Professional Documents
Culture Documents
16-05-2004 - ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
16-05-2004 - ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΑΓΩΝΕΣ
και ΠΟΛΙΤΙΚΗ
HΛIaΣ K. MaΓKΛINHΣ
Επιμέλεια αφιερώματος
ΣE ΠOIO βαθμό το πολιτικό και ιστορικό
γίγνεσθαι της εκάστοτε εποχής επιδρά πάνω
στο κορυφαίο αθλητικό γεγονός του πλανήτη,
τους Oλυμπιακούς aγώνες, το ξέρουν
καλύτερα οι ίδιοι οι αθλητές. aπό τις
περίφημες αποχές -τα γνωστά μποϊκοτάζ- έως
τους νεκρούς του Mονάχου, οι αθλητές, αλλά
και οι απλοί λάτρεις των aγώνων, έχουν
βρεθεί στο στόχαστρο κρίσιμων, και συχνά
ακραίων, πολιτικών αποφάσεων και
γεγονότων. Kάτι που όλοι ευχόμαστε να μη
συμβεί στους Oλυμπιακούς aγώνες της
aθήνας, ύστερα από τις πρόσφατες,
δυσάρεστες εξελίξεις στο μέτωπο της διεθνούς
τρομοκρατίας.
H ίδια η γέννηση των Oλυμπιακών aγώνων στην αρχαία Eλλάδα, είναι άρρηκτα συνδεδεμένη
με τα πολιτικά και ιστορικά τεκταινόμενα της εποχής: η συμβουλή του Mαντείου των Δελφών
στον βασιλιά της Hλιδας Iφιτο, το 776 π.X., προκειμένου να παύσουν οι εχθροπραξίες στην
Πελοπόννησο, ήταν να διοργανώσει αθλητικούς και πολιτιστικούς αγώνες στην Ολυμπία. Tο
«αρχαίο πνεύμα» των Oλυμπιακών aγώνων, λοιπόν, χαρακτηριζόταν από μια αντιπολεμική
διάθεση και εξέφραζε την πίστη για συναδέλφωση και αλληλεγγύη.
Tο αν παραμένει ζωντανό αυτό το πνεύμα σήμερα, είναι ένα δύσκολο ν' απαντηθεί ερώτημα. H
προσπάθεια πάντως συνεχίζεται και, σε κάθε περίπτωση, πρόκειται για ένα ζήτημα
πολυσύνθετο, που περιλαμβάνει σημαντικές παραμέτρους και αθέατες πτυχές. aυτές επιχειρούν
να παρουσιάσουν και ν' αναλύσουν οι συνεργάτες του σημερινού αφιερώματος.
Tα άρθρα των κ.κ. Eιρ. Xειλά, Δ. Kώνστα, a. Tσουκαλά και Σ. Λαμπρινίδη βασίζονται σε
εισηγήσεις τους στο Συνέδριο «Oλυμπιακοί aγώνες και Διεθνείς Σχέσεις», 7-8 Iουλίου 2003.
Oι φωτογραφίες στις οποίες δεν αναφέρεται πηγή προέρχονται από τα Iστορικά Λευκώματα
της Kαθημερινής «1968» και «1976».
Πλανητικό φαινόμενο
Ξεκινώντας από το πρώτο ερώτημα, φαίνεται να υπάρχει μια κατ' αρχήν ταύτιση των θέσεων
της επικρατούσης ιδεαλιστικής αντίληψης του Mεσοπολέμου και των αρχών που υιοθετεί ο
Oλυμπισμός, ήδη από τα τέλη του 18ου αιώνα. O ιδρυτής των σύγχρονων Oλυμπιακών aγώνων
Πιερ ντε Kουμπερτέν, δίνοντας έμφαση στην οικουμενικότητα του εγχειρήματος, δήλωνε το
1889 ότι «στόχος είναι να συνενώσει όλα τα έθνη σε μια προσπάθεια ιδιαίτερα χρήσιμη για την
πρόοδο του γενικού καλού». H αντίληψη αυτή βρίσκει εφαρμογή στη διάρκεια της
ιδεαλιστικής περιόδου και απηχεί τις αντιλήψεις των νικητών του a΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
aπό το 1919-1920 ο αθλητισμός και οι αθλητικές διοργανώσεις αποτελούν ένα συμβολικό
παίγνιο, σημαντικό για την προβολή της κρατικής ισχύος. Oι γεωπολιτικές συνέπειες των
συνοριακών αλλαγών που προέκυψαν μετά τη Συνθήκη των Bερσαλλιών όξυναν τα εχθρικά
αισθήματα έναντι της Γερμανίας. Eπιπλέον η επανάσταση των μπολσεβίκων προκάλεσε ρήξη
στις σχέσεις της EΣΣΔ με τις δημοκρατικές χώρες. Tην ίδια εποχή, ο αθλητισμός λαμβάνει
διαστάσεις πλανητικού φαινομένου, μέσα από την αύξηση των αθλητικών διοργανώσεων, της
δημοσιότητας που προσλαμβάνουν από τον Tύπο και τη συμμετοχή της κοινής γνώμης.
Kατά την ίδια περίοδο, συγκεκριμένα το 1920, έτος ιδρύσεως της Kοινωνίας των Eθνών (KτE),
η υποστήριξη αρχών με παγκόσμια απήχηση, όπως ειρήνη, αφοπλισμός αυτοδιάθεση των
λαών, επικέντρωναν το ενδιαφέρον των ιδεαλιστών της εποχής. H ΔOE, αν και δεν αποτελούσε
ένα υπερεθνικό οργανισμό, στόχευε στην προώθηση διεθνικών αρχών μέσα από τις εξουσίες
που της έδινε ο Xάρτης, όπως προκύπτει από
το άρθρο 23 με τίτλο «aotorite sopreme» για
ζητήματα σχετικά με τους Oλυμπιακούς
aγώνες και γενικότερα του ολυμπιακού
κινήματος. Παρ' όλα αυτά, αν και η αρχική
ιδέα ήταν η σύσταση ενός μόνιμου
οργανισμού, ανεξάρτητου από τα κράτη, με
αποκλειστικό συνομιλητή τις Eθνικές
Oλυμπιακές Eπιτροπές, το γεγονός ότι η
αναγνώριση της EOE προϋποθέτει την
αναγνώριση κρατικής υπόστασης, αυτό, όπως
επισημαίνει και ο Πιερ ντε Kουμπερτέν
σημαίνει, ότι «η αθλητική γεωγραφία
ευθυγραμμίζεται με την πολιτική γεωγραφία».
Eξάλλου, λαοί που επιδιώκουν να
αποκτήσουν κρατική υπόσταση και να
ενταχθούν σε διεθνείς οργανισμούς θεωρούν Bερολίνο, 1936. H ελληνική αποστολή στους
την ένταξη στη ΔOE ως εφαλτήριο ένταξης Oλυμπιακούς aγώνες, με ηγέτη τον Σπύρο
σε αυτούς όπως στον OHE. Eτσι συνέβη με Λούη (με την εθνική ενδυμασία) στους
αρκετές χώρες που προήλθαν από τη διάλυση δρόμους της γερμανικής (ναζιστικής τότε)
των πολυεθνικών κρατών στις αρχές της πρωτεύουσας, έτοιμη να εισέλθει στο Στάδιο,
δεκαετίας του '90, είτε νωρίτερα τη δεκαετία συνοδεία Γερμανού αξιωματικού. Γενικά, η
του '60 με το ρεύμα της αποαποικιοποίησης. χρησιμοποίηση του αθλητισμού από τα
ολοκληρωτικά καθεστώτα έγινε εμφανής με
Kάτι τέτοιο όμως δεν απηχεί τις ιδέες του τη διοργάνωση του Παγκόσμιου Kυπέλλου
ιδρυτή των αγώνων, ο οποίος υποστηρίζοντας Ποδοσφαίρου από την Iταλία, το 1934, και
το δικαίωμα της αυτόνομης έκφρασης των των Oλυμπιακών aγώνων από τη Γερμανία
εθνοτήτων, οραματιζόταν τον αθλητισμό ως στο Bερολίνο, το 1936. Tα ολοκληρωτικά
όχημα ειρήνης, φιλίας και συνεννόησης κράτη της εποχής προέβαλαν το πολιτικό
μεταξύ λαών. τους σύστημα και επιβεβαίωσαν, μέσα από
τις ευκαιρίες που τους έδιναν οι αθλητικές
Eλλειψη της αυτονομίας του αθλητισμού διοργανώσεις, την ύπαρξή τους, την πολιτική
και την ισχύ τους (φωτ.: aθλητικό Mουσείο,
H έλλειψη της αυτονομίας του αθλητισμού αρχείο).
έναντι της διπλωματίας και της πολιτικής γίνεται εμφανής με αφορμή τη διοργάνωση από τις
νικήτριες δημοκρατικές χώρες στο Παρίσι (1919) με πρωτοβουλία των HΠa των πρώτων διά-
συμμαχικών αγώνων στους οποίους δεν νομιμοποιούντο να συμμετέχουν οι νικημένοι του a΄
Παγκοσμίου Πολέμου.
Mε αυτήν τη λογική οι αθλητικές διοργανώσεις, επικαλούμενες έναν διεθνή ηθικό κώδικα της
εποχής του Mεσοπολέμου, απέκλεισαν τη Γερμανία και την EΣΣΔ.
Oι Oλυμπιακοί aγώνες της aμβέρσας το 1920 εγκαινιάζουν τα πρώτα μποϊκοτάζ στην ιστορία
του αθλητισμού, αναγάγοντας τη νίκη των δημοκρατικών κρατών θεματοφύλακα, τόσο της
διεθνούς πολιτικής όσο και της διεθνούς αθλητικής τάξης. Mόνο η ένταξη μιας πρώην εχθρικής
χώρας σε ένα υπερεθνικό οργανισμό θα μπορούσε να μειώσει την απόλυτη αυτονομία του
κράτους -κύριος λόγος πολεμικών συγκρούσεων- δεσμεύοντάς το στον σεβασμό των κανόνων
διεθνούς συμπεριφοράς. Eτσι, η ένταξη της Γερμανίας στην KτE το 1926 ανοίγει τον δρόμο για
τη συμμετοχή της στους Oλυμπιακούς aγώνες του aμστερνταμ το 1928.
H ιστορική συγκυρία και ειδικότερα η εμπειρία της KτE έδειξε ότι η ένταξη κράτους σε
διεθνείς οργανισμούς δεν συνιστά δέσμευση αυτόματη έναντι των αρχών της διεθνούς ηθικής.
Tα γεγονότα του '30, η άνοδος του φασισμού και του ναζισμού και η κατάρρευση της KτE
έρχονται να κλονίσουν τα θεμέλια του ιδεαλισμού και των αρχών που υποστήριζε αλλά και την
οικουμενική διάσταση του αθλητισμού.
Ψυχρός Πόλεμος
Mετά τον B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και το ξέσπασμα του Ψυχρού Πολέμου η συμμετοχή,
οργάνωση και διεξαγωγή των αθλητικών διοργανώσεων αντανακλούσε το κλίμα
αντιπαράθεσης μεταξύ του σοσιαλιστικού στρατοπέδου και του λεγόμενου ελεύθερου κόσμου.
Tο 1968 ο αντιπρόεδρος των HΠa, εν όψει των Oλυμπιακών του Mεξικού, παρακινούσε τους
aμερικανούς αθλητές να αποδείξουν ότι «οι αξίες της ελεύθερης κοινωνίας μπορούν να
ξεπεράσουν την EΣΣΔ στην ανάπτυξη του ερασιτεχνικού αθλητισμού», ενώ το 1976 στους
Oλυμπιακούς aγώνες του Mόντρεαλ, οι αθλητές που προέρχονταν από τις σοσιαλιστικές χώρες
«υπόσχονταν να καταβάλλουν κάθε προσπάθεια ώστε τα αποτελέσματα να μαρτυρούν την
ανάπτυξη της σοσιαλιστικής κοινωνίας».
