You are on page 1of 95

Λειβαδιώτου Αναστασία

ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΣΑΓΗΝΗ


ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ, ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΚΑΙ
ΣΠΟΥΔΑΙΟΤΗΤΑ

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2019

0
Ιωάννης ο Λίνδιος και η Αποστολική Σαγήνη
Περιστατικά Συγγραφής, Περιεχόμενο και
Σπουδαιότητα

1
Λειβαδιώτου Αναστασία

Ιωάννης ο Λίνδιος και η Αποστολική Σαγήνη


Περιστατικά Συγγραφής, Περιεχόμενο και
Σπουδαιότητα

Διπλωματική εργασία που υποβλήθηκε στο τμήμα Ποιμαντικής


και Κοινωνικής Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ
Τομέας: Αγίας Γραφής και Πατερικής Παράδοσης
Υποψήφιος: Αναστασία Λειβαδιώτου, ΑΕΜ 1229
Σύμβουλος: Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Άννα Στεφ.
Καραμανίδου

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2019

2
Εικόνα Εξωφύλλου: Χαλκογραφία από το πρώτο φύλλο της πρώτης
έκδοσης της Αποστολικής Σαγήνης, Βενετία 1785.

3
Πρόλογος
Ο Ιωάννης Λίνδιος έζησε σε μια μεταβατική περίοδο. Οι συνθήκες που είχαν

διαμορφωθεί με την Άλωση είχαν αρχίσει να αλλάζουν. Νέα σχολεία άρχισαν να

ιδρύονται, τα ελληνικά βιβλία τυπώνονταν σε άφθονους αριθμούς στη Βενετία και

αλλού, παράλληλα όμως άρχισαν να εμφανίζονται και νέες ανατρεπτικές ιδέες.

Ενστερνιζόμενος από τη μια τις θέσεις της παραδοσιακής εκκλησιαστικής ηγεσίας

για έλεγχο του υπόδουλου Γένος και υποστηρίζοντας από την άλλη τις ιδέες του

Φιλοκαλισμού για την ανάγκη επιστροφής στην Παράδοση, προσπάθησε να

συμβάλει με τις δικές του δυνάμεις. Το συγγραφικό του έργο, χωρίς να

χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερη πρωτοτυπία σύλληψης, εντάσσεται στην

προσπάθεια να στρέψει τα αναγνωστικά ενδιαφέροντα του Ελληνισμού στην

παραδοσιακή πατερική Σκέψη και να το απομακρύνει από τις δυτικές επιρροές.

Αν κάτι χαρακτηρίζει συνολικά το συγγραφικό του έργο είναι ακριβώς αυτό, η

προσπάθεια επανασύνδεσης του Ελληνισμού με τις παραδόσεις του, μέσω

εκλαϊκευτικών εκδόσεων και μεταγλωττίσεων.

Θερμές ευχαριστίες οφείλω στη σύμβουλό μου, αναπληρώτρια καθηγήτρια

κα. Άννα Καραμανίδου, που με το συνεχές ενδιαφέρον της για της άγνωστες
μορφές του Υπόδουλου Γένους με ώθησε στο να ασχοληθώ με έναν εν πολλοίς

άγνωστο στη σύγχρονη θεολογική σκέψη συγγραφέα.

Δευτέρα, 25 Φεβρουαρίου 2019 Αναστασία Λειβαδιώτου

4
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ 4
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 5
ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ 8
ΕΙΣΑΓΩΓΗ 9
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α
ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΟ ΈΡΓΟ
1. Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΤΟΥ ΛΙΝΔΙΟΥ 10
2. ΤΟ ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΟ ΤΟΥ ΈΡΓΟ 17

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β
ΙΕΡΑ ΒΙΒΛΟΣ Η ΚΑΛΟΥΜΕΝΗ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΣΑΓΗΝΗ
1. ΤΑ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΕΚΔΟΣΕΩΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ 30
i. Η ΕΚΔΟΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΣΑΓΗΝΗΣ 30
ii. Η ΣΥΓΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΣΑΓΗΝΗΣ 32

2. ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΣΑΓΗΝΗΣ 37


i. ΠΕΡΙ ΜΝΗΣΙΚΑΚΙΑΣ ΚΑΙ ΥΠΕΡΗΦΑΝΕΙΑΣ 38
ii. ΠΕΡΙ ΥΠΟΜΟΝΗΣ ΕΙΣ ΤΑΣ ΘΛΙΨΕΙΣ 40
iii. ΟΜΙΛΙΑ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ 42
iv. ΠΕΡΙ ΕΛΕΗΜΟΣΥΝΗΣ 44
v. ΠΕΡΙ ΕΛΕΗΜΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΣΥΣΤΑΣΕΩΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ, ΕΙΣ 46
ΜΝΗΜΗΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ

vi. ΠΕΡΙ ΑΓΑΠΗΣ 49


vii. ΠΕΡΙ ΑΓΑΠΗΣ 52
viii. ΠΕΡΙ ΚΑΘΑΡΣΕΩΣ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙ ΘΕΩΡΙΑΣ ΘΕΟΥ 54
ix. ΟΜΙΛΙΑ ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΗ ΕΙΣ ΤΑ ΆΓΙΑ ΘΕΟΦΑΝΕΙΑ ΤΟΥ 58
ΣΩΤΗΡΟΣ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
x. ΟΜΙΛΙΑ ΕΓΚΩΜΙΑΣΤΙΚΗ ΕΙΣ ΤΗΝ ΜΝΗΜΗΝ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ 59
ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ
xi. ΟΜΙΛΙΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΜΝΗΜΗΝ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ 59
ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ
xii. ΠΕΡΙ ΠΙΣΤΕΩΣ 64
xiii. ΠΕΡΙ ΥΠΕΡΗΦΑΝΕΙΑΣ 67
xiv. ΠΕΡΙ ΤΑΠΕΙΝΟΦΡΟΣΥΝΗΣ 73

5
xv. ΠΕΡΙ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΩΣ 75
xvi. ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ 76
xvii. ΠΕΡΙ ΚΑΤΑΚΡΙΣΕΩΣ 77
xviii. ΟΜΙΛΙΑ ΕΓΚΩΜΙΑΣΤΙΚΗ ΕΙΣ ΤΟΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜὸΝ ΤΗΣ 78
ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΗΜΩΝ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

xix. ΟΜΙΛΙΑ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ, ΠΕΡΙΕΧΟΥΣΑ ΗΘΙΚΗΝ ΠΕΡΙ ΑΓΑΠΗΣ 78


xx. ΟΜΙΛΙΑ ΕἰΣ ΤΟ ΣΩΤΗΡΙΟΝ ΠΑΘΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ 79
xxi. ΟΜΙΛΙΑ ΤΗ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ 79
xxii. ΟΜΙΛΙΑ ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΗ ΕΙΣ Τὸ ΓΕΝΕΣΙΟΝ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ 80
ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ
xxiii. ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΗ ΕΙΣ ΤΟ ΓΕΝΕΣΙΟΝ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ 80
xxiv. ΟΜΙΛΙΑ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥΣ ΚΑΙ 81
ΠΡΩΤΟΚΟΡΥΦΑΙΟΥΣ ΠΕΤΡΟΝ ΚΑΙ ΠΑΥΛΟΝ
xxv. ΟΜΙΛΙΑ ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΗ ΕΙΣ ΤΟ ΓΕΝΕΣΙΟΝ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΚΑΙ 81
ΑΕΙΠΑΡΘΕΝΟΥ ΜΑΡΙΑΣ

xxvi. ΟΜΙΛΙΑ ΕΓΚΩΜΙΑΣΤΙΚΗ ΕΙΣ ΤΟΝ ΤΙΜΙΟΝ ΣΤΑΥΡΟΝ 81


xxvii. ΟΜΙΛΙΑ ΕΓΚΩΜΙΑΣΤΙΚΗ ΕΙΣ ΤΟΝ ΕΝΔΟΞΟΝ 81
ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟΝ
xxviii. ΠΕΡΙ ΘΛΙΨΕΩΝ ΚΑΙ ΠΕΙΡΑΣΜΩΝ ΟΤΙ ΜΕΓΑ ΤΟ ΕΞ ΑΥΤΩΝ 82
ΟΦΕΛΟΣ

xxix. ΟΜΙΛΙΑ ΠΕΡΙ ΤΑΠΕΙΝΟΦΡΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ὙΠΑΚΟΗΣ ΕΙΣ ΤΟΥΣ 82


ΜΟΝΑΧΟΥΣ, ΚΑΙ ΠΕΡΙ ΣΚΑΝΔΑΛΟΠΟΙΩΝ

xxx. ΟΜΙΛΙΑ ΠΕΡΙ ΚΟΛΑΣΕΩΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ 83


xxxi. ΟΜΙΛΙΑ ΠΕΡΙ ΠΙΣΤΕΩΣ ΚΑΙ ΕΥΣΕΒΕΙΑΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΘΕΟΝ 83

3. ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΣΑΓΗΝΗΣ 84


i. ΕΡΩΤΑΠΟΚΡΙΣΕΙΣ 84
ii. ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΕΡΙ ὙΠΟΜΟΝΗΣ ΠΡΟΣ ΤΙΝΑ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΝ 84
iii. ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΤΙΝΑ ΣΠΟΥΔΑΙΟΝ ΛΕΓΟΝΤΑ, ΟΤΙ Ο ΘΕΟΣ 85
ΑΠΩΛΕΣΕ ΚΑΙ ΤΕΛΕΙΩΣ ΗΦΑΝΙΣΕ ΤΟΝ ΕΠΙΓΕΙΟΝ
ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΝ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΑΣΙΝ ΤΩΝ ΠΡΟΠΑΤΟΡΩΝ
iv. ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΝ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΝ, ΠΕΡΙ 86
ΥΠΟΜΟΝΗΣ ΠΕΙΡΑΣΜΩΝ
v. ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΕΡΙ ΚΟΣΜΙΚΗΣ ΕΝΘΕΟΥ ΔΙΑΓΩΓΗΣ 86
vi. ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΤΙΝΑ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΝ, ΑΤΑΚΤΩΣ ΔΙΑΓΩΝΤΑ 86
vii. ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΠΡΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΝ 87
ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΝ

6
viii. ΠΕΡΙ ΠΑΡΘΕΝΙΑΣ 87
ix. ΠΕΡΙ ΣΧΗΜΑΤΟΣ- Η ἈΛΗΘΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΤΩΝ 87
ΜΟΝΑΖΟΥΣΩΝ
x. ΠΡΟΣ ΤΙΝΑΣ ΜΟΝΑΧΟΥΣ ΠΑΤΕΡΑΣ 87
xi. ΠΕΡΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΔΙΑΓΩΓΗΣ ΠΡΟΣ ΤΙΝΑ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΝ 88
xii. ΠΑΡΑΙΝΕΤΙΚΗ ΠΡΟΣ ΤΙΝΑ ΝΕΟΝ ΣΠΟΥΔΑΙΟΝ 89
xiii. ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΟΜΟΛΟΓΙΑ 89

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ 90

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 92

7
ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ

αρ. αριθμός (οί)

Β(β)λ. βλέπε
επιμ. Επιμέλεια

ΘΗΕ Θρησκευτικὴ καὶ Ἠθικὴ Ἐγκυκλοπαιδεία, τ. 12, Αθήνα, Ἀ.


Μαρτῖνος 1962‐1968.

μτφρ. μετάφραση
ο.π. όπου παραπάνω

Π(π)ρβλ. Παράβαλλε

σ(σ). σελίδα (ες)


τ. τόμος (οι)
υποσημ. υποσημείωση

PG Patrologiae cursus completus, Series graeca, τ. 161, ed. J. ‐ P.


Migne, Paris 1857‐1866.

8
Εισαγωγή
Ο Ελληνικός 18ος αιώνας είναι μια περίοδος έντονων ιδεολογικών ζυμώσεων.

