You are on page 1of 130

ΕΛΛΗΝΙΚΗ 

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ 
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ 

Γνωστική Ψυχολογία 3  

 
Διδάσκων: Οικονόμου Ηλίας 
ΤΜΗΜΑ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ 
ΣΧΟΛΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ 
 
 

Εισαγωγή

Τι είναι η μνήμη;

Περιεχόμενο
Λειτουργίες
∆ομές
Ιστορική αναδρομή

Πλάτων
Λείο κερί που χαράσσεται με την εμπειρία

Αριστοτέλης
Οργάνωση μνημών σε ζεύγη πληροφοριών συνδεδεμένα από
εμπειρία του ατόμου

William James
Πρωταρχική και ∆ευτερεύουσα μνήμη

Εμπειρικές μελέτες

Hermann Ebbinghaus

Alfred Binet

Sir Frederick Bartlett


Hermann Ebbinghaus

O Ebbinghaus ήταν ο πρώτος που


πραγματοποίησε εμπειρικές έρευνες στη
μνήμη.
Χρησιμοποίησε την πειραματική μέθοδο
επηρεασμένος από τις μελέτες του Tichener
στην αντίληψη.
1850-1909 Μνήμη είναι η ικανότητα του ανθρώπου να
επαναφέρει στη συνείδησή του παρελθούσες
εμπειρίες.
Έμφαση στη συνδετική οργάνωση της
μνήμης.
1885 Memory. A contribution to experimental psychology.

Μεθοδολογία
Ο Hermann Ebbinghaus ουσιαστικά δημιούργησε τη μεθοδολογία
για την έρευνα της μνήμης. Τα σημαντικότερα σημεία αυτής της
μεθοδολογίας είναι:
Χρήση ενδοσκοπικής μεθόδου
Χρήση ψευδολέξεων ως ερεθίσματα για αποφυγή εννοιολογικών
συνειρμών
Χρήση κριτηρίου μάθησης
∆ύο μετρήσεις:
Εξοικονόμισης και ∆ιατήρησης

∆ιαφορά επαναλήψεων που απαιτούνται ∆ιατήρηση πληροφοριών σε


για να φθάσει κανείς το κριτήριο διαφορετικά χρονικά διαστήματα μετά
μάθησης για μία λίστα λέξεων σε δύο την ικανοποίηση του κριτηρίου
χρονικά διαστήματα. μάθησης.
Ευρήματα

Τα κυριότερα ευρήματά του επαληθεύθηκαν αργότερα από άλλους


μελετητές της μνήμης.

Μήκος καταλόγου και ταχύτητα μάθησης


Καμπύλη της λήθης
Σχέση επανάληψης και μάθησης
Σχέση νοήματος και ταχύτητας απομνημόνευσης
Κατανεμημένη και μαζική επανάληψη
Άμεσο μνημονικό πεδίο

Μήκος καταλόγου και ταχύτητα μάθησης


Όσο μεγαλύτερη είναι η λίστα λέξεων που πρέπει να μάθει κανείς,
τόσο περισσότερες επαναλήψεις απαιτούνται για την ικανοποίηση
του κριτηρίου μάθησης. Η σχέση δεν είναι γραμμική αλλά
λογαριθμική.
Αριθμός επαναλήψεων

Αριθμός συλλαβών
Καμπύλη λήθης (forgetting curve)
Όσο μεγαλύτερο είναι το διάστημα που μεσολαβεί από τη
μάθηση, τόσο λιγότερα στοιχεία διατηρούνται στη μνήμη.

Ποσοστό ανάκλησης

Ημέρες που μεσολαβούν

Καμπύλη λήθης (forgetting curve)


Παρατηρήστε ότι η απώλεια πληροφοριών είναι πιο έντονη το
πρώτο διάστημα.
Ποσοστό ανάκλησης

Ημέρες που μεσολαβούν


Επανάληψη και μάθηση
“the longer a person studies, the longer he retains”

Όσες περισσότερες επαναλήψεις


γίνονται στη διάρκεια της
Εξοικονόμιση τη μέρα 2

μάθησης, τόσο μεγαλύτερη


εξοικονόμιση παρατηρείται στις
επόμενες ημέρες.
Άρα η επανάληψη βοηθά στη
διατήρηση του μαθημένου υλικού
για περισσότερο χρόνο.

Αριθμός επαναλήψεων τη
μέρα 1

Νόημα και ταχύτητα απομνημόνευσης

Υλικό που έχει κάποιο νόημα, το μαθαίνουμε πιο γρήγορα, σε


σχέση με υλικό που δεν έχει νόημα (ψευδολέξεις).
Το υλικό με νόημα χρειάζεται λιγότερες επαναλήψεις.
Κατανεμημένη και μαζική επανάληψη

Υλικό το οποίο έχει υποστεί μαζική επανάληψη (πολλές


επαναλήψεις σε σύντομο χρονικό διάστημα) διατηρείται λιγότερο
χρόνο στη μνήμη μας, σε σχέση με υλικό που έχει υποστεί
κατανεμημένη επανάληψη (ίδιος αριθμός επαναλήψεων αλλά σε
μεγαλύτερο χρονικό διάστημα).

Άμεσο μνημονικό πεδίο

Παρότι ο Miller πιστώνεται συνήθως με την ανακάλυψη του


άμεσου μνημονικού πεδίου, ο Ebbinghaus είχε παρατηρήσει ότι το
υλικό που μπορούμε να μάθουμε με μία μόνο ανάγνωση,
περιορίζεται στα 6-8 στοιχεία.
Οι έρευνες του Miller αργότερα (1960) επιβεβαίωσαν αυτή την
παρατήρηση.
Αποτίμηση

Οι έρευνες του Ebbinghaus θεμελίωσαν το πεδίο της Μνήμης. Στα


θετικά σημεία που αναγνωρίζονται είναι:
Ανάπτυξη μεθοδολογίας για τη μελέτη ανώτερης γνωστικής
λειτουργίας
Ανάπτυξη στατιστικών εργαλείων για την αποτίμηση των
αποτελεσμάτων.

Τα κυριότερα σημεία κριτικής που έχει δεχθεί η έρευνα του


Ebbinghaus είναι:
Χρήση κυρίως φτωχών σημασιολογικά ερεθισμάτων
Προσκόλληση στην μελέτη της σχέσης Μνήμης/Μάθησης μέσω
της επανάληψης.

Alfred Binet
Binet-Simon IQ test (1908, 1911)
Ο Binet έχει συνδεθεί κυρίως με την εργασία
του στις κλίμακες μέτρησης νοημοσύνης που
ανέλαβε για το υπουργείο παιδείας της Γαλλίας.
Ωστόσο, έκανε μερικές σημαντικές ανακαλύψεις
για τη μνήμη.

1857-1911
Μεθοδολογία: Χρήση υλικού με νόημα, μέτρηση άμεσης και
καθυστερημένης ανάκλησης.
Ευρήματα: Φαινόμενο της «κατά σειρά θέσης», είδη λαθών στην
άμεση και καθυστερημένη ανάκληση, υπεροχή νοήματος έναντι
λέξεων, φαινόμενο σημαντικότητας (importance effect).
Sir Frederick Bartlett
Πρώτος καθηγητής πειραματικής ψυχολογίας
στο πανεπιστήμιο του Cambridge.
O Bartlett ενδιαφερόταν για τη μνήμη σύνθετων
πληροφοριών. Χρησιμοποίησε πολύπλοκα
ερεθίσματα στις μελέτες του (ιστορίες, εικόνες).
∆ύο ειδών πειραματικοί χειρισμοί:
Γραμμική αναπαραγωγή (το ένα υποκείμενο λέει
1886-1969 την ιστορία στο επόμενο, κ.ο.κ.)
Επαναλαμβανόμενη αναπαραγωγή (το ίδιο
υποκείμενο ξαναλέει την ιστορία σε διαφορετικά
χρονικά σημεία.
Και στις δύο περιπτώσεις μετράμε τις αλλαγές
που προκύπτουν από την αρχική ιστορία.

War of the gosts


One night two young men from Egulac went down to the river to hunt seals and while they were
there it became foggy and calm. Then they heard war-cries, and they thought: "Maybe this is a
war-party". They escaped to the shore, and hid behind a log. Now canoes came up, and they heard
the noise of paddles, and saw one canoe coming up to them. There were five men in the canoe,
and they said:
"What do you think? We wish to take you along. We are going up the river to make war on the
people."
One of the young men said,"I have no arrows."
"Arrows are in the canoe," they said.
"I will not go along. I might be killed. My relatives do not know where I have gone. But you," he
said, turning to the other, "may go with them."
So one of the young men went, but the other returned home.
And the warriors went on up the river to a town on the other side of Kalama. The people came
down to the water and they began to fight, and many were killed. But presently the young man
heard one of the warriors say, "Quick, let us go home: that Indian has been hit." Now he thought:
"Oh, they are ghosts." He did not feel sick, but they said he had been shot.
So the canoes went back to Egulac and the young man went ashore to his house and made a fire.
And he told everybody and said: "Behold I accompanied the ghosts, and we went to fight. Many of
our fellows were killed, and many of those who attacked us were killed. They said I was hit, and I
did not feel sick."
He told it all, and then he became quiet. When the sun rose he fell down. Something black came
out of his mouth. His face became contorted. The people jumped up and cried.
He was dead.
Sir Frederick Bartlett

Ευρήματα
O Bartlett βρήκε ότι τα υποκείμενά του δυσκολευόταν πολύ να
θυμηθούν ακριβώς την αρχική ιστορία παρά τον επαρκή αριθμό
επαναλήψεων.

Η αναπαραγόμενη ιστορία: είχε μικρότερο μέγεθος και δεν


περιείχε λεπτομέρειες.

Η δομή και το γενικό νόημα της ιστορίας ωστόσο παρέμεναν πιστά


στην αρχική ιστορία. Τα λάθη που γινόταν φαίνεται να
επικεντρώνονται σε σημεία της ιστορίας όπου το νόημα δεν ήταν
ξεκάθαρο.

Sir Frederick Bartlett


Η μνήμη είναι μία διαρκής διαδικασία ενεργητικής ανακατασκευής
και όχι παθητική αναπαραγωγή. Η ανακατασκευή επηρεάζεται από
το γνωστικό σχήμα του υποκειμένου.
Θεωρία του σχήματος
Σχήμα = σύνθεση γνώσης για γεγονότα και αντικείμενα
Νέα ερεθίσματα ενεργοποιούν σχήματα με παρόμοια
χαρακτηριστικά
Στα σχήματα επιδρούν: πολιτισμικές καταβολές, στερεότυπα και
συναισθήματα
Η σύνθεση του σχήματος έχει χαλαρή μορφή.
Γιατί;
Για να μπορεί να αφομοιώνει καινούρια στοιχεία (σύνδεση με
ενορατική μάθηση).
Αποτίμηση

Αλλαγή μεθοδολογίας μελέτης της μνήμης με χρήση σύνθετου


υλικού.
Χρήση ποιοτικών μεθόδων ανάλυσης δεδομένων.
Αναδομικός και ενεργητικός χαρακτήρας της μνήμης.
Επίδραση στη γνωστική θεωρία του Neisser.

Μνήμη όχι πάντα αναδομική.


Χαλαρός ορισμός του σχήματος.
Μνήμη ως ενιαίο δομικά σύστημα.

Ενότητα #2: Μνημονικές Δομές και Λειτουργίες 
 

 
Λειτουργίες και μηχανισμοί της μνήμης

Κωδικοποίηση (encoding)

Αποθήκευση (storage)

Ανάσυρση (retrieval)

Επανάληψη (repetition, rehearsal)

Συνένωση (chuncking)

Οργάνωση (organization)

Λήθη (forgetting)

Στάδια μνήμης

Η μνήμη μας για να λειτουργήσει σωστά, πρέπει να


εκτελεί τρεις βασικές λειτουργίες:

1.Κωδικοποίηση πληροφοριών.

2. Αποθήκευση πληροφοριών.

3. Ανάπλαση (ανάσυρση) πληροφοριών.


Κωδικοποίηση

Κωδικοποίηση είναι η λειτουργία η οποία μετατρέπει


φυσικά ερεθίσματα του περιβάλλοντος σε νοητικές
αναπαραστάσεις έτσι ώστε να είναι αποθηκεύσιμες.

Υπάρχουν διάφορα είδη κωδικοποιήσεων:

1. Φωνολογική κωδικοποίηση
2. Σημασιολογική κωδικοποίηση
3. Οπτική κωδικοποίηση

Φωνολογική Κωδικοποίηση

Όταν χρησιμοποιούμε τον ήχο μιας λέξης για να την


καταχωρήσουμε στη μνήμη μας, έχουμε φωνολογική
κωδικοποίηση.
∆ηλαδή μεταφράζουμε τα ψηφία της λέξης στον ήχο
στον οποίο αντιστοιχούν.
Σημασιολογική Κωδικοποίηση

Όταν χρησιμοποιούμε το νόημα μιας λέξης για να την


αποθηκεύσουμε, τότε έχουμε σημασιολογική
κωδικοποίηση.
Όλων των ειδών οι πληροφορίες είναι δυνατόν να
κωδικοποιηθούν σημασιολογικά.

Οπτική Κωδικοποίηση

Όταν χρησιμοποιούμε την εικόνα μιας λέξης για να την


αποθηκεύσουμε, τότε έχουμε οπτική κωδικοποίηση.
Κωδικοποίηση

Και τα τρία είδη κωδικοποίησης είναι δυνατό να


χρησιμοποιηθούν από το μνημονικό μας σύστημα για να
αποθηκεύσουν πληροφορίες.
Το ποιο είδος κώδικα θα επιλεχθεί κάθε φορά είναι
συνάρτηση διαφόρων παραγόντων όπως το είδος και η
μορφή της πληροφορίας.

Αποθήκευση

Το επόμενο στάδιο λειτουργίας της μνήμης μετά την


κωδικοποίηση είναι η αποθήκευση.
Τα ερωτήματα που θα μας απασχολήσουν σε σχέση με
την αποθήκευση είναι:
η χωρητικότητα,
η τοποθεσία,
η οργάνωση κλπ.
Ανάσυρση

Για να χρησιμοποιήσουμε μία πληροφορία που έχουμε


αποθηκεύσει, πρέπει να την ανασύρουμε από τη μνήμη
μας.
Η διαδικασία με την οποία «φέρνουμε» μια
αποθηκευμένη πληροφορία στη συνείδησή μας ώστε να
τη χρησιμοποιήσουμε, ονομάζεται ανάσυρση.

