Professional Documents
Culture Documents
Rethinking Alternatives
Alternatives to
Neoliberalism in Education
Conference Proceedings
Organizing Institutions
Department of Primary Education
National & Kapodistrian University of
Athens
Conference Proceedings
EDITED by: Gounari, Panagiota, Liambas, Anastassios, Drenoyianni, Helen & Pavlidis, Perikles
ISBN: 978-960-243-712-4
Full Citation
Gounari, P., Liambas, A., Drenoyianni, H., & Pavlidis, P. (Eds) (2019). “Rethinking Alternatives to
Neoliberalism in Education”. Proceedings of the 7th International Conference on Critical Education. ΙSBN:
978-960-243-712-4, Volume I, pp. xx-xx. http://www.eled.auth.gr/, date accesed dd/mm/yy.
7o ΔΙΕΘΝΕΣ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΚΡΙΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ
«Rethinking Alternatives to Neoliberalism in Education”
Αθήνα, 28 Ιουνίου – 2 Ιουλίου 2017
Μαλαφάντης Δ. Κωνσταντίνος
Καθηγητής Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
Πρόεδρος της Παιδαγωγικής Εταιρείας Ελλάδος
Περίληψη
Αν η σύγχρονη εκπαίδευση αποσκοπεί, αφενός, στην ολόπλευρη («ολιστική») γνώση και, αφετέρου,
στην κριτική «πολιτισμική αγωγή» των μαθητών, είναι αυτονόητο ότι και η σχολική λογοτεχνική
εκπαίδευση υπηρετεί τους ίδιους σκοπούς με κύριο ζητούμενο την καλλιέργεια μιας γενικής
λογοτεχνικής παιδείας, η οποία να συντελεί στον «κριτικό λογοτεχνικό γραμματισμό» των μαθητών.
Εντασσόμενη μέσα στο πλαίσιο της Παιδαγωγικής του Κριτικού Γραμματισμού, η ανάγνωση των
κειμένων ισοδυναμεί με κριτική αποδόμηση της γλώσσας, των ρητών νοημάτων και των
υπονοημάτων τους, καθώς και των πραγματικοτήτων που αυτά αναπαριστούν, εμπλέκοντας τον
αναγνώστη σε μια ενεργητική διαδικασία παραγωγής νοήματος. Πώς, όμως, όλα αυτά
αποτυπώνονται στη διδακτική πράξη και κυρίως στα θεσμικά κείμενα που την υποστηρίζουν;
Με αφετηρία αυτόν τον προβληματισμό, η παρούσα διερεύνηση εστιάζεται στη μελέτη του
Προγράμματος Σπουδών για τη διδασκαλία της Λογοτεχνίας στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση σε
συνάρτηση με το Ανθολόγιο Λογοτεχνικών Κειμένων. Θέτει ως ειδικότερους στόχους: α) τη
διερεύνηση κριτικού λογοτεχνικού προσανατολισμού στη σκοποθεσία και στοχοθεσία του
Προγράμματος Σπουδών και β) την ποιοτική και ποσοτική ταξινόμηση των δραστηριοτήτων-
ερωτήσεων-εργασιών που ακολουθούν τα επιλεγμένα λογοτεχνικά κείμενα που εντάσσονται στο
Ανθολόγιο της Ε΄ και Στ΄ Δημοτικού Με λογισμό και μ’ όνειρο, με τον ίδιο στόχο. Ως προς τη
μεθοδολογία, αξιοποιείται η μέθοδος της ανάλυσης περιεχομένου για τη μελέτη των Α.Π.Σ. με
μονάδα καταγραφής το θέμα και η ταξινομία του Bloom, συνδέοντας επιμέρους πτυχές της
γνωστικής λειτουργίας των ερωτήσεων με επιμέρους κατηγορίες νοητικών - γνωστικών δεξιοτήτων
χαμηλού ή υψηλού επιπέδου σκέψης.