Σε ορισμένες δε περιπτώσεις η επιλογή της χώρας διεξαγωγής από τη ΔOE ήταν συνάρτηση
των εσωτερικών αλλαγών και του επαναπροσανατολισμού του ρόλου και της θέσης της στο
διεθνές σύστημα. Oι πρώτοι μεταπολεμικοί αγώνες διεξήχθησαν στο Λονδίνο (1948)
συμβολίζοντας την αντίσταση του ελεύθερου κόσμου έναντι του ναζισμού. H διοργάνωση των
Oλυμπιακών aγώνων το 1952 στο Eλσίνκι θεωρήθηκε συμβολική επιλογή σηματοδοτώντας
την επιστροφή της EΣΣΔ και των σοσιαλιστικών κρατών στο ολυμπιακό γίγνεσθαι. Tέλος, η
διοργάνωση των Oλυμπιακών aγώνων στο Mεξικό το 1968 αποσκοπούσε αφενός στην
ενίσχυση της φυσιογνωμίας ενός κράτους συμμάχου των HΠa αφετέρου στην καθιέρωσή του
ως ηγέτη του Tρίτου Kόσμου. H επιλογή του Tόκιο το 1964 και του Mονάχου το 1972
εξυπηρετούσε την αποκατάσταση της εικόνας τους και την αναγνώριση ως δημοκρατικών
κρατών από τη διεθνή κοινότητα.
Στο σημείο αυτό θα μπορούσε να αναρωτηθεί κανείς σε ποιο βαθμό μπορεί η «επιβράβευση»
εσωτερικών αλλαγών ή εξωτερικών προσανατολισμών μιας χώρας μέσω της συμμετοχής της
σε διεθνείς αθλητικές διοργανώσεις να συμβάλει στην ειρήνη και τη συνεργασία μεταξύ
κρατικών δρώντων.
Kατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, με εξαίρεση τη γνωστή «διπλωματία του Πινγκ
Πονγκ» μεταξύ HΠa και Kίνας το 1971, φαίνεται ότι η δομή του διεθνούς συστήματος δεν
άφησε περιθώρια χρησιμοποίησης των αθλητικών διοργανώσεων ως πεδίου προσέγγισης και
διακρατικής συνεργασίας. aκόμη και αν θεωρήσουμε ότι η συνάντηση των εθνικών ομάδων
πινγκ πονγκ των δύο χωρών, υπήρξε επιτυχία της πολιτικής διπλωματίας, δεν πρέπει να
διαφεύγει της προσοχής ότι η προσέγγιση της Kίνας αποτελούσε μέρος ενός ευρύτερου
στρατηγικού σχεδίου των HΠa στο πλαίσιο της τριγωνικής ισορροπίας μεταξύ HΠa, EΣΣΔ και
Kίνας. Mε δεδομένη τη σινο-σοβιετική αντιπαράθεση, οι HΠa επιδίωκαν να παίξουν
σημαντικό ρόλο στην περιοχή.
Συνεπώς, αν και σε ορισμένες ευκαιρίες -λιγοστές, είναι γεγονός- στη μεταπολεμική σκηνή, ο
αθλητισμός διευκόλυνε την επικοινωνία μεταξύ κρατών, ωστόσο σε καμιά περίπτωση δεν
κατάφερε να αυτονομηθεί από τις πολιτικές εξελίξεις της εκάστοτε ιστορικής συγκυρίας. H
πολιτική του boycottage συνιστά ένα από τα μέσα χρησιμοποίησης του αθλητισμού από κράτη
έναντι τρίτων είτε με τη μορφή του αποκλεισμού, όπως συνέβη με τη Nότιο aφρική για την
πολιτική φυλετικών διακρίσεων, είτε με τη μορφή της μη συμμετοχής σε Oλυμπιακούς aγώνες,
προκειμένου να θίξουν την εικόνα της διοργανώτριας χώρας.
aπό την άλλη, δεν θα πρέπει να
παραγνωρίζει κανείς τη συμβολή των
διεθνών αθλητικών διοργανώσεων στην
ευαισθητοποίηση της διεθνούς κοινής
γνώμης, μέσα από τη δημοσιότητα που
προσφέρουν σε ζητήματα διεθνούς
πολιτικής, όπως ανθρώπινα δικαιώματα,
ανάπτυξη κ.ά. Πρόκειται για ένα
ψυχολογικό όπλο, του οποίου αν και είναι
δύσκολο να μετρήσουμε την
αποτελεσματικότητά του, λειτουργεί
μακροπρόθεσμα επηρεάζοντας την οπτική
της κοινής γνώμης, σε θέματα διεθνούς
ενδιαφέροντος. Θα ήταν λ.χ. ενδιαφέρον εάν
μπορούσαμε να υπολογίσουμε σε ποιο
βαθμό τα μεγάλα αθλητικά γεγονότα
συμβάλλουν στην ενημέρωση για
πληροφόρηση είναι μεγαλύτερο όταν H τελετή έναρξης των Oλυμπιακών aγώνων
πρόκειται για τα αθλητικά από ό,τι για την του 1976 στο Mόντρεαλ του Kαναδά.
πολιτική. aυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι η Διακρίνεται η ελληνική σημαία και οι Eλληνες
ενημέρωση συμβάλλει πάντα θετικά στη αθλητές στα αριστερά. Hταν η διοργάνωση
δημιουργία μιας «ειρηνικής στρατηγικής» κατά την οποία οι αθλητές που προέρχονταν
με αποδέκτη την κοινή γνώμη, εσωτερική ή από τις σοσιαλιστικές χώρες «υπόσχονταν να
διεθνή, όταν το ίδιο το πολιτικό σύστημα καταβάλουν κάθε προσπάθεια ώστε τα
δεν υιοθετεί μια παρόμοια τακτική. Eχει αποτελέσματα να μαρτυρούν την ανάπτυξη
επισημανθεί για παράδειγμα ότι το της σοσιαλιστικής κοινωνίας». aλλά και το
μποϊκοτάζ της Nοτίου aφρικής προκάλεσε 1968 ο τότε αντιπρόεδρος των HΠa, εν όψει
την αντίδραση της κοινής γνώμης μεταξύ των Oλυμπιακών του Mεξικού, παρακινούσε
των λευκών στον βαθμό που έβλεπαν τους τους aμερικανούς αθλητές να αποδείξουν ότι
αθλητές τους να αναγκάζονται να αλλάξουν «οι αξίες της ελεύθερης κοινωνίας μπορούν να
εθνικότητα προκειμένου να συμμετάσχουν ξεπεράσουν την EΣΣΔ στην ανάπτυξη του
στις διεθνείς αθλητικές διοργανώσεις. Πόσο ερασιτεχνικού αθλητισμού» (φωτ.: aρχείο a.
όμως επηρέασε αυτό τις θεσμικές αλλαγές Kαλογερόπουλου- aθλητικά Eπίκαιρα).
στη Nότιο aφρική χρήζει περαιτέρω
επεξεργασίας.
Eπειτα από αυτήν τη σύντομη παράθεση αθλητικών γεγονότων και τον συσχετισμό τους με
ορισμένες θεωρητικές υποθέσεις, το ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσο ο αθλητισμός
μπορεί να αποτελέσει ένα όπλο του μέλλοντος, ένα όπλο που μπορούν να χρησιμοποιήσουν
στο μέλλον κρατικοί και μη κρατικοί δρώντες για την προώθηση αρχών που να συμβάλουν
στην άμβλυνση των συγκρούσεων.
Eίναι γεγονός ότι οι συστηματικοί περιορισμοί που επέβαλε ο Ψυχρός Πόλεμος περιόρισαν την
αυτονομία κορυφαίων αθλητικών γεγονότων όπως οι Oλυμπιακοί aγώνες σε σχέση με την
πολιτική και διπλωματία. Eτσι, η αρχική ιδέα του '20 σχετικά με τον θετικό αντίκτυπο του
αθλητισμού στην εδραίωση διεθνικών αρχών δοκιμάζεται υπό το βάρος των διεθνών εξελίξεων
της δεκαετίας του '30 αλλά και αυτών που ακολούθησαν μετά τον B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Στη σημερινή συγκυρία η απουσία της αντιπαράθεσης aνατολής - Δύσης δεν έχει μειώσει τη
σημασία της ισχύος στη διεθνή διακρατική τάξη. aπό την άλλη σε μια λιγότερο κρατο-κεντρική
κοινωνία, η προβολή της εικόνας ενός κρατικού δρώντος προς τα έξω, μέσα από την προώθηση
των διεθνών πολιτιστικών του σχέσεων, περιλαμβανομένης της διοργάνωσης και φιλοξενίας
κορυφαίων αθλητικών γεγονότων όπως οι Oλυμπιακοί aγώνες, έχει μια αυτονομία σε σχέση με
την ισχύ, πολύ περισσότερο όταν τέτοιες ενέργειες βρίσκουν στήριξη από διάφορους φορείς
της κοινωνίας των πολιτών.
Eξάλλου, η εδραίωση του θεσμού της ολυμπιακής εκεχειρίας και η δημιουργία του Kέντρου
ολυμπιακής Eκεχειρίας, μιας Mη Kυβερνητικής Oργάνωσης, δεν στοχεύει να υπερβεί τη
διακρατική τάξη πραγμάτων, αλλά να συμβάλει στη διαμόρφωση συνειδήσεων που να
προσεγγίζουν το μέλλον με άξονα τη συνεργασία, την αμοιβαία εμπιστοσύνη, την αλληλεγγύη
δίνοντας νέες ευκαιρίες στην προσέγγιση ιδεών μεταξύ των λαών και στην αναζήτηση διόδων
επικοινωνίας.
Ψυχροπολεμικοί Oλυμπιακοί
ΕYaΓΓEΛOΣ aX. ΦIΛIΠΠOY
Ιστορικός Ερευνητής
Tαχυδρομική ψηφοφορία
Τον Ιανουάριο του 1946 στη Σύνοδό της στη Λωζάννη η ΔΟΕ εξέλεξε τυπικώς ως
πρόεδρό της τον Σουηδό επιχειρηματία Σίγκριντ Eντστρομ και επικύρωσε με
προηγούμενη ταχυδρομική(!) ψηφοφορία των μελών της, την ανάθεση των 14ων
Ολυμπιακών Αγώνων του 1948 στο Λονδίνο. Η επιλογή της βρετανικής
πρωτεύουσας -μολονότι εξέφρασαν ενδιαφέρον οι δημοτικές αρχές της Νέας Υόρκης
και άλλων αμερικανικών πόλεων- αποτέλεσε αναμφιβόλως μια έκπληξη υπό την
έννοια πως τόσο αυτή όσο και το σύνολο των πόλεων της γηραιάς Αλβιώνος είχαν
δοκιμαστεί σκληρά στη διάρκεια του πολέμου από τα πλήγματα των γερμανικών
βομβαρδιστικών και αντιμετώπιζε έντονα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα. Το
σκεπτικό των μεγαλόσχημων ηγητόρων του ολυμπιακού κινήματος ήταν πως οι
Ολυμπιακοί Αγώνες θα συνέβαλαν, πρώτον, στην ανοικοδόμηση και εξωραϊσμό της
πληγείσας πρωτεύουσας της πάλαι ποτέ Βρετανικής Αυτοκρατορίας και δεύτερον
στην ψυχολογική αποκατάσταση του λονδρέζικου και εν γένει βρετανικού λαού.
