Professional Documents
Culture Documents
Ελένη Ζιώρη
Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων
Δεδομένα:
Πληροφορίες που συλλέγονται μέσω της συστηματικής παρατήρησης ή μέτρησης.
Διαίσθηση ή επιστημονική έρευνα;
Η επιστημονική έρευνα:
• στηρίζεται σε υποθέσεις, κανόνες και προσεκτικά σχεδιασμένη διερεύνηση.
• χρησιμοποιεί αντικειμενικές διαδικασίες συλλογής δεδομένων.
• βασίζεται σε προηγούμενες σχετικές έρευνες και θεωρίες.
• γνωστοποιείται στην επιστημονική κοινότητα για αξιολόγηση, έλεγχο, επέκταση.
Αντίθετα, η διαίσθηση:
μπορεί να οδηγήσει σε λανθασμένα συμπεράσματα.
Π.χ. μπορεί να οδηγήσει σε εκ των υστέρων προκατάληψη, δηλαδή στην τάση του
ανθρώπου να πιστεύει ότι θα μπορούσε να προβλέψει ένα εύρημα μόλις το
πληροφορηθεί, ενώ στην πραγματικότητα δε θα μπορούσε.
1) H περιγραφική έρευνα
• συνέντευξη
• ερωτηματολόγιο
• Πλεονεκτήματα:
α) Προσπαθεί να αποτυπώσει την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης
συμπεριφοράς.
• Μειονεκτήματα:
α) Η παρατήρηση μιας συγκεκριμένης συμπεριφοράς δεν μας παρέχει τη
δυνατότητα να γνωρίζουμε τι προηγήθηκε.
2) Η συσχετιστική έρευνα
3) Η Πειραματική έρευνα
• Πλεονεκτήματα:
α) Επιτρέπει την ανίχνευση αιτιωδών σχέσεων.
β) Χαρακτηρίζεται από αυστηρό έλεγχο των συνθηκών διεξαγωγής της
έρευνας και της επίδρασης εξωγενών παραγόντων και, κατά συνέπεια,
από υψηλή αξιοπιστία.
• Μειονεκτήματα:
α) Δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για το χειρισμό μεταβλητών σχετικών με
ορισμένα κοινωνικά θέματα (π.χ. φτώχεια, ανεργία).
β) Τεχνητό περιβάλλον. Συνέπεια: Χαμηλή οικολογική εγκυρότητα.
H ανάπτυξη της ερευνητικής υπόθεσης
Ερευνητική υπόθεση
• Η μηδενική υπόθεση (H0) δηλώνει ότι δεν υπάρχει σχέση μεταξύ των
μεταβλητών. Άρα, η μηδενική υπόθεση εκφράζει ακριβώς το αντίθετο
από αυτό που περιμένουμε να βρούμε (π.χ. δηλώνει ότι η διαφορά
των μέσων όρων είναι μηδέν).
Το μέγεθος του δείγματος που επιλέγεται από κάθε στρώμα είναι ανάλογο προς
το μέγεθος του στρώματος στον πληθυσμό στον οποίο ανήκει.
α) να υπάρχουν κατάλογοι που περιλαμβάνουν τον αριθμό όλων των μελών του
πληθυσμού και
β) όλα τα επιλεγμένα μέλη να συμμετάσχουν στην έρευνα.
Αν μια από τις παραπάνω συνθήκες δεν ικανοποιείται, τότε υπάρχει ο κίνδυνος
μεροληπτικής επιλογής.
(Stangor, 2004)
Κλίμακες μέτρησης
Είδη αξιοπιστίας:
• 1. Αξιοπιστία εξέτασης-επανεξέτασης (test-retest reliability): αναφέρεται
στη συνάφεια δύο βαθμολογιών στην ίδια μεταβλητή κάτω από τις ίδιες
συνθήκες. Όσο υψηλότερη είναι η θετική συνάφεια μεταξύ των δύο
βαθμολογιών, τόσο υψηλότερη είναι η αξιοπιστία εξέτασης-επανεξέτασης.
• Είδη εγκυρότητας:
1. Φαινομενική εγκυρότητα ή εγκυρότητα όψεως (face validity): αναφέρεται
στο βαθμό που η μέτρηση φαίνεται ότι αποτελεί επαρκή μέτρηση της
εννοιολογικής κατασκευής.
• Γενικά, είναι πιο εύκολο να αποδείξει κανείς την αξιοπιστία μιας μέτρησης
παρά την εγκυρότητα μιας μεταβλητής. Αυτό συμβαίνει γιατί για να
αποδείξει κανείς την ύπαρξη υψηλής αξιοπιστίας αρκεί να αποδείξει ότι
υπάρχει υψηλή συνάφεια μεταξύ των μετρήσιμων μεταβλητών, ενώ για να
αποδείξει την ύπαρξη εγκυρότητας πρέπει να αποδείξει την ύπαρξη και
συγκλίνουσας και αποκλίνουσας εγκυρότητας.
Θέματα δεοντολογίας
Εξασφάλιση συγκατάθεσης.
Εχεμύθεια.
Αποφυγή εξαπάτησης.
Αποφυγή λογοκλοπής.
Λογοκλοπή
Πώς θα χρησιμοποιούσατε το παρακάτω απόσπασμα από Κωσταρίδου-
Ευκλείδη (1999, σ. 26) στην εργασία σας χωρίς να διαπράττετε λογοκλοπή;
2ο Παράδειγμα λογοκλοπής
Π.χ.
Αλλάξτε σημαντικά και τη δομή και τις λέξεις του πρωτότυπου κειμένου.
Ερωτηματολόγιο
Το ερωτηματολόγιο αποτελείται από μια σειρά ερωτήσεων, οι οποίες έχουν ως
στόχο την καταγραφή των απόψεων, γνώσεων ή στάσεων μιας ομάδας
ατόμων.
Τρόποι συμπλήρωσης:
α) άμεσος (ο ίδιος ο ερωτώμενος συμπληρώνει το ερωτηματολόγιο).
