You are on page 1of 22

Το λογοτεχνικό Ποίηση πεζογραφία Θέατρο

γένος

Το λογοτεχνικό Π.χ Σονέτο ,Ωδή Π.χ Διήγημα ,Νουβέλα Μυθιστόρημα Π.χ τραγωδία
είδος Κωμωδία

γλωσσικές επιλογές
Ρηματικό Το πρώτο (α’) ενικό  Προσδίδει αμεσότητα, ζωντάνια, ζωηρότητα, ενδιαφέρον
πρόσωπο στο λόγο, αφού η αφήγηση εμπεριέχει το στοιχείο της
προσωπικής μαρτυρίας.
 Οι σκέψεις προβάλλονται εντονότερα και εναργέστερα
στον αναγνώστη.
 Ο λόγος εκφράζει προσωπικές εκτιμήσεις, αφού τα
πράγματα προσεγγίζονται μέσα από μια εσωτερική οπτική
γωνία και λειτουργεί το προσωπικό φίλτρο του πομπού.
 Προσδίδει στο κείμενο προσωπικό εξομολογητικό τόνο.
 Προκαλεί συγκινησιακή φόρτιση στο δέκτη, αφού
παρακολουθεί και βιώνει προσωπικά βιώματα του πομπού.
 Τονίζεται το «εγώ» του πομπού και ενδεχομένως
υποδηλώνει ή δηλώνει με σαφήνεια-όταν γίνεται συνεχής
χρήση- εγωκεντρισμό και εγωπάθεια, πιθανόν και στα όρια
της αλαζονείας

Το δεύτερο (β’) ενικό:  Προσδίδει αμεσότητα και οικειότητα στο λόγο, αφού ο
πομπός δημιουργεί έναν τεχνητό αγωγό επικοινωνίας με
τον ή τους δέκτες του. Απευθύνεται άμεσα σ’ αυτούς, είναι
σαν να συνομιλεί μαζί τους και έτσι πετυχαίνει να τους
καταστήσει συμμέτοχους στην προβληματική που
αναπτύσσει, περνώντας τους με τον πιο άμεσο τρόπο το
μήνυμα του.
 Προσδίδει διαλογικό χαρακτήρα στο λόγο,
 Ο τόνος γίνεται συνομιλητικός-φιλικός.

Το τρίτο (γ’) ενικό:  Προσδίδει αντικειμενικότητα, αμεροληψία,


ουδετερότητα, αφού οι επισημάνσεις του πομπού
φαίνονται αναμφισβήτητες και γενικώς αποδεκτές.
 Αποστασιοποιεί το συγγραφέα από τη συμμετοχή και τον
καθιστά αντικειμενικό παρατηρητή.
 Καθιστά το μήνυμα γενικόλογο και του προσδίδει
καθολικό κύρος για αυτό χρησιμοποιείται για γενίκευση
σκεπτικού, προκειμένου να προκύψουν συμπεράσματα με
ευρύτερη ισχύ και αποδοχή.
 Αποφεύγει την άμεση αναφορά, καθιστώντας το μήνυμα
υπαινικτικό.
Το πρώτο (α’)  Ο συγγραφέας συμμετέχει, αφού μοιράζεται με τον
πληθυντικό: αναγνώστη την ίδια οπτική γωνία.
 Δημιουργείται μια αίσθηση οικειότητας (αμεσότητα)
ανάμεσα στον πομπό και στο δέκτη, αφού εντάσσει τον
εαυτό του μέσα σε ένα ευρύτερο σύνολο ατόμων, π.χ.
στους ακροατές του, γίνεται «ένα με αυτούς», μιλάει «μαζί
με αυτούς και γι’ αυτούς».
 Η χρήση του αποπνέει συλλογικότητα, ενώ ο λόγος
αποκτά αμεσότητα και έτσι πετυχαίνει να τους
ευαισθητοποιήσει κατά τον καλύτερο και πιο
αποτελεσματικό τρόπο.
 Αποδίδει συλλογική ευθύνη / τονίζεται η ανάγκη για
δραστηριοποίηση των αρμόδιων φορέων.
 Μπορεί να τους πείσει πιο εύκολα, αφού εντάσσει και τον
εαυτό του στα μέτρα-προτάσεις που παρουσιάζει.

Το δεύτερο (β’)  Προσδίδει αμεσότητα και οικειότητα στο λόγο, αφού ο


πληθυντικό: πομπός δημιουργεί έναν τεχνητό αγωγό επικοινωνίας με
τον ή τους δέκτες του. Απευθύνεται άμεσα σ’ αυτούς, είναι
σαν να συνομιλεί μαζί τους και έτσι πετυχαίνει να τους
καταστήσει συμμέτοχους στην προβληματική που
αναπτύσσει, περνώντας τους με τον πιο άμεσο τρόπο το
μήνυμα του.
 Προσδίδει διαλογικό χαρακτήρα στο λόγο, Ο τόνος γίνεται
συνομιλητικός-φιλικός.
 Το ύφος και ο λόγος αποκτούν θεατρικότητα,
παραστατικότητα, ενδεχομένως και δραματικότητα.
 Προσδίδει ζωντάνια στο λόγο / συναισθηματική
προσέγγιση.

Το τρίτο (γ’)  Προσδίδει αντικειμενικότητα, αμεροληψία,


πληθυντικό: ουδετερότητα, αφού οι επισημάνσεις του πομπού
φαίνονται αναμφισβήτητες και γενικώς αποδεκτές.
 Αποστασιοποιεί το συγγραφέα από τη συμμετοχή και τον
καθιστά αντικειμενικό παρατηρητή.
 Καθιστά το μήνυμα γενικόλογο και του προσδίδει
καθολικό κύρος για αυτό χρησιμοποιείται για γενίκευση
σκεπτικού, προκειμένου να προκύψουν συμπεράσματα με
ευρύτερη ισχύ και αποδοχή.
 Αποφεύγει την άμεση αναφορά, καθιστώντας το μήνυμα
υπαινικτικό

γραμματικοί ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ  κάτι που γίνεται στο παρόν και βρίσκεται σε εξέλιξη,
χρόνοι  κάτι που συμβαίνει διαχρονικά (γνωμικός ενεστώτας),
 κάτι που αναμφισβήτητα θα συμβεί (τίθεται αντί του
μέλλοντα),
 ζωντάνια στην αφήγηση (ιστορικός ενεστώτας αντί
αορίστου),
 παραστατικότητα (αντί παρατατικού).
ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ  κάτι γινόταν στο παρελθόν εξακολουθητικά, με διακοπή ή
χωρίς

ΕΞΑΚΟΛ ΜΕΛΛΟΝ  κάτι θα γίνεται στο μέλλον με διακοπή ή χωρίς

ΣΤΙΓΜΙΑΙΟΣ  κάτι θα γίνει στο μέλλον και παρουσιάζεται συνοπτικά


ΜΕΛΛΟΝ
ΣΥΝΤ ΜΕΛΛΟΝ  κάτι θα γίνει πριν από μια χρονική στιγμή του μέλλοντος

ΑΟΡΙΣΤΟΣ  : κάτι που έγινε στο παρελθόν και παρουσιάζεται


συνοπτικά, ανεξάρτητα με το αν κράτησε πολύ ή λίγο, κάτι
που συμβαίνει συνήθως (γνωμικός αόριστος),
 κάτι τόσο βέβαιο, ώστε ο πομπός θεωρεί ότι έχει ήδη
συμβεί (αντί για μέλλοντα).

ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ  κάτι έχει γίνει στο παρελθόν, εξακολουθεί όμως να υπάρχει


συντελεσμένο και στο παρόν.

ΥΠΕΡΣΥΝΤΕΛΙΚΟΣ  κάτι ήταν συντελεσμένο πριν από μια χρονική στιγμή του
παρελθόντος.

γραμματικές ΟΡΙΣΤΙΚΗ  Φανερώνει το πραγματικό, το βέβαιο καθώς και το


εγκλίσεις δυνατό, το πιθανό, ευχή, παράκληση

ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΗ  και φανερώνει κάτι ενδεχόμενο ή επιθυμητόκαθώς και


προτροπή, παραχώρηση, ευχή, το δυνατό, το πιθανό,
απορία, προσταγή ή απαγόρευση

ΠΡΟΣΤΑΚΤΙΚΗ  Φανερώνει την επιθυμία ως προσταγή, αλλά μπορεί να


διατυπωθεί και ως προτροπή, απαγόρευση, παράκληση,
ευχή

Επιλογή ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ  Τονίζεται το υποκείμενο του μεταβατικού ρήματος, με


σύνταξης άλλα λόγια το πρόσωπο ή το πράγμα που δρα. Το ύφος
είναι οικείο

ΠΑΘΗΤΙΚΗ  Τονίζεται η δράση που προέρχεται από το ποιητικό αίτιο,


το οποίο είτε διατηρείται είτε παραλείπεται. Το ύφος είναι
επίσημο

Επιλογή ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΗ Συνδέονται ανόμοιες προτάσεις (Κ+Δ, Δ+Δ ανόμοιες) με


σύνδεσης υποτακτικούς συνδέσμους,αντωνυμίες ή επιρρήματα (ότι, μήπως,
ποιος, πότε, επειδή, για να, ώστε, όταν, αν, εάν, και, όπως…). Η
υπόταξη είναι πυκνός λόγος, καθιστά το ύφος σύνθετο και
αποτελεί δείγμα υψηλού πνευματικού επιπέδου, ενώ προσδίδει
πειστικότητα στις απόψεις μας. Ωστόσο, μερικές φορές το ύφος του
κειμένου γίνεται δυσνόητο ενώ ενδέχεται να μαρτυρεί και μια τάση
επιδειξιομανίας εκ μέρους του πομπού
ΠΑΡΑΤΑΚΤΙΚΗ Συνδέονται ισοδύναμες προτάσεις (Κ+Κ,Δ+Δ όμοιες) με τη χρήση
παρατακτικών συνδέσμων:συμπλεκτικών (και, ούτε,
μήτε..), αντιθετικών (αλλά, όμως, παρ΄..), διαζευκτικών (ή, είτε –
είτε), συμπερασματικών (λοιπόν, επομένως…). Ο παρατακτικός
λόγος καταρχήν είναι λιτός, απλός, γοργός και κοφτός, ωστόσο,
συχνά, δυσχεραίνει το δέκτη να συλλάβει σε βάθος ένα μήνυμα.

ΑΣΥΝΔΕΤΟ Αναφορικά με τη χρήση του ασύνδετου σχήματος, ο συγγραφέας


αποσκοπεί στο να δώσει ένταση, έμφαση στο λόγο και
ίσως να χρωματίσει συναισθηματικά το κείμενό του. παράλληλα,
διαπιστώνουμε ότι το ασύνδετο σχήμα συμβάλλει
στη ζωντάνια και την παραστατικότητα ενός κειμένου, ενώ
συνάμα πυκνώνει το λόγο
Απλή και διαδοχική 1. Στην απλή υποτακτική σύνδεση, μια δευτερεύουσα
υπόταξη πρόταση (ΔΠ) «υποτάσσεται»-εξαρτάται από μια κύρια
(ΚΠ). Οι δύο προτάσεις (η κύρια και η δευτερεύουσα) δεν
βέβαια ούτε ομοειδείς ούτε ισοδύναμες.
2. Όταν μια δευτερεύουσα πρόταση εξαρτάται από μια άλλη
δευτερεύουσα και αυτή με τη σειρά της από μια τρίτη
κ.ο.κ., έχουμε διαδοχική υπόταξη. Όταν κάτι τέτοιο
εμφανίζεται σε υπερβολικό βαθμό, ο δέκτης αδυνατεί να
εμβαθύνει στα νοήματα και να τα συσχετίσει, ειδικά όταν
υπάρχει προφορική επικοινωνία. Αυτό είναι πιθανό να
οφείλεται στην πρόθεση του πομπού να περιπλέξει τις
έννοιες, ώστε να εξαπατήσει το δέκτη.

