You are on page 1of 7

Εισαγωγή

Η επιστημονική έρευνα είναι μία διαδικασία που σκοπό να προσεγγίσει την


πραγματικότητα και να ανακαλύψει την αλήθεια με τη χρήση επιστημονικών
μεθόδων. Αναζητά αίτια και νόμους που ρυθμίζουν την πορεία της εξέλιξης
ενός φαινομένου .Βασικός σκοπός της είναι να δώσει απάντηση σε κρίσιμα
ερωτήματα με την εφαρμογή επιστημονικών μεθόδων.

Η επιστημονική έρευνα προσπαθεί να δώσει απαντήσεις σε προβλήματα


βασιζόμενη μόνο σε ό, τι μπορεί να επαληθευτεί, σε τεκμηριωμένη γνώση,
δηλαδή, απορρίπτοντας τα προσωπικά βιώματα και εμπειρίες. Φυσικό
επακόλουθό της είναι ότι καταλήγει στη δημιουργία νέων προβλημάτων ή στη
διερεύνηση και επέκταση της ήδη υπάρχουσας γνώσης.

Κάθε επιστημονική έρευνα, με άλλα λόγια, προσπαθεί να ανακαλύψει γενικές


αρχές και να διατυπώσει θεωρίες δίνοντας σαφέστερη εικόνα της γενικότερης
τάξης που διέπει τα διάφορα φαινόμενα.

Η εγκυρότητα των αποτελεσμάτων μιας επιστημονικής έρευνας έγκειται στην


αντικειμενική ανάλυση γι’ αυτό ο ερευνητής οφείλει να τηρήσει στάση
ουδετερότητας καθ’ όλη τη διάρκεια της έρευνάς του ελέγχοντας μόνο κατά
πόσο η ερευνητική του υπόθεση είναι ορθή ή λανθασμένη.

Τέλος, η επιστημονική έρευνα καταλήγει σε γραπτή μελέτη την οποία μπορεί


ο οποιοσδήποτε να αξιολογήσει ή να χρησιμοποιήσει. Ο ερευνητής δηλαδή,
υποχρεώνεται να ορίσει με σαφήνεια την διαδικασία που ακολούθησε, τα
δεδομένα και τις πληροφορίες που είχε στη διάθεσή του καθώς και τα
αποτελέσματα πλήρως αιτιολογημένα ούτως ώστε ο αναγνώστης να είναι σε
θέση να ερευνήσει όλη την πορεία της έρευνας.

Παρακάτω λοιπόν έχει γίνει προσπάθεια ανάλυσης και κριτικής της


διαδικασίας έρευνας σε δύο διαφορετικά επιστημονικά άρθρα. Έχουμε
καταδείξει το περιεχόμενο του κάθε άρθρου και στο τέλος έχει γίνει
αναγνώριση των μεθοδολογικών προσεγγίσεων για καθένα από αυτά
ξεχωριστά.
“A comparison and evaluation of research methods
used in consumer food safety studies” των Elizabeth
C. Redmond και Christopher J. Griffith.
Το άρθρο έχει την ακόλουθη δομή:

 Περίληψη
 Εισαγωγή
 Μεθοδολογία
 Αποτελέσματα και συζήτηση
 Συμπεράσματα
 Ευχαριστίες
 Αναφορές

Στη συνέχεια θα παρουσιάσουμε αναλυτικά το περιεχόμενο κάθε


ενότητας και θα προσπαθήσουμε να αναγνωρίσουμε τα στοιχεία εκείνα που
δείχνουν τις μεθοδολογικές προσεγγίσεις της υπό μελέτη έρευνας.

Διαβάζοντας την περίληψη, δίνεται από τους συγγραφείς μια σύντομη


και γενική περιγραφή του περιεχομένου που αναλύεται στη συνέχεια του
άρθρου. Αρχικά αναγνωρίζεται το πρόβλημα για το οποίο και γίνεται η έρευνα.
Οι συγγραφείς παρατηρούν πως τα τελευταία χρόνια έχουν αυξηθεί οι
ασθένειες που προκαλούνται από τρόφιμα και στοιχεία καταδεικνύουν πως ο
ανθρώπινος παράγοντας είναι από τα κυριότερα αίτια του φαινομένου.
Προκειμένου λοιπόν να βρεθούν οι πτυχές στη συμπεριφορά των
καταναλωτών για την ασφάλεια που αφορά στα τρόφιμα έχουν διεξαχθεί τα
τελευταία 25 χρόνια κυρίως σε Η.Π.Α. και Μ. Βρετανία, 87 έρευνες, για τις
οποίες χρησιμοποιήθηκαν διάφορες μέθοδοι.