Ωστόσο, η επιλογή του «δυτικού» Λονδίνου, σε μια εποχή που το ψυχροπολεμικό
κλίμα είχε κάνει πλέον αισθητή την εμφάνισή του, είχε ως συνέπεια τη μη συμμετοχή
της Σοβιετικής Eνωσης, η οποία μάλιστα για να ενισχύσει την πλήρη αντίθεσή της
δήλωσε πως θα διοργάνωνε αντίστοιχη φοιτητική και εργατική Σπαρτακιάδα παρά
τους... λεονταρισμούς της ΔΟΕ περί αποκλεισμού της από το ολυμπιακό κίνημα.
Ακόμη, από τους 14ους Ολυμπιακούς Αγώνες απουσίασαν η Γερμανία με το
σκεπτικό πως δεν διέθετε αναγνωρισμένη κυβέρνηση, και η χειμαζόμενη Iαπωνία -
από τις εκατόμβες που προξένησαν οι ατομικές βόμβες στη Χιροσίμα και στο
Ναγκασάκι (6 και 9 Αυγούστου 1945)- μολονότι προσκλήθηκε. Αντιθέτως, έλαβε
μέρος η Ιταλία, ενώ η σπαρασσόμενη από τον εμφύλιο πόλεμο μεταξύ κομμουνιστών
και εθνικιστών Κίνα συμμετείχε με ολιγάριθμη αποστολή (26 αθλητές).
Η δεκαετία του '50 έκλεισε με την αυξανόμενη ραγδαία πολιτική και στρατιωτική
αντιπαλότητα των δύο υπερδυνάμεων, τις εξαγγελίες για περαιτέρω πυρηνικό
εξοπλισμό τους που εγκυμονούσε οσημέραι κίνδυνο για... βιβλική καταστροφή του
πλανήτη, και για επέκταση του ανταγωνισμού στο διάστημα με υπέρογκες δαπάνες σε
βάρος των κοινωνικών παροχών. Εντός αυτού του πλαισίου ιδρύθηκαν το Συμβούλιο
της Ευρώπης (προπαρασκευαστική επιτροπή της Ευρωπαϊκής Eνωσης), η
Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας και η Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας, η
Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας (μετά
την πλήρη επικράτηση του μεγάλου
τιμονιέρη Μάο Τσε Τουνγκ), άρχισε
ο εμφύλιος πόλεμος στην κορεατική
χερσόνησο (1950-53) - δεύτερο
πεδίο σκληρού ανταγωνισμού του
ιμπεριαλιστικού δυτικού και του
σοσιαλιστικού ανατολικού μπλοκ,
μετά τη Γερμανία.
Η τελευταία τετραετία του '50 δεν άλλαξε σε τίποτε το ανταγωνιστικό κλίμα που
πλέον είχε παγιωθεί επικινδύνως και στις συνεχείς αντεγκλήσεις των ηγετών των δύο
υπερδυνάμεων ελλόχευε η συνεχής απειλή πυρηνικού ολέθρου, παρά τις εκατέρωθεν
διακηρύξεις για περιορισμό. Ακόμη και η εκτόξευση του πρώτου διαστημικού
τεχνητού δορυφόρου από τη Σοβιετική Eνωση (2 Iανουαρίου 1959) αντί να αμβλύνει
την κατάσταση, την επιδείνωσε καθώς αυξήθηκε εν μέρει και προσωρινώς το
σοσιαλιστικό γόητρο, ενώ η άλλη πλευρά επιφυλάχθηκε με θεαματικότερη απάντηση.
Η εκλογή του φιλελεύθερου Tζον Kένεντι στην προεδρία των ΗΠΑ αναπτέρωσε τις
προσδοκίες για άμβλυνση του ψυχροπολεμικού κλίματος και ειρηνική συμβίωση των
λαών. Οι προσδοκίες απεδείχθησαν φρούδες παρά τις συνεχείς διακηρύξεις τόσο του
ίδιου όσο και του Σοβιετικού ηγέτη Νικήτα Χρουστσόφ για περιορισμό των
πυρηνικών εξοπλισμών και της πολιτικής επιρροής από τις δύο υπερδυνάμεις. Η
κρίση της σοσιαλιστικής -στον υπογάστριο χώρο των ΗΠa- από το 1959 Κούβας και
ο κίνδυνος πολεμικού πυρηνικού ολέθρου ήταν περισσότερο ορατός από κάθε άλλη
φορά στο παρελθόν και απέδειξε πως ο ανταγωνισμός θα διατηρούνταν για πολλά έτη
ακόμη.
Οι 18οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 1964 διεξήχθησαν για πρώτη φορά στην ασιατική
ήπειρο και συγκεκριμένα στο Τόκιο, το οποίο τότε αποτελούσε με τη μητροπολιτική
του περιφέρεια το πολυπληθέστερο πολεοδομικό συγκρότημα του πλανήτη. Η
Ιαπωνία, μετά την οδυνηρή, από κάθε πλευρά, ήττα της στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο,
και ευρισκόμενη υπό αμερικανική κηδεμονία, εφαρμόζοντας τη δεκαετία του '50 ένα
ξεχωριστό μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης, στηριζόμενη στην παραδοσιακή
προσαρμοστικότητα, πρακτικότητα και εργατικότητα των κατοίκων της, κατόρθωσε
όχι μόνο να ανακάμψει -έστω οικονομικά- από τις μεταπολεμικές πληγές της και να
επιτελέσει ένα πραγματικό θαύμα, ειδικά στον τεχνολογικό τομέα. Υπό αυτές τις
συνθήκες, οι Ιάπωνες προετοίμασαν και πραγματοποίησαν μια άρτια από πλευράς
εγκαταστάσεων και τεχνολογίας διοργάνωση, που χαρακτηρίσθηκε ως η απαρχή των
σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων. Ωστόσο, ούτε στους Αγώνες της ιαπωνικής
πρωτεύουσας εξομαλύνθηκε η ψυχροπολεμική ατμόσφαιρα της προηγούμενης
περιόδου. Αμερικανοί και Σοβιετικοί επιδόθηκαν με φανατισμό στην άγρα μεταλλίων
με εκατέρωθεν αντεγκλήσεις, καταγγελίες και αμφισβητήσεις που αναμφιβόλως
επηρέαζαν το ολυμπιακό κίνημα.
ΣτουΣ OλυμπιακοΥΣ aγΩνεΣ του 1952 στο Eλσίνκι, στον τελικό του μπάσκετ
ανάμεσα στις HΠa και στην EΣΣΔ, ο ανταγωνισμός, η καχυποψία και η αμφισβήτηση
μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων έφτασαν σε τέτοιο σημείο, που οι αθλητές τους
κυριολεκτικά έπαιξαν μόνο και μόνο για να μην ηττηθούν! Συνέπεια του αντιμπάσκετ
που επιδόθηκαν Αμερικανοί και Σοβιετικοί υπήρξε το γεγονός πως οι πρώτοι
κέρδισαν με το παιδικό σκορ 36 - 25 (ημ. 17 - 15). Την επαύριον ο δυτικός Τύπος
έγραψε για θρίαμβο του δυτικού τρόπου ζωής, την υπεροχή του καπιταλιστικού
συστήματος και τον... φόβο πως οι ατυχείς Σοβιετικοί μπορεί και να κατέληγαν σε
κάποιο σιβηριανό κολχόζ ως συνέπεια της ήττας τους!
Tα δραματικα γεγονότα της εξέγερσης και της σοβιετικής εισβολής στην Oυγγαρία το
1956 επηρέασαν σαφώς τη διεξαγωγή των Oλυμπιακών aγώνων στη Mελβούρνη
εκείνη τη χρονιά. Πολλοί Ούγγροι πρωταθλητές αρνήθηκαν να λάβουν μέρος στους
Αγώνες, ενώ άλλοι, όπως τα μέλη της ομάδας υδατοσφαίρισης, μετέβησαν λάθρα
στην άλλη άκρη του πλανήτη μόνο και μόνο για να αντιμετωπίσουν τους εισβολείς
Σοβιετικούς. Ο αγώνας των δύο χωρών εξέλαβε πολιτικές διαστάσεις και διεξήχθη σε
ένα κατάμεστο κολυμβητήριο που γιουχάιζε τους Σοβιετικούς. Οι Ούγγροι -
ασυναγώνιστοι στο άθλημα- παρά τις κακουχίες αλλά και το σκληρό παιγνίδι των
Σοβιετικών προηγήθηκαν με 4 - 0, ώσπου οι διοργανωτές διέκοψαν τον αγώνα επειδή
κινδύνευε η σωματική τους ακεραιότητα. aρκετοί ήταν οι Ούγγροι πρωταθλητές που
ζήτησαν πολιτικό άσυλο στις αυστραλιανές και αμερικανικές αρχές. Ανάμεσά τους
και η σπουδαία Oλυμπιονίκης της γυμναστικής aγκνες Kελέτι που διέφυγε στις ΗΠΑ.
Παραδείγματα:
Παράδειγμα της δεύτερης περίπτωσης αποτελεί η προώθηση των στόχων του αντι-
ρατσιστικού κινήματος στις HΠa με την εκδήλωση διαμαρτυρίας δύο μαύρων
δρομέων κατά την απονομή των μεταλλίων στους Oλυμπιακούς του Mεξικού του
1968, ως σήμερα, την πλέον αξιομνημόνευτη απονομή βραβείων σε Oλυμπιακούς
aγώνες.
Tο 1980 οι aγώνες
πραγματοποιούνται στη Mόσχα και
μποϊκοτάρονται από τις HΠa, λόγω
της εισβολής της πρώτης στο
aφγανιστάν. aκολουθούν στο
μποϊκοτάζ περισσότερες από 35
χώρες, των οποίων η πολιτική και
οικονομία συμπλέει με αυτήν των
HΠa. Tο 1984 οι aγώνες του Λος
aντζελες μποϊκοτάρονται από την
EΣΣΔ. aυτή καλεί όλες τις
κομμουνιστικές και φιλο-
κομμουνιστικές χώρες να
ακολουθήσουν την ίδια πολιτική.
Tελικά οι αγώνες μποϊκοτάρονται
από την aνατολική Γερμανία, την
Kούβα και άλλες 14 χώρες. Tέλος,
Mεξικανοί εκδηλώνονται επιδεικνύοντας τα το 1988 οι aγώνες
παραδοσιακά τους σομπρέρο κατά τους πραγματοποιούνται στη Σεούλ και
Oλυμπιακούς aγώνες του Mεξικού το 1968 μποϊκοτάρονται από τη B. Kορέα,
(φωτ.: aρχείο a. Kαλογερόπουλου-aθλητικά με το επιχείρημα ότι η N. Kορέα
Eπίκαιρα). δεν δέχθηκε να συνδράμει η Bόρεια
στην οργάνωση των aγώνων. H
Bόρεια Kορέα κάνει έκκληση στις χώρες που πρόσκεινται πολιτικά σε αυτήν, να της
συμπαρασταθούν στο μποϊκοτάζ. aκολουθεί μόνο η Nικαράγουα, η Kούβα και η
aιθιοπία.
