You are on page 1of 355

Γενική και Ανόργανη Χημεία

ΛΑΚΚΑ ΑΧΙΛΛΕΙΑ

Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων & Διατροφής


Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας (Καρδίτσα)

Βασικές γνώσεις Χημείας:


Άτομα, μόρια, ιόντα
Υπολογισμοί με χημικούς τύπους και εξισώσεις
Ανόργανη Χημεία

Χημικές Αντιδράσεις
Ατομική και Μοριακή Δομή:
Κβαντική θεωρία του ατόμου
Ηλεκτρονικές δομές και περιοδικότητα
Ιοντικός και ομοιοπολικός δεσμός
Διαλύματα / Χημικές Αντιδράσεις / Χημική Ισορροπία
Σχηματισμός διαλυμάτων / Αθροιστικές ιδιότητες
Χημική ισορροπία
Θεωρίες οξέων και βάσεων
Ισορροπίες οξέων και βάσεων

Οκτώβριος 2020 Δρ. Λάκκα Αχιλλεία ΠΔ. 407


Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων & Διατροφής
Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας (Καρδίτσα)

Ενότητα 1η: Άτομα, μόρια, ιόντα


Ανόργανη Χημεία

Οκτώβριος 2019 Δρ. Λάκκα Αχιλλεία ΠΔ. 407

Δομή του Ατόμου


3

 Αν και ο Dalton υποστήριξε ότι τα άτομα είναι αδιαίρετα σωματίδια,


πειράματα που έγιναν στις αρχές του 20ού αιώνα, έδειξαν ότι τα ίδια τα
άτομα συντίθενται από μικρότερα σωματίδια. Το άτομο αποτελείται από
δύο είδη σωματιδίων τον πυρήνα και τα ηλεκτρόνια.

 Ο πυρήνας βρίσκεται στο κέντρο του ατόμου είναι θετικά φορτισμένος


και συγκεντρώνει σχεδόν ολόκληρη την ατομική μάζα.

 Το ηλεκτρόνιο είναι ένα πολύ ελαφρύ, αρνητικά φορτισμένο σωματίδιο,


το οποίο υπάρχει στην περιοχή γύρω από τον θετικά φορτισμένο ατομικό
πυρήνα

 Ο πυρήνας ενός ατόμου αποτελείται από δύο διαφορετικά είδη


σωματιδίων, πρωτόνια και νετρόνια.
Δομή του Ατόμου
4
 Πρωτόνιο είναι ένα πυρηνικό σωματίδιο που έχει θετικό φορτίο ίσιο με
αυτό του ηλεκτρονίου και μάζα πάνω από 1800 φορές μεγαλύτερη από
τη μάζα του ηλεκτρονίου (μάζα πρωτονίου:1.672 622  10-24 g ). Σ’ ένα
ουδέτερο άτομο, ο αριθμός των πρωτονίων και των ηλεκτρονίων είναι
ίσος.
 Το νετρόνιο είναι ένα πυρηνικό σωματίδιο που έχει σχεδόν την ίδια μάζα
με αυτή του πρωτονίου αλλά δεν φέρει ηλεκτρικό φορτίο(μάζα
νετρονίου: (1.674 927  10-24 g). Ο αριθμός τους στον πυρήνα ενός
ατόμου δεν σχετίζεται άμεσα με τον αριθμό των πρωτονίων ή των
ηλεκτρονίων.

 Σύγχρονες μετρήσεις έχουν δείξει


ότι ένα άτομο έχει διάμετρο το
πολύ 10-10 m και ο πυρήνας 10-15 m.

Ατομικός Αριθμός
5

Ο ατομικός αριθμός (Ζ) είναι ο αριθμός των πρωτονίων του πυρήνα ενός
ατόμου
Μαζικός Αριθμός
6

Επιπρόσθετα των πρωτονίων, οι πυρήνες των περισσοτέρων ατόμων περιέχουν και


νετρόνια. Το άθροισμα του αριθμού των πρωτονίων (Ζ) και του αριθμού των
νετρονίων (Ν) είναι ο μαζικός αριθμός (Α) του ατόμου. Δηλαδή Α = Ζ + Ν.

Τα περισσότερα άτομα Η έχουν 1 πρωτόνιο και κανένα νετρόνιο, δηλαδή Α = 1 + 0 = 1.


Τα περισσότερα άτομα C έχουν 6 πρωτόνια και 6 νετρόνια, δηλαδή Α = 6 + 6 = 12.
Εκτός από το υδρογόνο, τα άτομα περιέχουν τόσο νετρόνια όσα και πρωτόνια, αλλά
δεν υπάρχει συγκεκριμένος τρόπος πρόβλεψης των νετρονίων που μπορεί να περιέχει
ένα άτομο.

Δομή του ατόμου (σύνοψη)


7

 πρωτόνια (με θετικό φορτίο) και


νετρόνια (χωρίς κανένα φορτίο).
 Ατομικός αριθμός, Ζ: ο αριθμός των
πρωτονίων του πυρήνα ενός
ατόμου.
 Μαζικός αριθμός, Α: το άθροισμα
των πρωτονίων και νετρονίων ενός
πυρήνα.
 Νουκλίδιο: κάθε άτομο που
χαρακτηρίζεται από έναν ατομικό
(Πρωτόνια + νετρόνια) και ένα μαζικό αριθμό.
Άσκηση 1.1
8

 Πόσα πρωτόνια και νετρόνια υπάρχουν σε ένα άτομο


σιδήρου που έχει μαζικό αριθμό 55 (Ζ=26);
(α) 26 πρωτόνια και 29 νετρόνια
(β)26 πρωτόνια και 55 νετρόνια
(γ) 29 πρωτόνια και 26 νετρόνια
(δ) 26 πρωτόνια και 26 νετρόνια

Άσκηση 1.1
9

 Σίδηρος (Fe): ατομικός αριθμός Ζ = 26 επομένως 26 πρωτόνια


 Αριθμός νετρονίων Ν = Α – Ζ = 55 – 26 = 29
 Σωστό είναι το (α).
Χημικά Στοιχεία / Ισότοπα
10

 Χημικό στοιχείο: η ουσία της οποίας όλα τα άτομα έχουν τον ίδιο ατομικό
αριθμό.
 Χημικό σύμβολο: ένα ή δύο λατινικά γράμματα που χρησιμοποιούμε για
να παραστήσουμε το άτομο ενός συγκεκριμένου στοιχείου.
 Ισότοπα: τα άτομα των οποίων οι πυρήνες έχουν τον ίδιο αριθμό
πρωτονίων, αλλά διαφορετικό αριθμό νετρονίων. Το υδρογόνο για
παράδειγμα έχει τρία ισότοπα.

Άσκηση 1.2
11

 Ο παρακάτω πίνακας δίνει τον αριθμό πρωτονίων και


νετρονίων διαφόρων ατόμων. Ποιο άτομο είναι το ισότοπο
του Α; Ποιο άτομο έχει τον ίδιο μαζικό αριθμό με το Α?

Πρωτόνια Νετρόνια
Άτομο Α 17 18
Άτομο Β 16 19
Άτομο Γ 17 19
Άτομο Δ 18 22
Ατομικό Βάρος / Μέση ατομική μάζα
12

 Μάζα: Ποσότητα της ύλης που υπάρχει σε ένα υλικό


Μάζα: Βάρος:
Δείχνει την ποσότητα της ύλης ενός σώματος. Είναι δύναμη (βαρυτική) που ασκεί η
Παραμένει ίδια παντού στο σύμπαν. Γη στο σώμα.
Μονάδα μέτρησης 1 Kg. Αλλάζει από τόπο σε τόπο.
Μέτρηση με ζυγαριά. Μονάδα μέτρησης 1Ν (1 Νιούτον).
Μέτρηση με δυναμόμετρο
 Ένα χαρακτηριστικό στοιχείο μπορεί να είναι μίγμα ισότοπων και κάθε
ισότοπο έχει τη δική του χαρακτηριστική μάζα

 Μέση ατομική μάζα: ο σταθμικός μέσος όρος των ατομικών μαζών των
φυσικών ισοτόπων του στοιχείου.

 Το ατομικό βάρος ενός φυσικού στοιχείου είναι η μέση ατομική μάζα του
στοιχείου εκφρασμένη σε ατομικές μονάδες μάζας (ατομική μονάδα μάζας
είναι η μονάδα μάζας που ισούται ακριβώς με το ένα δωδέκατο της μάζας
ενός ατόμου άνθρακα - 12)

Άσκηση 1.3
13

 Ο χαλκός έχει τα δύο παρακάτω ισότοπα. Να υπολογιστεί


το ατομικό του βάρος (συμμετοχή στο φυσικό στοιχείο
69,09% & 64,93% αντίστοιχα).

 Σταθμικός μέσος όρος:

 63,55 amu = μέση ατομική μάζα του χαλκού = ατομικό βάρος


χαλκού
Στοιχεία – Χημικές Ιδιότητες
14

Οποιοδήποτε αντικείμενο στο περιβάλλον σχηματίζεται από τα μέχρι τώρα γνωστά


114 στοιχεία. Στοιχείο ονομάζεται η θεμελιώδης ουσία, η οποία δεν μπορεί να
μεταβληθεί ή διασπαστεί χημικά σε οτιδήποτε απλούστερο. Τα 90 από τα 114
στοιχεία είναι φυσικά και τα υπόλοιπα τεχνητά.

Δεν βρίσκονται όλα τα στοιχεία στην ίδια αφθονία. Το υδρογόνο πιστεύεται ότι
αποτελεί το 75% της μάζας του σύμπαντος. Το οξυγόνο και το πυρίτιο μαζί αποτελούν
το 75% του φλοιού της Γης. Το οξυγόνο, ο άνθρακας και το υδρογόνο αποτελούν το
90% του ανθρώπινου σώματος.

Περιοδικός Πίνακας των Στοιχείων


15

 Τα ονόματα, τα σύμβολα και άλλες σχετικές πληροφορίες είναι


οργανωμένες σ’ ένα σύστημα που ονομάζεται περιοδικός πίνακας.

 Ο περιοδικός πίνακας αποτελείται από σειρές / περιόδους και στήλες /


ομάδες

 Τα στοιχεία είναι ταξινομημένα κατά αύξοντα ατομικό αριθμό .

 Η ταξινόμηση αυτή τονίζει την κανονική επανάληψη των ιδιοτήτων των


στοιχείων.

 Για κάθε στοιχείο καταχωρείται ο ατομικός του αριθμός, το σύμβολο και


το ατομικό βάρος
Περιοδικός Πίνακας των Στοιχείων

16

Στοιχεία – Χημικές Ιδιότητες


17

Ομάδα 1Α – Αλκαλιμέταλλα: Στοιχεία όπως το λίθιο (Li), το νάτριο (Na), το κάλλιο (K),
το ρουβίδιο (Rb) και το καίσιο (Cs) είναι μαλακά μέταλλα. Αντιδρούν ταχέως (και
συχνά βίαια) με το νερό, παράγοντας βάσεις (αλκαλικές ενώσεις), γι’ αυτό και
ονομάζονται αλκαλιμέταλλα. Επειδή είναι δραστικά στοιχεία, στη φύση δεν
βρίσκονται ποτέ ελεύθερα, αλλά με τη μορφή ενώσεων.

Να σημειωθεί ότι το υδρογόνο που βρίσκεται στην ομάδα 1Α δεν είναι μέταλλο, αλλά
αέριο. Οι λόγοι κατάταξής του σ’ αυτή την ομάδα δεν έχουν να κάνουν με τις ιδιότητές
του.
Στοιχεία – Χημικές Ιδιότητες
18

Ομάδα 2Α – Αλκαλικές Γαίες: Τα στοιχεία βηρύλλιο (Be), μαγνήσιο (Mg), ασβέστιο


(Ca), στρόντιο (Sr), βάριο (Ba) και ράδιο (Ra) είναι επίσης μέταλλα όπως και αυτά της
ομάδας 1Α, αλλά όχι τόσο δραστικά. Ούτε αυτά όμως βρίσκονται ελεύθερα στη φύση.

Ομάδα 7Α – Αλογόνα: Το φθόριο (F), το χλώριο (Cl), το βρώμιο (Br) και το ιώδιο (I)
είναι έγχρωμα και διαβρωτικά μη-μέταλλα. Βρίσκονται στη φύση μόνο σε συνδυασμό
με άλλα στοιχεία, όπως το Na στο επιτραπέζιο αλάτι (NaCl).

Στοιχεία – Χημικές Ιδιότητες


19

Ομάδα 8Α – Ευγενή Αέρια: Το ήλιο (He), το νέο (Ne), το αργό (Ar), το κρυπτό (Kr), το
ξένο (Xe) και το ραδόνιο (Rn) είναι αέρια πολύ χαμηλής δραστικότητας. Το He, Ne και
το Ar δεν συνδυάζονται με κανένα άλλο στοιχείο. Το Kr και το Xe συνδυάζονται με
πολύ λίγα.

Τα στοιχεία γειτονικών ομάδων, παρότι δεν παρουσιάζουν ομοιότητες στο βαθμό που
αυτό συμβαίνει με τα στοιχεία της ίδιας ομάδας, μπορεί σε πολλές περιπτώσεις να
συμπεριφέρονται με συναφή τρόπο. Γι’ αυτό και ο περιοδικός πίνακας διαχωρίζεται
συχνά σε τρεις κύριες κατηγορίες:
Στοιχεία – Χημικές Ιδιότητες
20

Μέταλλα. Τα μέταλλα, η μεγαλύτερη κατηγορία των στοιχείων, βρίσκονται στην


αριστερή πλευρά του περιοδικού πίνακα, με σύνορο στα δεξιά μια γραμμή ζιγκ – ζαγκ
που ξεκινάει από το βόριο (B) και καταλήγει στο άστατο (At).

Τα μέταλλα μπορούν εύκολα να χαρακτηριστούν από την εμφάνισή τους. Είναι όλα
στερεά σε θερμοκρασία δωματίου, εκτός από τον υδράργυρο και έχουν τη γνωστή
μεταλλική γυαλάδα. Είναι ελατά και όλκιμα και είναι καλοί αγωγοί της θερμότητας και
του ηλεκτρισμού.

Στοιχεία – Χημικές Ιδιότητες


21

Μη-Μέταλλα. Τα μη-μέταλλα βρίσκονται στη δεξιά πλευρά του περιοδικού πίνακα και
όπως και τα μέταλλα μπορούν εύκολα να χαρακτηριστούν από την εξωτερική τους
εμφάνιση. Έντεκα από τα δεκαεφτά είναι αέρια, ένα υγρό (Br) και μόνο πέντε είναι
στερεά σε θερμοκρασία δωματίου ο άνθρακας (C), ο φώσφορος (P), το θείο (S), το
σελήνιο (Se) και το ιώδιο (I).

Κανένα δεν έχει μεταλλική όψη και μερικά έχουν λαμπρό χρώμα. Τα στερεά μη-
μέταλλα είναι εύθραυστα και είναι φτωχοί αγωγοί της θερμότητας και του
ηλεκτρισμού.
Στοιχεία – Χημικές Ιδιότητες
22

Ημιμέταλλα. Εφτά από τα εννέα στοιχεία πλησίον του ζιγκ-ζαγκ ορίου μεταξύ
μετάλλων και μη-μετάλλων, το βόριο (B), το πυρίτιο (Si), το γερμάνιο (Ge), το αρσενικό
(As), το αντιμόνιο (Sb), το τελλούριο (Te) και το άστατο (At) είναι γνωστά ως
ημιμέταλλα ή μεταλλοειδή, επειδή οι ιδιότητές τους είναι ενδιάμεσες των γειτονικών
μετάλλων και μη-μετάλλων.

Αν και τα περισσότερα έχουν μεταλλική εμφάνιση και είναι στερεά σε θερμοκρασία


δωματίου, είναι εύθραυστα και τείνουν να είναι κακοί αγωγοί θερμότητας και
ηλεκτρισμού. Το πυρίτιο, για παράδειγμα, χρησιμοποιείται ευρέως ως ημιαγωγός, ένα
υλικό του οποίου η ηλεκτρική αγωγιμότητα είναι μεταξύ μετάλλου και μονωτή.

Χημικοί τύποι – Μοριακές και Ιοντικές Ενώσεις


23

 Χημική ένωση: ουσία που αποτελείται από δύο ή περισσότερα στοιχεία


χημικά ενωμένα μεταξύ τους σε σταθερή αναλογία.
 Χημικός τύπος: συμβολισμός που χρησιμοποιείται για να εκφράσει τις
σχετικές αναλογίες ατόμων των διαφορετικών στοιχείων μιας ένωσης.
 Μόριο: ομάδα ατόμων, χημικά ενωμένων μεταξύ τους, σε μια
καθορισμένη και σταθερή αναλογία.
 Μοριακή ένωση: ένωση που αποτελείται από μόρια και συμβολίζεται με
το μοριακό τύπο.
 Μοριακή μάζα ένωσης: το άθροισμα των μαζών των ατόμων που
υπάρχουν σε ένα μόριο της ένωσης.
 Μοριακό βάρος: η μοριακή μάζα σε μονάδες
Παραδείγματα μοριακών ενώσεων
24

Χημικές ενώσεις και χημικοί Τύποι


25

 Ιόν: ένα ηλεκτρικά φορτισμένο σωματίδιο που λαμβάνεται από ένα άτομο ή
από μια ομάδα χημικά ενωμένων ατόμων με προσθήκη ή αφαίρεση
ηλεκτρονίων.

 Ανιόν: ένα αρνητικά φορτισμένο ιόν.

 Κατιόν: ένα θετικά φορτισμένο ιόν.

 Μερικά ιόντα αποτελούνται από ένα ή περισσότερα άτομα χημικά ενωμένα,


έχοντας όμως περίσσεια ή έλλειμμα ηλεκτρονίων, με αποτέλεσμα η ομάδα
να είναι ηλεκτρικά φορτισμένη. Παράδειγμα αποτελεί το θειικό ιόν, SO42-. Ο
εκθέτης υποδηλώνει περίσσεια δύο ηλεκτρονίων στην ομάδα των ατόμων.

 Ιοντική ένωση: η ένωση που δημιουργείται από την αμοιβαία έλξη ανάμεσα
σε κατιόντα και ανιόντα.
Παράδειγμα ιοντικής ένωσης
26

Παράδειγμα ιοντικής ένωσης


27

 Το χλωριούχο νάτριο αποτελείται από ίσους αριθμούς ιόντων νατρίου και


χλωρίου. Κάθε ιόν νατρίου περιβάλλεται από έξι ιόντα χλωρίου και κάθε
ιόν χλωρίου περιβάλλεται από έξι ιόντα νατρίου

 Ο τύπος μιας ιοντικής ένωσης γράφεται έτσι ώστε να δίνει τον μικρότερο
δυνατό ακέραιο αριθμό ιόντων στην ένωση.

 Fe2(SO4)3 : ιόντα τρισθενούς σιδήρου


(Fe3+) και θειικά ιόντα (SO42-) σε αναλογία 2:3.
Η παρένθεση περικλείει τον τύπο ενός ιόντος
που στη σύνθεσή συμμετέχουν περισσότερα
από ένα άτομα

Νa+ Cl-
Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων & Διατροφής
Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας (Καρδίτσα)
Ανόργανη Χημεία

Ενότητα 2η: Εξισώσεις, Moles


Moles,, Στοιχειομετρία

Οκτώβριος 2020 Δρ. Λάκκα Αχιλλεία ΠΔ 407

Χημικές εξισώσεις
2

 Χημική εξίσωση: η παράσταση μιας χημικής αντίδρασης με χημικούς


τύπους και σύμβολα.
 Αντιδρώντα: οι αρχικές ουσίες σε μια χημική αντίδραση.
 Προϊόντα: οι νέες ουσίες που παράγονται από μια χημική αντίδραση.
 Ισοσταθμισμένη εξίσωση: η χημική εξίσωση που έχει τον ίδιο αριθμό
ατόμων από κάθε στοιχείο στη δεξιά και αριστερή πλευρά της.
 Αριθμητικοί συντελεστές: οι αριθμοί που χρησιμοποιούμε για να
ισοσταθμίσουμε μια χημική εξίσωση.
 Στοιχειομετρία: ο υπολογισμός των ποσοτήτων αντιδρώντων και
προϊόντων μιας χημικής αντίδρασης.
Ισοστάθμιση Χημικών Εξισώσεων
3

Σε κάθε εξίσωση, οι αριθμοί και τα είδη των ατόμων και στις δύο πλευρές θα πρέπει
να είναι πανομοιότυπα, έτσι ώστε η εξίσωση να είναι ισοσταθμισμένη. Αυτό
προκύπτει από την αρχή διατήρησης της μάζας. Όλες λοιπόν οι εξισώσεις θα πρέπει
να είναι ισοσταθμισμένες, γιατί κατά τη διάρκεια μιας χημικής αντίδρασης ούτε
δημιουργούνται ούτε καταστρέφονται άτομα.

Νόμος διατήρησης της


μάζας: Η συνολική μάζα
παραμένει σταθερή κατά τη
διάρκεια μιας χημικής
μεταβολής (χημικής
αντίδρασης)

Ισοστάθμιση Χημικών Εξισώσεων


4

Η ισοστάθμιση μιας χημικής εξίσωσης είναι η εύρεση πόσων μορίων / ατόμων /


ιόντων από κάθε ουσία συμμετέχουν στην αντίδραση.

1. Γράφεται η μη-ισοσταθμισμένη αντίδραση χρησιμοποιώντας τον σωστό χημικό τύπο


για κάθε αντιδρών και προϊόν.

2. Βρίσκονται οι κατάλληλοι συντελεστές, οι αριθμοί δηλαδή που τοποθετούνται πριν


από κάθε τύπο για να δηλώσουν πόσα μόρια / άτομα / ιόντα από κάθε ουσία
απαιτούνται για να ισοσταθμιστεί η αντίδραση.
Ισοστάθμιση Χημικών Εξισώσεων
5

3. Οι συντελεστές θα πρέπει να είναι οι μικρότεροι ολόκληροι αριθμοί.

4. Για μεγαλύτερη ευκολία, πρώτα ισοσταθμίζονται τα άτομα των στοιχείων που


εμφανίζονται λιγότερο συχνά στην εξίσωση ή αλλιώς η ισοστάθμιση μπορεί ν’ αρχίσει
από την πιο πολύπλοκη ουσία.

5. Γίνεται έλεγχος για το αν και στις δύο πλευρές τις εξίσωσης υπάρχει ο ίδιος αριθμός
από κάθε άτομο και τα ίδια είδη ατόμων.

Ισοστάθμιση Χημικών Εξισώσεων


6

Παράδειγμα 1
Ισοστάθμιση Χημικών Εξισώσεων
7

Παράδειγμα 2

Άσκηση 2.1
8

 Ισοσταθμίστε τις παρακάτω εξισώσεις


- H3PO3 H3PO4 + PH3
- Ca + H2O Ca(OH)2 + H2
- Fe2(SO4)3 + NH3 + H2O Fe(OH)3 + (NH4)2SO4
Moles
9

Όταν γίνεται αναφορά στον αριθμό των μορίων ή των ιόντων που συμμετέχουν σε
μια χημική αντίδραση, είναι πολύ βολικό να χρησιμοποιείται ο όρος “mole” ή
γραμμομόριο (συντομογραφία: mol). Ένα mole οποιασδήποτε ουσίας είναι η
ποσότητα, της οποίας η μάζα (η γραμμομοριακή μάζα ) είναι ίση με τη μοριακή μάζα
(ή τη μάζα της τυπικής μονάδας) σε γραμμάρια. Ένα mole HCl, για παράδειγμα, έχει
μάζα 36.5 g (ή αλλιώς, η γραμμομοριακή μάζα του HCl είναι 36.5 g/mol).

Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι, όταν πρόκειται να προσδιοριστεί η γραμμομοριακή


μάζα μιας ουσίας, πρέπει να καθορίζεται ακριβώς ο τύπος της ουσίας στην οποία
αναφερόμαστε. Π.χ. το άτομο υδρογόνου (Η) έχει γραμμομοριακή μάζα 1 g/mol, αλλά
το μοριακό υδρογόνο (Η2) έχει γραμμομοριακή μάζα 2 g/mol.

Moles
10

Σε οποιαδήποτε ισοσταθμισμένη εξίσωση, οι συντελεστές φανερώνουν πόσα μόρια


από κάθε ουσία είναι απαραίτητα για την αντίδραση. Με βάση λοιπόν αυτές τις
γραμμομοριακές μάζες, μπορούν να υπολογιστούν οι μάζες των αντιδρώντων /
προϊόντων.

Στην παρακάτω αντίδραση, για παράδειγμα, φαίνεται ότι 3 mol Η2 (3  2 = 6 g)


αντιδρούν με 1 mol N2 (28 g) και δίνουν 2 mol NH3 (2  17 = 34 g).
Στοιχειομετρία
11

Στην καθημερινή εργαστηριακή πρακτική είναι απαραίτητο να γίνονται μετατροπές


μεταξύ μάζας και mol για να επιβεβαιώνεται ότι χρησιμοποιούνται οι σωστές
αναλογίες των ουσιών. Αυτές οι σχέσεις μάζας – mol αναφέρονται γενικά με τον όρο
«στοιχειομετρία».

Παράδειγμα

Δεδομένο: 15 g αιθυλενίου

Ζητούμενο: Πόσα g HCl απαιτούνται ν’ αντιδράσουν με 15 g αιθυλενίου;

Στοιχειομετρία
12

Σύμφωνα με την εξίσωση, 1 mol HCl αντιδρά με 1 mol C2H4. Για να βρεθεί η μάζα του
HCl που απαιτείται, θα πρέπει να βρεθεί πρώτα ο αριθμός των mol που αντιστοιχεί
στα 15 g.

Τώρα είναι γνωστά τα mol αιθυλενίου (0.536), είναι γνωστά και τα mol HCl. Εφόσον
λοιπόν είναι γνωστά τα mol HCl, μπορεί να υπολογιστεί η μάζα που αντιστοιχεί σε
0.536 mol.
13

Στοιχειομετρία
14

 Άσκηση 2.2
Πόσα γραμμάρια σιδήρου μπορούν να παραχθούν από
1,00Kg Fe2O3 κατά την αντίδρασή

Fe2O3(s) + 3CO(g) 2Fe(s) + 3CO2(g)

 Άσκηση 2.3
Πόσα γραμμάρια υδροχλωρίου αντιδρούν με 5g διοξειδίου
του μαγγανίου σύμφωνα με την παρακάτω εξίσωση
4HCL (aq) + MnO2(s) 2H2O(l) + MnCl2(aq) + Cl2(g)
Απόδοση Χημικών Αντιδράσεων
15

Οι χημικές αντιδράσεις στην πλειοψηφία τους δεν ολοκληρώνονται όπως φαίνεται


θεωρητικά από μια χημική εξίσωση, αλλά τα αντιδρώντα μπορούν να δώσουν και τις
λεγόμενες «παράπλευρες αντιδράσεις». Αυτό έχει ως συνέπεια να μην παράγονται οι
θεωρητικά υπολογισμένες ποσότητες των προϊόντων.

Η ποσότητα ενός προϊόντος που παράγεται στην πραγματικότητα, διαιρεμένη με τη


θεωρητικά παραγόμενη ποσότητα και πολλαπλασιασμένη με 100 μας δίνει την %
απόδοση μιας αντίδρασης.

Αντιδράσεις με Περιορισμένες Ποσότητες Αντιδρώντων


16

Πολλές χημικές αντιδράσεις πραγματοποιούνται υπό την παρουσία περίσσιας ενός


αντιδρώντος μιας ποσότητας δηλαδή παραπάνω απ’ αυτή που επιβάλλει η
στοιχειομετρία. Όποτε συμβαίνει αυτό, η παραπάνω ποσότητα του αντιδρώντος
περισσεύει μετά την ολοκλήρωση της αντίδρασης.

Η έκταση της αντίδρασης που θα λάβει μέρος, λοιπόν, εξαρτάται από το αντιδρών
που βρίσκεται σε περιορισμένη αναλογία – το περιοριστικό αντιδρών. Το άλλο
αντιδρών λέγεται ότι είναι αντιδρών σε περίσσια.
Συγκέντρωση των Εν Διαλύσει Αντιδρώντων - Μοριακότητα
17

Οι στοιχειομετρικοί υπολογισμοί για τις χημικές αντιδράσεις απαιτούν πάντα τον


προσδιορισμό των mol. Έτσι, η πιο χρήσιμη έκφραση της συγκέντρωσης ενός
διαλύματος είναι η μοριακότητα (Μ), η οποία ορίζεται ως τα mol της εν διαλύσει
ουσίας ανά L διαλύματος. Για παράδειγμα, 1 L νερού που περιέχει 1 mol NaCl έχει
συγκέντρωση 1 mol/L, δηλαδή είναι 1 Μ.

Η μοριακότητα (molarity) οποιουδήποτε διαλύματος βρίσκεται διαιρώντας τον


αριθμό των mol της εν διαλύσει ουσίας με τον όγκο του διαλύματος, εκφρασμένο σε
L.

Συγκέντρωση των Εν Διαλύσει Αντιδρώντων - Μοριακότητα


18

Η μοριακότητα μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως συντελεστής μετατροπής για να


συσχετιστεί ο όγκος ενός διαλύματος με τον αριθμό των mol της διαλυμένης ουσίας.

 Εάν είναι γνωστά η μοριακότητα και ο όγκος ενός διαλύματος, μπορεί να


προσδιοριστεί ο αριθμός των mol της διαλυμένης ουσίας.

 Εάν είναι γνωστά ο αριθμός των mol της διαλυμένης ουσίας και η μοριακότητα,
μπορεί να υπολογιστεί ο όγκος του διαλύματος.
Υπολογισμός molarity από μάζα και όγκο
Χρήση της molarity ως συντελεστή μετατροπής
19

 Ένα δείγμα NaNO3 που ζυγίζει 0,38g τοποθετείται σε


ογκομετρική φιάλη των 50ml. Η φιάλη συμπληρώνεται με
νερό μέχρι τη χαραγή. Ποια είναι η molarity του διαλύματος
που προκύπτει;

 Ένα πείραμα απαιτεί την προσθήκη στο δοχείο της


αντίδρασης 0,184g NaOH υπό μορφή υδατικού διαλύματος.
Πόσα ml διαλύματος NaOH 0,150Μ πρέπει να προστεθούν;

Αραίωση Πυκνών Διαλυμάτων


20

Πολλές χημικές ουσίες είναι εμπορικά διαθέσιμες ως πυκνά διαλύματα, αλλά στην
κοινή εργαστηριακή πρακτική χρησιμοποιούνται διαλύματα πολύ μικρότερης
συγκέντρωσης. Γι’ αυτό το λόγο, υπάρχει η ανάγκη αραίωσης.

Το υδροχλωρικό οξύ, για παράδειγμα, υπάρχει διαθέσιμο ως υδατικό διάλυμα 12 Μ,


αλλά στο εργαστήριο συνήθως χρησιμοποιούνται διαλύματα 0.1 Μ, 1-2 Μ, ή 6 Μ.
Αραίωση Πυκνών Διαλυμάτων
21

Αυτό που πρέπει πάντα να λαμβάνεται υπόψη όταν γίνεται η αραίωση ενός
διαλύματος, είναι ότι ο αριθμός των mol της διαλυμένης ουσίας είναι σταθερός αυτό
που αλλάζει είναι ο όγκος του διαλύματος, επειδή προστίθεται περισσότερος
διαλύτης. Με βάση λοιπόν τα παραπάνω ισχύει:

Όπου Mi είναι η αρχική μοριακότητα, Vi ο αρχικός όγκος, Mf είναι η τελική


μοριακότητα και Vf ο τελικός όγκος μετά την αραίωση. Με βάση την παραπάνω
εξίσωση, η μοριακότητα του τελικού διαλύματος θα είναι:

Αραίωση Πυκνών Διαλυμάτων


22

 Δίνεται διάλυμα αμμωνίας 14,8Μ. Πόσα ml από αυτό το


διάλυμα χρειαζόμαστε για να παρασκευάσουμε με αραίωση
100,0ml διαλύματος αμμωνίας 1,00Μ;

 Έχετε ένα διάλυμα θειικού οξέος 1,5Μ. Πόσα ml από αυτό το


διάλυμα χρειάζεσθε προκειμένου να παρασκευάσετε
100,0ml διαλύματος θειικού οξέος 0,18Μ
Στοιχειομετρία Διαλυμάτων - Ογκομέτρηση
23

Η μοριακότητα καθιστά δυνατό τον


υπολογισμό του όγκου ενός
διαλύματος που χρειάζεται για ν’
αντιδράσει μ’ ένα δεδομένο όγκο
ενός άλλου διαλύματος. Αυτού του
είδους οι υπολογισμοί είναι πολύ
χρήσιμοι στη χημεία οξέων – βάσεων.

Στοιχειομετρία Διαλυμάτων - Ογκομέτρηση


24

Ογκομέτρηση είναι η διαδικασία προσδιορισμού της συγκέντρωσης ενός διαλύματος


μέσω ακριβούς μετρήσεως του όγκου που αντιδρά με πρότυπο διάλυμα μιας άλλης
ένωσης, της οποίας η συγκέντρωση είναι γνωστή. Μετρώντας λοιπόν το όγκο του
πρότυπου διαλύματος, υπολογίζουμε τη συγκέντρωση του άγνωστου διαλύματος.
Υπολογισμός της ποσότητας μιας ουσίας σε ογκομετρούμενο
διάλυμα
25

 Μία φιάλη περιέχει διάλυμα άγνωστης ποσότητας HCl. Το


διάλυμα αυτό ογκομετρείται με NaOH 0,207Μ. Για την
ολοκλήρωση της αντίδρασης απαιτούνται 4,47ml NaOH.
Πόση είναι η μάζα του HCl;

 Διάλυμα υπεροξειδίου του υδρογόνου Η2Ο2 , ογκομετρείται


με διάλυμα υπερμαγγανικού καλίου KMnO4 σύμφωνα με
την παρακάτω αντίδραση. Για την ογκομέτρηση 20,0g
διαλύματος υπεροξειδίου του υδρογόνου απαιτούνται
46,9ml KMnO4 0,145M. Πόση είναι η εκατοστιαία
περιεκτικότητα του διαλύματος σε Η2Ο2 ;

Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων & Διατροφής


Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας (Καρδίτσα)
Ανόργανη Χημεία

Ενότητα 3η: Αντιδράσεις σε Υδατικά Διαλύματα

Οκτώβριος 2020 Δρ. Λάκκα Αχιλλεία ΠΔ. 407


Η ιοντική θεωρία των διαλυμάτων
2

 Προτάθηκε τo 1884 από τον Svante Arrhenius (Σουηδός


Χημικός, 1859-1927, Νόμπελ Χημείας 1903) για να
ερμηνευθεί η αγωγιμότητα του καθαρού νερού μετά τη
διάλυση ορισμένων ουσιών σε αυτό

Ηλεκτρολύτες σε Υδατικά Διαλύματα


3

Όταν NaCl, μια ιοντική ένωση, διαλυθεί σε νερό, το διάλυμα περιέχει ξεχωριστά ιόντα
Na+ και Cl-, που περιβάλλονται από νερό. Λόγω της παρουσίας των ιόντων, το διάλυμα
NaCl άγει ηλεκτρισμό (μπορεί να περάσει μέσα από το διάλυμα ηλεκτρικό ρεύμα).

Ουσίες όπως το NaCl ή το KBr που διαλύονται σε νερό και παράγουν αγώγιμα
διαλύματα ιόντων ονομάζονται ηλεκτρολύτες. Ουσίες όπως η ζάχαρη ή η αιθανόλη,
που δεν παράγουν ιόντα σε υδατικό διάλυμα, ονομάζονται μη-ηλεκτρολύτες.

Οι περισσότεροι ηλεκτρολύτες είναι ιοντικές ενώσεις, αλλά υπάρχουν και μοριακοί


ηλεκτρολύτες. Το HCl, για παράδειγμα, είναι μοριακή ένωση σε καθαρή μορφή, αλλά
διίσταται και δίνει ιόντα Η+ και Cl- όταν διαλυθεί στο νερό.
Ηλεκτρολύτες σε Υδατικά Διαλύματα
4

Ενώσεις που διίστανται σε μεγάλη έκταση (70 – 100%) σε ιόντα όταν διαλυθούν στο
νερό ονομάζονται ισχυροί ηλεκτρολύτες. Ενώσεις που διίστανται σε περιορισμένη
έκταση ονομάζονται ασθενείς ηλεκτρολύτες.

Να σημειωθεί ότι όταν γράφεται μια διάσταση χρησιμοποιείται το βέλος διπλής


κατεύθυνσης για να υποδεικνύεται ότι η αντίδραση λαμβάνει μέρος ταυτόχρονα και
προς τις δύο κατευθύνσεις. Η διάσταση, δηλαδή, είναι μια δυναμική διαδικασία, κατά
τη διάρκεια της οποίας εγκαθίσταται μια ισορροπία.

Ηλεκτρολύτες σε Υδατικά Διαλύματα


5
Υδατικές Αντιδράσεις και Τελικές Ιοντικές Εξισώσεις
6

Η εξίσωση που περιγράφει μια αντίδραση μπορεί να γραφτεί ως μοριακή εξίσωση,


δηλαδή όλες οι ουσίες που συμμετέχουν στην αντίδραση εμφανίζονται με το μοριακό
τύπο.

Στην πραγματικότητα, ο Pb(NO3)2, το KI και το KNO3 είναι ισχυροί ηλεκτρολύτες που


διαλύονται στο νερό και παρέχουν διαλύματα ιόντων. Έτσι, είναι πιο ακριβές να
γραφτεί η εξίσωση ως μια ιοντική εξίσωση, στην οποία όλα τα ιόντα αναφέρονται
ρητά:

Υδατικές Αντιδράσεις και Τελικές Ιοντικές Εξισώσεις


7

Μια προσεκτική ματιά στην προηγούμενη εξίσωση φανερώνει ότι τα ιόντα Κ+ και ΝΟ3-
δεν υπόκεινται σε αλλαγές κατά τη διάρκεια της αντίδρασης. Εμφανίζονται και στις
δύο πλευρές της εξίσωσης και λειτουργούν μόνο ως ιόντα – θεατές, των οποίων ο
μοναδικός ρόλος είναι να ισοσταθμίζουν το φορτίο.

Η πραγματική αντίδραση μπορεί να περιγραφεί πιο απλά, γράφοντας μια τελική


ιοντική εξίσωση, στην οποία φαίνονται μόνο τα ιόντα που υπόκεινται σε αλλαγές. Τα
ιόντα – θεατές δεν φαίνονται.
Χημικές Αντιδράσεις
8

Οι υδατικές αντιδράσεις μπορούν να ομαδοποιηθούν σε τρεις γενικές κατηγορίες:


αντιδράσεις καταβύθισης, αντιδράσεις εξουδετέρωσης οξέων – βάσεων και
αντιδράσεις οξείδωσης – αναγωγής.

 Αντιδράσεις καταβύθισης: Είναι διεργασίες κατά τις οποίες διαλυτά αντιδρώντα


παράγουν αδιάλυτα προϊόντα, τα οποία καθιζάνουν. Ο σχηματισμός αυτού του
σταθερού προϊόντος (ίζημα) αφαιρεί υλικό από το υδατικό διάλυμα και παρέχει την
κινητήρια δύναμη για την αντίδραση.

Οι περισσότερες αντιδράσεις καταβύθισης λαμβάνουν μέρος όταν ανιόντα και


κατιόντα ιοντικών ενώσεων αλλάζουν εταίρους.

Χημικές Αντιδράσεις
9
Χημικές Αντιδράσεις
10

Αντιδράσεις εξουδετέρωσης οξέων – βάσεων: Είναι διεργασίες κατά τις οποίες ένα
οξύ αντιδρά με μια βάση και παράγει νερό και μια ιοντική ένωση που ονομάζεται
άλας. Η κινητήρια δύναμη της αντίδρασης είναι ο σχηματισμός σταθερού
ομοιοπολικού μορίου νερού, μέσω της αφαίρεσης των Η+ (που προέρχονται απ’ το
οξύ) και των ΟΗ- (που προέρχονται από τη βάση).

Χημικές Αντιδράσεις
11

Αντιδράσεις οξείδωσης – αναγωγής (ή οξειδοαναγωγής): Είναι διεργασίες κατά τις


οποίες ένα ή περισσότερα ηλεκτρόνια μεταφέρονται μεταξύ των εταίρων της
αντίδρασης (άτομα, μόρια ή ιόντα). Η κινητήριος δύναμη είναι η μείωση του
ηλεκτρικού δυναμικού (όπως όταν γειώνεται ένα ηλεκτρικό καλώδιο και τα
ηλεκτρόνια ρέουν από το καλώδιο στη γη). Ως αποτέλεσμα αυτής της μεταφοράς
ηλεκτρονίων, τα φορτία των ατόμων των αντιδρώντων αλλάζουν.

Για παράδειγμα, όταν μεταλλικό Mg αντιδρά με ατμούς I2, ένα άτομο Mg δίνει από
ένα ηλεκτρόνιο στο κάθε άτομο I. Έτσι το φορτίο του Mg αλλάζει από 0 σε +2, ενώ στο
κάθε άτομο Ι από 0 σε -1.
Αντιδράσεις Καταβύθισης και Κανόνες Διαλυτότητας
12

Για να προβλεφτεί αν θα γίνει μια αντίδραση καταβύθισης όταν αναμιγνύονται


υδατικά διαλύματα δύο ουσιών, πρέπει να είναι γνωστή η διαλυτότητα του κάθε
πιθανού προϊόντος, η ποσότητα δηλαδή της κάθε ουσίας που διαλύεται σε δεδομένη
ποσότητα διαλύτη, σε μια δεδομένη θερμοκρασία.

Αν μια ουσία έχει χαμηλή διαλυτότητα στο νερό, είναι πιθανό να καθιζάνει σ’ ένα
υδατικό διάλυμα. Αν έχει υψηλή διαλυτότητα στο νερό, δεν θα σχηματιστεί ίζημα.

Αντιδράσεις Καταβύθισης και Κανόνες Διαλυτότητας


13

Η διαλυτότητα είναι πολύπλοκο θέμα και δεν είναι πάντα εφικτή η σωστή πρόβλεψη.
Επιπρόσθετα, οι διαλυτότητες εξαρτώνται και από τις συγκεντρώσεις των
αντιδρώντων ιόντων, γι’ αυτό και οι έννοιες «διαλυτός» και «αδιάλυτος» δεν είναι
ακριβείς.

Ως ένας εμπειρικός κανόνας, μια ουσία είναι πιθανώς διαλυτή εάν πληροί ένα (ή και
τα δύο) από τα παρακάτω κριτήρια:

1. Aν περιέχει ένα από τα ακόλουθα κατιόντα:

 Κατιόντα ομάδας 1Α: Li+, K+, Na+, Rb+, Cs+

 Ιόν αμμωνίου – ΝΗ4+


Αντιδράσεις Καταβύθισης και Κανόνες Διαλυτότητας
14

2. Aν περιέχει ένα από τα ακόλουθα ανιόντα:

 Αλογόνα: Cl-, Br-, I-, εκτός των ενώσεων Ag+, Hg22+ και Pb2+

 Νιτρικό (NO3-), υπερχλωρικό (ClO4-), οξικό (CH3COO-) και θειϊκό (SO42-), εκτός των
θειϊκών Ba2+ Hg22+ και Pb2+.

Μια ουσία που δεν περιέχει ένα από τα παραπάνω ιόντα, είναι πιθανώς μη-διαλυτή.
Οι παραπάνω οδηγίες δεν καθιστούν δυνατή μόνο την πρόβλεψη δημιουργίας
ιζήματος, αλλά επιτρέπουν και την εσκεμμένη παραγωγή ιζήματος.

Αντιδράσεις Καταβύθισης και Κανόνες Διαλυτότητας


15
Οξέα, Βάσεις & Αντιδράσεις Εξουδετέρωσης
16

Το 1887 ο Σουηδός χημικός Arrhenius πρότεινε ότι τα οξέα είναι ουσίες που
διίστανται στο νερό και δίνουν ιόντα υδρογόνου (Η+) και βάσεις είναι ουσίες που
δίνουν ιόντα υδροξυλίου (ΟΗ-).

Το σύμβολο Η+(aq) είναι βολικό να χρησιμοποιείται στις εξισώσεις, αλλά δεν


αντιπροσωπεύει τη δομή του ιόντος που υπάρχει στην πραγματικότητα μέσα στο
διάλυμα. Το Η+ είναι πολύ ενεργό για να είναι αυθύπαρκτο, μιας και είναι ένας πολύ
μικρός πυρήνας υδρογόνου (πρωτόνιο).

Οξέα, Βάσεις & Αντιδράσεις Εξουδετέρωσης


17

Το Η+, λοιπόν, προσκολλάται σ’ ένα μόριο νερού, δίνοντας το πιο σταθερό ιόν
υδρονίου (Η3Ο+). Για παράδειγμα, το HCl δίνει Cl-(aq) και Η3Ο+(aq) όταν διαλύεται στο
νερό:

Τα διαφορετικά οξέα διίστανται σε διαφορετικές εκτάσεις σε υδατικά διαλύματα.


Αυτά τα οξέα που διίστανται σε μεγάλο βαθμό είναι ισχυροί ηλεκτρολύτες και ισχυρά
οξέα. Τα οξέα που διίστανται σε περιορισμένο βαθμό είναι ασθενείς ηλεκτρολύτες και
ασθενή οξέα.
Οξέα, Βάσεις & Αντιδράσεις Εξουδετέρωσης
18

Τα διαφορετικά οξέα έχουν διαφορετικό αριθμό όξινων υδρογόνων και δίνουν


διαφορετικό αριθμό ιόντων Η3Ο+ σε διάλυμα. Για παράδειγμα, το θειικό οξύ μπορεί
να διασταθεί δύο φορές και το φωσφορικό τρεις. Στην περίπτωση του θειικού οξέως,
η πρώτη διάσταση είναι πλήρης, ενώ η δεύτερη, μερική. Στην περίπτωση του
φωσφορικού οξέως, καμιά διάσταση δεν είναι πλήρης.

Οξέα, Βάσεις & Αντιδράσεις Εξουδετέρωσης


19

Οι βάσεις, όπως και τα οξέα, μπορούν επίσης να είναι ισχυρές ή ασθενείς, κάτι το
οποίο εξαρτάται από την έκταση στην οποία διίστανται για να δημιουργήσουν ιόντα
ΟΗ- σε υδατικό διάλυμα. Τα περισσότερα υδροξείδια των μετάλλων, όπως π.χ. NaOH
Ba(OH)2 είναι ισχυροί ηλεκτρολύτες και ισχυρές βάσεις, αλλά η αμμωνία (ΝΗ3) είναι
ασθενής ηλεκτρολύτης και ασθενής βάση.
Οξέα, Βάσεις & Αντιδράσεις Εξουδετέρωσης
20

Οξέα, Βάσεις & Αντιδράσεις Εξουδετέρωσης


21

Όταν ένα οξύ και μια βάση αναμιγνύονται στη σωστή στοιχειομετρική αναλογία, και
οι όξινες και οι βασικές ιδιότητες εξαφανίζονται εξαιτίας της αντίδρασης
εξουδετέρωσης, η οποία παράγει νερό και άλας. Το ανιόν του άλατος (Α-) προέρχεται
από το οξύ και το κατιόν (Μ+) προέρχεται από τη βάση:

Επειδή τα άλατα είναι συνήθως ισχυροί ηλεκτρολύτες σε υδατικό διάλυμα, η εξίσωση


εξουδετέρωσης ενός ισχυρού οξέως από μια ισχυρή βάση μπορεί να γραφτεί ως
ιοντική εξίσωση:
Οξέα, Βάσεις & Αντιδράσεις Εξουδετέρωσης
22

Διαγράφοντας τα ιόντα που εμφανίζονται και στις δύο πλευρές της εξίσωσης,
λαμβάνεται η τελική ιοντική εξίσωση, η οποία ισχύει για την αντίδραση
οποιουδήποτε ισχυρού οξέως με οποιαδήποτε ισχυρή βάση:

Αντιδράσεις Οξείδωσης – Αναγωγής (Οξειδοαναγωγής)


23

Οξείδωση ορίζεται ως η απώλεια ενός ή περισσοτέρων ηλεκτρονίων από μία ουσία –


στοιχείο, ένωση ή ιόν. Αντιθέτως, αναγωγή είναι η πρόσληψη ηλεκτρονίων από μια
ουσία. Έτσι, αντίδραση οξείδωσης – αναγωγής (ή οξειδοαναγωγής – Ο/Α) είναι η
διεργασίας κατά την οποία υπάρχει μεταφορά ηλεκτρονίων από μια ένωση σε μια
άλλη.
Αντιδράσεις Οξείδωσης – Αναγωγής (Οξειδοαναγωγής)
24

Για να γίνει αντιληπτό πότε μια αντίδραση Ο/Α λαμβάνει μέρος, θα πρέπει να οριστεί
για κάθε άτομο μιας ουσίας μια τιμή, η οποία ονομάζεται αριθμός οξείδωσης (ή
κατάσταση οξείδωσης). Αυτή η τιμή υποδεικνύει εάν ένα άτομο είναι ουδέτερο,
πλούσιο ή φτωχό σε ηλεκτρόνια. Συγκρίνοντας τον αριθμό οξείδωσης ενός ατόμου
πριν και μετά την αντίδραση, μπορεί να βρεθεί αν ένα άτομο έχασε ή έλαβε
ηλεκτρόνια.

Να σημειωθεί ότι οι αριθμοί οξείδωσης δεν υποδηλώνουν απαραιτήτως ιοντικό


φορτίο. Χρησιμοποιούνται για τον έλεγχο ανταλλαγής ηλεκτρονίων στις αντιδράσεις
Ο/Α.

Αντιδράσεις Οξείδωσης – Αναγωγής (Οξειδοαναγωγής)


25

Οι κανόνες για τον ορισμό αριθμού οξείδωσης έχουν ως εξής:

1. Ένα άτομο στη στοιχειακή του μορφή έχει αριθμό οξείδωσης 0.

2. Ένα άτομο σε μονοατομικό ιόν έχει αριθμό οξείδωσης ίσο με το φορτίο του.
Αντιδράσεις Οξείδωσης – Αναγωγής (Οξειδοαναγωγής)
26

3. Ένα άτομο σε πολυατομικό ιόν ή μοριακή ένωση έχει συνήθως τον ίδιο αριθμό
οξείδωσης που θα είχε εάν ήταν μονοατομικό ιόν.

Γενικά, όσο πιο αριστερά στον περιοδικό πίνακα βρίσκεται ένα στοιχείο, τόσο πιο
πιθανό είναι να έχει τη μορφή κατιόντος. Τα μέταλλα λοιπόν έχουν συνήθως θετικό
αριθμό οξείδωσης. Όσο πιο δεξιά βρίσκεται ένα στοιχείο, τόσο πιο πιθανό είναι να
έχει τη μορφή ανιόντος. Στοιχεία δηλαδή όπως Ο, Ν και αλογόνα έχουν συνήθως
αρνητικό αριθμό οξείδωσης.

Αντιδράσεις Οξείδωσης – Αναγωγής (Οξειδοαναγωγής)


27

 Το υδρογόνο μπορεί να έχει αριθμό οξείδωσης είτε -1, είτε +1. Όταν είναι ενωμένο με
μέταλλο, όπως π.χ. Na ή Ca, έχει -1. Όταν είναι ενωμένο με μη-μέταλλο, όπως π.χ. Ο,
Ν, C ή Cl, τότε έχει +1.

 Το οξυγόνο έχει συνήθως αριθμό οξείδωσης -2. Η πιο σημαντική εξαίρεση είναι οι
ουσίες που ονομάζονται υπεροξείδια, οι οποίες περιέχουν είτε ιόντα Ο22- είτε ένα
ομοιοπολικό δεσμό Ο-Ο στο μόριό τους. Κάθε άτομο Ο σ’ ένα υπεροξείδιο έχει
αριθμό οξείδωσης -1.
Αντιδράσεις Οξείδωσης – Αναγωγής (Οξειδοαναγωγής)
28

 Τα αλογόνα έχουν συνήθως αριθμό οξείδωσης -1. Η πιο σημαντική εξαίρεση είναι οι
ενώσεις Cl, Br και I, στις οποίες το αλογόνο είναι ενωμένο με οξυγόνο. Σ’ αυτές τις
ενώσεις, το οξυγόνο έχει αριθμό οξείδωσης -2 και το αλογόνο θετικό αριθμό
οξείδωσης.

4. Το άθροισμα των αριθμών οξείδωσης είναι 0 για μια ουδέτερη ένωση και ίσο με το
καθαρό φορτίο σε πολυατομικό ιόν. Ο κανόνας αυτός είναι πολύ πρακτικός για την
εύρεση του αριθμού οξείδωσης ενός στοιχείου σε μια πολυατομική ένωση.

Αντιδράσεις Οξείδωσης – Αναγωγής (Οξειδοαναγωγής)


29

Για παράδειγμα, ζητείται ο προσδιορισμός του αριθμού οξείδωσης του ατόμου S στο
H2SO4, του Cl στο ClO4- και του Ν στο ΝΗ4+.
Αναγνώριση Αντιδράσεων Οξειδοαναγωγής
30

Γι’ αυτή τη διαδικασία, η σκωρίαση (σκούριασμα) του σιδήρου είναι ένα καλό
παράδειγμα. Τα αντιδρώντα, Fe και O2 είναι στοιχεία και επομένως έχουν και τα δύο
αριθμό οξείδωσης 0. Όταν αντιδράσουν όμως, στο προϊόν που θα παράξουν τα
άτομα οξυγόνου θα έχουν αριθμό οξείδωσης -2 και τα άτομα σιδήρου +3. Ο σίδηρος
δηλαδή θα υποστεί μια αλλαγή από 0 σε +3 (απώλεια ηλεκτρονίων – οξείδωση), και
το οξυγόνο από 0 σε -2 (πρόληψη ηλεκτρονίων – αναγωγή).

Να σημειωθεί ότι τα ηλεκτρόνια που απωλέσθηκαν από τα άτομα που οξειδώθηκαν


(4Fe  3 e/Fe = 12) είναι ίσα με τα ηλεκτρόνια που προσελήφθησαν (6Ο  2 e/O = 12).

Αναγνώριση Αντιδράσεων Οξειδοαναγωγής


31

Μια παρόμοια ανάλυση μπορεί να γίνει και στην περίπτωση παραγωγής μεταλλικού
σιδήρου από Fe2O3. Το άτομο του σιδήρου ανάγεται γιατί από αριθμό οξείδωσης +3
πάει σε 0. Την ίδια στιγμή το άτομο C οξειδώνεται γιατί από αριθμό οξείδωσης 0 που
έχει στη στοιχειακή του μορφή, πάει σε +4 στο CO2. Το άτομο του οξυγόνου δεν
υφίσταται καμιά αλλαγή. Ο συνολικός αριθμός ηλεκτρονίων που χάνεται από τα
άτομα που οξειδώνονται (3C  4 e/C = 12) ισούται με τον αριθμό των ηλεκτρονίων
που προσλαμβάνονται από τα άτομα που ανάγονται (4Fe  3 e/Fe = 12).
Αναγνώριση Αντιδράσεων Οξειδοαναγωγής
32

Οι οξειδώσεις και οι αναγωγές συμβαίνουν πάντα ταυτόχρονα. Όποτε ένα άτομο


απολέσει ένα ή περισσότερα ηλεκτρόνια (οξειδώνεται), ένα άλλο άτομο πρέπει να
προσλάβει αυτά τα ηλεκτρόνια (να αναχθεί). Η ουσία που προκαλεί αναγωγή
χάνοντας ηλεκτρόνια ονομάζεται αναγωγικό μέσο. Η ουσία που προκαλεί οξείδωση
προσλαμβάνοντας ηλεκτρόνια ονομάζεται οξειδωτικό μέσο. Τα αναγωγικά μέσα
οξειδώνονται και τα οξειδωτικά μέσα ανάγονται.