Εδώ φαίνεται καθαρά και ο βιβλιογραφικός χαρακτήρας της έρευνας,


καθώς θα γίνει μελέτη σε ήδη υπάρχουσες μελέτες. Οι ερευνητές θα
εξετάσουν τα στοιχεία που έχουν από αυτές, θα τα συγκρίνουν και θα
καταλήξουν στην πιο αποτελεσματική μέθοδο σύμφωνα με τα στοιχεία που θα
προκύψουν. Σε πολύ γενικές γραμμές στη συνέχεια αναφέρονται τα
αποτελέσματα της έρευνας και τα συμπεράσματα των συγγραφέων.

Στην εισαγωγή ξεκινά μια πιο λεπτομερή αναφορά στο πρόβλημα που
οδήγησε τους συγγραφείς στην έρευνα. Γίνεται έτσι αναφορά στους
παράγοντες που επηρεάζουν την βιομηχανία των τροφίμων και την ευρεία
πηγή πληροφοριών που έχουμε για αυτούς και την έλλειψη έρευνας για τον
εξίσου σημαντικό ανθρώπινο παράγοντα.

Εδώ, γίνεται και η πρώτη αναφορά σε μεθόδους που


χρησιμοποιήθηκαν για την διεξαγωγή των υπό μελέτη ερευνών. Έτσι, λοιπόν
αναφέρονται η έρευνα υπό μορφή ερωτηματολόγιου, οι συνεντεύξεις, οι
στοχοθετημένες ομάδες έρευνας και οι έρευνα παρακολούθησης.

Τα στοιχεία που συλλέχθηκαν από αυτές τις έρευνες έχουν σκοπό να


πληροφορήσουν για τις πρακτικές που χρησιμοποιούν και τις γνώσεις που
έχουν οι καταναλωτές στην προετοιμασία του φαγητού και γιατί κάποιες από
αυτές “μένουν” και άλλες όχι, ώστε να ακολουθούνται οι κατάλληλες
στρατηγικές για την προώθηση τους.

Τέλος γίνεται σαφής ο σκοπός της παρούσας έρευνας. οι συγγραφείς


προσπαθούν να κάνουν μια εκτίμηση των πληροφοριών που έχουν
συγκεντρωθεί από τις υπό μελέτη έρευνες και να βρεθούν τα πλεονεκτήματα
και τα μειονεκτήματα τις κάθε μιας ερευνητικής προσέγγισης.

Μεθοδολογία. Στο κομμάτι αυτό αρχικά καταδεικνύονται οι πηγές των


πληροφοριών που έχουν συγκεντρωθεί. Έτσι χρησιμοποιήθηκαν διαδικτυακές
βιβλιοθήκες όπου βρέθηκαν δημοσιευμένες και ανέκδοτες έρευνες.
Συγκέντρωση πληροφοριών έγινε επίσης με φυσική παρουσία των ίδιων των
συγγραφέων σε σχετικά συνέδρια και με επικοινωνία με ειδικούς πάνω στο
θέμα.

Χρησιμοποιήθηκαν για μελέτη μόνο οι έρευνες που έγιναν σε


καταναλωτές και ομάδες αυτών ενώ απορρίφθηκαν εκείνες που τα στοιχεία
τους είχαν συλλεχτεί από επαγγελματίες στο χώρο των τροφίμων, καθώς
επίσης και εκείνες που αφορούσαν παθογόνους παράγοντες που επηρεάζουν
την ασφάλεια των τροφίμων.

Αποτελέσματα και συζήτηση. Η συγκεκριμένη ενότητα είναι η


μεγαλύτερη του άρθρου και αποτελείται από 7 υποενότητες. Εδώ οι
συγγραφείς επιχειρούν να παρουσιάσουν τα ευρήματα από τις διάφορες
έρευνες, και να ξεκινήσουν τη συγκριτική ανάλυση των δεδομένων.

Έτσι στη 1η υποενότητα με τίτλο «Μέθοδοι έρευνας που


χρησιμοποιούνται στις μελέτες για την ασφάλεια στα τρόφιμα», παρουσιάζουν
τις μεθόδους συγκέντρωσης δεδομένων που χρησιμοποιήθηκαν στις υπό
μελέτη έρευνες. Βλέπουμε πως έχουν χρησιμοποιηθεί τόσο
ποιοτικές(ελεύθερη συνέντευξη και ομάδες εστίασης), όσο και ποσοτικές
μέθοδοι (ερωτηματολόγιο και δομημένη συνέντευξη).