Περίοδος λόγου ΜΑΚΡΟΠΕΡΙΟΔΟΣ Βραχυπερίοδος ή μικροπερίοδος λόγος είναι ο λόγος που


αποτελείται από σύντομες περιόδους. Ο συγγραφέας επιδιώκει να
εκφράσει τις απόψεις του με τρόπο σαφή, λιτό, απέριττο. Ο
βραχυπερίοδος, τέλος, λόγος πέρα από την καθαρότητα και την
αρμονία, προσδίδει στη φράση γοργότερο ρυθμό, παραστατικότητα
και ζωντάνια, ενώ ο μακροπερίοδος της δίνει βραδύτητα, ασάφεια
και καταστρέφει την ευλυγισία της. Ο βραχυπερίοδος λόγος
είναι απλός και πυκνός, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί
να είναι ασθματικός, αγχώδης και να επιδιώκει τη μετάδοση
αντίστοιχων συναισθημάτων που βιώνει ο πομπός προς το δέκτη.
Γενικότερα, ο μικροπερίοδος λόγος και το ασύνδετο σχήμα
προσδίδουν στο ύφος και τον τόνο χαρακτήρα λιτό, γοργό, κοφτό
(ελλειπτικός λόγος).

ΜΙΚΡΟΠΕΡΙΟΔΟΣ Μακροπερίοδος λόγος είναι ο λόγος που αποτελείται από


ΛΟΓΟΣ σχοινοτενείς και εκτεταμένες περιόδους, αποτελούμενες από
πολλές κύριες και δευτερεύουσες προτάσεις. Κύρια συντακτική
υποδομή είναι η διαδοχική υπόταξη. Ο συγγραφέας εκφράζει
σύνθετες και πολύπλοκες σκέψεις. Με τον τρόπο αυτό επιζητεί να
παρουσιάσει αναλυτικά τη συλλογιστική του πορεία, την
επιχειρηματολογία του, για να την καταστήσει πειστική.
Ειδικότερα, ο μακροπερίοδος λόγος:
 Όταν οργανώνεται κατάλληλα,
αποτελεί δείγμα υψηλού επιπέδου του πομπού, ενώ
ταυτόχρονα βοηθά το δέκτη να αντιληφθεί τις διαπλοκές
των εννοιών (σύνθετο ύφος),
 προσδίδει έμφαση, ένταση στο λόγο, με αποτέλεσμα το
κείμενο να αποκτά δυναμικό και γοργό ρυθμό,
 ενδέχεται να λειτουργεί παραπειστικά, όταν υπάρχει
χαλάρωση από πλευράς λογικών σχέσεων,
καθιστώντας ασαφή τα νοήματα.

Τροπικότητες - Τροπικότητες ονομάζονται οι διάφορες σημασιολογικές λειτουργίες που


του Ρήματος εκφράζονται με τη χρήση των εγκλίσεων και δείχνουν την υποκειμενική
στάση του ομιλητή, π.χ. Να κερδίσει το λαχείο και τότε ποιος τον πιάνει!
(υποθετική τροπικότητα). Οι τροπικότητες είναι δύο ειδών: η επιστημική
και η δεοντική.

- Επιστημική τροπικότητα είναι αυτή που σχετίζεται με τον βαθμό της


βεβαιότητας που εκφράζει ο ομιλητής γι’ αυτό που λέει, π.χ. Πρέπει να
περάσατε πολύ καλά στο ταξίδι.

- Δεοντική τροπικότητα είναι αυτή που σχετίζεται με τον βαθμό της


αναγκαιότητας που εκφράζει ο ομιλητής για την πραγματοποίηση αυτού
που λέει, π.χ. Λέω να πάω σήμερα θέατρο. - Οι τροπικότητες εκφράζονται
στη νέα ελληνική με ένα μεγάλο αριθμό γλωσσικών (π.χ. συνδυασμοί
συνδέσμων, τροπικά ρήματα, εκφράσεις κτλ.) και εξωγλωσσικών (π.χ.
ανασήκωμα ώμων, χειρονομίες κτλ.) στοιχείων. Εξετάζονται μαζί με τις
εγκλίσεις, γιατί και οι εγκλίσεις – κυρίως οι προσωπικές – εκφράζουν
τροπικότητες.
ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΑΝΑΦΟΡΙΚΗ -
 Η γλώσσα λειτουργεί με λογικό τρόπο και το μήνυμα
ΤΗΣ ΔΗΛΩΤΙΚΗ-
σχετίζεται με την κοινή αντίληψη που έχουμε για τον
ΓΛΩΣΣΑΣ ΚΥΡΙΟΛΕΚΤΙΚΗ
κόσμο.
 Σκοπός του πομπού είναι η πληροφόρηση.
ΠΟΙΗΤΙΚΗ –  Το μήνυμα έχει συνειρμική σημασία και συναισθηματικές
ΣΥΝΥΠΟΔΗΛΩΤΙΚΗ- αποχρώσεις (έκφραση συναισθημάτων).
ΜΕΤΑΦΟΡΙΚΗ  Σκοπός του πομπού είναι να προσελκύσει το δέκτη·
ενδιαφέρει κυρίως η μορφή του μηνύματος και λιγότερο η
πληροφορία που φέρει το μήνυμα.
 Δίνει ζωντάνια, παραστατικότητα.
Χαρακτηριστικ Τα κυριότερα γνωρίσματα  Η χρήση ειδικού επιστημονικού λεξιλογίου.  Η προσεκτική
ά του επιστημονικού λόγου τεκμηρίωση μιας άποψης με έγκυρα επιστημονικά δεδομένα.  Η κριτική
Επιστημονικού είναι :
στάση απέναντι στη βιβλιογραφία.  Η επιδίωξη της αντικειμενικότητας. 
Λόγου Η σαφήνεια και η ακρίβεια στη διατύπωση.  Η αυστηρή λογική
οργάνωση του κειμένου.  Οι αξιολογικές κρίσεις και τα τεκμήρια είναι
ευδιάκριτα.  Η επίκληση στη λογική. –
Ο επιστημονικός λόγος είναι λόγος περιγραφικός, ερμηνευτικός,
αποδεικτικός. Αυτό σημαίνει ότι τον χρησιμοποιεί ο επιστήμονας στην
προσπάθειά του να περιγράψει, να ερμηνεύσει, να πείσει· στην
προσπάθειά του δηλαδή να αναφερθεί στα πράγματα ή στην αντίληψη που
έχουμε γι’ αυτά. Από την άποψη αυτή ο επιστημονικός λόγος οφείλει να
είναι απρόσωπος και αντικειμενικός. Άλλωστε, στην επιστήμη επικρατεί η
λογική χρήση της γλώσσας και όχι η συγκινησιακή.
ΥΦΟΣ πρέπει να λαμβάνονται Έλλειψη περίτεχνων εκφραστικών
υπόψη τα εξής: το σχημάτων και συντακτικής
κειμενικό είδος, η Λιτό περιπλοκής, κυριαρχία
πρόθεση του συντάκτη, παρατακτικής σύνδεσης, ή
ο δέκτης, το κοινό. ασύνδετου σχήματος.
Χρήση καθημερινού λεξιλογίου, α’
Οικείο και β’ προσώπου, παράταξης και
ασύνδετου σχήματος.
Χρήση παραδειγμάτων, διαλόγου,
ευθέος λόγου, ρητορικών
Ζωντανό ερωτήσεων, μεταφορών, εικόνων,
παρομοιώσεων, ενεργητικής
σύνταξης, κ.τ.λ.
Ποιητική λειτουργία του λόγου,
Λυρικό συνυποδηλώσεις, επίκληση στο
συναίσθημα.
Βαρύγδουπες λέξεις, ρητορισμός,
Εξεζητημένο/επιτηδευμένο διαδοχική υπόταξη, λεκτικός
πληθωρισμός.
Ακρίβεια, σαφήνεια, πλούτος
Εναργές λεξιλογίου, χρήση της υπόταξης με
μέτρο.
Σπάνιες λέξεις (ή και ειδική
ορολογία), τριτοπρόσωπος λόγος,
Επίσημο
παθητική σύνταξη, κυριαρχία της
επίκλησης στη λογική.
Λίγες σχετικά σκέψεις, συνειρμικά
Χαλαρό συνδεδεμένες, παρεκβάσεις,
επαναλήψεις.
Προσπάθεια να εκφραστούν οι
Πυκνό σκέψεις με τη μέγιστη οικονομία
λέξεων.
Αυστηρή οργάνωση των σκέψεων
κατά ενότητες, προσεκτική χρήση
Φροντισμένο
διαρθρωτικών λέξεων, έλλειψη
πλατειασμών ή παρεκβάσεων.
Χαριτόλογος διάθεση, ψυχαγωγικός
Χιουμοριστικό/παιγνιώδες
χαρακτήρας.
Σαρκαστικό Έντονη χρήση ειρωνείας.
Παρελθοντικοί χρόνοι, χρήση α’
Εξομολογητικό
προσώπου.
Διδακτικό παροχή πληροφορικών.
Παρότρυνση σε μια ιδεατή στάση
Προτρεπτικό ζωής, προσπάθεια νουθεσίας του
δέκτη.
ΤΑ ΣΗΜΕΙΑ Άνω τελεία (·) :
ΣΤΙΞΗΣ Η άνω τελεία χρησιμοποιείται, για να σημειώνουμε μικρότερη
διακοπή από την τελεία και μεγαλύτερη από το κόμμα. Ειδικότερα,
η άνω τελεία χρησιμοποιείται στο εσωτερικό μιας περιόδου στις
εξής περιπτώσεις:

 Για να διακρίνει στο εσωτερικό της περιόδου μία πρόταση,


η οποία αποτελεί επεξήγηση (διευκρίνιση) – συμπλήρωση
των προηγουμένων ή αντίθεση προς τα προηγούμενα ( στις
περιπτώσεις αυτές συνήθως λείπει ο επεξηγηματικός ή
αντιθετικός σύνδεσμος ).
 Μετά από δύο τελείες, για να χωρίσει μεταξύ
τους ημιπεριόδους, οι οποίες αποτελούν επιμερισμένες
επεξηγήσεις των προηγουμένων.
 Καθιστά το ύφος κοφτό, προσωπικό και δίνει έμφαση στο
λόγο.
 Όταν υπάρχει απαρίθμηση στοιχείων.
 Πολλές φορές χρησιμοποιείται από το συγγραφέα ( όταν
διαθέτει ποιητική ιδιοσυγκρασία ), για να προσδώσει μια
στοχαστική ατμόσφαιρα, αφήνοντας χρονικά περιθώρια
στον αναγνώστη να προβληματιστεί.

