You are on page 1of 8

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

ΣΧΟΛΗ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ


Σπουδές στον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό

ΕΠΟ 22:
ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ 2019-2020

ΕΡΓΑΣΙΑ 4η

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΚΑΡΑΜΠΑΤΖΟΣ
(Α.Μ. : 94073)

ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ – ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ :
ΠΑΓΩΝΔΙΩΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ

Αθή να, Απρίλιος 2020


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝ

Α
ΕΙΣΑΓΩΓΗ...............................................................................................3
1. Το νόημα της γλώσσας κατά τη χρήση της...................................3
1.1 Γλωσσικά παιχνίδια.......................................................................3
2. Φιλοσοφικές έρευνες - γλωσσανάλυση.........................................4
2.1 Η φιλοσοφική προσέγγιση του νοήματος...................................4
2.1 Μη σκέφτεσαι, αλλά κοίτα!...........................................................6
ΕΠΙΛΟΓΟΣ...............................................................................................7
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ......................................................................................8

2
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Στις αρχές του 20ου αιώ να η αναλυτική φιλοσοφία, με τη ριζοσπαστική της
προσέγγιση, θα υποδαυλίσει ό λα τα στερεό τυπα της παραδοσιακή ς
φιλοσοφίας ορίζοντας ένα νέο παράδειγμα. Θα αποδυθεί σε μία ριζική
αναμό ρφωση της λογική ς, αποδομώ ντας τη συνειδησιακή οντολογική
καθολικό τητα της γνωσιολογική ς προσέγγισης και στη θέση του θα
προβά λλει ένα νέο μηχανισμό αναπαρά στασης του λογισμού που δεν είναι
ά λλος από την προτασιακή λογική δομή της γλώ σσας. Με τον τρό πο αυτό
προαναγγέλλει το τέλος της μεταφυσική ς φιλοσοφίας.1
Την παλμική διέγερση της αναλυτική ς φιλοσοφίας έδωσε ό Λουδοβίκος
Βιτγκενστά ιν (1889-1951) ο οποίος συνέταξε δύ ο αντίρροπες προσεγγίσεις.
Με την «απεικονιστική θεωρία του νοή ματος», ό πως αυτή εμφανίζεται στο
πρώ ιμο έργο του Λογικο-φιλοσοφική Πραγματεία, θα θέσει τις βά σεις του
γλωσσοαναλυτικού συστή ματος. Θεωρεί ό τι ο κό σμος είναι μία σύ νθετη
οντό τητα -ένα αληθινό σύ νολο διαπλεκό μενων γεγονό των και αντικειμένων-
και η γλώ σσα είναι αυτή που μπορεί να τον αναπαραστή σει επειδή μοιρά ζεται
μαζί του μία ομό λογη δομή . Οι καταστά σεις των πραγμά των περιγρά φονται
με αντίστοιχες διατεταγμένες προτά σεις οι οποίες είναι και οι φορείς του
νοή ματος της γλώ σσας. Η δε χρή σεις των λέξεων λειτουργού ν μό νο σαν
γρανά ζια ενό ς συνολικού μηχανισμού που βοηθού ν στη νοηματοδό τηση της
πρό τασης και ταυτό χρονα νοηματοδοτού νται. Απομονωμένες δεν μπορού ν να
κά νουν απολύ τως τίποτα.2 Στη γλώ σσα λοιπό ν δομείται ένας «λογικό ς
χώ ρος» ο οποίος σηματοδοτείται από μία απεικονιστική γλωσσική
αναγκαιό τητα με ό ρους πραγματολογικού ς και ό χι μεταφυσικού ς.3
Στο ύ στερο έργο του Φιλοσοφικές έρευνες, ο Βιτγκενστά ιν θα αποποιηθεί
την πρώ ιμη προσέγγισή του για τη γλώ σσα -ως το a priori του στοχασμού -
και θα προχωρή σει σε μία πιο ενδεχομενική προσέγγιση με τη διατύ πωση
μιας νέας θεωρίας, της καλού μενης «θεωρίας του νοή ματος της γλώ σσας κατά
τη χρή ση της». Ο κοινό ς ά ξονας που συνδέει τις δύ ο περιό δους είναι ό τι ο
δημό σιος λό γος θα πρέπει να λειτουργεί σαν ένα αυτό νομο σύ στημα,
αποκομμένο από την ιδιωτική γλώ σσα μιας εσωτερική ς συνείδησης ενό ς
μεμονωμένου Εγώ .4

