You are on page 1of 15

2η ενότητα α΄μέρος

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

1. Η ασφάλιση

Α. Έννοια της ασφάλισης

Η έννοια της ασφάλισης δεν ταυτίζεται με την έννοια της ασφαλιστικής


σύμβασης, καθώς είναι ευρύτερη ως προς το ότι καλύπτει απροσδιόριστο
αριθμό ασφαλιστικών σχέσεων, οι οποίες μπορεί να βασίζονται είτε σε
σύμβαση είτε στο νόμο.
Επομένως για την ύπαρξη ασφάλισης δεν είναι απαραίτητη η
κατάρτιση ασφαλιστικής σύμβασης, αλλά μπορεί η ύπαρξή της να
προβλέπεται και ευθέως από το νόμο.

Η ασφάλιση αποτελεί μορφή συνένωσης των οικονομικών πόρων των


ανθρώπων, οι οποίοι είναι εκτεθειμένοι σε κινδύνους που παρουσιάζουν
κοινά χαρακτηριστικά αποσκοπώντας στην έναντι ανταλλάγματος κάλυψη των
ζημιών που ενδέχεται να προέλθουν από τους συγκεκριμένους κινδύνους.

Β) Ουσιώδη στοιχεία της ασφάλισης:

α) ο κίνδυνος

Η πιθανότητα επέλευσης ενός κινδύνου ωθεί τον εκτιθέμενο σ’αυτούς


να αναζητήσει ασφαλιστική προστασία.
Ως κίνδυνος νοείται η δυνατότητα επέλευσης μίας οικονομικής
ανάγκης, με την οποία συνδέεται η υποχρέωση του ασφαλιστή προς παροχή
Η δυνατότητα επέλευσης της οικονομικής ανάγκης έχει την έννοια της
αβεβαιότητας ως προς την επέλευσή της.

β) Κοινωνία κινδύνων
Κοινωνία κινδύνων υπάρχει όταν πολλοί εκτίθενται σε έναν κίνδυνο
αλλά λίγοι πλήττονται από αυτόν, με αποτέλεσμα να κατακερματίζονται οι
συνέπειες από την πραγματοποίηση ενός κινδύνου μεταξύ των κοινωνών,
δηλαδή των ασφαλισμένων, οι οποίοι μπορούν πλέον να βασίζονται στις
ασφαλιστικές υπηρεσίες που τους προσφέρουν οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις
με τις οποίες συμβάλλονται.

γ) Ομοιότητα κινδύνων

Η ομοιότητα κινδύνων παρέχει σημαντική βοήθεια στην οικονομική


επιστήμη ως προς τη συλλογή στατιστικών δεδομένων σχετικά με τη
συχνότητα επέλευσης κάθε είδους κινδύνου, με αποτέλεσμα να καθίσταται
δυνατός ο ακριβέστερος προσδιορισμός του ύψους του ασφαλίστρου.

δ) Ασφαλιστική κάλυψη

Η ασφαλιστική κάλυψη, δηλαδή η κάλυψη της οικονομικής ανάγκης


που δημιουργεί η πραγματοποίηση του κινδύνου, αποτελεί και το σκοπό της
ασφάλισης.

ε) Ανταποδοτικός χαρακτήρας

Η ασφάλιση έχει ανταποδοτικό και όχι χαριστικό χαρακτήρα, καθώς


κάθε μέλος της κοινωνίας κινδύνων έχει την υποχρέωση καταβολής αντιτίμου
για την κάλυψη των κινδύνων, το οποίο αναλόγως ονομάζεται είτε
ασφάλιστρο είτε εισφορά.

στ) Αξίωση
Η ασφάλιση έχει ως ουσιώδες στοιχείο και την αξίωση για καταβολή της
ασφαλιστικής αποζημίωσης εκ μέρους του ασφαλιστή. Η αξίωση αυτή είναι
δικαστικά επιδιώξιμη.

