Professional Documents
Culture Documents
ΛΑΚΚΑ ΑΧΙΛΛΕΙΑ
Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας
Χημικές Αντιδράσεις
Ατομική και Μοριακή Δομή:
Κβαντική θεωρία του ατόμου
Ηλεκτρονικές δομές και περιοδικότητα
Ιοντικός και ομοιοπολικός δεσμός
Διαλύματα / Χημικές Αντιδράσεις / Χημική Ισορροπία
Σχηματισμός διαλυμάτων / Αθροιστικές ιδιότητες
Χημική ισορροπία
Θεωρίες οξέων και βάσεων
Ισορροπίες οξέων και βάσεων
Ατομικός Αριθμός
5
Ο ατομικός αριθμός (Ζ) είναι ο αριθμός των πρωτονίων του πυρήνα ενός
ατόμου
Μαζικός Αριθμός
6
Άσκηση 1.1
9
Χημικό στοιχείο: η ουσία της οποίας όλα τα άτομα έχουν τον ίδιο ατομικό
αριθμό.
Χημικό σύμβολο: ένα ή δύο λατινικά γράμματα που χρησιμοποιούμε για
να παραστήσουμε το άτομο ενός συγκεκριμένου στοιχείου.
Ισότοπα: τα άτομα των οποίων οι πυρήνες έχουν τον ίδιο αριθμό
πρωτονίων, αλλά διαφορετικό αριθμό νετρονίων. Το υδρογόνο για
παράδειγμα έχει τρία ισότοπα.
Άσκηση 1.2
11
Πρωτόνια Νετρόνια
Άτομο Α 17 18
Άτομο Β 16 19
Άτομο Γ 17 19
Άτομο Δ 18 22
Ατομικό Βάρος / Μέση ατομική μάζα
12
Μέση ατομική μάζα: ο σταθμικός μέσος όρος των ατομικών μαζών των
φυσικών ισοτόπων του στοιχείου.
Το ατομικό βάρος ενός φυσικού στοιχείου είναι η μέση ατομική μάζα του
στοιχείου εκφρασμένη σε ατομικές μονάδες μάζας (ατομική μονάδα μάζας
είναι η μονάδα μάζας που ισούται ακριβώς με το ένα δωδέκατο της μάζας
ενός ατόμου άνθρακα - 12)
Άσκηση 1.3
13
Δεν βρίσκονται όλα τα στοιχεία στην ίδια αφθονία. Το υδρογόνο πιστεύεται ότι
αποτελεί το 75% της μάζας του σύμπαντος. Το οξυγόνο και το πυρίτιο μαζί αποτελούν
το 75% του φλοιού της Γης. Το οξυγόνο, ο άνθρακας και το υδρογόνο αποτελούν το
90% του ανθρώπινου σώματος.
16
Ομάδα 1Α – Αλκαλιμέταλλα: Στοιχεία όπως το λίθιο (Li), το νάτριο (Na), το κάλλιο (K),
το ρουβίδιο (Rb) και το καίσιο (Cs) είναι μαλακά μέταλλα. Αντιδρούν ταχέως (και
συχνά βίαια) με το νερό, παράγοντας βάσεις (αλκαλικές ενώσεις), γι’ αυτό και
ονομάζονται αλκαλιμέταλλα. Επειδή είναι δραστικά στοιχεία, στη φύση δεν
βρίσκονται ποτέ ελεύθερα, αλλά με τη μορφή ενώσεων.
Να σημειωθεί ότι το υδρογόνο που βρίσκεται στην ομάδα 1Α δεν είναι μέταλλο, αλλά
αέριο. Οι λόγοι κατάταξής του σ’ αυτή την ομάδα δεν έχουν να κάνουν με τις ιδιότητές
του.
Στοιχεία – Χημικές Ιδιότητες
18
Ομάδα 7Α – Αλογόνα: Το φθόριο (F), το χλώριο (Cl), το βρώμιο (Br) και το ιώδιο (I)
είναι έγχρωμα και διαβρωτικά μη-μέταλλα. Βρίσκονται στη φύση μόνο σε συνδυασμό
με άλλα στοιχεία, όπως το Na στο επιτραπέζιο αλάτι (NaCl).
Ομάδα 8Α – Ευγενή Αέρια: Το ήλιο (He), το νέο (Ne), το αργό (Ar), το κρυπτό (Kr), το
ξένο (Xe) και το ραδόνιο (Rn) είναι αέρια πολύ χαμηλής δραστικότητας. Το He, Ne και
το Ar δεν συνδυάζονται με κανένα άλλο στοιχείο. Το Kr και το Xe συνδυάζονται με
πολύ λίγα.
Τα στοιχεία γειτονικών ομάδων, παρότι δεν παρουσιάζουν ομοιότητες στο βαθμό που
αυτό συμβαίνει με τα στοιχεία της ίδιας ομάδας, μπορεί σε πολλές περιπτώσεις να
συμπεριφέρονται με συναφή τρόπο. Γι’ αυτό και ο περιοδικός πίνακας διαχωρίζεται
συχνά σε τρεις κύριες κατηγορίες:
Στοιχεία – Χημικές Ιδιότητες
20
Τα μέταλλα μπορούν εύκολα να χαρακτηριστούν από την εμφάνισή τους. Είναι όλα
στερεά σε θερμοκρασία δωματίου, εκτός από τον υδράργυρο και έχουν τη γνωστή
μεταλλική γυαλάδα. Είναι ελατά και όλκιμα και είναι καλοί αγωγοί της θερμότητας και
του ηλεκτρισμού.
Μη-Μέταλλα. Τα μη-μέταλλα βρίσκονται στη δεξιά πλευρά του περιοδικού πίνακα και
όπως και τα μέταλλα μπορούν εύκολα να χαρακτηριστούν από την εξωτερική τους
εμφάνιση. Έντεκα από τα δεκαεφτά είναι αέρια, ένα υγρό (Br) και μόνο πέντε είναι
στερεά σε θερμοκρασία δωματίου ο άνθρακας (C), ο φώσφορος (P), το θείο (S), το
σελήνιο (Se) και το ιώδιο (I).
Κανένα δεν έχει μεταλλική όψη και μερικά έχουν λαμπρό χρώμα. Τα στερεά μη-
μέταλλα είναι εύθραυστα και είναι φτωχοί αγωγοί της θερμότητας και του
ηλεκτρισμού.
Στοιχεία – Χημικές Ιδιότητες
22
Ημιμέταλλα. Εφτά από τα εννέα στοιχεία πλησίον του ζιγκ-ζαγκ ορίου μεταξύ
μετάλλων και μη-μετάλλων, το βόριο (B), το πυρίτιο (Si), το γερμάνιο (Ge), το αρσενικό
(As), το αντιμόνιο (Sb), το τελλούριο (Te) και το άστατο (At) είναι γνωστά ως
ημιμέταλλα ή μεταλλοειδή, επειδή οι ιδιότητές τους είναι ενδιάμεσες των γειτονικών
μετάλλων και μη-μετάλλων.
Ιόν: ένα ηλεκτρικά φορτισμένο σωματίδιο που λαμβάνεται από ένα άτομο ή
από μια ομάδα χημικά ενωμένων ατόμων με προσθήκη ή αφαίρεση
ηλεκτρονίων.
Ιοντική ένωση: η ένωση που δημιουργείται από την αμοιβαία έλξη ανάμεσα
σε κατιόντα και ανιόντα.
Παράδειγμα ιοντικής ένωσης
26
Ο τύπος μιας ιοντικής ένωσης γράφεται έτσι ώστε να δίνει τον μικρότερο
δυνατό ακέραιο αριθμό ιόντων στην ένωση.
Νa+ Cl-
Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων & Διατροφής
Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας (Καρδίτσα)
Ανόργανη Χημεία
Χημικές εξισώσεις
2
Σε κάθε εξίσωση, οι αριθμοί και τα είδη των ατόμων και στις δύο πλευρές θα πρέπει
να είναι πανομοιότυπα, έτσι ώστε η εξίσωση να είναι ισοσταθμισμένη. Αυτό
προκύπτει από την αρχή διατήρησης της μάζας. Όλες λοιπόν οι εξισώσεις θα πρέπει
να είναι ισοσταθμισμένες, γιατί κατά τη διάρκεια μιας χημικής αντίδρασης ούτε
δημιουργούνται ούτε καταστρέφονται άτομα.
5. Γίνεται έλεγχος για το αν και στις δύο πλευρές τις εξίσωσης υπάρχει ο ίδιος αριθμός
από κάθε άτομο και τα ίδια είδη ατόμων.
Παράδειγμα 1
Ισοστάθμιση Χημικών Εξισώσεων
7
Παράδειγμα 2
Άσκηση 2.1
8
Όταν γίνεται αναφορά στον αριθμό των μορίων ή των ιόντων που συμμετέχουν σε
μια χημική αντίδραση, είναι πολύ βολικό να χρησιμοποιείται ο όρος “mole” ή
γραμμομόριο (συντομογραφία: mol). Ένα mole οποιασδήποτε ουσίας είναι η
ποσότητα, της οποίας η μάζα (η γραμμομοριακή μάζα ) είναι ίση με τη μοριακή μάζα
(ή τη μάζα της τυπικής μονάδας) σε γραμμάρια. Ένα mole HCl, για παράδειγμα, έχει
μάζα 36.5 g (ή αλλιώς, η γραμμομοριακή μάζα του HCl είναι 36.5 g/mol).
Moles
10
Παράδειγμα
Δεδομένο: 15 g αιθυλενίου
Στοιχειομετρία
12
Σύμφωνα με την εξίσωση, 1 mol HCl αντιδρά με 1 mol C2H4. Για να βρεθεί η μάζα του
HCl που απαιτείται, θα πρέπει να βρεθεί πρώτα ο αριθμός των mol που αντιστοιχεί
στα 15 g.
Τώρα είναι γνωστά τα mol αιθυλενίου (0.536), είναι γνωστά και τα mol HCl. Εφόσον
λοιπόν είναι γνωστά τα mol HCl, μπορεί να υπολογιστεί η μάζα που αντιστοιχεί σε
0.536 mol.
13
Στοιχειομετρία
14
Άσκηση 2.2
Πόσα γραμμάρια σιδήρου μπορούν να παραχθούν από
1,00Kg Fe2O3 κατά την αντίδρασή
Άσκηση 2.3
Πόσα γραμμάρια υδροχλωρίου αντιδρούν με 5g διοξειδίου
του μαγγανίου σύμφωνα με την παρακάτω εξίσωση
4HCL (aq) + MnO2(s) 2H2O(l) + MnCl2(aq) + Cl2(g)
Απόδοση Χημικών Αντιδράσεων
15
Η έκταση της αντίδρασης που θα λάβει μέρος, λοιπόν, εξαρτάται από το αντιδρών
που βρίσκεται σε περιορισμένη αναλογία – το περιοριστικό αντιδρών. Το άλλο
αντιδρών λέγεται ότι είναι αντιδρών σε περίσσια.
Συγκέντρωση των Εν Διαλύσει Αντιδρώντων - Μοριακότητα
17
Εάν είναι γνωστά ο αριθμός των mol της διαλυμένης ουσίας και η μοριακότητα,
μπορεί να υπολογιστεί ο όγκος του διαλύματος.
Υπολογισμός molarity από μάζα και όγκο
Χρήση της molarity ως συντελεστή μετατροπής
19
Πολλές χημικές ουσίες είναι εμπορικά διαθέσιμες ως πυκνά διαλύματα, αλλά στην
κοινή εργαστηριακή πρακτική χρησιμοποιούνται διαλύματα πολύ μικρότερης
συγκέντρωσης. Γι’ αυτό το λόγο, υπάρχει η ανάγκη αραίωσης.
Αυτό που πρέπει πάντα να λαμβάνεται υπόψη όταν γίνεται η αραίωση ενός
διαλύματος, είναι ότι ο αριθμός των mol της διαλυμένης ουσίας είναι σταθερός αυτό
που αλλάζει είναι ο όγκος του διαλύματος, επειδή προστίθεται περισσότερος
διαλύτης. Με βάση λοιπόν τα παραπάνω ισχύει:
Όταν NaCl, μια ιοντική ένωση, διαλυθεί σε νερό, το διάλυμα περιέχει ξεχωριστά ιόντα
Na+ και Cl-, που περιβάλλονται από νερό. Λόγω της παρουσίας των ιόντων, το διάλυμα
NaCl άγει ηλεκτρισμό (μπορεί να περάσει μέσα από το διάλυμα ηλεκτρικό ρεύμα).
Ουσίες όπως το NaCl ή το KBr που διαλύονται σε νερό και παράγουν αγώγιμα
διαλύματα ιόντων ονομάζονται ηλεκτρολύτες. Ουσίες όπως η ζάχαρη ή η αιθανόλη,
που δεν παράγουν ιόντα σε υδατικό διάλυμα, ονομάζονται μη-ηλεκτρολύτες.
Ενώσεις που διίστανται σε μεγάλη έκταση (70 – 100%) σε ιόντα όταν διαλυθούν στο
νερό ονομάζονται ισχυροί ηλεκτρολύτες. Ενώσεις που διίστανται σε περιορισμένη
έκταση ονομάζονται ασθενείς ηλεκτρολύτες.
Μια προσεκτική ματιά στην προηγούμενη εξίσωση φανερώνει ότι τα ιόντα Κ+ και ΝΟ3-
δεν υπόκεινται σε αλλαγές κατά τη διάρκεια της αντίδρασης. Εμφανίζονται και στις
δύο πλευρές της εξίσωσης και λειτουργούν μόνο ως ιόντα – θεατές, των οποίων ο
μοναδικός ρόλος είναι να ισοσταθμίζουν το φορτίο.
Χημικές Αντιδράσεις
9
Χημικές Αντιδράσεις
10
Αντιδράσεις εξουδετέρωσης οξέων – βάσεων: Είναι διεργασίες κατά τις οποίες ένα
οξύ αντιδρά με μια βάση και παράγει νερό και μια ιοντική ένωση που ονομάζεται
άλας. Η κινητήρια δύναμη της αντίδρασης είναι ο σχηματισμός σταθερού
ομοιοπολικού μορίου νερού, μέσω της αφαίρεσης των Η+ (που προέρχονται απ’ το
οξύ) και των ΟΗ- (που προέρχονται από τη βάση).
Χημικές Αντιδράσεις
11
Για παράδειγμα, όταν μεταλλικό Mg αντιδρά με ατμούς I2, ένα άτομο Mg δίνει από
ένα ηλεκτρόνιο στο κάθε άτομο I. Έτσι το φορτίο του Mg αλλάζει από 0 σε +2, ενώ στο
κάθε άτομο Ι από 0 σε -1.
Αντιδράσεις Καταβύθισης και Κανόνες Διαλυτότητας
12
Αν μια ουσία έχει χαμηλή διαλυτότητα στο νερό, είναι πιθανό να καθιζάνει σ’ ένα
υδατικό διάλυμα. Αν έχει υψηλή διαλυτότητα στο νερό, δεν θα σχηματιστεί ίζημα.
Η διαλυτότητα είναι πολύπλοκο θέμα και δεν είναι πάντα εφικτή η σωστή πρόβλεψη.
Επιπρόσθετα, οι διαλυτότητες εξαρτώνται και από τις συγκεντρώσεις των
αντιδρώντων ιόντων, γι’ αυτό και οι έννοιες «διαλυτός» και «αδιάλυτος» δεν είναι
ακριβείς.
Ως ένας εμπειρικός κανόνας, μια ουσία είναι πιθανώς διαλυτή εάν πληροί ένα (ή και
τα δύο) από τα παρακάτω κριτήρια:
Αλογόνα: Cl-, Br-, I-, εκτός των ενώσεων Ag+, Hg22+ και Pb2+
Νιτρικό (NO3-), υπερχλωρικό (ClO4-), οξικό (CH3COO-) και θειϊκό (SO42-), εκτός των
θειϊκών Ba2+ Hg22+ και Pb2+.
Μια ουσία που δεν περιέχει ένα από τα παραπάνω ιόντα, είναι πιθανώς μη-διαλυτή.
Οι παραπάνω οδηγίες δεν καθιστούν δυνατή μόνο την πρόβλεψη δημιουργίας
ιζήματος, αλλά επιτρέπουν και την εσκεμμένη παραγωγή ιζήματος.
Το 1887 ο Σουηδός χημικός Arrhenius πρότεινε ότι τα οξέα είναι ουσίες που
διίστανται στο νερό και δίνουν ιόντα υδρογόνου (Η+) και βάσεις είναι ουσίες που
δίνουν ιόντα υδροξυλίου (ΟΗ-).
Το Η+, λοιπόν, προσκολλάται σ’ ένα μόριο νερού, δίνοντας το πιο σταθερό ιόν
υδρονίου (Η3Ο+). Για παράδειγμα, το HCl δίνει Cl-(aq) και Η3Ο+(aq) όταν διαλύεται στο
νερό:
Οι βάσεις, όπως και τα οξέα, μπορούν επίσης να είναι ισχυρές ή ασθενείς, κάτι το
οποίο εξαρτάται από την έκταση στην οποία διίστανται για να δημιουργήσουν ιόντα
ΟΗ- σε υδατικό διάλυμα. Τα περισσότερα υδροξείδια των μετάλλων, όπως π.χ. NaOH
Ba(OH)2 είναι ισχυροί ηλεκτρολύτες και ισχυρές βάσεις, αλλά η αμμωνία (ΝΗ3) είναι
ασθενής ηλεκτρολύτης και ασθενής βάση.
Οξέα, Βάσεις & Αντιδράσεις Εξουδετέρωσης
20
Όταν ένα οξύ και μια βάση αναμιγνύονται στη σωστή στοιχειομετρική αναλογία, και
οι όξινες και οι βασικές ιδιότητες εξαφανίζονται εξαιτίας της αντίδρασης
εξουδετέρωσης, η οποία παράγει νερό και άλας. Το ανιόν του άλατος (Α-) προέρχεται
από το οξύ και το κατιόν (Μ+) προέρχεται από τη βάση:
Διαγράφοντας τα ιόντα που εμφανίζονται και στις δύο πλευρές της εξίσωσης,
λαμβάνεται η τελική ιοντική εξίσωση, η οποία ισχύει για την αντίδραση
οποιουδήποτε ισχυρού οξέως με οποιαδήποτε ισχυρή βάση:
Για να γίνει αντιληπτό πότε μια αντίδραση Ο/Α λαμβάνει μέρος, θα πρέπει να οριστεί
για κάθε άτομο μιας ουσίας μια τιμή, η οποία ονομάζεται αριθμός οξείδωσης (ή
κατάσταση οξείδωσης). Αυτή η τιμή υποδεικνύει εάν ένα άτομο είναι ουδέτερο,
πλούσιο ή φτωχό σε ηλεκτρόνια. Συγκρίνοντας τον αριθμό οξείδωσης ενός ατόμου
πριν και μετά την αντίδραση, μπορεί να βρεθεί αν ένα άτομο έχασε ή έλαβε
ηλεκτρόνια.
2. Ένα άτομο σε μονοατομικό ιόν έχει αριθμό οξείδωσης ίσο με το φορτίο του.
Αντιδράσεις Οξείδωσης – Αναγωγής (Οξειδοαναγωγής)
26
3. Ένα άτομο σε πολυατομικό ιόν ή μοριακή ένωση έχει συνήθως τον ίδιο αριθμό
οξείδωσης που θα είχε εάν ήταν μονοατομικό ιόν.
Γενικά, όσο πιο αριστερά στον περιοδικό πίνακα βρίσκεται ένα στοιχείο, τόσο πιο
πιθανό είναι να έχει τη μορφή κατιόντος. Τα μέταλλα λοιπόν έχουν συνήθως θετικό
αριθμό οξείδωσης. Όσο πιο δεξιά βρίσκεται ένα στοιχείο, τόσο πιο πιθανό είναι να
έχει τη μορφή ανιόντος. Στοιχεία δηλαδή όπως Ο, Ν και αλογόνα έχουν συνήθως
αρνητικό αριθμό οξείδωσης.
Το υδρογόνο μπορεί να έχει αριθμό οξείδωσης είτε -1, είτε +1. Όταν είναι ενωμένο με
μέταλλο, όπως π.χ. Na ή Ca, έχει -1. Όταν είναι ενωμένο με μη-μέταλλο, όπως π.χ. Ο,
Ν, C ή Cl, τότε έχει +1.
Το οξυγόνο έχει συνήθως αριθμό οξείδωσης -2. Η πιο σημαντική εξαίρεση είναι οι
ουσίες που ονομάζονται υπεροξείδια, οι οποίες περιέχουν είτε ιόντα Ο22- είτε ένα
ομοιοπολικό δεσμό Ο-Ο στο μόριό τους. Κάθε άτομο Ο σ’ ένα υπεροξείδιο έχει
αριθμό οξείδωσης -1.
Αντιδράσεις Οξείδωσης – Αναγωγής (Οξειδοαναγωγής)
28
Τα αλογόνα έχουν συνήθως αριθμό οξείδωσης -1. Η πιο σημαντική εξαίρεση είναι οι
ενώσεις Cl, Br και I, στις οποίες το αλογόνο είναι ενωμένο με οξυγόνο. Σ’ αυτές τις
ενώσεις, το οξυγόνο έχει αριθμό οξείδωσης -2 και το αλογόνο θετικό αριθμό
οξείδωσης.
4. Το άθροισμα των αριθμών οξείδωσης είναι 0 για μια ουδέτερη ένωση και ίσο με το
καθαρό φορτίο σε πολυατομικό ιόν. Ο κανόνας αυτός είναι πολύ πρακτικός για την
εύρεση του αριθμού οξείδωσης ενός στοιχείου σε μια πολυατομική ένωση.
Για παράδειγμα, ζητείται ο προσδιορισμός του αριθμού οξείδωσης του ατόμου S στο
H2SO4, του Cl στο ClO4- και του Ν στο ΝΗ4+.
Αναγνώριση Αντιδράσεων Οξειδοαναγωγής
30
Γι’ αυτή τη διαδικασία, η σκωρίαση (σκούριασμα) του σιδήρου είναι ένα καλό
παράδειγμα. Τα αντιδρώντα, Fe και O2 είναι στοιχεία και επομένως έχουν και τα δύο
αριθμό οξείδωσης 0. Όταν αντιδράσουν όμως, στο προϊόν που θα παράξουν τα
άτομα οξυγόνου θα έχουν αριθμό οξείδωσης -2 και τα άτομα σιδήρου +3. Ο σίδηρος
δηλαδή θα υποστεί μια αλλαγή από 0 σε +3 (απώλεια ηλεκτρονίων – οξείδωση), και
το οξυγόνο από 0 σε -2 (πρόληψη ηλεκτρονίων – αναγωγή).