Οι ιδέες του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού αρχίζουν να διαδίδονται στο χώρο της

ελληνικής ή ελληνόφωνης Ανατολής, αμφισβητώντας καθιερωμένες αξίες. Την

ίδια περίοδο το Γένος συνολικά αρχίζει μια ανοδική πορεία που θα καταλήξει στην

εθνική αναγέννηση, λίγες δεκαετίες αργότερα. Η Εκκλησία αυτά τα χρόνια θα

βρεθεί διχασμένη. Από το ένα μέρος η παραδοσιακή ιεραρχία θα αντιμετωπίσει

τις ανατρεπτικές ιδέες που έρχονται εκδίδοντας σειρά από καταδίκες, που τελικά

λίγους κατάφερναν να επηρεάσουν. Από το άλλο μέρος όμως, θα ενεργοποιηθούν

οι δυνάμεις εκείνες που θεωρώντας ότι το καλύτερο μέσω για τη διαφύλαξη της

ιδιοπροσωπίας του Υπόδουλου Γένους είναι η μελέτη της πλούσιας παράδοσης, η

οποία και θα δώσει τα εφόδια για μια νέα εκκίνηση. Η ομάδα αυτή, αποκλεισθείσα

φιλοκαλική από τους φίλους και κολλυβάδες από τους αντιπάλους θα εκφραστεί

κυρίως με την έκδοση των σημαντικοτέρων κειμένων της Πατερικής Παράδοσης

και της διάδοσής τους στον απλό λαό. Ο Ιωάννης ο Λίνδιος, ιεροκήρυκας από τη

Ρόδο, που πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του διδάσκοντας και

κηρύσσοντας στις εκκλησίες, θα προσπαθήσει να συνεισφέρει και αυτός στην όλη

προσπάθεια, αναπτύσσοντας έντονη δραστηριότητα, συγγράφοντας και

εκδίδοντας έργα εκλαϊκευτικής θεολογικής σκέψης.

Η παρούσα εργασία είναι συγκροτημένη σε δύο κύρια κεφάλαια. Το πρώτο,

διαιρεμένο σε δύο μέρη, ανασυντίθεται με όσο μεγαλύτερη ακρίβεια ο βίος τους,


από τη γέννησή του στο νησί της Ρόδου, μέχρι το θάνατό του στο μακρινό

Βουκουρέστι, λίγο πριν το γύρισμα του αιώνα. Στη συνέχεια παρουσιάζεται

συνολικά το συγγραφικό και μεταφραστικό του έργο. Στο δεύτερο Κεφάλαιο,

επιχειρείται μια όσο γίνεται συστηματικότερη παρουσίαση του σημαντικότερου


από τα συγγράμματά του, της Αποστολικής Σαγήνης. Η παρουσίαση αυτή

αρθρώνεται σε τρεις ενότητες, με την πρώτη αφιερωμένη στο ιστορικό της

συγγραφής-έκδοσης, τη δεύτερη να παρουσιάζει την ενότητα τον κηρυγμάτων και

την τρίτη να παρουσιάζει αντίστοιχα την ενότητα των επιστολών του.

9
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄

ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΟ ΕΡΓΟ

1. Ο Βίος του Ιωάννη του Λίνδιου

Λίγα πράγματα είναι γνωστά για τον Ιωάννη τον Λίνδιο1. Γεννήθηκε στο

νησί της Ρόδου, σε κάποιο χωριό της περιοχής Λίνδου, στις αρχές του 18 ου αιώνα2.

Σε νεαρή ηλικία έγινε μοναχός και ενδεχομένως να πέρασε για κάποιο διάστημα

από την Πάτμο, είτε ως μοναχός, είτε ως μαθητής της εκεί Σχολής3, αν και η

υπόθεση αυτή δεν επιβεβαιώνεται από κάποια σύγχρονη μαρτυρία4. Σε κάθε

1 Ακόμα και ως προς το όνομά του υπάρχουν αμφιβολίες. Ενώ σε όλα του τα κείμενα
υπογράφει ως Ιωάννης ο Λίνδιος, ο Καισάριος Δαπόντες, που συνυπήρξε μαζί του στην
Σκόπελο για δέκα χρόνια τον αναφέρει ως Ιωάννη-Ιωάσαφ (ΔΑΠΟΝΤΕΣ, Ιστορικός
Κατάλογος, σ. 125). Το πιθανότερο είναι πως το Ιωάσαφ ήταν το μοναστικό του όνομα και
όταν χειροτονήθηκε ιερέας να το άλλαξε σε Ιωάννης.
2 Σε όλα τα έργα που εξέδωσε ο Ιωάννης υπογράφει ως Ἱωάννης ὁ ἐκ τῆς Λίνδου ή Λίνδιος,
έτσι δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία σχετικά. Αντίθετα η ακριβής ημερομηνία γεννήσεως
παραμένει άγνωστη. Οι περισσότεροι μελετητές την τοποθετούν στις αρχές του 18ου
αιώνα. Ο Αργυρίου στηριζόμενος στο εγκώμιο της νήσου Πάτμου θεωρεί ότι μαθήτευσε
στην Πάτμο, κοντά στον Μακάριο Καλογερά (†1737) και στον Γεράσιμο τον Βυζάντιο
(†1740), κατά την εφηβεία ή την πρώτη νεότητά του βλ. ARGYRIOU, Exegeses grecques, σ. 390,
υποσ. 2.
3 Για τη Σχολή της Πάτμου και για τους δύο αναφερόμενους εδώ δασκάλους (Μακάριο
Καλογερά και Γεράσιμο Βυζάντιο) βλ. ΤΡ. ΕΥΑΓΓΕΛΙΔΗΣ, Ἡ παιδεία ἐπὶ Τουρκοκρατίας
(ελληνικὰ σχολεία ἀπὸ τῆς Ἀλώσεως μέχρι Καποδιστρίου), τ. Β’, Αθήνα 1936, σσ. 102-109.
4 Την υπόθεση αυτή κάνει ο Αργυρίου (ARGYRIOU, Exegeses grecques, σ. 390, υποσ. 2),
στηριζόμενος στα λόγια του για τους δύο δασκάλους της Σχολής. Τη θέση αυτή
υποστηρίζει και ο Μποροβίλος (ΜΠΟΡΟΒΙΛΟΣ, Ορθόδοξη Κηρυκτική Γραμματεία, σ. 381).
Αντίθετα άλλοι ερευνητές (PODSKALSKY, Η Ελληνική Θεολογία επί Τουρκοκρατίας, σ.
442) τον θεωρούν κατά βάση αυτοδίδακτο, ενώ μια τρίτη ομάδα αποφεύγει να λάβει σαφή
θέση (βλ. ΑΜΟΙΡΙΔΟΥ, Ιστορία της ερμηνείας του αριθμού του Θηρίου, σσ. 189-190). Ο
σύγχρονος με τα γεγονότα Αθανάσιος Κομνηνός Υψηλάντης, ο οποίος γνώριζε
προσωπικά τον Ιωάννη (ΚΟΜΝΗΝΟΣ-ΥΨΗΛΑΝΤΗΣ, Τα Μετά την Άλωσιν, σσ. 643-644) και ο

10
περίπτωση ανέπτυξε από αρκετά νωρίς δράση ως ιεροκήρυκας, εργαζόμενος

ταυτόχρονα ως δάσκαλος, πράγμα που προϋποθέτει μια επαρκή κατάρτιση στα

ελληνικά γράμματα5. Φαίνεται ότι έζησε για πάνω από δέκα χρόνια στη Σκόπελο6

και στη συνέχεια ταξίδεψε στο Άγιο Όρος7, τη Θεσσαλονίκη8, την Πάτμο9, την Χίο10

και τη Σμύρνη. Είτε στη Σκόπελο, είτε κατά τη μετάβασή του στο Άγιο Όρος και

τη Θεσσαλονίκη γνωρίστηκε με τον κύκλο των Κολλυβάδων11, εντάχθηκε

οποίος αναφέρεται εκτενώς στην Σχολή της Πάτμου (ο.π., σσ. 314-315) δεν κάνει την
παραμικρή νύξη για σχέσεις μεταξύ του Μακαρίου Καλογερά ή των μαθητών του με τον
Ιωάννη Λίνδιο. Αντίθετα ο ίδιος ο Ιωάννης δηλώνει ότι το 1782/83 βρισκόταν στην Πάτμο
(ΑΜΟΙΡΙΔΟΥ, Ιστορία της ερμηνείας του αριθμού του Θηρίου, 191-192), εποχή κατά την οποία
ασχολήθηκε για πρώτη φορά με την Αποκάλυψη. Έτσι μπορούμε ευλόγως να οδηγηθούμε
στο συμπέρασμα ότι τα όσα γνώριζε για τον Μακάριο και τον Γεράσιμο προέρχονταν από
την παραμονή του στο νησί εκείνη την περίοδο και όχι από κάποια μαθητεία κοντά στους
προαναφερθέντες λογίους (Μακάριο και Γεράσιμο).
5 ΑΜΟΙΡΙΔΟΥ, Ιστορία της ερμηνείας του αριθμού του Θηρίου, σσ. 189-190
6 Η μαρτυρία ότι εργάστηκε ως ιεροκήρυκας στην Σκόπελο προέρχεται από τον ίδιο τον
Ιωάννη (βλ. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 17). Επιπλέον, ο σύγχρονός του και
κάτοικος του νησιού αυτήν την περίοδο Καισάριος Δαπόντες μας πληροφορεί τόσο για την
δεκαετή παραμονή του στο νησί όσο και για τη δράση του ως δασκάλου (βλ. ΔΑΠΟΝΤΕΣ,
Ιστορικός Κατάλογος, σ. 125). Για τον Καισάριο Δαπόντε και τις μετακινήσεις του μεταξύ
Σκοπέλου και Αγίου Όρους αυτήν την περίοδο βλ. Γ. ΣΑΒΒΙΔΗΣ, «Βιο-εργογραφικό
χρονολόγιο Κωνσταντίνου Καισάριου Δαπόντε», στο Γ.Π. Σαββίδης (επιμ.), ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
ΔΑΠΟΝΤΕ, Κήπος Χαρίτων, εκδ. Ερμής, Αθήνα 1995, σσ. 426-428.
7 ΔΑΠΟΝΤΕΣ, Ιστορικός Κατάλογος, σ. 125. Ο Μποροβίλος (ΜΠΟΡΟΒΙΛΟΣ, Ορθόδοξη
Κηρυκτική Γραμματεία, σ. 382 και υποσημ. 5) μάλιστα καταλήγει στο συμπέρασμα ότι κατά
την παραμονή του στο Άγιο Όρος κήρυξε στη Μονή Ξηροποτάμου την ομιλία του περί
θλίψεων και πειρασμών (ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 192-200).
8 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 17, 191-192.
9 ΑΜΟΙΡΙΔΟΥ, Ιστορία της ερμηνείας του αριθμού του Θηρίου, σσ. 191-192.
10 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 12-13.
11 Αν και κατά την προσωπική μας άποψη, είναι πιθανότερο ο Ιωάννης ο Λίνδιος να είχε
γνωρίσει τους Κολλυβάδες στη Σκόπελο, όταν αυτοί, μετά την εκδίωξή τους από το Άγιον
Όρος αποφάσισαν να εγκατασταθούν στις Βόρειες Σποράδες, βλ. ΤΖΩΓΑΣ, Περί
Μνημοσύνων έρις, σσ. 133-138.

11
ιδεολογικά στο κίνημα και διατήρησε την επαφή του με τις ηγετικές μορφές του

Κολλυβαδισμού μέχρι τα τέλη της ζωής του12.

Χωρίς να είναι δυνατό να υπολογιστεί με ακρίβεια ούτε η περίοδος άφιξης

του στην Μακεδονία (Άγιον Όρος-Θεσσαλονίκη) ούτε το διάστημα της εκεί

παραμονής του. Το βέβαιο είναι ότι το 1782/83 βρισκόταν στην Πάτμο13 και από

εκεί, μέσω της Χίου, όπου έμεινε για κάποιο διάστημα, πέρασε στη Σμύρνη. Εκεί

συνδέθηκε με τον μητροπολίτη Προκόπιο14, ο οποίος τον υποστήριξε ηθικά και

υλικά στη συγγραφή και στην έκδοση των τεσσάρων πρώτων έργων του15.