1. Το νόημα της γλώσσας κατά τη χρήση της


1.1 Γλωσσικά παιχνίδια
Ενώ στην περίοδο της Πραγματείας, ο Βιτγκενστά ιν, μιλού σε για την
από λυτη νοηματική καθαρό τητα μιας «ιδεώ δους γλώ σσας» -ό που οι
προτά σεις της είναι συμπαγείς αμφιμονοσή μαντες αναπαραστά σεις- στις
φιλοσοφικές έρευνες η γλώ σσα γίνεται πολύ περισσό τερο επαμφοτερίζουσα.
Αρχίζει και περιλαμβά νει ό λες τις ιδιά ζουσες συνεκδοχές του εκφερό μενου
λό γου, ό πως αυτές εμφανίζονται μέσα από μία ποικιλία ά πειρων
επικοινωνιακώ ν καταστά σεων. Η γλώ σσα λοιπό ν γίνεται ρευστή , αποκτά
πλαστικό τητα, και δεν είναι πλέον μία· είναι οι πολλές γλώ σσες που
χρησιμοποιού νε οι διά φορες «μορφές ζωή ς» που λογίζονται ως οργανωμένες
κοινό τητες, ομά δες ή υποομά δες. Κά θε μία ομά δα, για να μπορέσει να
εκφρά σει τις αντιλή ψεις της και να λύ σει τα πρακτικά ζητή ματα της,
επιχειρηματολογεί με το δικό της επικοινωνιακό «λογικό σύ στημα». Αυτό δεν

