Professional Documents
Culture Documents
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Τίτλος:
Κουκουσούλη Ειρήνη
Ψυχολόγος
ΑΜ:1104081
Πάτρα,2022
Πίνακας περιεχομένων
Εισαγωγή .................................................................................................. 3
Κύριο μέρος ............................................................................................... 5
Κεφάλαιο πρώτο ........................................................................................ 5
1. Ανάλυση άρθρων ................................................................................... 5
1.1 Στόχοι άρθρων ................................................................................................................. 5
1.2 Πληθυσμός/Δείγμα ......................................................................................................... 6
1.3 Εργαλεία/Μεθοδολογία .................................................................................................. 8
1.4 Ευρήματα/Ερωτήματα .................................................................................................. 11
Κεφάλαιο δεύτερο ................................................................................... 15
2. Κριτική ανάλυση άρθρων-Συμπεράσματα .......................................... 15
Κεφάλαιο τρίτο ........................................................................................ 18
ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ.................................................................................... 18
3.1 Σκοπός-ερευνητικά ερωτήματα .................................................................................... 18
3.2 Ερευνητική διαδικασία ................................................................................................. 18
3.3 Πληθυσμός-Δείγμα........................................................................................................ 20
3.4 Ερωτηματολόγια-Μετρήσεις......................................................................................... 22
3.5 Στατιστική Ανάλυση .......................................................................................................... 24
3.6 Αξιοπιστία και εγκυρότητα ............................................................................................... 25
Κεφάλαιο τέταρτο ................................................................................... 26
Αποτελέσματα ......................................................................................... 26
ΣΥΖΗΤΗΣΗ .......................................................................................... 32
Πηγές-Βιβλιογραφία .............................................................................. 34
Ξενόγλωσση ............................................................................................ 34
2
Εισαγωγή
3
είναι, να υπάρξει προσωπική αλλαγή, η οποία θα επηρεάσει το κοινωνικό τους
περιβάλλον. Πραγματοποιούν, λοιπόν, συναντήσεις κάθε εβδομάδα και δίνουν
πρωταρχική σημασία στην μοναδικότητα, στην μεταξύ τους στήριξη, στα ίσα
δικαιώματα και στον κοινό κώδικα επικοινωνίας. Επίσης, οι ομάδες αυτοβοήθειας
αντιδρούν στον κοινωνικό και ψυχολογικό αποκλεισμό.
4
Κύριο μέρος
Κεφάλαιο πρώτο
1. Ανάλυση άρθρων
Αρχικά, το πρώτο εμπειρικό άρθρο που μελετάμε είναι των Vederhus και
Kristensen (2006). Το δεύτερο άρθρο προς μελέτη είναι των Timko και DeBenedetti
(2007). Σύμφωνα με τους Vederhus και Kristensen (2006), ο βασικός στόχος του
εμπειρικού αυτού άρθρου ήταν η παρακολούθηση μιας συγκεκριμένης ομάδας
ασθενών, οι οποίοι υπάγονταν σε ομάδες αυτοβοήθειας κατόπιν ολοκλήρωσης του
πρώτου σταδίου της θεραπείας, όπως επίσης, και η εξέταση λήψης φαρμακευτικής
αγωγής. Το να επιτευχθεί διαρκής αποχή από τις εξαρτήσεις είναι ο κύριος σκοπός
της θεραπείας των 12 βημάτων (12 step self-groups). Ένας ακόμη σκοπός, είναι η
δέσμευση του ασθενούς για ένταξη στην ομάδα των Ανώνυμων Αλκοολικών (ΑΑ)
και στην ομάδα Απεξάρτησης Ουσιών (ΝΑ). Ένα ακόμη άρθρο, χρονικά κοντά με το
πρώτο (Vederhus & Kristensen, 2006), ήταν η μελέτη που διενεργήθηκε από τους
Bodin και Romelsjo (2006). Στόχος της μελέτης (Bodin & Romelsjo, 2006), ήταν ο
εντοπισμός παραγόντων πρόβλεψης των ατόμων που απείχαν από το αλκοόλ για
δώδεκα μήνες, καθώς και η λειτουργικότητά τους στην καθημερινή ζωή, έπειτα από
παρακολούθηση θεραπείας στο Σουηδικό Νοσοκομείο Μοντέλου Μινεσότα. Ένας
δεύτερος στόχος, ήταν η αξιολόγηση των αποτελεσμάτων και η έκβαση αυτών πριν
από την θεραπεία, κατά την διάρκεια της θεραπείας και μετά το πέρας αυτής. Σε άλλη
έρευνα οι Timko και DeBenedetti (2007), είχαν ως στόχο την τυπική και εντατική
παραπομπή ασθενών σε ομάδες αυτοβοήθειας και την αξιολόγηση των
αποτελεσμάτων αυτών. Συνεπώς, κύριος σκοπός ήταν να αναδειχτεί αν υπήρχε θετική
αποτελεσματικότητα της τυπικής ή εντατικής παραπομπής σε ομάδες. Σε ένα τρίτο
άρθρο, σύμφωνα με τους Brown κ. συν. (2001), ο κύριος στόχος της μελέτης ήταν η
5
σύγκριση των ατόμων που κάνουν χρήση ουσιών και αλκοόλ όσον αφορά την
συχνότητα εμφάνισής τους στις συναντήσεις. Μια μερίδα συμμετεχόντων
παρακολουθούσαν τις συναντήσεις των 12-βημάτων μια φορά την εβδομάδα και μια
μερίδα συμμετεχόντων τρεις φορές την εβδομάδα.