Τον Ιούνιο του 1785 ο Σμύρνης Προκόπιος εξελέγη Οικουμενικός

Πατριάρχης και πήρε τον Ιωάννη μαζί του στην Κωνσταντινούπολη διορίζοντάς

τον ιεροκήρυκα στο Πατριαρχείο16. Τον Μάρτιο του 1786 ο Προκόπιος αποφασίζει

να ανασυστήσει την Μητρόπολη Μυρέων17, στην οποία προσάρτησε τις εξαρχίες

12 ARGYRIOU, Exegeses grecques, σ. 395.


13 ΑΜΟΙΡΙΔΟΥ, Ιστορία της ερμηνείας του αριθμού του Θηρίου, σσ. 191-192.
14 Για τον Μητροπολίτη Σμύρνης και μετέπειτα Οικουμενικό Πατριάρχη Προκόπιο βλ. Δ.
ΔΟΥΚΑΚΗΣ, «Ὁ ἐξ Ἀλαγονίας Προκόπιος, Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης», ΔΧΑΕ, 10 (1911), 72-
74. Ειδικότερα για τη δράση του ως Οικουμενικός Πατριάρχης (που θα μας απασχολήσει
και στη συνέχεια) βλ. ΓΕΔΕΩΝ, Πατριαρχικοί Πίνακες, σσ. 571-574.
15 Για το συγγραφικό του έργο βλέπε στο οικείο κεφάλαιο.
16 Τὸν ἱεροκήρυκα Ἰωάννην, ὅν τινα εἶχε μεθ’ ἑαυτοῦ ὁ πατριάρχης Προκόπιος ἐλθὼν ἀπὸ τῆς
Σμύρνης καὶ αποκατέστησεν ἱεροκήρυκα τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας. ΚΟΜΝΗΝΟΣ-ΥΨΗΛΑΝΤΗΣ,
Τα Μετά την Άλωσιν, σ. 643. Το πιθανότερο είναι ο διορισμός του Ιωάννη να έλαβε χώρα
τον Αύγουστο του 1785, περίοδο από την οποία ο Προκόπιος αρχίζει να ασκεί την
πατριαρχική εξουσία (βλ. ΓΕΔΕΩΝ, Πατριαρχικοί Πίνακες, σ. 572). Αν και ο διορισμός του σε
Ιεροκήρυκα της Μεγάλης Εκκλησίας χρονολογείται ρητώς από τον Αθανάσιο Κομνηνό-
Υψηλάντη στα 1786, ο Ιωάννης όλα τα έργα του που εξέδωσε πριν την εκλογή του ως
Μητροπολίτη(1785-1786), τα υπέγραφε ως Αποστολικός Ιεροκήρυξ. Δεδομένου ότι αυτήν
την περίοδο ακόμα δεν έχει καθιερωθεί η απονομή του συγκεκριμένου τίτλου (βλ. Γ.
ΜΠΟΡΟΒΙΛΟΣ, «Ἐμφάνισις καὶ Καθιέρωσις τοῦ ὄρου “Ἱεροκήρυξ”. Οἱ ἱεροκήρυκες τῆς
Μεγάλης Ἐκκλησίας κατὰ τοὺς ΙΗ’ καὶ ΙΘ’ αἰ.», Θεολογία, 62 (1991), 569-581) δεν μπορούμε
να ξέρουμε αν αυτός του είχε απονεμηθεί επίσημα ή απλά τον χρησιμοποιούσε λόγω της
τριβής του με το κηρυκτικό έργο.
17 Η Μητρόπολη αυτή έμενε κενή από τις αρχές του 15ου αι. λόγω αδυναμίας συντηρήσεώς
της, βλ. G. FEDALTO, Hierarchia Ecclesiastica Orientalis, vol. I, εκδ. Messaggero, Πάδοβα, 1988,

12
Λιβύσου, Καστελορίζου και τη Μονή του Αγίου Νικολάου 18. Ως μητροπολίτη

τοποθέτησε τον Ιωάννη, ο οποίος και φρόντισε να αγοράσει από τον Αθανάσιο

Κομνηνό-Υψηλάντη τα δικαιώματά του επί της Εξαρχίας Καστελορίζου και

Λιβυσίου αντί χιλίων γροσίων19.

Σύμφωνα πάντα με τον Αθανάσιο Κομνηνό-Υψηλάντη οι κάτοικοι της

νεοσυσταθείσας Μητρόπολης ήσαν γενικά ατίθασοι απέναντι στους ποιμένες

τους20. Επιπλέον φαίνεται ότι εκμεταλλεύονταν το καθεστώς πατριαρχικής

εξαρχίας που απολάμβαναν για να καταχρώνται τα εκκλησιαστικά εισοδήματα

της Μονής και του προσκυνήματος του Αγίου Νικολάου 21. Ο Ιωάννης,

αναλαμβάνοντας τον άμεσο έλεγχο της περιοχής προσπάθησε να ελέγξει την

κατάσταση, με τρόπο όμως που χαρακτηρίστηκε από οξύτητα και έλλειψη

σσ. 206-207. Πρβλ. ΣΠ. ΒΡΥΩΝΗ, Η Παρακμή του Μεσαιωνικού Ελληνισμού στη Μικρά Ασία
και η διαδικασία Εξισλαμισμού (11ος-15ος αιώνας), ΜΙΕΤ, Αθήνα 2000, σσ. 287-288.
18 ΓΕΔΕΩΝ, Πατριαρχικοί Πίνακες, σ. 572.
19 ΚΟΜΝΗΝΟΣ-ΥΨΗΛΑΝΤΗΣ, Τα Μετά την Άλωσιν, σ. 644. Σχετικά με την Εξαρχία
Καστελορίζου και Λιβυσίου καθώς και για το καθεστώς εποπτείας της από τον μ.
σκευοφύλακα Αθανάσιο Κομνηνό-Υψηλάντη βλ. ΜΑΧΗ ΠΑΪΖΗ-ΑΠΟΣΤΟΛΟΠΟΥΛΟΥ, Ο
Θεσμός της Πατριαρχικής Εξαρχίας, 14ος-19ος αιώνας, [ΕΙΕ, Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών,
54], Αθήνα 1995, σσ. 180-181. Πρβλ. Ν. ΒΕΗΣ, «Συνοδικὸν γράμμα τοῦ Οἰκουμενικοῦ
Πατριάρχου Σωφρονίου Β’ περὶ τῶν παροικιῶν Καστελλορίζου καὶ Λειβησίου ἐν σχέσει
πρὸς τὴν Μητρόπολιν τῆς Πισιδίας καὶ τὸν Ἀθανάσιον (Κομνηνὸν) Ὑψηλάντην»,
Μικρασιατικά Χρονικά, 4 (1948), 1-8. Σύμφωνα με τον Σέργιο Μακραίο η εξαγορά των
εξαρχικών δικαιωμάτων του Κομνηνού-Υψηλάντη ήταν αναγκαία προϋπόθεση για την
ανασύσταση της Μητροπόλεως Μύρων (Μακραίος, Ὑπομνήματα Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας,
σ. 351).
20 Τὴν ἐξαρχίαν μου Λιβύσι καὶ Καστελλόρροιζον ὡς κυριάρχης καὶ πληρεξούσιός της τὴν
εἶχα δώσει ἐπιτροπικῶς, ὡς σύνηθες, τῷ Πισσιδείας· ἡ Πανιερότης του παρηνώχλει τοὺς
κατοικητὰς Καστελλορροίζου τε καὶ Λιβυσίου· τούτου γιγνομένου ἐπὶ οὐκ ὀλίγους χρόνους
ἀδιακόπως τέλος πάντων μὲ ἔστειλαν ἀναφορὰν μὲ ὑπογραφὰς καὶ σφραγίδας ὑπὲρ τὰς 100,
λαϊκῶν τε καὶ τοῦ ἱεροῦ κατάλόγου ἐκκλησιαστικῶν, ἐκλιπαροῦντες καὶ δεόμενοι τὴν
λύτρωσιν τῶν κακῶν καὶ τὴν ἔξωσιν τοῦ Πισσιδείας. ΚΟΜΝΗΝΟΣ-ΥΨΗΛΑΝΤΗΣ, Τα Μετά την
Άλωσιν, σ. 643.
21 Φθάσας ἐκεῖσε εὗρεν ἱεροσυλίας τῶν ἐπιτρόπων τοῦ μοναστηρίου τοῦ Ἁγίου Νικολάου,
κειμένου καταντικρὺ τοῦ Καστελλορροίζου ἐπὶ τῆς Ἀσίας· οἱ ἐπίτροποι ἦσαν
Καστελλορροιζιῶται. ΚΟΜΝΗΝΟΣ-ΥΨΗΛΑΝΤΗΣ, Τα Μετά την Άλωσιν, σ. 644.

13
διπλωματικότητας22, με αποτέλεσμα να προκληθεί έντονη αντίδραση μεταξύ των

κατοίκων της περιοχής, οι οποίοι τον ανάγκασαν να εγκαταλείψει την έδρα του

και να καταφύγει αρχικά στη Ρόδο. Ο εκεί μητροπολίτης Ρόδου Καλλίνικος

προσπάθησε να τα συμβιβάσει, για να κατηγορηθεί όμως από τον Ιωάννη ότι

υποστηρίζει τους κατοίκους του Καστελορίζου (δηλ. τους καταχραστές)23. Έτσι

σύντομα ο Ιωάννης επιστρέφει στην Κωνσταντινούπολη για να ζητήσει τη

βοήθεια του προστάτη του Πατριάρχη. Αυτή τη φορά ξεκίνησε το ταξίδι στην

περιοχή συνοδευόμενος από τον μητροπολίτη Κυτείου, ο οποίος ανέλαβε να

συμβιβάσει τον Ιωάννη με το ποίμνιό του. Σαν ένα πρόσθετο μέτρο ειρήνευσης

προτάθηκε στον Ιωάννη να μεταβεί στην Κύπρο, ως ιεροκήρυκας, και όταν

ηρεμήσουν τα πνεύματα να επιστρέψει στο Καστελόριζο24. Όμως και αυτήν την

φορά ήρθε σε σύγκρουση με τους κατοίκους της περιοχής25. Το 1789 ή το 1790

αναγκάστηκε για δεύτερη φορά να εγκαταλείψει την έδρα του και να καταφύγει

πρώτα στη Χίο και στη συνέχεια στα Μοσχονήσια και τη Σμύρνη26. Την ίδια

22 Δὲν ηὐχαριστήθη (ὁ Ἱωάννης) νὰ ἐμποδίσῃ εἰς τὸ ἑξῆς τὴν ἱεροσυλίαν, μόνον, ὡς


ἀπολίτευτος, ἀπεφάσισε ν’ ἀποκτήσῃ τὰ κλαπέντα καὶ τοὺς ἐβίαζε εἰς πληρωμήν· μὴ
ἔχοντας τὸν τρόπον τῆς πληρωμῆς ἤλεγχεν ἐπ’ἐκκλησίας, καὶ τέλος τοὺς ἀφώρισε καὶ ἅπαξ
καὶ δίς. ΚΟΜΝΗΝΟΣ-ΥΨΗΛΑΝΤΗΣ, Τα Μετά την Άλωσιν, σ. 644.
23 Καταφυγὼν εἰς τὴν Ῥόδον, ὁ Ῥόδου ἐφρόντισε νὰ τὸν συμβιβάσῃ μὲ τὸ ποίμνιον. Διὰ τὸ
ἀπολίτευτόν του μεμφόμενός τον πῶς ὑπερμάχεται τῶν Καστελλορροιζιωτῶν, φυγὼν
ἐκεῖθεν ἦλθεν εἰς τὴν Πόλιν. ΚΟΜΝΗΝΟΣ-ΥΨΗΛΑΝΤΗΣ , Τα Μετά την Άλωσιν, σ. 644.
24 Ὁ Προκόπιος συστήσας πάλιν μὲ συνοδικὰ γράμματα τὸν ἔστειλε μὲ τὸν Κυτείου
ἀπερχόμενον εἰς τὴν Κύπρον. ἐλθόντες εἰς τὸ Καστελλόρροιζον ὁ Κυτείου ἐμεσολάβησε διὰ
τὴν εἰρηνοποίησιν καὶ διὰ νὰ τοὺς καταπείσῃ εἶπεν ὅτι ὡς ἀναγκαῖον καὶ προκομμένον πρέπει
νὰ τὸν πάρῃ μαζή του εἰς τὴν Κύπρον διὰ νὰ κηρύξῃ τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ· οὕτως ἔγινε, καὶ
μετὰ χρόνον ἐπανῆλθεν ὁ Ἰωάννης εἰς τὸ Καστελλόρροιζον. ΚΟΜΝΗΝΟΣ-ΥΨΗΛΑΝΤΗΣ, Τα
Μετά την Άλωσιν, σ. 644. Μάλιστα η διατύπωση του συγκεκριμένου χωρίου μας οδηγεί στο
συμπέρασμα ότι έδρα της ανασυσταθείσας Μητροπόλεως Μύρων ήταν το Καστελόριζο.
25 Ἀλλὰ τῷ ἔτει 1789 ἔγραφε τῇ συνόδῳ ὀνομάζων τοὺς ἐπαρχιώτας του κακοὺς καὶ
τρισκαταράτους. ΚΟΜΝΗΝΟΣ-ΥΨΗΛΑΝΤΗΣ, Τα Μετά την Άλωσιν, σ. 644.
26 Ἐν τῇ Χίῳ ὅτε ὑπὸ τῆς ἐπαρχίας μου δεινῶς καταδιωκόμενος, εἰς τὰ ἐκεῖσε κατέφυγον· καὶ
μέρος ἐν Μοσχονησίοις, παρά τε τοῦ φιλαδέλφου ἁγίου Μοσχοννησίων καὶ παρὰ τῶν
εὐλογημένων Μοσχοννησιωτῶν ξενιζόμενος· εἶτε ἐκεῖθεν ἀπάρας, ἀπῆλθον εἰς Σμύρνην.