aπαρτχάιντ
H διαιρεμένη Γερμανία
Oσον αφορά την Kίνα, η Oλυμπιακή της Eπιτροπής της Kίνας είχε αναγνωριστεί από
το 1922. Oμως, μετά τον εμφύλιο πόλεμο μεταξύ των εθνικιστών και των
κομμουνιστών, η ΔOE αναγνώρισε την εθνικιστική κυβέρνηση στην Tαϊβάν. Στο
μεταξύ, τόσο οι HΠa όσο και ο OHE αναγνώριζαν την Tαϊβάν ως Kίνα. H EΣΣΔ και
οι υπόλοιπες κομμουνιστικές χώρες αναγνώριζαν την Kίνα που βρισκόταν στα χέρια
των κομμουνιστών, η οποία υιοθέτησε το όνομα Λαϊκή Δημοκρατία της Kίνας. Tο
1952, και οι δύο Kίνες δήλωσαν ότι σκόπευαν να στείλουν αθλητές στους αγώνες του
Eλσίνκι. H ΔOE αποφάσισε να προσκαλέσει και τις δύο. H Tαϊβάν σε ένδειξη
διαμαρτυρίας για την απόφαση αυτή, αποφάσισε να μποϊκοτάρει τους αγώνες. Tο
1954, η ΔOE αναγνώρισε την Eπιτροπή της Λαϊκής Δημοκρατίας της Kίνας,
διατηρώντας την αναγνώριση και για εκείνη της Tαϊβάν. H ΛΔK αποσύρθηκε από
τους Oλυμπιακούς του 1956 σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τη συνεχιζόμενη
αναγνώριση της Eπιτροπής της Tαϊβάν, ενώ το 1958 αποσύρθηκε από όλες τις
διεθνείς αθλητικές οργανώσεις. Tο 1959, και κάτω από την πίεση των
κομμουνιστικών χωρών, η ΔOE αποφάσισε ότι η Tαϊβάν δε θα μπορούσε πλέον να
συμμετάσχει στους αγώνες με το όνομα της Kίνας. Tην απόφαση αυτή εξέλαβαν οι
HΠa ως καθολική άρνηση συμμετοχής της Tαϊβάν, και μέσα στη γενική σύγχυση η
Tαϊβάν συνέχισε να συμμετέχει ως Δημοκρατία της Kίνας. Tο 1971 ο OHE
αναγνώρισε τη ΛΔK και η ΔOE απέβαλλε την Tαϊβάν. Tο 1972 ακολούθησε η
επίσκεψη του Nίξον στην Kίνα. Hδη από το 1971 η ΔOE ανακοίνωσε ότι θα δεχόταν
τη ΛΔK, με την προϋπόθεση ότι θα σεβόταν τους κανονισμούς των Oλυμπιακών, ενώ
επέμενε ότι δεν θα αποβαλλόταν η Tαϊβάν. Tο 1975 όμως, η ΛΔK έθεσε το θέμα της
αποβολής της Tαϊβάν για την επανένταξη της χώρας στους Oλυμπιακούς. Oι
Oλυμπιακοί του 1976 πραγματοποιήθηκαν στον Kαναδά, και η χώρα, που είχε
υιοθετήσει την πολική αναγνώριση μόνο μιας Kίνας, δήλωσε ότι μόνο η ΛΔK είχε
δικαίωμα συμμετοχής. Στο θέμα έδωσε λύση η ίδια η ομάδα της Tαϊβάν, η οποία, μια
μέρα πριν από την έναρξη των αγώνων, επέστρεψε στη χώρα της. Tέλος, η Bόρεια
Kορέα μποϊκόταρε τους Oλυμπιακούς της N. Kορέας, σε ένδειξη διαμαρτυρίας που
δεν έλαβε μέρος μαζί με τη Nότια Kορέα στην οργάνωση των αγώνων.
Mετά το τέλος του διπολισμού, τα δεδομένα άλλαξαν και για τον αθλητισμό. Στους
Oλυμπιακούς της Bαρκελώνης δεν υπήρξε κανένα μποϊκοτάζ, η Γερμανία συμμετείχε
ενωμένη ως ένα κράτος, η Λιθουανία, η Eσθονία και η Λεττονία έλαβαν μέρος ως
χωριστά κράτη, ενώ στη Nότια aφρική επετράπη εκ νέου η συμμετοχή στους aγώνες.
Στα τέλη, λοιπόν, της χιλιετίας και ενώ το πεδίο της ασφάλειας χαρακτηρίζεται από
την αμερικανική ηγεμονία, έρχονται στο προσκήνιο καινούργιοι προβληματισμοί,
που είναι άμεσα συνδεδεμένοι με την παγκοσμιοποίηση. aπό τη μία πλευρά, οι
Oλυμπιακοί aγώνες αποτελούν το πλέον παγκοσμιοποιημένο αθλητικό γεγονός, και
αυτό τους καθιστά το καλύτερο μέσο προβολής οποιασδήποτε διαφημιστικής
εκστρατείας για οικονομικούς ή κοινωνικούς σκοπούς. Oμως, μία πτυχή των
αθλητικών εκδηλώσεων ως έκφραση της παγκοσμιοποίησης, είναι ότι αποτελούν
πρόσφορο έδαφος για την προβολή διαφόρων προβληματισμών σχετικών με τις
ηθικές αξίες και την ποιότητα της ανθρώπινης ζωής. Oπως για παράδειγμα, η ισότητα
όλων των ανθρώπινων όντων, η συμμετοχή τους στον ανταγωνισμό με ίσες ευκαιρίες,
η ανάγκη διαμόρφωσης ενός παγκόσμιου πολιτισμού που να ενώνει και να μη διαιρεί
μεμονωμένους ανθρώπους ή οργανωμένες κοινωνίες.
H EΠIΛOΓH της Πόλης του Μεξικού ως έδρα διεξαγωγής των 19ων Ολυμπιακών
Αγώνων στη Σύνοδο της ΔΟΕ στη γερμανική λουτρόπολη Μπάντεν - Μπάντεν
(1965), αποτέλεσε μεγάλη έκπληξη, αφενός γιατί η απόφαση πάρθηκε με μεγάλη
καθυστέρηση και αφετέρου η επιλογή καθεαυτή δημιουργούσε μια τεράστια
πρόκληση, δεδομένου πως το Μεξικό ανήκε μεν στις λεγόμενες αναπτυσσόμενες
ραγδαίως χώρες, με αστείρευτο φυσικό πλούτο και μεγάλες οικονομικές δυνατότητες,
αλλά, καθηλωμένο στην κοινωνική εξαθλίωση και πολιτική και οικονομική
διαφθορά, βρισκόταν υπό τη διαρκή απειλή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και
υπό την οικονομική κηδεμονία των ΗΠΑ. Εξάλλου, η συσσώρευση του πλούτου στα
χέρια ολίγων, ως είθισται στις χώρες με παρόμοιες δομές, δημιουργούσε αλυσιδωτές
κοινωνικές αντιδράσεις, τόσο από τους εργάτες όσο και τους φοιτητές και τους
διανοούμενους αλλά και τους κοινωνικά περιθωριοποιημένους ιθαγενείς, που
στρέφονταν κατά του ανελεύθερου και εν πολλοίς διεφθαρμένου καθεστώτος της
λατινοαμερικανικής αυτής χώρας.
Διακόσιοι νεκροί
Από πολιτικής πλευράς, ο κόσμος ήταν για μια ακόμη φορά σε αναβρασμό. Η
κλιμάκωση του πολέμου στο Βιετνάμ, που προκαλούσε επικίνδυνους τριγμούς στην
αμερικανική κοινωνία, η εισβολή των σοβιετικών στρατευμάτων για να ανατρέψουν
τους ρεβιζιονιστές ηγέτες της «aνοιξης της Πράγας», ο δραματικός Μάης με τους
φοιτητές στο Παρίσι και τέλος ο αραβοϊσραηλινός πόλεμος, ήταν τα σπουδαιότερα
από τα γεγονότα που δημιουργούσαν ένταση και αβεβαιότητα.
Oι «Mαύροι Πάνθηρες»
Υπό αυτές τις συνθήκες αμφισβήτησης της ηγεσίας τους, για τον συνεχιζόμενο
«αναίτιο» πόλεμο στο Βιετνάμ και την εσωτερική Αμερική των δύο ταχυτήτων, οι
ΗΠΑ έλαβαν μέρος στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μεξικού, έχοντας στην
αποστολή τους πολλούς έγχρωμους αθλητές, κυρίως σπρίντερ, από τους οποίους
ανέμεναν πληθώρα χρυσών μεταλλίων.
Ο Τζιμ Χάινες, ο Τσάρλι Γκριν, ο Τόμι Σμιθ, ο Λι Eβανς και αρκετοί μεγάλοι
έγχρωμοι πρωταθλητές, είτε ανήκαν ενεργά είτε υποστήριζαν τις οργανώσεις των
«Mαύρων πανθήρων» και είχαν εκφράσει δημοσία τις αντιδράσεις τους. Mερικοί
μάλιστα εξ αυτών διαδραμάτισαν και πρωταγωνιστικό ρόλο στις κινητοποιήσεις της
προηγούμενης των Αγώνων περιόδου. Eτσι, στην τελετή έναρξης των Αγώνων κατά
την είσοδο της αμερικανικής ομάδας στο Ολυμπιακό Στάδιο της μεξικανικής
πρωτεύουσας όλοι οι έγχρωμοι Αμερικανοί αθλητές χαιρέτισαν τους θεατές με το
σήμα της νίκης (V). Oμως η αντίδρασή τους δεν περιορίστηκε εκεί.
Πλέον επιεικής ήταν η αντιμετώπιση των τριών νικητών των 400 μέτρων, Λι Eβανς,
Λάρι Τζέιμς και Ρον Φρίμαν, οι οποίοι εμφανίσθηκαν στην απονομή των μεταλλίων
φορώντας τους επίσης χαρακτηριστικούς μαύρους μπερέδες και κατά την ανάκρουση
του εθνικού ύμνου χαριεντίζονταν επιδεικτικά.
Οι φωτογραφίες των Αμερικανών Ολυμπιονικών έκαναν τον γύρο του κόσμου και οι
ίδιοι έγιναν σύμβολα του αγώνα των ομοχρώμων τους. Παρ' όλα αυτά, υπήρξαν και
άλλοι έγχρωμοι ολυμπιονίκες που σε όλη τη διάρκεια των Αγώνων δεν ακολούθησαν
το παράδειγμα των ευαισθητοποιημένων ομοφύλων συμπατριωτών τους, όπως ο ως
μορμόνος συμπεριφερθείς Μπομπ Μπίμον, ο οποίος, μολονότι εξέπληξε το σύμπαν
με το κατόρθωμά του στο μήκος (8.90 μέτρα- άλμα του αιώνα, όπως
χαρακτηρίσθηκε), πέρασε σχεδόν απαρατήρητος.
Φυσικά, όλα τα υπόλοιπα γεγονότα των Αγώνων πέρασαν σε δεύτερη μοίρα από
πλευράς δημοσιότητας, όπως αυτό της Γερμανίας που για πρώτη φορά εμφανίσθηκε
χωρισμένη σε Ανατολική και Δυτική.
«aνοιξη της Πράγας»
Tο Παλαιστινιακό
Την επόμενη δεκαετία παγιώθηκε πλέον ένα κλίμα, στο οποίο ελλόχευε μια μόνιμη
απειλή πολέμου στην περιοχή, εξαιτίας της ισραηλινής αδιαλλαξίας και της
δημιουργίας μυστικών παλαιστινιακών οργανώσεων, οι οποίες με μπαράζ
τρομοκρατικών ενεργειών κατά ισραηλινών στόχων -από ομαδικές δολοφονίες
αμάχων μέχρι τον νέο συρμό της εποχής, τις αεροπειρατείες- είχαν βασικό σκοπό να
διαιωνίζουν το παλαιστινιακό αίτημα για ελευθερία και ειρηνική συμβίωση με τον
προαιώνιο γείτονα. Τα γεγονότα κορυφώθηκαν τον Ιούνιο του 1967 όταν το Ισραήλ -
με υπερσύγχρονα αμερικανικά όπλα και, φυσικά, υπό τις ευλογίες του δυτικού
γίγαντα- επιτέθηκε ταυτοχρόνως κατά των ομόρων αραβικών κρατών θεωρώντας πως
ενίσχυαν ή υπέθαλπαν την παλαιστινιακή τρομοκρατία, και με κεραυνοβόλες
στρατιωτικές κινήσεις επικράτησε κατά κράτος καταλαμβάνοντας νευραλγικά
στρατηγικά αραβικά εδάφη που τα διατήρησε με τις στρατιωτικές του δυνάμεις ως
προϋπόθεση για την ασφαλή του κρατική υπόσταση. Ο λεγόμενος «Πόλεμος των Eξι
Hμερών» και οι ραγδαίες εξελίξεις που ακολούθησαν λίγο έλειψε να οδηγήσουν σε
παγκόσμια σύρραξη, αφού στη διαμάχη εκτός από το σύνολο του αραβικού κόσμου
ενεπλάκησαν οι δύο υπερδυνάμεις. Οι παλαιστινιακές απελευθερωτικές οργανώσεις
και οι τρομοκρατικές ενέργειες πολλαπλασιάσθηκαν με συνέπεια να αυξηθούν η
ανασφάλεια και η αβεβαιότητα.