1
Π. Βαλλιάνος. Νεότερα και σύγχρονα φιλοσοφικά ρεύματα (19ος-20ος αιώνας). τ. Γ΄,
Πάτρα: ΕΑΠ 2008, σσ. 251-254.
2
Π. Βαλλιάνος, ό.π., σ. 267.
3
Π. Βαλλιάνος, ό.π., σ. 269.
4
Π. Βαλλιάνος, ό.π., σσ. 274-278.
3
είναι τίποτα ά λλο παρά μία ρυθμιστική αρχή , ένα πλαίσιο κανό νων που
αφορά στην αρμονική λειτουργία της κά θε κοινωνική ς συνδιαλλαγή ς.5 Για
παρά δειγμα, τέτοια λογικά συστή ματα (γλώ σσες) μπορού ν να είναι: ένα
μαθηματικό μοντέλο ό πως η ευκλείδειος γεωμετρία, ένα φυσικό μοντέλο
ό πως η θεωρία της σχετικό τητας, ένα πολιτικό σύ στημα ό πως η δημοκρατία,
ένα θρησκευτικό μοντέλο ό πως ο χριστιανισμό ς, ένα φιλοσοφικό μοντέλο
ό πως ο γνωσιολογικό ς εμπειρισμό ς ακό μη και ένα παιχνίδι που λειτουργεί
κά τω από συγκεκριμένους κανό νες.6 Το «λογικό σύ στημα», θα μπορού σαμε να
πού με πως είναι ο κανό νας του παιχνιδιού ή καλύ τερα, ό πως το παρομοιά ζει ο
Βιτγκενστά ιν, ένα «γλωσσικό παιγνίδι» το οποίο προσδιορίζει και το νό ημα
των λέξεων που συμμετέχουν σε αυτό . Έχει σημασία να σταθού με π.χ. στην
ίδια τη λέξη ‘παιχνίδι’ η οποία αποκτά διαφορετικά νοή ματα αναλό γως τη
χρή ση: δηλαδή σε ποια από τα χιλιά δες διαφορετικά παιχνίδια αναφέρεται
και σε ποιο κανονιστικό πλαίσιο. Άρα «παιγνίδι καθαυτό » δεν υπά ρχει, το δε
νό ημα της πρό τασης «γλωσσικό παιχνίδι» κατ΄ αναλογία δείχνει ό τι «γλώ σσα
καθαυτή » δεν υπά ρχει.7 Το παραπά νω παρά δειγμα καταδεικνύ ει ό τι η
κυριολεξία και η νοηματική καθολικό τητα των λέξεων δεν μπορεί να
υφίσταται.
Το ερώ τημα : «Τι είναι, στην πραγματικό τητα, μια λέξη;» είναι ανά λογο με
το ερώ τημα: «Τι είναι ένα ‘πιό νι΄ σε ένα παιγνίδι;». Οι λέξεις είναι ‘πιό νια’ και
δεν έχουν νό ημα έξω από το κά θε διαφορετικό παιγνίδι που μπορού ν να
χρησιμοποιηθού ν.8 Γυρνώ ντας, ξανά πίσω, στην πραγματική ζωή , θα δού με
ό τι οι νοηματικές σχέσεις των διά φορων γλωσσικώ ν παιχνιδιώ ν χαλαρώ νουν
ακό μη περισσό τερο λό γω του δυναμικού τους χαρακτή ρα να επικαλύ πτονται
μό νο κατά προαίρεση και ό χι κατ’ ουσία· με αποτέλεσμα, η ομοιομορφία να
κατακερματίζεται ακό μη περισσό τερο.9
Έτσι λοιπό ν ό ταν μεταπηδή σουμε από μία «μορφή ζωή ς» σε μία ά λλη και
μεταχειριστού με τις λέξεις που υπά ρχουν εκεί με τους κανό νες του πρό τερου
γλωσσικού παιγνιδιού , τό τε το πιθανό τερο θα είναι οι προτά σεις να
στερού νται νοή ματος. Η σύ γχυση των γλωσσικώ ν παιχνιδιώ ν –για την
ακρίβεια η σύ γχυση των κανό νων που ισχύ ουν σε διαφορετικά παιχνίδια–
είναι η αιτία για τη δημιουργία σοβαρώ ν φιλοσοφικώ ν λαθώ ν.10

2. Φιλοσοφικές έρευνες - γλωσσανάλυση


2.1 Η φιλοσοφική προσέγγιση του νοήματος
Οι πολλαπλές εκδοχές των γλωσσικώ ν παιχνιδιώ ν, ό πως αυτές
προκύ πτουν κατά την χρή ση τους σε ά πειρες διαφορετικές καταστά σεις
επικοινωνιακή ς πρακτική ς, δεν επιτρέπουν εκείνη την κατηγοριοποίηση που
θα οδηγή σει στη διατύ πωση ενό ς από λυτου θεωρητικού κανό να· ό πως
δηλαδή επιβά λλει η προσέγγιση της κλασική ς φιλοσοφίας. Άρα τα γλωσσικά
παιχνίδια, πολύ δε περισσό τερο από τα απλά παιχνίδια, δε διέπονται από
σταθερού ς και αμετά κλητους κανό νες, αλλά από μία διά θεση αυθό ρμητης
προαίρεσης.