14
περίοδο ο νέος Πατριάρχης Νεόφυτος αποφάσισε να θέσει το Καστελόριζο, το

Λιβύσιο και τις μονές του Αγίου Νικολάου και του Αγίου Γεωργίου στη

δικαιοδοσία του Πισσιδείας27 και ταυτόχρονα να εξορίσει τον Ιωάννη στη μονή

Ιβήρων στο Άγιο Όρος (καλοκαίρι 1790)28. Περιστατικά που ο ίδιος ο Ιωάννης

περιγράφει με πολλή πικρία: ὑπὸ πατριαρχικοῦ ἐξάρχου διὰ βασιλικοῦ φερμανίου

ἁρπαγεὶς ὡς κακοῦργος καὶ ἀποκομισθεὶς εἰς τὸ ἅγιον Ὄρος, κατεκλείσθην ἐν τῇ

σεβασμίᾳ μονῇ τῶν Ἰβήρων ἐξόριστος 29.

Ο εγκλεισμός του στο Άγιον Όρος κράτησε μια τριετία, η οποία φαίνεται ότι

ήταν αρκετά δύσκολη30. Από εκεί ο Ιωάννης επιχείρησε ανεπιτυχώς, πιθανότατα

το 1792-1793 να επιστρέψει στην έδρα του31. Από όσα γράφει ο ίδιος αντιμετώπιζε

αρκετά προβλήματα με τους εκεί μοναχούς, οι οποίοι δεν έδειχναν τον

προσήκοντα σεβασμό για το αξίωμά του. Το χαρακτηριστικότερο επεισόδιο αφορά

τον διαπληκτισμό του με τον βιβλιοθηκάριο της Μονής Ιβήρων, όταν αυτός τον

επιτίμησε αυστηρά για ένα σημείωμα που έκανε σε κάποιο βιβλίο που είχε

δανειστεί για να διαβάσει32. Επίσης, κατά το διάστημα της παραμονής του εκεί

ολοκλήρωσε την επεξεργασία της Ερμηνείας του Μεγάλου Κανόνα που μαζί με

έναν Λόγο του στον άγιο Διονύσιο Αιγίνης εξέδωσε στη Βιέννη το 179633. Τελικά

στις αρχές του 1793, αφού έχασε κάθε ελπίδα αποκατάστασης, αναχώρησε για την

ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Ερμηνεία Μεγάλου Κανόνος, γ’ σελίδα της εισαγωγής (χωρίς αρίθμηση
σελίδων).
27 ΓΕΔΕΩΝ, Πατριαρχικοί Πίνακες, σσ. 575-576.
28 ARGYRIOU, Exegeses grecques, σ. 391.
29 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Ερμηνεία Μεγάλου Κανόνος, γ’ σελίδα της εισαγωγής.
30 Ἔνθα ἀντιπαλαίω τριετίαν ἤδη πολλαῖς σωματικαῖς κακοπαθείαις καὶ θλίψεσι διὰ τὴν
ἄκραν πτωχείαν μου. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Ερμηνεία Μεγάλου Κανόνος, γ’ σελίδα της
εισαγωγής (χωρίς αρίθμηση σελίδων).
31 ARGYRIOU, Exegeses grecques, σ. 391.
32 ΑΜΟΙΡΙΔΟΥ, Ιστορία της ερμηνείας του αριθμού του Θηρίου, σ. 192.
33 Στην προμνημονευθήσα εισαγωγή στην έκδοση της Ερμηνείας του Μεγάλου Κανόνος
περιγράφει τα όσα υφίστατο στο Άγιον Όρος σε χρόνο ενεστώτα, μάλιστα σε μια
αποστροφή του λόγου του αναφέρεται και στην Ερμηνεία της Αποκάλυψης, της οποίας η
συγγραφή έπεται του Μ. Κανόνος, βλ. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Ερμηνεία Μεγάλου Κανόνος,
εισαγωγή, σσ. γ’-δ’, χωρίς σελιδαρίθμηση.

15
Βλαχία34. Κάποιοι υποθέτουν ότι αποφάσισε να μεταβεί εκεί κατόπιν προτροπής

από κάποια μέλη του κινήματος των Κολλυβάδων 35, δεδομένου μάλιστα ότι

διατηρούσε τη φήμη ικανού και αυστηρά θεολογικού ιεροκήρυκα. Θα ζήσει εκεί τα

τελευταία του χρόνια και θα τελειώσει τις μέρες του, σε μια μονή κοντά στο

Βουκουρέστι τον Απρίλιο του 179636.

34 ARGYRIOU, Exegeses grecques, σ. 391.


35 Εκείνη την περίοδο (1793), όπως μας μαρτυρείται από την αλληλογραφία του, είχε
ολοκληρώσει τη συγγραφή της Ερμηνείας στην Αποκάλυψη και την είχε στείλει για
έλεγχο στον Ραφαήλ Καυσοκαλυβίτη, βλ. ARGYRIOU , Exegeses grecques, σ. 394-395. Όμως η
υπόθεση ότι ο αναφερόμενος στην περίπτωση Ραφαήλ Καυσοκαλυβίτης (για τον οποίον
θα γίνει λόγος και στη συνέχεια) όντας ηγούμενος στη μονή Hurez στη Ρουμανία,
φιλοξένησε τον Ιωάννη κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής του (βλ. ΜΠΟΡΟΒΙΛΟΣ,
Ορθόδοξη Κηρυκτική Γραμματεία, σ. 383), δεν επιβεβαιώνεται από καμία πηγή, σίγουρα
όχι από τα στοιχεία που προσκομίζει ο ΜΠΟΡΟΒΙΛΟΣ, και πρέπει να απορριφθεί. Στην
απόρριψη αυτής της υπόθεσης συνηγορούν πρόσθετα στοιχεία αντληθέντα από το αρχείο
της Μ. Μεγίστης Λαύρας (βλ. ΠΑΤΑΠΙΟΣ, «Άσκηση και Λογιότητα στη Σκήτη
Καυσοκαλυβίων», σσ. 155-156) καθώς και η ίδια η αλληλογραφία που διατηρούσαν μεταξύ
τους Ραφαήλ και Ιωάννης (βλ. οικεία ενότητα).
36 ARGYRIOU, Exegeses grecques, σ. 391.

16
2. Το συγγραφικό του έργο

Οι πληροφορίες που έχουμε για τη ζωή του Ιωάννη είναι αποσπασματικές.

Κάποιες από αυτές προέρχονται από τις εισαγωγές των εκδεδομένων έργων του.

Τόσο από αυτές, όσο και από το σύνολο του έργου του, προκύπτει ότι αυτός

συνειδητά ήταν ένας θρησκευτικός συγγραφέας. Αν και εργάστηκε για πολλά

χρόνια ως δάσκαλος δεν μας σώζεται κανένα έργο του σχετικό με τη

δραστηριότητά του αυτή, ούτε κάποιο μαθηματάριο που να μας επιτρέπει να

μελετήσουμε το εκπαιδευτικό του πρόγραμμα. Αντίθετα, όσο ακόμα ζούσε

επιδίωξε να εκδώσει τα έργα του εκείνα τα οποία πιστοποιούσαν τη δράση του ως

ιεροκήρυκα. Έτσι τα συγγράμματά του ανήκουν κυρίως στο ομιλητικό είδος. στην

κατηγορία των εκλαϊκευτικών θρησκευτικών κειμένων και σε μεταφράσεις

κειμένων της κλασσικής πατερικής γραμματείας στη δημώδη ελληνική.

Ιδεολογικά μπορούν να τοποθετηθούν στο πλαίσιο της κίνησης του

Κολλυβαδισμού, χωρίς όμως την ευρύτητα και πρωτοτυπία των μεγάλων

Κολλυβάδων (Μακάριος Νοταράς, Αθανάσιος Πάριος και Νικόδημος Αγιορείτης),


παρόλο που στους συγχρόνους του είχε τη φήμη ευδόκιμου διδασκάλου και

ειδήμονα των Γραφών37. Τα έργα του, όπως αυτά παραδίδονται από τους

μελετητές του είναι τα εξής:

Ἱερὰ Βίβλος ἡ καλουμένη Ἀποστολικὴ Σαγήνη.

Πρόκειται για το παλαιότερο έργο του και το πρώτο χρονικά από τα

εκδεδομένα. Εκδόθηκε στη Βενετία το 1785 από το τυπογραφείο του Νικολάου

Γλυκή. Στην έκδοση αυτή συμπεριλήφθησαν και κάποια ελάσσονα κείμενά του.

Θα παρουσιαστεί αναλυτικά στο επόμενο κεφάλαιο.

37 ΚΟΜΝΗΝΟΣ-ΥΨΗΛΑΝΤΗΣ, Τα Μετά την Άλωσιν, σ. 643.

17
Τὸ ἱερὸν Ἆσμα τῶν Ἀσμάτων τοῦ σοφοῦ Σολομῶντος, ἐξηγηθὲν

μὲν καὶ κατὰ δύναμιν διασαφησθέν.

Το έργο αυτό γράφτηκε εξ ολοκλήρου στη Σμύρνη, το 1783, στην οικία του

άρχοντα χατζή-Γεωργίου Πετρή, ο οποίος υπήρξε ο κύριος χορηγός του

συγγραφέα μιας και εκτός από τη φιλοξενία του προσέφερε και όλα τα μέσα για

να ασχοληθεί με τη συγγραφή χωρίς άλλες βιοτικές ασχολίες 38. Εκδόθηκε στη

Βενετία το 1785 από το τυπογραφείο του Νικολάου Γλυκή39. Το έργο αφιερώνεται

στον μητροπολίτη Σμύρνης Προκόπιο, τον οποίον ευχαριστεί για την προστασία

που του προσφέρει40. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο κατάλογος των

συνδρομητών για την έκδοση του έργου41, γιατί σε αυτόν φιγουράρουν τα ονόματα

μερικών από τους διαπρεπέστερους Χιώτες εμπόρους που ήσαν εγκατεστημένοι

στη Σμύρνη42. Επίσης μεταξύ των συνδρομητών εμφανίζεται και ο Κύπριος

κληρικός Μελέτιος43, πράγμα που μπορεί να εξηγήσει τη διάδοση του έργου του

38 Ὅπερ εξηγήθη θείῳ ἐλέει καὶ τῇ χάριτι τῆς Ἀειπαρθένου Νύμφης καὶ Θεοτόκου εἰς τὴν
περίφημον καὶ θεοστήρικτον πόλιν τῆς Σμύρνης ἐν τῷ ,αψπγ’ ἀπὸ Χριστοῦ ἐν τῇ οἰκίᾳ τοῦ
φιλοχρίστου ἄρχοντος κυρίου χατζῆ Γεωργίου Πετρῆ, παρ’ οὗ καὶ ἔλαβον πᾶσαν σωματικήν
μου χρείαν τε καὶ ἀνάπαυσιν. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Άσμα Ασμάτων, σ. 334.
39 Μάλιστα η άδεια από την βενετική λογοκρισία για την εκτύπωση του βιβλίου δόθηκε
στις 12 Απριλίου 1785, ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Άσμα Ασμάτων, σ. 16α (η σελιδαρίθμηση του
συγκεκριμένου βιβλίου είναι διπλή, οι πρώτες 16 σελίδες, όπου οι αφιέρωση και τα
εισαγωγικά έχουν αυτοτελή αρίθμηση από το υπόλοιπο κείμενο που αρχίζει με το κυρίως
κείμενο. Για να μην υπάρξει σύγχυση επιλέξαμε στις πρώτες 16 σελίδες των εισαγωγικών
να θέσουμε το α σε θέση δείκτη).
40 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Άσμα Ασμάτων, σσ. 8α-10α.
41 Δημοσιεύεται στο ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Άσμα Ασμάτων, σσ. 13α-15α. Αναδημοσιεύτηκε από
τον Γ. Α. [=Αναστασιάδης], «Ἡ φιλομουσία τῆς Σμύρνης», Μικρασιατικά Χρονικά, 6 (1965),
369-372.
42 Βλ. Ίων (ψευδώνυμο), «Χρονογράφημα: Ὁ Ἀγὰς ὁ Χίος», Νέα Χίος. ἐφημερὶς πολιτική,
φιλολογικὴ καὶ εμπορική, έτος Γ’, αρ. φυλλ. 251 (Δευτέρα 29 Απριλίου 1913), σ. 1.
43 Αρχιμανδρίτης του Παναγίου Τάφου Μελέτιος ο Κύπριος, βλ. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Άσμα
Ασμάτων, σ. 13α.