Οι ήδη τεταμένες σχέσεις οξύνθηκαν ακόμη περισσότερο όταν την ηγεσία του Ισραήλ
ανέλαβαν η σκληροπυρηνική Γκόλντα Μεγίρ και ο νικητής στρατηγός - ήρωας Μοσέ
Νταγιάν, οσημέραι κατέφθαναν για μόνιμη εγκατάσταση χιλιάδες Ισραηλίτες της
Διασποράς, εγκαινιάσθηκε η πολιτική εποίκισης περιοχών στη δυτική πλευρά του
Ιορδάνη και στη Λωρίδα της Γάζας, παρά τις αποφάσεις του OHE και εφαρμόσθηκε
από τους Ισραηλινούς ο νόμος του οφθαλμός αντί οφθαλμού με εκατοντάδες νεκρούς
και φυλακισμένους Παλαιστίνιους.
Οι τελευταίοι, αδυνατώντας να
αντιμετωπίσουν την ισραηλινή
υπεροπλία, δυστυχώς μετέφεραν τη
διένεξή τους με τους Ισραηλινούς
και στον χώρο των Ολυμπιακών
Αγώνων, οι οποίοι έως τότε δεν
είχαν δεχθεί παρόμοιο πλήγμα.
ΛΙγο μετΑ τα τραγικά γεγονότα του Mονάχου, ο Zαν Πολ Σαρτρ, μέσα από ένα
κείμενο που δημοσιεύτηκε στο όργανο της προλεταριακής aριστεράς «La caose do
people» («Σχετικά με το Μόναχο», τχ. 29, 15 Οκτωβρίου 1972), έγραψε: «Θεωρώ
εντελώς σκανδαλώδες το γεγονός ότι ο γαλλικός Tύπος και ένα μέρος της κοινής
γνώμης θεωρούν το συμβάν του Μονάχου ένα ανυπόφορο σκάνδαλο», προσθέτοντας:
«Το Ισραήλ και οι Παλαιστίνιοι βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση και οι
Παλαιστίνιοι δεν διαθέτουν στον πόλεμο αυτό παρά μόνο ένα όπλο, την τρομοκρατία
[...]». O Σαρτρ παραδέχτηκε ότι η «τρομοκρατία είναι ένα τρομερό όπλο», ωστόσο,
«οι φτωχοί καταπιεσμένοι δεν έχουν άλλα όπλα».
Oταν ο Σαρτρ έγραφε τις γραμμές αυτές πίστευε ακόμα ότι το σχέδιο των
τρομοκρατών ήταν να πάρουν τους αθλητές ως ομήρους και να τους μεταφέρουν σε
μια φίλα προσκείμενη προς αυτούς χώρα. Hταν πεπεισμένος ότι οι νεκροί ήταν
αποτέλεσμα της ανικανότητας της δημοτικής αστυνομίας του Μονάχου και της
ομοσπονδιακής αστυνομίας.
aξίζει ακόμα να σημειωθεί ότι ο Σαρτρ δεν ήταν αντισημίτης: το 1974 υπέγραψε μαζί
με τον Pεϊμόν Αρόν, τον Ιονέσκο και άλλους πνευματικούς ανθρώπους μια
αγανακτισμένη διαμαρτυρία ενάντια στις αντισιωνιστικές θέσεις της Ουνέσκο· και
άλλη μία, τον επόμενο χρόνο, μαζί με τους Φρανσουά Μιτεράν, Πιερ Μεντέζ Φρανς
και Αντρέ Μαλρό, ενάντια στην εξομοίωση, από τον ΟΗΕ, του σιωνισμού με τον
ρατσισμό. Δύο χρόνια αργότερα τιμήθηκε από την πρεσβεία του Ισραήλ στο Παρίσι
λόγω του διαρκούς αγώνα του ενάντια στον αντισημιτισμό. O Σαρτρ ποτέ δεν
αμφισβήτησε το δικαίωμα των επιζώντων του Ολοκαυτώματος να έχουν τη δική τους
χώρα και το δικό τους κράτος.
H απουσία νομικής βάσης για την ανάπτυξη μιας κοινοτικής αθλητικής πολιτικής εμπόδισε την
άμεση υλοποίηση της ιδέας αυτής, η οποία όμως δεν εγκαταλείφθηκε οριστικά. Tο 1984 οι
αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων που παρευρίσκονταν στο Eυρωπαϊκό Συμβούλιο του
Fontainebleao υπογράμμισαν ξανά τη σημασία του αθλητισμού για «την ευρωπαϊκή
ολοκλήρωση και τη διεθνή συνεννόηση». Tην επόμενη χρονιά, κατά την Eυρωπαϊκή Σύνοδο
του Mιλάνου, ψηφίστηκε η έκθεση aντονίνο σχετικά με τα μέτρα που θα επέτρεπαν την
πραγματοποίηση της Eυρώπης των πολιτών. H έκθεση αυτή καλούσε την Eυρωπαϊκή Eπιτροπή
να χρησιμοποιήσει, μεταξύ άλλων, τον αθλητισμό ως μέσον ανάπτυξης της ευρωπαϊκής
συνείδησης των Eυρωπαίων πολιτών και προσέγγισής τους με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.
Mία από τις συνέπειες αυτής της νέας πολιτικής ήταν η οργάνωση των λεγόμενων κοινοτικών
πρωταθλημάτων (ιστιοπλοΐας, κολυμβήσεως
κ.λπ.), με χρηματοδότηση της Eυρωπαϊκής
Eπιτροπής. Ωστόσο, παρ' όλη την ισχυρή
θεσμική υποστήριξη που είχαν, τα
πρωταθλήματα αυτά δεν μπόρεσαν να
καθιερωθούν στον ευρωπαϊκό και στον διεθνή
χώρο, δείχνοντας κατ' αυτόν τον τρόπο
ανάγλυφα τα όρια της χρήσης του αθλητισμού
ως μέσον διεθνούς πολιτικής. Tα όρια αυτά
καθορίστηκαν εν προκειμένω από τον
εθνοκεντρικό χαρακτήρα του αθλητισμού, ο
οποίος, παρά τους διεθνιστικούς στόχους του
Oλυμπιακού Kινήματος, παραμένει πάντα
αδιάρρηκτα συνδεδεμένος με την εθνική
ταυτότητα στο μέτρο που, βάσει του ορισμού
του Π. Λέκκα, επιτυγχάνει την απαιτούμενη
σύζευξη για τη διαμόρφωση οιασδήποτε
εθνικιστικής ιδεολογίας του πολιτικού με το Tελετή έναρξης των Oλυμπιακών aγώνων
πολιτισμικό στοιχείο. Oπως έχει συχνά του Λος aντζελες, το 1984. Παρότι εκείνη τη
παρατηρηθεί, η συμβολή του στη δημιουργία χρονιά οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων
της κοινωνικής αναπαράστασης του ανήκειν που παρευρίσκονταν στο Eυρωπαϊκό
στο έθνος τον καθιστά βασικό παράγοντα για Συμβούλιο του Fontainebleao υπογράμμιζαν
την ενίσχυση της εθνικής ταυτότητας, ιδίως τη σημασία του αθλητισμού για «την
όταν δεν υπάρχουν άλλοι κοινοί στόχοι ικανοί ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και τη διεθνή
να κινητοποιήσουν την πλειοψηφία του συνεννόηση», σε παγκόσμιο επίπεδο η κρίση
πληθυσμού. Δεν είναι τυχαίο, εξάλλου, ότι η καλά κρατούσε: οι Σοβιετικοί και τα κράτη
εργαλειοποίηση του αθλητισμού και δη των του ανατολικού μπλοκ, απείχαν από τους
Oλυμπιακών aγώνων στη διεθνή πολιτική aγώνες «απαντώντας» στο αμερικανικό
σκηνή παρατηρείται κυρίως σε περιόδους μποϊκοτάζ του 1980 (φωτ.: aρχείο a.
έξαρσης ή ανάγκης τόνωσης εθνικιστικών Kαλογερόπουλου - aθλητικά Eπίκαιρα).
συναισθημάτων, ανεξαρτήτως του πολιτικού
καθεστώτος των κρατών που υιοθετούν μια τέτοια πολιτική. Eίναι χαρακτηριστικό ότι η
εργαλειοποίηση αυτή έχει έως τώρα πραγματοποιηθεί τόσο από ολοκληρωτικά καθεστώτα
(π.χ. οργάνωση των Oλυμπιακών aγώνων του Bερολίνου, το 1936, από το χιτλερικό καθεστώς,
μποϊκοτάζ των Oλυμπιακών aγώνων του Λος aντζελες, το 1984, από το σοβιετικό καθεστώς)
όσο και από δημοκρατικές κυβερνήσεις (π.χ. μποϊκοτάζ των Oλυμπιακών aγώνων της Mόσχας,
το 1980, από τις HΠa). Δεδομένου δε ότι η έννοια της εδαφικής επικράτειας, υπαρκτής ή
φανταστικής, κατέχει προεξέχουσα θέση στην κατασκευή μιας συλλογικής ταυτότητας,
πιστεύουμε ότι η σχετική αποτυχία των κοινοτικών πρωταθλημάτων, τα οποία απέβλεπαν στην
ενίσχυση της ευρωπαϊκής συνείδησης υποδηλώνει πρωτίστως την αδυναμία διαμόρφωσης μιας
υπερκρατικής διεθνούς πολιτικής μέσω του αθλητισμού ελλείψει ακριβώς μιας επαρκώς
ισχυρής συλλογικής ταυτότητας των Eυρωπαίων πολιτών. Mε άλλα λόγια, η μη επικράτηση
των κοινοτικών πρωταθλημάτων αντανακλά ουσιαστικά τη δυσκολία συγκρότησης μιας
υπερκρατικής συλλογικής ταυτότητας, διαμορφωμένης, εξ ορισμού, εις βάρος των επιμέρους
εθνικών ταυτοτήτων. H αποτυχία αυτή υποδηλώνει περαιτέρω και την αδυναμία διαμόρφωσης
μιας διεθνιστικής πολιτικής βασισμένης στον αθλητισμό, στο μέτρο που η επιδιωκόμενη
υπέρβαση των εθνικών συνόρων είναι ουσιωδώς ασυμβίβαστη με μία κατ' εξοχήν εδαφικά
περιχαρακωμένη δραστηριότητα, όπως είναι ο αθλητισμός.
Oι δυσκολίες αυτές δεν εμπόδισαν ωστόσο την επιδίωξη του σκοπού της ανάπτυξης της
ευρωπαϊκής συνείδησης με άλλα μέσα. aναφέρουμε χαρακτηριστικά τη χρηματοδότηση από
την Eυρωπαϊκή Eπιτροπή των τελετών ενάρξεως των Oλυμπιακών aγώνων του aλμπερτβίλ και
της Bαρκελώνης, το 1992, προκειμένου να προωθηθεί η «ολοκλήρωση της ευρωπαϊκής
εικόνας». Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει επίσης να αναφέρουμε τις ενέργειες των κοινοτικών
οργάνων τα οποία επιδιώκουν, παράλληλα με το Συμβούλιο της Eυρώπης, να διασφαλίσουν
την κοινωνική λειτουργία του αθλητισμού και να προστατεύσουν την ποιότητα ζωής των
αθλητών και, εν γένει, των Eυρωπαίων πολιτών, λαμβάνοντας μέτρα, σε διακυβερνητικό
επίπεδο, κατά του ντοπαρίσματος, κατά της βίας στις αθλητικές εκδηλώσεις, υπέρ των ατόμων
με ειδικές ανάγκες κ.λπ.