Αναγνώριση Αντιδράσεων Οξειδοαναγωγής


33

Οι αντιδράσεις Ο/Α είναι κοινές σε όλα τα στοιχεία, εκτός των ευγενών αερίων (ομάδα
8Α). Γενικά, τα μέταλλα δρουν ως αναγωγικά μέσα, ενώ δραστικά μη-μέταλλα όπως
το Ο2 και τα αλογόνα, δρουν ως οξειδωτικά μέσα.

Τα διαφορετικά μέταλλα μπορούν ν’ απολέσουν διαφορετικό αριθμό ηλεκτρονίων.


Η Σειρά Δραστικότητας των Στοιχείων
34

Η αντίδραση ενός κατιόντος σε υδατικό διάλυμα, συνήθως ενός μεταλλικού ιόντος, μ’


ένα ελεύθερο στοιχείο είναι από τις απλούστερες αντιδράσεις Ο/Α. Τα προϊόντα είναι
ένα διαφορετικό ιόν και ένα διαφορετικό στοιχείο. Για παράδειγμα, μεταλλικός
σίδηρος αντιδρά με ιόντα Cu2+ και παράγεται Fe2+ και μεταλλικός χαλκός.

Ομοίως, μεταλλικό μαγνήσιο (Mg) αντιδρά με υδατικό διάλυμα οξέως (Η+) και
παράγει ιόν Mg2+ και αέριο Η2.

35
Η Σειρά Δραστικότητας των Στοιχείων
36

Η σχετική ευκολία με την οποία ένα ιόν / άτομο χάνει ή προσλαμβάνει ηλεκτρόνια,
δηλαδή πόσο εύκολα οξειδώνεται ή ανάγεται, καθορίζει εάν μια αντίδραση μεταξύ
ενός ιόντος και ενός στοιχείου είναι εφικτή.

Από την καταγραφή δεδομένων που προκύπτουν από μια διαδοχή διαφορετικών
αντιδράσεων είναι δυνατό να οργανωθεί μια σειρά δραστικότητας, η οποία
κατατάσσει τα στοιχεία με βάση την αναγωγική τους ικανότητα σε υδατικό διάλυμα.

37
Η Σειρά Δραστικότητας των Στοιχείων
38

Τα στοιχεία στην κορυφή του πίνακα χάνουν ηλεκτρόνια πιο εύκολα και συνεπώς
είναι ισχυρά αναγωγικά μέσα. Αντιθέτως, τα στοιχεία στη βάση του πίνακα χάνουν
ηλεκτρόνια λιγότερο εύκολα και είναι ασθενή αναγωγικά μέσα.

Συνεπώς, οποιοδήποτε στοιχείο υψηλότερα στην κατάταξη δραστικότητας θα


ανάγει το ιόν οποιουδήποτε στοιχείου χαμηλότερα στην κατάταξη. Για παράδειγμα,
επειδή ο χαλκός βρίσκεται ψηλότερα από τον άργυρο, ο μεταλλικός Cu μπορεί να
δώσει ηλεκτρόνια σε ιόντα Ag+.

Αντιθέτως, επειδή ο χρυσός είναι χαμηλότερα στην κατάταξη, ο μεταλλικός Au δεν


μπορεί να δώσει ηλεκτρόνια σε ιόντα Ag+.

39
Η Σειρά Δραστικότητας των Στοιχείων
40

Η θέση του υδρογόνου στη σειρά κατάταξης είναι σημαντική, γιατί υποδεικνύει ποια
μέταλλα μπορούν ν’ αντιδράσουν με υδατικό διάλυμα οξέως (Η+) και ν’
απελευθερώσουν αέριο Η2. Τα μέταλλα στην κορυφή της κατάταξης – τα
αλκαλιμέταλλα της ομάδας 1Α και οι αλκαλικές γαίες της ομάδας 2Α – είναι τόσο
ισχυρά αναγωγικά μέσα που αντιδρούν ακόμα και με καθαρό νερό, όπου η
συγκέντρωση Η+ είναι πολύ χαμηλή.

Η Σειρά Δραστικότητας των Στοιχείων


41

Αντιθέτως, τα στοιχεία στη μέση της κατάταξης αντιδρούν με οξύ αλλά όχι με νερό και
αυτά χαμηλά στην κατάταξη δεν αντιδρούν ούτε με οξύ, ούτε με νερό.

Να σημειωθεί ότι τα περισσότερα δραστικά μέταλλα (κορυφή της κατάταξης) είναι στ’
αριστερά του περιοδικού πίνακα, ενώ αντιθέτως τα λιγότερο δραστικά (βάση της
κατάταξης) βρίσκονται στα δεξιά.
Ισοστάθμιση Αντιδράσεων Ο/Α – Η Μέθοδος Αριθμού Οξείδωσης

42

Το κλειδί στη μέθοδο αριθμού οξείδωσης ως προσέγγιση ισοστάθμισης είναι η


διαπίστωση ότι το καθαρό φορτίο στο σύνολο όλων των αριθμών οξείδωσης πρέπει
να είναι 0. Αυτό σημαίνει ότι οποιαδήποτε αύξηση στον αριθμό οξείδωσης των
οξειδωμένων ατόμων θα πρέπει να ισοδυναμεί με τη μείωση στον αριθμό οξείδωσης
των ανηγμένων ατόμων.

Για παράδειγμα, το KMnO4 αντιδρά με NaBr. Το ιόν MnO4- ανάγεται από το Br- σε
ιόντα Mn2+, ενώ παράγεται και Br2.

Ισοστάθμιση Αντιδράσεων Ο/Α – Η Μέθοδος Αριθμού Οξείδωσης

43

Το πρώτο βήμα είναι να ισοσταθμιστεί η αντίδραση για όλα τα άτομα, εκτός από το Ο
και Η.

Ακολούθως, βρίσκονται οι αριθμοί οξείδωσης όλων των ατόμων και στα αντιδρώντα
και στα προϊόντα.
Ισοστάθμιση Αντιδράσεων Ο/Α – Η Μέθοδος Αριθμού Οξείδωσης

44

Μετά, βρίσκονται τα άτομα των οποίων ο αριθμός οξείδωσης έχει αλλάξει, και έχουν
υποστεί είτε οξείδωση, είτε αναγωγή.

Ισοστάθμιση Αντιδράσεων Ο/Α – Η Μέθοδος Αριθμού Οξείδωσης

45

Το επόμενο βήμα είναι να υπολογιστεί η καθαρή αύξηση στον αριθμό οξείδωσης των
οξειδωμένων ατόμων και η καθαρή μείωση στον αριθμό οξείδωσης των ανηγμένων
ατόμων. Μετά, οι τιμές αυτές πολλαπλασιάζονται με κατάλληλους συντελεστές για να
γίνουν ίσες.
Ισοστάθμιση Αντιδράσεων Ο/Α – Η Μέθοδος Αριθμού Οξείδωσης

46

Τέλος, επειδή η αντίδραση λαμβάνει χώρα σε όξινο περιβάλλον, ισοσταθμείται η


εξίσωση για Ο με προσθήκη Η2Ο στην πλευρά με τα λιγότερα Ο και με την προσθήκη
Η+ στην πλευρά με τα λιγότερα Η.

47
Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων & Διατροφής
Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας (Καρδίτσα)
Ανόργανη Χημεία

Ενότητα 4η: Περιοδικότητα & Ατομική Δομή

Οκτώβριος 2020 Δρ. Λάκκα Αχιλλεία – ΠΔ 407

Φως & Ηλεκτρομαγνητικό Φάσμα


2

Το ορατό φως, η υπεριώδης ακτινοβολία, τα μικροκύματα, τα ραδιοκύματα και οι


ακτίνες Χ είναι διάφορες μορφές ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας.
Φως & Ηλεκτρομαγνητικό Φάσμα
3

Η ηλεκτρομαγνητική (Η/Μ) ακτινοβολία χαρακτηρίζεται από τη συχνότητα (frequency),


το μήκος κύματος (wavelength) και το πλάτος (amplitude).

Η συχνότητα (ν) ενός κύματος είναι ο αριθμός των κυματικών κορυφών που περνάνε
από ένα δεδομένο σημείο ανά μονάδα χρόνου και εκφράζεται είτε ως 1/s (s-1) είτε ως
hertz (1 Hz = 1 s-1).

Το μήκος κύματος (λ) είναι η απόσταση της μιας κυματικής κορυφής από την επόμενη
και το πλάτος είναι το ύψος που ορίζεται από την απόσταση της κεντρικής γραμμής
μεταξύ κορυφής και του κατώτατου σημείου κάμψης.

4
Φως & Ηλεκτρομαγνητικό Φάσμα
5

Πολλαπλασιάζοντας το μήκος κύματος (m) με τη συχνότητα (s-1) ενός κύματος,


υπολογίζεται η ταχύτητα του κύματος, εκπεφρασμένη σε m/s. Η ταχύτητα με την
οποία όλη η Η/Μ ακτινοβολία διέρχεται μέσα από το κενό είναι σταθερή και
ονομάζεται ταχύτητα του φωτός (c). Η αριθμητική τιμή της είναι 2.997 924 58  108
m/s, συνήθως στρογγυλεμένη ως 3.00  108.

Αυτή η εξίσωση δηλώνει ότι η συχνότητα και το μήκος κύματος σχετίζονται


αντίστροφα. Δηλαδή, Η/Μ ακτινοβολία με μεγάλο μήκος κύματος έχει χαμηλή
συχνότητα και το αντίστροφο.

Φως & Ηλεκτρομαγνητικό Φάσμα


6
Ηλεκτρομαγνητική Ακτινοβολία & Ατομικά Φάσματα
7

Τα άτομα εκπέμπουν φως όταν θερμαίνονται ή διεγείρονται ενεργειακώς με


οποιοδήποτε άλλο τρόπο, δίνοντας έτσι πληροφορίες για την ατομική του δομή. Το
φως που εκπέμπεται από ένα διεγερμένο άτομο αποτελείται από μερικά μόνο μήκη
κύματος και δίνει μια σειρά διακριτών γραμμών, διαχωρισμένων από κενές περιοχές.
Αυτό είναι ένα ατομικό φάσμα.
Για παράδειγμα, εάν θερμάνουμε ένα άλας Na, όπως το NaCl, τα διεγερμένα άτομα
Na παράγουν ένα κίτρινο φως. Τα άτομα του Η παράγουν ένα κυανόχρωμο φως,
αποτελούμενο από διάφορα χρώματα.

Σωματιδιακές Ιδιότητες της Ηλεκτρομαγνητικής Ακτινοβολίας -


Η Εξίσωση Planck
8

Μελετώντας την ακτινοβολία που εκλύεται από αντικείμενα που έχουν θερμανθεί, ο
Planck συμπέρανε ότι η ενέργεια που ακτινοβολείται από ένα θερμαινόμενο
αντικείμενο δεν μπορεί να μεταβάλλεται μ’ ένα συνεχή τρόπο. Αντιθέτως, η ενέργεια
εκπέμπεται σε διακριτές ποσότητες, τα κβάντα.

Η ποσότητα της ενέργειας, Ε, που συνδέεται με ένα κβάντο Η/Μ ενέργειας εξαρτάται
από τη συχνότητα της ακτινοβολίας, ν, σύμφωνα με τη εξίσωση:

Το σύμβολο h αντιπροσωπεύει μια θεμελιώδη φυσική σταθερά, η οποία ονομάζεται


σταθερά Planck (h = 6.626  10-34 Js).
Σωματιδιακές Ιδιότητες της Ηλεκτρομαγνητικής Ακτινοβολίας
Η Εξίσωση του Planck
9

Υψηλότερες συχνότητες και βραχεία μήκη κύματος αντιστοιχούν σε ακτινοβολία


υψηλότερης ενέργειας, ενώ χαμηλότερες συχνότητες και μακρύτερα μήκη κύματος
αντιστοιχούν σε χαμηλή ενέργεια.

Για παράδειγμα, το κυανό φως (λ  450 nm) έχει βραχύτερο μήκος κύματος και φέρει
περισσότερη ενέργεια από το ερυθρό φως (λ  650 nm). Ομοίως, μια ακτίνα Χ (λ  1
nm) έχει μικρότερο μήκος κύματος και φέρει περισσότερη ενέργεια απ’ ότι ένα
ραδιοκύμα FM (λ  1010 nm ή 10 m).

Κυματικές Ιδιότητες της Ύλης - Η Εξίσωση de Broglie


10

O de Broglie πρότεινε ότι εάν το φως μπορεί να συμπεριφέρεται σε ορισμένες


περιπτώσεις ως ύλη (υπό τη μορφή σωματιδίων που ονομάζονται φωτόνια), τότε ίσως
και η ύλη να μπορεί να συμπεριφερθεί ως φως. Δηλαδή, και το φως και η ύλη
μπορούν να συμπεριφέρονται και ως σωματίδια και ως κύματα.

Για την υποστήριξη αυτής της θεωρίας, ο de Broglie χρησιμοποίησε την εξίσωση του
Einstein:
Κυματικές Ιδιότητες της Ύλης - Η Εξίσωση de Broglie
11

Επειδή E = hc/λ, σύμφωνα με την εξίσωση Planck, είναι δυνατό ν’ αντικατασταθεί το E


για να ληφθεί μια παράγωγη εξίσωση, που συνδέει τη μάζα με το μήκος κύματος:

Ο de Broglie πρότεινε ότι μια παρόμοια εξίσωση μπορεί να εφαρμοστεί σ’ ένα


ηλεκτρόνιο, αντικαθιστώντας την ταχύτητα του φωτός (c) με την ταχύτητα του
ηλεκτρονίου (u).

Η εξίσωση de Broglie, λοιπόν, επιτρέπει τον υπολογισμό του «μήκους κύματος» ενός
ηλεκτρονίου ή οποιουδήποτε άλλου σωματιδίου ή αντικειμένου, που έχει μάζα m και
κινείται με ταχύτητα u:

Κβαντική Μηχανική & H Αρχή Αβεβαιότητας του Heisenberg


12

Ο Heisenberg διατύπωσε ότι είναι αδύνατο να γνωρίζουμε ακριβώς που βρίσκεται ένα
ηλεκτρόνιο και ποια πορεία ακολουθεί. Αυτή η διατύπωση ονομάστηκε Αρχή
Αβεβαιότητας του Heisenberg. Με μαθηματικούς όρους, η αρχή του Heisenberg
εκφράζει ότι η αβεβαιότητα της θέσης ενός ηλεκτρονίου, Δx, επί την αβεβαιότητα της
ορμής του, Δmu, ισούται ή είναι μεγαλύτερη της ποσότητας h/4π.

Σύμφωνα μ’ αυτή την εξίσωση, δεν μπορεί ποτέ να είναι γνωστά και η θέση και η
ταχύτητα ενός ηλεκτρονίου (ή οποιουδήποτε άλλου αντικειμένου), πέρα από κάποιο
όριο ακρίβειας. Εάν γνωρίζουμε την ταχύτητα με μεγάλο βαθμό βεβαιότητας (μικρή
Δmu) , τότε η θέση ενός ηλεκτρόνιου πρέπει να είναι αβέβαιη (η Δx πρέπει να είναι
μεγάλη) και αντιστρόφως.
Κυματικές Συναρτήσεις & Κβαντικοί Αριθμοί
13

Το μοντέλο κβαντικής μηχανικής της ατομικής δομής του Schrödinger πλαισιώνεται


στη μορφή μιας κυματικής εξίσωσης, και είναι μια μαθηματική εξίσωση παρόμοιας
μορφής με αυτή που χρησιμοποιείται να περιγράψει τα συνήθη κύματα στα ρευστά.

Οι λύσεις αυτής της εξίσωσης (υπάρχουν περισσότερες από μία) ονομάζονται


κυματικές συναρτήσεις ή τροχιακά και αναπαριστώνται με το σύμβολο ψ. Η έκφραση
ψ2 ορίζει την πιθανότητα της παρουσίας ενός ηλεκτρονίου μέσα σ’ ένα δεδομένο όγκο
γύρω από τον πυρήνα. Όπως ορίζει η αρχή του Heisenberg, δεν υπάρχει απόλυτη
βεβαιότητα για τη θέση ενός ηλεκτρονίου. Εντούτοις, μια κυματική συνάρτηση μπορεί
να δηλώσει που υπάρχουν περισσότερες πιθανότητες να βρίσκεται ένα ηλεκτρόνιο.

Κυματικές Συναρτήσεις & Κβαντικοί Αριθμοί


14

 Μια κυματική συνάρτηση περιέχει τρεις μεταβλητές που ονομάζονται κβαντικοί


αριθμοί και αναπαριστώνται ως n, l και ml. Αυτοί οι αριθμοί περιγράφουν το
επίπεδο ενέργειας ενός τροχιακού και το τρισδιάστατο σχήμα της περιοχής στο
χώρο, όπου βρίσκεται το ηλεκτρόνιο. Ένας τέταρτος κβαντικός αριθμός ms
αναφέρεται σε μία μαγνητική ιδιότητα των ηλεκτρονίων που λέγεται spin.

 Ο κύριος κβαντικός αριθμός (n) είναι ένας θετικός ακέραιος (n = 1, 2, 3 κτλ.) από
τον οποίο εξαρτώνται κυρίως το μέγεθος και το ενεργειακό επίπεδο ενός
τροχιακού. Όσο μικρότερος είναι ο n τόσο χαμηλότερη είναι η ενέργεια του
ηλεκτρονίου σε ένα άτομο. Όσο μεγαλύτερος είναι ο n τόσο μεγαλύτερο και το
τροχιακό.
Κυματικές Συναρτήσεις & Κβαντικοί Αριθμοί
15

Καθώς αυξάνει η τιμή n, αυξάνει και ο αριθμός των επιτρεπόμενων τροχιακών και το
μέγεθος αυτών των τροχιακών μεγεθύνεται, επιτρέποντας έτσι στο ηλεκτρόνιο να
βρίσκεται σε μεγαλύτερη απόσταση από τον πυρήνα.

Επειδή απαιτείται ενέργεια για την απομάκρυνση ενός αρνητικού από ένα θετικό
φορτίο, αυτή η αυξημένη απόσταση μεταξύ του πυρήνα και του ηλεκτρονίου σημαίνει
ότι η ενέργεια του ηλεκτρονίου στο τροχιακό αυξάνει, καθώς αυξάνει ο κβαντικός
αριθμός n.

Τα τροχιακά συχνά αναφέρονται σαν να είναι ομαδοποιημένα, σύμφωνα με τον


αριθμό n σε διαδοχικά στρώματα, ή φλοιούς / στιβάδες, γύρω από το άτομο. Για
παράδειγμα, τα τροχιακά με n = 3 βρίσκονται στην τρίτη στιβάδα.

Κυματικές Συναρτήσεις & Κβαντικοί Αριθμοί


16

 Τροχιακά της ίδιας κβαντικής κατάστασης n λέμε ότι ανήκουν στην ίδια
στιβάδα.

Γράμμα K L M N …
n 1 2 3 4 …

 Για άτομα που περιέχουν ένα ηλεκτρόνιο (υδρογόνο), η ενέργεια ενός


τροχιακού εξαρτάται μόνο από το n. Για άτομα με περισσότερα
ηλεκτρόνια εξαρτάται και από το n και από το l.
Κυματικές Συναρτήσεις & Κβαντικοί Αριθμοί
17

 Ο κβαντικός αριθμός στροφορμής (l) διακρίνει τροχιακά δεδομένου n, τα οποία έχουν


διαφορετικά σχήματα. Για ένα τροχιακό του οποίου ο κύριος κβαντικός αριθμός είναι n, ο
αριθμός l μπορεί να πάρει τιμές οποιοδήποτε ακέραιο αριθμό από το 0 έως το n – 1. Μέσα
σε κάθε στιβάδα, δηλαδή, υπάρχουν n διαφορετικά είδη τροχιακών, καθένα με το δικό του
σχήμα που υποδηλώνεται από τον κβαντικό αριθμό l.

 Τα τροχιακά ομαδοποιούνται, σύμφωνα με τον αριθμό l, σε υποστιβάδες. Οι διαφορετικές


υποστιβάδες αναφέρονται με τα γράμματα s, p, d, και f. Μετά το f, οι συμβολισμοί
γίνονται με γράμματα του αγγλοσαξονικού αλφάβητου, κατ’ αλφαβητική σειρά (g, h, i
κτλ.).

Κυματικές Συναρτήσεις & Κβαντικοί Αριθμοί


18

Για παράδειγμα, ένα τροχιακό με n = 3 και l = 2 είναι ένα 3d τροχιακό. Το 3


αντιπροσωπεύει την τρίτη στοιβάδα και το d τη l = 2 υποστιβάδα.

 Ο μαγνητικός κβαντικός αριθμός (ml) διακρίνει τροχιακά δεδομένων n και l (ενέργειας


και σχήματος), τα οποία όμως έχουν διαφορετικό προσανατολισμό στο χώρο. Για ένα
τροχιακό του οποίου ο κβαντικός αριθμός στροφορμής είναι l, η τιμή ml μπορεί να
είναι οποιοσδήποτε ακέραιος αριθμός μεταξύ -l και +l. Έτσι, μέσα σε κάθε υποστιβάδα
υπάρχουν 2l + 1 διαφορετικοί χωρικοί προσανατολισμοί γι’ αυτά τα τροχιακά.
19

Κυματικές Συναρτήσεις & Κβαντικοί Αριθμοί


20

 Ο κβαντικός αριθμός του spin, ms αναφέρεται στους δύο δυνατούς


προσανατολισμούς του άξονα αυτοστροφής (spin) του ηλεκτρονίου. Τα ηλεκτρόνια
συμπεριφέρονται και ως περιστρεφόμενα γύρω από έναν άξονα, και αυτή η
περιστροφή μπορεί να είναι σύμφωνα ή αντίθετα με την κίνηση των δεικτών του
ρολογιού. Επειδή τα ηλεκτρόνια είναι φορτισμένα, το περιστροφικό φορτίο
δημιουργεί ένα ασθενές μαγνητικό πεδίο, το οποίο περιγράφεται από τον κβαντικό
αριθμό περιστροφής (ή κβαντικό αριθμό spin), ms.

 Ο αριθμός ms μπορεί να λάβει δύο τιμές – ½ ή + ½.

Ο αριθμός ms είναι ανεξάρτητος των τριών άλλων

κβαντικών αριθμών, οι οποίοι σχετίζονται μεταξύ τους.


Κυματικές Συναρτήσεις & Κβαντικοί Αριθμοί
21

 Εξακριβώστε αν καθεμιά από τις ακόλουθες τετράδες


κβαντικών αριθμών είναι επιτρεπτή για ένα ηλεκτρόνιο
ατόμου. Αν κάποια δεν είναι επιτρεπτή, εξηγήστε για ποιον
λόγο.

a) n = 1, l=1, ml = 0, ms = + ½
β) n = 3, l= 1, ml = -2, ms = - ½
γ) n = 2, l= 1, ml = 0, ms = + ½
δ) n = 2, l= 0, ml = 0, ms = 1

Συσχέτιση χαρακτηρισμού τροχιακών με κβαντικούς αριθμούς


22

(α) Πώς χαρακτηρίζεται το τροχιακό με τους κβαντικούς


αριθμούς n = 4, l= 2 και ml = 0;
(β) Ποιοι είναι οι τρεις κβαντικοί αριθμοί που αντιστοιχούν σε
ένα τροχιακό 5p;
(γ) Πόσα τροχιακά έχουν τις τιμές n = 5 και l = 2;
Τα Σχήματα των Τροχιακών
23

Από τις διάφορες πιθανότητες, τα τροχιακά s, p, d και f είναι τα πιο σημαντικά, επειδή
μόνο αυτά καταλαμβάνονται από ηλεκτρόνια στα γνωστά στοιχεία.

Τροχιακά s

Όλα τα s τροχιακά είναι σφαιρικά, που σημαίνει ότι η πιθανότητα εύρεσης ενός
ηλεκτρονίου εξαρτάται μόνο από την απόσταση από τον πυρήνα και όχι από την
κατεύθυνση. Επιπλέον, επειδή υπάρχει μόνο ένας πιθανός προσανατολισμός μιας
σφαίρας στο χώρο, ένα s τροχιακό έχει ml = 0 και υπάρχει μόνο ένα s τροχιακό ανά
στοιβάδα.

Τα Σχήματα των Τροχιακών


24

Η τιμή ψ2 για ένα s τροχιακό είναι υψηλή κοντά στον πυρήνα και μειώνεται δραστικά
καθώς η απόσταση από τον πυρήνα αυξάνει, αν και δεν μηδενίζεται ποτέ, ακόμα και
για μεγάλες αποστάσεις.

Αν και όλα τα s τροχιακά είναι σφαιρικά, υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των s
τροχιακών των διαφόρων στοιβάδων.

Πρώτον, γιατί το μέγεθος ενός s τροχιακού αυξάνει στις διαδοχικές υψηλότερες


στοιβάδες, που σημαίνει ότι ένα ηλεκτρόνιο σ’ ένα s τροχιακό εξώτερης στοιβάδας
βρίσκεται μακρύτερα από τον πυρήνα.

Δεύτερον, η ηλεκτρονιακή κατανομή σ’ ένα s τροχιακό εξώτερης στοιβάδας έχει


αρκετές περιοχές υψηλής πιθανότητας.
Τα Σχήματα των Τροχιακών
25

Για παράδειγμα, ένα 2s τροχιακό είναι σαν σφαίρα μέσα σε σφαίρα. Υπάρχουν δύο
περιοχές υψηλής πιθανότητας, που διαχωρίζονται από μια επιφάνεια μηδενικής
πιθανότητας, που ονομάζεται κόμβος.

Ομοίως, ένα 3s τροχιακό έχει τρεις περιοχές υψηλής πιθανότητας και δύο σφαιρικούς
κόμβους.

26
Τα Σχήματα των Τροχιακών
27

Τροχιακά p

Τα p τροχιακά έχουν σχήμα «αλτήρα» και η κατανομή των ηλεκτρονίων


συγκεντρώνεται σε δύο πανομοιότυπους λοβούς εκατέρωθεν του πυρήνα, που
διαχωρίζονται από ένα επίπεδο κόμβο, ο οποίος διαπερνάει τον πυρήνα. Ως
αποτέλεσμα, η πιθανότητα να βρίσκεται ένα p ηλεκτρόνιο κοντά στον πυρήνα είναι 0.

Υπάρχουν τρεις επιτρεπτές τιμές για τον αριθμό ml, όταν l = 1. Έτσι, κάθε στοιβάδα
έχει τρία p τροχιακά, τα οποία είναι προσανατολισμένα στο χώρο σε γωνίες 90°
μεταξύ τους, κατά μήκος τριών συντεταγμένων x, y, z. Για παράδειγμα, τα τρία p
τροχιακά της δεύτερης στοιβάδας προσδιορίζονται ως 2px, 2py και 2pz.

28
Τα Σχήματα των Τροχιακών
29

Τροχιακά d

Η τρίτη και οι υψηλότερες στοιβάδες έχουν η καθεμία από πέντε d τροχιακά, τα οποία
διαφέρουν από τα αντίστοιχα s και p, επειδή έχουν δύο διαφορετικά σχήματα.
Τέσσερα από τα πέντε d τροχιακά έχουν σχήμα φύλλου τριφυλλιού και έχουν
τέσσερεις λοβούς μέγιστης πιθανότητας, οι οποίοι διαχωρίζονται από δύο κομβικά
επίπεδα διαμέσων του πυρήνα.

Το πέμπτο d τροχιακό είναι όμοιο σε σχήμα μ’ ένα pz τροχιακό, αλλά έχει μια
επιπρόσθετη περιοχή υψηλής πιθανότητας σχήματος donut, με κέντρο το επίπεδο xy.
Παρά το διαφορετικό σχήμα, όλα τα d τροχιακά σε μια στοιβάδα έχουν την ίδια
ενέργεια.

30
Ηλεκτρονικές δομές και διαγράμματα τροχιακών
31

 Ηλεκτρονιακή δομή: Μία ιδιαίτερη κατανομή των ηλεκτρονίων του


ατόμου στις διαθέσιμες υποστιβάδες

Ομάδα τροχιακών που έχουν τους ίδιους


κβαντικούς αριθμούς n και l αλλά
διαφορετικές τιμές ml

 Απεικόνιση ηλεκτρονιακής δομής: Τα σύμβολα των υποφλοιών


γράφονται το ένα δίπλα στο άλλο , με έναν εκθέτη που δίνει τον αριθμό
των ηλεκτρονίων στην αντίστοιχη υποστιβάδα
Li (Z=3): 1s22s1

Ηλεκτρονικές δομές και διαγράμματα τροχιακών


32

 Διάγραμμα τροχιακών: Κατανομή των ηλεκτρονίων στα


τροχιακά μιας υποστιβάδας. Κάθε ομάδα τροχιακών μιας
υποστιβάδας συμβολίζεται με το ίδιο σύμβολο όπως και η
υποστιβάδα. Ένα ηλεκτρόνιο συμβολίζεται με ένα βέλος το
οποίο κατευθύνεται προς τα πάνω όταν ms = +1/2 ή προς τα
κάτω όταν ms = - 1/2
Η Απαγορευτική Αρχή Pauli
33

 Απαγορευτική αρχή του Pauli: Δύο ηλεκτρόνια σ’ ένα τροχιακό δεν μπορούν να έχουν
ίδιους και τους τέσσερις κβαντικούς αριθμούς.

 Δεν μπορούμε να τοποθετήσουμε δύο ηλεκτρόνια με την ίδια τιμή ms σε ένα τροχιακό

 Ένα τροχιακό μπορεί να έχει μόνο δύο ηλεκτρόνια, τα οποία πρέπει να έχουν
αντιπαράλληλο spin. Άρα, ένα άτομο με χ ηλεκτρόνια, έχει τουλάχιστον χ/2 τροχιακά.

Αριθμός Μέγιστος
Υποστιβάδα τροχιακών αριθμός
ηλεκτρονίων
s (l = 0) 1 2

p (l =1) 3 6

d (l=2) 5 10

f (l=3) 7 14

34
Εφαρμογή απαγορευτικής αρχής Pauli
35

 Ποιο από τα ακόλουθα διαγράμματα τροχιακών και τις


ηλεκτρονικές δομές είναι επιτρεπτό και ποιο αδύνατο,
σύμφωνα με την απαγορευτική αρχή του Pauli; Εξηγήστε.

Εφαρμογή απαγορευτικής αρχής Pauli


36

 Ποιο από τα ακόλουθα διαγράμματα τροχιακών και τις


ηλεκτρονικές δομές είναι επιτρεπτό και ποιο αδύνατο,
σύμφωνα με την απαγορευτική αρχή του Pauli; Εξηγήστε.
Εφαρμογή απαγορευτικής αρχής Pauli
37

 Κοιτάξτε τα παρακάτω διαγράμματα τροχιακών και τις


ηλεκτρονικές δομές. Ποια από αυτά είναι επιτρεπτά και ποια
όχι, σύμφωνα με την απαγορευτική αρχή του Pauli;
Εξηγήστε.

Δόμηση Ηλεκτρονίων των Πολυ-Ηλεκτρονιακών Ατόμων


38

 Κάθε άτομο έχει άπειρο αριθμό πιθανών ηλεκτρονικών δομών.

 Θεμελιώδης κατάσταση: κβαντομηχανική κατάσταση που


αντιστοιχεί στη δομή με τη χαμηλότερη στάθμη ενέργειας του
ατόμου.

 Όλες οι άλλες ηλεκτρονικές δομές αντιστοιχούν σε διεγερμένες


καταστάσεις, με ενέργειες διαφορετικές από αυτή της
θεμελιώδους.

1s22s22p63s1 θεμελιώδης κατάσταση του ατόμου του νατρίου


1s22s22p63p1 διεγερμένη κατάσταση του ατόμου του νατρίου
Δόμηση Ηλεκτρονίων των Πολυ-Ηλεκτρονιακών Ατόμων
39

 Αρχή δόμησης: σχήμα που χρησιμοποιείται για αναπαραγωγή των ηλεκτρονικών


δομών των θεμελιωδών καταστάσεων των ατόμων, μέσω διαδοχικής
συμπλήρωσης υποστιβάδων με ηλεκτρόνια κατά ορισμένη σειρά, τη σειρά
δόμησης

Η σειρά κατάληψης των τροχιακών βάσει φασματοσκοπικών και μαγνητικών


ερευνών: 1s, 2s, 2p, 3s, 3p, 4s, 3d, 4p, 5s, 4d, 5p, 6s, 4f, 5d, 6p, 7s, 5f, 6d, 7p

Αντιστοιχεί στο μεγαλύτερο μέρος της σε αυξανόμενη ενέργεια υποστιβάδων. Οι


ενέργειες τροχιακών με το ίδιο n, αυξάνονται με αυξανόμενο κβαντικό αριθμό l
(ένα τροχιακό 3p έχει ελαφρώς μεγαλύτερη ενέργεια από ένα τροχιακό 3s)

Οι ηλεκτρονικές δομές της θεμελιώδους κατάστασης καθορίζονται από τις


συνολικές ενέργειες των ατόμων, οι οποίες με τη σειρά τους εξαρτώνται και από
τις ενέργειες αλληλεπίδρασης των διάφορων υποφλοιών μεταξύ τους (3d<4s).

Μνημονικό διάγραμμα για τη σειρά δόμησης


40

 (α) Γράφουμε τις υποστιβάδες σε οριζόντιες


σειρές, με κάθε σειρά να έχει υποστιβάδες του
ίδιου n.
 (β) Μέσα σε κάθε σειρά τοποθετούμε τις
υποστιβάδες κατά αυξανόμενο l.
 (γ) Ξεκινώντας με την υποστιβάδα 1s,
κατασκευάζουμε μια σειρά διαγωνίων, όπως
δείχνει το σχήμα.
 (δ) Η σειρά δόμησης είναι η σειρά κατά την
οποία αυτές οι διαγώνιες συναντούν τις
υποστιβάδες.
Δόμηση Ηλεκτρονίων των Πολυ-Ηλεκτρονιακών Ατόμων
41

Παραδείγματα

Υδρογόνο: Έχει ένα ηλεκτρόνιο, το οποίο πρέπει να τοποθετηθεί στο τροχιακό της πιο
χαμηλής ενέργειας, το 1s. Σ’ αυτήν την περίπτωση η δόμηση θεμελιώδους
κατάστασης χαρακτηρίζεται ως 1s1. Ο επιγεγραμμένος άνω δείκτης υποδεικνύει τον
αριθμό των ηλεκτρονίων που βρίσκονται στο συγκεκριμένο τροχιακό.

Λίθιο και βηρύλλιο: Αφού το τροχιακό 1s είναι συμπληρωμένο, τα επόμενα δύο


ηλεκτρόνια τοποθετούνται στο επόμενο διαθέσιμο, το 2s.

Δόμηση Ηλεκτρονίων των Πολυ-Ηλεκτρονιακών Ατόμων


42

Παραδείγματα
Δόμηση Ηλεκτρονίων των Πολυ-Ηλεκτρονιακών Ατόμων
43

Παραδείγματα

Ηλεκτρονικές δομές της θεμελιώδους κατάστασης των ατόμων


με Ζ = 1 έως 36
44
Δόμηση Ηλεκτρονίων & Περιοδικός Πίνακας
45

Η εξώτερη στοιβάδα ηλεκτρονίων ενός ατόμου ονομάζεται στοιβάδα σθένους. Όλα τα


στοιχεία μιας ομάδας στον περιοδικό πίνακα έχουν την ίδια δόμηση ηλεκτρονίων στη
στοιβάδα σθένους.

Για παράδειγμα, όλα τα στοιχεία της ομάδας 1Α έχουν μια s1 δόμηση στη στοιβάδα
σθένους. Τα στοιχεία της ομάδας 2Α έχουν δόμηση s2 και τα στοιχεία της 3Α s2 p1.

Επιπλέον, επειδή τα ηλεκτρόνια σθένους είναι αυτά που συγκρατούνται λιγότερο


ισχυρά, είναι τα πιο σημαντικά στον προσδιορισμό των ιδιοτήτων ενός στοιχείου.
Αυτό εξηγεί γιατί τα στοιχεία μιας ομάδας του περιοδικού πίνακα έχουν παρόμοια
χημική συμπεριφορά.

Δόμηση Ηλεκτρονίων & Περιοδικός Πίνακας


46

Ο περιοδικός πίνακας μπορεί να διαχωριστεί σε τέσσερεις περιοχές ή blocks των


στοιχείων, ανάλογα με το ποια τροχιακά είναι συμπληρωμένα.

Οι ομάδες 1Α και 2Α στ’ αριστερά του πίνακα είναι τα στοιχεία του s-block, γιατί
προκύπτουν από τη συμπλήρωση ενός s τροχιακού.

Οι ομάδες 3Α – 8Α είναι τα στοιχεία του p-block, γιατί προκύπτουν από τη


συμπλήρωση p τροχιακών.

Τα μέταλλα μετάπτωσης προκύπτουν από τη συμπλήρωση d τροχιακών (d-block).

Οι λανθανίδες / ακτινίδες, στο αποκομένο τμήμα του περιοδικού πίνακα προκύπτουν


από τη συμπλήρωση των f τροχιακών (f-block).
47

48
Ο κανόνας του Hund (ή της μέγιστης πολλαπλότητας του spin)
49

 Κανόνας του Hund (1927) : Όταν ηλεκτρόνια καταλαμβάνουν τροχιακά της


ίδιας ενέργειας, σταθερότερη είναι εκείνη η ηλεκτρονική διάταξη που δίνει
το μέγιστο συνολικό spin. Δηλαδή σε καθένα από τα ίδιας ενέργειας
τροχιακά πάει ένα ηλεκτρόνιο, μέχρι να είναι ημικατειλειμένα.. Μόνο τότε
ένα δεύτερο ηλεκτρόνιο συμπληρώνει ένα από τα δύο αυτά τροχιακά.
Επιπλέον, τα ηλεκτρόνια που καταλαμβάνουν τα ημικατειλειμένα τροχιακά
θα πρέπει να έχουν τον ίδιο αριθμό spin.
 Για το άτομο C (Ζ = 6), με δομή θεμελιώδους κατάστασης 1s22s22p2, ποιο
διάγραμμα εκφράζει τη σταθερότερη κατάσταση του ατόμου C;

Διαγράμματα τροχιακών για τις θεμελιώδεις


καταστάσεις των ατόμων από Ζ = 1 εως Ζ = 10

50
Ο κανόνας του Hund (ή της μέγιστης πολλαπλότητας του spin)
51

 Εφαρμογή του κανόνα του Hund. Γράψτε το διάγραμμα


τροχιακών για τη θεμελιώδη κατάσταση του ατόμου του
σιδήρου.

1s2 2s2 2p63s23p63d64s2

Τέσσερα ασύζευκτα ηλεκτρόνια

Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων & Διατροφής


Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας (Καρδίτσα)
Ανόργανη Χημεία

Ενότητα 4η: Περιοδικότητα & Ατομική Δομή

Οκτώβριος 2020 Δρ. Λάκκα Αχιλλεία – ΠΔ 407


Περιοδικά Μεταβαλλόμενες Ιδιότητες
2

 Ο περιοδικός νόμος ορίζει ότι, όταν τα στοιχεία ταξινομούνται κατ' αύξοντα


ατομικό αριθμό, οι φυσικές και χημικές τους ιδιότητες μεταβάλλονται
περιοδικά.

 Υπάρχουν τρεις φυσικές ιδιότητες των ατόμων που είναι πολύ σημαντικές
στην περιγραφή του χημικού δεσμού. Πρόκειται για την ατομική ακτίνα, την
ενέργεια ιοντισμού και την ηλεκτρονική συγγένεια. Οι τρεις αυτές, περιοδικά
μεταβαλλόμενες ιδιότητες, σχετίζονται τόσο μεταξύ τους, όσο και με τη γενική
συμπεριφορά των στοιχείων.

 Ο καθοριστικός παράγοντας για τον τρόπο μεταβολής των τριών αυτών


ιδιοτήτων μέσα στον Περιοδικό Πίνακα είναι το δραστικό πυρηνικό φορτίο
Zeff. = το θετικό φορτίο που δρα από πλευράς πυρήνα πάνω σε ένα ηλεκτρόνιο,
μειωμένο όμως σε σχέση με το πραγματικό πυρηνικό φορτίο, λόγω της
θωράκισης που δημιουργεί κάθε ηλεκτρόνιο που παρεμβάλλεται ανάμεσα στον
πυρήνα και το θεωρούμενο ηλεκτρόνιο.

Δραστικό πυρηνικό φορτίο


3

 Φαινόμενο θωράκισης ή προάσπισης

Α Β B. Τα δύο e 1s που παρεμβάλλονται


μεταξύ πυρήνα και e 2s στο άτομο Li
μειώνουν αισθητά την ελκτική δράση
του πυρηνικού φορτίου πάνω στο 2s e.

Το καθαρό πυρηνικό φορτίο που έλκει


τελικά ένα προστατευμένο ή
Α. To μοναδικό e του θωρακισμένο e (όπως το 2s) ονομάζεται
Li2+ «αισθάνεται»
δραστικό πυρηνικό φορτίο (Zeff).
επάνω του όλη την
έλξη του φορτίου +3
του πυρήνα. Zeff = Ζ – s
s = σταθερά θωράκισης, ή προάσπισης.
Δραστικό πυρηνικό φορτίο και ενέργειες τροχιακών
4

Η σταθερά s εκφράζει την ικανότητα ενός ηλεκτρονίου να θωρακίζει ένα


άλλο ηλεκτρόνιο που βρίσκεται στο ίδιο ή σε διαφορετικό τροχιακό από την
ελκτική δύναμη του πυρήνα.
Από πού εξαρτάται η αποτελεσματικότητα της θωράκισης ενός e;
Από τον αριθμό των παρεμβαλλόμενων e και από τον τύπο του υποφλοιού
(s, p, d, f) στον οποίον ευρίσκονται τα e
Πυκνότητα ηλεκτρονικού φορτίου πλησίον του πυρήνα:
2s > 2p, 3s > 3p > 3d
Ένα e 2s έλκεται από τον πυρήνα ισχυρότερα από ότι ένα e 2p
(ή, επάνω στο 2s δρα ένα ισχυρότερο Zeff από ό,τι στο 2p)
Για ένα e τύπου s, είναι l = 0 και για ένα e τύπου p, είναι l = 1
Σε ένα πολυηλεκτρονικό άτομο και για δεδομένο n, το Zeff, αυξάνεται
καθώς η τιμή του l ελαττώνεται.

Δραστικό πυρηνικό φορτίο και ενέργειες τροχιακών


5

Όταν το Zeff αυξάνεται, η ενέργεια ενός τροχιακού ελαττώνεται


και αντιστρόφως

Σε ένα πολυηλεκτρονικό άτομο και για δεδομένο n, η ενέργεια


ενός τροχιακού αυξάνεται, καθώς η τιμή του l αυξάνεται
Δραστικό πυρηνικό φορτίο και περιοδικός πίνακας
6

 Η σταθερά s υπολογίζεται με ακρίβεια με βάση τους κανόνες του Slater


(χονδρικά κάθε ηλεκτρόνιο κορμού μειώνει το πυρηνικό φορτίο κατά 1e).
 Το Zeff μέσα σε μια ομάδα παραμένει σχεδόν σταθερό (περίπου ίσο με το e επί
τον αριθμό των ηλεκτρονίων σθένους). Έστω για παράδειγμα τα στοιχεία της
IA ομάδας:
3Li:1s2, 2s1, Z* ≈ 3 - 2 = 1.
11Na: 1s , 2s , 2p , 3s , Z* ≈ 11 - 10 = 1.
2 2 6 1

19K: 1s , 2s , 2p , 3s , 3p , 4s , Z* ≈ 19 - 18 = 1.
2 2 6 2 6 1

37Rb: 1s , 2s , 2p , 3s , 3p , 3d , 4s , 4p , 5s , Z* ≈ 37 - 36 = 1.
2 2 6 2 6 10 2 6 1

 Το Zeff μέσα σε μια περίοδο αυξάνεται από αριστερά προς τα δεξιά (αυξάνεται
το πυρηνικό φορτίο και ταυτόχρονα ο αριθμός των ηλεκτρονίων κορμού
παραμένει σταθερός). Έστω για παράδειγμα τα στοιχεία της 2ης περιόδου:
3Li:1s2, 2s1, Z* ≈ 3 - 2 = 1.
4Be: 1s , 2s , Z* ≈ 4 - 2 = 2.
2 2

5B: 1s , 2s , 2p Z* ≈ 5-2= 3.
2 2 1

6C: 1s , 2s , 2p , Z* ≈ 6-2 = 4.
2 2 2

Περιοδικά Μεταβαλλόμενες Ιδιότητες: Ατομική Ακτίνα


7

 Ατομική ακτίνα (υπολογιζόμενη θεωρητικά για το


μεμονωμένο άτομο): το μέγιστο που εμφανίζει η συνάρτηση
ακτινικής κατανομής για τον εξωτερικό φλοιό του ατόμου
Απεικόνιση ατομικών ακτίνων των στοιχείων των
κυρίων ομάδων
8

 Γενικές τάσεις μεταβολής


των ατομικών ακτίνων:
1. Μέσα σε μια περίοδο, η
ατομική ακτίνα τείνει να
ελαττώνεται από αριστερά
προς τα δεξιά
2. Μέσα σε μια ομάδα, η
ατομική ακτίνα τείνει να
αυξάνεται από πάνω προς
τα κάτω

Παράγοντες που καθορίζουν την ατομική ακτίνα


9

Είναι οι παράγοντες που καθορίζουν το μέγεθος του εξώτερου τροχιακού του


ατόμου:

1. ο κύριος κβαντικός αριθμός (n)

2. το δραστικό πυρηνικό φορτίο Zeff


Εξήγηση των τάσεων μεταβολής των ατομικών ακτίνων
10

Για τα στοιχεία των κυρίων ομάδων:


• Μέσα σε μια περίοδο και από αριστερά προς τα δεξιά:
Ο n παραμένει σταθερός. Όμως, το Zeff αυξάνεται, οπότε αυξάνεται και η
έλξη του πυρήνα πάνω στο εξώτερο ηλεκτρόνιο, με αποτέλεσμα η ατομική
ακτίνα τείνει να ελαττώνεται από αριστερά προς τα δεξιά μέσα στον Π.Π.

• Μέσα σε μια ομάδα και από πάνω προς τα κάτω:


Το Zeff παραμένει σχεδόν σταθερό. Όμως, ο n αυξάνεται, οπότε αυξάνεται
και η απόσταση από το κέντρο του πυρήνα μέχρι την περιοχή του εξώτερου
ηλεκτρονίου, δηλαδή η ατομική ακτίνα αυξάνεται.

Εξήγηση των τάσεων μεταβολής των ατομικών ακτίνων


11

Για τα στοιχεία μεταπτώσεως:


• Κατά μήκος μιας σειράς στοιχείων μεταπτώσεως, η ατομική ακτίνα
αρχικά ελαττώνεται σημαντικά, λόγω αυξανόμενου Ζeff , μετά ελαττώνεται
ελαφρά και προς το τέλος της σειράς αυξάνεται.

• Ο λόγος είναι ότι στα στοιχεία αυτά συμπληρώνονται τα εσωτερικά d


τροχιακά, οπότε η θωράκιση του Ζeff ενισχύεται και η επίδρασή του πάνω
στα εξώτατα s ηλεκτρόνια, που καθορίζουν και την ατομική ακτίνα,
μειώνεται.

• Όταν πληθύνουν τα d ηλεκτρόνια, η μείωση της δράσης του Ζeff πάνω


στα εξώτατα s ηλεκτρόνια σημαίνει αύξηση της ατομικής ακτίνας.
12

Σύγκριση των ατομικών ακτίνων διαφόρων στοιχείων


13

 Χρησιμοποιώντας περιοδικές τάσεις, τοποθετήστε τα


στοιχεία F, S και Cl κατά σειρά αυξανόμενης ακτίνας.

Μέσα σε μια ομάδα: η ατομική ακτίνα μεγαλώνει από


πάνω προς τα κάτω (π.χ. από το F προς το Cl)
F < Cl
Μέσα σε μια περίοδο: η ατομική ακτίνα μεγαλώνει από
δεξιά προς τα αριστερά (από το Cl προς το S) Cl < S
Έτσι, η κατάταξη κατά αυξανόμενη ατομική ακτίνα είναι
F < Cl < S
Περιοδικά Μεταβαλλόμενες Ιδιότητες: Ενέργεια ιονισμού
14

Η ποσότητα της ενέργειας που είναι απαραίτητη για την απόσπαση του ηλεκτρονίου
με την υψηλότερη ενέργεια από ένα ουδέτερο άτομο στην αέρια φάση του
ονομάζεται ενέργεια ιοντισμού (Εi). Η τιμές της ενέργειας ιοντισμού είναι πάντα
θετικές.

Οι μικρότερες τιμές Ei αντιστοιχούν στα στοιχεία της ομάδας 1Α (αλκαλιμέταλλα) και


οι μεγαλύτερες στα στοιχεία της ομάδας 8Α (ευγενή αέρια).

Ενέργεια Ιοντισμού
15

 Ενέργεια πρώτου ιοντισμού : η ελάχιστη ενέργεια που απαιτείται για την


απομάκρυνση του ηλεκτρονίου με την υψηλότερη ενέργεια (δηλαδή του
εξώτερου ηλεκτρονίου) από το ουδέτερο άτομο στη θεμελιώδη
κατάσταση και σε αέρια φάση.

 Ανάλογα ορίζονται οι ενέργειες δεύτερου, τρίτου ιοντισμού


Μεταβολή της ενέργειας ιοντισμού συναρτήσει
του ατομικού αριθμού
16

 Ένα e έλκεται τόσο πιο ισχυρά από τον πυρήνα, όσο


μεγαλύτερο είναι το Zeff και όσο μικρότερη είναι η ατομική
ακτίνα.

 Μέσα σε μια περίοδο του Π.Π. και από αριστερά προς τα δεξιά:
Η ατομική ακτίνα ελαττώνεται, ενώ το Zeff αυξάνεται
Η ενέργεια ιοντισμού αυξάνεται.

 Μέσα σε μια ομάδα του Π.Π. και από πάνω προς τα κάτω:
Η ατομική ακτίνα αυξάνεται, ενώ το Zeff παραμένει σχεδόν αμετάβλητο
Η ενέργεια ιοντισμού μειώνεται

Ηλεκτρονική Συγγένεια
17

Η ηλεκτρονική συγγένεια (Εea) ενός ατόμου είναι η μεταβολή της ενέργειας που
συμβαίνει όταν ένα ηλεκτρόνιο προστίθεται σ’ ένα άτομο στην αέρια φάση του. Αν το
αρνητικό ιόν είναι σταθερό (δηλαδή δεν μετατρέπεται αυθόρμητα σε ουδέτερο άτομο
και ελεύθερο ηλεκτρόνιο) οι τιμές της ηλεκτρονικής συγγένειας είναι αρνητικές.

Όσο πιο αρνητική μια τιμή Eea, τόσο μεγαλύτερη η τάση ενός ατόμου να δέχεται
ηλεκτρόνια και τόσο μεγαλύτερη η σταθερότητα του προκύπτοντος ανιόντος.

Τα στοιχεία της ομάδας 7Α έχουν τις πιο αρνητικές τιμές, που αντιστοιχούν σε μεγάλη
έκλυση ενέργειας, ενώ τα στοιχεία των ομάδων 2Α και 8Α ηλεκτρονικές συγγένειες
κοντά στο μηδέν ή θετικές (απορρόφηση ενέργειας).
Μεταβολή της ηλεκτρονικής συγγένειας συναρτήσει
του ατομικού αριθμού
18

 Η ηλεκτρονική συγγένεια εξαρτάται από τους ίδιους παράγοντες, από


τους οποίους εξαρτάται και η ενέργεια ιοντισμού, δηλαδή την ατομική
ακτίνα και το Ζeff .

 Μέσα σε μια ομάδα του Π.Π. και από πάνω προς τα κάτω:
Η ατομική ακτίνα αυξάνεται, ενώ το Zeff παραμένει σχεδόν αμετάβλητο
Η ΗΣ ελαττώνεται

 Μέσα σε μια περίοδο του Π.Π. και από αριστερά προς τα δεξιά:
Η ατομική ακτίνα ελαττώνεται, ενώ το Zeff αυξάνεται
Η ΗΣ αυξάνεται.

Ατομικές ιδιότητες και Περιοδικός Πίνακας


19
Περιοδικότητα στα στοιχεία των κύριων ομάδων:
Τα Αλκαλιμέταλλα (Ομάδα 1Α)
20

Τα αλκαλιμέταλλα της ομάδας 1Α – Li, K, Na, Ca, Rb, Cs και Fr – έχουν τις μικρότερες
ενέργειες ιοντισμού απ’ όλα τα στοιχεία, εξαιτίας της ns1 ηλεκτρονιακής δόμησης της
στοιβάδας σθένους. Χάνουν, λοιπόν, εύκολα αυτό το ns1 ηλεκτρόνιο στις χημικές
αντιδράσεις και δίνουν ιόντα +1. Γι’ αυτό και συγκαταλέγονται στα πιο ισχυρά
αναγωγικά μέσα του περιοδικού πίνακα.

21
Αντιδράσεις των Αλκαλιμετάλλων
22

Αντίδραση με αλογόνα

Τα αλκαλιμέταλλα αντιδρούν γρήγορα με τα στοιχεία της ομάδας 7Α (αλογόνα) και


σχηματίζουν άχρωμα, κρυσταλλικά ιοντικά άλατα που ονομάζονται αλογονίδια
(halides).

Η δραστικότητά τους αυξάνει καθώς μειώνεται η ενέργεια ιοντισμού.

Αντιδράσεις των Αλκαλιμετάλλων


23

Αντίδραση με οξυγόνο

Τα αλκαλιμέταλλα αντιδρούν γρήγορα με το οξυγόνο, αλλά δίνουν διάφορα προϊόντα.


Αυτό εξαρτάται από τις συνθήκες της εκάστοτε αντίδρασης (π.χ. ποσότητα Ο2). Τα
ιόντα των αλκαλιμετάλλων έχουν πάντα αριθμό οξείδωσης +1, αλλά ο αριθμός
οξείδωσης των ατόμων οξυγόνου στα ιόντα Ο2-, Ο22- και Ο2- μπορεί να κυμαίνεται από
-2 έως -½.
Αντιδράσεις των Αλκαλιμετάλλων
24

Αντίδραση με νερό

Τα αλκαλιμέταλλα αντιδρούν βίαια με το νερό και παράγουν αέριο υδρογόνο και


μεταλλικό υδροξείδιο. Το διάλυμα του μεταλλικού υδροξειδίου που προκύπτει από
την αντίδραση είναι αλκαλικό (βασικό).

25
Αντιδράσεις των Αλκαλιμετάλλων
26

Αντίδραση με νερό

Η αντίδραση με νερό είναι μια διεργασία Ο/Α, κατά τη οποία το μέταλλο χάνει ένα
ηλεκτρόνιο και οξειδώνεται σε ιόν +1. Το υδρογόνο προσλαμβάνει ένα ηλεκτρόνιο και
ανάγεται σε Η2. Δεν ανάγονται όμως όλα τα Η. Αυτά στο ΟΗ- έχουν αριθμό οξείδωσης
+1.

