You are on page 1of 57

Πολιτική Δικονομία ΙΙ

Καθηγητές: Τσικρικάς, Δεληκωστόπουλος, Τριανταφύλλου

ΓΕΝΙΚΑ ΑΡΧΕΣ ΕΝΔΙΚΩΝ ΜΕΣΩΝ


Ένδικα μέσα: ασκούνται από τους διαδίκους ή διαδόχους τους (καθολικούς ή
ειδικούς) και κατά διαδίκων με σκοπό την εξαφάνιση μιας δικαστικής απόφασης
(έφεση)
Ανακοπή (586 ΠολΔικ) και τριτανακοπή : ένδικο βοήθημα, κατά δικαστικών,
διαδικαστικών, εξώδικων πράξεων/ αποφάσεων, ασκείται από τρίτους που
θίχτηκαν τα συμφέροντα τους
Έκτακτα ένδικα μέσα: μπορούν να ασκηθούν και κατά τελεσίδικων αποφάσεων
(αναίρεση και αναψηλάφηση)
Διακρίσεις ένδικων μέσων:
Τακτικά ->
1. Έφεση: πλήρους δικαιοδοσίας (επιτρέπει αναδίκαση υπόθεσης, ελέγχεται
και το παραδεκτό αγωγής και ουσία και νόμω βασιμότητα αγωγής),
μεταβιβαστικό ένδικο μέσο γιατί κρίνεται η απόφαση ξανά από
δευτεροβάθμιο, ανώτερο δικαστήριο, ασκείται για οποιοδήποτε λόγο
2. Ανακοπή ερημοδικίας: ασκείται για συγκεκριμένους λόγους από αυτόν που
δικάστηκε ερήμην (πχ δεν κλητεύθηκε καθόλου ή νόμιμα ή εμπρόθεσμα ή
λόγοι ανωτέρας βίας), αν γίνει δεκτή τότε γίνεται αναδίκαση της υπόθεσης
σε πρώτο βαθμό με πληρότητα από το ίδιο δικαστήριο που εξέδωσε την
ερήμην απόφαση
Τα τακτικά ένδικα μέσα σε περίπτωση ερήμην απόφασης μπορούν να ασκηθούν
επικουρικά: πρώτα η ανακοπή ερημοδικίας και επικουρικά η έφεση (μόνο αν
απορριφθεί η ανακοπή ερημοδικίας), απλά θα έχει χάσει τον πρώτο βαθμό
εκδίκασης γιατί η έφεση δικάζεται δευτεροβαθμίως
Έκτακτα -> αίτηση αναιρέσεως, αναψηλάφηση, ασκούνται κατά τελεσίδικων
αποφάσεων (απόρριψη τακτικών ή μη άσκηση), ασκούνται για συγκεκριμένους
λόγους περιοριστικά αναφερόμενους στο νόμο
ΣΟΣ! Όταν δεν έχουν ασκηθεί ή έχουν ασκηθεί εμπροθέσμως και δεν έχουν δικαστεί
τα τακτικά ένδικα μέσα, δεν έχει τελεσιδικήσει η απόφαση, δεν υπάρχει
δεδικασμένο και δεν μπορούν να ασκηθούν τα έκτακτα.
Ανακοπή (632 ΚΠολΔικ): ασκείται για την ακύρωση διαταγής πληρωμής, δεν
προσβάλλει εκτελεστό τίτλο
Ανακοπή (934 ΚΠολΔικ): ασκείται για πράξεις της αναγκαστικής εκτέλεσης
Προσωρινή εκτελεστότητα: αποφάσεις που δεν έχουν τελεσιδικήσει μπορούν να
κηρυχθούν προσωρινά εκτελεστές
Η αίτηση αναψηλάφησης και η ανακοπή ερημοδικίας δικάζονται από το δικαστήριο
που εξέδωσε την απόφαση.
Τα ένδικα μέσα ασκούνται μόνο με κατάθεση, ενώ τα ένδικα βοηθήματα (πχ αγωγές
και ανακοπές) με κατάθεση και επίδοση.
Η έφεση που κατατίθεται σε πρωτοβάθμιο δικαστήριο, θα πρέπει να
προσδιοριστεί, δηλ. να ζητηθεί προσδιορισμός δικασίμου (είτε από αυτό που ασκεί
την έφεση είτε από τον αντίδικο του). Αυτός λοιπόν που ζητάει τον προσδιορισμού
δικασίμου θα πάρει αντίγραφο της έφεσης από τη γραμματεία, θα το πάει στο
δικαστήριο που δικάζει το ένδικο μέσο και θα ζητήσει προσδιορισμό δικασίμου. (η
ζήτηση προσδιορισμού δικασίμου δεν υπόκειται στην προθεσμία της έφεσης.
Εμπρόθεσμα πρέπει να γίνει μόνο η άσκηση της έφεσης, ενώ ο προσδιορισμός δεν
ενδιαφέρει, μπορεί να γίνει και εκτός αυτής της προθεσμίας).
Μετά τον προσδιορισμού δικασίμου, θα κλητευθεί αυτός που δεν έχει ζητήσει τον
προσδιορισμό (ο αντίδικος). Ακόμα και αν δεν γίνει σωστά η κλήτευση του
αντιδίκου, το ένδικο μέσο είναι παραδεκτό εφόσον ασκήθηκε εμπροθέσμως, αλλά
είναι απαράδεκτη η συζήτηση. Δηλαδή: Αν το δικαστήριο διαπιστώσει τη μη νόμιμη
και εμπρόθεσμη κλήτευση του αντίδικου εκεινού που προσδιόρισε τη δικάσιμο, θα
κηρυχθεί η συζήτηση απαράδεκτη. Και τότε θα πρέπει να προσδιοριστεί νέα
δικάσιμος και να κλητευθεί νόμιμα και εμπροθέσμως ο αντίδικος εκεινού που
προσδιόρισε τη νέα δικάσιμο για να κατακυρωθεί το παραδεκτό της συζήτησης.

Υπάρχουν 4 ένδικα μέσα


Τακτικά και ανασταλτικά: ανακοπή ερημοδικίας και έφεση = τόσο η άσκηση τους
όσο και η προθεσμία τους αναστέλλουν την εκτελεστοτητα
Έκτακτα: αναψηλάφηση και αναίρεση = προϋποθέτουν υποχρεωτικά την άσκηση
των τακτικών ή την παραίτηση από αυτά ή την άσκηση τους και απόρριψη τους
Πώς ασκούνται;
Μόνο με την κατάθεση δικογράφου στο δικαστηριο που εξέδωσε την απόφαση.
Διάκριση ένδικο βοήθημα και ένδικο μέσο
Ένδικο βοήθημα: παροχή πρωτογενούς δικαστικής προστασίας, ασκούνται με
κατάθεση και επίδοση
Ενδικά μέσα: παροχή δευτερογενούς δικαστικής προστασίας, στρέφονται κατά
απόφασης και ζητάνε την εξαφάνιση ή την μεταρρύθμιση της απόφασης, ασκούνται
μόνο με κατάθεση
Ο Δικονομικός δανειστής καθίσταται διάδικος μόνο στην προσεπίκληση, αν δεν
ασκήσει παρέμβαση.
Πώς το μαθαίνει ο αντίδικος ότι ασκήθηκε ένδικο μέσο αφού δεν του επιδίδεται;
Με προσδιορισμό κλήσης.
Εφαρμόζεται η αρχή της διαθέσεως: πρέπει ο ίδιος ο διάδικος να εκκινήσει την
πράξη και να ασκήσει το ένδικο μέσο
(ΣΟΥΠΕΡ ΣΟΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Η ΕΦΕΣΗ, η αναίρεση πέφτει πιο μετα)
Αντέφεση: ιδιόμορφο ένδικο βοήθημα, μέσο άμυνας και αντεπίθεσης. Δηλ, έχω
αντιδικία στον πρώτο βαθμό, κερδίζω στα 100.000 τις 80.000, δεν ασκώ έφεση.
Ασκεί έφεση ο αντίδικος, γιατί τόσο η προθεσμία όσο και η άσκηση είναι
ανασταλτικά γιατί δεν έχει να μου δώσει τα λεφτά. Έχω τη δυνατότητα αφού
παρέλθει η προθεσμία της έφεσης να ασκήσω αντέφεση (στη γραμματεία του
δευτεροβάθμιου δικαστηρίου). Εξαρτάται από το παραδεκτό της έφεσης, αν είναι
απαράδεκτη η έφεση δεν εκδικάζεται και η αντέφεση. Αν ο άλλος παραιτηθεί από
την έφεση του επιδικάζεται μόνο η αντέφεση μου.
Τα τρία ενδικά μέσα (αναίρεση, αναψηλάφηση και ανακοπή ερημοδικίας)
ασκούνται μόνο για τους λογούς που αναφέρονται περιοριστικά στον νομό, αν
ασκηθούν χωρίς αυτούς τους λογούς είναι νόμω αβάσιμα.
1. Ανακοπή ερημοδικίας (501)
- Δεν κλητεύθηκε ή κλητεύθηκε παράνομα
- Ανωτέρα βία
2. Αναψηλάφηση (544) – 10 λόγοι
3. Αναίρεση (559) – 20 λόγοι αναίρεση
ΒΑΣΙΚΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΕΣΗ
Έφεση: τακτικό, ανασταλτικό, μεταβιβαστικό ένδικο μέσο πλήρους δικαιοδοσίας,
ελέγχεται η απόφαση και από πραγματική και νομική άποψη.
Εκκαλών: αυτός που ασκεί την έφεση Εφεσίβλητος: ο «εναγόμενος»
Μεταβιβαστικό της έφεσης περιλαμβάνει: λογούς έφεσης, προσθετοί λόγοι
έφεσης (επειδή δεν μπορούμε να ασκήσουμε και δεύτερη φορά το ίδιο ένδικο
μέσο). Στις προτάσεις στο εφετείο δεν βάζουμε λογούς έφεσης γιατί δεν θα
ληφθούν υπόψη. ΜΟΝΟ το μεταβιβαστικό δικάζεται στον δεύτερο βαθμό.
Το παραδεκτό και το νόμω βάσιμο της αγωγής είναι εκτός του 522! Εξετάζεται
αυτεπάγγελτα από το εφετείο ακόμα και αν ο εκκαλών δεν έχει επικαλεστεί
απαράδεκτο ή νόμω αβάσιμο. Μια απαράδεκτη ή νόμω αβάσιμη αγωγή δεν
περνάει στο εφετείο.
Παραδεκτό του ενδίκου μέσου: ασκήθηκε εμπρόθεσμα, ασκήθηκε νομιμά, στο
ορθό δικαστηριο, νομιμοποιείται ο διάδικος, έχει έννομο συμφέρον
Στην έφεση, με την οποία ελέγχεται η απόφαση από κάθε πλευρά, πραγματική ή
νομική ουσιαστικού ή δικονομικού δίκαιου εφαρμόζονται εκ νέου το απαράδεκτο
της μεταβολής του αιτήματος (223) και βάσης της αγωγής (224)
223 +224 = 526 εδ.α’
(526) μεταβολής της βάσης: επειδή στην πολιτική δική το αντικείμενο της δίκης
οροθετείται από το αίτημα και την ιστορική βάση, δεν είμαι υποχρεωμένος να
γράψω τη νομική βάση. Απαράδεκτο μεταβολή της ιστορικής βάσης.
Προθεσμία έφεσης: 30 μέρες από την επίδοση της απόφασης: το δικαστηριο θα
κοιτάξει αυτεπαγγέλτως αν ασκήθηκε εμπρόθεσμα, αν όχι -> απαράδεκτη η έφεση
!!! Ο ΑΠ δεν είναι τρίτος βαθμός δικαιοδοσίας, δεν είναι δικαστήριο ουσίας.
Η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων δεν είναι αναιρετικός λόγος, αλλά ο
βασικός λόγος εφέσεως.
Μπορώ να προτείνω νέους πραγματικούς ισχυρισμούς στο εφετείο ή αποδεικτικά
μέσα;
(527) Κατά κανόνα όχι πραγματικοί ισχυρισμοί. Εξαιρέσεις:
1. δεν πρέπει να μεταβάλλεται η βάση της αγωγής, δηλ μπορούν:
- Ο εναγόμενος (στον πρώτο βαθμό), εφεσίβλητος μπορεί να προτείνει τα πάντα στο
εφετείο, χωρίς να περιορίζεται από το απαράδεκτο της μεταβολής της βάσης της
αγωγής
- ο ενάγων (στον πρώτο βαθμό) εφεσίβλητος μπορεί να προτείνει ό,τι θέλει αρκεί
να μην μεταβάλλεται η βάση της αγωγής
- ο ενάγων (στον πρώτο βαθμό), εκκαλών έχει πρόβλημα με το 527, δεν μπορεί να
προβάλλει νέους ισχυρισμούς
(529)
Μπορώ να προβάλλω νέα αποδεικτικά μέσα στο εφετείο, εκτός αν το δικαστηριο
ουσίας κρίνει ότι δεν τα προέβαλα εγκαίρως στον πρώτο βαθμό από πονηριά ή από
βαριά αμέλεια. Αλλά ο κανόνας είναι ότι επιτρέπονται.
Όταν υπάρχει πρωτοδίκη απόφαση και ασκείται έφεση ΔΕΝ παράγεται
δεδικασμένο. Για να παραχθεί δεδικασμένο πρέπει να βγει απόφαση
δευτεροβάθμιου.
ΔΕΝ ΓΡΑΦΟΥΜΕ ΓΙΑ ΔΕΔΙΚΑΣΜΕΝΟ:
- Πρωτοβάθμια απόφαση που δεν έχει τελεσιδικήσει
- Συμβολαιογραφικό έγγραφο
ΤΟ ΔΕΔΙΚΑΣΜΕΝΟ ΘΕΛΕΙ ΟΠΩΣΔΗΠΟΤΕ ΤΕΛΕΣΙΔΙΚΙΑ!
ΒΑΣΙΚΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΚΟΠΗ ΕΡΗΜΟΔΙΚΙΑΣ
Ανασταλτικό, τακτικό, μη μεταβιβαστικό
Μη μεταβιβαστικό: δεν πάει η υπόθεση στον επόμενο βαθμό, δικάζεται από το
πρωτοβάθμιο δικαστηριο
Μια ερήμην απόφαση του εφετείου δεν τελεσιδικεί γιατί ακόμα μπορεί να ασκηθεί
ανακοπή ερημοδικίας
(501) Προϋποθέσεις της ανακοπής ερημοδικίας
Διάκριση παραδεκτού του ενδίκου μέσου και παραδεκτό και βάσιμο των λόγων:
Παραδεκτό ενδίκου μέσου: υπήρχε ερημοδικία, εκδόθηκε πρωτοβάθμια απόφαση,
εμπρόθεσμη άσκηση, διάδικος αρά νομιμοποίηση, έννομο συμφέρον
Παραδεκτό και βάσιμο των λόγων: πρέπει να υπάρχει παραδεκτός λόγος που
προβλέπεται από τον νόμο.
Αν υπάρχουν και το παραδεκτό του ενδίκου μέσου και το παραδεκτό των λόγων
που περιλαμβάνεται στο βάσιμο του ενδίκου μέσου, το ένδικο μέσο γίνεται δεκτό.
Αν έχω ερημοδικία στον δεύτερο βαθμό -> δεν υπάρχει τελεσιδικία
Αναψηλάφηση – τρόπος διάσπασης του δεδικασμένου
Ποιοι είναι οι τρόποι διάσπασης του δεδικασμένου;
1. Αναψηλάφηση
2. Αναίρεση
Απαραίτητη προϋπόθεση: να έχουν εξαντληθεί τα τακτικά ενδικά μέσα της έφεσης
και ανακοπής ερημοδικίας
(321) -> Ανακοπή ερημοδικίας ΚΑΙ έφεση
(513) -> για τις εν μέρει οριστικές αποφάσεις: επί συνεκδίκασης ή αντικειμενικής
σώρευσης αγωγών, μπορεί να ασκηθεί έφεση κατά της απόφασης που αποφαίνεται
οριστικά για μια από τις αντικειμενικά σωρευμένες ή συνεκδικαθεισες αγωγές
- αγωγή και ανταγωγή -> έχουμε οριστική απόφαση για τη μια, ασκείται κανονικά
έφεση κατά αυτής
- Επί απλής ομοδικίας (υποκειμενική σώρευση αγωγών), όχι στην αναγκαστική
ομοδικία, η απόφαση που περατώνει τη δίκη ως προς έναν απλό ομόδικο, κατά της
απόφασης αυτής μπορεί να ασκηθεί έφεση.
Όταν έχουμε κεφάλαια και κονδύλια δεν μπορούμε να ασκήσουμε έφεση. (αρχείο
για κεφάλαια στο eclass)
Υπάρχουν ορισμένες εξαιρέσεις από τον γενικό κανόνα της εξάρτησης της
εκτελεστοτητα μόνο από τα ενδικά μέσα της έφεσης και της ανακοπής ερημοδικίας
οπού απαιτείται αμετάκλητο:
- Γαμικές διάφορες
- Σχέσεις γονέων και τέκνων
- Εξάλειψη προσημείωσης υποθήκης ή κατάσχεσης
- Κήρυξη εγγράφου ως πλαστού

Συνοπτικά τα είδη των ενδίκων μέσων:


Έκτακτα ενδικά μέσα: ασκούνται μόνο κατά τελεσίδικων αποφάσεων, για
ορισμένους λογούς (αναψηλάφηση, αναίρεση)
Ανασταλτικό: τόσο η προθεσμία όσο και η άσκηση αναστέλλουν την εκτελεστοτητα.
Και μόνο που υπάρχει η δυνατότητα άσκησης του ενδίκου μέσου. Εξαίρεση: οπού η
προθεσμία της έφεσης δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα -> μόνο αν ζητηθεί και
έχουμε οριστικά προσωρινή εκτελεστή απόφαση και σε απόφαση ασφαλιστικών
μέτρων.
Μεταβιβαστικά: έφεση και αναίρεση
Μη μεταβιβαστικά: ανακοπή ερημοδικίας και αναψηλάφησης

Κανόνας διαδοχικής άσκησης των ενδίκων μέσων : Δεν μπορώ να ασκήσω τα


έκτακτα ένδικα μέσα αν δεν έχω εξαντλήσει τα τακτικά. Πρέπει να έχουν εξαντληθεί
και τα δυο.
Ο διάδικος που δεν έχει ασκήσει ανακοπή ερημοδικίας στον δεύτερο βαθμό δεν
μπορεί να ασκήσει παραδεκτά αναίρεση ή αναψηλάφηση. Προϋπόθεση της
άσκησης τους είναι είτε να ασκηθούν και τα δυο τακτικά και να έχουν απορριφθεί
είτε να έχεις παραιτηθεί από αυτά.
Μεταξύ των εκτάκτων ενδίκων μέσων δεν υπάρχει κάποιος κανόνας διαδοχικής
άσκησης. Μπορούμε να ασκήσουμε ένα από τα δυο ή και τα δυο.
ΑΝ ΔΕΝ έχουν εξαντληθεί και τα δυο τακτικά μέσα (έφεση, ανακοπή ερημοδικίας),
δεν υπάρχει ούτε δεδικασμένο, ούτε εκτελεστοτητα ούτε τελεσιδικία.
ΣΟΣ! Αν δούμε σε πρακτικό ερημοδικία σε δεύτερο βαθμό: βεβαίως υπάρχουν
εκτελεστοί τίτλοι χωρίς να έχουν παραχθεί δεδικασμένο και τελεσιδικία. Πχ
οριστική προσωρινά εκτελεστή απόφαση, συμβολαιογραφικό έγγραφο.
Το παραδεκτό του ενδίκου μέσου και το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων.
Τι σημαίνει βάσιμο του λογού; το σφάλμα το οποίο προσάπτεται στην απόφαση
είναι υπαρκτό
Όταν λεμέ ότι μια απαράδεκτη αγωγή, μια νόμω αβάσιμη αγωγή δεν μπορεί να
περάσει από το εφετείο: ακόμα και αν οι διάδικοι δεν κάνουν λόγο για το
απαράδεκτο ή το αβάσιμο, το εφετείο εξετάζει αυτεπαγγέλτως το απαράδεκτο και
το νόμω αβάσιμο της αγωγής.
Έννομο συμφέρον: άρση βλάβης
- Αν η έφεση ασκείται εκπρόθεσμα -> απαράδεκτο του ενδίκου μέσου
- Ασκείται έφεση από διάδικο ο οποίος θα έπρεπε να είναι διάδικος αλλά
δεν εγγράφεται στην απόφαση ως διάδικος, δεν νομιμοποιείται ->
απαράδεκτο του ενδίκου μέσου
- Ασκείται έφεση από διάδικο, ο οποίος ήταν διάδικος αλλά δεν έχει
έννομο συμφέρον -> απαράδεκτο του ενδίκου μέσου
- Ασκείται έφεση και δεν στρέφεται εναντίον όλων των αναγκαίων
ομόδικων -> απαράδεκτο του ενδίκου μέσου
ΠΑΡΑΔΕΚΤΟ ΕΦΕΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΤΕΦΕΣΗΣ - ΕΞΑΡΤΗΣΗ
523 παρ.3 ΚΠολΔικ: Αν η έφεση είναι απαράδεκτη απορρίπτεται και η αντέφεση
εκτός αν ασκήθηκε ενώ διαρκούσε η προθεσμία της έφεσης (30 μέρες).
Η αντέφεση δεν είναι αυτοτελής, εξαρτάται από το παραδεκτό της έφεσης.
Δηλ, αν η αντέφεση έχει ασκηθεί εντός 30 ημέρων, θα δικαστεί. Αν (αυτό που
συμβαίνει συνήθως) έχει ασκηθεί μετα την προθεσμία, τότε αν η έφεση απορριφθεί
ως απαράδεκτη δεν θα δικαστεί ούτε η αντέφεση.
Η ερευνά του παραδεκτού του ενδίκου μέσου (αυτεπάγγελτα) προηγείται της
ερευνάς του παραδεκτού και του βάσιμου των λόγων.
Πχ 533 παρ.1 -> αν η έφεση έχει ασκηθεί εκπρόθεσμα, αν έχει ασκηθεί από μη
διάδικο, από διάδικο που δεν έχει έννομο συμφέρον, τότε το δικαστηριο την
απορρίπτει ως απαράδεκτη ακόμα και αν ο διάδικος έχει δίκιο επι της ουσίας
Το παραδεκτό του λογού: ανήκει συστηματικά στο βάσιμο του ενδίκου μέσου. Για
να θεωρηθεί παραδεκτό ένα ένδικο μέσο, θα πρέπει καταρχήν να περιέχει έναν
τουλάχιστον λόγο. Αν δεν γίνεται επίκληση κανενός λογού το ένδικο μέσο είναι
απαράδεκτο. Αν επικαλούμαι έναν τουλάχιστον λόγο το ένδικο μέσο είναι
παραδεκτό έστω και αν ο προτιμώμενος λόγος είναι αόριστος ή απαράδεκτος.
Για το παραδεκτό του ενδίκου μέσου: εμπρόθεσμη άσκηση, νομιμοποίηση, έννομο
συμφέρον και επίκληση ενός λογού άσκησης.
Για τα δυο έκτακτα ένδικα μέσα όπως και για την αιτιολογημένη ανακοπή
ερημοδικίας: υπάρχουν περιοριστικά στο νομό αναφερόμενοι λόγοι. Αν ως λόγος
άσκησης τους επικαλεστεί κάποιος λόγος ο οποίος δεν υπάρχει μέσα στους λογούς
που αναφέρονται στον νομό -> το ένδικο μέσο κρίνεται ως νόμω αβάσιμο
Παραδεκτό ενδίκου μέσου: 533ΚΠολΔικ
516 παρ.1 ΚΠολΔικ : παραδεκτό του ενδίκου μέσου, νομιμοποίηση
Αναγκαστική ερημοδικία:
- ασκεί έφεση ένας από τους αναγκαίους ομόδικους και ένας άλλος δεν
κλητεύεται στη δευτεροβάθμια συζήτηση -> απαράδεκτο της
συζητήσεως
- ασκεί ένας αναγκαίος ομόδικος έφεση αλλά ένας άλλος θεωρεί ότι το
δικόγραφο του δεν είναι καλό, μπορεί να ασκήσει δική του έφεση ή
προσθέτους λογούς; Ναι μπορεί παραδεκτά να προβάλλει δικούς του
λογούς εφέσεως
Προθεσμία: από την επίδοση του δικογράφου, 30 μέρες
Ο πρόσθετος παρεμβαίνων μπορεί να ασκήσει ανακοπή ερημοδικίας;
Όχι το ένδικο μέσο θα απορριφθεί ως απαράδεκτο
Ο προσθέτως παρεμβαίνων μπορεί να ασκήσει έφεση;
Ναι ακόμα και αν δεν έχει ασκήσει έφεση αυτούς υπερ. του οποίου άσκησε
προσθετή παρέμβαση. Προϋπόθεση: να έχει χάσει αυτός που υποστηρίζει, γιατί το
έννομο συμφέρον θα κριθεί μαζί με το έννομο συμφέρον του διάδικου υπερ. του
οποίου ασκεί παρέμβαση
Οι λόγοι έφεσης του προσθέτως παρεμβαίνοντος πρέπει να είναι εναρμονισμένοι
με το έννομο συμφέρον του διάδικου που υποστηρίζει -> όλα αυτά είναι θέματα
παραδεκτού του ενδίκου μέσου
Αντιπαραβολή 502 παρ. 1 και 516 παρ.1 -> εξ απόψεως ενεργητικής
νομιμοποίησης υπάρχει διαφοροποίηση γιατί άλλος μπορεί να ασκήσει έφεση και
άλλος ανακοπή ερημοδικίας αλλά η βασική συλλογιστική: νομιμοποίηση – έννομο
συμφέρον – εμπρόθεσμη άσκηση – στρέψη κατά της απόφασης – κατά όλων των
αντίδικων αναγκαίων ομόδικων είναι ΠΑΝΤΑ η ιδιά.
Αίτημα: ΠΑΝΤΑ η εξαφάνιση ή η μεταρρύθμιση της απόφασης
Στην πρώτη σελίδα του δικογράφου του ενδίκου μέσου αναγράφεται η απόφαση
κατά της οποίας στρέφεται και κατά ποιων