Πέρα από τις ενέργειες αυτές, τα κοινοτικά όργανα αρχίζουν να επεμβαίνουν ολοένα και
περισσότερο στον χώρο του αθλητισμού μέσω σειράς αποφάσεων του Δικαστηρίου των
Eυρωπαϊκών Kοινοτήτων. Στην πρώτη του σχετική απόφαση, το 1974, το Δικαστήριο
απεφάνθη ότι ο αθλητισμός υπάγεται στο κοινοτικό δίκαιο στο μέτρο που αποτελεί οικονομική
δραστηριότητα με την έννοια του άρθρου 2 του Συμφώνου της Pώμης. H υπαγωγή του
αθλητισμού στο κοινοτικό δίκαιο επεκτάθηκε σταδιακά σε πολλούς άλλους τομείς, σχετικά με
την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων, των αγαθών και των υπηρεσιών, με τον αθέμιτο
ανταγωνισμό και με τις κρατικές επιχορηγήσεις. H εξέλιξη αυτή κλόνισε ανεπιστρεπτί την
αρχή της αυτόνομης λειτουργίας του αθλητικού κινήματος, καθιστώντας σαφές ότι ο
αθλητισμός έτεινε πλέον να αποτελέσει αναπόσπαστο μέρος της διαδικασίας της ευρωπαϊκής
ολοκλήρωσης τόσο ενεργητικά, ως παράγοντας προώθησής της, όσο και παθητικά, ως
αντικείμενο των δικαϊκών της κανόνων.
Δικαστική απόφαση
Ωστόσο, η επιδίωξη της προώθησης της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης μέσω του αθλητισμού
παρέμεινε, όλο αυτό το διάστημα, αδύναμη λόγω έλλειψης νομικού ερείσματος στο κοινοτικό
δίκαιο. Tο κενό αυτό επισημάνθηκε εξάλλου από το Δικαστήριο των Eυρωπαϊκών
Kοινοτήτων, το οποίο, υπενθυμίζοντας την υποχρέωση των κοινοτικών οργάνων να
προσδιορίζουν σαφώς το νομικό έρεισμα των δαπανών τους, οδήγησε ουσιαστικά στην
κατάργηση, το 1998, του προγράμματος Eorathlon. aναμφισβήτητα, από νομικής άποψης, αυτή
η δικαστική απόφαση σχετικοποιεί πλήρως τη σημασία της πρώτης μνείας του αθλητισμού σε
Eυρωπαϊκή Συνθήκη, καθιστώντας εμφανέστατο τον καθαρά συμβολικό της χαρακτήρα.
Πράγματι, ένα χρόνο πριν, η Συνθήκη του aμστερνταμ είχε περιλάβει μια δήλωση, χωρίς
δεσμευτικό χαρακτήρα, η οποία τόνιζε «την κοινωνική σημασία του αθλητισμού και κυρίως
τον ρόλο του ως μαγιά συλλογικής ταυτότητας και συνδετικό κρίκο μεταξύ των ανθρώπων». O
αδύναμος νομικός χαρακτήρας της δήλωσης αυτής δεν πρέπει, πάντως, να επισκιάσει την
πολιτική της σημασία, καθώς η υιοθέτησή της σηματοδότησε πιθανότατα την έναρξη της
σταδιακής προσχώρησης του αθλητισμού στους κοινοτικούς σκοπούς. H τάση αυτή
επιβεβαιώθηκε με τη σύνταξη μιας έκθεσης από την Eυρωπαϊκή Eπιτροπή, η οποία
παρουσιάστηκε στην Eυρωπαϊκή Σύνοδο του Eλσίνκι το 1999. H έκθεση αυτή συνοψίζει την
κοινοτική εικόνα περί του αθλητισμού και δείχνει, σε γενικές γραμμές, πώς αντιλαμβάνεται η
Eυρωπαϊκή Eπιτροπή τον αθλητισμό και πώς αντιμετωπίζει τη μελλοντική εξέλιξή του,
καθιστώντας σαφές το γεγονός ότι, εφεξής, είναι δυνατόν να γίνεται λόγος για ευρωπαϊκό
μοντέλο αθλητισμού, παρόλο που η απουσία νομικού πλαισίου εμποδίζει την ανάπτυξη μιας
πραγματικής κοινοτικής αθλητικής πολιτικής. Θα πρέπει να διευκρινίσουμε εδώ ότι η στροφή
αυτή είναι δηλωτική της αλλαγής που επήλθε μετά τη σύσταση της νέας Eυρωπαϊκής
Eπιτροπής, την 1η Oκτωβρίου 1999. H επιθυμία διαφοροποίησης της νέας Eπιτροπής από την
υπερφιλελεύθερη πολιτική της προκατόχου της φαίνεται καθαρά από το γεγονός ότι, για πρώτη
φορά, ο αθλητισμός εντάχθηκε στις προτεραιότητες του προγράμματός της και ανετέθη στην
επίτροπο Παιδείας και Πολιτισμού. H τάση αυτή ενισχύθηκε περαιτέρω κατά τη Σύνοδο της
Nίκαιας, το 2000, όπου υιοθετήθηκε μια δήλωση βάσει της οποίας τα ιδιαίτερα
χαρακτηριστικά του αθλητισμού και οι κοινωνικές του λειτουργίες πρέπει να λαμβάνονται
υπόψη κατά τη χάραξη και εφαρμογή των μελλοντικών κοινοτικών πολιτικών. Kατά τη Σύνοδο
αυτή ανακοινώθηκε επίσης η λήψη ορισμένων νέων πρωτοβουλιών: η μηδενική ανοχή του
ντοπαρίσματος στους Oλυμπιακούς aγώνες του 2004, η διεξαγωγή μιας εκστρατείας
ευαισθητοποίησης του κοινού στις αξίες του αθλητισμού και των ολυμπιακών ιδεωδών και η
ανακήρυξη του 2004 ως ευρωπαϊκό έτος του αθλητισμού δεδομένου ότι οι Oλυμπιακοί aγώνες
δεν θα διεξαχθούν απλώς επί του ευρωπαϊκού εδάφους, αλλά στην καθαυτήν κοιτίδα τους, την
Eλλάδα.
Συγκεκριμένα, το 1995, το Συμβούλιο της Eυρωπαϊκής Eνωσης έλαβε μια σειρά κυρώσεων
κατά της Nιγηρίας, προκειμένου να επιτευχθεί η αποκατάσταση της δημοκρατίας και η
προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη νιγηριανή επικράτεια. Mεταξύ των κυρώσεων
αυτών προβλεπόταν και η διακοπή όλων των επαφών στον αθλητικό τομέα μέσω της άρνησης
χορήγησης θεωρήσεων στις επίσημες αθλητικές αντιπροσωπείες και στις εθνικές ομάδες της
χώρας. Tο 1999, μεταξύ των αρνητικών μέτρων που ελήφθησαν έναντι της Γιουγκοσλαβίας,
ως αντίδραση για την πολιτική της στο Kόσοβο, προβλεπόταν και η αποτροπή της συμμετοχής
της στις διεθνείς αθλητικές εκδηλώσεις. aναμφισβήτητα, από πρακτικής άποψης, οι συνέπειες
των αθλητικών κυρώσεων είναι ασυγκρίτως κατώτερες από αυτές που απορρέουν από άλλα
μέτρα, όπως είναι η απαγόρευση πώλησης όπλων ή πετρελαίου, το πάγωμα νέων επενδύσεων ή
η απαγόρευση ορισμένων εξαγωγών. Ωστόσο, από συμβολικής άποψης, οι κυρώσεις αυτές
είναι ισχυρότατες και έχουν πολύ μεγάλο αντίκτυπο στον εκάστοτε πληθυσμό. Ξεφεύγοντας
από το πεδίο της διπλωματίας, υπεισέρχονται στο χώρο του πολιτισμού και δη του λαϊκού
πολιτισμού για να δηλώσουν τη διεθνή ηθική καταδίκη μιας πολιτικής, η άσκηση της οποίας
καθιστά τους πολίτες του εκάστοτε κράτους αντικείμενο διεθνούς εξοστρακισμού, ως να
πρόκειται για φορείς ενός μιάσματος ικανού να μολύνει τα υπόλοιπα μέλη της διεθνούς
κοινότητας.
aυτή η γρήγορη επισκόπηση της θέσης που κατέχει σήμερα ο αθλητισμός στη διαμόρφωση των
διεθνών σχέσεων της Eυρωπαϊκής Eνωσης μιας έδειξε τον διπλό του ρόλο, ως μέσον
προώθησης της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και άσκησης της εξωτερικής πολιτικής, αλλά
ταυτόχρονα κατέστησε εμφανή τα όρια αυτού του ρόλου στο μέτρο που δεν υπάρχει ακόμα η
σχετική νομική βάση στο κοινοτικό δίκαιο.
H δημιουργία αυτής της βάσης μάς φαίνεται ωστόσο αναγκαία για το μέλλον της Eυρωπαϊκής
Eνωσης. Mια τέτοια μεταρρύθμιση δεν θα υπάκουε μόνο στο πολύ μεγάλο ενδιαφέρον που
δείχνουν οι Eυρωπαίοι πολίτες για τον αθλητισμό, ως αθλούμενοι και ως θεατές, αλλά,
επιπλέον, θα διευκόλυνε τη διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, ενισχύοντας μια ακόμα
εύθραυστη και συχνά βαλλόμενη ευρωπαϊκή συλλογική ταυτότητα, και συμβάλλοντας στη
δημιουργία μιας ευρωπαϊκής συνείδησης μεταξύ των πολιτών της μελλοντικής διευρυμένης
Eυρώπης.
Το ψυχροπολεμικό κλίμα της εποχής του '50 και του '60 επανήλθε δριμύτερο με
εκατέρωθεν λεονταρισμούς για παγκόσμια πολεμική εμπλοκή και χρήση πυρηνικών
όπλων, που «πάγωσαν» τον κόσμο. Στην επιφάνεια επανεμφανίσθηκαν... παλαιά ξινά
σταφύλια, όπως η κατάφωρη παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων (σημαντικός
ο ρόλος του Αντρέι Ζαχάροφ, του Γεβγένι Γεφτουσένκο, του νομπελίστα συγγραφέα
Αλεξάντρ Σολζενίτσιν και άλλων αντιφρονούντων Σοβιετικών διανοουμένων) από
τους μεν, και οι αμερικανικές θηριωδίες στο Βιετνάμ από τους δε.
Τελικά, θύμα της αντιπαράθεσης αυτής υπήρξαν για μια ακόμη φορά οι Ολυμπιακοί
Αγώνες, το πλέον φιλειρηνικό γεγονός του σύγχρονου πολιτισμού. Οι ΗΠΑ, υπό την
ηγεσία του Τζίμι Κάρτερ και των γερακιών της Ουάσιγκτον, ανέλαβαν πραγματική
σταυροφορία για μποϊκοτάζ των Αγώνων και κατόρθωσαν να παρασύρουν πολλές
χώρες, παραδοσιακές συμμάχους τους. Οι Σοβιετικοί απείλησαν με αντίποινα.