Ο τρόπος αυτός επιλέγεται όταν:
• θέλουμε να πάρουμε πληροφορίες από έναν πολύ μεγάλο αριθμό ατόμων.
• είμαστε σίγουροι ότι όλοι οι συμμετέχοντες μπορούν να καταλάβουν τις
ερωτήσεις.
• το ερωτηματολόγιο προκαλεί το ενδιαφέρον των συμμετεχόντων.
β) έμμεσος (ο εξεταστής καταγράφει τις απαντήσεις)
Τρόποι χορήγησης:
α) Με αλληλογραφία
β) Με απευθείας χορήγηση
γ) Τηλεφωνικά
Π.χ. Αν θέλατε να κάνετε μια σημαντική αγορά και δεν είχατε τα χρήματα, τι θα
κάνατε;
α) Θα ζητούσα δάνειο από την τράπεζα, β) Θα ζητούσα βοήθεια από τους
γονείς μου, γ) Θα ζητούσα βοήθεια από φίλους, δ) Θα έβρισκα δεύτερη
δουλειά, ε) Άλλο……..
Συνέντευξη
α) Εξασφαλίζει μια σχέση άνεσης και εμπιστοσύνης μεταξύ του ερευνητή και
του ερωτώμενου, γεγονός που διευκολύνει τη συλλογή δεδομένων.
β) Δίνει τη δυνατότητα διευκρινιστικών σχολίων (συνέπεια: αποφυγή
παρανοήσεων).
γ) Επιτρέπει στον ερευνητή να αποκτήσει πλούτο πληροφοριών.
δ) Αποτελεί το μοναδικό τρόπο συλλογής πληροφοριών σε διάφορες
περιπτώσεις (π.χ. αναλφαβητισμού ή προβλημάτων ανάγνωσης).
Είδη συνέντευξης
Δομημένη συνέντευξη: Οι ερωτήσεις ετοιμάζονται εκ των προτέρων.
Πλεονέκτημα: επιτρέπει μια αποτελεσματική σύγκριση των απαντήσεων των
ερωτώμενων.
Η ποιοτική ανάλυση περιεχομένου δίνει έμφαση στο νόημα. Σκοπός της είναι ο
εντοπισμός αυτούσιων φράσεων ή προτάσεων σχετικών με συγκεκριμένα
θέματα.
Η Α.Μ. ονομάζεται και παράγοντας (factor). Η κάθε συνθήκη της Α.Μ. ονομάζεται
επίπεδο (level) ή χειρισμός (treatment).
Επίπεδα της Α.Μ.
σπίτι βιβλιοθήκη παραλία αίθουσα
(επίπεδο 1) (επίπεδο 2) (επίπεδο 3) (επίπεδο 4)
Ε.Μ. (επίδοση Χ Χ Χ Χ
στο μάθημα) Χ Χ Χ Χ
Χ Χ Χ Χ
Χ Χ Χ Χ
. . . .
. . . .
. . . .
Ο ερευνητής συγκρίνει τους μέσους όρους (Μ) των σκορ στα διαφορετικά επίπεδα.
Το πιο απλό πειραματικό σχέδιο περιλαμβάνει δύο συνθήκες και συγκρίνει την επίδρασή
τους στην Ε.Μ.
Τα χαρακτηριστικά της Α.Μ. θα καθορίσουν και το είδος της γραφικής απεικόνισης των
αποτελεσμάτων.
Βασικά διαγράμματα απεικόνισης των Α.Μ. (Χ-άξονας, οριζόντιος) και των Ε.Μ. (Υ-
άξονας, κάθετος)
• Γραμμικά
• Ράβδου
Γραμμικό διάγραμμα
100
90
80
% σωστών απαντήσεων
70
60
50 γυναίκες
40 άνδρες
30
20
10
0
1 ώρα 2 ώρες 3 ώρες 4 ώρες
Διάγραμμα ράβδου
90
80
70
% of correct responses
60
50 single
40 secondary
30
20
10
0
men women
Ομάδα ελέγχου: Η ομάδα ελέγχου αποτελεί το σημείο αναφοράς κατά την αξιολόγηση
της επίδρασης της Α.Μ., αφού τα άτομα αυτής της ομάδας δε δέχονται την επίδρασή της.
Η ομάδα ελέγχου, λοιπόν, συγκρίνεται με την πειραματική ομάδα, η οποία δέχεται την
επίδραση της Α.Μ.
Αύξηση στατιστικής δύναμης: δηλ. της πιθανότητας απόρριψης της H0 όταν αυτή είναι
λανθασμένη. Για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός, απαιτούνται στατιστικά σημαντικές
διαφορές μεταξύ των τιμών της Ε.Μ. στις διαφορετικές συνθήκες. Για το λόγο αυτό, οι
ερευνητές επιλέγουν συνθήκες που διαφέρουν σημαντικά μεταξύ τους.
Ένας κίνδυνος της εσωτερικής εγκυρότητας είναι η διάδοση του πειραματικού χειρισμού.
Ένας άλλος παράγοντας που συμβάλλει στην αξιοπιστία και την εγκυρότητα είναι η
σαφήνεια διατύπωσης των οδηγιών προς τους συμμετέχοντες.
Έλεγχος χαρακτηριστικών που μπορούν να επηρεάσουν την επίδοση των
συμμετεχόντων
1) Η αυξημένη ακρίβεια των μετρήσεων (π.χ. η μέτρηση του χρόνου αντίδρασης είναι
πιο ευαίσθητη από τη μέτρηση ακρίβειας).
2) Αποφυγή περιορισμού του εύρους των βαθμολογιών των ατόμων (π.χ. περιορισμένο
εύρος: 0-4, μη περιορισμένο εύρος: 0-100).