Η τελεία σηματοδοτεί την ολοκλήρωση ενός πλήρους νοήματος. Το


τμήμα του λόγου που μεσολαβεί από τελεία σε τελεία
ονομάζεται περίοδος, (παράδειγμα: Θα βγούμε το Σάββατο)

Κόμμα (,) Κόμμα (,) χωρίζουμε με κόμμα:

1. Όμοιους μεταξύ τους όρους, όταν τους παραθέτουμε


ασύνδετους.
2. Την παράθεση και την επεξήγηση.
3. Τη μετοχική πρόταση, όταν μπαίνει ως επεξήγηση ή όταν
είναι μεγάλη.
4. Τις επιρρηματικές φράσεις, όταν είναι μεγάλες ή όταν
θέλουμε να τις απομονώσουμε, για να τονίσουμε την
ιδιαίτερη σημασία τους.
5. Την κλητική προσφώνηση.
6. Ένα μόριο ή ένα βεβαιωτικό (ή αρνητικό) επίρρημα στην
αρχή της περιόδου, που χρησιμεύει για να τη συνδέσει με
τα προηγούμενα.
7. Τις ισοδύναμες προτάσεις, κύριες ή δευτερεύουσες, όταν
είναι ασύνδετες.
8. Τις δευτερεύουσες επιρρηματικές προτάσεις: αιτιολογικές,
τελικές (αν δεν εισάγονται με το να), υποθετικές, χρονικές,
εναντιωματικές και όσες εισάγονται με το χωρίς να.
9. Τις προσθετικές (ή παραθετικές) αναφορικές προτάσεις. Οι
προτάσεις αυτές στον προφορικό λόγο διακρίνονται από το
χαμήλωμα του τόνου της φωνής, τον επιτονισμό.
10. Τις δευτερεύουσες ονοματικές (ειδικές, βουλητικές,
ενδοιαστικές, πλάγιες ερωτηματικές), όταν είναι
επεξήγηση.
11. Τις παρένθετες προτάσεις.
12. Τις προτάσεις που συνδέονται αντιθετικά.
Δε χωρίζουμε με κόμμα:

1. Το ρήμα από τους κύριους όρους (υποκείμενο,


κατηγορούμενο, αντικείμενο).
2. Τους όρους μιας επαυξημένης πρότασης, επειδή το κόμμα
θα διασπούσε την ενότητα του νοήματος.
3. Το τελευταίο από δύο ή περισσότερα επίθετα, όταν
αποτελεί με το ουσιαστικό έννοια που την προσδιορίζουν
το προηγούμενο ή τα προηγούμενα επίθετα.
4. Τη μετοχική πρόταση, όταν δεν είναι μεγάλη ή δεν μπαίνει
ως επεξήγηση.
5. Τις προτάσεις που συνδέονται με τους συμπλεκτικούς
συνδέσμους: και, ούτε, μήτε, μηδέ και τους διαχωριστικούς
ή, είτε.
6. Τις δευτερεύουσες ονοματικές προτάσεις, όταν είναι
υποκείμενο, αντικείμενο ή κατηγορούμενο.
7. Πολλές από τις δευτερεύουσες επιρρηματικές προτάσεις,
όταν είναι σύντομες και μπορούν να συμπτυχθούν σε
επιρρηματική έκφραση, σε ουσιαστικό ή σε επίθετο.
8. Τις αναφορικές προτάσεις, που αποτελούν αναγκαίο
συμπλήρωμα του όρου στον οποίο αναφέρονται.
9. Την πρόταση που εισάγεται με το παρά ως δεύτερος όρος
σύγκρισης.

Διπλή τελεία(:)  πριν από λεγόμενα που


καταγράφονται αυτούσια (ενδέχεται να κλείνονται σε
εισαγωγικά),
 πριν από απαρίθμηση,
 όταν ακολουθεί η ερμηνεία ή το αποτέλεσμα μιας
ενέργειας,
 έπειτα από πρόταση που αναφέρει γνωμικό, παροιμία.
– για να παραθέσουμε ένα σύνολο-κατάλογο στοιχείων
(Αγόρασα: βιβλία, μολύβια και κόλλες αναφοράς.),
-για να συνδέσουμε δύο προτάσεις, από τις οποίες η δεύτερη
επεξηγεί ή είναι αποτέλεσμα της πρώτης

Η ΠΑΡΕΝΘΕΣΗ ή Παρένθεση (( )) (κυρίως σχολιαστικό σημείο


διπλή παύλα [()] (–) στίξης) βάζουμε κυρίως για να περικλείσουμε,
1) κάποιο δευτερεύον, πρόσθετο στοιχείο που θα μπορούσε να
παραληφθεί, π.χ. Χθες το βράδυ (γύρω στις 11:00) εμφανίστηκε
ξαφνικά ο θείος μου στο σπίτι.,
2) κάποια στοιχεία που επεξηγούν ή συμπληρώνουν τα
λεγόμενα και είναι απαραίτητα για να κατανοήσει ο δέκτης αυτά
που λέμε, π.χ.: Στη Λήμνο μπορείτε να δοκιμάσετε
φλομάρια (χυλοπίτες δηλαδή) με κόκορα, τσουρέκια (δεν είναι
γλυκό, αλλά στριφτές πίτες με τυρί) και άλλα πολλά.,
3) παραπομπές, είτε σε συγγραφείς είτε σε συγγράμματα, π,χ, «Το
γράμμα αποκτείνει, το δε πνεύμα ζωοποιεί», είπε ο Παύλος (Προς
Κορινθίους Β’ 3.6),
4) κάποιο παράδειγμα
5) προσωπική μας άποψη-θέση πάνω σε κάτι ή προσωπικά σχόλια,
τα οποία μπορεί να δηλώνουν π.χ. ειρωνεία, αμφισβήτηση,
αγανάκτηση κ.λπ.
Σε τι αποσκοπεί ο συγγραφέας με τη χρήση παρενθέσεων [ ( ) ]
ή διπλής παύλας [ – – ] ;
Όταν χρησιμοποιείται παρένθεση ή διπλή παύλα, εμπεριέχεται μια
φράση που λειτουργεί ως εξής:
 Επεξηγεί όσα προηγήθηκαν, (παράδειγμα: Ο Οδυσσέας
Ελύτης (φιλολογικό ψευδώνυμο του Οδυσσέα Αλεπουδέλη)
έχει βραβευθεί με το νόμπελ Λογοτεχνίας)
 συμπληρώνει όσα προηγήθηκαν, (παράδειγμα: Αρνήθηκε
να τη συνοδεύσει (κάτι που ήταν και δική της επιθυμία).
Επισήμανση: Ενώ ό,τι περικλείεται στην παρένθεση είναι συνήθως
επιπρόσθετο, ό,τι περικλείεται σε διπλή παύλα είναι συνήθως
απαραίτητη παρεμβολή στη συνέχεια του λόγου.

Θαυμαστικό (!) 1. Σχολιαστικό σημείο στίξης (π.χ. για να δηλώσει


συναίσθημα):
 μετά από επιφωνήματα,
 μετά από φράση που εκφράζει θαυμασμό,
έκπληξη ή έντονο συναίσθημα (χαρά, φόβο, πόνο κ.ά.),
 για να δηλωθεί η υπερβολή σε ενέργεια,
 για να υποδηλωθεί η ανησυχία του συντάκτη σχετικά με
όσα διαπιστώνει,
 για να εκφραστεί έμμεσα ο σαρκασμός του πομπού (ειδικά
μέσα σε παρένθεση).
Σε τι αποσκοπεί ο συγγραφέας με τη χρήση του θαυμαστικού [ !
];
Η χρήση του θαυμαστικού προσδίδει οικειότητα, ζωντάνια,
αμεσότητα και παραστατικότητα. Σχολιαστικό σημείο στίξης ( π.χ.
για να δηλώσει συναίσθημα ). Χρησιμοποιείται στις παρακάτω
περιπτώσεις:
 Μετά από επιφωνήματα
 Μετά από φράση που εκφράζει θαυμασμό, έκπληξη ή
έντονο συναίσθημα ( χαρά, φόβο, πόνο κ.ά. )
 Για να δηλωθεί η υπερβολή σε μια ενέργεια ή σε μια
αντίληψη, (παράδειγμα: Ο υπουργός κατηγόρησε τους
διανοούμενους!)
 Για να υποδηλωθεί η ανησυχία του συντάκτη σχετικά με
όσα διαπιστώνει, (παράδειγμα: Στις σύγχρονες
μεγαλουπόλεις κυριαρχεί η ανωνυμία, η εσωστρέφεια, η
μοναξιά και η αλλοτρίωση!)
 Για να εκφραστεί έμμεσα ο σαρκασμός του πομπού ( ειδικά
μέσα σε παρένθεση ), (παράδειγμα: Δήλωσε ότι θα
καταστείλει το οργανωμένο έγκλημα (!)
 Για να αισθητοποιηθεί η προσταγή ή η απορία του
ομιλούντος, (παράδειγμα: Σου είπα να κλείσεις το
τηλέφωνο!)
Ερωτηματικό (σχολιαστι  για να εκφραστεί ο προβληματισμός για το τι πρέπει να
κό) (;) γίνει,
 για να εκφράσει ο πομπός την επιθυμία να
πληροφορηθεί κάτι που δεν γνωρίζει
 για να εκφράσει εντονότερα μια προτροπή ή
μια παράκληση, με αποτέλεσμα να γίνεται το ύφος ποιο
ζωηρό ή να διατυπώνεται πιο ευγενικά,
 για έμφαση στις ρητορικές ερωτήσεις,
 για πρόκληση συναισθημάτων (λ.χ. αφύπνιση), για να
προκαλέσει το ενδιαφέρον,
 για παραστατικότητα.
Σε τι αποσκοπεί ο συγγραφέας με τη χρήση του ερωτηματικού
[;];
Το ερωτηματικό σημειώνεται :
 Για να εκφραστεί ο προβληματισμός για το τι πρέπει να
γίνει με αμεσότητα, ζωντάνια, παραστατικότητα,
προσδίδοντας διαλογικό χαρακτήρα στο κείμενο
(παράδειγμα: Ποιες θα μπορούσαν να είναι οι επιπτώσεις σε
ένα τέτοιο ενδεχόμενο;)
 Για να εκφράσει ο πομπός την απορία του
(παράδειγμα: Τώρα, τι κάνουμε;)
 Για να εκφράσει ο πομπός την επιθυμία να πληροφορηθεί
κάτι που γνωρίζει
 Για να εκφράσει εντονότερα μια προτροπή ή μια
παράκληση, με αποτέλεσμα να γίνεται το ύφος πιο ζωηρό ή
να διατυπώνεται πιο ευγενικά
 Για έμφαση στις ρητορικές ερωτήσεις
 Για πρόκληση συναισθημάτων
 Για να προκαλέσει το ενδιαφέρον
 Για παραστατικότητα
 Σε προτάσεις που λειτουργούν μεταβατικά, διευκολύνοντας
τον αναγνώστη να παρακολουθήσει ευκολότερα τη
συλλογιστική πορεία του συγγραφέα (παράδειγμα: Ποιους
τρόπους αντιμετώπισης θα μπορούσαμε να σκεφτούμε, ώστε
να ανατραπεί αυτή η δυσάρεστη πραγματικότητα;
 Μέσα σε μια πρόταση, μετά το τέλος μιας λέξης και εντός
παρένθεσης (;), με σκοπό να δηλωθεί ειρωνεία ή αμφιβολία
για την αξιοπιστία όσων έχουν προηγηθεί (παράδειγμα: Ο
δημοκρατικός (;) ηγέτης της Κίνας ανέλυσε την πολιτική της
χώρας του απέναντι στο Θιβέτ)