5
Π. Βαλλιάνος, ό.π., σ. 276.
6
Μ. Κωβαίος. «Εργαλεία και τεχνικές της γλωσσανάλυσης.» Στο Κωστής Κωβαίος, Όλα
κυοφορούνται μέσα στη γλώσσα. Αθήνα: Ινστιτούτο του Βιβλίου - Καρδαμίτσα, 1995, σ.
100.
7
Π. Βαλλιάνος, ό.π., σ. 276.
8
L. Wittgenstein. Φιλοσοφικές Έρευνες, μτφρ. Π. Χριστοδουλίδης. Αθήνα: Παπαζήση,
1977, σ. 74 (§108).
9
Π. Βαλλιάνος, ό.π., σ. 276.
10
Κ. Κωβαίος, ό.π., σ. 78.
4
Η γλώ σσα σύ μφωνα με τον Βιτγκενστά ιν νοείται σαν ένα ανοικτό σύ στημα
-κοινωνική ς φύ σης- ό που κά θε λεκτικό ς ό ρος βρίσκεται διαρκώ ς σε ένα
καθεστώ ς διαρκού ς ανασημασιοδό τησης. Οι έννοιες, στο πλαίσιο που
παρουσιά ζονται κά θε φορά -μιας ανακά λυψης ή διερεύ νησης κά ποιου
φαινομένου- δεν συμπληρώ νονται παρά μό νο μεταβά λλονται. Για
παρά δειγμα, η ανακά λυψη της εμφά νισης φυσαλίδων με την ά νοδο της
θερμοκρασίας του νερού προϋ ποθέτει σαφέστατα την έννοια του βρασμού .
Το γεγονό ς αυτό ό μως δεν συμπληρώ νει, ενδεχομένως, κά ποιο κενό στην
προϋ πά ρχουσα νοηματική δομή πά νω στην οποία βασίστηκε η νέα
ανακά λυψη, απλώ ς μεταβά λλει την έννοια η οποία θα περιλαμβά νει πλέον και
την εμφά νιση φυσαλίδων. Δηλαδή , δεν ανακαλύ πτουμε κά τι νέο για την
προϋ ποτιθέμενη έννοια του βρασμού , αλλά μό νο για το φαινό μενο αυτό
καθαυτό . Η νέα περιγραφή λοιπό ν είναι μία ά λλη γλωσσική πρό ταση, με
διαφορετική γραμματική και καινού ργια νοηματοδό τηση.11 Έτσι η γλώ σσα,
χωρίς να καθορίζεται από κά ποια αμετά βλητη νοηματική ουσία, χωρίς να
είναι παγιδευμένη σε έναν σκοπό νοηματική ς αυτοεπιβεβαιώ σης, δεν έχει
τέλος. Καλείται επί της ουσίας να δώ σει λύ σεις με βά ση τη δική της (κά θε
φορά ) a posteriori λογική , ακολουθώ ντας την ά τακτη και ακανό νιστη πορεία
του φαντασιακού .
Η λογική που εδρά ζεται στα γλωσσικά παιχνίδια, λό γω της
ενδεχομενικό τητας των καταστά σεων που αναπαριστά δεν αποτελεί μία
γνωσιολογική σταθερά .12 Δεν μπορεί να ανακαλύ ψει πρά γματα εκτό ς του
προτασιακού χώ ρου. Το μό νο που μπορεί να κά νει είναι να πιστοποιή σει την
εγκυρό τητα του λογισμού εκείνων των προτά σεων που περιγρά φουν το
εκά στοτε γεγονό ς με βά ση την από κοινού συμφωνημένη γραμματική .13 Τα
ό ρια του κατανοητού βρίσκονται μέσα στην ίδια τη διατύ πωση της πρό τασης
και ό χι εκτό ς αυτή ς. Γιατί μό νο έτσι η πρό ταση απαλλαγμένη από το δό γμα
της υποστασιοποίησης γίνεται επιδεκτική ά ρνησης. Διαφορετικά το να
υποστηρίζει κά ποιος τα ό ρια το κατανοητού εκτό ς της γλωσσική ς πρό τασης
είναι σαν να βγαίνεις από το γλωσσικό παιχνίδι, ορίζοντας μία γνωσιολογική
σταθερά που θα σου υπαγορεύ ει τη λογική κά τω από την οποία θα πρέπει να
λειτουργή σουν ό λοι οι λογισμοί ανεξαιρέτως.14 Για παρά δειγμα η πρό ταση,
«ό ,τι έχει νό ημα ανή κει στη γλώ σσα» στερείται νοή ματος, γιατί είναι μία
πρό ταση αφηρημένου στοχασμού που μιλά για την ίδια τη γλώ σσα, δηλαδή
για τη «λογική δομή » ή για την «ισομορφία» της με τον κό σμο.15 Είναι σαν να
υπά ρχει μία μετα-γλώ σσα, μία δεύ τερη γλώ σσα, που χρησιμοποιείται για να
περιγρά ψει την κοινή καθομιλουμένη. Ο λογισμό ς ό τι «μπορώ να
χρησιμοποιή σω τη γλώ σσα για να βγω έξω απ' τη γλώ σσα» στερείται
ερμηνείας.16
Όπως καταλαβαίνουμε από τα παραπά νω, η ίδια η γλώ σσα είναι που
δημιουργεί το πρό βλημα.17 Μας οδηγεί στη μεταφυσική δίνοντας
λανθασμένες απαντή σεις. Παρ΄ ό λα αυτά , το να αποδρά σουμε από τη γλώ σσα,