Γ) Σημασία της θαλάσσιας ασφάλισης για τη ναυτιλία


Η ασφάλιση συνδέεται άμεσα με την πρόοδο στις επιχειρηματικές
πρακτικές της οικονομικής ζωής. Μάλιστα έχει ιδιαίτερη σημασία για τον
κλάδο της ναυτιλίας διότι είναι ευάλωτος σε κινδύνους, π.χ. κίνδυνος μεγάλου
περιβαλλοντικού ατυχήματος.
Ειδικότερα παρέχει τη δυνατότητα για ανάληψη μεγαλύτερων και
καινοτόμων επιχειρηματικών εγχειρημάτων, χωρίς την ανασφάλεια που
μπορεί να δημιουργήσει η πιθανότητα επέλευσης μεγάλου και σοβαρού
κινδύνου
Επίσης αυτός που θα πληγεί από την επέλευση ενός κινδύνου μετά
την καταβολή της ασφαλιστικής αποζημίωσης έχει τη δυνατότητα να
επαναδραστηριοποιηθεί τάχιστα κα να μπει στον παραγωγικό μηχανισμό
Ακόμη δημιουργεί αίσθημα ασφάλειας και βεβαιότητας στην κοινωνία.

Δ) Σημαντικότερες διακρίσεις της ασφάλισης:

Οι σημαντικότερες διακρίσεις της ασφάλισης είναι οι ακόλουθες:

α) Ιδιωτική και κοινωνική ασφάλιση:

αα) Ιδιωτική ασφάλιση

aa) Έννοια

Ιδιωτική ασφάλιση είναι η ασφάλιση που παρέχεται κατά κανόνα από


ιδιωτικούς φορείς και διέπεται από διατάξεις του ιδιωτικού δικαίου.

bb) Σημαντικότερες μορφές ιδιωτικής ασφάλισης που ενδιαφέρουν τις


θαλάσσιες ασφαλίσεις:

i) Χερσαία, θαλάσσια και αεροπορική ασφάλιση

Με κριτήριο το είδος του ασφαλισμένου κινδύνου, η ασφάλιση


διακρίνεται σε χερσαία, θαλάσσια και αεροπορική.
Η θαλάσσια ασφάλιση, η οποία ρυθμίστηκε νομοθετικά, πριν τη
χερσαία και την αεροπορική, αναφέρεται κυρίως σε θαλάσσιους κινδύνους, οι
οποίοι αφορούν το πλοίο, το φορτίο και το ναύλο.
Στο ισχύον ελληνικό δίκαιο ρυθμίζεται από τα άρθρα 259 επ. του
Κώδικα Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου. Επίσης σύμφωνα με το άρθρο 33 παρ.1
ν.2496/1997 αποτελεί εμπορική μη-καταναλωτική ασφάλιση.
Στη θαλάσσια ασφάλιση ισχύει το σύστημα της καθολικότητας των
ασφαλισμένων κινδύνων, δηλαδή όλων των κινδύνων της θαλασσοπλοϊας
που μπορούν να συμβούν κατά τη διάρκεια ενός θαλασσινού ταξιδιού είτε
σχετίζονται με την επενέργεια των στοιχείων της θάλασσας είτε επέρχονται
κατά τη διάρκεια του πλου.

ii) Ασφάλιση με ασφάλιστρο και αλληλασφάλιση

Βασική διαφορά των ως άνω δύο μορφών ασφάλισης αποτελεί το ότι


στην ασφάλιση με ασφάλιστρο ο ασφαλιστικός φορέας που εισπράττει το
ασφάλιστρο και παρέχει ασφαλιστική κάλυψη είναι μια ασφαλιστική εταιρία,
ενώ στην αλληλασφάλιση οι ίδιοι οι ασφαλισμένοι έχουν δημιουργήσει μία
ένωση, της οποίας έργο είναι η συλλογή των εισφορών των μελών-
ασφαλισμένων και η κάλυψη των ζημιών των μελών της.

ββ) Κοινωνική ασφάλιση

aa) Έννοια

Κοινωνική είναι η ασφάλιση η οποία ασκείται από νομικά πρόσωπα


δημοσίου δικαίου π.χ. ΕΦΚΑ. Στην κοινωνική ασφάλιση η ασφαλιστική σχέση
με τους ασφαλισμένους γεννιέται απευθείας από το νόμο και υπάρχει
ανεξάρτητα από τη βούληση του ασφαλισμένου, εφόσον συντρέχουν
ορισμένες προϋποθέσεις, όπως η σχέση εξαρτημένης εργασίας