Στη 2η υποενότητα γίνεται λόγος για το μέγεθος του δείγματος που


χρησιμοποιήθηκε, ενώ στην 3η εμφανίζονται οι τρόποι αναγνώρισης της
αξιοπιστίας και της εγκυρότητας των αποτελεσμάτων των ερευνών με τη
χρήση πινάκων.

Οι επόμενες τρεις υποενότητες είναι αφιερωμένες στην αναλυτική


παρουσίαση των τεχνικών συλλογής δεδομένων των ερευνών.
Παρουσιάζονται αναλυτικά στοιχεία και αποτελέσματα για την κάθε μέθοδο
που έχει χρησιμοποιηθεί στις έρευνες.

Στην τελευταία υποενότητα γίνεται σύγκριση μεταξύ των παραπάνω


μεθόδων και οι συγγραφείς οδηγούνται στο συμπέρασμα πως η χρήση
έρευνας σε ομάδες εστίασης, η έρευνα υπό παρατήρηση δηλαδή, δίνει ίσως
τα πιο ακριβή αποτελέσματα. Γεγονός που το τεκμηριώνουν με την αναφορά
τους σε αντίστοιχες έρευνες που έχουν γίνει για την σύγκριση των μεθόδων
αυτών.

Συμπεράσματα. Στο σημείο αυτό παραθέτονται με τη χρήση πίνακα τα


αποτελέσματα της έρευνας ενώ αναφέρονται και τα τελικά συμπεράσματα των
συγγραφέων. Καταλήγουν με πρόταση εφαρμογής μέτρων για την
αντιμετώπιση των ατελειών που παρουσιάζουν οι έρευνες που έχουν
μελετηθεί.

Οι συγγραφείς λίγο πριν το τέλος του άρθρου δίνουν τις ευχαριστίες


τους για την πολύτιμη συνεισφορά που χορήγησε η καθηγήτρια P.Price στο
έργο τους.

Στην τελευταία ενότητα με τίτλο «Αναφορές», παρουσιάζονται η


βιβλιογραφία και οι πηγές που χρησιμοποιήθηκαν για την ολοκλήρωση της
έρευνας.

Μπορούμε να δηλώσουμε με βεβαιότητα μετά την παρουσίαση του


περιεχομένου της έρευνας, πως πρόκειται για μια βιβλιογραφική έρευνα,
καθώς έχει γίνει μελέτη σε ήδη υπάρχουσες έρευνες. Διατυπώνονται τα
ευρήματα άλλων ερευνητών και οριοθετείται η συμβολή των συγγραφέων με
την συγκριτική ανάλυση μεταξύ των ερευνών. Ο σκοπός της έρευνας είναι
ξεκάθαρος και προκαθορισμένος επομένως πρόκειται για εφαρμοσμένη
έρευνα. Ο επιδιωκόμενος στόχος των συγγραφέων είναι η ερμηνεία των
φαινομένων που καταγράφηκαν σε άλλες έρευνες γεγονός που υποδεικνύει
ερμηνευτική έρευνα.

Το είδος της λογικής ανάλυσης που χρησιμοποιείται είναι επαγωγικό,


καθώς από την ανάλυση συγκεκριμένων στοιχείων και δεδομένων, γίνεται
προσπάθεια ανίχνευσης γενικότερων προτάσεων για το μέλλον. Επίσης η
έρευνα είναι πειραματική καθώς δεν έχουν συμπεριληφθεί έρευνες που
δείχνουν την επιρροή των αποτελεσμάτων από άλλους παράγοντες. Έχουν
χρησιμοποιηθεί τόσο ποιοτικές όσο και ποσοτικές μέθοδοι στην συλλογή
δεδομένων, καθώς πρόκειται για συνδυασμό και ανάλυση επιμέρους
ερευνών. Η έρευνα είναι στατική και όσον αφορά τον διαχωρισμό ως προς το
περιβάλλον που έλαβε χώρα η έρευνα, επικαλούμενοι πάλι τον πολύπλευρο
χαρακτήρα της έρευνας μπορούμε να πούμε ότι πρόκειται για συνδυασμό
εργαστηριακής και επιτόπιας έρευνας.
“A food quality management research methodology
integrating technological and managerial theories”
των Pieternel A. Luning και Willem J. Marcelis.