Μια παρόμοια ανάλυση μπορεί να γίνει και στην περίπτωση παραγωγής μεταλλικού
σιδήρου από Fe2O3. Το άτομο του σιδήρου ανάγεται γιατί από αριθμό οξείδωσης +3
πάει σε 0. Την ίδια στιγμή το άτομο C οξειδώνεται γιατί από αριθμό οξείδωσης 0 που
έχει στη στοιχειακή του μορφή, πάει σε +4 στο CO2. Το άτομο του οξυγόνου δεν
υφίσταται καμιά αλλαγή. Ο συνολικός αριθμός ηλεκτρονίων που χάνεται από τα
άτομα που οξειδώνονται (3C 4 e/C = 12) ισούται με τον αριθμό των ηλεκτρονίων
που προσλαμβάνονται από τα άτομα που ανάγονται (4Fe 3 e/Fe = 12).
Αναγνώριση Αντιδράσεων Οξειδοαναγωγής
32
Οι αντιδράσεις Ο/Α είναι κοινές σε όλα τα στοιχεία, εκτός των ευγενών αερίων (ομάδα
8Α). Γενικά, τα μέταλλα δρουν ως αναγωγικά μέσα, ενώ δραστικά μη-μέταλλα όπως
το Ο2 και τα αλογόνα, δρουν ως οξειδωτικά μέσα.
Ομοίως, μεταλλικό μαγνήσιο (Mg) αντιδρά με υδατικό διάλυμα οξέως (Η+) και
παράγει ιόν Mg2+ και αέριο Η2.
35
Η Σειρά Δραστικότητας των Στοιχείων
36
Η σχετική ευκολία με την οποία ένα ιόν / άτομο χάνει ή προσλαμβάνει ηλεκτρόνια,
δηλαδή πόσο εύκολα οξειδώνεται ή ανάγεται, καθορίζει εάν μια αντίδραση μεταξύ
ενός ιόντος και ενός στοιχείου είναι εφικτή.
Από την καταγραφή δεδομένων που προκύπτουν από μια διαδοχή διαφορετικών
αντιδράσεων είναι δυνατό να οργανωθεί μια σειρά δραστικότητας, η οποία
κατατάσσει τα στοιχεία με βάση την αναγωγική τους ικανότητα σε υδατικό διάλυμα.
37
Η Σειρά Δραστικότητας των Στοιχείων
38
Τα στοιχεία στην κορυφή του πίνακα χάνουν ηλεκτρόνια πιο εύκολα και συνεπώς
είναι ισχυρά αναγωγικά μέσα. Αντιθέτως, τα στοιχεία στη βάση του πίνακα χάνουν
ηλεκτρόνια λιγότερο εύκολα και είναι ασθενή αναγωγικά μέσα.
39
Η Σειρά Δραστικότητας των Στοιχείων
40
Η θέση του υδρογόνου στη σειρά κατάταξης είναι σημαντική, γιατί υποδεικνύει ποια
μέταλλα μπορούν ν’ αντιδράσουν με υδατικό διάλυμα οξέως (Η+) και ν’
απελευθερώσουν αέριο Η2. Τα μέταλλα στην κορυφή της κατάταξης – τα
αλκαλιμέταλλα της ομάδας 1Α και οι αλκαλικές γαίες της ομάδας 2Α – είναι τόσο
ισχυρά αναγωγικά μέσα που αντιδρούν ακόμα και με καθαρό νερό, όπου η
συγκέντρωση Η+ είναι πολύ χαμηλή.
Αντιθέτως, τα στοιχεία στη μέση της κατάταξης αντιδρούν με οξύ αλλά όχι με νερό και
αυτά χαμηλά στην κατάταξη δεν αντιδρούν ούτε με οξύ, ούτε με νερό.
Να σημειωθεί ότι τα περισσότερα δραστικά μέταλλα (κορυφή της κατάταξης) είναι στ’
αριστερά του περιοδικού πίνακα, ενώ αντιθέτως τα λιγότερο δραστικά (βάση της
κατάταξης) βρίσκονται στα δεξιά.
Ισοστάθμιση Αντιδράσεων Ο/Α – Η Μέθοδος Αριθμού Οξείδωσης
42
Για παράδειγμα, το KMnO4 αντιδρά με NaBr. Το ιόν MnO4- ανάγεται από το Br- σε
ιόντα Mn2+, ενώ παράγεται και Br2.
43
Το πρώτο βήμα είναι να ισοσταθμιστεί η αντίδραση για όλα τα άτομα, εκτός από το Ο
και Η.
Ακολούθως, βρίσκονται οι αριθμοί οξείδωσης όλων των ατόμων και στα αντιδρώντα
και στα προϊόντα.
Ισοστάθμιση Αντιδράσεων Ο/Α – Η Μέθοδος Αριθμού Οξείδωσης
44
Μετά, βρίσκονται τα άτομα των οποίων ο αριθμός οξείδωσης έχει αλλάξει, και έχουν
υποστεί είτε οξείδωση, είτε αναγωγή.
45
Το επόμενο βήμα είναι να υπολογιστεί η καθαρή αύξηση στον αριθμό οξείδωσης των
οξειδωμένων ατόμων και η καθαρή μείωση στον αριθμό οξείδωσης των ανηγμένων
ατόμων. Μετά, οι τιμές αυτές πολλαπλασιάζονται με κατάλληλους συντελεστές για να
γίνουν ίσες.
Ισοστάθμιση Αντιδράσεων Ο/Α – Η Μέθοδος Αριθμού Οξείδωσης
46
47
Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων & Διατροφής
Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας (Καρδίτσα)
Ανόργανη Χημεία
Η συχνότητα (ν) ενός κύματος είναι ο αριθμός των κυματικών κορυφών που περνάνε
από ένα δεδομένο σημείο ανά μονάδα χρόνου και εκφράζεται είτε ως 1/s (s-1) είτε ως
hertz (1 Hz = 1 s-1).
Το μήκος κύματος (λ) είναι η απόσταση της μιας κυματικής κορυφής από την επόμενη
και το πλάτος είναι το ύψος που ορίζεται από την απόσταση της κεντρικής γραμμής
μεταξύ κορυφής και του κατώτατου σημείου κάμψης.
4
Φως & Ηλεκτρομαγνητικό Φάσμα
5
Μελετώντας την ακτινοβολία που εκλύεται από αντικείμενα που έχουν θερμανθεί, ο
Planck συμπέρανε ότι η ενέργεια που ακτινοβολείται από ένα θερμαινόμενο
αντικείμενο δεν μπορεί να μεταβάλλεται μ’ ένα συνεχή τρόπο. Αντιθέτως, η ενέργεια
εκπέμπεται σε διακριτές ποσότητες, τα κβάντα.
Η ποσότητα της ενέργειας, Ε, που συνδέεται με ένα κβάντο Η/Μ ενέργειας εξαρτάται
από τη συχνότητα της ακτινοβολίας, ν, σύμφωνα με τη εξίσωση:
Για παράδειγμα, το κυανό φως (λ 450 nm) έχει βραχύτερο μήκος κύματος και φέρει
περισσότερη ενέργεια από το ερυθρό φως (λ 650 nm). Ομοίως, μια ακτίνα Χ (λ 1
nm) έχει μικρότερο μήκος κύματος και φέρει περισσότερη ενέργεια απ’ ότι ένα
ραδιοκύμα FM (λ 1010 nm ή 10 m).
Για την υποστήριξη αυτής της θεωρίας, ο de Broglie χρησιμοποίησε την εξίσωση του
Einstein:
Κυματικές Ιδιότητες της Ύλης - Η Εξίσωση de Broglie
11
Η εξίσωση de Broglie, λοιπόν, επιτρέπει τον υπολογισμό του «μήκους κύματος» ενός
ηλεκτρονίου ή οποιουδήποτε άλλου σωματιδίου ή αντικειμένου, που έχει μάζα m και
κινείται με ταχύτητα u:
Ο Heisenberg διατύπωσε ότι είναι αδύνατο να γνωρίζουμε ακριβώς που βρίσκεται ένα
ηλεκτρόνιο και ποια πορεία ακολουθεί. Αυτή η διατύπωση ονομάστηκε Αρχή
Αβεβαιότητας του Heisenberg. Με μαθηματικούς όρους, η αρχή του Heisenberg
εκφράζει ότι η αβεβαιότητα της θέσης ενός ηλεκτρονίου, Δx, επί την αβεβαιότητα της
ορμής του, Δmu, ισούται ή είναι μεγαλύτερη της ποσότητας h/4π.
Σύμφωνα μ’ αυτή την εξίσωση, δεν μπορεί ποτέ να είναι γνωστά και η θέση και η
ταχύτητα ενός ηλεκτρονίου (ή οποιουδήποτε άλλου αντικειμένου), πέρα από κάποιο
όριο ακρίβειας. Εάν γνωρίζουμε την ταχύτητα με μεγάλο βαθμό βεβαιότητας (μικρή
Δmu) , τότε η θέση ενός ηλεκτρόνιου πρέπει να είναι αβέβαιη (η Δx πρέπει να είναι
μεγάλη) και αντιστρόφως.
Κυματικές Συναρτήσεις & Κβαντικοί Αριθμοί
13
Ο κύριος κβαντικός αριθμός (n) είναι ένας θετικός ακέραιος (n = 1, 2, 3 κτλ.) από
τον οποίο εξαρτώνται κυρίως το μέγεθος και το ενεργειακό επίπεδο ενός
τροχιακού. Όσο μικρότερος είναι ο n τόσο χαμηλότερη είναι η ενέργεια του
ηλεκτρονίου σε ένα άτομο. Όσο μεγαλύτερος είναι ο n τόσο μεγαλύτερο και το
τροχιακό.
Κυματικές Συναρτήσεις & Κβαντικοί Αριθμοί
15
Καθώς αυξάνει η τιμή n, αυξάνει και ο αριθμός των επιτρεπόμενων τροχιακών και το
μέγεθος αυτών των τροχιακών μεγεθύνεται, επιτρέποντας έτσι στο ηλεκτρόνιο να
βρίσκεται σε μεγαλύτερη απόσταση από τον πυρήνα.
Επειδή απαιτείται ενέργεια για την απομάκρυνση ενός αρνητικού από ένα θετικό
φορτίο, αυτή η αυξημένη απόσταση μεταξύ του πυρήνα και του ηλεκτρονίου σημαίνει
ότι η ενέργεια του ηλεκτρονίου στο τροχιακό αυξάνει, καθώς αυξάνει ο κβαντικός
αριθμός n.
Τροχιακά της ίδιας κβαντικής κατάστασης n λέμε ότι ανήκουν στην ίδια
στιβάδα.
Γράμμα K L M N …
n 1 2 3 4 …
a) n = 1, l=1, ml = 0, ms = + ½
β) n = 3, l= 1, ml = -2, ms = - ½
γ) n = 2, l= 1, ml = 0, ms = + ½
δ) n = 2, l= 0, ml = 0, ms = 1
Από τις διάφορες πιθανότητες, τα τροχιακά s, p, d και f είναι τα πιο σημαντικά, επειδή
μόνο αυτά καταλαμβάνονται από ηλεκτρόνια στα γνωστά στοιχεία.
Τροχιακά s
Όλα τα s τροχιακά είναι σφαιρικά, που σημαίνει ότι η πιθανότητα εύρεσης ενός
ηλεκτρονίου εξαρτάται μόνο από την απόσταση από τον πυρήνα και όχι από την
κατεύθυνση. Επιπλέον, επειδή υπάρχει μόνο ένας πιθανός προσανατολισμός μιας
σφαίρας στο χώρο, ένα s τροχιακό έχει ml = 0 και υπάρχει μόνο ένα s τροχιακό ανά
στοιβάδα.
Η τιμή ψ2 για ένα s τροχιακό είναι υψηλή κοντά στον πυρήνα και μειώνεται δραστικά
καθώς η απόσταση από τον πυρήνα αυξάνει, αν και δεν μηδενίζεται ποτέ, ακόμα και
για μεγάλες αποστάσεις.
Αν και όλα τα s τροχιακά είναι σφαιρικά, υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των s
τροχιακών των διαφόρων στοιβάδων.
Για παράδειγμα, ένα 2s τροχιακό είναι σαν σφαίρα μέσα σε σφαίρα. Υπάρχουν δύο
περιοχές υψηλής πιθανότητας, που διαχωρίζονται από μια επιφάνεια μηδενικής
πιθανότητας, που ονομάζεται κόμβος.
Ομοίως, ένα 3s τροχιακό έχει τρεις περιοχές υψηλής πιθανότητας και δύο σφαιρικούς
κόμβους.
26
Τα Σχήματα των Τροχιακών
27
Τροχιακά p
Υπάρχουν τρεις επιτρεπτές τιμές για τον αριθμό ml, όταν l = 1. Έτσι, κάθε στοιβάδα
έχει τρία p τροχιακά, τα οποία είναι προσανατολισμένα στο χώρο σε γωνίες 90°
μεταξύ τους, κατά μήκος τριών συντεταγμένων x, y, z. Για παράδειγμα, τα τρία p
τροχιακά της δεύτερης στοιβάδας προσδιορίζονται ως 2px, 2py και 2pz.
28
Τα Σχήματα των Τροχιακών
29
Τροχιακά d
Η τρίτη και οι υψηλότερες στοιβάδες έχουν η καθεμία από πέντε d τροχιακά, τα οποία
διαφέρουν από τα αντίστοιχα s και p, επειδή έχουν δύο διαφορετικά σχήματα.
Τέσσερα από τα πέντε d τροχιακά έχουν σχήμα φύλλου τριφυλλιού και έχουν
τέσσερεις λοβούς μέγιστης πιθανότητας, οι οποίοι διαχωρίζονται από δύο κομβικά
επίπεδα διαμέσων του πυρήνα.
Το πέμπτο d τροχιακό είναι όμοιο σε σχήμα μ’ ένα pz τροχιακό, αλλά έχει μια
επιπρόσθετη περιοχή υψηλής πιθανότητας σχήματος donut, με κέντρο το επίπεδο xy.
Παρά το διαφορετικό σχήμα, όλα τα d τροχιακά σε μια στοιβάδα έχουν την ίδια
ενέργεια.
30
Ηλεκτρονικές δομές και διαγράμματα τροχιακών
31
Απαγορευτική αρχή του Pauli: Δύο ηλεκτρόνια σ’ ένα τροχιακό δεν μπορούν να έχουν
ίδιους και τους τέσσερις κβαντικούς αριθμούς.
Δεν μπορούμε να τοποθετήσουμε δύο ηλεκτρόνια με την ίδια τιμή ms σε ένα τροχιακό
Ένα τροχιακό μπορεί να έχει μόνο δύο ηλεκτρόνια, τα οποία πρέπει να έχουν
αντιπαράλληλο spin. Άρα, ένα άτομο με χ ηλεκτρόνια, έχει τουλάχιστον χ/2 τροχιακά.
Αριθμός Μέγιστος
Υποστιβάδα τροχιακών αριθμός
ηλεκτρονίων
s (l = 0) 1 2
p (l =1) 3 6
d (l=2) 5 10
f (l=3) 7 14
34
Εφαρμογή απαγορευτικής αρχής Pauli
35
Παραδείγματα
Υδρογόνο: Έχει ένα ηλεκτρόνιο, το οποίο πρέπει να τοποθετηθεί στο τροχιακό της πιο
χαμηλής ενέργειας, το 1s. Σ’ αυτήν την περίπτωση η δόμηση θεμελιώδους
κατάστασης χαρακτηρίζεται ως 1s1. Ο επιγεγραμμένος άνω δείκτης υποδεικνύει τον
αριθμό των ηλεκτρονίων που βρίσκονται στο συγκεκριμένο τροχιακό.
Παραδείγματα
Δόμηση Ηλεκτρονίων των Πολυ-Ηλεκτρονιακών Ατόμων
43
Παραδείγματα
Για παράδειγμα, όλα τα στοιχεία της ομάδας 1Α έχουν μια s1 δόμηση στη στοιβάδα
σθένους. Τα στοιχεία της ομάδας 2Α έχουν δόμηση s2 και τα στοιχεία της 3Α s2 p1.
Οι ομάδες 1Α και 2Α στ’ αριστερά του πίνακα είναι τα στοιχεία του s-block, γιατί
προκύπτουν από τη συμπλήρωση ενός s τροχιακού.
48
Ο κανόνας του Hund (ή της μέγιστης πολλαπλότητας του spin)
49
50
Ο κανόνας του Hund (ή της μέγιστης πολλαπλότητας του spin)
51
Υπάρχουν τρεις φυσικές ιδιότητες των ατόμων που είναι πολύ σημαντικές
στην περιγραφή του χημικού δεσμού. Πρόκειται για την ατομική ακτίνα, την
ενέργεια ιοντισμού και την ηλεκτρονική συγγένεια. Οι τρεις αυτές, περιοδικά
μεταβαλλόμενες ιδιότητες, σχετίζονται τόσο μεταξύ τους, όσο και με τη γενική
συμπεριφορά των στοιχείων.
19K: 1s , 2s , 2p , 3s , 3p , 4s , Z* ≈ 19 - 18 = 1.
2 2 6 2 6 1
37Rb: 1s , 2s , 2p , 3s , 3p , 3d , 4s , 4p , 5s , Z* ≈ 37 - 36 = 1.
2 2 6 2 6 10 2 6 1
Το Zeff μέσα σε μια περίοδο αυξάνεται από αριστερά προς τα δεξιά (αυξάνεται
το πυρηνικό φορτίο και ταυτόχρονα ο αριθμός των ηλεκτρονίων κορμού
παραμένει σταθερός). Έστω για παράδειγμα τα στοιχεία της 2ης περιόδου:
3Li:1s2, 2s1, Z* ≈ 3 - 2 = 1.
4Be: 1s , 2s , Z* ≈ 4 - 2 = 2.
2 2
5B: 1s , 2s , 2p Z* ≈ 5-2= 3.
2 2 1
6C: 1s , 2s , 2p , Z* ≈ 6-2 = 4.
2 2 2
Η ποσότητα της ενέργειας που είναι απαραίτητη για την απόσπαση του ηλεκτρονίου
με την υψηλότερη ενέργεια από ένα ουδέτερο άτομο στην αέρια φάση του
ονομάζεται ενέργεια ιοντισμού (Εi). Η τιμές της ενέργειας ιοντισμού είναι πάντα
θετικές.
Ενέργεια Ιοντισμού
15
Μέσα σε μια περίοδο του Π.Π. και από αριστερά προς τα δεξιά:
Η ατομική ακτίνα ελαττώνεται, ενώ το Zeff αυξάνεται
Η ενέργεια ιοντισμού αυξάνεται.
Μέσα σε μια ομάδα του Π.Π. και από πάνω προς τα κάτω:
Η ατομική ακτίνα αυξάνεται, ενώ το Zeff παραμένει σχεδόν αμετάβλητο
Η ενέργεια ιοντισμού μειώνεται
Ηλεκτρονική Συγγένεια
17
Η ηλεκτρονική συγγένεια (Εea) ενός ατόμου είναι η μεταβολή της ενέργειας που
συμβαίνει όταν ένα ηλεκτρόνιο προστίθεται σ’ ένα άτομο στην αέρια φάση του. Αν το
αρνητικό ιόν είναι σταθερό (δηλαδή δεν μετατρέπεται αυθόρμητα σε ουδέτερο άτομο
και ελεύθερο ηλεκτρόνιο) οι τιμές της ηλεκτρονικής συγγένειας είναι αρνητικές.
Όσο πιο αρνητική μια τιμή Eea, τόσο μεγαλύτερη η τάση ενός ατόμου να δέχεται
ηλεκτρόνια και τόσο μεγαλύτερη η σταθερότητα του προκύπτοντος ανιόντος.
Τα στοιχεία της ομάδας 7Α έχουν τις πιο αρνητικές τιμές, που αντιστοιχούν σε μεγάλη
έκλυση ενέργειας, ενώ τα στοιχεία των ομάδων 2Α και 8Α ηλεκτρονικές συγγένειες
κοντά στο μηδέν ή θετικές (απορρόφηση ενέργειας).
Μεταβολή της ηλεκτρονικής συγγένειας συναρτήσει
του ατομικού αριθμού
18
Μέσα σε μια ομάδα του Π.Π. και από πάνω προς τα κάτω:
Η ατομική ακτίνα αυξάνεται, ενώ το Zeff παραμένει σχεδόν αμετάβλητο
Η ΗΣ ελαττώνεται
Μέσα σε μια περίοδο του Π.Π. και από αριστερά προς τα δεξιά:
Η ατομική ακτίνα ελαττώνεται, ενώ το Zeff αυξάνεται
Η ΗΣ αυξάνεται.
Τα αλκαλιμέταλλα της ομάδας 1Α – Li, K, Na, Ca, Rb, Cs και Fr – έχουν τις μικρότερες
ενέργειες ιοντισμού απ’ όλα τα στοιχεία, εξαιτίας της ns1 ηλεκτρονιακής δόμησης της
στοιβάδας σθένους. Χάνουν, λοιπόν, εύκολα αυτό το ns1 ηλεκτρόνιο στις χημικές
αντιδράσεις και δίνουν ιόντα +1. Γι’ αυτό και συγκαταλέγονται στα πιο ισχυρά
αναγωγικά μέσα του περιοδικού πίνακα.
21
Αντιδράσεις των Αλκαλιμετάλλων
22
Αντίδραση με αλογόνα
Αντίδραση με οξυγόνο
Αντίδραση με νερό
25
Αντιδράσεις των Αλκαλιμετάλλων
26
Αντίδραση με νερό
Η αντίδραση με νερό είναι μια διεργασία Ο/Α, κατά τη οποία το μέταλλο χάνει ένα
ηλεκτρόνιο και οξειδώνεται σε ιόν +1. Το υδρογόνο προσλαμβάνει ένα ηλεκτρόνιο και
ανάγεται σε Η2. Δεν ανάγονται όμως όλα τα Η. Αυτά στο ΟΗ- έχουν αριθμό οξείδωσης
+1.
Τα αλογόνα – F, Cl, Br, I και At – είναι μη-μέταλλα, υπάρχουν ως διατομικά μόρια και
έχουν την τάση να προσλαμβάνουν ηλεκτρόνια όταν συμμετέχουν σε αντιδράσεις
Ο/Α, εξαιτίας της ns2 np5 ηλεκτρονιακής δομής. Τα αλογόνα, δηλαδή, είναι ισχυρά
οξειδωτικά μέσα.