Εισαγωγικά («») α) για να παραθέσουμε επακριβώς κάτι που έχει πει κάποιος άλλος
σε ευθύ λόγο («Θα σε βοηθήσω» μου είπε ο φίλος μου, όμως μετά
εξαφανίστηκε.),
β) για να δηλώσουμε ότι μια λέξη που χρησιμοποιούμε έχει
μεταφορική σημασία, της προσδίδουμε δηλαδή μια ιδιαίτερη
σημασία ή απόχρωση νοήματος (Μόλις ο Χρήστος τελείωσε το
ανέκδοτα, έγινε «σεισμός» από τα γέλια μέσα στην τάξη),
γ) για να επισημάνουμε και να δώσουμε έμφαση σε μια λέξη
(Βαρέθηκα να κάνω τον «βλάκα», θα του απαντήσω όπως του
ταιριάζει) και
δ) για να δείξουμε πως αποστασιοποιούμαστε από κάτι (Η διάκριση
των μαθητών σε «καλούς και κακούς» είναι απαράδεκτη).
ε) για να αναφέρομε λέξεις ή φράσεις που δεν ανήκουν στην κοινή
γλώσσα (π.χ. Η «ύβρις» σύμφωνα με την αρχαιοελληνική
φιλοσοφία ήταν…)
στ) για να εστιάσουμε στον όρο-σημασία-περιεχόμενο μιας λέξης ή
φράσης (π.χ. Με τη λέξη «εξανδραποδισμός» ενοοούμε…)
ζ) για να εντάξουμε στο λόγο μας μια ξένη λέξη (π.χ.
Το «bullying» …)
η) για να αποδώσουμε τίτλους βιβλίων, θεατρικών και
κινηματογραφικών έργων, εφημερίδων, ομάδων… ή επιγραφές,
επικεφαλίδες κ.λπ. (π.χ. «Τα σταφύλια της οργής» του Στάινμπεκ
…)
θ) για τους διαλόγους, όταν δεν γίνεται χρήση της παύλας (για να
διακρίνονται τα πρόσωπα)
ι) ειρωνεία του πομπού (σχολιαστικό)
Σε τι αποσκοπεί ο συγγραφέας με τη χρήση των εισαγωγικών [«
»] ;
Τα εισαγωγικά δηλώνουν :
 Επανάληψη εκφράσεων που διατυπώθηκαν από άλλο
πρόσωπο με τα ίδια λόγια (παράδειγμα: Με ρώτησε «τι
χαμπάρια;» σαν να μην είχε συμβεί τίποτε μεταξύ μας)
 Ειρωνεία του πομπού (σχολιαστικό) ή απαξίωση μιας
έννοιας (παράδειγμα: Η «φιλαλήθειά» σου είναι
παροιμιώδης)
 Μεταφορική χρήση μιας έννοιας (παράδειγμα: Στον
πολιτικό «στίβο» αναπτύσσονται οξύτατοι ανταγωνισμοί)
 Ειδική ορολογία, τίτλο βιβλίων – εφημερίδων …
(παράδειγμα: Όταν διάβασα τα «Μαύρα Φεγγάρια του
Έρωτα», θεώρησα αποτυχημένη την κινηματογραφική
μεταφορά του βιβλίου)
 Έμφαση (παράδειγμα: Όταν τα παιδιά βλέπουν την
τηλεόραση, απομακρύνονται από το «εδώ» και το «τώρα»)
 Μεταφορά με ακρίβεια των λεγομένων κάποιου
 Λέξεις – φράσεις που ανήκουν σ’ ένα ειδικό λεξιλόγιο
 Λέξεις που ανήκουν σ’ ένα γλωσσικό ιδίωμα
 Παροιμιώδεις ρήσεις (παράδειγμα: Ο σύγχρονος άνθρωπος
έχει απομακρυνθεί από το «μηδέν άγαν» των αρχαίων)

ΤΑ ΑΠΟΣΙΩΠΗΤΙΚΑ Αποσιωπητικά (…) [παυστικό (σταμάτημα της φωνής, παύση


σχετικά μεγάλη) και κυρίως σχολιαστικό σημείο στίξης] βάζουμε:
α) για να δηλώσουμε πως κάτι το αποσιωπούμε σκόπιμα, πως δεν
θέλουμε να το αναφέρουμε (εύκολα, βέβαια, εννοείται), ή είναι
κάτι που δε λέγεται εύκολα
β) για να δηλώσουμε κάποιο συναίσθημα ή/και σχόλιο, π.χ.
θαυμασμό, ειρωνεία, συγκίνηση, φόβο, δισταγμό, ντροπή,
περιφρόνηση, απειλή κτλ., για όσα θα σημειωθούν αμέσων
κατόπιν, π.χ.: «Μην το ξαναπείς, γιατί…»
γ) για να υπονοήσουμε ή να δηλώσουμε πως ακολουθούν και άλλα
παρόμοια στοιχεία, τα οποία για συντομία δεν τα αναφέρουμε
(λειτουργεί, τότε, όπως το «κ.λπ.»), π.χ. « Ήταν όλοι εκεί, ο
Γιώργος, ο Βασίλης, η Αρετή…, όλοι οι παλιόφιλοι.»
δ) για να δηλώσουμε κάποιο υπονοούμενο (Είχαμε πάει όλοι, η
Άννα όμως απουσίαζε…)
ε) πριν από μια λέξη για να κάνουμε μια μικρή παύση της ομιλίας
και να δώσουμε έμφαση σε αυτή
στ) για να δηλώσουμε πως ένα τμήμα από αυτό που παραθέτουμε
παραλείπεται (στις περιπτώσεις αυτές τα αποσιωπητικά
τοποθετούνται μέσα σε αγκύλες), π.χ.: «Τα πράγματα […]είναι
αδύνατον.».
ζ) σ’ ορισμένες περιπτώσεις, και μετά από θαυμαστικό ή
ερωτηματικό, για να δείξουμε ένα σταμάτημα στην ομιλία
η) και στην περίπτωση της δισταχτικής ομιλίας, χωρίς ν’
αποσιωπούμε τίποτα, προκειμένου να τονίσουμε όσα θα
ακολουθήσουν.
ι) για να δηλωθεί ειρωνεία ή αμφισβήτηση (ελλειπτικότητα),

ΤΟ ΕΝΩΤΙΚΟ – Η α) για να δηλώσουμε την ένωση στοιχείων (άνεμοι δυτικοί–


ΠΑΥΛΑ Ενωτικό (- βορειοδυτικοί έπνεαν σήμερα),
) (παυστικό σημείο β) για να δηλώσουμε διάζευξη («ή») (Άκουσα τρία–τέσσερα
στίξης) τραγούδια),
γ) για να συνδέσουμε δύο ονόματα (Υπογραμμίστε τις λέξεις–
κλειδιά του κειμένου),
δ) για να ενώσουμε στοιχεία της ίδιας κατηγορίας (Θα τα πω ορθά–
κοφτά.),
ε) για να δηλώσουμε το χρονικό διάστημα (Δευτέρα–Παρασκευή
δουλεύω μέχρι το βράδυ) κ.λπ.
στ) για αλλαγή του συνομιλητή σ’ ένα γραπτό κείμενο διαλόγου
όταν δεν χρησιμοποιούνται εισαγωγικά.
ζ) για να φανεί μεγαλύτερη η αντίθεση των προηγούμενων με τ’
ακόλουθα, π.χ.: Ξεκίνησαν – μα δε θα φτάσουν ποτέ!
Η παύλα είναι δυνατό να χρησιμοποιηθεί στο τέλος μιας
παραγράφου, αμέσως μετά την τελεία, δηλώνοντας ότι έχει
ολοκληρωθεί ένα θέμα, μια νοηματική ενότητα. (Σημείωση: Από
εδώ βγήκε και η φράση: «τελεία και παύλα», δηλαδή τελεί

Ειδική γραμμή (/)

δίνει έμφαση, διευρύνει την έννοια (π.χ. εμπορικό / οικονομικό

Η διπλή (άνω και κάτω)  Πριν από λεγόμενα που καταγράφονται αυτούσια (
τελεία : ενδέχεται να κλείνονται σε εισαγωγικά ), (παράδειγμα: Ο
Αρχιμήδης είπε: «Εύρηκα»).
 Πριν από απαρίθμηση, (παράδειγμα: Υποβιβάστηκαν στη Β΄
Εθνική τρεις ομάδες: Καλαμαριά, Βέροια και Ατρόμητος).
 Όταν ακολουθεί η ερμηνεία ή το αποτέλεσμα μιας
ενέργειας, (παράδειγμα: Προσπάθησε πολύ και το
αποτέλεσμα τον δικαίωσε: πέρασε πρώτος στη σχολή που
επιθυμούσε)
 Έπειτα από πρόταση που αναφέρει γνωμικό , παροιμία.
 Όταν όσα ακολουθούν επεξηγούν αυτά που προηγήθηκαν,
(παράδειγμα: Θα γίνουν όλα όπως τα σχεδιάσαμε: θα πάμε
διακοπές και θα περάσουμε υπέροχα)
Σημείωση: η λέξη ύστερα από τη διπλή τελεία γράφεται με
κεφαλαίο γράμμα, όταν η διπλή τελεία έχει τη θέση τελείας.

Τα Τα αποσιωπητικά τίθενται :
αποσιωπητικά………
 Για να εκφραστεί ο προβληματισμός του πομπού
(παράδειγμα: Πολύ δυσάρεστη η εξέλιξη αυτή…)
 Για να δηλωθεί ειρωνεία ή αμφισβήτηση (ελλειπτικότητα),
(παράδειγμα: Φαντάζομαι ότι συγκινήθηκες…)
 Όταν ο πομπός δεν επιθυμεί να ολοκληρώσει τη φράση του
ή επειδή διακόπηκε ή επειδή, λόγω συγκίνησης, δεν μπορεί
να συνεχίσει ( παράλειψη ), (παράδειγμα: Θα ήθελα … Δεν
ξέρω πώς να το πω…)
 Για να εκφραστεί υπαινιγμός για όσα μέχρι εκείνη τη
στιγμή διατυπώθηκαν (παράδειγμα: Ο πρόεδρος των ΗΠΑ
δήλωσε ότι οι εκπομπές CO2 δεν επιβαρύνουν το
οικοσύστημα…
 Και παραπέμπουν σε ελλειπτικότητα ή φανερώνουν
παράλειψη
 Όταν δηλώνεται ότι αυτό που ακολουθεί είναι κάτι
απροσδόκητο (παράδειγμα: Με χαστούκισε κι έπειτα
υποστήριξε ότι … με αγαπάει)
 Για να εκφραστεί περιφρόνηση ή απειλή
(παράδειγμα: Μπορείς να καταλάβεις ποιες θα είναι οι
κυρώσεις την επόμενη φορά…)

Τεκμήρια Στατιστικά Προσδίδουν αποδεικτική ισχύ κι εγκυρότητα στο λόγο, αφού


αποτελούν ισχυρά τεκμήρια που συνήθως καθηλώνουν τον
αναγνώστη, ο οποίος δύσκολα μπορεί να τα αμφισβητήσει.

Παραδείγματα Τα παραδείγματα, συνήθως, δίνουν ζωντάνια στο λόγο του


συγγραφέα και διευκολύνουν τον αναγνώστη να κατανοήσει
πλήρως τις απόψεις του που έχουν αποδοθεί θεωρητικά. Καθιστούν
το κείμενο πιο οικείο, πιο προσιτό στον αναγνώστη. Αρκεί, βέβαια,
να είναι εύστοχα, να μη διακόπτουν την πορεία της σκέψης του και
να μην πλεονάζουν.

Τίτλος ιδίως στα ποιητικά κείμενα, όπου λόγω της συντομίας τους κάθε
επιμέρους στοιχείο αποκτά ιδιαίτερη νοηματική βαρύτητα.
Ειδικότερα, μέσω του τίτλου ενός ποιήματος, ο δημιουργός
ενδέχεται είτε να υποδεικνύει ποια είναι η κεντρική θεματική του,
είτε από ποια οπτική θα πρέπει να ιδωθεί το περιεχόμενο που
ακολουθεί
Οι χαρακτήρες ο τρόπος με τον οποίο δρουν ή αντιδρούν, οι επιδιώξεις, οι
επιθυμίες, τα λεγόμενά τους και η στάση που τηρούν απέναντι σε
διάφορες καταστάσεις επιτρέπουν στον δημιουργό να αναδείξει
συγκεκριμένες ιδέες, αντιλήψεις και προβληματισμούς, καθώς και
να προβάλει συγκεκριμένα θέματα.