Τα στάδια της μνήμης

Κωδικοποίηση
Σε περιπτώσεις που δε
μπορούμε να θυμηθούμε
κάτι, είναι πιθανό να
ευθύνεται κάποιο
Αποθήκευση πρόβλημα σε οποιοδήποτε
από τα στάδια λειτουργίας
της μνήμης μας

Ανάσυρση
∆ιαχωρισμοί της μνήμης

Η μνήμη έχει χωριστεί σε υποκατηγορίες ανάλογα:

1.Με τη διάρκεια παραμονής των πληροφοριών στη


μνήμη.

2. Με το είδος των αποθηκευμένων πληροφοριών.

3. Με το αν η ανάσυρση των πληροφοριών είναι


αυτόματη (ασυνείδητη) ή συνειδητή.

∆ιάρκεια παραμονής

Οι πληροφορίες που αποθηκεύονται στη μνήμη μας δεν


έχουν όλες την ίδια διάρκεια.
Ανάλογα με τη διάρκεια παραμονής των πληροφοριών,
έχουμε τρία είδη μνήμης:

1. Αισθητήρια καταγραφή
2. Βραχύχρονη ή εργαζόμενη μνήμη
3. Μακρόχρονη μνήμη
Αισθητήρια καταγραφή

Η αισθητήρια καταγραφή (ή μνήμη) συγκρατεί


πληροφορίες για ελάχιστο χρόνο (από χιλιοστά του
δευτερολέπτου έως 1-2 δευτερόλεπτα).
Πολλοί ερευνητές θεωρούν ότι είναι περισσότερο μία
αντιληπτική λειτουργία, παρά ένα είδος μνήμης.

Βραχύχρονη Μνήμη

Η βραχύχρονη μνήμη συγκρατεί πληροφορίες για μερικά


δευτερόλεπτα έως και λίγα λεπτά.

Το πιο διαδεδομένο μοντέλο λειτουργίας της


βραχύχρονης μνήμης, είναι το μοντέλο της
«εργαζόμενης μνήμης» του Baddeley.

Η βραχύχρονη μνήμη είναι ιδιαίτερα σημαντική δομή,


διότι εμπλέκεται και στη χρήση των πληροφοριών που
ανασύρουμε από τη μνήμη μας.
Μακρόχρονη Μνήμη

Η μακρόχρονη μνήμη συγκρατεί πληροφορίες για


μεγάλα χρονικά διαστήματα.

Αποτελεί τον κύριο αποθηκευτικό χώρο της Μνήμης.

Η χωρητικότητα της ΜΜ είναι απροσδιόριστη

∆ιαφορετικές πληροφορίες

Ανάλογα με το είδος των πληροφοριών που περιέχει, η


μνήμη χωρίζεται σε σημασιολογική και επεισοδική.

Σημασιολογική είναι η μνήμη για συγκεκριμένες


πληροφορίες.

Επεισοδική είναι η μνήμη για γεγονότα και περιστατικά.


Ποιότητα ανάσυρσης

Κάποιες πληροφορίες χρειάζεται να προσπαθήσουμε


συνειδητά για να τις θυμηθούμε. Κάποιες άλλες τις
θυμόμαστε με ένα αυτόματο τρόπο.

Η έκδηλη μνήμη αφορά σε πληροφορίες που θυμόμαστε


συνειδητά.

Η άδηλη μνήμη αναφέρεται σε πληροφορίες που


θυμόμαστε αυτόματα, και κυρίως σε δεξιότητες
(οδήγηση, δέσιμο παπουτσιού, κλπ).

Ενότητα #3: Εισαγωγή στη Μνήμη 
 

 
Παράδοση 3η

Εισαγωγή στη Μνήμη

Η Πειραματική προσέγγιση στη μνήμη


Μέθοδοι
Εργαλεία
Τύποι Ανάσυρσης
Περιορισμοί

Η πειραματική προσέγγιση

Μέθοδοι
Η βασική προσέγγιση περιλαμβάνει δύο φάσεις:
Φάση μάθησης
Φάση ανάσυρσης

Στην φάση μάθησης οι συμμετέχοντες μελετούν ένα υλικό.

Στη φάση ανάσυρσης οι συμμετέχοντες προσπαθούν να


ανασύρουν (θυμηθούν) το υλικό που είδαν προηγουμένως.
Η πειραματική προσέγγιση

Παράδειγμα
Παρατηρήστε προσεκτικά τις λέξεις που θα παρουσιαστούν στην
οθόνη.
Μετά την ολοκλήρωση της λίστας θα σας ζητηθεί να θυμηθείτε τις
λέξεις που είδατε.

ντομάτα
λιβάδι

τραπέζι
διαβάτης

θάλασσα
λουλούδι

δάσκαλος
κρεβάτι

νερό
σφυρί

πατάτα
Σημειώστε όσες περισσότερες λέξεις μπορείτε να θυμηθείτε από
αυτές που είδατε στην προηγούμενη λίστα.

Η πειραματική προσέγγιση

Εργαλεία

Λίστες λέξεων

Απεικονιστικά εργαλεία

Priming
Η πειραματική προσέγγιση

Λίστες λέξεων

Μπορούν να είναι λίστες όπως αυτή στο παράδειγμά μας.


Μπορεί να παρουσιάζονται οπτικά ή λεκτικά
Μπορεί να είναι απλές λέξεις, φράσεις, κείμενα.

Η πειραματική προσέγγιση
Απεικονιστικά εργαλεία
Η βασική ιδέα είναι ότι οι νευρώνες που χρησιμοποιούνται κάθε
στιγμή έχουν μεγαλύτερες απαιτήσεις σε ενέργεια από μη
ενεργούς.
Έτσι για κάποιο γνωστικό έργο μπορούμε να δούμε ποιες
περιοχές εμπλέκονται.

Απεικόνιση με f-mri
Εικόνα από:

Peter, S. Allen
Η πειραματική προσέγγιση

Priming

Η ιδέα πίσω από το priming είναι ότι ερεθίσματα που έχουμε δει
ασκούν μία επίδραση στην επεξεργασία των πληροφοριών.

∆εν χρησιμοποιείται για να μετρήσει άμεσα το ποσοστό


διατήρησης μιας πληροφορίας στη μνήμη.

Το παράδειγμα περιλαμβάνει μία φάση όπου προβάλλεται το


“prime” ερέθισμα, και μία φάση όπου παρατηρούμε την
επεξεργασία μιας νέας πληροφορίας που ακολουθεί ή όχι ένα
«prime» ερέθισμα.

Η πειραματική προσέγγιση

Τύποι Ανάσυρσης

Ελεύθερη Ανάκληση

Σειριακή Ανάκληση

Ανάκληση ανά ζεύγη

Αναγνώριση
Η πειραματική προσέγγιση

Ελεύθερη Ανάκληση (Free Recall)

Στην ελεύθερη ανάκληση οι συμμετέχοντες μπορούν ελεύθερα να


θυμηθούν όποιες λέξεις μπορούν με οποιαδήποτε σειρά
επιθυμούν.
Το ποσοστό των λέξεων που θυμούνται σωστά το αναπαριστούμε
συνήθως σε ποσοστό επί του συνόλου των λέξεων που έχουν δει
(ποσοστό ανάκλησης, percent free recall)

Η πειραματική προσέγγιση

Σειριακή Ανάκληση (Serial Recall)

Η μόνη διαφορά της σειριακής ανάκλησης από την ελεύθερη, είναι


ότι οι παρατηρητές πρέπει να ανακαλέσουν όσα περισσότερα
ερεθίσματα μπορούν με τη σειρά που τα είδαν.

Η σειριακή ανάκληση χρησιμοποιείται συνήθως σε πειράματα που


μελετούν την έκταση πληροφοριών που μπορούμε να
αποθηκεύσουμε στη βραχύχρονη μνήμη.

Το ποσοστό ανάκλησης είναι χαμηλότερο από την ελεύθερη.


Η πειραματική προσέγγιση

Ανάκληση ανά Ζεύγη (Paired Associate Recall)

Στην ανάκληση ανά ζεύγη, τα ερεθίσματα παρουσιάζονται σε


ζευγάρια στη φάση μάθησης.

Στη φάση ανάσυρσης δίνεται το ένα τμήμα του ζεύγους και οι


παρατηρητές πρέπει να θυμηθούν το άλλο.

Εκτός από την ακρίβεια της ανάκλησης, στην ανάκληση ανά ζεύγη
μετράμε συνήθως και το χρόνο αντίδρασης.

Η πειραματική προσέγγιση

Αναγνώριση (Recognition)

Στη φάση της ανάσυρσης παρουσιάζονται τόσο τα ερεθίσματα


που είδαν οι παρατηρητές, όσο και άσχετα ερεθίσματα
(distractors).

Οι παρατηρητές πρέπει να θυμηθούν ποια ερεθίσματα ήταν στην


αρχική λίστα και ποια όχι.

Συνήθως η αναγνώριση έχει καλύτερη ανάσυρση από ότι η


ανάκληση, αλλά και μεγαλύτερη «ψευδή ανάσυρση».
Η πειραματική προσέγγιση

Περιορισμοί

Έλεγχος μεταβλητών

Τύπος υλικού

Τρόπος παρουσίασης

Τύπος ανάσυρσης

«Φυσικότητα» λειτουργίας

Ενότητα #4: Αισθητήρια Καταγραφή 
 
Παράδοση 4η

Αισθητήρια Καταγραφή

Ορισμοί
Πειραματικές ∆ιατάξεις
Μέθοδος ολικών αναφορών
Μέθοδος μερικών αναφορών
∆ιάρκεια
Χωρητικότητα
Κωδικοποίηση
Χαρακτηριστικά

Αισθητήρια καταγραφή
Τι είναι;
Το μνημονικό ίχνος που δημιουργείται από τον ερεθισμό
των αισθήσεων.
Σε τι χρησιμεύει;
Σύνδεση αισθήσεων στο χρόνο, αντίληψη κίνησης,
κατανόηση προφορικού λόγου
Πώς ξέρουμε ότι υπάρχει;
Segner (1740): φωτεινό σημείο σε κυκλική κίνηση μέσα
σε σκοτάδι. Σε διάρκειες περιστροφής έως 100χλδ
βλέπουμε κύκλο.
Αισθητήρια καταγραφή
Iconic and Echoic Memory
Τα τμήματα της αισθητήριας καταγραφής που έχουν
μελετηθεί περισσότερο είναι η «εικονική» και η «ηχητική»
μνήμη (οι όροι χρησιμοποιήθηκαν πρώτη φορά από τον
Neisser).
Η εικονική μνήμη αφορά μνημονικές αποτυπώσεις
οπτικών ερεθισμάτων.
Η ηχητική μνήμη αφορά μνημονικές αποτυπώσεις
λεκτικών/ηχητικών ερεθισμάτων.
Ωστόσο, αισθητηριακά μνημονικά συστήματα διαθέτουν
όλες οι αισθήσεις μας.

Πειραματική διάταξη

Τι πρέπει να λάβουμε υπόψη για τη μελέτη της εικονικής


μνήμης;
Προβολή ερεθισμάτων:
Πρέπει να είναι πολύ γρήγορη για να αποφευχθεί
πέρασμα των πληροφοριών στη βραχύχρονη μνήμη.
Τύπος ερεθισμάτων:
Επιλέγουμε απλά στοιχεία (ψηφία, γράμματα) για να
μπορούν τα υποκείμενα να τα ανακαλούν γρήγορα.
Sperling, 1960

Τρεις τετράδες ψηφίων/αριθμών


5, Α, 4, Ψ
Ι, 9, Τ, 1
Β, 3, Ρ, Ο
50χλδ
Μάσκα
Ελεύθερη ανάκληση
5, Α, 4, Ψ
Ι, 9, Τ, 1
Β, 3, Ρ, Ο

5, Α, 4, Ψ
Ι, 9, Τ, 1
Β, 3, Ρ, Ο
ΑΝΑΚΛΗΣΗ

∆ύο μέθοδοι μέτρησης

Ολική αναφορά:
Ανάκληση από όλες τις σειρές ερεθισμάτων

Μερική αναφορά:
Μετά τη μάσκα ακούγεται ένας από τρεις
προκαθορισμένους ήχους.
Τα υποκείμενα ανακαλούν τη σειρά στοιχείων που
αντιστοιχεί στον ήχο που ακούν.
∆ύο αποτελέσματα

Ολική αναφορά:
4-5 στοιχεία

Μερική αναφορά:
3 στοιχεία

Πού οφείλεται η διαφορά;


Πού έχουμε καλύτερη ανάκληση;

∆ύο αποτελέσματα

Στη μέθοδο της ολικής αναφοράς τα υποκείμενα


«ξεχνούν» τα στοιχεία που έχουν αποθηκευτεί στην
αισθητήρια καταγραφή πριν προλάβουν να τα πουν!

Στην μερική αναφορά προλαβαίνουν να ανακαλέσουν


όλα τα στοιχεία που θυμούνται.
Χωρητικότητα

Ποιο από τα δύο αποτελέσματα προσδιορίζει τη


χωρητικότητα της αισθητήριας καταγραφής;
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της ολικής αναφοράς
έχουμε μία χωρητικότητα 4,5/12
Όμως στις μερικές αναφορές έχουμε ¾ (75%)
Η δεύτερη μέτρηση θεωρούμε ότι προσεγγίζει καλύτερα
την πραγματική χωρητικότητα της αισθητήριας
καταγραφής.

Χρονική διάρκεια

Πώς θα μετρούσατε τη διάρκεια της αισθητήριας


καταγραφής;
Καθυστερημένη ανάκληση για διαφορετικά χρονικά όρια.

Ακολουθώντας τη μέθοδο των μερικών αναφορών,


καθυστερούμε την εμφάνιση του ήχου που προσδιορίζει
στους συμμετέχοντες ποια σειρά πρέπει να
ανακαλέσουν για διάφορα χρονικά διαστήματα, και
μετράμε την ανάκληση.
Χρονική διάρκεια
Η διάρκεια για εικονικά ερεθίσματα είναι περίπου 250χλδ
Για ακουστικά ερεθίσματα είναι 1-3 δευτ.

Decay theory
Σύμφωνα με τη θεωρία της «αποσύνθεσης» ή «φθοράς»
η κάθε δομή έχει συγκεκριμένο χρόνο διατήρησης της
πληροφορίας. Μετά την παρέλευση αυτού του χρόνου,
το μνημονικό αποτύπωμα (engram) χάνεται.
(Ebbinghaus, Thorndike, Brown, Peterson&Peterson,
Lashley)

Κωδικοποίηση
Τι μορφή έχει η αποθηκευμένη πληροφορία στην
αισθητήρια μνήμη;
Neisser: εικονική και ακουστική μνήμη (iconic-echoic)

Όλες οι αισθήσεις φαίνεται να έχουν ένα μνημονικό


τμήμα.

