Professional Documents
Culture Documents
Πώς διαφέρει ο
ορισμός του κλέους στην Ιλιάδα και στην Οδύσσεια
Βουλγαρίδου Μαρία
Γεωργίου Άντρη
Μπούνα Χαρίκλεια
Κλέος: Ετυμολογία και Λεξιλόγιο
Κλέος (το), πληθ. κλέα, ΕΤΥΜ. αρχ. <* κλέF-ος <Ι.Ε. *klew- «ακούω»
(οπότε η λέξη θα δήλωνε τη φήμη που προέρχεται από κάτι, για το οποίο
ακούει κανείς πολλά) . 1) λόγος, φήμη B486, Λ21, Ν364, α283, γ83, ε311,
ψ137. 2α) Η αγαθή φήμη, δόξα, συνήθως μετά των προσδιορισμών
«εσθλόν, μέγα, ευρύ» Δ197, Η91. 2β) κατά πληθ.= ένδοξες πράξεις,
κατορθώματα Ι189, θ73.
Επίθετα και ουσιαστικά που το περιλαμβάνουν στον Όμηρο:
Προσδιορισμοί: κλέος ἐσθλὸν, μέγα κλέος, κλέος ἄφθιτον, ὑπουράνιον κλέος,
κλέος εὐρὺ, ἄσβεστον κλέος, τὸ δ’ ἐμὸν κλέος.
Παράγωγα επίθετα: ἀγακλειτοῦ φίλος υἱός, κλειτὴν ἑκατόμβην , δουρικλειτὸς
Μενέλαος, τηλεκλειτῶν ἐπικούρων, ἀγακλεὲς ὦ Μενέλαε, ναυσικλειτοῖο
Δύμαντος, ἐϋκλείη τ’ ἀρετή, ἐπὶ νῆας ἐϋκλεῖας.
Επιρρήματα: δυσκλέα, ἀκλεὲς, ἐϋκλειῶς, ἀκλειῶς, ἀκλέα.
Κύρια Ονόματα: Πατρόκλεες, Ἡρακλεΐδης, Κλεοπάτρῃ, Εὐρύκλεια, Ἀντίκλεια.
Επαναλαμβανόμενες Εκφράσεις: κλέος οὐρανὸν ἵκει (Θ192, ι20), δυσκλέα
Ἄργος ἱκέσθαι (Β115, Ι11), κλέα ἀνδρῶν (Ι189, Ι524, θ73), κλέος ἐσθλὸν
ἀροίμην (Σ121), κλέος ἐσθλὸν ἐν ἀνθρώποισιν ἔχῃσιν (α95, γ78). κλέος
εὐρὺ καθ’ Ἑλλάδα καὶ μέσον Ἄργος (α344, δ726, δ816).
ΤΟ ΗΡΩΪΚΟ ΚΛΕΟΣ ΣΤΗΝ ΙΛΙΑΔΑ
Στο ομηρικό σύστημα αξιών, η έννοια του κλέους καταλαμβάνει
εξέχουσα θέση. Ο ομηρικός ήρωας καλείται να κερδίσει την τιμή του
στο πεδίο της μάχης, ενώ και με τα λάφυρα που παίρνει ως
αντάλλαγμα, ενισχύεται το πολεμικό του κλέος. Με την αριστεία τους
οι πολεμιστές δικαιώνουν τόσο τη δική τους φήμη όσο και των
προγόνων τους και, τηρώντας τις συμβουλές τους για υπεροχή στη
μάχη, επιδιώκουν να κερδίσουν, όπως ο Έκτορας και ο Τεύκρος,
μεγάλη δόξα (μέγα κλέος, Ζ 446) και καλή φήμη (ἐϋκλείη, Θ 285), τόσο
για τους ίδιους όσο και για τον πατέρα τους.