξαγωγής των επιχειρήσεων με αντικειμενικό σκοπό την άλωση του
Μπιζανίου και την απελευθέρωση των Ιωαννίνων.

2. Περιγραφή του Πεδίου της Μάχης (Σχεδ. 25)

α. Το υψίπεδο των Ιωαννίνων είναι πεταλοειδές, από τη φύση του οχυρό,


και σχηματίζεται από βραχώδη και δυσπρόσιτα υψώματα που το περιβάλλουν.
Η τοποθεσία αυτή είχε ήδη οργανωθεί από τον καιρό της ειρήνης με μόνιμα και
ημιμόνιμα έργα που εκτελέσθηκαν υπό την επίβλεψη αξιωματικών της
Γερμανικής Στρατιωτικής Αποστολής και περιλάμβανε πυροβολεία,
πολυβολεία, χαρακώματα και άλλα αμυντικά έργα. Υπήρχαν, επίσης, και
πρόσκαιρα έργα οχυρώσεως, από τα οποία μερικά άρχισαν να κατασκευάζονται
μόλις κηρύχθηκε ο πόλεμος, κατά τη διάρκεια του οποίου έγινε συμπλήρωση
και βελτίωσή τους.

β. Η όλη οχύρωση παρουσίαζε μια εκτεταμένη περιφερειακή οργάνωση,


που απείχε από την πόλη των Ιωαννίνων περίπου 8-10 χιλιόμετρα και
στηριζόταν:
(1) Βόρεια, στα υψώματα Γαρδίκι-Παλαιόκαστρο, όπου υπήρχαν 5
μόνιμα πυροβολεία, χαρακώματα, αποθήκες και οδοί ανεφοδιασμού.
(2) Ανατολικά, στη γραμμή του όρους Μιτσικέλι, η οποία δεν είχε
οχυρωθεί, αποτελούσε όμως δύσβατο φυσικό εμπόδιο. Οι δυτικές κλιτύες του
προστατεύονταν με ημιμόνιμο πολυβολείο στο Πέραμα και ένα άλλο στη
νησίδα των Ιωαννίνων μέχρι τα υψώματα Δρίσκου και Καστρίτσας, στην οποία
υπήρχαν μερικά πρόσκαιρα πυροβολεία.
(3) Νότια, μεταξύ της αμαξιτής οδού Πρέβεζα-Ιωάννινα και της
Στενωπού Σερβιανών, στον ορεινό όγκο του Μικρού και Μεγάλου Μπιζανίου,
που αποτελούσε φράγμα προς τα Ιωάννινα. Σ'αυτόν υπήρχαν 4 μόνιμα
πυροβολεία (των 6,8 και 4 πυροβόλων), κάποια πρόσκαιρα έργα, χαρακώματα
και συρματοπλέγματα.
121

(4) Δυτικά, στα υψώματα Χιντζηρέλου (Σαδοβίτσας), Δουρούτης,


Μεγάλης Τσούκας, Αγίου Σάββα, Αγίου Νικολάου και Μανωλιάσας. Στη
Σαδοβίτσα υπήρχαν 4 μόνιμα πυροβολεία (των 6 και 9 πυροβόλων), στη
Δουρούτη 2 (των 6 και 4 πυροβόλων), στην Πεδινή (Ραψίστα) 1 και στα
υπόλοιπα υψώματα υπήρχαν πρόσκαιρα έργα οχυρώσεως. Τα υψώματα
Μανωλιάσας, Αγίου Νικολάου και Τσούκας αποτελούσαν προκεχωρημένη
γραμμή της κύριας γραμμής αντιστάσεως.

γ. Σε ολόκληρη την τοποθεσία υπήρχε δίκτυο τηλεφωνικής επικοινωνίας,


καθώς και οδοί ανεφοδιασμού, ενώ στις κυριότερες προσβάσεις υπήρχαν
χαρακώματα και συρματοπλέγματα. Πρέπει να επισημανθεί ιδιαίτερα το
γεγονός ότι πρόκειται για οχυρωμένη τοποθεσία που είχε μελετηθεί σε όλα της
τα σημεία και στη συνέχεια είχε βελτιωθεί με την πείρα που αποκτήθηκε στις
επανειλημμένες επιθέσεις των ελληνικών τμημάτων. Τονίζεται επίσης, ότι είχε
γίνει εύστοχη επιλογή των πιο ζωτικών για την αμυντική οργάνωση υψωμάτων,
τα οποία, στο σύνολό τους, εξασφάλιζαν τη βεβαιότητα να είναι σταθερά και
απόλυτα απαγορευτική κάθε κατεύθυνση επιθετικής ενέργειας προς τα
Ιωάννινα.

3. Γενική Κατάσταση, Δυνάμεις και Διάταξη των Αντιπάλων

α. Τούρκων

Σύμφωνα με τις πληροφορίες για τον Τουρκικό Στρατό που είχαν


συγκεντρωθεί μέχρι τις παραμονές της επιθέσεως, το σύνολό του στην περιοχή
Ηπείρου ήταν περίπου 27.500 τυφέκια. Από αυτά, περισσότερα από 8.000 είχαν
διατεθεί στο μέτωπο Μπιζάνι-Καστρίτσα. Το Τουρκικό Πυροβολικό είχε 83
πυροβόλα στην περιοχή Μπιζάνι-Καστρίτσα-Κουτσελιό, από τα οποία 16 ήταν
βαρέα, 19 στο μέτωπο Μανωλιάσας-Αγίου Νικολάου-Τσούκας και 10 στις
περιοχές Δουρούτη-Χιντζηρέλου (Σαδοβίτσας).
Αρχιστράτηγος του Στρατού ήταν ο Εσσάτ Πασάς.

β. Ελλήνων

(1) Το σύνολο του Ελληνικού Στρατου που υπήρχε στην Ήπειρο


αποτελούσαν οι ΙΙ, IV, VI και VIII Μεραρχίες, η Μικτή Ταξιαρχία Μετσόβου,
τα Αποσπάσματα Αχέροντα, Πρέβεζας, Χειμάρρας και το Σύνταγμα Ιππικού
Ηπείρου. Η VIII Μεραρχία συγκροτήθηκε από τα τμήματα της παλιάς Στρατιάς
Ηπείρου. Το σύνολο λοιπόν των εκεί ελληνικών δυνάμεων ανερχόταν σε 51
Τάγματα Πεζικού, 33 διμοιρίες πολυβόλων, 14 πεδινές πυροβολαρχίες, 10
ορειβατικές πυροβολαρχίες, 2 βαριές πυροβολαρχίες, 3 ίλες Ιππικού και 3
122

ημιλαρχίες. Από τις δυνάμεις αυτές 23 τάγματα και 6 ορειβατικές


πυροβολαρχίες θα ενεργούσαν τελικά απέναντι από τη Μανωλιάσα-Τσούκα για
τη κύρια επίθεση.
(2) Για τον καλύτερο συντονισμό των προσπαθειών, οι
αναφερόμενες μονάδες συγκροτήθηκαν σε Διοικήσεις που υπάγονταν στο
Γενικό Στρατηγείο και η διάταξή τους την παραμονή της μάχης, από τα δεξιά
προς τα αριστερά, ήταν όπως παρακάτω:
(α) Α' Τμήμα Στρατιάς, υπό τον Αντιστράτηγο Σαπουντζάκη
Κωνσταντίνο, στο οποίο υπάγονταν:
1/ Η Μικτή Ταξιαρχία Μετσόβου, υπό το
Συνταγματάρχη Πεζικού Παπακυριαζή Ιωάννη, από το Μέτσοβο μέχρι τις
ανατολικές υπώρειες του Δρίσκου, με δύναμη το 4ο Σύνταγμα Πεζικού (3
τάγματα, 6 πολυβόλα), το 24ο Σύνταγμα Πεζικού (1 τάγμα), 2 ανεξάρτητα
τάγματα και 2 ορειβατικές πυροβολαρχίες (8 πυροβόλα).
2/ Η VI Μεραρχία Πεζικού, υπό το Συνταγματάρχη
Ιππικού Μηλιώτη Κομνηνό, από τη γέφυρα Παπαστάθη μέχρι την οδό
Αετοράχη-Κουτσελιό, με δύναμη το 18ο Σύνταγμα Πεζικού (3 τάγματα, 4
πολυβόλα), 2 πεδινές πυροβολαρχίες (8 πυροβόλα), λόχο Μηχανικού (μείον
Διμοιρία) και μία ημιλαρχία.
3/ Η VIII Μεραρχία, υπό το Συνταγματάρχη Μηχανικού
Ματθαιόπουλο Δημήτριο, στην Αετοράχη, με δύναμη το 2ο Σύνταγμα
Ευζώνων (4 τάγματα, 8 πολυβόλα), το Σύνταγμα Κρητών (3 τάγματα, 4
πολυβόλα), 3 πεδινές πυροβολαρχίες (12 πυροβόλα) και λόχο Μηχανικού (μείον
Διμοιρία).
4/ Στο Α' Τμήμα Στρατιάς υπαγόταν και ουλαμός βαρέος
πυροβολικού (2 πυροβόλα των 105 χιλ.) που είχε ταχθεί στα υψώματα βόρεια
του χωριού Ελληνικό, καθώς και το Ειδικό Απόσπασμα Μηχανικού, που το
αποτελούσαν 100 άνδρες περίπου, για την αποκοπή και εκκαθάριση των
συρματοπλεγμάτων μπροστά από τα εχθρικά χαρακώματα.
5/ Η ζώνη ενεργείας του Α' Τμήματος Στρατιάς
περιλαμβανόταν μεταξύ των γραμμών Δρίσκου-Κατσικά από τη μια πλευρά και
του Αριστερού της VIII Μεραρχίας από την άλλη, δηλαδή η κορυφή Μπιζάνι
(συμπεριλαμβανόμενη)-ανατολικά Χάνι Μπιζάνι.
(β) Η ΙΙ Μεραρχία, υπό τον Υποστράτηγο Καλλάρη
Κωνσταντίνο, στο λόφο Αυγό μέχρι τα υψώματα Άνω Θεριακίσι, από τις δύο
πλευρές της οδού Πρέβεζα-Ιωάννινα, με δύναμη το 9ο Σύνταγμα Πεζικού
(εκτός από το ΙΙΙ Τάγμα), τα Ι/1 και Ι/3 Τάγματα Πεζικού, λόχο Ευζώνων, λόχο
Πεζικού ανεξάρτητο (δηλαδή συνολική δύναμη 4½ τάγματα Πεζικού περίπου
και 8 πολυβόλα), 3 πεδινές πυροβολαρχίες, λόχο Μηχανικού (μείον Διμοιρία)
και μία ημιλαρχία.
123

(γ) Β' Τμήμα Στρατιάς, υπό τον Υποστράτηγο Μοσχόπουλο


Κωνσταντίνο, συγκροτημένο σε τρεις φάλαγγες, όπως παρακάτω:
1/ 1η Φάλαγγα, υπό το Συνταγματάρχη Πεζικού
Αντωνιάδη Δημήτριο, στα υψώματα της Μανωλιάσας, με δύναμη το 8ο
Σύνταγμα Πεζικού (3 τάγματα, 4 πολυβόλα), το ΙΙΙ Τάγμα του 9ου Συντάγματος
Πεζικού, δύο τάγματα του 11ου Συντάγματος Πεζικού με 4 πολυβόλα, δύο
ορειβατικές πυροβολαρχίες (8 πυροβόλα) και λόχο Μηχανικού.
2/ 2η Φάλαγγα, υπό το Συνταγματάρχη Πεζικού
Γιαννακίτσα Ιωάννη, στη Στενωπό Μανωλιάσας, με δύναμη το 15ο Σύνταγμα
Πεζικού (3 τάγματα, 4 πολυβόλα), το 1ο σύνταγμα Ευζώνων (δύο τάγματα
Ευζώνων και 6 πολυβόλα), δύο τάγματα του 3ου Συντάγματος Πεζικού με 4
πολυβόλα, το Ι Τάγμα του 17ου Συντάγματος Πεζικού, 2 ορειβατικές
πυροβολαρχίες (8 πυροβόλα) και ουλαμό Μηχανικού.
3/ 3η Φάλαγγα, υπό το Συνταγματάρχη Πεζικού
Δελαγραμμάτικα Νικόλαο, στο χωριό Μπαουσιοί, με δύναμη το 7ο Σύνταγμα
Πεζικού (3 τάγματα, 4 πολυβόλα), το 1ο Σύνταγμα Πεζικού (2 τάγματα, 2
πολυβόλα), ανεξάρτητο τάγμα Πεζικού με 2 πολυβόλα, 2½ ορειβατικές
πυροβολαρχίες (10 πυροβόλα), ουλαμό Μηχανικού, μία ημιλαρχία και το
Απόσπασμα Ολύτσικα (Ι/11 Τάγμα, Τάγμα Εθνοφρουρών, ανεξάρτητο τάγμα
και σώματα εθελοντών).
4/ Ως ζώνη ενεργείας του Β΄Τμήματος Στρατιάς
καθορίσθηκε αυτή του Δυτικού Μετώπου, δηλαδή αμέσως αριστερά της ΙΙ
Μεραρχίας και μέχρι Ολύτσικα και υψώματα του Λύγγου.
(δ) Αποσπάσματα
1/ Απόσπασμα Αχέροντα, στην περιοχή Αχέροντα-
Παραμυθιάς (4 τάγματα, 4 πολυβόλα, 5 πυροβόλα).
2/ Απόσπασμα Πρέβεζας-Λούρου-Φιλιππιάδας (2
τάγματα στις ομώνυμες περιοχές).
3/ Απόσπασμα Χειμάρρας (1 τάγμα, 2 πολυβόλα, 2
πυροβόλα) στη Χειμάρρα.
(ε) Σύνταγμα Ιππικού Ηπείρου (3 ίλες, 2 πολυβόλα) στην
περιοχή Χάνι Εμίν-Αγά.
(στ) Πυροβολικό Στρατιάς αποτελούμενο από 6 πεδινές και 2
βαριές πυροβολαρχίες (24 πεδινά πυροβόλα, 4 των 105 και 6 των 150
χιλιοστών) στις περιοχές Κανέτας και Άνω Θεριακίσι.

4. Σχέδια και Αποστολές Αντιπάλων

α. Τούρκων
124

Το Σχέδιο Ενεργείας των Τούρκων προέβλεπε σταθερή άμυνα στην


Οχυρωμένη Τοποθεσία των Ιωαννίνων και κυρίως στα υψώματα Μικρό και
Μεγάλο Μπιζάνι και Καστρίτσα, έτσι ώστε να απαγορευθούν τα δρομολόγια
προς τα Ιωάννινα και να παρεμποδισθεί η κατάληψη της πόλεως και της
ευρύτερης περιοχής από τον επιτιθέμενο Ελληνικό Στρατό.

β. Ελλήνων

(1) Μετά την αποτυχία των επιθέσεων του Δεξιού της Στρατιάς
Ηπείρου που έγιναν τον Ιανουάριο και το α' δεκαπενθήμερο του Φεβρουαρίου
1913, με σκοπό την άλωση της Οχυρωμένης Τοποθεσίας των Ιωαννίνων και
κατόπιν συλλογής νέων πληροφοριών για τη διάταξη των Τούρκων, ο
Αρχιστράτηγος Διάδοχος Κωνσταντίνος και οι επιτελείς του αποφάσισαν την
από το Αριστερό (Δυτικό) της Στρατιάς αιφνιδιαστική προσβολή της τοποθεσίας
αυτής, ώστε να επιτευχθεί με αυτή το αναμενόμενο αποτέλεσμα. Έτσι, κατά το
διάστημα 16-19 Φεβρουαρίου έγινε με μεγάλη μυστικότητα η μεταφορά των
απαραίτητων δυνάμεων προς το Αριστερό της Στρατιάς, καθώς και η
προπαρασκευή της επιθέσεως.
(2) Το Σχέδιο Ενεργείας προέβλεπε γενικά την από το ΠΦ της 20ής
Φεβρουαρίου ισχυρή αιφνιδιαστική επίθεση με τρεις φάλαγγες συνολικής
δυνάμεως 23 ταγμάτων κατά του Δεξιού του εχθρού, με σκοπό την ταχεία
κατάληψη των υψωμάτων Μανωλιάσας-Αγίου Νικολάου-Τσούκας-Λύγγου.Στη
συνέχεια η ίδια δύναμη θα πραγματοποιούσε ταχεία διείσδυση μέχρι την
περιοχή Δουρούτης και Σαδοβίτσας και πεδιάδας στα νώτα του Μπιζανίου,για
ευρεία υπερκέραση της οχυρωμένης αυτής τοποθεσίας από τα δυτικά και
απελευθέρωση των Ιωαννίνων. Με τον τρόπο αυτό, θα επιδιωκόταν στον
Κεντρικό και Ανατολικό Τομέα η παραπλάνηση του εχθρού με υποβοηθητικές
ενέργειες και με εκτέλεση βολής πυροβολικού και πεζικού, για να καθηλωθούν
οι δυνάμεις που υπήρχαν εκεί.
(3) Με το ίδιο Σχέδιο προβλεπόταν επίσης για τις 17 Φεβρουαρίου
αποβατική επίδειξη στους Αγίους Σαράντα, στις 18 κίνηση της ΙΙΙ Μεραρχίας
προς Λεσκοβίκι-Μεσογέφυρα από την Κορυτσά και, τέλος, ενέργεια του
Αποσπάσματος της V Μεραρχίας μέσω Φούρκας προς την Κόνιτσα, για να
συγκρατηθούν οι τουρκικές δυνάμεις που υπήρχαν στις ομώνυμες περιοχές.

5. Διεξαγωγή της Μάχης

α. Για την υλοποίηση Σχεδίου, το Γενικό Στρατηγείο εξέδωσε στις 1100


της 16ης Φεβρουαρίου διαταγή επιχειρήσεων, μετά την οποία έγιναν, από 16
μέχρι και 19 Φεβρουαρίου 1913, οι εξής προκαταρκτικές ενέργειες:
125

(1) Η Μοίρα του Ιονίου Πελάγους έπλευσε στις 16 Φεβρουαρίου


στους Αγίους Σαράντα και έβαλε κατά των τουρκικών θέσεων. Στο μεταξύ,
αφού συγκεντρώθηκαν στην Κέρκυρα τα εμπορικά πλοία που προορίζονταν για
τη μεταφορά των στρατευμάτων και συμπληρώθηκε η επιβίβαση των τμημάτων,
έγινε ο απόπλους τους, ενώ το μεσημέρι της 18ης Φεβρουαρίου, μετά από βολή
του στόλου, άρχισε η επιδεικτική απόβασή του.
Τα τμήματα που αποβιβάσθηκαν, αφού κατέστρεψαν θέσεις των
Τούρκων, επιβιβάσθηκαν πάλι στα πλοία, όπως ακριβώς προέβλεπε η διαταγή.
Την επομένη έγινε ανάλογη απόβαση.
(2) Η Ταξιαρχία Μετσόβου άρχισε να κινείται στις 16
Φεβρουαρίου, αλλά μόλις το απόγευμα της 19ης έφθασε στον αντικειμενικό της
σκοπό. Από το πρωί της επομένης, 20 Φεβρουαρίου, ήταν έτοιμη να εκτοξεύσει
επίθεση κατά των τουρκικών δυνάμεων που ήταν στην περιοχή Δρίσκος-
Δαφνούλα (Κοντοβράκι). Η άφιξή της στους χώρους συγκεντρώσεως
καθυστέρησε εξαιτίας της διεξαγωγής αγώνα στις περιοχές Χρυσοβίτσας-
Τριστένου-Γρεβενητίου για την απώθηση των από εκεί, τουρκικών τμημάτων.
Συνέτεινε, επίσης, η ξαφνική μεγάλη κακοκαιρία.
(3) Το Πυροβολικό που από τις 10 Φεβρουαρίου έβαλλε κατά
διαστήματα κατά της οχυρωμένης τοποθεσίας Μπιζανίου, άρχισε από το πρωί
της 19ης Φεβρουαρίου συστηματική βολή και την προπαρασκευή της
επιθέσεως, σύμφωνα με το πρόγραμμα που είχε καταρτισθεί.

β. Το βράδυ της 19ης Φεβρουαρίου οι μονάδες της Στρατιάς Ηπείρου


συγκεντρώθηκαν στις θέσεις που προέβλεπε το σχέδιο και στις 20 Φεβρουαρίου
ενήργησαν όπως παρακάτω:
(1) Β΄ Τμήμα Στρατιάς.
Η Διοίκηση και το επιτελείο εγκαταστάθηκαν από το πρωί της
20ής Φεβρουαρίου σε παρατηρητήριο, στην κορυφογραμμή Προφήτης Ηλίας-
Σπαρτίτσι.
(α) 3η Φάλαγγα
Με την αιφνιδιαστική επίθεση από το ΠΦ της 20ής
Φεβρουαρίου σε τρεις κατευθύνσεις ανατρέπει τον εχθρό και καταλαμβάνει
μέχρι τις 1000 τον αυχένα Λύγγου-Αγίου Βλασίου, καθώς και τα υψώματα
Τσαβίδα, Μεγάλη Τσούκα, Άγιος Σάββας και Άγιος Νικόλαος και στις 1300 το
χωριό Κοσμηρά και τα υψώματα του, συλλαμβάνει δε αρκετούς αιχμαλώτους
και κυριεύει κάθε είδους υλικά, μεταξύ των οποίων 14 πυροβόλα και 1
πολυβόλο. Το απόγευμα, καταλαμβάνει το ύψωμα Δουρούτη και όταν επέρχεται
το σκοτάδι, τα τμήματα της φάλαγγας έχουν διαταχθεί σταθερά σε ευρεία
έκταση στη γενική γραμμή Αυχένας Λύγγου-Άγιος Βλάσιος-Άγιος Σάββας-
Άγιος Νικόλαος-Δουρούτη, ενώ η Διοίκηση και το Πυροβολικό στο χωριό
Κοσμηρά.
126

(β) 1η Φάλαγγα
Κατέχοντας τη γραμμή των υψωμάτων Ζυγός-Κέντρωμα-
Καραγιάννη και μέχρι την Αγία Παρασκευή (Μανωλιάσα), πραγματοποίησε
επίθεση από τις 0800, μετά από ημίωρη προπαρασκευή πυροβολικού, σε τρεις
κατευθύνσεις, για την κατάληψη των υψωμάτων Καστρί-Άγιος Ηλίας (1.076)-
Μεγάλη Ράχη (1.070). Μέχρι το μεσημέρι επιτεύχθηκε με πεισματώδη αγώνα η
κατάληψη όλων των τουρκικών θέσεων γύρω από τη Μανωλιάσα, ενώ κατά τη
διάρκεια της καταδιώξεως που επακολούθησε, τα τμήματα της φάλαγγας
έφθασαν μέχρι τις ανατολικές κλιτύς του υψώματος Κορυφές και ανατολικά του
χωριού Επισκοπικό προς την πεδιάδα, σε επαφή με τη ΙΙ Μεραρχία,η οποία
ενεργούσε δεξιά. Οι Τούρκοι συμπτύχθηκαν στην Πεδινή (Ραψίστα) και τον
Άγιο Ιωάννη, αφού εγκατέλειψαν στο πεδίο της μάχης αρκετούς νεκρούς και
τραυμαρτίες, καθώς και 6 πυροβόλα. Κατά τη διάρκεια της νύκτας τα τμήματα
εγκαταστάθηκαν στις θέσεις που είχαν καταληφθεί, με προοπτική συνεχίσεως
της επιθέσεως την επομένη.
(γ) 2η Φάλαγγα
1/ Αφού συγκεντρώθηκε στην περιοχή Καλογερίτσα-
Στενωπός Μανωλιάσας, επιτέθηκε από το πρωί και κατέλαβε με την
εμπροσθοφυλακή (1ο Σύνταγμα Ευζώνων και Ι/17 ΤΠ) αρχικά τον αυχένα
ανατολικά του χωριού Μελιγγοί και στη συνέχεια τα υψώματα Πράσινο και
Αγία Παρασκευή. Έτσι, έγινε δυνατή η συγκέντρωση ολόκληρης της
εμπροσθοφυλακής στην περιοχή Δωδώνης, περίπου στις 1300. Ο Διοικητής της,
Αντισυνταγματάρχης Παπαδόπουλος Διονύσιος, ο οποίος πληροφορήθηκε την
κατάληψη του Αγίου Νικολάου από την 3η Φάλαγγα, συνέχισε την προέλασή
του προς τα Ιωάννινα από την ημιονική οδό προς Πεδινή (Ραψίστα).
Καλυπτόταν προς το Δεξιό με το Τάγμα (Ι/17 ΤΠ) και κινούνταν μέσα από τα
υψώματα της Χιονάσας. Έτσι, ενώ τα δύο τάγματα (8ο και 9ο) του 1ου
Συντάγματος Ευζώνων πλησίαζαν στην Πεδινή, οι Τούρκοι, μετά την απόρριψή
τους από όλο το μέτωπο Μανωλιάσας-Τσούκας, ήταν υπό διάλυση και
κινούνταν από την Πεδινή προς τα Ιωάννινα. Στις 1700 καταλαμβάνεται η
Πεδινή, ενώ τα δύο επικεφαλής τάγματα Ευζώνων (8ο και 9ο) συνεχίζουν την
καταδίωξη προς τα Ιωάννινα.
2/ Στο μεταξύ, ο Διοικητής της Φάλαγγας, μόλις
εκπλήρωσε την αποστολή του, απέστειλε διαταγή στο 1ο Σύνταγμα Ευζώνων να
ανακόψει την προέλασή του και να εγκατασταθεί στα υψώματα Πεδινής. Ο
Διοικητής της εμπροσθοφυλακής, επειδή δεν έλαβε αυτή τη διαταγή, συνεχίζει
την προέλασή του και περίπου στις 1800 το 9ο Τάγμα Ευζώνων, υπό τον
Ταγματάρχη Βελισσαρίου Ιωάννη, καταλαμβάνει το χωριό Άγιος Ιωάννης, όπου
κυριεύει πληθώρα υλικού και συλλαμβάνει πολλούς αιχμαλώτους. Μόνο το Ι/17
ΤΠ έλαβε αυτή τη διαταγή και, σε εκτέλεσή της, εγκαταστάθηκε στην περιοχή
Μονής Δουρούτης. Μόλις νύκτωσε, τα 9ο και 8ο Τάγματα εγκατέστησαν
127

προφυλακές στην περιοχή Αγίου Ιωάννη μέχρι τους στρατώνες του


πυροβολικού και απέκοψαν τα διάφορα τηλεφωνικά καλώδια, ώστε να
απομονωθεί η πόλη και να διακοπεί η επικοινωνία με το Μπιζάνι. Εκεί, όλη τη
νύκτα αναχαιτίζουν και αιχμαλωτίζουν τουρκικά τμήματα που υποχωρούσαν
προς τα Ιωάννινα. Οι αιχμαλωτισθέντες ήταν 37 αξιωματικοί και 935 οπλίτες.
3/ Η τολμηρή αυτή κίνηση του 1ου Συντάγματος
Ευζώνων, δηλαδή η διείσδυσή του στο εσωτερικό της τουρκικής τοποθεσίας
μέχρι τις παρυφές των Ιωαννίνων και ενώ αντιστέκονταν ακόμη τα Οχυρά
Μπιζανίου, Καστρίτσας και Χιντζηρέλου (Σαδοβίτσας), οδήγησε τους
Τούρκους σε άμεση απόφαση παραδόσεως. Για το σκοπό αυτό, στις 2300 της
20ής Φεβρουαρίου, έφθασαν στις προφυλακές του 9ου Τάγματος Ευζώνων με
άμαξα δύο Τούρκοι αξιωματικοί, συνοδευόμενοι από τον Επίσκοπο Δωδώνης,
ως αντιπρόσωπο του Τούρκου Αρχιστρατήγου και μετέφεραν πρότασή του για
παράδοση της πόλεως και κατάπαυση των εχθροπραξιών. Ο Διοικητής του
Τάγματος ανέλαβε να οδηγήσει την αντιπροσωπεία στο Γενικό Στρατηγείο, που
στάθμευε στο Χάνι Εμίν-Αγά.
4/ Η διάταξη των τμημάτων της 2ης Φάλαγγας τη νύκτα
20/21 Φεβρουαρίου ήταν : τα 8ο και 9ο Τάγματα Ιωαννίνων, από τους
στρατώνες πυροβολικού μέχρι το χωριό Άγιος Ιωάννης, καλυπτόμενα από
παντού, με το Διοικητή του Συντάγματος και ένα λόχο στην οδό Πεδινή-
Ιωάννινα, σε μικρή απόσταση από το χωριό Πεδινή. Το Ι/17 Τάγμα στη Μονή
Δουρούτης. Το 3ο Σύνταγμα Πεζικού αμέσως ανατολικά του χωριού Κοσμηρά
και το 15ο Σύνταγμα Πεζικού στα υψώματα Αγίου Νικολάου.
(2) ΙΙ Μεραρχία
Μετά την προπαρασκευή πυροβολικού προώθησε τη διάταξη
των τμημάτων του κλιμακίου επιθέσεως από τις δύο πλευρές της αμαξιτής οδού
προς τα Ιωάννινα και μέχρι τις τελευταίες κλιτύς των υψωμάτων μπροστά από
την πεδιάδα, αφού έλαβε στενή επαφή με τα πρώτα χαρακώματα του
Μπιζανίου. Δεν κατόρθωσε όμως να προελάσει παραπέρα, επειδή το έδαφος
ήταν αναπεπταμένο και υπήρχε σθεναρή αντίδραση του εχθρού από το Μικρό
και Μεγάλο Μπιζάνι.
(3) Α' Τμήμα Στρατιάς
Οι VIII και VI Μεραρχίες επιτέθηκαν και κατόρθωσαν να
προωθήσουν τη διάταξή τους σε απόσταση περίπου 600 μέτρων από τα πρώτα
τουρκικά χαρακώματα. Η VI Μεραρχία κατέλαβε με διλοχία το χωριό
Μουζακαίοι. Παράλληλα, η Ταξιαρχία Μετσόβου κατέλαβε μετά από επίθεσή
της τα υψώματα Δρίσκου και Δαφνούλας και προώθησε τα τμήματά της στην
πεδιάδα, ενώ οι Τούρκοι υποχώρησαν στην Καστρίτσα.
(4) Το Πυροβολικό της Στρατιάς
Το πυροβολικό, σύμφωνα με πρόγραμμα, έβαλλε όλη την
ημέρα κατά των οχυρωμένων θέσεων των Τούρκων, εναντίον των οποίων, μόλις
128

άρχισε η σύμπτυξή τους, έγινε χρησιμοποίηση και των πυρών του βαρέος
πυροβολικού.

(5) Το Γενικό Στρατηγείο


Παρακολουθώντας την εξέλιξη της επιχειρήσεως, προώθησε το
Σύνταγμα Ιππικού στο Χάνι Φτελιάς, αναμένοντας πιθανή καταδίωξη. Στις 2200
εξέδωσε διαταγή επιχειρήσεως για την επομένη, που καθόριζε τα εξής:
(α) Το Α' Τμήμα Στρατιάς να εξακολουθήσει τον αγώνα
κατατριβής, περιμένοντας την ευκαιρία να καταλάβει τα Οχυρά Μπιζανίου-
Κουτσελίου και Καστρίτσας.
(β) Η ΙΙ Μεραρχία να εκτελέσει και αυτή αγώνα κατατριβής,
συμβάλλοντας συγχρόνως σε πιθανή επίθεση του Β' Τμήματος Στρατιάς κατά
των δυτικών κλιτύων του Μπιζανίου.
(γ) Το Β' Τμήμα Στρατιάς να καταλάβει αρχικά τα Οχυρά
Χιντζηρέλου (Σαδοβίτσας), να εξασφαλίσει το Αριστερό του και να επιτεθεί στη
συνέχεια κατά του Κατσικά και στα νώτα του Μπιζανίου.

γ. Ο Διοικητής του 1ου Συντάγματος Ευζώνων, που βρισκόταν με ένα


λόχο γύρω από το χωριό Πεδινή, έλαβε περίπου στις 0130 της 21ης
Φεβρουαρίου αναφορά του Διοικητή του 8ου Τάγματος Ευζώνων Ταγματάρχη
Ιατρίδη Γεωργίου, από την οποία πληροφορήθηκε, ότι τα δύο Τάγματα
Ευζώνων είχαν φθάσει κοντά στα Ιωάννινα. Την πληροφορία αυτή ανέφερε
αμέσως στο Διοικητή της 2ης Φάλαγγας, ζητώντας συγχρόνως ενισχύσεις, ώστε
να εκμεταλλευθεί την επιτυχία. Επειδή πέρασε μία και περισσότερο ώρα, χωρίς
να λάβει απάντηση από το Διοικητή της Φάλαγγας, έσπευσε με το λόχο που είχε
στη διάθεσή του, καθώς και με το Ι/17 Τάγμα, το οποίο συνάντησε στην
περιοχή της Δουρούτης, προς την κατεύθυνση των Ιωαννίνων, προκειμένου να
ενισχύσει τα μπροστά από την πόλη τάγματά του, στις θέσεις των οποίων
έφθασε περίπου στις 0600.

δ. Ο Διοικητής της 2ης Φάλαγγας, μόλις έλαβε την αναφορά του


Διοικητή του 1ου Συντάγματος Ευζώνων, του έστειλε στις 0400 της 21ης
Φεβρουαρίου επιτιμητική διαταγή, γιατί παρά τις εντολές του, προέλασε και
πέρα από το χωριό Πεδινή, και τον διέταξε να επαναφέρει τα τμήματά του στο
χωριό αυτό, για να γίνει, με το ΠΦ, επίθεση προς τα Οχυρά Δουρούτης και
Χιντζηρέλου (Σαδοβίτσας).

ε. Στο μεταξύ, ο Διοικητής του 9ου Τάγματος Ευζώνων Ταγματάρχης


Βελισσαρίου Ιωάννης, οδηγώντας τους απεσταλμένους του Εσσάτ Πασά,
έφθασε στις 0430 της 21ης Φεβρουαρίου στο Γενικό Στρατηγείο (Χάνι Εμίν-
Αγά), όπου, μετά από σύντομη συζήτηση, συμφώνησαν για την παράδοση της
129

πόλεως των Ιωαννίνων και του τουρκικού στρατού. Οι απεσταλμένοι


επέστρεψαν στα Ιωάννινα, αφού εφοδιάσθηκαν με έγγραφο του Γενικού
Στρατηγείου, το οποίο περιείχε τους όρους της παραδόσεως.
στ. Μετά την αποδοχή των όρων από τον Εσσάτ Πασά, το Γενικό
Στρατηγείο γνωστοποίησε με τηλεφωνική εντολή στις μονάδες την χωρίς όρους
παράδοση του τουρκικού στρατού, η οποία άρχισε από το πρωί της 21ης
Φεβρουαρίου. Την ίδια μέρα στάλθηκαν τηλεγραφήματα προς το Βασιλιά
Γεώργιο Α' και την κυβέρνηση Ελευθερίου Βενιζέλου για την άλωση των
Ιωαννίνων. Την επομένη 22 Φεβρουαρίου, ο Αρχιστράτηγος Διάδοχος
Κωνσταντίνος εισήλθε επίσημα στα Ιωάννινα. Έτσι, έληξε η μάχη Μπιζανίου-
Ιωαννίνων.

6. Αποτελέσματα

Η πετυχημένη διεξαγωγή της επιθέσεως στο Μπιζάνι είχε ως αποτέλεσμα


τη λαμπρή νίκη των ελληνικών όπλων. Οι απώλειες των τριών ελληνικών
φαλάγγων που ανέλαβαν την κυρία επίθεση έφθασαν στις 20 Φεβρουαρίου σε
(νεκρούς και τραυματίες) 5 αξιωματικούς και 259 οπλίτες. Περίπου 100
τουρκικά πυροβόλα και άφθονο υλικό κυριεύθηκε από τον Ελληνικό Στρατό,
στον οποίο παραδόθηκαν αιχμάλωτες όλες οι τουρκικές δυνάμεις Ιωαννίνων
μαζί με τους ηγήτορές τους, τα επιτελεία τους και τις σημαίες τους. Η λαμπρή
αυτή νίκη της Στρατιάς Ηπείρου αυτόματα άνοιξε το δρόμο για την εκκαθάριση
των περιοχών της Δυτικής και Βορείου Ηπείρου από τα υπολείμματα τουρκικών
τμημάτων και αλβανικών συμμοριών που δρούσαν μέχρι τότε εκεί και
τρομοκρατούσαν τους Έλληνες κατοίκους τους.

7. Διαπιστώσεις - Συμπεράσματα

α. Η ευρεία υπερκέραση που αποφάσισε τελικά το Γενικό Στρατηγείο να


γίνει από το Αριστερό κατά του Δυτικού της Οχυρωμένης Τοποθεσίας
Ιωαννίνων, η οποία εκτελέσθηκε ταχέως με αποφασιστικότητα και τόλμη και
σε αρκετό βάθος, διέσπασε την άμυνα των Τούρκων και επέφερε την άλωση
των τουρκικών οχυρών. Εξάλλου, η με πλήρη μυστικότητα μεταφορά των
αναγκαίων δυνάμεων με την εκτέλεση αυτού του ελιγμού και η καλυμμένη
λεπτομερής προπαρασκευή, καθώς και οι επιθέσεις επιδείξεως από το Δεξιό στις
παραμονές της κυρίας επιθέσεως, συνέβαλαν σημαντικότατα στην
παραπλάνηση του εχθρού, ως προς την κύρια προσπάθεια, στη συγκράτηση των
δυνάμεών του στις αρχικές τους θέσεις και στην επίτευξη του αιφνιδιασμού.
Από τα παραπάνω προκύπτει το συμπέρασμα, ότι οι οχυρωμένες τοποθεσίες
παραβιάζονται με ισχυρή και αιφνιδιαστική ενέργεια από τα πλευρά και τα
νώτα, δηλαδή από μη αναμενόμενες κατευθύνσεις, ενώ αποφεύγεται αρχικά η
130

κατά μέτωπο κυρία επίθεση.Αν υπάρχει αδυναμία να γίνουν αυτά,τότε


απαιτείται ειδική επιχείρηση και οι δυνάμεις είναι υποχρεωμένες να διεξάγουν
ιδιόμορφο αγώνα.
β. Η τολμηρή πρωτοβουλία του Διοικητή του 1ου Συντάγματος
Ευζώνων και κυρίως των Διοικητών των 8ου και 9ου Τάγματος επιτάχυναν την
απόφαση των Τούρκων να παραδοθούν. Η ενέργεια αυτή ήταν στα πλαίσια της
διαταγής του Αρχιστρατήγου, στην οποία με σαφήνεια καθοριζόταν, ότι "όταν
ο εχθρός εγκαταλείψη τα ορύγματα αυτού και αρχίση υποχωρών, άπαντα τα
τμήματα πεζικού να προχωρήσουν αδιστάκτως και αποφασιστικώς εις
αμείλικτον τούτου καταδίωξιν". Άρα, ο Διοικητής της 2ης Φάλαγγας κακώς
αποφάσισε τη συγκράτηση της καταδιώξεως μέχρι την Πεδινή. Προφανώς, δεν
είχε άμεση αντίληψη της καταστάσεως ή είχε ενδοιασμούς ως προς την
ανάληψη της ευθύνης για ενδεχόμενους κινδύνους από μια τόσο βαθιά
διείσδυση. Ευτυχώς, χάρη στην αποφασιστικότητα των τριών ηγητόρων των
Ευζώνων, αποδείχθηκε περίτρανα η αλήθεια του δόγματος ότι "η εντός των
πλαισίων των καθοριζομένων υπό της Διοικήσεως ανάπτυξις πρωτοβουλίας των
ηγητόρων επιβάλλεται".

γ. Η τοποθεσία, την οποία επέλεξαν οι Τούρκοι για να αμυνθούν, για την


κάλυψη των Ιωαννίνων ήταν η πιο κατάλληλη και ορθά τοποθετήθηκε το
αμυντικό βάρος στο μέτωπο Μπιζανίου. Θα έπρεπε όμως η Τουρκική Διοίκηση
να λάβει ανάλογα μέτρα και να οργανώσει την τοποθεσία Αυχένας Λύγγου-
Μεγάλη Τσούκα-Άγιος Σάββας-Άγιος Νικόλαος-Μεγάλη Ράχη, η οποία είναι
φύσει οχυρή και καλύπτει αμέσως το Δεξιό(Δυτικό) του Μπιζανίου. Η
πλημμελής οργάνωση και η ανεπαρκής επάνδρωση της τοποθεσίας αυτής,
καθώς και η έλλειψη τοπικών και γενικών εφεδρειών για αντίδραση, υπήρξαν η
αιτία της απώλειας της μάχης για την τουρκική Διοίκηση. Επομένως, η
αμυντική οργάνωση πρέπει να γίνεται με τρόπο ανάλογο, ώστε να αντιμετωπίζει
αποτελεσματικά όλες τις πιθανές κατευθύνσεις επιθέσεως του αντιπάλου (με
ανάλογη, βεβαίως, βαρύτητα προς την αξία της καθεμιάς) και όχι μόνο την
πιθανότερη.

δ. Τέλος, επισημαίνεται, ότι, παρά τις στερήσεις και τις κακουχίες της
εποχής, το επιθετικό πνεύμα του Ελληνικού Στρατού, που διεξήγαγε με επιτυχία
τις επιχειρήσεις στη Δυτική και Κεντρική Μακεδονία το 1912, και η αδάμαστη
θέλησή του για την τελική συντριβή του εχθρού κυριάρχησαν και στην Ήπειρο,
όπου ο εχθρός δέχθηκε καίριο πλήγμα, υποχώρησε και ηττημένος αναγκάσθηκε
να παραδοθεί.
Η ΜΑΧΗ ΚΙΛΚΙΣ- ΛΑΧΑΝΑ
(19 - 21 Ιουνίου 1913)

1. Εισαγωγή

α. Μετά την υπογραφή της προκαταρκτικής συνθήκης ειρήνης μεταξύ


των συμμάχων Βαλκανικών Κρατών και της Τουρκίας στο Λονδίνο (17 Μαΐου
1913), η Τουρκία έχασε όλα τα Ευρωπαϊκά εδάφη της εκτός από την
Κωνσταντινούπολη και μικρό τμήμα στα δυτικά της. Παράλληλα, οι Βούλγαροι
πρόβαλαν υπερβολικές αξιώσεις για την προσάρτηση των περιοχών που είχαν
απελευθερωθεί, απειλώντας συγχρόνως ΄Ελληνες και Σέρβους και
οραματιζόμενοι τη δημιουργία της "Μεγάλης Βουλγαρίας".

β. Οι συγκρούσεις, τοπικού χαρακτήρα, μεταξύ των συμμάχων στρατών


των Βαλκανικών κρατών και της Βουλγαρίας πριν τερματισθεί ο Α΄ Βαλκανικός
Πόλεμος, προμηνούσαν ήδη τη μελλοντική σύρραξη με τους Βουλγάρους. Οι
σπουδαιότερες από τις συμπλοκές αυτές ήταν όσες έλαβαν χώρα στο Παγγαίο
όρος, από τις 1Ο μέχρι τις 17 Μαΐου και εξελίχθηκαν σε αληθινή μάχη. Μετά
από έντονες παραστάσεις της Ελληνικής Κυβερνήσεως και για να αποσοβηθεί
ο κίνδυνος από τις συμπλοκές αυτές, υπογράφθηκε στις 21 Μαΐου 1913 στη
Θεσσαλονίκη σχετικό Πρωτόκολλο, με το οποίο καθοριζόταν η χάραξη
γραμμής διαχωρίσεως μεταξύ Ελληνικού και Βουλγαρικού Στρατού. Οι
Βούλγαροι όμως όχι μόνο δεν σεβάσθηκαν το Πρωτόκολλο, αλλά συνέχιζαν
και τη συγκέντρωση στρατευμάτων έναντι των Ελλήνων και των Σέρβων.

γ. Στίς 19 Μαΐου 1913 υπογράφηκε στη Θεσσαλονίκη δεκαετής


αμυντική συμμαχία μεταξύ Ελλάδας και Σερβίας για την αντιμετώπιση των
υπερβολικών εδαφικών απαιτήσεων της Βουλγαρίας. Με τη συνθήκη αυτή,
καθώς και με τη στρατιωτική σύμβαση τα δύο κράτη θα είχαν κοινή συνοριακή
γραμμή, η οποία είναι και η υφιστάμενη σήμερα.

δ. Παρόλο ότι, τόσο η Ελλάδα, όσο και η Σερβία επιδίωξαν την ειρηνική
διευθέτηση των διαφορών τους με τη Βουλγαρία, προσέκρουαν πάντοτε στη
βουλγαρική αδιαλλαξία. Στις 16 Ιουνίου 1913 η Βουλγαρία διέταξε
αιφνιδιαστική επίθεση εναντίον των ελληνικών και σερβικών προκαλυπτικών
τμημάτων, χωρίς αιτία και επίσημη κήρυξη πολέμου.

ε. Η Ελληνική Κυβέρνηση, αφού έλαβε γνώση της καταστάσεως που


δημιουργήθηκε, αποφάσισε ομόφωνα την ανάληψη γενικής επιθέσεως κατά των
Βουλγάρων, την επομένη. Παράλληλα, τη νύχτα 17/18 Ιουνίου η ΙΙ Μεραρχία
πραγματοποίησε γενική επίθεση των ελληνικών τμημάτων εναντίον των
βουλγαρικών, τα οποία απάντησαν με μεγάλη σφοδρότητα, αλλά ως τις πρωινές
ώρες παραδόθηκαν όλα σταδιακά, απαλλάσσοντας έτσι τη Θεσσαλονίκη από
την παρουσία τους. Το πρωί της 18ης Ιουνίου, έφθασε στη Θεσσαλονίκη ο
Αρχιστράτηγος Βασιλιάς και ανέλαβε τη Διοίκηση του Στρατού και στις 11ΟΟ
της ίδιας ημέρας το Γενικό Στρατηγείο εξέδωσε την πρώτη διαταγή
επιχειρήσεων.

2. Περιγραφή του Πεδίου της Μάχης (Σχεδ. 26)

α. Οι Βούλγαροι επέλεξαν ως αμυντική τοποθεσία έναντι των Ελλήνων


την περιοχή Κιλκίς-Λαχανά. Το εδαφικό διαμέρισμα Κιλκίς-Λαχανά ορίζεται
από τα βόρεια από τη λίμνη της Δοϊράνης και το όρος Δύσωρο (Κρούσια), από
τα δυτικά από τον Αξιό ποταμό, από τα ανατολικά από το όρος Βερτίσκος και
από τα νότια από την περιοχή Θεσσαλονίκης και τις λίμνες Λαγκαδά και
Βόλβης.

β. Παρότι το διαμέρισμα αυτό είναι δυνατό να χαρακτηρισθεί γενικά ως


ενιαίος χώρος, ωστόσο, λόγω της αποκλίσεως των κατευθύνσεων ενεργείας
προς τα βόρεια και ανατολικά, για δυνάμεις που ενεργούν από την περιοχή της
Θεσσαλονίκης, πρέπει να διαχωρισθεί σε δύο χωριστά πεδία μάχης δηλαδή αυτό
του Κιλκίς και το αντίστοιχο του Λαχανά.
(1) Πεδίο Μάχης Κιλκίς
(α) Βόρεια του Κιλκίς βρίσκεται η λίμνη Δοϊράνη και το όρος
Δύσωρο, από τις νοτιοδυτικές κλιτύες του οποίου ξεκινά χαμηλή
κορυφογραμμή, με κατεύθυνση προς τα νότια, σχηματίζοντας τα υψώματα του
Κιλκίς. Μπροστά από τα υψώματα αυτά το έδαφος είναι σχεδόν πεδινό και
ακάλυπτο. Για το λόγο αυτό η γραμμή των υψωμάτων του Κιλκίς, σε
συνδυασμό με τους πολλούς κατοικημένους τόπους που υπάρχουν στην
περιοχή, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως τοποθεσία άμυνας.
(β) Οι Βούλγαροι, καταλαμβάνοντας το Κιλκίς στις 26
Οκτωβρίου 1912 και με την προοπτική πολέμου κατά των Ελλήνων άρχισαν να
οχυρώνουν την τοποθεσία νότια και από τις δύο πλευρές της πόλεως. Η
οχύρωση περιλάμβανε χαρακώματα, πολυβολεία, πυροβολεία και άλλα λοιπά
αμυντικά έργα, καλύπτοντας πλήρως το Κιλκίς από οποιαδήποτε επίθεση από τα
νότια.
(2) Πεδίο Μάχης Λαχανά
(α) Τα όρη Δύσωρο και Βερτίσκος περιβάλλουν τα υψώματα
στην περιοχή του Λαχανά και συνδέονται με αυτά με δύο ευρείς αυχένες, από
τους οποίους ο ένας βρίσκεται δυτικά του υψώματος Παλαιόκαστρο (ύψ. 654),
ενώ ο άλλος ανατολικά της Ξυλοπόλεως, από όπου διέρχεται και η αμαξιτή
οδός προς τις Σέρρες.
133

(β) Τα υψώματα Λαχανά δεσπόζουν στην περιοχή και


μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως τοποθεσία άμυνας. Η γραμμή εξάλλου των
υψωμάτων Γερμανικό (ύψ.878), ύψ.644 και Δίχαλο (ύψ.571), μπροστά από την
οποία το έδαφος κατέρχεται προς τα δυτικά και είναι ακάλυπτο, μπορεί να
χρησιμοποιηθεί ως γραμμή προφυλακών, προσδίνοντας ταυτόχρονα και
ανάλογο βάθος στην τοποθεσία Λαχανά.
(γ) Οι Βούλγαροι, καταλαμβάνοντας το Λαχανά στις 26
Οκτωβρίου, άρχισαν αμέσως να οχυρώνουν τα πιο ισχυρά και κατάλληλα
υψώματά του με ορύγματα και άλλα αμυντικά έργα, με μέτωπο προς τα δυτικά
και τα νότια.

γ. Από την παραπάνω συνοπτική περιγραφή προκύπτει, ότι και τα δύο


πεδία μάχης, Κιλκίς και Λαχανά, λόγω τις μορφολογίας και της αμυντικής
οργανώσεώς τους, παρουσιάζουν μεγάλες δυσκολίες κινήσεως τμημάτων
Πεζικού προς τα βόρεια και τα ανατολικά. Αντίθετα, προσφέρονται για
αποτελεσματικό αμυντικό αγώνα, γιατί, εκτός των άλλων, παρέχουν στον
αμυνόμενο άριστη παρατήρηση και εκτεταμένα πεδία βολής.

3. Γενική Κατάσταση Δυνάμεις και Διάταξη των Αντιπάλων

α. Βουλγάρων

(1) Στη μάχη Κιλκίς - Λαχανά έναντι του Ελληνικού Στρατού


βρίσκονταν μονάδες της 2ης Βουλγαρικής Στρατιάς υπό το Στρατηγό Ιβανώφ,
με την παρακάτω διάταξη:
(α) Την ΙΙΙ Μεραρχία (μείον Ταξιαρχία), υπό τον Υποστράτηγο
Σαράφωφ, στο Κιλκίς, έχοντας τη ΙΙ Ταξιαρχία (29ο και 32ο Συντάγματα
Πεζικού) στα υψώματα βόρεια και βορειοανατολικά του Πολυκάστρου.
(β) Την ΧΙ Μεραρχία (55ο, 56ο και 57ο Συντάγματα
Πεζικού) στην περιοχή Ελευθερουπόλεως.
(γ) Την Ι Ταξιαρχία της Χ Μεραρχίας (16ο και 25ο
Συντάγματα Πεζικού) υπό το Συνταγματάρχη Πετέφ, στην περιοχή των χωριών
Ξυλόπολη και Λαχανάς.
(δ) Την Ανεξάρτητη Ταξιαρχία Δράμας (69ο, 75ο
Συντάγματα Πεζικού και το 7ο Συμπληρωματικό Σύνταγμα) υπό το
Συνταγματάρχη Πετρώφ, στην περιοχή του χωριού Στρυμονικό.
(ε) Την Ανεξάρτητη Ταξιαρχία Σερρών (67ο και 68ο
Συντάγματα Πεζικού) υπό το Συνταγματάρχη Ιβανώφ στην περιοχή του χωριού
Ροδολίβος.
(στ) Το 1Οο Σύνταγμα Ιππικού (7 έφιππες και 7 πεζοπόρες
ίλες) στην περιοχή των χωριών Ξυλόπολη και Λαχανάς.
134

(ζ) Πίσω από τη Στρατιά αυτή συγκεντρώνονταν, σύμφωνα


με τις ίδιες πληροφορίες, η ΙΙ Μεραρχία στο Σιδηρόκαστρο, η VΙ στην Καβάλα
και η Χ στην Ανατολική Μακεδονία.
(2) Το σύνολο του Βουλγαρικού Στρατού που θα αντιμετώπιζε ο
Ελληνικός Στρατός στο χώρο των επιχειρήσεων Κιλκίς - Λαχανά ήταν 32
Τάγματα Πεζικού, 1 Σύνταγμα Ιππικού και 62 πυροβόλα.

β. Ελλήνων

(1) Το βράδυ της 18ης Ιουνίου ο Ελληνικός Στρατός βρισκόταν σε


διάταξη μεταξύ των ποταμών Στρυμόνα και Αξιού, από τα δεξιά προς τα
αριστερά, ως εξής:
(α) Η VΙΙ Μεραρχία, υπό το Συνταγματάρχη Μηχανικού Σωτίλη
Ναπολέοντα, στο χώρο μεταξύ Σκάλας Σταυρού - Λίμνης Βόλβης και χωριού
Αρέθουσα.
(β) Η Ι Μεραρχία, υπό τον Υποστράτηγο Μανουσο-γιαννάκη
Εμμανουήλ, στο χώρο μεταξύ των λιμνών Βόλβης και Λαγκαδά και του χωριού
Λοφίσκος.
(γ) Η VΙ Μεραρχία, υπό τον Υποστράτηγο Δελαγραμμάτικα
Νικόλαο, στην περιοχή των χωριών Λητή - Λαϊνά - Ασβεστοχώρι.
(δ) Η ΙΙ Μεραρχία, υπό τον Υποστράτηγο Καλλάρη
Κωνσταντίνο, στην περιοχή των χωριών Μελισσοχώρι - Λητή.
(ε) Η ΙV Μεραρχία, υπό τον Υποστράτηγο Μοσχόπουλο
Κωνσταντίνο, στην περιοχή των χωριών Μονόλοφο - Μελισσοχώρι.
(στ) Η V Μεραρχία, υπό το Συνταγματάρχη Μηχανικού
Γεννάδη Στέφανο, στην περιοχή των χωριών Ν. Φιλαδέλφεια - Νέα Μεσημβρία.
(ζ) Η ΙΙΙ Μεραρχία, υπό τον Υποστράτηγο Δαμιανό
Κωνσταντίνο, στην περιοχή Αξιοχωρίου.
(η) Η Χ Μεραρχία, υπό το Συνταγματάρχη Πυροβολικού
Παρασκευόπουλο Λεωνίδα, στην περιοχή Γουμένισσας - Αξιουπόλεως, με
τάγμα και ορειβατική πυροβολαρχία στην Πλαγιά, (βόρεια της Αξιουπόλεως).
(θ) Η Ταξιαρχία Ιππικού, υπό τον Αντισυνταγματάρχη
Ιππικού Ζαχαρακόπουλο Κωνσταντίνο στη Σίνδο.
(ι) Η εγκατάσταση του Γενικού Στρατηγείου θα γινόταν από
τις Ο83Ο της επομένης 19ης Οκτωβρίου στο Μελισσοχώρι.
(2) Η συνολική δύναμη του Ελληνικού Στρατού ανερχόταν σε 73
Τάγματα Πεζικού, 33 Πεδινές Πυροβολαρχίες, 9 ορειβατικές, 8 ΄Ιλες και 8
Ημιλαρχίες(Μεραρχιακές). Εκτός από τα παραπάνω στη Θεσσαλονίκη
βρισκόταν και το Τάγμα Φρουριακού Πυροβολικού.
135

4. Σχέδια και Αποστολές Αντιπάλων

α. Βουλγάρων.

(1) Οι Βούλγαροι απέβλεπαν γενικά στην κατάληψη αιφνιδιαστικά,


εδαφών της Μακεδονίας που ανήκαν στην Ελλάδα και τη Σερβία και στη
δημιουργία τετελεσμένων γεγονότων μετά την επέμβαση των Μεγάλων
Δυνάμεων για την κατάπαυση των εχθροπραξιών μεταξύ των σύμμαχων
βαλκανικών κρατών. Αυτός ήταν και ο λόγος μάλιστα που δεν καθόρισαν
σαφώς το σκοπό του πολέμου.
(2) Η 2η Βουλγαρική Στρατιά που είχε συγκεντρωθεί απέναντι στις
ελληνικές δυνάμεις δεν είχε σαφείς οδηγίες για την αποστολή της, μέχρι την
έναρξη των επιχειρήσεων. Οι διαταγές που αποστέλλονταν από το Γενικό
Στρατηγείο ήταν συγκεχυμένες, κάνοντας έτσι την κατάσταση ακόμη πιο
δύσκολη για τις βουλγαρικές δυνάμεις. Παρ΄ όλα αυτά όμως ο Διοικητής της
2ης Βουλγαρικής Στρατιάς, έχοντας υπόψη του την όλη κατάσταση εκπόνησε
σχέδιο επιθετικής ενεργείας προς Θεσσαλονίκη. Με αυτό προβλεπόταν ενέργεια
σε τρεις κατευθύνσεις δια μέσου Νέων Κερδυλλίων, Λαχανά, Κιλκίς, με κύρια
προσπάθεια στην κατεύθυνση Κιλκίς - Θεσσαλονίκη, για την αποκοπή των
συγκοινωνιών της πόλεως από τα δυτικά και την εκκαθάριση του εδάφους
ανατολικά της οδού Σερρών - Θεσσαλονίκης.
(3) Στις 18 Ιουνίου η 2η Βουλγαρική Στρατιά έλαβε διαταγή του
Στρατηγείου να ανασταλεί κάθε επιθετική ενέργεια στον τομέα της και να
αμυνθεί καλύπτοντας τη γενική κατεύθυνση Κιλκίς - Σιδηρόκαστρο, εξαιτίας
της κρίσιμης καταστάσεως στην οποία βρισκόταν η 4η Βουλγαρική Στρατιά
που ενεργούσε εναντίον των Σέρβων. Κατόπιν αυτού, η Στρατιά αποφάσισε να
εγκατασταθεί στη γραμμή Ποντοηράκλεια - Κιλκίς - Λαχανάς - Σωχός - Νιγρίτα
και να αμυνθεί σταθερά σε αυτή.

β. Ελλήνων

(1) Συγκεκριμένο Σχέδιο Επιθέσεως κατά των τοποθεσιών Κιλκίς -


Λαχανά δεν είχε εκπονηθεί από το Ελληνικό Γενικό Στρατηγείο. Στις 24 Μαΐου
1913 εκδόθηκαν οδηγίες επιχειρήσεων προς τις Μεραρχίες, με τις οποίες
προβλεπόταν αρχικά άμυνα στη γραμμή Κόλπος Ορφανού - λίμνη Βόλβη
-λίμνη Λαγκαδά - υψώματα βόρεια Θεσσαλονίκης - Πολύκαστρο, της οποίας το
δεξιό θα υποστήριζε με πυρά ο Στόλος, για την κάλυψη της Θεσσαλονίκης και
την αντιμετώπιση των τριών πιθανότερων τρόπων ενεργείας του εχθρού,
επίθεση κατά μέτωπο ή κατά μίας από τις δύο πλευρές. Στη συνέχεια, ο όγκος
του Στρατού θα εκδήλωνε αντεπίθεση προς το πιθανό ασθενέστερο πλευρό του
αντιπάλου, σε συνδυασμό με την κατά μέτωπο άμυνα των Μεραρχιών που είχαν
136

δεχθεί την εχθρική επίθεση. Βάσει αυτών των οδηγιών επιχειρήσεων γινόταν η
συγκέντρωση των Μεραρχιών και ο προσανατολισμός τους. Στις 18 Ιουνίου
1913 εκδόθηκαν από το Γενικό Στρατηγείο δύο διαδοχικές διαταγές, με τις
οποίες καθοριζόταν η έναρξη προελάσεως από το πρωί της επομένης στην κύρια
αμυντική τοποθεσία των Βουλγάρων στην περιοχή Κιλκίς - Λαχανά.
(2) Τη στάση αυτή τήρησε η ελληνική πλευρά, επειδή δεν ήθελε να
χαρακτηρισθεί φιλοπόλεμη, αρχίζοντας πρώτη τις επιχειρήσεις. Γι΄ αυτό και
άφησε την πρωτοβουλία στον αντίπαλο. Πρέπει, επίσης, να σημειωθεί ότι η
συμμαχία με τη Σερβία χαρακτηριζόταν ως αμυντική και γι΄ αυτό δεν είχε
εκπονηθεί κοινό σχέδιο με τη Σερβία για την αντιμετώπιση των Βουλγάρων,
γεγονός το οποίο αποτέλεσε μειονέκτημα για την καλή και αποτελεσματική
διεξαγωγή του πολέμου.

5. Διεξαγωγή της Μάχης.

α. Το Γενικό Στρατηγείο εξέδωσε στις 2000 της 18ης Ιουνίου νεότερη


διαταγή επιχειρήσεων με την οποία καθοριζόταν η προέλαση του Στρατού από
το πρωί της επομένης, ως εξής:
(1) Η VΙΙ Μεραρχία να προελάσει προς τη Νιγρίτα και από εκεί
προς τη γέφυρα του Στρυμόνα ποταμού κοντά στο χωριό Στρυμονικό, εφόσον
αυτό κρινόταν αναγκαίο από τη Μεραρχία.
(2) Η Ι Μεραρχία να προελάσει στις 0500, μέσω των χωριών ΄Οσσα
και Νικόπολη, προς τη γραμμή ύψ. Λαχανάς-Ξυλόπολη, σε διαρκή σύνδεσμο με
το δεξιό της VΙ Μεραρχίας.
(3) Η VΙ Μεραρχία να προελάσει από την ίδια ώρα, μέσω του
χωριού ΄Ασσηρος, προς το ύψ.Γερμανικό (ύψ.878).
(4) Η ΙΙ Μεραρχία να προελάσει, επίσης, από την ίδια ώρα, μέσω
των χωριών Μονόλοφο και Πετρωτό και να καταλάβει τα υψώματα ανατολικά
των χωριών ΄Ανω και Κάτω Ποταμιά.
(5) Η ΙV Μεραρχία, αφήνοντας από τις 0500 εντελώς ελεύθερη την
οδό Μελισσοχώρι - Μονόλοφος για την κίνηση της ΙΙ Μεραρχίας, να προελάσει
από τις 0700, μέσω των χωριών Γαλλικός και Κολχίς και να καταλάβει τα
υψώματα μεταξύ των χωριών Ποταμιά και Κρηστώνη.
(6) Η V Μεραρχία να προελάσει από τις 0700 προς το Κιλκίς, μέσω
του χωριού Ξυλοκερατιά, και μόλις συναντήσει τον εχθρό να επιτεθεί,
αναπτύσσοντας το δεξιό της σε επαφή με την ΙV Μεραρχία και το αριστερό της
προς το Κιλκίς.
(7) Η ΙΙΙ Μεραρχία να προελάσει από τις 0600 μέσω του χωριού
Νέο Γυναικόκαστρο προς το Κιλκίς και συνταντώντας τον εχθρό να επιτεθεί
εναντίον του, αναπτύσσοντας το δεξιό της προς το Κιλκίς.
137

(8) Η Χ Μεραρχία να επιτεθεί από τις 0800 κατά των εχθρικών


τμημάτων στα υψώματα του χωριού Σουλτογιανναίικα και μετά την κατάληψη
των υψωμάτων αυτών να στραφεί προς το Κιλκίς, εφόσον η τακτική κατάσταση
το επιτρέψει.
(9) Η Ταξιαρχία Ιππικού να προελάσει προς τα χωριά Κάτω
Απόστολοι και Βαπτιστής και να συνδέσει τις ΙΙΙ και Χ Μεραρχίες, ρυθμίζοντας
την κίνησή της με εκείνη της ΙΙΙ Μεραρχίας. Επιπλέον, να εξακριβώσει τυχόν
εχθρικές δυνάμεις μεταξύ του Κιλκίς και του χωριού Σουλτογιανναίικα ή τυχόν
εχθρικές κινήσεις στην οδό Δοϊράνη - Κιλκίς.
(10) Το Γενικό Στρατηγείο θα αναπτυσσόταν από τις 0830 στο
Μελισσοχώρι.

β. Μετά την παραπάνω διαταγή άρχισε, από το πρωί της 19ης Ιουνίου η
προέλαση του Ελληνικού Στρατού.
(1) Άκρο Δεξιό
Η VΙΙ Μεραρχία από το χωριό Αρέθουσα, όπου βρισκόταν,
κινήθηκε με δύο φάλαγγες προελαύνοντας προς τα βόρεια απώθησε τους
Βουλγάρους, οι οποίοι συμπτύχθηκαν προς τη Νιγρίτα, από την περιοχή του
χωριού Σκεπαστό και τις βραδινές ώρες κατέλαβε τον αυχένα Καρακόλι. Μια
άλλη φάλαγγα κινήθηκε επίσης από το χωριό Ασπροβάλτα και έφθασε στις
1700 στο χωριό Ν. Κερδύλια.
(2) Δεξιό
(α) Η Ι Μεραρχία κινήθηκε από την περιοχή του χωριού
Λοφίσκος προς τα βόρεια και κατέλαβε τις απογευματινές ώρες τα χωριά ΄Οσσα
και Βερτίσκος.
(β) Η VΙ Μεραρχία κινήθηκε από την περιοχή των χωριών
Λητή-Λαϊνά, συγκεντρώθηκε περίπου στις 1000 χωριό ΄Ασσηρος και στη
συνέχεια επιτέθηκε εναντίον των Βουλγάρων. Τις βραδινές ώρες έφθασε σε
απόσταση περίπου 200 μέτρων δυτικά του υψώματος 878.
(3) Κέντρο
(α) Οι ΙΙ, ΙV, V και ΙΙΙ Μεραρχίες (Μεραρχίες Κέντρου)
προέλασαν προς το Κιλκίς και κατόρθωσαν μετά από πολλές δυσχέρειες και
σκληρό αγώνα να φθάσουν στη γενική γραμμή υψώματα χωριού Λειψύδριο (ΙΙ)
-νότια του χωριού Κολχίς (ΙV) -υψώματα βόρεια του Μαυρονερίου (V)-
υψώματα του χωριού Παλαιό Γυναικόκαστρο (ΙΙΙ).
(β) Η Ταξιαρχία Ιππικού που στάθμευε στην περιοχή Σίνδου,
κινήθηκε μέσω του χωριού Ανθόφυτο και έφθασε στις 1500 στο χωριό Χωρύγι,
χωρίς να συναντήσει αντίσταση. Μία ώρα όμως αργότερα δέχθηκε προσβολή
από βουλγαρικό απόσπασμα και μετά από σύντομο αγώνα συμπτύχθηκε πίσω
από την ΙΙΙ Μεραρχία στην περιοχή του χωριού Δαφνοχώρι.
(4) Αριστερό
138

Η Χ Μεραρχία, μετά από σκληρό αγώνα, κατέλαβε τα υψώματα


Πλατανιάς, υποχρεώνοντας τους Βουλγάρους να συμπτυχθούν βόρεια της
λίμνης Αρτζάν( όπως ονομαζόταν τότε).
(5) Έτσι, ύστερα από σκληρό και αιματηρό αγώνα, οι ελληνικές
δυνάμεις κατόρθωσαν στις 19 Ιουνίου 1913 να προελάσουν, να ανατρέψουν
τις βουλγαρικές προφυλακές και να πάρουν στενή επαφή με την κύρια αμυντική
τοποθεσία των Βουλγάρων στην περιοχή Κιλκίς - Λαχανά.

γ. Το Γενικό Στρατηγείο, αφού συγκέντρωσε μέχρι τα μεσάνυχτα της


19ης Ιουνίου όλες τις αναφορές των μεραρχιών για τον αγώνα της μέρας αυτής
και την τακτική κατάσταση που επικρατούσε μέχρι τότε, εξέδωσε στις 0200 της
20ής Ιουνίου διαταγή επιχειρήσεων προς τους Σχηματισμούς του, σύμφωνα με
την οποία:
(1) Η Ι Μεραρχία στις 20 Ιουνίου θα εξακολουθούσε την επίθεση
ενισχυόμενη και από την VΙ Μεραρχία, η οποία θα ενεργούσε προς την
Ξυλόπολη.
(2) Οι υπόλοιπες, προ του Κιλκίς Μεραρχίες (ΙΙ, ΙΙΙ, ΙV, V) θα
εξακολουθούσαν από τις 0500 την επίθεση κατά του εχθρού, μετά την απώθηση
του οποίου οι ΙΙ και ΙV Μεραρχίες θα στρέφονταν προς τα ανατολικά στη
γραμμή Ακροποταμιά - Τέρπυλλος, ενώ η ΙΙΙ, η V Μεραρχίες και η Ταξιαρχία
Ιππικού θα καταδίωκαν τον εχθρό προς τα βόρεια.
(3) Η Χ Μεραρχία εκδιώκοντας τον εχθρό από τα υψώματα
Σουλτογιανναίικων, θα κατευθυνόταν ή προς την Καλίνδρια ή προς το
Μεταλικό, ανάλογα με την τακτική κατάσταση.
(4) Η αποστολή της VΙΙ Μεραρχίας δεν τροποποιήθηκε.
(5) Το Γενικό Στρατηγείο θα παρέμενε κατά τη διάρκεια της
ημέρας στο Μελισσοχώρι.

δ. Σε εκτέλεση της διαταγής αυτής οι Μεραρχίες ενήργησαν ως εξής :


(1) ΄Ακρο Δεξιό
Η VII Mεραρχία σε εκτέλεση της διαταγής αυτής κινήθηκε
προς τη Νιγρίτα, όπου έφθασε το μεσημέρι χωρίς να συναντήσει εχθρική
αντίσταση και τη βρήκε να καίγεται. Οι Βούλγαροι πριν την αναχώρησή τους
είχαν πυρπολήσει την πόλη και είχαν σκοτώσει πολλούς από τους κατοίκους
της. Από τη Νιγρίτα η Μεραρχία προωθήθηκε μέχρι το χ. Τερπνή, όπου και
εγκατέστησε τμήματα ασφαλείας. Στα υψώματα Βεργοπουλιάνα (βορειοδυτικά
του χωριού Σκεπαστό) τμήματα της Μεραρχίας και σώματα Προσκόπων
κύκλωσαν βουλγαρική δύναμη 1.500 ανδρών και 10 αξιωματικών (Τάγμα με
Διοίκηση Συντάγματος) την οποία και αιχμαλώτισαν. Το απόσπασμα της
Μεραρχίας που βρισκόταν στα Ν. Κερδύλλια κινήθηκε, κατόπιν διαταγής, τη
νύκτα προς τη Νιγρίτα.
139

(2) Δεξιό
(α) Η Ι Μεραρχία συνέχισε την επίθεσή της κατά της τοποθεσίας
Ξυλόπολη - Λαχανάς με δύο φάλαγγες. Η μία κινήθηκε μέσω Βερτίσκου προς
το Λαχανά και η άλλη μέσω Νικοπόλεως προς Ξυλόπολη. Οι δύο φάλαγγες
κατόρθωσαν μέχρι τις βραδινές ώρες να προωθηθούν σε απόσταση 800-1.000
μέτρων περίπου από τις βουλγαρικές θέσεις της κύριας γραμμής αντιστάσεως.
(β) Η VI Μεραρχία προελαύνοντας από το πρωί κατέλαβε
περίπου στις 1130 την Ξυλόπολη (κενή εχθρού) και στα υψώματα αμέσως
ανατολικά της αιχμαλώτισε ολόκληρο βουλγαρικό λόχο που δεν πρόλαβε να
συμπτυχθεί προς τα ανατολικά. Συνεχίζοντας την προέλασή της έφθασε σε
απόσταση 800-1.000 μέτρων περίπου από τις βουλγαρικές θέσεις και συνδέθηκε
με το δεξιό της με την Ι Μεραρχία.
(3) Κέντρο
(α) Οι II, IV, V και ΙΙΙ Μεραρχίες συνέχισαν την κίνησή τους
προς το Κιλκίς, χωρίς σημαντικά αποτελέσματα όμως λόγω, κυρίως, των
δραστικών πυρών του εχθρού και του ακάλυπτου εδάφους και κατόρθωσαν να
φτάσουν μέχρι τις απογευματινές ώρες στη γενική γραμμή Ακροποταμιά -
Ποταμιά (ΙΙ) -2 χιλιόμετρα περίπου νότια του Κιλκίς (ΙV)- Σιδηροδρομικός
Σταθμός Κρηστώνης (V) -υψώματα ανατολικά του χωριού Μεγάλη Βρύση (ΙΙΙ)
με πολλές απώλειες.
(β) Η Ταξιαρχία Ιππικού, αφού πραγματοποίησε
αναγνωρίσεις προς τις περιοχές των χωριών Χωρύγι και Καστανιές, χωρίς
θετικά αποτελέσματα, αποσύρθηκε τελικά στο χωριό Δαφνοχώρι, πίσω από την
ΙΙΙ Μεραρχία. Το γεγονός αυτό επέσυρε τις αυστηρές παρατηρήσεις του Γενικού
Στρατηγείου προς την Ταξιαρχία για τη διστακτικότητα που επιδείκνυε.
(4) Αριστερό
Η Χ Μεραρχία συνέχισε την επίθεση και στις 1240 κατέλαβε τη
Γευγελή και τη γέφυρα του Αξιού άθικτη και στις 1600 το χωριό Εύζωνοι και τα
βόρεια και ανατολικά υψώματά του.

ε. Το Γενικό Στρατηγείο επιδιώκοντας την ταχεία κατάληψη του Κιλκίς


διέταξε στις 1730 της 20ής Ιουνίου τις τέσσερις Μεραρχίες Κέντρου (ΙΙ, IV, V,
III) να καταβάλουν κάθε προσπάθεια να αλώσουν την πόλη μέσα στη νύκτα.
Τη διαταγή όμως αυτή έλαβαν οι Μεραρχίες στις 1900 με αποτέλεσμα παρά την
αρχική απόφασή τους για νυκτερινή επίθεση, τελικά, λόγω των διαφορών που
ανέκυψαν μεταξύ των Μεράρχων και της ελλείψεως του απαραίτητου
συντονισμού, μόνο η ΙΙ Μεραρχία την πραγματοποίησε.

στ. Το Γενικό Στρατηγείο, βλέποντας ότι μέχρι το βράδυ δεν


καταλήφθηκε το Κιλκίς, όπου βρίσκονταν οι κύριες εχθρικές δυνάμεις,
αποφάσισε να κινήσει την VI Μεραρχία από το Λαχανά προς το Κιλκίς. Αλλά
140

η Ι και VI Mεραρχίες δεν είχαν και αυτές καταλάβει τα υψώματα του Λαχανά
και συνεπώς ήταν δύσκολη η μετακίνηση της VI Μεραρχίας προς το Κιλκίς.
Μετά από αυτό αποφάσισε να συγκροτήσει μικτό απόσπασμα αποτελούμενο
από δύο συντάγματα από τις παραπάνω δύο μεραρχίες και το ορειβατικό
πυροβολικό της Ι Μεραρχίας. Το απόσπασμα αυτό θα κινούνταν προς το Κιλκίς
για να συνδράμει τις εκεί μεραρχίες στον κύριο αγώνα τους την επομένη ή τη
μεθεπομένη, επιτιθέμενο κατά του αριστερού πλευρού και των νώτων του
εχθρού. Τα υπόλοιπα τμήματα των Μεραρχιών αυτών θα συνέχιζαν τον αγώνα
προς το Λαχανά.

ζ. Παράλληλα, το Γενικό Στρατηγείο διέταξε τις μεραρχίες που


ενεργούσαν προς το Κιλκίς και την Ταξιαρχία Ιππικού να εξακολουθήσουν από
την αυγή την επίθεσή τους προωθώντας τη νύκτα το πυροβολικό τους. Επίσης,
τη Χ Μεραρχία να εξουδετερώσει τις εχθρικές αντιστάσεις μπροστά από αυτήν
και να κατευθυνθεί προς το χ. Μεταλλικό, για να λάβει μέρος στον κύριο αγώνα
κατά του Κιλκίς.

η. Ο Ελληνικός Στρατός κατέβαλε υπεράνθρωπες προσπάθειες στις 20


Ιουνίου για την κατάληψη του Κιλκίς, χωρίς όμως αποτέλεσμα και με σοβαρές
απώλειες σε αξιωματικούς και οπλίτες. Παράλληλα, οι Βούλγαροι, παρά τις
μεγάλες απώλειές τους, κατόρθωσαν να διατηρήσουν τις θέσεις τους και να
επιβραδύνουν σοβαρά την προέλαση των Ελλήνων.

θ. Στο μεταξύ, την ίδια μέρα, μετά από διαταγή του Βουλγαρικού
Επιτελείου, παρότι ενισχύθηκε η ΙΙ Στρατιά με μία ακόμη Ταξιαρχία,
τροποποιήθηκε η αποστολή της, περιοριζόμενη στην εξασφάλιση της γραμμής
συγκοινωνιών Σέρρες - Αλεξανδρούπολη, Σιδηρόκαστρο - ΄Ανω Τζουμαγιά και
Σιδηρόκαστρο - Πετρίτσι - Στρώμνιτσα.

ι. Απελευθέρωση του Κιλκίς (21 Ιουνίου 1913).


΄Οπως προαναφέρθηκε η ΙΙ Μεραρχία ήταν η μόνη από τις Μεραρχίες
του Κέντρου που ενήργησε νυκτερινή επίθεση στις 0330 της 21ης Ιουνίου.
Παρά το σκληρό αγώνα, τις μεγάλες απώλειες και την έλλειψη συνδρομής από
τις άλλες Μεραρχίες, κατόρθωσε να εισχωρήσει στις βουλγαρικές θέσεις και
στις 0930 περίπου να διασπάσει την τοποθεσία Κιλκίς και να εισέλθει στην
πόλη. Οι Βούλγαροι άρχισαν να συμπτύσσονται προς τα βόρεια με την κάλυψη
ισχυρών οπισθοφυλακών.

ια.Το Γενικό Στρατηγείο, αφού πληροφορήθηκε από τις 1000 τη ραγδαία


προέλαση των μεραρχιών, διέταξε:
141

(1) Την Ταξιαρχία Ιππικού να καταδιώξει "απηνώς και αγρίως"


τους Βουλγάρους, αφού εξακριβώσει την κατεύθυνση υποχωρήσεώς τους, προς
την οποία και να κινηθεί.
(2) ΄Ολους τους Σχηματισμούς που ενεργούσαν προς το Κιλκίς να
καταδιώξουν τον εχθρό "κατά πόδας" μέχρι την τέλεια εξάντληση των μονάδων
τους, για την πλήρη εκμετάλλευση της επιτυχίας.
(3) To Απόσπασμα Λαχανά να αναστείλει την κίνησή του προς το
Κιλκίς.

ιβ.Μετά από τις παραπάνω διαταγές οι τέσσερις Μεραρχίες του Κέντρου


λόγω της μεγάλης κοπώσεως και της εξαντλήσεως των τμημάτων τους από τον
τριήμερο αγώνα δεν καταδίωξαν τον εχθρό σε βάθος, εκμεταλλευόμενες τη
σημαντική επιτυχία και παρέμειναν στη γραμμή Ποταμιά (ΙΙ) - Τέρπυλλος (IV) -
Ξηρόβρυση (V) - Mεταλλικό (III), όπου είχαν φθάσει τις απογευματινές ώρες.

ιγ. Η Ταξιαρχία Ιππικού μόλις στις 1300 αντιλήφθηκε τη σύμπτυξη των


Βουλγάρων και κινήθηκε προς το χωριό Σταυροχώρι, από όπου διέταξε την
επέλαση δύο μόνο επιλαρχιών οι οποίες επέφεραν μερική σύγχυση στον εχθρό
και αιχμαλώτισαν μόνο 100 Βουλγάρους.

ιδ. Η X Mεραρχία κατέλαβε τα υψώματα του χωριού Σουλτογιανναίικα


και εξαιτίας της δραστικής βολής του εχθρικού πυροβολικού, στράφηκε προς το
χωριό Βαλτούδι, όπου και διανυκτέρευσε, διαθέτοντας μόνο ένα τάγμα προς την
κατεύθυνση της Καλίνδριας.

ιε. Κατάληψη του Λαχανά (21 Ιουνίου 1913)

(1) Οι Ι και VI Mεραρχίες που ενεργούσαν προς Λαχανά, μετά τη


διαταγή του Γενικού Στρατηγείου τις βραδινές ώρες της 20ής Ιουνίου για τη
συγκρότηση Αποσπάσματος, εξέδωσαν τις σχετικές διαταγές, οι οποίες, όταν
άρχισαν να εκτελούνται, είχε ήδη επαναληφθεί ο αγώνας για την απελευθέρωση
του Κιλκίς.
(2) Παράλληλα από το πρωί της 21ης Ιουνίου άρχισε και πάλι ο
αγώνας των δύο Μεραρχιών (Ι, VI) για την κατάληψη του Λαχανά, παρότι
αυτές βάλλονταν δραστικά από τις βουλγαρικές δυνάμεις. Στο μεταξύ την
κίνηση του ΙΙΙ/5 Τάγματος προς Ξυλόπολη, για να αποτελέσει τμήμα του
Αποσπάσματος,οι Βούλγαροι εξέλαβαν ως υποχώρηση και πέτυχαν, μετά από
δίωρο σκληρό αγώνα να ανατρέψουν το Ι Τάγμα από τις θέσεις του, προ του
χωριού Κυδωνιά. Χάρη όμως στον ηρωισμό του Τάγματος αυτού και παρότι
όλοι σχεδόν οι αξιωματικοί του είχαν τεθεί εκτός μάχης επιτεύχθηκε η ανακοπή
της βουλγαρικής αντεπιθέσεως.
142

(3) Στο μεταξύ, μετά την απελευθέρωση του Κιλκίς και την έκδοση
νέας διαταγής για τη μη αποστολή του Αποσπάσματος, οι Μέραρχοι των Ι και
VI Mεραρχιών συμφώνησαν να επιτεθούν και οι δύο Μεραρχίες, από τις 1500,
εναντίον του Λαχανά. Πράγματι, μετά από σύντομη, αλλά σφοδρή
προπαρασκευή πυροβολικού, τα τμήματα των Μεραρχιών εξόρμησαν και
περίπου στις 1600 κατέλαβαν τα υψώματα του Λαχανά. Κοντά στο ύψωμα
Προφήτης Ηλίας (όπου σήμερα βρίσκεται το Ηρώο του Λαχανά) φονεύθηκε ο
Διοικητής του 4ου Συντάγματος Πεζικού Συνταγματάρχης Ιωάννης
Παπακυριαζής. Οι Βούλγαροι συμπτύχθηκαν άτακτα προς την περιοχή του
Στρυμόνα, καταδιωκόμενοι μέχρι τις βραδινές ώρες από τα τμήματα της VI
Mεραρχίας, τα οποία έφθασαν στα τελευταία υψώματα του Κεφαλοχωρίου, που
βρίσκονται πάνω από την κοιλάδα του Στρυμόνα.
(4) Η Ι Μεραρχία συγκεντρώθηκε στην περιοχή του Λαχανά και
γνώρισε στην VII Mεραρχία ότι οι Βούλγαροι υποχωρούσαν άτακτα από την
οδό των Σερρών. Τέτοιος μάλιστα ήταν ο πανικός των Βουλγάρων, ώστε κατά
την υποχώρησή τους, άφησαν ακέραιη τη γέφυρα του Στρυμονικού, την οποία
όμως κατέστρεψαν αργότερα περίπου στις 0300 της 22ης Ιουνίου, όπως επίσης
και τις γέφυρες της Κουμαριάς και του Χειμάρρου.

ιστ.Η VII Μεραρχία, η οποία δεν είχε λάβει διαταγή επιχειρήσεων για
την 21η Ιουνίου ζήτησε διαταγές από το Γενικό Στρατηγείο για την παραπέρα
δράση της και έλαβε την απάντηση να ενεργήσει σύμφωνα με τις προηγούμενες
διαταγές και την εκτίμηση του Διοικητή της Μεραρχίας με βάση την
παρουσιαζόμενη κατάσταση. Αργότερα, επίσης, πληροφορήθηκε από την Ι
Μεραρχία, ότι η εξέλιξη του αγώνα προ του Λαχανά ήταν ευνοϊκή.

ιζ. Κατόπιν των πληροφοριών αυτών η VII Mεραρχία τέθηκε σε κίνηση


με δύο φάλαγγες. Η κίνησή τους όμως υπήρξε πολύ βραδεία και παρά την
επέμβαση του Διοικητή της, οι δύο φάλαγγες μόλις και κατόρθωσαν να
φθάσουν στα υψώματα ανατολικά των χωριών Δημητρίτσι και Βέργη, όπου και
διανυκτέρευσαν. Στο μεταξύ πληροφορήθηκε από το Γενικό Στρατηγείο την
απελευθέρωση του Κιλκίς και την καταδίωξη του Βουλγαρικού στρατού προς
τα βόρεια και από την Ι Μεραρχία την κατάληψη του Λαχανά. Η βραδύτητα με
την οποία κινήθηκε η Μεραρχία είχε ως αποτέλεσμα οι Βούλγαροι να
υποχωρήσουν ανενόχλητοι πέρα από τη γέφυρα του Στρυμονικού προς την
πεδιάδα των Σερρών.

ιη. ΄Ετσι, μετά από τριήμερη πολύνεκρη μάχη, ο Ελληνικός Στρατός


κατόρθωσε να επικρατήσει ολοκληρωτικά και να πετύχει περιφανή νίκη στο
Κιλκίς και το Λαχανά.
143

6. Αποτελέσματα

α. Η νίκη αυτή ήταν αποτέλεσμα, κυρίως, του υψηλού ηθικού, της


ανδρείας και του ηρωισμού του Στρατού και είχε ως αποτέλεσμα εκτός από την
απελευθέρωση των δύο πόλεων, τη σύλληψη 2.500 περίπου αιχμαλώτων και
την κυρίευση 19 πυροβόλων, 5 βλητοφόρων, 1.300 όπλων και άφθονου
πολεμικού υλικού.

β. Οι θυσίες ήταν πολύ μεγάλες και οι απώλειες σε έμψυχο υλικό


βαρύτατες. Ο Ελληνικός Στρατός, κατακερμάτισε τις επίλεκτες βουλγαρικές
μονάδες στη Μακεδονία και δημιούργησε τις απαραίτητες προϋποθέσεις για την
ολοκλήρωση των εθνικών σκοπών την περίοδο εκείνη.

γ. Οι απώλειες (νεκροί και τραυματίες) του Ελληνικού Στρατού στη


μάχη Κιλκίς - Λαχανά υπήρξαν σοβαρές: της ΙΙ Μεραρχίας 1.483 άνδρες, της ΙΙΙ
773, της IV 1.257, της V 2.123, της Ι 1.354, της VI 1.347, της VII 199, της Χ
276 και της Ταξιαρχίας Ιππικού 16. Το γενικό σύνολο των απωλειών ήταν 8.828
άνδρες. Στις απώλειες αυτές συμπεριλαμβάνονται και οι αξιωματικοί (35 νεκροί
και 90 τραυματίες περίπου, από τους οποίους 9 Διοικητές Συνταγμάτων).

7. Διαπιστώσεις-Συμπεράσματα

α. Στις οδηγίες επιχειρήσεων προς τις Μεραρχίες που κοινοποιήθηκαν


από το Γενικό Στρατηγείο στις 24 Μαΐου 1913 θεωρούνταν ως καλύτερη
ενέργεια η συγκέντρωση και προέλαση του όγκου των δυνάμεων προς το ένα
από τα πλευρά του αντιπάλου, πράγμα το οποίο δεν διαφαίνεται πουθενά στις
διαταγές επιχειρήσεων που εκδόθηκαν την παραμονή της μάχης. Κατά συνέπεια
στη σκέψη του Γενικού Στρατηγείου δεν διακρίνεται η ύπαρξη ιδέας ενεργείας
και κυρίως του ελιγμού, ή τουλάχιστον δεν δόθηκε τέτοια ιδέα στις Μεραρχίες.
Το Γενικό Στρατηγείο περιορίσθηκε απλά να δώσει εντολή προελάσεως και
επιθέσεως των τμημάτων τους.

β. Οι δύο γενικές κατευθύνσεις προς Κιλκίς και Λαχανά απέχουν αρκετά


μεταξύ τους. Σημειώνεται, επίσης, ότι ο συντονισμός των τμημάτων που
ενεργούσαν και προς τις δύο κατευθύνσεις υπό μία μόνο Διοίκηση ήταν πολύ
δύσκολος, όχι μόνο λόγω της αποστάσεως, αλλά και εξαιτίας της μειωμένης
αποδόσεως των μέσων επικοινωνίας της εποχής εκείνης, όπως άλλωστε φάνηκε
και στην εξέλιξη της μάχης. Επομένως, έπρεπε μεταξύ του Γενικού Στρατηγείου
και των Μεραρχιών να υπάρχει ενδιάμεσο κλιμάκιο Διοικήσεως, επιπέδου
144

Ομάδας Μεραρχιών (ή ενδεχομένως Τμήμα Στρατιάς, όπως στη μάχη του


Μπιζανίου Ιωαννίνων) σε κάθε γενική κατεύθυνση.

γ. Η συγκέντρωση του όγκου των δυνάμεων (4 Μεραρχίες) προ του


μετώπου του Κιλκίς, σε έδαφος πεδινό και ακάλυπτο και η εμμονή του Γενικού
Στρατηγείου στην κατάληψη της τοποθεσίας με μετωπικές προσπάθειες ήταν
λανθασμένη ενέργεια, όπως εξάλλου δείχνουν και οι τεράστιες απώλειες. Οι
μετωπικές ενέργειες πρέπει γενικά να αποφεύγονται και να επιδιώκεται η
εξεύρεση πλευρικών κατευθύνσεων για την παράκαμψη των τοποθεσιών.

δ. Η Διοίκηση έχει υποχρέωση να διευθύνει και να συντονίζει τις


ενέργειες των υφισταμένων Μονάδων σε κάθε επιχείρηση. Κατά την εξέλιξη
όμως της μάχης του Κιλκίς η διεύθυνση και ο συντονισμός των μονάδων δεν
επιτεύχθηκε γι΄ αυτό και παρουσιάσθηκε το φαινόμενο η ΙΙ Μεραρχία να
πραγματοποιεί μόνη της νυκτερινή ενέργεια. Το γεγονός αυτό εξάλλου δείχνει
την αδυναμία του Γενικού Στρατηγείου να διευθύνει ταυτόχρονα τις ενέργειες
εννέα ξεχωριστών υφιστάμενων Διοικήσεων (οκτώ Μεραρχίες και μία
Ταξιαρχία Ιππικού).

ε. Η επέμβαση μιας Διοικήσεως στον αγώνα εκδηλώνεται είτε με


νεότερες διαταγές είτε με τη διάθεση των απαραίτητων εφεδρειών. Στη μάχη
αυτή που εξετάζουμε δεν τηρήθηκαν εφεδρείες και όταν το Γενικό Στρατηγείο
αποφάσισε την ενίσχυση του αγώνα προς το Κιλκίς, αναγκάσθηκε να αποσύρει
δυνάμεις από την περιοχή Λαχανά, παρότι η αποστολή τους στην περιοχή
βρισκόταν σε εξέλιξη.

στ. Η έλλειψη συνεχούς πληροφορήσεως της VII Mεραρχίας για την


εξέλιξη των επιχειρήσεων από το Γενικό Στρατηγείο, όπως επίσης και η
διστακτικότητα και αδράνεια που επέδειξε αυτή, περιόρισαν σημαντικά το
αποτέλεσμα της μάχης του Λαχανά. Η Μεραρχία αυτή ήταν δυνατό και να
συντρέξει τον κύριο αγώνα προς το Λαχανά και με ταχεία ενέργεια να
καταλάβει τη γέφυρα του Στρυμονικού πετυχαίνοντας έτσι να παρεμποδίσει την
υποχώρηση των Βουλγάρων και να συντελέσει στην πλήρη εκμετάλλευση της
επιτυχίας.
Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΤΑΝΝΕΜΠΕΡΓΚ
(26-30 Αυγούστου 1914)

1. Εισαγωγή

Μετά το Γαλλογερμανικό Πόλεμο 1870-1871, που έληξε με τη


συντριπτική νίκη των Γερμανών και τη συνένωση των γερμανικών βασιλείων
και πριγκιπάτων, δημιουργήθηκε η μεγάλη Γερμανική Αυτοκρατορία. Το
γεγονός αυτό, είχε ως αποτέλεσμα την υπέρμετρη αύξηση της γερμανικής
δυνάμεως.
Τις στρατιωτικές επιτυχίες ακολούθησε μια, χωρίς προηγούμενο,
ανάπτυξη της βιομηχανίας, της οποίας αποτέλεσμα ήταν η αναζήτηση νέων
αγορών και ζωνών επιρροής.
Το 1882 συστάθηκε η "Τριπλή Συμμαχία" που περιλάμβανε τις χώρες:
Γερμανία, Ιταλία, Αυστροουγγαρία.
Η Αγγλία διαβλέποντας τους κινδύνους της συμμαχίας αυτής προσέγγισε
τη Γαλλία, πατροπαράδοτο αντίπαλο της Γερμανίας, και το 1904 συγκροτήθηκε
σε αντίβαρο η "Εγκάρδιος Συνεννόηση" (ENTENTE CORDIALE) στην οποία
προσχώρησε το 1907 και η Ρωσική Αυτοκρατορία.
Έτσι, την πρώτη δεκαετία του 20ού αιώνα, η Ευρώπη βρέθηκε χωρισμένη
σε δύο ισχυρούς συνασπισμούς, την "Εγκάρδια Τριπλή Συνεννόηση" (Αγγλία,
Γαλλία και Ρωσία) από τη μια πλευρά και την "Τριπλή Συμμαχία" από την
άλλη.
Μερικές άστοχες ενέργειες της Γερμανίας εναντίον της Γαλλίας για το
ζήτημα του Μαρόκου το 1905 και προκλητικές δηλώσεις του Γερμανού
Αυτοκράτορα, αύξησαν την ένταση μεταξύ των δύο συνασπισμών. Η
προσάρτηση της Βοσνίας - Ερζεγοβίνης το 1908 από την Αυστροουγγαρία και
οι Βαλκανικοί πόλεμοι (1912-1913) επιτάχυναν τη δημιουργία εκρηκτικής
καταστάσεως στην Ευρώπη.
Στις 28 Ιουνίου 1914, δολοφονήθηκε στο Σεράγεβο της Βοσνίας ο
διάδοχος της Αυστρίας Φερδινάνδος με τη σύζυγό του από Κροάτη φοιτητή. Η
Αυστροουγγαρία απέδωσε τη δολοφονία του Φερδινάνδου σε ενέργεια
υποκινούμενη από τους Σέρβους για εξέγερση των Κροατών και φαινόταν ότι η
διαφορά εντοπιζόταν μεταξύ Αυστροουγγαρίας και Σερβίας. Παρά τη
συμβιβαστική διάθεση της Σερβίας, η Αυστροουγγαρία της κήρυξε τον πόλεμο
στηριζόμενη στην εξασφαλισμένη υποστήριξη της Γερμανίας.
Μέσα σε λίγες ημέρες, η σύρραξη γενικεύθηκε, καθώς στις 3 Αυγούστου
η Γερμανία χωρίς λόγο, κήρυξε τον πόλεμο κατά της Γαλλίας και στις 5
Αυγούστου η Αγγλία κατά της Γερμανίας, λόγω παραβιάσεως από αυτήν της
ουδετερότητας του Βελγίου.
Αρχικά υπήρχαν μόνο οκτώ εμπόλεμα κράτη (Γερμανία -
Αυστροουγγαρία και Γαλλία - Αγγλία - Ρωσία - Βέλγιο - Μαυροβούνιο -
Σερβία), στη συνέχεια όμως εισήλθαν στον πόλεμο και άλλα ένδεκα κράτη, με
αποτέλεσμα αυτός να μετατραπεί σε παγκόσμιο.
Παρά τις αρχικές προβλέψεις, λόγω των τεράστιων δυνάμεων που
κινητοποιήθηκαν και αντιπαρατάχθηκαν, ο πόλεμος διήρκεσε πάνω από
τέσσερα ολόκληρα χρόνια και έληξε στις 11 Νοεμβρίου 1918 μετά την
περιφανή νίκη των Συμμάχων (ENTENTE), υπό το Γάλλο στρατηγό Φος, στο
Δυτικό Μέτωπο.
Κατά τη διάρκεια του πολέμου και ανάλογα με τις νέες χώρες που
εμπλέκονταν σ' αυτόν, δημιουργήθηκαν πολλά μέτωπα, όπως Δυτικό,
Ανατολικό, Μακεδονικό κ.ά. Η μάχη του Τάννεμπεργκ εντάσσεται στις
επιχειρήσεις του Ανατολικού Μετώπου και έλαβε χώρα κατά τους πρώτους
μήνες του πολέμου. Το όνομα της το πήρε από το ομώνυμο χωριό της
Γερμανίας (τότε Ανατολική Πρωσία) κοντά στο οποίο έγιναν φονικότατες
συγκρούσεις και σε ανάμνηση του αγώνα κατά τον οποίο η ενωμένη Στρατιά
Πολωνίας και Λιθουανίας συνέτριψε τους Τεύτονες (1410). Το Τάννεμπεργκ
βρίσκεται κοντά στα νότια σύνορα της Ανατολικής Πρωσίας με την Πολωνία
νότια του Κένιξμπεργκ και νοτιοδυτικά του Αλενστάιν.
Το αρχικό γενικό σχέδιο επιχειρήσεων των Γερμανών, που είχαν και την
πρωτοβουλία των κινήσεων, προέβλεπε επίθεση στο Δυτικό Μέτωπο κατά της
Γαλλίας, με περισσότερες και εκλεκτότερες δυνάμεις και άμυνα στο Ανατολικό
Μέτωπο, για την εξασφάλιση από τη ρωσική απειλή, με ελάχιστες και
μικρότερης μαχητικής αξίας δυνάμεις.

2. Περιγραφή του Πεδίου της Μάχης (Σχεδ. 27)

Θέατρο επιχειρήσεων του Ανατολικού Μετώπου, το χρονικό αυτό


διάστημα ήταν όλη η Ανατολική Πρωσία, δηλαδή η περιοχή που περικλειόταν
από τον κάτω ρου του ποταμού Βιστούλα από τα δυτικά, τα σύνορα με
Λιθουανία και Πολωνία από τα ανατολικά, του ποταμού Νιέμεν και του κόλπου
του Ντάντσιχ από τα βόρεια και τα σύνορα με την Πολωνία από τα νότια. Η
περιοχή χαρακτηρίζεται γενικά πεδινή με πολλά δάση και λίμνες σε όλη της την
έκταση.
Στο ανατολικό της τμήμα υπάρχει το συγκρότημα των σχετικά μεγάλων
λιμνών του Λέτσεν (γνωστών και ως Μαντζουριανών), ο ποταμός Άγκεραπ και
οι νοτιοανατολικοί κλάδοι του ποταμού Πρέγκελ που τη διασχίζει από τα
ανατολικά προς τα δυτικά περνώντας κοντά από τις πόλεις Γκούμπινεν,
Ίνστεμπουργκ, Κένικσμαρκ.
Στο βόρειο τμήμα της ρέει ο ποταμός Νιέμεν, ενώ στο νότιο τμήμα της
(στην Πολωνία) οι ποταμοί Νάρεβ και Βιστούλας. Στο ύψος των πόλεων
147

Αλενστάιν και Κένικσμπεργκ ρέει ο Πάσσαρτζ ποταμός. Έχει πλούσιο οδικό


και σιδηροδρομικό δίκτυο και πλήθος κατοικημένων τόπων από τους οποίους οι
σπουδαιότεροι - εκτός από τους παραπάνω - είναι οι Τορν, Γκράουντνιτς,
Εϊλάου, Μάριενμπεργκ, Έλβιν, Όστεροντ, Γκετντάου, Βίλλεμπεργκ κ.ά.
Η περιοχή γύρω από το Τάννεμπεργκ έχει χαμηλές λοφοσειρές. Γενικά,
η περιοχή διαθέτει τρεις ασθενείς γραμμές άμυνας στη γενική κατεύθυνση από
ανατολικά προς τα δυτικά: των λιμνών Λέτσεν, τον Πάσσαρτζ ποταμό με τη
λοφοσειρά του Τάννεμπεργκ στο νότιο τμήμα και, τέλος, την τοποθεσία του
κάτω ρου του Βιστούλα ποταμού.

3. Γενική Κατάσταση, Δυνάμεις και Διάταξη των Αντιπάλων

α. Γενική Κατάσταση

Στο πλαίσιο του γενικότερου ελιγμού τους, οι Γερμανοί είχαν


συγκεντρώσει στην Ανατολική Πρωσία την VIII Στρατιά της οποίας το
μεγαλύτερο μέρος είχε προσανατολισθεί και αναπτυχθεί προς τα βόρεια έναντι
του κάτω ρου του Νιέμεν ποταμού. Ένα Σώμα Στρατού - το 20ό - της
Στρατιάς, κάλυπτε τη νότια μεθόριο με την Πολωνία. Με τη διάταξη αυτή, οι
Γερμανοί θεωρούσαν ότι κατά τα αρχικά στάδια του πολέμου μπορούσαν να
εξασφαλισθούν από τη ρωσική απειλή στο Ανατολικό Μέτωπο, ώστε με άνεση
να εκδηλώσουν την κύρια επιθετική ενέργεια κατά της Γαλλίας στο Δυτικό
Μέτωπο. Εφόσον η επιθετική τους ενέργεια στη Γαλλία είχε επιτυχή κατάληξη
- πολύ πιθανή κατά τις εκτιμήσεις τους - τότε θα επιχειρούσαν ευρύ
υπερκερωτικό ελιγμό κατά του δεξιού της ρωσικής διατάξεως χρησιμοποιώντας
την VIII Στρατιά ως εμπροσθοφυλακή μεγάλων δυνάμεων που θα μεταφερόταν
από το Δυτικό Μέτωπο.
Μέχρι τα μέσα Αυγούστου 1914, οι Γερμανοί δεν είχαν σημειώσει
καμία θεαματική επιτυχία στο Δυτικό Μέτωπο, ενώ αντίθετα οι Ρώσοι
επιστρατεύθηκαν με μεγάλη ταχύτητα και στον ίδιο χρόνο η Ομάδα Στρατιών
Ζιλίνσκυ - περίπου 800.000 άνδρες και 1.700 πυροβόλα - βρέθηκε αναπτυγμένη
στην ανατολική και νοτιοανατολική μεθόριο της Ανατολικής Πρωσίας.
Στις 20 Αυγούστου 1914, οι Ρώσοι εκδήλωσαν μεγάλη επιθετική
ενέργεια κατά της Ανατολικής Πρωσίας με την 1η Ρωσική Στρατιά (Στρατιά του
Νιέμεν) υπό το Στρατηγό Ρένεκαμπφ κατά του άξονα Γκούμινεν -
Ίνστεμπουργκ - Κένικσμπεργκ, ενώ η 2η Ρωσική Στρατιά (Στρατιά του Νάρεβ)
υπό το Στρατηγό Σαμψόνωφ προωθήθηκε νότια των λιμνών Λέτσεν.
Η VIII Γερμανική Στρατιά κινήθηκε αρχικά για τη συνάντηση της
1ης Ρωσικής Στρατιάς αλλά μετά από ανεπιτυχή επίθεση στο Γκούμπινεν
υποχώρησε μέχρι τη γραμμή των λιμνών Λέτσεν. Ο διοικητής της VIII
Γερμανικής Στρατιάς (Στρατηγός φον Πρίβιτς), φοβήθηκε ότι οι δυνάμεις του
148

θα εγκλωβισθούν από τη 2η Ρωσική Στρατιά και πανικόβλητος διέταξε τη


σύμπτυξη τους δυτικά του κάτω ρου του Βιστούλα ποταμού υπό την κάλυψη
του 20ού Σώματος Στρατού, το οποίο ήδη πιεζόταν από τη ΙΙη Ρωσική Στρατιά
και ανέμενε τη βελτίωση των συνθηκών για ανάληψη επιθετικής επιστροφής.
Η σύμπτυξη έπρεπε να αρχίσει στις 23 Αυγούστου, αλλά το
Γερμανικό Στρατηγείο (Στρατηγός Μόλτκε ο νεότερος) δεν τόλμησε να εγκρίνει
μια τέτοια απόφαση με την οποία θα παραχωρούνταν, σχεδόν χωρίς μάχη, όλη
η Ανατολική Πρωσία στους Ρώσους. Για την αντιμετώπιση της καταστάσεως, η
Γερμανική Διοίκηση αντικατέστησε το διοικητή της VIII Στρατιάς, Στρατηγό
Πρίτβιτς, με τον παλαίμαχο Στρατηγό Χίντεμπουργκ, στον οποίο διέθεσε ως
επιτελάρχη το Στρατηγό Λούντεντορφ. Η νέα ηγεσία ακύρωσε αμέσως τη
διαταγή συμπτύξεως και διέταξε τα 17ο και 1ο εφεδρικά Σώματα να
διατηρήσουν τη γραμμή Λέτσεν - Άγκεραπ και ταυτόχρονα την ενίσχυση του
20ού Σώματος Στρατού όχι απλώς για να συγκρατήσει τη 2η Ρωσική Στρατιά
(Νάρεβ), αλλά και για να καταστεί ικανό να αναλάβει επιθετική ενέργεια.
Στη σύλληψη της ιδέας επιθέσεως συνέβαλαν αποφασιστικά δύο
παράγοντες: η ατολμία του Διοικητή της 1ης Ρωσικής Στρατιάς (Νιέμεν)
Στρατηγού Ρένεκαμπφ να εκμεταλλευθεί την επιτυχία του Γκούμπινεν και η
μεγάλη απόσταση - άνω των 100 χιλιομέτρων - που χώριζε τις δύο Στρατιές και
καθιστούσε δύσκολο το συντονισμό τους, λόγω και της παρεμβολής των λιμνών
Λέτσεν.

β. Δυνάμεις και Διάταξη

Στις 25 Αυγούστου οι αντίπαλες δυνάμεις βρέθηκαν με την παρακάτω


διάταξη:
(1) Γερμανών (VIII Στρατιά, συνολικής δυνάμεως 200.000 ανδρών
και 600 πυροβόλων).
(α) Στρατηγείο του Μάριενμπουργκ.
(β) Ι Μεραρχία Ιππικού, νότια του Κένικσμπεργκ.
(γ) 17ο ΣΣ και το 1ο Εφεδρικό ΣΣ, δυτικά του Πάσσαρτζ
ποταμού και μεταξύ Έλβιν και Αλενστάιν.
(δ) 20ό ΣΣ (37-3-41 ΜΠ) μεταξύ Αλενστάιν και Ουσντάου
με κέντρο κοντά στο Τάννεμπεργκ.
(ε) 1ο ΣΣ μεταξύ Ουσντάου νοτίων συνόρων με Πολωνία.
(στ) Φρουρές των Πόλεων Κένικσμπεργκ - Μάριενμπουργκ -
Γκράουτνετς - Τορν.
(2) Ρώσων (η ομάδα Στρατιών του Ζιλίνσκυ στα ανατολικά και
νοτιοανατολικά σύνορα με Πολωνία, συνολικής δυνάμεως 800.000 ανδρών και
1.700 πυροβόλων, κατά πολύ υπέρτερης των Γερμανών).
149

(α) 1η Στρατιά υπό το Στρατηγό Ρένεκαμπφ, γνωστή και ως


Στρατιά του Νιέμεν από τον ομώνυμο ποταμό, στις κοιλάδες και στους
παραποτάμους του οποίου ήταν αναπτυγμένη. Μετά τη μάχη του Γκούμπινεν
είχε προωθημένα τμήματα στο Ίνστεμπουργκ. Δεν έλαβε μέρος ουσιαστικά στη
μάχη.
(β) 2η Στρατιά, υπό το Σαμψόνωφ, γνωστή και ως Στρατιά
του Νάρεβ, αναπτυγμένη στα νοτιοανατολικά σύνορα με την Πολωνία μεταξύ
των λιμνών Λέτσεν - Αλεστάιν - Τάννεμπεργκ.
(γ) 6ο Σ Σ μεταξύ Λέτσεν - Αλεστάιν.
(δ) 13ο Σ Σ μεταξύ Αλενστάιν - Χοχενστάιν.
(ε) 15ο Σ Σ μεταξύ Χοχενστάιν - Ντάιντεμπεργκ.
(στ) 23ο Σ Σ ανατολικά του Σλοντάου.
(ζ) 1ο Σ Σ στα νότια σύνορα, εγγύς της Μλάβα.

4. Σχέδια και Αποστολές των Αντιπάλων

α. Γερμανών

Το σχέδιο των Γερμανών απέβλεπε στην καταστροφή της 2ης


Στρατιάς (Νάρεβ) σε πρώτο χρόνο, ώστε απερίσπαστοι να μπορέσουν να
αντιμετωπίσουν στη συνέχεια την 1η Στρατιά (Νιέμεν) για την απελευθέρωση
όλης της Ανατολικής Πρωσίας. Η καταστροφή αυτή δεν ήταν δυνατό να
επιτευχθεί με την αμυντική τακτική που μέχρι στιγμής εφαρμοζόταν. Γι' αυτό η
γερμανική ηγεσία αποφάσισε όπως στη μάζα της 2ης Ρωσικής Στρατιάς να
αντιτάξει ένα λεπτό - αλλά όχι ασθενές - κέντρο (20ό ΣΣ), το οποίο καμπτόμενο
από την ισχυρή πίεση των Ρώσων θα επιδίωκε να μη διασπασθεί, ενώ
ταυτόχρονα ισχυρές δυνάμεις (1ο ΣΣ και 17ο και 1ο εφεδρικά Σώματα Στρατού
αριστερά) ταχέως μεταφερόμενες κατά το χρόνο της μάχης θα ενεργούσαν κατά
των πλευρών της εχθρικής διατάξεως. Έναντι της 1ης Ρωσικής Στρατιάς
(Νιέμεν), θα παρέμενε μόνο η Μεραρχία Ιππικού και η Φρουρά του
Κένικσμπεργκ. Η σύλληψη του ελιγμού έγινε με δεδομένη την έλλειψη
συντονισμού μεταξύ των ρωσικών στρατιών, λόγω της μεγάλης αποστάσεως
μεταξύ τους και της παρεμβολής των λιμνών Λέτσεν.

β. Ρώσων

Το σχέδιο των Ρώσων προέβλεπε επίθεση με την 1η Στρατιά (Νιέμεν),


κατά των Γερμανικών δυνάμεων, οι οποίες σύμφωνα με τις εκτιμήσεις τους
(εσφαλμένες όπως αποδείχθηκε) βρίσκονταν πίσω από τον Άγκεραπ ποταμό,
ενώ η 2η Στρατιά (Νάρεβ), υπερβαίνοντας τη μεθόριο και αναπτυγμένη σε
150

μέτωπο 100 χιλιομέτρων θα προσέβαλε τους Γερμανούς από το δεξιό πλευρό


(νοτιοανατολικά).
Είναι προφανές, ότι το γερμανικό στρατηγείο, υιοθετώντας ένα
παράτολμο σχέδιο όπως το παραπάνω, παρά τη δυσμενή για τους Γερμανούς
αναλογία δυνάμεων, πρέπει να γνώριζε πολλά στοιχεία - αν όχι στο σύνολο τους
- από τα σχέδια των Ρώσων. Πάντως, οι λεπτομέρειες διεξαγωγής της μάχης
διαμορφώθηκαν προοδευτικά μετά τις 24 Αυγούστου και, αφού συνενώθηκαν
τα 17ο και 1ο Εφεδρικά Σώματα Στρατού των Γερμανών με τις υπόλοιπες
δυνάμεις της VIII Στρατιάς.

5. Διεξαγωγή της Μάχης

Η εκτέλεση των ελιγμών των αντίπαλων δυνάμεων και η εξέλιξη των


επιχειρήσεων, είχαν ως εξής:

α. 26 Αυγούστου

(1) Στο δεξιό της διατάξεως, το 1ο Γερμανικό Σώμα Στρατού, με τη


βοήθεια τμημάτων του 20ού ΣΣ που ενήργησαν από τα βόρεια επιτέθηκε κατά
του 1ου Ρωσικού ΣΣ, το οποίο και απώθησε προς το Σλοντάου.
(2) Στο κέντρο, το Γερμανικό ΣΣ απασχολούσε τον όγκο της 2ης
Ρωσικής Στρατιάς (Νάρεβ).
(3) Λόγω της βραδείας προχωρήσεως της 1ης Ρωσικής Στρατιάς
(Νιέμεν) έγινε δυνατή η κίνηση του 1ου Εφεδρικού ΣΣ και του 17ου ΣΣ προς τα
νότια στο αριστερό της διατάξεως, αφού κατά την κίνηση τους απώθησαν
τμήματα του 6ου Ρωσικού ΣΣ προς τα ανατολικά.

β. 27 Αυγούστου

(1) Στο νότιο τμήμα της περιοχής Τάννεμπεργκ, το 1ο Γερμανικό


ΣΣ απώθησε το 1ο Ρωσικό Σ Σ από το Ζολντάου προς τα βόρεια.
(2) Στο κέντρο, το 20ό ΣΣ με δυσκολία κατόρθωσε να συγκρατήσει
τα 23ο - 15ο και 13ο Ρωσικά ΣΣ, τα οποία κινήθηκαν προς Γκίλγκεμπουργκ -
Αλενστάιν.
(3) Στο βόρειο τμήμα, τα 1ο Εφεδρικό και 17ο ΣΣ ολοκλήρωσαν
την επιτυχία τους κατά του 6ου Ρωσικού ΣΣ.
Η 1η Ρωσική Στρατιά (Νιέμεν) κινήθηκε βραδύτατα προς το
Κένικσμπεργκ και δε φαινόταν ικανή να επηρεάσει τον αγώνα που διεξαγόταν
στο Τάννεμπεργκ. Διαφαινόταν πλέον ότι, εφόσον οι Ρώσοι συνέχιζαν την
προχώρηση τους στο κέντρο, χωρίς να το διασπάσουν, θα έπεφταν στην παγίδα
που με επιμέλεια είχαν στήσει οι Χίντεμπουργκ και Λούντεντορφ. Το
151

απόγευμα της ίδιας μέρας εκδόθηκε η διαταγή κυκλώσεως του όγκου των
ρωσικών δυνάμεων από τις γερμανικές δυνάμεις των πτερύγων που θα
συνενώνονταν στο Βίλλεμπεργκ, ενώ στο κέντρο το 20ό ΣΣ θα επιδίωκε την
καθήλωσή τους με κάθε θυσία.
γ. 28 Αυγούστου

Οι προβλέψεις για την ημέρα αυτή ήταν δυσοίωνες για τους


Γερμανούς, δεδομένου ότι, ενώ οι πτέρυγες προχωρούσαν, το κέντρο κινδύνευε
να διασπασθεί. Αλλά, ευτυχώς γι' αυτούς, ο Διοικητής της 1ης Ρωσικής
Στρατιάς Στρατηγός Ρένεκαμπφ, ούτε τη μέρα αυτή αφυπνίσθηκε ούτε η πίεση
προ της 41ης Μεραρχίας - στο δεξιό του 20ού ΣΣ - ήταν αρκετά ισχυρή. Έτσι,
παρά τις προβλέψεις, τις απογευματινές ώρες η κατάσταση μεταβλήθηκε
ευνοϊκά για τους Γερμανούς. Οι 3η και 37η Μεραρχίες - στο κέντρο και το
αριστερό του 20ού ΣΣ - πέτυχαν να προωθήσουν τις θέσεις τους και γερμανικά
τμήματα εισήλθαν στο Χοχενστάιν. Διάχυτη ήταν πια η εντύπωση, ότι η μάχη
είχε κερδηθεί.
Τα 1ο και 17ο Σώματα Στρατού διατάχθηκαν να κινηθούν, το πρώτο από
τα νότια και το δεύτερο από τα βόρεια προς το Βίλλεμπεργκ για να αποκόψουν
την υποχώρηση των Ρώσων, ενώ το 1ο Εφεδρικό στράφηκε νότια του
Αλενστάιν και απέκλεισε τελείως το 13ο Ρωσικό Σ Σ.

δ. 29 Αυγούστου

Τις πρωινές ώρες έγινε αντιληπτό ότι τμήματα του 1ου Ρωσικού ΣΣ
που είχαν απωθηθεί από το Ζολντάου κινούνταν προς το Ντάιντεμπεργκ,
δηλαδή στα νώτα του 1ου Γερμανικού ΣΣ που κατευθυνόταν προς το
Βίλλεμπεργκ, για να πραγματοποιήσει την κύκλωση από τα νότια. Μετά από
αυτό, όλες οι διαθέσιμες γερμανικές δυνάμεις κινήθηκαν προς το
Ντάιντεμπεργκ για να αποσοβήσουν το δημιουργούμενο κίνδυνο. Το 1ο
Γερμανικό ΣΣ όμως κατόρθωσε να αντιδράσει με τις δικές του δυνάμεις και
συνέχισε την προχώρηση του. Η ατολμία των Ρώσων και πάλι συνέβαλε θετικά
στην προσπάθεια αυτήν του 1ου Γερμανικού ΣΣ. Η μάχη φαινόταν να
πλησιάζει στο τέλος της και η Γερμανική Διοίκηση απέσυρε το 1ο Εφεδρικό και
20ό ΣΣ και τα συγκέντρωσε κατά μήκος της οδού Χοχενστάιν - Αλενστάιν για
να είναι διαθέσιμα κατά της 1ης Ρωσικής Στρατιάς (Νιέμεν). Τα 1ο και 17ο
Σώματα συνέχισαν να περισφίγγουν τον κλοιό και κατόρθωσαν να συνενωθούν
στο Βίλλεμπεργκ.

ε. 30 Αυγούστου
152

Όλη τη μέρα αυτή, οι Ρώσοι προσπάθησαν να διασπάσουν τον κλοιό


με επιθέσεις κυρίως από την εξωτερική πλευρά του και πάνω από τριάντα
φονικές μάχες διεξήχθησαν σε διάφορα σημεία της περιφέρειας του κύκλου.
Την επομένη, ο Στρατηγός Χίντεμπουργκ ανέφερε στην Ανώτατη
Γερμανική Διοίκηση την καταστροφή του μεγαλύτερου μέρους της Ρωσικής
Στρατιάς (13ο, 15ο και 23ο Σώματα Στρατού). Τα 6ο και 1ο Ρωσικά ΣΣ
διέφυγαν την κύκλωση, αλλά είχαν σοβαρότατες απώλειες και συμπτύχθηκαν.

6. Αποτελέσματα

Στη μάχη αυτή πάνω από 80.000 Ρώσοι ήταν αιχμάλωτοι, μεταξύ των
οποίων και οι Διοικητές των 13ου και 15ου Σωμάτων Στρατού, ενώ ο Διοικητής
της 2ης Στρατιάς Στρατηγός Σαμψόνωφ αυτοκτόνησε στο Βίλλεμπεργκ. Η
πολεμική λεία για τους Γερμανούς ήταν πολύ μεγάλη, κυρίως σε πυροβόλα τα
οποία βρέθηκαν διασκορπισμένα μέσα στα δάση.
Τα αποτελέσματα της μάχης του Τάννεμπεργκ ήταν κολοσσιαία υπέρ των
Γερμανών, γιατί αποφεύχθηκε ο άμεσος κίνδυνος εισβολής των Ρώσων στη
Γερμανία και ενισχύθηκε η Αυστρία (Σεπτέμβριος 1914) για την απόκρουση της
μεγάλης ρωσικής επιθέσεως στο δυτικό τόξο του Βιστούλα (νότια της
Πολωνίας). Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ειδημόνων της εποχής, αλλά και
μεταγενεστέρων, αν η επίθεση αυτή είχε επιτυχία, ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος
θα είχε λήξει πριν συμπληρωθούν τέσσερις μήνες από την κήρυξή του.

7. Διαπιστώσεις - Συμπεράσματα

Το σχέδιο που εφαρμόσθηκε από τους Γερμανούς στη μάχη του


Τάννεμπεργκ και που στην εξιστόρηση ονομάσαμε "τολμηρό" ή "παράλογο",
δεν είναι τόσο πρωτότυπο, όπως αρχικά φαίνεται. Σε περιόδους που τα
αποτελέσματα των μαχών κρίνονταν από τη "μάζα" των συγκρουόμενων
δυνάμεων ήταν, μάλλον, συνήθης και έγινε γνωστό ως "ελιγμός κατά
εσωτερικές γραμμές". Ο ελιγμός αυτός απέβλεπε στη μεταφορά όγκου
δυνάμεων με ταχύτητα και μυστικότητα στο σημείο που επιδιωκόταν το κύριο
αποτέλεσμα.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, μνημονεύουμε την κίνηση των 1ου
Εφεδρικού και 17ου Σωμάτων Στρατού που το ένα υπό την κάλυψη του άλλου
και τα δύο μαζί καλυπτόμενα από τη Μεραρχία Ιππικού κινήθηκαν με
ταχύτητα και μυστικότητα, για την ενίσχυση του αριστερού της διατάξεως στο
Τάννεμπεργκ.
Με την ίδια μέθοδο, ο Αννίβας στη μάχη των Καννών (216 π.Χ.), που
διέθετε πολύ μικρότερες δυνάμεις από τους Ρωμαίους, ενίσχυσε τα άκρα της
153

παρατάξεως του σε βάρος του κέντρου, και πέτυχε υπερκέραση από τις
πτέρυγες και κύκλωση του αντιπάλου.
Εφαρμόζοντας τον ίδιο ελιγμό, ο Ναπολέοντας κατανίκησε στο
Αούστερλιτς (2 Δεκεμβρίου 1805) τους Συμμάχους (Αυστρία - Ρωσία) με
υπερκέραση από το ένα άκρο.
Αλλά ο πρώτος που δίδαξε τον ελιγμό "κατά εσωτερικάς γραμμάς" ήταν
ο Μιλτιάδης στη μάχη του Μαραθώνα (490 π.Χ.), όπου παρέταξε στο κέντρο
δύο ζυγούς και στα άκρα (πτέρυγες ή κέρατα) οκτώ και νίκησε τους Πέρσες.
Η Γερμανική Διοίκηση (Χίντεμπουργκ - Λούντεντορφ) πριν ακόμη
φθάσει στο Μάριενμπουργκ - όπου το Στρατηγείο της VIII Στρατιάς - είχε
διατάξει την αναστολή της συμπτύξεως. Δε μεσολάβησε, σχεδόν καθόλου,
χρόνος άμυνας και επιχειρήθηκε η ανάστροφη επιχείρηση της επιθετικής
επιστροφής.
Η βασική αρχή της "Επιθετικής Ενέργειας" κυριαρχούσε στις σκέψεις της
γερμανικής ηγεσίας. Αλλά από την εξιστόρηση της μάχης φαίνεται ότι και άλλες
αρχές του πολέμου βρήκαν την πλήρη εφαρμογή τους κατά τα διάφορα στάδια
(σύλληψη ελιγμού - προπαρασκευή - εκτέλεση) της επιχειρήσεως, όπως η
εκλογή του σκοπού και εμμονή σε αυτόν, η απλότητα της σχεδιάσεως και
εκτελέσεως, η οικονομία δυνάμεων με την πλήρη έννοια του όρου, η ασφάλεια
που πρυτάνευε σε κάθε ενέργεια.
Για τη βασική αρχή του πολέμου που αναφέρεται στην "Ενότητα της
Διοικήσεως", δεν απαιτείται ιδιαίτερη μνεία για τους Γερμανούς. Η
"Διοίκηση" ήταν "πανταχού παρούσα", προέβλεπε και έκανε ανάλογες
επεμβάσεις.
Αντίθετα, τα πράγματα συνέβησαν αντίστροφα για τους Ρώσους, που η
ενιαία διοίκηση υπήρχε μόνο τυπικά και δε σημείωσε παρέμβαση στον αγώνα.
Αυτό ήταν επόμενο, αφού τις δύο Στρατιές χώριζε απόσταση εκατό χιλιομέτρων
και δεν είχε ληφθεί μέριμνα να μικρύνει κάπως το χάσμα με την κατάλληλη
διάταξη, με την ύπαρξη συνδέσμου ή άλλων μέτρων συντονισμού.
Η μάχη του Τάννεμπεργκ θεωρείται ως μια από τις σημαντικότερες και
πιο διδακτικές μάχες της παγκόσμιας ιστορίας. Οι ενέργειες και οι παραλείψεις,
που σημειώθηκαν από τους πρωταγωνιστές της, παραμένουν παραδείγματα για
μίμηση και αποφυγή από τους νεωτέρους.
Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΜΑΡΝΗ
(5 - 11 Σεπτεμβρίου 1914)

1. Εισαγωγή

Η μάχη του Μάρνη αποτελεί το σπουδαιότερο, ίσως, γεγονός του Α'


Παγκοσμίου Πολέμου, γιατί από το αποτέλεσμα αυτό (νίκη των Συμμάχων)
κρίθηκε κατά μεγάλο μέρος και το αποτέλεσμα του τετραετούς αυτού πολέμου
(28 Ιουν. 1914 - 11 Νοε. 1918). Ο πόλεμος αποκλήθηκε παγκόσμιος, γιατί στις
οκτώ αρχικά εμπόλεμες δυνάμεις, Γερμανία και Αυστροουγγαρία (Κεντρικές
Δυνάμεις) από τη μια μεριά και Γαλλία, Αγγλία, Ρωσία, Βέλγιο, Σερβία και
Μαυροβούνιο (Σύμμαχοι) από την άλλη, προστέθηκαν διαδοχικά και άλλες
έντεκα χώρες είτε με τις πρώτες είτε με τις δεύτερες. Συνολικά, δημιουργήθηκαν
πέντε μέτωπα πολέμου, Δυτικό, Ανατολικό, Βαλκανικό, Μικρασιατικό και
Αποικιακό.
Απώτερα αίτια του πολέμου ήταν η διαίρεση των ευρωπαϊκών δυνάμεων
σε δύο αντίπαλους σχηματισμούς, ο αποικιακός και εμπορικός ανταγωνισμός
μεταξύ Γερμανών και Αγγλογάλλων και ο ανταγωνισμός σε εξοπλισμούς,
κυρίως, Γερμανίας και Γαλλίας.
Αφορμή του πολέμου υπήρξε η δολοφονία του Αρχιδούκα Φραγκίσκου -
Φερδινάρδου, διαδόχου του Αυστροουγγρικού θρόνου, με τη σύζυγό του, στις
28 Ιουνίου 1914, στο Σαράγεβο της Βοσνίας. Ο δολοφόνος Γαβρίλο Πριντσίπ,
μαθητής γυμνασίου, ήταν μέλος της μυστικής οργανώσεως "Μαύρο Χέρι" η
οποία είχε σκοπό την προπαρασκευή της εξεγέρσεως των Σέρβων που ζούσαν
κάτω από αυστριακό ζυγό. Μετά ένα μήνα, στις 23 Ιουλίου 1914, επιδόθηκε
αυστριακό τελεσίγραφο στη Σερβία με δρακόντειους, κυριολεκτικά, όρους για
την εκπλήρωση των οποίων παρεχόταν προθεσμία 48 ωρών. Η Σερβία δεν
αποδέχθηκε τους όρους και, έτσι, στις 28 Ιουλίου 1914, η Αυστρία της κήρυξε
τον πόλεμο.
Την 1η Αυγούστου 1914, η Γερμανία κήρυξε τον πόλεμο κατά της
Ρωσίας και μετά από δύο μέρες κατά της Γαλλίας. Στις 5 Αυγούστου, η Αγγλία
κήρυξε τον πόλεμο κατά της Γερμανίας, αφού η τελευταία είχε παραβιάσει, στο
μεταξύ, την ουδετερότητα του Βελγίου. 'Ετσι, ο πόλεμος σταδιακά γενικεύθηκε.
Δύο ήταν οι βασικοί αντίπαλοι των Γερμανών με την έναρξη του
πολέμου. Η Γαλλία στο Δυτικό και η Ρωσία στο Ανατολικό μέτωπο.
Οι επιχειρήσεις στο Δυτικό μέτωπο άρχισαν με τη λεγόμενη "Μάχη των
Συνόρων", που έλαβε χώρα κυρίως κατά την περίοδο 20 -24 Αυγούστου 1914
στη Βορειοδυτική Γαλλία και είχε ως αποτέλεσμα τη σύμπτυξη των γαλλικών
και αγγλικών (Στρατιά Φρεντς) δυνάμεων στη γραμμή του Μάρνη ποταμού.
Μετά τις επιτυχίες των Γερμανών στις πρώτες κατά των Γάλλων μάχες,
τις πρώτες μέρες του πολέμου, η μάζα ελιγμού του γερμανικού δεξιού ( Ι, ΙΙ, ΙΙΙ
Στρατιές) ήρθε σε επαφή με το αριστερό της γαλλικής διατάξεως, τη Γαλλική
Στρατιά, και τη δυτικότερα αυτής Αγγλική Στρατιά. Οι δύο αυτές Στρατιές
απειλήθηκαν με υπερκέραση του αριστερού τους και αναγκάσθηκαν να
συμπτυχθούν για να αποφύγουν την κύκλωση. Ο Στρατηγός Ζοφρ,
Αρχιστράτηγος του Γαλλικού Στρατού, τη νύχτα 25/26 Αυγούστου 1914
αποφάσισε να φέρει, στηριζόμενος στο δεξιό του, τον όγκο των δυνάμεών του
στη γραμμή Βερντέν - Ρετέλ ή Ρεμς (ανάλογα) - Λαόν Σαιν Καντέν - Αμιένη,
και να αναλάβει αντεπίθεση κατά του γερμανικού δεξιού. Επίσης, να
επωφεληθεί από το γεγονός ότι οι Στρατιές Αλσατίας και Λωραίνης (Ι και ΙΙ
αντίστοιχα) κοντά στα γαλλογερμανικά σύνορα, είχαν καθηλώσει την αριστερή
γερμανική πτέρυγα και μπορούσαν αυτές να στηριχθούν στη σειρά των
φρουρών Τουλ - Επινάλ - Μπελφόρ και να αμυνθούν εκεί αποτελεσματικά με
λίγες δυνάμεις. Έτσι, με δυνάμεις που θα αφαιρούνταν από αυτές, μπορούσε να
συγκροτηθεί μια νέα στρατιά, η οποία θα προέκτεινε τη γαλλική διάταξη προς
τα βορειοδυτικά και θα ήταν σε θέση να επιχειρήσει κυκλωτικό ελιγμό από τα
δεξιά. Ο όγκος των δυνάμεων που θα αναλάμβανε την αντεπίθεση θα
στηριζόταν στο οχυρό συγκρότημα του Βερντέν, το οποίο θα χρησιμοποιούσε
ως στροφέα. Οι διαταγές για την υλοποίηση της αποφάσεως αυτής άρχισαν να
εκδίδονται από τις 26 Αυγούστου.
Οι γερμανικές στρατιές, στο μεταξύ, παρά την ισχυρή αντίσταση
προήλαυναν ταχύτατα, ενώ οι προετοιμασίες των Γάλλων για αντεπίθεση
καθυστερούσαν. 'Ετσι, δεν ήταν δυνατή χρονικά η γαλλική επιθετική
επιστροφή. Επιβαλλόταν επομένως και νέα βαθιά γαλλική υποχώρηση προς τα
νότια και ακόμα η μη εξασφάλιση με δυνάμεις του ίδιου του Παρισιού, του
οποίου η άμυνα θα διεξαγόταν από τη Φρουρά του ενισχυμένη και από την VI
Στρατιά, με σκοπό να δημιουργηθούν ευνοϊκές συνθήκες για την ανάληψη
αντεπιθέσεως με την ίδια βασική ιδέα, αλλά σε άλλο χώρο και χρόνο. Κάτω από
αυτές τις συνθήκες, ο Ζοφρ διατάσσει, την 1η Σεπτεμβρίου 1914, την
εξακολούθηση της υποχωρήσεως, μη διστάζοντας να εγκαταλείψει μεγάλο
τμήμα του εθνικού εδάφους.

2. Περιγραφή του Πεδίου της Μάχης (Σχεδ. 28)

α. Η μάχη του Μάρνη εξελίχθηκε σχεδόν ολόκληρη μέσα σε γαλλικό


έδαφος (στη Βορειοανατολική Γαλλία), από Παρίσι μέχρι Βερντέν και από
Βερντέν μέχρι το Επινάλ, δηλαδή σε ένα συνολικό μέτωπο περίπου 400 χλμ. και
σε ένα μέσο εύρος περίπου 100 χλμ. Το έδαφος αυτό είναι παντού πεδινό ή
λοφώδες με υψόμετρο που δεν ξεπερνά πουθενά τα 500 μέτρα.
157

β. Υδάτινα κωλύματα. Σαν σπουδαιότερα πρέπει να θεωρηθούν οι


ποταμοί Σηκουάνας, Μάρνης, Ουάζ, Μεζ, Μοζέλας, Αισν, Βεσλ, Ουρκ, Πτι
Μορέν, Γκραν Μορέν, Ωμπ καθώς και η διώρυγα Μάρνη - Ρήνου.
γ. Οδικό και Σιδηροδρομικό Δίκτυο. Και τα δύο αυτά δίκτυα ήταν
πλουσιότατα για την εποχή εκείνη και πολύ μεγάλης αποδόσεως.

δ. Κατοικημένοι τόποι. Η περιοχή ήταν πυκνοκατοικημένη και ο


πληθυσμός αυτός δημιουργούσε πολλά προβλήματα στις διοικήσεις των
Γάλλων. Οι περιοχές Λωρραίνης και Αλσατίας ανήκαν τότε στη Γερμανία.

ε. Οχυρώσεις. Μια συνεχής αλυσίδα γαλλικών φρουρίων κοντά στα


γαλλογερμανικά σύνορα είχε κατασκευασθεί από τον καιρό της ειρήνης με
βάσεις στο Επινάλ, Τουλ και Βερντέν, αλλά και στο εσωτερικό της χώρας, όπως
στο Παρίσι και στη Ρεμ. Τα περιχαρακωμένα στρατόπεδα και ειδικότερα το
Βερντέν και Παρίσι συνέβαλαν κατά πολύ στη θετική για τους Γάλλους εξέλιξη
της μάχης.
Προορισμός των φρουρίων, κατά περίπτωση, ήταν να προστατεύσουν
τη συγκέντρωση των στρατιών μετά την επιστράτευση, να χρησιμοποιηθούν ως
στηρίγματα των επιχειρήσεων των Στρατιών αυτών, να διευκολύνουν τους
στρατηγικούς ελιγμούς, να εξαναγκάσουν τον εχθρό να διαθέσει δυνάμεις για
την πολιορκία τους και τέλος να προστατεύσουν τυχόν αναγκαία σύμπτυξη.
Στο γαλλικό έδαφος κοντά στη γαλλογερμανική μεθόριο,
περιλαμβάνονταν δύο ομάδες έργων πρώτης γραμμής. Μία από Βερντέν μέχρι
Τουλ και η άλλη από Επινάλ μέχρι Μπελφόρ. Έμεναν ανοικτές οι διαβάσεις για
πιθανή εχθρική εισβολή, μεταξύ Τουλ - Επινάλ καθώς και βόρεια του Βερντέν,
που είχαν σκοπό να προσελκύσουν εκεί τον εχθρό και μετά να τον συντρίψουν.
Λόγω όμως της εισβολής των Γερμανών στη Γαλλία από Βέλγιο αυτός ο
σκοπός δεν υλοποιήθηκε.

στ. Τηλεφωνικά Κυκλώματα. Τα μόνιμα τηλεφωνικά κυκλώματα προς


την πλευρά των Γερμανών είχαν καταστραφεί από τους υποχωρούντες Γάλλους.
Προς την πλευρά των Γάλλων, ήταν άθικτα.

3. Γενική Κατάσταση, Δυνάμεις και Διάταξη των Αντιπάλων

α. Γερμανών

(1) Μετά τη σοβαρότατη ήττα των αγγλικών δυνάμεων (Στρατιά


Φρεντς) στο Λε Κατώ (κοντά στα γαλλοβελγικά σύνορα) ο Μόλτκε κοινοποίησε
γενικές οδηγίες με τις οποίες καθόριζε ως εξής την πορεία των Στρατιών του
προς το Παρίσι:
158

(α) I Στρατιά : προς κάτω Σηκουάνα


(β) ΙΙ Στρατιά : προς Παρίσι
(γ) ΙΙΙ Στρατιά : προς Σιατώ Τιερύ
(δ) ΙV Στρατιά : προς Ρεμς
(ε) V Στρατιά : προς Σαλόν - Βιτρύ Λε Φρανσουά.
(στ) Η VI και VII Στρατιές θα κάλυπταν τη Λωρραίνη και
Αλσατία, αντίστοιχα, από τα δυτικά.
Επομένως, η κύρια μάζα θα κατευθυνόταν στο Παρίσι.
Στις 3 και 4 Σεπτεμβρίου, ο Διοικητής της Ι Στρατιάς Στρατηγός
Φον Κλουκ προελαύνει ταχέως προς τα νότια, αναλαμβάνοντας πρωτοβουλία ο
ίδιος με αντικειμενικό σκοπό να υπερκεράσει την V Γαλλική Στρατιά
νοτιανατολικά από το Παρίσι, καλυπτόμενος προς το εκεί περιχαρακωμένο
στρατόπεδο με το 4ο ΣΣ (Εφεδρικό) και μία μεραρχία Ιππικού. Τον όγκο των
δυνάμεων του κατευθύνει προς τα νότια του Μάρνη και μέχρι το βράδυ της 4ης
Σεπτεμβρίου υπερβαίνει τον Γκραν Μορέν ποταμό.
Το ίδιο βράδυ, της 4ης Σεπτεμβρίου, ο Μόλτκε αποφασίζει να
εγκαταλείψει οριστικά το σχέδιο αποκοπής των γαλλικών δυνάμεων από το
περιχαρακωμένο στρατόπεδο στο Παρίσι και εκπονεί νέο σχέδιο. Έτσι,
κοινοποιεί με τον ασύρματο διαταγή με την οποία οι Ιη και ΙΙη Στρατιές θα
εγκατασταθούν έναντι του ανατολικού μετώπου στο Παρίσι. Η Ιη μεταξύ Ουάζ
ποταμού και Μάρνη ποταμού και η ΙΙη μεταξύ Μάρνη ποταμού και Σηκουάνα
ποταμού, η ΙΙΙη θα κινηθεί προς Τρουά και ανατολικά. Ο Φον Κλουκ παίρνει τη
διαταγή το πρωί της 5ης Σεπτεμβρίου, ενώ δηλαδή έχει υπερβεί το Μάρνη πριν
από 36 ώρες, εξοργίζεται, δεν υπακούει στη διαταγή και αφήνει τον όγκο των
δυνάμεών του να εξακολουθήσει την κίνησή του. Όμως στη συνέχεια, όταν
συναντήθηκε με επιτελή αξιωματικό, απεσταλμένο του Μόλτκε, πείσθηκε να
εφαρμόσει τη διαταγή και στις 2300 της ίδιας μέρας εκδίδει σχετικές διαταγές
με τις οποίες καθορίζονται οι διαδικασίες αναστροφής των δυνάμεων του. Τα
ξημερώματα της 6ης Σεπτεμβρίου πληροφορείται ότι το εφεδρικό 4ο ΣΣ, που
είχε αποστολή καλύψεως του δεξιού του, δέχθηκε επίθεση τις απογευματινές
ώρες της 5ης Σεπτεμβρίου, είχε ανατραπεί και ζητούσε κατεπειγόντως
ενισχύσεις. Αιφνιδιάσθηκε από την VI Γαλλική Στρατιά και η μάχη του Μάρνη
είχε ήδη αρχίσει.
(2) To βράδυ της 5ης Σεπτεμβρίου του 1914, η επιθετική διάταξη
των γερμανικών δυνάμεων είχε ως εξής:
(α) Ι Στρατιά (Στρατηγός Φον Κλουκ) : νότια του Γκραν Μορέν
με ένα ΣΣ (4ο εφεδρικό) και μία μεραρχία Ιππικού δυτικά του ποταμού Ουρκ.
(β) ΙΙ Στρατιά (Στρατηγός Φον Μπύλωφ) : βόρεια του Πτι -
Μορέν ποταμού.
(γ) ΙΙΙ Στρατιά (Στρατηγός Φον Χάουζεν) : νότια του Σαλόν.
159

(δ) ΙV Στρατιά (Στρατηγός Άλμπρεχτ) : βορειοανατολικά του


Βιτρύλε Φρανσουά.
(ε) V Στρατιά (Στρατηγός Γουλιέλμος) : δυτικά του Βερντέν.
(στ) VI Στρατιά (Στρατηγός Ρούμπρεχτ) : δυτικά του
Σάρεμπουγκ.
(ζ) VII Στρατιά (Στρατηγός Φον Χέριγκεν) : νοτιοδυτικά του
Ντονόν.

β. Συμμάχων.

Όπως ήδη αναφέρθηκε, την 1η Σεπτεμβρίου 1914, ο Ζοφρ,


υλοποιώντας την απόφασή του για νέα υποχώρηση των γαλλικών δυνάμεών
του, άφησε την υπεράσπιση του Παρισιού στη Φρουρά της πόλης και στην VI
Στρατιά.
Ως όριο υποχωρήσεως καθόριζε τη γραμμή Νόζεν - Αρσύ - Βιτρύ Λε
Φρανσουά - Μπαρ Λε Ντυκ. Καθόριζε ακόμη (4η οδηγία) ότι η γραμμή αυτή
έπρεπε να θεωρείται "ως όριο της υποχωρητικής κινήσεως, χωρίς αυτό να
σημαίνει, ότι στο όριο αυτό θα έφθαναν αναγκαστικά οι γαλλικές δυνάμεις".
Από 2 μέχρι 5 Σεπτεμβρίου, ο κύριος όγκος των γαλλικών δυνάμεων
εξακολουθεί να υποχωρεί. Στις 4 Σεπτεμβρίου ο Ζοφρ, υπογράφει διαταγή
αντεπίθεσεως για τις 6 Σεπτεμβρίου, αφού στο μεταξύ έχει εξασφαλίσει και τη
συγκατάθεση των Άγγλων.
Το βράδυ της 5ης Σεπτεμβρίου 1914, η επιθετική διάταξη των
αγγλογαλλικών δυνάμεων είχε ως εξής :
(1) VI Στρατιά (Στρατηγός Μονουρί) : βορειοδυτικά της πόλεως
Μω.
Αγγλική Στρατιά (Στρατηγός Φρεντς) : νοτιοανατολικά από το
Παρίσι.
(2) V Στρατιά (Στρατηγός Φρανσέ ντ' Εσπεραί) : βόρεια του
Νόζεν.
(3) IX Στρατιά (Στρατηγός Φος) : ανατολικά του Σεζάν.
(4) IV Στρατιά (Στρατηγός Ντε Λαγκλ ντε Καρύ) : νότια του Βιτρύ
Λε Φρανσουά
(5) III Στρατιά (Στρατηγός Σαράιγ) : βόρεια του Μπαρ Λε Ντυκ.
(6) II Στρατιά (Στρατηγός Καστελνώ) : νοτιοανατολικά του Νανσύ.
(7) Ι Στρατιά (Στρατηγός Ντυπάιγ) : ανατολικά του Επινάλ.

4. Σχέδια και Αποστολές Αντιπάλων

α. Γερμανών
160

Το 1905, ο Στρατάρχης Φον Σλίφφεν αρχηγός του γερμανικού


Επιτελείου Στρατού εκπόνησε σχέδιο επιθέσεως κατά της Γαλλίας και Ρωσίας,
το οποίο μετά από σειρά τροποποιήσεων, από το διάδοχό του Φον Μόλτκε,
εφαρμόστηκε με την κήρυξη του πολέμου το 1914. Σε γενικές γραμμές, το
σχέδιο αυτό του Σλίφφεν είχε ως εξής:
- Άμυνα στο Ανατολικό μέτωπο με ελάχιστες δυνάμεις μέτριας
μαχητικής αξίας και επίθεση στο Δυτικό με το μέγιστο των δυνάμεων και πολύ
καλύτερης μαχητικής αξίας. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Σλίφφεν,
χρειάζονταν 30 - 40 ημέρες για την επιστράτευση των ρωσικών δυνάμεων στο
Ανατολικό μέτωπο και επομένως το αποτέλεσμα σε βάρος των Γάλλων στο
Δυτικό έπρεπε να επιτευχθεί μέσα σε αυτό το χρονικό διάστημα, ώστε μετά να
μεταφερθούν δυνάμεις στο Ανατολικό κατά των Ρώσων.
Η ιδέα ενεργείας, για την επίτευξη του αποτελέσματος αυτού,
απέβλεπε στην καθήλωση του γαλλικού στρατού κατά μήκος της οχυρωμένης
τοποθεσίας των γερμανογαλλικών (Γ/Γ) συνόρων από την Ελβετία μέχρι το
Βέλγιο και υπερκέραση αυτού με την ισχυρότατη δεξιά του πτέρυγα, μέσω
Βελγίου και Βόρειας Γαλλίας, με σκοπό την απώθηση των γαλλικών δυνάμεων
προς την Ελβετία για τη συντριβή τους.
Ο Μόλτκε διατήρησε τη βάση του σχεδίου Σλίφφεν, αλλά επέφερε
τροποποιήσεις ως προς την αναλογία των δυνάμεων τόσο μεταξύ δεξιάς και
αριστεράς πτέρυγας, όσο και μεταξύ Δυτικού και Ανατολικού μετώπου. Ενώ
στο σχέδιο Σλίφφεν προβλέπονταν για τον ελισσόμενο μέσω Βελγίου όγκο 35
ΣΣ, στο σχέδιο Μόλτκε μειώνονταν σε 26 ΣΣ και ενώ στο σχέδιο Σλίφφεν
προβλέπονταν στη Λωρραίνη 5 1/2 ΣΣ, στο σχέδιο Μόλτκε προβλέπονταν 9 ΣΣ
Τα υπόλοιπα ΣΣ διέθεσε ο Μόλτκε στο Ανατολικό μέτωπο ή σε αποστολές
εκτός κυρίως θεάτρου επιχειρήσεων. Λόγω του οχυρωμένου τείχους που
παρουσίαζε η γαλλική μεθόριος (σειρά φρουρίων κατά μήκος της Γ/Γ
μεθορίου), η μόνη λογική στρατιωτική οδός ήταν η παράκαμψη της μεθορίου
μέσω Βελγίου και Βόρειας Γαλλίας και μετά, συνεχίζοντας κατά ένα ευρύ τόξο,
θα στρεφόταν βαθμιαία προς τα αριστερά (ανατολικά). Το άκρο δεξιό θα
διέβαινε τον κάτω Σηκουάνα κοντά στη Ρουέν, θα περνούσε νοτιοδυτικά από το
Παρίσι και θα πίεζε έτσι τους Γάλλους προς το Μοζέλα ποταμό όπου θα
σφυροκοπούνταν στο χώρο των Φρουρίων μεταξύ Λωρραίνης και ελβετικών
συνόρων. Από τις 72 διαθέσιμες μεραρχίες, οι 52 θα αποτελούσαν τον
ελισσόμενο όγκο, 10 θα αποτελούσαν ένα στήριγμα αντιμετωπίζοντας το
Βερντέν και μόνο 9 θα σχημάτιζαν την αριστερή πτέρυγα κατά μήκος της Γ/Γ
μεθορίου.
Η μάχη του Μάρνη άρχισε τις απογευματινές ώρες της 5ης
Σεπτεμβρίου 1914. Από τις πρωινές ώρες της ημέρας αυτής, οι γερμανικές
στρατιές είχαν λάβει διαταγή του Μόλτκε με βάση την οποία οι δύο δεξιά
στρατιές (Ι και ΙΙ) θα κατευθύνονταν προς το Παρίσι. Η Ι μεταξύ Ουάς και
161

Μάρνη, και η ΙΙ μεταξύ Μάρνη και Σηκουάνα. Η IV και V Στρατιές θα


προχωρούσαν προς τα νοτιοανατολικά με σκοπό τη διάνοιξη των διαβάσεων
του άνω Μοζέλα στις VI και VII Στρατιές. Η ΙΙΙ Στρατιά θα ενεργούσε ανάλογα
με τις περιστάσεις είτε προς τα δυτικά είτε προς τα ανατολικά. Πριν καλά - καλά
αρχίσει η υλοποίηση αυτής της διαταγής, που στο σύνολό της ποτέ δεν
υλοποιήθηκε, η μάχη του Μάρνη είχε αρχίσει.

β. Συμμάχων

Μετά την ήττα της Γαλλίας στον πόλεμο του 1870, αρχίζει γι' αυτήν
μια περίοδος αναγεννητικής και ανορθωτικής προσπάθειας.
Το γαλλικό σχέδιο τότε για ένα μελλοντικό πόλεμο, προέβλεπε μία
αρχική άμυνα, που θα στηριζόταν στα μεθοριακά προς τη Γερμανία φρούρια,
την οποία, θα διαδεχόταν μια αποφασιστική αντεπίθεση. Για το σκοπό αυτό,
δημιουργήθηκε το μεγάλο μεθοριακό σύστημα φρουρίων μεταξύ Επινάλ και
Τουλ για τη διοχέτευση της αναμενόμενης γερμανικής εισβολής, έτσι ώστε να
μπορέσει να εξαπολυθεί αντεπίθεση με καλύτερη ασφάλεια και μεγαλύτερη
αποτελεσματικότητα.
Ο στρατηγός Ζοφρ, που διορίσθηκε αρχηγός του Γαλλικού Γενικού
Επιτελείου το 1912, θα εφαρμόσει την ιδέα αυτή και θα εκπονήσει νέο σχέδιο
επιχειρήσεων με σαφώς επιθετικό χαρακτήρα. Η ιδέα ενέργειας του σχεδίου
αυτού ήταν η εξής : Επίθεση με όλες τις δυνάμεις προς τη Γ/Γ μεθόριο σε δύο
παράλληλους άξονες . Ο ένας στο δεξιό μεταξύ Μοζέλα ποταμού και Βοσγίων
Ορέων (νότια Τουλ) και ο άλλος στο αριστερό, βόρεια Βερντέν - Μέτς. Το
σχέδιο αυτό ελάχιστα ή καθόλου δεν εφαρμόσθηκε ούτε στη μάχη του Μάρνη
ούτε και στις επιχειρήσεις που προηγήθηκαν. Ωστόσο, η κεντρική ιδέα του
σχεδίου, δηλαδή η επιθετικότητα, κυριάρχησε στους Γάλλους από την έναρξη
των επιχειρήσεων. Και παρά τη γενική υποχώρησή τους μέχρι τη μάχη του
Μάρνη, η επιθετικότητα αυτή δεν έλλειψε καθόλου. Την υλοποιούσαν συνεχείς
αντεπιθέσεις σε όλο το μέτωπο.
Την 1η Σεπτεμβρίου, ο Ζοφρ κοινοποίησε στις στρατιές του τις υπ'
αριθμ. 4 γενικές οδηγίες, που αποτέλεσαν το πλαίσιο μέσα στο οποίο μετά πέντε
ημέρες θα άρχιζε η μάχη του Μάρνη. Σύμφωνα με τις οδηγίες αυτές οι δύο
πτέρυγες του κυρίως μετώπου θα στηρίζονταν η μία (η αριστερή) στο
περιχαρακωμένο στρατόπεδο στο Βερντέν, ενώ το κοίλο της διατάξεως θα
έφθανε μέχρι το Σηκουάνα. Μέσα σε αυτό το χώρο, ο Ζοφρ ανέμενε να
συντρίψει τους αντιπάλους του, προσβάλλοντάς τους από τα δυό τους πλευρά
και από το μέτωπο. Οι οδηγίες αυτές ήταν οι τελευταίες πριν από τη μεγάλη
μάχη και ανέμενε την παρουσία ευνοϊκών συνθηκών για να μεταπέσει σε γενική
αντεπίθεση. Στις 2200 της 4ης Σεπτεμβρίου 1914, υπογράφει την υπ' αριθμ. 6
γενική διαταγή με την οποία δίνεται το σάλπισμα της επιθετικής επιστροφής για
162

το πρωί της 6ης Σεπτεμβρίου 1914. Όμως η μάχη του Μάρνη, έχει αρχίσει από
τις απογευματινές ώρες της προηγουμένης.

5. Διεξαγωγή της Μάχης

Η διεξαγωγή της κύριας μάχης, που διήρκεσε από τις 5 έως τις 11
Σεπτεμβρίου, μπορεί να χωρισθεί σε τρεις φάσεις:

α. Φάση 1η : Αιφνιδιασμός του δεξιού (δυτικού) της γερμανικής


διατάξεως (5 - 8 Σεπτεμβρίου 1914)
Τις απογευματινές ώρες της 5ης Σεπτεμβρίου, η VΙ Γαλλική Στρατιά
κινείται βορειοανατολικά του Μω, απωθεί τα εκεί εχθρικά τμήματα (Εφεδρικό
4ο ΣΣ της Γερμανικής 1ης Στρατιάς) και ετοιμάζεται να συνεχίσει την επομένη
την κίνησή της προς τον Ουρκ ποταμό.
Η Αγγλική Στρατιά και οι υπόλοιπες γαλλικές δυνάμεις έχουν
ετοιμότητα να εμπλακούν στον αγώνα την επομένη, ενώ η Ανώτατη Γαλλική
Διοίκηση (Ζοφρ) έχει εξασφαλίσει σημαντική υπεροχή δυνάμεων στην
αριστερή πτέρυγα.
Το πρωί της επομένης (6ης Σεπτεμβρίου) ο Διοικητής της Ι
Γερμανικής Στρατιάς Φον Κλουκ, για να περιορίσει την προχώρηση της VI
Γαλλικής Στρατιάς μετακινεί δύο ΣΣ (2ο και 4ο), που βρίσκονταν νότια του
Γκραν Μορέν ποταμού, για να ενισχύσουν το δεξιό του εφεδρικού 4ου ΣΣ και
να αντιμετωπίσουν τον κίνδυνο που είχε δημιουργηθεί από την κατεύθυνση του
Παρισιού. Αποτέλεσμα αυτής της ενέργειας, ήταν η δημιουργία κενού, περίπου
30 χιλιομέτρων, μεταξύ των Ι και ΙΙ Γερμανικών Στρατιών.
Η Αγγλική Στρατιά (Φρεντς) επωφελήθηκε από το κενό που
δημιουργήθηκε και αφού απώθησε τμήματα του γερμανικού ιππικού,
προωθήθηκε μέχρι τον ποταμό Γκραν Μορέν, ενώ μικρή προώθηση πέτυχε και
η γειτονική V Γαλλική Στρατιά.
Η Ανώτατη Γερμανική Διοίκηση (Μόλτκε), φοβούμενη απειλή κατά
των νώτων της από την κατεύθυνση του Βελγίου, αλλά και για να ενισχύσει τη
δεξιά της πτέρυγα, διέταξε τη μεταφορά εκεί του όγκου της VII Γερμανικής
Στρατιάς από την Αλσατία και την υπαγωγή όσων δυνάμεων απέμεναν υπό την
VI Στρατιά (περιοχή Λωρραίνης).
Τις πρωινές ώρες, ο διοικητής της IV Γερμανικής Στρατιάς είναι
αισιόδοξος. Αλλά άρχισαν να φθάνουν στο στρατηγείο του οι πρώτες
πληροφορίες ότι τα τμήματά του προσέκρουσαν σε ισχυρό εχθρό και ζητά τη
συνδρομή της III Στρατιάς. Γύρω στις 1800, η Στρατιά είχε την εντύπωση ότι
επρόκειτο για απεγνωσμένες προσπάθειες των Γάλλων και σε κάθε περίπτωση η
κατάσταση προ του μετώπου ήταν ευνοϊκή. Μία ώρα αργότερα προσκομίσθηκε
στα χέρια του η Ημερησία Διαταγή του Ζοφρ που είχε εκδοθεί το πρωί της 4ης
163

Σεπτεμβρίου και με την οποία διατασσόταν γενική επίθεση των γαλλικών


δυνάμεων. Έτσι, ξεκαθαρίστηκε απόλυτα η σύγχυση που επικρατούσε μέχρι
εκείνη τη στιγμή. Γινόταν πλέον σαφείς οι διαθέσεις του αντιπάλου. Η
ημερησία αυτή διαταγή διαβιβάσθηκε αμέσως στην Ανωτάτη Διοίκηση και τη
V Στρατιά. Οι άλλες στρατιές έλαβαν γνώση το πρωί της επομένης. Στο μεταξύ,
ο αγώνας εξακολουθούσε σκληρός μέχρι τη νύκτα χωρίς σημαντικές μεταβολές.
Στις 7 Σεπτεμβρίου, ο Διοικητής της Ι Γερμανικής Στρατιάς Φον
Κλουκ έλαβε γνώση της ημερησίας διαταγής του Ζοφρ και, αφού τη συσχέτισε
με όσα έγιναν τις προηγούμενες μέρες, κατανόησε ότι η κύρια κυκλωτική
ενέργεια των Συμμάχων στρεφόταν εναντίον των δυνάμεών του. Θέλοντας να
αποφύγει ένα τέτοιο ενδεχόμενο, υποχρεώνεται να ανακαλέσει και τα δύο ΣΣ
(3ο και 9ο) που είχε για ενίσχυση της ΙΙ Στρατιάς, στο αριστερό της διατάξεως.
Έτσι, κατόρθωσε να συγκρατήσει την VI Γαλλική Στρατιά (Μονουρί), χωρίς
όμως να επιτύχει κάποιο αποφασιστικό αποτέλεσμα, ωστόσο προετοίμαζε, για
την επόμενη κυκλωτική ενέργεια με το δεξί του εναντίον του αριστερού της VI
Γαλλικής Στρατιάς. Η απομάκρυνση όμως του 2ου και 4ου ΣΣ για την ενίσχυση
του Εφεδρικού (4ου) ΣΣ, είχε ως αποτέλεσμα το κενό που είχε δημιουργηθεί
μεταξύ Ι και ΙΙ Στρατιών να μεγαλώσει ακόμα περισσότερο. Ο Διοικητής της ΙΙ
Γερμανικής Στρατιάς, φοβούμενος τυχόν διείσδυση (δια του κενού), διατάσσει
σύμπτυξη των δυνάμεών του πίσω (βόρεια) του Πτι Μορέν ποταμού και ζητάει
ενίσχυση από την ΙΙ Στρατιά, για να εκδηλώσει την επόμενη επίθεση. Το ίδιο
σχεδιάζει για την επομένη και ο Διοικητής IV Γερμανικής Στρατιάς. Η ΙΙΙ
Στρατιά, της οποίας τα ΣΣ είχαν σπεύσει με διαταγή της Στρατιάς ή με δική
τους πρωτοβουλία να ενισχύσουν τις γειτονικές στρατιές, βρίσκεται
διαχωρισμένη σχεδόν στα δύο με ενισχυμένα τα άκρα της.
Το απόγευμα της ίδιας μέρας (7 Σεπτεμβρίου) η Ανώτατη Γαλλική
Διοίκηση με νέες οδηγίες διατάσσει επίθεση και δραστική καταδίωξη της Ι
Γερμανικής Στρατιάς. Φαίνεται ότι δεν έχει αντιληφθεί το κενό που υπάρχει
μεταξύ Ι και ΙΙ Γερμανικών Στρατιών και επομένως δεν αναφέρει τίποτε για την
εκμετάλλευσή του. Κατά τη διάρκεια της νύκτας 7/8 Σεπτεμβρίου
επιβεβαιώθηκαν οι πληροφορίες για την ενίσχυση των Συμμάχων και για την
προώθηση της Αγγλικής Στρατιάς στο κενό μεταξύ Ι και ΙΙ Γερμανικών
Στρατιών.
Στις 8 Σεπτεμβρίου, η Αγγλική Στρατιά και η αριστερή πτέρυγα της V
Γαλλικής Στρατιάς προώθησαν ακόμη περισσότερο τις θέσεις τους και έφθασαν
μέχρι τον Πτι Μορέν ποταμό. Ο Κλουκ συνεχώς φοβόταν την κύκλωση από
δεξιά (δυτικά) και έσπευσε να λάβει μέτρα ασφαλείας, έστω και με τη διάθεση
ενός καταπονημένου από την πορεία ΣΣ, ενώ δεν έλαβε κανένα παρόμοιο στο
αριστερό του, όπου το χάσμα με τη ΙΙ Γερμανική Στρατιά είχε μεγαλώσει λόγω
υποχωρήσεως του δεξιού της Στρατιάς αυτής. Η κατάσταση το απόγευμα είχε
164

σταθεροποιηθεί και ήδη ο Κλουκ σχεδιάζει την επομένη να επιτεθεί με το δεξιό


του.
Στο υπόλοιπο μέτωπο δεν υπήρξαν αξιόλογες μεταβολές και
δραστηριότητες κατά την ημέρα αυτή. Στο κέντρο, οι γαλλικές στρατιές
δέχθηκαν την πίεση των γερμανικών, που όμως δε σημείωσαν σοβαρές
εδαφικές επιτυχίες, ενώ στο δεξιό (ανατολικό) η κατάσταση έμεινε αμετάβλητη.
Το βράδυ της ίδιας μέρας, το γερμανικό Γενικό Στρατηγείο (Μόλτκε)
με εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του (Ανχης Χεντς), που είχε σταλεί επιτόπου,
καθόρισε ως έσχατο όριο υποχωρήσεως τη γραμμή Σαιν Μιχιέλ Ρεμς - Σουασόν
ή γενικότερα τη γραμμή Αισν - Βεσλ ποταμών.
Τον ίδιο χρόνο ο Ζοφρ, αφού έθεσε σε απευθείας υπαγωγή σε αυτόν
την VI Στρατιά και κάλυψε το δεξιό της ΙΙΙ Στρατιάς με μία μεραρχία Ιππικού,
διέταξε τη συντριβή του δεξιού της γερμανικής διατάξεως πριν προλάβει να
ενισχυθεί.

β. Φάση 2η : Προσπάθεια των Γερμανών κατά του Γαλλικού κέντρου (9


Σεπτεμβρίου 1914).
Τις πρωινές ώρες της 9ης Σεπτεμβρίου, η Ι Γερμανική Στρατιά
συνέχισε τον αγώνα της κατά της VI Γαλλικής Στρατιάς και πέτυχε σοβαρά
αποτελέσματα δυτικά του Ουρκ ποταμού. Δεν απέμενε παρά το αποφαστικό
χτύπημα για να προχωρήσει προς το Παρίσι. Η κίνηση όμως αυτή, προϋπέθετε
ισχυρή άμυνα από τις άλλες στρατιές στο κέντρο και αριστερά από τη
γερμανική διάταξη.
Στο κέντρο, οι ΙΙ και ΙΙΙ Γερμανικές Στρατιές σε μια ύστατη
προσπάθεια επιχείρησαν να απωθήσουν τις γαλλικές στρατιές που ήταν
απέναντί τους (ΙΧ και IV). Το εγχείρημα αυτό φαινόταν να πετυχαίνει μέχρι την
ώρα που πληροφορήθηκαν τη βαθιά διείσδυση της Αγγλικής Στρατιάς και της V
Γαλλικής, οι οποίες εκμεταλλευόμενες το κενό μεταξύ Ι και ΙΙ Γερμανικών
Στρατών είχαν φθάσει στο Μάρνη.
Στο μεταξύ όμως και το αριστερό της Ι Στρατιάς (Κλουκ) άρχισε να
κλονίζεται και το μεσημέρι ο Κλουκ εκδίδει διαταγή συμπτύξεως των δυνάμεών
του. Τη σύμπτυξη ακολούθησαν και οι ΙΙ και ΙΙΙ Στρατιές. Ο Μόλτκε έκρινε ότι
ήταν αναγκαία πλέον η υποχώρηση όλου του Γερμανικού Στρατού, αλλά
περίμενε να διευκρινισθεί η κατάσταση πριν εκδώσει τη διαταγή γενικής
υποχωρήσεως.

γ. Φάση 3η : Υποχώρηση των γερμανικών στρατιών (10 - 11


Σεπτεμβρίου 1914)
Ο Μόλτκε πληροφορήθηκε την κατάσταση των γερμανικών στρατιών,
κυρίως, από τον αποσταλμένο του Ανχη Χεντς και το μεσημέρι της 10ης
Σεπτεμβρίου υπογράφει τη διαταγή γενικής αναδιπλώσεως των Ι, ΙΙ, ΙΙΙ και IV
165

Γερμανικών Στρατιών, με στροφέα την V Στρατιά στη γενική γραμμή των


ποταμών Αισν - Βεσλ. Η σύμπτυξη έγινε χωρίς σοβαρή παρενόχληση από τις
συμμαχικές δυνάμεις και στις 11 Σεπτεμβρίου άρχισε η αμυντική εγκατάσταση,
με την ανασκαφή χαρακωμάτων βόρεια της γραμμής Αισν - Βεσλ - Σαιν Μιχιέλ.
Από την πλευρά των Συμμάχων δεν έγινε καταδίωξη, για
εκμετάλλευση της επιτυχίας, αν και ο Γάλλος Αρχιστράτηγος (Ζοφρ) έδωσε
οδηγίες γι' αυτό, καθορίζοντας μάλιστα και το γενικό άξονα προς τα βόρεια και
βορειοανατολικά. Οι συμμαχικές δυνάμεις όμως δε διαθέτουν τμήματα για
τέτοια ενέργεια, λόγω των σκληρών αγώνων και πορειών που προηγήθηκαν.
Έτσι, έληξε η μάχη του Μάρνη (5 - 11 Σεπτεμβρίου 1914), με την
αναμφισβήτητη νίκη των Συμμάχων, η οποία σηματοδότησε την έναρξη μιας
νέας μορφής πολέμου χαρακτηριστικής της πρώτης παγκόσμιας συρράξεως, του
αγώνα των χαρακωμάτων.

6. Αποτελέσματα

Η Μάχη του Μάρνη έληξε με νίκη των συμμάχων. Αποτέλεσε σημαντικό


γεγονός και συνέβαλε αποφασιστικά στην έκβαση του τετραετούς πολέμου (Α'
Παγκόσμιος Πόλεμος 28 Ιουνίου 1914 έως 11 Νοεμβρίου 1918).
Όμως τα αποτελέσματα της από απόψεως απωλειών των αντιπάλων,
υπήρξαν πενιχρά. Οι Γαλλικές δυνάμεις δεν είχαν προβλέψει δυνάμεις και δεν
είχαν σχεδιάσει ενέργειες για εκμετάλλευση των επιτυχιών τους. Έτσι, δεν
προχώρησαν σε καμία καταδίωξη του αντιπάλου για το λόγο αυτό. Προσπάθειες
εκμεταλλεύσεως έγιναν από τις δυνάμεις πρώτης γραμμής των Γάλλων αλλά
ήταν περιορισμένες και ασήμαντες λόγω εξαντλήσεως των στρατευμάτων και
λόγω ελλείψεως εφεδρειών με κατάλληλα μέσα για το σκοπό αυτό.

7. Διαπιστώσεις - Συμπεράσματα

Η μάχη του Μάρνη κατέληξε σε νίκη των Συμμάχων. Από το αποτέλεσμα


αυτό δεν ανατράπηκε μόνο η στρατιωτική κατάσταση από την έναρξη του
πολέμου, αλλά είχε επίδραση, στην όλη εξέλιξη, και το αποτέλεσμα της
παγκόσμιας αυτής συρράξεως. Πραγματικά, εκμηδενίσθηκε ο πρωταρχικός
όρος της επιτυχούς διεξαγωγής από τους Γερμανούς του διμέτωπου πολέμου.
Την ταχεία δηλαδή συντριβή της Γαλλίας από τις γερμανικές στρατιές, οι οποίες
στη συνέχεια θα στρέφονταν κατά της Ρωσίας. Τελικά, οι Γερμανοί δεν
απέφυγαν το τέλος στο οποίο τους καταδίκασε η έκβαση της μάχης του Μάρνη.
Στις 6 Σεπτεμβρίου 1914, βρέθηκε από τους Γερμανούς (σε αιχμάλωτο
αξιωματικό) η Ημερήσια Διαταγή του Ζοφρ, με βάση την οποία οι γαλλικές
στρατιές από το πρωί της μέρας αυτής αναλάμβαναν γενική επιθετική
επιστροφή. Θα συγκρούονταν δηλαδή αποφασιστικά με τους Γερμανούς στην
166

περιοχή του Μάρνη. Αυτό από μέρες επιζητούσαν και οι Γερμανοί. Καμιά
σχεδόν άμεση αντίδραση δεν υπήρξε από την Ανώτατη Γερμανική Διοίκηση,
αλλά ούτε και από τους διοικητές των γερμανικών στρατιών. Ακόμη, τη σοβαρή
αυτή πληροφορία, οι περισσότερες στρατιές την έμαθαν πολύ αργά (την
επόμενη μέρα), με αποτέλεσμα οι Γερμανοί να αιφνιδιασθούν, αν και γνώριζαν
το σχέδιο των Γάλλων.
Με την έναρξη της μάχης, το Εφεδρικό 4ο ΣΣ της Ι Γερμανικής Στρατιάς
βρέθηκε να καλύπτει το δεξιό της από την απειλή του Παρισιού. Δέχθηκε την
πίεση της VI Γαλλικής Στρατιάς το απόγευμα της 5ης Σεπτεμβρίου και είχε
ανάγκη ενισχύσεων. Η Ι Γερμανική Στρατιά βρισκόταν 2-3 ημέρες πορείας
νοτιότερα. Η Ανώτατη Γερμανική Διοίκηση (Μόλτκε) "εθεάτο ή μάλλον
ακροάτο" την κατάσταση. Βρισκόταν πολύ μακριά (Λουξεμβούργο), εφεδρείες
δεν είχε και οπωσδήποτε δραστικά δεν επενέβη. Η κατάσταση αντιμετωπίσθηκε
από τον ίδιο τον Κλουκ, αναδιπλώνοντας και εξουθενώνοντας έτσι
κυριολεκτικά τις δυνάμεις του. Αφήνοντας επίσης τεράστιο κενό (30 χλμ.
περίπου) στον τομέα του και αργότερα παρόμοιο κενό μεταξύ της Ι και ΙΙ
Στρατιών, με αποτέλεσμα να απειλούνται τα νώτα της Ι Στρατιάς και το δεξιό
της ΙΙ Στρατιάς. Είναι προφανές ότι ο Μόλτκε δεν επενέβη για δύο βασικούς
λόγους. Πρώτο, γιατί δεν είχε εφεδρείες και δεύτερο γιατί ήταν μακριά από το
μέτωπο, και δεν μπορούσε να επέμβει με άλλο τρόπο. Εάν είχε εφεδρείες θα
μπορούσε ο ίδιος να αναλάβει την εξάλειψη της απειλής, αφού αυτή στρεφόταν
κατά του πλευρού (δεξιού) του συνόλου σχεδόν του γερμανικού στρατού. Αν
πάλι ήταν κοντά στο μέτωπο και είχε άμεση αντίληψη της καταστάσεως θα
μπορούσε, ίσως, και χωρίς δικές του εφεδρείες να επέμβει με άλλους τρόπους,
π.χ. έγκαιρη μεταφορά δυνάμεων από αλλού, αναδιάταξη των δυνάμεών του
κτλ.
Σημειώνεται εδώ ότι ο Κλουκ είχε αποστολή να καλύπτει το δεξιό του
γερμανικού στρατού ακόμη και πριν την έναρξη της μάχης του Μάρνη. Και
επομένως, λογικά, ο όγκος της Ι Στρατιάς έπρεπε να βρίσκεται πολύ πιο πίσω
από εκεί που είχε φθάσει. Όμως, αυτό είναι ένα άλλο ζήτημα. Και οπωσδήποτε,
είναι ένα από τα σφάλματα του Κλουκ.
Στη γαλλική διάταξη, απέναντι από το μέτωπο της ΙΙΙ Γερμανικής
Στρατιάς, παρουσιάσθηκε στις 6 Σεπτεμβρίου επίσης κενό 25 χιλ. Η στρατιά
αυτή δεν το εκμεταλλεύθηκε. Ίσως, εάν το εκμεταλλευόταν με ταχεία προς τα
νότια προέλαση, τότε η διάσπαση της γαλλικής διατάξεως θα ήταν βέβαιη και
το στρατηγικό αποτέλεσμα οπωσδήποτε τεράστιο.
Όπως είδαμε , οι Γερμανοί τροποποίησαν το καλομελετημένο και
ευφυέστατο σχέδιο Σλίφφεν από τον καιρό της ειρήνης. Στη συνέχεια το
παραβίασαν μετά την εισβολή τους στη Βόρεια Γαλλία, μέχρι που το
"ακρωτηρίασαν" λίγες μέρες πριν από την έναρξη της μάχης του Μάρνη. Έτσι,
το δεξιό τους αντί να υπερβεί το Παρίσι από δυτικά, το υπερβαίνει από
167

ανατολικά. Ο Ζοφρ, εκμεταλλευόμενος την κατάσταση, στηρίζει τα πλευρά του


στα περιχαρακωμένα στρατόπεδα Παρισιού (αριστερά) και Βερντέν (δεξιά), και
συνθλίβει τον κύριο όγκο των γερμανικών στρατιών στο κοίλο που είχε
δημιουργηθεί, ενεργώντας αποφασιστικά την κατάλληλη στιγμή.
Για εκμετάλλευση της επιτυχίας από τους Γάλλους δεν μπορούμε να
κάνουμε λόγο. (Πραγματικά, πουθενά δεν είδαμε σχεδιασμένες αλλά ούτε
υλοποιούμενες τέτοιες ενέργειες από την Ανώτατη Διοίκηση). Επιβεβαιώνεται
συνεπώς, ότι είναι ανάγκη οι διοικήσεις να εξασφαλίζουν πάντοτε τις
απαραίτητες εφεδρείες, όχι μόνον για να αντιμετωπίσουν κάποια δυσμενή
κατάσταση, αλλά και για να είναι σε θέση να εκμεταλλευθούν στο έπακρο κάθε
επιτυχία.
Κρίνεται σκόπιμο να αναφερθεί ότι στην ίδια περιοχή έλαβαν χώρα και
άλλες σπουδαίες μάχες που έκριναν το αποτέλεσμα του πολέμου, όπως η μάχη
του Βερντέν το 1916 και οι μεγάλες μάχες του Δυτικού Mετώπου το 1918 που
οι δυνάμεις των Συμμάχων, υπό την ενιαία διοίκηση του Γάλλου στρατάρχου
Φος, ανάγκασαν τους Γερμανούς να υπογράψουν ανακωχή στις 11 Νοεμβρίου
1918, που σήμαινε και το τέλος του Α' Παγκοσμίου Πολέμου.
Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΒΕΡΝΤΕΝ
(Φεβρουάριος - Δεκέμβριος 1916)

1. Εισαγωγή

α. Μετά από τη μάχη του Μάρνη ποταμού (5-11/9/1914) ακολούθησε


σειρά αγώνων με τους οποίους επιδιώχθηκε η υπερκέραση του αντιπάλου. Η
περίοδος αυτή των επιχειρήσεων που ονομάσθηκε δρόμος προς τη θάλασσα
διήρκεσε από 25/9-15/11/1914 και κατέληξε στη δημιουργία ενός συνεχούς
μετώπου από την Ελβετία μέχρι το Νιούπορτ στη Βόρεια Θάλασσα, το οποίο
παρουσίαζε μια εσοχή προς το Παρίσι, που απείχε 80 χλμ. περίπου από αυτό.
Επακολούθησε ο πόλεμος χαρακωμάτων, που διήρκεσε πάνω από τρία χρόνια.

β. Η περίοδος αυτή της στασιμότητας αποτελεί μια διαρκή πάλη


επικρατήσεως μεταξύ επιθέσεως και άμυνας των αντιπάλων (Γερμανών -
Αγγλογάλλων). Σ΄αυτήν την περίοδο τέθηκαν σε εφαρμογή νέες μέθοδοι όπως
:
(1) Ακατάπαυστη προπαρασκευή Πυροβολικού με συνεχή
παρατήρηση από τον αέρα.
(2) Χρησιμοποίηση ασφυξιογόνων αερίων από τους Γερμανούς.
(3) Χρησιμοποίηση αρμάτων μάχης από τους Αγγλογάλλους.
(4) Κινητός φραγμός πυρός.
(5) Απόκρυψη της προπαρασκευής.
(6) Δημιουργία των διαδοχικών οργανωμένων τοποθεσιών άμυνας.
(7) Ελαστική ή κατά βάθος άμυνα.
(8) Οργάνωση της αντιαρματικής άμυνας.
(9) Διασπορά των μέσων άμυνας κτλ.

γ. Με την πάροδο του χρόνου η θέση της Γερμανίας και της


Αυστροουγγαρίας συνεχώς χειροτέρευε. Τελικά, οι Γερμανοί υπέκυψαν
μπροστά στη συντριπτική υπεροχή των Συμμάχων.

δ. Ενα από τα σημαντικότερα γεγονότα της περιόδου αυτής είναι η μάχη


του Βερντέν που άρχισε στο Δυτικό μέτωπο στις 21 Φεβρουαρίου 1916 και
διήρκεσε μέχρι το Δεκέμβριο 1916. Η μάχη του Βερντέν χαρακτηρίζεται από το
μεγάλο αριθμό των δυνάμεων που έλαβαν μέρος (περίπου 110 Μεραρχίες
συνολικά) καθώς και για την τρομακτική σκληρότητα, κατατριβή και φθορά των
αντιπάλων.
2. Περιγραφή του Πεδίου της Μάχης (Σχεδ.29)

α. Το Βερντέν ήταν μία ευρεία οχυρωμένη περιοχή γύρω από την


ομώνυμη πόλη της Γαλλίας, κοντά στα γαλλογερμανικά σύνορα, που κάλυπτε
και τις δύο όχθες του ποταμού Μεζ και αποτελούσε ένα από τα ισχυρότερα
φρούρια του κόσμου. Περιλάμβανε 18 ανεξάρτητα συγκροτήματα οχυρών και
πολυάριθμα άλλα έργα συνδέσμου, πυροβολεία και πολυβολεία από
σκυρόδεμα, ενισχυμένα καταφύγια, αποθήκες πυρομαχικών, δίκτυο στενής
σιδηροδρομικής γραμμής κτλ. Το υπέδαφος των κύριων οχυρών ήταν ένα
απέραντο υπόγειο, όπου μπορούσαν να καλυφθούν όλες οι υπηρεσίες και οι
εφεδρείες της περιοχής.

β. Η κατασκευή των οχυρών του Βερντέν είχε αρχίσει από το 1874 και
από τότε συνεχώς αυτά συμπληρώνονταν και βελτιώνονταν. Παρ΄όλα αυτά
όμως, επειδή στα προηγούμενα χρόνια του πολέμου τα οχυρά του Βελγίου και
της Βόρειας Γαλλίας έπεσαν, μάλλον γρήγορα, η Ανώτατη Γαλλική Διοίκηση
(ΑΓΔ) κατάργησε την αυτονομία των οχυρών του Βερντέν και τα υπήγαγε στις
εκεί Στρατιές, οι οποίες χρησιμοποίησαν τα διάφορα υλικά και τον οπλισμό
τους για άλλες αποστολές. Συνεπώς, την εποχή της γερμανικής επιθέσεως, η
οχυρωμένη περιοχή του Βερντέν, ήταν ένας αμυντικός τομέας ανάλογος με τους
υπόλοιπους του Δυτικού Μετώπου.

3. Γενική Κατάσταση, Δυνάμεις και Διάταξη των Αντιπάλων

α. Γερμανών

Η γενική πολεμική κατάσταση, στις αρχές του 1916 ήταν ευνοϊκή για
τους Γερμανούς. Στο Δυτικό Μέτωπο είχαν αποκρούσει τις επιθέσεις των
Συμμάχων, ενώ στο Ανατολικό είχαν τέτοιες επιτυχίες, ώστε οι Ρώσοι να
θεωρούνται ανίκανοι να αναλάβουν σοβαρές επιχειρήσεις για αρκετό χρόνο.
Μετά από αυτά ο Στρατάρχης Χίντεμπουργκ πρότεινε να συνεχισθεί η
προσπάθεια για την πλήρη συντριβή των Ρώσων. ΄Ομως ο Στρατηγός Φον
Φαλκεχάιν που είχε αντικαταστήσει τον Μόλτκε στη διοίκηση του γερμανικού
Στρατού μετά τη μάχη του Μάρνη ποταμού (5-11/9/1914), αποφάσισε να
τηρήσει το έτος 1916, αμυντική στάση στο Ανατολικό μέτωπο, ενώ η κύρια
προσπάθεια θα στρεφόταν στο Δυτικό Μέτωπο, με αιφνιδιαστική, ισχυρή
επίθεση κατά της οχυρωμένης περιοχής του Βερντέν.
Οι σημαντικότεροι λόγοι εκλογής του Βερντέν για να εκδηλωθεί εκεί η
κύρια γερμανική επίθεση, ήταν οι ακόλουθοι :

(1) Στρατηγικοί
171

Μετά την επιτυχία των τακτικών επιτυχιών, χάρη στην ισχυρή


αιφνιδιαστική επίθεση. Προβλεπόταν με ταχεία εκμετάλλευση, να επιτευχθεί ο
διαχωρισμός των γαλλικών δυνάμεων και η διαδοχική συντριβή τους.
(2) Δυναστικοί
Ο τομέας του Βερντέν ανήκε στη Ζώνη Ενεργείας (ΖΕ) του
Διαδόχου του Αυτοκρατορικού θρόνου Κόνπριτζ, ο οποίος πάρα πολλές φορές
το 1914 και 1915 προσπάθησε, ανεπιτυχώς, να καταλάβει την οχυρωμένη
τοποθεσία του Βερντέν. ΄Ετσι, η Ανώτατη Γερμανική Διοίκηση για να
εξυψώσει το γόητρό του ανέθεσε σε αυτόν την επίθεση, προκειμένου να
αποκτήσει τον τίτλο " Ο Νικητής του Βερντέν".
(3) Ηθικοί και Ιστορικοί
Το όνομα του Βερντέν ήταν γεμάτο με ένδοξες αναμνήσεις για
τους Γερμανούς. Δύο φορές το κατέλαβαν, το 1792 και το 1870, αλλά, επειδή
από τη συνθήκη της Φραγκφούρτης θεωρούνταν ο "ακρογωνιαίος λίθος της
γαλλικής άμυνας", η πτώση του για τρίτη φορά στους Γερμανούς, θα είχε
εξαιρετικά σοβαρό αντίκτυπο τόσο στη γερμανική και στη γαλλική κοινή
γνώμη, όσο και στον υπόλοιπο κόσμο.
Στις παραμονές της επιθέσεως οι γερμανοί διέθεταν έναντι του
Βερντέν 17-18 Μεραρχίες, υποστηριζόμενες από 2.000 πυροβόλα τελευταίου
τύπου, υπό τη V Στρατιά. Την αρχική επίθεση θα εκτελούσαν 10 Μεραρχίες,
ενώ οι υπόλοιπες θα είχαν ετοιμότητα να επέμβουν στον αγώνα αργότερα, για
να αντικαταστήσουν τις πρώτες Μεραρχίες και να εξασφαλίσουν στη μάχη την
επιθυμητή κλιμάκωση.