θεωρητικά δεν είναι εφικτό , γιατί προφανώ ς η επιλογή μας είναι να μιλά με
και να συμπεριφερό μαστε σαν ανθρώ πινα ό ντα.18
11
Κ. Κωβαίος. «Μεταφυσική και γλωσσανάλυση.» Στο Κωστής Κωβαίος, Όλα
κυοφορούνται μέσα στη γλώσσα. Αθήνα: Ινστιτούτο του Βιβλίου - Καρδαμίτσα, 1995, σ.
64.
12
L. Wittgenstein, ό.π., σ. 69 (§89).
13
Κ. Κωβαίος, ό.π., σ. 107.
14
Κ. Κωβαίος, ό.π., σσ. 63-64.
15
Π. Βαλλιάνος, ό.π., σ. 271.
16
Κ. Κωβαίος, ό.π., σ. 70.
17
L. Wittgenstein, ό.π., σ. 70 (§92).
18
Κ. Κωβαίος, ό.π., σ. 64.
5
2.1 Μη σκέφτεσαι, αλλά κοίτα!
Ένα φιλοσοφικό πρό βλημα σημαίνει ό τι, σε κά ποιο σημείο ενό ς
συλλογισμού , έχει μεταβληθεί η συνηθισμένη λειτουργία ορισμένων 'πιονιώ ν'
του γλωσσικού παιχνιδιού .19 Μία τέτοια περίπτωση είναι ο ρό λος του
επιχειρήματος ως το λογικό ό ργανο εξαναγκασμού που χρησιμοποιεί η
παραδοσιακή φιλοσοφία για να επιβεβαιώ σει της θεωρίες της. Το λά θος της
βρίσκεται στο να νομίζει ό τι το επιχείρημα μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως
δημιουργό ς της λογική ς. Ενώ ο πραγματικό ς του ρό λος είναι να αποτελεί
φορέα της λογική ς εκείνου του συστή ματος μέσα στο οποίο το επιχείρημα
μπορεί να κατανοηθεί από κά θε μέλος του. Δηλαδή , η δυνατό τητα εξή γησης
των φαινομένων έγκειται στο ό τι ό ά λλος βλέπει τα πρά γματα ό πως εγώ .20
Τελικά , οι φιλοσοφικές παρανοή σεις αναδύ ονται ό ταν οι λέξεις και οι
προτά σεις αποκό πτονται από την πραγματικό τητα. Αυτό που πρέπει να
κά νουμε είναι να επιστέψουμε τις λέξεις στο περιβά λλον που κά θε φορά
ανή κουν -δηλαδή στην καθημερινή τους χρή ση- βοηθώ ντας με τον τρό πο
αυτό να αποβά λλουν το μεταφυσικό τους επίχρισμα.21 Δεν ρωτά με πλέον τι
σκεφτό μαστε, εστιά ζουμε στην ανά λυση του γλωσσικού περιεχομένου και
στη χρησιμοθηρική προσέγγιση του νοή ματος. Η πραγματικό τητα είναι ό πως
είναι, και η φιλοσοφία δεν έχει λό γο για τη δομή της.22
Το παρά δοξο της μεταφυσική ς φιλοσοφίας είναι να προσπαθεί να
ανακαλύ ψει νέους συλλογισμού ς για ή δη γνωστά ζητή ματα με το πρό σχημα
της αντικειμενικό τητας.23 Ο παραδοσιακό ς φιλό σοφος μιλά ει για πρά γματα
τα οποία γνωρίζουμε σαν να μην τα γνωρίζουμε και τα οποία ο ίδιος θέλει να
μας τα γνωρίσει.24 Ελέγχοντας την πρό ταση αυτή καταλαβαίνουμε το νοητικό
της ατό πημα. Έργο της φιλοσοφίας δεν είναι η ανακά λυψη νέων λογισμώ ν
δημιουργώ ντας συνεχώ ς υποθέσεις από τη συλλογή ό λο και περισσό τερων
εμπειριών· θα πρέπει να εστιά ζει στα επιμέρους, χωρίς ό μως να εξά γει
συμπερά σματα με τον τρό πο της επαγωγικής εμπειρική ς διαδικασίας.25,26 Ο
ρό λος της είναι μό νο να περιγρά φει και να ελέγχει την παρού σα κατά σταση,
ό πως αυτή εμφανίζεται μπροστά μας, και είναι αναγνωρίσιμη μό νο μέσω της
γλώ σσας μας.27 Γιατί αυτό που προσφέρεται σε κοινή θέα δε χρειά ζεται καμία
εξή γηση, ό τι είναι κρυμμένο δεν μας ενδιαφέρει.28 «Η φιλοσοφία δεν
ασχολείται με ανύ παρκτα κατασκευά σματα».29
Οι φιλό σοφοι έχουν συνή θως την τά ση, για τα μεταφυσικά ερωτή ματα
που τους απασχολού ν, να χρησιμοποιού ν τη μεθοδολογία της επιστή μης,
καταργώ ντας ό μως τη διά κριση ανά μεσα σε εμπειρικές και εννοιολογικές
έρευνες.30 Οι λογισμοί τους δε λειτουργού ν εντό ς χώ ρου, ό πως η φυσική
επιστή μη, γι’ αυτό μπορού ν να κά νουν μό νο επινοή σεις και ό χι ανακαλύ ψεις·
η λογική ανακά λυψη δεν έχει νό ημα γιατί αν κά ποιος μπορού σε να