Άρα η κωδικοποίηση είναι ανάλογη της αίσθησης που


εμπλέκεται κάθε φορά (εικονική για όραση, ακουστική
για ήχο, κλπ.)
Τοποθεσία αποθήκευσης

∆ύο απόψεις:

Νευρώνες σε ανώτερα κέντρα του εγκεφάλου

Αισθητηριακοί υποδοχείς

Μηχανισμοί
Προσοχή

Η αισθητήρια μνήμη βασίζεται στην προσοχή για την


επιλογή των στοιχείων που θα αποθηκευτούν.

Πρόκειται για «προσυνειδητή» λειτουργία.

Μεγαλύτερη επεξεργασία απαιτεί τη συνειδητή εστίαση


της προσοχής.
Γενικά χαρακτηριστικά
Προκατηγορική
Αποθήκευση αντιληπτικών χαρακτηριστικών της
πληροφορίας. Μικρή έως καθόλου επεξεργασία.

Φωτογραφική
Αποθηκεύουμε περισσότερα από όσα μπορούμε να
θυμηθούμε

Σύντομη
Ταχύτατη φθορά μνημονικού ίχνους

Ανακεφαλαίωση
Η αισθητήρια καταγραφή αναφέρεται στο μνημονικό τμήμα των αισθήσεών μας.

Ο ρόλος της είναι να συγκρατεί πληροφορίες ώστε να συνδέονται μεταξύ τους


παρότι απέχουν χρονικά.

Η κωδικοποίηση στην αισθητήρια καταγραφή εξαρτάται από την αίσθηση που


εμπλέκεται κάθε φορά.

Η διάρκεια παραμονής των πληροφοριών στην αισθητήρια καταγραφή είναι


πολύ μικρή, αλλά η χωρητικότητά της είναι μεγάλη.

Σημεία αποθήκευσης των πληροφοριών στην αισθητήρια έχουν αναγνωριστεί


και σε ανώτερα κέντρα του εγκεφάλου, στην παρεγκεφαλίδα, αλλά και σε
αισθητηριακούς νευρώνες.
Ενότητα #5: Βραχύχρονη Μνήμη 
 

Παράδοση 5η

Βραχύχρονη Μνήμη

Ορισμοί
Λειτουργία
Πειραματικές διατάξεις/Περιορισμοί
Κωδικοποίηση
Χωρητικότητα
∆ιάρκεια
Ορισμοί
Η βραχύχρονη μνήμη είναι μία δομή της μνήμης όπου
αποθηκεύονται πληροφορίες για σχετικά μικρά χρονικά
διαστήματα.

Η βραχύχρονη μνήμη δεν είναι μία ενιαία δομή.


Αποτελείται από διαφορετικά τμήματα που επιτελούν
διαφορετικές λειτουργίες.

Οι διάφορες υπο-δομές της ΒΜ καθώς και οι λειτουργίες


της περιγράφονται από το μοντέλο εργαζόμενης μνήμης.

Λειτουργία

Η ΒΜ εμπλέκεται στις περισσότερες λειτουργίες σε


σχέση με όλες τις μνημονικές δομές:
∆έχεται τις πληροφορίες που επιλέγει η προσοχή
από την αισθητήρια καταγραφή.
∆ιατηρεί πληροφορίες προσωρινά για άμεση
χρήση.
Επεξεργάζεται τις πληροφορίες που εισέρχονται
στη μακρόχρονη μνήμη.
∆έχεται «ενεργοποιημένες» πληροφορίες από τη
μακρόχρονη μνήμη και τις επεξεργάζεται ενεργά.
Πειραματικές διατάξεις

Όπως σε όλες τις δομές και στη ΒΜ τα πειράματα έχουν


μία φάση μάθησης και μία φάση ανάσυρσης.
Χρησιμοποιούνται διάφορες τεχνικές ανάσυρσης,
ανάλογα με το ερώτημα που ερευνούμε.
Χρήση κυρίως άσημων συλλαβών ως ερεθίσματα, για
αποφυγή εννοιολογικών συνειρμών.
Χρήση διαφορετικών τύπων μαθησιακού έργου
ταυτόχρονα (ανεξαρτησία λειτουργίας υπο-δομών της
ΒΜ)

Κωδικοποίηση πληροφοριών
Η κωδικοποίηση των πληροφοριών στη ΒΜ μπορεί να
είναι είτε φωνολογική, είτε οπτική, είτε σημασιολογική.
Οι έρευνες δείχνουν ότι ο περισσότερο ευνοούμενος
κώδικας στη ΒΜ είναι ο φωνολογικός.

Πώς θα κάνατε το πείραμα;


Φωνολογική κωδικοποίηση
Τις πρώτες έρευνες που έδειξαν την υπεροχή της
φωνολογικής κωδικοποίησης στη ΒΜ, τις
πραγματοποίησε ο Conrad (1964).
Τα υποκείμενα έβλεπαν μία σειρά γραμμάτων (6
σύμφωνα) για 2-3 δευτ. και έπρεπε να τα ανακαλέσουν
με τη σειρά που τα είδαν.
Ανεξάρτητη μεταβλητή ήταν ο βαθμός ακουστικής και
οπτικής συνάφειας των ερεθισμάτων.
Το κύριο εύρημα ήταν ότι τα λάθη που έκαναν τα
υποκείμενα ήταν λάθη ακουστικής και όχι οπτικής
σύγχισης.

Παράδειγμα ακουστικής συνάφειας


Ν-Φ

Παράδειγμα οπτικής συνάφειας


Ρ-Φ
Παρατηρήστε την σειρά γραμμάτων που θα εμφανιστεί
στην οθόνη.
Μετά την παρουσίαση των γραμμάτων γράψτε τα
γράμματα που θυμόσαστε ΜΕ ΤΗ ΣΕΙΡΑ ΠΟΥ
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΚΑΝ.

TBCVGP
Γράψτε τη σειρά των γραμμάτων που
είδατε.

Παρατηρήστε την σειρά γραμμάτων που θα εμφανιστεί


στην οθόνη.
Μετά την παρουσίαση των γραμμάτων γράψτε τα
γράμματα που θυμόσαστε ΜΕ ΤΗ ΣΕΙΡΑ ΠΟΥ
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΚΑΝ.
RLTKSM

Γράψτε τη σειρά των γραμμάτων που


είδατε.
Χωρητικότητα

Η βραχύχρονη μνήμη έχει περιορισμένη χωρητικότητα.

Ο Ebbinghaus (1885) υπολόγισε τη χωρητικότητα της


ΒΜ σε επτά στοιχεία.

Ο Miller (1956) επιβεβαίωσε τις μελέτες εκείνες και


υπολόγισε τη χωρητικότητα της ΒΜ σε 7±2 στοιχεία.

Πειραματική διαδικασία

∆είχνουμε σειρές ψηφίων με αυξανόμενο αριθμό και


ζητάμε από τους συμμετέχοντες να ανακαλέσουν με τη
σειρά που τα είδαν.
Ανεξάρτητη μεταβλητή είναι ο αριθμός ψηφίων που
περιέχει η λίστα μάθησης.
Το σημείο που κάνουν λάθος είναι το όριο της
χωρητικότητας που υπολογίζουμε.
Παρατηρήστε τα ψηφία

7
3, 5

6, 9, Α
2, Δ, 5, 8

9, 1, Ζ, 4, Ε
8, Ψ, 7, Κ, 1, 5

9, 2, 5, 3, 8, 4, 1
4, 2, Β, 1, 3, 8, Υ, Ζ

4, 3, 6, Τ, 5, 2, Ε, Α, 7
4, 1, 8, Σ, 3, 7, 2, Λ, Ρ, 5

∆ιάρκεια

Οι πληροφορίες που διατηρούνται στη ΒΜ χάνονται μετά


την έλευση κάποιων δευτερολέπτων.
Πώς θα μελετούσατε τη διάρκεια της ΒΜ;
Μεθοδολογικά ζητήματα

1. Το υλικό πρέπει να είναι άγνωστο στα υποκείμενα,


και να μην έχει κάποιο νόημα, για να αποφευχθεί
το ενδεχόμενο ανάκλησης από τη Μακρόχρονη
μνήμη.
2. Θα πρέπει να αυξάνεται το διάστημα που περνάει
από την αποθήκευση του υλικού μέχρι την
ανάκλησή του.
3. Θα πρέπει τα υποκείμενα να «εμποδιστούν» να
κάνουν επανάληψη του υλικού το διάστημα που
περιμένουν για να προβούν στην ανάκληση.

Μεθοδολογικά ζητήματα

1. Το υλικό πρέπει να είναι άγνωστο στα υποκείμενα,


και να μην έχει κάποιο νόημα, για να αποφευχθεί
το ενδεχόμενο ανάκλησης από τη Μακρόχρονη
μνήμη.

Χρήση «άσημων» τριγραμμάτων:


Χξρ, γςπ, λμζ
Μεθοδολογικά ζητήματα

2. Θα πρέπει να αυξάνεται το διάστημα που


περνάει από την αποθήκευση του υλικού
μέχρι την ανάκλησή του.

Μετά τη μελέτη του υλικού, ζητάμε από τα υποκείμενα


την ανάκλησή του σε αυξανόμενα χρονικά διαστήματα:
Πχ. 3sec,5sec,8sec, κλπ.

Μεθοδολογικά ζητήματα

3. Θα πρέπει τα υποκείμενα να «εμποδιστούν» να


κάνουν επανάληψη του υλικού το διάστημα που
περιμένουν για να προβούν στην ανάκληση.

Στη διάρκεια «αναμονής» για ανάκληση, ζητάμε από τα


υποκείμενα να κάνουν ένα παράλληλο έργο που
εμποδίζει την επανάληψη:
π.χ. μετρήστε φωναχτά ανά τρία προς τα κάτω από τον
αριθμό 1974.
Αποτελέσματα

Το ποσοστό του υλικού που


ανακαλούν σωστά τα
υποκείμενα, μειώνεται με την
αύξηση του χρόνου
αναμονής.

Μετά τα 15 δευτερόλεπτα η
ανάκληση είναι πολύ χαμηλή.

Ανακεφαλαίωση

Η ΒΜ έχει πολλές διαφορετικές λειτουργίες


Η ΒΜ αποτελείται από σχετικά ανεξάρτητες υπο-δομές
Η ΒΜ έχει σύντομη διάρκεια (18-30 δευτερόλεπτα)
Η κωδικοποίηση των πληροφοριών στη ΒΜ είναι κυρίως
φωνολογική.
Η χωρητικότητα της ΒΜ είναι περίπου 7 στοιχεία.
Ενότητα #6: Μακρόχρονη Μνήμη 
 

Μάθημα 6ο

Μακρόχρονη Μνήμη
∆ιάρκεια
Κωδικοποίηση
Ανάσυρση
Είδη Μακρόχρονης Μνήμης
Βελτίωση Μνήμης
∆ιάρκεια
Η μακρόχρονη μνήμη διατηρεί υλικό για μεγάλες
χρονικές περιόδους (από λεπτά έως χρόνια)
Η διάρκεια παραμονής μιας πληροφορίας στη
ΜΜ εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, όπως

η σημασία που έχει η πληροφορία για το άτομο,


η συναισθηματική αξία της πληροφορίας,
το είδος κωδικοποίησης που έχει χρησιμοποιηθεί
για την επεξεργασία της πληροφορίας κλπ.

Κωδικοποίηση πληροφοριών
Η κωδικοποίηση των πληροφοριών στη ΜΜ είναι
κυρίως σημασιολογική για το λεκτικό υλικό.
Αν και έχουμε πολλές ενδείξεις ότι η ΜΜ μπορεί
να χρησιμοποιήσει τόσο φωνολογική όσο και
αντιληπτική (οπτική) κωδικοποίηση, ωστόσο
επεξεργαζόμαστε τις πληροφορίες με βάση το
νόημά τους.
Πώς θα κάνατε το πείραμα;
Κωδικοποίηση πληροφοριών
Baddeley, 1966
Λίστες λέξεων ακουστικά παρόμοιες ή ανόμοιες,
και λίστες λέξεων σημασιολογικά παρόμοιες ή
ανόμοιες.
Σε τεστ ανάκλησης ΒΜ οι ακουστικά παρόμοιες
λέξεις δεν ανακλήθηκαν σωστά, ενώ σε τεστ ΜΜ,
οι σημασιολογικά παρόμοιες λέξεις δεν
ανακλήθηκαν σωστά.
Άρα ο κύριος τύπος κωδικοποίησης είναι
φωνολογικός στη ΒΜ και σημασιολογικός στη
ΜΜ

Κωδικοποίηση πληροφοριών
Craik & Lockheart, 1972
Σκεφτείτε ίδια ορθογραφία, ήχο, ή σημασία της
κάθε λέξης στη λίστα. Τεστ αναγνώρισης.
Λήθη
Γιατί ξεχνάμε πληροφορίες που έχουν
αποθηκευθεί στη ΜΜ;
Σε αντίθεση με τη ΒΜ, στη ΜΜ η αδυναμία μας
να ανασύρουμε μία αποθηκευμένη πληροφορία
οφείλεται συνήθως σε αποτυχημένη πρόσβαση
στο υλικό.
Αυτό σημαίνει ότι (τις περισσότερες φορές) η
πληροφορία υπάρχει στη μνήμη μας, απλά δεν
μπορούμε να την εντοπίσουμε.
Πώς ξέρουμε ότι η πληροφορία είναι εκεί εφόσον
δεν μπορούμε να την ανασύρουμε;

Φαινόμενο “tip of the tongue”

Πολλές φορές το όνομα ενός αντικειμένου


υπάρχει «στην άκρη της γλώσσας μας» χωρίς
όμως να μπορούμε να το θυμηθούμε (Brown &
McNeill, 1966).
Το φαινόμενο αυτό δείχνει ότι η πληροφορία
υπάρχει στη μνήμη μας αλλά για κάποιο λόγο δεν
έχουμε πρόσβαση.
Πρόβλημα ανάσυρσης ή λήθης;
Τα υποκείμενα αποστήθισαν ένα κατάλογο
λέξεων. Οι λέξεις ήταν επιλεγμένες έτσι ώστε να
ανήκουν σε μία κατηγορία (ζώα, φρούτα, κλπ.)
Τα υποκείμενα χωρίστηκαν σε δύο ομάδες. Στην
πρώτη ομάδα, κατά την ανάκληση δόθηκαν οι
κατηγορίες. Η ανάκληση της πρώτης ομάδας
ήταν καλύτερη.
Σε μεταγενέστερη εξέταση, δόθηκαν και στη
δεύτερη ομάδα οι κατηγορίες. Η διαφορά στην
ανάκληση εξαφανίστηκε.