1.2 Πληθυσμός/Δείγμα
Στην μελέτη των Brown κ. συν. (2001), το δείγμα αποτέλεσαν 154 χρήστες
ναρκωτικών, οι οποίοι υπάγονταν σε προγράμματα εξωτερικών ασθενών στην
Βαλτιμόρη και τους παρέπεμπε εκεί η ποινική δικαιοσύνη. Στο πρόγραμμα
συμμετείχαν δόκιμοι και αποφυλακισμένοι. Σύμφωνα με το διάγραμμα ροής των
Vederhus και Kristensen (2006), για την παρακολούθηση των ανθρώπων στις ομάδες
αυτοβοήθειας, από το σύνολο των 114 συμμετεχόντων,οι 6 κατέληξαν. Ενώ, στην
δεύτερη μελέτη (Timko & DeBenedetti, 2007) κατέληξαν οι 18. Από τους 108 που
κλήθηκαν να απαντήσουν σε ερωτηματολόγια δεν απάντησαν οι 43 και οι 65
συμμετέχοντες έδωσαν γραπτές απαντήσεις, εκ των οποίων οι 10 απαντήσεις ήταν
τηλεφωνικές. Συνεπώς, οι 75 αποτέλεσαν το τελικό νούμερο της μελέτης. Η
απεξάρτηση από τις ουσίες πραγματοποιήθηκε σε ένα δημόσιο ίδρυμα, Νοσοκομείο
6
Sørlandet στο Kristiansand. Οι ασθενείς που συμμετείχαν στο πρόγραμμα
ακολούθησαν την θεραπεία των 12 βημάτων.
Παρομοίως, στην δεύτερη έρευνα (Timko & DeBenedetti, 2007) το 96,8% του
δείγματος είχε παρακολουθήσει θεραπεία 12 βημάτων,όπου οι ασθενείς προέρχονταν
από: αλκοόλ (45,9%), ηρωίνη (7,2%), κοκαΐνη (36%), κάνναβη (21,9%), αμφεταμίνες
(8,1%), οπιούχα (7,2%), μεθαδόνη (7,5%) και ηρεμιστικά (4,5%). Τέλος, το 41,6%
των ατόμων έκαναν χρήση περισσοτέρων από μια ουσίες. Από τους συμμετέχοντες
της πρώτης μελέτης (Vederhus & Kristensen, 2006), μόνο το 79% συνέχισε στην
πορεία της θεραπείας, σε αντίθεση με το υπόλοιπο 21% των ασθενών που σταμάτησε
την θεραπεία νωρίτερα για ποικίλους λόγους(drop-out). Η πληθυσμιακή ομάδα των
συμμετεχόντων ήταν 25 ετών και άνω και είχαν διάγνωση εξάρτησης από τα
ναρκωτικά και το αλκοόλ. Σύμφωνα, με τον ψυχίατρο που διέγνωσε τους
συμμετέχοντες με κλινική και ψυχιατρική εξέταση και βασίστηκε στην SCID
συνέντευξη, κατέληξε ότι 41 άντρες και 18 γυναίκες διαγνώστηκαν ως εξαρτημένοι
από το αλκοόλ, ενώ 40 άντρες και 15 γυναίκες διαγνώστηκαν ως εξαρτημένοι από
πολλαπλές ουσίες ναρκωτικών. Ο μέσος όρος ηλικίας ήταν τα 33 έτη ατόμων με
εξάρτηση από ουσίες και τα 44 έτη ατόμων με εξάρτηση από το αλκοόλ.
Στην τρίτη μελέτη (Brown et al., 2001), το δείγμα που συμμετείχε ήταν το
78% άνδρες και η μέση ηλικία τους ήταν 33,7 έτη. Από αυτούς, το 74% είχαν κάνει
χρήση ηρωίνης, το 54% συνδυαστικά ηρωίνη και κοκαΐνης, το 64% κοκαΐνη, το 43%
κρακ, το 28% χρήση οπιούχων και το 3% αυτών είχε κάνει απεξάρτηση από το
αλκοόλ. Συνολικά, το ποσοστό ατόμων που είχαν παρακολουθήσει το πρόγραμμα ΝΑ
ήταν 75% και το ποσοστό που είχαν παρακολουθήσει το πρόγραμμα ΑΑ ανέρχονταν
σε 25%. Βασική παράμετρος του δείγματος ήταν ότι το 80% είχαν συμμετάσχει μία ή
περισσότερες φορές σε θεραπεία 12-βημάτων.