Ποιος έχει νομιμοποίηση να ασκήσει ένδικο μέσο;


Αυτός που αναφέρεται στην προσβαλλομένη απόφαση ως διάδικος.
513ΚΠολΔικ -> ανήκει στο παραδεκτό του ενδίκου μέσου
Αν έχω εσφαλμένη κατά το είδος διαδικασία:
αρχή της μείζονος ευνοίας -> δίνεται η δυνατότητα να ασκηθούν τα ένδικα μέσα
τόσο αυτά που προβλέπει η συγκεκριμένη διαδικασία όσο και αυτά που θα είχες αν
δικαζόσουν ορθώς με αυτή τη διαδικασία
Πχ σε υπόθεση που δικάζεται κατά τακτική διαδικασία ενώ έπρεπε να δικαστεί με
ασφαλιστικά μετρά, επιτρέπεται η άσκηση έφεσης μολονότι αν δικαζόταν ορθά με
τα ασφαλιστικά θα ήταν ανεπίτρεπτη η άσκηση της (699)
ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ
Νομιμοποίηση και έννομο συμφέρον:
Νομιμοποίηση: διάδικος είναι εκείνος ο οποίος από την προσβαλλομένη απόφαση
προκύπτει ότι δικάστηκε με αυτή
Ένδικο μέσο που ασκείται από πρόσωπο που δεν είχε την ιδιότητα του διάδικου
είναι απαράδεκτο.
Έννομο συμφέρον για την προσβολή της απόφασης: άρση βλάβης. Για να υπάρχει
πρέπει να υπάρχει δεδικασμένο και εκτελεστοτητα ή διαπλαστική ενέργεια.
Προσθετή παρέμβαση: δεν ασκείται ανακοπή ερημοδικίας. Έφεση: ο λόγος για τον
οποίο ασκεί έφεση ο προσθέτων παρεμβαίνων πρέπει να εναρμονίζεται με βλάβη
που προκλήθηκε (έννομο συμφέρον) του διάδικο υπερ. του οποίου παρεμβαίνει
Το έννομο συμφέρον εξετάζεται αυτεπάγγελτα και σε κάθε στάση της δίκης πάντα
στο στάδιο διερεύνησης του παραδεκτού του ενδίκου μέσου ενώ το σφάλμα της
απόφασης αποτελεί στοιχείο της βασιμότητας του ενδίκου μέσου
Η έλλειψη του-> απορρίπτεται το ένδικο μέσο ως απαράδεκτο
Για να διαπιστωθεί η ύπαρξη εννόμου συμφέροντος: σύγκριση των αιτημάτων κα
των συνέπειων της προσβαλλομένης απόφασης, δεν λαμβάνονται υπόψη οι
αιτιολογίες που εκφέρονται πλεοναστικά
193ΚΠολΔικ -> δεν ασκούνται ένδικα μέσα ως προς τα έξοδα
ΠΡΑΚΤΙΚΟ
1. Έχει έννομο συμφέρον να ασκήσει ένδικο μέσο ο εναγόμενος που αρνήθηκε
την ύπαρξη της οφειλής επικουρικά προέκβαλε ένσταση συμψηφισμού, αν
το δικαστηριο δέχτηκε ότι υπήρξε οφειλή αλλά απέρριψε την αγωγή
δεχόμενο την ένσταση συμψηφισμού;

Υπάρχει δεδικασμένο. Ο εναγόμενος λόγω συμψηφισμού χάνει την ανταπαίτηση


του, αρά χάνει λεφτά. Δεν απορρίφθηκε η απόφαση για τους σωστούς λογούς- έχει
έννομο συμφέρον.
2. Ο Α ασκεί αγωγή κατά του Β με αίτημα την καταδίκη του Β στην καταβολή
ορισμένου ποσού με βαση τις διατάξεις περί εντολής και επικουρικά με
βαση τις διατάξεις για τη διοίκηση αλλότριων. Το δικαστηριο δέχεται την
αγωγή ως προς τη διοίκηση αλλότριων (επικουρική βαση), έχει έννομο
συμφέρον ο Α να ασκήσει έφεση;
Ναι λόγω της αρχής της διαθέσεως

3. Α. απορρίπτεται η αγωγή του αντίδικου ως απαράδεκτη


Β. απορρίπτεται η αγωγή του αντίδικου μου ως νόμω αβάσιμη
Γ. απορρίπτεται η αγωγή του αντίδικου μου ως ουσία αβάσιμη

Σε ποιες περιπτώσεις έχω έννομο συμφέρον, ως εναγόμενος να ασκήσω


έφεση;

Α -> έχει γιατί αν επανέλθει ο ενάγων με διορθωμένο το τυπικό σφάλμα η


αγωγή δεν θα απορριφθεί. Το δεδικασμένο αυτό καλύπτει μόνο την αγωγή
όπως κατατέθηκε με την έλλειψη που την καθιστούσε απαράδεκτη.
Β -> έχει παραχθεί ουσιαστικό δεδικασμένο, ουσιαστική απόρριψη επι της
ουσίας, δεν υπάρχει έννομο συμφέρον
Γ -> η αγωγή έχει απορριφθεί ως προς την ουσία της, δεν μπορεί να
επανέλθει με κανέναν τρόπο αρά δεν υπάρχει έννομο συμφέρον για έφεση
λόγω δεδικασμένου
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
1. Εν μέρει οριστική απόφαση. Ποτέ μπορώ να ασκήσω παραδεκτά έφεση;
(513ΚΠολΔικ)
Όταν έχουμε αντικειμενική σώρευση αγωγών με διαφορετικά, ανεξάρτητα
και άσχετα μεταξύ τους αιτήματα και επι απλής ομοδικίας (και σε πρώτο και
σε δεύτερο βαθμό) και στην περίπτωση αγωγή – ανταγωγή.

Σε αναγκαστική ομοδικία μπορεί να ασκηθεί έφεση σε εν μέρει οριστική


απόφαση;
Όχι, πρέπει να εκδοθεί οριστική απόφαση για όλους τους ομόδικους και
μετα να ασκηθεί έφεση.

2. Είμαι απλώς προσθέτως παρεμβαίνων. Μπορώ να ασκήσω έφεση ενώ ο


υπερ. ου η παρέμβαση δεν έχει ασκήσει έφεση; Αν ναι, οι λόγοι έφεσης μου
θα πρέπει να είναι εναρμονισμένοι προς το συμφέρον του υπερ. ου;
Ναι μπορώ να ασκήσω έφεση. Οι λόγοι μου θα πρέπει να είναι
εναρμονισμένοι με το έννομο συμφέρον του υπερ. ου. Η μονή προϋπόθεση:
να έχει ηττηθεί ο διάδικος υπερ. του οποίου έχω ασκήσει την προσθετή
παρέμβαση.
3. Είμαι αντίδικος απλών ομόδικων. Μπορώ να ασκήσω παραδεκτά έφεση
στρέφοντας την μόνο εναντίον ενός ή δυο εκ των αντίδικων μου;
Ναι, είναι διαφορετικές έννομες σχέσεις.

ΑΛΛΑ, αν βγει πρωτοδίκη απόφαση και κερδίσει ένας από τους ομόδικους,
κερδίζουν όλοι (537ΚΠολΔικ -> ΜΟΝΟ για την απλή ομοδικία)

4. Είμαι αντίδικος αναγκαίων ομόδικων. Πρέπει να στρέψω την έφεση μου


εναντίον όλων, επι ποινή απαράδεκτου;
Ναι. Επειδή εδώ έχουμε μια απόφαση για όλους και μια έννομη σχέση. Στην
αναγκαία ομοδικία όλες οι δικαιοδοτικές πράξεις γίνονται από και προς
όλους τους ομόδικους. (517ΚΠολΔικ)

Αν ένας από τους αναγκαίους ομόδικους ασκεί έφεση, οι άλλοι


εκπροσωπούνται;
Ναι.

5. Είμαι αναγκαίος ομόδικος που δεν έχει ασκήσει έφεση. Αντιπροσωπεύομαι


από τους άλλους ομόδικους. Πρέπει παρόλα αυτά να καλούμαι όπως και οι
άλλοι αναγκαίοι ομόδικοι, σε όλες τις συζητήσεις του ενδίκου μέσου, αλλιώς
η συζήτηση κηρύσσεται απαράδεκτη ως προς όλους; Μπορώ να ασκήσω
παραδεκτά δική μου έφεση;
- Πρέπει να καλούνται όλοι οι αναγκαίοι ομόδικοι σε κάθε συζήτηση του
ενδίκου μέσου με ποινή απαράδεκτου.
- Μπορώ να ασκήσω δική μου έφεση (σε προθεσμία 30 ημέρων από τότε
που θα μου επιδοθεί η έφεση του αναγκαίου ομόδικου μου) ή
προσθέτους λογούς εφόσον οι λόγοι που επικαλείται ο άλλος αναγκαίος
ομόδικος δεν με καλύπτουν, αλλά με την προϋπόθεση ότι οι λόγοι που
επικαλούμαι εγώ είναι διαφορετικοί.

6. Είμαι εναγόμενος. Κέρδισα. Η αγωγή του ενάγοντος απορρίφθηκε ως


απαράδεκτη. Έχω παρόλα αυτά έννομο συμφέρον να ασκήσω έφεση;
Έχουμε έννομο συμφέρον γιατί ο ενάγων μπορεί να διορθώσει την τυπική
έλλειψη και να ξανακαταθέσει την αγωγή και αυτή να γίνει δεκτή. Έχω
έννομο συμφέρον γιατί εγώ ως εναγόμενος θέλω να πέτυχω την απόρριψη
της αγωγής ως προς την ουσία της, να παραχθεί ουσιαστικό δεδικασμένο.

Ο ενάγων που απορρίφθηκε η αγωγή του ως απαράδεκτη έχει έννομο


συμφέρον να ασκήσει έφεση;
Βεβαίως. Οπότε απορρίπτεται η αγωγή υπάρχει πάντα έννομο συμφέρον για
άσκηση αγωγής.
7. Ασκείται παραδεκτά ένδικο μέσο. Μπορεί παρόλα αυτά να κριθεί
απαράδεκτος ο προτεινόμενος λόγος;
100% ναι.
8. Είμαι εφεσίβλητος. Ασκώ παραδεκτά αντέφεση. Η έφεση του αντιδίκου μου
κρίνεται απαράδεκτη. Υπάρχει κάποιο ενδεχόμενο να δικαστεί η αντέφεση
μου;
Ναι αν την είχα ασκήσει εντός της 30ημερης προθεσμίας της έφεσης (523
παρ.3ΚΠολΔικ)

Παραδεκτό ενδίκου μέσου: ασκείται από κάποιον που ήταν διάδικος της
πρωτοβάθμιας δίκης, εμπροθέσμως, στρέφεται κατά των διάδικων που πρέπει και
έχει έννομο συμφέρον αυτός που την ασκεί.

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ - ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ


Ενεργητική: ποιος ασκεί;
Παθητική: κατά ποιου;
Κριτήρια:
1. Διαδίκου: για να ασκηθεί ένδικο βοήθημα που ασκείται ΠΑΝΤΑ κατά
απόφασης, πρέπει να το ασκεί διάδικος
Η ύπαρξη του διάδικου είναι τυπική -> αν στην απόφαση δεν αναφέρεται ως
διάδικος δεν μπορεί να ασκήσει ένδικο μέσο

Οι τρίτοι πως προστατεύονται κατά απόφασης;


Έχουν πάντα το δικαίωμα και σε δεύτερο βαθμό να ασκήσουν προσθετή
παρέμβαση και αν η απόφαση είναι τελεσίδικη έχουν το δικαίωμα της
τριτανακοπής
2. Αν υπάρχουν περισσότεροι διάδικοι: πχ ομοδικία, τότε πρέπει να
χαρακτηρίσουμε την έννομη σχέση ως απλή ή αναγκαστική ομοδικία.
- Απλή ομοδικία ->
ενεργητική νομιμοποίηση : ασκεί μονός του ο απλός ομόδικος ή από
κοινού με όλους
Παθητική νομιμοποίηση-> Ο αντίδικος των απλών ομόδικων στρέφει την
έφεση του μόνο κατά εκείνων των οποίων επιδιώκει την εξαφάνιση ή
μεταρρύθμιση της απόφασης. Επιλεγεί κατά οποίου θα στρέψει την
έφεση.
Αν χάσει ο εκκαλών απλός ομόδικος, χάνει μόνο αυτός. Αν όμως κερδίσει
και οι άλλοι απλοί ομόδικοι δεν έχουν αποδεχτεί την απόφαση κερδίζουν
όλοι.
- Αναγκαστική ομοδικία ->
Ενεργητική νομιμοποίηση : αν ασκεί ένας αναγκαίος ομόδικος ένδικο
μέσο, θεωρείται κατά πλάσμα ότι και οι άλλοι καθίσταται ομόδικοι και
αντιπροσωπεύονται και πρέπει να κλητεύονται σε όλες τις συζητήσεις
του ενδίκου μέσου επι ποινής απαράδεκτου της συζήτησης (76 παρ. 4)
Παθητική νομιμοποίηση: ο αντίδικος των αναγκαστικών ομόδικων
πρέπει να απευθύνει το ένδικο μέσο εναντίον όλων των αναγκαίων
ομόδικων, επι ποινή απαράδεκτου. (76ΚΠολΔικ)
Η έφεση ενός αναγκαίου ομόδικου δεν απευθύνεται κατά του δικού του ομόδικου
εκτός από την εξαίρεση της δικαστική διανομής.
Αν στην απλή ομοδικία κάποιοι ομόδικοι έχουν παραιτηθεί από τα ενδικά μέσα, το
ευνοϊκό αποτέλεσμα αυτού που κέρδισε δεν επεκτείνεται και σε αυτούς που έχουν
παραιτηθεί.
Μπορούν οι υπόλοιποι αναγκαίοι ομόδικοι να ασκήσουν έφεση;
Κατά κρατούσα άποψη, μπορούν ή με αυτοτελές δικόγραφο έφεσης ή με
προσθέτους λογούς. Αρκεί να έχει αυτός που ασκεί διαφορετικούς λόγους από την
έφεση του άλλου αναγκαίου ομόδικου.
Από πότε αρχίζει η προθεσμία;
Κοιτάμε την επόμενη μέρα από την τελευταία επίδοση της πρώτης έφεσης σε
αναγκαίο ομόδικο.
Άσκηση έφεσης και παρέμβαση:
Κυρίως παρεμβαίνων: έχει δικαίωμα άσκησης έφεσης
Αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνων: μπορεί να ασκήσει έφεση
Απλώς προσθέτως παρεμβαίνων: έχει δικαίωμα να ασκήσει έφεση είτε άσκησε ή
όχι ο υπερ. ου κύριος διάδικος. Αλλά, 1) για να έχει έννομο συμφέρον, πρέπει να
έχει χάσει ο υπερ ου 2) οι λόγοι πρέπει να είναι εναρμονισμένοι προς το συμφέρον
του κυρίου διάδικου 3) πρέπει ο κύριος διάδικος να μην έχει παραιτηθεί ή
αποδεχθεί την απόφαση ή συμβιβαστεί
Άσκηση έφεσης και προσεπίκληση:
Προσεπίκληση αναγκαίου ομόδικου -> ισχύει ό,τι για την αναγκαία ομοδικία
Στην περίπτωση προσεπίκλησης δικονομικού εγγυητή πχ ασφαλιστική επιχείρηση,
κατά κρατούσα άποψη, ο δικονομικός εγγυητής, ο οποίος καταθέτει μόνο
προτάσεις και δεν ασκεί παρέμβαση καθίσταται διάδικος μόνο στην έννομη σχέση
της δίκης προσεπίκλησης, όχι της κύριας δίκης. Επομένως, έχει δικαίωμα να
ασκήσει έφεση μόνο αίτημα για την απόρριψη της προσεπίκλησης. Δεν ασκεί
παραδεκτά έφεση με αίτημα σχετικό με την κύρια αγωγή.
(Άποψη Δεληκωστόπουλου και Πανταζόπουλου: η διαφοροποίηση αυτή
δημιουργεί πιο πολλά προβλήματα από αυτά που επιλύει)
ΝΟΜΟΤΥΠΟ ΚΑΙ ΕΜΠΡΟΘΕΣΜΟ ΕΝΔΙΚΩΝ ΜΕΣΩΝ
ΝΟΜΟΤΥΠΟ
Τρόπος άσκησης (495ΚΠολΔικ)
Τα ένδικα μέσα ασκούνται ΜΟΝΟ με την κατάθεση αυτοτελούς δικογράφου στη
γραμματεία του δικαστηρίου που εξέδωσε την προσβαλλομένη απόφαση.
Ο αρμόδιος υπάλληλος της γραμματείας συντάσσει έκθεση κατάθεσης του ενδίκου
μέσου, η οποία έχει συστατικό χαρακτήρα.
Από αυτή τη σύνταξη έκθεση κατάθεσης, αρχίζουν και τα αποτελέσματα των
ενδίκων μέσων. Εκεί κρίνεται το εμπρόθεσμο ή μη της άσκησης του ενδίκου μέσου.
Ο εκκαλών προμηθεύεται κυρωμένο αντίγραφο του ενδίκου μέσου και επίσημο
έγγραφο της προσβαλλομένης απόφασης.
Αφού τα πάρει, τα προσάπτει στη γραμματεία του δικαστηρίου που απευθύνεται.
Εκεί ζητάει, τον προσδιορισμό της κλήσης, παίρνει δικάσιμο.
Η επίσπευση της συζήτησης γίνεται με κλήση στον αντίδικο ή στον πληρεξούσιο
δικηγόρο του = Αυτό πρέπει να γίνει 30 μέρες το ελάχιστον πριν τη συζήτηση και 60
αν είναι στο εξωτερικό ή αγνώστου διαμονής
Στο ένδικο μέσο πρέπει να έχουμε ένα σαφή και ορισμένο λόγο. εφόσον έχουμε
λόγο μπορούμε να ασκήσουμε και προσθέτους λόγους 30 μέρες πριν τη συζήτηση.
Μια εξαίρεση: 569 παρ.1, στην αναίρεση. Προσθετοί λόγοι στην αναίρεση είναι
παραδεκτοί ακόμα και αν η αίτηση αναίρεσης δεν περιέχει παραδεκτό και ορισμένο
λόγο αναίρεσης
Προσθετοί λόγοι: δεν ασκούμε ό,τι να ναι. Για να ασκήσουμε προσθέτους λόγους
πρέπει να αφορούν είτε στο εκκληθέν ή σε αναγκαίο συνεχόμενο κεφάλαιο.
Αγωγή και ανταγωγή δεν είναι αναγκαίως συνεχόμενα εκτός αν η παραδοχή του
ενδίκου βοηθήματος αποκλείει την παραδοχή του άλλου
Για το εκκληθέν: βάζουμε ό,τι λόγους θέλουμε για προσθέτους
Αναγκαίως συνεχόμενα: 1) τόκοι ως προς το κεφάλαιο 2) θετική και αποθετική
ζημιά 3) δικαστικά έξοδα, αλλά δεν μπορούμε να ασκήσουμε αυτοτελώς έφεση για
τα δικαστικά έξοδα (193ΚΠολΔικ)
- Αν ασκήσω αναίρεση, αναψηλάφηση ή ανακοπή ερημοδικίας
στηριζόμενο σε λόγο που δεν προβλέπεται από τον νόμο για αυτά τα
ένδικα μέσα -> το ένδικο μέσο θα είναι παραδεκτό αλλά θα απορριφθεί
ως νόμω αβάσιμο
- Αν ασκήσω αναίρεση, αναψηλάφηση ή ανακοπή ερημοδικίας για λόγο
που προβλέπεται από το νομό γι’ αυτά τα ένδικα μέσα αλλά δεν είναι
ορισμένος και σαφής -> το ένδικο μέσο απορρίπτεται ως απαράδεκτο
ΠΡΟΘΕΣΜΙΕΣ
Διάκριση:
1. Γνήσιες προθεσμίες: των ανακοπών, της άσκησης ενδίκων μέσων,
προσθέτων λόγων έφεσης και αναίρεσης.
- Απαιτείται επίδοση της απόφασης
- Αρχίζει από την επόμενη της επίδοσης
- Τρέχει για όλους τους διάδικους
- Αναστέλλονται κατά τη διάρκεια του Αυγούστου
Αν ο διάδικος που δικαιούται να ασκήσει ένδικο μέσο, μέσα στην προθεσμία
πεθάνει απαιτείται νέα επίδοση της απόφασης στους κληρονόμους. Διαφορετικά,
αν δεν γίνει, δεν μπαίνει σε κίνηση ως προς αυτούς η προθεσμία.
Σε περίπτωση μη επίδοσης της απόφασης από τον διάδικο, ισχύει η 2ετης
καταχρηστική προθεσμία η οποία αρχίζει από την επόμενη της δημοσιεύσεως της
απόφασης.