Διεξάγονται είτε:
1. με τη χρησιμοποίηση διαφορετικών συμμετεχόντων σε καθεμιά από τις συνθήκες του
πειράματος (σχέδια μεταξύ υποκειμένων ή σχέδια ανεξάρτητων δειγμάτων),
2. με τη χρησιμοποίηση των ίδιων συμμετεχόντων σε καθεμιά από τις πειραματικές
συνθήκες (σχέδια επαναληπτικών μετρήσεων).
• Στην πρώτη περίπτωση, λοιπόν, ο πειραματιστής τοποθετεί τυχαία το κάθε άτομο στο
κάθε επίπεδο της Α.Μ.
• Στη δεύτερη περίπτωση, τα ίδια άτομα συμμετέχουν σε κάθε επίπεδο της Α.Μ. Τα
σχέδια αυτά ονομάζονται σχέδια επαναληπτικών μετρήσεων (repeated measures-
designs), γιατί η Ε.Μ. μετριέται πάνω από μία φορές για το κάθε άτομο.
• Συχνά, μια ερευνητική υπόθεση μπορεί να εξεταστεί και με τα δύο παραπάνω είδη
πειραματικών σχεδιασμών.
• Επιδράσεις “μεταφοράς” (carry over effects). Όταν οι επιδράσεις ενός επιπέδου της
Α.Μ. εξακολουθούν να ισχύουν σε ένα δεύτερο (τρίτο κ.ο.κ.) επίπεδο της Α.Μ., τότε
προκύπτουν επιδράσεις “μεταφοράς”.
Στα σχέδια μονής κατεύθυνσης, ο αριθμός των επιπέδων είναι ο ίδιος με τον αριθμό
συνθηκών. Αντίθετα, στα παραγοντικά σχέδια, τα επίπεδα περιγράφουν τον αριθμό των
ομάδων σε κάθε παράγοντα, ενώ οι συνθήκες αναφέρονται στον συνολικό αριθμό των
ομάδων που περιλαμβάνονται σε ένα πείραμα.
Παράδειγμα σχεδίου 2 Χ 2: H θετική επίδραση της σωματικής άσκησης στη μείωση του
άγχους επηρεάζεται από το είδος μουσικής που ακούγεται κατά την άθληση;
Οι βασικές επιδράσεις αναφέρονται στην επίδραση του κάθε παράγοντα χωριστά στην
Ε.Μ., δηλ. στις διαφορές μεταξύ των επιπέδων ενός παράγοντα.
Είδος μουσικής
αργή ορχηστρική hip hop
Yoga
Είδος άσκησης
Αεροβική
Η βασική επίδραση του είδους μουσικής εξετάζεται συγκρίνοντας το Μ των ατόμων που
άκουγαν αργή ορχηστρική μουσική με το Μ των ατόμων που άκουγαν hip hop. Ομοίως, η
βασική επίδραση του είδους σωματικής άσκησης εξετάζεται συγκρίνοντας το Μ των
ατόμων που έκαναν yoga με το Μ των ατόμων που έκαναν αεροβική γυμναστική.
Η αλληλεπίδραση προκύπτει όταν μια Α.Μ. επηρεάζει με διαφορετικό τρόπο την Ε.Μ.
στα διαφορετικά επίπεδα μιας άλλης Α.Μ. Για παράδειγμα, απόδειξη αλληλεπίδρασης
θα είχαμε αν μόνο στα άτομα που έκαναν yoga βρίσκαμε ότι αυτά που άκουγαν αργή
ορχηστρική μουσική είχαν λιγότερο άγχος από αυτά που άκουγαν hip hop, ενώ στα
άτομα που έκαναν αεροβική βρίσκαμε το αντίθετο.
Η απλή επίδραση αναφέρεται στην επίδραση ενός παράγοντα σε ένα επίπεδο ενός
άλλου παράγοντα (π.χ. η επίδραση των διαφορετικών ειδών μουσικής στο άγχος των
ατόμων που έκαναν yoga ονομάζεται απλή επίδραση των διαφορετικών ειδών μουσικής).
Όταν σχεδιάζουμε ένα παραγοντικό πείραμα, διατυπώνουμε προβλέψεις σχετικά με
βασικές επιδράσεις ή αλληλεπιδράσεις.
Π.χ. στο παράδειγμά μας δεν μπορούμε να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι η αργή
ορχηστρική μουσική μειώνει το άγχος (παρόλο που η βασική επίδραση του είδους
μουσικής είναι στατιστικά σημαντική), αφού αυτή η επίδραση εξαρτάται από την
παράλληλη συνύπαρξη του άλλου παράγοντα (του είδους σωματικής άσκησης). Άρα,
συμπεραίνουμε ότι η αργή ορχηστρική μουσική μειώνει το άγχος μόνο στα άτομα που
κάνουν yoga.
Αλληλεπίδραση έχουμε μόνο όταν έχουμε τουλάχιστον δύο Α.Μ. Όταν έχουμε μία Α.Μ.,
μπορεί απλά να υπάρχει διαφορά ανάμεσα στο ένα και το άλλο επίπεδο της Α.Μ. ως
προς τους μέσους όρους της Ε.Μ. Αυτή είναι απλά μια διαφορά. Αλληλεπίδραση, όμως,
έχουμε όταν έχουμε διαφορά των διαφορών.
ΣΥΓΓΡΑΦΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ
ΕΡΕΥΝΑΣ
Τίτλος
Ονοματεπώνυμο συγγραφέα
Πανεπιστήμιο
Ο τίτλος:
Περιγράφει το θέμα της έρευνας με περίπου 12 λέξεις και συχνά
περιλαμβάνει τη σχέση μεταξύ της Α.Μ. και της Ε.Μ. (π.χ. “Η υπερβολική
κατανάλωση αλκοόλ μειώνει τη μνημονική ικανότητα”).
(Εισαγωγή ή Τίτλος)
Η Εισαγωγή
• παρουσιάζει το σκοπό και τους επιμέρους στόχους της έρευνας.
• εξηγεί την πρωτοτυπία της συγκεκριμένης έρευνας και τη συνεισφορά της στη
διεύρυνση της επιστημονικής γνώσης.