28
Αντιδράσεις Αλογόνων
29
Αντίδραση με μέταλλα
Η δραστικότητα των αλογόνων μειώνεται προς τα κάτω στον περιοδικό πίνακα, γιατί
γενικά μειώνεται η ηλεκτρονιακή τους συγγένεια. Έτσι, η δραστικότητά τους είναι:
Αντιδράσεις Αλογόνων (Αντίδραση με μέταλλα)
30
Ένα δραστικό μέταλλο και ένα δραστικό Το Cl2(g) που εισάγεται στο διάλυμα των
αμέταλλο) αντιδρούν έντονα παράγοντας το ιόντων I (aq), ως ισχυρότερο οξειδωτικό από
–
Αντιδράσεις Αλογόνων
31
Αντίδραση με υδρογόνο
Τα αντιθέτως φορτισμένα ιόντα Na+ και Cl- που προκύπτουν όταν ένα άτομο Na
μεταφέρει ένα ηλεκτρόνιο στο άτομο Cl έλκονται μεταξύ τους με ηλεκτροστατικές
δυνάμεις, ενώνονται δηλαδή με ιοντικό δεσμό. Κάθε δεδομένο ιόν τείνει να ελκύει
όσο το δυνατόν περισσότερα γειτονικά ιόντα αντίθετου φορτίου. Όταν συγκεντρωθεί
ένας μεγάλος αριθμός ιόντων μαζί, σχηματίζεται ένα ιοντικό στερεό. Το στερεό έχει
συνήθως μια κανονική (συμμετρική) κρυσταλλική δομή η οποία επιτρέπει οι μέγιστες
δυνατές έλξεις ανάμεσα σε ιόντα δεδομένου μεγέθους.
Ιοντικοί Δεσμοί & Σχηματισμός Ιοντικών Στερεών
3
Ένας ορατός κρύσταλλος NaCl δεν αποτελείται από ξεχωριστά ζεύγη ιόντων Na+ και Cl.
Στην πραγματικότητα, το στερεό NaCl αποτελείται από ένα τεράστιο τρισδιάστατο
δίκτυο ιόντων, στο οποίο κάθε Na+ περιβάλλεται και έλκεται από πολλά Cl-. Το ίδιο
ισχύει και για το Cl-.
Για τα στοιχεία των κύριων ομάδων, η απώλεια ηλεκτρονίων από ένα μέταλλο για τον
σχηματισμό ενός κατιόντος γίνεται από το τροχιακό με την υψηλότερη ενέργεια, ενώ
αντιθέτως, τα ηλεκτρόνια που προσλαμβάνονται από ένα μη-μέταλλο για το
σχηματισμό ανιόντος, τοποθετούνται στο χαμηλότερης ενέργειας μη-κατειλημμένο
τροχιακό, σύμφωνα με την αρχή aufbau.
Στοιχεία ομάδας 1Α: Χάνουν ένα ηλεκτρόνιο σθένους για να σχηματίσουν θετικά
ιόντα.
Στοιχεία ομάδας 2Α: Χάνουν δύο ηλεκτρόνια σθένους για να σχηματίσουν ιόντα με
φορτίο +2.
Ο Κανόνας Octet
8
Το οκτώ είναι λοιπόν ο «μαγικός αριθμός» για τα ηλεκτρόνια της στοιβάδας σθένους.
Η απόσπαση ηλεκτρονίων από μια συμπληρωμένη octet είναι δύσκολη, γιατί
συγκρατούνται ισχυρά από υψηλή Zeff. Η προσθήκη ηλεκτρονίων σε μια
συμπληρωμένη octet είναι επίσης δύσκολη, γιατί δεν υπάρχουν τροχιακά χαμηλής
ενέργειας.
9
Ιοντικές Ακτίνες
10
Το κατιόν που προκύπτει όταν αφαιρείται ένα ηλεκτρόνιο από ένα ουδέτερο άτομο
είναι μικρότερο από το άτομο (α) γιατί το ηλεκτρόνιο αφαιρείται από ένα μεγάλο
τροχιακό στοιβάδας σθένους και (β) γιατί αυξάνει το δραστικό πυρηνικό φορτίο (Zeff).
Ιοντικές Ακτίνες
11
Επειδή όμως η ενέργεια είναι ίση με την ισχύ επί την απόσταση, τότε:
Η τιμή της σταθερά εξαρτάται από τη διευθέτηση των ιόντων σε μια συγκεκριμένη
ένωση και είναι διαφορετική στις διαφορετικές ενώσεις.
Ομοιοπολικός δεσμός
18
Ο Ομοιοπολικός Δεσμός
19
Εάν οι ελκτικές δυνάμεις είναι ισχυρότερες από τις απωστικές σχηματίζεται ένας
ομοιοπολικός δεσμός, με τη σύνδεση των δύο ατόμων και το μοίρασμα των
ηλεκτρονίων, τα οποία καταλαμβάνουν το διάστημα μεταξύ των δύο πυρήνων. Αυτό
που συμβαίνει είναι ότι και οι δύο πυρήνες έλκονται ταυτόχρονα και από τα δύο
ηλεκτρόνια και συγκρατούνται μαζί.
Ομοιοπολικός δεσμός: Χημικός δεσμός που σχηματίζεται με το μοίρασμα ενός
ζεύγους ηλεκτρονίων μεταξύ ατόμων
20
Ο Ομοιοπολικός Δεσμός
21
Τα μεγέθη των διαφόρων ελκτικών και απωστικών δυνάμεων μεταξύ των πυρήνων και
των ηλεκτρονίων σ’ έναν ομοιοπολικό δεσμό εξαρτώνται από την εγγύτητα των
ατόμων.
Εάν τα άτομα υδρογόνου απέχουν πολύ μεταξύ τους, οι ελκτικές δυνάμεις είναι
ασθενείς και δεν δημιουργείται δεσμός.
Εάν είναι πολύ κοντά, η απωστική αλληλεπίδραση των πυρήνων γίνεται τόσο ισχυρή,
που ωθεί τα άτομα μακριά.
Υπάρχει δηλαδή μια βέλτιστη απόσταση μεταξύ των πυρήνων που ονομάζεται μήκος
δεσμού. Σ’ αυτήν την απόσταση οι ελκτικές δυνάμεις μεγιστοποιούνται και το μόριο
έχει τη βέλτιστη σταθερότητα.
22
Η Ισχύς των Ομοιοπολικών Δεσμών
23
Το ποσό της ενέργειας που πρέπει να διοχετευθεί για να διασπαστεί ένας χημικός
δεσμός ενός μορίου που βρίσκεται στην αέρια φάση του (η ενέργεια που
απελευθερώνεται όταν σχηματίζεται ο δεσμός) ονομάζεται ενέργεια διάστασης
δεσμού (bond dissociation energy – D).
Ένα μόριο Η2, για παράδειγμα, γράφεται δείχνοντας ένα ζεύγος κουκκίδων ανάμεσα
στα άτομα Η, υποδεικνύοντας ότι τα Η μοιράζονται το ζεύγος των ηλεκτρονίων σ’ ένα
ομοιοπολικό δεσμό.
Το στοιχείο του φθορίου (ομάδα 7Α) έχει εφτά ηλεκτρόνια σθένους και η δομή κατά
Lewis του μορίου F2 πως μπορεί να σχηματισθεί ο ομοιοπολικός δεσμός:
(Δεσμικό ζεύγος)
(Μονήρες ή μη
Δεσμικό ζεύγος)
Έξι από τα εφτά ηλεκτρόνια σθένους στο άτομο F είναι ήδη σε ζεύγη σε τρία
συμπληρωμένα ατομικά τροχιακά και δεν μπορούν να μοιραστούν σ’ ένα δεσμό. Το
έβδομο ηλεκτρόνιο σθένους, όμως, είναι ασύζευκτο και μπορεί να σχηματίσει
ομοιοπολικό δεσμό μ’ ένα άλλο άτομο F.
Στοιχεία ομάδας 3Α: Έχουν τρία ηλεκτρόνια σθένους και επομένως μπορούν να
σχηματίσουν τρεις δεσμούς ηλεκτρονιακών ζευγών.
Στοιχεία ομάδας 4Α: Έχουν τέσσερα ηλεκτρόνια σθένους και μπορούν να σχηματίσουν
τέσσερεις δεσμούς.
Στοιχεία ομάδας 5Α: Έχουν πέντε ηλεκτρόνια σθένους και μπορούν να σχηματίσουν
τρεις δεσμούς.
Στοιχεία ομάδας 6Α: Έχουν έξι ηλεκτρόνια σθένους και σχηματίζουν δύο δεσμούς.
Αναπαράσταση Δομών με Ηλεκτρόνια - Κουκκίδες
29
Στοιχεία ομάδας 7Α: Έχουν εφτά ηλεκτρόνια σθένους και μπορούν να σχηματίσουν
ένα δεσμό.
Στοιχεία ομάδας 8Α (ευγενή αέρια): Η στοιβάδα σθένους έχει δόμηση octet. Σπάνια
σχηματίζουν ομοιοπολικούς δεσμούς.
Δεν περιέχουν όλοι οι δεσμοί μόνο ένα μοιρασμένο ηλεκτρονιακό ζεύγος (απλός
δεσμός). Σε μόρια όπως το Ο2, Ν2 και πολλά άλλα, τα άτομα μοιράζονται περισσότερα
από ένα ζεύγη ηλεκτρονίων, σχηματίζοντας πολλαπλούς ομοιοπολικούς δεσμούς.
Για παράδειγμα, τα άτομα Ο στο μόριο Ο2 επιτυγχάνουν δόμηση octet της στοιβάδας
σθένους με τη νομή τεσσάρων ηλεκτρονίων (δύο ζεύγη), δημιουργώντας ένα διπλό
δεσμό. Ομοίως στο Ν2 τα άτομα μοιράζονται έξι ηλεκτρόνια (τρία ζεύγη)
σχηματίζοντας ένα τριπλό δεσμό.
Αναπαράσταση Δομών με Ηλεκτρόνια - Κουκκίδες
31
Ανάμεσα στον ιοντικό δεσμό (μεταφορά ηλεκτρονίων) και τον ομοιοπολικό (νομή
ηλεκτρονίων) υπάρχει ένα ευρύ φάσμα δεσμών ενδιάμεσης φύσης, όπου τα
ηλεκτρόνια νέμονται άνισα, αλλά δεν υπάρχει πλήρης μεταφορά. Όταν συμβαίνει
αυτό, ο δεσμός χαρακτηρίζεται ως πολικός ομοιοπολικός δεσμός (polar covalent
bond).
Ως παράδειγμα, μπορεί να γίνει η σύγκριση τριών ουσιών του NaCl, του HCl και του
Cl2.
NaCl: Ο δεσμός θεωρητικά είναι ιοντικός μεταξύ των Na+ και Cl-, αλλά μελέτες έχουν
δείξει ότι η φύση του είναι μόνο κατά 80% ιοντική. Αυτό συμβαίνει γιατί το
ηλεκτρόνιο που προσφέρθηκε από το Na στο Cl εξακολουθεί να βρίσκεται για
περιορισμένο χρονικό διάστημα κοντά στο Na. Ο χάρτης ηλεκτροστατικού δυναμικού
δείχνει με παραστατικό τρόπο την κατανομή των ηλεκτρονίων στο μόριο.
Πολικοί Ομοιοπολικοί Δεσμοί - Ηλεκτραρνητικότητα
35
HCl: Ο δεσμός είναι ένας πολικός ομοιοπολικός. Το άτομο του Cl έλκει το το ζεύγος
των ηλεκτρονίων του δεσμού πιο ισχυρά απ’ ότι το υδρογόνο και αυτό έχει ως
αποτέλεσμα την ασύμμετρη κατανομή ηλεκτρονίων.
Έτσι, το Cl έχει ένα μερικώς αρνητικό φορτίο και το Η ένα μερικώς θετικό.
Πειραματικώς έχει βρεθεί ότι ο δεσμός στο HCl είναι 83% ομοιοπολικός και 17%
ιοντικός.
Cl2: Ο δεσμός σ’ ένα μόριο χλωρίου είναι μη-πολικός ομοιοπολικός και τα ηλεκτρόνια
του δεσμού έλκονται το ίδιο από τα δύο πανομοιότυπα άτομα χλωρίου. Παρόμοιες
περιπτώσεις υπάρχουν για όλα τα διατομικά μόρια που έχουν ομοιοπολικό δεσμό
μεταξύ δύο πανομοιότυπων ατόμων.
Πολικοί Ομοιοπολικοί Δεσμοί - Ηλεκτραρνητικότητα
37
Παρατηρείται ότι το κεντρικό άτομο δεν έχει δόμηση octet, κάτι το οποίο θα
μπορούσε να πραγματοποιηθεί με μετακίνηση ενός ζεύγους ηλεκτρονίων από τα
πλευρικά άτομα Ο.
Δομές Lewis & Συντονισμός
43
Στην πραγματικότητα καμιά από τις προηγούμενες δομές δεν είναι σωστή. Σε
οποιαδήποτε περίπτωση είναι δυνατή η αναπαράσταση δομής ενός μορίου κατά
Lewis με περισσότερες από μία μορφές, τότε η πραγματική ηλεκτρονιακή δομή είναι
ένας μέσος όρος των διαφόρων δυνατοτήτων που ονομάζεται υβρίδιο συντονισμού.
Το σχήμα ενός μορίου, όπως και πολλές άλλες μοριακές ιδιότητες, καθορίζεται από
την ηλεκτρονιακή δομή των ενωμένων ατόμων. Το προσεγγιστικό σχήμα ενός μορίου
μπορεί να προβλεφθεί χρησιμοποιώντας το μοντέλο άπωσης ηλεκτρονιακών ζευγών
της στοιβάδας σθένους (valence-shell electron-pair repulsion, VSEPR).
1. Καταγράφεται η δομή του μορίου κατά Lewis και γίνεται καταμέτρηση του αριθμού
των νεφών φορτίου που περιβάλλουν το υπό μελέτη άτομο. Το νέφος φορτίου είναι
μια ομάδα ηλεκτρονίων, είτε δεσμικά είτε μονήρη. Δηλαδή ο αριθμός των νεφών
φορτίου είναι ο συνολικός αριθμός των δεσμών και των μονήρων ηλεκτρονίων. Οι
πολλαπλοί δεσμοί μετράνε όπως και οι απλοί, γιατί δεν παίζει ρόλο ο αριθμός των
ηλεκτρονίων που απαρτίζουν κάθε νέφος.
2. Γίνεται πρόβλεψη της διάταξης των νεφών φορτίου γύρω από κάθε άτομο,
υποθέτοντας ότι τα νέφη είναι προσανατολισμένα στο χώρο έτσι ώστε να βρίσκονται
όσο το δυνατόν μακρύτερα. Το πώς επιτυγχάνεται αυτός ο προσανατολισμός
εξαρτάται από τον αριθμό τους.
Μοριακά Σχήματα: Το Μοντέλο VSEPR
4
Δύο νέφη φορτίου: Σ’ αυτήν την περίπτωση τα νέφη βρίσκονται μακρύτερα όταν
βρίσκονται σε ακριβώς αντίθετες κατευθύνσεις. Για παράδειγμα, τα μόρια CO2 και
HCN είναι γραμμικά μόρια με γωνίες δεσμών 180°.
Τρία νέφη φορτίου: Σ’ αυτήν την περίπτωση τα νέφη βρίσκονται μακρύτερα όταν
βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο και προσανατολίζονται προς τις γωνίες ενός ισοσκελούς
τριγώνου.
Επίπεδη τριγωνική ΑΧ3
Κεκκαμένη (ή γωνιακή)
ΑΧ2
Μοριακά Σχήματα: Το Μοντέλο VSEPR
BeF2
3 0 Επίπεδη
τριγωνική ΑB3
3 Επίπεδη BF3
Μονήρες
τριγωνική ζεύγος
2 1 Κεκαμμένη
ή γωνιακή ΑB2E
(http://www.klouras.chem.upatras.gr/el/)
SO2
Τέσσερα νέφη φορτίου: Σ’ αυτήν την περίπτωση τα νέφη βρίσκονται μακρύτερα όταν
τείνουν προς τις γωνίες ενός κανονικού τετράεδρου, με το κεντρικό άτομο να
βρίσκεται στο κέντρο του τετράεδρου (CH4, NH3, H2O).
Τετραεδρική ΑΒ4
Τριγωνική
πυραμιδική ΑΒ3Ε
Κεκαμμένη
ή γωνιακή ΑΒ2Ε2
CH4
4 3 1 Τετραεδρική Τριγωνική
πυραμιδική ΑΒ3Ε
NH3
2 2 Κεκαμμένη
ή γωνιακή ΑΒ2Ε2
(http://www.klouras.chem.upatras.gr/el/) H2O
Μοριακά Σχήματα: Το Μοντέλο VSEPR
Γιατί έχουμε αποκλίσεις των γωνιών δεσμών από τις ιδανικές τιμές, όταν
υπάρχουν μονήρη ηλεκτρονικά ζεύγη;
Ένα μονήρες ζεύγος ηλεκτρονίων απαιτεί περισσότερο χώρο από ένα δεσμικό
ζεύγος. Το μονήρες ζεύγος είναι στο χώρο πιο διάχυτο, ενώ το δεσμικό ζεύγος
συγκρατείται πιο κοντά στους πυρήνες.
ΝΗ3: Το μονήρες ζεύγος στο άτομο του αζώτου διεκδικεί περισσότερο χώρο
από ό,τι τα δεσμικά ζεύγη.
105ο
(http://www.klouras.chem.upatras.gr/el/)
Αποκλίσεις των γωνιών δεσμών από τις ιδανικές τιμές έχουμε και όταν τα
περιφερειακά άτομα γύρω από το κεντρικό άτομο διαφέρουν σε
ηλεκτραρνητικότητα.
Χλωρομεθάνιο, CH3Cl
(http://www.klouras.chem.upatras.gr/el/)
Μοριακά Σχήματα: Το Μοντέλο VSEPR
13
(http://www.klouras.chem.upatras.gr/el/)
Θεωρία του Δεσμού Σθένους
14
Για παράδειγμα, σ’ ένα μόριο F2, ο δεσμός F – F προκύπτει από την αλληλοεπικάλυψη
δύο 2p τροχιακών που έχουν από ένα ηλεκτρόνιο. Τα δύο p τροχιακά θα πρέπει να
τείνουν επακριβώς το ένα προς το άλλο για βέλτιστη αλληλοεπικάλυψη, και ο δεσμός
σχηματίζεται κατά μήκος του άξονα των τροχιακών.
2. Καθένα από τα ενωμένα άτομα περιέχει τα δικά του ατομικά τροχιακά, αλλά το
ηλεκτρονιακό ζεύγος στα αλληλεπικαλυπτόμενα τροχιακά μοιράζεται και στα δύο
άτομα.
Γιατί η διεγερμένη κατάσταση δεν είναι αρκετή για την περιγραφή των τεσσάρων
δεσμών που σχηματίζει ο άνθρακας (π.χ. στο μεθάνιο);
Γιατί ο σχηματισμός του CΗ4 δεν μπορεί να ερμηνευθεί βάσει
της διεγερμένης κατάστασης του ατόμου C
2.Όσον αφορά στη γεωμετρία του CΗ4, οι τρεις δεσμοί 2p–1s θα σχημάτιζαν
ορθές γωνίες μεταξύ τους, ενώ ο τέταρτος δεσμός 2s–1s θα είχε τυχαίο
προσανατολισμό.
Το πείραμα δείχνει ότι οι 4 δεσμοί C–Η στο μεθάνιο είναι πανομοιότυποι και
η γεωμετρία του μορίου τετραεδρική (κάθε γωνία Η–C–Η = 109ο ).
(http://www.klouras.chem.upatras.gr/el/)
23
Οι τέσσερις δεσμοί C–H στο μεθάνιο
προέρχονται από επικαλύψεις s-sp3
24
(http://www.klouras.chem.upatras.gr/el/)
Πώς περιγράφουμε τους δεσμούς γύρω από ένα άτομο βάσει
της θεωρίας VB
O H
1. Γράφουμε τη δομή Lewis του νερού
H
2. Τα τέσσερα ΗΖ γύρω από το οξυγόνο υποδηλώνουν
τετραεδρικό προσανατολισμό.
3.Τετραεδρικός προσανατολισμός των ΗΖ σημαίνει τύπος υβριδισμού sp3
4.Τοποθετούμε τα ηλεκτρόνια σθένους του οξυγόνου, ένα σε κάθε υβριδικό
τροχιακό. Επειδή τα ηλεκτρόνια υπερτερούν, σχηματίζουμε δύο μονήρη
ΗΖ.
(http://www.klouras.chem.upatras.gr/el/)
5. ∆ημιουργούμε τους δύο δεσμούς Ο–Η
γύρω από το κεντρικό άτομο του οξυγόνου.
Κάθε δεσμός Ο–Η σχηματίζεται από sp3
επικάλυψη ενός τροχιακού 1s από πλευράς
υδρογόνου με ένα από τα ημικατειλημμένα sp3 sp3
sp3 υβριδικά τροχιακά του οξυγόνου. s
sp3
2p
sp3 sp3
2s
μονήρη δεσμοί O-Η
ζεύγη
Ε
1s 1s 1s
Άτομο O Άτομο O Άτομο O
(θεμελιώδης (υβριδισμένο) (στο μόριο H2O)
κατάσταση)
(http://www.klouras.chem.upatras.gr/el/)
2p 2p π δεσμός
Το μόριο του Η2
33
Θεωρία Μοριακών Τροχιακών
34
Η τάξη δεσμού είναι ο αριθμός των ζευγών ηλεκτρονίων που μοιράζονται τα δύο
άτομα. Μπορεί να υπολογιστεί από ένα διάγραμμα μοριακού τροχιακού, αφαιρώντας
τα αντιδεσμικά από τα δεσμικά ηλεκτρόνια και διαιρώντας δια 2.
Άτομο He Άτομο He
σ*2s
Α Α
2s 2s
E
σ2s
Τα τροχιακά 2s των δύο ατόμων Α συνδυάζονται όπως ακριβώς και τα 1s, που
είδαμε στο σχηματισμό του μορίου του υδρογόνου, και δίνουν ένα δεσμικό ΜΟ
σ2s και ένα αντιδεσμικό σ*2s.
36
(http://www.klouras.chem.upatras.gr/el/)
41
Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων & Διατροφής
Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας (Καρδίτσα)
Ανόργανη Χημεία
Θερμότητα Αντίδρασης
2
Ενέργεια
4
Η κινητική ενέργεια (EΚ) είναι η ενέργεια της κίνησης. Το ποσό της ενέργειας σ’ ένα
κινούμενο με ταχύτητα u αντικείμενο μάζας m είναι:
Η δυναμική ενέργεια (EP) είναι η ενέργεια που κατέχει ένα αντικείμενο λόγω της
θέσης του σε ένα πεδίο δύναμης. Είναι δηλαδή η δυνατότητα ενός σώματος, ή
συστήματος να παράγει έργο επειδή βρίσκεται μέσα σε κάποιο πεδίο δυνάμεων.
