You are on page 1of 3

Η Παραμυκιά και τα μνθμεία τθσ

Η Παραμυκιά, κτιςμζνθ ςτισ πλαγιζσ του όρουσ Κορίλα ι Γκορίλα, αποτελεί μία
ςθμαντικι αρχαιολογικι κζςθ με διαχρονικι κατοίκθςθ από τθν προϊςτορικι ζωσ και τθ
μεταβυηαντινι περίοδο, γεγονόσ που επιβεβαιϊνεται με τθν φπαρξθ ςθμαντικϊν μνθμείων
ςτθν ευρφτερθ περιοχι.

Ο ναόσ τθσ Κοίμθςθσ τθσ Θεοτόκου ι αλλιϊσ Μεγάλθ Παναγιά ι Μεγάλθ Εκκλθςιά
λειτουργοφςε ωσ κακολικό μονισ κατά τθ βυηαντινι περίοδο και ςιμερα ωσ κοιμθτιριο. Ο
ναόσ είναι τρίκλιτοσ, ςταυρεπίςτεγοσ, με τριμερζσ ιερό. Χρονολογείται ςτο βϋ μιςό του 13ου
αι., ενϊ μεταγενζςτερεσ επεμβάςεισ ζχουν αλλοιϊςει τθν αρχικι του μορφι. Από το ναό
προζρχονται ςθμαντικά κειμιλια, μεταξφ των οποίων ξεχωρίηει ο χρυςοκζντθτοσ Επιτάφιοσ,
που είναι ζργο του μοναχοφ Αρςενίου από τα Μετζωρα και φιλοτεχνικθκε ςτα 1587/8.

Βορειοανατολικά του ναοφ τθσ Κοίμθςθσ βρίςκεται λουτρικι εγκατάςταςθ ςε


ερειπιϊδθ ςχεδόν κατάςταςθ. Η αναςκαφικι ζρευνα ζφερε ςτο φωσ δφο κφριουσ χϊρουσ
(το «χλυαροψφχριον», δθλαδι τον χλιαρό οίκο και το «κερμόν», που ιταν και ο κυρίωσ
οίκοσ), τρεισ βοθκθτικοφσ (το «αποδυτιριο» και χϊρουσ για ιδιαίτερθ χριςθ) και δυο
δεξαμενζσ. Αρχικά χρονολογικθκε ςτθ μεςοβυηαντινι περίοδο (10ο - 12ο αι.), ωςτόςο
νεότερεσ ζρευνεσ το τοποκετοφν χρονικά τον 15ο αι.

Ενασ μικρόσ επιμικθσ χϊροσ που βρίςκεται μεταξφ των δφο μικρότερων
διαμεριςμάτων, πικανόν να χρθςίμευε ωσ βοθκθτικόσ χϊροσ επικοινωνίασ τουσ. Βόρεια
του ςωηόμενου τμιματοσ του λουτροφ υπιρχε μεγαλφτεροσ χϊροσ, ενϊ ςτθ νότια πλευρά
των ερειπίων διακρίνεται ορκογϊνιοσ επιμικθσ χϊροσ με προεξζχουςα θμικυκλικι κόγχθ.Η
δυτικι πλευρά του λουτροφ είναι καταςκευαςμζνθ ςτο κατϊτερο τμιμα τθσ με
αργολικοδομι και ςτο ανϊτερο, με πλινκοπερίκλειςτο ςφςτθμα. Διπλζσ ςειρζσ οριηόντιων
και κάκετων πλίνκων περικλείουν τουσ λίκουσ. ΢τθν κορυφι τθσ ανωδομισ διακρίνεται
πλίνκινθ οδοντωτι ταινία.
Η ςτζγαςθ των ςωηόμενων χϊρων του λουτροφ επιτυγχανόταν με κόλουσ, ενϊ τθσ
δεξαμενισ και του μικροφ βοθκθτικοφ χϊρου με καμάρεσ. Όπωσ αναφζρεται ςχετικά ςε
πθγζσ θ αναςκαφικι ζρευνα δεν ζχει ακόμθ περατωκεί κι ζτςι δεν είναι δυνατό να
κακοριςκοφν με ακρίβεια το μζγεκοσ, θ μορφι κακϊσ και θ χριςθ των διαφόρων χϊρων
του λουτροφ. Ωςτόςο, πικανολογείται πωσ τρεισ ιταν οι κφριοι χϊροι: Σο «ψυχρολοφςιο»
(κρφο), το «χλυαροψφχειο», και το ηεςτό ι «κερμό», (ενδότεροσ κόλοσ).
΢θμαντικό είναι ότι ακόμα και ςιμερα διακρίνονται οι δφο πιλινοι ςωλινεσ που
διαπερνοφν τουσ τοίχουσ των δφο κεντρικϊν και του νοτιοδυτικοφ διαμερίςματοσ. Η
ςτζγαςθ των τεςςάρων ςωηόμενων χϊρων γινόταν με κόλουσ, από τουσ οποίουσ ςϊηονται
τα λοφία και μζροσ των τυμπάνων, ενϊ τθσ δεξαμενισ με καμάρα.