γγ) Στοιχεία διαφοροποίησης της κοινωνικής ασφάλισης σε σχέση με την


ιδιωτική ασφάλιση:
a) ο δημόσιος χαρακτήρας του ασφαλιστικού φορέα
και
b) ο υποχρεωτικός χαρακτήρας τα κοινωνικής ασφάλισης βάσει νόμου

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

1. Ασφαλιστική σύμβαση

Α. Εισαγωγή

Η ασφαλιστική σχέση που βασίζεται σε σύμβαση κατά κανόνα διέπεται


από την ιδιωτική αυτονομία και την ελευθερία των συμβάσεων.
Εντούτοις σε κάποιες περιπτώσεις, όπως αναλυτικά αναφέρθηκε στην
πρώτη ενότητα, για ηθικούς ή κοινωνικούς λόγους, ο νόμος υποχρεώνει τα
μέρη να καταρτίσουν ασφαλιστική σύμβαση, όπως π.χ. οι υποχρεωτικές
ασφαλίσεις αστικής ευθύνης.

Β. Ορισμός:

Ασφαλιστική σύμβαση είναι η ενοχική αμφοτεροβαρής σύμβαση


διαρκείας, βάσει της οποίας ο ασφαλιστής αναλαμβάνει την υποχρέωση να
καλύπτει τον κίνδυνο και ο αντισυμβαλλόμενος (λήπτης της ασφάλισης) να
καταβάλει το ασφάλιστρο.

Ειδικότερα σύμβαση θαλάσσιας ασφάλισης, όπως προκύπτει από τις


διατάξεις των άρθρων 1, 2 παρ.1 και 21 της ΜΙΑ 1906, είναι η σύμβαση, με
την οποία ο ασφαλιστής αναλαμβάνει να αποζημιώσει τον ασφαλισμένο, κατά
τρόπο και κατά την έκταση που συμφωνείται σε αυτήν, έναντι κινδύνων
θαλάσσης.
Γ. Χαρακτηριστικά της ασφαλιστικής σύμβασης :

α) Η ασφαλιστική σύμβαση είναι ενοχική σύμβαση. Το χαρακτηριστικό αυτό


υπάρχει στην ασφαλιστική σύμβαση, διότι τα συμβαλλόμενα μέρη, δηλαδή ο
ασφαλιστής και ο λήπτης της ασφάλισης, υποχρεούνται σε αμοιβαίες παροχές
(ασφαλιστική κάλυψη και καταβολή του ασφαλίστρου αντίστοιχα).
β) Η ασφαλιστική σύμβαση είναι αμφοτεροβαρής διότι και τα δύο
συμβαλλόμενα μέρη έχουν δικαιώματα και υποχρεώσεις, που βρίσκονται σε
σχέση παροχής και αντιπαροχής

γ) Η ασφαλιστική σύμβαση είναι σύμβαση διαρκείας, καθώς η παροχή του


ασφαλιστή διατηρείται καθ’όλο το χρονικό διάστημα ισχύος της ασφαλιστικής
σύμβασης.

δ) Η ασφαλιστική σύμβαση συνήθως αποτελεί σύμβαση προσχώρησης


εξαιτίας των γενικών ασφαλιστικών όρων, οι οποίοι είναι προδιατυπωμένοι και
ενσωματωμένοι στη σύμβαση. Στην περίπτωση αυτή, ο λήπτης της
ασφάλισης εν έχει διαπραγματευτική δύναμη και για τη σύναψη της σύμβασης
θα πρέπει να τους αποδεχθεί. Σε διαφορετική περίπτωση δεν είναι δυνατή η
σύναψη της σύμβασης.