Τα Αλογόνα (Ομάδα 7Α)


27

Τα αλογόνα – F, Cl, Br, I και At – είναι μη-μέταλλα, υπάρχουν ως διατομικά μόρια και
έχουν την τάση να προσλαμβάνουν ηλεκτρόνια όταν συμμετέχουν σε αντιδράσεις
Ο/Α, εξαιτίας της ns2 np5 ηλεκτρονιακής δομής. Τα αλογόνα, δηλαδή, είναι ισχυρά
οξειδωτικά μέσα.
28

Αντιδράσεις Αλογόνων
29

Αντίδραση με μέταλλα

Τα αλογόνα αντιδρούν με κάθε μέταλλο του περιοδικού πίνακα και παράγουν


μεταλλικά αλογονίδια.

Η δραστικότητα των αλογόνων μειώνεται προς τα κάτω στον περιοδικό πίνακα, γιατί
γενικά μειώνεται η ηλεκτρονιακή τους συγγένεια. Έτσι, η δραστικότητά τους είναι:
Αντιδράσεις Αλογόνων (Αντίδραση με μέταλλα)

30

Ένα δραστικό μέταλλο και ένα δραστικό Το Cl2(g) που εισάγεται στο διάλυμα των
αμέταλλο) αντιδρούν έντονα παράγοντας το ιόντων I (aq), ως ισχυρότερο οξειδωτικό από

ιοντικό στερεό NaCl. το Ι2, οξειδώνει τα ιόντα I– προς Ι2

Αντιδράσεις Αλογόνων
31

Αντίδραση με υδρογόνο

Τα αλογόνα αντιδρούν με αέριο υδρογόνο και παράγουν υδρογονοαλογονίδια, ΗΧ:

Τα υδρογονοαλογονίδια είναι χρήσιμα γιατί συμπεριφέρονται ως οξέα όταν


διαλυθούν στο νερό.
Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων & Διατροφής
Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας (Καρδίτσα)
Ανόργανη Χημεία

Ενότητα 5η: Χημικοί Δεσμοί

Νοέμβριος 2020 Δρ. Λάκκα Αχιλλεία – ΠΔ 407

Ιοντικοί Δεσμοί & Σχηματισμός Ιοντικών Στερεών


2

Ένα στοιχείο με χαμηλή Ei μπορεί να μεταφέρει ένα ηλεκτρόνιο σ’ ένα στοιχείο με


αρνητική Eea, δημιουργώντας ένα ανιόν και ένα κατιόν. Για παράδειγμα, το Na αντιδρά
με το Cl και δίνει ιόντα Na+ και Cl-.

Τα αντιθέτως φορτισμένα ιόντα Na+ και Cl- που προκύπτουν όταν ένα άτομο Na
μεταφέρει ένα ηλεκτρόνιο στο άτομο Cl έλκονται μεταξύ τους με ηλεκτροστατικές
δυνάμεις, ενώνονται δηλαδή με ιοντικό δεσμό. Κάθε δεδομένο ιόν τείνει να ελκύει
όσο το δυνατόν περισσότερα γειτονικά ιόντα αντίθετου φορτίου. Όταν συγκεντρωθεί
ένας μεγάλος αριθμός ιόντων μαζί, σχηματίζεται ένα ιοντικό στερεό. Το στερεό έχει
συνήθως μια κανονική (συμμετρική) κρυσταλλική δομή η οποία επιτρέπει οι μέγιστες
δυνατές έλξεις ανάμεσα σε ιόντα δεδομένου μεγέθους.
Ιοντικοί Δεσμοί & Σχηματισμός Ιοντικών Στερεών
3

Ένας ορατός κρύσταλλος NaCl δεν αποτελείται από ξεχωριστά ζεύγη ιόντων Na+ και Cl.
Στην πραγματικότητα, το στερεό NaCl αποτελείται από ένα τεράστιο τρισδιάστατο
δίκτυο ιόντων, στο οποίο κάθε Na+ περιβάλλεται και έλκεται από πολλά Cl-. Το ίδιο
ισχύει και για το Cl-.

Ιοντικοί Δεσμοί & Σχηματισμός Ιοντικών Στερεών


4

 Ως αποτέλεσμα της μεταφοράς του ηλεκτρονίου, σχηματίζονται ιόντα με


δομή ευγενούς αερίου. Το άτομο του νατρίου έχει χάσει το ηλεκτρόνιο 3s
και έχει πάρει τη δομή του Νέου. Το άτομο του χλωρίου έχει δεχθεί το
ηλεκτρόνιο στον 3p υποφλοιό του και έχει πάρει την δομή του Αργού.

 Τέτοιες δομές ευγενών αερίων, καθώς και τα αντίστοιχα ιόντα είναι


ιδιαίτερα σταθερά. Αυτή η σταθερότητα των ιόντων εξηγεί εν μέρει τον
σχηματισμό του ιοντικού στερεού NaCl.
Δόμηση Ηλεκτρονίων στα Ιόντα
5

Για τα στοιχεία των κύριων ομάδων, η απώλεια ηλεκτρονίων από ένα μέταλλο για τον
σχηματισμό ενός κατιόντος γίνεται από το τροχιακό με την υψηλότερη ενέργεια, ενώ
αντιθέτως, τα ηλεκτρόνια που προσλαμβάνονται από ένα μη-μέταλλο για το
σχηματισμό ανιόντος, τοποθετούνται στο χαμηλότερης ενέργειας μη-κατειλημμένο
τροχιακό, σύμφωνα με την αρχή aufbau.

Na+: Ηλεκτρονιακή δόμηση νέου (Ne).

Cl-: Ηλεκτρονιακή δόμηση αργού (Ar).

Δόμηση Ηλεκτρονίων στα Ιόντα


6

Στοιχεία ομάδας 1Α: Χάνουν ένα ηλεκτρόνιο σθένους για να σχηματίσουν θετικά
ιόντα.

Στοιχεία ομάδας 2Α: Χάνουν δύο ηλεκτρόνια σθένους για να σχηματίσουν ιόντα με
φορτίο +2.

Στοιχεία ομάδας 6Α: Προσλαμβάνουν 2 ηλεκτρόνια και σχηματίζουν ανιόντα με


φορτίο – 2.

Στοιχεία ομάδας 7Α: Προσλαμβάνουν ένα ηλεκτρόνιο και δημιουργούν αρνητικά


φορτισμένα ιόντα.
Δόμηση Ηλεκτρονίων στα Ιόντα
7

Σε όλες τις περιπτώσεις, τα ιόντα που προκύπτουν έχουν ηλεκτρονιακή δόμηση


ευγενούς αερίου.

Ο Κανόνας Octet
8

Τα στοιχεία των κύριων ομάδων τείνουν να υπόκεινται σε αντιδράσεις έτσι ώστε να


έχουν οκτώ ηλεκτρόνια στην εξώτερη στοιβάδα. Δηλαδή, τα στοιχεία των κύριων
ομάδων αντιδρούν έτσι ώστε να επιτυγχάνουν μια δόμηση ηλεκτρονίων ευγενούς
αερίου, με κατειλημμένες τις s και p υποστοιβάδες της στοιβάδας σθένους τους.
Υπάρχουν όμως και εξαιρέσεις στον κανόνα αυτό.

Το οκτώ είναι λοιπόν ο «μαγικός αριθμός» για τα ηλεκτρόνια της στοιβάδας σθένους.
Η απόσπαση ηλεκτρονίων από μια συμπληρωμένη octet είναι δύσκολη, γιατί
συγκρατούνται ισχυρά από υψηλή Zeff. Η προσθήκη ηλεκτρονίων σε μια
συμπληρωμένη octet είναι επίσης δύσκολη, γιατί δεν υπάρχουν τροχιακά χαμηλής
ενέργειας.
9

Ιοντικές Ακτίνες
10

Το κατιόν που προκύπτει όταν αφαιρείται ένα ηλεκτρόνιο από ένα ουδέτερο άτομο
είναι μικρότερο από το άτομο (α) γιατί το ηλεκτρόνιο αφαιρείται από ένα μεγάλο
τροχιακό στοιβάδας σθένους και (β) γιατί αυξάνει το δραστικό πυρηνικό φορτίο (Zeff).
Ιοντικές Ακτίνες
11

Όπως ακριβώς τα άτομα συρρικνώνονται όταν μετατρέπονται σε κατιόντα, έτσι και


διευρύνονται όταν μετατρέπονται σε ανιόντα προσλαμβάνοντας ένα ηλεκτρόνιο. Η
διεύρυνση αυτή δεν μπορεί ν’ αποδοθεί όμως σε αλλαγή του κβαντικού αριθμού της
στοιβάδας σθένους, γιατί το ηλεκτρόνιο συμπληρώνει μια ήδη κατειλημμένη p
υποστοιβάδα. Συνεπώς, η διεύρυνση οφείλεται αποκλειστικά στη μείωση του
δραστικού πυρηνικού φορτίου και στην αύξηση των απώσεων μεταξύ των
ηλεκτρονίων.

Αναπαράσταση Δομών με Ηλεκτρόνια - Κουκκίδες


12

 Σύμβολο Lewis με ηλεκτρόνια-κουκκίδες είναι ένα σύμβολο με το οποίο τα


ηλεκτρόνια του φλοιού σθένους ενός ατόμου ή ενός ιόντος παριστάνονται
υπό μορφή κουκίδων τοποθετημένων γύρω από το γραμματοσύμβολο του
στοιχείου

 Οι κουκίδες τοποθετούνται ανά μία σε κάθε πλευρά ενός


γραμματοσυμβόλου μέχρις ότου καταληφθούν και οι τέσσερις πλευρές.
Κατόπιν τοποθετούμε και δεύτερη κουκίδα σε κάθε πλευρά μέχρις ότου
καταληφθούν και οι τέσσερις πλευρές.

 Η εξίσωση που παριστάνει την μεταφορά ενός ηλεκτρονίου από το άτομο


του νατρίου στο άτομο του χλωρίου είναι :

 Η ακριβής τοποθέτηση των μονήρων (ασύζευκτων ηλεκτρονίων είναι άνευ


σημασίας). Η σύζευξη των κουκκίδων δεν αντιστοιχεί πάντα στην σύζευξη
ηλεκτρονίων της θεμελιώδους κατάστασης.
Αναπαράσταση Δομών με Ηλεκτρόνια - Κουκκίδες
13

Ενέργεια Πλέγματος (Lattice Energy)


14

Το άθροισμα των ενεργειών των ηλεκτροστατικών αλληλεπιδράσεων μεταξύ των


ιόντων σ’ ένα κρύσταλλο, δηλαδή το μέτρο δύναμης των ιοντικών δεσμών του
κρυστάλλου, ονομάζεται ενέργεια πλέγματος (U).

Η ενέργεια πλέγματος είναι το ποσό ενέργειας που απαιτείται για να διασπαστεί το


ιοντικό στερεό σε αέριας φάσης ιόντα. Συνεπώς είναι μια θετική τιμή γιατί απαιτείται
ενέργεια για τον διαχωρισμό των φορτισμένων ιόντων. Επειδή η δημιουργία
κρυστάλλου είναι το ανάστροφο της διάσπασης, για το σχηματισμό κρυστάλλου η
ενέργεια πλέγματος έχει αρνητική τιμή.
Ενέργεια Πλέγματος (Lattice Energy)
15

Η ισχύς F ως αποτέλεσμα των αλληλεπιδράσεων των ηλεκτρικών φορτίων


περιγράφεται από το νόμο του Coulomb και ισούται με τη σταθερά k επί τα φορτία
στα ιόντα, z1 και z2, δια την μεταξύ τους απόσταση εις το τετράγωνο.

Επειδή όμως η ενέργεια είναι ίση με την ισχύ επί την απόσταση, τότε:

Η τιμή της σταθερά εξαρτάται από τη διευθέτηση των ιόντων σε μια συγκεκριμένη
ένωση και είναι διαφορετική στις διαφορετικές ενώσεις.

Ενέργεια Πλέγματος (Lattice Energy) / Ιδιότητες των ιοντικών


ενώσεων
16

 Οι ενέργειες πλέγματος είναι μεγαλύτερες όταν η απόσταση d μεταξύ


των ιόντων είναι μικρή και όταν τα φορτία z1 και z2 είναι μεγάλα. Μικρή
απόσταση σημαίνει ότι τα ιόντα είναι κοντά, δηλαδή έχουν μικρές
ιοντικές ακτίνες. Για δεδομένα φορτία z1 και z2, δηλαδή, οι μεγαλύτερες
ενέργειες ανήκουν σε ενώσεις με τα μικρότερα ιόντα.

 Τυπικά οι ιοντικές ενώσεις είναι στερεά που τήκονται σε υψηλές


θερμοκρασίες. Η θερμοκρασία στην οποία λαμβάνει χώρα η τήξη
εξαρτάται από την ισχύ των δεσμών μεταξύ των δομικών λίθων του
στερεού. Τυπικά ιοντικά στερεά χρειάζονται υψηλές θερμοκρασίες για να
τηχθούν λόγω των ισχυρών έλξεων μεταξύ των ιόντων.
Ενέργεια Πλέγματος (Lattice Energy) / Ιδιότητες των ιοντικών
ενώσεων
17

 Το οξείδιο του μαγνησίου (αποτελούμενο από ιόντα με διπλά φορτία)


έχει πολύ υψηλότερο σημείο τήξεως από το χλωρίδιο του νατρίου. Οι
δυνάμεις Coulomb είναι ανάλογες προς το γινόμενο των ιοντικών
φορτίων. Για το οξείδιο του μαγνησίου αυτό είναι τέσσερις φορές
μεγαλύτερο (η απόσταση μεταξύ των ιόντων είναι περίπου ίδια).

Ομοιοπολικός δεσμός
18
Ο Ομοιοπολικός Δεσμός
19

Ο δεσμός Η – Η στο μόριο Η2, ως παράδειγμα

Καθώς τα δύο άτομα Η βρίσκονται σε εγγύτητα, υπάρχει ανάπτυξη ηλεκτροστατικών


δυνάμεων μεταξύ τους. Οι θετικώς φορτισμένοι πυρήνες απωθούνται και το ίδιο
συμβαίνει και με τα αρνητικώς φορτισμένα ηλεκτρόνια. Όμως, ο κάθε πυρήνας έλκει
και τα δύο ηλεκτρόνια.

Εάν οι ελκτικές δυνάμεις είναι ισχυρότερες από τις απωστικές σχηματίζεται ένας
ομοιοπολικός δεσμός, με τη σύνδεση των δύο ατόμων και το μοίρασμα των
ηλεκτρονίων, τα οποία καταλαμβάνουν το διάστημα μεταξύ των δύο πυρήνων. Αυτό
που συμβαίνει είναι ότι και οι δύο πυρήνες έλκονται ταυτόχρονα και από τα δύο
ηλεκτρόνια και συγκρατούνται μαζί.
Ομοιοπολικός δεσμός: Χημικός δεσμός που σχηματίζεται με το μοίρασμα ενός
ζεύγους ηλεκτρονίων μεταξύ ατόμων

20
Ο Ομοιοπολικός Δεσμός
21

Τα μεγέθη των διαφόρων ελκτικών και απωστικών δυνάμεων μεταξύ των πυρήνων και
των ηλεκτρονίων σ’ έναν ομοιοπολικό δεσμό εξαρτώνται από την εγγύτητα των
ατόμων.

Εάν τα άτομα υδρογόνου απέχουν πολύ μεταξύ τους, οι ελκτικές δυνάμεις είναι
ασθενείς και δεν δημιουργείται δεσμός.

Εάν είναι πολύ κοντά, η απωστική αλληλεπίδραση των πυρήνων γίνεται τόσο ισχυρή,
που ωθεί τα άτομα μακριά.

Υπάρχει δηλαδή μια βέλτιστη απόσταση μεταξύ των πυρήνων που ονομάζεται μήκος
δεσμού. Σ’ αυτήν την απόσταση οι ελκτικές δυνάμεις μεγιστοποιούνται και το μόριο
έχει τη βέλτιστη σταθερότητα.

22
Η Ισχύς των Ομοιοπολικών Δεσμών
23

Όταν ζεύγη ατόμων υδρογόνου συνενώνονται σχηματίζουν μόρια Η2 χαμηλότερης


ενέργειας και απελευθερώνεται ενέργεια ίση με 436 kJ/mol. Αντιθέτως, μια ισόποση
ενέργεια θα πρέπει να διοχετευθεί στο μόριο Η2 για να το διασπάσει σε δύο άτομα Η.

Το ποσό της ενέργειας που πρέπει να διοχετευθεί για να διασπαστεί ένας χημικός
δεσμός ενός μορίου που βρίσκεται στην αέρια φάση του (η ενέργεια που
απελευθερώνεται όταν σχηματίζεται ο δεσμός) ονομάζεται ενέργεια διάστασης
δεσμού (bond dissociation energy – D).

Οι ενέργειες διάστασης δεσμού είναι πάντα θετικές, γιατί πρέπει πάντα να


διοχετευθεί ενέργεια για να διασπαστεί ένας δεσμός. Αντιθέτως, η ποσότητα
ενέργειας που εκλύεται κατά τον σχηματισμό ενός δεσμού έχει πάντα αρνητική τιμή.

Αναπαράσταση Δομών με Ηλεκτρόνια - Κουκκίδες


24

Ένα μόριο Η2, για παράδειγμα, γράφεται δείχνοντας ένα ζεύγος κουκκίδων ανάμεσα
στα άτομα Η, υποδεικνύοντας ότι τα Η μοιράζονται το ζεύγος των ηλεκτρονίων σ’ ένα
ομοιοπολικό δεσμό.

Με τη νομή δύο ηλεκτρονίων σ’ έναν ομοιοπολικό δεσμό κάθε άτομο Η έχει


συμπληρωμένη τη στοιβάδα σθένους και τη σταθερή δόμηση ατόμου He.
Αναπαράσταση Δομών με Ηλεκτρόνια - Κουκκίδες
25

Το στοιχείο του φθορίου (ομάδα 7Α) έχει εφτά ηλεκτρόνια σθένους και η δομή κατά
Lewis του μορίου F2 πως μπορεί να σχηματισθεί ο ομοιοπολικός δεσμός:
(Δεσμικό ζεύγος)
(Μονήρες ή μη
Δεσμικό ζεύγος)

Έξι από τα εφτά ηλεκτρόνια σθένους στο άτομο F είναι ήδη σε ζεύγη σε τρία
συμπληρωμένα ατομικά τροχιακά και δεν μπορούν να μοιραστούν σ’ ένα δεσμό. Το
έβδομο ηλεκτρόνιο σθένους, όμως, είναι ασύζευκτο και μπορεί να σχηματίσει
ομοιοπολικό δεσμό μ’ ένα άλλο άτομο F.

Αναπαράσταση Δομών με Ηλεκτρόνια - Κουκκίδες


26

Κάθε άτομο σ’ ένα μόριο F2 έχει τη στοιβάδα σθένους συμπληρωμένη σε δόμηση


octet. Τα τρία ζεύγη μη-δεσμικών ηλεκτρονίων ονομάζονται μονήρη ζεύγη ή μη-
δεσμικά ζεύγη και τα μοιρασμένα ηλεκτρόνια ονομάζονται δεσμικό ζεύγος.

Ως γενικός κανόνας, ένα άτομο μοιράζεται όσο το δυνατό περισσότερα από τα


ηλεκτρόνια σθένους του, μέχρις ότου δεν έχει άλλα ηλεκτρόνια να μοιραστεί ή
αποκτήσει δόμηση octet.
Αναπαράσταση Δομών με Ηλεκτρόνια - Κουκκίδες
27

Στοιχεία ομάδας 3Α: Έχουν τρία ηλεκτρόνια σθένους και επομένως μπορούν να
σχηματίσουν τρεις δεσμούς ηλεκτρονιακών ζευγών.

Στοιχεία ομάδας 4Α: Έχουν τέσσερα ηλεκτρόνια σθένους και μπορούν να σχηματίσουν
τέσσερεις δεσμούς.

Αναπαράσταση Δομών με Ηλεκτρόνια - Κουκκίδες


28

Στοιχεία ομάδας 5Α: Έχουν πέντε ηλεκτρόνια σθένους και μπορούν να σχηματίσουν
τρεις δεσμούς.

Στοιχεία ομάδας 6Α: Έχουν έξι ηλεκτρόνια σθένους και σχηματίζουν δύο δεσμούς.
Αναπαράσταση Δομών με Ηλεκτρόνια - Κουκκίδες
29

Στοιχεία ομάδας 7Α: Έχουν εφτά ηλεκτρόνια σθένους και μπορούν να σχηματίσουν
ένα δεσμό.

Στοιχεία ομάδας 8Α (ευγενή αέρια): Η στοιβάδα σθένους έχει δόμηση octet. Σπάνια
σχηματίζουν ομοιοπολικούς δεσμούς.

Αναπαράσταση Δομών με Ηλεκτρόνια - Κουκκίδες


30

Δεν περιέχουν όλοι οι δεσμοί μόνο ένα μοιρασμένο ηλεκτρονιακό ζεύγος (απλός
δεσμός). Σε μόρια όπως το Ο2, Ν2 και πολλά άλλα, τα άτομα μοιράζονται περισσότερα
από ένα ζεύγη ηλεκτρονίων, σχηματίζοντας πολλαπλούς ομοιοπολικούς δεσμούς.

Για παράδειγμα, τα άτομα Ο στο μόριο Ο2 επιτυγχάνουν δόμηση octet της στοιβάδας
σθένους με τη νομή τεσσάρων ηλεκτρονίων (δύο ζεύγη), δημιουργώντας ένα διπλό
δεσμό. Ομοίως στο Ν2 τα άτομα μοιράζονται έξι ηλεκτρόνια (τρία ζεύγη)
σχηματίζοντας ένα τριπλό δεσμό.
Αναπαράσταση Δομών με Ηλεκτρόνια - Κουκκίδες
31

Οι πολλαπλοί δεσμοί είναι βραχύτεροι και ισχυρότεροι από τους αντίστοιχους


απλούς, γιατί περισσότερα μοιρασμένα ηλεκτρόνια συγκρατούν τα άτομα.

Αναπαράσταση Δομών με Ηλεκτρόνια - Κουκκίδες


32

Αν και οι περισσότεροι ομοιοπολικοί δεσμοί σχηματίζονται όταν δύο άτομα


συνεισφέρουν ένα ηλεκτρόνιο, μπορούν να σχηματισθούν δεσμοί όταν ένα άτομο
προσφέρει και τα δύο ηλεκτρόνια (μονήρες ζεύγος) σ’ ένα άλλο άτομο που έχει κενό
το τροχιακό σθένους. Αυτοί οι δεσμοί ονομάζονται ομοιοπολικοί δεσμοί σύνταξης
(coordinate covalent bonds).
Πολικοί Ομοιοπολικοί Δεσμοί - Ηλεκτραρνητικότητα
33

Ανάμεσα στον ιοντικό δεσμό (μεταφορά ηλεκτρονίων) και τον ομοιοπολικό (νομή
ηλεκτρονίων) υπάρχει ένα ευρύ φάσμα δεσμών ενδιάμεσης φύσης, όπου τα
ηλεκτρόνια νέμονται άνισα, αλλά δεν υπάρχει πλήρης μεταφορά. Όταν συμβαίνει
αυτό, ο δεσμός χαρακτηρίζεται ως πολικός ομοιοπολικός δεσμός (polar covalent
bond).

Το μικρό γράμμα δ χρησιμοποιείται για να συμβολίζει το μερικό φορτίο στα άτομα,


είτε αυτό είναι μερικώς θετικό (+δ), για το άτομο που έχει μικρότερο καταμερισμό των
ηλεκτρονίων του δεσμού, είτε αρνητικό (-δ) για το άτομο με το μεγαλύτερο
καταμερισμό.

Πολικοί Ομοιοπολικοί Δεσμοί - Ηλεκτραρνητικότητα


34

Ως παράδειγμα, μπορεί να γίνει η σύγκριση τριών ουσιών του NaCl, του HCl και του
Cl2.

NaCl: Ο δεσμός θεωρητικά είναι ιοντικός μεταξύ των Na+ και Cl-, αλλά μελέτες έχουν
δείξει ότι η φύση του είναι μόνο κατά 80% ιοντική. Αυτό συμβαίνει γιατί το
ηλεκτρόνιο που προσφέρθηκε από το Na στο Cl εξακολουθεί να βρίσκεται για
περιορισμένο χρονικό διάστημα κοντά στο Na. Ο χάρτης ηλεκτροστατικού δυναμικού
δείχνει με παραστατικό τρόπο την κατανομή των ηλεκτρονίων στο μόριο.
Πολικοί Ομοιοπολικοί Δεσμοί - Ηλεκτραρνητικότητα
35

HCl: Ο δεσμός είναι ένας πολικός ομοιοπολικός. Το άτομο του Cl έλκει το το ζεύγος
των ηλεκτρονίων του δεσμού πιο ισχυρά απ’ ότι το υδρογόνο και αυτό έχει ως
αποτέλεσμα την ασύμμετρη κατανομή ηλεκτρονίων.

Έτσι, το Cl έχει ένα μερικώς αρνητικό φορτίο και το Η ένα μερικώς θετικό.
Πειραματικώς έχει βρεθεί ότι ο δεσμός στο HCl είναι 83% ομοιοπολικός και 17%
ιοντικός.

Πολικοί Ομοιοπολικοί Δεσμοί - Ηλεκτραρνητικότητα


36

Cl2: Ο δεσμός σ’ ένα μόριο χλωρίου είναι μη-πολικός ομοιοπολικός και τα ηλεκτρόνια
του δεσμού έλκονται το ίδιο από τα δύο πανομοιότυπα άτομα χλωρίου. Παρόμοιες
περιπτώσεις υπάρχουν για όλα τα διατομικά μόρια που έχουν ομοιοπολικό δεσμό
μεταξύ δύο πανομοιότυπων ατόμων.
Πολικοί Ομοιοπολικοί Δεσμοί - Ηλεκτραρνητικότητα
37

Η πολικότητα ενός δεσμού οφείλεται στην ηλεκτραρνητικότητα, που είναι η


ικανότητα ενός ατόμου σ’ ένα μόριο να έλκει τα κοινά ηλεκτρόνια σ’ ένα ομοιοπολικό
δεσμό.

Τα μεταλλικά στοιχεία στ’ αριστερά του περιοδικού πίνακα έλκουν ηλεκτρόνια


ασθενώς, ενώ αντιθέτως τα αλογόνα και άλλα δραστικά μη-μέταλλα πάνω δεξιά στον
πίνακα έλκουν ηλεκτρόνια ισχυρώς.

Τα αλκαλιμέταλλα είναι τα πλέον λιγότερο ηλεκτραρνητικά το F, το O, το N και το Cl


είναι τα πιο ηλεκτραρνητικά.

Η ηλεκτραρνητικότητα αυξάνεται από αριστερά προς τα δεξιά και ελαττώνεται από


πάνω προς τα κάτω μέσα στον περιοδικό πίνακα

Η απόλυτη τιμή της διαφοράς σε ηλεκτραρνητικότητα δύο συνδεδεμένων ατόμων


δίνει χονδρικά το μέτρο της πολικότητας που αναμένεται για ένα δεσμό
38
Πολικοί Ομοιοπολικοί Δεσμοί - Ηλεκτραρνητικότητα
39

 Εκτίμηση της σχετικής πολικότητας δεσμών με βάση τις


ηλεκτραρνητικότητες:
Κατατάξτε τους παρακάτω δεσμούς κατά σειρά αυξανόμενης
πολικότητας: H–Se, P–Cl, N–Cl, N–F

Αναγραφή τύπων ή δομών Lewis με ηλεκτρόνια-κουκκίδες


40

Τα 4 βασικά βήματα για την αναγραφή ενός τύπου Lewis:


1. Υπολογίζουμε τον συνολικό αριθμό ηλεκτρονίων σθένους
2. Γράφουμε τη σκελετική δομή* του μορίου χρησιμοποιώντας συνήθως ως
κεντρικό άτομο το λιγότερο ηλεκτραρνητικό.
* Σκελετική δομή είναι ο τύπος που δείχνει απλώς ποια άτομα συνδέονται
με ποια μέσα στο μόριο με απλούς δεσμούς, π.χ. η σκελετική δομή του
διοξειδίου του άνθρακα είναι Ο–C–Ο
3. Κατανέμουμε τα ηλεκτρόνια στα άτομα που περιβάλλουν το κεντρικό
άτομο (κανόνας οκτάδας).
4. Κατανέμουμε τα υπόλοιπα ηλεκτρόνια ως ζεύγη στο κεντρικό άτομο
Αναγραφή δομών Lewis
41

 Γράψτε τον τύπο Lewis για το τριβρωμίδιο του φωσφόρου, PBr3


1. Υπολογισμός συνολικού αριθμού ηλεκτρονίων σθένους.
Ρ: Ομάδα 5Α , 5 ηλεκτρόνια σθένους
Br: Ομάδα 7Α, 7 ηλεκτρόνια σθένους
Ο συνολικός αριθμός ηλεκτρονίων σθένους: 5 + (3 × 7) = 26
2. Η σκελετική δομή θα έχει ως κεντρικό άτομο το P, επειδή είναι το λιγότερο
ηλεκτραρνητικό, και τα άτομα Br ως περιφερειακά:

3. Κατανέμουμε ηλεκτρονικά ζεύγη στα περιφερειακά άτομα έτσι, ώστε να


ικανοποιείται ο κανόνας της οκτάδας. (Απαιτούνται 3 × 6 = 18 ηλεκτρόνια.)
4. Κατανέμουμε τα υπόλοιπα ηλεκτρόνια (26 – 24 = 2) στο άτομο Ρ:

Δομές Lewis & Συντονισμός


42

Το μόριο του όζοντος (Ο3) ως παράδειγμα

Χρησιμοποιώντας δομή κατά Lewis, το μόριο του όζοντος μπορεί να παρασταθεί ως


εξής:

Παρατηρείται ότι το κεντρικό άτομο δεν έχει δόμηση octet, κάτι το οποίο θα
μπορούσε να πραγματοποιηθεί με μετακίνηση ενός ζεύγους ηλεκτρονίων από τα
πλευρικά άτομα Ο.
Δομές Lewis & Συντονισμός
43

Στην πραγματικότητα καμιά από τις προηγούμενες δομές δεν είναι σωστή. Σε
οποιαδήποτε περίπτωση είναι δυνατή η αναπαράσταση δομής ενός μορίου κατά
Lewis με περισσότερες από μία μορφές, τότε η πραγματική ηλεκτρονιακή δομή είναι
ένας μέσος όρος των διαφόρων δυνατοτήτων που ονομάζεται υβρίδιο συντονισμού.

Να σημειωθεί ότι οι διάφορες μορφές συντονισμού διαφέρουν μόνο στην


τοποθέτηση των ηλεκτρονίων σθένους. Ο συνολικός αριθμός των ηλεκτρονίων
σθένους, η σύνδεση μεταξύ των ατόμων και η σχετική θέση των ατόμων παραμένουν
ίδια.

Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων & Διατροφής


Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας (Καρδίτσα)
Ανόργανη Χημεία

Ενότητα 6η: Ομοιοπολικοί Δεσμοί & Μοριακή Δομή

Νοέμβριος 2020 Δρ.Λάκκα Αχιλλεία - ΠΔ 407


Μοριακά Σχήματα: Το Μοντέλο VSEPR
2

Το σχήμα ενός μορίου, όπως και πολλές άλλες μοριακές ιδιότητες, καθορίζεται από
την ηλεκτρονιακή δομή των ενωμένων ατόμων. Το προσεγγιστικό σχήμα ενός μορίου
μπορεί να προβλεφθεί χρησιμοποιώντας το μοντέλο άπωσης ηλεκτρονιακών ζευγών
της στοιβάδας σθένους (valence-shell electron-pair repulsion, VSEPR).

Τα ηλεκτρόνια στους δεσμούς και τα μονήρη ζεύγη μπορούν να θεωρηθούν ως «νέφη


φορτίου» που απωθούνται μεταξύ τους και παραμένουν το δυνατόν μακρύτερα, κάτι
που ωθεί τα μόρια να λαμβάνουν συγκεκριμένα σχήματα.

Μοριακά Σχήματα: Το Μοντέλο VSEPR


3

Υπάρχουν δύο βήματα για την εφαρμογή του μοντέλου VSEPR:

1. Καταγράφεται η δομή του μορίου κατά Lewis και γίνεται καταμέτρηση του αριθμού
των νεφών φορτίου που περιβάλλουν το υπό μελέτη άτομο. Το νέφος φορτίου είναι
μια ομάδα ηλεκτρονίων, είτε δεσμικά είτε μονήρη. Δηλαδή ο αριθμός των νεφών
φορτίου είναι ο συνολικός αριθμός των δεσμών και των μονήρων ηλεκτρονίων. Οι
πολλαπλοί δεσμοί μετράνε όπως και οι απλοί, γιατί δεν παίζει ρόλο ο αριθμός των
ηλεκτρονίων που απαρτίζουν κάθε νέφος.

2. Γίνεται πρόβλεψη της διάταξης των νεφών φορτίου γύρω από κάθε άτομο,
υποθέτοντας ότι τα νέφη είναι προσανατολισμένα στο χώρο έτσι ώστε να βρίσκονται
όσο το δυνατόν μακρύτερα. Το πώς επιτυγχάνεται αυτός ο προσανατολισμός
εξαρτάται από τον αριθμό τους.
Μοριακά Σχήματα: Το Μοντέλο VSEPR
4

Δύο νέφη φορτίου: Σ’ αυτήν την περίπτωση τα νέφη βρίσκονται μακρύτερα όταν
βρίσκονται σε ακριβώς αντίθετες κατευθύνσεις. Για παράδειγμα, τα μόρια CO2 και
HCN είναι γραμμικά μόρια με γωνίες δεσμών 180°.

Μοριακά Σχήματα: Το Μοντέλο VSEPR


5

Τρία νέφη φορτίου: Σ’ αυτήν την περίπτωση τα νέφη βρίσκονται μακρύτερα όταν
βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο και προσανατολίζονται προς τις γωνίες ενός ισοσκελούς
τριγώνου.
Επίπεδη τριγωνική ΑΧ3

Κεκκαμένη (ή γωνιακή)
ΑΧ2
Μοριακά Σχήματα: Το Μοντέλο VSEPR

1. Κεντρικό άτομο με δύο ή τρία ηλεκτρονικά ζεύγη στο φλοιό σθένους

Ηλεκτρονικά ζεύγη (HZ) Γεωμετρία Μοριακή


Συνολικά Δεσμικά Μονήρη ηλ. ζευγών γεωμετρία
(∆ ) (Ε)
2 2 0 Γραμμική Γραμμική ΑB2

BeF2

3 0 Επίπεδη
τριγωνική ΑB3

3 Επίπεδη BF3
Μονήρες
τριγωνική ζεύγος

2 1 Κεκαμμένη
ή γωνιακή ΑB2E
(http://www.klouras.chem.upatras.gr/el/)
SO2

Μοριακά Σχήματα: Το Μοντέλο VSEPR


7

Τέσσερα νέφη φορτίου: Σ’ αυτήν την περίπτωση τα νέφη βρίσκονται μακρύτερα όταν
τείνουν προς τις γωνίες ενός κανονικού τετράεδρου, με το κεντρικό άτομο να
βρίσκεται στο κέντρο του τετράεδρου (CH4, NH3, H2O).
Τετραεδρική ΑΒ4

Τριγωνική
πυραμιδική ΑΒ3Ε

Κεκαμμένη
ή γωνιακή ΑΒ2Ε2

Μοριακά Σχήματα: Το Μοντέλο VSEPR

2. Κεντρικό άτομο με τέσσερα ηλεκτρονικά ζεύγη στο φλοιό σθένους

Ηλεκτρονικά ζεύγη (HZ) Διευθέτηση Μοριακή


Συνολικά Δεσμικά Μονήρη ζευγών γεωμετρία
(∆ ) (Ε)
4 0 Τετραεδρική ΑΒ4

CH4

4 3 1 Τετραεδρική Τριγωνική
πυραμιδική ΑΒ3Ε
NH3

2 2 Κεκαμμένη
ή γωνιακή ΑΒ2Ε2
(http://www.klouras.chem.upatras.gr/el/) H2O
Μοριακά Σχήματα: Το Μοντέλο VSEPR

Γιατί έχουμε αποκλίσεις των γωνιών δεσμών από τις ιδανικές τιμές, όταν
υπάρχουν μονήρη ηλεκτρονικά ζεύγη;

Ένα μονήρες ζεύγος ηλεκτρονίων απαιτεί περισσότερο χώρο από ένα δεσμικό
ζεύγος. Το μονήρες ζεύγος είναι στο χώρο πιο διάχυτο, ενώ το δεσμικό ζεύγος
συγκρατείται πιο κοντά στους πυρήνες.

ΝΗ3: Το μονήρες ζεύγος στο άτομο του αζώτου διεκδικεί περισσότερο χώρο
από ό,τι τα δεσμικά ζεύγη.

Ανάλογη είναι και η περίπτωση του Η2Ο,


όπου όμως τα μονήρη ΗΖ είναι δύο.
107ο

105ο
(http://www.klouras.chem.upatras.gr/el/)

Μοριακά Σχήματα: Το Μοντέλο VSEPR

Αποκλίσεις των γωνιών δεσμών από τις ιδανικές τιμές έχουμε και όταν τα
περιφερειακά άτομα γύρω από το κεντρικό άτομο διαφέρουν σε
ηλεκτραρνητικότητα.

Χλωρομεθάνιο, CH3Cl

Υπό την επίδραση ενός ισχυρά ηλεκτραρνητικού ατόμου,


όπως είναι το Cl, το δεσμικό ΗΖ C–Cl συστέλλεται και
διεκδικεί λιγότερο χώρο, με αποτέλεσμα τα υπόλοιπα
δεσμικά ΗΖ να μπορούν να απλωθούν περισσότερο.
Έτσι, οι γωνίες Η–C–Η μεγαλώνουν, ενώ οι γωνίες
Cl–C–Η μικραίνουν.
110o

(http://www.klouras.chem.upatras.gr/el/)
Μοριακά Σχήματα: Το Μοντέλο VSEPR

Πώς επηρεάζουν οι πολλαπλοί δεσμοί τη γεωμετρία ενός μορίου;


Οι πολλαπλοί δεσμοί διεκδικούν περισσότερο χώρο από ότι οι απλοί δεσμοί λόγω
του μεγαλύτερου αριθμού ηλεκτρονίων.
ο διπλός δεσμός C=Ο του μορίου της φορμαλδεΰδης, CΗ2Ο, περιμένουμε να διεκδικεί
περισσότερο χώρο από τους δεσμούς C–Η. Προβλέπουμε λοιπόν ότι η γωνία δεσμών Η–
C–Η θα είναι μικρότερη από την ιδανική τιμή των 120ο.
Ομοίως για τους δεσμούς Η–C–Η στο μόριο Η2C=CΗ2

H2C=O (φορμαλδεΰδη) H2C=CH2 (αιθυλένιο)


(http://www.klouras.chem.upatras.gr/el/)

Μοριακά Σχήματα: Το Μοντέλο VSEPR

Πώς εφαρμόζεται το μοντέλο VSEPR σε περιπτώσεις δομών συντονισμού;

Όποια δομή συντονισμού και αν θεωρήσουμε, το άτομο S περιβάλλεται


από 3 ηλεκτρονικά ζεύγη (γενικός τύπος ΑΒ2Ε, ο διπλός δεσμός μετρά ως
απλός)

μόριο SΟ2 κεκαμμένο (ή γωνιακό)

13
(http://www.klouras.chem.upatras.gr/el/)
Θεωρία του Δεσμού Σθένους
14

Κατά τη δημιουργία του δεσμού μεταξύ δύο ατόμων Α και Β:

Ένα τροχιακό σθένους του ατόμου Α συγχωνεύεται εν μέρει με ένα τροχιακό


σθένους του ατόμου Β. Τότε λέμε ότι τα τροχιακά μοιράζονται μια περιοχή του χώρου
ή ότι επικαλύπτονται.
Καθώς το τροχιακό του ενός ατόμου επικαλύπτει το τροχιακό του άλλου, τα ηλεκτρόνια

στα τροχιακά αυτά αρχίζουν να κινούνται γύρω από τα δύο άτομα.


Επειδή τα ηλεκτρόνια έλκονται συγχρόνως και από τους δύο πυρήνες, τα

άτομα αναγκαστικά πλησιάζουν το ένα το άλλο, δημιουργώντας αυτό που


λέμε δεσμό.
Η ισχύς του δημιουργούμενου δεσμού εξαρτάται από την έκταση της επικάλυψης. Όσο

μεγαλύτερη είναι η επικάλυψη, τόσο ισχυρότερος είναι ο δεσμός.


Τα δύο τροχιακά δεν επιτρέπεται να περιέχουν περισσότερα από δύο ηλεκτρόνια, και

αυτά μόνο εφόσον έχουν αντίθετα spin.

Θεωρία του Δεσμού Σθένους


15

Σε περιπτώσεις που υπάρχει αλληλοεπικάλυψη τροχιακών εκτός των s, τότε υπάρχει


συγκεκριμένη κατεύθυνση.

Για παράδειγμα, σ’ ένα μόριο F2, ο δεσμός F – F προκύπτει από την αλληλοεπικάλυψη
δύο 2p τροχιακών που έχουν από ένα ηλεκτρόνιο. Τα δύο p τροχιακά θα πρέπει να
τείνουν επακριβώς το ένα προς το άλλο για βέλτιστη αλληλοεπικάλυψη, και ο δεσμός
σχηματίζεται κατά μήκος του άξονα των τροχιακών.

Οι δεσμοί που προκύπτουν από μετωπική αλληλοεπικάλυψη τροχιακών ονομάζονται


«σ δεσμοί».
16

Θεωρία του Δεσμού Σθένους


17

Οι βασικές αρχές της θεωρίας δεσμού σθένους συνοψίζονται ως εξής:

1. Οι ομοιοπολικοί δεσμοί σχηματίζονται από αλληλοεπικάλυψη ατομικών τροχιακών,


καθένα από τα οποία περιέχει ένα ηλεκτρόνιο με αντιπαράλληλο spin.

2. Καθένα από τα ενωμένα άτομα περιέχει τα δικά του ατομικά τροχιακά, αλλά το
ηλεκτρονιακό ζεύγος στα αλληλεπικαλυπτόμενα τροχιακά μοιράζεται και στα δύο
άτομα.

3. Όσο μεγαλύτερη η έκταση αλληλοεπικάλυψης, τόσο πιο ισχυρός ο δεσμός. Σ’ αυτό


παίζει ρόλο και η κατεύθυνση, όταν δεν εμπλέκονται μόνο s τροχιακά.
Αριθμός δεσμών σύμφωνα με τη θεωρία VB

Πόσους δεσμούς μπορούν να σχηματίσουν τα στοιχεία Cl, Ο και C


σύμφωνα με τη θεωρία VB;

3s 3p Cl: ένα ασύζευκτο


Cl Ne ηλεκτρόνιο και σχηματίζει
έναν δεσμό, π.χ. H–Cl

2s 2p O: δύο ασύζευκτα ηλεκτρόνια


O He και σχηματίζει δύο δεσμούς,
π.χ. H–Ο–Η

C: δύο ασύζευκτα ηλεκτρόνια


2s 2p
και σχηματίζει τέσσερις (!)
C He δεσμούς στο μεθάνιο, CH4.
(http://www.klouras.chem.upatras.gr/el/)

Θεμελιώδης και διεγερμένη κατάσταση


19

Το παράδειγμα του CH4

Πώς εξηγείται το γεγονός ότι ο άνθρακας με δύο ασύζευκτα ηλεκτρόνια στη


θεμελιώδη κατάσταση σχηματίζει συνήθως τέσσερις δεσμούς;

Γιατί η διεγερμένη κατάσταση δεν είναι αρκετή για την περιγραφή των τεσσάρων
δεσμών που σχηματίζει ο άνθρακας (π.χ. στο μεθάνιο);
Γιατί ο σχηματισμός του CΗ4 δεν μπορεί να ερμηνευθεί βάσει
της διεγερμένης κατάστασης του ατόμου C

1.Οι 4 ομοιοπολικοί δεσμοί στο μεθάνιο θα ήταν δύο τύπων: ένας


δεσμός από την επικάλυψη του τροχιακού 2s του C με το
τροχιακό 1s ενός ατόμου Η και τρεις δεσμοί από την επικάλυψη των τριών
2p τροχιακών του C με τα τρία 1s τροχιακά τριών ατόμων Η.
Προφανώς, οι δύο τύποι δεσμών, λόγω διαφορετικών επικαλύψεων, δεν θα
ήταν ισότιμοι μεταξύ τους.

2.Όσον αφορά στη γεωμετρία του CΗ4, οι τρεις δεσμοί 2p–1s θα σχημάτιζαν
ορθές γωνίες μεταξύ τους, ενώ ο τέταρτος δεσμός 2s–1s θα είχε τυχαίο
προσανατολισμό.

Το πείραμα δείχνει ότι οι 4 δεσμοί C–Η στο μεθάνιο είναι πανομοιότυποι και
η γεωμετρία του μορίου τετραεδρική (κάθε γωνία Η–C–Η = 109ο ).

Αυτό σημαίνει ότι τα τροχιακά του άνθρακα που εμπλέκονται στους


δεσμούς είναι μεταξύ τους απολύτως ισοδύναμα.

(http://www.klouras.chem.upatras.gr/el/)

Τι είναι τα υβριδικά τροχιακά / sp3 Υβριδικά Τροχιακά


21

 Υβριδικά τροχιακά: τα τροχιακά τα οποία χρησιμοποιούμε στην


περιγραφή δεσμών και τα οποία λαμβάνουμε με συνδυασμούς ατομικών
τροχιακών των μεμονωμένων ατόμων.
 Τα υβριδικά τροχιακά είναι σε αριθμό ίσα με τα αρχικά ατομικά τροχιακά,
διαφέρουν όμως από αυτά ως προς την ενέργεια, τη μορφή (συμμετρία
ηλεκτρονικού νέφους) και τον προσανατολισμό.
 Όταν ένα s τροχιακό συνδυάζεται με τρία p τροχιακά, όπως συμβαίνει με
τη διεγερμένη μορφή του άνθρακα, τότε προκύπτουν τέσσερα
ισοδύναμα τροχιακά, τα οποία ονομάζονται υβριδικά τροχιακά sp3.
 Σ’ αυτήν την περίπτωση, ο επιγεγραμμένος άνω δείκτης δείχνει τον
αριθμό των p τροχιακών που συμμετέχουν στο σχηματισμό του
υβριδικού τροχιακού και όχι τον αριθμό των ηλεκτρονίων που
καταλαμβάνουν το τροχιακό.
Υβριδισμός & sp3 Υβριδικά Τροχιακά
22

Ο τετραεδρικός προσανατολισμός των τεσσάρων


sp3 υβριδικών τροχιακών.
(Οι μικροί λοβοί έχουν παραλειφθεί για ευκρίνεια.)

Ένα μεμονωμένο υβριδικό τροχιακό sp3.


Από τους δύο λοβούς, στο δεσμό
συμμετέχει ο μεγάλος λοβός.

23
Οι τέσσερις δεσμοί C–H στο μεθάνιο
προέρχονται από επικαλύψεις s-sp3

24

Οι συνηθισμένοι τύποι υβριδικών τροχιακών και η αντίστοιχη


γεωμετρική τους διευθέτηση (προσανατολισμός)

Υβριδικά Προσανατολισμός Αριθμός


τροχιακά τροχιακών τροχιακών Παράδειγμα
sp Γραμμικός 2 Be στο BeF2
sp2 Επίπεδος τριγωνικός 3 B στο BF3
sp3 Τετραεδρικός 4 C στο CH4
sp3d Τριγωνικός διπυραμιδικός 5 Ρ στο ΡF5
sp3d2 Οκταεδρικός 6 S στο SF6

!!! Αν γνωρίζουμε τον τύπο των υβριδικών τροχιακών, βρίσκουμε τη


γεωμετρική διευθέτηση (προσανατολισμό) των τροχιακών και τη
μοριακή γεωμετρία. Ισχύει και το αντίστροφο:
Αν γνωρίζουμε τον προσανατολισμό των τροχιακών (γεωμετρία ΗΖ),
βρίσκουμε τον τύπο των υβριδικών τροχιακών.

(http://www.klouras.chem.upatras.gr/el/)
Πώς περιγράφουμε τους δεσμούς γύρω από ένα άτομο βάσει
της θεωρίας VB

Ακολουθούμε κατά σειρά τα εξής πέντε βήματα:

1. Γράφουμε τη δομή Lewis του μορίου.

2.Βρίσκουμε τη διευθέτηση των ηλεκτρονικών ζευγών (μοντέλο


VSEPR) γύρω από το κεντρικό άτομο.

3.Συμπεραίνουμε τον τύπο των υβριδικών τροχιακών που


χρησιμοποιεί το κεντρικό άτομο.

4.Τοποθετούμε τα ηλεκτρόνια σθένους του κεντρικού ατόμου, ένα σε


κάθε υβριδικό τροχιακό.
Αν τα ηλεκτρόνια υπερτερούν, σχηματίζουμε ΗΖ.

5.Δημιουργούμε τους δεσμούς γύρω από το κεντρικό άτομο


επικαλύπτοντας τα υβριδικά τροχιακά που φέρουν μονήρη ηλεκτρόνια.
(http://www.klouras.chem.upatras.gr/el/)

Εφαρμογή της θεωρίας VSEPR στην πρόβλεψη του


υβριδισμού

Χρησιμοποιήστε υβριδικά τροχιακά για να περιγράψετε τους δεσμούς στο


μόριο του νερού, Η2Ο, σύμφωνα με τη θεωρία του δεσμού σθένους.

O H
1. Γράφουμε τη δομή Lewis του νερού
H
2. Τα τέσσερα ΗΖ γύρω από το οξυγόνο υποδηλώνουν
τετραεδρικό προσανατολισμό.
3.Τετραεδρικός προσανατολισμός των ΗΖ σημαίνει τύπος υβριδισμού sp3
4.Τοποθετούμε τα ηλεκτρόνια σθένους του οξυγόνου, ένα σε κάθε υβριδικό
τροχιακό. Επειδή τα ηλεκτρόνια υπερτερούν, σχηματίζουμε δύο μονήρη
ΗΖ.

(http://www.klouras.chem.upatras.gr/el/)
5. ∆ημιουργούμε τους δύο δεσμούς Ο–Η
γύρω από το κεντρικό άτομο του οξυγόνου.
Κάθε δεσμός Ο–Η σχηματίζεται από sp3
επικάλυψη ενός τροχιακού 1s από πλευράς
υδρογόνου με ένα από τα ημικατειλημμένα sp3 sp3
sp3 υβριδικά τροχιακά του οξυγόνου. s
sp3

2p

sp3 sp3
2s
μονήρη δεσμοί O-Η
ζεύγη
Ε
1s 1s 1s
Άτομο O Άτομο O Άτομο O
(θεμελιώδης (υβριδισμένο) (στο μόριο H2O)
κατάσταση)
(http://www.klouras.chem.upatras.gr/el/)

Τι ονομάζουμε π (πι) δεσμούς;


29

2p 2p π δεσμός

Όταν δύο τροχιακά p επικαλύπτονται από πλάγια θέση,


τότε σχηματίζεται ένας π δεσμός.
Απεικόνιση των δεσμών στο αιθυλένιο
30

Η επικάλυψη sp2 – sp2 των δύο ατόμων C


και οι επικαλύψεις sp2 – s των ατόμων C
με τα άτομα Η οδηγούν στο σχηματισμό
πέντε σ δεσμών
(σ-σκελετός του αιθυλενίου).
Όταν τα επίπεδα των ομάδων –CH2 είναι κάθετα μεταξύ
τους, δεν μπορεί να σχηματισθεί δεσμός. Όταν όμως
αυτά ταυτίζονται, τότε με επικαλύψεις p – p σχηματίζεται
(http://www.klouras.chem.upatras.gr/el/) ένας π δεσμός

Θεωρία Μοριακών Τροχιακών


31

Το μόριο του Η2

Η θεωρία των μοριακών τροχιακών παρέχει δύο τρόπους αλληλεπίδρασης τροχιακών


ένα προσθετικό και έναν αφαιρετικό. Ο προσθετικό τρόπος οδηγεί στο σχηματισμό
μοριακού τροχιακού που έχει περίπου το σχήμα αυγού, ενώ ο αφαιρετικός τρόπος
οδηγεί στο σχηματισμό ενός μοριακού τροχιακού, το οποίο περιέχει έναν κόμβο
μεταξύ των δύο ατόμων.
Θεωρία Μοριακών Τροχιακών
32

Ο προσθετικός συνδυασμός, που συμβολίζεται με σ, έχει χαμηλότερη ενέργεια από τα


δύο ξεχωριστά 1s τροχιακά και ονομάζεται δεσμικό μοριακό τροχιακό, γιατί
οποιοδήποτε ηλεκτρόνιο περιέχει βρίσκεται μεγαλύτερο χρονικό διάστημα μεταξύ
των δύο πυρήνων, συγκρατώντας τα δύο άτομα μαζί.

Ο αφαιρετικός συνδυασμός, που συμβολίζεται με σ*, έχει υψηλότερη ενέργεια από τα


δύο ξεχωριστά 1s τροχιακά και ονομάζεται αντιδεσμικό μοριακό τροχιακό, γιατί
οποιοδήποτε ηλεκτρόνιο περιέχει δεν μπορεί να βρίσκεται μεταξύ των δύο πυρήνων
και δεν συνεισφέρει στο δεσμό.

Διάγραμμα μοριακού τροχιακού

33
Θεωρία Μοριακών Τροχιακών
34

Η τάξη δεσμού είναι ο αριθμός των ζευγών ηλεκτρονίων που μοιράζονται τα δύο
άτομα. Μπορεί να υπολογιστεί από ένα διάγραμμα μοριακού τροχιακού, αφαιρώντας
τα αντιδεσμικά από τα δεσμικά ηλεκτρόνια και διαιρώντας δια 2.

Γιατί δεν υπάρχει το μόριο He2;


Ενέργεια

Άτομο He Άτομο He

Τάξη δεσμού = ½(2 – 2) = 0


Μόριο He2

Θεωρία Μοριακών Τροχιακών


35

Οι σημαντικότερες ιδέες της θεωρίας μοριακών τροχιακών έχουν ως εξής:


1. Το μοριακό τροχιακό είναι για το μόριο ότι είναι το ατομικό τροχιακό για το άτομο. Τα
μοριακά έχουν συγκεκριμένα επίπεδα ενέργειας και συγκεκριμένα σχήματα.
2. Τα μοριακά τροχιακά σχηματίζονται από συνδυασμό ατομικών τροχιακών που
βρίσκονται σε διαφορετικά άτομα. Ο αριθμός των μοριακών τροχιακών που
σχηματίζονται είναι ο ίδιος με τον αριθμό των ατομικών τροχιακών που
συνδυάζονται.
3. Τα μοριακά τροχιακά που έχουν χαμηλότερη ενέργεια από τα αρχικά ατομικά
τροχιακά είναι δεσμικά. Αυτά με υψηλότερη ενέργεια είναι αντιδεσμικά.
4. Τα ηλεκτρόνια καταλαμβάνουν τα μοριακά τροχιακά αρχίζοντας από αυτά με τη
χαμηλότερη ενέργεια. Μόνο δύο ηλεκτρόνια με αντιπαράλληλο spin καταλαμβάνουν
ένα μοριακό τροχιακό.
5. Η τάξη δεσμού μπορεί να υπολογιστεί από ένα διάγραμμα μοριακού τροχιακού,
αφαιρώντας τα αντιδεσμικά από τα δεσμικά ηλεκτρόνια και διαιρώντας δια 2.
∆ιατομικά μόρια της 2ης περιόδου
Επικάλυψη των τροχιακών σθένους 2s

σ*2s
Α Α

2s 2s
E
σ2s

Τα τροχιακά 2s των δύο ατόμων Α συνδυάζονται όπως ακριβώς και τα 1s, που
είδαμε στο σχηματισμό του μορίου του υδρογόνου, και δίνουν ένα δεσμικό ΜΟ
σ2s και ένα αντιδεσμικό σ*2s.
36

Οι διαφορετικοί τρόποι με τους οποίους μπορούν να


αλληλεπιδράσουν τα τροχιακά 2p

σ2p* 1. Με επικάλυψη κατά


μήκος των αξόνων
σχηματίζονται τα
μοριακά τροχιακά σ2p
σ2p και σ2p*.