Πλοκή Είναι ο τρόπος με τον οποίο συντίθεται ένα ποιητικό ή


αφηγηματικό έργο, ώστε το τελικό κείμενο να αποτελεί ένα
οργανωμένο και αισθητικά αποτελεσματικό σύνολο.
 Στα ποιητικά κείμενα, η δομή συνίσταται στην κατασκευή
και τη στιχουργική τους (στροφικότητα,
ομοιοκαταληξία/ελεύθερος στίχος, μέτρο/ρυθμός).
Με τη μελέτη της δομής του ποιήματος φωτίζονται το νόημα, το
συναίσθημα, ο τόνος και η πρόθεσή του.
 Στα αφηγηματικά κείμενα, η δομή συνίσταται στον τρόπο
με τον οποίο οργανώνονται τα γεγονότα της ιστορίας σε
μια συγκεκριμένη σειρά (πλοκή). Υπάρχει μεγάλη ποικιλία
στον τρόπο οργάνωσης και διευθέτησης της πλοκής.
Ένα παράδειγμα είναι η αριστοτελική σειρά «αρχή-μέση-τέλος» (ή
διαφορετικά: «αρχή και δέση, σταδιακή εξέλιξη και, τέλος, η
λύση»).
Η σύγχρονη αφηγηματολογία μάς εφοδιάζει με άλλες τυπολογίες
συνδυασμών της πλοκής, που ονομάζονται λειτουργικά σχήματα.
Ένα παράδειγμα είναι το σχήμα «αρχική κατάσταση, διαδικασία
μετασχηματισμού (πρόκληση-δράση-τίμημα), τελική κατάσταση».
Βασικός μοχλός εξέλιξης της πλοκής είναι η δράση των
χαρακτήρων (οι επιθυμίες, τα κίνητρα της δράσης τους, οι
συγκρούσεις με το περιβάλλον, εμπόδια στην εκπλήρωση των
επιθυμιών τους, καθώς και η τελική έκβαση της δράσης). Ό,τι δίνει
ώθηση στην ιστορία ονομάζεται «στοιχείο πλοκής».

ΑΦΗΓΗΜΑΤΙ ΣΚΟΠΟΣ
ΚΟ ΕΙΔΟΣ

Αφηγηματικοί ΑΦΗΓΗΣΗ μια αφήγηση μπορεί να στοχεύει:


τρόποι  στην πληροφόρηση της κοινής γνώμης.
 στην καταγραφή και/ή στη μετάδοση προσωπικών εμπειριών.
 στην πρόκληση ορισμένων επιθυμητών αντιδράσεων και
ενεργειών.
 στην κάλυψη των καθημερινών αναγκών

ΔΙΑΛΟΓΟΣ ο συγγραφέας «δίνει το λόγο» στα πρόσωπα της ιστορίας. Στην


πραγματικότητα, μιμείται τα λόγια τους και τα αποδίδει σε ευθύ
λόγο. Με αυτό τον τρόπο, ενισχύονται η αληθοφάνεια,η
δραματικότητα , η παραστατικότητα , η σκιαγράφηση των
χαρακτήρων και η ζωντάνια του έργου και τα γεγονότα λαμβάνουν
άμεσα χώρα.
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
 Σκιαγράφηση των προσώπων της αφήγησης.
 Στήσιμο του σκηνικού μέσα στο οποίο δρουν τα πρόσωπα.
 Διευκρίνιση σημείων της αφήγησης με άμεσες ή έμμεσες
πληροφορίες.
 Μετάβαση από το ένα αφηγηματικό μέρος στο άλλο.
 Επιβράδυνση της αφηγηματικής πλοκής —αφού με την
περιγραφή «παγώνει» ο αφηγηματικός χρόνος— και
επομένως, πρόκληση αγωνίας στον αναγνώστη / ακροατή.
 Προσφορά αισθητικής απόλαυσης

ΣΧΟΛΙΟ Σε κάποιες περιπτώσεις ο αφηγητής προσθέτει κάποια σχόλια που


αφορούν τα πρόσωπα της ιστορίας ή τα δρώμενα. Με αυτόν τον τρόπο
δίνει την εντύπωση ότι κάνει έναν διάλογο με τον αναγνώστη, ότι του
ζητά να εστιάσει σε κάποια συγκεκριμένη πτυχή της ιστορίας
ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ Κύριος στόχος της τεχνικής αυτής είναι να φέρει στην επιφάνεια την
ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ αδιάκοπη ροή σκέψεων, εικόνων, αναμνήσεων, συνειρμών και εντυπώσεων
που διασχίζουν την ψυχή και το νου του ήρωα, σαν να ήταν δυνατόν να
διατυπωθούν όλα αυτά σε λόγο αυτόματα, τη στιγμή ακριβώς που
γεννιούνται. Πρόκειται για ένα εντελώς ιδιόμορφο είδος αφηγηματικού
λόγου, που δίνει την εντύπωση ότι προσπαθεί να μας εισαγάγει στην
εσώτερη ζωή του ήρωα, σαν να μην είχαμε κανενός είδους συγγραφική
παρέμβαση: ακόμη και η συντακτική οργάνωση του λόγου είναι
υποτυπώδης, σα να μιλά πραγματικά το υποσυνείδητο.

Από γλωσσικής πλευράς, ο εσωτερικός μονόλογος προϋποθέτει μια


γραφή ελλειπτική, ασυνεχή, διακοπτόμενη και αντιφατική. Είναι λόγος που
δε στοχεύει στην επικοινωνία και, συνεπώς, η όποια πληροφορία παρέχεται
με τρόπο υπαινικτικό και φευγαλέο και ο αναγνώστης καλείται να
συμπληρώσει τα κενά (από την άποψη αυτή, δεν είναι τυχαίο ότι στην αρχή
ο εσωτερικός μονόλογος συνδέθηκε αρκετά στενά με το συμβολισμό). Είναι
πολύ πιθανό να προκαλέσει σύγχυση στον αναγνώστη, διότι οε πολλά
σημεία μοιάζει με τον ευθύ λόγο· παράλληλα, όμως, δεν υπάρχει κανενός
είδους εισαγωγική φράση και τα τυπογραφικά στοιχεία (π.χ. εισαγωγικά,
παύλες) του ευθύ λόγου απουσιάζουν. Τέλος, η χρήση του δεύτερου
προσώπου σε μερικές περιπτώσεις, καθώς και κάποια ρητορικά ερωτήματα
που ενδέχεται να διατυπωθούν, μπορούν κι αυτά να προκαλέσουν
προβλήματα κατανόησης.

Σύμφωνα με τους υποστηρικτές της άποψης αυτής, ο ελεύθερος πλάγιος


λόγος αποτελεί στην ουσία το συνδυασμό δύο φωνών: του αφηγητή και του
Ελεύθερος πλάγιος συγκεκριμένου προσώπου του οποίου τα λόγια μεταφέρει ο αφηγητής.
λόγος Ακόμη, όσοι αποδέχονται αυτό το σκεπτικό υποστηρίζουν ότι ο μεικτός
χαρακτήρας του ελεύθερου πλάγιου λόγου αποδεικνύεται και από το
γεγονός ότι δανείζεται γραμματικά χαρακτηριστικά και από τις δυο άλλες
τεχνικές, τα οποία και αναμιγνύει. Όλα αυτά φαίνονται αρκετά καθαρά στο
παρακάτω παράδειγμα:
...μας πλησίασε. «Την αγαπώ», είπε.
(Ε.Λ.)
...μας πλησίασε και ομολόγησε ότι την αγαπούσε.
(Π. Λ.)
...μας πλησίασε. Την αγαπούσε.
(Ε.Π.Λ)
Αυτό που μπορούμε να πούμε, λαμβάνοντας υπόψη και το παραπάνω
παράδειγμα, είναι ότι ο ελεύθερος πλάγιος λόγος αποτελεί μια
συγκεκριμένη τεχνική, η οποία δίνει στον αφηγητή τη δυνατότητα να
μεταφέρει τα λόγια, τις σκέψεις, τις διαθέσεις ή τα συναισθήματα ενός
άλλου προσώπου, χωρίς να αλλάξει την τριτοπρόσωπη αφήγηση ούτε το
βασικό αφηγηματικό χρόνο (συνήθως παρωχημένο). Για παράδειγμα, στον
ελεύθερο πλάγιο λόγο, οι λέξεις ή οι φράσεις ενός ήρωα μεταφέρονται
από τον αφηγητή χωρίς την ύπαρξη κάποιου λεκτικού ρήματος που να τις
εισάγει ή και να τις χαρακτηρίζει· το γεγονός αυτό μας απαλλάσσει από
την ενοχλητική παρουσία του αφηγητή: ο λόγος ή οι σκέψεις του ήρωα
της αφήγησης αποδίδονται στο δικό του προσωπικό «ιδίωμα», πράγμα που
εξασφαλίζει τη διατήρηση όλων των αποχρώσεων της δικής του
«πρωτότυπης» διατύπωσης. Με τον τρόπο αυτό, ο αποδέκτης της
αφήγησης αποκτά τη δυνατότητα άμεσης πρόσβασης στις σκέψεις ή το
λόγο ενός ήρωα της αφήγησης, όπως συμβαίνει και με τον ευθύ λόγο· με
τη διαφορά ότι στην περίπτωση του ελεύθερου πλάγιου λόγου, δεν μπορεί
ποτέ να είναι βέβαιος για το αν πρόκειται πραγματικά για σκέψεις ή για
αρθρωμένο λόγο, για προβληματισμούς του αφηγητή ή του ήρωα κτλ.
Συμπερασματικά, δηλαδή, θα λέγαμε ότι ο ελεύθερος πλάγιος λόγος,
συνδυάζοντας κατά κάποιο τρόπο τα πλεονεκτήματα του άμεσου και του
πλάγιου λόγου, επιτυγχάνει μια έντονη αμφισημία και προσφέρει
σημαντική αφηγηματική ευελιξία — κι αυτό είναι που τον κάνει τόσο
απαραίτητο για τη σύγχρονη πεζογραφία αλλά και τόσο προσφιλές
αντικείμενο μελέτης.

Τέλος, θα πρέπει να πούμε ότι ο ελεύθερος πλάγιος λόγος είναι σχετικά


εύκολο να αναγνωριστεί, καθώς διαθέτει ορισμένα σταθερά γλωσσικά και
γραμματικά χαρακτηριστικά. Τα πρώτα απ' αυτά τα έχουμε ήδη αναφέρει:
είναι το τρίτο πρόσωπο (ενδεχομένως και η τριτοπρόσωπη αντωνυμία) και
ο παρελθοντικός χρόνος, που είναι και ο βασικός χρόνος της αφήγησης στην
οποία εντάσσεται το απόσπασμα που μας ενδιαφέρει. Ένας άλλος
σημαντικός δείκτης είναι οι διάφοροι ιδιωματισμοί, οι συντμήσεις, οι
περικοπές, καθώς και άλλα στοιχεία που ανήκουν στον προφορικό λόγο και
δε θα τα συναντούσαμε εύκολα στο λόγο του αφηγητή. Ακόμη, ενδεικτική
του ελεύθερου πλάγιου λόγου είναι και η παρουσία κάποιων δεικτικών, που
συνήθως αναφέρονται στον ιδιαίτερο χώρο ή χρόνο του συγκεκριμένου
χαρακτήρα, του οποίου ο λόγος ή οι σκέψεις μεταφέρονται εκείνη τη
στιγμή.
ΑΦΗΓΗΜΑΤΙ ΕΙΔΟΣ ΑΦΗΓΗΤΗ Σε μια λογοτεχνική αφήγηση δεν πρέπει να συγχέεται ο
ΚΕΣ συγγραφέας, ένα πραγματικό πρόσωπο που υπάρχει έξω από το
ΤΕΧΝΙΚΕΣ κείμενο, με τον αφηγητή, ένα πλασματικό πρόσωπο που υφίσταται
μόνο μέσα στο πλαίσιο του λογοτεχνικού κειμένου. Βέβαια, είναι
δυνατό να εντοπίζονται στο χαρακτήρα του αφηγητή
αυτοβιογραφικά στοιχεία του συγγραφέα, οπότε τα δύο πρόσωπα
προσομοιάζουν / ταυτίζονται.