β. Γάλλων

Στις 6 Δεκεμβρίου 1915 συνήλθε στο Σαντιγύ της Γαλλίας πολεμικό


συμβούλιο των Συμμάχων για το έτος 1916.
Μετά από εισήγηση του Γάλλου Αρχιστρατήγου Ζοφρ, αποφασίσθηκε
να αναληφθεί ταυτόχρονη επίθεση από τους Συμμάχους, για την περίσφιξη της
Γερμανίας και των συμμάχων της. Την κύρια προσπάθεια θα αναλάμβαναν οι
Αγγλογάλλοι στο Δυτικό Μέτωπο, στην περιοχή του Σομ ποταμού, ώστε να μην
αφήσουν το χρόνο στους Γερμανούς να αντιδράσουν. Υπολόγιζαν η
συνδυασμένη αυτή επίθεση να άρχιζε από τον Ιούλιο, λόγω της αδυναμίας των
Ρώσων και λόγω των ατυχημάτων του 1915, από τα οποία είχαν ανάγκη
εξάμηνης προθεσμίας τουλάχιστον για να προετοιμασθούν. Αν το διάστημα
του εξαμήνου αυτού, οι Γερμανοί επωφελούνταν από τη ρωσική εξασθένιση και
ενεργούσαν επίθεση, σύμφωνα με τις αποφάσεις του Συμβουλίου, θα γινόταν
γρηγορότερα η συμμαχική επίθεση για να ανακουφισθεί το ρωσικό μέτωπο.
Όταν το ενδεχόμενο αυτό πραγματοποιήθηκε και ολόκληρη η
γερμανική ορμή ξέσπασε κατά των Γάλλων στο Βερντέν, ο Αρχιστράτηγος
172

Ζοφρ, αποφάσισε να αντιμετωπίσει την εχθρική ενέργεια μόνο με τις γαλλικές


δυνάμεις, ώστε να είναι δυνατή η εκδήλωση της προβλεπόμενης συμμαχικής
επιθέσεως στον ποταμό Σομ.
Οι γαλλικές δυνάμεις που υπεράσπιζαν τον τομέα του Βερντέν, στις
αρχές του 1916 ήταν:
(1) Στην αριστερή (δυτική) όχθη του ποταμού Μεζ (Μεύση): 27η
και 67η ΜΠ υπό το Στρατηγό ντε Μπαζελαίρ.
(2) Στη δεξιά (ανατολική) όχθη μέχρι τη σιδηροδρομική γραμμή
Βερντέν - Μετς 72η, 51η και 14η ΜΠ υπό το Στρατηγό Κρετιέν.
(3) Το 2ο ΣΣ (τρεις ΜΠ) και η 37η ΜΠ νοτιότερα ως Εφεδρεία.
Μετά τις πρώτες ενδείξεις για γερμανική επίθεση οι δυνάμεις αυτές
ενισχύθηκαν ακόμη με τρεις Μεραρχίες. Έτσι, οι γαλλικές δυνάμεις στο
Βερντέν κατά το χρόνο της επιθέσεως ανέρχονταν σε 11 ΜΠ. Υποστηριζόμενες
από 388 πυροβόλα μάχης και 244 βαριά, όλα σχεδόν παλιού τύπου.
Η γαλλική διάταξη ακολουθούσε τα υψώματα ανατολικά του Μεζ
ποταμού, καμπτόταν κοντά στο φρούριο Βερντέν σε ορθή γωνία, έτσι ώστε
αυτό που βρισκόταν στην κορυφή της γωνίας, να σχηματίζει προεξοχή προς τη
γερμανική πλευρά.

4. Σχέδια και Αποστολές Αντιπάλων

α. Γερμανών

Οι Γερμανοί έχοντας αποφασίσει να επιτεθούν κατά των Γάλλων και


επειδή δε διέθεταν επαρκείς δυνάμεις για να αναλάβουν επίθεση σε ευρύ
μέτωπο, προετοιμάσθηκαν να επιτεθούν κατά της προεξοχής του Βερντέν, σε
στενό μέτωπο στα ανατολικά υψώματα του Μεζ ποταμού. Έκριναν ότι εκεί
παρουσιαζόταν για αυτούς το εξαιρετικό πλεονέκτημα να συγκεντρώσουν τον
όγκο των δυνάμεών τους (10 Μεραρχίες) και την καταπληκτική μάζα του
πυροβολικού (2.000 πυροβόλα), η οποία ποτέ άλλοτε δεν είχε συγκεντρωθεί σε
τόσο στενό μέτωπο, αφού ο βομβαρδισμός θα κάλυπτε μέτωπο 22 χλμ. και η
επίθεση θα εκδηλωνόταν σε τμήματα περίπου 7 χλμ.
Ακόμα, ότι, εξαιτίας της γεωγραφικής θέσεως και, κυρίως, της εθνικής
σπουδαιότητας του Βερντέν, οι Γάλλοι θα δέχονταν τη μάχη στις οχυρωμένες
θέσεις τους. Εάν οι Γάλλοι αρνούνταν τη μάχη στο σημείο αυτό, η άρνησή
τους θα προσπόριζε στους Γερμανούς σπουδαία ηθικά πλεονεκτήματα. Και
στις δύο περιπτώσεις η επίθεση δε θα είχε τη μορφή των προηγουμένων (Μάρνη
- Ανατολικό Μέτωπο) που κατέληγαν σε ένα θύλακα μέσα στην εχθρική
διάταξη και αποτελούσε οπωσδήποτε παγίδα για τις δυνάμεις που εισέρχονταν
σε αυτόν.
173

β. Γάλλων

Το γαλλικό σχέδιο ήταν απλό και προέβλεπε σθεναρή άμυνα στην


οχυρωμένη αυτή τοποθεσία και τη διενέργεια αντεπιθέσεων με τις ισχυρές
εφεδρικές δυνάμεις που υπήρχαν. Αναμφισβήτητα οι Γάλλοι βρίσκονταν σε
μειονεκτική θέση, αλλά ο Αρχιστράτηγος Ζοφρ δέχθηκε τη μάχη και παρά τις
δυσμενείς συνθήκες την κέρδισε.

5. Διεξαγωγή της Μάχης

Η μάχη του Βερντέν διακρίνεται σε δύο φάσεις:


1η Φάση: Γερμανική επίθεση, 21 Φεβρουαρίου 1916.
2η Φάση: Γαλλική αντεπίθεση, 24 Οκτωβρίου 1916. Κατέληξε στην
απώθηση των Γερμανών και την εξασφάλιση της ακεραιόρητας του Βερντέν.

α. Έναρξη Γερμανικής Επιθέσεως (21 Φεβρουαρίου 1916)

Στις 0715 της 21 Φεβρουαρίου 1916 το γερμανικό πυροβολικό άρχισε


έναν τρομερό βομβαρδισμό σε μέτωπο 22 χλμ. από τις δύο πλευρές του
ποταμού Μεζ και σε όλο το βάθος των γαλλικών οργανώσεων. Παράλληλα, η
γερμανική αεροπορία υποχρέωνε τη γαλλική, να αναστραφεί προς τη βάση της.
Ο βομβαρδισμός εξακολούθησε αμείωτος μέχρι τις 1645, οπότε οι
Γερμανοί απέστειλαν ισχυρές επιθετικές αναγνωρίσεις για την εξακρίβωση των
αποτελεσμάτων της προπαρασκευής του Πυροβολικού και την κατάληψη
ορισμένων σοβαρών σημείων. Έμειναν έκπληκτοι, γιατί από παντού εξέρχονταν
οι γάλλοι υπερασπιστές από τα χαρακώματα και μετά από πολλές δυσκολίες και
θυσίες τα γερμανικά επιτιθέμενα τμήματα κατόρθωσαν να προσεγγίσουν τις
γαλλικές θέσεις.
Την επομένη, 22 Φεβρουαρίου, κάτω από πυκνό χιόνι, άρχισε με την
υποστήριξη του πυροβολικού η κύρια επίθεση του πεζικού με 10 Μεραρχίες
παρατεταγμένες στην πρώτη γραμμή. Μέσα σε δύο μέρες και μετά από ισχυρές
επιθέσεις, οι Γερμανοί, κατόρθωσαν να προχωρήσουν περίπου 8 χλμ., ενώ άλλα
6 χλμ. απέμεναν μέχρι την πόλη του Βερντέν. Οι Γάλλοι υποχρεώθηκαν να
υποχωρήσουν σε μέτωπο 20-25 χλμ. και σε βάθος 7-9 χλμ. Στις 26
Φεβρουαρίου οι Γερμανοί κατέλαβαν το οχυρό Ντουωμόν. Η γαλλική διάταξη
κλονίσθηκε επικίνδυνα, αλλά το γαλλικό πυροβολικό -που ήταν κατάλληλα
αναπτυγμένο στη δυτική όχθη του Μεζ ποταμού- πλευροκόπησε τα επιτιθέμενα
γερμανικά τμήματα με σφοδρότατα πυρά και τα ανάγκασε να ανακόψουν την
προχώρησή τους.
Στο μεταξύ, ο Γάλλος Αρχιστράτηγος Ζοφρ απέστειλε επιτόπου το
Γενικό Επιτελάρχη Στρατηγό Καστελνώ και παράλληλα κατεύθυνε τις πρώτες
174

ενισχύσεις (1ο, 13ο, 20ό, 21ο, ΣΣ) και όλες τις διαθέσιμες εφεδρείες
Πυροβολικού προς την τοποθεσία του Βερντέν. Η ενίσχυση του μετώπου
εξακολούθησε αδιάκοπα και από τις δύο πλευρές μέχρι το τέλος της μάχης.
Ο Στρατηγός Καστελνώ φθάνοντας εκεί, διόρισε διοικητή της άμυνας
του Βερντέν το Στρατηγό Πεταίν, Διοικητή 2ης Στρατιάς, ο οποίος είχε ήδη
διακριθεί σε όλες τις διοικήσεις που είχε ασκήσει, από την έναρξη του πολέμου.
Ο Πεταίν διαδηλώνοντας τη σταθερή θέληση διεκδικήσεως του
εδάφους σπιθαμή προς σπιθαμή, πήρε όλα τα απαραίτητα μέτρα για την
επιτυχία στη δεξιά (ανατολική) όχθη του Μεζ ποταμού, ενώ παράλληλα
διαισθανόμενος ότι οι Γερμανοί θα επιτίθονταν και στην αριστερή (δυτική)
όχθη, βελτίωσε τις οργανώσεις και σε αυτήν.
Πράγματι, στις 6 Μαρτίου μετά από διήμερη προπαρασκευή του
Πυροβολικού, οι Γερμανοί επιτέθηκαν και στον τομέα αυτό, σε μέτωπο 5 χλμ.
Αρχικά, σημείωσαν κάποιες επιτυχίες, αλλά με την πάροδο του χρόνου
αντιμετώπιζαν όλο και περισσότερο τη σθεναρή αντίσταση των Γάλλων. Η
ταχεία προχώρηση των Γερμανών επιβραδύνεται αισθητά και αρχίζει πλέον η
μεθοδική προώθηση των δυνάμεων με σκληρές προσπάθειες που προκάλεσαν
αιματηρές απώλειες.
Οι επιχειρήσεις αυτές συνεχίσθηκαν όλο το Μάρτιο και τον Απρίλιο,
είτε στη μία, είτε στην άλλη ή και στις δύο όχθες του Μεζ ποταμού ταυτόχρονα,
στα ιστορικά εδάφη του Βερντέν, στα οχυρά Ντουωμόν, Βω, στο Μορτόμ και
στο ύψ. 304 αλλά δεν είχαν άλλο αποτέλεσμα, παρά μόνο ασήμαντα εδαφικά
κέρδη. Η σφοδρότητα του αγώνα ήταν τέτοια, ώστε δάση ολόκληρα
καταστράφηκαν από τους βομβαρδισμούς, ενώ ένα χωριό (το Φλερύ)
εξαφανίσθηκε τελείως, και μετά τη μάχη δεν υπήρχε ούτε ίχνος να δείχνει την
ύπαρξή του.
Τους μήνες Μάιο και Ιούνιο η μάχη συνεχίσθηκε αδιάκοπα, με πολλές
απώλειες των αντιπάλων. Στις 7 Μαΐου οι Γερμανοί κατόρθωσαν να
καταλάβουν ύστερα από σκληρό και πεισματώδη αγώνα το ύψ. Μορτόμ και το
ύψ. 304 στη δυτική όχθη του Μεζ ποταμού. Στις 22 και 23 του ίδιου μήνα
μεγάλη γαλλική αντεπίθεση στην ανατολική όχθη, κλόνισε τη γερμανική
διάταξη γύρω από το οχυρό Ντουωμόν. Οι Γάλλοι όμως, απέτυχαν να
ανακαταλάβουν το οχυρό αυτό. Στα τέλη Μαΐου οι Γερμανοί κατέλαβαν το
δάσος και το χωριό Κυμιέρ στη δυτική όχθη, ενώ τις πρώτες μέρες του Ιουνίου
το οχυρό Βω στην ανατολική όχθη και στις 21 Ιουνίου το χωριό Φλερύ, πολύ
κοντά στην πόλη του Βερντέν.
Στην τρομερή αυτή πάλη, οι Γάλλοι αντικαθιστούσαν πολλές φορές
τις μεραρχίες κάθε δεύτερη μέρα, μετά από σκληρή δοκιμασία. Έτσι, κατά το
διάστημα της μάχης αυτής υπολογίζεται ότι 60-65 γαλλικές μεραρχίες έλαβαν
μέρος και πολλές από αυτές, εναλλάχθηκαν στον αγώνα 2-4 φορές.
175

Οι γερμανικές απώλειες όμως, υπήρξαν μεγαλύτερες, αν και ο αριθμός


των μεραρχιών τους ήταν μικρότερος. Και αυτό γιατί οι Γερμανοί δεν
αντικαθιστούσαν τις μεραρχίες τους από την πρώτη γραμμή, αλλά
αναπλήρωναν τις απώλειές τους με νέες ενισχύσεις επί τόπου, με αποτέλεσμα
την πληρη κατατριβή αυτών και, ιδιαίτερα, των στελεχών.
Η κατάληψη του χωριού Φλερύ υπήρξε η τελευταία επιτυχία των
Γερμανών. Η μεγάλη νίκη του Ρώσου Στρατηγού Βρουσίλωφ στο Ανατολικό
Μέτωπο στις 7 Ιουνίου και η εκδήλωση την 1η Ιουλίου της συμμαχικής
επιθέσεως στον ποταμό Σομ, ανακούφισαν τους Γάλλους στο Βερντέν, από το
οποίο οι Γερμανοί υποχρεώθηκαν να αποσύρουν μεγάλες δυνάμεις για να
ενισχύσουν τα άλλα μέτωπα. Από τότε, παρά τις προσπάθειές τους οι Γερμανοί
δεν κατόρθωσαν να προχωρήσουν βαθύτερα.
Μετά την ανάληψη της Ανωτάτης Διοικήσεως του γερμανικού
στρατού από τη δυανδρία Χίντερμπουργκ-Λούντεντορφ, διατάχθηκε η τέλεια
ανακοπή της γερμανικής επιθέσεως.

β. Έναρξη γαλλικής αντεπιθέσεως (24 Οκτωβρίου 1916)

Μετά την ανακοπή της γερμανικής επιθέσεως, η Ανώτατη Γαλλική


Διοίκηση αποφάσισε να αναλάβει ευρεία αντεπίθεση για να απομακρύνει την
εχθρική απειλή και να αποκαταστήσει την ακεραιότητα της τοποθεσίας του
Βερντέν.
Η αντεπίθεση αυτή εκδηλώθηκε με δύο διαδοχικές επιθετικές
ενέργειες στις 24 Οκτωβρίου και στις 15 Δεκεμβρίου 1916, που είχαν ως
αποτέλεσμα την απώθηση των Γερμανών, την ανακατάληψη των οχυρών που
είχαν κυριευθεί και την εξουδετέρωση κάθε άμεσης απειλής κατά του Βερντέν.
Η γαλλική νίκη στο Βερντέν, ολοκληρώθηκε τον επόμενο χρόνο, όταν
στις 20 Αυγούστου 1917 οι γαλλικές δυνάμεις εξαπέλυσαν νέα επίθεση και στις
δυο πλευρές του Μεζ ποταμού και ανάγκασαν τους Γερμανούς να επανέλθουν
στις αρχικές βάσεις εξορμήσεώς τους.

γ. Μάχη του Σομ Ποταμού (1 Ιουλίου 1916)

Την 1η Ιουλίου εκδηλώθηκε, σύμφωνα με την απόφαση του


πολεμικού συμβουλίου Σαντιγύ, η συνδυασμένη αγγλογαλλική επίθεση στον
ποταμό Σομ. Μετά την αιμορραγία του Βερντέν, η γαλλική συμμετοχή δεν
ήταν τόσο ισχυρή. Στο πλευρό των 25 Μεραρχιών του Αγγλικού Στρατού κάτω
από τη διοίκηση του Σερ Ντούγκλας Χαίηγκ, συμμετείχαν 12 γαλλικές
μεραρχίες υπό την ανωτάτη διοίκηση του Στρατηγού Φος, Διοικητή της Βόρειας
Ομάδας Στρατιών. Η μέθοδος των επιθετικών ενεργειών στο Σομ ήταν απόλυτα
νέα. Αυτή περιλάμβανε μια σειρά από επίμονες και διαδοχικές επιθέσεις με
176

σαφώς καθορισμένους και περιορισμένους ΑΝΣΚ με τη χρησιμοποίηση


σοβαρών υλικών μέσων, οι οποίες θα είχαν ως τελικό αποτέλεσμα τη διάσπαση
του μετώπου. Η προπαρασκευή του Πυροβολικού υπήρξε ισχυρότατη και
διήρκεσε 8 1/2 ημέρες. Για 3 μήνες εξακολούθησε η μάχη που είχε ως
αποτέλεσμα τη συντριβή των οργανώσεων και τη σε βάθος 10-15 χλμ.
προχώρηση των Αγγλογαλλικών δυνάμεων, μετά την οποία όμως βρέθηκαν και
πάλι μπροστά σε αντίπαλο οργανωμένο και περισσότερο ισχυρό, αφού 50.000
αιχμάλωτοι και 200 πυροβόλα πέρασαν στα χέρια των Γάλλων. Η γερμανική
συντριβή ήταν καταφανής και την ομολόγησαν τόσο ο Χίντεμπουργκ, όσο και ο
Λούντεντορφ.
Ο Στρατηγός Ζοφρ επιθυμούσε να συνεχίσει την επίθεση,
εκμεταλλευόμενος τις νίκες στο Βερντέν και στο Σομ ποταμό, αλλά οι Άγγλοι οι
οποίοι είχαν υποστεί πολλές απώλειες, ιδίως σε στελέχη, δε συμφώνησαν και
έτσι διακόπηκαν οι επιθέσεις μέχρι την άνοιξη του 1917, οπότε οι σύμμαχοι
υπολόγιζαν ότι θα κατάφερναν το τελικό κτύπημα.

6. Αποτελέσματα

Η κατατριβή υπήρξε πολύ σημαντική. Γερμανοί και Γάλλοι έκαναν


μεγάλη κατανάλωση πυρομαχικών και είχαν τεράστιες απώλειες, χωρίς ωστόσο
να επιτύχουν τα επιθυμητά αποτελέσματα. Με την αιματηρή αυτή μάχη του
Βερντέν αλλά και του Σομ ποταμού, αποδείχθηκε ότι το δόγμα που επικρατούσε
τότε, ότι το Πυροβολικό κατακτά και το πεζικό καταλαμβάνει ήταν κάπως
υπερβολικό.
Οι Γάλλοι έχασαν περίπου 347.000 άνδρες (δηλαδή 55.000 νεκροί,
195.000 τραυματίες και 97.000 αγνοούμενοι). Το γαλλικό πυροβολικό με 1.100
πυροβόλα των 75 χιλιοστών και 900 βαριά, έβαλε περισσότερο από 14
εκατομμύρια βλήματα.
Οι γερμανικές απώλειες ξεπέρασαν τους 500.000 άνδρες.

7. Διαπιστώσεις - Συμπεράσματα

Η μάχη του Βερντέν εγκαινίασε τον αγώνα κατατριβής με περιορισμένους


σκοπούς. Εκείνο που χαρακτηρίζει τον αγώνα ενός σχεδόν έτους είναι η χωρίς
προηγούμενο ανάπτυξη πυροβολικού και η σφοδρότητα του βομβαρδισμού του
οποίου τα αποτελέσματα ήταν τόσο περισσότερο φονικά, όσο οι θέσεις μάχης
των δύο αντιπάλων ήταν λιγότερο μεθοδικά οργανωμένες και δε διέθεταν τα
απαραίτητα σκέπαστρα.
Το σχέδιο του Στρατηγού Φον Φαλκεχάιν να επιδιώξει να κάμψει την
ισχύ του αντιπάλου προκαλώντας σε αυτόν σκληρές απώλειες, χωρίς να
εμπλέξει στον αγώνα ισχυρές δυνάμεις για να επιτύχει το επιθυμητό
177

αποφασιστικό αποτέλεσμα, ήταν τραγικό λάθος. Έτσι, οι Γερμανοί, δεν


εκμεταλλεύθηκαν την αρχική τους υπεροχή σε δυνάμεις και μέσα, για να
επιτύχουν το σκοπό τους, με αποτέλεσμα να δώσουν την ευκαιρία στους
Γάλλους να ενισχυθούν. Από τα τέλη Φεβρουαρίου 1916, το στοιχείο
αιφνιδιασμού είχε φανερά χαθεί για τους Γερμανούς. Ωστόσο, η θυσία τόσων
ανδρών μαχητών συνεχίσθηκε για πολλούς μήνες ακόμη και η ιστορία δε θα
παραλείψει να κρίνει αυστηρά τους στρατηγούς εκείνους, που δεν είχαν την
πρόνοια να παραιτηθούν από μια επιχείρηση την οποία είχαν κακώς μελετήσει
και στοίχισε τη ζωή τόσων χιλιάδων ανθρώπων με ασήμαντα αποτελέσματα.
Το Βερντέν είχε για τους Γερμανούς μόνο συμβατική ηθική σημασία. Η
κατάληψή του παρείχε σε αυτούς μόνο το πλεονέκτημα της αποφράξεως της
καλύτερης βάσεως επιθέσεως των συμμάχων. Πράγματι, χρησιμοποιώντας το
Βερντέν ως βάση εξορμήσεως τα συμμαχικά στρατεύματα μπορούσαν να
ενεργήσουν προς το Λουξεμβούργο και το Σεντάν και να φέρουν τις γερμανικές
δυνάμεις σε δεινή θέση. Συνεπώς, η παρενόχλησή του με τις απαραίτητες
δυνάμεις και η παράκαμψή του με σκοπό τη χρησιμοποίηση του όγκου των
δυνάμεων εναντίον άλλου πιο ευαίσθητου σημείου της συμμαχικής άμυνας,
ίσως προσέδιδε στους Γερμανούς μεγαλύτερα πλεονεκτήματα.
Η εκλογή του Βερντέν ως ΑΝΣΚ μιας τόσο σημαντικής επιθέσεως, ήταν,
στρατιωτικά κρινόμενη, μια επιλογή αμφισβητήσιμη. Από τη φύση του
εδάφους και από τη μόνιμη αμυντική οργάνωσή του, το Βερντέν ήταν ένα από
τα ισχυρότερα σημεία ολόκληρου του Δυτικού Μετώπου. Η πτώση του και μια
σύμπτυξη 100 χλμ. μέτρια θα μείωνε τη στρατηγική κατάσταση των Γάλλων.
Τέλος, θα πρέπει να εξαρθεί το ηθικό των γαλλικών στρατευμάτων, τα
οποία αν και δοκιμάσθηκαν σκληρά, κατόρθωσαν να υπερασπισθούν τις θέσεις
τους με πείσμα και απαράμιλλο ηρωισμό. Και όταν ήρθε η κατάλληλη ώρα,
εξόρμησαν και με ένα ισχυρό κτύπημα, πέτυχαν τη νίκη κατά του αντιπάλου.
ΜΑΧΗ - ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΟΥ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΥ ΜΕΤΩΠΟΥ
(14 -30 Σεπτεμβρίου 1918)

1. Εισαγωγή

α. Το Μακεδονικό Μέτωπο δημιουργήθηκε από τους συμμάχους της


Αντάντ (Αγγλία-Γαλλία-Ρωσία) με την απόβαση στη Θεσσαλονίκη (Οκτώβριο
1915) Αγγλογαλλικών στρατευμάτων υπό το Στρατηγό Σαράιγ, με σκοπό:
(1) Να υποβοηθήσουν τους Σέρβους που τους απειλούσε
ταυτόχρονη επίθεση Γερμανών, Αυστριακών και Βουλγάρων.
(2) Να αναπτερώσουν το γόητρό τους στην Ανατολή, μετά την
ατυχή Εκστρατεία των Δαρδανελλίων, και να επηρεάσουν θετικά τη στάση της
Ελλάδας και της Ρουμανίας για έξοδό τους στον πόλεμο στο πλευρό της
Αντάντ.
(3) Να δημιουργήσουν αντιπερισπασμό στις Κεντρικές Δυνάμεις
στο κύριο μέτωπο (Δυτικό Μέτωπο).

β. Τα Αγγλογαλλικά στρατεύματα που αποβιβάσθηκαν στη Θεσσαλονίκη


στις 5 και 6 Αυγούστου 1915, ήταν δυνάμεως 2 Μεραρχιών και αργότερα
ενισχύθηκαν με 3 ακόμη Μεραρχίες. Προωθήθηκαν σταδιακά κατά μήκος της
κοιλάδας του ποταμού Αξιού προς τις περιοχές Εριγώνα-Κρίβολακ-
Κωστουρίνου για να υποβοηθήσουν τους Σέρβους. Η σύνδεση όμως με τα
Σερβικά στρατεύματα δεν κατορθώθηκε, επειδή τα Συμμαχικά στρατεύματα
βρέθηκαν σε ισχυρότερες Βουλγαρικές Δυνάμεις και αναγκάσθηκαν να
συμπτυχθούν πίσω από τα ελληνικά σύνορα προς τη Θεσσαλονίκη (δημιουργία
περιχαρακωμένου στρατοπέδου Θεσσαλονίκης). Οι Σερβικές δυνάμεις, αφού
νικήθηκαν, υποχώρησαν καταδιωκόμενες προς Αυλώνα και από εκεί
διαπεραιώθηκαν στην Κέρκυρα. Οι Γερμανοβούλγαροι έφθασαν μέχρι την
ελληνική μεθόριο, την οποία όμως δεν παραβίασαν για πολιτικούς λόγους.

γ. Οι Δυνάμεις της Αντάντ είχαν τη γνώμη, ότι το διεθνές δίκαιο


(σχετικές Συνθήκες Λονδίνου 1827 και 1830 για την περίπτωση βίαιης
αναταραχής στα Βαλκάνια) τους επέτρεπε να στείλουν δυνάμεις στην Ελλάδα, η
οποία ήταν ουδέτερη.

δ. Το Μέτωπο που δημιουργήθηκε μεταξύ Αυστροουγγαρίας,


Βουλγαρίας, Γερμανίας και των αντιπάλων Γαλλίας, Βρετανίας, Ιταλίας και
Σερβίας, είχε διάφορες εναλλασσόμενες περιόδους δράσεως και στασιμότητας.
Την άνοιξη του 1916 οι Σύμμαχοι εξήλθαν από το περιχαρακωμένο στρατόπεδο
Θεσσαλονίκης και προωθήθηκαν προς Βορρά. Τον Αύγουστο του 1916 οι
Βούλγαροι εισήλθαν και κατέλαβαν την ανατολική Μακεδονία. Ενώ διεξαγόταν
αυτός ο αγώνας στο ουδέτερο ελληνικό έδαφος, εκδηλωνόταν διαφωνία μεταξύ
του Βασιλιά Κωνσταντίνου και του Πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου για
τη στάση της Ελλάδας στον πόλεμο. Η παράταξη του Βενιζέλου υποστήριξε
την έξοδο στον πόλεμο με τα στρατεύματα της Αντάντ. Η παράταξη του
Βασιλιά υποστήριξε την τήρηση της ουδέτερης στάσεως της χώρας. Η διαφωνία
κατέληξε σε διχασμό. Η Ελλάδα διαιρέθηκε σε δύο κυβερνήσεις (Αθηνών και
Θεσσαλονίκης). Η πολιτική του Ελ. Βενιζέλου με τη συνδρομή των Συμμάχων
υπερίσχυσε. Η Κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης (Εθνική Άμυνα) απέστειλε ήδη
από το 1916 τα πρώτα τμήματα στο μέτωπο στο πλευρό των συμμάχων. Η
Ελλάδα, μπήκε στον πόλεμο επίσημα τον Ιούνιο του 1917, αφού εξορίσθηκε ο
Βασιλιάς Κωνσταντίνος και δημιουργήθηκε ενιαία κυβέρνηση με το Βενιζέλο.

ε. Η σημασία του Μακεδονικού Μετώπου, δεν είχε συνειδητοποιηθεί και


αναγνωρισθεί από την αρχή. Στη Γαλλία υπήρχαν δύο αντιμέτωπες πλευρές: Η
μία υποστήριζε ότι η τύχη του πολέμου θα κριθεί στο Δυτικό Μέτωπο, ενώ η
άλλη πλευρά υποστήριζε ότι με αυτό το Μέτωπο θα μπορούσαν να πληγούν οι
Κεντρικές Δυνάμεις στο μαλακό υπογάστριό τους και να καταρρεύσουν. Η
Μεγάλη Βρετανία με δυσφορία ανεχόταν την ύπαρξη του Μακεδονικού
Μετώπου και επανειλημμένα απείλησε ότι θα απέσυρε τα στρατεύματά της. Οι
Σέρβοι, αντίθετα, επιθυμούσαν την ύπαρξη αυτού του μετώπου και την
ανάληψη επιθέσεως, η οποία θα τους επέτρεπε να ανακτήσουν τα εδάφη τους.
Ίδια αισθήματα έτρεφαν και οι Έλληνες, οι οποίοι επιθυμούσαν να
απελευθερώσουν την ανατολική Μακεδονία που είχε καταληφθεί, όπως
προαναφέραμε από τους Βουλγάρους (5-10 Αυγούστου 1916), όταν η Ελλάδα
τηρούσε ουδέτερη στάση, το οποίο, εδαφικά ακολουθούσε τη γενική γραμμή
Αυλώνα-Ερσέκα-Πόγραδετς-βόρεια Μοναστηρίου- νότια Γευγελή-Λ. Δοϊράνη-
Κερκίνη-Στρυμόνας ποταμός-κόλπος Ορφανού.

στ. Έτσι, ήταν η γενική κατάσταση στο Μακεδονικό Μέτωπο μέχρι το


τέλος Ιουνίου 1918, οπότε άρχισε να μελετάται από τους Συμμάχους η
περίπτωση γενικής επιθέσεως στο μέτωπο αυτό.

2. Περιγραφή του Πεδίου της Μάχης

α. Η γενική επισκόπηση του εδάφους και των συγκοινωνιών του


Μακεδονικού Μετώπου, από την Αδριατική μέχρι το Αιγαίο, περιελάμβανε τα
ακόλουθα τρία χαρακτηριστικά εδαφικά τμήματα:
(1) Το δυτικό τμήμα, που εκτεινόταν από την Αλβανία μέχρι την
περιοχή του Εριγώνα ποταμού. Το τμήμα αυτό περιλάμβανε την περιοχή των
λιμνών Πρέσπας και Αχρίδας, καθώς και τον πεδινό χώρο του Μοναστηρίου.
181

Συνδεόταν με το υψίπεδο της Κοζάνης και την Ήπειρο με καλό οδικό δίκτυο
και προσφερόταν για τη διεξαγωγή επιχειρήσεων.
(2) Το κεντρικό τμήμα, που εκτεινόταν από το ανατολικό άκρο της
πεδινής περιοχής του Μοναστηρίου, μέχρι τον ποταμό Αξιό. Το τμήμα αυτό
φράσσεται από τα βόρεια με την οροσειρά του Βόρα, ύψους 2.524 μέτρων, που
εκτείνεται κατά μήκος των συνόρων και οι καταπτώσεις του προς τα βόρεια
είναι, μάλλον, μικρής κλίσεως και περισσότερο βατές. Με τη γενική ονομασία
Τσεγκάνσκα Πλάνινα (Βόρας) συμπεριλαμβάνονται και τα υψώματα της
οροσειράς: Στάρκαβ Γκρόπ, Νίτσε Πλάνινα, Καϊμακτσαλάν, Σοκόλ,
Ντομπροπόλιε, Βέτερνικ, Κόζιακας, Πλάτες, Ντούνιτσα, Πόρτα, Τζέκα, Πίνοβο
και Μαριάνσκα Πλάνινα. Η οροσειρά αυτή παρέχει εξαίρετα παρατηρητήρια σε
μεγάλο βάθος προς Βορρά και προς Νότο. Το χαρακτηριστικό της οροσειράς
αυτής είναι η τέλεια έλλειψη δρόμων βατών σε τροχό. Εξυπηρετείται μόνο από
ελάχιστους δύσβατους ημιονικούς δρόμους.
(3) Το ανατολικό τμήμα, που εκτεινόταν από τον ποταμό Αξιό
μέχρι το Αιγαίο Πέλαγος (κόλπος Ορφανού). Το τμήμα αυτό φράσσεται από την
οροσειρά της Κερκίνης (Μπέλες) που υψώνεται απότομα μέχρι το ύψος των
2.031 μέτρων περίπου και διέθετε μόνο δύσβατους ημιονικούς δρόμους. Από
την Κερκίνη μέχρι τη θάλασσα εκτείνεται η κοιλάδα του Στρυμόνα, που
περιορίζεται προς τα δυτικά από τα όρη Δύσωρο και Βερτίσκος και από τα
οποία διέρχονται διάφοροι αμαξιτοί δρόμοι, περιορισμένης όμως αποδόσεως.
Το τμήμα αυτό καλύπτει τη Θεσσαλονίκη, προς την οποία συγκλίνει ολόκληρο
το οδικό και σιδηροδρομικό δίκτυο.

β. Το πεδίο μάχης του Μακεδονικού Μετώπου, γενικά, εκτείνεται ως


προς το κέντρο του σε πολύ ορεινά εδάφη και μεγάλο βάθος. Ως προς τις
περιοχές στα πλευρά του κέντρου χαρακτηρίζεται από ορεινό και ημιπεδινό
έδαφος. Είναι, επομένως, πρόσφορο σε επιθετικές επιχειρήσεις από τα νότια
προς τα βόρεια -προς τη μέση κοιλάδα του Αξιού- καταρχήν στα άκρα και
δευτερευόντως στο κέντρο.

3. Γενική Κατάσταση - Δυνάμεις και Διάταξη των Αντιπάλων

α. Γερμανοβουλγάρων

(1) Κατάσταση
Οι Γερμανοί είχαν αποσύρει το μεγαλύτερο μέρος των
δυνάμεών τους από το Μακεδονικό Μέτωπο για να ενισχύσουν το κλονιζόμενο
Δυτικό Μέτωπο. Η άθλια κατάσταση και η πτώση του ηθικού του Βουλγαρικού
Στρατού οφειλόταν στην κακή διατροφή και τον ιματισμό του, στην ανακίνηση
από τους Γερμανούς του προβλήματος της διαρρυθμίσεως των ανατολικών
182

βουλγαρικών συνόρων προς όφελος της Τουρκίας και στις ταλαιπωρίες από τις
ελλείψεις που είχαν οι οικογένειες των στρατευμένων ανδρών. Από τον Ιούνιο
του 1918 σημειώνονταν στις τάξεις του Βουλγαρικού Στρατού πολυάριθμες
λιποταξίες και στασιαστικές εξεγέρσεις που ανάγκασαν τη βουλγαρική
στρατιωτική ηγεσία να παραιτηθεί από κάθε επιθετική ενέργεια. Στις 6/19
Ιουνίου 1918, μετά από πολιτική κρίση, παραιτήθηκε η Κυβέρνηση
Ροδοσλάβωφ και αντικαταστάθηκε από την Κυβέρνηση Μαλίνωφ. Η
κυβερνητική αυτή αλλαγή, ερμηνεύθηκε από το βουλγαρικό λαό, ότι προοιώνιζε
την κατάπαυση των εχθροπραξιών και είχε ως αποτέλεσμα την παραπέρα
επιδείνωση του εχθρικού φρονήματος.
(2) Διάταξη (Σχεδ. 30, 31)
Οι εχθρικές δυνάμεις (Γερμανοβούλγαροι) απέναντι στις
Συμμαχικές Δυνάμεις είχαν την εξής διάταξη:
(α) Ομάδα Στρατιών (Στρατηγός Φον Σουλτς)
1/ ΧΙ Γερμανική Στρατιά (Στρατηγός Στόιμπεν)
Η Στρατιά η οποία είχε το Στρατηγείο της στον
Περλεπέ περιλάμβανε, κυρίως, βουλγαρικά στρατεύματα, το Επιτελείο της
302ης Γερμανικής Μεραρχίας, δύο τάγματα και μερικές ειδικότητες αυτής. Η
ζώνη ευθύνης της εκτεινόταν από τον ποταμό Γενούσο (Σκούμπη) μέχρι την
κορυφή Μάλα Ρούπα και είχαν ταχθεί το 62ο Γερμανικό Σώμα Στρατού που
είχε από τα δυτικά προς τα ανατολικά, τις Μικτές 6η και 1η Βουλγαρικές
Μεραρχίες, το 61ο Γερμανικό Σώμα Στρατού, (302η Γερμανική και τις 4η και
2η Βουλγαρικές Μεραρχίες και την 3η Βουλγαρική Μεραρχία). Ως εφεδρεία,
είχε δέκα τάγματα από τα οποία ένα γερμανικό.
2/ Ι Βουλγαρική Στρατιά (Στρατηγός Γκέτσωφ)
Η Στρατιά είχε το Στρατηγείο της στο Βλάντοβο και
ήταν αναπτυγμένη από την κορυφή Μάλα Ρούπα μέχρι τη διάβαση
Καστανούσας. Διέθετε τις, Ορεινή, 5η, και 9η Βουλγαρικές Μεραρχίες, μία
ταξιαρχία της 11ης Βουλγαρικής Μεραρχίας, μία ομάδα από 7 εφεδρικά
τάγματα και δύναμη από 9 τάγματα ακόμη, ως εφεδρεία της Ομάδας Στρατιάς
από την 1η Βουλγαρική Στρατιά.
3/ ΙΙ Βουλγαρική Στρατιά (Στρατηγός Λούκωφ)
Η Στρατιά είχε το Στρατηγείο της στο Λιβούνοβο και
κατείχε το μέτωπο από τη διάβαση Καστανούσας (Σβέτα Πέτκα) μέχρι τον
Αγγίτη ποταμό. Διέθετε τις 11η (μείον ταξιαρχία), 7η και 8η Βουλγαρικές
Μεραρχίες.
4/ IV Βουλγαρική Στρατιά (Στρατηγός Τόσεφ)
Η Στρατιά είχε το Στρατηγείο της στην Ξάνθη και
ήταν αναπτυγμένη από τις εκβολές του Στρυμόνα μέχρι τις εκβολές του Έβρου
ποταμού με τη 10η Βουλγαρική Μεραρχία και την ομάδα άμυνας Αιγαίου (6
τάγματα πεζικού).
183

β. Συμμάχων

(1) Κατάσταση
Ο Στρατηγός Γκυγιωμά αντικατέστησε στις 22 Δεκεμβρίου
1917 το Στρατηγό Σαράιγ στη Διοίκηση της Συμμαχικής Στρατιάς Ανατολής και
επιδόθηκε με ενεργητικότητα στην υλική και ηθική αναδιοργάνωση της
Στρατιάς. Μελετούσε ταυτόχρονα τις δυνατότητες για ανάληψη επιθετικής
ενέργειας στο Μακεδονικό Μέτωπο κατά το Φθινόπωρο του 1918 με σύμπραξη
και του Ελληνικού Στρατού. Για να καθηλώσει όσο το δυνατό περισσότερες
εχθρικές δυνάμεις μακρυά από το Δυτικό Μέτωπο επιτέθηκε με τις Ελληνικές
Μεραρχίες του Σώματος Εθνικής Άμυνας και κατέλαβε το Σκρα Ντι Λέγκεν
(17/30 Μαίου 1918) . Η μεγάλη αυτή επιτυχία αποκάλυψε την υψηλή επιθετική
αξία των ελληνικών στρατευμάτων και τη μείωση της μαχητικότητας του
Βουλγαρικού Στρατού.
Ο Στρατηγός Φρανσέ Ντ' Εσπεραί αντικατέστησε το Στρατηγό
Γκυγιωμά, ο οποίος ανακλήθηκε στη Γαλλία. Ο νέος Στρατηγός ανέλαβε τα
καθήκοντά του στις 17 Ιουνίου 1918 και αναζήτησε αμέσως τον κατάλληλο
ελιγμό που θα μπορούσε να δώσει αποφασιστικά αποτελέσματα στα Συμμαχικά
Στρατεύματα του Μακεδονικού Μετώπου. Πρόσεξε ειδικά το σχέδιο περί
"Επιθετικής Επιχειρήσεως εναντίον του Ντομπροπόλιε" που είχε εκπονηθεί σε
συνεργασία μεταξύ του Γαλλικού Επιτελείου που είχε έδρα στη Θεσσαλονίκη
και του Σερβικού Επιτελείου. Το σχέδιο προέβλεπε τη χρησιμοποίηση
σημαντικού μέρους των Συμμαχικών Δυνάμεων για τη διάσπαση του εχθρικού
μετώπου και την ανάληψη καταδιώξεως του εχθρού προς τη γενική κατεύθυνση
του Καφαδάρ με διαδοχικές καταλήψεις των ορέων Κόζιακα και Κιουτσούκ
Κάμενε.
Η Γαλλική Κυβέρνηση, προς το τέλος του Ιουνίου 1918, έκανε
γνωστό στον Αρχιστράτηγο ότι: "η γενική κατάσταση επιβάλλει η Στρατιά
Ανατολής να εντείνει τις επιθετικές προσπάθειές της". Νεότερες οδηγίες, λίγο
αργότερα, καθόριζαν ότι: "η παρούσα κατάσταση στη Μακεδονία ευνοεί
εξαιρετικά την ανάληψη επιθετικής επιχειρήσεως έχοντας σκοπό τη διάσπαση
του αμυντικού συστήματος του εχθρού, με γενική ενέργεια των Συμμαχικών
στρατευμάτων, η οποία θα επέτρεπε στα Ελληνικά και Σερβικά στρατεύματα να
εισέλθουν στα απολεσθέντα από τις χώρες τους εδάφη". Η εκτέλεση της γενικής
επιθέσεως έπρεπε να αναληφθεί πριν περάσει το Φθινόπωρο.
Ο Στρατηγός Φρανσέ Ντ' Εσπεραί, μετά από τα παραπάνω,
προχώρησε στη μελέτη των δυνατοτήτων και των συνθηκών γενικής επιθέσεως
στο Μακεδονικό Μέτωπο. Ο Αρχιστράτηγος έκρινε ότι εκτός από την περιοχή
του Ντομπροπόλιε προσφέρονταν κατάλληλες τοποθεσίες στον εχθρό σε όλους
τους τομείς του μετώπου από τις οποίες θα μπορούσε να παρεμποδίσει τη βαθιά
184

εισχώρηση της συμμαχικής επιθέσεως. Έτσι, καθόρισε το μέτωπο


Ντομπροπόλιε-Βέτερνικ ως κύρια προσπάθεια της επιθέσεως, επειδή η άμυνα
προς αυτήν την κατεύθυνση παρουσίαζε μικρό βάθος, παρόλο που η
μορφολογία του εδάφους και οι οργανώσεις επάνω σ' αυτό θα δυσκόλευαν την
επίθεση. Αν όμως πετύχαινε η διάρρηξη στην περιοχή αυτή ήταν ομαλότερο
μετά το Ντομπροπόλιε-Βέτερνικ-Κόζιακα. Η σχετική δυσχέρεια που
παρουσιαζόταν στη σύνδεση του οδικού δικτύου των σερβικών στρατευμάτων
με το βουλγαρικό οδικό δίκτυο στην περίπτωση της περιοχής του Ντομπροπόλιε
θα μπορούσε να επιτευχθεί πολύ γρήγορα με τη διάθεση των απαιτούμενων
μέσων. Η κύρια προσπάθεια επιθέσεως για τη διάσπαση του μετώπου στην
περιοχή Ντομπροπόλιε-Βέτερνικ-Κόζιακα προς την κατεύθυνση Νεγκοτίν θα
είχε σημαντικότατα αποτελέσματα, γιατί διαχώριζε τελείως τη ΧΙ Γερμανική
Στρατιά με την Ι Βουλγαρική. Αποστερούσε αυτές τις Στρατιές από τις
εγκάρσιες συγκοινωνίες που διέρχονταν από τον κόμβο της περιοχής Καφαδάρ -
Νεγκοτίν - Γκράντσκο και παρακαμπτόταν η στενωπός του Δεμίρ Καπού. Θα
ήταν αρκετό να διατεθούν τα απαιτούμενα μέσα γι' αυτό το σκοπό και να
χρησιμποποιηθεί ο Σερβικός Στρατός, επειδή ήταν ήδη συνηθισμένος στον
ορεινό πόλεμο και εφοδιασμένος με άφθονες μονάδες ορεινών μεταφορών.
Ο Αρχιστράτηγος, μετά από τα παραπάνω, κατέληξε στο
επόμενο γενικό σχέδιο διεξαγωγής των επιχειρήσεων. Η γενική επίθεση της
Στρατιάς Ανατολής έπρεπε να περιλάβει (Σχεδ. 32):
(α) Μία κύρια επίθεση αποφασιστικού χαρακτήρα πού θα
εκτελεσθεί στην περιοχή Ντομπροπόλιε-Βέτερνικ-Κόζιακας, προς τη γενική
κατεύθυνση Νεγκοτίν-Καφαδάρ.
(β) Μία επιχείρηση στον τομέα του Στρυμόνα.
(γ) Μία επιχείρηση στο μέτωπο του Αξιού-Δοϊράνης.
(δ) Την εκμετάλλευση της επιτυχίας από το σύνολο των
συμμαχικών στρατευμάτων.
Το παραπάνω σχέδιο με τις λεπτομέρειές του, το υπέβαλε στο
πολεμικό συμβούλιο των συμμάχων που το ενέκρινε στις 11 Σεπτεμβρίου 1918.
Το κοινοποίησε έγκαιρα στους Διοικητές των Μεγάλων Μονάδων, ώστε μέχρι
τη λήψη της εγκρίσεώς του να λάβουν όλα τα προστατευτικά μέτρα για την
επίθεση (κατασκευή δρόμων, συγκέντρωση πυροβολικού, νέα διάταξη,
αναγνωρίσεις). Διέταξε, από 20 Αυγούστου, την ανάληψη ζωηρών
επιχειρήσεων και δυνατό αγώνα πυροβολικού σε ολόκληρο το μέτωπο για να
αποκρύψει όλες τις προπαρασκευαστικές ενέργειες, ειδικά αυτές της κύριας
προσπάθειας.
(2) Διάταξη (Σχεδ.30)
Μέχρι τις 14 Σεπτεμβρίου 1918 συντελέσθηκε η επιθετική
διάταξη των Συμμαχικών δυνάμεων, από δυτικά προς τα ανατολικά, ως εξής:
(α) Γαλλική Στρατιά Ανατολής (Στρατηγός Ανρύ)
185

Από τον ποταμό Άψο (της Αλβανίας) μέχρι την καμπή


του ποταμού Εριγώνα, 4 Γαλλικές Μεραρχίες (30ή-57η-76η-156η ΓΜ), μία
Γαλλική Αποικιακή Μεραρχία (11η ΓΑΜ), μία Ιταλική Μεραρχία (35η ΙΜ) και
μία Ελληνική (ΙΙΙη ΕΜ), δηλαδή 7 Μεραρχίες.
(β) Γαλλοσερβικός Στρατός (Στρατηγός Μίσιτς)
Από την καμπή του ποταμού Εριγώνα (χωριό
Μπουδιμέρτσι-Γραδέσνιτσα) μέχρι το χωριό Πρόμαχοι σε μέτωπο 30 περίπου
χιλιομέτρων ως εξής: Ι Στρατιά (Στρατηγός Μπόγιοβιτς): Από το αριστερό του
Γαλλοσερβικού στρατού ως την κορυφή του υψώματος Σοκόλ σε μέτωπο 16
περίπου χιλιομέτρων οι Μεραρχίες Δουνάβεως και Δρίνα και 1 Σύνταγμα της
Μεραρχίας Μοράβα. Η Μεραρχία Μοράβα (μείον 1 ΣΠ) και η Μεραρχία
Ιππικού αμέσως πίσω από το μέτωπο ως εφεδρείες. Η ΙΙ Στρατιά (Κύρια
προσπάθεια-Στρατηγός Στεπάνοβιτς): Από την κορυφή Σοκόλ μέχρι το χωριό
Πρόμαχοι σε μέτωπο 14 χιλιομέτρων οι 122 ΓΜ, 17 ΓΑΜ και η Σερβική
Μεραρχία Σουμάδια. Αμέσως πίσω από αυτές, οι Σερβικές Μεραρχίες
Γιουγκοσλαβία και Τιμόκ και σε απόσταση 1.000 έως 1.500 μέτρων από την
πρώτη γραμμή. Το σύνολο των Μεραρχιών του Γαλλοσερβικού Στρατού (Ι και
ΙΙ Στρατιάς) έφθασε τις 9.
(γ) Ομάδα Μεραρχιών (Στρατηγός Ντ' Ανσέλμ)
Από το χωριό Πρόμαχοι μέχρι το Μαγιαντάγ (Φανός) μία
Γαλλική Αποικιακή Μεραρχία (16 ΓΑΜ) και δύο Ελληνικές Μεραρχίες (IV και
Αρχιπελάγους), δηλαδή 3 Μεραρχίες.
(δ) Βρετανοελληνική Στρατιά (Στρατηγός Μιλν)
Από τον ποταμό Αξιό (περιοχή Φανού) έως τη λίμνη
Κερκίνης (περιοχή χωριού Μεσόλοφου), το ΧΙΙ Βρετανικό Σώμα Στρατού (27η,
26η, 22η ΒΜ, η Ελληνική Μεραρχία Σερρών), το XVI Βρετανικό ΣΣ (28η ΒΜ,
η Ελληνική Μεραρχία Κρήτης και η 228η Βρετανική Ταξιαρχία), δηλαδή 6
Μεραρχίες συνολικά και 1 Ταξιαρχία.
(ε) Α' ΣΣ (Αντγος Παρασκευόπουλος Λεωνίδας)
Από τη λίμνη Κερκίνη (χωριό Μεσόλοφος) μέχρι τη
θάλασσα (κόλπος Ορφανού) οι Ι, ΙΙ, ΧΙΙΙ Ελληνικές Μεραρχίες.
Οι ΙΧ και XIV Ελληνικές Μεραρχίες σε Φλώρινα και
Φιλαδέλφεια της Θεσσαλονίκης αντίστοιχα.

γ. Διαπιστώσεις από τη Διάταξη των Εμπολέμων

(1) Από απόψεως συγκρίσεως δυνάμεων, στον τομέα της κύριας


προσπάθειας των γαλλοσερβικών δυνάμεων από τον Εριγώνα ποταμό μέχρι το
χ. Πρόμαχοι, η υπεροχή των Συμμάχων σε πεζικό έναντι του Εχθρού ήταν
τριπλάσια και του πυροβολικού περίπου τετραπλάσια. Στους υπόλοιπους τομείς
η υπεροχή των Συμμάχων σε πεζικό ήταν μικρή, 1 προς 1½. Επίσης, η υπεροχή
186

των Συμμάχων σε πυροβολικό, ήταν περίπου διπλάσια, εκτός από τον τομέα του
Α' Ελληνικού Σώματος Στρατού, όπου η υπεροχή ήταν διπλάσια υπέρ του
εχθρού.
Συνολικά οι Σύμμαχοι διέθεταν 284 τάγματα από τα οποία τα
92 γαλλικά, 63 ελληνικά, 57 σερβικά, 46 βρετανικά, 24 ιταλικά και 2 αλβανικά.
Η δύναμή τους έφθανε στους 665.800 άνδρες από τους οποίους 542.600 ήταν
στη Ζώνη των Πρόσω (187.700 Γάλλοι, 117.600 Βρετανοί, 104. 500 Έλληνες,
94.200 Σέρβοι, 36.300 Ιταλοί, 2.300 Αλβανοί) και 113.200 στη Ζώνη
Μετόπισθεν (37.500 Γάλλοι, 19.200 Βρετανοί, 25.000 Έλληνες, 23.100 Σέρβοι
και 8.400 Ιταλοί). Το πυροβολικό διέθετε 1.540 πυροβόλα, από τα οποία τα 472
βαριά.
(2) Η συνολική εχθρική δύναμη έναντι της Συμμαχικής Στρατιάς
Ανατολής ανερχόταν σε 380.000 άνδρες, από τους οποίους 356.000 Βούλγαροι
και 24.000 Γερμανοί. Επιπλέον, υπήρχαν στην Αλβανία 40.000 Αυστριακοί,
στη δυτική Θράκη 12.000 Βούλγαροι και στα μετόπισθεν 50.000 Βούλγαροι
που ανήκαν στη Βουλγαρική Εθνοφρουρά. Σε αριθμό μονάδων οι αντίπαλοι
διέθεταν 294 τάγματα (252 βουλγαρικά, 3 γερμανικά, 39 αυστριακά), 40 ίλες
Ιππικού και 1.345 πυροβολικού από τα οποία 297 βαριά.

4. Σχέδια και Αποστολές Αντιπάλων

α. Γερμανοβουλγάρων

(1) Λόγω της ανακλήσεως του συνόλου σχεδόν των γερμανικών


δυνάμεων από το Μακεδονικό Μέτωπο και της χαμηλής μαχητικότητας των
Βουλγάρων, είχε συνταχθεί σχέδιο άμυνας που αποσκοπούσε στην κάλυψη του
πλευρού των Κεντρικών Δυνάμεων του Δυτικού και Ιταλικού Μετώπου.
(2) Το σχέδιο άμυνας προέβλεπε τα εξής:
(α) Σταθερή άμυνα στην κατεχόμενη γενική τοποθεσία από τις
λίμνες Αχρίδας και Πρέσπας μέχρι τις εκβολές του Στρυμόνα ποταμού, για την
απαγόρευση των αξόνων από τα νότια προς τη μέση κοιλάδα του Αξιού
ποταμού, με βάρος άμυνας στις περιοχές Μοναστηρίου, Αξιού ποταμού και
Δοϊράνης.
(β) Στην περίπτωση δυσμενούς εξελίξεως του αγώνα,
μεταφορά του αγώνα από την Ι Βουλγαρική Στρατιά προς τη βουλγαρική
μεθόριο, και από την ΧΙ Γερμανική Στρατιά προς τα Σκόπια.
(γ) Ανάληψη γενικής αντεπιθέσεως κατά της Συμμαχικής
Στρατιάς Ανατολής, μετά την άφιξη των απαραίτητων ενισχύσεων.
(3) Παρά τη λήψη εξαιρετικών μέτρων ασφαλείας από τη
Συμμαχική ηγεσία για την απόκρυψη των προπαρασκευών της επιθέσεως, ο
εχθρός αντιλήφθηκε ότι επίκειται σοβαρή επίθεση εναντίον του μετώπου του. Οι
187

Βούλγαροι γνωρίζοντας ότι η επίθεση θα γινόταν στην περιοχή του


Ντομπροπόλιε, ενίσχυσαν αυτή την περιοχή με 6 τάγματα, 1 λόχο πυροβόλων
και 10 οβιδοβόλων και θεώρησαν αυτές τις ενισχύσεις επαρκείς. Παρ' όλα αυτά
υπέστησαν αιφνιδιασμό και φαίνεται από την τμηματική διάταξη των εφεδρειών
τους.

β. Συμμάχων (Σχεδ. 32)

(1) Στις παραμονές της επιθέσεως ο Αρχιστράτηγος Φρανσέ Ντ'


Εσπεραί, συνοψίζοντας τις οδηγίες του προς τους διοικητές των συμμαχικών
στρατιών, καθόρισε τη διεξαγωγή της επιθέσεως σε δύο φάσεις:
(α) Πρώτη Φάση
1/ Κύρια επίθεση από τις γαλλοσερβικές δυνάμεις στο
κέντρο του μετώπου, η οποία, αφού θα δημιουργούσε ρήγμα στη διάταξη των
2ης και 3ης Βουλγαρικών Μεραρχιών στην περιοχή Ντομπροπόλιε, θα
κατευθυνόταν το ταχύτερο δυνατό στην περιοχή Νεγκοτίν-Καφαδάρ, με σκοπό
το διαχωρισμό της ΧΙ Γερμανικής στρατιάς από τη δεξιά Ι Βουλγαρική Στρατιά.
2/ Όταν η κύρια προσπάθεια θα είχε ευοδοθεί σημαντικά,
βρετανογαλλικές και ελληνικές δυνάμεις θα εκδήλωναν επίθεση ανατολικά του
Αξιού ποταμού εναντίον της Ι Βουλγαρικής Στρατιάς, για να την
παρεμποδίσουν να καταλάβει νέα αμυντική γραμμή και να απελευθερώσουν τη
γραμμή συγκοινωνιών του Αξιού ποταμού, η οποία ήταν πρωταρχικής σημασίας
και για τους δύο αντιπάλους.
3/ Οι επιθετικές ενέργειες της κεντρικής πτέρυγας και της
δεξιάς, θα συνδέονταν μεταξύ τους με παρόμοια υποβοηθητική ενέργεια των
γαλλοελληνικών δυνάμεων της 1ης Ομάδας Μεραρχιών κατά μήκος του Αξιού
ποταμού. Η πρόοδος της επιθέσεως στο κέντρο, θα επέτρεπε στη συνέχεια την
ανάληψη συνδυασμένης ενέργειας από μέρος των μονάδων της κεντρικής
πτέρυγας και της Γαλλικής Στρατιάς Ανατολής προς την κατεύθυνση του
Περλεπέ και των Σκοπίων με σκοπό την απώθηση της ΧΙ Γερμανικής Στρατιάς
προς την Αλβανία και την πλήρη εξουδετέρωσή της.
4/ Οι γενικές αυτές επιχειρήσεις θα συμπληρώνονταν στο
δεξιό (ανατολικά), με επιθετική ενέργεια που θα αναλαμβανόταν από τις
βρετανοελληνικές δυνάμεις, με σκοπό την κάλυψη αρχικά του δεξιού της
συμμαχικής διατάξεως και την κατάληψη στη συνέχεια του όρους Κερκίνη και
της στενωπού του Ρούπελ.
5/ Γενική επιδίωξη κατά την πρώτη φάση ήταν η
διάσπαση του βουλγαρικού μετώπου μεταξύ του Εριγώνα και του Αξιού
ποταμού προς την κατεύθυνση του Νεγκοτίν. Στη συνέχεια, διεύρυνση του
ρήγματος προς το Ιστίπ και τον Περλεπέ για την κατάληψη των Σκοπίων. Η
γραμμή που προβλεπόταν να καταληφθεί κατά την πρώτη φάση ήταν Σκόπια-
188

Βελεσσά-Ιστίπ-κορυφογραμμές Γκράτετς και Μπλαγκούσα-Πετρίτσι-Ρούπελ-


Σιδηρόκαστρο, με πλαγιοφυλακές στο Καλκαντέλ και το Κάτσανικ.
(β) Δεύτερη Φάση
Κατά τη δεύτερη φάση καθοριζόταν η συνέχεια της
επιθέσεως σε όλες τις κατευθύνσεις με τελικό Αντικειμενικό Σκοπό (ΑΝΣΚ) τη
Νύσσα και τη Σόφια.
(γ) Γενικές Αποστολές
Η ανάθεση των αποστολών στους συμμαχικούς
σχηματισμούς έγινε ανάλογα με τις εθνικές βλέψεις των ετερογενών δυνάμεων
που συγκροτούσαν τη Συμμαχική Στρατιά Ανατολής και είχε γενικά ως εξής:
1/ Η Γαλλική Στρατιά Ανατολής (Γαλλο-ελληνοϊταλικός
Στρατός) 5 γαλλικές μεραρχίες, 1 ελληνική, 1 ιταλική,-σύνολο 7 μεραρχίες.
Αρχικά, θα ενεργούσαν για την καθήλωση του εχθρού και στη συνέχεια με
μέρος των δυνάμεων της κύριας επιθέσεως θα κετευθύνονταν προς τον Περλεπέ
και τα Σκόπια, για να απωθήσουν τις απέναντί τους εχθρικές δυνάμεις προς την
Αλβανία.
2/ Ο Σερβικός Στρατός (6 μεραρχίες Πεζικού, 1 μεραρχία
Ιππικού), ενισχυμένος και με δύο γαλλικές μεραρχίες, θα εκτελούσε την κύρια
επίθεση στο κέντρο για την κατάληψη των βουλγαρικών οχυρών θέσεων στο
μέτωπο Σοκόλ-Ντομπροπόλιε-Βέτερνικ και τη διεύρυνση στη συνέχεια του
ρήγματος προς Νεγκοτίν-Καφαδάρ. Σοβαρά μέσα πυροβολικού και αεροπορίας
θα ενίσχυαν τις δυνάμεις της κύριας επιθέσεως.
3/ Η 1η Ομάδα Μεραρχιών (Γαλλοελληνικός Στρατός-1
γαλλική και 2 ελληνικές μεραρχίες) θα ενεργούσε για την καθήλωση του εχθρού
και την εκκαθάριση του ορεινού όγκου της Τζένας, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα
και το σύνδεσμο των εκατέρωθεν συμμαχικών δυνάμεων.
4/ Βρετανοελληνικός Στρατός (2 Σώματα Στρατού-
σύνολο 6 μεραρχίες και 1 ταξιαρχία από τις οποίες 2 ελληνικές μεραρχίες) θα
αναλάμβαναν επίθεση με τις βρετανικές δυνάμεις και τη Μεραρχία Σερρών
ανατολικά του Αξιού ποταμού κατά της Ι Βουλγαρικής Στρατιάς, με σκοπό
αρχικά την καθήλωσή της και στη συνέχεια την εκμετάλλευση της επιτυχίας για
την απελευθέρωση των γραμμών συγκοινωνιών του Αξιού.
5/ Α' ΣΣ (3 ελληνικές μεραρχίες), αρχικά θα αναλάμβανε
την καθήλωση των απέναντί του εχθρικών δυνάμεων για την εξασφάλιση της
συμμαχικής διατάξεως και στη συνέχεια την καταδίωξή τους με ΑΝΣΚ την
κατάληψη της στενωπού του Ρούπελ.
(2) Με βάση τις γενικές οδηγίες του Αρχιστρατήγου Φρανσέ Ντ'
Εσπεραί, οι Διοικητές των Στρατιών και των Ομάδων Μεραρχιών κατάρτισαν
τα δικά τους σχέδια επιθέσεώς τους. Το σχέδιο ενέργειας του Σέρβου
Αρχιστράτηγου Μίσιτς (δυνάμεις κύριας προσπάθειας) προέβλεπε τη διεξαγωγή
επιθέσεως σε δύο φάσεις, όπως παρακάτω:
189

(α) Πρώτη Φάση


1/ Κατά την πρώτη φάση, θα επιδιωκόταν η διάρρηξη
του εχθρικού μετώπου μεταξύ των Σοκόλ-Ντομπροπόλιε-Βέτερνικ από τις δύο
γαλλικές μεραρχίες (122η και 17η Αποικιακή) της ΙΙ Σερβικής Στρατιάς,
υποβοηθούμενες και από τη Μεραρχία Σουμάδια.
2/ Η Ι Σερβική Στρατιά θα υποβηθούσε την ενέργεια του
αριστερού της ΙΙ Στρατιάς με ένα σύνταγμά της που ήταν ταγμένο στο δεξιό της
και θα εκδήλωνε την επίθεσή της τέσσερις ώρες μετά την έναρξη της κύριας
επιθέσεως για την άσκηση πιέσεως προς τις απέναντί της εχθρικές δυνάμεις.
3/ Κατά την πρώτη φάση, ολόκληρο σχεδόν το
πυροβολικό των γαλλοσερβικών δυνάμεων θα διέθετε τα πυρά του στο μέτωπο
της κύριας επιθέσεως και ιδιαίτερα εναντίον των Ντομπροπόλιε και Σοκόλ.
(β) Δεύτερη Φάση
1/ Μετά τη διάρρηξη της εχθρικής τοποθεσίας, οι
Μεραρχίες Γιουγκοσλαβική και Τιμόκ της ΙΙ Στρατιάς, θα υπερέβαιναν τις
Γαλλικές Μεραρχίες και θα καταλάμβαναν τις ζωτικές περιοχές Κόζιακα και
Τόπολετς για τη διεύρυνση του ρήγματος. Ταυτόχρονα, η Ι Στρατιά θα
ενεργούσε αριστερά της στη γενική κατεύθυνση προς το χ. Γραδέσνιτσα προς
εξασφάλιση των υψιπέδων Πορόι ποταμού-Λέσιτσα ποταμού-Γραδέσνιτσα
ποταμού και του Ζατόκ ποταμού.
2/ Στη συνέχεια, θα αναλαμβανόταν εκμετάλλευση της
επιτυχίας από τη ΙΙ Στρατιά προς την κατεύθυνση Νεγκοτίν-Καφαδάρ την οποία
θα υποβοηθούσε και η Μεραρχία Μοράβα της Ι Στρατιάς. Παράλληλα, η Ι
Στρατιά με τις Μεραρχίες Δούναβη και Δρίνα θα ενεργούσε προς την καμπή
Εριγώνα-Περλεπέ, σε συνδυασμό με την ενέργεια του δεξιού της Γαλλικής
Στρατιάς Ανατολής.
(γ) Η Σερβική Μεραρχία Ιππικού θα παρέμενε ως γενική
εφεδρεία, στη διάθεση της ΙΙ Στρατιάς, για την εκμετάλλευση της επιτυχίας και
την εξασφάλιση του συνδέσμου μεταξύ των δύο Στρατιών κατά τη δεύτερη
φάση της επιχειρήσεως. Η Μεραρχία αυτή ήταν δυνατό να χρησιμοποιηθεί και
προς την κατεύθυνση του Περλεπέ.

5. Διεξαγωγή της Μάχης

α. 14 Σεπτεμβρίου 1918

Από τις 0800 της 14 Σεπτεμβρίου 1918, άρχισε από τους Συμμάχους η
προπαρασκευή πυροβολικού σε όλο το μέτωπο, με ιδιαίτερη σφοδρότητα, κατά
της τοποθεσίας της κύριας προσπάθειας στο Ντομπροπόλιε στον τομέα των
γαλλοσερβικών δυνάμεων. Η αεροπορία έριξε δύο τόνους βομβών εναντίον των
εχθρικών θέσεων στο Ντομπροπόλιε και πυροβόλησε φάλαγγα 250
190

μεταγωγικών αυτοκινήτων που κατευθυνόταν προς τον Κόζιακα. Το συμμαχικό


πυροβολικό, καλά προσαρμοσμένο, ανέσκαψε τις εχθρικές θέσεις. Τη νύκτα της
14/15 Σεπτεμβρίου γαλλοσερβικές περίπολοι ανέφεραν ότι το συμμαχικό
πυροβολικό, πέτυχε τη διάνοιξη επαρκών ρηγμάτων στα εχθρικά
συρματοπλέγματα και προκάλεσε τις προβλεπόμενες καταστροφές. Η
αντίδραση του εχθρού ήταν ασθενής.

β. 15 Σεπτεμβρίου 1918

(1) Σύμμαχοι
(α) Γαλλοσερβικός Στρατός (Σχεδ. 33)
Στις 0530 η ΙΙ Σερβική Στρατιά (ΙΙ ΣΣ) άρχισε την
επίθεσή της. Η 122η Γαλλική Μεραρχία (ΓΜ) επιτέθηκε σε δύο κατευθύνσεις
του Σοκόλ και Ντομπροπόλιε, με κύρια προσπάθεια στη δεξιά. Το Σύνταγμα
Πεζικού στην αριστερή κατεύθυνση έφθασε 50 μέτρα απόσταση από την
κορυφή του Σοκόλ και το κατέλαβε με νυκτερινή επίθεση στις 2230. Στις 1600
καταλήφθηκε το Ντομπροπόλιε μετά από σκληρό αγώνα από τα τμήματα της
δεξιάς κατευθύνσεως.
Η 17η Γαλλική Αποικιακή Μεραρχία (ΓΑΜ) επιτέθηκε
εναντίον του υψώματος Κραβίστα και Κραβίστα Κάμενε, σε δύο κατευθύνσεις,
με κύρια προσπάθεια στην αριστερή. Κατά το μεσημέρι, κυρίευσε την
τοποθεσία, αφού συνέτριψε την εχθρική αντίσταση.
Η Μεραρχία Σουμάδια, κατόρθωσε τη μέρα, να
καταλάβει το Βέτερνικ με τη βοήθεια του 35ου Ελληνικού ΣΠ της 1ης Ομάδας
Μεραρχιών που επιτέθηκε εναντίον του ανατολικού τμήματος του υψώματος. Η
ίδια Μεραρχία υποβοήθησε με το αριστερό της την ενέργεια της 17ης ΓΑΜ.
Όλες οι παραπάνω τοποθεσίες σε μέτωπο 11 χιλ. καταλήφθηκαν το βράδυ,
εκτός από την κορυφή του Σοκόλ που καταλήφθηκε τη νύκτα 15/16
Σεπτεμβρίου.
Οι Μεραρχίες Γιουγκοσλαβική και Τιμόκ (ΙΙ ΣΣ) στις
1800 της ίδιας μέρας υπερέβησαν τις γραμμές τους και άρχισαν τη νύκτα την
εκμετάλλευση της επιτυχίας. Οι 122 ΓΜ και 17 ΓΑΜ διατάχθηκαν να μείνουν
στις θέσεις τους.
Η Ι Στρατιά μόνο με το παρατεταγμένο Σύνταγμα
Πεζικού στο άκρο δεξιό τους θα μετείχε στη μάχη και η γενική εξόρμηση της
Στρατιάς θα γινόταν μετά την κατάληψη του Σοκόλ. Όμως, ο Διοικητής της
Στρατιάς έδωσε το σήμα της επιθέσεως στις 1500, ενώ ο εχθρός κατείχε ακόμη
την κορυφή. Τα τμήματα της Στρατιάς που επιτέθηκαν, διατάχθηκαν να
επαναλάβουν την επίθεση τη νύκτα, επειδή δεν μπόρεσαν να ολοκληρώσουν
την κατάληψη των εχθρικών θέσεων.
191

(β) Γαλλική Στρατιά Ανατολής-1η Ομάδα Μεραρχιών


Επιδίωξε την καθήλωση του εχθρού. Βοήθησε σημαντικά
τη Μεραρχία Σουμάδια (ΙΙ ΣΣ), στον αγώνα της προς Βέτερνικ. Λόχος του 35ου
Ελληνικού ΣΠ έφθασε στο ψηλότερο ύψωμα της περιοχής, όπου υπήρχε
βουλγαρικό παρατηρητήριο του υψώματος Κουκουρούζ Σχλεμ, (ύψ. 1.345).
(γ) Βρετανοελληνική Στρατιά-Α' ΣΣ
Περιορίσθηκαν στην καθήλωση του απέναντί τους
εχθρού και έλαβαν διαταγή από τον Αρχιστράτηγο να είναι σε ετοιμότητα από
18 Σεπτεμβρίου 1918 για την εκδήλωση επιθέσεως στη Δοϊράνη.
(2) Εχθρός
Οι απώλειες των Βουλγάρων από την προπαρασκευή
πυροβολικού των συμμάχων δεν ήταν μεγάλες. Ο ηθικός όμως κλονισμός
επέδρασε αποφασιστικά στην εξέλιξη των επιχειρήσεων. Σημειώθηκαν
λιποταξίες και υποχωρήσεις τμημάτων χωρίς διαταγή. Η Βουλγαρική ηγεσία
διέταξε γενική υποχώρηση στη γραμμή Γραδέσνιτσα-Κόζιακα-Μέτση-Κάμεν-
Πρεσλάπ. Το Βουλγαρικό Στρατηγείο και ο Διοικητής Ομάδας Στρατιών Φον
Σολτς ενίσχυσαν το μέτωπο με 5 βουλγαρικά συντάγματα, 2 γερμανικά
τάγματα και 5 πυροβολαρχίες. Η Ομάδα Στρατιών διέταξε επίσης τη
συγκρότηση μιας νέας Μεραρχίας που αποτελούσαν 1 Ταξιαρχία της 3ης ΒΜ
και 1 Ταξιαρχία της 8ης ΒΜ υπό διοίκηση γερμανού Στρατηγού. Αυτά όμως τα
μέτρα λαμβάνονταν πολύ αργά.

γ. 16 Σεπτεμβρίου 1918

(1) Σύμμαχοι
(α) Γαλλοσερβικός Στρατός (Σχεδ. 33)
Η Γιουγκοσλαβική Μεραρχία (ΙΙ ΣΣ) κατέλαβε τον
Κόζιακα. Η Μεραρχία Τιμόκ (ΙΙ ΣΣ) κινήθηκε προς Τόπολετς. Η Ι ΣΣ κατέλαβε
την κορυφογραμμή Σοκόλ μέχρι τη Γραδέσνιτσα. Η βουλγαρική αντίσταση
κάμφθηκε με τη συνδρομή της Γαλλικής Στρατιάς Ανατολής. Το ρήγμα στην
εχθρική παράταξη εκτεινόταν σε 25 χιλ. ανάπτυγμα και μέσο βάθος 7 χιλ.
(β) Γαλλική Στρατιά Ανατολής (ΓΣΑ)-1η ΟΜ-
Βρετανοελληνική Στρατιά-Α' ΣΣ.
Περιορίσθηκαν σε τοπικές ενέργειες για την καθήλωση
του εχθρού. Η Βρετανοελληνική Στρατιά ενέτεινε τις προπαρασκευές της για
την επίθεση στην περιοχή της Δοϊράνης.

(2) Εχθρός
Οι Βουλγαρικές δυνάμεις υποχωρούσαν σε όλο το κεντρικό
μέτωπο παρά την αντεπίθεση στον Κόζιακα και ο Βούλγαρος στρατιώτης δεν
πίστευε πλέον ότι ήταν δυνατό να νικήσει.
192

δ. 17 Σεπτεμβρίου 1918

(1) Σύμμαχοι
(α) Γαλλοσερβικός Στρατός (Σχεδ. 33)
Η Ι ΣΣ κατέλαβε την περιοχή Γραδέσνιτσας, τις κορυφές
Μπόλτσιστας και Μπέσιτσας. Από τη ΙΙ Σερβική Στρατιά καταλήφθηκαν το
Κιουτσούκ-Κάμενε, Τόπολτες, Στούντενα Βόντα και αντερείσματα του
Πρεσλάπ.
(β) ΓΣΑ-1η ΟΜ-Βρετανοελληνική Στρατιά-Α' ΣΣ.
Η προέλαση των Συμμαχικών στρατευμάτων της κύριας
προσπάθειας έφθασε σε βάθος 15 χιλ. μέσα στην εχθρική παράταξη. Οι θέσεις
που καταλήφθηκαν από τα Σερβικά Στρατεύματα ήταν ζωτικής σημασίας.
Έφθαναν σε κοιλάδες ποταμών που συνέκλιναν προς Σιδηρές Πύλες-Κλίνοβο-
Ραζίμπεη και προσφέρονταν για ευκολότερη προέλαση. Ειδικότερα, η ΓΣΑ με
την 11η ΓΑΜ κατέλαβε τα χωριά Σταραβίνα, Ζόβικ και κυρίευσε εχθρικές
οργανώσεις μέχρι τον ποταμό Εριγώνα. Η 1η ΟΜ κατέλαβε το Πρεσλάπ και
δευκόλυνε την προέλαση της Μεραρχίας Τιμόκ (ΙΙ Στρατιάς) προς Βορρά. Το
απόσπασμα Ρουά κατέλαβε το χωριό Πευκωτό. Η Βρετανοελληνική Στρατιά
συνέχιζε τις προπαρασκευές για την επίθεση εναντίον των πλευρών της λίμνης
Δοϊράνης.
(2) Εχθρός
Οι Γερμανοβούλγαροι υποχωρούσαν, εγκαταλείποντας
πολεμικό υλικό και μεγάλο αριθμό τραυματιών . Οι εφεδρείες τους δεν
μπορούσαν να αναχαιτίσουν τη συμμαχική προέλαση παρά το ορεινό και
διακεκομμένο έδαφος.

ε. 18 Σεπτεμβρίου 1918

(1) Σύμμαχοι
(α) Γαλλοσερβικός Στρατός (Σχεδ. 34)
Η Μεραρχία Δουνάβεως (Ι ΣΣ) εγκαταστάθηκε από το
Βερμπέσκο μέχρι Σέλο Μονάστηρο κατά μήκος της δεξιάς όχθης του ποταμού
Εριγώνα. Η Μεραρχία Μοράβα πρωθήθηκε κατα 15 χιλ. Η Μεραρχία Ιππικού
κατευθύνθηκε προς το χωριό Πολότκο, ενώ την ακολουθούσε η Μεραρχία
Μοράβα. Η Μεραρχία Δρίνα κρατήθηκε εφεδρεία στη Βιτόλιστα.

Η ΙΙ ΣΣ συνέτριψε τις τελευταίες αντιστάσεις στη


Στουντένα Βόντα και Κουτσκόφ Κάμενε. Η Μεραρχία Τιμόκ επιτέθηκε
εναντίον του Γκούλουμπατς και η Γιουγκοσλαβική Μεραρχία προέλασε σε 10
χιλ. βάθος προς Κονοπίτσα.
193

(β) ΓΣΑ-1η ΟΜ
Η ΓΣΑ ενισχυμένη με τα 6ο και 12ο ΣΠ της ΙΙΙ
Ελληνικής Μεραρχίας εγκαταστάθηκε κατά μήκος της δεξιάς όχθης (ανατολική)
του ποταμού Εριγώνα από Σέλο Μονάστηρο μέχρι Ζόβικ. Η 1η ΟΜ βοήθησε
την ενέργεια του δεξιού της ΙΙ ΣΣ, με το 35ο Ελληνικό ΣΠ έφθασε στο
Μπλάτετς, έχοντας καταλάβει τα χωριά Αετοχώρι και Νότια.
(γ) Βρετανοελληνική Στρατιά (Σχεδ. 36)
Η Στρατιά έθεσε ως πρώτο ΑΝΣΚ της επιθέσεώς της,
εκατέρωθεν της λίμνης Δοϊράνης, την αποκατάσταση του συνδέσμου των δύο
βρετανικών Σωμάτων Στρατού (ΧΙΙ και XVI) αμέσως βόρεια από τη λίμνη. Στη
συνέχεια, το ΧΙΙ Σώμα Στρατού θα συνέχιζε προς Στρώμνιτσα ενώ το XVI θα
εκαθάριζε το όρος Κερκίνη μέχρι την κοιλάδα του Στρυμόνα ποταμού (από τα
δυτικά προς τα ανατολικά). Το ΧΙΙ Βρετανικό Σώμα άρχισε την επίθεσή του
εναντίον της ισχυρής τοποθεσίας του υψώματος Πυραμίδα (Γκραν Κορονέ) στις
0508 με τη συμμετοχή στο δεξιό της Μεραρχίας Σερρών. Ο αγώνας ήταν
σκληρός με εναλλασσόμενες φάσεις και με βαρύτατες και από τις δύο πλευρές
απώλειες. Μέχρι το βράδυ, η 22η Βρετανική Μεραρχία πέτυχε ασήμαντα μόνο
οφέλη και η Μεραρχία Σερρών την κατάληψη των πρώτων αμυντικών θέσεων.
Η επίθεση του XVI Βρετανικού ΣΣ άρχισε στις 0300 με
τη Μεραρχία Κρήτης, για την κατάληψη της ισχυρής τοποθεσίας Μπλάγκα
Πλάνινα και στη συνέχεια προς Σινιάλ Αλεμάν. Δεν επιτεύχθηκαν τελικά,
σημαντικά αποτελέσματα και η Μεραρχία Κρήτης αποσύρθηκε στην Ευκαρπία.
(δ) Α' ΣΣ
Συνέχισε ενέργειες για την καθήλωση του εχθρού που
είχε απέναντί του.
(2) Εχθρός
Οι 2η και 3η Βουλγαρικές Μεραρχίες υποχωρούσαν προς δύο
αποκλίνουσες κατευθύνσεις, τη μία βορειοανατολικά προς Κονοπίτσα και
Σιδηρές Πύλες και την άλλη βορειοδυτικά προς τον Περλεπέ.
(3) Εντολές Αρχιστρατήγου Φρανσέ Ντ' Εσπεραί
Μετά την ευνοϊκή εξέλιξη διέταξε τις σερβικές δυνάμεις να
συνεχίσουν την καταδίωξη του εχθρού με τη μεγαλύτερη δυνατή ένταση προς
την κατεύθυνση της Μπελαβόνιτσα και Περλεπέ, με την Ι Στρατιά και προς τις
Σιδηρές Πύλες και Καφαδάρ με τη ΙΙ Στρατιά. Η Γαλλική Στρατιά Ανατολής
διατάχθηκε να καλύψει από τα αριστερά την Ι Σερβική Στρατιά και να έχει
ετοιμότητα άμεσης εκμεταλλεύσεως της σερβικής προελάσεως. Η
1η Ομάδα Μεραρχιών θα κάλυπτε από τα δεξιά τη ΙΙ Σερβική Στρατιά και θα
εκδήλωνε την ενέργειά της προς την Ούμα. Η 122 ΓΜ παρέμεινε προσωρινά,
ως εφεδρεία, στις νότιες κλιτύες του Ντομπροπόλιε.

στ. 19 Σεπτεμβρίου 1918


194

(1) Σύμμαχοι
(α) Γαλλοσερβικός Στρατός (Σχεδ. 35)
Η ΙΙ Σερβική Μεραρχία συνέχισε την προέλασή της και
έφθασε με τις Μεραρχίες Τιμόκ και Γιουγκοσλαβική, νότια του Καφαδάρ. Η
Μεραρχία Ιππικού, που είχε τεθεί υπό τη διοίκησή της, την κάλυπτε από τα
δυτικά του Καφαδάρ προς την κατεύθυνση του χ. Βοζάρτσι.
Η Ι ΣΣ αναπτύχθηκε κατά μήκος του Εριγώνα ποταμού
από το Ραζίμπεη μέχρι το Κομανίτσοβο και εγκαταστάθηκε στη δυτική του
όχθη.
(β) ΓΣΑ-1η ΟΜ
Η Γαλλική Στρατιά Ανατολής εγκατέστησε προγεφύρωμα
με την 11η ΓΑΜ στη δυτική όχθη του Εριγώνα, νότια του Σέλο Μονάστηρο.
Η 1η ΟΜ ενεργώντας επιθετικά, απειλούσε την Τζένα και
Ντούντιτσα.
(γ) Βρετανοελληνική Στρατιά (Σχεδ. 36)
Το ΧΙΙ Βρετανικό Σώμα άρχισε την επίθεσή του στο
δυτικό τμήμα της λίμνης Δοϊράνης. Αλλεπάλληλα όμως περιστατικά επέφεραν
την πλήρη αποτυχία της ενέργειάς του. Η Μεραρχία Σερρών, με μειωμένη
δύναμη ανδρών, στελεχών και μέσων, επανέλαβε την επίθεσή της, αφού
ενισχύθηκε με ένα βρετανικό τάγμα και κατέλαβε το ύψωμα Χιλλ. Τμήματά
της, εισέδυσαν στα αμυντικά έργα του δυτικού υψώματος Γκραν Κορονέ. Λόγω
όμως της αποτυχίας της 22ης Βρετανικής Μεραρχίας αναγκάσθηκε να
υποχωρήσει. Η επίθεση του ΧΙΙ Βρετανικού ΣΣ απέτυχε σε όλο το μέτωπο και ο
Διοικητής διέταξε την αναστολή κάθε επιθετικής ενέργειας. Ο Αρχιστράτηγος
Φρανσέ Ντ' Εσπεραί αποφάσισε η Βρετανική Στρατιά να περιορισθεί στην
οργάνωση του εδάφους που κατέλαβε και συγχρόνως να απασχολεί τον εχθρό
που βρισκόταν απέναντί της.
Η Μεραρχία Σερρών αποσύρθηκε στα μετόπισθεν, με
βαριές απώλειες.
(2) Εχθρός
Συνελήφθησαν 5.000 αιχμάλωτοι και 80 πυροβόλα εχθρικά,
κυριεύθηκαν από τις Συμμαχικές δυνάμεις. Η επίθεση της Βρετανικής Στρατιάς
αν και απέτυχε στο σκοπό της, κατόρθωσε ωστόσο να καθηλώσει ισχυρές
εχθρικές δυνάμεις πεζικού και πυροβολικού μεταξύ της λίμνης Δοϊράνης και
του ποταμού Αξιού.

ζ. Από 20 έως 24 Σεπτεμβρίου

(1) Σύμμαχοι (Σχεδ. 35)


(α) Γαλλοσερβικός Στρατός
195

Η Ι ΣΣ από την αριστερή όχθη του ποταμού Εριγώνα


προήλασε προς Περλεπέ, έφθασε στη γραμμή Ροδομπίλι-όρη Δρένσκα-
Πέστανη-Κόλιανη, όπου συνδέθηκε με την 11η ΓΑΜ που ενεργούσε στα
αριστερά της. Παραβίασε κατόπιν τη στενωπό βόρεια του χ. Δρένοβο
(Ντρίνοβο) και απέκοψε την οδό Περλεπέ-Γκράντσκο, απειλώντας την οδό
Περλεπέ-Βελεσσά. Τη νύκτα 23/24 Σεπτεμβρίου κατέλαβε το Πρεσλάπ και το
πρωί τα υψώματα του Ποπόντιγια, έφθασε στο Χάνι Μπαμπούνα και πέρασε το
Ισβόρ.
Η ΙΙ ΣΣ απώθησε τις οπισθοφυλακές της 3ης
Βουλγαρικής Μεραρχίας, κατέλαβε το Καφαδάρ και Βοζάρστι, έφθασε μέχρι
τον ποταμό Αξιό στην περιοχή Δεμίρ-Καπού, Νεγκοτίν όπου δημιούργησε
προγεφύρωμα. Στις 23 Σεπτεμβρίου ενέτεινε τις προσπάθειες για να πετύχει
προγεφύρωμα στα ανατολικά του Αξιού και ιππαστί στην οδό Νεγκοτίν-Ιστίπ. Η
Στρατιά προέλασε στην κορυφογραμμή Σέρτα Πλάνινα. Η Μεραρχία Ιππικού
συνέχιζε προς Ιστίπ την καταδίωξη του εχθρού κυριεύοντας μεγάλο αριθμό
οχημάτων και βλητοφόρων.
(β) ΓΣΑ
Ο Διοικητής της ΓΣΑ διέταξε στις 21 Σεπτεμβρίου την
καταδίωξη του εχθρού σε όλο το μέτωπο του ποταμού Εριγώνα. Τα υψώματα
στα ανατολικά και δυτικά του χωριού Κανίστα είχαν ήδη καταληφθεί και η 35η
Ιταλική Μεραρχία προήλαυνε προς Κανατλάρτσι στα δυτικά της Σελέτσκα
Πλάνινα. Στις 23 Σεπτεμβρίου καταλήφθηκε ο Περλεπές καί η 11η ΓΑΜ με την
ΙΙΙ Ελληνική Μεραρχία ενεργούσαν προς Μπροντ έχοντας αποστολή να
αποκόψουν την οδό Μοναστήρι-Καλκαντελέν.
(γ) 1η Ομάδα Μεραρχιών
Στις 20 Σεπτεμβρίου 1918 δυνάμεις της ΟΜ μάχονται
στις πλαγιές της Σατένας και Τζένας, ενώ άλλες προωθούνται στην
κορυφογραμμή Μαριάνσκα Πλάνινα και καταλαμβάνουν την Πόρτα του αυχένα
Τζένας, το Κετσί Καγιά και την κορυφή Σαρένας. Το βράδυ της 22ης
Σεπτεμβρίου οι δυνάμεις κατέχουν τη γραμμή από τις νοτιοανατολικές πλαγιές
της Μαριάνσκα Πλάνινα-Αξιό ποταμό-όρος Μπλάτες και καταλαμβάνεται και
τη Γευγελή. Στις 23 Σεπτεμβρίου τμήματα της Ομάδας κατέλαβαν την
Κοπρινίτσα-Μιρόφτσα, το Δαβίδοβο και πέρασαν τον Αξιό.
(δ) Βρετανοελληνική Στρατιά
Στις 20 Σεπτεμβρίου η XIV Ελληνική Μεραρχία τίθεται
υπό τη διοίκηση του ΧΙΙ Βρετανικού ΣΣ και στις 21 Σεπτεμβρίου τίθεται ΥΔ
της 26ης ΒΜ και διατάσσεται να καταλάβει το χ. Εύζωνοι.
Στις 22 Σεπτεμβρίου εφαρμόζεται ο εξής ελιγμός:
Μετέφερε το Στρατηγείο του XVI ΣΣ στην αριστερή
πτέρυγα της διατάξεώς του και έθεσε ΥΔ την XIV Ελληνική Μεραρχία, την 26η
ΒΜ και αργότερα και την 27η ΒΜ.
196

Το ΧΙΙ ΣΣ θα τηρούσε ΥΔ του, την 22η ΒΜ, το 2ο


Σύνταγμα Ζουάβων, την 28η ΒΜ, τη Μεραρχία Κρήτης και την 228η
Βρετανική Ταξιαρχία. Επιδίωξή του ήταν να καταστήσει το XVI Βρετανικό ΣΣ
προελαύνουσα πτέρυγα της Στρατιάς. ΑΝΣΚ είχε την κοιλάδα της
Στρώμνιτσας, με υπερκέραση του Μπέλες από τα δυτικά. Το ΧΙΙ Βρετανικό ΣΣ
θα ενεργήσει μετωπικά από τα νοτιοδυτικά προς Μπάλαγκα Πλάνινα-Βισόκα-
Τσούκα-Τριεθνές. Το βράδυ η Στρατιά κατείχε τη γραμμή Καρά Ουλάρ-
Χασανλή-Ντιουγκούτ Χιλ-Αξιός. Στις 23 Σεπτεμβρίου, το XVI Βρετανικό ΣΣ
προήλασε μέχρι τα χωριά Φούρκα και Δεδελή και το ΧΙΙ Βρετανικό ΣΣ
κατέλαβε μέρος της κορυφογραμμής Μπάλαγκα Πλάνινα. Ο Αρχιστράτηγος
διέταξε την επίσπευση των ενεργειών προς Κωστουρίνο και Σινιάλ Αλεμάν
(Τριεθνές). Στις 24 Σεπτεμβρίου, η Στρατιά προήλασε μέχρι τη γραμμή Δεδελή-
Κωστουρίνο-Θεοδώροβο.
(ε) Α' ΣΣ
Αναλαμβάνει τον αντιπερισπασμό στο μέτωπο του
Στρυμόνα. Θα κατευθυνθεί προς Σιδηρόκαστρο αν επρόκειτο για ενέργεια
εναντίον της στενωπού του Ρούπελ, σε σύνδεσμο με τις υπόλοιπες Συμμαχικές
δυνάμεις.
(2) Εχθρός
Ο εχθρός διέθεσε στο μέτωπο του Σερβικού Στρατού 3
βουλγαρικά συντάγματα και 1 γερμανικό από την Κριμαία που δεν κατόρθωσαν
όμως να κάμψουν την προέλαση των Συμμαχικών δυνάμεων. Συνελήφθησαν
7.000 αιχμάλωτοι και κυριεύθηκαν πάνω από 100 πυροβόλα. Η ΧΙ Γερμανική
Στρατιά αποκόπηκε τελείως από τις Ι και ΙΙ Βουλγαρικές Στρατιές από την
προέλαση των Σερβικών Στρατευμάτων στην περιοχή Σιδηρές Πύλες (Δεμίρ-
Καπού)-Καφαδάρ. Η Ι Σερβική Στρατιά πέτυχε μεγάλης σημασίας αποτέλεσμα
με την κατάληψη των υψωμάτων Χάνι-Μπαμπούνας, επειδή οι βουλγαρικές
δυνάμεις δεν μπορούσαν να αμυνθούν πια στις θέσεις του ποταμού
Μπαμπούνα. Ο σύνδεσμος μεταξύ Ι Βουλγαρικής Μεραρχίας και ΧΙ
Γερμανικής Στρατιάς διακόπηκε εντελώς και για την υποχώρηση υπήρχε μόνο η
οδός Κίτσεβο-Καλκαντελέν-Σκόπια.

η. Από 25 έως 29 Σεπτεμβρίου 1918

(1) Σύμμαχοι (Σχεδ. 35)

Το XVI Βρετανικό ΣΣ κατέλαβε τη γραμμή Κωστουρίνο-ύψ.


850, και η 26η Βρετανική Μεραρχία πέρασε τα Σερβοβουλγαρικά σύνορα και
μπήκε πρώτη από τους Συμμάχους στο βουλγαρικό έδαφος και από τότε, τα
συμμαχικά στρατεύματα συνέχισαν την προέλασή τους σε όλο το μέτωπο χωρίς
καμιά βουλγαρική αντίσταση. Μόνο στην προέλαση της Μεραρχίας Κρήτης τα
197

βουλγαρικά στρατεύματα πρόβαλαν αντίσταση στην περιοχή της Κερκίνης


(Μπέλες). Η XIV Ελληνική Μεραρχία έδωσε μάχη στο χωριό Γενίκιοϊ
(Νοβοσέλο). Στις 26 καταλαμβάνεται η Στρώμνιτσα από μονάδες του XVIου
Βρετανικού ΣΣ. Στις 29 Σεπτεμβρίου καταλαμβάνονται αιφνιδιαστικά τα
Σκόπια από τη Γαλλική Ταξιαρχία Ιππικού (της ΓΣΑ).
(2) Εχθρός
Ο εχθρός υποχωρεί σε όλο το μέτωπο από Δοϊράνη έως
Μοναστήρι με μεγάλη αταξία. Η ΧΙ Γερμανική Στρατιά υποχωρεί προς βόρεια,
βορειοδυτικά, από την οδό Δολέντσι-Σκοπίων. Οι ηγήτορες της Βουλγαρικής
Στρατιάς, παραιτούνται από οποιαδήποτε αναχαίτηση της Συμμαχικής
προελάσεως, λόγω πτώσεως του ηθικού του Στρατού της. Συνέρχεται
Υπουργικό Συμβούλιο υπό την Προεδρία του Βασιλέως Φερδινάνδου στη
Σόφια και λαμβάνεται η απόφαση για διαπραγματεύσεις με τους Συμμάχους,
παύση των επιχειρήσεων και συνομολόγηση χωριστής ειρήνης.
Στον τομέα του XVI Βρετανικού ΣΣ, Βούλγαροι αξιωματικοί
έφεραν σημαία λευκή και επιστολή για 48ωρη διακοπή των εχθροπραξιών. Σ'
αυτό το διάστημα απεσταλμένοι θα έφερναν προτάσεις ανακωχής. Η ανακωχή
υπογράφεται στις 2300 της 29ης Σεπτεμβρίου 1918. Η Βουλγαρική Επιτροπή
αποδέχθηκε τις προτάσεις του Αρχιστρατήγου Φρανσέ Ντ' Εσπεραί. Οι
εχθροπραξίες θα σταματούσαν το μεσημέρι της επόμενης μέρας.

θ. 30 Σεπτεμβρίου 1918 (Σχεδ. 35)

Η διαταγή καταπαύσεως των εχθροπραξιών έφθασε στις Συμμαχικές


Μονάδες προς το βράδυ της 30ής Σεπτεμβρίου και η ώρα παραλαβής της από
τις διάφορες μονάδες, εξαρτήθηκε από την απόσταση και τον τρόπο
διαβιβάσεως. Η κατεχόμενη γραμμή από τα Συμμαχικά Στρατεύματα τη μέρα
της καταπαύσεως των εχθροπραξιών ήταν η εξής από τα δυτικά προς τα
ανατολικά: Κίτσεβο-Σκόπια-Κουμάνοβο-Οσογκόφσκα-Τσάρεβο Σέλο-
Πλασκοβίτσα Πλάνινα-Βλαδιμίροβο-Τύρνοβο-Γενίκιοϊ-όρος Μπέλες-Άνω
Πορόια-Κοιλάδα Στρυμόνα ποταμού.

6. Αποτελέσματα

α. Απώλειες Συμμάχων

Στο μέτωπο της κύριας προσπάθειας, κατά τη διάρκεια της διαρρήξεως


της εχθρικής τοποθεσίας, οι απώλειες των Συμμάχων ήταν, 78 αξιωματικοί και
2.451 οπλίτες. Το αποτέλεσμα της δεκαπενθήμερης διεξαγωγής των
επιχειρήσεων ολοκληρώθηκε με σχετικά περιορισμένες απώλειες 17.295
ανδρών από τους οποίους 4.270 σκοτώθηκαν ή εξαφανίσθηκαν (εκτός από
198

αυτούς που αναφέραμε παραπάνω). Οι απώλειες της Ελλάδας αποτέλεσαν το


30% από αυτές των συμμάχων, δηλαδή 834 νεκροί, 671 εξαφανισθέντες και
3.790 τραυματίες.

β. Απώλειες Εχθρού

Στο μέτωπο της κύριας προσπάθειας κατά τη διάρκεια της διαρρήξεως


της εχθρικής τοποθεσίας, οι απώλειες του εχθρού έφθασαν το 40-60% της
δυνάμεως των μαχητών. Το μεγαλύτερο μέρος ήταν φυγάδες και αιχμάλωτοι
(3.000). Στο διάστημα της δεκαπενθήμερης διεξαγωγής των επιχειρήσεων
συνελήφθησαν 90.000 αιχμάλωτοι και από αυτούς 1.600 αξιωματικοί. Σ' αυτόν
τον αριθμό δεν περιλαμβάνονται οι άνδρες που αιχμαλωτίσθηκαν σε εκτέλεση
της ανακωχής. Ακόμη, κυριεύθηκαν 800 πυροβόλα και μεγάλη ποσότητα
πολεμικού υλικού.

7. Διαπιστώσεις-Συμπεράσματα

α. Το αποτέλεσμα της Συμμαχικής νίκης στο Μακεδονικό Μέτωπο ήταν


πολύ μεγάλης σημασίας, διότι επέφερε διαδοχικά τη συνθηκολόγηση της
Βουλγαρίας, Αυστροουγγαρίας και Τουρκίας. Επέτρεψε ακόμη την
απελευθέρωση ελληνικών και σερβικών εδαφών και εδημιούργησε το κλίμα για
τη συνθηκολόγηση της Γερμανίας στις 11 Νοεμβρίου 1918, καθώς και τον
τερματισμό του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

β. Το σχέδιο της διασπάσεως του Μακεδονικού Μετώπου στο


ισχυρότερο σημείο του ήταν άριστο, επειδή διαχώρισε στην περιοχή
Γκράντσκο-Νεγκοτίν τη ΧΙ Γερμανική και την Ι Βουλγαρική Στρατιά.

γ. Η περιοχή που επιλέχθηκε ήταν η πιο σκληρή της βουλγαρικής


διατάξεως και η πιο ορεινή, που δυσκόλευε την προέλαση και ισχυρά
οργανωμένη. Είχε όμως και τα παρακάτω πλεονεκτήματα που διαπίστωσε
έγκαιρα η Συμμαχική ηγεσία:
(1) Οι θεωρούμενες ως ισχυρότερες ΧΙ Γερμανική και Ι
Βουλγαρική Στρατιές θα διαχωρίζονταν, εφόσον πετύχαινε η διάσπαση σ' αυτήν
την περιοχή και προσβαλόταν αμέσως ο συγκοινωνιακός κόμβος Γκράντσκο.
(2) Παρακαμπτόταν η φυσικά οχυρωμένη στενωπός Σιδηρές Πύλες.
Βγαίνει το συμπέρασμα, επομένως, πως όταν πρόκειται για ανάληψη
επιθέσεως σε πεδίο που αποτελείται από στενούς πεδινούς τομείς και από
ιδιαίτερα ορεινούς τομείς, όπως τα βαλκανικά εδάφη, είναι προτιμότερο να
προσβληθεί αποφασιστικά ο ορεινός τομέας με τα αναγκαία μέσα και δυνάμεις
199

γι' αυτόν το σκοπό. Τα αποτελέσματα θα είναι πολύ ανώτερα και θα επιφέρουν


την κατάρρευση της εχθρικής άμυνας.

δ. Ο εχθρός κατάλαβε ότι ετοιμαζόταν σοβαρή επίθεση εναντίον του


παρά τα μέτρα ασφαλείας της Συμμαχικής ηγεσίας για την απόκρυψη των
προπαρασκευών της επιθέσεως. Οι Βούλγαροι γνώριζαν ήδη πως η επίθεση θα
γινόταν στον τομέα του Ντομπροπόλιε και τον ενίσχυσαν με 6 τάγματα και με
άλλα αμυντικά μέσα. Παρ' όλα αυτά υπέστησαν στρατηγικό αιφνιδιασμό που
φάνηκε από την τμηματική διάταξη των εφεδρειών τους και από το ότι
διέθεσαν σοβαρές ενισχύσεις στο Μοναστήρι. Συμπεραίνεται, επομένως, ότι για
να έχει επιτυχία η άμυνα σε περιοχή ορεινή, είναι απαραίτητο να γίνει
συνδυασμός άμυνας με αντεπιθέσεις μεγάλης κλίμακας. Η παθητική άμυνα σε
τοποθεσία ακόμη και καλά οργανωμένη περιέχει σπέρμα ήττας του αμυνόμενου
και οδηγεί στην καταστροφή.

ε. Ο αγώνας πυροβολικού και οι ζωηρές επιχειρήσεις των Συμμάχων, σε


όλο το μέτωπο, από τις 20 Αυγούστου, για να καλύψουν τις προπαρασκευές της
κύριας επιθέσεως, έκαναν να διαφανεί στους αντιπάλους ότι η απειλή
παρουσιάζεται σε όλο το μέτωπο και να τοποθετήσουν τις εφεδρείες τους
τμηματικά και άστοχα.

στ. Η αγκίστρωση του εχθρού, σύμφωνα με το Συμμαχικό Σχέδιο, στα


αρχικά στάδια στις περιοχές εκτός του μετώπου ήταν εύστοχη και πετυχημένη.
Εξασφαλίσθηκαν έτσι οι αναγκαίες δυνάμεις για την κύρια επίθεση, ο όγκος
πυροβολικού υποστηρίξεως και η συνεχής πλευρική κάλυψή της (Γαλλική
Στρατιά Ανατολής-1η ΟΜ). Ακόμη, δεν ήταν πλέον εύκολο στον εχθρό, να
αποσύρει σημαντικά τμήματα από το υπόλοιπο μέτωπο, για συγκρότηση
σημαντικής εφεδρείας που να επέμβει, όπου χρειαζόταν.

ζ. Η χρησιμοποίηση των σερβικών δυνάμεων από τον Αρχιστράτηγο


Φρανσέ Ντ' Εσπεραί για τη διάρρηξη του μετώπου στην περιοχή Ντομπροπόλιε
και για την εκμετάλλευση της επιτυχίας προς Καφαδάρ-Νεγκοτίν-Γκράντσκο,
ήταν εύστοχη ενέργεια, διότι οι Σέρβοι πολεμούσαν για την απελευθέρωση των
εδαφών τους, την πλήρωση των εθνικών τους βλέψεων, ήταν συνηθισμένοι
στον ορεινό πόλεμο, γνώριζαν τις περιοχές της Νότιας Σερβίας και της μέσης
κοιλάδας του Αξιού και ήταν εφοδιασμένοι με άφθονες μονάδες ορεινών
μεταφορών.

η. Η ήττα του Βουλγαρικού Στρατού πρέπει να αποδοθεί κυρίως στο


χαμηλό επίπεδο του ηθικού και την έλλειψη γενικών και τοπικών εφεδρειών. Ο
200

ηθικός παράγοντας επομένως, καθώς και η έγκαιρη αντεπίθεση στις κρίσιμες


φάσεις της επιθέσεως προέχουν.

θ. Η σημαντική συμβολή του Ελληνικού Στρατού που αποτελούσε το


34% των συμμαχικών δυνάμεων, και οι θυσίες του, επέτρεψαν στην Ελλάδα να
συμμετάσχει στις Συνθήκες των Σεβρών και του Νεϊγύ, οι οποίες επιδίκασαν
προς όφελός της τη δυτική και ανατολική Θράκη και αργότερα της ανατέθηκε η
κατάληψη της Σμύρνης.
Η ΜΑΧΗ ΔΟΡΥΛΑΙΟΥ - ΣΕΪΝΤΗ ΓΑΖΗ
(8 Ιουλίου 1921)

1. Εισαγωγή

Οι επιχειρήσεις του Μαρτίου 1921, όχι μόνο δεν προώθησαν τη λύση του
Μικρασιατικού προβλήματος από ελληνικής πλευράς, αλλά, αντίθετα, είχαν
δυσμενή επίδραση. Η Ελληνική Κυβέρνηση αντιμετώπιζε τότε δύο λύσεις, ή να
αρχίσει νέες επιχειρήσεις, με όλες τις στρατιωτικές δυνάμεις τις οποίες
μπορούσε να διαθέσει η χώρα, για να πετύχει τη στρατιωτική λύση του
ζητήματος, ή να αποχωρήσει από τη Μικρά Ασία. Μεταξύ των δύο αυτών
λύσεων αποφάσισε να υιοθετήσει την πρώτη, μετά και από την απόρριψη από
την Κυβέρνηση της ΄Αγκυρας, των συμβιβαστικών προτάσεων της Διασκέψεως
της 27ης Φεβρουαρίου 1921 στο Λονδίνο για την κατάπαυση των
εχθροπραξιών, και μετά από υπόδειξη της Βρετανικής Κυβερνήσεως για
συνέχιση του αγώνα.
Με τη λήψη της παραπάνω αποφάσεως συμφώνησε και η Διοίκηση της
Στρατιάς Μικράς Ασίας. Η Κυβέρνηση της έδωσε εντολή, να υποβάλει
προτάσεις για τη συμπλήρωση των αναγκών της σε προσωπικό και μέσα και
παράλληλα να εκπονήσει σχέδιο για την όσο το δυνατό ταχύτερη έναρξη
επιθετικών επιχειρήσεων μεγάλης κλίμακας για καταστροφή του τουρκικού
στρατού και εξαναγκασμό της Κυβερνήσεως της ΄Αγκυρας σε συνθηκολόγηση.
Κατόπιν, η Διοίκηση της Στρατιάς έχοντας υπόψη ότι οι δυνάμεις της
ήταν χωρισμένες σε δύο "Ομάδες", από τις οποίες η Βόρεια βρισκόταν στην
περιοχή Προύσας και η Νότια στην περιοχή Ουσάκ, που τις χώριζε η
στερούμενη συγκοινωνιών ορεινή περιοχή του Σιμάβ, εκτός της κατεχόμενης
από τους Τούρκους οδού Ουσάκ-Τσεντίζ-Κιουτάχεια, έκρινε ότι έπρεπε να γίνει
η προέλαση ανατολικά για τη συνένωση των δύο Ομάδων. Η συνένωση αυτή
θα γινόταν επάνω στη γραμμή Δορύλαιο (Εσκή Σεχήρ) - Κιουτάχεια-Αφιόν
Καραχισάρ, όχι μόνο για την εξουδετέρωση του μειονεκτήματος που
προαναφέρθηκε, αλλά και για την, κατά το δυνατό, συντριβή της αντίπαλης
στρατιωτικής δυνάμεως.
Στη συνέχεια, η Στρατιά, αφού ενισχύθηκε με εφέδρους πέντε κλάσεων
που επιστρατεύθηκαν, με τρεις Μεραρχίες (ΙV, ΙΧ και ΧΙΙ) που αποβιβάσθηκαν
στη Σμύρνη και με εφοδιασμό οπλισμού, υλικού και αυτοκινήτων, εκπόνησε
ανάλογο σχέδιο επιχειρήσεων, για την υλοποίηση της παραπάνω αποφάσεώς
της.
2. Περιγραφή του Πεδίου της Μάχης

α. Η εδαφική έκταση στην οποία διεξήχθησαν οι επιχειρήσεις, τους


μήνες Ιούνιο και Ιούλιο 1921, αποτελεί τμήμα της δυτικής Μικράς Ασίας,
καθώς και τμήμα του κεντρικού Μικρασιατικού υψιπέδου. Η έκταση αυτή είναι,
κατά το μεγαλύτερο μέρος, ορεινή με μέσο ύψος πάνω από 1.500 μέτρα. Η
δυτική και η νότια πλευρά διασχίζεται από ορεινή αλυσίδα, η οποία αρχίζει από
τον ΄Ολυμπο της Μυσίας και συνεχίζεται προς Νότο με τα όρη Ντουμανίτς και
Μουράτ Νταγ. Μετά, στρέφεται ανατολικά και νότια και στοιχίζεται στα όρη
Ακάρ Νταγ, Καμελάρ Νταγ και Σουλτάν Νταγ και καταλήγει στην κορυφή του
Λυκιανού Ταύρου, Μποζ Μπουρούν.

β. Οι πιο ψηλοί ορεινοί όγκοι αυτής της αλυσίδας αλλά και ολόκληρης
της περιοχής είναι στο νότιο τμήμα, στην αρχαία Φρυγία, το Μουράτ Νταγ
(Δίδυμο όρος) με ύψος περίπου 2.500 μέτρα και στο βόρειο τμήμα, στην αρχαία
Μυσία, ο ΄Ολυμπος (Κεσίς Νταγ) με το ίδιο ύψος. Η περιοχή του υψιπέδου
Σιμάβ (Νταγ), που είναι πολύ ορεινή και στερείται συγκοινωνιών,
παρεμβάλλεται και διακόπτει την επικοινωνία μεταξύ των περιοχών Προύσας
και Ουσάκ.

γ. Από πλευράς υδατογραφίας, υπάρχουν στην αναφερόμενη περιοχή οι


παρακάτω ποταμοί :
(1) Στο βόρειο τμήμα ο Αδρανός, που πηγάζει από τον ορεινό όγκο
Μουράτ Νταγ, ρέει βόρεια και βορειοδυτικά, και χύνεται στη λίμνη Αρτυνία.
(2) Στο δυτικό τμήμα της περιοχής, οι ποταμοί ΄Ερμος και
Μαίανδρος που ακολουθούν κατεύθυνση από την Ανατολή προς τη Δύση και
εκβάλλουν στις ακτές της Ιωνίας.
(3) Βορειοανατολικά και ανατολικά ρέει ο ποταμός Πουρσάκ, που
εκβάλλει στο Σαγγάριο, κοντά στο Γόρδιο.
(4) Τέλος, στο βορειοανατολικό τμήμα της περιοχής, βρίσκεται ο
ποταμός Σαγγάριος, ο οποίος, ενώ αρχικά ρέει ανατολικά, στη συνέχεια και
μετά από ευρεία καμπή στρέφεται δυτικά και έπειτα βόρεια, για να εκβάλλει
στον Εύξεινο Πόντο.

δ. Από πλευράς συγκοινωνιών υπάρχουν :


(1) Η σιδηροδρομική γραμμή Βαγδάτης, από Καρακιόι, μέσω Εσκή
Σεχήρ προς ΄Αγκυρα και από Εσκή Σεχήρ, μέσω Κιουτάχειας, προς Αφιόν
Καραχισάρ-Ικόνιο-΄Αδανα, που εξυπηρετούσε την Τουρκική Διοίκηση.
(2) Η γραμμή Σμύρνης-Αφιόν Καραχισάρ εξυπηρετεί μέχρι Ουσάκ
την Ελληνική Διοίκηση και από το Τουμλού Μπουνάρ στο Αφιόν Καραχισάρ-
Ικόνιο, την Τουρκική.
203

(3) Στο βόρειο τμήμα της περιοχής υπήρχε καλή σκυρόστρωτη


οδός, που οδηγούσε από Προύσα μέσω Καρακιόι προς Εσκή Σεχήρ, καθώς και
δευτερεύουσα οδός, παράλληλη και βόρεια προς την πρώτη, από Κίον μέσω
Γενή Σεχήρ προς Δορύλαιο.
(4) Από την περιοχή Προύσας, άλλη οδός, στην αρχή σκυρόστρωτη
και στη συνέχεια καροποίητη, κατευθυνόταν προς Κιουτάχεια.
(5) Από την περιοχή Ουσάκ υπήρχε σκυρόστρωτη οδός προς
Κιουτάχεια και καροποίητη προς Αφιόν Καραχισάρ. Επίσης, ανατολικά της
σιδηροδρομικής γραμμής Εσκή Σεχήρ-Κιουτάχεια-Αφιόν Καραχισάρ υπήρχαν
μόνο καροποίητες οδοί.

ε. Η εδαφική διαμόρφωση του χώρου των επιχειρήσεων στο σύνολό του,


το υψίπεδο Σιμάβ που μεσολαβεί και η δυσκολία των συγκοινωνιών, επέβαλαν
τη συγκρότηση των Μονάδων της Στρατιάς σε δύο Ομάδες. Η απόσταση
μεταξύ τους ήταν περίπου 200 χιλιόμετρα σε ευθεία γραμμή από Βορρά προς
Νότο, δηλαδή από την περιοχή Προύσας - Κίου προς την περιοχή Ουσάκ-
Μπουνάζ.

στ. Η Τουρκική Διοίκηση, αφού έλαβε υπόψη της και τις επιχειρήσεις του
Μαρτίου 1921, ισχυροποίησε τις εξής αμυντικές τοποθεσίες :
(1) Αβγκίν - Κοβαλίτσα για κάλυψη του Εσκή Σεχήρ από την
κατεύθυνση Προύσας.
(2) Τουμλού Μπουνάρ και ανατολικότερα το συγκρότημα Μπαλ
Μαχμούτ, για κάλυψη του Αφιόν Καραχισάρ από την κατεύθυνση Ουσάκ.
(3) Τα υψώματα της Κιουτάχειας, για κάλυψή της από τις δύο
παραπάνω κατευθύνσεις.

3. Γενική Κατάσταση, Δυνάμεις και Διάταξη Αντιπάλων

α. Τούρκων
Ολόκληρος ο τουρκικός στρατός, τέθηκε κάτω από τις διαταγές του
Διοικητή του δυτικού Μετώπου, Ισμέτ Πασά που τον αποτελούσαν 16
Μεραρχίες Πεζικού, 4 Μεραρχίες και 1 Ταξιαρχία Ιππικού, συνολικής
δυνάμεως 66.000 ανδρών περίπου, που είχαν κατενεμηθεί ως εξής :
(1) Ι Ομάδα (1η, 11η, 23η, 61η Μεραρχίες, 3η Μεραρχία
Καυκάσου, 3η Μεραρχία Ιππικού) στη γραμμή Μετρές Τεπέ - Κοβαλίτσα -
Καρσάκ, για κάλυψη του Εσκή Σεχήρ από την κατεύθυνση Προύσας.
(2) ΙΙΙ Ομάδα (4η, 24η, 41η Μεραρχίες και 1η Μεραρχία Ιππικού)
στη γραμμή Καρλίκ-Γιαλιτζέ Νταγ-Κοτζά Νταγ (όχι) για κάλυψη της
Κιουτάχειας.
204

(3) IV Ομάδα (5η, 7η, 8η Μεραρχίες και 2η Μεραρχία Ιππικού) στη


γραμμή Κοτζά Νταγ (ναι)-Ακτσάλ Νταγ-Νασούτ Τσαλ (ύψ. 1.799) για κάλυψη
του τομέα αμέσως νότια και νοτιοανατολικά της Κιουτάχειας.
(4) ΧΙΙ Ομάδα (57η Μεραρχία, Μεραρχία Συγκροτήματος και 4η
Ταξιαρχία Ιππικού) στην τοποθεσία Μπαλ Μαχμούτ, για κάλυψη του Αφιόν
Καραχισάρ. Αργότερα, η Ομάδα αυτή μετακινήθηκε προς Βορρά, κατέλαβε τη
γραμμή Αϊραντζίκ-υψώματα Καραμπουγιού Ρουκλού Νταγ.
(5) Επιπλέον, η 6η Μεραρχία ήταν αναπτυγμένη από το αριστερό
της Μεραρχίας Συγκροτήματος μέχρι την περιοχή Αϊδινίου, κατά μήκος της
κοιλάδας του Μαίανδρου και η 15η Μεραρχία και 14η Μεραρχία Ιππικού στην
περιοχή νοτιοδυτικά του Δορυλαίου. Το Σώμα Στρατού Συγκροτήματος, που
περιλάμβανε τη 17η Μεραρχία και μερικά ανεξάρτητα αποσπάσματα, ήταν
αναπτυγμένο στην περιοχή νότια της Νικομήδειας μέχρι το Σαγγάριο ποταμό.

β. Ελλήνων

Για την εκτέλεση των επιχειρήσεων η Στρατιά συγκρότησε δύο


τμήματα :
(1) Το Νότιο τμήμα Στρατιάς, που συγκεντρώθηκε στην περιοχή
Ουσάκ, γενικά, και περιλάμβανε :
(α) Το Α΄ Σώμα Στρατού (Ι και ΙΙ Μεραρχίες).
(β) Το Β΄ Σώμα Στρατού (V και ΧΙΙΙ Μεραρχίες).
(γ) Το Νότιο Συγκρότημα Μεραρχιών (ΙV και ΧΙΙ
Μεραρχίες)
(δ) Το Μικτό Απόσπασμα ΙΧ Μεραρχίας (5 ΤΠ και ΜΟΠ) που
προσκολλήθηκαν σε αυτό η Ταξιαρχία Ιππικού, το Σύνταγμα βαρέος
Πυροβολικού, οι Β΄ και Δ΄ Μοίρες Αεροπλάνων, Τάγμα Μηχανικού, Λόχος
Γεφυροποιών και Τάγμα Σιδηροδρόμων.
(2) Το Βόρειο Τμήμα Στρατιάς, που συγκεντρώθηκε στην περιοχή
Προύσας, γενικά, και περιλάμβανε :
(α) Το Γ΄ Σώμα Στρατού (VII και Χ Μεραρχίες).
(β) Το Βόρειο Συγκρότημα Μεραρχιών (ΙΙΙ και ΧΙ
Μεραρχίες).
(3) Η Στρατιά θα είχε κάτω από την άμεση διοίκησή της το Νότιο
Τμήμα Στρατιάς, ενώ τη διοίκηση του Βόρειου Τμήματος θα αναλάμβανε ο
Διοικητής του Γ΄ ΣΣ.

4. Σχέδια και Αποστολές Αντιπάλων

α. Τούρκων
205

΄Αμυνα αρχικά για κάλυψη ζωτικών περιοχών Εσκή Σεχήρ,


Κιουτάχειας και Αφιόν Καραχισάρ και ταυτόχρονα εκτέλεση καταδρομικών
ενεργειών, στα μετόπισθεν της Ελληνικής Στρατιάς. Στη συνέχεια, μετά τη
συγκέντρωση ανάλογων δυνάμεων, επίθεση για την καταστροφή της. Για το
σκοπό αυτό, η Τουρκική Διοίκηση οργάνωσε αμυντικές τοποθεσίες και
καθόρισε αποστολές, όπως παρακάτω :
(1) Στην Ι Ομάδα Μεραρχιών (Βόρειο Μέτωπο), την απόφραξη των
οδεύσεων που οδηγούν από την περιοχή Προύσας προς Εσκή Σεχήρ, με
αμυντική εγκατάσταση στην τοποθεσία Σεϋγκούντ Αβγκίν-Κοβαλίτσα.
(2) Στην ΙΙΙ Ομάδα Μεραρχιών (Κεντρικό Μέτωπο), την απόφραξη
των οδεύσεων από τις περιοχές Προύσας-Αδρανός-Ταουσανλή, με αμυντική
εγκατάσταση στη γενική τοποθεσία Καρλίκ-Γιαλιντζέ Νταγ-Καμπάκ Ντεντέ-
Κοτσάκ (όχι), με επέκταση του δεξιού της βορειοδυτικά της Κιουτάχειας και
μέχρι το αριστερό της Ιης Ομάδας.
(3) Στην ΙV Ομάδα Μεραρχιών (Νότιο Μέτωπο), την απόφραξη
των οδεύσεων από την περιοχή Ουσάκ προς Κιουτάχεια, με αμυντική
εγκατάσταση στη γενική τοποθεσία Κοτσάκ (ναι) - Ακ Τσάλ-Ντερμελή Νταγ-
Χασάν Τσαλ, σε σύνδεσμο με την ΙΙΙ Ομάδα.
(4) Στη ΧΙΙ Ομάδα Μεραρχιών, αμυντική εγκατάσταση στο ορεινό
συγκρότημα Μπαλ Μαχμούτ, για την κάλυψη του Αφιόν Καραχισάρ από δυτικά
και νότια.

β. Ελλήνων

Ο γενικός σκοπός του σχεδίου της Στρατιάς ήταν η συντριβή των


τουρκικών δυνάμεων, με υπερκέραση του αμυνόμενου τουρκικού στρατού στην
περιοχή Κιουτάχειας και από τα δύο πλευρά, και την αποκοπή της
υποχωρήσεώς του, καθώς και την κατάληψη του Δορυλαίου, κύριου κέντρου
ανεφοδιασμού των Τούρκων. Για το σκοπό αυτό, δόθηκαν οι παρακάτω γενικές
αποστολές :
(1) Το Νότιο Συγκρότημα Μεραρχιών, να καταλάβει το Μπάλ
Μαχμούτ, τον κόμβο Αφιόν Καραχισάρ και ανατολικότερα αυτού, με επιδίωξη
την αποκοπή της υποχωρήσεως των Τούρκων ανατολικά.
(2) Τα Α΄ και Β΄ ΣΣ, αφού κινηθούν αρχικά ανατολικά και μετά
βόρεια, να προσβάλλουν την τοποθεσία Νότια της Κιουτάχειας (Ελμανλή Ντάγ-
Ακτσάλ Νταγ) και να αποκόψουν την υποχώρηση των Τούρκων προς Σεϊντή
Γαζή - Αλπήκιοϊ.
(3) Το απόσπασμα της ΙΧ Μεραρχίας, κινούμενο στην οδό Ουσάκ
Κιουτάχειας, να επιτεθεί κατά μέτωπο στον αντίπαλο που βρισκόταν μπροστά
του.
206

(4) Το Γ΄ ΣΣ, αφού προελάσει μέσω του Ολύμπου της Μυσίας και
της κοιλάδας του Αδρανού ποταμού, να επιτεθεί κατά της δεξιάς πτέρυγας του
μετώπου της Κιουτάχειας, από Αρσανλή μέχρι Ακ Τεπέ, με επιδίωξη την
κύκλωση του εχθρού από Βορρά και την αποκοπή της υποχωρήσεώς του προς
Δορύλαιο.
(5) Τέλος, το Βόρειο Συγκρότημα Μεραρχιών, αφού προελάσει με
κατεύθυνση το Δορύλαιο, να απασχολεί έντονα τον αντίπαλο.

5. Διεξαγωγή της Μάχης

α. Βάσει των αναφερόμενων σχεδίων και αποστολών, οι επιχειρήσεις της


Στρατιάς εξελίχθηκαν όπως παρακάτω :
(1) Στο Βόρειο Τομέα το Γ΄ΣΣ, στις 2 και 3 Ιουλίου, επιτέθηκε
στην κατεύθυνσή του εναντίον του τουρκικού μετώπου και μετά από διήμερο
αγώνα ανάγκασε τους Τούρκους σε υποχώρηση, αφού συνέλαβε αιχμαλώτους
και κυρίευσε κάθε είδους υλικό. Στις 4 Ιουλίου, με τη σύμπραξη και του
Αποσπάσματος της ΙΧ Μεραρχίας, κατέλαβε την Κιουτάχεια και καταδίωξε τον
εχθρό προς το Εσκή Σεχήρ, το οποίο κατέλαβε στις 6 Ιουλίου. Στο μεταξύ, το
Βόρειο Συγκρότημα Μεραρχιών, έφθασε στο Νασίφ Πασά - Μπελετζίκ και
απασχόλησε τους αντιπάλους.
(2) Το Νότιο Συγγκρότημα Μεραρχιών, μετά από σύντομο αγώνα,
κατέλαβε το Αφιόν Καραχισάρ στις 30 Ιουνίου και απώθησε τους Τούρκους
ανατολικά.
(3) Το Β΄ ΣΣ εξόρμησε στις 29 Ιουνίου και στις 2 Ιουλίου
προσέβαλε το Ακτσάλ Νταγ και το Ελμανλή Νταγ με τη ΧΙΙΙ και V Μεραρχίες,
αντίστοιχα. Λόγω του δύσβατου του εδάφους και της διστακτικότητας που
επέδειξε η ΧΙΙΙ Μεραρχία, δεν μπόρεσε να καταλάβει τον ΑΝΣΚ της και έτσι,
οι Τούρκοι μετέφεραν το μεγαλύτερο μέρος των δυνάμεών τους έναντι της V
Μεραρχίας, η οποία αγωνίσθηκε αποτελεσματικά στο Τσαούς Τσιφλίκ και
κατόρθωσε να συγκρατήσει τις συνεχείς τουρκικές επιθέσεις.
(4) Το Α΄ ΣΣ κατέλαβε την 1η Ιουλίου, μετά από αγώνα το
Καραμπουγιού Νταγ με την Ι Μεραρχία και το Ρουκλού Νταγ με τη ΙΙ. Στις 2
και 3 Ιουλίου, η Ι Μεραρχία υποστηριζόμενη και από τη ΙΙ, κατέλαβε μετά από
σκληρό αγώνα το Νασούχ Τσαλ (ύψ. 1.799) και στη συνέχεια με απόσπασμά
της βοήθησε την V Μεραρχία (του Β΄ ΣΣ) για την εκδίωξη του εχθρού από την
τοποθεσία Τσαούς Τσιφλίκ και τη σύμπτυξή του προς Σεϊντή Γαζή. Στη
σύμπτυξη αυτή των Τούρκων, συνετέλεσε και η ταυτόχρονη ανατροπή, από το
Γ΄ ΣΣ, της δεξιάς τουρκικής πτέρυγας και έτσι απειλήθηκε η κύκλωση του
εχθρού από Βορρά.
207

β. Στις 4 Ιουλίου η Στρατιά, είχε την εντύπωση ότι ο όγκος του


τουρκικού στρατού βρισκόταν ακόμα στην περιοχή Κιουτάχειας και διέταξε τη
συνέχιση της επιθέσεως προς Βορά των Α΄ και Β΄ ΣΣ, με εναλλαγή των θέσεών
τους, με διασταύρωση και την υπαγωγή της ΧΙΙ Μεραρχίας του ΝΣΜ στο
Α΄ΣΣ. Με βάση αυτά, ορίσθηκε γενική κατεύθυνση, του μεν Α΄ ΣΣ αμέσως
ανατολικά της Κιουτάχειας και δυτικά του Δορυλαίου, του δε Β΄ ΣΣ, που
αποτελούσε πλέον το δεξιό της Στρατιάς, προς Ακ Ιν όπου μετά του Μικτού
Αποσπάσματος ΧΙΙης Μεραρχίας (ΣΠ και ΜΟΠ) και Ταξιαρχίας Ιππικού, που
βρισκόταν εκεί από το προηγούμενο βράδυ να επιδιώξει την αποκοπή
υποχωρήσεως του εχθρού προς ΄Αγκυρα. Κατά την εξέλιξη όμως της ενέργειας
αυτής, το Μικτό Απόσπασμα και η Ταξιαρχία Ιππικού δέχθηκαν ισχυρή επίθεση
στο Ουτς Σεράι από τουρκικές δυνάμεις και εξαναγκάσθηκαν να υποχωρήσουν
προς Λατιφιέ.

γ. Η αλλαγή και διασταύρωση των κατευθύνσεων των Α΄ και Β΄ ΣΣ


(Σχεδ. 37) καθυστέρησε την όλη ενέργεια και έδωσε χρόνο στον εχθρό, όχι
μόνο να αποφύγει την κύκλωση και να συμπτυχθεί κανονικά, αλλά και να
προπαρασκευάσει και να εκτελέσει στις 8 Ιουλίου επιθετική επιστροφή με
ισχυρές δυνάμεις. Λόγω της μεγάλης αποστάσεως που είχε εγκατασταθεί η
Στρατιά (Κιουτάχεια) και χωρίς πληροφορίες, δεν προέβλεψε τη δυνατότητα
ανασυντάξεως των Τούρκων και την ανάληψη από αυτούς ευρείας
αντεπιθέσεως. Το βράδυ της 7ης Ιουλίου μόνο, έδωσε εντολή στο Α΄ ΣΣ, να
λάβει τα κατάλληλα μέτρα για την αποκοπή υποχωρήσεως των τουρκικών
δυνάμεων ανατολικά του Σεϊντή Γαζή. Κατά την επιθετική αυτή επιστροφή
έγινε η σπουδαιότερη στη Μικρά Ασία μάχη, που ονομάσθηκε «Μάχη
Δορυλαίου», γιατί έλαβαν μέρος στη μάχη αυτή το σύνολο σχεδόν των
αντίπαλων δυνάμεων και σε πεδίο μάχης σχεδόν πεδινό.

δ. Η Τουρκική Διοίκηση, αφού κατόρθωσε να ανασυγκροτήσει τις


δυνάμεις της ανατολικά του Δορυλαίου και υπολογίζοντας στην καταπόνηση
και φθορά της Ελληνικής Στρατιάς από τους πολυήμερους σκληρούς αγώνες,
καθώς και στις φυσιολογικές ελλείψεις της λόγω της μεγάλης απομακρύνσεώς
της από τα κέντρα ανεφοδιασμού της (200 χιλιόμετρα περίπου), αποφασίζει να
αντεπιτεθεί. Γι΄αυτόν το λόγο, αφού ανατρέψει τις ελληνικές δυνάμεις από
Σεϊντή Γαζή μέχρι Ακ Μπουνάρ, αποφασίζει να αποκόψει τις συγκοινωνίες τους
προς νοτιοδυτικά. Συγχρόνως με ενέργεια βόρεια από Μποζ Νταγ, θα
προσπαθούσε να αποκόψει τις συγκοινωνίες προς Δορύλαιο, ενώ ο ελληνικός
στρατός θα ήταν απασχολημένος κατά μέτωπο. Ο Διοικητής του Δυτικού
Μετώπου διέταξε το απόγευμα της 6ης Ιουλίου, ο τουρκικός στρατός να
αντεπιτεθεί από τις 8 Ιουλίου στη γενική τοποθεσία Μποζ Νταγ - Γκιούκ Ντερέ
- Σουλτανιέ - Ταχταλή Μπαμπά - Σαρή Μπαμπά - Σεϊντή Γαζή. Στην V Ομάδα
208

Μεραρχιών έδωσε αποστολή να κινηθεί κατά την κατεύθυνση Ντουγκέρ και να


επιτεθεί μέσω Αλτουντάς κατά της ανεφοδιαστικής γραμμής της Ελληνικής
Στρατιάς. Για την υλοποίηση των διαταγών αυτών, έγιναν οι απαραίτητες
τουρκικές μετακινήσεις και το απόγευμα της 7ης Ιουλίου, η διάταξη των
αντιπάλων παρουσιάζεται ως εξής :
(1) Ελληνικές Δυνάμεις
(α) Στρατηγείο Στρατιάς στην Κιουτάχεια.
(β) Γ΄ ΣΣ, Σταθμός Διοικήσεως στο Δορύλαιο, VΙΙ Μεραρχία
στα υψώματα βόρεια του Δορυλαίου, Χ Μεραρχία μεταξύ ρέματος Σουλτάν
Ντερέ και Σουλτανιέ και απόσπασμα ΙΧ Μεραρχίας στην περιοχή Μουλά
Ογλού (20 χλμ. νοτιοδυτικά Δορυλαίου).
(γ) Α΄ ΣΣ, Σταθμός Διοικήσεως στο Ουλού Τσαΐρ, Ι
Μεραρχία στα υψώματα αμέσως νότια Δορυλαίου, ΙΙ Μεραρχία στην περιοχή
Ασαγκή Τσαγκλάν Σουπ Εϋρέν, ΧΙΙ Μεραρχια στην περιοχή Ασαγκή Αϊλιτζέ
και Ταξιαρχία Ιππικού στην περιοχή Καρά Σεχήρ.
(δ) Β΄ ΣΣ, Σταθμός Διοικήσεως στο Ακ Ιν, V Μεραρχία στα
υψώματα Φουντουτζάκ - Σεΐχ Εντ Ντιν Τεκέ, βορειοανατολικά Σεϊντή Γαζή -
βόρεια Κενσελάρ.
(ε) Βόρειο Συγκρότημα Μεραρχιών, με την ΙΙΙ Μεραρχία
στην περιοχή Μποζ Εγιούκ και την ΧΙ Μεραρχία βορειοανατολικά Παζαρτζίκ.
(στ) Η ΙΧ Μεραρχία στην περιοχή Αφιόν Καραχισάρ, για
κάλυψη της Στρατιάς από το Νότο.
(2) Τουρκικές Δυνάμεις
(α) Στρατηγείο Δυτικού Μετώπου στο Καρά Τοκάτ.
(β) Ι Ομάδα Μεραρχιών (1η Μεραρχία Πεζικού, 1η
Μεραρχία Ιππικού) στη γραμμή Μποζ Νταγ-Γκιούκ Ντερέ-Πουρσάκ ποταμός).
(γ) ΙΙΙ Ομάδα Μεραρχιών (15, 24, 41 Μεραρχίες) από
ανατολικά Σεβίς Κιόι μέχρι ανατολικά Γκεϋμπέκ Κιόι.
(δ) IV Ομάδα Μεραρχιών (23, 5, 4, 61 Μεραρχίες) από
ανατολικά Γκεϋμπέκ Κιόι μέχρι τα υψώματα Ταχταλή Μπαμπά και Σαρή
Μπαμπά.
(ε) ΧΙΙ Ομάδα Μεραρχιών (8, 11, 57 Μεραρχίες Πεζικού, 2η
Μεραρχία Ιππικού και 4η Ταξιαρχία Ιππικού) από νότια των υψωμάτων Σαρή
Μπαμπά μέχρι νοτιοοανατολικά Σεϊντή Γαζή.
(στ) V Ομάδα Μεραρχιών (3η και 14η Μεραρχίες Ιππικού),
που συγκροτήθηκαν με απόσπαση Μεραρχιών από άλλες Ομάδες, κάλυπτε το
άκρο αριστερό της τουρκικής διατάξεως από Σεϊντή Γαζή και νότια.
(ζ) Οι δύο Μεραρχίες (7η και 3η Καυκάσου), εφεδρεία στο
Καρά Τοκάτ.
΄Ετσι, το σύνολο των τουρκικών δυνάμεων από Δορύλαιο μέχρι Σεϊντή
Γαζή ανερχόταν σε 13 Μεραρχίες Πεζικού (9 σε πρώτη γραμμή και 4 σε
209

δεύτερη) και σε 4 Μεραρχίες και 1 Ταξιαρχία Ιππικού, συγκροτημένες σε πέντε


Ομάδες Μεραρχιών.

ε. Αποστολές Τουρκικών Δυνάμεων (Σχεδ. 38)

(1) Η Ι Ομάδα θα ενεργούσε επίθεση με κατεύθυνση Μουταλίπ-


Δορύλαιο εναντίον του πλευρού των ελληνικών δυνάμεων, που θα ενεργούσαν
κατά της ΙΙΙ Ομάδας.
(2) Η ΙΙΙ Ομάδα θα αμυνόταν στο μέτωπό της και θα συμμετείχε,
εάν ήταν ανάγκη στην επίθεση της ΙV Ομάδας με την αριστερή της πτέρυγα.
(3) Η ΙV Ομάδα θα ενεργούσε για κατάληψη της τοποθεσίας
Ασαγκή Τσαγκλάν-Σουπ Εϋρέν.
(4) Η ΧΙΙ Ομάδα θα διατηρούσε την αριστερή (νότια) τουρκική
πτέρυγα στη γραμμή Σαρή Μπαμπά - Κιζίλ Τεπέ.

(5) Η V Ομάδα θα ενεργούσε εναντίον των νώτων της δεξιάς


ελληνικής πτέρυγας, που θα βάδιζε εναντίον Σεϊντή Γαζή.

στ. Επιχειρήσεις της 8ης Ιουλίου

(1) Το Γ΄ ΣΣ, ενώ προωθούσε τις δυνάμεις του από τις πρωινές
ώρες, δέχθηκε επίθεση το μεσημέρι από την Ι και ΙΙΙ Ομάδες Μεραρχιών. Από
τις 1430 ο αγώνας γενικεύθηκε σε όλο το μέτωπο του Σώματος Στρατού, ενώ
μετακλήθηκε επειγόντως το Απόσπασμα της ΙΧ Μεραρχίας το οποίο τέθηκε
κάτω από τις διαταγές της VΙΙ Μεραρχίας. Ταυτόχρονα, λόγω της κρισιμότητας
της καταστάσεως για ανακατάληψη του Δορυλαίου, το Γ΄ ΣΣ διέταξε την ΙΙΙ
Μεραρχία, που πορευόταν προς Ιν Εϋνού, να σπεύσει προς Δορύλαιο και την
Ταξιαρχία Ιππικού να απειλήσει το πλευρό των επιτιθεμένων εναντίον της Χ
Μεραρχίας τουρκικών δυνάμεων. ΄Ολη τη διάρκεια της ημέρας, από τις
Μονάδες του Γ΄ ΣΣ, γινόταν σκληρός αγώνας, με αποτέλεσμα όχι μόνο να
αποκρούσει την τουρκική επίθεση, αλλά να ενεργήσει αντεπίθεση και να
καταλάβει την τοποθεσία Μποζ Νταγ - Γκιουρούκ Καρατζά Βεράν που
βρίσκεται σε βάθος 8-10 χιλιομέτρων ανατολικά του Δορυλαίου.
(2) Το Α΄ ΣΣ κινούμενο ανατολικά για να αποκόψει την
υποχώρηση των Τούρκων, έφθασε στις 1145 περίπου στο Σουπ Εϋρέν (Ι
Μεραρχία). Οι επιχειρήσεις εξελίχθηκαν ως εξής :
(α) Ο Διοικητής της Ι Μεραρχίας, αφού πληροφορήθηκε ότι
ισχυρές τουρκικές φάλαγγες κινούνταν ανατολικά του Ντερμπέντ με
κατεύθυνση προς Ακ Μπουνάρ, πήρε την απόφαση, με δική του πρωτοβουλία,
να αντεπιτεθεί κατά των Τούρκων, οι οποίοι αιφνιδιάσθηκαν, ανατράπηκαν και
άρχισαν να υποχωρούν με αταξία. Η Μεραρχία εγκαταστάθηκε στα ορεινά
210

συγκροτήματα Ντερμπέντ και Καραμπαζάρ, αφού προηγουμένως συνέλαβε


1.000 περίπου αιχμαλώτους.
(β) Η ΙΙ Μεραρχία κατά την κίνησή της προς Ακ Μπουνάρ,
στις 1130, τουρκικές φάλαγγες πρόσκρουσαν στο δεξιό της διατάξεώς της και
άρχισαν την επίθεση που επεκτάθηκε σε όλη τη διάταξή της. Τα τμήματα της
Μεραρχίας αφού αρχικά απέκρουσαν την τουρκική επίθεση, αντεπιτέθηκαν από
τις 1330 και αφού απώθησαν τους Τούρκους στο αριστερό σε μεγάλο βάθος,
απείλησαν μάλιστα τις εναντίον της Χ Μεραρχίας επιτιθέμενες τουρκικές
δυνάμεις τις οποίες ανάγκασαν σε υποχώρηση. Από τις απογευματινές ώρες
άρχισε να καταδιώκει τους Τούρκους και έφθασε με το τελευταίο φως
ανατολικά Ακ Μπουνάρ, όπου και διανυκτέρευσε.
(γ) Μεταξύ Ι και ΙΙ Μεραρχίας, μπήκε στον αγώνα η
Ταξιαρχία Ιππικού, η οποία κατόπιν επελάσεως μέσα στην τουρκική διάταξη,
διέλυσε αυτή με σημαντικές για τους Τούρκους απώλειες. Τελικά, το βράδυ
συγκεντρώθηκε βόρεια Ακ Μπουνάρ, όπου και διανυκτέρευσε.

(δ) Η ΧΙΙ Μεραρχία κινούμενη προς Κιβτζούκ-Ντερμπέντ,


πήρε με την εμπροσθοφυλακή της επαφή με τον εχθρό στις 1300 στο Κιβτζούκ.
Λίγο αργότερα, προσέκρουσε στην κορυφογραμμή βορειοδυτικά Αλπανός, που
αποτελούσε την κύρια τουρκική τοποθεσία. Στις 1600 η Μεραρχία επιτέθηκε
κατά του μετώπου και του πλευρού του εχθρού και μέσα σε δύο ώρες κατέλαβε
τα υψώματα Ταχταλή Μπαμπά και έτσι απέκοψε το σύνδεσμο μεταξύ ΙV και
ΧΙΙ Τουρκικών Ομάδων Μεραρχιών.
Οι Μεραρχίες του Α΄ ΣΣ στις 8 Ιουλίου δέχθηκαν την κύρια προσπάθεια
της τουρκικής επιθέσεως, που εκτοξεύθηκε από την ΙV και μέρος της ΙΙΙ
Ομάδων Μεραρχιών. Η Διοίκηση του Α΄ ΣΣ που βρισκόταν στο Ουλού Τσαΐρ,
μακριά από το πεδίο της μάχης, όταν πληροφορήθηκε το μεσημέρι τα γεγονότα
και, ενώ ο αγώνας βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη, έκρινε σκοπιμότερο να μην
επεμβεί στον αγώνα και να αφήσει τη διεξαγωγή του κάτω από την άμεση
διοίκηση των Μεραρχιών. Πραγματικά, όλες οι Μεραρχίες επιτέθηκαν με
επιτυχία, και χάρη στην πρωτοβουλία των Μεράρχων, ιδιαίτερα της Ι
Μεραρχίας, επιτεύχθηκε η περιφανής νίκη της 8ης Ιουλίου.
(3) Το Β΄ ΣΣ κινήθηκε από το πρωί με πρόθεση να καταλάβει την
τοποθεσία Ακτσαλή - Χαμιντιέ. Η εξέλιξη είχε ως εξής:
(α) H V Μεραρχία κατά τις 1100, ενώ διερχόταν από το χωριό
Αϊβαλή, δέχθηκε πυρά από τα υψώματα Κιζίλ Τεπε. Επακολούθησε αγώνας
μεχρι τις 1400, οπότε οι Τούρκοι ανατράπηκαν και υποχώρησαν προς την
πεδιάδα και έτσι ολοκληρώθηκε η κατάληψη του Κιζίλ Τεπέ όπου και
εγκαταστάθηκε.
(β) Η ΧΙΙΙ Μεραρχία (πλην του Αποσπάσματος 5/42
Ευζώνων που ενεργούσε υπερκερωτικά προς Χαμιντιέ) κινήθηκε μέσω της
211

στενωπού Σεϊντή Γαζή με γενική κατεύθυνση προς Χαμιντιέ. Μόλις βγήκε από
τη στενωπό, δέχθηκε πυρά από την ψηλή κορυφογραμμή βορειοανατολικά
Σεϊντή Γαζή, στην οποία είχε εγκατασταθεί ισχυρή τουρκική δύναμη.
Επακολούθησε αγώνας που διήρκεσε μέχρι τις 1100, οπότε η Μεραρχία
κατέλαβε την τοποθεσία. Από τις 1130 καταφθάνουν στο πεδίο της μάχης
διαδοχικά ισχυρές τουρκικές δυνάμεις που εκτοξεύουν συνεχείς επιθέσεις, πλην
όμως η Μεραρχία αντιστέκεται αποτελεσματικά και διατηρεί τις θέσεις της.
Από τις 1800 η Μεραρχία αναλαμβάνει αντεπίθεση κατά του αριστερού
πλευρού των Τούρκων, πέτυχε την ανατροπή και υποχώρησή τους και τον
κλονισμό των υπολοίπων τουρκικών δυνάμεων που βρίσκονταν στην τοποθεσία
και τους καταδιώκει μέχρι το τελευταίο φως ανατολικά από το χωριό Ουριάν
Μπαμπά Τεκέ. Στο μεταξύ, το Απόσπασμα 5/42 ΣΕ, αφού αρχικά βοήθησε τη
Μεραρχία για την κατάληψη της κορυφογραμμής, συνέχισε την προέλασή του
και κατέλαβε μετά από αγώνα το Μαλιάμπαση Τεπέ και το Ντουζ Τεπέ, αφού
δέχθηκε νυκτερινή επίθεση την οποία απέκρουσε. Τη νύκτα η ΧΙΙΙ Μεραρχία
στάθμευσε βορειοανατολικά της τοποθεσίας Σεϊντή Γαζή - Αβντάν και το
Απόσπασμα βόρεια Μαλιάμπαση Τεπέ.
(4) Η γενική τουρκική επίθεση που εκτοξεύθηκε στις 8 Ιουλίου, με
τη διάθεση όλων των εφεδρειών που υπήρχαν, όχι μόνο δεν είχε καμιά επιτυχία,
αλλά, αντίθετα, είχε κατάληξη την περιφανή νίκη του ελληνικού στρατού. Οι
τεράστιες απώλειες που σημειώθηκαν στις ΙΙΙ και ΙV Ομάδες Μεραρχιών και ο
κλονισμός του ηθικού τους, εξανάγκασαν την τουρκική ηγεσία να διακόψει τον
αγώνα και να διατάξει τη γενική υποχώρηση σε βάθος 300 περίπου
χιλιομέτρων, μέχρι και πέρα του Σαγγαρίου, με ΑΝΣΚ την εγκατάσταση σε
ισχυρή αμυντική τοποθεσία, που να καλύπτει ευρύτερα την ΄Αγκυρα. Παρ΄όλα
αυτά όμως, παραμένει γεγονός ότι η τουρκική αντεπίθεση δεν είχε προβλεφθεί
και αιφνιδίασε τη Διοίκηση της Ελληνικής Στρατιάς. Αυτή είχε έδρα την
Κιουτάχεια, σε απόσταση 100 χιλιομέτρων από το πεδίο της μάχης, και μόλις το
μεσημέρι της 8ης Ιουλίου πληροφορήθηκε για την αντεπίθεση. Για το λόγο
αυτό η Στρατιά δεν έκανε καμιά επέμβαση στον αγώνα και έτσι ο εχθρός
μπόρεσε να υποχωρήσει, χωρίς να οργανωθεί και να συντονισθεί η καταδίωξή
του.
Η διεύθυνση και εκτέλεση του αγώνα ήταν έργο αποκλειστικά
των Διοικητών των Μεραρχιών, οι οποίοι ανέπτυξαν για το σκοπό αυτό
ανάλογη πρωτοβουλία. Η Στρατιά πληροφορήθηκε επακριβώς τα συμβάντα τα
μεσάνυχτα και στις 0400 της 9ης Ιουλίου εξέδωσε διαταγή επιχειρήσεων για την
ημέρα αυτή, βάσει της οποίας :
(α) Το Γ΄ ΣΣ θα καταδίωκε τον εχθρό προς τη γενική
κατεύθυνση των Ερειπίων Μινταίων.
(β) Το Α΄ ΣΣ θα ενεργούσε στη ζώνη Ερείπια Μινταίων -
Γκεϋμπέκ Κιόι Αϊβαλή.
212

(γ) Το Β΄ ΣΣ θα ενεργούσε με γενική κατεύθυνση Χαμιντιέ-


Κισμέτ Τεπέ, καλυπτόμενο δεξιά με Απόσπασμα, για υπερκέραση και αποκοπή
του άκρου αριστερού του εχθρού.
(5) Για να εκτελεσθούν τα αναφερόμενα παραπάνω, έγιναν στις 9
Ιουλίου, τα εξής :
(α) Το Γ΄ΣΣ κινήθηκε σε βάθος 25 περίπου χιλιομέτρων και
συνάντησε μερικά ελαφρά τουρκικά τμήματα. Τελικά, έφθασε στη γενική
τοποθεσία Ντεντέ Τεπέ Ερείπια Μινταίων-Γιακά Καγιά - Σιντικλή Καγιά.
(β) Το Α΄ ΣΣ κινήθηκε σε βάθος 30 περίπου χιλιομέτρων και
έφθασε τελικά στη γενική τοποθεσία Λουφτιέ - Χαμιντιέ.
(γ) Το Β΄ ΣΣ κινήθηκε προς τη γενική κατεύθυνση του
Αλπήκιοϊ και έφθασε το απόγευμα στην τοποθεσία Γενή Κιόϊ - Ντουζ Τεπέ.
Την επομένη (10 Ιουλίου), αφού η Στρατιά προώθησε κατά τι τη διάταξή
της, χωρίς να συναντήσει τον εχθρό, σταμάτησε κάθε κίνηση, για να
ανασυγκροτηθούν οι Μεραρχίες, να οργανώσουν τον ανεφοδιασμό τους και να
αναπαυθούν.

6. Αποτελέσματα

α. Οι επιχειρήσεις του Ελληνικού Στρατού μέχρι τον Ιούλιο, απέβλεπαν


στον εγκλωβισμό των τουρκικών δυνάμεων και την αιχμαλωσία τους. Πλην
όμως οι αγώνες του Ελληνικού Στρατού δεν εξασφάλισαν τα προσδοκώμενα
αποτελέσματα. Γιατί, ναι μεν πέτυχε να καταλάβει το Δορύλαιο, την
Κιουτάχεια και το Αφιόν Καραχισάρ, όπως είχαν εξαγγείλει οι ΄Ελληνες
υπουργοί, όταν έφθασαν στη Μ.Ασία, δεν κατόρθωσε όμως να συντρίψει τον
εχθρό, ο οποίος ξέφυγε από τον κλοιό και συμπτύχθηκε με απόλυτη τάξη, με
αποτέλεσμα μετά από λίγο καιρό, ο Ελληνικός Στρατός να βρεθεί αντιμέτωπος
με τις τουρκικές δυνάμεις σε βάθος 300 περίπου χλμ., μέχρι και πέρα του
Σαγγαρίου.

β. Οι απώλειες του Ελληνικού Στρατού κατά τις επιχειρήσεις Ιουνίου-


Ιουλίου 1921, έφθασαν σε 8.073, από τους οποίους 75 αξιωματικοί νεκροί και
218 τραυματίες, 1.416 οπλίτες νεκροί και 6.246 τραυματίες και 118
αγνοούμενοι.

γ. Οι απώλειες των τουρκικών δυνάμεων είναι άγνωστες.

7. Διαπιστώσεις - Συμπεράσματα

α. Η εναλλαγή και διασταύρωση των κατευθύνσεων των Α΄ και Β΄ ΣΣ


που διατάχθηκε στις 4 Ιουλίου, θα πρέπει να χαρακτηρισθεί, μάλλον, ατυχής
213

ενέργεια, γιατί τα τμήματα αυτά δεν ήταν μικρά, αλλά ολόκληρα Σώματα
Στρατού. Η ενέργεια αυτή και καθυστέρηση σοβαρή επέφερε στην
αποτελεσματική διεξαγωγή της μάχης, αλλά και τον απαιτούμενο χρόνο έδωσε
στους Τούρκους να υποχωρήσουν κανονικά να ανασυνταχθούν και να
αναλάβουν στη συνέχεια ισχυρή αντεπίθεση. Παρόμοιες ενέργειες και μάλιστα
στο επίπεδο του κλιμακίου Σώματος Στρατού, επιβάλλεται να αποφεύγονται,
γιατί το κλιμάκιο τούτο πρέπει να έχει καθορισμένες από πρώτα αποστολές και
ευρύτητα στους ΑΝΣΚ, ώστε να μπορεί να σχεδιάζει με άνεση χρόνου και με
προοπτική σε βάθος, αλλά και για να παρέχει έγκαιρη ενημέρωση στους
υφιστάμενους Σχηματισμούς του.
β. Η Διοίκηση της Ελληνικής Στρατιάς βρισκόταν μακριά από το πεδίο
της μάχης - 100 χλμ. περίπου, στην Κιουτάχεια - χωρίς να έχει και τα
απαραίτητα μέσα για τη συγκέντρωση και την ταχεία διαβίβαση των
πληροφοριών για τον εχθρό. Αγνοούσε τόσο την κατάσταση στην οποία αυτός
βρισκόταν, όσο και τις δυνατότητες αντιδράσεώς του, με αποτέλεσμα να
αιφνιδιασθεί πλήρως από την τουρκική αντεπίθεση της 8ης Ιουλίου.

γ. Η μάχη διευθύνθηκε ουσιαστικά από τους Διοικητές των Μεραρχιών,


οι οποίοι ενεργούσαν αυτόβουλα και χωρίς ενιαίο σκοπό. Ειδικά, η Διοίκηση
του Α΄ ΣΣ, μέχρι τις απογευματινές ώρες της 8ης Ιουλίου δε γνώριζε τίποτα για
την τουρκική αντεπίθεση, με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατή η επέμβαση για
συντονισμό των προσπαθειών των Μεραρχιών. ΄Ετσι, οι Τούρκοι, μετά τη
συντριπτική αποτυχία τους μπόρεσαν να συμπτυχθούν ανενόχλητοι.

δ. Η διαταγή της Στρατιάς που εκδόθηκε στις 0400 της 9ης Ιουλίου δεν
καθόριζε, όπως επιβαλλόταν, την απηνή και σύντονη καταδίωξη του ηττημένου
και σε κακή κατάσταση εχθρού που υποχωρούσε, με αποτέλεσμα να ενεργηθεί
αυτή από τις Μεραρχίες κατά χλιαρό και ασυντόνιστο τρόπο. Αυτό, είχε ως
συνέπεια, η Τουρκική Διοίκηση να κατορθώσει να συμπτύξει με ευχέρεια της
δυνάμεις της και να τις οδηγήσει με ασφάλεια στις νεες προβλεπόμενες θέσεις.
Επομένως, μετά από κάθε επιτυχή επίθεση θα πρέπει να αναλαμβάνεται καλά
προσχεδιασμένη τολμηρή και συνεχής καταδίωξη του αντιπάλου, με σκοπό την
ολοσχερή καταστροφή του.

ε. Η διακοπή της επαφής με τον εχθρό που διατάχθηκε από τη Στρατιά


στις 10 Ιουλίου, για την ανάπαυση και ανασυγκρότηση των Μονάδων, βοήθησε
σε μεγάλο βαθμό την επιτυχία της τουρκικής συμπτύξεως. Επομένως, η
συνεχής τήρηση της επαφής με τον εχθρό, σε οποιαδήποτε μορφή αγώνα, θα
πρέπει να αποτελεί επιδίωξη και συνεχές μέλημα κάθε Διοικήσεως.
214

στ. Τέλος, πρέπει να εξαρθεί η ορμητικότητα, η γενναιότητα και η


αποφασιστικότητα των Ελλήνων μαχητών - αξιωματικών και οπλιτών - των
Μεραρχιών και Μικτών Αποσπασμάτων, πραγματικών νικητών της μάχης του
Δορυλαίου της 8ης Ιουλίου 1921.
Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΣΑΓΓΑΡΙΟΥ
(10 Αυγούστου - 4 Σεπτεμβρίου 1921)

1. Εισαγωγή

α. Η Ελληνική Στρατιά, μετά τη νικηφόρα μάχη στις Επιχειρήσεις


Κιουτάχειας (25 Ιουνίου - 10 Ιουλίου 1921) εδραιώθηκε στη γραμμή Εσκί
Σεχίρ - Αφιόν Καραχισάρ. Η κατάληψη των δύο παραπάνω συγκοινωνιακών
κόμβων στέρησε τους Τούρκους από την παράλληλη προς το μέτωπο
σιδηροδρομική γραμμή που τα συνέδεε και διέκοψε την επικοινωνία μεταξύ
Άγκυρας και Ικονίου. Ο τουρκικός στρατός αφού απέφυγε την κύκλωση στην
Κιουτάχεια κινήθηκε έγκαιρα προς την Άγκυρα. Η αντεπίθεση του στις 8
Ιουλίου στο Εσκί Σεχίρ διευκόλυνε την υποχώρηση και τη μεταφορά των
εφοδίων του προς τα πίσω. Απέδειξε ακόμη ότι διατηρεί ικανή μαχητική ισχύ. Η
νίκη του Ελληνικού Στρατού περιορίσθηκε επομένως στο τακτικό πλαίσιο και ο
στρατηγικός αντικειμενικός στόχος για συντριβή του αντίπαλου στρατού δεν
επιτεύχθηκε.

β. Η αποτυχία του βασικού αντικειμενικού σκοπού των επιχειρήσεων


ανάγκασε την Ελληνική Κυβέρνηση να καταλήξει ότι για την επίλυση του
Μικρασιατικού προβλήματος δεν μένει άλλος τρόπος παρά η συνέχιση των
επιχειρήσεων για οριστική επικράτηση του Ελληνικού Στρατού και
εξαναγκασμό του Τουρκικού σε συνθηκολόγηση. Στις 15 Ιουλίου 1921
συγκροτείται Πολεμικό Συμβούλιο στην Κιουτάχεια υπό την προεδρία του
Βασιλιά Κωνσταντίνου και με συμμετοχή της πολιτικής και στρατιωτικής
ηγεσίας της χώρας. Αποφασίζεται ομόφωνα η συνέχιση των επιχειρήσεων προς
την Άγκυρα και υπολογίζεται ότι χρειάζονται 20 ημέρες για προπαρασκευή και
20-40 ημέρες για την εκτέλεση της επιχειρήσεως.

γ. Η Διοίκηση της Στρατιάς προτείνει με υπόμνημα προς το Πολεμικό


Συμβούλιο τα εξής:
(1) Εκτέλεση "επιδρομής" προς Άγκυρα με σκοπό να καταστρέψει
τις εκεί εγκαταστάσεις και αποθέματα του Τουρκικού Στρατού και μετά να
επανέλθει στο μέτωπο Εσκί Σεχίρ - Αφιόν Καραχισάρ αφού κατέστρεφε και τη
σιδηροδρομική γραμμή Εσκί Σεχίρ προς Άγκυρα. Έτσι η συγκέντρωση του
αντίπαλου Στρατού σ' αυτό το μέτωπο θα ήταν αδύνατη ή θα απαιτούσε χρόνο
και μέσα που δε θα διέθετε ο εχθρός.
(2) Παρ' ότι η επιχείρηση παρουσιάζει δυσχέρειες εφοδιασμού,
λόγω της παρεμβαλλόμενης μεγάλης αποστάσεως μεταξύ Εσκί Σεχίρ και
Άγκυρας (300 χιλ. περίπου), εν τούτοις η Στρατιά κρίνει ότι θα μπορούσε με τα
διατιθέμενα μέσα να προχωρήσει μέχρι το Σαγγάριο. Δε θα παρουσίαζε
δυσκολίες η καταδίωξη προς Άγκυρα από τμήμα της Στρατιάς εάν συντριβόταν
καθ' οδόν ο αντίπαλος. Η Στρατιά θα συνέχιζε ή θα σταματούσε την προέλασή
της, ανάλογα με τις συνθήκες που θα παρουσιαζόταν εάν ο εχθρός αποσυρόταν
πέρα από το Σαγγάριο.
(3) Η επιχείρηση μετά το Σαγγάριο προς Άγκυρα θα εξαρτόταν
κυρίως από τις ευκολίες μεταφορών τις οποίες θα είχε και μετά τη διάβαση του
ποταμού: σιδηροδρομική γραμμή και αμαξιτή οδό μη κατεστραμένες. Στην
αντίθετη περίπτωση, η Στρατιά θα επέστρεφε στη γραμμή Εσκί Σεχίρ - Αφιόν
Καραχισάρ αφού κατέστρεφε το τμήμα της σιδηροδρομικής γραμμής (100 χιλ.
περίπου) μεταξύ Σαγγαρίου και Εσκί Σεχίρ.

δ. Το ηθικό της Στρατιάς ήταν ακμαίο μετά τις επιχειρήσεις της


Κιουτάχειας και επικρατούσε η απόφαση για οριστική νίκη. Παρά δε τις
σχετικές δυσκολίες (όπως π.χ. όχι ψυχικός δεσμός μεταξύ των στελεχών και των
ανδρών λόγω των πρόσφατων πολιτικών γεγονότων, επιθυμία επιστροφής στην
πατρίδα κτλ.), επικρατούσε το παραδοσιακά αναπτυγμένο αίσθημα φιλοπατρίας.

2. Περιγραφή του Πεδίου της Μάχης

α. Οι επιχειρήσεις του Ελληνικού Στρατού προς Άγκυρα θα διεξαγόταν


σε μια μεγάλη εδαφική λεκάνη στο κέντρο της Μικρασιατικής Χερσονήσου. Η
λεκάνη αυτή αποτελεί την κεντρική Μ. Ασία ή το κεντρικό Μικρασιατικό
οροπέδιο, που χαρακτηρίζεται σαν ζωτική περιοχή ολόκληρου του Τουρκικού
χώρου.

β. Η λεκάνη αυτή περικλείεται από τις νοτιοδυτικές πλαγιές του Ελμά


Νταγ, νοτιοανατολικά της Άγκυρας, από το Τσελίκ Νταγ και τους ποταμούς
Σαγγάριο και Γκεούκ-Κατραντζί. Από το Ελμά Νταγ εκσπάται η οροσειρά
Αρντίζ και Τσαλ-Νταγ, με γενική κατεύθυνση από ανατολικά προς δυτικά. Η
οροσειρά αυτή και οι κατεχόμενες προς το Σαγγάριο και τον Γκεούκ-Κατραντζί
πλαγιές μαζί με την κορυφή Καλέ Γκρότο συνθέτουν το πεδίο μάχης. Οι
Σαγγάριος και Πουρσάκ έχουν πλάτος 20-40 μέτρα με μέσο βάθος 2,5 έως 3
μέτρα και αποτελούν σοβαρό κώλυμα, χωρίς γέφυρες, που είχαν καταστραφεί
από τους Τούρκους στην υποχώρηση τους, τον Ιούλιο του 1921, ανατολικά του
Σαγγάριου ποταμού. Ο ποταμός Γκεούκ-Κατραντζί ρέει σε δύσβατη χαράδρα. Η
όλη περιοχή ήταν γενικά φτωχή σε οδικό δίκτυο.

γ. Το χώρο αυτό επέλεξε η Τουρκική Διοίκηση για αμυντική


εγκατάσταση των δυνάμεών της. Υπήρχαν οργανωμένες τρείς διαδοχικές
αμυντικές τοποθεσίες σε βάθος 25-30 χλμ. Αυτές ήταν:
217

(1) Η πρώτη (Σαγγάριος-Καλέ Γκρότο) στήριζε το δεξιό της στο


Σαγγάριο, κοντά στο αρχαίο Γόρδιο, περιελάμβανε τις πλαγιές της στενωπού
Πολατλί, το Γιλντίζ Νταγ, της Σαπάντζας, το Ταμπούρ Ογλού και απέληγε στο
Καλέ Γκρότο. Είχε ανάπτυξη 95 χιλ. περίπου και σχημάτιζε γωνία της οποίας το
ένα σκέλος με μέτωπο προς τα δυτικά έβαινε κατά μήκος του ανατολικού
κλάδου του Σαγγαρίου και το άλλο, με μέτωπο προς Νότο, έβαινε παράλληλα
και βόρεια του ποταμού Γκεούκ- Κατραντζί.
(2) Η δεύτερη (Τσιλέκ Νταγ - Μπουγιούκ Τσαλίς) στήριζε το δεξιό
της στο Τσιλέκ Νταγ έβαινε παράλληλα και παράμεσα από την πρώτη,
περνούσε 5 χιλ. περίπου δυτικά του Πολατλί και από την οροσειρά Τσαλ Νταγ
και Αρντίζ Νταγ κατέληγε στα υψώματα Μπουγιούκ Τσαλίς.
(3) Η τρίτη άρχιζε από τα υψώματα Μπεϊτζάς και και απέληγε στις
δυτικές πλαγιές του Ελμά Νταγ. Περιελάμβανε και το Πολατλί.

δ. Μεταξύ των παραπάνω τοποθεσιών υπήρχαν και άλλες δευτερεύουσες


τοποθεσίες, οι οποίες έδιναν περισσότερη ισχύ στην άμυνα και διευκόλυναν τις
άμεσες αντεπιθέσεις. Στις κύριες τοποθεσίες υπήρχαν έργα εκστρατείας
(ορύγματα μάχης, πυροβόλα, πολυβολεία, παρατηρητήρια).

3. Γενική Κατάσταση, Δυνάμεις και Διάταξη των Αντιπάλων

α. Τούρκων

(1) Οι τουρκικές δυνάμεις μετά την ήττα τους στο Αφιόν


Καραχισάρ - Εσκί Σεχήρ, αποχώρησαν ανατολικά του Σαγγαρίου. Ο Κεμάλ
διέταξε την αμυντική οργάνωση της περιοχής για να φράξει την κατεύθυνση
προς Άγκυρα. Η συνολική δύναμη της Στρατιάς Δυτικού Μετώπου ήταν 17
Μεραρχίες Πεζικού, 4 Μεραρχίες και 1 Ταξιαρχία Ιππικού, 2 ανεξάρτητα ΣΠ
και 2 ανεξάρτητα Σ. Ιππικού. Η όλη δύναμη ήταν οργανωμένη σε 6 Ομάδες
Μεραρχιών και μία Ομάδα Μεραρχιών Ιππικού. Η όλη δύναμη ήταν
οργανωμένη σε 6 Ομάδες Μεραρχιών και 1 Ομάδα Μεραρχιών Ιππικού. Η
σύνθεση της Μεραρχίας Ιππικού ήταν ελαφρά, η δύναμη της ανερχόταν σε
5.000 άνδρες.
(2) Η διάταξη την παραμονή των επιχειρήσεων ήταν η εξής (Σχεδ.
41):
(α) Στρατηγείο της Στρατιάς στο Πολατλί.
(β) Ι Ομάδα Μεραρχιών (1η Μεραρχία Πεζικού και 1η
Μεραρχία Ιππικού) στην περιοχή Μιχαλίτς, μεταξύ του ποταμού Πουρσάκ και
του βόρειου κλάδου του Σαγγάριου.
(γ) Δύο ΣΠ και δύο Σ. Ιππικού στην περιοχή μεταξύ
Πουρσάκ και του νότιου κλάδου του Σαγγάριου.
218

(δ) V Ομάδα Μεραρχιών Ιππικού (2η, 14η Μεραρχίες


Ιππικού, 4η Ταξιαρχία Ιππικού) στην περιοχή Αζιζιέ.
(ε) Οι παραπάνω Δυνάμεις (Ι και V Ομάδες Μεραρχιών και
ανεξάρτητα Συντάγματα) είχαν αποστολή την κάλυψη της κύριας αμυντικής
τοποθεσίας και την τήρηση της επαφής. Η Ομάδα Μεραρχιών Ιππικού είχε
επιπλέον αποστολή την κάλυψη της κινήσεως προς την αμυντική τοποθεσία 2
Μεραρχιών προερχόμενες από Κιλικία.
(στ) ΙΙ Ομάδα Μεραρχιών (5η και 9η Μεραρχίες) στην
περιοχή Γενίκοι-Καραπινάρ (ανατολικά της λίμνης Εμπέρ Γκιόλ) για κάλυψη
του αριστερού της διατάξεως.
(ζ) ΙΙΙ Ομάδα Μεραρχιών (3η Μεραρχία Καυκάσου, 41η
Μεραρχία και 24η Μεραρχία) εγκαταστημένες αμυντικά στον ορεινό όγκο
Τσιλέκ Ντάγ.
(η) IV Ομάδα Μεραρχιών (7η, 61η Μεραρχίες και 5η
Μεραρχία Καυκάσου) στην περιοχή Αλή Κουλάν-Μαλίκιοι.
(θ) ΧΙΙ Ομάδα Μεραρχιών (11η, 57η, 3η Μεραρχίες) στην
περιοχή Καραχαμτζαλί-Σαπάντζα βόρεια του Γκεούκ.
(ι) Ομάδα Εφεδρείας (4η και 23η Μεραρχίες) στην περιοχή
Σαντζάκιοι.
(ια) 15η Μεραρχία στην περιοχή Γιαπάν Χαμάμ.
(ιβ) Η Μεραρχία Μπουρεττέπ (νεοσυγκροτηθείσα) στην
περιοχή Τσαμπουλάρκα, η 6η Μεραρχία στην περιοχή Σαντουκλί (40 χιλ.
νοτιοδυτικά Αφιόν Καραχισάρ) με αποστολή την εκτέλεση επιδρομών στα
μετόπισθεν της Ελληνικής Στρατιάς.
(3) Η Ελληνική Στρατιά παρέταξε 9 Μεραρχίες Πεζικού και 1 ΣΠ
δηλαδή 84 Τάγματα Πεζικού ανατολικά του Σαγγαρίου. Η Τουρκική Στρατιά,
16 Μεραρχίες, 3 ΣΠ δηλαδή 164 Τάγματα Πεζικού. Το Ελληνικό Πεζικό
υπερτερούσε στον αριθμό οπλοπολυβόλων και το Ελληνικό Πυροβολικό
υστερούσε ποιοτικά και σε διαμέτρημα από το Τουρκικό που δε διέθετε
περισότερα πυροβόλα.Οι Τούρκοι, όμως, υπερείχαν στο Ιππικό.

β. Ελλήνων

(1) Από τις 11 Μεραρχίες της Στρατιάς διατίθενται 9 Μεραρχίες για


τις επιχειρήσεις προς Άγκυρα, επί πλέον 1 ΣΠ, 1 Ταξιαρχία Ιππικού 1 Σύνταγμα
Βαρέος Πυροβολικού - ΣΒ (ΠΒ) και 2 Μοίρες Πυροβολικού Σκόντα Μ (ΠΒ)
Σκόντα των 105 χιλ. Οι παραπάνω Μεραρχίες είχαν ενταχθεί στα τρία ΣΣ ανά
τρείς. Η συνολική δύναμη ανερχόταν σε 3.800 αξιωματικούς και 120.000
οπλίτες περίπου. Η μάχιμη δύναμη περιλάμβανε 1.860 αξιωματικούς και 75.000
οπλίτες, 50.000 τουφέκια, 2.084 οπλοπολυβόλα, 684 πολυβόλα, 1.380 σπάθες,
296 πυροβόλα διαφόρων διαμετρημάτων, 18 αεροπλάνα. Η ασφάλεια των
219

μετόπισθεν ανετέθη στις κατά τόπους Στρατιωτικές Διοικήσεις. Οι ΧΙ και IV


Μεραρχίες διατέθηκαν για την κάλυψη των πλευρών της κύριας ενέργειας.
(2) Στο Εσκί Σεχίρ οργανώθηκε γενικό κέντρο εφοδιασμού για
πυρομαχικά, υλικά και τρόφιμα. Για τη μεταφορά διετέθηκαν φορτηγά
αυτοκίνητα σε 13 μοίρες και τρείς εφοδιοπομπές καμηλών. Ο ανεφοδιασμός της
Στρατιάς στηριζόταν στην γρήγορη αποκατάσταση της σιδηροδρομικής
γραμμής Εσκί Σεχίρ προς Άγκυρα. Είχαν επισκευασθεί 40 χιλ. και θα
συνεχιζόταν η επισκευή ανάλογα με την προς τα ανατολικά προέλαση της
Στρατιάς.
(3) Μετά τις επιχειρήσεις Ιουνίου-Ιουλίου η διάταξη της Στρατιάς
ήταν επί της γενικής γραμμής Ντεντέ-Τεπέ, Ορτά-Τεπέ, χ. Τζεβισλί (Σχεδ. 39)
και κάλυπτε το οροπέδιο Εσκί Σεχίρ, Σεϊντί Γαζή. Η ακριβής διάταξη την
παραμονή ενάρξεως της προελάσεως από Βορρά προς Νότο ήταν η εξής: (Σχεδ.
40)
(α) Στρατηγείο Στρατιάς στο Δορύλαιο (Εσκί Σεχίρ).
(β) Γ' ΣΣ, στην περιοχή Αλπήκιοι, ιππαστί στον ποταμό
Πουρσάκ με Στρατηγείο στο Αλπήκιοι: ΙΙΙ Μεραρχία και Απόσπασμα ΧΙ
Μεραρχία στην Τσουκούρ (β. Πουρσάκ), VΙΙ Μεραρχία στην περιοχή
Μαμουριέ και Χ Μεραρχία, αμέσως δεξιά της VΙΙ Μεραρχίας, στην περιοχή
Αζιζιέ Κισλά.
(γ) Α' ΣΣ, στην περιοχή Γενί Καπάν με Στρατηγείο στο Γενί
Καπάν, ΙΙ Μεραρχία στην περιοχή Χαμιντιέ, Ι Μεραρχία στην περιοχή
Τσουκούρ-Αγγίλ, Μαλιάμπασι, ΧΙΙ Μεραρχία, σαν β' κλιμάκιο, στην περιοχή
Καλφακλί.
(δ) Β' ΣΣ, στην περιοχή Σεϊντί Γαζή με Στρατηγείο στο
Σεϊντί Γαζή. ΧΙΙΙ Μεραρχία στη περιοχή Αβντάν, V Μεραρχία περιοχή
Τσιτσεγκίς, ΙΧ Μεραρχία στο Ιντζί Καραχισάρ.
(ε) Ταξιαρχία Ιππικού στην περιοχή Σεϊντί Γαζή και
ανατολικά.
(στ) ΧΙ Μεραρχία στην περιοχή Κιουπρού Χισάρ για την
κάλυψη του αριστερού πλευρού (βόρειου) της Στρατιάς.
(ζ) Νότιο Συγκρότημα Μεραρχιών (IV Μεραρχία και μερικές
μικρομονάδες) στην περιοχή Αφιόν Καραχισάρ για την κάλυψη του δεξιού
(νότιου) πλευρού της Στρατιάς.

4. Σχέδια και Αποστολές Αντιπάλων

α. Τούρκων

Το Σχέδιο ενεργείας των Τούρκων γενικά προέβλεπε τα εξής:


220

(1) Ευρεία κάλυψη της Άγκυρας από Δύση και Νότο με οργάνωση
αμυντικής περιοχής 25-30 χιλ. βάθος ανατολικά του Σαγγαρίου και βόρεια του
Γκεούκ Κατραντζί.
(2) Απόφραξη των οδεύσεων προς Άγκυρα από Πολατλί και Γιαπάν
Χαμάμ με αμυντική εγκατάσταση του όγκου των διατιθεμένων δυνάμεων στις
ανωτέρω περιοχές.
(3) Διεξαγωγή επιβραδυντικού αγώνα, δυτικά του ποταμού
Σαγγάριου και νότια του ποταμού Γκεούκ Κατραντζί, για κέρδος χρόνου, φθορά
και αποσύνθεση του αντιπάλου.
(4) Σταθερή και πεισματώδη άμυνα στην αμυντική περιοχή, για
εξάντληση και φθορά των ελληνικών δυνάμεων, και στη συνέχεια, μόλις οι
συνθήκες ήταν ευνοϊκές, ανάληψη επιθετικής ενέργειας για απώθηση των
ελληνικών δυνάμεων στην Αλμυρά Έρημο. Συγχρόνως, με καταδρομικές
ενέργειες προσβολή των μετόπισθεν και των γραμμών συγκοινωνιών με
επιδίωξη την αποκοπή της Στρατιάς από τις βάσεις ανεφοδιασμού της.

β. Ελλήνων

(1) Η πρόθεση της Στρατιάς ήταν να συντρίψει τις εχθρικές


δυνάμεις, να καταστρέψει τη σιδηροδρομική γραμμή και να στερήσει τον
εχθρό από πολύτιμη βάση. Για την εκπλήρωση αυτού του σκοπού το σχέδιο
ελιγμού της Στρατιάς προέβλεπε: Απασχόληση των κυρίων δυνάμεων του
εχθρού με επιθέσεις μικρών δυνάμεων κατά μέτωπο για να βρίσκονται υπό τη
διαρκή απειλή της βίαιας διαβάσεως του Σαγγάριου προ του μετώπου. Ο όγκος
της Στρατιάς να επιτεθεί ανατολικά του Σαγγάριου για να υπερκεράσει και να
κυκλώσει αυτήν την εχθρική τοποθεσία από το Νότο και νοτιοανατολικά. Η
εξέλιξη των επιχειρήσεων μπορεί να χωρισθεί σε δύο στάδια:
(α) Α' Στάδιο: Προέλαση των τριών Σωμάτων Στρατού προς
τον ανατολικό κλάδο του Σαγγάριου. Η κάλυψη των πλευρών του καθενός θα
διενεργηθεί από Συγκρότημα της Μεραρχίας τους.
(β) Β' Στάδιο: Γρήγορη μεταφορά του όγκου των δυνάμεων
στην περιοχή νότιοανατολικά του Σαγγάριου και με κάλυψη μικρών δυνάμεων.
Εκτόξευση επιθέσεως με όλες τις συνέπειες εναντίον του τουρκικού μετώπου
στα βόρεια Γκεούκ Κατραντζί εκτελώντας στροφή προς Βορρά, με άξονα το
αριστερό (βόρειο) της διατάξεως και ελισσομένων από τη δεξιά τους πτέρυγα
για κύκλωση του αριστερού (ανατολικού) πλευρού των Τούρκων.
Δευτερεύουσα επίθεση θα εξαπολυόταν συγχρόνως από τα δυτικά παράλληλα
στον ανατολικό κλάδο του Σαγγάριου.
(2) Την 1η Αυγούστου δόθηκε εντολή στα τρία Σώματα Στρατού να
προελάσουν ανατολικά και σε συγκεκριμένες ζώνες:
221

(α) Το Γ΄ΣΣ ιππαστί επί του ποταμού Πουρσάκ με την ΙΙΙ


Μεραρχία να ενεργήσει βόρεια του Πουρσάκ προς Μιχαλίτς από Μουνιούζ και
Μπολάνκιοι. Το υπόλοιπο της δυνάμεως του στις κατευθύνσεις Χαρμανταλί -
Τσερκέσκιοι - Μπαλτζίκ Χισάρ προς Καϊμάζ και Ορυχεία Αλπίκιοι - Φαρτζλί
Μπέη - Ακ Κιοπρού προς Σαρίκιοι.
(β) Το Α' ΣΣ με δύο συμπαρατεταγμένες Μεραρχίες στο
πρώτο κλιμάκιο μέσα στο θύλακα του νότιου κλάδου του Σαγγάριου στις
κατευθύνσεις Χαμιντιέ - Μαχμουτιέ - Τζογκέρ προς Γιαβέρ Βεράν και Αβντάν -
Σιρτζέ Σιβρί Τεπέ - Μάνδρας προς Ακτάς Κιοπρού Τσιφλίκ.
(γ) Το Β' ΣΣ στη ζώνη νότια του νότιου κλάδου του
Σαγγάριου με δύο Μεραρχίες συμπαρατεταγμένες από την οδό Σεϊντί Γαζή -
Τσιφτελέρ και των παραλλήλως προς αυτήν νότιες οδεύσεις. Η τρίτη Μεραρχία
(ΙΧ) του Σώματος θα κινείτο από Μπαγιάτ και Αζιζιέ στο δεξιό του.
(δ) Η Ταξιαρχία Ιππικού θα προηγείτο του Β' ΣΣ και θα
προσπαθούσε να προλάβει την καταστροφή της γέφυρας Ακτάς Κιοπρού.

5. Διεξαγωγή της Μάχης

α. Το πρωί της 1ης Αυγούστου τα ΣΣ αρχίζουν την προέλασή τους


συμπαρατεταγμένα προς τα ανατολικά (Σχεδ. 42). Το Γ' ΣΣ κινείται ιππαστί του
ποταμού Πουρσάκ, το Α' ΣΣ αμέσως δεξιά, στο χώρο μεταξύ του Γ' ΣΣ και του
νότιου κλάδου του Σαγγάριου. Το Β' ΣΣ, ακόμα νοτιότερα, παράλληλα προς το
Σαγγάριο ποταμό. Η Ταξιαρχία Ιππικού προηγείται στη ζώνη ενέργειας του Β'
ΣΣ προς κάλυψή του. Το βράδυ, 5 Αυγούστου τα ΣΣ φθάνουν στη γενική
γραμμή: διάβαση νοτιοανατολικά Μιχαλίτς - Ντουμούρ Τεπέ - Γκιουνγιουντζού
όρος - Ακ λίμνη. Η αντίδραση των Τούρκων ήταν χλιαρή και
πραγματοποιούσαν μόνο αγώνα επιβραδύνσεως.

β. Στις 6 Αυγούστου από το πρωί αρχίζει η προς Νότο κίνηση των Γ' και
Α' ΣΣ και η διαπεραίωση τους νότια του Σαγγάριου. Ολοκληρώνεται 8
Αυγούστου. Η κίνηση αυτή γίνεται υπό την κάλυψη της VΙΙ Μεραρχίας από
Πουρσάκ μέχρι Γκιουνγιουντζού, η δε συγκέντρωση των Μεραρχιών και οι
μετακινήσεις τους νότια του Σαγγαρίου καλύφθηκαν υπό του Β' ΣΣ στο οποίο
υπήχθη και η Ταξιαρχία Ιππικού. Στην περιοχή Μιχαλίτς έμεινε Απόσπασμα ΣΠ
και ΜΟΠ για επιτήρηση των διαβάσεων του Σαγγαρίου. Η VΙΙ Μεραρχία στην
οποία υπήχθη το Απόσπασμα Μίχαλιτς προωθείται από βόρεια Πουρσάκ έως το
όρος Μπογ Νταγ, προπαρασκευάζεται από αυτή η διάβαση του ανατολικού
τμήματος του Σαγγάριου και η επίθεση προς Πολατλί. Συγκεκριμένα, στις 7
Αυγούστου έγινε και η προώθηση της ΙV Μεραρχίας (ΣΠ) περί τα 40 χιλ.
ανατολικά του Αφιόν Καραχισάρ και η εγκατάσταση της στη γραμμή
Μπουλαβαντίν Τσάι, για την εξασφάλιση των συγκοινωνιών της Στρατιάς.
222

γ. Η τρίτη ενέργεια αυτού του σταδίου προέβλεπε κύρια επίθεση προς


Νότο και νοτιοανατολικά και δευτερεύουσα κατά μέτωπο στο ανατολικά τμήμα
του Σαγγάριου. Η ενέργεια αυτή θα άρχιζε στις 10 Αυγούστου (Σχεδ. 43). Στο
μεταξύ, η Διοίκηση της Τουρκικής Στρατιάς, αφού πληροφορήθηκε προφανώς
τη μεταφορά του όγκου των δυνάμεων της Στρατιάς προς Νότο,
αναπροσαρμόζει τη διάταξη των δυνάμεων της με ανάλογες μετακινήσεις και
ισχυροποιεί τις δύο πτέρυγές της.

δ. Σύμφωνα με τη διαταγή των επιχειρήσεων τα Σώματα Στρατού


άρχισαν την προέλαση στις 10 Αυγούστου και κατέλαβαν την περιοχή νότια του
Γκεούκ Κατραντζί προς το βράδυ μετά από ολοήμερο αγώνα. Η Στρατιά εκτιμά
ότι η επίθεση κατά της κύριας τοποθεσίας (βόρεια Γκεούκ Κατραντζί) θα έπρεπε
να προετοιμασθεί καλύτερα. Έτσι, εκδίδει στις 2330 της 10ης Αυγούστου νέα
διαταγή σύμφωνα με την οποία ορίζει την επίθεση στις 12 αντί στις 11
Αυγούστου. Τη διαταγή αυτή δεν την έλαβε η VΙΙ Μεραρχία η οποία συνεχίζει
την επόμενη ημέρα την κίνησή της, διαπεραιώνει το μεγαλύτερο μέρος της
δυνάμεώς της ανατολικά του Σαγγάριου και δημιουργεί προγεφύρωμα βάθους 4
χιλ. περίπου, το οποίο και διατηρεί παρά τις αντεπιθέσεις του εχθρού.

