Professional Documents
Culture Documents
Τα περισσότερα είδη ζώων ανήκουν στον κλάδο των αμφίπλευρων (Bilateria), δηλαδή το
σώμα τους έχει αμφίπλευρη συμμετρία (διαχωρίζεται από ένα μοναδικό επίπεδο σε δύο
κατοπτρικά ημίσεα, ένα δεξί και ένα αριστερό). Στα αμφίπλευρα περιλαμβάνονται τα
πρωτοστόμια—στα οποία με τη σειρά τους ανήκουν πολλές ομάδες ασπονδύλων όπως οι
νηματώδεις, τα αρθρόποδα και τα μαλάκια—και τα δευτεροστόμια, όπου ανήκουν τα
εχινόδερμα και τα χορδωτά (περιλαμβάνουν τα σπονδυλωτά). Διάφορες μορφές ζωής της
εδιακάριας περιόδου του ύστερου προκάμβριου θεωρούνται από πολλούς ότι αποτελούν
πρώιμα ζώα. Ωστόσο τα περισσότερα σύγχρονα ζωικές συνομοταξίες κάνουν σαφή εμφάνιση
στο αρχείο των απολιθωμάτων ως θαλάσσια είδη κατά τη διάρκεια της κάμβριας έκρηξης
περίπου 542 εκατομμύρια χρόνια πριν. Από την άλλη έχουν ταυτοποιηθεί 6,331 ομάδες
γονιδίων που είναι κοινά σε όλα τα ζώα· πιθανώς αποτελούν κληρονομιά ενός μοναδικού
κοινού προγόνου ο οποίος υπολογίζεται ότι έζησε περίπου 650 εκατομμύρια χρόνια πριν
κατά την Κρυογενή περίοδο.
Οι άνθρωποι χρησιμοποιούν πολλά ζώα για παροχή τροφής, όπως κρέατος, γάλακτος και
αβγών, για πρώτες ύλες, όπως δέρμα και μαλλί, ως κατοικίδια και ως ζώα εργασίας
είτε για τη δύναμή τους είτε για μεταφορές. Οι σκύλοι χρησιμοποιούνται παραδοσιακά
στο κυνήγι, ενώ πολλά άλλα χερσαία και υδρόβια ζώα αποτελούν τα θηράματα του
κυνηγιού. Επίσης τα ζώα εμφανίζονται στην τέχνη ήδη από πολύ νωρίς και
παρουσιάζονται στη μυθολογία και τη θρησκεία.
Πίνακας περιεχομένων
1 Ετυμολογία
2 Χαρακτηριστικά
2.1 Δομή
2.2 Αναπαραγωγή και ανάπτυξη
2.3 Τροφή και προμήθεια ενέργειας
3 Προέλευση και απολιθώματα
4 Ζωικές μορφές
4.1 Στοιχειώδεις μορφές
4.1.1 Σπόγγος (κυτταρική αποικία)
4.1.2 Πολύποδας: ύδρες, κοράλλια και μέδουσες
4.1.3 Σκώληκας (κινητότητα και πεπτικός σωλήνας)
4.1.4 Ακτινωτή έκρηξη των σκωληκόμορφων
4.2 Ανώτερες μορφές
4.2.1 Μαλάκια
4.2.2 Αρθρόποδα
4.2.3 Σκώληκες κολυμβητικοί: οι ιχθύες
4.2.4 Τετράποδα
5 Παραπομπές
5.1 Βιβλιογραφία
6 Εξωτερικοί σύνδεσμοι
Ετυμολογία
Η λέξη "ζώο" προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη ζῷον που με τη σειρά της
παράγεται από το ρήμα ζῶ. [1] Στην καθημερινή χρήση της καθομιλουμένης, ο όρος
«ζώο» χρησιμοποιείται συνήθως -λανθασμένα-για αναφορές μόνο στα μέλη του βασιλείου
Ζώα πλην του ανθρώπου. Μερικές φορές, στην καθομιλουμένη εννοούνται μόνο οι
πλησιέστεροι συγγενείς των ανθρώπων όπως τα θηλαστικά και άλλα σπονδυλωτά.[2] Στη
βιολογία, η λέξη χρησιμοποιείται ως αναφορά σε όλα τα μέλη του βασιλείου Ζώα, και
περιλαμβάνει ποικίλους οργανισμούς πολύ διαφορετικούς μεταξύ τους όπως οι σπόγγοι,
οι μέδουσες, τα έντομα και οι άνθρωποι.[3]
Χαρακτηριστικά
Τα ζώα έχουν πολλά χαρακτηριστικά που τα διαφοροποιούν από τα άλλα έμβια όντα. Τα
ζώα είναι ευκαρυωτικοί και πολυκύτταροι οργανισμοί,[4] χαρακτηριστικά τα οποία τα
διαχωρίζουν από τα βακτήρια και τα πρώτιστα. Είναι ετερότροφοι οργανισμοί,[5]
γενικά πέπτουν την τροφή σε έναν εσωτερικό θάλαμο, πράγμα που τα διαχωρίζει από τα
φυτά και τα φύκη.[6] Διακρίνονται επίσης από τα φυτά, τα φύκη και τους μύκητες από
την απουσία άκαμπτων κυτταρικών τοιχωμάτων.[7] Όλα τα ζώα είναι κινητικά,[8] έστω
και μόνο σε ορισμένα στάδια της ζωής τους. Στα περισσότερα ζώα, τα έμβρυα περνάνε
από ένα στάδιο βλαστιδίου,[9] χαρακτηριστικό που απαντάται αποκλειστικώς στα ζώα.