Ανάλογα με το βαθμό της συμμετοχής του στα γεγονότα της


αφήγησης, διακρίνονται δύο τύποι αφηγητή:

α) ο πρωταγωνιστής ή ο αυτόπτης μάρτυρας, ο οποίος συμμετέχει


ενεργά στα γεγονότα και αφηγείται σε α΄ ρηματικό πρόσωπο (π.χ.
αυτοβιογραφία, ημερολόγιο, απομνημονεύματα, κατάθεση
μάρτυρα).

β) ο αμέτοχος παρατηρητής των γεγονότων, ο οποίος αφηγείται σε


γ΄ ρηματικό πρόσωπο (π.χ. ιστοριογραφία, ρεπορτάζ, ιστορικό
μυθιστόρημα).

ΕΣΤΙΑΣΗ 1. αφήγηση με μηδενική εστίαση: ο αφηγητής δεν έχει κάποια


συγκεκριμένη οπτική γωνία (εστίαση μηδέν), αλλά βλέπει τα
δρώμενα καθολικά, από όλες τις θέσεις (αφηγητής – Θεός).
Επιπλέον, γνωρίζει τα πάντα για τα πρόσωπα της ιστορίας, ακόμη
και τις πιο ενδόμυχες σκέψεις τους. Η απόλυτη αυτή γνώση τον
καθιστά έναν παντογνώστη αφηγητή.
2. αφήγηση με εσωτερική εστίαση: ο αφηγητής είναι πρόσωπο της
ιστορίας (εστίαση εκ των έσω) και, ως εκ τούτου, έχει
περιορισμένη γνώση των πραγμάτων (αφηγητής – άνθρωπος).
Συγκεκριμένα, γνωρίζει όσα ακριβώς ξέρουν και τα υπόλοιπα
πρόσωπα της ιστορίας.
3. [αφήγηση με εξωτερική εστίαση: ο αφηγητής, είτε είναι
πρόσωπο της ιστορίας είτε όχι, έχει μηδαμινή γνώση των
πραγμάτων. Στην πραγματικότητα, γνωρίζει λιγότερα από όσα
ξέρουν τα υπόλοιπα πρόσωπα της ιστορίας.]

ΧΡΟΝΟΣ Ο χρόνος ως προς


ΑΦΗΓΗΣΗΣ τη σειρά Ευθύγραμμη αφήγηση: Τα γεγονότα παρουσιάζονται στην αφήγηση με τη
σειρά που συνέβησαν. Πρόκειται για μια επιλογή που δεν είναι ιδιαίτερα
παρουσίασης των συνηθισμένη, εφόσον καθιστά την αφήγηση μονότονη και λιγότερο
γεγονότων: ενδιαφέρουσα.
Αφήγηση με αναχρονίες: Η παρουσίαση των γεγονότων δεν ακολουθεί την
πραγματική τους σειρά και στην αφήγηση παρατηρούνται αναλήψεις και
προλήψεις.
Ανάληψη (ή αναδρομή): Ο αφηγητής προχωρά σε αναδρομική αφήγηση
γεγονότων του παρελθόντος, διακόπτοντας την πορεία της αφήγησης
(flashback).
Πρόληψη: Ο αφηγητής παραβιάζει τη χρονική σειρά και παρουσιάζει
γεγονότα που θα γίνουν σε κάποιο μελλοντικό σημείο, προοικονομώντας
κατ’ αυτό τον τρόπο μεταγενέστερες εξελίξεις.

Ο χρόνος ως προς τη 1. Ο χρόνος της αφήγησης είναι μικρότερος από το χρόνο της ιστορίας.
διάρκεια των Οι τεχνικές που σχετίζονται με τον περιορισμό του χρόνου της αφήγησης
γεγονότων είναι οι ακόλουθες:
Επιτάχυνση: Ο χρόνος της αφήγησης διαρκεί λιγότερο από τον χρόνο της
ιστορίας είτε γιατί ο αφηγητής παρουσιάζει με συντομία γεγονότα που
έχουν μεγάλη διάρκεια (περίληψη), είτε γιατί δεν τα αναφέρει καθόλου
(έλλειψη).
Περίληψη: Ο αφηγητής παρουσιάζει συνοπτικά κάποια γεγονότα που
μεσολαβούν ανάμεσα σε κρίσιμα σημεία της ιστορίας.
Έλλειψη ή αφηγηματικό κενό: Ο αφηγητής επιλέγει να παραλείψει ένα
μέρος της ιστορίας ή κάποια γεγονότα, που είτε εννοούνται εύκολα είτε δεν
συμβάλλουν ιδιαίτερα στην πλοκή.

2. Ο χρόνος της αφήγησης είναι μεγαλύτερος από τον χρόνο της


ιστορίας.
Οι τεχνικές που σχετίζονται με τη διεύρυνση του χρόνου της αφήγησης
είναι οι ακόλουθες:
Επιβράδυνση: Ο αφηγητής επιβραδύνει την αφήγηση των γεγονότων είτε
παρεμβάλλοντας στοιχεία περιγραφής ή σχόλια, είτε παρουσιάζοντας
διεξοδικά τις σκέψεις και τις αντιδράσεις των προσώπων σε ό,τι αφορά ένα
γεγονός που πιθανώς διήρκεσε ελάχιστες μόλις στιγμές. Ειδικότερα, στο
πλαίσιο της αφήγησης ενδέχεται να έχουμε «παύση» ή «επιμήκυνση».
Παύση έχουμε όταν ο αφηγηματικός χρόνος συνεχίζεται, ενώ ο χρόνος της
ιστορίας έχει διακοπεί πλήρως. Ο αφηγητής, δηλαδή, διακόπτει την εξέλιξη
της ιστορίας και συνεχίζει την αφήγηση με περιγραφές (τοπίων /
προσώπων), με προσωπικές σκέψεις και σχόλια ή με παρεκβάσεις που δεν
σχετίζονται με την εξέλιξη της ιστορίας.
Επιμήκυνση έχουμε όταν ο αφηγητής χωρίς να έχει διακόψει την αφήγηση
της ιστορίας προχωρά ωστόσο στην αναλυτική παρουσίαση άλλων
εσωτερικών κυρίως διαδικασιών που επεκτείνουν αρκετά το χρόνο της
αφήγησης έναντι του χρόνου της ιστορίας.