ε. Την επομένη ημέρα, (11 Αυγούστου), αεροπορική αναγνώριση


αναφέρει ότι οι Τούρκοι μεταφέρουν σοβαρές δυνάμεις από το κεντρικό μέτωπο
προς τα ανατολικά, (έναντι του Β' ΣΣ) και ότι αυτό, (Κεντρικό Μέτωπο),
κατέχεται ασθενώς. Η Στρατιά αγνοεί τις πληροφορίες μάχης των εν επαφή
Μονάδων της για το αντίθετο και διατάσει άμεση επίθεση των Α' ΣΣ και Γ' ΣΣ,
ενώ το Β' ΣΣ να οργανωθεί αμυντικά στις κατεχόμενες θέσεις του. Έτσι,
εκτοξεύεται η επίθεση, που συνεχίζεται και την επόμενη ημέρα, προσκρούει
όμως σε οργανωμένη τοποθεσία. Η αντίσταση των Τούρκων είναι ισχυρή και τα
αποτελέσματα της επιθέσεως όχι ικανοποιητικά. Μετά από σκληρό αγώνα, στις
12 Αυγούστου το βράδυ, η Στρατιά κατέχει τη γραμμή Κιουτσούκ Γιαϊτσί -
Μαγκάλ Νταγ - Μπαχτσετζί - Τουρμπέ Τεπέ (όχι) - Δίδυμοι Λόφοι (όχι) - Ινλάρ
Κατραντζί - Ιλιτζά - Ταρλά Μπαίρ (όχι). Η VΙΙ Μεραρχία παρά την αριθμητική
υπεροχή του εχθρού διευρύνει το προγεφύρωμα 1.500 μ. περίπου στα νότια της
σιδηροδρομικής γραμμής.

στ. Κατάληψη της 1ης Αμυντικής Τοποθεσίας των Τούρκων (Σχεδ. 43


και 44).
Η Στρατιά, αφού διαπίστωσε την ισχύ της αμυντικής τοποθεσίας
βόρεια του Γκεούκ Κατραντζί, επανέρχεται στις αρχικές προθέσεις της και
διατάζει να συνεχισθεί η επίθεση από το πρωί της επομένης (13 Αυγούστου).
223

(1) Το Β΄ΣΣ επιτίθεται το πρωί από τη γραμμή Μαγκάλ Νταγ -


Κιουτσούκ Γιαϊτσί, με δύο Μεραρχίες (V και ΧΙΙΙ) προς Καλέ Γκρότο και
δυτικότερα. Ολοκληρώνει την κατάληψη του υψιπέδου Καρά Τεπέ (ΧΙΙΙ Μερ.)
και προσεγγίζει το ορεινό συγκρότημα Καλέ Γκρότο (V Μερ.). Το Σώμα
συνεχίζει την επίθεσή του, στις 14 Αυγούστου, και καταλαμβάνει τη λοφοσειρά
στο χωριό Σεφερλί, τα υψώματα του Καλέ Γκρότο και συνεχίζοντας τον
υπερκερωτικό του ελιγμό προς Καρά Χότζα καταλαμβάνει το Ουλού Νταγ. Στις
16 Αυγούστου ολοκληρώνεται η κατάληψη της γραμμής υψώματα βόρια
Σεφερλί - Ουλού Νταγ όπου οι Τούρκοι είχαν αναγκασθεί να συμπτυχθούν
βόρεια του Μπουγιούκ Τσαλίς.
(2) Το Α' ΣΣ, στον Κεντρικό τομέα, στις 13 Αυγούστου, βελτιώνει
τις θέσεις του, αφού καταλαμβάνει τα υψώματα δυτικά του Κατραντζί Ντερέ (Ι
Μερ.) και το ύψωμα Τουρμπέ Τεπέ (ΙΙ Μερ.). Το 7ο ΣΠ, στις 14 Αυγούστου,
το πρωί, καταλαμβάνει τους Διδύμους Λόφους με αιφνιδιαστική επίθεση και οι
Τούρκοι συμπτύσσονται βορειότερα στην τοποθεσία Γιαμάκ - Ντικιλί Τας. Το
Σώμα όμως δεν εκμεταλεύεται την επιτυχία αυτή και δεν συνεχίζει τον αγώνα
για την καταδίωξη των Τούρκων.
(3) Το Γ' ΣΣ, στον αριστερό τομέα, αφού διαπιστώνει τη δυσχέρεια
καταλήψεως της ισχυρά οργανωμένης θέσεως Ταρλά Μπαΐρ, με ελιγμό από
δεξιά, συγκεντρώνει την προσπάθεια του στο αριστερό της εχθρικής
τοποθεσίας γι' αυτό και προσανατολίζει την ΙΙΙ Μεραρχία προς Τοϊντεμίρ και
προωθεί την Χ Μεραρχία στα δυτικά του Σαπάντζα Ντερέ. Στις 14 Αυγούστου,
η Χ Μεραρχία καταλαμβάνει το υψ. 1015 και το βόρειο τμήμα του Κιζίλ Τεπέ.
Την ίδια ημέρα διατίθεται το 6ο ΣΠ της ΙΙΙ Μερ. με την Χ ημιλαρχία για την
ασφάλεια ανεφοδιασμού της Στρατιάς. Τις επόμενες δύο ημέρες (15 και 16
Αυγούστου) το Σώμα αφού στρέφει όλη την Χ Μεραρχία προς τα δυτικά,
συνεχίζει την επίθεσή του και τις βραδυνές ώρες καταλαμβάνει την
κορυφογραμμή της Σαπάντζας, το χ. Τοιντεμίρ και με νυκτερινή ενέργεια 16/17
Αυγούστου καταλαμβάνει το ύψωμα Ταρλά Μπαΐρ και ολοκληρώνει την
κατάληψη του οροπεδίου Τοϊντεμίρ. Οι Τούρκοι συμπτυσσόμενοι
εγκαθίστανται στη γραμμή Σαριχαλήλ, βόρεια του Καραχαμτζαλί. Στις 17
Αυγούστου, το Σώμα προωθεί τη διάταξή του και ολοκληρώνει την κατάληψη
της 1ης τουρκικής αμυντικής τοποθεσίας βόρεια του Γκεούκ-Κατραντζί. Η
απώθηση των Τούρκων από το οροπέδιο Τοϊντεμίρ και του Ταρλά Μπαΐρ,
παρέχει δύο σοβαρά πλεονεκτήματα στη Στρατιά: Αποκατάσταση της επαφής
μεταξύ Γ΄ΣΣ και VII Μεραρχίας και την εξασφάλιση νέας γραμμής
ανεφοδιασμού των τριών ΣΣ από την γέφυρα Καβουντζί Κιοπρού χωρίς
προσβολές των εφοδιοπομπών από το Τουρκικό Ιππικό.
(4) Η VII Μεραρχία, στο ανατολικό τμήμα του Σαγγάριου,
επιτέθηκε για τη διάνοιξη της στενωπού Πολατλί, κατέλαβε το ύψωμα Μπες
Τεπελάρ στις 15 Αυγούστου και την οχυρή θέση Ντουά Τεπέ στις 16 και 17
224

Αυγούστου και διάνηξε τη στενωπό του Πολατλί ενώ οι Τούρκοι υποχώρησαν


στη γραμμή των υψωμάτων Μπασρί Καλέ Τεπέ. Στις 18 Αυγούστου η
Μεραρχία επανήλθε στη διοίκηση του Γ΄ ΣΣ.

7. Επίθεση Εναντίον της 2ης Αμυντικής Τοποθεσίας (Σχ. 45)

(1) Το Α΄ΣΣ, βρισκόμενο στη γραμμή Εσκή Κισλά-Δίδυμοι Λόφοι


και έχοντας δεξιά όριο το χείμαρρο Κατραντζί, επιτίθεται με τρεις Μεραρχίες
στην πρώτη γραμμή προς τη γενική κατεύθυνση Γιαπάν Χαμάμ. Την ίδια
ημέρα καταλαμβάνει τα υψώματα 1.329 και 1.015 και το ανατολικό τμήμα του
Ντικιλί Τας ολοκληρώνοντας έτσι την κατάληψη της ενδιάμεσης τοποθεσίας
Γιαμάκ-Ντικιλί Τας. Αλλά το Σώμα και η Στρατιά, δεν εκμεταλλεύονται το
ρήγμα μεταξύ Γιαμάκ και υψ. 1.329 για να καταλάβουν το Γιαπάν Χαμάμ.
Έτσι, οι Τούρκοι, επωφελούνται και φράσσουν την κατεύθυνση προς Γιαπάν
Χαμάμ με την 8η Μεραρχία που μετέφεραν ενώ οι Μονάδες του Σώματος
παρέμεναν στις θέσεις που κατέλαβαν προετοιμάζοντας την επίθεση της
επομένης, (18 Αυγούστου) κατά το Αρντίζ Νταγ.
(2) Το Γ΄ ΣΣ επιτίθεται στις 17 Αυγούστου προς Σιβρί και το δυτικό
τμήμα του προς Τσαλ Νταγ και προς Καρακουγιού. Καταλαμβάνει τα χωριά
Σαριχαλίλ και Σιβρί καθώς και τη δυτική κορυφή του Τσαλ Νταγ την οποία
όμως έχασε μετά από Τουρκική αντεπίθεση τμημάτων της IV Ομάδας
Μεραρχιών.
(3) Στις 17 Αυγούστου το βράδυ, η Στρατιά κατέχει τη γραμμή
Ουλού Νταγ-Γιαμά υψ. 1329-Ντικιλί Τας-Σιβρί-Σαριχαλίλ-Τσιρνακσίζ-Γόρδιο.
Η Διοίκησή της Στρατιάς από ανακριβείς πάλι πληροφορίες της αεροπορίας,
περί γενικής υποχωρήσεως των Τούρκων προς τα ανατολικά υπό την κάλυψη
ισχυρών οπισθοφυλακών, που κατέχουν τη γραμμή Τσουλούκ-Καρά Χότζα-
Αρντίζ Νταγ, διατάζει γενική προέλαση. Βάσει της διαταγής αυτής, θα έπρεπε
τα ΣΣ να αχθούν μέχρι τη γραμμή Γιαγμουρλού-Καγιάμπασι (Γ΄ΣΣ)-Καρά
Καγιά-νοτιοδυτικά Τεμκιόι (Α΄ΣΣ)-υψώματα βορειοανατολικά Γιαπάν Χαμάμ-
Κιζίλ Κογιουνλού-υψώματα Γκιουζελτζέ-Καλέκιοι (Β΄ΣΣ) όπου θα
εγκατασταθούν αμυντικά.
(4) Σε εκτέλεση της διαταγής της Στρατιάς:
(α) Το Β΄ΣΣ επιτίθεται και καταλαμβάνει τις αμέσως νότια του
χωριού Καρασουλειμανί τουρκικές θέσεις. Η ενέργεια αυτή του Σώματος είναι
και η τελευταία επιθετική προσπάθεια ανατολικά του Σαγγάριου. Την ίδια
ημέρα περιορίζεται σε δύο Μεραρχίες, η ΙΧη διατέθηκε στο Γ΄ ΣΣ. Το Σώμα
λαμβάνει αμυντική διάταξη με την ΧΙΙΙ Μεραρχία στη τοποθεσία Ουλού Νταγ-
υψώματα Καρασουλεϊμανί, την V Μεραρχία εφεδρεία στο Σεφερλί και την
Ταξιαρχία Ιππικού για την κάλυψη του δεξιού πλευρού και των νώτων.
225

(β) Το Α΄ ΣΣ επιτίθεται στις 18 Αυγούστου με τις τρεις


Μεραρχίες του συμπαρατεταγμένες και ύστερα από σκληρό αγώνα, τις
απογευματινές ώρες, 19 Αυγούστου, θέτει υπό έλεγχο την κορυφογραμμή
Αρντίζ Νταγ, αν και την κατείχαν πέντε Τουρκικές Μεραρχίες. Έτσι, ελέγχεται
η οδός προς Γιαπάν Χαμάμ.
(γ) Η Στρατιά, μετά την κατάληψη του Αρντίζ Νταγ, διατάζει
να συνεχισθεί η επίθεση προς τις γραμμές που καθορίσθηκαν για κατάληψη.
Έτσι, το Α΄ΣΣ επιτίθεται στις 20 Αυγούστου και κατέλαβε το ανατολικό τμήμα
του Τσαλ Νταγ (ΙΙ Μερ.) με τον αυχένα Τσαλ-Αρντίζ και τη γραμμή που
διέρχεται 2 χιλ. νότια του Γιαπάν Χαμάμ (ΧΙΙΙ Μερ.). Την επομένη ημέρα το
Σώμα παραμένει στις καταληφθείσες θέσεις.
(δ) Το Γ΄ΣΣ επιτίθεται επίσης στις 18 Αυγούστου με δύο
Μεραρχίες και καταλαμβάνει τη δυτική κορυφή του Τσαλ Νταγ (Χ Μερ.), τον
οχυρωμένο λόφο Καράκουγιου (ΙΙΙ Μερ.), τον οποίο έχασε μετά από ισχυρή
τουρκική αντεπίθεση. Στις 19 Αυγούστου το Σώμα αδρανεί και επιτίθεται στις
20 Αυγούστου για την καθορισθείσα εδαφική γραμμή από τη Στρατιά:
Γιαγμουρλού-Καγιάμπασι. Καταλαμβάνει το δυτικό τμήμα του Τσαλ Νταγ και
τον οργανωμένο λόφο Καρακογιού. Έτσι, ολοκληρώνεται η κατάληψη του
ορεινού όγκου Τσαλ Νταγ. Η VII Μεραρχία διατήρησε τη γραμμή Ντουά Τεπε-
Καρά Νταγ. Οι Τούρκοι, ύστερα από τις Ελληνικές επιτυχίες, συμπύσσονται
στη γραμμή που περιλαμβάνει τα χωριά Καραγιαφσάν και Σεϊχαλί. Το Σώμα
προώθησε την ΙΙΙ Μεραρχία μέχρι Μπαϊμπούρτ.

η. Προσπάθεια Διευρύνσεως του Ανατολικά του Σαγγάριου


Προγεφυρώματος (Σχεδ. 45)

(1) Η Διοίκηση της Στρατιάς βλέπει ότι έχει εμπλακεί σε αγώνα


αμφίβολης εκβάσεως αφού απέτυχε στις αρχικές της προθέσεις υπερκεράσεως
του αριστερού πλευρού των Τούρκων και στη διάνοιξη της οδού Γιαπάν Χαμάμ
προς Άγκυρα. Εξάλλου, η συνεχής και ισχυρή αντίσταση των Τούρκων, η
μείωση του δυναμικού της λόγω των απωλειών, το πρόβλημα του
ανεφοδιασμού των Μονάδων της, προκαλούν σοβαρές ανησυχίες στην Στρατιά.
Υπήρχαν δύο λύσεις: Πρώτη, να συνεχίσει τις επιχειρήσεις υπό συνθήκες που
κάθε μέρα θα γινόταν δυσχερέστερες ακόμη και με κίνδυνο να ηττηθεί.
Δεύτερη, να αρκεσθεί σε ότι πέτυχε μέχρι τώρα και να επιστρέψει στη γραμμή
του Εσκί Σεχίρ. Έτσι, διατυπώνει τις απόψεις της προς την Κυβέρνηση και ζητά
οδηγίες τι να κάνει.
(2) Περιμένοντας την σχετική απάντηση της Κυβερνήσεως, η
Στρατιά αποφασίζει να διευρύνει κάπως το ανατολικό του Σαγγάριου
προγεφύρωμα με το Γ΄ ΣΣ με την κατάληψη αρχικά της γραμμής Καρά Καγιά-
Κιζιλτζέ Κισλά-Γιουζού Κουρτλού-Μπασρί Καλέ Τεπέ και στη συνέχεια τη
226

γραμμή Καγιάμπασι Καργαλί. Προς τούτο, το Γ΄ ΣΣ, στις 22 Αυγούστου,


επιτίθεται από την κατεχόμενη γραμμή με τις 4 Μεραρχίες συμπαρατεταγμένες
και μετά από αγώνα καταλαμβάνει τη νότια παρυφή και τα υψώματα
βορειοανατολικά του χωριού Καραγιαφσάν (Χ Μεραρχία) τα υπερκείμενα του
Μπαϊμπούρτ υψώματα (ΙΧ Μεραρχία), το Εσκή Πολατλί (ΙΙΙ Μεραρχία) και την
κορυφογραμμή μεταξύ Εσκί Πολατλί και σιδηροδρομικής γραμμής (VII
Μεραρχία). Η ενέργεια την επόμενη ημέρα, 23 Αυγούστου, δεν είχε
ικανοποιητικά αποτελέσματα λόγω ισχυρής αντιστάσεως του εχθρού.
(3) Μετά την αποτυχία της παραπάνω ενέργειας η Στρατιά αποφασίζει να
διακόψει τις επιθετικές επιχειρήσεις και διατάζει τα ΣΣ να οργανωθούν
αμυντικά στις κατεχόμενες θέσεις και να συγκροτήσουν το καθένα ισχυρή
εφεδρεία, δυνάμεως τουλάχιστον Μεραρχίας.

θ. Τουρκική Αντεπίθεση (Σχεδ. 44 και 45)

(1) Η στασιμότητα που επικρατούσε στους τομείς των Β΄ και Α΄ ΣΣ


μετά από τις μάχες του Καλέ Γκρότο, Αρντίζ και Τσαλ Νταγ όταν τον ίδιο
χρόνο το Γ΄ΣΣ συνέχιζε μόνο του την επίθεση εναντίον του δεξιού πλευρού της
τουρκικής διατάξεως δίνει στους Τούρκους την εντύπωση ότι οι ελληνικές
δυνάμεις μετακινούνται προς τα δυτικά. Σ΄ αυτό συμβάλλει προφανώς και η
μεταφορά της ΙΧ Μεραρχίας από το δεξιό στο αριστερό της ελληνικής
διατάξεως. Έτσι, η Τουρκική Διοίκηση θεωρεί τη μεταφορά ως πρόθεση
συμπτύξεως της Ελληνικής Στρατιάς και εξαπολύει επίθεση εναντίον των Α΄και
Γ΄ Σωμάτων Στρατού, στις 28 Αυγούστου.
(2) Στον τομέα του Α΄ΣΣ το βάρος της επιθέσεως, στην
κατεύθυνση Καρά Χότζα- Γιαμάκ, δέχεται η Ι Μεραρχία (2 Μεραρχίες κατά
μέτωπο και 2 κατά του δεξιού πλευρού) ενώ μία άλλη Μεραρχία επιτίθεται
εναντίον της ΙΙης Μεραρχίας για απασχόληση δυνάμεων. Το διάστημα που
αποκρουόταν η κατά μέτωπο επίθεση δύο Τουρκικές Μεραρχίες εισχωρούσαν
από την κοιλάδα Κατραντζί Ντερέ στο κενό μεταξύ Α' και Β' ΣΣ απειλώντας
σοβαρά το δεξιό της Ιης Μεραρχίας. Με αντεπίθεση όμως της V Μεραρχίας του
Β' ΣΣ και 2 Τάγματα Ευζώνων της Ιης Μεραρχίας ανακόπτεται η προέλαση των
Τούρκων και μετατρέπεται σε φυγή.
(3) Στον τομέα του Γ' ΣΣ εκδηλώνεται Τουρκική επίθεση Σώματος
με 5 Μεραρχίες, η οποία αποβλέπει στην κατάληψη αρχικά της γραμμής Ντουά
Τεπέ - Καρτάλ Τεπέ - Καρά Νταγ και στη συνέχεια στην αποκοπή της οδού
συμπτύξεως της Ελληνικής Στρατιάς προς τη γέφυρα Καβουντζί Κιοπρού. Η ΙV
Ομάδα Μεραρχιών υποβοηθά το Σώμα Στρατού των 5 Μεραρχιών και η
Τουρκική επίθεση εκδηλώνεται ως εξής:
(α) Το Τουρκικό Σώμα Στρατού εξορμά από τη γραμμή Μπασρί
Καλέ Τεπέ, επιτίθεται με 3 Μεραρχίες βόρεια της σιδηροδρομικής γραμμής και
227

καταλαμβάνει την κορυφογραμμή Ντουά -Τεπέ μετά από σκληρό αγώνα. Τα


τμήματα της VΙΙ Μεραρχίας (5 τάγματα) εγκαθίστανται στις δυτικές πλαγιές του
Ντουά Τεπέ και ενισχύονται με τάγμα της ΙΙΙ Μεραρχίας. Δημιουργούν έτσι νέα
αμυντική γραμμή που στηρίζει το αριστερό της στο Σαγγάριο και το δεξιό της
συνδέεται με τον υποτομέα της Μεραρχίας. Οι Τούρκοι μετατόπισαν την
προσπάθεια τους νότια της σιδηροδρομικής γραμμής μετά την κατάληψη της
κορυφογραμμής Ντουά -Τεπέ. Η νέα επίθεσή τους γίνεται με 2 Μεραρχίες και
κύρια προσπάθεια προς Καρά Ντάγ. Μέχρι το πρωί, 29 Αυγούστου,
συνεχίσθηκε με σφοδρότητα η επίθεση αλλά αποκρούσθηκε τελικά από τα
ελληνικά τμήματα.
(β) Η ΙV Ομάδα Μεραρχιών επιτίθεται με 2 Μεραρχίες
εναντίον του κέντρου του Γ' ΣΣ και αποκρούεται από την ΙΧ Μεραρχία.
(γ) Το Γ' ΣΣ, για να μειώσει τη δραστηριότητα του
αντιπάλου και να προκαλέσει αντιπερισπασμό, ενεργεί αντεπίθεση με την Χ
Μεραρχία προς Καραγιαφσάν και το δεξιό της ΙΧ Μεραρχίας προς Σεϊχαλί και
κατέλαβε τελικά τη γραμμή νότια του Σεϊχαλί αφού προξένησε στις γραμμές
του αντιπάλου αναταραχή.
(δ) Κατόπιν της μερικής επιτυχίας των Τούρκων, η Στρατιά
ενισχύει το αριστερό της με τη μεταφορά του Β' ΣΣ. Το Σώμα αποσύρθηκε,
νύχτα 28 Αυγούστου, από την περιοχή Καλέ Γκρότο και έφθασε στην περιοχή
Σαριχαλίλ - Γενή Μεχμετλί (4 χιλ. δυτικά του Σαριχαλίλ) τα μεσάνυχτα της
επομένης. Η Ταξιαρχία Ιππικού και απόσπασμα Συντάγματος της ΧΙΙ
Μεραρχίας εγκαταστάθηκαν στην περιοχή Τουρμπέ Τεπέ για να εξασφαλίσουν
το δεξιό και τα νώτα του Α' ΣΣ από την αποχώρηση του Β' ΣΣ.
(ε) Η Τουρκική Διοίκηση, έγινε διστακτική, ύστερα από την
επιτυχία της ελληνικής επιθέσεως στον τομέα του Καραγιαφσάν και την απειλή
του δεξιού της από το Β' ΣΣ και δε συνέχισε την επομένη ημέρα, (29
Αυγούστου), την επίθεση της. Γι' αυτό απέσυρε τη Μεραρχία που ήταν βόρεια
του Καλέ - Γκρότο και άλλες τρείς από τις έναντι του Α' ΣΣ και τις κατεύθυνε
προς Πολατλί.
(στ) Το Γ' ΣΣ, διέταξε το απόγευμα της 28ης Αυγούστου για
την επομένη την VΙΙ Μεραρχία να ανακαταλάβει το Ντουά - Τεπέ και τις ΙΧ και
Χ Μεραρχίες να συνεχίσουν προς Βορρά την επίθεση. Η επίθεση προς Ντουά -
Τεπέ και της ΙΧ Μεραρχίας απέτυχαν. Η Χ Μεραρχία κατέλαβε προς το
μεσημέρι οργανωμένες εχθρικές θέσεις βορειοδυτικά του χ. Καραγιαφσάν.

ι. Αποχώρηση της Ελληνικής Στρατιάς (Σχεδ. 42, 44, 45)

(1) Η Ελληνική Κυβέρνηση, στην έκθεση που της υποβλήθηκε,


απάντησε ότι διατάζει τη Στρατιά να ρυθμίσει τις ενέργειές της σύμφωνα με το
στρατιωτικό συμφέρον. Μετά από αυτήν την εξουσιοδότηση η Στρατιά
228

αναφέρει, στις 29 Αυγούστου, στον Υπουργό Στρατιωτικών που ήταν στην


Προύσα, ότι δεν μπορεί να διατηρηθεί στα ανατολικά του Σαγγαρίου και θα
συμπτυχθεί στα δυτικά του. Οι μετέπειτα αποφάσεις θα εξαρτηθούν από την
κατάσταση που θα δημιουργήσει η αποχώρηση της Στρατιάς από το Σαγγάριο.
(2) Η Στρατιά συνέπτυξε το Α' ΣΣ από την ορεινή τοποθεσία
Αρντίζ Νταγ - Τσαλ Νταγ και το εγκατέστησε στη γραμμή Σαριχαλίλ - Ιλιτζά,
τη νύκτα της 29ης Αυγούστου. Το Σώμα εκεί συνδέεται αριστερά με το Γ' ΣΣ
του οποίου η Χ Μεραρχία είχε αποσυρθεί από την περιοχή Καραγιαφσάν στα
υψώματα βόρεια του Σαριχαλίλ. Στην περιοχή Ιλιτζά εγκαταστάθηγκε μικτό
απόσπασμα της ΧΙΙ Μεραρχίας για κάλυψη του δεξιού Α' ΣΣ και τη διάταξη
όλης της Στρατιάς. Μετά την επιτυχημένη απαγκίστρωση του Α' ΣΣ και την
προσέγγισή του στο Σαγγάριο η Στρατιά αποφασίζει την νύχτα της 30/31
Αυγούστου να αποσύρει στα δυτικά του ποταμού το σύνολο των δυνάμεών της.
Κατά τη διάρκεια αυτής της νύκτας και με κάλυψη ισχυρών οπισθοφυλακών
διαπεραιώνονται από διαφορετικές γέφυρες το καθένα όλα τα Σώματα της
Στρατιάς και εγκαταστάθηκαν στην πρώτη παράλληλη προς τον ποταμό
κορυφογραμμή: Το Γ' ΣΣ μεταξύ Πουρσάκ και βόρειου κλάδου του Σαγγάριου,
το Β' ΣΣ αμέσως νότια του Πουρσάκ έως το ρέμα Τσαρντάκοζου Ντερέ, το Α'
ΣΣ μεταξύ Τσαρντάκοζου Ντερέ και νότιου κλάδου του Σαγγάριου. Έτσι έγινε
η μεταφορά της Στρατιάς, στα δυτικά του Σαγγάριου, με τον οπλισμό και το
υλικό της. Οι γέφυρες από γεφυροσκευή διαλύθηκαν, το υλικό τους
μεταφέρθηκε και τα υπόλοιπα καταστράφηκαν. Αυτή η σοβαρή και επικίνδυνη
κίνηση ολοκληρώθηκε χωρίς παρενόχληση από τον αντίπαλο.
(3) Η Στρατιά, έμεινε επί πέντε μέρες στο Σαγγάριο και απέκρουσε
εχθρικές επιθέσεις σε διάφορα σημεία του μετώπου της με σοβαρές απώλειες
για τους Τούρκους. Σοβαρότερη υπήρξε η ενέργεια της Μεραρχίας Μουρεττέπ
εναντίον του Σιβρί Χισάρ, στα νώτα της Στρατιάς. Η Ι Μεραρχία και η
Ταξιαρχία Ιππικού την εξεδίωξαν και την απώθησαν τελικά νότια του
Σαγγαρίου.
(4) Η Στρατιά, στις 4 Σεπτεμβρίου, εγκαταλείπει την τοποθεσία στα
δυτικά του Σαγγάριου, φθάνει και εγκαθίσταται στην αμυντική τοποθεσία
ανατολικά του Εσκί Σεχίρ με αναδίπλωση και κατάλληλες διαδοχικές
καταλήψεις εδαφών. Η Στρατιά κατέστρεψε ολοσχερώς την σιδηροδρομική
γραμμή προς Άγκυρα κατά τη σύμπτυξή της. Οι Τούρκοι, δεν καταδιώκουν
αλλά προωθούν στα νώτα της Στρατιάς την V Ομάδα Μεραρχιών (2η, 3η, 14η
Μεραρχίες Ιππικού) που ονομάζουν V ΣΣ και το ενισχύουν με την 8η
Μεραρχία Πεζικού. Αυτό το Σώμα κινείται στο διάδρομο νότια του Σαγγάριου,
κατευθύνει από την κοιλάδα του Σεγίτ Σου 2 Μεραρχίες Ιππικού προς το Εσκί
Σεχίρ και την 8η Μεραρχία προς Σεϊντί Γαζή. Η Στρατιά, αντιμετωπίζει με
επιτυχία την τουρκική ενέργεια με τις ΙΙ, ΙΧ, Χ Μεραρχίες υπό τη διοίκηση του
Α' ΣΣ. Η Ανεξάρτητη Μεραρχία, που είχε μεταφερθεί από τη Θράκη,
229

αντιμετώπισε με επιτυχία την 8η Τουρκική Μεραρχία στο Σεϊντί Γαζή και


συμπτύσσεται στα νοτιοδυτικά. Έτσι, λήγουν οι επιχειρήσεις στο Σαγγάριο για
την Ελληνική Στρατιά.

6. Αποτελέσματα

Οι απώλειες της Ελληνικής Στρατιάς στη μάχη του Σαγγάριου ήταν


σοβαρές: Νεκροί 217 αξιωματικοί και 3.565 οπλίτες, τραυματίες 736
αξιωματικοί και 18.623 οπλίτες, αγνοούμενοι 376 οπλίτες.

7. Διαπιστώσεις - Συμπεράσματα

α. Η δύναμη που διατέθηκε για τη συντριβή και τον εξαναγκασμό του


αντιπάλου σε συνθηκολόγηση ήταν ανεπαρκής. Στις κύριες επιχειρήσεις
συμμετείχαν μόνο 9 Μεραρχίες από τις 11 που βρισκόταν στη Μ. Ασία. Οι δύο
υπόλοιπες χρησιμοποιήθηκαν για δευτερεύουσες ενέργειες (κάλυψη πλευρών)
ενώ επιβαλόταν η χρησιμοποίηση όλων των Μεραρχιών. Με την έγκαιρη
μεταφορά της Ανεξάρτητης Μεραρχίας από τη Θράκη θα εξασφαλιζόταν η
προστασία των νώτων και των πλευρών της Στρατιάς. Εν ανάγκη θα μπορούσε
να ενισχυθεί η Μεραρχία με τμήματα από τη ζώνη των μετόπισθεν.
Συνεπάγεται, επομένως, ότι για κάθε επιχείρηση η δύναμη που χρησιμοποιείται
πρέπει να είναι ανάλογη με τον επιδιωκόμενο σκοπό.

β. Όλες τις Μεραρχίες τις απορρόφησε από την αρχή το εκτεταμένο


μέτωπο ανατολικά του Σαγγάριου χωρίς να μείνει έστω και μία σαν γενική
εφεδρεία στη διάθεση του Αρχιστρατήγου. Αυτή η ενέργεια ήταν λάθος. Η
ύπαρξη ανάλογης εφεδρείας σε όλα τα κλιμάκια της διοίκησης είναι αναγκαία
και απαραίτητη ή για αντιμετώπιση απρόοπτων καταστάσεων ή για
εκμετάλευση επιτυχίας.

γ. Η σχεδίαση και προπαρασκευή των επιχειρήσεων έγινε με


προχειρότητα ειδικά από πλευράς υποστηρίξεως αυτών. Φαίνεται ότι δεν
ελήφθηκαν σοβαρά υπόψη οι δυνατότητες των μέσων μεταφοράς που υπήρχαν
αν και διαπιστώθηκε ότι αυτές περιοριζόταν έως τον Σαγγάριο. Το αποτέλεσμα
ήταν ο ανεπαρκής εφοδιασμός των Μονάδων σε πυρομαχικά πυροβολικού
ιδιαίτερα και σε πολλές περιπτώσεις ο εξαναγκασμός τους σε επίθεση χωρίς την
υποστήριξη πυροβολικού. Επομένως, βασικός παράγοντας στη επιτυχία της
επιχειρήσεως είναι η προπαρασκευή και η οργάνωση των μεταφορών για την
υποστήριξή της.
230

δ. Η Στρατιά πέτυχε να εξαπατήσει τον εχθρό ως προς την κατεύθυνση


της επιθέσεως. Κινήθηκε αρχικά προς τα ανατολικά και μεταφέρθηκε στη
συνέχεια νότια του Σαγγάριου. Απέτυχε όμως να υπερκεράσει το αριστερό της
εχθρικής διατάξεως επειδή ο ελιγμός ήταν πολύ μεγάλος και χρειάσθηκε μέρες
οπότε οι Τούρκοι κατάλαβαν τις προθέσεις και αναπροσάρμοσαν την διάταξη
τους. Έτσι, η ενέργεια της Στρατιάς κατέληξε σε μετωπική επίθεση από Νότο
προς Βορρά. Συνεπάγεται ότι για την παραπλάνηση του αντιπάλου απαιτείται η
γρήγορη συγκέντρωση των απαραίτητων δυνάμεων σε περιοχή του μετώπου μη
αναμενόμενη για να μην υπάρξει χρόνος αντίδρασης.

ε. Οι πληροφορίες από αέρος που λάμβανε η Στρατιά αποδεικνυόταν


τελικά ανακριβείς επειδή δε φρόντιζε να τις διασταυρώσει με τα τμήματα που
βρισκόταν σε επαφή. Το αποτέλεσμα ήταν να μεταβάλει τις αρχικές της
αποφάσεις και να έχει έτσι μη αναμενόμενα αποτελέσματα, π.χ. η καθυστέρηση
εκδηλώσεως επιθέσεως και η αδράνεια του Β' ΣΣ για δύο 24/ωρα. Εάν αυτό το
Σώμα κινείτο έγκαιρα και δραστήρια προς Καλέ Γκρότο ήταν δυνατόν με μικρή
προσπάθεια να καταλάβει αυτή την τοποθεσία επειδή η τουρκική Ι Ομάδα
Μεραρχιών έφθασε στη περιοχή το μεσημέρι της 11ης Αυγούστου και
καταπονημένη. Οπωσδήποτε όμως θα ματαιωνόταν η επίθεση που εξαπέλυσε
στις 12 Αυγούστου και η αντεπίθεση εναντίον του δεξιού του Α' ΣΣ.
Συνεπάγεται εδώ ότι κατά την εξέλιξη μιας επιχειρήσεως πρέπει να συλλέγονται
πληροφορίες σαφείς και συγκεκριμένες ώστε με τη λεπτομερή ανάλυση και
εκτίμηση τους να οδηγείται η Διοίκηση σε σωστές αποφάσεις.

στ. Τα Σώματα Στρατού και η Στρατιά δεν εκμεταλεύθηκαν τις ευκαιρίες


που παρουσιαζόταν για να έχουν επιτυχίες. Η ΧΙΙΙ Μεραρχία θα μπορούσε να
προωθηθεί ολόκληρη προς Βορρά μετά την πτώση του Μαγκάλ-Νταγ. Στην
κατεύθυνση Γιαπάν Χαμάμ δεν έγινε στις 16 Αυγούστου εκμετάλευση της
διασπάσεως της τουρκικής διατάξεως. Ούτε την επομένη ημέρα, 17 Αυγούστου,
διατάχθηκε ανάλογη ενέργεια όταν η 1η τουρκική Μεραρχία Ιππικού
συμπτύχθηκε σε μεγάλο βάθος και άφησε κενό 6 χιλιομέτρων περίπου μεταξύ
Σαγουντζαλί και Σαριχαλίλ.

ζ. Η επιλογή από τους Τούρκους της αμυντικής περιοχής ανατολικά του


Σαγγάριου και βόρεια του Γκεούκ Κατραντζί καθώς και η οργάνωση της ζώνης
βάθους 25 χιλ. ήταν πολύ σωστή. Οι Τούρκοι εφάρμοσαν επίσης την αρχή της
παραχωρήσεως μη ζωτικού εδάφους στον αντίπαλο για αποφυγή καταστροφής
δυνάμεων και κέρδος χρόνου.
231

η. Έγινε αισθητή η ανεπάρκεια Μονάδων Ιππικού ως ταχυκίνητη


εφεδρεία και ως εξουδετέρωση των ενεργούντων ελεύθερα Μεραρχιών του
τουρκικού Ιππικού.

θ. Η επιτυχημένη σύμπτυξη 3 Σωμάτων Στρατού σε μία νύκτα και με το


υλικό τους στην δυτική όχθη του Σαγγαρίου μπορεί να χαρακτηρισθεί άθλος της
Στρατιάς. Εδώ συνέβαλε η λεπτομερής και πλήρης προπαρασκευή της
συμπτύξεως που είναι πολύ λεπτής μορφής αγώνας.

ι. Θα πρέπει όμως να σημειωθεί ιδιαίτερα ότι κατά τους αιματηρούς


αυτούς αγώνες, στα ανατολικά του Σαγγαρίου, ο Έλληνας μαχητής, καρτερικός,
λιτοδίαιτος και γενναίος ανάπτυξε και έδειξε το επιθετικό πνεύμα που
επιβαλλόταν παρά τις δυσχέρεις και τα σφάλματα και κέρδισε τον θαυμαστό του
αντιπάλου. Ήταν ο κύριος συντελεστής των επιτυχιών στα Ταμπούρ - Ογλού,
Σαπάντζα, Καλέ - Γκρότο, Αρντίζ - Νταγ και Τσαλ Νταγ όπου ο Ελληνικός
Στρατός επιβλήθηκε στον αντίπαλο με τακτική.
H MAΧΗ ΠΙΝΔΟΥ – ΚΑΛΑΜΑ
(28 Οκτωβρίου - 13 Νοεμβρίου 1940)

1. Εισαγωγή

α. Στις 28 Οκτωβρίου 1940, όταν η Ιταλία κήρυξε απροκάλυπτα τον


πόλεμο εναντίον της Ελλάδας, η γενική πολιτικοστρατιωτική κατάσταση
παρουσιαζόταν ως εξής:
(1) Από τις 3 Σεπτεμβρίου 1939 είχε εκραγεί ο Β΄ Παγκόσμιος
Πόλεμος με αντίπαλους συνασπισμούς τον "Άξονα" (Γερμανία - Ιταλία) και τις
"Δυτικές Δυνάμεις" (Μεγάλη Βρετανία - Γαλλία). Μέχρι το τέλος Ιουνίου 1940
η Γερμανία με κεραυνοβόλο ενέργειά της, είχε καταλάβει την Πολωνία, τη
Δανία, τη Νορβηγία, το Βέλγιο, την Ολλανδία, το Λουξεμβούργο και τη
Γαλλία, εδραιώνοντας έτσι τη φήμη για το αήττητο του Άξονα. Η Μεγάλη
Βρετανία εξάλλου που απέμεινε μόνη της στον αγώνα κατά των Δυνάμεων του
Άξονα απειλούνταν με εισβολή Γερμανικών Δυνάμεων στα νησιά της, ενώ στην
Αφρική τα στρατεύματά της πιέζονταν από τα ιταλικά.
(2) Από τα βαλκανικά κράτη, άλλα κήρυξαν ουδετερότητα και
άλλα επιχειρούσαν επίδειξη καλής διαγωγής απέναντι στη Γερμανία. Η
Γιουγκοσλαβία ήδη εκδηλωνόταν φιλικά προς τον Άξονα, η Ρουμανία
διαδήλωνε την αφοσίωσή της στις Κεντρικές Δυνάμεις και την πρόθεσή της να
συνεργασθεί με αυτές και τέλος, η Βουλγαρία, της οποίας η ευνοϊκή στάση προς
τον Άξονα ήταν ήδη γνωστή, ασκούσε εφεκτική και καιροσκοπική πολιτική.
Τέλος, η Αλβανία που είχε καταληφθεί τον Απρίλιο 1939 από την Ιταλία,
αποτελούσε ήδη το προγεφύρωμά της για την εφαρμογή των κατακτητικών της
σχεδίων με πρώτο θύμα την Ελλάδα. Έτσι, η Ελλάδα που μέχρι τότε
αντιμετώπιζε μόνο το βουλγαρικό κίνδυνο, έπρεπε τώρα να αντιμετωπίσει και
την ιταλική απειλή.
(3) Μετά την κατάληψη της Αλβανίας, η πολιτική της Ιταλίας
απέναντι στην Ελλάδα, με την οποία συνδεόταν με σύμφωνο φιλίας, άρχισε να
μεταστρέφεται και από τον Αύγουστο 1940 να προσλαμβάνει απροκάλυπτα
εχθρικό χαρακτήρα. Παράλληλα, με το ραδιοφωνικό και δημοσιογραφικό
πόλεμο κατά της Ελλάδας, η Ιταλία άρχισε να παραβιάζει συστηματικά την
ουδετερότητα της χώρας. Ιταλικά αεροσκάφη παραβίαζαν τον ελληνικό εναέριο
χώρο, το εύδρομο "Έλλη" τορπιλλιζόταν άνανδρα από ιταλικό υποβρύχιο στο
λιμάνι της Τήνου, αλβανικές συμμορίες συγκροτούνταν για να εισβάλλουν στο
ελληνικό έδαφος και συγχρόνως σκηνοθετούνταν μεθοριακά επεισόδια, ενώ ο
ιταλικός στρατός στην Αλβανία διαρκώς ενισχυόταν και προωθούνταν προς την
ελληνοαλβανική μεθόριο.
β. Η Ελλάδα, απέναντι σ΄ αυτή την εχθρική ιταλική πολιτική, διατηρούσε
την ψυχραιμία της και επιδείκνυε με ειλικρίνεια τη μεγαλύτερη δυνατή
μετριοπάθεια για τη διάσωση της ειρήνης, αλλά συγχρόνως τόνιζε ότι ήταν
αποφασισμένη να υπερασπισθεί με κάθε μέσο την ανεξαρτησία και την
ακεραιότητα της χώρας. Παράλληλα, καταρτίζονταν τα σχέδια άμυνάς της,
βελτιωνόταν η οργάνωση των αμυντικών τοποθεσιών, συμπληρώνονταν οι
ελλείψεις σε πολεμικό υλικό και στη δύναμη των παραμεθόριων μονάδων,
συγκροτούνταν οι απαραίτητες Διοικήσεις και γενικά επαυξανόταν η
παρακολούθηση της δραστηριότητας των πιθανών αντιπάλων της χώρας.
Η Ελλάδα γνώριζε καλά ότι σε περίπτωση επιθέσεως εναντίον της, δε
θα μπορούσε να αναμένει βοήθεια από καμία πλευρά. Πιστή όμως στις
επιταγές της μακραίωνης ιστορίας της, όταν στις 0300 της 28ης Οκτωβρίου
1940 η Ιταλία απρόκλητα της έθεσε το δίλημμα ή να παραχωρήσει εθνικά
εδάφη ή να αποδεχθεί τον πόλεμο, δε δίστασε να αναφωνήσει το "ΟΧΙ" και να
εμπιστευθεί την τιμή της στους μαχητές της Πίνδου και του Καλαμά.

2. Περιγραφή του Πεδίου της Μάχης

α. Η περιοχή Πίνδου - Καλαμά βρίσκεται στο βορειοδυτικό τμήμα του


ελλαδικού χώρου, στα σύνορα της ελληνικής νότιας Ηπείρου προς τη βόρεια
Ήπειρο (που σήμερα ονομάζεται νότια Αλβανία) (Σχεδ. 46). Εκτείνεται από το
Ιόνιο Πέλαγος μέχρι το όρος Γράμμος (συμπεριλαμβανόμενο) και έχει
ανάπτυγμα περίπου εκατό χιλιόμετρα σε ευθεία γραμμή. Το έδαφος και από τις
δύο πλευρές των ελληνοαλβανικών συνόρων είναι γενικά ορεινό και ιδιαίτερα
αυτό του ελλαδικού χώρου, του οποίου τα όρη είναι ψηλότερα και πιο απότομα
και οι κοιλάδες στενότερες.

β. Τα ορεινά συγκροτήματα στο ελληνικό έδαφος που ενδιαφέρουν τη


μάχη αυτή είναι τα όρη Σαρακίνα, Τσαμαντά, Παραμυθιάς, Ολύτσικα,
Μιτσικέλι, Νεμέρτσκα, Τύμφης (Γκαμήλας) Σμόλικα και Γράμμου, του οποίου
την κύρια κορυφογραμμή ακολουθεί και η ελληνοαλβανική μεθόριος. Οι
παραφυάδες του Σμόλικα και της Τύμφης προς τα νοτιοανατολικά απολήγουν
στο Ζυγό του Μετσόβου. Η περιοχή Γράμμου και Σμόλικα είναι γνωστή ως
βόρεια Πίνδος.

γ. Μεταξύ του Σμόλικα και της Τύμφης ρέει ο ποταμός Αώος από τα
ανατολικά προς τα δυτικά και μέσω της στενωπού Μέρτζανης εισέρχεται στο
αλβανικό έδαφος. Συνεχίζοντας τη ροή του προς τα βορειοδυτικά μεταξύ της
Νεμέρτσκας και της Κολωνίας, καταλήγει στον Αυλώνα. Επίσης, μεταξύ του
όρους Τσαμαντά και του όρους Παραμυθιάς ρέει προς το Ιόνιο Πέλαγος ο
ποταμός Θύαμις ή Καλαμάς, μεταξύ του Γράμμου και του Σμόλικα ο ποταμός
235

Σαραντάπορος που συνδέεται στη Μέρτζανη με τον Αώο. Τέλος, μεταξύ του
όρους Τσαμαντά και του όρους Νεμέρτσκα ρέει προς τα βορειοδυτικά ο
ποταμός Δρίνος που συνενώνεται στο Τεπελένι με τον Αώο.

δ. Από πλευράς συγκοινωνιών, εισέρχονταν από την Αλβανία προς την


Ελλάδα οι παρακάτω αμαξιτοί οδοί:
(1) Αυλώνας-Τεπελένι-Αργυρόκαστρο-Γεωργουτσάδες και από εκεί
είτε μέσω Αγίων Σαράντα προς Κονίσπολη-Φιλιάτες-Παραπόταμο-
Ηγουμενίτσα-Μαργαρίτι-Καναλάκι-Πρέβεζα, είτε μέσω Κακαβιάς προς
Καλπάκι-Ιωάννινα-Φιλιππιάδα-Πρέβεζα ή μέσω ΄Αρτας προς Αιτωλο-
ακαρνανία.
(2) Τεπελένι ή Βεράτι-Κλεισούρα-Μέρτζανη-Καλπάκι-Ιωάννι-να.
(3) Κορυτσά-Ερσέκα-Λεσκοβίκι-Μέρτζανη-Καλπάκι-Ιωάννινα.
(4) Παραπόταμος-Μενίνα-Παραμυθιά-Καναλάκι-Πρέβεζα.
(5) Εγκάρσιο δρομολόγιο υπήρχε τότε ένα, Ηγουμενίτσα-Ιωάννινα-
Μέτσοβο, που ενώνει το διαμέρισμα της Ηπείρου με αυτά της Θεσσαλίας και
της δυτικής Μακεδονίας. Σήμερα υπάρχει και το δρομολόγιο Ιωάννινα-Κοζάνη,
μέσω Κόνιτσας- Επταχωρίου-Πενταλόφου.

ε. Αμυντικές τοποθεσίες υπάρχουν κυρίως δύο. Αυτή των συνόρων που


στερείται βάθους και παρουσιάζει δυσχέρειες οργανώσεως και πλήρους
επανδρώσεως πριν την κήρυξη πολέμου και αυτή της νότιας όχθης του ποταμού
Καλαμά. Η δεύτερη τοποθεσία περιλαμβάνει τον κόμβο του Καλπακίου και
είναι δυνατό να εκταθεί βορειοανατολικά στο όρος Σμόλικα και να στηρίξει το
δεξιό της στα ανατολικά αντερείσματα του Γράμμου. Γι΄ αυτό και αποτέλεσε
την κύρια τοποθεσία άμυνας κατά τη μάχη Πίνδου-Καλαμά, καλύπτοντας
επαρκώς το υψίπεδο και την πόλη των Ιωαννίνων και φράσσοντας εύκολα τις
οδεύσεις από την Ήπειρο προς τη Θεσσαλία και τη δυτική Μακεδονία.
Σημειώνεται, επίσης, ότι το έδαφος είναι πολύ ορεινό και στερείται
δρομολογίων, εκτός από ελάχιστα ημιονικά.

στ. Η τοποθεσία αυτή παρότι άρχισε να οργανώνεται από τα μέσα του


1939, εντούτοις δεν είχε ολοκληρωθεί σε όλη της την έκταση και με τα
απαιτούμενα έργα άμυνας, εξαιτίας της ενάρξεως του πολέμου. Ως πρώτη
προτεραιότητα επιδιώχθηκε η οργάνωση του εδάφους στην κύρια τοποθεσία
αντιστάσεως Ελαία-Καλαμάς, όπου σύμφωνα με τις προβλέψεις θα γινόταν η
αποφασιστική μάχη. Ως δεύτερη προτεραιότητα επιδιώχθηκε η οργάνωση του
εδάφους στους άξονες ελιγμού, από τα σύνορα και μέχρι την τοποθεσία Ελαία-
Καλαμάς. Η οργάνωση της τοποθεσίας είχε γίνει στα υψώματα δεξιά και
αριστερά της στενωπού Ελαίας (Καλπακίου), στις περιοχές Λεπροβούνι,
Ρεπετίστα, Μονή Σωσίνου και στις περιοχές Νεοχωρίου και Παραποτάμου.
236

Για το σκοπό αυτό κατασκευάσθηκαν ορισμένα έργα εκστρατείας από πρόχειρα


υλικά, χαρακώματα σε αρκετό μήκος και σε μερικές περιπτώσεις
συρματοπλέγματα σε δύο ή τρεις σειρές, πυροβολεία, παρατηρητήρια,
σκέπαστρα, Α/Τ τάφροι και Α/Τ φράγματα επί των κύριων οδεύσεων. Είχαν
επίσης προετοιμασθεί αρκετές καταστροφές στις υπάρχουσες γέφυρες και
στενωπούς. Τέλος, η τοποθεσία της Πίνδου ήταν πρόχειρα οργανωμένη με έργα
εκστρατείας σε περιορισμένο αριθμό και στα πιο ζωτικά σημεία της.

3. Γενική Κατάσταση, Δυνάμεις και Διάταξη των Αντιπάλων

α. Ιταλών

(1) Την παραμονή της ιταλικής επιθέσεως κατά της Ελλάδας, οι


ιταλικές δυνάμεις στην Αλβανία περιλάμβαναν μία Ανώτατη Διοίκηση που είχε
δύο Σώματα Στρατού, το ΧΧV Τσαμουριάς και το XXVΙ Κορυτσάς υπό τις
διαταγές της και έδρα τα Τίρανα. Ανώτατος Διοικητής ήταν ο Αντιστράτηγος
Βισκόντι Πράσκα (Σχεδ. 47).
(2) Το ΧΧV Σώμα Στρατού ήταν προσανατολισμένο προς το
θέατρο επιχειρήσεων Ηπείρου και είχε τις παρακάτω Μεγάλες Μονάδες:
(α) Την 23η Μεραρχία Φερράρα, δυνάμεως 9 ταγμάτων
Πεζικού, 9 πυροβολαρχιών (12 βαρειές), 1 τάγματος όλμων (48 σωλήνες), 1
επιλαρχίας και 50 αρμάτων μάχης, συνολικής δυνάμεως 21.000 ανδρών
περίπου. Η Μεραρχία αυτή βρισκόταν αναπτυγμένη στις περιοχές Μέρτζανη-
Πρεμετή και Γεωργουτσάδες-Αργυρόκαστρο.
(β) Την 51η Μεραρχία Σιέννα, δυνάμεως 8 ταγμάτων
Πεζικού, 20 πυροβολαρχιών (6 βαρειές), 1 τάγματος όλμων και 1 συντάγματος
Ιππικού, συνολικής δυνάμεως περίπου 12.500 ανδρών. Η Μεραρχία αυτή
βρισκόταν αναπτυγμένη στις περιοχές Κονισπόλεως-Δελβίνου και Αγίων
Σαράντα.
(γ) Την 131η Τεθωρακισμένη Μεραρχία Κενταύρων,
δυνάμεως 1 Τάγματος Βερσαλιέρων, 6 πεδινών πυροβολαρχιών και 40 αρμάτων
μάχης συνολικής δυνάμεως 2.200 ανδρών περίπου. Η Μεραρχία αυτή ήταν
αναπτυγμένη στις περιοχές Αργυροκάστρου-Τεπελενίου. Δύο Τάγματα
αρμάτων της είχαν διατεθεί ως εφεδρεία στο ΧΧVΙ Σώμα Στρατού.
(δ) Τη Μεραρχία Ιππικού ενισχυμένη με μονάδες Πεζικού
και Πυροβολικού, αποτελούμενη από 4 τάγματα Πεζικού, 6 ελαφρές
πυροβολαρχίες και 2 συντάγματα Ιππικού, συνολικής δυνάμεως περίπου 5.500
ανδρών. Η Μεραρχία αυτή βρισκόταν στην περιοχή Κανισπόλεως και δυτικά
μέχρι τη θάλασσα.
237

(3) Το ΧΧVΙ Σώμα Στρατού περιλάμβανε 4 Μεραρχίες Πεζικού και


ήταν προσανατολισμένο προς το θέατρο επιχειρήσεων της βορειοδυτικής
Μακεδονίας και απέναντι στη Γιουγκοσλαβική μεθόριο.
(4) Μεταξύ των δύο αυτών Σωμάτων Στρατού βρισκόταν
συγκεντρωμένη στις περιοχές Ερσέκας-Λεσκοβικίου (απέναντι στην Πίνδο) η
3η Μεραρχία Αλπινιστών "Τζούλια", αποτελούμενη από 5 τάγματα πεζικού
(ενδεχομένως ενισχυμένα), 6 ορειβατικές πυροβολαρχίες και ίλη ιππικού,
συνολικής δυνάμεως περίπου 10.800 ανδρών. Γενικά, το σύνολο των ιταλικών
δυνάμεων στο Θέατρο Επιχειρήσεων Ηπείρου και Πίνδου ανερχόταν σε περίπου
52.000 άνδρες (27 τάγματα πεζικού, 67 πυροβολαρχίες από τις οποίες 18
βαρειές, 90 άρματα μάχης, 3 συντάγματα ιππικού, 2 τάγματα όλμων, 1
ανεξάρτητη ίλη ιππικού).
(5) Από πλευράς αεροπορίας είχε προβλεφθεί η διάθεση και
χρησιμοποίηση 400 περίπου αεροπλάνων από τα αεροδρόμια της Αλβανίας και
της Ιταλίας.

β. Ελλήνων

Στην περιοχή της Ηπείρου και της βόρειας Πίνδου οι δυνάμεις είχαν
ως εξής:
(1) Η VΙΙΙ Μεραρχία (υπό τον Υποστράτηγο Χαράλαμπο
Κατσιμήτρο), η οποία είχε πλήρως επιστρατευθεί και ενισχυθεί με το
Στρατηγείο της ΙΙΙ Ταξιαρχίας Πεζικού και μερικές μονάδες Πεζικού και
Πυροβολικού. Οι δυνάμεις της περιλάμβαναν τέσσερις Διοικήσεις Συνταγμάτων
Πεζικού, 15 Τάγματα Πεζικού, 9 ορειβατικές πυροβολαρχίες, 3 πεδινές, 2
βαρειές, 5 ουλαμούς συνοδείας πεζικού, 2 τάγματα πολυβόλων κινήσεως, 1
πολυβολαρχία βαρέων πολυβόλων, 1 μεραρχιακή ομάδα Αναγνωρίσεως. Οι
δυνάμεις αυτές ήταν κατανεμημένες σε δύο κλιμάκια ως εξής:
(α) Το πρώτο, δυνάμεως 5 ταγμάτων πεζικού με 2 ορειβατικές
πυροβολαρχίες και 3 ουλαμούς συνοδείας πεζικού, κατείχε την τοποθεσία
προκαλύψεως κατά μήκος των ελληνοαλβανικών συνόρων και θα αποτελούσε,
μετά τη σύμπτυξή του την εφεδρεία της Μεραρχίας.
(β) Το δεύτερο, το οποίο περιλάμβανε τις υπόλοιπες δυνάμεις
της Μεραρχίας, εκτός αυτών που είχαν διατεθεί στην περιοχή Πρέβεζας,
βρισκόταν στην τοποθεσία αντιστάσεως κατά μήκος της νότιας όχθης του
ποταμού Καλαμά, από το Ιόνιο Πέλαγος μέχρι τα δυτικά αντερείσματα του
όρους Σμόλικα (Σχεδ. 47). Η τοποθεσία αυτή στοιχιζόταν στη γραμμή
Υψώματα Παραπόταμου-Νεοχώριο-Βροσίνα-Γρίμποβο-Γρανιτσοπούλα-
Αετόπετρα-Μονή Σωσίνου-Βροντισμένη-Ελαία (Καλπάκι)-Γκραμπάλα-Κλέφτης
(βόρεια της Κόνιτσας) (Σχεδ. 47 και 48). Το δεξιό της Μεραρχίας κάλυπτε το
Τάγμα Προκαλύψεως Κόνιτσας.
238

(γ) Ένα τάγμα Πεζικού, μία πεδινή πυροβολαρχία και ένας


Λόχος πολυβόλων είχαν διατεθεί στην Πρέβεζα, με αποστολή τη φρούρηση των
ακτών της και του στομίου του Αμβρακικού κόλπου.
(δ) Οι δυνάμεις της VΙΙΙ Μεραρχίας είχαν κατανεμηθεί στην
τοποθεσία άμυνας σε τρεις τομείς, Θεσπρωτίας, Καλαμά και Νεγράδων (Σχεδ.
47). Είχε, επίσης, οργανωθεί και ο τομέας Πρέβεζας-Φιλιππιάδας.
(2) Το Απόσπασμα Πίνδου (υπό το Συνταγματάρχη Πεζικού
Κων/νο Δαβάκη) ήταν εφεδρική Μονάδα που είχε επιστρατευθεί ένα μήνα πριν
την κήρυξη του Πολέμου. Περιλάμβανε το 51ο Σύνταγμα Πεζικού (μείον
Τάγμα), ένα Λόχο του Τάγματος Κόνιτσας με διμοιρία πολυβόλων, μία
ορειβατική πυροβολαρχία, έναν ουλαμό Πυροβολικού των 6,5 , έναν ουλαμό
Ιππικού, ομάδα όλμων, ένα λόχο Υγειονομικού και μία διμοιρία Διαβιβάσεων.
Στις 27 Οκτωβρίου 1940 το ΙΙΙ Τάγμα του Συντάγματος κινήθηκε προς το
Επταχώρι, όπου ήταν και η έδρα του Αποσπάσματος. Το Απόσπασμα Πίνδου
υπαγόταν στο Τμήμα Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας (ΤΣΔΜ), κατείχε το τμήμα
της αμυντικής τοποθεσίας μεταξύ Σμόλικα και βόρεια Γράμμου (Σχεδ. 49),
αναπτύγματος 35 χιλιομέτρων περίπου και είχε σοβαρές ελλείψεις σε οπλισμό,
πυρομαχικά και λοιπά υλικά.

4. Σχέδια και Αποστολές Αντιπάλων

α. Ιταλών

(1) Το ιταλικό πολεμικό σχέδιο κατά της Ελλάδας προέβλεπε, σε


πρώτο στάδιο, την αιφνιδιαστική κατάληψη της Ηπείρου και ταυτόχρονα της
Κέρκυρας και των άλλων Ιονίων νήσων. Σε δεύτερο στάδιο θα
καταλαμβανόταν η Δυτική Μακεδονία. Μετά την εξασφάλιση των παραπάνω
περιοχών θα επακολουθούσε ταχεία προέλαση προς τη Θεσσαλονίκη και την
Αθήνα, με νέες δυνάμεις που θα αποβιβάζονταν στα Ηπειρωτικά παράλια καθώς
και στα νησιά για την κατάληψη ολόκληρης της χώρας.
(2) Με βάση το παραπάνω Σχέδιο Πολέμου καταρτίσθηκε από το
Στρατηγό Πράσκα και εγκρίθηκε από το Ιταλικό Επιτελείο το Γενικό Σχέδιο
Επιχειρήσεων. Με το Σχέδιο αυτό προβλεπόταν σε πρώτη περίοδο τήρηση
αμυντικής στάσεως στην περιοχή ανατολικά της Κορυτσάς και επίθεση επί της
γενικής κατευθύνσεως Καλπάκι-Ιωάννινα-Πρέβεζα με ταυτόχρονη κάλυψη και
υποβοήθηση της κύριας αυτής ενέργειας τόσο επί της κατευθύνσεως Λεσκοβίκι-
Σαμαρίνα-Μέτσοβο, όσο και κατά μήκος της Ηπειρωτικής παραλιακής ζώνης.
Ταυτόχρονα, θα καταλαμβανόταν και η Κέρκυρα. Σε δεύτερη περίοδο
προβλεπόταν επίθεση επί της κατευθύνσεως Κορυτσά-κοιλάδα Αλιάκμονα
ποταμού-Θεσσαλονίκη και συνέχιση της προσπάθειας από την Άρτα προς την
239

Αθήνα, με παράλληλη δευτερεύουσα ενέργεια από το Μέτσοβο προς τη


Θεσσαλική πεδιάδα.
(3) Ειδικότερα, το ιταλικό Σχέδιο Επιχειρήσεων προέβλεπε κατά τις
τέσσερις πρώτες ημέρες την κατάληψη του οχυρωμένου κόμβου Ελαίας
(Καλπάκι), με μετωπική επίθεση, από τις μεραρχίες της κύριας προσπάθειας
"Φερράρα" και "Κενταύρων" (Τεθωρακισμένης), οι οποίες θα υποβοηθούνταν
από τη Μεραρχία "Σιένα". Η τελευταία θα ενεργούσε στη γενική κατεύθυνση
Δέλβινο-Φιλιάτες και στη συνέχεια θα στρεφόταν ανατολικά προς την περιοχή
Ιωαννίνων. Δεξιά και αριστερά της κύριας προσπάθειας θα ενεργούσαν, η
Μεραρχία Ιππικού και η 3η Μεραρχία Αλπινιστών "Τζούλια". Η Μεραρχία
Ιππικού προβλεπόταν να κινηθεί κατά μήκος της παραλιακής Ηπειρωτικής
ζώνης και θα κάλυπτε την κύρια ενέργεια από τα νοτιοδυτικά. Η Μεραρχία
"Τζούλια" προβλεπόταν να κινηθεί διαμέσου της Ορεινής περιοχής της Πίνδου,
θα κάλυπτε από τα βόρεια την κύρια προσπάθεια και θα καταλάμβανε την
περιοχή Μετσόβου. Έτσι, θα παρεμβαλλόταν μεταξύ των ελληνικών δυνάμεων
που βρίσκονταν στη Θεσσαλία, στη Μακεδονία και στην Ήπειρο. Το πλευρό
της όλης επιθετικής προσπάθειας των ιταλικών δυνάμεων θα καλυπτόταν από τα
βόρεια με τις δυνάμεις που ήταν στην περιοχή της Κορυτσάς, οι οποίες θα
τηρούσαν αμυντική στάση και από τα δυτικά με την κατάληψη της Κέρκυρας.
Η επιτυχία του ιταλικού Σχεδίου Επιχειρήσεων κατά της
Ελλάδας στηριζόταν γενικά στην αιφνιδιαστική εισβολή με ταχυκίνητα μέσα
και με βομβαρδισμό τόσο στο πεδίο της μάχης, όσο και των κυριότερων πόλεων
και κόμβων συγκοινωνιών, προτού προλάβει να συντελεσθεί η επιστράτευση
και η συγκέντρωση του Ελληνικού Στρατού. Για την υλοποίηση του Σχεδίου
αυτού οι αποστολές των ιταλικών μονάδων καθορίσθηκαν ως εξής:
(α) Η 23η Μεραρχία Φερράρα, με τμήμα της 131ης
Τεθωρακισμένης Μεραρχίας Κενταύρων θα ενεργούσαν σε δύο κατευθύνσεις,
Κακαβιά-Καλπάκι και Λεσκοβίκι-Καλπάκι με σκοπό την κατάληψη του οδικού
κόμβου Καλπακίου και στη συνέχεια προέλαση προς τα Ιωάννινα. Οι δυνάμεις
αυτές θα κατανέμονταν σε τέσσερις φάλαγγες, κατάλληλα συγκροτημένες και
θα ενεργούσαν στις κατευθύνσεις Κακαβιά-Κρυονέρι-Παλαιόκαστρο, Κακαβιά-
Χάνι, Δελβινάκι-Καλπάκι, Δρυμάδες-Λαχανόκαστρο-Γεροπλάτανος-Καλπάκι
και Λεσκοβίκι-Γέφυρα Μέρτζανης-Καλπάκι (Σχεδ. 47).
(β) Η 51η Μεραρχία Σιέννα θα διερχόταν τη συνοριακή
γραμμή μεταξύ του όρους Τσαμαντά και του όρους Σαρακίνας, θα
κατευθυνόταν στον κάτω ρου του ποταμού Καλαμά και αφού θα κυρίευε την
αμαξιτή οδό Ηγουμενίτσας-Ιωαννίνων, θα προχωρούσε με όλες της τις
δυνάμεις προς Ιωάννινα. Η επίθεση της Μεραρχίας αυτής θα γινόταν αρχικά με
δύο φάλαγγες στις κατευθύνσεις Κότσικα-Φιλιάτες-Βρυσέλα-Παραπόταμος και
Πάβλα-Κεραμίτσα-Βροσίνα (Σχεδ. 47).
240

(γ) Η Μεραρχία Ιππικού θα προέλαυνε στον παραλιακό


άξονα Κονίσπολη-Ηγουμενίτσα-Πρέβεζα και θα κάλυπτε ευρέως από τα δυτικά
την κύρια ενέργεια κατά των Ιωαννίνων. Στη συνέχεια, αφού ενισχυόταν με
μονάδες πεζικού θα προέλαυνε με τρεις φάλαγγες, από τις οποίες η πρώτη είχε
ως αποστολή τη διάβαση του ποταμού Καλαμά και κατόπιν την προέλαση στην
κατεύθυνση Κονίσπολη-Σαγιάδα-Ηγουμενίτσα-Πάργα. Οι δύο άλλες φάλαγγες,
μετά τη διάβαση του ποταμού Καλαμά από την πρώτη, θα ενεργούσαν η μία
στην κατεύθυνση Μαργαρίτιο-Φιλιππιάδα και η άλλη θα ακολουθούσε την
προηγούμενη και από το ύψος της Φιλιππιάδας θα προέλαυνε προς την Άρτα.
(δ) Η 3η Μεραρχία Αλπινιστών, εξορμώντας, από τη περιοχή
Ερσέκας και Λεσκοβικίου και κινούμενη δεξιά και αριστερά του όρους Σμόλικα
προς την περιοχή Μετσόβου θα είχε διπλή αποστολή, δηλαδή πρώτο να
παρεμποδίσει τις ελληνικές δυνάμεις της Ηπείρου να διαφύγουν προς τα
ανατολικά και δεύτερο να απαγορεύσει ενδεχόμενη κίνηση ελληνικών
ενισχύσεων από τη δυτική Μακεδονία και τη Θεσσαλία προς την Ήπειρο.
(ε) Η Τεθωρακισμένη Μεραρχία Κενταύρων, μείον το τμήμα
της που είχε διατεθεί στην 23η Μεραρχία Φερράρα, συγκεντρωμένη στην
περιοχή Τεπελενίου θα αποτελούσε την εφεδρεία της Ανώτατης Ιταλικής
Διοικήσεως στην Αλβανία.

β. Ελλήνων

(1) Το ελληνικό Σχέδιο Επιχειρήσεων καταστρώθηκε με βάση την


πολιτικοστρατιωτική κατάσταση που επικρατούσε στα Βαλκάνια και την
υπεροχή των πιθανών αντιπάλων σε αεροπορία και τεθωρακισμένα μέσα και
απέβλεπε:
(α) Αρχικά στην άμυνα του εθνικού εδάφους επί των
παραμεθόριων οχυρωμένων περιοχών, με τις επί τόπου υπάρχουσες δυνάμεις,
ανεξάρτητα αν αντιμετωπιζόταν ταυτόχρονη επίθεση από την Ιταλία και τη
Βουλγαρία ή από μία από αυτές.
(β) Σε δεύτερο στάδιο μετά από την πραγματοποίηση της
επιστρατεύσεως και της στρατηγικής συγκεντρώσεως των δυνάμεων και
ανάλογα με την κατάσταση που θα επικρατούσε, ανάληψη επιθετικών
ενεργειών.
(2) Στις 28 Οκτωβρίου 1940 ίσχυαν δύο Σχέδια Επιχειρήσεων και
έφεραν την ονομασία ΙΒ και ΙΒα.
(α) Το Σχέδιο ΙΒα προέβλεπε άμυνα στην προωθημένη
παραμεθόρια τοποθεσία Καλαμάς ποταμός-Ελαία (Καλπάκι)-Γκαμήλα-
Σμόλικας-Σταυρός (Γράμμος) που ονομάσθηκε γραμμή ΙΒα.
(β) Το Σχέδιο ΙΒ προέβλεπε την άμυνα στην τοποθεσία
Άραχθος ποταμός-Ζυγός Μετσόβου, που ονομάσθηκε γραμμή ΙΒ.
241

(γ) Μεταξύ των γραμμών αυτών προβλέπονταν και


ενδιάμεσες γραμμές σε περίπτωση αδυναμίας συγκεντρώσεως του όγκου των
δυνάμεων στην πρώτη γραμμή.
(3) Σύμφωνα με τα σχέδια αυτά, ως Θέατρο Πολέμου θεωρούσαν
το τμήμα του ελληνικού χώρου βόρεια της γραμμής Μαλιακός κόλπος-
Αμβρακικός κόλπος και διαχωρίσθηκε νοητά με τον Αξιό ποταμό στα Θέατρα
Επιχειρήσεων Αλβανίας και Βουλγαρίας. Το Θέατρο Επιχειρήσεων προς την
Αλβανία διαχωρίσθηκε σε δύο Τμήματα Θεάτρου Επιχειρήσεων, της Ηπείρου
και της Δυτικής Μακεδονίας. Τα δύο αυτά τμήματα συνδέονταν μεταξύ τους
με τον Τομέα Πίνδου.
(4) Τα προαναφερόμενα Σχέδια Επιχειρήσεων ήταν βασικά
αμυντικά. Μόνο στο Θέατρο Επιχειρήσεων προς την Αλβανία προβλεπόταν
ανάληψη επιθετικών επιχειρήσεων κατά των ιταλικών δυνάμεων στον τομέα της
Κορυτσάς, εφόσον θα δημιουργούνταν οι κατάλληλες ευνοϊκές συνθήκες -π.χ.
περίπτωση μη αναμίξεως της Βουλγαρίας- οπότε το σχέδιο επιχειρήσεων θα
προσαρμοζόταν προς τη νέα κατάσταση.
(5) Με την ιταλική εισβολή εφαρμόσθηκε το Σχέδιο ΙΒα, εκτός της
περιοχής Ηπείρου, στην οποία η πρωτοβουλία αφηνόταν στο Διοικητή της VIII
Μεραρχίας. Με βάση το Σχέδιο αυτό και τις οδηγίες του ΓΕΣ η αποστολή της
VIII Μεραρχίας καθορίσθηκε ως εξής:
(α) Άμυνα στο Θέατρο Επιχειρήσεων Ηπείρου και απαγόρευση
των οδεύσεων που οδηγούσαν από την Ήπειρο προς την Αιτωλοακαρνανία
(κύρια προσπάθεια).
(β) Ισχυρή κάλυψη του αριστερού πλευρού του Τμήματος
Θεάτρου Επιχειρήσεων Δυτικής Μακεδονίας από την κατεύθυνση Ιωάννινα-
Μέτσοβο. Αναχαίτιση της προελάσεως του αντιπάλου στη γραμμή Ελαία-
Καλαμάς ποταμός (γραμμή ΙΒα) ή στη γραμμή του Άραχθου ποταμού (γραμμή
ΙΒ) ή σε γραμμή νοτιοαναντολικότερα του Αράχθου στην Ακαρνανία ή ακόμη
σε κάποια ενδιάμεση γραμμή μεταξύ των παραπάνω ορίων.
(6) Η προαναφερόμενη αποστολή ήταν ελαστική ως προς τον
ελιγμό και άφηνε την πρωτοβουλία εκλογής της τοποθεσίας άμυνας στην VIIΙ
Μεραρχία, ο Διοικητής της οποίας αποφάσισε τελικά να αμυνθεί, με όλες του
τις δυνάμεις, στην προωθημένη τοποθεσία Ελαίας-Καλαμά (Σχεδ. 47), γιατί
αυτή, εκτός των άλλων πλεονεκτημάτων, διέθετε και ικανοποιητική οργάνωση.
(7) Αποστολή του Αποσπάσματος Πίνδου ήταν:
(α) Η εξασφάλιση της τοποθεσίας ΙΒα στην ορεινή περιοχή της
Πίνδου, από το ύψωμα Τσομπάνη μέχρι το ύψωμα Καταφύκι (Σχεδ. 49).
(β) Η τήρηση του συνδέσμου μεταξύ των VIII και ΙΧ
Μεραρχιών και
(γ) Η απαγόρευση των ορεινών διαβάσεων της Πίνδου που
οδηγούσαν από τα δυτικά προς τα ανατολικά.
242

5. Διεξαγωγή της Μάχης

α. Η Ιταλική Εισβολή στην Ήπειρο

(1) Παρόλο που η προθεσμία του ιταλικού τελεσίγραφου έληγε στις


0600 της 28ης Οκτωβρίου, τα ιταλικά τμήματα για να εξασφαλίσουν τον
αιφνιδιασμό, άρχισαν να προελαύνουν από τις 0530 σε ολόκληρο το μέτωπο της
Ηπείρου. Αφού πέρασαν τη μεθόριο στις κατευθύνσεις Μέρτζανη-Χάνι
Μπουραζάνι, Δρυμάδες-Δελβινάκι, Κακαβιά-Χάνι Δελβινάκι και Κονίσπολη-
Παραπόταμος (Σχεδ. 47), άρχισαν να επιτίθενται κατά των ελληνικών φυλακίων
προκαλύψεως με την υποστήριξη του πυροβολικού και της αεροπορίας. Τα
τμήματα προκαλύψεως, αφού αντέταξαν επαρκή αντίσταση στην αρχική αυτή
επίθεση, άρχισαν να συμπτύσσονται προς τις προκαθορισμένες θέσεις τους,
επιβραδύνοντας τον εχθρό σύμφωνα με το σχέδιο και τις διαταγές της VIIΙ
Μεραρχίας. Οι Ιταλοί μετά την απροσδόκητη αντίσταση των ελληνικών
τμημάτων προκαλύψεως κινήθηκαν διστακτικά και μέχρι το βράδυ της 28ης
Οκτωβρίου κατόρθωσαν να καταλάβουν, με τη Μεραρχία "Φερράρα", τη
γραμμή: υψώματα Κεράσοβου-Χάνι Δελβινάκι-γέφυρα Μπουραζάνι-χωριό
Καβάσιλα και με τη Μεραρχία "Σιένα" το χωριό Άγιοι Πάντες και τα υψώματα
αμέσως βόρεια των Φιλιατών.
(2) Κατά τη δεύτερη ημέρα, τα ιταλικά τμήματα συνέχισαν την
κίνησή τους με την ίδια διστακτικότητα. Παρόλο που το απόγευμα της
προηγούμενης ημέρας είχαν χάσει την επαφή με τα συμπτυσσόμενα ελληνικά
τμήματα, μόλις στις 1000 άρχισαν να κινούνται μικρές φάλαγγες στις περιοχές
Χάνι Δελβινάκι, Βήσανη και Γεροπλάτανος προ της τοποθεσίας Ελαίας. Στις
1600 μηχανοκίνητη φάλαγγα, που κινήθηκε από το Χάνι Τζεραβίνης, βλήθηκε
από το ελληνικό πυροβολικό και καλύφθηκε προς το Χάνι Δελβινάκι. Μικρά
τμήματα ιταλικού Πεζικού και Ιππικού, που κατόρθωσαν τις απογευματινές
ώρες να διαβούν τον Καλαμά ποταμό κοντά στις εκβολές του, ύστερα από
ελληνική αντεπίθεση, υποχρεώθηκαν να συμπτυχθούν και πάλι βόρεια του
ποταμού.
(3) Από ελληνικής πλευράς, κατά την ίδια ημέρα, η VIII Μεραρχία
κρίνοντας ότι η παραμονή και φθορά των τμημάτων προκαλύψεως προ της
τοποθεσίας αντιστάσεως ήταν άσκοπη, αποφάσισε να συμπτυχθούν τη νύχτα
29/30 Οκτωβρίου εντός της τοποθεσίας, στις προκαθορισμένες θέσεις τους.
Παράλληλα, το Γενικό Στρατηγείο διέταξε την επίσπευση της προωθήσεως προς
την Άρτα του 39ου Συντάγματος Ευζώνων της ΙΙΙ Μεραρχίας που βρισκόταν
στο Αγρίνιο, προκειμένου να τεθεί και αυτό το ταχύτερο στη διάθεση της VIII
Μεραρχίας.
243

(4) Από τις 30 Οκτωβρίου μέχρι και την 1η Νοεμβρίου οι Ιταλοί


ασχολήθηκαν στην Ήπειρο με την αποκατάσταση και διευθέτηση, των
δρομολογίων, για την προώθηση του όγκου των δυνάμεών τους πλησιέστερα
προς την τοποθεσία Ελαίας (Καλπακίου)-Καλαμά, την εκτέλεση αναγνωρίσεων
και γενικά την προπαρασκευή επιθέσεως, χωρίς όμως να πετύχουν στενή επαφή
με την τοποθεσία άμυνας.
(5) Στον ίδιο χρόνο η VIII Μεραρχία απέσυρε τα τμήματά της από
την Πρέβεζα και τα προώθησε στον Τομέα Θεσπρωτίας για ενίσχυσή του.
Παράλληλα, εξαιτίας της δυσμενούς εξελίξεως της καταστάσεως στην περιοχή
Σμόλικα, εγκατέστησε μικρό τμήμα στο όρος Γκαμήλα για την κάλυψη των εκεί
διαβάσεων Πάπιγγου και Άστρακα.
Στο μεταξύ το Γενικό Στρατηγείο, εξαιτίας της δυσμενούς
εξελίξεως του αγώνα των ελληνικών τμημάτων στην Πίνδο, υπενθύμισε στην
VIIΙ Μεραρχία την κύρια αποστολή της που ήταν η απαγόρευση του άξονα
Ιωάννινα-Μέτσοβο-Καλαμπάκα, αυτή όμως εφήρμοσε την αρχική της
απόφαση, δηλαδή τη διατήρηση της τοποθεσίας Ελαίας-Καλαμά.

β. Η Επίθεση κατά της Τοποθεσίας Ελαίας-Καλαμά

(1) Στις 2 Νοεμβρίου το πρωί οι Ιταλοί είχαν ολοκληρώσει τις


προετοιμασίες τους για την αποφασιστική τους επίθεση και από τις 0900 σμήνη
ιταλικών αεροσκαφών σε διαδοχικά κύματα άρχισαν να βομβαρδίζουν τον
Τομέα Νεγράδων και ιδιαίτερα την Γκραμπάλα, το Καλπάκι, τη Μονή Βελάς,
το αεροδρόμιο Ιωαννίνων και τη γέφυρα Μαζαράκη, χωρίς όμως σοβαρά
αποτελέσματα. Βομβάρδισαν, επίσης, τα Ιωάννινα με αρκετές ζημιές και
θύματα μεταξύ του άμαχου πληθυσμού. Τις μεσημβρινές ώρες αποχώρησε η
αεροπορία και άρχισε σφοδρός βομβαρδισμός της τοποθεσίας από το ιταλικό
πυροβολικό, με μεγαλύτερη πυκνότητα κατά της τοποθεσίας Ελαίας-
Γκραμπάλας, με ασήμαντα όμως και πάλι αποτελέσματα.
Οι ιταλικές δυνάμεις (Μεραρχία "Φερράρα") ενισχυμένες και με
άρματα της Μεραρχίας "Κενταύρων" εκτόξευσαν την πρώτη τους επίθεση από
πολλές κατευθύνσεις συγχρόνως, με ιδιαίτερη βαρύτητα κατά των υψωμάτων
Γκραμπάλα και Ψηλορράχη. Η επίθεση, παρά την προετοιμασία της και τους
σφοδρούς βομβαρδισμούς που είχαν προηγηθεί, αποκρούσθηκε, με σοβαρές
απώλειες για τους Ιταλούς.
Στην απόκρουση της ιταλικής επιθέσεως συνέβαλε
αποφασιστικά και το ελληνικό πυροβολικό, το οποίο, βάλλοντας με
καταιγιστικά και εύστοχα πυρά κατά των επιτιθεμένων, τους αποδιοργάνωσε και
τους ανάγκασε να κινούνται με αργό ρυθμό ή να ανακόπτουν την κίνησή τους,
εξαιτίας των απωλειών.
244

Κατά τη διάρκεια της νύκτας, επίλεκτα τμήματα ιταλικού


πεζικού, ενισχυμένα και με Αλβανούς, κατόρθωσαν να αιφνιδιάσουν ελληνικό
τμήμα, δυνάμεως λόχου περίπου, που κατείχε το ύψωμα Γκραμπάλα, να το
ανατρέψουν και να καταλάβουν το ύψωμα. Η κατάληψη όμως αυτή δεν
διήρκεσε για πολύ, γιατί τις πρωινές ώρες της 3ης Νοεμβρίου τα ελληνικά
τμήματα αντεπιτέθηκαν και με αγώνα με τη λόγχη ανακατέλαβαν τη
Γκραμπάλα. Ο εχθρός εγκατέλειψε σ΄ αυτή 20 νεκρούς, 6 αιχμαλώτους και
πολλά όπλα και πυρομαχικά.
(2) Το πρωινό της 3ης Νοεμβρίου πέρασε με την ανταλλαγή πυρών
πυροβολικού και από τις δύο πλευρές και βομβαρδισμό των ελληνικών θέσεων
από την ιταλική Αεροπορία. Στις 1600 ο εχθρός εκτόξευσε νέα επίθεση κατά
του λόφου Καλπακίου με 50-60 άρματα, πλαισιωμένα με 80 περίπου
μοτοσυκλετιστές. Και αυτή όμως αναχαιτίσθηκε από τα αντιαρματικά
κωλύματα και τα εύστοχα πυρά του πυροβολικού. Τα περισότερα από τα
άρματα και τις μοτοσυκλέτες καταστράφηκαν, ενώ τα υπόλοιπα υποχρεώθηκαν
να υποχωρήσουν με σοβαρές ζημιές. Επίσης, πολλές απώλειες είχε και το
ιταλικό πεζικό, το οποίο δέχθηκε τα ελληνικά πυρά στους χώρους
συγκεντρώσεώς του, με αποτέλεσμα να μην εκδηλώσει την επίθεσή του.
Η αποτυχία αυτή του εχθρού αναπτέρωσε κατά πολύ το
φρόνημα των Ελλήνων μαχητών, οι οποίοι για πρώτη φορά αντίκρυζαν άρματα
και εδραίωσε την πεποίθησή τους για την αποτελεσματικότητα της
αντιαρματικής άμυνας.
(3) Για τις 4 Νοεμβρίου, οι Ιταλοί προέβλεπαν να ενεργήσουν
γενική επίθεση σε ολόκληρο το μέτωπο, την ανέβαλαν όμως για την επόμενη
ημέρα προφανώς για να την προπαρασκευάσουν πληρέστερα. Έτσι, η 4η
Νοεμβρίου πέρασε μόνο με την προσβολή ολόκληρης της τοποθεσίας με πυρά
πυροβολικού και αεροπορικό βομβαρδισμό.
Στο μεταξύ η VIII Μεραρχία για να ενισχύσει τις θέσεις της
στην τοποθεσία Ελαίας, απέσυρε τη νύκτα 3/4 Νοεμβρίου τα τμήματά της σε
νέα τοποθεσία στα ανατολικά του ποταμού, η οποία θεωρούνταν λιγότερο
ευπρόσβλητη στα εχθρικά άρματα. Η σύμπτυξη πραγματοποιήθηκε αθόρυβα,
στη διάρκεια της νύκτας, χωρίς να γίνει αντιληπτή από τους Ιταλούς.
(4) Από το πρωί της 5ης Νοεμβρίου οι Ιταλοί βομβάρδισαν σφοδρά
τις περιοχές Γκραμπάλας και Βροντισμένης στον Τομέα Νεγράδων, τις θέσεις
δυτικά του Καλαμά ποταμού που είχαν ήδη εγκαταλειφθεί από τα ελληνικά
τμήματα και την περιοχή Παραποτάμου στον Τομέα Θεσπρωτίας.
(α) Στον Τομέα Νεγράδων, οι Ιταλοί ύστερα από την
προαναφερόμενη προπαρασκευή του πυροβολικού και της αεροπορίας,
ενήργησαν στις 1430 νέα γενική επίθεση σε ολόκληρο το μέτωπό του, με
μεγάλες δυνάμεις πεζικού και αρμάτων μάχης. Όμως και αυτή η επίθεση παρά
την ισχυρή υποστήριξή της από την αεροπορία και το πυροβολικό, απέτυχε και
245

οι δυνάμεις των Ιταλών καθηλώθηκαν από τα ελληνικά πυρά, προ της


αμυντικής τοποθεσίας με πολύ σοβαρές απώλειες. Τα άρματα μάχης, τα οποία
χρησιμοποιήθηκαν κυρίως στην περιοχή Παρακάλαμου, δέχθηκαν τα
συγκεντρωτικά και εύστοχα πυρά του ελληνικού πυροβολικού με αποτέλεσμα
να διασκορπισθούν και να καθηλωθούν στις ελώδεις εκτάσεις του Καλαμά
ποταμού.
Η ιταλική επίθεση στον Τομέα αυτό συνεχίσθηκε και
κατά τις δύο επόμενες ημέρες, κυρίως κατά της τοποθεσίας Ελαίας (ιδιαίτερα
στην Γκραμπάλα), χωρίς κανένα αποτέλεσμα και πάλι. Αυτή ήταν και η
τελευταία ιταλική προσπάθεια κατά της τοποθεσίας Ελαίας. Η Γκραμπάλα, το
κλειδί της τοποθεσίας αυτής και του υψιπέδου των Ιωαννίνων γενικότερα,
παρέμεινε στην κατοχή της VIII Μεραρχίας (Σχεδ. 48).
(β) Στον τομέα Καλαμά, καμιά σοβαρή ιταλική ενέργεια δεν
σημειώθηκε στο χρονικό διάστημα αυτό, εκτός από την κατάληψη των
εγκαταλειμμένων από τα ελληνικά τμήματα, προωθημένων θέσεων στα δυτικά
του Καλαμά ποταμού (Σχεδ. 48).
(γ) Στον Τομέα Θεσπρωτίας, οι Ιταλοί με την κάλυψη της
αεροπορίας και του πυροβολικού κατόρθωσαν να ζεύξουν τον Καλαμά ποταμό
στην περιοχή του χωριού Βρυσέλα, να διαπεραιωθούν νότια από αυτόν και να
δημιουργήσουν μικρό προγεφύρωμα. Την επομένη τα ιταλικά τμήματα -αφού
διεύριναν το προγεφύρωμα- κινήθηκαν προς τα νότια, κατέλαβαν την
Ηγουμενίτσα και εξανάγκασαν τις εκεί υπάρχουσες περιορισμένες ελληνικές
δυνάμεις να συμπτυχθούν νοτιότερα (Σχεδ. 47).
Η VIII Mεραρχία, εξαιτίας της ελλείψεως επαρκών
εφεδρειών για τη διεξαγωγή επιβραδυντικού αγώνα στην περιοχή αυτή, διέταξε
τα τμήματά της να διακόψουν την επαφή με τον εχθρό και να αποσυρθούν σε
νέες θέσεις στην τοποθεσία όρη Σουλίου-Αχέροντας ποταμός, με αποστολή να
απαγορεύσουν τις διαβάσεις προς την Πρέβεζα και τα Ιωάννινα. Για την
ενίσχυση της παραπάνω τοποθεσίας προωθήθηκε στη Φιλιππιάδα το 39ο
Σύνταγμα Ευζώνων της ΙΙΙ Μεραρχίας.
Ωστόσο, οι ιταλικές δυνάμεις δεν παρενόχλησαν τις
συμπτυσσόμενες ελληνικές δυνάμεις και δεν επιδίωξαν να εκμεταλλευθούν την
επιτυχία τους. Αρκέστηκαν μόνο στην προώθηση ενός τμήματος Ιππικού μέχρι
το χωριό Μαργαρίτι. Η στάση αυτή των Ιταλών δικαιολογείται μόνο από το
φόβο τους να μην αποκοπούν από τις βάσεις τους, συνεχίζοντας την προέλασή
τους στον Τομέα Θεσπρωτίας, ενώ δεν είχε ακόμη διασπασθεί η τοποθεσία
Ελαίας.
(5) Από τις 8 Νοεμβρίου, η επιθετική δραστηριότητα των Ιταλών
διακόπηκε. Όπως διαπιστώθηκε αργότερα, κατά την ημέρα αυτή ο Ανώτατος
Διοικητής των ιταλικών δυνάμεων στην Αλβανία Στρατηγός Βισκόντι Πράσκα
246

διατάχθηκε να αναστείλει τις επιθετικές του ενέργειες, ενώ ταυτόχρονα τον


αντικαθιστούσε ο Στρατηγός Σοντού.
Από τις 9 Νοεμβρίου, στο μέτωπο Ηπείρου, οι όροι των
αντιπάλων αντιστράφηκαν. Οι Ιταλοί στον Τομέα Θεσπρωτίας άρχισαν να
συμπτύσσονται, διατηρώντας μόνο ένα περιορισμένο προγεφύρωμα νότια του
Καλαμά ποταμού, που αποτέλεσε και το μοναδικό επίτευγμα της αιφνιδιαστικής
επιθέσεώς τους στο μέτωπο Ηπείρου.

γ. Η Ιταλική Εισβολή στην Πίνδο

(1) Στον τομέα αυτόν, ήταν αναπτυγμένη στην περιοχή Ερσέκα-


Λεσκοβίκι η 3η Μεραρχία Αλπινιστών "Τζούλια". Η Μεραρχία αυτή ήταν
επίλεκτη Μεγάλη Μονάδα του ιταλικού στρατού, αποτελούμενη από δύο
συντάγματα Απλινιστών, μία ίλη Ιππικού και έξι ορειβατικές πυροβολαρχίες,
συνολικής δυνάμεως 10.800 ανδρών περίπου. Η Μεραρχία Αλπινιστών
βρισκόταν στην Αλβανία από τον Απρίλιο του 1939, ήταν απόλυτα ενήμερη για
τη διαμόρφωση και τις συνθήκες του μετώπου της Πίνδου και είχε την
κατάλληλη οργάνωση, σύνθεση και εκπαίδευση.
Αποστολή της ήταν να κινηθεί από την περιοχή Ερσέκα και
Λεσκοβίκι διαμέσου των ορεινών κατευθύνσεων Σταυρός-Φούρκα-Σαμαρίνα-
Βωβούσα-Μέτσοβο και Γκόλιο-δυτικά Σμόλικα-Δίστρατο-Βωβούσα-Μέτσοβο,
να φθάσει στο Μέτσοβο και να αποκόψει την οδό διαφυγής προς τα ανατολικά
των ελληνικών δυνάμεων της Ηπείρου.
(2) Οι ελληνικές δυνάμεις που βρίσκονταν στην ορεινή περιοχή της
Πίνδου, το πρωί της 28ης Οκτωβρίου, ήταν μόνο το Απόσπασμα Πίνδου και η
συνολική δύναμή του ανερχόταν σε 2.000 άνδρες περίπου.
(3) Η ιταλική επίθεση εκδηλώθηκε στην Πίνδο με πέντε ισχυρές
φάλαγγες και μερικές άλλες μικρότερες, δυνάμεως λόχου ή διμοιρίας Πεζικού.
Τα ελληνικά τμήματα προκαλύψεως που είχαν ειδοποιηθεί στο μεταξύ,
ανέμεναν την ιταλική ενέργεια και δεν αιφνιδιάσθηκαν.
Τα αμυνόμενα ελληνικά τμήματα, αφού αντέταξαν πείσμονα
αντίσταση, υποχρεώθηκαν από τις απογευματινές ώρες να συμπτυχθούν προς τα
υψώματα Πάτωμα, Μούκα και Επάνω Αρένα, όπου και εγκαταστάθηκαν
αμυντικά.
Τις επόμενες τρεις ημέρες (29, 30 και 31 Οκτωβρίου) οι Ιταλοί
συνέχισαν την επίθεσή τους με ιδιαίτερη σφοδρότητα με αποτέλεσμα τα
ελληνικά τμήματα να συμπτυχθούν σε βάθος προς το Επταχώρι. Το
Απόσπασμα Πίνδου που δέχθηκε την πίεση ολόκληρης της Μεραρχίας
"Τζούλια" διεξήγαγε τριήμερο σκληρό και άνισο αγώνα, κάτω από πολύ
δυσμενείς καιρικές συνθήκες και απέδωσε ότι ήταν ανθρώπινα δυνατό. Η
247

παραπέρα εξέλιξη της καταστάσεως περιερχόταν πλέον στα χέρια των


ανώτερων κλιμακίων.
(4) Το βράδυ της 31ης Οκτωβρίου οι Ιταλοί κατείχαν τη γενική
γραμμή Μόλιστα -Φούρκα-Ταμπούρι-Κάντζικο-Λυκορράχη-Αετομηλίτσα-
Γράμμος. Έτσι, κατόρθωσαν να δημιουργήσουν μεταξύ των ορέων Σμόλικας
και Γράμμος και στο όριο μεταξύ της VII Μεραρχίας και της ΙΧ Μεραρχίας
θύλακα επικίνδυνο για την όλη ελληνική αμυντική διάταξη.
(5) Η δυσμενής αυτή εξέλιξη της καταστάσεως στον Τομέα Πίνδου
ανησύχησε το ελληνικό Γενικό Στρατηγείο, το οποίο αποφάσισε την
απαγόρευση καταρχήν των κύριων διαβάσεων της Πίνδου προς τη Νεάπολη, τα
Γρεβενά και το Μέτσοβο και στη συνέχεια την εκτόξευση αντεπιθέσεως για την
απώθηση του εισβολέα. Για την υλοποίηση της προαναφερόμενης αποφάσεώς
του, το Γενικό Στρατηγείο προέβη στις εξής ενέργειες:
(α) Ανέθεσε από τις 31 Οκτωβρίου τη διεύθυνση των
επιχειρήσεων του Τομέα Πίνδου στο Β΄ Σώμα Στρατού με αποστολή να
επεκταθεί προοδευτικά στη ζώνη του Τομέα της Πίνδου, να εξασφαλίσει τη
σταθεροποίηση του μετώπου, να αποκαταστήσει το σύνδεσμο με την VIII
Μεραρχία και να εμποδίσει την παραπέρα διεύρυνση του εχθρικού θύλακα. Στη
συνέχεια να επιτεθεί στη γενική κατεύθυνση Νεάπολη-Κεράσοβο-Κόνιτσα
(Σχεδ. 49) και να απειλήσει το αριστερό πλευρό και τις συγκοινωνίες των
επιτιθέμενων ιταλικών δυνάμεων.
(β) Διέταξε τη Μεραρχία Ιππικού (μείον μονάδες Ταξιαρχίας
Ιππικού που διατέθηκαν στο Β΄ ΣΣ) να προωθηθεί εσπευσμένα στην περιοχή
Μετσόβου και να εξασφαλίσει την κάλυψη του άξονα Ιωάννινα-Καλαμπάκα,
από τις κατευθύνσεις της άνω κοιλάδας του Αώου ποταμού και της κοιλάδας
του Ζαγορίτικου ποταμού, συνδεόμενη με την VII Μεραρχία Πεζικού και το Β΄
Σώμα Στρατού.
(6) Με βάση την παραπάνω αποστολή το Β΄ Σώμα Στρατού
αποφάσισε:
(α) Την ανακατάληψη της διαβάσεως Αρένας (στο όρος
Γράμμος) με την V Ταξιαρχία Πεζικού για την κάλυψη του αριστερού πλευρού
της ΙΧ Μεραρχίας.
(β) Τη συγκέντρωση όλων των διαθέσιμων δυνάμεων στην
περιοχή Επταχωρίου, υπό την Ι Μεραρχία, για την απαγόρευση των διαβάσεων
προς τη Νεάπολη (Σχεδ. 50).
(γ) Την απαγόρευση των οδεύσεων από τη Σαμαρίνα προς τα
Γρεβενά και την απειλή από τα νώτα των εθχρικών δυνάμεων που
κατευθύνονταν προς το Δίστρατο, με την Ταξιαρχία Ιππικού (Σχεδ. 50).
(δ) Μετά τη σταθεροποίηση του μετώπου και την
εξασφάλιση των παραπάνω διαβάσεων, την ανάληψη επιθετικών ενεργειών
στην κατεύθυνση Επταχώρι-Κεράσοβο για την αποκοπή των ιταλικών
248

δυνάμεων που κινούνταν προς τη Σαμαρίνα και στη συνέχεια τη συντριβή τους
ή την απώθησή τους δυτικά της Πίνδου.

δ. Η Ελληνική Αντεπίθεση στην Πίνδο

(1) Το πρωί της 1ης Νοεμβρίου εκδηλώθηκε η αντεπίθεση που είχε


αποφασίσει και σχεδιάσει την προηγούμενη ημέρα η Ι Μεραρχία και η οποία
απέβλεπε στην κατάληψη της γραμμής Γύφτισσα-Οξυά, για την προσβολή του
αριστερού των ιταλικών δυνάμεων που ενεργούσαν προς τη Σαμαρίνα. Ύστερα
από σκληρό αγώνα μέχρι τις βραδινές ώρες, τα ελληνικά τμήματα κατέλαβαν τα
χωριά Κάντζικο και Λυκοράχη. Την ίδια ημέρα η V Ταξιαρχία κατέλαβε τη
διάβαση Αρένας, ενώ τα πρώτα τμήματα της Ταξιαρχίας Ιππικού έφτασαν στο
Δούτσικο και κατέλαβαν το ύψωμα Σκούρτζα (Σχεδ. 50).
Η επιθετική ενέργεια της Ι Μεραρχίας, αν και περιορισμένη,
βελτίωσε την όλη εικόνα της κρίσιμης καταστάσεως που είχε δημιουργηθεί στον
Τομέα Πίνδου και αναπτέρωσε το ηθικό των αντρών. Παράλληλα, με την
άφιξη νέων τμημάτων σταθεροποιήθηκε σχετικά το μέτωπο και έτσι
διευκολύνθηκε η κίνηση και η συγκέντρωση πίσω από αυτό των δυνάμεων που
στο μεταξύ προωθούσε το Γενικό Στρατηγείο.
(2) Η Μεραρχία Αλπινιστών, αδιαφορώντας για την έλλειψη
ικανοποιητικής καλύψεως του αριστερού της πλευρού, αφού απώθησε τα
ελαφρά ελληνικά τμήματα που βρίσκονταν στο όρος Βούζιο, συνέχισε την
ταχεία προέλασή της προς τα νότια και κατέλαβε τις πρωινές ώρες της 2ης
Νοεμβρίου το χωριό Σαμαρίνα και τις απογευματινές το χωριό Δίστρατο. Στις 3
Νοεμβρίου προωθημένα τμήματά της έφθασαν στο χωριό Βωβούσα, σε επαφή
με τον ελληνικό λόχο που συμπτυσσόταν στην κατεύθυνση αυτή. Οι ενέργειες
όμως αυτές την έφεραν μετά από λίγο σε πολύ επικίνδυνη θέση.
(3) Πράγματι στις 2 και 3 Νοεμβρίου η Ι Μεραρχία, συνεχίζοντας
την επιθετική της προσπάθεια, κατέλαβε τα υψώματα Ταμπούρι και Προφ.
Ηλίας Φούρκας, αποκόπτοντας έτσι τα ιταλικά τμήματα που είχαν προελάσει
από το Κεράσοβο προς Σαμαρίνα. Από τις 3 Νοεμβρίου, με την τμηματική
είσοδο της Μεραρχίας Ιππικού στον αγώνα, στο νότιο τμήμα του Τομέα Πίνδου
ο εχθρικός θύλακας που είχε σχηματισθεί άρχισε να περισφίγγεται από παντού
και οι δυνάμεις που είχαν διεισδύσει στις περιοχές Σαμαρίνα-Δίστρατο και
Βωβούσα, κινδύνευαν να αιχμαλωτισθούν. Τις απογευματινές ώρες της 3ης
Νοεμβρίου η Ταξιαρχία Ιππικού κατέλαβε τη Σαμαρίνα και την επομένη η
Μεραρχία Ιππικού κατέλαβε τη Βωβούσα.
Στις 5 και 6 Νοεμβρίου, η ελληνική επίθεση συνεχίσθηκε
ορμητική σε όλες τις κατευθύνσεις. Η Μεραρχία Αλπινιστών, η οποία κατείχε
με δύναμη δύο συνταγμάτων την περιοχή του χωριού Δίστρατο και τις
νοτιοδυτικές υπώρειες του όρους Σμόλικα, παραιτήθηκε από την επιθετική της
249

προσπάθεια και άρχισε να υποχωρεί, εγκαταλείποντας τα προωθημένα


ερείσματά της.
(4) Για την ενίσχυση της Μεραρχίας Αλπινιστών και την πρόληψη
αιχμαλωσίας της, κινήθηκε εσπευσμένα ένα σύνταγμα Πεζικού της 47ης
Μεραρχίας "Μπάρι", για να καλύψει την κοιλάδα Σαρανταπόρου στο ύψος του
χωριού Πουρνιά και να εξασφαλίσει τις διαβάσεις του Σμόλικα. Η τύχη όμως
της Μεραρχίας "Τζούλια" είχε ήδη πια κριθεί.
Από τις 6 Νοεμβρίου, χωρίς ελπίδα αποτελεσματικής
ενισχύσεως και χωρίς εφόδια, εκτός από ελάχιστα που έριχναν τα αεροπλάνα, η
Μεραρχία άρχισε να συμπτύσσεται μέσω της κοιλάδας του Αώου, που ήταν και
η μόνη οδός υποχωρήσεώς της. Τη νύκτα 6/7 τα ιταλικά τμήματα της περιοχής
του χωριού Δίστρατο υποχώρησαν προς το χωριό Άρματα, ενώ η Διοίκηση της
Μεραρχίας συμπτύχθηκε προς το χωριό Ελεύθερο.
(5) Στις 8 Νοεμβρίου, η Ταξιαρχία Ιππικού κατέλαβε το Δίστρατο
και το Χειρουργείο της Μεραρχίας Αλπινιστών που ήταν αναπτυγμένο εκεί με
200 περίπου τραυματίες. Μετά μία περίπου ώρα μπήκαν στο χωριό και τα
τμήματα της Μεραρχίας Ιππικού που κινούνταν από τη Βωβούσα.
Η Ι Μεραρχία επίσης κατέλαβε τα υψώματα Κλέφτης και
Νταλιάπολη και το χωριό Πουρνιά και υποχρέωσε τους Ιταλούς να
περιορισθούν στην κορυφή του Σμόλικα. Την ίδια μέρα η V Ταξιαρχία
κατέλαβε το ύψωμα Σταυρός στο Γράμμο και συνέχισε να κινείται προς τη
μεθόριο χωρίς αντίσταση.
(6) Στις 9 Νοεμβρίου, τα ελληνικά τμήματα συνέχισαν να πιέζουν
τους Ιταλούς, οι οποίοι βρίσκονταν πια σε απόγνωση και το μόνο που
επιζητούσαν ήταν να χαλαρώσουν τον κλοιό που τους περιέσφιγγε, για να
εξασφαλίσουν τη διαφυγή τους προς την Κόνιτσα. Τη νύκτα 9/10 Νοεμβρίου
ιταλικό τάγμα επιτέθηκε επανειλημμένα κατά των ελληνικών τμημάτων στα
υψώματα Νταλιάπολη. Οι επιθέσεις αυτές αποκρούσθηκαν και τα ιταλικά
τμήματα διασκορπίσθηκαν, εγκαταλείποντας στο πεδίο της μάχης πολλούς
νεκρούς, δύο πυροβόλα, όλμους, ασυρμάτους και την πολεμική σημαία του
Τάγματος Αλπινιστών. Μεγάλος αριθμός ανδρών των ιταλικών τμημάτων
παραδόθηκαν σποραδικά στα τμήματα της Μεραρχίας Ιππικού.
Στις 10 Νοεμβρίου ελληνικά τμήματα της Ι Μεραρχίας Πεζικού
και της Μεραρχίας Ιππικού που ενεργούσαν για την κατάληψη της διαβάσεως
Σούσνιτσα (δυτικά του χωριού Ελεύθερο) συναντήθηκαν με φάλαγγα του 8ου
Συντάγματος Αλπινιστών, την οποία και κατόρθωσαν να διαλύσουν ύστερα από
επτάωρο περίπου σκληρό αγώνα. Συνελήφθησαν 15 αξιωματικοί και 700
οπλίτες αιχμάλωτοι και κυριεύθηκε κάθε είδους πολεμικό υλικό.
(7) Από τις 11 Νοεμβρίου, οι ελληνικές δυνάμεις Πίνδου, εκτός από
την Ταξιαρχία Ιππικού που είχε συγκεντρωθεί στη Σαμαρίνα και το Δίστρατο
για να ανασυγκροτηθεί, συνέχισαν την προέλασή τους και μέχρι το βράδυ της
250

13ης Νοεμβρίου κατέλαβαν τις κύριες συνοριακές διαβάσεις σε ολόκληρη τη


ζώνη του Τομέα Πίνδου. Εξαίρεση αποτέλεσε η περιοχή Κόνιτσας, όπου οι
ιταλικές δυνάμεις ενισχύθηκαν και με το μεγαλύτερο μέρος της 47ης Μεραρχίας
"Μπάρι" την οποία κατόρθωσαν να διατηρήσουν μέχρι τις 16 Νοεμβρίου,
καλύπτοντας έτσι τη διέλευση των υπολειμμάτων της Μεραρχίας Αλπινιστών.
Στις 13 Νοεμβρίου είχε ολοκληρωθεί η ανακατάληψη των
ορεινών όγκων Σμόλικα και Γράμμου. Έτσι, οι διαβάσεις της Πίνδου
εξασφαλίσθηκαν και ο κίνδυνος διαχωρισμού των ελληνικών δυνάμεων που
βρίσκονταν στην Ήπειρο και τη Δυτική Μακεδονία εξέλιπε.
Η μάχη της Πίνδου είχε πια λήξει με τη συντριβή της
Μεραρχίας Αλπινιστών και τη νίκη των ελληνικών όπλων.
Οι απώλειες των ελληνικών δυνάμεων κατά τη μάχη Πίνδου-
Καλαμά ήταν σημαντικές τόσο σε νεκρούς, όσο και σε τραυματίες
αξιωματικούς και οπλίτες. Αλλά και οι ιταλικές απώλειες υπήρξαν πάρα πολύ
μεγάλες. Σύμφωνα με τους πιο μέτριους υπολογισμούς οι νεκροί και
τραυματίες ξεπέρασαν τους πεντακόσιους και οι αιχμάλωτοι τους χίλιους
διακόσιους.

6. Διαπιστώσεις - Συμπεράσματα

α. Η επιλογή του Γενικού Στρατηγείου και της τοποθεσίας ΙΒα, εκτός της
ΙΒ, ήταν επιτυχημένη, γιατί όχι μόνο ήταν ισχυρή εξαιτίας του εδάφους, αλλά
συγχρόνως κάλυπτε "ευρέως" τις περιοχές Δυτικής Μακεδονίας και Ηπείρου. Η
απόφαση εξάλλου της VIII Μεραρχίας να αμυνθεί της τοποθεσίας Ελαίας-
Καλαμά ποταμού (τοποθεσία ΙΒα) για την εκπλήρωση της αποστολής της ήταν
ορθή, γιατί έτσι εξασφαλιζόταν η πόλη των Ιωαννίνων και καλυπτόταν
ευρύτερα η ζωτική περιοχή του Μετσόβου. Για την επιλογή επομένως μιας
τοποθεσίας άμυνας πρέπει να εξετάζεται η ισχύς της και η δυνατότητα να
εξασφαλισθούν οι ζωτικοί χώροι, όπως επίσης και να εξασφαλισθεί η
εκπλήρωση της αποστολής υπό τις πλέον ευνοϊκές συνθήκες.

β. Το ιταλικό Σχέδιο Επιχειρήσεων κατά της Ελλάδας, ως στρατηγική


σύλληψη, υπήρξε αριστοτεχνικό. Απέτυχε όμως κατά την εφαρμογή του,
κυρίως εξαιτίας των σφαλμάτων και των παραλείψεων των ιταλικών
Διοικήσεων. Επομένως, για την επιτυχή έκβαση μιας μάχης, δεν αρκεί μόνο να
εκπονηθεί ένα άρτιο και πλήρες σχέδιο επιχειρήσεων, αλλά πρέπει να
εξασφαλισθούν και όλοι οι άλλοι παράγοντες που συμβάλλουν στην κανονική
και αποτελεσματική διεξαγωγή της.

γ. Βασικό σφάλμα της ιταλικής Ανώτατης Διοικήσεως ήταν η


υπεραισιοδοξία της που προήλθε από την υποτίμηση των ελληνικών
251

δυνατοτήτων και του ηθικού του Έλληνα μαχητή και από την υπερτίμηση της
ιταλικής υπεροχής. Έτσι, η ιταλική Ανώτατη Διοίκηση:
(1) Εκδήλωσε την επίθεσή της κατά της Ελλάδας τις παραμονές της
χειμερινής περιόδου με αποτέλεσμα τη μειωμένη απόδοση τόσο τη αεροπορίας,
όσο και των αρμάτων μάχης στα οποία κυρίως στήριζε την επιτυχία του σχεδίου
της.
(2) Δεν ενίσχυσε με τις απαραίτητες δυνάμεις την κύρια
προσπάθεια και διέθεσε μόνο πέντε από τις εννέα Μεραρχίες που είχε υπό τις
διαταγές της στην επίθεση κατά της Ηπείρου. Τις άλλες τέσσερις τις διατήρησε
στην περιοχή της βορειοδυτικής Μακεδονίας, όπου το σχέδιο πρόβλεπε τήρηση
αμυντικής στάσεως.
(3) Συνέβαλε στον αιφνιδιασμό των στρατευμάτων της από την
ισχυρή ελληνική αντίσταση, γιατί τα είχε προετοιμάσει για στρατιωτικό
περίπατο και όχι για σκληρό και αποφασιστικό αγώνα. Η κατάσταση αυτή είχε
ως αποτέλεσμα τη διστακτικότητα στην εκπλήρωση των αποστολών τους και
την παροχή του απαιτούμενου χρόνου στην ελληνική πλευρά για την
επιστράτευση και την ενίσχυση της άμυνάς της.

δ. Δεύτερο σοβαρό σφάλμα της ιταλικής Ανώτατης Διοικήσεως ήταν η


εφαρμογή του σχεδίου της με τρόπο άκαμπτο, σε αντίθεση με τα ελληνικά
σχέδια, τα οποία ήταν εύκαμπτα από την αρχή και προσαρμόσθηκαν στις
απαιτήσεις των καταστάσεων. Ειδικότερα, επέμενε και κατέβαλε συνεχώς
προσπάθειες για την ευόδωση της κύριας προσπάθειας προς Καλπάκι με τις
δυνάμεις που είχαν διατεθεί αρχικά και δεν εκμεταλλεύθηκε τις επιτυχίες της
στις δευτερεύουσες κατευθύνσεις, στον παραλιακό τομέα και στο Μέτσοβο με
συνέπεια τη φθορά και την πλήρη αποτυχία. Επομένως, τα σχέδια επιχειρήσεων
κατά την εφαρμογή, όχι μόνο δεν πρέπει να είναι άκαμπτα, αλλά αντίθετα
επιβάλλεται να είναι εύκαμπτα και να αναπροσαρμόζονται ανάλογα με την
εξέλιξη της καταστάσεως, χωρίς να αποκλείεται ακόμη και η μεταφορά της
κύριας προσπάθειας σε δευτερεύουσα κατεύθυνση.

ε. Τρίτο σφάλμα της ιταλικής Ανώτατης Διοικήσεως ήταν η παράλειψη


της 3ης Μεραρχίας Αλπινιστών, κατά την προέλασή της προς Δίστρατο και
Βωβούσα, να καλύψει επαρκώς το αριστερό της (ανατολικό) πλευρό, με
αποτέλεσμα να εγκλωβισθεί και να καταστραφεί το μεγαλύτερο μέρος της
δυνάμεώς της. Επομένως, οι βαθιές διεισδύσεις ενδείκνυνται, αλλά για να
επιφέρουν το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, πρέπει να εξασφαλίζονται επαρκώς.

στ. Οι ιταλικές δυνάμεις που επιτέθηκαν κατά της τοποθεσίας Καλπακίου


δεν επιδίωξαν στενή επαφή με αυτή και να ενεργήσουν λεπτομερείς
αναγνωρίσεις των θέσεων των διάφορων όπλων και ανάλογα να κατευθύνουν
252

την επίθεση των τμημάτων προς τους αντικειμενικούς τους σκοπούς. Αντίθετα,
τα τμήματα βάδιζαν προς την τοποθεσία σε σχηματισμούς μάλλον προελάσεως,
παρά επιθέσεως και έτσι αποτελούσαν άριστο στόχο των πυρών πυροβολικού
άμυνας. Οι επιθέσεις των Ιταλών αποδιοργανώνονταν κατά το μεγαλύτερο
μέρος τους από την έναρξή τους, κυρίως, από τα πυρά πυροβολικού, χωρίς να
υφίσταται ανάλογη πίεση και η κύρια αμυντική τοποθεσία, εκτός από μερικές
εξαιρέσεις στην περιοχή Γκραμπάλας-Ψηλορράχης. Επομένως, οι επιθέσεις
εναντίον οργανωμένων τοποθεσιών για να επιτύχουν θετικά αποτελέσματα
πρέπει να γίνονται μετά τη λήψη στενής επαφής με αυτές και ύστερα από
λεπτομερείς αναγνωρίσεις, ώστε τα τμήματα να κατευθύνονται προς
αντικειμενικούς σκοπούς συγκεντρωμένους και σαφώς προσδιορισμένους.

ζ. Τέλος, εκτός από τα παραπάνω ειδικά συμπεράσματα, αποδεικνύεται


γενικότερα από την ιταλική επίθεση, ότι δεν αρκεί μόνο η υλική ισχύς για να
κατακτηθεί ένα Έθνος, το οποίο ξεσηκώνεται σύσσωμο κατά της βίας και
αποφασίζει να εξασφαλίσει την ελευθερία του με την εθελοθυσία του.
ΜΑΧΗ ΜΟΡΟΒΑΣ - ΙΒΑΝ ΚΑΙ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΗΣ ΚΟΡΥΤΣΑΣ
(14 - 23 Nοεμβρίου 1940)

1. Εισαγωγή

α. Τις πρώτες πρωινές ώρες της 28ης Οκτωβρίου 1940, ο Ιταλικός


Στρατός πέρασε τη μεθόριο στις περιοχές της Ηπείρου και της Πίνδου με
ισχυρές δυνάμεις και κινήθηκε επιθετικά, ενώ, αντίθετα, στην περιοχή μεταξύ
Γράμμου και Πρέσπας (βορειοδυτική Μακεδονία) τήρησε στάση αμυντική.
Περιορίστηκε μόνο σε βολές πυροβολικού κατά διαφόρων σημείων της
ελληνικής αμυντικής τοποθεσίας και σε ορισμένα εγχειρήματα κατά φυλακίων
των τμημάτων προκαλύψεως.

β. Σύμφωνα με τις οδηγίες που είχε εκδώσει το Γενικό Στρατηγείο στις


16 Σεπτεμβρίου 1940, τα Β' και Γ' Σώματα Στρατού σε περίπτωση ιταλικής
επιθέσεως έπρεπε, εκτός από την εξασφάλιση της τοποθεσίας ΙΒα - τα αμυντικά
ελληνικά σχέδια έχουν εξετασθεί αναλυτικά στην Εισαγωγή της Μάχης της
Πίνδου-Καλαμά ποταμού- να αναπτύξουν και περιορισμένη επιθετική
δραστηριότητα. Η δραστηριότητα αυτή θα αποσκοπούσε στην αγκίστρωση των
εκεί εχθρικών δυνάμεων, καθώς και στην κατάληψη ορισμένων ζωτικών
εδαφικών σημείων μέσα στο εχθρικό έδαφος, προκειμένου να υποβοηθηθούν
μελλοντικές επιχειρήσεις προς το όρος Μόροβα και την Κορυτσά (Σχεδ. 51).

γ. Στις 31 Οκτωβρίου 1940 προωθήθηκε το Στρατηγείο του Γ' ΣΣ στη


Φλώρινα, αναλαμβάνοντας τη διεύθυνση του αγώνα στη Βορειοδυτική
Μακεδονία. Επίσης, διατέθηκε στο Τμήμα Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας
(ΤΣΔΜ) η ΧΙ Μεραρχία και προωθήθηκε στην περιοχή Βέροιας η XVII
Μεραρχία, η οποία αρχικά προοριζόταν για το μέτωπο προς τη Βουλγαρία.

δ. Επίσης, δόθηκε εντολή στο Γ' ΣΣ να καταλάβει τη στενωπό


Καπεστίτσας, τα υψώματα που δεσπόζουν στη χερσόνησο Πυξού και τα
υψώματα ανατολικά Σαλ πέραν της μεθορίου. Στη συνέχεια και εφόσον θα
εξασφαλιζόταν η τοποθεσία ΙΒα με τις απαραίτητες δυνάμεις και θα
προωθούνταν οι ανάλογες δυνάμεις, το Σώμα θα ενεργούσε κατά μήκος του
άξονα της Εγνατίας οδού, θα καταλάμβανε τον ορεινό όγκο της Μόροβας και
θα απαγόρευε στον εχθρό την ελεύθερη χρησιμοποίηση του κόμβου Κορυτσάς
και της εγκάρσιας οδού Κορυτσά - Ερσέκα.

ε. Το Β' ΣΣ θα ενεργούσε στη γενική κατεύθυνση Νεάπολη - Κόνιτσα,


αποφράσσοντας από την περιοχή Ερσέκας - Κόνιτσας τις οδούς που οδηγούν
προς τα ανατολικά και θα κάλυπτε τις επιχειρήσεις του Γ' ΣΣ προς Μόροβα.
στ. Κατά την εκετέλεση των τοπικών αυτών επιχειρήσεων επιτεύχθηκε
όχι μόνο η συγκράτηση των εχθρικών δυνάμεων που βρίσκονταν απέναντι στο
Γ' ΣΣ αλλά και η βελτίωση των θέσεων των ελληνικών τμημάτων και η
αποστολή άλλων στο μέτωπο. Επιπλέον, οι Έλληνες μαχητές, απέκτησαν ηθική
υπεροχή έναντι του αντιπάλου, παρόλο που οι Ιταλοί διέθεταν άφθονα υλικά και
μεγάλη αεροπορική δύναμη. Τα άρματα μάχης έδρασαν με δισταγμό και
καθηλώθηκαν από τη βολή του ελληνικού πυροβολικού. Οι τοπικές επιχειρήσεις
του Γ' ΣΣ περατώθηκαν μέχρι τις 6 Νοεμβρίου 1940 και απέμεινε η κύρια
προσπάθεια προς Μόροβα - Ιβάν.

2. Περιγραφή του Πεδίου της Μάχης.

α. Η τοποθεσία Μόροβας - Ιβάν (Σχεδ. 52) εναντίον της οποίας θα


ενεργούσε το Γ' ΣΣ καλύπτει από τα ανατολικά το υψίπεδο Κορυτσάς. Ο
ορεινός όγκος Μόροβας περιβάλλεται από τα ανατολικά και τα βορειοδυτικά
από το Δέβολη ποταμό και σχηματίζει με το ορεινό συγκρότημα Ιβάν προς τα
βόρεια τη στενωπό Τσαγκόνι από την οποία περνά η σκυρόστρωτη οδός που
συνδέει τη Φλώρινα με την Κορυτσά. Προς τα δυτικά, επίσης, σχηματίζει με
την οροσειρά Οστραβίτσας τον αυχένα Κιάφε - Κιάριτ από τον οποίο περνά η
σκυρόστρωτη οδός Ιωάννινα - Ερσέκα - Κορυτσά.

β. Το έδαφος του ορεινού όγκου Μόροβας είναι διακεκομμένο,


χαρακτηρίζεται από εξαιρετικά απότομες χαράδρες, ειδικά στο νότιο τμήμα του,
είναι πυκνά καλυμμένο στα υψηλά σημεία, αραιά κατοικημένο και σχεδόν
χωρίς συγκοινωνίες από τα δυτικά προς τα ανατολικά. Η μόνη αξιόλογη
συγκοινωνία είναι η σκυρόστρωτη οδός Μπόζιγκραντ - Ντάρζα - Κορυτσά κατά
μήκος της οποίας ήταν δυνατή η κίνηση βαρέων σχηματισμών.

γ. Η τοποθεσία Μόροβα - Ιβάν, φύσει οχυρή, είχε οργανωθεί


συστηματικά από τον εχθρό από το 1939 και με έργα εκστρατείας και με
ημιμόνιμα. Επίσης, κατά μήκος της οδού Μπόζιγκραντ - Ντάρζα - Κορυτσά
υπήρχαν σοβαρά οχυρωματικά έργα. Το ορεινό συγκρότημα Ιβάν είναι
βραχώδες με πολύ απότομες πλαγιές με αποτέλεσμα η κίνηση των τμημάτων σ'
αυτό να είναι δυσχερέστατη και σε πολλά σημεία αδύνατη. Καλύπτει από τα
βόρεια τη στενωπό Τσαγκόνι και αποτελεί φυσικό οχυρό φράγμα στον
επιτιθέμενο από τη χερσόνησο Πυξού. Η κατάληψη του Ιβάν δημιουργούσε
σοβαρό κίνδυνο σε όλα τα τμήματα της τοποθεσίας Μόροβας - Ιβάν, γιατί έτσι
διακόπτεται η σύμπτυξή τους προς Πόγραδετς. Για το λόγο αυτό είχε ισχυρά
οργανωθεί με ημιμόνιμα έργα και ισχυρά καταληφθεί.
255

δ. Η δράση αρμάτων, ήταν εύκολη στο κέντρο της αμυντικής διατάξεως


κατά μήκος της άνω κοιλάδας του Δεβόλη και δεξιά και αριστερά της οδού
Τσαγκόνι - Μπίγλιστα. Για το λόγο αυτό η ενέργεια των ελληνικών τμημάτων
που δεν είχαν άρματα στην κατεύθυνση αυτή έπρεπε να αποκλεισθεί. Η
απόφραξη της στενωπού Τσαγκόνι επιτυγχάνεται αφενός με ισχυρή οργάνωση
του Ιβάν και της Μόροβας και αφετέρου με την έλλειψη επιθετικής δυνατότητας
κατά μήκος της στενωπού, εξαιτίας της παρουσίας εχθρικών αρμάτων.
Επιπλέον, ο Δέβολης ποταμός που περιβάλλει τη Μόροβα, παρουσιάζει σοβαρό
εμπόδιο στην κίνηση των στρατευμάτων. Οι απότομες όχθες και το βάθος του,
τον κάνουν διαβατό μόνο σε ελάχιστα σημεία προστατευμένα ισχυρώς.

ε. Νοτιότερα, για την απαγόρευση της οδού Μπόζιγκραντ - Ντάρζα -


Κορυτσά, είχαν οργανωθεί δεξιά και αριστερά της οδού δύο τοποθεσίες κατά
βάθος, μια στην Άρζα και μια στη Ντάρζα.

3. Γενική Κατάσταση, Δυνάμεις και Διάταξη των Αντιπάλων

α. Ιταλών

(1) Οι τελευταίες πληροφορίες το βράδυ της 13ης Νοεμβρίου


έφεραν τις εχθρικές δυνάμεις να ανέρχονται σε τρεις Μεραρχίες ( υπό το XXVI
Σώμα Στρατού) όπως παρακάτω:
(α) Την 49η Μεραρχία "Πάρμα" αναπτυγμένη στον τομέα του
βόρειου Γράμμου.
(β) Τη 19η Μεραρχία "Βενέτσια" εγκαταστημένη στον ορεινό
όγκο της Μόροβας.
(γ) Την 29η Μεραρχία "Πιεμόντε" στο μέτωπο του Ιβάν και
βορειότερα.
(2) Τα Συντάγματα των Μεραρχιών αυτών είχαν ως ενίσχυση
τέταρτο τάγμα Μελανοχιτώνων, Βερσαλλιέρων, Τελωνοφυλάκων, Αλβανών και
Πολυβόλων. Τα Συντάγματα διέθεταν πολυάριθμα πολυβόλα, όλμους,
ολμίσκους και ισχυρό πυροβολικό. Επίσης, διέθεταν μονάδα αρμάτων μάχης
και ισχυρή αεροπορία. Γενικά, ο εχθρός παρουσιαζόταν πολύ ισχυρός για την
άμυνα οργανωμένης τοποθεσίας.

β. Ελλήνων

(1) Το Γ' ΣΣ διέθετε τις παρακάτω Μονάδες:


(α) Τη XV Μεραρχία (9 τάγματα) στην περιοχή χερσονήσου
Πυξού.
256

(β) Την ΙΧ Μεραρχία (9 τάγματα) στην περιοχή Φλατσάτα -


Πολυάνεμο - Κομνηνάδες.
(γ) Τη Χ Μεραρχία (7 τάγματα) στην περιοχή Νεστόριο -
Καλή Βρύση - Άγιος Ζαχαρίας.
(δ) Δύο Τάγματα της Ι Μεραρχίας στις διαβάσεις του
Γράμμου.
(ε) Ένα τάγμα πολυβόλων κινήσεως.
(στ) Δύο τάγματα πολυβόλων θέσεως.
(ζ) Μία Ομάδα Αναγνωρίσεως.
(2) Από τις παραπάνω Μονάδες:
(α) Τα δύο τάγματα πολυβόλων θέσεως θα εξασφάλιζαν την
τοποθεσία ΙΒα στον τομέα της XV Μεραρχίας.
(β) Δύο τάγματα θα εξασφάλιζαν το έδαφος από τη στενωπό
Κρυσταλλοπηγής μέχρι τη λίμνη Μικρή Πρέσπα.
(γ) Τρία τάγματα θα εξασφάλιζαν την τοποθεσία ΙΒα, στον
τομέα της XV Μεραρχίας.
(δ) Τα δύο τάγματα της Ι Μεραρχίας, μετά από εντολή του
Τμήματος Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας (ΤΣΔΜ), θα διατίθονταν για την
απαγόρευση των διαβάσεων στο Γράμμο.
(3) Επομένως, για την επίθεση, θα ήταν δυνατό να διατεθούν είκοσι
περίπου τάγματα πεζικού, ένα τάγμα πυροβόλων κινήσεως, μια Ομάδα
Αναγνωρίσεως, με προοπτική να χρησιμοποιηθούν αργότερα τα δύο τάγματα
της XV Μεραρχίας και τα τρία της ΙΧ Μεραρχίας.
(4) Από πλευράς πυροβολικού το Σώμα Στρατού διέθετε 14
πυροβολαρχίες βαρέος πυροβολικού, 14 ορειβατικού και 9 πεδινού.

4. Σχέδια και Αποστολές Αντιπάλων

α. Ιταλών

Το Ιταλικό σχέδιο ενεργείας προέβλεπε γενικά τα εξής:


(1) Σταθερή άμυνα στη γενική τοποθεσία Μάλι Θατ - Μόροβα -
Γράμμος με το βάρος της στις διαβάσεις Τσαγκόνι και Ντάρζα, για την πλήρη
εξασφάλιση της περιοχής Κορυτσάς.
(2) Κάλυψη του αριστερού πλευρού της διατάξεως που είχε
προβλεφθεί για την επιθετική ενέργεια στην Ήπειρο.
(3) Συγκρότηση κινητικής εφεδρείας από τα ταχυκίνητα στοιχεία σε
κεντρική θέση, στη διάθεση του Διοικητή, για την εκτέλεση των αντεπιθέσεων.

β. Ελλήνων
257

Η διαταγή του ΤΣΔΜ με την οποία διέταξε την έναρξη της επιθέσεως
στις 14 Νοεμβρίου και καθόρισε γενικά την αποστολή του Γ' ΣΣ, σύμφωνα με
την οποία έπρεπε να καταλάβει τον ορεινό όγκο Μόροβα - Ιβάν και να
απαγορεύσει την εγκάρσια οδό Ερσέκα - Κορυτσά, αφού εξασφαλίσει την
τοποθεσία ΙΒα. Το Σχέδιο Ενεργείας του Γ' ΣΣ για την εκτέλεση της αποστολής
του αυτής ήταν το εξής:
(1) Ιδέα Ενεργείας: Επίθεση των τριών Μεραρχιών (XV,IX,X) από
τις 14 Νοεμβρίου χωρίς προπαρασκευή πυροβολικού στις κατευθύνσεις
Νεστόριο - Ντάρζα - Κορυτσά και Πυξός - Ιβάν - Κορυτσά, με αρχική διάταξη
που να ευνοεί τον αιφνιδιασμό και να επιτρέπει τη διάσπαση ή την υπερκέραση
κάθε εχθρικής αντιστάσεως για την περίσχεση από τα βόρεια και τα νότια του
ορεινού όγκου Μόροβας και την κατάληψη του κόμβου Κορυτσάς, με κύρια
προσπάθεια στην κατεύθυνση Νεστόριο - Ντάρζα - Κορυτσά.
(2) Οι αποστολές των Μεραρχιών καθορίστηκαν ως εξής:
(α) Η XV Μεραρχία στο δεξιό (βόρεια). Από τη χερσόνησο
Πυξού, καλυπτόμενη ισχυρώς από την κατεύθυνση Τσερνόβσκας, να επιτεθεί
αιφνιδιαστικά και χωρίς προπαρασκευή πυροβολικού στην κατεύθυνση Πυξός -
Ιβάν - Τσαγκόνι και να επιδιώξει την ταχεία κατάληψη της δυτικής εξόδου της
στενωπού Τσαγκόνι και την εξασφάλιση αυτής.
(β) Η ΙΧ στο κέντρο. Επιτιθέμενη στην κατεύθυνση ύψ. 1271
- ύψ. 1700 (Σβέτι Ατανάς) - Κορυτσά, προωθώντας το αριστερό της και σε
διαρκή σύνδεσμο με τη Χ Μεραρχία να την υποβοηθήσει στην κατάληψη του
υψώματος 1259, ανατολικά Σίνιτσας - Πρόπας, κλιμακώνοντας το δεξιό της
κατά βάθος, έτσι ώστε να εξαναγκάσει τον εχθρό να αλλάξει μέτωπο προς τα
νοτιοδυτικά.
(γ) Η Χ Μεραρχία στο αριστερό (νότιο). Ενεργώντας
αιφνιδιαστικά και χωρίς προπαρασκευή Πυροβολικού, στην κατεύθυνση
Νεστόριο - Ντάρζα - Ντρένοβο, να επιζητήσει την κατάληψη των διαβάσεων
της κορυφογραμμής βόρεια του υψώματος 1720, δυτικά Ντάρζας, αφού
εξασφαλίσει τους ορεινούς όγκους Πρόπας - Λότο -Δυτικό ύψ. 1720 - ύψ. 1878
και τις διαβάσεις νότια του τελευταίου. Μετά την επιτυχία του σκοπού αυτού να
προωθήσει ισχυρό απόσπασμα αφενός μεν προς Μισομπότιτσα για την
κατάληψη αυτής ή σε περίπτωση αποτυχίας την κατάληψη της σκυρόστρωτης
οδού προς τα νότια, αφετέρου δε προς τα βόρεια κατά τον άξονα της
κορυφογραμμής Μόροβας, προς διευκόλυνση της εκκαθαρίσεως της κοιλάδας
του Δέβολη ποταμού. Σε όλη τη διάρκεια της ενεργείας αυτής θα κατείχε
σταθερά τον κόμβο Κιάφα - Σούφλικας και τις διαβάσεις νότια Γκούμπελ.
(3) Στη Χ Μεραρχία διατέθηκαν από το Γ' ΣΣ τα εξής
συμπληρωματικά μέσα: Μία Ομάδα Αναγνωρίσεως ΣΣ, ένα Τάγμα Πολυβόλων
Κινήσεως και δύο τάγματα μειωμένης συνθέσεως των 55 και 66 ΣΠ. Επίσης, τα
τμήματα της ΙΧ Μεραρχίας που βρίσκονταν στη ζώνη ευθύνης της, δηλαδή τρία
258

τάγματα Πεζικού, δύο τάγματα μειωμένης συνθέσεως της Ι Μεραρχίας και δύο
περίπου Μοίρες Ορειβατικού Πυροβολικού.

5. Διεξαγωγή της Μάχης

α. Για την υλοποίηση του ελληνικού σχεδίου η επίθεση εκτοξεύτηκε στις


0630 της 14ης Νοεμβρίου σ' ολόκληρο το μέτωπο του Γ' ΣΣ από τις όχθες της
Μεγάλης Πρέσπας μέχρι το ύψ. Γκούμπελ του Γράμμου.

β. Η XV Μεραρχία στο βόρειο τομέα επιτέθηκε, χωρίς προπαρασκευή


πυροβολικού σε δύο κατευθύνσεις. Αφού ανέτρεψε την προκεχωρημένη γραμμή
αντιστάσεως του εχθρού, κατέλαβε τις απογευματινές ώρες τα υψώματα 1480
και Τσέρνικ (1338) και έθεσε υπό τον έλεγχό της τη γέφυρα της δημόσιας οδού
στον ποταμό Δέβολη, την οποία και κατέλαβε την επομένη άθικτη. Τα τμήματα
της Μεραρχίας (Σύνταγμα ΙΧ Συνοριακού τομέα) συνέλαβαν 135 αιχμαλώτους,
από τους οποίους 8 αξιωματικούς.

γ. Η ΙΧ Μεραρχία στο κέντρο, επιτέθηκε με δύο Συντάγματα σε πρώτο


κλιμάκιο πέρασε το Δέβολη ποταμό και αφού ανέτρεψε τα προκεχωρημένα
τμήματα του εχθρού, προσέκρουσε στην κύρια αμυντική τοποθεσία την οποία
και διέρρηξε κοντά στο Σαλ. Τελικά, η Μεραρχία μέχρι το βράδυ της 14ης
Νοεμβρίου, είχε καταλάβει τα υψώματα δυτικά των χωριών Κιούτς - Πολόσκα -
Ντόπραν - Σέγκουλα - Μέγκουλα - Κόσνιτσα και είχε εισδύσει σε βάθος
κυμαινόμενο από 2- 5 χιλιόμετρα.

δ. Η Χ Μεραρχία στο αριστερό, επιτέθηκε σε πολλές κατευθύνσεις,


κατέλαβε το χωριό Μπόζιγκραντ και αντέρεισμα του υψώματος 1259. Επίσης,
τα υψώματα νοτιοδυτικά Άρζας και νότια Κιουτέζας, τα υψώματα εκατέρωθεν
Νικολίτσας, το ύψωμα Καζάν και μερικά υψώματα προ του υψώματος
Μπαταρός, επιτυγχάνοντας τελικά την προώθηση της διατάξεώς της σε βάθος
κυμαινόμενο από 1 - 3 χιλιόμετρα.

ε. Η αντίσταση που προέβαλλε ο εχθρός σε ολόκληρο το μέτωπο υπήρξε


σημαντική και η υποστήριξή του από πλευράς πυροβολικού και αεροπορίας
ήταν πολύ αξιόλογη. Για το λόγο αυτό τα αποτελέσματα της επιθέσεως την
πρώτη ημέρα, κρίθηκαν από το Σώμα Στρατού πολύ ικανοποιητικά, εφόσον με
τη διάρρηξη της τοποθεσίας αντιστάσεως δημιουργούνταν ευνοϊκές
προϋποθέσεις για τη συνέχιση της επιθέσεως.

στ. Διεύρυνση του Ρήγματος πλησίον του Σαλ και Κατάληψη της
Νικολίτσας (15 Νοεμβρίου)
259

Το Γ' ΣΣ διέταξε για τις 15 Νοεμβρίου τη συνέχιση της επιθέσεως των


Μεραρχιών με σκοπό την ολοκλήρωση των αντικειμενικών τους σκοπών.
Συγχρόνως και προς συντονισμό των ενεργειών, για τη διεύρυνση του ρήγματος
προ της στενωπού Ντάρζας, τέθηκε υπό τις διαταγές της ΙΧ Μεραρχίας το
συγκρότημα της Χ Μεραρχίας που ενεργούσε στο αριστερό και η ζώνη
ενεργείας της επεκτάθηκε νοτιότερα. Έτσι, ο αγώνας κατά την ημέρα αυτή
εξελίχθηκε όπως παρακάτω:
(1) Στο βόρειο τομέα, η ΧV Μεραρχία δε συνέχισε την επιθετική
της προσπάθεια, γιατί αδυνατούσε να προωθηθεί το πυροβολικό για την
αποτελεσματική υποστήριξή της. Γι' αυτό, περιορίσθηκε μόνο στη βελτίωση
των θέσεων που είχε καταλάβει. Παράλληλα, η προσπάθεια ενός τάγματος για
την κατάληψη απότομου υψώματος νοτιοδυτικά του υψώματος 1285 απέτυχε,
λόγω της σφοδρής αντιστάσεως του εχθρού. Επίσης, επίθεση του εχθρού για την
ανακατάληψη του υψώματος 1480 αποκρούσθηκε με σοβαρές γι'αυτόν
απώλειες. Από τις 2000, το Σώμα Στρατού, ανέθεσε την ευθύνη εξασφαλίσεως
της στενωπού Καπεστίτσας στο 23ο ΣΠ της ΧΙΙΙ Μεραρχίας, περιορίζοντας έτσι
το νότιο όριο της XV Μεραρχίας μέχρι τη γραμμή Μπίγλιστα - Στράνα.
(2) Στον κεντρικό τομέα, η ΙΧ Μεραρχία άρχισε από το πρωί της
15ης Νοεμβρίου την επιθετική της προσπάθεια για τη διεύρυνση του ρήγματος
Σαλ, επιτυγχάνοντας με σκληρό αγώνα την κατάληψη του υψώματος 1271 και
αντερείσματος που δεσπόζει στην περιοχή, 1.500 μέτρα νότια του υψώματος
αυτού. Τις βραδινές ώρες η Μεραρχία κατέλαβε τα υψώματα 1259 και 1221,
επιτυγχάνοντας παράλληλα και τη σύλληψη 11 αξιωματικών και 250 οπλιτών
αιχμαλώτων και την κυρίευση άφθονου υλικού, μεταξύ του οποίου 18
πυροβόλα, 40 πολυβόλα και 200 κτήνη.
(3) Στο νότιο τομέα, η Χ Μεραρχία επιτέθηκε από το πρωί σε όλο
το μέτωπο και κατέλαβε, μετά από σκληρό αγώνα, το χωριό Νικολίτσα και το
ύψωμα Σταυροειδές (2,5 χιλ. νοτιοδυτικά Νικολίτσας), ισχυρό έρεισμα επί της
κορυφογραμμής της Μόροβας, νότια της διαβάσεως Ντάρζας. Με το
συγκρότημα που ενεργούσε νοτιότερα, ολοκλήρωσε την κατάληψη του
υψώματος Μπάταρος και στη συνέχεια κατέλαβε το ύψωμα Γκούριστα και τα
δύο ανώνυμα υψώματα βόρεια του Καζάν μέχρι την ημιονική οδό προς
Νικολίτσα.

ζ. Επίτευξη Ρήγματος στην Τοποθεσία Ντάρζας (16 Νοεμβρίου)

(1) Το Γ' ΣΣ διέταξε το βράδυ της 15ης Νοεμβρίου να αναλάβουν


δραστήρια ενέργεια και οι τρεις Μεραρχίες. Έτσι, οι XV και X Μεραρχίες θα
ενεργούσαν για την ολοκλήρωση των αντικειμενικών τους σκοπών και η ΙΧ θα
ενεργούσε επίθεση στην κατεύθυνση Πρόπα - Διάβαση Ντάρζας - ύψ. 1879
(βορειοδυτικά Νικολίτσας) προς υποβοήθηση της προσπάθειας της Χ
260

Μεραρχίας. Μετά απ' αυτό οι Μεραρχίες ενήργησαν στις 16 Νοεμβρίου ως


εξής:
(α) Η XV Μεραρχία επιτέθηκε από το πρωί για την κατάληψη
των ανώνυμων υψωμάτων βορειοδυτικά του υψώματος 1480, αλλά δεν
κατόρθωσε να προωθηθεί σημαντικά, εξαιτίας της σοβαρής αντιστάσεως του
εχθρού.
(β) Η ΙΧ Μεραρχία συνέχισε την επίθεσή της κατέλαβε σειρά
υψωμάτων και τμήματά της προωθήθηκαν προς τα υψ. 1779 - Σβέτι Ατανάς.
Κατά τον αγώνα της ημέρας αυτής κυριεύθηκαν 2 πυροβόλα, 10 πολυβόλα και
αποθήκες υλικού και τροφίμων και συνελήφθησαν 3 αξιωματικοί και 120
οπλίτες αιχμάλωτοι.
(γ) Η Χ Μεραρχία κατέλαβε τις απογευματινές ώρες το
χωριό Άρζα και τα υψώματα βόρεια αυτού, ολοκλήρωσε την κατοχή του
Σταυροειδούς και του αμέσως νότια ανώνυμου υψώματος και το ύψωμα 1827
στο οποίο η αντίσταση του εχθρού ήταν πεισματώδης.
(2) Το βράδυ της 16ης Νοεμβρίου η κατάσταση στον τομέα του Γ'
ΣΣ παρουσιαζόταν ως εξής:
(α) Στο βόρειο τμήμα (XV Μεραρχία) η κατάσταση παρέμεινε
αμετάβλητη.
(β) Στο νότιο τμήμα (ΙΧ,Χ Μεραρχίες) οι ελληνικές δυνάμεις
κατέλαβαν τμήματα της κύριας αμυντικής τοποθεσίας του εχθρού βόρεια και
νότια της διαβάσεως Ντάρζας και δημιούργησαν ευρύ ρήγμα σ' αυτήν.
(3) Την ίδια ημέρα διαπιστώθηκε από καταθέσεις αιχμαλώτων ότι
στις ιταλικές δυνάμεις είχε προστεθεί και η 53η Μεραρχία "Αρέτζο". 'Ετσι, οι
εχθρικές δυνάμεις που αμύνονταν στην τοποθεσία Μόροβας - Ιβάν ανέρχονταν
σε τέσσερις Μεραρχίες.

η. Διαδοχική Ενίσχυση του Γ' Σώματος Στρατού - Περίσχεση του Ιβάν


(17 και 18 Νοεμβρίου)

(1) Μετά τη διαπίστωση της ενισχύσεως του εχθρού στον τομέα


του Γ' Σώματος Στρατού και για την ενίσχυση της επιθετικής δυνατότητας του
Σώματος το ΤΣΔΜ έθεσε τη ΧΙΙΙ Μεραρχία στη διάθεση του Γ' ΣΣ που
βρισκόταν στην περιοχή Βατοχώρι - Κρυσταλλοπηγή - Διάβαση Καπεστίτσας.
Επίσης, διέταξε την ΧΙ Μεραρχία που βρισκόταν στην περιοχή Οινόης να είναι
έτοιμη να κινηθεί είτε μέσω Μπόζιγκραντ προς Ντάρζα, είτε μέσω Σλήμνιτσας
προς Νικολίτσα. Το Γ' Σώμα Στρατού καθόρισε το βράδυ της 16ης Νοεμβρίου
για την επομένη, η ΧV Μεραρχία να επιτεθεί προς κατάληψη του Ιβάν, η ΙΧ
Μεραρχία να επιτεθεί στην κατεύθυνση διάβαση Ντάρζας - Λότο και να
ενεργήσει προς τα βόρεια κατά μήκος της κορυφογραμμής της Μόροβας για την
απειλή και καθήλωση των νώτων του εχθρού. Τέλος, η Χ Μεραρχία να επιτεθεί
261

για να καταλάβει το ύψ. 1878. Κατόπιν αυτών, οι Μεραρχίες ενήργησαν ως


εξής:
(α) Στο βόρειο τμήμα η XV Μεραρχία κατέλαβε το ανώνυμο
ύψωμα βορειοδυτικά του υψώματος 1480 και περίπου στις 1100, μετά από
σκληρό αγώνα, τα χωριά Μοστορίτσε και Γκολομπέρντα , απειλώντας με
υπερκέραση το Ιβάν από τη στενωπό Τσαγκόνι. Τα τμήματα που ενεργούσαν
απέναντι από το Μπαμπάν και Βράνιστε προσέκρουσαν σε οργανωμένη
τοποθεσία και δεν μπόρεσαν να προχωρήσουν. Την ημέρα αυτή η Μεραρχία
συνέλαβε 7 αξιωματικούς και 120 οπλίτες αιχμαλώτους και κυρίευσε κάθε
είδους υλικό ( 4 πυροβόλα , πολλά πολυβόλα , 80 ημίονους κ.ά ).
(β) Στο κεντρικό τμήμα η ΙΧ Μεραρχία ολοκλήρωσε την
κατάληψη της κορυφογραμμής Πρόπα - ύψ. 1779 - Σβέτι Ατανάς και των
υψωμάτων 1764 και 1300, μετά από σκληρό αγώνα. Συνελήφθησαν 56
αιχμάλωτοι και κυριεύθηκαν 3 πυροβόλα.
(γ) Στο νότιο τμήμα η Χ Μεραρχία κατέλαβε το επίμηκες
αντέρεισμα νότια της Ντάρζας και τις νότιες υπώρειες του υψώματος 1878. Τα
τμήματα καθηλώθηκαν στις θέσεις αυτές λόγω της ισχυρής εχθρικής
αντιστάσεως.
(2) Αξιοσημείωτο γεγονός της ημέρας αυτής (17 Νοεμβρίου) είναι
ότι τμήματα της Ι Μεραρχίας του Β' ΣΣ κατέλαβαν την Ερσέκα και απέκοψαν
την εγκάρσια οδό Λεσκοβίκι - Κορυτσά, πράγμα που θα επιδρούσε θετικά στις
επιχειρήσεις του Γ' ΣΣ. Δυστυχώς όμως το ΤΣΔΜ διέταξε αυθημερόν την
εγκατάλειψη της Ερσέκας και την επάνοδο των τμημάτων στη μεθόριο.
Παράλληλα, το Γ' ΣΣ, προπαρασκευάζοντας την ενέργειά του για τις 18
Νοεμβρίου, πέτυχε, από το ΤΣΔΜ, τη διάθεση του 5ου ΣΠ (ΧΙ Μεραρχία), το
οποίο διέθεσε στη Χ Μεραρχία, γιατί νεότερες πληροφορίες έφεραν τον εχθρό
απέναντί της να ενισχύεται σημαντικά. Επίσης, διέταξε τη ΧΙΙΙ Μεραρχία να
επιτεθεί με απόσπασμα τεσσάρων ταγμάτων, υπό το 23ο ΣΠ, στην κατεύθυνση
Καπεστίτσα - Μπαμπάν - Ζέμπλακ. Μετά απ' αυτά, οι Μεραρχίες ενήργησαν
όπως παρακάτω:
(α) Στο βόρειο τομέα, η XV Μεραρχία ελάχιστη πρόοδο
σημείωσε και βελτίωσε ελαφρά τις θέσεις της βορειοανατολικά του Ιβάν, παρά
τη σοβαρή προσπάθεια που κατέβαλε.
(β) Στο κέντρο, η ΙΧ Μεραρχία, ενήργησε με το απόσπασμα
Μπεγέτη, από Πρόπα προς Νταρζάν για να διευκολύνει τη Χ Μεραρχία και
ταυτόχρονα έστειλε ισχυρές αναγνωρίσεις προς Μπίγκλα - Ντρένοβο.
Αποτέλεσμα ήταν να καταλάβει το υψ. Μπίγκλα και να θέσει υπό τα πυρά του
πυροβολικού της την οδό Κορυτσά - Ερσέκα, καθώς και το αεροδρόμιο και
τους στρατώνες της Κορυτσάς. Βορειότερα, το 32ο ΣΠ, κατέλαβε με νυκτερινό
εγχείρημα το ύψ. 1764 και σταθεροποίησε τις θέσεις του στην κορυφογραμμή
της Μόροβας.
262

(γ) Νοτιότερα, η Χ Μεραρχία πέτυχε μόνο μικρή βελτίωση


των θέσεών της λόγω της ισχυρής αντιστάσεως του εχθρού, που είχε μάλιστα
ενισχυθεί και με άλλη μεγάλη Μονάδα, τη 2η Μεραρχία Αλπινιστών
"Τριτεντίνα".
(δ) Σύμφωνα με τη διαταγή του Σώματος, μεταξύ των XV
και ΙΧ ήταν το Απόσπασμα της XIII Μεραρχίας, το οποίο λόγω ανικανότητας
της Διοικήσεώς του και έλλειψη απαραίτητου ελέγχου και συντονισμού από
μέρους της Μεραρχίας δεν προσέφερε τίποτα το σημαντικό με αποτέλεσμα την
άμεση αντικατάσταση και των δύο Διοικητών του.
(3) Η παράταση των επιχειρήσεων κατά του ορεινού όγκου
Μόροβας - Ιβάν, η εξαιτίας αυτού προοδευτική ενίσχυση του εχθρού, όπως και
η διαδοχική ενίσχυση τόσο του ΤΣΔΜ, όσο και του Γ' ΣΣ με τις ΧΙΙΙ
Μεραρχίες και ΧΙ Μεραρχίες και τέλος η προώθηση της ΧVΙΙ Μεραρχίας στην
περιοχή Νεστορίου - Άργους Ορεστικού, οδήγησαν τον Αρχιστράτηγο Παπάγο
στην απόφαση να ενισχύσει το ΤΣΔΜ με μία ακόμη Διοίκηση Ομάδας
Μεραρχιών για τη διευκόλυνση του έργου της διοικήσεως και της διευθύνσεως
της μάχης από τον ίδιο. Έτσι, διατέθηκε ο Διοικητής του Δ' ΣΣ Αντιστράτηγος
Κοσμάς Γεώργιος, με ανάλογο επιτελείο και μονάδες διαβιβάσεων. Αυτός
συγκρότησε την "Ομάδα Μεραρχιών Κ" (ΟΜΚ). Στην ομάδα αυτή υπήχθησαν
οι Χ και ΧΙ Μεραρχίες και με ζώνη ενεργείας αμέσως νότια της γραμμής
Κιουτέζα - Ντάρζα - Μπόστιτσα και μέχρι το όριο του Β' ΣΣ. Κατόπιν αυτού το
Γ' ΣΣ περιορίσθηκε στη διοίκηση των υπόλοιπων τριών Μεραρχιών (XV, XIII,
IX). Εξάλλου ο Αρχιστράτηγος διαβλέποντας την ανάγκη δημιουργίας
ταχυκίνητης εφεδρείας για την προπαρασκευή δυνατότητας εκμεταλλεύσεως και
στερούμενος της Μεραρχίας, προώθησε στην περιοχή Φλώρινας τέσσερις
Ομάδες Αναγνωρίσεως (VI, VII, XII και XV), από τις οποίες την VI κίνησε
προς Πισοδέρι στη διάθεση του Γ' ΣΣ και τις υπόλοιπες στη διάθεση του ΤΣΔΜ
από τις 18 Νοεμβρίου.

θ. Η Συνέχιση των Επιχειρήσεων από το Γ' ΣΣ (19, 20, 21 Νοεμβρίου)

Το Γ' ΣΣ με τις Μεραρχίες που απέμεναν υπό τις διαταγές του


ενήργησε, όπως παρακάτω κατά το επόμενο τριήμερο:
(1) Στις 19 Νοεμβρίου η XV Μεραρχία δεν εκδήλωσε καμμία
επίθεση και περιορίσθηκε στη βελτίωση των θέσεών της και στην τήρηση
στενής επαφής με τον εχθρό. Η ΧΙΙΙ Μεραρχία ανέλαβε πλήρως από το θλιβερό
επεισόδιο της προηγουμένης υπό τη νέα Διοίκησή της και, αφού διέθεσε
συγκρότημα αποτελούμενο από τέσσερα τάγματα στην ΙΧ Μεραρχία, επιτέθηκε
με την υπόλοιπη δύναμή της, κατέλαβε τα χωριά Χότσιστε και Κράτσε και
συνέλαβε και ικανό αριθμό αιχμαλώτων. Η ΙΧ Μεραρχία, αφού ενισχύθηκε,
επιτέθηκε από το πρωί και κατέλαβε με το δεξιό της το ύψ. 1805, απαραίτητο
263

για την ολοκλήρωση του ορεινού όγκου της Μόροβας και με το αριστερό της
(Απόσπασμα Μπεγέτη) ενήργησε στην κατεύθυνση Πρόπας - ύψ. 1720 για να
υποβοηθήσει στην προώθηση της Χ Μεραρχίας. Τις βραδινές ώρες κατέλαβε
δασωμένο ύψωμα περίπου 2 χιλιόμετρα βορειοδυτικά της Ντάρζας. Στο μεταξύ
το Γ' ΣΣ εκτιμώντας ότι η διάνοιξη της στενωπού Τσαγκόνι θα επιτυγχανόταν
από τα νότια με την ολοκλήρωση του ορεινού όγκου Μόροβας, ενίσχυσε
περισσότερο την ΙΧ Μεραρχία με τμήματα της XV Μερραχίας και επέκτεινε το
δεξιό της όριο επί του ποταμού Δέβολη και σε όλο το ρουν του.
(2) Στις 20 Νοεμβρίου, παρότι είχε σχεδιαστεί επίθεση από την ΙΧ
Μεραρχία, δεν εκδηλώθηκε καμία σοβαρή ενέργεια στον τομέα του Γ' ΣΣ
εξαιτίας των δυσμενών καιρικών συνθηκών. Εξαίρεση αποτέλεσε η προώθηση
της VI Ομάδας Αναγνωρίσεως στην περιοχή Χότσιστε και τη διάθεσή της στην
ΙΧ Μερραχία, όπως και η βελτίωση των θέσεων του Αποσπάσματος Μπεγέτη,
θέσεις από τις οποίες έθεσε υπό τον έλεγχο των πυρών του Πεζικού και
Πυροβολικού την οδό Ντάρζα - Μπομπότιτσα.
(3) Στις 21 Νοεμβρίου, η επιθετική προσπάθεια του Γ' ΣΣ
συνεχίσθηκε κυρίως στον τομέα της ΙΧ Μεραρχίας, με αποτέλεσμα στο δεξιό
την εκκαθάριση της περιοχής Μπαμπάν και την κατάληψη του υψώματος 1211
και στο κέντρο την κατάληψη των υψωμάτων 1682 και 1643. Ο εχθρός
ανατράπηκε από τα υψώματα και υποχώρησε προς την πεδιάδα της Κορυτσάς.
Το Απόσπασμα Μπεγέτη συνέχισε την πίεσή του προς τη διάβαση Ντάρζαν και
βοήθησε αποτελεσματικά την προσπάθεια της Χ Μεραρχίας.

ι. Η Συνέχιση των Επιχειρήσεων από την Ομάδα Μεραρχιών "Κ" (19,


20, 21 Νοεμβρίου)

(1) Η Διοίκηση της Ομάδας Μεραρχιών "Κ" (ΟΜΚ), αφού


κατατοπίσθηκε από το ΤΣΔΜ για τη γενική κατάσταση και έλαβε γνώση της
τακτικής αποστολής της, η οποία συνοψιζόταν στη συνέχιση των επιθετικών
επιχειρήσεων στον τομέα της του μετώπου του Γ' ΣΣ, με σκοπό την
ολοκλήρωση της καταλήψεως του τμήματος της Μόροβας και την κάλυψη του
αριστερού του Γ' ΣΣ από την κατεύθυνση του αυχένα Κιάφε - Κιάριτ, εξέδωσε
στις 19 Νοεμβρίου διαταγή επιχειρήσεων.
(2) Τα κύρια σημεία της διαταγής αυτής είχαν ως εξής: Επίθεση με
τις δύο Μεραρχίες σε πρώτο κλιμάκιο (Χ δεξιά, ΧΙ αριστερά) στη γενική
κατεύθυνση Νικολίτσα - Καμένιτσα με κύρια προσπάθεια δεξιά (Χ Μεραρχία)
για την κατάληψη της γραμμής Σεπάτιστα (1570) - ύψ. 1508 - Κοτσέλ -
Μπούτκε. Στήριξη ευρέως του αριστερού στην κορυφογραμμή Γράμμος -
Γκούμπελ. Οι δύο Μεραρχίες μετά την κατάληψη του αντικειμενικού τους
σκοπού να προωθήσουν ελαφρές αναγνωρίσεις, ιδιαίτερα ιππικού, για την
τήρηση της επαφής με τον εχθρό, τουλάχιστον μέχρι την οδό Ερσέκα -
264

Κορυτσά. Στις δύο Μεραρχίες διατίθενται ως συμπληρωματικά μέσα τα


τμήματα που υπάρχουν στη ζώνη. Όριο διαχωρίσεως ζωνών ενεργείας των
Μεραρχιών Κιάφε Κιάριτ (1450) - Κοτσέλ -Άγιος Ζαχαρίας (όλα στην ΧΙ
Μεραρχία). Η διαταγή αυτή δεν ανέφερε ευρεία εκμετάλλευση μετά την
ολοκλήρωση της Μόροβας, γιατί το ΤΣΔΜ διέταξε τόσο την ΟΜΚ, όσο και το
Γ' ΣΣ να προωθήσουν τον όγκο των δυνάμεων τους στην πεδιάδα της
Κορυτσάς, μόνο μετά από σχετική διαταγή του. Η Διοίκηση του ΤΣΔΜ έθεσε
τον περιορισμό αυτό, γιατί ανέμενε πιθανή αντεπίθεση του εχθρού με άρματα
στον πεδινό χώρο της Κορυτσάς.
(3) Κατά τη διάρκεια της 19ης και 20ής Νοεμβρίου τα τμήματα της
ΟΜΚ ασχολήθηκαν με προπαρασκευαστικά μέτρα για την επίθεση της
επομένης. Το βράδυ της 20ής Νοεμβρίου κατείχαν τη γραμμή Κρέσοβα -
υψώματα δυτικά Καζάν - αμέσως νότια του υψώματος 1879 - ύψ. 1827 - νότια
του υψώματος 1720 - νότια Ντάρζας. Στις 21 Νοεμβρίου εξαιτίας της πυκνής
ομίχλης η επίθεση της ΟΜΚ άρχισε στις 1400 μετά από προπαρασκευή
πυροβολικού μιας ώρας. Στη συνέχεια η Χ Μεραρχία κατέλαβε το ύψ. 1879,
ύψωμα εξειρετικής σημασίας για την άμυνα των Ιταλών και η ΧΙ Μεραρχία
ανώνυμο ύψωμα νοτιοδυτικά του υψώματος 1879 και το χωριό Μπούτκε.
Επίσης, τμήμα Ιππικού της ΧΙ Μεραρχίας προωθήθηκε προς της οδό Ερσέκα -
Κορυτσά με εντολή να τη διακόψει και να αναζητήσει την επαφή με τα τμήματα
του Β' ΣΣ που ενεργούσαν προς Ερσέκα.

ια. Ολοκλήρωση των Ορεινών ΄Ογκων Μόροβας-Ιβάν και Κατάληψη της


Κορυτσάς

(1) To ΤΣΔΜ εξέδωσε το βράδυ της 21ης Νοεμβρίου διαταγή η


οποία καθόριζε ότι το Γ΄ ΣΣ και η ΟΜΚ θα συνέχιζαν την επομένη την
επιθετική τους ενέργεια για την ολοκλήρωση της καταλήψεως της Μόροβας και
της στενωπού Τσαγκόνι. Ανάλογη διαταγή εκδόθηκε και από το Γ΄ ΣΣ και την
ΟΜΚ. Την ίδια ημέρα το ΓΣ κοινοποίησε πληροφορία γιουγκοσλαβικής πηγής,
σύμφωνα με την οποία από το πρωί φάλαγγα 20 περίπου χιλιομέτρων κινούνταν
από την Κορυτσά προς το Πόγραδετς. Η πληροφορία αυτή ενείχε τη σαφή
πλέον ένδειξη ότι οι Ιταλοί είχαν αρχίσει να εγκαταλείπουν την Κορυτσά,
εξαιτίας της δυσμενούς τροπής που είχαν πάρει οι επιχειρήσεις στον τομέα
αυτό.
(2) Η νύχτα 21/22 Νοεμβρίου πέρασε ήρεμα, αφού ο εχθρός είχε
διακόψει την επαφή εγκαταλείποντας την τοποθεσία. Από το πρωί της επομένης
όλα τα τμήματα του Γ΄ ΣΣ και της ΟΜΚ άρχισαν να κινούνται σύμφωνα με τις
αποστολές τους. Ειδικότερα :
(α) Η ΧV Μεραρχία κατέλαβε χωρίς αντίσταση το χωριό
Τσαγκόνι, το ύψ. Ιβάν και τα χωριά Σβέζντα, Λέζιτσα και Πούστετς και έστειλε
265

αναγνωρίσεις Ιππικού προς Σουλίν. Η αποστολή της καθοριζόταν ως εξής :


΄Αμυνα στη στενωπό Τσαγκόνι. Εξασφάλιση των βορειοδυτικών κράσπεδων
της Μόροβας από Κιούτς μέχρι Πλιάσα-Ζέμπλακ. Εξασφάλιση της στενωπού
Σβέζντα και του υψώματος Ιβάν. Κάλυψη του Σώματος Στρατού από την
κατεύθυνση των σερβικών συνόρων. Η Μεραρχία συνέλαβε 2 αξιωματικούς
και περίπου 200 οπλίτες αιχμαλώτους. Επίσης κυρίευσε κάθε είδους υλικό και
ιδιαίτερα μεγάλες ποσότητες πυρομαχικών, μία πυροβολαρχία των 100 χιλ., 10
όλμους των 81 χιλ., πάνω από 50 ολμίσκους κ.ά.
(β) Στη ζώνη ευθύνης της ΙΧ Μεραρχίας, τα τμήματα
αντιμετώπισαν μικρές μόνο αντιστάσεις και των οπισθοφυλακών του εχθρού και
στις 1700 το Απόσπασμα Μπεγέτη εισήλθε στην πόλη της Κορυτσάς, μέσα σε
ατμόσφαιρα ενθουσιασμού και παραληρήματος του ελληνικού πληθυσμού της.
Το βράδυ η Μεραρχία είχε εγκατασταθεί στις δυτικές προσβάσεις της Μόροβας
και ανέλαβε, σύμφωνα με την αποστολή της την κατοχή και εξασφάλιση αυτών.
Τμήμα Ιππικού της Μεραρχίας έφθασε στο Ζέμπλακ και έστειλε αναγνωρίσεις
προς τα δρομολόγια βόρεια και εκατέρωθεν της λίμνης Μαλίκης, τα οποία
βρήκε αδιάβατα λόγω της καταστροφής των γεφυρών που υπήρχαν σ΄αυτά από
τον εχθρό.
(γ) Η ΧΙΙΙ Μεραρχία συγκεντρώθηκε στην περιοχή
Βράνεστε-Μπαμπάν με σταθμό Διοικήσεως στο Μπαμπάν. Παράλληλα, όλα τα
τμήματά της που είχαν διατεθεί στην ΙΧ Μεραρχία επανήλθαν στη Μεραρχία
τους.
(δ) Από το πρωί η κίνηση των μονάδων της Χ Μεραρχίας
έγινε απρόσκοπτα. Τα Συντάγματά της κατέλαβαν χωρίς αγώνα τους
αντικειμενικούς τους σκοπούς και εγκαταστάθηκαν στη γραμμή των υψωμάτων
Φλόκι - Καμενίτσα - Τεπετζίκ (Ντβοράν). Ο όγκος του Ιππικού της Μεραρχίας
προωθήθηκε δυτικά της οδού Κορυτσά - Ερσέκα και τμήμα του έφθασε το
βράδυ της 22ης Νοεμβρίου στο Ντέρσνικο, επιζητώντας την επαφή με τον
εχθρό.
(ε) Η ΧΙ Μεραρχία προωθήθηκε απρόσκοπτα και το βράδυ
της 22ης Νοεμβρίου, βρισκόταν εγκαταστημένη δεξιά και αριστερά της οδού
Ερσέκα - Κορυτσά, από Κιάφε Κιάριτ μέχρι κοντά στην Ερσέκα.
(3) Κατά την 23η Νοεμβρίου οι Μεραρχίες έλαβαν αμυντική
διάταξη για την εξασφάλιση τόσο των τοποθεσιών Ιβάν - Μόροβα (Γ΄ ΣΣ), όσο
και της οδού από τον αυχένα Κιάφε Κιάριτ μέχρι την Ερσέκα (ΟΜΚ). Επίσης,
την ίδια ημέρα τμήματα Ιππικού κινήθηκαν για αναγνωρίσεις του εδάφους και
τήρηση της επαφής με τον εχθρό προς τις περιοχές Γκραμποβίτσα, κατά μήκος
της κοιλάδας του Δεβόλη, δυτικά Λίμνης Μαλίκης, Μοσχοπόλεως και
Βυθκούκι.
266

ιβ. Εκμετάλλευση της Επιτυχίας και Επιδίωξη Ευρείας Εξασφαλίσεως


του Υψιπέδου Κορυτσάς
(1) Στις 22 Νοεμβρίου το Γενικό Στρατηγείο διέταξε το ΤΣΔΜ
να εντείνει τις προσπάθειές του με σκοπό την απόφραξη των οδών από τα
δυτικά και τα βόρεια προς το υψίπεδο Κορυτσάς και την αμαξιτή οδό Κορυτσά-
Λεσκοβίκι, στο μεγαλύτερο δυνατό βάθος, ώστε η χρησιμοποίηση της οδού να
είναι ελεύθερη και ασφαλής. Στη συνέχεια, την επομένη, λόγω ορισμένων
επιφυλάξεων του ΤΣΔΜ που παρουσιαζόταν διστακτικό για την εκμετάλλευση,
το Γενικό Στρατηγείο εξέδωσε νεότερη διαταγή με την οποία επέμενε στην
εκτέλεση της αποφάσεώς του. Μετά απ΄αυτό το ΤΣΔΜ καθόρισε τις ενέργειες
του Γ΄ ΣΣ και τις ΟΜΚ ως εξής :
(α) Σε Πρώτη Φάση το Γ΄ ΣΣ θα εξασφάλιζε, τον ορεινό
όγκο Ιβάν, τη στενωπό Τσαγκόνι και τα εδαφικά τμήματα της Μόροβας, της
ζώνης ευθύνης του, τηρώντας στενή επαφή με τις αρτηρίες εκατέρωθεν της
λίμνης Μαλίκης και της αρτηρίας κατά μήκος της Μεγάλης Πρέσπας. Η ΟΜΚ
θα καταλάμβανε ισχυρά τη στενωπό Κιάφε Κιάριτ, καλύπτοντας το αριστερό
του Γ΄ΣΣ και τηρώντας επαφή με ελαφρά στοιχεία προς τις κατευθύνσεις
Μοσχοπόλεως και Οστροβίτσας.
(β) Δεύτερη Φάση το Γ΄ ΣΣ θα προωθούσε τη διάταξή
του μεταξύ των λιμνών Μεγάλης Πρέσπας και Μαλίκης στο ύψος των βόρειων
εξόδων των στενωπών εκατέρωθεν της λίμνης Μαλίκης, με ισχυρή κατοχή της
στενωπού του Δεβόλη στο ύψος της Πρέσπας (Τσαγκόνι). Η ΟΜΚ, όπως και
κατά την πρώτη φάση θα κάλυπτε ισχυρά το Γ΄ ΣΣ.
(γ) Σε Τρίτη Φάση το Γ΄ ΣΣ θα προωθούσε τη διάταξή
του μεταξύ των λιμνών Αχρίδας και Μαλίκης μέχρι τη στενωπό του Δέβολη στο
ύψος της Τρέσοβας, με ισχυρό προγεφύρωμα στο Πόγραδετς. Η ΟΜΚ θα
κάλυπτε το αριστερό του Γ΄ ΣΣ.
(2) Μετά την έκδοση της διαταγής αυτής και από το απόγευμα
της 24ης Νοεμβρίου οι Μεραρχίες του Γ΄ ΣΣ και αυτές της ΟΜΚ έφθασαν,
μετά από αλλεπάλληλες κινήσεις και αντιμετωπίζοντας την αυξανόμενη εχθρική
αντίσταση, στις κλιτύες της Κάμιας και της Οστροβίτσας, εξασφαλίζοντας
ευρέως το υψίπεδο Κορυτσάς. Ειδικότερα :
(α) Η ΧΙΙΙ Μεραρχία προωθήθηκε και το βράδυ της 27ης
Νοεμβρίου βρισκόταν αναπτυγμένη στην περιοχή αμέσως νότια του ποταμού
Τσεράβα-αυχένα Γκραμποβίτσας-υψωμάτων αμέσως δυτικά του και βόρεια της
λίμνης Μαλίκης. Από το πρωί της 28ης Νοεμβρίου, η Μεραρχία συνέχισε την
επιθετική της προσπάθεια και μετά από διήμερο αγώνα κατέλαβε όλα τα
υψώματα βόρεια και βορειοδυτικά του ποταμού Τσεράβα και κυριάρχησε του
πεδινού χώρου προς το Πόγραδετς. Στις 1000 της 30ής Νοεμβρίου κατέλαβε το
Πόγραδετς, ενώ οι Ιταλοί συμπτύχθηκαν στα υψώματα βορειοδυτικά του.
267

(β) Η ΙΧ Μεραρχία, υπό την κάλυψη τμημάτων Ιππικού


που εκτελούσαν αναγνωρίσεις κατά μήκος της κοιλάδας του Δεβόλη, δυτικά
Τσέροβας, με το Απόσπασμα Μπεγέτη, συγκεντρώθηκε το βράδυ της 27ης
Νοεμβρίου στην περιοχή Μαλίκης - Σόβγιανης. Κατά το επόμενο τριήμερο η
Μεραρχία προώθησε μερικώς τις θέσεις της και κατέλαβε τα υψώματα
εκατέρωθεν του ποταμού Σόλτσες-παραπόταμου του Δέβολη.
(γ) Η ΧV Μεραρχία παρέμεινε το διάστημα αυτό στην
περιοχή της στενωπού Τσαγκόνι και αμέσως βόρεια της Κορυτσάς, ως εφεδρεία
του Γ΄ ΣΣ.
(δ) Η Χ Μεραρχία, αφού κατέλαβε το απόγευμα της 24ης
Νοεμβρίου τη Μοσχόπολη χωρίς αντίσταση, άρχισε τις επόμενες ημέρες να
εγκαθίσταται αμυντικά στη γραμμή Μαντά-Μοσχόπολη-Μονή Αγίου
Προδρόμου-ύψ. 1650-ύψ. 1515, υπό την κάλυψη προφυλακών.
(ε) Η ΧΙ Μεραρχία στις 24 και 25 Νοεμβρίου κατέλαβε,
χωρίς αντίσταση, τη γραμμή δυτικά και βόρεια Τρέσκα, όπου κια
εγκαταστάθηκε αμυντικά.
(3) Γενικά επισημαίνεται ότι η βραδύτητα που παρατηρήθηκε
στη συνέχιση της επιθέσεως, μετά την κατάληψη της Κορυτσάς, εξαιτίας της
διστακτικότητας του ΤΣΔΜ δεν επέτρεψε την εκμετάλλευση της επιτυχίας.
΄Ετσι, ο όγκος των εχθρικών δυνάμεων κατόρθωσε να διαφύγει προς την
περιοχή Πόγραδετς - Λιν, όπου ανασυντάχθηκε και εγκαταστάθηκε και πάλι
αμυντικά.

6. Αποτελέσματα

Οι απώλειες του ΤΣΔΜ κατά τη μάχη Μόροβας - Ιβάν ήταν σημαντικές.


Αυτές υπολογίζονται, αν και εκτιμάται ότι υπολείπονται από τις πραγματικές, σε
34 αξιωματικούς και 590 οπλίτες νεκρούς και 82 αξιωματικούς και 2.266
οπλίτες τραυματίες.
Επίσης, πάνω από 1.000 αιχμαλώτους, 40 πυροβόλα κάθε διαμετρήματος
και άφθονο πολεμικό υλικό κάθε είδους ήταν η συγκομιδή της επιτυχημένης
αυτής επιθετικής προσπάθειας και ελληνικών δυνάμεων, η οποία αποτέλεσε και
την πρώτη μεγάλη νίκη των συμμαχικών δυνάμεων.

7. Διαπιστώσεις - Συμπεράσματα

α. Η τοποθεσία Μόροβας - Ιβάν που επέλεξαν οι Ιταλοί για τη διεξαγωγή


αμυντικού αγώνα ήταν η πλέον κατάλληλη, γιατί κάλυπτε επαρκώς τον κόμβο
της Κορυτσάς, αλλά και την ευρύτερη περιοχή της. Εξάλλου η οργάνωση της
τοποθεσίας από έτους και πλέον επαύξησε την αμυντική της ικανότητα και την
268

έκανε ακόμη πιό ισχυρή. Απόδειξη αυτού είναι ο σκληρός και πολυήμερος
επιθετικός αγώνας των ελληνικών δυνάμεων για τη διάσπασή της.

β. Η ανώτατη Ελληνική Διοίκηση επέδειξε την επιβαλλόμενη από τη


θέση της ψυχραιμία και ενεργητικότητα, παρά τη συντριπτική υπεροχή του
εχθρού σε αεροπορία, άρματα και δύναμη πυρός γενικότερα και παρά την
πρωτοβουλία που είχε ο αντίπαλος ως προς τη συγκέντρωση των μέσων του.
Ακόμη, και πριν την έναρξη των επιχειρήσεων, η Διοίκηση προέβλεψε και
σχεδίασε επιθετικές επιχειρήσεις προς την Αλβανία για την κατάληψη του
ορεινού όγκου της Μόροβας και την εξασφάλιση του οδικού κόμβου της
Κορυτσάς. Βασικός σκοπός των επιχειρήσεων αυτών ήταν η βελτίωση των
συνθηκών της ελληνικής άμυνας και η άσκηση πιέσεως του εχθρού, για την
ανακούφιση του θεάτρου επιχειρήσεων Ηπείρου, που όπως φαινόταν θα
δεχόταν και το μεγαλύτερο βάρος της επιθέσεως. Η έναρξη των επιχειρήσεων
δεν τη διέψευσε και όταν βρέθηκε προ της ευνοϊκής εξελίξεως των
επιχειρήσεων στην Ήπειρο και την Πίνδο, εκτόξευσε την επίθεση κατά της
Κορυτσάς.

γ. Το σχέδιο ενεργείας του Γ΄ ΣΣ δεν χαρακτηρίζεται ίδιαίτερα φιλόδοξο.


Απέβλεπε κυρίως στην κατάληψη του κόμβου της Κορυτσάς και στην ευρεία
εξασφάλιση του υψιπέδου της, με την εκπόρθηση της οργανωμένης τοποθεσίας
Μόροβα-Τσαγκόνι-Ιβάν. Επίσης, το σχέδιο δεν προέβλεπε εκμετάλλευση σε
βάθος κατά τον άξονα Κορυτσά-Πόγραδετς-Λιν-Ελμπασάν, έξαιτίας της
ελλείψεως μηχανοκίνητων μέσων. Η έλλειψη αυτή και η πολύ περιορισμένη
διάθεση αντιαρματικών επιδρούσε ουσιαστικά στις αποφάσεις και τις ενέργειες
όλων των κλιμακίων της ελληνικής Διοικήσεως από την έναρξη της μάχης της
Κορυτσάς.

δ. Η υπερεκτίμηση της απειλής από τα ιταλικά μηχανοκίνητα μέσα


αποδείχθηκε εκ των υστέρων υπερβολική. Από την άλλη πλευρά όμως δεν είναι
δυνατόν να επικριθεί και το ορθό την εποχή εκείνη δόγμα της μάχης "πάντοτε,
επί των κορυφών", "ουδέποτε επί του αναπεπταμένου εδάφους των κοιλάδων"
το οποίο από την έναρξη της μάχης επηρέαζε και κατηύθυνε τις σκέψεις και τις
αποφάσεις της ελληνικής ηγεσίας.
Στην εκθεση επιχειρήσεων του Διοικητή του Γ΄ ΣΣ Αντιστράτηγου
Τσολάκογλου, καταφαίνεται το πνεύμα όλων των κλιμακίων της Διοικήσεως
που επικρατούσε τότε, κυρίως εξαιτίας των ισχυρών μέσων και των
ανυπέρβλητων δυσχερειών και αναφέρονται ακριβώς τα εξής: "Η Κορυτσά
κατελήφθη την 18ην ώραν της 22ας Νοεμβρίου, ημέραν Παρασκευήν (εννάτην
ημέραν επιθέσεως). Αναμφισβητήτως, η Κορυτσά θα ήτο δυνατόν να
καταληφθή από της 19ης Νοεμβρίου εις οιανδήποτε ημέραν μέχρι της 22ας
269

Νοεμβρίου. Κατελήφθη όμως το εσπέρας της 22ας Νοεμβρίου διά να μην είναι
αμφίβολος η διατήρησίς της. Διατρέχομεν, εκ της ελλείψεως αντιαρματικών
μέσων, τον κίνδυνον να υποστώμεν επιθετικήν επιστροφήν του εχθρού δι΄
αρματικών μέσων και να εγκαταλείψωμεν προς στιγμήν την πόλιν, οπότε η
απήχησις θα ήτο χειρίστη διά την ψυχοσύνθεσιν του ΄Ελληνος μαχητού. ΄Ενεκα
τούτου κατελαμβάνομεν εκάστοτε στοιχεία άτινα θα ηδυνάμεθα να κρατήσωμεν
ασφαλώς και παρείχον βάσεις διά την περαιτέρω προχώρησίν μας".
ε. Η ταχεία και σε μεγάλο βάθος διείσδυση μέσα στο Αλβανικό έδαφος
θα δημιουργούσε οπωσδήποτε μεγάλα και σοβαρά προβλήματα ανεφοδιασμού
των δυνάμεων, ιδίως κατά τη χειμερινή περίοδο, κυρίως εξαιτίας της ελλείψεως
αυτοκινήτων και της κακής καταστάσεως των οδών. ΄Ετσι, το Γενικό
Στρατηγείο περιορίστηκε στην ευρεία εξασφάλιση του υψιπέδου της Κορυτσάς
και της εγκάρσιας σκυρόστρωτης οδού Φλώρινα-Κορυτσά-Λεσκοβίκι-Ιωάννινα,
αποκτώντας με αυτό τον τρόπο σημαντικό πλεονέκτημα έναντι του αντιπάλου,
για τη διενέργεια των ανεφοδιασμών και τη μετακίνηση των μονάδων.

στ. Η είσοδος στον αγώνα της ΟΜΚ, στις 19 Νοεμβρίου, μάλλον επέφερε
καθυστέρηση στην εξέλιξη της επιθέσεως, εξαιτίας της αναδιατάξεως και
μετακινήσεως των μονάδων, αφού της ανατέθηκε η κατεύθυνση Ντάρζας, η
οποία αποτελούσε και την κύρια προσπάθεια του Γ΄ ΣΣ. ΄Ηταν επομένως
ορθότερο να παραμείνουν όλες οι Μεραρχίες υπό το Γ΄ ΣΣ εφόσον η μάχη
έβαινε σε αίσιο τέλος και δεν είχε ήδη προπαρασκευάσει την εκμετάλλευση.
Από απόψεως εξάλλου μέσων διοικήσεως και εύρους μετώπου, πιστεύεται ότι
το Γ΄ ΣΣ είχε τη δυνατότητα αυτή.

ζ. Η εμμονή εξάλλου του ΤΣΔΜ στη διατήρηση της ισχύος της


τοποθεσίας ΙΒα (Λαιμός Πρεσπών-Βάρμπα-Φλατσάτα-Γράμμος-Σμόλικας-
Γκαμήλα-Ελαία-Καλαμάς ποταμός) κατά τη διάρκεια της μάχης επέδρασε
δυσμενώς στην εξέλιξή της, γιατί είχαν εκεί αγκιστρωθεί σημαντικές δυνάμεις,
οι οποίες θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν επωφελέστερα στην επίθεση.

η. Αξιοσημείωτο, επίσης, είναι ότι η ιταλική Διοίκηση κατόρθωσε να


αποσύρει τα τμήματά της κατά τη νύκτα 21/22 Νοεμβρίου με σχετική ευκολία,
ενώ τα ελληνικά τμήματα έχασαν την ευκαιρία της τακτικής εκμεταλλεύσεως
της επιτυχίας τους.

θ. Τέλος, σημειώνεται ότι, παρά τους δισταγμούς, τις επιφυλάξεις, τις


ελλείψεις, τις ανεπάρκειες και τον υπερβολικό φόβο για τα μηχανοκίνητα μέσα
του εχθρού, η νίκη των ελληνικών όπλων παρέμεινε αναμφισβήτητη και το
ηθικό αποτέλεσμα για όλο τον αγωνιζόμενο ελεύθερο κόσμο κατά του ΄Αξονα,
ήταν τεράστιο. Μετά από σκληρό αγώνα, οι ελληνικές δυνάμεις κατόρθωσαν
270

να διεισδύσουν σε βάθος άνω των 25 χιλιομέτρων και να απελευθερώσουν την


πόλη της Κορυτσάς, τη μεγαλύτερη ελληνική πόλη της Βόρειας Ηπείρου που
απελευθερωνόταν για τέταρτη φορά στα τελευταία 38 χρόνια.
Η ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΟΧΥΡΩΝ
(Απρίλιος 1941)

1. Εισαγωγή

α. Ύστερα από την απρόκλητη ιταλική επίθεση της 28ης Οκτωβρίου, οι


ενδείξεις για άμεση επέμβαση της Βουλγαρίας ήταν συγκεχυμένες, μέχρι το
τέλος του 1940. Εξάλλου, η σαφής δήλωση της Τουρκίας ότι θα αντιμετώπιζε
τη Βουλγαρία, αν αυτή ενεργούσε εναντίον της Ελλάδας και η διαβεβαίωση της
Γερμανίας ότι δεν είχε πρόθεση να επιτεθεί εναντίον της, έδωσαν στην Ελλάδα
τη δυνατότητα να μετακινήσει δυνάμεις, από το θέατρο επιχειρήσεων προς τη
Βουλγαρία, στο αλβανικό μέτωπο. Έτσι, στην ανατολική Μακεδονία και Θράκη
είχαν απομείνει ελάχιστες δυνάμεις, όταν από τον Ιανουάριο του 1941
αντιμετωπιζόταν η πιθανότητα γερμανικής επιθέσεως.

β. Πράγματι, από το Νοέμβριο του 1940 οι Γερμανοί, αν και


εξακολουθούσαν να παρέχουν διαβεβαιώσεις έναντι της Ελλάδας, είχαν
αποφασίσει να επιτεθούν εναντίον της, αφού είχαν ήδη εξασφαλίσει τη σιωπηρή
συγκατάθεση της Ρωσίας. Στις 13 Δεκεμβρίου 1940 ο Χίτλερ εξέδωσε γενικές
οδηγίες, στις οποίες η προβλεπόμενη επίθεση εναντίον της Ελλάδας για το
Μάρτιο αναφέρεται για πρώτη φορά με το συνθηματικό όνομα «ΜΑΡΙΤΑ».
Στις 2 Μαρτίου 1941, η Δωδεκάτη Γερμανική Στρατιά άρχισε να εισέρχεται στο
βουλγαρικό έδαφος και στις 9 Μαρτίου οι εμπροσθοφυλακές των εμπρός
Μεραρχιών είχαν φθάσει στα ελληνοβουλγα-ρικά σύνορα.