Παρεμβολή
Ένας από τους κυριότερους λόγους που οδηγεί
σε αποτυχία ανάσυρσης είναι η παρεμβολή.
Παρεμβολή είναι η σύνδεση δύο στοιχείων με το
ίδιο μνημονικό σήμα (νύξη). Στην προσπάθεια
ανάσυρσης, η ενεργοποίηση της νύξης οδηγεί
στο ένα από τα δύο στοιχεία.
Υπάρχουν δύο είδη παρεμβολής:
Α. Οπισθενεργός παρεμβολή
Β. Προσθενεργός παρεμβολή
Οπισθενεργός Παρεμβολή

Όταν η δεύτερη (χρονικά) πληροφορία που


έχουμε συνδέσει με την ίδια νύξη, εμποδίσει την
ανάσυρση της πρώτης, τότε έχουμε το φαινόμενο
της οπισθενεργούς παρεμβολής.
Παράδειγμα
Ένας φίλος σας αλλάζει τηλέφωνο, και δε
μπορείτε να θυμηθείτε τον πρώτο του αριθμό.

Προσθενεργός Παρεμβολή

Όταν η πρώτη (χρονικά) πληροφορία που έχουμε


συνδέσει με την ίδια νύξη, εμποδίσει την
ανάσυρση της δεύτερης, τότε έχουμε το
φαινόμενο της προσθενεργούς παρεμβολής.
Παράδειγμα
Όταν αναζητάτε το αυτοκίνητό σας στη
συνηθισμένη θέση παρκαρίσματος, ενώ για
κάποιο λόγο έχετε παρκάρει σε διαφορετικό
σημείο.
Ανάκληση και αναγνώριση
Ένα φαινόμενο που δείχνει το ρόλο της
παρεμβολής στη ΜΜ είναι η διαφορά στην
ανάσυρση ανάλογα με τον αν καλούμαστε να
ανακαλέσουμε ή να αναγνωρίσουμε μία
πληροφορία.
Σε γενικές γραμμές η ανάκληση είναι
δυσκολότερη από την αναγνώριση.
Γιατί;
∆ιότι, στην αναγνώριση η νύξη και η πληροφορία
είναι ταυτόσημες, έτσι αποφεύγεται η παρεμβολή.

Αποτυχία αποθήκευσης
Ενίοτε, η αδυναμία ανάκλησης οφείλεται σε
αποτυχία αποθήκευσης.
Οι περισσότερες ενδείξεις που έχουμε για αυτό το
φαινόμενο προέρχονται από έρευνες με
τραυματισμό του ιπποκάμπου, ο οποίος
εμπλέκεται στη «στερεοποίηση» των
πληροφοριών στη ΜΜ.
Πειραματόζωα στα οποία καταστρέφεται ο
ιππόκαμπος φαίνεται να αδυνατούν να
αποθηκεύσουν καινούριες πληροφορίες, ενώ
θυμούνται παλαιότερες.
Κωδικοποίηση και ανάσυρση

Ο ρόλος της κωδικοποίησης στη μεταγενέστερη


ανάσυρση των πληροφοριών είναι κεντρικός στη
ΜΜ.
∆ύο από τους παράγοντες που επηρεάζουν την
κωδικοποίηση στη ΜΜ είναι:
Οργάνωση
Πλαίσιο

Οργάνωση

Όσο περισσότερο οργανωμένο είναι το υλικό που


κωδικοποιούμε, τόσο καλύτερη είναι η ανάσυρσή
του.
Ένας κατάλογος λέξεων ανασύρεται καλύτερα
όταν κατά την κωδικοποίηση, οργανώσουμε τις
λέξεις σε κατηγορίες.
Πλαίσιο
Το πλαίσιο όπου γίνεται η κωδικοποίηση
πληροφοριών έχει ευεργετική επίδραση στην
ανάσυρσή τους. Για παράδειγμα, θυμόμαστε
καλύτερα γεγονότα από το σχολείο μας (ονόματα
συμμαθητών) όταν βρισκόμαστε στο σχολείο,
παρά σε κάποιο άλλο χώρο.
Το πλαίσιο μπορεί να είναι και συναισθηματικό.
Πληροφορίες που έχουμε κωδικοποιήσει όντας
χαρούμενοι, είναι πιθανότερο να τις θυμηθούμε
όταν βρεθούμε στην ίδια συναισθηματική
κατάσταση.

Συναίσθημα και ΜΜ
Ένα γενικό εύρημα είναι ότι τείνουμε να
θυμόμαστε καλύτερα πληροφορίες ή γεγονότα
που έχουν μία συναισθηματική φόρτιση, παρά
ουδέτερα γεγονότα.
Μάλιστα, οι μνήμες για ιδιαίτερα φορτισμένα
γεγονότα έχουν μία ξεχωριστή «ζωηρότητα» και
για αυτό αποκαλούνται «μνήμες τύπου φλάς»
(flashbulb memories).
Αυτό το φαινόμενο έχει δύο κύριες εξηγήσεις:
Ειδικός μηχανισμός μνήμης
Επανάληψη
Ειδικός μηχανισμός

Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, (Brown & Kulik,


1977) τα φορτισμένα γεγονότα ενεργοποιούν ένα
ιδιαίτερο μνημονικό μηχανισμό, που δημιουργεί
ένα μόνιμο αρχείο των πληροφοριών γύρω από
το γεγονός.
Η θεωρία αυτή μάλλον δεν είναι απόλυτα σωστή,
διότι έχει βρεθεί ότι φορτισμένες μνήμες έχουν
την ίδια φθορά, λόγω χρόνου, όπως και οι
ουδέτερες μνήμες.

Επανάληψη

Σύμφωνα με τη θεωρία της επανάληψης, οι


φορτισμένες μνήμες φαίνονται να ανασύρονται
καλύτερα διότι τις επαναλαμβάνουμε συχνά
(Neisser, 1982).
Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι προτιμούμε να
βιώνουμε ξανά φορτισμένες εμπειρίες παρά
ουδέτερες.
Επίδραση του άγχους
Το άγχος φαίνεται ότι επηρεάζει αρνητικά την
ανάσυρση πληροφοριών.
Ο τρόπος με τον οποίο γίνεται αυτό δεν είναι
απόλυτα εξακριβωμένος.
Η επικρατέστερη εξήγηση είναι ότι το άγχος δεν
επηρεάζει άμεσα την ανάκληση, αλλά προκαλεί
διάσπαση προσοχής και άσχετες σκέψεις, οι
οποίες με τη σειρά τους παρεμβάλλονται στην
ανάσυρση (Holmes, 1974).

Απώθηση

Ο Freud, έδωσε μία διαφορετική εξήγηση στη


σχέση συναισθήματος και μνήμης.
Συγκεκριμένα, αναμνήσεις οι οποίες έχουν έντονα
αρνητικό συναισθηματικό περιεχόμενο,
απωθούνται από το άτομο, έτσι ώστε να
προστατευτεί από τα δυσάρεστα συναισθήματα
που του προκαλεί η ανάκλησή τους.
Οι μνήμες αυτές είναι πιθανό να επανέλθουν
στην ψυχαναλυτική διαδικασία.
∆ιαιρέσεις της ΜΜ

Άδηλη μνήμη
Έκδηλη μνήμη
Μνήμη επεισοδίων
Σημασιολογική μνήμη

Έκδηλη μνήμη
Η μνήμη για την οποία έχουμε μέχρι τώρα
αναφερθεί ονομάζεται έκδηλη μνήμη. Η έκδηλη
μνήμη αφορά γεγονότα και στοιχεία τα οποία
συνειδητά τα επαναφέρουμε στη μνήμη μας.
Η έκδηλη μνήμη χωρίζεται σε σημασιολογική και
επεισοδική μνήμη (Tulving, 1972).
Σημασιολογική είναι η μνήμη για γενικευμένες
παραδοχές.
Επεισοδική είναι η μνήμη για προσωπικά
γεγονότα.
Άδηλη μνήμη
Η μνήμη που έχουμε για δεξιότητες, ονομάζεται
και άδηλη μνήμη. Η βασική της διαφορά από την
έκδηλη μνήμη είναι ότι, ενώ μπορούμε να
αναγνωρίσουμε την επίδρασή της σε μία
δεξιότητα, (πχ. Βελτίωση στην οδήγηση), δεν
είμαστε σε θέση να ανακαλέσουμε συνειδητά
πώς ή πότε προήλθε αυτή η βελτίωση.
Η άδηλη μνήμη είναι ένα ξεχωριστό σύστημα από
την έκδηλη μνήμη, διότι μπορεί να επηρεαστεί
ανεξάρτητα από αυτήν.

∆ιαφορετικές μνήμες;
O Korsakoff παρατήρησε ότι ένας ασθενής
του με αμνησία φοβόταν ένα κουτί που του
έδινε μικρά σοκ, χωρίς να θυμάται τίποτε
για το σοκ.
Korsakoff
1854-1900

Μία ανάλογη παρατήρηση έγινε από τον


Claparede ο οποίος παρατήρησε ότι μία
ασθενής του με αμνησία, φοβόταν να τον
χαιρετήσει διότι σε προηγούμενες
Claparede συναντήσεις την είχε τσιμπήσει με μία
βελόνα που έκρυβε στο χέρι του.
1873-1940
Σύνδρομο Μίλνερ

Ασθενής Η.Μ.
Μετά από επέμβαση για επιληψία
έχασε την ικανότητα δημιουργίας
νέων μακρόχρονων μνημών.
B. Milner
1918- Ωστόσο η Μίλνερ βρήκε ότι
μπορούσε να μάθει νέες δεξιότητες
μέσω της άδηλης μνήμης.

Παιδική αμνησία
Ένα ιδιαίτερο είδος αμνησίας που έχει
συγκεντρώσει το ενδιαφέρον των ερευνητών,
είναι η αδυναμία μας να ανακαλέσουμε γεγονότα
που μας συνέβησαν πριν το 3ο έτος της ηλικίας
μας.
Το φαινόμενο αυτό περιγράφηκε πρώτα από τον
Φρόυντ.

Γιατί νομίζετε ότι έχουμε αμνησία της παιδικής


μας ηλικίας;
Παιδική αμνησία

Πιθανές αιτίες
1. Φθορά μνημών λόγω χρόνου
2. ∆ιαφορετική κωδικοποίηση στην παιδική και
ενήλικη ζωή.

Πώς θα εξετάζατε πειραματικά την πρώτη


υπόθεση;

Παιδική αμνησία

Η παιδική αμνησία μάλλον δεν μπορεί να


αποδοθεί στο πέρασμα του χρόνου, διότι ένας
άνθρωπος 35 χρονών θυμάται καλύτερα τα
γεγονότα από όταν ήταν 20, παρά από ότι ένας
20άρης θυμάται τα γεγονότα από όταν ήταν 5
ετών.
Παιδική αμνησία
Η παιδική αμνησία μάλλον οφείλεται στη
διαφορετική κωδικοποίηση που κάνουν τα μικρά
παιδιά.
Ενώ οι ενήλικες κωδικοποιούν τις πληροφορίες
με βάση το νόημα, τις κατηγορίες τους κλπ., τα
παιδιά φαίνεται να μην κάνουν τόσο «βαθιές»
κωδικοποιήσεις.
Ένα σημαντικό εύρημα είναι ότι η παιδική
αμνησία εξαφανίζεται ανάμεσα στα 3-5 χρόνια,
περίοδος όπου συντελείται η πρώτη μεγάλη
γλωσσική ανάπτυξη των παιδιών.

Βελτίωση της μνήμης

Γνωρίζοντας τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η


μνήμη μας, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε
μεθόδους για τη βελτίωση της απόδοσής της.
Οι τεχνικές βελτίωσης της μνήμης αναφέρονται
τόσο στην επέκταση του εύρους της
βραχύχρονης μνήμης, όσο και στην
κωδικοποίηση και την ανάσυρση από τη
μακρόχρονη μνήμη.
Ομαδοποίηση
Επειδή η ΒΜ έχει περιορισμένη χωρητικότητα,
μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε την
ομαδοποίηση ξεχωριστών στοιχείων, ώστε να
μπορούμε να αποθηκεύσουμε περισσότερα.
Η ομαδοποίηση στοιχείων στη ΒΜ προϋποθέτει
την ύπαρξη γνωστών ομάδων στη ΜΜ.
Για παράδειγμα τα στοιχεία 1, 8, 2, 1, μπορούν
εύκολα να ομαδοποιηθούν σε ένα (1821), υπό
την προϋπόθεση ότι αυτή η χρονολογία είναι
αποθηκευμένη στη ΜΜ.

Νοερές εικόνες
Η χρήση νοερών εικόνων κατά την κωδικοποίηση
πληροφοριών στη ΜΜ, βελτιώνει αισθητά την
ανάσυρσή τους.
Μία συνηθισμένη μέθοδος είναι να συνδέεται
κάθε πληροφορία νοερά με ένα τόπο που
γνωρίζουμε καλά (όπως το σπίτι μας).
Κατόπιν, φέρνοντας στο νου μας τον τόπο αυτό,
θα ανασυρθούν και οι πληροφορίες που έχουμε
συνδέσει μαζί του.
«Βάθος» επεξεργασίας

Όσο περισσότερο επεξεργαζόμαστε μία


πληροφορία που θέλουμε να αποθηκεύσουμε,
τόσο πιο εύκολο είναι να την ανασύρουμε από τη
μνήμη μας.
Συνηθισμένες πρακτικές βαθιάς κωδικοποίησης
είναι να σκεφτόμαστε τις συνέπειες και τις αιτίες
ενός γεγονότος που θέλουμε να αποθηκεύσουμε.

Πλαίσιο ανάσυρσης
Όταν το πλαίσιο κωδικοποίησης και ανάσυρσης
μιας πληροφορίας είναι το ίδιο, η ανάσυρση είναι
καλύτερη.
Έχει βρεθεί ότι ακόμη και η νοερή αναπαράσταση
του πλαισίου κωδικοποίησης μπορεί να βελτιώσει
την ανάσυρση (Smith et al., 1978).
Godden & Baddeley, 1975: Κωδικοποίηση είτε
πάνω είτε κάτω από το νερό. Ανάσυρση καλύτερη
όταν έγινε στο ίδιο πλαίσιο.
Οργάνωση

Η οργάνωση της ύλης κατά την κωδικοποίηση


είναι ίσως η καλύτερη τεχνική για τη βελτίωση της
ανάσυρσης.
Η οργάνωση ενός υλικού μπορεί να είναι
θεματική, νοηματική, κλπ.