Το δείγμα της τέταρτης έρευνας των Bodin και Romelsjo (2006) που
χρησιμοποιήθηκε ήταν διακόσια εβδομήντα οχτώ (Ν=278) άτομα, τα οποία
πραγματοποίησαν συνεντεύξεις με συγκεκριμένη δομή. Από τα 244 άτομα που τελικά
έδωσαν την συγκατάθεσή τους για να συμμετάσχουν στο πρόγραμμα, μόνο τα 235
ήταν εσωτερικοί ασθενείς, ενώ τα 9 άτομα ήταν εξωτερικοί. Το ποσοστό των αντρών
ήταν 74,2%. Η δομή των συνεντεύξεων είχε ως βάση της, την αυτοαναφορά. Η
έρευνα που πραγματοποιήθηκε, με δεδομένο ότι διασφαλίζονταν το απόρρητο, ήταν
7
ακριβής. Το 84% του συνολικού δείγματος είχε εξάρτηση από το αλκοόλ, το 17,6%
ήταν εξαρτημένο από ουσίες και το 9% ήταν εξαρτημένο συνδυαστικά. Για ένα
διάστημα έντεκα μηνών, τα άτομα παρακολουθούσαν συναντήσεις ΑΑ και ΝΑ. Στο
συγκεκριμένο διάστημα, όσοι συνέχιζαν την χρήση αλκοόλ και ουσιών τίθονταν σε
αναστολή για τέσσερις εβδομάδες και επέστρεφαν όταν σταματούσαν την χρήση.
1.3 Εργαλεία/Μεθοδολογία
Στη δεύτερη μελέτη (Timko & DeBenedetti, 2007), συνέκριναν την τυπική
και την εντατική παραπομπή. Κατά την διάρκεια της τυπικής παραπομπής,οι
συμμετέχοντες πήραν ένα πρόγραμμα 12-βημάτων που πραγματοποιείται με τοπικές
συναντήσεις (SHG) και λάμβαναν την ενθάρρυνση και την προτροπή να
παρευρίσκονται μεταξύ τους. Από την άλλη, στην εντατική παραπομπή
χρησιμοποιούνταν ημερολόγια για τον έλεγχο της συνάντησης και της παρουσίας.
Γίνεται ο έλεγχος, λοιπόν, αν υπήρξε αύξηση της συμμετοχής και της παρουσίας των
ατόμων σε SHG σε διάστημα δύο εξαμήνων στην εντατική ή την τυπική παραπομπή.
Εδώ προσδιορίζεται εάν οι συμμετέχοντες της εντατικής παραπομπής είχαν βέλτιστα
αποτελέσματα στην χρήση ουσιών. Επίσης, προσδιορίζεται και ο βαθμός της
παρουσίας SHG 12-βημάτων. Δώδεκα άνθρωποι με συμβουλευτικό ρόλο παρείχαν
τυχαία την τυπική ή την εντατική παραπομπή ( Dennis, 1990, 1994). Τα
συγκεκριμένα άτομα είχαν χαρακτηριστικά που ταίριαζαν στην εκάστοτε ομάδα που
είχαν τοποθετηθεί, έτσι ώστε, να διασφαλίζεται η ισορροπία και να
πραγματοποιούνται σωστά οι παρεμβάσεις που τους είχαν ανατεθεί. Και στις δύο
9
παραπομπές, υπήρχε η παρακολούθηση των συμμετεχόντων σε τρεις συνεδρίες
μεμονωμένες κατά τη διάρκεια ενός μήνα.
10
Στην επόμενη εμπειρική μελέτη (Brown et al., 2001), σε όλους τους
συμμετέχοντες δόθηκε μια σειρά κλιμάκων, αφού ολοκλήρωσαν τέσσερις μήνες
θεραπείες χωρίς την λήψη φαρμακευτικής αγωγής και παραπέμφθηκαν σε περαιτέρω
πρόγραμμα φροντίδας NIDA. Το Χριστιανικό πανεπιστήμιο του Τέξας (TCU)
προσάρμοσε την βασική συνέντευξη, σύμφωνα με ένα έντυπο πρόσληψης Intake
Form (33), διερευνώντας την χρήση των φαρμάκων, την εγκληματικότητα, τις
ψυχικές διαταραχές, τις σχέσεις με την οικογένεια και τους συνομήλικους και τα
δημογραφικά τους χαρακτηριστικά. Δημιουργήθηκαν, λοιπόν, δύο φόρμες ειδικά για
αυτό τον σκοπό. Η πρώτη φόρμα έχει σχέση με την εμπλοκή των συμμετεχόντων
στην κοινοτική τους ζωή και την αξιολόγηση των υπηρεσιών σε αναλογική κλίμακα.