2. Καταχρηστικές προθεσμίες:
- συνήθως είναι 2ετης
- ισχύει μόνο για έφεση, αναίρεση και αναψηλάφηση (ΣΟΣ)
- τελευταίο όριο άσκησης ενδίκου μέσου.
- Αρχίζει από την επόμενη της δημοσίευσης της απόφασης
- Δεν αναστέλλονται κατά τη διάρκεια των δικαστικών διακοπών ούτε
προς όφελος του Δημοσίου
Δεν υπάρχει καταχρηστική προθεσμία στην ανακοπή ερημοδικίας. Στην περίπτωση
λοιπόν που έχει εκδοθεί ερήμην απόφαση αν δεν επιδοθεί η απόφαση, δεν αρχίζει
η προθεσμία ασκήσεως ανακοπής ερημοδικίας αλλά ούτε επομένως και η
προθεσμία αναψηλαφήσεως και αναιρέσεως, αφού δεν εξαντλούνται τα τακτικά
ένδικα μέσα.
Αντίθετα και με δεδομένο ότι οι προθεσμίες ασκήσεως ανακοπής ερημοδικίας και
εφέσεως τρέχουν συγχρόνως το δικαίωμα ασκήσεως έφεσης εναντίον της
ανεπίδοτης ερήμην απόφασης αποσβήνεται μετα την παρέλευση 2ετιας από την
έκδοση της.
Στην έφεση - αναίρεση, αντίθετα από την ανακοπή ερημοδικίας - έφεση οι
προθεσμίες δεν συντρέχουν.
Πχ αν έχω απόφαση πρωτοδικείου που δεν επιδόθηκε πότε, ποιο είναι το ανώτερο
όριο που μπορεί ο διάδικος να ασκήσει αναίρεση;
Τέσσερα χρονιά: πρέπει να περάσουν τα 2 χρονιά της έφεσης και να αρχίσει η 2ετης
προθεσμία της αναίρεσης.
Έχουμε ερήμην απόφαση του εφετείου, τι πρέπει να κάνει ο διάδικος που κέρδισε
για να πάρει τα λεφτά του και τι ο αντίδικος που έχασε;
Διάδικος που κέρδισε: επίδοση απόφασης -> γιατί τότε θα αρχίσει η 15ημερη
προθεσμία ανακοπής και αν περάσει άπρακτη ή χάσει, θα τελεσιδικήσει η απόφαση
και θα παραχθεί δεδικασμένο και εκτελεστοτητα
Διάδικος που έχασε: τίποτα, θα περιμένει την επίδοση

ΕΙΔΙΚΑ ΓΙΑ ΤΟ ΚΑΘΕ ΕΝΔΙΚΟ ΜΕΣΟ


ΤΑΚΤΙΚΑ ΕΝΔΙΚΑ ΜΕΣΑ
ΕΦΕΣΗ
Η έφεση είναι ένδικο μέσο πλήρους δικαιοδοσίας, δηλ. το δευτεροβάθμιο
δικαστήριο μπορεί να επανεκδικασει την υπόθεση (την εκκαλουμένη απόφαση) σε
όλη της την έκταση (δηλ. και από πραγματική και από νομική άποψη). Ουσιαστικά
ό,τι μπορούσε να κάνει το πρωτοβάθμιο μπορεί να το κάνει και το δευτεροβάθμιο.
Διαφορά αναίρεσης από έφεση:
Λόγοι αναίρεσης μπορούν να είναι μόνο νομικά σφάλματα της απόφασης (όχι ό,τι
αφορά το δίκαιο της απόδειξης)
Έφεση: μπορεί να ασκηθεί για οποιοδήποτε λόγο
Λειτουργική αρμοδιότητα δικαστηρίων: κατά κανόνα τις εφέσεις τις δικάζει το
Εφετείο.
Κατ’ εξαίρεση μπορεί να δικάσει έφεση και το Μονομελές Πρωτοδικείο μόνο
εφόσον ασκηθεί έφεση κατά αποφάσεως Ειρηνοδικείου. (17ΚΠολΔικ α’)
Συγκεκριμένη αρμοδιότητα:
1. Τις εφέσεις κατά αποφάσεων του Ειρηνοδικείου -> δικάζει το Μονομελές
Πρωτοδικείο (17ΚΠολΔικ)
2. Τις εφέσεις κατά αποφάσεων του Μονομελούς Πρωτοδικείου -> δικάζει το
Μονομελές Εφετείο (19ΚΠολΔικ)
3. Τις εφέσεις κατά αποφάσεων Πολυμελούς Πρωτοδικείου -> δικάζει το
Τριμελές Εφετείο (19ΚΠολΔικ)

Το δευτεροβάθμιο δικαστήριο ελέγχει αυτεπαγγέλτως το νόμω βάσιμο και το


παραδεκτό της αγωγής ακόμα και αν δεν έχουν προβληθεί λόγοι εφέσεως ή
πραγματικοί ισχυρισμοί εκ μέρους του εφεσίβλητου. Έχει τις εξουσίες
πρωτοβάθμιου δικαστηρίου.
12ΚΠολΔικ -> δεν επιτρέπεται υπέρβαση της λειτουργικής αρμοδιότητας των
πολίτικων δικαστηρίων, εκτός αν υπάρχουν ειδικές περιπτώσεις που προβλέπονται
από το νομό πχ αγωγή ακύρωσης διαιτητικής απόφασης, εκεί προβλέπεται έλεγχος
από πολιτικό δικαστήριο για συγκεκριμένους λόγους. Μπορεί δηλ. να ζητηθεί
ακύρωση αυτής της διαιτητικής απόφασης για παραβάσεις. Αυτή η αγωγή
απευθύνεται σε πρώτο και τελευταίο βαθμό πλήρους ουσιαστικής κρίσης, εντός
των λόγων ακυρώσεως, στο Τριμελές Εφετείο. Δεν έχουμε πρώτο βαθμό
δικαιοδοσίας, ασκείται κατ’ ευθείαν η αγωγή στο Εφετείο, το ποιο δεν δικάζει
έφεση, αλλά την αγωγή. Αυτή η απόφαση μπορεί να προσβληθεί με αίτηση
αναιρέσεως.
ΠΟΙΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΠΡΟΣΒΑΛΛΟΝΤΑΙ ΜΕ ΕΦΕΣΗ;
511, 512, 513 ΚΠολΔικ
Ανέκκλητη απόφαση: δεν υπόκειται σε έφεση, όχι τελεσίδικη
Δηλαδή πχ μπορεί να μην υπόκειται σε έφεση, αλλά να υπόκειται σε ανακοπή
ερημοδικίας. Άρα, δεν είναι τελεσίδικη, γιατί προϋπόθεση της έφεσης επί ερήμην
απόφασης είναι να παρέλθει η προθεσμία της ανακοπής ερημοδικίας ή να ασκηθεί
και να απορριφθεί.
Τελεσίδικη: δεν υπόκειται σε ΚΑΝΕΝΑ τακτικό ένδικο μέσο, ούτε ανακοπή
ερημοδικίας.
512ΚΠολΔικ: Δεν υπόκεινται σε έφεση οι αποφάσεις μικροδιαφορών.
Ποια είναι η διαδικασία μικροδιαφορών; (466 – 471ΚΠολΔικ)
Δεν αποτελεί ειδική διαδικασία, αλλά απλώς μια διαδικαστική απόκλιση από τους
κανόνες του γενικού μέρους τακτικής διαδικασίας.
Για να έχουμε μικροδιαφορά θα πρέπει το αντικείμενο της επίδικης διαφοράς να
μην υπερβαίνει το ποσό των 5000 ευρώ και δικάζονται από το Ειρηνοδικείο με
απλουστευμένη διαδικασία. Οι αποφάσεις που εκδίδονται δεν υπόκεινται σε
δευτεροβάθμια δικαιοδοσία, αλλά υπάγονται σε αναίρεση για συγκεκριμένους
λόγους. Περατώνεται τελεσιδίκως με πρωτοβάθμια απόφαση.
513ΚΠολΔικ: η περίπτωση της ερήμην απόφασης υπόκειται και σε έφεση και
ανακοπή ερημοδικίας. Αν δεν έχει επιδοθεί η ερήμην απόφαση δεν υπόκειται σε
καταχρηστική προθεσμία άρα μπορεί χωρίς να εξετάζουμε την πάροδο του χρόνου,
να ασκηθεί ανά πασά στιγμή ανακοπή ερημοδικίας.
Η προθεσμία άσκησης εφέσεως αν δεν επιδοθεί η απόφαση είναι διετής.
Μετά την πάροδο διετίας από την έκδοση ερήμην αποφάσεως δεν υπόκειται σε
έφεση. Έχει καταστεί ανέκκλητη. Όχι όμως τελεσίδικη, γιατί αφού δεν έχει επιδοθεί,
δεν έχει τεθεί σε ισχύ η προθεσμία άσκησης ανακοπής ερημοδικίας. Δεν
αναπτύσσει δεδικασμένο και αν δεν έχει κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή δεν
αποτελεί εκτελεστό τίτλο.
ΣΟΣ! Ερήμην απόφαση που δεν έχει επιδοθεί στον διάδικο που δικάστηκε ερήμην
δεν αποτελεί εκτελεστό τίτλο, γιατί δεν έχει τελεσιδικήσει, είναι μεν ανέκκλητη μετα
από 2 έτη αλλά δεν υπάρχει προθεσμία προς άσκηση ανακοπής ερημοδικίας.
Ανέκκλητη μεν, όχι τελεσίδικη.
Αν τώρα, η ερήμην απόφαση επιδοθεί, αρχίζουν ταυτόχρονα οι προθεσμίες για
ανακοπή ερημοδικίας (15 ημέρες) και έφεσης (30 μέρες) και θα πρέπει να επιλέξει ο
διάδικος που δικάστηκε ερήμην. Εκτός αν δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις της
ανακοπής ερημοδικίας, επομένως έχει μόνο την επιλογή της έφεσης. Αν τώρα έχει
και λόγους ανακοπής ερημοδικίας, εκεί θα ασκήσει και τα 2 ενδικά μέσα. Θα τα
ασκήσει επικουρικά, κύριο ένδικο μέσο ανακοπή ερημοδικίας (γιατί αν γίνει δεκτή
θα εξεταστεί η υπόθεση του σε πρώτο βαθμό από το δικαστήριο που εξέδωσε την
ερήμην απόφαση) και επικουρικά την έφεση. Έννομο συμφέρον του διάδικου να
διατηρήσει την πρωτοβάθμια έννομη προστασία.
Προσβολή αποφάσεων που είναι οριστικές.
Οι οριστικές αποφάσεις προσβάλλονται με έφεση (513ΚΠολΔικ).
Οι μη οριστικές αποφάσεις δεν προσβάλλονται με ενδικά μέσα.
Μη οριστική απόφαση: Η απόφαση που δεν περατώνει τον δικαστικό αγώνα και
δεν περιέχει πλήρη δικαιοδοτική κρίση, αλλά ρυθμίζει διαδικαστικά ζητήματα χωρίς
να αποφαίνεται οριστικά επί της διαφοράς.
Παραδείγματα:
- η απόφαση η οποία αναστέλλει την εκδίκαση υπόθεσης λόγω
εκκρεμοδικίας, δεν περατώνεται η εκδίκασή της υπόθεσης, θα δικαστεί σε
άλλο χρόνο.
- η περίπτωση που εφαρμόζεται το 249 και 250, αναβάλλει την έκδοση
απόφασης έως ότου περατωθεί άλλη συζήτηση ποινικού, πολιτικού,
διοικητικού δικαστηρίου και αυτό το επίδικο ζήτημα είναι κύριο για τη δική
του συζήτηση
- όταν δεν έχουμε νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση του εναγομένου (30
μέρες από κατάθεση αγωγής), η συζήτηση της αγωγής είναι απαράδεκτη,
άρα θα πρέπει να γίνει νέος ορισμός δικάσιμου, νέα κλήτευση για να έχουμε
παραδεκτή συζήτηση ή αυτές που διατάσσουν περαιτέρω αποδείξεις
(αυτοψία, πραγματογνωμοσύνη), πάλι η υπόθεση δεν κρίθηκε οριστικά.
Οι μη οριστικές αποφάσεις ανακαλούνται, δεν προσβάλλονται με ένδικα μέσα. Δηλ,
ο διάδικος που κρίνει ότι μια μη οριστική απόφαση δεν είναι σωστή, ότι δεν
συντρέχει λόγος για την έκδοση της, ότι η συζήτηση είναι παραδεκτή ή δεν
συντρέχει λόγος περαιτέρω αποδείξεων, μπορεί να ζητήσει την ανάκληση κατά το
309ΚΠολΔικ.
ΣΟΣ! ΜΗ οριστικές αποφάσεις δεν προσβάλλονται με ένδικα μέσα αλλά
ανακαλούνται.
Μη οριστική απόφαση: όταν παραμένουν όρια περαιτέρω εξετάσεως, όταν δεν
περατώνεται με την απόφαση η εκδίκαση της υπόθεσης.
Η απόφαση η οποία απορρίπτει την αγωγή ως απαράδεκτη είναι κρίση οριστική.
Οριστική είναι επίσης η απόφαση που απορρίπτει την αγωγή ως νόμω αβάσιμη.
Σε ένδικα μέσα υπόκεινται κατά 513 και οι αποφάσεις που παραπέμπουν σε άλλο
δικαστήριο.
Αν έχουμε πολυμελές (ανώτερο) δικαστήριο και αυτό κρατήσει και δικάσει υπόθεση
καθ’ ύλην αρμοδιότητας μονομελούς ή ειρηνοδικείου, μπορεί να το κάνει, η
απόφαση δεν υπόκειται σε ένδικα μέσα.
Αν έχουμε μονομελές ή ειρηνοδικείο (κατώτερο) δικαστήριο και αυτό κρατήσει και
δικάσει υπόθεση που υπάγεται στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα πολυμελούς, η
απόφαση αυτή υπόκειται σε ένδικα μέσα. Είναι οριστική, αλλά αν ορθά
παραπέμψει και η απόφαση της παραπομπής ΚΑΙ αυτή υπόκειται σε ένδικα μέσα
και είναι οριστική.
Εν μέρει οριστικές αποφάσεις ή μη τελειωτικές: αποφαίνονται επί περισσοτέρων
ζητημάτων ή αγωγικων βάσεων και κρίνουν οριστικά ορισμένα αιτήματα και για τα
λοιπά διατάσσουν αποδείξεις.

513ΚΠολΔικ -> Σε ένδικα μέσα υποβάλλονται και οι αποφάσεις που παραπέμπουν


την υπόθεση σε αρμόδιο δικαστήριο λόγω αναρμοδιότητας.
Καταλαμβάνει όλες τις περιπτώσεις της κατά τόπον αναρμοδιότητας. Είναι οριστική
αυτή η παραπεμπτική απόφαση.
Η παραπεμπτική απόφαση αν δεν προσβληθεί με ένδικο μέσο (έφεση), τελεσιδικεί
και δεσμεύει κατά το άρθρο 46ΚΠολΔικ. Το δικαστηριο της παραπομπής δεν μπορεί
να παραπέμψει περαιτέρω, εφόσον η πρώτη παραπεμπτική τελεσιδικήσει. (μόνο
περιπτώσεις τοπικής αναρμοδιότητας)
Όσο αφορά την καθ’ ύλην αρμοδιότητα: Αν έχουμε καθ’ ύλην αναρμόδιο
δικαστηριο είναι κρίσιμο το 47ΚΠολΔικ, αν υπαχθεί εσφαλμένα αγωγή σε ένα
δικαστηριο, ορίζει ότι η απόφαση αυτή που τυπικά είναι εσφαλμένη δεν υπόκειται
σε ενδικά μέσα, δεν προσβάλλεται σε έφεση. Δεν θεμελιώνεται βάσιμος λόγος
έφεσης.
Αυτό ισχύει και για τις παραπεμπτικές αποφάσεις από κατώτερο δικαστηριο σε
ανώτερο. Τυπικά ένδικο μέσο μπορεί να ασκηθεί. Ο λόγος εφέσεως όμως είναι
αβάσιμος. Εδώ ο συγκεκριμένος λόγος εφέσεως (αναρμοδιότητας), θα απορριφθεί
ως αβάσιμος. Δεν επαρκεί ο λόγος αναρμοδιότητας για την εξαφάνιση της
εκκαλουμένης απόφασης. Πρόκειται για μια ιδιαίτερη περίπτωση νόμου αβάσιμου
του λογού εφέσεως. Η απόφαση είναι έκκλητη αλλά δεν επαρκούν τα πραγματικά
περιστατικά για την εξαφάνιση της.
Απόρριψη έφεσης ως απαράδεκτης και ως αβάσιμης:
Αποφάσεις δευτεροβάθμιων δικαστηρίων που απορρίπτουν την άσκηση του
ενδίκου μέσου, ενσωματώνουν την πρωτοβάθμια απόφαση. Επομένως,
προσβάλλονται με αναίρεση μόνο οι αποφάσεις δευτεροβάθμιων δικαστηρίων
(στην περίπτωση που η έφεση απορρίφθηκε ως αβάσιμη)
Αν απορρίφθηκε ως απαράδεκτη, μπορεί να προσβληθεί τόσο η απόφαση
δευτεροβάθμιου που απορρίπτει ως απαράδεκτη την έφεση, όσο και η απόφαση
του πρωτοβάθμιου. Γιατί η τελευταία μετα την απόρριψη του ενδίκου μέσου έχει
τελεσιδικήσει άρα υπόκειται στο ένδικο μέσο της αναίρεσης.

Άσκηση ένδικων μέσων κατά ερήμην απόφασης:


Μια απόφαση πρωτοδίκη μπορεί να είναι ερήμην κατ’ αντιμολία. Η απόφαση κατ’
αντιμολία προσβάλλονται μόνο με έφεση. Οι ερήμην αποφάσεις προσβάλλονται και
με την έφεση και με την ανακοπή ερημοδικίας, μόνο με την έκδοση τους. Αν δεν
συντρέχουν οι ειδικοί λόγοι ανακοπής ερημοδικίας, μπορεί να ασκηθεί ΜΟΝΟ
έφεση.
Για την άσκηση έφεσης κατά ερήμην απόφασης δεν απαιτείται επίκληση λόγων της
έφεσης, σφαλμάτων και πλημμελειών της πρωτοδίκης απόφασης. Οδηγεί
αυτομάτως σε μεταβίβαση της διαφοράς σε 2 ο βαθμό, με σύνολο αιτημάτων και να
αρχίσει από την αρχή. Ο εκκαλών έχει δικαίωμα να προβάλλει τους ισχυρισμούς του
και να κάνει ό,τι θα έκανε στον πρώτο βαθμό αν δεν είχε ερημοδικήσει. Ενώ
δικάζεται με πληρότητα, έχει χάσει τον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας, σε δεύτερο και
τελευταίο βαθμό. («εύκολη» έφεση του 528ΚΠολΔικ)
Η έφεση κατά ερήμην αποφάσεως στηρίζεται στο 528ΚΠολΔικ και δεν
εφαρμόζονται οι περιορισμοί του 527ΚΠολΔικ.
Τι ένδικο μέσο ασκείται κατά της ερήμην πρωτοβάθμιας απόφασης;
1. Αν η ερήμην απόφαση έχει επιδοθεί: συντρέχουν παράλληλα οι προθεσμίες
για ανακοπή ερημοδικίας (15 μέρες) και για έφεση (30 μέρες). Σε αυτή την
περίπτωση ασκεί και τα 2. Γιατί, αν περιμένει να εκδικαστεί πρώτα η
ανακοπή ερημοδικίας ώστε αν απορριφθεί να ασκήσει μετα έφεση, η
προθεσμία της τελευταίας θα έχει παρέλθει. Θα ασκήσει ως κύριο ένδικο
μέσο την ανακοπή ερημοδικία, γιατί αποτελεί εκδίκαση της υπόθεσης σε
πρώτο βαθμό και μετα αν χάσει αυτή την υπόθεση θα έχει την ευκαιρία να
ασκήσει και σε αυτήν έφεση. Επικουρικά θα ασκήσει την έφεση, υπό τον
όρο της απόρριψης της ανακοπής ερημοδικίας. Το δευτεροβάθμιο θα
αναστείλει την απόφαση επί της έφεσης μέχρι να δικαστεί η ανακοπή
ερημοδικίας. Αν αυτή γίνει δεκτή, δεν υπάρχει αντικείμενο για το
δευτεροβάθμιο δικαστηριο και η δική καταργείται. Αν όμως η ανακοπή
ερημοδικίας απορριφθεί θα δικαστεί η «εύκολη» έφεση του 528ΚΠολΔικ.
2. Αν δεν έχει επιδοθεί: δεν υπάρχει καταχρηστική προθεσμία για την άσκηση
ανακοπής ερημοδικίας. Αλλά έχουμε καταχρηστική προθεσμία για την
άσκηση έφεσης (2 έτη). Μετα τα 2 έτη, η ερήμην απόφαση καθίσταται
ανέκκλητη, αλλά όχι τελεσίδικη γιατί πάντα υπόκειται σε ανακοπή
ερημοδικίας. Εδώ θα μπορούσε να ασκηθεί άνευ ετέρου έφεση, η ανακοπή
ερημοδικίας μπορεί να περιμένει. Χάνουμε βέβαια τον πρώτο βαθμό
δικαιοδοσίας. Αυτό που δικονομικά ενδείκνυται είναι αναμονή όσο υπάρχει
προθεσμία προς άσκηση έφεσης και όταν φτάσει στη 2ετια θα πρέπει να
ασκηθούν και τα 2 ένδικα μέσα.
3. Αν δεν υπάρχει λόγος ανακοπής ερημοδικίας, υπάρχει μόνο η δυνατότητα
άσκησης έφεσης. Αν έχει επιδοθεί η απόφαση (30 μέρες), αν δεν έχει
επιδοθεί (2 έτη).
Κατάθεση ενδίκων μέσων κατά ερήμην απόφασης:
Στο ίδιο δικόγραφο δεν μπορούν να σωρευτούν δυο ένδικα μέσα, γιατί
κατατίθενται σε διαφορετικά δικαστήρια. Για την άσκηση και των 2 ενδίκων
μέσων κατατίθενται 2 διαφορετικά δικόγραφα, σε 2 διαφορετικά δικαστήρια.
Ένα στο δευτεροβάθμιο για την έφεση που θα αναφέρει την επικουρική άσκηση
της και ένα στο δικαστηριο που εξέδωσε την ερήμην απόφαση για την ανακοπή
ερημοδικίας.
Αν μετα την παρέλευση της καταχρηστικής προθεσμίας των 2 ετών της έφεσης η
απόφαση είναι ανέκκλητη, ο αντίδικος επιδώσει την πρωτοβάθμια απόφαση,
τότε τρέχει μόνο η ανακοπή ερημοδικίας και ξεκινάει η γνησιά προθεσμία της
(15 μέρες). Έχει χαθεί το δικαίωμα εφέσεως.
Απόρριψη ανακοπής ερημοδικίας:
Η απόφαση που απέρριψε ανακοπή ερημοδικίας και αυτή η απόφαση υπόκειται
σε έφεση. Προσβάλλεται μόνο η κρίση επί την απόρριψη της ανακοπής
ερημοδικίας όχι επί της ουσίας της διαφοράς.
Κήρυξη συζήτησης και ένδικου μέσου ως απαράδεκτου:
Απαράδεκτο συζήτησης: το ένδικο μέσο παραμένει παραδεκτό και εκκρεμές
απλά δεν εκδικάζεται, άρα μη οριστική απόφαση
Απόφαση που κηρύσσει την συζήτηση απαράδεκτη δεν είναι οριστική:
επαναλαμβάνεται η διαδικασία, γίνονται νέες, νόμιμες και εμπρόθεσμες
κλητεύσεις, κρατάει το δικαστηριο την εξουσία του, θα δικάσει το δικαστηριο
όταν διαμορφωθούν οι συνθήκες κατοχύρωσης του δικαιώματος δικαστικής
ακροάσεως. Δεν υπόκειται σε ένδικα μέσα. Αλλά, αν ο διάδικος κρίνει ότι δεν
ήταν σωστή η απόφαση να κηρυχθεί συζήτηση ως απαράδεκτη μπορεί κατά το
309ΚΠολΔικ, να ζητήσει την ανάκληση της.
Απόφαση που απορρίπτει το ένδικο μέσο ως απαράδεκτο, είναι οριστική.
Στις εν μέρει οριστικές ή μη τελειωτικές αποφάσεις ασκούνται ένδικα μέσα;
Κατά άρθρο 513ΚΠολΔικ -> αποφάσεις οι οποίες αποφαίνονται επί της αγωγής ή
της ανταγωγής οριστικά υπόκεινται σε ένδικα μέσα.
Πχ περίπτωση κατά την οποία έχει ασκηθεί αγωγή από τον Α προς Β που
ζητείται το ποσό των 100.000ευρω ως αποζημίωση και ο εναγόμενος κατά το
268ΚΠολΔικ μπορεί να ασκήσει ανταγωγή. Με αυτή, μπορεί να ασκήσει μια
άσχετη απαίτηση που δεν είναι συναφής με την αξίωση της αγωγής και συν
εκδικάζονται. Εδώ λοιπόν κρίνεται οριστικά η αγωγή (δεκτή ή απορρίπτεται) και
για την ανταγωγή είτε κηρύσσεται απαράδεκτη η συζήτηση είτε έχουμε
οποιοδήποτε άλλο λόγο.
Άρα, για την αγωγή (οριστική απόφαση), ανταγωγή (μη οριστική απόφαση – δεν
μπορούν να ασκηθούν ένδικα μέσα αλλά η ανάκληση). Για την απόφαση επί της
αγωγής μπορεί να ασκηθεί έφεση;
Το δικαστηριο αφού συν εκδίκασε, θα εκδώσει μια απόφαση, με δυο
διαφορετικά κεφάλαια για την κάθε περίπτωση.
Οριστική + μη οριστική απόφαση = στο σύνολο της θεωρείται ότι έχουμε μια μη
τελειωτική απόφαση
513ΚΠολΔικ -> μπορεί να ασκηθεί έφεση κατά την οριστική απόφαση της
αγωγής
Συν εκδίκαση αγωγών (246ΚΠολΔικ):
Το δικαστηριο, μπορεί να συν εκδικάσει αγωγές θα εκδώσει μια απόφαση με
περισσότερα κεφάλαια. Ένα κεφάλαιο για κάθε αγωγή.
Και σε αυτή την περίπτωση αν κριθεί μια από αυτές τις αγωγές οριστικά, μπορεί
να ασκηθεί για τη συγκεκριμένη αγωγή ένδικο μέσο, κατά το γράμμα της
διατάξεως (513ΚΠολΔικ).
Αντικειμενική σώρευση αγωγών (218ΚΠολΔικ) -> Όταν έχουμε περισσότερες
αγωγές, αιτήματα ή αγωγικές βάσεις. Και με την απόφαση κρίνονται οριστικά
κάποια από αυτά, ενώ για τα αλλά διατάσσονται αποδείξεις κλπ., δεν χωρεί
έφεση γιατί η αγωγή δεν κρίθηκε στο σύνολο της. Αλλά τίθεται το ζήτημα υπό το
πρίσμα της συνάφειας, αν έχουμε συναφείς αγωγές, αιτήματα ή αγωγικές
βάσεις, δεν μπορεί να ασκηθεί έφεση έως ότου εκδοθεί τελειωτική/ οριστική
απόφαση για όλα τα αγωγικά αιτήματα ή βάσεις. Αν όμως δεν είναι συναφή,
εκεί επιτρέπεται γιατί δεν υπάρχει ο κίνδυνος αντιφατικών δικαστικών
αποφάσεων.