ε) εμπορικός χαρακτήρας της σύμβασης ασφάλισης

Το άρθρο 3 Β.Δ. της 2/14.5.1835 «περί της αρμοδιότητας των


εμποροδικείων» αναφέρει ότι η ανάληψη κινδύνου θαλάσσιας ασφάλισης
αποτελεί πράξη εμπορική γι’ αυτόν που την αναλαμβάνει.
Ειδικότερα η ασφάλιση είτε θαλάσσια, χερσαία ή αεροπορική είναι
πράξη εμπορική. Αυτό ισχύει πάντοτε μόνον για τον ασφαλιστή στις
καταναλωτικές συμβάσεις, στις οποίες ο λήπτης της ασφάλισης την συνάπτει
για ιδιωτικούς λόγους.
Βέβαια σε κάθε περίπτωση η ασφαλιστική επιχείρηση που έχει τη
μορφή της ανώνυμης εταιρίας, είναι έμπορος και σύμφωνα με το τυπικό
κριτήριο.
Αντίθετα για τον λήπτη της ασφάλισης, η ασφαλιστική σύμβαση είναι
εμπορική πράξη στις εμπορικές ή βιομηχανικές ασφαλίσεις (δηλαδή σ’ αυτές
που συνάπτονται για εμπορικούς, βιομηχανικούς ή γενικότερα
επαγγελματικούς λόγους. Τέτοια είδη ασφαλίσεων είναι η ασφάλιση
μεταφοράς, η θαλάσσια και η αεροπορική ασφάλιση ζημίας κλπ).

Δ. Συμβαλλόμενα μέρη και τρίτα πρόσωπα στη σύμβαση θαλάσσιας


ασφάλισης:

α) Τα συμβαλλόμενα μέρη στη σύμβαση θαλάσσιας ασφάλισης:

Συμβαλλόμενα μέρη στην ασφαλιστική σύμβαση είναι ο ασφαλιστής και


ο λήπτης της ασφάλισης.

α) Ασφαλιστής

aa) Φορείς ιδιωτικής ασφάλισης στην Ελλάδα

Φορείς ή οργανισμοί που έχουν δικαίωμα να αναλάβουν το έργο της


παροχής ασφαλιστικής κάλυψης και συμβάλλονται με τον ασφαλισμένο για
την κατάρτιση της ασφαλιστικής σύμβασης θαλάσσιας ασφάλισης είναι
καταρχήν οι ακόλουθοι:

--οι ασφαλιστικές εταιρίες που έχουν τη μορφή ανώνυμης εταιρίας που


εδρεύει στην Ελλάδα. Οι ελληνικές ανώνυμες ασφαλιστικές εταιρίες θα πρέπει
να έχουν ως αποκλειστικό σκοπό τους την άσκηση ασφαλιστικών εργασιών.
Αντίθετα δεν έχουν δικαίωμα άσκησης άλλης εμπορικής δραστηριότητας
όπως π.χ. διαφήμιση.

--αλλοδαπή ανώνυμη ασφαλιστική εταιρία εφόσον προηγουμένως


εγκατασταθεί με υποκατάστημα ή πρακτορείο (άρθρο 130 Ν.4364/2016)
--οι αλληλασφαλιστικοί οργανισμοί. Χαρακτηριστική περίπτωση
αλληλασφαλιστικών οργανισμών στη θαλάσσια ασφάλιση αποτελούν και τα P
and I Clubs, τα οποία ενώ ξεκίνησαν από την Αγγλία, έχουν καταλυτική
παρουσία και στις θαλάσσιες ασφαλίσεις που συνάπτονται στην Ελλάδα, σε
βαθμό που η λειτουργία τους έχει ρυθμιστεί και νομοθετικά.

-- τα γραφεία αντιπροσωπείας μεσιτών των Lloyd’s του Λονδίνου (άρθρα 7 και


14 1 β΄Ν.4364/2016). Για τους Lloyd’s του Λονδίνου βάσει νομοθετικής
ρύθμισης επιτρέπεται κατ’ εξαίρεση η άσκηση ασφαλιστικής δραστηριότητας,
παρά το ότι δεν συνιστά ανώνυμη ασφαλιστική εταιρία. Η κατ’εξαίρεση
παροχής αυτής της δυνατότητας οφείλεται στην ιδιαίτερη βαρύτητα που έχουν
οι Lloyd’s του Λονδίνου για την παγκόσμια ασφαλιστική αγορά.

bb) Φορείς θαλάσσιας ασφάλισης στην Αγγλία

i) Η ασφαλιστική αγορά των Lloyd΄s του Λονδίνου

--Φύση

Η ασφαλιστική αγορά των Lloyd΄s του Λονδίνου στην πραγματικότητα


δεν αποτελεί ασφαλιστική επιχείρηση, αλλά επαγγελματικό οργανισμό
ασφαλιστών, ο οποίος έχει ως καθήκον του την άσκηση διοικητικής και
πειθαρχικής δικαιοδοσίας των μελών του.
Η επιτροπή διοικήσεως των Lloyd΄s διορίζει στα κεντρικότερα λιμάνια
παγκοσμίως πράκτορές της.