π2p* 2. Με επικάλυψη από


πλάγιες θέσεις
σχηματίζονται τα
μοριακά τροχιακά π2p
και π2p*.
π2p
37
(http://www.klouras.chem.upatras.gr/el/)
Κατάταξη των οκτώ ΜΟ κατά σειρά
αυξανόμενης ενέργειας
1. Τα ΜΟ σ2s και σ* 2s θα έχουν τη χαμηλότερη ενέργεια από κάθε ΜO
που προκύπτει από συνδυασμούς των 2p ΑΟ, αφού τα 2s AO
βρίσκονται ενεργειακά χαμηλότερα από τα 2p.
2. Μεταξύ των ΜΟ σ2s και σ* 2s, ενεργειακά υψηλότερα θα βρίσκεται
ασφαλώς το αντιδεσμικό σ* 2s.
3. Τα δύο δεσμικά ΜΟ π2p, προκύπτουν με τον ίδιο ακριβώς τρόπο,
γι’ αυτό έχουν την ίδια ενέργεια, δηλαδή είναι ενεργειακά
εκφυλισμένα. Το ίδιο ισχύει προφανώς και για το ζεύγος των
αντιδεσμικών ΜΟ π* 2p.
4. Ως προς το σ2p τροχιακό, τα π2p και π* 2p θα είναι ασταθέστερα,
δηλαδή ενεργειακά θα βρίσκονται υψηλότερα, αφού η επικάλυψη
από πλευρικές θέσεις γίνεται σε μικρότερη έκταση, απ' ό,τι η
επικάλυψη κατά μήκος του διαπυρηνικού άξονα. Ανάλογα, το σ* 2p
ΜΟ θα είναι σε υψηλότερο ενεργειακό επίπεδο από τα π* 2p ΜΟ.
Έτσι, οι σχετικές ενέργειες των 8 ΜΟ θα είναι:
σ2s < σ* < σ < π = π < π* = π* < σ*
2s 2p 2p 2p 2p 2p 2p

(http://www.klouras.chem.upatras.gr/el/)

Ενεργειακό διάγραμμα ΜΟ για τα ομοπυρηνικά διατομικά


μόρια της 2ης περιόδου

σ2*p Το διάγραμμα αυτό


ισχύει για τα μόρια Ο2,
π*2p F2 και Ne2, όπου η
διαφορά ενέργειας
2p 2p ανάμεσα στα ατομικά
π2p τροχιακά 2s και 2p
είναι μεγάλη.
σ2p
!! Για τα ομοπυρηνικά
σ2*s μόρια Li2, Be2, B2, C2
Ε και Ν2,
το τροχιακό σ2p
2s 2s
βρίσκεται ενεργειακά
ΑΟ του Α σ2s ΑΟ του Α υψηλότερα από τα
τροχιακά π2p.
ΜΟ του Α2 (http://www.klouras.chem.upatras.gr/el/)
Ενεργειακό διάγραμμα ΜΟ του Ο2
12 e σθένους στο Ο2
σ*
2p (6 e από κάθε άτομο),
π*2p καταλαμβάνουν τα ΜΟ με
τον τρόπο που δείχνει το
2p 2p διπλανό διάγραμμα
π2p τροχιακών.
Υπάρχουν δύο μονήρη e
σ2p
στα αντιδεσμικά τροχιακά
π* 2p  το μοριακό οξυγόνο
σ2*s είναι παραμαγνητικό.
Υπάρχουν 8 δεσμικά και 4
Ε 2s 2s αντιδεσμικά ηλεκτρόνια 
τάξη δεσμού = ½(8 – 4) = 2
σ2s (διπλός δεσμός).
ΑΟ του O ΑΟ του O Ηλεκτρονική δομή του Ο2
με συμπυκνωμένη μορφή
ΜΟ του O2
(σ2s)2(σ*2s)2(σ2p)2(π2p)4(π*2p)2
40
(http://www.klouras.chem.upatras.gr/el/)

Ενεργειακό διάγραμμα ΜΟ του Ν2

41
Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων & Διατροφής
Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας (Καρδίτσα)
Ανόργανη Χημεία

Ενότητα 7η: Θερμοχημεία – Χημική Ενέργεια

Νοέμβριος 2020 Δρ. Λάκκα Αχιλλεία – ΠΔ 407

Θερμότητα Αντίδρασης
2

 Θερμοδυναμική: Η επιστήμη των σχέσεων μεταξύ θερμότητας και άλλων


μορφών ενέργειας

 Θερμοχημεία: Περιοχή της θερμοδυναμικής η οποία ασχολείται με τη


μελέτη των ποσών θερμότητας που απορροφούνται ή εκλύονται κατά τις
χημικές αντιδράσεις

1) Ποσό ενέργειας που απαιτείται για την διάσπαση ενός συγκεκριμένου


είδους χημικού δεσμού: ισχύς αυτού του δεσμού

2) Καθορισμός εξέλιξης χημικής αντίδρασης


Θερμότητα Αντίδρασης
3

Μια αντίδραση που απορροφά θερμότητα. Σε μια φιάλη αναμιγνύουμε επιμελώς


κρυστάλλους οκταϋδρικού υδροξειδίου του βαρίου με κρυστάλλους ενός αμμωνιακού
άλατος. Στο χέρι μας αισθανόμαστε τη φιάλη πολύ παγωμένη. Αν τοποθετήσουμε τη
φιάλη πάνω σε ένα σανίδι που έχει κάποια βαθουλώματα με νερό, η φιάλη και το
σανίδι, μέσα σε λίγα λεπτά, συνδέονται (λόγω της πήξης του νερού) τόσο ισχυρά
μεταξύ τους, ώστε και αν ακόμα αναστρέψουμε το σανίδι, η φιάλη μένει στη θέση της.

Ενέργεια
4

Ενέργεια είναι η ικανότητα παροχής θερμότητας ή παραγωγής έργου. Η ενέργεια


κατατάσσεται είτε ως κινητική, είτε ως δυναμική.

Η κινητική ενέργεια (EΚ) είναι η ενέργεια της κίνησης. Το ποσό της ενέργειας σ’ ένα
κινούμενο με ταχύτητα u αντικείμενο μάζας m είναι:

Η δυναμική ενέργεια (EP) είναι η ενέργεια που κατέχει ένα αντικείμενο λόγω της
θέσης του σε ένα πεδίο δύναμης. Είναι δηλαδή η δυνατότητα ενός σώματος, ή
συστήματος να παράγει έργο επειδή βρίσκεται μέσα σε κάποιο πεδίο δυνάμεων.
Ένα σώμα σε πεδίο βαρύτητας που έχει τη δυνατότητα να κινηθεί σε χαμηλότερη
θέση π.χ. ποταμός, παράγει έργο.

 Οι μονάδες της ενέργειας kgm2/s2 προέρχονται από τον τύπο της κινητικής
ενέργειας. Στο SI η παραπάνω έκφραση ονομάζεται joule (J) και χρησιμοποιείται
πιο συχνά ως kJ.
Ενέργεια
5

Το νερό στο άνω μέρος ενός φράγματος έχει δυναμική ενέργεια


(εκτός από την όποια κινητική ενέργεια που μπορεί να έχει),
επειδή βρίσκεται σε μια σχετικά υψηλή θέση στο πεδίο της
δύναμης βαρύτητας της Γης.
Ep = mgh.
Εp είναι η δυναμική ενέργεια της ποσότητας του νερού στο άνω
μέρος του φράγματος, m είναι η μάζα του νερού, g είναι η
σταθερά επιτάχυνσης της βαρύτητας και h είναι το ύψος του
νερού, μετρημένο από κάποιο επίπεδο αναφοράς.

Καθώς μια ποσότητα νερού πέφτει από το φράγμα, η δυναμική


του ενέργεια ελαττώνεται από mgh, που είναι στο άνω μέρος
του φράγματος, σε μηδέν που είναι στην επιφάνεια της Γης.

Εσωτερική ενέργεια
6

 Το σύνολο των δυναμικών και κινητικών ενεργειών των σωματιδίων που


απαρτίζουν μια ουσία, αποτελεί την εσωτερική ενέργεια U της ουσίας

 Η ολική ενέργεια μιας ουσίας ισούται με το άθροισμα της κινητικής και


της δυναμικής της ενέργειας, συν την εσωτερική της ενέργεια

 Στο εργαστήριο κατά τη μελέτη μιας ουσίας η οποία βρίσκεται σε ηρεμία


μέσα σε ένα δοχείο, θεωρούμε ότι η ολική ενέργεια της ουσίας ισούται
με την εσωτερική της ενέργεια
Νόμος διατήρησης της ενέργειας
7

 Ο νόμος διατήρησης της ενέργειας λέει ότι η ενέργεια δεν μπορεί να


παραχθεί ή να καταστραφεί. Μπορεί μόνο να μετατραπεί από μία μορφή
σε μια άλλη.

 Πτώση νερού από φράγμα : Οταν πέφτει νερό από ένα φράγμα, έχουμε
μετατροπή δυναμικής ενέργειας σε κινητική. Μέρος από την κινητική
ενέργεια του νερού είναι δυνατόν επίσης να μετατραπεί σε τυχαία
μοριακή κίνηση, δηλαδή σε εσωτερική ενέργεια του νερού. Η ολική
ενέργεια όμως του νερού παραμένει σταθερή και ίση με το άθροισμα της
κινητικής ενέργειας, της δυναμικής ενέργειας, και της εσωτερικής
ενέργειας, του νερού.

Πρώτος νόμος της θερμοδυναμικής -Έργο και θερμότητα


Θερμοδυναμικό σύστημα και περιβάλλον αυτού
8

 Ο πρώτος νόμος της θερμοδυναμικής συσχετίζει την αλλαγή της


εσωτερικής ενέργειας μιας φυσικής ή χημικής μεταβολής, που λαμβάνει
χώρα σε ένα δοχείο, με τις ροές (μεταφορές) ενέργειας προς ή από το
εσωτερικό του δοχείου. Αυτές οι μεταφορές ενέργειας είναι δύο ειδών:
έργο και θερμότητα.

 Η ουσία ή το μείγμα ουσιών που ξεχωρίζουμε για μελέτη, πιθανόν και το


δοχείο στο οποίο λαμβάνει χώρα η μεταβολή, ονομάζεται
θερμοδυναμικό σύστημα ή απλά σύστημα.

 Κάθε τι στην γύρω από το σύστημα περιοχή


ονομάζεται περιβάλλον
Πρώτος νόμος της θερμοδυναμικής -Έργο και θερμότητα
Ορισμός του Έργου

9  Έργο w: Η μεταφορά ενέργειας εντός ή εκτός θερμοδυναμικού συστήματος της


οποίας η επίδραση στο περιβάλλον ισοδυναμεί με την μετακίνηση ενός
αντικειμένου μέσα σε ένα πεδίο δυνάμεως.

 Το αλγεβρικό πρόσημο του w επιλέγεται συμβατικά να είναι θετικό όταν


αποδίδεται έργο στο θερμοδυναμικό σύστημα και αρνητικό όταν παράγεται έργο
από το θερμοδυναμικό σύστημα.

Έργο παραγόμενο από ένα σύστημα. Η βενζίνη που καίγεται σε έναν κύλινδρο παράγει αέρια, τα οποία
εκτονώνονται αντίθετα προς το έμβολο που είναι συνδεδεμένο με έναν τροχό και μια τροχαλία. Καθώς το
έμβολο κινείται προς τα έξω. το σχοινί τυλίγεται γύρω από τον τροχό, τραβώντας το βάρος προς τα άνω.

Πρώτος νόμος της θερμοδυναμικής -Έργο και θερμότητα


Ορισμός της Θερμότητας
10

Θερμότητα: η ενέργεια που εισρέει μέσα σε ένα θερμοδυναμικό σύστημα, ή


εκρέει από αυτό λόγω διαφοράς θερμοκρασίας ανάμεσα στο σύστημα και το
περιβάλλον του.
Για όσο διάστημα ένα σύστημα και το περιβάλλον του βρίσκονται σε
θερμική επαφή έχουμε ροή ενέργειας (θερμότητας) από το ένα στο άλλο,
προκειμένου να εξισωθούν οι θερμοκρασίες, δηλαδή να υπάρξει θερμική
ισορροπία.
Η θερμότητα ρέει από μια περιοχή υψηλότερης θερμοκρασίας σε περιοχή
χαμηλότερης θερμοκρασίας. Η ροή θερμότητας παύει από τη στιγμή που οι
θερμοκρασίες εξισωθούν. Σημειώνουμε ότι η ροή θερμότητας σε ένα
σύστημα εμφανίζεται ως αύξηση της εσωτερικής ενέργειας του συστήματος.
Η θερμότητα συμβολίζεται με το γράμμα q. Το αλγεβρικό πρόσημο του q
επιλέγεται θετικό, αν από το σύστημα απορροφάται θερμότητα και αρνητικό
αν εκλύεται θερμότητα.
Μεταβολή Εσωτερικής Ενέργειας
11

 Η εσωτερική ενέργεια είναι μια εκτατική ιδιότητα, δηλαδή μια ιδιότητα που
εξαρτάται από την ποσότητα των ουσιών του συστήματος. Αν διπλασιάσουμε την
ποσότητα των ουσιών του συστήματος, κάτω από δεδομένες συνθήκες,
διπλασιάζεται και η ποσότητα της εσωτερικής ενέργειας του συστήματος. Άλλα
παραδείγματα εκτατικών ιδιοτήτων είναι η μάζα και ο όγκος.

 Η εσωτερική ενέργεια είναι επίσης μια καταστατική συνάρτηση. Καταστατική


συνάρτηση είναι μια ιδιότητα ενός συστήματος εξαρτώμενη μόνο από την
παρούσα κατάσταση τον συστήματος (η οποία καθορίζεται από μεταβλητές,
όπως θερμοκρασία και πίεση) και είναι ανεξάρτητη από κάθε προηγούμενο
ιστορικό του συστήματος.

Πρώτος νόμος της θερμοδυναμικής -Έργο και θερμότητα


Πρώτος νόμος της θερμοδυναμικής
12

Ο πρώτος νόμος της θερμοδυναμικής είναι ουσιαστικά ο νόμος διατήρησης της


ενέργειας εφαρμοσμένος σε ένα θερμοδυναμικό σύστημα και συσχετίζει τη
μεταβολή της εσωτερικής ενέργειας του συστήματος, ΔU, με τις μεταφορές
ενέργειας (θερμότητα, q, και έργο, w) προς ή από το σύστημα.

1ος Νόμος της Θερμοδυναμικής: Κάθε φορά που ένα θερμοδυναμικό σύστημα
υπόκειται σε μία φυσική ή χημική μεταβολή, η μεταβολή της εσωτερικής
ενέργειας του συστήματος ΔU ισούται με το άθροισμα της θερμότητας και του
έργου που υπεισέρχονται σε αυτή τη μεταβολή.
Πρώτος νόμος της θερμοδυναμικής -Έργο και θερμότητα
Πρώτος νόμος της θερμοδυναμικής
13

•Άνοδος θερμοκρασίας περιβάλλοντος - Προσθήκη


θερμότητας στο σύστημα +165 J

•Εκτόνωση αερίου – Ανύψωση εμβόλου – Το περιβάλλον


κερδίζει ενέργεια (92 J) άρα το σύστημα πρέπει να χάσει
αντίστοιχο ποσό ενέργειας. Το σύστημα έχει αποδώσει
έργο στο περιβάλλον

•Το σύστημα κερδίζει εσωτερική ενέργεια από την


απορροφούμενη θερμότητα και χάνει εσωτερική
ενέργεια από το έργο που παράγει . Η καθαρή μεταβολή
της εσωτερικής ενέργειας είναι
Ανταλλαγές θερμότητας και έργου με το περιβάλλον.
Ένα αέριο βρίσκεται εντός δοχείου που φέρει έμβολο,
θερμότητα ρέει στο δοχείο από το περιβάλλον, το οποίο
είναι σε υψηλότερη θερμοκρασία. Καθώς η θερμοκρασία
του αερίου αυξάνεται, το αέριο εκτονώνεται ανυψώνοντας
το βάρος (παράγοντας έργο).

Θερμότητα Αντίδρασης / Ενθαλπία αντίδρασης


Θερμότητα Αντίδρασης
14

 Θερμότητα αντίδρασης: Είναι η θερμότητα q που απορροφάται ή


εκλύεται από ένα σύστημα αντίδρασης για να διατηρηθεί μια σταθερή
θερμοκρασία του συστήματος κάτω από τις συνθήκες που ορίζει η
αντίδραση.
 Εξώθερμη διεργασία είναι μία χημική αντίδραση ή φυσική μεταβολή κατά την
οποία εκλύεται θερμότητα (q αρνητικό)

 Ενδόθερμη διεργασία είναι μία χημική αντίδραση ή φυσική μεταβολή κατά την
οποία απορροφάται θερμότητα (q θετικό)
Θερμότητα Αντίδρασης / Ενθαλπία αντίδρασης
Θερμότητα Αντίδρασης
15

Παράδειγμα εξώθερμης χημικής αντίδρασης: Εφυδάτωση ιόντων


θειικού χαλκού

Θερμότητα Αντίδρασης / Ενθαλπία αντίδρασης


Έργο Πίεσης-Όγκου
16

Το έργο (w) ορίζεται ως η δύναμη (F) που κινεί ένα αντικείμενο επί την απόσταση (d)
που κινήθηκε το αντικείμενο.

Ο πιο κοινός τύπος έργου που συναντάται στα χημικά συστήματα είναι το έργο
διαστολής (έργο πίεσης – όγκου ή έργο ΠΟ) ως αποτέλεσμα αλλαγής όγκου του
συστήματος.
Zn(s) + 2H30+(aq) Zn2+(aq) + 2H2O(l) + H2(g)
Εξώθερμη αντίδραση (q = -152,4kJ/mol Zn)
Έκλυση αέριου υδρογόνου / Εκτόνωση συστήματος / Έργο πίεσης όγκου

Αρνητικό πρόσημο =
Απώλεια ενέργειας
από το σύστημα

1mol Zn αντιδρά με περίσσεια υδροχλωρικού οξέος η εσωτερική ενέργεια (ως


κινητκές και δυναμικές ενέργειες ηλεκτρονίων) μεταβάλλεται οδεύοντας από τα
αντιδρώντα προς τα προϊόντα. Κάποια ενέργεια εγκαταλείπει το σύστημα κυρίως ως
17 θερμότητα αλλά και μερικώς ως έργο εκτόνωσης

Θερμότητα Αντίδρασης / Ενθαλπία αντίδρασης


Ενθαλπία & Ενθαλπία Αντίδρασης
18

Ένα σύστημα μπορεί ν’ ανταλλάξει ενέργεια με το περιβάλλον είτε με μεταφορά


θερμότητας είτε με την παραγωγή έργου.

Με βάση τον προηγούμενο τύπο (w = - PΔV), και συμβολίζοντας ως q την


μεταφερόμενη θερμότητα, η ολική μεταβολή ενέργειας ενός συστήματος θα είναι:

Το q έχει θετικό πρόσημο εάν το σύστημα λαμβάνει θερμότητα και αρνητικό εάν έχει
απώλεια θερμότητας.
Ενέργεια & Ενθαλπία
19

Η παραπάνω εξίσωση μπορεί να γραφτεί ως εξής:

Μια χημική αντίδραση μπορεί να γίνει σε κλειστό δοχείο με σταθερό όγκο, οπότε η
διαφορά ενέργειας οφείλεται εξολοκλήρου σε μεταφορά θερμότητας (σ’ αυτήν την
περίπτωση συμβολίζεται με qv).

Μια χημική αντίδραση, όμως, μπορεί να πραγματοποιηθεί και σε ανοικτό δοχείο,


όπου η πίεση είναι σταθερή και ο όγκος μεταβάλλεται ελεύθερα. Τότε, η μεταβολή
ενέργειας οφείλεται και σε έργο ΠΟ και σε μεταφορά θερμότητας (συμβολίζεται με
qp).

Ενέργεια & Ενθαλπία


20

Οι αντιδράσεις υπό σταθερή πίεση είναι κοινές στη χημεία, γι’ αυτό και η μεταβολή
θερμότητας συμβολίζεται ως ΔH και ονομάζεται θερμότητα αντίδρασης ή μεταβολή
ενθαλπίας της αντίδρασης. Η ενθαλπία ενός συστήματος είναι το μέγεθος E + PV, οπότε:

Μόνο η μεταβολή ενθαλπίας είναι σημαντική για μια αντίδραση, δηλαδή:

Στις χημικές αντιδράσεις, η μεταβολή ενθαλπίας (ΔΗ) είναι σχεδόν ίση με τη μεταβολή της
εσωτερικής ενέργειας (ΔΕ).
Πρότυπη Θερμοδυναμική Κατάσταση
21

Η τιμή της μεταβολής ενθαλπίας ΔΗ είναι η ποσότητα της θερμότητας που


απελευθερώνεται ή απορροφάται όταν τα αντιδρώντα μετατρέπονται στα προϊόντα
στην ίδια θερμοκρασία και στη σωστή στοιχειομετρία.

Όταν αναφέρεται οποιαδήποτε μεταβολή ενθαλπίας, θα πρέπει να διευκρινίζονται και


οι καταστάσεις (στερεό, υγρό ή αέριο) αντιδρώντων και προϊόντων.

Η διαφορά των 176 kJ προκύπτει επειδή η μετατροπή του υγρού νερού σε αέριο
απαιτεί ενέργεια.

Πρότυπη Θερμοδυναμική Κατάσταση


22

Όταν αναφέρεται μια μεταβολή ενθαλπίας, επιπρόσθετα με τις καταστάσεις


αντιδρώντων / προϊόντων, θα πρέπει να καθορίζονται και η πίεση και η θερμοκρασία.
Για να διασφαλιστεί ότι όλες οι μετρήσεις αναφέρονται με τον ίδιο τρόπο, έχει οριστεί
ένα σύνολο συνθηκών, το οποίο ονομάζεται πρότυπη θερμοδυναμική κατάσταση
(πίεση 1 atm, θερμοκρασία 25 °C).

Οι μετρήσεις της μεταβολής ενθαλπίας που γίνονται υπό αυτές τις συνθήκες
συμβολίζονται ως ΔΗ° και η τιμή που προκύπτει ονομάζεται πρότυπη ενθαλπία
αντίδρασης.
Ενθαλπίες Χημικών Μεταβολών
23

Η ενθαλπία ή θερμότητα αντίδρασης είναι ένα μέτρο ροής θερμότητας μέσα ή έξω
από ένα σύστημα υπό σταθερή πίεση. Εάν τα προϊόντα έχουν περισσότερη ενθαλπία
απ’ ότι τα αντιδρώντα, τότε έχει εισρεύσει θερμότητα από το περιβάλλον μέσα στο
σύστημα (+ ΔΗ). Αυτές οι αντιδράσεις ονομάζονται ενδόθερμες.

Εάν τα προϊόντα έχουν λιγότερη ενθαλπία απ’ ότι τα αντιδρώντα, τότε έχει εκρεύσει
θερμότητα από το σύστημα στο περιβάλλον (- ΔΗ). Αυτές οι αντιδράσεις ονομάζονται
εξώθερμες.

Θερμιδομετρία & Θερμοχωρητικότητα


24

Θερμοχωρητικότητα (C) είναι η ποσότητα της θερμότητας που απαιτείται για ν’


αυξηθεί η θερμοκρασία ενός αντικειμένου ή μιας ένωσης κατά ένα συγκεκριμένο
ποσό.

Όσο μεγαλύτερη η θερμοχωρητικότητα, τόσο μεγαλύτερη η ποσότητα θερμότητας


που απαιτείται για μια δεδομένη μεταβολή θερμοκρασίας.

Έστω ότι ένα κομμάτι σιδήρου χρειάζεται 6,70 J θερμότητας για να ανεβεί η
θερμοκρασία του κατά έναν βαθμό Κελσίου. Κατά συνέπεια, η θερμοχωρητικότητά
του είναι 6,70 J/°C. Το ποσόν θερμότητας που απαιτείται για να ανεβεί η θερμοκρασία
του κομματιού του σιδήρου από τους 25,0°C στους 35,0°C είναι:
Θερμιδομετρία & Θερμοχωρητικότητα
25

Η θερμοχωρητικότητα εξαρτάται και από το μέγεθος και από τη σύσταση ενός


αντικειμένου. Γι’ αυτό για λόγους σύγκρισης ορίζεται ως ειδική θερμότητα (ή ειδική
θερμοχωρητικότητα) η ποσότητα θερμότητας που απαιτείται για ν’ αυξηθεί η
θερμοκρασία 1 g μιας ουσίας κατά 1 °C. Ομοίως, μοριακή θερμοχωρητικότητα (Cm)
είναι η ποσότητα θερμότητας που απαιτείται για ν’ αυξηθεί η θερμοκρασία 1 mol μιας
ουσίας κατά 1 °C.

 Για να βρούμε τη θερμότητα q που απαιτείται για να ανεβάσει τη θερμοκρασία


ενός δείγματος, πολλαπλασιάζουμε την ειδική θερμότητα της ουσίας, S, επί τη
μάζα σε γραμμάρια, m, και τη μεταβολή θερμοκρασίας ΔΤ.

Ο Νόμος του Hess


26

Επειδή η ενθαλπία είναι καταστατική εξίσωση, η ΔΗ μιας αντίδρασης είναι ίδια, είτε η
αντίδραση πραγματοποιείται σε ένα, είτε σε περισσότερα βήματα. Έτσι, ο νόμος του
Hess δηλώνει ότι το άθροισμα των ΔΗ των ξεχωριστών βημάτων μιας ακολουθίας
αντιδράσεων ισούται με τη ΔΗ της συνολικής αντίδρασης.
27

Πρότυπες Ενθαλπίες Σχηματισμού


28

Πρότυπη ενθαλπία σχηματισμού (ΔΗ°f) ονομάζεται η μεταβολή της ενθαλπίας για τον
σχηματισμό 1 mol μιας ουσίας στη πρότυπη κατάστασή της από τα συστατικά
στοιχεία της στην πρότυπη κατάστασή τους.

Η πρότυπη ενθαλπία σχηματισμού για κάθε χημική αντίδραση βρίσκεται αφαιρώντας


το άθροισμα των μεταβολών ενθαλπίας των αντιδρώντων από το άθροισμα
μεταβολών ενθαλπίας των προϊόντων. Κάθε μεταβολή ενθαλπίας θα πρέπει να
πολλαπλασιάζεται με τον συντελεστή που υπάρχει στην ισοσταθμισμένη αντίδραση.
29

Εισαγωγή στην Εντροπία


30

Η ποσότητα μοριακής αταξίας σ’ ένα σύστημα ονομάζεται εντροπία (S). Η εντροπία


έχει μονάδες J/K. Όσο μεγαλύτερη είναι η εντροπία, τόσο μεγαλύτερη και η αταξία
των σωματιδίων σ’ ένα σύστημα. Τα αέρια έχουν υψηλότερη αταξία, άρα και εντροπία
από τα υγρά και τα υγρά από τα στερεά.

Η μεταβολή εντροπίας συμβολίζεται ως ΔS. Όταν αυξάνει η αταξία το ΔS έχει θετική


τιμή ενώ όταν μειώνεται έχει αρνητική τιμή.
31

Εισαγωγή στην Εντροπία


32

Δύο παράγοντες καθορίζουν τον αυθορμητισμό μιας χημικής μεταβολής σ’ ένα


σύστημα: απελευθέρωση ή απορρόφηση ενέργειας (ΔΗ) και αύξηση ή μείωση της
μοριακής αταξίας (ΔS).

Για να διαπιστωθεί πότε μια διεργασία είναι αυθόρμητη, και η ενθαλπία και η
εντροπία θα πρέπει να ληφθούν υπόψη.
Εισαγωγή στην Εντροπία
33

Να σημειωθεί ότι οι δύο παράγοντες δεν ωθούν ένα σύστημα πάντοτε στην ίδια
κατεύθυνση. Δηλαδή, μια αντίδραση μπορεί να μην ευνοείται από την ενθαλπία
(θετικό ΔΗ), αλλά ευνοείται από την εντροπία (θετικό ΔS).

Εισαγωγή στην Ελεύθερη Ενέργεια


34

Για να ληφθούν και οι δύο παράγοντες (ΔΗ, ΔS) υπόψη όταν ορίζεται ο
αυθορμητισμός μιας αντίδρασης, έχει οριστεί μια ποσότητα που ονομάζεται
μεταβολή ελεύθερης ενέργειας του Gibbs (ΔG).

Η τιμή της μεταβολής της ελεύθερης ενέργειας είναι ένα γενικό κριτήριο
αυθορμητισμού μιας χημικής διεργασίας.
Εισαγωγή στην Ελεύθερη Ενέργεια
35

Το γεγονός ότι ο παράγοντας ΤΔS στην εξίσωση εξαρτάται από τη θερμοκρασία


υποδηλώνει ότι ο αυθορμητισμός ορισμένων χημικών διεργασιών εξαρτάται από τη
θερμοκρασία. Μια ενδόθερμη διεργασία, για παράδειγμα, που δεν είναι αυθόρμητη
σε χαμηλή θερμοκρασία μπορεί να συμβεί αυθόρμητα αν η θερμοκρασία αυξηθεί.

Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων & Διατροφής


Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας (Καρδίτσα)
Ανόργανη Χημεία

Ενότητα 8η: Αέρια – Ιδιότητες & Συμπεριφορά

Νοέμβριος 2020 Δρ. Λάκκα Αχιλλεία - ΠΔ 407


Αέρια & Πίεση Αερίων
2

Ο αέρας είναι ένα τυπικό αέριο από πολλές απόψεις και η συμπεριφορά του
φανερώνει πολλές σημαντικές ιδιότητες των αερίων.

 Τα μίγματα των αερίων είναι πάντα ομοιογενή. Εν αντιθέσει με τα υγρά, τα αέρια


πάντα αναμιγνύονται πλήρως.

 Τα αέρια είναι συμπιέσιμα. Όταν εφαρμόζεται μια πίεση, ένα αέριο συστέλλεται
αναλόγως.

Αέρια & Πίεση Αερίων


3

 Φιάλες αερίων: Αέρια, όπως


οξυγόνο και άζωτο μπορούν να
μεταφερθούν ως συμπιεσμένα αέρια
σε χαλύβδινες φιάλες. Μεγάλοι(υπό
κανονικές πιέσεις) όγκοι αερίου,
μπορούν να συμπιεσθούν σε έναν
μικρό όγκο.
Αέρια & Πίεση Αερίων
4

Η ομοιογένεια και η συμπιεστότητα είναι αποτελέσματα του γεγονότος ότι τα μόρια


των αερίων βρίσκονται σε μεγάλη απόσταση μεταξύ τους.

Η ομοιογένεια στα μίγματα συμβαίνει επειδή τα μόρια των αερίων έχουν


περιορισμένη αλληλεπίδραση με γειτονικά μόρια.

Η συμπιεστότητα είναι εφικτή, γιατί μόλις το 0.1% του όγκου ενός αερίου
καταλαμβάνεται από τα μόριά του. Το υπόλοιπο 99.9% είναι κενός χώρος. Στα υγρά ή
τα στερεά το ποσοστό αυτό ανέρχεται σε 70%.

Αέρια & Πίεση Αερίων


5

Τα αέρια ασκούν μετρήσιμη πίεση στα τοιχώματα του δοχείου που τα περιέχει. Η
πίεση (Ρ) ορίζεται ως η δύναμη (F) που ασκείται ανά μονάδα επιφάνειας (A). Η
δύναμη, όπως έχει ήδη ειπωθεί, είναι η μάζα (m) επί την επιτάχυνση (α), η οποία στην
επιφάνεια της Γης είναι η επιτάχυνση της βαρύτητας (α = 9.81 m/s2).

Η μονάδα μέτρησης της δύναμης στο SI είναι το newton (N), όπου 1 Ν = 1 (kgm/s2),
και της πίεσης το pascal (Pa), όπου 1 Pa = 1 N/m2 = 1 kg/(ms2). Επειδή το Pa δεν είναι
βολική μονάδα, η ατμοσφαιρική πίεση μετριέται είτε σε χιλιοστά της στήλης
υδραργύρου (mm Hg), είτε σε ατμόσφαιρες (atm).
Το Υδραργυρικό Βαρόμετρο

Κενό  Στην επιφάνεια της θάλασσας ο


υδράργυρος του σωλήνα κατέρχεται στο
ύψος των 760mm πάνω από το επίπεδο
του υδραργύρου της λεκάνης

Υδράργυρος  Η πίεση που ασκεί η ατμόσφαιρα πάνω


στην επιφάνεια του υδραργύρου της
λεκάνης είναι ίση με την πίεση που ασκεί
η υδραργυρική στήλη στη βάση της.
h (mm)
Ατμοσφαιρική
Πίεση  Η σχέση μεταξύ της πίεσης P και του
ύψους h μιας στήλης υγρού σε βαρόμετρο
είναι:

P=gdh

Οι Νόμοι των Αερίων / Το πείραμα του Boyle


7Όλατα αέρια κάτω από μέτριες συνθήκες συμπεριφέρονται εντελώς απλά όσον αφορά
πίεση, θερμοκρασία, όγκο και γραμμομοριακή ποσότητα. Διατηρώντας σταθερές
οποιεσδήποτε δύο από αυτές τις φυσικές ιδιότητες, είναι δυνατόν να δείξουμε μια απλή
σχέση μεταξύ των άλλων δύο.

 Ο όγκος του αερίου σε


κανονική ατμοσφαιρική πίεση
(760 mmHg) είναι 100 mL.

 Όταν η πίεση διπλασιασθεί


με προσθήκη 760 mm
υδραργύρου,ο όγκος του
αερίου γίνεται ο μισός (50
mL).

 Ο τριπλασιασμός της πίεσης


ελαττώνει τον όγκο στο ένα
τρίτο του αρχικού (33 mL)
Οι Νόμοι των Αερίων
8 Ο νόμος του Boyle: Σχέση όγκου – πίεσης
Ο όγκος ενός ιδανικού αερίου κυμαίνεται αντιστρόφως με την πίεση. Δηλαδή, το γινόμενο
PV είναι σταθερό, όταν το n (αριθμός των mol) και το T (θερμοκρασία) παραμένουν
σταθερά.

Εφαρμογή του νόμου του Boyle

Ένας όγκος διοξειδίου του άνθρακα, CO2, ίσος με 20,0 L συλλέχθηκε στους 23οC
και πίεση 1,00 atm. Πόσος θα ήταν ο όγκος του διοξειδίου του άνθρακα, αν είχε
συλλεχθεί στους 23οC και 0,830 atm;

Όταν n και T είναι σταθερά, θα ισχύει:

Pf Vf = Pi Vi
όπου Pf και Vf, η τελική πίεση και ο τελικός όγκος
και Pi και Vi, η αρχική πίεση και ο αρχικός όγκος, αντίστοιχα.

(http://www.klouras.chem.upatras.gr/el/)
Οι Νόμοι των Αερίων
10

Σχέση όγκου – θερμοκρασίας

Ένα μπαλόνι βυθισμένο σε υγρό άζωτο (-196oC) συρρικνώνεται, επειδή o αέρας στο
εσωτερικό του συστέλλεται. Όταν το μπαλόνι απομακρυνθεί από το υγρό άζωτο, ο
αέρας στο εσωτερικό του θερμαίνεται και διαστέλλεται, οπότε τo μπαλόνι αποκτά
το αρχικό του μέγεθος.

Οι Νόμοι των Αερίων


11

Ο νόμος του Charles: Σχέση όγκου – θερμοκρασίας

Ο όγκος ενός ιδανικού αερίου είναι ευθέως ανάλογος με την απόλυτη θερμοκρασία.
Δηλαδή, ο λόγος V/T είναι σταθερός, όταν τα n και η P παραμένουν σταθερά.
Εφαρμογή του νόμου του Charles
12

 Αν περιμένετε μια χημική αντίδραση να παραγάγει 4,38 dm3 οξυγόνου,


Ο2, στους 19οC και 101 kPa, πόσος θα ήταν ο όγκος στους 25οC και 101
kPa;
Πρώτα μετατρέπουμε τις θερμοκρασίες σε κέλβιν.
Ti = (19 + 273) K = 292 K και Tf = (25 + 273) K = 298 K

Ο πίνακας με τα δεδομένα είναι:


Vi = 4,38 dm3 Pi = 101 kPa Ti = 292 K
Vf = ; Pf = 101 kPa Tf = 298 K

Εφαρμογή του νόμου του Charles

(http://www.klouras.chem.upatras.gr/el/)

Συνδυαστικός νόμος:
Σχέση όγκου, θερμοκρασίας και πίεσης

 Ο όγκος που καταλαμβάνει μία δεδομένη ποσότητα αερίου είναι


ανάλογος προς την απόλυτη θερμοκρασία διαιρεμένη με την πίεση

V 1/P (Νόμος του Boyle)


V T (Νόμος του Charles) V T/P

Υπό μορφή εξίσωσης:

(για δεδομένη
PV T
= σταθερό ή V = σταθερό × P ποσότητα αερίου)
T

PfVf PiVi
Πρακτική μορφή του συνδυαστικού νόμου: =
Tf Ti
Οι Νόμοι των Αερίων
14

Ο νόμος του Avogadro: Σχέση όγκου – ποσότητας

Ο όγκος ενός ιδανικού αερίου είναι ευθέως ανάλογος με την μοριακή του ποσότητα.
Δηλαδή, ο λόγος V/n είναι σταθερός, αν η T και P διατηρούνται σταθερά.

Οι Νόμοι των Αερίων


15

Ο νόμος του Avogadro: Σχέση όγκου – ποσότητας

Ο όγκος ενός mole αερίου ονομάζεται γραμμομοριακός όγκος αερίου Vm.

Συνθήκες πρότυπης θερμοκρασίας και πίεσης, STP: Συνθήκες αναφοράς για τα αέρια
οι οποίες έχουν συμβατικά οριστεί να είναι 0οC και 1 atm

Σε συνθήκες πρότυπης θερμοκρασίας και πίεσης (0 °C και 1 atm) έχει αποδειχθεί ότι ο
γραμμομοριακός όγκος ενός ιδανικού αεριού στου είναι 22.4 L/mol (πρότυπος
μοριακός όγκος).
Vm = ειδική σταθερά = 22,4L/mol σε STP

Ο γραμμομοριακός όγκος αερίου σε δεδομένη θερμοκρασία και πίεση είναι μία ειδική
σταθερά ανεξάρτητη από τη φύση του αερίου
Ο Νόμος του Ιδανικού Αερίου
16

Όλα τα πραγματικά αέρια παρεκκλίνουν ελάχιστα στην συμπεριφορά τους από τον
νόμο του ιδανικού αερίου.

Ο Νόμος του Ιδανικού Αερίου


17

Οι τρεις προηγούμενοι νόμοι μπορούν να συνδυαστούν σε μια και μόνο έκφραση, η


οποία ονομάζεται νόμος ιδανικού αερίου, που περιγράφει πως ο όγκος ενός αερίου
επηρεάζεται από τις αλλαγές στην πίεση, τη θερμοκρασία και την ποσότητα.

Η σταθερά R ονομάζεται σταθερά αερίων και έχει την ίδια τιμή για όλα τα αέρια.
Ο Νόμος του Ιδανικού Αερίου
18

Ο νόμος του ιδανικού αερίου μπορεί να μετασχηματιστεί ως εξής:

Η τιμή του R μπορεί να υπολογιστεί λαμβάνοντας υπόψη ότι 1 mol αερίου στους 0 °C
και σε πίεση 1 atm έχει όγκο 22.414 L .

Μερική Πίεση & Ο Νόμος του Dalton


19

Ο νόμος του ιδανικού αερίου έχει εφαρμογή και σε μίγματα αερίων, όπως ο αέρας,
και όχι μόνο σε καθαρά αέρια.

Η πίεση που ασκείται από ένα συγκεκριμένο αέριο ενός μίγματος αερίων ονομάζεται
μερική πίεση αυτού του αερίου. Σύμφωνα με τον νόμο των μερικών πιέσεων του
Dalton, το άθροισμα των μερικών πιέσεων όλων των διαφορετικών αερίων του
μίγματος ισούται με την ολική πίεση του μίγματος.

Επειδή η πίεση ενός αερίου σε σταθερή θερμοκρασία και όγκο είναι ανάλογη της
ποσότητάς του, έτσι και σ’ ένα μίγμα αερίων, η συνεισφορά στην συνολική πίεση θα
είναι ανάλογη της ποσότητας του κάθε αερίου στο μίγμα.
Μερική Πίεση & Ο Νόμος του Dalton
20

Οι ξεχωριστές πιέσεις των αερίων ενός μίγματος ονομάζονται μερικές πιέσεις και είναι
οι πιέσεις που θα ασκούσε κάθε αέριο εάν υπήρχε μόνο του στο δοχείο που υπάρχει
το μίγμα.

Επειδή όμως όλα τα αέρια σ’ ένα μίγμα έχουν την ίδια θερμοκρασία και όγκο, ισχύει
ότι:

Η συγκέντρωση του κάθε αερίου σ’ ένα μίγμα εκφράζεται με το γραμμομοριακό


κλάσμα (Χ).

Μερική Πίεση & Ο Νόμος του Dalton


21

Για παράδειγμα, το Χ ενός αερίου 1 είναι:


Υπολογισμός μερικής πίεσης και γραμμομοριακού κλάσματος
ενός αερίου σε μίγμα
22

Μια φιάλη 10,0 L περιέχει 1,031 g Ο2 και 0,572 g CO2 στους 18oC. Πόση είναι
η μερική πίεση του οξυγόνου και πόση του διοξειδίου του άνθρακα; Πόση
είναι η ολική πίεση; Πόσο είναι το γραμμομοριακό κλάσμα του οξυγόνου στο
μίγμα;

Κάθε αέριο στο μίγμα ακολουθεί τον νόμο των ιδανικών αερίων. Για να
υπολογίσουμε τη μερική πίεση καθενός αερίου μετατρέπουμε τα γραμμάρια
σε moles και αντικαθιστούμε στον νόμο των ιδανικών αερίων.

Η Κινητική – Μοριακή Θεωρία των Αερίων


23

 Η ερμηνεία της συμπεριφοράς ενός αερίου με


όρους της κινητικής-μοριακής θεωρίας (ή απλώς
κινητικής θεωρίας) οδηγεί στον νόμο των
ιδανικών αερίων. Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία,
ένα αέριο αποτελείται από μόρια που
βρίσκονται σε μια αδιάκοπη, τυχαία κίνηση

 Σύμφωνα με την κινητική θεωρία, η πίεση των


αερίων είναι αποτέλεσμα του βομβαρδισμού
των τοιχωμάτων του δοχείου από συνεχώς
κινούμενα μόρια.
Η Κινητική – Μοριακή Θεωρία των Αερίων
24

Η κινητική – μοριακή θεωρία βασίζεται στις παρακάτω υποθέσεις:

1. Ένα αέριο αποτελείται από σωματίδια (άτομα ή μόρια) που κινούνται τυχαία, ευθύγραμμα
προς όλες τις κατευθύνσεις.

2. Ο όγκος των σωματιδίων είναι αμελητέος εν συγκρίσει με τον συνολικό όγκο του αερίου. Ο
περισσότερος όγκος ενός αερίου είναι κενός χώρος.

3. Τα σωματίδια ενός αερίου δρουν ανεξάρτητα το ένα από το άλλο. Δεν υπάρχουν ελκτικές /
απωστικές δυνάμεις μεταξύ των σωματιδίων.

4. Οι συγκρούσεις των σωματιδίων των αερίων, είτε με τα τοιχώματα του δοχείου που τα
περιέχει είτε μεταξύ τους, είναι ελαστικές. Αυτό σημαίνει ότι η συνολική κινητική ενέργεια
των σωματιδίων ενός αερίου είναι σταθερή σε σταθερή Τ.

5. Ο μέσος όρος κινητικής ενέργειας των σωματιδίων του αερίου είναι ανάλογος της απόλυτης
θερμοκρασίας .

Η Κινητική – Μοριακή Θεωρία των Αερίων


Παραδοχή 1: Μόρια αμελητέου μεγέθους
Παραδοχή 2: Τυχαία, ευθύγραμμη κίνηση προς κάθε κατεύθυνση
Παραδοχή 3: ∆ιαμοριακές δυνάμεις αμελητέες
Παραδοχή 4: Συγκρούσεις ελαστικές
Παραδοχή 5: Μέση Εκιν. ανάλογη της Τ

Ελαστική
σύγκρουση
ατσάλινων
σφαιρών

(Α) (Β)

(A) Ανυψώνουμε την πρώτη ατσάλινη σφαίρα για να της δώσουμε


ενέργεια. (B) Αφήνοντας τη σφαίρα, η ενέργεια μεταβιβάζεται μέσω
ελαστικών συγκρούσεων στην τελευταία σφαίρα, η οποία ανεβαίνει
τόσο υψηλά, όσο είχαμε ανυψώσει την πρώτη σφαίρα. (http://www.klouras.chem.upatras.gr/el/)
Η Κινητική – Μοριακή Θεωρία των Αερίων
26

Συσχέτιση της κινητικής – μοριακής θεωρίας με τους προηγούμενους νόμους

 Νόμος του Boyle: Η πίεση του αερίου είναι ένα μέτρο της ισχύος των συγκρούσεων
μεταξύ των σωματιδίων και των τοιχωμάτων του δοχείου. Όσο μικρότερος ο όγκος σε
σταθερή Τ και n, τόσο πιο συνωστισμένα είναι τα σωματίδια και τόσο μεγαλύτερος ο
αριθμός των συγκρούσεων. Έτσι, μείωση όγκου συνεπάγεται αύξηση πίεσης.

 Νόμος του Charles: Η θερμοκρασία είναι ένα μέτρο της μέσης κινητικής ενέργειας των
σωματιδίων ενός αερίου. Όσο υψηλότερη η θερμοκρασία σε σταθερή Ρ και n, τόσο
πιο γρήγορα κινούνται τα σωματίδια και τόσο περισσότερο χώρο χρειάζονται για ν’
αποφύγουν τις συγκρούσεις. Έτσι, ο όγκος αυξάνει καθώς αυξάνει η θερμοκρασία.

Η Κινητική – Μοριακή Θεωρία των Αερίων


27

 Νόμος του Avogadro: Όσα περισσότερα σωματίδια περιέχονται σ’ ένα δείγμα αερίου,
τόσο περισσότερο χώρο χρειάζονται σε σταθερή Ρ και Τ για να μην αυξηθεί ο αριθμός
των συγκρούσεων με τα τοιχώματα του δοχείου. Έτσι, ο όγκος αυξάνει καθώς αυξάνει
η ποσότητα.
Ο Νόμος του Graham – Διάχυση & Διαπίδυση των Αερίων
28

Η ανάμιξη διαφορετικών αερίων μέσω τυχαίων μοριακών κινήσεων με συχνές


συγκρούσεις ονομάζεται διάχυση (diffusion). Η παρόμοια διαδικασία μέσω της οποίας
τα μόρια ενός αερίου διαφεύγουν χωρίς συγκρούσεις μέσω μικροσκοπικής οπής στο
κενό ονομάζεται διαπίδυση (effusion).

Ο Νόμος του Graham – Διάχυση & Διαπίδυση των Αερίων


29

Ο νόμος του Graham δηλώνει ότι η ταχύτητα διαπίδυσης ενός αερίου είναι
αντιστρόφως ανάλογη της τετραγωνικής ρίζας της μάζας του. Δηλαδή, όσο πιο
ελαφρύ ένα αέριο, τόσο πιο εύκολα διαπηδά.

Με βάση αυτό, η σύγκριση δύο αερίων σε συνθήκες ίδιας πίεσης και θερμοκρασίας
δίνει:
Εφαρμογές από τις διαφορές στις ταχύτητες διαπίδυσης των
αερίων

Ο πίδακας υδρογόνου

Τοποθετούμε ένα ποτήρι που


περιέχει αέριο υδρογόνο πάνω
από έναν πορώδη πήλινο
σωλήνα.

Το υδρογόνο διαπιδύει μέσα


στον πορώδη σωλήνα ταχύτερα
από ότι διαπιδύει ο περιεχόμενος
αέρας προς τα έξω.

Η πίεση στο εσωτερικό του πορώδους σωλήνα και της φιάλης με την
οποία συνδέεται, μεγαλώνει, εξαναγκάζοντας το χρωματισμένο νερό
να εκτοξευθεί προς τα έξω από τον πλευρικό σωλήνα.

Αέρια Διάχυση

Στο ποτήρι, πυκνό διάλυμα Ο δείκτης αλλάζει χρώμα,


NH3(aq) ελευθερώνει αέρια καθώς η αέρια αμμωνία
αμμωνία μέσα στον γυάλινο διαχέεται προς τα άνω,
σωλήνα που περιέχει μια μέσω του αέρα του σωλήνα.
διαβρεγμένη ταινία δείκτη
Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων & Διατροφής
Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας (Καρδίτσα)
Ανόργανη Χημεία
Ενότητα 9η: Υγρά, Στερεά & Αλλαγή Φάσεων

Νοέμβριος 2020 Δρ. Λάκκα Αχιλλεία ΠΔ 407

Αλλαγές Φάσεων
2

Διεργασίες κατά τις οποίες αλλάζει η φυσική μορφή μιας ουσίας αλλά όχι η
χημική της ταυτότητα, ονομάζονται αλλαγές φάσης ή μεταβολές κατάστασης.

Η τήξη είναι η διεργασία κατά την οποία ένα στερεό μετατρέπεται σε υγρό.

Η πήξη είναι η διεργασία κατά την οποία ένα υγρό μετατρέπεται σε στερεό.

Η εξάτμιση είναι η διεργασία κατά την οποία ένα υγρό ή στερεό μετατρέπεται σε
αέριο. Η απευθείας μετατροπή ενός στερεού σε αέριο αναφέρεται ειδικά ως
εξάχνωση.

H συμπύκνωση η διεργασία κατά την οποία ένα αέριο μετατρέπεται σε υγρό ή


στερεό (η μετατροπή του ατμού σε στερεό λέγεται και απόθεση).
Τάση Ατμών
3

Τα υγρά αλλά και μερικά στερεά συνεχώς εξατμίζονται. Σ’ ένα κλειστό δοχείο ένα
υγρό βρίσκεται σε κατάσταση ισορροπίας με τους ατμούς του. Σε ισορροπία και σε
σταθερή θερμοκρασία η πίεση που ασκείται από τους ατμούς έχει σταθερή τιμή και
ονομάζεται τάση ατμών.

Η τάση ατμών μιας ουσίας εξαρτάται από τη θερμοκρασία. Καθώς η θερμοκρασία


ανέρχεται, η κινητική ενέργεια των μορίων αυξάνεται και μαζί της αυξάνεται και η
τάση ατμών. Υγρά και στερεά με σχετικά υψηλή τάση ατμών σε κανονικές
θερμοκρασίες χαρακτηρίζονται ως πτητικά.

Τάση Ατμών
4

Μεταβολή της τάσεως ατμών με


τη θερμοκρασία για
διαιθυλαιθέρα, (C2H5)2O,
χλωροφόρμιο, CHCl3,
τετραχλωρίδιο του άνθρακα, CCl4,
και νερό, Η2Ο

Η τάση ατμών αυτών των υγρών


αυξάνεται γρήγορα με τη
θερμοκρασία.
Σημείο Ζέσεως
5

 Καθώς η θερμοκρασία ενός υγρού ανέρχεται η τάση ατμών μεγαλώνει. Όταν η


τάση ατμών εξισωθεί με την ατμοσφαιρική πίεση, σχηματίζονται φυσαλίδες
στο εσωτερικό του υγρού. Η διεργασία αυτή ονομάζεται βρασμός.

 Η θερμοκρασία στην οποία η τάση ατμών ενός υγρού είναι ίση με την πίεση
που ασκείται πάνω στο υγρό (ατμοσφαιρική πίεση, εκτός αν το δοχείο που
περιέχει το υγρό είναι κλειστό) ονομάζεται σημείο ζέσεως ή σημείο βρασμού
του υγρού

 Όταν ξεκινήσει ο βρασμός η θερμοκρασία του υγρού


διατηρείται σταθερή στο σημείο βρασμού (για όσο χρόνο
παρέχεται σταθερή θερμότητα).

 Το κανονικό σημείο ζέσεως ενός υγρού είναι το σημείο


ζέσεως σε πίεση 1 atm

Σημείο Πήξεως
6

Πήξη: η μετάβαση ενός υγρού στη στερεά κατάσταση.


Η θερμοκρασία στην οποία ένα καθαρό υγρό πήζει, δηλαδή μετατρέπεται σε
κρυσταλλικό στερεό ονομάζεται σημείο πήξεως.

Τήξη: η μετάβαση ενός στερεού στην υγρή κατάσταση.


Σημείο τήξεως: η θερμοκρασία στην οποία ένα κρυσταλλικό στερεό τήκεται, δηλαδή
μετατρέπεται σε υγρό, ονομάζεται σημείο τήξεως.

Το σημείο τήξεως είναι ταυτόσημο με το σημείο πήξεως. Η τήξη ή η πήξη λαμβάνει


χώρα σε θερμοκρασία όπου υγρό και στερεό βρίσκονται σε δυναμική ισορροπία.
Τάση ατμών στερεών - Εξάχνωση
7

 Εξάχνωση: η απευθείας μετάβαση των μορίων από τη στερεά φάση στη φάση
ατμού.
 Τάση ατμού του στερεού: η πίεση που ασκείται από τον ατμό.
 Εναπόθεση: η αντίθετη διαδικασία, δηλαδή η μετάβαση των μορίων από τη
φάση ατμού στη στερεά κατάσταση

Το ιώδιο ως στερεό έχει


σημαντική τάση ατμών. Έτσι,
όταν θερμανθεί προσεκτικά, το
στερεό εξαχνώνεται χωρίς να
τακεί. Ο ατμός αποτίθεται υπό
μορφή κρυστάλλων στην ψυχρή
επιφάνεια του πυθμένα της
κάψας.

Θερμότητα Μετατροπής Φάσεων


8

Η ποσότητα ενέργειας που απαιτείται για να υπερνικηθούν οι διαμοριακές δυνάμεις


και να μετατραπεί ένα στερεό σε υγρό ονομάζεται ενθαλπία τήξης ή θερμότητα τήξης
(ΔHfusion).