Τα αποτελέσματα που θα προκύψουν αναμένεται να αναδείξουν αν και σε ποιο βαθμό τα θεσμικά
κείμενα –Α.Π.Σ. και σχολικό εγχειρίδιο– συμβάλλουν στο να καταστούν οι μαθητές ικανοί για
αυτορρυθμιζόμενη μάθηση και αναπτυγμένη κριτική σκέψη, μέσω του μαθήματος της λογοτεχνίας,
αναδεικνύοντας την καίρια σημασία τους.
Λέξεις κλειδια
ανθολόγιο λογοτεχνικών κειμένων, κριτικός λογοτεχνικός γραμματισμός, λογοτεχνική παιδεία,
παιδαγωγική της λογοτεχνίας, ταξινομία του Bloom
που λειτουργούν ως πρότυπα, καθώς και να δείξουν ότι αυτές οι νόρμες δεν
αντιμετωπίζονται το ίδιο από όλα τα μέλη της κοινωνίας (McLaren & Κincheloe,
2007) με τη δημιουργία διαφορετικών οπτικών και την παραγωγή ατομικών
κειμένων (counter texts) (εφημερίδες, προσωπικές αφηγήσεις, ερασιτεχνικά βίντεο)
(Behrman, 2006). Αξιοποιούν, έτσι, την εμπειρία των μαθητών, σέβονται την
προσωπική τους εκτίμηση, ευνοούν τις πολλαπλές επιλογές και λύσεις, αναλύουν
τον τρόπο σκέψης τους, ενισχύουν την κριτική ανάγνωση και αποσκοπούν στην
ενίσχυση και απόκτηση μεταγνωστικών δεξιοτήτων (Μαλαφάντης & Μουλά, 2015:
53) μέσα από ενδεικτικές ερωτήσεις και διδακτικές δραστηριότητες, οι οποίες
εξυπηρετούν την αποδόμηση και αναδόμηση των λογοτεχνικών κειμένων,
στοχεύοντας στην αμφισβήτηση και την κριτική επεξεργασία του περιεχομένου τους
και στη διαμόρφωση της προσωπικής θέσης των μαθητών (Apol 1998: 38).
Το ερώτημα που τίθεται είναι πώς η λογοτεχνία και ιδιαίτερα η λογοτεχνική
ανάγνωση συνδέεται με τον Κριτικό Γραμματισμό; Η απάντηση βρίσκεται στην ίδια
τη φύση της λογοτεχνίας, που αποτελεί ένα ιδιαίτερα πρόσφορο έδαφος για την
πραγματοποίηση κριτικής ανάγνωσης των κειμένων και κατ’ επέκταση για την
ανάπτυξη δεξιοτήτων Κριτικού Γραμματισμού. Κι’ αυτό, διότι χαρακτηρίζεται από
μια πολυφωνία, η οποία προσφέρει απεριόριστες δυνατότητες γνωριμίας και
εξοικείωσης με πλήθος αξιών διαφόρων εποχών, πολιτισμών, κοινωνικών
στρωμάτων και ανθρώπινων τύπων, που μεταβιβάζονται από γενιά σε γενιά. Η
κριτική, λοιπόν, ανάγνωση των λογοτεχνικών κειμένων αποτελεί μια ενεργητική
διαδικασία παραγωγής νοήματος, στην οποία εμπλέκεται η προηγούμενη γνώση
που πάντα διαθέτει ο άνθρωπος για τον κόσμο. Ο Κριτικός Γραμματισμός θέτοντας
την εξατομικευμένη ανάγνωση στο ιστορικο-κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο στο
οποίο τα λογοτεχνικά κείμενα γράφονται και διαβάζονται, προσφέρει τη
δυνατότητα διατήρησης μιας απόστασης, ακόμα και όταν ο αναγνώστης νιώθει πως
η δική του ευαισθησία συγχωνεύεται με την ευαισθησία του κειμένου, και τον
βοηθά να μάθει να διαβάζει πέρα από τις λέξεις εστιάζοντας, σύμφωνα με μια
γνωστή φράση του Freire, στην «ανάγνωση του κόσμου» (Freire & Macedo, 1987),
για να καταλάβει πώς λειτουργεί το κείμενο σε επίπεδο γλωσσικό, κοινωνικο-
πολιτικό και πολιτισμικό∙ για να διερευνήσει τις σχέσεις εξουσίας που είναι εγγενείς
στη γλωσσική χρήση∙ για να συνειδητοποιήσει τους τρόπους με τους οποίους μας
‘‘τοποθετεί’’ το κείμενο ως αναγνώστες αλλά και τους τρόπους με τους οποίους το
προσωπικό μας κοινωνικο-πολιτισμικό και ιδεολογικό υπόβαθρο, το φύλο κ.λπ.