--Διαδικασία ασφάλισης

--ο ασφαλισμένος δίνει εντολή ασφάλισης στο μεσίτη των Lloyd΄s


--ο μεσίτης συντάσσει μία έγγραφη πρόταση ασφάλισης (Slip)
--στη συνέχεια την υποβάλλει στα μέλη των Lloyd΄s
--το κάθε μέλος της ασφαλιστικής αγοράς των Lloyd΄s του Λονδίνου

σημειώνει το τμήμα του ποσού που επιθυμεί να καλύψει


--ακολούθως η κάλυψη του ασφαλιστικού ποσού που απομένει περνά στα
υπόλοιπα μέλη μέχρι την πλήρη κάλυψη του ποσού
--τέλος ο μεσίτης αφού συγκεντρώσει το υπογεγραμμένο slip, εκδίδει
σημείωμα ασφάλισης (cover note) όπου αναγράφονται οι όροι, τα
ασφάλιστρα, τα μέλη, καθώς και το ασφαλιστικό ποσό, του οποίου την
κάλυψη ανέλαβαν

ii) Αλληλασφαλιστικοί συνεταιρισμοί – Ειδικότερα η περίπτωση των P and I


Clubs

Οι αλληλασφαλιστικοί συνεταιρισμοί καλύπτουν κυρίως τους


παρακάτω κλάδους:

--Κλάδος προστασίας και αποζημίωσης. Στο κλάδο αυτό αξιοσημείωτη είναι η


παρουσία των P and I (Protection and Indemntity) Clubs

Τα P and I Clubs είναι αλληλασφαλιστικοί μη κερδοσκοπικοί


οργανισμοί που συγκροτούνται από πλοιοκτήτες κυρίως για την οικονομική
τους προστασία από συγκεκριμένους θαλάσσιους κινδύνους, των οποίων η
κάλυψη είναι αδύνατη ή δυσχερής από τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις όπως
π.χ. σύγκρουση πλοίων, ρύπανση, θάνατος πληρώματος, ζημίες περιουσίας
τρίτων κλπ. Η κάλυψη των αποζημιώσεων επιτυγχάνεται από εισφορές,
επενδύσεις και αποθεματικών των ασφαλισμένων στους οργανισμούς αυτούς.

--Κλάδος ναύλου, σταλιών και υπεράσπισης

--Κλάδος πολέμου και απεργιών

iii) International Group


Το International Group είναι αντασφαλιστικός οργανισμός που
δημιουργήθηκε από τους αλληλασφαλιστικούς συνεταιρισμούς

iv) Ινστιτούτο Aσφαλιστών του Λονδίνου


Το Ινστιτούτο Ασφαλιστών του Λονδίνου έχει ως στόχο την οργάνωση
της προστασίας των στενών επαγγελματικών συμφερόντων των ασφαλιστών
Λονδίνου.
Η συμβολή τους στις θαλάσσιες ασφαλίσεις είναι πολύ μεγάλη, κυρίως
εξαιτίας της διατύπωσης ασφαλιστικών ρητρών σε ενιαία μορφή που
εντάσσονται στα ασφαλιστήρια συμβόλαια διαφόρων τύπων.

v) International Underwriting Association of London (IUA)

Ο ως άνω οργανισμός προήλθε από τη συνένωση του Ινστιτούτου


Ασφαλιστών του Λονδίνου με τους London International Insurance and
Reinsurance Market Association. Έχει ως καθήκον την αντιπροσώπευση των
μελών της ασφαλιστικής αγοράς που δραστηριοποιούνται ανεξάρτητα από
τους Lloyd’s.

β) Τα ασφαλιζόμενα πρόσωπα

Στην κατηγορία αυτή υπάγονται ο αντισυμβαλλόμενος του ασφαλιστή-


λήπτης της ασφάλισης, ο ασφαλισμένος και ο δικαιούχος.