Το άρθρο έχει την ακόλουθη δομή σε τίτλους:

 Περίληψη
 Εισαγωγή
 Χαρακτηρίζοντας τη διαχείριση ποιότητας τροφίμων (ΔΠΤ)
 Μοντέλο και τύπος έρευνας στην διαχείριση ποιότητας τροφίμων
 Ερευνητική μεθοδολογία διαχείρισης ποιότητας τροφίμων
 Ένα ερευνητικό παράδειγμα
 Ο κρίσιμος ρόλος του ερευνητή στην τεχνο – διαχειριστική
έρευνα της ΔΠΤ
 Συμπέρασμα
 Αναφορές

Στην περίληψη αναφέρονται σε πολύ γενικό επίπεδο το περιεχόμενο


της έρευνας. Οι συγγραφείς δίνουν εν συντομία τις πτυχές που θα αναλύσουν
εκτενέστερα στη συνέχεια.

Στην εισαγωγή, γίνεται αναφορά στο πρόβλημα που δημιούργησε την


ανάγκη εκπόνησης της έρευνας. Οι συγγραφείς, κάνουν λόγω για ανάγκη
δημιουργίας μιας τεχνο-διαχειριστικής προσέγγισης στην ανάλυση της
πολύπλοκης Διαχείρισης Ποιότητας Τροφίμων, στο εξής ΔΠΤ. Γίνεται σαφής ο
σκοπός της έρευνας που δεν είναι άλλος από την παρουσίαση μιας
ερευνητικής μεθοδολογίας για την ανάλυση περίπλοκων θεμάτων που
αφορούν την ΔΠΤ.

Στο πρώτο κεφάλαιο δίνεται η εννοιολογική σημασία της ΔΠΤ, ο


σκοπός, το έργο και το κομμάτι στο οποίο δραστηριοποιείται. Παρατηρείται
πως χρησιμοποιούνται τόσο στοιχεία της επιστήμης της διαχείρισης όσο και
της τεχνολογικής επιστήμης καθώς η ΔΠΤ επηρεάζεται εξίσου από τη
δυναμική των τροφίμων και την ανθρώπινη δυναμική.

Στο επόμενο κεφάλαιο γίνεται μια προσπάθεια ανάλυσης του


μοντέλου και του τύπου έρευνας που μπορεί να χρησιμοποιηθεί από την ΔΠΤ.
Όπως έχει προηγηθεί, η ΔΠΤ προϋποθέτει τη χρήση δραστηριοτήτων από τον
τεχνολογικό και τον διαχειριστικό τομέα. Έτσι θα πρέπει και τα μοντέλα που
χρησιμοποιεί να είναι ένας συνδυασμός από τα θετικιστικής άποψης μοντέλα
της τεχνολογίας τροφίμων και τα φαινομενολογικής άποψης μοντέλα της
επιστήμης της διοίκησης. Κάτι τέτοιο γίνεται εξάλλου στις κοινωνικές
επιστήμες όπου χρησιμοποιούνται τόσο ποιοτικά, όσο και ποσοτικά μοντέλα.
Αντίστοιχα, όσον αφορά το τύπο έρευνας που μπορεί να χρησιμοποιηθεί,
πρέπει να έχει στοιχεία και από τις δύο επιστήμες.

Το επόμενο κεφάλαιο προσπαθεί να δείξει πως μπορούν τα


προηγούμενα να συνδυαστούν σε μία συστηματική μεθοδολογία έρευνας.
Έτσι αναλύονται τέσσερις φάσεις από τις οποίες μπορεί να περάσει μια
έρευνα που ασχολείται με την διαχείριση ποιότητας τροφίμων. Αυτές είναι: 1)
εκτίμηση, 2) ανάλυση, 3) αξιολόγηση και 4) δράση. Για την κατανόηση του
αναγνώστη, σε αυτό το κομμάτι, οι συγγραφείς έχουν παραθέσει πίνακα και
σχεδιάγραμμα που δείχνουν την πορεία της ερευνητικής μεθοδολογίας.

Το μεγαλύτερο κομμάτι της έρευνας καταλαμβάνεται σε τέταρτο


κεφάλαιο όπου γίνεται προσομοίωση της ερευνητικής μεθοδολογίας που
μελετάται σε ένα παράδειγμα. Σε συνεργασία με την ”Dutch Celiac Disease
Society”, οι συγγραφείς , προκειμένου να δείξουν πως λειτουργεί το
ερευνητικό μοντέλο της ΔΠΤ, προσχωρούν σε μία νέα έρευνα.