Εξάσκηση

Η ανάσυρση υλικού βελτιώνεται με την εξάσκηση.


Ένα υλικό θα ανασυρθεί ευκολότερα αν μετά τη
μελέτη του, απαντούμε ερωτήσεις σχετικές με το
υλικό που μάθαμε.
Μάλιστα είναι προτιμότερο να εξασκούμε την
ανάσυρση ενός υλικού, παρά να
επαναλαμβάνουμε το υλικό.
Περίληψη
Η μακρόχρονη μνήμη διατηρεί πληροφορίες για μεγάλα
χρονικά διαστήματα.
Η προτιμώμενη κωδικοποίηση είναι η σημασιολογική.
Εκτός από τη φθορά του μνημονικού ίχνους, η
παρεμβολή φαίνεται να είναι κύριος παράγοντας που
εμποδίζει την ανάσυρση πληροφοριών.
Ανάλογα με το είδος πληροφοριών η ΜΜ χωρίζεται σε
άδηλη, έκδηλη, σημασιολογική και επεισοδική.
Η ταύτιση πλαισίου κωδικοποίησης και ανάσυρσης
βοηθά τη δεύτερη.

Ενότητα #7: Διαχωρισμός Βραχύχρονης και Μακρόχρονης Μνήμης 
 

 
Μάθημα 5ο

∆ιαχωρισμός Βραχύχρονης και Μακρόχρονης Μνήμης


Ορισμός
∆ιάρκεια
Κωδικοποίηση
Τοποθεσία εγγραφής
Μηχανισμοί
Γενικά Χαρακτηριστικά

∆ΙΑΧΩΡΙΣΜΟΣ ΒΜ ΚΑΙ ΜΜ
Είναι η βραχύχρονη μνήμη μία διακριτή δομή από τη
μακρόχρονη;

Τι είδους εμπειρικά δεδομένα θα σας έπειθαν;

1. Πειράματα ελεύθερης ανάκλησης


(free recall experiments)

2. Αμνησιακά Σύνδρομα
∆ΙΑΧΩΡΙΣΜΟΣ ΒΜ ΚΑΙ ΜΜ

1. Πειράματα ελεύθερης ανάκλησης


Murdock, B. B. (1962)
Λίστες λέξεων (10 - 40)
Οπτική παρουσίαση των λέξεων (ανά μία)
Χρόνοι παρουσίασης: 1 και 2 δευτ.
Ελεύθερη ανάκληση

∆ΙΑΧΩΡΙΣΜΟΣ ΒΜ ΚΑΙ ΜΜ


Murdock, B. B. (1962)

100



50

2 20


(serial position curve)


∆ΙΑΧΩΡΙΣΜΟΣ ΒΜ ΚΑΙ ΜΜ

ΕΡΜΗΝΕΙΑ
1. Επίδραση του πρόσφατου (recency effect)
Η υπεροχή των τελευταίων λέξεων οφείλεται στο ότι
αυτές ανακαλούνται από τη ΒΜ

2. Επίδραση της προτεραιότητας (primacy effect)


Η υπεροχή των πρώτων λέξεων οφείλεται στο ότι
πέρασαν στη ΜΜ μέσω επανάληψης.

∆ΙΑΧΩΡΙΣΜΟΣ ΒΜ ΚΑΙ ΜΜ

1. ΠΕΙΡΑΜΑΤΑ ΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΑΝΑΚΛΗΣΗΣ


Παράγοντες που επηρεάζουν επιλεκτικά την
επίδραση του πρόσφατου
Τι νομίζετε;

1. Καθυστέρηση στην ανάκληση


2. Έργο απόσπασης προσοχής
∆ΙΑΧΩΡΙΣΜΟΣ ΒΜ ΚΑΙ ΜΜ

1. Πειράματα ελεύθερης ανάκλησης


Παράγοντες που επηρεάζουν επιλεκτικά την
επίδραση της προτεραιότητας:

1. Σημασιολογική συνάφεια λέξεων

2. Εικονική συνάφεια λέξεων

∆ΙΑΧΩΡΙΣΜΟΣ ΒΜ ΚΑΙ ΜΜ

Anterograde amnesia
Αδυναμία δημιουργίας μνημών μετά το τραυματικό
γεγονός. ∆ιατήρηση διαδικαστικής μνήμης.

Retrograde amnesia
Αδυναμία ανάσυρσης πληροφοριών πριν τον
τραυματισμό. ∆ιαβάθμιση απώλειας (μεγαλύτερη
κοντά στο τραυματικό γεγονός). ∆ιατήρηση
δημιουργίας νέων μακρόχρονων μνημών.
Ενότητα #8: Θεωρητικά μοντέλα 
 

Θεωρητικά μοντέλα 

Πολυδομικό μοντέλο  
(Atkinson & Shiffrin, 1968) 
 
Επιπέδου επεξεργασίας  
(Craik & Lockhart, 1972) 
 
Εργαζόμενη μνήμη  
(Baddeley & Hitch, 1974) 
Atkinson & Shiffrin 
Η μνήμη αποτελείται από ανεξάρτητες δομικές μονάδες 

Αισθητήρια Βραχύχρονη Μακρόχρονη


καταγραφή Μνήμη Μνήμη

Atkinson & Shiffrin 
Προκαθορισμένη ροή πληροφοριών 

Αισθητήρια Βραχύχρονη Μακρόχρονη


καταγραφή Μνήμη Μνήμη

Αντίδραση
Atkinson & Shiffrin 
Ποιες πληροφορίες περνάνε στη Μακρόχρονη Μνήμη; 
 
 
 
Αισθητήρια Βραχύχρονη Μακρόχρονη
καταγραφή  
Μνήμη Μνήμη
 
  Υποφωνητική
επανάληψη
 
 
Όσο περισσότερο μένει μία πληροφορία στη ΒΜ, τόσο 
περισσότερο επαναλαμβάνεται και άρα έχει μεγαλύτερες 
πιθανότητες να περάσει στη ΜΜ. 

Atkinson & Shiffrin 
Κριτική 
 
Χρειάζεται πάντα επανάληψη για να περάσει κάτι στη 
μνήμη μας; 
 
Η επανάληψη δε συνεπάγεται πέρασμα πληροφοριών στη 
ΜΜ (Morton, 1967) 
 
Η κωδικοποίηση στη ΒΜ μπορεί να είναι και 
σημασιολογική και όχι μόνο ακουστική. 
Craik & Lockhart 
Έμφαση στην επεξεργασία των πληροφοριών και όχι στα 
στάδια της μνήμης. 
 
 
 
Τρία είδη επεξεργασίας 
 
Οπτική‐ Επιφανειακή 
 
Ακουστική‐ Φωνητική 
 
Σημασιολογική 

Craik & Lockhart 
Το ίχνος της πληροφορίας από κάθε είδος επεξεργασίας 
έχει διαφορετικό χρόνο διατήρησης στη μνήμη. 
 
Από το μικρότερο στο μεγαλύτερο χρόνο παραμονής 
έχουμε: 
 
Οπτική‐ Επιφανειακή 
 
Ακουστική‐ Φωνητική 
 
Σημασιολογική 
Κρίσιμος παράγοντας είναι το βάθος της επεξεργασίας και 
όχι η επανάληψη. 
Craik & Lockhart 
Μέθοδος τυχαίας μάθησης (Craik & Tulving, 1975) 
 
Παρουσίαση λέξεων για 2 δευτερόλεπτα τη μία 
 
Ερώτηση επεξεργασίας (3 τύποι) 
Μοιάζει η λέξη; 
Ηχεί παρόμοια η λέξη; 
Ταιριάζει η λέξη στη φράση; 
 
Ανάκληση 
 
Αποτέλεσμα 
Βαθύτερη κωδικοποίηση = καλύτερη ανάκληση 

Craik & Lockhart 

Κριτική 
 
Φτωχός λειτουργικός προσδιορισμός του επιπέδου 
επεξεργασίας (πώς γνωρίζουμε τι επίπεδο επεξεργασίας 
συμβαίνει για μία πληροφορία;). 
 
Έμφαση στην κωδικοποίηση και όχι στην ανάκληση 
 
Ανεξαρτησία επιπέδων επεξεργασίας 
Baddeley & Hitch 
Η Βραχύχρονη Μνήμη δεν είναι ένα ενιαίο μνημονικό 
σύστημα. 
Τρεις βασικές δομές (στο μοντέλο του ‘74) 

Κεντρικός
Επεξεργαστής

Φωνητικό Οπτικο-Χωρικός
Κύκλωμα ∆ίσκος

Baddeley & Hitch 
Τέσσερεις βασικές δομές (στο μοντέλο του 2000) 
 
 
Κεντρικός
Επεξεργαστής
 
 
Φωνητικό  
Οπτικο-Χωρικός Επεισοδικό
Κύκλωμα ∆ίσκος
  Κύκλωμα

 
 
Ο κεντρικός επεξεργαστής καθορίζει τη λειτουργία των 
τριών «υποτελών» συστημάτων (slave systems), τα οποία 
είναι υπεύθυνα για την επεξεργασία διαφορετικών τύπων 
δεδομένων. 
Baddeley & Hitch 
Κεντρικός επεξεργαστής (central executive) 
 
Α. Ορίζει εάν η πληροφορία θα χρησιμοποιηθεί για άμεσο 
έργο ή εάν θα αποθηκευθεί. 
 
Β. Συνενώνει πληροφορίες από τα υποτελή συστήματα και 
τη ΜΜ. 
 
Γ. Εμπλέκεται στη λειτουργία της επιλεκτικής προσοχής 
(selective attention). 
 
Δ. Θεωρείται ότι η λειτουργία του επηρεάζεται από τη νόσο 
Αλτζχάιμερ (Baddeley & Della Sala, 1996). 

Baddeley & Hitch 
Φωνολογικό κύκλωμα [Phonological (articulatory) 
loop] 
 
Δύο υπομονάδες 
Α. Φωνολογική αποθήκευση (phonological store) 
Συγκρατεί ακουστικές πληροφορίες έως 2 δευτερόλεπτα. 
 
Β. Στοιχείο υποφωνητικής επανάληψης (articulatory 
rehearsal component) 
Ανανεώνει τη συγκράτηση της ακουστικής πληροφορίας 
μέσω υποφωνητικής επανάληψης. 
 
Baddeley & Hitch 
Οπτικο‐ Χωρικός δίσκος (Visuospatial scketchpad) 
 
Συγκράτηση και αναπαραγωγή οπτικο‐ χωρικών και 
πιθανά αισθησιοκινητικών ερεθισμάτων. 
 
Εμπλέκεται στη διαδικασία νοερών εικόνων (mental 
imagery). 
 
Πιθανώς να χωρίζεται σε ανεξάρτητα υποσυστήματα όπως 
το φωνολογικό κύκλωμα για διεκπεραίωση οπτικών και 
χωρικών λειτουργιών (Logie, 1995). 
 
Πιθανολογείται ότι εδράζεται στο δεξί ημισφαίριο. 

Baddeley & Hitch 
Επεισοδικό κύκλωμα (episodic buffer) 
 
Συνδυάζει οπτικές, φωνολογικές και σημασιολογικές 
πληροφορίες σε ενότητες με χρονική αλληλουχία. 
 
Θεωρείται ότι έχει συνδέσεις με τη Μακρόχρονη Μνήμη και 
με σημασιολογικές πληροφορίες ερεθισμάτων. 
 
Μνημονικοί ασθενείς με αδυναμία κωδικοποίησης 
πληροφοριών στη ΜΜ, έχουν δυνατότητα συγκράτησης 
πληροφοριών για ιστορίες, που ξεπερνά τις δυνατότητες 
του φωνολογικού κυκλώματος (Baddeley and Wilson, 2002). 
Baddeley & Hitch 
Πώς ξέρουμε ότι τα συστήματα της ΒΜ είναι ανεξάρτητα; 
Μέθοδος παρεμβαλλόμενων έργων (interference tasks) 
 
Συγκράτηση 1‐8 ψηφίων 
Φωναχτή επανάληψη 
Εκτέλεση έργου λογικής 
Μέτρηση ταχύτητας αντίδρασης και ακρίβειας 
RT

Errors

1 8
Digit load

Baddeley & Hitch 
Κάθε υποσύστημα έχει περιορισμένη δυνατότητα 
επεξεργασίας, για αυτό ο χρόνος αντίδρασης αυξάνεται με 
την αύξηση των ψηφίων. 
 
Ωστόσο τα υποσυστήματα είναι ανεξάρτητα μεταξύ τους, 
για αυτό τα λάθη δεν αυξάνονται με την αύξηση των 
ψηφίων. 
 
Επίσης σε άλλες έρευνες έχει βρεθεί ότι έργα που αφορούν 
διαφορετικού τύπου πληροφορίες, μπορούν να 
επεξεργαστούν ταυτόχρονα, σε μεγαλύτερο βαθμό από ότι 
έργα με παρόμοιου τύπου πληροφορίες. 
Baddeley & Hitch 

Κριτική 
 
Ξέρουμε λίγα για τον κεντρικό επεξεργαστή, το 
φωνολογικό κύκλωμα, και το επεισοδικό κύκλωμα. 
 
Έμφαση σε ένα μόνο τμήμα της μνήμης. 
 
Περιορισμένη θεωρητική προβλεψιμότητα, αλλά μεγάλη 
αφομοίωση δεδομένων για Βραχύχρονη Μνήμη. 

Ενότητα #9: Κατηγοριοποίηση 
 

 
Κατηγοριοποίηση 
  Εισαγωγή 
  Κατηγοριοποίηση νέων αντικειμένων 
    Ομοιότητα 
  Πειραματική Προσέγγιση 
  Θεωρίες Κατηγοριοποίησης 
    Το Μοντέλο Εφαρμογής Κανόνων 
    Μοντέλα Ομοιότητας 
    Θεωρία Θεωριών 

Εισαγωγή ‐ Ορισμοί 

Κατηγοριοποίηση (categorization) είναι η διεργασία 
που μας επιτρέπει την ομαδοποίηση αντικειμένων – 
εννοιών – γνωστικών σχημάτων, κλπ. σε ενιαίες 
κατηγορίες. 
Από τον πάνω ορισμό προκύπτει ότι η 
κατηγοριοποίηση δεν αφορά μόνο σε αντικείμενα, 
αλλά επεκτείνεται σε όλες τις «γνωσιακές 
εμπειρίες» του ανθρώπου. 
Εισαγωγή ‐ Ορισμοί 
Η κατηγοριοποίηση έχει στόχο την οργάνωση των 
πληροφοριών ώστε να ικανοποιείται η απαίτηση 
του γνωστικού μας συστήματος για λειτουργική 
οικονομία. 
Οι κατηγορίες που προκύπτουν είναι ομάδες 
αντικειμένων που αντιμετωπίζονται ως σύνολο. 
Συνεπώς, μπορεί να μην μας ενδιαφέρει η ανάλυση 
των επιμέρους χαρακτηριστικών τους. 
Οι κατηγορίες είναι βασικά δομικά συστατικά της 
σκέψης μας. 