Ένα σώμα σε πεδίο βαρύτητας που έχει τη δυνατότητα να κινηθεί σε χαμηλότερη
θέση π.χ. ποταμός, παράγει έργο.
Οι μονάδες της ενέργειας kgm2/s2 προέρχονται από τον τύπο της κινητικής
ενέργειας. Στο SI η παραπάνω έκφραση ονομάζεται joule (J) και χρησιμοποιείται
πιο συχνά ως kJ.
Ενέργεια
5
Εσωτερική ενέργεια
6
Πτώση νερού από φράγμα : Οταν πέφτει νερό από ένα φράγμα, έχουμε
μετατροπή δυναμικής ενέργειας σε κινητική. Μέρος από την κινητική
ενέργεια του νερού είναι δυνατόν επίσης να μετατραπεί σε τυχαία
μοριακή κίνηση, δηλαδή σε εσωτερική ενέργεια του νερού. Η ολική
ενέργεια όμως του νερού παραμένει σταθερή και ίση με το άθροισμα της
κινητικής ενέργειας, της δυναμικής ενέργειας, και της εσωτερικής
ενέργειας, του νερού.
Έργο παραγόμενο από ένα σύστημα. Η βενζίνη που καίγεται σε έναν κύλινδρο παράγει αέρια, τα οποία
εκτονώνονται αντίθετα προς το έμβολο που είναι συνδεδεμένο με έναν τροχό και μια τροχαλία. Καθώς το
έμβολο κινείται προς τα έξω. το σχοινί τυλίγεται γύρω από τον τροχό, τραβώντας το βάρος προς τα άνω.
Η εσωτερική ενέργεια είναι μια εκτατική ιδιότητα, δηλαδή μια ιδιότητα που
εξαρτάται από την ποσότητα των ουσιών του συστήματος. Αν διπλασιάσουμε την
ποσότητα των ουσιών του συστήματος, κάτω από δεδομένες συνθήκες,
διπλασιάζεται και η ποσότητα της εσωτερικής ενέργειας του συστήματος. Άλλα
παραδείγματα εκτατικών ιδιοτήτων είναι η μάζα και ο όγκος.
1ος Νόμος της Θερμοδυναμικής: Κάθε φορά που ένα θερμοδυναμικό σύστημα
υπόκειται σε μία φυσική ή χημική μεταβολή, η μεταβολή της εσωτερικής
ενέργειας του συστήματος ΔU ισούται με το άθροισμα της θερμότητας και του
έργου που υπεισέρχονται σε αυτή τη μεταβολή.
Πρώτος νόμος της θερμοδυναμικής -Έργο και θερμότητα
Πρώτος νόμος της θερμοδυναμικής
13
Ενδόθερμη διεργασία είναι μία χημική αντίδραση ή φυσική μεταβολή κατά την
οποία απορροφάται θερμότητα (q θετικό)
Θερμότητα Αντίδρασης / Ενθαλπία αντίδρασης
Θερμότητα Αντίδρασης
15
Το έργο (w) ορίζεται ως η δύναμη (F) που κινεί ένα αντικείμενο επί την απόσταση (d)
που κινήθηκε το αντικείμενο.
Ο πιο κοινός τύπος έργου που συναντάται στα χημικά συστήματα είναι το έργο
διαστολής (έργο πίεσης – όγκου ή έργο ΠΟ) ως αποτέλεσμα αλλαγής όγκου του
συστήματος.
Zn(s) + 2H30+(aq) Zn2+(aq) + 2H2O(l) + H2(g)
Εξώθερμη αντίδραση (q = -152,4kJ/mol Zn)
Έκλυση αέριου υδρογόνου / Εκτόνωση συστήματος / Έργο πίεσης όγκου
Αρνητικό πρόσημο =
Απώλεια ενέργειας
από το σύστημα
Το q έχει θετικό πρόσημο εάν το σύστημα λαμβάνει θερμότητα και αρνητικό εάν έχει
απώλεια θερμότητας.
Ενέργεια & Ενθαλπία
19
Μια χημική αντίδραση μπορεί να γίνει σε κλειστό δοχείο με σταθερό όγκο, οπότε η
διαφορά ενέργειας οφείλεται εξολοκλήρου σε μεταφορά θερμότητας (σ’ αυτήν την
περίπτωση συμβολίζεται με qv).
Οι αντιδράσεις υπό σταθερή πίεση είναι κοινές στη χημεία, γι’ αυτό και η μεταβολή
θερμότητας συμβολίζεται ως ΔH και ονομάζεται θερμότητα αντίδρασης ή μεταβολή
ενθαλπίας της αντίδρασης. Η ενθαλπία ενός συστήματος είναι το μέγεθος E + PV, οπότε:
Στις χημικές αντιδράσεις, η μεταβολή ενθαλπίας (ΔΗ) είναι σχεδόν ίση με τη μεταβολή της
εσωτερικής ενέργειας (ΔΕ).
Πρότυπη Θερμοδυναμική Κατάσταση
21
Η διαφορά των 176 kJ προκύπτει επειδή η μετατροπή του υγρού νερού σε αέριο
απαιτεί ενέργεια.
Οι μετρήσεις της μεταβολής ενθαλπίας που γίνονται υπό αυτές τις συνθήκες
συμβολίζονται ως ΔΗ° και η τιμή που προκύπτει ονομάζεται πρότυπη ενθαλπία
αντίδρασης.
Ενθαλπίες Χημικών Μεταβολών
23
Η ενθαλπία ή θερμότητα αντίδρασης είναι ένα μέτρο ροής θερμότητας μέσα ή έξω
από ένα σύστημα υπό σταθερή πίεση. Εάν τα προϊόντα έχουν περισσότερη ενθαλπία
απ’ ότι τα αντιδρώντα, τότε έχει εισρεύσει θερμότητα από το περιβάλλον μέσα στο
σύστημα (+ ΔΗ). Αυτές οι αντιδράσεις ονομάζονται ενδόθερμες.
Εάν τα προϊόντα έχουν λιγότερη ενθαλπία απ’ ότι τα αντιδρώντα, τότε έχει εκρεύσει
θερμότητα από το σύστημα στο περιβάλλον (- ΔΗ). Αυτές οι αντιδράσεις ονομάζονται
εξώθερμες.
Έστω ότι ένα κομμάτι σιδήρου χρειάζεται 6,70 J θερμότητας για να ανεβεί η
θερμοκρασία του κατά έναν βαθμό Κελσίου. Κατά συνέπεια, η θερμοχωρητικότητά
του είναι 6,70 J/°C. Το ποσόν θερμότητας που απαιτείται για να ανεβεί η θερμοκρασία
του κομματιού του σιδήρου από τους 25,0°C στους 35,0°C είναι:
Θερμιδομετρία & Θερμοχωρητικότητα
25
Επειδή η ενθαλπία είναι καταστατική εξίσωση, η ΔΗ μιας αντίδρασης είναι ίδια, είτε η
αντίδραση πραγματοποιείται σε ένα, είτε σε περισσότερα βήματα. Έτσι, ο νόμος του
Hess δηλώνει ότι το άθροισμα των ΔΗ των ξεχωριστών βημάτων μιας ακολουθίας
αντιδράσεων ισούται με τη ΔΗ της συνολικής αντίδρασης.
27
Πρότυπη ενθαλπία σχηματισμού (ΔΗ°f) ονομάζεται η μεταβολή της ενθαλπίας για τον
σχηματισμό 1 mol μιας ουσίας στη πρότυπη κατάστασή της από τα συστατικά
στοιχεία της στην πρότυπη κατάστασή τους.
Για να διαπιστωθεί πότε μια διεργασία είναι αυθόρμητη, και η ενθαλπία και η
εντροπία θα πρέπει να ληφθούν υπόψη.
Εισαγωγή στην Εντροπία
33
Να σημειωθεί ότι οι δύο παράγοντες δεν ωθούν ένα σύστημα πάντοτε στην ίδια
κατεύθυνση. Δηλαδή, μια αντίδραση μπορεί να μην ευνοείται από την ενθαλπία
(θετικό ΔΗ), αλλά ευνοείται από την εντροπία (θετικό ΔS).
Για να ληφθούν και οι δύο παράγοντες (ΔΗ, ΔS) υπόψη όταν ορίζεται ο
αυθορμητισμός μιας αντίδρασης, έχει οριστεί μια ποσότητα που ονομάζεται
μεταβολή ελεύθερης ενέργειας του Gibbs (ΔG).
Η τιμή της μεταβολής της ελεύθερης ενέργειας είναι ένα γενικό κριτήριο
αυθορμητισμού μιας χημικής διεργασίας.
Εισαγωγή στην Ελεύθερη Ενέργεια
35
Ο αέρας είναι ένα τυπικό αέριο από πολλές απόψεις και η συμπεριφορά του
φανερώνει πολλές σημαντικές ιδιότητες των αερίων.
Τα αέρια είναι συμπιέσιμα. Όταν εφαρμόζεται μια πίεση, ένα αέριο συστέλλεται
αναλόγως.
Η συμπιεστότητα είναι εφικτή, γιατί μόλις το 0.1% του όγκου ενός αερίου
καταλαμβάνεται από τα μόριά του. Το υπόλοιπο 99.9% είναι κενός χώρος. Στα υγρά ή
τα στερεά το ποσοστό αυτό ανέρχεται σε 70%.
Τα αέρια ασκούν μετρήσιμη πίεση στα τοιχώματα του δοχείου που τα περιέχει. Η
πίεση (Ρ) ορίζεται ως η δύναμη (F) που ασκείται ανά μονάδα επιφάνειας (A). Η
δύναμη, όπως έχει ήδη ειπωθεί, είναι η μάζα (m) επί την επιτάχυνση (α), η οποία στην
επιφάνεια της Γης είναι η επιτάχυνση της βαρύτητας (α = 9.81 m/s2).
Η μονάδα μέτρησης της δύναμης στο SI είναι το newton (N), όπου 1 Ν = 1 (kgm/s2),
και της πίεσης το pascal (Pa), όπου 1 Pa = 1 N/m2 = 1 kg/(ms2). Επειδή το Pa δεν είναι
βολική μονάδα, η ατμοσφαιρική πίεση μετριέται είτε σε χιλιοστά της στήλης
υδραργύρου (mm Hg), είτε σε ατμόσφαιρες (atm).
Το Υδραργυρικό Βαρόμετρο
P=gdh
Ένας όγκος διοξειδίου του άνθρακα, CO2, ίσος με 20,0 L συλλέχθηκε στους 23οC
και πίεση 1,00 atm. Πόσος θα ήταν ο όγκος του διοξειδίου του άνθρακα, αν είχε
συλλεχθεί στους 23οC και 0,830 atm;
Pf Vf = Pi Vi
όπου Pf και Vf, η τελική πίεση και ο τελικός όγκος
και Pi και Vi, η αρχική πίεση και ο αρχικός όγκος, αντίστοιχα.
(http://www.klouras.chem.upatras.gr/el/)
Οι Νόμοι των Αερίων
10
Ένα μπαλόνι βυθισμένο σε υγρό άζωτο (-196oC) συρρικνώνεται, επειδή o αέρας στο
εσωτερικό του συστέλλεται. Όταν το μπαλόνι απομακρυνθεί από το υγρό άζωτο, ο
αέρας στο εσωτερικό του θερμαίνεται και διαστέλλεται, οπότε τo μπαλόνι αποκτά
το αρχικό του μέγεθος.
Ο όγκος ενός ιδανικού αερίου είναι ευθέως ανάλογος με την απόλυτη θερμοκρασία.
Δηλαδή, ο λόγος V/T είναι σταθερός, όταν τα n και η P παραμένουν σταθερά.
Εφαρμογή του νόμου του Charles
12
(http://www.klouras.chem.upatras.gr/el/)
Συνδυαστικός νόμος:
Σχέση όγκου, θερμοκρασίας και πίεσης
(για δεδομένη
PV T
= σταθερό ή V = σταθερό × P ποσότητα αερίου)
T
PfVf PiVi
Πρακτική μορφή του συνδυαστικού νόμου: =
Tf Ti
Οι Νόμοι των Αερίων
14
Ο όγκος ενός ιδανικού αερίου είναι ευθέως ανάλογος με την μοριακή του ποσότητα.
Δηλαδή, ο λόγος V/n είναι σταθερός, αν η T και P διατηρούνται σταθερά.
Συνθήκες πρότυπης θερμοκρασίας και πίεσης, STP: Συνθήκες αναφοράς για τα αέρια
οι οποίες έχουν συμβατικά οριστεί να είναι 0οC και 1 atm
Σε συνθήκες πρότυπης θερμοκρασίας και πίεσης (0 °C και 1 atm) έχει αποδειχθεί ότι ο
γραμμομοριακός όγκος ενός ιδανικού αεριού στου είναι 22.4 L/mol (πρότυπος
μοριακός όγκος).
Vm = ειδική σταθερά = 22,4L/mol σε STP
Ο γραμμομοριακός όγκος αερίου σε δεδομένη θερμοκρασία και πίεση είναι μία ειδική
σταθερά ανεξάρτητη από τη φύση του αερίου
Ο Νόμος του Ιδανικού Αερίου
16
Όλα τα πραγματικά αέρια παρεκκλίνουν ελάχιστα στην συμπεριφορά τους από τον
νόμο του ιδανικού αερίου.
Η σταθερά R ονομάζεται σταθερά αερίων και έχει την ίδια τιμή για όλα τα αέρια.
Ο Νόμος του Ιδανικού Αερίου
18
Η τιμή του R μπορεί να υπολογιστεί λαμβάνοντας υπόψη ότι 1 mol αερίου στους 0 °C
και σε πίεση 1 atm έχει όγκο 22.414 L .
Ο νόμος του ιδανικού αερίου έχει εφαρμογή και σε μίγματα αερίων, όπως ο αέρας,
και όχι μόνο σε καθαρά αέρια.
Η πίεση που ασκείται από ένα συγκεκριμένο αέριο ενός μίγματος αερίων ονομάζεται
μερική πίεση αυτού του αερίου. Σύμφωνα με τον νόμο των μερικών πιέσεων του
Dalton, το άθροισμα των μερικών πιέσεων όλων των διαφορετικών αερίων του
μίγματος ισούται με την ολική πίεση του μίγματος.
Επειδή η πίεση ενός αερίου σε σταθερή θερμοκρασία και όγκο είναι ανάλογη της
ποσότητάς του, έτσι και σ’ ένα μίγμα αερίων, η συνεισφορά στην συνολική πίεση θα
είναι ανάλογη της ποσότητας του κάθε αερίου στο μίγμα.
Μερική Πίεση & Ο Νόμος του Dalton
20
Οι ξεχωριστές πιέσεις των αερίων ενός μίγματος ονομάζονται μερικές πιέσεις και είναι
οι πιέσεις που θα ασκούσε κάθε αέριο εάν υπήρχε μόνο του στο δοχείο που υπάρχει
το μίγμα.
Επειδή όμως όλα τα αέρια σ’ ένα μίγμα έχουν την ίδια θερμοκρασία και όγκο, ισχύει
ότι:
Μια φιάλη 10,0 L περιέχει 1,031 g Ο2 και 0,572 g CO2 στους 18oC. Πόση είναι
η μερική πίεση του οξυγόνου και πόση του διοξειδίου του άνθρακα; Πόση
είναι η ολική πίεση; Πόσο είναι το γραμμομοριακό κλάσμα του οξυγόνου στο
μίγμα;
Κάθε αέριο στο μίγμα ακολουθεί τον νόμο των ιδανικών αερίων. Για να
υπολογίσουμε τη μερική πίεση καθενός αερίου μετατρέπουμε τα γραμμάρια
σε moles και αντικαθιστούμε στον νόμο των ιδανικών αερίων.
1. Ένα αέριο αποτελείται από σωματίδια (άτομα ή μόρια) που κινούνται τυχαία, ευθύγραμμα
προς όλες τις κατευθύνσεις.
2. Ο όγκος των σωματιδίων είναι αμελητέος εν συγκρίσει με τον συνολικό όγκο του αερίου. Ο
περισσότερος όγκος ενός αερίου είναι κενός χώρος.
3. Τα σωματίδια ενός αερίου δρουν ανεξάρτητα το ένα από το άλλο. Δεν υπάρχουν ελκτικές /
απωστικές δυνάμεις μεταξύ των σωματιδίων.
4. Οι συγκρούσεις των σωματιδίων των αερίων, είτε με τα τοιχώματα του δοχείου που τα
περιέχει είτε μεταξύ τους, είναι ελαστικές. Αυτό σημαίνει ότι η συνολική κινητική ενέργεια
των σωματιδίων ενός αερίου είναι σταθερή σε σταθερή Τ.
5. Ο μέσος όρος κινητικής ενέργειας των σωματιδίων του αερίου είναι ανάλογος της απόλυτης
θερμοκρασίας .
Ελαστική
σύγκρουση
ατσάλινων
σφαιρών
(Α) (Β)
Νόμος του Boyle: Η πίεση του αερίου είναι ένα μέτρο της ισχύος των συγκρούσεων
μεταξύ των σωματιδίων και των τοιχωμάτων του δοχείου. Όσο μικρότερος ο όγκος σε
σταθερή Τ και n, τόσο πιο συνωστισμένα είναι τα σωματίδια και τόσο μεγαλύτερος ο
αριθμός των συγκρούσεων. Έτσι, μείωση όγκου συνεπάγεται αύξηση πίεσης.
Νόμος του Charles: Η θερμοκρασία είναι ένα μέτρο της μέσης κινητικής ενέργειας των
σωματιδίων ενός αερίου. Όσο υψηλότερη η θερμοκρασία σε σταθερή Ρ και n, τόσο
πιο γρήγορα κινούνται τα σωματίδια και τόσο περισσότερο χώρο χρειάζονται για ν’
αποφύγουν τις συγκρούσεις. Έτσι, ο όγκος αυξάνει καθώς αυξάνει η θερμοκρασία.
Νόμος του Avogadro: Όσα περισσότερα σωματίδια περιέχονται σ’ ένα δείγμα αερίου,
τόσο περισσότερο χώρο χρειάζονται σε σταθερή Ρ και Τ για να μην αυξηθεί ο αριθμός
των συγκρούσεων με τα τοιχώματα του δοχείου. Έτσι, ο όγκος αυξάνει καθώς αυξάνει
η ποσότητα.
Ο Νόμος του Graham – Διάχυση & Διαπίδυση των Αερίων
28
Ο νόμος του Graham δηλώνει ότι η ταχύτητα διαπίδυσης ενός αερίου είναι
αντιστρόφως ανάλογη της τετραγωνικής ρίζας της μάζας του. Δηλαδή, όσο πιο
ελαφρύ ένα αέριο, τόσο πιο εύκολα διαπηδά.
Με βάση αυτό, η σύγκριση δύο αερίων σε συνθήκες ίδιας πίεσης και θερμοκρασίας
δίνει:
Εφαρμογές από τις διαφορές στις ταχύτητες διαπίδυσης των
αερίων
Ο πίδακας υδρογόνου
Η πίεση στο εσωτερικό του πορώδους σωλήνα και της φιάλης με την
οποία συνδέεται, μεγαλώνει, εξαναγκάζοντας το χρωματισμένο νερό
να εκτοξευθεί προς τα έξω από τον πλευρικό σωλήνα.
Αέρια Διάχυση
Αλλαγές Φάσεων
2
Διεργασίες κατά τις οποίες αλλάζει η φυσική μορφή μιας ουσίας αλλά όχι η
χημική της ταυτότητα, ονομάζονται αλλαγές φάσης ή μεταβολές κατάστασης.
Η τήξη είναι η διεργασία κατά την οποία ένα στερεό μετατρέπεται σε υγρό.
Η πήξη είναι η διεργασία κατά την οποία ένα υγρό μετατρέπεται σε στερεό.
Η εξάτμιση είναι η διεργασία κατά την οποία ένα υγρό ή στερεό μετατρέπεται σε
αέριο. Η απευθείας μετατροπή ενός στερεού σε αέριο αναφέρεται ειδικά ως
εξάχνωση.
Τα υγρά αλλά και μερικά στερεά συνεχώς εξατμίζονται. Σ’ ένα κλειστό δοχείο ένα
υγρό βρίσκεται σε κατάσταση ισορροπίας με τους ατμούς του. Σε ισορροπία και σε
σταθερή θερμοκρασία η πίεση που ασκείται από τους ατμούς έχει σταθερή τιμή και
ονομάζεται τάση ατμών.
Τάση Ατμών
4
Η θερμοκρασία στην οποία η τάση ατμών ενός υγρού είναι ίση με την πίεση
που ασκείται πάνω στο υγρό (ατμοσφαιρική πίεση, εκτός αν το δοχείο που
περιέχει το υγρό είναι κλειστό) ονομάζεται σημείο ζέσεως ή σημείο βρασμού
του υγρού
Σημείο Πήξεως
6
Εξάχνωση: η απευθείας μετάβαση των μορίων από τη στερεά φάση στη φάση
ατμού.
Τάση ατμού του στερεού: η πίεση που ασκείται από τον ατμό.
Εναπόθεση: η αντίθετη διαδικασία, δηλαδή η μετάβαση των μορίων από τη
φάση ατμού στη στερεά κατάσταση
Ένας παραστατικός τρόπος οπτικοποίησης των διαφόρων φάσεων μιας ουσίας, όπως
αυτές εξαρτώνται από τη θερμοκρασία και την πίεση, είναι ένα διάγραμμα φάσεων.
Ένα τυπικό διάγραμμα φάσεων δείχνει ποια φάση είναι σταθερή σε ένα συγκεκριμένο
συνδυασμό θερμοκρασίας – πίεσης.
Διαγράμματα Φάσεων
10
Κρίσιμο σημείο είναι όταν η θερμοκρασία έχει τέτοια τιμή, όπου πέρα απ’ αυτήν ένα
αέριο δεν μπορεί να υγροποιηθεί, ανεξαρτήτως της πίεσης και η πίεση έχει τέτοια
τιμή, πέραν της οποίας ένα υγρό δεν μπορεί ν’ ατμοποιηθεί, ανεξαρτήτως της
θερμοκρασίας. Για το νερό, αυτό συμβαίνει στους 374.4 °C και τις 217.7 atm.
Στο κρίσιμο σημείο μια ουσία δεν συμπεριφέρεται ούτε ως αέριο, ούτε ως υγρό, γι’
αυτό και ουσίες που βρίσκονται υπό κρίσιμες συνθήκες ονομάζονται υπεκρίσιμα
ρευστά (supercritical fluids).
Διάγραμμα φάσεων του νερού
11
ΑΒ = καμπύλη τήξεως
ΑΓ= καμπύλη εξατμίσεως
ΑΔ= καμπύλη εξαχνώσεως
Οι τρεις περιοχές δίνουν συνδυασμούς
Ρ–Τ για τους οποίους μία μόνο
κατάσταση είναι σταθερή.