Μέθοδος
Περιγράφει με ακρίβεια τον τρόπο σχεδιασμού και διεξαγωγής της έρευνας.
Στην ενότητα αυτή, πρέπει να δίνονται όλες οι απαραίτητες λεπτομέρειες που
απαιτούνται για την πλήρη κατανόηση της ερευνητικής διαδικασίας. Ωστόσο,
πρέπει να αναφέρονται μόνο οι σημαντικές λεπτομέρειες.
• Συμμετέχοντες
• Ερευνητικό υλικό
• Διαδικασία
Συμμετέχοντες:
• Παρέχεται λεπτομερής περιγραφή του δείγματος της έρευνας. Δίνονται
πληροφορίες για τον πληθυσμό, για το μέγεθος του δείγματος, για τον
τρόπο δειγματοληψίας και για τον τρόπο τοποθέτησής τους στις επιμέρους
ομάδες. Σε περίπτωση που κάποια άτομα αποκλείστηκαν πριν τη
στατιστική ανάλυση, το αναφέρουμε στην υποενότητα αυτή.
Ερευνητικό υλικό:
Παρέχονται πληροφορίες για τα ερεθίσματα που χρησιμοποιούνται. Το
ερευνητικό υλικό μπορεί να περιλαμβάνει βιντεοκασέτες, προγράμματα
υπολογιστών, ερωτηματολόγια, γεωμετρικά σχήματα, λίστες λέξεων κ.α. Στην
περίπτωση των ερωτηματολογίων, δίνονται πληροφορίες για τον αριθμό των
ερωτήσεων και τη μορφή των απαντήσεων. Όταν πρόκειται για ήδη γνωστές
κλίμακες, ο ερευνητής παραπέμπει τον αναγνώστη στις σχετικές έρευνες.
Αποτελέσματα
Βιβλιογραφία
Έλενα Ζιώρη
Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων
Εισαγωγή στην έρευνα
Δεδομένα:
Η επιστημονική έρευνα:
Ωστόσο, η έρευνα, μερικές φορές, εξασφαλίζει γεγονότα που βοηθούν τους ανθρώπους να
διαμορφώσουν τις αξίες τους.
Προσωπικές αξίες Επιστημονικά γεγονότα
Παρόλο που η έρευνα βοηθά στη διάκριση μεταξύ αξιών και γεγονότων, αυτή η διάκριση
δεν είναι πάντα ξεκάθαρη. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι επιστήμονες, συχνά,
διαφωνούν ως προς την ερμηνεία των παρατηρούμενων δεδομένων (π.χ. η διαφωνία των
επιστημόνων σχετικά με την ερμηνεία φυλετικών διαφορών ως προς το Δ.Ν.).
• Η εφαρμοσμένη έρευνα εξετάζει θέματα που αφορούν στην καθημερινή ζωή και
παρέχει λύσεις σε καθημερινά προβλήματα. Η εφαρμοσμένη έρευνα καλύπτει
πολλούς διαφορετικούς χώρους, όπως είναι η Βιομηχανική και Οργανωτική
Ψυχολογία, η Εκπαιδευτική Ψυχολογία, η Κλινική Ψυχολογία, η συμπεριφορά των
καταναλωτών κ.λ.π..
• Τυχαίο δείγμα: Ένα σύνολο ατόμων από το γενικό πληθυσμό. Το δείγμα είναι τυχαίο
όταν το κάθε μέλος του πληθυσμού έχει την ίδια πιθανότητα να επιλεγεί.
Σχέδια έρευνας
1) H περιγραφική έρευνα
Ασχολείται με την περιγραφή και την καταγραφή των σκέψεων, των συναισθημάτων και
των συμπεριφορών. Σκοπός της περιγραφικής έρευνας είναι η απεικόνιση αυτού που ήδη
υπάρχει ή ισχύει σε μια δεδομένη χρονική στιγμή για μια ομάδα ατόμων ή για έναν
πληθυσμό.
Είδη περιγραφικής έρευνας:
• Πλεονεκτήματα:
• Μειονεκτήματα:
α) Παρέχει μόνο στατικές εικόνες των γεγονότων. Π.χ. μας δίνει τη δυνατότητα να
παρατηρήσουμε μια συγκεκριμένη συμπεριφορά, αλλά δεν μας παρέχει τη δυνατότητα να
γνωρίζουμε τι προηγήθηκε.
β) Δεν παρέχει επαρκή στοιχεία για τον προσδιορισμό σχέσεων αιτίου – αποτελέσματος.
2) Η συσχετιστική έρευνα
Περιλαμβάνει τη μέτρηση δύο ή και περισσότερων μεταβλητών και την αξιολόγηση της
μεταξύ τους σχέσης.
Η πιο γνωστή μέτρηση σχέσεων μεταξύ δύο μεταβλητών είναι ο δείκτης συσχέτισης του
Pearson (r = -1.00 ως r = +1.00).
Όταν r = 0, δεν υπάρχει καμία γραμμική σχέση μεταξύ των δύο μεταβλητών. Όταν το r είναι
κοντά στο -1 ή το +1, τότε έχουμε πολύ δυνατές (αρνητικές και θετικές αντίστοιχα) σχέσεις.
α) για την πρόβλεψη γεγονότων από γνώσεις που είναι διαθέσιμες στο παρόν.
β) όταν ο χειρισμός των μεταβλητών είναι είτε δύσκολος είτε δεοντολογικά ανεπίτρεπτος.
3) Η Πειραματική έρευνα
Επιτρέπει τον προσδιορισμό αιτιωδών σχέσεων, αφού ο ερευνητής μπορεί να μεταβάλει τις
μεταβλητές που τον ενδιαφέρουν για να μελετήσει την επίδρασή τους στο φαινόμενο που
μελετά.
• Πειράματα με δύο διαφορετικές ομάδες: Μια πειραματική ομάδα και μια ομάδα
ελέγχου.