γ. Η Ελλάδα δεν ήταν δυνατό να αντισταθεί μόνη της και με επιτυχία


εναντίον και της δεύτερης αυτοκρατορίας. Η βρετανική κυβέρνηση είχε όλη την
καλή διάθεση να ενισχύσει την Ελλάδα δεν είχε όμως τη δυνατότητα. Μετά απ'
αυτό στις συσκέψεις της 15ης και 16ης Ιανουαρίου 1941, στις οποίες έλαβε
μέρος και ο Αρχιστράτηγος των βρετανικών δυνάμεων στη Μέση Ανατολή,
Στρατηγός Γουέϊβελ (Wavel), ο Πρόεδρος της Ελληνικής Κυβερνήσεως
απέκρουσε τη βρετανική πρόταση αποστολής στην Ελλάδα ανεπαρκών
δυνάμεων που δεν θα πρόσφεραν τίποτα το αξιόλογο στην ελληνική αντίσταση
και οπωσδήποτε θα επιτάχυναν την κάθοδο των Γερμανών και θα επηρέαζαν,
ίσως, δυσμενώς τη στάση της Τουρκίας και της Γιουγκοσλαβίας. Ο
Πρωθυπουργός εξάλλου, πήρε την απόφαση να καλέσει τους Βρετανούς να
αποβιβαστούν στην Ελλάδα, μόλις τα γερμανικά στρατεύματα θα εισέρχονταν
στη Βουλγαρία, οπότε οι γερμανικές προθέσεις θα αποκαλύπτονταν οριστικά.
Μετά απ' αυτό η βρετανική συνδρομή περιορίσθηκε στην προστασία με το
στόλο και σε ασθενή αεροπορική βοήθεια. Μετά το θάνατο του Πρωθυπουργού
Ι. Μεταξά, ο Αλεξ. Κορυζής που τον διαδέχθηκε επανέλαβε στις 8
Φεβρουαρίου τη δήλωση προς τη βρετανική κυβέρνηση για την απόφαση της
Ελλάδας να αμυνθεί κατά των Γερμανών και πρότεινε και πάλι να μην
αποσταλούν βρετανικά στρατεύματα στη Μακεδονία, αν οι Γερμανοί δεν
εισέρχονταν στη Βουλγαρία.

δ. Οι ενισχύσεις των Βρετανών μαζί με τις διατιθέμενες ελληνικές


δυνάμεις στη Μακεδονία και τη Θράκη δεν επαρκούσαν για την άμυνα της
Ανατολικής Μακεδονίας και πολύ περισσότερο και της Δυτικής Θράκης. Από
στρατιωτικής απόψεως ήταν σκόπιμη η έγκαιρη εκκένωση της οχυρωμένης
τοποθεσίας και η μεταφορά της άμυνας στην οικονομικότερη και «φύσει
οχυρά» τοποθεσία Καϊμακτσαλάν-Βέρμιο-Αλιάκμονας. Η εγκατάλειψη όμως
της Θράκης και του μεγαλύτερου μέρους της Μακεδονίας με τη Θεσσαλονίκη,
πέρα από την ψυχολογική πλευρά και τον ηθικό αντίκτυπο στον ελληνικό
πληθυσμό, θα συνδεόταν και με τη στάση της Τουρκίας και της
Γιουγκοσλαβίας. Η τελευταία που επηρέαζε και άμεσα την άμυνα της Ελλάδας
δεν αποσαφήνιζε την εξωτερική της πολιτική. Έτσι, κατ' ανάγκη, τα στρατηγικά
σχέδια για την άμυνα του ελληνικού χώρου θεμελιώθηκαν σε προϋποθέσεις,
σχετικά με τη στάση της Γιουγκοσλαβίας ως εξής:
(1) Με τη Γιουγκοσλαβία σύμμαχο της Μεγάλης Βρετανίας και της
Ελλάδας, ο αγώνας έπρεπε να διεξαχθεί επί της οχυρωμένης τοποθεσίας από
Κερκίνη (Μπέλες) μέχρι το Νέστο, γνωστής ως «Γραμμής Μεταξά».
(2) Αν όμως η Γιουγκοσλαβία επέτρεπε τη διέλευση γερμανικών
στρατευμάτων από το έδαφός της, τότε ούτε η γραμμή των οχυρών αλλά ούτε
και αυτή του Καϊμακτσαλάν-Βέρμιο-Αλιάκμονας δεν προσφερόταν ως
τοποθεσία αντιστάσεως κατά της γερμανικής εισβολής.
(3) Η μόνη πλέον καταλληλότερη γραμμή άμυνας ήταν:
Ελληνοαλβανική μεθόριος-Σμόλικας όρος-Αλιάκμονας ποταμός-Όλυμπος, στην
οποία είχαν αρχίσει να εκτελούνται αμυντικά έργα.

ε. Στις 22 Φεβρουαρίου έφθασαν μυστικά στην Αθήνα ο Βρετανός


Υπουργός Εξωτερικών Άντονυ Ήντεν, ο Αρχηγός του βρετανικού Επιτελείου,
Στρατάρχης Ντηλ, ο Στρατάρχης της αεροπορίας Λόγκμορ και ο Πλοίαρχος
Ντίκι, αντιπρόσωπος του Ναυάρχου Κάνιγγαμ. Σε σύσκεψη που έγινε υπό την
προεδρία του Βασιλιά, ο Αρχιστράτηγος Αλ. Παπάγος δέχθηκε καταρχήν την
εκκένωση ολόκληρης της ελληνικής περιοχής ανατολικά του Αξιού και τη
μεταφορά δυνάμεων στην τοποθεσία Βερμίου, στην οποία όμως θα τάσσονταν
και οι βρετανικές ενισχύσεις, εφόσον όμως θα είχε χαθεί και η τελευταία ελπίδα
εξόδου της Γιουγκοσλαβίας στον πόλεμο, στο πλευρό των Συμμάχων. Μετά την
είσοδο όμως των Γερμανών στη Βουλγαρία, στις 2 Μαρτίου, η εκκένωση της
περιοχής αυτής κρίθηκε πλέον από τον Έλληνα Αρχιστράτηγο ως άκαιρη και
273

ασύμφορη και για τον πρόσθετο λόγο ότι και η στάση της Γιουσγκοσλαβίας δεν
είχε ακόμη αποσαφηνισθεί.

στ. Έτσι, κατά τη διάρκεια αλλεπάλληλων συσκέψεων που έλαβαν χώρα


από 2-4 Μαρτίου για την εξέταση της καταστάσεως, ενώ τα γερμανικά
στρατεύματα διέσχιζαν τη Βουλγαρία, το Ελληνικό Επιτελείο πρότεινε να
διατεθούν όλες οι ελληνοβρετανικές δυνάμεις στην οχυρωμένη τοποθεσία
Κερκίνη (Μπέλες). Προ της επιμονής όμως των Βρετανών, οι οποίοι
υποστήριζαν την εγκατάλειψη της τοποθεσίας Κερκίνης (Μπέλες) και την
κατάληψη της τοποθεσίας Βερμίου, ο Έλληνας Αρχιστράτηγος υπέβαλε
συμβιβαστική πρόταση που έγινε αποδεκτή από τους Βρετανούς και είχε ως
εξής:
(1) Η Δυτική Θράκη θα εκκενωνόταν και θα παρέμεναν σ' αυτή
μόνο οι δυνάμεις των Οχυρών Εχίνου και Νυμφαίας και μερικοί λόχοι
Προκαλύψεως.
(2) Οι εξοικονομούμενες ελληνικές δυνάμεις μαζί με εκείνες της
Ανατολικής Μακεδονίας θα κατανέμονταν σε δύο κλιμάκια, προοριζόμενα να
αμυνθούν σε δύο τοποθεσίες:
(α) Στην οχυρωμένη «Γραμμή Μεταξά» τρεις μεραρχίες, μία
ταξιαρχία και οι δυνάμεις των Οχυρών.
(β) Στην τοποθεσία Βερμίου η ΧΙΙ και ΧΧ Μεραρχίες
Πεζικού, η ΧΙΧ Μηχανοκίνητη Μεραρχία και οι βρετανικές δυνάμεις που θα
έφταναν στον Πειραιά και θα προωθούνταν στη συνέχεια στην τοποθεσία
αυτήν.

ζ. Η κατάτμηση των ελληνοβρετανικών δυνάμεων σε δύο τοποθεσίες


αποτελούσε, όπως ήταν φυσικό, σοβαρό μειονέκτημα. Οι δυνάμεις αυτές που
ήταν ανεπαρκείς για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του εχθρού σε μία
τοποθεσία, βρέθηκαν στην ανάγκη, για γενικότερους πολιτικο-στρατιωτικούς
λόγους, να κατατμηθούν σε δύο τοποθεσίες. Ιδιαίτερα, επισφαλής ήταν η θέση
των δυνάμεων του Τμήματος Στρατιάς Ανατολικής Μακεδονίας (ΤΣΑΜ) που
ήταν εκτεθειμένο στον κίνδυνο της αποκοπής των δυνάμεών, στην περίπτωση
υπερκερωτικής ενέργειας του εχθρού από τα δυτικά.
Ο Διοικητής του ΤΣΑΜ, προ της διαφαινόμενης γερμανικής
επιθέσεως, με έκθεσή του προς το Γενικό Στρατηγείο, στις 5 Μαρτίου, ζητούσε
τη διάθεση σοβαρών ενισχύσεων για την άμυνα της τοποθεσίας Κερκίνης
(Μπέλες) - Νέστος. Μετά από αλλεπάλληλες μελέτες και ανταλλαγές απόψεων
μεταξύ Γενικού Στρατηγείου και ΤΣΑΜ, έγινε τελικά στις 25 Μαρτίου στη
Θεσσαλονίκη σύσκεψη υπό την προεδρία του Διοικητή του ΤΣΑΜ, στην οποία
συμμετείχαν ο αντιπρόσωπος του Γενικού Στρατηγείου, ένας βρετανός
Ταξίαρχος και ο Διευθυντής του 3ου Γραφείου του Τμήματος Στρατιάς
274

Κεντρικής Μακεδονίας (ΤΣΚΜ). Κατά τη σύσκεψη ο Διοικητής του ΤΣΑΜ


υποστήριξε την ανάγκη συνενώσεως των δυνάμεων των δύο τοποθεσιών και
υπέδειξε ως καταλληλότερη την τοποθεσία Κερκίνη-Νέστος. Ο Βρετανός
Αντιπρόσωπος, αντίθετα, υποστήριξε τη μεταφορά των δυνάμεων στη γραμμή
Βερμίου. Ο εκπρόσωπος του Γενικού Στρατηγείου δήλωσε ότι οι κινήσεις προς
τα πίσω δεν μπορούσαν να γίνουν, γιατί δεν υπήρχε πια ο απαιτούμενος χρόνος
και συνεπώς το ΤΣΑΜ έπρεπε να αμυνθεί στην τοποθεσία Κερκίνη-Νέστος,
στην οποία άλλωστε και βρισκόταν ήδη αναπτυγμένο.

η. Η ημέρα της ενάρξεως της επιχειρήσεως του σχεδίου «ΜΑΡΙΤΑ»


πλησίαζε, χωρίς η Γιουγκοσλαβία να έχει καθορίσει τη θέση της. Για την
εκτέλεση όμως του σχεδίου ήταν απαραίτητη η χρησιμοποίηση της
σιδηροδρομικής γραμμής Βελιγραδίου-Νύσσας-Θεσσαλονίκης. Έτσι, ασκήθηκε
πίεση και εξαναγκάσθηκε η Γιουγκοσλαβία να υπογράψει στις 25 Μαρτίου (την
ημέρα που συζητούνταν στη Θεσσαλονίκη η συνένωση των ελληνοβρετανικών
δυνάμεων σε μία τοποθεσία) πρωτόκολλο προσχωρήσεώς της στο τριμερές
σύμφωνο (Γερμανία-Ιταλία-Ιαπωνία).

θ. Σε νέα σύσκεψη που έγινε στην Αθήνα την επομένη 26 Μαρτίου, ο


Διοικητής του ΤΣΚΜ υποστήριξε τη μεταφορά των δυνάμεων του ΤΣΑΜ στην
τοποθεσία Βερμίου. Την άποψη αυτή τελικά δέχθηκε και ο Διοικητής του
ΤΣΑΜ, εξαιτίας των γνωστών αντιρρήσεων των Βρετανών και κυρίως γιατί, την
προηγούμενη ημέρα, η Γιουγκοσλαβία είχε προσχωρήσει στον Άξονα με
αντάλλαγμα την υπόσχεση για παραχώρηση της Θεσσαλονίκης. Έφτασε όμως
στο μεταξύ η πληροφορία για επικείμενο πραξικόπημα στη Γιουγκοσλαβία προς
ανατροπή της κυβερνήσεως Τσβέτκοβιτς που είχε υπογράψει σύμφωνο με τη
Γερμανία και ύστερα απ' αυτό αποφασίστηκε οριστικά η παραμονή και
ενίσχυση του ΤΣΑΜ στην τοποθεσία Κερκίνη (Μπέλες)-Νέστος.

ι. Πράγματι τη νύχτα 26/27 Μαρτίου εκδηλώθηκε πραξικόπημα στη


Γιουγκοσλαβία, ανέτρεψε την Κυβέρνηση, κατήγγειλε τις συμφωνίες με τη
Γερμανία και κήρυξε γενική επιστράτευση. Έτσι, οι προθέσεις της ελληνικής
ηγεσίας εντοπίσθηκαν στην ενίσχυση των δυνάμεων της Ανατολικής
Μακεδονίας, ώστε να εξασφαλισθεί η οχυρωμένη τοποθεσία Κερκίνη-Νέστος
και απέβλεπαν στην προώθηση προς την Ανατολική Μακεδονία των ελληνικών
Μεραρχιών της τοποθεσίας Βερμίου, μόλις θα συγκεντρώνονταν εκεί οι
βρετανικές δυνάμεις. Αρχή της προωθήσεως ήταν η διάθεση της ΧΙΧ
Μηχανοκίνητης Μεραρχίας στο ΤΣΑΜ.

ια. Αντίθετα, η κατάσταση που δημιουργήθηκε στη Γιουγκοσλαβία,


αναστάτωσε τους Γερμανούς που σχεδίαζαν να αρχίσουν την επιχείρηση
275

«ΜΑΡΙΤΑ» στις 28 Μαρτίου. Το νέο γερμανικό σχέδιο, για την παράλληλη


επίθεση κατά της Ελλάδας και της Γιουγκοσλαβίας εκπονήθηκε μέσα σε 24
ώρες και προέβλεπε να εφαρμοστεί η μέθοδος της «διαδοχικής εξορμήσεως»
(FLYING START), λόγω της μη ολοκληρώσεως της στρατηγικής
συγκεντρώσεως των δυνάμεων που θα ενεργούσαν κατά της Γιουγκοσλαβίας.
Οι ημερομηνίες ενάρξεως των επιχειρήσεων καθορίσθηκαν στη συνέχεια και
είχαν ως εξής (Σχεδ. 53):
(1) Οι γερμανικές δυνάμεις κατά μήκος των ελληνικών και
νοτιοανατολικών γιουγκοσλαβικών συνόρων θα ενεργούσαν στις 6 Απριλίου
προς Θεσσαλονίκη και Σκόπια.
(2) Οι τεθωρακισμένες δυνάμεις της περιοχής Σόφιας στις 8
Απριλίου προς Νύσσα-Βελιγράδι.
(3) Οι δυνάμεις της περιοχής Ρουμανίας-Ουγγαρίας και Γκρατς,
στις 10 Απριλίου προς Ζάγκρεμπ και Βελιγράδι. Επιπλέον, προωθημένα
τμήματα της 2ης Στρατιάς θα προέλαυναν για να καταλάβουν τις γέφυρες και
σήραγγες στα σύνορα Αυστρίας-Γιουγκοσλαβίας, για να διευκολύνουν την
παραπέρα προέλαση της Στρατιάς.

ιβ. Το αρχικό σχέδιο του Χίτλερ για την επιχείρηση «ΜΑΡΙΤΑ»


προέβλεπε ότι για την κατάληψη της Ελλάδας και τη συγκράτηση της Τουρκίας
θα διατίθονταν 24 Μεραρχίες. Απ'αυτές οι 17 βρίσκονταν στη Βουλγαρία από
τις 17 Μαρτίου. Για την αντιμετώπιση και της Γιουγκοσλαβίας το Γερμανικό
Επιτελείο συγκρότησε τη 2η Στρατιά, αποτελούμενη από 9 Μεραρχίες και
διέθεσε από τη 12η Στρατιά την Τεθωρακισμένη Ομάδα Κλάιστ, η οποία
προοριζόταν αρχικά για τις επιχειρήσεις εναντίον της Ελλάδας.

2. Περιγραφή του Πεδίου Μάχης

α. Η περιοχή επιχειρήσεων της Ανατολικής Μακεδονίας εκτεινόταν από


τον ποταμό Αξιό μέχρι τον ποταμό Νέστο (Σχεδ. 54). Έτσι, η κοιλάδα του
Αξιού στο ελληνικό έδαφος αποτελεί άξονα εισβολής από το γιουγκοσλαβικό
έδαφος προς τη Θεσσαλονίκη και αντίστροφα.

β. Ανατολικότερα ο ποταμός Στρυμόνας διέρχεται τη στενωπό του


Ρούπελ, ρέει προς τα νότια διαμέσου των πεδιάδων Σερρών και Νιγρίτας και
εκβάλλει στο Αιγαίο. Η κοιλάδα του αποτελεί τη συντομότερη οδό από το
υψίπεδο της Σόφιας προς το Αιγαίο και αντίστροφα. Εξαιτίας όμως της φύσεως
του εδάφους που σχηματίζει πολλές στενωπούς (Ρούπελ, Κρέσνας και
Τζουμαγιάς), οι επιχειρήσεις στον άξονα αυτό δυσχεραίνονται, γιατί
προσκρούουν σε φυσικές ισχυρές γραμμές.
276

γ. Ο ποταμός Νέστος, κατά τη ροή του από τα βόρεια προς τα νότια,


συσφίγγεται μεταξύ ορεινών όγκων με κάθετες όχθες σχεδόν και στις δύο
πλευρές του. Η κοιλάδα του συνεπώς δεν προσφέρεται ως άξονας προελάσεως
από τα βόρεια προς τα νότια ή και αντίστροφα. Αντίθετα, αποτελεί σοβαρό
αμυντικό κώλυμα για την απόκρουση επιθέσεων κατά της Ανατολικής
Μακεδονίας από τα βορειανατολικά και ανατολικά.

δ. Χαρακτηριστικό σημείο της όλης περιοχής αποτελεί η οροσειρά της


Κερκίνης, της οποίας η στενότατη κορυφογραμμή χρησιμεύει και ως οροθετική
γραμμή. Η άμυνα επί της Κερκίνης είναι προβληματική, αν όχι αδύνατη, χωρίς
την κατάληψη και χρησιμοποίηση μέρους τουλάχιστον των βόρειων κλιτύων
της.

ε. Στο βόρειο τμήμα της υπόψη περιοχής και κατά μήκος της
ελληνοβουλγαρικής μεθορίου και μερικώς της ελληνογιουγκοσλαβικής
μεθορίου, είχε κατασκευασθεί από το 1936-1940 η οχυρωμένη τοποθεσία της
«Γραμμής Μεταξά». Αυτή στοιχιζόταν με τα μόνιμα οχυρά που είχαν
κατασκευασθεί για την απαγόρευση κυρίως των διαβάσεων επί και μεταξύ των
ορεινών όγκων Κερκίνης (Μπέλες), Τσιγκέλι, υψίπεδο Κάτω Νευροκοπίου και
Μποζ Νταγ. Από τις αρχές 1939 η τοποθεσία επεκτάθηκε προς τα ανατολικά
στη δυτική όχθη του Νέστου, από το Παρανέστι μέχρι τις εκβολές του, ενώ από
τις αρχές του 1941, όταν διαφάνηκε η γερμανική απειλή, επεκτάθηκε και προς
τα δυτικά μεταξύ του Αξιού ποταμού και της λίμνης Δοϊράνης.
Σκοπός της οργανώσεως της παραπάνω τοποθεσίας ήταν να καλύψει
αρχικά την επιστράτευση και τη στρατηγική συγκέντρωση στην περιοχή αυτή,
ενώ στη συνέχεια να αποτελέσει την κύρια αμυντική τοποθεσία του Ελληνικού
Στρατού και τη βάση εξορμήσεως για τις επιθετικές επιχειρήσεις, εφόσον
δημιουργούνταν ευνοϊκές συνθήκες. Η γραμμή αυτή παρουσίαζε αξιόλογη
αμυντική ισχύ, της οποία η αξία ασφαλώς θα ήταν πολλαπλάσια αν
επανδρωνόταν, όπως είχε αρχικά προβλεφθεί, με επαρκή τμήματα επιφανείας
για την κάλυψη των πλευρών των οχυρών και την εκτέλεση αντεπιθέσεων. Τα
τμήματα όμως είχαν αισθητά μειωθεί προς όφελος του αλβανικού μετώπου.

στ. Τα οχυρά που είχαν κατασκευασθεί στην παραπάνω τοποθεσία ήταν


τα εξής:
(1) Στην Κερκίνη: Ποποτλίβιτσα, Ιστίμπεη, Κελκαγιά,
Παλιουριώνες, Αρπαλούκι.
(2) Στην περιοχή Αγκίστρου: Ρούπελ, Καρατάς, Κάλη.
(3) Μεταξύ Αλή Μπουτούς και Μαύρο Βουνό: Το Οχυρό Περσέκ.
(4) Στο υψίπεδο Κάτω Νευροκοπίου: Μπαμπαζώρα, Μαλιάγκα,
Περιθώρι, Παρταλούσκα, Ντάσαβλη, Λίσσε, Πυραμιδοειδές.
277

(5) Στην περιοχή Βώλακα: Καστίλο, Άγιος Νικόλαος, Μπαρτίσεβα.


(6) Στην περιοχή Δυτικής Θράκης: Εχίνος, Νυμφαία.
Συνολικά είχαν κατασκευασθεί 21 οχυρά, τα οποία
προβλεπόταν σε περίπτωση πολέμου να επανδρωθούν με δύναμη 10.000
ανδρών.

ζ. Κάθε οχυρό αποτελούσε στο σύνολό του περίκλειστο έργο από ένα ή
περισσότερα στεγανά συγκροτήματα, ικανό να αμυνθεί προς κάθε κατεύθυνση
και περιλάμβανε ενεργητικά σκέπαστρα (πυροβολεία, πολυβολεία,
παρατηρητήρια, οπτικούς σταθμούς) καθώς και εξόδους για τον ανεφοδιασμό
και την εκτέλεση αντεπιθέσεων.
Διάφορες άλλες κατασκευές συμπλήρωναν το συγκρότημα κάθε
οχυρού, όπως υπόγειοι θάλαμοι ανδρών, αποθήκες με επαρκή εφόδια για την
κάλυψη αναγκών 15 ημερών άμυνας, σταθμοί διοικήσεως, σταθμοί επιδέσεως,
χώροι υγιεινής, μαγειρεία, θέσεις υδροληψίας κτλ.
Ο αερισμός και ο φωτισμός των υπόγειων χώρων εξασφαλιζόταν στα
μεγάλα συγκροτήματα οχυρών με ηλεκτρικές εγκαταστάσεις, ενώ στα
μικρότερα και με χειροκίνητους ανεμιστήρες και λάμπες πετρελαίου.

η. Μεταξύ της μεθορίου και της οχυρωμένης τοποθεσίας είχαν


κατασκευασθεί πρόχειρα έργα εκστρατείας για την επιβράδυνση του εχθρού.
Από τα σύνορα και σε σημαντικό βάθος στο εσωτερικό της τοποθεσίας, είχαν
κατασκευασθεί, επίσης, ισχυρά παθητικά αντιαρματικά κωλύματα, καθώς και
έργα ενεργών αντιαρματικών μέσων, πλήρες σύστημα καταστροφών, άρτιο
οδικό δίκτυο και πολλαπλά δίκτυα τηλεπικοινωνιών.
Αξίζει να σημειωθεί ότι τόσο η Γερμανική, όσο και η Βουλγαρική
Υπηρεσία Πληροφοριών δεν είχαν επαρκή στοιχεία για τις θέσεις, τον οπλισμό
και τη δύναμη των οχυρών. Γενικά, νόμιζαν ότι ήταν εγκατεσπαρμένα
σκυρόδετα σκέπαστρα, γι' αυτό η αποκάλυψη της μορφής των οχυρών μετά την
επίθεση αποτέλεσε γι' αυτούς μεγάλη έκπληξη.

θ. Επειδή ολόκληρη η τοποθεσία Κερκίνη-Νέστος διέτρεχε τον κίνδυνο


υπερκεράσεως από το αριστερό πλευρό της, που στηριζόταν στον Αξιό ποταμό,
όπου η οργάνωση του εδάφους δεν είχε φθάσει σε ικανοποιητικό βαθμό, είχε
οργανωθεί μία δεύτερη αμυντική τοποθεσία, η «Τοποθεσία Κρουσίων», μεταξύ
των λιμνών Δοϊράνης και Κερκίνης.
Η οργάνωση της παραπάνω δεύτερης γραμμής επιβλήθηκε και από το
γεγονός ότι η τοποθεσία στην Κερκίνη παρουσίαζε σχετικά μειωμένη αμυντική
ισχύ, επειδή η οχύρωση είχε γίνει σε πολύ μικρή απόσταση από τα σύνορα και
έτσι μπορούσε ο εχθρός να εξουδετερώσει τα μετωπικά όργανα πυρός με όπλα
ευθυτενούς τροχιάς. Εξάλλου, δεν υπήρχε το αναγκαίο βάθος στη τοποθεσία για
278

ελιγμό προς άμυνα, καθόσον οι πλαγιές της Κερκίνης κατέρχονται απότομα


προς το ελληνικό έδαφος. Η αλυσίδα των οχυρών συμπληρωνόταν με την
οργάνωση έργων εκστρατείας σε δευτερεύουσες κατευθύνσεις, οι οποίες θα
καταλαμβάνονταν από μονάδες του στρατού εκστρατείας.

3. Γενική Κατάσταση, Δυνάμεις και Διάταξη των Αντιπάλων (Σχεδ. 53-


56)

α. Γερμανών

Έναντι των ελληνικών δυνάμεων η Γερμανία είχε συγκεντρώσει στη


Βουλγαρία και τη Ρουμανία τη 12η Στρατιά υπό το Στρατάρχη Φον Λιστ. Αυτή
περιλάμβανε αρχικά 10 Μεραρχίες Πεζικού, από τις οποίες 2 μηχανοκίνητες, 5
Τ/Θ Μεραρχίες, 3 Ορεινές Μεραρχίες, 1 μηχανοκίνητη Ταξιαρχία, 2
ανεξάρτητα ενισχυμένα Συντάγματα και 7 Στρατηγεία Σωμάτων Στρατού. Η
Στρατιά αυτή είχε αναλάβει τις επιχειρήσεις της Ελλάδας και της νότιας
Γιουγκοσλαβίας. Ειδικότερα, οι δυνάμεις της 12ης Γερμανικής Στρατιάς που
διατέθηκαν για τις επιχειρήσεις κατά της Ελλάδας ήταν οι εξής:
(1) Το XVIII Ορεινό Σώμα Στρατού, αποτελούμενο από τη 2η
Τεθωρακισμένη Μεραρχία, τις 5η και 6η Ορεινές Μεραρχίες, το 125ο
Ανεξάρτητο Ενισχυμένο Σύνταγμα Πεζικού και την 72η Μεραρχία Πεζικού,
αναπτυγμένο από το Πετρίτσι μέχρι το Νευροκόπι.
(2) Το ΧΧΧ Σώμα Στρατού, αποτελούμενο από τις 164η και 50η
Μεραρχίες Πεζικού, αναπτυγμένο στις περιοχές Πασμακλή και Κίρτζαλη.
(3) Το XL Τεθωρακισμένο Σώμα Στρατού, αποτελούμενο από την
9η Τεθωρακισμένη Μεραρχία, την 73η Μεραρχία Πεζικού και τη
«Σωματοφυλακή SS Αδόλφος Χίτλερ», συγκεντρωμένο στην περιοχή
Ντούμπνιτσας. Το Σώμα αυτό χρησιμοποιήθηκε αρχικά εναντίον της
Γιουγκοσλαβίας, μετά την κατάληψη όμως των Σκοπίων, στις 8 Απριλίου,
στράφηκε προς τα νότια στην κατεύθυνση Μοναστήρι-Φλώρινα-Αμύνταιο και
επιτέθηκε εναντίον των ελληνοβρετανικών δυνάμεων. Στις δυνάμεις αυτές
προστέθηκε αργότερα και η 5η Τεθωρακισμένη Μεραρχία της Ομάδας Κλάιστ,
η οποία είχε αρχικά ενεργήσει προς Νύσσα.
(4) Μία από τις δύο μεραρχίες Πεζικού που διέθετε η Στρατιά στην
περιοχή Φιλιππουπόλεως, ως εφεδρεία.
(5) Την προκάλυψη όλου του μετώπου διατήρησαν οι Βούλγαροι
με τρεις μεραρχίες τους.
(6) Το σύνολο των γερμανικών δυνάμεων που διατέθηκαν εναντίον
της Ελλάδας ήταν 3 Τ/Θ Μεραρχίες, 2 Ορεινές, 4 Πεδινές και 1 εφεδρική, 2
ανεξάρτητα ενισχυμένα Συντάγματα που αντιστοιχούσαν σε μία Μηχανοκίνητη
279

Μεραρχία και 3 Στρατηγεία Σωμάτων Στρατού με τις Μη Μεραρχιακές


Μονάδες.
(7) Διατέθηκε, επίσης, εναντίον της Ελλάδας ο όγκος του
Πυροβολικού, Μηχανικού, αντιαρματικού και άλλων μέσων της Στρατιάς.
(8) Από απόψεως Αεροπορίας οι Γερμανοί διέθεσαν για τις
επιχειρήσεις κατά της Ελλάδας και της Γιουγκοσλαβίας τις εξής δυνάμεις:
(α) Το VIII Σώμα Αεροπορίας, υπό τον Πτέραρχο Ριχτχόφεν, το
οποίο είχε διατεθεί εξαρχής στη 12η Στρατιά και περιλάμβανε 650 αεροσκάφη
(280 βομβαρδιστικά, 150 κάθετης εφορμήσεως «Στούκας», 90 διώξεως
μονοκινητήρια, 90 διώξεως και βομβαρδισμού δικινητήρια και 40
αναγνωρίσεως).
(β) Τον 4ο Αεροπορικό Στόλο, ο οποίος συγκροτήθηκε μετά
τη γιουγκοσλαβική μεταπολίτευση και περιλάμβανε 744 αεροσκάφη διαφόρων
τύπων.

β. Ελλήνων

Οι ελληνικές και βρετανικές δυνάμεις, που προορίζονταν να


αντιμετωπίσουν τη γερμανική εισβολή, είχαν κλιμακωθεί στην οχυρωμένη
τοποθεσία της «Γραμμής Μεταξά» και στην τοποθεσία Βερμίου και ήταν οι
ακόλουθες:
(1) Στην Ανατολική Μακεδονία, δηλαδή στην οχυρωμένη
τοποθεσία Κερκίνη-Νέστος, βρισκόταν αναπτυγμένο το ΤΣΑΜ υπό τον
Αντιστράτηγο Μπακόπουλο Κωνσταντίνο, έχοντας υπό τις διαταγές του:
(α) Την Ομάδα Μεραρχιών, υπό τον Αντιστράτηγο Δέδε
Παναγιώτη, αποτελούμενη από τις XVIII και ΧΙV Μεραρχίες Πεζικού με
διάταξη ως ακολούθως:
Η XVIII Μεραρχία, υπό τον Υποστράτηγο Στεργιόπουλο
Λεωνίδα, κατείχε τον ορεινό όγκο της Κερκίνης από το Τριεθνές μέχρι το
Στρυμόνα ποταμό και διέθετε 7 τάγματα Πεζικού και τα τμήματα 5 Οχυρών.
Για να καλύψει το αναπτύγματος 40 περίπου χιλιομέτρων μέτωπό της, η
Μεραρχία είχε κατανείμει τις δυνάμεις της σε τρεις υποτομείς:
1/ Τον Υποτομέα Ροδοπόλεως: 70ό ΣΠ (2 ΤΠ συν
λόχος).
2/ Τον Υποτομέα Ρουπέσκο: Τάγμα του 70ού ΣΠ συν
λόχος και το Οχυρό Ποποτλίβιτσα.
3/ Τον Υποτομέα Θύλακα: 91ο ΣΠ (2 ΤΠ συν λόχος) και
τα Οχυρά Ιστίμπεη, Κελκαγιά, Αρπαλούκι και Παλιουριώνες.
(β) Η XIV Μεραρχία, υπό τον Υποστράτηγο
Παπακωνσταντίνου Κωνσταντίνο, κατείχε τον τομέα από την ανατολική όχθη
του Στρυμόνα μέχρι τις δυτικές προσβάσεις του υψιπέδου Κάτω Νευροκοπίου
280

και διέθετε 6 τάγματα Πεζικού, 5 λόχους Προκαλύψεως και τα τμήματα 8


Οχυρών. Για να καλύψει το αναπτύγματος 80 περίπου χιλιομέτρων μέτωπό της,
η Μεραρχία είχε οργανώσει δύο συγκροτήματα:
1/ Το Συγκρότημα Σιδηροκάστρου: 41ο ΣΠ (3 ΤΠ), τα
Οχυρά Ρούπελ, Καρατάς, Κάλη και 3 λόχοι Προκαλύψεως.
2/ Το Συγκρότημα Καραντάγ: 73ο ΣΠ (3 ΤΠ) και τα
Οχυρά Περσέκ, Μπαμπαζώρα, Μαλιάγκα, Περιθώρι και Παρταλούσκα.
(γ) Εφεδρεία της XIV Μεραρχίας 2 λόχοι Προκαλύψεως.
(δ) Εφεδρεία της Ομάδας Μεραρχιών ένα τάγμα του 81ου
ΣΠ μείον λόχος.
(ε) Την VII Μεραρχία, υπό τον Υποστράτηγο Ζωιόπουλο
Χρίστο, η οποία ήταν αναπτυγμένη από τη διάβαση Λιμπάχοβο μέχρι το
Κουσλάρ όρος και διέθετε 10 τάγματα Πεζικού, 2 λόχους Προκαλύψεως και τα
τμήματα 6 Οχυρών. Η ζώνη της Μεραρχίας είχε συνολικό ανάπτυγμα 85
περίπου χιλιόμετρα και είχε διαιρεθεί σε τρεις τομείς:
1/ Τον Τομέα Φαλακρού: 26ο ΣΠ (4 ΤΠ) και τα Οχυρά
Λίσσε, Πυραμιδοειδές, Ντάσαβλη, Καστίλο, Άγιος Νικόλαος και Μπαρτίσεβα.
2/ Τον Τομέα Τουλουμπάρ: 92ο ΣΠ (3 ΤΠ).
3/ Τον Τομέα Παρανεστίου: 71ο ΣΠ (3 ΤΠ).
(στ) Την Ταξιαρχία Νέστου, υπό το Συνταγματάρχη Καλή
Αναστάσιο, η οποία ήταν εγκαταστημένη στη δυτική όχθη του Νέστου ποταμού
από το χωριό Πασχαλιά μέχρι τις εκβολές και διέθετε 5 τάγματα Πεζικού, μία
ομάδα Αναγνωρίσεως και το Οχυρό Εχίνος.
(ζ) Τη ΧΙΧ Μηχανοκίνητη Μεραρχία, υπό τον Υποστράτηγο
Λιούμπα Νικόλαο, η οποία βρισκόταν στην περιοχή Κιλκίς με το 191ο ΣΠ στην
περιοχή Σιδηροκάστρου (στη διάθεση της Ομάδας Μεραρχιών), το 192ο ΣΠ
στην περιοχή Ευκαρπίας-Κιλκίς και το 193ο ΣΠ στην περιοχή Καλίνδριας-
Χέρσου.
(η) Το Απόσπασμα Κρουσίων: Διοίκηση 81ου ΣΠ, σύνταγμα
Ιππικού, τάγμα Ασφαλείας και λόχος Προκαλύψεως.
(θ) Ένα ενισχυμένο τάγμα Πεζικού στην περιοχή
Θεσσαλονίκης για την άμυνα κατά της δράσεως αλεξιπτωτιστών.
(2) Στη Θράκη ήταν αναπτυγμένη η Ταξιαρχία Έβρου υπό τον
Έφεδρο Υποστράτηγο Ζήση Ιωάννη, η οποία διέθετε 7 λόχους Προκαλύψεως
και το Οχυρό Νυμφαία.
(3) Στην τοποθεσία Βερμίου βρισκόταν αναπτυγμένο το
Ελληνοβρετανικό Συγκρότημα «W», υπό το Στρατηγό Ουΐλσων, το οποίο
υπαγόταν απευθείας στον Έλληνα Αρχιστράτηγο και αποτελούνταν από το
Τμήμα Στρατιάς Κεντρικής Μακεδονίας (ΤΣΚΜ) και το Βρετανικό
Εκστρατευτικό Σώμα.
281

(α) Το Τμήμα Στρατιάς Κεντρικής Μακεδονίας, υπό τον Έφεδρο


Αντιστράτηγο Κωτούλα Ιωάννη (στις 8-4-41 αντικαταστάθηκε από τον
Υποστράτηγο Καράσσο Χρήστο), κατείχε το αριστερό (βόρειο) τμήμα της
τοποθεσίας και διέθετε:
1/ Την 20ή Μεραρχία, υπό τον Υποστράτηγο Καράσσο
Χρίστο (στις 8-4-41 αντικαταστάθηκε από το Συνταγματάρχη
Παπακωνσταντίνου Μιλτιάδη), με τρία ΣΠ και ένα λόχο Προκαλύψεως.
Αποστολή της ήταν η εξασφάλιση των διαβάσεων του βόρειου Βερμίου, της
διαβάσεως Έδεσσας-Κέλλης και των ορεινών διαβάσεων της λίμνης
Βεγορίτιδας μέχρι τα ελληνογιουγκοσλαβικά σύνορα στο Καϊμακτσαλάν.
2/ Τη XII Μεραρχία, υπό το Συνταγματάρχη Καραμπάτο
Γεώργιο, η οποία διέθετε τέσσερα ΣΠ των δύο ταγμάτων το καθένα και μία
ομάδα Αναγνωρίσεως και ήταν αναπτυγμένη νοτιοανατολικά της 20ής
Μεραρχίας μέχρι τη στενωπό της Χάδοβας.
3/ Το Χ Συνοριακό Τομέα, υπό τον Έφεδρο
Συνταγματάρχη Σέργιο Αριστοτέλη, με τρεις λόχους Προκαλύψεως από τη
Γευγελή μέχρι το Καϊμακτσαλάν.
(β) Το Βρετανικό Εκστρατευτικό Σώμα, υπό το Στρατηγό
Ουΐλσον, ήταν αναπτυγμένο στο υπόλοιπο τμήμα της τοποθεσίας Βερμίου και
διέθετε:
1/ Το 1ο Αυστραλιανό Σώμα Στρατού, υπό τον
Αντιστράτηγο Μπλάμεϋ, που περιλάμβανε την 6η Αυστραλιανή Μεραρχία υπό
τον Υποστράτηγο Μακέυ και τη 2η Νεοζηλανδική Μεραρχία υπό τον
Υποστράτηγο Φρέυμπεργκ. Η 6η Αυστραλιανή Μεραρχία διέθετε τις 16η και
19η Ταξιαρχίες και κατείχε τη στενωπό Χάδοβας. Η 2η Νεοζηλανδική
Μεραρχία διέθετε τις 4η, 5η και 6η Ταξιαρχίες και κατείχε τον παραλιακό τομέα
Κατερίνης.
2/ Την 1η Τεθωρακισμένη Βρετανική Ταξιαρχία υπό τον
Ταξίαρχο Τσάριγκτον, στην περιοχή Έδεσσας, με απόσπασμα Καταστροφών
στα δυτικά του Αξιού ποταμού.
3/ Στο αριστερό της τοποθεσίας και πίσω από την 20ή
Μεραρχία είχε συγκροτηθεί το Απόσπασμα Αμυνταίου, που αποτελούνταν από
βρετανικές δυνάμεις.
(γ) Η Βρετανική Αεροπορία διέθετε στην Ελλάδα 4 μοίρες
βομβαρδιστικών, 4 καταδιωκτικών και 1 μοίρα συνεργασίας. Οι δυνάμεις αυτές
ήταν οργανωμένες σε δύο πτέρυγες για την υποστήριξη του Αλβανικού
Μετώπου και της Μακεδονίας, αντίστοιχα. Συνολικά υπήρχαν 80 αξιόμαχα
αεροπλάνα, που όμως ήταν ανεπαρκή για την κάλυψη όλων των αποστολών
υποστηρίξεως. Ελληνική Αεροπορία στην ουσία δεν υπήρχε, μετά τις
επιχειρήσεις στο Αλβανικό μέτωπο.
282

4. Σχέδια και Αποστολές Αντιπάλων

α. Γερμανών

Ο γενικός ελιγμός της 12ης Γερμανικής Στρατιάς, που θα ενεργούσε


κατά της Ελλάδας, σε γενικές γραμμές ήταν:

(1) Επίθεση δυτικά για την κατάληψη της Νότιας Γιουγκοσλαβίας


με το XL Σώμα Στρατού, το οποίο, αφού θα συνδεόταν με τους Ιταλούς στην
Αλβανία και θα επιτύγχανε το διαχωρισμό των γιουγκοσλαβικών και των
ελληνικών δυνάμεων, θα στρεφόταν προς τα νότια κατά τον άξονα Μοναστήρι-
Φλώρινα-Κιρλί Δελβέν-Γρεβενά για να απειλήσει τις ελληνικές δυνάμεις του
μετώπου Αλβανίας και τις ελληνοβρετανικές επί της τοποθεσίας Βερμίου από τα
νώτα. Έτσι, πραγματοποιώντας ευρεία υπερκέραση της οχυρωμένης τοποθεσίας
Κερκίνη-Νέστος και της τοποθεσίας Βερμίου, θα συνέχιζε την ενέργειά του
προς το εσωτερικό της χώρας.
(2) Διάσπαση της «Γραμμής Μεταξά» με τον όγκο των δυνάμεων
του XVIII Σώματος Στρατού στην κοιλάδα του Στρυμόνα και διάνοιξη της
στενωπού Ρούπελ με ταυτόχρονη υπερκέραση της οχυρωμένης αυτής
τοποθεσίας με τη 2η Τεθωρακισμένη Μεραρχία από τα δυτικά, διαμέσου των
κοιλάδων Στρούμνιτσα και Αξιού, για την κατάληψη της Θεσσαλονίκης και την
απομόνωση ολόκληρης της Ανατολικής Μακεδονίας.
(3) Κατάληψη της ακτής της Δυτικής Θράκης και των νησιών του
Βορείου Αιγαίου με το ΧΧΧ Σώμα Στρατού, το οποίο στη συνέχεια θα
στρεφόταν προς τα δυτικά και διαβαίνοντας το Νέστο θα ενεργούσε προς τη
Θεσσαλονίκη για τη υποβοήθηση των εκεί διεξαγόμενων επιχειρήσεων.
Το σχέδιο επιχειρήσεων της Στρατιάς στην κατεύθυνση της
κύριας προσπάθειας, όπου ενεργούσε το XL Τεθωρακισμένο Σώμα Στρατού,
βασιζόταν, παρά τις δυσχέρειες του ορεινού εδάφους, στη μεγάλη ταχυκινησία
των τεθωρακισμένων και μηχανοκίνητων μονάδων.
(4) Ως ημερομηνία ενάρξεως της εισβολής ορίσθηκε η 6η
Απριλίου.

β. Ελλήνων

Οι αποστολές των ελληνικών και βρετανικών δυνάμεων είχαν


καθορισθεί ως εξής:
(1) Το ΤΣΑΜ να αμυνθεί της οχυρωμένης τοποθεσίας Κερκίνη-
Νέστος. Σε περίπτωση αδυναμίας και εφόσον εξαντληθεί κάθε προσπάθεια για
την εξασφάλιση της παραπάνω τοποθεσίας, σύμπτυξη των δυνάμεών του, με
283

ταυτόχρονη πείσμονα διεκδίκηση του εδάφους, αναλόγως των συνθηκών προς


τη Θεσσαλονίκη και στη συνέχεια δυτικά του Αξιού ή προς την Καβάλα και την
Αμφίπολη, προκειμένου να μεταφερθούν με θαλάσσια μέσα και να
χρησιμοποιηθούν σε άλλη περιοχή.
(2) Το απόσπασμα Κρουσίων είχε ως αποστολή να καταλάβει την
τοποθεσία ανασχέσεως Κρουσίων και να απαγορεύσει την εχθρική προέλαση
προς τη Θεσσαλονίκη σε περίπτωση διαρρήξεως της τοποθεσίας Κερκίνη.
(3) Η Ταξιαρχία Έβρου να επιδιώξει να εξασφαλίσει το
προγεφύρωμα Πυθίου. Σε περίπτωση αδυναμίας διατηρήσεώς του, να
συμπτυχθεί προς το τουρκικό έδαφος.
(4) Το Ελληνοβρετανικό Συγκρότημα «W» να απαγορεύσει κάθε
εχθρική προσπάθεια προελάσεως δυτικά και νότια της γενικής τοποθεσίας
Καϊμακτσαλάν-Βέρμιο-Αλιάκμονας ποταμός.

5. Διεξαγωγή της Μάχης

α. Στις 0515 της 6ης Απριλίου, χωρίς να τηρηθούν τα συνήθη


διπλωματικά έθιμα του τελεσιγράφου και της παροχής προθεσμίας για
απάντηση, τα γερμανικά στρατεύματα εισέβαλαν ταυτόχρονα στο ελληνικό
έδαφος και στη Νότια Γιουγκοσλαβία. Στις 0530 της ίδιας μέρας, ο Γερμανός
Πρεσβευτής στην Αθήνα επέδωσε στον Έλληνα Πρωθυπουργό διακοίνωση, με
την οποία διατυπώνονταν αστήριχτοι ισχυρισμοί παραβιάσεως της
ουδετερότητας και αναγγελόταν η γερμανική εισβολή.
Η κύρια προσπάθεια των Γερμανών εκδηλώθηκε προς το αριστερό της
οχυρωμένης τοποθεσίας και κυρίως κατά της Κερκίνης και του Οχυρού Ρούπελ,
ενώ ανατολικότερα στο υψίπεδο Νευροκοπίου και στη Δυτική Θράκη η
γερμανική επίθεση ήταν μικρότερης εντάσεως (Σχεδ. 54).
(1) Στη ζώνη της Ταξιαρχίας Έβρου (Τομέας Έβρου), η γερμανική
επίθεση εκδηλώθηκε στις 0505 με την 50ή Μεραρχία στον άξονα Κίρτζαλη-
Νυμφαία-Κομοτηνή. Τα τμήματα προκαλύψεως της Ταξιαρχίας Έβρου
συμπτύχθηκαν επιβραδύνοντας τον εχθρό σύμφωνα με το υφιστάμενο σχέδιο.
Το Οχυρό Νυμφαία στις 0700 δέχθηκε δραστικά πυρά πυροβολικού στα
φατνώματα και τις εξόδους από απόσταση 600-1.500 μέτρων και στις 1100 είχε
περικυκλωθεί. Προσπάθειες των Γερμανών να ανέβουν στην επιφάνεια του
Οχυρού αναχαιτίστηκαν από τα δραστικά πυρά. Το σφυροκόπημα του Οχυρού
τόσο από το μεγαλύτερο μέρος του πυροβολικού του ΧΧΧ Σώματος Στρατού,
όσο και από την αεροπορία συνεχίσθηκε με την αυτήν ένταση μέχρι τις οκτώ
το βράδυ.
(2) Στη ζώνη της Ταξιαρχίας Νέστου (περιοχή Ξάνθης), οι
Γερμανοί επιτέθηκαν από τις 0515 με την 164η Μεραρχία στον άξονα
Πασμακλή-Μελίβοια-Εχίνος-Ξάνθη. Αφού ανέτρεψαν τα συνοριακά φυλάκια,
284

έλαβαν τις απογευματινές ώρες επαφή με την κύρια τοποθεσία αντιστάσεως και
το Οχυρό Εχίνος, όπου και καθηλώθηκαν από τα πυρά του Οχυρού.
(3) Στη ζώνη της VII Μεραρχίας (Τομείς Φαλακρού-Τουλουμπάρ-
Παρανεστίου) επιτέθηκε από τις 0515 η 72η Γερμανική Μεραρχία, η οποία
άσκησε σοβαρή πίεση, κυρίως, στον Τομέα Φαλακρού, ενώ στους υπόλοιπους
τομείς περιορίσθηκε στην απώθηση των τμημάτων προκαλύψεως (Σχεδ. 55).
Περί τις 1100, μετά την ανατροπή των τμημάτων προκαλύψεως και των
τμημάτων της προωθημένης τοποθεσίας αντιστάσεως, αμέσως βόρεια του Κάτω
Νευροκοπίου, ο εχθρός προσπάθησε να κινηθεί μεταξύ των Οχυρών
Πυραμιδοειδές και Λίσσε και να παραβιάσει τη στενωπό Γρανίτη, χωρίς όμως
επιτυχία, εξαιτίας της αποτελεσματικότητας των πυρών των προαναφερόμενων
Οχυρών και, ιδιαίτερα, του δευτέρου. Στη συνέχεια τα γερμανικά τμήματα
προσπάθησαν να διεισδύσουν μεταξύ των Οχυρών Περιθώρι και Λίσσε, αλλά
και πάλι αποκρούστηκαν. Ταυτόχρονη προσπάθεια των Γερρμανών να
υπερκεράσουν τη στενωπό Γρανίτη από τα ανατολικά, καταλαμβάνοντας το ύψ.
Ουσόγια, απέτυχε και αυτή και τα τμήματά τους καθηλώθηκαν προ του
υψώματος με σοβαρές απώλειες.
(4) Στη ζώνη της XIV Μεραρχίας (Τομείς Σιδηροκάστρου και
Καραντάγ):
(α) Η γερμανική επίθεση εκδηλώθηκε, επίσης, στις 0515 με
εξαιρετική σφοδρότητα, ιδιαίτερα στο αριστερό του Συντάγματος
Σιδηροκάστρου κατά του Οχυρού Ρούπελ, ενώ τα Οχυρά Καρατάς και Κάλης
δέχτηκαν μόνο πυρά πυροβολικού και αεροπορικό βομβαρδισμό (Σχεδ. 55).
Την επίθεση κατά του Οχυρού Ρούπελ ενήργησε το 125ο
Ανεξάρτητο Σύνταγμα Πεζικού, που είχε χρησιμοποηθεί και εναντίον της
γραμμής Μαζινώ στη Γαλλία, ενισχυμένο με τάγμα της 5ης Ορεινής
Μεραρχίας.
Η επίθεση άρχισε με ισχυρή υποστήριξη πυροβολικού και
συνεχίσθηκε με βομβαρδισμό αεροπλάνων κάθετης εφορμήσεως «Στούκας», τα
οποία κατά τις καθόδους τους χρησιμοποιούσαν ειδικές σειρήνες για να
κλονίζουν το ηθικό των αντιπάλων. Στις 0600 τμήματα μηχανοκίνητου Πεζικού,
πυροβόλων εφόδου και μοτοσυκλετιστών πέρασαν σε πυκνές μάζες τη μεθόριο
και κατευθύνθηκαν προς το Οχυρό, ενώ πυροβόλα ευθυτενούς τροχιάς από
κατάλληλες θέσεις άρχισαν να βάλλουν κατά των θυρίδων των έργων του.
Ταυτόχρονα, 18 βάρκες εφόδου εμφανίσθηκαν να κατέρχονται προς τη γέφυρα
Σιδηροκάστρου. Η προπομπός, αποτελούμενη από τρεις βάρκες, μπλέχτηκε σε
εγκατεστημένο κάτω από την επιφάνεια του νερού συρμάτινο πλέγμα και
καθηλώθηκε. Τα πληρώματα εξουδετερώθηκαν από τα πυρά των οχυρών και οι
βάρκες βυθίστηκαν.
Στις 1100 περίπου, μετά τη σύμπτυξη των προφυλακών,
οι επιτιθέμενοι πλησίασαν τα οχυρά, αλλά η προέλασή τους ανακόπηκε από τα
285

αμυντικά πυρά και μόνο μικρά τμήματα κατόρθωσαν να ανέλθουν προς στιγμή
στην επιφάνεια του Έργου «Μολών Λαβέ» του Οχυρού Ρούπελ. Ενώ όμως οι
μετωπικές επιθέσεις των Γερμανών αποκρούστηκαν, δύναμη τάγματος
κατόρθωσε να διεισδύσει μεταξύ των Οχυρών Ρούπελ και Καρατάς. Από εκεί
τμήμα εφόδου, δυνάμεως λόχου, εκμεταλλευόμενο την κάλυψη καπνού,
περέκαμψε έξι πολυβολεία και κατευθύνθηκε στα νώτα της τοποθεσίας, όπου
στις 1600 κατέλαβε το χ. Κλειδί. Τα υπόλοιπα τμήματα του παραπάνω
Τάγματος είχαν σοβαρές απώλειες και ελάχιστοι μόνο άντρες του κατόρθωσαν
να περάσουν το φραγμό πυρός και να κινηθούν προς το Κλειδί.
Την επίθεσή τους οι Γερμανοί υποστήριζαν συνεχώς με
αεροπορία και πυροβολικό. Όλη τη μέρα 100-200 αεροπλάνα πετούσαν πάνω
από το Ρούπελ. Εναντίον τους έβαλε το μοναδικό αντιαεριπορικό του Οχυρού,
από τα πυρά του οποίου καταρρίφθηκαν τρία από αυτά.
Έτσι, έληξε η πρώτη μέρα της επιθέσεως των Γερμανών
κατά του Ρούπελ, χωρίς αυτοί να πετύχουν το σκοπό τους.
(β) Ανατολικότερα , στον Τομέα του Συγκροτήματος
Καραντάγ, η προσπάθεια της 72ης Μεραρχίας στράφηκε κυρίως κατά των
Οχυρών Περιθώρι-Μαλιάγκα και Μπαμπαζώρα, προ των οποίων και
καθηλώθηκε, ενώ το Οχυρό Παρταλούσκα αντιμετώπισε μόνο τη δράση μικρών
περιπόλων.
Η κύρια προσπάθεια εδώ εφαρμόστηκε στο Οχυρό
Περιθώρι, όπου έγινε σκληρή πάλη, χωρίς οι Γερμανοί να πετύχουν την
εκπόρθησή του.
(5) Η γερμανική επίθεση κατά της τοποθεσίας της XVIII
Μεραρχίας (Κερκίνη) άρχισε στις 0515 με την υποστήριξη μεγάλου αριθμού
αεροπλάνων κάθετης εφορμήσεως και σφοδρών πυρών πυροβολικού. Ο αγώνας
που επακολούθησε ήταν σκληρός και εξελίχθηκε ως εξής κατά υποτομέα από τα
δυτικά προς τα ανατολικά:
(α) Στον Υποτομέα Ροδοπόλεως ενήργησε η 6η Ορεινή
Μεραρχία, η οποία εκδήλωσε την επίθεσή της κατά των υψωμάτων Ντεμίρ
Καπού και Καλέ Μπαΐρ και κατέλαβε μέχρι τις 0700 την κύρια γραμμή
αντιστάσεως επί της κορυφογραμμής της Κερκίνης. Στη συνέχεια διέσπασε την
τοποθεσία ανασχέσεως στο αριστερό του Υποτομέα και περί τις 1100 τα
τμήματά της κατέλαβαν τα χωριά Πλατανάκια και Καλοχώρι, συλλαμβάνοντας
στο μεταξύ και πολλούς αιχμαλώτους. Η δύναμη του Υποτομέα, αφού
επιβράδυνε τα γερμανικά τμήματα μέχρι τις βραδινές ώρες, συμπτύχθηκε στη
διάρκεια της νύχτας στην τοποθεσία Κρουσίων.
(β) Ανατολικότερα στους Υποτομείς Ρουπέσκο και Θύλακα,
ενήργησε η 5η Ορεινή Μεραρχία. Η επίθεσή της υποστηρίχθηκε από 165
πυροβόλα διάφορων διαμετρημάτων και μεγάλο αριθμό αεροπλάνων (Σχεδ. 56).
286

Το Οχυρό Ποποτλίβιτσα, παρά το σφοδρό βομβαρδισμό,


αντιστάθηκε όλη την ημέρα και μόνο κατά τη διάρκεια της νύχτας ο εχθρός
πέτυχε να επικαθήσει στην επιφάνειά του. Από τα αντιαεροπορικά πυρά του
Οχυρού καταρρίφθηκαν δύο εχθρικά αεροπλάνα.
Το βάρος της γερμανικής επιθέσεως δέχθηκαν τα Οχυρά
Ιστίμπεη και Κελκαγιά, τα οποία αποτελούσαν και το «κλειδί» της τοποθεσίας.
Η επίθεση εναντίον των δύο αυτών Οχυρών εκδηλώθηκε ταυτόχρονα στις 0700,
αφού προηγήθηκε σφοδρός βομβαρδισμός με πυρά πεζικού, πυροβολικού και
αεροπορίας. Στις 0800 τμήματα του εχθρού κατόρθωσαν να επικαθήσουν στην
επιφάνεια του Οχυρού Ιστίμπεη. Ο Διοικητής του ζήτησε να εκτελεσθεί βολή
πυροβολικού στην επιφάνεια του Οχυρού και να γίνει αντεπίθεση από το
εφεδρικό τμήμα του Υποτομέα για την απελευθέρωση της επιφάνειας. Η
αντεπίθεση εκτοξεύθηκε λίγο πριν το μεσημέρι, αλλά αποκρούσθηκε από τους
Γερμανούς, οι οποίοι στο μεταξύ είχαν ενισχυθεί και καταλάβει και άλλα
υψώματα ανατολικότερα, μεταξύ του Ιστίμπεη και Κελκαγιά.
Στις 1300, τμήματα του εχθρού επικάθησαν στην επιφάνεια
και του Οχυρού Κελκαγιά και προσπάθησαν να καταπνίξουν την αντίσταση των
υπερασπιστών του, χωρίς αποτέλεσμα. Αντεπίθεση με τμήμα από τη φρουρά
του Οχυρού σημείωσε προσωρινή μόνο επιτυχία.
Το Οχυρό Αρπαλούκι δέχθηκε μόνο πυρά πυροβολικού και
αεροπορίας, ενώ στο Οχυρό Παλιουριώνες έγιναν διάφορες απόπειρες
διεισδύσεως, οι οποίες όμως αποκρούστηκαν με σοβαρές απώλειες για τους
επιτιθεμένους.
(6) Η κατάληψη του δυτικού τμήματος της κορυφογραμμής της
Κερκίνης και η διείσδυση γερμανικών τμημάτων στην κοιλάδα Ροδοπόλεως,
δημιούργησε κίνδυνο για όλη την τοποθεσία Κερκίνη-Νέστος. Η διοίκηση του
ΤΣΑΜ, για την αντιμετώπιση της καταστάσεως, στις 1030 έδωσε διαταγή στη
ΧΙΧ Μηχανοκίνητη Μεραρχία (μείον το 191ο Σύνταγμα), στην οποία διέθεσε
και το Απόσπασμα Κρουσίων, να καταλάβει την τοποθεσία από τη λίμνη
Δοϊράνης μέχρι τη λίμνη Κερκίνης.
(7) Κατά τις βραδινές ώρες οι γερμανικές δυνάμεις ξεχύθηκαν
στην κοιλάδα Ροδοπόλεως και έλαβαν επαφή με την τοποθεσία Κρουσίων, ενώ
τα οχυρά επί της Κερκίνης εξακολουθούσαν να αμύνονται. Ανατολικά του
Στρυμόνα και μέχρι το Νέστο οι Γερμανοί βρίσκονταν σε επαφή με την κύρια
τοποθεσία αντιστάσεως, η οποία παρέμενε αρραγής. Ανατολικότερα, στην
περιοχή Ξάνθης και Κομοτηνής τα γερμανικά τμήματα, αφού παρέκαμψαν τα
οχυρά, κατευθύνθηκαν προς τα νότια.
Μετά από αυτήν την εξέλιξη το ΤΣΑΜ διέταξε τη σύμπτυξη της
XVIII Μεραρχίας στην τοποθεσία Στρυμόνας-λίμνη Κερκίνης, σε σύνδεσμο με
την τοποθεσία Κρουσίων. Το μεγαλύτερο μέρος του 41ου Συντάγματος, που
βρισκόταν στο Αχλαδοχώρι, τάχθηκε στο τμήμα της ανατολικής όχθης του
287

Στρυμόνα από τη γέφυρα του Σιδηροκάστρου μέχρι Ρούπελ, για να επιτευχθεί η


συνέχεια του μετώπου. Παράλληλα, τα οχυρά διατάχθηκαν να αμυνθούν
«μέχρις εσχάτων».

β. Στις 7 Απριλίου ο αγώνας συνεχίσθηκε ως εξής:

(1) Στον Τομέα Έβρου, τα τμήματα προκαλύψεως (100 περίπου


αξιωματικοί και 2.000 οπλίτες), αφού συμπτύχθηκαν σύμφωνα με το
υφιστάμενο σχέδιο, πέρασαν στο τουρκικό έδαφος όπου και αφοπλίσθηκαν,
εκτός από ένα μικρό τμήμα που συμπτύχθηκε προς τη Μάκρη και στη συνέχεια
με ατμόπλοιο μεταφέρθηκε στο εσωτερικό της χώρας.
Ο Διοικητής της Ταξιαρχίας Υποστράτηγος Ζήσης Ιωάννης,
φέροντας βαρέως τον αφοπλισμό της Ταξιαρχίας του, αυτοκτόνησε στις 9
Απριλίου στα Ύψαλα της Ανατολικής Θράκης. Οι περισσότεροι αξιωματικοί
και 1.300 οπλίτες από αυτούς που κατέφυγαν στην Τουρκία πήγαν στη Μέση
Ανατολή τον Ιούλιο του 1941, ενώ οι υπόλοιποι επέστρεψαν στην Ελλάδα το
Φεβρουάριο του 1942.
Τα γερμανικά τμήματα, στο μεταξύ, παρέκαμψαν το Οχυρό
Νυμφαία και στη διάρκεια της νύχτας 6/7 Απριλίου έφτασαν στην Κομοτηνή.
Το Οχυρό Νυμφαία μολονότι ήταν απομονωμένο σε μία
περιοχή ελεγχόμενη απόλυτα από τους Γερμανούς, που επείγονταν να
διανοίξουν τις κατευθύνσεις προελάσεως προς την Αλεξανδρούπολη και την
Καβάλα, συνέχιζε να αντιστέκεται. Παρά τις νυκτερινές επιθέσεις, το
σφυροκόπημα του πυροβολικού, τις αλλεπάλληλες εφόδους πεζικού και το
σφοδρό αεροπορικό βομβαρδισμό, οι Γερμανοί δεν κατόρθωσαν καθ'όλη τη
διάρκεια της ημέρας (7η Απριλιου) να ανέλθουν στην επιφάνεια του Οχυρού.
Αργά το βράδυ περί τις 2100, ύστερα από δραστική βολή εκατό και πλέον
πυροβόλων κάθε διαμετρήματος εναντίον των φατνωμάτων του Οχυρού και την
καταστροφή των οργάνων πυρός και των εξόδων του, οι Γερμανοί κατόρθωσαν
να επικαθήσουν στην επιφάνειά του. Παρ' όλα αυτά το Οχυρό συνέχισε να
αμύνεται μέχρι τις 2330, οπότε υποχρεώθηκε να συνθηκολογήσει, αφού είχε
πλέον δημιουργηθεί αποπνικτική ατμόσφαιρα στο εσωτερικό του από τις
καπνογόνες ύλες που έριξαν οι Γερμανοί μέσα από τις καταστρεμμένες θυρίδες
των πολυβολείων.
(2) Στην περιοχή Ξάνθης (Ταξιαρχία Νέστου), τα τμήματα
προκαλύψεως, αφού εκτέλεσαν τις προβλεπόμενες καταστροφές και ανατίναξαν
τη μεγάλη γεφυρα των Τοξοτών στο Νέστο, συμπτύχθηκαν κανονικά στην
τοποθεσία αντιστάσεως. Το Οχυρό Εχίνος, παρόλο που δέχθηκε ισχυρή πίεση
και διαδοχικούς βομβαρδισμούς, κατόρθωσε να αναχαιτίσει τους επιτιθέμενους
Γερμανούς καθ' όλη τη διάρκεια της 7ης Απριλίου.
288

(3) Ανατολικότερα, στη ζώνη ενέργειας της VII Μεραρχίας, η 72η


Γερμανική Μεραρχία συνέχισε την κύρια προσπάθειά της κατά του Τομέα
Φαλακρού, ενώ τα τμήματα προκαλύψεως των Τομέων Παρανεστίου και
Τουλουμπάρ συμπτύσσονταν κανονικά προς την τοποθεσία αντιστάσεως. Οι
Γερμανοί κατά τη διάρκεια της νύχτας 6/7 Απριλίου συγκέντρωσαν αρκετές
δυνάμεις και από το πρωί έβαλλαν με πυροβόλα κατά των φατνωμάτων του
Οχυρού Λίσσε. Οι δυνάμεις αυτές, υποστηριζόμενες από πυροβόλα εφόδου και
εκμεταλλευόμενες την υπάρχουσα ομίχλη, επιτέθηκαν περί τις 1000 κατά του
Οχυρού Ντάσαβλη, χωρίς όμως επιτυχία.
Ανατολικότερα, γερμανικό τμήμα, που πέτυχε να διεισδύσει
από την κοιλάδα Γιάννεν, κατέλαβε περί τις 1600 το ύψ. Ουσόγια. Ελληνική
αντεπίθεση, που εκτοξεύθηκε κατά τη διάρκεια της νύχτας 7/8 Απριλίου για την
ανακατάλυψη του υψώματος απέτυχε.
Εξάλλου, στον πεδινό διάδρομο μεταξύ των Οχυρών Ντάσαβλη
και Περιθώρι, ισχυρή γερμανική δύναμη, εκμεταλλευόμενη την ομίχλη και το
θαμνώδες έδαφος, πλησίασε και επιτέθηκε εναντίον του υψ. Κρέστη (προ της
διαβάσεως Καλαποτίου), το οποίο και κατέλαβε περί τις 1400. Για την
αντιμετώπιση της απειλής που δημιουργήθηκε, η VII Μεραρχία συγκρότησε ένα
απόσπασμα (απόσπασμα Καλαποτίου), στο οποίο ανέθεσε την εξασφάλιση του
αυχένα Καλαποτίου και την ανακατάληψη του υψ. Κρέστη το πρωί της
επόμενης μέρας.
(4) Στη ζώνη ενεργείας της XIV Μεραρχίας η γερμανική
προσπάθεια, παρά τον ομιχλώδη και βροχερό καιρό, υπήρξε αμείωτη.
Στον Τομέα Σιδηροκάστρου η προσπάθεια του 125ου
Γερμανικού Συντάγματος στράφηκε και πάλι προς το Οχυρό Ρούπελ, το οποίο
συνέχιζε την ηρωική αντίστασή του. Όμως τα εχθρικά τμήματα, που είχαν
διεισδύσει από την προηγούμενη ημέρα στα νώτα του (περίπου 200 άνδρες),
εγκαταστάθηκαν στο υψ. Γκολιάμα όπου, αφού οργάνωσαν κυκλική άμυνα,
πέτυχαν εκτός από την παρενόχληση και τη διακοπή των επικοινωνιών του
Οχυρού, να υποδείχνουν και στόχους στην Αεροπορία τους. Προσπάθεια της
XIV Μεραρχίας για την εξουδετέρωση των παραπάνω τμημάτων απέτυχε.
Στον Τομέα Καραντάγ, οι Γερμανοί επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά
και κατέλαβαν το ύψ. Σταυρός, από το οποίο εκδιώχθηκαν αργότερα κατόπιν
αντεπιθέσεως, που υποστηρίχθηκε με πυρά από το Οχυρό Μαλιάγκα. Άλλα
γερμανικά τμήματα κατόρθωσαν περί τις 0900 να επικαθήσουν προσωρινά στην
επιφάνεια του Οχυρού Περιθώρι και να εισέλθουν στις υπόγειες στοές, μέσα
στις οποίες ο αγώνας έλαβε δραματική μορφή και παρουσίασε εικόνα αληθινής
κόλασης. Η φρουρά του Οχυρού αγωνίσθηκε επί δίωρο με αυτοθυσία και
ηρωισμό και πέτυχε να εξοντώσει όλους τους Γερμανούς που είχαν διεισδύσει
σ' αυτό. Ταυτόχρονα, εκτοξεύθηκε και αντεπίθεση από μικρό τμήμα εναντίον
των Γερμανών που είχαν επικαθήσει στην επιφάνεια του Οχυρού. Ύστερα από
289

σκληρό αγώνα οι Γερμανοί υποχρεώθηκαν να υποχωρήσουν με σοβαρές


απώλειες.
Στις 1630 νέα ισχυρή επίθεση δυνάμεως περίπου συντάγμα-τος
απέτυχε και πάλι. Την ίδια τύχη είχαν και οι απόπειρες καταστροφής του
Οχυρού με πυροβόλα εφόδου και μικρές ομάδες διεισδύσεων.
(5) Στον Τομέα της Κερκίνης, η XVIII Μεραρχία άρχισε από το
πρωί να συμπτύσσεται στην τοποθεσία μεταξύ της γέφυρας του Σιδηροκάστρου
και της λίμνης Κερκίνης, ενώ τα οχυρά συνέχιζαν τον αγώνα, χωρίς καμιά
πλέον εξωτερική υποστήριξη.
Στο Οχυρό Κελκαγιά οι Γερμανοί κατά τη διάρκεια της νύχτας
έφραξαν τα φατνώματα και διοχέτευσαν αποπνικτικά αέρια και πυκνό καπνό
μέσα στις στοές, πράγμα που υποχρέωσε τη φρουρά στις 1130 να παραδοθεί.
Το Οχυρό Αρπαλούκι, χωρίς την προστασία πια του Κελκαγιά,
άρχισε να περισφίγγεται επικίνδυνα. Τη νύχτα 7/8 Απριλίου η φρουρά,
ανερχόμενη σε 200 περίπου άντρες, αποχώρησε ανενόχλητη και έφτασε στις
γέφυρες του Στρυμόνα τις οποίες βρήκε καταστρεμμένες. Εκεί, ενώ επιχειρούσε
με πρόχειρα μέσα να διαβεί τον ποταμό, δέχθηκε επίθεση και μετά από τρίωρο
σκληρό αγώνα υπέκυψε και παραδόθηκε στους Γερμανούς, εκτός από
ελάχιστους άντρες που κατόρθωσαν να διαφύγουν.
Η φρουρά του Οχυρού Ιστίμπεη, εξαιτίας των αποπνικτικών
αερίων και της φλεγόμενης βενζίνης που χρησιμοποιούσαν οι Γερμανοί,
υποχρεώθηκε στις 1600 να παραδοθεί.
Το Οχυρό Ποποτλίβιτσα και τα μόνιμα πολυβολεία στον
Υποτομέα Ρουπέσκο εξακολούθησαν την αντίσταση καθ' όλη τη διάρκεια της
7ης Απριλίου.
(6) Στον Τομέα της ΧΙΧ Μηχανοκίνητης Μεραρχίας δεν έλαβαν
χώρα σημαντικά γεγονότα, άρχισε όμως να διαφαίνεται η άσχημη τροπή της
καταστάσεως.
Οι Γερμανοί προσπάθησαν να παραβιάσουν την άμυνα στην
τοποθεσία του πεδινού διαδρόμου στα ανατολικά της λίμνης Δοϊράνης και
πέτυχαν προς στιγμή τη δημιουργία ρήγματος, το οποίο όμως αποκαταστά-θηκε
αμέσως με αντεπιθέσεις λόχου και διμοιρίας αρμάτων.
Περί τις 1230 η Μεραρχία πραγματοποίησε επαφή με τους
Γιουγκοσλάβους στο φυλάκιο Δοϊράνης κατά την οποία καθορίστηκε σημείο
κοινού συνδέσμου καθώς και η ενδεχόμενη ενέργεια στο σημείο αυτό.
Επιπλέον, πληροφορήθηκε ότι και η 2η Γερμανική Τεθωρακισμένη Μεραρχία
είχε ήδη καταλάβει τη Στρώμνιτσα και ενεργούσε επιθετικά προς Κωστουρίνο-
Βαλάντοβο. Οι Γιουγκοσλάβοι ζήτησαν να σταλούν επειγόντως τμήματα του
Ελληνικού Στρατού ή μηχανοκίνητα των Βρετανών και αντιαρματικά πυροβόλα
στο Βαλάντοβο. Ζήτησαν, επίσης, να προσβάλλει η Αεροπορία τις γερμανικές
290

φάλαγγες στην κοιλάδα του Στρούμνιτσα, αίτηση που ικανοποιήθηκε τις


απογευματινές ώρες από τη Βρετανική Αεροπορία.
Στις 1700 οι Γιουγκοσλάβοι ειδοποίησαν ότι θα συπτύσσονταν
δυτικά του Αξιού ποταμού. Ύστερα απ' αυτά το ΤΣΑΜ διέταξε τη ΧΙΧ
Μηχανοκίνητη Μεραρχία να επεκτείνει το αριστερό της μέχρι την ανατολική
όχθη του Αξιού, αφού προηγουμένως την ενίσχυσε με τον ΧΙ Συνοριακό Τομέα
(2 λόχοι Προκαλύψεως), με μία διλοχία του Τάγματος Ασφαλείας
Θεσσαλονίκης και τη ΧΙΧ Μηχανοκίνητη Ομάδα Αναγνωρίσεως. Η τελευταία
βρισκόταν στην περιοχή του χ. Λαϊνά και προερχόταν από τη Δράμα. Το κέντρο
βάρους των δυνάμεων της Μεραρχίας, με βάση τη νέα αποστολή της,
μεταφερόταν πλέον στη ζώνη μεταξύ της λίμνης Δοϊράνης και του Αξιού
ποταμού, όπου και διέθεσε το ένα από τα δύο συντάγματά της και την ομάδα
Αναγνωρίσεως.
Στο μεταξύ γερμανική μηχανοκίνητη φάλαγγα κατέλαβε τα
χωριά Βαλάντοβο και Φούρκα και κατευθυνόταν προς τον πεδινό δρόμο μεταξύ
της λίμνης Δοϊράνης και του υψ. Ντουμ. Δυτικότερα οι Γερμανοί κατέλαβαν τη
Γευγελή.

γ. Κατά την τρίτη ημέρα της επιθέσεως, 8 Απριλίου, οι Γερμανοί, παρά


την προσπάθεια, δεν κατόρθωσαν να διασπάσουν την οχυρωμένη τοποθεσία.
Η ταχεία όμως κατάρρευση της γιουγκοσλαβικής αντιστάσεως
-ιδιαίτερα στην περιοχή της κοιλάδας του Αξιού - και η ανυπαρξία διαθέσιμων
δυνάμεων για την κάλυψη του αριστερού πλευρού της οχυρωμένης τοποθεσίας
δημιουργούσε σοβαρότατη κατάσταση για όλη την τοποθεσία, η οποία
κινδύνευε να αποκοπεί από τον κορμό της χώρας. Έτσι, η 2η Γερμανική
Τεθωρακισμένη Μεραρχία εισέβαλε στο ελληνικό έδαφος από το διάδρομο του
Αξιού. Ειδικότερα, ο αγώνας κατά την ημέρα αυτή εξελίχθηκε ως εξής:
(1) Στον Τομέα της Ταξιαρχίας Νέστου, η 164η Γερμανική
Μεραρχία έλαβε επαφή με την τοποθεσία αντιστάσεως επί του Νέστου ποταμού
στην περιοχή της Σταυρουπόλεως, ενώ το Οχυρό Εχίνος συνέχιζε να αμύνεται
παρόλο που είχε περικυκλωθεί και δεχόταν πυρά από παντού. Περί τις 2100 οι
Γερμανοί κατόρθωσαν να ανέλθουν στην επιφάνεια του Οχυρού και να
διοχετεύσουν καπνό και διάφορα αποπνικτικά αέρια μέσα στις στοές με
αποτέλεσμα η φρουρά του, η οποία αποτελούνταν από 18 αξιωματικούς και 550
οπλίτες, να εγκαταλείψει το Οχυρό και να κινηθεί προς τη δυτική όχθη του
Νέστου. Φτάνοντας στο χ. Κένταυρος, γύρω στις 0300 της 9ης Απριλίου, η
φρουρά πληροφορήθηκε ότι οι Γερμανοί είχαν ήδη καταλάβει την Ξάνθη και
την Κομοτηνή. Ύστερα απ' αυτό, μη διαθέτοντας πια οδό διαφυγής,
παραδόθηκε στους Γερμανούς.
(2) Στον Τομέα της VII Μεραρχίας, η 72η Γερμανική Μεραρχία
προσπάθησε και πάλι να εκπορθήσει τα Οχυρά Πυραμιδοειδές, Λίσσε και
291

Ντάσαβλη χωρίς όμως αποτέλεσμα. Δυτικότερα, οι Γερμανοί διατήρησαν τις


θέσεις τους επί του υψ. Κρέστη, παρά τις προσπάθειες της VII Μεραρχίας για
την ανακατάληψή του με το Απόσπασμα Καλαποτίου.
(3) Στον Τομέα της XIV Μεραρχίας ο αγώνας συνεχίσθηκε με
αμείωτη ένταση. Οι Γερμανοί προσπάθησαν να διασπάσουν την τοποθεσία στα
Οχυρά Ρούπελ και Καρατάς, αλλά αποκρούσθηκαν με σοβαρές απώλειες, ενώ
καταρρίφθηκαν και τρία γερμανικά αεροπλάνα. Τα τμήματα όμως του 125ου
Γερμανικού Συντάγματος -που είχαν εγκατασταθεί στο ύψωμα Γκολιάμα- και
παράλληλα η κάθοδος της 5ης Ορεινής Μεραρχίας στην κοιλάδα Ροδοπόλεως
άρχισαν να δημιουργούν σοβαρότατη απειλή στο αριστερό της XIV Μεραρχίας.
Για την αντιμετώπιση της καταστάσεως ενισχύθηκε το αριστερό της υπόψη
Μεραρχίας από την Ομάδα Μεραρχιών, με δύο τάγματα Πεζικού, μία ίλη
ελαφρών αρμάτων (Κάριερς) και με αριθμό πυροβόλων διαφόρων
διαμετρημάτων.
Ανατολικότερα, προσπάθειες των Γερμανών κατά τη διάρκεια
της νύχτας να εκπορθήσουν τα Οχυρά Μαλιάγκα και Περιθώρι απέτυχαν.
Αντεπίθεση, που εκτοξεύθηκε κατά των τμημάτων που είχαν επικαθήσει στην
επιφάνεια του Οχυρού Περιθώρι, προσέλαβε μορφή αγώνα σώματος προς σώμα
και τελικά οι Γερμανοί υποχώρησαν άτακτα. Από τις 1245 το Οχυρό καθώς και
τα παρακείμενα υψώματα δέχθηκαν επίθεση δύο περίπου συνταγμάτων
Πεζικού, τα οποία μετά από τρίωρο αγώνα καθηλώθηκαν με σημαντικές
απώλειες.
(4) Στις 8 Απριλίου, τρίτη μέρα της γερμανικής επιθέσεως, στον
Τομέα της Κερκίνης οι Γερμανοί προωθήθηκαν και τις μεσημβρινές ώρες
έλαβαν επαφή με τα τμήματα της XVIII Μεραρχίας στην περιοχή της γέφυρας
Μεγαλοχωρίου, ενώ τα οχυρά που δεν είχαν υποκύψει, συνέχιζαν τον αγώνα.
Το Οχυρό Ποποτλίβιτσα, ύστερα από σκληρό και άνισο αγώνα, υποχρεώθηκε
στις 1900 να συνθηκολογήσει. Αντίθετα, η φρουρά τριών σκυρόδετων
πολυβολείων στις νότιες υπώρειες του υψ. Ρουπέσκο εξακολουθούσε να
προβάλλει πείσμονα αντίσταση. Το Οχυρό Παλιουριώνες, αν και δέχθηκε
σκληρό βομβαρδισμό και καταιγισμό φορητών όπλων στα φατνώματά του,
αντιστάθηκε προξενώντας σοβαρές απώλειες στους Γερμανούς.
(5) Ενώ όμως, με την ηρωική αντίσταση των υπερασπιστών των
οχυρών, η «Γραμμή Μεταξά» παρέμεινε ουσιαστικά απαραβίαστη και κατά την
τρίτη μέρα της γερμανικής επιθέσεως, στον τομέα της ΧΙΧ Μηχανοκίνητης
Μεραρχίας, όπου το αριστερό του ΤΣΑΜ, δημιουργήθηκε κρίσιμη κατάσταση
εξαιτίας της καταρρεύσεως της γιουγκοσλαβικής αντιστάσεως στη Νότια
Σερβία, από την πρώτη κιόλας μέρα. Τα τμήματα που διατέθηκαν εσπευσμένα
για την απόφραξη της κοιλάδας του Αξιού δεν κατόρθωσαν, κατά το
μεγαλύτερο μέρος τους, να φτάσουν και να εγκατασταθούν έγκαιρα στην
τοποθεσία, εξαιτίας της εχθρικής παρεμβολής.
292

Στις 0600 της 8ης Απριλίου ισχυρές γερμανικές μηχανοκίνητες


δυνάμεις της 2ης Τεθωρακισμένης Μεραρχίας πέρασαν τη μεθόριο κοντά στη
Δοϊράνη και εισέβαλαν στο ελληνικό έδαφος. Στη συνέχεια ανέτρεψαν τα
εγκαταστημένα στην περιοχή Ακρίτας-Οβελίσκος τμήματα και κινήθηκαν προς
Χέρσο-Κιλκίς και Μεγάλη Στέρνα-Πολύκαστρο, διαλύοντας ή παρακάμπτοντας
τις αντιστάσεις που συναντούσαν.
Ταυτόχρονα, άλλα τμήματα της 6ης Ορεινής Μεραρχίας,
δυνάμεως 5 ταγμάτων, επιτέθηκαν κατά της τοποθεσίας Κρουσίων και πέτυχαν
ρήγμα δυτικά του υψώματος Δοβά Τεπέ. Περί τις 2300 γερμανική φάλαγγα
κατέλαβε το χ. Μεταλλικό και συνέχισε την κίνησή της προς το Κιλκίς, ενώ το
Στρατηγείο της ΧΙΧ Μεραρχίας, που αιφνιδιάσθηκε από την ταχύτητα
προελάσεως των Γερμανών, μετακινήθηκε στο χ. Κεντρικό.

δ. Η συνεχιζόμενη σε βάθος διείσδυση των Γερμανών και η


αναμενόμενη για την επόμενη κατάληψη της Θεσσαλονίκης αποτελούσε άμεσο
κίνδυνο για το ΤΣΑΜ, του οποίου η αιχμαλωσία θα ήταν βέβαιη αν παρέμενε
επί της αμυντικής τοποθεσίας. Για αυτό το λόγο, ο Διοικητής του ΤΣΑΜ
Αντιστράτηγος Μπακόπουλος αποφάσισε να συμπτύξει τις δυνάμεις του από το
βράδυ της 8ης Απριλίου προς τα λιμάνια της Ανατολικής Μακεδονίας, αφού
αποκλειόταν η περίπτωση προσπάθειας συμπτύξεώς τους δυτικά του Αξιού,
εξαιτίας της προελάσεως των Γερμανών προς Κιλκίς-Θεσσαλονίκη και της
αναμενόμενης καταστροφής των γεφυρών του Αξιού. Αλλά και η θαλάσσια
μεταφορά δυνάμεων παρουσίαζε σοβαρές δυσχέρειες, γιατί τα διαθέσιμα σκάφη
ήταν ανεπαρκή.
Ο Διοικητής του ΤΣΑΜ στις 1630 της 8ης Απριλίου ανέφερε
τηλεφωνικώς στον Αρχιστράτηγο την απόφασή του να συμπτύξει τις δυνάμεις
του, λόγω της καταστάσεως που είχε δημιουργηθεί. Πέντε μόλις λεπτά μετά την
τηλεφωνική συνδιάλεξη, ο Διοικητής του ΤΣΑΜ έλαβε τηλεφωνική διαταγή του
Γενικού Στρατηγείου, η οποία τον εξουσιοδοτούσε να έρθει σε
διαπραγματεύσεις με το Διοικητή των γερμανικών δυνάμεων, για τη σύναψη
συνθηκολογήσεως και την κατάπαυση των εχθροπραξιών. Το Γενικό
Στρατηγείο, εκτιμώντας τη γενική κατάσταση και το μάταιο της συνεχίσεως του
άνισου αγώνα και προς αποφυγή ανώφελων θυσιών, είχε ήδη εκδώσει από το
μεσημέρι σχετική έγγραφη διαταγή για συνθηκολόγηση. Εξάλλου, η αποστολή
του ΤΣΑΜ, της επιβραδύνσεως δηλαδή των Γερμανών προς την τοποθεσία
Βερμίου, είχε πλέον καταστεί ανέφικτη, καθόσον είχαν ήδη διανοιγεί δύο
κατευθύνσεις προσβολής της τοποθεσίας αυτής, από την κοιλάδα του Αξιού και
από το Μοναστήρι.

ε. Ο Διοικητής του ΤΣΑΜ ύστερα από τα παραπάνω απέστειλε στις


2100 της 8ης Απριλίου επιστολή προς το Γερμανό Διοικητή της 2ης
293

Τεθωρακισμένης Μεραρχίας Αντιστράτηγο Φάιελ, με την οποία πρότεινε την


κατάπαυση του πυρός υπό τον όρο όπως οι μαχητές διατηρήσουν τα όπλα τους
και εφόσον αυτό αποκλειόταν, να επιστραφούν αυτά στην Ελλάδα μετά το
τέλος του πολέμου. Ταυτόχρονα, ενημέρωσε εμπιστευτικά τους υφισταμένους
του διοικητές των Μεγάλων Μονάδων και τόνισε ότι έπρεπε να διατηρήσουν τις
θέσεις τους μέχρι τη στιγμή της υπογραφής της συνθηκολογήσεως για την τιμή
των όπλων και γιατί μόνο έτσι θα εξασφαλίζονταν ευνοϊκοί και έντιμοι όροι.
Περί τις 2230 ο Στρατιωτικός Διοικητής Θεσσαλονίκης Αντιστράτηγος
Ραγκαβής έλαβε επιστολή του Διοικητή της γερμανικής εμπροσθοφυλακής, με
την οποία ζητούσε την «άνευ όρων» παράδοση της πόλεως μέχρι τα μεσάνυχτα.
Η παράδοση της Θεσσαλονίκης έγινε στις 0800 της επομένης, 9ης
Απριλίου, από επιτροπή αποτελούμενη από το Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης, το
Δήμαρχο και τον Αστυνομικό Διευθυντή της πόλεως.
Στις 1400 της 9ης Απριλίου, στο Γερμανικό Προξενείο Θεσσαλο-
νίκης υπογράφηκε Πρωτόκολλο και Παράρτημα Διαπραγματεύσεων μεταξύ του
Διοικητή του ΤΣΑΜ και του Διοικητή της 2ης Γερμανικής Τεθωρακισμένης
Μεραρχίας.
Με το Παράρτημα αναγνωριζόταν ο ηρωικός αγώνας του ΤΣΑΜ και
εκφραζόταν η επιθυμία να μη σταλούν οι αξιωματικοί και οπλίτες σε
στρατόπεδα συγκεντρώσεως. Για τις πολιτικές αρχές συμφωνήθηκε να
παραμείνουν στις θέσεις τους.
Έτσι, τερματιζόταν ο αγώνας στην Ανατολική Μακεδονία με όρους
εξαιρετικά έντιμους για τα ελληνικά στρατεύματα που υπεραμύνθηκαν της
τοποθεσίας Κερκίνη-Νέστος.
Στις 1600 ο Διοικητής του ΤΣΑΜ γνώρισε στις μονάδες τους όρους
της συνθηκολογήσεως και διατάχθηκε η διακοπή των εχθροπραξιών. Η διαταγή
αυτή του ΤΣΑΜ προκάλεσε δυσαρέσκεια σ' όσες μονάδες διατηρούσαν ακόμη
τις θέσεις τους και συνέχιζαν με επιτυχία τον αγώνα τους. Η ιδέα της άδοξης
καταλήξεως σε αιχμαλωσία προκάλεσε, όπως ήταν φυσικό, δικαιολογημένη
αντίδραση και η πρώτη σκέψη πολλών ηγητόρων ήταν να διαφύγουν με τα
τμήματά τους προς την ελεύθερη και μαχόμενη ακόμη Ελλάδα. Οι
ανυπέρβλητες όμως για την πραγματοποίηση του σκοπού αυτού δυσχέρειες τους
ανάγκασαν να υποταχθούν τελικά με μεγάλη οδύνη στο μοιραίο.

στ. Ενώ ο Διοικητής του ΤΣΑΜ ασχολούνταν με τις διαπραγματεύσεις για


συνθηκολόγηση και οι Γερμανοί είχαν ήδη από το πρωί της 9ης Απριλίου
εισέλθει στη Θεσσαλονίκη, αγώνας συνεχιζόταν με επιτυχία σε ολόκληρη την
οχυρωμένη τοποθεσία.
(1) Στον Τομέα της Ταξιαρχίας Νέστου, προσπάθεια των Γερμανών
να διαβούν τον ποταμό Νέστο στην περιοχή του χ. Παράδεισος απέτυχε. Ο
Διοικητής όμως του Τομέα γνωρίζοντας ότι επίκειται συνθηκολόγηση,
294

συνέπτυξε τα τμήματά του κατά τη διάρκεια της νύχτας 9/10 Απριλίου προς την
κατεύθυνση Χρυσούπολη-Κεραμωτή, με πρόθεση να τα διαπεραιώσει στη νήσο
Θάσο.
(2) Στον Τομέα Φαλακρού, τα γερμανικά τμήματα, που είχαν
εγκατασταθεί στο ύψ. Ουσόγια, δεν επιχείρησαν να προωθηθούν παραπέρα
εξαιτίας των σφοδρών πυρών του Οχυρού Πυραμιδοειδές και του πυροβολικού.
Στις 1010 το Απόσπασμα Καλαποτίου επανέλαβε την επίθεση για την
ανακατάληψη του υψ. Κρέστη, η οποία είχε ανακοπεί το προηγούμενο βράδυ.
Ύστερα από σκληρό αγώνα, που κράτησε μέχρι τις 1300, το Απόσπασμα
κατόρθωσε να εκδιώξει τους Γερμανούς και να ανακαταλάβει το ύψωμα. Το
Οχυρό Πυραμιδοειδές διέταξε την παύση πυρός στις 1400, μετά από διαταγή
της VII Μεραρχίας.
(3) Στον Τομέα της XIV Μεραρχίας ο αγώνας συνεχίστηκε με
ένταση χωρίς οι Γερμανοί να πετύχουν τη διάσπαση της αμυντικής τοποθεσίας.
(α) Στο Συγκρότημα Σιδηροκάστρου, το Οχυρό Ρούπελ παρά
τους σφοδρούς βομβαρδισμούς δεν υπέκυψε, αλλά ούτε και δέχθηκε να
συνθηκολογήσει σε σχετική πρόσκληση των Γερμανών.
(β) Στο Συγκρότημα Καραντάγ, απόπειρα διεισδύσεως κατά
τη διάρκεια της νύχτας 8/9 Απριλίου δυνάμεως λόχου των Γερμανών, μεταξύ
των Οχυρών Μαλιάγκα και Περιθώρι, αποκρούσθηκε με σοβαρές γι' αυτούς
απώλειες. Άλλη δύναμη τάγματος, που κατόρθωσε να διεισδύσει κατά τη
διάρκεια της ίδιας νύχτας μεταξύ των Οχυρών Περιθώρι και Παρταλούσκα και
να προσβάλλει τα μετόπισθεν του Συγκροτήματος, καταδιώχθηκε κατόπιν
θαρραλέας αντεπιθέσεως μικτού τμήματος από εφεδρικές διμοιρίες, το οποίο
συνέλαβε και 102 Γερμανούς αιχμαλώτους.
Οι Γερμανοί, επωφελούμενοι της κατοχής του υψ.
Κρέστη, επιχείρησαν κατά τη διάρκεια της ίδιας νύχτας 8/9 Απριλίου και νέα
διείσδυση και κατόρθωσαν με μία διλοχία να καταλάβουν το ύψ. Άγιος
Κωνσταντίνος, στα νώτα του Συγκροτήματος Καραντάγ. Άμεση όμως ελληνική
αντεπίθεση είχε ως αποτέλεσμα την ανακατάληψη του υψώματος και τη
σύλληψη 250 Γερμανών αιχμαλώτων.
(4) Στον τομέα της XVIIΙ Μεραρχίας οι Γερμανοί ενήργησαν
αλλεπάλληλες επιθέσεις εναντίον του οχυρού Παλιουριώνες, χωρίς όμως να
κατορθώσουν να το εκπορθήσουν. Στις 1730 Γερμανοί κήρυκες πληροφόρησαν
τη φρουρά του Οχυρού για τη συνθηκολόγηση. Ύστερα απ' αυτό αποφασίσθηκε
να γίνει εκκένωση κατά τη διάρκεια της νύχτας. Η παράδοση του Οχυρού στους
Γερμανούς έγινε στις 0900 της 10ης Απριλίου. Κατ' αυτήν, παρατάχθηκε
γερμανικό τάγμα για απόδοση τιμών. Η γερμανική σημαία ανυψώθηκε στο
Οχυρό μόνο μετά την αναχώρηση της φρουράς του.
295

Ανάλογες τιμητικές εκδηλώσεις έγιναν και προς τους Διοικητές


των Οχυρών Ρούπελ, Λίσσε, Πυραμιδοειδές, Περιθώρι, Εχίνος, Νυμφαία,
Ιστίμπεη και Κελκαγιά.
Η φρουρά του Στηρίγματος Ρουπέσκο, αφού αντιστάθηκε κατά
τη διάρκεια της ημέρας, κατόρθωσε να διαφύγει κατά τη νύκτα 9/10 Απριλίου
χωρίς να γίνει αντιληπτή από τους Γερμανούς.
(5) Στον Τομέα της ΧΙΧ Μηχανοκίνητης Μεραρχίας, το 193ο
Σύνταγμα δέχθηκε στις 0230 της 9ης Απριλίου επίθεση και μετά από σύντομο
αγώνα παραδόθηκε. Τα υπόλοιπα τμήματά της συμπτύχθηκαν στην περιοχή του
χ. Ελληνικό κοντά στο Λαχανά.
(6) Μετά τα Σχεδιαγράμματα της Μάχης των Οχυρών παραθέτουμε
Πίνακα των Διοικητών τους.

6. Αποτελέσματα

Το πρωί της 10ης Απριλίου βρήκε όλα τα τμήματα του ΤΣΑΜ ενήμερα
της συνθηκολογήσεως που είχε υπογραφεί, αναμένοντας την εκτέλεση των
όρων της.
Οι ελληνικές απώλειες κατά τον παραπάνω τετραήμερο σκληρό αγώνα
υπήρξαν σχετικά μικρές και δεν ξεπέρασαν τους 1.000 νεκρούς και τραυματίες.
Οι απώλειες των Γερμανών από τις 6 μέχρι τις 10 Απριλίου υπήρξαν σημαντικές
και έφτασαν, σύμφωνα με γερμανικές πηγές, σε 555 νεκρούς, 2.134 τραυματίες
και 170 αγνοουμένους.

7. Διαπιστώσεις - Συμπεράσματα

α. Η οχυρωμένη τοποθεσία Κερκίνη-Νέστος είχε οργανωθεί με


προοπτική να αντιμετωπίσει βαλκανικό αντίπαλο και είχε συγκροτηθεί από
οχυρά σημεία, τα οποία θα πλαισιώνονταν με επαρκείς δυνάμεις. Χάρη στον
ηρωισμό και την αυτοθυσία των Ελλήνων μαχητών, τα Οχυρά αντιστάθηκαν
επιτυχώς κατά του γερμανικού στρατού, που διέθετε συντριπτική υπεροχή,
παρόλο ότι οι περισσότερες δυνάμεις που προβλέπονταν για την τοποθεσία
είχαν σταδιακά μεταφερθεί στο μέτωπο προς την Αλβανία, από την έναρξη του
Ελληνοϊταλικού Πολέμου. Οι Γερμανοί μάλιστα χαρακτήρισαν αυτό το
σύστημα οχυρώσεως, ως τον «χρυσό μέσο όρο» μεταξύ του γαλλικού
συστήματος και των συστημάτων των άλλων κρατών και το πλέον κατάλληλο
για ορεινά εδάφη. Ιδιαίτερα μάλιστα θαύμασαν την εκλογή των θέσεων και την
τέλεια προσαρμογή των πυρών προς το έδαφος.

β. Η κατασκευή ορισμένων οχυρών κοντά στα σύνορα με διπλή


αποστολή, αμυντική και επιθετική και η έλλειψη σχετικού βάθους, όπως και σε
296

πολλά εδαφικά τμήματα της Κερκίνης, αποδείχθηκε μειονεκτική, γιατί ο


αντίπαλος ήταν σε θέση να πάρει την κατάλληλη διάταξη πριν την επίθεσή του.
Επομένως για να στηριχθεί ικανοποιητικά η άμυνα στην περιοχή αυτή
απαιτείται η έγκαιρη δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών.

γ. Οι πολιτικές αποφάσεις της Γιουγκοσλαβίας (αμφιλεγόμενη στάση


αρχικά, στη συνέχεια προσχώρηση στον Άξονα, πραξικόπημα και τέλος
αποχώρηση απ' αυτόν) δημιούργησαν πρόβλημα στην Ελλάδα, γιατί:
(1) Η χώρα μας δεν είχε τη δυνατότητα να οδηγηθεί στις
ενδεδειγμένες αποφάσεις (επιλογή τρόπου αντιδράσεως-τοποθεσία άμυνας κτλ.)
μέχρι και την τελευταία στιγμή.
(2) Η άμυνα της Γιουγκοσλαβίας χωρίς σχέδια και προετοιμασία
υπήρξε σύντομη και χωρίς αποτέλεσμα. Η ταχύτατη κατάρρευση του νότιου
Γιουγκοσλαβικού μετώπου άφησε την ελληνική άμυνα στην εχθρική απειλή,
αρχικά από τη Στρώμνιτσα-Αξιό ποταμό και αργότερα από Μοναστήρι-Κοζάνη.

δ. Η ταχύτατη αναπροσαρμογή (μέσα σε 24 ώρες), σχεδίαση και


διεξαγωγή μεγάλης κλίμακας επιχειρήσεως, όπως αυτή, από τους Γερμανούς
καταδεικνύει την άρτια οργάνωση, τη μέγιστη ικανότητα και την άριστη
απόδοση της Ανώτατης Στρατιωτικής Ηγεσίας και του στρατεύματος
γενικότερα. Το γερμανικό πεζικό εξάλλου, διοικούμενο καλώς και εμπνεόμενο
από αποφασιστικότητα και αυτοθυσία, αποδείχθηκε άριστο στον επιθετικό και
αμυντικό αγώνα, και επέδειξε ικανότητα διεισδύσεως παντού, όπου η αντίσταση
δεν ήταν αρκετή για να το αναχαιτίσει.

ε. Η υπεροχή των Γερμανών σε μηχανοκίνητες και τεθωρακισμένες


δυνάμεις και η κατάλληλη χρησιμοποίησή τους, συνέβαλαν πολύ στην ταχεία
και πλήρη επιτυχία της όλης επιχειρήσεως. Η ύπαρξη εξάλλου ισχυρότατης
αεροπορικής δυνάμεως και η χρησιμοποίησή της κατά μάζες, επέδρασε
αποφασιστικά στην εξέλιξη του αγώνα, δεδομένης μάλιστα και της ελλείψεως
φίλιας αεροπορίας. Από τα παραπάνω καταφαίνεται ότι στην επιχείρηση αυτή οι
Γερμανοί εφάρμοσαν την αρχή «της συγκεντρώσεως των μέσων» στο
επιθυμητό σημείο.

στ. Κατά τη διεξαγωγή της άμυνας πρυτάνευσε το επιθετικό πνεύμα,


παρόλο ότι δεν υπήρχαν οι προβλεπόμενες γι' αυτό εφεδρείες, παρά μόνο μικρό
ποσοστό τόσο μέσα, όσο και έξω από τα οχυρά. Οι Έλληνες μαχητές, πάντως,
των οχυρών αγωνίσθηκαν γενναία, με άφθαστο ηρωισμό και πρωτοφανή
αυτοθυσία εναντίον πολυαριθμότερου εχθρού με συντριπτική υπεροχή πυρός
και μέσων. Αναδείχθηκαν, έτσι, εφάμιλλοι των συναδέλφων τους του
ελληνοϊταλικού μετώπου, προκαλώντας το θαυμασμό του αντιπάλου.
297

ζ. Τέλος, ο ίδιος ο Χίτλερ σε λόγο του στις 4 Μαΐου 1941 ενώπιον του
Ράιχσταγκ, κάνοντας απολογισμό των εκστρατειών του είπε: «Η ιστορική
δικαιοσύνη όμως με υποχρεώνει να διαπιστώσω ότι από όλους τους αντιπάλους
τους οποίους αντιμετωπίσαμε, ο Έλληνας στρατιώτης ιδιαίτερα πολέμησε με
ύψιστο ηρωισμό και αυτοθυσία. Συνθηκολόγησε μόνο όταν η εξακολούθηση
της αντιστάσεως δεν ήταν πλέον δυνατή και δεν είχε κανένα λόγο».
298

ΠΙΝΑΚΑΣ
ΤΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΩΝ ΤΩΝ ΟΧΥΡΩΝ

1. Ποποτλίβιτσα Λγός (ΠΖ) Φελούκας Γεώργιος

2. Ιστίμπεη Τχης (ΠΖ) Πικουλάκης Ξανθός

3. Κελκαγιά Λγός (ΠΖ) Ζακυνθινός Τηλέμαχος

4. Αρπαλούκι Τχης (ΠΖ) Καραθάνος Δημήτριος

5. Παλιουριώνες Τχης (ΠΖ) Χατζηγεωργίου


Αλέξανδρος

6. Ρούπελ Τχης (ΠΖ) Δουράτσος Γεώργιος

7. Καρατάς Τχης (ΠΖ) Κοντογιάννης Αστέριος

8. Κάλης Τχης (ΠΖ) Κωστόπουλος Κων/νος

9. Περσέκ Λγός (ΠΖ) Θύμης Σπύρος

10. Μπαμπαζώρα Τχης (ΠΖ) Κώτσης Αναστάσιος

11. Μαλιάγκα Λγός (ΠΖ) Θεοδωρόπουλος


Ευστάθιος
299

12. Περιθώρι Λγός (ΠΖ) Δαράτος Σπυρίδων

13. Παρταλούσκα Λγός (ΠΖ) Δρακουλαράκος Σταύρος

14. Ντάσαβλη Υπλγος (ΠΖ) Κόνιαρης Ιωάννης

15. Λίσσε Τχης (ΠΖ) Δετοράκης Γεώργιος

16. Πυραμιδοειδές Λγός (ΠΖ) Ρογκάκος Παναγιώτης

17. Καστίλο Λγός (ΠΖ) Θεοδωράκης Γεώργιος

18. Άγ. Νικόλαος Τχης (ΠΖ) Καλιώρης Γεώργιος

19. Μπαρτίσεβα Λγός (ΠΖ) Δημίδης Παναγιώτης

20. Εχίνου Τχης (ΠΖ) Δρακούσης Χρήστος

21. Νυμφαίας Τχης (ΠΖ) Αναγνωστός Αλέξανδρος


Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ
(20 - 29 Μαΐου 1941)

1. Εισαγωγή

Με την έναρξη του Ελληνοϊταλικού πολέμου την ευθύνη ασφαλείας της


Κρήτης, ύστερα από σύμφωνη γνώμη της Ελληνικής Κυβερνήσεως, ανέλαβε η
Μ.Βρετανία, αφού η V Μεραρχία, η Μεραρχία Κρήτης, μεταφέρθηκε στην
΄Ηπειρο. Στις 29 Μαρτίου 1941 πήγε στην Κρήτη ο Υποστράτηγος Ουέστον,
Διοικητής του Οργανισμού Κινητής ΄Αμυνας Ναυτικών Βάσεων (MOBIL
NAVAL BASE DEFENSE ORGANISATION - MNBDO), με εντολή να
μελετήσει την άμυνα του νησιού. Στις 15 Απριλίου υπέβαλε έκθεση στην οποία
χαρακτήριζε τη Σούδα και το Ηράκλειο ως περιοχές ζωτικής σημασίας και
πρότεινε τη σοβαρή ενίσχυση τους με δυνάμεις και μέσα. Παρόλο που το
Γενικό Στρατηγείο Μέσης Ανατολής συμφώνησε εντούτοις η όλη κατάσταση
που επικρατούσε δεν επέτρεψε την υλοποίηση αυτών των προτάσεων.
Η αποχώρηση του στρατού από την ηπειρωτική Ελλάδα άρχισε από τις 25
Απριλίου και μέχρι τις 30 Απριλίου είχαν μεταφερθεί 45.000 άνδρες περίπου
στην Κρήτη και στην Αίγυπτο. Απ' αυτούς 25.000 άνδρες παρέμειναν τελικά
στην Κρήτη, άοπλοι οι περισσότεροι, χωρίς ατομικά είδη, βαρύ οπλισμό και
οχήματα.
Στις 28 Απριλίου διατάχθηκε ο Διοικητής του Εκστρατευτικού Σώματος
στην Ελλάδα Στρατηγός Ουΐλσον να μελετήσει και να αναφέρει τις
απαιτούμενες δυνάμεις απ' αυτές που βρίσκονταν στο νησί για την άμυνά του.
Οι υπόλοιπες έπρεπε να μεταφερθούν στην Αίγυπτο, όπου υπήρχαν μεγάλες
ανάγκες. Ως ελάχιστες δυνάμεις πρότεινε τρεις ταξιαρχίες των τεσσάρων
ταγμάτων, ένα μηχανοκίνητο τάγμα και επιπλέον τις δυνάμεις της ΜNBDΟ για
τον κόλπο της Σούδας. Επίσης, ο Στρατηγός ανέφερε ότι θεωρούσε δυνατή
απόβαση των Γερμανών από αέρα και θάλασσα, υπό την κάλυψη της
αεροπορίας τους χωρίς να υπάρχει αντίστοιχη δυνατότητα από το Βρετανικό
στόλο και την αεροπορία να αντιδράσουν αποτελεσματικά.
Η V Μεραρχία, η Μεραρχία Κρήτης, είχε μεταφερθεί από το Νοέμβριο
του 1940 στο Αλβανικό Θέατρο Επιχειρήσεων, όπου και παρέμενε. Σε
αντικατάσταση της Μεραρχίας συγκροτήθηκε η Ανώτερη Στρατιωτική
Διοίκηση Κρήτης στα Χανιά, στην οποία υπαγόταν τα Έμπεδα Χανίων,
Ρεθύμνου και Ηρακλείου. Από τα Έμπεδα οργανώθηκαν συνολικά τρία τάγματα
πεζικού, δύο λόχων το καθένα και διμοιρία πολυβόλων Σαιντ Ετιέν. Όμως τον
Ιανουάριο του 1941 τα τρία αυτά τάγματα μεταφέρθηκαν στην ηπειρωτική
Ελλάδα και στην Κρήτη έμειναν μόνο πυρήνες των Εμπέδων.
Για την άμυνα του νησιού αποφασίσθηκε η οργάνωση Πολιτοφυλακής
για την αφάλεια των τεχνικών και ευπαθών έργων του νησιού και την
αντιμετώπιση της ρίψης αλεξιπτωτιστών. Τελικά, οργανώθηκαν τέσσερα
τάγματα, ένα για κάθε Νομό. Παρόλο που οι Βρετανοί είχαν υποσχεθεί την
παροχή του εξοπλισμού τους, δυστυχώς, μέχρι τη γερμανική αεραποβατική,
ενέργεια δεν είχε πραγματοποιηθεί.
Στις 23 Απριλίου 1941, ο τότε βασιλιάς της Ελλάδας Γεώργιος Β', ο
Πρωθυπουργός Εμμαν. Τσουδερός και μέλη της Κυβερνήσεως έφθασαν με
βρετανικό υδροπλάνο στη Σούδα. Η ενέργεια αυτή διαδήλωνε την απόφαση της
Ελλάδας να συνεχίσει τον αγώνα μέχρι της τελικής νίκης.
Στις 29 Απριλίου 1941 έφθασε στο Κολυμπάρι Χανίων η Στρατιωτική
Σχολή Ευελπίδων, ύστερα από αυθόρμητη ενέργεια και πρωτοβουλία
ορισμένων αξιωματικών και μαθητών της Σχολής, μετά από μια περιπετειώδη
κίνηση με αυτοκίνητα και βενζινόπλοια.
Στις 30 Απριλίου 1941 τη Διοίκηση των Βρετανοελληνικών Δυνάμεων
της Κρήτης, ανέλαβε ο Διοικητής της 2ης Νεοζηλανδικής Μεραρχίας
Υποστράτηγος Φρέυμπεργκ.
Οι Γερμανοί, αφού πραγματοποίησαν σε σύντομο χρονικό διάστημα, 6-
30 Απριλίου 1941 το κύριο μέρος της αποστολής τους, δηλαδή την κατάκτηση
της ηπειρωτικής Ελλάδας, άρχισαν αμέσως και προπαρασκευάζονται για την
κατάκτηση της Κρήτης. Η εισβολή των Γερμανών έπρεπε να πραγματοποιηθεί
σύντομα και κατά τρόπο κεραυνοβόλο, για να συνεχίσουν τα κατακτητικά τους
σχέδια προς Ρωσία, Μάλτα και Κύπρο.

2. Περιγραφή του Πεδίου της Μάχης

α. Εδαφική Διαμόρφωση - Εγκαταστάσεις

(1) Από την άποψη της μορφολογίας του εδάφους η Κρήτη κατά το
μεγαλύτερο μέρος είναι ορεινή. Στο βόρειο διαμέρισμα, εξαιτίας των ομαλών
κλίσεων των αντερεισμάτων που κατέρχονται προς τη θάλασσα,
δημιουργούνται ευρείες κοιλάδες, ομαλοί αιγιαλοί με αμμώδεις ακτές, όπως η
κοιλάδα Αλικυανού - Αγυιάς, οι αιγιαλοί Καστελλίου (Κισσάμου),
Γεωργιουπόλεως, Χανίων, Ρεθύμνου, Ηρακλείου κατάλληλοι για αποβάσεις από
τη θάλασσα και τον αέρα, και φυσικοί λιμένες όπως της Σούδας. Αντίθετα στο
νότιο διαμέρισμα, εξαιτίας των απότομων κλίσεων των οροσειρών μέχρι τη
θάλασσα, δεν υπάρχουν ομαλοί αιγιαλοί και φυσικοί λιμένες, εκτός από μικρούς
όρμους όπως της Χώρας Σφακίων.
(2) Από την άποψη συγκοινωνιών την εποχή εκείνη η μόνη οδική
αρτηρία ήταν εκείνη που έβαινε κατά μήκος και παράλληλα της βόρειας ακτής
σκυρόστρωτη, και συνέδεε το Καστέλλι (Κισσάμου) με το Μάλεμε, τα Χανιά,
το Ρέθυμνο, το Ηράκλειο, τον ΄Αγιο Νικόλαο και τη Σητεία, ενώ προς τα νότια
την Ιεράπετρα.
303

Ακόμη χειρότερη ήταν η κατάσταση των κατευθυνόμενων οδών


από τα βόρεια προς τα νότια.
(3) Το Ηράκλειο για την εποχή εκείνη είχε σύγχρονες λιμενικές
εγκαταστάσεις, ενώ στον Κόλπο της Σούδας δεν υπήρχαν σοβαρές
εγκαταστάσεις. Στα Χανιά οι παλιές προκυμαίες δεν μπορούσαν να δεχθούν
παρά μόνο πολύ μικρά πλοία, ενώ στο Ρέθυμνο τα πλοία μπορούσαν να
εκφορτωθούν μόνο με φορτηγίδες.
(4) ΄Ενα σύγχρονο, για την εποχή εκείνη, αεροδρόμιο είχε
κατασκευασθεί στο Ηράκλειο, ενώ στο Μάλεμε υπήρχε ένας ημιτελής
διάδρομος προσγειώσεως και στο Ρέθυμνο μια στενή λωρίδα προσγειώσεως, 10
χλμ. ανατολικά της πόλεως, κοντά στο χωριό Πηγή.
(5) Από πλευράς επικοινωνιών, οι τηλεγραφικές και τηλεφωνικές
γραμμές ήταν στοιχειώδεις, ενώ βαθιά υποβρύχια καλώδια, συνέδεαν τη Σούδα
και το Ηράκλειο με την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου.

β. Στρατιωτική Αξία της Κρήτης

(1) Η Κρήτη βρίσκεται στο μέσο της ανατολικής λεκάνης της


Μεσογείου, επάνω στο σταυροδρόμι των αεροπορικών και θαλάσσιων
συγκοινωνιών. Γι΄αυτό το λόγο αποτελεί εξαίρετη βάση αεροναυτικών
επιχειρήσεων προς κάθε κατεύθυνση και εξασφαλίζει σ΄αυτόν που την κατέχει
τον έλεγχο όλων των συγκοινωνιών στη Μεσόγειο. Τα χαρακτηριστικά αυτά της
προσδίδουν ιδιαίτερη στρατηγική σημασία, γι' αυτό από τις αρχές του Β΄ ΠΠ
ήταν το επίκεντρο του ενδιαφέροντος τόσο των Βρετανών, όσο και του Χίτλερ.
(2) Η κατοχή της Κρήτης από τις συμμαχικές δυνάμεις παρείχε τα
παρακάτω πλεονεκτήματα :
(α) Δημιουργούσε μεγάλες δυσχέρειες στην εχθρική αεροπορία
για την ενέργεια προσβολών στις βρετανικές βάσεις της Βόρειας Αφρικής
υποχρεώνοντάς την να εξορμά από απομακρυσμένα αεροδρόμια της
ηπειρωτικής Ευρώπης.
(β) Προσφερόταν ως προωθημένη αεροναυτική βάση και ως
βάση αμφίβιων επιχειρήσεων προς τις ακτές και τα νησιά του Αιγαίου και της
Δωδεκανήσου, ενώ παράλληλα αποτελούσε και σοβαρή απειλή για τις
ρουμανικές πηγές πετρελαίου.
(γ) Συνέβαλλε στην εξασφάλιση των μεταφορών από τους
λιμένες του Ειρηνικού και του Ινδικού Ωκεανού, διαμέσου της διώρυγας του
Σουέζ, προς τις βρετανικές βάσεις της Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής,
γιατί αποτελούσε φυσικό τμήμα της προστατευτικής γραμμής Γιβραλτάρ -
Μάλτα - Κρήτη - Κύπρος.
(δ) Ακόμη, η Κρήτη ήταν το μόνο ελεύθερο τμήμα της
Ελληνικής επικράτειας που διέθετε ελληνική και βρετανική πολεμική ισχύ και
304

στο οποίο υπήρχε η έννοια ελεύθερου Ελληνικού Κράτους και συνεπώς η


διατήρησή της είχε τεράστια ηθική και πολιτική σημασία για την Ελλάδα και τη
Βρετανία.
(3) Αντίθετα, αν η Κρήτη καταλαμβανόταν από τον ΄Αξονα
(Γερμανία - Ιταλία - Ιαπωνία), παρείχε στις δυνάμεις του τα εξής στρατηγικά
πλεονεκτήματα :
(α) Δυνατότητα άμεσης αεροπορικής απειλής εναντίον των
θαλάσσιων και αεροπορικών μεταφορών των Συμμάχων και ιδιαίτερα του
Βρετανικού Στόλου στη Μεσόγειο.
(β) Εξαίρετη βάση εξορμήσεως προς το χώρο της Μέσης
Ανατολής και γενικότερα της Βόρειας Αφρικής.
(γ) Ακίνδυνο Αιγαίο, εφόσον η Τουρκία παρέμενε ουδέτερη
ή φίλη του ΄Αξονα και επικοινωνία, χωρίς ναυτική παρενόχληση, με τους
λιμένες του Εύξεινου Πόντου και της Αδριατικής θάλασσας.

3. Γενική Κατάσταση, Δυνάμεις και Διάταξη των Αντιπάλων (Σχεδ. 57


- 61)

α. Γερμανικών Δυνάμεων

(1) Η Κρήτη απασχόλησε το Χίτλερ πολύ πριν η Γερμανία επιτεθεί


κατά της Ελλάδας, γιατί πίστευε ότι κυριεύοντας την Κρήτη με αεραποβατική
ενέργεια θα εξασφάλιζε μια γρήγορη και σοβαρή επιτυχία στην Ανατολική
Μεσόγειο, που ήταν υψηλής στρατηγικής σημασίας.
(2) Με βάση το σχέδιο που εκπονήθηκε από τον Αντιπτέραρχο
Στούντεντ και την απόφαση του Χίτλερ να προηγηθεί η κατάληψη της Κρήτης,
επειδή δεν επαρκούσαν οι δυνάμεις για την κατάληψη και της Μάλτας,
εκδόθηκε στις 25 Απριλίου 1941 η υπ΄αρ. 28 διαταγή επιχειρήσεων με τη
συνθηματική ονομασία "ΕΡΜΗΣ".
(3) Η ανώτατη διοίκηση της επιχειρήσεως ανατέθηκε στο
Στρατάρχη της Αεροπορίας Γκαίρινγκ, ενώ η τακτική προπαρασκευή και
εκτέλεσή της στο Διοικητή του IV Αεροπορικού Στόλου Πτέραρχο Λωρ, ο
οποίος διέθετε τις παρακάτω δυνάμεις :
(α) Το επιτελείο της IV Αεροπορικής Δυνάμεως (έδρα Κηφισιά).
(β) Τις δυνάμεις του ΧΙ Αεροπορικού Σώματος υπό τον
Αντιπτέραρχο Στούντεντ, που αποτελούνταν από την 7η Αεροκίνητη Μεραρχία
Αλεξιπτωτιστών (με 3 Συντάγματα Αλεξιπτωτιστών (ΣΑΛ) των 3 ταγμάτων το
καθένα) και την 5η Ορεινή Μεραρχία, ενισχυμένη και με μονάδες της 6ης
Μεραρχίας, 1 Σύνταγμα Εφόδου Αλεξιπτωτιστών (ΣΕΑ) των 4 ταγμάτων
Αλεξιπτωτιστών, και την Αεροπορία Μεταφορών του ίδιου Σώματος υπό τον
Αντιπτέραρχο Κόραντν με 600 μεταφορικά αεροπλάνα και 100 ανεμόπλανα.
305

(γ) Το VIII Σώμα Αεροπορίας υπό τον Πτέραρχο Ριχτχόφεν


με 60 αεροπλάνα αναγνωρίσεως, 280 βομβαρδιστικά, 150 βομβαρδισμού
καθέτου εφορμήσεως (Στούκας) και 180 αεροπλάνα διώξεως.
(δ) Η 5η Ορεινή Μεραρχία, ενισχυμένη με Μονάδες της 6ης
Μεραρχίας απευθείας υπό το Στούντεντ.
(ε) Τις ναυτικές δυνάμεις ΝΑ Ευρώπης υπό το Ναύαρχο
Σχούστερ.
(ζ) Το σύνολο των δυνάμεων για την κατάληψη της Κρήτης
ανερχόταν σε 22.750 άνδρες, 1.370 αεροσκάφη και 70 σκάφη για τη μεταφορά
αποβατικών δυνάμεων και εφοδίων, που υποστηρίζονταν από μικρό αριθμό
αντιτορπιλλικών και τορπιλακάτων, ενώ ένα ενισχυμένο ιταλικό Σύνταγμα
(ύστερα από αίτηση του Μουσολίνι) θα αποβιβαζόταν στις ανατολικές ακτές
του νησιού. Η ενέργεια όμως αυτή, πραγματο-ποιήθηκε στα τέλη Μαΐου 1941,
όταν πια η τύχη του νησιού είχε ήδη κριθεί.

β. Βρετανοελληνικών Δυνάμεων

Με βάση τη σπουδαιότητα και την ευπάθεια των στρατηγικών


σημείων, οι δυνάμεις κατανεμήθηκαν στους ακόλουθους τομείς για την άμυνα
του νησιού και την απαγόρευση του εχθρού να χρησιμοποιήσει τα αεροδρόμια
και λιμάνια του.
(1) Στρατηγείο Δυνάμεων Κρήτης (Υποστράτηγος Φρέυμπεργκ)
στο χωριό Αγ. Ματθαίος 3 χλμ. ανατολικά των Χανίων.
(2) Τομέας Μάλεμε - Αγυιάς (Διοικητής Ταξίαρχος Πάττικ)
Η 2η Νεοζηλανδική Μεραρχία (ΝΖΜ) η οποία διέθετε τη 5η
ΝΖΤ (21,22,23,28 ΤΠ και Πεζόμαχο Απόσπασμα Ν/Ζ ΜΧ), τη 10η ΝΖΤ (6ο
και 8ο ΕΣΠ)(1), Μικτό Ν/Ζ Τάγμα (2), 20ό ΤΠ/4ης ΝΖΤ και το πεζόμαχο
απόσπασμα Μεραρχιακού Ιππικού (3), το 1ο ΣΠ (4), 2,5 Μοίρες ΠΒ και 2,5
Μοίρες Α/Α ΠΒ. Επίσης είχε ενισχυθεί με 12 άρματα (2 μέσα που διέθετε στη
5η ΝΖΤ) και 10 ελαφρά που τηρούσε στη Ζώνη Ενεργείας (της 4ης ΝΖΤ). Τα
όρια του τομέα ήταν : Δυτικό, ο ποταμός Ταυρωνίτης, ανατολικό, ο ποταμός

1 Τα Ελληνικά Συντάγματα Πεζικού (ΕΣΠ) π.χ. 6ο, 8ο ήταν τα τάγματα Ν/Σ που
μεταφέρθησαν από τα ΚΕΝ Πελοποννήσου και μετονομάσθηκαν σε Συντάγματα
Πεζικού.
2(2) Το Μικτό Ν/Ζ Τάγμα αποτελούνταν από πυροβολητές και οπλίτες διαφόρων
υπηρεσιών.
3(3) Το πεζόμαχο Απόσπασμα Μεραρχιακού Ιππικού, γνωστό ως απόσπασμα
Ταγματάρχη Ράσσελ.
4(4) Το 1ο ΕΣΠ ήταν αναπτυγμένο στην περιοχή Καστελλίου (Κισσάμου) με
αποστολή την άμυνα της περιοχής.
306

Κλαδισσός, βόρειο η ακτή, και νότιο, δεν ήταν ορισμένη εδαφική γραμμή αλλά
ήταν συνάρτηση των ορίων των μονάδων, ανάλογα με την αποστολή τους.
(3) Τομέας Χανίων - Σούδας (Διοικητής Υποστράτηγος Ουέστον)
Το Συγκρότημα ΄Αμυνας Κινητών Ναυτικών Βάσεων
(ΜΝΒDΟ) το οποίο διέθετε το 2ο ΕΣΠ το ΄Εμπεδο Τάγμα Χανίων, το 1ο Τάγμα
Ράντζερ, τμήματα ΠΖ των 16ης - 17ης Αυστραλιακών Ταξιαρχιών και
πεζόμαχα τμήματα Συνταγμάτων ΠΒ, 3 Μοίρες βαρέως Α/Α ΠΒ, 2 περίπου
Μοίρες Ελαφρού Α/Α ΠΒ, 1 ΣΠΒ και 1 Μοίρα προβολέων. Επίσης, Λόχος
Εθελοντών Κυπρίων είχε οργανωθεί στον Κόλπο της Σούδας, που είχε
μεταφερθεί από Κοκκινιά (Πειραιά) διαμέσου της Μήλου. Οι Κύπριοι έλαβαν
μέρος στις μάχες του Μάλεμε και δύο απ΄ αυτούς σκοτώθηκαν. Τα όρια του
τομέα ήταν : Το δυτικό, ο ποταμός Κλαδισσός, το βόρειο, η ακτή από τον
Κλαδισσό μέχρι το ακρωτήρι Δράπανος, το ανατολικό, και το νότιο,
εξαρτούνταν από την ισχύ και αποστολή των τμημάτων της ΜΝΒDΟ.
(4) Τομέας Ρεθύμνου - Γεωργιουπόλεως (Διοικητής Ταξίαρχος
Βάζεϋ)
Η 19η Αυστραλιανή Ταξιαρχία (ΑΤ) η οποία διέθετε τα
Συγκροτήματα Γεωργιουπόλεως, Ρεθύμνου και Αεροδρομίου Πηγής :
(α) Το Συγκρότημα Γεωργιουπόλεως περιλάμβανε το
Στρατηγείο της 19ης ΑΤ τα 2/7 και 2/8 ΑΤΠ (Αυστραλιανά Τάγματα ΠΖ), 1
Διμοιρία Πολυβόλων, 1 βαριά Μοίρα Επάκτιου ΠΒ και 1 ΠΠΠ (Πυροβολαρχία
Πεδινού ΠΒ).
(β) Το Συγκρότημα Ρεθύμνου περιλάμβανε το ΄Εμπεδο
Τάγμα Ρεθύμνου και το Τάγμα Οπλιτών Χωροφυλακής.
(γ) Το Συγκρότημα Αεροδρομίου Πηγής περιλάμβανε το 4ο
και 5ο ΕΣΠ, τα 2/1 και 2/11 ΑΤΠ, 2 Διμοιρίες Πολυβόλων και 10 Πυροβόλα (4
των 100 χιλ. και 6 των 75 χιλ.).
(5) Τομέας Ηρακλείου (Διοικητής Ταξίαρχος Τσάππελ)
Η 14η Βρετανική Ταξιαρχία (ΒΤ), η οποία διέθετε τα
Συγκροτήματα της πόλεως Ηρακλείου και του Α/Δ Ηρακλείου (Ρουσσών) :
(α) Το Συγκρότημα Ηρακλείου είχε το 3ο και το 7ο ΕΣΠ και το
΄Εμπεδο Ηρακλείου.
(β) Το Συγκρότημα Α/Δ Ηρακλείου είχε το 2ο Τάγμα
Λέστερ, το 2ο Τάγμα Μαύρης Φρουράς, το 2ο Τάγμα Υόρκης και Λάγκαστερ
και το 2/4 ΑΤΠ.
(γ) Το Πυροβολικό του τομέα ήταν 1 Μοίρα ΠΒ (13
πυροβόλα των 75 χιλ. και 100 χιλ.) 1 ουλαμός επάκτιου ΠΒ (2 πυροβόλα των 4
ιντσών), 1,5 περίπου Μοίρα Ελαφρού Α/Α ΠΒ και 2 ουλαμούς βαρέως Α/Α ΠΒ
(4 πυροβόλα των 3 ιντσών).
(δ) Εκτός από τις πιό πάνω δυνάμεις στις 19 Μαΐου
αποβιβάσθηκαν στο Τυμπάκι, το 1ο Τάγμα του Σκωτικού Συντάγματος ΄Αρζυλ
307

και 3 μέσα άρματα που διατέθηκαν στον τομέα Ηρακλείου, ο οποίος είχε
ενισχυθεί με 2 μέσα και 6 ελαφρά άρματα.
(6) Εφεδρεία
Η 4η ΝΖΤ (18ο και 19ο ΝΖΤ) αναπτυγμένη στον τομέα
Μάλεμε - Αγυιάς και το 1ο Τάγμα των Ουαλλών στον τομέα Χανίων - Σούδας.
(7) Τέλος, η συνολική στρατιωτική δύναμη της Κρήτης ανερχόταν
περίπου σε 31.500 Βρετανούς (1.512 αξιωματικοί και 29.978 οπλίτες) και
11.500 ΄Ελληνες περίπου (474 αξιωματικοί και 10.976 οπλίτες).
Από απόψεως πυροβόλων και αρμάτων μάχης υπήρχαν 151
πυροβόλα (62 Α/Α, 4 Α/Τ και 85 μάχης) και 25 άρματα μάχης (9 μέσα και 16
ελαφρά). Εκτός από τις στρατιωτικές μονάδες συγκροτήθηκαν κατά τη
διάρκεια της γερμανικής επιθέσεως και πολλά σώματα ενόπλων κρητικών
πολιτών, άλλα από τις Βρετανικές και Ελληνικές αρχές και άλλα με την
αυθόρμητη προσέλευση πολιτών στα σημεία συμπλοκών. Θα πρέπει να
τονισθεί ότι αν και ο συνολικός αριθμός των ανδρών της δυνάμεως της Κρήτης
φαινόταν επιβλητικός, τα μέσα πυρός που διέθετε ήταν πολύ κάτω από την
παραδεκτή αναλογία σε όλα τα είδη οπλισμού.
(8) Αεροπορία στη νήσο δεν υπήρχε, γιατί στις 19 Μαΐου τα
ελάχιστα αεροπλάνα που απέμειναν αναχώρησαν για την Αίγυπτο. ΄Ολος ο
Στόλος της Ανατολικής Μεσογείου από τις 16 Μαΐου ήταν χωρισμένος σε δύο
κλιμάκια και βρισκόταν στο πέλαγος, ανατολικά και δυτικά της Κρήτης, έτοιμος
να επέμβει για να απαγορεύσει αποβάσεις από τη θάλασσα.

4. Σχέδια και Αποστολές Αντιπάλων

α. Γερμανικών Δυνάμεων

Το σχέδιο επιχειρήσεων "ΕΡΜΗΣ" σε γενικές γραμμές προέβλεπε :


(1) Απόκτηση αεροπορικής υπεροχής και διατήρησή της.
Χρησιμοποίηση τμημάτων αλεξιπτωτιστών και ανεμοπλάνων για την κατάληψη
των αεροδρομίων (Α/Δ) Κρήτης με κύρια προσπάθεια (ΚΠ) στο Μάλεμε. Μετά
την κατάληψη των Α/Δ, αεραπόβαση μονάδων ορεινών κυνηγών για την
ολοκλήρωση της καταλήψεως της νήσου. Ενίσχυση των δυνάμεων Μάλεμε με
μονάδες και μέσα υποστηρίξεως (Πυρ/κό, άρματα, οχήματα, ημίονοι) που θα
μεταφέρονταν με πλωτά μέσα στις πλησιέστερες ακτές.
(2) Η δύναμη των αερομεταφερόμενων στρατευμάτων θα
ενεργούσε με 3 ομάδες επιθέσεως, τη Δυτική, την Κεντρική και την Ανατολική
όπως παρακάτω :
(α) Η Δυτική ομάδα (συνθηματική ονομασία "ΚΟΜΗΤΗΣ") με
δύναμη το Σύνταγμα Εφόδου (4 Τάγματα μείον 2 Λόχοι) με Διοικητή τον
Υποστράτηγο Μάιντλ θα καταλάμβανε το Μάλεμε.
308

(β) Η Κεντρική ομάδα (συνθηματική ονομασία "ΑΡΗΣ") με


Διοικητή τον Υποστράτηγο Σούσμαν της 7ης Αεροκίνητης Μεραρχίας ήταν
χωρισμένη σε 2 κλιμάκια:
1/Το Α΄Κλιμάκιο με Διοικητή το Συνταγματάρχη
Χάιντριχ με το 3ο ΣΑΛ, τους 2 Λόχους του Συντάγματος Εφόδου και άλλες
μεραρχιακές μονάδες, θα καταλάμβανε τα Χανιά και τη Σούδα.
2/ Το Β΄ Κλιμάκιο με Διοικητή το Συνταγματάρχη
Στουρμ με το 2ο ΣΑΛ (μείον το 2ο Τάγμα) θα καταλάμβανε το Ρέθυμνο και το
Α/Δ Πηγής.
(γ) Η Ανατολική Ομάδα (συνθηματική ονομασία "ΩΡΙΩΝ")
με το 1ο ΣΑΛ συν το 2ο Τάγμα, με Διοικητή το Συνταγματάρχη Μπρόγερ, θα
καταλάμβανε το Ηράκλειο και το Α/Δ Ρουσσών.
(δ) Οι παραπάνω ομάδες θα εφορμούσαν κατά της νήσου,
από απόψεως χρόνου σε 2 φάσεις (Φ) :
1/ Φ1. Η ομάδα "ΚΟΜΗΤΗΣ" και το Α΄ Κλιμάκιο της
ομάδας "ΑΡΗΣ" στις 0800 της 20 Μαΐου 1941 κατά του Α/Δ Μάλεμε και της
περιοχής των Χανίων αντίστοιχα.
2/ Φ2. Το Β΄ Κλιμάκιο της ομάδας "ΑΡΗΣ" και η ομάδα
"ΩΡΙΩΝ" στις 1600 της ίδιας ημέρας κατά των πόλεων και Α/Δ Ρεθύμνου και
Ηρακλείου αντίστοιχα.
3/ Τη δεύτερη ημέρα των επιχειρήσεων, 21 Μαΐου 1941,
ενίσχυση του αγώνα με θαλάσσια μεταφορά Μονάδων.

β. Βρετανοελληνικών δυνάμεων

Το Σχέδιο Ενεργείας των Ελληνοβρετανικών δυνάμεων προέβλεπε την


εξασφάλιση των περιοχών Αεροδρομίου Μάλεμε και περιοχής Αγυιάς, Χανίων
και λιμανιού Σούδας, Ρεθύμνου - Γεωργιουπόλεως και Ηρακλείου και τη
διεξαγωγή του αγώνα κυρίως με αντεπιθέσεις για την εξουδετέρωση των
αλεξιπτωτιστών με την προσγείωσή τους.

5. Διεξαγωγή της Μάχης

α. Προπαρασκευαστικοί Βομβαρδισμοί :

Το Γερμανικό VIII Αεροπορικό Σώμα από τις 14 Μαΐου άρχισε


σφοδρούς και συστηματικούς βομβαρδισμούς της νήσου, για την απομόνωσή
της και την προπαρασκευή της επιθέσεως. Κύριοι στόχοι ήταν τα αεροδρόμια
του Μάλεμε, Ρεθύμνου (Πηγής) και Ηρακλείου (Ρουσσών), τα λιμάνια Σούδας
και Ηρακλείου, τα Α/Α πυροβολεία και οι πόλεις Χανίων, Ρεθύμνου και
Ηρακλείου.
309

Αποτέλεσμα των γερμανικών αεροπορικών προσβολών ήταν να


εμποδισθεί η ενίσχυση της νήσου με πολεμικό υλικό από τη Μέση Ανατολή και
να υποστεί σοβαρές απώλειες ο άμαχος πληθυσμός στις πόλεις Χανιά, Ρέθυμνο
και Ηράκλειο.

β. Πρώτη Ημέρα της Επιθέσεως (20 Μαΐου 1941)

Στις 0630 της 20ής Μαΐου, γερμανικά σμήνη με Α/Φ βομβαρδισμού


και διώξεως κατέκλυσαν τον τομέα της 2ης ΝΖ Μεραρχίας (τομέας Μάλεμε -
Αγυιάς) και την περιοχή Χανίων - Σούδας (Σχεδ. 58) και άρχισαν σφοδρό
βομβαρδισμό και πυροβολισμούς, κυρίως κατά των συμμαχικών θέσεων γύρω
από το αεροδρόμιο Μάλεμε. Σφοδρά, επίσης, βομβαρδίζονταν τα Χανιά, όπου
σημειώθηκαν σημαντικές ζημιές και πολλά θύματα.
(1) Τομέας Μάλεμε - Αγυιάς (2η ΝΖ Μεραρχία) (Σχεδ. 58)
Στις 0815 εκδηλώθηκε η αεραποβατική έφοδος από την Ομάδα
"ΚΟΜΗΤΗΣ" στην περιοχή Μάλεμε (5η ΝΖ Ταξιαρχία). Επακολούθησε
σκληρός αγώνας μεταξύ των αντίπαλων δυνάμεων που διήρκεσε όλη την
ημέρα, χωρίς οι Γερμανοί να επιτύχουν τον αντικειμενικό τους σκοπό, που ήταν
η κατάληψη του αεροδρομίου Μάλεμε και του υψώματος 107 που δέσποζε του
αεροδρομίου. Κατόρθωσαν μόνο να δημιουργήσουν μικρό προγεφύρωμα στο
ανατολικό τμήμα του Ταυρωνίτη ποταμού, το οποίο επέκτειναν μέχρι το βράδυ
στους πρόποδες του υψώματος 107. Εξαιτίας όμως της κοπώσεως από τον
ολοήμερο αγώνα και των σοβαρών απωλειών τους, οι γερμανικές δυνάμεις
αδυνατούσαν να συνεχίσουν τις επιθετικές τους ενέργειες στη διάρκεια της
νύκτας.
Στην κοιλάδα Αγυιάς (10η και 4η ΝΖ Ταξιαρχίες), η γερμανική
αεραποβατική έφοδος εκδηλώθηκε στις 0815 από το Α΄ Κλιμάκιο της Ομάδας
"ΑΡΗΣ" μείον δύο λόχοι του Συντάγματος Εφόδου. Μετά από ολοήμερο
σκληρό αγώνα οι Γερμανοί, παρά τις σοβαρές τους απώλειες, πέτυχαν να
εγκατασταθούν στην περιοχή των φυλακών Αγυιάς.
Η 4η ΝΖ Ταξιαρχία εξουδετέρωσε τους αλεξιπτωτιστές στην
περιοχή της και στις 1930 εκτόξευσε αντεπίθεση, μετά από σχετική διαταγή της
2ης ΝΖ Μεραρχίας, κατά της περιοχής των φυλακών Αγυιάς με ένα τάγμα. Το
τάγμα αυτό όμως καθηλώθηκε σε απόσταση ενός χιλιομέτρου περίπου από τις
γερμανικές θέσεις.
Στην περιοχή Καστελλίου, στις 0800 δύναμη 70
αλεξιπτωτιστών αποκρούσθηκε και στη συνέχεια εκμηδενίσθηκε από τα
τμήματα του εκεί 1ου Ελληνικού Συντάγματος Πεζικού.
Η Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, εγκαταστημένη στα υψώματα
του χωριού Κολυμπάρι της χερσονήσου Ροδοπού, απέκρουσε διαδοχικές
310

επιθέσεις των Γερμανών και τη νύκτα συμπτύχθηκε, λόγω ελλείψεως


πυρομαχικών, στην περιοχή του χωριού Δελιανά.
(2) Τομέας Χανίων - Σούδας (ΜΝΒDΟ) (Σχεδ. 58)
Στην περιοχή Χανίων - Σούδας προσγειώθηκαν με ανεμο-πλάνα
δύο λόχοι του Συντάγματος Εφόδου (Α΄ Κλιμακίου της Ομάδας "ΑΡΗΣ"),
βορειοανατολικά και νότια των Χανίων. Ο πρώτος δέχθηκε ισχυρά πλήγματα
τόσο στον αέρα, όσο και κατά την προσγείωσή του και απώλεσε όλους τους
άντρες του, ενώ ο δεύτερος με σοβαρές απώλειες αναγκάσθηκε να συμπτυχθεί
στην περιοχή του χωριού Περιβόλια.
Η κατάσταση στο τέλος της ημέρας δεν ήταν ευνοϊκή για το
Διοικητή του Α΄ Κλιμακίου της Ομάδας "ΑΡΗΣ", γιατί δεν πέτυχε την
κατάληψη των Χανίων όπως προβλεπόταν από το σχέδιο, ενώ οι απώλειες ήταν
σημαντικές.
(3) Τομέας Ρεθύμνου - Γεωργιουπόλεως (19η Αυστραλιανή
Ταξιαρχία) (Σχεδ. 59)
Στις 1600 βομβαρδιστικά και καταδιωκτικά αεροπλάνα άρχισαν
βομβαρδισμό και πολυβολισμούς της περιοχής γύρω από το αεροδρόμιο
Ρεθύμνου και αμέσως μετά στις 1625 άρχισε η αεραποβατική έφοδος του Β΄
Κλιμακίου της Ομάδας "ΑΡΗΣ", στην περιοχή ανατολικά του Ρεθύμνου και του
αεροδρομίου Πηγής.
Οι αλεξιπτωτιστές που προσγειώθηκαν στην περιοχή δυτικά του
αεροδρομίου υπέστησαν σημαντικές απώλειες και διαλύθηκαν. Αντίθετα στα
ανατολικά εγκαταστάθηκαν στο χωριό Σταυρωμένος και επιτέθηκαν κατά του
σημείου στηρίγματος του Λόφου "Α", το οποίο και κατέλαβαν, απειλώντας
άμεσα το αεροδρόμιο.
(4) Τομέας Ηρακλείου (14η Βρετανική Ταξιαρχία) (Σχεδ. 60)
Από τις 1500 περίπου 50 αεροπλάνα βομβαρδισμού και διώξεως
άρχισαν έντονο βομβαρδισμό και πολυβολισμούς κατά της περιοχής του τομέα,
με μηδαμινά αποτελέσματα στα τμήματα, λόγω της καλής παραλλαγής των
θέσεών τους, αλλά με σημαντικές καταστροφές στην πόλη του Ηρακλείου.
Από τις 1600 άρχισε η αεραποβατική έφοδος της Ομάδας
"ΩΡΙΩΝ", η οποία συνεχίσθηκε μέχρι τις 1900, ενώ τα αεροπλάνα διώξεως που
υποστήριζαν την ενέργεια αποχώρησαν από τις 1715, λόγω εξαντλήσεως των
καυσίμων τους. Ο αποσυγχρονισμός αυτός είχε δυσμενή επίπτωση στην τύχη
των τμημάτων επιθέσεως Ηρακλείου.
Γενικά, η επίθεση της Ομάδας "ΩΡΙΩΝ", κατά του τομέα
Ηρακλείου απέτυχε και οι γερμανικές δυνάμεις απώλεσαν περίπου 1.000
αλεξιπτωτιστές και σημαντικό οπλισμό που περιήλθε στα χέρια των Ελλήνων.
΄Ετσι, μεγάλο μέρος αόπλων εξοπλίσθηκε με γερμανικά τυφέκια,
οπλοπολυβόλα, χειροβομβίδες, όλμους και πολυβόλα.
311

γ. Δεύτερη Ημέρα της Επιθέσεως (21 Μαΐου 1941)

(1) Τομέας Μάλεμε - Αγυιάς και Χανίων - Σούδας (Σχεδ. 58)


Στις 0200 της 21ης Μαΐου, ο Διοικητής της 5ης ΝΖ Ταξιαρχίας
πληροφορήθηκε τηλεφωνικώς τη σύμπτυξη του 22ου ΝΖ Τάγματος από το ύψ.
107. Στη συνέχεια, αφού ενέκρινε προτάσεις των 21ου και 23ου Ταγμάτων του
να διατηρήσουν τις θέσεις τους και το πυροβολικό να εκτελεί βολές κατά του
αεροδρομίου, ενημέρωσε στις 0400 τη 2η ΝΖ Μεραρχία για την κατάσταση και
πρότεινε την ενέργεια αντεπιθέσεως από ένα τάγμα του και ένα Τάγμα που θα
διέθετε η 2η ΝΖ Μεραρχία. Μετά από σχετική εισήγηση του Μεράρχου στο
Φρέυμπεργκ, αυτός ενέκρινε την ενέργεια αντεπιθέσεως κατά την επερχόμενη
νύκτα 21/22 Μαΐου από τα 20ό και 28ο ΝΖ Τάγματα.
Οι Γερμανοί, από το πρωί της 21ης Μαΐου με νέες ρίψεις
ενισχύθηκαν στην περιοχή Μάλεμε - Αγυιάς με τρεις λόχους αλεξιπτωτιστών
και ένα λόχο ενισχυμένο με αντιαρματικά, ενώ ο Συνταγματάρχης Ράμκε που
αντικατέστησε το σοβαρά τραυματισμένο Διοικητή του Συντάγματος Εφόδου
Υποστράτηγο Μάιντλ, ολοκλήρωσε την κατάληψη του υψώματος 107 και του
αεροδρομίου Μάλεμε. Ακόμη κατέλαβε το χωριό Πύργος τις πρωινές ώρες, όχι
όμως και το χωριό Μάλεμε, στο οποίο αντέταξαν άμυνα μέχρι τις 1600
οπλισμένοι κάτοικοι και μερικοί Νεοζηλανδοί υποστηριζόμενοι με πυροβολικό.
Η Διοίκηση της ΧΙ Αεροπορικής Δυνάμεως, μετά απ΄ αυτά,
αποφάσισε τη μεταφορά της 5ης Ορεινής Μεραρχίας με κανονική προσγείωση,
μολονότι το αεροδρόμιο βαλλόταν από το πυροβολικό και έτσι τις
απογευματινές ώρες μεταφέρθηκε επιτυχώς ένα από τα τάγματά της.
(2) Τομέας Ρεθύμνου - Γεωργιουπόλεως (Σχεδ. 59)
Στην περιοχή του αεροδρομίου οι συμμαχικές δυνάμεις
εκτόξευσαν δύο αντεπιθέσεις, μία για την εκκαθάριση της πεδινής ζώνης στα
ανατολικά και βόρεια του τομέα η οποία πέτυχε τον αντικειμενικό σκοπό της
και μία για την ανακατάληψη του Λόφου "Α" και του χωριού Σταυρωμένος που
δεν πέτυχε πλήρως. Κατά τις επιχειρήσεις αυτές, πιάστηκε αιχμάλωτος ο
Διοικητής του Συντάγματος Αλεξιπτωτιστών.
(3) Τομέας Ηρακλείου (Σχεδ. 60)
Από το πρωί επαναλήφθηκε σφοδρός βομβαρδισμός της πόλεως
Ηρακλείου και των θέσεων των ελληνικών μονάδων. Στις 1000 οι Γερμανοί, με
τη λήξη του βομβαρδισμού, επιτέθηκαν από τα δυτικά και κατόρθωσαν να
εισέλθουν στην πόλη, όπου επακολούθησε σκληρός αγώνας οδομαχιών μέχρι τη
νύκτα, με σοβαρές απώλειες και από τις δύο πλευρές. Τελικά, αποκρούσθηκαν
και συμπτύχθηκαν έξω από την πόλη, ανατολικά του χωριού Γάζι.
Παράλληλα, οι γερμανικές δυνάμεις επιτέθηκαν νωρίς το πρωί
κατά του αεροδρομίου, αλλά αποκρούσθηκαν με επιτυχία και συμπτύχθηκαν
ανατολικά του χειμάρρου Καρτερός.
312

(4) Αγώνας στη Θάλασσα (Κρητικό Πέλαγος)


Στις 2330 της ίδιας ημέρας, η Μοίρα του Βρετανικού Στόλου,
που περιπολούσε στο πέλαγος δυτικά της Κρήτης, βύθισε μεγάλο αριθμό
γερμανικών πλωτών μέσων τα οποία μετέφεραν μονάδες της 5ης Ορεινής
Μεραρχίας. Αρκετοί άντρες πνίγηκαν και σημαντικός αριθμός βαρέος
οπλισμού χάθηκε. Μετά απ΄ αυτό η γερμανική νηοπομπή αναγκάσθηκε να
καταφύγει στη Μήλο.

δ. Τρίτη Ημέρα της Επιθέσεως (22 Μαΐου 1941)

(1) Τομέας Μάλεμε - Αγυιάς, Χανίων - Σούδας (Σχεδ. 58)


Μετά την αποτυχία της βρετανικής αντεπιθέσεως για την
ανακατάληψη του αεροδρομίου Μάλεμε, η πρωτοβουλία περιήλθε πλέον στους
Γερμανούς, οι οποίοι συνεχώς ενισχύονταν με νέες προσγειώσεις αεροσκαφών
υπό τα πυρά του συμμαχικού πυροβολικού. Στις 2000 έφθασε στο Μάλεμε και
ο διοικητής της 5ης Ορεινής Μεραρχίας (Υποστράτηγος Ρίγκελ), που ανέλαβε
τη διοίκηση των γερμανικών δυνάμεων στην Κρήτη, με εντολή να ολοκληρώσει
την κατάληψη της νήσου.
Στην περιοχή των φυλακών Αγυιάς, οι Γερμανοί επιτέθηκαν
κατά των θέσεων της 10ης ΝΖ Ταξιαρχίας, δυτικά του Γαλατά, με παράλληλη
προσπάθεια αποκοπής της παραλιακής οδού προς Σταλό - Αγ. Μαρίνα.
Τα γερμανικά τμήματα που πέτυχαν προσωρινά την κατάληψη
του Γαλατά, ανατράπηκαν μετά από αντεπίθεση ελληνικών τμημάτων και
ένοπλων πολιτών.
(2) Τομέας Ρεθύμνου - Γεωργιουπόλεως (Σχεδ. 59)
Στο Συγκρότημα Ρεθύμνου δεν σημειώθηκε ιδιαίτερα
σημαντική δράση, εκτός από αεροπορικές επιθέσεις κατά της πόλεως.
Αντεπιθέσεις από δύο αυστραλιανά τάγματα, για την ανακατάληψη των χωριών
Περιβόλια και Σταυρωμένος δεν σημείωσαν επιτυχία, λόγω της σθεναρής
αντιστάσεως των Γερμανών.
(3) Τομέας Ηρακλείου (Σχεδ. 60)
Κατά τη διάρκεια της ημέρας αυτής έλαβαν χώρα μόνο μικρές
εκκαθαριστικές ενέργειες. Επίσης, συνεργεία από ΄Ελληνες και Βρετανούς
ασχολήθηκαν με την ταφή των Γερμανών νεκρών, που ανέρχονταν σε 1.250
περίπου.
(4) Αγώνας στη Θάλασσα
Τις πρωινές ώρες, Κλιμάκιο του Βρετανικού Στόλου βύθισε στα
νότια της Μήλου δύο πλοιάρια νηοπομπής που κατευθύνονταν στην Κρήτη και
ανάγκασε την υπόλοιπη να επανέλθει στη Μήλο. Παράλληλα, την ίδια ημέρα,
βυθίσθηκαν από τη γερμανική αεροπορία 2 βρετανικά καταδρομικά και 1
αντιτορπιλικό.
313

ε. Τέταρτη και Πέμπτη Ημέρα της Επιθέσεως (23η και 24η Μαΐου 1941)

(1) Τομέας Μάλεμε - Αγυιάς, Χανίων - Σούδας (Σχεδ. 58)


Η 5η ΝΖ Ταξιαρχία στις 1000 της 23ης Μαΐου περάτωσε τη
σύμπτυξή της και μέχρι τη 0100 κατέλαβε θέσεις πίσω από το 28ο ΝΖ Τάγμα,
ανατολικά του χωριού Πλατανιάς. Από τις μετωπικές ενέργειες όμως των
γερμανικών δυνάμεων και κυρίως την υπερκερωτική από τα νότια
παρουσιαζόταν νέος κίνδυνος αποκοπής της. Ο Διοικητής της 2ης ΝΖ
Μεραρχίας, αποφάσισε νέα σύμπτυξη της 5ης ΝΖ Ταξιαρχίας προς τα
ανατολικά, στην περιοχή του χωριού Δαράτσος, όπου θα παρέμεινε ως
εφεδρεία.
Εξάλλου, οι Γερμανοί, το βράδυ της 24ης Μαΐου κατέλαβαν το
Καστέλλι, μετά από αγώνα εναντίον του 1ου Ελληνικού Συντάγματος Πεζικού.
(2) Τομέας Ρεθύμνου (Σχεδ. 59)
Στις 23 Μαΐου η πόλη του Ρεθύμνου βομβαρδίσθηκε με
σφοδρότητα.
(3) Τομέας Ηρακλείου (Σχεδ. 60)
Κατά την 23η και 24η Μαΐου βομβαρδίσθηκε με σφοδρότητα η
πόλη του Ηρακλείου και προκλήθηκαν μεγάλες καταστροφές. Επίσης, τα εκεί
αμυνόμενα ελληνικά τμήματα, λόγω μεγάλης καταπονήσεώς τους και
εξαντλήσεως των πυρομαχικών τους, αντικαταστάθηκαν από βρετανικές
δυνάμεις.

στ. Συνέχιση της Γερμανικής Επιθέσεως (25, 26 και 27 Μαΐου 1941)

(1) Τομέας Μάλεμε - Αγυιάς και Χανίων - Σούδας (Σχεδ. 58)


Το 100ό Γερμανικό Σύνταγμα επιτέθηκε και κατέλαβε στις 1900
της 25ης Μαΐου το χωριό Γαλατάς. Αντεπίθεση όμως κατά τις νυκτερινές ώρες
που εκδήλωσαν το 23ο ΝΖ Τάγμα, τμήματα του 6ου Ελληνικού Συντάγματος
Πεζικού και ένοπλοι πολίτες, πέτυχαν την ανακατάληψη του Γαλατά.
Στο μεταξύ γερμανικό απόσπασμα που είχε κινηθεί από τις 23
Μαΐου προς Κάνδανο - Παλαιόχωρα, μετά από φονικές συμπλοκές με ομάδες
ένοπλων χωρικών στο χωριό Κάνδανος, κατόρθωσε το βράδυ της 25ης Μαΐου
να καταλάβει την Παλαιόχωρα. Σε αντίποινα οι Γερμανοί πυρπόλησαν και
ισοπέδωσαν ολοσχερώς με πυρά και ανατινάξεις στις 3 Ιουνίου την Κάνδανο.
Ο Διοικητής των Δυνάμεων Κρήτης Υποστράτηγος
Φρέυμπεργκ, το βράδυ της 25ης Μαΐου διαπίστωσε ότι η κατάσταση είχε γίνει
πλέον κρίσιμη. Τους φόβους του αυτούς ανέφερε στο στρατηγείο της Μέσης
Ανατολής και στις 0930 της 26ης Μαΐου ζήτησε την έγκριση εκκενώσεως της
Κρήτης.
314

Οι Γερμανοί επιτέθηκαν από το πρωί της 26ης Μαΐου κατά των


θέσεων της 2ης ΝΖ Μεραρχίας και κατόρθωσαν μέχρι το βράδυ να καταλάβουν
το χωριό Μουρνιές, απειλώντας να υπερκεράσουν από τα νότια την κατεχόμενη
από τη Μεραρχία γραμμή. ΄Ετσι, πραγματοποιήθηκε νέα σύμπτυξη των
συμμαχικών δυνάμεων προς το χωριό Στύλος.
Στις 27 Μαΐου, 0100, κατέπλευσαν στη Σούδα βρετανικά
πολεμικά, από τα οποία αποβιβάσθηκαν δύο τάγματα Καταδρομών (Α΄ και Δ΄),
δυνάμεως περίπου 750 ανδρών. Τα τάγματα αυτά διατάχθηκαν από τον
Υποστράτηγο Ουέστον, να εγκατασταθούν σε κατάλληλες θέσεις στη Σούδα και
την ευρύτερη περιοχή, για να αποκρούσουν τις γερμανικές προσβολές, σε
περίπτωση καταρρεύσεως της άμυνας. Τα πολεμικά απέπλευσαν αφού
παρέλαβαν 930 άνδρες ανίκανους για μάχη.
Γερμανικά τμήματα του 100ού Ορεινού Συντάγματος και του
Συντάγματος Εφόδου εκτόξευσαν από το πρωί της 27ης Μαΐου σφοδρή επίθεση
και αφού ανέτρεψαν τις συμμαχικές δυνάμεις που αμύνονταν στην πόλη των
Χανίων, τις απογευματινές ώρες εισήλθαν σ΄ αυτή.
Η 5η και 19η ΝΖ Ταξιαρχίες κατόρθωσαν αρχικά να
ανακόψουν την κίνηση του 141ου Ορεινού Συντάγματος και να διατηρήσουν τις
θέσεις τους. Αργότερα όμως, λόγω της κινήσεως γερμανικών δυνάμεων στο
ακάλυπτο νότιο πλευρό τους, δυτικά των υψωμάτων της Μαλάξας,
αναγκάσθηκαν να συμπτυχθούν και τις πρωινές ώρες της 28ης Μαΐου
εγκαταστάθηκαν στο χωριό Στύλος και το Νέο Χωριό, αντίστοιχα.
Στο μεταξύ στις 1550 της 27ης Μαΐου, ο Διοικητής Δυνάμεων
Κρήτης έλαβε διαταγή του Αριστρατήγου Μέσης Ανατολής, με την οποία
εγκρινόταν η εκκένωση της. Δεν κατόρθωσε όμως να συνδεθεί με τις Φρουρές
Ρεθύμνου και Ηρακλείου για να τις ενημερώσει σχετικά. ΄Ετσι η Φρουρά
Ηρακλείου ενημερώθηκε απευθείας από το στρατηγείο Μέσης Ανατολής, ενώ η
Φρουρά Ρεθύμνου δεν ειδοποιήθηκε και αγνοούσε την έναρξη εκκενώσεως.
(2) Τομέας Ρεθύμνου (Σχεδ. 59)
Οι ελληνοβρετανικές δυνάμεις στις 25 Μαΐου επιτέθηκαν κατά
των Γερμανών που είχαν εγκατασταθεί στο χωριό Σταυρωμένος, χωρίς όμως και
πάλι να σημειώσουν επιτυχία. Ενώ την επόμενη ημέρα, επίθεση που
εκτοξεύθηκε από τμήματα του 5ου Ελληνικού Συντάγματος Πεζικού, σε
συνδυασμό με τμήμα Αυστραλών και ένα άρμα μάχης, πέτυχε την
ανακατάληψη του χωριού. Πολλοί Γερμανοί συνελήφθησαν αιχμάλωτοι και
κυριεύθηκαν σημαντικές ποσότητες υλικού.
(3) Τομέας Ηρακλείου (Σχεδ. 60)
Οι γερμανικές δυνάμεις δυτικά της πόλεως προσπάθησαν, στις
25 Μαΐου, με επιθέσεις τους να καταλάβουν το Ηράκλειο, χωρίς αποτέλεσμα.
Βρετανικό τάγμα, που κινήθηκε από τις 23 Μαΐου από το Τυμπάκι για να
ενισχύσει τις δυνάμεις που μάχονταν στο Ηράκλειο, μετά από αλεπάλληλες
315

σκληρές συγκρούσεις με γερμανικά τμήματα, κατόρθωσε να εισέλθει στην


αμυντική περίμετρο της πόλεως στις 25 Μαΐου και να εγκατασταθεί στις θέσεις
του Τάγματος Λέστερ.
Γερμανικές δυνάμεις κινήθηκαν το πρωί της 26ης Μαΐου από τη
δυτική πλευρά του Ηρακλείου προς τα ανατολικά, παρακάμπτοντας τις
ελληνικές αντιστάσεις νότια της πόλεως και στις 0700 κατέλαβαν το Λόφο
Προφήτης Ηλίας, αφού ανέτρεψαν το αμυνόμενο εκεί μικρό αυστραλιανό
τμήμα. Αντεπίθεση από τμήματα του 7ου Ελληνικού Συντάγματος για την
ανακατάληψη του Λόφου απέτυχε. Με την επιτυχία τους αυτή οι Γερμανοί
εξασφάλισαν το σύνδεσμο των δυνάμεων τους και άρχισαν να ετοιμάζονται για
να επιτεθούν κατά του αεροδρομίου.
Ο Διοικητής του Τομέα Ηρακλείου, αν και έλαβε τη διαταγή
του Στρατηγείου Μέσης Ανατολής για την εκκένωση της νήσου το απόγευμα
της 27ης Μαΐου, δεν την κοινοποίησε στα τμήματά του. Αντίθετα διέταξε την
εκτέλεση επιθετικών ενεργειών, όπου κρινόταν απαραίτητο για τη βελτίωση
των θέσεων των μονάδων. Εξάλλου οι γερμανικές δυνάμεις, στις 27 Μαΐου,
συνέχισαν τις προπαρασκευές τους για την τελική επίθεση κατά του
αεροδρομίου, μετά μάλιστα την ενίσχυσή τους με ένα τάγμα ακόμη, που
αποβιβάσθηκε με αεροπλάνα στο χωριό Γούρνες.

ζ. Κατάρρευση της Άμυνας και Εκκένωσης της Νήσου (28 Μαΐου-1


Ιουνίου 1941)

(1) Τομείς Μάλεμε - Αγυιάς και Χανίων - Σούδας (Σχεδ. 57, 58)
Τις πρωινές ώρες της 28ης Μαΐου, ο Διοικητής των Δυνάμεων
Κρήτης κοινοποίησε το σχέδιο εκκενώσεως, το οποίο προέβλεπε αποχώρηση
του όγκου των δυνάμεων, από τις ακτές της περιοχής των Σφακίων, με τον
παρακάτω ρυθμό:
- Τη νύκτα 28/29 Μαΐου: 1.000 άνδρες
- Τη νύκτα 29/30 Μαΐου: 6.000 άνδρες
- Τη νύκτα 30/31 Μαΐου: 3.000 άνδρες
- Τη νύκτα31 Μαΐου/1 Ιουνίου: 3.000 άνδρες
Υπεύθυνος για το συντονισμό της εκκενώσεως ορίσθηκε ο
Υποστράτηγος Ουέστον, ο οποίος το απόγευμα της ίδιας ημέρας εξέδωσε τις
αναγκαίες οδηγίες του.
Στο μεταξύ, το πρωί της 29ης Μαΐου, ο Υποστράτηγος Ρίνγκελ,
εξακολουθώντας να αγνοεί τη σύμπτυξη των βρετανικών δυνάμεων προς τα
νότια, συνέχισε την κίνηση των δυνάμεών του προς το Ρέθυμνο. Ταυτόχρονα,
τμήματα του 100ού Ορεινού Συντάγματος κινήθηκαν προς τα Σφακιά και
έλαβαν επαφή με το 23ο ΝΖ Τάγμα στο Αμυγδαλοχώρι τις απογευματινές ώρες.
Το Τάγμα αυτό, συμπτύχθηκε από τις 2100 και αμέσως μετά η 4η ΝΖ
316

Ταξιαρχία, αποκαλύπτοντας έτσι την αμυντική τοποθεσία της 19ης


Αυστραλιανής Ταξιαρχίας και του προωθημένου βόρεια του χωριού ΄Ιμβρος
ταχυκίνητου αποσπάσματος. Η 5η ΝΖ Ταξιαρχία συγκεντρώθηκε στην ακτή το
πρωί της 30ής Μαΐου.
Τη νύκτα 30/31 Μαΐου κατέπλευσαν στα Σφακιά μόνο 2
αντιτορπιλικά από τα 4 που είχαν ξεκινήσει. Σ΄ αυτά επιβιβάσθηκαν 1.500
άνδρες περίπου από τις 4η και 5η ΝΖ Ταξιαρχίες και απέπλευσαν στις 0300 της
31ης Μαΐου. Με αερακάτους (υδροπλάνα) αναχώρησαν επίσης για την Αίγυπτο
οι εκπρόσωποι της Ελληνικής Κυβερνήσεως (1) και ο Διοικητής των Δυνάμεων
Κρήτης Υποστράτηγος Φρέυμπεργκ, ο οποίος πριν αναχωρήσει ανέθεσε τη
διοίκηση όλων των δυνάμεων Κρήτης στον Υποστράτηγο Ουέστον.
(2) Τομέας Ρεθύμνου - Γεωργιουπόλεως (Σχεδ. 59)
Βρετανική επίθεση στις 28 Μαΐου κατά των Γερμανών στο
χωριό Περιβόλια δεν σημείωσε επιτυχία. Το βράδυ της ίδιας ημέρας βρετανικά
αεροπλάνα, που προέρχονταν από την Αίγυπτο, έκαναν ρίψεις εφοδίων.
Στο μεταξύ η Διοίκηση του Συγκροτήματος Ρεθύμνου
πληροφορήθηκε την κατάρρευση της άμυνας του Τομέα Χανίων και για να
αποφύγει τον παραπέρα άσκοπο αποφάσισε να συνθηκολογήσει.
Το βράδυ της 29ης Μαΐου εισήλθε στην πόλη γερμανικό
μηχανοκίνητο απόσπασμα, υπό το Διοικητή του 95ου Τάγματος
Μοτοσυκλετιστών Ταγματάρχη Βίτμαν, το οποίο και την κατέλαβε χωρίς να
συναντήσει αντίσταση. Από τους άντρες των ελληνικών μονάδων, άλλοι
παραδόθηκαν και άλλοι κατέφυγαν στα ορεινά χωριά, με σκοπό να συνεχίσουν
τον αγώνα. Το ίδιο έπραξαν την επομένη (30 Μαΐου) και οι Αυστραλοί, που
υπερασπίζονταν το αεροδρόμιο Ρεθύμνου.
(3) Τομέας Ηρακλείου (Σχεδ. 60)
Στο Ηράκλειο, το πρωί της 28ης Μαΐου, σε συγκέντρωση των
διοικητών μονάδων, ο Ταξίαρχος Τσάπελ κοινοποίησε τη διαταγή για εκκένωση
από το λιμάνι Ηρακλείου. Σ' αυτή δεν είχαν κληθεί οι Έλληνες, που έμειναν
απληροφόρητοι μέχρι το τέλος της επιχειρήσεως.
Με το τελευταίο φως της ίδιας ημέρας άρχισε η κίνηση των
τμημάτων προς το λιμάνι. Στις 2230 κατέπλευσαν 2 καταδρομικά και 6
αντιτορπιλικά, στα οποία επιβιβάσθηκαν τα βρετανικά στρατεύματα και στις
0300 της 29ης Μαΐου απέπλευσαν για την Αίγυπτο, χωρίς να γίνουν αντιληπτοί
από τους Γερμανούς.
Οι Γερμανοί, όταν διαπίστωσαν το πρωί της 29ης Μαΐου την
αποχώρηση των Βρετανών, κινήθηκαν αμέσως και κατέλαβαν χωρίς αγώνα την
πόλη και το αεροδρόμιο. Από τα ελληνικά τμήματα, όσοι κατάγονταν από την

(1)Ο Βασιλιάς Γεώργιος και ο Πρωθυπουργός Εμμ. Τσουδερός, μετά από προτροπή
των Βρετανών, είχαν αναχωρήσει για την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου τη νύκτα 22/23
Μαΐου από τον όρμο Αγία Ρουμέλη, με βρετανικό αντιτορπιλικό.
317

Κρήτη αναχώρησαν για τα χωριά τους, ενώ οι υπόλοιποι συνελήφθησαν


αιχμάλωτοι και οδηγήθηκαν στα στρατόπεδα αιχμαλώτων του Μάλεμε και
Χανίων.
Οι άντρες, που διέφυγαν στα χωριά, σχημάτισαν αργότερα σε
όλη την Κρήτη τμήματα αντιστάσεως, τα οποία με τον αγώνα τους κατά των
κατακτητών λάμπρυναν την ελληνική ιστορία και βοήθησαν το συμμαχικό
αγώνα.

6. Αποτελέσματα

α. Ο αγώνας στη μάχη της Κρήτης κράτησε 10 ημέρες. Οι γερμανικές


δυνάμεις επικράτησαν παρά τη γενναιότητα με την οποία πολέμησαν οι
βρετανοελληνικές δυνάμεις του νησιού και την πεισματώδη αντίσταση του
ηρωικού Κρητικού λαού, του οποίου το θάρρος, η τόλμη, η γενναιότητα και το
πνεύμα αυτοθυσίας υπήρξαν ανυπέρβλητα και προκάλεσαν το θαυμασμό τόσο
των Ελλήνων, όσο και όλων των Συμμάχων.

β. Το τίμημα όμως της γερμανικής νίκης ήταν τόσο σοβαρό, ώστε όχι
μόνο ανέβαλαν οι Γερμανοί για αόριστο χρονικό διάστημα την παρόμοια
αεραποβατική επιχείρηση για την κατάληψη της Μάλτας, που είχε σχεδιασθεί
να γίνει τον ίδιο χρόνο, αλλά δεν ξανατόλμησαν παρόμοια ενέργεια σε όλο το
υπόλοιπο χρονικό διάστημα του πολέμου. Κατά τον αντιπτέραρχο Στούντεντ
Διοικητή του ΧΙ Αεροπορικού Σώματος: " Η Κρήτη υπήρξε ο τάφος των
Γερμανών Αλεξιπτωτιστών ".

γ. Οι απώλειες και από τις δύο πλευρές υπήρξαν πολύ σοβαρές και ήταν
οι εξής :
(1) Ελλήνων. Νεκροί εξακριβωμένοι 336, από τους οποίους 44
Αξιωματικοί και Ευέλπιδες. ΄Ομως ο ακριβής αριθμός στρατιωτικών και
ενόπλων Κρητικών είναι άγνωστος. ΄Οπως επίσης μεγάλος είναι ο αριθμός
τραυματιών και αιχμαλώτων.
(2) Βρετανών. Νεκροί 1.742, τραυματίες 1.737 και αιχμάλωτοι
11.835. Επίσης βυθίσθηκαν 2 καταδρομικά, 6 αντιτορπιλικά και χάθηκαν πάνω
από 200 αξιωματικοί και ναύτες.
(3) Γερμανών. Νεκροί 1.990, αγνοούμενοι 1.995 και πάνω από
2.600 τραυματίες. Συνολικά, οι απώλειες του επίλεκτου σώματος των Γερμανών
αλεξιπτωτιστών ξεπέρασαν τους 8.000 άνδρες. Ακόμη 220 αεροσκάφη
καταστράφηκαν τελείως και 150 περίπου έπαθαν σοβαρές ζημιές.
318

7. Διαπιστώσεις - Συμπεράσματα

α. Η αιματηρή για τους Γερμανούς κατάληψη της Κρήτης, κατά μεγάλο


μέρος οφείλεται στις παρακάτω αδυναμίες της γερμανικής υπηρεσίας
πληροφοριών :
(1) Στην υποτίμηση της δυνάμεως των αμυνομένων και στην
άγνοια διατάξεως αυτών, με αποτέλεσμα πολλές Μονάδες Αξεξιπτωτιστών να
ριφθούν κοντά ή πάνω στις αμυντικές θέσεις και να εξοντωθούν.
(2) Στις εσφαλμένες εκτιμήσεις για τη στάση του γενναίου
Κρητικού λαού έναντι των επιτιθεμένων και την απόφασή του να αγωνισθεί με
όλα τα μέσα για την ελευθερία του.

β. Ανεξάρτητα όμως από τα παραπάνω, πρέπει να αναγνωρισθεί στους


Γερμανούς :
(1) Η ευκαμψία και η ετοιμότητα την οποία επέδειξε η Ανώτατη
Γερμανική Διοίκηση, για την επανόρθωση της καταστάσεως, όταν αντιλήφθηκε
τη διαταραχή της εφαρμογής του Σχεδίου.
(2) Η αποφασιστικότητα και η επιμονή των ηγητόρων για την
εκπλήρωση της αποστολής τους, όπως και η γενναιότητα με την οποία
πολέμησαν τα στρατεύματα παρά τις βαριές τους απώλειες.

γ. Οι Βρετανικές Μονάδες πολέμησαν γενναία, αν και ο εξοπλισμός τους


ήταν ελλιπής, το Στρατηγείο όμως της Μέσης Ανατολής, άφησε να περάσει
πολύτιμος χρόνος (μηνών), από τότε που οι Βρετανοί ανέλαβαν την ευθύνη
ασφαλείας της Κρήτης, χωρίς να προβεί στις απαραίτητες ενέργειες για την
ισχυροποίηση της άμυνας του νησιού.

δ. Γενναία, επίσης, υπήρξε και η απόδοση των Ελληνικών Μονάδων και


των ένοπλων και άοπλων Κρητικών, εναντίον των γερμανικών τμημάτων που
ήταν άρτια εξοπλισμένα και συνεχώς υποστηρίζονταν από την αεροπορία τους
και τους αλεξιπτωτιστές(1) .

ε. Τέλος, η πρωτοβουλία στην κρίσιμη περιοχή του Α/Δ Μάλεμε και του
υψ. 107 και ιδιαίτερα τη Ν 20/21 Μαΐου, αφέθηκε στα χέρια των Γερμανών,
ενώ οι εφεδρικές δυνάμεις των αμυνομένων παρέμειναν αχρησιμοποίητες ή
διατέθηκαν άσκοπα και άκαιρα.

στ. Η Μάχη της Κρήτης υπήρξε καθοριστική κατά το Β' ΠΠ, γιατί χάρη
στην ηρωική αντίσταση των γενναίων Συμμάχων, των Ελληνικών τμημάτων και
(1)"Ουρανίτες" ονόμασε τους αλεξιπτωτιστές ο απλός Κρητικός λαός, γιατί η λέξη
αλεξιπτωτιστής του ήταν άγνωστη.
319

των ένοπλων και άοπλων Κρητικών, προξένησε καθυστέρηση έξι εβδομάδων


την υλοποίηση του Σχεδίου "Μπαρμπαρόσα" προς εισβολή και κατάληψη της
Σοβιετικής Ενώσεως, από το Γ΄Ράιχ.

ζ. Επίσης, ματαίωσε το Σχέδιο "Ιζαμπέλλα" το οποίο προέβλεπε την


κατάληψη του Γιβραλτάρ με αλεξιπτωτιστές και στη συνέχεια την αεραπόβαση
των Γερμανών στη Μάλτα και Κύπρο, όπου οι Βρετανοί διατηρούσαν βάσεις,
γιατί ο ίδιος ο Χίτλερ έδωσε εντολή να διαλυθεί το Σώμα των Αλεξιπτωτιστών,
μετά τη μάχη της Κρήτης.

η. ΄Οπως αποδεικνύεται από διάφορα έγγραφα αλλά και τηλεγραφήματα


του τότε Γερμανού ΥΠΕΞ Φον Ρίμπετροπ, προς τον Πρέσβη Ετέν στην
Τεχεράνη, οι Γερμανοί, λόγω της απρόβλεπτης γι΄αυτούς εξελίξεως της μάχης
της Κρήτης, δεν κατόρθωσαν να ενισχύσουν έγκαιρα το φιλογερμανικό
πραξικόπημα στη Βαγδάτη με αποτέλεσμα οι Βρετανοί να βρουν την ευκαιρία
να κυριαρχήσουν πάλι στο Ιράκ, τα εδάφη του οποίου ο Χίτλερ είχε την
πρόθεση να χρησιμοποιήσει ως βάση των δυνάμεών του κατά των Βρετανών σε
διάφορα στηρίγματά του στην Εγγύς και Μέση Ανατολή.

θ. Τέλος, η μάχη της Κρήτης αποτελεί κλασική περίπτωση παλλαϊκής


άμυνας, όπου ο γενναίος Κρητικός λαός, αψηφώντας την τρομερή ισχύ του
αντιπάλου, την έλλειψη οπλισμού και πυρομαχικών και την ατελή οργάνωσή
του, πολεμώντας για τα ιδανικά της Πατρίδας, της Ελευθερίας και της
Δημοκρατίας με νύχια και με δόντια, στάθηκε όρθιος και δεν υπέκυψε στο
βάρβαρο κατακτητή, αποδεικνύοντας για μια ακόμη φορά ότι "οι ΄Ελληνες
γνωρίζουν να φυλάσσουν Θερμοπύλες".
Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΕΛ ΑΛΑΜΕΪΝ
(23 Οκτωβρίου - 5 Νοεμβρίου 1942)

1. Εισαγωγή

Η μάχη του Ελ Αλαμέιν που έγινε στη Βόρεια Αφρική μεταξύ των
συμμαχικών και των γερμανοϊταλικών δυνάμεων, στην οποία συμμετείχαν και
ελληνικές δυνάμεις με την 1η Ταξιαρχία υπό το Συνταγματάρχη Παυσανία
Κατσώτα, αποτελεί μια ιστορική καμπή κατά την οποία η πλάστιγγα στο θέατρο
επιχειρήσεων της Β. Αφρικής, έκλινε οριστικά υπέρ των Συμμάχων, οι οποίοι
απέκτησαν πια την πρωτοβουλία των ενεργειών.
Το έτος 1942 υπήρξε για τους Συμμάχους εξαιρετικά κρίσιμο. Συνέβησαν
σπουδαία γεγονότα σε όλα τα μέτωπα και οι προσπάθειες των Γερμανών για να
εξασφαλίσουν τη νίκη είχαν φθάσει στο κατακόρυφο.
Οι γερμανικές δυνάμεις οι οποίες είχαν εισβάλλει στη Ρωσία ξεχύνονταν
στο βόρειο Καύκασο και πίεζαν ισχυρά τις Ρωσικές Στρατιές των άλλων
μετώπων. Την ίδια εποχή η 8η Βρετανική Στρατιά στη Β. Αφρική είχε υποστεί
βαριά ήττα στη Δυτική Έρημο, ενώ στη Συρία η κατάσταση παρουσιαζόταν
ανώμαλη λόγω της συγκρούσεως με τα γαλλικά στρατεύματα που
ακολουθούσαν την πολιτική της Γαλλικής Κυβερνήσεως του Βισσύ. Το Ιράκ
είχε επαναστατήσει και ήταν πιθανή γερμανική απειλή στην περιοχή από την
πλευρά της Τουρκίας που ακόμη αμφιταλαντευόταν (Σχεδ. 63).

α. Συγκρότηση Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων στη Μέση Ανατολή.

Τον Ιούνιο του 1941 ιδρύθηκε στο Κάιρο, το Αρχηγείο Βασιλικού


Ελληνικού Στρατού Μέσης Ανατολής (ΑΒΕΣΜΑ). Τον πρώτο πυρήνα
αποτέλεσε η "Φάλαγγα των Ελλήνων της Αιγύπτου" (ΦΕΑ), που είχε
συγκροτηθεί από εθελοντές της πολυάριθμης ελληνικής παροικίας στην Αίγυπτο
για να υποβοηθήσει τον Ελληνικό αγώνα. Τη ΦΕΑ αποτελούσαν 1Τάγμα
Πεζικού, με την επωνυμία "Δωδεκανησιακό Τάγμα", "τιμής ένεκεν" για τα
αλύτρωτα Δωδεκάνησα και άλλα μικρότερα τμήματα.
Με την άφιξη στην Αίγυπτο και της Ταξιαρχίας Έβρου, αποφασίσθηκε
η αναδιοργάνωση των στρατιωτικών τμημάτων. Έτσι, με την έγκριση των
αγγλικών αρχών, που ανέλαβαν τον εξοπλισμό και τη χορήγηση υλικού στις
ελληνικές μονάδες άρχισε η συγκρότηση: μίας Ταξιαρχίας (1ης Ελληνικής
Ταξιαρχίας) και μονάδων ΠΒ (1ο Σύνταγμα Πεδινού Πυροβολικού) .
Παράλληλα, στο ίδιο διάστημα ολοκληρώθηκε η οργάνωση όλων των
υπηρεσιών του Στρατού και των στρατιωτικών Φρουραρχείων σε διάφορες
πόλεις της Αιγύπτου, Συρίας, Λιβάνου και Παλαιστίνης. Αργότερα,
συγκροτήθηκε το Γενικό Κέντρο Εκπαιδεύσεως και Σχολών (ΓΚΕΣ) για την
υποδοχή και εκπαίδευση των ανδρών από την Ελλάδα και των στρατεύσιμων
Αιγυπτιωτών.
Το Μάρτιο του 1942, η Ελληνική Κυβέρνηση, αποφάσισε, για την
αποτελεσματικότερη άσκηση της διοικήσεως, την ίδρυση ΥΕΘΑ. Μετά από
αυτό διαλύθηκε το ΑΒΕΣΜΑ και συστάθηκε το ΓΕΣ (1) και η ΕΠΣ(2) . Στο
μεταξύ, συνεχιζόταν η άφιξη στη Μέση Ανατολή μεγάλου αριθμού στελεχών
και οπλιτών από την κατεχόμενη Ελλάδα, αν και η ενέργεια αυτή ήταν πολύ
ριψοκίνδυνη, γιατί η διαφυγή τους γινόταν διαμέσου των αυστηρά
επιτηρούμενων νησιών του Αιγαίου και των αφιλόξενων τουρκικών ακτών.

β. Συγκρότηση της 1ης Ελληνικής Ταξιαρχίας.

Η πρώτη Ελληνική Ταξιαρχία συγκροτήθηκε στη Τζενέιφα της


Αιγύπτου στις 23 Ιουνίου 1941 και στη συνέχεια μεταφέρθηκε και
εκπαιδεύθηκε στο Ρας Μπάαλμπεκ της Συρίας. Το πρώτο πενθήμερο του
Αυγούστου 1942, μεταστάθμευσε δυτικά της Αλεξάνδρειας, στη νότια όχθη της
λίμνης Μαριούτ και τέθηκε υπό τις διαταγές του Στρατηγείου των Δυνάμεων
Άμυνας του Δέλτα.
Η οργάνωση και η σύνθεση της 1ης Ελληνικής Ταξιαρχίας ήταν η
παρακάτω:
(1) Διοίκηση και Επιτελείο δυνάμεως 27 αξιωματικών και 104
οπλιτών.
(2) Τρία Τ.ΠΖ δυνάμεως 2.770 αξιωματικών και οπλιτών
συνολικά.
(3) Ένα Σ.Π.ΠΒ. δυνάμεως 868 αξιωματικών και οπλιτών.
(4) Τμήματα υποστηρίξεως Μάχης και ΔΜ δυνάμεως 1.702
αξιωματικών και οπλιτών συνολικά.
Η συνολική δύναμη της Ταξιαρχίας ήταν 316 αξιωματικοί και 5.155
οπλίτες. Η συμμετοχή της στις επιχειρήσεις της Βόρειας Αφρικής, αποτέλεσε
Εθνική Στρατηγική της Ελληνικής Κυβερνήσεως και της Στρατιωτικής Ηγεσίας.
Οι λόγοι ήταν φανεροί, γιατί με αυτόν τον τρόπο θα δινόταν συνέχεια στην
αίγλη του νικηφόρου αγώνα στα βουνά της Β.Ηπείρου, στα οχυρά της
Μακεδονίας - Θράκης και στην Κρήτη.
Την εποχή εκείνη, η αρχηγία των Συμμαχικών Δυνάμεων Μέσης
Ανατολής (πλην εκείνων της Περσίας και του Ιράκ) ανατέθηκε στο Στρατηγό
Αλεξάντερ, και της 8ης Στρατιάς στο Στρατηγό Μοντγκόμερυ, ενώ η αρχηγία
των γερμανοϊταλικών δυνάμεων στο Στρατάρχη Ρόμμελ.

(1) Γενικό Επιτελείο Στρατού (ΓΕΣ).