Κατά μήκος κάθε καμπύλης, οι δύο
καταστάσεις των περιοχών που
συνορεύουν βρίσκονται σε ισορροπία.
Τα μόρια στην επιφάνεια του υγρού δέχονται δυνάμεις μόνο από τη μία
πλευρά και έλκονται προς το εσωτερικό του υγρού, ενώ τα μόρια στο
εσωτερικό έλκονται το ίδιο προς όλες τις κατευθύνσεις. Αυτός είναι και ο
λόγος, για τον οποίον οι σταγόνες των υγρών παίρνουν σφαιρικό σχήμα.
Η επιφανειακή τάση, όπως και το ιξώδες, είναι γενικότερα υψηλότερη σε υγρά που
έχουν ισχυρότερες διαμοριακές αλληλεπιδράσεις. Και οι δύο ιδιότητες εξαρτώνται
από τη θερμοκρασία, γιατί τα μόρια σε υψηλότερες θερμοκρασίες έχουν
περισσότερη κινητική ενέργεια για ν’ αντιπαρέλθουν τις μεταξύ τους ελκτικές
δυνάμεις.
Πολλές από τις φυσικές ιδιότητες των υγρών, αλλά και ορισμένων στερεών,
μπορούν να ερμηνευθούν με βάση τις διαμοριακές δυνάμεις, δηλαδή τις ελκτικές
δυνάμεις που ασκούνται μεταξύ μορίων.
Ο όρος δυνάμεις van der Waals είναι ένας γενικός όρος που συμπεριλαμβάνει τις
διαμοριακές δυνάμεις διπόλου – διπόλου και London.
Επειδή ο πολικός δεσμός C – Cl εμφανίζεται να έχει ένα θετικό και έναν αρνητικό
πόλο, περιγράφεται ως ένα δεσμικό δίπολο.
Πολικοί Ομοιοπολικοί Δεσμοί & Διπολικές Ροπές
17
Όπως οι δεσμοί, έτσι και τα μόρια, μπορεί να εμφανίζουν πολικότητα είτε εξαιτίας
πολικών δεσμών ή μονήρων ζευγών ηλεκτρονίων. Αυτά τα μόρια χαρακτηρίζονται ως
μοριακά δίπολα.
Μέτρο της μοριακής πολικότητας είναι η ποσότητα που ονομάζεται διπολική ροπή
(μ), που ορίζεται ως το μέγεθος του φορτίου Q επί την απόσταση r μεταξύ των
φορτίων.
Η διπολική ροπή εκφράζεται σε debyes (D), όπου 1 D = 3.336 10-30 coulomb meters
(Cm) στο SI.
Το νερό και η αμμωνία έχουν σημαντικές διπολικές ροπές γιατί και το οξυγόνο και το
άζωτο έχουν μεγαλύτερη ηλεκτραρνητικότητα σε σχέση με το υδρογόνο. Έχουν επίσης
και μονήρη ζεύγη ηλεκτρονίων που αυξάνουν την τελική διπολική ροπή.
Επίδραση των μονήρων ΗΖ πάνω στη διπολική ροπή
19
Το CO2 και το CCl4 έχουν μηδενικές διπολικές ροπές. Και οι δύο ουσίες περιέχουν
πολικούς ομοιοπολικούς δεσμούς, αλλά εξαιτίας της συμμετρίας της δομής τους, οι
πολικότητες των μεμονωμένων δεσμών ακυρώνονται.
Επίδραση της Πολικότητας στις Μοριακές Ιδιότητες
21
H H H Cl
C C C C
Cl Cl Cl H
cis-1,2-διχλωροαιθένιο trans-1,2-διχλωροαιθένιο
σ.ζ. 60οC σ.ζ. 48οC
cis trans
53
Όσο πιο υψηλή είναι η διπολική ροπή, τόσο πιο ισχυρές είναι και οι διαμοριακές
δυνάμεις. Αυτό σημαίνει ότι χρειάζονται υψηλότερα ποσά θερμότητας για να
υπερνικηθούν αυτές οι δυνάμεις. Έτσι, ενώσεις με υψηλές τιμές διπολικής ροπής
έχουν συνήθως υψηλά σημεία ζέσεως.
Διαμοριακές Δυνάμεις
23
Το μέγεθος της ενέργειας αλληλεπίδρασης (Ε) εξαρτάται από το φορτίο (z) του ιόντος,
από τη διπολική ροπή του δίπολου (μ) και από το τετράγωνο της απόστασης ιόντος –
δίπολου.
24
Διαμοριακές Δυνάμεις
25
Στα ουδέτερα αλλά πολικά μόρια επενεργούν δυνάμεις δίπολου – δίπολου, εξαιτίας
των ηλεκτρικών αλληλεπιδράσεων των δίπολων. Οι δυνάμεις μπορεί να είναι ελκτικές
ή απωστικές, αναλόγως με τον προσανατολισμό των μορίων. Οι δυνάμεις αυτές είναι
συνήθως ασθενείς, αλλά γίνονται σημαντικές όταν υπάρχει εγγύτητα των μορίων.
Η ισχύς μιας αλληλεπίδρασης δίπολου – δίπολου εξαρτάται από τις διπολικές ροπές
των εμπλεκομένων μορίων. Όσο πιο πολική μια ένωση, τόσο πιο ισχυρή η
αλληλεπίδραση.
26
Διαμοριακές Δυνάμεις
27
28
Διαμοριακές Δυνάμεις
29
Οι δυνάμεις London είναι γενικά μικρές και το μέγεθός τους εξαρτάται από την
ευκολία με την οποία το ηλεκτρονιακό νέφος ενός μορίου μπορεί να διαταραχθεί από
γειτονικό ηλεκτρικό πεδίο. Αυτή η ιδιότητα ονομάζεται πολωσιμότητα.
Ένα μικρό μόριο ή ένα ελαφρύ άτομο έχει μικρή πολωσιμότητα γιατί έχει λίγα
ηλεκτρόνια που συγκρατούνται ισχυρά. Αντιθέτως, ένα μεγάλο μόριο ή ένα βαρύ
άτομο πολώνεται εύκολα γιατί έχει πολλά ηλεκτρόνια, μερικά από τα οποία δεν
συγκρατούνται ισχυρά και είναι μακριά από τον πυρήνα.
Διαμοριακές Δυνάμεις
30
Το σχήμα είναι επίσης σημαντικό στον προσδιορισμό του μεγέθους των δυνάμεων
London που επηρεάζουν ένα μόριο. Πιο «απλωμένα» σχήματα που μεγιστοποιούν τη
μοριακή επιφάνεια επιτρέπουν μεγαλύτερη επαφή μεταξύ των μορίων και
αναπτύσσουν ισχυρότερες δυνάμεις απ’ ότι τα πιο συμπαγή σχήματα.
Διαμοριακές Δυνάμεις
31
Δεσμοί υδρογόνου
Ο δεσμός υδρογόνου είναι μια ασθενής έως μέτρια ελκτική αλληλεπίδραση μεταξύ
ενός ατόμου υδρογόνου ενωμένο με ένα πολύ ηλεκτραρνητικό άτομο (F, O, N) και
ενός μονήρους ζεύγους ηλεκτρονίων ενός άλλου ηλεκτραρνητικού ατόμου.
Διαμοριακές Δυνάμεις
32
Επιπλέον, το άτομο του Η δεν έχει εσώτερα ηλεκτρόνια να «θωρακίσουν» τον πυρήνα
του και έχει μικρό μέγεθος. Έτσι, μπορεί να προσεγγιστεί εύκολα από άλλα μόρια.
Ως αποτέλεσμα, η έλξη δίπολου – δίπολου μεταξύ του Η και ενός μονήρους ζεύγους
ενός γειτονικού ατόμου είναι ασυνήθιστα ισχυρή, δημιουργώντας δεσμό υδρογόνου.
Σημείο ζέσεως έναντι μοριακού βάρους υδριδίων
33
Η πιο θεμελιώδης διάκριση μεταξύ των διαφόρων ειδών στερεών είναι ότι μερικά
είναι κρυσταλλικά και μερικά άμορφα.
Κρυσταλλικά στερεά είναι αυτά στα οποία τα άτομα, μόρια ή ιόντα έχουν
διατεταγμένη διευθέτηση που εκτείνεται σε μεγάλη κλίμακα.
Άμορφα στερεά, αντιθέτως, είναι αυτά στα οποία τα συστατικά σωματίδια είναι
τυχαίως διευθετημένα και δεν έχουν μεγάλης κλίμακας διατεταγμένη διευθέτηση.
Τύποι Κρυσταλλικών Στερεών
35
Ιοντικά στερεά είναι ουσίες όπως το NaCl, των οποίων τα συστατικά σωματίδια είναι
ιόντα και συγκρατούνται από ιοντικούς δεσμούς σχηματίζοντας μεγάλες
τρισδιάστατες διατάξεις.
Μοριακά στερεά είναι ουσίες όπως η ζάχαρη ή ο πάγος, των οποίων τα συστατικά
σωματίδια είναι μόρια και συγκρατούνται από διαμοριακές δυνάμεις.
Μεταλλικά στερεά είναι στερεά που αποτελούνται από θετικά ιόντα συγκρατούμενα
από μία θάλασσα ηλεκτρονίων που τα περιβάλλει (μεταλλικός δεσμός)
Το κρυσταλλικό πλέγμα
του χαλκού
Κρύσταλλοι
38 Μοναδιαίες κυψελίδες
Η κυψελίδα
καθορίζεται αν είναι
γνωστές οι τρεις
ακμές a, b, c και οι
τρεις γωνίεςα, β, γ.
Τα Επτά Κρυσταλλικά Συστήματα
39
Η ολοεδρικά κεντρωμένη
Η απλή κυβική μοναδιαία Η ενδοκεντρωμένη κυβική κυβική μοναδιαία κυψελίδα
κυψελίδα έχει άτομα μόνο μοναδιαία κυψελίδα έχει και έχει άτομα στα κέντρα όλων
στις γωνίες της. ένα επιπλέον άτομο στο των εδρών της, πέρα από
κέντρο της αυτά που έχει στις γωνίες
της.
42
Άλατα όπως το NaCl και το KBr έχουν ολοεδρικά κεντρωμένες μοναδιαίες κυψελίδες,
με τα μεγαλύτερα ανιόντα Cl- να καταλαμβάνουν τις γωνίες και τις επιφάνειες και τα
μικρότερα Na+ τους ενδιάμεσους χώρους.
Δομές Ορισμένων Ιοντικών Στερεών
43
44
Άνθρακας
Στο διαμάντι, το οποίο είναι ένα στερεό ομοιοπολικού δικτύου, το κάθε άτομο C είναι
ενωμένο με άλλα τέσσερα, σχηματίζοντας ένα τρισδιάστατο πλέγμα.
45
46
47
48
Δύο στρώματα (a, b) που εναλλάσσονται. Κάθε στρώμα έχει εξαγωνική διάταξη. Τα
στρώματα διευθετούνται έτσι ώστε κάθε εξάγωνο να τοποθετείται πάνω σε τριγωνική
διάταξη του γειτονικού στρώματος. Έτσι κρυσταλλώνουν ο Zn, το Mg και 19 άλλα
μέταλλα.
Μοναδιαίες Κυψελίδες & Συσσώρευση Σφαιρών στα Κρυσταλλικά Στερεά
49
Τρία στρώματα (a, b, c) που εναλλάσσονται. Κάθε στρώμα έχει εξαγωνική διάταξη. Τα
στρώματα διευθετούνται έτσι ώστε κάθε εξάγωνο να τοποθετείται πάνω σε τριγωνική
διάταξη του γειτονικού στρώματος, η οποία επίσης τοποθετείται σε τριγωνική διάταξη
ενός επιπρόσθετου στρώματος. Ο Ag, ο Cu και 16 άλλα μέταλλα έχουν αυτήν την
κρυσταλλική διάταξη.
Υπάρχουν και μίγματα που περιέχουν μεγαλύτερα σωματίδια από τα κολλοειδή και
ονομάζονται εναιωρήματα. Τα εναιωρήματα δεν είναι ομοιογενή μίγματα, γιατί με την
πάροδο του χρόνου διαχωρίζονται σε διακριτές φάσεις.
Τύποι Διαλυμάτων
3
Διαλύματα
5
Για διαλύματα στα οποία ένα αέριο ή στερεό είναι διαλυμένο σε υγρό, το αέριο ή το
στερεό ονομάζεται διαλυμένη ουσία και το υγρό διαλύτης.
Ας υποτεθεί ότι γίνεται συνεχής προσθήκη NaCl σε νερό. Το άλας αρχικά διαλύεται
αλλά από κάποιο σημείο και μετά η διάλυση παύει. Σ’ αυτό το σημείο έχει
αποκατασταθεί μια δυναμική ισορροπία και όσα ιόντα Na+ και Cl- αποσπώνται από τον
κρύσταλλο για να ενσωματωθούν στο διάλυμα, τόσα επιστρέφουν ξανά στον
κρύσταλλο. Τότε το διάλυμα καθίσταται κορεσμένο.
Διαδικασία Διάλυσης
11
Παράδειγμα: Το NaCl (ένα ιοντικό στερεό) διαλύεται στο νερό (ένας πολικός διαλύτης)
εξαιτίας των ισχυρών αλληλοεπιδράσεων ιόντος – δίπολου μεταξύ των ιόντων Na+ και
Cl-, και των πολικών μορίων νερού, οι οποίες είναι ίδιες σε μέγεθος με τις ισχυρές
έλξεις δίπολου – δίπολου μεταξύ των μορίων νερού και τις ισχυρές έλξεις μεταξύ των
ιόντων Na+ και Cl-.
12
Διαδικασία Διάλυσης
Ιοντικές ενώσεις
13
Όταν στερεό NaCl προστίθεται σε νερό, τα ιόντα που συγκρατούνται χαλαρά επειδή
βρίσκονται σε γωνίες του κρύσταλλου εκτίθενται στα μόρια νερού. Τότε μπορεί να
συμβεί αποκόλληση κάποιου ιόντος λόγω συγκρούσεων με τα μόρια του νερού.
Όταν ένα ιόν αποκολληθεί από τον κρύσταλλο, συστοιχίζονται τριγύρω του μόρια
νερού λόγω έλξεων δίπολου – ιόντος και το σταθεροποιούν. Η διαδικασία αυτή
συνεχίζεται έως ότου όλος ο κρύσταλλος έχει διαλυθεί.
Θεωρείται ότι τα ιόντα σε διάλυμα είναι υδατωμένα (όταν διαλύτης είναι το νερό),
επειδή περιβάλλονται και σταθεροποιούνται από μια διατεταγμένη στοιβάδα μορίων
νερού.
14
Η τιμή της θερμότητας διάλυσης μιας ουσίας είναι αποτέλεσμα συνδυασμού των
τριών αλληλεπιδράσεων που αναφέρθηκαν παραπάνω:
Διαδικασία Διάλυσης
Ιοντικές ενώσεις
17
Διαδικασία Διάλυσης
Ιοντικές ενώσεις
19
Η επίδραση της θερμοκρασίας στη διαλυτότητα των αερίων είναι πιο προβλέψιμη απ’
ότι η διαλυτότητα των στερεών. Τα περισσότερα αέρια καθίστανται λιγότερο διαλυτά
στο νερό καθώς αυξάνει η θερμοκρασία.
Επίδραση της Πίεσης στη Διαλυτότητα
24
Η πίεση δεν έχει πρακτικά καμιά επίδραση στη διαλυτότητα των στερεών και των
υγρών, αλλά έχει μεγάλη επίδραση στη διαλυτότητα των αερίων. Σύμφωνα με το νόμο
του Henry, η διαλυτότητα ενός αερίου σ’ ένα υγρό σε συγκεκριμένη θερμοκρασία
είναι ευθέως ανάλογη της μερικής πίεσης του αερίου πάνω από το υγρό.
Η σταθερά k είναι χαρακτηριστική του κάθε αερίου και Ρ είναι η μερική πίεση του
αερίου πάνω από το υγρό. Οι μονάδες των σταθερών k είναι mol/(Latm).
Σε μοριακό επίπεδο, η αύξηση της διαλυτότητας ενός αερίου λόγω της αύξησης
πίεσης οφείλεται στη μετατόπιση της ισορροπίας μεταξύ του διαλυμένου και
αδιάλυτου αερίου.
Σε συγκεκριμένη πίεση, υπάρχει μια ισορροπία στην οποία ίσοι αριθμοί σωματιδίων
αερίου εισέρχονται και εξέρχονται από το διάλυμα. Εντούτοις, όταν η πίεση αυξηθεί,
περισσότερα σωματίδια ωθούνται στο διάλυμα απ’ ότι αυτά που το εγκαταλείπουν,
οπότε αυξάνεται η διαλυτότητα μέχρις ότου επέλθει μια νέα ισορροπία.
26
27
Η συμπεριφορά των διαλυμάτων είναι ποιοτικώς όμοια με αυτή των διαλυτών που τα
απαρτίζουν, αλλά ποσοτικώς διαφορετική. Οι προσθετικές ιδιότητες των διαλυμάτων
εξαρτώνται από την ποσότητα της διαλυμένης ουσίας, αλλά όχι από τη χημική φύση
της.
Μονάδες Συγκέντρωσης
28
Μοριακότητα (molarity – M)
Αριθμός των mol μιας διαλυμένης ουσίας ανά λίτρο διαλύματος (mol/L).
Ο αριθμός των mol μιας διαλυμένης ουσίας δια τον συνολικό αριθμό των mol των
ουσιών που απαρτίζουν το διάλυμα. Για παράδειγμα, ένα διάλυμα 1 mol μεθανόλης
σε 5 mol νερού έχει μοριακό κλάσμα μεθανόλης 1/(1+5) = 0.167. Το μοριακό κλάσμα
δεν έχει μονάδες (απαλείφονται).
Μονάδες Συγκέντρωσης
29
Είναι η μάζα της ουσίας δια τη συνολική μάζα του διαλύματος επί 100.
Μονάδες Συγκέντρωσης
31
Molality (m)
Είναι ο αριθμός των mol της διαλυμένης ουσίας ανά kg διαλύτη (mol/kg).
Για παράδειγμα, 1 m KBr σημαίνει ότι 1 mol του άλατος περιέχεται σε 1 kg νερού.
Ελάττωση της Τάσης Ατμών των Διαλυμάτων: Ο Νόμος του Raοult
32
Εάν η διαλυμένη ουσία είναι μη-πτητική και δεν παρουσιάζει σημαντική τάση ατμών
(διαλύματα στερεών), τότε η τάση ατμών του διαλύματος είναι πάντα μικρότερη από
την τάση ατμών του καθαρού διαλύτη.
Εάν η διαλυμένη ουσία είναι πτητική και παρουσιάζει σημαντική τάση ατμών, όπως
συμβαίνει συχνά σε μίγματα δύο υγρών, τότε η τάση ατμών του μίγματος είναι
ενδιάμεση των τάσεων ατμών των δύο καθαρών υγρών.
33
Σύμφωνα με το νόμο του Raoult, η τάση ατμών ενός διαλύματος που περιέχει μη-
πτητική διαλυμένη ουσία είναι ίση με την τάση ατμών του καθαρού διαλύτη επί το
γραμμομοριακό κλάσμα του διαλύτη.
Όπου Psoln είναι η τάση ατμών του διαλύματος, Psolv η τάση ατμών του διαλύτη στη
ίδια θερμοκρασία και Xsolv το γραμμομοριακό κλάσμα του διαλύτη στο διάλυμα.
Ελάττωση της Τάσης Ατμών των Διαλυμάτων: Ο Νόμος του Raοult
34
Παράδειγμα
Η τάση ατμών του καθαρού νερού στους 25 °C είναι 23.76 mm Hg. Το γραμμομοριακό
κλάσμα του νερού στο διάλυμα είναι 15/(15 + 1) = 0.938. Άρα:
35
Ο νόμος του Raoult έχει εφαρμογή μόνο σε ιδανικά διαλύματα και παρατηρούνται
σημαντικές αποκλίσεις όταν η συγκέντρωση της διαλυμένης ουσίας αυξάνει. Η
εφαρμογή του νόμου έχει βέλτιστη προσέγγιση σε αραιά διαλύματα και όταν στα
σωματίδια της διαλυμένης ουσίας και του διαλύτη ασκούνται όμοιες διαμοριακές
δυνάμεις.
Ελάττωση της Τάσης Ατμών των Διαλυμάτων: Ο Νόμος του Raοult
36
Όταν οι διαμοριακές δυνάμεις μεταξύ των σωματιδίων της διαλυμένης ουσίας και των
μορίων του διαλύτη είναι ασθενέστερες αυτών μεταξύ των μορίων του διαλύτη, τότε
τα μόρια του διαλύτη συγκρατούνται πιο χαλαρά στο διάλυμα και η τάση ατμών είναι
μεγαλύτερη απ’ ότι προβλέπει ο νόμος του Raoult. Όταν ισχύει το αντίστροφο, η τάση
ατμών είναι μικρότερη.
37
Μια περεταίρω επιπλοκή είναι ότι οι ιοντικές ουσίες σπάνια διίστανται πλήρως, κι
έτσι ένα διάλυμα μιας ιοντικής ένωσης περιέχει λιγότερα σωματίδια απ’ αυτά που
προβλέπονται από τον χημικό τύπο της ένωσης.
Για παράδειγμα, υπολογίζεται ότι για ένα διάλυμα NaCl 0.05 m, το i = 1.9. Αυτό
σημαίνει ότι το κάθε mol NaCl δίνει 1.9 mol σωματιδίων (ιόντων) και όχι 2 mol, όπως
προβλέπεται. Συνεπώς, η τάση ατμών είναι μικρότερη από την προβλεπόμενη.
Ελάττωση της Τάσης Ατμών των Διαλυμάτων: Ο Νόμος του Raοult
38
Σύμφωνα με το νόμο του Dalton, η συνολική τάση ατμών Ptotal ενός μίγματος δύο
πτητικών υγρών Α και Β είναι το άθροισμα των τάσεων ατμών των δύο ξεχωριστών
ουσιών, ΡΑ και ΡΒ.
39
Για παράδειγμα, δίνεται ένα ισομοριακό μίγμα (αναλογία mol 1:1) βενζολίου /
τολουενίου. Στους 25 °C, η τάση ατμών των δύο αυτών ουσιών είναι 96 και 30.3 mm
Hg, αντίστοιχα. Αφού το μίγμα είναι ισομοριακό, για κάθε ένωση θα ισχύει Χ = 0.5.
Αυτό που παρατηρείται είναι ότι η τάση ατμών του μίγματος έχει τιμή ενδιάμεση των
τιμών των δύο ξεχωριστών συστατικών ουσιών.