Η Κοφλια, γνωςτι και ωσ Κοφλια των Μπονολάτων

Ζνα από τα καλφτερα ςωηόμενα δείγματα οχυρωματικισ κατοικίασ ςτθ βορειοδυτικι


Ελλάδα, μοναδικό ςτθν περιοχι τθσ Θεςπρωτίασ, θ Κοφλια τθσ Παραμυκιάσ, είναι πλζον
επιςκζψιμθ για το κοινό.
Η «Κοφλια», που ςτζκει ςε περίοπτθ κζςθ ςτον αςτικό ιςτό, ςτουσ πρόποδεσ του κάςτρου,
απαλλοτριϊκθκε από το υπουργείο Πολιτιςμοφ το 1995.

Η αναςτιλωςι τθσ χρθματοδοτικθκε ςε πρϊτθ φάςθ από το Γ’ ΚΠ΢, ενϊ οι εργαςίεσ ςτον
περιβάλλοντα χϊρο ολοκλθρϊκθκαν πρόςφατα με τθ ςυμβολι του διμου ΢ουλίου. Η
οχυρωματικι κατοικία είναι γνωςτι ωσ Κοφλια των Μπονολάτων και χρονολογείται ςτα
τζλθ του 18ου αιϊνα με αρχζσ του 19ου.

Σο πζτρινο ςπίτι-οχυρό ζχει 5 ορόφουσ, φψοσ 26 μζτρα, οροφι κολωτι που καλφπτεται
από τετράρριχτθ ςτζγθ, ενϊ οι εξωτερικζσ του διαςτάςεισ είναι 7,80×7,67 μ. Η κφρια
είςοδοσ βρίςκεται ςτθν πίςω πλευρά του 2ου ορόφου, όπου άλλοτε υπιρχε ξφλινθ
αναςυρόμενθ ςκάλα. ΢το ιςόγειο, υπάρχει μία μικρι πόρτα που οδθγεί ςτθν αυλι. Οι
όροφοι μεταξφ τουσ επικοινωνοφν με ξφλινεσ ςκάλεσ. ΢τον 2ο και τον 3ο όροφο υπάρχουν
τηάκια. Ήταν τα ςθμεία όπου περνοφςαν τον περιςςότερο χρόνο τουσ τα μζλθ τθσ
οικογζνειασ.

΢το ιςόγειο και τον 1ο όροφο δεν υπάρχουν παράκυρα, αλλά πολεμίςτρεσ, ςε αντίκεςθ με
τουσ υπόλοιπουσ ορόφουσ, όπου υπάρχουν ανοίγματα διαφόρων διαςτάςεων. Για τθν
ενίςχυςθ τθσ άμυνασ του πφργου, ςε μία πλευρά του 4ου ορόφου υπάρχουν τρφπεσ, από
τισ οποίεσ οι ιδιοκτιτεσ ζριχναν καυτό λάδι όταν δζχονταν επίκεςθ. Εντυπωςιακι είναι θ
τοιχοποιία του μνθμείου. ΢το εςωτερικό του υπάρχουν ίχνθ χρϊματοσ και γι’ αυτό
εκτιμάται ότι υπιρχε ηωγραφιςτόσ διάκοςμοσ.