18
σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα μέχρι και την Εγγύς Ανατολή44. Ένα επιπλέον

στοιχείο του καταλόγου των συνδρομητών είναι ότι οι συνδρομητές (με πρώτο τον

Προκόπιο που προαγόρασε 30) εγράφησαν συνολικά για 350 αντίτυπα, που

σημαίνει ότι οι προύχοντες της Σμύρνης στην πραγματικότητα προαγόρασαν ένα

«τράβηγμα» του έργου45.

Αν και το κείμενο τυπικά είναι ερμηνευτικό, έχει έντονο ρητορικό

χαρακτήρα, με σχήματα και εκφράσεις που μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι

στηρίχτηκε για τη σύνταξη αυτού του έργου σε παλαιότερα κηρύγματά του

σχετικά με το Άσμα Ασμάτων. Η γλώσσα είναι μια εξευγενισμένη μορφή της

δημώδους, παρόμοια με τη γλώσσα της εκκλησιαστικής ρητορικής κατά την

περίοδο της Τουρκοκρατίας. Κεντρική ιδέα είναι η Εκκλησία, ως η φιλόστοργος

μητέρα που παρέχει τις δωρεές του Αγίου Πνεύματος και οδηγεί τα τέκνα της προς

τη Σωτηρία.

Τοῦ ἐν ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν Ἰωάννου Ἀρχιεπισκόπου

Κωνσταντινουπόλεως τοῦ Χρυσοστόμου, τόμος πρῶτος

Χρυσοπηγὴ καλούμενος, ἐν ᾧ περιέχεται ἡ ἐξήγησις καὶ

διασάφησις τῆς Κοσμογενέσεως τοῦ Προφήτου Μωϋσέως.

Το ογκώδες αυτό έργο ετοιμάστηκε στη Σμύρνη μεταξύ του Νοεμβρίου 1783
και Νοεμβρίου 178446, έλαβε άδεια από την βενετική λογοκρισία στις 15

44 Βλ. Μαργαρίτα Ιωάννου, “Παρὰ πᾶσι ζηλωτῆς τῶν γραμμάτων ἐπιδόσεως”: Πετράκης
Καρίδης, ένας λόγιος της εποχής του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, διδακτορική διατριβή
εκπονηθήσα στο Τμήμα Βυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου
Κύπρου, Λευκωσία 2013, τ. Α’, σσ. 246-247, τ. Β’, σ. 574.
45 Ένα σύνηθες «τράβηγμα» για αυτήν την περίοδο κυμαίνεται στα 500-1000 αντίτυπα,
πράγμα που καθιστά το Άσμα Ασμάτων με την προεγγραφή των 350 αντιτύπων
αξιωσημείωτη περίπτωση για την περίοδο, βλ. ΒΕΛΟΥΔΗΣ, Τυπογραφείο Γλυκήδων, σσ. 114-
115.
46 Αὕτη ἡ Θεόπνευστος Βίβλος, ὁποῦ μετὰ χεῖρας βαστάζετε, ἥτις μετεφράσθη διὰ τῆς ἐμῆς
δεξιᾶς εἰς ἕνα χρόνον ὁλόκληρον. Εἰς τὰς ἀρχὰς τοῦ Νοεμβρίου ἤρξατο καὶ εἰς τὴν μέσην τοῦ
ἄλλου Νοεμβρίου ἐτελειώθη μὲ τοῦ Θεοῦ μου τὴν ἐξ ὕψους βοήθειαν. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ,
Χρυσοπηγή, σ. ζ’.

19
Δεκεμβρίου 178547 και τυπώθηκε από τον Δημήτριο Θεοδοσίου κατά το α’ εξάμηνο

του 1786, πριν την εκλογή του Προκοπίου48 ως Οικουμενικού Πατριάρχη. Αν και

αναγγέλλει την έκδοση και δεύτερου τόμου49, στο πρακτικό των λογοκριτών

αναφέρεται μόνον ο πρώτος τόμος50· αν τελικά ο Ιωάννης συνέγραψε και δεύτερο

τόμο με έργα του Χρυσοστόμου, αυτός δεν ήρθε ποτέ στο φώς51.

Πρόκειται για απόδοση σε δημώδη γλώσσα με επεξήγηση της συλλογής των

67 ομιλιών του Ιωάννη Χρυσοστόμου στην οποία ερμηνεύει ολόκληρο το βιβλίο

της Γενέσεως52. Εδώ ο Ιωάννη ο Λίνδιος επιλέγει να εκδώσει τις 65 από τις 67,

παραλείποντας την Α’ (παραινετική, σχετικά με τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή)53 και

την ΙΑ’ (Περί Αρετής και μιμήσεως των αγίων)54 από τη συλλογή. Άξιο μνείας είναι

το γεγονός ότι ο Λίνδιος συνδέει τα τρία εκδοθέντα μέχρι τότε έργα του

(Αποστολική Σαγήνη, Ερμηνεία στο Άσμα Ασμάτων και Χρυσοπηγή) και τη δράση

του ως ιεροκήρυκα σε ένα ευρύτερο σχέδιο με σκοπό την πνευματική ωφέλεια των

Ορθοδόξων55, χωρίς να κάνει καμία αναφορά στις νέες ιδέες που κυκλοφορούσαν

την περίοδο εκείνη, ιδίως στη Σμύρνη και τη Χίο.

Ἐρμηνεία τοῦ Θείου καὶ Ἱεροῦ Μεγάλου Κανόνος.

Πρόκειται για μια εκτεταμένη ερμηνεία των εκατό τροπαρίων των τριών

πρώτων ωδών του Μεγάλου Κανόνα του αγίου Ανδρέου Κρήτης. Το έργο

γράφτηκε το 1789-1790. Η συγγραφή του ξεκίνησε στο Καστελόριζο, όταν ακόμα

47 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Χρυσοπηγή, σ. η’.


48 Ο οποίος μάλιστα Προκόπιος αναφέρεται ως χορηγός, μαζί με τους άρχοντες της
Σμύρνης, στην έκδοση του βιβλίου.
49 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Χρυσοπηγή, σ. στ’.
50 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Χρυσοπηγή, σ. η’.
51 LEGRAND, Bibliographie Hellénique au dix-huitième siècle, σ. 463.
52 ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Λόγοι εἰς τὴν Γένεσιν, PG 53, 23-386; 54, 385-580. Πρβλ. Π.
ΧΡΗΣΤΟΥ, Ελληνική Πατρολογία, τ. Δ’, Περίοδος Θεολογικής Ακμής, Δ’ και Ε’ αιώνες, εκδ.
Κυρομάνος, Θεσσαλονίκη 1989, σσ. 279-280.
53 PG 53, 23-26.
54 PG 53, 90-98.
55 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Χρυσοπηγή, σ. ζ’.

20
ο Ιωάννης ζούσε εκεί ως μητροπολίτης Μύρων και συνέχισε τη συγγραφή κατά

την περιπλάνησή του στη Χίο, στα Μοσχοννήσια και στη Σμύρνη56. Μετά τον

εγκλεισμό του στη Μονή Ιβήρων στο Άγιο Όρος ολοκλήρωσε το έργο και το

ετοίμασε για έκδοση. Μαζί με δύο ελάσσονα έργα του (πρόκειται για τα δύο που

αναφέρονται στη συνέχεια) εκδόθηκε στη Βιέννη το 1796, από το τυπογραφείο των

αδερφών Μαρκιδών-Πούλιου57. Το έργο επανεκδόθηκε στις μέρες μας στη

δημοτική από την Μονή Παρακλήτου με τον εύστοχο τίτλο Θησαυρός Μετανοίας58.

Η γλώσσα του κειμένου είναι η χαρακτηριστική εξευγενισμένη μορφή της

δημώδους που χρησιμοποιείτο συχνά από τους ιεροκήρυκες στα χρόνια της

ύστερης Τουρκοκρατίας. Ο σκοπός του έργου είναι να σώσει όσους το διαβάσουν

από τη δαιμονική επιβουλή59. Από τα λεγόμενά του στην εισαγωγή, καθώς και

από τον τρόπο που πραγματεύεται τα ζητήματα της σκλαβιάς των Εβραίων στον

Φαραώ60, θα μπορούσε κάποιος μελετητής να τον κατατάξει στην ομάδα των

56 Βλ. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Ερμηνεία Μεγάλου Κανόνος, σ. γ’ (της εισαγωγής).


57 Συχνά στη βιβλιογραφία αναφέρεται ότι εκτός από τα δύο εγκωμιαστικά κείμενα προς
τιμήν του αγίου Ανδρέου Κρήτης και του αγίου Διονυσίου Ζακύνθου, σε αυτόν τον τόμο
συμπεριέλαβε και ένα τμήμα της Ερμηνείας του στην Αποκάλυψη (το ήμισυ του Α’
κεφαλαίου). Όμως από αυτοψία που κάναμε στο αντίτυπο αυτής της έκδοσης που
φυλάσσεται στη συλλογή του Ιδρύματος Ωνάση δεν εντοπίσαμε κάποιο απόσπασμα από
την Ερμηνεία στην Αποκάλυψη. Η μόνη αναφορά γίνεται στην εισαγωγή αυτού του έργου,
όπου ο Ιωάννης δηλώνει ότι καὶ πᾶσαν τὴν ἱερὰν ἀποκάλυψιν ἐλέει Θεοῦ κατὰ δύναμιν
διηρμήνευσα (ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Ερμηνεία Μεγάλου Κανόνος, σ. δ’). Το πιθανότερο είναι
η σύντομη αυτή αναφορά στην Ερμηνεία της Αποκάλυψης να προκάλεσε αυτήν την
σύγχυση στον Δημητρακόπουλο, ο οποίος δεν είχε μελετήσει το έντυπο (βλ.
ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, Προσθῆκαι καὶ Διορθώσεις, σ. 108), η οποία σύγχυση αναπαράγεται
έκτοτε, δεδομένης της σπανιότητας αυτής της πρώτης εκδόσεως.
58 Εμείς εδώ προτιμούμε να παραπέμπουμε στη νεώτερη έκδοση η οποία είναι εύκολα
προσβάσιμη. Οι αναφορές στην αρχική έκδοση (του 1796) γίνεται μόνο για τα τμήματα που
δεν έχουν επανεκδοθεί στη νέα έκδοση.
59 Τὸ ὁποῖον ἐλπίζω, ὅτι θέλει καταπληγώσει καιρίως τοὺς πονηροὺς Δαίμονας καὶ ἐξαρπάσει
πολλὰς ψυχὰς ἐκ τοῦ διαβολικοῦ φάρυγγος μὲ τὰς κατανυκτικὰς διδασκαλίας καὶ
παραινέσεις του. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Ερμηνεία Μεγάλου Κανόνος, σ. γ’ (της εισαγωγής).
60 Βλ. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Θησαυρός Μετανοίας, σσ. 16-17.

21
συντηρητικών αντιδιαφωτιστών61, όμως το προσωπικό κηρυγματικό του ύφος και

ο εκλαϊκευτικός χαρακτήρας του έργου του, πρέπει να μας οδηγήσουν στο

συμπέρασμα ότι αυτό γράφτηκε με καθαρά παιδαγωγικό σκοπό και χωρίς κάποια

πολεμική στόχευση.

Με αφορμή τα τροπάρια των τριών πρώτων ωδών παρουσιάζει με απλό

τρόπο διάφορα θέματα από την ιερά ιστορία, λύνει απορίες και σχολιάζει θέματα

ηθικής. Κυριαρχούν τα ζητήματα της αμαρτίας-μετάνοιας και της δράσης των

δαιμόνων-πειρασμών. Το έργο διαιρείται σε 100 κεφάλαια (αντιστοιχούν στα 99

σχολιαζόμενα τροπάρια62), από αυτά σχεδόν τα μισά αφορούν το ζήτημα της

αμαρτίας και της μετάνοιας. Επίσης αναφέρεται σε δογματικά ζητήματα, στον

ρόλο της Θεοτόκου και των αγίων, στην αξία των Ιερών Μυστηρίων για την

στήριξη του πιστού κ.α. Παρά την φιλόδοξη στόχευσή του όμως, στα περισσότερα

από τα θέματα με τα οποία καταπιάνεται, περιορίζεται σε μια εντελώς

επιφανειακή προσέγγιση, χωρίς καμία εμβάθυνση.