επηρεάζουν την πρόσληψη και νοηματοδότηση του κειμένου (Luke & Freebody,
1997).
Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό στην εκπαιδευτική πραγματικότητα, καθώς
σύμφωνα και με τη διεθνή βιβλιογραφία, η ενασχόληση με τα λογοτεχνικά κείμενα
παρέχει τη δυνατότητα ενεργητικής συμμετοχής των μαθητών στη διαδικασία της
γνώσης, ως κοινότητας αναγνωστών και ερμηνευτών και διευρύνει τον ορίζοντα των
εμπειριών τους μέσω των πολλαπλών οπτικών (multiple perspectives) στην
επεξεργασία των κειμένων, τα οποία πρέπει να είναι ανοικτά σε πολλές ερμηνείες
1 Οι έρευνες σχετικά με τις ερωτήσεις-εργασίες που περιέχονται σε ένα σχολικό εγχειρίδιο έχουν
δείξει ότι αυτές: α) ελέγχουν την επίτευξη των στόχων διδασκαλίας και μάθησης, β) προσδιορίζουν
τον τρόπο αυτοαξιολόγησης, γ) λειτουργούν ως μέσο παρακίνησης για αναζήτηση και δημιουργική
εργασία (Horsley & Campbell, 2009), δ) συμβάλλουν στην εμπέδωση του μαθήματος (Cerdán et al.,
2009), ε) παρέχουν την ευκαιρία της διορθωτικής ανατροφοδότησης (Θεοφιλίδης, 1988; Γιοκαρίνης,
1995; Καποθανάση & Κουνέλη, 2001; Χατζηγεωργίου, 2003; Μπονίδης, 2005; Suto & Nadas, 2009).
2 Ταξινομία κατά Bloom (1986): 1) Xαμηλού επιπέδου: α) γνώσης, β) κατανόησης, γ) εφαρμογής, 2)
Υψηλού επιπέδου: α) ανάλυσης, β) σύνθεσης, γ) αξιολόγησης.
χώρο, το χρόνο και την κοινωνική ομάδα που τις παράγει, είναι επομένως
προσδιορισμένες ιστορικά, γεγονός που δικαιολογεί τη σχετικότητα αλλά και την
ποικιλία τους […] να διερευνούν την ιστορικότητά τους και να τοποθετούνται
κριτικά απέναντι σε αυτές». Σχετικά με την προτεινόμενη μεθοδολογία η
διδασκαλία σε ομάδες και η μέθοδος project φαίνεται ότι, αν αξιοποιηθούν
εποικοδομητικά και επικεντρωμένα ως προς τους ευρύτερους στόχους της
αισθητικής απόλαυσης και κριτικής ανάπτυξης, μπορούν να καλλιεργήσουν τη
συνεργασία, την ομαδικότητα, να προωθήσουν την ενεργητική μάθηση και να
δώσουν τη δυνατότητα στους μαθητές να εκφράζουν ελεύθερα τη γνώμη τους κατά
τη διδακτική πράξη.