Απόφαση που κηρύσσει την συζήτηση ως απαράδεκτη, λόγω ελλείψεως


εμπρόθεσμης και νομότυπης κλήτευσης, είναι μη οριστική, άρα δεν προσβάλλεται
με ένδικα μέσα αλλά ανακαλείται.
Οριστική είναι η απόφαση όταν το δικαστήριο έχει κρίνει επί της ουσίας της
υπόθεσης. Δεν αρκεί το παραδεκτό της αγωγής και το νόμω βάσιμο.
Απόφαση που κηρύσσει την αγωγή ως απαράδεκτη ή ουσία αβάσιμη -> οριστική
Εν μέρει οριστικές ή οριστικές αλλά μη τελειωτικές -> όταν έχουμε περισσότερα
αιτήματα που συν εκδικάζονται. Έχουμε στην απόφαση ένα κεφάλαιο που κρίνει
οριστικά επι ενός από τα σωρευμένα αιτήματα και κεφάλαια που δεν κρίνουν
οριστικά αλλά αιτήματα.
Πχ αντικειμενική σώρευση (218) -> ο Α ενάγει τον Β και ζητεί 100.000 ως τίμημα
απόλυσης, και ταυτοχρόνως συρρέει στο ίδιο δικόγραφο αγωγής δεύτερο αίτημα
καταβολής αποζημίωσης άσχετης αδικοπραξίας, και ζητεί 200.000 ευρώ.
- Οριστική κρίση -> επι της απαίτησης τίμημα απόλυσης
- Μη οριστική -> διατάσσει πραγματογνωμοσύνη για την άσχετη αδικοπραξία
- Αρά στην απόφαση έχουμε ένα κεφάλαιο με οριστική απόφαση και ένα με
μη οριστική = οριστική μεν αλλά μη τελειωτική

Η απόφαση που διατάσσει πραγματογνωμοσύνη επί της άσχετης αδικοπραξίας,


προσβάλλεται με ενδικά μέσα;
Όχι, είναι μη οριστική. Τι μπορεί να ζητήσει εδώ ο ενάγων ή ο εναγόμενος που
θεωρεί ότι εσφαλμένα διαταχθεί πραγματογνωμοσύνη; Μπορεί να ζητήσει
ανάκληση (κατά το 309), δεν μπορεί να ασκήσει ενδικά μέσα.
Η απόφαση που κάνει οριστικά δεκτή την άλλη απαίτηση μπορεί να προσβληθεί
με ένδικο μέσο;
Με βάση το 513ΚΠολΔικ παρ.1 β’, η δική για την αγωγή δεν έχει περατωθεί. Γιατί
υπήρχε αντικειμενική σώρευση αιτημάτων στο ίδιο δικόγραφο. Με βάση το γράμμα
του νομού του 513, αποκλείεται η άσκηση εφέσεως, διότι παραμένουν εκκρεμή
προς δικαιοδοτική κρίση κάποια αγωγικά αιτήματα.
 Παλαιοτέρα η νομολογία δεχόταν ότι άνευ ετέρου δεν επιτρεπόταν έφεση
έως ότου υπάρχει τελειωτική απόφαση επι του συνόλου των αγωγικων
αιτημάτων.
Ο κίνδυνος έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων είναι σημαντικός όταν έχουμε
συναφή σωρευμένα αγωγικά αιτήματα, δηλ ότι απορρέουν από ιδιά νομική κ
ιστορική βάση. Αν είναι δυο τελείως διαφορετικές αξιώσεις, συνάφεια δεν υπάρχει,
έκδοση αντιφατικών αποφάσεων δεν μπορεί να υπάρξει.
 Σήμερα, η νομολογία λαμβάνοντας υπόψη αυτή την τελολογία, ότι το ζήτημα
του αποκλεισμού εφέσεως επι εν μέρει οριστικών αποφάσεων, έχει σημασία
και έχει νόημα ΜΟΝΟ όταν υπάρχει κίνδυνος να εκδοθούν αντιφατικές
αποφάσεις, δηλ μόνο όταν τα αγωγικά αιτήματα είναι συναφή, Δέχεται:
όταν δεν υπάρχει συνάφεια και κατ’ επέκταση κίνδυνος έκδοσης
αντιφατικών δικαστικών αποφάσεων, ερμηνεύουμε διορθωτικά, τη διάταξη
του 513 και επιτρέπουμε στην περίπτωση αυτή την προσβολή της εν μέρει
οριστικής απόφασης με έφεση.
Παράδειγμα συνάφειας:
Έχουμε μια σύμβαση πωλήσεως. Το πωλούμενο πράγμα έχει ελαττώματα, αν έχουν
προκληθεί περαιτέρω ζημίες μπορεί να ζητηθεί αποζημίωση. Ασκεί ο αγοραστής
αγωγή. Πρώτο αίτημα αναγνωριστικό να αναγνωριστεί ότι εγκύρως δικαιούται
υπαναχώρηση, και ένα δεύτερο σωρευμένο στο ίδιο δικόγραφο για αποζημίωση με
καταψηφιστική αγωγή προς αποκατάσταση της ζημίας που προκλήθηκε λόγω των
πραγματικών ελαττωμάτων.
Εδώ, τα δικαιώματα κ τα αιτήματα είναι συναφή. Πυρήνας της όλης διαφοράς είναι
η ύπαρξη ή μη πραγματικών ελαττωμάτων στο πράγμα. Εδώ υπάρχει κίνδυνος
αντιφατικών δικαστικών αποφάσεων.
- Οριστική απόφαση ότι υπάρχει δικαίωμα υπαναχώρησης
- Αλλά μη οριστική απόφαση επι αιτήματος αποζημίωσης
- = μη οριστική απόφαση αλλά με συναφή αιτήματα
Προσβάλλεται αυτή η μη τελειωτικά οριστική απόφαση με ενδικά μέσα;
Εδώ εφαρμόζουμε ακριβώς το 513 και λεμέ όχι. Γιατί εδώ υπάρχει ο κίνδυνος για
έκδοση αντιφατικών αποφάσεων.
ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ:
- Επιτρέπεται η προσβολή εν μέρει οριστικής απόφασης με έφεση, όταν τα
σωρευμένα αγωγικά αιτήματα είναι άσχετα μεταξύ τους. Δηλ, έχουν
διαφορετική ιστορική και νομική βαση.
- Δεν επιτρέπεται η προσβολή εν μέρει οριστικής απόφασης με έφεση και
εφαρμόζονται κατά γράμμα το 513, όταν τα σωρευμένα αγωγικά αιτήματα
είναι συναφή μεταξύ τους, δηλ έχουν κοινό πυρήνα.
Αντιφατική απόφαση -> εννοούμε μεταξύ απόφασης πρωτοβάθμιου και
δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, όταν εκκρεμεί ακόμα η οριστική κρίση του
πρωτοβάθμιου.
Γίνεται λοιπόν δεκτή η έφεση στο μέρος της απόφασης που κρίνει οριστικά ένα από
τα ΜΗ συναφή σωρευμένα αγώγια αιτήματα.
Επειδή υπάρχουν χρηματικά ποσά, ο ενάγων αντιμετωπίζει μια απόφαση, η οποία
μπορεί να γίνει προσωρινά εκτελεστή, η οποία μπορεί να αποτελεί εκτελεστό τίτλο
εναντίον του. Έχουμε εδώ δυνατότητα άσκησης εφέσεως και από ποτέ; Ή
αναστολής της εκτελεστότητας αν έχει κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή;
Βεβαίως, ο διάδικος που νίκησε μπορεί να επιδώσει την απόφαση στον ηττηθέντα.
Με την επίδοση της απόφασης θα αρχίσει να τρέχει η γνήσια προθεσμία της έφεσης
(518 – 30 μέρες), η οποία μπορεί να ασκηθεί και να αφορά το οριστικό κεφάλαιο
της απόφασης. Αν δεν επιδοθεί η απόφαση θα αρχίσει η 2ετη καταχρηστική
προθεσμία της έφεσης από την επόμενη της δημοσίευσης της απόφασης.
Αν έχει κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή, αποτελεί εκτελεστό τίτλο και ο οφειλέτης,
θα πρέπει να κινηθεί γρηγορά να ασκήσει ενδικά μέσα και να ζητήσει την αναστολή
της απόφασης.
Για την εν μέρει λοιπόν οριστική απόφαση επι μη συναφών αγωγικων αιτημάτων
που προσβάλλεται με έφεση, ισχύουν όλα όσα ισχύουν για τις προσβολές,
προθεσμίες κλπ. και όταν πρόκειται για εκτελεστό τίτλο, προσωρινά εκτελεστή
απόφαση που έχει καταψηφιστική διατακτικό στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να
ζητηθεί και η αναστολή της εκτελεστότητας της.
Αν έχουμε επικουρική σώρευση (219), μπορούμε να σωρεύσουμε επικουρικά
αιτήματα δηλ, το ένα και μοναδικό αίτημα θα στηρίζεται σε σύμβαση και το
δεύτερο αν η σύμβαση κριθεί άκυρη, επικουρικά θα στηρίζεται στον αδικαιολόγητο
πλουτισμό.
Η ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΗ ΣΩΡΕΥΣΗ ασκείται με το αρχικό, κύριο δικόγραφο και ΟΧΙ με
προτάσεις.
Πχ ο Α ζητεί από τον Β 100.000 στηριζόμενος σε σύμβαση και επικουρικώς
επικαλείται αδικαιολόγητο πλουτισμό. Αν κριθεί η σύμβαση άκυρη, εξετάζεται αν
οφείλεται το ποσό με βαση τον αδικαιολόγητο πλουτισμό. Απορρίπτεται λοιπόν
από το δικαστηριο ότι υπάρχει αυτή η σύμβαση, αρχίζει η εξέταση της αξίωσης
άδικου πλουτισμού και διατάσσει πραγματογνωμοσύνη.
- Έχουμε μια απόφαση που απορρίπτει την κυριά βαση (ύπαρξη συμβάσης)
- Η επικουρική βαση του αδικαιολόγητου πλουτισμού δεν έχει κριθεί ακόμα
Προσβάλλεται αυτή η απόφαση στην περίπτωση επικουρικής σώρευσης με
έφεση;
Όχι, γιατί επι επικουρικής σωρεύσεως εύχυμε ένα κοινό βιοτικό συμβάν, έχουμε
συνάφεια! Υπάρχει ο κίνδυνος αντιφατικών δικαστικών αποφάσεων. Αρά στην
περίπτωση επικουρικής σώρευσης αν το βασικό αίτημα κριθεί οριστικά και για το
άλλο διαταχθούν αποδεικτικά μέσα υπάρχει συνάφεια μεταξύ τους και αποκλείεται
η έφεση κατ’ εφαρμογής 513 παρ.1 β’.

Συσταλτική ερμηνεία του 513: ακόμα και αν δεν έχουν κριθεί οριστικά τα αγωγικά
αιτήματα, αν δεν έχουν συνάφεια μεταξύ τους και επομένως δεν υπάρχει κίνδυνος
αντιφατικών αποφάσεων, δεχόμαστε τη δυνατότητα άσκησης έφεσης
Αν υπάρχει συνάφεια για να μην υπάρξει το ενδεχόμενο έκδοσης αντιφατικών
αποφάσεων αποκλείεται η άσκηση έφεσης κατά εν μέρει οριστικών αποφάσεων
κατά 513ΚΠολΔικ.
ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ:
1. Περιουσιακή ζημία: δεχόμαστε ότι αν κριθεί μία από τις αγωγικές βάσεις
οριστικά και η άλλη όχι, εφόσον απορρέουν από το ίδιο πραγματικό/ βιοτικό
συμβάν θεωρείται ότι είναι συναφείς και αποκλείεται η παραδεκτή άσκηση
έφεσης
2. Αδικοπραξία και στο ίδιο δικόγραφο η αξίωση του 932: η νομολογία δεν τις
θεωρεί συναφείς αξιώσεις
3. Αγωγή και ανταγωγή κατά 268:
- ασκείται αγωγή και ανταγωγή με εντελώς διαφορετικό, άσχετο περιεχόμενο,
καμία συνάφεια. Το δικαστήριο κρίνει την αγωγή οριστικά και διατάζει
περαιτέρω αποδείξεις για το αίτημα της ανταγωγής = μη συναφείς αξιώσεις,
εκκλητή απόφαση, επιτρέπεται η άσκηση έφεσης κατά της οριστικής
διάταξης της απόφασης
- ασκούνται αγωγή και ανταγωγή που απορρέουν από την ίδια σύμβαση,
έννομη σχέση, βιοτική σχέση (πχ εργατική σύμβαση), ΑΡΑ, αν δεν εκδοθεί
τελειωτική απόφασή και για αγωγή και ανταγωγή πατά το γράμμα του 513,
δεν ασκείται έφεση
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Σε εν μέρει οριστικές αποφάσεις ->
- Όπου είναι συναφείς οι αξιώσεις και υπάρχει κίνδυνος έκδοσης
αντιφατικών αποφάσεων, αποκλείεται το εκκλητό της απόφασης και δεν
ασκείται παραδεκτά έφεση
- αν δεν υπάρχει συνάφεια, υπάρχει εκκλητό και ασκείται κανονικά έφεση
κατά της οριστικής διάταξης
Απλή ομοδικία: Αν κριθεί στο σύνολο οριστικά, θα έχουμε διαφορετικά κεφάλαια
στην απόφαση, για το κάθε ένα από τα οποία μπορεί να ασκηθεί έφεση από κάθε
απλό ομόδικο αυτοτελώς.
Επεκτατικό αποτέλεσμα της έφεσης (537) -> αν γίνει δεκτή η έφεση ενός απλού
ομόδικου επί του κεφαλαίου που τον αφορά, θα ισχύει και απέναντι στους λοιπούς
ομόδικους που δεν άσκησαν έφεση. Για να υπάρχει επεκτατικό αποτέλεσμα θα
πρέπει να υπάρχει οριστική απόφαση για όλους τους ομόδικους και αυτοί να μην
έχουν αποδεχτεί την απόφαση. Επίσης, θα πρέπει να υπάρχει δυσμενής
δικαιοδοτική κρίση οριστική για το σύνολο των ομόδικων.
Κατά τα λοιπά οι απλοί ομόδικοι εκκαλούν το κεφάλαιο που τους αφορά.
Αναγκαία ομοδικία: εδώ για την άσκηση έφεσης θα πρέπει να έχουμε οριστική
απόφαση για το σύνολο των ομόδικων. Σπάνια μπορεί να διαταχθεί πχ εξέταση
αποδείξεων για έναν από αυτούς και για τους άλλους να προχωρήσει η εκδίκαση
της υπόθεσης.
Κύρια παρέμβαση:
- αν η κύρια αγωγή γίνει δεκτή, θα απορριφθεί η κύρια παρέμβαση. Εδώ θα
έχουμε περισσότερα κεφάλαια που κρίνουν την αγωγή και την κύρια
παρέμβαση. Ο κύριος παρεμβαίνων νομιμοποιείται ενεργητικά να ασκήσει
έφεση και να προσβάλλει και τα δύο κεφάλαια (αποδοχή αγωγής και
απόρριψης κύριας παρέμβασης)
- αν η κύρια παρέμβαση γίνει δεκτή, θα απορριφθεί η κύρια αγωγή ως
αβάσιμη. Εδώ ο ενάγων μπορεί να ασκήσει έφεση και στα δύο κεφάλαια.
Μπορεί να ασκηθεί έφεση στην περίπτωση που το δικαστήριο απορρίπτει την
αγωγή (οριστική κρίση) και διατάζει περαιτέρω αποδείξεις για να πειστεί για την
κύρια παρέμβαση;
Όχι, γιατί υπάρχει συνάφεια. Πρέπει να δεχτούμε ότι στην περίπτωση αυτή λόγω
συνάφειας των ένδικων βοηθημάτων επιβάλλεται η διορθωτική ερμηνεία του 513
και δεν ασκείται παραδεκτά η έφεση.
Σε κάθε περίπτωση που έχουμε περισσότερα αιτήματα και περισσότερα κεφάλαια
στην απόφαση (εν μέρει οριστική απόφαση) επί αυτών, θα πρέπει να μας
απασχολήσει το ζήτημα της συνάφειας:
- αν υπάρχει -> μη εκκλητή απόφαση, δεν ασκείται έφεση
- δεν υπάρχει -> εκκλητή απόφαση, ασκείται έφεση παραδεκτά