Η δεύτερη φόρμα αφορά το κοινωνικό δίκτυο και το πρόγραμμα έχει σχέση με τον
αριθμό των φιλικών συναναστροφών που έχει ο καθένας και τον αριθμό των μελών
της οικογένειας σε συνδυασμό με την χρήση ουσιών και αλκοόλ. Η κλίμακα
κατάθλιψης (Beck) μετράει την αισιοδοξία/ απαισιοδοξία, όσον αφορά την
αντιμετώπιση των δυσκολιών και την επίτευξη στόχων που έχουν θέσει. Σύμφωνα με
την λίστα Hopkins (SCL-90), δόθηκαν πληροφορίες σχετικά με την ψυχολογική
κατάσταση των ατόμων σε εννέα διαστάσεις, κάτι που αποδεικνύεται από τον
Παγκόσμιο Δείκτη Σοβαρότητας (Global Severity Index). Η οπτική σχετικά με το
πρόγραμμα 12-βημάτων μετρήθηκε σε επτά σημεία. Πραγματοποιήθηκε στατιστική
ανάλυση, που περιείχε ένα τεστ καλής προσαρμογής (χ2) και ανάλυση διακύμανσης
(ANCOVA) για συνεχή δεδομένα.
1.4 Ευρήματα/Ερωτήματα
Από την έρευνα των Vederhus και Kristensen (2006), προκύπτει ότι η ένταξη
των ατόμων σε ομάδες αυτοβοήθειας είχε θετική έκβαση με αποτέλεσμα να μπορεί να
προταθεί και σε άλλα άτομα. Το σημαντικότερο εύρημα ήταν ότι ο αριθμός των
11
ατόμων που εντάχτηκαν στο πρόγραμμα, διατηρούσαν την αποχή τους από τα
ναρκωτικά σε υψηλό βαθμό και μετά την πάροδο δύο ετών. Η διαφορά μεταξύ των
ατόμων των εξαρτώμενων από το αλκοόλ και των εξαρτώμενων από τα ναρκωτικά
ήταν ότι οι πρώτοι είχαν καλύτερα προγνωστικά στοιχεία, κάτι το οποίο είναι
αποδεδειγμένο και παρελθοντικά. (Hoffmann & Miller , 1993) Το πραγματικό
ποσοστό που ήθελε αληθινά να εισέλθει σε μια περίοδο θεραπείας είναι 38%-58%.
Επίσης, τα άτομα που αντιμετωπίζουν ψυχικές διαταραχές χρειάζονταν διαφορετική
αντιμετώπιση και βοήθεια ίσως, δηλαδή, μεγαλύτερη κοινωνική εκπαίδευση πριν
ενταχτούν στην ομάδα. Όσον αφορά, τα αποτελέσματα, λοιπόν, της πρώτης μελέτης
(Vederhus & Kristensen, 2006) που είχαν σχέση με τα δημογραφικά στοιχεία
(ηλικιακή ομάδα, φύλο, τόπος διαμονής, διάγνωση) δεν παρουσιάστηκαν σημαντικές
διαφορές. Ωστόσο, πιο συχνή παρατηρήθηκε η συμμετοχή των άγαμων στην ομάδα,
καθώς και η διαφορά ανάμεσα στα άτομα που έλαβαν φαρμακευτική αγωγή για
ψυχολογικές και συναισθηματικές δυσκολίες.
12
από τα ευρήματα της έρευνας, συμπεραίνουμε πως τα άτομα μεγαλύτερης ηλικίας
έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να παρακολουθήσουν ένα πρόγραμμα 12-βημάτων.
Τα άτομα που συμμετείχαν στην τρίτη ομάδα με την μεγαλύτερη συχνότητα
συναντήσεων (τρεις φορές την εβδομάδα), αξιολόγησαν το πρόγραμμα των 12-
βημάτων ως πολύ σημαντικό μέσο βοήθειας, σε σχέση με την πρώτη ομάδα που είχαν
τον μικρότερο αριθμό συναντήσεων. Στα ευρήματα αυτής της μελέτης ( Brown et al.,
2001), παρουσιάζεται συμφωνία των απαντήσεων σε ποσοστό 97% (69 από τα 71
άτομα). Ανάμεσα στην σύγκριση μεταξύ της πρώτης και της τρίτης ομάδας
χρησιμοποιήθηκαν ορισμένοι παράμετροι, προκειμένου να συμμετάσχουν στο
πρόγραμμα 12-βημάτων. Οι παράμετροι που αξιοποιήθηκαν ήταν: το δημογραφικό
προφίλ και το ποινικό τους μητρώο που είχε σχέση με τις εξαρτήσεις, η ανάμειξή
τους με την θρησκεία, η διαθεσιμότητα της υποστήριξης, η εμπλοκή άλλων
προγραμμάτων εκτός των 12-βημάτων, η δέσμευσή τους απέναντι στις υποχρεώσεις
του προγράμματος 12-βήματα και τα συναισθήματα αισιοδοξίας και απαισιοδοξίας
που είχαν για το μέλλον. Η τρίτη ομάδα είχε συχνή παρακολούθηση, ήταν
μεγαλύτερη ηλικιακά, παρελθοντικά υπήρξαν χρήστες ουσιών σε μεγάλες ποσότητες,
είχαν ποινικό μητρώο με συλλήψεις και συμμετοχή σε θεραπείες.