Ο χρόνος ως προς τη
συχνότητα παρουσίασης Μοναδική αφήγηση: Στην αφήγηση παρουσιάζονται μία φορά γεγονότα
των γεγονότων της ιστορίας που συνέβησαν μία φορά.
Θαμιστική αφήγηση: Με τη χρήση κυρίως Παρατατικού ο αφηγητής
παρουσιάζει μία φορά γεγονότα που γίνονταν κατ’ επανάληψη στο
παρελθόν.
Επαναληπτική αφήγηση: Γεγονότα που συνέβησαν μία φορά δίνονται
αφηγηματικά περισσότερες φορές είτε από τον ίδιο αφηγητή είτε από
διαφορετικά πρόσωπα της ιστορίας με διαφοροποιήσεις στην εστίαση.
ΣΧΗΜΑΤΑ α. Η αναδίπλωση, όταν μια λέξη ή φράση επαναλαμβάνεται αμέσως, π.χ.
ΛΟΓΟΥ Οι φίλοι μας θα έρθουν σήμερα, σήμερα θα φύγουν.
β. Η ειρωνεία, όταν χρησιμοποιούνται λέξεις ή φράσεις που δηλώνουν
στην ουσία αντίθετη σημασία από αυτή που δίνεται με τη λέξη, π.χ. Θύμωσε
πολύ μαζί του και του τα είπε κομψά (δηλ. με άκομψα, υβριστικά λόγια).
γ. Η έλλειψη, όταν παραλείπονται λέξεις ή φράσεις που μπορούν να
εννοηθούν εύκολα από τα συμφραζόμενα, π.χ. – Ποιος θέλει να μιλήσει; –
Η Ιφιγένεια (εννοείται θέλει να μιλήσει).
δ. Η λιτότητα, όταν στη θέση μιας λέξης χρησιμοποιείται η αντίθετή της
με άρνηση, π.χ. Το φαγητό που μαγείρεψε η Ελένη δεν ήταν άνοστο.
ε. Η μεταφορά, όταν χρησιμοποιούνται λέξεις ή φράσεις με σημασία
διαφορετική από την κυριολεκτική τους, αλλά με κάποια μικρή ή μεγάλη
ομοιότητα με αυτή, π.χ. Η Ρία έγινε καπνός.
στ. Η μετωνυμία, όταν χρησιμοποιείται το όνομα του δημιουργού αντί για
το δημιούργημα, αυτό που περιέχει κάτι αντί για το περιεχόμενο, το
αφηρημένο αντί για το συγκεκριμένο, π.χ. Τον τελευταίο καιρό ο Νικόλας
ακούει Μπετόβεν.
ζ. Η παρομοίωση, όταν συσχετίζεται ένα πρόσωπο ή πράγμα ή μια έννοια
με κάτι πολύ γνωστό, με σκοπό να τονιστεί μια ιδιότητα που υπάρχει και
στα δύο, π.χ. Το σπίτι του Παπαδόπουλου είναι σαν πύργος.
η. Ο πλεονασμός, όταν χρησιμοποιούνται περισσότερες λέξεις από όσες
χρειάζονται για να αποδοθεί ένα νόημα, π.χ. Η Σμαρώ πάλι ξαναήρθε.
θ. Η προσωποποίηση, όταν χρησιμοποιούνται λέξεις ή φράσεις με τις
οποίες αποδίδονται ανθρώπινες ιδιότητες σε μη ανθρώπινα όντα, π.χ. Κάθε
πρωί ο ήλιος χαμογελάει στους ανθρώπους.
ι. Η συνεκδοχή, όταν χρησιμοποιείται το ένα αντί για τα πολλά όμοια, το
μέρος ενός συνόλου αντί για το σύνολο (και αντίστροφα), η ύλη αντί για το
προϊόν που παράγεται από αυτήν ή εκείνο που παράγει αντί για εκείνο που
παράγεται, π.χ. Ο Κρητικός είναι πάντα υπερήφανος (αντί οι Κρητικοί).
ια. Το υπερβατό, όταν παρεμβάλλονται μία ή περισσότερες λέξεις ανάμεσα
σε δύο λέξεις που συνδέονται συντακτικά και νοηματικά στενά, π.χ. Ο
διευθυντής εφάρμοσε τους ισχύοντες από τους νόμους κανονισμούς.
ιβ. Η υπερβολή, όταν χρησιμοποιούνται λέξεις ή φράσεις που ξεπερνούν
και το πραγματικό, π.χ. Να υψώσουμε όλοι τη φωνή μας, να φτάσει έως τον
ουρανό.
Διαρθρωτικές - Με τις διαρθρωτικές λέξεις συνήθως δηλώνεται:
Λέξεις α. το αίτιο - αποτέλεσμα: επειδή, διότι, έτσι, γι' αυτό τον λόγο, κ.τ.λ.
β. η αντίθεση - εναντίωση: αλλά, όμως, ωστόσο, από την άλλη πλευρά,
όμως κ.τ.λ.
γ. η χρονική σχέση: ύστερα, προηγουμένως, εντωμεταξύ κ.τ.λ.
δ. η επεξήγηση: με άλλα λόγια, δηλαδή, με όσα είπα προηγουμένως
εννοούσα, για να με καταλάβετε, θα σας το παρουσιάσω με άλλο τρόπο, για
να γίνω σαφέστερος κ.τ.λ.
ε. η έμφαση: είναι αξιοσημείωτο ότι…, θα ήθελα να τονίσω το εξής …, να
επιστήσω την προσοχή σας κ.τ.λ.
ζ. ένα παράδειγμα: π.χ. λ.χ., για παράδειγμα κ.τ.λ.
η. η απαρίθμηση επιχειρημάτων, η εισαγωγή μιας καινούριας ιδέας:
πρώτο… δεύτερο, καταρχήν, τελικά, το επόμενο επιχείρημα/θέμα που θα
μας απασχολήσει κ.τ.λ.
θ. η διάρθρωση του κειμένου: το άρθρο / η μελέτη / η εισήγηση / η ομιλία
μου χωρίζεται σε τρία μέρη: στο πρώτο κ.τ.λ.
ι. ένα συμπέρασμα, συγκεφαλαίωση: για να συνοψίσουμε,
συγκεφαλαιώνοντας, επιλογικά, συμπερασματικά θα λέγαμε ότι… κ.τ.λ.
Συνοχή Κειμένου α. Η χρήση διαρθρωτικών λέξεων και εκφράσεων, που σηματοδοτούν
καθαρά τις σχέσεις συνοχής:  δηλαδή, με άλλα λόγια, για να γίνω
σαφέστερος, πιο συγκεκριμένα, κ.τ.λ. (που εισάγουν επεξήγηση).  επειδή,
διότι, γι’ αυτό το λόγο, έτσι, μ’ αυτό τον τρόπο, κ.τ.λ. (που δηλώνουν αίτιο
– αποτέλεσμα).  επομένως, λοιπόν, συγκεφαλαιώνοντας, επιλογικά θα
λέγαμε ότι, για να συνοψίσουμε, συνεπώς, συμπερασματικά…, κ.τ.λ. (που
δηλώνουν συμπέρασμα - συγκεφαλαίωση).  αλλά, όμως, αν και, εντούτοις,
εξάλλου, άλλωστε, ωστόσο, από την άλλη πλευρά αντίθετα, κ.τ.λ. (που
δηλώνουν αντίθεση).  είναι αξιοσημείωτο ότι…, θα ήθελα να τονίσω…,
να επιστήσω την προσοχή…, κ.τ.λ. (που δηλώνουν έμφαση).  και, επίσης,
πρώτο, δεύτερο, κ.τ.λ. (που δηλώνουν προσθήκη).  πρώτο…, δεύτερο…,
καταρχάς, τελικά, το επόμενο επιχείρημα…, κ.τ.λ. (που δηλώνουν
απαρίθμηση επιχειρημάτων ή εισαγωγή μιας καινούριας ιδέας).  ύστερα,
προηγουμένως, εν τω μεταξύ, έπειτα, αργότερα, όταν, στη συνέχεια, κ.τ.λ.
(που δηλώνουν χρονικές σχέσεις).  αν, εκτός αν, σε περίπτωση που…,
κ.τ.λ. (που δηλώνουν όρο – προϋπόθεση).
β. Η επανάληψη μιας λέξης / φράσης (π.χ. ο μηνυόμενος, στο μηνυόμενο).
γ. Η παράλειψη μιας λέξης / φράσης που ήδη αναφέρθηκε (π.χ. όμως
ομολόγησε, ενν. ο μηνυόμενος).
δ. Η αντικατάσταση μιας λέξης με αντωνυμία (ο οποίος = ο μηνυόμενος),
με επίρρημα (στη Σοβιετική Ένωση, όπου...), με άλλη συνώνυμη λέξη (ο
μηνυτής = ο ενάγων) κ.τ.λ.
ε. Η χρήση συνυπώνυμων και υπερώνυμων λέξεων (ο ταξιδιωτικός
πράκτορας, ο καθηγητής, ο δικηγόρος  ο επαγγελματίας).
στ. Η χρήση του όλου και των μερών του (π.χ. προκαταβολή, υπόλοιπο 
συνολική αμοιβή).
ζ. Η χρήση γενικότερου όρου (π.χ. φοιτητές, σπουδαστές, μαθητές 
σπουδάζουσα νεολαία).
η. Η χρήση λέξεων που ανήκουν στον ίδιο χώρο και παρουσιάζουν
νοηματική συγγένεια (π.χ. δραχμές, ποσό, συνολική αμοιβή).
Τρόποι Ανάπτυξη με παραδείγματα: αν το περιεχόμενο της θεματικής περιόδου
Ανάπτυξης χρειάζεται διευκρίνιση, τότε η παράγραφος μπορεί να αναπτυχθεί με
Παραγράφων παραδείγματα ή με επεξηγήσεις (βλ. και ενότητα «Είδηση», Β Λυκείου).
Στη θεματική πρόταση π.χ. «Με την αλλαγή των κοινωνικών συνθηκών
αλλάζουν και οι αντιλήψεις μας», ως παραδείγματα μπορούμε να
χρησιμοποιήσουμε τις αντιλήψεις των ανθρώπων για το θεσμό της δουλείας
ή για τη θέση της γυναίκας μέσα στην κοινωνία κ.ά., ανάλογα με την
προτίμησή μας.
 Σύγκριση και αντίθεση: η θεματική περίοδος μπορεί να μας παρακινεί
να επισημάνουμε τις ομοιότητες και τις διαφορές ανάμεσα σε πρόσωπα,
πράγματα και ιδέες. Στην περίπτωση αυτή αναπτύσσεται με σύγκριση και
αντίθεση (βλ. και ενότητα Βιογραφικά είδη, Β Λυκείου): Π.χ., «Το δοκίμιο
ενώ έχει αρκετά στοιχεία κοινά με τα λογοτεχνικά και μη λογοτεχνικά
κείμενα, δεν ταυτίζεται με κανένα. Το κοινό που έχει με τη λογοτεχνία
είναι… Η διαφορά του αφορά κυρίως… Από την άλλη το δοκίμιο έχει
ομοιότητες αλλά και διαφορές με τα μη λογοτεχνικά είδη…».
 Αιτιολόγηση: αν η θεματική περίοδος είναι διατυπωμένη με τέτοιο τρόπο,
ώστε να μας παρακινήσει να ρωτήσουμε το «γιατί», η μέθοδος ανάπτυξης
θα πρέπει να είναι ασφαλώς η αιτιολόγηση (βλ. και ενότητα «Γλώσσα και
γλωσσικές ποικιλίες», Α Λυκείου): Π.χ., «Θα ήταν επικίνδυνο σφάλμα να
στηριχτούμε σήμερα πάνω στην άποψη ότι ο πυρηνικός πόλεμος μπορεί να
αποφευχθεί ή να προληφθεί με το πυρηνικό αδιέξοδο ή με την ισορροπία
του τρόμου. Πρώτο, γιατί η τεχνολογία μπορεί να καταστρέψει αυτήν την
ισορροπία. Έπειτα η ισορροπία γίνεται όλο και πιο ασταθής… Τέλος…».
 Ορισμός: στην περίπτωση που το περιεχόμενο της θεματικής περιόδου
υποβάλλει στον αναγνώστη την πιθανή ερώτηση «Τι είναι;» ή «Τι εννοεί με
αυτό;» η παράγραφος πρέπει να αναπτυχθεί με ορισμό (βλ. και ενότητα
«Κριτική - Παρουσίαση», Β Λυκείου): Π.χ., «Πολιτισμός είναι το σύνολο
των επιτευγμάτων του ανθρώπου. Όλα τα αγαθά που έχουν σχέση με την
τεχνική, την… είναι προϊόντα του πολιτισμού. Σ' αυτά πρέπει να
προστεθούν τα «ιδεώδη» που διαμορφώθηκαν στο πέρασμα του χρόνου,
ο… καθώς και τα… που πραγματοποιήθηκαν στους επιμέρους τομείς
προόδου».
 Διαίρεση: αν η θεματική περίοδος είναι διατυπωμένη έτσι που να
αποκαλύπτει τα στοιχεία από τα οποία αποτελείται ένα αντικείμενο ή μια
ιδέα, η πιο πρόσφορη μέθοδος για την ανάπτυξή της είναι η διαίρεση - το
κομμάτιασμα του όλου στα μέρη του (βλ. και ενότητα «Κριτική -
Παρουσίαση», Β' Λυκείου). Π.χ., «Τον πολιτισμό τον διαιρούμε συνήθως
σε τεχνικό και πνευματικό. Ο τεχνικός πολιτισμός περιλαμβάνει… Στην
έννοια του πνευματικού πολιτισμού μπορούμε να περιλάβουμε…».
 Αίτια και αποτελέσματα: αν σε μια θεματική πρόταση διατυπώνεται η
αιτία ή οι αιτίες που οδηγούν σε ένα αποτέλεσμα ή σε αποτελέσματα, τότε
η ανάπτυξη πρέπει να γίνει με τη μέθοδο των αιτίων και αποτελεσμάτων:
Π.χ., «Η κατάργηση της σύγχρονης δουλείας οφείλεται στις ίδιες αιτίες που