Έτσι, λοιπόν, αρχικά αναζητούν σε υπάρχοντα μοντέλα διοίκησης και


τεχνολογίας, εκείνα που θα βοηθήσουν στο στάδιο της εκτίμησης. Στη
συνέχεια περνούν στο στάδιο της ανάλυσης όπου και κατηγοριοποιούν τα
δεδομένα που έχουν συγκεντρώσει και καταλήγουν στην διατύπωση των
προβλημάτων που προκύπτουν από την έρευνα. Στο τρίτο στάδιο της
αξιολόγησης μελετάται βιβλιογραφία για την επίλυση των προβλημάτων που
έχουν να αντιμετωπίσουν και στη συνέχεια φτάνουν στην ανίχνευση κριτηρίων
με σκοπό να επιλεγεί αυτό που δίνει απάντηση στο αρχικό ερώτημα της
έρευνας.

Η διεξαγωγή της παραπάνω έρευνας έδειξε στους συγγραφείς πως η


τεχνο-διαχειριστική προσέγγιση του προβλήματος έδωσε τη δυνατότητα στην
έρευνα να μελετηθεί ταυτόχρονα από πολλές πλευρές και σύμφωνα με
διάφορους παράγοντες που την επηρεάζουν. Αν και η έρευνα, κατέληξε με
την εύρεση θεωρητικής επίλυσης του προβλήματος, γεγονός που υποδεικνύει
πως περεταίρω έρευνα είναι απαραίτητη.

Το επόμενο κεφάλαιο είναι αφιερωμένο στον τύπο και τα προσόντα


που πρέπει να έχει ο ερευνητής σύμφωνα με την άποψη των συγγραφέων.
Παραθέτουν τα προβλήματα που ανακύπτουν με τη χρήση εργαλείων και
γνώσεων από δύο διαφορετικές επιστήμες και προτείνουν εφαρμογές για την
προσπέλασή τους.

Στο συμπέρασμα γενικεύεται ξανά ο σκοπός της έρευνας. Αναφέρεται


πως αναπτύχθηκε μια μεθοδολογία έρευνας που συνδυάζει θεωρία και
πρακτική σε ένα τεχνο-διαχειριστικό πλαίσιο.
Στο τέλος, στις αναφορές, καταγράφονται αναλυτικά οι πηγές που
χρησιμοποιήθηκαν για την έρευνα καθώς και η σχετική βιβλιογραφία.

Η έρευνα αποτελεί εμπειρική έρευνα καθώς παρουσιάζει νέα


δεδομένα, χωρίς να λείπουν βέβαια και οι βιβλιογραφικές αναφορές που είναι
απαραίτητες για τη διαμόρφωση της άποψης του ερευνητή στο υπό εξέταση
θέμα. Αποσκοπεί στην παραγωγή και την εξέλιξη της γνώσης στην επιστήμη
της Διοίκησης Ποιότητας Τροφίμων, γεγονός που την κατατάσσει στις
βασικές έρευνες.

Ο επιδιωκόμενος στόχος της έρευνας είναι διερευνητικός, καθώς οι


συγγραφείς την πραγματοποιούν προκειμένου να περιγράψουν μια
μεθοδολογία που θα χρησιμοποιηθεί ως υπόβαθρο σε μελλοντικές έρευνες.
Ενώ το είδος της λογικής ανάλυσης που ακολουθείται είναι επαγωγικό.

Οι παράγοντες που επηρεάζουν την έρευνα είναι πολλοί και από


διαφορετικές κατευθύνσεις, γεγονός που μας δείχνει πως οι συγγραφείς έχουν
λάβει υπόψη τους τις επιρροές τους. Αυτό καθιστά την έρευνα
νατουραλιστική.

Τα εμπειρικά δεδομένα που συλλέχτηκαν είναι και ποσοτικά και


ποιοτικά, δεδομένου ότι οι συγγραφείς ασχολούνται με κομμάτια από δύο
επιστήμες που περιέχουν και ποιοτικό αλλά και ποσοτικό ερευνητικό πεδίο.

Πρόκειται για μια διαχρονική έρευνα καθώς η εξέλιξη στο χώρο και
των δυο επιστημών που την διέπουν θα κρίνει σύντομα αναγκαία την
περεταίρω ανάπτυξή της. Τέλος στο άρθρο γίνεται αναφορά τόσο για
θεωρητική προσέγγιση της έρευνας όσο και συγκεκριμένη αντίστοιχα.
Επομένως, μπορεί να χαρακτηριστεί και ως επιτόπια αλλά και
εργαστηριακή.

You might also like