Από την παρούσα μελέτη (Bodin & Romelsjo, 2006), τα άτομα που είχαν
ολοκληρώσει την θεραπεία του προγράμματος σχετικά με τον εθισμό, έδειξαν ότι η
κατανάλωση αλκοολούχων ποτών που δεν δημιουργεί προβληματικές συμπεριφορές,
όπως και η μηδενική κατανάλωση αλκοόλ (αποχή), διαφοροποιήθηκαν από την
προβληματική κατανάλωση αλκοόλ. Ένα ακόμη θετικό σημείο της θεραπείας είναι η
μέτρηση της ικανοποίησης των ατόμων από αυτή, η οποία μετρήθηκε σε μια κλίμακα
πέντε σημείων. Τα άτομα που δήλωσαν ολοκληρωτική αποχή από τις ουσίες και το
13
αλκοόλ κατά την διάρκεια του προγράμματος, χαρακτηρίστηκαν ως απέχοντες
(Ν=76).
14
Κεφάλαιο δεύτερο
Από την επισκόπηση της πρώτης μελέτης (Vederhus & Kristensen, 2006),
συμπεραίνουμε ότι τα άτομα που συμμετέχουν σε ομάδες αυτοβοήθειας έχουν
επιθυμητά αποτελέσματα στην διαδικασία θεραπείας. Όσοι εργάζονται στον τομέα
της υγείας,πρέπει,λοιπόν,να προτείνουν την συμμετοχή των ασθενών τους σε ομάδες
αυτοβοήθειας, ως αναγκαία διαδικασία για την θεραπεία της αποκατάστασής τους.
Παρόλο αυτά, τα ποσοστά ατόμων με ψυχολογικές διαταραχές που εγκαταλείπουν
την θεραπεία, δείχνει ότι οι ομάδες αυτοβοήθειας δεν είναι κατάλληλες για όλους
τους ασθενείς.
Από την δεύτερη μελέτη (Timko & DeBenedetti, 2007), συμπεραίνουμε ότι
υπάρχει μεγάλη βελτίωση στην αποχή από το αλκοόλ με την βοήθεια ενός
συμβούλου από το πρόγραμμα 12-βημάτων. Επίσης, βελτίωση στην μείωση χρήσης
ουσιών επιτυγχάνεται μέσω της βοήθειας ενός συμβούλου 12-βημάτων, αλλά και με
την πνευματική αφύπνιση του ίδιου του ατόμου.
15
επιλογή των συμμετεχόντων γιατί όσο μεγαλύτερη ήταν η ηλικία, τόσο πιο συχνή η
παρακολούθηση αυτών.
16
Με αφορμή τις παραπάνω έρευνες, η παρούσα μελέτη δίνει την δυνατότητα
να ερευνηθεί η ανάδυση άγχους και κατάθλιψης των ασθενών με εξάρτηση από το
αλκοόλ πριν την είσοδό τους σε προγράμματα αυτοβοήθειας και αν μετά την
ολοκλήρωση αυτών υπήρξε μείωση των συμπτωμάτων.
17
Κεφάλαιο τρίτο
ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ
1)Ποιος είναι ο βαθμός στα επίπεδα άγχους των εξαρτημένων ατόμων από το
αλκοόλ πριν την παρακολούθηση του προγράμματος αυτοβοήθειας;
2) Ποιος είναι ο βαθμός μείωσης στα επίπεδα άγχους στα άτομα που έχουν
παρακολουθήσει πρόγραμμα αυτοβοήθειας;
18
πρόγραμμα αυτοβοήθειας και μετά την έξοδό τους από αυτό. Η ποσοτική έρευνα
είναι κατάλληλη, καθώς, όπως διαπιστώνεται από βιβλιογραφικές αναφορές, οι
έννοιες της κατάθλιψης και του άγχους είναι μετρήσιμες, συνεπώς μπορούν να
μετρηθούν αντικειμενικά από τον ερευνητή με χρήση ερωτηματολογίων. Στην
παρούσα έρευνα θα χρησιμοποιηθούν ερωτηματολόγια, τα οποία θα αποτελούνται
από κλειστού τύπου ερωτήσεις, με σκοπό οι απαντήσεις αυτών να είναι σύντομες,
περιεκτικές, σαφείς και να μην είναι κουραστικές στους συμμετέχοντες. Ο
σχεδιασμός των ερωτήσεων θα διαμορφωθεί με τέτοιο τρόπο, ώστε να μην υπάρχει
δυσκολία στον ερευνητή, όσον αφορά την ανάλυση και την καταγραφή των
αποτελεσμάτων.