Κανόνας άπαξ ασκήσεως των ενδίκων μέσων: 514ΚΠολΔικ -> δεύτερη έφεση από
τον ίδιο διάδικο κατά της ιδίας απόφασης στο ίδιο ή άλλο κεφάλαιο δεν
επιτρέπεται
Πχ αν δεν έχει επιδοθεί η απόφαση: ασκείται η έφεση, γίνεται η δική και
απορρίπτεται. Η 2ετια της καταχρηστικής προθεσμίας όμως δεν έχει ακόμα
παρέλθει, μπορώ να ασκήσω εκ νέου το ίδιο ένδικο μέσο κατά της ιδίας απόφασης;
Αν έχει παρέλθει η 30ημερη ή 2ετης προθεσμία δεν υπάρχει περιθώριο της
επανόδου της έφεσης.
Αν κατά τη διάρκεια που τρέχει η καταχρηστική προθεσμία, ακόμα και μια μέρα
πριν παρέλθει, επιδίδεται η απόφαση. Τότε αρχίζει 30ημερη προθεσμία για άσκηση
έφεσης.
Αν επιδοθεί η απόφαση μετα τη 2ετια, δεν ασκείται έφεση (έχει τελεσιδικήσει η
απόφαση). Την επόμενη της επίδοσης αρχίζει η καταχρηστική (2ετης) προθεσμία
της αίτησης αναίρεσης.
Αν λοιπόν έχει απορριφθεί το πρώτο ένδικο μέσο αλλά υπάρχει προθεσμία,
επανερχόμαστε;
514ΚΠολΔικ -> το αποκλείει. Αποκλείει την επάνοδο του εκκαλούντος ακόμα και
όταν υπάρχει προθεσμία.
Αν θέλω να επανέλθω με ένδικο μέσο με διαφορετική ιστορική και νομική αίτια που
προσβάλλει αλλά κεφάλαια της απόφασης, εφόσον υπάρχει ακόμα η προθεσμία,
μπορώ; Όχι. Σύμφωνα με το 514ΚΠολΔικ.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: το 514 απαγορεύει την επάνοδο της έφεσης για οποιοδήποτε λόγο
και αν έχει απορριφθεί, προς οποιοδήποτε κεφάλαιο της απόφασης
Επειδή δεν μπορεί να ασκήσει ο εκκαλών δεύτερη έφεση με τυχόν επιπλέον λογούς
δίνεται η δυνατότητα να ασκήσει μεταγενέστερα δικόγραφο προσθέτων λόγων
(220ΚΠολΔικ). Με αυτούς τους προσθέτους λογούς μπορεί να προσβάλει και
κεφάλαια της απόφασης που δεν είχαν αναφερθεί στο δικόγραφο της «πρώτης»
έφεσης.
ΚΑΝΟΝΑΣ! Δεύτερο ένδικο μέσο (έφεση) ΔΕΝ μπορώ να ασκήσω για οποιοδήποτε
λόγο και αν έχει απορριφθεί η πρώτη.
Ο κανόνας της άπαξ ασκήσεως των ενδίκων μέσων ισχύει και στην περίπτωση που
απορριφθεί η πρώτη έφεση ή οι προσθετοί λόγοι ως απαράδεκτοι, όχι μόνο ως
προς την ουσία τους.
Δεν επανέρχομαι όπως στην αγωγή, αν διορθώσω το σφάλμα που οδήγησε στην
απόρριψη της αγωγής ως απαράδεκτης.
Για τους λογούς αυτούς απαιτείται δικόγραφο ενδίκου μέσου που προσβάλλει όλα
τα κεφάλαια της απόφασης και εμπεριέχει όλους τους λογούς για τους οποίους
ασκείται.
Κεφάλαιο: διάταξη της απόφασης η οποία αντιστοιχεί σε αιτήματα αγωγής ή
περισσότερες βάσεις
Παραδείγματα:
- Αγωγή – Ανταγωγή : δυο αιτήματα, δυο κεφάλαια
- Συνεκδίκαση αγωγών: τόσα κεφάλαια όσα για τα αιτήματα
- Μια αγωγή με περισσότερες βάσεις (δυο διαφορετικές ιστορικές βάσεις): αν
κριθούν και οι δυο βάσεις, τότε έχουμε τόσα κεφάλαια
Δυο περιπτώσεις οπού η επάνοδος στο ένδικο μέσο είναι δυνατή:
1. Αν το ένδικο μέσο ασκείται πρόωρα, χωρίς να υπάρχει δικαίωμα προς
άσκηση ενδίκου μέσου (χωρίς να έχει εκδοθεί οριστική απόφαση) ->
απαράδεκτο
Στη συνέχεια, εκδίδεται οριστική απόφαση και ασκείται κανονικά η έφεση ->
παραδεκτή
2. Ασκείται ένδικο μέσο και ενώ υπάρχει προθεσμία, παραιτούμαι από το
δικόγραφο του ασκημένος ενδίκου μέσου -> είναι δυνατή η επάνοδος αν
υπάρχει προθεσμία -> επειδή η παραίτηση αυτή θεωρείται σαν να μην έχει
ασκηθεί ποτέ το ένδικο μέσο
Συμπεράσματα για το 514ΚΠολΔικ:
Επιβάλλει:
- συγκέντρωση λόγων εφέσεως με κύριο δικόγραφο ή προσθέτων λόγων
- Εύρος προσβολής όλων των κεφαλαίων με το πρώτο δικόγραφο γιατί
υπάρχει αδυναμία επανόδου με δεύτερο δικόγραφο εφέσεως τόσο επι
ουσιαστικής όσο και τυπικής απόρριψης του πρώτου ενδίκου μέσου

ΑΝΑΚΟΠΗ ΕΡΗΜΟΔΙΚΙΑΣ
Σε ποιες περιπτώσεις υπάρχει ερημοδικία και ποιες οι συνέπειες της;
1. Περίπτωση ερημοδικίας του εναγομένου (271ΚΠολΔικ)
Στην τακτική διαδικασία αν δεν καταθέσει προτάσεις εντός 100 ημερών
Στις ειδικές διαδικασίες αν δεν καταθέσει προτάσεις, τη μέρα της συζήτησης
+ 280ΚΠολΔικ (αν κάποιος διάδικος έρθει στη συζήτηση μετά την εκφώνηση,
θεωρείται ότι συμμετέχει κανονικά)
2. αν ο διάδικος ζητήσει αναβολή χωρίς να καταθέτει προτάσεις, και δεν γίνει
δεκτή η αναβολή, δηλ. δεν εισάγεται στην ουσία της υπόθεσης, θεωρείται
ότι δεν παρίσταται κανονικά
3. Αν ο διάδικος αποχωρεί οικειοθελώς μετά την έναρξη της συζήτησης
Αν δεν έχει επιδοθεί η αγωγή εντός 30 ημέρων θεωρείται ως μη ασκηθείσα.
Αν όμως επιδόθηκε εμπρόθεσμα και νομιμά στις ειδικές διαδικασίες (237ΚΠολΔικ)
Πως θα το εξετάσει το δικαστήριο την ερημοδικία;
Μαζί με προτάσεις θα πρέπει να έχει κατατεθεί και η έκθεση επιδόσεως της
αγωγής από το δικαστικό επιμελητή
Συνέπειες για τον εναγόμενο: οι περιερχόμενοι στην αγωγή πραγματικοί
ισχυρισμοί του ενάγοντος θεωρούνται ομολογουμένοι, αναφέρεται μόνο στο ουσία
βάσιμο.
Ακόμα και αν ερημοδικεί το δικαστήριο εξετάζει τη νομική βασιμότητα αγωγής, αν
είναι πραγματικά τα γεγονότα που περιγράφει και αν θεμελιώνουν το αίτημα τους,
καθώς και διαδικαστικά ζητήματα
ΣΟΣ! Η ερήμην απόφαση είναι ΜΟΝΟ επί της ουσίας
Αν ερημοδικεί ο ενάγων:
το δικαστήριο συζητάει την υπόθεση και απορρίπτει αγωγή, θεωρείται ότι αυτός
παραιτήθηκε από την αγωγή, μόνο επί της ουσίας και αυτή + 272ΚΠολΔικ παρ.2
Πχ Λείπει ένας διάδικος -> το δικαστήριο εξετάζει ποιος είχε πρωτοβουλία
συζήτησης -> Ο ενάγων -> Αν λείπει ο ενάγων, δεν εξετάζει τίποτα το δικαστήριο και
απορρίπτει την αγωγή.
ΕΝΩ,
Όταν απουσιάζει ο εναγόμενος εξετάζει αν του επιδόθηκε σωστά η αγωγή. Αν δεν
έγινε όπως απαιτεί ο νόμος, κηρύσσεται απαράδεκτη η συζήτηση και αφού
κλητευθεί κανονικά συζητείται ξανά η υπόθεση. Αν η αγωγή δεν επιδόθηκε εντός 30
ημερών θεωρείται μη ασκηθείσα.
ΑΝΑΚΟΠΗ ΕΡΗΜΟΔΙΚΙΑΣ
Για να ικανοποιηθεί το δικαίωμα ακροάσεως αλλά και να δοθεί η δυνατότητα σε
αυτόν που δεν παρέστη στη δίκη να εξηγήσει το λόγο, υπάρχει η ανακοπή
ερημοδικίας (πλέον μόνο αιτιολογημένη).

Πώς ασκείται;
Όπως όλα τα ένδικα μέσα, δηλ. με κατάθεση στη γραμματεία του δικαστηρίου που
εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση (μη μεταβιβαστικό ένδικο μέσο). Επίσης,
υποχρεωτική είναι η καταβολή παράβολου (505 ΚΠολΔικ) -> όχι μικρότερο από 120 ε
αλλά ούτε μεγαλύτερο των 200 ε (αν δεν το προσδιορίσει η απόφαση, γίνεται δεκτό
ότι καταβάλλεται το μικρότερο ποσό). Το παράβολο καταβάλλεται με κατάθεση και
αν δεν καταβληθεί η ανακοπή είναι απαράδεκτη.
ΣΟΣ! Σε περίπτωση ομοδικίας, παρά την ενότητα της διαδικασίας, καταβάλλονται
ξεχωριστά παράβολα από κάθε ομόδικο.
Ποιες αποφάσεις υπόκεινται σε ανακοπή ερημοδικίας;
1. Οι πρωτοβάθμιες αποφάσεις
2. 524..551 ΚΠολΔικ: Και οι δευτεροβάθμιες -> όχι όμως οι αναιρετικές
(576ΚΠολΔικ)
Δεύτερη ανακοπή δεν επιτρέπεται εκτός αν:
1. Αν η ανακοπή ερημοδικίας απορρίφθηκε ως ανυπόστατη ή ως
απαράδεκτη.
2. Αν έχει γίνει παραίτηση από την άσκηση ένδικου μέσου.
Προϋποθέσεις άσκησης:
1. Νομιμοποίηση: «Ποιος; Και Γιατί;»
Λόγος ανακοπής -> όχι σφάλμα της απόφασης, αλλά η αδυναμία
παράστασης του διαδίκου, σύμφωνα με το 502ΚΠολΔικ αυτός που δεν
παρέστη μπορεί να είναι
- Ενάγων ή ο εναγόμενος
- Ο κύριος παρεμβαίνων
- Ο εκκαλών
- Ο εφεσίβλητος
- Καθολικοί και ειδικοί διάδικοι
Προθεσμίες:
503ΚΠολΔικ : α) 5 ημέρες (όχι εργάσιμες) από την επίδοση της απόφασης [αν μένει
στην Ελλάδα]
Β) 60 ημέρες από την τελευταία δημοσίευση, αν είναι άγνωστης διαμονής
Γ) 30 ημέρες, αν διαμένει στο εξωτερικό
ΣΟΣ! Στην ανακοπή ερημοδικίας δεν υφίσταται καταχρηστική προθεσμία στην
περίπτωση μη επίδοσης, όπως στα άλλα ένδικα μέσα. Άρα, σε περίπτωση μη
νόμιμης επίδοσης, ανακοπή ερημοδικίας μπορεί να ασκηθεί οποτεδήποτε.
Προθεσμίες ανακοπής ερημοδικίας και έφεσης:
Υπάρχουν περιπτώσεις που ο λόγος ανωτέρας βίας ενδέχεται να μη γίνει δεκτός. Γι’
αυτό ασκείται επικουρικώς η έφεση, για την περίπτωση που η ανακοπή
ερημοδικίας απορριφθεί. Γενικά, δεν επιτρέπεται η υπό αίρεση άσκηση
διαδικαστικών πράξεων. Επιτρέπονται όμως οι ενδοδιακαστικές αιρέσεις. Αν η
ανακοπή ερημοδικίας γίνει τελικά δεκτή, η έφεση απορρίπτεται ως άνευ
αντικειμένου.

Λόγοι ανακοπής ερημοδικίας (501ΚΠολΔικ):


1. Μη κλήτευση: δεν επιδόθηκε η αγωγή/ δικόγραφο με βάση τα άρθρα 122επ.
ΚΠολΔικ.
2. Ανωτέρα βία: 102επ. ΚΠολΔικ, κυρίως προς το πρόσωπο του πληρεξούσιου
δικηγόρου (πχ αιφνίδια ασθένεια του ή στενού συγγενούς του, πιο πολύ μας
ενδιαφέρει το αιφνίδιο και όχι η σοβαρότητα.
- Θαλασσοταραχή, απεργία ΜΜΜ
- Δεν αποτελεί ανωτέρα βία η κυκλοφοριακή κίνηση, ούτε όταν η
ασθένεια δεν είναι αιφνίδια
- Η διαβεβαίωση του διαδίκου ότι δεν θα παραστεί και εν τέλει
παρίσταται και δολίως πλανά τον αντίδικο, βάση τη σύγχρονη νομολογία
δεν πρόκειται για ανωτέρα βία αλλά για ζήτημα επιμέλειας των διαδίκων
- Πταίσμα του πληρεξούσιου δικηγόρου (152ΚΠολΔικ) δεν συνιστά
ανωτέρα βία, πχ δεν καταθέτει προτάσεις
*76ΚΠολΔικ -> σε περίπτωση αναγκαίας ομοδικίας, αν ο ένας δεν παρίσταται,
νομιμοποιείται σε άσκηση ανακοπής ερημοδικίας αφού αντιπροσωπεύεται από τον
αναγκαίο ομόδικο;
Ναι, έχει το δικαίωμα να ακουστεί (δικαίωμα ακροάσεως)
Ο διάδικος δεν γνωρίζει αν θα γίνει δεκτή η ανακοπή ερημοδικίας, πχ ο λόγος
ανωτέρας βίας. Επίσης, οι προθεσμίες για την ανακοπή ερημοδικίας και την έφεση
συντρέχουν. Άρα, θα ασκήσει και έφεση αν θέλει. Επιτρέπεται η εξάρτιση μιας
διαδικαστικής πράξης πράξης (έφεσης) από μία ενδοδιακαστική αίρεση (το αν θα
γίνει ή όχι δεκτή η ανακοπή ερημοδικίας). Αν η ανακοπή ερημοδικίας απορριφθεί,
τότε επικουρικά ασκείται η έφεση. Αν δεν έχει επιδοθεί η ερήμην απόφαση και
περάσει η προθεσμία έκθεσης, ανά πάσα στιγμή μπορεί να ασκηθεί ανακοπή
ερημοδικίας αφού η προθεσμία της αρχίζει μόνο με την επίδοση της ερήμην
απόφασης.
Στην έφεση δεν θα αναφέρει τους λόγους της ανακοπής της αίρεσης, αλλά
οποιοδήποτε λόγο θέλει που αφορά και τη νόμω και την ουσία βάση της απόφασης.
Θα αναπτύξει εκ νέου τους ισχυρισμούς που δεν μπόρεσε να προβάλλει στον α’
βαθμό (λόγω ερημοδικίας) + 528ΚΠολΔικ.
Στο β’ βαθμό δικαιοδοσίας είναι υποχρεωτική η παράσταση και των δύο διαδίκων
και δεν αρκεί η δήλωση.
Συζήτηση επί ανακοπής ερημοδικίας: 507,509, 510ΚΠολΔικ
Για το 509ΚΠολΔικ -> αρκεί και η πιθανολόγηση, δεν χρειάζεται πλήρης δικανική
πεποίθηση

ΕΚΤΑΚΤΑ ΕΝΔΙΚΑ ΜΕΣΑ


ΑΝΑΨΗΛΑΦΗΣΗ
Με αυτό το ένδικο μέσο επιχειρείται τόσο η εξαφάνιση της απόφασης όσο και η εκ
νέου συζήτηση επι της ουσίας της υποθέσεως.
Δεν ανοίγει τρίτο βαθμό δικαιοδοσίας.
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Έκτακτο – μη ανασταλτικό – μη μεταβιβαστικό ένδικο μέσο
Περιπτώσεις που χρειάζεται αμετάκλητο:
- γαμικές διάφορες,
- σχέσεις γονέων και τέκνων,
- αποφάσεις που διατάσσουν εξάλειψη προσημείωσης υποθήκης ή
κατάσχεσης ή κηρύσσουν έγγραφο πλαστό
Πώς ασκείται;
Ασκείται με κατάθεση στη γραμματεία του δικαστηρίου που εξέδωσε την
προσβαλλόμενη απόφαση όπως όλα τα ενδικά μέσα.
Αναγκαία ομοδικία: το απευθύνω έναντι όλων
Προσβολή αποφάσεων:
Όλες οι αποφάσεις προσβάλλονται μια φορά με αναψηλάφηση (είτε απορρίπτονται
κάτ. ουσία είτε για τυπικούς λογούς)
538ΚΠολΔικ -> Ποτέ δικάζει κατ’ ουσία ο Αέριος Πάγος;
Όταν ασκώ αναίρεση, γίνεται δεκτή, κατεβαίνει η υπόθεση στο Εφετείο, και μετα
ασκείται δεύτερη αναίρεση και ξαναπάει στον Αέριο Πάγο.
(513, 1β) -> Απλή ομοδικία: εκδίδεται οριστική απόφαση μόνο κατά του ενός.
Αυτός μπορεί να συνεχίσει στο εφετείο χωρίς να περιμένει την έκδοση οριστικής
απόφασης για τους άλλους.
Αναψηλάφηση και αναίρεση:
Οι προθεσμίες αναψηλάφησης και αναίρεσης συντρέχουν -> Μπορώ να ασκήσω και
αναίρεση και αναψηλάφηση, δεν υπάρχει σειρά.
Η αναψηλάφηση : ασκείται στο εφετείο και δικάζεται από το εφετείο
Η αναίρεση: ασκείται στο εφετείο και δικάζεται από τον ΑΠ
Αν γίνει δεκτή η αναψηλάφηση δεν μπορεί να δικαστεί η αναίρεση.
Λόγοι αναψηλάφησης (544ΚΠολΔικ) :
Παρ.1 -> τελεσίδικες αποφάσεις που παράγουν δεδικασμένο που ταυτίζονται
υποκειμενικά όσο και αντικειμενικά (όρια δεδικασμένου) για να έχουμε αντίφαση
θα πρέπει να συγκρούονται τα διατακτικά των αποφάσεων μεταξύ τους έστω και εν
μέρει.
Παρ.6 -> «στηρίζεται σε ψευδή…» -> έστω και εν μέρει
Παρ.7 ->
«βρήκε ή πηρέ στην κατοχή του» -> με νόμιμο τρόπο
«μετα την έκδοση» -> μετα τη συζήτηση της τελεσιδικίας, μετα τη συζήτηση του
εφετείου
Νέα κρίσιμα έγγραφα από τα οποία προκύπτει άμεση πλήρης απόδειξη ουσιώδους
πραγματικού γεγονότος (όχι δικ τεκμήρια, όχι αρχή εγγραφής απόδειξης, όχι
έμμεση εκ του εγγράφου απόδειξη) πχ όχι νέα πραγματογνωμοσύνη, ένορκες
βεβαιώσεις.
Ανωτέρα βία: το αν υπαίτιο είναι κρίσιμο. Αγνοούμε την ύπαρξη του εγγράφου, το
περιεχόμενο του εγγράφου, αγνοώ ή έχω αποσπασματική γνώση της ύπαρξης ή του
περιεχομένου του εγγράφου
ΠΡΑΚΤΙΚΟ 1
Διαζύγιο – διατροφή. Πληρώνει ο άνδρας για ιδιωτικό σχολείο. Τελεσιδικεί το θέμα
διατροφής και ανακαλύπτει εκ των υστέρων ότι ενώ έδινε λεφτά για ιδιωτικό
σχολείο, το παιδί του πήγαινε σε δημόσιο. Υπάρχει λόγος αναψηλάφησης κατά την
παρ.7 του 544;
Όχι, γιατί θα μπορούσε να είχε δείξει την απαραίτητη επιμέλεια, να είχε
ενδιαφερθεί, να είχε βρει και να γνώριζε το σχολείο που πηγαίνει ο γιος του από το
πρώτο στάδιο, δεν προκύπτει ζήτημα ανωτέρας βίας. Δεν γίνεται να μην γνωρίζει
ένας πατέρας σε ποιο σχολείο πηγαίνει το παιδί του. Απορρίπτεται η
αναψηλάφηση.

ΠΡΑΚΤΙΚΟ 2
Αυτοκινητικό – αδικοπραξία – Αθηνά. Τελεσιδικεί εναντίον μου η απόφαση, ασκώ
αναψηλάφηση. Προσκομίζω και επικαλούμαι αεροπορικό εισιτήριο ότι τη μέρα του
ατυχήματος βρισκόμουν στη Θεσσαλονίκη. Γίνεται δεκτή η αναψηλάφηση;
Το αεροπορικό εισιτήριο είναι έμμεση απόδειξη. Όχι, δεν προκύπτει άμεσα ότι
βρισκόμουν στη Θεσσαλονίκη. Θα μπορούσα να έχω βγάλει το εισιτήριο και να μην
επιβιβάστηκα ποτέ στο αεροπλάνο.
Αν υπαίτιο: θα έπρεπε να έχει προσκομιστεί στον πρώτο βαθμό το έγγραφο ότι δεν
ήμουν στην Αθηνά τη μέρα του ατυχήματος
Απορρίπτεται η αναψηλάφηση.

Το μόνο παράδειγμα για την παρ.7 που είναι άμεση η απόδειξη και γίνεται δεκτό το
έγγραφο στην αναψηλάφηση: εξοφλητική απόδειξη που βρέθηκε στο μπαούλο του
αποβιώσαντος. Δεν μπορούσε να βρεθεί ευλόγως προηγουμένως.

ΠΡΟΘΕΣΜΙΕΣ
Γνησιά προθεσμία: 60 μέρες, την επόμενη της επίδοσης
Καταχρηστική: 3 χρονιά, την επόμενη της δημοσίευσης αν δεν επιδοθεί
Όμως, η έναρξη προθεσμίας για τους λογούς αναψηλάφησης αρχίζει από
συντρέξουν τόσο η επίδοση της προσβαλλομένης όσο και η επίδοση του λογού.
Παρ.7 του 544 -> η προθεσμία αρχίζει από την ημέρα που ο αιτών ελαβε γνώση της
ύπαρξης του εγγράφου
Ολομέλεια ΑΠ:
Ο νομός (545 παρ.5 εδ.α’) -> 3ετια από τη δημοσίευση της προσβαλλομένης
απόφαση και 1 χρόνο από τη δημοσίευση της αμετάκλητης
Αν η δεύτερη προθεσμία είναι μετα την 3ετια, δεν υπάρχει πρόβλημα, γίνεται 3 + 1
χρονιά.

ΑΝΑΙΡΕΣΗ
Σκοπός: ορθή εφαρμογή και ερμηνεία των κανόνων δίκαιου και προστασία των
ιδιωτικών δικαιωμάτων
Ελέγχεται ΜΟΝΟ η απόφαση και η διαδικασία για περιοριστικά αναφερομένους
λογούς στον νομό (559ΚΠολΔικ)
Έκτακτο – μη ανασταλτικό ένδικο μέσο
Υπάρχει η δυνατότητα να ζητηθεί αναστολή εκτέλεσης ενώπιον ΑΠ εφόσον
σύμφωνα με τον νομό πιθανολογείται κίνδυνος βλάβης με την απαραίτητη
προϋπόθεση ότι δεν έχει ξεκινήσει η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης (δεν
έχει γίνει επίδοση αντίγραφου απογράφου με επιταγή εκτέλεσης κατ’ άρθρο 924).
Δεν έχει ποτέ ανασταλτικό αποτέλεσμα;
Κατ’ εξαίρεση, σε ορισμένες περιπτώσεις απαιτείται αμετάκλητο και έχει
ανασταλτικό αποτέλεσμα:
- διαζύγια
- σχέσεις γονέων και τέκνων
- ως προς την εξάλειψη προσημείωσης υποθήκης ή κατάσχεσης
- κήρυξη εγγράφου ως πλαστού
αν έχει γίνει επίδοση αντίγραφου απογράφου με επιταγή εκτέλεσης το συμβούλιο
θα απορρίψει ως απαράδεκτη την αίτηση αναστολής.
ΠΡΟΘΕΣΜΙΕΣ
Γνησιά: 30 μέρες από την επόμενη της επίδοσης (Ελλάδα), 60 μέρες (εξωτερικό)
Καταχρηστική: 2 χρονιά από την επόμενη της δημοσίευσης
Οι προθεσμίας έφεσης και αναίρεσης δεν συντρέχουν, τρέχουν διαδοχικά.
Δηλ, αν έχουμε πρωτοδίκη απόφαση που έχει επιδοθεί και θέλουμε να ασκήσουμε
αναίρεση έχουμε 60 μέρες από την επόμενη της επίδοσης -> 30 μέρες έφεσης + 30
της αναίρεσης
Αντίστοιχα, αν πρωτοδίκη απόφαση δεν έχει επιδοθεί, έχουμε 4 χρονιά για
αναίρεση -> 2 χρονιά για έφεση + 2 χρονιά για αναίρεση
Ποιες αποφάσεις προσβάλλονται με αναίρεση;
ΚΑΝΟΝΑΣ: όλες οι αποφάσεις
Εξαιρέσεις: ασφαλιστικά μετρά, κληρονομητηρια, ανακοπή στην αναγκαστική
εκτέλεση
Ερήμην απόφαση εφετείου:
- αν ο άλλος ασκήσει ανακοπή ερημοδικίας και απορριφθεί, τότε η
αναίρεση ασκείται κατά της απόφασης επι της ανακοπής ερημοδικίας
και θεωρείται ότι στρέφεται και κατά της ερήμην απόφασης επι της
ουσίας, εφόσον υπάρχει η προθεσμία για αναίρεση (554ΚΠολΔικ)
- ή περιμένεις να περάσει η προθεσμία της ανακοπής ερημοδικίας και
ασκείς αναίρεση
- ή παραιτείσαι με το δικόγραφο της αναίρεσης (χρειάζεται συμβώ
πληρεξούσιο) από την ανακοπή
Ασκώ έφεση και η έφεση απορρίπτεται για τυπικούς λογούς ως
απαράδεκτη:
Ποτέ απορρίπτεται η έφεση ως απαράδεκτη;
- Εκπρόθεσμη, έλλειψη νομιμοποίησης, λάθος δικαστηριο κλπ.
Τότε, αν η έφεση απορριφθεί για τυπικούς λογούς καθίσταται τελεσίδικη και
προσβάλλεται με την αναίρεση η ουσία της υπόθεσης.