Η ποσότητα ενέργειας που απαιτείται για να υπερνικηθούν οι διαμοριακές δυνάμεις


και να μετατραπεί ένα υγρό σε ατμό ονομάζεται ενθαλπία ατμοποίησης ή θερμότητα
ατμοποίησης (ΔHvap).
Διαγράμματα Φάσεων

Ένας παραστατικός τρόπος οπτικοποίησης των διαφόρων φάσεων μιας ουσίας, όπως
αυτές εξαρτώνται από τη θερμοκρασία και την πίεση, είναι ένα διάγραμμα φάσεων.
Ένα τυπικό διάγραμμα φάσεων δείχνει ποια φάση είναι σταθερή σε ένα συγκεκριμένο
συνδυασμό θερμοκρασίας – πίεσης.

Τριπλό σημείο ονομάζεται ένας συγκεκριμένος συνδυασμός θερμοκρασίας – πίεσης,


όπου συνυπάρχουν και οι τρεις φάσεις μιας ουσίας. Το τριπλό σημείο του νερού
(συνύπαρξη πάγου, υγρού νερού και ατμών) για παράδειγμα είναι πίεση 6.0  10-3
atm και 0.0098 °C.

Διαγράμματα Φάσεων

10

Κρίσιμο σημείο είναι όταν η θερμοκρασία έχει τέτοια τιμή, όπου πέρα απ’ αυτήν ένα
αέριο δεν μπορεί να υγροποιηθεί, ανεξαρτήτως της πίεσης και η πίεση έχει τέτοια
τιμή, πέραν της οποίας ένα υγρό δεν μπορεί ν’ ατμοποιηθεί, ανεξαρτήτως της
θερμοκρασίας. Για το νερό, αυτό συμβαίνει στους 374.4 °C και τις 217.7 atm.

Στο κρίσιμο σημείο μια ουσία δεν συμπεριφέρεται ούτε ως αέριο, ούτε ως υγρό, γι’
αυτό και ουσίες που βρίσκονται υπό κρίσιμες συνθήκες ονομάζονται υπεκρίσιμα
ρευστά (supercritical fluids).
Διάγραμμα φάσεων του νερού
11

ΑΒ = καμπύλη τήξεως
ΑΓ= καμπύλη εξατμίσεως
ΑΔ= καμπύλη εξαχνώσεως
Οι τρεις περιοχές δίνουν συνδυασμούς
Ρ–Τ για τους οποίους μία μόνο
κατάσταση είναι σταθερή.
Κατά μήκος κάθε καμπύλης, οι δύο
καταστάσεις των περιοχών που
συνορεύουν βρίσκονται σε ισορροπία.

Μερικές Ιδιότητες των Υγρών (Ιξώδες)


12

Το μέτρο αντίστασης της ροής ενός υγρού ονομάζεται ιξώδες. Το ιξώδες


συνδέεται με την ευκολία με την οποία τα ξεχωριστά μόρια κινούνται μέσα σ’
ένα υγρό και συνεπώς με τις διαμοριακές δυνάμεις. Ουσίες με μικρά, μη-πολικά
μόρια όπως το βενζόλιο και το πεντάνιο έχουν χαμηλό ιξώδες, ενώ πιο πολικές
ουσίες, όπως η γλυκερόλη, υψηλό.

Για υγρά με Για υγρά με


χαμηλό ή όχι υψηλό ιξώδες,
υψηλό ιξώδες, όπως το λάδι
όπως το νερό, η των μηχανών, η
ροή είναι ροή είναι
ελεύθερη βραδεία
(ευκίνητη). («νωθρή»).
Μερικές Ιδιότητες των Υγρών (Επιφανειακή τάση)
13

Μια συναφής ιδιότητα είναι η επιφανειακή τάση, η οποία είναι η


αντίσταση ενός υγρού ν’ αυξάνει την επιφάνειά του (ν’ απλώνεται). Η
επιφανειακή τάση δημιουργείται εξαιτίας της διαφοράς στις διαμοριακές
δυνάμεις των επιφανειακών μορίων και των μορίων εσωτερικά του
υγρού.

Τα μόρια στην επιφάνεια του υγρού δέχονται δυνάμεις μόνο από τη μία
πλευρά και έλκονται προς το εσωτερικό του υγρού, ενώ τα μόρια στο
εσωτερικό έλκονται το ίδιο προς όλες τις κατευθύνσεις. Αυτός είναι και ο
λόγος, για τον οποίον οι σταγόνες των υγρών παίρνουν σφαιρικό σχήμα.

Μερικές Ιδιότητες των Υγρών


14

 Η επιφανειακή τάση, όπως και το ιξώδες, είναι γενικότερα υψηλότερη σε υγρά που
έχουν ισχυρότερες διαμοριακές αλληλεπιδράσεις. Και οι δύο ιδιότητες εξαρτώνται
από τη θερμοκρασία, γιατί τα μόρια σε υψηλότερες θερμοκρασίες έχουν
περισσότερη κινητική ενέργεια για ν’ αντιπαρέλθουν τις μεταξύ τους ελκτικές
δυνάμεις.

Ερμηνεία της επιφανειακής τάσης


Διαμοριακές Δυνάμεις
15

 Πολλές από τις φυσικές ιδιότητες των υγρών, αλλά και ορισμένων στερεών,
μπορούν να ερμηνευθούν με βάση τις διαμοριακές δυνάμεις, δηλαδή τις ελκτικές
δυνάμεις που ασκούνται μεταξύ μορίων.

 Μεταξύ ουδέτερων μορίων υπάρχουν τρεις τύποι ελκτικών δυνάμεων: οι


δυνάμεις δίπολου – δίπολου, οι δυνάμεις διασποράς London και οι δεσμοί
υδρογόνου.

 Ο όρος δυνάμεις van der Waals είναι ένας γενικός όρος που συμπεριλαμβάνει τις
διαμοριακές δυνάμεις διπόλου – διπόλου και London.

 Δεσμούς υδρογόνου συναντούμε σε ουσίες που περιέχουν άτομα υδρογόνου


ενωμένα με ορισμένα πολύ ηλεκτραρνητικά στοιχεία.

Πολικοί Ομοιοπολικοί Δεσμοί & Διπολικές Ροπές


16

Όπως έχει ειπωθεί, οι πολικοί ομοιοπολικοί δεσμοί σχηματίζονται μεταξύ ατόμων


διαφορετικής ηλεκτραρνητικότητας. Για παράδειγμα, το Cl είναι πιο ηλεκτραρνητικό
από τον C, και στο μόριο του CH3Cl το Cl έλκει ηλεκτρόνια. Ο δεσμός C – Cl είναι
λοιπόν πολωμένος και το Cl εμφανίζεται ελαφρώς πιο πλούσιο σε ηλεκτρόνια (- δ),
ενώ ο C ελαφρώς πιο φτωχός (+ δ).

Επειδή ο πολικός δεσμός C – Cl εμφανίζεται να έχει ένα θετικό και έναν αρνητικό
πόλο, περιγράφεται ως ένα δεσμικό δίπολο.
Πολικοί Ομοιοπολικοί Δεσμοί & Διπολικές Ροπές
17

Όπως οι δεσμοί, έτσι και τα μόρια, μπορεί να εμφανίζουν πολικότητα είτε εξαιτίας
πολικών δεσμών ή μονήρων ζευγών ηλεκτρονίων. Αυτά τα μόρια χαρακτηρίζονται ως
μοριακά δίπολα.

Μέτρο της μοριακής πολικότητας είναι η ποσότητα που ονομάζεται διπολική ροπή
(μ), που ορίζεται ως το μέγεθος του φορτίου Q επί την απόσταση r μεταξύ των
φορτίων.

Η διπολική ροπή εκφράζεται σε debyes (D), όπου 1 D = 3.336  10-30 coulomb meters
(Cm) στο SI.

Πολικοί Ομοιοπολικοί Δεσμοί & Διπολικές Ροπές


18

Το νερό και η αμμωνία έχουν σημαντικές διπολικές ροπές γιατί και το οξυγόνο και το
άζωτο έχουν μεγαλύτερη ηλεκτραρνητικότητα σε σχέση με το υδρογόνο. Έχουν επίσης
και μονήρη ζεύγη ηλεκτρονίων που αυξάνουν την τελική διπολική ροπή.
Επίδραση των μονήρων ΗΖ πάνω στη διπολική ροπή
19

 Ερμηνεία της μικρής


διπολικής ροπής του NF3.
 Η διπολική ροπή που
οφείλεται στο μονήρες ΗΖ
αντισταθμίζει τις διπολικές
ροπές των δεσμών N–F και
το μόριο NF3 εμφανίζεται
με πολύ μικρή διπολική
ροπή.
 Αντίθετα, στο μόριο ΝΗ3, η
διπολική ροπή του
μονήρους ΗΖ ενισχύει τις
διπολικές ροπές των
δεσμών Ν–Η.

Πολικοί Ομοιοπολικοί Δεσμοί & Διπολικές Ροπές


20

Το CO2 και το CCl4 έχουν μηδενικές διπολικές ροπές. Και οι δύο ουσίες περιέχουν
πολικούς ομοιοπολικούς δεσμούς, αλλά εξαιτίας της συμμετρίας της δομής τους, οι
πολικότητες των μεμονωμένων δεσμών ακυρώνονται.
Επίδραση της Πολικότητας στις Μοριακές Ιδιότητες
21

Ισομερή του διχλωροαιθενίου

H H H Cl
C C C C
Cl Cl Cl H

cis-1,2-διχλωροαιθένιο trans-1,2-διχλωροαιθένιο
σ.ζ. 60οC σ.ζ. 48οC

cis trans
53

Επίδραση της Πολικότητας στις Μοριακές Ιδιότητες


22

Όσο πιο υψηλή είναι η διπολική ροπή, τόσο πιο ισχυρές είναι και οι διαμοριακές
δυνάμεις. Αυτό σημαίνει ότι χρειάζονται υψηλότερα ποσά θερμότητας για να
υπερνικηθούν αυτές οι δυνάμεις. Έτσι, ενώσεις με υψηλές τιμές διπολικής ροπής
έχουν συνήθως υψηλά σημεία ζέσεως.
Διαμοριακές Δυνάμεις
23

Δυνάμεις ιόντος – δίπολου

Είναι το αποτέλεσμα ηλεκτρικών αλληλεπιδράσεων μεταξύ ενός ιόντος και των


μερικών φορτίων ενός πολικού μορίου. Ο προσανατολισμός ενός πολικού μορίου υπό
την παρουσία ιόντων είναι αυτός όπου το θετικό άκρο του δίπολου είναι κοντά στο
ανιόν και το αρνητικό κοντά στο κατιόν.

Το μέγεθος της ενέργειας αλληλεπίδρασης (Ε) εξαρτάται από το φορτίο (z) του ιόντος,
από τη διπολική ροπή του δίπολου (μ) και από το τετράγωνο της απόστασης ιόντος –
δίπολου.

24
Διαμοριακές Δυνάμεις
25

Δυνάμεις δίπολου – δίπολου

Στα ουδέτερα αλλά πολικά μόρια επενεργούν δυνάμεις δίπολου – δίπολου, εξαιτίας
των ηλεκτρικών αλληλεπιδράσεων των δίπολων. Οι δυνάμεις μπορεί να είναι ελκτικές
ή απωστικές, αναλόγως με τον προσανατολισμό των μορίων. Οι δυνάμεις αυτές είναι
συνήθως ασθενείς, αλλά γίνονται σημαντικές όταν υπάρχει εγγύτητα των μορίων.

Η ισχύς μιας αλληλεπίδρασης δίπολου – δίπολου εξαρτάται από τις διπολικές ροπές
των εμπλεκομένων μορίων. Όσο πιο πολική μια ένωση, τόσο πιο ισχυρή η
αλληλεπίδραση.

26
Διαμοριακές Δυνάμεις
27

Δυνάμεις διασποράς London

Σε όλα τα άτομα και τα μόρια επενεργούν δυνάμεις διασποράς London, οι οποίες


είναι αποτέλεσμα της κίνησης των ηλεκτρονίων. Στο μόριο του Br2 για παράδειγμα, η
χρονικά μέση κατανομή των ηλεκτρονίων είναι συμμετρική. Για μια δεδομένη χρονική
στιγμή όμως, στην μια πλευρά του μορίου μπορεί να συσσωρεύονται περισσότερα
ηλεκτρόνια, προσδίδοντας στο μόριο μια παροδική πολικότητα και μετατρέποντάς το
σε βραχύβιο δίπολο.

Το βραχύβιο αυτό δίπολο μπορεί να επηρεάσει την κατανομή ηλεκτρονίων σε


γειτονικά μόρια και να επάγει τη δημιουργία δίπολων σ’ αυτά τα μόρια. Ως
αποτέλεσμα, αναπτύσσονται ασθενείς ελκτικές δυνάμεις και το Br2 είναι υγρό σε
θερμοκρασία δωματίου και όχι αέριο.

28
Διαμοριακές Δυνάμεις
29

Οι δυνάμεις London είναι γενικά μικρές και το μέγεθός τους εξαρτάται από την
ευκολία με την οποία το ηλεκτρονιακό νέφος ενός μορίου μπορεί να διαταραχθεί από
γειτονικό ηλεκτρικό πεδίο. Αυτή η ιδιότητα ονομάζεται πολωσιμότητα.

Ένα μικρό μόριο ή ένα ελαφρύ άτομο έχει μικρή πολωσιμότητα γιατί έχει λίγα
ηλεκτρόνια που συγκρατούνται ισχυρά. Αντιθέτως, ένα μεγάλο μόριο ή ένα βαρύ
άτομο πολώνεται εύκολα γιατί έχει πολλά ηλεκτρόνια, μερικά από τα οποία δεν
συγκρατούνται ισχυρά και είναι μακριά από τον πυρήνα.

Διαμοριακές Δυνάμεις
30

Το σχήμα είναι επίσης σημαντικό στον προσδιορισμό του μεγέθους των δυνάμεων
London που επηρεάζουν ένα μόριο. Πιο «απλωμένα» σχήματα που μεγιστοποιούν τη
μοριακή επιφάνεια επιτρέπουν μεγαλύτερη επαφή μεταξύ των μορίων και
αναπτύσσουν ισχυρότερες δυνάμεις απ’ ότι τα πιο συμπαγή σχήματα.
Διαμοριακές Δυνάμεις
31

Δεσμοί υδρογόνου

Ο δεσμός υδρογόνου είναι μια ασθενής έως μέτρια ελκτική αλληλεπίδραση μεταξύ
ενός ατόμου υδρογόνου ενωμένο με ένα πολύ ηλεκτραρνητικό άτομο (F, O, N) και
ενός μονήρους ζεύγους ηλεκτρονίων ενός άλλου ηλεκτραρνητικού ατόμου.

Διαμοριακές Δυνάμεις
32

Οι δεσμοί υδρογόνου δημιουργούνται επειδή οι δεσμοί Ο – Η, Ν – Η και F – Η είναι


πολύ πολικοί, με μερικό θετικό φορτίο στο Η και μερικό αρνητικό στο ηλεκτραρνητικό
άτομο.

Επιπλέον, το άτομο του Η δεν έχει εσώτερα ηλεκτρόνια να «θωρακίσουν» τον πυρήνα
του και έχει μικρό μέγεθος. Έτσι, μπορεί να προσεγγιστεί εύκολα από άλλα μόρια.

Ως αποτέλεσμα, η έλξη δίπολου – δίπολου μεταξύ του Η και ενός μονήρους ζεύγους
ενός γειτονικού ατόμου είναι ασυνήθιστα ισχυρή, δημιουργώντας δεσμό υδρογόνου.
Σημείο ζέσεως έναντι μοριακού βάρους υδριδίων
33

Τύποι Κρυσταλλικών Στερεών


34

Η πιο θεμελιώδης διάκριση μεταξύ των διαφόρων ειδών στερεών είναι ότι μερικά
είναι κρυσταλλικά και μερικά άμορφα.

Κρυσταλλικά στερεά είναι αυτά στα οποία τα άτομα, μόρια ή ιόντα έχουν
διατεταγμένη διευθέτηση που εκτείνεται σε μεγάλη κλίμακα.

Άμορφα στερεά, αντιθέτως, είναι αυτά στα οποία τα συστατικά σωματίδια είναι
τυχαίως διευθετημένα και δεν έχουν μεγάλης κλίμακας διατεταγμένη διευθέτηση.
Τύποι Κρυσταλλικών Στερεών
35

Τα κρυσταλλικά στερεά κατηγοριοποιούνται (με βάση το είδος έλξης των δομικών


τους μονάδων ) σε ιοντικά, μοριακά, ομοιοπολικού πλέγματος ή μεταλλικά.

Ιοντικά στερεά είναι ουσίες όπως το NaCl, των οποίων τα συστατικά σωματίδια είναι
ιόντα και συγκρατούνται από ιοντικούς δεσμούς σχηματίζοντας μεγάλες
τρισδιάστατες διατάξεις.

Μοριακά στερεά είναι ουσίες όπως η ζάχαρη ή ο πάγος, των οποίων τα συστατικά
σωματίδια είναι μόρια και συγκρατούνται από διαμοριακές δυνάμεις.

Στερεά ομοιοπολικού πλέγματος είναι στερεά που αποτελούνται από άτομα


συγκρατούμενα από ομοιοπολικούς δεσμούς μέσα σε μεγάλα πλέγματα ή αλυσίδες.

Μεταλλικά στερεά είναι στερεά που αποτελούνται από θετικά ιόντα συγκρατούμενα
από μία θάλασσα ηλεκτρονίων που τα περιβάλλει (μεταλλικός δεσμός)

Τύποι Κρυσταλλικών Στερεών


36
Κρύσταλλοι
37

 Κρυσταλλικό στερεό: αποτελείται από έναν ή περισσότερους κρυστάλλους.


 Κάθε κρύσταλλος έχει μια σαφώς καθορισμένη δομή διατεταγμένη με τάξη και
προς τις τρεις διαστάσεις.
 Κρυσταλλικό πλέγμα ή χωροπλέγμα: το επαναλαμβανόμενο τρισδιάστατο
πρότυπο στο οποίο βρίσκονται διατεταγμένοι οι δομικοί λίθοι που συμμετέχουν
στην οικοδόμηση του κρυστάλλου.

Το κρυσταλλικό πλέγμα
του χαλκού

Κρύσταλλοι
38 Μοναδιαίες κυψελίδες

Οι κρύσταλλοι είναι δομημένοι από μονάδες (μοναδιαίες κυψελίδες) που


επαναλαμβάνονται, όπως ακριβώς τα τούβλα σ’ ένα τοίχο.

Μοναδιαία κυψελίδα: η ελάχιστη μονάδα, δηλαδή το μικρότερο «κουτί» ενός


κρυσταλλικού πλέγματος που είναι αρκετό για την περιγραφή του πλέγματος. Η
μοναδιαία κυψελίδα επαναλαμβανόμενη σε τρεις διαστάσεις δημιουργεί τον
κρύσταλλο.

Η κυψελίδα
καθορίζεται αν είναι
γνωστές οι τρεις
ακμές a, b, c και οι
τρεις γωνίεςα, β, γ.
Τα Επτά Κρυσταλλικά Συστήματα
39

 Τα κρυσταλλικά στερεά, με βάση τις διαστάσεις a, b, c και τις γωνίες α, β,


γ κατατάσσονται σε επτά κρυσταλλικά συστήματα

Τα Επτά Κρυσταλλικά Συστήματα


40
Κυβικές Μοναδιαίες Κυψελίδες
41

 Υπάρχουν τρία είδη κυβικών μοναδιαίων κυψελίδων: η στοιχειώδης μοναδιαία


κυψελίδα, η ενδοκεντρωμένη μοναδιαία κυψελίδα, και η ολοεδρικά κεντρωμένη
μοναδιαία κυψελίδα.

Η ολοεδρικά κεντρωμένη
Η απλή κυβική μοναδιαία Η ενδοκεντρωμένη κυβική κυβική μοναδιαία κυψελίδα
κυψελίδα έχει άτομα μόνο μοναδιαία κυψελίδα έχει και έχει άτομα στα κέντρα όλων
στις γωνίες της. ένα επιπλέον άτομο στο των εδρών της, πέρα από
κέντρο της αυτά που έχει στις γωνίες
της.

Δομές Ορισμένων Ιοντικών Στερεών

42

Άλατα όπως το NaCl και το KBr έχουν ολοεδρικά κεντρωμένες μοναδιαίες κυψελίδες,
με τα μεγαλύτερα ανιόντα Cl- να καταλαμβάνουν τις γωνίες και τις επιφάνειες και τα
μικρότερα Na+ τους ενδιάμεσους χώρους.
Δομές Ορισμένων Ιοντικών Στερεών

43

Ο CuCl έχει επίσης ολοεδρικά κεντρωμένες μοναδιαίες κυψελίδες, με τα ιόντα Cu+ να


περιβάλλονται από 4 ιόντα Cl- το καθένα.

Δομές Ορισμένων Στερεών Ομοιοπολικών Δικτύων

44

Άνθρακας

Ο άνθρακας υπάρχει σε πάνω από 40 γνωστές δομικές μορφές, μερικές κρυσταλλικές


αλλά οι περισσότερες άμορφες, που ονομάζονται αλλότροπα. Ο γραφίτης είναι το πιο
κοινό, σταθερό αλλότροπο του άνθρακα που είναι κρυσταλλικό ομοιοπολικό δίκτυο
και αποτελείται από δισδιάστατα στρώματα συμπυκνωμένων εξαμελών δακτυλίων.

Στο διαμάντι, το οποίο είναι ένα στερεό ομοιοπολικού δικτύου, το κάθε άτομο C είναι
ενωμένο με άλλα τέσσερα, σχηματίζοντας ένα τρισδιάστατο πλέγμα.
45

Μοναδιαίες Κυψελίδες & Συσσώρευση Σφαιρών στα Κρυσταλλικά Στερεά

46

Απλή κυβική συσσώρευση

Η κάθε σφαίρα «ακουμπά» σε 6 γειτονικές. Απ’ όλα τα μέταλλα του περιοδικού


πίνακα, μόνο το Ρο κρυσταλλώνει μ’ αυτή τη μορφή.
Μοναδιαίες Κυψελίδες & Συσσώρευση Σφαιρών στα Κρυσταλλικά Στερεά

47

Ενδοκεντρωμένη κυβική συσσώρευση

Η κάθε σφαίρα «ακουμπά» σε 8 γειτονικές. Ο Fe, το Na και 14 άλλα στοιχεία


κρυσταλλώνουν μ’ αυτόν τον τρόπο.

Μοναδιαίες Κυψελίδες & Συσσώρευση Σφαιρών στα Κρυσταλλικά Στερεά

48

Εξαγωνική διάταξη πυκνότατης συσσώρευσης

Δύο στρώματα (a, b) που εναλλάσσονται. Κάθε στρώμα έχει εξαγωνική διάταξη. Τα
στρώματα διευθετούνται έτσι ώστε κάθε εξάγωνο να τοποθετείται πάνω σε τριγωνική
διάταξη του γειτονικού στρώματος. Έτσι κρυσταλλώνουν ο Zn, το Mg και 19 άλλα
μέταλλα.
Μοναδιαίες Κυψελίδες & Συσσώρευση Σφαιρών στα Κρυσταλλικά Στερεά

49

Κυβική διάταξη πυκνότατης συσσώρευσης

Τρία στρώματα (a, b, c) που εναλλάσσονται. Κάθε στρώμα έχει εξαγωνική διάταξη. Τα
στρώματα διευθετούνται έτσι ώστε κάθε εξάγωνο να τοποθετείται πάνω σε τριγωνική
διάταξη του γειτονικού στρώματος, η οποία επίσης τοποθετείται σε τριγωνική διάταξη
ενός επιπρόσθετου στρώματος. Ο Ag, ο Cu και 16 άλλα μέταλλα έχουν αυτήν την
κρυσταλλική διάταξη.

Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων & Διατροφής


Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας (Καρδίτσα)
Ανόργανη Χημεία

Ενότητα 10η: Διαλύματα & Οι Ιδιότητές Τους

Οκτώβριος 2020 Δρ. Λάκκα Αχιλλεία – ΠΔ 407


Διαλύματα
2

Τα ομοιογενή μίγματα μπορούν να ταξινομηθούν σύμφωνα με το μέγεθος των


συστατικών τους σωματιδίων σε διαλύματα ή κολλοειδή.

Τα διαλύματα, η πιο σημαντική τάξη ομοιογενών μιγμάτων, περιέχουν σωματίδια με


διαμέτρους 0.1 – 2 nm (το μέγεθος ενός τυπικού ιόντος ή ενός μικρού μορίου).

Τα κολλοειδή (γάλα, ομίχλη) περιέχουν σωματίδια με διαμέτρους 2 – 500 nm.

Υπάρχουν και μίγματα που περιέχουν μεγαλύτερα σωματίδια από τα κολλοειδή και
ονομάζονται εναιωρήματα. Τα εναιωρήματα δεν είναι ομοιογενή μίγματα, γιατί με την
πάροδο του χρόνου διαχωρίζονται σε διακριτές φάσεις.

Τύποι Διαλυμάτων
3

 Ανάλογα με τη φυσική κατάσταση υπό την οποία εμφανίζονται σε συνηθισμένες


συνθήκες, τα διαλύματα διακρίνονται σε αέρια (ή αεριώδη), στερεά και υγρά.

 Αεριώδη διαλύματα: Μη δραστικά αέρια ή ατμοί μπορούν να αναμιγνύονται σε


κάθε αναλογία και να δίνουν αεριώδη μίγματα. Ο αέρας ο οποίος είναι μίγμα
οξυγόνου, αζώτου και μικρών ποσοτήτων άλλων αερίων, είναι ένα παράδειγμα
αεριώδους διαλύματος.
 Υγρά διαλύματα: Σχηματίζονται με διάφορους τρόπους, όπως είναι η ανάμιξη
δύο υγρών (π.χ. νερό και αιθανόλη), η διάλυση ενός στερεού σε υγρό (π.χ. NaCl
σε νερό) και η διάλυση ενός αερίου σε υγρό (π.χ. αμμωνία σε νερό).
 Στερεά διαλύματα: Σπουδαιότερα είναι τα κράματα, τα οποία λαμβάνονται με
σύντηξη δύο ή περισσοτέρων μετάλλων (π.χ. ο ορείχαλκος ή μπρούντζος: κράμα
Cu/Zn).
Παραδείγματα Διαλυμάτων
4

Τόσο το κάλιο όσο και το νάτριο είναι στερεά σε θερμοκρασία δωματίου


όμως όταν το μίγμα περιέχει από 10% εως 50% νάτριο τότε προκύπτει υγρό
διάλυμα (ταπείνωση σημείου πήξεως)

Διαλύματα
5

Για διαλύματα στα οποία ένα αέριο ή στερεό είναι διαλυμένο σε υγρό, το αέριο ή το
στερεό ονομάζεται διαλυμένη ουσία και το υγρό διαλύτης.

Σε άλλες περιπτώσεις η διαλυμένη ουσία είναι το συστατικό με τη μικρότερη


αναλογία και ο διαλύτης το συστατικό με τη μεγαλύτερη αναλογία.

10% αιθανόλη / 90% νερό: Ο διαλύτης είναι το νερό

90% αιθανόλη / 10% νερό: Ο διαλύτης είναι η αιθανόλη


Διαλυτότητα και η Διαδικασία Διάλυσης
6

Ας υποτεθεί ότι γίνεται συνεχής προσθήκη NaCl σε νερό. Το άλας αρχικά διαλύεται
αλλά από κάποιο σημείο και μετά η διάλυση παύει. Σ’ αυτό το σημείο έχει
αποκατασταθεί μια δυναμική ισορροπία και όσα ιόντα Na+ και Cl- αποσπώνται από τον
κρύσταλλο για να ενσωματωθούν στο διάλυμα, τόσα επιστρέφουν ξανά στον
κρύσταλλο. Τότε το διάλυμα καθίσταται κορεσμένο.

Διαλυτότητα και η Διαδικασία Διάλυσης


7

Διαλυτότητα: η μάζα μιας ουσίας που διαλύεται σε ορισμένη ποσότητα διαλύτη


(π.χ. νερού) και σε δεδομένη θερμοκρασία για να προκύψει ένα κορεσμένο
διάλυμα.

Διαλυτότητα NaCl = 36,0 g / 100 mL νερού


Αν σε 100 mL νερού (20oC) προσθέσουμε 40 g NaCl, η μέγιστη ποσότητα που
μπορεί να διαλυθεί είναι όση η διαλυτότητα του NaCl, δηλαδή 36,0 g.
Τα υπόλοιπα (4,0 g) θα μείνουν αδιάλυτα στον πυθμένα του ποτηριού!

Ακόρεστο διάλυμα: το διάλυμα το οποίο, ως προς μια συγκεκριμένη διαλυμένη


ουσία, δεν βρίσκεται σε ισορροπία και στο οποίο μπορεί να διαλυθεί επιπλέον
ποσότητα ουσίας.

Αν π.χ. αναμίξουμε 30,0 g NaCl σε 100 mL νερού, θα διαλυθούν όλοι οι


κρύσταλλοι και το διάλυμα θα είναι ακόρεστο.
Διαλυτότητα και η Διαδικασία Διάλυσης
8

Διαλυτότητα και η Διαδικασία Διάλυσης


9

Ουσίες που είναι πιο διαλυτές σε υψηλότερες θερμοκρασίες σχηματίζουν τα


υπέρκορα διαλύματα, τα οποία περιέχουν ποσότητες διαλυμένης ουσίας πέραν
της ισορροπίας. Αυτά τα διαλύματα δεν είναι σταθερά και η διαλυμένη ουσία
τείνει να κρυσταλλώσει μόλις η θερμοκρασία επανέλθει σε χαμηλά επίπεδα.
Υπέρκορο διάλυμα: το διάλυμα που περιέχει περισσότερη διαλυμένη ουσία από
ό,τι ένα κορεσμένο διάλυμα.
Διαλυτότητα Na2S2O3 στους 100οC: 231 g / 100 mL
Διαλυτότητα Na2S2O3 στους 20οC: 50 g / 100 mL
Βραδεία ψύξη διαλύματος Na2S2O3 που στους 100οC περιέχει 231 g / 100 mL
Kαμία αποκρυστάλλωση Na2S2O3 ούτε στη θερμοκρασία των 20oC
Tο διάλυμα σε αυτή τη θερμοκρασία περιέχει πολύ μεγαλύτερη ποσότητα ουσίας εν
διαλύσει από αυτή που προβλέπουμε βάσει της διαλυτότητάς της στους 20οC.

Ασταθής κατάσταση: με προσθήκη ενός κρυστάλλου Na2S2O3 η επιπλέον ποσότητα


(181 g) θα αποκρυσταλλωθεί αμέσως!
Κρυστάλλωση από ένα Υπέρκορο Διάλυμα Οξικού Νατρίου
10

Αριστερά: Η κρυστάλλωση ξεκινά με την προσθήκη ενός μικρού κρυστάλλου


οξικού νατρίου. Κέντρο και δεξιά: Μέσα σε δευτερόλεπτα, η ανάπτυξη των
κρυστάλλων επεκτείνεται σε όλη τη μάζα του διαλύματος.

Διαδικασία Διάλυσης
11

Στα διαλύματα υπάρχουν τρεις τύποι αλληλοεπιδράσεων: αλληλοεπιδράσεις διαλύτη


– διαλύτη, διαλύτη – διαλυμένης ουσίας και διαλυμένης ουσίας – διαλυμένης ουσίας.
Ως εμπειρικός κανόνας ισχύει ότι «όμοιος διαλύει όμοιο». Αυτό σημαίνει ότι θα
σχηματιστεί διάλυμα όταν οι παραπάνω αλληλεπιδράσεις είναι παρόμοιες σε είδος
και μέγεθος.

Παράδειγμα: Το NaCl (ένα ιοντικό στερεό) διαλύεται στο νερό (ένας πολικός διαλύτης)
εξαιτίας των ισχυρών αλληλοεπιδράσεων ιόντος – δίπολου μεταξύ των ιόντων Na+ και
Cl-, και των πολικών μορίων νερού, οι οποίες είναι ίδιες σε μέγεθος με τις ισχυρές
έλξεις δίπολου – δίπολου μεταξύ των μορίων νερού και τις ισχυρές έλξεις μεταξύ των
ιόντων Na+ και Cl-.
12

Διαδικασία Διάλυσης
Ιοντικές ενώσεις
13

Όταν στερεό NaCl προστίθεται σε νερό, τα ιόντα που συγκρατούνται χαλαρά επειδή
βρίσκονται σε γωνίες του κρύσταλλου εκτίθενται στα μόρια νερού. Τότε μπορεί να
συμβεί αποκόλληση κάποιου ιόντος λόγω συγκρούσεων με τα μόρια του νερού.

Όταν ένα ιόν αποκολληθεί από τον κρύσταλλο, συστοιχίζονται τριγύρω του μόρια
νερού λόγω έλξεων δίπολου – ιόντος και το σταθεροποιούν. Η διαδικασία αυτή
συνεχίζεται έως ότου όλος ο κρύσταλλος έχει διαλυθεί.

Θεωρείται ότι τα ιόντα σε διάλυμα είναι υδατωμένα (όταν διαλύτης είναι το νερό),
επειδή περιβάλλονται και σταθεροποιούνται από μια διατεταγμένη στοιβάδα μορίων
νερού.
14

Έλξη ιόντων από μόρια νερού λόγω δυνάμεων ιόντος –


διπόλου (= υδάτωση)
15

Η άκρη Ο του μορίου Η2Ο προσανατολίζεται


προς το κατιόν, ενώ ένα άτομο Η
προσανατολίζεται προς το ανιόν.

!!! Η διαλυτότητα ενός ιοντικού στερεού στο


νερό εξαρτάται από την ενέργεια υδάτωσης
(έλξη μορίων Η2Ο από ιόντα) και την ενέργεια
πλέγματος. Η ενέργεια πλέγματος δρα
αντίθετα προς τη διαδικασία διάλυσης.

Η ενέργεια υδάτωσης, είναι το ποσόν θερμότητας, (ΔΗ), που απελευθερώνεται


κατά την υδάτωση των ιόντων και (όπως και η ενέργεια πλέγματος), εξαρτάται
από την ακτίνα το και το φορτίο των ιόντων
Διαδικασία Διάλυσης
Ιοντικές ενώσεις
16

Η τιμή της θερμότητας διάλυσης μιας ουσίας είναι αποτέλεσμα συνδυασμού των
τριών αλληλεπιδράσεων που αναφέρθηκαν παραπάνω:

 Αλληλεπιδράσεις διαλύτη – διαλύτη: Απαιτείται ενέργεια (θετική ΔΗ) για να


υπερνικηθούν οι διαμοριακές δυνάμεις μεταξύ των μορίων του διαλύτη, γιατί τα
μόρια πρέπει να διαχωριστούν έτσι ώστε να υπάρξει χώρος για τα μόρια της
διαλυμένης ουσίας.

 Αλληλεπιδράσεις διαλυμένης ουσίας – διαλυμένης ουσίας: Απαιτείται ενέργεια


(θετική ΔΗ) για να υπερνικηθούν οι διαμοριακές δυνάμεις που συγκρατούν τα
σωματίδια της ουσίας στον κρύσταλλο. Για ένα ιοντικό στερεό, αυτή είναι η ενέργεια
πλέγματος. Ουσίες με υψηλή ενέργεια πλέγματος τείνουν να είναι λιγότερο διαλυτές.

Διαδικασία Διάλυσης
Ιοντικές ενώσεις
17

 Αλληλεπιδράσεις διαλύτη – διαλυμένης ουσίας: Απελευθερώνεται ενέργεια (αρνητική


ΔΗ) όταν τα μόρια του διαλύτη συστοιχίζονται γύρω από τα από τα σωματίδια της
διαλυμένης ουσίας και τα υδατώνουν. Για ιοντικές ουσίες διαλυμένες σε νερό, η
ποσότητα της ενέργειας υδάτωσης που απελευθερώνεται είναι γενικώς μεγαλύτερη
για μικρά κατιόντα, γιατί τα μόρια του νερού μπορούν να προσεγγίσουν τους θετικούς
πυρήνες των μικρών ιόντων εγγύτερα και άρα υπάρχει δυνατότερη έλξη.

Τα πρώτα δύο είδη αλληλεπιδράσεων είναι ενδόθερμα και απαιτούν προσφορά


ενέργειας. Μόνο η τρίτη αλληλεπίδραση είναι εξώθερμη. Το άθροισμα αυτών των
τριών αλληλεπιδράσεων καθορίζει εάν η ΔΗsoln είναι ενδόθερμη ή εξώθερμη.
18

Διαδικασία Διάλυσης
Ιοντικές ενώσεις
19

Στην Ιατρική χρησιμοποιούνται συχνά στιγμιαία επιθέματα:

Στιγμιαίο ψυχρό επίθεμα Στιγμιαίο θερμό επίθεμα


Εσωτερικό σακίδιο με ΝΗ4ΝΟ3. Εσωτερικό σακίδιο με CaCl2.
Εξωτερικό σακίδιο με νερό.
Εξωτερικό σακίδιο με νερό.
Σπάσιμο εσωτερικού σακιδίου
Σπάσιμο εσωτερικού σακιδίου Διαδικασία διάλυσης εξώθερμη
Διαδικασία διάλυσης ενδόθερμη (έκλυση θερμότητας
(απορρόφηση θερμότητας θέρμανση)
ψύξη)
Διαδικασία Διάλυσης
Μοριακά Διαλύματα
20

Εξήγηση μη αναμιξιμότητας υγρών

Υποθέτουμε ότι ένα μόριο Α κινείται από το υγρό Α


στο υγρό Β. Αν η διαμοριακή έλξη μεταξύ δύο
μορίων Α είναι πολύ ισχυρότερη από τη διαμοριακή
έλξη μεταξύ ενός μορίου Α και ενός μορίου Β, η
καθαρή ελκτική δύναμη τείνει να τραβήξει το μόριο
Α πίσω στο υγρό Α.
Έτσι, το υγρό Α δεν θα είναι αναμίξιμο με το υγρό Β.

Διάλυμα οκτανίου / επτανίου Διαμοριακές έλξεις ίδιας ισχύος (Δυνάμεις London)


Δεν υπάρχουν έλξεις που να ευνοούνται Αναμίξιμα

Διάλυμα οκτανίου / νερού Διαμοριακές έλξεις διαφορετικής ισχύος (Δυνάμεις


London – Δεσμοί Υδρογόνου) Μη Αναμίξιμα

Επίδραση της Θερμοκρασίας στη Διαλυτότητα


21

Οι διαλυτότητες είναι εξαρτώμενες από τη θερμοκρασία και η μέτρηση της


διαλυτότητας μιας ουσίας θα πρέπει πάντα ν’ αναφέρεται σε συγκεκριμένη
θερμοκρασία.

Γενικά, δεν υπάρχει εμφανής συσχέτιση μεταξύ δομής – διαλυτότητας ή διαλυτότητας


– θερμοκρασίας. Για ιοντικά στερεά, συνήθως αύξηση της θερμοκρασίας αυξάνει τη
διαλυτότητα, αλλά μπορεί να ισχύει και το αντίθετο.
22

Επίδραση της Θερμοκρασίας στη Διαλυτότητα


23

Η επίδραση της θερμοκρασίας στη διαλυτότητα των αερίων είναι πιο προβλέψιμη απ’
ότι η διαλυτότητα των στερεών. Τα περισσότερα αέρια καθίστανται λιγότερο διαλυτά
στο νερό καθώς αυξάνει η θερμοκρασία.
Επίδραση της Πίεσης στη Διαλυτότητα
24

Η πίεση δεν έχει πρακτικά καμιά επίδραση στη διαλυτότητα των στερεών και των
υγρών, αλλά έχει μεγάλη επίδραση στη διαλυτότητα των αερίων. Σύμφωνα με το νόμο
του Henry, η διαλυτότητα ενός αερίου σ’ ένα υγρό σε συγκεκριμένη θερμοκρασία
είναι ευθέως ανάλογη της μερικής πίεσης του αερίου πάνω από το υγρό.

Η σταθερά k είναι χαρακτηριστική του κάθε αερίου και Ρ είναι η μερική πίεση του
αερίου πάνω από το υγρό. Οι μονάδες των σταθερών k είναι mol/(Latm).

Χαρακτηριστικό παράδειγμα του νόμου του Henry είναι το άνοιγμα αναψυκτικών.

Επίδραση της Πίεσης στη Διαλυτότητα


25

Σε μοριακό επίπεδο, η αύξηση της διαλυτότητας ενός αερίου λόγω της αύξησης
πίεσης οφείλεται στη μετατόπιση της ισορροπίας μεταξύ του διαλυμένου και
αδιάλυτου αερίου.

Σε συγκεκριμένη πίεση, υπάρχει μια ισορροπία στην οποία ίσοι αριθμοί σωματιδίων
αερίου εισέρχονται και εξέρχονται από το διάλυμα. Εντούτοις, όταν η πίεση αυξηθεί,
περισσότερα σωματίδια ωθούνται στο διάλυμα απ’ ότι αυτά που το εγκαταλείπουν,
οπότε αυξάνεται η διαλυτότητα μέχρις ότου επέλθει μια νέα ισορροπία.
26

Φυσική Συμπεριφορά των Διαλυμάτων: Προσθετικές Ιδιότητες

27

Η συμπεριφορά των διαλυμάτων είναι ποιοτικώς όμοια με αυτή των διαλυτών που τα
απαρτίζουν, αλλά ποσοτικώς διαφορετική. Οι προσθετικές ιδιότητες των διαλυμάτων
εξαρτώνται από την ποσότητα της διαλυμένης ουσίας, αλλά όχι από τη χημική φύση
της.
Μονάδες Συγκέντρωσης
28

Μοριακότητα (molarity – M)

Αριθμός των mol μιας διαλυμένης ουσίας ανά λίτρο διαλύματος (mol/L).

Μοριακό κλάσμα (mole fraction – X)

Ο αριθμός των mol μιας διαλυμένης ουσίας δια τον συνολικό αριθμό των mol των
ουσιών που απαρτίζουν το διάλυμα. Για παράδειγμα, ένα διάλυμα 1 mol μεθανόλης
σε 5 mol νερού έχει μοριακό κλάσμα μεθανόλης 1/(1+5) = 0.167. Το μοριακό κλάσμα
δεν έχει μονάδες (απαλείφονται).

Μονάδες Συγκέντρωσης
29

Εκατοστιαία περιεκτικότητα κατά μάζα (% μάζα)

Είναι η μάζα της ουσίας δια τη συνολική μάζα του διαλύματος επί 100.

Για παράδειγμα, διάλυμα 10 g γλυκόζης σε 100 g νερό:


Μονάδες Συγκέντρωσης
30

Για πολύ αραιά διαλύματα, χρησιμοποιούνται και οι εκφράσεις μέρη ανά


εκατομμύριο (ppm) και μέρη ανά δισεκατομμύριο (ppb).

Συγκέντρωση 1 ppm σημαίνει ότι 1 kg διαλύματος περιέχει 1 mg διαλυμένης ουσίας.


Για αραιά υδατικά διαλύματα, όπου 1 kg = 1 L, 1 ppm = 1 mg/L.

Μονάδες Συγκέντρωσης
31

Molality (m)

Είναι ο αριθμός των mol της διαλυμένης ουσίας ανά kg διαλύτη (mol/kg).

Για παράδειγμα, 1 m KBr σημαίνει ότι 1 mol του άλατος περιέχεται σε 1 kg νερού.
Ελάττωση της Τάσης Ατμών των Διαλυμάτων: Ο Νόμος του Raοult

32

Εάν η διαλυμένη ουσία είναι μη-πτητική και δεν παρουσιάζει σημαντική τάση ατμών
(διαλύματα στερεών), τότε η τάση ατμών του διαλύματος είναι πάντα μικρότερη από
την τάση ατμών του καθαρού διαλύτη.

Εάν η διαλυμένη ουσία είναι πτητική και παρουσιάζει σημαντική τάση ατμών, όπως
συμβαίνει συχνά σε μίγματα δύο υγρών, τότε η τάση ατμών του μίγματος είναι
ενδιάμεση των τάσεων ατμών των δύο καθαρών υγρών.

Ελάττωση της Τάσης Ατμών των Διαλυμάτων: Ο Νόμος του Raοult

33

Διαλύματα με μη-πτητικές διαλυμένες ουσίες

Σύμφωνα με το νόμο του Raoult, η τάση ατμών ενός διαλύματος που περιέχει μη-
πτητική διαλυμένη ουσία είναι ίση με την τάση ατμών του καθαρού διαλύτη επί το
γραμμομοριακό κλάσμα του διαλύτη.

Όπου Psoln είναι η τάση ατμών του διαλύματος, Psolv η τάση ατμών του διαλύτη στη
ίδια θερμοκρασία και Xsolv το γραμμομοριακό κλάσμα του διαλύτη στο διάλυμα.
Ελάττωση της Τάσης Ατμών των Διαλυμάτων: Ο Νόμος του Raοult

34

Παράδειγμα

Διάλυμα 1 mol γλυκόζης σε 15 mol νερού στους 25 °C.

Η τάση ατμών του καθαρού νερού στους 25 °C είναι 23.76 mm Hg. Το γραμμομοριακό
κλάσμα του νερού στο διάλυμα είναι 15/(15 + 1) = 0.938. Άρα:

Ελάττωση της Τάσης Ατμών των Διαλυμάτων: Ο Νόμος του Raοult

35

Για ιοντικές ουσίες, όπως το NaCl, πρέπει να υπολογιστεί το γραμμομοριακό κλάσμα


με βάση τη συνολική συγκέντρωση των σωματιδίων (ιόντων) της διαλυμένης ουσίας.

Ο νόμος του Raoult έχει εφαρμογή μόνο σε ιδανικά διαλύματα και παρατηρούνται
σημαντικές αποκλίσεις όταν η συγκέντρωση της διαλυμένης ουσίας αυξάνει. Η
εφαρμογή του νόμου έχει βέλτιστη προσέγγιση σε αραιά διαλύματα και όταν στα
σωματίδια της διαλυμένης ουσίας και του διαλύτη ασκούνται όμοιες διαμοριακές
δυνάμεις.
Ελάττωση της Τάσης Ατμών των Διαλυμάτων: Ο Νόμος του Raοult

36

Όταν οι διαμοριακές δυνάμεις μεταξύ των σωματιδίων της διαλυμένης ουσίας και των
μορίων του διαλύτη είναι ασθενέστερες αυτών μεταξύ των μορίων του διαλύτη, τότε
τα μόρια του διαλύτη συγκρατούνται πιο χαλαρά στο διάλυμα και η τάση ατμών είναι
μεγαλύτερη απ’ ότι προβλέπει ο νόμος του Raoult. Όταν ισχύει το αντίστροφο, η τάση
ατμών είναι μικρότερη.

Πιο συγκεκριμένα, διαλύματα ιοντικών ενώσεων έχουν συχνά χαμηλότερη τάση


ατμών απ’ την προβλεπόμενη, γιατί οι δυνάμεις ιόντος – δίπολου μεταξύ των
διαλυμένων ιόντων και των μορίων νερού είναι πολύ ισχυρές.

Ελάττωση της Τάσης Ατμών των Διαλυμάτων: Ο Νόμος του Raοult

37

Μια περεταίρω επιπλοκή είναι ότι οι ιοντικές ουσίες σπάνια διίστανται πλήρως, κι
έτσι ένα διάλυμα μιας ιοντικής ένωσης περιέχει λιγότερα σωματίδια απ’ αυτά που
προβλέπονται από τον χημικό τύπο της ένωσης.

Η πραγματική έκταση της διάστασης μπορεί να εκφραστεί ως ο παράγοντας van’t


Hoff (i):

Για παράδειγμα, υπολογίζεται ότι για ένα διάλυμα NaCl 0.05 m, το i = 1.9. Αυτό
σημαίνει ότι το κάθε mol NaCl δίνει 1.9 mol σωματιδίων (ιόντων) και όχι 2 mol, όπως
προβλέπεται. Συνεπώς, η τάση ατμών είναι μικρότερη από την προβλεπόμενη.
Ελάττωση της Τάσης Ατμών των Διαλυμάτων: Ο Νόμος του Raοult

38

Διαλύματα με πτητική διαλυμένη ουσία

Σύμφωνα με το νόμο του Dalton, η συνολική τάση ατμών Ptotal ενός μίγματος δύο
πτητικών υγρών Α και Β είναι το άθροισμα των τάσεων ατμών των δύο ξεχωριστών
ουσιών, ΡΑ και ΡΒ.

Οι ξεχωριστές πιέσεις ΡΑ και ΡΒ υπολογίζονται από το νόμο του Raoult. Δηλαδή η


συνολική πίεση μπορεί να εκφραστεί ως:

Ελάττωση της Τάσης Ατμών των Διαλυμάτων: Ο Νόμος του Raοult

39

Για παράδειγμα, δίνεται ένα ισομοριακό μίγμα (αναλογία mol 1:1) βενζολίου /
τολουενίου. Στους 25 °C, η τάση ατμών των δύο αυτών ουσιών είναι 96 και 30.3 mm
Hg, αντίστοιχα. Αφού το μίγμα είναι ισομοριακό, για κάθε ένωση θα ισχύει Χ = 0.5.

Αυτό που παρατηρείται είναι ότι η τάση ατμών του μίγματος έχει τιμή ενδιάμεση των
τιμών των δύο ξεχωριστών συστατικών ουσιών.
Μερικές Χρήσεις των Προσθετικών Ιδιοτήτων
Κλασματική απόσταξη υγρών μιγμάτων
40

Απλή Απόσταξη

Το διάλυμα στη
σφαιρική φιάλη
απόσταξης θερμαίνεται
μέχρι βρασμού. Ο ατμός
περνά από τον
ψυκτήρα, όπου
συμπυκνώνεται προς
υγρό (πτητικό διαλύτη),
το οποίο συλλέγεται
στη φιάλη υποδοχέα.
Τελικά, στη φιάλη
απόσταξης παραμένει η
μη πτητική ουσία.

Μερικές Χρήσεις των Προσθετικών Ιδιοτήτων


Κλασματική απόσταξη υγρών μιγμάτων
41

Η κλασματική απόσταξη μπορεί να εφαρμοστεί όταν έρθει σε θερμοκρασία ζέσεως


μίγμα πτητικών υγρών και κατόπιν συμπυκνωθούν οι ατμοί.

Επειδή ο ατμός είναι εμπλουτισμένος με την ουσία που έχει την υψηλότερη τάση
ατμών, σύμφωνα με το νόμο του Raoult, οι συμπυκνωμένοι ατμοί είναι επίσης
εμπλουτισμένοι σ’ αυτήν την ουσία, κι έτσι επιτυγχάνεται μερικός διαχωρισμός. Εάν η
διαδικασία επαναληφθεί αρκετές φορές, επιτυγχάνεται πρακτικά και διαχωρισμός.
Μερικές Χρήσεις των Προσθετικών Ιδιοτήτων
42

Παράδειγμα κλασματικής απόσταξης

Ας υποτεθεί ότι ένα ισομοριακό (1:1) μίγμα βενζολίου και τολουενίου πρόκειται να
διαχωριστεί με κλασματική απόσταξη.

Ο βρασμός του μίγματος θα συμβεί όταν το άθροισμα των τάσεων ατμών εξισωθεί με
την ατμοσφαιρική πίεση. Δηλαδή:

Μερικές Χρήσεις των Προσθετικών Ιδιοτήτων


43

Η μέτρηση δείχνει ότι ο βρασμός συμβαίνει στους 92.2 °C, όπου:

Δηλαδή:
Μερικές Χρήσεις των Προσθετικών Ιδιοτήτων
44

Έτσι, αν και το αρχικό μίγμα είχε αναλογία 1:1, οι ατμοί έχουν αναλογία (542/760) 
100 = 71.3% βενζόλιο και (218/760)  100 = 28.7% τολουόλιο.

Στην πράξη, η κλασμάτωση συμβαίνει μέσα σε ειδικές στήλες που χρησιμοποιούνται


στις αποστακτικές συσκευές κι έτσι δεν υπάρχει η ανάγκη απομόνωσης των μιγμάτων
σε ενδιάμεσα στάδια.

Εφαρμογές: Βιομηχανία πετρελαίου, αποσταγμάτων

Μια τυπική εργαστηριακή


συσκευή κλασματικής
απόσταξης διαλυμάτων υγρών
που χρησιμοποιείται για τον
διαχωρισμό και την παραλαβή
των καθαρών υγρών συστατικών

Η στήλη κλασμάτωσης
περιέχει ένα υλικό
πλήρωσης (π.χ.
γυάλινους δακτυλίους)
πάνω στους οποίους
συμπυκνώνεται ο ατμός
και επαναποστάζει.

45
Ανύψωση Σημείου Ζέσεως & Ταπείνωση Σημείου Πήξεως των Διαλυμάτων

46

Επειδή ένα διάλυμα μιας μη-πτητικής διαλυμένης ουσίας έχει χαμηλότερη τάση
ατμών απ’ ότι ο διαλύτης, το διάλυμα θα πρέπει να θερμανθεί σε υψηλότερη
θερμοκρασία για να πραγματοποιηθεί βρασμός.

Επιπλέον, η χαμηλή τάση ατμών του διαλύματος σημαίνει ότι η γραμμή μετάβασης
υγρού / ατμού σ’ ένα διάγραμμα φάσης είναι χαμηλότερα για το διάλυμα απ’ ότι για
τον καθαρό διαλύτη. Συνεπώς, η θερμοκρασία τριπλού σημείου (Τt) είναι χαμηλότερη
για το διάλυμα και η γραμμή μετάβασης στερεού / υγρού μετατοπίζεται σε
χαμηλότερη θερμοκρασία για το διάλυμα. Άρα, το διάλυμα θα πρέπει να ψυχθεί σε
χαμηλότερη θερμοκρασία για να γίνει η πήξη.

47
Ανύψωση Σημείου Ζέσεως & Ταπείνωση Σημείου Πήξεως των Διαλυμάτων

48

Η μεταβολή στο σημείο ζέσεως (ΔΤb) για ένα διάλυμα εκφράζεται ως:

Όπου m είναι η συγκέντρωση του διαλύματος σε molality και Kb η σταθερά


ανύψωσης σημείου ζέσεως, η οποία εξαρτάται μόνο από τον διαλύτη.

Ομοίως, η μεταβολή στο σημείο πήξεως (ΔΤf) για ένα διάλυμα εκφράζεται ως:

Όπου m είναι η συγκέντρωση του διαλύματος σε molality και Kf η σταθερά


ταπείνωσης σημείου πήξεως, η οποία εξαρτάται μόνο από τον διαλύτη

Ανύψωση Σημείου Ζέσεως & Ταπείνωση Σημείου Πήξεως των Διαλυμάτων

49

Όπως και με την τάση ατμών, η ανύψωση του σημείου ζέσεως και η ταπείνωση του
σημείου πήξεως σε ιοντικά διαλύματα εξαρτώνται από την έκταση διάστασης της
ιοντικής ουσίας, όπως αυτή δίνεται από τον παράγοντα van’t Hoff.
Όσμωση & Οσμωτική Πίεση
50

Υπάρχουν υλικά, όπως οι κυτταρικές μεμβράνες, τα οποία φέρουν πόρους, μέσω των
οποίων μπορούν να διαπερνούν μόρια νερού και άλλα μικρά μόρια, αλλά δεν
μπορούν να διέλθουν μακρομόρια. Αυτά τα υλικά ονομάζονται ημιπερατά.