προκάλεσαν και την κατάργηση της αρχαίας δουλείας. Η πρώτη αιτία
ήταν… Η δεύτερη ήταν πως οι ίδιοι οι δούλοι…».
 Αναλογία: αν τέλος η θεματική περίοδος είναι διατυπωμένη ως
παρομοίωση ή μεταφορά, πρέπει να αναπτυχθεί με αναλογία, δηλαδή με μια
εκτεταμένη παρομοίωση (βλ. και ενότητα Περιγραφή, Α Λυκείου): Π.χ.,
«Το εμπόδιο στη γραπτή επικοινωνία μπορεί να υπερνικηθεί με το καλό
γράψιμο και το σωστό διάβασμα. Μπορεί ο συγγραφέας να μας προσφέρει
ένα καλοδομημένο και σαφές κείμενο, για να επικοινωνήσει άμεσα μαζί
μας, αλλά μόνη της η προσπάθεια αυτή δεν αρκεί, πρέπει κι εμείς να
κάνουμε το άλλο μισό του δρόμου. Ως αναγνώστες πρέπει να σκάβουμε τη
σήραγγα της επικοινωνίας από τη δική μας πλευρά».
 Συνδυασμός μεθόδων: στην πράξη βέβαια σπάνια συναντούμε μονάχα
έναν τρόπο ανάπτυξης. Συνήθως χρησιμοποιούμε συνδυασμό από δύο ή και
περισσότερους τρόπους. Όταν, π.χ., χρησιμοποιούμε τη μέθοδο του
ορισμού, μπορεί να χρειαστεί συγχρόνως να δικαιολογήσουμε μια κρίση
μας, να διευκρινίσουμε μια έννοια με ένα παράδειγμα κτλ. Δες, π.χ., ποιοι
τρόποι χρησιμοποιούνται στο παρακάτω απόσπασμα: «Η γνώση ήτανε, και
είναι πάντα, για το κάθε λογής κατεστημένο ένα δίλημμα, κάτι που γεννάει
αντιδράσεις αντιφατικές και διφορούμενες. Από τη μια μεριά, το ξάπλωμα
των γνώσεων και γενικότερα η πνευματική ανάπτυξη των ανθρώπων
φαίνεται αναγκαία για την οικονομική διαδικασία, τόσο στη φάση της
παραγωγής όσο και στη φάση της κατανάλωσης. Ο καλός τεχνίτης, ο καλός
επαγγελματίες, ο καλός διευθυντής, ο καλός εφευρέτης χρειάζονται
μόρφωση, κι ο μορφωμένος άνθρωπος έχει πρόσθετες ανάγκες να
ικανοποιήσει. Από την άλλη όμως μεριά, ο μορφωμένος άνθρωπος δε
γίνεται μόνο καλό στέλεχος στην παραγωγή και καλός πελάτης στην
κατανάλωση· αλλά μέσα του ξυπνούν ερωτηματικά και προβληματισμοί,
αναζητήσεις και αμφιβολίες για την οικονομική διαδικασία και για την ίδια
τη δομή της κοινωνίας, που μπορούν να υποσκάψουν τα θεμέλια του
κατεστημένου και να αποβούν μοιραία για την ύπαρξή του» (Γ. Κουμάντος,
«Οι κονσέρβες της σοφίας»).
Τρόποι Πειθούς Τρόποι και Μέσα Πειθούς
Επίκληση στη Λογική : Μέσα πειθούς: 1. Επιχειρήματα  συλλογισμοί
 προτάσεις κρίσεως  ερωτηματικές προτάσεις  ρητορικά ερωτήματα 2.
Τεκμήρια  αποδείξεις  παραδείγματα  στατιστικά στοιχεία  πορίσματα
ερευνών  εμπειρικές αλήθειες  παραθέματα  μαρτυρίες  γεγονότα
(ιστορικά κ.ά.)
Επίκληση στο Συναίσθημα Μέσα πειθούς: 1. Περιγραφή 2. Αφήγηση 3.
Χρήση ρητορικών ερωτημάτων 4. Χρήση συγκινησιακού – μεταφορικού
λόγου (χιούμορ, λέξεις συναισθηματικά φορτισμένες, ειρωνεία,
σαρκασμός, υπερβολή, μεταφορά, λογοπαίγνιο, δισημία, συνειρμός) 5.
Εικονοπλαστικός λόγος
Επίκληση στην Αυθεντία Μέσα πειθούς:  αναφορά σε λόγια
προσωπικοτήτων  αποφθέγματα  ρητά  γνωμικά  παροιμίες
Επίκληση στο Ήθος του Πομπού Μέσα πειθούς:  αξιόπιστος λόγος 
έπαινοι  εγκώμια  λανθάνων αξιολογικός χαρακτηρισμός Τρόπος πειθούς:
Επίκληση Ήθος του Δέκτη: Μέσα πειθούς:  άμεσος ή λανθάνων
αξιολογικός χαρακτηρισμός
Επίκληση στο Ήθος του Αντιπάλου Μέσα πειθούς:  δυσμενείς κριτικές
 κατηγορητήρια - λασπολογίες
 Με την επίκληση στη λογική επιχειρείται να προβληματιστεί, να
πεισθεί λογικά ο δέκτης, ούτως ώστε να κινητοποιηθεί, να
αναλάβει δράση, να αλλάξει τρόπο ζωής (στόχος του συγγραφέα).
Αυτό επιτυγχάνεται με τη χρήση επιχειρημάτων ή/και τεκμηρίων.
- Με την επίκληση στο συναίσθημα επιχειρείται να
ευαισθητοποιηθεί ο δέκτης για το σοβαρό πρόβλημα που θίγεται,
να βιώσει συναισθήματα ενοχής, ντροπής, φόβου, δυσπιστίας,
απογοήτευσης κτλ. ή χαράς, ικανοποίησης, θάρρους,
εμπιστοσύνης, ενθουσιασμού κτλ., ούτως ώστε να ανησυχήσει, να
προβληματιστεί, να κινητοποιηθεί (στόχος του συγγραφέα). Αυτό
επιτυγχάνεται με τη χρήση συγκινησιακού μεταφορικού λόγου
στην περιγραφή ή/και την αφήγηση. Μπορεί επίσης να
χρησιμοποιηθεί το ρητορικό ερώτημα, το οποίο κεντρίζει το
συναισθηματικό κόσμο του δέκτη. –
 Με την επίκληση στην αυθεντία επιχειρείται να τεκμηριωθεί η
αξιοπιστία των απόψεων του συγγραφέα, να ενισχυθεί η
επιχειρηματολογία του, να φωτιστεί ένα δυσερμήνευτο ζήτημα
μέσα από τη σοφία μιας προσωπικότητας ή μιας καταξιωμένης
κοινωνικής ομάδας (π.χ. επιστημονική αυθεντία) ή ακόμη και
μέσα από τη λαϊκή σοφία. –
 Με την επίκληση στο ήθος του πομπού επιχειρείται να κερδηθεί
η εμπιστοσύνη στο πρόσωπο του πομπού, ώστε οι θέσεις –
εισηγήσεις του να γίνουν αποδεκτές. Αυτό επιτυγχάνεται π.χ. με
λανθάνοντα αξιολογικό χαρακτηρισμό, ώστε ο πομπός να
ταυτιστεί με ένα θετικό πρότυπο συμπεριφοράς και να αποκτήσει
κύρος. –
 Με την επίκληση στο ήθος του δέκτη επιχειρείται να αισθανθεί
ο δέκτης την ευθύνη απέναντι σε όσα του προβάλλονται και να
αποδεχτεί τις απόψεις – εισηγήσεις του πομπού. Αυτό
επιτυγχάνεται με άμεσο ή έμμεσο (λανθάνοντα) αξιολογικό
χαρακτηρισμό, ο οποίος ανάγει το δέκτη σε ξεχωριστή
προσωπικότητα, ηθικά και κοινωνικά αποδεκτή, ώστε να τον
ταυτίσει με ένα θετικό πρότυπο συμπεριφοράς και να τον ωθήσει
να προσπαθήσει να το αποδείξει με τη στάση του. (π.χ. Οι καλές
μητέρες φροντίζουν τα παιδιά τους με γάλα Χ, Ο δημοκρατικός
πολίτης θα συμφωνούσε μαζί μου ότι …). –
 Με την επίθεση στο ήθος του αντιπάλου επιχειρείται να
αντικρουστούν τα αντίθετα επιχειρήματα που (τυχόν)
προβάλλονται, με την καταρράκωση του κύρους αυτού που τα
αντιπροσωπεύει.
Συλλογισμοί - 1. Είδη συλλογισμών με βάση τη συλλογιστική πορεία
Επιχειρήματα  Παραγωγικός συλλογισμός: από μία γενική και αφηρημένη
πρόταση καταλήγουμε σε μία ειδική και συγκεκριμένη. Τα
συμπεράσματα είναι συνήθως βέβαια – ισχυρά.
Παράδειγμα: Προκείμενες: - Τα μέταλλα είναι ανόργανα
στοιχεία. - Ο χρυσός είναι μέταλλο. Συμπέρασμα: - Άρα, ο χρυσός
είναι ανόργανο στοιχείο.
 Επαγωγικός συλλογισμός: από μία ειδική και συγκεκριμένη θέση
καταλήγουμε σε μία γενική και αφηρημένη.
Παράδειγμα: Προκείμενες: - Η μηλιά, η αχλαδιά ... είναι
οργανισμοί. - Η μηλιά, η αχλαδιά ... είναι φυτά. Συμπέρασμα: -
Άρα, τα φυτά είναι οργανισμοί.
 Αναλογικός συλλογισμός: από μία ειδική άποψη καταλήγουμε
πάλι σε μια ειδική.
Παράδειγμα: Προκείμενες: - Ο Γιάννης είναι ευέξαπτος, γι’ αυτό
δεν έχει φίλους. - Ο Κώστας είναι επίσης ευέξαπτος.
Συμπέρασμα: - Άρα, ο Κώστας (πιθανόν) να μην έχει φίλους.
2. Είδη συλλογισμών με βάση το είδος των προκείμενων
προτάσεων
 Κατηγορικός συλλογισμός: όταν οι προκείμενες είναι
κατηγορικές προτάσεις (καταφατικές ή αποφατικές).
 Υποθετικός: Όταν μια τουλάχιστον προκείμενη είναι υποθετική
πρόταση.
Προκείμενες: - Αν οι βιομηχανίες λειτουργούν ανεξέλεγκτα, το
περιβάλλον ρυπαίνεται. - Στη βιομηχανική ζώνη Περάματος οι
βιομηχανίες λειτουργούν ανεξέλεγκτα. Συμπέρασμα: - Άρα, το
περιβάλλον του Περάματος ρυπαίνεται.
 Διαζευκτικός: Όταν μία τουλάχιστον προκείμενη είναι
διαζευκτική πρόταση.
Προκείμενες: - Οι περιοχές που θα ήθελα να μείνω είναι ή η
Ηλιούπολη ή η Γλυφάδα. - Στη Γλυφάδα δεν υπάρχουν σπίτια προς
ενοικίαση. Συμπέρασμα: - Άρα, θα μείνω στην Ηλιούπολη.
Αξιολόγηση 1.Ορισμός εννοιών
Επιχειρήματος  Εγκυρότητα: αν οι προκείμενες οδηγούν με λογική αναγκαιότητα σ’ ένα
βέβαιο συμπέρασμα, τότε το επιχείρημα είναι έγκυρο.
 Αλήθεια: αν το περιεχόμενο των προκειμένων ανταποκρίνεται στην
πραγματικότητα, τότε το επιχείρημα είναι αληθές.
 Ορθότητα: αν το επιχείρημα είναι και έγκυρο και αληθές, τότε το
επιχείρημα είναι και λογικά ορθό.
2.Αξιολόγηση επιχειρήματος
 Ελέγχω αν οι προκείμενες είναι αληθείς.
 Ελέγχω αν το συμπέρασμα απορρέει με λογική αναγκαιότητα από τις
προκείμενες, αν δηλαδή το επιχείρημα είναι έγκυρο.
3. Αξιολόγηση επαγωγικού επιχειρήματος
- Ειδικά για την αξιολόγηση των επαγωγικών συλλογισμών θα πρέπει να
έχουμε υπόψη μας ότι βέβαιο συμπέρασμα προκύπτει μόνο από την τέλεια
επαγωγή. Έχουμε τρία είδη επαγωγικού συλλογισμού, οπότε διαφορετικά
αξιολογούμε το καθένα. Τα είδη του επαγωγικού συλλογισμού και η
αξιολόγησή τους:
α. Επαγωγικός συλλογισμός με γενίκευση - Το συμπέρασμα που προκύπτει
από γενίκευση θεωρείται βέβαιο, αν η γενίκευση λαμβάνει υπόψη όλα τα
επιμέρους.
β. Επαγωγικός συλλογισμός με αίτιο - αποτέλεσμα - Η αιτιώδης σχέση
υφίσταται αν τα δεδομένα συνδέονται όντως λογικά και όχι απλώς
χρονολογικά. - Η αιτιώδης σχέση είναι ισχυρή όταν, για να προκύψει το
αποτέλεσμα, η αιτία είναι και αναγκαία και επαρκής.
γ. Επαγωγικός συλλογισμός με αναλογία –
Η αναλογία μπορεί να είναι μεταφορική ή κυριολεκτική. Η μεταφορική
αναλογία πρέπει να έχει ίση αποδεικτική ισχύ με ένα λογικό επιχείρημα-
Η κυριολεκτική αναλογία, προκειμένου να μην είναι αυθαίρετη, πρέπει να
καταδεικνύει τις ομοιότητες ανάμεσα στα συγκεκριμένα αντικείμενα με
επαρκή και εύστοχα επιλεγμένα στοιχεία, ώστε να είναι σχετικά με το θέμα.

You might also like