Πλεονεκτήματα:
• α) Επιτρέπει την ανίχνευση αιτιωδών σχέσεων.
• β) Χαρακτηρίζεται από αυστηρό έλεγχο των συνθηκών διεξαγωγής της έρευνας και
άρα χαρακτηρίζεται από υψηλή αξιοπιστία.
Μειονεκτήματα:
• τις ιδέες του ερευνητή, καθώς και από τη θεωρία, στην οποία στηρίζεται η έρευνά
του.
Η ερευνητική υπόθεση προκύπτει μέσα από διάφορα στάδια και με διάφορους τρόπους:
• Συχνά, κατασκευάζεται ένα σχέδιο έρευνας με στόχο την κατανόηση και επίλυση
καθημερινών προβλημάτων.
• Γίνεται σύνδεση με ευρήματα άλλων μελετών που διερευνούν τις ίδιες έννοιες και
μεταβλητές.
• να ενημερωθεί για τις μετρήσεις και τα ερευνητικά σχέδια που υπάρχουν για το
συγκεκριμένο θέμα που τον ενδιαφέρει.
Ερευνητική υπόθεση
• Η μηδενική υπόθεση (Η0) δηλώνει ότι δεν υπάρχει σχέση ή συσχέτιση μεταξύ των
μεταβλητών. Άρα, η μηδενική υπόθεση εκφράζει ακριβώς το αντίθετο από αυτό που
περιμένουμε να βρούμε. Ονομάζεται μηδενική γιατί δηλώνει ότι η διαφορά των
μέσων όρων είναι μηδέν (0).
• Μέτρηση
Διαφορετικά είδη μετρήσεων μπορεί να είναι πιο κατάλληλα για διαφορετικές έρευνες.
Άρα, δεν μπορούμε να πούμε ότι ένας συγκεκριμένος λειτουργικός ορισμός είναι καλύτερος
από κάποιον άλλον.
Κλίμακες μέτρησης
Κλίμακες μέτρησης
• H oνομαστική κλίμακα είναι η πιο απλή κλίμακα, η οποία απλά τοποθετεί ένα
αντικείμενο, άτομο ή χαρακτηριστικό σε μια ομάδα ή κατηγορία.
• Η αναλογική κλίμακα είναι η μόνη κλίμακα που περιλαμβάνει το απόλυτο μηδέν και,
επομένως, είναι η τέλεια κλίμακα μέτρησης, η οποία μας επιτρέπει να
πολλαπλασιάζουμε και να διαιρούμε τις τιμές της κλίμακας. Η κλίμακα αυτή
χρησιμοποιείται κυρίως στις φυσικές επιστήμες για τη μέτρηση του όγκου, του
βάρους, του μήκους κ.λ.π. Τυπικό παράδειγμα από το χώρο των κοινωνικών
επιστημών αποτελεί η ηλικία.
• Από ένα λάθος του εξεταζόμενου όταν διαβάζει μια ερώτηση ή όταν δεν την
κατανοεί.
Αξιοπιστία
Η αξιοπιστία μιας μέτρησης αναφέρεται στο βαθμό στον οποίο η μέτρηση είναι
απαλλαγμένη από τυχαίο σφάλμα. Ένας τρόπος για να προσδιορίσει κανείς την αξιοπιστία
μιας μεταβλητής είναι να τη μετρήσει ξανά. Άρα, η αξιοπιστία αναφέρεται στη σταθερότητα
των αποτελεσμάτων δύο μετρήσεων.
Είδη αξιοπιστίας:
• 3.1. Αξιοπιστία των δύο ημίσεων (split-halfreliability): αναφέρεται στο βαθμό στον
οποίο η βαθμολογία ενός ατόμου στις μισές ερωτήσεις μιας κλίμακας συσχετίζεται
με τη βαθμολογία του στις άλλες μισές ερωτήσεις.
• Παρόλο που η αξιοπιστία δείχνει το βαθμό στον οποίο μια μέτρηση είναι
απαλλαγμένη από τυχαίο σφάλμα, δεν μας πληροφορεί για το τι ακριβώς μετρά η
κάθε μέτρηση.
Εγκυρότητα κατασκευής
Η εγκυρότητα κατασκευής αναφέρεται στο βαθμό στον οποίο μια μεταβλητή μετρά
πραγματικά την εννοιολογική μεταβλητή (δηλ. την κατασκευή) που σχεδιάστηκε να
μετρήσει.
Είδη εγκυρότητας:
Χρήσημιας πιλοτικήςέρευνας.
Χρήση κατάλληλωνερωτήσεων.
Χρήσηουδέτερωνερωτήσεων.
Χρήση προηγούμενωνμετρήσεων.
Γενικά, είναι πιο εύκολο να αποδείξει κανείς την αξιοπιστία μιας μέτρησης παρά την
εγκυρότητα μιας μεταβλητής. Αυτό συμβαίνει γιατί για να αποδείξει κανείς την ύπαρξη
υψηλής αξιοπιστίας αρκεί να αποδείξει ότι υπάρχει υψηλή συνάφεια μεταξύ των
μετρήσιμων μεταβλητών, ενώ για να αποδείξει την ύπαρξη εγκυρότητας πρέπει να
αποδείξει την ύπαρξη και συγκλίνουσας και αποκλίνουσας εγκυρότητας.
Θέματα δεοντολογίας
Εξασφάλιση συγκατάθεσης.
Εχεμύθεια.
Αποφυγή εξαπάτησης.
Ενημέρωση στο τέλος της έρευνας.
Αποφυγή λογοκλοπής.
Για την επιλογή ενός τυχαίου δείγματος μπορούν να χρησιμοποιηθούν πίνακες με τυχαίους
αριθμούς. Πρώτα, τοποθετούνται κατά αλφαβητική σειρά όλα τα μέλη του πληθυσμού και
δίπλα από το κάθε όνομα αναφέρεται ο κωδικός της σειράς τους (π.χ. το πρώτο μέλος έχει
τον αριθμό 00, το δεύτερο τον αριθμό 01 κ.ο.κ.). Στη συνέχεια, αρχίζοντας από ένα τυχαίο
σημείο του πίνακα επιλέγονται με συστηματικό τρόπο (δηλ. οριζόντια, κάθετα ή διαγώνια)
αριθμοί μέχρι να συμπληρωθεί το επιθυμητό μέγεθος του δείγματος.