Όταν ένα διάλυμα και καθαρός διαλύτης (ή δύο διαλύματα διαφορετικής


συγκέντρωσης) διαχωρίζονται με ημιπερατό υλικό (μεμβράνη), τότε μόρια διαλύτη
διακινούνται μέσω του υλικού, ένα φαινόμενο που ονομάζεται όσμωση.

Ως αποτέλεσμα, η πλευρά του διαλύματος εμπλουτίζεται σε μόρια διαλύτη και η


συγκέντρωση του διαλύματος μειώνεται.

Όσμωση & Οσμωτική Πίεση


51

Οσμωτική πίεση (Π) είναι η πίεση που πρέπει ν’ ασκηθεί σ’ ένα διάλυμα, έτσι ώστε ν’
ανασταλεί το φαινόμενο της όσμωσης.

Η οσμωτική πίεση μεταξύ του διαλύματος και του καθαρού διαλύτη εξαρτάται από τη
συγκέντρωση των σωματιδίων της διαλυμένης ουσίας, σύμφωνα με τον τύπο:

Όπου Μ είναι η μοριακή συγκέντρωση (molarity) των σωματιδίων της διαλυμένης


ουσίας, R η σταθερά των αερίων [0.08206 (Latm)/(Kmol)] και Τ η θερμοκρασία σε
kelvin. Για παράδειγμα, 1 M διαλύματος γλυκόζης στους 300 Κ θα έχει οσμωτική
πίεση:
52

Μερικές Χρήσεις των Προσθετικών Ιδιοτήτων


53

Αφαλάτωση θαλασσινού νερού με ανάστροφη όσμωση

Όταν καθαρό και θαλασσινό νερό διαχωριστούν με ημιπερατή μεμβράνη, τα μόρια


του καθαρού νερού περνούν στην πλευρά του θαλασσινού και η ισορροπία
αποκαθίσταται στις 30 atm, στους 25 °C.

Εάν ασκηθεί πίεση μεγαλύτερη των 30 atm, τότε παρατηρείται το ανάστροφο


φαινόμενο, κι έτσι λαμβάνεται νερό απαλλαγμένο από τις διαλυμένες ουσίες που
περιέχονται στο θαλασσινό.
54

Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων & Διατροφής


Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας (Καρδίτσα)

Ενότητα 11η: Χημική Κινητική


Ανόργανη Χημεία

Νοέμβριος 2020 Δρ. Λάκκα Αχιλλεία ΠΔ - 407


Ταχύτητες Αντίδρασης
2

Ως ταχύτητα αντίδρασης ορίζεται είτε η αύξηση της συγκέντρωσης ενός προϊόντος


ανά μονάδα χρόνου είτε η μείωση της συγκέντρωσης ενός αντιδρώντος ανά μονάδα
χρόνου.

Λαμβάνεται ως παράδειγμα η θερμική αποικοδόμηση του Ν2Ο5:

Η ταχύτητα σχηματισμού του Ο2 περιγράφεται ως εξής:

Όπου Δ[Ο2] είναι η μεταβολή της μοριακής συγκέντρωσης και Δt το χρονικό διάστημα
στο οποίο συνέβη η μεταβολή.

Ταχύτητες Αντίδρασης
3

Οι μονάδες της ταχύτητας αντίδρασης είναι μοριακότητα (Μ) ανά δευτερόλεπτο (s) ,
δηλαδή M/s ή mole/(Ls).

Επειδή η ταχύτητα της αντίδρασης είναι θετικό μέγεθος, θα πρέπει η κατανάλωση


ενός αντιδρώντος να υποδεικνύεται με το σήμα μείον (-) μπροστά από την τιμή.
4

Ταχύτητες Αντίδρασης
5

Είναι σημαντικό, όταν γίνεται αναφορά σε ταχύτητα αντίδρασης, να


συγκεκριμενοποιείται η χρονική στιγμή, γιατί καθώς η αντίδραση βαίνει στο τέλος
της η ταχύτητά της μειώνεται λόγω εξαντλήσεως των αντιδρώντων.

Έτσι, συχνά είναι αναγκαίο να καταγράφεται η ταχύτητα της αντίδρασης μια


συγκεκριμένη χρονική στιγμή και όχι καθ’ όλη τη διάρκεια της αντίδρασης. Αυτό
δίνεται από την κλίση της εφαπτομένης στο σημείο της καμπύλης αντίδρασης
(καμπύλη συγκέντρωσης / χρόνου) που αντιστοιχεί στον χρόνο αυτό και ονομάζεται
στιγμιαία ταχύτητα. Η στιγμιαία ταχύτητα στην αρχή μιας αντίδρασης (t = 0)
ονομάζεται αρχική ταχύτητα.
6

Οι Νόμοι Ταχύτητας & Τάξη Αντίδρασης


7

Λαμβάνεται η παρακάτω γενική αντίδραση:

Όπου Α και Β τα αντιδρώντα και a, b οι στοιχειομετρικοί συντελεστές της


ισοσταθμισμένης αντίδρασης. Η εξάρτηση της ταχύτητας αντίδρασης από τη
συγκέντρωση του κάθε αντιδρώντος δίνεται από μία εξίσωση που ονομάζεται νόμος
της ταχύτητας.

Όπου k είναι μια σταθερά αναλογικότητας που ονομάζεται σταθερά ταχύτητας. Οι


εκθέτες m και n στο νόμο της ταχύτητας υποδεικνύουν πόσο ευαίσθητη είναι η
ταχύτητα σε μεταβολές της [Α] ή της [Β] και συνήθως δεν σχετίζονται με τους
συντελεστές a και b της ισοσταθμισμένης αντίδρασης. Γι απλές αντιδράσεις οι εκθέτες
είναι μικροί ακέραιοι, αλλά για πιο πολύπλοκες αντιδράσεις μπορεί να είναι
αρνητικοί, μηδέν ή κλάσματα.
Οι Νόμοι Ταχύτητας & Τάξη Αντίδρασης
8

Εκθέτης 1 σημαίνει ότι η ταχύτητα εξαρτάται γραμμικά από τη συγκέντρωση του


αντιδρώντος. Εκθέτης 0 σημαίνει ότι η ταχύτητα της αντίδρασης δεν εξαρτάται από το
συγκεκριμένο αντιδρών (π.χ. [Α]0 = 1). Εκθέτης -1 σημαίνει ότι η ταχύτητα μειώνεται
με την αύξηση της συγκέντρωσης του συγκεκριμένου αντιδρώντος.

Οι τιμές των εκθετών m και n καθορίζουν την τάξη αντίδρασης σε σχέση με το


αντιδρών Α και Β, αντίστοιχα. Το άθροισμα των εκθετών (m + n) καθορίζει τη συνολική
τάξη αντίδρασης. Για παράδειγμα, η αντίδραση

είναι 1ης τάξεως σε σχέση με το Β, 2ης τάξεως σε σχέση με το Α και 3ης τάξεως
συνολικά.

9
Οι Νόμοι Ταχύτητας & Τάξη Αντίδρασης
10

Οι τιμές των εκθετών στο νόμο της ταχύτητας προσδιορίζονται πειραματικά. Δεν
μπορούν να υποτεθούν από τη στοιχειομετρία της αντίδρασης.

Πειραματικός Προσδιορισμός του Νόμου Ταχύτητας


11

Μια μέθοδος προσδιορισμού των τιμών των εκθετών στο νόμο της ταχύτητας είναι η
διεξαγωγή μιας σειράς πειραμάτων, στα οποία γίνεται μέτρηση της αρχικής ταχύτητας
της αντίδρασης σε συνάρτηση με διαφορετικές αρχικές συγκεντρώσεις.
Πειραματικός Προσδιορισμός του Νόμου Ταχύτητας
12

Οι μετρήσεις δείχνουν ότι όταν η συγκέντρωση του ΝΟ διπλασιάζεται, η ταχύτητα


τετραπλασιάζεται, δηλαδή η ταχύτητα εξαρτάται από [ΝΟ]2. Ομοίως, όταν η
συγκέντρωση του Ο2 διπλασιάζεται, και η ταχύτητα διπλασιάζεται, δηλαδή η ταχύτητα
εξαρτάται από [Ο2]1. Συνεπώς:

Αυτή η μεθοδολογία χρησιμοποιεί αρχικές ταχύτητες για την αποφυγή επιπλοκών από
την ανάστροφη αντίδραση, όταν τα προϊόντα αυξηθούν σημαντικά σε συγκέντρωση.
Εάν η ταχύτητα της ανάστροφης αντίδρασης γίνει συγκρίσιμη με την ταχύτητα της
αντίδρασης, τότε η ταχύτητα της αντίδρασης θα εξαρτάται και από τη συγκέντρωση
των προϊόντων.

Πειραματικός Προσδιορισμός του Νόμου Ταχύτητας


13

Η χρησιμότητα του προσδιορισμού του νόμου της ταχύτητας έγκειται και στο γεγονός
ότι μπορεί να υπολογιστεί και η σταθερά της ταχύτητας, k. Η κάθε αντίδραση έχει τη
δική της χαρακτηριστική τιμή k, η οποία εξαρτάται από τη θερμοκρασία, αλλά όχι από
την συγκέντρωση.
Πειραματικός Προσδιορισμός του Νόμου Ταχύτητας
14

Οι μονάδες της k σ’ αυτό το παράδειγμα είναι 1/(Μ2s), αλλά οι μονάδες της k δεν
είναι σταθερές και εξαρτώνται από τη συνολική τάξη της αντίδρασης.

Ολοκληρωμένος Νόμος της Ταχύτητας για Αντίδραση 1ης Τάξεως

15

Ας υποτεθεί η παρακάτω απλή αντίδραση πρώτης τάξεως:

Μια αντίδραση πρώτης τάξεως είναι αυτή της οποίας η ταχύτητα εξαρτάται από ένα
αντιδρών, υψωμένο εις την πρώτη.

Με μαθηματικές μετατροπές, ο νόμος της ταχύτητας μετατρέπεται σε μια έκφραση, η


οποία ονομάζεται ολοκληρωμένος νόμος της ταχύτητας.
Ολοκληρωμένος Νόμος της Ταχύτητας για Αντίδραση 1ης Τάξεως

16

Στην παραπάνω εξίσωση, το [Α]0 προσδιορίζει την αρχική συγκέντρωση του


αντιδρώντος (t = 0) και το [Α]t τη συγκέντρωση του αντιδρώντος σε χρόνο t.

Έτσι, ο ολοκληρωμένος νόμος της ταχύτητας είναι μια εξίσωση συγκέντρωσης –


χρόνου, με την οποία μπορεί να υπολογιστεί η συγκέντρωση του Α σε οποιοδήποτε
χρόνο t.

Ο ολοκληρωμένος νόμος της ταχύτητας μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί για να


υπολογιστεί ο χρόνος που απαιτείται, έτσι ώστε η αρχική συγκέντρωση να μειωθεί σ’
ένα συγκεκριμένο επίπεδο.

Ολοκληρωμένος Νόμος της Ταχύτητας για Αντίδραση 1ης Τάξεως

17

Ο ολοκληρωμένος νόμος μπορεί να γραφτεί και ως εξής:

Η παραπάνω έκφραση δηλώνει ότι το ln[A]t είναι γραμμική συνάρτηση του χρόνου.
Δηλαδή, ένα γράφημα ln[A] – t δίνει ευθεία γραμμή, της οποίας η κλίση της ευθείας
είναι ίση με – k και το σημείο τομής με τον άξονα y ίσο με ln[A]0.
18

Χρόνος Ημιζωής μιας Αντίδρασης 1ης Τάξεως

19

Ο χρόνος ημιζωής μιας αντίδρασης, ο οποίος συμβολίζεται ως t½, είναι ο χρόνος που
απαιτείται για τη μείωση της συγκέντρωσης ενός αντιδρώντος στο μισό της αρχικής.

Με βάση τον ολοκληρωμένο νόμο της ταχύτητας ισχύει ότι:

Όταν t = t½, τότε [Α]t/[Α]0 = 1/2. Συνεπώς:


Χρόνος Ημιζωής μιας Αντίδρασης 1ης Τάξεως

20

Ο χρόνος ημιζωής, λοιπόν, υπολογίζεται εύκολα εάν είναι γνωστή από τη σταθερά
ταχύτητας k.

Ο χρόνος ημιζωής μιας αντίδρασης πρώτης τάξεως είναι σταθερός, γιατί εξαρτάται
μόνο από τη σταθερά ταχύτητας και όχι από τη συγκέντρωση του αντιδρώντος.

Αντιθέτως, σε αντιδράσεις που δεν είναι πρώτης τάξεως, ο χρόνος ημιζωής εξαρτάται
από τη συγκέντρωση.

21
Αντιδράσεις 2ης Τάξεως

22

Η αντίδραση δευτέρας τάξεως είναι αυτή της οποίας η ταχύτητα εξαρτάται από τη
συγκέντρωση ενός μόνο αντιδρώντος υψωμένο εις τη δευτέρα ή από τις
συγκεντρώσεις δύο αντιδρώντων υψωμένες εις την πρώτη.

Για μια απλή αντίδραση, ισχύει ότι:

Αντιδράσεις 2ης Τάξεως

23

Με βάση αυτούς τους υπολογισμούς, συνάγεται το συμπέρασμα ότι:

Δηλαδή, η παραπάνω εξίσωση δηλώνει ότι ένα γράφημα 1/[Α] – t είναι ευθεία
γραμμή με κλίση ίση με k και σημείο τομής με τον άξονα y ίσο με 1/[Α]0. Έτσι,
δημιουργώντας ένα τέτοιο γράφημα, είναι δυνατό να βρεθεί αν η αντίδραση είναι 2ης
τάξεως.
Αντιδράσεις 2ης Τάξεως

24

Η έκφραση για το χρόνο ημιζωής μιας αντίδρασης 2ης τάξεως μπορεί να ληφθεί, αν
στον ολοκληρωμένο νόμο της ταχύτητας αντικατασταθεί [Α]t = [Α]0/2 και t = t½.

Εν αντιθέσει με τις αντιδράσεις 1ης τάξεως, ο χρόνος που απαιτείται για να μειωθεί η
συγκέντρωση του Α στο μισό σε μια αντίδραση 2ης τάξεως εξαρτάται από αμφότερα
την αρχική συγκέντρωση του Α και τη σταθερά ταχύτητας.

25
26

Αντιδράσεις Μηδενικής Τάξεως

27

Η αντίδραση μηδενικής τάξεως είναι αυτή η οποία υπόκειται στον παρακάτω νόμο της
ταχύτητας:

Δηλαδή, κατά τη διάρκεια της αντίδρασης η ταχύτητα παραμένει σταθερή και ίση με
k, ανεξάρτητη από τη συγκέντρωση του αντιδρώντος. Ο ολοκληρωμένος νόμος της
ταχύτητας είναι:
Αντιδράσεις Μηδενικής Τάξεως

28

Η παραπάνω έκφραση δηλώνει ότι ένα γράφημα της [Α] σε σχέση με το χρόνο είναι
μια ευθεία γραμμή, με κλίση ίση με – k.

Για αντιδράσεις μηδενικής τάξης, ο χρόνος ημιζωής

εξαρτάται από την αρχική συγκέντρωση του αντιδρώντος.

t1/2 = [A0] /2k

Μηχανισμοί Αντίδρασης

29

Όπως ειπώθηκε παραπάνω, η ταχύτητα μιας αντίδρασης εξαρτάται συνήθως από


αμφότερα τη συγκέντρωση του αντιδρώντος και την τιμή της σταθεράς k. Ένας
παράγοντας ίσης σημασίας στη χημική κινητική είναι και ο μηχανισμός αντίδρασης.

Ως μηχανισμός αντίδρασης νοείται η σειρά των βημάτων μιας αντίδρασης που


καθορίζει την οδό από τα αντιδρώντα στα προϊόντα.

Ένα βήμα σ’ ένα μηχανισμό αντίδρασης ονομάζεται στοιχειώδης αντίδραση ή


στοιχειώδες βήμα.
30

Μηχανισμοί Αντίδρασης

31

Η χημική εξίσωση για μια στοιχειώδη αντίδραση αντιπροσωπεύει την περιγραφή ενός
ξεχωριστού μοριακού συμβάντος, δηλαδή σχηματισμό / διάσπαση χημικών δεσμών.

Αντιθέτως, η ισοσταθμισμένη εξίσωση μιας τελικής αντίδρασης περιγράφει μόνο τη


στοιχειομετρία της συνολικής διαδικασίας, αλλά δεν παρέχει πληροφορίες για το πώς
πραγματοποιείται η αντίδραση.

Τα στοιχειώδη βήματα σ’ ένα μηχανισμό αντίδρασης θα πρέπει ν’ αθροίζονται και να


δίνουν την τελική αντίδραση.
32

Μηχανισμοί Αντίδρασης

33

Μια χημική ένωση ή ένα στοιχείο που παράγεται σ’ ένα στάδιο μιας αντίδρασης και
καταναλώνεται σ’ ένα επόμενο ονομάζεται ενδιάμεσο αντίδρασης. Τα ενδιάμεσα
μιας αντίδρασης δεν εμφανίζονται στην τελική εξίσωση, αλλά μόνο στις εξισώσεις των
στοιχειωδών αντιδράσεων.

Οι στοιχειώδεις αντιδράσεις ταξινομούνται με βάση τη μοριακότητά τους, δηλαδή τον


αριθμό των μορίων (ή ατόμων) που βρίσκεται στην πλευρά των αντιδρώντων της
χημικής εξίσωσης μιας στοιχειώδους αντίδρασης.
Μηχανισμοί Αντίδρασης

34

Μια μονομοριακή αντίδραση είναι μια στοιχειώδης αντίδραση η οποία περιλαμβάνει


ένα μόνο αντιδρών μόριο.

Μηχανισμοί Αντίδρασης

35

Μια διμοριακή αντίδραση είναι μια στοιχειώδης αντίδραση η οποία είναι το


αποτέλεσμα μιας ενεργειακής σύγκρουσης μεταξύ δύο αντιδρώντων μορίων.

Αμφότερες οι μονο- και διμοριακές αντιδράσεις είναι κοινές, αλλά τριμοριακές


αντιδράσεις συμβαίνουν σπάνια. Υψηλότερες μοριακότητες δεν απαντώνται, ίσως
επειδή η πιθανότητα να συγκρουστούν ταυτόχρονα τέσσερα ή περισσότερα
κατάλληλα μόρια είναι εξαιρετικά μικρή.
Νόμοι Ταχύτητας & Μηχανισμοί Αντίδρασης

36

Λαμβάνεται η αντίδραση:

Ο αριθμός των mol Ο3 ανά λίτρο που διασπάται ανά μονάδα χρόνου είναι ευθέως
ανάλογος της μοριακής συγκέντρωσης του Ο3:

Συνεπώς, η ταχύτητα μιας μονομοριακής αντίδρασης είναι πάντα 1ης τάξεως σε σχέση
με τη συγκέντρωση του αντιδρώντος μορίου.

Νόμοι Ταχύτητας & Μηχανισμοί Αντίδρασης

37

Λαμβάνεται η αντίδραση:

Η ταχύτητα της αντίδρασης εξαρτάται από τη συχνότητα συγκρούσεων μεταξύ των


μορίων Α και Β. Η συνολική συχνότητα των συγκρούσεων Α – Β για όλα τα μόρια Α
είναι ανάλογη της μοριακότητας Α επί τη μοριακότητα Β.

Επομένως, η ταχύτητα ακολουθεί νόμο ταχύτητας 2ης τάξεως:

Εάν η αντίδραση είναι:

Τότε ισχύει:
Η συνολική τάξη αντίδρασης μιας στοιχειώδους αντίδρασης ισούται πάντα με τη μοριακότητά της.

38

Νόμοι Ταχύτητας & Μηχανισμοί Αντίδρασης

39

Όταν μια συνολική αντίδραση λαμβάνει χώρα σε δύο ή περισσότερα στοιχειώδη


βήματα, τότε το ένα βήμα είναι πολύ πιο αργό από τα άλλα. Το πιο αργό βήμα σε μια
αντίδραση ονομάζεται το καθορίζον την ταχύτητα βήμα (rate-determining step),
επειδή αυτό το βήμα λειτουργεί ως παράγοντας καθυστέρησης, περιορίζοντας την
ταχύτητα με την οποία τα αντιδρώντα μετατρέπονται σε προϊόντα.

Στην παρακάτω αντίδραση, για παράδειγμα, το πρώτο βήμα του μηχανισμού είναι το
πιο αργό και το καθορίζον την ταχύτητα, ενώ το δεύτερο βήμα γίνεται πολύ γρήγορα.
Ταχύτητες Αντιδράσεων & Θερμοκρασία: Η Εξίσωση Arrhenius

40

Σύμφωνα με το μοντέλο της θεωρίας των συγκρούσεων, μια διμοριακή αντίδραση


γίνεται όταν δύο καταλλήλως προσανατολισμένα μόρια αντιδρώντων ενώνονται με
μια ενεργειακά επαρκή σύγκρουση.

Για παράδειγμα, λαμβάνεται η εξής αντίδραση:

Εάν η αντίδραση συμβεί σ’ ένα βήμα, θα πρέπει η ηλεκτρονιακή κατανομή γύρω από
τους τρεις πυρήνες ν’ αλλάξει κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης, έτσι ώστε ο δεσμός Α
– Β να δημιουργηθεί καθώς ο δεσμός Β – C διασπάται. Μεταξύ των σταδίων από τα
αντιδρώντα έως τα προϊόντα, οι πυρήνες λαμβάνουν διάταξη, έτσι ώστε όλα τα άτομα
να συνδέονται ασθενώς μεταξύ τους.

Ταχύτητες Αντιδράσεων & Θερμοκρασία: Η Εξίσωση Arrhenius

41

Εάν τα Α και BC έχουν συμπληρωμένες τις στοιβάδες ηλεκτρονίων (δεν έχουν


ασύζευκτα ηλεκτρόνια ή κενά τροχιακά χαμηλής ενέργειας), τότε θα απωθηθούν. Για
να επιτευχθεί η διάταξη A--B--C απαιτείται τα άτομα να έχουν ενέργεια για να
υπερνικήσουν την άπωση. Η ενέργεια αυτή προέρχεται από την κινητική ενέργεια των
συγκρουόμενων σωματιδίων και μετατρέπεται σε δυναμική ενέργεια στην A--Β--C.
Ταχύτητες Αντιδράσεων & Θερμοκρασία: Η Εξίσωση Arrhenius

42

Υπάρχει, δηλαδή, ένα φράγμα δυναμικής ενέργειας, το οποίο πρέπει να ξεπεραστεί,


έτσι ώστε τα αντιδρώντα να μετατραπούν σε προϊόντα. Το ύψος του φράγματος
ονομάζεται ενέργεια ενεργοποίησης (activation energy – Ea) και η διάταξη των
ατόμων στο μέγιστο του προφίλ της δυναμικής ενέργειας ονομάζεται μεταβατική
κατάσταση (transition state) ή ενεργοποιημένο σύμπλοκο (activated complex).

Εφόσον η ενέργεια διατηρείται κατά τη σύγκρουση, όλη η ενέργεια που απαιτείται για
το σχηματισμό του ενεργοποιημένου συμπλόκου προέρχεται από την κινητική
ενέργεια των συγκρουόμενων σωματιδίων. Εάν η ενέργεια σύγκρουσης είναι
μικρότερη από την Ea, τότε η αντίδραση δεν είναι εφικτή. Αν όμως είναι μεγαλύτερη,
τότε τα αντιδρώντα μετατρέπονται σε προϊόντα.

43
Ταχύτητες Αντιδράσεων & Θερμοκρασία: Η Εξίσωση Arrhenius

44

Πολύ λίγες συγκρούσεις είναι παραγωγικές γιατί πολύ λίγες συμβαίνουν με ενέργεια
σύγκρουσης τόση, όση και η Ea. Όταν η Ea είναι μεγάλη εν συγκρίσει με την RT, τότε το
κλάσμα των συγκρούσεων με ενέργεια ίση ή μεγαλύτερη της δίνεται ως:

Όπου R η σταθερά των αερίων [8.314 J/(Kmol)] και Τ η απόλυτη θερμοκρασία σε


kelvin. Το κλάσμα f είναι πολύ μικρός αριθμός. Για μια αντίδραση με Ea = 75 kJ/mol,
έχουμε:

Αυτό σημαίνει ότι μόλις 7 συγκρούσεις στα 100 τρισεκατομύρια έχουν επαρκή
ενέργεια για μετατροπή των αντιδρώντων σε προϊόντα.

Ταχύτητες Αντιδράσεων & Θερμοκρασία: Η Εξίσωση Arrhenius

45

Καθώς αυξάνει η θερμοκρασία, η κατανομή των ενεργειών σύγκρουσης διευρύνεται


και μετατοπίζεται σε υψηλότερες ενέργειες, με συνέπεια μια ραγδαία αύξηση του
κλάσματος των συγκρούσεων που καταλήγουν σε προϊόντα.

Με μαθηματικούς όρους, αυτό σημαίνει ότι καθώς η θερμοκρασία T αυξάνει (δηλαδή


το 1/Τ μειώνεται), το κλάσμα f αυξάνει εκθετικά.

Για παράδειγμα, αν σε μια αντίδραση η θερμοκρασία αυξηθεί από του 298 Κ στους
308 Κ (αύξηση μόλις 3%), το κλάσμα f τριπλασιάζεται.
46

Ταχύτητες Αντιδράσεων & Θερμοκρασία: Η Εξίσωση Arrhenius

47

Το κλάσμα των συγκρούσεων που καταλήγει στη δημιουργία προϊόντων μειώνεται


επιπρόσθετα εξαιτίας μιας απαίτησης προσανατολισμού.

Ακόμα κι αν τα αντιδρώντα συγκρούονται με επαρκή ενέργεια, δεν θ’ αντιδράσουν,


εκτός κι αν ο προσανατολισμός του ζεύγους των αντιδρώντων είναι ο σωστός για τον
σχηματισμό του ενεργοποιημένου συμπλόκου.

Το κλάσμα των συγκρούσεων που έχουν τον κατάλληλο προσανατολισμό για την
μετατροπή των αντιδρώντων σε προϊόντα ονομάζεται στερεοχημικός παράγοντας, p.
Τα αντιδρώντα απλώς θα συγκρουστούν και θα διαχωριστούν πάλι, χωρίς τη δημιουργία προϊόντων

48

Ταχύτητες Αντιδράσεων & Θερμοκρασία: Η Εξίσωση Arrhenius

49

Επειδή οι διμοριακές συγκρούσεις δύο οποιονδήποτε μορίων Α και Β συμβαίνουν με


ρυθμό ανάλογο των συγκεντρώσεών τους, ισχύει ότι:

Όπου Ζ είναι μια σταθερά που σχετίζεται με τη συχνότητα και έχει μονάδες σταθεράς
(k) ταχύτητας 2ης τάξης (1/Μs
 ή M-1s-1).

Επίσης, η ταχύτητα αντίδρασης είναι μικρότερη από τον ρυθμό των συγκρούσεων
κατά ένα παράγοντα p  f γιατί μόνο ένα κλάσμα συγκρουόμενων σωματιδίων έχει
τον κατάλληλο προσανατολισμό και την ελάχιστη ενέργεια που απαιτείται για την
αντίδραση:
Ταχύτητες Αντιδράσεων & Θερμοκρασία: Η Εξίσωση Arrhenius

50

Εφόσον ο νόμος της ταχύτητας είναι:

τότε η σταθερά ταχύτητας, σύμφωνα με τη θεωρία των συγκρούσεων, θα είναι:

Ταχύτητες Αντιδράσεων & Θερμοκρασία: Η Εξίσωση Arrhenius

51

Η παραπάνω έκφραση συνήθως δίνεται σε μια μορφή που ονομάζεται εξίσωση


Arrhenius:

Η παράμετρος Α (= pZ) ονομάζεται παράγοντας συχνότητας. Σε συμφωνία με το


μείον (-) στον εκθέτη της εξίσωσης, η σταθερά ταχύτητας μειώνεται καθώς αυξάνει η
Ea και αυξάνει καθώς αυξάνει η Τ.
Η Χρήση της Εξίσωσης Arrhenius

52

Λογαριθμίζοντας (ln) και τα δύο μέρη της εξίσωσης Arrhenius, λαμβάνεται η εξής
λογαριθμική μορφή:

Η εξίσωση μπορεί να διασκευαστεί στην παρακάτω μορφή:

Με βάση αυτήν την εξίσωση, ένα γράφημα lnk – 1/T δίνει μια ευθεία γραμμή, με
κλίση – Ea/R και σημείο τομής με τον άξονα y ίσο με lnA. Πειραματικά, η Ea μπορεί να
υπολογιστεί ως: Ea = R  κλίση.

53
Η Χρήση της Εξίσωσης Arrhenius

54

Άλλη μια χρήση της εξίσωσης Arrhenius είναι ο υπολογισμός της Ea από τις σταθερές
ταχύτητας σε δύο θερμοκρασίες.

Αν αφαιρεθεί η πρώτη από τη δεύτερη εξίσωση, τότε λαμβάνεται:

Κατάλυση

55

Οι ταχύτητες των αντιδράσεων δεν επηρεάζονται μόνο από τις συγκεντρώσεις των
αντιδρώντων και τη θερμοκρασία, αλλά και από την παρουσία καταλυτών.

Ο καταλύτης είναι μια ουσία, η οποία αυξάνει την ταχύτητα μιας αντίδρασης, χωρίς
να καταναλώνεται από την αντίδραση.

Οι καταλύτες είναι κορυφαίας σημασίας ουσίες, τόσο στη βιομηχανία, όσο και στους
ζωντανούς οργανισμούς. Σχεδόν όλες οι σημαντικές χημικές ουσίες συντίθενται
βιομηχανικά υπό την παρουσία καταλυτών, με την οποία μειώνονται οι απαιτήσεις για
αυξημένες θερμοκρασίες και συνεπώς μειώνεται το κόστος παραγωγής.
Κατάλυση

56

Ένας καταλύτης επιταχύνει την ταχύτητα μιας αντίδρασης με το να κάνει διαθέσιμο


ένα νέο και πιο επαρκή μηχανισμό μετατροπής των αντιδρώντων σε προϊόντα.

Λαμβάνεται, για παράδειγμα, η διάσπαση του Η2Ο2 σε αλκαλικό διάλυμα:

Σε θερμοκρασία δωματίου η αντίδραση εξελίσσεται αργά, λόγω της σχετικά υψηλής Ea


(76 kJ/mol). Υπό την παρουσία ιόντων Ι- όμως, η αντίδραση επιταχύνεται σημαντικά,
γιατί μπορεί να πραγματοποιηθεί μέσω μιας οδού χαμηλής ενέργειας:

Κατάλυση

57

Ο καταλύτης δεν φαίνεται στην τελική αντίδραση, γιατί καταναλώνεται στο Βήμα 1 και
αναγεννιέται στο Βήμα 2. Ο καταλύτης όμως συνδέεται σε βάθος με την αντίδραση
γιατί τα Ι- εμφανίζονται στον παρατηρούμενο νόμο της ταχύτητας:

Επειδή η αντίδραση πραγματοποιείται σε δύο βήματα, το ενεργειακό προφίλ


επιδεικνύει δύο μέγιστα (δύο μεταβατικές καταστάσεις) με ένα ελάχιστο μεταξύ τους,
το οποίο αντιπροσωπεύει την ενέργεια των ενδιάμεσων που παράγονται στο πρώτο
βήμα.

Το πρώτο μέγιστο είναι υψηλότερο από το δεύτερο, γιατί το πρώτο βήμα είναι το
περιορίζον την αντίδραση και η Ea για τη συνολική αντίδραση είναι η Ea του πρώτου
βήματος.

Τα μέγιστα αμφότερων βημάτων όμως, είναι χαμηλότερα από το μέγιστο της μη-
καταλυόμενης αντίδρασης. Επίσης, η κατάλυση δεν επηρεάζει την ενέργεια
αντιδρώντων / προϊόντων.
58

Ομογενής & Ετερογενής Κατάλυση

59

Οι καταλύτες κατηγοριοποιούνται είτε ως ομογενείς είτε ως ετερογενείς. Ένα


ομογενής καταλύτης είναι αυτός που βρίσκεται στην ίδια φάση (υγρό, στερεό ή
αέριο) με τα αντιδρώντα. Για παράδειγμα, τα Ι- είναι ομογενής καταλύτης για τη
διάσπαση του Η2Ο2, γιατί και τα δύο βρίσκονται υπό τη μορφή υδατικού διαλύματος.

Ένα ετερογενής καταλύτης είναι αυτός που βρίσκεται σε διαφορετική φάση από τα
αντιδρώντα. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις ο καταλύτης είναι συνήθως στερεός και τα
αντιδρώντα αέρια ή υγρά. Στην παραγωγή συνθετικής βενζίνης, για παράδειγμα
(μέθοδος Fischer – Tropsch), μικροσκοπικά σωματίδια Co εναποτεθειμένα πάνω σε
Al2O3 καταλύουν την αντίδραση CO και Η για την παραγωγή οκτανίου.
Ομογενής & Ετερογενής Κατάλυση

60

Ο μηχανισμός της ετερογενούς κατάλυσης είναι συχνά πολύπλοκος και όχι πλήρως
κατανοητός. Τα σημαντικά βήματα, εντούτοις, συμπεριλαμβάνουν (1) προσκόλληση
των αντιδρώντων στην επιφάνεια του καταλύτη, ένα φαινόμενο το οποίο ονομάζεται
προσρόφηση, (2) μετατροπή των αντιδρώντων σε προϊόντα πάνω στην επιφάνεια και
(3) εκρόφηση των προϊόντων από την επιφάνεια.

Το στάδιο της προσρόφησης θεωρείται ότι εμπλέκει δημιουργία χημικών δεσμών των
αντιδρώντων με τα πολύ δραστικά μεταλλικά άτομα, με συνεπακόλουθο τη διάρρηξη,
ή τουλάχιστον αποδυνάμωση των δεσμών στα αντιδρώντα.

Ομογενής & Ετερογενής Κατάλυση

61

Λαμβάνεται η καταλυτική υδρογόνωση ενώσεων με C=C, μια αντίδραση που


χρησιμοποιείται στη βιομηχανία των τροφίμων για την μετατροπή των ακόρεστων
φυτικών ελαίων σε στερεά λίπη. Η αντίδραση συνήθως καταλύεται από
κονιορτοποιημένα μέταλλα, όπως Ni, Pd ή Pt.

Η λειτουργία της μεταλλικής επιφάνειας είναι να προσροφά τα αντιδρώντα και να


διευκολύνει το προσδιορίζον την αντίδραση βήμα, διαρρηγνύοντας τον ισχυρό δεσμό
Η-Η στο μόριο του Η2. Επειδή η διάρρηξη των δεσμών Η-Η συνοδεύεται από
ταυτόχρονο σχηματισμό δεσμών μεταξύ των διαχωρισμένων Η και της μεταλλικής
επιφάνειας, η Ea της αντίδρασης μειώνεται.

Τα άτομα Η που δημιουργούνται πάνω στη μεταλλική επιφάνεια αντιδρούν με το


επίσης προσροφημένο αλκένιο και σχηματίζουν αλκάνιο, το οποίο ακολούθως
εκροφάται.
62

Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων & Διατροφής


Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας (Καρδίτσα)
Ανόργανη Χημεία

Ενότητα 12η: Χημική Ισορροπία

Νοέμβριος 2020 Δρ. Λάκκα Αχιλλεία – ΠΔ 407


Η Κατάσταση Ισορροπίας
2

Πολλές αντιδράσεις δεν πραγματοποιούνται μέχρι πλήρους ολοκληρώσεως.


Λαμβάνεται για παράδειγμα η διάσπαση του Ν2Ο4 σε ΝΟ2:

3
Η Κατάσταση Ισορροπίας
4

Τα δύο παραπάνω πειράματα αποδεικνύουν ότι η αλληλομετατροπή του Ν2Ο4 και


ΝΟ2 είναι αντιστρεπτή και ότι η ίδια κατάσταση ισορροπίας διαμορφώνεται
ξεκινώντας απ’ οποιαδήποτε ουσία.

Για να υποδειχθεί ότι η αντίδραση πραγματοποιείται και προς τις δύο κατευθύνσεις, η
ισοσταθμισμένη εξίσωση γράφεται με διπλό βέλος, το ένα με κατεύθυνση από τα
αντιδρώντα προς τα προϊόντα και το άλλο με την αντίστροφη κατεύθυνση.

Με αυστηρούς όρους, κάθε αντίδραση είναι αντιστρεπτή. Ορισμένες αντιδράσεις


χαρακτηρίζονται μη-αντιστρεπτές, απλά και μόνο επειδή η ταχύτητα της ανάστροφης
αντίδρασης είναι πολύ πιο αργή.

Η Κατάσταση Ισορροπίας
5

Στην περίπτωση των Ν2Ο4 και ΝΟ2, οι συγκεντρώσεις των ενώσεων καταλήγουν σ’ ένα
σταθερό επίπεδο όχι γιατί παύει η αντίδραση, αλλά επειδή η ταχύτητα αντίδρασης
προς τα δεξιά γίνεται ίση με την ταχύτητα αντίδρασης προς τα’ αριστερά.

Δηλαδή, η χημική ισορροπία είναι μια δυναμική κατάσταση, στην οποία αμφότερες οι
αντιδράσεις προς τα δεξιά και τ’ αριστερά διεξάγονται με ίσες ταχύτητες κι έτσι δεν
υπάρχει καθαρή μετατροπή των αντιδρώντων σε προϊόντα.
6

Η Σταθερά Ισορροπίας Kc
7

Ας υποτεθεί η γενική, αντιστρεπτή αντίδραση:

Όπου Α, Β είναι τα’ αντιδρώντα, C, D τα προϊόντα και a, b, c και d οι στοιχειομετρικοί


συντελεστές της ισοσταθμισμένης αντίδρασης. Με βάση πειραματικά δεδομένα
πολλών αντιστρεπτών αντιδράσεων, έχει βρεθεί ότι ισχύει:

Η παραπάνω εξίσωση ονομάζεται εξίσωση ισορροπίας. Όπου Kc είναι η σταθερά


ισορροπίας και το κλάσμα στα δεξιά της εξίσωσης ονομάζεται έκφραση της σταθεράς
ισορροπίας. Τα μεγέθη μέσα στις αγκύλες είναι οι μοριακές συγκεντρώσεις των
ενώσεων. Οι ενώσεις στην έκφραση της σταθεράς ισορροπίας μπορεί να είναι αέρια,
μόρια ή εν διαλύσει ιόντα.
Η Σταθερά Ισορροπίας Kc
8

Ανεξάρτητα από τις ξεχωριστές συγκεντρώσεις ισορροπίας ενός συγκεκριμένου


πειράματος, η σταθερά ισορροπίας μιας αντίδρασης σε μια δεδομένη θερμοκρασία
έχει πάντα την ίδια τιμή.

Η Σταθερά Ισορροπίας Kp
9

Επειδή οι πιέσεις των αερίων μπορούν να μετρηθούν εύκολα, οι εξισώσεις ισορροπίας


για αντιδράσεις στην αέρια φάση εκφράζονται συνήθως χρησιμοποιώντας μερικές
πιέσεις παρά μοριακές συγκεντρώσεις. Για παράδειγμα, η εξίσωση ισορροπίας για τη
διάσπαση του Ν2Ο4 μπορεί να γραφτεί ως εξής:

Όπου PNO2 και PN2O4 είναι οι μερικές πιέσεις (σε atm) των αντιδρώντων και προϊόντων
σε κατάσταση ισορροπίας. Ο κάτω επιγεγραμμένος δείκτης p στη σταθερά Κ σημαίνει
ότι η σταθερά ορίζεται χρησιμοποιώντας μερικές πιέσεις.
Η Σταθερά Ισορροπίας Kp
10

Οι σταθερές Kc και Kp για μια γενική αντίδραση aA + bB  cC + dD, στην αέρια φάση,
σχετίζονται, γιατί η μερική πίεση του κάθε αερίου είναι ευθέως ανάλογη της μοριακής
του συγκέντρωσης:

Με παρόμοιο τρόπο υπολογίζονται και οι μερικές πιέσεις και για το B, C και D, οπότε η
έκφραση για την Kp γίνεται:

Η Σταθερά Ισορροπίας Kp
11

Δηλαδή, ισχύει ότι:

Για παράδειγμα, λαμβάνεται η αντίδραση:

Ισχύει ότι Δn = 2 – (1 + 1) = 0. Άρα:


Ετερογενής Ισορροπία
12

Ετερογενής ισορροπία είναι αυτή στην οποία αντιδρώντα και προϊόντα υπάρχουν σε
περισσότερες από μία φάσεις. Λαμβάνεται για παράδειγμα η αντίδραση:

Όταν η αντίδραση πραγματοποιηθεί σε κλειστό δοχείο, τρεις φάσεις βρίσκονται σε


ισορροπία στερεό ανθρακικό ασβέστιο, στερεό οξείδιο του ασβεστίου και αέριο
διοξείδιο του άνθρακα. Εάν η έκφραση της Kc γραφτεί ως συνήθως, τότε ισχύει:

Ετερογενής Ισορροπία
13

Επειδή όμως για ένα καθαρό στερεό ή υγρό ο λόγος μάζας / όγκου είναι σταθερός,
τότε [CaCO3] και [CaO] είναι σταθερά. Συνεπώς, ισχύει ότι:

Ως γενικός κανόνας, λοιπόν, οι συγκεντρώσεις των καθαρών στερεών ή υγρών δεν


αναφέρονται στην εξίσωση ισορροπίας, γιατί ως σταθερές συμπεριλαμβάνονται σ’
αυτή. Αναφέρονται μόνο οι συγκεντρώσεις των αερίων και των διαλυμένων ουσιών
σε διαλύματα.
Η Χρήση της Σταθεράς Ισορροπίας
14

Εκτίμηση της έκτασης μιας αντίδρασης

Η αριθμητική τιμή της Kc υποδεικνύει τον βαθμό στον οποίο τα αντιδρώντα


μετατρέπονται σε προϊόντα. Για παράδειγμα:

Η μεγάλη τιμή της σταθεράς υποδηλώνει ότι η αντίδραση είναι σχεδόν πλήρης και ότι
τα αντιδρώντα βρίσκονται σε εξαιρετικά χαμηλή συγκέντρωση.

Η Χρήση της Σταθεράς Ισορροπίας


15

Με βάση λοιπόν τη σύσταση των μιγμάτων ισορροπίας, μπορούν να διατυπωθούν οι


παρακάτω γενικότητες:

 Εάν η Kc > 103, τότε τα προϊόντα δεσπόζουν σε σχέση με τα αντιδρώντα. Εάν η


Kc είναι πολύ μεγάλη, τότε η αντίδραση είναι σχεδόν πλήρης.

 Εάν η Kc < 10-3, τότε τα αντιδρώντα δεσπόζουν σε σχέση με τα προϊόντα. Εάν η


Kc είναι πολύ μικρή, τότε η αντίδραση είναι σχεδόν απραγματοποίητη.

 Εάν η Kc είναι μεταξύ 10-3 και 103, τότε υπάρχουν σημαντικές ποσότητες
αντιδρώντων και προϊόντων στο μίγμα ισορροπίας.
16

Η Χρήση της Σταθεράς Ισορροπίας


17

Πρόβλεψη της κατεύθυνσης μιας αντίδρασης

Λαμβάνεται για παράδειγμα η παρακάτω αντίδραση:

Ας υποτεθεί ότι σε κάποια χρονική στιγμή t γίνεται μέτρηση των συγκεντρώσεων και
βρίσκεται ότι [Η2]t = 0.1 Μ, [Ι2]t = 0.2 Μ και [ΗΙ]t = 0.4 Μ. Εάν αυτές οι τιμές
αντικατασταθούν στην έκφραση της σταθεράς ισορροπίας, λαμβάνεται μια τιμή που
ονομάζεται πηλίκον αντίδρασης, Qc:
Η Χρήση της Σταθεράς Ισορροπίας
18

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, διαπιστώνεται ότι Qc = 8 και εφόσον Kc = 57, η


αντίδραση δεν βρίσκεται σε κατάσταση ισορροπίας. Μετά από την παρέλευση
κάποιου χρονικού διαστήματος, όταν θα επέλθει ισορροπία, τότε Qc = Kc.

Έτσι λοιπόν, μπορούν να διατυπωθούν οι παρακάτω γενικεύσεις, σχετικά με την


κατεύθυνση μιας αντίδρασης:

 Εάν Qc < Kc, τότε η αντίδραση έχει κατεύθυνση από τ’ αριστερά προς τα δεξιά.

 Εάν Qc > Kc, τότε η αντίδραση έχει κατεύθυνση από τα δεξιά προς τα’ αριστερά.

 Εάν Qc = Kc, τότε δεν υπάρχει καθαρή αντίδραση.

19
Η Χρήση της Σταθεράς Ισορροπίας
20

Υπολογισμός συγκεντρώσεων ισορροπίας

Λαμβάνεται η αντίδραση:

Εάν είναι γνωστό ότι Kc = 6.9  105 και το μίγμα ισορροπίας περιέχει 1  10-3 Μ Ο2 και
5  10-2 Μ ΝΟ2, τότε μπορεί να υπολογιστεί η συγκέντρωση του ΝΟ:

Παράγοντες που Επηρεάζουν τη Σύσταση Ενός Μίγματος Ισορροπίας

21

Οι παράγοντες που μπορούν να επηρεάσουν τη σύσταση ενός μίγματος που βρίσκεται


σε ισορροπία είναι:

 Η συγκέντρωση των αντιδρώντων ή των προϊόντων


 Η πίεση και ο όγκος
 Η θερμοκρασία

Το ποσοτικό αποτέλεσμα μιας αλλαγής στους παραπάνω παράγοντες στη σύσταση


ενός μίγματος ισορροπίας μπορεί να προβλεφθεί από την αρχή Le Châtelier:

«Όταν ένα σύστημα σε ισορροπία διαταράσσεται λόγω μεταβολής ενός από τους
παραπάνω παράγοντες, τότε η ισορροπία του συστήματος μετατοπίζεται προς εκείνη
την κατεύθυνση που τείνει να εξουδετερώσει τη μεταβολή».
Μεταβολή Μίγματος Ισορροπίας: Αλλαγές στη Συγκέντρωση
22

Λαμβάνεται η παρακάτω αντίδραση:

Ας υποτεθεί ότι το μίγμα ισορροπίας έχει σύσταση 0.5 Μ Ν2, 3 Μ Η2 και 1.98 Μ ΝΗ3
και ότι η ισορροπία διαταράσσεται με την αύξηση του Ν2 σε 1.5 Μ. Σύμφωνα με την
αρχή Le Châtelier, η ισορροπία θα μετατοπιστεί προς την πλευρά όπου θα
καταναλωθεί ορισμένη ποσότητα Ν2 (η αιτία της διατάραξης).

Εξαιτίας αυτού, θα μειωθεί επίσης συγκέντρωση Η2 και θα παραχθεί ΝΗ3, σύμφωνα


με τη στοιχειομετρία της αντίδρασης. Έτσι, θα διαμορφωθεί μια νέα ισορροπία.

23
Μεταβολή Μίγματος Ισορροπίας: Αλλαγές στη Συγκέντρωση
24

Γενικώς, λοιπόν, όταν μια ισορροπία διαταράσσεται μεταβάλλοντας τη συγκέντρωση


οποιουδήποτε αντιδρώντος ή προϊόντος, η αρχή Le Châtelier προβλέπει ότι:

 Όταν ένα αντιδρών ή προϊόν προστίθεται, η ισορροπία μετατοπίζεται προς την


κατεύθυνση όπου υπάρχει κατανάλωση της προστιθέμενης ουσίας.

 Όταν ένα αντιδρών ή προϊόν αφαιρείται, η ισορροπία μετατοπίζεται προς την


κατεύθυνση όπου υπάρχει παραγωγή της αφαιρεθείσας ουσίας.

Μεταβολή Μίγματος Ισορροπίας: Αλλαγές στη Συγκέντρωση


25

Για να διαπιστωθεί γιατί η αρχή Le Châtelier έχει εφαρμογή, λαμβάνεται υπόψη το


πηλίκο της αντίδρασης. Σύμφωνα με την πρώτη ισορροπία, ισχύει ότι:

Όταν η συγκέντρωση του Ν2 όμως αυξηθεί σε 1.5 Μ, τότε ισχύει ότι:


Μεταβολή Μίγματος Ισορροπίας: Αλλαγές στη Συγκέντρωση
26

Για να επέλθει το σύστημα σε νέα ισορροπία, το Qc πρέπει ν’ αυξηθεί. Αυτό σημαίνει


μείωση της συγκέντρωσης Η2 και αύξηση της συγκέντρωσης ΝΗ3. Όταν επέρχεται η
νέα ισορροπία, διαπιστώνεται ότι:

Μεταβολή Μίγματος Ισορροπίας: Αλλαγές στην Πίεση και τον Όγκο

27

Λαμβάνεται η παρακάτω αντίδραση:

Η ισοσταθμισμένη εξίσωση της αντίδρασης έχει 4 mol αερίων στην αριστερή πλευρά
και 2 mol αερίου στη δεξιά.

Εάν αυξηθεί η πίεση μειώνοντας τον όγκο (σύμφωνα με P = nRT/V), τότε η αρχή Le
Châtelier προβλέπει ότι η αντίδραση θα μετατοπισθεί από τ’ αριστερά προς τα δεξιά,
έτσι ώστε τα 4 mol να γίνουν 2.
Μεταβολή Μίγματος Ισορροπίας: Αλλαγές στην Πίεση και τον Όγκο

28

Γενικά, η αρχή Le Châtelier προβλέπει ότι:

 Μια αύξηση της πίεσης μέσω μείωσης του όγκου θα μετατοπίσει μια αντίδραση προς
την κατεύθυνση όπου μειώνεται ο αριθμός των mol.

 Μια μείωση της πίεσης μέσω αύξησης του όγκου θα μετατοπίσει μια αντίδραση προς
την κατεύθυνση όπου αυξάνεται ο αριθμός των mol.

Μεταβολή Μίγματος Ισορροπίας: Αλλαγές στην Πίεση και τον Όγκο

29

Στην εφαρμογή της αρχής Le Châtelier σε μια ετερογενή ισορροπία, η επίδραση της
πίεσης σε στερεά ή υγρά μπορεί ν’ αγνοηθεί, επειδή ο όγκος τους παραμένει πρακτικά
σταθερός σε αλλαγές πίεσης.

Λαμβάνεται για παράδειγμα η αντίδραση:

Αγνοώντας τον C, παρατηρείται ότι μια μείωση του όγκου (αύξηση της πίεσης) θα
μετατοπίσει την ισορροπία από τα δεξιά προς τ’ αριστερά γιατί τα mol θα μειωθούν
από 2 σε 1.
Μεταβολή Μίγματος Ισορροπίας: Αλλαγές στη Θερμοκρασία
30

Μια αλλαγή στη θερμοκρασία σχεδόν πάντα επιφέρει μεταβολή της σταθεράς
ισορροπίας. Για παράδειγμα, η σύνθεση της αμμωνίας είναι εξώθερμη αντίδραση και
η Kc μειώνεται κατά ένα παράγονται 1011 μέσα σ’ ένα εύρος 300 – 1000 Κ.

Σε χαμηλές θερμοκρασίες, το μίγμα ισορροπίας είναι πλούσιο σε NH3 γιατί η Kc είναι


μεγάλη. Σε υψηλές θερμοκρασίες, η ισορροπία μετατοπίζεται προς τη δημιουργία Ν2
και Η2.

31
Μεταβολή Μίγματος Ισορροπίας: Αλλαγές στη Θερμοκρασία
32

Γενικά, η εξάρτηση της σταθεράς ισορροπίας από τη θερμοκρασία είναι συνάρτηση


της ΔΗ° της αντίδρασης:

 Η σταθερά ισορροπίας για μια εξώθερμη αντίδραση (αρνητική ΔΗ°) μειώνεται με την
αύξηση της θερμοκρασίας.

 Η σταθερά ισορροπίας για μια ενδόθερμη αντίδραση (θετική ΔΗ°) αυξάνεται με την
αύξηση της θερμοκρασίας.

Η Σύνδεση Μεταξύ Χημικής Ισορροπίας & Χημικής Κινητικής


33

Ας υποτεθεί η γενική, αντιστρεπτή αντίδραση:

Ας υποτεθεί επίσης ότι η κανονική και η ανάστροφη αντίδραση συμβαίνουν σ’ ένα


μοναδικό διμοριακό βήμα είναι δηλαδή στοιχειώδης αντιδράσεις. Τότε θα ισχύει:

Στην κατάσταση ισορροπίας, όμως, οι ταχύτητες της κανονικής και την ανάστροφης
αντίδρασης είναι ίσες, οπότε:
Η Σύνδεση Μεταξύ Χημικής Ισορροπίας & Χημικής Κινητικής
34

Εφόσον όμως ισχύει ότι:

τότε:

Η παραπάνω εξίσωση είναι η θεμελιώδης σύνδεση μεταξύ χημικής ισορροπίας και


χημικής κινητικής.

Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων & Διατροφής


Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας (Καρδίτσα)
Ανόργανη Χημεία

Ενότητα 13η: Υδατική Ισορροπία – Οξέα & Βάσεις

Δεκέμβριος 2020 Δρ. Λάκκα Αχιλλεία – ΠΔ 407


Οι Έννοιες Οξύ – Βάση: Η Θεωρία Brønsted - Lowry
2

Σύμφωνα με τη θεωρία Brønsted – Lowry, οξύ είναι οποιαδήποτε ουσία (μόριο ή ιόν)
που μπορεί να μεταφέρει ένα πρωτόνιο (ιόν Η+) σε μια άλλη ουσία. Ομοίως, βάση
είναι οποιαδήποτε ουσία που μπορεί να δεχτεί πρωτόνιο.

Δηλαδή, τα οξέα είναι δότες πρωτονίων, οι βάσεις αποδέκτες και οι αντιδράσεις


οξέων – βάσεων είναι αντιδράσεις μεταφοράς πρωτονίων.

Οι Έννοιες Οξύ – Βάση: Η Θεωρία Brønsted - Lowry


3

Στην παραπάνω εξίσωση παρατηρείται ότι τα προϊόντα της αντίδρασης, ΒΗ+ και Α- ,
είναι και αυτά οξέα και βάσεις.

Οι ενώσεις των οποίων οι χημικοί τύποι διαφέρουν κατά ένα πρωτόνιο ονομάζονται
συζυγή ζεύγη οξέως – βάσεως. Έτσι, το Α- είναι η συζυγής βάση του οξέως ΗΑ και το
ΗΑ είναι το συζυγές οξύ της βάσης Α- .

Αυτό που συμβαίνει όταν ένα κατά Brønsted – Lowry οξύ ΗΑ προστίθεται στο νερό
είναι ότι αντιδρά αντιστρεπτά με το νερό σε μια ισορροπία διάστασης οξέως. Το οξύ
μεταφέρει ένα πρωτόνιο στο νερό, το οποίο λειτουργεί ως βάση (αποδέκτης
πρωτονίου). Τα προϊόντα είναι ιόν υδρονίου, Η3Ο+ (το συζυγές οξύ του Η2Ο) και Α- (η
συζυγής βάση του ΗΑ).
4

Οι Έννοιες Οξύ – Βάση: Η Θεωρία Brønsted - Lowry


5

Τυπικά Brønsted – Lowry οξέα είναι το HCl, HF και HNO3, αλλά και το NH4+, η HSO4- και
η HCO3-.