Μερικές Χρήσεις των Προσθετικών Ιδιοτήτων
Κλασματική απόσταξη υγρών μιγμάτων
40
Απλή Απόσταξη
Το διάλυμα στη
σφαιρική φιάλη
απόσταξης θερμαίνεται
μέχρι βρασμού. Ο ατμός
περνά από τον
ψυκτήρα, όπου
συμπυκνώνεται προς
υγρό (πτητικό διαλύτη),
το οποίο συλλέγεται
στη φιάλη υποδοχέα.
Τελικά, στη φιάλη
απόσταξης παραμένει η
μη πτητική ουσία.
Επειδή ο ατμός είναι εμπλουτισμένος με την ουσία που έχει την υψηλότερη τάση
ατμών, σύμφωνα με το νόμο του Raoult, οι συμπυκνωμένοι ατμοί είναι επίσης
εμπλουτισμένοι σ’ αυτήν την ουσία, κι έτσι επιτυγχάνεται μερικός διαχωρισμός. Εάν η
διαδικασία επαναληφθεί αρκετές φορές, επιτυγχάνεται πρακτικά και διαχωρισμός.
Μερικές Χρήσεις των Προσθετικών Ιδιοτήτων
42
Ας υποτεθεί ότι ένα ισομοριακό (1:1) μίγμα βενζολίου και τολουενίου πρόκειται να
διαχωριστεί με κλασματική απόσταξη.
Ο βρασμός του μίγματος θα συμβεί όταν το άθροισμα των τάσεων ατμών εξισωθεί με
την ατμοσφαιρική πίεση. Δηλαδή:
Δηλαδή:
Μερικές Χρήσεις των Προσθετικών Ιδιοτήτων
44
Έτσι, αν και το αρχικό μίγμα είχε αναλογία 1:1, οι ατμοί έχουν αναλογία (542/760)
100 = 71.3% βενζόλιο και (218/760) 100 = 28.7% τολουόλιο.
Η στήλη κλασμάτωσης
περιέχει ένα υλικό
πλήρωσης (π.χ.
γυάλινους δακτυλίους)
πάνω στους οποίους
συμπυκνώνεται ο ατμός
και επαναποστάζει.
45
Ανύψωση Σημείου Ζέσεως & Ταπείνωση Σημείου Πήξεως των Διαλυμάτων
46
Επειδή ένα διάλυμα μιας μη-πτητικής διαλυμένης ουσίας έχει χαμηλότερη τάση
ατμών απ’ ότι ο διαλύτης, το διάλυμα θα πρέπει να θερμανθεί σε υψηλότερη
θερμοκρασία για να πραγματοποιηθεί βρασμός.
Επιπλέον, η χαμηλή τάση ατμών του διαλύματος σημαίνει ότι η γραμμή μετάβασης
υγρού / ατμού σ’ ένα διάγραμμα φάσης είναι χαμηλότερα για το διάλυμα απ’ ότι για
τον καθαρό διαλύτη. Συνεπώς, η θερμοκρασία τριπλού σημείου (Τt) είναι χαμηλότερη
για το διάλυμα και η γραμμή μετάβασης στερεού / υγρού μετατοπίζεται σε
χαμηλότερη θερμοκρασία για το διάλυμα. Άρα, το διάλυμα θα πρέπει να ψυχθεί σε
χαμηλότερη θερμοκρασία για να γίνει η πήξη.
47
Ανύψωση Σημείου Ζέσεως & Ταπείνωση Σημείου Πήξεως των Διαλυμάτων
48
Η μεταβολή στο σημείο ζέσεως (ΔΤb) για ένα διάλυμα εκφράζεται ως:
Ομοίως, η μεταβολή στο σημείο πήξεως (ΔΤf) για ένα διάλυμα εκφράζεται ως:
49
Όπως και με την τάση ατμών, η ανύψωση του σημείου ζέσεως και η ταπείνωση του
σημείου πήξεως σε ιοντικά διαλύματα εξαρτώνται από την έκταση διάστασης της
ιοντικής ουσίας, όπως αυτή δίνεται από τον παράγοντα van’t Hoff.
Όσμωση & Οσμωτική Πίεση
50
Υπάρχουν υλικά, όπως οι κυτταρικές μεμβράνες, τα οποία φέρουν πόρους, μέσω των
οποίων μπορούν να διαπερνούν μόρια νερού και άλλα μικρά μόρια, αλλά δεν
μπορούν να διέλθουν μακρομόρια. Αυτά τα υλικά ονομάζονται ημιπερατά.
Οσμωτική πίεση (Π) είναι η πίεση που πρέπει ν’ ασκηθεί σ’ ένα διάλυμα, έτσι ώστε ν’
ανασταλεί το φαινόμενο της όσμωσης.
Η οσμωτική πίεση μεταξύ του διαλύματος και του καθαρού διαλύτη εξαρτάται από τη
συγκέντρωση των σωματιδίων της διαλυμένης ουσίας, σύμφωνα με τον τύπο:
Όπου Δ[Ο2] είναι η μεταβολή της μοριακής συγκέντρωσης και Δt το χρονικό διάστημα
στο οποίο συνέβη η μεταβολή.
Ταχύτητες Αντίδρασης
3
Οι μονάδες της ταχύτητας αντίδρασης είναι μοριακότητα (Μ) ανά δευτερόλεπτο (s) ,
δηλαδή M/s ή mole/(Ls).
Ταχύτητες Αντίδρασης
5
είναι 1ης τάξεως σε σχέση με το Β, 2ης τάξεως σε σχέση με το Α και 3ης τάξεως
συνολικά.
9
Οι Νόμοι Ταχύτητας & Τάξη Αντίδρασης
10
Οι τιμές των εκθετών στο νόμο της ταχύτητας προσδιορίζονται πειραματικά. Δεν
μπορούν να υποτεθούν από τη στοιχειομετρία της αντίδρασης.
Μια μέθοδος προσδιορισμού των τιμών των εκθετών στο νόμο της ταχύτητας είναι η
διεξαγωγή μιας σειράς πειραμάτων, στα οποία γίνεται μέτρηση της αρχικής ταχύτητας
της αντίδρασης σε συνάρτηση με διαφορετικές αρχικές συγκεντρώσεις.
Πειραματικός Προσδιορισμός του Νόμου Ταχύτητας
12
Αυτή η μεθοδολογία χρησιμοποιεί αρχικές ταχύτητες για την αποφυγή επιπλοκών από
την ανάστροφη αντίδραση, όταν τα προϊόντα αυξηθούν σημαντικά σε συγκέντρωση.
Εάν η ταχύτητα της ανάστροφης αντίδρασης γίνει συγκρίσιμη με την ταχύτητα της
αντίδρασης, τότε η ταχύτητα της αντίδρασης θα εξαρτάται και από τη συγκέντρωση
των προϊόντων.
Η χρησιμότητα του προσδιορισμού του νόμου της ταχύτητας έγκειται και στο γεγονός
ότι μπορεί να υπολογιστεί και η σταθερά της ταχύτητας, k. Η κάθε αντίδραση έχει τη
δική της χαρακτηριστική τιμή k, η οποία εξαρτάται από τη θερμοκρασία, αλλά όχι από
την συγκέντρωση.
Πειραματικός Προσδιορισμός του Νόμου Ταχύτητας
14
Οι μονάδες της k σ’ αυτό το παράδειγμα είναι 1/(Μ2s), αλλά οι μονάδες της k δεν
είναι σταθερές και εξαρτώνται από τη συνολική τάξη της αντίδρασης.
15
Μια αντίδραση πρώτης τάξεως είναι αυτή της οποίας η ταχύτητα εξαρτάται από ένα
αντιδρών, υψωμένο εις την πρώτη.
16
17
Η παραπάνω έκφραση δηλώνει ότι το ln[A]t είναι γραμμική συνάρτηση του χρόνου.
Δηλαδή, ένα γράφημα ln[A] – t δίνει ευθεία γραμμή, της οποίας η κλίση της ευθείας
είναι ίση με – k και το σημείο τομής με τον άξονα y ίσο με ln[A]0.
18
19
Ο χρόνος ημιζωής μιας αντίδρασης, ο οποίος συμβολίζεται ως t½, είναι ο χρόνος που
απαιτείται για τη μείωση της συγκέντρωσης ενός αντιδρώντος στο μισό της αρχικής.
20
Ο χρόνος ημιζωής, λοιπόν, υπολογίζεται εύκολα εάν είναι γνωστή από τη σταθερά
ταχύτητας k.
Ο χρόνος ημιζωής μιας αντίδρασης πρώτης τάξεως είναι σταθερός, γιατί εξαρτάται
μόνο από τη σταθερά ταχύτητας και όχι από τη συγκέντρωση του αντιδρώντος.
Αντιθέτως, σε αντιδράσεις που δεν είναι πρώτης τάξεως, ο χρόνος ημιζωής εξαρτάται
από τη συγκέντρωση.
21
Αντιδράσεις 2ης Τάξεως
22
Η αντίδραση δευτέρας τάξεως είναι αυτή της οποίας η ταχύτητα εξαρτάται από τη
συγκέντρωση ενός μόνο αντιδρώντος υψωμένο εις τη δευτέρα ή από τις
συγκεντρώσεις δύο αντιδρώντων υψωμένες εις την πρώτη.
23
Δηλαδή, η παραπάνω εξίσωση δηλώνει ότι ένα γράφημα 1/[Α] – t είναι ευθεία
γραμμή με κλίση ίση με k και σημείο τομής με τον άξονα y ίσο με 1/[Α]0. Έτσι,
δημιουργώντας ένα τέτοιο γράφημα, είναι δυνατό να βρεθεί αν η αντίδραση είναι 2ης
τάξεως.
Αντιδράσεις 2ης Τάξεως
24
Η έκφραση για το χρόνο ημιζωής μιας αντίδρασης 2ης τάξεως μπορεί να ληφθεί, αν
στον ολοκληρωμένο νόμο της ταχύτητας αντικατασταθεί [Α]t = [Α]0/2 και t = t½.
Εν αντιθέσει με τις αντιδράσεις 1ης τάξεως, ο χρόνος που απαιτείται για να μειωθεί η
συγκέντρωση του Α στο μισό σε μια αντίδραση 2ης τάξεως εξαρτάται από αμφότερα
την αρχική συγκέντρωση του Α και τη σταθερά ταχύτητας.
25
26
27
Η αντίδραση μηδενικής τάξεως είναι αυτή η οποία υπόκειται στον παρακάτω νόμο της
ταχύτητας:
Δηλαδή, κατά τη διάρκεια της αντίδρασης η ταχύτητα παραμένει σταθερή και ίση με
k, ανεξάρτητη από τη συγκέντρωση του αντιδρώντος. Ο ολοκληρωμένος νόμος της
ταχύτητας είναι:
Αντιδράσεις Μηδενικής Τάξεως
28
Η παραπάνω έκφραση δηλώνει ότι ένα γράφημα της [Α] σε σχέση με το χρόνο είναι
μια ευθεία γραμμή, με κλίση ίση με – k.
Μηχανισμοί Αντίδρασης
29
Μηχανισμοί Αντίδρασης
31
Η χημική εξίσωση για μια στοιχειώδη αντίδραση αντιπροσωπεύει την περιγραφή ενός
ξεχωριστού μοριακού συμβάντος, δηλαδή σχηματισμό / διάσπαση χημικών δεσμών.
Μηχανισμοί Αντίδρασης
33
Μια χημική ένωση ή ένα στοιχείο που παράγεται σ’ ένα στάδιο μιας αντίδρασης και
καταναλώνεται σ’ ένα επόμενο ονομάζεται ενδιάμεσο αντίδρασης. Τα ενδιάμεσα
μιας αντίδρασης δεν εμφανίζονται στην τελική εξίσωση, αλλά μόνο στις εξισώσεις των
στοιχειωδών αντιδράσεων.
34
Μηχανισμοί Αντίδρασης
35
36
Λαμβάνεται η αντίδραση:
Ο αριθμός των mol Ο3 ανά λίτρο που διασπάται ανά μονάδα χρόνου είναι ευθέως
ανάλογος της μοριακής συγκέντρωσης του Ο3:
Συνεπώς, η ταχύτητα μιας μονομοριακής αντίδρασης είναι πάντα 1ης τάξεως σε σχέση
με τη συγκέντρωση του αντιδρώντος μορίου.
37
Λαμβάνεται η αντίδραση:
Τότε ισχύει:
Η συνολική τάξη αντίδρασης μιας στοιχειώδους αντίδρασης ισούται πάντα με τη μοριακότητά της.
38
39
Στην παρακάτω αντίδραση, για παράδειγμα, το πρώτο βήμα του μηχανισμού είναι το
πιο αργό και το καθορίζον την ταχύτητα, ενώ το δεύτερο βήμα γίνεται πολύ γρήγορα.
Ταχύτητες Αντιδράσεων & Θερμοκρασία: Η Εξίσωση Arrhenius
40
Εάν η αντίδραση συμβεί σ’ ένα βήμα, θα πρέπει η ηλεκτρονιακή κατανομή γύρω από
τους τρεις πυρήνες ν’ αλλάξει κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης, έτσι ώστε ο δεσμός Α
– Β να δημιουργηθεί καθώς ο δεσμός Β – C διασπάται. Μεταξύ των σταδίων από τα
αντιδρώντα έως τα προϊόντα, οι πυρήνες λαμβάνουν διάταξη, έτσι ώστε όλα τα άτομα
να συνδέονται ασθενώς μεταξύ τους.
41
42
Εφόσον η ενέργεια διατηρείται κατά τη σύγκρουση, όλη η ενέργεια που απαιτείται για
το σχηματισμό του ενεργοποιημένου συμπλόκου προέρχεται από την κινητική
ενέργεια των συγκρουόμενων σωματιδίων. Εάν η ενέργεια σύγκρουσης είναι
μικρότερη από την Ea, τότε η αντίδραση δεν είναι εφικτή. Αν όμως είναι μεγαλύτερη,
τότε τα αντιδρώντα μετατρέπονται σε προϊόντα.
43
Ταχύτητες Αντιδράσεων & Θερμοκρασία: Η Εξίσωση Arrhenius
44
Πολύ λίγες συγκρούσεις είναι παραγωγικές γιατί πολύ λίγες συμβαίνουν με ενέργεια
σύγκρουσης τόση, όση και η Ea. Όταν η Ea είναι μεγάλη εν συγκρίσει με την RT, τότε το
κλάσμα των συγκρούσεων με ενέργεια ίση ή μεγαλύτερη της δίνεται ως:
Αυτό σημαίνει ότι μόλις 7 συγκρούσεις στα 100 τρισεκατομύρια έχουν επαρκή
ενέργεια για μετατροπή των αντιδρώντων σε προϊόντα.
45
Για παράδειγμα, αν σε μια αντίδραση η θερμοκρασία αυξηθεί από του 298 Κ στους
308 Κ (αύξηση μόλις 3%), το κλάσμα f τριπλασιάζεται.
46
47
Το κλάσμα των συγκρούσεων που έχουν τον κατάλληλο προσανατολισμό για την
μετατροπή των αντιδρώντων σε προϊόντα ονομάζεται στερεοχημικός παράγοντας, p.
Τα αντιδρώντα απλώς θα συγκρουστούν και θα διαχωριστούν πάλι, χωρίς τη δημιουργία προϊόντων
48
49
Όπου Ζ είναι μια σταθερά που σχετίζεται με τη συχνότητα και έχει μονάδες σταθεράς
(k) ταχύτητας 2ης τάξης (1/Μs
ή M-1s-1).
Επίσης, η ταχύτητα αντίδρασης είναι μικρότερη από τον ρυθμό των συγκρούσεων
κατά ένα παράγοντα p f γιατί μόνο ένα κλάσμα συγκρουόμενων σωματιδίων έχει
τον κατάλληλο προσανατολισμό και την ελάχιστη ενέργεια που απαιτείται για την
αντίδραση:
Ταχύτητες Αντιδράσεων & Θερμοκρασία: Η Εξίσωση Arrhenius
50
51
52
Λογαριθμίζοντας (ln) και τα δύο μέρη της εξίσωσης Arrhenius, λαμβάνεται η εξής
λογαριθμική μορφή:
Με βάση αυτήν την εξίσωση, ένα γράφημα lnk – 1/T δίνει μια ευθεία γραμμή, με
κλίση – Ea/R και σημείο τομής με τον άξονα y ίσο με lnA. Πειραματικά, η Ea μπορεί να
υπολογιστεί ως: Ea = R κλίση.
53
Η Χρήση της Εξίσωσης Arrhenius
54
Άλλη μια χρήση της εξίσωσης Arrhenius είναι ο υπολογισμός της Ea από τις σταθερές
ταχύτητας σε δύο θερμοκρασίες.
Κατάλυση
55
Οι ταχύτητες των αντιδράσεων δεν επηρεάζονται μόνο από τις συγκεντρώσεις των
αντιδρώντων και τη θερμοκρασία, αλλά και από την παρουσία καταλυτών.
Ο καταλύτης είναι μια ουσία, η οποία αυξάνει την ταχύτητα μιας αντίδρασης, χωρίς
να καταναλώνεται από την αντίδραση.
Οι καταλύτες είναι κορυφαίας σημασίας ουσίες, τόσο στη βιομηχανία, όσο και στους
ζωντανούς οργανισμούς. Σχεδόν όλες οι σημαντικές χημικές ουσίες συντίθενται
βιομηχανικά υπό την παρουσία καταλυτών, με την οποία μειώνονται οι απαιτήσεις για
αυξημένες θερμοκρασίες και συνεπώς μειώνεται το κόστος παραγωγής.
Κατάλυση
56
Κατάλυση
57
Ο καταλύτης δεν φαίνεται στην τελική αντίδραση, γιατί καταναλώνεται στο Βήμα 1 και
αναγεννιέται στο Βήμα 2. Ο καταλύτης όμως συνδέεται σε βάθος με την αντίδραση
γιατί τα Ι- εμφανίζονται στον παρατηρούμενο νόμο της ταχύτητας:
Το πρώτο μέγιστο είναι υψηλότερο από το δεύτερο, γιατί το πρώτο βήμα είναι το
περιορίζον την αντίδραση και η Ea για τη συνολική αντίδραση είναι η Ea του πρώτου
βήματος.
Τα μέγιστα αμφότερων βημάτων όμως, είναι χαμηλότερα από το μέγιστο της μη-
καταλυόμενης αντίδρασης. Επίσης, η κατάλυση δεν επηρεάζει την ενέργεια
αντιδρώντων / προϊόντων.
58
59
Ένα ετερογενής καταλύτης είναι αυτός που βρίσκεται σε διαφορετική φάση από τα
αντιδρώντα. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις ο καταλύτης είναι συνήθως στερεός και τα
αντιδρώντα αέρια ή υγρά. Στην παραγωγή συνθετικής βενζίνης, για παράδειγμα
(μέθοδος Fischer – Tropsch), μικροσκοπικά σωματίδια Co εναποτεθειμένα πάνω σε
Al2O3 καταλύουν την αντίδραση CO και Η για την παραγωγή οκτανίου.
Ομογενής & Ετερογενής Κατάλυση
60
Ο μηχανισμός της ετερογενούς κατάλυσης είναι συχνά πολύπλοκος και όχι πλήρως
κατανοητός. Τα σημαντικά βήματα, εντούτοις, συμπεριλαμβάνουν (1) προσκόλληση
των αντιδρώντων στην επιφάνεια του καταλύτη, ένα φαινόμενο το οποίο ονομάζεται
προσρόφηση, (2) μετατροπή των αντιδρώντων σε προϊόντα πάνω στην επιφάνεια και
(3) εκρόφηση των προϊόντων από την επιφάνεια.
Το στάδιο της προσρόφησης θεωρείται ότι εμπλέκει δημιουργία χημικών δεσμών των
αντιδρώντων με τα πολύ δραστικά μεταλλικά άτομα, με συνεπακόλουθο τη διάρρηξη,
ή τουλάχιστον αποδυνάμωση των δεσμών στα αντιδρώντα.
61
3
Η Κατάσταση Ισορροπίας
4
Για να υποδειχθεί ότι η αντίδραση πραγματοποιείται και προς τις δύο κατευθύνσεις, η
ισοσταθμισμένη εξίσωση γράφεται με διπλό βέλος, το ένα με κατεύθυνση από τα
αντιδρώντα προς τα προϊόντα και το άλλο με την αντίστροφη κατεύθυνση.
Η Κατάσταση Ισορροπίας
5
Στην περίπτωση των Ν2Ο4 και ΝΟ2, οι συγκεντρώσεις των ενώσεων καταλήγουν σ’ ένα
σταθερό επίπεδο όχι γιατί παύει η αντίδραση, αλλά επειδή η ταχύτητα αντίδρασης
προς τα δεξιά γίνεται ίση με την ταχύτητα αντίδρασης προς τα’ αριστερά.
Δηλαδή, η χημική ισορροπία είναι μια δυναμική κατάσταση, στην οποία αμφότερες οι
αντιδράσεις προς τα δεξιά και τ’ αριστερά διεξάγονται με ίσες ταχύτητες κι έτσι δεν
υπάρχει καθαρή μετατροπή των αντιδρώντων σε προϊόντα.
6
Η Σταθερά Ισορροπίας Kc
7
Η Σταθερά Ισορροπίας Kp
9
Όπου PNO2 και PN2O4 είναι οι μερικές πιέσεις (σε atm) των αντιδρώντων και προϊόντων
σε κατάσταση ισορροπίας. Ο κάτω επιγεγραμμένος δείκτης p στη σταθερά Κ σημαίνει
ότι η σταθερά ορίζεται χρησιμοποιώντας μερικές πιέσεις.
Η Σταθερά Ισορροπίας Kp
10
Οι σταθερές Kc και Kp για μια γενική αντίδραση aA + bB cC + dD, στην αέρια φάση,
σχετίζονται, γιατί η μερική πίεση του κάθε αερίου είναι ευθέως ανάλογη της μοριακής
του συγκέντρωσης:
Με παρόμοιο τρόπο υπολογίζονται και οι μερικές πιέσεις και για το B, C και D, οπότε η
έκφραση για την Kp γίνεται:
Η Σταθερά Ισορροπίας Kp
11
Ετερογενής ισορροπία είναι αυτή στην οποία αντιδρώντα και προϊόντα υπάρχουν σε
περισσότερες από μία φάσεις. Λαμβάνεται για παράδειγμα η αντίδραση:
Ετερογενής Ισορροπία
13
Επειδή όμως για ένα καθαρό στερεό ή υγρό ο λόγος μάζας / όγκου είναι σταθερός,
τότε [CaCO3] και [CaO] είναι σταθερά. Συνεπώς, ισχύει ότι:
Η μεγάλη τιμή της σταθεράς υποδηλώνει ότι η αντίδραση είναι σχεδόν πλήρης και ότι
τα αντιδρώντα βρίσκονται σε εξαιρετικά χαμηλή συγκέντρωση.