Συχνά, η Δ.Κ.Ο. διεξάγεται κατά στάδια. Π.χ. μπορούμε να διαιρέσουμε την Ελλάδα σε
περιοχές (π.χ. βόρεια, νότια, ανατολική, δυτική) και στη συνέχεια να επιλέξουμε τυχαία
νομούς από κάθε περιοχή, πόλεις από κάθε νομό και σχολεία από κάθε πόλη. Στη συνέχεια,
μπορούμε να επιλέξουμε ένα τυχαίο δείγμα από τους καταλόγους των εγγεγραμμένων
μαθητών. Αφού, λοιπόν, επιλέξουμε τις ομάδες αρκεί να καλέσουμε μόνο τους μαθητές των
επιλεγμένων σχολείων και δε χρειάζεται να πάρουμε δείγμα από όλα τα σχολεία της
Ελλάδας.
α) να υπάρχουν κατάλογοι που περιλαμβάνουν τον αριθμό των μελών του πληθυσμού και
Αν μια από τις παραπάνω συνθήκες δεν ικανοποιείται, τότε υπάρχει ο κίνδυνος
μεροληψίας.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, δεν υπάρχουν καν κατάλογοι με τα μέλη του πληθυσμού (π.χ.
όλοι οι άστεγοι ή οι χρήστες ουσιών μιας χώρας). Στις περιπτώσεις αυτές, χρησιμοποιούνται
δείγματα απροσδιόριστης πιθανότητας. Π.χ. άστεγοι που συναντά κανείς στους δρόμους ή
σε ένα άσυλο για αστέγους.
Ερωτηματολόγιο
Το ερωτηματολόγιο αποτελείται από μια σειρά ερωτήσεων, οι οποίες έχουν ως στόχο την
καταγραφή των απόψεων ή στάσεων μιας ομάδας ατόμων γύρω από ένα θέμα μια
δεδομένη χρονική στιγμή.
Τρόποι συμπλήρωσης:
• α) Με αλληλογραφία
• β) Με απευθείας συνομιλία
• γ) Τηλεφωνικά
5. Ορισμός του πληθυσμού: ο καθορισμός του πληθυσμού προκύπτει είτε από τον
ορισμό του ίδιου του αντικειμένου είτε από κάποια χαρακτηριστικά του δείγματος
(π.χ. ηλικία). Επίσης, επηρεάζεται από κάποια υλικο-τεχνικά εμπόδια (π.χ. έλλειψη
χρόνου ή χρήματος).
8. Δοκιμή του ερωτηματολογίου σε μια πιλοτική έρευνα: Η πιλοτική έρευνα βοηθά τον
ερευνητή να διαπιστώσει: α) αν οι όροι που χρησιμοποιεί γίνονται εύκολα
κατανοητοί, β) αν η σειρά ερωτήσεων προκαλεί σύγχυση ή παρανοήσεις, γ) αν οι
συγκεκριμένες ερωτήσεις επιτρέπουν τη συλλογή των επιθυμητών πληροφοριών, δ)
αν το ερωτηματολόγιο είναι υπερβολικά μεγάλο και κουραστικό και ε) αν οι οδηγίες
συμπλήρωσης είναι σαφείς.
10. Εκπαίδευση των ερευνητών: ενημέρωση των εμπλεκόμενων ερευνητών γύρω από
την έρευνα. Ένας καλός ερευνητής πρέπει: α) να είναι ουδέτερος, β) να είναι σαφής
ως προς το σκοπό της έρευνας, γ) να προκαλεί το ενδιαφέρον των ερωτώμενων, δ)
να παρέχει τις απαραίτητες διευκρινίσεις στους ερωτώμενους, ε) να ενισχύει τη
σοβαρότητα των ερωτώμενων απέναντι στην έρευνα, στ) να αποτρέπει ανειλικρινείς
απαντήσεις.
11. Υλοποίηση της έρευνας: χορήγηση και συγκέντρωση και αρίθμηση των
ερωτηματολογίων.
12. Κωδικοποίηση των ερωτηματολογίων: κωδικοποίηση των απαντήσεων (δηλ.
μετατροπή τους σε ένα συγκεκριμένο γλωσσικό σύστημα. Π.χ. μια αναπάντητη
ερώτηση λαμβάνει τον κωδικό 0).
13. Ανάλυση των αποτελεσμάτων: εξέταση συσχετίσεων που συμφωνούν με την αρχική
υπόθεση, αλλά και συσχετίσεων που παρουσιάζουν ενδιαφέρον.
β) πληροφορίες για τη συμπεριφορά των ατόμων. Απαιτούν καλή μνήμη, προθυμία και
ειλικρίνεια από την πλευρά των ερωτώμενων.
γ) πληροφορίες για στάσεις και απόψεις των ερωτώμενων: αξιολόγηση δηλώσεων σε μια
κλίμακα ή αναγκαστική επιλογή μεταξύ συγκεκριμένων δηλώσεων.
δ) πληροφορίες για τις γνώσεις των ατόμων: ερωτηματολόγια που ζητούν τέτοιου είδους
πληροφορίες χορηγούνται κυρίως σε μαθητές (στο χώρο του σχολείου) ή σε υπαλλήλους
(στο χώρο της εργασίας τους), ώστε να εξασφαλίζεται ότι οι ερωτήσεις απαντώνται από το
ίδιο το άτομο.
ε) πληροφορίες για τους στόχους, τις προσδοκίες και τις φιλοδοξίες των ατόμων: οι
πληροφορίες αυτές, οι οποίες ζητούνται κυρίως από τους κοινωνικούς ψυχολόγους, πρέπει
να αντλούνται από ερωτήσεις που διατυπώνονται με μεγάλη σαφήνεια.