19
Κ. Κωβαίος, ό.π., σ. 78.
20
Κ. Κωβαίος, ό.π., σ. 83.
21
L. Wittgenstein, ό.π., σ. 76 (§116).
22
Κ. Κωβαίος, ό.π., σ. 83.
23
Κ. Κωβαίος, ό.π., σ. 82.
24
Κ. Κωβαίος, ό.π., σ. 64.
25
L. Wittgenstein, ό.π., σ. 75 (§109).
26
Κ. Κωβαίος, ό.π., σ. 64.
27
L. Wittgenstein, ό.π., σ. 75 (§109).
28
L. Wittgenstein, ό.π., σ. 78 (§126).
29
L. Wittgenstein, ό.π., σ. 74 (§108).
30
Κ. Κωβαίος, ό.π., σ. 99.
6
περιγρά ψει αυτό που αναζητού σε θα το είχε ή δη στα χέρια του.31,32 Αυτή η
συνή θεια είναι το πραγματικό πρό βλημα και οδηγεί τον φιλό σοφο στο
«τέλειο σκοτά δι».33 Η ορθή μέθοδος στη φιλοσοφία θα ή ταν, οι έρευνές μας να
μην αφορού ν την ουσία των φαινομένων αλλά τις δυνατό τητές τους.34
Δηλαδή να περιγρά φουμε τα φαινό μενα «κατ’ αναλογία» με τις προτά σεις της
φυσική ς επιστή μης και στη συνέχεια, με τα εργαλεία της γλωσσανά λυσης να
αποσαφηνίζουμε τις ενδεχό μενες αντίρροπες θέσεις εκείνων που θέλουν να
πουν κά τι μεταφυσικό .35 Κατά τον Βιτγκενστά ιν, η φιλοσοφία δεν κά νει
τίποτα από αυτά που κά νει η επιστή μη. Η επιστημονικό τητα της φιλοσοφίας
είναι μία παρανό ηση. Αντίθετα μπορού με να μιλή σουμε μό νο για μία
επιστημονική γλωσσική χρή ση στην κοινή γλώ σσα.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Το σημαντικό τερο επακό λουθο της γλωσσοαναλυτική ς σκέψης του
Βιντγκεντσά ιν είναι να καταδείξει ό τι η γλώ σσα είναι αυτή που θέτει τα ό ρια
του νοή ματος και ό χι ο ανθρώ πινος νους. Είναι μία κριτική της γλώ σσας και
ό χι του καθαρού λό γου.36 Η νέα προσέγγιση της φιλοσοφίας δεν είναι πλέον
μία λογική ανά λυση του νου, αλλά μία γραμματική έρευνα, μία ανά λυση των
εκφραστικώ ν μας μορφώ ν, ένας αγώ νας που ασκεί το γλωσσικό μέσο πά νω
στη νό ησή μας.37,38
Η φιλοσοφία, εν τέλει, είναι θεραπεία γλωσσοαναλυτική ς φύ σης.39 Μας
θεραπεύ ει από τον τρό πο να κά νουμε μεταφυσική .