Πρόκειται για πυργόςπιτο, του οποίου θ διάταξθ και θ αρχιτεκτονικι είναι ανάλογεσ με
εκείνεσ των οχυρϊν κατοικιϊν, που κτίςτθκαν ςτθ διάρκεια τθσ Σουρκοκρατίασ και
ςυναντϊνται ςτθν Ήπειρο και τθν Αλβανία. Ωςτόςο, πφργοι-κατοικίεσ ςυναντϊνται από τθ
βυηαντινι εποχι ζωσ και τον 19ο αιϊνα ςε αρκετζσ περιοχζσ τθσ Ελλάδασ, όπωσ ςτθ
Θεςςαλία και τθν Πελοπόννθςο, αλλά και ςε πολλά μζρθ των Βαλκανίων. Σθ μορφι τουσ
επζβαλαν λόγοι αμυντικοί, κακϊσ προςζφεραν αςφάλεια ςτουσ άρχοντεσ και τουσ
γαιοκτιμονεσ ςε περιπτϊςεισ επικζςεων.

Σο κάςτρο του Αγ. Δονάτου βρίςκεται ςτουσ πρόποδεσ του Όρου Κορίλα ςε κζςθ
φυςικά οχυρι για να ελζγχει τθν κοιλάδα τθσ Παραμυκιάσ ςτα δυτικά και τθ διάβαςθ του
Ελευκεροχωρίου - Δωδϊνθσ ςτα βόρεια. Πιρε το όνομα του Πολιοφχου τθσ πόλθσ. Οι τοίχοι
του ταξινομοφνται ςε τρεισ καταςκευαςτικζσ φάςεισ, από τθν αρχαιότθτα ζωσ τα τζλθ τθσ
Σουρκοκρατίασ. Η πρϊτθ φάςθ ξεκινάει από τα Ελλθνιςτικά χρόνια, θ δεφτερθ ςτα
Βυηαντινά χρόνια και θ τρίτθ ςτθν περίοδοσ τθσ Σουρκοκρατίασ. Σο Βυηαντινό κάςτρο
αναφζρεται από τουσ ιςτορικοφσ του Μεςαίωνα, ο Προκόπιοσ (6οσ αιϊνασ), όπωσ επίςθσ τα
Χρονικά του Σοκκόι (αρχζσ του 15ου αιϊνα).
Σον 6ο αιϊνα ο Ιουςτινιανόσ (από το οποίο αρχίηει ο εξελλθνιςμόσ του Βυηαντινοφ
κράτουσ) ζκτιςε το κάςτρο (και μια ςειρά από κτίρια και ναοφσ) με ςκοπό τθν αςφάλεια των
κατοίκων. Είχαν προθγθκεί οι επιδρομζσ των Γότκων και των Βανδάλων, ενϊ το 551 μχ
γίνεται ζνασ τρομερόσ ςειςμόσ και ο βαςιλιάσ τθσ Ιταλίασ Σωτίλασ λεθλατεί όλα τα παράλια
τθσ Θεςπρωτίασ. Σο κτίςιμο ζγινε ςτα κεμζλεια αρχαίου Ελλθνικοφ τοίχου και ζδωςε το
όνομα του φφλακα και προςτάτθ τθσ περιοχισ.
Σο κάςτρο αποτελείται από μια μεγάλθ, πολυγωνικι, εξωτερικι περίφραξθ, πάνω
από τθν οποία βρίςκονται οι Βυηαντινοί τοίχοι (φψουσ 2μ περίπου) με το φροφριο να
βρίςκεται ςτθν κορυφι.
Η κεντρικι είςοδοσ ςιμερα, ζχει ςχεδόν καταςτραφεί. ΢ο εςωτερικό του κάςτρου
βρίςκονται ερείπια κτιρίων από τθν Σουρκοκρατία. Από τθν αρχαιότθτα μζχρι ςιμερα, θ