Πλεονέκτημα: Είναι εύκολη η στατιστική τους επεξεργασία, αφού μπορούν εύκολα και
γρήγορα να κωδικοποιηθούν και να αναλυθούν.
Π.χ. Αν θέλατε να κάνετε μια σημαντική αγορά και δεν είχατε τα χρήματα, τι θα κάνατε;
α) Θα ζητούσα δάνειο από την τράπεζα, β) Θα ζητούσα βοήθεια από τους γονείς μου, γ) Θα
ζητούσα βοήθεια από φίλους, δ) Θα έβρισκα δεύτερη δουλειά, ε) Άλλο……..
Οι ερωτήσεις αυτές έχουν τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα των κλειστών και των
ανοιχτών ερωτήσεων.
Ο ερευνητής πρέπει να φροντίσει ώστε στις κλειστές ερωτήσεις οι ερωτώμενοι να
καταφεύγουν στην επιλογή “Άλλο” μόνο σε λίγες περιπτώσεις.
Συνέντευξη
Η συνέντευξη (και ιδιαίτερα αυτή που διεξάγεται κατά πρόσωπο) έχει αρκετά
πλεονεκτήματα:
α) Εξασφαλίζει μια σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ του ερευνητή και του ερωτώμενου, γεγονός
που αυξάνει την ανταπόκριση στη συλλογή δεδομένων.
Είδη συνέντευξης
Μη δομημένη συνέντευξη: Πρόκειται για μια ελεύθερη συζήτηση μεταξύ του ερευνητή και
του ερωτώμενου γύρω από διάφορα θέματα και κυρίως αυτά που ενδιαφέρουν
περισσότερο τον ερωτώμενο ή αυτά που γνωρίζει καλύτερα. Ο συνεντευκτής χρειάζεται να
έχει εκπαιδευτεί κατάλληλα, αφού είναι πολύ δύσκολο να κάνει κανείς ερωτήσεις χωρίς
προκατειλημμένο τρόπο.
Ένα μειονέκτημα της μη δομημένης συνέντευξης είναι ότι δεν υπάρχει ομοιομορφία και
συνέπεια μεταξύ των απαντήσεων των ερωτώμενων. Επίσης, η κωδικοποίηση και ανάλυση
των απαντήσεων είναι σχετικά δύσκολη.
Η καταγραφή των απαντήσεων είναι πολύ σημαντική και ιδιαίτερα στην περίπτωση
ανοιχτών ερωτήσεων, αφού πρέπει κάθε απάντηση να καταγράφεται αυτολεξεί. Γι’ αυτό
και συχνά η συνέντευξη ηχογραφείται.
Ανάλυση των δεδομένων των συνεντεύξεων
Η ποιοτική ανάλυση περιεχομένου δίνει έμφαση στο νόημα παρά στην ποσοτικοποίηση των
δεδομένων. Σκοπός αυτής της ανάλυσης είναι ο εντοπισμός αυτούσιων φράσεων ή
προτάσεων που εκφράζουν φανερά συγκεκριμένα θέματα.
Πρώτο στάδιο: λειτουργικοί ορισμοί της ανεξάρτητης και της εξαρτημένης μεταβλητής.
Επιλέγουμε μια ανεξάρτητη μεταβλητή, την οποία χειριζόμαστε συστηματικά, καθώς και
μια εξαρτημένη μεταβλητή που μετρά τις αλλαγές στη συμπεριφορά.
Βαθμολογία στην Χ Χ Χ Χ
Εξαρτημένη Χ Χ Χ Χ
μεταβλητή (άγχος) Χ Χ Χ Χ
Χ Χ Χ Χ
. . . .
. . . .
. . . .
Το παραπάνω πειραματικό σχέδιο είναι σχέδιο μονής κατεύθυνσης (one-waydesign), αφού
χειριζόμαστε μόνο μια ανεξάρτητη μεταβλητή (ή έναν παράγοντα).
Κατά την επιλογή και δημιουργία του λειτουργικού ορισμού της ανεξάρτητης μεταβλητής, ο
ερευνητής πρέπει να δώσει ιδιαίτερη προσοχή στο θέμα της εγκυρότητας.
• εγκυρότητα περιεχομένου.
• οικολογική εγκυρότητα
Το πιο απλό πειραματικό σχέδιο περιλαμβάνει δυο συνθήκες και συγκρίνει την επίδραση
των δυο αυτών συνθηκών.
8
6
4
γυναίκες
2
άνδρες
0
1 2 3 4
ώρα ώρες ώρες ώρες
Διάγραμμα ράβδου
% of correct responses
90
80
70
60 single
50 secondary
40
30
20
10
0
Group 1 Group 2
Επίσης, ο πειραματιστής πρέπει να εξασφαλίζει όλα τα είδη της εγκυρότητας, αλλά πρέπει
να δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην εσωτερική εγκυρότητα, δηλαδή στο βαθμό στον οποίο τα
αποτελέσματα οφείλονται μόνο στο χειρισμό της Α.Μ..
Ένας κίνδυνος της εσωτερικής εγκυρότητας είναι η διάδοση του πειραματικού χειρισμού,
δηλ. η γνωστοποίηση του πειραματικού χειρισμού σε πιθανά νέα υποκείμενα της έρευνας.
Σαφείς οδηγίες: Ένας άλλος παράγοντας που συμβάλλει στην αξιοπιστία και την
εγκυρότητα είναι η διατύπωση των οδηγιών προς τους συμμετέχοντες με όσο το δυνατόν
μεγαλύτερη σαφήνεια.
Συχνά, είναι χρήσιμο ο σκοπός της έρευνας να μην είναι γνωστός ούτε στους ίδιους τους
πειραματιστές ώστε να μην μπορούν να μεταδώσουν τις προσδοκίες τους στους
εξεταζόμενους. Στην περίπτωση αυτή, εφαρμόζεται η διαδικασία της διπλά τυφλής
μεθόδου.