Ἐγκώμιον εἰς τὸν ἅγιον Ἀνδρέαν καὶ ἱερὸν συγγραφέα τῶν

παρόντων ψυχωφελῶν τροπαρίων.

Αυτοτελές κείμενο προς τιμή του αγίου Ανδρέα Κρήτης που εκδόθηκε ως

παράρτημα στην ερμηνεία του Μεγάλου Κανόνα και βρίσκεται στις σελίδες 202-

204 της εκδόσεως των Μαρκιδών Πούλιου του 1796.

61 Είναι συχνό το φαινόμενο οι Έλληνες αντίπαλοι του Διαφωτισμού να προκρίνουν της


εθνικής απελευθέρωσης την αναστήλωση των ηθών και της χριστιανικής πίστης, βλ.
ΚΙΤΡΟΜΗΛΙΔΗΣ, Νεοελληνικός Διαφωτισμός, σσ. 428-431.
62 Ο ειρμός της Γ’ ωδής ερμηνεύεται δυο φορές.

22
Ἐγκώμιον εἰς τὸν νέον ἅγιον Διονύσιον, ἀρχιεπίσκοπον Αἰγίνης,

τὸν ἐκ Ζακύνθου, περὶ τοῦ ἀνωτάτου βαθμοῦ τῆς ἁγιότητος καὶ

περὶ θείων χαρίτων, μὲ τὰς ὁποίας τελειοῦνται καὶ

ἀποθεοῦνται καὶ δοξάζονται πάντες οἱ ἅγιοι καὶ ζῶντες καὶ

μετὰ θάνατον.

Αυτοτελές κείμενο προς τιμή του αγίου Διονυσίου Ζακύνθου που εκδόθηκε

στο τέλος της ερμηνείας του Μεγάλου Κανόνα και βρίσκεται στις σελίδες 208-214

της εκδόσεως των Μαρκιδών Πούλιου του 1796. Πρόκειται για ένα κήρυγμα

χριστιανικής ηθικής, στο οποίο εξυμνείται η αξία της εγκράτειας. Από μια

αποστροφή του λόγου του στο τέλος του κειμένου οδηγούμαστε στο συμπέρασμα

ότι απευθύνεται σε Ζακυνθινούς63.

Ἡ θεία καὶ ἱερὰ Ἀποκάλυψις Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου,

ἑρμηνευθεῖσα μὲν θείῳ ἐλέει.

Είναι το τελευταίο από τα μείζονα έργα του. Γράφτηκε στη Μονή Ιβήρων
μεταξύ Μαρτίου και Σεπτεμβρίου 179164. Ο ίδιος στην εισαγωγή του έργου του

ομολογεί πως όταν βρισκόταν στην Πάτμο (το 1783) είχε ξανακαταπιαστεί με το

έργο της ερμηνείας της Αποκάλυψης και είχε ερμηνεύσει το ήμισυ του πρώτου

κεφαλαίου65. Αφορμή για να ασχοληθεί με αυτό ήταν ένας διαπληκτισμός που


είχε με τον βιβλιοθηκάριο της Μονής66. Ακόμα και τότε όμως παρέμενε αρκετά

63 Ἰδοὺ τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά μοι καὶ περιπόθητα, ἔχετε θείῳ ἐλέει τὸν πόθον
πληρούμενον, τὸν ὑμέτερον προστάτην ἅγιον Διονύσιον καὶ προστάτην ἀκοίμητον καὶ παρ’
ἐμοῦ τὸ καταδύναμιν εὐφημούμενον. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Ερμηνεία Μεγάλου Κανόνος, σ. 214.
64 ARGYRIOU, Exegeses grecques, σ. 396.
65 ΑΜΟΙΡΙΔΟΥ, Ιστορία της ερμηνείας του αριθμού του Θηρίου, σσ. 191-192.
66 Όπως διηγείται ο ίδιος, κάποια μέρα είχε δανειστεί ένα χειρόγραφο με έργα του
Γρηγορίου Νύσσης και έγραψε στο περιθώριο ένα ερμηνευτικό σχόλιο. Όταν ο
Βιβλιοθηκάριος το είδε τον επιτίμησε με πολύ αυστηρό τρόπο και έτσι ο Ιωάννης
αποφάσισε να κλειστεί στο κελί του και να μην ξαναδανειστεί κανένα βιβλίο από τη
βιβλιοθήκη, ARGYRIOU, Exegeses grecques, σ. 396.

23
διστακτικός, φοβούμενος ότι η επιθυμία να ασχοληθεί με ένα τόσο δύσκολο

κείμενο ήταν δαιμονική, κατόπιν της παρότρυνσης του πνευματικού του όμως, του

πρώην Λυχνιδών Γρηγορίου67, πείστηκε να ξεκινήσει τη συγγραφή68. Το έργο

παραμένει ανέκδοτο και σώζεται στα φφ. 1-642 του 271 κώδικα της Μονής

Παντελεήμονος69. Ολόκληρος ο τίτλος του έργου, όπως σημειώνεται στο πρώτο

φύλλο του χειρογράφου είναι: Ἡ Θεία καὶ Ἱερὰ Ἀποκάλυψις Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου,

ἑρμηνευθεῖσα μὲν θείῳ ἐλέει παρὰ τοῦ ταπεινοῦ ἀρχιεπισκόπου Μύρων τῆς Λυκίας

Ἰωάννου Λινδίου, ὄντος ὑπερορίου ὑπὸ Νεοφύτου ἐν τῇ Ἱερᾷ καὶ Σεβασμίᾳ Μονῇ τῶν

Ἰβήρων, ἀφιερωθεῖσα δὲ παρ’ αὐτοῦ τῇ ὑπερενδόξῳ καὶ ἀειπαρθένῳ μητρὶ τοῦ Θεοῦ

καὶ βασιλίσςῃ τῶν ὅλων Πορταιτίσσῃ καὶ τῷ κατ’ ἐξοχὴν πάντων θετῷ υἱῷ αὐτῆς

μακαρίῳ ἐπιστηθίῳ Ἰωάννῃ τῷ Θεολόγῳ ἐξ ὧν ἁμέσως καὶ τὴν μυσταγωγίαν τῶν

ὑπερφυῶν μυστηρίων ταύτης ἐδέξατο. Κατὰ τὸ ,αψϰα’ ἔτος ἀπὸ Χριστοῦ τὸ

σωτήριον 179170. Το χειρόγραφο πιθανότατα γράφτηκε από τον συνεργάτη του

Ιωάννη ιερομόναχο Παρθένιο71 και στο κείμενο είναι εμφανείς οι διορθώσεις τόσο

του Ιωάννη όσο και του Ραφαήλ Καυσοκαλυβίτη.

Μετά την ολοκλήρωση του έργου, το έστειλε στον προαναφερθέντα

ιερομόναχο Ραφαήλ Καυσοκαλυβίτη, ο οποίος το χαρακτήρισε θεόπνευστο72. Το

67 Πρόκειται για τον πρώην Λυχνιδών (Αχρίδος) Γρηγόριο, ο οποίος αφού παραιτήθηκε και
εφησύχαζε στη Μονή Ιβήρων (βλ. ΔΑΠΟΝΤΕΣ, Ιστορικός Κατάλογος, σ. 108). Ο Γρηγόριος
ανήκει στους ιεράρχες που είχαν αναμιχθεί στις έριδες του Κολλυβαδικού Ζητήματος·
μετείχε στη Σύνοδο του Κουτλουμουσίου (1774) η οποία ανέλαβε την πρώτη προσπάθεια
συμφιλίωσης των κελλιωτών με τις κυρίαρχες μονές (βλ. ΤΖΩΓΑΣ, Περί Μνημοσύνων έρις,
σ. 153) και κατά τα επόμενα χρόνια ανέλαβε συχνά το ρόλο του ενδιάμεσου μεταξύ
Πατριαρχείου και Ιεράς Κοινότητας (βλ. ΓΑΣΠΑΡΗΣ, Αρχείο Πρωτάτου, σσ. 53-54, 62-63).
Φαίνεται όμως ότι διατηρούσε καλές σχέσεις με τους σημαντικότερους από τους
Κολλυβάδες και μάλιστα μετά την ειρήνευση υποστήριξε τον Νικόδημο στην έκδοση του
Πηδαλίου (ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον της νοητής Νηός, Λειψία 1800, σ. 549).
68 ΑΜΟΙΡΙΔΟΥ, Ιστορία της ερμηνείας του αριθμού του Θηρίου, σ. 192.
69 ARGYRIOU, Exegeses grecques, σ. 393.
70 ΛΑΜΠΡΟΣ, Κατάλογος Ἑλληνικῶν Κωδίκων, τ. Β’, σ. 347.
71 ARGYRIOU, Exegeses grecques, σ. 398.
72 ARGYRIOU, Exegeses grecques, σ. 399. Πρβλ. PODSKALSKY, Η Ελληνική Θεολογία επί
Τουρκοκρατίας, σ. 443.

24
γεγονός ότι απευθύνθηκε στον Ραφαήλ για να λάβει έγκριση του έργου του είναι

δηλωτική των ιδιαιτέρων σχέσεων που διατηρούσε με την μετριοπαθή

τουλάχιστον μερίδα των Κολλυβάδων, μιας και ο Ραφαήλ είχε μετάσχει στη

Σύνοδο του Κουτλουμουσίου73 και αργότερα είχε εκπροσωπήσει τους κελλιώτες

στο Πατριαρχείο74. Παρόλο που από συγχρόνους μελετητές θεωρείται ως κάποιος

άσημος μοναχοδιδάσκαλος75, στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα αξιόλογο

μοναχό, ανήκοντα στην μετριοπαθή πλευρά των Κολλυβάδων, που ανέπτυξε

σημαντική συγγραφική –κυρίως εκλαϊκευτική- δράση76.

Για τη συγγραφή της Ερμηνείας στην Αποκάλυψη φαίνεται ότι έχει

επηρεαστεί από τα αντίστοιχα έργα του Αναστασίου του Γορδίου και του Γεωργίου

Κορεσίου, χωρίς όμως να παρουσιάζει στενή εξάρτηση από αυτά77. Αντίθετα την

περίοδο της συγγραφής του φαίνεται ότι είχε πρόσβαση και συμβουλευόταν τα

αντίστοιχα έργα του Ανδρέα78 και του Αρέθα Καισαρείας79.

Το έργο παρουσιάζεται από τον Ιωάννη ως θεόπνευστο, προερχόμενο από

το Άγιο Πνεύμα80. Απορρίπτει την κατά λέξη ερμηνεία του βιβλικού κειμένου,

αντίθετα μέσω αυτού (ενν. του βιβλικού κειμένου) επιχειρεί να ανασυστήσει την

ιστορία της Εκκλησίας. Για τον Ιωάννη η παγκόσμια ιστορία και οι αγώνες τις

Εκκλησίας μέσα στον κόσμο ταυτίζονται με τις μάχες κατά του Αντίχριστου που

73 ΤΖΩΓΑΣ, Περί Μνημοσύνων έρις, σ. 158.


74 Βλ. Μ. Γεδεών, Ὁ Ἄθως. Ἀναμνήσεις-ἔγγραφα-σημειώσεις, Κωνσταντινούπολη 1885, σσ.
154-155.
75 PODSKALSKY, Η Ελληνική Θεολογία επί Τουρκοκρατίας, σ. 443.
76 Αναλυτικότερα για τον Ραφαήλ Ακαρνάνα τον Καυσοκαλυβίτη βλ. ΠΑΤΑΠΙΟΣ, «Άσκηση
και Λογιότητα στη Σκήτη Καυσοκαλυβίων», σσ. 154-162.
77 PODSKALSKY, Η Ελληνική Θεολογία επί Τουρκοκρατίας, σ. 443. Για τους Γεώργιο Κορέσιο
και Αναστάσιο Γόρδιο βλ. ARGYRIOU, Exegeses grecques, σσ. 254-301 και 301-320 αντίστοιχα.
78 Για τον Ανδρέα Καισαρείας βλ. Π. ΧΡΗΣΤΟΥ, Ελληνική Πατρολογία, τ. Ε’, Πρωτοβυζαντινή
Περίοδος Ϛ’-Θ’ αιώνες, εκδ. Κυρομάνος, Θεσσαλονίκη 2006, σσ. 514-515.
79 Για τη Σύνοψη του Αρέθα στην Αποκάλυψη του Ιωάννου βλ. Κ. ΣΤΑΥΡΙΑΝΟΣ, Η Θεολογική
διδασκαλία του Αρέθα Καισαρείας (9ος-10ος αι.), εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 2014, σσ. 42-45, 109-123.
80 ARGYRIOU, Exegeses grecques, σσ. 401-402.