Εάν η Kc είναι μεταξύ 10-3 και 103, τότε υπάρχουν σημαντικές ποσότητες
αντιδρώντων και προϊόντων στο μίγμα ισορροπίας.
16
Ας υποτεθεί ότι σε κάποια χρονική στιγμή t γίνεται μέτρηση των συγκεντρώσεων και
βρίσκεται ότι [Η2]t = 0.1 Μ, [Ι2]t = 0.2 Μ και [ΗΙ]t = 0.4 Μ. Εάν αυτές οι τιμές
αντικατασταθούν στην έκφραση της σταθεράς ισορροπίας, λαμβάνεται μια τιμή που
ονομάζεται πηλίκον αντίδρασης, Qc:
Η Χρήση της Σταθεράς Ισορροπίας
18
Εάν Qc < Kc, τότε η αντίδραση έχει κατεύθυνση από τ’ αριστερά προς τα δεξιά.
Εάν Qc > Kc, τότε η αντίδραση έχει κατεύθυνση από τα δεξιά προς τα’ αριστερά.
19
Η Χρήση της Σταθεράς Ισορροπίας
20
Λαμβάνεται η αντίδραση:
Εάν είναι γνωστό ότι Kc = 6.9 105 και το μίγμα ισορροπίας περιέχει 1 10-3 Μ Ο2 και
5 10-2 Μ ΝΟ2, τότε μπορεί να υπολογιστεί η συγκέντρωση του ΝΟ:
21
«Όταν ένα σύστημα σε ισορροπία διαταράσσεται λόγω μεταβολής ενός από τους
παραπάνω παράγοντες, τότε η ισορροπία του συστήματος μετατοπίζεται προς εκείνη
την κατεύθυνση που τείνει να εξουδετερώσει τη μεταβολή».
Μεταβολή Μίγματος Ισορροπίας: Αλλαγές στη Συγκέντρωση
22
Ας υποτεθεί ότι το μίγμα ισορροπίας έχει σύσταση 0.5 Μ Ν2, 3 Μ Η2 και 1.98 Μ ΝΗ3
και ότι η ισορροπία διαταράσσεται με την αύξηση του Ν2 σε 1.5 Μ. Σύμφωνα με την
αρχή Le Châtelier, η ισορροπία θα μετατοπιστεί προς την πλευρά όπου θα
καταναλωθεί ορισμένη ποσότητα Ν2 (η αιτία της διατάραξης).
23
Μεταβολή Μίγματος Ισορροπίας: Αλλαγές στη Συγκέντρωση
24
27
Η ισοσταθμισμένη εξίσωση της αντίδρασης έχει 4 mol αερίων στην αριστερή πλευρά
και 2 mol αερίου στη δεξιά.
Εάν αυξηθεί η πίεση μειώνοντας τον όγκο (σύμφωνα με P = nRT/V), τότε η αρχή Le
Châtelier προβλέπει ότι η αντίδραση θα μετατοπισθεί από τ’ αριστερά προς τα δεξιά,
έτσι ώστε τα 4 mol να γίνουν 2.
Μεταβολή Μίγματος Ισορροπίας: Αλλαγές στην Πίεση και τον Όγκο
28
Μια αύξηση της πίεσης μέσω μείωσης του όγκου θα μετατοπίσει μια αντίδραση προς
την κατεύθυνση όπου μειώνεται ο αριθμός των mol.
Μια μείωση της πίεσης μέσω αύξησης του όγκου θα μετατοπίσει μια αντίδραση προς
την κατεύθυνση όπου αυξάνεται ο αριθμός των mol.
29
Στην εφαρμογή της αρχής Le Châtelier σε μια ετερογενή ισορροπία, η επίδραση της
πίεσης σε στερεά ή υγρά μπορεί ν’ αγνοηθεί, επειδή ο όγκος τους παραμένει πρακτικά
σταθερός σε αλλαγές πίεσης.
Αγνοώντας τον C, παρατηρείται ότι μια μείωση του όγκου (αύξηση της πίεσης) θα
μετατοπίσει την ισορροπία από τα δεξιά προς τ’ αριστερά γιατί τα mol θα μειωθούν
από 2 σε 1.
Μεταβολή Μίγματος Ισορροπίας: Αλλαγές στη Θερμοκρασία
30
Μια αλλαγή στη θερμοκρασία σχεδόν πάντα επιφέρει μεταβολή της σταθεράς
ισορροπίας. Για παράδειγμα, η σύνθεση της αμμωνίας είναι εξώθερμη αντίδραση και
η Kc μειώνεται κατά ένα παράγονται 1011 μέσα σ’ ένα εύρος 300 – 1000 Κ.
31
Μεταβολή Μίγματος Ισορροπίας: Αλλαγές στη Θερμοκρασία
32
Η σταθερά ισορροπίας για μια εξώθερμη αντίδραση (αρνητική ΔΗ°) μειώνεται με την
αύξηση της θερμοκρασίας.
Η σταθερά ισορροπίας για μια ενδόθερμη αντίδραση (θετική ΔΗ°) αυξάνεται με την
αύξηση της θερμοκρασίας.
Στην κατάσταση ισορροπίας, όμως, οι ταχύτητες της κανονικής και την ανάστροφης
αντίδρασης είναι ίσες, οπότε:
Η Σύνδεση Μεταξύ Χημικής Ισορροπίας & Χημικής Κινητικής
34
τότε:
Σύμφωνα με τη θεωρία Brønsted – Lowry, οξύ είναι οποιαδήποτε ουσία (μόριο ή ιόν)
που μπορεί να μεταφέρει ένα πρωτόνιο (ιόν Η+) σε μια άλλη ουσία. Ομοίως, βάση
είναι οποιαδήποτε ουσία που μπορεί να δεχτεί πρωτόνιο.
Στην παραπάνω εξίσωση παρατηρείται ότι τα προϊόντα της αντίδρασης, ΒΗ+ και Α- ,
είναι και αυτά οξέα και βάσεις.
Οι ενώσεις των οποίων οι χημικοί τύποι διαφέρουν κατά ένα πρωτόνιο ονομάζονται
συζυγή ζεύγη οξέως – βάσεως. Έτσι, το Α- είναι η συζυγής βάση του οξέως ΗΑ και το
ΗΑ είναι το συζυγές οξύ της βάσης Α- .
Αυτό που συμβαίνει όταν ένα κατά Brønsted – Lowry οξύ ΗΑ προστίθεται στο νερό
είναι ότι αντιδρά αντιστρεπτά με το νερό σε μια ισορροπία διάστασης οξέως. Το οξύ
μεταφέρει ένα πρωτόνιο στο νερό, το οποίο λειτουργεί ως βάση (αποδέκτης
πρωτονίου). Τα προϊόντα είναι ιόν υδρονίου, Η3Ο+ (το συζυγές οξύ του Η2Ο) και Α- (η
συζυγής βάση του ΗΑ).
4
Τυπικά Brønsted – Lowry οξέα είναι το HCl, HF και HNO3, αλλά και το NH4+, η HSO4- και
η HCO3-.
Όταν μια κατά Brønsted – Lowry βάση προστίθεται στο νερό, όπως π.χ. η ΝΗ3, δέχεται
πρωτόνια από το νερό, το οποίο δρα ως οξύ. Τα προϊόντα είναι το ιόν υδροξυλίου, ΟΗ-
(η συζυγής βάση του νερού) και το ιόν του αμμωνίου, NH4+ (το συζυγές οξύ της ΝΗ3).
Ένα μόριο για να δεχθεί πρωτόνιο θα πρέπει να έχει τουλάχιστον ένα μονήρες ζεύγος
ηλεκτρονίων, για την δέσμευση του πρωτονίου. Όλες οι κατά Brønsted – Lowry βάσεις
έχουν μονήρη ζεύγη ηλεκτρονίων.
6
Ισχυρό οξύ είναι αυτό το οποίο διίσταται στο νερό σχεδόν πλήρως. Έτσι, η ισορροπία
διάστασης οξέως ενός ισχυρού οξέως ΗΑ είναι σχεδόν 100% μετατοπισμένη προς τα
δεξιά και το διάλυμα περιέχει σχεδόν μόνο Η3Ο+ και Α-.
Τυπικά ισχυρά οξέα είναι το HClO4, το HCl, το HNO3 και το H2SO4. Συνεπάγεται ότι,
επειδή εξορισμού τα ισχυρά οξέα έχουν ασθενείς συζυγείς βάσεις, τα ιόντα ClO4-, Cl-,
NO3- και HSO4- θα είναι πολύ πιο ασθενείς βάσεις από το νερό.
Ισχύεις Οξέων & Βάσεων
8
Ασθενές οξύ είναι αυτό το οποίο διίσταται μόνο μερικώς μέσα στο νερό. Μόνο ένα
μικρό κλάσμα των μορίων ενός ασθενούς οξέως μεταφέρει πρωτόνια στο νερό και το
διάλυμα περιέχει κυρίως αδιάστατα μόρια.
Τυπικά ασθενή οξέα είναι το ΗΝΟ2 και το CH3COOH. Από τον ορισμό συνεπάγεται ότι
τα πολύ ασθενή οξέα έχουν πολύ ισχυρές συζυγείς βάσεις.
9
Ισχύεις Οξέων & Βάσεων
10
11
Παράγοντες που Επηρεάζουν την Ισχύ ενός Οξέως
12
Ο βαθμός διάστασης ενός οξέως ΗΑ καθορίζεται κυρίως από την ισχύ και πολικότητα
του δεσμού Η – Α.
Όπως έχει ειπωθεί, η ισχύς του δεσμού Η – Α είναι η ενθαλπία που απαιτείται για τη
διάσταση του ΗΑ σ’ ένα άτομο Η και ένα Α. Η πολικότητα του δεσμού Η – Α αυξάνει με
την αύξηση της ηλεκτραρνητικότητας του Α και σχετίζεται με την ευκολία με την οποία
υπάρχει μεταφορά ηλεκτρονίων από το άτομο Η στο Α, έτσι ώστε να δημιουργηθούν
ιόντα Η+ και Α-.
Γενικά, όσο πιο ασθενής ο Η – Α δεσμός, τόσο πιο ισχυρό το οξύ. Όσο πιο πολικός ο Η
– Α δεσμός, τόσο πιο ισχυρό το οξύ.
Οι χάρτες δείχνουν ότι όλα τα μόρια είναι πολικά, αλλά οι διαφορές στην πολικότητα
είναι λιγότερο σημαντικές από τις διαφορές στην ισχύ των δεσμών, η οποία μειώνεται
κατά πολύ από το HF στο ΗΙ. Αυτό σημαίνει και μια παράλληλη αύξηση της οξύτητας.
Διάσταση του Νερού
14
Μια από τις πιο σημαντικές ιδιότητες του νερού είναι να δρα και ως οξύ και ως βάση.
Υπό την παρουσία οξέως το νερό δρα ως βάση, ενώ αντιθέτως υπό την παρουσία μιας
βάσης δρα ως οξύ.
Στο καθαρό νερό, το ένα μόριο μπορεί να μεταφέρει ένα πρωτόνιο σ’ ένα άλλο μόριο
νερού, δρώντας ταυτόχρονα και ως οξύ και ως βάση.
Αυτή η αντίδραση χαρακτηρίζεται ως η διάσταση του νερού και περιγράφεται από την
εξής εξίσωση ισορροπίας:
Η συγκέντρωση του νερού παραλείπεται από την έκφραση της σταθεράς ισορροπίας
γιατί είναι καθαρό υγρό. Η σταθερά ισορροπίας Kw ονομάζεται σταθερά γινομένου
ιόντων του νερού.
Έτσι, ένα όξινο διάλυμα με [Η3Ο+] = 10-2 Μ έχει pH = 2. Να σημειωθεί ότι οι τιμές pH
αναφέρονται με ακρίβεια δύο δεκαδικών ψηφίων.
Η κλίμακα του pH είναι λογαριθμική, που σημαίνει ότι για κάθε μεταβολή της τιμής pH
κατά 1, η συγκέντρωση [Η3Ο+] μεταβάλλεται κατά ένα παράγοντα 10.
19
Ισορροπίες σε Διαλύματα Ασθενών Οξέων
20
Η διάσταση ενός ασθενούς οξέως στο νερό χαρακτηρίζεται από μια εξίσωση
ισορροπίας. Η σταθερά ισορροπίας για την αντίδραση διάστασης ονομάζεται
σταθερά διάστασης οξέως, Κa.
Η συγκέντρωση του Η2Ο, που είναι ουσιαστικά σταθερή σε αραιά υδατικά διαλύματα,
παραλείπεται από την έκφραση της σταθεράς ισορροπίας (είναι ενσωματωμένη στην
Ka).
21
Βήμα 2ο: Εκφράζονται οι συγκεντρώσεις όλων των σωματιδίων (μορίων, ιόντων) που
εμπλέκονται σε σχέση με τη συγκέντρωση του HCN που διίσταται (π.χ. x mol/L).
Δηλαδή, αφού x mol/L διίστανται, παράγουν x mol/L Η3Ο+ και x mol/L CN-. Η
συγκέντρωση του αδιάστατου HCN θα είναι (0.1 – x) mol/L.
Υπολογισμός Συγκεντρώσεων Ισορροπίας σε Διαλύματα Ασθενών Οξέων
22
23
Επιπρόσθετα της Ka, υπάρχει και μια άλλη μέτρηση της ισχύος ενός ασθενούς οξέως, η
εκατοστιαία (%) διάσταση. Αυτή ορίζεται ως η συγκέντρωση του εν διαστάσει οξέως
προς την αρχική συγκέντρωση οξέως, επί 100.
Για παράδειγμα, σ’ ένα διάλυμα CH3COOH 1 Μ, η συγκέντρωση των Η3Ο+ (δηλαδή του
εν διαστάσει οξέως) είναι 4.2 10-3 Μ. Η % διάσταση, λοιπόν, θα είναι:
Γενικά, η % διάσταση εξαρτάται από το ασθενές οξύ και αυξάνει καθώς αυξάνει η Ka.
Επίσης, η % διάσταση αυξάνει καθώς αυξάνει η αραίωση ενός ασθενούς οξέως.
Πολυπρωτικά Οξέα
26
Πολυπρωτικά Οξέα
27
Ασθενείς βάσεις, όπως η ΝΗ3, δέχονται πρωτόνια από το νερό και παράγουν το
συζυγές οξύ της βάσης και ιόντα ΟΗ-.
29
Ισορροπίες σε Διαλύματα Ασθενών Βάσεων
30
Τα άλατα μπορεί να είναι ουδέτερα, όξινα ή βασικά, ανάλογα με τις όξινες / βασικές
ιδιότητες των ιόντων τους.
Ως γενικός κανόνας, άλατα που σχηματίζονται από ισχυρό οξύ και ισχυρή βάση είναι
ουδέτερα άλατα που σχηματίζονται από ισχυρό οξύ και ασθενή βάση είναι όξινα και
άλατα που σχηματίζονται από ασθενές οξύ και ισχυρή βάση είναι βασικά.
Τα παρακάτω ιόντα δεν αντιδρούν σημαντικά με το νερό για να παράξουν είτε ΟΗ-
είτε Η3Ο+:
Άλατα όπως το NH4Cl που προέρχονται από μια ασθενή βάση (ΝΗ3) και ένα ισχυρό
οξύ (HCl) παράγουν όξινα διαλύματα. Σ’ αυτήν την περίπτωση, το κατιόν είναι ένα
ασθενές οξύ:
Αν και η αντίδραση κάποιου ιόντος ενός άλατος με το νερό για τη δημιουργία είτε ΟΗ-
είτε Η3Ο+ ονομάζεται υδρόλυση άλατος, στην ουσία είναι μια τυπική αντίδραση οξέως
– βάσεως Brønsted – Lowry.
Οι Όξινες / Βασικές Ιδιότητες των Αλάτων
34
Άλατα όπως το NaCN που προέρχονται από μια ισχυρή βάση (ΝaOH) και ένα ασθενές
οξύ (HCΝ) παράγουν βασικά διαλύματα. Σ’ αυτήν την περίπτωση, το ανιόν είναι μια
ασθενής βάση:
Άλλα ιόντα που έχουν βασικές ιδιότητες είναι η ΝΟ2-, η F-, η CH3COO-, και η CO32-.
Λαμβάνεται για παράδειγμα το (ΝΗ4)2CO3. Επειδή το ΝΗ4+ είναι ασθενές οξύ και η
CO32- είναι ασθενής βάση, το pH του διαλύματος θα εξαρτάται από τη σχετική ισχύ
του οξέως και της βάσεως.
Ka > Kb: Το διάλυμα θα περιέχει περίσσεια ιόντων Η3Ο+ (pH < 7).
Ka < Kb: Το διάλυμα θα περιέχει περίσσεια ιόντων ΗΟ- (pH > 7).
Ka Kb: Το διάλυμα θα περιέχει περίπου ίση συγκέντρωση ιόντων Η3Ο+ και ΗΟ- (pH
7).
Οι Όξινες / Βασικές Ιδιότητες των Αλάτων
36
Βρίσκεται ότι Ka < Kb. Συνεπώς το διάλυμα θα είναι βασικό (pH > 7).
π.χ.
Αν σε αυτό το διάλυμα προσθέτουμε HCl(aq) (ιόντα Η3Ο+) ή CH3COONa
(δηλαδή ιόντα CH3COO–), τότε η ισορροπία θα μετατοπισθεί προς τα
αριστερά (αρχή του Le Chatelier)
Ισχύει ότι:
Επίδραση Κοινού Ιόντος
4
Δηλαδή, αν υποτεθεί ότι η συγκέντρωση των οξικών ιόντων είναι x mol/L από τη
διάσταση του οξικού οξέως, θα προστεθούν σ’ αυτά και άλλα 0.1 mol/L από τη
διάσταση του οξικού νατρίου. Συνεπώς:
Εφόσον όμως η συγκέντρωση x είναι πολύ μικρότερη από 0.1, η εξίσωση μπορεί ν’
απλοποιηθεί ως εξής:
Δηλαδή:
Επίδραση Κοινού Ιόντος
6
Διαλύματα που περιέχουν ένα ασθενές οξύ και τη συζυγή βάση του ονομάζονται
ρυθμιστικά διαλύματα, γιατί αντιστέκονται σε δραστικές αλλαγές του pH.
Ένα ρ.δ. πρέπει να περιέχει δύο συστατικά: ένα που να μπορεί να εξουδετερώνει οξέα
και ένα που να μπορεί να εξουδετερώνει βάσεις. Όμως σε καμιά περίπτωση δεν θα
πρέπει το ένα συστατικό να εξουδετερώνει το άλλο.
Την απαίτηση αυτή για ρυθμιστική δράση δεν ικανοποιεί κανένα μίγμα ισχυρού οξέος
με ισχυρή βάση, παρά μόνο μίγματα ασθενούς οξέος με τη συζυγή βάση του
(CH3COOH - CH3COO-) ή ασθενούς βάσεως με το συζυγές οξύ της (ΝΗ3 - ΝΗ4+).
Ρυθμιστικά Διαλύματα (Buffer Solutions)
8
Προσθήκη ΟΗ-
Ας υποτεθεί ότι στο προηγούμενο μίγμα προστίθενται 0.01 mol στερεού NaOH. Τότε
θα ισχύει:
Συνεπώς:
Προσθήκη Η3Ο+
Ας υποτεθεί ότι στο προηγούμενο μίγμα προστίθενται 0.01 mol HCl. Τότε 0.01 mol
οξικών ιόντων θα μετατραπούν σε 0.01 mol οξικού οξέως, σύμφωνα με την
αντίδραση:
Ρυθμιστική ικανότητα
15
Το CaF2 είναι ισχυρός ηλεκτρολύτης (ιοντικό στερεό) και στην υδατική βάση διίσταται
και βρίσκεται υπό τη μορφή ιόντων Ca2+ και F-.
Ισορροπίες Διαλυτότητας
17
ισχύει ότι:
Μέτρηση της Ksp και Υπολογισμός της Διαλυτότητας από την Ksp
18
Γνωρίζοντας ότι η συγκέντρωση του MgF2 είναι 2.6 x 10-4 Μ, θα ισχύει ότι:
Παράγοντες που Επηρεάζουν τη Διαλυτότητα
20
Όταν το MgF2 διαλυθεί σε διάλυμα που περιέχει ένα κοινό ιόν, όπως π.χ. το F- από το
NaF, τότε η θέση της ισορροπίας μετατοπίζεται προς τ’ αριστερά υπό την επίδραση
κοινού ιόντος.
Εάν η [F-] είναι μεγαλύτερη από 5.2 x 10-4 Μ, τότε η συγκέντρωση [Mg2+] θα πρέπει να
είναι αντιστοίχως μικρότερη, έτσι ώστε να διατηρηθεί η έκφραση ισορροπίας [Mg2+]
[F-] σε σταθερή τιμή (Ksp = 7.4 x 10-11).
Το pH του διαλύματος
Μια ιοντική ένωση που περιέχει ένα βασικό ανιόν καθίσταται πιο διαλυτή, όσο
αυξάνει η οξύτητα του διαλύματος.
Για παράδειγμα, η διαλυτότητα του CaCO3 αυξάνει καθώς μειώνεται το pH, γιατί τα
ιόντα CO32- συνδυάζονται με πρωτόνια και δίνουν HCO3-. Καθώς ιόντα CO32-
αφαιρούνται από το διάλυμα, η ισορροπία διαλυτότητας μετατοπίζεται προς τα δεξιά.
Η τελική αντίδραση είναι η διάλυση του CaCO3 και η δημιουργία ιόντων Ca2+ και HCO3-
.
Παράγοντες που Επηρεάζουν τη Διαλυτότητα
22
Και άλλα ιόντα, όπως CN-, PO43-, S2- και F- συμπεριφέρονται παρόμοια. Αντιθέτως, το
pH δεν έχει επίδραση στη διαλυτότητα αλάτων που περιέχουν ανιόντα ισχυρών οξέων
(Cl-, Br-, I-, NO3-, ClO4-), γιατί αυτά τα ιόντα δεν πρωτονιώνονται από το Η3Ο+.
Ένα σύμπλοκο ιόν είναι ένα ιόν το οποίο περιέχει ένα μεταλλικό κατιόν ενωμένο με
ένα ή περισσότερα μικρά μόρια ή ιόντα, όπως π.χ. ΝΗ3, CN-, OH-.
Ο AgCl για παράδειγμα, είναι αδιάλυτος στο νερό, αλλά διαλύεται σε περίσσεια
υδατικού διαλύματος αμμωνίας, δημιουργώντας το σύμπλοκο ιόν Ag(NH3)2+.