19
ερωτηματολόγια θα δοθούν ξανά, με σκοπό να μελετηθεί εάν θα υπάρξει υποτροπή
(folllow-up).
3.3 Πληθυσμός-Δείγμα
• Φύλο :
Άντρας
Γυναίκα
Άλλο
Άγαμος
Έγγαμος
Διαζευγμένος
Μονογονεϊκή οικογένεια
• Μορφωτικό επίπεδο:
Απόφοιτος Δημοτικού
Απόφοιτος Γυμνασίου
Απόφοιτος Λυκείου
Φοιτητής/Σπουδαστής
Πτυχιούχος Α.Ε.Ι
Μεταπτυχιακές Σπουδές
• Απασχόληση:
Εργαζόμενος/η
21
Άνεργος
Αθήνα
Θεσσαλονίκη
Ναι
Όχι
Αν ΝΑΙ,ποιο;
Ναι
Όχι
Αν ΝΑΙ,σε ποιο;
3.4 Ερωτηματολόγια-Μετρήσεις
22
1. Δημογραφικά στοιχεία.
2. Άγχος. (γενικό-άμεσο)
3. Κατάθλιψη.
23
Η αξιοπιστία της κλίμακας του Άγχους ήταν υψηλή με χρήση του συντελεστή
Cronbach Alpha. Η εγκυρότητα εξασφαλίζεται από τους κατασκευαστές μέσω της
εγκυρότητας εννοιών (Γαλάνης, 2012).
24
3.6 Αξιοπιστία και εγκυρότητα
Όλα τα παραπάνω, δείχνουν ότι πρόκειται για μια συστηματική και σκόπιμη
έρευνα. Άλλωστε, σημαντικό δείκτης στις μετρήσεις αποτελεί η ομοιογένεια του
δείγματος και ο τρόπος χορήγησης των ερωτηματολογίων.
25
Κεφάλαιο τέταρτο
Αποτελέσματα
Υπόθεσε ότι σκοπός της έρευνάς σου ήταν να διερευνήσεις εμπειρικά αν και κατά
πόσο οι ομάδες αυτοβοήθειας βοηθάνε τους συμμετέχοντες να μειώσουν τα
συμπτώματα κατάθλιψης και άγχους, καθώς και να διατηρήσουν σε χαμηλά επίπεδα
την προβληματική χρήση του διαδικτύου. Για το σκοπό αυτό χορήγησες σε ένα
τυχαιοποιημένο δείγμα 29 ατόμων (μετέφηβοι με προβλήματα εξάρτησης που
συμμετείχαν σε μια ομάδα αυτοβοήθειας) διάφορες αυτο-αναφορικές κλίμακες
(εύρος τιμών: 0-100) που κατέγραφαν συμπτώματα κατάθλιψης και άγχους τόσο πριν
την έναρξη (pre-test), όσο και μετά τον τερματισμό των εργασιών της ομάδας (post-
test). Επιπλέον, κατέγραψες με μια αυτοαναφορική κλίμακα την προβληματική χρήση
που κάνουν του διαδικτύου (internet addiction scores) κατά το post-test. Το ίδιο
έπραξες και σε μια ομάδα ελέγχου (29 άτομα με προβλήματα εξάρτησης που
συμμετείχαν σε ομάδα εικονικής θεραπείας – placebo group ).
Πίνακας 1. Διαφορές μεταξύ ομάδων αυτοβοήθειας και placebo ως προς την ηλικία
και την ικανοποίηση από τη ζωή
Παράγοντες Ομάδα Ν Μ.Ο. Τ.Α. t df p
Self-help 29 19.48 1.183 -2.195 56 .032*
Ηλικία
Placebo 29 21.12 3.839
Ικανοποίηση Self-help 29 27.37 7.301
-.277 56 .783
από τη ζωή Placebo 29 27.96 8.764
*p<. 05
26
(β) Εάν η ομάδα αυτοβοήθειας βοήθησε τους συμμετέχοντες να μειώσουν σημαντικά
τα συμπτώματα της κατάθλιψης σε σχέση με την ομάδα placebo.
27
Απάντηση: Από την εφαρμογή του μη συσχετισμένου ελέγχου t-test παρατηρήθηκαν
στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ των δύο ομάδων (αυτοβοήθειας και placebo)
ως προς την προβληματική χρήση διαδικτύου μετά την παρέμβαση (Πίνακας 4).