Ένας τρόπος αύξησης της ευαισθησίας της εξαρτημένης μεταβλητής είναι η αυξημένη
ακρίβεια των μετρήσεων (π.χ. η μέτρηση του χρόνου αντίδρασης είναι πιο ευαίσθητη από
τη μέτρηση σωστών ή εσφαλμένων απαντήσεων).
Από την άλλη, το εύρος των βαθμολογιών περιορίζεται και όταν το έργο είναι πολύ
δύσκολο. Στην περίπτωση αυτή, προκύπτουν επιδράσεις “δαπέδου” (flooreffects), δηλ. η
υψηλότερη δυνατή βαθμολογία είναι πολύ χαμηλή.
Είδη πειραματικών σχεδίων
• Στη δεύτερη περίπτωση, τα ίδια άτομα συμμετέχουν σε κάθε επίπεδο της Α.Μ.. Τα
σχέδια αυτά ονομάζονται σχέδια επαναληπτικών μετρήσεων (repeatedmeasures-
designs), γιατί η Ε.Μ. μετριέται πάνω από μια φορές για το κάθε άτομο.
Συχνά, μια ερευνητική υπόθεση μπορεί να εξεταστεί και με τα δύο παραπάνω είδη
πειραματικών σχεδιασμών.
Το γεγονός ότι τα ίδια άτομα εξετάζονται περισσότερες από μια φορές μπορεί να
προκαλέσει ορισμένα προβλήματα:
• Επιδράσεις “μεταφοράς” (carryovereffects). Όταν οι επιδράσεις ενός επιπέδου της
ανεξάρτητης μεταβλητής εξακολουθούν να ισχύουν όταν η εξαρτημένη μεταβλητή
αξιολογεί ένα επόμενο επίπεδο της ανεξάρτητης μεταβλητής, τότε προκύπτουν
επιδράσεις “μεταφοράς”.
Η ονομασία αυτών των σχεδίων προκύπτει από τη λέξη παράγοντας, η οποία αναφέρεται
στις Α.Μ.. Όπως τα πειράματα που χρησιμοποιούν μια Α.Μ. ονομάζονται σχέδια μονής
κατεύθυνσης, έτσι και τα πειράματα με δύο Α.Μ. ονομάζονται σχέδια διπλής κατεύθυνσης
(two-waydesigns), τα σχέδια με τρεις Α.Μ. ονομάζονται σχέδια τριπλής κατεύθυνσης (three-
waydesigns) κ.ο.κ.
Στα σχέδια μονής κατεύθυνσης, ο αριθμός των επιπέδων είναι ο ίδιος με τον αριθμό
συνθηκών και, επομένως, οι δύο όροι μπορούν να χρησιμοποιηθούν εναλλακτικά. Αντίθετα,
στα παραγοντικά σχέδια, τα επίπεδα περιγράφουν τον αριθμό των ομάδων σε κάθε
παράγοντα, ενώ οι συνθήκες αναφέρονται στον συνολικό αριθμό των ομάδων που
περιλαμβάνονται σε ένα πείραμα.
Οι βασικές επιδράσεις αναφέρονται στην επίδραση του κάθε παράγοντα χωριστά στην
εξαρτημένη μεταβλητή, δηλ. στις διαφορές μεταξύ των επιπέδων ενός παράγοντα.
Βίαιο Μη βίαιο
Πολεμικά
Είδος παιχνιδιών
Ουδέτερα
Η αλληλεπίδραση προκύπτει όταν μια Α.Μ. επηρεάζει με διαφορετικό τρόπο την Ε.Μ. στα
διαφορετικά επίπεδα μιας άλλης μεταβλητής. Για παράδειγμα, απόδειξη αλληλεπίδρασης
θα είχαμε αν στα παιδιά που έπαιξαν με πολεμικά παιχνίδια βρίσκαμε ότι αυτά που είδαν
το βίαιο πρόγραμμα παρουσίαζαν μεγαλύτερη επιθετικότητα από τα παιδιά που είδαν το
μη βίαιο πρόγραμμα, ενώ στα παιδιά που έπαιξαν με τα ουδέτερα παιχνίδια βρίσκαμε το
αντίθετο(ή δε βρίσκαμε καμία διαφορά μεταξύ παιδιών που είδαν τα δύο διαφορετικά
προγράμματα).
Η απλή επίδραση αναφέρεται στην επίδραση ενός παράγοντα σε ένα επίπεδο ενός άλλου
παράγοντα (π.χ. η επίδραση της παρακολούθησης των δύο διαφορετικών ειδών
τηλεοπτικών προγραμμάτων στα παιδιά που έπαιξαν με τα ουδέτερα παιχνίδια ονομάζεται
απλή επίδραση της παρακολούθησης διαφορετικών τηλεοπτικών προγραμμάτων).
Όταν σχεδιάζουμε ένα παραγοντικό πείραμα, διατυπώνουμε προβλέψεις ως προς
αναμενόμενες βασικές επιδράσεις ή αλληλεπιδράσεις.
Π.χ. στο παράδειγμά μας συμπεραίνουμε ότι τα βίαια προγράμματα αυξάνουν την
επιθετικότητα μόνο στα παιδιά που παίζουν με πολεμικά παιχνίδια.
Αλληλεπίδραση έχουμε μόνο όταν έχουμε δύο ανεξάρτητες μεταβλητές. Όταν έχουμε μια
ανεξάρτητη μεταβλητή, μπορεί απλά να υπάρχει διαφορά ανάμεσα στο ένα και το άλλο
επίπεδο της ανεξάρτητης μεταβλητής ως προς τους μέσους όρους της εξαρτημένης
μεταβλητής. Η αλληλεπίδραση αναφέρεται στη διαφορετική επίδραση μιας μεταβλητής
ανάλογα με το επίπεδο της άλλης μεταβλητής.