25
περιγράφονται στο βιβλίο της Αποκάλυψης81. Μέσα από την ιστορική ανάλυση

της Αποκάλυψης επιχειρεί να συνδέσει διάφορα γεγονότα του μυστηρίου της

Σωτηρίας του Ανθρώπου, την σημασία της Ενσάρκωσης και την αξία των

Μυστηρίων της Εκκλησίας, η συμμετοχή στα οποία είναι απαραίτητη προϋπόθεση

για τη Σωτηρία82. Έντονη είναι η ιδέα του διαρκούς πνευματικού αγώνα, ως κύριου

χαρακτηριστικού της ζωής του Χριστιανού83. Ακολουθώντας μια παγιωμένη κατά

τους χρόνους της Τουρκοκρατίας πρακτική84, επιτίθεται στον Μωάμεθ, τον οποίον

χαρακτηρίζει πρόδρομο του Αντιχρίστου, όπως επίσης, στην ίδια κατηγορία (των

προδρόμων του Αντιχρίστου) τοποθετεί και τον Πάπα Ρώμης85. Τέλος θα πρέπει

να επισημανθεί η προσπάθειά του να επανερμηνεύσει τον αριθμό 666, τόσο με

αναφορά προς τη Δημιουργία, όσο και σε σχέση με τον Αντίχριστο 86. Μια

προσπάθεια που παρά τα αυθαίρετα σε πολλά σημεία επιχειρήματα καταφέρνει

τελικά να εξελίξει την ιστορία της ερμηνευτικής της Αποκάλυψης87.

Ὁμιλία πανηγυρικὴ εἰς τοὺς ὁσίους πατέρας ἡμῶν Μακαρίου,

εἰς τὸν Ῥωμαῖον καὶ Ἀλεξανδρέα καὶ Αἰγύπτιον, τοὺς

συνωνύμους, διαλαμβάνει δὲ καὶ περὶ ἀρνήσεως τοῦ ἑαυτοῦ μας.

Ανέκδοτος λόγος που συντάχθηκε πριν το 1786 (ο Ιωάννης υπογράφει ως

ιερομόναχος) και σώζεται στον 859 κώδικά της Μονής Παντελεήμονος88.

81 PODSKALSKY, Η Ελληνική Θεολογία επί Τουρκοκρατίας, σσ. 443-444.


82 ARGYRIOU, Exegeses grecques, σ. 410-412.
83 ARGYRIOU, Exegeses grecques, σ. 412.
84 Βλ. ΑΣΤ. ΑΡΓΥΡΙΟΥ, «Ἡ ἑλληνικὴ πολεμικὴ καὶ ἀπολογητικὴ γραμματεία ἔναντι τοῦ
Ἰσλὰμ κατὰ τοὺς χρόνους τῆς Τουρκοκρατίας», Θεολογία, 84 (2013), 133-166.
85 ΑΜΟΙΡΙΔΟΥ, Ιστορία της ερμηνείας του αριθμού του Θηρίου, σσ. 193-194.
86 ΑΜΟΙΡΙΔΟΥ, Ιστορία της ερμηνείας του αριθμού του Θηρίου, σσ. 194-199.
87 ΑΜΟΙΡΙΔΟΥ, Ιστορία της ερμηνείας του αριθμού του Θηρίου, σσ. 198-201.
88 ΛΑΜΠΡΟΣ, Κατάλογος Ἑλληνικῶν Κωδίκων, τ. Β’, σ. 446.

26
Λόγος πανηγυρικὸς εἰς τὴν Κοίμησιν τῆς ἀειπαρθένου

Θεοτόκου.

Ανέκδοτος λόγος που συντάχθηκε μετά την ολοκλήρωση της Ερμηνείας της

Αποκάλυψης (1791) κατόπιν αιτήματος των μοναχών της Μονής Ιβήρων και

βρίσκεται στις σελίδες 644-672 του κώδικα 271 της Μονής Παντελεήμονος89.

Λόγος ἐγκωμιαστικὸς πρὸς τὸν μέγαν Ἀπόστολον καὶ

ἠγαπημένον Ἰωάννην τὸν Θεολόγον.

Ανέκδοτος λόγος που συντάχθηκε μετά την ολοκλήρωση της Ερμηνείας της

Αποκάλυψης (1791) και βρίσκεται στις σελίδες 673-697 του κώδικα 271 της Μονής

Παντελεήμονος90.

Τοῦ ἐν ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν Ἀνδρέου ἀρχιεπισκόπου Κρήτης τοῦ

Ἱεροσολυμίτου ἐγκώμιον εἰς τὸν μεγαλομάρτυρα Γεώργιον, ἀπὸ

τῆς ἑλληνίδος εἰς τὴν καθ’ ἡμᾶς ἁπλουστέραν διάλεκτον

μεταφρασθέν.

Ανέκδοτη απόδοση στη νεοελληνική του εγκωμίου που έγραψε ο άγιος

Ανδρέας Κρήτης για τον άγιο Γεώργιο. Η απόδοση έγινε κατόπιν αιτήματος των

μοναχών της Μονής Ξενοφώντος και βρίσκεται στις σελίδες 699-735 του κώδικα
271 της Μονής Παντελεήμονος91.

Στίχοι πολιτικοί

Έμμετροι αφιερωματικοί στίχοι για την Παναγία Πορταΐτισσα (στην οποία

αφιερώνει την Ερμηνεία της Αποκάλυψης), που βρίσκονται στο φ. 2 r του κώδικα

271 της Μονής Παντελεήμονος92. Στον ίδιο κώδικα στο φ. 3r βρίσκονται άλλοι

89 ARGYRIOU, Exegeses grecques, σ. 393.


90 ARGYRIOU, Exegeses grecques, σ. 393.
91 ARGYRIOU, Exegeses grecques, σ. 393.
92 ARGYRIOU, Exegeses grecques, σ. 393.

27
στίχοι, απευθυνόμενοι στον άγιο Ιωάννη93 και στη σελίδα 643 άλλοι

απευθυνόμενοι πάλι προς τη Θεοτόκο94.

Αλληλογραφία

Η αλληλογραφία του Ιωάννη του Λίνδιου είναι δηλωτική του πνευματικού

του κύκλου. Το μεγαλύτερο μέρος της παραμένει σήμερα ανέκδοτο, σωζόμενο σε

διάφορα χειρόγραφα. Στις εκδεδομένες επιστολές που έχει λάβει, αναφέρονται οι

τρεις που έθεσε στην εισαγωγή της Αποστολικής Σαγήνης95. Ανέκδοτη είναι η

αλληλογραφία του με τον Ραφαήλ Καυσοκαλυβίτη, σχετικά με την Ερμηνεία του

στην Αποκάλυψη, η οποία σώζεται στο πρώτο φύλλο του κώδικα 271 της Μονής

Παντελεήμονος Αγίου Όρους96. Αναφέρεται η ανέκδοτη αλληλογραφία του με τον

ιερομόναχο Διονύσιο τον Σιατιστινό, σωζόμενη στον 385 κώδικα της Μονής

Βατοπεδίου97. Ομοίως ανέκδοτη είναι και η επιστολή που έλαβε ο Ιωάννης από τον

μοναχό Γρηγόριο, σχετικά με την έριδα των μνημοσύνων, και η οποία σώζεται

στον κώδικα 281 της Μονής Αγίου Παντελεήμονος98 και την οποία πρέπει να

χρονολογήσουμε μετά το 1786, μιας και αναφέρεται στον Ιωάννη ως μητροπολίτη

Μύρων. Επίσης αναφέρεται η ύπαρξη αλληλογραφίας με κάποιον μοναχό

Γρηγόριο, εγκατεστημένο στο Βουκουρέστι99.

Παρά τον πολύ μικρό αριθμό επιστολών που μας διασώζεται, αυτές

πιστοποιούν τους δεσμούς του Ιωάννη με το κίνημα των Κολλυβάδων, το οποίο


και επηρέασε τη θεολογική του σκέψη.

93 ARGYRIOU, Exegeses grecques, σ. 393.


94 ARGYRIOU, Exegeses grecques, σ. 394.
95 Πρόκειται για την επιστολή του από Θεσσαλονίκης Δανιήλ, του από Κορίνθου Μακαρίου
Νοταρά και του Νικολάου Αργέντη (βλ. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 8-13).
96 ΛΑΜΠΡΟΣ, Κατάλογος Ἑλληνικῶν Κωδίκων, τ. Β’, σ. 347.
97 ARGYRIOU, Exegeses grecques, σ. 394.
98 ΛΑΜΠΡΟΣ, Κατάλογος Ἑλληνικῶν Κωδίκων, τ. Β’, σ. 349.
99 ARGYRIOU, Exegeses grecques, σ. 394. Για τη συγκεκριμένη αλληλογραφία υπάρχουν
αρκετές αμφιβολίες, δεδομένου ότι στο χειρόγραφο που τη διασώζει χρονολογείται στα
1812, δηλαδή πολλά χρόνια μετά την εκδημία του Ιωάννη (για την επιστολή αυτή του
Γρηγορίου βλέπε και ΤΖΩΓΑΣ, Περί Μνημοσύνων έρις, σ. 126.

28
29
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’

ΙΕΡΑ ΒΙΒΛΟΣ Η ΚΑΛΟΥΜΕΝΗ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΣΑΓΗΝΗ

1. Τα περί της εκδόσεως και των περιστατικών

συγγραφής του έργου

Η Ιερά Βίβλος ή Αποστολική Σαγήνη (όπως έγινε ευρύτερα γνωστή), είναι

κυρίως μια συλλογή κηρυγμάτων και αποκρίσεων σε διάφορα πρακτικο-ηθικά

κυρίως ερωτήματα. Η συγγραφή της πρέπει να εκταθεί σε αρκετά μεγάλο χρονικό

εύρος, μιας και περιλαμβάνει κηρύγματα που εκφωνήθηκαν στη Σκόπελο (όπου

ο συγγραφέας μας έμεινε για μια δεκαετία περίπου), στη Θεσσαλονίκη, στο Άγιο

Όρος, και η τελική της επεξεργασία πρέπει να τοποθετηθεί κατά το διάστημα της

παραμονής του στη Χίου ( περίπου 1783/84). Στη συνέχεια, πιθανότατα πριν την

εγκατάστασή του στη Σμύρνη το έστειλε στη Βενετία προς έκδοση.

i. Η έκδοση της Αποστολικής Σαγήνης

Το έργο ανέλαβε να εκδώσει το τυπογραφείου του Νικολάου Γλυκή. Η

έγκριση από τη βενετική λογοκρισία δόθηκε στις 13 Αυγούστου 1784100 και το ίδιο

το έργο εκδόθηκε το καλοκαίρι του 1785101. Χορηγός της έκδοσης ήταν ο Χιώτης

100 LEGRAND, Bibliographie Hellénique au dix-huitième siècle, σ. 443. Η άδεια βρίσκεται στη σ. 24
της πρώτης έκδοσης.
101 Ο υπολογισμός αυτός στηρίζεται στην επιγραφή στη χαλκογραφία (με ημερομηνία
Μάιος 1785) που περιγράφεται παρακάτω. Αυτό σημαίνει ότι από την χορήγηση της άδειας
μέχρι την εκτύπωση του βιβλίου πέρασε σχεδόν ένας χρόνος, διάστημα αρκετά μεγάλο,
δεδομένου ότι αυτό σπανίως ξεπερνούσε τους 3 μήνες (βλ. ΒΕΛΟΥΔΗΣ, Τυπογραφείο
Γλυκήδων, σσ. 78-79). Ο λόγος για αυτό θα πρέπει ενδεχομένως να αναζητηθεί σε τυχόν
δυσκολίες χρηματοδότησης της έκδοσης και έτσι εξηγεί καλύτερα την ύπαρξη του τόσο
μεγάλου αριθμού συνδρομητών που συγκέντρωσε το επόμενο βιβλίο του (Ερμηνεία στο
Άσμα Ασμάτων), το οποίο σημειωτέον έλαβε άδεια από την λογοκρισία τον Απρίλιο του
1785 και του οποίου η εκτύπωση συνέπεσε χρονικά με την Αποστολική Σαγήνη.