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ


ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ
1. Αναγκαστική ομοδικία: η αναίρεση ενός ομόδικου επάγεται αποτέλεσμα και
κατά των άλλων
Οι αναγκαίοι ομόδικοι που έχασαν την προθεσμία αναίρεσης δικαιούνται να
καταθέσουν προσθέτους λογούς και να παραστούν και να καταθέσουν
προτάσεις.
Όλοι οι αναγκαίοι ομόδικοι καλούνται στη συζήτηση επι ποινής
απαράδεκτου.
2. Απλή ομοδικία: αν κάποιος δεν έχει δικηγόρο τότε η υπόθεση χωρίζεται και
η συζήτηση συνεχίζεται και προχωρά στη δική για τους άλλους
3. Προσεπίκληση: βασική διάκριση:
- αφενός προσεπίκλησης δικονομικού εγγυητή (πχ ασφαλιστική εταιρία,
πωλητής, πρωτοφειλετη) -> δεν έχουμε αναγκαστική ομοδικία αλλά απλή,
αν ασκηθεί παρέμβαση είναι απλή, δεν καθίσταται διάδικος στην κυριά δική
οπότε μπορεί να ασκήσει αναίρεση μόνο επι της δίκης για την
προσεπίκληση. Αν δε την αναίρεση την έχουν ζητήσει οι αντίδικοι καλείται
υποχρεωτικά στη συζήτηση.
- αφετέρου προσεπίκληση αναγκαίου ομόδικου και προσεπίκληση από
τον εναγόμενο αληθούς κυρίου ή νομέα. Για τις δυο αυτές
προσεπικλήσεις ισχύει ό,τι ισχύει για την αναγκαία ομοδικία.
ΠΑΘΗΤΙΚΗ
1. Αναγκαστική ομοδικία -> εναντίον όλων (και στις δυο περιπτώσεις
προσεπίκλησης)
2. Αυτοτελής προσθετή παρέμβαση -> ό,τι ισχύει για την αναγκαστική ομοδικία
3. Απλή προσθετή παρέμβαση -> η αναίρεση του αντίδικου δεν πρέπει να
στραφεί υποχρεωτικά κατά του απλού προσθέτως παρεμβαίνοντος αλλά
πρέπει να καλείται υποχρεωτικά στη συζήτηση

Μια αναίρεση: δεύτερη αναίρεση από τον ίδιο διάδικο κατά της ιδίας απόφασης
δεν επιτρέπεται, εκτός αν έχει παραιτηθεί και έχει προλάβει εντός προθεσμίας να
ασκήσει την αναίρεση εκ νέου που δεν θεωρείται δεύτερη.
Εκτός από τους λογούς αναίρεσης υπάρχουν και οι προσθετοί λόγοι αναίρεσης:
Είναι παραδεκτοί ακόμα και αν η αναίρεση δεν περιέχει ορισμένο και σαφή λόγο.
(Όλα αυτά που ειπώθηκαν στο μάθημα για την αναίρεση υπάρχουν ανεβασμένα
στα «Έγγραφα» στο φάκελο του κ. Δεληκωστόπουλου).

ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ
ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ
Είναι μία εξώδικη διαδικασία, γιατί οι πράξεις είναι εξώδικες, δηλ. γίνονται μετά την
έκδοση δικαστικής απόφασης, μετά την απόκτηση εκτελεστού τίτλου. Επίσης,
επιχειρούνται εγκύρως και από τον ίδιο τον διάδικο και δεν χρειάζεται να
υπογραφεί τα έγγραφα ο πληρεξούσιος δικηγόρος, δηλ. την επιταγή προς εκτέλεση.
Πρόκειται για τυπική, αυστηρή διαδικασία και συνίσταται στον δικονομικό
καταναγκασμό η οποία έχει σαν σκοπό την ικανοποίηση της απαίτησης του
επισπεύδοντος δανειστή.
Δεν είναι δυνατόν να διευρυνθούν τα μέσα της αναγκαστικής εκτέλεσης ούτε να
παραβιαστούν οι προθεσμίες.
Δεν επιτρέπεται υπέρβαση των ορίων της αναλογικότητας. Δηλαδή το μέτρο στο
οποίο είναι αναγκαίο για την ικανοποίηση του αιτήματος του επισπεύδοντος
δανειστή.
Πχ Η αξίωση του δανειστή Δ επιδικάστηκε με τελεσίδικη απόφαση και εκτελεστό
τίτλο. Η απαίτηση είναι 100.000ε. Ο οφειλέτης έχει περισσότερα ακινητα στην
περιουσία του: ένα ακίνητο με 150-200.000ε και άλλο ένα ακίνητο 1.000.000ε που
το εκμεταλλεύεται. Αν πλειστηριαστεί και κατασχεθεί το πρώτο ακίνητο θα
ικανοποιηθεί η απαίτηση του δανειστή αλλά ο δανειστής για να πιέσει τον
οφειλέτη προχωράει αναγκαστική εκτέλεση ώστε να κατασχεθεί και να του
αποδοθεί αυτό των 1.000.000ε. Στην περίπτωση που ο οφειλέτης έχει στη διάθεση
του περισσότερα περιουσιακά στοιχεία και ενώ κάποιο ικανοποιεί την απαίτηση
του δανειστή, αυτός επιβάλλει αναγκαστική εκτέλεση σε περιουσιακά στοιχεία
δυσανάλογα με το αναγκαίο μέτρο της ικανοποίησης της απαίτησης, καταπατάται η
αρχή της αναλογικότητας (951 παρ.2 ΚΠολΔικ) και η κατάσχεση αυτή
χαρακτηρίζεται ως καταχρηστική και άκυρη και μπορεί να προσβληθεί με ανακοπή
και να ακυρωθεί.
Αντίθετα, αν έχουμε μικρή απαίτηση του δανειστή και ο οφειλέτης έχει ένα και
μοναδικό εμφανές περιουσιακό στοιχείο μεγάλης αξίας και το κατάσχει ο δανειστής
για μικρή απαίτηση, σε αυτή την περίπτωση δεν υπάρχει καταχρηστικοτητα. Στη
στάθμιση εννόμων συμφερόντων υπερισχύει το συμφέρον αποτελεσματικής
ικανοποίησης έννομης προστασίας.

Είδη αναγκαστικής εκτέλεσης:


Διακρίνεται ανάλογα με την εκτελούμενη αξίωση (η αξίωση του δανειστή για την
ικανοποίηση της οποίας επισπεύδεται η διαδικασία)
1. Αν έχουμε αξίωση προς απόδοση κινητού ή ακίνητου, εμπράγματες
αξιώσεις, και ο εναγόμενος, κακής πίστεως νομέας, διατάσσεται με
τελεσίδικη καταψηφιστική απόφαση να αποδώσει το διεκδικούμενο
πράγμα στο δανειστή. Αν συνεχίσει και παραμένει νομέας, ο δανειστής
μπορεί να επισπεύσει αναγκαστική εκτέλεση. Πώς θα ικανοποιήσει την
αξίωση του; Διατάσσεται η απόδοση της νομής του πράγματος στον
ενάγοντα, δηλ. να αποβληθεί ο εναγόμενος από τη νομή και να
εγκατασταθεί ο ενάγων. Αν γίνει αυτό δεν έχουμε κάποια προσβολή =
αποτελεσματική έννομη προστασία.
Αυτή η εκτέλεση με την εμπράγματη αξίωση (διεκδικητική αγωγή ακίνητου)
εκτελείται με αποβολή από τη νομή του εναγομένου κα εγκατάσταση του
ενάγοντος = ΑΜΕΣΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ (ενεργεί άμεσα, χωρίς παρέμβαση άλλου
ικανοποιηθεί η εκτελούμενη αξίωση)
2. Μισθωτική αξίωση. Αποβολή μισθωτή με τον ίδιο τρόπο, δικαίωμα
κατοχής, και εγκαθίσταται ο εκμισθωτής. Μετά μπορεί να το
εκμεταλλευτεί, να το χρησιμοποιήσει, να το εκμισθώσει εκ νέου. Και εδώ
έχουμε ΑΜΕΣΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ (με μια πράξη θα περατωθεί η ικανοποίηση
του εκμισθωτή)
3. Αν διεκδικείται η κυριότητα ενός κινητού με μεγάλη αξία και εν τέλει
αναγνωρίζεται η αξίωση αυτή με τη διεκδικητική αγωγή -> Κύριος του
κινητού είναι ο ενάγων και ο εναγόμενος υποχρεούται να το αποδώσει.
Και εδώ έχουμε άμεση εκτέλεση: ο δικαστικός επιμελητής θα αφαιρέσει
το κινητό κα θα το δώσει στον ενάγοντα. (941ΚΠολΔικ) = ΑΜΕΣΗ
ΕΚΤΕΛΕΣΗ, μία πράξη για την ικανοποίηση της αξίωσης του ενάγοντος.
4. Αν ο δανειστής έχει από τον οφειλέτη χρηματική αξίωση (απαίτηση), και
έχει επιδικαστεί. Αναγκαστική εκτέλεση επισπεύδεται για ικανοποίηση
χρηματικών απαιτήσεων, αν αρνείται ο οφειλέτης και δεν καταβάλει τα
χρήματα πάρα τη δικαστική απόφαση και ο δικαιούχος έχει ανάγκη τα
χρήματα για να επιβιώσει. Εδώ έχουμε ΕΜΜΕΣΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ γιατί η
διαδικασία οδηγεί εμμέσως και ενδεχομένως να μην οδηγήσει σε
ικανοποίηση της χρηματικής απαίτησης.
5. Αν έχουμε αξίωση προς πράξη, παράλειψη, ανοχή -> Αναπληρωματική
εκτέλεση. Διενεργείται με απειλή και επιβολή χρηματικής ποινής και
προσωπικής κράτησης. (950 ΚΠολΔικ)

Αναγκαστική εκτέλεση: αποτελεί μια διαδικασία δικονομικού καταναγκασμού,


αναγκαία για την ικανοποίηση του δικαιώματος αποτελεσματικής έννομης
προστασίας του επισπεύδοντος δανειστή, ο οποίος έχει επιδικασμένη απαίτηση με
εκτελεστό τίτλο νομίμως. Κατά την έκταση που αυτό είναι απαραίτητο για να
ικανοποιηθεί το δικαίωμα αυτό, χωρίς υπέρβαση τους (αρχή της αναλογικότητας).
Θα πρέπει η αναγκαστική εκτέλεση να είναι αναγκαία, πρόσφορη και σε στενή
έννοια αναλογική.
Στην περίπτωση που η αναγκαστική εκτέλεση υπερβαίνει τις αρχές και τους κανόνες
της αναλογικότητας μπορεί να χαρακτηρισθεί ως καταχρηστική (951 παρ.2
ΚΠολΔικ).
Τότε -> υπάρχει δικονομική ακυρότητα και προσβάλλεται με ανακοπή για να
ακυρωθεί.
ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ:
1. Άμεση εκτέλεση
 απόδοση ακινήτου με διεκδικητική αγωγή, αποβολή του νομέα και
εγκατάσταση του επισπεύδοντος δανειστή στο ακίνητο, τελεσιδίκως και
με ισχύ δεδικασμένου αναγνωρισμένου κυρίου, με μία πράξη γίνεται, γι’
αυτό και άμεση εκτέλεση, δεν εκτείνεται σε βάθος χρόνου.
 Αγωγή απόδοσης μισθίου ακινήτου ή διαταγής αποδόσεως μισθίου
ακινήτου, ο εκμισθωτής θα αποβάλλει τον μισθωτή από την κατοχή και
θα εγκατασταθεί ο ίδιος, θα αποκτήσει την κατοχή.
2. Έμμεση εκτέλεση
 Εκδίκαση χρηματικών απαιτήσεων, η διαδικασία θα διενεργηθεί πρώτα
με κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων και αν έχουμε κατάσχεση
ενσωμάτων (κινητών ή ακίνητων) θα ακολουθήσει αναγκαστικός
πλειστηριασμός. Ο αναγκαστικός πλειστηριασμός δεν μπορεί να οριστεί
νωρίτερα από 7 μήνες και αργότερα από 8 από την επιβολή της
κατασχέσεως. Εκτείνεται σε βάθος χρόνου. Αν διενεργηθεί
πλειστηριασμός, αναδειχθεί υπερθεματιστής και καταβάλλει το
πλειστηρίασμα, στη συνέχεια ο επισπεύδων θα ικανοποιηθεί σε
απώτερο χρόνο από την καταβολή του πλειστηριάσματος. Αν είναι μόνο
ένας δανειστής και δεν έχουν αναγγελθεί άλλοι, τότε καλώς, αν καλύπτει
την απαίτηση το πλειστηρίασμα. Αν όμως υπάρχουν ή αναγγελθούν και
άλλοι δανειστές, τότε ο υπάλληλος του πλειστηριασμού
(συμβολαιογράφος) οφείλει να συντάξει έναν πίνακα κατάταξης των
δανειστών και ενδέχεται αν ο επισπεύδων δανειστής δεν έχει προνόμιο
να καταταγεί σε ένα πολύ μικρό ποσοστό (πχ 10%). Ο πίνακας
κατατάξεως προσβάλλεται με ανακοπή και μέχρι τελικά να εισπράξουν
οι δανειστές την απαίτηση τους, θα περάσει μεγάλο χρονικό διάστημα.

Κατάσχεση απαιτήσεως στα χεριά τρίτου, είναι και αυτή στη διαδικασία της
αναγκαστικής εκτέλεσης. Εδώ δεν έχουμε πλειστηριασμό, κατάσχονται τραπεζικοί
λογαριασμοί του καθ’ ου η εκτέλεση κατά του πιστωτικού ιδρύματος. Οποίος έχει
τραπεζικό λογαριασμό έχει απαίτηση κατά του πιστωτικού ιδρύματος να του
αποδώσει το ποσό του λογαριασμού. Η απαίτηση αυτή κατάσχεται από τον
δανειστή, και πρέπει να υπάρξει δήλωση του τρίτου.
- Θετική δήλωση τρίτου ότι υπάρχει απαίτηση: Επί θετικής δηλώσεως
μπορεί να γίνει γρηγορά η διαδικασία και να εισπράξει την απαίτηση του
ο επισπεύδων.
- Αρνητική δήλωση ότι υπάρχει απαίτηση: τότε θα ακολουθήσουν και πάλι
ανακοπές και θα καθυστερήσει η διαδικασία.
3. Αναπληρωματική εκτέλεση
 Τελεσίδικη απόφαση που υποχρεώνει τον εναγόμενο σε πράξη,
παράλειψη ή ανοχή.
- Αξίωση προς πράξη: Πχ αν γίνει δεκτή η αγωγή υποχρεούται με
δικαστική απόφαση ο εναγόμενος να γκρεμίσει έναν επικίνδυνο τοίχο
που μπορεί να πέσει στον γείτονα. Εάν απαιτούνται δαπάνες, μπορεί να
το επιχειρήσει και τρίτος και ο επισπεύδων δανειστής αλλά με δαπάνες
του εναγόμενου. Μπορεί να το κάνει και ο ίδιος (945 ΚΠολΔικ).
- Αξίωση προς ανοχή: σοβαρές υποθέσεις οικογενειακού δικαίου πχ σε
περίπτωση διαζυγίου, ο γονέας που έχει την επιμέλεια πρέπει να
ανέχεται την επικοινωνία του αλλού με το παιδί. Δεν μπορούμε να
επιβάλλουμε άμεσο δικονομικό καταναγκασμό.
- Αξίωση για παράλειψη: πχ παράλειψη θορυβώδους συμπεριφοράς τις
ώρες κοινής ησυχίας
Για κάθε παράβαση της υποχρέωσης ανοχής ή παράλειψης έχουμε
απειλή χρηματικής ποινής και προσωπικής κράτησης. Αν δεν
συμμορφώνεται έχουμε επιδίκαση, επιβολή χρηματικής ποινής και στο
τέλος ο δανειστής θα έχει μια χρηματική απαίτηση από τον καθ’ ου η
εκτέλεση και θα μπορεί να επισπεύσει αναγκαστική εκτέλεση κατά τους
ορούς της χρηματικής απαιτήσεως, σε έμμεση αναγκαστική εκτέλεση και
μπορεί να επιβληθεί και προσωπική κράτηση.
4. Αναγκαστική εκτέλεση υποχρεούται ο καθ’ ου εκτέλεσης οφειλέτης να
προβεί σε δικαιοπρακτική δήλωση βουλήσεως πχ έχουμε έναν υποψήφιο
πωλητή και έναν αγοραστή ακίνητου, οι οποίοι καταρτίζουν ένα
προσύμφωνο, όχι οριστική σύμβαση. Με αυτό ο πωλητής αναλαμβάνει την
υποχρέωση σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα να μεταβιβάσει οριστικά το
ακίνητο στον αγοραστή, και ο αγοραστής να αποκτήσει το ακίνητο και να
καταβάλλει το συμφωνηθέν τίμημα. Πρέπει να έχει τον τύπο του
συμβολαιογραφία εγγράφου. Όμως μέχρι να έρθει ο χρόνος της οριστικής
μεταβίβασης ο πωλητής δέχεται άλλη προσφορά από τρίτο με υψηλότερο
τίμημα. Αθετεί την υποχρέωση, δεν μεταβιβάζει το ακίνητο στον πρώτο. Ο
πρώτος αγοραστής έχει δικαίωμα να εναγάγει τον πωλητή και το αίτημα της
αγωγής (καταψηφιστική) θα είναι να του μεταβιβάσει το ακίνητο. Η αγωγή
γίνεται δεκτή. Πως θα εκτελεστεί αυτή η απόφαση; Η έννομη τάξη
χρησιμοποιεί ένα πλάσμα δίκαιου (949 ΚΠολΔικ). Αν τελεσιδικήσει η
απόφαση, θεωρείται κατά πλάσμα δίκαιου χορηγηθείσα η δήλωση
βουλήσεως του εναγομένου (του πωλητή). Τότε, θα πρέπει ο εκ του
προσυμφώνου αγοραστής, να αποδεχθεί την πλασματική δήλωση
βουλήσεως και για να είναι έγκυρη η σύμβαση, να έχει γίνει με
συμβολαιογραφική πράξη. Υποκαθίσταται δηλ. κατά πλάσμα δίκαιου η
δήλωση βουλήσεως του εκ προσυμφώνου πωλητή από την τελεσίδικη
απόφαση που τον καταδικάζει. Δεν χρειάζεται ο πωλητής να προβεί σε
δήλωση βουλήσεως. Τέλος, πρέπει να μεταγραφεί η ΤΕΛΕΣΙΔΙΚΗ
καταψηφιστική απόφαση (δεν αρκεί η πρωτοδίκη) και η συμβολαιογραφική
αποδοχή για να έχουμε συντελεσθείσα μεταβίβαση.
ΕΚΤΕΛΕΣΤΟΣ ΤΙΤΛΟΣ (904 ΚΠολΔικ)
Για να επισπευσθεί αναγκαστική εκτέλεση απαιτείται εκτελεστός τίτλος.
Αν λείπει ή ο συγκεκριμένος δεν καλύπτει τον καθ’ ου εκτέλεση, τότε η εκτέλεση
είναι άκυρη.
Αποτελεί τη βάση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης
Τελεσίδικες αποφάσεις -> ΣΟΣ! θα πρέπει να είναι καταψηφιστικές. Οι
αναγνωριστικές και οι διαπλαστικές δεν αποτελούν εκτελεστούς τίτλους, γιατί για
την πραγμάτωση τους δεν απαιτείται αξίωση ή απαίτηση. Διαπλαστικές και
αναγνωριστικές αποφάσεις είναι εκτελεστοί τίτλοι μόνο ως προς το κεφάλαιο όταν
επιδικάζεται δικαστική δαπάνη. Επειδή, η πραγμάτωση της επιτυγχάνεται απλά και
μόνο με την έκδοση της τελεσίδικης απόφασης και δεν χρειάζεται περαιτέρω
διαδικασία.
Τρεις περιπτώσεις που τελεσιδικούν και είναι καταψηφιστικές οι αποφάσεις:
1. Απόφαση εφετείου: Αν κάνει δεκτή την έφεση του ενάγοντος ως παραδεκτή
και βάσιμη εξαφανίζεται η άλλη απόφαση, το εφετείο κρατεί και δικάζει την
αγωγή, την κάνει δεκτή και επιδικάζει την αξίωση. Στην περίπτωση αυτή
έχουμε τελεσίδικη απόφαση εφετείου, είναι καταψηφιστική γιατί επιδικάζει
αξίωση και είναι εκτελεστός τίτλος.
2. Πρωτόδικη απόφαση: επιδίδεται η πρωτοβάθμια καταψηφιστική απόφαση,
δεν ασκείται έφεση εμπροθέσμως, τελεσιδικεί η απόφαση και αποτελεί
εκτελεστό τίτλο.
3. Πρωτόδικη απόφαση: Ασκείται έφεση κατά της πρωτόδικης καταψηφιστικής
απόφασης και απορρίπτεται από το Εφετείο. Πάλι τελεσιδικεί η
πρωτοβάθμια καταψηφιστική απόφαση. Ενώ έχουμε απόφαση
δευτεροβάθμιου που απορρίπτει το ένδικο μέσο, δεν είναι καταψηφιστική
γιατί δεν επιδικάζει την αξίωση/ απαίτηση, περιορίζεται στην απόρριψη της
εφέσεως. Η αξίωση έχει επιδικαστεί με την πρωτόδικη, άρα αυτός είναι ο
εκτελεστός τίτλος.