(2) Επιθεώρηση Στρατού (ΕΠΣ).
323

2. Περιγραφή του Πεδίου της Μάχης

Η Δυτική Έρημος της Αιγύπτου είναι απέραντη και σε όλη σχεδόν την
έκτασή της βατή σε τροχό εκτός από την περιοχή μεταξύ των 27ου και 29ου
Μεσημβρινών, όπου η βατή αυτή ζώνη περιορίζεται από τη θάλασσα μέχρι την
κατάπτωση της Κατάρας, που βρίσκεται νότια της.
Έτσι, λοιπόν, η τοποθεσία Ελ Αλαμέιν εκτείνεται μεταξύ θάλασσας στο
Βορρά και του κοιλώματος της Κατάρας Ντεπρέσιο, στο Νότο. Έχει
ανάπτυγμα περίπου 60 χλμ., βάθος 5-10χλμ. και προσφέρεται για βραχεία
άμυνα, εξαιτίας των εκτεινόμενων νότια της Κατάρας χαμηλών αμμολόφων,
που εμποδίζουν τη διέλευση οχημάτων και δεν επιτρέπουν την υπερκέρασή
τους. Προς Βορρά, στηρίζεται στην ομώνυμη πολίχνη του Ελ Αλαμέιν στην
παραλιακή αμαξιτή και σιδηροδρομική γραμμή Αλεξάνδρεια - Βεγγάζη, και
προς Νότο, στο ύψωμα Ελ Τάγκο κοντά στο κοίλωμα της Κατάρας. Το κοίλωμα
αυτό σχηματίζεται στην κοίτη παλιάς εσωτερικής θάλασσας και απλώνεται από
την όαση Σίβα στην Αιγυπτιακή μεθόριο προς τη Λιβύη, σε ένα σημείο που
απέχει 250 χλμ. βορειοδυτικά του Καΐρου και 140 χλμ. νοτιοδυτικά της
Αλεξάνδρειας. Οι βόρειες καταπτώσεις του κοιλώματος είναι απόκρημνες και
βραχώδεις, ενώ η κοίτη του αποτελείται από κινητή άμμο και αλμυρά έλη, που
το καθιστούν πρακτικά αδιάβατο ακόμα και σε καμήλες. Η μόνη οδός που
οδηγεί από την όαση Σίβα προς την πεδιάδα του Νείλου, είναι μεγάλη σε μήκος
και μπορεί να διαφυλαχθεί εύκολα από κάθε προσβολή. Άλλα εδάφη τακτικής
σημασίας από τα βόρεια προς τα νότια είναι οι αμμόλοφοι Τελ Ελ Εϊσά, Τελ Ελ
Μάκχαντ Μιτερίγια, Ντέιρ Ελ Σέιν, Ρουβέιζατ, Αλάμ Ναγίλ, Ντέιρ Αγκάρ,
Ντέιρ Μουνασίμπ, Κούαρετ Ελ Αμπντ που είχαν οργανωθεί από τους
Συμμάχους ως αμυντικά στηρίγματα, αλλά το πρώτο καταλήφθηκε από τους
Γερμανούς με την προέλαση τους την 1η Ιουνίου 1942 και το δεύτερο μαζί με
το ύψωμα Ελ Τάγκα, εγκαταλείφθηκαν από τους Άγγλους ως προωθημένα και
απομονωμένα (Σχεδ. 64).
Λόγω της εδαφολογικής διαμορφώσεως, στρατιωτικές δυνάμεις που
προελαύνουν από τη Λιβύη προς την Αίγυπτο εισέρχονται από το ύψος της
Μάρσα Ματρούχ σε μία χοάνη με άνοιγμα 120 χλμ. περίπου, οι πλευρές της
οποίας συγκλίνουν διαρκώς και σχηματίζουν το λαιμό της στο ύψος του Ελ
Αλαμέιν. Η ύπαρξη του λαιμού αυτού έσωσε τη Μέση Ανατολή τον Ιούνιο του
1942, γιατί σε αυτόν οι Σύμμαχοι αναχαίτισαν το Ρόμμελ.
Η γραμμή την οποία κατείχαν οι Σύμμαχοι την παραμονή της μάχης του
Ελ Αλαμέιν, άρχιζε από την ελώδη ακτή της Μεσογείου και από τις παρυφές
των λόφων Εϊσά και Μακχάντ, στρεφόταν νοτιοανατολικά περνώντας από το
λόφο Ρουβέιζατ, τη δυτική παρυφή του οποίου κατείχαν οι Γερμανοί. Στη
συνέχεια ακολουθούσε νοτιοδυτική κατεύθυνση μέχρι το ύψωμα Ναγίλ από
324

όπου στρεφόταν αρχικά προς τα ανατολικά και μετά προς τα νότια και διαμέσου
της ανατολικής παρυφής του υψώματος Μουνασίμπ, κατέληγε στις ανατολικές
παρυφές του Χιμέιματ. Η 1η Ελληνική Ταξιαρχία είχε εγκατασταθεί αμυντικά
στο νότιο ήμισυ της δυτικής πλευράς της περίκλειστης τοποθεσίας του Αλάμ
Ναγίλ. Προς Βορρά συνδεόταν με την 4η Ινδική Μεραρχία και νοτιοανατολικά
με την 151 Βρετανική Ταξιαρχία.

3. Γενική Κατάσταση, Δυνάμεις και Διάταξη Αντιπάλων

α. Δυνάμεις Συμμάχων

Οι σύμμαχοι διέθεταν στο τέλος του δεύτερου δεκαημέρου του


Οκτωβρίου του 1942 στην τοποθεσία την 8η Βρετανική Στρατιά με το Στρατηγό
Μοντγκόμερυ, με την παρακάτω διάταξη (Σχεδ. 64, 65, 66):
(1) Στο βόρειο Τομέα το 30ό Σώμα Στρατού με τις Μεραρχίες του
διατεταγμένες από την ακτή και προς το Νότο και μέχρι το λόφο Ρουβέιζατ
(ΝΑΙ) με την εξής σειρά:
(α) 9η Αυστραλιανή ΜΠΖ
(β) 51η Σκωτική ΜΠΖ
(γ) 2η Νεοζηλανδική ΜΠΖ
(δ) 1η Νοτιοαφρικανική ΜΠΖ
(ε) 4η Ινδική ΜΠΖ (του 10ου ΣΣ,Υ.Δ. του 30ού ΣΣ)
(2) Στο Νότιο Τομέα το 13ο ΣΣ με τις Μεραρχίες του
διατεταγμένες από το λόφο Ρουβέιζατ (ΟΧΙ) και νότια μέχρι δυτικά του λόφου
Χιμέιματ -αρχή ατραπού Μπάρελ Τρακ (ΝΑΙ) με την εξής σειρά:
(α) 50ή Βρετανική ΜΠΖ (όπου υπαγόταν και η 1η Ελληνική
Ταξιαρχία).
(β) 44η " ΜΠΖ
(γ) Ταξιαρχία Γάλλων Εθελοντών
(3) Ως εφεδρείες διατέθηκαν:
Στο Βόρειο Τομέα το 10ο ΣΣ με τις 1η και 10η Τ/ΘΜ.
Στο Νότιο Τομέα η 7η Τ/ΘΜ (ΥΔ του 13ου ΣΣ).
Όλες οι παραπάνω δυνάμεις των Συμμάχων ήταν αξιόμαχες και
υποστηρίζονταν από 1.200 περίπου πυροβόλα. Ο συνολικός αριθμός των
αρμάτων υπερέβαινε τα 1.100 και η αεροπορία είχε κυριαρχία στον αέρα.
Οι Βρετανοί επίσης εξασφάλιζαν την άμυνα της περιοχής του Δέλτα
του Νείλου, με τις ΜΜΜ της Ομάδας Αμύνης Σουδάν και την 8η ΤΘΜ.
Η συγκρότηση της 1ης Ελληνικής Ταξιαρχίας στη μάχη ήταν η
παρακάτω (Σχεδ. 67, 68, 69, 70):
Διοίκηση - Επιτελείο - ΛΣ - τρία ΤΠΖ - ΣΠΠΒ - Ίλη Τ/Θ
Αυτοκινήτων - Λόχος Πολυβόλων - ΛΜΧ - Λόχος Μεταφορών - Λόχος
325

Εφορείας - Χειρουργείο Εκστρατείας - Απόσπασμα ΔΒ - Απόσπασμα ΣΝ -


Διμοιρία Προστασίας - Ομάδα Ασφαλείας - Συνεργείο Επισκευών. Συνολική
δύναμη Ταξιαρχίας 316 αξιωματικοί και 5.155 οπλίτες.
Το πρώτο πενθήμερο του Αυγούστου του 1942, το Συμμαχικό
Στρατηγείο Δυνάμεως Μέσης Ανατολής (ΣΣΔΜΑ) αποφάσισε, μετά από
συνεχείς ενοχλήσεις της Ελληνικής Κυβερνήσεως του Καΐρου, τη μεταφορά της
καλά εκπαιδευμένης και οργανωμένης 1ης Ελληνικής Ταξιαρχίας από την
περιοχή της Συρίας στην περιοχή της λίμνης Μαριούτ, δυτικά της
Αλεξάνδρειας. Η μεταφορά ολοκληρώθηκε στις 20 Αυγούστου. Από τις 21
Αυγούστου η Ταξιαρχία υπάγεται στην 50ή Βρετανική ΜΠΖ για την άμυνα της
βόρειας περιοχής του Δέλτα του Νείλου.
Μετά από έγκριση του Άγγλου πρωθυπουργού Τσώρτσιλ να
χρησιμοποιηθεί η Ταξιαρχία στην πρώτη γραμμή του μετώπου, μεταφέρθηκε
στις 9 Σεπτεμβρίου στο νότιο τομέα του μετώπου, στην περιοχή του υψώματος
Αλάμ Ναγίλ και τέθηκε υπό τις διαταγές της 44ης Βρετανικής ΜΠΖ.
Αργότερα μετακινείται και από τις 12 Οκτωβρίου 1942 τίθεται και
πάλι υπό τις διαταγές της 50ής Βρετανικής ΜΠΖ, η οποία αντικατέστησε την
44η ΜΠΖ.

β. Δυνάμεις του Άξονα

Οι Ιταλογερμανοί διέθεταν στην τοποθεσία τις δυνάμεις της βόρειας


Αφρικής (υπό τη διοίκηση τυπικά του Μουσολίνι με τον Ιταλό Στρατηγό
Μπάστικα και ουσιαστικά με το γερμανό Στρατάρχη Ρόμμελ) με την παρακάτω
διάταξη (Σχεδ. 64, 65, 66):
(1) Στο Βόρειο Τομέα το ΧΧΙΣΣ με τις Μεραρχίες του
διατεταγμένες από την ακτή και νότια μέχρι τα σημεία στηρίγματος του λόφου
Ντέιρ Ελ Σέιν (ΝΑΙ) με την εξής σειρά:
(α) Το Βόρειο Συγκρότημα (δύο Γερμανικά τάγματα αλε-
ξιπτωτιστών Ράμκε και Βερσαλιέροι).
(β) Την 164η Γερμανική Ελαφρά ΜΠΖ (του Άφρικα Κορπ).
(γ) Την 102η Ιταλική ΜΠΖ Τρέντε.
(δ) Την 25η Ιταλική ΜΠΖ Μπολόνια.
(2) Στο Νότιο Τομέα το ΧΣΣ με τις Μονάδες του διαταγμένες από
το λόφο Ντέιρ Ελ Σέιν (ΟΧΙ) μέχρι το λόφο Χιμέιματ (ΝΑΙ) και του
κοιλώματος Κατάρα με την εξής σειρά:
(α) Ένα Γερμανικό ΤΑΛ (Ράμκε)
(β) Την 27η Ιταλική ΜΠΖ Μπρέσσια.
(γ) Ένα Γερμανικό ΤΑΛ (Ράμκε).
(δ) Την 195η Ιταλική ΜΠΖ Φολγκόρε.
(ε) Τη 17η Ιταλική ΜΠΖ Πάβια.
326

(στ) Ένα Γερμανικό ΣΠΖ (προφανώς Ομάδα SS 288).


(3) Ως Εφεδρείες διατέθηκαν:
(α) Η Ομάδα Τ/Θ του Βόρειου Τομέα αποτελούμενη από:
(1) Τη 15η Γερμανική Τ/Θ Μεραρχία του Άφρικα
Κορπ.
(2) Τη 133η Ιταλική Τ/Θ Μεραρχία Λιπόριο (του
ΧΧΣΣ ΥΔ του Βόρειου Τομέα).
(3) Την 90ή Γερμανική Τ/Θ Μεραρχία στη Γκαζάλα.
(4) Την 101η Ιταλική Τ/Θ Μεραρχία Τριέστι στην Ελ
Ντάμπα.
(β) Η Ομάδα Τ/Θ του Νοτίου Τομέα που τον αποτελούσαν:
(1) Η 21η Γερμανική Τ/Θ Μεραρχία του Άφρικα
Κορπ.
(2) Η 132η Ιταλική Τ/Θ Μεραρχία Αριέτε (του
ΧΧΣΣ ΥΔ του Νότιου Τομέα).
Όλες οι παραπάνω δυνάμεις των Ιταλών και Γερμανών (λόγω
περιορισμένης συνθέσεως σε προσωπικό και υλικό, εξαιτίας των σοβαρών μέχρι
τότε απωλειών τους, με δυσχέρεια ανεφοδιασμού σε καύσιμα και πυρομαχικά)
δεν ήταν εντελώς αξιόμαχες. Ο συνολικός αριθμός των αρμάτων που διέθεταν
δεν ξεπερνούσε τα 600. Η αεροπορία τους μειονεκτούσε σε αριθμό
αεροσκαφών σε σχέση με τους συμμάχους σε αισθητό βαθμό.
Οι Ιταλοί εξασφάλιζαν τις μακρές γραμμές του ανεφοδιασμού και τη
ζώνη των μετόπισθεν με το ΧΧΣΣ με τη 16η Ιταλική ΜΠΖ Πιστόια στην
Μπάρντια και με τη Μεραρχία Νεοφασιστών στην όαση Σίβα. Τη διοίκηση των
γερμανοϊταλικών δυνάμεων ασκούσε προσωρινά ο Γερμανός Στρατηγός
Στούμμε, αντικαθιστώντας το Στρατάρχη Ρόμμελ, ο οποίος αρρώστησε και
βρισκόταν στο Βερολίνο με άδεια.

4. Σχέδια και Αποστολές Αντιπάλων

α. Δυνάμεων του Άξονα

Επειδή ο Στρατηγός Ρόμμελ απουσίαζε στη Γερμανία για λόγους


υγείας και παράλληλα με σκοπό να πείσει το Χίτλερ, για τη σοβαρή πια
ενίσχυση του Αφρικανικού μετώπου του Άξονα, για την ανάληψη επιθετικών
επιχειρήσεων για την κατάληψη του Δέλτα του Νείλου, συμπεραίνεται ότι ο
Ρόμμελ δεν περίμενε τόσο γρήγορα συμμαχική επίθεση που είχε προετοιμασθεί
με κάθε μυστικότητα και ταχύτητα.
Σε κάθε περίπτωση όμως, το Γενικό Σχέδιο των δυνάμεων του Άξονα
στην Αφρική εξαιτίας της διατάξεώς τους αλλά και των αντενεργειών τους
αμέσως μετά τη συμμαχική επίθεση, προέβλεπε: ενεργητική άμυνα στην
327

κατεχόμενη τοποθεσία του Ελ Αλαμέιν και με βάρος άμυνας στο Βόρειο


Τομέα.

β. Συμμάχων

Το γενικό σχέδιο των συμμάχων απέβλεπε στην εξαπάτηση του


εχθρού σχετικά με τις πραγματικές προθέσεις τους και στη συντριβή του
αντιπάλου με επιθετική ενέργεια στις προωθημένες θέσεις που κατείχε στην
τοποθεσία Ελ Αλαμέιν, μακριά δηλαδή από τις βάσεις ανεφοδιασμού του και
κοντά στις ανεφοδιαστικές βάσεις των συμμάχων. Γι' αυτό, εκτός από το σχέδιο
επιχειρήσεων, μελετήθηκε παρακάτω και τέθηκε σε εφαρμογή αρχικά το ειδικό
σχέδιο:
(1) Ειδικό σχέδιο για εξαπάτηση και παραπλάνηση. Το σχέδιο
αυτό απέβλεπε γενικά στην παραπλάνηση του εχθρού ως προς την ΚΠ (Κύρια
Προσπάθεια) και ως προς το χρόνο εκτοξεύσεως της επιθέσεως, για την
επίτευξη των οποίων τέθηκε σε εφαρμογή κάθε επιστημονική και τεχνική
επινόηση και καταβλήθηκε κάθε δυνατή προσπάθεια.
Έτσι, για την απόκρυψη στον τομέα της ΚΠ δύο συμπληρωματικών
Μεραρχιών (240 πυροβόλα και 150 άρματα), στη ζώνη μετόπισθεν του όγκου
των υλικών και εφοδίων (7.500 τόννοι βενζίνη μόνο) και με έξι
συμπληρωματικές οδεύσεις 40 χλμ. για την κίνηση πυροβολικού υποστηρίξεως
και ανεφοδιαστικών αναγκών και την αντίστοιχη απατηλή εμφάνιση στον
τομέα της Δευτερεύουσας Προσπάθειας (ΔΠ), εκτελέσθηκαν μεγάλης εκτάσεως
εργασίες, όπως:
(α) Κατασκευάσθηκε ψευδαγωγός με εικονικούς σταθμούς
αντλήσεως βενζίνης και αποθηκών καυσίμων.
(β) Κατασκευάσθηκαν θέσεις και τοποθετήθηκαν πραγματικά
oχήματα και ομοιώματα πυροβόλων και αρμάτων (3.000 περίπου) σε κάθε
τομέα και 700 ομοιώματα αρμάτων στο δευτερεύοντα τομέα.
(γ) Εκτελέσθηκαν οι απαραίτητες μεταφορές στον τομέα της
ΚΠ και οι εικονικές στη ΔΠ.
(δ) Κατασκευάσθηκε ειδικό δίκτυο επικοινωνιών του 10ου
ΣΣ προς τον τομέα της ΔΠ.
(2) Σχέδιο Επιχειρήσεων (Σχεδ. 66). Το σχέδιο για τη συντριβή
του αντιπάλου στην τοποθεσία Ελ Αλαμέιν, προέβλεπε επιθετικές ενέργειες σε
3 φάσεις όπως παρακάτω:
(α) 1η Φάση
1/ Κύρια επίθεση του 30ού ΣΣ στο Βόρειο Τομέα
(ΒΤ) σε μέτωπο 4 Μεραρχιών Πεζικού για τη διάρρηξη της τοποθεσίας και τη
διάνοιξη δύο διόδων μέσω των Ν/Π πλάτους 11-12 χλμ. και βάθους ανάλογα 8-
10 ή 12 χλμ.
328

2/ Διοχέτευση Μονάδων του 10ου ΣΣ διαμέσου του


ρήγματος που δημιουργήθηκε και προώθηση τους σε κατάλληλες θέσεις για την
καταστροφή ή την απαγόρευση των ενεργειών των εχθρικών Τ/Θ δυνάμεων, και
για την εξασφάλιση του έργου της ολοκληρωτικής εκκαθαρίσεως,
"ροκανίσματος", των εχθρικών σταθερών Μονάδων και την πλήρη εκκαθάριση
των διαδρόμων από το 30ό ΣΣ.
3/ Παραπλανητικές επιθετικές ενέργειες για
αγκίστρωση εχθρικών δυνάμεων όπως παρακάτω:
α/ Από το 13ο ΣΣ στο Νότιο Τομέα για
αγκίστρωση 2 Τ/Θ εχθρικών Μεραρχιών.
β/ Από την 4η Ινδική ΜΠΖ και μία ταξιαρχία
ης
της 9 Αυστραλιανής ΜΠΖ ΥΔ του 30ού ΣΣ, για αγγίστρωση εχθρικών
δυνάμεων και από τις δύο πλευρές των διόδων Ν/Π.
γ/ Από το Ναυτικό Συγκρότημα με εικονική
αποβατική επιχείρηση στα μετόπισθεν και στην περιοχή Ρας Ελ Κεναγίς, σε
απόσταση 100 περίπου χιλιομέτρων δυτικά από το Ελ Αλαμέιν, για αγκίστρωση
της 90ής Γερμανικής ΜΠΖ.
(β) 2η Φάση
Εκτόξευση "υπερεφόδου" από κατάλληλα συγκροτού-
μενη δύναμη Πεζικού και Αρμάτων.
(γ) 3η Φάση
Εκμετάλλευση και καταδίωξη για πλήρη καταστροφή
των υπολειμμάτων του εχθρού, από το 10ο ΣΣ. Ως ημέρα και ώρα επιθέσεως
ορίσθηκε η 2200 της 23ης Οκτωβρίου 1942.

5. Διεξαγωγή της Μάχης

α. 1η Φάση (23-26/10/1942) (Σχεδ. 65)

(1) Η συμμαχική επίθεση κατά της οχυρωμένης τοποθεσίας του Ελ


Αλαμέιν εκδηλώθηκε όπως προβλεπόταν στις 2200 της 23ης Οκτωβρίου
1942. Είκοσι λεπτά νωρίτερα, ολόκληρο το πυροβολικό της 8ης Βρετανικής
Στρατιάς, άρχισε καταιγιστικά πυρά για δεκαπέντε λεπτά, κατά του εχθρού και
ιδιαίτερα κατά των εχθρικών πυροβολαρχιών των οποίων οι θέσεις είχαν
επισημανθεί, με αποτέλεσμα πολλά πυροβόλα να σιγήσουν. Μετά από διακοπή
πέντε λεπτών, το πυρ ξανάρχισε εναντίον των εχθρικών θέσεων, ενώ το Πεζικό
των 30 και 13 ΣΣ εξόρμησε αμέσως.
(2) Στο Βόρειο Τομέα η πρώτη αμυντική γραμμή του εχθρού
καταλήφθηκε σε δύο ώρες χωρίς τα τμήματα να συναντήσουν σοβαρή
αντίσταση. Επακολούθησε δίωρη στάση των τμημάτων για αναδιοργάνωση
και αμέσως μετά η επίθεση συνεχίσθηκε.
329

Το 10ο ΣΣ διέσχισε την αρχική γραμμή του μετώπου στις 0200 της
24ης Οκτωβρίου και κινήθηκε στα ίχνη του 30ού ΣΣ, αλλά η όλη κίνηση
γινόταν με μεγάλη βραδύτητα εξαιτίας της πυκνότητας των ναρκοπεδίων. Το
πρωί της 25ης Οκτωβρίου οι ΑΝΣΚ του Σχεδίου Lightfoot (Λάιτφουτ) στη
φάση αυτή είχαν επιτευχθεί με 24ωρη όμως καθυστέρηση.
(3) Στο Νότιο Τομέα το 13ο ΣΣ δεν κατόρθωσε να διαρρήξει την
τοποθεσία παρά τις ηρωικές επιθέσεις τις νύχτες 23/24 και 25/26 Οκτωβρίου
όμως πέτυχε την αγγίστρωση 2 Τ/Θ εχθρικών Μεραρχιών.
Στο μεταξύ στις 24 Οκτωβρίου, πέθανε από συγκοπή ο Γερμανός
Στρατηγός Στούμμε και τον διαδέχθηκε ο Στρατηγός Φον Τόμας, διοικητής του
Άφρικα Κορπ(1). Αυτό συνέβαλε ακόμη περισσότερο στη σύγχυση που είχε
προκληθεί στις δυνάμεις του Άξονα.
Το πρωί της 25ης Οκτωβρίου, διάνοιξε ρήγμα 10 χλμ. στο Βόρειο
Τομέα και απείλησε τα κέντρα συγκοινωνιών του εχθρού. Το 10o ΣΣ πέτυχε να
υπερκεράσει την εχθρική διάταξη και να χρησιμοποιήσει τη σημαντική δύναμη
των 700 αρμάτων που διέθετε. Ο εχθρός κατά τη διάρκεια της 25ης Οκτωβρίου
εκδήλωσε σειρά αντεπιθέσεων στο Βόρειο Τομέα οι οποίες αποκρούσθηκαν με
επιτυχία. Τη νύχτα 25/26 Οκτωβρίου έγινε επιθετική ενέργεια της 9ης
Αυστραλιανής Μεραρχίας με αποτέλεσμα να καταληφθεί το Τελ Ελ Εϊσά.
Ταυτόχρονα, το 13o ΣΣ ενήργησε προς το Ντέιρ Ελ Μουνασίμπ για
αντιπερισπασμό, συνάντησε όμως ισχυρή αντίσταση και επανήλθε στις θέσεις
του.
Στις 26 Οκτωβρίου ο διοικητής της 8ης Βρετανικής Στρατιάς, εξαιτίας
των σοβαρών απωλειών και επειδή επιθυμούσε να συγκεντρώσει ισχυρές
εφεδρείες για τη συνέχιση της επιθέσεως, διέταξε την προσωρινή διακοπή των
επιθετικών ενεργειών και την αναδιάταξη των μονάδων της Στρατιάς.
Οι μετακινήσεις και αντικαταστάσεις των μονάδων διήρκεσαν δύο
μέρες (27 και 28 Οκτωβρίου) κατά τις οποίες η ΖΕ του 13ου ΣΣ επεκτάθηκε
βορειότερα, μέχρι το νότιο ήμισυ του λόφου Μιτερίγια. Αυτό το χρόνο
εκμεταλεύθηκε και ο εχθρός και έκανε σημαντικές τροποποιήσεις στη διάταξη
και γενικά στην αμυντική του προσπάθεια. Ήδη, από τις 26 Οκτωβρίου,
ανέλαβε και πάλι τη διοίκηση ο Ρόμμελ που έφθασε εσπευσμένα στο μέτωπο
και ο οποίος συγκέντρωσε τις τεθωρακισμένες μονάδες και τις εφεδρείες στο
Βόρειο Τομέα. Επίσης, προώθησε την 101η Μεραρχία "Τριέστι" και την 90ή
Ελαφρά Μεραρχία προς τα ανατολικά για να καλύψουν το ρήγμα στο Βόρειο
Τομέα, ενώ συγκέντρωσε το υπόλοιπο των δυνάμεων του για αντεπίθεση η
οποία θα κατευθυνόταν στην προεξοχή που είχαν δημιουργήσει οι Σύμμαχοι.
Στις 27 Οκτωβρίου οι Γερμανοί πραγματοποίησαν επιθέσεις με τεθωρακισμένα,
εναντίον της προεξοχής. Όμως όλες αποκρούσθηκαν από την 9η Αυστραλιανή
Μεραρχία.
(1) Αφρικανικό Σώμα Στρατού (Africa Corps).
330

β. 2η Φάση (28 Οκτωβρίου 1942)

Αυτή άρχισε τις εσπερινές ώρες της 28ης Οκτωβρίου με επίθεση προς
τα βόρεια της 9ης Αυστραλιανής Μεραρχίας. Οι Γερμανοί αντιλήφθηκαν τις
προθέσεις των Συμμάχων και αντέδρασαν αστραπιαία, μεταφέροντας την 90η
Ελαφρά Μεραρχία στον τομέα του Σίντι Αμπντ Ελ Ραχμάν αφήνοντας την
κάλυψη του ρήγματος μόνο στην 101η Μεραρχία "Τριέστι". Αλλά και ο
Στρατηγός Μοντγκόμερυ αντιλήφθηκε έγκαιρα την ενέργεια των Γερμανών και
μετέβαλε την ΚΠ από το Βορρά προς τη Δύση, ενώ η 9η Αυστραλιανή
Μεραρχία θα συνέχιζε την προσπάθεια της προς τα βόρεια για την εξαπάτηση
του εχθρού. Ο σκοπός των συμμάχων ήταν η διάνοιξη του Σιντ Αμπντ Ελ
Ραχμάν. Όταν οι εχθρικές δυνάμεις θα εμπλέκονταν στο Βόρειο Τομέα, θα
χρησιμοποιούνταν οι εφεδρείες οι οποίες θα προωθούνταν προς τα δυτικά, για
να διανοίξουν ρήγμα διαμέσου του οποίου τα Τ/Θ θα μπορούσαν να
υπερκεράσουν τον εχθρό.
Τη νύκτα της 30ής Οκτωβρίου, η 9η Αυστραλιανή Μεραρχία
κατευθύνθηκε προς τη θάλασσα και εγκλώβισε δύο ιταλικά και δύο γερμανικά
Τάγματα καθώς και άρματα της 21ης Τ/Θ Μεραρχίας. Μέχρι την 1η Νοεμβρίου
ο αγώνας βρισκόταν σε κρίσιμο σημείο. Τις πρώτες όμως ώρες της 2ης
Νοεμβρίου στην περιοχή Σιντ Αμπντ Ελ Ραχμάν και του λόφου Τελ Ελ
Αγκαγιάρ, έγινε η μεγαλύτερη σύγκρουση των Τ/Θ Μονάδων, μεταξύ των δύο
αντιπάλων, όπου οι Γερμανοί υπέστησαν μεγάλη ήττα, ώστε οι δυνάμεις του
Άφρικα Κορπ να θεωρηθούν στο εξής ανίκανες να προβάλουν σοβαρή
αντίσταση. Ο αγώνας συνεχίσθηκε τη νύκτα 2/3 Νοεμβρίου, όπου το εχθρικό
μέτωπο διασπάσθηκε στο Βόρειο Τομέα και έκρινε την τύχη της μάχης.

γ. 3η Φάση (29 Οκτωβρίου - 5 Νοεμβρίου) - Σύμπτυξη Ρόμμελ


-Καταδίωξη

Ο Μοντγκόμερυ, ύστερα από αυτήν την εξέλιξη, διέταξε αμέσως τη


συνέχιση της πιέσεως κατά του αντιπάλου του με την 4η Ινδική Μεραρχία, η
οποία άρχισε την επίθεση τις πρωινές ώρες της 4ης Νοεμβρίου νότια του Τελ Εμ
Αγκακίρ και κατέλαβε το νότιο άκρο της τοποθεσίας. Ταυτόχρονα, η 51η
Σκοτική Μεραρχία ξεκαθάρισε τη ζώνη του Τελ Ελ Αγκακίρ και έτσι η 10η
Τ/Θ Μεραρχία του 10ου ΣΣ μαζί με την 7η Τ/Θ Μεραρχία του 13ου ΣΣ
πέρασαν μέσα από τις εχθρικές θέσεις από τα νότια προς τα βόρεια και έφθασαν
στη πολίχνη Γκαζάλα. Ο Ρόμμελ, όταν αντιλήφθηκε τα συμμαχικά άρματα,
δυσκολεύθηκε να πιστέψει ότι αυτά βρίσκονταν τόσο κοντά του και απέστειλε
το Στρατηγό Τόμας να ενεργήσει αναγνώριση με αποτέλεσμα να συλληφθεί
αιχμάλωτος. Όταν διαπίστωσε ο Ρόμμελ ότι δεν υπήρχε πια δυνατότητα
331

αντιδράσεως, διέταξε την αφαίρεση από τους Ιταλούς των Τ/Θ και των
αυτοκινήτων και επιχείρησε να περισώσει τα γερμανικά στρατεύματα.
Η διάνοιξη του μετώπου στο Βόρειο Τομέα, είχε ως συνέπεια την
κατάρρευση του μετώπου και στο Νότιο Τομέα. Οι πρώτες ενδείξεις
εμφανίσθηκαν στις 3 Νοεμβρίου, όταν οι μονάδες του 13ου ΣΣ ανέλαβαν
επίθεση. Η 50ή Βρετανική Μεραρχία η οποία ανέλαβε την καταδίωξη, τη
συνέχισε και την επομένη.
Οι Ιταλικές Μεραρχίες εγκαταλειμμένες στην έρημο χωρίς εφόδια και
νερό, διαλύθηκαν ή παραδόθηκαν στις συμμαχικές δυνάμεις.
Οι Γερμανοί καταδιωκόμενοι όλη τη μέρα της 5ης Νοεμβρίου από τις
Τ/Θ Μονάδες του 10ου ΣΣ, υποχωρούσαν με μεγάλη ταχύτητα για να
αποφύγουν την αποκοπή και την αιχμαλωσία τους. Τελικά, διασώθηκαν από τις
καταρρακτώδεις βροχές που ξέσπασαν και έκαναν την έρημο αδιάβατη στα
συμμαχικά άρματα.
Ο Ρόμμελ συνεχίζοντας την υποχώρηση του εγκατέλειψε με τα
υπολείμματα των δυνάμεών του την Κυρηναϊκή και την Τριπολίτιδα και τελικά
εγκαταστάθηκε στη γραμμή Μπάρετ στην Τυνησία. Έτσι, έληξε η κρίσιμη
μάχη του Ελ Αλαμέιν με πλήρη ήττα των δυνάμεων του Άξονα.

6. Η Συμμετοχή της 1ης Ελληνικής Ταξιαρχίας

Από 19-23 Οκτωβρίου η Ελληνική Ταξιαρχία συμμετείχε σε εικονική


επίθεση που πραγματοποίησε η 50ή Βρετανική Μεραρχία εναντίον του εχθρού
που είχε ως αποστολή να αποκόψει το εχθρικό σχέδιο πυρός. Συμμετείχε,
επίσης, σε περιπολίες και νυχτερινές ενέργειες στις προωθημένες θέσεις,
προξενώντας πολλές απώλειες στον εχθρό, ενώ συνέλαβε πολλούς αιχμαλώτους.
Τη νύχτα της 23/24 Οκτωβρίου, όταν εκδηλώθηκε η συμμαχική επίθεση
εναντίον της οχυρωμένης τοποθεσίας του Ελ Αλαμέιν, τμήματα της 1ης
Ελληνικής Ταξιαρχίας εκτέλεσαν επιδρομή κατά των θέσεων εχθρικού λόχου με
απόλυτη επιτυχία και συνέλαβαν 16 Ιταλούς οπλίτες αιχμαλώτους, ενώ οι
Ελληνικές απώλειες ήταν 1 νεκρός και 6 τραυματίες. Την επόμενη νύκτα,
πραγματοποίησε δεύτερη επιδρομή στο ύψ. 103, το οποίο κατείχαν Γερμανοί
Αλεξιπτωτιστές, με απόλυτη επιτυχία. Οι απώλειες της Ελληνικής Ταξιαρχίας
ήταν 3 αξιωματικοί νεκροί και 23 οπλίτες τραυματίες. Γενικά, η αποστολή της
ήταν να πραγματοποιεί επιδρομικές ενέργειες για να δημιουργεί σύγχυση στον
αντίπαλο, να προκαλεί απώλειες και να συλλαμβάνει αιχμαλώτους.
Από τις 3 Νοεμβρίου που άρχισε η γερμανική υποχώρηση η 1η Ελληνική
Ταξιαρχία, ανέλαβε την καταδίωξη του εχθρού στον τομέα της. Κατέλαβε το
ύψ. Κατάρ Μποξ και στις 5 Νοεμβρίου το ύψ. 103 με σκοπό να αποκόψει την
υποχώρηση του εχθρού. Από 6-9 Νοεμβρίου προέλασε σε βάθος 100 χλμ.
μέχρι τη Μάρσα Μαρντούχ και την όαση Σίβα, όπου κατέλαβε κάθε είδους
332

στρατιωτικό υλικό. Στις 29 Νοεμβρίου μεταφέρθηκε στην περιοχή Κουϊσάν και


από εκεί στην περιοχή Καπούτσο και στις 6 Δεκεμβρίου στην Αγκεντάμπια,
όπου τέθηκε υπό τις διαταγές της 7ης Τ/Θ Βρετανικής Μεραρχίας, συνεχίζοντας
την επίθεση για την απώθηση των Γερμανών από τη γραμμή Ελ Αγκέιλα. Οι
απώλειες της Ταξιαρχίας στο χρονικό αυτό διάστημα ήταν 5 αξιωματικοί και
32 οπλίτες νεκροί και 59 τραυματίες.
Η αποχώρηση της 1ης Ελληνικής Ταξιαρχίας από το μέτωπο και η
επιστροφή της στην Αίγυπτο έγινε μετά από διαταγή της 8ης Στρατιάς στις 18
Δεκεμβρίου 1942, προκειμένου οι άνδρες της να εκπαιδευθούν για πιθανή
χρησιμοποίηση τους σε αποβατικές επιχειρήσεις των Συμμάχων στα νησιά του
Αιγαίου και στη Νότια Ελλάδα. Έτσι, έληξε ο ηρωικός αγώνας στη Βόρεια
Αφρική και ήταν η πρώτη Ελληνική Μονάδα που συγκροτήθηκε στη Μέση
Ανατολή και συνέβαλε στη συμμαχική νίκη του Ελ Αλαμέιν, χαρίζοντας νέες
τιμές και δόξες στα Ελληνικά Όπλα (Σχεδ. 67, 68, 69, 70).

7. Αποτελέσματα

Η μάχη του Ελ Αλαμέιν αποτέλεσε την πρώτη σημαντική νίκη των


Συμμάχων και υπήρξε η αρχή για την απομάκρυνση στη συνέχεια των
Γερμανοϊταλών από τη Β. Αφρική, (από την Αίγυπτο μέχρι την Τυνησία). Ο
Τσώρτσιλ τότε έγραψε "Πριν από το Ελ Αλαμέιν ποτέ δεν είχαμε μια νίκη.
Μετά το Ελ Αλαμέιν ποτέ δεν είχαμε μια ήττα". Επέτρεψε στους Συμμάχους να
αποδεσμεύσουν τις δυνάμεις τους για να εξαπολύσουν νέα επίθεση εναντίον της
Ευρώπης με την απόβαση στις 13 Ιουλίου 1943 στη Σικελία και από εκεί στην
Ιταλική χερσόνησο. Οι απώλειες της Γερμανικής Στρατιάς του Ρόμμελ ήταν
10.000 νεκροί, 15.000 τραυματίες και 30.000 αιχμάλωτοι (22.000 Ιταλοί και
8.000 Γερμανοί).
Μεταξύ των αιχμαλώτων και 9 Στρατηγοί στους οποίους
συμπεριλαμβάνεται ο Διοικητής του Άφρικα Κορπ Στρατηγός Φον Τόμας.
Ακόμη τα 2/3 των δυνάμεων του Άξονα καταστράφηκαν. Κυριεύθηκαν
450 άρματα και 1.000 πυροβόλα. Καταστράφηκαν επίσης 500 άρματα και 100
πυροβόλα. Μεγάλες ποσότητες πυρομαχικών, τροφίμων, υλικού
γεφυροσκευής και κάθε είδους υλικού περιήλθαν στις συμμαχικές δυνάμεις.
Οι απώλειες των συμμάχων έφθασαν στους 3.500 νεκρούς και 10.000
τραυματίες.
Οι απώλειες της 1ης Ελληνικής Ταξιαρχίας ανήλθαν σε 6 αξιωματικούς,
και 83 οπλίτες νεκρούς και 26 αξιωματικούς και 202 οπλίτες τραυματίες.
333

8. Διαπιστώσεις - Συμπεράσματα

Η μάχη του Ελ Αλαμέιν αποτελεί μια από τις σημαντικότερες


συγκρούσεις του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, στην οποία βρέθηκαν αντιμέτωποι
δύο ισχυροί αντίπαλοι και δύο γενναίοι στρατιωτικοί ηγέτες όπως ο
Μοντγκόμερυ και ο Ρόμμελ.
Από τη σύγκριση των απωλειών των δύο αντιπάλων προκύπτει ότι η μάχη
του Ελ Αλαμέιν υπήρξε μια μεγάλη νίκη των Συμμάχων και μια συντριπτική
ήττα του Άξονα.
Γενικά, στη μάχη αυτή, εφαρμόσθηκαν από τους Συμμάχους οι
παρακάτω αρχές του πολέμου:
α. Επιθετική ενέργεια.
β. Εκλογή του ΑΝΣΚ και εμμονή σε αυτόν.
γ. Ελιγμός.
δ. Αιφνιδιασμός.
Ακόμη η μάχη στο Ελ Αλαμέιν, έχει ιδιαίτερη σημασία για εμάς τους
Έλληνες, γιατί σε αυτή συνέβαλε επάξια η 1η Ελληνική Ταξιαρχία.
Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΣΤΑΛΙΝΓΚΡΑΝΤ
(28 Ιουνίου 1942 - 2 Φεβρουαρίου 1943)

1. Εισαγωγή

α. Οι σκοποί της εκστρατείας των Γερμανών εναντίον της Ρωσίας


(Επιχείρηση ΜΠΑΡΜΠΑΡΟΣΣΑ), παρά τις εντυπωσιακές τους επιτυχίες, δεν
επιτεύχθηκαν. Επακολούθησε ο τρομερός χειμώνας 1941-42, ο οποίος βρήκε τις
γερμανικές στρατιές στις απέραντες στέπες της Ρωσίας, πριν τη Μόσχα και το
Λένινγκραντ (Σχεδ. 71).

β. Ο Ρωσικός Στρατός, παρά τις τεράστιες απώλειές του κατά τους


αμυντικούς αγώνες του 1941 και την άμετρη σπατάλη των εφεδρειών του κατά
τις χειμερινές επιθέσεις των πρώτων μηνών του 1942, βρισκόταν σε καλύτερη
κατάσταση. Είχε στη διάθεσή του ακόμη εφεδρείες και οπωσδήποτε δεν
παρουσίαζε την εικόνα του θανάσιμα τραυματισμένου γίγαντα, όπως
φανταζόταν ο Χίτλερ.

γ. Ο μεγάλος αριθμός των απωλειών αντιμετωπίσθηκε επαρκώς με τις


νέες κλάσεις που κλήθηκαν στα όπλα το φθινόπωρο του 1941 ( οι πρώτες 8
κλάσεις απέδωσαν 12 εκατομμύρια εφέδρους, έναντι πληθυσμού της Ρωσίας
160 εκατομμυρίων το έτος 1939).

δ. Η κτηνώδης συμπεριφορά των Γερμανών απέναντι στους Ρώσους,


περιόρισε τον αριθμό των αιχμαλώτων, μετά τους πρώτους μήνες. Ο αγώνας
των Ρώσων, στο πλευρό των ελεύθερων λαών, για τη Μητέρα Ρωσία, υπό τις
ευλογίες και της Ρώσικης Ορθόδοξης Εκκλησίας, έλαβε μορφή την οποία μέχρι
τότε δεν είχαν συναντήσει οι Γερμανοί.

ε. Με την ονομασία "Μάχη Στάλινγκραντ" ή την πλέον συνηθισμένη


"Στάλινγκραντ" απλά, θα αναφερθούν οι επιχειρήσεις από 28-6-1942 μέχρι 2-2-
1943, κατά τις οποίες η τύχη του πολέμου, στο Ανατολικό Μέτωπο και
γενικότερα, παίχθηκε και κερδήθηκε μετά από δεινούς αγώνες μέσα και γύρω
από την ιστορική αυτή πόλη της Ανατολικής Ουκρανίας.

2. Περιγραφή του Πεδίου της Μάχης

α. ΄Εδαφος
Πεδίο μάχης αποτέλεσε ο ευρύς εδαφικός χώρος της Ανατολικής
Ουκρανίας (μέχρι το Βόλγα ποταμό), ο οποίος διαρρέεται από τον ποταμό Ντον
και τους παραποτάμους του.
Η νότια του ποταμού Ντόνετς περιοχή της Ουκρανίας, μέχρι τη
Μαύρη θάλασσα, καλύπτεται από απέραντες καλλιέργειες (μαύρη γη της
Ουκρανίας). Βόρεια του Ντόνετς και ανατολικά του Ντον εκτείνεται η απέραντη
στέπα. Νότια του Στάλινγκραντ και μέχρι τον ποταμό Μάνυτς εκτείνεται η
λοφοσειρά Γεργκένι, η οποία περιβάλλει από δυτικά την άνυδρη και αλμυρή
στέπα των Καλμούχων του Βόλγα, που έχει τα χαρακτηριστικά της ερήμου.
Γενικά, το έδαφος από τα δυτικά προς τα ανατολικά εμφανίζει επίπεδη
εικόνα, άδενδρη και μονότονη. Το κλίμα μπορεί να χαρακτηρισθεί ως τραχύ
ηπειρωτικό.

β. Στάλινγκραντ.

Η πόλη κτισμένη στη δυτική ψηλή όχθη του Βόλγα, δεσπόζει απόλυτα
στον ισθμό που προαναφέρθηκε.
Σύγχρονη πόλη (για την αναφερόμενη περίοδο) με φαρδιές λεωφόρους
και πολυάριθμους όγκους εργοστασίων από μπετόν, εξαίρετης αντοχής, με
μεγάλους υπόγειους χώρους. Σημαντικό διοικητικό, οικονομικό και κυρίως
συγκοινωνιακό κέντρο της Νοτιοανατολικής Ρωσίας. Εξαιτίας των αναγκών του
πολέμου είχε μεταβληθεί σε ακόμα σημαντικότερο κέντρο πολεμικής
βιομηχανίας.
Κατάληψή του συνεπαγόταν τη διακοπή των συγκοινωνιακών αρτηριών
μεταξύ Μόσχας και Νοτιοανατολικής Ρωσίας με αποτέλεσμα την απώλεια των
πετρελαίων του Καυκάσου, όπως και των εφοδίων και υλικών της παρεχόμενης
συμμαχικής βοήθειας μέσω Ιράν.
Η κυριαρχία στον "ισθμό" και στο Στάλινγκραντ αποτελούσε για τους
Γερμανούς προϋπόθεση για παραπέρα επιθετικές επιχειρήσεις προς τα νότια
(Καύκασος) και προς τα βόρεια (Καλάν) στα μετόπισθεν των αμυνόμενων
Ρωσικών στρατιών πριν τη Μόσχα.

3. Γενική Κατάσταση, Δυνάμεις και Διάταξη των Αντιπάλων

α. Γερμανών (και Συμμάχων τους).

(1) Δυνάμεις
Οι απώλειες των Γερμανών κατά τις επιχειρήσεις του πρώτου
έτους του πολέμου στο Ανατολικό Μέτωπο ήταν πολύ σημαντικές (337.342
νεκροί 950.000 τραυματίες). Με το τέλος του Φεβρουαρίου 1942, όταν η ορμή
των ρωσικών επιθέσεων άρχισε να εξασθενεί λόγω της τήξεως των πάγων,
337

φάνηκε ότι πλησίαζε και το τέρμα των δοκιμασιών της Βέρμαχτ.


Η επίδρασή τους στο ηθικό θα καθυστερούσε εξαιτίας της
ιδιοσυγκρασίας των Γερμανών και της σιδερένιας πειθαρχίας της Βέρμαχτ. Τα
αποτελέσματα όμως στη σύνθεση του στρατού έγιναν νωρίτερα φανερά. Ο
αριθμός των ταγμάτων, στις περισσότερες μεραρχίες, μειώθηκε σε έξι ή επτά
αντί εννέα τα οποία προέβλεπε η κανονική σύνθεση του 1939 και η δύναμη του
λόχου περιορίσθηκε στους 80, αντί των ως τότε 180 ανδρών.
Η παρατακτή δύναμη, πριν από την έναρξη των νέων επιθετικών
επιχειρήσεων, στον απαιτούμενο αριθμό Μεγάλων Μονάδων (ανερχόταν πριν
από τις επιχειρήσεις αυτές στο Ανατολικό μέτωπο σε 240 μεραρχίες από τις
οποίες 61 συμμαχικές), οι σύμμαχοι της Γερμανίας υποχρεώθηκαν σε
μεγαλύτερη συμμετοχή δυνάμεων. Στις επιχειρήσεις προς Στάλινγκραντ και
Καύκασο έλαβαν μέρος 103 μεραρχίες συνολικά, από τις οποίες 24
τεθωρακισμένες και μηχανοκίνητες. Από τις μεραρχίες όμως αυτές , οι 43
συμμαχικές ήταν πολύ μικρότερης δυναμικότητας σε σχέση με τις γερμανικές.
(2) Γενική Διάταξη.
(α) Ομάδα Στρατιών "Β": Αρχικά υπό τη διοίκηση του
Στρατάρχη Μποκ και στη συνέχεια του Στρατάρχη Βάιξ. Η 2η και 6η Στρατιές
καθώς και η 4η Τεθωρακισμένη Στρατιά, από Κουρσκ μέχρι Χαρκόβ.
(β) Ομάδα Στρατιών "Α": Υπό τη διοίκηση του Στρατάρχη
Λιστ και στη συνέχεια κατά τη σύμπτυξη, του Στρατάρχη Κλάιστ. Η 17η
Στρατιά και η 1η Τεθωρακισμένη Στρατιά από νότια του Χαρκόβ μέχρι την
Αζοφική Θάλασσα.
(γ) Κατά την εξέλιξη των επιχειρήσεων υπήχθησαν υπό την
"Β" ομάδα Στρατιών οι συμμαχικές στρατιές 2η Ουγγρική, 8η Ιταλική, 3η και
4η Ρουμανικές.
(δ) 11η Στρατιά: Υπό τη διοίκηση του Στρατάρχη Μανστάιν,
στη χερσόνησο της Κριμαίας.

β. Ρώσων

(1) Δυνάμεις
Κατά το διάστημα της διακοπής των επιχειρήσεων κατά μήκος του
μετώπου, διέθεταν, απέναντι στους Γερμανούς, 160 μεραρχίες. Η Ανώτατη
Διοίκηση των Ρωσικών Δυνάμεων (Στάβκα) στις αρχές Μαΐου διέθετε σε
εφεδρεία 30 μεραρχίες Πεζικού και 26 Ταξιαρχίες Τεθωρακισμένων. Επίσης,
διέθετε ακόμη δύναμη 500.000 περίπου ανδρών, από εφέδρους που κλήθηκαν
το Φθινόπωρο του 1941 και δε χρησιμοποιήθηκαν στις επιχειρήσεις.
Στο Ρωσικό Στρατό σημειώθηκαν στο μεταξύ σημαντικές
βελτιώσεις. Από αυτές σοβαρότερες ήταν η συγκρότηση μεραρχιών και
σωμάτων πυροβολικού, η διάθεση αντιαρματικών στις μεραρχίες τους και η
338

αντικατάσταση των παλαιού τύπου αρμάτων με τα γνωστά Τ 34 και KW1, τα


οποία παράγονταν ήδη σε σειρά, σε πολύ μεγάλους αριθμούς. Θα πρέπει,
επίσης, να σημειωθεί, η εντυπωσιακή εμφάνιση των εκτοξευτών πυραύλων
Κατιούσα (Πολλαπλοί Εκτοξευτές Πυραύλων).
(2) Γενική Διάταξη
(α) Οι Ρώσοι διέθεταν για την κάλυψη της χερσονήσου Κερτ,
στην Κριμαία, απέναντι στην 11η Γερμανική Στρατιά, το Μέτωπο (που
αντιστοιχεί προς την Ομάδα Στρατιών) της Υπερκαυκασίας (Στρατηγός
Κοζλώφ) από τις 44η και 51η Στρατιές (17 μεραρχίες πεζικού, 3 ανεξάρτητες
ταξιαρχίες πεζικού, 2 μεραρχίες ιππικού και 4 ταξιαρχίες αρμάτων).
(β) Βορειότερα, απέναντι από το Χαρκόβ, οι Ρώσοι διέθεταν
στα προγεφυρώματα δυτικά του Ντόνετς ποταμού το Νοτιοδυτικό Μέτωπο, υπό
το Στρατάρχη Τιμοσένκο, με τις 6η και 9η Στρατιές (προγεφύρωμα Ιζιούμ),
όπως και τις 28η και 57η Στρατιές (προγεφύρωμα Βολτσάνσκ). Σύνολο
δυνάμεων του Νοτιοδυτικού Μετώπου 33 Μεραρχίες πεζικού, 9 μεραρχίες
ιππικού και 16 ταξιαρχίες αρμάτων.

4. Σχέδια και Αποστολές Αντιπάλων

α. Γερμανών

Σύμφωνα με τις οδηγίες επιχειρήσεων η κύρια επίθεση θα γινόταν στη


νότια πτέρυγα του μετώπου και θα κλιμακωνόταν σε τέσσερις περιόδους.

(1) 1η Περίοδος
Διάσπαση της εχθρικής διατάξεως στην περιοχή Κούρσκ και
κατάληψη Βορονέζ, με τις 2η Στρατιά και 4η Τεθωρακισμένη Στρατιά.
(2) 2η Περίοδος
Επιδίωξη καταστροφής, των ανατολικά του Χαρκόβ, μεταξύ
Ντον και Ντόνετς ρωσικών δυνάμεων με την ταυτόχρονη προσβολή τους από
την 6η Στρατιά, μετωπικά, και την 4η Τεθωρακισμένη Στρατιά από το βόρειο
πλευρό, στρεφόμενη από Βερονέζ προς Νότο.
(3) 3η Περίοδος
(α) Προώθηση προς Στάλινγκραντ
1/ Με τη "Β" Ομάδα Στρατιών (6η Στρατιά-4η
Τεθωρακισμένη Στρατιά) να ενεργεί αρχικά μεταξύ Ντον και Ντόνετς προς τη
μεγάλη καμπή του Ντον και τον ποταμό Βόλγα.
2/ Με την "Α" Ομάδα Στρατιών (17η Στρατιά- 1η Τεθ.
Στρατιά) να ενεργεί αρχικά νότια του Ντόνετς και στη συνέχεια από τη συμβολή
του κατά τον ανάρρουν του Ντον προς τον ισθμό μεταξύ Βόλγα και Ντον.
339

(β) Και οι δύο ομάδες των στρατιών θα συναντιόταν κοντά


στην περιοχή του Στάλινγκραντ καταλαμβάνοντας ή θέτοντας την υπό τον
έλεγχο των πυρών τους.
(4) 4η Περίοδος
(α) Κατάληψη του Καυκάσου. Η κατάληψη του αριστερού
πλευρού, κατά μήκος του Ντον, θα ανατιθόταν προοδευτικά στις συμμαχικές
στρατιές ( κατά σειρά 2η Ουγγρική, 8η Ιταλική, 3-4η Ρουμανικές).
(β) Πριν από την έναρξη της μεγάλης θερινής επιθέσεως
προβλέπονταν δύο δευτερεύουσες υποβοηθητικές επιχειρήσεις. Η πρώτη
απέβλεπε στην απάλειψη του ρωσικού προγεφυρώματος του Ιζιούμ (ανατολικά
Χαρκόβ) και η δεύτερη στην κατάληψη του Κερτς στην Κριμαία, απέναντι από
τη χερσόνησο Κουμπάν (υποβοηθητική κατεύθυνση προς Καύκασο).

β. Ρώσων

(1) Οι Ρώσοι επιδίωξαν από τις 12 Μαΐου να αναλάβουν την


πρωτοβουλία των επιχειρήσεων, προκαταλαμβάνοντας τους Γερμανούς. Βάσει
των σχεδίων τους προβλεπόταν:
(α) Επίθεση από τα προγεφυρώματα του Ιζιούμ και Βολτσάνσκ
για ανακατάληψη του Χαρκόβ, από το νοτιοδυτικό Μέτωπο (4 Στρατιές) και
απώθηση των Γερμανών δυτικά του Δνείπερου.
(β) Ταυτόχρονα, θα λάμβανε χώρα επιθετική ενέργεια στη
Χερσόνησο της Κριμαίας, από το Μέτωπο της Υπερκαυκασίας (2 στρατιές και η
φρουρά Σεβαστουπόλεως), για την εκδίωξη των Γερμανών και τη συνένωση
των στρατιών των δύο Μετώπων ανατολικά του Δνείπερου ποταμού.
(2) Μετά την αποτυχία του παραπάνω σχεδίου τους, οι Ρώσοι,
εξαναγκάσθηκαν σε ευρεία σύμπτυξη προς τα ανατολικά.Ο Στρατάρχης
Τιμοσένκο διατάχθηκε να διατηρήσει τους δύο "στροφείς" στα άκρα του
μετώπου υπό την κατοχή του (Βερονέζ και Ροστώβ) και να συμπτυχθεί προς τη
μεγάλη καμπή του Ντον, ανταλλάσσοντας το χώρο με το χρόνο, με έσχατο όριο
υποχωρήσεως τον ποταμό Βόλγα, μέχρι τη δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών για
την ανάληψη της πρωτοβουλίας των επιχειρήσεων για την καταστροφή του
εχθρού.

5. Διεξαγωγή της Μάχης

α. Εξέλιξη Προκαταρτικών Επιχειρήσεων

Οι επιχειρήσεις στην Κριμαία άρχισαν στις 8 Μαΐου με την επίθεση


των Γερμανών για την κατάληψη του Κερτς. Μέχρι τις 16 Μαΐου οι δυνάμεις
της 11ης Στρατιάς, υποστηριζόμενες από το 8ο Αεροπορικό Σώμα (Πτέραρχος
340

Ριχτόφεν), πέτυχαν την εκμηδένιση της 44ης και 51ης Στρατιάς του Μετώπου
της Υπερκαυκασίας και απερίσπαστοι στράφηκαν για την κατάληψη της
πολιορκούμενης Σεβαστουπόλεως.
Στον τομέα του Χαρκόβ, κατά το χρόνο που οι δυνάμεις της "Β"
Ομάδας Στρατιών λάμβαναν την επιθετική τους διάταξη για εξάλειψη των
ρωσικών προγεφυρωμάτων, ο όγκος των τεθωρακισμένων του νοτιοδυτικού
Μετώπου βρισκόταν ήδη σε κίνηση.
Καταρχήν, η ρωσική επίθεση σημείωσε επιτυχία. Είχαν εισδύσει,
εντός διημέρου, σε βάθος 70 χιλιομέτρων, όταν αντιλήφθηκαν ότι βρίσκονταν
μεταξύ σφύρας (1η Τεθ. Στρατιάς του Στρατηγού Κλάιστ) και άκμονα (6ης
Στρατιάς του Στρατηγού Πάουλους). Ο Στρατάρχης Τιμοσένκο ζήτησε από τη
Στάβκα την έγκριση συμπτύξεως των δυνάμεών του, όμως ο Στάλιν επέμεινε
στη συνέχιση της επιθέσεως. Ο αγώνας διήρκεσε μέχρι τις 28 Μαΐου και οι
Γερμανοί ανήγγειλαν τη συντριβή 27 μεραρχιών και 12 τεθωρακισμένων
ταξιαρχιών του Ρωσικού Στρατού.
Στα χέρια των νικητών περιήλθαν 240 χιλιάδες αιχμάλωτοι, 2.026
πυροβόλα και 1.246 άρματα. Μεταξύ των νεκρών αναγνωρίσθηκαν και οι
διοικητές των 6ης και 57ης ρωσικών στρατιών.
Οι Ρώσοι στον παραπάνω αγώνα ηττήθηκαν, παρά την αριθμητική
και ποιοτική υπεροχή τους σε άρματα, αντιμετωπίζοντας την ανωτερότητα των
Γερμανών στην τακτική χρησιμοποίηση των μονάδων τεθωρακισμένων. Στη
συντριβή τους συντέλεσαν επίσης, η αεροπορική υπεροχή των Γερμανών και η
επέμβαση του Στάλιν. Ελάχιστος αριθμός εφεδρειών παρέμεινε στα χέρια της
Στάβκα και οι Γερμανοί εκμεταλλεύθηκαν τις επιτυχίες τους, αφού
δημιούργησαν ευρέα προγεφυρώματα ανατολικά του Ντόνετς ποταμού.
Οι επιχειρήσεις στην Κριμαία συνεχίσθηκαν επίσης, με επιτυχία από
τους Γερμανούς και τερματίσθηκαν με την κατάληψη της Σεβαστουπόλεως (4
Ιουλίου 1942).

β. Η Εξόρμηση προς Στάλινγκραντ- Επιχείρηση BLU (Σχεδ. 72).

Η μεγάλη θερμή επίθεση των Γερμανών άρχισε στις 28 Ιουλίου 1942.


Οι στρατιές (2η-4η Τεθωρακισμένη ) στο αριστερό της διατάξεως, κινήθηκαν
προς τα ανατολικά (21 μεραρχίες από τις οποίες 4 αρμάτων και 3
μηχανοκίνητες).
Σε διάστημα 24 ωρών, οι απέναντι σ΄αυτές 13η και 40ή Ρωσικές
Στρατιές (Μέτωπο Μπριάνσκ) σαρώθηκαν και τα υπολείμματά τους
απωθήθηκαν ανατολικά του Ντον ποταμού. Στην ποτάμια γραμμή του Ντον,
εγκαταστάθηκαν αμυντικά η 2η Γερμανική, όπως και η 2η Ουγγρική Στρατιά. Η
4η Τεθωρακισμένη Στρατιά στράφηκε προς τα νοτιοανατολικά για τη
συνάντηση της 6ης Στρατιάς που ενεργούσε νοτιότερα.
341

Η επιτυχία υπήρξε και πάλι εντυπωσιακή. Οι ρωσικές στρατιές του


Νοτιοδυτικού Μετώπου (21η, 28η και 57η) ανατράπηκαν.Τα Τεθωρακισμένα
της 4ης Τεθωρακισμένης Στρατιάς (Στρατηγός Χοθ) κατόρθωσαν να
καταλάβουν άθικτη γέφυρα στον ποταμό Ντον και να εισέλθουν στο Βορονέζ,
ενώ άλλοι 30.000 Ρώσοι προστέθηκαν στον αριθμό των αιχμαλώτων του
Γερμανικού Στρατού.
Στις 5 Ιουλίου ο πεδινός διάδρομος μεταξύ Ντον και Ντόνετς ήταν
ανοιχτός για την προέλαση προς τα ανατολικά των γερμανικών στρατιών. Στις 9
Ιουλίου η "Α" Ομάδα Στρατιών (33 μεραρχίες από τις οποίες 9 συμμαχικές)
μπήκε στον αγώνα. Η 1η Τεθωρακισμένη Στρατιά επιτέθηκε προς τα
βορειοανατολικά, για να συναντήσει την 4η Τεθωρακισμένη Στρατιά που
συνέκλινε προς τα νοτιοανατολικά.
Οι Ρώσοι κατέβαλλαν προσπάθειες για να αντιμετωπίσουν τη θύελλα
των γερμανικών τεθωρακισμένων, μεταφέροντας δυνάμεις δυτικά της μεγάλης
καμπής του Ντον και εξαπολύοντας συνεχείς επιθέσεις στην περιοχή Βορονέζ.
Η συντονισμένη δράση όμως των 1ης και 4ης Τεθωρακισμένων Στρατιών και η
υποστήριξη της γερμανικής αεροπορίας, ελάχιστα περιθώρια επιτυχίας άφηναν
στους Ρώσους. Πολυπληθείς ρωσικοί σχηματισμοί εμπλέκονταν μεταξύ των
τεθωρακισμένων γερμανικών φαλάγγων και στροβιλίζονταν πριν
κατακερματισθούν και διαλυθούν. Ο αριθμός των Ρώσων αιχμαλώτων συνεχώς
αυξανόταν (ανήλθε από τη θερινή επίθεση του 1942 μέχρι τις 11 Αυγούστου σε
590.485 άνδρες).
Στις 16 Ιουλίου ο Στρατηγός Χάλντερ ζήτησε από τους επιτελείς του
ΟΚΗ (Ανώτατη Διοίκηση Στρατού) να μελετήσουν τη συνέχιση της
προωθήσεώς της Βέρμαχτ προς το Στάλινγκραντ, χωρίς κατ΄ανάγκη να
προηγηθεί η πτώση του Ροστώβ, προς την κατεύθυνση του οποίου ενεργούσε
ήδη η 17η Στρατιά της Ομάδας Στρατιών "Α".
Υπολόγιζε όμως χωρίς να λαμβάνει υπόψη τις εμπνεύσεις και
παρορμήσεις του Χίτλερ. Αυτός σε μια αδικαιολόγητη κρίση απαισιοδοξίας,
φοβούμενος επανάληψη του ατυχήματος του προηγούμενου χρόνου στο
Ροστώβ, διέταξε από τις 13 Ιουλίου την υπαγωγή υπό την "Α" Ομάδα Στρατιών
της 4ης Τεθωρακισμένης Στρατιάς ενισχυμένης μάλιστα και με το 40ό
Τεθωρακισμένο Σώμα Στρατού της 6ης Στρατιάς. Κατά τον τρόπο αυτό,
ολόκληρη η δύναμη τεθωρακισμένων των δύο ομάδων στρατιών στράφηκε
προς το Νότο, για την κάλυψη του Ροστώβ, ενώ προς την Ανατολή, προς
Στάλινγκραντ, έμεινε η 6η Στρατιά στερούμενη την ισχύ κρούσεως (του 40ού
ΤΣΣ), να προχωρά με βήμα σημειωτόν, εξαιτίας της αυξανόμενης ρωσικής
αντιστάσεως.
Εξαιτίας της γενικής συμπτύξεως των Ρώσων προς τα ανατολικά, στις
23 Ιουλίου, ο Χίτλερ που καταλήφθηκε από κύμα υπερβολικής αισιοδοξίας, στο
νέο στρατηγείο του (στη Βίνιτσα Δυτικής Ουκρανίας), έλαβε νέες αποφάσεις.
342

Δεν επρόκειτο πλέον να δοθούν μάχες με ενωμένες τις δυνάμεις για την
καταστροφή του εχθρού. Αυτό γινόταν ήδη. Οι Ρώσοι έπαψαν ως στρατός να
υφίστανται και επιβαλλόταν η καταδίωξη.
Ο Αρχηγός του Επιτελείου του ΟΚΗ Στρατηγός Χάλντερ, είχε τάση
βέβαια πολύ λιγότερο προς τις υπερβολές αναγκάσθηκε όμως να διαβιβάσει
προς τις δύο ομάδες στρατιών νέες οδηγίες ( με αριθμό 43 ), με τις οποίες
καθοριζόταν:
(1) Ομάδα Στρατιών "Α" (Στρατάρχης Λιστ): Να καταλάβει τις
πετρελαιοπηγές του Καυκάσου.
(2) Ομάδα Στρατιών "Β" (Στρατάρχης Βάιξ):
(α) Να μεριμνήσει για την ασφάλεια του Ντον μεταξύ Βορονέζ
και μεγάλης καμπής του.
(β) Να καταστρέψει τις προ του Στάλινγκραντ
συγκεντρωμένες δυνάμεις και να καταλάβει την πόλη Βόλγα.
(γ) Να επεκτείνει το αμυντικό μέτωπο του Ντον μέχρι το
Βόλγα.
(δ) Να εκπέμψει ταχυκίνητο συγκρότημα προς Αστραχάν και
να αποφράξει το Βόλγα.
΄Οπως φαίνεται από τις οδηγίες, ο Χίτλερ μεθυσμένος από τις
επιτυχίες και πιεζόμενος από το χρόνο, παραιτείται από τη διαδοχή των
προσπαθειών, η οποία καθοριζόταν με προσοχή στις προηγούμενες οδηγίες. Το
τρομερό συγκρότημα των 94 μεραρχιών διασπάσθηκε και με τις ομάδες
στρατιών καθορίζονταν διάφοροι ΑΝΣΚ, σε αποκλίνουσες κατευθύνσεις. Το
Ροστώβ καταλήφθηκε στις 24 Ιουλίου αμαχητί σχεδόν και χωρίς να αποκτηθεί
επέμβαση των δύο τεθωρακισμένων στρατιών που έφθασαν βόρεια ταυτόχρονα.
Από τις 29 Ιουλίου η 4η Τεθωρακισμένη Στρατιά (ανατολικά του
Ντον), στράφηκε προς το Στάλινγκραντ, και πάλι με υπαγωγή στη "Β" Ομάδα
Στρατιών. Η 6η Στρατιά επανέλαβε τις προσπάθειές της προς εκκαθάριση της
μεγάλης καμπής του Ντον, σημειώνοντας , μεταξύ ποταμού Τσιρ και γέφυρας
Καλάτς στο Ντον, εξαιρετική επιτυχία κατά των 1ης και 42ης Ρωσικών
Στρατιών. Στα χέρια των Γερμανών περιήλθαν 73.101 αιχμάλωτοι, 1.099
άρματα και 1.057 πυροβόλα.
Στις 10 Αυγούστου η 6η Στρατιά του Πάουλους βρισκόταν
αναπτυγμένη στη δυτική όχθη του Ντον απέναντι από το Στάλινγκραντ, ενώ η
4η Τεθωρακισμένη Στρατιά του Στρατηγού Χοθ αγωνιζόταν ανατολικά του
ποταμού να διανοίξει την οδό Ροστόβ-Ακσάι-Στάλινγκραντ.
Το ρωσικό μέτωπο, αναπτύγματος περίπου 80 μιλίων, υπερασπιζόταν
από δύο στρατιές (62η και 64η) συνολικής δυνάμεως 11 μεραρχιών, πολλές από
τις οποίες ήταν μειωμένης συνθέσεως και υπολείμματα διαλυμένων
τεθωρακισμένων ταξιαρχιών. Απέναντι σ' αυτές η 6η Στρατιά υπό την οποία
υπαγόταν επιχειρησιακά και η 4η Τεθωρακισμένη Στρατιά, διέθεσε συνολικά
343

18 μεραρχίες (9 πεζικού - 4 μηχανοκίνητες - 5 αρμάτων) και την υποστήριξη


του 4ου Αεροπορικού Σώματος, το οποίο εξασφάλιζε στους Γερμανούς
απόλυτη αεροπορική υπεροχή.
Παρά την παραπάνω υπεροχή, οι πρώτες γερμανικές επιθέσεις για
διάβαση του Ντον δεν είχαν αποτέλεσμα, ενώ η 4η Τεθωρακισμένη Στρατιά
κατά την προώθησή της προς τα βόρεια συναντούσε δυσχέρειες.
Οι προσπάθειες κατά το διάστημα 20-23 Αυγούστου επαναλήφθη-καν.
Το 14ο Τεθωρακισμένο Σώμα Στρατού (Στρατηγός Βιτερσχάιμ), κατόπιν
δημιουργίας προγεφυρώματος στον Ντον στην περιοχή Βορτυάτι, κατόρθωσε
να διασπάσει τη ρωσική άμυνα και να φθάσει κοντά στη σιδηροδρομική γέφυρα
Ρύνον στο Βόλγα (στα βόρεια προάστια του Στάλινγκραντ), ενώ η 4η
Τεθωρακισμένη Στρατιά, αφού κατόρθωσε να αποτρέψει την αντίσταση της
64ης Ρωσικής Στρατιάς, έφθασε στην όχθη του ποταμού, νότια της πόλεως.
Επακολούθησαν και νέες επιθέσεις, κατόπιν των οποίων επιτεύχθηκε η πλήρης
απομόνωση της πόλης στην καμπή του Βόλγα. Τη νύκτα 23/24 Αυγούστου η
γερμανική αεροπορία, με όλη τη διαθέσιμη δύναμή της ενήργησε σφοδρό
βομβαρδισμό της πόλεως. Την επομένη, 25 Αυγούστου, οι αρχές της πόλεως
κήρυξαν το Στάλινγκραντ σε κατάσταση πολιορκίας.
Η Ομάδα Στρατιών "Α" μετά την πτώση του Ροστώβ, συνέχισε την
προέλασή της προς τον Καύκασο.
Στις 9 Αυγούστου καταλήφθηκαν στην περιοχή Μαϊκόπ οι πρώτες
πετρελαιοπηγές, οι οποίες είχαν ήδη αχρηστευθεί από τους Ρώσους. Οι
δυσχέρειες όμως στη συνέχεια (το ορεινό του εδάφους και η αντίσταση των
κατοίκων της περιοχής που επιστρατεύθηκαν) δεν επέτρεψαν την επίτευξη του
τελικού ΑΝΣΚ. Το γεγονός όμως αυτό, εξαιτίας της τρομερής εμπλοκής της
6ης Στρατιάς στο Στάλινγκραντ, έπαψε να έχει πρωταρχική σημασία. Το κέντρο
βάρους του αγώνα είχε μεταφερθεί ήδη 500 χιλιόμετρα βορειότερα, στον
"ισθμό" μεταξύ Ντον και Βόλγα, όπου έμελλε να κριθεί όχι μόνο η έκβαση της
εκστρατείας του 1942, αλλά και αυτή η ίδια η τύχη ολόκληρου του πολέμου.

γ. Ο Αγώνας στο Στάλινγκραντ (Σχεδ. 73)

Κατά την έναρξη της επιθέσεως δεν παρουσιάσθηκαν σοβαρές


δυσχέρειες και η προώθηση ήταν ταχεία γιατί τα διάφορα κτίρια των προαστίων
ήταν ξύλινα και είχαν πυρποληθεί. Στη συνέχεια όμως η προχώρηση στα
τεράστια τετράγωνα της βιομηχανικής περιοχής επιβραδύνθηκε και τελικά
ανακόπηκε.
Το "διώνυμο Στούκας-Πάντζερς", το οποίο είχε κατ' επανάληψη
θριαμβεύσει στα πεδία των μαχών, δεν μπορούσε να δώσει λύση, και το
χειρότερο η κατάσταση επιφύλαξε στα τεθωρακισμένα τον άχαρο ρόλο της
άμεσης υποστηρίξεως των ομάδων πεζικού, αν και τούτο αντέβαινε στις αρχές
344

και στους κανόνες χρησιμοποιήσεως των Πάντζερς, από τη δημιουργία του


όπλου των τεθωρακισμένων στο γερμανικό στρατό. Στα παραπάνω θα πρέπει να
προστεθεί η ευχέρεια με την οποία οι Ρώσοι (πρηνείς πίσω από τα οδοφράγματα
ή ενεδρεύοντας στα στόμια των υπονόμων ή πίσω από οπές και μικροανοίγματα
των υπογείων), μπορούσαν να τα εξουδετερώσουν (τα άρματα),
χρησιμοποιώντας διάφορα όπλα και μέσα (φλογοβόλα, Α/Τ, μολότωφ κτλ.), με
εκπληκτική δεξιοτεχνία.
Την πρώτη επίθεση διαδέχθηκε δεύτερη και αυτήν τρίτη γενική
επίθεση, χωρίς ουσιώδη αποτελέσματα. Οι Ρώσοι μάχονταν από τετράγωνο σε
τετράγωνο, από όροφο σε όροφο, σε κάθε δωμάτιο, για την κυριαρχία των
διαδρόμων, της εισόδου, του υπογείου και του κλιμακοστασίου. Απωθούμενοι
στο τέλος ενός τετραγώνου, μετά από συνεχή πάλη όλη την ημέρα, τη νύκτα
επανέρχονταν στην αρχή του μέσα από τους υπονόμους και πάλι, και η πάλη
ξανάρχιζε με μεγαλύτερη ένταση.
Κατά την τρίτη επίθεση, χρησιμοποιήθηκαν από τους Γερμανούς 11
μεραρχίες από τις οποίες , οι τρεις τεθωρακισμένες. Ο αγώνας συνεχίσθηκε
χωρίς ανάπαυλα μέχρι τα μέσα του Σεπτεμβρίου. Μετά από σκληρό αγώνα της
4ης Τεθωρακισμένης Στρατιάς οι Γερμανοί κατόρθωσαν να διαχωρίσουν τις δύο
ρωσικές στρατιές ( 62η- 64η) και φάνηκε προς στιγμή ότι η εξασθενημένη
ρωσική φρουρά θα ανατρεπόταν. Τη νύκτα όμως 14/15 Σεπτεμβρίου εισήλθε
στην πόλη η 13η Μεραρχία της Φρουράς και ο αγώνας ξανάρχισε αγριότερος.
Κατά τα τέλη Σεπτεμβρίου φάνηκε ότι η επίθεση των Γερμανών προς
το Βόλγα και τον Καύκασο, η οποία είχε τόσο λαμπρή έναρξη και μέσα σε λίγες
εβδομάδες επιβεβαίωσε την ικανότητα της Βέρμαχτ να " κάνει τον κόσμο να
τρέμει ", όπως καυχόταν ο Χίτλερ, δεν μπορούσε να συνεχισθεί. Παρότι τα όρια
του Γ΄Ράιχ είχαν μεταφερθεί στο Βόλγα και η σημαία του αγκυλωτού σταυρού
είχε υψωθεί στην κορυφή του Καυκάσου, η νίκη είχε εξαφανισθεί στο
λαβύρινθο των υπονόμων του Στάλινγκραντ και η έκβαση του πολέμου
φαινόταν πιο αβέβαιη απο πριν.
Οι μεραρχίες των γερμανικών στρατιών είχαν φθάσει στο όριο της
εξαντλήσεως των επιθετικών δυνατοτήτων. Ο Χίτλερ, επειδή δεν μπορούσε να
απωθήσει περισσότερο τους Ρώσους, άρχισε να απομακρύνει τους πιο ικανούς
από τους στρατηγούς του, εφόσον είχαν την ατυχία να γίνονται δυσάρεστοι.
Καταρχήν απομακρύνθηκαν δύο διοικητές σωμάτων τεθωρακισμένων, επειδή
παραπονέθηκαν για την κακή χρησιμοποίηση των αρμάτων μέσα στο
Στάλινγκραντ. Επακολούθησε η απομάκρυνση του Στρατάρχη Λιστ, διοικητή
της "Α" Ομάδας Στρατιών και του Στρατηγού Χάλντερ, αρχηγού του επιτελείου
του ΟΚΗ.
Ο Στρατηγός Πάουλους στις 4 Οκτωβρίου, εξαπέλυσε και νέα γενική
επίθεση. Με αυτήν καταφέρθηκε σφοδρό πλήγμα κατά του ισχυρότερου
σημείου άμυνας του αντιπάλου, δηλαδή των τριών μεγάλων εργοστασίων του
345

βορείου τμήματος της πόλεως, δηλαδή "Ερυθρός Οκτώβριος", "Οδόφραγμα"


και "Εργοστάσιο Τρακτέρ". Η επίθεση διήρκεσε τέσσερις εβδομάδες, χωρίς να
καταστεί και πάλι δυνατή η εκδίωξη των Ρώσων. Το εργοστάσιο "Ερυθρός
Οκτώβριος" καταλήφθηκε, ενώ ο αγώνας στα άλλα δύο συνεχιζόταν μέσα σε
αυτά.
Οι τελευταίες αντιστάσεις των Ρώσων κοντά στην όχθη του ποταμού
Βόλγα φαίνονταν ακατάβλητες αλλά και η κατάσταση για τους Γερμανούς δεν
ήταν δυνατόν να παραμείνει όπως είχε. Κατόπιν ο Στρατηγός Πάουλους γύρω
στα τέλη Οκτωβρίου διέταξε την προπαρασκευή νέας τελικής επιθέσεως.
Στις 18 Νοεμβρίου η ολική εξάντληση και η έλλειψη πυρομαχικών
επέβαλαν τη διακοπή του αγώνα. Τη νύκτα, έπαψαν οι πυροβολισμοί και οι
εκρήξεις και οι αντίπαλοι άρχισαν όπως συνήθως να αποσύρουν τους
τραυματίες τους. Την επομένη δεν επαναλήφθηκε η πάλη. ΄Ενας τρομερός
πάταγος κάλυψε τη βοή της μάχης του Στάλινγκραντ. ΄Ηταν ο βροντερός
φραγμός των δύο χιλιάδων πυροβόλων του Ρωσικού Στρατού, ο οποίος είχε
αρχίσει την αντεπίθεση.

δ. Η Κύκλωση της 11ης Στρατιάς (Σχεδ. 74)

Ο Στρατάρχης Ζούκωφ, ανώτατος διοικητής των ρωσικών δυνάμεων


στην Ουκρανία, με την ίδια ψυχραιμία που επέδειξε κατά τη μάχη της Μόσχας
(αρνήθηκε να εμπλέξει τις σιβηριανές μεραρχίες μέχρι τη τελευταία στιγμή)
διαφύλασε τις σχηματισμένες εφεδρείες, τηρώντας τις ενισχύσεις της
αγωνιζόμενης στο Στάλινγκραντ 62ης Στρατιάς σε ένα τολμηρό κατώτατο
επίπεδο. Σε όλο το κρίσιμο διάστημα 10 Σεπτεμβρίου-19 Νοεμβρίου στο
Στάλινγκραντ, αποστάλησαν για ενίσχυση πέντε και μόνο μεραρχίες, οι οποίες
μόλις επαρκούσαν για την κάλυψη των απωλειών, ενώ ανατολικά του Βόλγα
υπήρχαν ανέπαφες και πλήρως συγκροτημένες μεγάλες δυνάμεις (500.000
άνδρες, 900 άρματα Τ-34, 320 μονάδες πυροβολικού, 115 συντάγματα
κατιούσα). Στις δασωμένες εκτάσεις της περιοχής Σαράτωφ (βορειοανατολικά
του Στάλινγκραντ) κατά την περίοδο αυτή συγκροτούνταν και εκπαιδεύονταν 27
νέες μεραρχίες πεζικού και 19 τεθωρακισμένες ταξιαρχίες, οι οποίες
αποστέλονταν για συμπλήρωση της εκπαιδεύσεώς τους και απόκτηση πολεμικής
πείρας εκ περιτροπής για βραχύ χρονικό διάστημα στον κεντρικό τομέα του
μετώπου.
Ταυτόχρονα, συμπληρώνονταν η οργάνωση και η συγκρότηση των
μεγάλων σχηματισμών, οι οποίοι θα έπαιρναν μέρος στη μεγάλη ρωσική
αντεπίθεση. Σ' αυτήν προβλεπόταν να μετάσχουν τα εξής τέσσερα μέτωπα :
(1) Μέτωπο Βορονέζ : Αντιστράτηγος Φ. Γκολίκωφ
(2) Μέτωπο Νοτιοδυτικό : Αντιστράτηγος Ν. Βατούτιν
(3) " Ντον : Αντιστράτηγος Κ. Ροκοσόφσκυ
346

(4) Μέτωπο Στάλινγκραντ: Στρατηγός Α. Ερεμένκο


Τα παραπάνω περιλάμβαναν συνολικά 13 στρατιές και 11 ταχυκίνητα
σώματα (ομάδες ταξιαρχιών και ταχυκίνητων μονάδων). Ο όγκος του
προβλεπόμενου πυροβολικού ήταν πρωτοφανής και στις επιχειρήσεις θα
ξαναεμφανιζόταν η ρωσική αεροπορία, που διέθετε ήδη νέους τύπους
αεροσκαφών. Η απόδοση της βιομηχανίας δικαιολογούσε και τις πιο αισιόδοξες
προβλέψεις. Τέλος, η χωρίς προηγούμενο δοκιμασία την οποία πέρασαν τα
ρώσικα στρατεύματα είχε αυξήσει την ικανότητα και εμπειρία των στελεχών
τους σε ικανοποιητικό βαθμό.
Η τεράστια γραμμή του νέου μετώπου (800 χιλιόμετρα Βορονέζ-
Στάλινγκραντ και 500 χιλιόμετρα Στάλινγκραντ-Καύκασος) παρείχε την
ευχέρεια της επιλογής κατάλληλου τομέα διασπάσεως. Οι διαβεβαιώσεις και
αυταπάτες του Χίτλερ για ασφάλεια του αριστερού πλευρού των γερμανικών
δυνάμεων που μάχονταν στο Στάλινγκραντ και στον Καύκασο βρίσκονταν ήδη
στη σκληρή δοκιμασία της πραγματικότητας.
Τομείς διασπάσεως από τους Ρώσους επιλέχθηκαν και από τις δύο
μεριές του Στάλινγκραντ στη γραμμή του μετώπου της 3ης (βόρεια) και της 4ης
(νότια) Ρουμανικών Στρατιών.
Αυτό το πρωί της 19ης μέχρι της 22ης Νοεμβρίου, το
γερμανορουμανικό μέτωπο διασπάσθηκε σε μήκος 80 χιλιομέτρων βόρεια και
50 χιλιομέτρων νότια του Στάλινγκραντ. Η πιο σοβαρή διάσπαση έλαβε χώρα
στην περιοχή των λησμονημένων ρωσικών προγεφυρωμάτων στον Ντον, στις
περιοχές Κλέτσκαγια και Σεραφείμοβιτς. Μέσα στα ρήγματα όρμησαν έξι
ρωσικές στρατιές των Μετώπων Νοτιοδυτικού και Στάλινγκραντ, οι οποίες
σάρωσαν κάθε αντίσταση και δημιούργησαν χάος στα μετόπισθεν των
Γερμανών.
Η μόνη άξια λόγου εφεδρεία των Γερμανών πίσω από τη Ρουμανική
Στρατιά, το 48ο Τεθωρακισμένο Σώμα Στρατού, αποδιοργανωμένο από τις
οδομαχίες στο Στάλινγκραντ, δεν μπόρεσε, παρά τις απεγνωσμένες αντεπιθέσεις
του να μεταβάλει την κατάσταση. Ενώ η 6η Στρατιά αγωνιζόταν στο
Στάλιγκραντ να ανασυγκροτήσει τα πολύτιμα τεθωρακισμένα της και να
αποσύρει από τα καπνίζοντα ερείπια και τους υπονόμους επίλεκτες μονάδες
πεζικού, για την προστασία των πλευρών της, οι Ρώσοι πέτυχαν να φθάσουν
πριν από τη μεγάλη γέφυρα του Κάλατς, την οποία και κατέλαβαν πριν
ανατιναχθεί. Παρά την περιορισμένη ορατότητα, εξαιτίας χαμηλής νέφωσης και
ομίχλης, οι ρωσικές φάλαγγες συνέχισαν την κίνησή τους και κατά τη νύκτα με
αναμμένα τα φώτα των οχημάτων τους, σπέρνοντας τη σύγχυση και τον πανικό.
Η συνένωση ελαφρών τμημάτων της 5ης Στρατιάς (Μέτωπο Ντον) και 51ης
Στρατιάς (Μέτωπο Στάλινγκραντ) έγινε τις απογευματινές ώρες της 23ης
Νοεμβρίου. Δε θα αργούσε ο σχηματισμένος λεπτός κλοιός να μεταβληθεί σε
347

χαλύβδινο θανάσιμο βρόγχο για την 6η Στρατιά μέσα στο Στάλινγκραντ. Η


αποφασιστική καμπή του πολέμου άρχιζε.

ε. Προσπάθειες για τη Διάσπαση του Κλοιού. Το Τέλος της 6ης


Στρατιάς.

Στις 21 Νοεμβρίου, η 6η Στρατιά, διατάχτηκε από το Χίτλερ να


εγκατασταθεί με τη μορφή εχίνου μεταξύ Ντον και Βόλγα και να υπερασπίσει
το "οχυρό Στάλινγκραντ". Την επομένη, ο Στρατηγός Πάουλους, με σήμα του,
επεσήμανε τους κινδύνους τους οποίους αντιμετώπιζε ήδη και ζήτησε υπό
ορισμένους όρους ελευθερία ενέργειας για την 6η Στρατιά. Η ομάδα Στρατιών
"Β" συνηγόρησε στην αίτηση που υποβλήθηκε.
Σε αναμονή της σχετικής εγκρίσεως, η 6η Στραιά άρχισε να
ανασυγκροτεί τις δυνάμεις της. Διέθετε πολύ ισχυρές (επίλεκτες) Μεγάλες
Μονάδες, αν και αποδιοργανωμένες από τις οδομαχίες (22 μεραρχίες από τις
οποίες 3 τεθωρακισμένες της 4ης Τεθωρακισμένης Στρατιάς με 200 άρματα
συνολικά).
Ο Χίτλερ, διαισθανόμενος ότι η αιτούμενη ελευθερία ενεργείας
σήμαινε και εγκατάλειψη του "φρουρίου" Στάλινγκραντ, απάντησε αρνητικά.
Στη λήψη της καταδικαστικής αποφάσεως για την τύχη της στρατιάς, συνέτεινε
και η διαβεβαίωση του Στρατάρχου Γκαίρινγκ, ότι η αεροπορία θα μπορούσε να
ανεφοδιάζει την 6η Στρατιά από τον αέρα με εφόδια 500 τόνων,από τα 700 που
ζήτησε την ημέρα η στρατιά.
Στο μεταξύ ο Χίτλερ είχε αναθέσει στον Στρατάρχη Μανστάιν τη
διοίκηση της νέας Ομάδας Στρατιών, του Ντον, με αποστολή την απόκρουση
της ρωσικής αντεπιθέσεως και αποκατάσταση της γραμμής του μετώπου.
Υπό τη διοίκησή του τέθηκαν οι 3η και 4η Ρουμανικές και 4η
Τεθωρακισμένη Στρατιές, σε όποια κατάσταση τελούσαν και στις περιοχές που
βρίσκονταν.
Από την εκτίμηση της καταστάσεως ο Στρατάρχης Μανστάιν (ο
οποίος από στρατηγικούς συγγραφείς χαρακτηρίζεται ως ηγέτης που "δε
θεωρούσε το εξαίρετο ως αδύνατο", "ως ο τρομερότερος αντίπαλος στρατηγός
των συμμάχων"), συμπέρανε, ότι εξαιτίας της μεγάλης υπεροχής των Ρώσων σε
δυνάμεις και μέσα δεν υπήρχε θέμα αποκαταστάσεως της γραμμής του
μετώπου, αλλά σωτηρίας των στρατιών της δεξιάς πτέρυγας και κυρίως της 6ης
της οποίας, εξαιτίας της ρευστότητας ακόμη της καταστάσεως, η τύχη ήταν
μετέωρη μεταξύ της μεγάλης καμπής του Ντον και του Βόλγα ποταμού.
Γνώρισε τα παραπάνω στον νέο επιτελάρχη του ΟΚΗ Στρατηγό Ζάιτσλερ και
ζήτησε επειγόντως την αποστολή ισχυρών ενισχύσεων.
348

Τελικά, οι ενισχύσεις που στάλθηκαν υπήρξαν περιορισμένες. Παρ'


όλα αυτά αποφασίσθηκε η ενέργεια για διάσπαση του κλοιού γύρω από το
Στάλινγκραντ και η απελευθέρωση της 6ης Στρατιάς.
Η επίθεση άρχισε στις 12 Δεκεμβρίου. Η 3η Τεθωρακισμένη Ρωσική
Στρατιά, που προσβλήθηκε αιφνιδιαστικά, συμπτύχθηκε βόρεια του ποταμού
Αξάι, με σοβαρές απώλειες (111 άρματα). Οι Ρώσοι, αφού αντιλήφθηκαν τις
γερμανικές προθέσεις συγκέντρωσαν πριν την 4η Τεθωρακισμένη Στρατιά τον
όγκο των πυρών πυροβολικού και ενήργησαν επιθέσεις κατά του πλευρού με τα
13ο Τεθωρακισμένο Σώμα Στρατού και 3ο Σώμα Στρατού της Φρουράς, οι
οποίες μετά από σκληρό αγώνα αποκρούσθηκαν.
Στις 17 Δεκεμβρίου το 57ο Τεθωρακισμένο Σώμα Στρατού πέρασε
βίαια τον ποταμό Μίτσκοβα, τελευταίο υδάτινο κώλυμα πριν από το
Στάλινγκραντ. Διάνυσε 130 χιλιόμετρα και ήδη βρισκόταν σε απόσταση 48
χιλιομέτρων από την πόλη.
Η κατάσταση δυτικά του Ντον κατά τον παραπάνω χρόνο εξελισσόταν
δυσμενώς για τους Γερμανούς και έτσι η αναμενόμενη υποβοήθηση από το 48ο
Τεθωρακισμένο Σώμα Στρατού δεν ήταν δυνατή για ένα τελευταίο άλμα προς
το Στάλινγκραντ.
Ο Στρατάρχης Πάουλους, διοικητής της 6ης Στρατιάς, παρά τις
επίμονες παροτρύνσεις του Μανστάιν δίσταζε να διατάξει την ενέργεια εξόδου
προς τα δυτικά, εφόσον ο Χίτλερ επέμενε στην απόφασή του να μην
εγκαταλειφθεί το Στάλινγκραντ. Διατηρούσε άλλωστε επιφυλάξεις στη
δυνατότητα επιτυχίας μιας τέτοιας ενέργειας, εξαιτίας ελαττώσεως της
ευκινησίας της Στρατιάς και την απωλειών της. Τελικά, ο Στρατηγός Πάουλους
ανέφερε στον Μανστάιν, ότι τα καύσιμα δεν ήταν επαρκή για την κίνηση προς
συνένωση (η 6η Στρατιά διέθετε καύσιμα για 30 χιλιόμετρα), ενώ απαιτούνταν
καύσιμα για 48 χιλιόμετρα.
Προσπάθεια για να μεταπεισθεί ο Χίτλερ, από τον Μανστάιν, και να
εγκρίνει τη σύμπτυξη από το Στάλιγκραντ της 6ης Στρατιάς, κατέληξε σε
κατηγορηματική άρνηση.
Κατόπιν αυτού η καταδίκη της 6ης Στρατιάς είχε υπογραφεί από το Χίτλερ και
η εκτέλεση της αποφάσεως (με μέριμνα των Ρώσων) ήταν απλά ζήτημα χρόνου.
Ο ανεφοδιασμός από τον αέρα υπήρξε ελλιπής (94,16 τόνοι την
ημέρα, αντί των 500 που είχαν υποσχεθεί και 700 περίπου που είχαν αιτηθεί),
παρά τις σχετικά μεγάλες απώλειες της Λουφτβάφε (488 α/φ σε διάστημα 70
ημερών-1.000 άνδρες).
Στο μεταξύ η επίθεση των Ρώσων που εκδηλώθηκε (Μέτωπα Βορονέζ
και Νοτιοδυτικά) στον τομέα της 8ης Ιταλικής Στρατιάς επέφερε την πλήρη
κατάρρευση του μετώπου. Γύρω στο τέλος Δεκεμβρίου διαγραφόταν ο κίνδυνος
ανακαταλήψεως του Ροστώβ από τους Ρώσους και αποκοπής όλων των
ανατολικά του Ντον γερμανικών δυνάμεων (4η Τεθωρακισμένη Στρατιά-Ομάδα
349

Στρατιών "Α". Ο Στρατάρχης Μανστάιν, αναγκάσθηκε να διατάξει την επάνοδο


των τμημάτων στις προηγούμενες θέσεις τους. ΄Ηδη, η παράταση του αγώνα της
6ης Στρατιάς δεν πήγαζε από την αβέβαιη έστω ελπίδα να βοηθηθεί. ΄Ηταν
απλά έργο υπέρτατης θυσίας για χάρη της σωτηρίας των άλλων στρατιών.
Η 6η Στρατιά συνέχισε και μετά τη διάλυση των συμμαχικών
στρατιών να απασχολεί μεγάλο αριθμό ρωσικών δυνάμεων και να απαγορεύει
τον άξονα Στάλινγκραντ-Ροστώβ στις στρατιές των Μετώπων Ροκοσόφσκυ και
Ερεμένκο.
Χάρη στην αντίσταση της 6ης Στρατιάς κατόρθωσε τελικά η Ομάδα
Στρατιών "Α" μετά από σκληρή πάλη με το χρόνο, μέσα στην απεραντοσύνη
του χώρου, να διαφύγει από τον Καύκασο πριν αποκοπεί τελείως η δίοδος του
Ροστώβ. Επιτεύχθηκε επίσης η σύμπτυξη προς τα δυτικά των αποδεκατισμένων
στρατιών της Ομάδας τον Ντον κατά τρόπο ικανοποιητικό, παρά τις αφόρητες
συνθήκες που είχαν δημιουργηθεί για τις δυνάμεις των Γερμανών. Μετά από τα
παραπάνω η απονομή της στραταρχικής ράβδου στον Διοικητή της 6ης
Στρατιάς από τον Χίτλερ, υπήρξε πράξη δικαιοσύνης.
Η τελική επίθεση κατά της 6ης Στρατιάς, άρχισε στις 10 Ιανουαρίου,
μετά την απόρριψη των προτάσεων συνθηκολογήσεως των Ρώσων. Της
επιθέσεως προηγήθηκε έντονη προπαρασκευή πυροβολικού κατά την οποία, σε
λίγες ώρες, από 34 συντάγματα πυροβολικού καταναλώθηκαν 3.400 τόνοι
βλημάτων.
Στις 2 Φεβρουαρίου καθετί είχε λήξει για τους Γερμανούς στον ισθμό
μεταξύ Ντον και Βόλγα. Η 6η Στρατιά είχε εκμηδενισθεί και έπαψε να
υφίσταται και στο χάρτη καταστάσεως του Χίτλερ στο Ράστεμπουργκ, όπου είχε
μεταφερθεί και πάλι το στρατηγείο του. ΄Ολοι οι στρατηγοί-διοικητές των
μεγάλων μονάδων-με τον στρατάρχη, διοικητή της 6ης Στρατιάς, ήταν
αιχμάλωτοι των Ρώσων.
Η πτώση του Στάλινγκραντ επέφερε ανατροπή της στρατηγικής
στάσεως των αντιπάλων στο Ανατολικό μέτωπο. Ο Ρωσικός Στρατός από τότε
ανέλαβε την πρωτοβουλία των επιχειρήσεων την οποία διατήρησε βασικά μέχρι
τη συνθηκολόγηση της Γερμανίας. Η καταστροφή της 6ης Στρατιάς στο
Στάλινγκραντ υπήρξε μεγάλη καμπή του πολέμου.

6. Αποτελέσματα

α. Οι Γερμανικές Απώλειες.

Οι απώλειες των Γερμανών και των Συμμάχων τους μέσα στην πόλη
του Στάλινγκραντ από τις 23 Νοεμβρίου 1992 (ημέρα ενάρξεως της πολιορκίας)
μέχρι τις 2 Φεβρουαρίου 1943 (ημέρα καταπαύσεως του πυρός), ήταν :
(1) Νεκροί : 160.000, από τους οποίους 110.000 Γερμανοί.
350

(2) Τραυματίες (που διακομίσθηκαν αεροπορικά) : 25.000-30.000.


(3) Αιχμάλωτοι : 91.000, μεταξύ των οποίων 1 στρατάρχης και 23
στρατηγοί.

β. Η Εκμηδένιση της 6ης Στρατιάς :

Το μέγεθος της συμφοράς των Γερμανών γίνεται αμέσως αντιληπτό με


απλό βλέμμα στο μακρύ κατάλογο των Μεγάλων Μονάδων που
εκμηδενίσθηκαν (καταστράφηκαν ολοκληρωτικά) στο Στάλινγκραντ, και που
συνοπτικά έχει ως εξής :
(1) Το Στρατηγείο της 6ης Στρατιάς
(2) Τα Στρατηγεία πέντε Σωμάτων Στρατού (4ο-8ο-11ο-51ο ΣΣ και
14ο Τεθωρ. ΣΣ).
(3) 13 γερμανικές μεραρχίες πεζικού.
(4) 3 γερμανικές μεραρχίες τεθωρακισμένων (200 άρματα).
(5) 3 γερμανικές μεραρχίες μηχανοκίνητες.
(6) 2 ρουμανικές μεραρχίες (1 πεζικού-1 ιππικού).
(7) 1 μεραρχία κυνηγών.
(8) 1 μεραρχία αντιαεροπορικού.
(9) 1 σύνταγμα Κροατών.
(10) 7 συντάγματα πυροβολικού συν μοίρα ερπυστριοφόρου
πυροβολικού.
(11) 6 μοίρες Α/Α πυροβολικού, 2 συντάγματα πυραύλων
(NEBELWERFER).
(12) Τάγματα μηχανικού.

γ. Οι Απώλειες των Υπόλοιπων Στρατιών.

Η κατάσταση, κατά τη διάρκεια της πολιορκίας, εκτός του


Στάλινγκραντ, για τους Γερμανούς δεν ήταν η καλύτερη και για τους
συμμάχους τους μάλιστα ήταν τραγική. Κατά τη μεγάλη αντεπίθεση των Ρώσων
το πρώτο πλήγμα καταφέρθηκε κατά των δύο ρουμανικών στρατιών (3ης και
4ης) από τις δύο μεριές του Στάλινγκραντ. Το μέτωπο αρχικά διασπάσθηκε και
στη συνέχεια κατά τους αγώνες που επακολούθησαν, το μισό του αριθμού των
μεραρχιών τους περίπου διαλύθηκε. Πριν από το τέλος της πολιορκίας του
Στάλινγκραντ και οι δύο ρουμάνικες στρατιές έπαψαν να υπάρχουν.
Στη συνέχεια, κατά σειρά, επλήγησαν η 8η Ιταλική και η 2η Ουγγρική
Στρατιά. Η συμπεριφορά τους, για διάφορους λόγους (ανεπαρκής εκπαίδευση-
ακαταλληλότητα οπλισμού κτλ.) υπήρξε, συγκρινόμενη με τη στάση των
ρουμανικών πιο απογοητευτική. Μετά από σύντομο αγώνα και παρά την
351

επέμβαση των γερμανικών μεραρχιών της "Β" Ομάδας Στρατιών, διαλύθηκαν


τελείως.
Οι γερμανικές στρατιές εκτός του κλοιού (2η Στρατιά- 4η
Τεθωρακισμένη Στρατιά- Απόσπασμα Στρατιάς Χόλιντ) υπέστησαν, επίσης,
σοβαρές απώλειες. Οπωσδήποτε κατόρθωσαν να συμπτυχθούν με επιτυχία προς
τα δυτικά, με την Ομάδα Στρατιών "Α" χάρη στην παράταση της αντιστάσεως
της πολιορκημένης στο Στάλινγκραντ 6ης Στρατιάς.
δ. Οι Βαθύτερες Συνέπειες από την Καταστροφή.

Θα πρέπει να αναφερθούν και οι ψυχοπνευματικές (ηθικές) ζημιές, τις


οποίες υπέστησαν οι Γερμανοί ως συνέπεια της ήττας τους, στο Στάλινγκραντ.
Οι υλικές γρήγορα αποκαθίστανται και καμιά φορά μέσα σ' αυτήν τη
γενιά. Οι ηθικές ζημιές αντίθετα παραμένουν ως τραύματα στη συνείδηση του
έθνους για πολύ και για την εξάλειψή τους, θα πρέπει να περάσουν πολλές
γενιές.

7. Διαπιστώσεις - Συμπεράσματα

α. Η Διεκδίκηση της Πρωτοβουλίας των Επιχειρήσεων.

Εξαιτίας της πικρής εμπειρίας από το προηγούμενο έτος, η Ρωσική


Στρατιωτική Ηγεσία επιδίωξε να έχει κατά το 1942, την πρωτοβουλία των
επιχειρήσεων. Γι' αυτό, με την έναρξη της θερινής περιόδου, αφού προκατέλαβε
τους Γερμανούς, επιτέθηκε πρώτη κατά τον άξονα Βορονέζ-Χαρκόβ.
Η παράλογη επιμονή του Στρατάρχη Στάλιν για τη συνέχιση της
επιθέσεως που απέτυχε επέφερε τη συντριβή των ρωσικών στρατιών του
Τιμοσένκο, με αποτέλεσμα την ταχεία στη συνέχεια προέλαση των Γερμανών
μέχρι τον Καύκασο.
Οι Ρώσοι ανέκτησαν και πάλι την πρωτοβουλία των επιχειρήσεων
μόνο κατά την καταστροφή των γερμανών στο Στάλινγκραντ, ως συνέπεια των
σφαλμάτων του Αδόλφου Χίτλερ.

β. Το Γερμανικό Σχέδιο Επιχειρήσεων.

Η σύνταξη του Σχεδίου συνεχίσεως των επιθετικών επιχειρήσεων, στο


Ανατολικό Μέτωπο (Σχέδιο BLU), άρχισε από το Νοέμβριο 1941, βάσει των
στρατηγικών ιδεών του Χίτλερ. Επειδή όμως το επιτελείο της Ανώτατης
Διοικήσεως του Στρατού (ΟΚΗ) δεν είχε μυηθεί σ' αυτές, τελικά, ο Χίτλερ και
το ΟΚΗ απέβλεπαν σε διάφορους σκοπούς.
Το ΟΚΗ κατά τη μελέτη και σύνταξη του σχεδίου απέβλεπε στην
κυριαρχία επί του ισθμού μεταξύ Ντον και Βόλγα και την κατάληψη του
352

Στάλινγραντ, θέσεων μακροχρόνιας στρατηγικής σημασίας. Για το Χίτλερ


όμως, η προώθηση μέχρι το Στάλινγκραντ αποτελούσε το πρώτο βήμα για την
επίτευξη της αναφερόμενης "Μεγάλης Λύσεως".
Στο σχέδιο που συντάχθηκε, τελικά, από το ΟΚΗ, καθοριζόταν
συνέχιση προς τον Καύκασο (Τελικού Σκοπού) μετά από την κατάληψη του
Στάλινγκραντ. Κατά τη διεξαγωγή όμως των επιχειρήσεων, έντονες
παρορμήσεις ώθησαν το Χίτλερ στο να διατάξει ταυτόχρονη επίθεση, σε
αποκλίνουσες κατευθύνσεις, για κατάληψη συγχρόνως και των δύο σκοπών που
αναφέρθηκαν. Συνέπεια του βασικού αυτού σφάλματος, υπήρξε η καταστροφή.

γ. Η Ασφάλεια Ελιγμού.

Η προώθηση της δεξιάς πτέρυγας σε τεράστιο βάθος, προς κατάληψη


του Καυκάσου, χωρίς ταυτόχρονη επιβοηθητική έστω προσπάθεια στο κέντρο
αποτελούσε ανορθόδοξη ενέργεια και μη ανεκτό νεωτερισμό για την τόσο
σεβαστή πρωσική παράδοση. Ο Χίτλερ καθησύχασε τους φόβους τους για
ενδεχόμενη προσβολή της μάζας ελιγμού από το πλευρό, με τη διαβεβαίωση ότι
οι στρατιές των συμμάχων, θα καταλάμβαναν θέσεις πίσω από το κώλυμα του
ποταμού Ντον και ότι η 6η Στρατιά με την 4η Τεθωρακισμένη Στρατιά θα
παρέμεναν στην περιοχή μεταξύ Ντον και Βόλγα για την πλήρη εξασφάλιση
του αριστερού πλευρού. Οπωσδήποτε, βάσει του σχεδίου, η προώθηση προς τον
Καύκασο θα γινόταν μετά την κατάληψη του Στάλινγκραντ.
Δεν ελήφθησαν υπόψη, εξαιτίας ακατανόητης υποτιμήσεως του
αντιπάλου :
(1) Η ευκαιρία, η οποία δινόταν στους Ρώσους , να πλήξουν από το
αριστερό πλευρό (τεράστιο ανάπτυγμα).
(2) Οι περιορισμένες δυνατότητες των συμμάχων τους να αμυνθούν
απέναντι στους Ρώσους, για τις ικανότητες των οποίων είχαν διαφορετική
γνώμη από τους Γερμανούς.
(3) Η περιορισμένη αξία του Ντον ως κώλυματος.
(4) Κυρίως όμως, η περίπτωση αποκτήσεως της πρωτοβουλίας,
όπως συνέβη μετά την εμπλοκή της 6ης Στρατιάς στο Στάλινγκραντ και την
αποτελμάτωση των επιχειρήσεων στον Καύκασο.

δ. Το Ρωσικό Σχέδιο Αντεπιθέσεως.

Οι Ρώσοι επωφελήθηκαν αρκετά κατά τους υποχωρητικούς αγώνες


τους από τα σφάλματα των Γερμανών. Με μεγάλη επιδεξιότητα αντάλλαξαν το
χώρο με το χρόνο, ο οποίος τους ήταν πολύ απαραίτητος για τη συγκέντρωση
των απαιτούμενων εφεδρειών. Κατόρθωσαν, τελικά, να προσελκύσουν τους
Γερμανούς σε πολύ κατάλληλους χώρους για άμυνα απέναντι σε πιο δυνατό
353

εχθρό (στα στενά και στις διαβάσεις του Καυκάσου και στα οικοδομικά
τετράγωνα από μπετόν και τους δαιδαλώδεις υπονόμους του Στάλινγκραντ.
΄Οσο χρόνο ο Γερμανικός Στρατός που ήταν ανώτερης ποιοτικής αξίας
επιδιδόταν σε αγώνα τριβής, οι Ρώσοι συγκέντρωναν τις εφεδρείες τους για την
αντεπίθεση. Το σχέδιο αντιπιθέσεως (επιχείρηση "Ουρανός") ήταν απλό και
απόλυτα προσαρμοσμένο προς την υπάρχουσα κατάσταση. Θα προσβάλλονταν
οι ασθενείς συμμαχικές στρατιές από τις δύο μεριές του Στάλινγκραντ, για τη
δημιουργία των απαραίτητων ρηγμάτων και θα επακολουθούσε η κύκλωση της
ισχυρής 6ης Στρατιάς (εμπλεγμένη σε μεγάλο βάθος στο Στάλινγκραντ), της
οποίας η εκμηδένιση υπήρξε και ο σκοπός της αντεπιθέσεως.
Για την εκτόξευση της αντεπιθέσεως, επιλέχθηκε όχι μόνο ο
κατάλληλος χώρος, αλλά και ο χρόνος. Οι Ρώσοι εξαπέλυσαν τις στρατιές τους
όταν οι γερμανικές μεραρχίες έφθασαν στο όριο εξαντλήσεως στο
Στάλινγκραντ.

ε. Εφεδρείες.

Ο Χίτλερ τη διέλυσε και σκόρπισε τις μεραρχίες της για να


χρησιμοποιηθούν στους διαφόρους τομείς του μετώπου. Τήρησε το Διοικητή
της, Στρατάρχη Μανστάιν μαζί με το επιτελείο της στρατιάς σε εφεδρεία.
Οι Ρώσοι, αντίθετα, όλο το διάστημα της υποχωρήσεώς τους προς τα
ανατολικά συνέχισαν τη συγκέντρωση εφεδρείας και παρά το κρίσιμο του
αγώνα στο Στάλινγκραντ, απέφυγαν την πρόωρη εμπλοκή σημαντικών
τμημάτων της.

στ. Οι Επεμβάσεις του Χίτλερ.

(1) Η πρώτη επέμβαση σημειώθηκε κατά την επίθεση προς το


Βαρονέζ, οπότε ο Στρατάρχης Μποκ θέλησε να συνεχίσει την προέλαση προς το
Στάλινγκραντ με τις στρατιές των Τεθωρακισμένων και να τηρήσει πίσω την 6η
Στρατιά για την αντιμετώπιση του Μετώπου του Βατούτιν. Ο Χίτλερ τον
απέπεμψε, με αποτέλεσμα να αφεθούν νότια του μέσου ρου του Ντον
σημαντικά ρωσικά προγεφυρώματα.
(2) Η σοβαρότερη επέμβαση (σφάλμα) υπήρξε η υπαγωγή της
ενισχυμένης 4ης Τεθωρακισμένης Στρατιάς από την "Α" Ομάδα Στρατιών, έστω
και πρόσκαιρα και η στροφή της προς Ροστώβ. Αποτελέσματα της ενέργειας
αυτής ήταν:
(α) Η επιβράδυνση της προελάσεως προς το Στάλινγκραντ.
(β) Η απερίγραπτη συμφόρηση των δρομολόγιων προς
Ροστώβ και η επιβράδυνση της προελάσεως προς τον Καύκασο.
354

(3) Οι μετέπειτα επεμβάσεις του Χίτλερ υπήρξαν επίσης πολύ


βλαπτικές. Από αυτές, η πιο σοβαρή αναφέρεται στην απαγόρευση της
συμπτύξεως της 6ης Στρατιάς από το Στάλινγκραντ, για λόγους γοήτρου.

ζ. Διοίκηση.

Πολύ σοβαρή επίδραση στην εξέλιξη των επιχειρήσεων είχε


λανθασμένη οργάνωση της διοικήσεως των στρατιών της νότιας πτέρυγας.
Το θέμα γενικά της διοικήσεως περιπλεκόταν ακόμη περισσότερο από
τις επεμβάσεις του Χίτλερ, συνέπεια πολλών έντονων παρορμήσεών του και
εκρηκτικών μεγαλοφυών του συλλήψεων. Ο Χίτλερ, μην έχοντας επαρκή
εμπιστοσύνη ακόμη και στους Στρατάρχες του, φρόντιζε, όπως στην 6η
Στρατιά, να βρίσκεται στο στρατηγείο τους, αξιωματικός που θα διαθέτει επαφή
απευθείας μ΄αυτόν. Με αυτόν τον τρόπο πληροφορούνταν τις αποφάσεις τους
και η επέμβασή τους ήταν άμεση και γρήγορη.
Αντίθετα, οι Ρώσοι, στο θέμα της διοικήσεως υπήρξαν πιο εύκαμπτοι,
επινοητικοί και πρωτότυποι. Έθεσαν τις μεραρχίες τους απευθείας υπό τη
διοίκηση των στρατιών και με το συντονισμό των επιχειρήσεων και τη λήψη
ταχείας αποφάσεως στο στρατηγικό πλαίσιο.

η. Συνταύτιση των Προσπαθειών.

Στο Στάλινγκραντ, η συνταύτιση των προσπαθειών, κατά τις


οδομαχίες αποκλειόταν. Αλλά και αργότερα, κατά την απόπειρα
απελευθερώσεως της 6ης Στρατιάς, εξαιτίας συνεχούς κακοκαιρίας, δεν ήταν
δυνατή η επέμβαση της αεροπορίας. Μετά από αυτό, τα πάντζερς υπό τη
διοίκηση του Στρατηγού Χοθ δεν μπόρεσαν να σπάσουν τον κλοιό γύρω από
την 6η Στρατιά.
Αυτό ήταν προμήνυμα του επερχόμενου τέλους των θριάμβων των
γερμανικών αρμάτων. Κατά τον Μπάγιερ (Bayer), "τα γερμανικά
τεθωρακισμένα θα πέθαιναν την ημέρα κατά την οποία η Λουφτβάφε θα έχανε
την κυριαρχία της στις ερυθρές πτέρυγες".

θ. Αγώνες σε Κατοικημένους Τόπους.

Η αξία των κατοικημένων τόπων, ως χώρου άμυνας, εναντίον


υπέρτερων εχθρικών δυνάμεων, καταφάνηκε στο Στάλινγκραντ, με συνέπεια
την από τότε σπουδή τους ως ιδιαίτερης μορφής αγώνων. Τα συμπεράσματα
και διδάγματα από τη θανάσιμη πάλη των δυο αντιπάλων που έγινε
αναφέρονται ήδη στα εγχειρίδια και τους στρατιωτικούς κανονισμούς και δεν
υπάρχει ανάγκη επαναλήψεώς τους.
355

Οι Γερμανοί παρασύρθηκαν σε πολύνεκρους αγώνες στο


Στάλινγκραντ, για τους οποίους δεν ήταν προετοιμασμένοι. Εξαιτίας των
μεγάλων απωλειών και της αποδιοργανώσεως των δυνάμεών τους στο
Στάλινγκραντ, δεν μπόρεσε στη συνέχεια να γίνει χρήση των προσφερόμενων
ευρέων δυνατοτήτων της μεγάλης καμπής του Ντον, για τη διατήρηση της
πρωτοβουλίας και συντριβή του Ρωσικού Στρατού.

ι. Το Στάλινγκραντ ως Ιστορικό Γεγονός.

Από τις πρώτες μέρες της επιθέσεως απέκτησε συμβολική σημασία,


αρχικά μεν για τους αντιμαχόμενους, στη συνέχεια δε για ολόκληρο τον κόσμο.
Σε αναμονή της εκβάσεως της μάχης ήταν αμφισβητίσιμη η ρώσικη θέληση για
αντίσταση, αλλά και η μέχρι τότε εντύπωση που είχε δημιουργηθεί (για
ορισμένους η πεποίθηση) για το αήττητο του Γερμανικού Στρατού του Γ΄ Ράιχ.
"Ο αγώνας των πολιορκουμένων Γερμανών στο Στάλινγκραντ" γράφει
ο Στρατάρχης Μανστάιν "αποτελεί ιστορικό απερίγραπτων δοκιμασιών και
βασάνων, τις οποίες υπέστησαν. Τερματίσθηκε μέσα σε απόγνωση και
μνησικακία, δικαιολογημένη, εκείνων των οποίων η εμπιστοσύνη
εξαπατήθηκε". Η ιστορία ουδέποτε δικαίωσε ηγήτορα (στην περίπτωση αυτή
το Χίτλερ) που θυσίασε τους κατωτέρους του, όταν δεν ήταν πια σε θέση να
πολεμήσουν.
Οι Ρώσοι απέδωσαν την περίφανη νίκη τους στο Στάλινγκραντ στους
γενναίους υπερασπιστές του και κυρίως στους απλούς κατοίκους της πόλεως
(εργάτες των εργοστασίων κυρίως), οι οποίοι πολέμησαν συνεχώς στις οδούς
και τα εργοστάσια, αλλά και κάτω απ΄ αυτά στα υπόγεια και τους υπονόμους,
εναντίον του άνθους του Γερμανικού Στρατού με αποφασιστικότητα,
επιδεξιότητα και πείσμα. Με ακλόνητη θέληση να μην εγκαταλείπουν την πόλη
τους, επαναλαμβάνοντας για 80 ημέρες και νύκτες συνέχεια μεταξύ τους τη
φράση που είχε καταστεί σύνθημά τους: Ο Βόλγας έχει μόνο μία όχθη.
Τέλος, για τους Ρώσους το Στάλινγκραντ υπήρξε η μεγαλύτερή τους
νίκη, όπως, ίσως, για τους Γερμανούς η μεγαλύτερη ήττα στην ιστορία τους.
Για την παγκόσμια ιστορία υπήρξε σίγουρα μια από τις μεγαλύτερες μάχες όλων
των εποχών.
Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΚΟΥΡΣΚ
(5-23 Ιουλίου 1943)

1. Εισαγωγή

Οι επιθετικές επιχειρήσεις των Γερμανών κατά τη θερινή περίοδο του


έτους 1943, υπό τη συνθηματική ονομασία "ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ" (CITADELLE),
στο Ανατολικό Μέτωπο, αποτέλεσαν την τελευταία προσπάθεια για την
επίτευξη σταθερής υπεροχής τους στην Ανατολή.
Οι Γερμανοί προέβλεπαν, ότι σύντομα θ' αντιμετώπιζαν ως εφιάλτη το
διμέτωπο, προς τα ανατολικά και δυτικά, αγώνα, από τον οποίο έπρεπε να
εξέλθουν ταχέως, για να έχουν ελπίδες για επιτυχή τερματισμό του πολέμου.
Εξετάζοντας επιχειρησιακά την κατάσταση στο Ανατολικό Μέτωπο, θα
διαπιστώσουμε, ότι κατά το έτος 1943, μέχρι την έναρξη της επιχειρήσεως
"Ακρόπολις", είχε την ακόλουθη εξέλιξη.
Οι Ρώσοι, αφού επωφελήθηκαν από τα σφάλματα της ανωτάτης ηγεσίας
των γερμανικών δυνάμεων (του Χίτλερ), πέτυχαν μέχρι την 1η Φεβρουαρίου
1943 την πλήρη συντριβή της 6ης Γερμανικής Στρατιάς στο Στάλινγκραντ.
Περίπου κατά τα μέσα Φεβρουαρίου η κρίση έφθασε στο απόγειο της, όταν
δηλαδή οι Ρώσοι, συνεχίζοντας την προς τα δυτικά προώθηση των δυνάμεων
τους, ανακατέλαβαν το Χάρκοβ, πρωτεύουσα της Ουκρανίας, και κατόρθωσαν
να διεισδύσουν σε βάθος, δυτικά και νότια του ποταμού Ντόνετς, προς την
κατεύθυνση της Μαύρης Θάλασσας και του ποταμού Δνείπερ.
Βεβαίως, παρά τις θεαματικές αυτές επιτυχίες τους, η μεγάλη ευκαιρία
συντομεύσεως, αν μη του τερματισμού, του πολέμου διέφυγε, διότι η Στάβκα
(Κεντρική Επιτροπή Αμύνης της Σοβιετικής Ενώσεως) είχε επιδείξει
διστακτικότητα.
Την κρίση αυτή διαδέχθηκε η βελτίωση της καταστάσεως των
γερμανικών δυνάμεων. Σ' αυτό συνετέλεσαν οι τεθωρακισμένες μονάδες που
έστειλε προς ενίσχυση η Γερμανία, καθώς και η καταπληκτική δραστηριότητα
και η ψύχραιμη αντιμετώπιση της κρίσεως από τον Ε. Μανστάιν, Διοικητή της
Ομάδας Στρατιών του Νότου (περιοχής του λεκανοπεδίου του Ντόνετς).
Ενώ υπήρχε ο θανάσιμος κίνδυνος να δουν οι Γερμανοί τους Ρώσους να
φθάνουν στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας, ο Μανστάιν, εμμένοντας στις
απόψεις του, συνέχιζε με παγερή αταραξία τη συγκρότηση εφεδρείας.
Συγκέντρωνε τις διασκορπισμένες μονάδες της 4ης Τεθωρακισμένης Στρατιάς
στην περιοχή του Ζαπορόγιε, νοτιοδυτικά του Χάρκοβ, αν και αυτό
συνεπαγόταν περαιτέρω αραίωση του μετώπου, περισσότερο και από το
κατώτατο παραδεκτό όριο. Ήταν ο μόνος τρόπος για την ανάκτηση της
πρωτοβουλίας, που ήταν αναγκαία για τη διάσωση του Γερμανικού Στρατού, ο
οποίος είχε περιέλθει σ' αυτή τη δεινή κατάσταση.
Η προς τα δυτικά προώθηση των ρωσικών δυνάμεων προοδευτικά
επιβραδυνόταν, εφόσον επιμηκύνονταν οι γραμμές συγκοινωνιών σε περιοχή
που για εκατοντάδες χιλιόμετρα παρουσίαζε την εικόνα ερήμου μετά τη
μεθοδική της καταστροφή από τους Γερμανούς πριν από την υποχώρηση τους
προς τα δυτικά, αλλά και κατά τη διάρκειά της. Αντίθετα, η αντίσταση των
γερμανικών δυνάμεων αυξανόταν εφόσον προσέγγιζαν προς τα τέρματα των
σιδηροδρομικών συγκοινωνιών, στα οποία κατέφθαναν συνεχώς ενισχύσεις,
εφόδια και υλικά.
Κατά το διάστημα μεταξύ 20ής Φεβρουαρίου και 1ης Μαρτίου η
προώθηση των ρωσικών στρατιών του Νοτιοδυτικού Μετώπου προς τις
διαβάσεις του Δνείπερ ποταμού είχε αποκοπεί. Κατόπιν αντεπιθέσεως των
γερμανικών δυνάμεων, οι Ρώσοι απωθήθηκαν και πάλι ανατολικά του ποταμού
Ντόνετς. Ακόμη νοτιότερα, η Δεξιά Πτέρυγα των Γερμανών στον μέσο ρου του
Ντόνετς και του Μιούς ποταμού διατήρησε τελικά τις θέσεις της και οι ρωσικές
δυνάμεις, που είχαν διεισδύσει προς την κατεύθυνση της Αζοφικής,
κυκλώθηκαν και αναγκάσθηκαν να παραδοθούν.
Από την 1η Μαρτίου επακολούθησε επίθεση κατά των προωθουμένων
προς τα δυτικά, στην περιοχή του Χάρκοβ, ρωσικών δυνάμεων του Μετώπου
του Βορονέζ, από το σώμα των SS, που είχε πρόσφατα συγκροτηθεί και από
την 4η Τεθωρακισμένη Στρατιά με αξιόλογα για τους επιτιθεμένους
αποτελέσματα. Μέχρι τις 16 Μαρτίου το Χάρκοβ καταλήφθηκε και πάλι από
τους Γερμανούς, καθώς και το Μπέλγκοροντ, οπότε o βόρβορος από την τήξη
των πάγων έθεσε τέρμα στην προώθηση των Γερμανών και νέκρωσε κάθε
κίνησή τους στην Ουκρανία.
Λίγες περίοδοι του Β' Παγκοσμίου Πολέμου παρουσίασαν τόσο απότομη
δραματική μεταστροφή της τύχης όσο αυτή του Φεβρουαρίου - Μαρτίου 1943.
Ο Γερμανικός Στρατός επέδειξε για μία ακόμη φορά την καταπληκτική
ικανότητα των αναγεννημένων δυνάμεών του και την αναμφίβολη υπεροχή του
στο τακτικό πεδίο. Παρά τη συνεχή και αφόρητη πίεση του τρομερότερου από
τους αντιπάλους του, κατόρθωσε να αποκαταστήσει το μέτωπο, να αποκόψει
την "αιχμή του ρωσικού δόρατος" και να διασκορπίσει τις πρόωρες ελπίδες των
Δυτικών Συμμάχων.
Ήδη το Επιτελείο της Οberkommando heeres (Ο.Κ.Η. , δηλαδή της
Ανωτάτης Διοικήσεως Γερμανικού Στρατού) άρχισε να μελετά και η Στάβκα να
εξετάζει με ανησυχία την περίπτωση νέας θερινής γερμανικής επιθέσεως προς
τα ανατολικά.

2. Περιγραφή του Πεδίου της Μάχης

α. Έδαφος (γενικά)
359

Η τελική έκβαση των χειμερινών επιχειρήσεων προς τα ανατολικά


μπορούσε να θεωρηθεί για τους Γερμανούς, μετά μάλιστα την καταστροφή της
6ης Στρατιάς στο Στάλινγκραντ, ως ικανοποιητική, τουλάχιστον από απόψεως
εδαφικών κερδών (Σχεδ. 75).
Το μέτωπο ακολουθούσε γενικά τη γραμμή του Ντόνετς ποταμού
μέχρι δυτικά της πόλεως Βοροσίλωφγκραντ, όπου καμπτόταν προς το Νότο και
ακολουθούσε την κοίτη του Μιούς ποταμού. Η Χερσόνησος της Κριμαίας
κατεχόταν σταθερά από τους Γερμανούς, οι οποίοι μάλιστα είχαν διατηρήσει
εκτεταμένο προγεφύρωμα στη χερσόνησο του Κουμπάν, στην περιοχή
Καυκάσου.
Στην τεράστια αυτή περιοχή περιλαμβάνονταν οι εκτεταμένοι
σιτοβολώνες της Ουκρανίας και περιοχές πλούσιες σε άνθρακες και σε μέταλλα
απαραίτητα στην πολεμική βιομηχανία (χρώμιο, μαγγάνιο κ.ά.).
Το μόνο μελανό σημείο ήταν η εκτεταμένη εξέχουσα του μετώπου
στην περιοχή του Κουρσκ, μεταξύ των Ομάδων Στρατιών Κέντρου και Νότου.
Λόγω της παρεμβολής του, η γραμμή του μετώπου επιμηκυνόταν κατά 500
χιλιόμετρα περίπου.
Εκατέρωθεν του θυλάκου του Κουρσκ σχηματίζονταν δύο εξέχουσες
του γερμανικού μετώπου, του Ορέλ προς Βορρά και του Μπέλγκοροντ προς
Νότο (Σχεδ. 76).
Στο κέντρο του θυλάκου βρισκόταν η πόλη του Κουρσκ, όπου
διασταυρώνονταν οι σιδηροδρομικές αρτηρίες Χάρκοβ - Μόσχας και Βο-ρονέζ
- Κιέβου.
Το έδαφος της περιοχής ήταν κυματοειδές με μικρές εδαφικές
εξάρσεις ύψους 200-300 μέτρων. Αξιόλογα υδάτινα κωλύματα δεν υπήρχαν,
πλην των παραποτάμων του Δνείπερ, Σέιμπ και Πσελ. ΄Ομως, η εκτός οδών
κίνηση των αρμάτων παρουσίαζε κατά περιοχές σημαντικές δυσχέρειες, λόγω
φυσικών αποτμήσεων του εδάφους.
Το οδικό δίκτυο της περιοχής, αν και ήταν πτωχό, επέτρεπε γενικά την
άνετη κίνηση των τροχοφόρων κατά την περίοδο της ξηρασίας. Κατά την
περίοδο όμως των βροχοπτώσεων και ιδίως της τήξεως των πάγων (συνήθως
κατά τον Απρίλιο) καμία κίνηση δεν ήταν δυνατή εκτός των κυρίων οδεύσεων.
Η φοβερή λάσπη νέκρωνε τα πάντα. Τεράστιοι σιταγροί κάλυπταν το
αναπεπταμένο έδαφος και μείωναν την ορατότητα, ενώ κατά διαστήματα η
κοίτη των ποταμών είχε καλυφθεί από συστάδες δένδρων.

β. Στρατιωτική Αξία

Η παρεμβολή του θυλάκου του Κουρσκ στη γραμμή του μετώπου των
Γερμανών δυσχέραινε τις μεταξύ των δύο Ομάδων Στρατιών (Κέντρου και
360

Νότου) συγκοινωνίες και καθήλωνε σημαντικές δυνάμεις για την επιτήρησή


του.
Στους Ρώσους παρείχε σπουδαία βάση εξορμήσεως κατά της βόρειας
πτέρυγας της Ομάδας Στρατιών του Νότου, καθώς και κατά του πλευρού της
Ομάδας Στρατιών του Κέντρου. Αποτελούσε γενικά, σοβαρή απειλή για τη
συνοχή του γερμανικού μετώπου, επειδή ρωσική επίθεση από την κατεύθυνση
του Κουρσκ μέσω Χάρκοβ προς τις διαβάσεις του Δνείπερ (μεγάλες γέφυρες
Δνειπροπετρόβσα και Ζαπορόγιε) θα είχε ως αποτέλεσμα την αποκοπή των
γερμανικών δυνάμεων στην κοιλάδα του Ντόνετς, με προφανή τον κίνδυνο
απωθήσεώς τους προς τις ακτές του Ευξείνου Πόντου.
Για τους Γερμανούς προσφερόταν ως ΑΝΣΚ επιθέσεως, που θα
απέβλεπε στην κύκλωση σημαντικών ρωσικών δυνάμεων. Σύμφωνα με αυτήν
και λόγω της σημασίας, που είχε το Κουρσκ για τους Ρώσους, θα έπρεπε να
αναμένεται ταχέως η εμπλοκή των τεθωρακισμένων εφεδρειών τους, κατά τις
απόψεις του Στρατάρχη Μανστάιν. Η καταστροφή αυτών, καθώς και κατά το
θέρος του παρελθόντος έτους στην ίδια περιοχή, θα αποτελούσε απαρχή νέων
γερμανικών επιθέσεων σε βάθος, ως μία επιθετική επιστροφή μεγάλης
εκτάσεως.
Κανένας από τους άλλους τομείς του Ανατολικού Μετώπου δεν
προσφερόταν καλύτερα από εκείνον του Κουρσκ για μια ανάλογη επιθετική
ενέργεια, έστω και περιορισμένης εκτάσεως. Το Ορέλ προς το Βορρά και το
Μπέλγκοροντ προς το Νότο αποτελούσαν ισχυρές και πολύ κατάλληλες βάσεις
για μια συγκλίνουσα, ταχεία και αιφνιδιαστική επίθεση των δύο γερμανικών
Ομάδων Στρατιών (Κέντρου και Νότου). Η επίθεση των Ρώσων προ του Ορέλ,
η οποία έγινε το Φεβρουάριο και απέτυχε, και η προέλαση της Ομάδας
Στρατιών του Νότου μέχρι το Μπέλγκοροντ το Μάρτιο είχαν ως αποτέλεσμα τη
συγκέντρωση σημαντικών δυνάμεων των Μετώπων Βορονέζ και Κεντρικού
στην εξέχουσα σε τρόπο, ώστε, με μικρή εύνοια της τύχης, να είναι δυνατή η
προσδοκία - από γερμανικής πλευράς - της επιτυχίας αποφασιστικής νίκης.
Τέλος, σε περίπτωση επιτυχίας, η εξάλειψη της εξέχουσας θα επέφερε
την ευθυγράμμιση του γερμανικού μετώπου (στο σημείο επαφής των δύο
ομάδων στρατιών) και την εξοικονόμηση 15 τουλάχιστον μεραρχιών.
Κατά τις εκτιμήσεις των επιτελείων και των δύο αντιπάλων η
εξέχουσα του Κουρσκ ήταν πολύ ελκυστικός στόχος. Αποτελούσε σαφή
πρόκληση για τους Γερμανούς και, ως εκ τούτου,όπως ήταν φυσικό, έπρεπε να
αναμένεται, ότι οι Ρώσοι θα έσπευδαν, αμέσως μόλις θα το επέτρεπε η
κατάσταση του εδάφους, να προβούν στην αμυντική οργάνωση.

3. Γενική Κατάσταση, Δυνάμεις και Διάταξη των Αντιπάλων

α. Γερμανών
361

(1) Δυνάμεις
Οι ανάγκες σε έμψυχο δυναμικό των Γερμανών κατά τις αρχές
του έτους 1943 υπήρξαν τεράστιες και δημιουργούσαν δυσχερή προβλήματα.
Ο συνεχώς επαυξανόμενος αριθμός μαχητών που κατευθυνόταν
προς τα διάφορα μέτωπα, και μάλιστα το Ανατολικό, καθιστούσε μεγαλύτερες
τις ελλείψεις εργατικού δυναμικού της υπεραναπτυγμένης πολεμικής
βιομηχανίας.
Το μέτρο της συμμετοχής στο Ανατολικό Μέτωπο συμμαχικών
στρατευμάτων (δορυφόρων κρατών), παρά την αρχική ευοίωνη προοπτική,
απέβη κατά τους τελευταίους μήνες του 1942 καταστρεπτικό. Επίσης, το μέτρο
της εθελουσίας προσελεύσεως εργατών από διάφορα υποταγμένα κράτη και
κατακτημένες περιοχές, εξαιτίας της περιορισμένης επιτυχίας του, εξελίχθηκε
τελικά σε βίαιη πολιτική επιστράτευση και καταναγκαστική εργασία τεράστιου
αριθμού ατόμων και των δύο φύλων.
Οι αποτυχίες του στρατού (Wermacht) στα διάφορα μέτωπα
επέτειναν τη δυσπιστία του Χίτλερ στις εθνικές γερμανικές δυνάμεις, ενώ η
αποτελεσματικότητα των SS στις διάφορες επιχειρήσεις των μετόπισθεν
(ερήμωση ολόκληρων περιοχών) είχε επαυξήσει την εμπιστοσύνη του στους
κομματικούς (ναζιστικούς) και, κατά κάποιο τρόπο, προσωπικούς στρατούς της
αεροπορίας (Στρατάρχης Γκαίριγκ) και ιδίως των SS (Στρατάρχης Χίμμλερ).
Η χαώδης κατάσταση που είχε δημιουργηθεί αμέσως μετά την
τρομερή μάχη του Στάλινγκραντ επέβαλε στους Γερμανούς τη συγκρότηση και
αποστολή στο Ανατολικό Μέτωπο μεγάλων τακτικών μονάδων της αεροπορίας
και των SS. Η κατά προτεραιότητα διάθεση της παραγωγής των πολεμικών
εργοστασίων στις νέες αυτές μονάδες επέτεινε την κρίση αυτή κατά τους
πρώτους μήνες του 1943, λόγω των ελλείψεων σε αναπληρώσεις και οπλισμό.
Κατά την περίοδο αυτή σημειώθηκε η εμφάνιση στα πεδία των
μαχών του Ανατολικού Μετώπου των πρώτων μεραρχιών αρμάτων "του τρίτου
υποδείγματος" και των νέου τύπου τεθωρακισμένων μεραρχιών αναγνωρίσεως
(Panzer Grenadier Division), από τη δράση των οποίων ανέμενε ο Χίτλερ τη
μεταβολή της στρατηγικής καταστάσεως, αν όχι και την τελική νίκη.
Η συγκρότηση των μεραρχιών αυτών φέρει τη σφραγίδα του
δημιουργού των τεθωρακισμένων γερμανικών μεραρχιών, δηλαδή του
Στρατηγού Γκουντέριαν, ο οποίος, κατόπιν αποφάσεως του Χίτλερ, επανήλθε
στην ενεργό υπηρεσία και διορίσθηκε Επιθεωρητής των Τεθωρακισμένων με
ευρείες δικαιοδοσίες.
Οι νέες μεραρχίες εξοπλίσθηκαν με τελευταίου τύπου άρματα
(εφάμιλλα και, ενπολλοίς, ανώτερα των ρωσικών).
362

Οι Γερμανοί διέθεταν κατά το θέρος του 1943 στο Ανατολικό


Μέτωπο 210 Μεραρχίες (190 γερμανικές και 20 συμμαχικές), από τις οποίες 43
τεθωρακισμένες (3.000.000 άνδρες).
Από τις μεραρχίες αυτές στη μάχη του Κουρσκ ενεπλάκησαν
τελικά 39 μεραρχίες παντός τύπου (650-700.000 ανδρών, 1.081 άρματα μάχης
και 376 ερπυστριοφόρα πυροβόλα).
Η Γερμανική Αεροπορία (500 καταδιωκτικά - 1.200
βομβαρδιστικά αεροσκάφη) ήταν ικανή, παρά τον περιορισμό της δυνάμεως
της, να έχει τοπική αεροπορική υπεροχή για ορισμένο χρόνο χάρη στην
ικανότητα των πληρωμάτων και την ποιότητα του υλικού της. Η περίοδος της
απόλυτης κυριαρχίας στον αέρα είχε παρέλθει οριστικά.
(2) Διάταξη
Σύμφωνα με τις οδηγίες επιχειρήσεων της Ο.Κ.Η., στην επίθεση
έλαβαν μέρος δυνάμεις των Ομάδων Στρατιών Κέντρου (Στρατάρχης Κλούγκε)
και Νότου (Στρατάρχης Μανστάιν), εκατέρωθεν της εξέχουσας. Συγκεκριμένα :
(α) Από την Ομάδα Στρατιών του Κέντρου (στον Τομέα Ορέλ)
1/ 9η Στρατιά: Διοικητής Στρατηγός Μόντελ.
Δυνάμεις: 41ο, 46ο, 47ο Τεθωρακισμένα Σώματα
Στρατού (8 τεθωρακισμένες μεραρχίες).
Δύο Σώματα Πεζικού (7 μεραρχίες πεζικού).
2/ 2η Στρατιά: Διοικητής Στρατηγός Βάις.
Δυνάμεις: Τρία σώματα πεζικού (9 εξασθενημένες
μεραρχίες).
3/ Εφεδρεία: 12η Τεθωρακισμένη Μεραρχία, 36η
Τεθωρακισμένη Μεραρχία Αναγνωρίσεως.
4/ Αεροπορική Υποστήριξη: Ο 1ος Αεροπορικός
Στόλος.
(β) Από την Ομάδα Στρατιών του Νότου (στον Τομέα
Χάρκοβ)
1/ 4η Τεθωρακισμένη Στρατιά: Διοικητής Στρατηγός
Χοθ.
Δυνάμεις: 1ο Τεθωρακισμένο Σώμα των SS, 48ο
Τεθωρακισμένο Σώμα Στρατού (9 τεθωρακισμένες μεραρχίες - 1 μεραρχία
πεζικού).
52ο Σώμα Στρατού (3 μεραρχίες πεζικού).
2/ Απόσπασμα Στρατιάς Κεμπφ.
Δυνάμεις: 11ο Σώμα Στρατού (3 μεραρχίες
πεζικού).
3ο Τεθωρακισμένο Σώμα Στρατού (3 τεθωρακισμένες
μεραρχίες).
3/ Εφεδρεία: 24ο Τεθωρακισμένο Σώμα Στρατού
363

(2 τεθωρ. μεραρχίες).
4/ Αεροπορική Υποστήριξη: Ο 4ος Αεροπορικός
Στόλος.

β. Ρώσων

(1) Δυνάμεις
Οι Ρώσοι, έναντι των 3.000.000 περίπου του Γερμανικού
Στρατού παρέτασσαν στο Ανατολικό Μέτωπο 5.000.000 μαχητές.
Το Φεβρουάριο διέθεταν συνολικά 513 μεραρχίες και
ανεξάρτητες ταξιαρχίες πεζικού, 43 μεραρχίες ιππικού και περίπου 290
τεθωρακιμένες ή μηχανοκίνητες ταξιαρχίες (7.100 άρματα πρόσφατης
κατασκευής).
Η Ρωσική Ηγεσία υπολόγιζε, ότι η νέα κλάση (γεννηθέντες το
1924), που επρόκειτο να κληθεί υπό τα όπλα, θα απέδιδε 1.500.000 μαχητών
και, συνεπώς, δεν υπήρχε κανένα πρόβλημα από πλευράς έμψυχου δυναμικού.
Η βιομηχανική παραγωγή κάλυπτε τις πολεμικές ανάγκες, ενώ η συμμαχική
βοήθεια συνεχώς αυξανόταν.
Οι δυνάμεις, που ήταν στον θύλακο του Κουρσκ κατά την
έναρξη της μάχης, ανέρχονταν σε 54 μεραρχίες πεζικού (1.330.000 άνδρες), 12
τεθωρακισμένα σώματα (3.600 άρματα) και 16 μηχανοκίνητες ταξιαρχίες.
Φαίνεται, ότι οι ανατολικά του Κουρσκ τηρούμενες γενικές εφεδρείες της
Στάβκα, καθώς και οι βόρεια του Ορέλ δυνάμεις των Μετώπων Νοτιοδυτικού
και Μπριάνσκ θα ήταν πολύ σημαντικές, διότι κατά τη ρωσική αντεπίθεση (12
Ιουλίου) βόρεια του Ορέλ, οι Ρώσοι ενέπλεξαν ακόμη μεγαλύτερο αριθμό
μεραρχιών και τεθωρακισμένων ταξιαρχιών.
Οι Ρώσοι διέθεταν κατά τη μάχη στο Κουρσκ καταπληκτική
υπεροχή σε πυροβολικό. Όπως αναφέρεται από διάφορες πηγές, υπήρχαν
περισσότερα συντάγματα πυροβολικού από συντάγματα πεζικού (σε ορισμένους
τομείς η αναλογία ήταν 5 προς 1). Αναφέρεται, ότι οι Ρώσοι διέθεταν 20.000
πυροβόλα, από τα οποία τα 6.000 αντιαρματικά, καθώς και μεγάλο αριθμό
εκτοξευτών πυραύλων Κατιούσα.
(2) Διάταξη
(α) Μέτωπο Βορονέζ (έναντι Ομάδας Στρατιών του Νότου).
Διοικητής: Στρατηγός Βατούτιν
Δυνάμεις: Τέσσερις στρατιές πεζικού (6η, 7η επίλεκτες,
4η και 38η) και μια τεθωρακισμένη (η 1η Αρμάτων).
Αεροπορική Υποστήριξη: 2η Αεροπορική Στρατιά.
(β) Κεντρικό Μέτωπο (Έναντι της 9ης Στρατιάς)
Διοικητής: Στρατηγός Ροκοσόφσκυ
364

Δυνάμεις: Πέντε στρατιές πεζικού (13η, 48η, 60ή, 69η


και 70ή) και μία τεθωρακισμένη (η 2η Αρμάτων).
Αεροπορική Υποστήριξη: Η 16η Αεροπορική Στρατιά.
(γ) Μέτωπο(1) Στέππας (Εφεδρεία)
Διοικητής:Στρατηγός Κόνιεφ.
Δυνάμεις: Τέσσερις στρατιές πεζικού (5η Επίλεκτη, 27η,
53η και 47η) και μία τεθωρακισμένη (η 5η Στρατιά Αρμάτων).
Επίσης, δύο ανεξάρτητα σώματα αρμάτων και τρία
ιππικού.

4. Σχέδια και Αποστολές Αντιπάλων

α. Γερμανών (Σχέδιο Επιθέσεως Ακρόπολις)

(1) Ο Στρατάρχης Μανστάιν, μετά την κατάληψη του Χάρκοβ (14-


3-1943), είχε την πρόθεση να συνεχίσει την αντεπίθεση προς τα
βορειοανατολικά, για να απαλείψει την εξέχουσα του Κουρσκ προ της
ενάρξεως της περιόδου τήξεως των πάγων. Η αδυναμία όμως συμμετοχής στην
ενέργεια από Βορρά της Ομάδας Στρατιών του Κέντρου τον ανάγκασε να
παραιτηθεί από την πρόθεσή του αυτή.
Κατά την περίοδο της αναγκαστικής απραξίας, ο Μανστάιν
υπέβαλε στον Χίτλερ άλλο σχέδιο "ευρείας επιθετικής επιστροφής", το οποίο
εκμεταλλευόταν κατάλληλα τις επίμονες προσπάθειες των Ρώσων να
προωθηθούν προς τις διαβάσεις του ποταμού Δνείπερ. Το σχέδιο αυτό
προέβλεπε την παραχώρηση της λεκάνης του Ντόνετς και την εφέλκυση των
Ρώσων προς τον κάτω ρου του Δνείπερ. Το βάρος των γερμανικών
τεθωρακισμένων από την περιοχή του Χάρκοβ, όπου θα συγκεντρώνονταν, θα
ριχνόταν προς τα νοτιοανατολικά και θα απωθούσε τους Ρώσους προς τις ακτές
της Αζοφικής Θάλασσας.
Το σχέδιο αυτό εκμεταλλευόταν πλήρως τα πλεονεκτήματα που
διατηρούσαν ακόμη οι Γερμανοί έναντι του αντιπάλου τους, δηλαδή, κατά τον
Μανστάιν: "Διοίκηση καλύτερη και μάλλον εύκαμπτη, στρατιωτικές δυνάμεις
από απόψεως ποιότητας ανώτερες και μεγαλύτερη, κατά το θέρος τουλάχιστον,
ευκαμψία".
Ο Χίτλερ απέρριψε το σχέδιο του Μανστάιν, προφασιζόμενος
ότι τούτο αντετίθετο σε σοβαρούς πολιτικοοικονομικούς παράγοντες. Στην
πραγματικότητα όμως η απόρριψη οφειλόταν στο ότι ο Χίτλερ είχε απέχθεια
στο να παραχωρεί εκούσια έδαφος στον εχθρό, πράγμα που προβλεπόταν στο
σχέδιο αυτό.

1(1) Με τον όρο αυτό νοείται κλιμάκιο αντίστοιχο προς την Ομάδα Στρατιών.
365

Ο πραγματικός κίνδυνος από τυχόν εφαρμογή του ανωτέρω


σχεδίου προερχόταν από την πιθανότητα να μη παρασυρθούν οι Ρώσοι σε
επίθεση πριν από τη δημιουργία δεύτερου μετώπου από τους δυτικούς
Συμμάχους ή να επιτεθούν (οι Ρώσοι) στον τομέα του Μπέλγκοροντ και
βορειότερα, στον θύλακα του Ορέλ, προς ανάκτηση του Χάρκοβ.
Παρόμοιες σκέψεις και φόβοι οδήγησαν το Στρατηγό Ζάιτσλερ,
αρχηγό του Επιτελείου της ΟΚΗ, στη σύλληψη ενός περισσότερο σαφούς και
ρεαλιστικού σχεδίου άμεσης επιθέσεως, επί συγκλινουσών κατευθύνσεων, για
την απαλοιφή του θυλάκου του Κουρσκ. Επρόκειτο περί του αρχικού σχεδίου
του Μανστάιν, που βασιζόταν στην ιδέα της άμεσης εκμεταλλεύσεως της
πρόσκαιρης αδυναμίας του αντιπάλου, λόγω των ηττών του κατά την
αντεπίθεση της Ομάδας Στρατιών Νότου (Φεβρουάριος - Μάρτιος).
Κατόπιν εκθέσεως που υπέβαλε ο Στρατηγός Μόντελ,
Διοικητής της 9ης Στρατιάς, ο οποίος διηύθυνε την επίθεση στο βόρειο τομέα
του θυλάκου, πραγματοποιήθηκε σύσκεψη στο Μόναχο στις 4 Μαΐου. Σ' αυτήν
παρέστησαν, εκτός από τους αρχηγούς των Επιτελείων, οι διοικητές Ομάδων
Στρατιών Κέντρου και Νότου και ο Στρατηγός Γκουντέριαν.
Στην έκθεση του ο Στρατηγός Μόντελ ανέφερε, ότι οι Ρώσοι
είχαν προβεί στην οχύρωση του θυλάκου και σε συγκέντρωση μεγάλων
δυνάμεων. Για το λόγο αυτό διατύπωνε σοβαρές επιφυλάξεις ως προς την
επιτυχία του σχεδίου. Κατά τη συζήτηση που επακολούθησε, έγινε φανερή η
διάσταση των απόψεων.
Ο Στρατηγός Γκουντέριαν εκφράσθηκε έντονα κατά του
σχεδίου, καθώς και κατά οποιασδήποτε επιθετικής ενέργειας προς τα ανατολικά,
πριν από την πλήρη "ανάρρωση" του όπλου των τεθωρακισμένων. Ανέφερε, ότι
δεν είχαν ακόμη διατεθεί άρματα τύπου "Πάνθηρ" και "Τίγρις" σε επαρκή
αριθμό, ενώ όσα είχαν διατεθεί παρουσίαζαν, όπως ήταν φυσικό, "τις παιδικές"
αδυναμίες τους και είχαν ανάγκη περαιτέρω βελτιώσεων.
Αντίθετα, ο Στρατάρχης Κλούγκε υποστήριξε ενθουσιωδώς το
σχέδιο επιθέσεως του Στρατηγού Ζάιτσλερ, ενώ ο Στρατάρχης Μανστάιν
αρκέσθηκε να επισημάνει, ότι πιθανόν η ευκαιρία για μια επιτυχία από την
επίθεση είχε παρέλθει.
Ο Χίτλερ κατέληξε στο συμπέρασμα, ότι η επιχείρηση έπρεπε
να αναβληθεί για να μελετηθεί κατά τρόπο πληρέστερο.
Στις 10 Μαΐου, σε άλλη σύσκεψη για το θέμα της παραγωγής
αρμάτων, ο Στρατηγός Γκουντέριαν προσπάθησε και πάλι να πείσει τον Χίτλερ
να ματαιώσει το σχέδιο της επιχειρήσεως, χωρίς όμως επιτυχία.
(2) Έτσι, παρά τις αντίθετες επί του θέματος απόψεις, που ήδη
είχαν διατυπωθεί, ο Χίτλερ ενέκρινε το σχέδιο, επειδή οι λόγοι που επέβαλαν
την εκτόξευση της επιθέσεως ήταν σοβαροί. Μεταξύ των κυριότερων ήταν και
οι εξής:
366

(α) Η προσδοκία μιας μεγάλης μάχης συγκλόνιζε και μαγνήτιζε


όλους τους επιτελείς που συνδέονταν με την επίθεση, και οι στρατηγοί (εκτός
από μερικές εξαιρέσεις) ισχυρίζονταν, ότι πάντοτε είχαν κατορθώσει να
διασπάσουν τις ρωσικές αμυντικές τοποθεσίες με το πρώτο πλήγμα. Οι
δυσχέρειες - έλεγαν - άρχιζαν κατόπιν, όταν η ορμή των τεθωρακισμένων είχε
απορροφηθεί από τον απέραντο χώρο της στέππας. Ήδη, όμως , οι
αντικειμενικοί σκοποί θα ήταν περιορισμένοι, ενώ η ισχύς των τεθωρακισμένων
υπέρτερη.
(β) Θα έπρεπε ο εχθρός, τον οποίο θεωρούσαν λίγο ή
περισσότερο θανάσιμα τραυματισμένο, να εξουδετερωθεί το ταχύτερο και
τουλάχιστον πριν πραγματοποιηθεί απόβαση των Δυτικών Συμμάχων στην
Ευρώπη, οπότε οι συνθήκες θα ήταν δυσμενέστερες.
(γ) Θα καταβαλλόταν προσπάθεια καταστροφής μέρους των
εφεδρειών της Στάβκα μαζί με τις δυνάμεις που ήταν στον θύλακα. Το κτύπημα
θα επαναλαμβανόταν στη συνέχεια σε άλλο τομέα, με αποτέλεσμα τη ματαίωση
της αναμενόμενης ρωσικής επιθέσεως.
Κατά την άποψη των Γερμανών, οριστική απώλεια της
πρωτοβουλίας προς τα ανατολικά συνεπαγόταν μοιραία την απώλεια του
πολέμου.
Κατόπιν επανειλημμένων συσκέψεων, καθορίσθηκε ως ημέρα
ενάρξεως της επιθέσεως αρχικά η 10η Ιουνίου, στη συνέχεια η 15η Ιουνίου και
τέλος, οριστικά πια, η 5η Ιουλίου 1943.
(3) Ιδέα Ελιγμού.
Στο γερμανικό σχέδιο ενεργείας η περιεχόμενη ιδέα ελιγμού
ήταν απλή. Προβλεπόταν συγκλίνουσα επίθεση από Βορρά (εξέχουσα Ορέλ)
και Νότο (περιοχή Χάρκοβ) που είχε τη μορφή ηλάγρας, της οποίας οι
βραχίονες (σιαγόνες) θα έκλειναν σε απόσταση 16 χιλιομέτρων ανατολικά του
Κουρσκ (στην περιοχή της πόλεως Τιμ).
Οι ρωσικές δυνάμεις των Μετώπων Βορονέζ και Κέντρου,
καθώς και οι εφεδρείες τους, που ήταν μέσα στις σιαγόνες, θα συντρίβονταν
υπό το βάρος των τρομερών χαλύβδινων αρμάτων των μεγάλων, νέου τύπου,
τεθωρακισμένων γερμανικών μεραρχιών.
Στη συνέχεια, θα επιδιωκόταν η καταστροφή των ρωσικών
τεθωρακισμένων εφεδρειών, τις οποίες θα ωθούσε προς το πεδίο της μάχης η
Ανωτάτη Σοβιετική Διοίκηση.
(α) Βόρειος Τομέας (περιοχή Ορέλ): Ομάδα Στρατιών Κέντρου.
Την επίθεση θα ενεργούσε η 9η Στρατιά, που θα διέθετε
προς διάσπαση τρία σώματα τεθωρακισμένα σε μέτωπο 50 χιλιομέτρων. Την
ενέργεια θα κάλυπταν εκατέρωθεν δύο σώματα πεζικού, τα οποία θα επιτίθεντο
προς διεύρυνση του ρήγματος.
367

Στη 2η Στρατιά, αναπτυγμένη περιμετρικά του θυλάκου


σε μέτωπο 200 χιλιομέτρων, ανατέθηκε η καθήλωση των προ αυτής ρωσικών
δυνάμεων, για να εξασφαλισθούν έτσι οι κυκλώσεις τους.
(β) Νότιος Τομέας (περιοχή Χάρκοβ): Ομάδα Στρατιών
Νότου.
Την κύρια διάσπαση θα επιχειρούσε η 4η Τεθωρακισμένη
Στρατιά (Στρατηγός Χοθ), που θα διέθετε γι΄αυτό δύο σώματα τεθωρακισμένων
(48ο Τεθ. Σώμα και 1ο Τεθ. Σώμα των S.S.).
Για τη διεύρυνση του ρήγματος στο αριστερό θα
επιτίθετο ένα σώμα πεζικού (το 52ο Σώμα, που διέθετε 3 μεραρχίες πεζικού), το
οποίο θα υποβοηθούσε στην καταστροφή των ρωσικών δυνάμεων, που είχαν
κυκλωθεί δυτικά του Κουρσκ.
Η κάλυψη από ανατολικά της ενέργειας της 4ης
Τεθωρακισμένης Στρατιάς ανετίθετο στο Απόσπασμα Στρατιάς Κεμπφ (3ο
Σώμα Τεθ. και 11ο Σώμα Πεζικού).
Το Απόσπασμα έπρεπε αρχικά να εξασφαλίσει την άμυνα
του μετώπου ανατολικά του Χάρκοβ (στον ποταμό Ντόνετς) και ακολούθως,
προωθούμενο βόρεια του Βολτσάνσκ, να καλύψει την επίθεση της 4ης
Τεθωρακισμένης Στρατιάς προς το Κουρσκ. Το Απόσπασμα αυτό, ενισχυμένο
εν καιρώ από την Ομάδα Στρατιών του Νότου με το 24ο Σώμα
Τεθωρακισμένων (δύο τεθωρακισμένες μεραρχίες), θα συμμετείχε στην
προσβολή και καταστροφή των τεθωρακισμένων εφεδρειών, τις οποίες, όπως
αναμενόταν, θα ενέπλεκε ο εχθρός στην περιοχή του Κουρσκ.

β. Ρώσων (Σχέδιο Αμύνης)

(1) Οι Ρώσοι, χάρη στη δραστηριότητα του δικτύου κατασκοπείας


"Lucy", είχαν συλλέξει από καιρό σημαντικές πληροφορίες για την επικείμενη
γερμανική επίθεση κατά του Κουρσκ. Η πρώτη εκτίμηση για το πιθανό
γερμανικό σχέδιο, από τι αρχές Απριλίου, είχε συνταχθεί από τον Στρατηγό
Βατούτιν, Διοικητή του Μετώπου του Βορονέζ, που προέβλεπε με αξιόλογη
ακρίβεια την τελική μορφή της γερμανικής ενεργείας.
(2) Ιδέα Ελιγμού
Στο αμυντικό σχέδιο των Ρώσων περιλαμβανόταν η ιδέα
ελιγμού τους, στην οποία κυριαρχούσε η σκέψη περί του τρόπου της
αποτελεσματικότερης αντιμετωπίσεως των γερμανικών αρμάτων, δηλαδή του
πιο επικίνδυνου για την άμυνα αντιπάλου.
Γενικά προβλεπόταν σταθερή άμυνα στα χείλη του θυλάκου για
τον περιορισμό του μετώπου του ρήγματος, καθώς και άμυνα σε βάθος επί
διαδοχικών τοποθεσιών, που είχαν οργανωθεί ισχυρώς και υποστηρίζονταν από
μάζα πυροβολικού.
368

Οι βαρειές γερμανικές φάλαγγες θα διοχετεύονταν με


αλλεπάλληλες σειρές τακτικών ναρκοπεδίων σε κατάλληλους χώρους, όπου θα
ήταν δυνατή η αποκόλληση του πεζικού, που ακολουθούσε τα άρματα, και,
αμέσως μετά, η εξουδετέρωση των δύο συνεργαζόμενων στοιχείων (πεζικού-
αρμάτων) χωριστά.
Μετά την εμπλοκή των γερμανικών τεθωρακισμένων σε βάθος
και την απορρόφηση της ορμής τους, θα επακολουθούσε αντεπίθεση του όγκου
των ρωσικών τεθωρακισμένων εφεδρειών, ενώ συγχρόνως με πλευρικές
επιθέσεις θα προσβάλλονταν οι βάσεις της γερμανικής εισχωρήσεως στις
περιοχές Ορέλ και Μπέλγκοροντ.

γ. Προπαρασκευές

Εκτός από αυτό το τέλειο αμυντικό σχέδιο, οι Ρώσοι είχαν προβεί σε


συστηματικές προπαρασκευές, αν δε οι Γερμανοί Στρατηγοί, που υποστήριζαν
το σχέδιο "Ακρόπολις", γνώριζαν το μέγεθος αυτών των προπαρασκευών,
ασφαλώς δεν θα ήταν τόσο ενθουσιώδεις στις συσκέψεις του Χίτλερ.
Μεταξύ Μαΐου και Ιουνίου 1943 οι Ρώσοι οργάνωσαν με πυρετώδη
ρυθμό την άμυνα στο θύλακο. Για την επεξεργασία των σχεδίων και το
συντονισμό του αγώνα στα τρία μέτωπα η Στάβκα απέστειλε στην περιοχή του
Κουρσκ κατά τα τέλη Απριλίου τη γνωστή από την μάχη της Μόσχας και του
Στάλινγκραντ "δυάδα Ζούκωφ - Βασιλέφσκο" με την ομάδα των συνεργατών
τους.
Τα δύο εμπρός εγκατεστημένα αμυντικώς Μέτωπα - Κεντρικό και
Βορονέζ - διέθεταν αρκετές δυνάμεις για την απόκρουση της γερμανικής
επιθέσεως (9 στρατιές πεζικού - 2 στρατιές αρμάτων). Παρ΄ όλα αυτά, ο
Στρατάρχης Ζούκωφ, με τη γνωστή εμβρίθεια, η οποία τον διέκρινε, εμμένοντας
με σχολαστικότητα στην ιδέα της διατάξεως σε βάθος, μερίμνησε για την
περαιτέρω ισχυροποίηση των σχετικών με την άμυνα μέτρων με την επαύξηση
του βάθους του αμυντικού χώρου.
Δημιούργησε πίσω από την αμυντική ζώνη των δύο εμπρός μετώπων
ένα πλήρες νέο αμυντικό μέτωπο, μέσα στο οποίο, σε περίπτωση δυσμενών
συνθηκών, θα τασσόταν ολόκληρη η εφεδρεία της Στάβκα (οι υπό τον
Στρατάρχη Κόνιεφ στρατιές του Μετώπου της Στέππας, δηλαδή 4 στρατιές
πεζικού, 1 στρατιά αρμάτων, 2 ανεξάρτητα σώματα αρμάτων και 3 σώματα
ιππικού).
Τα χρησιμοποιηθέντα άφθονα μέσα δίνουν το μέτρο της ισχύος αλλά
και του μεγέθους της αμυντικής προσπαθείας των Ρώσων:
(1) Πυροβολικό: 20.000 πυροβόλα, από τα οποία 6.000
αντιαρματικά των 76 και 92 χιλιοστών, καθώς και πολυάριθμοι εκτοξευτές
πυραύλων Κατιούσα.
369

(2) Νάρκες: Πυκνότητα ναρκοπεδίων 2.200 Α/Τ και 2.500 Κ/Π ανά
μίλι (δηλαδή εξαπλάσια εκείνης που υπήρχε κατά την άμυνα προ της Μόσχας
και τετραπλάσια εκείνης στο Στάλινγκραντ).
Παραδόξως, ενώ οι ρωσικές προπαρασκευές προχωρούσαν με
τέτοια ενεργητικότητα και αφθονία μέσων, στο αντίπαλο στρατόπεδο οι
Γερμανοί υπέφεραν ακόμη από συνεχείς αναβολές και ψιθύρους περί
ματαιώσεως της επιχειρήσεως και αλλαγών.
Κατά τον Ιούνιο οι Γερμανοί, αφού διαπίστωσαν από
αεροφωτογραφίες και διάφορες άλλες πληροφορίες το μέγεθος των ρωσικών
προπαρασκευών, αποφάσισαν την αναβολή της επιχειρήσεως επί τρεις
εβδομάδες για την ενίσχυση των τεθωρακισμένων μεραρχιών του Μόντελ με
δύο ακόμη τάγματα αρμάτων "Πάνθηρ". Επίσης αποφάσισαν, επειδή οι Ρώσοι
είχαν μεταβάλει τον θύλακο του Κουρσκ σε οχυρό, να χρησιμοποιήσουν προς
διάσπαση των διαδοχικών σε βάθος ισχυρώς οργανωμένων τοποθεσιών τα
τελευταία επιτεύγματα της πολεμικής τους βιομηχανίας σε άρματα (τύπου
"Τίγρις - Χένσελ" ή "Μάρκ VI" των 55 τόνων, τύπου "Πόρσε - Φερντινάντ"
των 68 τόννων κτλ.) σε κατάλληλο σχηματισμό επιθέσεως που είχε επινοηθεί
προς τούτο.
Ουδέποτε κατά το παρελθόν παρουσιάσθηκε τόσο ισχυρή
διάταξη τεθωρακισμένων δυνάμεων. Ιδιαίτερα στο νότιο τομέα ο όγκος των
συγκεντρωμένων αρμάτων υπήρξε επιβλητικός.

5. Διεξαγωγή της Μάχης

α. Έναρξη της επιθέσεως

Στις 2 Ιουλίου οι διοικητές των μετώπων πληροφορήθηκαν από τη


Στάβκα, ότι η γερμανική επίθεση θα έπρεπε να αναμένεται σε οποιοδήποτε
χρόνο μεταξύ 3ης και 6ης Ιουλίου.
Περίπου τα μεσάνυκτα προς την 5η Ιουλίου, ο Στρατάρχης Γ. Ζούκωφ
διέταξε την εφαρμογή του σχεδίου αντιπροπαρασκευής. Ο βομβαρδισμός, που
ήταν όχι μόνο απροσδόκητος (λίγες ώρες προ της ενάρξεως της επιθέσεως),
αλλά και έντονος, διήρκεσε τέσσερις ώρες και επέφερε αναστάτωση στις
γερμανικές δυνάμεις, που ήδη βρίσκονταν στους χώρους εξορμήσεως.
Οι Γερμανοί στρατιώτες, ενώ αντιμετώπιζαν το δυσοίωνο καταιγισμό
του ρωσικού πυροβολικού και της αεροπορίας λάμβαναν το εξής προσωπικό
μήνυμα του Αδόλφου Χίτλερ για την επίθεση: "Στρατιώτες του Ράιχ! Σήμερα
θα λάβετε μέρος σε επίθεση, από την επιτυχία της οποίας εξαρτάται η έκβαση
του πολέμου. Περισσότερο από κάθε άλλο η νίκη σας θ' αποδείξει, ότι η
αντίσταση στην ισχύ της Wermacht είναι ουτοπία...".
370

Η γερμανική επίθεση άρχισε συγχρόνως περίπου στον τομέα του Ορέλ


και του Χάρκοβ. Παρουσίαζε πλέον τα χαρακτηριστικά του Blietzkrieg (=
Αστραπιαίου Πολέμου), χωρίς κάποια αλλαγή ή πρωτο-τυπία, εκτός από την
αυξημένη ισχύ των τεθωρακισμένων δυνάμεων, που λάμβαναν μέρος: κάθετες
εφορμήσεις των Στούκας, βραχείς (30 δευτερολέπτων)και έντονοι βομβαρδισμοί
πυροβολικού, μάζες αρμάτων συνοδευόμενες από πεζικό.
Ενώ το υπέρτερο ρωσικό πυροβολικό, επαναλαμβάνοντας τη δράση
του ανέσκαπτε το έδαφος, κατά τις μεσημβρινές περίπου ώρες εμφανίσθηκε το
πρώτο κύμα γερμανικών αρμάτων διά μέσου των σιταγρών, κατευθυνόμενο
προς τις εκδηλωθείσες προωθημένες ρωσικές αντιστάσεις.
Τα κινούμενα εμπρός βαρέα άρματα των γερμανικών τεθωρακισμένων
σφηνών ("Panzerkeil") αντιμετώπισαν επιτυχώς το φραγμό του ρωσικού
πυροβολικού, τα ναρκοπέδια, καθώς και το πυρ των αντιαρματικών, και
διείσδυσαν σε μεγάλο βάθος στις αμυντικές τοποθεσίες με επουσιώδεις ζημιές.
Αντίθετα, η κατάσταση πίσω απ' αυτά τα άρματα, στη βάση των
τεθωρακισμένων σφηνών, δεν ήταν εξίσου ικανοποιητική. Τα άρματα "Μαρκ
ΙΙΙ" και "ΙV" - και μάλιστα τα τύπου "Πάνθηρ" - αποδείχθηκαν λιγότερο
απρόσβλητα. Πολλά απ' αυτά ενέπεσαν στα πυκνά ναρκοπέδια και
ακινητοποιήθηκαν, ενώ άλλα, προσβαλλόμενα από τα πλευρά ή από τα νώτα
(κυρίως τα "Πάνθηρ"), αναφλέγονταν.
Κατ' αυτόν τον τρόπο οι σφήνες αποδιοργανώθηκαν και το πεζικό που
ακολουθούσε καθηλωνόταν, επειδή δεν υποστηριζόταν επαρκώς. Επίσης,
υπερβαίνοντας τα τεθωρακισμένα, θεριζόταν από τα πυρά των πολυβόλων. Τα
τεράστια "Πόρσε-Φέρντιναντς" και τα "Τίγρις-Χένσελ", θανάσιμα
αποτελεσματικά στον αγώνα τους κατά των περίφημων ρωσικών αρμάτων
"Τ34", καθώς και των οργανωμένων θέσεων των ρωσικών πυροβόλων, μόλις
απέμεναν μόνα τους, καταστρέφονταν ευχερώς από τις ομάδες "καταστροφέων
αρμάτων" του ρωσικού πεζικού, επειδή δεν διέθεταν δευτερεύοντα οπλισμό για
την αυτοπροστασία τους.
Πριν σκοτεινιάσει, η ορατότητα ήταν μηδαμινή λόγω της σκόνης, του
καπνού των εκρήξεων και του πετρελαίου των καιόμενων αρμάτων. Οι
"γρεναδιέροι" (δηλαδή οι πεζοί) των τεθωρακισμένων μεραρχιών και οι
σκαπανείς με τόλμη και αποφασιστικότητα κινήθηκαν προς τα εμπρός για την
εκκαθάριση των φωλεών αντιστάσεως και τη διάνοιξη διαδρόμων στα
ναρκοπέδια, για τη συνένωση του όγκου των μεραρχιών με τα εμπρός βαρέα
άρματα, που με τους ασυρμάτους καλούσαν συνεχώς προς βοήθεια.

β. Εξέλιξη του Αγώνα

(1) Τομέας Ορέλ


371

Παρά τις πέντε γερμανικές επιθέσεις, δεν επιτεύχθηκε την


πρώτη ημέρα διάρρηξη σε βάθος.
Οι επιθέσεις επαναλήφθηκαν και την επομένη με πείσμα και οι
Ρώσοι, για να αποφύγουν τη διάσπαση της αμυντικής ζώνης των εμπρός
στρατιών (13ης και 70ής), αναγκάσθηκαν να εμπλέξουν αμέσως στον αγώνα τη
2η Τεθωρακισμένη Στρατιά, εφεδρεία του Κεντρικού Μετώπου ενισχυμένη με
ένα ανεξάρτητο σώμα τεθωρακισμένων (1ο Σώμα Αρμάτων).
Οι Γερμανοί, μετά από σκληρό αγώνα εναντίον υπέρτερων
δυνάμεων, κατόρθωσαν μέχρι τις 9 Ιουλίου, υποστηριζόμενοι από την
αεροπορία τους, να διεισδύσουν προς Πονιρύ, σε απόσταση 18 χιλιομέτρων από
την γραμμή εξορμήσεως.
Οι Ρώσοι εξαπέλυαν συνεχείς αντεπιθέσεις και η περαιτέρω
προώθηση των Γερμανών αναχαιτίσθηκε. Επίμονη προσπάθεια που
καταβλήθηκε για να διευρυνθεί το ρήγμα, το οποίο είχε επιτευχθεί μέχρι τότε,
πλάτους 10 χλμ., απέτυχε προ των οχυρωμένων θέσεων, σε απόσταση 10 χλμ.
νοτιοδυτικά του Πονιρύ. Οι προσπάθειες των Γερμανών στο Αριστερό
σημείωσαν ακόμη μεγαλύτερη αποτυχία προ του Μάλο Αρχαγκέλσκ.
Ο Στρατάρχης Μόντελ αντιμετώπιζε την επανάληψη της
επιθέσεως από τις 12 Ιουλίου, χρησιμοποιώντας τις ακόμη διαθέσιμες εφεδρείες
του. Δεν πρόλαβε όμως να πραγματοποιήσει τις προθέσεις του.
Στις 11 Ιουλίου, στον τομέα της γειτονικής 2ης
Τεθωρακισμένης Στρατιάς, εξαπολύθηκε από τους Ρώσους ευρεία επίθεση προς
την κατεύθυνση του Ορέλ, χωρίς τη συνήθη μακρά προπαρασκευή
πυροβολικού, η οποία, αφού αιφνιδίασε την Ομάδα Στρατιών του Κέντρου,
σημείωσε ταχέως σημαντική πρόοδο.
Στη ρωσική επίθεση (επιχείρηση "Κουτούζωφ") συμμετείχαν οι
δυνάμεις του Μετώπου του Μπριάνσκ (του Στρατηγού Ποπώφ) 3η, 61η και
63η Στρατιές, καθώς και η 11η Στρατιά της Φρουράς (του Στρατηγού
Μπαγκραμιάν) του Δυτικού Μετώπου.
Αυτή η επικίνδυνη κατάσταση στο Ορέλ ανάγκασε την Ομάδα
Στρατιών Κέντρου (Στρατάρχης Κλούγκε) στις 12 Ιουλίου να διακόψει την
περαιτέρω επίθεση της 9ης Στρατιάς προς το Κουρσκ και να αποσύρει
ταχυκίνητες δυνάμεις απ' αυτή για τη συγκράτηση της ρωσικής επιθέσεως.
(2) Τομέας Χάρκοβ - Μπέλγκοροντ
Η διείσδυση, μέσω του ισχυρού συστήματος οχυρώσεως των
Ρώσων, αποδείχθηκε δυσχερής ενέργεια και για το Απόσπασμα Στρατιάς
Κέμπφ. Το 11ο Σώμα Στρατού δεν κατόρθωσε να φθάσει στο ρεύμα του
ποταμού Κορόντσα, ενώ το 3ο Τεθωρακισμένο Σώμα καθηλώθηκε σε
απόσταση 18 χλμ. από τον ποταμό Ντόνετς.
372

Κατόπιν επεμβάσεως του Στρατάρχη Μανστάιν, τα δύο σώματα


του Αποσπάσματος επανέλαβαν την επίθεση τους και μέχρι τις 11 Ιουλίου
βρίσκονταν στους αντικειμενικούς σκοπούς.
Στον άξονα επιθέσεως της 4ης Τεθωρακισμένης Στρατιάς οι
γρεναδιέροι τη νύκτα 3/4 Ιουλίου κατόρθωσαν, μετά από ηρωικές προσπάθειες
να εκκαθαρίσουν τις απομένουσες - μετά την επίθεση των τεθωρακισμένων -
ρωσικές αντιστάσεις και οι τεθωρακισμένες μεραρχίες του 48ου Σώματος (3η,
"Μεγάλη Γερμανία" και 11η) κινήθηκαν σε βάθος 15 χλμ. από τη γραμμή
εξορμήσεως. Περαιτέρω προώθησή τους μέχρι τις 8 Ιουλίου κατέστη αδύνατη,
λόγω κυρίως της εκχειλίσεως του προ αυτών χειμάρρου κατόπιν νεροποντής.
Στο δεξιό του 48ου Τεθωρακισμένου Σώματος οι
τεθωρακισμένες μεραρχίες του 1ου Σώματος των S.S. είχαν εισχωρήσει σε
μεγαλύτερο βάθος, χωρίς όμως να πετύχουν τη συνένωση των ρηγμάτων, τα
οποία δημιουργήθηκαν επιμέρους.
Οι Ρώσοι προέβησαν από τις 6 Ιουλίου στην ενίσχυση των
εμπρός στρατιών (6ης και 7ης Στρατιών της Φρουράς) με την εφεδρεία του
Μετώπου του Βορονέζ (1η Τεθωρακισμένη Στρατιά, 2ο και 5ο Τεθωρακισμένα
Σώματα) και εξαπέλυσαν συνεχείς αντεπιθέσεις.
Παρ' όλα αυτά η 4η Τεθωρακισμένη Στρατιά (Στρατηγός Χοθ)
συνέχισε την περαιτέρω προώθηση των δυνάμεών της προς την κατεύθυνση της
πόλεως Ομπόγιαν και στις 10 Ιουλίου, κατόπιν σκληρών αγώνων, έφθασε σε
βάθος 35 χλμ. από τη γραμμή εξορμήσεως.
Το πρωί της 10ης Ιουλίου ο Στρατηγός Χοθ, αφού
συνεννοήθηκε με το Στρατάρχη Μανστάιν, πληροφόρησε τους διοικητές των
δύο σωμάτων τεθωρακισμένων, Στρατηγό Κνόμπελσντορφ (48ου Τεθ. Σώματος
Στρατού) και Χάουζερ (1ου Τεθ. Σώματος των S.S.), ότι έπρεπε να
εκκαθαρίσουν το ρήγμα που είχε δημιουργηθεί (με πυροβόλα εφόδων και
γρεναδιέρους) και να συγκεντρώσουν όλα τα χρησιμοποιήσιμα άρματα.
Από τις 12 Ιουλίου θα γινόταν μια τελευταία αποφασιστική
προσπάθεια η οποία, όπως ήλπιζε, θα κατέληγε στο να διασπασθεί η άμυνα των
Ρώσων. Στην επίθεση αυτή θα μετείχαν υπό τις διαταγές του και τα άρματα του
Αποσπάσματος Κεμπφ, που μπορούσαν να κινηθούν.
(3) Η Μεγάλη Αρματομαχία
Από την επομένη, οι Τεθωρακισμένες Γερμανικές Μεραρχίες
(εκτός από τη Μεραρχία "Totecampf", που είχε ακόμη στενή εμπλοκή)
κατόρθωσαν να συγκεντρωθούν στον χώρο που είχε γι΄αυτό το σκοπό
εκκαθαρισθεί και επιδίδονταν δραστήρια στην ανασυγκρότηση των δυνάμεων,
ενόψει της αποφασιστικής επιθέσεως, που είχε καθορισθεί για την επομένη.
Στο μεταξύ η Ρωσική Στρατιωτική Ηγεσία, επειδή
προαισθανόταν ότι η κρίση πλησίαζε, προώθησε προς τον τομέα της 4ης
Γερμανικής Τεθωρακισμένης Στρατιάς (περιοχή Ομπόγιαν - Προχορόφκα) δύο
373

επίλεκτες στρατιές του Μετώπου της Στέππας (την 5η Στρατιά Τεθωρακισμένων


και την 5η Στρατιά Πεζικού). Η διακοπή της επιθέσεως της 9ης Γερμανικής
Στρατιάς επέτρεπε τη συγκέντρωση όλων των τεθωρακισμένων δυνάμεων των
Μετώπων Βορονέζ και Στέππας. Μόνο η 5η Τεθωρακισμένη Στρατιά διέθετε
800 άρματα Τ34 και αυτοκινούμενα πυροβόλα.
Στις 12 Ιουλίου ολόκληρη η κινητή ισχύς της 4ης
Τεθωρακισμένης Στρατιάς και του Αποσπάσματος Στρατιάς του Στρατηγού
Κεμπφ (συνολικά 600 άρματα) κινήθηκε προς τα εμπρός, σε μια γιγαντιαία
επέλαση προς το θάνατο.
Από το μεσημέρι περίπου τα γερμανικά άρματα συγκρούσθηκαν
κατά μέτωπον με τους τεθωρακισμένους σχηματισμούς της 5ης
Τεθωρακισμένης Στρατιάς επί 8 ώρες, υπό τη σκιά ενός γιγαντιαίου νέφους και
σκόνης και μέσα σε αποπνικτική ζέστη.
Η πάλη ήταν άνιση. Τα ρωσικά άρματα, εκτός του ότι ήταν
περισσότερα, διέθεταν πλήρεις φόρτους πυρομαχικών, οι μηχανές τους ήταν
ανέπαφες και τα πληρώματα απολύτως ξεκούραστα από μακρό χρονικό
διάστημα. Αντίθετα, τα γερμανικά άρματα και τα πληρώματα είχαν καταπονηθεί
λόγω των επταήμερων σκληρών και συνεχών αγώνων. Πολλά από τα άρματα
κατά τις τελευταίες ημέρες είχαν υποστεί βλάβες και είχαν επισκευασθεί
πρόχειρα, για να λάβουν μέρος στον αγώνα, και, ως εκ τούτου, δεν ήταν πλήρως
αξιόμαχα.
Στη γιγαντιαία μετωπική αυτή σύγκρουση τα πλεονεκτήματα
αυτά των Ρώσων φάνηκαν υπέρτερα της ποιοτικής υπεροχής των γερμανικών
πληρωμάτων και των τελειοποιήσεων των αρμάτων τους.
Επί του αποτελέσματος επέδρασε δυσμενώς το γεγονός ότι η
γερμανική αεροπορία δεν ήταν σε θέση να επέμβει, λόγω των νεφών καπνού και
σκόνης στο πεδίο της μάχης.
Οι απώλειες εκατέρωθεν ήταν τρομερές, ιδίως των Ρώσων. Ο
όγκος τους, όμως, φαινόταν ανεξάντλητος, λόγω των συνεχών ενισχύσεων, που
κατέφθαναν στο πεδίο της μάχης.
Μέχρι το βράδυ οι Γερμανοί αποσύρθηκαν και οι Ρώσοι
παρέμειναν κύριοι του πεδίου της μάχης, το οποίο καλυπτόταν από σωρούς
καταστρεμμένων αρμάτων, στα σκάφη των οποίων βρίσκονταν ακόμη νεκροί
και τραυματισμένοι άνδρες των πληρωμάτων τους.

γ. Η Διακοπή της Επιθέσεως

Την επομένη, 13 Ιουλίου, οι Στρατάρχες Κλούγκε και Μανστάιν,


διοικητές αντίστοιχα των Ομάδων Κέντρου και Νότου, κλήθηκαν στο
Στρατηγείο του Χίτλερ, όπου τους γνωστοποιήθηκε η κατάσταση που
δημιουργήθηκε στη Μεσόγειο. Οι Δυτικοί Σύμμαχοι είχαν αποβιβασθεί από τη
374

νύκτα 10/11 Ιουλίου στη Σικελία. Αυτό επέβαλε τη συγκρότηση νέων στρατιών
και τη μεταφορά δυνάμεων από το Ανατολικό Μέτωπο. Συνεπώς, η επιχείρηση
"Ακρόπολις" έπρεπε να σταματήσει.
Ο Στρατάρχης Κλούγκε ανέφερε, ότι η 9η Στρατιά δεν μπορούσε να
συνεχίσει την επίθεση στο Κουρσκ μόνο λόγω των απωλειών και της ανάγκης
αντιμετωπίσεως της ρωσικής επιθέσεως στην αμυντική ζώνη της 2ης
Τεθωρακισμένης Στρατιάς.
Αντίθετα, ο Στρατάρχης Μανστάιν ανέφερε, ότι η επίθεση βρισκόταν
στο κρίσιμο σημείο της και δεν ήταν δυνατή η διακοπή της πριν κατανικηθούν
οι τεθωρακισμένες εφεδρείες, τις οποίες είχαν εμπλέξει οι Ρώσοι. Για το λόγο
αυτό, ζητούσε τη συνέχιση της επιθέσεως από τον Μόντελ, για να
συγκρατηθούν τουλάχιστον οι έναντι του μετώπου του ρωσικές δυνάμεις και να
αποδεσμευθεί το 24ο Τεθωρακισμένο Σώμα (εφεδρεία της Ομάδας Στρατιών
του Νότου).
Ο Χίτλερ επέμενε στην ανάγκη διακοπής της επιχειρήσεως και ο
Στρατάρχης Μανστάιν αναγκάσθηκε να συμμορφωθεί με την απόφαση του.
Μέχρι τις 23 Ιουλίου οι γερμανικές δυνάμεις βρίσκονταν στις θέσεις
που κατείχαν πριν από την έναρξη της επιθέσεως. Οι Ρώσοι, συνεχίζοντας τις
επιθέσεις τους στην περιοχή βόρεια και δυτικά του Κουρσκ, κατόπιν
κατακλυσμού πυρός πυροβολικού, διέσπασαν τις γραμμές των Γερμανών και
κατέλαβαν το Ορέλ στις 15 Αυγούστου. Επεκτείνοντας την επιθετική τους
ενέργεια προς Νότο την ίδια ημέρα, κατέλαβαν το Μπέλγκοροντ. Η
πρωτοβουλία των επιχειρήσεων, μετά την μάχη του Κουρσκ, πέρασε οριστικά
πια στους Ρώσους.
Οι Γερμανοί στο Ανατολικό Μέτωπο, χρησιμοποιώντας γενικά την
ελαστική άμυνα, για την υιοθέτηση της οποίας ο Στρατάρχης Μανστάιν είχε
καταβάλει τόσες προσπάθειες, καθώς και άλλοι διακεκριμένοι Γερμανοί
στρατηγοί, κατόρθωσαν να παρατείνουν τη συνέχιση των αμυντικών
επιχειρήσεων από τον Δνείπερ μέχρι τον Όντερ και ακόμη δυτικότερα.
Σ' αυτού του είδους την άμυνα οι Τεθωρακισμένες Μεραρχίες
Αναγνωρίσεως αποδείχθηκαν, στο Ανατολικό Μέτωπο, πολύ αποτελεσματικές.
Δεν μπορούσαν βεβαίως μόνες τους ν' αντιστρέψουν τη φορά του τροχού της
μοίρας, αφού για κάτι τέτοιο ήταν πλέον πολύ αργά. Οπωσδήποτε όμως,
κατόπιν γενικεύσεως της χρησιμοποιήσεώς τους και προς τα δυτικά, πέτυχαν να
παρατείνουν την αγωνία των Δυτικών Συμμάχων, αλλά και όλου του κόσμου,
για δύο έτη.
Οι άλλες, οι τρομερές Μεραρχίες Αρμάτων του "τρίτου υποδείγματος
1943", για την δημιουργία των οποίων τόσες φροντίδες κατέβαλε ο Στρατηγός
Γκουντέριαν, επέστρεψαν σκιές του εαυτού τους και δεν επέζησαν. Στους
απέραντους σιταγρούς του Κουρσκ, μέσα στον πάταγο της μάχης, για μοναδική
φορά, ο οξύς συριγμός των πυροβόλων των 88 χιλιοστών υπήρξε το κύκνειο
375

άσμα τους, υπό τη μονότονη και ανατριχιαστική υπόκρουση των ερπυστριών


των μεγάλων αρμάτων τους.