Κατηγοριοποίηση νέων αντικειμένων 

Δύο κύρια ερωτήματα στην μελέτη της 
κατηγοριοποίησης: 
 
1.Πώς κατηγοριοποιούμε ένα νέο αντικείμενο σε 
υπάρχουσες κατηγορίες; 
2.Πώς αναπτύσσονται οι κατηγορίες του γνωστικού 
μας συστήματος; 
Κατηγοριοποίηση νέων αντικειμένων 

Πώς νομίζετε ότι εντάσσουμε αντικείμενα σε 
προϋπάρχουσες κατηγορίες; 
Ομοιότητα 
Όμως… 
Με ποιο αντικείμενο της κατηγορίας θα 
συγκρίνουμε; 
Ποιος βαθμός ομοιότητας είναι επαρκής; 
Ποια χαρακτηριστικά του αντικειμένου θα 
συγκριθούν; 

Πειραματική προσέγγιση 
Πώς θα μελετούσατε πειραματικά τις διεργασίες 
κατηγοριοποίησης; 
Ποιες είναι οι συνθήκες που πρέπει να πληρούνται 
ώστε να είναι δυνατή η πειραματική μελέτη της 
κατηγοριοποίησης; 
Πρέπει να διαπιστώσουμε εάν υπάρχουν κοινές 
διεργασίες ομαδοποίησης για διαφορετικούς 
ανθρώπους. 
Ωστόσο, για κατηγοριοποίηση αφηρημένων 
εννοιών, φαίνεται ότι υπάρχουν μεγάλες ατομικές 
διαφορές… 
Θεωρίες κατηγοριοποίησης 

Κλασσική προσέγγιση 
 
Θεωρία ομοιότητας παραδειγμάτων 
 
Θεωρία ομοιότητας προτύπων 
 
Θεωρία θεωριών 

Κλασσική προσέγγιση 
Η κλασσική προσέγγιση στην κατηγοριοποίηση 
υποθέτει την ύπαρξη ενός κανόνα που περιγράφει 
τα βασικά χαρακτηριστικά μιας κατηγορίας. 
 
Εάν ένα νέο αντικείμενο έχει χαρακτηριστικά 
ταυτόσημα με εκείνα που περιγράφονται στον 
κανόνα – ορισμό, τότε εντάσσεται στην κατηγορία. 
 
Μπορείτε να βρείτε παραδείγματα κανόνων που 
περιγράφουν μία κατηγορία; 
Καθοριστικά χαρακτηριστικά
Τρίγωνα = κλειστά γεωμετρικά σχήματα με τρεις 
γωνίες και τρεις πλευρές.
Συνεπώς είναι πολύ ξεκάθαρο τι είναι και τι δεν 
είναι τρίγωνο. 
Ένα σχήμα που περιλαμβάνει τα καθοριστικά 
χαρακτηριστικά του ορισμού, ανήκει στην 
κατηγορία. 
Αυτή είναι και η πρώτη βασική αρχή της κλασσικής 
προσέγγισης. 
Τα όρια που χωρίζουν τα μέλη μιας κατηγορίας από 
τα μέλη μιας άλλης είναι εμφανή. 

Ισοδυναμία μελών
Στην κλασσική προσέγγιση δεν υπάρχουν διαφορές 
στην κατάταξη της αντιπροσωπευτικότητας των 
μελών κάθε κατηγορίας. 
Δύο τρίγωνα είναι εξίσου «καλά» τρίγωνα, εφόσον 
διαθέτουν τα καθοριστικά χαρακτηριστικά της 
κατηγορίας. 
Ακαμψία των κατηγοριών

Στην κλασσική προσέγγιση η κατηγοριοποίηση είναι 
άκαμπτη και δεν επηρεάζεται από πληροφορίες 
πλαισίου που συνοδεύουν ένα αντικείμενο. 
Εάν ένα χαρακτηριστικό είναι καθοριστικό για μια 
κατηγορία, τότε θα πρέπει πάντα να οδηγεί στην 
ένταξη των αντικειμένων που το διαθέτουν, στη 
συγκεκριμένη κατηγορία. 

Ορισμοί για όλες τις κατηγορίες

Εάν η κλασσική προσέγγιση είναι ο ορθότερος 
τρόπος με τον οποίο συντελείται η 
κατηγοριοποίηση, τότε θα έπρεπε να υπάρχουν 
ορισμοί καθοριστικών χαρακτηριστικών για όλες τις 
κατηγορίες. 
Ασυνείδητη κατηγοριοποίηση

Σύμφωνα με την κλασσική προσέγγιση, η 
κατηγοριοποίηση δεν είναι απαραίτητα μία 
«λογική» και «ενσυνείδητη» διεργασία. 
Είναι δυνατόν οι διεργασίες κατηγοριοποίησης να 
επιτελούνται με τρόπο αυτόματο. 

Το πείραμα του Rips (1989)


O Rips ζήτησε από τους συμμετέχοντες να 
κατηγοριοποιήσουν ένα ζώο, που έχει μεταλλαχθεί 
από κάποιο τοξικό ατύχημα. Το ζώο μοιάζει με 
έντομο, αλλά ζευγαρώνει και αναπαράγεται με 
πτηνά. 
Εάν οι άνθρωποι κατηγοριοποιούν βάση κανόνων, 
τότε το ζώο θα έπρεπε να κατηγοριοποιηθεί ως 
πτηνό. 
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι συμμετέχοντες 
κατηγοριοποίησαν το ζώο ως πτηνό, αγνοώντας τα 
«επιφανειακά» του χαρακτηριστικά. 
Το πείραμα του Rips (1989)
Αν και τα αποτελέσματα του Rips φαίνεται να 
επιβεβαιώνουν την κλασσική προσέγγιση, ωστόσο 
υπάρχουν και εξαιρέσεις. 
Σε μία παρόμοια μελέτη οι Pothos & Hahn, έδειξαν 
ότι οι παρατηρητές δεν κατηγοριοποίησαν ένα 
πτηνό ως κοράκι (παρότι και έμοιαζε και ζευγάρωνε 
με άλλα κοράκια), διότι προερχόταν από 
διαφορετικό πλανήτη! 
Συνεπώς δεν κατηγοριοποιούμε πάντα βάσει ενός 
κανόνα. Αυτό είναι πρόβλημα για την κλασσική 
προσέγγιση. 

Θεωρία ομοιότητας παραδειγμάτων


Η θεωρία αυτή είναι το απλούστερο υπολογιστικό 
μοντέλο κατηγοριοποίησης που έχει προταθεί. 
 
Σύμφωνα με τη θεωρία, ένα νέο αντικείμενο, θα 
ενταχθεί σε εκείνη την (προϋπάρχουσα) κατηγορία, 
με τα μέλη της οποίας θα έχει τη μεγαλύτερη 
ομοιότητα. 
 
Το μοντέλο αυτό δεν ενδιαφέρεται για τη 
δημιουργία κατηγοριών, αλλά μόνο για την 
κατηγοριοποίηση νέων αντικειμένων. 
Θεωρία ομοιότητας παραδειγμάτων
Για κάθε νέο αντικείμενο, υπολογίζεται η ομοιότητά 
του με ΌΛΑ τα αντικείμενα της υπάρχουσας 
κατηγορίας. Οι βαθμοί ομοιότητας συγκρίνονται για 
ΟΛΕΣ τις κατηγορίες. 
Ομοιότητα αντικειμένου Χ με αντικείμενα 
κατηγορίας Α 
Ομοιότητα αντικειμένου Χ με αντικείμενα όλων των 
κατηγοριών 
Η κατηγορία που έχει τη μεγαλύτερη ομοιότητα με 
το αντικείμενο, συγκεντρώνει και τη μεγαλύτερη 
πιθανότητα ένταξής του στην κατηγορία. 

Θεωρία ομοιότητας παραδειγμάτων

Πώς θα ελέγχατε πειραματικά τις προβλέψεις της 
θεωρίας ομοιότητας παραδειγμάτων; 
Πειραματικό παράδειγμα
Πρώτα δημιουργούμε κάποιες τεχνητές κατηγορίες 
από μία σειρά αντικειμένων (π.χ. σχήματα), τις 
οποίες «διδάσκουμε» στους συμμετέχοντες. 

Κατ. 1 

Κατ. 2 

Πειραματικό παράδειγμα
Αφού έχουμε δημιουργήσει τις κατηγορίες, 
θέλουμε να υπολογίσουμε την ομοιότητα ενός 
καινούριου αντικειμένου με τα μέλη των 
κατηγοριών μας. 
Πώς θα το κάνατε; 
 
Ο απλούστερος τρόπος είναι να δείχνουμε σε ζεύγη 
το νέο αντικείμενο με όλα τα μέλη, και να ζητάμε 
μία κρίση ομοιότητας από τους συμμετέχοντες από 
το 1 έως το 10, όπου 1 ανόμοιο και 10 εντελώς 
όμοιο. 
Πειραματικό παράδειγμα
Ζεύγη αντικειμένων  Κρίση ομοιότητας 
1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10 

1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10 

1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10 

1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10 

1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10 

1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10 

Πειραματικό παράδειγμα
Υπολογισμός ομοιότητας 
Ομοιότητα με κατηγορία 1 
9+9+9  27 
0,69 
9+9+9+4+4+4  39 
Ομοιότητα με κατηγορία 2 
4+4+4  12 
0,31 
4+4+4+9+9+9  39 

Άρα η πιθανότητα να καταταχθεί το αντικείμενο 
στην κατηγορία 1 είναι 69% και στη 2 είναι 31%. 
Κριτική
Ελέγξιμη πειραματικά πρόβλεψη της πιθανότητας 
κατηγοριοποίησης ενός αντικειμένου σε μία 
κατηγορία. 
Πώς την ελέγχουμε; 
 
Προβλήματα με τον λειτουργικό προσδιορισμό της 
ομοιότητας. 
 
Το μοντέλο φαίνεται να μην είναι οικονομικό. 

Θεωρία ομοιότητας πρωτοτύπων

Φαινομενολογικές παρατηρήσεις: 
 
Είναι δυνατόν η κατηγοριοποίηση αντικειμένων να 
περιλαμβάνει εξαντλητική σύγκριση ομοιότητας 
μεταξύ του αντικειμένου και όλων των υπολοίπων 
αντικειμένων των κατηγοριών; 
 
Έχουμε συνήθως στο μυαλό μας μία τυπική 
(πρωτότυπη) αναπαράσταση για κάθε κατηγορία; 
Θεωρία ομοιότητας πρωτοτύπων

Η θεωρία ομοιότητας πρωτοτύπων αναπτύχθηκε 
γύρω από την ιδέα ότι το γνωστικό σύστημα θα 
χρειαζόταν υπερβολικούς υπολογιστικούς πόρους 
για να κάνει ταυτόχρονους υπολογισμούς 
ομοιότητας ενός νέου αντικειμένου με ΌΛΑ τα 
αντικείμενα υπαρχουσών κατηγοριών. 
Η θεωρία πρότεινε ότι αντί αυτού, η σύγκριση 
ομοιότητας του νέου αντικειμένου, γίνεται με το 
πρωτότυπο κάθε κατηγορίας. 

Θεωρία ομοιότητας πρωτοτύπων

Φαινομενολογικές παρατηρήσεις: 
 
Είναι δυνατόν η κατηγοριοποίηση αντικειμένων να 
περιλαμβάνει εξαντλητική σύγκριση ομοιότητας 
μεταξύ του αντικειμένου και όλων των υπολοίπων 
αντικειμένων των κατηγοριών; 
 
Έχουμε συνήθως στο μυαλό μας μία τυπική 
(πρωτότυπη) αναπαράσταση για κάθε κατηγορία; 
Θεωρία ομοιότητας πρωτοτύπων

Εάν οι κατηγορίες μας περιέχουν «ισοδύναμα» 
μέλη, τότε κάθε φορά που κάποιος σκέπτεται μία 
κατηγορία, έχει συνείδηση όλων των μελών της; 
 
Φαίνεται πως όχι! 
 
Αν κάποιος σας ζητήσει π.χ. να σκεφτείτε ένα 
δέντρο, μάλλον δε θα σας έρθει στο μυαλό ένα 
μπονσάι… 

Τι είναι τα πρωτότυπα;
Τα πρωτότυπα κατηγοριών (σύμφωνα με τη 
θεωρία) είναι ένα αντικείμενο που αντικατοπτρίζει 
τον μέσο όρο της κατηγορίας. 
Τα πρωτότυπα δεν είναι (θεωρητικά) απαραίτητο να 
είναι πραγματικά αποθηκευμένα αντικείμενα! 
Ωστόσο φαίνεται ότι αναπαρίστανται στο γνωστικό 
σύστημα. 
Για να καταταγεί ένα νέο αντικείμενο σε μία 
κατηγορία, θα πρέπει να έχει υψηλή ομοιότητα με 
το πρωτότυπο της κατηγορίας. 
Πώς υπολογίζεται το πρωτότυπο;
Ο υπολογισμός της πιθανότητας κατηγοριοποίησης 
ενός αντικειμένου σε μία κατηγορία, είναι 
παρόμοιος στις δύο θεωρίες υπολογισμού 
ομοιότητας. 
Στο μοντέλο ομοιότητας πρωτοτύπων ωστόσο 
χρειάζεται να συγκριθεί η ομοιότητα με το 
πρωτότυπο της κάθε κατηγορίας. 
Ο υπολογισμός του πρωτοτύπου είναι ουσιαστικά 
ένας μέσος όρος των χαρακτηριστικών όλων των 
μελών της κατηγορίας. 

Πώς υπολογίζεται το πρωτότυπο;


Ας υποθέσουμε ότι έχουμε δύο τεχνητές κατηγορίες 
ορθογωνίων που διαφέρουν στις δύο διαστάσεις 
τους. Αυτές οι κατηγορίες μπορούν να 
αναπαρασταθούν σε ένα καρτεσιανό διάγραμμα. 