Αν έχουμε ερήμην απόφαση, διακρίνουμε το ανέκκλητο και το τελεσίδικο. Αν δεν


έχει επιδοθεί, συνεχίζει να υπόκειται σε ανακοπή ερημοδικίας, άρα είναι μεν
ανέκκλητη γιατί μετά τα 2 χρόνια έχει παρέλθει η προθεσμία άσκησης εφέσεως.
Αλλά δεν έχει τελεσιδικήσει γιατί υπόκειται ακόμα σε ανακοπή ερημοδικίας. Αν δεν
επιδοθεί η ερήμην απόφαση δεν αρχίζει προθεσμία άσκησης ανακοπής, δεν
τελεσιδικεί η απόφαση και δεν αποτελεί εκτελεστό τίτλο.
Και στα δευτεροβάθμια δικαστήρια δεν μπορούμε να κάνουμε λόγο για τελεσίδικη
απόφαση όταν η καταψηφιστική απόφαση του δευτεροβάθμιου είναι ερήμην. Πάλι
εδώ, αν δεν επιδοθεί η ερήμην απόφαση, υπόκειται ακόμα σε ανακοπή
ερημοδικίας, δεν τελεσιδικεί και δεν αποτελεί εκτελεστό τίτλο.
Εκτός αν έχουν κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστές:
Κανόνας: Για να επέλθει η εκτελεστότητα μιας καταψηφιστικής απόφασης, πρέπει
να έχει τελεσιδικήσει και να μην μπορεί να προσβληθεί με ενδικά μέσα.
Εξαίρεση: πρωτόδικες καταψηφιστικές αποφάσεις που δεν έχουν τελεσιδικήσει
μπορούν να αποτελέσουν εκτελεστό τίτλο αν έχουν κηρυχθεί προσωρινά
εκτελεστές.
Διάκριση δικαστικής απόφασης από διαταγή:
Οι δικαστικές αποφάσεις προϋποθέτουν συμμετοχή του εναγομένου ή να έχει
κληθεί, να έχει κατοχυρωθεί το δικαίωμα προς δικαστική ακρόαση.
Διαταγή: είναι διαδικασία μονομερή, δεν κατοχυρώνεται το δικαίωμα προς
δικαστική ακρόαση, δεν προβλέπεται η προηγούμενη ακρόαση του καθ’ ου η
αίτηση.
Επιώ διαταγών πληρωμής και απόδοσης μισθίου, πρόκειται για διαδικασία
μονομερή οπού αποκλείεται πριν την έκδοση διαταγής η συμμετοχή του καθ’ ου η
αίτηση. Εκ των υστέρων θα ασκήσει ανακοπή και θα προσβάλλει τον εκτελεστό
τίτλο και θα προβάλλει τους ισχυρισμούς του περί της αξίωσης. Εκ των υστέρων
όμως. Πριν την έκδοση της διαταγής, δεν μπορεί να συμμετάσχει.
Και οι διαταγές αποτελούν εκτελεστούς τίτλους, είναι εκτελεστές με την έκδοση
τους.
Θα πρέπει η επίδικη αξίωση να αποδεικνύεται όχι με οποιοδήποτε αποδεικτικό
μέσο αλλά με έγκυρο έγγραφο δημόσιο που έχει αυξημένη αποδεικτική δύναμη.
Εκτελεστό τίτλο αποτελούν και τα δημόσια έγγραφα.
Δικαιοπρακτικά έγγραφα που περιέχουν δήλωση βουλήσεως που πρέπει να
υποβάλλονται σε συμβολαιογραφικό τύπο και να αναλαμβάνει ο οφειλέτης
συγκεκριμένη υποχρέωση.
Πχ έχουμε μια μεταβίβαση ακίνητου που περιβάλλεται συμβολαιογραφικού τύπου
του, γίνεται από τον αγοραστή καταβολή ενός μέρους του τιμήματος και για το
υπόλοιπο έχουμε πάστωμα. Για το πιστούμενο τίμημα ο αγοραστής αναλαμβάνει
την υποχρέωση να το καταβάλει σε συγκεκριμένους χρόνους ή χρόνο. Το
συμβολαιογραφικό έγγραφο αποτελεί εκτελεστό τίτλο και αν ο αγοραστής δεν
καταβάλλει το υπόλοιπο τίμημα στους χρόνους που προβλέπονται από αυτό, τότε ο
πωλητής μπορεί να επισπεύσει αναγκαστική εκτέλεση χωρίς να ζητήσει την έκδοση
απόφασης αλλά με τη βάση του συμβολαιογραφικού εγγράφου. Δεν θα τον
διασφαλίζει όμως ποτέ το δεδικασμένο.
Τα πρακτικά του δικαστηρίου που περιλαμβάνουν δικαστικό συμβιβασμό
αποτελούν εκτελεστό τίτλο
Δικαστικός συμβιβασμός: καταρτίζεται μετρά την εκκρεμοδικία είτε με δήλωση των
συμβαλλομένων κατά τη συζήτηση της υπόθεσης και οι δικαιοπρακτικές δηλώσεις
βουλήσεως καταχωρίζονται στα πρακτικά ή μετρά την εκκρεμοδικία ενώπιον
συμβολαιογράφου. Αν γίνει πριν την εκκρεμοδικία, δικαστικός συμβιβασμός,
ενώπιον συμβολαιογράφου έχουμε εξώδικο συμβιβασμό.
Αν γίνει δικαστικός συμβιβασμός ενώπιον του δικαστηρίου και κατοχυρωθεί στα
πρακτικά, δεν θα εκδοθεί απόφαση, η δική θα περατωθεί με την κατάρτιση του
δικαστικού συμβιβασμού και τα πρακτικά θα αποτελούν εκτελεστό τίτλο, εφόσον
με τα πρακτικά δημιουργείται υποχρέωση του εναγομένου να καταβάλλει ποσό σε
συγκεκριμένη ημερομηνία. Αν δεν το καταβάλλει και αφού απόφαση δικαστική δεν
υπάρχει, στα χεριά του ο δανειστής έχει μόνο το πρακτικό που περιέχει τον
δικαστικό συμβιβασμό με τον οποίο ελαβε την υποχρέωση ο εναγόμενος, να
καταβάλλει το ποσό που συμβιβαστήκαν τα μέρη. Αυτό αποτελεί εκτελεστό τίτλο
και ο δανειστής μπορεί με βάση αυτά τα πρακτικά να επισπεύσει αναγκαστική
εκτέλεση.
Εκτελεστούς τίτλους αποτελούν και αλλοδαπές δικαστικές αποφάσεις, διαταγές
πληρωμής ή αλλοδαπό δημόσιο έγγραφο οι οποίες εκδίδονται από αλλοδαπά
δικαιοδοτικά όργανα. Αν ο εκτελεστός τίτλος έχει εκδοθεί από κράτος εκτός της ΕΕ
θα πρέπει να διέλθει μιας διαδικασίας «ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΟΥ ΕΞ ΕΚΒΑΤΟΥ»: θα πρέπει
να κηρυχθεί εκτελεστή ύστερα από αίτηση σε ημεδαπό δικαστηριο (905ΚΠολΔικ).
Με αυτή τη διαδικασία διέρχεται η αλλοδαπή εκτελεστότητα και εκτελείται σαν να
έχει εκδοθεί από ημεδαπό δικαστηριο. Αλλά εφόσον η απόφαση είναι δικαστηρίου
κράτους εκτός ΕΕ απαιτείται η θέση σε κίνηση της ενδιάμεσης διαδικασίας της
εκούσιας διαδικασίας με υποβολή αίτησης. Και μετα μπορεί να επισπευσθεί
αναγκαστική εκτέλεση.
Από την άλλη πλευρά, αν έχουμε εκτελεστό τύλο και δικαστική απόφαση που έχει
εκδοθεί από κράτος της ΕΕ, με την προϋπόθεση ότι κατά το δίκαιο προέλευσης έχει
εκτελεστοτητα, τότε δεν απαιτείται η κήρυξη της απόφασης ως εκτελεστού τίτλου
δεδομένου ότι η πλέον άμεση διασυνοριακή αναγκαστική εκτέλεση διενεργείται
χωρίς να τίθεται σε κίνηση η ενδιάμεση διαδικασία. Απλά πρέπει να πιστοποιηθεί,
από το δικαστηριο που την εξέδωσε, η εκτελεστοτητα της. Αν δεν έχει
εκτελεστοτητα ή δεν αποκτήσει ποτέ δεν μπορεί να επισπευσθεί αναγκαστική
εκτέλεση στο αλλοδαπό κράτος.
ΣΟΣ! Δικαστικές αποφάσεις, πάσης φύσεως εκτελεστοί τίτλοι, προερχόμενοι από τα
δικαστήρια της ΕΕ, εφόσον έχουν εκτελεστοτητα κατά το δικονομικό δίκαιο του
κράτους προέλευσης στο οποίο εκδόθηκε η απόφαση, εκτελούνται διασυνοριακά
άνευ ετέρου. (924 και επόμενα ΚΠολΔικ)
Ο τίτλος είναι μεν αλλοδαπός, αλλά η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης
εφόσον εκτελείται στην Ελλάδα είναι του ΚΠολΔικ. (924 και επόμενα ΚΠολΔικ)
Εκτελεστός τίτλος είναι και οι διαιτητικές αποφάσεις. Εφόσον είναι καταψηφιστικές
αναπτύσσουν πλήρεις έννομες συνέπειες, έχουν εκτελεστότητα, διαπλαστική
ενέργεια και δεδικασμένο. Αν έχουμε αλλοδαπή διαιτητική απόφαση αλλού
κράτους μπορεί να αποτελέσει εκτελεστό τίτλο και θα πρέπει να κηρυχθεί
εκτελεστή (906ΚΠολΔικ).

Υποκείμενα διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης


Επισπεύδων δανειστής (ενάγων) καθ’ ου οφειλέτης (εναγόμενος)
Διαδικαστικές πράξεις επιχειρούνται αποκλειστικά και μόνο από αυτούς.
Εξαίρεση: περιπτώσεις κατασχέσεως απαιτήσεων στα χεριά τρίτου. Εκεί χωρίς να
είναι υποκείμενο της αναγκαστικής εκτέλεσης συμμετέχει στη δική ο τρίτος. Ο
οποίος δεν είναι οφειλέτης αλλά ας πούμε το «πιστωτικό ίδρυμα» στα χέρια του
οποίου βρίσκεται η απαίτηση του οφειλέτη από τραπεζικό λογαριασμό. Αυτός
συμμετέχει, κάνει δήλωση περί υπάρξεως ή μη της απαίτησης και υπό
προϋποθέσεις μπορεί να ασκήσει ανακοπή.
Προσβολή διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης:
Ο καθ’ ου οφειλέτης έχει το δικαίωμα να προσβάλλει τη διαδικασία της
αναγκαστικής εκτέλεσης με την ανακοπή του 933ΚΠολΔικ. Κατά κανόνα την ασκεί ο
κάθου εκτέλεση οφειλέτης και οι δανειστές του αν έχουν έννομο συμφέρον. Θα
πρέπει σε κάθε περίπτωση το πρόσωπο που την ασκεί να έχει καταστεί υποκείμενο
της αναγκαστικής εκτέλεσης.
Πως προσδιορίζονται τα υποκείμενα;
Πάντα με επιταγή προς εκτέλεση. Αποτελεί την πρώτη πράξη της διαδικασίας
αναγκαστικής εκτέλεσης, την πρώτη πράξη της προδικασίας της.
924ΚΠολΔικ -> εφαρμόζεται σε κάθε είδος αναγκαστικής εκτέλεσης. Για να τεθεί σε
κίνηση οποιαδήποτε διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης, θα πρέπει να συνταχθεί
επιταγή εκτέλεσης/ επιταγή προς εκούσια συμμόρφωση του οφειλέτη.
Με την επιταγή προς εκτέλεση, προς εκούσια συμμόρφωση (924) καθορίζεται το
αντικείμενο της αναγκαστικής εκτέλεσης και αφετέρου τα υποκείμενα.
Αν έχουμε έμμεση εκτέλεση, που εκτείνεται σε βάθος χρόνου, μπορεί να προκύψει
μεταβολή των υποκείμενων. Για παράδειγμα αν μέσα σε αυτό το διάστημα
προκύψουν καθολικοί διάδοχοι, επειδή απεβίωσε ένας από τους αρχικούς
διάδικους, θα πρέπει να επιδοθεί νέα επιταγή για να καταστούν αυτοί υποκείμενα
της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης.
Μπορεί τρίτος να προσβάλλει τη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης;
Αν με την εκτέλεση θίγονται δικαιώματα τρίτου προσώπου που δεν είναι καθ’ ου η
εκτέλεση έχει δυνατότητα να αμυνθεί. Περίπτωση που επισπεύδεται αναγκαστική
εκτελεστή, δανειστής Α καθ’ ου η εκτέλεση Β, του επιδίδεται η επιταγή προς
εκτέλεση -> χρηματική απαίτηση θα ικανοποιηθεί με κατάσχεση περιουσιακών
στοιχείων και στην περίπτωση αυτή εκ προθέσεως ή παραδρομής, κατάσχεται όχι
ακίνητο του καθ’ ου οφειλέτη αλλά το γειτονικό ακίνητο ενός τρίτου προσώπου που
δεν συμμετέχει στη διαδικασία και το ακίνητο τίθεται σε πλειστηριασμό. Θα πρέπει
να μπορεί να αμυνθεί αυτός ο τρίτος και να έχει δικαίωμα δικαστικής προστασίας,
να μπορεί να προσβάλλει τη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης.
ΠΩΣ;
Με την ανακοπή του 936ΚΠολΔικ (διεκδικητική αγωγή)
Διάκριση ανακοπών:
- Ο καθ’ ου η εκτέλεση ασκεί την ανακοπή του 933ΚΠολΔικ
- Οποιοσδήποτε τρίτος που δεν έχει την ιδιότητα του καθ’ ου η εκτέλεση,
που δεν είναι υποκείμενο αλλά θίγονται τα δικαιώματα του από την
αναγκαστική εκτέλεση ασκεί την ανακοπή του 936ΚΠολΔικ
Όλα αυτά διενεργούνται με την επιταγή προς εκτέλεση!
Είναι απαραίτητος αυτός ο προσδιορισμός των υποκειμένων;
Αφού προκύπτουν από τον εκτελεστό τίτλο. Κατά κανόνα η αναγκαστική εκτέλεση
διενεργείται μεταξύ αυτών που αναφέρονται ως οφειλέτης και δανειστής στον
εκτελεστό τίτλο. Υπάρχουν όμως περιπτώσεις που διενεργείται από πρόσωπα που
δεν εμφανίζονται στον εκτελεστό τίτλο καθ’ υπέρβαση. Δεσμεύονται από τα
υποκειμενικά όρια της εκτελεστότητας που απορρέει από τον εκτελεστό τίτλο ως
κύρια έννομη συνέπεια του.
Μπορεί να επισπευσθεί αναγκαστική εκτέλεση από πρόσωπα δεν
προσδιορίζονται στον εκτελεστό τίτλο;
Βεβαίως, αν έχουμε επέκταση των υποκειμενικών ορίων της εκτελεστότητας. Η
εκτελεστότητα και το δεδικασμένο δεσμεύουν καταρχήν τους διαδίκους της αρχικής
δίκης, που αναφέρονται και στον εκτελεστό τίτλο. Υπάρχουν περιπτώσεις που η
εκτελεστότητα και το δεδικασμένο καθ’ υπέρβαση ισχύει απέναντι σε πρόσωπα
τρίτα που δεν συμμετείχαν στη δίκη αλλά το δεδικασμένο και η εκτελεστοτητα
δεσμεύει και αυτά από τα άρθρα 925 και επόμενα. Τα πρόσωπα αυτά τα οποία
δεσμεύονται από τα υποκειμενικά όρια της εκτελεστότητας μπορούν να καταστούν
υποκείμενα της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης. Δεν μπορεί να καταστούν
υποκείμενα της διαδικασίας πρόσωπα τα οποία βρίσκονται εκτός της εμβέλειας των
υποκειμενικών ορίων της εκτελεστότητας ενός εκτελεστού τίτλου, μιας δικαστικής
απόφασης.
1. Προσδιορισμός υποκειμένων με την επιταγή προς εκτέλεση
2. Μπορούν να συμβούν όλα αυτά και να ισχύσουν μεταξύ των προσώπων που
δεσμεύονται από την εκτελεστότητα του εκτελεστού τίτλου, ακόμα και αν
δεν έχουν συμμετάσχει στη διαδικασία
Κρίσιμη για τη διεύρυνση των υποκειμενικών ορίων της εκτελεστότητας:
Η διάταξη 919ΚΠολΔικ -> διακρίνει μεταξύ δικαστικών αποφάσεων και λοιπών
εκτελεστών τίτλων, παραπέμπει στο 325 και επόμενα (αυτά τα πρόσωπα
δεσμεύονται)
Ορίζει ότι υποκείμενα της αναγκαστικής εκτέλεσης είναι κατά κανόνα οι διάδικοι
της εκκρεμούς δίκης επι της οποίας εκδόθηκε ο εκτελεστός τίτλος και αναφέρονται
στο διατακτικό του αλλά κατ’ εξαίρεση μπορούν να είναι και τρίτοι που όμως
δεσμεύονται από την εκτελεστοτητα και το δεδικασμένο του εκτελεστού τίτλου καθ’
υπέρβαση των υποκειμενικών ορίων (325 και επόμενα).
Επιτρέπεται η επέκταση των υποκειμενικών ορίων μόνο της ευνοϊκής απόφασης για
να διαφυλάξει το δικαίωμα δικ ακροάσεως του εγγυητή ή πρωτοφειλετη
Άρα ΤΡΙΤΑ πρόσωπα που δεσμεύει το δεδικασμένο και στα οποία επεκτείνεται η
εκτελεστοτητα:
- Τελεσίδικων αποφάσεων, άρα έχει παραχθεί ήδη δεδικασμένο,
παραπέμπουμε στο 325 επόμενα
- Προσωρινά εκτελεστών αποφάσεων, δεν έχει παραχθεί ακόμα
δεδικασμένο, αλλά αναζητούμε ποιους ΘΑ δέσμευε αν ήταν τελεσίδικη,
οπότε και πάλι παραπέμπουμε στο 325
ΣΥΝΟΠΤΙΚΑ:
919παρ.1 -> παραπέμπει στα υποκειμενικά όρια του ουσιαστικού δεδικασμένου
325 και επόμενα
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ
1. έχουμε την ειδική διαδοχή διαρκούς εκκρεμοδικίας. Ασκεί ο Α κατά του Β
διεκδικητική αγωγή ακίνητου και ζητεί την απόδοση. Ενώ εκκρεμεί η δική σε
πρώτο βαθμό, εμφανίζεται ο Γ και απευθύνεται στον Α και λέει ότι αγοράζει
το ακίνητο. Απαντάει ο Α, «μα το διεκδικώ δικαστικά γιατί έχει καταστεί
κακής πίστεως νομέας ο Β». Ο Γ θεωρώντας ότι είναι του Α του δίνει ένα
καλό τίμημα και ο Α του το μεταβιβάζει, ενώ εκκρεμεί η διαδικασία.
- Η μεταβίβαση είναι έγκυρη, η διάθεση του αντικειμένου είναι ισχυρή και
περαιτέρω δεν στερείται ο αρχικός ενάγων της ενεργητικής
νομιμοποίησης προς τη συνέχιση της δίκης.
ΠΑΡΑΜΕΝΕΙ ως μη δικαιούχος διάδικος ο αρχικός ενάγων
Ο πλέον κύριος του ακίνητο ο Γ, μπορεί να μείνει εκτός δίκης.
Μπορεί να παρεμβεί;
Θα ασκήσει αυτοτελής παρέμβαση, γιατί το πρόσωπο αυτό δεσμεύεται
από το δεδικασμένο (ειδικός διάδοχος) αρ.325
Δεν είναι υποχρεωτικό να παρεμβεί.
Συνεχίζεται λοιπόν ο δικαστικός αγώνας και κερδίζει ο Α, αναγνωρίζεται
κύριος ο Α και υποχρεούται ο Β να αποδώσει το ακίνητο στον Α.
=τελεσίδικη, εκτελεστή απόφασή.