28
Πίνακας 6. Συσχέτιση (Pearson r) μεταξύ της κατάθλιψης και του άγχους μετά από
τη συμμετοχή στην ομάδα
Παράγοντες 1 2
1. Κατάθλιψη
2. Άγχος .356**
(ζ) Εάν και κατά πόσο το φύλο του συμμετέχοντα, η ομάδα στην οποία συμμετείχε, το
θρήσκευμά του και τα συμπτώματα άγχους και κατάθλιψης μετά τον τερματισμό της
ομάδας συνδέονται με την προβληματική χρήση του διαδικτύου.
Πίνακας 7. Συσχέτιση (Pearson r) μεταξύ της κατάθλιψης και του άγχους μετά από
τη συμμετοχή στην ομάδα με την προβληματική χρήση διαδικτύου
Παράγοντες 1 2 3
1.Κατάθλιψη
2.Άγχος .356**
3. Προβληματική χρήση διαδικτύου .341** .239
29
Πίνακας 8. Διαφορές ως προς την προβληματική χρήση διαδικτύου με βάση το φύλο
(η) Σχεδίασε έναν ενιαίο πίνακα με συχνότητες ή μέσους όρους και τυπικές
αποκλίσεις για τις εξής μεταβλητές: φύλο, ηλικία, άγχος, κατάθλιψη (pre-post test),
προβληματική χρήση του διαδικτύου ανά πειραματική ομάδα (Πίνακας 11).
30
Πίνακας 11. Μέσοι όροι και τυπικές αποκλίσεις μεταβλητών ανά πειραματική ομάδα
Προβληματική
Άγχος Άγχος Κατάθλιψη Κατάθλιψη
Φύλο Ηλικία χρήση
Ομάδα (πριν) (μετά) (πριν) (μετά)
διαδικτύου
Άντρας Γυναίκα Μ.Ο. Τ.Α. Μ.Ο. Τ.Α. Μ.Ο. Τ.Α. Μ.Ο. Τ.Α. Μ.Ο. Τ.Α. Μ.Ο Τ.Α.
Self 2 27 19.48 1.18 19.65 8.23 13.44 1.421 22.41 2.61 19.75 2.30 14.89 1.26
Placebo 7 22 21.12 3.83 22.41 2.38 24.82 2.515 18.27 2.57 18.27 2.59 24.82 1.40
31
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
Σκοπός της παρούσας έρευνας ήταν να διερευνηθεί εμπειρικά αν και κατά πόσο οι
ομάδες αυτοβοήθειας βοηθάνε τους συμμετέχοντες να μειώσουν τα συμπτώματα
κατάθλιψης και άγχους, καθώς και να διατηρήσουν σε χαμηλά επίπεδα την
προβληματική χρήση του διαδικτύου. Διεξήχθη μια ποσοτική έρευνα σε ένα
τυχαιοποιημένο δείγμα 29 ατόμων, χρησιμοποιώντας διάφορες αυτό-αναφορικές
κλίμακες, με εύρος τιμών 0-100, οι οποίες κατέγραφαν συμπτώματα κατάθλιψης και
άγχους τόσο πριν την έναρξη (pre-test), όσο και μετά τον τερματισμό των εργασιών
της ομάδας (post-test). Ακόμη, χορηγήθηκε μια αυτό-αναφορική κλίμακα που
μελέτησε την προβληματική χρήση του διαδικτύου κατά το post-test. Τέλος, το ίδιο
μελετήθηκε και σε μία ομάδα 29 ατόμων που συμμετείχαν σε ομάδα εικονικής
θεραπείας (placebo group).
32
προβληματική χρήση του διαδικτύου, σημαίνει ότι το πρόγραμμα αυτοβοήθειας ήταν
αποτελεσματικό στο να μειώσει την προβληματική χρήση διαδικτύου της ομάδας
αυτοβοήθειας. Τα αποτελέσματα του πίνακα 5 δείχνουν ότι το άγχος και η κατάθλιψη
συνδέθηκαν θετικά πριν την έναρξη του προγράμματος, όπως και στον πίνακα 6 το
άγχος και η κατάθλιψη συνέχισαν να συνδέονται θετικά και μετά το τέλος του
προγράμματος.
33
Πηγές-Βιβλιογραφία
Ξενόγλωσση
Brown, B., S., O’Grady, E., Farrell, V., Flechner, S., Illene, S., & Nurco, N.
(2001). Factors Associated With Frequency of 12-step Attendance By Drug Abuse
Clients, The American Journal of Drug and Alcohol Abuse, 27(1), 147-160.
Ανακτήθηκε από: doi:10.1081/ada-100103124
34
Γαλάνης (2012). Εγκυρότητα και αξιοπιστία των ερωτηματολογίων στις
επιδημιολογικές μελέτες. Εφαρμοσμένη Ιατρική Έρευνα.