Γίνεται, επομένως, αντιληπτό ότι η διδασκαλία της λογοτεχνίας στοχεύει «στην
καλλιέργεια μιας ποικιλίας αναγνωστικών και επικοινωνιακών δεξιοτήτων, μέσα
από την αξιοποίηση κειμένων από όλο το φάσμα της πολιτισμικής παραγωγής, από
όλα δηλαδή τα διαφορετικά είδη της εικονικής, θεατρικής και μαζικής επικοινωνίας
[…] στην ενίσχυση της αίσθησης ότι η δύναμη και οι δυνατότητες της γλώσσας
μπορούν να είναι μία από τις μεγαλύτερες χαρές της ανάγνωσης της λογοτεχνίας,
καθώς η απόκτηση, μέσα από τη λογοτεχνία, πολλαπλών γλωσσικών εμπειριών και
η εξοικείωση με τη μεταφορική λειτουργία της γλώσσας είναι απαραίτητη για τη
φιλοσοφία, την έρευνα και το στοχασμό (Π.Σ. 2011: 22-23). Το ζητούμενο, όμως,
είναι κατά πόσο όλα αυτά παραμένουν θέματα ευσεβών πόθων και μέσα στο
ευρύτερο πλαίσιο των «θεσμικών» θεωρητικών εξαγγελιών; Πόσο συγκεκριμένος
αλλά και αφηρημένος ταυτόχρονα είναι ο βασικός σκοπός της λογοτεχνίας, όπως
παρατίθεται, περί κριτικής αγωγής στον σύγχρονο πολιτισμό; Και σε ένα δεύτερο
επίπεδο πώς συνδέονται με τα σχολικά εγχειρίδια, την επιλογή των ανάλογων
λογοτεχνικών κειμένων, των εργασιών που τα συνοδεύουν; Βρίσκονται σε σχέση
συνάφειας και αλληλοσύνδεσης;
2.3.2. Το Ανθολόγιο Λογοτεχνικών Κειμένων Με λογισμό και μ’ όνειρο
Στο Δημοτικό Σχολείο η ‘‘ελεύθερη’’ και ολοκληρωμένη επαφή του μαθητή με τη
Λογοτεχνία γίνεται με βάση τα Ανθολόγια Λογοτεχνικών Κειμένων, πρωταρχικός
στόχος των οποίων είναι η πρώτη γνωριμία των μαθητών με τη λογοτεχνική εκφορά
του λόγου. Τα νέα Ανθολόγια δεν στηρίζονται μόνο στις αρχές και στους κανόνες
της σύγχρονης Παιδαγωγικής, αλλά και στις θέσεις της σύγχρονης Θεωρίας της
Λογοτεχνίας, έχοντας ως κύριους στόχους τη διάσωση της απόλαυσης, μέσω της
ανάγνωσης των λογοτεχνικών κειμένων και τον προσανατολισμό του αναγνώστη-
μαθητή σε πιο δημιουργικούς δρόμους, μέσα από τη σχέση του με τα
ανθολογούμενα κείμενα (Αραβανή, 2008). Ιδιαίτερα σημαντικό είναι το γεγονός ότι
ο αποδέκτης αυτών των κειμένων αντιμετωπίζεται πρώτα ως αναγνώστης και
ύστερα ως μαθητής. Ο προβληματισμός, όμως, που δημιουργείται είναι τι είδους
μαθητής; Κριτικά σκεπτόμενος μαθητής; Μαθητής της γνώσης και της μεταγνώσης;
Για την απάντηση αυτού του ερωτήματος μελετήθηκε το Ανθολόγιο της Ε΄ και Στ΄
Δημοτικού Με λογισμό και μ’ όνειρο. Σημείο αναφοράς ήταν οι εργασίες-
Διάγραμμα 1
Διάγραμμα 2
Από τις 230 ερωτήσεις υψηλού επιπέδου, οι 40 (17,39%) είναι υψηλού επιπέδου -
ανάλυσης, οι 90 (39,13%) είναι υψηλού επιπέδου - σύνθεσης και οι 100 (43,48%)
είναι υψηλού επιπέδου - αξιολόγησης.