Όταν μια κατά Brønsted – Lowry βάση προστίθεται στο νερό, όπως π.χ. η ΝΗ3, δέχεται
πρωτόνια από το νερό, το οποίο δρα ως οξύ. Τα προϊόντα είναι το ιόν υδροξυλίου, ΟΗ-
(η συζυγής βάση του νερού) και το ιόν του αμμωνίου, NH4+ (το συζυγές οξύ της ΝΗ3).

Ένα μόριο για να δεχθεί πρωτόνιο θα πρέπει να έχει τουλάχιστον ένα μονήρες ζεύγος
ηλεκτρονίων, για την δέσμευση του πρωτονίου. Όλες οι κατά Brønsted – Lowry βάσεις
έχουν μονήρη ζεύγη ηλεκτρονίων.
6

Ισχύεις Οξέων & Βάσεων


7

Ισχυρό οξύ είναι αυτό το οποίο διίσταται στο νερό σχεδόν πλήρως. Έτσι, η ισορροπία
διάστασης οξέως ενός ισχυρού οξέως ΗΑ είναι σχεδόν 100% μετατοπισμένη προς τα
δεξιά και το διάλυμα περιέχει σχεδόν μόνο Η3Ο+ και Α-.

Τυπικά ισχυρά οξέα είναι το HClO4, το HCl, το HNO3 και το H2SO4. Συνεπάγεται ότι,
επειδή εξορισμού τα ισχυρά οξέα έχουν ασθενείς συζυγείς βάσεις, τα ιόντα ClO4-, Cl-,
NO3- και HSO4- θα είναι πολύ πιο ασθενείς βάσεις από το νερό.
Ισχύεις Οξέων & Βάσεων
8

Ασθενές οξύ είναι αυτό το οποίο διίσταται μόνο μερικώς μέσα στο νερό. Μόνο ένα
μικρό κλάσμα των μορίων ενός ασθενούς οξέως μεταφέρει πρωτόνια στο νερό και το
διάλυμα περιέχει κυρίως αδιάστατα μόρια.

Τυπικά ασθενή οξέα είναι το ΗΝΟ2 και το CH3COOH. Από τον ορισμό συνεπάγεται ότι
τα πολύ ασθενή οξέα έχουν πολύ ισχυρές συζυγείς βάσεις.

9
Ισχύεις Οξέων & Βάσεων
10

Ας υποτεθεί η παρακάτω ισορροπία:

Αν υπάρχουν ίσες συγκεντρώσεις αντιδρώντων και προϊόντων, το πρωτόνιο


μεταφέρεται πάντα στην ισχυρότερη βάση. Αυτό σημαίνει ότι η κατεύθυνση της
αντίδρασης για την επίτευξη ισορροπίας είναι η μεταφορά πρωτονίου από το
ισχυρότερο οξύ στην ισχυρότερη βάση, για να σχηματισθεί ασθενέστερο οξύ και
ασθενέστερη βάση.

11
Παράγοντες που Επηρεάζουν την Ισχύ ενός Οξέως
12

Ο βαθμός διάστασης ενός οξέως ΗΑ καθορίζεται κυρίως από την ισχύ και πολικότητα
του δεσμού Η – Α.

Όπως έχει ειπωθεί, η ισχύς του δεσμού Η – Α είναι η ενθαλπία που απαιτείται για τη
διάσταση του ΗΑ σ’ ένα άτομο Η και ένα Α. Η πολικότητα του δεσμού Η – Α αυξάνει με
την αύξηση της ηλεκτραρνητικότητας του Α και σχετίζεται με την ευκολία με την οποία
υπάρχει μεταφορά ηλεκτρονίων από το άτομο Η στο Α, έτσι ώστε να δημιουργηθούν
ιόντα Η+ και Α-.

Γενικά, όσο πιο ασθενής ο Η – Α δεσμός, τόσο πιο ισχυρό το οξύ. Όσο πιο πολικός ο Η
– Α δεσμός, τόσο πιο ισχυρό το οξύ.

Παράγοντες που Επηρεάζουν την Ισχύ ενός Οξέως


13

Λαμβάνονται για παράδειγμα οι χάρτες δυναμικών των παρακάτω οξέων:

Οι χάρτες δείχνουν ότι όλα τα μόρια είναι πολικά, αλλά οι διαφορές στην πολικότητα
είναι λιγότερο σημαντικές από τις διαφορές στην ισχύ των δεσμών, η οποία μειώνεται
κατά πολύ από το HF στο ΗΙ. Αυτό σημαίνει και μια παράλληλη αύξηση της οξύτητας.
Διάσταση του Νερού
14

Μια από τις πιο σημαντικές ιδιότητες του νερού είναι να δρα και ως οξύ και ως βάση.
Υπό την παρουσία οξέως το νερό δρα ως βάση, ενώ αντιθέτως υπό την παρουσία μιας
βάσης δρα ως οξύ.

Στο καθαρό νερό, το ένα μόριο μπορεί να μεταφέρει ένα πρωτόνιο σ’ ένα άλλο μόριο
νερού, δρώντας ταυτόχρονα και ως οξύ και ως βάση.

Διάσταση του Νερού


15

Αυτή η αντίδραση χαρακτηρίζεται ως η διάσταση του νερού και περιγράφεται από την
εξής εξίσωση ισορροπίας:

Η συγκέντρωση του νερού παραλείπεται από την έκφραση της σταθεράς ισορροπίας
γιατί είναι καθαρό υγρό. Η σταθερά ισορροπίας Kw ονομάζεται σταθερά γινομένου
ιόντων του νερού.

Η παραπάνω ισορροπία είναι κατά πολύ μετατοπισμένη προς τ’ αριστερά. Δηλαδή,


μόνο ελάχιστα μόρια νερού διίστανται.
Διάσταση του Νερού
16

Πειραματικά, έχει βρεθεί ότι:

Από τη στοιχειομετρία της εξίσωσης προκύπτει ότι:

Άρα, η αριθμητική τιμή της Kw θα είναι:

Διάσταση του Νερού


17

Με βάση τα παραπάνω, τα υδατικά διαλύματα διακρίνονται σε όξινα, ουδέτερα ή


βασικά ως εξής:
Η Κλίμακα του pH
18

Το pH ενός διαλύματος ορίζεται ως ο αρνητικός δεκαδικός λογάριθμος της μοριακής


συγκέντρωσης των ιόντων υδρονίου:

Έτσι, ένα όξινο διάλυμα με [Η3Ο+] = 10-2 Μ έχει pH = 2. Να σημειωθεί ότι οι τιμές pH
αναφέρονται με ακρίβεια δύο δεκαδικών ψηφίων.

Η κλίμακα του pH είναι λογαριθμική, που σημαίνει ότι για κάθε μεταβολή της τιμής pH
κατά 1, η συγκέντρωση [Η3Ο+] μεταβάλλεται κατά ένα παράγοντα 10.

Επίσης, επειδή ως pH ορίζεται ο αρνητικός δεκαδικός λογάριθμος της [Η3Ο+], όσο


μεγαλύτερη αυτή η συγκέντρωση, τόσο χαμηλότερο το pH.

19
Ισορροπίες σε Διαλύματα Ασθενών Οξέων
20

Η διάσταση ενός ασθενούς οξέως στο νερό χαρακτηρίζεται από μια εξίσωση
ισορροπίας. Η σταθερά ισορροπίας για την αντίδραση διάστασης ονομάζεται
σταθερά διάστασης οξέως, Κa.

Η συγκέντρωση του Η2Ο, που είναι ουσιαστικά σταθερή σε αραιά υδατικά διαλύματα,
παραλείπεται από την έκφραση της σταθεράς ισορροπίας (είναι ενσωματωμένη στην
Ka).

Υπολογισμός Συγκεντρώσεων Ισορροπίας σε Διαλύματα Ασθενών Οξέων

21

Λαμβάνεται για παράδειγμα ένα διάλυμα HCN 0.1 Μ.

Βήμα 1ο: Γράφεται η εξίσωση διάστασης.

Βήμα 2ο: Εκφράζονται οι συγκεντρώσεις όλων των σωματιδίων (μορίων, ιόντων) που
εμπλέκονται σε σχέση με τη συγκέντρωση του HCN που διίσταται (π.χ. x mol/L).
Δηλαδή, αφού x mol/L διίστανται, παράγουν x mol/L Η3Ο+ και x mol/L CN-. Η
συγκέντρωση του αδιάστατου HCN θα είναι (0.1 – x) mol/L.
Υπολογισμός Συγκεντρώσεων Ισορροπίας σε Διαλύματα Ασθενών Οξέων

22

Βήμα 3ο: Υποκαθίστανται οι τιμές των συγκεντρώσεων ισορροπίας στην εξίσωση


ισορροπίας.

Επειδή η αντίδραση είναι ελάχιστα μετατοπισμένη προς τα δεξιά, για λόγους


απλοποίησης μπορεί να υποτεθεί ότι 0.1 – x  0.1. Συνεπώς, λαμβάνεται:
Η εν λόγω προσέγγιση δίνει
σφάλμα μικρότερο από 5% αν η
συγκέντρωση του οξέος
διαιρεμένη με την σταθερά
διάστασης ισούται με 100 ή
περισσότερο

Υπολογισμός Συγκεντρώσεων Ισορροπίας σε Διαλύματα Ασθενών Οξέων

23

Με βάση τα παραπάνω συνάγεται ότι:

Έτσι, μπορεί να υπολογιστεί και το pH του διαλύματος ως εξής:


Εκατοστιαία (%) Διάσταση σε Διαλύματα Ασθενών Οξέων
24

Επιπρόσθετα της Ka, υπάρχει και μια άλλη μέτρηση της ισχύος ενός ασθενούς οξέως, η
εκατοστιαία (%) διάσταση. Αυτή ορίζεται ως η συγκέντρωση του εν διαστάσει οξέως
προς την αρχική συγκέντρωση οξέως, επί 100.

Για παράδειγμα, σ’ ένα διάλυμα CH3COOH 1 Μ, η συγκέντρωση των Η3Ο+ (δηλαδή του
εν διαστάσει οξέως) είναι 4.2  10-3 Μ. Η % διάσταση, λοιπόν, θα είναι:

Εκατοστιαία (%) Διάσταση σε Διαλύματα Ασθενών Οξέων


25

Γενικά, η % διάσταση εξαρτάται από το ασθενές οξύ και αυξάνει καθώς αυξάνει η Ka.
Επίσης, η % διάσταση αυξάνει καθώς αυξάνει η αραίωση ενός ασθενούς οξέως.
Πολυπρωτικά Οξέα
26

Οξέα τα οποία περιέχουν περισσότερα από ένα διαστάσιμο πρωτόνιο ονομάζονται


πολυπρωτικά. Τα πολυπρωτικά οξέα διίστανται σταδιακά και το κάθε στάδιο
διάστασης χαρακτηρίζεται από τη δική του σταθερά διάστασης, Ka1, Ka2 κτλ.

Λαμβάνεται για παράδειγμα το H2CO3:

Πολυπρωτικά Οξέα
27

Οι τιμές των σταθερών διάστασης των πολυπρωτικών οξέων μειώνονται, συνήθως


κατά 104 – 106, με σειρά Ka1 > Ka2 > Ka3. Αυτό συμβαίνει επειδή, εξαιτίας των
ηλεκτροστατικών δυνάμεων, είναι πιο δύσκολη η απόσπαση ενός θετικά φορτισμένου
πρωτονίου από ένα αρνητικό ιόν, όπως π.χ. το HCO3-.
Ισορροπίες σε Διαλύματα Ασθενών Βάσεων
28

Ασθενείς βάσεις, όπως η ΝΗ3, δέχονται πρωτόνια από το νερό και παράγουν το
συζυγές οξύ της βάσης και ιόντα ΟΗ-.

Η αντίδραση ισορροπίας οποιασδήποτε βάσης Β με το νερό χαρακτηρίζεται από μια


εξίσωση ισορροπίας, παρόμοιας μορφής μ’ αυτή της διάστασης ενός ασθενούς οξέως.
Η σταθερά ισορροπίας Kb ονομάζεται σταθερά διάστασης βάσεως.

29
Ισορροπίες σε Διαλύματα Ασθενών Βάσεων
30

Πολλές ασθενείς βάσεις είναι οργανικές ενώσεις που ονομάζονται αμίνες. Η


βασικότητα των αμινών οφείλεται στο μονήρες ζεύγος ηλεκτρονίων του αζώτου, στο
οποίο γίνεται η δέσμευση του πρωτονίου.

Σχέση Μεταξύ Ka και Kb


31

Λαμβάνεται για παράδειγμα το συζυγές ζεύγος ΝΗ4+ / ΝΗ3:


Οι Όξινες / Βασικές Ιδιότητες των Αλάτων
32

Τα άλατα μπορεί να είναι ουδέτερα, όξινα ή βασικά, ανάλογα με τις όξινες / βασικές
ιδιότητες των ιόντων τους.

Ως γενικός κανόνας, άλατα που σχηματίζονται από ισχυρό οξύ και ισχυρή βάση είναι
ουδέτερα άλατα που σχηματίζονται από ισχυρό οξύ και ασθενή βάση είναι όξινα και
άλατα που σχηματίζονται από ασθενές οξύ και ισχυρή βάση είναι βασικά.

Άλατα που δίνουν ουδέτερα διαλύματα

Τα παρακάτω ιόντα δεν αντιδρούν σημαντικά με το νερό για να παράξουν είτε ΟΗ-
είτε Η3Ο+:

 Κατιόντα από ισχυρές βάσεις: 1Α (Li+, K+, Na+), 2A (Ca2+, Ba2+).


 Ανιόντα από ισχυρά μονοπρωτικά οξέα: Cl-, Br-, I-, NO3-, ClO4-.

Οι Όξινες / Βασικές Ιδιότητες των Αλάτων


33

Άλατα που δίνουν όξινα διαλύματα

Άλατα όπως το NH4Cl που προέρχονται από μια ασθενή βάση (ΝΗ3) και ένα ισχυρό
οξύ (HCl) παράγουν όξινα διαλύματα. Σ’ αυτήν την περίπτωση, το κατιόν είναι ένα
ασθενές οξύ:

Αν και η αντίδραση κάποιου ιόντος ενός άλατος με το νερό για τη δημιουργία είτε ΟΗ-
είτε Η3Ο+ ονομάζεται υδρόλυση άλατος, στην ουσία είναι μια τυπική αντίδραση οξέως
– βάσεως Brønsted – Lowry.
Οι Όξινες / Βασικές Ιδιότητες των Αλάτων
34

Άλατα που δίνουν βασικά διαλύματα

Άλατα όπως το NaCN που προέρχονται από μια ισχυρή βάση (ΝaOH) και ένα ασθενές
οξύ (HCΝ) παράγουν βασικά διαλύματα. Σ’ αυτήν την περίπτωση, το ανιόν είναι μια
ασθενής βάση:

Άλλα ιόντα που έχουν βασικές ιδιότητες είναι η ΝΟ2-, η F-, η CH3COO-, και η CO32-.

Οι Όξινες / Βασικές Ιδιότητες των Αλάτων


35

Άλατα με όξινα κατιόντα και βασικά ανιόντα

Λαμβάνεται για παράδειγμα το (ΝΗ4)2CO3. Επειδή το ΝΗ4+ είναι ασθενές οξύ και η
CO32- είναι ασθενής βάση, το pH του διαλύματος θα εξαρτάται από τη σχετική ισχύ
του οξέως και της βάσεως.

Διακρίνονται τρεις πιθανές περιπτώσεις:

 Ka > Kb: Το διάλυμα θα περιέχει περίσσεια ιόντων Η3Ο+ (pH < 7).
 Ka < Kb: Το διάλυμα θα περιέχει περίσσεια ιόντων ΗΟ- (pH > 7).
 Ka  Kb: Το διάλυμα θα περιέχει περίπου ίση συγκέντρωση ιόντων Η3Ο+ και ΗΟ- (pH 
7).
Οι Όξινες / Βασικές Ιδιότητες των Αλάτων
36

Για να διαπιστωθεί αν το διάλυμα (ΝΗ4)2CO3 είναι όξινο, βασικό ή ουδέτερο, γίνονται


οι παρακάτω υπολογισμοί:

Βρίσκεται ότι Ka < Kb. Συνεπώς το διάλυμα θα είναι βασικό (pH > 7).

Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων & Διατροφής


Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας (Καρδίτσα)
Ανόργανη Χημεία

Ενότητα 14η: Εφαρμογές Υδατικής Ισορροπίας

Δεκέμβριος 2020 Δρ. Λάκκα Αχιλλεία – ΠΔ 407


Επίδραση Κοινού Ιόντος
2

 Επίδραση κοινού ιόντος είναι η μετατόπιση μιας ιοντικής ισορροπίας, η


οποία προκαλείται από την προσθήκη μιας ένωσης που παρέχει στο
διάλυμα ένα ιόν όμοιο με αυτά που συμμετέχουν στην ισορροπία.

π.χ.
Αν σε αυτό το διάλυμα προσθέτουμε HCl(aq) (ιόντα Η3Ο+) ή CH3COONa
(δηλαδή ιόντα CH3COO–), τότε η ισορροπία θα μετατοπισθεί προς τα
αριστερά (αρχή του Le Chatelier)

 Ο περιορισμός του ιοντισμού του οξικού οξέος από HCl(aq) ή CH3COONa


αποτελεί παράδειγμα επίδρασης κοινού ιόντος.

Επίδραση Κοινού Ιόντος


3

Για να διευκρινιστούν καλύτερα οι υπολογισμοί που σχετίζονται με το pH σ’ ένα μίγμα


ασθενούς οξέως – συζυγούς βάσεως, λαμβάνεται ένα μίγμα 0.1 Μ οξικού οξέως και
0.1 Μ οξικού νατρίου.

Ισχύει ότι:
Επίδραση Κοινού Ιόντος
4

Μπορεί τώρα να δημιουργηθεί ο πίνακας συγκεντρώσεων των ενώσεων (μορίων και


ιόντων) που συμμετέχουν στην αντίδραση. Όμως, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η
συγκέντρωση των οξικών ιόντων (CH3COO-) προέρχεται και από τη διάσταση του
οξικού οξέως και από τη διάσταση του οξικού νατρίου.

Δηλαδή, αν υποτεθεί ότι η συγκέντρωση των οξικών ιόντων είναι x mol/L από τη
διάσταση του οξικού οξέως, θα προστεθούν σ’ αυτά και άλλα 0.1 mol/L από τη
διάσταση του οξικού νατρίου. Συνεπώς:

Επίδραση Κοινού Ιόντος


5

Αν τώρα οι τιμές αντικατασταθούν στην εξίσωση ισορροπίας, λαμβάνεται:

Εφόσον όμως η συγκέντρωση x είναι πολύ μικρότερη από 0.1, η εξίσωση μπορεί ν’
απλοποιηθεί ως εξής:

Δηλαδή:
Επίδραση Κοινού Ιόντος
6

Αν το διάλυμα περιείχε μόνο 0.1 Μ οξικό οξύ, τότε θα ίσχυε:

Με βάση την παραπάνω μεθοδολογία, μπορεί να υπολογιστεί ότι το pH αυτού του


διαλύματος θα ήταν 2.89.

Ρυθμιστικά Διαλύματα (Buffer Solutions)


7

Διαλύματα που περιέχουν ένα ασθενές οξύ και τη συζυγή βάση του ονομάζονται
ρυθμιστικά διαλύματα, γιατί αντιστέκονται σε δραστικές αλλαγές του pH.

Ένα ρ.δ. πρέπει να περιέχει δύο συστατικά: ένα που να μπορεί να εξουδετερώνει οξέα
και ένα που να μπορεί να εξουδετερώνει βάσεις. Όμως σε καμιά περίπτωση δεν θα
πρέπει το ένα συστατικό να εξουδετερώνει το άλλο.

Την απαίτηση αυτή για ρυθμιστική δράση δεν ικανοποιεί κανένα μίγμα ισχυρού οξέος
με ισχυρή βάση, παρά μόνο μίγματα ασθενούς οξέος με τη συζυγή βάση του
(CH3COOH - CH3COO-) ή ασθενούς βάσεως με το συζυγές οξύ της (ΝΗ3 - ΝΗ4+).
Ρυθμιστικά Διαλύματα (Buffer Solutions)
8

Δράση: Έστω το ρυθμιστικό ζεύγος ΗΑ – NaΑ

Ισορροπία διαστάσεως του ΗΑ:

(α) Προσθήκη μικρής ποσότητας NaΟΗ:


ΟΗ– + ΗΑ → Η2Ο + Α–
[ΗΑ] και [Α–] μεγάλες σε σχέση με την ποσότητα ΟΗ–
ο λόγος [ΗΑ]/[Α–] πρακτικά αμετάβλητος pH σχεδόν σταθερό
(β) Προσθήκη μικρής ποσότητας ΗCl(aq):
Η3Ο+ + Α– → Η2Ο + ΗΑ
[ΗΑ] και [Α–] μεγάλες σε σχέση με την ποσότητα Η3Ο+
ο λόγος [ΗΑ]/[Α–] πρακτικά αμετάβλητος pH σχεδόν σταθερό

Ρυθμιστικά Διαλύματα (Buffer Solutions)


9

Για να διαπιστωθεί η λειτουργία ενός ρυθμιστικού διαλύματος, λαμβάνεται ένα μίγμα


0.1 Μ οξικού οξέως και 0.1 Μ οξικού νατρίου. Ισχύει ότι:

Εάν η εξίσωση ισορροπίας λυθεί ως προς [Η3Ο]+, τότε λαμβάνεται:


Ρυθμιστικά Διαλύματα (Buffer Solutions)
10

Προσθήκη ΟΗ-

Ας υποτεθεί ότι στο προηγούμενο μίγμα προστίθενται 0.01 mol στερεού NaOH. Τότε
θα ισχύει:

Ρυθμιστικά Διαλύματα (Buffer Solutions)


11

Συνεπώς:

Αν αυτές οι τιμές αντικατασταθούν στην έκφραση του [Η3Ο]+, τότε λαμβάνεται:


Ρυθμιστικά Διαλύματα (Buffer Solutions)
12

Προσθήκη Η3Ο+

Ας υποτεθεί ότι στο προηγούμενο μίγμα προστίθενται 0.01 mol HCl. Τότε 0.01 mol
οξικών ιόντων θα μετατραπούν σε 0.01 mol οξικού οξέως, σύμφωνα με την
αντίδραση:

Οι συγκεντρώσεις μετά την εξουδετέρωση θα είναι [CH3COOH] = 0.11 M και [CH3COO-]


= 0.09 M. Δηλαδή:

Η Εξίσωση Henderson - Hasselbalch


13

Όπως ήδη ειπώθηκε, ισχύει ότι:

Αυτή η εξίσωση μπορεί να μετασχηματισθεί λογαριθμίζοντας, ως εξής:

Τελικά, λαμβάνεται η εξής έκφραση, η οποία ονομάζεται εξίσωση Henderson –


Hasselbalch:
Η Εξίσωση Henderson - Hasselbalch
14

Η εξίσωση Henderson – Hasselbalch δηλώνει ότι το pH ενός ρυθμιστικού διαλύματος


έχει τιμή περίπου όσο και το pKa, διαφέροντας μόνο κατά ένα παράγοντα
log([βάση]/[οξύ]).

Με βάση την εξίσωση Henderson – Hasselbalch μπορεί εύκολα να παρασκευαστεί ένα


ρυθμιστικό διάλυμα συγκεκριμένου pH. Η γενική ιδέα είναι να επιλεγεί ένα ασθενές
οξύ με pKa κοντά στο επιθυμητό pH και να προσαρμοστεί ο λόγος [βάση]/[οξύ] σε μια
τιμή, σύμφωνα με την εξίσωση Henderson – Hasselbalch.

Ρυθμιστική ικανότητα
15

 Η ποσότητα ενός οξέως η μιας βάσεως που μπορεί ν’ απορροφηθεί από


ένα ρυθμιστικό διάλυμα, χωρίς ν’ αλλάξει πρακτικά το pH του ορίζεται ως
ρυθμιστική ικανότητα.

 Η ρυθμιστική ικανότητα εξαρτάται από την ποσότητα οξέως και συζυγούς


βάσης που υπάρχει στο διάλυμα.
 Για την ρυθμιστική ικανότητα σημαντικός είναι επίσης ο λόγος των
ποσοτήτων οξέος και της συζυγούς του βάση. Στην πραγματικότητα ένα
διάλυμα είναι ρυθμιστικό μόνο όσο οι αναλογίες των δύο
συγκεντρώσεων δεν διαφέρουν περισσότερο από 10, δηλαδή όταν .

Αντικαθιστώντας τα όρια αυτά στην εξίσωση Henderson–Hasselbach


προκύπτει ότι το pH ενός ρυθμιστικού διαλύματος βρίσκεται σε περιοχή
± 1 μονάδα pH γύρω από το pKa του οξέως ή της βάσης. Δηλαδή για ένα
ρυθμιστικό διάλυμα ισχύει ότι pH = pKa±1
Ισορροπίες Διαλυτότητας
16

Ας υποτεθεί η ισορροπία διαλυτότητας σ’ ένα κορεσμένο διάλυμα φθοριούχου


ασβεστίου (CaF2), το οποίο βρίσκεται σ’ επαφή με περίσσεια στερεού CaF2.

Το CaF2 είναι ισχυρός ηλεκτρολύτης (ιοντικό στερεό) και στην υδατική βάση διίσταται
και βρίσκεται υπό τη μορφή ιόντων Ca2+ και F-.

Στη ισορροπία, οι συγκεντρώσεις των ιόντων παραμένουν σταθερές γιατί η ταχύτητα


με την οποία στερεό CaF2 διαλύεται για να δώσει ιόντα Ca2+ και F-, ισούται με την
ταχύτητα που Ca2+ και F- κρυσταλλώνουν για να παράξουν στερεό CaF2.

Ισορροπίες Διαλυτότητας
17

Η εξίσωση ισορροπίας για την αντίδραση διάλυσης θα είναι:

Η σταθερά Ksp ονομάζεται σταθερά γινομένου διαλυτότητας ή απλώς γινόμενο


διαλυτότητας. Επειδή η ισορροπία είναι ετερογενής, η συγκέντρωση του στερεού
CaF2 παραλείπεται από την εξίσωση ισορροπίας γιατί είναι σταθερή.

Για μια γενική ισορροπία διαλυτότητας του τύπου:

ισχύει ότι:
Μέτρηση της Ksp και Υπολογισμός της Διαλυτότητας από την Ksp

18

Οι αριθμητικές τιμές των σταθερών Ksp προσδιορίζονται πειραματικά. Για παράδειγμα,


ας υποτεθεί ότι σ’ ένα διάλυμα CaF2 βρίσκεται ότι [Ca2+] = 3.3 x 10-4 M [F-] = 6.7 x 10-4
M.

Παράγοντες που Επηρεάζουν τη Διαλυτότητα


19

Επίδραση κοινού ιόντος

Λαμβάνεται για παράδειγμα η παρακάτω ισορροπία:

Γνωρίζοντας ότι η συγκέντρωση του MgF2 είναι 2.6 x 10-4 Μ, θα ισχύει ότι:
Παράγοντες που Επηρεάζουν τη Διαλυτότητα
20

Όταν το MgF2 διαλυθεί σε διάλυμα που περιέχει ένα κοινό ιόν, όπως π.χ. το F- από το
NaF, τότε η θέση της ισορροπίας μετατοπίζεται προς τ’ αριστερά υπό την επίδραση
κοινού ιόντος.

Εάν η [F-] είναι μεγαλύτερη από 5.2 x 10-4 Μ, τότε η συγκέντρωση [Mg2+] θα πρέπει να
είναι αντιστοίχως μικρότερη, έτσι ώστε να διατηρηθεί η έκφραση ισορροπίας [Mg2+]
[F-] σε σταθερή τιμή (Ksp = 7.4 x 10-11).

Αυτό σημαίνει ότι θα δημιουργηθεί περισσότερο στερεό MgF2, δηλαδή η διαλυτότητά


του θα είναι μικρότερη σε διάλυμα NaF απ’ ότι σε καθαρό νερό.

Παράγοντες που Επηρεάζουν τη Διαλυτότητα


21

Το pH του διαλύματος

Μια ιοντική ένωση που περιέχει ένα βασικό ανιόν καθίσταται πιο διαλυτή, όσο
αυξάνει η οξύτητα του διαλύματος.

Για παράδειγμα, η διαλυτότητα του CaCO3 αυξάνει καθώς μειώνεται το pH, γιατί τα
ιόντα CO32- συνδυάζονται με πρωτόνια και δίνουν HCO3-. Καθώς ιόντα CO32-
αφαιρούνται από το διάλυμα, η ισορροπία διαλυτότητας μετατοπίζεται προς τα δεξιά.

Η τελική αντίδραση είναι η διάλυση του CaCO3 και η δημιουργία ιόντων Ca2+ και HCO3-
.
Παράγοντες που Επηρεάζουν τη Διαλυτότητα
22

Και άλλα ιόντα, όπως CN-, PO43-, S2- και F- συμπεριφέρονται παρόμοια. Αντιθέτως, το
pH δεν έχει επίδραση στη διαλυτότητα αλάτων που περιέχουν ανιόντα ισχυρών οξέων
(Cl-, Br-, I-, NO3-, ClO4-), γιατί αυτά τα ιόντα δεν πρωτονιώνονται από το Η3Ο+.

Παράγοντες που Επηρεάζουν τη Διαλυτότητα


23

Δημιουργία σύμπλοκων ιόντων

Ένα σύμπλοκο ιόν είναι ένα ιόν το οποίο περιέχει ένα μεταλλικό κατιόν ενωμένο με
ένα ή περισσότερα μικρά μόρια ή ιόντα, όπως π.χ. ΝΗ3, CN-, OH-.

Ο AgCl για παράδειγμα, είναι αδιάλυτος στο νερό, αλλά διαλύεται σε περίσσεια
υδατικού διαλύματος αμμωνίας, δημιουργώντας το σύμπλοκο ιόν Ag(NH3)2+.
24

Παράγοντες που Επηρεάζουν τη Διαλυτότητα


25

Η τελική αντίδραση της διάλυσης του AgCl σε υδατικό διάλυμα αμμωνίας είναι το
άθροισμα των εξισώσεων για τη διάλυση του AgCl σε νερό και της αντίδρασης των Ag+
με ΝΗ3 για τη δημιουργία Ag(NH3)+:

Η σταθερά ισορροπίας Κ θα ισούται με το γινόμενο των σταθερών των αθροισμένων


ισορροπιών:

Όπου Kf είναι η σταθερά σχηματισμού του Ag(NH3)+.


Καταβύθιση Ιοντικών Ενώσεων
26

Λαμβάνεται για παράδειγμα η ισορροπία:

Το γινόμενο ιόντων (ΙΡ) ορίζεται από την έκφραση:

Το ΙΡ ορίζεται όπως και η Ksp, με τη διαφορά ότι οι συγκεντρώσεις στο ΙΡ είναι


συγκεντρώσεις σε μια χρονική στιγμή t και όχι απαραίτητα συγκεντρώσεις
ισορροπίας.

Καταβύθιση Ιοντικών Ενώσεων


27

Γενικά, αυτό που απαιτείται για να διαπιστωθεί αν μια ιοντική ένωση θα καταβυθιστεί
είναι ο υπολογισμός του ΙΡ και η σύγκρισή του με την Ksp. Τότε διακρίνονται τρεις
περιπτώσεις:

 ΙΡ > Ksp: Το διάλυμα είναι υπέρκορο και θα συμβεί καταβύθιση.

 ΙΡ = Ksp: Το διάλυμα είναι κορεσμένο και υφίσταται ισορροπία.

 ΙΡ < Ksp: Το διάλυμα είναι ακόρεστο και δεν θα συμβεί καταβύθιση.


Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων & Διατροφής
Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

Ενότητα 1η: Ασφάλεια / Ορθή Εργαστηριακή Πρακτική


Ανόργανη Χημεία
(Εργαστήριο)

Οκτώβριος 2019 Δρ. Λάκκα Αχιλλεία – ΠΔ 407

Γενικές ογηγίες για την ασφάλεια του εργαστηρίου


2

Οι γενικές οδηγίες αναφέρονται:

 Στη συμπεριφορά και περιβολή των ατόμων


μέσα στο εργαστήριο
 Στη χρήση των χημικών ουσιών
 Στο χειρισμό γυάλινων οργάνων και
συσκευών
 Στο χειρισμό πηγών θερμότητας και
αντιμετώπιση πυρκαγιών
Συμπεριφορά στο εργαστήριο
3

 Το κάπνισμα, τα τρόφιμα και τα ποτά απαγορεύονται αυστηρώς στο


χώρο του εργαστηρίου.

 Απαγορεύονται αυστηρώς οποιοδήποτε τύπου απότομες κινήσεις /


χειρονομίες / παιχνίδια.

 Κοντά παντελόνια, φούστες και ανοικτού τύπου υποδήματα θα πρέπει ν’


αποφεύγονται.

 Τα μακριά μαλλιά δένονται πάντα στο πίσω μέρος του κεφαλιού, κυρίως
όταν χρησιμοποιείται φλόγα.

Συμπεριφορά στο εργαστήριο


4

 Να γίνεται σωστή τακτοποίηση των προσωπικών αντικειμένων, η οποία


συντελεί στην ασφάλεια. Όχι βιβλία, τσάντες, κινητά κτλ. πάνω στους
πάγκους εργασίας.

 Να γίνεται εξοικείωση με οποιαδήποτε διαδικασία πριν την έναρξη και να


γίνεται έγκαιρη αναγνώριση πιθανών κινδύνων.

 Δεν πρέπει να χρησιμοποιείται κανένα αντιδραστήριο ή σκεύος που δεν


προβλέπεται από τις οδηγίες

 Δεν επιτρέπεται ποτέ να εργάζεται ένα άτομο μόνο του στο εργαστήριο.
Συμπεριφορά στο εργαστήριο
5

 Να είναι πάντα γνωστές οι ακριβείς τοποθεσίες και η σωστή χρήση του


εξοπλισμού ασφαλείας, όπως πυροσβεστήρες, απαγωγοί, κουτιά Α’
βοηθειών. Να γίνεται συχνός έλεγχος για να διαπιστώνεται ότι τίποτα
δεν εμποδίζει την ελεύθερη πρόσβαση στον εξοπλισμό ασφαλείας.

 Να είναι γνωστή η έξοδος κινδύνου. Σε περίπτωση πυρκαγιάς, να γίνει


απομάκρυνση με τάξη.

 Σε περίπτωση ατυχήματος ενημερώνουμε αμέσως τον υπεύθυνο


καθηγητή

 Όταν εγκαταλείπουμε το εργαστήριο βεβαιωνόμαστε ότι όλα τα όργανα,


βρύσες και λύχνοι είναι εκτός λειτουργίας και οι χημικές ουσίες στη θέση
τους

Εργαστηριακός Πάγκος
6

Στον εργαστηριακό πάγκο πρέπει:

 Να επικρατεί καθαριότητα και τάξη

 Να υπάρχουν μόνο τα απαραίτητα υλικά και όργανα

 Να καθαρίζεται μετά το πέρας της εργαστηριακής άσκησης

 Οποιοδήποτε γυάλινο σκεύος (ποτήρια ζέσεως, φιάλες, κύλινδροι


κτλ.) να τοποθετείται πάντοτε καλά πάνω στον πάγκο και ποτέ στην
άκρη.
Ιματισμός
7

Στο εργαστήριο Χημείας φοράμε


πάντα:

 Προστατευτικά γυαλιά

 Γάντια

 Εργαστηριακή μπλούζα

Φακοί επαφής
8

 Απαιτείται μεγάλη προσοχή

 Προκαλούνται σοβαρά προβλήματα αν περάσει


ανάμεσα στο φακό και στο μάτι σκόνη ή διαβρωτικό
υγρό

 Σε περίπτωση ατυχήματος απαιτείται πλύσιμο με


άφθονο νερό

 Μεταφορά στο γιατρό


Χειρισμός χημικών ουσιών
9
 Οι χημικές ουσίες θα πρέπει να χρησιμοποιούνται με προσοχή.

 Να γίνεται προσεκτική ανάγνωση της ετικέτας, έτσι ώστε να υπάρχει σιγουριά ότι
χρησιμοποιείται η σωστή ουσία.

 Ποτέ να μην αγγίζεται, δοκιμάζεται ή καταπίνεται μια χημική ουσία.

 Δεν μυρίζουμε χημικά αντιδραστήρια

 Δεν αναμιγνύουμε ποτέ άγνωστες ουσίες

 Να γίνεται καλή έκπλυση των χεριών πριν την απομάκρυνση από το εργαστήριο ή εάν
υπάρχει η υποψία ότι έγινε επαφή με χημική ουσία.

 Γάντια από latex ή άλλο κατάλληλο υλικό (περιπτώσεις χειρισμού τοξικών, καυστικών,
διαβρωτικών χημικών).

Χρήση γυάλινων συσκευών


10

 Να πλένονται πάντα μετά τη χρήση τους


 Δεν χρησιμοποιούμε συσκευές που έχουν ρωγμές
 Ψύχουμε αργά τα γυάλινα σκεύη και δεν τα καταβρέχουμε
με ψυχρό νερό
 Κατά τη θέρμανση γυάλινων συσκευών ξεβιδώνουμε τα
πώματα
 Τα θερμά γυάλινα σκεύη μεταφέρονται με ειδικές λαβίδες
Ταξινόμηση και επισήμανση επικίνδυνων χημικών ουσιών
11

ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΩΝ ΟΥΣΙΩΝ


 Η δυνατότητα αναγνώρισής των χημικών ουσιών είναι από τους πιο
σημαντικούς παράγοντες όταν ασχολείται κανείς με τέτοια υλικά ή όταν
αυτά εμπλέκονται σε κάποιο συμβάν.

 Η δυνατότητα αυτή αρχικά επιτυγχάνεται μέσω των ειδικών ενδεικτικών


πινακίδων οι οποίες τοποθετούνται τόσο στη συσκευασία του υλικού,
όσο και στο μέσο μεταφοράς, και το χώρο αποθήκευσής τους.

 Υπάρχουν πολλών ειδών ενδεικτικά σήματα με τα οποία κυκλοφορούν τα


υλικά αυτά. Τα πιο διαδεδομένα στη χώρα μας είναι αυτά τα οποία
χρησιμοποιούνται από τις χώρες της Ε.Ε

Ταξινόμηση και επισήμανση επικίνδυνων χημικών ουσιών


12

 Εκρηκτικό. Μπορεί εύκολα να δώσει έκρηξη και να


προκαλέσει εγκαύματα.

 Οξειδωτικό. Μπορεί να κάψει το δέρμα. Αντιδρά με


άλλες ουσίες και δίνει επικίνδυνους ατμούς. Μπορεί
να σκουριάσει μέταλλα.

 Εύφλεκτο. Μπορεί να πάρει εύκολα φωτιά. Παράγει


επικίνδυνους ατμούς που μπορούν να ερεθίσουν το
δέρμα, τα μάτια και τα πνευμόνια μας.
Ταξινόμηση και επισήμανση επικίνδυνων χημικών ουσιών
13

 Επιβλαβές, Ερεθιστικό. Μπορεί να ερεθίσει το δέρμα και τα


μάτια και να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα στην υγεία
του ανθρώπου.

 Διαβρωτικό. Μπορεί να κάψει το δέρμα. Οι ατμοί τους


μπορούν να μας κάψουν τα μάτια. Μπορεί ακόμη να
καταστρέψει ένα άλλο προϊόν.

 Επικίνδυνο για το περιβάλλον. Μπορεί να βλάψει το νερό,


τον αέρα, έδαφος και τα ζώα έτσι και την υγεία του
ανθρώπου.

Εργαστηριακές Εργασίες
14

Α. Γενικά

 Εργαστηριακά υλικά, διαλύματα ή χημικές ουσίες δεν μεταφέρονται σε γραφεία εκτός


του εργαστηρίου.
 Τα γυμνά χέρια θα πρέπει να πλένονται καλά για την αποφυγή μεταφοράς
ερεθιστικών ουσιών στο πρόσωπο, τα μάτια και σε αντικείμενα όπως βιβλία κτλ.

Β. Μέθοδοι χειρισμού

 Όλα τα υλικά θα πρέπει ν’ αποθηκεύονται με τρόπο ώστε να ελαχιστοποιούνται οι


κίνδυνοι. Μη-συμβατές χημικές ουσίες δεν θα πρέπει ν’ αποθηκεύονται δίπλα-δίπλα
ή στο ίδιο ράφι.
Εργαστηριακό Σημειωματάριο & Καταγραφή Δεδομένων
15

Γενικά

 Το κάθε σημειωματάριο θα πρέπει να φέρει διακριτή επισήμανση (π.χ. εργαστήριο


οργανικής χημείας, βιοχημείας κτλ.). Σε περίπτωση που περισσότερα από 1
σημειωματάρια χρησιμοποιηθούν, η επισήμανση φέρει και αρίθμηση (1, 2, 3 ή Α, Β, Γ
κτλ).
 Οι σελίδες να αριθμούνται. Μερικές αρχικές σελίδες να μένουν κενές για την
προσθήκη προσωπικών ή άλλων στοιχείων. Καλό είναι να υπάρχει τίτλος, ημερομηνία
έναρξης και πίνακας περιεχομένων.

Καταγραφές

 Η οποιαδήποτε καταγραφή θα πρέπει να γίνεται με μελάνι. Η καταγραφές με μολύβι


μπορούν εύκολα ν’ αλλάξουν / αλλοιωθούν, και αυτό καταργεί τη λειτουργία του
σημειωματάριου, που είναι μια λεπτομερής, χρονολογική καταγραφή της
εργαστηριακής δουλειάς ενός επιστήμονα.

Εργαστηριακό Σημειωματάριο & Καταγραφή Δεδομένων


16

 Να χρησιμοποιείται στυλό με μελάνι ανθεκτικό στο νερό και κοινούς διαλύτες.


 Πολλές φορές είναι αναγκαία η επικόλληση δεδομένων που προήλθαν από εκτύπωση.
Αυτά τα δεδομένα θα πρέπει να συνοδεύονται από διευκρινιστικές σημειώσεις στα
περιθώρια εκατέρωθεν.

Πειραματικές περιγραφές

 Γλώσσα: Παρόντας και παρελθοντικοί χρόνοι, σε τρίτο πρόσωπο (π.χ. προστέθηκε,


θερμάνθηκε, διηθήθηκε κτλ.). Όχι «πρόσθεσα», «ανάδευσα».
 Κωδικοποίηση: Θα πρέπει να καταγράφεται ξεκάθαρα και με κάθε χρήσιμη
λεπτομέρεια η πειραματική πορεία, σαν να απευθύνεται σε έναν τρίτο, σχετικό με το
αντικείμενο, ο οποίος θα κλιθεί να αναπαράγει με τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια
την πειραματική διαδικασία.
Εργαστηριακό Σημειωματάριο & Καταγραφή Δεδομένων
17

Οργάνωση σημειωματάριου

 Εκτός του ότι το σημειωματάριο θα πρέπει να είναι καθαρογραμμένο αναφέροντας


όλες τις απαραίτητες λεπτομέρειες / στοιχεία, θα πρέπει να ακολουθείται και μια
λογική σειρά περιγραφής του πειράματος. Αυτό συμπεριλαμβάνει το πλαίσιο, το
σχεδιασμό, την εκτέλεση, τα αποτελέσματα και τα συμπεράσματα. Όλα αυτά
αντανακλούν το σκεπτικό του επιστήμονα.

 Το κάθε σημειωματάριο είναι προσωπικό και χρησιμοποιείται από έναν και μόνο.
Εισαγωγή δεδομένων / σημειώσεων από παραπάνω από έναν χρήστη θα προκαλέσει
σύγχυση και θα καταστήσει το σημειωματάριο δύσχρηστο και μη-λειτουργικό.

Εργαστηριακό Σημειωματάριο & Καταγραφή Δεδομένων


18

Βήματα καταγραφής πειράματος

Κάθε πείραμα καταγράφεται σε νέα σελίδα. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο η μία


πλευρά του φύλλου, έτσι ώστε η πίσω πλευρά να είναι κενή για συμπληρωματικές
σημειώσεις.

 Εισαγωγή: Η πρώτη σελίδα του πειράματος περιέχει ημερομηνία, τίτλο, αριθμό


πειράματος και εισαγωγή / σκοπό του πειράματος.
 Πειραματική πορεία
1. Υλικά: Καταγράφονται με λεπτομέρεια όλες οι χημικές ουσίες / αντιδραστήρια που
χρησιμοποιήθηκαν, όλες οι ποσότητες που ζυγίστηκαν, οι αραιώσεις των διαλυμάτων,
οι αρχικές / τελικές συγκεντρώσεις και οποιαδήποτε άλλη προσθήκη.
2. Ειδικά θέματα: Καταγράφονται θέματα που σχετίζονται με ειδικούς χειρισμούς ή/και
θέματα ασφάλειας.
Εργαστηριακό Σημειωματάριο & Καταγραφή Δεδομένων
19

3. Διαδικασία: Περιγράφονται βήμα-βήμα όλες οι διαδικασίες που ακολουθούνται στο


πείραμα.
4. Δείγματα ελέγχου: Συμπεριλαμβάνονται πάντα δείγματα ελέγχουν και γνήσια
δείγματα αναφοράς.

Εκτέλεση του πειράματος

1. Καθώς διεξάγεται το πείραμα, ο εκτελών θα πρέπει συνεχώς να καταγράφει διάφορες


αποκλίσεις από το πρωτόκολλο, είτε εσκεμμένες είτε από λάθος.
2. Εάν γίνει οποιαδήποτε αλλαγή, η προηγούμενη καταγραφή διαγράφεται τραβώντας
μια γραμμή. Γίνεται πάντα δικαιολόγηση της αλλαγής για μελλοντική αναφορά.
3. Όλες οι σημειώσεις καταγράφονται στο σημειωματάριο, ανεξαρτήτως από το εάν θα
καταγράφονται μ’ ένα ατακτοποίητο τρόπο (όχι σημειώματα σε χαρτάκια,
εργαστηριακό χαρτί κτλ.).

Εργαστηριακό Σημειωματάριο & Καταγραφή Δεδομένων


20

4. Όλες οι πληροφορίες που αφορούν στο πείραμα θα πρέπει να περιλαμβάνονται μέσα


στο σημειωματάριο.
5. Να γίνεται ειδική αναφορά εάν το πείραμα δεν είχε τα αναμενόμενα αποτελέσματα.

Ανάλυση των δεδομένων

 Αυτό συνήθως εμπεριέχει μια σειρά από υπολογισμούς, οι οποίοι θα πρέπει να


υποδεικνύονται με σαφήνεια μέσα στο σημειωματάριο.
 Μόλις γίνουν οι υπολογισμοί, τα αποτελέσματα θα πρέπει να αναπαρίστανται με τον
ενδεδειγμένο τρόπο (πίνακες, διαγράμματα), έτσι ώστε να γίνεται άμεσα αντιληπτή η
συσχέτιση με την αρχική υπόθεση, και να καταγράφονται σε διακριτό μέρος.
Εργαστηριακό Σημειωματάριο & Καταγραφή Δεδομένων
21

Συμπεράσματα

Γενικότερα, για μια αξιόπιστη εξαγωγή συμπερασμάτων, θα πρέπει να λαμβάνονται


υπόψη τα παρακάτω ερωτήματα:

 Επιβεβαιώθηκε η αρχική υπόθεση;


 Υπάρχει συνέπεια των δεδομένων με προηγούμενα πειράματα;
 Πως σχετίζονται με άλλα πειράματα του ίδιου αντικειμένου;
 Τα λάθη που έγιναν κατά τον σχεδιασμό και την εκτέλεση δικαιολογούν την ακύρωση
των αποτελεσμάτων, έτσι ώστε να διατυπωθεί ότι «το πείραμα δεν δούλεψε»;
 Έγινε κάποιο αναπάντεχο γεγονός (π.χ. διακοπή ρεύματος) που να επηρέασε την
πειραματική πορεία;

Εργαστηριακό Σημειωματάριο & Καταγραφή Δεδομένων


22

Ο κυριότερος λόγος διεξαγωγής ενός πειράματος είναι η επιβεβαίωση της αρχικής


υπόθεσης. Η αγνόηση, χωρίς προβληματισμό, δεδομένων που αναιρούν μια υπόθεση
ή δεν είναι σε συμφωνία με προηγούμενα πειράματα, ακυρώνει την ουσία της
επιστημονικής προσέγγισης.

Η τελευταία διατύπωση των συμπερασμάτων ενός πειράματος είναι μια ξεκάθαρη


καταγραφή και ποσοτικοποίηση του αποτελέσματος. Αυτό επιτρέπει και συγκρίσεις
με αποτελέσματα από άλλα πειράματα.

Τέλος, τα συμπεράσματα μπορούν να εμπερικλείουν και προτάσεις / συστάσεις για


περαιτέρω πειραματισμούς ή και σχόλια σε σχέση με τα υφιστάμενα δεδομένα που
είναι διαθέσιμα στη βιβλιογραφία.
Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων & Διατροφής
Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας (Καρδίτσα)

Ενότητα 2η: Μετρήσεις – Όργανα / Συσκευές


Ανόργανη Χημεία
(Εργαστήριο)

Οκτώβριος 2020 Δρ. Λάκκα Αχιλλεία ΠΔ.407

Μετρήσεις - Γενικά
2

Η χημεία είναι πειραματική επιστήμη. Για την αναπαραγωγιμότητα των πειραμάτων


όμως απαιτείται πλήρης και ακριβής περιγραφή συνθηκών, όπως το βάρος, ο όγκος, η
θερμοκρασία κτλ. Έτσι, μια από τις σημαντικότερες απαιτήσεις στη χημεία είναι η
μέτρηση.

Οι μετρήσεις πραγματοποιούνται παγκοσμίως με το Διεθνές Σύστημα Μονάδων,


γνωστό ως SI (Système Internationale d’ Unités). Το SI έχει εφτά θεμελιώδη μεγέθη και
τις αντίστοιχες μονάδες μέτρησής τους. Αυτές οι μονάδες, μαζί με μερικές μονάδες
παράγωγά τους, επαρκούν για τις όλες τις επιστημονικές μετρήσεις.
Βασικές μονάδες του SI

Παραγωγές μονάδες του SI

4
Μετρήσεις - Γενικά
5

Ένα πρόβλημα με κάθε σύστημα μέτρησης είναι ότι το μέγεθος των μονάδων,
ανάλογα με τη μέτρηση, μπορεί να είναι πολύ μεγάλο ή πολύ μικρό. Για παράδειγμα,
ένας χημικός που θέλει να μετρήσει τη διάμετρο του ατόμου του νατρίου (0.000 000
000 372 m) βρίσκει τη μονάδα του μέτρου υπερβολικά μεγάλη, ενώ ένας αστρονόμος
που μετράει την απόσταση Γης – Ήλιου (150, 000 000 000 m) τη βρίσκει υπερβολικά
μικρή.

Γι’ αυτό το λόγο, οι μονάδες του SI μετατρέπονται με τη χρήση προθεμάτων όταν


αναφέρονται είτε σε μικρότερες είτε σε μεγαλύτερες ποσότητες. Έτσι, το χιλιοστο-
(milli-) σημαίνει το ένα χιλιοστό και το χιλιοστόμετρο (mm) είναι το 1/1000 του
μέτρου. Ομοίως, το πρόθεμα χιλιο- (kilo-) σημαίνει μία χιλιάδα και το ένα χιλιόμετρο
είναι 1000 m.

Επιλεγμένα προθέματα SI

6
Ακρίβεια (Accuracy), Πιστότητα (Precision)

Η οποιαδήποτε μέτρηση είναι τόσο καλή, όση και η ικανότητα του αναλυτή και η
αξιοπιστία της χρησιμοποιούμενης συσκευής. Στη χημεία υπάρχει πάντα ένας βαθμός
αβεβαιότητας στις τιμές των μετρήσεων.

 Ακρίβεια (accuracy): Αναφέρεται στην εγγύτητα μιας συγκεκριμένης μέτρησης με την


πραγματική τιμή.

 Πιστότητα (precision): Αναφέρεται στην εγγύτητα ενός συνόλου μετρήσεων, δηλαδή


το κατά πόσο συγκεκριμένες μετρήσεις συμφωνούν μεταξύ τους.

 Μετρήσεις με υψηλή επαναληψιμότητα/πιστότητα I είναι συνήθως και ακριβείς.


Είναι όμως I πιθανό να έχουμε στις μετρήσεις κάποιο | συστηματικό σφάλμα.

Σημαντικά Ψηφία / Στρογγυλοποίηση αριθμών


8

 Για να δείξουμε την επαναληψιμότητα μιας μετρημένης τιμής (ή ενός


αποτελέσματος υπολογισμών με μετρημένες τιμές), χρησιμοποιούμε συχνά την
έννοια των σημαντικών ψηφίων. Σημαντικά ψηφία είναι όλα τα βέβαια ψηφία
μιας μετρημένης τιμής (ή ενός αποτελέσματος υπολογισμών με μετρημένες
τιμές), συν ένα τελικό ψηφίο το οποίο χαρακτηρίζεται από κάποια
αβεβαιότητα.
Σημαντικά Ψηφία / Στρογγυλοποίηση αριθμών
9

 Αριθμός σημαντικών ψηφίων είναι ο αριθμός των αναγραφομένων ψηφίων στην


τιμή μιας μετρημένης ή υπολογισμένης ποσότητας, ο οποίος δείχνει την
επαναληψιμότητα της τιμής. Έτσι, στην τιμή 9,12 cm υπάρχουν τρία σημαντικά
ψηφία, ενώ η τιμή 9,123 cm έχει τέσσερα σημαντικά ψηφία. Στην απαρίθμηση
των σημαντικών ψηφίων μιας μετρημένης ποσότητας μάς βοηθούν οι παρακάτω
κανόνες:

 Όλα τα ψηφία είναι σημαντικά, εκτός από μηδενικά στην αρχή του αριθμού και
ενδεχομένως κάποια τερματικά μηδενικά (ένα ή περισσότερα μηδενικά στο τέλος
ενός αριθμού). Έτσι, οι τιμές 9,12 cm, 0,912 cm και 0,00912 cm έχουν όλες από
τρία σημαντικά ψηφία.

Σημαντικά Ψηφία / Στρογγυλοποίηση αριθμών


10

 Τερματικά μηδενικά δεξιά της υποδιαστολής είναι σημαντικά ψηφία. Π.χ., οι


τιμές 9,00 cm, 9,10 cm και 90,0 cm έχουν όλες από τρία σημαντικά ψηφία.

 Τερματικά μηδενικά σε μη δεκαδικούς αριθμούς μπορεί να είναι, μπορεί όμως


και να μην είναι σημαντικά. Αν μας δοθεί η μέτρηση 900 cm, δεν γνωρίζουμε
πόσα σημαντικά ψηφία (ένα, δύο ή τρία) πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν. Αν όμως η
μέτρηση δοθεί ως 900, cm (προσέξτε την υποδιαστολή μετά το 900) τότε τα
μηδενικά είναι σημαντικά. Γενικά, σε τέτοιες περιπτώσεις μπορούμε να
εξαλείψουμε κάθε αβεβαιότητα, αν εκφράσουμε το αποτέλεσμα με
επιστημονικό συμβολισμό.
Σημαντικά Ψηφία / Στρογγυλοποίηση αριθμών
11

 Επιστημονικός (ή εκθετικός) συμβολισμός είναι η απεικόνιση ενός αριθμού υπό


τη μορφή A X 10n, όπου το Α είναι αριθμός με ένα μονοψήφιο μη μηδενικό
ψηφίο αριστερά της υποδιαστολής και το η είναι ένας ακέραιος αριθμός.