Οι τρεις αυτές ιδιότητες συνήθως συμπίπτουν στο ίδιο πρόσωπο, χωρίς


όμως αυτό να είναι απαραίτητο.

aa) Λήπτης της ασφάλισης:

Λήπτης της ασφάλισης είναι το πρόσωπο που καταρτίζει την


ασφαλιστική σύμβαση με τον ασφαλιστή, αποτελώντας τον αντισυμβαλλόμενό
του. Επίσης έχει συμβατική υποχρέωση καταβολής του ασφαλίστρου.
Σε περίπτωση, κατά την οποία ο λήπτης της ασφάλισης συμβάλλεται
με τον ασφαλιστή για ίδιο λογαριασμό συμπίπτουν στο πρόσωπό του τόσο η
ιδιότητα του ασφαλισμένου όσο και του δικαιούχου του ασφαλίσματος.
Ο λήπτης της ασφάλισης έχει την υποχρέωση καταβολής του
ασφαλίστρου, καθώς και της τήρησης των ασφαλιστικών βαρών και λοιπών
υποχρεώσεων, οι οποίες απορρέουν από την ασφαλιστική σύμβαση εκτός
από εκείνες των οποίων η τήρηση αφορά αποκλειστικά τον ασφαλισμένο, εάν
πρόκειται για διαφορετικό πρόσωπο.

bb) Ασφαλισμένος

Είναι το πρόσωπο που πλήττεται από την πραγματοποίηση του


ασφαλισμένου κινδύνου.
Ειδικότερα ασφαλισμένος μπορεί να είναι ο φορέας του ασφαλιστικού
συμφέροντος, δηλαδή το πρόσωπο που συνδέεται με οικονομική σχέση με το
πράγμα που ασφαλίζεται και συνεπώς έχει συμφέρον διατήρησής του, διότι
θα υποστεί ζημία σε περίπτωση πραγματοποίησης του κινδύνου.
Επίσης ασφαλισμένος μπορεί να είναι και το πρόσωπο, το οποίο
εξαιτίας της επέλευσης του κινδύνου θα υποστεί ζημία λόγω της δημιουργίας
χρεών π.χ. ο κύριος σκάφους, τον οποίο αφορά η ασφάλιση αστικής ευθύνης.

Όπως προαναφέρθηκε, η ιδιότητα του λήπτη της ασφάλισης και του


ασφαλισμένου δεν είναι απαραίτητο να συμπίπτουν στο ίδιο πρόσωπο. Εάν
συμβαίνει αυτό, πρόκειται για σύμβαση για λογαριασμό τρίτου και το όνομα
του τρίτου θα πρέπει να αναγράφεται στο ασφαλιστήριο (π.χ. λήπτης της
ασφάλισης που αφορά το σκάφος είναι ο πατέρας και ασφαλισμένος ο υιός, ο
οποίος έχει την κυριότητα του σκάφους).
Υπάρχει όμως η δυνατότητα να μην ορίζεται καθόλου στην
ασφαλιστική σύμβαση το όνομα του τρίτου ασφαλισμένου ή να μην είναι
γνωστό κατά την κατάρτισή της, οπότε η ασφάλιση καταρτίζεται για
λογαριασμό όποιου ανήκει όπως π.χ. στην περίπτωση του πωλητή, ο οποίος
ασφαλίζει το φορτίο για λογαριασμό όπου ανήκει.

cc) Δικαιούχος του ασφαλίσματος

Δικαιούχος του ασφαλίσματος είναι το πρόσωπο, το οποίο έχει το


δικαίωμα είσπραξης του ασφαλίσματος, σε περίπτωση πραγματοποίησης του
κινδύνου. Η διαφοροποίηση αυτή αφορά κυρίως τις ασφαλίσης ποσού.
Αντίθετα στην ασφάλιση ζημίας ασφαλισμένος και δικαιούχος είναι το ίδιο
πρόσωπο, καθώς δικαίωμα είσπραξης της αποζημίωσης έχει το πρόσωπο
που υπέστη τη ζημία.

γ) Άλλα πρόσωπα που έχουν συμφέρον από ορισμένη ασφάλιση

Εκτός από το λήπτη της ασφάλισης , τον ασφαλισμένο και το δικαιούχο


του ασφαλίσματος, άλλα πρόσωπα, τα οποία μπορεί να έχουν συμφέρον από
ορισμένη ασφάλιση μπορεί να είναι ο ενυπόθηκος ή ενεχυρούχος δανειστής,
(άρθρα 1223,1287 ΑΚ, 198 παρ.3 ΚΙΝΔ), ο επικαρπωτής (άρθρο 1171 ΑΚ)
καθώς και το πρόσωπο που έχει επιβάλλει κατάσχεση (άρθρα 953 παρ.4, 956
παρ.7, 992 παρ.3 ΚΠολΔ).