6. Αποτελέσματα

Η μεγάλη αυτή αρματομαχία είχε ως αποτέλεσμα την ήττα των Γερμανών


στο Κουρσκ. Οι απώλειες κατ' αυτή τη μάχη δεν έχουν εξακριβωθεί πλήρως και
οι σχετικοί αριθμοί, που έχουν ανακοινωθεί εκατέρωθεν, είναι υπερβολικοί.
Κατ' αυτόν τον τρόπο, με βάση τα στοιχεία που έδωσαν οι Ρώσοι, οι εκτός
μάχης Γερμανοί προσεγγίζουν το σύνολο των μαχητών, ενώ τα άρματα που
καταστράφηκαν, σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, υπερβαίνουν τον αριθμό αυτών
που χρησιμοποιήθηκαν κατά την επίθεση. Επίσης υπερβολικοί φαίνονται και οι
από γερμανικής πλευράς αριθμοί περί των καταστραφέντων ρωσικών αρμάτων.
Σύμφωνα με πληροφορίες αξιόπιστων πηγών, κυρίως από ουδέτερες
χώρες, όπως π.χ. ο E. Bayer (στο έργο του "Ο Πόλεμος των Τεθωρακισμένων"),
οι απώλειες των αντιπάλων στη Μάχη του Κουρσκ ήταν:
α. Γερμανών: 20.720, από τους οποίους 3.330 νεκροί.
β. Ρώσων: 34.000 αιχμάλωτοι και 17.000 νεκροί.
Χαρακτηριστικό στις απώλειες είναι η μείωση του αριθμού των Ρώσων
αιχμαλώτων, η οποία ασφαλώς οφειλόταν στην άνοδο της ποιοτικής στάθμης
του Ρωσικού Στρατού, αλλά και στη γνωστή πια συμπεριφορά των Γερμανών
έναντι των συλλαμβανομένων Ρώσων αιχμαλώτων.

7. Διαπιστώσεις - Συμπεράσματα

α. Η απόκρουση της γερμανικής επιθέσεως από τους Ρώσους και κυρίως


η επιτυχία της αντεπιθέσεως τους, η οποία είχε ως αποτέλεσμα την
ανακατάληψη του Χάρκοβ, στις 23 Αυγούστου, που είναι πρωτεύουσα της
Ουκρανίας, είχε τεράστια επίδραση στο ηθικό τους. Έτσι, οι Ρώσοι απέκτησαν
εμπιστοσύνη στις ικανότητες τους να διεξάγουν αγώνες κινήσεων κατά των
Γερμανών.

β. Η αποτυχία των Γερμανών στο Κουρσκ είχε ως συνέπεια την οριστική


και αμετάκλητη απώλεια της πρωτοβουλίας των επιχειρήσεων. Έκτοτε οι
Γερμανοί θα περιορισθούν σε αμυντικές επιχειρήσεις στο Ανατολικό Μέτωπο.
Η ορθή εφαρμογή των κανόνων της ελαστικής άμυνας και τα κατά
καιρούς σφάλματα των Ρώσων θα δίνουν την ευκαιρία σε επιδέξιους Γερμανούς
στρατηγούς να καταφέρουν - με αντεπιθέσεις - δεινά πλήγματα κατά των
επιτιθεμένων. Η καταπληκτική όμως υπεροχή των Ρώσων σε δυνάμεις και μέσα
θα επιτρέπει πάντοτε τη "διόρθωση" αυτών των σφαλμάτων χωρίς περισσότερες
συνέπειες.
376

Η αποτυχία των Γερμανών στο Κουρσκ είχε σημαντικές επιπτώσεις


στις περαιτέρω σχέσεις του Χίτλερ με τους στρατάρχες του και γενικά σε ό,τι
αφορούσε τον τρόπο διευθύνσεως των επιχειρήσεων. Ο Χίτλερ αμφέβαλλε, ως
προς την απόλυτη νομιμοφροσύνη των στρατηγών στο πρόσωπο του, παρά τον
όρκο που είχαν δώσει. Ήδη από την περίοδο αυτή άρχισε να αμφιβάλλει
σοβαρά και για την επαγγελματική τους ικανότητα. Η επιχείρηση "Ακρόπολις"
σχεδιάσθηκε και εκτελέσθηκε από τους πιο επιφανείς στρατάρχες και
στρατηγούς της Βέρμαχτ, οι οποίοι χειρίσθηκαν το όλο θέμα ως καθαρά
"επαγγελματικό" ζήτημα.
Η προσωπική επέμβαση του Χίτλερ έγινε σε στρατηγικό επίπεδο, όταν
πια η μάχη είχε κριθεί. Οπωσδήποτε το αποτέλεσμα ήταν πλήρης ήττα με
βαρύτατες συνέπειες: τη διάλυση της τεθωρακισμένης δυνάμεως που είχε
συγκροτηθεί και στην οποία στήριζε τόσες ελπίδες, καθώς και την υποχώρηση
προς τον ποταμό Δνείπερ και πέρα απ' αυτόν.
Η αποτυχία στο Κουρσκ, κατά τον Χίτλερ και το ναζιστικό
περιβάλλον του, οφειλόταν στο ότι οι στρατηγοί του αποδεδειγμένα δεν
στηρίζονταν στην πίστη προς τον Φύρερ και στη δύναμη της θελήσεώς του.

γ. Από τον θύλακο του Κουρσκ προερχόταν συνεχής απειλή για τη


συνοχή του Ανατολικού Μετώπου, επειδή αφενός εισχωρούσε - σε μεγάλο
βάθος - σε ευπαθή περιοχή που αποτελούσε το όριο μεταξύ των δύο Ομάδων
Στρατιών (Κέντρου και Νότου) και αφετέρου δέσποζε στους νευραλγικούς
κόμβους του Ορέλ και του Χάρκοβ, διά μέσου των οποίων διέρχονταν άξονες
προελάσεως, οι οποίοι οδηγούσαν προς τις στρατηγικής σημασίας γεφυρώσεις
του Ζαπορόγιε και Δνειπεροπετρόβσκ, στον ποταμό Δνείπερ.
Για την επιθετικότητα των γερμανικών δυνάμεων ήταν σαφής και
έντονη πρόκληση, επειδή με την απαλοιφή του εξουδετερωνόταν η
διαγραφόμενη απειλή, ενώ συγχρόνως παρεχόταν η ευκαιρία καταστροφής
σημαντικών δυνάμεων (δύο μετώπων, 11 περίπου στρατιών) του Ρωσικού
Στρατού, με συνέπεια την ανάκτηση από τους Γερμανούς της πρωτοβουλίας
των επιχειρήσεων, που είχε απολεσθεί στο Στάλινγκραντ. Πρέπει εδώ να
προστεθεί, ότι οι Γερμανοί, κατέχοντας σταθερά το Ορέλ και το Μπέλγκοροντ,
είχαν στη διάθεσή τους εκατέρωθεν του θυλάκου δύο πολύτιμες βάσεις για την
εκτόξευση επιθέσεως που θα συνέκλινε και θα επέφερε, μετά από εισχώρηση
περίπου 60 χλμ. συνολικά, την κύκλωση των ρωσικών δυνάμεων του θυλάκου
και την επίτευξη μιας ακόμη νίκης για τη Βέρμαχτ.
Αυτοί που σχεδίασαν την επιχείρηση νόμιζαν προφανώς, ότι ήταν
εκατέρωθεν του σάκκου (όπως παρομοίαζαν τον θύλακο), κρατώντας ανά
χείρας σταθερά (στο Ορέλ και στο Μπέλγκοροντ) τα σχοινιά για το κλείσιμο
του λαιμού, προς σύλληψη του θηράματος. Δεν σκέφθηκαν ίσως, ότι ήταν
377

δυνατόν αυτός ο "σάκκος" να αποτελούσε το δόλωμα θανάσιμης παγίδας που


είχε στηθεί πριν από μήνες.
Ακολούθως διάφοροι παράγοντες υποβοήθησαν στο να λειτουργήσει
αυτή η παγίδα. Αναφέρονται οι κυριότεροι:
(1) Η περίοδος της τήξεως των πάγων παρέσχε τον απαιτούμενο
χρόνο για την ανασυγκρότηση και ενίσχυση των ρωσικών δυνάμεων.
(2) Η απροθυμία ή η αδυναμία της Ομάδας Στρατιών του Κέντρου
να δεχθεί να συμβάλει στον έγκαιρο περιορισμό του θυλάκου, όπως πρότεινε ο
Διοικητής της Ομάδας Στρατιών του Νότου.
(3) Οι συνεχείς αναβολές για την έναρξη της επιχειρήσεως έδωσαν
επαρκή χρόνο για τη μετατροπή της τοποθεσίας σε πραγματικό οχυρό.
(4) Η γνώση, από την Ανωτάτη Σοβιετική Ηγεσία, του σχεδίου της
επιθέσεως των Γερμανών υποβοήθησε τους Ρώσους στο να επιδοθούν με
εξαίρετη επιμέλεια στο "στήσιμο του σκηνικού" λεπτομερώς.
(5) Περισσότερο απ' όλα βοήθησε η εκ μέρους των Γερμανών
συνεχής υποτίμηση των ικανοτήτων του αντιπάλου τους.
(6) Τέλος, πρέπει να τονισθεί στην περίπτωση του Κουρσκ, ότι
ουδέποτε ίσως σύγχρονος στρατός γνώριζε τόσα πολλά και διέθετε τόσες
υπέρτερες δυνάμεις και μέσα, για να συντρίψει τον αντίπαλό του. Ως προς το
χρόνο, οι Ρώσοι ήταν ενήμεροι από μήνες για την κατά προσέγγιση ημέρα
επιθέσεως και τυχαίως, σαν να μην έφθαναν όλα αυτά, πληροφορήθηκαν την
προηγουμένη και την ώρα.
Εντούτοις, οι Γερμανοί ξέφυγαν από την παγίδα και ίσως
μάλιστα τελικά η νίκη να μη τους διέφευγε στο Κουρσκ, αν δεν μεσολαβούσε,
κατά την άποψη του Στρατάρχη Μανστάιν, η απόβαση στη Σικελία.

δ. Στην έκθεση που υπέβαλε στον Χίτλερ ο Στρατηγός Μόντελ,


Διοικητής της 9ης Στρατιάς (στον τομέα Ορέλ), ανέφερε, ότι οι Ρώσοι είχαν
προβλέψει και μελετήσει την εκτόξευση της γερμανικής επιθέσεως και, κατόπιν
αυτού, θα έπρεπε να εφαρμοσθεί κατά την επίθεση νέα τακτική μέθοδος.
Οι φόβοι αυτοί του Μόντελ (ο οποίος μέχρι τέλος ήταν κατά της
επιθέσεως στο Κουρσκ) οδήγησαν στην αναβολή της επιθέσεως μέχρι να
φθάσουν στις τεθωρακισμένες μεραρχίες νέου τύπου άρματα σε επαρκή αριθμό
και μέχρι να μετατραπεί το αρχικό σχέδιο. Η ισχυρή κρούση, που προβλεπόταν
αρχικά, είχε μετατραπεί σε μετωπική σύγκρουση δυνάμεων.
Οι τεθωρακισμένες δυνάμεις με τη μέθοδο των τεθωρακισμένων
σφηνών (Panzerkeile) θα χρησιμοποιούνταν για τη διατήρηση της ισχυρώς
οργανωμένης τοποθεσίας. Αντί να χρησιμοποιηθούν ως σπάθη κατά του
πλευρού και των νώτων του αντιπάλου (όπως μέχρι τότε) θα ρίχνονταν ως
πολεμικός πέλεκυς κατά του μετώπου του αντιπάλου.
378

Με βάση τα στοιχεία αυτά, είναι δυνατό να εξαχθεί ότι η επίθεση θα


ενεργούνταν εκεί ακριβώς, όπου την ανέμενε ο αντίπαλος. Τα τρομερής ισχύος
γερμανικά άρματα υπό τους προαναφερθέντες σχηματισμούς θα ρίχνονταν στο
πεδίο της μάχης, για να δοκιμασθεί η αντοχή και η ισχύς τους στα αλλεπάλληλα
ναρκοπέδια, τις αντιαρματικές τάφρους και τον βαρύτατο φραγμό του ρωσικού
πυροβολικού (20.000 πυροβόλων, υπεροχή των Ρώσων 1,9:1). Πρέπει, τέλος,
να ληφθεί υπόψη ο κύριος αντίπαλος του άρματος, τα αντιαρματικά. Σε όλο το
βάθος της τοποθεσίας ανέμεναν 6.000 αντιαρματικά, που είχαν ταχθεί σε
ομάδες των 5-6 αντιαρματικών με αποστολή την εξουδετέρωση ενός
τουλάχιστον γερμανικού άρματος. Στο τέρμα, μετά 6 ημέρες, όπως υπολόγιζε ο
Στρατηγός Μόντελ, τους ανέμενε η τελευταία δοκιμασία, ένας ακόμη άθλος: να
καταβάλουν τη συγκεντρωμένη μάζα των ρωσικών αρμάτων, η οποία τους
ανέμενε. Επρόκειτο για τα άρματα Τ34, εφάμιλλα γενικώς σε ποιότητα και
υπέρτερα σε αριθμό, με πληρώματα που είχαν ακμαίες τις δυνάμεις, με πλήρεις
φόρτους και καλή συντήρηση.
Στις ισχυρές τεθωρακισμένες μεραρχίες του "τρίτου υποδείγματος"
έλαχε να χρησιμοποιηθούν για τη διάσπαση ισχυρώς οργανωμένης τοποθεσίας
(του Κουρσκ), χωρίς ισχυρή υποστήριξη, και μάλιστα σε περιοχή όπου δεν θα
μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν πλήρως την τρομερή δύναμη κρούσεως που
διέθεταν, για ν' αποδώσουν κατά την αξία τους.
Τα τεράστια άρματα "Τίγρις" και "Φέρντιναντς" μπορούσαν ευχερώς
να αντιμετωπίζουν τα ρωσικά άρματα, καθώς και τις ομάδες των αντιαρματικών
πυροβόλων υπό ανεκτές συνθήκες. Δεν ήταν, όμως, άτρωτα. Εφόσον
αποκόπτονταν από το πεζικό και περιοριζόταν η ευκινησία τους,
εξουδετερώνονταν εύκολα, το ένα μετά το άλλο, από μικρές ομάδες απλών
πεζών.

ε. Εκτός από αυτά, ως προς τη Διοίκηση, οι Ρώσοι είχαν εφαρμόσει το


δοκιμασμένο σύστημα διευθύνσεως του αγώνα στην Μόσχα και στο
Στάλινγκραντ.
Για να ληφθούν ταχείες αποφάσεις στο στρατηγικό πλαίσιο,
απέστειλαν και πάλι το Στρατάρχη Γ. Ζούκωφ, επικεφαλής της γνωστής
ομάδας "των πυροσβεστών του" για την διεύθυνση του αγώνα. Το σύστημα
αποδείχθηκε εύκαμπτο, πρωτότυπο και επιτυχές.
Από γερμανικής πλευράς, το θέμα της διευθύνσεως του αγώνα δεν
φαίνεται να αντιμετωπίσθηκε επιτυχώς. Οι επιχειρήσεις της 9ης Στρατιάς στον
τομέα του Ορέλ ήταν υπό τον έλεγχο του Διοικητή της Ομάδας Στρατιών
Κέντρου, όπως και των δύο στρατιών στο Μπέλγκοροντ - Χάρκοβ, υπό τον
έλεγχο του Διοικητή της Ομάδας Στρατιών του Νότου. Δεν υπήρχε ενιαία
διοίκηση στο πεδίο της μάχης. Οι προσπάθειες για τον διορισμό αρχιστρατήγου
απορρίφθηκαν από τον Χίτλερ με διάφορες ανάξιες λόγου (αστείες) προφάσεις.
379

Το ότι η διεύθυνση του αγώνα υπήρξε από γερμανικής πλευράς


ικανοποιητική, πρέπει να αποδοθεί στους εξαίρετους ηγήτορες, οι οποίοι ήταν
επικεφαλής των γερμανικών δυνάμεων, όπως ο Στρατάρχης Μανστάιν, οι
Στρατηγοί Γκουντέριαν, Μόντελ, Χόθ, κτλ.
Όπως αποδείχθηκε, απαιτείται συνταύτιση των προσπαθειών
διαφόρων όπλων (πεζικού, μηχανικού, τεθωρακισμένων), πλήρης συντονισμός
των ενεργειών κατά τις διάφορες φάσεις (διάρρηξη, αγώνες στο εσωτερικό,
διάσπαση) και κυρίως συντριπτική υπεροχή πυρός υποστηρίξεως.
Η σπατάλη των πολύτιμων βαρέων αρμάτων κατά τη διάρρηξη και τον
αγώνα στο εσωτερικό της τοποθεσίας (λόγω ελλείψεως επαρκούς πεζικού και
υποστηρίξεως πυροβολικού), είχε ως αποτέλεσμα την ήττα των γερμανικών
τεθωρακισμένων κατά τη φάση της τελικής διασπάσεως και εκμεταλεύσεως της
επιτυχίας (του θερισμού και της συγκομιδής).
Οι Ρώσοι διέθεταν πράγματι ανεξάντλητες δυνάμεις και μέσα. Παρ'
όλα αυτά απέφυγαν την άκαιρη εκδήλωση επιθέσεων, αναμένοντας τη
συμμαχική απόβαση. Γνώριζαν από την πείρα τους, ότι τα στελέχη και το
τεχνικό προσωπικό των αρμάτων δεν ήταν ανεξάντλητο και ήταν
δυσαναπλήρωτο.
Αντίθετα, οι Γερμανοί, εντελώς αψυχολόγητα, έπεσαν στη ρωσική
παγίδα και σπατάλησαν τις τόσο πολύτιμες (ανεκτίμητες) μεγάλες μεραρχίες
των αρμάτων τους για ένα επουσιώδη ΑΝΣΚ, όπως αποδείχθηκε ότι ήταν το
Κουρσκ.

στ. Κατά τη μάχη που διεξήχθη στην εξέχουσα του Κουρσκ έλαβε μέρος
ο μεγαλύτερος αριθμός αρμάτων στην Ιστορία. Πράγματι, κατά το
αποφασιστικό της στάδιο κινούνταν 3.000 περίπου άρματα και αυτοκινούμενα
πυροβόλα και από τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές.
Ως προς τον κύριο αγώνα, αυτός διεξήχθη σε στενή ζώνη, όπου
υπήρχαν ώριμοι σχεδόν σιταγροί, και κρίθηκε κατόπιν μιας αποφασιστικής
επελάσεως, κατά την οποία άνθρωποι, που οδηγούσαν χαλύβδινα τέρατα,
φαίνονταν αιωρούμενοι σε νέφη καπνού και σκόνης, άλλοτε προς τα εμπρός και
άλλοτε προς τα πίσω.
Το αποφασιστικό αποτέλεσμα, μετά την έναρξη της συγκρούσεως,
κρίθηκε όχι από τους ελιγμούς και τον πνευματικό μόχθο της ηγεσίας των
αντιπάλων, αλλά από την πυκνότητα των ναρκοπεδίων, την δασύτητα και την
ισχύ του πυρός και, κυρίως, από τον αριθμό και το βάρος των χαλύβδινων
αρμάτων.
Χαρακτηριστικό της μάχης υπήρξε το ότι η αργοπορία στην έναρξή
της (λόγω της πληθώρας των επιχειρημάτων "υπέρ" και "κατά" του σχεδίου
"Ακρόπολις")είχε ως αποτέλεσμα να τεθεί τέρμα στην παντοδυναμία των
380

γερμανικών τεθωρακισμένων και να περιέλθει η πρωτοβουλία των επιχειρήσεων


οριστικά στους Ρώσους.
Μπορεί να θεωρηθεί τραγική ειρωνεία το γεγονός ότι οι
σημαντικότεροι από τους ηγέτες της επιχειρήσεως (Στρατάρχης Μανστάιν,
Στρατηγός Γκουντέριαν, Μόντελ) και ο ίδιος ο Χίτλερ είχαν ταχθεί με πείσμα
κατά της επιχειρήσεως. Εντούτοις, το σχέδιο της επιθέσεως, μόλις άρχισε να
συζητείται, γέννησε τόσες ελπίδες, ώστε βαθμηδόν, σαν να είχε αποκτήσει δική
του βούληση, τους συνεπήρε όλους, και τους παρέσυρε με ορμή -άλλους με
ενθουσιασμό, άλλους με δισταγμό ή και διαμαρτυρίες - στον πυρετό της
δράσεως και την καταστροφή.
Για τα "Ελεύθερα Έθνη" η νίκη του Κουρσκ, σε συνδυασμό με την
επιτυχή απόβαση των Δυτικών Συμμάχων στη Σικελία, υπήρξε η αποφασιστική
καμπή του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Για τους Γερμανούς οι ημέρες της μάχης
υπήρξαν από τις περισσότερο δραματικές και συγχρόνως μακρές για το τόσο
βραχύβιο "Χιλιετές Γ' Ράιχ" του Χίτλερ. Τέλος, στην Παγκόσμια Ιστορία, η
μάχη του Κουρσκ υπήρξε η μεγαλύτερη αρματομαχία όλων των αιώνων.
ΟΙ ΜΑΧΕΣ ΤΟΥ ΚΑΣΣΙΝΟ
(24 Ιανουαρίου - 31 Μαΐου 1944)

1. Εισαγωγή

Μετά από την ολοκληρωτική κατάληψη της Β. Αφρικής (11 Μαΐου


1943), οι Σύμμαχοι συμφώνησαν για την κατάληψη της Σικελίας, ώστε να
εξασφαλισθεί η ελεύθερη ναυσιπλοΐα στη Μεσόγειο. Αντίθετα, υπήρξε σοβαρή
διαφωνία ανάμεσα στη Μεγ. Βρετανία και την Αμερική, για το σημείο
προσβολής του "Φρουρίου Ευρώπη" μετά από την κατάληψη της Σικελίας.
Ο Πρωθυπουργός της Βρετανίας Τσώρτσιλ με τον Αρχηγό του
Βρετανικού Επιτελείου Λόρδο ΄Αλαν Μπρουκ υποστήριζαν, ότι η Γερμανία
έπρεπε να πληγεί από το Νότο και πρότειναν να συνεχισθεί η εκστρατεία στο
ηπειρωτικό ιταλικό έδαφος, ενώ συγχρόνως θα γίνονταν αποβάσεις στις
Δαλματικές Ακτές και στην Ελλάδα. Σύμφωνα με τους Βρετανούς, αυτές οι
επιχειρήσεις ήταν ευκολότερες, επειδή οι νότιες ευρωπαϊκές ακτές δεν είχαν
επαρκή οχύρωση. Αυτό θα επέφερε την επίσπευση της συνθηκολογήσεως της
Ιταλίας και ίσως και της Βουλγαρίας, καθώς και την προέλαση των Συμμάχων
στη Βιέννη.
Αντίθετα, οι Αμερικανοί, απορρίπτοντας τις βρετανικές απόψεις,
υποστήριζαν ό,τι πίστευε ο επιτελάρχης τους, Στρατηγός Μάρσαλ: η
προσπάθεια προσβολής της Γερμανίας από το Νότο ήταν αδύνατη, ενώ οι
επιχειρήσεις στην Ιταλία θα είχαν μόνο τοπικά αποτελέσματα. Πίστευαν
επίσης, ότι μόνο η απόβαση στη Γαλλία από τη Μάγχη μπορούσε να
εξασφαλίσει την τελική νίκη. Η γνώμη αυτή του Στρατηγού Μάρσαλ, την
οποία υποστήριζε και ο Πρόεδρος Ρούσβελτ, επικράτησε και τελικά οι
Σύμμαχοι αποφάσισαν να καταλάβουν τη Σικελία και να αποβιβασθούν στην
ηπειρωτική Ιταλία, για να πετύχουν όμως μόνο περιορισμένους αντικειμενικούς
σκοπούς και με περιορισμένα, συνεπώς, μέσα.
Η απόβαση των Συμμάχων στη Σικελία έγινε στις 10 Ιουλίου και η
ολοκληρωτική κατάληψή της στις 16 Αυγούστου 1943, μετά από σκληρούς
αγώνες, κυρίως, των γερμανικών δυνάμεων, που υπήρχαν εκεί. Επακολούθησε
η εισβολή στην ηπειρωτική Ιταλία της XV Ομάδας Στρατιών (Βρετανός
Στρατηγός Αλεξάντερ), την οποία αποτελούσαν η 8η Βρετανική Στρατιά
(Στρατηγός Μοντγκόμερυ) και η 5η Αμερικανική Στρατιά (Στρατηγός Μαρκ
Κλαρκ).
Στις 3 Σεπτεμβρίου οι δυνάμεις της 8ης Βρετανικής Στρατιάς εισέβαλαν
στην Καλαβρία από το Στενό της Μεσσήνης, ενώ, για την υποβοήθηση αυτής
της κύριας ενέργειας, άλλα τμήματά της αποβιβάζονταν στις 9 Σεπτεμβρίου
στον Τάραντα (Σχεδ. 77). Η κύρια, όμως, προσπάθεια των Συμμάχων
ανατέθηκε στην 5η Αμερικανική Στρατιά, η οποία πραγματοποίησε βίαιη
απόβαση στις 9 Σεπτεμβρίου στην ακτή του Σαλέρνο, περίπου 40 χλμ.
νοτιοανατολικά από τη Νάπολη. ΄Ηδη, τότε η Ιταλία διαπραγματευόταν τη
συνθηκολόγησή της και οι Σύμμαχοι επρόκειτο να αντιμετωπίσουν μόνο τις
γερμανικές δυνάμεις στην Ιταλία, που τελούσαν υπό τις διαταγές του Στρατάρχη
Κέσερλιγκ. Οι δυνάμεις αυτές αντιστάθηκαν και πραγματοποιήθηκε σκληρός
αγώνας.
Μέχρι τις 14 Σεπτεμβρίου η κατάσταση για τις αμερικανικές δυνάμεις
ήταν πολύ κρίσιμη και οι απώλειές τους βαριές. Στις 15 Σεπτεμβρίου, όμως,
χάρη στην επέμβαση του στόλου και στις συνεχείς επιθέσεις της συμμαχικής
αεροπορίας, οι Αμερικανοί σταθεροποίησαν το προγεφύρωμά τους και στη
συνέχεια ήταν σε θέση, όπως και οι Βρετανοί, να αρχίσουν να ενεργούν προς
την ενδοχώρα της ιταλικής χερσονήσου. ΄Ετσι, στις 27 Σεπτεμβρίου η 8η
Βρετανική Στρατιά καταλαμβάνει τη Φότζια, σημαντικό οδικό και
σιδηροδρομικό κόμβο, και την 1η Οκτωβρίου οι Αμερικανοί καταλαμβάνουν τη
Νάπολη.
Η XV Ομάδα Στρατιών όμως διέθετε μόνο μονάδες Τ/Θ και
μηχανοκίνητες. Συνεπώς, αναγκαζόταν να χρησιμοποιεί τις βαθιές γραμμές του
εδάφους, χωρίς να έχει δυνατότητα ελιγμών. Αυτό επέτρεπε στους Γερμανούς
να μεταφέρουν έγκαιρα τις εφεδρείες τους σε κάθε απειλούμενο σημείο και να
πετυχαίνουν τη διεκδίκηση του εδάφους βήμα προς βήμα. Τα γεγονότα αυτά
αποτελούν εξήγηση της παρατάσεως της μάχης του Κασσίνο για μεγάλο
διάστημα, χωρίς να υπάρξει επιτυχία. Η διαμόρφωση του εδάφους συντελούσε,
ώστε η προέλαση της μιας συμμαχικής στρατιάς δεν επηρέαζε την προέλαση και
τη γενική κατάσταση της άλλης. Τα κεντρικά Απέννινα ΄Ορη (ύψ. 2.000 μ. και
περισσότερο) ήταν απροσπέλαστο εμπόδιο για την 5η και την 8η Στρατιά.
Επίσης, τον Οκτώβριο και το Νοέμβριο οι καιρικές συνθήκες δυσχέραιναν την
προέλαση των συμμαχικών στρατευμάτων και τις πτήσεις της συμμαχικής
αεροπορίας. Αντίθετα, οι συνθήκες αυτές διευκόλυναν την άμυνα ή τις
επιβραδυντικές ενέργειες των Γερμανών.
Εξαιτίας αυτών των δυσχερειών, οι Σύμμαχοι μόλις στα μέσα Οκτωβρίου
πέτυχαν να διαβούν τον ποταμό Βολτούρνο και περίπου στις αρχές Νοεμβρίου
ήλθαν σε επαφή με τη λεγόμενη "Χειμερινή Γραμμή" των Γερμανών. Η
γραμμή αυτή διέσχιζε την κοιλάδα του ποταμού Λίρι, παραποτάμου του
Γκαριλιάνο, που έρρεε περίπου 25 χλμ. βορειοδυτικότερα. Στις 12 Νοεμβρίου
1943 η 5η Στρατιά αναγκάσθηκε, μετά από πολλές απώλειες και χωρίς
ουσιαστικά αποτελέσματα για τους Συμμάχους, να διακόψει την επίθεσή της
κατά της "Χειμερινής Τοποθεσίας". Επίσης, η 8η Στρατιά, αφού αγωνίσθηκε
τους μήνες Νοέμβριο και Δεκέμβριο, δεν σημείωσε αξιόλογες επιτυχίες και
απλώς έφθασε μέχρι την αριστερή όχθη του ποταμού Σάγκρο. Με τον τρόπο
αυτό οι δύο Συμμαχικές Στρατιές εξακολουθούσαν να διαχωρίζονται από τα
Απέννινα, χωρίς να έχουν μεταξύ τους επικοινωνία.
383

Το Δεκέμβριο 1943, μετά από μεγάλη προπαρασκευή, η 5η Στρατιά


ανέλαβε νέα επίθεση κατά της "Χειμερινής Γραμμής" στις δύο πλευρές του
ορεινού όγκου του Καμίνο, προκειμένου να καταλάβει τις κορυφές του Λούγκο,
Ματζιόρε, Καμίνο και της κωμοπόλεως Σαν Πιέτρο Ινφίνε, η οποία αποτελούσε
μαζί με τις κορυφές το κλειδί της τοποθεσίας. Η μάχη είχε διάρκεια έξι
εβδομάδων, οι κορυφές αυτές και το όρος Σαμούρκο (ύψ. 1.205) κατελήφθησαν
και οι Γερμανοί αναγκαστικά εκκένωσαν το Σαν Πιέτρο. ΄Ετσι, έγινε δυνατή η
διάρρηξη της "Χειμερινής Γραμμής", αλλά με πολύ βαριές απώλειες για την 5η
Αμερικανική Στρατιά (Σχεδ. 77). Τότε όμως οι Σύμμαχοι αντιλήφθηκαν ότι τα
τμήματά τους, που ήταν στο Σαμούρκο, βρίσκονταν μπροστά σε νέα οχυρωμένη
γερμανική γραμμή, που περνούσε από το Κασσίνο, λεγόταν "Γραμμή
Γκούσταφ", και έφραζε τις οδεύσεις για τη Ρώμη. Όλα αυτά αποδεικνύουν, ότι
οι Γερμανοί, εκμεταλλεύθηκαν το τεράστιο μήκος της Ιταλικής Χερσονήσου και
οργάνωσαν διαδοχικές σε βάθος αμυντικές γραμμές, ώστε να αντιμετωπίσουν
με αποτελεσματικό τρόπο την προέλαση των συμμαχικών δυνάμεων.
Την 1η Ιανουαρίου 1944 ο Στρατηγός Λιζ αντικατέστησε στη διοίκηση
της 8ης Στρατιάς το Στρατηγό Μοντγκόμερυ, ο οποίος είχε αναλάβει την
προπαρασκευή της αποβάσεως που σχεδίαζαν οι Σύμμαχοι στη Νορμανδία.
Τότε, επίσης, αποσπάσθηκαν από την 5η Στρατιά δύο μεραρχίες που θα
χρησιμοποιούνταν στην απόβαση.
Οι Σύμμαχοι, είχαν αντιληφθεί ότι με την τακτική της συνεχούς
προελάσεως καθυστερούσαν και είχαν σημαντικές απώλειες γι' αυτό και
ζήτησαν να πετύχουν με άλλο τρόπο ένα σύντομο και αποφασιστικό
αποτέλεσμα, όπως ήταν η κατάληψη της Ρώμης. ΄Ετσι αποφάσισαν, περίπου
στις αρχές Ιανουαρίου 1944 και με προτροπή του Τσώρτσιλ, να
πραγματοποιήσουν απόβαση ισχυρών δυνάμεων στο ΄Αντσιο, 63 χλμ. νότια από
τη Ρώμη. Η περιοχή αυτή των Τυρρηνικών ακτών προσφερόταν για αυτή την
επιχείρηση επειδή διέθετε αρκετή πεδινή έκταση, κατάλληλη για τη δράση των
αρμάτων. Για αυτή την επιχείρηση, οι Σύμμαχοι θα διέθεταν το Αμερικανό VI
ΣΣ, που είχε ενισχυθεί και ήδη περιλάμβανε 100.000 άνδρες. Στο μέτωπο της
5ης Στρατιάς το αντικατέστησε το Γαλλικό Εκστρατευτικό Σώμα (ΓΕΣ), του
οποίου οι μονάδες είχαν φθάσει στην Ιταλία. Εκτός από αυτό, αποφασίσθηκε
να επιτεθεί η 5η Στρατιά στις 12 Ιανουαρίου κατά της "Γραμμής Γκούσταφ",
για να απασχολήσει τον εχθρό και να παρεμποδίσει τη μεταφορά των δυνάμεών
του στο ΄Αντσιο.
Η έναρξη της επιθέσεως θα γινόταν από το ΓΕΣ (Στρατηγός Ζουέν), το
οποίο κατείχε μέτωπο στο άκρο δεξιό της 5ης Στρατιάς, απέναντι από τον
ποταμό Ράπιντο. Αντικειμενικός σκοπός του ΓΕΣ ήταν η κωμόπολη Ατίνα,
πίσω από τη "Γραμμή Γκούσταφ", της οποίας η κατάληψη θα εξασφάλιζε στους
συμμάχους τη δυνατότητα ενός ουσιαστικού ελιγμού, ενώ, παράλληλα, άλλη
384

ενέργεια του Αμερικανικού ΙΙ ΣΣ από το Βορρά θα κατευθυνόταν εναντίον της


πόλεως Κασσίνο (Σχεδ. 77).
Η απόβαση του Αμερικανικού VI ΣΣ στο ΄Αντσιο, αφού αρχικά
αναβλήθηκε, πραγματοποιήθηκε στις 22 Ιανουαρίου και αιφνιδίασε τους
Γερμανούς. Την πρώτη ημέρα με την υποστήριξη του στόλου αποβιβάσθηκαν
50.000 άνδρες και 5.000 οχήματα. Εναντίον τους οι Γερμανοί αντέταξαν μόνο
δύο τάγματα, από τα οποία το ένα τεθωρακισμένο, δηλαδή συνολική δύναμη
μικρότερη από 2.000 άνδρες. Αν ο Διοικητής του Αμερικανικού VI ΣΣ ήταν
αποφασιστικός, θα μπορούσε να φθάσει χωρίς εμπόδια τη νύκτα στη Ρώμη,
περίμενε όμως την απόβαση της υπόλοιπης δυνάμεως. Στις 28 Ιανουαρίου είχε
οργανωθεί στο ΄Αντσιο προγεφύρωμα, με αναπτύγμα και βάθος 15 χλμ.
περίπου.
Στο μεταξύ, οι καιρικές συνθήκες έγιναν δυσμενείς και δεν επέτρεπαν
αποβάσεις, ενώ ο Στρατάρχης Κέσερλιγκ μετέφερε ενισχύσεις από τη
Γιουγκοσλαβία, Γαλλία και Γερμανία. Δέκα ημέρες μετά από την απόβαση, η
κατάσταση είχε αποβεί υπέρ των Γερμανών. Το προγεφύρωμα του ΄Αντσιο
συνέχισε να αγωνίζεται απεγνωσμένα. Τελικά, οι Σύμμαχοι πέτυχαν, την
άνοιξη, την κατάληψη της τοποθεσίας του Κασσίνο και την προέλαση προς τη
Ρώμη. Κάτω από αυτές τις συνθήκες έγινε η πρώτη μάχη του Κασσίνο.

2. Περιγραφή του Πεδίου της Μάχης

Ο λόφος του Κασσίνο (ύψ. 519), βρίσκεται στο δρομολόγιο που


ακολούθησαν οι Σύμμαχοι, και είχε την πιο κατάλληλη θέση για την απόφραξη
της διόδου από τη Βία Καζιλίνα. Το δρομολόγιο αυτό επέλεξαν οι Σύμμαχοι,
επειδή η υπ΄αρ. 7 εθνική οδός περνά από μία δύσβατη στενωπό.
Η εδαφολογική διαμόρφωση της περιοχής υποχρέωσε τους Συμμάχους να
ενεργήσουν χωριστά στους δύο παράκτιους άξονες που δεν επηρεάζονταν
μεταξύ τους, και δεν παρείχαν στους Γερμανούς τη δυνατότητα να οργανώσουν
διαδοχικές σε βάθος τοποθεσίες και να παρακωλύσουν σοβαρά τη συμμαχική
προέλαση. Οι τοποθεσίες αυτές ήταν η "Χειμερινή Γραμμή", η "Γραμμή
Γκούσταφ", η "Γραμμή Χίτλερ", η "Γραμμή Τρασιμένι" και, περίπου στο ύψος
της Φλωρεντίας, η "Γοτθική Γραμμή". Η "Γραμμή Γκούσταφ" ακολουθούσε
αρχικά τη δεξιά όχθη του Γκαριλιάνο και κατόπιν τη δεξιά όχθη του Ράπιντο,
περνούσε από Κασσίνο, Σαντ Ελία και Σαντ Μπιάτζιο και έφθανε στις κορυφές
των Απεννίνων, βορειοανατολικά του Μπιάτζιο. Η γραμμή αυτή, σχεδόν
ολόκληρη, στηριζόταν σε ορεινό έδαφος και είχε ενισχυθεί από έργα μόνιμης
οχυρωτικής, τα οποία ήταν ανθεκτικά στις βολές και των πιο ισχυρών
πυροβόλων, και από πολλά ναρκοπέδια (Α/Τ και Κ/Π).
Το χωριό Κασσίνο, εντελώς οχυρωμένο, είχε μεταβληθεί σε φρούριο.
Κάτω από τα σπίτια υπήρχαν καταφύγια, μέσα στα οποία το Πεζικό μπορούσε
385

με ασφάλεια να αναμένει τη λήξη της προπαρασκευής του συμμαχικού


πυροβολικού και στη συνέχεια να επανδρώνει τα αμυντικά έργα, αντιτάσσοντας
ισχυρή αντίσταση στις επιθέσεις του συμμαχικού πεζικού. Ανυπέρβλητο
εμπόδιο για τα συμμαχικά άρματα (Σχεδ. 78) αποτελούσαν τα λιμνάζοντα νερά
στις εκβολές του ποταμού Ράπιντο. Η δυτική του όμως όχθη είχε οργανωθεί
κατάλληλα με χαρακώματα, πολυβόλα και οχυρά.
Επειδή στο Κασσίνο έγιναν συνολικά τέσσερις μάχες, που ήταν
αυτοτελείς, και μεταξύ τους μεσολάβησε κάποιο χρονικό διάστημα, η καθεμιά
απ' αυτές θα αναλυθεί χωριστά.

Η Πρώτη Μάχη του Κασσίνο (24 Ιανουαρίου - 8 Φεβρουαρίου)

1. Γενική Κατάσταση, Δυνάμεις και Διάταξη των Αντιπάλων

α. Γερμανών

Σε ολόκληρη τη ζώνη ενεργείας της 5ης Στρατιάς οι Γερμανοί


διέθεταν 5 μεραρχίες, από τις οποίες 3 Πεζικού και 2 Τ/Θ. Ειδικότερα, στην
περιοχή του Κασσίνο, οι Γερμανοί, διέθεταν την 44η Μεραρχία Πεζικού, την
90ή Ελαφρά Μηχανοκίνητη Μεραρχία και την 15η Τ/Θ Μεραρχία.

β. Συμμάχων

Στο δυτικό άξονα (προς την Τυρρηνική θάλασσα) διατέθηκε η 5η


Στρατιά που την αποτελούσαν τρία Σώματα Στρατού. Η διάταξή της από
δυτικά προς ανατολικά (από τη θάλασσα προς το εσωτερικό) ήταν η εξής :

(1) Βρετανικό Χ Σώμα Στρατού (των 2 Μεραρχιών).


(2) Αμερικανικό ΙΙ Σώμα Στρατού (των 2 Μεραρχιών, δηλαδή 34η
και 36η Μεραρχίες).
(3) Γαλλικό Εκστρατευτικό Σώμα (ΓΕΣ), από μία Αλγερινή και μία
Μαροκινή Μεραρχία.
Ειδικότερα, απέναντι από την τοποθεσία του Κασσίνο ήταν προσανατολισμένα
δύο Σώματα Στρατού (ΙΙ και ΓΕΣ).

2. Σχέδια και Αποστολές Αντιπάλων

α. Γερμανών

Το γερμανικό σχέδιο απέβλεπε γενικά σε σταθερή άμυνα στην


τοποθεσία Κασσίνο με οργάνωση στις δυτικές όχθες των ποταμών Σέκο,
386

Ράπιντο και Γκαριλιάνο με αποστολή την απόφραξη της Βία Καζιλίνα (υπ΄αρ.6
εθνικής οδού) και της κοιλάδας του ποταμού Λίρι, καθώς και με την
απαγόρευση της προελάσεως των συμμαχικών δυνάμεων προς τη Ρώμη.

β. Συμμάχων

Το Σχέδιο των Συμμάχων απέβλεπε γενικά στην υπερκέραση της


τοποθεσίας του Κασσίνο από βορειοανατολικά, για την κατάληψη της
κωμοπόλεως Τερέλλε, ώστε να δημιουργηθεί στα μετόπισθεν των
υπερασπιστών του Κασσίνο απειλή και δυνατότητα ενός ουσιαστικού ελιγμού.
Επίσης, στην επίθεση κατά της τοποθεσίας Κασσίνο με το Αμερικανικό ΙΙ ΣΣ,
για τη διάσπασή της και διάνοιξη της Βία Καζιλίνα (υπ΄αρ. 6 εθνικής οδού).

3. Διεξαγωγή της Μάχης

Στις 2200 της 24ης Ιανουαρίου 1944 άρχισε η εξόρμηση του ΓΕΣ και το
πρωί της επομένης η επίθεση του Αμερικανικού ΙΙ ΣΣ (Σχεδ. 78). Το ΓΕΣ
ανέθεσε την υπερκέραση της τοποθεσίας Κασσίνο και την κατάληψη του
Τερέλλε στην Αλγερινή Μεραρχία που ενεργούσε αριστερά, ενώ η δεξιά της
Μαροκινή Μεραρχία θα τηρούσε τις θέσεις της, απασχολώντας τον εχθρό. Το
έδαφος, που ήταν απέναντι από την Αλγερινή Μεραρχία, παρουσιαζόταν σαν
ψηλό τείχος, στους πρόποδες του οποίου ευρέα Ν/Π, πυκνές σειρές
συρματοπλεγμάτων και εκτεταμένη και πλημμυρισμένη έκταση απαγόρευαν τις
προσβάσεις της "Γραμμής Γκούσταφ". Μετά από σκληρό αγώνα και πολλές
απώλειες, κυρίως σε αξιωματικούς, το βράδυ της 25ης Ιανουαρίου
καταλήφθηκε από την Αλγερινή Μεραρχία το ύψωμα Μπελβεντέρε (ύψ. 721)
και τη νύκτα της επομένης το ύψωμα ΄Αμπατε (ύψ. 915). Στο μεταξύ, στο δεξιό
τομέα, καταλήφθηκε από τη Μαροκινή Μεραρχία το ύψ. 470, ενώ όλες οι
προσπάθειές της για την κατάληψη του υψ. Τσιφάλκο (ύψ. 947) απέτυχαν, λόγω
της σκληρής αντιστάσεως των Γερμανών.
Στον τομέα του Αμερικανικού ΙΙ ΣΣ, η 34η Μεραρχία εξαπέλυσε
επανειλημμένες επιθέσεις για την κατάληψη του όρους Μόντε Καστελόνε,
χωρίς όμως αποτέλεσμα εξαιτίας της σθεναρής αντιστάσεως των Γερμανών.
Μετά από 15ωρο σκληρό αγώνα, οι Αμερικανοί κατόρθωσαν να περάσουν στην
αριστερή όχθη του ποταμού Σέκο δύναμη τριών ταγμάτων. Την επομένη, 26
Ιανουαρίου, αμερικανικά τμήματα, αφού έφθασαν μέχρι την παρυφή της
πόλεως Κασσίνο, προσέκρουσαν στα αμυντικά έργα των Γερμανών και
υπέστησαν σοβαρές απώλειες, χωρίς να πετύχουν κάτι το αξιόλογο.
Στις 27 Ιανουαρίου εκδηλώθηκε σφοδρή αντεπίθεση των Γερμανών
εναντίον της Αλγερινής Μεραρχίας, με αποτέλεσμα την απώλεια του υψώματος
΄Αμπατε και τη συγκέντρωση τμημάτων της στο ύψωμα Μπελβεντέρε, όπου
387

προέβαλλαν απεγνωσμένη άμυνα. Ο ίδιος αγώνας συνεχίσθηκε και στις 28


Ιανουαρίου και τα γαλλικά τμήματα, αφού υποστηρίχθηκαν αποτελεσματικά,
κατόρθωσαν να σταθεροποιήσουν τις θέσεις τους στο Μπελβεντέρε.
Σκληροί αγώνες, που διεξήγαγαν οι Αμερικανοί στο διάστημα 27 - 30
Ιανουαρίου με τη βοήθεια αρμάτων, κατέληξαν στην κατάληψη του χωριού
Κάιρο, η οποία επέτρεψε στα τμήματα της Αλγερινής Μεραρχίας να
καταλάβουν το ύψωμα Μόντε Μαρίνο. Η γερμανική άμυνα όμως συνεχώς
γινόταν πιο σκληρή και οι αντεπιθέσεις διαδέχονταν η μία την άλλη, με
αποτέλεσμα να γίνεται αδύνατη η παραπέρα προώθηση των Συμμάχων.
Την 1η Φεβρουαρίου, Τάγμα της Αμερικανικής 36ης Μεραρχίας,
επωφελήθηκε από την πυκνή ομίχλη και πέτυχε να καταλάβει το Μόντε
Καστελόνε. Την επομένη επιτέθηκε στα υψώματα Σαντ ΄Αντζελο και
Αλμπανέτα, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Στην επίθεση αυτή συμμετείχαν δυνάμεις
από το 3ο Σύνταγμα Αλεξιπτωτιστών, το οποίο προφανώς είχε μετακινηθεί
επειγόντως από το μέτωπο της Αδριατικής.
Αντίθετα, στην κοιλάδα του Ράπιντο οι Αμερικανοί σημείωσαν κάποια
πρόοδο και, εκμεταλλευόμενοι το σκοτάδι, εισέρχονται για πρώτη φορά, στην
πόλη του Κασσίνο. Θυελλώδης, όμως, γερμανική αντεπίθεση απομάκρυνε τους
Αμερικανούς από την πόλη και τους απώθησε περίπου ένα χλμ. προς τα πίσω.
Η επίθεση των Αμερικανών έγινε πάλι στις 3 Φεβρουαρίου και στράφηκε
κυρίως κατά του υψώματος Ρόκα Γιαννούλα. Η μάχη αυτή διήρκεσε μέχρι τις 6
Φεβρουαρίου, οπότε νέα γερμανική αντεπίθεση απώθησε τους Αμερικανούς
βόρεια του υψώματος Αλμπανέτα, ενώ τα αμυντικά έργα φαίνονταν
κυριολεκτικά απόρθητα και οι γερμανικές ενισχύσεις ανεξάντλητες.
Στο μεταξύ, ο Στρατηγός Αλεξάντερ αποφάσισε να μετακαλέσει από το
μέτωπο της 8ης Βρετανικής Στρατιάς (περιοχή Αδριατικής) τη Νεοζηλανδική 2η
Μεραρχία και την Ινδική 4η Μεραρχία, για να συγκροτήσει, υπό τη διοίκηση
του Νεοζηλανδού Στρατηγού Φράυμπεργκ, το Νεοζηλανδικό Σώμα Στρατού.
Το Σώμα αυτό διατέθηκε αρχικά ως εφεδρεία στην Αμερικανική 5η
Στρατιά, με τον περιορισμό να χρησιμοποιηθεί στη συνέχεια στην κοιλάδα του
ποταμού Λίρι, ώστε να εκμεταλλευθεί ενδεχόμενη επιτυχία. Αναγκαστικά όμως
διατέθηκε από τις 3 Φεβρουαρίου, για να αντικαταστήσει την 36η Μεραρχία, η
οποία ήταν ενίσχυση της 34ης Μεραρχίας. Παρ΄όλες όμως αυτές τις ενισχύσεις
της 5ης Στρατιάς, οι επιθέσεις της στις 7 και 8 Φεβρουαρίου τόσο στον ορεινό
τομέα του Κασσίνο όσο και στην κοιλάδα του Λίρι δεν πέτυχαν τίποτε το
σημαντικό και η τοποθεσία παρέμεινε στους Γερμανούς. Μία τελευταία
προσπάθεια, στις 11 Φεβρουαρίου, απέτυχε επίσης, με αποτέλεσμα τα
αμερικανικά στρατεύματα να υποχρεωθούν τελικά σε αμυντική στάση.
Κατά τη διάρκεια της μάχης, τα στρατεύματα των αντιπάλων
ταλαιπωρήθηκαν από τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες, ενώ οι απώλειες, κυρίως
σε ορισμένες μονάδες του Αμερικανικού ΙΙ ΣΣ, ήταν το 75% της δυνάμεώς
388

τους. ΄Ετσι, η πρώτη επίθεση κατά του Κασσίνο απέτυχε, εξαιτίας της
αποφασιστικότητας και της γενναιότητας των γερμανικών στρατευμάτων.

Δεύτερη Μάχη του Κασσίνο (15 - 18 Φεβρουαρίου)

1. Γενικά

Η επισφαλής θέση του Αμερικανικού VI Σώματος Στρατού στο


προγεφύρωμα του ΄Αντσιο και η αποτυχία των επανειλημμένων επιθέσεων των
Μεραρχιών του Αμερικανικού ΙΙ Σώματος Στρατού στην τοποθεσία Κασσίνο,
για τη διάνοιξη της εισόδου της κοιλάδας του ποταμού Λίρι αποτελούσαν
σοβαρό πρόβλημα για το Στρατηγό Αλεξάντερ. Τα μοναδικά τοπικά
επιτεύγματα της καταλήψεως του Μπελβεντέρε από το ΓΕΣ στο δεξιό της
συμμαχικής διατάξεως, καθώς και του προγεφυρώματος που δημιούργησε το
Βρετανικό Χ ΣΣ στον ποταμό Γκαριλιάνο στο αριστερό της διατάξεως, δεν
επέφεραν κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα. Παρ΄όλα αυτά, η Συμμαχική
Διοίκηση δεν εκμεταλλεύθηκε την επιτυχία του ΓΕΣ και, αντί να προχωρήσει σε
υπερκέραση της τοποθεσίας Κασσίνο από βορειοανατολικά, επέμενε να
αναλάβει και πάλι νέα μετωπική επίθεση, για τη διάσπασή της. Για το σκοπό
αυτό έγινε μετάκληση και τρίτης μεραρχίας (της Βρετανικής 78ης ΜΠ) από το
μέτωπο της Αδριατικής, η οποία τέθηκε στις διαταγές του Νεοζηλανδικού
Σώματος Στρατού, με αποτέλεσμα η 8η Βρετανική Στρατιά να μην μπορεί να
αναλάβει καμία επιθετική ενέργεια. Εκτός από αυτό, υπήρχαν σοβαρές
ενδείξεις, ότι οι Γερμανοί προπαρασκεύαζαν σφοδρή επίθεση κατά του
προγεφυρώματος ΄Αντσιο. Συνεπώς, επιβαλλόταν νέα επιθετική προσπάθεια
στο μέτωπο Κασσίνο, η οποία ανατέθηκε στο Νεοζηλανδικό Σώμα Στρατού.

2. Γενική Κατάσταση, Δυνάμεις και Διάταξη των Αντιπάλων

α. Γερμανών

(1) Η Ι Μεραρχία Αλεξιπτωτιστών (1ο, 3ο, 4ο, Συντάγματα


Αλεξιπτωτιστών).
(2) Το 200ό Σύνταγμα Γρεναδιέρων της 90ής Μηχανοκίνητης
Μεραρχίας.
(3) Το 211ο Σύνταγμα Γρεναδιέρων της 71ης Μεραρχίας Πεζικού.
(4) Τμήματα της 15ης Τ/Θ Μεραρχίας, από το Σιδηροδρομικό
Σταθμό Κασσίνο και νότια, στη δυτική όχθη του ποταμού Ράπιντο.

β. Συμμάχων
389

Το Νεοζηλανδικό Σώμα Στρατού υπό το Στρατηγό Φράυμπεργκ


αποτελούσαν τρεις μεραρχίες :
(1) Νεοζηλανδική 2η Μεραρχία υπό το Στρατηγό Πάρκινσον, η
οποία είχε τις 4η Τ/Θ Ταξιαρχία, 5η και 6η Ταξιαρχίες Πεζικού.
(2) Ινδική 4η Μεραρχία υπό το Στρατηγό Τάκερ, η οποία είχε τις 5η
και 7η Ταξιαρχίες.
(3) Βρετανική 78η Μεραρχία.

3. Σχέδια και Αποστολές Αντιπάλων

α. Γερμανών

Το σχέδιο των Γερμανών προέβλεπε σταθερή άμυνα στην τοποθεσία


Κασσίνο και στον κάτω ρου του Ράπιντο, για την απόφραξη της κοιλάδας του
ποταμού Λίρι.

β. Συμμάχων

Το σχέδιο του Νεοζηλανδικού Σώματος Στρατού προέβλεπε την


εκτόξευση επιθέσεως τη νύκτα 13/14 Φεβρουαρίου με την 4η Ινδική Μεραρχία
κατά του υψώματος Κασσίνο με την ομώνυμη Μονή. Στη συνέχεια την
προσβολή της πόλεως Κασσίνο από τα δυτικά. Προβλεπόταν, επίσης,
προσβολή της πόλεως αυτής από τα ανατολικά με την 2η Νεοζηλανδική
Μεραρχία (Σχεδ. 78).

4. Διεξαγωγή της Μάχης

Οι καιρικές συνθήκες επέβαλαν την αναβολή της επιχειρήσεως για τρεις


ημέρες, ενώ ο Στρατηγός Φράυμπεργκ είχε την απαίτηση να βομβαρδισθεί η
Μονή Κασσίνο, που τη θεωρούσε τμήμα του γερμανικού αμυντικού
συστήματος, και στη συνέχεια να γίνει η επίθεση.
Μετά τον πόλεμο αποδείχθηκε, ότι οι Γερμανοί είχαν σεβασθεί τη Μονή
και δεν την περιέλαβαν στην αμυντική τους οργάνωση. Στη Μονή είχαν
καταφύγει πολλοί κάτοικοι του Κασσίνο, ελπίζοντας ότι σε αυτήν θα είχαν
ασφάλεια. Στον ιερό αυτό χώρο δεν υπήρχαν Γερμανοί στρατιώτες.
Η καταστροφή της Μονής θα αποτελούσε, εξάλλου, σοβαρό διπλωματικό
και πολιτικό γεγονός, επειδή και τις διαμαρτυρίες του Βατικανού θα
προκαλούσε και την εξέγερση των καθολικών. Επίσης δε, θα παρείχε σοβαρό
προπαγανδιστικό όπλο στους Γερμανούς, οι οποίοι θα κατηγορούσαν τους
Συμμάχους ότι κατέστρεψαν χωρίς δισταγμό και χωρίς λόγο σεβαστό
390

χριστιανικό μνημείο, στους κόλπους του οποίου φυλάσσονταν μεγάλης αξίας


καλλιτεχνικοί θησαυροί.
Ο Διοικητής της 5ης Στρατιάς Στρατηγός Κλαρκ ήταν αντίθετος να γίνει
βομβαρδισμός, θεωρώντας τον μη αναγκαίο αλλά και βάρβαρο, που θα
προσέφερε προπαγανδιστικό όπλο στους Γερμανούς. Υποστήριζε επίσης ότι, αν
οι Γερμανοί - όπως ο ίδιος πίστευε - δεν κατείχαν τη Μονή, θα έσπευδαν μετά
το βομβαρδισμό να καταλάβουν τα ερείπιά της, τα οποία θα τους παρείχαν
καλύτερες δυνατότητες για την άμυνά τους, παρά το ανέπαφο κτήριο της
Μονής. Τελικά, ο Στρατηγός Αλεξάντερ, μετά από επιμονή του Φράυμπεργκ,
αποφάσισε το βομβαρδισμό του μνημείου. ΄Ετσι, μεταξύ 0930 και 1200 της
15ης Φεβρουαρίου 250 βομβαρδιστικά αεροσκάφη έριξαν στη Μονή, σε
έκταση 2 τετραγωνικών χιλιομέτρων, 576 τόνους εκρηκτικών υλών και πέτυχαν
σχεδόν την πλήρη καταστροφή της. Συγχρόνως, το συμμαχικό πυροβολικό
συμπλήρωσε την κατάρρευση της Μονής, όπου σκοτώθηκαν περίπου 300 από
τους πρόσφυγες που κατέφυγαν εκεί, ενώ οι υπόλοιποι, καθώς και οι μοναχοί,
εγκατέλειψαν τη Μονή τη νύκτα 16/17 Φεβρουαρίου.
Η ενέργεια αυτή υπήρξε πράγματι αντικείμενο προπαγανδιστικής
επιθέσεως της Γερμανικής Κυβερνήσεως και από στρατιωτική άποψη
χαρακτηρίζεται μάταιη. Ο σφοδρός αυτός βομβαρδισμός επέφερε αρχικά
κάποια ταραχή στα γερμανικά στρατεύματα, αλλά κατέλαβαν τις θέσεις τους,
έτοιμα να αποκρούσουν την αναμενόμενη επίθεση.
Ο Στρατηγός Φράυμπεργκ δεν εκμεταλλεύθηκε αμέσως το βομβαρδισμό,
αλλά μόλις μετά από 18 ώρες εισήλθαν τα τμήματά του στον αγώνα. Τμήματα
της 4ης Ινδικής Μεραρχίας, που καθυστέρησαν να περάσουν δυτικά από το
Ράπιντο, άρχισαν την επίθεση μόλις στις 16 Φεβρουαρίου, διαδοχικά και σε
μικρά τμήματα, που δεν ξεπερνούσαν το τάγμα. Στο μεταξύ τα ερείπια της
Μονής είχαν καταληφθεί από το 3ο Γερμανικό Σύνταγμα Αλεξιπτωτιστών, το
οποίο απέκρουσε εύκολα την επίθεση και προξένησε βαριές απώλειες. Κατόπιν,
ο Διοικητής της Ινδικής Μεραρχίας επανέλαβε την επίθεσή του το πρωί της
17ης Φεβρουαρίου εναντίον του υψώματος 593 και του υψώματος της Μονής
(Σχεδ. 78) με δύναμη 5 ταγμάτων. Δύο τάγματα κατόρθωσαν να καταλάβουν
το ύψωμα 593, αλλά διώχθηκαν αμέσως μετά από ορμητική αντεπίθεση των
Γερμανών, οι οποίοι προξένησαν σημαντικές απώλειες στους επιτιθεμένους και
ανέκτησαν έτσι το ύψωμα. ΄Αλλο τάγμα της Μεραρχίας αυτής μετά από
επίθεση κατέλαβε το ύψωμα 444, στα 200 μ. βορειοδυτικά της Μονής, αλλά το
εγκατέλειψε ύστερα από προσβολή του από γερμανικά πυρά.
Στο μεταξύ, τη νύκτα 17/18 Φεβρουαρίου η Νεοζηλανδική Μεραρχία,
που ενεργούσε νοτιότερα, επιτέθηκε μεταξύ της σιδηροδρομικής γραμμής και
της Βία Καζιλίνα. Η Μεραρχία αυτή κατέλαβε το Σιδηροδρομικό Σταθμό
Κασσίνο και εύκολα πέρασε το Ράπιντο. ΄Ομως οι Νεοζηλανδοί, επειδή δεν
ενισχύθηκαν τελικά από μία Τ/Θ Μεραρχία, στην οποία οι πλημμύρες δεν
391

επέτρεψαν να προωθήσει τα άρματά της, υποχώρησαν πέρα από τον ποταμό


Ράπιντο και οι αντεπιτεθέντες Γερμανοί ανακατέλαβαν το Σιδηροδρομικό
Σταθμό το μεσημέρι της 18ης Φεβρουαρίου.
΄Οταν απέτυχαν και οι δύο Μεραρχίες, ο Στρατηγός Αλεξάντερ διέκοψε
την επίθεση και είχε την πρόθεση, αφού αναδιοργανωθεί, να την επαναλάβει
στις 24 Φεβρουαρίου. Αλλά η κακοκαιρία, που παρουσιάσθηκε στο μεταξύ,
ανέβαλε οποιαδήποτε ενέργεια μέχρι τις 15 Μαρτίου.

Τρίτη Μάχη (15 - 23 Μαρτίου)

1. Γενικά

Στις 23 Φεβρουαρίου ο Διοικητής του ΓΕΣ Στρατηγός Ζουέν υπέβαλε


στο Στρατηγό Αλεξάντερ έκθεση στην οποία εξέφραζε την άποψη ότι έπρεπε, εν
όψει της νέας επιθέσεως κατά του Κασσίνο, να καταληφθεί η πόλη Ατίνα από
το ΓΕΣ, που μόνο αυτό θα μπορούσε να αναλάβει αυτό το εγχείρημα, αφού δεν
υπήρχε απειλή από την 5η Στρατιά.
Οι απόψεις αυτές του Ζουέν αποδείχθηκαν ορθές, αλλά η έμμονη ιδέα της
Συμμαχικής Ηγεσίας ήταν η κατάληψη του Κασσίνο με μετωπική ενέργεια. Η
προετοιμασία της νέας επιθέσεώς της για τη διάνοιξη της κοιλάδας του Λίρι
βασιζόταν σε αυτήν την ιδέα του Αλεξάντερ και των επιτελών του.

2. Γενική Κατάσταση, Δυνάμεις και Διάταξη των Αντιπάλων (Σχεδ. 79,


80)

α. Γερμανών

Οι Γερμανοί διέθεταν :
(1) Στο μέτωπο : στον τομέα του ποταμού Γκαριλιάνο (απέναντι
από το Χ Βρετανικού ΣΣ) τις 94η και 71η Μεραρχίες Γρεναδιέρων ενισχυμένες
από στοιχεία της 15ης Τ/Θ Μεραρχίας που διέθετε, επίσης, ένα τάγμα στην
κοιλάδα του Λίρι. Στον τομέα του Κασσίνο την Ι Μεραρχία Αλεξιπτωτιστών,
την καλύτερη από τις γερμανικές μονάδες που ήταν στην Ιταλία, που κατείχε με
το 3ο Σύνταγμα την πόλη Κασσίνο και τα υψώματα της Μονής και της Ρόκα
Γιαννούλα, με το 1ο Σύνταγμα το ύψωμα Κάιρο και με το 4ο Σύνταγμα τα
υψώματα βόρεια και δυτικά του Κασσίνο. Απέναντι από τον τομέα του ΓΕΣ
είχε διαταχθεί η 5η Ορεινή Μεραρχία.
(2) Ως εφεδρεία : στην περιοχή Φροξινόνε η 90ή Μηχανοκίνητη
Μεραρχία και στην περιοχή Τερέλλε η 44η Μεραρχία Γρεναδιέρων.

β. Συμμάχων
392

Το Νεοζηλανδικό Σώμα Στρατού (4η Ινδική, 2η Νεοζηλανδική και


78η Βρετανική Μεραρχίες) θα αναλάμβανε και πάλι την κύρια προσπάθεια,
πλαισιωμένο δεξιά από το ΓΕΣ, βόρεια από τα υψώματα του Κασσίνο, αριστερά
από το Χ Βρετανικό ΣΣ, απέναντι από το Σαντ Τζιόρτζιο. Το Νεοζηλανδικό
Σώμα Στρατού είχε δεξιά την 4η Ινδική Μεραρχία, αριστερά τη 2η
Νεοζηλανδική Μεραρχία και την 78η Βρετανική Μεραρχία ως εφεδρεία, πίσω
από τη 2η Νεοζηλανδική Μεραρχία.
Για την υποστήριξη στην ξηρά του Νεοζηλανδικού Σώματος Στρατού
συγκεντρώθηκε ολόκληρο το πυροβολικό των τριών συμμαχικών σωμάτων
Στρατού με ενιαία διοίκηση, έχοντας περίπου 746 σωλήνες διαφόρων
διαμετρημάτων. Η υποστήριξη της ενεργείας από τον αέρα θα γινόταν με 775
αεροσκάφη, από τα οποία τα 575 βαρέος και μέσου βομβαρδισμού και τα 200
διώξεως βομβαρδισμού.

3. Σχέδια και Αποστολές Αντιπάλων

α. Γερμανών

Οι Γερμανοί, στο νεκρό χρόνο που μεσολάβησε είχαν όλη την άνεση
να αναδιοργανωθούν και να αναδιατάξουν τις μονάδες τους, ώστε να γίνουν
περισσότερο αξιόμαχες, με αποστολή τη σταθερή άμυνα στην τοποθεσία
Κασσίνο.

β. Συμμάχων

Το σχέδιο ενεργείας του Νεοζηλανδικού ΣΣ προέβλεπε αρχικά ένα


πολύ ισχυρό αεροπορικό βομβαρδισμό και προσβολή, με μάζα πυρός
πυροβολικού, των γερμανικών θέσεων και στη συνέχεια τη χρησιμοποίηση του
συνόλου των δυνάμεών του για επίθεση με την 4η Ινδική Μεραρχία κατά του
υψώματος της Μονής, και με τη 2η Νεοζηλανδική Μεραρχία από το Βορρά
εναντίον της πόλεως Κασσίνο και της Ρόκα Γιαννούλα. Η Βρετανική 78η
Μεραρχία, ενισχυμένη από ομάδα αρμάτων, θα εκμεταλλευόταν την επιτυχία
των Μεραρχιών του πρώτου κλιμακίου, επιχειρώντας τη διάβαση του ποταμού
Ράπιντο στον τομέα του Σαντ ΄Αντζελο Τεόντιτσε (Σχεδ. 78 και 79).

4. Διεξαγωγή της Μάχης

Εξαιτίας της κακοκαιρίας επιβραδύνθηκε η εκτόξευση της νέας


επιθέσεως, επειδή έπρεπε να περάσουν μερικές ημέρες με καλές καιρικές
συνθήκες, ώστε να ξεραθεί και να σταθεροποιηθεί το έδαφος, για να είναι
393

δυνατή η χρησιμοποίηση των αρμάτων. Εκτός από αυτά, η προετοιμασία του


σφοδρού αεροπορικού βομβαρδισμού, καθώς και η συγκέντρωση του
πυροβολικού, το οποίο θα εκτόξευε 600.000 βλήματα κατά την επίθεση,
απαιτούσε ορισμένο χρόνο.
Στις 0830 της 15ης Μαρτίου το σύνολο των διατιθεμένων συμμαχικών
αεροσκαφών πραγματοποίησε σφοδρό βομβαρδισμό των γερμανικών θέσεων.
Οι στολίσκοι διαδέχονταν ο ένας τον άλλο κάθε δέκα λεπτά και έρριξαν σε 3
1/2 ώρες περίπου 1.200 τόνους βομβών τόσο στη γραμμή του μετώπου, όσο και
στις θέσεις των εφεδρειών της τοποθεσίας. Μετά από το βομβαρδισμό αυτόν
πραγματοποιήθηκε σφοδρότατος βομβαρδισμός από το σύνολο του
πυροβολικού που είχε συγκεντρωθεί, με πρωτοφανή συγκέντρωση πυρών στο
γερμανικό μέτωπο. Ολόκληρη η πόλη Κασσίνο μεταβλήθηκε σε ερείπια που
αποτέλεσαν αντιαρματικό εμπόδιο.
Ο πρωτοφανής αυτός βομβαρδισμός προκάλεσε, όπως ήταν επόμενο,
σημαντικές απώλειες στους αμυνομένους και σε ορισμένες μονάδες οι απώλειες
σε προσωπικό και μέσα έφθασαν στο 50% της δυνάμεως. Παρ' όλα αυτά
τελικά, τα στρατιωτικά αποτελέσματα ήταν πενιχρά.
Η Νεοζηλανδική Μεραρχία, η οποία μετά το τέλος του βομβαρδισμού
εξόρμησε για την κατάληψη της πόλεως Κασσίνο, βρέθηκε μπροστά στο
ανυπέρβλητο εμπόδιο που αποτελούσαν οι τεράστιες χοάνες, τις οποίες είχαν
διανοίξει οι βόμβες, καθώς και τα ερείπια διαφόρων κτηρίων, τα οποία
παρεμπόδιζαν κάθε κίνηση αρμάτων. Τότε, αναγκαστικά, κλήθηκε το
Μηχανικό, το οποίο θα κατασκεύαζε μικρές γέφυρες και θα απομάκρυνε τα
ερείπια που κάλυπταν όλες τις οδούς της πόλεως. Ο Διοικητής της Μεραρχίας
είχε τη γνώμη, ότι το διατιθέμενο Μηχανικό θα χρειαζόταν ολόκληρο 48ωρο,
για να διανοίξει μία και μόνη οδό μέσα από την πόλη.
Παρ' όλα αυτά, τα νεοζηλανδικά τμήματα δεν αντιμετώπισαν αρχικά
καμία αντίσταση. Δεν εκμεταλλεύθηκαν όμως με το πεζικό αυτήν την ευνοϊκή
περίπτωση, αλλά η προέλασή τους γινόταν με βραδύτητα, εξαιτίας των
εμποδίων αυτών και έτσι έχασαν πολύτιμο χρόνο. Στο μεταξύ οι Γερμανοί,
μόλις συνήλθαν από τον αρχικό κλονισμό που τους προκάλεσε ο σφοδρός
βομβαρδισμός, βγήκαν από τα καταφύγιά τους και άρχισαν να αντιστέκονται με
αποφασιστικότητα, θάρρος και αξιοθαύμαστη αυτοθυσία. Εξάλλου, τα ερείπια
που είχαν συσσωρευθεί στην πόλη συνέβαλλαν στην αντίσταση των Γερμανών
και παρεμπόδιζαν τη δράση των αρμάτων.
Τις απογευματινές ώρες ο καιρός άλλαξε. ΄Αρχισε ραγδαία βροχή που
μετέβαλε αμέσως τις χοάνες των βομβών σε μικρές λίμνες. Το λασπώδες
έδαφος κατέστησε πολύ δυσκίνητα τα άρματα των Συμμάχων, των οποίων η
αεροπορία δεν ήταν σε θέση να δράσει αποτελεσματικά εξαιτίας της χαμηλής
νεφώσεως.
394

Από τις 16 μέχρι τις 18 Μαρτίου οι Νεοζηλανδοί σημείωσαν μικρή


πρόοδο στην ενέργειά τους στην πόλη και οι Γερμανοί εξακολουθούσαν να
κατέχουν σε αυτή σημαντικά αμυντικά ερείσματα.
Στις 17 Μαρτίου ο Στρατηγός Φράυμπεργκ, κατέχοντας ήδη με τη
Νεοζηλανδική Μεραρχία το βόρειο τμήμα της πόλεως Κασσίνο και τη Ρόκα
Γιαννούλα, αποφάσισε να εκτοξεύσει συγχρόνως επίθεση των Ινδών και των
Νεοζηλανδών, για κατάληψη του υψώματος της Μονής. Μετά από σφοδρό
αγώνα, τάγμα της Ινδικής Μεραρχίας πέτυχε να διεισδύσει στη γερμανική
τοποθεσία και να καταλάβει το ύψωμα 435, ενώ οι Νεοζηλανδοί είχαν στο
μεταξύ καταλάβει το Σιδηροδρομικό Σταθμό του Κασσίνο, όπου
εγκαταστάθηκαν αμυντικά.
Οι Γερμανοί αλεξιπτωτιστές, για να αντιμετωπίσουν την απειλή κατά της
Μονής, εξαιτίας της κατοχής του υψώματος 435 από τους Ινδούς, εκτόξευσαν,
την αυγή της 19ης Μαρτίου, αντεπίθεση κατά της Ρόκα Γιαννούλα. Η
αντεπίθεση αποκρούσθηκε από τους εκεί εγκατεστημένους Νεοζηλανδούς, αλλά
οι Γερμανοί συμπτυσσόμενοι πέτυχαν να εγκατασταθούν στο ύψωμα 165, που
απείχε ελάχιστη απόσταση από τη Ρόκα Γιαννούλα, αποκόπτοντας από τη θέση
αυτή και απομονώνοντας τους Ινδούς που ήταν στο ύψωμα 435. Αυτοί άρχισαν
να υποφέρουν από δίψα και να έχουν σοβαρές απώλειες από το γερμανικό
πυροβολικό.
Την ίδια μέρα, 19 Μαρτίου, ο Στρατηγός Φράυμπεργκ κατέβαλε μια
τελευταία προσπάθεια για την κατάληψη της Μονής και την ολοκλήρωση της
καταλήψεως τμήματος της οδού Βία Καζιλίνα μέσα στην πόλη, εμπλέκοντας
στον αγώνα τμήματα της 78ης Βρετανικής Μεραρχίας. ΄Ολες όμως οι
προσπάθειες απέβησαν μάταιες, μπροστά στην ακατάβλητη αντίσταση των
Γερμανών αλεξιπτωτιστών.
Τις επόμενες μέρες η κούραση και οι απώλειες των δύο αντιπάλων
οδήγησαν στον εκφυλισμό της μάχης. Στις 22 Μαρτίου οι Ινδοί δεν άντεξαν
άλλο τη δύσκολη θέση τους και εκκένωσαν το ύψ. 435. ΄Ετσι, την επομένη, ο
Στρατηγός Αλεξάντερ αναγκάσθηκε να διατάξει την κατάπαυση της
επιχειρήσεως, αφού αποδείχθηκε για δεύτερη φορά ότι η αεροπορική επίθεση,
όσο ισχυρή και αν είναι, δεν αρκεί για να πετύχει την κατάληψη οχυρωμένης
τοποθεσίας. Συνεπώς, παρά τα συντριπτικά μέσα που είχαν διαθέσει οι
Σύμμαχοι, και η τρίτη μάχη του Κασσίνο τερματιζόταν με αναμφισβήτητη
αμυντική επιτυχία των Γερμανών.
Η νέα αυτή αποτυχία αποτελούσε ισχυρό πλήγμα για τη Συμμαχική
Ηγεσία. Η σημασία της εκτεινόταν πολύ πέρα από το ιταλικό θέατρο πολέμου,
επειδή οι Σύμμαχοι, τις παραμονές της αποβάσεώς τους στη Νορμανδία, είχαν
απόλυτη ανάγκη μιας επιτυχίας, για να εξυψωθεί το ηθικό των στρατευμάτων
τους.
395

Η Τετάρτη Μάχη (Διάσπαση της Τοποθεσίας και Κατάληψη της Ρώμης,


11-31 Μαΐου) (Σχεδ. 80 και 81)

1. Γενικά

Η Συμμαχική Ηγεσία, για την οριστική λύση της στρατιωτικής


καταστάσεως στην Ιταλία, αποφάσισε να αναλάβει την άνοιξη γενική επίθεση
με όλες τις διατιθέμενες δυνάμεις.
Αποφασίσθηκε, επίσης, η κοιλάδα του ποταμού Λίρι να καταληφθεί με
ευρύ ελιγμό, από το Βορρά και το Νότο συγχρόνως.
Σύμφωνα με τις παραπάνω αποφάσεις ο Στρατηγός Αλεξάντερ :

α. Διέταξε να αναλάβει η αεροπορία, από τις αρχές Απριλίου, σφοδρούς


και συστηματικούς στρατηγικούς βομβαρδισμούς εναντίον των σιδηροδρομικών
και οδικών κόμβων σε μεγάλο βάθος, καθώς και κατά των συνεργείων
επισκευής τροχαίου υλικού και των διαβάσεων των ΄Αλπεων, για την
παρεμπόδιση της ενισχύσεως και του ανεφοδιασμού των γερμανικών δυνάμεων.

β. Αποφάσισε να αναδιοργανώσει το Ιταλικό Μέτωπο με ανάλογη


διάταξη των δυνάμεών του και διέταξε να επανέλθουν στην 8η Βρετανική
Στρατιά όλες οι δυνάμεις που αποσπάσθηκαν από αυτήν, ώστε να καταστεί
ικανή να αναλάβει το κύριο έργο στην προσπάθεια διασπάσεως της εχθρικής
τοποθεσίας.
΄Ολες αυτές οι μετακινήσεις έγιναν με κάθε μυστικότητα και χωρίς να
υποπέσουν στην αντίληψη των Γερμανών, οι οποίοι, εξαιτίας των αεροπορικών
βομβαρδισμών, σχημάτισαν την εντύπωση, ότι επίκειται σοβαρή συμμαχική
επίθεση, αλλά δεν μπόρεσαν να σχηματίσουν γνώμη, ως προς την περιοχή, όπου
θα εκδηλωνόταν η κύρια προσπάθεια του αντιπάλου. Για το λόγο αυτό, η
συμμαχική επίθεση, που εκδηλώθηκε στη συνέχεια, πέτυχε να αιφνιδιάσει τους
Γερμανούς, γεγονός που αποτέλεσε και τον κυριότερο λόγο της επιτυχίας της.

2. Γενική Κατάσταση Δυνάμεις και Διάταξη των Αντιπάλων (Σχεδ. 80,


81)

α. Γερμανών

΄Εναντι του μετώπου της 8ης Συμμαχικής Στρατιάς κατείχε θέσεις το


LΙ Ορεινό ΣΣ των Γερμανών, από την περιοχή της κωμοπόλεως Ατίνα
(αριστερά) μέχρι τον ποταμό Λίρι (δεξιά), με τις εξής Μεραρχίες τους από
Βορρά προς Νότο :
(1) 5η Ορεινή Μεραρχία στην περιοχή Ατίνα.
396

(2) 44η Μεραρχία Πεζικού από το ύψωμα Τσιφάλκο (ύψ. 947)


μέχρι το ύψωμα Κάιρο (ύψ. 1.669).
(3) Ι Μεραρχία Αλεξιπτωτιστών στο συγκρότημα Μόντε Κασσίνο.
(4) ΄Αλλη μαχητική ομάδα μεταξύ Βία Καζιλίνα και ποταμού Λίρι.
Δεξιά του LI ΣΣ ήταν το XIV ΤΘ ΣΣ (71η και 90ή Μεραρχίες).

β. Συμμάχων

(1) Η 8η Βρετανική Στρατιά (4 Σώματα Στρατού), η οποία κατείχε


το δεξιό της συμμαχικής διατάξεως μέχρι την κοιλάδα του ποταμού Λίρι και με
τα Σώματά της διατεταγμένα ως εξής :
(α) Το Βρετανικό Χ ΣΣ (2η Νεοζηλανδική Μεραρχία, Ι
Ταξιαρχία Αλεξιπτωτιστών, δύο Τ/Θ Συντάγματα, μία μηχανοκίνητη
Ταξιαρχία). Αυτό μεταφέρθηκε από το προγεφύρωμα του ποταμού Γκαριλιάνο
και τάχθηκε στο δεξιό της Στρατιάς.
(β) Το Πολωνικό ΙΙ ΣΣ (5η Μεραρχία Κρέσοβας, 3η
Μεραρχία Καρπαθίων, 2η Ανεξάρτητη Τ/Θ Ταξιαρχία) αριστερά του
Βρετανικού Χ ΣΣ στο ορεινό τμήμα του τομέα του Κασσίνο και απέναντι το
ύψωμα της Μονής.
(γ) Το Βρετανικό ΧΙΙΙ ΣΣ (4η Βρετανική Μεραρχία, 8η
Ινδική, 6η Τ/Θ Μεραρχία) ακόμη νοτιότερα, στο πεδινό τμήμα του τομέα του
Κασσίνο, και με εφεδρεία την 78η Βρετανική Μεραρχία και 2 Ταξιαρχίες, από
τις οποίες η μια Τ/Θ.
(δ) Εφεδρεία της 8ης Στρατιάς το Καναδικό Ι ΣΣ των τριών
Μεραρχιών, από τις οποίες η μία Τ/Θ.
(2) Νότια από την κοιλάδα του Λίρι και μέχρι τη θάλασσα, η 5η
Στρατιά, έχοντας στο δεξιό της το ΓΕΣ, το οποίο διέθετε ήδη 4 μεραρχίες στον
ανώτερο ρου του Γκαριλιάνο, από τον ποταμό Λίρι μέχρι την κωμόπολη
Καστελφόρτε, και στο αριστερό της το ΙΙ ΣΣ (88η και 85η Μεραρχίες) από το
Καστελφόρτε μέχρι τη θάλασσα. Στην 5η Στρατιά υπάγονταν και οι μονάδες
του προγεφυρώματος του ΄Αντσιο.
(3) Στο μέτωπο της Αδριατικής θα παρέμενε το Βρετανικό VI ΣΣ
στο Σάγκρο που υπαγόταν αμέσως στις διαταγές του Στρατηγού Αλεξάντερ.

3. Σχέδια και Αποστολές Αντιπάλων

α. Γερμανών

Το γερμανικό σχέδιο προέβλεπε σταθερή άμυνα στις κατεχόμενες


θέσεις, για τη διατήρηση της ακεραιότητας της "Γραμμής Γκούσταφ".
397

β. Συμμάχων

Το σχέδιο των Συμμάχων προέβλεπε γενικά, σε μια πρώτη φάση, στην


μετά από ισχυρή πίεση, διάσπαση και εκμηδένιση της δεξιάς πτέρυγας της
γερμανικής διατάξεως και στην απώθησή της μαζί με τις υπόλοιπες εχθρικές
δυνάμεις βόρεια της Ρώμης με την 8η Στρατιά και τη βοήθεια της 5ης Στρατιάς.
Σε δεύτερη φάση προέβλεπε καταδίωξη των Γερμανών μέχρι τη γραμμή Ρίμινι -
Πίζα.
Την επιχείρηση θα υποστήριζε το σύνολο της διαθέσιμης αεροπορίας
(4.000 περίπου αεροσκάφη) και το σύνολο του πυροβολικού της 8ης και 5ης
Στρατιάς (που περιλάμβανε περίπου 2.000 πυροβόλα διαφόρων
διαμετρημάτων).
Για την υλοποίηση του αναφερόμενου σχεδίου δόθηκαν οι εξής
αποστολές :
(1) Στην 8η Στρατιά : διάσπαση του εχθρικού μετώπου στον τομέα
του Κασσίνο και στην κοιλάδα του ποταμού Λίρι, και στη συνέχεια ενέργεια
προς το Βαλμοντόνε (Σχεδ. 81).
(2) Στην 5η Στρατιά : σε κύριο μέτωπο, διάσπαση μέσω των ορέων
Αουρούντσι προς την κατεύθυνση των στενωπών της Αουξόνια και στη
συνέχεια στροφή μέσω της Εσπέρια, προς το νότιο τμήμα της κοιλάδας του Λίρι
ποταμού. Στο μέτωπο του προγεφυρώματος του ΄Αντζιο εξόρμηση για την
υποδοχή της 8ης Στρατιάς γύρω από το Βαλμοντόνε.

4. Διεξαγωγή της Μάχης

Στις 2300 της 11ης Μαΐου ολόκληρο το μέτωπο, από το άκρο δεξιό μέχρι
τη θάλασσα, προσβλήθηκε από το σύνολο του πυροβολικού και των δύο
Συμμαχικών Στρατιών. Μετά από μία ώρα σφοδρής βολής πυροβολικού,
εξόρμησαν τα τμήματα όλων των Συμμαχικών ΣΣ που ήταν στο μέτωπο. Οι
Πολωνοί επιτέθηκαν βορειοδυτικά του υψώματος Κασσίνο, το ΧΙΙΙ Βρετανικό
ΣΣ επιτέθηκε για τη διάβαση του ποταμού Ράπιντο, οι Γάλλοι στη ζώνη των
ορέων Αουρούντσι και οι Αμερικανοί στον παραθαλάσσιο τομέα.
Αποστολή του Πολωνικού ΙΙ ΣΣ ήταν η απομόνωση του υψώματος της
Μονής από βόρεια και βορειοδυτικά με την κατάληψη των θέσεων που
δέσποζαν της Βία Καζιλίνα και ήταν προς τα δυτικά του Κασσίνο, στη συνέχεια
η συνένωση του Σώματος αυτού με το Βρετανικό ΧΙΙΙ ΣΣ και, τέλος, η
προσβολή της Μονής. Για το σκοπό αυτό ανέθεσε στην 5η Μεραρχία την
κατάληψη του υψώματος Σαν ΄Αντζελο και των μικρότερων υψωμάτων γύρω
από αυτό, στην 3η Μεραρχία την κατάληψη των υψωμάτων 593 και Αλμπανέτα
και της Μονής Κασσίνο.
398

Μετά από σκληρές και ηρωικές προσπάθειες η 3η Μεραρχία κατέλαβε τα


υψώματα 593 και Αλμπανέτα. Αμέσως οι Γερμανοί αλεξιπτωτιστές
αντέδρασαν με πείσμα, αποφασιστικότητα και πυκνό πυρ, εξαιτίας του οποίου
αποδεκατίσθηκαν κυριολεκτικά οι Πολωνοί. ΄Ολοι οι παρατηρητές του
Πολωνικού Πυροβολικού, φονεύθηκαν, με αποτέλεσμα τη σιγή του
πυροβολικού, που δεν είχε πια τη δυνατότητα να υποστηρίζει το Πεζικό.
Παράλληλα, η 5η Μεραρχία, προσπαθώντας να καταλάβει το ύψωμα Σαντ
΄Αντζελο, είχε βαριές απώλειες. Η κρίσιμη αυτή κατάσταση, ανάγκασε το
Διοικητή του Πολωνικού ΣΣ στις 1400 της 12ης Μαΐου να διατάξει τη
σύμπτυξη των Μεραρχιών του στις θέσεις εξορμήσεώς τους (Σχεδ. 80, 81).
΄Ηδη, για τέταρτη φορά, αποτύγχανε η επίθεση κατά της Μονής Κασσίνο, παρά
τις υπεράνθρωπες προσπάθειες των Πολωνών και τη διάθεση ισχυρού
πυροβολικού.
Αριστερότερα, το Βρετανικό ΧΙΙΙ ΣΣ είχε αποστολή να διαβεί τον ποταμό
Ράπιντο από το Σαντ ΄Αντζελο Τεόντιτσε με νυκτερινή ενέργεια. Οι
προσπάθειες που κατέβαλαν οι Μεραρχίες, παρά τις διάφορες δυσχέρειες
(ρεύμα ποταμού, Ν/Π, συρματοπλέγματα κτλ.), ήταν αξιοθαύμαστες και οι
Γερμανοί αρχικά αιφνιδιάσθηκαν. Η δεξιά (4η Βρετανική) Μεραρχία δέχθηκε
σφοδρότατα πυρά και δεν κατόρθωσε να ζεύξει τον ποταμό. ΄Ολες οι λέμβοι
βυθίσθηκαν και τα ελάχιστα τμήματα που είχαν περάσει στην απέναντι όχθη,
αναγκάσθηκαν το πρωί της 12ης Μαΐου να επανέλθουν στις θέσεις εξορμήσεώς
τους (Σχεδ. 80). Η αριστερή (8η Ινδική) Μεραρχία κατόρθωσε να ζεύξει τον
ποταμό με δύο γέφυρες, με τις οποίες πέρασαν τμήματα αρμάτων, τα οποία
προήλασαν μέχρι τις παρυφές του χωριού Σαντ ΄Αντζελο Τεόντιτσε.
Στις 13 Μαΐου οι Γερμανοί εξακολουθούσαν να αντιστέκονται με
επιτυχία, αλλά την επομένη η άμυνά τους παρουσίασε κάμψη και έτσι έγινε
δυνατή η σταθεροποίηση του προγεφυρώματος και η εκκαθάριση του Σαν
΄Αντζελο. Μετά από αυτό, δημιουργήθηκαν οι απαραίτητες συνθήκες για
επέμβαση της εφεδρικής 78ης Μεραρχίας, η οποία κατόρθωσε να προελάσει
μέχρι την οδό προς το Πινιατάρο, το οποίο καταλήφθηκε τη νύκτα της 14ης
Μαΐου από την Ινδική Μεραρχία. Η προέλαση αυτή ήταν σημαντική επιτυχία
του ΧΙΙΙ ΣΣ, αν και οι απώλειες του ήταν πολύ βαριές, δηλαδή περίπου 4.000
άνδρες (νεκροί, τραυματίες, εξαφανισθέντες).
Στη ζώνη ενεργείας του ΓΕΣ η επίθεσή του σημείωσε σημαντικές
επιτυχίες, ήδη από τη φάση της εξορμήσεως. Η Μαροκινή Μεραρχία ανέτρεψε
τα γερμανικά τμήματα και κατέλαβε, περίπου στις 2400 της 11ης Μαΐου, το
ύψωμα Φάιτο (ύψ. 793), που έφρασσε τον άξονα επιθέσεως του ΓΕΣ. Η
Μεραρχία αυτή συνέχισε τον αγώνα της και το επόμενο διήμερο (12 και 13
Μαΐου), οπότε καταλήφθηκαν από αυτήν τα υψώματα Φέουτσι και Μάγιο (ύψ.
940), που δέσποζαν στην οροσειρά Αουρούντσι και αποτελούσαν βασικά
σημεία στηρίγματος της γερμανικής τοποθεσίας.
399

Τις απογευματινές ώρες της 13ης Μαΐου η Γερμανική Διοίκηση διέταξε


γενική σύμπτυξη στη "Γραμμή Χίτλερ". Η νέα αυτή γραμμή ήταν ισχυρότερη
από τη "Γραμμή Γκούσταφ" και στήριζε το αριστερό της στο ύψωμα Κάιρο
(ύψ. 1.669), εκτεινόταν νοτιοδυτικά και, μέσω των Πιεντιμόντε, Ποντεκόρβο,
Πίκο, Φόντι, έφθανε τελικά στη θάλασσα, κοντά στην Τερατσίνα.
Μετά την κατάληψη αυτήν των υψωμάτων από τη Μαροκινή Μεραρχία,
η Γαλλική Ι Μηχανοκίνητη Μεραρχία κατόρθωσε να καταλάβει ταχέως τη 13η
Μαΐου τα χωριά Σαντ Αντρέα, Σαντ Αμπρόζιο και Σαντ Απολλινάριο, ενώ η
Αλγερινή Μεραρχία κατέλαβε την κωμόπολη Καστελφόρτε, που είχε
μεταβληθεί σε ερείπια. Μετά από αυτό, ολόκληρη η κοιλάδα του ποταμού Λίρι
μπορούσε να βληθεί από τα πυρά του Γαλλικού Πυροβολικού και ήδη κρινόταν
η τύχη του Κασσίνο, όπου οι αμυνόμενοι Γερμανοί αλεξιπτωτιστές κινδύνευαν
να κυκλωθούν και να συλληφθούν αιχμάλωτοι.
Στην παραθαλάσσια ζώνη το αμερικανικό ΙΙ ΣΣ, το οποίο υποστήριζαν
και πυρά μονάδων του Συμμαχικού Στόλου, επιτέθηκε με την 88η Μεραρχία
στις προσβάσεις των ορέων Αουρούντσι και με την 85η Μεραρχία στην πεδινή
περιοχή του Μιντούρνο. Μετά από σκληρούς αγώνες, στις 14 Μαΐου, η 88η
Μεραρχία κατέλαβε τη Σάντα Μαρία Ινφάντε, ενώ οι γερμανικές δυνάμεις
συμπτύσσονταν στην οροσειρά Αουρούντσι.
Στις 17 Μαΐου το Πολωνικό ΣΣ επιτέθηκε και πάλι κατά του υψώματος
της Μονής, σε στενό σύνδεσμο με την 78η Μεραρχία του ΧΙΙΙ ΣΣ Μετά από
επίμονο αγώνα, που διήρκεσε όλη τη μέρα, οι Πολωνοί πέτυχαν να καταλάβουν
το ύψωμα Σαντ ΄Αντζελο και σχεδίαζαν να συνεχίσουν την επίθεση κατά της
Μονής την επομένη. Τη νύκτα όμως, οι Γερμανοί αλεξιπτωτιστές εκκένωσαν
την τοποθεσία και συμπτύχθηκαν βορειοδυτικά. Με τον τρόπο αυτό, την
επομένη, 18 Μαΐου, οι Πολωνοί κατέλαβαν, χωρίς μάχη τη Μονή και ύψωσαν
εκεί την πολωνική σημαία, ενώ η 78η Μεραρχία κατέλαβε, την ίδια μέρα, το
υπόλοιπο μέρος της πόλεως Κασσίνο. Στις 19 και 25 Μαΐου αντίστοιχα το
Πολωνικό ΣΣ κατέλαβε το χωριό Πιεντεμόντε και το ύψωμα Κάιρο, ενώ
συγχρόνως η Βία Καζιλίνα ήταν πια ελεύθερη και ήδη προσφερόταν για την
προέλαση των συμμαχικών δυνάμεων προς τη Ρώμη.
Από τις 20 Μαΐου ο ρυθμός προελάσεως των συμμαχικών δυνάμεων
επιταχύνθηκε και την ίδια ημέρα στη ζώνη ενεργείας της 5ης Στρατιάς το
Αμερικανικό ΙΙ ΣΣ κατέλαβε με την 88η Μεραρχία το Φόντι και τρεις ημέρες
αργότερα, με την 85η Μεραρχία, την Τερατσίνα. Στις 25 Μαΐου η 88η
Μεραρχία ήλθε σε επαφή με τη δεξιά πτέρυγα του Αμερικανικού VI ΣΣ, το
οποίο στις 23 Μαΐου είχε εξορμήσει από το προγεφύρωμα του ΄Αντσιο, από τις
πλευρές της Τσιτσέρνα. Επίσης, το ΓΕΣ κατέλαβε στις 20 Μαΐου το ύψωμα
Λεούτσιο, δυτικά της κωμοπόλεως Πίκο και στις 22 Μαΐου την ίδια την
κωμόπολη. Αυτές οι επιτυχίες της 5ης Στρατιάς επέφεραν τη διάσπαση της
400

"Γραμμής Χίτλερ" σε δύο σημεία (Φόντι και Πίκο) και τα τμήματά της
μπορούσαν ήδη να προελάσουν στη Βία Καζιλίνα.
Στο μέτωπο της ζώνης της 8ης Βρετανικής Στρατιάς το Καναδικό ΣΣ,
μετά από διήμερο αγώνα, διέσπασε τη "Γραμμή Χίτλερ" και κατέλαβε την
κωμόπολη Ποντεκόρβο στις 23 Μαΐου και την κωμόπολη Τσεπράνο στις 25
Μαΐου. Το Βρετανικό ΧΙΙΙ ΣΣ, εκμεταλλεύθηκε την επιτυχία των Αμερικανών,
κατέλαβε, στις 25 Μαΐου, διαδοχικά τα χωριά Ακουίνο και Ροκασέκα και
συνέχισε την επιθετική του προσπάθεια και εισήλθε στις 29 Μαΐου στο ΄Αρτσε,
αποκόπτοντας τη Βία Καζιλίνα. Την ίδια ημέρα το Καναδικό ΣΣ καταλαμβάνει
την πόλη Φροζινόνε, η οποία αποτελούσε τον κύριο αντικειμενικό σκοπό της
8ης Στρατιάς (Σχεδ. 80, 81).
Ο Στρατηγός Αλεξάντερ ήλπιζε, ότι, εκμεταλλευόμενος τις επιτυχίες
αυτές θα μπορούσε, αφού συγκεντρώσει τις προσπάθειες των δύο Στρατιών (5ης
και 8ης) προς το Βαλμοντόνε, να αποκόψει την υποχώρηση των γερμανικών
δυνάμεων και να πετύχει την αιχμαλωσία σημαντικού τους μέρους. Παρ' όλα
αυτά ο Διοικητής της 5ης Στρατιάς, λόγω επιθυμίας του να εισέλθει όσο
μπορούσε ταχύτερα στη Ρώμη, δεν έρριξε το βάρος της προσπάθειας δεξιά προς
το Βαλμοντόνε, αλλά αριστερά προς τη Ρώμη. Μετά από αγώνα η Στρατιά
ολοκλήρωσε, στις 31 Μαΐου, την κατάληψη της οροσειράς Αλμπάνι και στις 4
Ιουνίου η 88η Μεραρχία του Αμερικανικού ΙΙ ΣΣ εισερχόταν στην Αιωνία
Πόλη.
Με την κατάληψη της Ρώμης έληγε η πρώτη περίοδος των επιχειρήσεων
στην Ιταλία, ενώ οι Γερμανοί κατόρθωσαν να συμπτυχθούν και να αποφύγουν
έτσι την αιχμαλωσία.

3. Αποτελέσματα

Μετά από πολλές και γενναίες προσπάθειες οι Σύμμαχοι κατόρθωσαν να


νικήσουν τους Γερμανούς, να καταλάβουν την περιοχή Κασσίνο και,
διασπώντας τη "Γραμμή Χίτλερ" να εισέλθουν στη Ρώμη.
Κατά τον ιστορικό Λ. Χαρτ, οι απώλειες των Γερμανών ήταν 10.000
νεκροί και τραυματίες και περίπου 20.000 αιχμάλωτοι, ενώ των Συμμάχων
46.000 νεκροί και τραυματίες (18.000 των Αμερικανών, 14.000 των Βρετανών,
10.000 των Γάλλων και 4.000 των Πολωνών).

4. Διαπιστώσεις - Συμπεράσματα

α. Η ηγεσία των Συμμάχων διέπραξε μεγάλο σφάλμα με την επιμονή της


στην ανάληψη κατά μέτωπο επιθέσεων στην τοποθεσία του Κασσίνο. Αντίθετα,
αν από την αρχή είχε εφαρμόσει τον ενδεδειγμένο ελιγμό, θα ήταν δυνατό να
αποφευχθούν οι απώλειες προσωπικού και χρόνου.
401

β. Αποδείχθηκε ότι ο βομβαρδισμός - είτε με αεροσκάφη είτε με


πυροβολικό - ανεξάρτητα από την ισχύ του, δεν αποτελεί επαρκές μέσο, για την
κατάληψη οργανωμένης τοποθεσίας και μάλιστα ορεινής. Οι πιθανότητες
αποκρούσεως της επιθέσεως είναι μεγάλες, με την προϋπόθεση ότι ο
αμυνόμενος θα διατηρήσει το ηθικό του. Πρέπει να επισημανθεί εδώ, ότι οι
Γερμανοί, χωρίς αμφιβολία, είχαν στο ενεργητικό τους μία μεγάλη τοπική
αμυντική επιτυχία.

γ. Η διστακτικότητα του Στρατηγού Φράυμπεργκ οπωσδήποτε επέδρασε


αρνητικά στη διεύθυνση της μάχης για τους εξής λόγους :
(1) Η εκτόξευση της επιθέσεώς του έγινε μετά από 18 ώρες από το
βομβαρδισμό της Μονής, οπότε είχαν περάσει πια οι ηθικές και υλικές
επιπτώσεις που προκάλεσε. Δεν τήρησε ο Φράυμπεργκ δηλαδή, την αρχή της
εκμεταλλεύσεως των καταστροφικών αποτελεσμάτων της.
(2) Χρησιμοποίησε στην αρχική κρούση πολύ περιορισμένες
δυνάμεις, παρά το γεγονός ότι διέθετε αρκετές.

δ. Οι Σύμμαχοι, στις τρεις πρώτες μάχες, δεν επιχείρησαν να


δημιουργήσουν ελιγμό στα νότια της τοποθεσίας, αλλά αντίθετα περιορίσθηκαν
στην εφαρμογή της κύριας προσπάθειάς τους σε μια μετωπική επίθεση κατά των
υψωμάτων του συγκροτήματος Κασσίνο, όπου επιδίωξαν τη διάνοιξη της Βία
Καζιλίνα. Ο Διοικητής του ΓΕΣ Στρατηγός Ζουέν είχε επισημάνει τούτο. Την
αξία του ελιγμού κατά των πλευρών της τοποθεσίας αντελήφθησαν οι Σύμμαχοι
αμέσως μετά την τρίτη αποτυχία τους και έσπευσαν να τον εφαρμόσουν κατά τη
διάρκεια της τέταρτης μάχης. Τότε ακριβώς απείλησαν τις αμυντικές γραμμές
συγκοινωνιών των Γερμανών και από τα δύο πλευρά, πράγμα που επέφερε την
εκκένωση της τοποθεσίας από τους Γερμανούς αλεξιπτωτιστές.

ε. Στην επιχείρηση του Κασσίνο, δίκαια, δόθηκε μεγάλη σημασία στον


παράγοντα "ηθικό", που πραγματικά υπερέχει από τους υπόλοιπους παράγοντες.

στ. Ο Στρατηγός Αλεξάντερ, για να διασπάσει τη γερμανική τοποθεσία,


είχε συγκεντρώσει επτά ΣΣ στο δυτικό τμήμα του Ιταλικού Μετώπου και ένα
μόνο στο ανατολικό, εφαρμόζοντας, έτσι, την αρχή της συγκεντρώσεως των
δυνάμεων στον επιθυμητό χώρο, ώστε να πετύχει αποφασιστικό αποτέλεσμα.

ζ. Τέλος, επισημαίνεται, ότι οι Γερμανοί εφήρμοσαν την αμυντική


τακτική σε διαδοχικές σε βάθος τοποθεσίες. Εξανάγκασαν έτσι τους Συμμάχους
να καταβάλλουν συνεχείς προσπάθειες και τους προξένησαν σημαντικές
402

απώλειες, ενώ κέρδιζαν αρκετό χρόνο, δηλαδή διάστημα τεσσάρων, περίπου,


μηνών.
ΑΠΟΒΑΣΗ ΣΤΗ ΝΟΡΜΑΝΔΙΑ
(Επιχείρηση "Κυρίαρχος" (Overlord)- 6 Ιουνίου 1944)

1. Εισαγωγή

α. Οι Πρώτες Συμμαχικές Ενέργειες

(1) Οι Βρετανοί, σχεδόν μετά την αποχώρησή τους από τη


Δουγκέρκη, τον Ιούνιο του 1940, είχαν προβλέψει μια πιθανή απόβαση στην
κατεχόμενη Γαλλία, με σκοπό την προσβολή του γερμανικού εδάφους.
Υλοποίηση της προβλέψεως αυτής αποτέλεσε ο σχηματισμός της "Διοικήσεως
Συνδυασμένων Επιχειρήσεων", της οποίας σκοπός ήταν η μελέτη και η επίλυση
των προβλημάτων των αμφίβιων επιχειρήσεων.

(2) Αν και η απόβαση βρετανικών στρατευμάτων στην Ευρώπη,


πριν ακόμη εισέλθει η Αμερική στον πόλεμο, είχε πολύ περισσότερες
πιθανότητες πραγματοποιήσεως, παρ' όλα αυτά είχε συνταχθεί σχέδιο εισβολής
με τίτλο "Περιμάνδρωμα" (Roundup), βασιζόμενο σε ελάχιστα μέσα και
δυνάμεις. Το σχέδιο αυτό είχε εκπονηθεί κυρίως για την εκμετάλλευση
ενδεχόμενης γερμανικής εξασθενήσεως και υπό την προϋπόθεση ότι οι
Γερμανοί θα απέσυραν τις δυνάμεις κατοχής από τη Γαλλία, για να ενισχύσουν
την άμυνα του εδάφους τους. Το ίδιο σχέδιο προέβλεπε απόβαση εκατέρωθεν
της Χάβρης με σκοπό τη διατάραξη του ρυθμού συμπτύξεως του γερμανικού
στρατού.

(3) Σε διασυμμαχική σύσκεψη στις ΗΠΑ (Ιανουάριος 1942)


αποφασίσθηκε ο σχηματισμός του "Διασυμμαχικού Συμβουλίου Επιτελαρχών",
με έδρα την Ουάσιγκτον. Το Συμβούλιο αυτό αποτέλεσαν οι Αρχηγοί των
Μικτών Επιτελείων ΗΠΑ-Βρετανίας. Καθόριζε την ακολουθητέα στρατηγική
και υπαγόταν απευθείας στους Ρούσβελτ και Τσώρτσιλ. Τα αρμόδια Επιτελεία
των Συμμάχων, στα πλαίσια των οποίων λειτουργούσε μικτό τμήμα σχεδιάσεως,
σχεδίαζαν λεπτομερώς τις αποφασιζόμενες επιχειρήσεις. Επίσης, έγινε
αποδεκτό, ότι ο πόλεμος μπορούσε να λήξει μόνο με την ήττα της Γερμανίας.
Κατόπιν αυτού, αποφασίσθηκε να διατεθούν μόνον οι αναγκαίες δυνάμεις στα
λοιπά μέτωπα και η κύρια προσπάθεια να στραφεί κατά της Γερμανίας. Από
τότε αρχίζει η συγκέντρωση δυνάμεων, υλικών και ειδικών μέσων στην Αγγλία,
τα οποία προορίζονταν για την εισβολή.

β. Συγκέντρωση Επιτελείου Σχεδιάσεως της Επιχειρήσεως "Κυρίαρχος"


(1) Τον Ιανουάριο του 1943, στη Συνδιάσκεψη της Καζαμπλάνκα,
αποφασίσθηκε η ίδρυση Μικτού Συμμαχικού Επιτελείου (ΜΣΕ) υπό Βρετανό
Αξιωματικό για την κατάστρωση των τελικών σχεδίων της επιχειρήσεως.
Ακολούθως, αυτό θα αποτελούσε τον πυρήνα του Ανωτάτου Στρατηγείου, το
οποίο θα είχε τη διεύθυνση της αποβάσεως. Το Επιτελείο αυτό άρχισε τις
εργασίες του στο Λονδίνο υπό το Βρετανό Στρατηγό Φ. Μόργκαν.

(2) Το ΜΣΕ ανέλαβε, επίσης, και το έργο του συντονισμού των


καταδρομικών ενεργειών στις ακτές της Ευρώπης. Τον Αύγουστο του 1943
σχεδιάσθηκε η καταδρομή στην περιοχή του γαλλικού λιμένα της Διέππης, στην
οποία έλαβαν μέρος 253 πλοία και 6.000 άνδρες. Επρόκειτο για μια
μικρογραφία αποβάσεως, κατά την οποία δοκιμάσθηκε τόσο το πλοίο LCT,
που είχε κατασκευασθεί πρόσφατα, για την απόβαση αρμάτων, όσο και η
δυνατότητα καταλήψεως λιμένα με απευθείας απόβαση. Οι Γερμανοί
αντέδρασαν με τρόπο πολύ έντονο. Από την αποβατική δύναμη 1.000 άνδρες
δεν κατόρθωσαν να αποβιβασθούν και μετά από 9 ώρες η αποβατική δύναμη
συμπτύχθηκε υπό ισχυρή πίεση, αφού εγκατέλειψε 2.000 αιχμαλώτους και
1.000 νεκρούς. Η καταδρομή της Διέππης απέτυχε, αλλά οι Σύμμαχοι
αποκόμισαν απ' αυτήν πολύτιμη πείρα για την τακτική των αμφίβιων
επιχειρήσεων.

γ. Ημερομηνία Εισβολής

(1) Αρχικά αποφασίσθηκε να γίνει η επιχείρηση αυτή το Μάιο του


1943. Λόγω, όμως, της δυσμενούς εξελίξεως του πολέμου στην Αφρική, καθώς
και της ανάγκης αποστολής εκεί Αμερικανικών Στρατευμάτων, η επιχείρηση
αναβλήθηκε προσωρινά. Μετά τις επιχειρήσεις στη Βόρεια Αφρική
διαπιστώθηκαν διαφορές απόψεων μεταξύ των Συμμάχων. Ο Τσώρτσιλ
υποστήριζε την έμμεση προσβολή της Γερμανίας μέσω Βαλκανίων ή Ιταλίας.
Αντίθετα, οι Αμερικανοί επέμεναν στην άμεση προσβολή της δια του Στενού
της Μάγχης.
Τελικά, κατά τη συνδιάσκεψη της Τεχεράνης (Νοέμβριος 1943),
μετά από απαίτηση και του Στάλιν, αποφασίσθηκε να πραγματοποιηθεί
οπωσδήποτε η επιχείρηση. Ως D ημέρα, δηλαδή Ημέρα Αποβάσεως ορίσθηκε η
1η Μαΐου 1944. Το Δεκέμβριο 1943 διορίσθηκε Ανώτατος Διοικητής των
Συμμαχικών Δυνάμεων ο Αμερικανός Στρατηγός Αϊζενχάουερ και
Υποδιοικητής ο Βρετανός Στρατηγός Τέντερ.

(2) Μετά από πρόταση του Βρετανού Στρατηγού Μοντγκόμερυ, ο


Στρατηγός Αϊζενχάουερ δέχθηκε να διευρυνθεί ο χώρος αποβάσεως και να
αυξηθούν οι δυνάμεις εφόδου. Ακολούθως, για να συγκεντρωθούν τα
405

απαιτούμενα επιπρόσθετα μέσα, αναβλήθηκε η απόβαση για την 1η Ιουνίου


1944. Η αναβολή αυτή ήταν ευνοϊκή από στρατηγικής πλευράς, επειδή η
επιχείρηση θα συνδυαζόταν με ταυτόχρονη έναρξη ρωσικής επιθέσεως στο
Ανατολικό Μέτωπο. Το Μάιο, λόγω δυσμενών καιρικών συνθηκών, η D ημέρα
αναβλήθηκε για την 5η Ιουνίου και, τέλος, για την 6η Ιουνίου.

δ. Ακτή Αποβάσεως

(1) Οι επιτελείς του ΜΣΕ μελέτησαν κάθε ακτή αποβάσεως στη


Δυτική Ευρώπη υπό το πρίσμα των εξής προϋποθέσεων:
(α) Να βρίσκεται στην εμβέλεια των φίλιων μαχητικών
αεροσκαφών, που ενεργούσαν από βρετανικές βάσεις και να διαθέτει
αεροδρόμια ή χώρους κατάλληλους για αεροδρόμια.
(β) Οι οχυρώσεις και οι δυνάμεις των Γερμανών σ' αυτήν την
ακτή να είναι ασθενείς.
(γ) Να είναι κοντά σε λιμένες επιβιβάσεως και φορτώσεως.
Να διαθέτει μεγάλο λιμένα, ταχέως καταλαμβανόμενο από τους Συμμάχους, ή
κατάλληλες ακτές για εκφόρτωση εφοδίων για μακρό χρονικό διάστημα και,
επιπλέον, να διαθέτει οδούς προσπελάσεως προς το εσωτερικό της Γαλλίας.
(2) Με βάση αυτά τα δεδομένα, οι Σύμμαχοι κατέληξαν στις ακτές
του Πα-Ντε-Καλαί, βόρεια του Σηκουάνα, και στις ακτές της Νορμανδίας.
Επειδή η Νορμανδία ήταν λιγότερο οχυρωμένη και την κατείχαν περιορισμένες
γερμανικές δυνάμεις, οι δε ακτές της ήταν περισσότερο υπήνεμες, κυρίως διότι
βρισκόταν σε έκκεντρη θέση ως προς τις γερμανικές εφεδρείες και, τέλος,
επειδή αυτή η περιοχή μπορούσε να απομονωθεί με την καταστροφή των
γεφυρών Σηκουάνα και Λείγηρος, οι Σύμμαχοι, όπως ήταν επόμενο, την
επέλεξαν ως χώρο αποβάσεως της επιχειρήσεως.

2. Περιγραφή του Χώρου Αποβάσεως

α. Ο χώρος αποβάσεως και η ευρύτερη περιοχή της επιχειρήσεως


"Κυρίαρχος" περιλαμβάνονται μεταξύ των ανατολικών ακτών της χερσονήσου
Κοταντέν και του ποταμού Ορν, έχει ανάπτυγμα 100 χλμ. περίπου και χωρίζεται
στα εξής πέντε εδαφικά διαμερίσματα:
(1) Το βόρειο τμήμα της Χερσονήσου Κοταντέν, το οποίο είναι
λοφώδες και περιέχει το λιμάνι του Χερβούργου. Τα 2/3 του λαιμού της
Χερσονήσου αποφράσσουν ελώδεις εκτάσεις και ο ποταμός Ντουβ.
(2) Το νότιο τμήμα της Χερσονήσου Κοταντέν, το οποίο είναι
επίπεδο, χαμηλό και ελώδες.
406

(3) Ο επάκτιος διάδρομος μεταξύ των ακτών και του ποταμού Ωρ,
ο οποίος είναι υπερυψωμένος και αποτελεί το σύνδεσμο μεταξύ των άλλων
εδαφικών διαμερισμάτων.
(4) Το λοφώδες και γεμάτο δάσος έδαφος, που βρίσκεται προς τα
νότια της Χερσονήσου και του ποταμού Ωρ.
(5) Το αναπτυγμένο έδαφος της Καέν, κατάλληλο τόσο για
προσγειώσεις αεροσκαφών, όσο και για ελιγμούς αρμάτων.

β. Το οδικό δίκτυο της περιοχής είναι αρκετά πλούσιο. Αν εξαιρεθεί η


Καέν, το υπόλοιπο εδαφικό διαμέρισμα, όπου έγινε η απόβαση, διαθέτει
πολλούς θαμνοφράκτες, δηλαδή αναχώματα (ύψ. 1-1½ μ. περίπου), επί των
οποίων υπάρχουν διάφοροι θάμνοι που περιορίζουν την παρατήρηση,
καθιστούν δυσχερή την κίνηση των αρμάτων και δεν επιτρέπουν την κίνηση
των τροχοφόρων, καθώς και τους ελιγμούς. Αντίθετα, ευνοούν την άμυνα
τμημάτων πεζικού.

γ. Είναι δυνατό να λεχθεί, ότι αυτός ο χώρος αποβάσεως ήταν ο πιο


κατάλληλος για την πραγματοποίηση αυτής της αποφασιστικής επιχειρήσεως
των Συμμάχων. Πράγματι, τόσο οι ακτές και ο ευρύτερος χερσαίος χώρος της
Νορμανδίας, όσο και η γενικότερη διάταξη των εκεί γερμανικών δυνάμεων,
συγκέντρωναν όλες τις απαραίτητες προϋποθέσεις που έπρεπε να υπάρχουν και
στη σχεδίαση και στην υλοποίηση της γιγαντιαίας αυτής αποβάσεως των
Συμμάχων μέσω του Στενού της Μάγχης.

3. Γενική Κατάσταση, Δυνάμεις και Διάταξη των Αντιπάλων

α. Γερμανών

(1) Χερσαίες Δυνάμεις


Ο Γερμανός Αρχιστράτηγος του Δυτικού Μετώπου Φον
Ρούντστεντ, για την αντιμετώπιση της συμμαχικής αποβάσεως, διέθετε 58
μεραρχίες, από τις οποίες 33 ήταν, είτε στατικές είτε εφεδρικές, κατάλληλες
μόνο για να χρησιμοποιηθούν σε περιορισμένη άμυνα, ενώ οι υπόλοιπες 25
μεραρχίες ήταν πρώτης κατηγορίας. Κατανέμονταν σε 13 Πεζικού, 2
Αλεξιπτωτιστών, 5 Τεθωρακισμένων, 4 Τεθωρακισμένων SS και σε μία
τεθωρακισμένη. Η μαχητική ισχύς των στατικών μεραρχιών ήταν πολύ
περιορισμένη, δεν είχαν την απαραίτητη δύναμη και το προσωπικό τους ήταν
χαμηλού επιπέδου.
(2) Ναυτικές και Αεροπορικές Δυνάμεις
Το Ναυτικό Συγκρότημα Δύσεως υπό το Ναύαρχο Κράνκε
περιλάμβανε στολίσκο αντιτορπιλλικών, 2 τορπιλλοβόλα, 5 στολίσκους μικρών
407

τορπιλλακάτων (30 σκάφη), λίγα ναρκαλιευτικά και περιπολικά σκάφη.


Υπήρχαν 15 υποβρύχια μικρού εκτοπίσματος σε γαλλικούς λιμένες. Υποβρύχια
μικρού εκτοπίσματος και τηλεκατευθυνόμενες τορπίλλες ήταν υπό κατασκευή,
αλλά δε χρησιμοποιήθηκαν στη μάχη. Στις ακτές είχαν εγκατασταθεί παράκτιες
πυροβολαρχίες, η σημαντικότερη των οποίων είχε εγκατασταθεί στο Πουάν-
Ντυ-Ουέ. Δύο πυροβολαρχίες 240 χιλ., μία στη Φερμανβίλ και μία στη Χάβρη,
κάλυπταν τις γραμμές πλεύσεως και περιοχές εφόδου. Στη Νορμανδία υπήρχαν
47 επάκτια πυροβόλα, από τα οποία 27 σε θέσεις κατασκευασμένες από
σκυρόδεμα.
Κατά την αρχή του έτους 1944 σημειώθηκε ένταση στη
παραγωγή μαχητικών αεροσκαφών. Οι Γερμανοί όμως αντιμετώπιζαν πρόβλημα
επάρκειας καυσίμων λόγω καταστροφής των εγκαταστάσεων παραγωγής
συνθετικής βενζίνης αεροπλάνων. Από τα 400 αεροσκάφη των Γερμανών μόνο
τα 200 ήταν διαθέσιμα, για να αντιμετωπίσουν τις αεροπορικές δυνάμεις των
Συμμάχων, ενώ ο Γερμανικός Στρατός αντιμετώπιζε μόνος τις μαζικές κρούσεις
των συνδυασμένων όπλων των Συμμάχων.
(3) Αμυντικές Οργανώσεις
Το Μάρτιο του 1942 ο Χίτλερ εξέδωσε την υπ' αρ. 42 διαταγή
επιχειρήσεων για την άμυνα της Δύσεως. Με αυτήν καθοριζόταν και η εκτέλεση
αμυντικών έργων επί των ακτών ("Τείχος Ατλαντικού"), όπου θα αναχαιτιζόταν
οποιαδήποτε συμμαχική απόβαση. Στις πιθανές ακτές αποβάσεως μεγάλης
κλίμακας προβλεπόταν η κατασκευή οχυρωματικών έργων ευρείας εκτάσεως.
Σε άλλα σημεία των ακτών, όπου μπορούσαν να γίνουν περιορισμένες
αποβάσεις, θα υπήρχαν στηρίγματα συνδεόμενα μεταξύ τους με πυρά επάκτιων
πυροβολαρχιών, ενώ περίπολοι θα επιτηρούσαν τις λοιπές ακτές.
Επειδή οι Γερμανοί πίστευαν ότι πιθανόν οι Σύμμαχοι θα
επιχειρούσαν την απόβασή τους στο Πα-Ντε-Καλαί, οχύρωσαν πλήρως και
επάνδρωσαν επαρκώς την περιοχή εκείνη. Παρ' όλα αυτά, ούτε η αμυντική
οργάνωση της Νορμανδίας είχε γίνει με την αρμόζουσα επιμέλεια, ούτε τα
προγραμματισμένα έργα έγιναν όλα. Βελτίωση της οχυρώσεως αυτής άρχισε να
παρατηρείται, όταν ο Στρατάρχης Ρόμμελ ανέλαβε τη διοίκηση της Ομάδας
Στρατιών "Β".
(4) Διάταξη Μονάδων
Οι γερμανικές μεραρχίες είχαν συγκροτηθεί σε δύο Ομάδες
Στρατιών. Ομάδα "G" στη Νότια Γαλλία (1η και 19η Στρατιές) και Ομάδα "Β"
με την 7η Στρατιά (Στρατηγός Ντόλμαν -74ο και 84ο ΣΣ) στις χερσονήσους
Βρετάνης και Νορμανδίας και την 15η Στρατιά βόρεια του Σηκουάνα. Το 84ο
ΣΣ (υπό το Στρατηγό Μαρνς) είχε αναλάβει την άμυνα των ακτών της
Νορμανδίας, όπου είχε διατάξει τις μονάδες του (Σχεδ. 82).
(5) Προβλήματα Διοικήσεως
408

Η γερμανική άμυνα έπασχε λόγω ελλείψεως ενοποιημένης


Διοκήσεως. Ο Ρούντστεντ, αν και Αρχιστράτηγος, δεν ήλεγχε το Ναυτικό και
την Αεροπορία της Δύσεως, επομένως δεν είχε τη δυνατότητα να συντονίζει τις
επιχειρήσεις των τριών κλάδων. Το Ναυτικό ασκούσε τον έλεγχο στις επάκτιες
πυροβολαρχίες, η Αεροπορία στους αλεξιπτωτιστές και στις Α/Α
πυροβολαρχίες, οι δε τεθωρακισμένες μεραρχίες ελέγχονταν από την Ανώτατη
Διοίκηση. Ο διορισμός του Ρόμμελ ως Διοικητή της Ομάδας Στρατιών "Β" και
οι αρμοδιότητες που του είχαν εκχωρηθεί υπήρξαν περιοριστικά στοιχεία ως
προς το διοικητικό ρόλο του Ρούντστεντ. Με τον τρόπο αυτό, η οργάνωση της
Διοικήσεως χώλαινε, με αποτέλεσμα τη σύγκρουση αρμοδιοτήτων, πράγμα που
κυρίως επέφερε τη γερμανική ήττα.
Η άμυνα των Γερμανών στη Νορμανδία παρουσίαζε μειωμένη
αποτελεσματικότητα, η οποία πήγαζε από τη διαφορά απόψεων και αντιλήψεων
του Ρούντστεντ και του Ρόμμελ. Ο πρώτος θεωρούσε, ότι δεν ήταν δυνατή η
απαγόρευση της συμμαχικής αποβάσεως και ότι οι ταχυκίνητες εφεδρείες
έπρεπε να είναι σε βάθος 80-100 χλμ. πίσω από τις ακτές, ώστε να μη
σταθεροποιηθεί το προγεφύρωμα των Συμμάχων. Ο δεύτερος πίστευε, ότι η
χρησιμοποίηση πολλών τεθωρακισμένων ήταν αναποτελεσματική λόγω της
υπεροχής του αντιπάλου στον αέρα. Συνεπώς, κατά το Ρόμμελ, η μάχη έπρεπε
να δοθεί από τους Γερμανούς στο άκρο των υδάτων, όταν ο αντίπαλος δεν θα
ήταν ακόμη τόσο ισχυρός. Κατόπιν αυτού ο Ρόμμελ αποφάσισε να ενισχύσει
την αμυντική ζώνη στην ακτή, καθώς και τις εφεδρείες.

β. Συμμάχων

(1) Δυνάμεις
Οι αποβατικές δυνάμεις των Συμμάχων, αφού
συγκεντρώθηκαν στη Νότια και Νοτιοδυτική Αγγλία, άρχισαν την εντατική τους
εκπαίδευση σε διάφορα τακτικά και τεχνικά προβλήματα των αποβατικών
επιχειρήσεων. Μετά την ολοκλήρωση της εκπαιδεύσεως διεξήχθησαν
αποβατικές ασκήσεις σε μεγάλη κλίμακα. Παράλληλα, κατασκευάσθηκαν
πολλά ειδικά άρματα ικανά να αντιμετωπίσουν ιδιάζουσες καταστάσεις που θα
δημιουργούσε η φύση της αποβατικής αυτής επιχειρήσεως (διευκόλυνση
κινήσεως τεθωρακισμένων με συρμάτινα πλέγματα που θα έστρωναν αυτά τα
ειδικά άρματα κτλ.)
Οι διατιθέμενες δυνάμεις ήταν 40 μεραρχίες, από τις οποίες
10 τεθωρακισμένες και 3 αεροκίνητες. Η μεταφορά των δυνάμεων αυτών θα
γινόταν από 4.266 πλοία κάθε τύπου, υποστηριζόμενα από 722 πολεμικά σκάφη
και 12.654 αεροσκάφη.
(2) Διοικήσεις
409

Ο Στρατηγός Αϊζενχάουερ είχε υπό τις διαταγές του τον Αρχηγό


Ναυτικών Δυνάμεων Ναύαρχο Ράμσαιυ, τον Αρχηγό Αεροπορικών Δυνάμεων
Στρατηγό Μάλλορυ και το Διοικητή Χερσαίων Δυνάμεων Στρατηγό
Μοντγκόμερυ.
Οι Ανώτατες Διοικήσεις κατά την απόβαση ήταν η 21η Ομάδα
Στρατιών (Στρατηγός Μοντγκόμερυ), η 1η Αμερικανική Στρατιά
(V,VII,VIII,XIX ΣΣ, 82η και 101η Αεροκίνητες Μεραρχίες - Στρατηγός
Μπράντλεϋ), η 2η Βρετανική Στρατιά (I, VIII, XII, XXX ΣΣ - Στρατηγός
Ντέμσαιυ), η 1η και η 6η Αεροκίνητες Μεραρχίες (Στρατηγός Μπράουνιγκ).
Μετά τη δημιουργία του προγεφυρώματος θα αποβιβάζονταν η 3η Αμερικανική
Στρατιά (Στρατηγός Πάττον) και η 1η Καναδική Στρατιά (Στρατηγός Κρήραρ),
οπότε η 21η Ομάδα Στρατιών θα περιοριζόταν στην διοίκηση της 1ης
Καναδικής και 2ης Βρετανικής Στρατιάς. Η 1η και η 3η Αμερικανικές Στρατιές
θα υπάγονταν υπό τη 12η Ομάδα Στρατιών.

4. Σχέδια και Αποστολές Αντιπάλων

α. Γερμανών

(1) Όπως προκύπτει από τη Διαταγή Επιχειρήσεων υπ. αρ. 40 του


έτους 1942 και των Οδηγιών Επιχειρήσεων υπ' αρ. 51 του Νοεμβρίου 1943, η
Γερμανική Στρατηγική βασιζόταν στην εκτίμηση ότι οι Σύμμαχοι θα
ενεργούσαν κατά την άνοιξη του 1944 απόβαση στις ακτές της Δυτικής
Ευρώπης. Οι Γερμανοί εκτιμούσαν, ότι πιθανόν η απόβαση θα γινόταν στην
περιοχή Πα - Ντε - Καλαί, όπου υπήρχαν οι βάσεις εκτοξεύσεως των πυραύλων
V1 και V2.
(2) Η αμυντική οργάνωση απέβλεπε στην απόκρουση της
επιθέσεως των Συμμάχων προ των ακτών, αν είχαν οι Γερμανοί αυτή τη
δυνατότητα, και οπωσδήποτε επί των ακτών κατά την απόβαση με αμυντικό
αγώνα των γερμανικών δυνάμεων. Σε περίπτωση δημιουργίας συμμαχικού
προγεφυρώματος, θα καταστρεφόταν από ισχυρή ταχυκίνητη εφεδρεία.
(3) Επειδή οι καιρικές συνθήκες ήταν πολύ δυσμενείς και, συνεπώς,
δεν αναμενόταν από τους Γερμανούς πραγματοποίηση αποβάσεως, ο μεν
Ρόμμελ στις 5 Ιουνίου αναχώρησε, προκειμένου να επισκεφθεί τη Γερμανία, οι
περισσότεροι δε από τους Διοικητές Μεραρχίων και Συνταγμάτων
συγκεντρώθηκαν στην περιοχή Λε Μαν, όπου η έδρα της 7ης Στρατιάς, για να
λάβουν εκεί μέρος σε Τακτική Άσκηση Άνευ Στρατεύματος (ΤΑΑΣ), που θ'
άρχιζε το πρωί της 6ης Ιουνίου και θα είχε ως θέμα την απόβαση
αλεξιπτωτιστών στη Νορμανδία.

β. Συμμάχων
410

(1) Σχέδιο "Κυρίαρχος"


Το συμμαχικό αυτό σχέδιο γενικά προέβλεπε απόβαση στις
ακτές της Νορμανδίας και δημιουργία προγεφυρώματος. Ακολούθως, θα
γινόταν κατάληψη των πόλεων Καέν, Μπαγιαί, Ισινύ και Καρεντάν, καθώς και
του λιμένα του Χερβούργου. Προβλεπόταν, περαιτέρω, προώθηση προς τη
Βρετάνη, κατάληψη των λιμένων μέχρι τη Νάντη και κίνηση βορειοανατολικά
με γενική κατεύθυνση τη γαλλική πρωτεύουσα. Εκτός από το γενικό σχέδιο
υπήρχαν και τα εξής επιμέρους σχέδια:
(2) Σχέδιο 21ης Ομάδας Στρατιών (Σχεδ. 83)
Απόβαση από αέρος στα άκρα της συμμαχικής αποβάσεως από
D 0300 με τις 82η και 101η Αμερικανικές Αερομεταφερόμενες Μεραρχίες στην
περιοχή Σαιν Μερ Εγκλίζ και την 6η Βρετανική Μεραρχία σε περιοχή
βορειοανατολικά της Καέν. Αποστολή 82ης και 101ης Μεραρχιών: να
υποβοηθήσουν απόβαση του VII ΣΣ (9η, 90ή και 4η Μεραρχίες) και να
καταλάβουν τις γέφυρες του ποταμού Μερντερέτ. Αποστολή της 6ης
Βρετανικής Αερομεταφερόμενης Μεραρχίας ήταν να καταλάβει και να
εξασφαλίσει τις γέφυρες στον ποταμό Ορν και στη διώρυγα της Καέν.
Συνδυασμένη από θαλάσσης απόβαση από D 0630 με πέντε
μεραρχίες σε α΄κλιμάκιο, ως εξής : 1η Αμερικανική Στρατιά : να αποβιβασθεί
ιππαστί επί του ποταμού Βιρ με το VII ΣΣ στην ακτή Γιούτα με το V ΣΣ (2η,
29η, 1η Μεραρχ.) στην ακτή ΄Ομαχα, να καταλάβει τη Χερσόνησο Κοταντέν
και το λιμένα Χερβούργου και ακολούθως να κινηθεί προς τη Βρετάνη. 2η
Βρετανική Στρατιά : να αποβιβασθεί με το Ι ΣΣ στις ακτές Σουόρντ και Τζούνο
και με το 30ό ΣΣ στην ακτή Γκολντ, να καταλάβει την Καέν και να επεκταθεί
προς Νότο, καλύπτοντας το αριστερό της συμμαχικής διατάξεως.
(3) Σχέδιο Ναυτικού
Αποστολή του Ναυτικού ήταν η έγκαιρη άφιξη των δυνάμεων
εφόδου στις ακτές, η υποστήριξη της εφόδου και ανεφοδιασμός των
αποβατικών δυνάμεων.
Η όλη ναυτική δύναμη είχε υποδιαιρεθεί σε πέντε δυνάμεις
εφόδου, από τις οποίες καθεμία είχε την ευθύνη αποβάσεως μιας μεραρχίας. Τα
πυροβόλα του Ναυτικού, μόλις θα έφθαναν στα όρια του βεληνεκούς τους, θα
προσέβαλλαν αρχικώς τις εχθρικές επάκτιες πυροβολαρχίες και στη συνέχεια,
κατά τη διάρκεια της κινήσεως των αποβατικών προς τις ακτές, τις αμυντικές
οχυρώσεις.
Οι Σύμμαχοι είχαν προβλέψει την εγκατάσταση πέντε τεχνητών
αγκυροβολίων και δύο τεχνητών λιμένων. Οι λιμένες αυτοί είχαν
προκατασκευασθεί - κατά τεμάχια - στην Αγγλία και μεταφέρθηκαν για να
τοποθετηθούν κοντά στην ακτή Γκολντ. Προβλεπόταν, επίσης, να
εγκατασταθούν εύκαμπτοι σωλήνες (συνθ. ονομασία "Πλούτων"), με τους
411

οποίους θα εφοδιάζονταν οι αποβατικές δυνάμεις με υγρά καύσιμα από την


Αγγλία, χωρίς να χρειάζονται πετρελαιοφόρα.
(4) Σχέδιο Αεροπορίας
Τρεις μήνες πριν από την έναρξη της επιχειρήσεως, η
Στρατηγική Αεροπορία των Συμμάχων είχε ήδη αρχίσει να προσβάλλει το
βιομηχανικό δυναμικό των Γερμανών. ΄Ετσι, κατέστρεψε αρχικά τις
εγκαταστάσεις παραγωγής συνθετικής βενζίνης και στη συνέχεια προσέβαλε τα
αεροδρόμια, τους σταθμούς ραντάρς και το σιδηροδρομικό δίκτυο. Επίσης,
κατά τη διεξαγωγή της επιχειρήσεως, η Αεροπορία κάλυπτε τις αποβατικές
δυνάμεις, προσέβαλλε τις παράκτιες γερμανικές οχυρώσεις και παρεμπόδιζε την
άφιξη εφεδρειών των Γερμανών.
(5) Σχέδιο Παραπλανήσεως
Σκοπός του σχεδίου αυτού ήταν να πεισθεί η Ανώτατη
Γερμανική Διοίκηση, ότι, πριν από την ημέρα D η επίθεση θα γινόταν κατά του
Πα - Ντε - Καλαί και μετά από την ημέρα D η απόβαση στη Νορμανδία ήταν
παραπλανητική και απέβλεπε στο να παρασύρει τις γερμανικές εφεδρείες σε
μεγάλη απόσταση από το Πα - Ντε - Καλαί, όπου οι Σύμμαχοι θα ενεργούσαν
την κύρια απόβασή τους.
Οι αεροπορικοί βομβαρδισμοί ήταν το κύριο μέσο εφαρμογής
του σχεδίου και κατευθύνονταν κατά τα 2/3 στο Πα - Ντε - Καλαί και κατά το
1/3 στη Νορμανδία. Επίσης, δημιουργήθηκαν πραγματικές και εικονικές
συγκεντρώσεις πλωτών μέσων και δυνάμεων στη νοτιοανατολική Αγγλία.
Η επιτυχία του σχεδίου αυτού υπήρξε πλήρης, με αποτέλεσμα οι
Γερμανοί, αρκετές εβδομάδες μετά την απόβαση, να κρατούν αδρανείς τις
γενικές τους εφεδρείες, που είχαν προσανατολισθεί στο Πα - Ντε - Καλαί, σε
μεγάλη απόσταση από τη Νορμανδία, αναμένοντας απόβαση 40 εικονικών
μεραρχιών από τη νοτιοανατολική Αγγλία, όπου βρίσκονταν.
(6) Χρησιμοποίηση Γαλλικής Αντιστάσεως
Το σχέδιο της αποβάσεως εξυπηρέτησαν περίπου 200.000
Γάλλοι - μέλη διαφόρων αντιστασιακών οργανώσεων, που χρησιμοποιή-θηκαν
από τους Συμμάχους, για να εξαρθρώσουν συγκοινωνίες και επικοινωνίες και
για να παρακωλύσουν οδικές κινήσεις των Γερμανών. Τους αντιστασιακούς
αυτούς καθοδήγησαν και ενίσχυσαν καταδρομείς που έπεσαν στη Νορμανδία με
αλεξίπτωτα την παραμονή της αποβάσεως.

5. Διεξαγωγή της Αποβάσεως

α. Το απόγευμα της 5ης Ιουνίου 1944 τα ναρκαλιευτικά των Συμμάχων


έφθασαν προ των γερμανικών ναρκοπεδίων. Οι Γερμανοί δεν αντιλήφθηκαν
την παρουσία αυτού του στόλου, ο οποίος, μόλις νύκτωσε, άρχισε να
εκκαθαρίζει τα ναρκοπέδια, διανοίγοντας δέκα διαδρόμους.
412

β. Αεραποβάσεις

(1) Αγγλικός Τομέας


Η 6η Αγγλική Μεραρχία Αλεξιπτωτιστών είχε αποστολή να
καταλάβει άθικτες τις γέφυρες στον ποταμό Ορν και στη διώρυγα Καέν, να
καταστρέψει την πυροβολαρχία στις εκβολές του Ορν και να καταλάβει και να
διατηρήσει το έδαφος μεταξύ των ποταμών Ορν και Ντιβς.
Στις 0020 της 6ης Ιουνίου προσγειώθηκαν αιφνιδιαστικά τα 6
ανεμόπτερα που μετέφεραν 200 άνδρες, καθώς και σημειωτές στις ζώνες
ρίψεως. Στις 0050 πραγματοποιήθηκε ρίψη δύο ταξιαρχιών Αλεξιπτωτιστών,
αλλά σε έκταση πολύ μεγαλύτερη απ΄αυτήν που προβλεπόταν. Μολονότι η
αποστολή της ήταν δυσχερής, η Μεραρχία την ολοκλήρωσε με επιτυχία.
Εξίσου επιτυχής ήταν η αντιμετώπιση των επιτιθέμενων τμημάτων της 21ης
Τεθωρακισμένης Γερμανικής Μεραρχίας, που υποχώρησαν, χωρίς να
κατορθώσουν κάτι σε βάρος της 6ης Αγγλικής Μεραρχίας, η οποία
σταθεροποιήθηκε στις θέσεις της.
(2) Αμερικανικός Τομέας
Η 82η Αμερικανική Μεραρχία είχε αποστολή να ριφθεί ιππαστί
του ποταμού Μερντερέτ, να καταλάβει το Σαιν - Μερ Εγκλίζ και να καλύψει το
δυτικό πλευρό του αεροπρογεφυρώματος. Η 101η Αμερικανική Μεραρχία, της
οποίας θα γινόταν ρίψη προς τα δυτικά της λιμνοθάλασσας, είχε αποστολή να
καταλάβει και να εξασφαλίσει τις δυτικές εξόδους της, να καταλάβει την
πυροβολαρχία δυτικά της ακτής Γιούτα, να καλύψει το νότιο πλευρό του
προγεφυρώματος και να έχει ετοιμότητα εκμεταλλεύσεως προς τα νότια.
Οι πρώτες ρίψεις άρχισαν μετά το μεσονύκτιο της 5/6 Ιουνίου.
Λόγω του αντιαεροπορικού πυρός και της πυκνής νεφώσεως, επήλθε μεγάλη
διασπορά των αλεξιπτωτιστών, με αποτέλεσμα την έλλειψη επαφής μεταξύ τους
και τη δυσχέρεια συγκεντρώσεως των τμημάτων τους. Παρ΄ όλα αυτά οι
αλεξιπτωτιστές με μεγάλη γενναιότητα και ανάπτυξη πρωτοβουλίας
εξουδετέρωσαν τα περισσότερα φυλάκια των Γερμανών.
Η 101η Μεραρχία, λίγες ώρες μετά τη ρίψη της, εξασφάλισε το
δυτικό άκρο της λιμνοθάλασσας στην ακτή και εξουδετέρωσε την εκεί
πυροβολαρχία. Δεν πέτυχε, πάντως, να εξασφαλίσει στις 6 Ιουνίου τη γραμμή
του ποταμού Ντουβ.
Τέλος, η 82η Μεραρχία κατόρθωσε μέχρι τις 0400 της 6ης
Ιουνίου να καταλάβει το Σαιν Μερ Εγκλίζ. Δυτικά όμως του ποταμού
Μερντερέτ, τα τμήματά της, τελείως διασκορπισμένα και αγωνιζόμενα κατά της
91ης Γερμανικής Μεραρχίας, δεν μπόρεσαν να καταλάβουν τις γέφυρες αυτού
του ποταμού και έτσι το προγεφύρωμά τους ήταν διαχωρισμένο.
(3) Γερμανική Αντίδραση
413

Τα επιτελεία των Γερμανικών Σχηματισμών, κατά τις πρώτες


ώρες της αποβάσεως, βρίσκονταν σε κατάσταση πλήρους συγχύσεως, λόγω της
ρίψεως ανδρείκελων προς τα βόρεια του Σηκουάνα και, κυρίως, λόγω των
σφοδρών βομβαρδισμών της συμμαχικής αεροπορίας, οι οποίοι προηγήθηκαν
της ρίψεως αλεξιπτωτιστών.
Οι Γερμανοί έλαβαν τότε τα εξής μέτρα : η 91η Μεραρχία
τέθηκε υπό διοίκηση του 84ου ΣΣ, ενώ διατάχθηκαν οι 91η και 709η Μεραρχίες
να αντεπιτεθούν για την εξάλειψη του αεροπρογεφυρώματος. Η 709η
Μεραρχία αντεπιτέθηκε για ανακατάληψη του Σαιν Μερ Εγκλίζ και η 91η
Μεραρχία για εκκαθάριση της περιοχής δυτικά του ποταμού Μερντερέτ. Οι
αντεπιθέσεις αυτές απέτυχαν και οι Αμερικανικές Μεραρχίες 82η και 101η
διατήρησαν τις θέσεις τους.

γ. Απόβαση Αμερικανικών Δυνάμεων από τη θάλασσα

Ενώ γίνονταν ρίψεις αλεξιπτωτιστών στη χερσόνησο Κοταντέν και


στην Καέν, ο αποβατικός στόλος, με αρκετά δυσμενείς καιρικές συνθήκες
(κυματώδη θάλασσα, νεφώσεις κτλ.), διέπλευσε τη Μάγχη, διήλθε τα
ναρκοπέδια μέσω των διαδρόμων και στις 0230 της 6ης Ιουνίου έφθασε στους
χώρους συγκεντρώσεως - μεταφοράς, περίπου 12 - 15 μίλια από τις ακτές. Στις
0520 άρχισε και πάλι βομβαρδισμός των επάκτιων γερμανικών οχυρώσεων και
στις 0550 εκδηλώθηκαν πυρά υποστηρίξεως των συμμαχικών πολεμικών
πλοίων.
(1) Ακτή Γιούτα (6 Ιουνίου)
Η ναυτική δύναμη "U" έφθασε στο χώρο συγκεντρώσεως
ανοικτά της ακτής Γιούτα, όπου τα τμήματα της 4ης Αμερικανικής Μεραρχίας
άρχισαν να επιβιβάζονται στα αποβατικά σκάφη.
Η απόβαση θα γινόταν σε τρία κύματα, μεταξύ 0630 και 1030.
Αμφίβια άρματα προηγούνταν των αποβατικών πλοίων του πρώτου κύματος.
Οι ομάδες καταστροφών που ακολουθούσαν το πρώτο κύμα πραγματοποίησαν
εκκαθάριση των υποβρυχίων κωλυμάτων και των ναρκοπεδίων. Στις 0900 το
επικεφαλής Σύνταγμα δημιούργησε προγεφύρωμα πλάτους 2 μιλίων και στις
1300 η 4η Αμερικανική Μεραρχία συνενώθηκε με την 101η Αερομεταφερομένη
Μεραρχία.
(2) Ακτή ΄Ομαχα (6 Ιουνίου)
Στις 0300 η ναυτική δύναμη "Ο" έφθασε στο χώρο μεταφοράς,
περίπου 12 μίλια βόρεια της ΄Ομαχα, όπου άρχισε να καταβιβάζει σκάφη
εφόδου, ίλες αρμάτων DD και σκάφη που μετέφεραν πυροβολικό εφόδου. Από
τα σκάφη αυτά πολλά ήταν εκείνα που βυθίσθηκαν λόγω της θαλασσοταραχής.
Κατά τον πλου της δυνάμεως αυτής είχε πάλι αρχίσει ο
βομβαρδισμός των γερμανικών οχυρώσεων. Στις 0630 τα συντάγματα εφόδου
414

της 1ης Αμερικανικής Μεραρχίας άρχισαν να αποβιβάζονται υπό τα δραστικά


πυρά των αμυνόμενων Γερμανών. Στο μεταξύ το ρυθμό αποβάσεως
παρεμπόδιζαν αισθητά τα καταστρεμμένα αποβατικά, τα καιόμενα οχήματα και
τα ανατινασσόμενα πυρομαχικά.
Στις 0930 τα τμήματα εφόδου είχαν ήδη υποστεί μεγάλες
απώλειες από τα εύστοχα πυρά των Γερμανών. Η 1η Αμερικανική Μεραρχία,
μετά μακρότατο και πολύ σκληρό αγώνα κατόρθωσε να προωθηθεί σε βάθος
1.200 μ. Στο μεταξύ, στις 0700, καταδρομείς αποβιβάσθηκαν στη βάση Πουάν
- Ντι - Ουέ και, κατόπιν αναρριχήσεώς τους στον κατακόρυφο βράχο,
κατέλαβαν την εκεί επάκτιο πυροβολαρχία, την οποία μάταια επιχείρησαν να
ανακαταλάβουν οι Γερμανοί.
Τα αποβιβαζόμενα στην ακτή ΄Ομαχα τμήματα είχαν μεγάλες
απώλειες και για το λόγο αυτό η 352η Γερμανική Μεραρχία θεώρησε ότι η
απόβαση απέτυχε και, συνεπώς, έκρινε ότι δεν ήταν απαραίτητη μία
αποφασιστική ενέργειά της. ΄Ετσι διέθεσε τη μόνη εφεδρεία της, δυνάμεως
τάγματος, κατά των καταδρομέων, αλλά χωρίς το αναμενόμενο αποτέλεσμα.

δ. Απόβαση Βρετανικών Δυνάμεων

(1) Ακτή Γκολντ (6 Ιουνίου)


Σ΄αυτήν την ακτή θα αποβιβαζόταν η 50ή ενισχυμένη Μεραρχία
και η 8η Τεθωρακισμένη Ταξιαρχία. Το πρώτο κύμα αποβιβάσθηκε στις 0730.
Αργότερα τα τμήματα εφόδου κατόρθωσαν να εξουδετερώσουν τα σημεία
αντιστάσεως των Γερμανών, ενώ από τις 1100 η επίθεση της 50ής Μεραρχίας
ενισχύθηκε με δύο αποβιβασθείσες εφεδρικές ταξιαρχίες.
΄Οταν άρχισε να σκοτεινιάζει, η 50ή Μεραρχία κατείχε
προγεφύρωμα βάθους και πλάτους 6 μιλίων, στο οποίο βρισκόταν η Αρομάνς,
όπου οι Σύμμαχοι θα κατασκεύαζαν ένα είδος τεχνητού λιμένα. Στο μεταξύ τα
επικεφαλής τμήματα της Μεραρχίας είχαν αποκόψει την οδό Μπαγιαί - Καέν.
Στο δεξιό της διατάξεως η 47η Μονάδα Καταδρομών, αφού προήλασε,
βρισκόταν προ της Πορτ - Αν - Μπεσίν, ενώ στο αριστερό η Μεραρχία είχε
συνδεθεί με τμήματα του 1ου Βρετανικού ΣΣ.
(2) Ακτή Τζούνο (6 Ιουνίου)
Σ΄αυτήν την ακτή θα αποβιβαζόταν η 3η Καναδική Μεραρχία
με τη 2η Τεθωρακισμένη Ταξιαρχία. Λόγω της κακοκαιρίας, η προσέγγιση των
ακτών έγινε με καθυστέρηση 30 λεπτών και η βολή των πυρών υποστηρίξεως
κατά των γερμανικών οχυρώσεων υπήρξε αρκετά ανεπιτυχής.
Στο δεξιό της διατάξεως η 7η Ταξιαρχία είχε επαρκή βοήθεια
από τα άρματα DD. Η καθυστέρηση όμως που σημειώθηκε στην αποβίβαση
του Μηχανικού είχε ως αποτέλεσμα, λόγω μη έγκαιρης διανοίξεως διαδρόμων,
να μετριασθεί η ορμή της επιθέσεως.
415

Στο αριστερό, η 8η Ταξιαρχία, αν και χωρίς τα άρματα DD,


εξουδετέρωσε ταχέως τις εχθρικές αντιστάσεις χάρη στην ορμή της επιθέσεώς
της. Η 3η Καναδική Μεραρχία δεν κατόρθωσε να φθάσει προς τον ΑΝΣΚ της
ημέρας.
Το βράδυ, δύο τάγματα έφθασαν σε απόσταση 3 μιλίων από τα
βορειοδυτικά προάστια της Καέν και το προγεφύρωμα της 3ης Καναδικής
Μεραρχίας είχε συνενωθεί με το αντίστοιχο της 50ής Μεραρχίας. Στο
αριστερό, όμως, υπήρχε μια λωρίδα εδάφους μεταξύ της 3ης Καναδικής και της
3ης Βρετανικής Μεραρχίας, που κατεχόταν από τους Γερμανούς.
(3) Ακτή Σουόρντ (6 Ιουνίου)
Στην ακτή αυτή θα αποβιβαζόταν η 3η Βρετανική Μεραρχία με
την 27η Τεθωρακισμένη Ταξιαρχία, με ΑΝΣΚ την κατάληψη της Καέν. Την
άμυνα της ακτής είχε αναλάβει η 716η Γερμανική Μεραρχία, αλλά η
πραγματική ισχύς των Γερμανών ήταν η 21η Τεθωρακισμένη Μεραρχία, που
βρισκόταν εντός και προς τα νότια της Καέν, και η 12η Τεθωρακισμένη
Μεραρχία SS, που ήταν 65 μίλια νοτιοδυτικά της Καέν.
Η ακτή Σουόρντ υπέστη το βαρύτερο αεροπορικό και ναυτικό
βομβαρδισμό της ημέρας, μετά τον οποίο άρχισε η απόβαση του πρώτου
κύματος (8ης Ταξιαρχίας). ΄Εγινε ταχεία εκκαθάριση της ακτής και στις 1330 η
3η Βρετανική Μεραρχία κατόρθωσε να συνενωθεί με το αεροπρογεφύρωμα της
6ης Βρετανικής Μεραρχίας. Η προώθηση του όγκου των αρμάτων και της
εφεδρείας παρουσίασε αρκετή καθυστέρηση, με αποτέλεσμα να μην
καταληφθεί η Καέν την πρώτη ημέρα.

ε. Γερμανική Αντίδραση

(1) Οι Γερμανοί, επειδή είχαν ήδη παραπλανηθεί από τους


Συμμάχους, πίστευαν ότι η απόβαση στη Νορμανδία σκοπό είχε την
προσέλκυση των εφεδρειών τους. Για το λόγο αυτό καθυστέρησαν να
μετακινήσουν τις γενικές εφεδρείες τους που ήταν κοντά και, όταν τις
μετακίνησαν, τις διέθεσαν στην Καέν, όπου, κατά την εκτίμησή τους, οι
Σύμμαχοι θα έστρεφαν την κυρία προσπάθειά τους.
(2) Για την αντιμετώπιση της απειλής στο δεξιό της 352ης
Μεραρχίας, στην Ακτή Γκολντ, διατάχθηκε να αντεπιτεθεί το εφεδρικό
Συγκρότημα του 1915 Συντάγματος. Η αντεπίθεση αυτή απέτυχε με πολλές
απώλειες.
(3) Η 21η Τεθωρακισμένη Μεραρχία, που βρισκόταν νότια της
Καέν, διατάσσεται περίπου στις 0900 να αντεπιτεθεί ανατολικά του Ορν
ποταμού. Αργότερα και ενώ βρισκόταν ήδη σε κίνηση, διατάσσεται, περίπου το
μεσημέρι, να διαβεί τον Ορν και να αντιμετωπίσει την προς Καέν απειλή. Λόγω
καταστροφής των γεφυρών του ποταμού, καθυστέρησε να εκτελέσει τη διαταγή
416

και μόνο στις 1600 εξόρμησε. Η αντεπίθεση συνάντησε ισχυρή αντίσταση,


αλλά ένα τάγμα της εισχώρησε στο διάκενο μεταξύ της 3ης Καναδικής και της
3ης Βρετανικής Μεραρχίας και κατόρθωσε έτσι να φθάσει μέχρι την ακτή.
Τελικά, όμως, η αντεπίθεση αποκρούσθηκε και το τάγμα αυτό αναγκάσθηκε να
συμπτυχθεί.
(4) Ο Ρούντστεντ ζήτησε να του διατεθούν δύο τεθωρακισμένες
Μεραρχίες, η Lehr και η 12η SS, που ήταν σε απόσταση 65 - 100 μιλίων
νοτιοδυτικά της Καέν, για να εκτοξεύσει ισχυρή αντεπίθεση. Στις 1600 ο
Χίτλερ ενέκρινε τη διάθεση. Παρ' όλα αυτά η κίνηση των Μεραρχιών
επιβραδύνθηκε, λόγω της δράσεως της Συμμαχικής Αεροπορίας και μόλις μετά
δύο ημέρες, στις 8 Ιουνίου, ήταν δυνατή η συμμετοχή του όγκου τους στις
επιχειρήσεις.
(5) Ο Διοικητής της 7ης Στρατιάς Στρατηγός Ντόλμαν διέταξε τη
μεταφορά των εφεδρικών Τακτικών Συγκροτημάτων από τη Βρετάνη, προς
ενίσχυση των δυνάμεων της Νορμανδίας. Κατά τη διάρκεια της κινήσεως
αυτών των συγκροτημάτων οι απώλειες που υπέστησαν από τη δράση της
Συμμαχικής Αεροπορίας ήταν μεγάλες, με αποτέλεσμα τα συγκροτήματα να
φθάσουν στη Νορμανδία μετά από δέκα ημέρες.
(6) Τη νύκτα 6/7 Ιουνίου τα συμμαχικά προγεφυρώματα ήταν
περιορισμένα και πολύ ασθενή, επειδή δεν είχε ακόμη αποβιβασθεί ο όγκος των
όπλων υποστηρίξεως. ΄Ομως, οι Γερμανοί, συνεχίζοντας να είναι
αναποφάσιστοι και χωρίς τις εφεδρείες τους που δεν είχαν φθάσει έγκαιρα, δεν
ήταν σε θέση να εκμεταλλευθούν την ευκαιρία που τους παρουσιαζόταν μόνο
εκείνη τη νύκτα, δηλαδή να εξαλείψουν τα προγεφυρώματα των Συμμάχων.
(7) Κατά το διάστημα 7 - 13 Ιουνίου οι Σύμμαχοι ασχολήθηκαν με
τη διεύρυνση και συνένωση των προγεφυρωμάτων. Στον τομέα του VII ΣΣ, η
101η Μεραρχία κατέλαβε το Καρεντάν στις 12 Ιουνίου, με αποτέλεσμα τη
συνένωση των προγεφυρωμάτων των VII και V ΣΣ της 1ης Αμερικανικής
Στρατιάς. Στον τομέα του V ΣΣ σημειώθηκε μεγαλύτερη πρόοδος : η 29η
Μεραρχία τη νύκτα 8/9 Ιουνίου κατέλαβε το Ισινύ και προωθήθηκε προς το
Σαιν Λω.
Στις 7 Ιουνίου οι Βρετανοί κατέλαβαν το Μπαγιαί και
προωθήθηκαν προς το Σωμόν. Πέντε ημέρες αργότερα προσπάθησαν με την 7η
Τεθωρακισμένη Ταξιαρχία να υπερκεράσουν νοτιοδυτικά την Καέν, τους
απέκρουσαν όμως γερμανικά τεθωρακισμένα.
(8) Η επίθεση του VII ΣΣ προς αποκοπή της χερσονήσου Κοταντέν
και κατάληψη του Χερβούργου άρχισε στις 14 Ιουνίου. Αρχικά οι Γερμανοί
προέβαλαν ισχυρή αντίσταση, η οποία, όμως, άρχισε να κάμπτεται, με
αποτέλεσμα να καταστεί η προχώρηση του ΣΣ ταχύτερη.
Ο Ρόμμελ, για να μη διασπάσουν οι Σύμμαχοι την άμυνα στον
ποταμό Ντουβ - πράγμα που θα επέτρεπε σ΄αυτούς να προωθηθούν προς τη
417

δυτική ακτή της Κοταντέν και να αποκόψουν το Χερβούργο - διέταξε τις 709η
και 243η Μεραρχίες να συμπτυχθούν προς την αμυντική περίμετρο της πόλεως
και την 77η Μεραρχία να παρεμποδίσει την κίνηση των Αμερικανών προς τα
δυτικά. Ο Χίτλερ, όμως, δεν ενέκρινε την εκτέλεση αυτής της διαταγής του
Ρόμμελ, με αποτέλεσμα τα τμήματα να παραμείνουν στην προωθημένη
αμυντική τοποθεσία.
Στις 18 Ιουνίου δυνάμεις του VII ΣΣ έφθασαν στη δυτική ακτή,
ενώ στο θύλακο του Χερβούργου, που είχε αποκοπεί, είχαν ήδη
κατακερματισθεί οι 709η, 243η, 91η και 77η Γερμανικές Μεραρχίες. Το VII
ΣΣ θα εξαπέλυε επίθεση με τις 4η, 9η και 74η Μεραρχίες και με την 90ή
Μεραρχία ως εφεδρεία. Κατέλαβαν το Χερβούργο στις 26 Ιουνίου, μετά από
σκληρό αγώνα επτά ημερών. Οι Σύμμαχοι προέβησαν αμέσως στις αναγκαίες
εργασίες, για να αποκαταστήσουν το λιμένα που είχε καταστραφεί τελείως από
τους Γερμανούς. Μερικώς άρχισε να λειτουργεί μετά από τρεις εβδομάδες και
μόνο το Σεπτέμβριο κατορθώθηκε να λειτουργήσει πλήρως.
(9) Συγκέντρωση Δυνάμεων
(α) Από τη διεύρυνση του προγεφυρώματος μέχρι την
εκτόξευση αποφασιστικής επιθέσεως από την 1η Αμερικανική Στρατιά, για να
διασπασθεί η γερμανική άμυνα, και οι δύο αντίπαλοι επιδίδονταν στη
συγκέντρωση δυνάμεων στη Νορμανδία.
(β) Οι Γερμανοί υπήρξαν διστακτικοί, ως προς τη μεταφορά
εφεδρειών στη Νορμανδία. Η αποστολή των ενισχύσεων γινόταν με βραδύτητα
και τμηματικά, εξαιτίας της καταστροφής του σιδηροδρομικού δικτύου και της
συνεχούς δράσεως της Αεροπορίας των Συμμάχων, η οποία προξενούσε
βαρύτατες απώλειες σε προσωπικό και υλικό. Τις εφεδρείες αυτές οι Γερμανοί
χρησιμοποιούσαν κατεπειγόντως στις επιχειρήσεις, πράγμα όμως που δεν
επέτρεπε την εκτόξευση μεγάλης αντεπιθέσεως κατά των Συμμάχων. Στις 17
Ιουνίου, σε σύσκεψη της Ανώτατης Γερμανικής Ηγεσίας στη Σουασόν,
αποφασίσθηκε να εκτοξευθεί ισχυρή αντεπίθεση προς το Μπαγιαί με το 2ο
Τεθωρακισμένο ΣΣ των SS, που θα έφθανε από την Πολωνία. Τούτο όμως δεν
έγινε, επειδή αυτό το ΣΣ απορρόφησε τμηματικά η επίθεση του VII Βρετανικού
ΣΣ, νοτιοδυτικά της Καέν, προς τον ποταμό ΄Οντον.
(γ) Ο ρυθμός συγκεντρώσεως των Συμμάχων ήταν
ικανοποιητικός και ταχύτερος από εκείνον των Γερμανών. Η δυσχέρεια που
συναντούσαν οι Σύμμαχοι προερχόταν από την περιορισμένη δυνατότητα
φορτώσεως και εκφορτώσεως εφοδίων και προσωπικού στις ακτές της
Νορμανδίας και στους δύο τεχνητούς λιμένες στην ΄Ομαχα και στην Αρομάνς.
Στις 19 Ιουνίου σφοδρή θαλασσοταραχή κατέστρεψε ολοσχερώς τον πρώτο από
τους δύο αυτούς λιμένες, πράγμα που δημιούργησε πρόσθετα προβλήματα στον
εφοδιασμό των αποβιβασθέντων τμημάτων.
(10) Διάσπαση της Γερμανικής Άμυνας
418

(α) Μετά το πέρας της συγκεντρώσεως των απαιτούμενων


δυνάμεων και μέσων, η Ανώτατη Συμμαχική Διοίκηση αποφάσισε να
εκτοξευθεί ισχυρή επίθεση από την 1η Αμερικανική Στρατιά στις 3 Ιουλίου.
Για το σκοπό αυτό, η 1η Στρατιά, στηρίζοντας το αριστερό της στο Σωμόν, θα
ενεργούσε προς Νότο, για να καταλάβει τους λιμένες της Βρετάνης και στη
συνέχεια θα στρεφόταν ανατολικά.
Η 1η Στρατιά διέθετε ήδη 15 Μεραρχίες και 4 Μεραρχίες της
3ης Στρατιάς (Πάττον), υπαγόμενες στα V, VII, VIII και XIX ΣΣ, και είχε να
αντιμετωπίσει 9 γερμανικές μεραρχίες (110 άρματα). Η 2η Βρετανική Στρατιά
διέθετε ήδη 14 Μεραρχίες, υπαγόμενες στα Ι, VIII και ΧΧΧ ΣΣ και θα
αντιμετώπιζε 14 γερμανικές μεραρχίες (600 άρματα).
(β) Η επίθεση της 1ης Αμερικανικής Στρατιάς για τη
διάσπαση της κύριας γερμανικής αμυντικής γραμμής άρχισε στις 3 Ιουλίου.
Λόγω των εδαφικών δυσχερειών, που προέρχονταν από τα έλη και τους
θαμνοφράκτες, δεν ήταν δυνατή η μαζική χρησιμοποίηση των αρμάτων, με
συνέπεια τη βραδεία εξέλιξη της επιθέσεως και, τελικά, τη διακοπή της στις 10
Ιουλίου. Συγχρόνως με την επίθεση αυτή, η 2η Βρετανική Στρατιά εξαπέλυσε
μετωπική επίθεση κατά της Καέν, για να συγκρατήσει τις εκεί γερμανικές
δυνάμεις. Η Καέν καταλήφθηκε στις 9 Ιουλίου.
Σε σύσκεψη, που έγινε στις 10 Ιουλίου, ο Διοικητής της 1ης
Στρατιάς Στρατηγός Μπράντλεϋ ανέφερε, ότι θα είναι σε θέση να συνεχίσει τη
μεγάλη επίθεσή του, αφού προηγουμένως ανεφοδιάσει τα τμήματά του και
εξασφαλίσει επαρκή βάση εξορμήσεως με κατάληψη του κόμβου Σαιν Λω.
Ζήτησε διάστημα 10 ημερών, για να προβεί στις απαραίτητες ενέργειες, και το
αίτημά του ικανοποιήθηκε.
Κατά το δεκαήμερο αυτό περατώθηκε ο ανεφοδιασμός των
τμημάτων, καταλήφθηκε στις 18 Ιουλίου το Σαιν Λω και οργανώθηκε πλήρης
σύνδεσμος των Μονάδων με την Αεροπορία Υποστηρίξεως. Επίσης, οι
Σύμμαχοι διασκεύασαν κατάλληλα μεγάλο αριθμό αρμάτων τύπου Σέρμαν,
ώστε να έχουν τη δυνατότητα να ισοπεδώνουν τους θαμνοφράκτες και να
διανοίγουν δίοδο, μέσω της οποίας τα υπόλοιπα άρματα μπορούσαν να
κινηθούν ταχέως.
Στις 18 Ιουλίου εξαπολύθηκε ισχυρή επίθεση τεθωρακισμένων
από το VIII Βρετανικό ΣΣ, από τό αεροπρογεφύρωμα ανατολικά του ποταμού
Ορν προς Νότο. Την επίθεση αυτή κατόρθωσαν να αναχαιτίσουν οι Γερμανοί
και τελικά διακόπηκε στις 20 Ιουλίου. Τα εδαφικά οφέλη που αποκόμισαν οι
Σύμμαχοι δεν ήταν μεγάλα, αλλά χάρη σ΄αυτήν την επίθεση οι γερμανικές
τεθωρακισμένες μεραρχίες συγκρατήθηκαν προ της Καέν.
(11) Κατάσταση Αντιπάλων την Παραμονή της Επιθέσεως (Σχεδ.
84)
(α) Γερμανών
419

Η καταστροφή που προξένησαν οι Σύμμαχοι στις


εγκαταστάσεις συνθετικής βενζίνης, στις οποίες στηριζόταν η Γερμανική
Αεροπορία, περιόρισε την παραγωγή σε 53.000 τόνους τον Ιούνιο, έναντι
175.000 τόνων τον Απρίλιο. Το τελευταίο τρίμηνο κατασκευάσθηκαν 4.500
μαχητικά αεροσκάφη, αλλά καταστράφηκαν 5.500, από τα οποία 3.000 σε
ατυχήματα, λόγω πλημμελούς εκπαιδεύσεως των αεροπόρων.
Η καταστροφή του σιδηροδρομικού δικτύου και η δράση της
Συμμαχικής Αεροπορίας απομόνωσε το πεδίο της μάχης. Από τις 20 μεραρχίες
που είχαν διατεθεί ως ενισχύσεις, ελάχιστες αφίχθησαν με πλήρη σύνθεση ή σε
καλή κατάσταση στο πεδίο της μάχης. Οι γερμανικές απώλειες μέχρι τις 23
Ιουλίου ανήλθαν σε 117.000 άνδρες, αλλά μόνο 10.000 αναπληρώθηκαν. Από
τα 250 άρματα που είχαν καταστραφεί, μόνο 17 αντικαταστάθηκαν, λόγω
αδυναμίας της μεταφοράς τους.
Ενώ η 7η Γερμανική Στρατιά με δυσκολία αντιμετώπιζε τους
Συμμάχους, δέκα οκτώ μεραρχίες παρέμεναν αδρανείς στο Πα - Ντε - Καλαί.
Εκτός αυτού οι γερμανικές δυνάμεις δεν είχαν κατανεμηθεί ισόρροπα στη
Νορμανδία, αφού ο όγκος τους βρισκόταν προ της Καέν, χωρίς μάλιστα να
έχουν κάλυψη από αέρα. ΄Ετσι, εξαντλημένες και χωρίς ενισχύσεις, μοιραία
ανέμεναν την ήττα τους.
(β) Συμμάχων
Αντίθετα, οι γραμμές ανεφοδιασμού των Συμμάχων
λειτουργούσαν ομαλά και συνεχώς. Η μεγαλύτερη δυσχέρεια προερχόταν από
το γεγονός ότι δεν μπορούσαν οι Σύμμαχοι να χρησιμοποιήσουν ακόμη το
λιμένα του Χερβούργου. Τελικά, στις ακτές αποβάσεως και στον τεχνητό
λιμένα αποβιβάσθηκε τεράστιος αριθμός μονάδων μάχης και ξεφορτώθηκαν
χιλιάδες τόνοι εφοδίων και υλικών.
(12) Επίθεση Διασπάσεως
Η επίθεση της 1ης Αμερικανικής Στρατιάς εξαπολύθηκε στις 25
Ιουλίου. Στις 0940 άρχισε σφοδρός αεροπορικός βομβαρδισμός των θέσεων
της Γερμανικής Μεραρχίας Λέρ, της οποίας οι απώλειες ήταν βαρύτατες. Στις
1100 εξόρμησαν οι μεραρχίες του VII ΣΣ(9η, 4η και 90ή), αλλά οι επίθεσή τους
γινόταν με βραδύ ρυθμό.
Στις 26 Ιουλίου συνεχίσθηκε η επίθεση. Στο δεξιό της
διατάξεως η 1η Μεραρχία Πεζικού και η 3η Τεθωρακισμένη Ταξιαρχία
συνάντησαν αντίσταση, ενώ στο αριστερό η προώθηση γινόταν με ταχύ ρυθμό,
πράγμα που συνέβη και την επομένη, 27 Ιουλίου, οπότε οι δύο αυτές μονάδες
(1η ΜΠ και 3η Τ/Θ Ταξ.) στράφηκαν δυτικά, για να αποκόψουν το 84ο
Γερμανικό ΣΣ. Οι 2η και 17η Μεραρχίες των SS κατόρθωσαν να αναχαιτίσουν
την 1η Μεραρχία. Μία ημέρα αργότερα, 28 Ιουλίου, οι δύο αυτές γερμανικές
μεραρχίες δέχθηκαν επίθεση από Βορρά και διασπάσθηκαν το μεσημέρι, ενώ το
βράδυ το μεν 84ο Γερμανικό ΣΣ είχε ήδη αποδιοργανωθεί, οι δε αμερικανικές
420

φάλαγγες προήλαυναν ταχέως προς Νότο. Στις 29 Ιουλίου το VII ΣΣ διεύρυνε


το ρήγμα, ενώ το VIII ΣΣ, υπό τις διαταγές της 3ης Στρατιάς του Στρατηγού
Πάττον, προήλαυνε κατά μήκος της παραλίας προς Νότο.
Το βράδυ της 30ής Ιουλίου η 4η Τεθωρακισμένη Μεραρχία
έφθασε στην Αβράνς, ενώ με την είσοδο της 1ης Αμερικανικής Στρατιάς στη
Βρετάνη επήλθε και ο τερματισμός της Μάχης της Νορμανδίας.

6. Διαπιστώσεις - Συμπεράσματα

α. Η Συμμαχική Απόβαση στη Νορμανδία τον Ιούνιο του 1944 ήταν μια
γιγαντιαία πολεμική επιχείρηση, η μεγαλύτερη στο είδος της και σε όλη την
ιστορική διαδρομή της ανθρωπότητας. Κάλυψε μέτωπο αποβάσεως περίπου
100 χλμ., έλαβαν δε μέρος περισσότερα από 4.000 πολεμικά πλοία διαφόρων
τύπων και εκατοντάδες αεροσκάφη. Μέσω των 5 αιγιαλών και των 2 τεχνητών
λιμένων, παρά τις δυσχέρειες από τις καιρικές συνθήκες, κατέστη δυνατή κατά
την πρώτη εβδομάδα η απόβαση 250.000 ανδρών με μέρος του υλικού τους
στους δύο αμερικανικούς αιγιαλούς και άλλων 326.000 ανδρών, 24.000
οχημάτων και 104.000 τόνων υλικού στους 3 αγγλικούς αιγιαλούς.

β. Η κολοσσιαία αυτή επιχείρηση στη Νορμανδία αποτελεί κλασικό


παράδειγμα, που αποδεικνύει την αποφασιστική σημασία της στενής
συνεργασίας των τριών Κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων. Οι ρόλοι καθενός
από αυτούς εναλλάσσονταν σε σπουδαιότητα κατά τις διάφορες φάσεις της
επιχειρήσεως. Ο ρόλος του Ναυτικού, ειδικότερα, υπήρξε βασικός κατά την
περίοδο των τεράστιων μεταφορών μέσω θαλάσσης της στρατηγικής
προετοιμασίας, καθώς και κατά την υποστήριξη και διεξαγωγή της αποβάσεως
των πρώτων κυμάτων της δυνάμεως εφόδου. Ο Στρατός διαδραμάτισε
πρωτεύοντα ρόλο από την έναρξη της αποβάσεως μέχρι και την εγκατάσταση
και σταθεροποίηση των προγεφυρωμάτων. Ο ρόλος της Αεροπορίας κατά την
περίοδο της στρατηγικής προπαρασκευής υπήρξε ουσιώδης, λόγω των
στρατηγικών βομβαρδισμών της σε λιμένες, σιδηροδρόμους, πολεμικά
εργοστάσια, κτλ. Κατά τη διεξαγωγή της αποβάσεως ο ρόλος ήταν εξίσου
σημαντικός, εξαιτίας της απομονώσεως του πεδίου της μάχης και της εγγύς
υποστηρίξεως που παρέσχε.

γ. Χωρίς αμφιβολία, η επιχείρηση της Νορμανδίας κατέδειξε ότι η


προπαρασκευή μιας αποβατικής επιχειρήσεως πρέπει να είναι λεπτομερής και
πλήρης από πάσης πλευράς. Με μεγάλη σχολαστικότητα και χρονολογική
ακρίβεια πρέπει να καθορισθούν και να προβλεφθούν όλα σε διακλαδικό
επίπεδο. Είναι επιβεβλημένη η ειδική εκπαίδευση του προσωπικού, καθώς και
η εκτέλεση δοκιμαστικών αποβάσεων σε παρόμοια εδάφη. Η σχεδίαση και η
421

προπαρασκευή μιας ανάλογης ασκήσεως είναι συνεχής και πάντοτε σε ευρέα


χρονικά περιθώρια.

δ. Η παραπλάνηση των Γερμανών είχε μελετηθεί ιδιαίτερα από τους


Συμμάχους και εκτελέσθηκε με μεγάλη επιτυχία. Χάρη στο σχέδιο αυτό οι
Γερμανοί κράτησαν πολλές ημέρες τις εφεδρείες τους σε μεγάλη απόσταση από
το χώρο αποβάσεως, ακόμη και μετά τη σταθεροποίηση των αρχικών
προγεφυρωμάτων. Το γεγονός αυτό, καθώς και το ότι η γερμανική άμυνα στις
ακτές της Νορμανδίας δεν ήταν τόσο ισχυρή όσο έπρεπε, επέτρεψε τη
δημιουργία και τη διατήρηση των προγεφυρωμάτων των Συμμάχων.

ε. Το λεπτότερο σημείο μιας αποβατικής επιχειρήσεως αποτελεί το


αρχικό στάδιο της εφόδου που είναι και το δυσχερέστερο. Τα αίτια της
δυσχέρειας οφείλονται στο ότι τα αποβιβαζόμενα τμήματα δεν έχουν ακόμη
βαρέα όπλα υποστηρίξεως και, συνεπώς, είναι εκτεθειμένα στα αμυντικά πυρά
του αντιπάλου, που, αντεπιτιθέμενος, έχει τη δυνατότητα να ανατρέψει τα
αρχικά προγεφυρώματα.

στ. Απαραίτητη είναι η υπεροχή στον αέρα, ώστε να έχει επιτυχή έκβαση
μια αποβατική επιχείρηση. Στην περίπτωση της Νορμανδίας η Συμμαχική
Αεροπορία, υπερέχοντας στον εναέριο χώρο, ήταν σε θέση να απομονώσει
αποτελεσματικά το πεδίο της μάχης, με αποτέλεσμα τη διακοπή αποστολής
ενισχύσεων και ανεφοδιασμών στις δυνάμεις του αντιπάλου.

ζ. Ο προσδιορισμός του χρόνου ενάρξεως της αποβάσεως, καθώς και η


μετέπειτα εξέλιξη της όλης επιχειρήσεως, σχετίζεται άμεσα με τις εκάστοτε
καιρικές συνθήκες.

η. Οι Σύμμαχοι, ιδίως στα πρώτα στάδια της Μάχης της Νορμανδίας,


αποκόμισαν περιορισμένα εδαφικά οφέλη. Παρ' όλα αυτά σημασία έχει, ότι
επήλθε μεγάλη φθορά των γερμανικών δυνάμεων. Πράγματι, ο αντίπαλος
υπέστη τις οδυνηρές αυτές συνέπειες όχι μόνο λόγω του όγκου των συμμαχικών
πυρών, που σημείωσαν αποτελεσματική δραστηριότητα, αλλά και εξαιτίας της
εμμονής του Χίτλερ στην άμυνα μέχρις εσχάτων από τις εκεί δυνάμεις του, οι
οποίες έτσι τελικά καταστράφηκαν, παρά τον απεγνωσμένο αγώνα τους.
Η ΑΝΤΕΠΙΘΕΣΗ ΤΩΝ ΑΡΔΕΝΩΝ
(16 Δεκεμβρίου 1944 - 16 Ιανουαρίου 1945)

1. Εισαγωγή

α. Τα Γεγονότα προ της Γερμανικής Αντεπιθέσεως των Αρδενών

(1) Στις 6 Ιουνίου 1944, όπως είναι γνωστό, οι συμμαχικές


δυνάμεις (2η Βρετανική Στρατιά και 1η Αμερικανική Στρατιά) αποβιβάσθηκαν
στη Νορμανδία και δημιούργησαν προγεφύρωμα, το οποίο διηυρύναν μετά από
σκληρούς και αιματηρούς αγώνες και στις 25 Αυγούστου κατέλαβαν το
Παρίσι.
Μέχρι τη διάβαση του Σηκουάνα, από τις συμμαχικές δυνάμεις, οι
γερμανοί απώλεσαν περίπου μισό εκατομμύριο άνδρες, από τους οποίους οι
210.000 συνελήφθησαν αιχμάλωτοι. Το μεγαλύτερο όμως επίτευγμα των
Συμμάχων ήταν η φθορά των Τ/Θ γερμανικών δυνάμεων. Περίπου 2.200
γερμανικά άρματα και πυροβόλα εφόδου καταστράφηκαν κατά τις μάχες της
Νορμανδίας και μέχρι τη διάβαση του Σηκουάνα. ΄Ετσι, οι Γερμανοί δεν είχαν
πια τη δυνατότητα να κρατηθούν στη γραμμή του Σηκουάνα και μέχρι τις 4
Σεπτεμβρίου οι σύμμαχοι είχαν διαβεί το Μεύση ποταμό και είχαν καταλάβει τις
Βρυξέλες και την Αμβέρσα (Σχεδ. 85).

β. Η προέλαση όμως των Συμμάχων σε τόσο μεγάλο βάθος αύξησε


αντίστοιχα και τις γραμμές ανεφοδιασμού τους, με αποτέλεσμα πολλές φορές να
ανακόπτεται, λόγω σοβαρών ανεφοδιαστικών δυσχερειών.

γ. Οι Προθέσεις των Συμμάχων και η Στρατηγική τους.

(1) Ο κύριος σκοπός της στρατηγικής του διασυμμαχικού


αρχιστρατήγου, στρατηγού Αϊζενχάουερ, απέβλεπε στην κατάληψη της γραμμής
του Ρήνου. Παράλληλα όμως, υποστήριζε την άποψη, ότι οι επιχειρήσεις έπρεπε
να συνεχισθούν χωρίς διακοπή, για να μην παρασχεθεί στους Γερμανούς
απαραίτητος χρόνος, ώστε να οργανώσουν αποτελεσματική άμυνα.
(2) Ο Βρετανός στρατάρχης Μοντγκόμερυ είχε ζητήσει συνάντηση
με τον Αϊζενχάουερ και τον Μπράντλεϋ (Διοικητή Αμερικανικής 12ης Ομάδος
Στρατιών) παρουσία και των Επιτελαρχών τους. Η συνάντηση έγινε στις 7
Δεκεμβρίου στο Μάαστριχτ της Ολλανδίας και αρχικά αποφασίσθηκε η
εκκαθάριση της Κάτω Ρηνανίας με συγκλίνουσες επιθέσεις από το Ρόερ και το
΄Αρνχεμ μόλις ο Μπράντλεϋ θα καταλάμβανε τα φράγματα του Ρόερ, με πιθανή
ημερομηνία για την εκτόξευση των επιθέσεων, τη 12η Ιανουαρίου. Ο
Μοντγκόμερυ πρότεινε για το θέμα αυτό, να διατηρηθούν ανέπαφες οι δυνάμεις
τους μέχρι την παραπάνω ημερομηνία και να μην αναλάβουν μεγάλης κλίμακας
επιθετικές επιχειρήσεις. Ο Αϊζενχάουερ όμως, δεν συμφώνησε με την πρόταση
αυτή, ισχυριζόμενος ότι δεν έπρεπε να παραμείνουν αδρανείς, γιατί οι Γερμανοί
θα βελτίωναν την αμυντική τους διάταξη και θα εκπαίδευαν τα στρατεύματά
τους. Κατόπιν τούτου, εξουσιοδότησε τον Πάττον (Διοικητή της Αμερικανικής
3ης Στρατιάς) να ενεργήσει και άλλη προσπάθεια για κατάληψη του Σάαρ πριν
από τα Χριστούγεννα (Σχεδ. 85).

δ. Οι Συμμαχικές Εκτιμήσεις για τις Γερμανικές Δυνατότητες.

(1) Κανένας από αυτούς που συμμετείχαν στη σύσκεψη του


Μάαστριχτ δεν πίστευε ότι οι Γερμανοί θα έκαναν απόπειρα οποιασδήποτε
αντεπιθέσεως μεγάλης κλίμακας. ΄Ολοι είχαν τη γνώμη ότι ο εχθρός λόγω
δυσμενών καιρικών συνθηκών θα προσπαθούσε να ισχυροποιήσει το μέτωπό
του. Το πρόβλημα των συμμάχων ήταν η προσπάθεια εξαναγκασμού των
Γερμανών στο να εμπλέξουν στη μάχη τις στρατηγικές Τ/Θ εφεδρείες τους.
΄Ηταν ήδη γνωστό ότι οι τέσσερις μεραρχίες της 6ης Τ/Θ Στρατιάς των SS είχαν
επανεξοπλισθεί ανατολικά του Ρήνου και ότι τέσσερις ή πέντε επιπλέον
μεραρχίες είχαν αποσυρθεί για ανασυγκρότηση. Μέχρι τις 15 Δεκεμβρίου,
παραμονή ακριβώς της επιθέσεως των Γερμανών στις Αρδένες και σε χρόνο που
οι γερμανικές δυνάμεις είχαν λάβει επιθετική διάταξη, οι εκτιμήσεις των
συμμάχων ήταν ότι πιθανόν να εκτοξεύσουν οι Γερμανοί μικρής κλίμακας
επίθεση, με σκοπό την ενίσχυση του ηθικού τους ή να καταλάβουν το ΄Ααχεν
για προσφορά πρωτοχρονιάτικου δώρου στο Χίτλερ.
(2) Υπήρχαν όμως αρκετές ενδείξεις και πολλοί ψίθυροι για
προπαρασκευή μεγάλης γερμανικής επιθέσεως για ανακατάληψη της Αμβέρσας,
όπως :
(α) Εχθρικό έγγραφο που περιήλθε στα χέρια των Συμμάχων
αποκάλυπτε ότι ο ίδιος ο Χίτλερ είχε διατάξει τη συγκρότηση ειδικής μονάδας,
την οποία θα χρησιμοποιούσαν στα μετόπισθεν των συμμαχικών γραμμών. Οι
άνδρες της θα έφεραν αμερικανικές στολές, θα χρησιμοποιούσαν αμερικανικά
υλικά και θα μιλούσαν την αμερικανική διάλεκτο.
(β) Στις 5 Δεκεμβρίου διαπιστώθηκε ότι πέντε γερμανικές
μεραρχίες αναχώρησαν από την Ολλανδία, για άγνωστη κατεύθυνση.
(γ) Το Στρατηγείο της Γερμανικής 15ης Στρατιάς
εκτοπίσθηκε στον τομέα του Ρόερ και αντικατέστησε την 5η Τ/Θ Στρατιά που
μετακινήθηκε στο Κόμπλεντζ.
(δ) Μεταξύ Κόμπλεντζ και Λουξεμβούργου εντοπίσθηκαν
τρεις από τις μεραρχίες που ανασυγκροτήθηκαν και ορισμένες από
επιστράτευση, μεραρχίες πεζικού, έφθασαν στον τομέα του ΄Αιφελ, δηλαδή
στην προέκταση των Αρδενών στη Γερμανία.
425

(ε) Τις πρώτες μέρες του Δεκεμβρίου είχαν χαθεί τα ίχνη της
6ης Τ/Θ Στρατιάς και ήταν άγνωστο που είχε μετακινηθεί.
(3) Αν και τα παραπάνω αποτελούσαν σαφείς ενδείξεις
επερχόμενης επιθέσεως, οι συμμαχικές υπηρεσίες εξακολουθούσαν να
πιστεύουν ότι δεν θα εκτοξευόταν αυτή προτού οι Αμερικανοί διαβούν τον
ποταμό Ρόερ, γιατί :
(α) Οι σύμμαχοι βρισκόντουσαν στην επίθεση για τόσο πολύ
χρόνο, ώστε δεν μπορούσαν να φαντασθούν ότι ο εχθρός θα έπαιρνε και πάλι
την πρωτοβουλία.
(β) Εφόσον εξακολουθούσαν τη δική τους επίθεση, είχαν
πεισθεί ότι ο εχθρός δεν μπορούσε να ανταποδώσει το χτύπημα
αποτελεσματικά.
(γ) Υπολόγιζαν ότι αν ο εχθρός επιχειρούσε αντεπίθεση,
αυτή θα ήταν περιορισμένη και θα υπήρχε μια άμεση απάντηση προς την
Κολωνία και τα βιομηχανικά κέντρα του Ρουρ.
(4) ΄Ολες αυτές οι σκέψεις αποδείχθηκαν λανθασμένες.
Αποδείχθηκε ότι ο Ρούντστεντ δεν είχε καμιά ανάμιξη στην τελευταία
αντεπίθεση και όχι μόνο διαφώνησε, αλλά και "ένιψε τας χείρας του" γι΄αυτή,
αφήνοντας στους υφισταμένους του τη διεξαγωγή της, περιορίζοντας το
στρατηγείο του να παίξει το ρόλο του γραφείου διεκπεραιώσεως των διαταγών
του Χίτλερ.
Η πρόβλεψη και η απόφαση της αντεπιθέσεως των Αρδενών ήταν
προσωπική ιδέα του Χίτλερ την οποία συνέλαβε στις αρχές Οκτωβρίου και
σχεδιάσθηκε από την Ανώτατη Διοίκηση της Βέρμαχτ (Επιτελείο του Χίτλερ),
με προοπτική να αρχίσει η εκτέλεσή της στα μέσα Δεκεμβρίου και παρά τη
διαφωνία του Φούντσυεντ, απαγόρευσε κάθε αλλαγή ή τροποποίηση του δικού
του σχεδίου.