 Κατά τον επιστημονικό συμβολισμό, η μέτρηση 900 cm δοσμένη με δύο


σημαντικά ψηφία γράφεται 9,0 x102 cm, με τρία σημαντικά ψηφία 9,00 X 102 cm
κ.ο.κ. Ο επιστημονικός συμβολισμός διευκολύνει επίσης την αναγραφή πολύ
μεγάλων ή πολύ μικρών ποσοτήτων. Π.χ., είναι πολύ ευκολότερο και απλούστερο
για τους υπολογισμούς το να γράψουμε την ταχύτητα του φωτός ως 3,00 x108
(αντί 300.000.000) μέτρα ανά δευτερόλεπτο.

Σημαντικά Ψηφία / Στρογγυλοποίηση αριθμών

12

Συχνά συμβαίνει, κυρίως όταν γίνονται υπολογισμοί με μικροϋπολογιστές, να


προκύπτουν περισσότερα σημαντικά ψηφία απ’ όσα μπορούν να δικαιολογηθούν. Η
απόφαση για τον αριθμό των ψηφίων που πρέπει ν’ αγνοηθούν θα ληφθεί κατόπιν
μιας «ανάλυσης σφάλματος», αλλά στην πράξη χρησιμοποιείται μια πιο απλή
προσέγγιση που υπακούει σε δύο κανόνες.

1. Πολλαπλασιασμός και διαίρεση. Όταν πολλαπλασιάζουμε ή διαιρούμε μετρημένες


ποσότητες, δίνουμε το τελικό αποτέλεσμα με τόσα σημαντικά ψηφία, όσα έχει και η
μέτρηση με τα λιγότερα σημαντικά ψηφία.
Σημαντικά Ψηφία / Στρογγυλοποίηση αριθμών

13

2. Όταν προσθέτουμε ή αφαιρούμε, το αποτέλεσμα δεν μπορεί να έχει περισσότερα


δεκαδικά στη δεξιά πλευρά μετά το κόμμα (δεκαδικό σημείο) απ’ ότι ο καθένας
αριθμός απ’ τους οποίους προήλθε.

Από τη στιγμή που θ’ αποφασιστεί πόσα δεκαδικά θα διατηρηθούν, οι κανόνες


στρογγυλοποίησης έχουν ως εξής:

Σημαντικά Ψηφία / Στρογγυλοποίηση αριθμών

14

1. Εάν το πρώτο ψηφίο που αφαιρείται είναι < 5, τότε η στρογγυλοποίηση γίνεται προς
τα κάτω, αφαιρώντας όλα τα ψηφία που ακολουθούν.

Παράδειγμα: το 5.664525 θα γίνει 5.66 (4 < 5)

2. Εάν το πρώτο ψηφίο που αφαιρείται είναι 6 ή μεγαλύτερο, τότε η στρογγυλοποίηση


γίνεται προς τα πάνω, προσθέτοντας 1 στο ψηφίο αριστερά.

Παράδειγμα: το 5.664525 θα γίνει 5.7

3. Εάν το πρώτο ψηφίο που αφαιρείται είναι 5 και ακολουθούν άλλα εκτός του μηδενός,
η στρογγυλοποίηση γίνεται προς τα πάνω

Παράδειγμα: το 5.664525 θα γίνει 5.665


Σημαντικά Ψηφία / Στρογγυλοποίηση αριθμών

15

4. Εάν το πρώτο ψηφίο είναι 5 και δεν ακολουθεί τίποτα, η στρογγυλοποίηση γίνεται
προς τα κάτω

Παράδειγμα: 5.664525 θα γίνει 5.66452

Μέτρηση Μάζας
16

Μάζα ορίζεται ως η ποσότητα ύλης ενός αντικειμένου. Ύλη είναι οτιδήποτε έχει μάζα.
Η μάζα μετριέται σε μονάδες SI με το χιλιόγραμμο (1 kg). Επειδή αυτή η μονάδα είναι
πολύ μεγάλη για τις συνήθεις χημικές μετρήσεις, χρησιμοποιούνται συχνά το
γραμμάριο (g = 0.001 kg), το χιλιοστογραμμάριο (mg = 0.001 g = 10-6 kg) και το
μικρογραμμάριο (μg = 0.001 mg = 10-6 g = 10-9 kg).
17

Μέτρηση Μήκους
18

Το μέτρο (m) είναι η θεμελιώδης μονάδα μήκους στο σύστημα SI. Ο τελευταίος
ορισμός του μέτρου, όπως αυτό καθορίστηκε το 1983, είναι η απόσταση που
διανύεται από το φως μέσω κενού σε 1/299,792,458 δευτερόλεπτα.

Το μέτρο είναι πολύ μεγάλη μονάδα για χημικές μετρήσεις. Άλλες, πιο κοινές
μετρήσεις μήκους είναι το εκατοστόμετρο (cm = 0.01 m), το χιλιοστόμετρο (mm = 0.1
cm = 0.001 m), το μικρόμετρο (μm = 10-6 m) και το νανόμετρο (nm = 10-9 m).
Μέτρηση Θερμοκρασίας
19

Για πρακτικούς λόγους, οι βαθμοί Celsius και Κelvin είναι το ίδιο, δηλαδή είναι το ένα
εκατοστό του διαστήματος μεταξύ του σημείου πήξεως και του σημείου ζέσεως του
νερού σε σταθερή ατμοσφαιρική πίεση. Η μόνη πραγματική διαφορά μεταξύ των δύο
μονάδων είναι οι αριθμοί που αντιστοιχούν στα διάφορα σημεία της κλίμακας.

Ενώ η κλίμακα Celsius θεωρεί ως 0 °C το σημείο πήξεως του νερού και ως 100 °C το
σημείο βρασμού του, στην κλίμακα Kelvin το σημείο 0 Κ είναι η χαμηλότερη δυνατή
θερμοκρασία (- 273.15 °C), η οποία πολλές φορές αποκαλείται το απόλυτο μηδέν.
Έτσι, 0 Κ = - 273.15 °C και 273.15 Κ = 0 °C.

Μέτρηση Θερμοκρασίας
20

Εν αντιθέσει με τις κλίμακες Celsius και Kelvin, η κλίμακα Fahrenheit έχει ένα διάστημα
180° μεταξύ του σημείου πήξεως του νερού (32°F) και του σημείου βρασμού του
(212°F). Το διάστημα, λοιπόν, των 100 βαθμών της κλίμακας Celsius (ή Kelvin)
αντιστοιχεί σε διάστημα 180 βαθμών της κλίμακας Fahrenheit, δηλαδή 1 °F = 5/9 °C.
Παράγωγες Μονάδες: Μέτρηση Όγκου
21

Ο όγκος, η ποσότητα του χώρου που καταλαμβάνει ένα αντικείμενο, μετριέται σε


μονάδες SI με το κυβικό μέτρο (m3) και ορίζεται ως η ποσότητα του χώρου που
καταλαμβάνεται από ένα κύβο που η κάθε πλευρά του είναι 1 m.

Επειδή το κυβικό μέτρο είναι πολύ μεγάλη μονάδα για τις συνήθεις μετρήσεις στη
χημεία, χρησιμοποιούνται μικρότερες και πιο βολικές μετρήσεις. Το ένα κυβικό
δεκάμετρο (1 dm3 = 0.001 m3) ισούται με το λίτρο (1 L) και το ένα κυβικό εκατοστό (1
cm3 = 0.001 dm3 = 10-6 m3 ) ισούται με το χιλιοστόλιτρο (1 mL).

22
23

Παράγωγες Μονάδες: Μέτρηση Πυκνότητας


24

Η φυσική ιδιότητα που συσχετίζει τη μάζα ενός αντικειμένου με τον όγκο του,
ονομάζεται πυκνότητα. Η πυκνότητα είναι η μάζα ενός αντικειμένου δια τον όγκο του
και σε παράγωγες μονάδες SI εκφράζεται ως g/cm3 για ένα στερεό ή g/mL για ένα
υγρό.
Παράγωγες Μονάδες: Μέτρηση Πυκνότητας
25

Επειδή οι περισσότερες ουσίες μεταβάλλονται σε όγκο όταν θερμαίνονται ή


ψύχονται, οι πυκνότητες είναι εξαρτώμενες από τη θερμοκρασία.

Για παράδειγμα, στους 3.98 °C ένα δοχείο 1.0000 mL χωράει ακριβώς 1.0000 g νερού
(d = 1.0000 g/mL). Καθώς αυξάνει η θερμοκρασία όμως, ο όγκος διαστέλλεται κι έτσι
στους 100 °C το δοχείο θα χωράει μόνο 0.9584 g (d = 0.9584 g/mL).

Όταν λοιπόν αναφερόμαστε στην πυκνότητα, θα πρέπει πάντοτε να διευκρινίζεται και


η θερμοκρασία.

Παράγωγες Μονάδες: Μέτρηση Πυκνότητας


26

Αν και οι περισσότερες ουσίες διαστέλλονται όταν θερμαίνονται και συστέλλονται


όταν ψύχονται, το νερό συμπεριφέρεται διαφορετικά. Το νερό συστέλλεται όταν
ψύχεται από τους 100 στους 3.98 °C, αλλά πέρα απ’ αυτήν τη θερμοκρασία αρχίζει να
διαστέλλεται πάλι. Έτσι, η πυκνότητα του υγρού νερού φτάνει στο μέγιστο 1.00000
g/mL στους 3.98 °C, αλλά στους 0 °C είναι 0.99987 g/mL και πέφτει ακόμα
χαμηλότερα όταν δημιουργηθεί πάγος.
Παράγωγες Μονάδες: Μέτρηση Πυκνότητας
27

Εάν είναι γνωστή η πυκνότητα μια ουσίας, κυρίως υγρής, τότε αυτό είναι πολύ
χρήσιμο, γιατί είναι ευκολότερο να μετριέται ένα υγρό ως όγκος απ’ ότι ως μάζα.

Για παράδειγμα, ως υποτεθεί ότι χρειάζονται 1.55 g αιθανόλης. Αντί να ζυγιστεί


ακριβώς αυτή η ποσότητα, με βάση την πυκνότητα της αιθανόλης (0.7893 g/mL στους
20 °C), μπορούμε να υπολογίσουμε τον απαιτούμενο όγκο και να τον μετρήσουμε με
μια σύριγγα.

Παράγωγες Μονάδες: Μέτρηση Πυκνότητας


28

 Ένα πείραμα απαιτεί 43,7 g ισοπροπυλαλκοόλης. Ένας χημικός αντί να ζυγίσει την
ποσότητα αυτή πάνω στον ζυγό προτιμά να μετρήσει το υγρό με έναν
ογκομετρικό κύλινδρο. Η πυκνότητα της ισοπροπυλαλκοόλης είναι 0,785 g/mL.
Πόσο όγκο ισοπροπυλαλκοόλης πρέπει να μετρήσει;

Παρατηρούμε ότι η πυκνότητα της ισοπροπυλαλκοόλης είναι κοντά στο 1 g/mL,


τιμή συνηθισμένη για πολλές ουσίες. Σε περιπτώσεις όπως αυτή, μπορούμε
γρήγορα να ελέγχουμε την απάντησή μας, επειδή η αριθμητική τιμή του όγκου του
υγρού δεν μπορεί να διαφέρει πολύ από την αριθμητική τιμή της μάζας του υγρού.
Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων & Διατροφής
Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας (Καρδίτσα)

Ανόργανη Χημεία (Εργαστήριο)


Ενότητα 3η: Παρασκευή Διαλυμάτων - Αραιώσεις

Νοέμβριος 2020 Δρ. Λάκκα Αχιλλεία – ΠΔ 407

Moles
2

Όταν γίνεται αναφορά στον αριθμό των μορίων ή των ιόντων που συμμετέχουν σε
μια χημική αντίδραση, είναι πολύ βολικό να χρησιμοποιείται ο όρος “mole” ή
γραμμομόριο (συντομογραφία: mol). Ένα mole οποιασδήποτε ουσίας είναι η
ποσότητα, της οποίας η μάζα (η γραμμομοριακή μάζα ) είναι ίση με τη μοριακή μάζα
(ή τη μάζα της τυπικής μονάδας) σε γραμμάρια. Ένα mole HCl, για παράδειγμα, έχει
μάζα 36.5 g (ή αλλιώς, η γραμμομοριακή μάζα του HCl είναι 36.5 g/mol).

Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι, όταν πρόκειται να προσδιοριστεί η γραμμομοριακή


μάζα μιας ουσίας, πρέπει να καθορίζεται ακριβώς ο τύπος της ουσίας στην οποία
αναφερόμαστε. Π.χ. το άτομο υδρογόνου (Η) έχει γραμμομοριακή μάζα 1 g/mol, αλλά
το μοριακό υδρογόνο (Η2) έχει γραμμομοριακή μάζα 2 g/mol.
Moles
3

 Το ιωδίδιο του ψευδαργύρου, ΖηΙ2, παρασκευάζεται με απευθείας αντίδραση


των στοιχείων του. Από τις ποσότητες των διαθέσιμων στοιχείων, ένας χημικός
υπολογίζει ότι μπορούν να σχηματιστούν 0,0654 mol Znl2. Πόσα γραμμάρια
ιωδιδίου του ψευδαργύρου είναι αυτή η ποσότητα;

Λύση. Η γραμμομοριακή μάζα του ΖηΙ2 είναι 319 g/mol.

Αντίδραση ψευδαργύρου με ιώδιο.


Η εκλυόμενη κατά την αντίδραση θερμότητα
ποοκαλεί μερική εξάχνωση του ιωδίου
(βιολετί ατμός).

Moles
4

 Ο χρωμικός μόλυβδος(ΙΙ), PbCrΟ4, είναι μια κίτρινη χρωστική (γνωστή ως κίτρινο


του χρωμίου) η οποία παρασκευάζεται από μια αντίδραση καθίζησης . Από μια
τέτοια αντίδραση σχηματίστηκαν 45,6 g ιζήματος χρωμικού μολύβδου(ΙΙ). Πόσα
moles PbCrΟ4 είναι αυτή η ποσότητα;

Λύση. Η γραμμομοριακή μάζα του PbCr04 είναι 323 g/mol.


1 mol PbCr04 = 323 g PbCr04

Παρασκευή χρωμικού μολύβδου(ΙΙ). Όταν στο


διαυγές κίτρινο διάλυμα του χρωμικού καλίου
προστίθεται το άχρωμο διάλυμα του νιτρικού
μολύβδου(ΙΙ) σχηματίζονται λεπτοί κρύσταλλοι
χρωμικού μολύβδου(ΙΙ) με λαμπερό κίτρινο χρώμα.
Moles
5

Σε οποιαδήποτε ισοσταθμισμένη εξίσωση, οι συντελεστές φανερώνουν πόσα μόρια


από κάθε ουσία είναι απαραίτητα για την αντίδραση. Με βάση λοιπόν αυτές τις
γραμμομοριακές μάζες, μπορούν να υπολογιστούν οι μάζες των αντιδρώντων /
προϊόντων.

Στην παρακάτω αντίδραση, για παράδειγμα, φαίνεται ότι 3 mol Η2 (3  2 = 6 g)


αντιδρούν με 1 mol N2 (28 g) και δίνουν 2 mol NH3 (2  17 = 34 g).

Στοιχειομετρία
6

Στην καθημερινή εργαστηριακή πρακτική είναι απαραίτητο να γίνονται μετατροπές


μεταξύ μάζας και mol για να επιβεβαιώνεται ότι χρησιμοποιούνται οι σωστές
αναλογίες των ουσιών. Αυτές οι σχέσεις μάζας – mol αναφέρονται γενικά με τον όρο
«στοιχειομετρία».

Παράδειγμα

Δεδομένο: 15 g αιθυλενίου

Ζητούμενο: Πόσα g HCl απαιτούνται ν’ αντιδράσουν με 15 g αιθυλενίου;


Στοιχειομετρία/Moles
7

Σύμφωνα με την εξίσωση, 1 mol HCl αντιδρά με 1 mol C2H4. Για να βρεθεί η μάζα του
HCl που απαιτείται, θα πρέπει να βρεθεί πρώτα ο αριθμός των mol που αντιστοιχεί
στα 15 g.

Τώρα είναι γνωστά τα mol αιθυλενίου (0.536), είναι γνωστά και τα mol HCl. Εφόσον
λοιπόν είναι γνωστά τα mol HCl, μπορεί να υπολογιστεί η μάζα που αντιστοιχεί σε
0.536 mol.

Στοιχειομετρία/Moles
8

 Ο αιματίτης, Fe2Ο3, είναι ένα σημαντικό μετάλλευμα του σιδήρου. Ο ελεύθερος


σίδηρος λαμβάνεται από την αντίδραση του αιματίτη με μονοξείδιο του
άνθρακα, CO, σε υψικάμινο. Η αντίδραση έχει ως εξής:

Πόσα γραμμάρια σιδήρου μπορούν να παραχθούν από 1,00 kg Fe203;


Λύση: Πρώτα μετατρέπουμε τη μάζα του Fe2Ο3 (1,00 kg Fe203 = 1,00 X 103 g
Fe203) σε moles Fe2Ο3. Κατόπιν, βάσει των συντελεστών της ισοσταθμισμένης
χημικής εξίσωσης, μετατρέπουμε τα moles Fe2Ο3 σε moles Fe. Τέλος,
μετατρέπουμε τα moles Fe σε γραμμάρια Fe.
Στοιχειομετρία/Moles
9

 Πόσα γραμμάρια HC1 αντιδρούν με 5,00 g οξειδίου του μαγγανίου, σύμφωνα με


την παρακάτω εξίσωση;

Λύση:

Αντιδράσεις με Περιορισμένες Ποσότητες Αντιδρώντων


10

Πολλές χημικές αντιδράσεις πραγματοποιούνται υπό την παρουσία περίσσιας ενός


αντιδρώντος μιας ποσότητας δηλαδή παραπάνω απ’ αυτή που επιβάλλει η
στοιχειομετρία. Όποτε συμβαίνει αυτό, η παραπάνω ποσότητα του αντιδρώντος
περισσεύει μετά την ολοκλήρωση της αντίδρασης.

Η έκταση της αντίδρασης που θα λάβει μέρος, λοιπόν, εξαρτάται από το αντιδρών
που βρίσκεται σε περιορισμένη αναλογία – το περιοριστικό αντιδρών. Το άλλο
αντιδρών λέγεται ότι είναι αντιδρών σε περίσσια.
Αντιδράσεις με Περιορισμένες Ποσότητες Αντιδρώντων
11

 Μεταλλικός ψευδάργυρος και υδροχλωρικό οξύ αντιδρούν σύμφωνα με την


αντίδραση:

Αν προστεθούν 0,30 mol Zn σε υδροχλωρικό οξύ που περιέχει 0,52 mol HCl, πόσα
moles Η2 θα παραχθούν;
Λύση: Ποιο είναι το περιοριστικό αντιδρών;

Το υδροχλωρικό οξύ πρέπει να είναι το περιοριστικό αντιδρών και κάποια


ποσότητα ψευδαργύρου πρέπει να μείνει στο τέλος αναλλοίωτη. (Ο
ψευδάργυρος είναι το αντιδρών σε περίσσεια.)

Επειδή το HCl είναι το περιοριστικό αντιδρών, η ποσότητα του υδρογόνου


που παράγεται πρέπει να είναι 0,26 mol.

Συγκέντρωση των Εν Διαλύσει Αντιδρώντων - Μοριακότητα


12

Η πιο χρήσιμη έκφραση της συγκέντρωσης ενός διαλύματος είναι η μοριακότητα (Μ),
η οποία ορίζεται ως τα mol της εν διαλύσει ουσίας ανά L διαλύματος. Για παράδειγμα,
1 L νερού που περιέχει 1 mol NaCl έχει συγκέντρωση 1 mol/L, δηλαδή είναι 1 Μ.

Η μοριακότητα (molarity) οποιουδήποτε διαλύματος βρίσκεται διαιρώντας τον


αριθμό των mol της εν διαλύσει ουσίας με τον όγκο του διαλύματος, εκφρασμένο σε
L.
Αραίωση Πυκνών Διαλυμάτων
13

Πολλές χημικές ουσίες είναι εμπορικά διαθέσιμες ως πυκνά διαλύματα, αλλά στην
κοινή εργαστηριακή πρακτική χρησιμοποιούνται διαλύματα πολύ μικρότερης
συγκέντρωσης. Γι’ αυτό το λόγο, υπάρχει η ανάγκη αραίωσης.

Το υδροχλωρικό οξύ, για παράδειγμα, υπάρχει διαθέσιμο ως υδατικό διάλυμα 12 Μ,


αλλά στο εργαστήριο συνήθως χρησιμοποιούνται διαλύματα 0.1 Μ, 1-2 Μ, ή 6 Μ.

Αραίωση Πυκνών Διαλυμάτων


14

Αυτό που πρέπει πάντα να λαμβάνεται υπόψη όταν γίνεται η αραίωση ενός
διαλύματος, είναι ότι ο αριθμός των mol της διαλυμένης ουσίας είναι σταθερός αυτό
που αλλάζει είναι ο όγκος του διαλύματος, επειδή προστίθεται περισσότερος
διαλύτης. Με βάση λοιπόν τα παραπάνω ισχύει:

Όπου Mi είναι η αρχική μοριακότητα, Vi ο αρχικός όγκος, Mf είναι η τελική


μοριακότητα και Vf ο τελικός όγκος μετά την αραίωση. Με βάση την παραπάνω
εξίσωση, η μοριακότητα του τελικού διαλύματος θα είναι:
Παρασκευή Διαλυμάτων Γνωστής Συγκέντρωσης
15

1. Ένας γνωστός αριθμός mol της ουσίας εισάγεται σε ογκομετρική φιάλη.

2. Προστίθεται αρκετή ποσότητα διαλύτη, έτσι ώστε να διαλυθεί η ουσία με


περιστροφική ανάδευση.

3. Επιπλέον ποσότητα διαλύτη προστίθεται προσεκτικά μέχρι το σημάδι αναφοράς στο


λαιμό της φιάλης και κατόπιν το διάλυμα ανακινείται μέχρι πλήρους ομογενοποίησης.

Παρασκευή Διαλυμάτων Γνωστής Συγκέντρωσης


16

Αν θέλουμε να παρασκευάσουμε ένα διάλυμα που να είναι, π.χ. 0,200 Μ σε CuS04,


τοποθετούμε 0,200 mol CuSO4 σε μια ογκομετρική φιάλη του λίτρου (1,000 L), ή
ανάλογη ποσότητα σε φιάλη διαφορετικού μεγέθους.
Μετά προσθέτουμε μια μικρή ποσότητα νερού για να διαλύσουμε το CuS04 και στη
συνέχεια επιπλέον νερό μέχρι τη χαραγή που υπάρχει στο λαιμό της φιάλης και
ανακινούμε το διάλυμα.

Η γραμμομοριακή μάζα του CuSO4.5H2O = 249.69 g/mol


Παρασκευή Διαλυμάτων Γνωστής Συγκέντρωσης
Υπολογισμός της molarity από μάζα και όγκο
17

 Δείγμα NaN03 που ζυγίζει 0,38 g τοποθετείται σε ογκομετρική φιάλη των 50,0
mL. Η φιάλη συμπληρώνεται με νερό μέχρι τη χαραγή. Ποια είναι η molarity του
διαλύματος που προκύπτει;

 Για να υπολογίσουμε τη molarity χρειαζόμαστε τα moles της διαλυμένης ουσίας.


Γι’ αυτό, στην αρχή μετατρεπουμε τα γραμμάρια του NaN03 σε moles. Η molarity
ισούται με τα moles της διαλυμένης ουσίας διαιρεμένα με τα λίτρα του
διαλύματος.

Η γραμμομοριακή μάζα του NaN03 = 84,9947 g/mol

Παρασκευή Διαλυμάτων Γνωστής Συγκέντρωσης


Χρήση της Molarity ως συντελεστή μετατροπής
18

 Η molarity είναι ένας συντελεστής μετατροπής. Ως συντελεστής μετατροπής


μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη μετάβαση από moles διαλυμένης ουσίας σε
όγκο διαλύματος ή από όγκο διαλύματος σε moles διαλυμένης ουσίας.

 Ένα πείραμα απαιτεί την προσθήκη στο δοχείο της αντίδρασης 0,184 g
υδροξειδίου του νατρίου, NaOH, υπό μορφή υδατικού διαλύματος. Πόσα mL
διαλύματος NaOH 0,150 Μ πρέπει να προστεθούν;
 H γραμμομοριακή μάζα του NaOH είναι 40,0 g/mol,
Αραίωση Πυκνών Διαλυμάτων
19

Στην κοινή εργαστηριακή πρακτική, οι αραιώσεις των διαλυμάτων


πραγματοποιούνται ως εξής:

Ο προς αραίωση όγκος του πυκνού διαλύματος λαμβάνεται από το δοχείο που
περιέχει το πυκνό διάλυμα με σιφόνι κατάλληλου όγκου. Ακολούθως τοποθετείται σε
ογκομετρική φιάλη, επίσης κατάλληλου όγκου. Τέλος, προστίθεται όγκος διαλύτη ως
το σημάδι αναφοράς και γίνεται ανακίνηση μέχρι πλήρους ομογενοποίησης.

Αραίωση Πυκνών Διαλυμάτων


20

 Δίνεται διάλυμα αμμωνίας 14,8 Μ. Πόσα mL από αυτό το διάλυμα χρειαζόμαστε


για να παρασκευάσουμε με αραίωοη 100,0 mL διαλύματος ΝΗ3 1,00 Μ;

Όταν αραιώνουμε ένα διάλυμα, ο όγκος του πυκνότερου διαλύματος θα πρέπει


πάντοτε να είναι μικρότερος από τον όγκο του τελικού διαλύματος.
Ομοίως, η αρχική συγκέντρωση ενός διαλύματος είναι πάντοτε μεγαλύτερη από
την τελική συγκέντρωση, μετά την αραίωοη. Αυτές οι δύο ιδέες επιτρέπουν να
ελέγχουμε κατά πόσο είναι λογικό το αποτέλεσμά μας κάθε φορά που
χρησιμοποιούμε τον τύπο της αραίωσης.
Αραίωση Πυκνών Διαλυμάτων - Ασκήσεις
21

1. Να παρασκευαστεί διάλυμα NaCl όγκου 100 mL και συγκέντρωσης 0.1 Μ από


εμπορικό στερεό NaCl.

2. Να παρασκευαστούν 50 mL διαλύματος NaCl συγκέντρωσης 0.01 Μ από διάλυμα


συγκέντρωσης 0.1 Μ.

Απαιτούμενα υλικά / αντιδραστήρια: 2 ποτήρια ζέσεως (50 mL), χωνάκι, ογκομετρική


φιάλη των 50 και 100 mL, σιφόνι των 5 mL, πουάρ, υδροβολέας, στερεό NaCl,
σπάτουλα.

Αραίωση Πυκνών Διαλυμάτων - Ασκήσεις


22

35.20 mL διαλύματος HCl 0.0985 Μ αναμιγνύονται με 36.60 mL διαλύματος HCl


0.1075 Μ.

 Να προσδιοριστεί η μοριακότητα του διαλύματος που θα προκύψει.

 Να προσδιοριστεί η μοριακότητα αν αυτό το διάλυμα αραιωθεί σε τελικό όγκο 250


mL.
Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων & Διατροφής
Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας (Καρδίτσα)

Ανόργανη Χημεία
(Εργαστήριο)

Ενότητα 4η : Στοιχειομετρία - Ογκομετρήσεις

Νοέμβριος 2020 Δρ. Λάκκα Αχιλλεία – ΠΔ 407

Ισοστάθμιση Χημικών Εξισώσεων


2

Σε κάθε εξίσωση, οι αριθμοί και τα είδη των ατόμων και στις δύο πλευρές θα πρέπει
να είναι πανομοιότυπα, έτσι ώστε η εξίσωση να είναι ισοσταθμισμένη.

Αυτό προκύπτει από την αρχή διατήρησης της μάζας. Όλες λοιπόν οι εξισώσεις θα
πρέπει να είναι ισοσταθμισμένες, γιατί κατά τη διάρκεια μιας χημικής αντίδρασης
ούτε δημιουργούνται ούτε καταστρέφονται άτομα.
Ισοστάθμιση Χημικών Εξισώσεων
3

Η ισοστάθμιση μιας χημικής εξίσωσης είναι η εύρεση πόσων μορίων / ατόμων /


ιόντων από κάθε ουσία συμμετέχουν στην αντίδραση.

1. Γράφεται η μη-ισοσταθμισμένη αντίδραση χρησιμοποιώντας τον σωστό χημικό τύπο


για κάθε αντιδρών και προϊόν.

2. Βρίσκονται οι κατάλληλοι συντελεστές, οι αριθμοί δηλαδή που τοποθετούνται πριν


από κάθε τύπο για να δηλώσουν πόσα μόρια / άτομα / ιόντα από κάθε ουσία
απαιτούνται για να ισοσταθμιστεί η αντίδραση.

Ισοστάθμιση Χημικών Εξισώσεων


4

3. Οι συντελεστές θα πρέπει να είναι οι μικρότεροι ολόκληροι αριθμοί.

4. Για μεγαλύτερη ευκολία, πρώτα ισοσταθμίζονται τα άτομα των στοιχείων που


εμφανίζονται λιγότερο συχνά στην εξίσωση ή αλλιώς η ισοστάθμιση μπορεί ν’ αρχίσει
από την πιο πολύπλοκη ουσία.

5. Γίνεται έλεγχος για το αν και στις δύο πλευρές τις εξίσωσης υπάρχει ο ίδιος αριθμός
από κάθε άτομο και τα ίδια είδη ατόμων.
Ισοστάθμιση Χημικών Εξισώσεων
5

Παράδειγμα 1

Ισοστάθμιση Χημικών Εξισώσεων


6

Παράδειγμα 2
Moles
7

Σε οποιαδήποτε ισοσταθμισμένη εξίσωση, οι συντελεστές φανερώνουν πόσα μόρια


από κάθε ουσία είναι απαραίτητα για την αντίδραση. Με βάση λοιπόν αυτές τις
γραμμομοριακές μάζες, μπορούν να υπολογιστούν οι μάζες των αντιδρώντων /
προϊόντων.

Στην παρακάτω αντίδραση, για παράδειγμα, φαίνεται ότι 3 mol Η2 (3  2 = 6 g)


αντιδρούν με 1 mol N2 (28 g) και δίνουν 2 mol NH3 (2  17 = 34 g).

Στοιχειομετρία
8

Στην καθημερινή εργαστηριακή πρακτική είναι απαραίτητο να γίνονται μετατροπές


μεταξύ μάζας και mol για να επιβεβαιώνεται ότι χρησιμοποιούνται οι σωστές
αναλογίες των ουσιών. Αυτές οι σχέσεις μάζας – mol αναφέρονται γενικά με τον όρο
«στοιχειομετρία».

Παράδειγμα

Δεδομένο: 15 g αιθυλενίου

Ζητούμενο: Πόσα g HCl απαιτούνται ν’ αντιδράσουν με 15 g αιθυλενίου;


Στοιχειομετρία Διαλυμάτων - Ογκομέτρηση
9

Η μοριακότητα καθιστά δυνατό τον


υπολογισμό του όγκου ενός
διαλύματος που χρειάζεται για ν’
αντιδράσει μ’ ένα δεδομένο όγκο
ενός άλλου διαλύματος.

Αυτού του είδους οι υπολογισμοί


είναι πολύ χρήσιμοι στη χημεία
οξέων – βάσεων.

Στοιχειομετρία Διαλυμάτων – Ογκομέτρηση


Υπολογισμός της ποσότητας μιας ουσίας σε ογκομετρούμενο διάλυμα
10

 Μια φιάλη περιέχει διάλυμα άγνωστης ποσότητας HCl. Το διάλυμα αυτό


ογκομετρείται με NaOH 0.207 Μ. Για την ολοκλήρωση της αντίδρασης
απαιτούνται 4.47 mL NaOH. Πόση είναι η μάζα του HCl;
Στοιχειομετρία Διαλυμάτων – Ογκομέτρηση
Υπολογισμός της ποσότητας μιας ουσίας σε ογκομετρούμενο διάλυμα
11

 Θεωρήστε την αντίδραση θειικού οξέος, H2S04, με υδροξείδιο του νατρίου,


NaOH.

 Υποθέστε ότι ένα ποτήρι περιέχει 35.0 mL H2S04 0.175 Μ. Πόσα mL NaOH 0.250
Μ πρέπει να προστεθούν για να αντιδράσουν πλήρως με το θειικό οξύ;

Στοιχειομετρία Διαλυμάτων - Ογκομέτρηση


12

Ογκομέτρηση είναι η διαδικασία προσδιορισμού της συγκέντρωσης ενός διαλύματος


μέσω ακριβούς μετρήσεως του όγκου που αντιδρά με πρότυπο διάλυμα μιας άλλης
ένωσης, της οποίας η συγκέντρωση είναι γνωστή.

Μετρώντας λοιπόν το όγκο του πρότυπου διαλύματος, υπολογίζουμε τη συγκέντρωση


του άγνωστου διαλύματος.
Ογκομέτρηση (Τιτλοδότηση)
13

Για να γίνει κατανοητό πως γίνεται μια ογκομέτρηση, ας υποτεθεί ότι δίνεται διάλυμα
HCl και ζητείται η συγκέντρωσή του, μέσω αντίδρασης με NaOH (αντίδραση
εξουδετέρωσης).

Η ισοσταθμισμένη αντίδραση είναι:

Η ογκομέτρηση ξεκινάει με τη λήψη γνωστού όγκου HCl, και την προσθήκη πολύ
μικρής ποσότητας φαινολοφθαλεΐνης.

Η ουσία αυτή ονομάζεται δείκτης και έχει την ιδιότητα να μετατρέπεται από άχρωμη
σε ερυθρή όταν ένα διάλυμα από όξινο μετατρέπεται σε βασικό (αλκαλικό).

Ογκομέτρηση (Τιτλοδότηση)
14

Το επόμενο βήμα είναι να τοποθετηθεί στην προχοΐδα πρότυπο διάλυμα NaOH


γνωστής συγκέντρωσης. Ακολούθως γίνεται προσθήκη του δ. NaOH στο δ. HCl αργά
και υπό συνεχή ανάδευση, έως ότου το δ. HCl εμφανίζει ροδίζουσα χροιά, η οποία
σηματοδοτεί την εξουδετέρωση του HCl.

Η ένδειξη της προχοΐδας για την κατανάλωση όγκου NaOH χρησιμοποιείται για τους
περαιτέρω υπολογισμούς.
Ορολογία ογκομετρικής ανάλυσης

 Ισοδύναμο σημείο ογκομέτρησης (equivalence point): είναι το σημείο της


ογκομέτρησης στο οποίο επιτυγχάνεται χημική ισοδυναμία, μεταξύ
προτύπου διαλύματος και ογκομετρούμενης (άγνωστης) ουσίας. Στο
σημείο αυτό δηλαδή ισχύει eq προτύπου = eq ογκομετρούμενης ουσίας

 Τελικό σημείο της ογκομέτρησης (end point): είναι το σημείο στο οποίο
σταματά η προσθήκη του πρότυπου διαλύματος. Δηλαδή, είναι το
πειραματικό σημείο που φαίνεται ότι έχει ολοκληρωθεί η ογκομέτρηση.

 Σφάλμα ογκομέτρησης (titration error): είναι η διαφορά μεταξύ του


τελικού και του ισοδύναμου σημείου. Όσο πλησιέστερα βρίσκονται τα
δύο αυτά σημεία, τόσο ακριβέστερη είναι η ογκομέτρηση.

Ογκομέτρηση Διαλύματος HCl με NaOH


16

Πείραμα 1ο

Δίνονται 4 διαλύματα HCl άγνωστης συγκέντρωσης. Από κάθε ένα από αυτά τα διαλύματα
λαμβάνεται όγκος 10 mL και μεταφέρεται σε κωνική φιάλη των 100 mL.

Προστίθενται 2 – 3 σταγόνες δείκτη φαινολοφθαλεΐνης και διεξάγεται ογκομέτρηση με διάλυμα


NaOH 0.2 Μ.

Να προσδιοριστεί η μοριακότητα του κάθε διαλύματος HCl, αν οι καταναλώσεις είναι οι κάτωθι:

Διάλυμα ¨1: 2.5ml


Διάλυμα ¨2: 5ml

Διάλυμα 3: 10ml

Διάλυμα 4: 20ml
Ογκομέτρηση Διαλυμάτων HCl και Όξους
17

Πείραμα 2ο
Δίνεται εμπορικά διαθέσιμο όξος από το οποίο λαμβάνεται όγκος 10 mL, μεταφέρεται
σε ογκομετρική φιάλη των 100 ml και συμπληρώνεται στον όγκο με νερό. Σε κωνική
φιάλη των 250ml μεταφέρουμε με σιφόνι 10ml από το αραιωμένο διάλυμα και
προσθέτουμε 80 ml απιονισμένου νερού. Ακολούθως προστίθενται 2 – 3 σταγόνες
δείκτη φαινολοφθαλεΐνης και το μίγμα αναδεύεται επαρκώς. Κατόπιν, διεξάγεται
ογκομέτρηση με διάλυμα NaOH 0.1 Μ.

Αν υποτεθεί ότι το όξος αποτελεί διάλυμα οξικού οξέος (CH3COOH), να


προσδιοριστούν:
1. Η μοριακότητα (Μ) του οξικού οξέος.
2. Η συγκέντρωση του οξικού οξέος σε g / L στο δείγμα του όξους.
3. Η % (β / ο) περιεκτικότητα του όξους σε οξικό οξύ.
4. Τα g οξικού οξέος που περιέχει μια φιάλη όξους 250 mL.

Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων & Διατροφής


Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας (Καρδίτσα)

Ενότητα 5η: i) Στοιχειομετρία – Ογκομετρήσεις 2


ii) Σταθμική Ανάλυση
Ανόργανη Χημεία
(Εργαστήριο)

Δεκέμβριος 2020 Δρ. Λάκκα Αχιλλεία – ΠΔ 407


Στοιχειομετρικοί Υπολογισμοί Μέσω Ογκομετρήσεων
Εξουδετέρωσης
2

Σε περιπτώσεις όπου μια στερεή ουσία αντιδρά ποσοτικά με ένα ισχυρό οξύ,
τότε μπορεί να πραγματοποιηθεί η αντίδραση με περίσσεια οξέος. Η περίσσεια
μπορεί να υπολογιστεί μέσω ογκομέτρησης με γνωστής συγκέντρωσης βάση.

Έτσι, μέσω στοιχειομετρικών υπολογισμών μπορεί να προσδιοριστεί το βάρος


της ουσίας που αντέδρασε, χωρίς να χρειαστεί διαδικασία ζύγισης. Αυτή η
τεχνική είναι γνωστή και ως «όπισθεν ογκομέτρηση» (back-titration).

Προσδιορισμός μάζας
3

Σε κωνική φιάλη των 100 mL που περιέχει άγνωστη ποσότητα Na2CO3


προστίθενται 20 mL HCl 0.2 Μ. Το μίγμα αναδεύεται επαρκώς και αφήνεται ν’
αντιδράσει.

Μετά το πέρας της αντίδρασης το HCl που δεν αντέδρασε προσδιορίζεται με


ογκομέτρηση με διάλυμα NaOH συγκέντρωσης 0.2 Μ.

Να προσδιοριστεί το βάρος σε g του Na2CO3 . Δίνεται η αντίδραση:

2HCl + Na2CO3 → 2NaCl + CO2 + H2O


Σταθμική ανάλυση
4

Η ανάλυση υλικών χωρίζεται σε ποιοτική και ποσοτική ανάλυση.

Η ποιοτική ανάλυση περιλαμβάνει την ταυτοποίηση ουσιών ή χημικών ειδών


που υπάρχουν σε ένα υλικό. Για παράδειγμα, μπορούμε να βρούμε αν ένα
δείγμα νερού περιέχει ιόντα μολύβδου(ΙΙ).

Η ποσοτική ανάλυση περιλαμβάνει τον προσδιορισμό της ποσότητας μιας


ουσίας ή κάποιας οντότητας που υπάρχει στο υλικό.

Σταθμική ανάλυση
5

Σταθμική ανάλυση είναι το είδος της ποσοτικής ανάλυσης κατά το οποίο η


ποσότητα μιας οντότητας σε ένα υλικό προσδιορίζεται μετά από μετατροπή της
οντότητας σε προϊόν που μπορεί να απομονωθεί πλήρως και να ζυγιστεί.

Σε σταθμικές αναλύσεις χρησιμοποιούμε συνήθως αντιδράσεις καταβύθισης.


Στις αντιδράσεις αυτές προσδιορίζουμε την ποσότητα μιας ιοντικής οντότητας,
καταβυθίζοντας αυτήν από το διάλυμα. Το ίζημα που σχηματίζεται κατά την
αντίδραση διηθείται από το διάλυμα, ξηραίνεται και ζυγίζεται.

Τα πλεονεκτήματα μιας σταθμικής ανάλυσης είναι η απλότητά της και η


ακρίβειά της. Το μεγαλύτερο μειονέκτημά της είναι ότι χρειάζεται σχολαστική
και χρονοβόρα εργασία.
Σταθμική ανάλυση
Προσδιορισμός της ποσότητας μολύβδου σε δείγμα πόσιμου νερού
6

Ο μόλυβδος, αν υπάρχει στο νερό, βρίσκεται πιθανώς υπό τη μορφή ιόντων


Pb2+. Ο θειικός μόλυβδος(ΙΙ) είναι μια δυσδιάλυτη ένωση του μολύβδου(ΙΙ).
Προσθέτοντας θειικό νάτριο, Na2SΟ4, σε διάλυμα που περιέχει ιόντα Pb2+,
καταβυθίζεται θειικός μόλυβδος(ΙΙ), δηλαδή από το διάλυμα αποβάλλεται
PbSΟ4 ως ένα λεπτοκρυσταλλικό στερεό.

Με διήθηση είναι εύκολο να διαχωρίσουμε το λευκό ίζημα του θειικού


μολύβδου(ΙΙ) από το διάλυμα. Μετά ξηραίνουμε και ζυγίζουμε το ίζημα.

Σταθμική ανάλυση
Σταθμική ανάλυση ιόντων βαρίου
7

Διάλυμα χρωμικού καλίου (κίτρινο) χύνεται Το διάλυμα διηθείται, διερχόμενο μέσα από
από τον ογκομετρικό κύλινδρο με τη βοήθεια πορώδη γυάλινο ηθμό. Μετά ο γυάλινος
ράβδου ανάδευσης μέσα σε διάλυμα που ηθμός θερμαίνεται για να ξηραθεί το
περιέχει μια άγνωστη ποσότητα ιόντων χρωμικό βάριο. Ζυγίζοντας τον ηθμό πριν
βαρίου, Ba2+. Το κίτρινο ίζημα που και μετά τη διεργασία, μπορούμε να
σχηματίζεται είναι χρωμικό βάριο, BaCrΟ4. προσδιορίσουμε τπ μάζα του ιζήματος.
Προσδιορισμός της ποσότητας μιας οντότητας με
σταθμική ανάλυση
8

Δείγμα 1,000 L μολυσμένου νερού αναλύθηκε για ιόντα μολύβδου(ΙΙ), Pb2+, με


προσθήκη σε αυτό περίσσειας διαλύματος θειικού νατρίου. Η μάζα του θειικού
μολύβδου (ΙΙ) που καταβυθίσθηκε ήταν 229,8 mg. Πόση είναι η μάζα μολύβδου
σε ένα λίτρο νερού; Δώστε την απάντησή σας σε mg μολύβδου ανά λίτρο
διαλύματος.

Βρίσκουμε την εκατοστιαία περιεκτικότητα του PbSΟ4 σε μόλυβδο διαιρώντας


τη γραμμομοριακή μάζα του Pb με τη γραμμομοριακή του PbSΟ4 και
πολλαπλασιάζοντας μετά επί 100%:

Προσδιορισμός της ποσότητας μιας οντότητας με


σταθμική ανάλυση
9  Σας δίνεται ένα δείγμα ασβεστολίθου, ο οποίος είναι κυρίως CaCΟ3, για να
προσδιορίσετε την εκατοστιαία περιεκτικότητα του πετρώματος σε ασβέστιο. Διαλύετε τον
ασβεστόλιθο σε υδροχλωρικό οξύ, οπότε λαμβάνετε ένα διάλυμα χλωριδίου του
ασβεστίου. Μετά καταβυθίζετε τα ιόντα ασβεστίου του διαλύματος, προσθέτοντας οξαλικό
νάτριο, Na2C2Ο4. Το ίζημα που σχηματίζεται είναι οξαλικό ασβέστιο, CaC2Ο4. Βρήκατε ότι
το ασβεστολιθικό δείγμα, που ζύγιζε 128,3 mg, έδωσε 140,2 mg CaC2Ο4. Πόσο τοις εκατό
ασβέστιο περιέχει ο ασβεστόλιθος (CaC2O4 molar mass 128.10 g/mol) ;

The overall stoichiometry of the reactions is one mol CaCO3/one mol CaC2O4. Also note
that each CaCO3 contains one Ca atom, so this gives an overall conversion factor of one
mol Ca/one mol CaC2O4.
The mass of Ca can now be calculated

The percentage of calcium in the 128.3 mg (0.1283 g) limestone


Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων & Διατροφής
Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας (Καρδίτσα)
Ανόργανη Χημεία

Ενότητα 6η: α. Εφαρμογές Υδατικής Ισορροπίας

Δεκέμβριος 2019 Δρ. Λάκκα Αχιλλεία – ΠΔ 407

Επίδραση Κοινού Ιόντος


2

 Επίδραση κοινού ιόντος είναι η μετατόπιση μιας ιοντικής ισορροπίας, η


οποία προκαλείται από την προσθήκη μιας ένωσης που παρέχει στο
διάλυμα ένα ιόν όμοιο με αυτά που συμμετέχουν στην ισορροπία.

π.χ.
Αν σε αυτό το διάλυμα προσθέτουμε HCl(aq) (ιόντα Η3Ο+) ή CH3COONa
(δηλαδή ιόντα CH3COO–), τότε η ισορροπία θα μετατοπισθεί προς τα
αριστερά (αρχή του Le Chatelier)

 Ο περιορισμός του ιοντισμού του οξικού οξέος από HCl(aq) ή CH3COONa


αποτελεί παράδειγμα επίδρασης κοινού ιόντος.
Επίδραση Κοινού Ιόντος
3

Για να διευκρινιστούν καλύτερα οι υπολογισμοί που σχετίζονται με το pH σ’ ένα μίγμα


ασθενούς οξέως – συζυγούς βάσεως, λαμβάνεται ένα μίγμα 0.1 Μ οξικού οξέως και
0.1 Μ οξικού νατρίου.

Ισχύει ότι:

Επίδραση Κοινού Ιόντος


4

Μπορεί τώρα να δημιουργηθεί ο πίνακας συγκεντρώσεων των ενώσεων (μορίων και


ιόντων) που συμμετέχουν στην αντίδραση. Όμως, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η
συγκέντρωση των οξικών ιόντων (CH3COO-) προέρχεται και από τη διάσταση του
οξικού οξέως και από τη διάσταση του οξικού νατρίου.

Δηλαδή, αν υποτεθεί ότι η συγκέντρωση των οξικών ιόντων είναι x mol/L από τη
διάσταση του οξικού οξέως, θα προστεθούν σ’ αυτά και άλλα 0.1 mol/L από τη
διάσταση του οξικού νατρίου. Συνεπώς:
Επίδραση Κοινού Ιόντος
5

Αν τώρα οι τιμές αντικατασταθούν στην εξίσωση ισορροπίας, λαμβάνεται:

Εφόσον όμως η συγκέντρωση x είναι πολύ μικρότερη από 0.1, η εξίσωση μπορεί ν’
απλοποιηθεί ως εξής:

Δηλαδή:

Επίδραση Κοινού Ιόντος


6

Αν το διάλυμα περιείχε μόνο 0.1 Μ οξικό οξύ, τότε θα ίσχυε:

Με βάση την παραπάνω μεθοδολογία, μπορεί να υπολογιστεί ότι το pH αυτού του


διαλύματος θα ήταν 2.89.
Ρυθμιστικά Διαλύματα (Buffer Solutions)
7

Διαλύματα που περιέχουν ένα ασθενές οξύ και τη συζυγή βάση του ονομάζονται
ρυθμιστικά διαλύματα, γιατί αντιστέκονται σε δραστικές αλλαγές του pH.

Ένα ρ.δ. πρέπει να περιέχει δύο συστατικά: ένα που να μπορεί να εξουδετερώνει οξέα
και ένα που να μπορεί να εξουδετερώνει βάσεις. Όμως σε καμιά περίπτωση δεν θα
πρέπει το ένα συστατικό να εξουδετερώνει το άλλο.

Την απαίτηση αυτή για ρυθμιστική δράση δεν ικανοποιεί κανένα μίγμα ισχυρού οξέος
με ισχυρή βάση, παρά μόνο μίγματα ασθενούς οξέος με τη συζυγή βάση του
(CH3COOH - CH3COO-) ή ασθενούς βάσεως με το συζυγές οξύ της (ΝΗ3 - ΝΗ4+).

Ρυθμιστικά Διαλύματα (Buffer Solutions)


8

Δράση: Έστω το ρυθμιστικό ζεύγος ΗΑ – NaΑ

Ισορροπία διαστάσεως του ΗΑ:

(α) Προσθήκη μικρής ποσότητας NaΟΗ:


ΟΗ– + ΗΑ → Η2Ο + Α–
[ΗΑ] και [Α–] μεγάλες σε σχέση με την ποσότητα ΟΗ–
ο λόγος [ΗΑ]/[Α–] πρακτικά αμετάβλητος pH σχεδόν σταθερό
(β) Προσθήκη μικρής ποσότητας ΗCl(aq):
Η3Ο+ + Α– → Η2Ο + ΗΑ
[ΗΑ] και [Α–] μεγάλες σε σχέση με την ποσότητα Η3Ο+
ο λόγος [ΗΑ]/[Α–] πρακτικά αμετάβλητος pH σχεδόν σταθερό
Ρυθμιστικά Διαλύματα (Buffer Solutions)
9

Για να διαπιστωθεί η λειτουργία ενός ρυθμιστικού διαλύματος, λαμβάνεται ένα μίγμα


0.1 Μ οξικού οξέως και 0.1 Μ οξικού νατρίου. Ισχύει ότι:

Εάν η εξίσωση ισορροπίας λυθεί ως προς [Η3Ο]+, τότε λαμβάνεται:

Ρυθμιστικά Διαλύματα (Buffer Solutions)


10

Προσθήκη ΟΗ-

Ας υποτεθεί ότι στο προηγούμενο μίγμα προστίθενται 0.01 mol στερεού NaOH. Τότε
θα ισχύει:
Ρυθμιστικά Διαλύματα (Buffer Solutions)
11

Συνεπώς:

Αν αυτές οι τιμές αντικατασταθούν στην έκφραση του [Η3Ο]+, τότε λαμβάνεται:

Ρυθμιστικά Διαλύματα (Buffer Solutions)


12

Προσθήκη Η3Ο+

Ας υποτεθεί ότι στο προηγούμενο μίγμα προστίθενται 0.01 mol HCl. Τότε 0.01 mol
οξικών ιόντων θα μετατραπούν σε 0.01 mol οξικού οξέως, σύμφωνα με την
αντίδραση:

Οι συγκεντρώσεις μετά την εξουδετέρωση θα είναι [CH3COOH] = 0.11 M και [CH3COO-]


= 0.09 M. Δηλαδή:
Η Εξίσωση Henderson - Hasselbalch
13

Όπως ήδη ειπώθηκε, ισχύει ότι:

Αυτή η εξίσωση μπορεί να μετασχηματισθεί λογαριθμίζοντας, ως εξής:

Τελικά, λαμβάνεται η εξής έκφραση, η οποία ονομάζεται εξίσωση Henderson –


Hasselbalch:

Η Εξίσωση Henderson - Hasselbalch


14

Η εξίσωση Henderson – Hasselbalch δηλώνει ότι το pH ενός ρυθμιστικού διαλύματος


έχει τιμή περίπου όσο και το pKa, διαφέροντας μόνο κατά ένα παράγοντα
log([βάση]/[οξύ]).

Με βάση την εξίσωση Henderson – Hasselbalch μπορεί εύκολα να παρασκευαστεί ένα


ρυθμιστικό διάλυμα συγκεκριμένου pH. Η γενική ιδέα είναι να επιλεγεί ένα ασθενές
οξύ με pKa κοντά στο επιθυμητό pH και να προσαρμοστεί ο λόγος [βάση]/[οξύ] σε μια
τιμή, σύμφωνα με την εξίσωση Henderson – Hasselbalch.

.
Ρυθμιστική ικανότητα
15

 Η ποσότητα ενός οξέως η μιας βάσεως που μπορεί ν’ απορροφηθεί από


ένα ρυθμιστικό διάλυμα, χωρίς ν’ αλλάξει πρακτικά το pH του ορίζεται ως
ρυθμιστική ικανότητα.

 Η ρυθμιστική ικανότητα εξαρτάται από την ποσότητα οξέως και συζυγούς


βάσης που υπάρχει στο διάλυμα.
 Για την ρυθμιστική ικανότητα σημαντικός είναι επίσης ο λόγος των
ποσοτήτων οξέος και της συζυγούς του βάση. Στην πραγματικότητα ένα
διάλυμα είναι ρυθμιστικό μόνο όσο οι αναλογίες των δύο
συγκεντρώσεων δεν διαφέρουν περισσότερο από 10, δηλαδή όταν .

Αντικαθιστώντας τα όρια αυτά στην εξίσωση Henderson–Hasselbach


προκύπτει ότι το pH ενός ρυθμιστικού διαλύματος βρίσκεται σε περιοχή
± 1 μονάδα pH γύρω από το pKa του οξέως ή της βάσης. Δηλαδή για ένα
ρυθμιστικό διάλυμα ισχύει ότι pH = pKa±1

Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων & Διατροφής


ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ (Λήμνος)

Ενότητα 4η
Υδατική ισορροπία/Ρυθμιστικά διαλύματα - pH

Δημήτρης Π. Μακρής PhD DIC


Επίκουρος Καθηγητής

Εξάμηνο 1ο . Ακαδημαϊκό έτος 2014 - 2015 dmakris@aegean.gr


Αναλυτικό Πρωτόκολλο

Πείραμα 1ο

Δίνεται διάλυμα οξικού οξέος (CH3COOΗ) συγκέντρωσης 0.2 Μ και όγκου 100 mL. Στο
διάλυμα προστίθενται 0.2 ή 0.4 g υδροξειδίου του νατρίου (NaOH) και το διάλυμα
αναδεύεται επαρκώς, έτσι ώστε να καταστεί ομοιογενές.

Πείραμα 2ο

Δίνεται διάλυμα όγκου 100 mL, το οποίο περιέχει 0.2 Μ οξικού οξέος και 0.2 Μ οξικού
νατρίου (CH3COONa). Στο διάλυμα προστίθενται 0.2 ή 0.4 g υδροξειδίου του νατρίου
(NaOH) και το διάλυμα αναδεύεται επαρκώς, έτσι ώστε να καταστεί ομοιογενές.

Α. Να υπολογιστεί το pH των τελικών διαλυμάτων.


Β. Να μετρηθεί το pH των τελικών διαλυμάτων με πεχάμετρο.
Γ. Να συζητηθούν πιθανές αποκλίσεις.

You might also like