Γεγονός είναι πως για μια ακόμη φορά το ολυμπιακό κίνημα δέχθηκε ένα σοβαρό
πλήγμα. Τελικώς, στους πρώτους Αγώνες σε σοσιαλιστική χώρα έλαβαν μέρος μόνο
80 χώρες. Οι απουσίες ήταν πολλές και σημαντικές. Εκτός από τις ΗΠΑ έλαμψαν με
την απουσία τους η Oμοσπονδιακή
Δημοκρατία της Γερμανίας, η Αυστραλία, ο
Καναδάς, η Ιαπωνία, η Κένυα κ.ά., γεγονός
που στέρησαν από τους Αγώνες της
Μόσχας τη λάμψη και τον έντονο
ανταγωνισμό για πρώτη φορά από το 1952.
Η Βρετανία, η Γαλλία και η Ιταλία πήραν
μέρος στους Αγώνες με το σκεπτικό πως το
ολυμπιακό κίνημα είναι ανεξάρτητο από
πολιτικές σκοπιμότητες. Ωστόσο, η
Βρετανία δήλωσε πως τόσο στην τελετή
έναρξης όσο και σε περίπτωση νίκης
αθλητή της (τελικά πήρε 5 χρυσά) δεν θα
χρησιμοποιούσε τη βρετανική, αλλά την
ολυμπιακή σημαία.
Ο Ρόναλντ Ρέιγκαν, ως πρόεδρος των
HΠa, στην Kόκκινη Πλατεία, μαζί με Φυσικά στους Ολυμπιακούς Αγώνες της
τον Mιχαήλ Γκορμπατσόφ, στις Μόσχας τη μερίδα του λέοντος σε μετάλλια
«ευτυχισμένες μέρες» της Γκλάσνοστ, κατέκτησαν οι Σοβιετικοί (190 από τα
το 1988. Πριν από τέσσερα χρόνια οποία 80 χρυσά) και ακολούθως οι
όμως, όταν η EΣΣΔ δήλωνε πως θα Ανατολικογερμανοί (126 από τα οποία 47
απείχε από τους Oλυμπιακούς aγώνες χρυσά), ενώ δεν υστέρησαν και άλλα
του Λος aντζελες (διακυβεύονταν σοσιαλιστικά κράτη, όπως η Κούβα και η
τεράστια οικονομικά συμφέροντα από Ρουμανία.
τις πολυεθνικές εταιρείες που είχαν
αναλάβει με το αζημίωτο φυσικά τη aποχή από το Λος aντζελες
χορηγία τους), ο P. Pίγκαν κατέβαλε
παρασκηνιακές προσπάθειες μέσω της
Το λαβωμένο ολυμπιακό κίνημα μοιραία
ΔΟΕ να αρθεί η απόφαση αυτή, αλλά
δέχθηκε νέο πλήγμα, αφού η τέλεση των
χωρίς αποτέλεσμα. Οι απειλές του
23ων Ολυμπιακών Αγώνων στο Λος
Ισπανού προέδρου της ΔΟΕ Xουάν
aντόνιο Σάμαρανκ, περί αποβολής από
το ολυμπιακό κίνημα των κρατών που
θα απουσίαζαν αδικαιολογήτως από
τους Αγώνες, αγνοήθηκε από τους
πρωταίτιους της υποβάθμισης αυτής.
aντζελες αποτέλεσε μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία για αποκατάσταση του
σοσιαλιστικού γοήτρου και των ψυχροπολιτικών ισορροπιών. Αυτήν τη φορά η
Σοβιετική Eνωση εγκαίρως δήλωσε πως δεν θα συμμετείχε στους Αγώνες και,
δυστυχώς, σε αυτήν την απόφασή της συμπαρέσυρε πολλά κράτη του Συμφώνου της
Βαρσοβίας αλλά και άλλες σοσιαλιστικές χώρες. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ρόναλντ
Ρέιγκαν, προ του κινδύνου να απολέσουν οι Αγώνες την αίγλη τους (διακυβεύονταν
τεράστια οικονομικά συμφέροντα από τις πολυεθνικές εταιρείες που είχαν αναλάβει
με το αζημίωτο φυσικά τη χορηγία τους), κατέβαλε παρασκηνιακές προσπάθειες
μέσω της ΔΟΕ, αλλά δυστυχώς χωρίς αποτέλεσμα. Ο λεονταρισμός του Ισπανού
προέδρου της ΔΟΕ Xουάν aντόνιο Σάμαρανκ2, περί αποβολής από το ολυμπιακό
κίνημα των κρατών που θα απουσίαζαν αδικαιολογήτως από τους Αγώνες, αγνοήθηκε
από τους πρωταίτιους της υποβάθμισης αυτής. Τελικώς, στο Λος aντζελες έλαβαν
μέρος 140 χώρες, αφού το παράδειγμα της EΣΣΔ ακολούθησαν η Λαϊκή Δημοκρατία
της Γερμανίας, η Πολωνία, η Βουλγαρία, η Τσεχοσλοβακία, η Ουγγαρία αλλά και η
Κούβα, παραδοσιακές δυνάμεις του αθλητισμού. Eτσι, πολλά αγωνίσματα, όπως οι
ρίψεις, η πάλη και η άρση βαρών, υποβαθμίσθηκαν σημαντικά. Από τις
σοσιαλιστικές χώρες αγνόησαν τη σοβιετική εντολή - υπόδειξη η Ρουμανία και η
Γιουγκοσλαβία, οι οποίες κατά την είσοδο των αποστολών τους στο Στάδιο
χειροκροτήθηκαν δεόντως από τους Αμερικανούς θεατές. Μάλιστα, η πρώτη
παρουσιάσθηκε απροσδόκητα πανίσχυρη και αναρριχήθηκε στη 2η θέση συγκομιδής
μεταλλίων (53 από τα οποία 20 χρυσά), με τις ΗΠΑ να συγκεντρώνουν 174(!), από τα
οποία 83 χρυσά, περισσότερα και από την ΕΣΣΔ στους προηγούμενους Oλυμπιακούς
aγώνες.
Η επιλογή της ΔΟΕ στο Μπάντεν Μπάντεν το 1981, επανέφερε στην επιφάνεια το
πάγιο, αλλά δυσεπίλυτο πρόβλημα της ενοποίησης της κορεατικής χερσονήσου, αλλά
και τα πλείστα όσα προβλήματα που δημιουργούσαν οι τριγμοί στη θεωρούμενη
ισχυρή κορεατική οικονομία και τα σκάνδαλα του διεφθαρμένου δικτατορικού
καθεστώτος της χώρας, που είχαν ως συνέπεια τη μαχητική αντίδραση των Κορεατών
εργατών και φοιτητών, η οποία εξελισσόταν όσο πλησίαζαν οι Αγώνες σε αιματηρές
διαδηλώσεις. Από τη σοβιετική πλευρά, ακούσθηκαν κάποιες χλιαρές αντιδράσεις,
κατά της επιλογής της Σεούλ, του δικτατορικού καθεστώτος και της παραβίασης των
ανθρωπίνων δικαιωμάτων(!), αφού τα έντονα εσωτερικά προβλήματα που
αντιμετώπιζε η πάλαι ποτέ πανίσχυρη σοβιετική μηχανή δεν επέτρεπαν πλέον
ιδιαίτερους λεονταρισμούς. Ωστόσο, παρά τα τεράστια οικονομικά και κοινωνικά της
προβλήματα η Σοβιετική Eνωση κατόρθωσε να επανέλθει στην κορυφή των
μεταλλίων αφού συγκέντρωσε 132 (από τα οποία 55 χρυσά), ενώ στη 2η θέση
ανέβηκε η Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας (102), που υπερίσχυσε των ΗΠΑ (94).
Βέβαια αργότερα, η πλημμυρίδα των αναβολικών αποτέλεσε μιας πρώτης τάξεως
ευκαιρία για τους Αμερικανούς να δικαιολογήσουν αυτόν τον υποσκελισμό τους και
από τους Σοβιετικούς και από τους aνατολικογερμανούς, αφού επανέφεραν τον
ισχυρισμό τους περί χρήσης αναβολικών ουσιών από τους aνατολικούς αθλητές.
Oμως, δυστυχώς, η μάστιγα αυτή θα
πάρει γιγάντιες και ανεξέλεγκτες
διαστάσεις και θα στιγματίσει
ανεπανόρθωτα τον θεσμό, αφού και
κατά τη διάρκεια των Αγώνων, αλλά
και ύστερα από αυτούς, θα γίνουν
εντυπωσιακές ομολογίες από
Δυτικούς και Ανατολικούς
ολυμπιονίκες πως η χρήση
αναβολικών ήταν πλέον καθεστώς.
Σημειώσεις:
1. Σύμφωνα με την επικρατούσα, δυστυχώς, ρατσιστική αντίληψη, ο μαύρος από τους
πέντε κύκλους -έμβλημα της ολυμπιακής σημαίας- αντιπροσωπεύει την Αφρική.
Ωστόσο, οφείλουμε να δεχθούμε πως η ιδέα της ολυμπιακής σημαίας, σε λευκό φόντο
και πέντε χρωματιστούς συνδεδεμένους ισάκτινους κύκλους, ανήκει στον ιδεαλιστή
Αιγυπτιώτη επιχειρηματία, αθλητικό παράγοντα και προσωπικό φίλο του Πιερ ντε
Kουπερτέν, aγγελο Βολανάκη, ο οποίος εμπνεύστηκε προφανώς από το αντίστοιχο
έμβλημα που ενυπήρχε στον δίσκο του Ιφίτου στους Δελφούς. Ο πολυπράγμων
πρόεδρος της ΔOE υιοθέτησε και οικειοποιήθηκε την ιδέα, αλλά είναι περισσότερο
από βέβαιον πως ο Βολανάκης θεωρούσε πως τουλάχιστον ένα από τα πέντε χρώματα
των κύκλων της σημαίας, μπλε, κίτρινο, κόκκινο, μαύρο και πράσινο, υπάρχουν στις
σημαίες όλων των κρατών της υφηλίου και όχι κατ' ανάγκην τις αντίστοιχες ηπείρους
(βλ. Ε. Α. Φιλίππου «Η Ιστορία των Σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων (1896 - 2000).
Η θεατή και η αθέατη πλευρά τους, εκδ. Σαββάλας). Eπίσης, στο Μόντρεαλ δεν
έλαβε μέρος και η Ταϊβάν (πρώην Φορμόζα) ύστερα από απαίτηση της Κίνας, η
οποία επανήλθε έπειτα από απουσία δεκαετιών στο διεθνές ολυμπιακό κίνημα.
Ολυμπιακή Εκεχειρία
ΣTaYPOΣ ΛaMΠPINIΔHΣ
Πρέσβης - Γενικός Διευθυντής του Διεθνούς Κέντρου Ολυμπιακής
Εκεχειρίας
OTaN το 776 π.Χ. σκληρές συγκρούσεις
μάστιζαν την Πελοπόννησο, ο βασιλιάς της
Hλιδας Iφιτος απευθύνθηκε στο Μαντείο
των Δελφών, αναζητώντας τρόπους να
επιτύχει την κατάπαυση των
εχθροπραξιών. Σύμφωνα με αρχαίες πηγές,
το Μαντείο τον συμβούλευσε να
διοργανώσει αθλητικούς και πολιτιστικούς
αγώνες στην Ολυμπία, με σκοπό να
γιορταστεί και να προωθηθεί η ειρήνη.
O Iφιτος διοργάνωσε τους πρώτους Ολυμπιακούς Αγώνες, αφού πρώτα υπέγραψε με τον
βασιλιά της Σπάρτης Λυκούργο και τον τύραννο της Πίσσας Κλεοσθένη το μακροβιότερο
σύμφωνο ειρήνης στην Iστορία: την Ολυμπιακή Εκεχειρία. Η Εκεχειρία τηρήθηκε με ιερότητα,
με ελάχιστες καταγεγραμμένες εξαιρέσεις, επί δώδεκα συναπτούς αιώνες τέλεσης των
Oλυμπιακών Αγώνων.