Δομή
Με λιγοστές εξαιρέσεις, κυρίως όπως οι Σπόγγοι και τα Πλακόζωα, τα ζώα έχουν σώματα
διαφοροποιημένα σε ξεχωριστούς ιστούς. Αυτοί περιλαμβάνουν τους μύες, που μπορούν
να πραγματοποιούν και να ελέγχουν τις κινήσεις, και τους νευρικούς ιστούς, που
στέλνουν κι λαμβάνουν μηνύματα. Τυπικά, υπάρχει και ένας εσωτερικός πεπτικός
θάλαμος, με ένα ή δύο ανοίγματα.[10] Τα ζώα με αυτού του είδους οργάνωση
ονομάζονται μετάζωα, η ευμετάζωα όταν το πρώτο χρησιμοποιείται για τα ζώα εν γένει.
[11]
Ένας κυτταρικός πνεύμονας τρίτωνα χρωματισμένος με φθορίζουσες βαφές στο στάδιο της
πρώιμης ανάφασης.
Σχεδόν όλα τα ζώα υποβάλλονται σε κάποια μορφή σεξουαλικής αναπαραγωγής.[16] Έχουν
κάποια αναπαραγωγικά κύτταρα, που υφίστανται μείωση για να παράγουν μικρότερα,
ευκίνητα σπερματοζωάρια ή μεγαλύτερα, ακίνητα τα ωάρια.[17] Αυτά συντήκονται για να
σχηματίσουν ζυγωτά, τα οποία εξελίσσονται σε νέα άτομα.[18]
Πολλά ζώα είναι επίσης ικανά να κάνουν ασεξουαλική αναπαραγωγή.[19] Αυτό μπορεί να
πραγματοποιηθεί μέσω παρθενογένεσης, όπου παράγονται γόνιμα αυγά χωρίς ζευγάρωμα,
εκκόλαψη, ή κατακερματισμό.[20]
Η θήρευση είναι βιολογική αλληλεπίδραση κατά την οποία ένας θηρευτής (ετερότροφος
οργανισμός που κυνηγά) τρέφεται με ένα θήραμα (ο οργανισμός που δέχεται επίθεση).
[29] Οι θηρευτές μπορεί και να θανατώνουν και να μην θανατώνουν το θήραμά τους
προτού τραφούν από αυτό, αλλά η πράξη της θήρευσης πάντα έχει ως τελικό αποτέλεσμα
τον θάνατο του θηράματος.[30] Η άλλη κύρια κατηγορία κατανάλωσης είναι η
σαπροφαγία, η κατανάλωση νεκρής οργανικής ύλης.[31] Κάποιες φορές μπορεί να είναι
δύσκολο να διακρίνουμε τις δύο διατροφικές συμπεριφορές, για παράδειγμα, όταν
παρασιτικά είδη τρέφονται από τον ξενιστή τους και στη συνέχεια γεννούν τα αυγά
τους σε αυτόν για να τραφούν οι απόγονοί τους από το σηπόμενο πτώμα του.
Επιλεκτικές πιέσεις που ασκούνται αμοιβαίως έχουν οδηγήσει σε έναν αγώνα
εξελικτικών όπλων μεταξύ θηράματος και θηρευτή, με αποτέλεσμα την ανάπτυξη ποικίλων
αντιθηρευτικών προσαρμογών.[32]
Τα περισσότερα ζώα χρησιμοποιούν εμμέσως την ενέργεια του ηλιακού φωτός τρώγοντας
φυτά ή φυτοφάγα ζώα. Τα περισσότερα φυτά χρησιμοποιούν το φως για να μετατρέπουν τα
ανόργανα μόρια του περιβάλλοντος σε υδατάνθρακες, λίπη, πρωτεΐνες και άλλα
βιομόρια, που περιέχουν χαρακτηριστικά ανηγμένο άνθρακα στον σχηματισμό δεσμών
άνθρακα-υδρογόνου. Αρχίζοντας με διοξείδιο του άνθρακα (CO2) και νερό (H2O), η
φωτοσύνθεση μετατρέπει την ενέργεια του ηλιακού φωτός σε χημική ενέργεια με τη
μορφή απλών σακχάρων (π.χ., γλυκόζη), απελευθερώνοντας μοριακό οξυγόνο. Αυτά τα
σάκχαρα χρησιμοποιούνται εν συνεχεία ως βασικά δομικά στοιχεία για την ανάπτυξη των
φυτών, συμπεριλαμβανομένης της παραγωγής άλλων βιομορίων.[10] Όταν ένα ζώο τρώει
φυτά (ή τρώει άλλα ζώα που έχουν φάει φυτά), ο ανηγμένος άνθρακας που περιέχεται
στην τροφή γίνεται πηγή ενέργειας και δομική ύλη για τα ζώα.[33] Χρησιμοποιούνται
είτε άμεσα βοηθώντας την ανάπτυξη του ζώου, ή αφού διασπασθούν, απελευθερώνοντας
την αποθηκευμένη ηλιακή ενέργεια και παρέχοντας στο ζώο την απαραίτητη ενέργεια για
την κίνηση.[34][35]
Ζώα που ζουν σε υδροθερμικές πηγές και ψυχρές διαφυγές στον πυθμένα του ωκεανού δεν
εξαρτώνται από την ενέργεια του ηλιακού φωτός.[36] Αντί αυτού χημειοσυνθετικά
αρχαία και βακτήρια σχηματίζουν τη βάση της τροφικής αλυσίδας.[37]