Πλάτος
Η κατηγορία Α έχει γενικά 
μέλη με μεγάλο ύψος και 
μικρό πλάτος, ενώ η Β έχει 
μέλη με μεγάλο πλάτος και 
μικρό ύψος. 
Τα πρωτότυπα των 
κατηγοριών Α και Β 
Πλάτος
υπολογίζονται ως εξής: 
Απρωτ. = ύψος(Α1+Α2+Α3)/3,πλάτος(Α1+Α2+Α3)/3= 
(9+8+6)/3, (3+1+3)/3=23/3, 7/3= 7.67, 2,33  

Βπρωτ. = ύψος(Α1+Α2+Α3)/3,πλάτος(Α1+Α2+Α3)/3= 
(3+3+4)/3, (8+9+9)/3=10/3, 26/3= 3.33, 8,67  

Ομοιότητα με πρωτότυπο
Έχοντας υπολογίσει τα 
πρωτότυπα της κάθε 
κατηγορίας, μπορούμε 
τώρα να υπολογίσουμε την 
ομοιότητα ενός νέου 
αντικειμένου «Χ» με τα 
πρωτότυπα των 
Πλάτος κατηγοριών μας. 
Έστω ότι το αντικείμενο «Χ», έχει Υ= 6 και Π= 7. 
Μπορεί να αναπαρασταθεί στο διάγραμμά μας. Η 
ομοιότητά του με τα πρωτότυπα των κατηγοριών, 
εξαρτάται από την απόστασή τους στο διάγραμμα. 
Όσο μικρότερη είναι η 
απόσταση μεταξύ του Χ και 
του πρωτοτύπου μιας 
κατηγορίας, τόσο 
μεγαλύτερη είναι η 
ομοιότητά τους. 

Πλάτος

(Διαφορά Α, Χ)2= (7.67‐6)2 + (2.33‐7)2 = (1.67)2 + (‐4.67)2 = 2.79 
+ 21.81 = 24.60 => διαφορά Α, Χ = 4.96 

(Διαφορά Β, Χ)2= (3.33‐6)2 + (8.67‐7)2 = (‐2.67)2 + (1.67)2 = 7.13 
+ 2.79 = 9.92 => διαφορά Β, Χ = 3.14 

Προσέξτε ότι οι διαφορές 
που υπολογίσαμε μόλις, 
είναι τιμές απόστασης των 
πρωτοτύπων από το 
αντικείμενο. Επομένως 
πρέπει να υπολογίσουμε την 
πιθανότητα ένταξης του 
Πλάτος αντικειμένου στις 
κατηγορίες. 
Επειδή εδώ υπολογίσαμε 
διαφορές και όχι ομοιότητες, 
ο τύπος που χρησιμοποιούμε 
αλλάζει ως εξής: 
Πιθανότητα ένταξης του Χ στις κατηγορίες Α 
και Β 
Πιθανότητα ένταξης του Χ στην Α 
Ομοιότητα (Α,Χ)  e‐4.96 
0.14 
(Ομοιότητα (Α,Χ) + Ομοιότητα (Β,Χ))  (e‐4.96 + e‐3.14) 

Πιθανότητα ένταξης του Χ στη Β 
Ομοιότητα (B,Χ)  e‐3.14 
0.86 
(Ομοιότητα (B,Χ) + Ομοιότητα (A,Χ))  (e‐3.14 + e‐4.96) 

Η σταθερά e ισούται με 2.718 και αποτελεί τη βάση του φυσικού λογαρίθμου.

Γνωστική οικονομία
Θεωρητικά η κατηγοριοποίηση βάση ομοιότητας 
πρωτοτύπων είναι σαφώς ταχύτερη από εκείνη 
βάση ομοιότητας παραδειγμάτων. 
Μάλιστα, θα ήταν δυνατό η κατηγοριοποίηση ενός 
νέου αντικειμένου σε μία κατηγορία, να μη 
βασίζεται πάντα στον εξαντλητικό υπολογισμό των 
πιθανοτήτων, αλλά στην επισκόπηση της θέσης του 
αντικειμένου σε ένα καρτεσιανό διάγραμμα. 
Το παραπάνω, έχει σαν αποτέλεσμα την μεγάλη 
γνωστική οικονομία των μοντέλων ομοιότητας 
πρωτοτύπων. 
Επισκόπηση ομοιότητας με πρωτότυπα στο 
καρτεσιανό διάγραμμα. 

Πλάτος

Ισότητα μαθηματικών προβλέψεων


Οι προβλέψεις κατηγοριοποίησης των δύο θεωριών 
ομοιότητας δεν διαφέρουν η μία από την άλλη. 
Είτε χρησιμοποιήσουμε υπολογισμό ομοιότητας 
παραδειγμάτων είτε πρωτοτύπων, το αποτέλεσμα 
που αφορά την πιθανότητα ένταξης σε κατηγορίες 
είναι το ίδιο. 
Ωστόσο, υπάρχουν πολλές διαφορετικές εκδοχές 
των μοντέλων που δεν αναπτύσσονται εδώ. 
Επίσης τα μοντέλα πρωτοτύπων θέτουν 
περιορισμούς στο ποια αντικείμενα μπορούν να 
κατηγοριοποιηθούν σε ποιες κατηγορίες. 
Αναπαράσταση πρωτοτύπου
Σύμφωνα με τη θεωρία ομοιότητας πρωτοτύπων, 
το πρωτότυπο κάθε κατηγορίας αναπαρίσταται στο 
γνωστικό μας σύστημα. 
Πώς θα το εξετάζατε πειραματικά; 
Αυτή η πρόβλεψη έχει επαληθευθεί πειραματικά. 
Σε πειράματα αναγνώρισης μελών μαθημένων 
κατηγοριών, τα πρωτότυπα (αν και δεν τα είχαν δει 
ποτέ οι συμμετέχοντες) αναγνωρίστηκαν 
λανθασμένα, ως αντικείμενα των κατηγοριών που 
είχαν δει στη φάση εκμάθησης. 

Κριτική
Ελέγξιμη πειραματικά πρόβλεψη της πιθανότητας 
κατηγοριοποίησης ενός αντικειμένου σε μία 
κατηγορία. 
Γνωστική οικονομία. 
 
Προβλήματα με τον λειτουργικό προσδιορισμό της 
ομοιότητας. 
Προβλήματα που σχετίζονται με την ισοδυναμία 
των «αξόνων» ομοιότητας. 
Θεωρία θεωριών
Κάποιες κατηγορίες μας φαίνονται «καλές» ή 
«λογικές» ενώ κάποιες άλλες όχι. 
Μάλιστα, οι «καλές» κατηγορίες, φαίνεται να έχουν 
μία αντίστοιχη παγκόσμια έννοια σε κάθε γλώσσα, 
ενώ μία όχι τόσο «καλή» κατηγορία, θα απουσιάζει 
από το λεξιλόγιο των περισσότερων πολιτισμών. 
Η θεωρία θεωριών Murphy & Medin (1985), 
προσπαθεί να απαντήσει κυρίως στο εξής ερώτημα: 
Τι κάνει μία κατηγορία να έχει μεγαλύτερη συνοχή 
από μία άλλη; 

Θεωρία θεωριών

Η βασική αρχή της θεωρίας θεωριών είναι ότι στη 
συνοχή μίας κατηγορίας (αλλά και στις διεργασίες 
κατηγοριοποίησης νέων αντικειμένων) δεν 
μπορούμε να βασιστούμε μόνο σε κανόνες ή 
υπολογισμούς ομοιότητας. 
Αντίθετα θα πρέπει να συμπεριλάβουμε 
προσωπικές εμπειρίες του κάθε ατόμου, που είναι 
δυνατόν να επηρεάζουν τις κατηγορίες. 
Θεωρία θεωριών
Αν δείτε μία γάτα χωρίς ουρά, θα κατατάξετε αυτό 
το χαρακτηριστικό ως «τραυματισμό» ή ως 
«χαρακτηριστικό ράτσας»; Είναι οι γάτες 
επικίνδυνες; Αλλάζουν οι διατροφικές τους 
συνήθειες με την ηλικία; 
Προφανώς οι απαντήσεις θα εξαρτηθούν από τις 
γνώσεις και τις εμπειρίες που έχετε για τις γάτες.  
(σημείωση «Γέρος) 
Συνεπώς, η κατανόηση μίας κατηγορίας 
περιλαμβάνει τον τρόπο θεώρησης του κόσμου από 
τον κάθε άνθρωπο. 

Κριτική

Αποδεκτή ως η εγκυρότερη προσέγγιση για τον 
υπολογισμό της συνοχής των κατηγοριών. 
 
Περισσότερο αποτελούν φαινομενολογικές 
παρατηρήσεις και όχι πραγματικά γνωστικά 
μοντέλα κατηγοριοποίησης. 
Πιθανώς οι ομοιότητες στις διεργασίες 
κατηγοριοποίησης ανάμεσα στα άτομα είναι 
μεγαλύτερες από εκείνες που προβλέπει η θεωρία. 
Ανακεφαλαίωση
Τα μοντέλα κατηγοριοποίησης προσπαθούν να προβλέψουν την 
πιθανότητα ένταξης των αντικειμένων στις κατηγορίες και τη γένεση 
των κατηγοριών. 
Η κλασσική προσέγγιση στηρίζεται στην εφαρμογή κανόνων στην 
κατηγοριοποίηση. 
Η θεωρία ομοιότητας παραδειγμάτων βασίζεται σε υπολογισμούς 
ομοιότητας νέων αντικειμένων με τα μέλη όλων των κατηγοριών. 
Η θεωρία ομοιότητας πρωτοτύπων βασίζεται σε υπολογισμούς 
ομοιότητας με πρωτότυπα κατηγοριών. 
Η θεωρία θεωριών ασχολείται κυρίως με τη δημιουργία κατηγοριών 
και όχι με διεργασίες ένταξης αντικειμένων σε κατηγορίες. 
Δεν έχουμε ενιαία θεωρία κατηγοριοποίησης. Στοιχεία από όλες τις 
θεωρίες φαίνεται να χρησιμοποιούνται στις διεργασίες  
κατηγοριοποίησης. 

Ενότητα #10: Αναπαραστάσεις 
 

 
Αναπαραστάσεις 
  Το πραγματικό και το νοερό 
  Τι είναι οι αναπαραστάσεις; 
  Προβλήματα στη μελέτη τους 
  Μοντέλα 
  Αναλογικές Αναπαραστάσεις 
  Προτασιακές Αναπαραστάσεις 

Ποιον κόσμο έχουμε στο μυαλό μας; 
My mind withdrew its thoughts from experience, extracting itself from the contradictory
throng of sensuous images, that it might find out what that light was wherein it was
bathed...
St. Augustine

Το γνωστικό σύστημα είναι ο «δημιουργός» του 
κόσμου μας. 
Η «κοσμοθεωρία» μας δεν ανταποκρίνεται σε όλα 
τα χαρακτηριστικά του αντικειμενικού 
περιβάλλοντός μας. 
Αυτό συμβαίνει διότι το γνωστικό μας σύστημα έχει 
περιορισμούς στην επεξεργασία των ερεθισμάτων 
του περιβάλλοντος. 
Δύο περιορισμοί 

Το αντιληπτικό μας σύστημα μπορεί να 
επεξεργαστεί μόνο ένα μέρος της «εν δυνάμει» 
αντιληπτικής πραγματικότητας. 
 
Η επεξεργασία των στοιχείων του περιβάλλοντος 
δεν είναι ισοδύναμη, αλλά εξαρτάται από την 
διοχέτευση «υπολογιστικών πόρων» σε κάποια που 
θεωρούνται σημαντικά για την επιβίωσή μας. 

Τι είναι οι αναπαραστάσεις; 
Οι αναπαραστάσεις είναι τα στοιχεία που 
χρησιμοποιεί το γνωστικό μας σύστημα για την 
περιγραφή και κατανόηση του κόσμου. 
 
Ο τρόπος δημιουργίας και το περιεχόμενο των 
αναπαραστάσεων είναι πολύ σημαντικός για την 
ψυχολογία, διότι οι αναπαραστάσεις 
χρησιμοποιούνται σε όλες τις θεωρίες της 
Γνωστικής Ψυχολογίας (Αντίληψη, Μνήμη, Γλώσσα, 
Μάθηση, Κατηγοριοποίηση, κλπ.) 
Προβλήματα μελέτης αναπαραστάσεων 
Τι είδους αναπαραστάσεις είναι κατάλληλες για τα 
μοντέλα της γνωστικής επιστήμης; 
Π.χ. για την κατηγοριοποίηση ενός αντικειμένου σε μία 
ομάδα μπορούμε να υπολογίσουμε την ομοιότητά του με 
τα μέλη της. Για να γίνει αυτό πρέπει να έχουμε κάποια 
γνώση για τη μορφή της αναπαράστασης των 
αντικειμένων! 
Τι είδους υποθέσεις έχουμε για την πραγματική 
μορφή των νοερών αναπαραστάσεων; 
Στα γνωστικά μοντέλα χρησιμοποιούμε απλά 
παραδείγματα και απλά χαρακτηριστικά. Προσεγγίζει αυτή 
η απλοποιημένη αναπαράσταση τις πραγματικές 
αναπαραστάσεις για καθημερινά αντικείμενα; 

Αναπαραστάσεις και ομοιότητα 
Πώς μπορούμε να υπολογίσουμε την ομοιότητα των πιο 
κάτω αντικειμένων; 
Μπανάνα 
Ντομάτα 
Μήλο 
Πορτοκάλι 
 
Μπορούμε να υποθέσουμε ότι το κάθε ένα έχει 
αναπαρασταθεί μαζί με κάποια χαρακτηριστικά του. 
Έπειτα, μετράμε τα κοινά χαρακτηριστικά και 
υπολογίζουμε τις ομοιότητες. 
Πρόβλημα: Ποια χαρακτηριστικά είναι σωστά για την 
πραγματική αναπαράσταση των αντικειμένων; 
Αναπαραστάσεις και ομοιότητα 
Θα μπορούσαμε να προτείνουμε το εξής πλαίσιο 
αναπαράστασης. 
Χαρακτηριστικό  Πιθανές τιμές
 
Χρώμα κίτρινο, κόκκινο, πορτοκαλί
 
Σχήμα  μακρύ, στρογγυλό
Τύπος χρήσης  για επιδόρπιο, για σαλάτα
Επιφάνεια
 λεία, τραχιά
Μπανάνα: Κίτρινη, Μακριά, Επιδόρπιο, Λεία 
Ντομάτα: Κόκκινη, Στρογγυλή, Σαλάτα, Λεία 
Μήλο: Κόκκινο, Στρογγυλό, Επιδόρπιο, Λείο 
Πορτοκάλι: Πορτοκαλί, Στρογγυλό, Επιδόρπιο, Τραχύ 
Τώρα που έχουμε μία πιθανή αναπαράσταση, μπορούμε να 
υπολογίσουμε την ομοιότητα των αντικειμένων. 