Διάγραμμα 3
συνάδει τόσο με τις αρχές του Προγράμματος Σπουδών, όσο και με τις αρχές της
Κριτικής Παιδαγωγικής, του Κριτικού Γραμματισμού και της Αναγνωστικής
πρόσληψης. Ειδικότερα, από τις ερωτήσεις χαμηλού επιπέδου φάνηκε ότι οι
περισσότερες είναι κατανόησης, κάτι αναμενόμενο, καθώς οι ερωτήσεις
κατανόησης βοηθούν τους μαθητές να «πλησιάσουν» το νόημα του κειμένου.
Ενδεικτικά παραδείγματα:
• «Γιατί οι κάτοικοι του χωριού, μικροί και μεγάλοι, είχαν συνδεθεί με την
Ασπρούδα;» (Ελένη Χωρεάνθη, «Η Ασπρούδα», σελ. 43).
• «Πώς νιώθει ο ξένος του δημοτικού τραγουδιού και γιατί;» (Δημοτικό
τραγούδι, «Της ξενιτιάς», σελ. 56).
Λιγότερες είναι οι ερωτήσεις χαμηλού επιπέδου - εφαρμογής οι οποίες ίσως να
τραβούν κάποιες φορές το ενδιαφέρον των μαθητών και οι οποίες έχουν άμεση
σύνδεση και με την κατανόηση.
Ενδεικτικά παραδείγματα:
• «Να βρείτε τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει το παιδί στην προσπάθειά του
να αποκτήσει βιβλία» (Μενέλαος Λουντέμης, Ένα παιδί μετράει τ’ άστρα,
σελ. 73).
• «Το πρόσωπο που μιλά στο κείμενο είναι ευτυχισμένο. Γιατί; Με ποιες λέξεις
εκφράζει την ευτυχία του;» (Ανδρέας Εμπειρίκος, «Ο κορυδαλλός», σελ. 89).
Οι ερωτήσεις γνώσης είναι λιγότερες, για παράδειγμα η ερώτηση 3 στη σελίδα 147
από τον μύθο του Αισώπου, «Ο κάβουρας και η μάνα του» «Να βρείτε και να
διηγηθείτε στην τάξη και άλλους μύθους του Αισώπου».
Η πλειονότητα, όμως, των ερωτήσεων, όπως παρατηρήθηκε, σύμφωνα με την
ταξινομία του Bloom, είναι υψηλού επιπέδου. Αυτή είναι μία διαπίστωση ιδιαίτερα
θετική για την αξιοποίησή τους στη διδακτική πράξη και την κινητοποίηση των
μαθητών. Οι περισσότερες υψηλού επιπέδου είναι οι ερωτήσεις αξιολόγησης που
καλλιεργούν και προβάλλουν την κριτική σκέψη των μαθητών.
Ενδεικτικά παραδείγματα:
• «Πιστεύετε και σεις, όπως ο μικρός Νικόλας στο τέλος της ιστορίας, πως δεν
τον αγαπούσαν οι γονείς του; Γράψτε την άποψή σας και τα επιχειρήματά
σας σε μια παράγραφο» (Ρενέ Γκοσινύ, «Οι έλεγχοι», σελ. 116).
• «Πώς κρίνετε τη συμπεριφορά της δασκάλας και των συμμαθητών της
Αστραδενής; Εσείς, στη θέση τους, πώς θα ενεργούσατε;» (Ευγενία Φακίνου,
«Η Αστραδενή στο νέο σχολείο της», σελ. 124).
• «Πώς βλέπετε να αντιμετωπίζονται οι μετανάστες στις μέρες μας και ποια
γνώμη έχετε για την αντιμετώπιση αυτή; (Δημοτικό τραγούδι, «Της ξενιτιάς»,
σελ. 56).