Ποιος επισπεύδει αναγκαστική εκτέλεση;


- Ο Γ μπορεί; Προφανώς. Ειδικός διάδικος μετα την εκκρεμοδικία. Ισχύει η
εκτελέστηκα απέναντι του; Ναι (919) Μπορεί να καταστεί υποκείμενο
της αναγκαστικής εκτέλεσης.
Αυτός θα εμφανιστεί ως επισπεύδων δανειστής με την επιταγή προς εκτέλεση
(νομιμοποίηση τη θέση του ως επισπεύδοντος δανειστής)
- Ο Α μπορεί; Όχι, δεν μπορεί εδώ να είναι μη δικαιούχος διάδικος στη
διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης. Δεν είναι φορέας της απαίτησης.
Στην περίπτωση ειδικής διάδοχης διαρκούς εκκρεμοδικίας μπορεί επισπεύδων
δανειστής να είναι ΜΟΝΟ ο ειδικός διάδοχος ο οποίος είναι και φορέας απαίτησης.
Αυτός είναι κύριος και αυτός θέλει να αποκτήσει τη νομή.
Καθ’ υπέρβαση του εκτελεστού, γιατί ο Γ δεν ήταν αρχικός διάδικος και δεν
αναφέρεται στο διατακτικό της απόφασης.
Ποιος θα επισπεύσει αναγκαστική εκτέλεση; Ο σήμερα, κατά την έναρξη της
διαδικασίας, φορέας της κυριότητας, ο Γ.
Γιατί; Ισχύει απέναντι του η εκτελεστοτητα, θα καταθέσει επιταγή προς εκτέλεση
και θα έκθεση τα γεγονότα ειδικής διάδοχης και εγκύρως θα επισπεύσει την
αναγκαστική εκτέλεση
Οι καθολικοί διάδοχοί (κληρονόμοι) του αρχικού διάδικου που απεβίωσε, αν
αποδεχθούν την κληρονομιά και αποκτήσουν σχετικό δικαίωμα θα επισπεύσουν
ανάγκα εκτέλεση γιατί δεσμεύονται από τα υποκειμενικά όρια της εκτελεστότητας
καθ’ υπέρβαση του εκτελεστού τίτλου, γιατί δεν αναφέρονται σε αυτόν ως διάδικοι
(325).
Για ομόρρυθμους εταίρους: ειδικότερη διάταξη του 920ΚΠολΔικ.
Για λοιπές προσωπικές εταιρίες: 329ΚΠολΔικ
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ:
- Σημαντικός ο προσδιορισμός υποκειμένων αναγκαστικής εκτέλεσης
- Μπορεί να ασκηθεί ανακοπή
- Καθορισμός γίνεται με επιταγή προς εκτέλεση
- Τα υποκείμενα αυτά θα πρέπει να είναι πρόσωπα που δεσμεύονται από
το εκτελεστό της απόφασης είτε επειδή αναφέρονται ως διάδικοι της
δίκης στο διατακτικό της απόφασης είτε καθ’ υπέρβασης του εκτελεστού
κατ’ άρθρο 325ΚΠολΔικ
- Κρίσιμη διάταξη 919ΚΠολΔικ που παραπέμπει στα 325 και επόμενα

ΑΛΛΟΔΑΠΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ
Όταν υπάρχουν αλλοδαπές δικαστικές αποφάσεις, τα υποκειμενικά όρια της
εκτελεστότητας δεν καθορίζονται κατά τον ΚΠολΔικ αλλά κατά τις αντίστοιχες
διατάξεις του αλλοδαπού δικονομικού δίκαιου το οποίο διέπει τη διαδικασία που
εκδόθηκε ο αλλοδαπός εκτελεστός τίτλος. Οι πράξεις όμως της αναγκαστικής
εκτέλεσης διέποντας από το ελληνικό δικονομικό δίκαιο αφού διενεργούνται στην
Ελλάδα.
ΑΚΥΡΟΤΗΤΑ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ
Αν επισπευσθεί αναγκαστική εκτέλεση από ή κατά προσώπου που δεν καλύπτεται
από τα υποκειμενικά όρια της εκτελεστότητας (έλλειψη ενεργητικής ή παθητικής
νομιμοποίησης) , η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης θα είναι άκυρη. Για να
ακυρωθεί θα πρέπει να προσβληθεί με την ανακοπή του 933.
919ΚΠολΔικ: Παρ.1: υποκειμενικά όρια εκτελεστότητας
ΠΡΟΣΕΠΙΚΛΗΣΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΕΓΓΥΗΤΗ
Αν έχουμε προσεπίκληση δικονομικού εγγυητή: αγωγή παρεμπίπτουσα, ο
προσεπικαλων εναγόμενος ζητάει στον επικαλούμενο να του καταβάλει στον
εναγόμενο, ό,τι αυτός θα υποχρεωθεί να καταβάλει στον ενάγοντα
Εδώ έχουμε δυο αγωγές. Αν γίνει εν όλω ή εν μέρει η κυριά αγωγή, στη συνέχεια θα
εξεταστεί η παρεμπίπτουσα και εφόσον υπάρχει έγκυρη ασφαλιστική κάλυψη, θα
καταδικαστεί η ασφαλιστική επιχείρηση να καταβάλει στον εναγόμενο το ποσό που
ο τελευταίος πρέπει να καταβάλει στον ενάγοντα.
Η απόφαση έχει 2 κεφάλαια. Το κεφάλαιο που κρίνει την κυριά αγωγή και το
κεφάλαιο που κρίνει την παρεμπίπτουσα. Στο κεφάλαιο της δικαστικής απόφασης
που κάνει δεκτή την παρεμπίπτουσα αγωγή έχουμε εναγόμενο, τον
προσεπικαλούμενο. Άρα είναι υποκείμενο της δίκης, όχι τρίτος.
ΑΠΛΗ ΟΜΟΔΙΚΙΑ
Ο δανειστής ενάγει τους ομόδικους εις ολόκληρόν, από κοινού, αν γίνει δεκτή η
αγωγή απέναντι σε όλους, πλέον ο δανειστής μπορεί να επιλέξει έναν από τους
ομόδικους για να επισπεύσει αναγκαστική εκτέλεση ή ταυτοχρόνως εναντίον
περισσοτέρων. Πάλι η εκτέλεση θα γίνει μεταξύ των διάδικων.
Καθ’ υπέρβαση των υποκειμενικών ορίων της εκτελεστότητας:
όταν η αναγκαστική εκτέλεση γίνεται μεταξύ διάδικου και τρίτου, ο οποίος δεν
αναφέρεται ως διάδικος στον εκτελεστό τίτλο αλλά δεσμεύεται από το δεδικασμένο
και την εκτελεστοτητα σύμφωνα με τον νομό.
ΚΑΘΟΛΙΚΗ ΔΙΑΔΟΧΗ
Καθολική διαδοχή: αν αποβιώσει ένας διάδικος θα πρέπει να εναχθούν
οι κληρονόμοι του, αν εναχθεί ο αποβιώσας η αγωγή θα είναι
απαράδεκτη.
- Αν όμως ασκηθεί η αγωγή μετα την έναρξη της δίκης και στην περίπτωση
αυτή θα έχουμε τη βίαιη διακοπή και συνέχιση της διαδικασίας από τους
κληρονόμους που εισέρχονται στη θέση του αρχικού διάδικου ως
καθολικοί διάδοχοι
Η δήλωση διακοπής και συνεχίσεως της δίκης μπορεί να γίνει όσο
διαρκεί η εκκρεμοδικία. Αν η καθολική διαδοχή συμβεί μετα το πέρας
της εκκρεμοδικίας, δεν υπάρχει στάδιο της δίκης για να διακοπεί και να
συνεχιστεί.
Πχ ο οφειλέτης Β μετα την τελεσιδικία αποβιώνει. Θα πρέπει να επισπευσθεί
αναγκαστική εκτέλεση κατά των καθολικών διάδοχων.
Στην περίπτωση αποβιώσεις, θα πρέπει να βρεθούν οι καθολικοί διάδοχοι και να
τους προσδιορίσουμε ως καθολικούς διάδοχους στην επιταγή προς εκτέλεση. Εκεί
θα αναφερθεί αν έχουμε καθολική διαδοχή και τον λόγο που αναφέρονται ως
διάδικοι πλέον οι διάδοχοι του.
Για να επισπεύσει ή να επιτευχθεί κατά κάποιου / κάποιος ως καθολικός διάδικος
θα πρέπει να αποδεχθεί την κληρονομιά. Αν κάποιος αποποιηθεί την κληρονομιά,
δεν τον πιάνουν οι έννομες συνέπειες και δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ως διάδικος
στην επιταγή εκτέλεσης. (921ΚΠολΔικ)
ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΟΧΗ
225ΚΠολΔικ -> διάθεση του επίδικου δικαιώματος/ πράγματος
Ο αρχικός ενάγων συνεχίζει να έχει ενεργητική νομιμοποίηση αλλά δεν είναι
φορέας δικαιώματος
Ο τρίτος που αποκτά το επίδικο πράγμα/ δικαίωμα από τον αρχικό ενάγοντα,
παραμένει τρίτος στη δική.
Μπορεί να παρεμβεί με αυτοτελή προσθετή παρέμβαση, γιατί δεσμεύεται από το
δεδικασμένο της απόφασης και από την εκτελεστοτητα λαμβάνει θέση αναγκαίου
ομόδικου.
Πχ η έκβαση της δίκης είναι ευνοϊκή. Γίνεται δεκτή η αγωγή, αναγνωρίζεται η
κυριότητα του αρχικού διάδικου και διατάσσεται η απόδοση του πράγματος. Σε
αυτόν θα διαταχθεί η απόδοση του πράγματος. Είτε ο ειδικός διάδοχος παραμένει
ως τρίτος εκτός δίκης είτε παρεμβαίνει.
ΟΜΩΣ, αν επισπευσθεί αναγκαστική εκτέλεση, θα πρέπει να το κάνει ο
πραγματικός φορέας του δικαιώματος. Όχι, ο αρχικός ενάγων / μη δικαιούχος
διάδοχος, αλλά ο ειδικός διάδοχος.
ΜΟΝΟ οι ειδικοί διάδοχοι, νομιμοποιούνται ενεργητικά να επισπεύσουν
αναγκαστική εκτέλεση όταν έχει γίνει διάθεση του επίδικου πράγματος/
δικαιώματος. Θα αναφερθούν ως τέτοιοι στην επιταγή εκτέλεσης.

Διάθεση επίδικου αντικειμένου διαρκούσης την εκκρεμοδικία: ο ενάγων μπορεί


να μεταβιβάσει το επίδικο δικαίωμα μετά την εκκρεμοδικία. Ο ίδιος παραμένει
ενάγων/ διάδικος της κύριας δίκης αλλά χαρακτηρίζεται ως μη δικαιούχος. Η
απόφαση που θα εκδοθεί δεσμεύει και τον τρίτο που απέκτησε το επίδικο δικαίωμα
(ειδικό διάδοχο) είτε άσκησε αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση (325ΚΠολΔικ -> τον
δεσμεύει το δεδικασμένο) είτε παρέμεινε τρίτος.
Ακόμα, ο ειδικός διάδικος, είτε παρέμεινε τρίτος, είτε άσκησε παρέμβαση, μπορεί
να ασκήσει ένδικα μέσα.
Σε αυτή την περίπτωση αν ο αρχικός ενάγων κερδίσει την δίκη, η απόδοση του
αντικειμένου θα διαταχθεί σε αυτόν. Αυτός όμως πλέον δεν είναι φορέας του
δικαιώματος. Φορέας είναι ο ειδικός διάδοχος. Επομένως, αν ο εναγόμενος δεν
συμμορφώνεται στην εκτέλεση της απόφασης δικαίωμα κίνησης αναγκαστικής
εκτέλεσης έχει ο ειδικός διάδοχος και όχι ο αρχικός ενάγων.
Η εκτελεστότητα της απόφασης ισχύει και κατά του ειδικού διαδόχου (919ΚΠολΔικ)
Ο υπομισθωτής δεσμεύεται από το δεδικασμένο της απόφασης της δίκης μεταξύ
εκμισθωτή και μισθωτή. Ο υπομισθωτής θα μπορούσε να παρέμβει και ως
αυτοτελής παρεμβαίνων.
Εκτός από τον συνδυασμό 325 και 919, η δυνατότητα αναγκαστικής εκτέλεσης κατά
του υπομισθωτή στηρίζεται και στο 616.
Όταν δεν έχουμε δικαστική απόφαση, αλλά κυρίως διαταγή πληρωμής, ως
εκτελεστό τίτλο, η παρ.2 του 919, παραπέμπει στα 325-327ΚΠολΔικ.
Επί διαταγής πληρωμής που έχει εκδοθεί κατά εταίρου εταιρίας κατά το 920,
επιτρέπεται η αναγκαστική εκτέλεση κατά των ομόρρυθμων εταίρων Ο.Ε. ή Ε.Ε.
αλλά όχι σε άλλα νομικά πρόσωπα ή ενώσεις προσώπων. Στην τελευταία περίπτωση
για να κινηθεί αναγκαστική εκτέλεση κατά των μελών τους απαιτείται δικαστική
απόφαση.
Για να απαντήσουμε πλήρως σε αυτό το ερώτημα συνδυάζουμε: 920, 616 και
919ΚΠολΔικ.
Παράδειγμα:
Έχουμε δανειστή (Δ), πρωτοφειλετη (Π) και αστικό εγγυητή (Ε). Ο δανειστής ενάγει
τον Π και η αγωγή γίνεται δεκτή. Ο Ε παραμένει εκτός δίκης. Μετά την τελεσιδικία ο
Δ διαπιστώνει ότι ο Π δεν έχει επαρκή περιουσιακά στοιχεία.
Μπορεί να επισπεύσει αναγκαστική εκτέλεση κατά του Ε;
Όχι, το 328 διευρύνει τα υποκειμενικά όρια δεδικασμένου μόνο της απόφασης
εκείνης που αναγνωρίζει την ανυπαρξία της απαιτήσεως (ευνοϊκή για τον
εναγόμενο). Άρα επί καταδίκης του Π, ο Ε δεν δεσμεύεται από το δεδικασμένο αν
έχει μείνει εκτός δίκης και κατ’ επέκταση του 919, ούτε από την εκτελεστότητα.
Τι θα μπορούσε να είχε κάνει ο Δ για να ικανοποιηθεί σε αυτή την περίπτωση από
τον Ε;
Να τους είχε εναγάγει ως αναγκαίους ομόδικους.
Όταν έχουμε εκτεταμένα όρια δεδικασμένου, τότε θα υπάρχει και εκτελεστότητα ως
αυτά τα όρια. Αν δεσμεύεται κάποιος από το δεδικασμένο ορθά εκτελεί ή
εκτελείται κατά αυτού αναγκαστική εκτέλεση.
ΠΡΟΣΩΡΙΝΑ ΕΚΤΕΛΕΣΤΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ
ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΟΤΗΤΑ
Κανόνας: για να καταστεί εκτελεστή μια δικαστική απόφαση, πάντα
καταψηφιστική, πρέπει να τελεσιδικήσει
Εξαίρεση: υπάρχουν περιπτώσεις που γίνεται στάθμιση των εννόμων συμφερόντων
(το συμφέρον του δανειστή σταθμίζεται με το έννομο συμφέρον του οφειλέτη, το
οποίο επίσης είναι άξιο προστασίας). Το δικαστήριο θα σταθμίσει τα έννομα
συμφέροντα και ενδεχομένως θα επιτρέψει σε μια πρωτόδικη απόφαση να
αποτελέσει καταψηφιστική τίτλο κηρύσσοντας την προσωρινά εκτελεστή.
Πώς μπορεί να γίνει αυτό;
Μπορεί ο ενάγων που κέρδισε να υποβάλλει αίτημα να κηρυχθεί προσωρινά
εκτελεστή η πρωτόδικη καταψηφιστική απόφαση. (εκτελεστότητα πρωτόδικης,
οριστικής μη τελεσίδικης απόφασης). Δεν παράγεται δεδικασμένο, υπάρχει η
έννομη συνέπεια μόνο της εκτελεστότητας.
Η προσωρινή εκτελεστότητα επιφέρει μόνο τη συνέπεια της εκτελεστότητας. Το
δεδικασμένο θα δημιουργηθεί και πάλι με την τελεσιδικία.
Βέβαια, η επίσπευση της αναγκαστικής εκτέλεσης είναι λίγο ασθενή και ρίσκο, λόγω
του ότι αφού είναι πρωτόδικη η απόφαση υπόκειται ακόμα σε έφεση με την οποία
μπορεί να εξαφανισθεί αλλά και λόγω του ότι δεν έχει παραχθεί δεδικασμένο
ακόμα μπορεί να ασκηθεί ανακοπή.
Μια διαπλαστική απόφαση ΔΕΝ μπορεί να κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή γιατί δεν
αποτελεί εκτελεστό τίτλο (μόνο οι καταψηφιστικές)
Απαιτείται πάντα αίτημα του δανειστή (ενάγοντος). Δεν μπορεί το δικαστήριο
αυτεπαγγέλτως να κηρύσσει μια απόφαση προσωρινά εκτελεστή (907ΚΠολΔικ). Η
αίτηση περιέρχεται είτε στο δικόγραφο της αγωγής είτε στων προτάσεων.
908ΚΠολΔικ -> στάθμιση έννομων συμφερόντων του δανειστή και ενδεχόμενη
βλάβη του οφειλέτη
Δίνεται μια ασφάλεια με ενδεικτική απαρίθμηση περιπτώσεων (μπορεί να
υπάρξουν και άλλες, εκτός από αυτές), στο ρίσκο της κήρυξης μιας πρωτόδικης
απόφασης ως προσωρινά εκτελεστή. Αν συντρέχουν οι περιπτώσεις αυτού του
άρθρου είναι δύσκολο ακόμα και αν ασκηθούν ένδικα μέσα να εξαφανιστεί η
απόφαση. Το δικαστήριο στις περιπτώσεις του 908, έχει διακριτική ευχέρεια και
δυνατότητα να κηρύξει ή όχι την απόφαση προσωρινά εκτελεστή.
!!! Τα έγγραφα έχουν αυξημένη αποδεικτική ισχύ.
910ΚΠολΔικ -> και εδώ απαιτείται αίτημα του δανειστή. Αν όμως συντρέχει
περίπτωση του 910, το δικαστήριο δεν έχει διακριτική ευχέρεια αλλά υποχρεούται
να κηρύσσει την απόφαση προσωρινά εκτελεστή.
Χωρίς αίτημα του ενάγοντος, δεν είναι δυνατόν να κηρυχθεί μια απόφαση
προσωρινά εκτελεστή.
Περιπτώσεις που αποκλείεται ακόμα και με αίτημα η κήρυξη απόφασης ως
προσωρινά εκτελεστής:
1. Καταδίκη σε δήλωση βουλήσεως: θέλει πάντα τελεσιδικία για να είναι
εκτελεστή. Θεωρείται ότι ισχύει με την τελεσιδικία.
2. Αποφάσεις για γαμικές διαφορές ή που αφορούν σχέσεις γονέων και
τέκνων, για να καταστούν εκτελεστές απαιτείται πάντα να είναι
αμετάκλητες.
ΕΙΔΙΚΟ ΜΕΡΟΣ
(Τριανταφύλλου, 02/04/2021)
Για να κινηθεί αναγκαστική εκτέλεση, πρέπει πάντα να υπάρχει απόφαση που
υποχρεώνει τον καθ’ ου να αποδώσει το μίσθιο, πρέπει ο επισπεύδων να έχει πάρει
αντίγραφο του εξ απογράφου από το δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση, να το
κοινοποιήσει (επίδοση) στον καθ’ ου με επιταγή προς εκτέλεση κάτω από αυτό και
μετά από 3 μέρες από την επίδοση μπορεί να προβεί σε αναγκαστική εκτέλεση.
Δεν ενδιαφέρει η προέλευση υποχρέωσης παράδοσης. Αφού υπάρχει εκτελεστός
τίτλος αρκεί για να κινηθεί αναγκαστική εκτέλεση.
941ΚπολΔικ -> Πώς γνωρίζουμε ότι υπάρχει αυτή η υποχρέωση παράδοσης ή
απόδοσης του πράγματος;
Από τον εκτελεστό τίτλο. Συζητούμε για ορισμένο κινητό πράγμα (ενοχή είδους) πχ.
- μπορεί η υποχρέωση αυτή να αντιστοιχεί σε εμπράγματη αξίωση του
νομέα για την παράδοση του πωληθέντος πράγματος
- να είναι απλά ενοχική, μια πώληση.
- Αυτό το κινητό πράγμα μπορεί να μην έχει καν περιουσιακή αξία. Δηλ, να
μην παρέδιδε κάποιος την άδεια κυκλοφορίας υπεραστικού λεωφορείου
- Μπορεί να είναι και φωτογραφίες ή επιστολές
Πώς γίνεται η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης;
ΑΜΕΣΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ
1. Σε κινητά-> Με μία πράξη. Ο δικαστικός επιμελητής (ως όργανο εκτέλεσης)
αφαιρεί από εκείνο κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση το πράγμα και το
παραδίδει σε αυτόν προς όφελος του οποίου γίνεται η εκτέλεση.
Έκθεση αφαίρεσης και παράδοσης: Όπως σε κάθε εξώδικη πράξη, για την πράξη του
επιμελητή, πρέπει να συνταχθεί έκθεση (117ΚΠολΔικ)
943 παρ.5 ΚΠολΔικ-> δεν μπορεί να γίνει αναγκαστική εκτέλεση κάποιες μέρες
(ισχύει και για τα κινητά)
Δεν απαιτείται η πραγματική παράδοση του πράγματος στον επισπεύδων ώστε από
το σημείο αυτό να θεωρείται ότι απέκτησε τη νομή. Εδώ ο επιμελητής ενεργεί ως
όργανο εκτέλεσης αλλά για λογαριασμό του επισπεύδοντος. Μετά την έκθεση είναι
σαν να περιήλθε η κατοχή στον ίδιο τον επισπεύδοντα. Από τη στιγμή που το έχει ο
δικαστικός επιμελητής το πράγμα, είναι σαν να το έχει παραδώσει στον
επισπεύδοντα και η αναγκαστική εκτέλεση έχει ολοκληρωθεί.
ΣΟΣ! Η άμεση εκτέλεση τελειώνει με μία πράξη και η νομή και η κατοχή του
πράγματος αποκτάται από τον επισπεύδοντα από τη στιγμή που ο δικαστικός
επιμελητής συντάσσει την έκθεση αφαίρεσης και παράδοσης. Δεν χρειάζεται να
γίνει και η πραγματική παράδοση.
937 εδ.γ ΚΠολΔικ -> προβλέπει την ανακοπή κατά πράξεων εκτελέσεως (άμυνα καθ’
ου). Στην άμεση εκτέλεση αυτή η αναστολή δεν μπορεί να γίνει.
Αν το πράγμα δεν βρέθηκε, εκείνος κατά τον οποίο στρέφεται η εκτέλεση
αναγκάζεται να δώσει βεβαιωτικό όρκο, ο οποίος αποτελεί ένα μέσο πίεσης, ότι δεν
κατέχει το πράγμα και ότι δεν γνωρίζει που βρίσκεται (861-866ΚΠολΔικ).
Αν λοιπόν δεν γίνει η αφαίρεση του πράγματος, είτε γιατί το πράγμα δεν βρίσκεται
είτε για άλλους λόγους -> 917ΚΠολΔικ
Τότε ορίζεται η αξία αυτών των πραγμάτων, ώστε πλέον μετατρέπεται η αξίωση για
παράδοση των αντικαταστατών πραγμάτων σε χρηματική. Αφού το δικαστήριο
καταλήξει στην αξία των πραγμάτων, τότε ο καθ’ ου υποχρεούται να πληρώσει αυτή
την αξία. Αν δεν το κάνει θα κινηθεί έμμεση αναγκαστική εκτέλεση.
Πράγμα: Αυτό πρέπει να βρίσκεται στην κατοχή του καθ’ ου. Κατάσχεση πράγματος
εις χείρας τρίτου σε κινητά ΔΕΝ υπάρχει.
Εκτός από το ορισμένο πράγμα μπορεί να υποχρεώνεται κάποιος να παρέχει
ποσότητα υποκατάστατων πραγμάτων (πχ ορισμένη ποσότητα ξυλείας, ελαιόλαδου,
σιτηρών κλπ.) ή ανώνυμων χρεογράφων (πχ ανώνυμες μετοχές ΑΕ που δεν
παραδίδονται).
2. Ακίνητα -> Συντάσσεται έκθεση αποβολής και εγκατάστασης από το ακίνητο.
Ο δικαστικός επιμελητής πάλι με τη σύνταξη ‘έκθεσης περατώνει την απόδοση ή
παράδοση. Δεν χρειάζεται να μπει μέσα στο σπίτι και να τον βγάλει πραγματικά
έξω. Αρκεί η σύνταξη της έκθεσης. Από τη στιγμή που την έχει συντάξει θεωρείται
ότι ο επισπεύδων έχει αποκτήσει τη νομή και κατοχή και αυτός που βρίσκεται μέσα
στο σπίτι είναι πλέον παράνομος. Και στην άμεση εκτέλεση σε ακίνητα δεν μπορεί
να γίνει αναστολή της.
Μέσα στο ακίνητο, υπάρχουν κινητά πράγματα που ανήκουν στον καθ’ ου και δεν
είναι αντικείμενα της εκτέλεσης. Τότε, μπαίνει ο δικαστικός επιμελητής μέσα και
καταγράφει τα κινητά πράγματα. Αν αυτός τώρα απουσιάζει κατά την επίσκεψη του
δικαστικού επιμελητή, ο τελευταίος πρέπει να τα παραδώσει σε έναν μεσεγγυούχο
που ορίζει ο ίδιος και συνήθως είναι μαζί του και μετά με άδεια του δικαστηρίου
που δικάζει ασφαλιστικά μέτρα (ειρηνοδικείο) τα πλειστηριάζει.
Στα κινητά με το που συνταχθεί η έκθεση δεν χρειάζεται να επιδοθεί αυτή στον καθ’
ου, υποτίθεται ότι το γνωρίζει ότι θα συμβεί γιατί του έχει επιδοθεί η επιταγή
εκτέλεσης.
Στα ακίνητα αν αυτός δεν είναι παρών η έκθεση του κοινοποιείται μέσα σε 30
μέρες, εφόσον έχει δηλώσει τη νέα του διεύθυνση.
ΕΜΜΕΣΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ -> πιο συχνή στην πράξη, για την ικανοποίηση χρηματικών
απαιτήσεων.

You might also like