Αναπαραστάσεις και ομοιότητα 
Μπανάνα:   Κίτρινη, Μακριά, Επιδόρπιο, Λεία 
Ντομάτα:   Κόκκινη, Στρογγυλή, Σαλάτα, Λεία 
Μήλο:     Κόκκινο, Στρογγυλό, Επιδόρπιο, Λείο 
Πορτοκάλι:   Πορτοκαλί, Στρογγυλό, Επιδόρπιο, Τραχύ 
 
Ένας απλός τρόπος υπολογισμού ομοιότητας είναι μία 
πρόσθεση των κοινών χαρακτηριστικών για κάθε ζεύγος 
αντικειμένων. 
Έτσι έχουμε: 
Μπανάνα/Ντομάτα = 1 
Μπανάνα/Μήλο = 2 
Ντομάτα/Μήλο = 3 
κ.ο.κ. 
Σημειώστε ότι με αυτό τον τρόπο δεν χρειαζόμαστε 
εμπειρικά δεδομένα για υπολογισμούς ομοιότητας! 
Μοντέλο αντιθέσεων του Trevsky 
Οι υπολογισμοί ομοιότητας βάσει χαρακτηριστικών δίνουν 
έμφαση στα «κοινά» χαρακτηριστικά των αντικειμένων. 
Αυτό όμως δημιουργεί ένα πρόβλημα: δεν υπολογίζει τη 
συνεισφορά των «μη κοινών χαρακτηριστικών». 
O Trevsky πρότεινε ένα μοντέλο που υπολογίζει τόσο τα 
κοινά όσο και τα διαφορετικά στοιχεία για τον υπολογισμό 
της ομοιότητας. Σύμφωνα με το μοντέλο, η ομοιότητα του 
Α με το Β είναι συνάρτηση: 
Των χαρακτηριστικών που είναι κοινά σε Α και Β 
Των χαρακτηριστικών που έχει το Α αλλά όχι το Β 
Των χαρακτηριστικών που έχει το Β αλλά όχι το Α 
s(A,B) = F(A∩B, A‐B, B‐A) 

Μοντέλο αντιθέσεων του Trevsky 
Ας εφαρμόσουμε το μοντέλο για τη ομοιότητα της 
Μπανάνας (Α) και της Ντομάτας (Β). 
s(A,B) = 1(A∩B)+1( A‐B)+0(B‐A) 
= 1+(‐3)+0=‐2 
Έστω ότι η Ντομάτα έχει ένα επιπλέον χαρακτηριστικό από 
τη Μπανάνα, π.χ. ωριμάζει το καλοκαίρι. Ας υπολογίσουμε 
την ομοιότητα Μπανάνας/Ντομάτας. 
s(A,B) = 1(1)+1( ‐2)+0(‐3)= ‐2 
Τώρα ο υπολογισμός ομοιότητας της Ντομάτας προς τη 
Μπανάνα: 
s(A,B) = 1(1)+1( ‐3)+0(‐2)= ‐3 
Προβλέπουμε λοιπόν ότι η Μπανάνα μοιάζει περισσότερο 
στην Ντομάτα, από ότι η Ντομάτα στη Μπανάνα!! 
Μοντέλο αντιθέσεων του Trevsky 
Ο Trevsky έλεγξε την πρόβλεψη του μοντέλου του με το 
εξής πείραμα: 
Ζήτησε από τους συμμετέχοντες να κάνουν κρίσεις 
ομοιότητας για διάφορες χώρες. Το κρίσιμο ζευγάρι ήταν η 
Κίνα με την Κορέα. Οι γνώσεις των συμμετεχόντων για την 
Κίνα υποτέθηκε ότι ήταν περισσότερες από ότι για την 
Κορέα. 
Το αποτέλεσμα πράγματι ήταν ότι οι συμμετέχοντες 
έκριναν την Κορέα πιο όμοια με την Κίνα, από ότι την Κίνα 
με την Κορέα. 
Συνεπώς οι κρίσεις ομοιότητας αντικειμένων δεν είναι 
συμμετρικές. 
Το αποτέλεσμα προσδίδει εγκυρότητα στα μοντέλα 
αναπαραστάσεων με χαρακτηριστικά. 

Μοντέλα εσωτερικών διαστημάτων 
Τα μοντέλα εσωτερικών διαστημάτων αναπτύχθηκαν σαν 
απάντηση στη βασική κριτική των μοντέλων 
χαρακτηριστικών, ότι η επιλογή των χαρακτηριστικών της 
αναπαράστασης των αντικειμένων είναι αυθαίρετη. 
Τα μοντέλα εσωτερικών διαστημάτων υποθέτουν ότι οι 
ψυχολογικές αναπαραστάσεις υπάρχουν ως σημεία σε 
κάποια νοερά διαστήματα που καθορίζονται από κάποιες 
διαστάσεις. 
Η απόσταση των αναπαραστάσεων σε αυτά τα διαστήματα, 
μπορεί να μας δώσει απευθείας και την ομοιότητα μεταξύ 
των αντικειμένων. 
Τα μοντέλα εσωτερικών διαστημάτων συνήθως 
χρησιμοποιούν λίγες διαστάσεις για τις αναπαραστάσεις. 
Μοντέλα εσωτερικών διαστημάτων 
Ο εμπειρικός έλεγχος των μοντέλων εσωτερικών 
διαστημάτων ξεκινά συνήθως με την περιγραφή τυχαίων 
αντικειμένων που διαφέρουν σε κάποιες διαστάσεις. 
 
 
 
 
 
 
Σχήματα όπως το παραπάνω, μπορεί να διαφέρουν σε δύο 
διαστάσεις, συνεπώς η αναπαράστασή τους θα βασίζεται 
σε ένα διάστημα δύο διαστάσεων. 

Μοντέλα εσωτερικών διαστημάτων 

0
4 5
Ο υπολογισμός της 
10
ομοιότητας βάσει αυτής της 
5
1 2
ARROWS

6 6
αναπαράστασης, απλώς 
3 7

υπολογίζει την απόσταση 
5 μεταξύ των σημείων. 
11 15 Συνεπώς το αντικείμενο 9, 
9 14
είναι πολύ πιο όμοιο με το 
8 10
1
12 13 10, παρά με το 15. 
1 5 10
SHEILD
Μοντέλα εσωτερικών διαστημάτων 

Τα μοντέλα εσωτερικών διαστημάτων, παρότι 
χρησιμοποιούνται ευρέως στις μελέτες 
υπολογισμού ομοιότητας έχουν κάποια 
προβλήματα: 
 
Ισοδυναμία διαστάσεων 
 
Αναλογικότητα αποστάσεων 
 
Συμμετρία στις ομοιότητες 

Αναπόσπαστες και διακριτές διαστάσεις 
Οι αναπαραστάσεις που είδαμε μέχρι τώρα, 
βασίζονται σε χαρακτηριστικά ή διαστάσεις που 
είναι διακριτές. Ωστόσο, υπάρχουν περιπτώσεις που 
αυτό δεν ισχύει π.χ. στο χρώμα. 
 
Το χρώμα αποτελείται από 3 διαστάσεις κορεσμό, 
φωτεινότητα, απόχρωση. 
 
Σε τέτοιες περιπτώσεις έχουμε διαφορετικές 
λειτουργίες με αναπαραστάσεις αντικειμένων με 
αναπόσπαστες διαστάσεις; 
Αναπόσπαστες και διακριτές διαστάσεις 
Ο Sheppard μελέτησε αυτό ακριβώς το πρόβλημα 
και βρήκε ότι οι μαθηματικές εξισώσεις που 
περιγράφουν την ομοιότητα αντικειμένων με 
διακριτά χαρακτηριστικά, διαφέρουν από εκείνες 
που περιγράφουν την ομοιότητα αντικειμένων με 
αναπόσπαστα χαρακτηριστικά. 
 
Επίσης, οι ειδικοί φαίνεται να μπορούν με την 
εμπειρία να διακρίνουν κάποιες διαστάσεις 
αντικειμένων που σε άλλους φαίνονται 
αναπόσπαστες! 

Τι είδους αναπαραστάσεις έχουμε; 

Το είδος αναπαράστασης που έχουμε για τον κόσμο 
μας θα μπορούσε θεωρητικά να είναι δύο ειδών: 
Αναλογικό 
Προτασιακό 
 
Αναλογικές είναι οι αναπαραστάσεις που αφορούν 
μία εσωτερική εικόνα του περιβάλλοντος 
Προτασιακές είναι οι αναπαραστάσεις που αφορούν 
μία λεκτική περιγραφή του περιβάλλοντος. 
Ποιες αναπαραστάσεις χρησιμοποιεί το γνωστικό 
μας σύστημα; 
Αναλογικές αναπαραστάσεις 
Τα χαρακτηριστικά των αναλογικών αναπαραστάσεων 
είναι: 
Χρήση στοιχείων αναπαράστασης αντίστοιχη με την εικόνα 
του πραγματικού εξωτερικού αντικειμένου. 
 
Αναπαράσταση από συγκεκριμένη οπτική γωνία. 
 
Μετατροπή της αναπαράστασης με τον ίδιο τρόπο που 
μετατρέπεται η αντιληπτική εμπειρία (νοερή περιστροφή). 
 
Οι σχέσεις μεταξύ των στοιχείων της αναπαράστασης είναι 
αντίστοιχες με τις χωροταξικές σχέσεις των σημείων του 
πραγματικού αντικειμένου. 

Προτασιακές αναπαραστάσεις 

Τα χαρακτηριστικά των προτασιακών αναπαραστάσεων 
είναι: 
Οι προτασιακές αναπαραστάσεις αποτελούνται από 
διακριτά στοιχεία (π.χ. γλώσσα). 
 
Οι προτασιακές αναπαραστάσεις αποτελούνται από 
αφηρημένα σύμβολα. 
 
Οι προτασιακές αναπαραστάσεις πρέπει να περιγράφουν 
ρητά όλες τις σχέσεις των αντικειμένων στον πραγματικό 
κόσμο. 
Εμπειρικές μελέτες 
Σε μία διάσημη μελέτη τους οι Sheppard & Metzler ζήτησαν 
από τους συμμετέχοντες να απαντήσουν όσο το δυνατόν 
γρηγορότερα εάν κάποια ζεύγη τρισδιάστατων 
αντικειμένων ήταν ίδια ή όχι. Η ανεξάρτητη μεταβλητή 
τους ήταν η γωνία θέασης των αντικειμένων. 
 
Το αποτέλεσμα ήταν ότι οι συμμετέχοντες απαντούσαν πιο 
γρήγορα όταν τα δύο αντικείμενα δεν διέφεραν πολύ σε 
οπτικές γωνίες από όταν διέφεραν πολύ. 
Τα αποτελέσματα αυτά ερμηνεύτηκαν σαν ένδειξη της 
χρήσης αναλογικών αναπαραστάσεων από το γνωστικό 
μας σύστημα. 

Εμπειρικές μελέτες 
Ο Kosslyn σε μία σειρά μελετών ζητούσε από τους 
συμμετέχοντες να φανταστούν νοερά ένα αντικείμενο (π.χ. 
ένα λαγό) και να απαντήσουν όσο το δυνατόν γρηγορότερα 
σε ερωτήσεις του τύπου «έχει ο λαγός μουστάκια;». 
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι εάν μαζί με το λαγό οι 
συμμετέχοντες είχαν κληθεί να φανταστούν και κάποιο 
άλλο ζώο ανάλογου μεγέθους (π.χ. γάτα) απαντούσαν 
γρηγορότερα από όταν τους είχε ζητηθεί να φανταστούν το 
λαγό δίπλα σε ένα πολύ μεγαλύτερο αντικείμενο (π.χ. 
ελέφαντα). 
Το ίδιο ισχύει και για περιπτώσεις νοερών 
αναπαραστάσεων σε απλά ή πολύπλοκα πλαίσια. 
 
Τι σημαίνουν τα αποτελέσματα; 
Εμπειρικές μελέτες 

Ο Pylyshyn διαφώνησε με την ερμηνεία των 
αποτελεσμάτων που είδαμε. 
 
Το επιχείρημα είναι ότι σε κάποια έργα που φαίνεται να 
χρησιμοποιούνται αναλογικές αναπαραστάσεις αυτό 
συμβαίνει διότι οι συμμετέχοντες «μεταφράζουν» τις 
προτασιακές τους αναπαραστάσεις σε εικόνες. 
 
Σύμφωνα με τον Pylyshyn δεν έχουμε καθόλου αναλογικές 
αναπαραστάσεις. 

Εμπειρικές μελέτες 
Στις μελέτες του, ο Pylyshyn ζητούσε από τους 
συμμετέχοντες να φανταστούν ένα χάρτη ενός νησιού με 
κάποια σημεία πάνω στο χάρτη. 
Στη συνέχεια ζητούσε να μετακινήσουν νοερά μία κουκίδα 
από ένα σημείο του χάρτη σε ένα άλλο. Ο χρόνος ήταν 
ανάλογος της απόστασης που έπρεπε να διανύσει η 
κουκίδα. 
Σε μία άλλη συνθήκη όμως, ζήτησε από τους 
συμμετέχοντες να μεταφέρουν νοερά την κουκίδα όσο το 
δυνατόν γρηγορότερα από ένα σημείο σε ένα άλλο. Σε αυτή 
τη συνθήκη δεν υπήρχε καμία διαφορά στο χρόνο 
αντίδρασης. 
Ανακεφαλαίωση 

Οι αναπαραστάσεις αφορούν τα στοιχεία που χρησιμοποιούμε για την 
περιγραφή και κατανόηση του κόσμου. 
 
Τα μοντέλα που έχουν προταθεί δίνουν βαρύτητα στις 
αναπαραστάσεις με χαρακτηριστικά ή στις αναπαραστάσεις με 
διαστάσεις. 
 
Οι αναπαραστάσεις λειτουργούν διαφορετικά όταν αφορούν 
αντικείμενα με αναπόσπαστα και διακριτά χαρακτηριστικά. 
 
Οι αναπαραστάσεις μπορεί να είναι αναλογικές ή προτασιακές. 

You might also like