Επίσης, οι ερωτήσεις που καθοδηγούν τους μαθητές να προστρέξουν σε άλλες
πηγές και κείμενα ταξινομήθηκαν ως αξιολόγησης καθώς κινητοποιούν την κριτική
σκέψη. Μελέτες έχουν δείξει πως η αξιοποίηση άλλων πηγών και άλλων κειμένων
καλλιεργεί την γνωστική δεξιότητα και την κριτική σκέψη (Grant & Gradwell, 2005).
Συμπεράσματα
Ολοκληρώνοντας, θα υποστηρίζαμε ότι ο καλύτερος αναγνώστης είναι ένας
κριτικός, ανθιστάμενος αναγνώστης, ο οποίος αντιλαμβάνεται τόσο την κατασκευή
του κειμένου όσο και της αναγνωστικής θέσης και ο οποίος ταυτόχρονα
ανασυγκροτεί το κείμενο με έναν τρόπο που θα του είναι χρήσιμος (Kress, 1988). Η
σύγχρονη εποχή καθιστά επιτακτικό το αίτημα να κάνουμε τους μαθητές
«καλύτερους αναγνώστες», όπως τους ορίζει o Kress, κριτικά εγγράμματους, που
δεν θα περιορίζονται απλά στο να «διαβάσουν και να κάνουν την περίληψη» ή στο
να «απαντήσουν στις ερωτήσεις στο τέλος του κειμένου», αλλά θα
«συναλλάσσονται» κριτικά με το λογοτεχνικό κείμενο (Μαλαφάντης, 2005).
Για να μάθει όμως, κανείς να κρίνει πρέπει να μάθει και να συγκρίνει, πράγμα που
συνεπάγεται, ή μάλλον προϋποθέτει, την άσκηση των μαθητών στη συνανάγνωση
των κειμένων, όπως επίσης την εξάσκηση στη διακειμενική προσέγγιση-ανάλυση-
ερμηνεία. Μέσα από το διάλογο των κειμένων αναπτύσσεται και ο διάλογος των
προσώπων. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η διδακτική-μαθησιακή διαδικασία από
διαδικασία παραγωγής του κειμενικού νοήματος μετουσιώνεται εν τέλει σε
διαδικασία παραγωγής νοήματος του εαυτού. Είναι εξίσου απαραίτητο να
Βιβλιογραφία
Apol, L. (1998). ‘‘But What Does This Have to Do with Kids?’’: Literary Theory and
Children’s Literature in the Teacher Education Classroom. Journal of Children's
Literature, 24(2), 32-46.
Appleman, D. (2000). Critical Encounters in High School English: Teaching Literacy
Series. Williston: Teachers College Press.
Bainbridge, J., Heydon, R., & Malicky, G. (2009). Constructing Meaning: Balancing
Elementary Language Arts. Toronto: Nelson Education Ltd.
Behrman, E. (2006). Teaching About Language, Power and Text: A Review of
Classroom Practices That Support Critical Literacy. Journal of Adolescent and
Adult Literacy, 49(6), 490-498.
Bloom, B.S., & Krathwohl, D.R. (1986). Ταξινομία διδακτικών στόχων, τ. Α΄ και Β΄,
μτφρ. Α. Λαμπράκη-Παγανού. Θεσσαλονίκη: Κώδικας.
Cerdán, R., Vidal-Abarca, E., Martínez, T., Gilabert, R., & Gil, L. (2009). Impact of
question-answering tasks on search processes and reading comprehension.
Learning and Instruction, 19, 13-27.
Cervetti, G., Pardales, M.J., & Damico, J.S. (2001). A Tale of Differences: Comparing
the Traditions, Perspectives, and Educational Goals of Critical Reading and
Critical Literacy, Reading Online, 4(9).
Cianciolo, P. (1995). Teaching and Learning Critical Aesthetic Responses to Literature.
In: Sorensen, R., & Lehman, B. (Eds). Teaching with Children’s Books. Paths to
Literature - Based Instruction. Urbana: National Council of Teachers of English,
111.
Coffey, H. (2008). Critical Literacy. (Ανακτήθηκε στις 21-10-2017 από
http://www.learnnc.org/lp/pages/4437?style=print”).