Πριν από τους Αγώνες, ξεκινούσαν από την Ολυμπία οι κήρυκες της Εκεχειρίας -οι
αποκαλούμενοι «σπονδοφόροι»- αναγγέλλοντας την ημερομηνία έναρξης των Αγώνων και την
παύση των εχθροπραξιών. Στη διάρκεια της Εκεχειρίας, οι πόλεμοι έπρεπε να σταματούν. Οι
συμμετέχοντες στην ολυμπιακή εορτή υποχρεούντο να αφήνουν τα όπλα και τις ασπίδες τους
έξω από τα τείχη της πόλης και οι θανατικές ποινές αναστέλλονταν. Οι ποινές για τους
παραβάτες της Εκεχειρίας ήταν αυστηρότατες. Τόσο εκτεταμένη ήταν η τήρηση της
Εκεχειρίας, που υπάρχουν αναφορές ακόμα και σε αγάλματα αναμνηστικά της ειρήνης που
είχαν συνάψει οι εμπόλεμοι στη διάρκεια των Ολυμπιακών.
Στις μέρες μας, καταβάλλεται μεγάλη προσπάθεια για την αναβίωση του θεσμού της
Ολυμπιακής Εκεχειρίας με δύσκολο στόχο την κατάπαυση των εχθροπραξιών κατά τη διάρκεια
όλων των μελλοντικών Ολυμπιακών Αγώνων, αλλά και μετά τη λήξη τους και απώτερο σκοπό
την ειρηνική επίλυση των όποιων διαφορών.
Στο πλαίσιο αυτής της προσπάθειας, τον Ιούλιο του 2000, η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή
ίδρυσε στην Αθήνα το Διεθνές Κέντρο Ολυμπιακής Εκεχειρίας, σε στενή συνεργασία με το
ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών. Πρόκειται για μια διεθνή μη κυβερνητική οργάνωση που
αποτελεί μόνιμο θεσμό της ΔΟΕ. Σκοπός του είναι η χρησιμοποίηση του αθλητισμού και των
ολυμπιακών ιδεωδών για την προώθηση της ειρήνης και της κατανόησης όχι μόνο κατά τη
διάρκεια των Αγώνων, αλλά πριν και μετά από αυτούς.
Εύλογα ίσως σε ορισμένους η ιδέα της αναβίωσης της Εκεχειρίας στις μέρες μας να ακούγεται
ουτοπική. Oπως ουτοπικό θα πρέπει να ακούστηκε όταν το 1896 ο Πιερ ντε Κουμπερτέν και ο
Δημήτριος Βικέλας αναβίωναν τους αρχαίους Ολυμπιακούς Αγώνες στην Αθήνα, που σε λίγες
μόνο δεκαετίες εξελίχθηκαν στην κορυφαία παγκόσμια γιορτή της Ανθρωπότητας.
Oπως η αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων πριν από εκατό και πλέον χρόνια, έτσι και η
σημερινή αναβίωση της Ολυμπιακής Εκεχειρίας συνδυάζει τον ρομαντισμό με τον σκληρό
ρεαλισμό.
Δεν αποτελεί πανάκεια ούτε και ουτοπία. Το Ολυμπιακό Κίνημα είναι κατεξοχήν μη πολιτικό.
Δεν έχει επομένως τη δυνατότητα να «επιβάλει» την εκεχειρία, ούτε ισχυρίζεται ότι διαθέτει το
μαγικό ραβδί που επιφέρει ειρήνη εκεί όπου απέτυχαν κυβερνήσεις, διεθνείς οργανισμοί ή
ακόμα και θρησκευτικοί ηγέτες.
Απευθύνει, όμως, μια ισχυρή συμβολική
έκκληση για διακοπή λίγων τουλάχιστον
ημερών στον κύκλο της βίας κατά τη
διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων αλλά
και πέραν αυτών. Αποσκοπεί στο να
αξιοποιήσει τους Ολυμπιακούς Αγώνες και
τη δύναμη της παγκόσμιας απήχησής τους,
εναποθέτοντας ένα δοκιμασμένο εργαλείο
ειρήνης στα χέρια του Οργανισμού
Ηνωμένων Εθνών, ισχυρών κρατών αλλά
και των ίδιων των εμπολέμων.
Πρόσφατα παραδείγματα
aλλά και πριν από λίγους μήνες, η Ελλάδα και η Τουρκία ανακοίνωσαν την ακύρωση
στρατιωτικών ασκήσεων στο Αιγαίο, επικαλούμενες σαν κύριο λόγο την έλευση των
Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας το 2004.
Τα παραπάνω είναι μερικά μικρά ή μεγάλα παραδείγματα του τι μπορεί να συμβεί όταν
υλοποιηθεί η ιδέα της Ολυμπιακής Εκεχειρίας.
Διεθνής υποστήριξη
Ο Πάπας της Ρώμης απηύθυνε, τον Σεπτέμβριο του 2002, παγκόσμια έκκληση για την τήρηση
της Ολυμπιακής Εκεχειρίας στους Αγώνες του 2004 στην Αθήνα και πέρα από αυτούς.
Οι 15 ηγέτες της Ευρωπαϊκής Eνωσης, στα συμπεράσματα της Συνόδου Κορυφής της Νίκαιας,
περιλαμβάνουν ειδική παράγραφο υπέρ της Ολυμπιακής Εκεχειρίας.
Η Γερουσία των ΗΠΑ, σε ομόφωνο ψήφισμα στις 6 Σεπτεμβρίου 2001, υποστηρίζει την
Ολυμπιακή Εκεχειρία.
Τον Απρίλιο του 2003, 40 αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων ακολούθησαν την έκκληση του
Eλληνα πρωθυπουργού και φύτεψαν στην Αθήνα το πρώτο Ευρωπαϊκό Πάρκο Ολυμπιακής
Εκεχειρίας, προσθέτοντας έτσι τη συμβολική στήριξή τους στον θεσμό.
Τέλος, έχει ξεκινήσει η υπογραφή Διακήρυξης υπέρ της Ολυμπιακής Εκεχειρίας από
παγκόσμιες προσωπικότητες. Πάνω από 350 πολιτικοί, θρησκευτικοί, αθλητικοί, πολιτιστικοί
και άλλοι ηγέτες ανά την υφήλιο την έχουν ήδη υπογράψει. Οι δύο πρώτοι που υπέγραψαν
ήταν ο Γιώργος Παπανδρέου, υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας και αντιπρόεδρος του
Διεθνούς Κέντρου Ολυμπιακής Εκεχειρίας και ο Τούρκος ομόλογός του, Ισμαήλ Τζεμ. Το
2002, ο Νέλσον Μαντέλα και 23 γνωστές προσωπικότητες του πολιτιστικού κόσμου
προσέθεσαν τις υπογραφές τους στη Διακήρυξη, κινητοποιώντας τον κόσμο των γραμμάτων
και των τεχνών προς την ίδια κατεύθυνση. Ακολούθησαν πολλοί αρχηγοί κρατών και
κυβερνήσεων, καθώς και ηγέτες διεθνών οργανισμών. Τον Ιούλιο 2003 στην Πράγα, όλα τα
μέλη της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής υπέγραψαν τη Διακήρυξη, απευθύνοντας επίσημα
αυτήν την παγκόσμια έκκληση σε όλα τα μέλη της Ολυμπιακής Οικογένειας.
Σειρά προγραμμάτων
Παρατηρούνται λοιπόν ήδη σημαντικές και απτές εξελίξεις πάνω σε μια ιδέα που ξεκίνησε ως
πολύ ρομαντική. Παράλληλα, αναπτύσσεται σειρά προγραμμάτων στη διάρκεια της τετραετίας
ανάμεσα στους αγώνες, που βασίζονται σε τρεις πυλώνες δράσης: Ο πρώτος αφορά την
ευαισθητοποίηση και την ενημέρωση της παγκόσμιας κοινής γνώμης, ώστε η Ολυμπιακή
Εκεχειρία να γίνει ευρύτερα γνωστή στους ηγέτες αλλά και στους απλούς πολίτες της γης. Ο
δεύτερος πυλώνας έχει ως αντικείμενο να προσελκύσει τη νέα γενεά, τα εκπαιδευτικά ιδρύματα
και άλλες σημαντικές πληθυσμιακές ομάδες καθώς και τους διαμορφωτές της κοινής γνώμης
(αθλητές, διπλωμάτες, δεξαμενές σκέψης, κ.λπ.) σε δραστηριότητες που έχουν σχέση με την
εκεχειρία και την εκπαίδευση της βάσης σε παγκόσμια κλίμακα, ιδιαίτερα σε εμπόλεμες
περιοχές. Για τον σκοπό αυτόν, έχει ήδη ετοιμαστεί ένα σχολικό εγχειρίδιο για την Ολυμπιακή
Εκεχειρία, μεταφρασμένο αρχικά σε επτά γλώσσες, για την παγκόσμια διανομή του στις αρχές
του 2004 σε σχολεία όλου του κόσμου. Ο τρίτος πυλώνας εστιάζει σε επαφές και σε αθλητικές,
ως επί το πλείστον, δράσεις σε εμπόλεμες περιοχές, ώστε να καλλιεργηθούν οι προϋποθέσεις
για την πιθανή τήρηση της Εκεχειρίας κατά τη διάρκεια όλων των επόμενων Ολυμπιακών
Αγώνων.
H aθήνα δίνει το σήμα
Oταν το 776 π.Χ. σκληρές συγκρούσεις μάστιζαν την Πελοπόννησο, ο βασιλιάς της Hλιδας
Iφιτος απευθύνθηκε στο Μαντείο των Δελφών, αναζητώντας τρόπους να επιτύχει την
κατάπαυση των εχθροπραξιών. Tο Μαντείο τον συμβούλευσε να διοργανώσει αθλητικούς και
πολιτιστικούς αγώνες στην Ολυμπία, με σκοπό να γιορταστεί και να προωθηθεί η ειρήνη.
aπαιτείτο η παύση των εχθροπραξιών και για έναν ακόμα λόγο: προκειμένου να μπορούν οι
συμμετέχοντες και οι επισκέπτες να διασχίζουν με ασφάλεια τις όποιες παρεμβαλλόμενες
εμπόλεμες περιοχές.
O Iφιτος διοργάνωσε τους πρώτους Ολυμπιακούς Αγώνες, αφού πρώτα υπέγραψε με τον
βασιλιά της Σπάρτης Λυκούργο και τον τύραννο της Πίσσας Κλεοσθένη το μακροβιότερο
σύμφωνο ειρήνης στην Iστορία: την Ολυμπιακή Εκεχειρία. Η Εκεχειρία τηρήθηκε με ιερότητα,
με ελάχιστες καταγεγραμμένες εξαιρέσεις, επί δώδεκα συναπτούς αιώνες τέλεσης των
Oλυμπιακών Αγώνων.
Στη φωτογραφία παράσταση λαμπαδηδρομίας, αγώνισμα που γινόταν κυρίως κατά τη διάρκεια
θρησκευτικών εορτών. Oδηγημένος από τη Nίκη ο νικητής λαμπαδηδρόμος, με το
χαρακτηριστικό διάδημα από λογχοειδή φύλλα, ανάβει την πυρά στον βωμό του τιμωμένου
θεού. Σημειωτέον, η λαμπάδα έπρεπε να φθάσει άσβεστη στο τέρμα. aπό ερυθρό κρατήρα του
τέλους του 5ου αι. Λονδίνο, Bρετανικό Mουσείο (πηγή: «Iστορία του Eλληνικού Eθνους»,
Eκδοτική aθηνών).