Beck A.T., Ward Ch., Mendelson M., Mock J., & Erbaugh J., (1961). An
inventory for measuring depression. Arch Gen Psychiatry, 4, 561–571
Beck, A. T.; Weissman, A., Lester, D., & Trexler, L., (1974). The
Measurement of Pessimism: The Hopelessness Scale, Journal of Consulting and
Clinical Psychology., 42, 861– 865.
Beck, A. T., & Steer, R. A., (1988). Manual for the Beck Hopelessness Scale,
Psychological Corporation: San Antonio, TX.
Cook, C., C., H., (1998). The Minnesota Model in the management of drug
and alcohol dependency: Miracle, method or myth? Part 1. The philosophy and the
programme. British Journal, Addiction 83, 625-634.
35
Dennis, M. L., (1990). Assessing the validity of randomized field experiments:
an example from drug abuse treatment research. Eval. Rev. 14, 347–373.
Dennis, M. L., (1994). Ethical and practical randomized field experiments. In:
Wholey, J.S., Hatry, H.P., Newcomer, K.E. (Eds.), Handbook of Practical Program
Evaluation. Jossey-Bass, San Francisco, pp. 155–197.
Derogatis, L. R., Rickels, K., & Rock, A. F., (1976). The SCL-90 and the
MMPI: A Step in the Validation of a New Self-Report Scale. Br. J. Psychiatry, 128,
280–289.
Field, A. (2017). Discovering Statistics Using IBM SPSS (5th edition). Sage
Publications Ltd.
Gjeruldsen S., Myrvang B., & Opjordsmoen S., (2003) Risk factors for drug addiction
and its outcome. A follow-up study over 25 years. Nordic Journal of
Psychiatry, 57, pp. 373-376. Ανακτήθηκε από 10.1080/08039480310002714.
Leucht, S., & Heres, S., (2006). Epidemiology, clinical consequences, and
psychosocial treatment of nonadherence in schizophrenia. J. Clin. Psychiatry, 67, 3–8.
36
Matzat, J. (2001). The development of self-help groups and support for them
in Germany. International Journal of Self Help and Self Care, 1(4), 307-322.
McCrady, B.S., Epstein, E.E., & Hirsch, L.S., (1996). Issues in the
implementation of a randomized clinical trial that includes Alcoholics Anonymous:
studying AA-related behaviors during treatment. J. Stud. Alcohol. 57, 604–612.
McCrady, B.S., Epstein, E.E., & Hirsch, L.S., (1999). Maintaining change
after conjoint behavior alcohol treatment for men: outcomes at 6 months. Addiction
94, 1381–1396.
McLellan, A.T., & McKay, J.R., (1998). The treatment of addiction: What can
research offer practice? In: Lamb, S., Greenlick, M.R., & McCarthy, D., (Eds.).
Bridging the Gap Between Practice and Research: Forging Partnerships with
Community-Based Drug and Alcohol Treatment, Washington, DC: National
Academy Press, pp. 147-185.
Mystakidou K., Tsilika E., Parpa E., Smyrniotis V., Galanos A., & Vlahos L.,
(2007). Beck Depression Inventory: Exploring its psychometric properties in a
palliative care population of advanced cancer patients, Eur J Cancer Care (Engl), 16,
pp. 244–250
Mystakidou K., Tsilika E., Parpa E., Sakkas P., & Vlahos L., (2009). The
psychometric properties of the Greek version of the State-Trait Anxiety Inventory in
cancer patients receiving palliative care. Psychol Health, 24, pp. 1215–1228
37
Spielberger Cd., (1989). State-Trait Anxiety Inventory: Bibliography. 2nd ed.
Consulting Psychologists Press, Palo Alto, CA.
Room, R., Palm, J., Romelsjo, A., Stenius, K., & Storbjork, J. (2003). Women
and men in alcohol and drug treatment: An overview of a Stockholm Country study.
Nord. Study., Alcohol Drugs, 20, 91-100.
Tomasson K., & Vaglum P., (1998) Psychiatric co-morbidity and aftercare
among alcoholics: a prospective study of a nationwide representative sample.
Addiction, 93, pp 423-431. Ανακτήθηκε από 10.1046/j.1360-0443.1998.93342310.x.
Ustun, B., Compton, W., Mager, D., Babor, T., Baiyewu, O., Chatterjl, S.,
Cottler, L., Gogus, A., Mavreas, V., Peters, L., Pull, C., Suanders, J., Smeets, R.,
Stipec, M-R., Vrastl, R., Hasin, D., Room, R., Van Den Brink, W., Regier, D., Blaine,
J., Grant, B. F., & Sartorius, N. (1997). Who study on the reliability and validity of
the alcohol and drug use disorder instruments: Overview of methods and results, Drug
Alcohol Depend, 47, 161-169.
38