Collins, J., & Blot, R. (2003). Literacy and Literacies: Text, Power and Identity. Studies
and Cultural Foundations of Language. New York: Cambridge University Press.
Luke, A., & Freebody, P. (1997). Critical Literacy and the Question of the Normativity.
In: Muspratt, S., Luke, A., & Freebody, P. (Eds). Constructing Critical Literacies:
Teaching and Learning Textual Practice. St Leonards: Allen & Unwin.
Μathis, J. (2006). Shortening the Path Between Theory and Practice. Journal of
Children’s Literature, 32(1), 80-83.
McLaren, P., & Κincheloe, J. (2007). Critical Pedagogy: Where Are We Now? New
York: Routledge.
Meller, W., Richardson, D., Hatch, J. (2009). Using Read-Alouds with Critical
Literature in K-3 Classrooms. Young Children, 64(6), 76-78.
Mellor, B., O’Neil, M., & Patterson, A. (1991). Reading Fictions. Cottesloe: Chalkface
Press.
Robinson, E., & Robinson, S. (2003). What Does It Mean? Discourse, Text, Culture: An
Introduction. Sydney: McGraw-Hill Book Company.
Schmidt, P., & Pailliotet, A. (2001). Exploring Values Through Literature, Multimedia
and Literacy Events: Making Connections. Newark, DE: International Reading
Association.
Suto, I., & Nadas, R. (2009). Why Are Some GCSE Examination Questions Harder to
Mark Accurately than Others? Using Kelly's Repertory Grid Technique to
Identify Relevant Question Features. Research Papers in Education, 24 (3), 335-
377.
Αραβανή, Ε., & Δημάση, Μ. (2016). Η συμβολή της Λογοτεχνίας στην ανάπτυξη του
γραμματισμού: Το παράδειγμα του σχολικού εγχειριδίου της Νεοελληνικής
Γλώσσας της Γ΄ Γυμνασίου. Multilingual Academic Journal of Education and
Social Sciences, (MAJESS), (4), 128-150.
Αραβανή, Ε. (2008). Διδάσκοντας μέσα από τη λογοτεχνία: Ένα ταξίδι συνάντησης
ανάμεσα στο μαθητή και το λογοτεχνικό κείμενο. Σύγχρονη Εκπαίδευση, 154,
98-106.
Βαϊνάς, Κ. (1998). Η ερώτηση ως μέσο αγωγής της σκέψης. Αθήνα: Gutenberg.
Γιοκαρίνης, Κ. (1995). Η τεχνική των ερωτήσεων στη διδακτική πράξη και την
αξιολόγηση, 2η έκδοση. Αθήνα: Επέκταση.
Δεδούλη, Μ., & Κατσαρού, Ε. (2010). Ο γλωσσικός γραμματισμός στο πλαίσιο του
Προγράμματος PISA: Κριτικές επισημάνσεις. Παιδαγωγική Επιθεώρηση, 50, 7-
24.
Θεοφιλίδης, Χ. (1988). Η τέχνη των ερωτήσεων. Αθήνα: Γρηγόρη.
Καποθανάση, Α., & Κουνέλη, Ευ. (2001). Αξιολόγηση των ερωτήσεων – εργασιών
του σχολικού εγχειριδίου Γεωγραφίας της ΣΤ΄ τάξης του Δημοτικού Σχολείου.
Στο: Μπαγάκης, Γ. (επιμ.). Αξιολόγηση εκπαιδευτικών προγραμμάτων και
σχολείου. Αθήνα: Μεταίχμιο.
Μαλαφάντης, Κ. Δ., & Μουλά, Ε. (2015). Παραμύθι και Κριτική Παιδαγωγική. Αθήνα:
Διάδραση.
Μαλαφάντης, Κ. Δ. (2015). Παιδαγωγική της Λογοτεχνίας: Η θεωρία, τα πρόσωπα
και τα κείμενα. Αθήνα: Γρηγόρη.