περιοχι τθσ Παραμυκιάσ πλθροφςε τισ προχποκζςεισ για τθν ανάπτυξθ μικρϊν ι
μεγαλφτερων οικιςμϊν.
Με τθν ανάπτυξθ τθσ πόλθσ τθσ Παραμυκιάσ επί Σουρκοκρατίασ, ο οικιςμόσ μζςα
ςτο κάςτρο άρχιςε να φκίνει και εγκαταλείφκθκε οριςτικά επί Αλι παςά, μάλλον ςτισ αρχζσ
του 19ου αιϊνα. Ο ιςτορικόσ του 6ου αιϊνα Προκόπιοσ αναφζρει τθν καταςκευι κάςτρου
με τθν ονομαςία «Άγιοσ Δονάτοσ» ςτθν περιοχι. Επίςθσ γίνεται μνεία ςτο ανϊνυμο
μεςαιωνικό χρονικό των Σόκκων. Σο όνομά του το πιρε από τον πολιοφχο τθσ πόλθσ Άγιο
Δονάτο, ο οποίοσ ιταν επίςκοποσ Ευροίασ τον 4ο αιϊνα. Η ιςτορία του κάςτρου ταυτίηεται
με τθν ιςτορία τθσ Παραμυκιάσ. Μετά τθν Ελλθνιςτικι περίοδο πζραςε ςτουσ Ρωμαίουσ και
μετά ςτουσ Βυηαντινοφσ. Από τθν αρχι του 13ου αιϊνα ανικε ςτο Δεςποτάτο τθσ Ηπείρου.
Σο 1337 πζραςε για λίγο επί Ανδρόνικου Γ’ Παλαιολόγου ςτθν κυριαρχία του Βυηαντίου και
το 1349 βρίςκεται ςτθν κυριαρχία του ΢ζρβου θγεμόνα ΢τζφανου Δουςάν. ΢τα 1380
αγοράςτθκε από το ΢ζρβο Δεςπότθ των Ιωαννίνων Θωμά Πρελοφμπο (ι Πρελοφμποβιτσ).
΢τα 1411 υποτάχτθκε ςτον Κάρολο Α’ Σόκκο, (Δοφκασ τθσ Λευκάδασ αρχικά και φςτερα
«Δεςπότθσ τθσ Άρτασ και των Ιωαννίνων» μζχρι το 1429). Σο 1449 θ Παραμυκιά
καταλαμβάνεται από τουσ Σοφρκουσ και παραμζνει υπό τουρκικι κυριαρχία μζχρι το 1913.
Δομικά, Αρχιτεκτονικά, Οχυρωματικά ΢τοιχεία: Σο κάςτρο αποτελείται από μια
μεγάλθ, πολυγωνικι, εξωτερικι περίφραξθ, πάνω από τθν οποία βρίςκονται οι Βυηαντινοί
τοίχοι (φψουσ 2μ περίπου) με το φροφριο να βρίςκεται ςτθν κορυφι. Η κεντρικι είςοδοσ
ςιμερα, ζχει ςχεδόν καταςτραφεί. ΢το εςωτερικό του κάςτρου βρίςκονται ερείπια κτιρίων
από τθν Σουρκοκρατία.
΢θμερινι Κατάςταςθ: ΢ιμερα, ςϊηονται μόνο τμιματα από το δυτικό τείχοσ και τον
δυτικό πφργο ςτθν κορυφι πάνω από τθν πόλθ. Κάτω από το κάςτρο ςϊηεται και θ Κοφλια
τθσ Παραμυκιάσ, το μόνο από τα πυργόςπιτα που διατθρικθκε μζχρι ςιμερα, ζςτω και
ανακαταςκευαςμζνο…

You might also like