δ) Βοηθητικά πρόσωπα του ασφαλιστή

αα) Ασφαλιστικός πράκτορας

Ασφαλιστικός πράκτορας μπορεί να είναι είτε φυσικό είτε νομικό


πρόσωπο. Καθήκον του είναι η ανάληψη με σύμβαση και έναντι προμήθειας,
ασφαλιστικών εργασιών, οι οποίες διενεργούνται στο όνομα και για
λογαριασμό είτε μίας είτε περισσοτέρων ασφαλιστικών επιχειρήσεων.
Τέτοιες εργασίες ενδεικτικά είναι η παρουσίαση, πρόταση,
προπαρασκευή ή σύναψη ασφαλιστικών συμβάσεων για λογαριασμό μιας ή
περισσοτέρων ασφαλιστικών επιχειρήσεων.

Επίσης η παροχή κάθε αναγκαίας συνδρομής στον ασφαλισμένο τόσο


κατά τη διάρκεια της ασφαλιστικής σύμβασης όσο και μετά την επέλευση του
κινδύνου.
Τέλος εφόσον του έχει παραχωρηθεί το σχετικό δικαίωμα, μπορεί να
εισπράττει και ασφάλιστρα.

Για την ανάληψη των παραπάνω καθηκόντων του ασφαλιστικού


πράκτορα απαιτείται σύμβαση πρακτόρευσης, η οποία καταρτίζεται εγγράφως
μεταξύ του πράκτορα και του ασφαλιστή.
Το ως άνω έγγραφο της σύμβασης αποτελεί συστατικό τύπο των
δικαιωμάτων που έχουν τα συμβαλλόμενα μέρη. Επίσης κατατίθεται στην
Τράπεζα της Ελλάδος με σκοπό τον έλεγχο του βαθμού δέσμευσης της
ασφαλιστικής επιχείρησης από πράξεις του ασφαλιστικού πράκτορα.

β) Μεσίτες ασφαλίσεων

Οι μεσίτες ασφαλίσεων θεωρούνται ότι λειτουργούν για λογαριασμό


του ασφαλισμένου και έχουν ως στόχο την επίτευξη σύναψης ασφαλιστικής
σύμβασης για λογαριασμό του ασφαλισμένου με τους καλύτερους όρους.
Επίσης έχουν τη δυνατότητα να λειτουργήσουν και για λογαριασμό των
ασφαλιστών, σε περίπτωση κατά την οποία οι ασφαλιστές συνάπτουν
σύμβαση αντασφάλισης.

aa) Αρμοδιότητες των μεσιτών ασφάλισης είναι οι ακόλουθες:

--Είναι υπεύθυνοι για τη μεταφορά όλων των πληροφοριών στους ασφαλιστές


προκειμένου να πετύχουν την κάλυψη που επιθυμεί ο ασφαλισμένος.
--Έχουν υποχρέωση επίδειξης της κατάλληλης επιμέλειας κατά την ενάσκηση
των καθηκόντων τους προκειμένου να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των
πελατών τους.
Παραδείγματα καθήκοντος επιμέλειας αποτελούν ενδεικτικά:
--η κατανόηση των αναγκών του ασφαλισμένου κατόπιν επίδειξης της
κατάλληλης προσοχής ως προς τις απαιτήσεις και τις ανάγκες του
--η παρουσίαση των παραπάνω απαιτήσεων και αναγκών με ορθότητα και
ακρίβεια στον ασφαλιστή
--η ενημέρωση του ασφαλισμένου για περιπτώσεις εξαιρέσεων κάλυψης
--η προετοιμασία του ασφαλιστηρίου συμβολαίου με τρόπο και σε γλώσσα
που αντιστοιχεί στις ανάγκες του ασφαλισμένου
--η ανανέωση του συμβολαίου ή η τροποποίηση των όρων του, όταν είναι
απαραίτητο
--η πραγματοποίηση των απαραιτήτων δηλώσεων σε περίπτωση επέλευσης
του κινδύνου. Επίσης η μεταφορά της δήλωσης εγκατάλειψης και η συλλογή
εγγράφων που μπορεί να χρειαστούν για τον παραπάνω σκοπό.
bb) Συνέπειες παραβίασης του καθήκοντος επιμέλειας εκ μέρους του μεσίτη:

Εάν παραβιασθεί το καθήκον επιμέλειας του μεσίτη και εξαιτίας της


παραβίασης αυτής ο ασφαλισμένος υποστεί κάποια απώλεια ή ζημία, τότε ο
μεσίτης είναι υποχρεωμένος να αποκαταστήσει τη ζημία αυτή.
Δικαίωμα αποζημίωσης δεν θεμελιώνεται εάν η παραβίαση του
καθήκοντος εκ μέρους του μεσίτη δεν είχε κάποια συνέπεια για τον
ασφαλισμένο.

Οι μεσίτες ασφαλίσεων διαθέτουν νομική και οικονομική ανεξαρτησία σε


σχέση με τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις.
Τέλος η ιδιότητα του μεσίτη ασφαλίσεων είναι ασυμβίβαστη με αυτή
του ασφαλιστικού πράκτορα. Το ίδιο συμβαίνει και με την ιδιότητα του γενικού
διευθυντή ασφαλιστικής επιχείρησης.

γ) Νηογνώμονες

aa) Έννοια

Οι νηογνώμονες είναι συνήθως ιδιωτικοί οργανισμοί, οι οποίοι έχουν


καθήκον την τεχνική επιθεώρηση, καθώς και την ταξινόμηση των πλοίων.

Αρμοδιότητες νηογνώμονα είναι οι ακόλουθες:


--η σύνταξη των κανόνων ταξινόμησης
--η επικύρωση συμμόρφωσης με τους παραπάνω κανόνες
--η έκδοση καταλόγου των ταξινομημένων πλοίων
--έγκριση ναυπηγικών σχεδίων του πλοίου
--παρακολούθηση της κατασκευής ενός πλοίου στο ναυπηγείο, καθώς και της
παραγωγής των βασικών υλικών κατασκευής του, όπως π.χ. του χάλυβα
--αξιολόγηση του αξιοπλόου του πλοίου, καθώς και της ικανότητάς του να
ανταποκρίνεται στις υπηρεσίες, τις οποίες προορίζεται να προσφέρει
--η ένταξη του πλοίου σε κάποια κλάση και η έκδοση του σχετικού
πιστοποιητικού
--ο έλεγχος των πιστοποιητικών ενός μεταχειρισμένου πλοίου, το οποίο
πρόκειται να αγορασθεί από κάποιον πλοιοκτήτη
--η διενέργεια του ερευνητικού έργου με σκοπό την επικαιροποίηση των
κανόνων, οι οποίοι εφαρμόζονται κατά την επιθεώρηση των πλοίων
--η σύσταση γνωμοδοτικών επιτροπών για την παροχή σχετικών υπηρεσιών
στο χώρο της ναυτιλίας

Παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη από τους νηογνώμονες κατά την


αξιολόγηση του πλοίου:
--η ηλικία του πλοίου
--η κατάσταση αξιοπλοϊας του πλοίου
--ο εξοπλισμός του πλοίου
--ο νηογνώμονας που παρακολουθούσε το πλοίο στο στάδιο της ναυπήγησης

Ο νηογνώμονας επιπλέον προβαίνει σε τακτικές και έκτακτες επιθεωρήσεις


του πλοίου. Οι τελευταίες συνήθως πραγματοποιούνται μετά από ατύχημα.
Σε περίπτωση, κατά την οποία ο πλοιοκτήτης δεν συμμορφώνεται με
τις υποδείξεις του νηογνώμονα, ο νηογνώμονας μπορεί να αναστείλει την
κλάση του πλοίου, οπότε και επέρχεται η παύση ισχύος των πιστοποιητικών.
Εντούτοις, κατόπιν σχετικής αίτησης του πλοιοκτήτη, την οποία
ακολουθεί βασική επιθεώρηση του πλοίου, υπάρχει δυνατότητα χορήγησης
παράτασης ισχύος των πιστοποιητικών για σύντομο χρονικό διάστημα.

You might also like