24
Η τελική αντίδραση της διάλυσης του AgCl σε υδατικό διάλυμα αμμωνίας είναι το
άθροισμα των εξισώσεων για τη διάλυση του AgCl σε νερό και της αντίδρασης των Ag+
με ΝΗ3 για τη δημιουργία Ag(NH3)+:
Γενικά, αυτό που απαιτείται για να διαπιστωθεί αν μια ιοντική ένωση θα καταβυθιστεί
είναι ο υπολογισμός του ΙΡ και η σύγκρισή του με την Ksp. Τότε διακρίνονται τρεις
περιπτώσεις:
Τα μακριά μαλλιά δένονται πάντα στο πίσω μέρος του κεφαλιού, κυρίως
όταν χρησιμοποιείται φλόγα.
Δεν επιτρέπεται ποτέ να εργάζεται ένα άτομο μόνο του στο εργαστήριο.
Συμπεριφορά στο εργαστήριο
5
Εργαστηριακός Πάγκος
6
Προστατευτικά γυαλιά
Γάντια
Εργαστηριακή μπλούζα
Φακοί επαφής
8
Να γίνεται προσεκτική ανάγνωση της ετικέτας, έτσι ώστε να υπάρχει σιγουριά ότι
χρησιμοποιείται η σωστή ουσία.
Να γίνεται καλή έκπλυση των χεριών πριν την απομάκρυνση από το εργαστήριο ή εάν
υπάρχει η υποψία ότι έγινε επαφή με χημική ουσία.
Γάντια από latex ή άλλο κατάλληλο υλικό (περιπτώσεις χειρισμού τοξικών, καυστικών,
διαβρωτικών χημικών).
Εργαστηριακές Εργασίες
14
Α. Γενικά
Β. Μέθοδοι χειρισμού
Γενικά
Καταγραφές
Πειραματικές περιγραφές
Οργάνωση σημειωματάριου
Το κάθε σημειωματάριο είναι προσωπικό και χρησιμοποιείται από έναν και μόνο.
Εισαγωγή δεδομένων / σημειώσεων από παραπάνω από έναν χρήστη θα προκαλέσει
σύγχυση και θα καταστήσει το σημειωματάριο δύσχρηστο και μη-λειτουργικό.
Συμπεράσματα
Μετρήσεις - Γενικά
2
4
Μετρήσεις - Γενικά
5
Ένα πρόβλημα με κάθε σύστημα μέτρησης είναι ότι το μέγεθος των μονάδων,
ανάλογα με τη μέτρηση, μπορεί να είναι πολύ μεγάλο ή πολύ μικρό. Για παράδειγμα,
ένας χημικός που θέλει να μετρήσει τη διάμετρο του ατόμου του νατρίου (0.000 000
000 372 m) βρίσκει τη μονάδα του μέτρου υπερβολικά μεγάλη, ενώ ένας αστρονόμος
που μετράει την απόσταση Γης – Ήλιου (150, 000 000 000 m) τη βρίσκει υπερβολικά
μικρή.
Επιλεγμένα προθέματα SI
6
Ακρίβεια (Accuracy), Πιστότητα (Precision)
Η οποιαδήποτε μέτρηση είναι τόσο καλή, όση και η ικανότητα του αναλυτή και η
αξιοπιστία της χρησιμοποιούμενης συσκευής. Στη χημεία υπάρχει πάντα ένας βαθμός
αβεβαιότητας στις τιμές των μετρήσεων.
Όλα τα ψηφία είναι σημαντικά, εκτός από μηδενικά στην αρχή του αριθμού και
ενδεχομένως κάποια τερματικά μηδενικά (ένα ή περισσότερα μηδενικά στο τέλος
ενός αριθμού). Έτσι, οι τιμές 9,12 cm, 0,912 cm και 0,00912 cm έχουν όλες από
τρία σημαντικά ψηφία.
12
13
14
1. Εάν το πρώτο ψηφίο που αφαιρείται είναι < 5, τότε η στρογγυλοποίηση γίνεται προς
τα κάτω, αφαιρώντας όλα τα ψηφία που ακολουθούν.
3. Εάν το πρώτο ψηφίο που αφαιρείται είναι 5 και ακολουθούν άλλα εκτός του μηδενός,
η στρογγυλοποίηση γίνεται προς τα πάνω
15
4. Εάν το πρώτο ψηφίο είναι 5 και δεν ακολουθεί τίποτα, η στρογγυλοποίηση γίνεται
προς τα κάτω
Μέτρηση Μάζας
16
Μάζα ορίζεται ως η ποσότητα ύλης ενός αντικειμένου. Ύλη είναι οτιδήποτε έχει μάζα.
Η μάζα μετριέται σε μονάδες SI με το χιλιόγραμμο (1 kg). Επειδή αυτή η μονάδα είναι
πολύ μεγάλη για τις συνήθεις χημικές μετρήσεις, χρησιμοποιούνται συχνά το
γραμμάριο (g = 0.001 kg), το χιλιοστογραμμάριο (mg = 0.001 g = 10-6 kg) και το
μικρογραμμάριο (μg = 0.001 mg = 10-6 g = 10-9 kg).
17
Μέτρηση Μήκους
18
Το μέτρο (m) είναι η θεμελιώδης μονάδα μήκους στο σύστημα SI. Ο τελευταίος
ορισμός του μέτρου, όπως αυτό καθορίστηκε το 1983, είναι η απόσταση που
διανύεται από το φως μέσω κενού σε 1/299,792,458 δευτερόλεπτα.
Το μέτρο είναι πολύ μεγάλη μονάδα για χημικές μετρήσεις. Άλλες, πιο κοινές
μετρήσεις μήκους είναι το εκατοστόμετρο (cm = 0.01 m), το χιλιοστόμετρο (mm = 0.1
cm = 0.001 m), το μικρόμετρο (μm = 10-6 m) και το νανόμετρο (nm = 10-9 m).
Μέτρηση Θερμοκρασίας
19
Για πρακτικούς λόγους, οι βαθμοί Celsius και Κelvin είναι το ίδιο, δηλαδή είναι το ένα
εκατοστό του διαστήματος μεταξύ του σημείου πήξεως και του σημείου ζέσεως του
νερού σε σταθερή ατμοσφαιρική πίεση. Η μόνη πραγματική διαφορά μεταξύ των δύο
μονάδων είναι οι αριθμοί που αντιστοιχούν στα διάφορα σημεία της κλίμακας.
Ενώ η κλίμακα Celsius θεωρεί ως 0 °C το σημείο πήξεως του νερού και ως 100 °C το
σημείο βρασμού του, στην κλίμακα Kelvin το σημείο 0 Κ είναι η χαμηλότερη δυνατή
θερμοκρασία (- 273.15 °C), η οποία πολλές φορές αποκαλείται το απόλυτο μηδέν.
Έτσι, 0 Κ = - 273.15 °C και 273.15 Κ = 0 °C.
Μέτρηση Θερμοκρασίας
20
Εν αντιθέσει με τις κλίμακες Celsius και Kelvin, η κλίμακα Fahrenheit έχει ένα διάστημα
180° μεταξύ του σημείου πήξεως του νερού (32°F) και του σημείου βρασμού του
(212°F). Το διάστημα, λοιπόν, των 100 βαθμών της κλίμακας Celsius (ή Kelvin)
αντιστοιχεί σε διάστημα 180 βαθμών της κλίμακας Fahrenheit, δηλαδή 1 °F = 5/9 °C.
Παράγωγες Μονάδες: Μέτρηση Όγκου
21
Επειδή το κυβικό μέτρο είναι πολύ μεγάλη μονάδα για τις συνήθεις μετρήσεις στη
χημεία, χρησιμοποιούνται μικρότερες και πιο βολικές μετρήσεις. Το ένα κυβικό
δεκάμετρο (1 dm3 = 0.001 m3) ισούται με το λίτρο (1 L) και το ένα κυβικό εκατοστό (1
cm3 = 0.001 dm3 = 10-6 m3 ) ισούται με το χιλιοστόλιτρο (1 mL).
22
23
Η φυσική ιδιότητα που συσχετίζει τη μάζα ενός αντικειμένου με τον όγκο του,
ονομάζεται πυκνότητα. Η πυκνότητα είναι η μάζα ενός αντικειμένου δια τον όγκο του
και σε παράγωγες μονάδες SI εκφράζεται ως g/cm3 για ένα στερεό ή g/mL για ένα
υγρό.
Παράγωγες Μονάδες: Μέτρηση Πυκνότητας
25
Για παράδειγμα, στους 3.98 °C ένα δοχείο 1.0000 mL χωράει ακριβώς 1.0000 g νερού
(d = 1.0000 g/mL). Καθώς αυξάνει η θερμοκρασία όμως, ο όγκος διαστέλλεται κι έτσι
στους 100 °C το δοχείο θα χωράει μόνο 0.9584 g (d = 0.9584 g/mL).
Εάν είναι γνωστή η πυκνότητα μια ουσίας, κυρίως υγρής, τότε αυτό είναι πολύ
χρήσιμο, γιατί είναι ευκολότερο να μετριέται ένα υγρό ως όγκος απ’ ότι ως μάζα.
Ένα πείραμα απαιτεί 43,7 g ισοπροπυλαλκοόλης. Ένας χημικός αντί να ζυγίσει την
ποσότητα αυτή πάνω στον ζυγό προτιμά να μετρήσει το υγρό με έναν
ογκομετρικό κύλινδρο. Η πυκνότητα της ισοπροπυλαλκοόλης είναι 0,785 g/mL.
Πόσο όγκο ισοπροπυλαλκοόλης πρέπει να μετρήσει;
Moles
2
Όταν γίνεται αναφορά στον αριθμό των μορίων ή των ιόντων που συμμετέχουν σε
μια χημική αντίδραση, είναι πολύ βολικό να χρησιμοποιείται ο όρος “mole” ή
γραμμομόριο (συντομογραφία: mol). Ένα mole οποιασδήποτε ουσίας είναι η
ποσότητα, της οποίας η μάζα (η γραμμομοριακή μάζα ) είναι ίση με τη μοριακή μάζα
(ή τη μάζα της τυπικής μονάδας) σε γραμμάρια. Ένα mole HCl, για παράδειγμα, έχει
μάζα 36.5 g (ή αλλιώς, η γραμμομοριακή μάζα του HCl είναι 36.5 g/mol).
Moles
4
Στοιχειομετρία
6
Παράδειγμα
Δεδομένο: 15 g αιθυλενίου
Σύμφωνα με την εξίσωση, 1 mol HCl αντιδρά με 1 mol C2H4. Για να βρεθεί η μάζα του
HCl που απαιτείται, θα πρέπει να βρεθεί πρώτα ο αριθμός των mol που αντιστοιχεί
στα 15 g.
Τώρα είναι γνωστά τα mol αιθυλενίου (0.536), είναι γνωστά και τα mol HCl. Εφόσον
λοιπόν είναι γνωστά τα mol HCl, μπορεί να υπολογιστεί η μάζα που αντιστοιχεί σε
0.536 mol.
Στοιχειομετρία/Moles
8
Λύση:
Η έκταση της αντίδρασης που θα λάβει μέρος, λοιπόν, εξαρτάται από το αντιδρών
που βρίσκεται σε περιορισμένη αναλογία – το περιοριστικό αντιδρών. Το άλλο
αντιδρών λέγεται ότι είναι αντιδρών σε περίσσια.
Αντιδράσεις με Περιορισμένες Ποσότητες Αντιδρώντων
11
Αν προστεθούν 0,30 mol Zn σε υδροχλωρικό οξύ που περιέχει 0,52 mol HCl, πόσα
moles Η2 θα παραχθούν;
Λύση: Ποιο είναι το περιοριστικό αντιδρών;
Η πιο χρήσιμη έκφραση της συγκέντρωσης ενός διαλύματος είναι η μοριακότητα (Μ),
η οποία ορίζεται ως τα mol της εν διαλύσει ουσίας ανά L διαλύματος. Για παράδειγμα,
1 L νερού που περιέχει 1 mol NaCl έχει συγκέντρωση 1 mol/L, δηλαδή είναι 1 Μ.
Πολλές χημικές ουσίες είναι εμπορικά διαθέσιμες ως πυκνά διαλύματα, αλλά στην
κοινή εργαστηριακή πρακτική χρησιμοποιούνται διαλύματα πολύ μικρότερης
συγκέντρωσης. Γι’ αυτό το λόγο, υπάρχει η ανάγκη αραίωσης.
Αυτό που πρέπει πάντα να λαμβάνεται υπόψη όταν γίνεται η αραίωση ενός
διαλύματος, είναι ότι ο αριθμός των mol της διαλυμένης ουσίας είναι σταθερός αυτό
που αλλάζει είναι ο όγκος του διαλύματος, επειδή προστίθεται περισσότερος
διαλύτης. Με βάση λοιπόν τα παραπάνω ισχύει:
Δείγμα NaN03 που ζυγίζει 0,38 g τοποθετείται σε ογκομετρική φιάλη των 50,0
mL. Η φιάλη συμπληρώνεται με νερό μέχρι τη χαραγή. Ποια είναι η molarity του
διαλύματος που προκύπτει;
Ένα πείραμα απαιτεί την προσθήκη στο δοχείο της αντίδρασης 0,184 g
υδροξειδίου του νατρίου, NaOH, υπό μορφή υδατικού διαλύματος. Πόσα mL
διαλύματος NaOH 0,150 Μ πρέπει να προστεθούν;
H γραμμομοριακή μάζα του NaOH είναι 40,0 g/mol,
Αραίωση Πυκνών Διαλυμάτων
19
Ο προς αραίωση όγκος του πυκνού διαλύματος λαμβάνεται από το δοχείο που
περιέχει το πυκνό διάλυμα με σιφόνι κατάλληλου όγκου. Ακολούθως τοποθετείται σε
ογκομετρική φιάλη, επίσης κατάλληλου όγκου. Τέλος, προστίθεται όγκος διαλύτη ως
το σημάδι αναφοράς και γίνεται ανακίνηση μέχρι πλήρους ομογενοποίησης.
Ανόργανη Χημεία
(Εργαστήριο)
Σε κάθε εξίσωση, οι αριθμοί και τα είδη των ατόμων και στις δύο πλευρές θα πρέπει
να είναι πανομοιότυπα, έτσι ώστε η εξίσωση να είναι ισοσταθμισμένη.
Αυτό προκύπτει από την αρχή διατήρησης της μάζας. Όλες λοιπόν οι εξισώσεις θα
πρέπει να είναι ισοσταθμισμένες, γιατί κατά τη διάρκεια μιας χημικής αντίδρασης
ούτε δημιουργούνται ούτε καταστρέφονται άτομα.
Ισοστάθμιση Χημικών Εξισώσεων
3
5. Γίνεται έλεγχος για το αν και στις δύο πλευρές τις εξίσωσης υπάρχει ο ίδιος αριθμός
από κάθε άτομο και τα ίδια είδη ατόμων.
Ισοστάθμιση Χημικών Εξισώσεων
5
Παράδειγμα 1
Παράδειγμα 2
Moles
7
Στοιχειομετρία
8
Παράδειγμα
Δεδομένο: 15 g αιθυλενίου
Υποθέστε ότι ένα ποτήρι περιέχει 35.0 mL H2S04 0.175 Μ. Πόσα mL NaOH 0.250
Μ πρέπει να προστεθούν για να αντιδράσουν πλήρως με το θειικό οξύ;
Για να γίνει κατανοητό πως γίνεται μια ογκομέτρηση, ας υποτεθεί ότι δίνεται διάλυμα
HCl και ζητείται η συγκέντρωσή του, μέσω αντίδρασης με NaOH (αντίδραση
εξουδετέρωσης).
Η ογκομέτρηση ξεκινάει με τη λήψη γνωστού όγκου HCl, και την προσθήκη πολύ
μικρής ποσότητας φαινολοφθαλεΐνης.
Η ουσία αυτή ονομάζεται δείκτης και έχει την ιδιότητα να μετατρέπεται από άχρωμη
σε ερυθρή όταν ένα διάλυμα από όξινο μετατρέπεται σε βασικό (αλκαλικό).
Ογκομέτρηση (Τιτλοδότηση)
14
Η ένδειξη της προχοΐδας για την κατανάλωση όγκου NaOH χρησιμοποιείται για τους
περαιτέρω υπολογισμούς.
Ορολογία ογκομετρικής ανάλυσης
Τελικό σημείο της ογκομέτρησης (end point): είναι το σημείο στο οποίο
σταματά η προσθήκη του πρότυπου διαλύματος. Δηλαδή, είναι το
πειραματικό σημείο που φαίνεται ότι έχει ολοκληρωθεί η ογκομέτρηση.
Πείραμα 1ο
Δίνονται 4 διαλύματα HCl άγνωστης συγκέντρωσης. Από κάθε ένα από αυτά τα διαλύματα
λαμβάνεται όγκος 10 mL και μεταφέρεται σε κωνική φιάλη των 100 mL.
Διάλυμα 3: 10ml
Διάλυμα 4: 20ml
Ογκομέτρηση Διαλυμάτων HCl και Όξους
17
Πείραμα 2ο
Δίνεται εμπορικά διαθέσιμο όξος από το οποίο λαμβάνεται όγκος 10 mL, μεταφέρεται
σε ογκομετρική φιάλη των 100 ml και συμπληρώνεται στον όγκο με νερό. Σε κωνική
φιάλη των 250ml μεταφέρουμε με σιφόνι 10ml από το αραιωμένο διάλυμα και
προσθέτουμε 80 ml απιονισμένου νερού. Ακολούθως προστίθενται 2 – 3 σταγόνες
δείκτη φαινολοφθαλεΐνης και το μίγμα αναδεύεται επαρκώς. Κατόπιν, διεξάγεται
ογκομέτρηση με διάλυμα NaOH 0.1 Μ.
Σε περιπτώσεις όπου μια στερεή ουσία αντιδρά ποσοτικά με ένα ισχυρό οξύ,
τότε μπορεί να πραγματοποιηθεί η αντίδραση με περίσσεια οξέος. Η περίσσεια
μπορεί να υπολογιστεί μέσω ογκομέτρησης με γνωστής συγκέντρωσης βάση.
Προσδιορισμός μάζας
3
Σταθμική ανάλυση
5
Σταθμική ανάλυση
Σταθμική ανάλυση ιόντων βαρίου
7
Διάλυμα χρωμικού καλίου (κίτρινο) χύνεται Το διάλυμα διηθείται, διερχόμενο μέσα από
από τον ογκομετρικό κύλινδρο με τη βοήθεια πορώδη γυάλινο ηθμό. Μετά ο γυάλινος
ράβδου ανάδευσης μέσα σε διάλυμα που ηθμός θερμαίνεται για να ξηραθεί το
περιέχει μια άγνωστη ποσότητα ιόντων χρωμικό βάριο. Ζυγίζοντας τον ηθμό πριν
βαρίου, Ba2+. Το κίτρινο ίζημα που και μετά τη διεργασία, μπορούμε να
σχηματίζεται είναι χρωμικό βάριο, BaCrΟ4. προσδιορίσουμε τπ μάζα του ιζήματος.
Προσδιορισμός της ποσότητας μιας οντότητας με
σταθμική ανάλυση
8
The overall stoichiometry of the reactions is one mol CaCO3/one mol CaC2O4. Also note
that each CaCO3 contains one Ca atom, so this gives an overall conversion factor of one
mol Ca/one mol CaC2O4.
The mass of Ca can now be calculated
π.χ.
Αν σε αυτό το διάλυμα προσθέτουμε HCl(aq) (ιόντα Η3Ο+) ή CH3COONa
(δηλαδή ιόντα CH3COO–), τότε η ισορροπία θα μετατοπισθεί προς τα
αριστερά (αρχή του Le Chatelier)
Ισχύει ότι:
Δηλαδή, αν υποτεθεί ότι η συγκέντρωση των οξικών ιόντων είναι x mol/L από τη
διάσταση του οξικού οξέως, θα προστεθούν σ’ αυτά και άλλα 0.1 mol/L από τη
διάσταση του οξικού νατρίου. Συνεπώς:
Επίδραση Κοινού Ιόντος
5
Εφόσον όμως η συγκέντρωση x είναι πολύ μικρότερη από 0.1, η εξίσωση μπορεί ν’
απλοποιηθεί ως εξής:
Δηλαδή:
Διαλύματα που περιέχουν ένα ασθενές οξύ και τη συζυγή βάση του ονομάζονται
ρυθμιστικά διαλύματα, γιατί αντιστέκονται σε δραστικές αλλαγές του pH.
Ένα ρ.δ. πρέπει να περιέχει δύο συστατικά: ένα που να μπορεί να εξουδετερώνει οξέα
και ένα που να μπορεί να εξουδετερώνει βάσεις. Όμως σε καμιά περίπτωση δεν θα
πρέπει το ένα συστατικό να εξουδετερώνει το άλλο.
Την απαίτηση αυτή για ρυθμιστική δράση δεν ικανοποιεί κανένα μίγμα ισχυρού οξέος
με ισχυρή βάση, παρά μόνο μίγματα ασθενούς οξέος με τη συζυγή βάση του
(CH3COOH - CH3COO-) ή ασθενούς βάσεως με το συζυγές οξύ της (ΝΗ3 - ΝΗ4+).
Προσθήκη ΟΗ-
Ας υποτεθεί ότι στο προηγούμενο μίγμα προστίθενται 0.01 mol στερεού NaOH. Τότε
θα ισχύει:
Ρυθμιστικά Διαλύματα (Buffer Solutions)
11
Συνεπώς:
Προσθήκη Η3Ο+
Ας υποτεθεί ότι στο προηγούμενο μίγμα προστίθενται 0.01 mol HCl. Τότε 0.01 mol
οξικών ιόντων θα μετατραπούν σε 0.01 mol οξικού οξέως, σύμφωνα με την
αντίδραση:
.
Ρυθμιστική ικανότητα
15
Ενότητα 4η
Υδατική ισορροπία/Ρυθμιστικά διαλύματα - pH
Πείραμα 1ο
Δίνεται διάλυμα οξικού οξέος (CH3COOΗ) συγκέντρωσης 0.2 Μ και όγκου 100 mL. Στο
διάλυμα προστίθενται 0.2 ή 0.4 g υδροξειδίου του νατρίου (NaOH) και το διάλυμα
αναδεύεται επαρκώς, έτσι ώστε να καταστεί ομοιογενές.
Πείραμα 2ο
Δίνεται διάλυμα όγκου 100 mL, το οποίο περιέχει 0.2 Μ οξικού οξέος και 0.2 Μ οξικού
νατρίου (CH3COONa). Στο διάλυμα προστίθενται 0.2 ή 0.4 g υδροξειδίου του νατρίου
(NaOH) και το διάλυμα αναδεύεται επαρκώς, έτσι ώστε να καταστεί ομοιογενές.