31
Κ. Κωβαίος, ό.π., σ. 65.
32
Κ. Κωβαίος, ό.π., σ. 65.
33
Κ. Κωβαίος, ό.π., σ. 99.
34
L. Wittgenstein, ό.π., σ. 69 (§90).
35
Π. Βαλλιάνος, ό.π., σ. 272.
36
Π. Βαλλιάνος, ό.π., σ. 272.
37
L. Wittgenstein, ό.π., σ. 75 (§90).
38
L. Wittgenstein, ό.π., σσ. 69-70 (§109).
39
L. Wittgenstein, ό.π., σ. 123 (§255).
7
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Βαλλιά νος, Περικλή ς. Νεότερα και σύγχρονα φιλοσοφικά ρεύματα (19ος-20ος αιώνας).
τ. Γ΄, Πά τρα: ΕΑΠ 2008, 267-279.

Κωβαίος, Κωστή ς. «Μεταφυσική και γλωσσανά λυση.» Στο Κωστή ς Κωβαίος, Όλα
κυοφορούνται μέσα στη γλώσσα. Αθή να: Ινστιτού το του Βιβλίου - Καρδαμίτσα, 1995,
63-73.

Κωβαίος, Κωστή ς. «Εργαλεία και τεχνικές της γλωσσανά λυσης.» Στο Κωστή ς
Κωβαίος, Όλα κυοφορούνται μέσα στη γλώσσα. Αθή να: Ινστιτού το του Βιβλίου -
Καρδαμίτσα, 1995, 74-109.

Wittgenstein, Ludwig. Φιλοσοφικές Έρευνες, μτφρ. Π. Χριστοδουλίδης. Αθή να:


Παπαζή ση, 1977, 69-79 (§90-133).

You might also like