2. Περιγραφή του Πεδίου της Μάχης

α. Το έδαφος της περιοχής των Αρδενών, παρουσιάζει τα παρακάτω


χαρακτηριστικά :
(1) Εδαφικές εξάρσεις ύψους μεταξύ 400 και 700 μέτρων που
διακόπτονται από πυκνό δίκτυο υδάτινων ρείθρων.
(2) Πυκνά δασωμένα τμήματα εδάφους που δυσχεραίνουν την
κίνηση και παρατήρηση.
(3) Αρκετά δρομολόγια, πλην όμως ελάχιστα από αυτά είναι καλά
και διέρχονται μέσα από πολλές στενωπούς και διασταυρώνονται επίσης με
πολλούς χειμάρρους.
(4) Κοιλάδες εξαιρετικά στενές που δεν προσφέρονται για ελιγμούς
μηχανοκινήτων σχηματισμών.
426

(5) Οι καλύτεροι οδικοί άξονες έχουν νοτιοδυτική κατεύθυνση, οι


γερμανοί όμως που επιθυμούσαν να κατευθυνθούν δυτικά και βορειοδυτικά θα
ήταν υποχρεωμένοι να προελάσουν αντίθετα προς αυτούς και να
χρησιμοποιήσουν δευτερεύουσες οδούς που ακολουθούν τις ελικοειδείς
κοιλάδες των ποταμών ή να αγωνίζονται από χωριό σε χωριό και μέσα στα
δάση. Μετά από αυτό η όλη επιχείρηση θα μετατρεπόταν σε μια μάχη για τις
οδούς και για τους οδικούς κόμβους.

β. Είναι γεγονός ότι το 1940 ο γερμανικός στρατός, κάτω από τον ίδιο
στρατάρχη Ρούντστεντ, μέσω Αρδενών, είχε εισβάλει στη Γαλλία και κατά
συνέπεια, η διαμόρφωση και οι δυσκολίες του εδάφους ήταν γνωστές στη
γερμανική διοίκηση. Και τότε όπως και τώρα, ισχυροί λόγοι την είχαν
υποχρεώσει στην εκλογή του δύσκολου αυτού εδάφους, για την εξαπόλυση της
επιθέσεώς της. Τότε, γιατί :
(1) Νότια των Αρδενών, η γραμμή Μαζινώ κάλυπτε σταθερά το
γαλλικό έδαφος και η μετωπική διάρρηξή της θα απαιτούσε πολλές δυνάμεις.
(2) Βόρεια των Αρδενών, ισχυρές Γαλλοβρετανικές δυνάμεις και ο
Βελγικός στρατός ανέμεναν πίσω από το Μεύση.

3. Γενική Κατάσταση, Δυνάμεις και Διάταξη των Αντιπάλων

α. Γερμανών.

(1) Κατά την περίοδο αυτή οι Γερμανοί είχαν κατορθώσει να


συγκεντρώσουν στο Δυτικό Μέτωπο μια δύναμη 70 περίπου Μεραρχιών από τις
οποίες 15 Τ/Θ. Από τις Τ/Θ Μεραρχίες μόνον οι οκτώ διέθεταν άρματα
τελευταίου τύπου "Πάνθηρ" και "Τίγρης". Παρά όμως τη φαινομενική
υπεροχή απέναντι στους συμμάχους σε αριθμό Μεραρχιών, στην
πραγματικότητα υστερούσαν σημαντικά από αυτές, τόσο από άποψη
παρατακτής δυνάμεως ανδρών, με το δεδομένο ότι οι Μεραρχίες τους ήταν
μικρότερης δυνάμεως, όσο και από πλευράς αρμάτων και λοιπών μέσων και
εφοδίων.
(2) Από τις δυνάμεις αυτές ο Στρατάρχης Φον Ρούντστεντ είχε
συγκεντρώσει για την επίθεση στις Αρδένες 36 Μεραρχίες από τις οποίες 10
Τ/Θ. Οι υπόλοιπες γερμανικές Μεραρχίες ήταν αναπτυγμένες σε αμυντικές
αποστολές, δεξιά και αριστερά του μετώπου επιθέσεως, βόρεια μέχρι τις
εκβολές του Μάας ποταμού και νότια κατά μήκος του Σάαρ και του Ρήνου
μέχρι τα Ελβετικά σύνορα.
(3) Οι Μεραρχίες αυτές αποτέλεσαν τη Β΄ Ομάδα Στρατιών,
Στρατάρχης Μόντελ (ΜΟDEL), που τάχθηκε στο μέτωπο των Αρδενών,
σύμφωνα με την ακόλουθη διάταξη:
427

(α) Την 6η Τ/Θ Στρατιά των SS , Στρατηγός Ντήτριχ


(DIETRICH), αξιωματικός της απόλυτης εμπιστοσύνης του Χίτλερ, στο βόρειο
τομέα των Αρδενών και αποτελούμενη από 4 Τ/Θ Μεραρχίες (1η, 2η, 9η και
12η), 4 Μεραρχίες Πεζικού (12η, 272η, 277η και 326η) και την 3η Μεραρχία
Αλεξιπτωτιστών.
(β) Την 5η Τ/Θ Στρατιά, Στρατηγός Μαντώυφελ
(MΑNTEUFFEL), στον κεντρικό τομέα των Αρδενών και αποτελούμενη από 3
Τ/Θ Μεραρχίες (116η, 2η και Τ/Θ LHEP) και 4 Μεραρχίες Πεζικού (18η, 26η,
62 και 560η).
(γ) Από τις δύο πλευρές της κύριας αρματικής προσπάθειας
(ζώνες ενεργείας 6ης και 5ης Τ/Θ Στρατιών) η 15η Στρατιά στη βόρεια και η 7η
Στρατιά (Στρατηγός Μπραντενμιέγκερ) στη νότια πλευρά.
(δ) Εκτός από τις παραπάνω δυνάμεις, μία ειδική Τ/Θ
Ταξιαρχία, Σχης Σκορτσένυ (SKORZENY), οι άνδρες της οποίας θα φορούσαν
αμερικανικές στολές και θα επέβαιναν σε οχήματα και άρματα αμερικανικής
κατασκευής, στα μετόπισθεν των συμμαχικών γραμμών, με στόχο τις γέφυρες
του Μεύση.

β. Συμμάχων

(1) Με την έναρξη της γερμανικής επιθέσεως στις 16 Δεκεμβρίου


1944, οι Σύμμαχοι διέθεταν στο Δυτικό Μέτωπο συνολικά 63 Μεραρχίες, από
τις οποίες 17 Τ/Θ. Από αυτές 40 ήταν Αμερικανικές, 15 Βρετανοκαναδικές και
8 Γαλλικές. Οι δυνάμεις αυτές είχαν κατανεμηθεί και διαταχθεί από το Βορρά
προς το Νότο όπως παρακάτω :
(α) 21η Ομάδα Στρατιών, Στρατάρχης Μοντγκόμερυ, σύνολο 15
Μεραρχίες από τις οποίες 5 Τ/Θ. Είχε καταλάβει το βόρειο τμήμα του μετώπου
και ήταν αναπτυγμένη από τις εκβολές του Μεύση μέχρι 20 περίπου μίλια
νοτιοδυτικά της συμβολής του με το Ρουρ. Η γραμμή του μετώπου
ακολουθούσε τη δυτική όχθη του Μεύση, αφήνοντας γερμανικό προγεφύρωμα
10 μιλίων περίπου δυτικά του Ρουρ. Αυτή περιλάμβανε :
1/ Την 1η Καναδική Στρατιά, Στρατηγός Κρίραρ
(CRERER), σύνολο 6 Μεραρχίες από τις οποίες 2 Τ/Θ.
2/ Τη 2η Βρεττανική Στρατιά, Στρατηγός Ντέμσεϋ
(DEMPSEY), σύνολο 9 Μεραρχίες από τις οποίες 3 Τ/Θ.
(β) 12η Ομάδα Στρατιών, Στρατηγός Μπράντλεϋ, σύνολο 31
Μεραρχίες από τις οποίες 8 Τ/Θ. ΄Ηταν αναπτυγμένη αμέσως νότια της 21ης
Ομάδας Στρατιών και το από 230 μίλια μέτωπό της ακολουθούσε αρχικά τη
δυτική όχθη του Ρουρ, αφήνοντας ένα προγεφύρωμα στους Γερμανούς
ανατολικά του ΄Ααχεν και στη συνέχεια τη δυτική όχθη του Σάαρ μέχρι και
428

πέραν του Σααρμπούκεν, στο μέσον της αποστάσεως του από το Ρήνο. Αυτή
περιλάμβανε:
1/ Την 9η Αμερικανική Στρατιά, Στρατηγός Σίμπσον
(SIMPSON), σύνολο 7 Μεραρχίες από τις οποίες 2 Τ/Θ. Είχε συγκεντρώσει τις
Μεραρχίες της σε ένα στενό μέτωπο, εύρους μόλις 18 μιλίων, αμέσως
ανατολικά του Μάαστριχτ.
2/ Την 1η Αμερικανική Στρατιά, Στρατηγός Χότζες
(HODGES), σύνολο 14 Μεραρχίες από τις οποίες 3 Τ/Θ. Κατείχε θέσεις
στο κέντρο του μετώπου της 12ης Ομάδας Στρατιών και είχε την ευθύνη
ζώνης 115 μιλίων, τα δύο τρίτα της οποίας εκτείνονταν κατά μήκος των
δασομένων Αρδενών και είχαν ανατεθεί στο αμερικάνικο VIII ΣΣ, Στρατηγός
Μίντλετον (MIDDLETON), δυνάμεως 4 Μεραρχιών από τις οποίες μία Τ/Θ
(από Βορρά προς Νότο : 106η, 4η, 28η ΜΠ και 9η Τ/Θ).
3/ Την 3η Αμερικανική Στρατιά, Στρατηγός Πάττον
(ΠΑΤΤΟΝ), σύνολο 10 Μεραρχίες από τις οποίες 3 Τ/Θ. Αυτή είχε αναπτύξει
τις Μεραρχίες της σε μέτωπο 100 μιλίων, από το Μοζέλα (στα σύνορα του
Λουξεμβούργου) μέχρι το άκρο δεξιό της 12ης Ομάδας Στρατιών.
(γ) 6η Ομάδα Στρατιών, Στρατηγός Ντέβερς (DEVERS),
σύνολο 17 Μεραρχίες από τις οποίες οι 4 Τ/Θ. Αυτή κατείχε το νότιο τομέα του
μετώπου από Στρασβούργο και, αφού άφηνε το μεγάλο επιμήκη θύλακο
πλησίον του Κολμάρ, δυτικά του Ρήνου, στους Γερμανούς, έκλεινε στα
Ελβετικά σύνορα, που στήριξε το δεξιό της και περιλάμβανε :
1/ Την 7η Αμερικανική Στρατιά, Στρατηγός Πατς
(PATCH), σύνολο 7 Μεραρχίες από τις οποίες οι 2 Τ/Θ.
2/ Την 1η Γαλλική Στρατιά, Στρατηγός Ντε Τασινύ (DE
TASSIGNY), σύνολο 8 Μεραρχίες από τις οποίες οι 2 Τ/Θ.
(δ) Κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων του Φθινοπώρου η
συμμαχική αεροπορική υπεροχή, στο στρατηγικό και στον τακτικό τομέα,
γινόταν ολοένα μεγαλύτερη και η αεροπορική υποστήριξη των χερσαίων
δυνάμεων των Συμμάχων επιδρούσε σημαντικά στην ευνοϊκή εξέλιξη των
επιχειρήσεων. ΄Οσο οι συμμαχικές Στρατιές πλησίαζαν τη γερμανική μεθόριο
είχε μελετηθεί η χρησιμοποίηση μιας τεράστιας αεροπορικής δυνάμεως, που
αριθμούσε ένα σύνολο από 15.000 περίπου αεροσκάφη (5.000 καταδιωκτικά,
6.000 ελαφρά, μέσα και βαριά βομβαρδιστικά και 4.000 αναγνωριστικά,
μεταφορικά και λοιπών τύπων), η οποία αποτελούσε την τακτική αεροπορική
δύναμη των συμμαχικών δυνάμεων του Δυτικού Μετώπου. Διοικητής της
αεροπορικής αυτής δυνάμεως ήταν ο βρετανός Στρατάρχης Αεροπορίας Τέντερ
(TENTER).
429

4. Σχέδια και Αποστολές των Αντιπάλων

α. Γερμανών

(1) Το Σεπτέμβριο του 1944, ο Χίτλερ, ενόψει της διπλής


θανάσιμης απειλής κατά της χώρας του, τόσο στο Ανατολικό Μέτωπο, που οι
Ρώσοι προπαρασκεύαζαν τη διάβαση του Βιστούλα, όσο και στο Δυτικό, μετά
τη θεαματική προέλαση των Συμμάχων προς το Ρήνο, αναζητούσε μια ευκαιρία
για να επιτεθεί κάπου, ώστε :
(α) Να πετύχει κέρδος χρόνου, με την ελπίδα ότι οι διαρκώς
τελειοποιούμενες γερμανικές εφευρέσεις νέων όπλων θα του έδιναν την τελική
νίκη επί των Συμμάχων.
(β) Να διατηρήσει το ηθικό του στρατού και του λαού του
που συνεχώς έπεφτε, με μια εντυπωσιακή νίκη σε οποιοδήποτε μέτωπο.
(2) Στο Ανατολικό Μέτωπο κατά την περίοδο αυτή, κάτι τέτοιο
ήταν αδύνατο, λόγω της συντριπτικής υπεροχής των Σοβιετικών δυνάμεων, που
είχαν ενισχυθεί και από την Αμερική με παντοειδές υλικό. Κατά συνέπεια ως
μόνη λύση απέμενε η εκτόξευση στον κατάλληλο χρόνο και τομέα του Δυτικού
Μετώπου μιας ισχυρής επιθέσεως με ευρύ στρατηγικό αντικειμενικό σκοπό.
(3) Μετά από αυτό, το επιτελείο του Χίτλερ εκπόνησε το παρακάτω
σχέδιο, το οποίο γενικά προέβλεπε :
(α) Σε πρώτη φάση οι γερμανικές δυνάμεις που θα μετείχαν
στην επιχείρηση και ιδίως οι Τ/Θ, θα ενεργούσαν σε δύο άξονες (Μαλμεντύ-
ποταμός Μεύσης προς Αμβέρσα και Βιαντέν-Μπαστόν-Ναμούρ προς Βρυξέλες)
θα πετύχαιναν τη διάσπαση του συμμαχικού μετώπου στις Αρδένες, θα
ενεργούσαν για κατάληψη των γεφυρών, μεταξύ Ναμούρ και Λιέγης, του
Μεύση και θα εξασφάλιζαν προγεφυρώματα δυτικά τούτου.
(β) Σε δεύτερη φάση, θα συνέχιζαν την προέλασή τους
βορειοδυτικά και θα καταλάμβαναν την Αμβέρσα και τις Βρυξέλες, δηλαδή την
περιοχή της κύριας βάσεως ανεφοδιασμού των Συμμάχων στο Βόρειο Τομέα
του μετώπου, για να τους εξαναγκάσουν να εκκενώσουν την ηπειρωτική
Ευρώπη.
(γ) Δύο δευτερεύουσες ενέργειες δεξιά και αριστερά του
κύριου μετώπου επιθέσεως, δηλαδή:
1/ Την πρώτη στο άκρο δεξιό, με επιδίωξη την από
Βορρά παράκαμψη της Λιέγης και την κατάληψη του Μάαστριχτ.
2/ Την δεύτερη στο άκρο αριστερό, προκειμένου να
διατηρήσει ανοικτό το νότιο χείλος του ρήγματος, από τη συμβολή Μοζάλα-
Σάαρ μέχρι την πόλη Ντινάν, και να καλύψει το αριστερό πλευρό της κύριας
ενέργειας.
430

(δ) Την υποστήριξη της επιθέσεως με ειδικές ομάδες


δολιοφθορέων (Ταξιαρχία Σκορτσένυ), είτε με ρίψη τους έγκαιρα πίσω από τις
συμμαχικές γραμμές με αλεξίπτωτα, είτε με κίνηση πάνω σε αμερικανικά τζιπ
τα οποία θα προπορεύονταν των αρμάτων.
(4) Με το παραπάνω γενικό σχέδιο υπολογιζόταν ότι το συμμαχικό
μέτωπο θα διαχωριζόταν ανεπανόρθωτα και ενώ οι συμμαχικές δυνάμεις που
βρίσκονταν νότια του ρήγματος θα εξαναγκάζονταν σε μια βαθειά σύμπτυξη
προς τα δυτικά, ο όγκος των δυνάμεων που βρίσκονταν βόρεια του ρήγματος θα
κινδύνευε να κυκλωθεί και να εξουδετερωθεί. Εκτός τούτου υπολογιζόταν ότι
σημαντικές ποσότητες καυσίμων και άλλου πολεμικού υλικού των Συμμάχων
θα ερχόταν ανέπαφο, στα χέρια τους, ώστε να ενισχυθεί η πιθανότητα μιας
επιτυχημένης γι' αυτούς παρατάσεως του πολέμου.
(5) Για την υλοποίηση του υπόψη σχεδίου δόθηκαν οι παρακάτω
γενικές αποστολές (Σχεδ. 86 και 87).
(α) Η 6η Τ/Θ Στρατιά στο Βόρειο Τομέα των Αρδενών θα
ενεργούσε και θα καταλάμβανε το Μονσχάου και το Μπούτκεμπαχ και θα
διάνοιγε την οδό προς ΄Εουπεν και Βερβιέρ. Μέσα από το ρήγμα που θα
δημιουργόταν, θα εισχωρούσαν 2 Τ/Θ Μεραρχίες και θα κατευθύνονταν προς
Μαλμεντύ και Στάβελοτ, ενώ άλλες δυνάμεις θα κάλυπταν την κίνηση από
Βορρά. Δυτικά του Στάβελοτ η ειδική Ταξιαρχία Σκορτσένυ θα κατευθυνόταν
προς τις γέφυρες του Μεύση.
(β) Η 5η Τ/Θ Στρατιά θα ενεργούσε στον κεντρικό τομέα των
Αρδενών και θα προσπαθούσε να καταλάβει τους σπουδαίους οδικούς κόμβους
Σαιντ Βιθ και Μπαστόν. Στη συνέχεια διαμέσου του Χουφαλάιζ θα
κατευθύνονταν προς βορειοδυτικά, με απώτερο σκοπό το Μεύση διαμέσου
Ναμούρ και Ντυνάν.
(γ) Η 7η Στρατιά στο Νότιο Τομέα θα περνούσε τον ποταμό
Ουρ μεταξύ Βιαντέν και Εχτερνάχ και θα εγκαθιστούσε σταθερή πλαγιοφυλακή
βόρεια του Λουξεμβούργου και της Αρλόν, ενώ η ενέργεια της 15ης Στρατιάς με
την οποία προβλεπόταν να καλυφθεί η κυρία επίθεση από Βορρά, προς την
κατεύθυνση του Μάαστριχτ, εγκαταλήφθηκε, αφήνοντας τους Συμμάχους
ελεύθερους να μεταφέρουν εφεδρείες από Βορρά.

β. Συμμάχων

΄Οπως έχει αναφερθεί, όλες οι αρχικές εκτιμήσεις που γίνονταν προ


της μάχης των Αρδενών, κατέληγαν στο συμπέρασμα ότι οι Γερμανοί δεν
μπορούσαν να εκτοξεύσουν μια ισχυρή αντεπίθεση με αντικειμενικούς σκοπούς
σε μεγάλο βάθος και ότι μόνο τοπικές και περιορισμένες αντεπιθέσεις θα
μπορούσαν να επιχειρήσουν. ΄Οπως ήταν επόμενο οι Σύμμαχοι, όχι μόνο
αμυντικό σχέδιο δεν εκπόνησαν, αλλά αντίθετα σκόπευαν να συνεχίσουν τις
431

επιθετικές τους επιχειρήσεις και δόθηκε εντολή στην 1η Αμερικανική Στρατιά


να προπαρεσκευασθεί για επίθεση κατά των φραγμάτων του Ρόερ και στην 3η
για παρόμοια ενέργεια κατά του Σάαρ. Τον τομέα των Αρδενών, τον οποίο
θεωρούσαν ως παθητικό έδαφος, κάλυψαν σχεδόν ολόκληρο μόνο με το VIII
ΣΣ, το οποίο υποχρεώθηκε να διαθέσει τις δυνάμεις του σε πολύ αραιή διάταξη
πράγμα το οποίο συντέλεσε στην ταχεία διάσπαση του μετώπου του.

5. Διεξαγωγή της Μάχης

α. Στις 0530 της 16 Δεκεμβρίου, 2.000 γερμανικά πυροβόλα άρχισαν να


βομβαρδίζουν τις αμερικανικές θέσεις. Με την κάλυψη του πυρός και της
ομίχλης, εξόρμησε το πεζικό και πίσω από αυτό 5 Τ/Θ Μεραρχίες, έτοιμες να
εκμεταλλευθούν κάθε ρήγμα (Σχεδ. 86 και 87).

β. Κατά τη διάρκεια της 16 Δεκεμβρίου, δύο ρήγματα είχαν σχηματισθεί


στο μέτωπο του VIII Aμερικανικού ΣΣ, ένα στο ύψος Μαλμεντύ-Στάβελοτ και
το άλλο προς Μπαστόν. ΄Ομως οι Γερμανοί απείχαν πολύ από την επίτευξη των
τεθέντων ΑΝΣΚ της πρώτης ημέρας. Ούτε το Σαιντ Βιθ ούτε η Μποστόν είχαν
καταληφθεί. Με τη συμπλήρωση 48ωρών τα γερμανικά άρματα είχαν επιτύχει
διεισδύσεις μέχρι βάθος 15 μόνο μιλίων, χωρίς όμως να πετύχουν την κατάληψη
ζωτικών συγκοινωνιακών κόμβων και την πλήρη εκμηδένιση των απέναντί τους
αμερικανικών δυνάμεων, πολύ δε περισσότερο να φθάσουν στο Μεύση, όπως
προβλεπόταν από το πολύ φιλόδοξο γερμανικό σχέδιο.
Ταυτόχρονα, η υποβοηθητική ενέργεια των ειδικών ομάδων σαμποτέρ
του Σκορτσένυ δεν κατόρθωσε να αποδώσει τα αναμενόμενα αποτελέσματα,
λόγω καιρικών συνθηκών και ελλιπούς ενημερώσεως των πιλότων των
αεροσκαφών που μετέφεραν τις δυνάμεις αυτές.

γ. Ο Αϊζενχάουερ πληροφορήθηκε στο στρατηγείο του την έναρξη της


γερμανικής επιθέσεως το απόγευμα της 16 Δεκεμβρίου. Η πρώτη εντύπωση
ήταν ότι η εχθρική ενέργεια δεν αποτελούσε απλή επίδειξη ή παραπλάνηση,
αλλά ότι απέβλεπε στο να ανακόψει την προέλαση προς Σάαρ και ότι ένα
ισχυρό πλήγμα είχε καταφερθεί στο VIII Αμερικανικό ΣΣ, στις Αρδένες, τον
πιο ευαίσθητο τομέα της όλης συμμαχικής διατάξεως.
Ύστερα από αυτό για να διατηρηθεί ο ζωτικός συγκοινωνιακός
κόμβος της Μποστόν, αποφασίσθηκε από την επομένη (17 Δεκεμβρίου), να
μετακινηθούν γρήγορα προς Αρδένες η 7η και η 10η Τ/Θ Μεραρχίες της 9ης
και 3ης Στρατιάς αντίστοιχα, ενώ η αποδέσμευση της διατιθέμενης από τον
Αϊζενχάουερ εφεδρείας (82η και 101η Αερομεταφερόμενες (Α/Μ) Αμερικανικές
Μεραρχίες) καθυστέρησε κάπως και η προώθησή της στο μέτωπο άρχισε μόλις
στις 18 Δεκεμβρίου. Το όριο εχθρικής διεισδύσεως εκτιμήθηκε ότι πρέπει να
432

βρίσκεται σε τέτοιο σημείο ώστε να καλύπτει τις πόλεις Λουξεμβούργου και


Σεντάν στο Νότο, την ποτάμια γραμμή του Μεύση στη Δύση και τη Λιέγη στο
Βορρά.

δ. Στο βόρειο πλευρό του ρήγματος η κατάσταση ήταν περισσότερο


σοβαρή και έπρεπε να ανακοπεί η εχθρική προέλαση με εμπλοκή στη μάχη
νέων Μονάδων, γιατί απειλούνταν οι στρατηγικοί ΑΝΣΚ (Αμβέρσα, Βρυξέλες,
αποκοπή γραμμών συγκοινωνιών των Συμμάχων κτλ). Στο Νότο όμως τα
πράγματα ήταν ευνοϊκότερα, γιατί η γερμανική πίεση εκεί ήταν μικρότερης
εντάσεως και γιατί η 3η Στρατιά του Πάττον, που ήταν έτοιμη να επιτεθεί προς
το Ρήνο, δεν είχε παρά να μεταβάλει γρήγορα μέτωπο και να ενεργήσει προς
Βορρά, στην κατεύθυνση Αρλόν-Μπαστόν, στο πλευρό της Γερμανικής
διεισδύσεως.

ε. Στο μεταξύ το βράδυ της 17ης Δεκεμβρίου το συγκρότημα Πίπερ


(αριστερή κατεύθυνση επιθέσεως της 6ης Στρατιάς, των SS) έφθασε στο
Στάβελοτ οκτώ μίλια μόνο από το Στρατηγείο της 1ης Αμερικανικής Στρατιάς
και ακόμα πιο κοντά από δύο αποθήκες βενζίνης, που περιείχαν 2 1/2
εκατομμύρια γαλόνια και τις οποίες οι Σύμμαχοι μόλις την τελευταία στιγμή
κατόρθωσαν να καταστρέψουν. Στο δεξιό του Πίπερ, οι Αμερικανικές 2η και
99η Μεραρχίες. Τηρούσαν σταθερά τη γραμμή Μοντσάου-΄Ελσενμπορν, η δε
12η των SS καθηλωνόταν ακόμα προ του Μπούτκενμπαχ από στοιχεία της
μετακινούμενης προς τον τομέα αυτόν 1ης Αμερικανικής Μεραρχίας. Η 7η Τ/Θ
Μεραρχία, που κινήθηκε το πρωί της 17 Δεκεμβρίου από περιοχή βόρεια του
΄Ααχεν, έφθασε το βράδυ στο Σαιντ Βιθ και εγκαταστάθηκε πλησίον αυτής
αντιστεκόμενη σθεναρά στις γερμανικές επιθέσεις.

στ. Βόρεια από το Σαιντ Βιθ, η ομάδα Πέιπερ, αφού ανέκοψε την
προέλασή της στράφηκε προς Βορρά, όπου αντιμετωπίσθηκε με σθεναρή
αντίσταση από την 1η Αμερικανική Στρατιά. Στο μεταξύ η 30η Αμερικανική
Μεραρχία, που μεταφέρθηκε από τον τομέα του Ρόερ, επιτέθηκε στα πλευρά
της ομάδας Πέιπερ και το βράδυ της 18ης Δεκεμβρίου ανακατέλαβε το
Στάβελοτ και απέκοψε τη γραμμή ανεφοδιασμού αυτής. Έτσι, η ελπίδα των
Γερμανών για ταχεία άφιξη στο Μεύση άρχισε να διαψεύδεται, αφού
αποκλείσθηκε και ο άξονας προελάσεως του Πέιπερ και από την 82η Α/Μ
Μεραρχία που εγκαταστάθηκε το βράδυ της ίδιας ημέρας πλησίον του
Βερμπομόν.

ζ. Νότια από το Σαιντ Βιθ, το πρωί της 18ης Δεκεμβρίου, ο Στρατηγός


Μαντώυφελ έριξε τις τρεις Τ/Θ Μεραρχίες του στο ρήγμα που είχε επιτευχθεί
(την 116η προς Χουφαλάιζ, τη 2η και LHER προς Μπαστόν). Μπροστά από
433

αυτές δεν βρισκόταν πλέον τίποτα για να ενεργήσει, παρά μόνο μια ανίσχυρη
Διοίκηση Μάχης. Στην Μπαστόν βρισκόταν το Στρατηγείο του Διοικητή του
VΙΙΙ Αμερικανικού ΣΣ, Στρατηγού Μίντλεντον, προσέτρεχαν δε προς αυτή η
101η (Α/Μ) Μεραρχία και μία Διοίκηση Μάχης της 10ης Τ/Θ Μεραρχίας. Η
Τ/Θ Μεραρχία LHER, που έφθασε το βράδυ σε απόσταση 5 μιλίων από την
Μπαστόν, αποφάσισε να την καταλάβει κατά τη διάρκεια της νύκτας. Στο
μεταξύ έφθασαν συμμαχικές ενισχύσεις και δεν έγινε δυνατή η κατάληψή της.
Στις 19 του μήνα οι Γερμανοί περιέβαλαν την Μπαστόν και κατέλαβαν το
Χουφαλάι και το Βιλτζ (Σχεδ. 87).

η. Το βράδυ της 19ης Δεκεμβρίου, από το Σαιντ Βιθ μέχρι το Ντίεκιρχ,


σε μέτωπο 25 μιλίων, η μόνη οργανωμένη αντίσταση παρουσιαζόταν στη
Μπαστόν. Ο Στρατηγός Μαντώυφελ, ζήτησε ενισχύσεις από το Στρατηγό
Μόντελ προκειμένου να κινηθεί προς το Μεύση. Ο Μόντελ διαβίβασε την
αίτησή του προς το Στρατηγείο του Χίτλερ και εισηγήθηκε, ότι, αφού ο
Ντήντριχ είχε καθηλωθεί, οι εφεδρικές, δύο Τ/Θ Μεραρχίες SS και τρεις Τ/Θ
Μεραρχίες της Βέρμαχτ θα έπρεπε να διατεθούν νότια του Σαιντ Βιθ, για να
εκμεταλλευθούν το ρήγμα που δημιούργησε ο Μαντώυφελ. Ο Χίτλερ όμως,
που επιθυμούσε για κομματικούς λόγους να καταφερθεί το αποφασιστικό
χτύπημα με την 6η Τ/Θ Στρατιά SS, του διέθεσε μόνο τις τρεις Τ/Θ Μεραρχίες
της Βέρμαχτ και κράτησε τις υπόλοιπες δύο στη διάθεση της 6ης Στρατιάς.

θ. Ο Αϊζενχάουερ διαπίστωσε ότι η κατάσταση είχε γίνει κρίσιμη. Στο


Βορρά οι Γερμανοί πλησίαζαν στη Λιέγη. Στο Νότο είχαν καταλάβει το
Χουφαλάιζ και πλησίαζαν το Λαροσέ. Στο Σαιντ Βιθ η κατάσταση
παρουσιαζόταν ασαφής. Δεν υπήρχαν διαθέσιμες δυνάμεις για να κλείσουν το
κενό μεταξύ Μπαστόν και Βερμπομόν, ούτε και να παρεμποδίσουν την
κύκλωση της Μπαστόν. Μέσω του κενού οι Γερμανοί προέλαυναν προς τη
γραμμή του Μεύση που έμεινε εντελώς ανυπεράσπιστη. Την κατάσταση
επιδείνωσαν οι άνδρες του Σκορτσένυ που προκάλεσαν μεγάλη σύγχυση στους
Συμμάχους.

ι. Οι εφεδρείες των Συμμάχων λιγοστές και αυτές στην Αγγλία, χωρίς να


μπορούν να αντιμετωπίσουν άμεσα την κρίση. Η γερμανική διείσδυση είχε
διαχωρίσει το συμμαχικό μέτωπο στα δύο. Κατόπιν τούτου ο Αϊζενχάουερ πήρε
τις παρακάτω αποφάσεις.
(1) Διέταξε τις μονάδες Μηχανικού και Ανεφοδιασμών να
κινητοποιηθούν για να εξασφαλίσουν τις γέφυρες του Μεύση από Γκιβέ μέχρι
Λιέγης, τις οποίες θα χρησιμοποιούσε το Βρετανικό ΧΧΧ ΣΣ με πρωτοβουλία
του Μοντγκόμερυ (Σχεδ. 88).
434

(2) Εξουσιοδότησε τον Πάττον να επιτεθεί από νότια προς


Μπαστόν με 4 Μεραρχίες μέχρι τις 22 Δεκεμβρίου και για να τον διευκολύνει
στην εξεύρεση των δυνάμεων, μετατόπισε βορειότερα τη ζώνη ευθύνης της 6ης
Ομάδας Στρατιών.
(3) ΄Εθεσε όλες τις δυνάμεις που βρίσκονταν βόρεια του ρήγματος
στις διαταγές της 21ης Ομάδας Στρατιών και περιόρισε την 12η Ομάδα
Στρατιών στη διοίκηση των δυνάμεων νότια του ρήγματος.

ια. Οι Ενέργειες του Μοντγκόμερυ και η Πτώση του Σαιντ Βιθ.

(1) Ο Μοντγκόμερυ προσήλθε το απόγευμα της 20ής Δεκεμβρίου


στο Τακτικό Στρατηγείο της 1ης Αμερικανικής Στρατιάς και είχε ορισμένες
διαφωνίες, όσον αφορά τον τρόπο ενεργείας, με το Στρατηγό Χότζες, οι απόψεις
του οποίου επικράτησαν. Αποφασίσθηκε οι ενέργειές τους να αποβλέπουν στην
ευθυγράμμιση του μετώπου με προέλαση και όχι με υποχώρηση, για
αποκατάσταση του συνδέσμου με τις δυνάμεις που βρίσκονταν στο Σαιντ Βιθ.
(2) Το ΧVΙΙΙ Α/Μ ΣΣ που βρισκόταν στην περιοχή Βερμπομόν-
Γκραντμενίλ και αποτελούνταν από την 82η Α/Μ Μεραρχία και μία Διοίκηση
Μάχης, διατάχθηκε να ανασυγκροτήσει τη γραμμή Μαλμεντύ-Σαιντ Βιθ-
Χουφαλάιζ και να λάβει επαφή με τις μονάδες που βρίσκονταν στην Μπαστόν.
Η ενέργεια αυτή όσο δύσκολη και αν ήταν για τις περιορισμένες δυνάμεις του
ΧVIII ΣΣ, στην πιο δύσκολη περίπτωση θα κάλυπτε τη συγκέντρωση του
Αμερικανικού VII ΣΣ, για μια περισσότερο αποτελεσματική αντεπίθεση. Τη
νύκτα της 20ής Δεκεμβρίου, η 82η Α/Μ Μεραρχία προσέγγισε στον ποταμό
Σαλμ και περιέσφιξε το δακτύλιο γύρω από τη φάλαγγα του Πέιπερ και
αποκατέστησε συγχρόνως και το σύνδεσμο με το δυτικό άκρο των δυνάμεων
που βρισκόταν στο Σαιντ Βιθ. Την επομένη όμως η γερμανική 116 Τ/Θ
Μεραρχία κατέβηκε στην κοιλάδα Ουρθ και επιτέθηκε κατά του Χαττόν, 30
μίλια δυτικά του Σαιντ Βιθ, βαθιά μέσα στα μετόπισθεν της συμμαχικής
διατάξεως. Προτού γίνει δυνατή η απόκρουση αυτής της απειλής, οι δυνάμεις
της Σαιντ Βιθ υποχώρησαν και το ΧVΙΙΙ Α/Μ ΣΣ δέχθηκε ολόκληρη την πίεση
του επιτιθέμενου 2ου Τ/Θ ΣΣ των SS. Η 1η Αμερικανική Στρατιά βρισκόταν
μπροστά από μια νέα σειρά γερμανικών επιθέσεων, ισχυρότερων από εκείνες
που είχαν θραύσει το μέτωπό της προ 6 ημερών. Συγκεκριμένα :
(α) Η πρώτη από τις νέες αυτές επιθέσεις εκτοξεύθηκε κατά του
τομέα Μαλμεντύ-Μπούλκεμπαχ - Μονσχάου, το πρωί της 21ης Δεκεμβρίου και
διήρκεσε με αυξανόμενη ένταση για δύο εικοσιτετράωρα. Οι επιτιθέμενοι δεν
κατόρθωσαν να διασπάσουν την αμυντική γραμμή και για να συγκρατηθεί αυτή,
οι Αμερικανοί διέθεσαν το μισό σχεδόν της 1ης Στρατιάς, σε στιγμές κατά τις
οποίες οι εφεδρείες τους ήταν απολύτως απαραίτητες για την αποκατάσταση του
δυτικού πλευρού του ρήγματος.
435

(β) Η δεύτερη επίθεση εκτοξεύθηκε κατά των αμερικανικών


δυνάμεων στο Σαιντ Βιθ και τις εξανάγκασε να συμπτυχθούν πέρα από τον
ποταμό Σαλμ. Η σύμπτυξη εκτελέσθηκε με τάξη, αλλά οι Γερμανοί
κατόρθωσαν να αποκτήσουν μια ξεκαθαρισμένη οδό μέσω Σαιντ Βιθ προς
Χουφαλάιζ και Σαιντ Χουμπέρ, που καταλήφθηκε στις 23 Δεκεμβρίου.
(γ) Στην κατεύθυνση της κοιλάδας του Σαλμ, εκτοξεύθηκε η
τρίτη επίθεση και υποχρέωσε τον Μοντγκόμερυ να αποσύρει την 82η Α/Μ
Μεραρχία από τη γραμμή Σαλμ και έτσι άφησε τον έλεγχο της οδού Σαιντ Βιθ-
Βιελσάλμ-Λαροσέ στους Γερμανούς.
(δ) Η τέταρτη επίθεση που απέβλεπε στην προέλαση μέσω
της Μαρσέ προς Ναμούρ, βασικά απέτυχε, πλην όμως η 2η Τ/Θ Μεραρχία των
SS , στράφηκε νοτιοδυτικά της Μαρσέ, παρέκαμψε το Ροσεφόρ και
κατευθύνθηκε προς το Ντυνάν, από το οποίο στις 23 Δεκεμβρίου απείχε μόνο
τέσσερα μίλια (Σχεδ. 88).

ιβ. Ο Μοντγκόμερυ όμως δεν ανησυχεί, αφού οι Γερμανοί δεν


κατευθύνονταν προς τη γραμμή Μεύση, μεταξύ Ναμούρ και Λιέγης. Από το
βράδυ της 21ης Δεκεμβρίου, τις γέφυρες κοντά στο Ναμούρ, στο Ντυνάν και
στο Γκιβέ, τις κατείχαν σταθερά βρετανικά στρατεύματα και το Βρετανικό ΧΧΧ
ΣΣ αναπτυσσόταν δυτικά του Μεύση, έτοιμο να εξουδετερώσει κάθε
προγεφύρωμα που ήταν δυνατόν να δημιουργηθεί, ή να αποκρούσει
οποιαδήποτε επίθεση βόρεια του ΄Ααχεν.

ιγ. Οι Αγώνες γύρω από την Μπαστόν και η Αντεπίθεση της 3ης Στρατιάς
(Πάττον).

(1) Εάν η 131η Α/Μ Μεραρχία δεν κατόρθωνε να φθάσει έγκαιρα


στη Μπαστόν τη νύκτα της 18ης Δεκεμβρίου, η γερμανική Τ/Θ Μεραρχία
LEHR (Στρατηγός Μπαγερλάιν) θα καταλάμβανε την πόλη στις 19 και τα
μηχανοκίνητα του Μαντώυφελ θα διέτρεχαν με ευχαίρεια την απόσταση μέχρι
Ντυνάν και Ναμούρ στις 19 και 20 Δεκεμβρίου. Κατά τις ημέρες εκείνες καμιά
συμμαχική δύναμη υπήρχε μεταξύ Ουρθ και Μεύση. Με τη σθεναρή όμως
άμυνα της 131ης Α/Μ Μεραρχίας, οι Γερμανοί απασχολήθηκαν για τρεις
ημέρες στην πολιορκία της Μπαστόν και έτσι δόθηκε ο χρόνος στο Στρατηγό
Χότζες να εγκαταστήσει την ισχυρή αμυντική γραμμή του μεταξύ Στάβελοτ και
Μαρσέ. Οι επιθέσεις των Γερμανών που εκτοξεύθηκαν κατ΄επανάληψη
εναντίον της Μπαστόν στις 21 Δεκεμβρίου, καθώς και προτάσεις για την
παράδοση της Φρουράς στις 22 του ίδιου μήνα, αποκρούσθηκαν από τους
αμυνομένους.
(2) Στο μεταξύ η 3η Αμερικανική Στρατιά, σύμφωνα με την
απόφαση που έλαβε στις 19 Δεκεμβρίου ο Αϊζενχάουερ, άρχισε να
436

προπαρασκευάζεται για την εκτόξευση της αντεπιθέσεως από το Νότο εναντίον


του γερμανικού θυλάκου και μέσα σε λίγο χρόνο μετέφερε τον όγκο της
δυνάμεως (τρία ΣΣ) από ανατολικά (μέτωπο Σάαρ) και κατεύθυνε τούτον προς
βορειοδυτικά. Αναλυτικότερα, η διάταξη της 3ης Στρατιάς κατά την έναρξη της
αντεπιθέσεως, ήταν η παρακάτω :
(α) Στο αριστερό (Δυτικό άκρο), το VΙΙΙ ΣΣ, που διατηρούσε και
τη διοίκηση της φρουράς της Μπαστόν.
(β) Στο κέντρο, το ΙΙΙ ΣΣ (26η, 83η ΜΠ και 4η Τ/Θ
Μεραρχία) στη γενική κατεύθυνση Αρλόν-Μπαστόν.
(γ) Στο δεξιό, το ΧΙΙ ΣΣ (4η και 5η ΜΠ, μία Διοίκηση
Μάχης της 10ης Τ/Θ Μεραρχίας και το 2ο Συγκρότημα Ιππικού).
(δ) Ανατολικά στο μέτωπο του Σάαρ, το ΧΧ ΣΣ (90ή και 95η
ΜΠ, 63η Τ/Θ Μεραρχία και 3ο και 6ο Συγκροτήματα Ιππικού) με εντολή τη
διατήρηση των "εξεχουσών" του Σάαρ και την προστασία των νώτων του
υπολοίπου της Στρατιάς.
(3) Στις 23 Δεκεμβρίου οι πολιορκούμενοι της Μπαστόν
ανεφοδιάσθηκαν με πυρομαχικά από αέρα, γιατί αυτά είχαν αρχίσει να
εξαντλούνται και έτσι τους κατέστησε ικανούς να αποκρούσουν ισχυρή
γερμανική επίθεση που εκτοξεύθηκε τη νύκτα. Η επίθεση αυτή, η ισχυρότερη
από της κυκλώσεως της Μπαστόν, έφερε ορισμένα Γερμανικά άρματα μέσα
στην πόλη. Οι Αμερικανοί όμως κατόρθωσαν να ανατρέψουν το Πεζικό που
συνόδευε αυτά και μέχρι το πρωί, να αποκαταστήσουν το ρήγμα. Η ευνοϊκή
αυτή εξέλιξη έδωσε την δυνατότητα στο αμερικανικό ΙΙΙ ΣΣ να επαναλάβει την
προχώρησή του και οι προπορευόμενες Μονάδες του να βρίσκονται, στις 24
Δεκεμβρίου, 6-8 μίλια νότια της Μπαστόν, ενώ Μονάδες του ΧΙΙ ΣΣ που
ενεργούσε δεξιά, πλησίαζαν στο Βιαντέν και ΄Εχτερναχ.
(4) Οι Γερμανοί έβλεπαν ότι δεν ήταν δυνατόν να πετύχουν τους
ΑΝΣΚ, λόγω αντιστάσεως των Συμμάχων και ελλείψεως καυσίμων. Η
αναθεώρηση επομένως του αρχικού σχεδίου ήταν επιτακτική και γι' αυτό το
λόγο υποβλήθηκε στο Χίτλερ σχετική πρόταση.
(5) Το νέο σχέδιο προέβλεπε στήριξη του αριστερού πλευρού τους
στο Μεύση και στη συνέχεια στροφή της επιθετικής προσπάθειας προς Βορρά.
Η 5η Τ/Θ Στρατιά (4 Τ/Θ Μεραρχίες θα επιτίθονταν μεταξύ των ποταμών
Μεύση και Ουρθ προς Χουί, η δε 6η Τ/Θ Στρατιά (4 Τ/Θ Μεραρχίες των SS)
μεταξύ Ουρθ και Σαλμ προς Λιέγη. Οι δυνάμεις αυτές που θα επιτίθονταν από
τον κάτω Ρόερ, σύμφωνα με το Στρατάρχη Μόντελ, θα εξοικονομούνταν,
εφόσον εγκατέλειπαν την προγραμματισμένη επίθεση στην Αλσατία για την 1η
Ιανουαρίου (Σχεδ. 86 και 88).
Ο Χίτλερ αποδέχθηκε το νέο σχέδιο, εκτός από την εγκατάλειψη της
επιθέσεως προς Αλσατία, γιατί πίστευε ότι αυτή θα προσέλκυε τις δυνάμεις του
437

Πάττον, οι οποίες απειλούσαν να λύσουν την πολιορκία της Μπαστόν και έθεσε
ως προϋπόθεση εφαρμογής του την κατάληψη της Μπαστόν.
(6) Για την κατάληψη της Μπαστόν, ο Μαντώυφελ διέθεσε και νέα
Μεραρχία (15η Μηχανοκίνητη) και είχε την πρόθεση να εκτοξεύσει τη νέα του
αυτή επίθεση από βορειοδυτική κατεύθυνση. Την παραμονή των
Χριστουγέννων όλες οι προετοιμασίες της επιθέσεως είχαν περατωθεί και στις
0300 της 25ης, οι Γερμανοί εκτόξευσαν την επίθεσή τους και κατόρθωσαν να
διεισδύσουν μέσα στις αμερικανικές γραμμές σε μέτωπο τριών μιλίων περίπου.
Τα άρματα όμως κινήθηκαν για εκμετάλλευση του ρήγματος, εξουδετερώθηκαν
όλα από τα αμερικανικά αντιαρματικά και το πρωί η γραμμή είχε και πάλι
αποκατασταθεί. Στις 26, επαναλήφθηκε η επίθεση, ήταν όμως αργά, γιατί στις
1645 μία φάλαγγα του Πάττον, έφθασε στον περίβολο και η πολιορκία της
Μπαστόν λύθηκε. Η αποτυχία της επιθέσεως των Γερμανών κατά της Μπαστόν
αποτέλεσε σοβαρό πλήγμα γι' αυτούς και τα δυσμενή αποτελέσματά της ήταν
εμφανή στις μεταξύ Ροσεφόρ και Ντυνάν γερμανικές δυνάμεις.

ιδ. Η Εξάλειψη του Θυλάκου.

(1) Την ημέρα των Χριστουγέννων η εμπροσθοφυλακή της


Γερμανικής 2ης Τ/Θ Μεραρχίας παρέμεινε αδρανής στην κορυφογραμμή πάνω
από το Ντυνά, περιμένοντας καύσιμα και ενισχύσεις. Η αναμονή αυτή
παρατάθηκε για δύο σχεδόν ημέρες κατά τη διάρκεια των οποίων η υπόλοιπη
Μεραρχία αγωνιζόταν να καταλάβει το Ροσεφόρ και το Μαρσέ. Στο αριστερό
της η Τ/Θ Μεραρχία LEHR, αγγιστρωμένη με ένα από τα Συντάγματά της στη
Μπαστόν, δεν μπόρεσε να προελάσει πέρα από το Σαιντ Χουμπέρ. Στο δεξιό
της η 116 Τ/Θ Μεραρχία είχε αναχαιτισθεί μεταξύ Μαρσέ και Χαττόν. Από τις
τρεις Τ/Θ Μεραρχίες που διατέθηκαν στην 5η Τ/Θ Στρατιά, η μία είχε διατεθεί
στο Μπούτκενμπαχ, η άλλη είχε αγκυστρωθεί στη Μπαστόν και η Τρίτη από
έλλειψη καυσίμων πλησίον της Μαρσέ. Κάτω από αυτές τις συνθήκες δόθηκε η
ευκαιρία στο Αμερικανικό VΙΙ ΣΣ να κατορθώσει μέχρι τις 27 Δεκεμβρίου να
ανατρέψει τις γερμανικές δυνάμεις γύρω από το Σεγέ και να απωθήσει αυτές
προς Ροσεφόρ.
(2) Στο μεταξύ από τις 25 μέχρι τις 29 Δεκεμβρίου ο καιρός
βελτιώθηκε αρκετά και η συμμαχική αεροπορία έκανε πολλές εξόδους (15.000
περίπου) και προσέβαλε όχι μόνο την κυκλοφορία στις Αρδένες, αλλά σε
ολόκληρη την περιοχή της Ρηνανίας με αποτέλεσμα την αναδιοργάνωση των
γραμμών μεταφοράς και στη συμβολή για την εξάλειψη του θυλάκου.
Η ήττα στη Μαστόν και το Ροσεφόρ, η έλλειψη καυσίμων και η
αποδιοργάνωση των γραμμών ανεφοδιασμού, μείωσαν την ορμή της
γερμανικής επιθέσεως. Στις 28 Δεκεμβρίου οι Σύμμαχοι είχαν πρόθεση να
εκμεταλλευθούν τις αδυναμίες αυτές των Γερμανών και αποφάσισαν να
438

διαθέσουν στον Πάττον τις τρεις εφεδρικές Μεραρχίες του Ανώτατου


Στρατηγείου Σωμ. Εκστρ. Δυνάμεων (SHAEF), για να γίνει εντονότερη η πίεση
από το νότιο πλευρό. Επίσης, αποφάσισαν να εκτοξεύσουν αντεπίθεση από το
βόρειο πλευρό, με την Αμερικανική 1η Στρατιά στις 3 Ιανουαρίου, αν στο
μεταξύ οι Γερμανικές δεν ανανέωναν την επίθεσή τους.
(3) Συγχρόνως ο Γερμανός αρχιστράτηγος του δυτικού Μετώπου
Φον Ρούστεντ προσπαθούσε να πείσει τον Χίτλερ να αποσύρει τις Στρατιές του
από τις Αρδένες πριν εκτοξευθεί ισχυρή συμμαχική αντεπίθεση, εφόσον ούτε
και το σχέδιο που αναθεωρήθηκε ήταν πλέον δυνατόν να ανανεωθεί η
προώθηση προς το Μεύση, αμέσως μετά τη διενέργεια της επόμενης φάσεως
του γενικού σχεδίου, η επίθεση δηλαδή κατά της Αλσατίας. Κάτω από αυτές τις
προϋποθέσεις διατάχθηκε ο Μόντελ να σταθεροποιήσει τις θέσεις του στις
Αρδένες, να ανασυγκροτήσει τις δυνάμεις του και να προπαρασκευασθεί για
ανανέωση της προσπάθειας προς το Μεύση και να επιτεθεί πάλι κατά της
Μπαστόν. Η τελευταία αυτή επίθεση ήταν δυνατόν να εμπλέξει πλήρως τις
δυνάμεις του Πάττον κατά το χρόνο που οι γερμανικές δυνάμεις θα εισέβαλλαν
στην Αλσατία από το Σάαρ και το θύλακο του Κολμάρ (Σχεδ.85).
(4) Μετά από αυτά οι γερμανικές δυνάμεις επιτέθηκαν από το Σάαρ
και το Κολμάρ κατά των συμμαχικών δυνάμεων στα Βόσγια, χωρίς όμως να
σημειώσουν σημαντική επιτυχία. Οι Αμερικανοί υποχώρησαν βάσει σχεδίου
και σταθεροποίησαν το μέτωπό τους στη γραμμή Μαζινώ, χωρίς να
απασχολήσουν καμία δύναμη από την κυρία μάχη των Αρδενών. ΄Οταν στις 3
και 4 Ιανουαρίου, οι Γερμανοί εξαπέλυσαν σφοδρή επίθεση κατά της Μπαστόν,
ο Πάττον διέθετε αρκετές δυνάμεις για να τους αντιμετωπίσει.
Η τελευταία αυτή μάχη ήταν η πιο ζωηρή και αιματηρή από όλη
την επιχείρηση των Αρδενών, ειδικότερα για τις τρεις νέες Μεραρχίες του
SHAEF, τις οποίες ο Πάττον αναγκάσθηκε να διαθέσει δυτικά της Μπαστόν,
για να μειώσει την πίεση πάνω στην πόλη. Κατά τη μάχη αυτή οι αμυνόμενοι
τήρησαν σταθερά τις θέσεις τους και από τις 5 Ιανουαρίου η γερμανική επίθεση
άρχισε να εξασθενεί. Από τις 3 Ιανουαρίου όμως η Αμερικανική 1η επιτιθόταν
από Βορρά και όλες οι γερμανικές Μεραρχίες χρειάζονταν για την απόκρουσή
της.
(5) Η επίθεση της Αμερικανικής 1ης Στρατιάς εμποδίσθηκε από την
αρχή λόγω της ακαταλληλότητας του καιρού, από τα χιόνια και από τα
γερμανικά ναρκοπέδια. Ο εχθρός προέβαλε πείσμονα αντίσταση και σε
διάστημα πέντε ημερών η προέλαση των Αμερικανών προς το Χουφαλάιζ,
έφθασε σε βάθος μόνο πέντε μιλίων.
Δυτικά από την οδό Μπαστόν - Χουφαλάιζ - Λιέγη βρίσκονταν
7 γερμανικές Μεραρχίες, οι οποίες για να υποχωρήσουν ανατολικά διέθεταν
μόνο μία οδό καλής καταστάσεως. Ο άξονας αυτός από τις πρώτες ημέρες της
επιθέσεως, βρισκόταν κάτω από τα πυρά του συμμαχικού πυροβολικού και ο
439

Μόντελ επειδή γνώριζε ότι το μεγαλύτερο μέρος των τεθωρακισμένων του


βρίσκονταν σε διαρκή κίνδυνο παγιδεύσεως, ζήτησε την έγκριση να αποσύρει
τις δυνάμεις του ανατολικά του Χουφαλάιζ, την οποία και έλαβε στις 8
Ιανουαρίου. Οι Αμερικανοί εξακολουθούσαν να ενεργούν συνέχεια από τις δύο
πλευρές προς την κατεύθυνση του Χουφαλάιζ, στο οποίο και συνενώθηκαν οι
1η και 3η Στρατιές τους στις 16 Ιανουαρίου. Η προέλαση όμως αυτή ήταν πολύ
βραδεία, λόγω της σθεναρής άμυνας των Γερμανών και το μεγαλύτερο μέρος
των δυνάμεων που βρέθηκαν μέσα στο θύλακο κατόρθωσε να διαρρεύσει
ανατολικά. Μετά τη συνάντησή τους στο Χουφαλάιζ οι 1η και 3η Στρατιές
πήραν μέτωπο ανατολικά και κατόπιν τούτου, αφού εξαλείφθηκε ο θύλακος,
έληξε η μάχη των Αρδενών.

6. Αποτελέσματα

Η ισχυρή γενική αντεπίθεση των Γερμανών στην περιοχή των Αρδενών


και η υπεράνθρωπη προσπάθειά τους να ρίξουν τους Συμμάχους στη θάλασσα,
τελικά, απέτυχε.
Το γεγονός αυτό οφείλεται στον ηρωισμό των Συμμάχων και στον ελιγμό
του θρυλικού Αμερικανού Στρατηγού Πάττον, ο οποίος κατόρθωσε να
μετακινήσει προς Βορρά το σύνολο της Στρατιάς του, 300.000 άνδρες, και να
διανύσει απόσταση κυμαινόμενη από 80-150 χλμ.
Η αντεπίθεση των Γερμανών στις Αρδένες καθυστέρησε το τέλος του
πολέμου για δύο μήνες. Η διάθεση ολόκληρης της γερμανικής στρατηγικής
εφεδρείας στις Αρδένες εξασφάλισε την επιτυχία της επιθέσεως του Ερυθρού
Στρατού στην Πολωνία, η οποία εκτοξεύθηκε στις 12 Ιανουαρίου στη Νότια
Πολωνία και έφερε τις Ρωσικές Στρατιές από το Βιστούλα στον Όντερ, στην
καρδιά δηλαδή της Ευρώπης. Το γεγονός αυτό ανέτρεψε την ισορροπία των
δυνάμεων που επικρατούσε μέχρι τότε στην Ευρώπη και δημιούργησε τη
μεταπολεμική ισχυρή ρωσική θέση με όλες τις δυσμενείς επιπτώσεις της για τα
φιλελεύθερα έθνη της Ανατολικής Ευρώπης.
Οι απώλειες και στις δύο πλευρές ήταν τεράστιες και η φθορά των
συμμαχικών δυνάμεων μεγάλη. Μόνο στην 1η Αμερικανική Στρατιά κόστισε
75.000 άνδρες, νεκρούς, τραυματίες κτλ. Το σύνολο των απωλειών δεν έχει
δοθεί.

7. Διαπιστώσεις - Συμπεράσματα

α. Η σοβαρότερη διαπίστωση της Μάχης των Αρδενών είναι ασφαλώς ο


πλήρης τακτικός και στρατηγικός αιφνιδιασμός που πέτυχαν οι γερμανοί και ο
οποίος παρ΄ολίγο να μετατρέψει την όλη επιχείρηση σε τραγική συμφορά για
τους συμμάχους. Μέχρι τη στιγμή που εκτοξεύθηκε η επίθεση στις Αρδένες,
440

καμία από τις συμμαχικές Διοικήσεις δεν είχε προβλέψει τέτοιας εκτάσεως
επίθεση και μάλιστα στην περιοχή στην οποία εκδηλώθηκε. Σ' αυτό συνέτειναν
οι παρακάτω παράγοντες:
(1) Η έλλειψη συμμαχικών αεροπορικών αναγνωρίσεων λόγω
δυσμενών καιρικών συνθηκών.
(2) Η μη κατανόηση από τη Συμμαχική Διοίκηση της στρατηγικής
αποτυχίας την οποία είχε υποστεί αυτή κατά τις επιχειρήσεις του Φθινοπώρου
και η, ως εκ τούτου, μη πρόβλεψη της προσπάθειας των Γερμανών για ανάληψη
της πρωτοβουλίας των επιχειρήσεων.
(3) Η υποτίμηση των γερμανικών δυνατοτήτων στην εξεύρεση
νέων δυνάμεων και μέσων για την εκτόξευση της επιθέσεως. Τον αιφνιδιασμό
που επιτεύχθηκε εκμεταλλεύθηκε κατάλληλα η ειδική Τ/Θ Ταξιαρχία του Σχη
Σκορτσένυ, της οποίας η συγκρότηση και η ορθή χρησιμοποίηση αποτελεί
υπόδειγμα τέτοιου είδους επιχειρήσεως.

β. Η αραιή διάταξη και η ελλιπής φρούρηση του τομέα των Αρδενών


που τον κάλυπταν μόνο ένα ΣΣ αναπτυγμένου σε μέτωπο 100 περίπου μιλίων,
είναι ασφαλώς άξια παρατηρήσεως. Το γεγονός αυτό προσέλκυσε το
ενδιαφέρον του επιτελείου του Χίτλερ (OSW) και δημιούργησε κατάλληλες
προϋποθέσεις για την εκτόξευση της γερμανικής αντεπιθέσεως.

γ. Ο Στρατηγός Μπράντλεϋ ισχυρίσθηκε μετά τη λήξη του πολέμου, ότι


η πιθανότητα γερμανικής επιθέσεως στις Αρδένες είχε μελετηθεί καλώς από το
επιτελείο του και ότι, με το να εγκαταλείψουν τις Αρδένες ελαφρά
φρουρούμενες, αποδέχθηκαν "έναν κίνδυνο που είχε προεκταθεί" για να
ενισχύσουν τις επιθετικές προσπάθειες βόρεια και νότια των Αρδενών. Ο
ισχυρισμός αυτός ήταν βάσιμος και ορθός για όσο χρόνο οι επιθετικές
συγκεντρώσεις της 12ης Ομάδας Στρατιών εξανάγκαζαν τους Γερμανούς να
τηρούν αμυντική στάση. Από τις αρχές όμως του Δεκεμβρίου, οι συμμαχικές
επιθέσεις είχαν σχεδόν ανασταλεί και έπρεπε κατ΄ ανάγκη να αναμένεται ότι ο
εχθρός θα ενέπλεκε τις εφεδρείες του και θα προσπαθούσε να αναλάβει την
πρωτοβουλία των επιχειρήσεων. ΄Αλλωστε ένας "κίνδυνος που έχει
προεκταθεί" προϋποθέτει έτοιμο και συντονισμένο σχέδιο αντιμετωπίσεώς του,
πράγμα το οποίο, όπως αποδείχθηκε, δεν υπήρχε όταν εκδηλώθηκε η γερμανική
επίθεση. Αλλά και μετά την προέλευση τεσσάρων ημερών από την εκτόξευση
της επιθέσεως κανένα συντονισμένο σχέδιο είχε συντάξει η 12η Ομάδα
Στρατιών, για να θέσει όλη τη μάχη κάτω από τον έλεγχό της. Από αυτό το
γεγονός, φαίνεται καθαρά, ότι το Ανώτατο Συμμαχικό Στρατηγείο και το
Στρατηγείο της 12ης Ομάδας Στρατιών ή δεν είχαν τις απαραίτητες
πληροφορίες ή δεν εκτίμησαν ορθά αυτές, ώστε να βγάλουν τις δυνατότητες του
εχθρού.
441

δ. Μόλις επιτεύχθηκε το ρήγμα στο μέτωπο της 12ης Ομάδας Στρατιών,


με το οποίο διαχωρίσθηκαν στα δύο οι συμμαχικές δυνάμεις, η Ανώτατη
Διοίκηση (SHAEF) επενέβη ορθά και έθεσε τις δυνάμεις βόρεια του ρήγματος
κάτω από τον έλεγχο της 21ης Ομάδας Στρατιών. Το μέτρο αυτό ήταν σωτήριο,
γιατί η 12η Ομάδα Στρατιών, που έδρευε στο Λουξεμβούργο, ούτε το σύνδεσμο
μπορούσε να διατηρήσει με την Αμερικανική 1η Στρατιά, που στην αρχή έδρευε
στο Σπα και στη συνέχεια, μετά την εκδήλωση της επιθέσεως, στο Σαιντ-
Φοντέν της Λιέγης, ούτε και κάποια εφεδρεία διέθετε για να επηρεάσει έστω και
μερικώς την όλη κατάσταση γύρω από το θύλακο που δημιουργόταν. ΄Αλλωστε
η 21η Ομάδα Στρατιών είχε όλο το δικαίωμα να ελέγχει την απειλή η οποία
κατευθυνόταν στα μετόπισθεν της, γιατί αυτή ήταν εκείνη η οποία θα
κυκλωνόταν εάν είχαν πραγματοποιηθεί οι σκοποί της γερμανικής επιθέσεως.

ε. Η πρωτοβουλία της 21ης Ομάδας Στρατιών για την κίνηση του


εφεδρικού Βρεττανικού ΧΧΧ ΣΣ (4 Μεραρχίες) προς τη γραμμή του Μεύση και
η ανάπτυξη των δυνάμεών του σε όλες τις διαβάσεις του ποταμού, μέχρι τις 20
Δεκεμβρίου, αποτέλεσε σωστή και γρήγορη ενέργεια που υλοποιήθηκε, γιατί
εξασφάλισε τη γραμμή του Μεύση και επέτρεψε στο Μοντγκόμερυ να
αφοσιωθεί απερίσπαστος στη στεγανοποίηση του βόρειου πλευρού του θυλάκου
και στην απόφραξη του επικίνδυνου άξονα προελάσεως των γερμανικών Τ/Θ
προς τις κατευθύνσεις Χουφαλάιζ-Βερμπομόν-Λιέγη-Αμβέρσα και Βερμπομόν-
Χουί-Βρυξέλλες. Εφόσον αποφράσσονταν οι επικίνδυνες αυτές κατευθύνσεις,
η προέλαση των Γερμανών προς τα δυτικά, δεν θα προκαλούσε κίνδυνο στις
συμμαχικές δυνάμεις, αλλά απλά με την επέκταση θα εξασθένιζε την ορμή των
επιτιθεμένων.

στ. Η ταχεία και τολμηρή κίνηση των συμμαχικών Μονάδων (7η Τ/Θ και
101 Α/Μ Μεραρχίες, Διοίκηση Μάχης 1)ης Τ/Θ Μεραρχίας) προς Μπαστόν και
Σαιντ Βιθ, αποτέλεσε έναν από τους κυριότερους παράγοντες συγκρατήσεως
της γερμανικής προελάσεως και η ηρωική άμυνα των δυνάμεων αυτών ανέκοψε
την ορμή της γερμανικής επιθέσεως και έδωσε το χρόνο στους Συμμάχους να
στεγανοποιήσουν το πλευρό του θυλάκου που δημιουργήθηκε. Ιδιαίτερα η
παράταση της άμυνας των δυνάμεων που είχαν κυκλωθεί στη Μπαστόν και η
επιτυχημένη αντιμετώπιση των επιθέσεων εναντίον τους τριών γερμανικών
Μεραρχιών αποτέλεσαν τον κυριότερο λόγο της γερμανικής αποτυχίας.

ζ. Μεταπολεμικά όλοι σχεδόν οι ιστορικοί του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου


υποστήριξαν την άποψη, ότι το γερμανικό σχέδιο για την αντεπίθεση στις
Αρδένες δεν έπρεπε να είναι τόσο φιλόδοξο και να έχει τέτοιας εκτάσεως
ΑΝΣΚ, εφόσον η γερμανική Διοίκηση δεν διέθετε ούτε τις απαραίτητες
442

δυνάμεις αλλά ούτε και αρκετές ποσότητες καυσίμων για να καταλάβει την
Αμβέρσα. Θα ήταν προτιμότερο, λένε, να επιδιώξει την ανακατάληψη του
΄Ααχεν και του τμήματος της γραμμής Ζίγκφριντ που είχε καταληφθεί από τους
Συμμάχους, που αποτελούσε επιχείρηση η οποία βρισκόταν μέσα στις
δυνατότητες των μέσων της. Η τελευταία όμως αυτή επιχείρηση, έστω και αν
είχε πετύχει, δεν θα ήταν ικανή να μεταβάλει και πολύ τη στρατηγική
κατάσταση του Δυτικού Μετώπου. Ας εξετάσουμε όμως τα γεγονότα από
γενικότερη θέση, για να δούμε προς ποιά πλευρά βρίσκεται η ορθή σκέψη
σχετικά με τον πολύ ευρύ ΑΝΣΚ που επιλέχθηκε, η Αμβέρσα και τις επιπτώσεις
γενικά της μεγάλης μάχης που διεξάχθηκε κατά τον πόλεμο στην Ευρώπη.
η. Είναι αλήθεια ότι τα διατιθέμενα μέσα και ιδίως τα αποθέματα
καυσίμων των Γερμανών δεν ήταν αρκετά για μια επιχείρηση τέτοιας εκτάσεως.
Ούτε και ήταν δυνατό να βασίζονται στη κατάληψη ανέπαφων αποθηκών
καυσίμων, καθόσον τα υλικά αυτά εύκολα καταστρέφονται λόγω της
ευφλεκτότητάς τους. Η ασθενής κάλυψη όμως του Τομέα των Αρδενών, στον
οποίο θα επεδίωκαν οι Γερμανοί το ρήγμα, η επιτυχία του αιφνιδιασμού και η
δημιουργία πανικού στις αμερικανικές δυνάμεις από την Ταξιαρχία Σκορτσένυ,
έδωσαν στη γερμανική Διοίκηση την εντύπωση ότι θα έφθανε, σχεδόν
απρόσκοπτα, τουλάχιστον μέχρι το Μεύση και ότι θα κατόρθωνε να
εκμεταλλευθεί ευνοϊκά την κατάσταση που θα δημιουργόταν. Κατόπιν τούτου
πίστεψε ότι θα αντιμετώπιζε την έλλειψη των καυσίμων και θα πετύχαινε τους
σκοπούς της.

θ. Είναι γεγονός ότι, εάν δεν υπήρχε η σκληρότητά του αμερικανικού


πεζικού το οποίο υπερασπιζόταν σθεναρά τα πλευρά του ρήγματος, εάν δεν
υπήρχε η επιδεξιότητα των οπισθοφυλακών οι οποίες καθυστερούσαν τις
φάλαγγες των Τ/Θ, εάν δεν μεταφέρονταν ταχέως οι εφεδρείες στο Σαιντ Βιθ
και Μπαστόν, εάν δεν υπήρχε η ηρωική άμυνα των δυνάμεων που
πολιορκούνταν στη Μπαστόν, εάν δεν επέμενε ο Χίτλερ στην ενίσχυση της 6ης
Τ/Θ Στρατιάς των SS αντί της 5ης, η οποία είχε δημιουργήσει το ρήγμα, τότε
διαφορετικά θα είχε εξελιχθεί η κατάσταση και η έλλειψη μόνο των καυσίμων
δεν θα ήταν ικανή να συγκρατήσει τους Γερμανούς προ του Ντυπάν.
ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΤΗΣ ΚΟΡΕΑΣ
(25 Ιουνίου 1950 - 27 Ιουλίου 1953)

1. Εισαγωγή

α. Η Ιαπωνική Κατοχή και ο Διαμελισμός της Κορέας

(1) Στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα, η Κίνα, η
Ιαπωνία και η Ρωσία άρχισαν να διεκδικούν πεισματικά την προσάρτηση της
Κορέας.
Το 1910 η Ιαπωνία, μετά από πολλούς πολιτικούς ελιγμούς και
επεισόδια ένοπλης ρήξεως, προσάρτησε την Κορέα η οποία και παρέμεινε στην
κυριαρχία της μέχρι το 1945, οπότε και απελευθερώθηκε. Σκοπός των Ιαπώνων
με την κατοχή της Κορέας, ήταν η κάλυψη του νησιωτικού τους κράτους, ο
έλεγχος των θαλασσίων γραμμών περί την Κορέα και τέλος η διάνοιξη οδού
προς τη Μαντζουρία με σκοπό την επικαρπία των μεταλλείων της.
(2) Το 1945, όταν η Ρωσία κήρυξε τον πόλεμο κατά της Ιαπωνίας,
αποφασίσθηκε η Ρωσία να απελευθερώσει το βόρειο τμήμα της Κορέας και η
Αμερική να αφοπλίσει τους Ιάπωνες στο νότιο τμήμα. Η διαχωριστική γραμμή
έγινε με σκοπό την παράδοση των Ιαπώνων και το διαμελισμό της Κορέας σε
δύο κράτη.
(3) Βέβαια, πρέπει να σημειωθεί εδώ, ότι Ρώσοι και Κινέζοι,
επιδίωκαν την απόκτηση της Κορέας, αφενός μεν για να ελέγχουν τις θαλάσσιες
γραμμές και τους γύρω από αυτές ζωτικούς εχθρικούς στόχους, αφετέρου δε
για να στερήσουν τις αντίπαλες Δυνάμεις και, κυρίως την Ιαπωνία, από μια
ιδανική και άριστη θέση επεκτάσεώς της στην Ασία. Με το στόχο αυτό, οι δύο
σύμμαχες χώρες, Ρωσία και Κίνα, προσπάθησαν να επεκτείνουν την επιρροή
τους και στο νότιο τμήμα της Κορέας.

β. Το Προοίμιο της Κομμουνιστικής Επιθέσεως

(1) Από την πρώτη στιγμή η Βόρεια Κορέα μεταβλήθηκε από τους
Ρώσους σε "σιδηρούν παραπέτασμα". Η άμεση συγκρότηση της Λαϊκής
Δημοκρατίας της Βόρειας Κορέας, υπήρξε το αποτέλεσμα εκλογών, χωρίς
Διεθνή Επίβλεψη, με ένα, μοναδικό, ψηφοδέλτιο. Το επόμενο βήμα ήταν η
οργάνωση στρατού, δυνάμεως 200.000 ανδρών με Ρώσο - Ιαπωνικό οπλισμό.
Αυτά ίσχυαν μέχρι το 1948, οπότε τα Ρωσικά στρατεύματα αποσύρθηκαν.
(2) Αντίθετα, οι ΗΠΑ, ο ΟΗΕ και η Νότια Κορέα, παρ'όλη την
αντίδραση της Βόρειας, προσπάθησαν να αποκαταστήσουν την εθνική ενότητα
και την ανεξαρτησία της Κορέας. 'Ετσι, το Μάιο του 1948, μετά από τις
ελεύθερες εκλογές και στην εθνοσυνέλευση που προέκυψε, η Κορέα,
ανακηρύχθηκε σε Δημοκρατία, με πρόεδρο τον Σύγκμαν Ρη. Ήταν η μοναδική
Κυβέρνηση, την οποία αναγνώρισε στη συνέχεια, ο ΟΗΕ.
(3) Από τότε και για τα δύο επόμενα έτη, δηλαδή από τον Ιούνιο
του 1948 μέχρι το 1950, οι Κομμουνιστές της Βόρειας Κορέας, προσπάθησαν
με διείσδυση πρακτόρων στο εσωτερικό της Νότιας Κορέας, να
προπαγανδίσουν, δημιουργώντας μεθοριακά επεισόδια και αναταραχές.
Χρησιμοποίησαν κάθε μορφή κατασταλτικών μεθόδων, χωρίς αποτέλεσμα. Η
δυναμική αναμέτρηση διαφαινόταν πια ως η μοναδική λύση που θα οδηγούσε
στην επικράτηση των Κομμουνιστών σε ολόκληρη την Κορέα.

2. Το Θέατρο του Πολέμου

α. Γεωγραφικά Στοιχεία της Κορέας

(1) Η Κορέα έχει έκταση 220.000 περίπου τετραγωνικά χιλιόμετρα


με 1.000 χιλ. μήκος και 300 χιλ. πλάτος. Το έδαφός της έχει ιδιότυπη μορφή,
είναι ορεινό, λοφώδες, με διακεκομμένες απότομες κλίσεις, υψώματα, στενές
και βαθιές κοιλάδες. Από Βορρά προς Νότο μια οροσειρά διασχίζει όλη τη
χερσόνησο με ψηλότερη κορυφή της Βόρειας Κορέας, που ανέρχεται στα 2.774
μ.
Οι μεγάλοι και μικροί ποταμοί που διασχίζουν το έδαφος, με
μεγαλύτερο το Γυαλού, μήκους 500 χιλ., ο οποίος χωρίζει την Κορέα από την
Μαντζουρία, δημιουργούν συχνά έλη και βαλτώδεις εκτάσεις που αν
συνδυασθούν με τις συχνές κορυφογραμμές, δεν παρέχουν τη δυνατότητα
αναπτύξεως μεγάλων τμημάτων επιθέσεως, αλλά την ισχυρή άμυνα όσων
αμύνονται.
(2) Οι πόλεις Σεούλ, πρωτεύουσα της Νότιας Κορέας, Ιντσόν,
επίνειό της, και Πουσάν, το μεγαλύτερο λιμάνι της χερσονήσου, αποτελούν
χώρους ιδιαίτερα στρατηγικούς που διευρύνονται από εκείνους της Βόρειας
Κορέας, η οποία έχει πρωτεύουσα την πόλη Γιάζη και επίνειο, την Τσιναμπό.
Το οδικό και σιδηροδρομικό δίκτυο, με επίκεντρο τη Σεούλ, είναι διάσπαρτο
και πυκνό σε ολόκληρη τη χώρα. Στη Νότια Κορέα βρίσκονται τα 3/5 του
πληθυσμού που ανέρχεται σε 50.000.000 κατοίκους κατά την απογραφή του
1975.

β. Η Στρατιωτική Αξία και το Θέατρο του Πολέμου της Κορέας

Η χερσόνησος της Κορέας συνδέει την Ασία με την Ιαπωνία και τα


νησιά της και ελέγχει όλες τις θαλάσσιες γραμμές που διέρχονται από την
Κίτρινη Θάλασσα.
445

Η Κορέα προσφέρεται ως μεγάλη αεροναυτική βάση εναντίον της


Ιαπωνίας, εφόσον και πολύ κοντά της βρίσκεται και μεγάλα έργα υποδομής
διαθέτει. Συγχρόνως, προσφέρεται για ενέργειες εναντίον των πλούσιων
μεταλλείων της Μαντζουρίας γιατί η συγκέντρωση και η εξόρμηση μεγάλων
στρατιωτικών δυνάμεων είναι απόλυτα εφικτή. Είναι κατανοητή, λοιπόν, η
τρομακτική στατηγική αξία της Κορέας, λόγος για τον οποίο τα γειτονικά της
κράτη, Ρωσία, Ιαπωνία και Κίνα, προσπάθησαν να την ελέγξουν ολοκληρωτικά.
Ήταν μια επιδίωξη που υλοποιήθηκε εκ μέρους της Ρωσίας και της Κίνας στη
μεγάλη σύγκρουση του 1950, η οποία κάλυψε γρήγορα ολόκληρη την Κορέα
για τρία χρόνια (Ιούνιος 1950 - Ιούλιος 1953).

3. Οι Διαδοχικές Φάσεις του Πολέμου

α. Η πρώτη φάση του Πολέμου (25 Ιουνίου - 15 Σεπτεμβρίου 1950)

(1) Εισβολή - Προέλαση Βορειοκορεατών στο Πουσάν (Σχεδ.89)


Το γενικό σχέδιο των Βορειοκορεατών προέβλεπε
αιφνιδιαστική εισβολή και επίθεση στη Νότια Κορέα κατά τον άξονα Βονσάν -
Σεούλ στα ανατολικά και Πιογκ Γιαγκ - Σεούλ στα δυτικά. Κύριος στόχος ήταν
η διάνοιξη αξόνων για τη γενική επικράτησή της επί της Νότιας Κορέας.
Η αρχική επιχείρηση στηρίχθηκε στη δύναμη 10 Μεραρχιών
ενισχυμένων με 240 ρωσικά άρματα, υποστηριζόμενα από 1.400 πυροβόλα και
το σύνολο της Αεροπορίας. Η επίθεση άρχισε στις 0800 της 25ης Ιουνίου του
1950. Ήταν μια εισβολή που στηριζόταν στις αρχές του "αστραπιαίου πολέμου"
με ταχείες διεισδύσεις στον 38ο παράλληλο, οι οποίες οδήγησαν τελικά στην
κατάληψη της Σεούλ, τέσσερις ημέρες αργότερα. Παράλληλα, οι
Βορειοκορεάτες, εκτελούσαν αμφίβιες αποβάσεις στις ανατολικές ακτές της
χερσονήσου, ενώ, αφού ενισχύθηκαν από δύο ακόμη Μεραρχίες προέλαυναν
ακάθεκτοι προς Νότο και παρά τις απώλειες που υπέστησαν από την
Αμερικανική Αεροπορία, κατέλαβαν στα τέλη Ιουλίου, ολόκληρη τη Νότια
Κορέα, εκτός απο το λιμάνι Πουσάν και την πόλη Ταγκού, την περίμετρο των
οποίων δεν μπόρεσαν τελικά να διασπάσουν.
(2) Αντίδραση των Νοτιοκορεατών και του ΟΗΕ
Η αιφνιδιαστική εισβολή των Βορειοκορεατών στη Νότια
Κορέα βρήκε την τελευταία με σοβαρές ελλείψεις σε οπλισμό και εφόδια και με
δύναμη 6 Μεραρχιών οι οποίες αναγκάσθηκαν να συμπτυχθούν αρχικά νότια
της Σεούλ και στη συνέχεια στην αμυντική περίμετρο του Πουσάν. Κατά τη
σύμπτυξη δημιουργήθηκε μεγάλο ρεύμα προσφύγων που δυσχέραινε την
κίνηση του νοτιοκορεάτικου στρατού. Ο στρατός χρησιμοποιήθηκε από τους
βορείους για να διοχετευθούν σ'αυτόν δυνάμεις οπλιτών που τοποθετήθηκαν
στα νώτα των αμυνομένων.
446

Από τις πρώτες ημέρες της εισβολής όλα τα κράτη του ΟΗΕ,
εκτός από τη Ρωσία και τα υπό αυτήν, προσέφεραν στη Δημοκρατία της Νότιας
Κορέας κάθε αναγκαία στρατιωτική βοήθεια. Έτσι, 21 κράτη διέθεσαν σταδιακά
εκστρατευτικά σώματα και Μονάδες υγειονομικού, μεταξύ αυτών και οι ΗΠΑ,
οι οποίες ανέλαβαν όλο το βάρος του αγώνα από την πρώτη στιγμή.
Ειδικότερα, οι ΗΠΑ επενέβησαν, αρχικά, με το Ναυτικό και την
Αεροπορία, ενώ, σταδιακά, προστέθηκαν Ιαπωνικές χερσαίες δυνάμεις. Τελικά,
οι δυνάμεις του ΟΗΕ που βρίσκονταν στην περίμετρο του Πουσάν υπήχθησαν
στο Στρατηγείο της 8ης Αμερικανικής Στρατιάς, δημιουργώντας σύνολο
δυνάμεων ίσο με δύο Αμερικανικά Σώματα Στρατού, τα Ι και Χ που
συγκροτήθηκαν από Αμερικανικές, Βρετανικές και Νοτιοκορεάτικες Ταξιαρχίες
και Μεραρχίες.

β. Η Δεύτερη Φάση του Πολέμου (15 Σεπτεμβρίου - 30 Οκτωβρίου


1950) (Σχεδ. 90)

(1) Επίθεση Δυνάμεων ΟΗΕ - Ανακατάληψη Νότιας Κορέας


Το Γενικό σχέδιο της Ανώτατης Διοικήσεως των Δυνάμεων του
ΟΗΕ, υπό το Στρατηγό Μακ Άρθουρ, προέβλεπε μεγάλη αποβατική επιχείρηση
για το Χ Αμερικανικό ΣΣ στην περιοχή της Ιντσόν, με σκοπό την κατάληψη της
Σεούλ.
Παράλληλα, οι δυνάμεις της 8ης Αμερικανικής Στρατιάς που
βρίσκονταν στην περίμετρο του Πουσάν, επρόκειτο να αναλάβουν γενική
επίθεση προς Βορρά, μέχρι τον 38ο παράλληλο, ενεργώντας σε 3 άξονες: το
δυτικό, τον κεντρικό και τον ανατολικό, με κύρια προσπάθεια στον κεντρικό
(Πουσάν - Ταεγκού - Ταεζάν - Σεούλ). Η απόβαση του Χ Αμερικανικού ΣΣ
έγινε στις 15 Σεπτεμβρίου του 1950 με επιτυχία και πλαισιώθηκε από μεγάλης
εκτάσεως ναυτική και αεροπορική υποστήριξη. Στις 28 Σεπτεμβρίου η
πρωτεύουσα Σεούλ που απέχει 40 μόλις χιλιόμετρα από την Ιντσόν,
καταλήφθηκε με αποτέλεσμα τη διακοπή της συγκοινωνίας μεταξύ Βόρειας και
Νότιας Κορέας και την απομόνωση κάθε σοβαρής προσπάθειας για μετάγγιση
βορειοκορεατικών εφεδριών από την περίμετρο του Πουσάν προς τη Σεούλ -
Ιντσόν και όλα αυτά κάτω από τον αποδεκατισμό της Βορειοκορεατικής
Μεραρχίας αρμάτων. Η διάσπαση της άμυνας των γύρω από το Πουσάν
βρισκόμενων Βορειοκορεατών πραγματοποιήθηκε στις 19 Σεπτεμβρίου και
ακολούθησε η ταχεία προέλαση των Συμμάχων σε βάθος και αντικατάσταση
στις 7 Οκτωβρίου του Χ Αμερικανικού ΣΣ από δυνάμεις της Στρατιάς που
έφθασαν στην περιοχή Ιντσόν - Σεούλ - Σουβόν.

(2) Σύμπτυξη Βορειοκορεατικών Δυνάμεων


447

Οι κινήσεις των Συμμάχων υπήρξαν πραγματικά ραγδαίες και


προκάλεσαν μεγάλο στρατηγικό και τακτικό αιφνιδιασμό στους αντιπάλους
τους. Η τολμηρή δια της Ιντσόν υπερκέραση και η ταχύτατη ενέργεια της 8ης
Αμερικανικής Στρατιάς άλλαξαν ριζικά την πολεμική κατάσταση, εγκλώβισαν 6
βορειοκορεατικές μεραρχίες νότια της Σεούλ και επέφεραν σοβαρά πλήγματα με
την αεροπορία, με αποτέλεσμα η ηγεσία των Βορειοκορεατών να συμπτύξει τις
δυνάμεις της στον 37ο παράλληλο.
(3) Η κατάληψη της Βόρειας Κορέας
Στις 9 Οκτωβρίου μετά από απόφαση του ΟΗΕ για κατάληψη
της Βόρειας Κορέας, η 8η Αμερικανική Στρατιά υπό το Στρατηγό Γουώκερ
αρχίζει την υπόψη επιχείρηση επί 2 γενικών αξόνων, σχέδιο που εγκρίθηκε από
τον Ανώτατο Διοικητή Μακ Άρθουρ με τον ένα άξονα δυτικά προς Πιογκ
Γιαγκ και τον άλλο ανατολικά προς Βοσόν - Χόνγκναμ με κύρια προσπάθεια
στον πρώτο. Μέχρι τα τέλη Οκτωβρίου, η 8η Αμερικανική Στρατιά δυτικά, είχε
φθάσει 60 χιλ. νότια του Γυαλού ποταμού και ανατολικά στη νότια αυτού όχθη.
Με την κατάληψη του συνόλου σχεδόν της Βόρειας Κορέας αιχμαλωτίσθηκαν
135.000 άνδρες και αποδιοργανώθηκε αισθητά ο Βορειοκορεάτικος στρατός.

γ. Η Τρίτη Φάση του Πολέμου (30 Οκτωβρίου 1950 - 31 Ιανουαρίου


1953) (Σχεδ. 91)

(1) Εισβολή - Προέλαση Κινέζων Κομμουνιστών


Η φάση αυτή περιλαμβάνει την ένοπλη επίθεση της
Κομμουνιστικής Κίνας στις εξελίξεις της Κορέας που άρχισε στα τέλη του 1950
με νυκτερινές κινήσεις πλήρως καλυμμένες που άρχισαν από τη Μαντζουρία
στις περιοχές των ποταμών Γυαλού και Τσογκ Τσον. Πρόταση του Στρατηγού
Μακ Άρθουρ για καταστροφή των γεφυρών των υπόψη ποταμών , δεν
εγκρίθηκε από τον ΟΗΕ. Έτσι, στις 25 Νοεμβρίου, 14 Κινεζικές Μεραρχίες
εξαπέλυσαν γενική επίθεση κατά των δυνάμεων του ΟΗΕ με κύρια προσπάθεια
αρχικά στον ανατολικό άξονα και στη συνέχεια στο δυτικό, όμως παρά την
ισχυρή αντίσταση της 8ης Αμερικανικής Στρατιάς τα ρήγματα που
δημιουργήθηκαν σ' αυτήν, επέτρεψαν τη διοχέτευση Κινεζικών δυνάμεων προς
το Νότο.
(2) Σύμπτυξη Δυνάμεων ΟΗΕ.
Η συντριπτική υπεροχή των Κινέζων ανάγκασε το Στρατηγό
Μακ Άρθουρ, να διατάξει την προς Νότο σύμπτυξη της 8ης Στρατιάς που έγινε
κάτω από πολύ δυσμενείς καιρικές συνθήκες με αποτέλεσμα στα τέλη
Δεκεμβρίου του 1950 να δημιουργηθεί νέα αμυντική θέση της 8ης Στρατιάς
στον 38ο παράλληλο.

(3) Ανακοπή Προελάσεως των Κινέζων


448

Την 1η Ιανουαρίου 1951, οι Κινέζοι εκτόξευσαν γενική επίθεση


με κύρια προσπάθεια προς Σεούλ και παρά τις μεγάλες απώλειες που υπέστησαν
από την Αμερικανική Αεροπορία κατέλαβαν τη Σεούλ στις 4 του ίδιου μήνα και
δέκα ημέρες αργότερα κατόρθωσαν συνεχίζοντας προς νότο να φθάσουν στη
γραμμή Σουβάν - Βανιζόν, στον 37ο παράλληλο, όπου και σταμάτησαν λόγω
της σθεναρής αντιδράσεως της 8ης Στρατιάς, των μεγάλων προβλημάτων της
ΔΜ και της μεγάλης απομακρύνσεως τους από τη Μαντζουρία.

δ. Η Τέταρτη Φάση του Πολέμου (1 Φεβρουαρίου - 15 Ιουλίου 1951)

(1) Επιθετική Επιστροφή των Δυνάμεων του ΟΗΕ (Σχεδ. 92)


Στις αρχές Φεβρουαρίου του 1951, η 8η Αμερικανική Στρατιά
ανέλαβε επιθετικές προς Βορρά επιχειρήσεις υπό ισχυρή αεροπορική
υποστήριξη. Έτσι, στις 7 Φεβρουαρίου ανακατέλαβε την Ιντσόν και 40 περίπου
ημέρες αργότερα τη Σεούλ.
Υπό τη νέα αυτή κατάσταση, οι Κινέζοι συμπτύχθηκαν στα
μέσα Απριλίου, βόρεια του 38ου παράλληλου, όπου, από την έντονη δράση της
Αμερικανικής Αεροπορίας υπέστησαν σοβαρότατες απώλειες. Από την πρώτη
ημέρα κατέρριψαν 46 Κινεζικά Αεροσκάφη ρώσικης κατασκευής τύπου Μιγκ
15.
Τα συμμαχικά αεροσκάφη που χρησιμοποίηθηκαν ήταν 1.100
χωρίς να συμπεριλαμβάνονται τα πολλά μεταφορικά , τα οποία μετέφεραν
εφόδια και λοιπά μεταφορικά. Υπάγονταν όλα στην 5η Αμερικανική
Αεροπορική Στρατιά, η Διοίκηση της οποίας είχε έδρα κοντά στην 8η
Αμερικανική Στρατιά, με στενή μεταξύ τους συνεργασία.
(2) Νέες Κινεζικές Επιθέσεις
Στις 23 Απριλίου του 1951, οι Κινέζοι αναδιοργανώνοντας τις
συμπτυγμένες δυνάμεις τους, τις ενίσχυσαν με 4 νέες Στρατιές και εξαπέλυσαν
γενική επίθεση σε όλο το μέτωπο της 8ης Αμερικανικής Στρατιάς, με κύρια
προσπάθεια προς Σεούλ. Υπό τη νέα αυτή κατάσταση, η 8η Αμερικανική
Στρατιά συμπτύχθηκε σε νέα αμυντική περιοχή, καλύπτοντας ευρέως τη Σεούλ
και την περιοχή ανατολικά της. Στις 16 Μαΐου, 21 Κινεζικές μεραρχίες και
Βορειοκορεατικές εξαπέλυσαν δεύτερη επίθεση στο Δυτικό, Κεντρικό και
Ανατολικό άξονα όπου οι δυνάμεις του ΟΗΕ ενώ στον πρώτο διατήρησαν τις
βασικές τους θέσεις, στους υπόλοιπους δύο συμπτύχθηκαν κατά 25 - 50 χιλ.
Ανεξάρτητα με τα αποτελέσματα οι απώλειες των Κινέζων υπήρξαν τεράστιες,
γεγονός που έκρινε αποφασιστικά όσα ακολούθησαν.
(3) Αντεπίθεση των Δυνάμεων του ΟΗΕ
Στις 28 Μα ΐου του 1951 η 8η Αμερικανική Στρατιά εξαπέλυσε
αντεπίθεση η οποία στέφθηκε με επιτυχία, αφού μέχρι τις 15 Ιουνίου κατέλαβε
449

θέσεις 25 - 55 χιλ. βόρεια του 38ου παράλληλου, δημιουργώντας νέα αμυντική


εγκατάσταση σ' αυτόν.

ε. Η Πέμπτη Φάση του Πολέμου (18 Ιουνίου 1953 - 27 Ιουλίου 1953)

(1) Αμυντικός Αγώνας


Οι Κινέζοι προς τα τέλη Ιουνίου του 1954 μαζί με τις
βορειοκορεάτικες δυνάμεις αποσύρθηκαν βορειότερα από την αμυντική περιοχή
της 8ης Αμερικανικής Στρατιάς, μακριά από το Αμερικανικό Πυροβολικό. Εκεί
εξαντλήθηκαν και χωρίς τη δυνατότητα άλλων εφεδρειών εγκατέλειψαν τις
επιθετικές ενέργειες και μετέπεσαν σε άμυνα. Από την άλλη, οι δυνάμεις του
ΟΗΕ δεσμευμένες από πολιτικές οδηγίες για να συνεχίσουν προς Βορρά,
διατηρούσαν την αμυντική τους στάση. Με την πάροδο του χρόνου
προωθήθηκαν οι Σχηματισμοί της 8ης Στρατιάς και στη συνέχεια οι Κινέζοι.
Έτσι, μέχρι τον Οκτώβριο του 1951 η αμυντική διάταξη των δύο αντιπάλων είχε
πλησιάσει. Προοδευτικά οι Κινέζοι στη Βόρεια Κορέα συγκέντρωσαν 70
Μεραρχίες σε ουδέτερο έδαφος.
(2) Ανακωχή Αντιπάλων (27 Ιουλίου 1953)
Οι μεταξύ των δύο αντιπάλων τοπικές συγκρούσεις, τοπικές
πάντα, συνεχίστηκαν μέχρι τις 27 Ιουλίου του 1953 οπότε και υπογράφηκε στο
Μουνσάν της Βόρειας Κορέας ανακωχή και λήξη των εχθροπραξιών.

4. Διαπιστώσεις - Συμπεράσματα

α. Πρώτη Φάση του Πολέμου (25 Ιουνίου - 15 Σεπτεμβρίου 1950)

(1) Χαρακτηριστικό της πρώτης φάσεως του πολέμου ήταν η (25


Ιουνίου - 30 Αυγούστου) κατάρρευση της Άμυνας της Νότιας Κορέας, σε 35
ημέρες. Κατά το διάστημα αυτό, οι Βορειοκορεατικές δυνάμεις διένυσαν με
επιθετικό αγώνα 500 χιλ. ορεινού και ημιορεινού εδάφους, ξεκινώντας από τον
38ο παράλληλο και φθάνοντας μέχρι το Πουσάν αν και η μηχανοκίνητη δομή
τους, όπως και η αεροπορία τους δεν ήταν ικανές για μια τόσο βαθειά και
ταχύρυθμη προέλαση.
(2) Η επιτυχής εξέλιξη των Βορειοκορεατών οφειλόταν:
(α) Στην αριθμητική υπεροχή και στον πλήρη και άρτιο
εξοπλισμό.
(β) Στην άριστη επαγγελματική κατάρτιση όλων των
στελεχών τους που είχαν υπηρετήσει στο Ρωσικό και Κινεζικό Στρατό.
(γ) Στην κατάλληλη προς πόλεμο προπαρασκευή και στην
αριστοτεχνική διεξαγωγή των επιθετικών επιχειρήσεων. Ειδικότερα,
εφαρμόσθηκαν οι παρακάτω αρχές πολέμου:
450

1/ Εφαρμογή Επιθετικής Ενέργειας σε όλο το βάθος.


Το ότι απέτυχε η διάσπαση άμυνας και του Πουσάν,
οφειλόταν στην επέμβαση των δυνάμεων του ΟΗΕ και στην Αμερικανική
Αεροπορία την οποία φαίνεται δεν ανέμεναν.
2/ Εκλογή ΑΝΣΚ και εμμονή σ' αυτον.
Η επιλογή για πλήρη εξουδετέρωση του αντιπάλου
υπήρξε ορθή αλλά η μερική τους επιτυχία υπήρξε αποτέλεσμα που σχετίζεται
και με την Αμερικανική Αεροπορία και με την απόφασή τους να μην εμπλακούν
στο χώρο νότια της Σεούλ.
3/ Πλήρης εφαρμογή της αρχής της συγκεντρώσεως των
Βορειοκορεατών τόσο κατά τις αρχικές επιχειρήσεις που απέβλεπαν στη
διάσπαση της άμυνας του 38ου παραλλήλου, όσο και στις επιχειρήσεις που
ακολούθησαν στο Ταεγκόν- Πουσάν.
4/ Αιφνιδιασμό των Νοτιοκορεατών από την Εισβολή
των Βορείων, με δεδομένες τις φιλειρηνικές διακηρύξεις της Ρωσίας και την
απόκρυψη της στρατηγικής συγκεντρώσεως των Βορειοκορεατικών δυνάμεων.
5/ Ελιγμός. Η αρχή αυτή εφαρμόσθηκε από τους
Βορειοκορεάτες με απόλυτη επιτυχία, τόσο στο στρατηγικό, όσο και στο
τακτικό πλάισιο, ιδιαίτερα, μέχρι την κατάληψη της Σεούλ, αλλά και στη
συνέχεια της προελάσεως τους μέχρι την περίμετρο του Πουσάν δεν ήταν
κατώτερη της αρχικής, αν και κατά το στάδιο των επιχειρήσεων αυτών, η
έντονη επέμβαση της Αμερικανικής Αεροπορίας μείωσε τα προβλεπόμενα
σχέδια των Βορειοκορεατών.
(3) Αυτό που πρέπει να τονισθεί εδώ, είναι η καλόπιστη
τοποθέτηση των Νοτιοκορεατών, οι οποίοι σίγουροι για τις διαβεβαιώσεις των
ετών 1945 - 1950 αφιερώθηκαν περισσότερο στην ενοποίηση ολόκληρης της
Κορέας και στην ανασυγκρότηση της παρά στην εθνική άμυνα της χώρας τους
η οποία δέχθηκε τόσες οδυνηρές δοκιμασίες με τον πόλεμο που ακολούθησε.

β. Δεύτερη Φάση του Πολέμου (15 Σεπτεμβρίου - 30 Οκτωβρίου 1950)

(1) Το κύριο χαρακτηριστικό της δεύτερης φάσεως, ήταν η


κατάρρευση και η εξουδετέρωση του Βορειοκορεατικού Στρατού, που
επέφεραν οι δυνάμεις του ΟΗΕ, ιδιαίτερα νότια της Σεούλ.
(2) Η επιτυχία των δυνάμεων του ΟΗΕ οφειλόταν:
(α) Στη ραγδαία αναδιοργάνωση και στην εξύψωση της
μαχητικής αξίας του Νοτιοκορεατικού Στρατού, η οποία μάλιστα επιτεύχθηκε
κατά τη διάρκεια της αμυνάς του γύρω από το Πουσάν, αλλά και στις μεγάλες
Δυνάμεις του ΟΗΕ και περισσότερο στις ΗΠΑ.
(β) Στον αριστοτεχνικό επιθετικό ελιγμό των Δυνάμεων του
ΟΗΕ. Αυτός στηριζόταν στην αρχή της "απόλυτης υπερκεράσεως" του
451

αντιπάλου σε μεγάλο βάθος και συνδυαζόταν με ισχυρή "μετωπική επίθεση" σε


πολλούς ταυτόχρονα άξονες. Το σχέδιο αυτό απέβλεπε στην απομόνωση και
αποκοπή του αντιπάλου από τη Ζώνη Συγκοινωνιών αφενός και αφετέρου στην
εξουδετέρωσή του. Το σχέδιο αυτό κάλυπταν χερσαίες, ναυτικές και
αεροπορικές δυνάμεις και η τόλμη στον κατάλληλο χώρο και χρόνο.
(3) Συμπερασματικά, οφείλουμε να πούμε ότι πέτυχε απόλυτα,
εξουδετερώνοντας την πολεμική μηχανή των Βορειοκορεατών εξαιτίας των
κανόνων της τακτικής πεδίου μάχης που προαναφέραμε.

γ. Άλλες Φάσεις του Πολέμου.

(1) Η περίοδος από Νοέμβριο του 1950 - 15 Ιουλίου 1951, ήταν


πολύ χαρακτηριστική εφόσον οι Κινέζοι και Κορεάτες δεν μπόρεσαν παρά τη
μεγάλη αριθμητική υπεροχή τους να εξουδετερώσουν τις δυνάμεις του ΟΗΕ.
Αυτό οφειλόταν στην τακτική των συμμάχων μας, οι οποίοι με τα σχέδια που
εφάρμοσαν δημιούργησαν σοβαρές δυσχέρειες στο σύστημα ΔΜ του εχθρού.
Γι' αυτό παρατηρήθηκε μεγάλη αδυναμία στους Κινέζους και Κορεάτες να
προωθήσουν προσωπικό και υλικό για αναπλήρωση των απωλειών τους και
ενίσχυση των μαχόμενων Μονάδων που βάλλονταν συνεχώς σε όλο το βάθος
από την Αμερικανική Αεροπορία.
(2) Χαρακτηριστική, επίσης, ήταν η εκμετάλλευση από την 8η
Αμερικανική Στρατιά όλων των αδυναμιών του αντιπάλου, ώστε να υποχρεωθεί
ο τελευταίος να συμπτυχθεί προς Βορρά αφήνοντας αναγκαστικά το έδαφός του
και μεγάλες απώλειες προσωπικού και υλικού.
(3) Γενικά με την ιδιόμορφη τακτική πεδίου μάχης που εφάρμοσαν
οι σύμμαχοι, εκείνης που περιλάμβανε υποχρεωτικούς ελιγμούς σε βάθος και
άμεσες επιθετικές επιστροφές, κατάφεραν μεγάλο πλήγμα στον εχθρό
φθείροντας αισθητά τον πολυπληθέστερο στρατό, ο οποίος όμως δε διέθετε
μηχανοκίνητα μέσα και αεροπορία.

δ. Κινεζική Τακτική Πεδίου Μάχης

(1) Αν και οι Κινεζικές και Κορεατικές δυνάμεις εφάρμοσαν αρχές


πολέμου που συνέπιπταν με αυτές των Δυνάμεων του ΟΗΕ, προέκυψαν σ'
αυτές καθ' οδόν διαφορές απόψεων, αρκετά σημαντικές που οφείλονταν στο
Δόγμα του Μάο - Τσε - Τουγκ και μερικώς της Σοβιετικής πολιτικής με
σοβαρές φυσικά συνέπειες.
(2) Οι Κομμουνιστικές δυνάμεις διέθεταν μια πολύ συγχρονισμένη
πολεμική μηχανή και καλά μελετημένο σχέδιο. Μετά από λεπτομερείς
αναγνωρίσεις ενεργούσαν αθέατες διεισδύσεις σε βάθος προτιμώντας τον
452

νυκτερινό αγώνα για τη βελτίωση της θέσεώς τους και εκείνου της ημέρας για
τη διευκόλυνση των επιχειρήσεων, χρησιμοποιώντας την άτακτη δράση.
(3) Σε όλο τον αμυντικό αγώνα οι Κομμουνιστικές Δυνάμεις
διεκδικούσαν τα εδάφη σπιθαμή προς σπιθαμή, επιζητώντας τη μεγάλη φθορά
του αντιπάλου. Γι΄ αυτό η οργάνωση των τοποθεσιών υπήρξε σχολαστική προς
όλες τις κατευθύνσεις και η εκσκαφή του εδάφους τέλεια, ώστε να διαθέτει
αριστοτεχνική απόκρυψη.
(4) Όμως η εφαρμογή τακτικής των Κομμουνιστικών Δυνάμεων
παρουσίασε μειονεκτήματα που βάρυναν πολύ αρνητικά. Αρχικά δε διατήρησαν
τη μυστικότητα που απαιτούσε η προπαρασκευή των επιθετικών τους
ενεργειών. Στη συνέχεια αποδείχθηκε ότι δεν άντεξαν σε πολυήμερες ενέργειες
βάθους εφόσον νοσούσε η ΔΜ και οι δυνάμεις βάλλονταν από την Αεροπορία
και τα συμμαχικό Πυροβολικό. Το πλεονέκτημα της συντριπτικής τους
αριθμητικής υπεροχής μεταβλήθηκε σε μειονέκτημα, γιατί δημιουργούσε
μεγάλο πρόβλημα ΔΜ.
(5) Τέλος, οι δυσμενείς καιρικές συνθήκες, ιδίως κατά το χειμώνα
είχαν βαρύτατες συνέπειες για τους Κομμουνιστές λόγω ελλείψεως κατάλληλων
μέσων που συσώρευαν επιπρόσθετα προβλήματα στην άσκηση της Διοικήσεως
η οποία δε διέθετε επαρκή μέσα επικοινωνιών. Πάντως, ανεξαιρέτως όλων
αυτών οι Κομμουνιστικές Κορεατικές δυνάμεις υπήρξαν για τις δυνάμεις του
ΟΗΕ ένας σοβαρός και υπολογίσιμος εχθρός καθόλη τη διάρκεια του πολέμου.
ΑΡΑΒΟΪΣΡΑΗΛΙΝΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ
(5 - 10 Ιουνίου 1967)

1. Εισαγωγή

α. Με την ανακήρυξη του Ισραήλ σε ανεξάρτητο κράτος, στις 14 Μαΐου


1948, αρχίζει μια εποχή συνεχών και σφοδρών συγκρούσεων μεταξύ Αράβων
και Ισραήλ. Αυτό οφειλόταν στη μη αναγνώριση εκ μέρους των Αράβων, του
νεοϊδρυθέντος κράτους με το οποίο υπήρξαν μέχρι το 1956 καθημερινές
συγκρούσεις εξαιτίας των μεθοριακών επεισοδίων.

β. Μετά τον πόλεμο του Οκτωβρίου του 1956 μεταξύ Ισραήλ-Αιγύπτου


και την επέμβαση των ΄Αγγλο-Γάλλων κατά της Αιγύπτου, η Γενική Συνέλευση
του ΟΗΕ αποφάσισε την αποστολή ειρηνευτικής δυνάμεως 3.375 ανδρών, που
θα στάθμευε κατά μήκος των συνόρων των δύο χωρών με ιδιαίτερη προσοχή
στον κόλπο της ΄Ακαμπα και στην περιοχή της Γάζας.

γ. Όμως, παρά την εγκατάσταση της ειρηνευτικής δυνάμεως, τα


μεθοριακά επεισόδια κατά μήκος των συνόρων Ισραήλ, Ιορδανίας και Συρίας
εξακολουθούσαν, με αποτέλεσμα να δοθεί η μεγάλη ευκαιρία στις δύο
υπερδυνάμεις, ΗΠΑ και ΕΣΣΔ, ώστε, η ενεργός ανάμειξή τους στο χώρο, να
μετατραπεί σε έναν τεράστιο ανταγωνισμό που απέβλεπε στην όσο το δυνατό
μεγαλύτερη επιρροή της καθεμιάς υπερδυνάμεως, στα κράτη της περιοχής.
Επιρροή, που θα εξασφαλιζόταν με οικονομική βοήθεια, εξοπλισμούς,
βιομηχανικές επενδύσεις κτλ.

δ. Έτσι, με τη συνεχιζόμενη ένταση μεταξύ των δυο πλευρών, των


Αραβικών κρατών δηλαδή και του Ισραήλ, συνέβησαν τα παρακάτω :
(1) 20 Μαΐου 1967. Ολοκλήρωση της μερικής κινητοποιήσεως
εφεδρειών του Ισραήλ.
(2) 22 Μαΐου 1967. Κλείσιμο των στενών του Στενού του Τιράν για
όλα τα Ισραηλινά πλοία και αποκλεισμός του Κόλπου της ΄Ακαμπα, από την
Αίγυπτο.
(3) Διαμαρτυρία των ΗΠΑ για τον αποκλεισμό του κόλπου της
΄Ακαμπα, τη θάλασσα του οποίου διακήρυσσαν ως διεθνή θαλάσσια οδό. Τη
διακήρυξη αυτή υπερασπίζει σταθερά η Μ. Βρετανία, θέτοντας σε επιφυλακή
τα πλοία της στη Μεσόγειο και συνεργαζόμενη με όλα τα έθνη, προκειμένου να
πετύχει γενική αναγνώριση, δηλώνοντας, ταυτόχρονα, ότι δεν αποκλείει, ακόμα
και κοινές με τις ΗΠΑ στρατιωτικές ενέργειες, με σκοπό τον ελεύθερο διάπλου
της περιοχής.
(4) 28 Μαΐου 1967. Συνέντευξη τύπου του προέδρου της Αιγύπτου
Νάσερ και δήλωση του για τη Διώρυγα του Σουέζ. "Τα στενά του Τιράν είναι
Αιγυπτιακά χωρικά ύδατα επί των οποίων εξασκούμε τα κυριαρχικά μας
δικαιώματα. Αν ξεσπάσει πόλεμος με το Ισραήλ, το καθεστώς στην Διώρυγα
του Σουέζ θα παραμείνει αμετάβλητο και σε περίπτωση ξένης επεμβάσεως δε
θα υπάρξει πλέον Διώρυγα του Σουέζ".
(5) 28 Μαΐου 1967. ΄Εκθεση του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ
προς τα Ηνωμένα ΄Εθνη (ΗΕ) στην οποία δηλώνεται το αναπόφευκτο Ισραηλο-
Αιγυπτιακού πολέμου και βεβαιώνεται η απομάκρυνση των ειρηνευτικών
δυνάμεων του ΟΗΕ, εφόσον η Αίγυπτος, θεωρούσε το έργο τους πολύ
επικίνδυνο.
(6) 29 Μαΐου 1967. Λόγος του προέδρου της Αιγύπτου Νάσερ στη
Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ. "Αν τα δυτικά κράτη μας αγνοήσουν και
αρνηθούν τα δικαιώματά μας, θα τα διδάξουμε πως να μας σέβονται. Δεν
αντιμετωπίζουμε το Ισραήλ, αλλά εκείνους οι οποίοι δημιούργησαν το Ισραήλ".
(7) 31 Μαΐου 1967. Αιφνίδια υπογραφή Συμφώνου Άμυνας μεταξύ
Αιγύπτου και Ιορδανίας, στο Κάιρο, γεγονός που οδήγησε στη μετάπτωση από
την ειρήνη στον πόλεμο.

ε. Οι Άγγλο-Αμερικανικές διπλωματικές κινήσεις, που σκοπό είχαν να


εξασφαλίσουν την ελεύθερη ναυσιπλοΐα στον κόλπο της Άκαμπα, απέτυχαν, σε
σημείο που ο πόλεμος να θεωρείται πια βέβαιος και να υπολείπεται μόνο η
ημερομηνία ενάρξεως.

στ. Παράλληλα, οι έντονες προπαρασκευές για τον πόλεμο, από τα


Αραβικά Κράτη και το Ισραήλ, είχαν ως αποτέλεσμα τα πυκνά μεθοριακά
επεισόδια και τις συχνές παραβιάσεις του εναέριου χώρου. Αποκάλυπταν πια,
ότι η κήρυξη του πολέμου, είχε ήδη φθάσει στο παραπέντε.

ζ. 3-4 Ιουνίου 1967. Μυστική σύσκεψη Ισραηλινών, στην οποία


αποφασίσθηκε η επίθεση από το Ισραήλ. Η ανάληψη δράσεως θα στηριζόταν
στον αιφνιδιασμό, τον οποίο, ελάχιστοι των εντός και εκτός της χώρας,
ανέμεναν. Οι εκτιμήσεις των ειδικών ήταν, ότι οι ΗΠΑ δε θα τηρήσουν την ίδια
τακτική του 1956 και ότι η Σοβιετική Ένωση δε θα επενέβαινε.

2. Περιγραφή των Πεδίων των Μαχών

α. Χερσόνησος του Σινά

Η χερσόνησος του Σινά, περιοχή που καλύπτεται από αχανείς


αμμώδεις εκτάσεις και όγκους άγονων οροσειρών, είναι αυτή που χωρίζει την
455

Αφρική από την Ασία και τη Μεσόγειο από τον Ινδικό Ωκεανό. Θεωρείται ένας
πολύ ευνοϊκός και κατάλληλος χώρος για ένα σύγχρονο πόλεμο. Αυτό που
χαρακτηρίζει τον τόπο αυτόν είναι η απόλυτη ερήμωση που ευνοεί τις πολεμικές
συγκρούσεις, μια και δεν εμπλέκεται σ΄αυτές αστικός πληθυσμός, και χιλιάδες
άρματα μπορούν να κάνουν ελιγμούς μαχόμενα μέσα στον κονιορτό της
ερήμου.
Η χερσόνησος του Σινά προσφέρει μια κύρια διάβαση προς το Σουέζ,
της Μίτλα, και δευτερεύουσες ορεινές, υποχρεωτικές όλες για την κίνηση προς
Αίγυπτο, που βρίσκονται ανατολικά της διώρυγας. Η έρημος του Σινά έχει
γνωρίσει πολλούς κατακτητές από τον εκπολιτιστή της Ασίας Μέγα Αλέξανδρο
μέχρι το Μέγα Ναπολέοντα.

β. Κόλπος της ΄Ακαμπα

Διεισδύει βαθιά στην άλλοτε Παλαιστίνη. Με τον κόλπο αυτό


συνορεύει η Αίγυπτος, η Σαουδική Αραβία, η Ιορδανία και το Ισραήλ, γι΄αυτό
και έχει μεγάλη στρατηγική αξία όλη η περιοχή. Το κλείσιμο του κόλπου από το
Νάσερ αποτελούσε στέρηση της ναυσιπλοΐας από το Ισραήλ.

γ. Περιοχή Ραφά-Ελ Αρίς - Γάζας

Νότια της Ραφά υπάρχει μια σειρά αδιάβατων αμμόλοφων και η πόλη
Ελ Αρίς που βρίσκεται πάνω στη σιδηροδρομική γραμμή από την Καντάρα
(διώρυγα) προς τη Γάζα και αποτελεί την κύρια βάση ανεφοδιασμού των
Αιγυπτίων στο Σινά. Το αεροδρόμιο που βρίσκεται στην περιοχή, έχει πολύ
μεγάλη αξία και αποτελεί με τη διώρυγα της Γάζας τον ΑΝΣΚ, του Ισραήλ. Το
οχυρό Τζιραντέχ στην περιοχή του Ελ Αρίς, καθιστά το Βόρειο Τομέα των
Αιγυπτίων πολύ ισχυρό.

δ. Περιοχή Αμπού Αγκέιλα

Νότια της λωρίδας της Γάζας βρίσκεται το Αμπού Αγκέιλα το οποίο


δεσπόζει στην περιοχή και αποτελεί μεγάλο συγκοινωνιακό κόμβο του
δρομολογίου Ελ Αρίς-Γκέμπελ Λιμνί και Εϊλάτ. Όποιος κατέχει τον κόμβο
αυτόν ελέγχει την κύρια γραμμή προελάσεως από την περιοχή Νιτσάνα πρός
τον Κεντρικό Τομέα της χερσονήσου του Σινά και στη συνέχεια προς τη
Διώρυγα του Σουέζ.
ε. Περιοχή Αποικισμού

Είναι οι ιδιαίτερα τρωτοί χώροι αποικισμού του Ισραήλ κατά μήκος


της Συριακής μεθορίου. Αυτοί βρίσκονται σε χαμηλό επίπεδο στο οποίο
456

δεσπόζει η Συριακή οροσειρά με τα υψώματα του Γκολάν τα οποία υψώνονται


απότομα ανατολικά.

στ. Ιερουσαλήμ

Η Ιερή πόλη του Χριστιανισμού, Ιερουσαλήμ, βρίσκεται πολύ κοντά


στα σύνορα και αποτελεί πολιτικής φύσεως ΑΝΣΚ και όχι στρατιωτικής. Είναι
συμβολή οδικού δικτύου και μόνο με την οροσειρά μεταξύ Ιερουσαλήμ-
Ραμαλάκ αποκτά στρατιωτική σημασία, εφόσον δεσπόζει στην περιοχή και
δημιουργεί ευμενείς ή δυσμενείς συνθήκες για όποιον κινείται προς τη Νεκρά
Θάλασσα και τον Ιορδάνη ποταμό.

ζ. Περιοχή Ναμπλούς

Δυτικά της όχθης του Ιορδάνη βρίσκεται η περιοχή Ναμπλούς με την


ομώνυμη πόλη που αποτελεί συγκοινωνιακό κόμβο στο Βόρειο Τομέα. Σε
περίπτωση καταλήψεως της Ναμπλούς και σε συνδυασμό με την περιοχή της
Ιερουσαλήμ και της Χεβρών στο Νότο, εξασφαλίζεται απόλυτα το δυτικό τμήμα
της πεδιάδας του Ιορδάνη. Η ταχεία κατάληψη της πρωτεύουσας της Ιορδανίας
Αμάν, εξασφαλίζεται, εφόσον χρησιμοποιηθούν επιπλέον και ταχυκίνητες
μονάδες Τεθωρακισμένων και Πεζικού.

η. Ισραηλο-Συριακή Μεθόριος

Βόρεια της θάλασσας της Γαλιλαίας εκτείνεται μια οροσειρά στην


οποία οι Σύριοι είχαν κατασκευάσει μια ολόκληρη "Γραμμή Μαζινώ". Το βάθος
της τοποθεσίας αυτής μεγαλύτερο από 10 χλμ., δε διέθετε πρώτη, δεύτερη ή
τρίτη γραμμή άμυνας, αλλά αμέτρητες σειρές οχυρών και πυροβολείων, έργο
τεράστιο. Το όλο σύστημα άμυνας είχαν επιβλέψει Σοβιετικοί σύμβουλοι.
Τέλος, το οροπέδιο της περιοχής Κουνέιρα-Μπουλμιζιέ διαθέτει ένα ειδικό
δίκτυο με μεγάλη στρατιωτική αξία, αφού δεσπόζει σε ολόκληρη την περιοχή
εμποδίζοντας τη μετακίνηση τμημάτων από τον Ιορδάνη προς τη Δαμασκό.

3. Γενική Κατάσταση, Δυνάμεις και Διάταξη των Αντιπάλων

Οι δυνάμεις Ισραήλ-Αράβων εμφανίζονται στον Πίνακα 1. Η διάταξη


των δυνάμεων με την έναρξη των επιχειρήσεων φαίνεται στα Σχεδιαγράμματα
93, 94, 95 για τα μέτωπα του Σινά, της Ιορδανίας και της Συρίας, αντίστοιχα.
457

4. Σχέδια και Αποστολές Αντιπάλων

α. Ισραηλινών

(1) Η στρατιωτική ηγεσία του Ισραήλ κατέφυγε στη διαπίστωση ότι


η συντριβή του εχθρού θα εξασφαλιζόταν μόνο στην περίπτωση που το Ισραήλ
θα αναλάμβανε την πρωτοβουλία των επιχειρήσεων και θα πετύχαινε τακτικό
αιφνιδιασμό με πρωτεύοντα ΑΝΣΚ την αστραπιαία και ταυτόχρονη
εξουδετέρωση της εχθρικής αεροπορίας στην Αίγυπτο, στην Ιορδανία και στη
Συρία σε συνδυασμό με επίθεση εναντίον των χερσαίων δυνάμεων της
Αιγύπτου.
(2) Το σχέδιο προέβλεπε:
(α) Την καταστροφή των διαδρόμων των κυριότερων
αεροδρομίων και των αεροσκαφών τους με αιφνιδιαστική και αστραπιαία
αεροπορική προσβολή.
(β) Τριπλής κατευθύνσεως επίθεση εναντίον της
Χερσονήσου του Σινά: "Α" προς Γάζα-Ελ Αρίς, "Β" προς Αμπού Αγκέιλα,
Γκέμπελ-Λιμνί και "Γ" προς Κουντίλα-Διάβαση Μίτλα με ΑΝΣΚ τη Διώρυγα
του Σουέζ, τον ομώνυμο κόλπο και τη συντριβή των Αιγυπτιακών δυνάμεων.

(γ) Διατήρηση διήμερης αμυντικής διατάξεως στη μεθόριο


προς Ιορδανία και Συρία με σκοπό την αγκίστρωση των εκεί δυνάμεων, ώστε να
κινηθούν προς ενίσχυση των Αιγυπτίων. Σύμφωνα με το σχέδιο, οι Ισραηλινοί
θα ήταν απερίσπαστοι να χρησιμοποιήσουν το μεγαλύτερο μέρος των δυνάμεών
τους κατά της Χερσονήσου του Σινά, όπου και οι πρώτοι ΑΝΣΚ, πεπεισμένοι
ότι Ιορδανοί και Σύριοι δε θα ενεργούσαν επιθετικά όπως το 1956.
(δ) Μετά την ευόδωση των επιχειρήσεων στη Χερσόνησο
του Σινά, επιθετική ενέργεια με ταχυκίνητες Μονάδες Πεζικού και
Τεθωρακισμένων, σε συνδυασμό με ρίψη αλεξιπτωτιστών για κατάληψη των
ΑΝΣΚ, Οροπέδιο Νμπλούς και κοιλάδας Ιορδάνη στην Ιορδανία και υψιπέδων
Κουνέιτρα και Μπουτμιγιέ στη Συρία.

β. Συμμάχων

(1) Αιγυπτίων
Η διάταξη των Αιγυπτιακών δυνάμεων κατά το Στρατηγό Ταλ,
διοικητή Τ/Θ του Ισραήλ ήταν απόλυτα επιτυχής. Το σχέδιο προέβλεπε:
(α) Επιθετική ενέργεια των προς Ανατολάς Μονάδων, διέλευσή
τους στη νότια Νεγκέβ και με ειδικά τμήματα Πεζικού και Τεθωρακισμένων
στα Δυτικά της Κουντίλα, προκειμένου να συνδεθούν με τις δυνάμεις της
Ιορδανίας με ΑΝΣΚ την αποκοπή του Εϊλάτ από το υπόλοιπο Ισραήλ.
458

(β) Αμυντική ενέργεια που αποσκοπούσε στην παρεμπόδιση


των Ισραηλινών να προελάσουν προς τη Διώρυγα του Σουέζ, δια της
Χερσονήσου του Σινά. Το υπόψη σχέδιο δεν προέβλεπε απόφραξη της νότιας
διαβάσεως προς τη Χερσόνησο εναντίον της οποίας ενήργησε επιθετικά ο
Στρατηγός Γιόφφε.
(2) Ιορδανών
Το σχέδιο προέβλεπε επιθετική ενέργεια προς το όρος Σκοπόν
στην περιοχή της Ιερουσαλήμ και αμυντική διάταξη στην περιοχή Ναμπλούς για
την εξασφάλιση της κοιλάδας του Ιορδάνη.
(3) Συρίων
Το σχέδιο προέβλεπε διείσδυση στο Ισραήλ από τρεις
κατευθύνσεις. Το σχέδιο αυτό βρέθηκε από Ισραηλινούς στην Κουνέιτρα και
τελικά δεν εφαρμόσθηκε.
(α) Κατεύθυνση "Α", από Μισμάρ Αγιαρντέν προς τη Χάιφα και
από εκεί ένα τμήμα να προσχωρήσει νότια προς Ναζαρέτ.
(β) Κατεύθυνση "Β", κοιλάδα Ιορδάνη- Τελ Καζίρ και από
εκεί από προς Αφούλα.
(γ) Κατεύθυνση "Γ", από Λίβανο προς ΄Ακραν με κύρια
προσπάθεια μέσω του Μισμάρ Αγιαρντέν.

5. Διεξαγωγή της Μάχης

α. Το Ισραήλ όπως ήταν φυσικό, ήταν υποχρεωμένο να αντιμετωπίσει


ταυτόχρονα την Αίγυπτο (Χερσόνησο του Σινά και Λωρίδα της Γάζας), την
Ιορδανία και τη Συρία, διεξάγοντας τριμέτωπες επιχειρήσεις που θα
περιγραφούν παρακάτω :

β. Αεροπορική Προσβολή

Πριν αρχίσει η περιγραφή των χερσαίων επιχειρήσεων, θα


αναφερθούμε στην Ισραηλινή αεροπορική προσβολή, η οποία
πραγματοποιήθηκε με την έναρξη των επιχειρήσεων στις 0745 της 5 Ιουνίου
1967.
(1) Αστραπιαία Ισραηλινή αεροπορική επίθεση εναντίον δέκα από
τα δεκαεννέα Αιγυπτιακά αεροδρόμια. Η επίθεση, αιφνιδιαστική,
αποτελεσματική και εξαιρετικά πετυχημένη υπήρξε το αποτέλεσμα της ύψιστης
ακριβείας των πληροφοριών των ειδικών υπηρεσιών του Ισραήλ.
(2) Με την έναρξη της προσβολής, καταστράφηκαν στο έδαφος τα
2/3 των Αιγυπτιακών αεροσκαφών, μεγάλος αριθμός ραντάρ και οι
περισσότεροι διάδρομοι προσγειώσεως. Το νευραλγικό αεροδρόμιο του Σινά
459

"Ελ Αρίς", έμεινε ηθελημένα ανέπαφο για να χρησιμοποιηθεί από το Ισραήλ ως


βάση ανεφοδιασμού και διακομιδής τραυματιών.
(3) Το υπόλοιπο μέρος της μαχητικής αεροπορίας του Ισραήλ,
προσέβαλε τις προμεσημβρινές ώρες αεροπορικές βάσεις της Ιορδανίας και της
Συρίας, με εξαιρετικά αποτελέσματα.
(4) Όλα τα παραπάνω είχαν αποτέλεσμα να αποκτήσουν οι
Ισραηλινοί την κυριαρχία στον αέρα. Έτσι, οι χερσαίες επιχειρήσεις που
ακολούθησαν διέθεταν πλήρη αεροπορική υποστήριξη.
(5) Από τα αποτελέσματα της αεροπορικής προσβολής αποδείχθηκε
ότι ήταν μια επιχείρηση σχεδιασμένη στην εντέλεια και ότι όλο το σύστημα
επιχειρήσεως και άμυνας με τα 23 ραντάρ αλλά και το σύνολο των ρωσικών
πυραύλων SA-2 αποδείχθηκε εντελώς άχρηστο λόγω εξαπατήσεως.
(6) Στον Πίνακα 1 φαίνονται οι γενικές απώλειες σε Α/Φ.

γ. Επιχειρήσεις στις 5 Ιουνίου

(1) Στο Μέτωπο της Χερσονήσου του Σινά


(α) Διάβαση των συνόρων και ταχεία προέλαση των Ισραηλινών
Τ/Θ δυνάμεων και ΠΖ εντός της χερσονήσου του Σινά στις 0815 και με τις
παρακάτω δυνάμεις, σε τρείς φάλαγγες :
1/ Επίλεκτο Τ/Θ τμήμα, υπό το Στρατηγό Ταλ, στο
Βόρειο Τομέα, προς Ραφά.
2/ Μεραρχία ΠΖ συν Τ/Θ, υπό το Στρατηγό Γιόφφε, στον
Κεντρικό Τομέα.
3/ Μεραρχία εξ εφέδρων, υπό το Στρατηγό Σάρον προς
τη διάβαση Μίτλα και λοιπές διαβάσεις, Νότιου Τομέα.
(β) Οι Αιγυπτιακές δυνάμεις πρώτης γραμμής, μετά τον
αιφνιδιασμό που υπέστησαν και που είχε ως αποτέλεσμα την αντίδραση αλλά
και μια αντιμετώπιση πραγματικά ασθενή, βοήθησαν από τα πρώτα κιόλας
στάδια την ευόδωση της Ισραηλινής επιθέσεως.
(γ) Ρίψη Ισραηλινών αλεξιπτωτιστών και στους τρεις τομείς
που αναφέρθηκαν, στις θέσεις Τάξεως των πυροβόλων. Αυτό αποσκοπούσε στο
να σιγήσει το αιγυπτιακό πυροβολικό, μεγάλο μέρος του οποίου τελικά
καταστράφηκε. Το γεγονός υπήρξε καθοριστικό για τις επιχειρήσεις των
Αιγυπτίων, οι δυνάμεις των οποίων και χωρίς την κάλυψη της αεροπορικής
υποστηρίξεως παρουσίαζαν μια άμυνα πραγματικά ασθενή.
(δ) Η Ισραηλινή αεροπορία εισήλθε στον αγώνα τις
προμεσημβρινές ώρες καθηλώνοντας και καταστρέφοντας μεγάλο μέρος των
Τ/Θ εφεδρειών, γεγονός που καθιστούσε αδύνατη την ενίσχυση των μαχόμενων
μονάδων.
460

(ε) Οι πρώτες αυτές συγκρούσεις υπήρξαν πραγματικά


κρίσιμες, ιδιαίτερα στον τομέα της Γάζας και τούτο διότι τη στιγμή που οι
δυνάμεις του Ταλ διασπούσαν το Μέτωπο στο Χαν Γιουνίς, οι δυνάμεις του
Γιόφφε προέλαυναν προς το Μπιρ Λαφάν. Η φάλαγγα κάλυψε απόσταση 60
μιλίων και έφθασε προ του αμυντικού οχυρού των Αιγυπτίων στις 1800 και ενώ
οι δυνάμεις του Στρατηγού Σάρον προέλαυναν προς τη διάβαση Μίτλα.
΄Ετσι, οι Ισραηλινοί, κατόρθωσαν να εισχωρήσουν σε
βάθος 50 χλμ. μέσα στη χερσόνησο του Σινά καταλαμβάνοντας το Αμπού
Αγκέιλα, τη Ραφά, το Ελ Αρίς καταστρέφοντας και κυριεύοντας μεγάλες
ποσότητες υλικού και συλλαμβάνοντας ικανό αριθμό αιχμαλώτων. Όλες οι
παραπάνω ενέργειες των Ισραηλινών είχαν αποτέλεσμα την κάμψη της
αμυντικής ικανότητας των Αιγυπτίων και την ολοκληρωτική κύκλωση των
μονάδων τους στην περιοχή Αμπού Αγκέιλα.
(2) Στο Μέτωπο Ισραήλ- Ιορδανίας
Με την έναρξη των Ισραηλινών επιθέσεων στη χερσόνησο του
Σινά το Ιορδανικό πυροβολικό βομβαρδίζει τις Ισραηλινές πόλεις, τις
αεροπορικές βάσεις και το Ισραηλινό τμήμα της Ιερουσαλήμ.
Από την άλλη μεριά οι Ισραηλινές δυνάμεις εξαπολύουν μια ασθενή
επίθεση χωρίς αποτέλεσμα.
(3) Στο Μέτωπο Ισραήλ - Συρίας
Μικρές τοπικές ενέργειες , χωρίς ιδιαίτερη σημασία.

δ. Επιχειρήσεις στις 6 Ιουνίου

(1) Στο Μέτωπο της χερσονήσου του Σινά


(α) Ισραηλινές δυνάμεις προελαύνουν και τη νύκτα 5/6 Ιουνίου,
εκμεταλλεύονται σε βάθος με την υποστήριξη της αεροπορίας και των Τ/Θ
Δυνάμεων, και συνεχίζουν χωρίς διακοπή την επιθετική τους ενέργεια στους
ίδιους άξονες και κατορθώνουν τις μεσημβρινές ώρες να διασπάσουν την
αμυντική γραμμή του τελευταίου οχυρού των Αιγυπτίων στο Μπίρ Λαφάν.
(β) Στη συνέχεια, τις απογευματινές ώρες, οι δυνάμεις του
Ταλ κατορθώνουν να αγγίξουν τη Διώρυγα του Σουέζ, να καταλάβουν τη Γάζα
και να επιτύχουν τη συνένωση των Τ/Θ του Γιόφφε με τους αλεξιπτωτιστές στη
διάβαση Μίτλα. Τέλος, οι δυνάμεις του Σάρον πετυχαίνουν την κατάληψη του
Νακλ αποκόπτοντας την υποχώρηση της 6ης Μεραρχίας της οποίας
καταστρέφουν 200 άρματα και κυριεύουν αρκετό υλικό.
(2) Στο Μέτωπο Ισραήλ- Ιορδανίας
Επιθετική ενέργεια Ισραηλινών δυνάμεων στο Ιορδανικό
έδαφος, εναντίον της Ιερουσαλήμ και του τομέα της. Η σθεναρή αντίσταση των
Ιορδανών, είχε αποτέλεσμα τη διεξαγωγή σκληρών μαχών εντός της "Ιερής
πόλεως" και στη συνέχεια προ της Ιεριχούς και της Βηθλεέμ.
461

(3) Στο Μέτωπο Ισραήλ- Συρίας


Στο μέτωπο καμία ουσιαστική ενέργεια δεν παρατηρήθηκε και
από τις δύο δυνάμεις, παρά μόνο η συνεχής δραστηριότητα του πυροβολικού
που έβαλε σε βάθος μέσα στο Ισραηλινό έδαφος.

ε. Επιχειρήσεις στις 7 Ιουνίου

(1) Στο Μέτωπο Χερσονήσου του Σινά


(α) Ρίψη αλεξιπτωτιστών στο χωριό Ρας Νουράνι, στον κόλπο
της ΄Ακαμπα, τη στιγμή κατά την οποία οι Αιγυπτιακές δυνάμεις καταδιώκονται
αδιάκοπα και υποχωρούν στις ίδιες κατευθύνσεις. Το Σώμα Αλεξιπτωτιστών
υποστηριζόμενο από άρματα και από στολίσκο Τορπιλακάτων του λιμένα της
Εϊλάτ, καταλαμβάνει το φρούριο Σαρμ Ελ Σέικ, στην είσοδο του κόλπου της
΄Ακαμπα και πετυχαίνει τη λύση του θαλάσσιου αποκλεισμού.
(β) Η κατάρρευση του Μετώπου της Χερσονήσου του Σινά
ήταν πια γεγονός. Οι Ισραηλινές δυνάμεις φθάνουν στη Διώρυγα του Σουέζ
αποκόπτοντας οδούς διαφυγής και συμπτύξεως και περιορίζουν τις Αιγυπτιακές
δυνάμεις δυτικά της Διώρυγας. Το μεγαλύτερο μέρος των Αιγυπτιακών
δυνάμεων τίθεται εκτός μάχης, με απώλειες σε νεκρούς, τραυματίες,
αιχμαλώτους και τεθωρακισμένα.
(2) Στο Μέτωπο Ισραήλ- Ιορδανίας
Οι επιθετικές ενέργειες των Ισραηλινών συνεχίζονται με την
υποστήριξη της αεροπορίας. Τις πρώτες μεσημβρινές ώρες είχε καταληφθεί η
πεδιάδα που βρίσκεται δυτικά του Ιορδάνη ποταμού και είχε γίνει πλήρης
εκκαθάριση της Ιερουσαλήμ. Με αυτό το γεγονός πραγματοποιήθηκε το
προαιώνιο όνειρο των Ισραηλινών, η κατάληψη δηλαδή της " Ιερής Πόλης",
γεννέτειρας του βασιλιά Δαυίδ και των Αγίων Τόπων.
Οι παραπάνω πολεμικές ενέργειες στοίχισαν στους Ιορδανούς
τρεις Ταξιαρχίες, ενώ οι υπόλοιπες Ιορδανικές δυνάμεις πέρασαν ανατολικά από
τον Ιορδάνη ποταμό, αφού προηγουμένως είχαν τεράστιες απώλειες σε έμψυχο
και άψυχο υλικό.
(3) Στο Μέτωπο Ισραήλ- Συρίας
Δεν εκδηλώνεται καμία δραστηριότητα.

στ. Επιχειρήσεις στις 8 Ιουνίου

(1) Στο Μέτωπο Χερσονήσου του Σινά


Αναποτελεσματική ήταν η σφοδρή αντεπίθεση των Αιγυπτίων
που αποσκοπούσε στη διατήρηση προγεφυρώματος ανατολικά της Διώρυγας
προκειμένου να διευκολυνθεί η διαπεραίωση των δυνάμεών της δυτικά του
Σουέζ. Στην αρματομαχία που πραγματοποιήθηκε, καταστράφηκαν 150
462

Αιγυπτιακά άρματα και αποφράχθηκαν όλοι οι οδοί υποχωρήσεως των


Αιγυπτίων.
Έτσι, οι Ισραηλινές δυνάμεις, έφθασαν στη Διώρυγα του Σουέζ
και στον ομώνυμο κόλπο. Το γεγονός αυτό σήμανε τη λήξη του πολέμου
Ισραήλ-Αιγύπτου. Η Αίγυπτος αναγκάζεται να δεχθεί, από τον ΟΗΕ, την
κατάπαυση του πυρός.
(2) Στο Μέτωπο Ισραήλ- Ιορδανίας
Πλήρης εξουδετέρωση του Ιορδανικού Στρατού. Το Μέτωπό
του είχε ουσιαστικά κλείσει από τη νύκτα της 7/8 Ιουνίου.
Με τα γεγονότα αυτά, οι Ισραηλινές δυνάμεις κυριαρχούν στο
οροπέδιο Ναμπλούς, στην κοιλάδα του Ιορδάνη και σε ολόκληρη την Ιορδανία.
(3) Στο Μέτωπο Ισραήλ-Συρίας
Η Συρία δέχεται την κατάπαυση του πυρός από τον ΟΗΕ.

ζ. Επιχειρήσεις στις 9 και 10 Ιουνίου

(1) Αιφνιδιαστική επανάληψη του πολέμου στο Μέτωπο Ισραήλ-


Συρίας το πρωί της 9ης Ιουνίου από τις Συριακές δυνάμεις.
(2) Οι Ισραηλινές δυνάμεις, 3 συνολικά Ταξιαρχίες, επιτίθενται στο
Βόρειο Τμήμα της Τιβεριάδας, με πλήρη αεροπορική υποστήριξη και κάλυψη.
Η αεροπορική προσβολή ήταν συνεχής σε όλη τη διάρκεια της μέρας και της
νύχτας 9/10 Ιουνίου.
(3) Με το ΠΦ στις 10 Ιουνίου και όλη τη μέρα, η επίθεση των 3
Ταξιαρχιών συνεχίζεται με κατεύθυνση το υψίπεδο Κουνέιτρα και Μπουτμιγιέ.
Οι άλλες 2 Ταξιαρχίες έφθασαν με ΑΝΣΚ τη συνένωσή τους για ενίσχυση των
προηγουμένων, με κατεύθυνση Νταμπουσίγια-Μπουτμιγιέ. Με τα παραπάνω
γεγονότα επιτεύχθηκε ο ΑΝΣΚ των Ισραηλινών και ο εγκλωβισμός των 5
Συριακών Ταξιαρχιών με σημαντικές απώλειες σε προσωπικό και Τ/Θ.
Με το ΠΦ 11ης Ιουνίου, οι ισραηλινές δυνάμεις σταμάτησαν
πλέον όλες τις επιθετικές τους ενέργειες και έτσι τερματίσθηκαν οι επιχειρήσεις
στον τομέα αυτόν.

6. Αποτελέσματα

α. Δεν υπάρχει για τον Αραβοϊσραηλινό πόλεμο του 1967 εκτεταμένη


βιβλιογραφία ή ειδικές συγγραφές. Η παρούσα ανάλυση βασίσθηκε σε σύντομες
μονογραφίες και φυσικά στον ημερήσιο τύπο της εποχής.

β. Στον Πίνακα 2 φαίνονται οι απώλειες των αντίπαλων στρατών σε


προσωπικό και πολεμικό υλικό όπως Α/Φ και άρματα μάχης. Στο σημείο αυτό
πρέπει να τονισθεί ότι παρά την ένταση που υπήρξε πριν από τη σύρραξη τα 2/3
463

των αεροσκαφών της Αιγυπτιακής πολεμικής αεροπορίας καταστράφηκαν στο


έδαφος. Οι πυροβολαρχίες των SA-2 δεν έβαλαν κατά την έναρξη των
επιχειρήσεων λόγω αδράνειας των μέτρων επιτηρήσεως. Γενικά οι απώλειες
των Αράβων ήταν συντριπτικά μεγαλύτερες από των Ισραηλινών.

7. Διαπιστώσεις - Συμπεράσματα

α. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η περιφανής νίκη των Ισραηλινών


οφείλεται και στην υπηρεσία πληροφοριών . Οι πληροφορίες ήταν απόλυτα
ορθές όσον αφορά τις ακριβείς θέσεις των μονάδων, τον αριθμό και τις θέσεις
των αεροσκαφών, των αντιαεροπορικών πυραύλων και των υπόλοιπων
κρίσιμων στόχων. Σε ένα σύγχρονο πόλεμο συμβατικών μέσων, η εξασφάλιση
της κυριαρχίας του αέρα κατά του αντιπάλου, ή τουλάχιστον η αεροπορική
υπεροχή, αποτελεί σημαντικό πλεονέκτημα για τις χερσαίες επιχειρήσεις που θα
ακολουθήσουν.

β. Η αρχική συγκρότηση των Ισραηλινών μονάδων που είχαν ως έργο


την μέγιστη αποτελεσματικότητα καταστροφής του στόχου τους υπήρξε
απόλυτα επιτυχής. Η βασική μονάδα που ήταν η Ταξιαρχία (Τ/Θ και ΠΖ)
αποδείχθηκε εκ των πραγμάτων το ιδανικό κλιμάκιο για να δράσει και σε τόσο
μεγάλο βάθος.

γ. Όσον αφορά την Ισραηλινή στρατηγική, αυτή βασίσθηκε σε δύο


παράγοντες της τριβής, δηλαδή της φθοράς που επιτεύχθηκε με συνεχείς και
πολύωρους βομβαρδισμούς αεροπορίας και πυροβολικού και των τακτικών
κινήσεων και επιχειρησιακών τεχνασμάτων.

δ. Κατά το διάστημα της επιθετικής ενεργείας σε σημεία καίρια και


αποφασιστικά, οι Ισραηλινοί χρησιμοποίησαν την ογκωδέστερη δύναμη
ανδρών, πυροβολικού και τεθωρακισμένων που αποσκοπούσε στο να
διασπασθεί η εχθρική τοποθεσία. Η στρατηγική αυτή οδήγησε βεβαίως στην
απόλυτη επιτυχία του επιδιωκόμενου σκοπού, όμως παράλληλα με την
απόσυρση δυνάμεων από άλλα σημεία ριψοκινδύνευσε σοβαρά την εξασφάλιση
άλλων τομέων.

ε. Το σύστημα επιστρατεύσεως και εφεδρείας του Ισραήλ, σχεδιασμένο


με τροπο άριστο, πέτυχε από απόψεως ετοιμότητας πολύ υψηλό βαθμό,
κατορθώνοντας να ανταποκριθεί σε όλο το φάσμα των κρίσιμων εθνικών
αναγκών και καταστάσεων. Η επιβίωση του Ισραήλ ως έθνους, βίωνε σ΄αυτές
ακριβώς τις ανάγκες, εφόσον γύρω του υπήρχαν τα εχθρικά Αραβικά κράτη. Το
σχέδιο επιστρατεύσεως κατά συνέπεια έπρεπε να είναι άριστο και απλό στην
464

υλοποίησή του, ώστε να επιφέρει στο έπακρο τα αναμενόμενα


αποτελέσματα.Αυτά συνοψίζονται στην άμεση κινητοποίηση προσωπικού και
υλικού ώστε έγκαιρα και το ταχύτερο δυνατό να οργανώνονται οι μονάδες,
ώστε να χρησιμοποιηθούν σε όλο το φάσμα των επιχειρησιακών ενεργειών.

στ. Όλα τα εχθρικά εδάφη που κατέκτησε το Ισραήλ, η λωρίδα της Γάζας,
το Σαρμ Ελ Σέιχ, η χερσόνησος του Σινά μέχρι τη Διώρυγα του Σουέζ, η Δυτική
όχθη του Ιορδάνη, τα Συριακά υψώματα του Γκολάν, το βόρειο τμήμα του
Ισραήλ, εκτός από την Ιερουσαλήμ, είναι όλα εδάφη ύψιστης στρατηγικής
σημασίας για το ιδρυθέν κράτος αλλά τα ζωτικότερα όλων για την ασφάλειά του
είναι η χερσόνησος του Σινά και το Σαρμ Ελ Σέιχ με το οποίο εξασφαλίζεται για
το Ισραήλ ο ελεύθερος πλους από και προς το Εϊλάτ.

ζ. Ο Αραβοϊσραηλινός πόλεμος του 1967 υπήρξε ο πόλεμος των έξι


ημερών και έτσι έμεινε γνωστός. Στη σύγχρονη εποχή πολλοί είναι οι πόλεμοι,
αλλά ελάχιστοι από αυτούς διαρκούν τόσο λίγο και έχουν να επιδείξουν μια
τέτοια σφοδρότητα και ταχύτητα διεξαγωγής των κάθε είδους επιχειρήσεων. Η
μεγάλη αυτή στρατιωτική νίκη του Ισραήλ το 1967 επέφερε πολλές πολιτικές
αλλά και ψυχολογικές μεταβολές και εξελίξεις τόσο στη Μέση Ανατολή, όσο
και διεθνώς. Δημιουργήθηκε ένα νέο κράτος με ύψιστο κύρος και γόητρο,
ισχυρά βιώσιμο, το οποίο όχι μόνο εδραιώθηκε αλλά και αυξήθηκε σημαντικά.
465

ΠΙΝΑΚΑΣ Ι
Συγκριτικός των ΕΔ μεταξύ Αράβων - Ισραήλ

Α/Α 'Ενοπλες Μαχητικά Άρματα


Χώρες Δυνάμεις Αεροσκ. Μάχης Παρατηρήσεις
σε Άνδρες
Α' Ισραήλ (α) 270.000 300(β) 800 (α) Αριθμοί
όπως δόθηκαν
από το
Ινστιτούτο
Στρατηγικών
Σπουδών.
Β' Αραβ.
Συνασπισμός

α. Αίγυπτος (α) 240.000 450 1.200

β. Συρία 50.000 120 400

γ. Ιορδανία 50.000 40 200 (β) Από αυτά

δ. Ιράκ (α) 70.000 200 400 τα 50 εκπ/κά

ε. Σαουδ. 50.000 20 100


Αραβία

Σύνολο
Αραβ. Κόσμου 472.000 848 1.380

Αναλογία: Ενόπλων Δυνάμεων 1,6:1 υπέρ Αράβων


Αεροσκαφών 2,8:1 υπέρ Αράβων
Αρμάτων Μάχης 1,7:1 υπέρ Αράβων

ΝΑΥΤΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ
Αντιτορπιλλικά 3 7
Υποβρύχια 3 12
Πυραυλοφόρα σκάφη - 18
Ανθυποβρυχιακά σκάφη 1 12
466

Τορπιλλάκατοι 8 32

Σύνολο 15 81
467

ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙ
Απωλειών Προσωπικού και Υλικού

Είδος Ισραήλ Αραβ.


A/A Απωλειών Κρατών Αραβικά Κράτη
Αίγυπτος Συρία Ιορδανία Ιράκ Σαουδ. Λίβανος
Αραβία

1. Προσωπικό
α. Νεκροί 697 1.000 6.094(γ) - - -
β. Τραυματ. 2.563 35.000(δ) 30.000 (α) 762 - - -
γ. Αιχμαλ. (α) (α) 1000 463 - - -

2. Υλικό
α. Αεροσκάφη 19(β) 325(β) 241(α) 57(β) 21(β) 15(β) - 1

Δ/Β
β. Αεροσκάφη
Μεταφορικά - 53 45 - 6 2 - -
γ. Ελικόπτερ. (α) 18 13 3 2 - - -
δ. Άρματα 60-80 600-900 600- 70 90-100 - - -
Μάχης 700(ε)

Παρατηρήσεις
(α) Δεν υπάρχουν ακριβή στοιχεία.
(β) Οι απώλειες αναφέρονται σε αεροσκάφη Διώξεως-βομβαρδισμού.
(γ) Στοιχεία βασισμένα σε επίσημες ανακοινώσεις του Πρωθυπουργού της
Ιορδανίας στις 11 Ιουλίου 1967.
(δ) Από αυτούς 7.000 νεκροί στο πεδίο της μάχης.
(ε) Από αυτά 100 αιχμαλωτίσθηκαν ανέπαφα.
ΑΡΑΒΟΪΣΡΑΗΛΙΝΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ
(6 - 24 Οκτωβρίου 1973)

1. Εισαγωγή

Ο πόλεμος των έξι ημερών του 1967 άσκησε βαθιά επίδραση στους
λαούς του Ισραήλ και των Αράβων, γιατί μετέβαλε τον πολιτικό και κοινωνικό
βίο των λαών αυτών και διαφοροποίησε σε μεγάλη έκταση το Χάρτη της
περιοχής της Μέσης Ανατολής από τις αντίστοιχες μεγάλες εδαφικές
κατακτήσεις και απώλειες εδαφών των αντιπάλων. Για πρώτη φορά στην
ιστορία του το Ισραήλ, κατά τον πόλεμο του 1967, επέκτεινε την επικράτειά
του, με κατάληψη, σε τεράστια βάθη εδαφών και εξασφάλισε τη δυνατότητα
εφαρμογής των στρατηγικών του επιλογών.
Οι Ισραηλινοί εκτίμησαν ως σημαντικότερο αντίπαλο την Αίγυπτο και
κατασκεύασαν κατά μήκος της διώρυγας του Σουέζ την οχυρωμένη τοποθεσία
Μπαρ-Λεβ για την αντιμετώπιση τυχόν αντεπιθετικών ενεργειών των
αντιπάλων.
Οι Αιγύπτιοι άρχισαν τον "πόλεμο τριβής" από το Μάρτιο του 1969 με
σκοπό να επιφέρουν όσο το δυνατόν περισσότερες απώλειες στον αντίπαλο και
να δημιουργήσουν συνθήκες που θα επέτρεπαν τη διάβαση της διώρυγας με
ισχυρές δυνάμεις για ανακατάληψη της Χερσονήσου του Σινά. Αποτέλεσμα
του "αγώνα τριβής" που έκαναν οι Αιγύπτιοι ήταν η από μέρους της αεροπορίας
των Ισραηλινών καταστροφή των πυραυλικών συστημάτων επιφανείας-αέρος
ΣΑΜ-2 που είχαν εγκαταστήσει κατά μήκος της διώρυγας του Σουέζ οι
Αιγύπτιοι και η κατάληψη της νήσου Σαντουάν στον κόλπο του Σουέζ από
Ισραηλινές δυνάμεις καταδρομών. Παράλληλα, με την στρατιωτική ένταση,
διεξάγονται πυρετώδεις διπλωματικές και άλλες ενέργειες και ακολουθούν τα
παρακάτω γεγονότα:

α. Τον Ιούλιο του 1970, ο Πρόεδρος της Αιγύπτου Νάσερ με προτροπή


της Ρωσίας και με σκοπό να προωθήσει τους πυραύλους του στη Διώρυγα
εξαγγέλλει την αποδοχή της παύσεως του πυρός.

β. Με το θάνατο του Νάσερ (28 Σεπτεμβρίου 1970) η κατάσταση


επιδιώξεων και σχεδίων των αντιπάλων δε μεταβλήθηκε. ΄Ομως ο νέος
Πρόεδρος, ο Σαντάτ, δεν ανανεώνει τη συμφωνία παύσεως του πυρός που έληξε
το Μάρτιο του 1971 υποστηρίζοντας ότι το έτος 1971 θα είναι "αποφασιστικό
έτος" για τις εξελίξεις που θα ακολουθήσουν.

γ. Η πολιτική γραμμή του Προέδρου Σαντάτ, μετά από


αμφιταλαντεύσεις, καταλήγει στην άμεση ανάμιξη των Αμερικανών στην
διαμάχη της Μ. Ανατολής επιδιώκοντας την απαλλαγή της Αιγύπτου από την
Ρωσική επιρροή. Οι Σοβιετο-Αιγυπτιακές σχέσεις υφίστανται σοβαρό πλήγμα
όταν ο πρόεδρος Σαντάτ ανακοινώνει την απομάκρυνση από την Αίγυπτο όλων
των Σοβιετικών συμβούλων τον Ιούλιο του 1972.

δ. Στο μεταξύ, όλο αυτό το χρονικό διάστημα των διαπραγματεύσεων, το


Ισραήλ εγκαθιστούσε αποίκους στα υπό κατοχήν εδάφη και έτσι
σταθεροποιούσε την κυριαρχία του στα Αραβικά εδάφη με την πάροδο του
χρόνου.
Από τις αρχές του 1973 άρχισε ο συντονισμός των Αιγυπτίων με τους
Σύρους για την ανάληψη κοινής δράσεως εναντίον του Ισραήλ για την
επανάκτηση των περιοχών που είχαν απωλέσει στη Χερσόνησο του Σινά, των
Αιγυπτίων και των περιοχών των Σύρων.
Στις 22 Μαΐου εκδίδονται γενικές οδηγίες για την υλοποίηση του
σχεδίου "Μπαντρ" που προέβλεπε κοινή επίθεση των Συρο-Αιγυπτιακών
δυνάμεων κατά του Ισραήλ η οποία θα γινόταν τη δέκατη μέρα του Ραμαντάν
(6 Οκτωβρίου 73). Η μέρα αυτή συνέπεσε να είναι η επέτειος της γιορτής Γιομ
Κιππούρ (μέρα συμφιλιώσεως) και ο βαθμός ετοιμότητας των δυνάμεων του
Ισραήλ θα ήταν χαμηλός.

2. Περιγραφή του Πεδίου της Μάχης

α. Υψώματα του Γκολάν (Σχεδ. 96)

Το έδαφος είναι γενικά βραχώδες και δύσβατο. Υπάρχει μόνο ένας


κύριος οδικός άξονας από Δαμασκό προς Κουνέϊτρα-Ιορδάνη ποταμό. Η
αμυντική περιοχή έχει πλάτος 27 χλμ., με σχετικό βάθος. Στηρίζεται βόρεια στο
όρος Χερμών και νότια στον πόταμό Γιαρμούκ. Η εκτός οδού κίνηση οχημάτων
και ερπυστριοφόρων, είναι δυνατή εκτός από ορισμένα σημεία, όπου υπάρχουν
στενωποί και κατολισθήσεις.
Στην κυρία αμυντική τοποθεσία υπάρχουν κωλύματα αντιαρματικά
και ναρκοπέδια. Ζωτικό έδαφος είναι το οροπέδιο Κουνέιτρα του οποίου ο
κύριος όγκος φράσσει την κίνηση από τα ανατολικά προς τα δυτικά και
αντίστροφα. Το όρος Χερμών στο βόρειο τομέα ελέγχει την πεδιάδα Λέγια και
ολόκληρη η αμυντική περιοχή έχει στα νώτα της τον Ιορδάνη ποταμό και τη
Λίμνη Γαλιλαία.

β. Χερσόνησος του Σινά. (Σχεδ. 97)


471

Η Χερσόνησος του Σινά περιλαμβάνει αχανείς αμμώδεις εκτάσεις και


άγονες οροσειρές που χωρίζουν την Αφρική από την Ασία και τη Μεσόγειο από
τον Ινδικό Ωκεανό.
Η Χερσόνησος του Σινά αποτελεί μια μεγάλη τριγωνική "σφήνα"
μεταξύ του κόλπου της ΄Ακαμπα και του κόλπου του Σουέζ, γέφυρα για τις
Ηπείρους Ασίας και Αφρικής.
Διαιρείται σε τρεις περιοχές από απόψεως γαιοφυσικής μορφής. Τη
βόρεια περιοχή, που περιλαμβάνει αμμώδεις ακτές, οροπέδιο με χαμηλούς
λόφους και αμμόλοφους με μερικές οάσεις. Την κεντρική περιοχή, με γυμνό
και ασβεστολιθικό έδαφος, γνωστή ως "έρημος Ε-Τιχ" και τη νότια περιοχή με
τις ψηλές κορυφές της. Η βορειοδυτική πλευρά του τριγώνου, έχει όριο, τη
διώρυγα του Σουέζ σε μήκος 110 χλμ. με όχθες απότομες και ενισχυμένες με
σκυρόδεμα.
Η βόρεια περιοχή από Καντάρας μέχρι Πορτ Σάιντ, είναι ελώδης.
Μετά το 1967 κατασκευάσθηκε από τους Ισραηλινούς οδικό δίκτυο.
Κατά μήκος της διώρυγας, μετά το 1969 που άρχισε ο "Πόλεμος
Τριβής", οι Ισραηλινοί οργάνωσαν την καλούμενη "Μπαρ-Λεβ" αμυντική
τοποθεσία. Σε αυτήν κατασκευάσθηκαν οχυρά και κωλύματα. Κατά μήκος της
διώρυγας κατασκευάσθηκαν δύο δρόμοι. Ο ένας ονομάσθηκε Πυροβολικού και
ήταν ανατολικά των οχυρώσεων και ο άλλος ονομάσθηκε δρόμος ελέγχου και
ήταν μεταξύ οχυρώσεων και όχθης.

3. Γενική Κατάσταση, Δυνάμεις και Διάταξη των Αντιπάλων.

Οι αντίπαλες δυνάμεις διέθεταν στις επιχειρήσεις γενικά τα παρακάτω :

α. Ισραήλ: 11 Μεραρχίες με δύναμη 270.000 ανδρών, 500 Αεροσκάφη


και 1.700 άρματα μάχης. Λεπτομέρειες στον Πίνακα 1.

β. Αίγυπτος, Συρία, Ιράκ, Ιορδανία: 22 Μεραρχίες με δύναμη 350.000


ανδρών, 960 αεροσκάφη και 4.000 άρματα. Λεπτομέρειες στον Πίνακα 1. Η
διάταξη των αντιπάλων δυνάμεων με την έναρξη των επιχειρήσεων, είναι όπως
στα Σχεδιαγράμματα 96, 97 και 99.

4. Σχέδια και Αποστολές Αντιπάλων.

α. Αιγυπτίων.

Το Σχέδιο των Αιγυπτίων προέβλεπε ανακατάληψη των εδαφών που


απωλέσθηκαν στον πόλεμο του 1967 σε τρεις φάσεις.
472

(1) 1η Φάση. Βίαιη διάβαση της διώρυγας και εγκατάσταση


προγεφυρωμάτων στις περιοχές νότια της Καντάρας, της Ισμαηλίας και νότια
των Πικρών Λιμνών με σύνολο δυνάμεων δύο Στρατιών.
(2) 2η Φάση. Προέλαση για την κατάληψη των διαβάσεων της
Χερσονήσου Σινά.
(3) 3η Φάση. Εκκαθάριση της υπόλοιπης Χερσονήσου του Σινά
μέχρι τα Ισραηλινά σύνορα με τις ίδιες δυνάμεις.

β. Σύρων

(1) Αντικειμενικός σκοπός των Σύρων ήταν η ανακατάληψη των


υψωμάτων του Γκολάν και της πεδιάδας του Ιορδάνη ποταμού.
(2) Το Σχέδιο προέβλεπε επίθεση στις γενικές κατευθύνσεις.
(α) Κατεύθυνση "Α" Πεδιάδα Λέγια-΄Ορος Χερμών.
(β) Κατεύθυνση "Β" Σαμς-Κουνέιτρα-Ναφέκ.
(γ) Κατεύθυνση "Γ" Μεγάλη Λέγια-Ραφίντ-Γαλιλαία.
Μετά τη διάρρηξη της αμυντικής τοποθεσίας των Ισραηλινών
στα υψώματα του Γκολάν, υπέρβαση δύο ΤΘ Μεραρχιών και εκδήλωση
επιθέσεως προς Βορρά, κατά της τοποθεσίας Κουνέιτρα και κατάληψή της με
διπλή υπερκέραση. Προς το νότιο τομέα, κατάληψη της διαβάσεως Κουδνέ-
Γέφυρα Θυγατέρων Ιακώβ του Ιορδάνη ποταμού.

γ. Ισραηλινών.

(1) Το Ισραηλινό Σχέδιο ΄Αμυνας στηριζόταν σε τρία σημεία. Στο


σύστημα έγκαιρης προειδοποιήσεως για τις εχθρικές κινήσεις, στον ανασχετικό
ρόλο της αεροπορίας και στην ταχεία επιστράτευση και μετακίνηση όσων
επιστρατεύθηκαν προς το μέτωπο.
(2) Το Σχέδιο προέβλεπε άμυνα στα υψώματα του Γκολάν και
απόκρουση των Αιγυπτιακών επιθέσεων στη Χερσόνησο του Σινά. Στη
συνέχεια επίθεση κατά των Συριακών δυνάμεων και προέλαση προς τη
Δαμασκό.
(3) Στη Χερσόνησο του Σινά, μετά την απόκρουση των
Αιγυπτιακών δυνάμεων, αντεπίθεση για τη δημιουργία προγεφυρώματος στη
δυτική όχθη της διώρυγας του Σουέζ και αποκοπή και εξουδετέρωση των
Αιγυπτιακών δυνάμεων.
473

5. Διεξαγωγή της Μάχης

Tο Ισραήλ, όπως και στον πόλεμο των έξι ημερών το 1967, διεξήγαγε
επιχειρήσεις ταυτόχρονα και στα δύο μέτωπα κατά της Συρίας και της
Αιγύπτου:

α. Μέτωπο Γκολάν (Σχεδ. 98 και 99)

Η επίθεση των Συριακών δυνάμεων άρχισε στις 1400 της 6ης


Οκτωβρίου 1973 με τρεις Μ/Κ Μεραρχίες κατά των τοποθεσιών Χερμονίτ
(Βόρειος Τομέας), Κουνέιτρα (Κεντρικός τομέας), και Ραφίντ (Νότιος Τομέας)
με κύρια προσπάθεια την τοποθεσία Κουνέιτρα για την κατάληψη των βασικών
οδικών κόμβων της περιοχής. Ταυτόχρονα, με άλλες δυνάμεις κινήθηκαν για
την κατάληψη του όρους Χερμών με την Ταξιαρχία Μαροκινών και νότια προς
Ραμάτ Μαξιμίμ. Με το Τελευταίο Φως (ΤΦ) της μέρας η επίθεση των Σύρων
ολοκληρώνεται και πετυχαίνει ρήγμα στον κεντρικό τομέα, κατάληψη του
όρους Χερμών και του Ραμάτ Μαξιμίμ. Τη νύκτα 6/7 Οκτωβρίου η εικόνα των
Ισραηλινών Στρατευμάτων στο μέτωπο είναι απελπιστική. Το πρωί της 7ης
Οκτωβρίου κινείται προς την περιοχή του μετώπου η Ισραηλινή Μεραρχία
Πελέδ χωρίς ακόμη να συμπληρώσει την επιστράτευσή της κι έτσι ενισχύονται
οι δυνάμεις των Ισραηλινών. Από τότε (7-9 Οκτωβρίου) όλες οι επιθέσεις των
Συριακών δυνάμεων αποκρούονται με επιτυχία από τους Ισραηλινούς.
Προκαλούν σε αυτούς τεράστιες απώλειες σε προσωπικό και υλικό και με το
ΤΦ της 9ης Οκτωβρίου άρχισαν να τους απωθούν από την περιοχή,
αναλαμβάνοντας σταδιακά οι Ισραηλινοί την πρωτοβουλία των επιχειρήσεων.
Συγκεκριμένα στο Νότιο Τομέα παρά τη σθεναρή αντίσταση των Σύρων οι
δυνάμεις του Στρατηγού Πελέδ προωθούνται και φθάνουν ανατολικά της οδού
Ταπλάιν-Γιουχαντέρ. Στον Κεντρικό Τομέα οι 17η και 19η Ταξιαρχίες
διεξάγουν σκληρό αγώνα με τις Συριακές δυνάμεις και κατορθώνουν να
προχωρήσουν μέχρι τη διάβαση Κουδνέ.
Η 79η Ισραηλινή Ταξιαρχία με την εφεδρεία της νότια της Κουνέιτρα
προσβάλει από τα νώτα τις Συριακές δυνάμεις της περιοχής και δημιουργεί
σοβαρή απειλή. Θέτει επίσης υπό τον έλεγχό της την οδό Ταπλάιν της περιοχής
Ναφέκ.
Τις απογευματινές ώρες της 10ης Οκτωβρίου τμήματα της Μεραρχίας
του Πελέδ έχουν προωθηθεί κατά μήκος της "Πορφυράς Γραμμής". Τον
ίδιο χρόνο στην περιοχή Χουσνιγιάχ, μετά από αρματομαχίες εξουδετερώνονται
δύο Συριακές Ταξιαρχίες και η νίκη άρχισε να διαγράφεται υπέρ των
Ισραηλινών.
Στις 2200 της 10ης Οκτωβρίου γίνεται σύσκεψη στο Γενικό Επιτελείο
των Ισραηλινών, όπου αποφασίζεται η προέλαση των Ισραηλινών δυνάμεων με
474

κύρια προσπάθεια κατά του Βόρειου Τομέα της αμυντικής περιοχής των Σύρων.
Ο τομέας αυτός ήταν ασθενέστερος σε δυνάμεις και αμυντικά έργα από το
υπόλοιπο μέτωπο. Η επίθεση των Ισραηλινών εκτοξεύθηκε στις 1100 της 11ης
Οκτωβρίου, όπου δυνάμεις της 7ης Ταξιαρχίας υποστηριζόμενες με αεροπορία
και πυρά Πυροβολικού, προχωρούν διαμέσου των διαδρόμων των Συριακών
Ν/Π και φθάνουν προ του Μαζράτ Μπέιτ Γιαν, όπου αναχαιτίζονται. Την
επομένη, 12η Οκτωβρίου, ύστερα από σκληρές μάχες, καταλαμβάνεται η
περιοχή Μαζράτ Μπέιτ-Γιάν στις 1700 και στη συνέχεια της επιθέσεως τα
τμήματα της 7ης Ταξιαρχίας καθηλώνονται προ του υψ.Τελ Σαμς. Τη νύκτα
13/14 Οκτωβρίου καταλαμβάνεται και αυτό από Μονάδα Αλεξιπτωτιστών της
32ης Ταξιαρχίας.
Δύο ώρες μετά την επίθεση της 7ης Ταξιαρχίας, η Μεραρχία Λάνερ,
μετά την κατάληψη του Νασέιγ προωθείται κατά μήκος της κύριας οδού προς
Δαμασκό. Παράλληλα, η Ισραηλινή αεροπορία προσβάλει και καταστρέφει
μέρος των συστημάτων εκτοξεύσεως Πυραύλων εδάφους-αέρος των Σύρων και
πλήττει στρατηγικούς στόχους. Οι διάδρομοι προσγειώσεως των Συριακών
αεροδρομίων είχαν καταστραφεί με αποτέλεσμα να παρεμποδίζεται η από αέρα
Σοβιετική ενίσχυση. Οι Ισραηλινές δυνάμεις προελαύνουν τώρα στο Συριακό
έδαφος κατευθυνόμενες προς τη Δαμασκό. Ο όγκος των Συριακών Δυνάμεων,
ενισχυμένος με άλλες Μονάδες όπως την Αραβική Λεγεώνα των ξένων,
Μονάδες Μαροκινών, Ιράκ, Σαουδικής Αραβίας και Ιορδανίας,
συγκεντρώνονται κατά μήκος των οδικών αξόνων για να επιβραδύνουν την
προέλαση των Ισραηλινών. Και ενώ αυτά συμβαίνουν στη Συρία, οι δυνάμεις
της Αιγύπτου διστάζουν να εκμεταλλευθούν τις επιτυχίες τους στο μέτωπο του
Σινά και δεν προχωρούν.
Η Σοβιετική ΄Ενωση, βλέποντας ότι το Συριακό μέτωπο κινδυνεύει να
καταρεύσει προβαίνει σε απειλές κατά των Ισραηλινών και δηλώνει
συμπαράσταση στους Σύρους για να επιτύχει την ανακοπή της Ισραηλινής
προελάσεως. Ανεξάρτητα όμως από αυτά, το Ισραήλ είχε πάρει την απόφαση
να μην καταλάβει τη Δαμασκό λόγω των σοβαρών επιπτώσεων που θα
επακολουθούσαν από μία τέτοια ενέργεια κυρίως από τον Αραβικό κόσμο και
λόγω της επικίνδυνης προωθήσεως και διασποράς των περιορισμένων σε
αριθμό δυνάμεών του μέσα σε ευρείες και ακάλυπτες περιοχές του εσωτερικού
της Συρίας. ΄Ετσι, οι Ισραηλινές δυνάμεις σταμάτησαν μέχρις ενός σημείου
προ της Δαμασκού, όπου θα μπορούσαν να την ελέγχουν με το Πυροβολικό
τους.
Στις 12 Οκτωβρίου η Μεραρχία Λάνερ κατέλαβε το Νασέιγ και στη
συνέχεια έφθασε προ του Κνάκερ. Η 20η ΤΘ Ταξιαρχία έφθασε στο Τελ Ελ-
Μαλ, οπότε άρχισαν να καταφθάνουν για την ενίσχυση των Συριακών
δυνάμεων, δύο Μεραρχίες Ιρακινές: μία Τεθωρακισμένη και μία
Μηχανοκίνητη, οι οποίες προωθήθηκαν στο Νασέιγ και Κνάκερ.
475

Ο Στρατηγός Λάνερ αντιλήφθηκε ότι θα εξαπολύσουν οι Μεραρχίες


αυτές επίθεση τη νυκτα 12/13 Οκτωβρίου και σχημάτισε με τις δυνάμεις του
έναν κλωβό από Μασάρα μέχρι Γιάβα και Νασέιγ με άνοιγμα περίπου 4 1/2
μίλια, για να εγκλωβισθούν μέσα και να τις καταστρέψει με πυρά. Πράγματι,
στις 0300 της 13ης Οκτωβρίου οι Ιρακινές δυνάμεις κινούνται εντός του
κλωβού προς το βόρειο μέρος του και προσβαλλόμενες με συγκεντρωμένα πυρά
αιφνιδιάστηκαν και είχαν τρομακτικές απώλειες, με αποτέλεσμα να
υποχωρήσουν. Στη συνέχεια, οι Ισραηλινές δυνάμεις σταθεροποιούν τις θέσεις
τους στο Τελ Αντάρ και Τελ-Ελ-Μαλ, περιοχές ύψιστης τακτικής σημασίας.
Μέχρι τις 16 Οκτωβρίου δε σημειώνονται αξιόλογες ενέργειες, παρά
μόνο ορισμένες νυκτερινές προσβολές μικρής σημασίας. Το πρωί της 16ης
Οκτωβρίου μία Ιορδανική Ταξιαρχία επιτίθεται για την κατάληψη του Τελ
Μασάρα κάι Τελ-Ελ-Μαλ. Η επίθεση αποκρούεται με ευχέρεια και η Ιορδανικη
Ταξιαρχία συμπτύσσεται. Στον ίδιο χρόνο, Ιρακινή Ταξιαρχία κινείται προς
Τελ-Ελ-Μαλ, αλλά εξαναγκάζεται και αυτή σε σύμπτυξη λόγω απειλής από
κυκλωτική ενέργεια Ισραηλινής Ταξιαρχίας της Μεραρχίας Λάνερ.
Στις 17 Οκτωβρίου η Μεραρχία Λάνερ αντικαθίσταται από τη
Μεραρχία Πελέδ στην περιοχή Κουνέιτρα με προωθημένη διάταξη προς Ουμ
Μπούντε. Με το ΠΦ-90 της 19ης Οκτωβρίου η 20ή Τεθωρακισμένη Ταξιαρχία
καταλαμβάνει τους λόφους Τελ Αντάρ και Τελ-Ελ-Αλακιά, οι οποίοι δεσπόζουν
στην Πεδιάδα Μεγάλη Λέγια. Στη συνέχεια αποκρούει τρεις Ιρακινές
αντεπιθέσεις και διατηρεί τη "σφήνα".
Στις 20/21 Οκτωβρίου δυνάμεις Αλεξιπτωτιστών και Πεζικού του
Ισραήλ επιτίθενται για την ανακατάληψη της τοποθεσίας του όρους Χερμών και
μέχρι τις 22 Οκτωβρίου κάμπτονται όλες οι αντιστάσεις και επανέρχεται η
τοποθεσία στους Ισραηλινούς.
Το βράδυ της 23ης Οκτωβρίου οι Σύροι δέχονται ανακωχή
καταπαύσεως του πυρός, η οποία προτάθηκε από το Συμβούλιο Ασφαλείας του
ΟΗΕ.

β. Μέτωπο Χερσονήσου του Σινά (Σχεδ. 97, 100 και 101 )

Οι επιχειρήσεις στο μέτωπο του Σινά άρχισαν στις 1400 της 6ης
Οκτωβρίου, ταυτόχρονα με την έναρξη της Συριακής επιθέσεως, υποστήριξη
πυρών Αεροπορίας, Πυροβολικού και ΄Ολμων.
Η επίθεση των Αιγυπτίων ξεκίνησε κατά της τοποθεσίας Μπαρ-Λεβ,
από τρία κύρια σημεία διαβάσεως της διώρυγας του Σουέζ, δηλαδή νότια της
Καντάρας, βόρεια της Ισμαηλίας και νότια των Πικρών Λιμνών, με μία Μ/Κ
Μεραρχία σε κάθε κατεύθυνση. Το πρώτο κύμα δυνάμεως 8.000 ανδρών
πέρασε τη Διώρυγα και, αφού παρέκαμψε τα Ισραηλινά οχυρά, προωθήθηκε
ανατολικά σε βάθος 1 - 2 μιλίων μέχρι το ΤΦ. Τη νύκτα 6/7 Οκτωβρίου
476

Μονάδες γεφυροποιών εργάζονται πυρετωδώς για την κατασκευή δέκα


γεφυρών για τη διάβαση ΤΘ Μονάδων στην ανατολική όχθη.
Στις 7 και 8 Οκτωβρίου διαβαίνουν τη διώρυγα πολυάριθμες Μονάδες
Πεζικού και Αρμάτων με την υποστήριξη της Αεροπορίας και του Πυροβολικού
που σφυροκοπούν τα ισραηλινά οχυρά. Μέχρι το ΤΦ της 8ης Οκτωβρίου. Τρεις
Μεραρχίες ΠΖ και τρεις ΤΘ Ταξιαρχίες έχουν περάσει στην ανατολική όχθη της
Διώρυγας και έτσι ολοκληρώνεται η πρώτη φάση του Αιγυπτιακού Σχεδίου.
Από την Ισραηλινή πλευρά έχουν εμπλακεί στη Χερσόνησο του Σινά από 7
Οκτωβρίου τρεις Μεραρχίες. Στο Βόρειο Τομέα η Μεραρχία Μπρεν, στον
Κεντρικό Τομέα η Μεραρχία Σαρόν και στο Νότιο Τομέα η Μεραρχία Αλμπέρ.
Οι Ισραηλινές Μονάδες μάχονται χωρίς ΤΘ και χωρίς αεροπορική υποστήριξη.
Βασικές αρχές του πολέμου αγνοήθηκαν από τους Ισραηλινούς και κυρίως από
τις ΤΘ Μονάδες οι οποίες ενεργούσαν χωρίς να συντονισθούν με το Πεζικό και
χωρίς εγγύς υποστήριξη με αποτέλεσμα να μην είναι σε θέση να εκτελέσουν την
αποστολή τους, αλλά και να βρεθούν σε πολύ επικίνδυνη κατάσταση.
Επίσης, στις 8 Οκτωβρίου οι Ισραηλινοί έχασαν την ευκαιρία να
αντεπιτεθούν στο Βόρειο Τομέα στην περιοχή Φίρνταν για την εξάλειψη των
Αιγυπτιακών προγεφυρωμάτων. Η Μεραρχία Μπρεν που μπορούσε να
συγκεντρωθεί για το σκοπό αυτό απασχολήθηκε με μικροενέργειες χωρίς
σπουδαιότητα με μικρά τμήματα κατά των Αιγυπτίων.
Μέχρι το ΠΦ της 11ης Οκτωβρίου ο αγώνας των Αιγυπτίων κατά των
Οχυρών σημειώνει επιτυχίες και τα ισραηλινά αμυνόμενα τμήματα βρίσκονται
σε πολύ δυσχερή θέση. Τα οχυρά καταλαμβάνονται από τους Αιγυπτίους το
ένα μετά το άλλο και μόνο ένα, το Μπαρ-Λεβ, κράτησε και δεν καταλήφθηκε.
Από το ΠΦ της 11ης μέχρι της 15ης Οκτωβρίου διέρχονται το προγεφύρωμα
δύο ακόμα Αιγυπτιακές ΤΘ Μεραρχίες, η 4η και 21η.
Στους τρεις τομείς, όπου έχουν δημιουργηθεί τα προγεφυρώματα των
Αιγυπτίων γίνονται συνεχώς επιθετικές ενέργειες κατά των Ισραηλινών χωρίς
ουσιαστικά αποτελέσματα, ενώ μετά τις 10 Οκτωβρίου, όπου αρχίζουν να
καταφθάνουν οι εφεδρείες και να συγκεντρώνεται υλικό και άρματα των
Ισραηλινών, παρατηρείται μια χαρακτηριστική αλλαγή υπέρ των Ισραηλινών.
Σε αυτό συνετέλεσε αρκετά η διστακτικότητα αναλήψεως γενικής επιθέσεως εκ
μέρους των Αιγυπτίων, παρά την υπεροχή τους. ΄Ηδη έγινε σαφές στους
Ισραηλινούς ότι πρέπει να ξεφύγουν από το στατικό πόλεμο και να επανέλθουν
στην παλιά τακτική των αποφασιστικών αποτελεσμάτων με τον ελιγμό και την
ταχύτητα ενέργειας. ΄Υστερα από αντιτιθέμενες απόψεις του Ισραηλινού
Επιτελείου και του Στρατηγού Μπαρ-Λεβ, για το που θα γίνει η διάβαση των
Ισραηλινών για επίθεση εντός του Αιγυπτιακού εδάφους, αποφασίζεται τελικά
αυτή να γίνει στο Ντερβεσουάρ, νότια της Ισμαηλίας για τους εξής λόγους:
(1) Το ένα πλευρό της διαβάσεως θα προστατεύεται από την
μεγάλη "Πικρή Λίμνη".
477

(2) Η δυτική όχθη είναι πρόσφορη για ελιγμούς.


(3) Η περιοχή αυτή αποτελεί το όριο μεταξύ των δύο Αιγυπτιακών
Στρατιών.
Με το ΠΦ της της 14ης Οκτωβρίου οι Αιγυπτιακές ΤΘ Μονάδες
εκτοξεύουν νέα ισχυρή επίθεση, σε συνδυασμό με Μονάδες Καταδρομών, οι
οποίες μεταφέρθηκαν με ελικόπτερα. Αντικειμενικοί σκοποί των Αιγυπτίων
ήταν το Ρογμάνιν του Βόρειου Τομέα, η οδός Ισμαηλίας του Κεντρικού Τομέα
και οι διαβάσεις Μίτλα και Τσίντι του Νότιου Τομέα. Οι Αιγύπτιοι επιχειρούν
νότια μια βαθειά πλευρική κίνηση με δυνάμεις που στη συνέχεια θα στραφούν
βόρεια προς τη διάβαση Μίτλα.
Οι Ισραηλινοί περίμεναν την επίθεση αυτή και είχαν
προπαρασκευασθεί κατάλληλα. ΄Ετσι, κατά μήκος ολόκληρου του μετώπου
άρχισε μία από τις μεγαλύτερες αρματομαχίες του πολέμου.
Στην περιοχή του Νότιου μετώπου καταστράφηκε μία ολόκληρη
Ταξιαρχία αρμάτων των Αιγυπτίων. Η Ισραηλινή αεροπορία συμμετέχει ενεργά
στις επιχειρήσεις ολόκληρου του μετώπου και προκαλεί στους Αιγυπτίους
σημαντικές απώλειες κυρίως σε άρματα.
Στο Βόρειο Τομέα, επιτυχής Ισραηλινή αντεπίθεση επέτυχε την
αποκατάσταση της τοποθεσίας τους μέχρι το οχυρό Βουδαπέστ. Γενικά, οι
Αιγυπτιακές δυνάμεις αιφνιδιάσθηκαν από τις Ισραηλινές Μονάδες αρμάτων
και από την εκτόξευση των Πυραύλων SSII. Μετά τις επιτυχίες αυτές, οι
Ισραηλινοί αποφάσισαν την επόμενη νύκτα, 15η Οκτωβρίου, να ενεργήσουν
ταχεία διάβαση της διώρυγας του Σουέζ.
Πράγματι, τη διάβαση επιχείρησαν οι Ισραηλινοί με τη Μεραρχία του
Σαρόν αφού προηγήθηκε η επίθεση μιας Ταξιαρχίας Αλεξιπτωτιστών κατά την
οποία διεξήχθη σκληρή μάχη, γνωστή ως η "μάχη του κινέζικου
αγροκτήματος" κατά την οποία προσπαθούν να δημιουργήσουν προγεφύρωμα.
Παράλληλα, εξουδετερώνονται αρκετές θέσεις εκτοξεύσεως Πυραύλων
εδάφους-αέρος στη δυτική όχθη και μετά από αυτό η Ισραηλινή αεροπορία
επεμβαίνει αποτελεσματικά στην περιοχή του προγεφυρώματος.
Μετά τη σταθεροποίηση του προγεφυρώματος, μέρος των Ισραηλινών
δυνάμεων κινείται προς την οδό Ισμαηλίας-Καΐρου, η οποία αναχαιτίζεται. Η
μεγαλύτερη όμως δύναμη κινείται προς Νότο προς την πόλη του Σουέζ, όπου
και η κυρία προσπάθεια.
Μέχρι τις απογευματινές ώρες της 22ης Οκτωβρίου το προγεφύρωμα
συνεχώς ενισχύεται, απειλούνται οι συγκοινωνίες της δυτικής όχθης και η πόλη
του Σουέζ και έχει αποκοπεί η 3η Αιγυπτιακή Στρατιά απειλουμένη από τα
μετόπισθεν.
Μετά από αυτά, οι Αιγύπτιοι και οι Ρώσοι ζήτησαν επίσημα από το
Συμβούλιο ασφαλείας την κατάπαυση του πυρός η οποία τέθηκε σε εφαρμογή
στις 22 Οκτωβρίου. Την επόμενη μέρα οι Αιγύπτιοι παραβίασαν την
478

κατάπαυση του πυρός και οι Ισραηλινές δυνάμεις προέβησαν σε ενέργεια


περισφίξεως της περιοχής. Στις 23 Οκτωβρίου επιβάλλεται από το Συμβούλιο
Ασφαλείας νέα κατάπαυση του πυρός και έτσι, έληξε οριστικά ο πόλεμος αυτός.

6. Αποτελέσματα

Οι απώλειες των Αραβικών Κρατών στον πόλεμο αυτόν ήταν τεράστιες


και κυρίως των Αιγυπτίων.
Στον Πίνακα 2 φαίνονται οι απώλειες σε προσωπικό και υλικό όλων των
χωρών που συμμετείχαν σε αυτές τις επιχειρήσεις.
Ο επιδιωκόμενος σκοπός της Αιγύπτου και της Συρίας που ήταν η
ανακατάληψη των περιοχών που απώλεσαν το 1967 δεν επιτεύχθηκε. Αντίθετα,
το Ισραήλ και στα δύο μέτωπα βρέθηκε σε πλεονεκτική θέση μετά την πρώτη
κατάπαυση του πυρός και σε πολύ καλύτερη θέση μετά τη δεύτερη κατάπαυση
του πυρός. Στη δυτική όχθη οι Ισραηλινοί βρέθηκαν να έχουν στην κατοχή
τους 1.600 τετραγωνικά χιλιόμετρα από τα οποία αποσύρθηκαν αργότερα.

7. Διαπιστώσεις - Συμπεράσματα

Οι ΄Αραβες στον πόλεμο αυτόν είχαν την πρωτοβουλία της ενάρξεως των
επιχειρήσεων και αιφνιδίασαν τον αντίπαλο αφού αυτός δεν είχε προβεί στην
επιστράτευση των Μονάδων του.
Η επιχείρηση των Αιγυπτίων στην αρχική φάση της διαβάσεως της
Διώρυγας κατέδειξε μία σημαντική δεξιοτεχνία επιτελικής σχεδιάσεως για
προσχεδιασμένες επιχειρήσεις μεγάλων σχηματισμών. Ενώ στην αρχή, μέχρι τη
δημιουργία του προγεφυρώματος, τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά κι ενώ η
υπεροχή τους σε προσωπικό και τεθωρακισμένα ήταν μεγάλη, φάνηκαν
ανίκανοι να εκμεταλλευθούν το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού και να
ασκήσουν τακτική ελιγμών σε αναπεπταμένο έδαφος. Αυτό αποδίδεται σε
έλλειψη επαγγελματικής πείρας των στελεχών τους. Οι Αιγυπτιακές δυνάμεις
όφειλαν να αναπτυχθούν.
Σε όλο το μήκος της ανατολικής όχθης της διώρυγας, περιορίσθηκαν
εντός προγεφυρώματος το οποίο είχε ορισθεί από τις δυνατότητες κάλυψης της
αεράμυνάς τους. ΄Ετσι, ο Ισραηλινός Στρατός είχε ελευθερία κινήσεων σε
εξωτερικές γραμμές της ανατολικής όχθης και η Αιγυπτιακή αεροπορία δεν
ήταν επαρκώς ισχυρή για να προσβάλει και να ανακόψει τις κινήσεις των
Ισραηλινών προς το μέτωπο.
Η αδυναμία των Αιγυπτιακών δυνάμεων, να αντιδράσουν στην Ισραηλινή
διάβαση της Διώρυγας που επιχείρησαν στις 15 Οκτωβρίου, κατέδειξε την
έλλειψη ικανότητάς τους στην εκτίμηση τακτικής καταστάσεως, στην έγκαιρη
479

σχεδίαση αντιμετωπίσεως πιθανών απειλών και στην συλλογή πληροφοριών


μάχης.
Παρόμοια συμπεράσματα προκύπτουν και στο μέτωπο του υψ. Γκολάν,
όπου οι επιχειρήσεις των Σύρων τις πρώτες μέρες ήταν επιτυχείς και έφεραν σε
πολύ δυσχερή θέση τις Ισραηλινές δυνάμεις. Με το σθεναρό όμως αμυντικό
αγώνα τους και τις έγκαιρες και σωστές επεμβάσεις τους, κατόρθωσαν να
επιτύχουν προοδευτικά την ανάσχεση της επιθέσεως των Συριακών δυνάμεων
και την απώθησή τους από την περιοχή. Σπουδαίο ρόλο διαδραμάτισε στις
επιχειρήσεις αυτές η Ισραηλινή Αεροπορία.
Το Ισραηλινό Πεζικό δε χρησιμοποιήθηκε όπως έπρεπε και με την πλήρη
απόδοσή του σε συνεργασία με τα άρματα στο Μέτωπο του Σινά. Το ότι
πέτυχαν να διατηρήσουν την τοποθεσία τους ενεργώντας με τις μονάδες
αρμάτων, αποδίδεται κυρίως στην μετριότητα της απόδοσης των αραβικών
δυνάμεων.
Μεγάλη υπήρξε η Σοβιετική ανησυχία για μια νέα Αραβική καταστροφή,
ιδιαίτερα, όταν οι Ισραηλινοί κύκλωσαν την 3η Αιγυπτιακή Στρατιά και όταν
δημιουργήθηκε κατάσταση απειλής προς το Κάιρο. Αποτέλεσμα ήταν, η
Σοβιετική ΄Ενωση να κινηθεί έντονα παρασκηνιακά και να απειλήσει με την
επέμβαση στον πόλεμο αυτό.
Η σφοδρότητα με την οποία εξελίχθηκε ο πόλεμος αυτός και οι απώλειες
όλων των αντιμαχόμενων παρατάξεων κατέστησε τους λαούς αυτούς πλήρως
εξαρτημένους από χώρες του εξωτερικού για τον εφοδιασμό τους με πολεμικό
υλικό για την ανασυγκρότηση των δυνάμεών τους.
Τελικά, η κριτική που διατυπώθηκε στις φάσεις του πολέμου του 1973 δεν
μπορεί να επισκιάσει το γεγονός ότι οι Ισραηλινές ένοπλες δυνάμεις πέτυχαν
την πιο εκπληκτική νίκη στην ιστορία τους. Εάν δε, είχε έγκαιρα
πραγματοποιηθεί η επιστράτευσή τους, η Αραβική επίθεση θα είχε συντριβεί
από την αρχή, και όλες οι παραλήψεις της Ισραηλινής ηγεσίας και των
δυνάμεών της θα είχαν αγνοηθεί.
480

ΠΙΝΑΚΑΣ Ι
ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΑΝΤΙΠΑΛΩΝ

Α/Α Αραβικές Χώρες


Ισραήλ
Συρία Ιράκ Αίγυπτος Ιορδανία Σύνολον

1. Ένοπλες
Δυνάμεις

-Μεραρχίες 11 7 3(β) 12 (α) 22

Δυνάμεις Στρατού 270.000 120.000 30.000 200.000 (α) 350.000


>> Αεροπορίας 20.000 10.000 5.000 23.000 (α) 38.000

2. Εξοπλισμός

-Άρματα Μάχης 1.700 1.600 400 2.000 (α) 4.000

-Βλήματα Ε-Α 60 200 - 650 (α) 850

-Αεροσκάφη 500 300 60 600 (α) 960

-Πυροβόλα Α/Α 162 80 900 1.142

-Πυροβόλα Μάχης 1.200(γ) 1.500 600 2.300 4.400

Σημειώσεις
(α) Δεν διατίθενται επαρκή στοιχεία για Ιορδανία, Μαρόκο και Σαουδική Αραβία.
(β) Δυνάμεις στη Συρία
(γ) Συμπεριλαμβάνονται και τα αντιαρματικά πυροβόλα.
(δ) Τα στοιχεία αυτά προέρχονται από μελέτη του Διεθνούς Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών.
481

(ε) Αναλογίες: Στρατού Ξηράς 1:3 υπέρ Αράβων


Αρμάτων Μάχης 1:2,3 υπέρ Αράβων
Αεροσκαφών 1:2 υπέρ Αράβων
482

ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙ
ΑΠΩΛΕΙΕΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΚΑΙ ΜΕΣΩΝ

Α/Α Χώρες Προσωπικό Μέσα


Φονευθέντες Τραυματίες Αιχ/τοι Άρματα Αερ/φη Πύρ/λοι Πυρ/λα
Αγνοούμενοι

1. Ισραήλ 2.812 7.500 531 640 120(β)

2. Αραβικά
Κράτη

Αίγυπτος 15.000 45.000 8.500 850 162(β) 140

Συρία 7.000 21.000 (α) 860 165(β) 100

Ιράκ 125 260 18 80 21(β) -

Λίβανος 200 (α) (α) - (α) -

Μαρόκο 200 (α) (α) - (α) -

Ιορδανία 150 (α) (α) - (α) -

Σύνολο 514(γ)

Σημειώσεις
(α) Δεν υπάρχουν στοιχεία.
(β) Οι απώλειες σε αεροσκάφη Δ/Β.
(γ) Ο συνολικός αριθμός απωλειών των αεροσκαφών αναφέρεται από το Διεθνές Ινστιτούτο
Στρατηγικών Μελετών.
483
ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΤΟΥ ΒΙΕΤΝΑΜ
(1965 - 1973)

1. Εισαγωγή (Σχεδ. 102, 103)

Το Βιετνάμ βρίσκεται στη νοτιανατολική Ασία, 800 μίλια δυτικά των


Φιλιππίνων, και θεωρείται το «μάτι» της περιοχής. Οι χώρες που συνορεύουν με
το Νότιο Βιετνάμ είναι το Λάος, η Καμπότζη και το Βόρειο Βιετνάμ.
Ο μεγάλος ποταμός Μεϊκόνγκ, που πηγάζει από την ηπειρωτική Κίνα και
ρέει μέσα από το Βιετνάμ, δημιουργεί το Δέλτα του Μεϊκόνγκ, το οποίο
αποτελεί μια από τις πιο εύφορες περιοχές του κόσμου. Η μικρή αυτή περιοχή,
νότια της Σαϊγκόν, παράγει τεράστιες ποσότητες ρυζιού, ικανές να θρέψουν τον
πληθυσμό του Νότιου Βιετνάμ και τους πληθυσμούς της Καμπότζης και του
Λάος. Οι ακτές του Βιετνάμ στη νότια Κινεζική θάλασσα και στον κόλπο του
Σιάμ περιλαμβάνουν μερικές από τις πλουσιότερες ιχθυοπαραγωγικές περιοχές
του κόσμου.
Οι σχέσεις μεταξύ του Νότιου Βιετνάμ και των γειτονικών χωρών δεν
ήταν πάντα ομαλές. Ο δημιουργός της μεγαλύτερης ανωμαλίας ήταν το Βόρειο
Βιετνάμ, το οποίο άμεσα ή έμμεσα, είναι υπεύθυνο για όλα τα πολύ σοβαρά
σύγχρονα προβλήματα του Νότιου Βιετνάμ.
Στην αρχαιότητα και για μια χιλιετηρίδα περίπου, το Βιετνάμ ήταν κάτω
από Κινεζική διακυβέρνηση. Στη συνέχεια, απέκτησε την ανεξαρτησία του και
για 800 περίπου χρόνια υπήρξε μια διαδοχή Βιετναμέζων αυτοκρατόρων μέχρι
το έτος 1800, οπότε έγινε γαλλική αποικία. Στα επόμενα χρόνια, οι Γάλλοι
αντιμετώπισαν δυσκολίες, αρχικά με τους Κινέζους και στη συνέχεια με τους
Βιετναμέζους, μέχρι να συμπληρωθεί ουσιαστικά και με πληρότητα η γαλλική
κυβερνητική και διοικητική οργάνωση στην Ινδοκίνα. Ακολούθησε μια σχετικά
ειρηνική περίοδος αλλά ο Βιετναμέζικος εθνικισμός υπέβοσκε και εξαπλωνόταν
με την πάροδο του χρόνου.
Το 1930 σημειώθηκε μια σοβαρή εθνικιστική εξέγερση κοντά στο Ανόι,
που καταστάλθηκε αμέσως και με αυστηρότητα από τους Γάλλους. Σημαντικός
αριθμός από τους ηγέτες της εξεγέρσεως πέρασε τα σύνορα της χώρας,
παίρνοντας και τον επίσημο τίτλο του «εθνικού κόμματος του Βιετνάμ». Η
μυστική αυτή οργάνωση απορροφήθηκε από το Κομμουνιστικό Κόμμα της
Ινδοκίνας, το οποίο αρχικά σχηματίσθηκε στο Χογκ-Κογκ, κάτω από την
ηγεσία του Βιετναμέζου παλιού Κομμουνιστή που έφερνε το ψευδώνυμο Χο-
Τσι-Μινχ (HO-CHI-MINH).
Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1930, η βιετναμική εθνικιστική
κίνηση δεν αποτέλεσε μια πραγματική απειλή για τη γαλλική θέση, η όλη όμως
δραστηριότητά της ανάγκασε τους Γάλλους να προβούν σε μερικές
μεταρρυθμίσεις και στην εγκατάσταση ενός πιο φιλελεύθερου καθεστώτος.
Το 1940, όπως είναι γνωστό, έπεσε η Γαλλία και η κυβέρνηση του Βισύ
(VICHY) ενέδωσε στην αξίωση των Ιαπώνων, με αποτέλεσμα την εγκατάσταση
ιαπωνικού ελέγχου σε όλη την Ινδοκινεζική χερσόνησο, ενώ παρέμεινε η
γαλλική διοίκηση, σε επιφανειακή όμως μορφή. Οι περιστάσεις αυτές, σε
συνδυασμό με την ιαπωνική κατοχή, αποτέλεσαν τις ιδεώδεις συνθήκες για το
σχηματισμό και την ανάπτυξη της βιετναμικής οργανώσεως ανεξαρτησίας, η
οποία γρήγορα έγινε γνωστή σαν κίνηση των Βιέτ-Μινχ. Αρχικά οι Βιέτ-Μινχ
περιλάμβαναν μια ποικιλία εθνικιστικών ομάδων είτε κομμουνιστικών είτε
αντικομμουνιστικών. Σε κάθε περίπτωση είχαν οργανωθεί με βάση έναν πυρήνα
από κομμουνιστές ηγέτες.
Κατά το χρονικό στάδιο της συγκροτήσεώς τους οι Βιέτ-Μινχ
περιλάμβαναν ένα μεγάλο αριθμό μη κομμουνιστών Βιετναμέζων και,
τουλάχιστον κατά την αρχική φάση της οργανώσεως, δεν αναγνωριζόταν ο
έλεγχος από τους κομμουνιστές ηγέτες. Αλλά, από το 1949, ο κομμουνιστικός
ρόλος έγινε φανερός και ένας αριθμός μη κομμουνιστών ηγετών δολοφονήθηκε
από το κόμμα των Βιέτ-Μινχ. Μετά από αυτό εμφανίσθηκαν δύο βιετναμέζικες
κυβερνήσεις. Η μία, αναγνωρισμένη από τους Γάλλους, μετά από πολλές
διαπραγματεύσεις, σχημάτισε το Κράτος του Βιετνάμ και θα αποτελούσε την
Κυβέρνηση των εθνικιστών «μέσα στη γαλλική ένωση». Αλλά και μια άλλη
κυβέρνηση ανήγγειλε τη συγκρότησή της, κομμουνιστική, η οποία
αναγνωρίσθηκε αμέσως από τους Κινέζους κομμουνιστές. Τότε, οι Βιετναμέζοι
κομμουνιστές, οι Βιέτ-Μινχ δηλαδή, άρχισαν με αυξημένη υποστήριξη των
Κινέζων, εκτεταμένη στρατιωτική δράση κατά των γαλλικών δυνάμεων, οι
οποίοι με την πάροδο του χρόνου δοκίμασαν πολλές αποτυχίες. Μέχρι το 1954
οι γαλλικές απώλειες ήταν τεράστιες και προκλήθηκαν από μια σειρά ηττών, οι
οποίες κορυφώθηκαν με την ήττα του Ντιέν-Μπιέν-Φου (DIEN-BIEN-PHU).
Την εποχή εκείνη οι ΗΠΑ είχαν επενδύσει το ποσό των 4 δισεκατομμυρίων
δολαρίων με τη μορφή βοήθειας στους Βιετναμέζους, ενώ η Κίνα και ο
Σοβιετικός Συνασπισμός είχαν δαπανήσει τεράστια ποσά για την παροχή
βοήθειας στους Βιέτ-Μινχ.

2. Αφετηρία και Εξέλιξη του Προβλήματος του Βιετνάμ

Η διάσκεψη της Γενεύης, η οποία τερμάτισε τις εργασίες της στα τέλη
του 1954 και στην οποία συμμετείχαν η Γαλλία, το Βιετνάμ, η Καμπότζη, το
Λάος και το Βόρειο Βιετνάμ και παρέστησαν αντιπροσωπείες των ΗΠΑ, του
Ηνωμένου Βασιλείου και της Κομμουνιστικής Κίνας, κατέληξε στη σύναψη
συμφωνίας για την κατάπαυση των εχθροπραξιών. Επίσης, αποφασίσθηκε
προσωρινή διαίρεση του Βιετνάμ κατά μήκος του 17ου παράλληλου σε μία
487

κομμουνιστική ζώνη στο Βορρά και σε μια μη κομμουνιστική ζώνη στο Νότο.
Δόθηκε προθεσμία διάρκειας 300 ημερών, κατά την οποία επιτρεπόταν η
ελεύθερη κίνηση των Βιετναμέζων από τη μια ζώνη στην άλλη, ανάλογα με την
επιθυμία του καθενός. Στην περίοδο αυτή 900.000 Βιετναμέζοι διέρρευσαν
προς το Νότο, ενώ ένας περιορισμένος αριθμός 80.000 επέλεξε την αντίθετη
κατεύθυνση.
Η αναφερόμενη συμφωνία καθόρισε να αποχωρήσει υποχρεωτικά ο
όγκος των ενόπλων δυνάμεων και των δύο παρατάξεων στις αντίστοιχες ζώνες
και μια διεθνής επιτροπή ελέγχου από Καναδούς, Πολωνούς και Ινδούς να
εγκατασταθεί για να επιβλέψει την εφαρμογή της συμφωνίας. Τις συμφωνίες
της Γενεύης δεν υπέγραψαν ούτε οι ΗΠΑ ούτε η κυβέρνηση του Βιετνάμ. Παρ'
όλα αυτά οι ΗΠΑ δήλωσαν ότι θα παρακολουθήσουν την ουσία της συμφωνίας,
μεταγενέστερα όμως δήλωσαν και πάλι ότι θα λάβουν σοβαρά υπόψη κάθε
προσπάθεια βίαιης ανατροπής της.
Ο Ντιέμ (DIEM), ο οποίος είχε γίνει πρωθυπουργός του Νότιου Βιετνάμ
την εποχή της λήξεως της διασκέψεως της Γενεύης, προσπάθησε να
συγκροτήσει δραστήρια Νοτιοβιετναμική κυβέρνηση. Παρ' όλες τις δυσχέρεις
τις οποίες αντιμετώπισε αυτός και η κυβέρνησή του, (ισχυρές θρησκευτικές
αιρέσεις οι οποίες είχαν κατορθώσει να οργανώσουν υπολογίσιμες στρατιωτικές
δυνάμεις, διάφορες εθνικές ομάδες ξεχωριστής προελεύσεως η καθεμιά π.χ.
Κινέζοι-Ορεινοί-Χμερς, μυστικός μηχανισμός του κομμουνιστικού κόμματος
που αφέθηκε σκόπιμα στο Νότο για τον έλεγχο της περιοχής κτλ.) σε αυτό το
διάστημα, όχι μόνο δεν κατέρρευσε αλλά, αντίθετα, κατόρθωσε να επιτελέσει
σαφείς προόδους προς την κατεύθυνση δημιουργίας ενός νέου κράτους.
Περί το τέλος της δεκαετίας του 1950, οι Βιετναμέζοι κομμουνιστές ήταν
απασχολημένοι με την εγκατάσταση αστυνομικών ελέγχων στο Βόρειο Βιετνάμ.
Σημειώθηκαν περιοδικές εκρήξεις τρομοκρατίας στο Νότο, ανάλογα με την
ικανότητα του μηχανισμού του σκληρού πυρήνα των Βιέτ-Μινχ, ο οποίος είχε
παραμείνει στο Νότο και σχημάτισε μυστικό δίκτυο. Σε αυτήν την περίοδο
σημειώθηκαν μερικές εσκεμμένες και συγκεντρωτικές ενέργειες για τη
δολοφονία των προκρίτων των χωριών, όπως και των δασκάλων, ο φόνος των
οποίων αποτελεί εύκολη υπόθεση. Το 1959 για παράδειγμα δολοφονήθηκαν
περίπου 400 πρόκριτοι χωριών. Αυτό δημιούργησε μια τραγική κατάσταση,
αλλά με κανένα τρόπο δε συνέβαλε στην πτώση της κυβερνήσεως του Νότιου
Βιετνάμ.
Όταν έγινε φανερό στο Βόρειο Βιετνάμ ότι η Νοτιοβιετναμική
κυβέρνηση δεν πρόκειται να καταρρεύσει, ξεκίνησε μια νέα εκστρατεία, αυτή
τη φορά, πιο απειλητική. Στο συνέδριο του κόμματος Λάο-Ντονγκ (LAO-
DONG), πρόκειται για το όνομα που πήρε ο πολιτικός μηχανισμός των Βιέτ-
Μινχ στο Ανόι, τον Σεπτέμβριο του 1960, τέθηκαν οι βάσεις των σχεδίων για
μια γενικότερη εκστρατεία των Βιετκόγκ για την εισβολή προς το Νότο, η οποία
488

συνεχίσθηκε για πολλά χρόνια από τότε. Το Συνέδριο του κόμματος έθεσε δύο
αποστολές στα μέλη του: πρώτο, να φέρουν σε πέρας τη σοσιαλιστική
επανάσταση στο Βόρειο Βιετνάμ και δεύτερο -και αυτή ήταν η σοβαρότερη- να
απελευθερώσει το Νότιο Βιετνάμ. Στη συνάντηση αυτή, οι κομμουνιστές ηγέτες
εξέτασαν το σχηματισμό για ένα ευρύ ενωμένο εθνικό μέτωπο. Γι'αυτό το
σκοπό, τρεις μήνες αργότερα, το Ανόι ανήγγειλε τη δημιουργία του Μετώπου
Απελευθερώσεως του Νότου και ο Χο-Τσι-Μινχ μίλησε αυτοπροσώπως για την
ανάγκη προωθήσεως της Εθνικής Δημοκρατικής Λαϊκής Επαναστάσεως στο
Νότο.
Μέχρι αυτή την εποχή, η κομμουνιστική προπαγάνδα προσπάθησε να
παρουσιάσει τη δραστηριότητα των Βιετκόγκ σαν μια ανεξάρτητη και αυτόνομη
κίνηση στο Νότο, αλλά αυτό ήταν, μάλλον, μια μυθοπλασία, την οποία, αρκετά
δύσκολα, μπόρεσε να συντηρήσει το Ανόι.

3. Οργάνωση των Βιετκόγκ

α. Διάρθρωση της Πολιτικής και Στρατιωτικής Διοικήσεως - Διείσδυση


στο Νότιο Βιετνάμ.

Το Κομμουνιστικό Κόμμα του Βόρειου Βιετνάμ, δηλαδή το κόμμα


Λάο-Ντονγκ, καθοδηγείται από το Χο-Τσι-Μινχ. Έχει κάτω από τις άμεσες
διαταγές της Κεντρικής Επιτροπής του ένα Ειδικό Τμήμα Ενοποιήσεως, το
οποίο κατέστρωνε τη Στρατηγική για την κίνηση κατακτήσεως του Νότιου
Βιετνάμ. Στο τμήμα Ενοποιήσεως υπάγονταν έξι Περιφερειακές Μονάδες,
καθεμιά από τις οποίες ήταν υπεύθυνη για την περιοχή που της έχει ανατεθεί
στο Νότο. Κάθε Περιφερειακή Μονάδα υποδιαιρούνταν σε ειδικές μονάδες
υπεύθυνες για το σύνδεσμο, την προπαγάδα, την εκπαίδευση, το προσωπικό, τις
ανατρεπτικές δραστηριότητες, την κατασκοπεία και τις στρατιωτικές βάσεις. Η
υποδιαίρεση συνεχιζόταν προς τα κάτω στις επαρχίες και τα διαμερίσματα μέχρι
τις μικρότερες οργανικές μονάδες της βάσεως της πυραμίδας.
Οι στρατιωτικές υποθέσεις αποτελούσαν ευθύνη της Ανώτατης
Διοικήσεως του Λαϊκού Στρατού του Βόρειου Βιετνάμ, η οποία, στη συνέχεια,
υπαγόταν στην επίβλεψη του Κόμματος. Η δομή της στρατιωτικής οργανώσεως
είναι προσαρμοσμένη ώστε να συμπίπτει με την πολιτική οργάνωση, π.χ. οι έξι
στρατιωτικές περιοχές των Βιετκόγκ στο Νότιου Βιετνάμ συμπίπτουν με τις έξι
περιφερειακές πολιτικές μονάδες οι οποίες υπάγονται στην Κεντρική Επιτροπή.
Το Βόρειο Βιετνάμ επιθυμούσε να εμφανίζει τους Βιετκόγκ ως Νοτιο-
Βιετναμέζους αντάρτες για πολλούς και φανερούς λόγους. Όταν υπογράφηκαν
οι συμφωνίες του 1954, το Ανόι είχε αναλάβει την υποχρέωση να μην
προχωρήσει σε οποιαδήποτε εχθρική πράξη κατά του Νότιου Βιετνάμ. Το 1962
συμφώνησε ότι δε θα χρησιμοποιούσε το Βασίλειο του Λάος για επέμβαση στις
489

εσωτερικές υποθέσεις των άλλων χωρών της νοτιοανατολικής Ασίας. Το


καθεστώς του Βόρειου Βιετνάμ δεν επιθυμούσε να γίνουν γνωστές στον κόσμο
οι επίμονες και ιδιαίτερα σοβαρές παραβιάσεις των υποχρεώσεων αυτών.
Οπωσδήποτε, το Βόρειο Βιετνάμ κατά την οργάνωση των δυνάμεων των
Βιετκόγκ για μια αποφασιστική ενέργεια, αναγκάσθηκε να ρίξει ολοένα και
περισσότερους μεταμφιεσμένους στρατιώτες στη μάχη. Τα θέματα προπαγάνδας
των Βιετκόγκ ήταν όμοια με αυτά του Βόρειου Βιετνάμ. Αλλά η πιο επικίνδυνη
ενέργεια της εκστρατείας του Βόρειου Βιετνάμ στο Νότο ήταν η καταπληκτική
διείσδυση στρατευμάτων, οπλισμού, πυρομαχικών και γενικά στρατιωτικών
εφοδίων.
Η πιστοποίηση του τρόπου με τον οποίο το Βόρειο Βιετνάμ διεξήγαγε τη
διείσδυση αυτή ήταν, ως επί το πλείστον, πλήρης. Η απόδειξη ήταν
αποφασιστική και αναμφισβήτητη. Υπάρχουν χιλιάδες έγγραφα και άλλα
εμπιστευτικά κείμενα, με τα οποία επιβεβαιώνεται η εικόνα. Το μέγεθος των
τμημάτων διεισδύσεως κυμαινόταν από δυνάμεις μικρών ομάδων των 5 ανδρών
μέχρι ομάδες των 500 ανδρών. Οι συνήθεις πάντως ομάδες ήταν δυνάμεις 40-50
ανδρών. Ο όγκος των όπλων τα οποία στάλθηκαν αρχικά στο Νότιο Βιετνάμ
ήταν παλιά γαλλικά ή αμερικανικά, που αποκτήθηκαν πριν το 1954 στην
Ινδοκίνα και στην Κορέα. Αργότερα όμως, το ρεύμα οπλισμού που προερχόταν
από το Βόρειο Βιετνάμ αποτελούνταν από όπλα τελευταίου τύπου που είχαν
χορηγηθεί σε μεγάλες ποσότητες από την Κομμουνιστική Κίνα.

β. Η Μορφή των Επιχειρήσεων και η Συγκρότηση των Βιετκόγκ

Αναμφίβολα, η μορφή των επιχειρήσεων των Βιετκόγκ μοιάζει πολύ


με την κατάσταση στην Ελλάδα, τη Μαλαισία και ενμέρει στην Κορέα, στα
αρχικά στάδια. Η τρομοκρατία, η βία, οι νυχτερινές δολοφονίες, οι ενέδρες, οι
αιφνιδιαστικές επιθέσεις κτλ. αποτελούσαν το κύριο γνώρισμα της τακτικής
τους.
Ο πρωταρχικός στρατιωτικός στόχος των Βιετκόγκ ήταν οι πρόκριτοι
του κατώτερου επιπέδου και ο σκοπός τους ήταν σαφής και απέβλεπε στην
απομόνωση του πληθυσμού από την κυβέρνησή του. Επιδίωξη των Βιετκόγκ
ήταν να καταστήσουν αδύνατη την επικοινωνία των υπαλλήλων των επαρχιών
με τους πρόκριτους των διαμερισμάτων, των χωριών και των συνοικισμών.
Οι Βιετκόγκ απέβλεπαν τελικά στο να αντικαταστήσουν όλες τις αρχές
με υποστηρικτές τους ή με συμπαθούντες κομμουνιστές, οι οποίοι δεν
επιθυμούσαν να υποστηρίξουν την κεντρική κυβέρνηση. Κατ'αυτόν τον τρόπο
οι Βιετκόγκ μπορούσαν να κυκλοφορούν ελεύθερα στη χώρα, να εισπράττουν
φόρους, να στρατολογούν άνδρες και γενικά, να εγκαθιστούν αστυνομικές
αρχές, αναγκαίες για τη συνοχή του κομμουνιστικού κράτους. Μια συνηθισμένη
ενέργεια των Βιετκόγκ ήταν η δημοσίευση πίνακα υποψηφίων για τη
490

δολοφονία ατόμων, ενός συγκεκριμένου χωριού ή συνοικισμού. Ο κατάλογος


περιλάμβανε, συνήθως, τα ονόματα του δημάρχου ή του προέδρου της
κοινότητας, του αντιπροέδρου, του αστυνόμου και των ανδρών της αστυνομικής
δυνάμεως, της εθνοφυλακής του χωριού και ειδικά των αξιωματικών ή των
υπαξιωματικών, όπως επίσης και οποιωνδήποτε άλλων αντιπροσώπων της
επαρχίας του νομού ή της εθνικής κυβερνήσεως.
Όταν οι Βιετκόγκ ήταν σε θέση να αρχίσουν τις δολοφονίες -και αυτό
συνέβαινε αρκετά συχνά- αυτές πραγματοποιούνταν με μαχαίρια,
πυροβολισμούς, με βόμβες, με ελεύθερους σκοπευτές ή και με ξυλοδαρμό
ακόμη. Στην περίπτωση που τα πρόσωπα του καταλόγου ήταν απροσπέλαστα,
τότε οι Βιετκόγκ δολοφονούσαν τις συζύγους, τα παιδιά ή τους γονείς τους. Το
1965, για παράδειγμα, δολοφονήθηκαν με αυτόν τον τρόπο 436 τοπικοί
άρχοντες και 1.359 άλλοι πολίτες. Επίσης, απήχθησαν πάνω από 11.000
δημόσιοι υπάλληλοι, που αγνοείται η τύχη τους, καθώς και 8.400 πολίτες.
Οι Βιετκογκ μπορούν γενικά να ταξινομηθούν σε τέσσερις κατηγορίες,
καθεμιά με διαφορετική μορφή και οργάνωση, δηλαδή σε:
(1) Τοπικούς και στενά δεμένους με την περιοχή αντάρτες.
(2) Επαρχιακούς στρατιώτες.
(3) Στρατιώτες της κύριας δυνάμεως.
(4) Στρατεύματα διοικητικής μέριμνας.
Ορισμένες μονάδες της κύριας δυνάμεως αποτελούνταν από Βόρειους
και Νότιους Βιετναμέζους, ενώ άλλες ήταν εξολοκλήρου βορειοβιετναμικές. Οι
γυναίκες συμμετείχαν σε όλες τις κατηγορίες, και η αναλογία τους στα
στρατεύματα διοικητικής μέριμνας ήταν μεγαλύτερη. Οι πιο πολλοί από τους
Βιετκόγκ διατρέφονταν με ρύζι και λαχανικά, και ήταν σκληροτράχηλοι και
μεγάλης αντοχής. Με λίγα λόγια, παρουσιάζονταν πολυμήχανοι, εύστροφοι και
ευπροσάρμοστοι στη σύγχρονη τακτική. Παρ'όλα αυτά, το μεγαλύτερο μέρος
των στρατευμάτων ήταν κάτοικοι χωριών και δεν έδειχναν ιδιαίτερη προτίμηση
στη ζούγκλα. Επιπλέον, τα τελευταία χρόνια το στρατολογικό σύστημα
παρουσιαζόταν ανίκανο να καλύψει το υψηλό ποσοστό των απωλειών και
προοδευτικά, οι στρατολογούμενοι εκβιάζονταν να προσχωρήσουν ή
κυριολεκτικά απάγονταν. Εδώ, πρέπει να υπογραμμισθεί ότι ο δογματισμός
ήταν συνεχής και τέλειος και ο έλεγχος πολύ αποτελεσματικός.

γ. Αντάρτες Τοπικοί και Στενά Συνδεδεμένοι με την Περιοχή

Κάθε χωριό μέσα στην περιοχή που βρισκόταν κάτω από τον έλεγχο
των Βιετκόγκ είχε ή μπορούσε να έχει έναν πυρήνα παραγωγής και ένα
αντάρτικο τμήμα ή διμοιρία. Τα μέλη του ήταν εξοπλισμένα με διάφορα όπλα,
από τα οποία το πιο συνηθισμένο ήταν το αμερικανικό τυφέκιο Μ1. Ντύνονταν
με πολιτικά ρούχα και παρουσιάζονταν ίδιοι με τον υπόλοιπο πληθυσμό. Οι
491

αποστολές τους περιλάμβαναν, συλλογή πληροφοριών, διανομή


προπαγανδιστικού υλικού, παροχή οδηγιών, προστασία στελεχών, παροχή
εργατικών χεριών σε άλλες μονάδες, βοήθεια στις ομάδες δολιοφθορέων και
εκτελεστών, κατασκευή αμυντικών έργων εκστρατείας, ναρκοθετήσεις και
εγκατάσταση απλών ενεδρών. Ενεργούσαν με βάση εξορμήσεως τα χωριά τους
και κάτω από τον έλεγχο της επιτροπής του χωριού.

δ. Οι Επαρχιακές Μονάδες

Πίσω από τις τοπικά και στενά συνδεδεμένες με την περιοχή των
ανταρτών, βρίσκονταν οι κινητές μονάδες, συνήθως τάγματα, που αποτελούσαν
το στρατιωτικό τμήμα και υπάγονταν στις επαρχιακές επιτροπές του Εθνικού
Απελευθερωτικού Μετώπου (ΕΑΜ). Συγκροτούνταν κυρίως από αντάρτες
επιλεγμένους από τις τοπικές υπομονάδες με κριτήρια την πολιτική
«ωριμότητα» και τη μαχητική συμπεριφορά.
Τα μέλη των επαρχιακών μονάδων ήταν καλά εκπαιδευμένα σε όλα τα
θέματα της τακτικής του Πεζικού και παρουσιάζονταν καλά εξοπλισμένα.
Παράλληλα με τη στρατιωτική εκπαίδευση συμβάδιζε και η πολιτική, για την
οποία διέθεταν το 50% περίπου του συνολικού χρόνου εκπαιδεύσεως. Κανονικά
η μονάδα αυτού του είδους ενεργούσε μέσα στην περιοχή, από όπου την
στρατολογούσαν. Μερικές φορές ενεργούσε ως τάγμα ειδικών αποστολών,
συνήθως όμως ενεργούσε κατά λόχους ή διμοιρίες διασκορπισμένες σε ευρεία
έκταση.
Οι πιο πάνω μονάδες αποτελούν τα «μάτια»και τα «αυτιά» των
μονάδων της κύριας δυνάμεως, έπαιρναν μέρος στις επιχειρήσεις των μονάδων
αυτών και σε μερικές περιοχές ενεργούσαν βίαιη επιστράτευση για λογαριασμό
του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου. Μέσω των τοπικών και στενά
συνδεδεμένων με την περιοχή των ανταρτών, οι επαρχιακές μονάδες
συνδέονταν με τον πληθυσμό, στον οποίο στηρίζονταν σε ό,τι αφορούσε τη
διατροφή τους, την ενδυμασία τους και την υγειονομική τους περίθαλψη.

ε. Οι Μονάδες της Κύριας Δυνάμεως.

Οι μονάδες της κύριας δυνάμεως, αποτελούσαν τις "μόνιμες δυνάμεις"


των Βιετκόγκ. Από καιρό σε καιρό κάθε μια από τις μονάδες αυτές ενεργούσε
κατά συγκροτήματα λόχων, συνήθως όμως ήταν οργανωμένη σε συγκροτήματα
ταγμάτων ή συνταγμάτων. Τα μέλη τους αποτελούνταν από εκπαιδευμένους,
πεπειραμένους και πειθαρχημένους στρατιώτες. Στην προσπάθειά τους να
εκμηδενίσουν το πλεονέκτημα το οποίο διέθεταν τα κυβερνητικά στρατεύματα
με το πυρ υποστηρίξεως, παρουσιάζονταν ιδιαίτερα έμπειροι στη
χρησιμοποίηση του εδάφους, τον έλεγχο πυρός και την απαγκίστρωση από το
492

πεδίο της μάχης. ΄Ηταν καλά εξοπλισμένοι και μετέφεραν αρκετές ποσότητες
πυρομαχικών. Η τακτική τους ήταν αυτή του ιδιότυπου ανταρτοπολέμου.

στ. Μονάδες Διοικητικής Μέριμνας.

Οι μονάδες διοικητικής μέριμνας των Βιετκόγκ ενεργούσαν κυρίως σε


επαρχιακή βάση. Συγκέντρωναν ρύζι, αλάτι, ενδύματα, φαρμακευτικά υλικά και
κάθε είδους φόρους στα χωριά που ελέγχονταν από τους Βιετκόγκ και
παράλληλα προμηθεύονταν εφόδια από τα μεγαλύτερα χωριά και τις πόλεις.
Επίσης, έκαναν διανομή εφοδίων στις μονάδες της κύριας δυνάμεως, και στην
ανάγκη και σε άλλες. Ήταν υπεύθυνοι για τη μεταφορά και τη διανομή όπλων
και πυρομαχικών, κύρια πηγή των οποίων αποτελούσε το Βόρειο Βιετνάμ.
Οι πιο πάνω μονάδες εργάζονταν με βάση τη λεπτομερή γνώση των
αποστολών που προερχόταν από την πολυετή πείρα τους. Γνώριζαν ακριβώς τη
δυναμικότητα κάθε οικογένειας σε χρήματα, ρύζι και κτηνοτροφικά προϊόντα
και ανάλογα με αυτήν καθόριζαν τους φόρους. Τηρούσαν λεπτομερείς
καταλόγους των παραλαβών, των παραδόσεων και των μετακινήσεων, γενικά,
των αποθεμάτων τους.

4. Τρόποι Ενεργείας των Βιετκόγκ

α. Η Μορφή και η Έκταση του Ανταρτοπόλεμου.

Οι Βιετκόγκ χρησιμοποιούσαν στο έπακρο την τακτική και τις αρχές


του ανταρτοπόλεμου και μάλιστα με υψηλό βαθμό επιδεξιότητας. Συνήθως, οι
βάσεις εξορμήσεώς τους ήταν σε ασφαλείς περιοχές, που βρίσκονταν σε
μακρινές αποστάσεις από τις Κυβερνητικές δυνάμεις. Προκειμένου όμως να
επιχειρήσουν από τις βάσεις αυτές σε μεγάλες αποστάσεις, ήταν υποχρεωμένοι
να δημιουργούν σειρά ενδιάμεσων βάσεων, γεγονός το οποίο πολλές φορές
αποκάλυπτε τις προθέσεις τους.
Το μειονέκτημα αυτό αντιμετωπιζόταν επαρκώς από τους Βιετκόγκ,
καθώς κάθε άτομο της κύριας δυνάμεώς τους ήταν ένας άριστα ειδικευμένος
αντάρτης και δολιοφθορέας, ο οποίος μαχόταν μέσα στη δική του χώρα και,
επομένως, ήταν γνώστης της περιοχής. Επιπλέον είχε την ευχέρεια να κρύβει
τον οπλισμό του, να αλλάζει ρούχα και να παρουσιάζεται σαν φιλειρηνικός
πολίτης, χωρίς να γίνεται αντιληπτός.
Η ανυπαρξία εξάλλου μιας συγκεκριμένης γραμμής μετώπου,
διευκόλυνε στο έπακρο τις ενέργειες των Βιετκόγκ, γιατί ήταν επιστρατευμένοι
από τις περιοχές του θεάτρου των επιχειρήσεων και διασπαρμένοι μέσα σε
αυτές. Δε διέθεταν συγκεκριμένες και επιμελημένες γραμμές συγκοινωνιών και
μπορούσαν, ενώ επιχειρούσαν μια καταδρομή στα περίχωρα της Σαϊγκόν ή
493

εναντίον κάποιας Αμερικανικής Βάσεως ή αεροδρομίου, να ενεδρεύουν


εναντίον μιας φάλαγγας ή να πυρπολούν ένα χωριό το οποίο φιλοξενούσε ή
βοηθούσε τα συμμαχικά στρατεύματα. Μέσα σε ελάχιστο χρόνο μπορούσαν να
αποκρύψουν τον οπλισμό τους και να αναμιχθούν με τον υπόλοιπο πληθυσμό.
Οι δολιοφθορείς των Βιετκόγκ περνούσαν πριν από την έναρξη των
επιχειρήσεων ή κατά τη διάρκειά τους στα μετόπισθεν των Κυβερνητικών
δυνάμεων και ενεργούσαν κάθε είδους εκτεταμένες δολιοφθορές,
παρεμποδίζοντας με αυτό τον τρόπο την εξέλιξη των επιχειρήσεων. Μια
σοβαρή, επίσης, προσπάθεια, την οποία ανέλαβαν οι Βιετκόγκ, ήταν η
εκκαθάριση και εξουδετέρωση της αστυνομίας του Νότιου Βιετνάμ, με τρόπο
ώστε αυτή να χάσει τον έλεγχο σε μεγάλες περιοχές της χώρας, ενώ ο στρατός,
όταν κλήθηκε να αντιμετωπίσει το πρόβλημα, ήταν ένα εντελώς ακατάλληλο
αντίδοτο.
Επίσης, οι Βιετκόγκ, κατά τη διεξαγωγή των επιχειρήσεων,
χρησιμοποιήσαν σε μεγάλη έκταση και με μεγάλη επιδεξιότητα νάρκες και
παγίδες και είχαν σημαντικά αποτελέσματα. Σε μία Αμερικανική Μεραρχία για
παράδειγμα οι απώλειες από τις νάρκες ήταν 22,4% και από τις παγίδες 10%,
δηλαδή συνολικά για τις δύο περιπτώσεις 32,4% έναντι 22,4% για τις απώλειες
από τα πυρά ελαφρών όπλων και 22,9% για τις απώλειες από όλμους κτλ.

β. Η Οργάνωση του Εδάφους και η Δράση των Υπόγειων Στοών

Όπως τα χαρακώματα αποτέλεσαν το χαρακτηριστικό του Πρώτου


Παγκόσμιου Πολέμου και τα άρματα και η αεροπορία, τη βάση του Δεύτερου
Παγκόσμιου Πολέμου, στον Πόλεμο του Βιετνάμ, το πιο εντυπωσιακό
φαινόμενο ήταν οι υπόγειες στοές των κομμουνιστών ανταρτών.
Για τους Βιετκόγκ ένα σκαπτικό εργαλείο άξιζε περισσότερο από ένα
τυφέκιο. Η αυξανόμενη δράση, στο έδαφος και τον αέρα, του στρατού του
Νότιου Βιετνάμ και των συμμάχων του, ανάγκασε τους κομμουνιστές, στη
διάρκεια των τελευταίων ετών του πολέμου, να δημιουργήσουν ένα «υπόγειο
θέατρο επιχειρήσεων» και να αποδείξουν με αυτόν τον τρόπο ότι η «δράση
υπογείων» αποτελούσε, όχι μόνο μεταφορικά αλλά και κυριολεκτικά, προσφιλή
τους μέθοδο και ότι δίκαια τους αποκάλεσαν αρουραίους.
Ολόκληρα χιλιόμετρα στοών είχαν ανοιχθεί κάτω από χωριά ή στην
ύπαιθρο, με διαδρόμους συγκοινωνίας, σταθμούς διοικήσεως, αποθήκες,
νοσοκομεία, συχνά με δυνατότητα ηλεκτροφωτισμού και υδρεύσεως. Κατά τη
διάρκεια μιας μόνο επιχειρήσεως, το Φθινόπωρο του 1967, ένας Λόχος
Μηχανικού των Αμερικανών, εξερεύνησε και κατέστρεψε 10 χιλιόμετρα
υπόγειας στοάς, ενώ μία Αμερικανική Μεραρχία συνάντησε ένα σύμπλεγμα
στοών, το οποίο άρχιζε δυτικά της Σαϊγκόν και κατέληγε στα σύνορα της
Καμπότζης, με μήκος δηλαδή 56 χιλιόμετρα.
494

Οι Βιετκόγκ έσκαβαν υπόγειες στοές οπουδήποτε το επέτρεπε ή το


επέβαλλε η τακτική κατάσταση, χωρίς περιορισμό. Το εσωτερικό ήταν,
συνήθως, θολωτό, με διάμετρο 0,75μ. μέχρι 1,20μ. και με απεριόριστο μήκος.
Υπήρχαν πάντοτε πάνω από μια είσοδοι, ώστε να εξασφαλίζεται η διαφυγή.
Μεγάλη προσοχή δινόταν στην αριστοτεχνική απόκρυψη και παραλλαγή των
εισόδων.
Γενικά, τα συμπλέγματα των στοών, τα «αριστουργήματα» της
μηχανικής των Βιετκόγκ, όπως ονομάσθηκαν, μπορούν να ταξινομηθούν σε δύο
κατηγορίες. Αυτά που κατασκευάσθηκαν σε κατοικημένους χώρους, τα οποία
ήταν πιο απλά και αβαθή και χρησιμοποιήθηκαν από τους χωρικούς και τους
αντάρτες και αυτά που κατασκευάσθηκαν εκτός πόλεων και χωριών και ήταν
εκτεταμένα, πολύπλοκα και βαθύτερα ενώ μέσα τους κινούνταν ή μαλλον
διολίσθαιναν οι κύριες δυνάμεις των Βιετκόγκ. Στα ελεγχόμενα από τους
Βιετκόγκ χωριά, υπήρχε πάντα σχεδόν ένα σύμπλεγμα υπόγειων στοών, με
ευφυέστατα παραλλαγμένες εισόδους, οπουδήποτε μέσα στα σπίτια του χωριού
(συνήθως κάτω από εγχώριους ψάθινους τάπητες) και με εξόδους διαφυγής
στην πλησιέστερη παρυφή του χωριού. Όταν οι συμμαχικές δυνάμεις
περικύκλωναν το χωριό, οι κάτοικοι διολίσθαιναν μέσω των υπόγειων στοών
και κατέφευγαν στην γύρω ζούγκλα, όπου και εξαφανίζονταν.
Οι είσοδοι και οι αεραγωγοί αποκρύπτονταν και παραλάσσονταν
ευφυέστατα στη βάση κορμών δέντρων, πυκνών θάμνων ή στις πλευρές
πηγαδιών.
Σε ορισμένες περιοχές βρέθηκαν είσοδοι κάτω από τη στάθμη
επιφανειακών υδάτων και ρευμάτων ποταμών. Τα ευθύγραμμα τμήματα των
στοών δεν είχαν μήκος μεγαλύτερο απο 15 μέτρα και ενώνονταν με ορθές,
συνήθως, γωνίες. Χάρη στην τεθλασμένη γραμμή η οποία σχηματιζόταν, οι
Βιετκόγκ ήταν αθέατοι και δεν κινδύνευαν σοβαρά από τις εκρήξεις των
τοποθετημένων γεμισμάτων ή από τα θραύσματα των χειροβομβίδων. Εξάλλου,
το βεληνεκές και η αποτελεσματικότητα των φλογοβόλων, των δακρυγόνων και
των καπνογόνων περιοριζόταν σημαντικά.
Τα συμπλέγματα των στοών είχαν συνήθως βάθος 7 μέτρων και
σχημάτιζαν διάφορους «ορόφους» από τους οποίους ο ρηχότερος χρησίμευε για
την κύρια κυκλοφορία, ενώ οι βαθύτεροι ως νοσοκομεία, χώροι διαμονής,
χώροι αποκρύψεως και για διάφορες άλλες χρήσεις με διαστάσεις 2x2x2. Οι
είσοδοι από τους ψηλότερους διαδρόμους προς τους χαμηλότερους χώρους
κλείνονταν με αριστοτεχνικά παραλλαγμένες καταπακτές. Ήταν πολύ δύσκολο
να τις ανακαλύψει όποιος ερευνούσε, έστω και αν χρησιμοποιούσε λόγχη ή
αλλο εντοπιστή, όπως γίνεται στη εκκαθάριση των ναρκοπεδίων. Σαν κάλυμμα
της καταπακτής χρησιμοποιούσαν ξύλινο ή μεταλλικό δοχείο (λεκάνη) γεμάτο
χώμα το οποίο τοποθετούσαν με τη μεγάλη βάση προς τα πάνω ώστε να
εφαρμόζει ακριβώς πάνω στο έδαφος.
495

Ορισμένοι διάδρομοι, ενώ φαινόταν ότι οδηγούσαν σε αδιέξοδο, στην


πραγματικότητα αποτελούσαν ένα ακόμη τέχνασμα των Βιετκόγκ. Κάπου στο
σημείο αυτό υπήρχε καταπακτή, η οποία οδηγούσε σε ένα μικρό
παρακαμπτήριο διάδρομο, που κατέληγε ξανά στην προέκταση του κυρίως
διαδρόμου, ενώ, συνήθως, υπήρχε και άνοιγμα στην πλευρά που φαινόταν να
φράσσει το διάδρομο, μέσα από την οποία οι Βιετκόγκ μπορούσαν να βάλλουν
κατά των ανιχνευτών.
Οι είσοδοι και οι έξοδοι των στοών ανοίγονταν ανά 50μ.-300μ. και οι
αεραγωγοί ανά 30μ.-70μ. Οι υπόγειες στοές παρείχαν στους Βιετκόγκ μεγάλη
ασφάλεια. Αποδείχθηκε ότι για να καταρρεύσει στοά που βρισκόταν σε βάθος 6
μέτρων έπρεπε να βληθεί απευθείας με βόμβες των 750 λιβρών.
Πολιτικοί και στρατιωτικοί ηγέτες των Βιετκόγκ έβρισκαν συχνά
καταφύγιο στις υπόγειες στοές. Η εκσκαφή των στοών πραγματοποιήθηκε με
αναγκαστική εργασία «εθελοντών χωρικών». Η «νόρμα» ήταν ένα μέτρο στοάς
την ημέρα ανά άνδρα. Τα τοιχώματα των στοών συνήθως δεν επενδύονταν,
γιατί το συνεκτικό έδαφος της περιοχής, ειδικά οι ρίζες της ιδιαίτερα πυκνής
βλάστησης, παρείχαν την απαιτούμενη αντοχή και σταθερότητα. Σε σπάνιες
περιπτώσεις και ιδιαίτερα εκεί που το έδαφος δεν ήταν συνεκτικό, τα τοιχώματα
σταθεροποιούνταν με κορμούς ή με πλέγματα μπαμπού.
Όπως είναι γνωστό οι Βιετναμέζοι είναι βραχύσωμοι. Επομένως,
εύκολα μπορούσαν να ολισθαίνουν μεσα σε ανοίγματα διαμέτρου 47
εκατοστών. Κατασκεύαζαν κατά συνέπεια τις εισόδους των στοών με πλάτος 60
εκ. και ύψος 90 εκ. Για να αντιμετωπίσουν τη δυσκολία αυτή οι Αμερικανοί
διάλεγαν τους πιο βραχύσωμους οπλίτες για να επανδρώσουν τις «ομάδες των
αρουραίων».

5. Διαπιστώσεις - Συμπεράσματα

α. Ο ένοπλος αγώνας του Βόρειου Βιετνάμ στο χώρο του Νότιου


Βιετνάμ, κατά τα έτη 1965-1973, ήταν, στο πιο μεγάλο μέρος του, ένας
ιδιόμορφος ανταρτοπόλεμος, σοβιετοκινεζικής εμπνεύσεως όσον αφορά την
τακτική και τις μεθόδους διεξαγωγής του, με κύρια χαρακτηριστικά τον ελαφρύ
οπλισμό και την κατάλληλη διάρθρωση των ένοπλων τμημάτων του -Βιετκόγκ-,
την αριστοτεχνική και πρωτότυπη οργάνωση και χρησιμοποίηση του εδάφους
και του υπεδάφους και τέλος, την επιθετική τακτική, τη δεξιοτεχνία και το
υψηλό πνεύμα θυσίας.

β. Η αντιμετώπιση του πολέμου από τη μεριά των Κυβερνητικών και


Αμερικανικών στρατευμάτων (ΗΠΑ) υπήρξε ιδιαίτερα δύσκολη και ανεπιτυχής,
με αναρίθμητες απώλειες σε έμψυχο υλικό και μέσα εξοπλισμού, εξαιτίας,
κυρίως, της ακατάλληλης δομής των δυνάμεων και των μέσων και της μη
496

χρησιμοποιήσεως, ειδικά κατά τα πρώτα έτη, ανορθόδοξων μεθόδων τακτικής,


όπως ήταν επιβεβλημένο.
Η στρατηγική των ΗΠΑ στον πόλεμο αυτόν ήταν αμυντική,
περιορίζοντας τις χερσαίες επιχειρήσεις στο χώρο του Νότιου Βιετνάμ και
επέτρεπε αεροπορικούς βομβαρδισμούς μόνο στο χώρο του Βόρειου Βιετνάμ.
Αυτή η στρατηγική, που καθορίσθηκε από τον πρόεδρο των ΗΠΑ Τζόνσον,
απέβλεπε έμμεσα στην αποφυγή κλιμακώσεως του πολέμου στην
νοτιοανατολική Ασία, με την εμπλοκή σε αυτόν και της Κομμουνιστικής Κίνας
(άποψη του Στρατηγού Γουίλιαμ Γουεστμόρλαντ -αρχηγού του Εκστρατευτικού
Σώματος των ΗΠΑ στο Βιετνάμ).

γ. Η μέθοδος διεξαγωγής των επιχειρήσεων στο Βιετνάμ διαφοροποιείται


σημαντικά. Το Πεζικό επωμίζεται το μεγαλύτερο βάρος, υποχρεωμένο να
διεξάγει έναν υψηλής ρευστότητας αγώνα, σε ένα χώρο όπου η άμεση
υποστήριξη υπήρξε πάντα δύσκολη και συχνά αδύνατη. Κατά το Β' Παγκόσμιο
Πόλεμο αλλά και στην Κορέα, ο αγώνας ήταν, κατά κανόνα, υπό τον έλεγχο
των Διοικητών ταγμάτων και συνταγμάτων, ενώ στο Βιετνάμ η τακτική ευθύνη
ανατέθηκε σε κατώτερους αξιωματικούς, ακόμα και λοχίες και δεκανείς. Ο
εχθρός ήταν ένας άριστα ειδικευμένος αντάρτης δολιοφθορέας, ο οποίος
μαχόταν μέσα στη δική του χώρα. Για να τον αντιμετωπίσει κάποιος έπρεπε να
έχει μεγάλη ειδίκευση, την οποία ο κληρωτός στρατιώτης, που υπηρετούσε για
μικρό χρονικό διάστημα, δεν μπορούσε να αποκτήσει.

δ. Ο πόλεμος του Βιετνάμ υπήρξε διαφορετικός από πολλούς άλλους


πολέμους, ακριβώς λόγω της υπερβολικής ρευστότητάς του. Εκτός από μια ή
δυο περιοχές, στον υπόλοιπο χώρο δεν υπήρχε γραμμή μετώπου. Η
αντιμετώπιση ενός καλά εκπαιδευμένου εχθρού, του τύπου των Βιετκόγκ, σε
μεγάλη κλίμακα, ήταν εκτός της εμπειρίας και της εκπαιδεύσεως των
κυβερνητικών και συμμαχικών στρατευμάτων και κάτι για το οποίο ο
δαπανηρός και βελτιωμένος εξοπλισμός τους ήταν ακατάλληλος.

ε. Τα αποτελέσματα των μαζικών αεροπορικών επιδρομών των ΗΠΑ στο


Βιετνάμ ήταν απογοητευτικά, γιατί οι Βιετκόγκ δε διέθεταν τρωτές γραμμές
συγκοινωνιών ή μεγάλες εγκαταστάσεις Διοικητικής Μέριμνας και παραγωγής,
για να αποτελέσουν κατάλληλους στόχους για την αεροπορία. Ο ανεφοδιασμός
τους γινόταν επιτόπου ή από το Βόρειο Βιετνάμ μέσω Λάος και Καμπότζης.
Εκτός από αυτό, σε ορισμένες περιοχές, η πυκνή ζούγκλα δεν επέτρεπε τον
εντοπισμό στόχων για την αεροπορία.

στ. Ο υψηλός βαθμός ταχυκινησίας των Μονάδων, όπως είναι γνωστό,


είναι απαραίτητος για τη διεξαγωγή ενός πολέμου. Στο Βιετνάμ, ο βαθμός
497

αυτός ευκινησίας δεν ήταν δυνατός, εξαιτίας της ελλείψεως σιδηροδρομικού και
οδικού δικτύου, και αεροδρομίων, ενώ λόγω της συχνά δύσκολης φύσεως του
εδάφους, δεν ήταν δυνατή ακόμα και η πορεία των πεζοπόρων τμημάτων. Η
αδυναμία αυτή εξουδετερώθηκε, αρκετά ικανοποιητικά, με την ευρεία
χρησιμοποίηση του ελικοπτέρου, τόσο για την κίνηση των στρατευμάτων όσο
και για την αντιμετώπιση αναγκών ανεφοδιασμού, εκκενώσεως και διακομιδής
τραυματιών. Περίπου 2.800 ελικόπτερα ήταν διαθέσιμα από τους Αμερικανούς
στο Βιετνάμ.

ζ. Ο πόλεμος του Βιετνάμ παρουσιάζει τη μορφή των αντιεξεγερτικών


επιχειρήσεων, οι οποίες διαφέρουν από τις συμβατικές επιχειρήσεις που
διεξάγονται σε παρόμοιο έδαφος.Οι επιχειρήσεις αυτές αποτελούσαν κατά κύριο
λόγο πόλεμο πεζικού και δεν επηρεάζονταν πολύ από την ύπαρξη
τεθωρακισμένων ή αεροπορίας. Παράδειγμα, στο Βιετνάμ , για μια χρονική
περίοδο 12 μηνών ένα τάγμα πεζικού αντιμετώπισε κανονικά τις ακόλουθες
επιχειρήσεις: περιπόλους, μερικές φορές διάρκειας 9-10 ημερών ή και
περισσότερο, ενέδρες, που διαρκούσαν πάνω από 7 ημέρες, έρευνες και
εκκαθαρίσεις εχθρικών χωριών, επιθέσεις κατά εχθρικών οχυρωμένων
στρατοπέδων και άμυνα βάσεως πυρών υποστηρίξεως. Για την αντιμετώπιση
των επιχειρήσεων του αναφερόμενου είδους δεν μπορεί μια μονάδα να
μεταπηδήσει από την εκπαίδευση στο συμβατικό πόλεμο απευθείας στις
αντιεξεργετικές ή αντιανταρτικές επιχειρήσεις,όπως συνέβη με τους
Αμερικανούς κατά τα αρχικά στάδια του πολέμου του Βιετνάμ, οπότε τα
αποτελέσματα υπήρξαν οδυνηρά.

η. Για την καταστροφή των στοών που κατασκευάσθηκαν από τους


Βιετκόγκ, χρησιμοποιούνταν από τους Αμερικανούς εκρηκτικές ύλες, και
συγκεκριμένα κοίλα γεμίσματα, τορπίλλες Μπαγκαλόρ, γεμίσματα κρατήρων
και αλύσεις τρινιτροτουλουόλης. Αποτελεσματικότερες είχαν αποδειχθεί οι
τορπίλλες Μπαγκαλόρ. Στις ευθύγραμμες στοές συναρμολογούνταν στην
είσοδο και ωθούνταν στο εσωτερικό, ενώ σε αυτές που δεν ήταν ευθύγραμμες
ή στις πολυόροφες, τοποθετούνταν μεμονωμένα. Σε μικρές στοές διοχέτευαν
αέριο ασετυλίνης, το οποίο προωθούσαν με ισχυρούς ανεμιστήρες μέσα στη
στοά και πυροδοτούσαν με μικρό γέμισμα, προκαλώντας την καταστροφή της.
Για μακρύτερες όμως και βαθύτερες στοές ήταν αναγκαία η χρήση σημαντικών
ποσοτήτων εκρηκτικών υλών.

θ. Τέλος, το γενικό συμπέρασμα από τις επιχειρήσεις στη νοτιονατολική


Ασία είναι ότι η μηχανή δεν μπόρεσε να αντικαταστήσει τον άνθρωπο στην
έκταση που πολλοί φαντάστηκαν. Καλά εκπαιδευμένοι και με υψηλό φρόνιμα
μαχητές πεζικού εξακολουθούν να αποτελούν τη σπουδαιότερη εγγύηση σε
498

κάθε μορφή πολέμου. Αποδείχθηκε περίτρανα ότι η σωστή και πλήρης


εκμετάλλευση του εδάφους από το μαχητή αποτελεί τον ισχυρότερο και
αποτελεσματικότερο σύμμαχό του.
Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΟΝ ΠΕΡΣΙΚΟ ΚΟΛΠΟ
(17 Ιανουαρίου - 28 Φεβρουαρίου 1991)

1. Εισαγωγή

α. Οι πολεμικές συγκρούσεις που έλαβαν χώρα στον Περσικό Κόλπο


έχουν απασχολήσει και συνεχίζουν να απασχολούν τους στρατιωτικούς,
ολόκληρου του κόσμου, αλλά και γενικότερα όμως τη διεθνή κοινή γνώμη.
Αυτό, όμως, που σήμερα δεσπόζει στον πολιτικοστρατιωτικό ορίζοντα
όχι μόνο του Κόλπου, αλλά και της ευρύτερης περιοχής της Μ. Ανατολής είναι
η "Νέα Τάξη Πολιτικών και Στρατιωτικών Πραγμάτων" όπως διαμορφώνεται
στην περιοχή και στην οποία Τάξη κάποιος ρόλος διαφαίνεται και για τη χώρα
μας.

β. Ο τρόπος διεξαγωγής των επιχειρήσεων, καθώς και η προβολή των


πολεμικών συγκρούσεων από τα μέσα μαζικής ενημερώσεως (μέσω των
δορυφόρων), ήταν τόσο εντυπωσιακή που καθήλωσε την παγκόσμια κοινή
γνώμη στους δέκτες των τηλεοράσεων. Από στρατιωτικής πλευράς ο αγώνας
παρουσίασε πολλές ιδιαιτερότητες, νέες μεθόδους που αναβάθμισαν την ισχύ
του αεροπορικού όπλου, και έδειξε τη σπουδαιότητα των ηλεκτρονικών μέσων.
Η Αεροπορία, αποκτώντας απόλυτη κυριαρχία στον αέρα και χρησιμοποιούμενη
εύστοχα και κατάλληλα, είναι δυνατό να επιτύχει την απομόνωση του πεδίου
της μάχης και να συμβάλει στη νίκη κατά το μεγαλύτερο ποσοστό.

γ. Στρατηγική αξία του χώρου Μέσης Ανατολής (Σχεδ. 104)

Θεωρούμε σκόπιμο πριν περιγράψουμε τα γεγονότα, να


προσδιορίσουμε γεωγραφικά τον Όρο "Μέση Ανατολή" και να αναφέρουμε
πολύ περιληπτικά τη στρατηγική αξία του χώρου, ο οποίος λόγω της υπάρξεως
των αποθεμάτων πετρελαίου αποτέλεσε και αποτελεί το μήλο της έριδας των
Μεγάλων Δυνάμεων, αλλά και ένα ηφαίστειο, έτοιμο να εκραγεί σε κάθε
στιγμή, εφόσον διακοπεί ή παρεμποδιστεί η "απρόσκοπτη ροή πετρελαίου" που
αποτελεί πηγή ζωής για την ανθρωπότητα και ιδιαίτερα για τη Δύση.
Η Μέση Ανατολή βρίσκεται ανάμεσα στη Μεσόγειο, τον Ινδικό
Ωκεανό και τον Περσικό Κόλπο. Περιλαμβάνει την Αίγυπτο, το Λίβανο, τη
Συρία, την Ιορδανία, το Ιράκ, τη Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά
Εμιράτα, το Ομάν, το Κατάρ, την Υεμένη, το Ισραήλ, το Ιράν και τέλος την
Τουρκία (Σχεδ. 104).
Αποτελεί πρόσβαση εισόδου στην Αφρική από Ευρώπη και Ασία . και
αντίστροφα. Όποιος την κατέχει ή την ελέγχει, ελέγχει ολόκληρο το χώρο της
Αφρικής, της νότιας Ασίας και του Ινδικού Ωκεανού. Αποτελεί τη γέφυρα που
συνδέει τρεις Ηπείρους: Ευρώπη-Ασία-Αφρική. Από το χώρο της Μ. Ανατολής
περνούν σε μορφή σταυροδρομιού οι κυριότερες χερσαίες, θαλάσσιες και
εναέριες συγκοινωνίες που συνδέουν μεταξύ τους τις τρεις Ηπείρους.
Γενικά, η Μέση Ανατολή αποτελεί έναν από τους πλέον στρατηγικούς
κόμβους της υφηλίου, γιατί όποιος την κατέχει ή την ελέγχει:
(1) Εξασφαλίζει την ελεύθερη προσπέλαση προς τα ανατολικά. Ο
έλεγχος της διώρυγας του Σουέζ επιτρέπει την απρόσκοπτη διέλευση των
πολεμικών και εμπορικών πλοίων από τη Μεσόγειο προς την Ερυθρά Θάλασσα
και αντίστροφα, και επομένως τη μεταφορά πρώτων υλών και κυρίως του
πετρελαίου που ρέει άφθονο στις χώρες του Κόλπου.
(2) Εξασφαλίζει την απαιτούμενη ροή πετρελαίου προς τη
Μεσόγειο και Ευρώπη, η οποία χωρίς αυτό, δεν είναι δυνατό να επιζήσει.
(3) Ελέγχει τις θαλάσσιες περιοχές της Ανατολικής λεκάνης της
Μεσογείου, του Εύξεινου Πόντου, της Κασπίας Θάλασσας, του Περσικού
Κόλπου και της Ερυθράς Θάλασσας.
(4) Κλείνει το δρόμο της Ρωσίας προς την Αφρική.

δ. Σύντομη Πολιτικοστρατιωτική Κατάσταση

Το Εμιράτο του Κουβέιτ αποτελεί ένα τεχνητό κράτος δημιούργημα


της Μεγάλης Βρετανίας. Τα όριά του καθορίσθηκαν το 1922, όταν αυτό έγινε
προτεκτοράτο της Μεγάλης Βρετανίας και χαράχθηκαν από Άγγλους
γεωλόγους. Τα σύνορά του δεν έγιναν βάσει εθνολογικών και γεωγραφικών
κριτηρίων, αλλά από καθαρά τεχνοκρατικά, με βάση το πλουτοπαραγωγικό
υπέδαφος της περιοχής. Η δημιουργία του αποσκοπούσε στην εξισορρόπηση
αντίθετων συμφερόντων και εθνικιστικών τάσεων της Σαουδικής Αραβίας και
του Ιράκ που τότε συγκροτήθηκαν και αυτά σε ανεξάρτητα κράτη.
Το 1961, το Κουβέιτ ανακηρύσσεται ανεξάρτητο κράτος. Το Ιράκ
κάτω από τη διακυβέρνηση της χώρας από το Σαντάμ Χουσεΐν, με ένα
καθεστώς με αριστερές σοσιαλιστικές αρχές, και με ένα παναραβικό ιδεώδες
δεν έπαψε ποτέ να θεωρεί το Κουβέιτ μια "Επαρχία" του Ιράκ και να επιδιώκει
την προσάρτησή του. Ένα μικροσκοπικό κρατίδιο με πληθυσμό 1.900.000
κατοίκους και έκταση 18.000 Κm2 ανίσχυρο στρατιωτικά αλλά με αποθεματικά
περιουσιακά στοιχεία 200 δισεκατομμυρίων δολαρίων και με αποθέματα
πετρελαίου για 250 χρόνια, είναι ένας μεγάλος πειρασμός και ο καλύτερος
στόχος για το υπερεξοπλισμένο ανοικοδομούμενο Ιράκ που ψάχνει
απεγνωσμένα να βρει κεφάλαια.
Με έναν ηγέτη αδίστακτο, φιλόδοξο, που έχει μεθύσει από τη νίκη του
εναντίον της Περσίας, ο οποίος δεν θα μπορούσε να αρκεσθεί στην κατάληψη
του Κουβέιτ που θα είναι το πρώτο βήμα για την απόκτηση των πόρων, αλλά το
επόμενο βήμα θα ήταν η Σ. Αραβία και το μεθεπόμενο, γιατί όχι το Ισραήλ ή
501

και το Σουέζ; Και τότε ποιος Άραβας από τον Περσικό Κόλπο μέχρι τη
Μεσόγειο και από την Ερυθρά μέχρι τον Ατλαντικό δεν θα έσπευδε να φιλήσει
το χέρι του νέου Προφήτη του Ισλάμ και του ενσαρκωτή της παναραβικής
ιδέας;
Η κρίση, λοιπόν, δεν αρχίζει μόνο από την υπαρκτή απειλή του
Σαντάμ, ο οποίος, ελέγχοντας τα πετρέλαια της περιοχής, μπορεί να
στραγγαλίσει την παγκόσμια οικονομία και να καταστρέψει την ευημερία του
Δυτικού κόσμου κυρίως, αλλά και από την ορατή απειλή της παναραβικής ιδέας
του Ισλάμ.
Η κύρια αιτία της κρίσεως μπορεί να συνοψισθεί στο τρίπτυχο:
(1) Έλεγχος του πετρελαίου.
(2) Πανίσχυρο στρατιωτικά Ιράκ.
(3) Αραβοϊσλαμική απειλή.

ε. Επίθεση του Ιράκ εναντίον του Κουβέιτ (2 Αυγ. 1990).


Αντίδραση Η.Π.Α. - Δυτικών χωρών

Τα κίνητρα εισβολής στο Κουβέιτ δεν ήταν μόνο οικονομικά, αλλά


και η φιλοδοξία του Σαντάμ να καταστήσει το Ιράκ μια υπερδύναμη, ώστε να
διευρύνει την έξοδό του προς τη θάλασσα και να γίνει ο ηγέτης του αραβικού
κόσμου. Οι αξιώσεις του Σαντάμ δημιουργούσαν κινδύνους αναφλέξεως
πολέμου στη Μ. Ανατολή και απειλούσαν γενικότερα την παγκόσμια ειρήνη.
Το πρωί της 2ης Αυγούστου 1990, έγινε η εισβολή των στρατευμάτων
του Ιράκ στο Κουβέιτ. Οι Ιρακινοί επιτέθηκαν με εκατό χιλιάδες στρατιώτες με
τη βοήθεια αρμάτων μάχης και με ισχυρή υποστήριξη της αεροπορίας, των
ελικοπτέρων και πυροβολικού, διέσπασαν τις γραμμές των αμυνόμενων
δυνάμεων του Εμιράτου και μετά δέκα ώρες περίπου είχαν καταλάβει ολόκληρο
το Εμιράτο συναντώντας ουσιαστικά αντίσταση μόνο από τη φρουρά του Εμίρη
στην περιοχή του Κυβερνείου της Πρωτεύουσας.
Οι Κουβετιανές δυνάμεις, που αποτελούνταν συνολικά από 25.300
άνδρες με 275 βαριά άρματα μάχης, 36 πολεμικά αεροσκάφη και 46 πολεμικά
σκάφη, καταστράφηκαν οι περισσότερες στο πεδίο της μάχης, ενώ μέρος του
πολεμικού υλικού περιήλθε στα χέρια των ιρακινών δυνάμεων.
Η αντίδραση των ΗΠΑ-Δυτικών χωρών, μεταξύ των οποίων και της
Ελλάδας, αλλά και η διεθνής, υπήρξε ευρύτερη και ταχεία προκειμένου να
υποχωρήσει το Ιράκ από το Κουβέιτ και να επικρατήσει το διεθνές δίκαιο.
Το Συμβούλιο Ασφαλείας, που συνεδρίασε στις 7 Αυγούστου 1990,
αποφάσισε να επιβληθεί εμπορικός αποκλεισμός στο Ιράκ και στο κατεχόμενο
Κουβέιτ, με εξαίρεση τα είδη πρώτης ανάγκης και τα φάρμακα.
Στις 8 Αυγούστου, οι ΗΠΑ αποφάσισαν την αποστολή μιας
στρατιωτικής δυνάμεως στην περιοχή για την αποτροπή μιας πιθανής ιρακινής
502

εισβολής στη Σαουδική Αραβία. Στο μεταξύ, ο Σαντάμ ανακοίνωσε την


οριστική προσάρτηση του Κουβέιτ ως 19ης Επαρχίας του Ιράκ, ενώ το
συμβούλιο Ασφαλείας χαρακτήρισε άκυρη την απόφαση, βάσει της υπ΄ αριθ.
662 αποφάσεως. Οι Δυτικές χώρες καταδίκασαν την εισβολή, πάγωσαν τις
συναλλαγές, ενώ ο Πρόεδρος της Αιγύπτου πρότεινε την αποστολή κοινής
αραβικής δυνάμεως στα σύνορα Σαουδικής Αραβίας-Κουβέιτ και ζήτησε σε
παναραβική διάσκεψη κορυφής στο Κάιρο (10 Αυγούστου 1990) την άμεση
αποχώρηση του Ιράκ από το Κουβέιτ. Παράλληλα, αποφασίσθηκε και ο
ναυτικός αποκλεισμός του Ιράκ.
Για την υλοποίηση των παραπάνω, αποφασίσθηκε όπως οι ΗΠΑ,
Βρετανία, Γαλλία και μερικές Αραβικές χώρες, βάσει των ψηφισμάτων του
ΟΗΕ να στείλουν στρατεύματα στην Αραβική Έρημο, ενώ η αυστραλία και οι
Δυτικές χώρες αποφάσισαν να στείλουν ναυτικές δυνάμεις στον Περσικό,
Μεσόγειο, Ερυθρά Θάλασσα. Ο Σαντάμ στο μεταξύ απείλησε ότι θα κηρύξει
"Ιερό Πόλεμο", εναντίον των Συμμάχων.
Σταδιακά από 7 Αυγούστου 1990 μέχρι τις 20 Ιανουαρίου 1991,
συγκεντρώθηκαν στην περιοχή του Κόλπου και στο έδαφος της Σαουδικής
Αραβίας σε εκτέλεση των ψηφισμάτων του ΟΗΕ αεροπορικές ναυτικές και
χερσαίες δυνάμεις από 29 χώρες μέλη του οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.

2. Περιγραφή του Πεδίου της Μάχης (Σχεδ. 105)

Το έδαφος που διεξήχθησαν οι επιχειρήσεις (Κουβέιτ) είναι τελείως


πεδινό που βαθμιαία υψώνεται από τον Περσικό κόλπο προς τα δυτικά,
φθάνοντας περίπου στο μέγιστο ύψος 290 μέτρων στην περιοχή του Ας
Σακάγια. Ο όρμος του Κουβέιτ εκτείνεται σε μήκος 48 χιλιομέτρων προς το
εσωτερικό της χώρας. Κατά μήκος των βορειοδυτικών ακτών του όρμου
ορθώνονται απότομα βράχια του Τζαζ-Αζ-Ζαούρ που έχουν υψόμετρο 150
μέτρα. Κατά μήκος των βορειοδυτικών ακτών επίσης σχηματίζεται ένα φυσικό
λιμάνι, όπου βρίσκεται η πρωτεύουσα Κουβέιτ. Μια οδική αρτηρία από τα
ανατολικά προς τα δυτικά ενώνει το Κουβέιτ με το Αλ Τζάχρα προς το Σάλεμη
και μία από Νότο προς Βορρά ενώνει το Αλ Κιράν με το Κουβέιτ, συνεχίζοντας
βορειότερα μέχρι το Σαφγουέν. Γενικά, η χώρα παρουσιάζεται στο μεγαλύτερο
της τμήμα έρημος, εκτός από μερικές εύφορες εκτάσεις και την όαση της Αλ
Τζάχρα.
Οι κατοικημένες περιοχές βρίσκονται κατά μήκος της παραθαλάσσιας
ζώνης και αποτελούνται από το Κουβέιτ, το Χαριάλυ, τη Σάλμια, το Αλ Τζάχρα,
το Φάχαχηλ και το Αχμαντί. Η ζέστη είναι υπερβολική φτάνοντας τους 55
βαθμούς Κελσίου το καλοκαίρι. Ο χειμώνας βαρύς. Επιπλέον, ανεμοθύελλες
είναι συχνές και οι βροχές σπάνιες. Το σοβαρότερο πρόβλημα είναι η έλλειψη
νερού.
503

Οι Ιρακινοί μετά από την κατάληψη του Κουβέιτ προέβησαν στην


οχύρωσή του δίνοντας προτεραιότητα στη μεθόριο Κουβέιτ, Σαουδικής
Αραβίας, επί μήκους 220 χιλιομέτρων περίπου. Κατασκευάσθηκαν
χαρακώματα, προστατευόμενα από ναρκοπέδια κατά προσωπικού και Α/Τ,
αναχώματα από άμμο, αντιαρματικά εμπόδια, τάφροι γεμάτοι από πετρέλαιο,
ώστε να προκαλέσουν την ανάφλεξή τους με την εισβολή των συμμαχικών
δυνάμεων. Κατασκευάσθηκαν, επίσης, τριπλές, τετραπλές και οκταπλές σειρές
συρματοπλεγμάτων. Εκατοντάδες άρματα, τεθωρακισμένα οχήματα, πυροβόλα,
είχαν ταφεί μέσα στην άμμο και είχαν παραλλαγεί κατά τρόπο τέλειο, ώστε να
μη διακρίνονται ακόμη και από μικρή απόσταση, περιμένοντας την επίθεση των
συμμαχικών δυνάμεων. Πολλά όμως από αυτά καταστράφηκαν από τους
βομβαρδισμούς ή έχασαν την επαφή μεταξύ τους ή με τη βάση τους με
αποτέλεσμα να αχρηστευθούν επιχειρησιακά.
Γενικά, οι Ιρακινοί είχαν ένα θαυμάσιο πολυσύνθετο και δύσκολο
σύστημα εμποδίων. Ο ίδιος ο Διοικητής των Συμμαχικών δυνάμεων Στρατηγός
Schwarzkopf (Σβάρτσκοπφ) είχε δηλώσει ότι "δεν ήταν καθόλου ευχάριστες οι
οχυρωμένες τοποθεσίες για οποιοδήποτε επιτιθέμενο".
Τα συμμαχικά επιτελεία είχαν ασχοληθεί πολύ με τις τάφρους των
Ιρακινών, οι οποίες αποτελούσαν ένα σύστημα αυλακώσεων πλάτους 0,80
μέτρων έως 2 μέτρων, είχαν βάθος από 0,50 μέτρα μέχρι 1 μέτρο και τις οποίες
είχαν γεμίσει με αργό πετρέλαιο και με μίγμα βενζίνης. Οι τάφροι, τελικά, στον
τομέα των Αμερικανών αναφλέγησαν με βόμβες ναπάλμ, ενώ στον τομέα των
αραβικών δυνάμεων σκεπάσθηκαν έγκαιρα στα σημεία διαβάσεως με χώματα
και άμμο από μηχανήματα μηχανικού και άρματα με συλλογές προωθήσεως
γαιών. Έτσι, σε διάστημα λίγων ωρών, οι συμμαχικές δυνάμεις είχαν επιτύχει
τη ζεύξη και διάβαση των κωλυμάτων.
Γενικά, οι αντίπαλοι καλούνταν να πολεμήσουν σε ένα αναπεπταμένο
και ακάλυπτο έδαφος, όπου ο ελιγμός, η ταχύτητα και τα μεγάλα βεληνεκή των
όπλων θα ήταν τα κύρια χαρακτηριστικά της μάχης και σ΄ αυτά υπερείχαν οι
σύμμαχοι κατά πολύ των Ιρακινών.

3. Γενική Κατάσταση, Δυνάμεις και Διάταξη των Αντιπάλων

α. Δραστηριότητα των Αντιπάλων πριν την Έναρξη των Επιχειρήσεων

Από τις 7 Αυγούστου 1990 μέχρι 17 Ιανουαρίου 1991, όπου


άρχισαν οι αεροπορικές και ναυτικές επιχειρήσεις, οι δύο αντίπαλοι προέβησαν
στις εξής ενέργειες:

(1) Πολυεθνικές Δυνάμεις


(α) Χερσαίες
504

1/ Συγκέντρωση και μεταφορά των δυνάμεων των


προοριζόμενων για τη διεξαγωγή των επιχειρήσεων. Η μεταφορά του
μεγαλύτερου μέρους έγινε δια θαλάσσης και σχεδόν ολοκληρώθηκε την
παραμονή της χερσαίας επιχειρήσεων που άρχισε στις 23 Φεβρουαρίου 1991.
2/ Οργάνωση, ανάπτυξη και λειτουργία συστήματος
πληροφοριών, που στηρίχθηκε στους δορυφόρους, τα αεροσκάφη και τα
ηλεκτρονικά μέσα υψηλής τεχνολογίας, καθώς και σε ειδικές δυνάμεις για τη
συλλογή πληροφοριών για τις ιρακινές δυνάμεις.
3/ Οργάνωση και διεξαγωγή ηλεκτρονικού πολέμου. Η
επιτήρηση, παρακολούθηση και προειδοποίηση διεξάχθηκε κατά θαυμάσιο
τρόπο με τη βοήθεια ειδικών δορυφόρων και αεροσκαφών διάφορων τύπων
(AWAKS, ISTARS, SR-71). Πραγματοποιήθηκε, επίσης, με δορυφόρους
διάφορων τύπων, φωτοαναγνώριση, αναγνώριση με ραντάρ ή προειδοποίηση
βλημάτων.
4/ Οργάνωση ψυχολογικών επιχειρήσεων με ιδιαίτερη
προβολή στην κοινή γνώμη, τη σταθερότητα και αποφασιστικότητα των
Σύμμαχων χωρών για την απελευθέρωση του Κουβέιτ.
(β) Ναυτικές
Στα πλαίσια του ναυτικού αποκλεισμού του Ιράκ που
αποφάσισε με ψήφισμα το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, 14 χώρες που στην
πλειοψηφία τους ανήκαν στο ΝΑΤΟ, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα
απέστειλαν αντιπροσωπευτικές μονάδες τους στην περιοχή της κρίσεως, οι
οποίες αποτέλεσαν την πολυεθνική ναυτική δύναμη, που είχε ως βασικό σκοπό
την αποτελεσματική εφαρμογή της απαγορεύσεως των θαλάσσιων μεταφορών
προς και από το Ιράκ και το κατεχόμενο Κουβέιτ.
Από ελληνικής πλευράς, στις 12 Σεπτεμβρίου ΄90, η
φρεγάτα "ΛΗΜΝΟΣ" κινήθηκε στην περιοχή της Ερυθράς και εντάχθηκε στη
δύναμη της Πολυεθνικής. Η φρεγάτα επιχείρησε στην περιοχή βόρεια της
Ερυθράς και στον τομέα "ΠΟΛΥΔΕΥΚΗΣ" και στις προσβάσεις του ΤΙΡΑΝ.
Στη συνέχεια αντικαταστάθηκε από τη φρεγάτα "ΕΛΛΗ", από τις 31 Οκτωβρίου
του ΄90 μέχρι 13 Ιανουαρίου 1991. Από 13 Ιανουαρίου του 1991 μέχρι και
μετά το πέρας των εχθροπραξιών επανήλθε η φρεγάτα "ΛΗΜΝΟΣ". Στον
τομέα "ΠΟΛΥΔΕΥΚΗΣ", επίσης, επιχειρούσαν και ναυτικές Μονάδες των
ΗΠΑ, Ισπανίας και Γαλλίας. Οι δύο φρεγάτες χρησιμοποίησαν τους λιμένες
JEDAH (Τζέντας) της Σαουδικής Αραβίας και HURGAPA (΄Ακαμπα) της
Αιγύπτου, ως κέντρα ανεφοδιασμού και αναπαύσεως. Πραγματοποιήθηκαν 31
νηοψίες από τη φρεγάτα "ΛΗΜΝΟΣ" και 39 νηοψίες από τη φρεγάτα "ΕΛΛΗ".
(γ) Αεροπορικές
Με την έναρξη της κρίσεως και τη σταδιακή ανάπτυξη
της Πολυεθνικής δυνάμεως οργανώθηκε και τέθηκε σε λειτουργία σύστημα
505

συλλογής πληροφοριών που στηρίχθηκε στους δορυφόρους, στα αεροσκάφη και


στα ηλεκτρονικά υψηλής τεχνολογίας, ώστε να επιτευχθεί:
1/ Η παρακολούθηση κάθε κινήσεως και ενέργειας στο
Ιράκ και το Κουβέιτ με κατασκοπευτικούς δορυφόρους, ραντάρ, ιπτάμενα
AWAKS της αεροπορίας και HANK EYES του Ναυτικού σε ακτίνα 250
μιλίων.
2/ Η συλλογή και αξιολόγηση των πάσης φύσεως
πληροφοριών με COMPUTERS για τη λήψη αποφάσεων στα υψηλότερα
κλιμάκια και μεταβίβαση διαταγών στα κατώτερα.
(2) Ιρακινές Δυνάμεις
(α) Χερσαίες
1/ Οργάνωση και προπαρασκευή της Άμυνας με την
κατασκευή και βελτίωση των οχυρωματικών έργων στο Κουβέιτ.
2/ Ενίσχυση των ιρακινών δυνάμεων στο Κουβέιτ.
3/ Οργάνωση και ανάπτυξη συστήματος πληροφοριών.
4/ Ναρκοθέτηση του βόρειου Περσικού και ιδίως των
ακτών του Κουβέιτ με σκοπό την παρεμπόδιση αποβατικής ενέργειας εκ μέρους
των Συμμάχων.
5/ Οργάνωση συστήματος πληροφοριών, που
αποδείχθηκε κατώτερο των Συμμάχων, λόγω ελλείψεως προηγμένων μέσων
υψηλής τεχνολογίας.
6/ Χρησιμοποίηση μυστικών πρακτόρων των αραβικών
φιλικών χωρών.
7/ Οργάνωση συστήματος εναέριας επιτηρήσεως.
8/ Οργάνωση ψυχολογικών επιχειρήσεων. Το Ιράκ
οργάνωσε ένα άριστο σύστημα ψυχολογικών επιχειρήσεων όπως, απειλές για
χρησιμοποίηση χημικών, βιολογικών και πυρηνικών όπλων και απειλές για
εξαπόλυση τρομοκρατικών ενεργειών και για τεράστιες απώλειες των
συμμάχων.
9/ Δηλώσεις ότι η αποχώρηση από το Κουβέιτ
συναρτάται από την αποχώρηση των Ισραηλινών από τα αραβικά εδάφη και τη
δημιουργία παλαιστινιακού κράτους κ.ά.
(β) Ναυτικές
Οι ναυτικές δυνάμεις του Ιράκ αποτελούνταν από
πυραυλακάτους, πλοία, ναρκοπολέμου και βοηθητικά σκάφη που βρίσκονταν
μέσα στον Κόλπο. Υπήρχε τέλεια έλλειψη μονάδων κρούσεως επιφάνειας,
καθώς και έλλειψη υποβρυχίων. Η μόνη δραστηριότητα του Ναυτικού των
Ιρακινών ήταν η πόντιση ναρκών στον Περσικό.
Η προσβολή, βύθιση και εξουδετέρωση του ιρακινού
ναυτικού έγινε με αεροσκάφη και ελικόπτερα που εξορμούσαν από τα
αεροπλανοφόρα και τα ελικοπτεροφόρα.
506

Γενικά, η έντονη δραστηριότητα των ιρακινών


ναρκαλιευτικών, με τη ναρκοθέτηση της θαλάσσιας περιοχής του Βόρειου
Περσικού και όλων σχεδόν των ακτών του Κουβέιτ, φαίνεται ότι επέδρασε
ανασταλτικά στη διεξαγωγή αμφίβιας αποβατικής ενέργειας των Συμμάχων,
λόγω και της προσκρούσεως δύο συμμαχικών πλοίων σε νάρκες, γεγονός που
επηρέασε την απόφαση των Συμμάχων.
(γ) Αεροπορικές
Η δύναμη της Πολεμικής Αεροπορίας των Ιρακινών, η
οποία ανερχόταν σε 830 πολεμικά αεροσκάφη, είχε διασπαρεί σε τριάντα οκτώ
αεροδρόμια τα οποία ο Σαντάμ Χουσεΐν είχε προετοιμάσει και παραλλάξει κατά
τρόπο άριστο. Επίσης, πλήθος ομοιωμάτων αεροσκαφών είχε κατασκευασθεί
εντός των διαδρόμων και είχε παραλλαγεί κατά άριστο τρόπο, με αποτέλεσμα οι
Σύμμαχοι κατά την πρώτη φάση του βομβαρδισμού να εξαπατηθούν και να μην
καταστρέψουν πολλά από τα αληθινά αεροσκάφη, μεγάλος αριθμός των οποίων
διέφυγε στο Ιράν.
Τα ιρακινά αεροσκάφη έμειναν τα περισσότερα άθικτα
από τους βομβαρδισμούς των αεροδρομίων, πλην όμως καθηλώθηκαν στο
έδαφος και δεν μπόρεσαν να αναλάβουν δράση, λόγω καταστροφής των
διαδρόμων και του συστήματος διοικήσεως επικοινωνιών, το οποίο οι Σύμμαχοι
είχαν εξαρθρώσει με τους συνεχείς βομβαρδισμούς.

β. Δραστηριότητα των Αντιπάλων με την Έναρξη των Επιχειρήσεων

(1) Δυνάμεις των Αντιπάλων


(α) Δυνάμεις Πολυεθνικές
1/ Χερσαίες: Πίνακας "1".
2/ Ναυτικές: Πίνακας "2".
3/ Αεροπορικές: Πίνακας "3".
(β) Δυνάμεις Ιρακινών(Χερσαίες-Ναυτικές-Αεροπορικές):
(2) Διάταξη των αντίπαλων δυνάμεων (Σχεδ. 106)
(α) Πολυεθνικών δυνάμεων
1/ Χερσαίων
Οι Πολυεθνικές δυνάμεις που είχαν συγκεντρωθεί
κατά μήκος των συνόρων της Σαουδικής Αραβίας με το Ιράκ - Κουβέιτ την
παραμονή της 23ης Φεβρουαρίου 1991 (ημέρας της χερσαίας επιθέσεως), ήταν
οι εξής:
α/ Στο δυτικό άκρο του μετώπου, το 18ο Σώμα
Στρατού των ΗΠΑ στο οποίο υπάγονταν η 6η Ελαφρά Γαλλική Μεραρχία
Αρμάτων δυνάμεως 7.800 ανδρών, η Γαλλική 82η Ταξιαρχία Αλεξιπτωτιστών
καθώς και μία γαλλική μονάδα της Λεγεώνας των Ξένων (σύνολο ανδρών
12.000). Επίσης, η 101η Αεροφερόμενη Μεραρχία των ΗΠΑ, η 82η Μεραρχία
507

Αλεξιπτωτιστών των ΗΠΑ, η 24η Μηχανοκίνητη Μεραρχία των ΗΠΑ και η 3η


Τεθωρακισμένη Μεραρχία επίσης των ΗΠΑ.
β/ Στο Κέντρο της διατάξεως, το 7ο Σώμα Στρατού
των ΗΠΑ στο οποίο υπάγονταν το 2ο Τεθωρακισμένο Σύνταγμα των ΗΠΑ, η
3η και 1η Μεραρχίες αρμάτων των ΗΠΑ, καθώς και οι βρετανικές δυνάμεις, 1η
Τεθωρακισμένη Μεραρχία, 1η Μεραρχία αρμάτων και η 1η Μηχανοκίνητη
Μεραρχία. Οι δυνάμεις των ΗΠΑ αποτελούσαν τη σπονδυλική στήλη των
Πολυεθνικών δυνάμεων.
γ/ Ανατολικότερα το JFCN (Σώμα Μικτών δυνάμεων
Βορρά) στο οποίο υπάγονταν οι αιγυπτιακές δυνάμεις (3η Μηχανοκίνητη
Μεραρχία, 4η Μεραρχία αρμάτων και ένα σύνταγμα Αλεξιπτωτιστών). Οι
συριακές δυνάμεις (9η Μεραρχία αρμάτων και το 46ο Σύνταγμα Πεζικού).
δ/ Οι σαουδαραβικές δυνάμεις (20ή Μηχανοκίνητη
Ταξιαρχία και 4η Μεραρχία αρμάτων). Οι κουβετιανές δυνάμεις (36η
Μηχανοκίνητη Ταξιαρχία, 15η επίσης Μηχανοκίνητη Ταξιαρχία και ένα
Σύνταγμα Αλεξιπτωτιστών).
ε/ Στο ανατολικό άκρο, το Σώμα των Πεζοναυτών
των ΗΠΑ με δύο μεραρχίες Πεζοναυτών 1η και 2η.
στ/ Στο τομέα της ακτής το JFCE (Σώμα Μικτών
Δυνάμεων Ανατολής) στο οποίο υπάγονταν οι 1η, 2η, 10η Σαουδαραβικές
Μηχανοκίνητες Ταξιαρχίες και μία ταξιαρχία αρμάτων των Σαουδαράβων.
ζ/ Στον Περσικό Κόλπο και εντός των πλοίων η 4η
και 5η Ταξιαρχία Πεζοναυτών των ΗΠΑ, με αποστολή την εξαπάτηση του
αντιπάλου για πιθανή επικείμενη αποβατική ενέργεια στις ακτές του Κουβέιτ.
2/ Ναυτικών
Οι ναυτικές δυνάμεις είχαν διαταχθεί κυρίως σε δύο
βασικούς άξονες στις περιοχές του Περσικού και της Ερυθράς. Οι υπόλοιπες
δυνάμεις είχαν διαταχθεί στην Αραβική Θάλασσα, στον Κόλπο του ΄Αντεν και
στον Κόλπο του Ομάν.
Οι Σύμμαχοι είχαν μεγάλη ναυτική υπεροχή έναντι
των Ιρακινών, που οι μονάδες τους στερούνταν υποβρυχίων και μονάδων
επιφάνειας.
Πριν από την έναρξη των εχθροπραξιών, 14 χώρες
που στην πλειοψηφία τους ανήκαν στο ΝΑΤΟ, μεταξύ των οποίων και η
Ελλάδα, απέστειλαν αντιπροσωπευτικές μονάδες σε περιοχές ελέγχου των
εμπορικών πλοίων (Στενά Τιράν-΄Αντεν-Ορμούζ). Η Ελλάδα απέστειλε τη
φρεγάτα "ΛΗΜΝΟΣ" αρχικά στην περιοχή Ερυθράς, η οποία εντάχθηκε στη
Ναυτική δύναμη της Πολυεθνικής και στη συνέχεια τη φρεγάτα "ΕΛΛΗ". Στις
δραστηριότητες της Νατοϊκής Ναυτικής Δυνάμεως που επιχειρούσε στη
Μεσόγειο, η Ελλάδα απέστειλε το αντιτορπιλικό Κριεζής, καθώς και τρία
508

ναρκαλιευτικά (Αλκυών-Πλειάς-Δάφνη), που μεταστάθμευσαν στη Νήσο


Κρήτη καθώς και πέντε αεροσκάφη "ΑΛΜΠΑΤΡΟΣ".
Βασικός σκοπός των ναυτικών δυνάμεων ήταν η
αποτελεσματική εφαρμογή της απαγορεύσεως των θαλάσσιων μεταφορών προς
και από το Ιράκ και το κατεχόμενο Κουβέιτ, η επιτήρηση των θαλάσσιων
γραμμών επικοινωνιών με σκοπό τη διατήρηση της ελεύθερης ναυσιπλοΐας και
της ασφαλούς διελεύσεως των πλοίων από Γιβραλτάρ, μέχρι Σουέζ με
παράλληλη διατήρηση ετοιμότητας για διεξαγωγή αντιναρκικών επιχειρήσεων.
Παράλληλα, οι ναυτικές δυνάμεις θα
πραγματοποιούσαν επιθέσεις κατά του Ιράκ με αεροσκάφη και ελικόπτερα,
ορμώμενα από τα αεροπλανοφόρα και τα ελικόπτερα καθώς και βομβαρδισμούς
στο Κουβέιτ με βολές πυραύλων "TOMAHAWK", από πλοία και υποβρύχια και
επιθέσεις κατά των ναυτικών δυνάμεων του Ιράκ.
3/ Αεροπορικών
Η συμμαχική αεροπορική δύναμη αποτελούνταν από
1819 μαχητικά αεροσκάφη, 257 μεταφορικά, 1.620 μαχητικά ελικόπτερα και
μεγάλο αριθμό άλλων αεροσκαφών ειδικών αποστολών. Μεγάλος αριθμός από
αυτά βρισκόταν επί των αεροπλανοφόρων, ενώ τα υπόλοιπα είχαν διασπαρεί
στα αεροδρόμια Σαουδικής Αραβίας-Νταχράν-Ομάν- Κατάρ, της Βρετανίας-
Κύπρου-Ισπανίας-Πορτογαλίας-Ιταλίας-Μεσογείου-Ισραήλ-Βελγίου και της
βάσεως Ιτσιρλίκ Τουρκίας.
Η σχεδίαση, η διοίκηση, ο έλεγχος και ο συντονισμός
της μεγάλης αυτής αεροπορικής δυνάμεως των 7 κρατών ασκήθηκε κατά τρόπο
αυτόματο και άριστο με τη βοήθεια συστημάτων DATA LINK-COOKRIT
COMRUTERS, ώστε να βληθούν 5.000 στόχοι στο Ιράκ και το Κουβέιτ, τις
πρώτες ώρες των επιχειρήσεων, ενώ κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων
πραγματοποιήθηκαν 115.819 έξοδοι επί 43 ημέρες, με απώλειες 31 αεροσκάφη
της συμμαχικής αεροπορίας.
Η ικανότητα των αεροσκαφών των Συμμάχων στην
εκτέλεση επιχειρήσεων ηλεκτρονικού πολέμου υπήρξε άριστη με αποτέλεσμα
να εξουδετερώσουν τα ραντάρ, τις επικοινωνίες και τα ηλεκτρονικά μέσα των
πυραύλων εδάφους-αέρα (ΣΑΜ) και του ελεγχόμενου ραντάρ Πυροβολικού του
Ιράκ.
Η ιρακινή αεροπορία και το σύστημα αεράμυνας δεν
νικήθηκαν μόνο κατά κράτος, αλλά δεν μπόρεσαν ούτε για μια στιγμή να
αναχαιτίσουν τις συμμαχικές αεροπορικές επιδρομές, παρά το γεγονός ότι το
Ιράκ διέθετε άριστα σχεδιασμένο σύστημα αεράμυνας, ώστε να μπορεί να
λειτουργεί και όταν ακόμη αρκετές μονάδες ραντάρ παρεμβάλλονταν ή
καταστρέφονταν.
Γενικά, η επιχείρηση DESERT STORM, όπως
ονομάσθηκε, θα θεωρείται η πιο επιτυχής αεροπορική επιχείρηση μέχρι σήμερα
509

και θα μελετάται επισταμένως από τα επιτελεία και τις στρατιωτικές σχολές για
πολλά χρόνια.
Η διάταξη των αεροπορικών συμμαχικών δυνάμεων
και η κυριαρχία στον αέρα επέτρεψε στη συμμαχική αεροπορία να εξαπολύσει
μια ανελέητη και συνεχή επίθεση με αεροπορικές προσβολές εναντίον των
δυνάμεων του Ιράκ με σκοπό την πρόκληση σοβαρών καταστροφών στην
υποδομή και τις στρατιωτικές δυνάμεις για να διευκολυνθούν οι χερσαίες.
(β) Δυνάμεις του Ιράκ στις 23 Φεβρουαρίου 1991 (Σχεδ.
106)
1/ Χερσαίες δυνάμεις
α/ Ταξιαρχία Πεζικού στο Μπαμπιγιάν.
β/ Τέσσερις τεθωρακισμένες μεραρχίες, μία
μηχανοκίνητη μεραρχία στη βόρεια περιοχή, διαταγμένες βόρεια και δυτικά της
πόλεως Κουβέιτ και δύο μεραρχίες Πεζικού βορειοδυτικά του Αλμπουσάιγια.
γ/ Οκτώ μεραρχίες Πεζικού και μία μηχανοκίνητη
μεραρχία διαταγμένες στην Αλτζάχρα και δυτικά εντός του Κουβέιτ και επί των
συνόρων Κουβέιτ-Ιράκ.
δ/ Δέκα τέσσερις μεραρχίες Πεζικού, μία μεραρχία
Τεθωρακισμένων και μία μηχανοκίνητη μεραρχία διαταγμένες κατά μήκος των
συνόρων Κουβέιτ-Σαουδικής Αραβίας κατανεμημένες μεταξύ των πόλεων
Νισάβ-Αλ Μπουσάιγια και Αλρίσκουί (Σχεδ. 106).
ε/ Προεδρική Φρουρά.
στ/ ΄Εξι μεραρχίες Πεζικού, τρείς τεθωρακισμένες
μεραρχίες, μια μηχανοκίνητη μεραρχία, ετοιμοκίνητες δυτικά και νότια της
πόλεως BASRA(Βάσρα), αποτελούσαν τους επίλεκτους του ιρακινού στρατού
με αποστολή την εκτόξευση αντεπιθέσεων. Μία από τις μεραρχίες αυτές είχε
ειδικά εξοπλιστεί και οι άνδρες είχαν υποστεί ειδική εκπαίδευση. Αποτελούσε
τη μεραρχία θυσίας.
ζ/ Μία μεραρχία Πεζικού, βορειοδυτικά του Ας
Σαλμάν και εντός του ιρακινού εδάφους.
Η Προεδρική Φρουρά και οι εφεδρικές δυνάμεις που
είχαν διαταχθεί σε επίκαιρα σημεία αποτελούσαν τις δυνάμεις εφεδρείας για την
εκτέλεση αντεπιθέσεων και ανακατάληψη εδάφους που τυχόν είχε χαθεί. Γενικά
οι Ιρακινοί διέθεταν συνολικά 43 μεραρχίες, δηλαδή 31 Πεζικού, 8
τεθωρακισμένες και 4 μηχανοκίνητες μεραρχίες στο Κουβέιτ.
2/ Ναυτικές δυνάμεις όπως στην Παρ.3α (2), (β).
3/ Αεροπορικές δυνάμεις όπως στην Παρ.3α (2), (γ).
Το ότι η ιρακινή πολεμική αεροπορία εξουδετε-
ρώθηκε μέσα σε δύο ημέρες στο σύνολό της αφότου άρχισαν οι αεροπορικές
επιθέσεις των Συμμάχων (17 Ιανουαρίου 1991), είχε ως αποτέλεσμα οι
Σύμμαχοι να έχουν απόλυτη αεροπορική υπεροχή και κυριαρχία στον αέρα.
510

Οι αεροπορικές προσβολές συνεχίσθηκαν με μεγάλη


σφοδρότητα, χωρίς να αφήνουν κανένα χρονικό διάστημα στους Ιρακινούς για
ανασύνταξη, επιδιόρθωση ζημιών ή ανάπαυση. Μόνο τέσσερις ημέρες αφότου
άρχισαν οι αεροπορικές προσβολές των Συμμάχων, η ιρακινή αεροπορία
κατόρθωσε να εκτελέσει 40 συνολικές πτήσεις αεροσκαφών κατά τις οποίες τα
μισά και πλέον αεροσκάφη καταστράφηκαν. Την 9η ημέρα του αεροπορικού
βομβαρδισμού, σταμάτησε τελείως η δράση της ιρακινής αεροπορίας και την
επομένη 26 Ιανουαρίου 1991 άρχισε η διαφυγή στο Ιράν. Η διαφυγή στη
συνέχεια αυξανόταν κλιμακωτά, καθώς οι συμμαχικές επιθέσεις αυξάνονταν
εναντίον των αεροδρομίων των Ιρακινών και των καταφυγίων των αεροσκαφών
με βόμβες ακρίβειας.
Το Ιράκ διέθετε, επίσης , αριθμό πυραύλων SCUDS
(Σκουντς), που δημιούργησαν σοβαρό πρόβλημα στους συμμάχους, τους
οποίους είχαν αποκρύψει με επιμέλεια σε καταφύγια και τους εκτόξευαν κατά
τη διάρκεια της νύκτας. Χάρη στην αεροπορική υπεροχή και κυριαρχία των
Συμμάχων, κτυπήθηκαν και καταστράφηκαν οι πύραυλοι SCUDS (Σκουντς),
καθώς και οι αποθήκες πυρομαχικών , καυσίμων, τροφίμων και έτσι
διευκολύνθηκαν οι επιχειρήσεις ξηράς των συμμάχων, γιατί οι δυνάμεις ξηράς
των Ιρακινών είχαν μεταβληθεί σε παθητικούς στόχους.

4. Σχέδια και Αποστολές Αντιπάλων.

α. Πολυεθνικών Δυνάμεων

Οι Στρατηγικοί στόχοι των Συμμάχων βασίστηκαν σύμφωνα με το


δόγμα (AIR- LAND BATTLE) στην εκτέλεση και αποτελεσματικότητα των
αεροπορικών επιχειρήσεων και διαχωρίσθηκαν σε τρείς φάσεις :
(1) 1η φάση
Απομόνωση του Σαντάμ από την πολεμική μηχανή του, δια της
καταστροφής του συστήματος Διοικήσεως, ελέγχου επικοινωνιών,
πληροφοριών.
(2) 2η φάση
Απομόνωση των ιρακινών δυνάμεων που αμύνονταν στο
Κουβέιτ από τον κύριο κορμό των ένοπλων δυνάμεων που βρίσκονταν στο
Ιράκ.
(3) 3η φάση
Καταστροφή ή εξουδετέρωση των ιρακινών δυνάμεων στο
Κουβέιτ. Για την εκπλήρωση της στρατηγικής αποστολής έγινε η επιλογή των
εξής στόχων κατά προτεραιότητα :
(α) Συστήματος Διοικήσεως και ελέγχου επικοινωνιών και
πληροφοριών.
511

(β) Αεροδρομίων Ιράκ- Κουβέιτ.


(γ) Σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.
(δ) Βάσεων βλημάτων εδάφους- εδάφους.
(ε) Αποθηκών υλικών πυρομαχικών- καυσίμων- εφοδίων
(στ) Εγκαταστάσεων- εργαστηρίων πυρηνικών, βιολογικών
και χημικών ουσιών.
(ζ) Συγκοινωνιακών κόμβων- γεφυρών.
(η) Ναυτικών δυνάμεων.
(θ) Δυνάμεων Στρατού Ξηράς και ιδιαίτερα της Προεδρικής
Φρουράς.

β. Σχέδιο Ενέργειας Συμμαχικών Δυνάμεων Ξηράς στο Κουβέιτ.

Αυτό βασικά περιλάμβανε :


(1) Παραπλάνηση του αντιπάλου σε ό,τι αφορά στην περιοχή
εφαρμογής της κύριας προσπάθειας. Για την επιτυχία του σκοπού αυτού
προβλέπονταν παρατεταμένες κινήσεις δυνάμεων Πεζοναυτών επί αποβατικών
πλοίων σε συνδυασμό με ναυτικούς βομβαρδισμούς των ακτών του Κουβέιτ,
για την εξαπάτηση του αντιπάλου.
(2) Μετωπική επίθεση στη γραμμή Κουβέιτ-Σαουδικής Αραβίας με
τις 1η και 2η Μεραρχίες Πεζοναυτών των ΗΠΑ και τις αραβικές δυνάμεις με
σκοπό την αγκίστρωση των ιρακινών δυνάμεων και σε ευνοϊκή περίπτωση
κατάληψη της πόλεως Κουβέιτ.
(3) Ευρύ υπερκερωτικό ελιγμό και υπερκέραση από τα δυτικά με
σκοπό την απομόνωση των δυνάμεων στο Κουβέιτ, καταστροφή της δυνάμεως
της Προεδρικής Φρουράς και απαγόρευση της συμπτύξεως των δυνάμεων προς
Ευφράτη.
(4) Υπερκερωτικό ελιγμό από τα δυτικά με το 7ο Σώμα Στρατού, με
σκοπό τον εγκλωβισμό και καταστροφή των ιρακινών δυνάμεων.
Τον ευρύ υπερκερωτικό ελιγμό θα αναλάμβανε το 18ο Σώμα
Στρατού των ΗΠΑ με σκοπό την αποκοπή των αξόνων συμπτύξεως των
δυνάμεων από το Κουβέιτ στο Ιράκ και την απαγόρευση ενισχύσεως των
δυνάμεων στο Κουβέιτ. Την υπερκέραση από τα δυτικά θα ενεργούσε το 7ο
Σώμα Στρατού με σκοπό τον εγκλωβισμό και καταστροφή των ιρακινών
δυνάμεων, σε συνδυασμό με μετωπική ενέργεια εναντίον της οχυρωμένης
γραμμής των Ιρακινών στο Κουβέιτ.
Η ύπαρξη ισχυρών ευέλικτων και ταχυκίνητων τεθωρακισμένων
μονάδων σε συνδυασμό με τις αεροκίνητες δυνάμεις, το ακάλυπτο δυτικό
πλευρό του αντιπάλου και το αναπεπταμένο πεδίο, χωρίς εδαφικές εξάρσεις
επέβαλαν την υιοθέτηση σχεδίου με έμφαση την αποκοπή και τον εγκλωβισμό
των ιρακινών δυνάμεων.
512

γ. Σχέδιο Ενέργειας Ιρακινών.

Αυτό σε γενικές γραμμές περιλάμβανε :


(1) Σταθερή άμυνα σε ισχυρά οχυρωμένες τοποθεσίες σε όλο το
μήκος των σαουδαραβικών-κουβετιανών συνόρων. Κατασκευή ισχυρών
κωλυμάτων (τάφρων- Α/Τ Ναρκοπεδίων κατά προσωπικού, χαρακωμάτων
γεμάτων με πετρέλαιο), με σκοπό την απαγόρευση προελάσεως του
επιτιθέμενου, την καθυστέρησή του για όσο το δυνατόν περισσότερο χρόνο και
τη δημιουργία σοβαρών απωλειών.
(2) Τήρηση ισχυρών εφεδρειών σε επίκαιρες περιοχές με βάση τα
άρματα, για την εκτέλεση άμεσων αντεπιθέσεων προς ανακατάληψη τυχόν
απολεσθέντος εδάφους, τη συντριβή του αντιπάλου και την αποκατάσταση της
τοποθεσίας.
(3) Σε περίπτωση δυσμενούς εξελίξεως των επιχειρήσεων,
σύμπτυξη των δυνάμεών του, εντός του Ιράκ, καταστροφή των πετρελαιοπηγών
του Κουβέιτ ώστε να μη χρησιμοποιηθούν υπό του αντιπάλου.
(4) Ναρκοθέτηση του Περσικού Κόλπου, ώστε να εμποδισθεί τυχόν
συμμαχική απόβαση από τη θάλασσα στις ακτές του Περσικού.
(5) Χρησιμοποίηση τρομοκρατικών ενεργειών σε μεγάλη κλίμακα
από τρομοκράτες (Ιρακινούς- Παλαιστινίους και λοιπούς ΄Αραβες) με κήρυξη
"ΙΕΡΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ" εναντίον των Συμμάχων.
(6) Στο πολιτικό πεδίο, ο Σαντάμ επιδίωκε να δημιουργήσει ένα
παναραβικό μέτωπο με όλους τους ΄Αραβες και τελικά να τους εμπλέξει στον
πόλεμο στρέφοντάς τους κατά του αιώνιου εχθρού του Ισραήλ.
(7) Εξασφάλιση της συμμαχίας του Ιράν ή τουλάχιστον της
ουδετερότητάς του, σε περίπτωση συρράξεως.
(8) Χρησιμοποίηση βαλλιστικών πυραύλων SCUDS(Σκούντς)
εναντίον του Ισραήλ με σκοπό να εμπλέξει αυτό στον πόλεμο, δημιουργώντας
κοινό μέτωπο με τους ΄Αραβες εναντίον του, οπότε ο αγώνας θα έπαιρνε νέα
τροπή ολοκληρωτικού πολέμου.
(9) Υποστήριξη της ΕΣΣΔ ή τουλάχιστον την ουδετερότητά της σε
περίπτωση εμπλοκής με τις πολυεθνικές συμμαχικές δυνάμεις.
(10) Συμπαράσταση και υποστήριξη της γειτονικής του χώρας
Ιορδανίας στον αγώνα του, με πολεμικό υλικό και τρόφιμα.

5. Διεξαγωγή των Επιχειρήσεων.

α. ΄Εναρξη Αεροπορικών Βομβαρδισμών


513

Πριν περιγράψουμε τη διεξαγωγή των χερσαίων επιχειρήσεων στο


Κουβέιτ θεωρούμε σκόπιμο να τονίσουμε ότι από το πρωί της 17 Ιανουαρίου
1991, ημερομηνία που είχε λήξει η προθεσμία αποχωρήσεως των ιρακινών
δυνάμεων από το Κουβέιτ, άρχισε σφοδρός βομβαρδισμός από τη συμμαχική
αεροπορία με κατεύθυνση τη Βαγδάτη και στόχους τα στρατηγεία, κέντρα
Διοικήσεως και ελέγχου, ραντάρ, Α/Α πυροβολικό και βλήματα ΣΑΜ.
Μέχρι και τις 23 Φεβρουαρίου 1991, εκτελούνταν κατά μέσο όρο
2.500 έξοδοι επιθετικών αεροσκαφών επί 27 συνεχείς ημέρες με μαζικούς
βομβαρδισμούς που είχαν κλονίσει το ηθικό των Ιρακινών και μείωσαν τη
μαχητική τους ικανότητα, ενώ πολλά τμήματα βρίσκονταν στα πρόθυρα της
διαλύσεως και παραδόσεως. Οι βομβαρδισμοί απέβλεπαν κυρίως στην
απομόνωση του πεδίου της μάχης, ολόκληρου του Κουβέιτ, αλλά και του
Νότιου Ιράκ, με αποτέλεσμα την εύκολη και αναίμακτη διεξαγωγή των
χερσαίων επιχειρήσεων.
Πριν από την έναρξη των χερσαίων επιχειρήσεων στο Κουβέιτ,
προηγήθηκε, επίσης, σφοδρότατος βομβαρδισμός των ιρακινών θέσεων από την
Αεροπορία και το πυροβολικό, με σκοπό να προξενηθούν σοβαρές απώλειες
στον εχθρό, να μειωθεί η ικανότητα αντιστάσεώς του και να υποχρεωθεί σε
παράδοσή του "άνευ όρων". Παράλληλα, έγινε παραπλάνηση του αντιπάλου σε
ό,τι αφορά στην κύρια προσπάθεια με κινήσεις Πεζοναυτών επί αποβατικών
πλοίων στις ακτές του Κουβέιτ. Η Αεροπορία την τελευταία εβδομάδα
τριπλασίασε τις προσβολές της εναντίον της κύριας αμυντικής τοποθεσίας των
Ιρακινών στο Κουβέιτ.
Επίσης, οι συμμαχικές δυνάμεις είχαν πετύχει την άρση των
ναρκοπεδίων, τη ζεύξη και διάβαση των κωλυμάτων, χρησιμοποιώντας
τηλεκατευθυνόμενα βλήματα από αεροσκάφη και οχήματα και με άρματα
(προωθητές γαιών), με την πλήρη κάλυψη του σκότους.
Η διάνοιξη των διαδρόμων στα ναρκοπέδια έγινε με εκρηκτικές
συσκευές διανοίξεως από εύκαμπτους εκτοξευόμενους συρμούς εκρηκτικών
μήκους 92 μέτρων, οι οποίοι διαρρηγνυόμενοι εξ αποστάσεως προκαλούσαν
την έκρηξη των ναρκών που βρίσκονταν τοποθετημένες στο μήκος τους.
Η Ουάσιγκτον είχε συμφωνήσει για την έναρξη των επιχειρήσεων
ξηράς για τις 21 Φεβρουαρίου 1991. Η ημερομηνία όμως αυτή αναβλήθηκε,
επειδή οι υφιστάμενες διοικήσεις των Γάλλων και των Αιγυπτίων ανέφεραν ότι
χρειάζονταν ακόμη τουλάχιστον δύο ημέρες ώστε να είναι απόλυτα έτοιμες.
Κατόπιν αυτού, ο στρατηγός SCHWARZKOPF (Σβάρτσκοπφ) ζήτησε
την έγκριση του Προέδρου Μπους, για την αναβολή της επιχειρήσεως μέχρι το
Σάββατο 23 Φεβρουαρίου 1991. Η ίδια ώρα καθορίσθηκε και ως ώρα εκπομπής
του τελεσιγράφου προς το Σαντάμ Χουσεΐν.

β. Μάχη Χάβζι (30 Ιαν.1991 ) Σχεδ. 107


514

(1) Γενικά
Κατά τη διάρκεια των αεροπορικών βομβαρδισμών των
Συμμάχων εναντίον του Ιράκ και του Κουβέιτ, οι Ιρακινοί πραγματοποίησαν
μιας ευρείας κλίμακας επιθετική αναγνώριση, όπου μία μηχανοκίνητη ιρακινή
Μεραρχία των δύο Ταξιαρχιών επιτέθηκε την 1η Φεβρουαρίου 1991 και
κατέλαβε την παραλιακή κωμόπολη Χάβζι της Σαουδικής Αραβίας που
βρίσκεται στα σύνορα Κουβέιτ-Σαουδικής Αραβίας.
Σκοπός της ενέργειας των Ιρακινών ήταν, η ενίσχυση του
ηθικού τόσο του πληθυσμού όσο και των στρατιωτικών δυνάμεων που
βρισκόταν σε πολύ χαμηλό επίπεδο συνεπεία των ανηλεών βομβαρδισμών των
Συμμάχων. Η επίθεση απέβλεπε, επίσης, στην εκτίμηση των δυνατοτήτων των
συμμαχικών δυνάμεων στις επιχειρήσεις ξηράς στον παραλιακό κυρίως τομέα,
καθώς και των δυνατοτήτων των ιρακινών δυνάμεων, λόγω πτώσεως του ηθικού
τους από την πρόωρη εμπλοκή των δυνάμεων των ΗΠΑ και τη γενίκευση των
χερσαίων επιχειρήσεων. Οι δυνάμεις των Ιρακινών αποτελούνταν από
επίλεκτους στρατιώτες και αξιωματικούς. Διάταξη των αντίπαλων δυνάμεων
στην περιοχή του Χάβζι στις 30 Ιανουαρίου 1991, όπως στο Σχεδιάγραμμα 107.
(2) Διεξαγωγή της Μάχης
Το πρωί της 1ης Φεβρουαρίου 1991, ιρακινές δυνάμεις Πεζικού
και Αρμάτων, υποστηριζόμενες από ισχυρά πυρά πυροβολικού όλμων και
ρουκετών κινήθηκαν προς Νότο και κατέλαβαν την κωμόπολη Χάβζι της
Σαουδικής Αραβίας.
Οι συμμαχικές δυνάμεις αιφνιδιάσθηκαν και υποχώρησαν προς
τα νότια (το Σύνταγμα των Πεζοναυτών και οι σαουδαραβικές δυνάμεις). Την
επομένη, 2 Φεβρουαρίου, συνεχίσθηκαν σφοδρές συγκρούσεις εκατέρωθεν, ενώ
οι ιρακινές δυνάμεις εξακολουθούσαν με πείσμα να κρατούν τις θέσεις τους.
Μετά από σκληρές μάχες που κράτησαν 30 και πλέον ώρες, τις απογευματινές
ώρες της 3ης Φεβρουαρίου, οι συμμαχικές δυνάμεις ανακατέλαβαν το Χάβζι με
σοβαρές απώλειες και κατόπιν ισχυράς υποστηρίξεως της συμμαχικής
αεροπορίας των ελικοπτέρων και του πυροβολικού.
Οι Ιρακινοί ενήργησαν αντεπίθεση και προσπάθησαν να
ανακαταλάβουν το Χάβζι με μία μηχανοκίνητη μεραρχία που υποστηριζόταν
από ισχυρά πυρά Πυροβολικού και αρμάτων, αλλά η συμμαχική αεροπορία και
τα ελικόπτερα επενέβησαν έγκαιρα με αποτέλεσμα να ματαιώσουν την επίθεση.
Ολόκληρη η ιρακινή δύναμη αποδεκατίσθηκε από τα εύστοχα πυρά της
αεροπορίας, των ελικοπτέρων και του πυροβολικού.

(3) Απώλειες - Αποτελέσματα


Οι απώλειες των Αμερικανών ήταν 11 νεκροί, 20 τραυματίες
και 2 αγνοούμενοι. Των Σαουδαράβων 2 νεκροί και 3 τραυματίες. Οι ιρακινές
515

απώλειες ήταν 30 νεκροί και 160 αιχμάλωτοι και εκατοντάδες τραυματίες. Τα


ιρακινά άρματα και τεθωρακισμένα οχήματα καταστράφηκαν ολοσχερώς.
Στη μάχη του Χάβζι αποδείχθηκε η ισχύς της Συμμαχικής
Αεροπορίας, των ελικοπτέρων και του πυροβολικού. Το ακάλυπτο και
αναπεπταμένο πεδίο, χωρίς τις εδαφικές εξάρσεις επέτρεπε την άμεση
παρατήρηση των ιρακινών αρμάτων και του Πεζικού, με αποτέλεσμα να
επιτυγχάνεται η ολοκληρωτική καταστροφή τους, κυρίως από τη συμμαχική
αεροπορία που δρούσε ανενόχλητη με την τέλεια απουσία της ιρακινής από το
πεδίο της μάχης.
Η μάχη του Χάβζι αποτέλεσε μια δοκιμή των ιρακινών
χερσαίων δυνάμεων εναντίον των συμμαχικών και τον προπομπό μεγάλης
κλίμακας επιθετικών επιχειρήσεων και σε άλλες περιοχές της Σαουδικής
Αραβίας που είχαν σχεδιάσει οι Ιρακινοί και οι οποίες ματαιώθηκαν όχι λόγω
της αντιστάσεως των συμμαχικών δυνάμεων, αλλά, κυρίως, λόγω των εύστοχων
αποτελεσματικών πυρών της αεροπορίας, των ελικοπτέρων και του
πυροβολικού.
Το ιρακινό Πεζικό και οι άνδρες των αρμάτων επέδειξαν
ηρωισμό και διατήρησαν τις θέσεις τους, αποκρούοντας τις αντεπιθέσεις των
συμμαχικών δυνάμεων, αλλά τα εύστοχα πυρά της αεροπορίας και των
ελικοπτέρων κατέστρεψαν τα άρματα και τα τεθωρακισμένα των Ιρακινών.
Η εναέρια συμμαχική δύναμη είχε απόλυτη κυριαρχία στον
αέρα λόγω της απουσίας των Ιρακινών κατά τη διάρκεια της μάχης και αυτό
συνέβαλε στο μεγαλύτερο ποσοστό στη νίκη των Συμμάχων στο Χάβζι, γιατί
είχε τη δυνατότητα να εξαπολύσει μια ανελέητη και συνεχή επίθεση με
αεροπορικές προσβολές εναντίον των αρμάτων των τεθωρακισμένων και
πυροβολικού του Ιράκ, το οποίο, σύμφωνα με το δόγμα των Σοβιετικών που
ακολούθησε, παρουσίαζε μεγάλη πυκνότητα διατάξεως και μεγάλη τρωτότητα
από τη συμμαχική αεροπορία.
Γενικά, οι ιρακινές δυνάμεις που έλαβαν μέρος στη μάχη του
Χάβζι, πολέμησαν καλύτερα από τις υπόλοιπες μονάδες, χωρίς όμως
αποτέλεσμα, γιατί η υπεροχή των Συμμάχων στα μέρη και η ποιότητα του
υλικού, μαζί με την έλλειψη τέλειας αεροπορικής υποστηρίξεως, τους έφερε σε
μειονεκτική θέση.
(4) Εκτόξευση Πυραύλων SCUDS (Σκουντς)
Η Ιρακινή πολεμική αεροπορία είχε καταστραφεί στο σύνολό
της ή είχε εξουδετερωθεί από τη συμμαχική αεροπορία και δεν αποτελούσε
πλέον απειλή για τους Συμμάχους, από την 9η ημέρα ενάρξεως των
αεροπορικών βομβαρδισμών, δηλαδή από τις 25 Ιανουαρίου 1991. ΄Ετσι, οι
Σύμμαχοι διέθεταν απόλυτη κυριαρχία στον αέρα. ΄Ομως, η εμφάνιση των
πυραύλων Σκούντς από τους Ιρακινούς επιβράδυνε τις Χερσαίες επιχειρήσεις
και προβλημάτισε τους Συμμάχους για δύο κυρίως λόγους. Ο πρώτος λόγος
516

ήταν η εσφαλμένη εκτίμηση για τον αριθμό των εκτοξευτήρων και των
αυτοκινούμενων πυραύλων Σκούντς που διέθετε το Ιράκ. Ο δεύτερος λόγος
ήταν ο προβληματισμός, εάν οι Ιρακινοί θα χρησιμοποιούσαν πυραύλους με
χημικά ή βιολογικά αέρια. ΄Ενα σοβαρό, επίσης, πρόβλημα ήταν η καταστροφή
των εκτοξευτήρων των πυραύλων Σκουντς τους οποίους οι Ιρακινοί είχαν
αποκρύψει σε υπόγεια καταφύγια, και οι οποίοι κατά τη διάρκεια της νύχτας
αναδύονταν για να εκτοξεύσουν τους πυραύλους και να ξανακρυφτούν πριν τα
αεροσφάφη προφτάσουν να τους καταστρέψουν.
Από τις 17 Ιανουαρίου 1991, που άρχισαν οι αεροπορικοί
συμμαχικοί βομβαρδισμοί μέχρι 23 Φεβ. 1991, εκτοξεύθηκαν 83 πύραυλοι
Σκουντς με αποτέλεσμα να φονευθούν συνολικά 32 άτομα και να
τραυματισθούν 330. Οι εκτοξεύσεις των Σκουντς μειώθηκαν ραγδαία μετά από
τις 27 Ιανουαρίου και ύστερα από την τακτική της συμμαχικής αεροπορίας που
περιπολούσε πάνω από τους αυτοκινητόδρομους και εντόπιζε και πρόσβαλλε
τους αυτοκινούμενους Σκουντς, καθώς και τους εκτοξευτήρες.
Χωρίς τη χρησιμοποίηση των πυραύλων Σκουντς, το Ιράκ
έχασε και την τελευταία δυνατότητα να επηρεάσει τον πόλεμο. Γενικά, οι
πύραυλοι Σκουντς επιβράδυναν την έναρξη των επιχειρήσεων στην ξηρά,
καθόσον το Συμμαχικό Στρατηγείο στην πορεία των αεροπορικών επιχειρήσεων
ορθά εκτίμησε ότι οι πύραυλοι δεν είχαν καταστραφεί.

γ. Συμμαχική Χερσαία επίθεση (Σχεδ. 108)

(1) 24 Φεβρουαρίου 1991 (Πρώτη ημέρα)


Οι συμμαχικές δυνάμεις από τις 0400 ώρας της 24
Φεβρουαρίου 1991 εξαπέλυσαν την επίθεσή τους εναντίον των Ιρακινών κατά
μήκος μιας γραμμής που εκτεινόταν σε πεντακόσια και πλέον χιλιόμετρα.
Αρχικά τα τμήματα διάβηκαν τους διαδρόμους μέσα από τα αναχώματα και τις
τάφρους, που είχαν κατασκευάσει οι Ιρακινοί. Τα τμήματα κινήθηκαν στην
αρχή με δυσκολία λόγω της βροχής και γιατί έφεραν τον αμυντικό τους
εξοπλισμό (ΡΒΧ πολέμου), προσωπίδες και φόρμες, ώστε να είναι σε θέση να
προστατευθούν από χημικά αέρια.
Η επίθεση πολύ περιληπτικά εξελίχθηκε ως εξής :
Οι Γαλλικές δυνάμεις που αποτελούνταν από την 6η Γαλλική
Ελαφρά Μεραρχία Αρμάτων, την 82η Ταξιαρχία Αλεξιπτωτιστών και μονάδα
της Λεγεώνας των Ξένων και υπάγονταν στο 18ο Σώμα Στρατού στο δυτικό
άκρο προέλασαν ταχέως και πραγματοποίησαν ένα υπερκερωτικό ελιγμό από τα
δυτικά με μια ταχεία διείσδυση με την 6η Ελαφρά Μηχανοκίνητη Μεραρχία
εντός του ιρακινού εδάφους. Μέχρι το μεσημέρι, είχαν προχωρήσει 170
χιλιόμετρα στο εσωτερικό του Ιράκ, αποκόπτοντας έτσι τους άξονες
συμπτύξεως των Ιρακινών και εγκλωβίζοντας τις ιρακινές δυνάμεις τις οποίες
517

στο μεταξύ είχαν υπερκεράσει. Ο αντικειμενικός σκοπός των γαλλικών


δυνάμεων ήταν το αεροδρόμιο της κουβετιανής πόλεως Αλ Σαλμάν. Οι γαλλικές
δυνάμεις πέτυχαν μια μεγάλη νίκη. Καθ΄όλη τη διάρκεια της προελάσεώς τους
βρίσκονταν σε συνεργασία και συντονισμό με τις αμερικανικές δυνάμεις
Πεζικού, πυροβολικού και Αλεξιπτωτιστών.
Γαλλικό σύνταγμα, που υποστηριζόταν από μαχητικά
ελικόπτερα τύπου GAZELLE με πυραύλους ΗΟΤ, επιτέθηκε εναντίον της
οχυρωμένης τοποθεσίας υπό την κωδική ονομασία ROCHEBEAU (Ροσεμπό)
και προχώρησε σε βάθος 50 χιλιομέτρων στο εσωτερικό του Ιράκ. Οι δυνάμεις
των Ιρακινών αρχικά αμύνθηκαν σθεναρά βάλλοντας εναντίον των Γάλλων,
όταν όμως αντιλήφθηκαν τα γαλλικά άρματα μάχης, που έφθαναν κοντά στις
θέσεις τους, ύψωσαν λευκές σημαίες. Το Γαλλικό Σύνταγμα εντός της ίδιας
ημέρας είχε εξουδετερώσει μια ιρακινή Μεραρχία δυνάμεως 8.000 ανδρών. Ο
Γάλλος Υπουργός άμυνας PIERRE JOXE (Πιέρ Ζοξ) δήλωσε ότι οι Αμερικανοί
επιτελείς έμειναν κατάπληκτοι από την προέλαση των Γάλλων, ενώ ονόμασαν
την υπερκερωτική κίνησή τους "υπέρ ταχεία γαλλική αμαξοστοιχία".
Οι γαλλικές δυνάμεις συνέχισαν την επίθεσή τους και το βράδυ
της 24ης Φεβρουαρίου εγκαταστάθηκαν αμυντικά επί των καταληφθεισών
τοποθεσιών του CHAMBORD (Τσάμπορντ) και στο αεροδρόμιο του Αλ
Σαλμάν. Ο Αμερικανός Στρατηγός Σβάρτσκοπφ μίλησε για τους Γάλλους με
θαυμασμό, ενώ ο Γάλλος Αρχηγός του Επιτελείου σε δηλώσεις του ανέφερε ότι
"δεν υπάρχει τρόπος, να εκφράσουμε το πόσο άψογοι σαν μαχητές ήταν οι
άνδρες μας και πόσο τέλειο ήταν το υλικό μας".
Ανατολικότερα, οι αμερικανικές δυνάμεις του 18ου Σώματος
Στρατού, με την 82η Μεραρχία Αλεξιπτωτιστών και την 101η
Αερομεταφερόμενη Μεραρχία πραγματοποίησαν μια θαυμάσια εναέρια
διείσδυση με ελικόπτερα σε αρκετό βάθος στο βορειοανατολικό Ιράκ. Η δύναμη
μεταφέρθηκε με ελικόπτερα Σινούκ με τον οπλισμό τους, ενώ άλλα ελικόπτερα
μετέφεραν JEEP και βαρύ οπλισμό. Συνολικά μεταφέρθηκαν 4.300 άνδρες μαζί
με το υλικό τους κοντά στον ποταμό Ευφράτη, βαθιά στο έδαφος του Ιράκ και
δημιούργησαν μια ισχυρή βάση με αποστολή την ανάληψη επιθετικών
επιχειρήσεων και τον εγκλωβισμό και την καταστροφή των ιρακινών δυνάμεων,
Οι άλλες δύο Μεραρχίες του 18ου Σώματος Στρατού, 24η Μηχανοκίνητη και
3η Τεθωρακισμένη, κινήθηκαν ταχέως από το πρωί της 24ης Φεβρουαρίου,
εντός του ιρακινού εδάφους, παρακάμπτοντας την πόλη Αλ Σαλμάν από
ανατολικά και φθάνοντας σε βάθος 50 χιλιομέτρων, αποκόπτοντας τις ιρακινές
δυνάμεις, που αμύνονταν στο Αλ Σαλμάν. Οι δυνάμεις των Αμερικανών
βρίσκονταν σε στενή επαφή με τις γαλλικές δυνάμεις στην περιοχή του Αλ
Σαλμάν. Μέχρι το βράδυ οι Αμερικανοί είχαν εμπλακεί με την προεδρική
Φρουρά του Σαντάμ, με αποτέλεσμα μια από τις επτά μεραρχίες του ιρακινού
518

Πεζικού και το μισό δυναμικό των αρμάτων μάχης της Προεδρικής Φρουράς να
έχουν καταστραφεί.
Αργότερα, το 7ο Αμερικανικό Σώμα Στρατού με την 1η και 3η
Μεραρχίες Αρμάτων και το 2ο Μηχανοκίνητο Σύνταγμα εξόρμησαν το πρωί
της 24ης Φεβρουαρίου, όπου πραγματοποίησαν μια ταχεία διείσδυση και
εγκατέστησαν ένα ισχυρό κινητό φραγμό από δυτικά, ώστε αφενός να
εμποδίσουν τυχόν ενισχύσεις των Ιρακινών, αφετέρου να εγκλωβίσουν και να
καταστρέψουν τις ιρακινές δυνάμεις, πάντοτε σε στενή συνεργασία και
συντονισμό με τις βρετανικές δυνάμεις που δρούσαν στο δεξιό πλευρό τους.
Οι βρετανικές δυνάμεις, που υπάγονταν στο 7ο Σώμα Στρατού
με την 1η Μεραρχία Αρμάτων, 1η Τ/Θ Μεραρχία και την 1η Μηχανοκίνητη σε
συντονισμό και συνεργασία με τις αμερικανικές δυνάμεις, έδωσαν στις 24
Φεβρουαρίου μια ταχεία και αποφασιστική μάχη κατά της επίλεκτης Φρουράς
του Σαντάμ, εντός του ιρακινού εδάφους μετά από μια ταχεία διείσδυση με
σκοπό την καταστροφή της Φρουράς και την εγκατάσταση ενός κινητού
ισχυρού προγεφυρώματος από δυτικά με κύρια αποστολή του, την αποκοπή, τον
εγκλωβισμό και την καταστροφή των ιρακινών δυνάμεων. Οι επίλεκτοι
Βρετανοί (Σκώτοι, Δραγώνοι και Ιρλανδοί), εξόρμησαν το πρωί της 24ης
Φεβρουαρίου με ισχυρή υποστήριξη από την αεροπορία, τα ελικόπτερα και το
πυροβολικό. Μέσα σε λίγες ώρες κατόρθωσαν να διεισδύσουν βαθιά εντός του
ιρακινού εδάφους, παρά τα ισχυρά πυρά, πυροβολικού και αρμάτων των
Ιρακινών που αντιμετώπιζαν. Μέχρι τις απογευματινές ώρες είχαν εισχωρήσει
σε αρκετό βάθος νοτιοδυτικά του Αλ Μπουσάιγια χωρίς απώλειες. Οι μοναδικές
απώλειες ήταν δύο βρετανικά τεθωρακισμένα οχήματα μεταφοράς, τα οποία
καταστράφηκαν από αμερικανικό αεροσκάφος, όταν αυτό άνοιξε πυρά κατά
λάθος με αποτέλεσμα οι άνδρες των τεθωρακισμένων να φονευθούν.
Οι βρετανικές δυνάμεις συνέχισαν την προέλασή τους και μέχρι
τις βραδινές ώρες της 24ης Φεβρουαρίου είχαν διεισδύσει σε αρκετό βάθος,
πάντοτε σε στενή συνεργασία και συντονισμό με τις λοιπές συμμαχικές
δυνάμεις. Οι νεότεροι Βρετανοί συνάδελφοι εκείνων της "Μάχης της Ερήμου"
κατά το Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο απέδειξε ότι τηρούσαν τη μεγάλη παράδοση των
παλαιοτέρων.
Οι αιγυπτιακές δυνάμεις (3η Μηχανοκίνητη , 4η Ταξιαρχία
Αρμάτων και ένα σύνταγμα Αλεξιπτωτιστών) επιτέθηκαν μετωπικά μαζί με ένα
σαουδαραβικό τακτικό συγκρότημα που βρισκόταν ανατολικά, εναντίον της
οχυρωμένης τοποθεσίας της μεθορίου Σαουδικής Αραβίας-Κουβέιτ. Διέρρηξαν
την αμυντική τοποθεσία και διείσδυσαν σε αρκετό βάθος μέχρι το μεσημέρι της
ίδιας ημέρας. Η άμυνα των Ιρακινών ήταν χλιαρή, μέχρι σχεδόν ανύπαρκτη,
κατώτερη από εκείνη που αναμενόταν.
Οι αιγυπτιακές δυνάμεις παρά το γεγονός ότι στον τομέα τους
συνάντησαν τάφρους γεμάτες πετρέλαιο, τις διάβηκαν, πριν ακόμη οι Ιρακινοί
519

προφτάσουν να προκαλέσουν την ανάφλεξή τους. Μέχρι τις βραδινές ώρες,


προχώρησαν σε αρκετό βάθος με αποτέλεσμα να καταλάβουν όλα σχεδόν τα
δυτικά ερείσματα της πόλεως του Κουβέιτ και να αποκόψουν τις ιρακινές
δυνάμεις. Αυτός ήταν άλλωστε και ο αντικειμενικός τους σκοπός.
Οι συριακές δυνάμεις, 9η Μεραρχία Αρμάτων και το 46ο
Σύνταγμα Πεζικού που βρισκόταν αρχικά πίσω από τους Αιγύπτιους, με 276
άρματα τύπου (Τ-62) σοβιετικής κατασκευής, επιτέθηκαν κατά μέτωπο εναντίον
της οχυρωμένης τοποθεσίας του Κουβέιτ. Μέσα σε ελάχιστες ώρες ανέτρεψαν
το ιρακινό Πεζικό και εξουδετέρωσαν τα εχθρικά άρματα. Στη συνέχεια
στράφηκαν αμέσως, προς τα ανατολικά, προέλασαν ταχέως και μέχρι τις
βραδινές ώρες έφθασαν σε απόσταση βολής από τις ακτές του Κουβέιτ. Η
προέλαση των Σύρων υπήρξε πολύ εντυπωσιακή και προκάλεσε τα ευμενή
σχόλια των Συμμάχων.
Οι σαουδαραβικές δυνάμεις, στο κέντρο 20ή Μηχανοκίνητη
Ταξιαρχία, 4η Μεραρχία Αρμάτων, 36η και 15η Μηχανοκίνητες Ταξιαρχίες του
Κουβέιτ, καθώς και Μονάδες από τα Εμιράτα και το Μπαχρέιν επιτέθηκαν και
αυτές κατά μέτωπο εναντίον της οχυρωμένης τοποθεσίας στο αριστερό των
Αμερικανών Πεζοναυτών, ανέτρεψαν τις εχθρικές αντιστάσεις και προχώρησαν
σε βάθος 20 χιλιομέτρων, πάντοτε σε συνεργασία και συντονισμό με τις
αμερικανικές δυνάμεις των Πεζοναυτών. Μέχρι τις βραδινές ώρες είχαν
καταλάβει τους αντικειμενικούς τους σκοπούς.
Ανατολικότερα, το Αμερικανικό Σώμα Πεζοναυτών (1η και 2η
Μεραρχίες Πεζοναυτών), που είχε μεταφερθεί οδικά τις προηγούμενες ημέρες
στους χώρους εξορμήσεως, επιτέθηκε εναντίον της οχυρωμένης τοποθεσίας του
Κουβέιτ υπό τη συνθηματική ονομασία "Ο ΄Ωμος του Κουβέιτ", όπου η γραμμή
της μεθορίου στρέφεται προς τα βόρεια και στη συνέχεια προς τα δυτικά, με
αποτέλεσμα μέχρι τις απογευματινές ώρες, οι Πεζοναύτες να έχουν καταλάβει
τον αντικειμενικό τους σκοπό.
Η 1η Μεραρχία Πεζοναυτών έφθασε το βράδυ 70 χιλιόμετρα
κοντά στο αεροδρόμιο Αζ Τζαμπέρ το οποίο έλεγχε. Στον τομέα της ακτής
τελείως ανατολικά της διατάξεως οι σαουδαραβικές δυνάμεις που αποτελούνταν
από την 1η ,2η και 10η Μηχανοκίνητες Ταξιαρχίες, και μια Ταξιαρχία Αρμάτων
του JECE (Σώμα Μεικτών Δυνάμεων Ανατολής) επιτέθηκαν το πρωί και
ανέτρεψαν τις εχθρικές αντιστάσεις και τις βραδινές ώρες προέλασαν εντός του
Κουβέιτ σε αρκετό βάθος προς τα βόρεια.
Οι Σαουδάραβες πολέμησαν σκληρά κατά τα αρχικά στάδια της
μετωπικής επιθέσεως που εξαπέλυσαν εναντίον της οχυρωμένης τοποθεσίας του
Κουβέιτ, γιατί οι ιρακινές δυνάμεις πρόβαλαν ισχυρή αντίσταση κατά τα αρχικά
στάδια της επιθέσεως.
(2) 25η Φεβρουαρίου 1991 (2η ημέρα).
520

΄Ολες οι επιτιθέμενες συμμαχικές δυνάμεις συνέχισαν από το


πρωί της 25ης Φεβρουαρίου την προέλασή τους με ταχύτατους ρυθμούς, με
κατεύθυνση προς τα βόρεια ως εξής :
Οι αμερικανικές δυνάμεις 82η και 101η Μεραρχίες και οι
τεθωρακισμένες και μηχανοκίνητες μονάδες διεύρυναν το προγεφύρωμα στον
Ευφράτη, ώστε να επιτύχουν την αποκοπή και απομόνωση των ιρακινών
δυνάμεων, ενώ οι υπόλοιπες δυνάμεις συνέχισαν την προέλασή τους. Τις
βραδινές ώρες της 25ης, το 18ο Σώμα Στρατού έλεγχε την οδό Βαγδάτη-Βάσρα.
Η 24η Μηχανοκίνητη Μεραρχία έφτασε στο Αλ Μπουσάιγια και τη Νασιρίγια.
Οι γαλλικές δυνάμεις συνέχισαν την επίθεσή τους και μέχρι το μεσημέρι
κατέλαβαν το Αλ Σαλμάν και έλεγχαν την πόλη όπου και εγκαταστάθηκαν
αμυντικά, ως πλαγιοφυλακή των προελαυνόντων, στο δεξιό τους,αμερικανών
δυνάμεων κατόπιν διαταγής του Στρατηγού SCHWARZKOPF (Σβάρτσκοπφ).
Επίσης, η 24η και η 3η Τεθωρακισμένες Μεραρχίες των
Αμερικανών κινήθηκαν ταχέως από το πρωί και ανέτρεψαν τις εχθρικές
αντιστάσεις,ενώ η 1η και 3η Μεραρχίες Αρμάτων προέλασαν δυτικά του Αλ
Μπουσάιγια με σκοπό να επιτύχουν την αποκοπή και αιχμαλωσία των ιρακινών
δυνάμεων. Το 7ο Αμερικανικό Σώμα Στρατού, τις βραδινές ώρες , είχε
προχωρήσει σε βάθος 80 χιλιομέτρων.Οι βρετανικές δυνάμεις κινήθηκαν
ανατολικά του Αλ Μπουσάιγια και μέχρι τις απογευματινές ώρες είχαν εμπλακεί
με τμήματα της Προεδρικής Φρουράς, καταστρέφοντας σημαντικό μέρος των
ιρακινών αρμάτων.
Αιγύπτιοι- Σύριοι- Σαουδάραβες και Κουβειτιανοί συνέχισαν
την προέλασή τους ταχέως προς τα βόρεια και βορειανατολικά με σκοπό να
επιτύχουν τον εγκλωβισμό των εχθρικών δυνάμεων και την παράδοσή τους. Τις
βραδινές ώρες είχαν διεισδύσει σε βάθος 50 χιλιομέτρων.
Η 1η Μεραρχία Πεζοναυτών, που κινούνταν με κατεύθυνση
προς το Κουβέιτ τις απογευματινές ώρες της 25ης Φεβρουαρίου αντιμετώπισε
μονάδες ιρακινών αρμάτων κοντά στο αεροδρόμιο του Κουβέιτ. Επακολούθησε
καταιγισμός από πυρά πυροβολικού ελικοπτέρων Κόμπρα και αρμάτων όπου
καταστράφηκαν 63 ιρακινά άρματα, 31 Τ/Θ οχήματα και 40 τροχοφόρα.
Την ίδια ημέρα, ιρακινός πύραυλος Σκουντ, που αναχαιτίστηκε
στον αέρα από Πάτριοτ, διαλύθηκε με αποτέλεσμα η εκρηκτική γόμωσή του να
πέσει στο Νταχράν και να φονευθούν 28 άτομα και να τραυματιστούν 89
Αμερικανοί της βάσεως του Νταχράν. Τις βραδινές ώρες της 25ης
Φεβρουαρίου, οι Πεζοναύτες βρίσκονταν 10 χιλιόμετρα νότια του Κουβέιτ.
Οι σαουδαραβικές δυνάμεις στο ανατολικό άκρο με τις άλλες
αραβικές δυνάμεις προέλασαν κατά μήκος της ακτής και έφθασαν νότια του
Κουβέιτ. Γενικά το βράδυ της 25ης Φεβρουαρίου, οι συμμαχικές δυνάμεις είχαν
υπερφαλαγγίσει τις ιρακινές δυνάμεις, ενώ τεράστιες φάλαγγες οχημάτων
άρχισαν να συμπτύσσονται προς τη Βασόρα.
521

(3) 26 Φεβρουαρίου 1991 (3η Ημέρα)


Από το πρωί της 26ης Φεβρουαρίου, συνεχίσθηκαν με ένταση
οι βομβαρδισμοί οδών, γεφυρών αρμάτων , οχημάτων και από τη συμμαχική
αεροπορία. Ιδιαίτερα η οδός Κουβέιτ-Βάσρα υφίστατο ανηλεή βομβαρδισμό. Οι
πιλότοι των αεροσκαφών ανέφεραν ότι ατέλειωτες φάλαγγες οχημάτων είχαν
ακινητοποιηθεί κατά μήκος της οδού. ΄Οταν οι πιλότοι κατέστρεφαν το πρώτο
άρμα, τα πληρώματα ολόκληρης της φάλαγγας των αρμάτων εγκατέλειπαν
αυτήν, απέρριπταν τον οπλισμό τους και κινούνταν προς τα βόρεια.
Οι επιθέσεις συνεχίστηκαν σε όλο το μέτωπο, σύμφωνα με τη
διαταγή του Στρατηγού Σβάρτσκοπφ, ο οποίος βιαζόταν να καταστρέψει την
Προεδρική Φρουρά, ενώ χιλιάδες Ιρακινοί στρατιώτες άρχισαν να
παραδίνονται. Κατά τους υπολογισμούς παραδόθηκαν περίπου 30.000. Οι
στρατιώτες έβγαιναν από τα χαρακώματα πεινασμένοι , γυμνοί και ρακένδυτοι
και με υψωμένες λευκές σημαίες. Ταυτόχρονα, είχε αρχίσει η σύμπτυξη των
Ιρακινών βάσει σχεδίου από το Κουβέιτ. Τα ιρακινά στρατεύματα
αποχωρούσαν από το Κουβέιτ κατευθυνόμενα προς Βορρά είτε πεζοπορώντας,
είτε με πολιτικά οχήματα. Πολλοί Ιρακινοί, που τελικά έφτασαν στον Ευφράτη ,
προσπαθούσαν να περάσουν απέναντι με αυτοσχέδιες γέφυρες, γιατί οι μόνιμες
είχαν καταστραφεί, σφυροκοπούμενοι στην προσπάθειά τους αυτήν από την
αεροπορία και το πυροβολικό. Οι κουβεϊτιανές δυνάμεις τις απογευματινές ώρες
και κατόπιν εξουδετερώσεως των τελευταίων ιρακινών δυνάμεων κατέλαβαν
την πόλη του Κουβέιτ. Καθώς οι δυνάμεις των Ιρακινών εγκατέλειπαν το
Κουβέιτ, επακολούθησε ανελέητος βομβαρδισμός. Οι πιλότοι ονόμασαν την
οδό "Αυτοκινητόδρομο θανάτου", καθώς χιλιάδες νεκροί ήταν στο έδαφος και
περισσότερα από 1.000 και πλέον οχήματα ήταν παγιδευμένα. ΄Ενας
Αμερικανός πιλότος ανέφερε χαρακτηριστικά "είναι σαν να πυροβολεί ψάρια
μέσα στο βαρέλι" , ενώ ένας άλλος είπε : " Θεέ μου τους σφάζουμε". Τα
βομβαρδιστικά πραγματικά είχαν μετατρέψει τις φάλαγγες σε ένα σωρό από
καπνισμένα συντρίμματα.
Γενικά, η κατάσταση την 26η Φεβρουαρίου 1991 είχε ως
ακολούθως :
Δυτικό άκρο : Το 18ο Σ.Σ. ήλεγχε τον άξονα Βαγδάτη-Βάρσα,
καταστρέφοντας όλα τα ιρακινά άρματα που προσπαθούσαν να συμπτυχτούν
προς Βαγδάτη.
Στο κέντρο της διατάξεως, το 7ο Σ.Σ. και το 18ο Σ.Σ. είχαν
ευθυγραμμισθεί.
Στο ανατολικό, οι Σαουδάραβες διατάχθηκαν να προχωρήσουν
προς τα ανατολικά εμπρός από την πόλη του Κουβέιτ, ενώ οι Πεζοναύτες
κατέλαβαν το αεροδρόμιο του Κουβέιτ και την πόλη Αλ Τζάχρα.
(4) 27 Φεβρουαρίου 1991 (4η ημέρα)
522

Από το πρωί της 27ης Φεβρουαρίου, οι αμερικανικές δυνάμεις, που


είχαν εμπλακεί από το βράδυ της προηγούμενης ημέρας με την επίλεκτη
Φρουρά του Σαντάμ, έδωσαν την κύρια και σκληρή μάχη που διήρκεσε
ολόκληρη την ημέρα. Αυτή αποτελεί την κύρια μάχη , γιατί είχε ως αποτέλεσμα
την καταστροφή περίπου 580 αρμάτων μάχης. Οι επίλεκτοι στρατιώτες του
Ιράκ, χωρίς καμιά αεροπορική υποστήριξη και χωρίς υποτυπώδη επικοινωνία
και κάτω από ανηλεείς βομβαρδισμούς πολέμησαν γενναία χωρίς όμως
ουσιαστικό αποτέλεσμα, γιατί αντιμετώπιζαν τη συμμαχική αεροπορία και τη
σαφή υπεροχή του υλικού, ιδιαίτερα του αμερικανικού άρματος Μ1 Α1, καθώς
και τις συνεχείς επιθέσεις των ελικοπτέρων.
Μέχρι το βράδυ της 27ης Φεβρουαρίου, οι Ιρακινοί είχαν χάσει
8 Μεραρχίες Πεζικού καθώς και 3 Μεραρχίες της προεδρικής Φρουράς που
προσπαθούσαν να διαφύγουν προς Βάσρα και περισσότερα από 3.700 άρματα
μάχης, έναντι των 4.700 αρμάτων που είχαν παρατάξει στο θέατρο του Κουβέιτ,
καθώς και μεγάλο αριθμό πυροβόλων, τεθωρακισμένων οχημάτων
μηχανημάτων Μηχανικού. Ο Στρατηγός Σβάρτσκοπφ σε δηλώσεις που έκανε σε
δημοσιογράφους ανέφερε μεταξύ άλλων και τα εξής : "Στο Ιράκ έχει απομείνει
ένας στρατός πεζοπόρων αδύναμων και πεινασμένων ανδρών, χωρίς ηγεσία που
δεν αποτελεί πια απειλή για τον Κόλπο".
(5) 28 Φεβρουαρίου 1991 (5η-8η ημέρα)
Από τις 0500 της 28ης Φεβρουαρίου 1991, ο Πρόεδρος Μπους
διέταξε την αναστολή (προσωρινή παύση) των επιχειρήσεων, της οποίας η ισχύ
θα άρχιζε τρείς ώρες αργότερα.
Ο Πρόεδρος Μπους είχε θέσει τους εξής όρους :
- Άμεση απελευθέρωση όλων των αιχμαλώτων.
- Άμεση απελευθέρωση των υπηκόων του Κουβέιτ.
- Άμεση παράδοση των αρχείων των ναρκοπεδίων στο Κουβέιτ.
- Άμεση συμμόρφωση του Ιράκ προς τις αποφάσεις του ΟΗΕ.
- Ακύρωση της αποφάσσεως προσαρτήσεως του Κουβέιτ.
Από τις 28 Φεβρουαρίου μέχρι 2 Μαρτίου, έγιναν σποραδικές συγκρούσεις,
γιατί πολλές ιρακινές μονάδες, δεν είχαν ειδοποιηθεί. Η σπουδαιότερη έγινε το
μεσημέρι του Σαββάτου 28 Φεβρουαρίου μεταξύ των ιρακινών και
αμερικανικού Τακτικού συγκροτήματος, όπου καταστράφηκαν 12
τεθωρακισμένα, 9 τροχοφόρα, 29 οχήματα των ιρακινών και πιάστηκαν πολλοί
αχμάλωτοι. Γενικά οι συμμαχικές δυνάμεις κατάφεραν το τελειωτικό χτύπημα
κατά των Ιρακινών στις 28 Φεβρουαρίου.
Ο αγώνας των διαπραγματεύσεων μόλις άρχιζε για την οριστική
κατάπαυση του πυρός και ήταν πάρα πολύ δύσκολος.
Οι Κούρδοι στα βόρεια μαζί με τους Σιίτες στα νότια, είχαν
ξεσηκωθεί και ζητούσαν να απαλλαγούν από το Σαντάμ, ενώ οι Σύμμαχοι
523

έβλεπαν ότι ένας διαμελισμός του Ιράκ δεν συνέφερε σε κανένα από τα κράτη
της περιοχής του Κόλπου.
Στην πόλη του Κουβέιτ τα πράγματα εμφανίσθηκαν πολύ
δύσκολα καθόσον επικρατούσε πανικός, ενώ χιλιάδες νάρκες, περίπου 45.000,
ήταν διασκορπισμένες. Το έργο κατασβέσεως, επίσης, των 250 πυρκαγιών ήταν
δύσκολο και προβληματικό για τους Συμμάχους. Η σχεδίαση της Διοικητικής
Μέριμνας και της εγκαταστάσεως της νέας Κυβερνήσεως ήταν επίσης δύσκολη
στο Κουβέιτ, καθώς και το έργο της ανασυγκροτήσεως γενικά.

6. Αποτελέσματα.

Από τα αποτελέσματα των επιχειρήσεων που διεξάχθηκαν, Αεροπορικών-


Ναυτικών-Χερσαίων, προκύπτει ότι οι ΗΠΑ και οι Σύμμαχοι πέτυχαν απόλυτα
τους αντικειμενικούς τους σκοπούς με τις μικρότερες απώλειες, ενώ οι ιρακινές
δυνάμεις υπέστησαν πραγματική πανωλεθρία. Γενικά, ο πόλεμος κερδίθηκε με
συντονισμένη συλλογική προσπάθεια πολλών χωρών και με την πρωτοκαθεδρία
των ΗΠΑ σε προσωπικό και υλικά μέσα. Τα τραγικά αποτελέσματα της ήττας
του Ιράκ δεν έχουν φανεί ακόμη αν και έχει περάσει αρκετός χρόνος.
Ωστόσο, ο Σαντάμ κατέστησε τη χώρα του τελείως αμέτοχη στα
μεσανατολικά σενάρια και αύξησε την αγορά νέων υπερσύγχρονων όπλων, και
αντιβαλλιστικών πυραύλων, ενώ το ΝΑΤΟ ανησυχεί πολύ και προσπαθεί να
διαπιστώσει το νέο του ρόλο, καθώς η έξαρση των εθνικών μειονοτήτων
πολλαπλασιάζεται και ο μη έλεγχος των πυρηνικών δεν εγγυώνται την ειρήνη
και την ασφάλεια στο άμεσο μέλλον στην περιοχή του Κόλπου.
Συνοψίζοντας, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η επιτυχής έκβαση του
πολέμου στον Περσικό οφειλόταν στα τεχνολογικά προηγμένα οπλικά
συστήματα των Συμμάχων, στη φοβερή υπεροπλία, σε συνδυασμό με την
τεχνολογική ανωτερότητα του οπλισμού, καθώς και στο υψηλό ηθικό, στην
άρτια εκπαίδευση και επαγγελματισμό του έμψυχου υλικού. Η συμμαχική
αεροπορία έκρινε, επίσης, κατά μεγάλο ποσοστό τη μοίρα της αναμετρήσεως,
αφού κατέστρεψε κατά μεγάλο ποσοστό την ιρακινή αεροπορία στο έδαφος.
Επιβεβαιώνεται ακόμη μια φορά η αλήθεια που είχε επισημανθεί κατά τον 6ο
αι. από τον Κινέζο Φιλόσοφο Σουν-Τζου (SUN-TZU) ότι η αριθμητική
υπεροχή και η οπλική επάρκεια δεν αρκούν για να προδικάσουν εκ των
προτέρων την έκβαση ενός πολέμου.
Απώλειες Μάχης Συμμάχων :Νεκροί 149, τραυματίες 458,
εξαφανισθέντες 66. Μη μάχης : νεκροί από ατυχήματα 138, τραυματίες 2.978.
Πολεμικά αεροσκάφη : 31, ελικόπτερα 15.
Απώλειες Ιρακινών(1) : νεκροί- τραυματίες 100.000 περίπου-Αιχμάλωτοι
60.000 περίπου.
(1) Οι αριθμοί αυτοί δεν έχουν ακόμη απόλυτα τεκμηριωθεί.
524

Αγνοούμενοι περίπου 100.000.


Αεροσκάφη : 77- καταφυγόντα στο Ιράν : 130.

7. Διαπιστώσεις - Συμπεράσματα

Στον πόλεμο του Περσικού, εφαρμόσθηκε το νέο δόγμα (Air land battle)
από τις ΗΠΑ και τους Συμμάχους. Σκοπός του πολέμου ήταν η απελευθέρωση
του Κουβέιτ.
Το δόγμα αυτό μπορεί να πραγματοποιήσει μια υπερδύναμη όπως οι
ΗΠΑ, η οποία διαθέτει υπερσύγχρονα αεροσκάφη, υπερσύγχρονα οπλικά
συστήματα και υψηλή γενικά τεχνολογία.
Ο έλεγχος και η διοίκηση των πολυεθνικών δυνάμεων, ιδιαίτερα της
αεροπορίας, υπήρξαν άριστα και πραγματοποιήθηκαν με τη χρήση σύγχρονων
συστημάτων και με τη βοήθεια computers που βοήθησαν πάρα πολύ τόσο στη
λήψη των πληροφοριών, όσο και στη μεταβίβασή τους.
Η χρησιμοποίηση των μέσων ηλεκτρονικού πολέμου είχε άριστα
αποτελέσματα, γιατί εξουδετερώθηκαν μέσα σε ελάχιστο χρόνο τα ραντάρ, οι
επικοινωνίες και τα ηλεκτρονικά συστήματα ελέγχου των πυραύλων εδάφους
αέρα (ΣΑΜ) του αντιπάλου, και τα ηλεκτρονικά αντιαεροπορικά συστήματα
πυροβολικού, ενώ δημιουργήθηκε σύγχυση και τύφλωση στα μέσα του, ώστε να
μη γνωρίζει τις ενέργειες των συμμαχικών δυνάμεων.
Χρησιμοποιήθηκαν ηλεκτρονικά και δορυφορικά μέσα υψηλής
τεχνολογίας για άμεση και αξιόπιστη συλλογή πληροφοριών, με αποτέλεσμα
τον ακριβή προσδιορισμό στόχων αφενός και αφετέρου το συνεχή εντοπισμό
των κινήσεων του εχθρού, βάσεων αναπτύξεως όπλων, Σταθμών Διοικήσεως με
αποτέλεσμα την καταστροφή του συστήματος Διοικήσεως, ελέγχου και
επικοινωνιών των Ιρακινών. Χρησιμοποιήθηκαν όπλα ακριβείας με σκοπό την
προσβολή στρατηγικών στόχων με απόλυτη επιτυχία.
Η άσκηση Διοικήσεως από ένα Διοικητή, ο σαφής προσδιορισμός των
αρμοδιοτήτων, η ισόρροπη ανάπτυξη των μέσων και ο τέλειος συντονισμός
τους είχε άριστα αποτελέσματα και συνέβαλε στη νίκη.
Διαπιστώθηκε ότι για την αντιμετώπιση των σύγχρονων αεροσκαφών
απαιτείται εκτός από τα αεροσκάφη αναχαιτίσεως και αποτελεσματική Α/Α
άμυνα και πλέγμα ραντάρ.
Η χρησιμοποίηση ναυτικών δυνάμεων με δυνατότητα ταχείας
αναπτύξεως, παραμονής και διεξαγωγής επιχειρήσεων σε απομακρυσμένες
περιοχές επί μακρό χρόνο επέβαλαν στον αντίπαλο αποκλεισμό από τη θάλασσα
πρώτο και δεύτερο συνέβαλαν πάρα πολύ στη μεταφορά στρατευμάτων υλικού
και εφοδίων στις περιοχές του Κόλπου.
Ο ρόλος της Διοικητικής Μέριμνας ήταν καθοριστικής σημασίας για την
επιτυχία της νίκης. Οργανώθηκε άριστα και υποστήριξε αποτελε-σματικά τις
525

επιχειρήσεις με σύγχρονο υλικό παρά το μέγεθος και την ανομοιομορφία των


υποστηριζόμενων δυνάμεων.
Η φύση των σύγχρονων επιχειρήσεων απέδειξε ότι απαιτεί άριστη
συνεργασία όλων των Κλάδων των ΄Ενοπλων Δυνάμεων.
Η απλή αντιπαράθεση αριθμού στρατιωτικών δεν αρκεί για να προδικάσει
το αποτέλεσμα ενός πολέμου. Η παρουσία μόνιμων ναυτικών δυνάμεων στη
Μεσόγειο και στον Κόλπο αποδείχθηκε αναγκαία προς το σκοπό της άμεσης
χρησιμοποιήσεώς τους, εάν παραστεί ανάγκη για τη διευκόλυνση ενδεχόμενων
επιχειρήσεων.
Οι καταπληκτικές διαφορές απωλειών των εμπολέμων (Σύμμαχοι 139
νεκροί έναντι 100.000 Ιρακινών περίπου), εφόσον επιβεβαιωθούν αποτελεί
μοναδικό παράδειγμα στην ιστορία.
Οι γαλλικές , βρετανικές και μέρος των αμερικανικών δυνάμεων
εκτέλεσαν ένα ευρύ υπερκερωτικό ελιγμό, στο Κουβέιτ, ενώ οι αιγυπτιακές,
συριακές και σαουδαραβικές δυνάμεις με τους πεζοναύτες ενήργησαν μετωπικά
εναντίον της οχυρωμένης τοποθεσίας του Κουβέιτ, με αποτέλεσμα να επιτύχουν
την αποκοπή και απομόνωση των αμυνομένων.
Εάν οι Ιρακινοί μετά την κατάληψη του Κουβέιτ καταλάμβαναν τα
σαουδαραβικά λιμάνια και αεροδρόμια έγκαιρα, η συγκέντρωση των
συμμαχικών δυνάμεων θα είχε υψηλό κόστος σε έμχυχο και άψυχο υλικό.
Η στατική άμυνα που εφάρμοσαν οι Ιρακινοί στο Κουβέιτ τους ανάγκασε
να περιορισθούν στα χαρακώματα και να δέχονται τα συμμαχικά πυρά με
αποτέλεσμα να απομονωθούν μετά την καταστροφή των συστημάτων
διοικήσεως και επικοινωνιών.
Η οχυρωμένη γραμμή Σαντάμ στο Κουβέιτ ήταν μια συνοριακή γραμμή
άμυνας που χρησίμευσε σαν πεδίο δοκιμής για τα νέα αμερικανικά όπλα. Η
οχυρωμένη αυτή γραμμή τελικά έχασε την επαφή με τα μετόπισθεν, αφού
καταστράφηκαν οι επικοινωνίες και το σύστημα Διοικήσεως.
Η ιρακινή άμυνα υπήρξε ασυντόνιστη, τα πυρά υποστηρίξεως δεν ήταν
ακριβή και έγκαιρα, οι αντεπιθέσεις βραδείες, περιορισμένες και χωρίς
συντονισμό, ενώ πολλά τμήματα παρουσίασαν απροθυμία εμπλοκής στον
αγώνα. Γενικά, η άμυνα ήταν κατώτερη από εκείνη που είχαν εκτιμήσει οι
Σύμμαχοι.
Η χρησιμοποίηση πυραύλων Σκούντς από τους Ιρακινούς αποτέλεσε
μόνιμη απειλή για τους Συμμάχους στον Κόλπο, επιβράδυνε την έναρξη των
χερσαίων επιχειρήσεων, δημιούργησε προβληματισμούς, ερωτηματικά και
ανησυχία για χρήση χημικών αερίων.
Οι ασκήσεις των ανδρών με τις αντιασφυξιογόνες μάσκες ήταν μια
δυσάρεστη κατάσταση, γιατί δημιούργησαν συνθήκες θερμοκηπίου στους
στρατιώτες, αλλά και μια απαραίτητη προστατευτική ασπίδα.
526

Το υψηλό ηθικό που είχε εδραιωθεί στις ένοπλες δυνάμεις των Συμμάχων
για το δίκαιο του αγώνα και η αυτοπεποίθεσή τους για τις ικανότητές τους, η
καλή εκπαίδευση και η υπεροχή των οπλικών συστημάτων, η συνεχής
ψυχολογική προπαρασκευή τους, είχαν ως αποτέλεσμα τη νίκη.
Στον πόλεμο του Περσικού, δοκιμάσθηκε η νέα τεχνολογία που
αμφισβήτησε αρκετά από τα παραδεκτά αξιώματα της πολεμικής τέχνης .
Για πρώτη φορά δοκιμάσθηκε με απόλυτη επιτυχία η εξακρίβωση ενός
εικονικού ή πραγματικού στρατιωτικού αντικειμένου στο πεδίο της μάχης
(άρματος- αεροπλάνου-οχήματος) από την ανάλυση του φάσματος του φωτός
του αναδυόμενου καπνού μετά από μία προσβολή και την ανάφλεξη του
στόχου.
Σε ό,τι αφορά στο Σαντάμ, ο Στρατηγός Schwarkopf (Σβάρτσκοπφ)
έδωσε την εξής περιγραφή "Δεν είναι στρατηγικός νους, ούτε έχει διδαχθεί τη
μεθοδολογία των πολεμικών επιχειρήσεων. Δε γνωρίζει καν την τακτική του
απλού Στρατηγού, ούτε την τακτική του απλού μαχητή, κατά τα άλλα είναι ένας
μεγάλος πολέμαρχος".
Η δυναμικότητα του αραβικού εθνικισμού βρίσκεται σε ύφεση προς το
παρόν. Οι Αμερικανοί προσπαθούν να δραστηριοποιήσουν την παλαιστινιακή
αντίδραση. ΄Ετσι, βλέπουμε μια ισχυρή τάση μετριοπάθειας στους αραβικούς
κύκλους και αποφυγή δημιουργίας τρομοκρατικών ενεργειών.
Ωστόσο, υπάρχουν σοβαρές ανησυχίες με τη διασπορά των πυρηνικών,
χημικών και βιολογικών όπλων στην περιοχή της Μέσης Ανατολής από το
Μαρόκο μέχρι το Ιράν και λόγω της καταστάσεως στη πρώην Σοβιετική ΄Ενωση
υπάρχει έντονος ανταγωνισμός Τουρκίας και Ιράν σχετικά με την επιρροή τους
στις μουσουλμανικές δημοκρατίες του Καυκάσου.
Σήμερα, προωθείται μια ανοδική μορφή ισόρροπου ισλαμικού χώρου,
μέσω της ιρακινής ηγεσίας, καθίζηση του Σανταμικού Μοντέλου, αποθάρρυνση
του κουρδικού πατριωτικού μετώπου, απεγκλώβιση της Συρίας,
περιθωριοποίηση της Λιβύης και αναπροσαρμογή στο Λίβανο.
Η συμμετοχή της Ελλάδας στην πολυεθνική δύναμη για την
αποτελεσματικότερη επιβολή των κυρώσεων στο Ιράκ έχει εντάξει και πάλι,
κατά τρόπο ουσιαστικό, τη χώρα μας στο μηχανισμό της Δύσεως, για την
αντιμετώπιση προκλήσεων και απειλών που προέρχονται έξω από την
παραδοσιακή περιοχή ευθύνης του ΝΑΤΟ.
Η χρησιμοποίηση από τους Συμμάχους των διευκολύνσεων, στο έδαφός
μας και στον εναέριο χώρο μας, έφερε και πάλι την Ελλάδα στη ροή των
διεθνών εξελίξεων από τις οποίες θα προκύψουν νέα δεδομένα που θα
παρακολουθήσουν τη χώρα μας για αρκετά χρόνια.
Το νέο επιχειρησιακό δόγμα μετά τον Πόλεμο στον Περσικό πρέπει να
κατευθύνεται προς τη συγκρότηση δυνάμεων ευέλικτων εφοδιασμένων με όπλα
υψηλής τεχνολογίας καθώς και με σύγχρονα μέσα επιτηρήσεως.
527

Ειδικά, για την Ελλάδα που βρίσκεται σε ζωτικό γεωγραφικό χώρο, μετά
από τις προκλήσεις και τις πιέσεις της ΄Αγκυρας, τις τελευταίες ανακατατάξεις
στο Βαλκανικό χώρο, αλλά και την γειτνίασή της με τις χώρες, του κόλπου,
επιβάλλουν πλήρη επαγρύπνηση και ετοιμότητα για την αντιμετώπιση
απρόβλεπτων καταστάσεων.
Επίσης, από τη στιγμή που υπάρχουν λαοί και εθνότητες που
κινητοποιούνται και δραστηριοποιούνται για την ανεξαρτησία τους, επιβάλλεται
πλήρης επαγρύπνηση και ετοιμότητα των ένοπλων δυνάμεων και του λαού.
Οι δυσχέρειες για τη σχεδίαση και υλοποίηση της Διοικητικής Μέριμνας
στον πόλεμο του Κόλπου υπήρξαν τεράστιες, για τη μεταφορά εκατοντάδων
χιλιάδων ανδρών από ΗΠΑ και Γερμανία, Αρμάτων, οχημάτων Τ/Θ
μηχανοκίνητων Μονάδων, πυρομαχικών, καυσίμων, τροφίμων, υγειονομικών
σχηματισμών ακόμη και 2.500 φερέτρων. Είναι ανάγκη να υπογραμμισθεί εδώ
ότι ο ελληνικής καταγωγής Στρατηγός Ουίλιαμ Παγώνης Διοικητής της
Διοικήσεως Διοικητικής Μέριμνας επιτέλεσε ένα πραγματικό άθλο
συντονίζοντας και κατευθύνοντας το έργο της Δ. Μέριμνας και απέσπασε
επάξια τα συγχαρητήρια του Προέδρου Μπους.
Στο Αμερικανικό Πεντάγωνο, "Η Θύελλα στην ΄Ερημο" θεωρείται
μισοτελειωμένη δουλειά καθώς υπάρχουν Αξιωματικοί που εκφράζουν φόβους
ότι θα χρειασθούν να επιστρέψουν στην περιοχή σε μερικά χρόνια.
Το μεγάλο παράπονο εκείνων που έλαβαν μέρος στον πόλεμο είναι ότι η
ανακωχή σταμάτησε τις συμμαχικές δυνάμεις λίγα χιλιόμετρα από τον στόχο
τους, που δεν ήταν άλλο από την περικύκλωση , και καταστροφή ολόκληρης
της ιρακινής δυνάμεως που είχε εισβάλει στο Κουβέιτ κλείνοντας το δρόμο προς
τη Βασόρα. Οι δύο μεραρχίες της Προεδρικής Φρουράς μαζί με τα ελικόπτερα
και τα τεθωρακισμένα, που διέφυγαν την παγίδα των Συμμάχων κοντά στη
Βασόρα, ήταν αρκετές για να συμβάλουν στη βίαιη καταστολή της εξέγερσης
των Σιιτών της Βασόρας που ξέσπασε μετά την ανακωχή με τον ξεσηκωμό των
Κούρδων στο Βόρειο Ιράκ.
΄Ισως ο Σαντάμ θα είχε ανατραπεί τονίζουν οι επικριτές του ΠΑΟΥΕΛ,
ενώ ο στρατιωτικός αναλυτής Τζέφρι Ρέκοντ αναφέρει για το ίδιο θέμα : "Δεν
μπορώ να θυμηθώ άλλη περίπτωση κατά την οποία ένας νικηφόρος στρατός
κήρυξε μονομερή κατάπαυση των εχθροπραξιών και συνέχισε : "η πιο κοντινή
περίπτωση είναι η διαταγή του Χίτλερ, το 1940, στη Δουνκέρκη".
Τελειώνοντας μπορούμε να πούμε ότι ο πρώτος αντικειμενικός σκοπός
σύμφωνα με την απόφαση του ΟΗΕ για την εκδίωξη του Ιράκ από το Κουβέιτ
επιτεύχθηκε απόλυτα. ΄Ομως η καταστροφή της πολεμικής μηχανής του δεν
ολοκληρώθηκε, λόγω της πρόωρης ανακωχής που σταμάτησε τις συμμαχικές
δυνάμεις λίγα χιλιόμετρα από το στόχο τους.
Σήμερα, δύο εκκρεμότητες σκιάζουν τη νίκη των συμμαχικών δυνάμεων
στο Κουβέιτ. Η πρώτη είναι οι δύο χιλιάδες Κουβειτιανοί αιχμάλωτοι που
528

εξακολουθούν να βρίσκονται στις φυλακές του Ιράκ, παρά τους όρους που
υπέγραψε ο Σαντάμ για την άμεση απελευθέρωσή τους. Η δεύτερη είναι η
υποψία που πλανάται στη διεθνή κοινή γνώμη ότι ο πόλεμος έγινε για το
πετρέλαιο και όχι για την εφαρμογή της διεθνούς νομιμότητας. Για την
εξάλειψη της υποψίας αυτής θα πρέπει να αποκατασταθεί το διεθνές δίκαιο και
η νομιμότητα στην Κύπρο και το Παλαιστινιακό, για να επικρατήσουν και εκεί
τα ανθρώπινα δικαιώματα, η Δημοκρατία, η Ελευθερία και η Δικαιοσύνη, που
εξακολουθούν ακόμη να παραβιάζονται κατάφωρα.
529

ΠΙΝΑΚΑΣ "1"

Πολυεθνικές Χερσαίες Δυνάμεις


ΗΠΑ: 350.000 άνδρες
Κεντρική Διοίκηση (Στρατηγείο)
3η Στρατιά (Στρατηγείο)
70 Τ/Θ Σώμα Στρατού(Στρατηγείο)
18ο Αερομεταφερόμενο Σώμα Στρατού
1η Τ/Θ Μεραρχία
3η Τ/Θ Μεραρχία
1η Μεραρχία Ιππικού (Τ/Θ)
1η Μηχανοκίνητη Μεραρχία
24η Μηχανοκίνητη Μεραρχία
82α Μεραρχία Αλεξιπτωτιστών
101η Αεροκίνητη Μεραρχία
Σώμα Στρατού Πεζοναυτών των ΗΠΑ
1η Μεραρχία Πεζοναυτών (1η ΜΕF)
2α Μεραρχία Πεζοναυτών (2η ΜΕF)
4η Ταξιαρχία Πεζοναυτών (4η ΜΕΒ)
5η Ταξιαρχία Πεζοναυτών (5η ΜΕΒ)
(Επί αμφίβιων πλοίων)
2ο Τ/Θ Σύνταγμα Ιππικού
3ο Τ/Θ Σύνταγμα Ιππικού
11η Ταξιαρχία Μαχητικών Ελικοπτέρων
12η Ταξιαρχία Μαχητικών Ελικοπτέρων
11η Ταξιαρχία Αεράμυνας (PATRIOT)
Διοίκηση πυροβολικού 3ου Σώματος Στρατού
Διοίκηση πυροβολικού 7ου Σώματος Στρατού
Διοίκηση πυροβολικού 18ου Σώματος Στρατού
5η Ομάδα Ειδικών Δυνάμεων (Σύνταγμα)
1η Διοίκηση Υποστηρίξεως Σώματος
2η Διοίκηση Υποστηρίξεως Σώματος
13η Διοίκηση Υποστηρίξεως Σώματος
7η Διοίκηση Υγειονομικού (με Ε/Π)
Ηνωμένο Βασίλειο : 35.000 άνδρες
1η Τ/Θ Μεραρχία-1η Μ/Κ Μεραρχία-1η Μεραρχία Αρμάτων
Τρία ανεξάρτητα Τάγματα Πεζικού
Γαλλία : 12.000 άνδρες
6η Ελαφρά Τ/Θ Μεραρχία
530

Σαουδική Αραβία : 75.000 άνδρες


Δύο Τ/Θ Ταξιαρχίες
Τέσσερις Μ/Κ Ταξιαρχίες Πεζικού
Μία Ταξιαρχία Πεζικού
Ομάν : 1.100 άνδρες
Σύνταγμα Πεζικού
Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ) : 900 άνδρες
Τάγμα Πεζικού
Μπαχρέιν : 200 άνδρες
Λόχος Πεζικού
Μαρόκο : 1.400 άνδρες
Μ/Κ Σύνταγμα Πεζικού
Πακιστάν : 5.000 άνδρες
Ταξιαρχία Πεζικού
Κουβέιτ : 8.000 άνδρες
Δύο Μ/Κ Ταξιαρχίες Πεζικού
Αίγυπτος : 35.000 άνδρες
3η Μ/Κ Μεραρχία Πεζικού
4η Τ/Θ Μεραρχία
Σύνταγμα Αλεξιπτωτιστών
Συρία : 20.000 άνδρες
9η Τ/Θ Μεραρχία
46ο Σύνταγμα Ειδικών Δυνάμεων
Κατάρ : 1.900 άνδρες
Σύνταγμα Πεζικού
Μπαγκλαντές : 2.300 άνδρες
Τάγμα Πεζικού
Τάγμα Μηχανικού
Σενεγάλη : 500 άνδρες
Τάγμα Πεζικού
Νιγηρία : 500 άνδρες
Τάγμα Πεζικού
Αφγανιστάν : 300 άνδρες Αντάρτες Μουτζαχετίν
Τσεχοσλοβασκία : 200 άνδρες
Λόχος Μηχανικού Πολέμου
Σύνολο Προσωπικού 650.000 άνδρες
Αρματα : 3.500
Τεθωρακισμένα Οχήματα : 4.630
Πυροβόλα : 2.800
Μαχητικά Ελικόπτερα : 720
Ελικόπτερα Γενικής Χρήσεως : 900
531

Πολλαπλοί εκτοξευτήρες πυραύλων : 90


532

ΠΙΝΑΚΑΣ 2
ΠΟΛΥΕΘΝΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ

A/A TYΠOI ΑΓΓΛΙΑ ΑΡΓΕΝΤΙ- ΑΥΣΤΡA ΒΕΛΓΙΟ ΓΑΛΛΙΑ ΔΑΝΙΑ ΕΛΛΑΣ ΗΠΑ

ΠΛΟΙΩΝ ΝΗ ΛΙΑ

1 ΑΕΡ/ΦΟΡ 1 8

2 ΘΩΡΗΚΤ 2

3 ΚΑΤΑΔΡ. 1 18

4 ΕΛ/ΦΟΡΑ 7

5 ΑΝΤΙΤ. 3 1 1 1 8 15

6 ΦΡΕΓΑΤ. 5 1 3 6 1 2 21

7 ΤΑΧ. 1

ΣΚΑΦΗ

8 ΑΡΜΑΤΑ 4 31

9 ΠΛΟΙΑ 5 2 5

ΝΑΡΚΟΠ.
533

10 ΒΟΗΘ/Α 6 1 1 9 51

ΣΥΝΟΛΟ 23 2 5 3 26 1 2 158

TYΠOI ΙΣΠΑΝΙΑ ΙΤΑΛΙΑ ΚΑΝΑΔΑΣ ΝΟΡΒΗΓΙΑ ΟΛΛΑΝ- ΠΟΡΤΟ- ΓΕΝΙΚΟ

A/A ΠΛΟΙΩΝ ΔΙΑ ΓΑΛΙΑ ΣΥΝΟΛΟ

1 ΑΕΡ/ΦΟΡΑ 9

2 ΘΩΡΗΚΤΑ 2

3 ΚΑΤΑΔΡ. 19

4 ΕΛ/ΦΟΡΑ 7

5 ΑΝΤΙΤΟΡ 1 2 32

6 ΦΡΕΓΑΤ. 9 4 1 4 57

7 ΤΑΧ. 1

ΣΚΑΦΗ

8 ΑΡΜΑΤΑ 1 36

9 ΠΛΟΙΑ 12

ΝΑΡΚ.
534

10 ΒΟΗΘ/ΚΑ 1 1 1 1 72

ΣΥΝΟΛΟ 9 7 3 1 5 1 246
535

ΠΙΝΑΚΑΣ "3"
Πολυεθνικές Αεροπορικές Δυνάμεις
Μαχητικά αεροσκάφη Πολυεθνικής Δυνάμεως - Απώλειες

ΗΠΑ : 1.314 (F-14, F-15, F-16, F-18, F-4, F-4, F-111, EF-111, F-
117,
A-6, A-7, A-10,B-52)
ΗΝ. ΒΑΣΙΛΕΙΟ : 60 (TORNADO, JAGUAR)
ΓΑΛΛΙΑ : 50 (F-1, MIRAGE 2000, JAGUAR)
ΚΑΝΑΔΑΣ : 18 (CF -18)
ΙΤΑΛΙΑ : 10 (TORNADO)
Σ. ΑΡΑΒΙΑ :
ΚΟΥΒΕΪΤ : 367 (F-15, TORNADO, F-5, B-167)
ΚΑΤΑΡ : (A-4, F-1, HUNTER, HAWK, ALPHA JET)
ΜΠΑΧΡΕΪΝ :
Σύνολο Αεροπορικής Δυνάμεως : 1819 Αεροσκάφη
΄Εξοδοι αεροσκαφών - Απώλειες
΄Εξοδοι : 115.819
Απώλειες Αεροσκαφών
ΗΠΑ 22
Ηνωμένο Βασίλειο 6
Ιταλία 1
Κουβέιτ 1
Σαουδική Αραβία 1
--------------------------------
Σύνολο 31
536

ΠΙΝΑΚΑΣ "4"
Δυνάμεις Ιράκ
1. Χερσαίες
΄Ανδρες 547.000
΄Αρματα 4.280
Τεθωρακισμένα οχήματα 2.900
Πυροβόλα 3.200
Μαχητικά Ελικόπτερα 250
Πύραυλοι FROCK 45
Εκτοξευτήρες 1.500 Βλήματα
2. Ναυτικές
Φρεγάτες 5
Κορβέτες 6
Πυραυλάκατοι 17 (Οι 8 λάφυρα από το Κουβέιτ)
Περιπολικά 50 (Τα 15 λάφυρα από το Κουβέιτ)
Πλοία εκτοξεύσεως
πυραύλων (ανεξακρίβωτος αριθμός)
3. Αεροπορικές
Μαχητικά αεροσκάφη 690
Μεταφορικά αεροσκάφη 654 (Διάφορων τύπων)
Εκπαιδευτικά αεροσκάφη 296
Μαχητικά Ελικόπτερα 259
Ελικόπτερα Γενικής Χρήσεως 280

You might also like