30
προεστός Νικόλαος Πρασακάκης 102. Δεν υπάρχουν πληροφορίες ως προς την

τιμή103 και το συνολικό τράβηγμα, αν και το σύνηθες για την εποχή εκείνη ήταν

γύρω στα 500-1000 αντίτυπα104. Το έργο δεν φαίνεται να γνώρισε την εκδοτική

επιτυχία που είχαν άλλα έργα εκλαϊκευμένης θεολογίας 105, έτσι μετά την πρώτη

έκδοση, του 1785, πρέπει να περιμένουμε σχεδόν ένα αιώνα για να το δούμε να

επανεκδίδεται στην Ερμούπολη της Σύρου, το 1873, με τη φροντίδα του

ιεροδιακόνου Δανιήλ Λιβανού. Στις μέρες μας το έργο επανεκδόθηκε από τον

εκδοτικό οίκο του Βασ. Ρηγόπουλου στη Θεσσαλονίκη106.

Στην πρώτη του έκδοση, το έργο διαιρείται σε δύο μέρη, με ξεχωριστή

σελιδαρίθμηση· το πρώτο με 352 σελίδες περιελάμβανε τις ομιλίες και το δεύτερο,

με 128 σελίδες τις ερωταποκρίσεις, τις παραινετικές επιστολές και την ομολογία

102 Οι οικογένεια Πραδακάκη είναι από τις σημαντικότερες της Χίου και ανήκε στους
Δώδεκα Άρχοντες του νησιού. Ο αναφερόμενος εδώ Νικόλαος πρέπει να ταυτίζεται με τον
Νικόλαο Πρακακάκη του Ιωάννη (1716-1799), μεγαλέμπορο με έδρα των επιχειρήσεών του
τη Βενετία, βλ. PH. ARGENTI, Libro d’Oro de la Noblesse de Chio, τ. Ι, Λονδίνο 1955, σσ. 99-100.
103 Κρίνοντας από ανάλογες ως προς το τράβηγμα και το μέγεθος εκδόσεις, η τιμή του
πρέπει να υπολογιστεί στις 15 βενετικές λίρες περίπου (γύρω στα 10 μεροκάματα ενός
αγροτικού εργάτη), βλ. ΒΕΛΟΥΔΗΣ, Τυπογραφείο Γλυκήδων, σσ. 129-132.
104 Στον υπολογισμό αυτόν, ότι κατά μέσο όρο μια έκδοση κατά τα τέλη του 18ου αι.
παραγόταν σε 500-1000 αντίτυπα συμφωνούν οι δύο κυριότεροι μελετητές της ελληνικής
εκδοτικής δραστηριότητας, βλ. ΒΕΛΟΥΔΗΣ, Τυπογραφείο Γλυκήδων, σσ. 99-103. Φ. ΗΛΙΟΥ,
«Βιβλία και αριθμοί η μαρτυρία των τραβηγμάτων», Τα Ιστορικά, τευχ. 14-15 (Ιούνιος-
Δεκέμβριος 1991), 157-216.
105 Την εποχή αυτή ανάλογα έργα άλλων συγγραφέων, όπως του Αγαπίου Λάνδου
γνωρίζουν συνεχείς εκδόσεις, κάτι που δεν συμβαίνει με την περίπτωση της Αποστολικής
Σαγήνης, χωρίς όμως να μπορούμε να χαρακτηρίσουμε τα έργα του αυτά εκδοτικές
αποτυχίες.
106 Η νέα έκδοση σεβάστηκε απόλυτα την αρχική, αναδημοσιεύοντας ολόκληρο το βιβλίο
με τα εισαγωγικά μέρη, χωρίς καμία περαιτέρω επεξεργασία. Η μόνες διαφορές σε σχέση
με την αρχική που εντοπίσαμε κατόπιν αυτοψίας στο αντίτυπο που φυλάσσεται στη
Συλλογή του Ιδρύματος Ωνάση αφορούν την αλλαγή στη σελιδαρίθμηση και την
παράλειψη από την νεώτερη έκδοση της γκραβούρας στο φύλλο πριν τη σελίδα τίτλου.
Επειδή, εκτός των ανωτέρω, των οποίων περιγραφή υπάρχει και στην Bibliographie
Hellénique, δεν εντοπίσαμε καμία άλλη διαφορά, όλες μας οι παραπομπές γίνονται στη
νεώτερη έκδοση.

31
πίστεως. Στο φύλλο πριν από τη σελίδα τίτλου τίθεται μια χαλκογραφία

(γκραβούρα) δυτικής τεχνοτροπίας, στις διαστάσεις της σελίδας. Η χαλκογραφία

ακολουθεί τη βυζαντινή διάταξη και στο επάνω μέρος σε νέφη ένθρονη βρίσκεται

η Θεοτόκος, στον τύπο της Πλατυτέρας, φέρει μήτρα και κρατάει με το δεξί χέρι

σκήπτρο, στηρίζοντας με το αριστερό τον Ιησού που κάθεται στο αριστερό της

γόνατο. Ο Ιησούς φέρει μήτρα, ως Μέγας Αρχιερέας, κρατάει στο αριστερό σφαίρα

και ευλογεί με το δεξί. Εκατέρωθεν του θρόνου βρίσκονται οι δύο αρχάγγελοι

Μιχαήλ και Γαβριήλ με τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος, σε στάση ικεσίας. Στο

κάτω μέρος της εικόνας αριστερά βρίσκεται ο Ιωάννης, με μοναχικό ένδυμα,

γονυπετής σε στάση ικεσίας. Στο δεξί του χέρι κρατάει το βιβλίο, που το προσφέρει

στη Θεοτόκο και στο αριστερό ειλητάριο που γράφει: Βίβλον τῆνδε φέρω σοι,

ἀναθέμενος πόθω πανάχραντε Δέσποινα, τῇ κραταιᾷ σου σκέπη πρὸς πιστῶν

ὠφέλειαν καμοῦ τε σωτηρίαν, ἥν καὶ διατήρησον ἐκ πάσης γλωσσαλγίας,

ἀμαυροῦντος τὰ καλά, φθόνου τοῦ χαιρεκάκου ὁ ἀνάξιος Δοῦλος σου Ἰωάννης. Στην

κάτω δεξιά πλευρά υπάρχει πόρτα, από όπου φαίνετι κάποιο φυσικό τοπίο.

Περιμετρικά της εικόνας υπάρχει πλαίσιο, εντός του οποίου γράφονται τα εξής:

Χαίροις ἄνασσα μητροπάρθενον κλέος ἄπαν γὰρ εὐδύνητον εὔλαλον στόμα

ῥητρεῦον οὐ σθένησε μεν ἁξίως ἰλιγγᾶ δὲ νοῦς ἅπας σου τὸν τόκον νοεῖν ὅθεν σε

συμφώνως δοξάζομεν ,αψπε’ (=1785) μηνὶ Μαΐῳ107.

ii. Η Συγγραφή της Αποστολικής Σαγήνης

Το βιβλίο ουσιαστικά είναι μια συλλογή ομιλιών και σύντομων κειμένων.

Ένα τμήμα του, το μεγαλύτερο, εκφωνήθηκε, κατά την προσωπική μαρτυρία του

Ιωάννη Λίνδιου κατά την περίοδο της παραμονής του στη Σκόπελο και στη

Θεσσαλονίκη108. Το δεύτερο, μικρότερο μέρος, απαρτίζεται από σύντομες

ερωταποκρίσεις για διάφορα θέματα (δογματικά, θεολογικά, πρακτικοηθικά), μια

συλλογή επιστολών θεολογικού περιεχομένου, στην οποία περιλαμβάνει και μια

επιστολή του Μ. Βασιλείου μεταφρασμένη στη δημώδη της εποχής και τέλος μια

107 Η επιγραφή αυτή μας επιτρέπει να χρονολογήσουμε την έκδοση μετά τον Μάιο του
1785.
108 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 17.

32
Ομολογία Πίστεως. Ενώ για τις ομιλίες του πρώτου μέρους έχουμε κάποια γενικά

στοιχεία για τον τόπο της συγγραφής και εκφωνήσεώς τους, για το δεύτερο δεν

μπορούμε να ξέρουμε τίποτα. Ο Ιωάννης είχε γράψει αυτό το μέρος για

προσωπική του χρήση109, ως οδηγό για την επίλυση πρακτικών θεμάτων που

αναφύονταν κατά την άσκηση των ιερατικών και διδακτικών του καθηκόντων, και

σε αυτό συμπεριέλαβε και κάποιες επιστολές του, πιθανότατα γραμμένες για να

σταλούν σε πραγματικά πρόσωπα και όχι ως γυμνάσματα επιστολογραφίας 110.

Στο εισαγωγικό κείμενο, που απευθύνει προς τους αναγνώστες του, ο

Ιωάννης υπαινισσόμενος το διδακτικό-κηρυκτικό του έργο δηλώνει ότι σκοπός του

είναι η πνευματική ωφέλεια των αναγνωστών του111. Επίσης αναφέρεται εκτενώς

στη δική του μορφωτική κατωτερότητα 112 και ζητά να κριθεί με επιείκεια από

αυτούς113. Αυτά θα μπορούσαν να θεωρηθούν ένα τυπικό ρητορικό σχήμα, αν δεν

ήταν εμφανής ο δισταγμός του στο να προχωρήσει στην έκδοση αυτών των

κειμένων, δισταγμός που ήρθη κατόπιν της προτροπής τριών λογίων, του

μοναχού Δανιήλ, του Μακαρίου Νοταρά και του Νικολάου Αργέντη. Οι τρεις τους,

σε διαφορετικές περιστάσεις, είδαν το περιεχόμενο της συλλογής και τον

προέτρεψαν να την εκδώσει, γράφοντας μάλιστα και σχετικές επιστολές, οι οποίες

επισυνάπτονται στις πρώτες σελίδες του έργου.

109 Ἄς δὴ καὶ εἶχον ποτὲ ὡς πάντῃ ἀδοκίμους τε καὶ ἀκάρπους ἐν παραβύστῳ. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο

ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 7.


110 Αυτό γίνεται εμφανέστερο στις τρεις επιστολές περὶ παρθενίας που φέρονται να
απευθύνονται σε μοναχές την ημέρα της κουράς τους. Στα εισαγωγικά και των τριών
επιστολών γίνεται εμφανές ότι πρόκειται για τρία διαφορετικά άτομα. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ,
Αποστολική Σαγήνη, σσ. 258-274.
111 Ἡ παροῦσα Ἀποστολικὴ Σαγήνη ὦ Ἀδελφοί, ὡς περιπλεχθεῖσά τε καὶ κατασκευασθεῖσα
ἐλέει Θεοῦ ταῖς ἰδιωτικαῖς μου χερσίν, εἰς οὐδὲν ἄλλο τὸ σκοπιμώτατον ἔχει τέλος, εἰ μήγε
μόνον πρὸς τὴν ψυχὴν τοῦ πλησίον ὠφέλειαν. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 7.
112 Τῶν μὲν δὴ τῆς ἔξω Σοφίας παιδικῶν ἀθυρμάτων… ἄς δὴ καὶ εἶχον ποτὲ ὡς πάντῃ
ἀδοκίμους τε καὶ ἀκάρπους· ἐν παραβύστῳ, εἰδὼς μὲν τὴν ἰδίαν μου εὐτέλειαν, καὶ ἀνικανίαν,
μηδόλως δὲ τῶν οἰκείων ἐπιλαθόμενος μέτρων. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ.
7.
113 Μηδεὶς οὖν τῶν παρ’ ἑαυτοῖς δοκησισόφων ταύτης (ενν. τῆς Βίβλου) περιφρονήσῃ.
ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 7.

33
Ο πρώτος που ήλεγξε και ενέκρινε το περιεχόμενο της Αποστολικής

Σαγήνης ήταν ο μητροπολίτης πρώην Θεσσαλονίκης Δαμασκηνός, ο οποίος

υπογράφει ως ὁ ἀπὸ Θεσσαλονίκης ἐλάχιστος τῶν μοναχῶν Δανιήλ114. Πρόκειται

για έναν λόγιο ιεράρχη, που μετά την παραίτησή του (1780) αποσύρθηκε στο

Άγιον Όρος115, εφησυχάζοντας κατά το μεγαλύτερο μέρος της υπόλοιπης ζωής του

στη Νέα Σκήτη116. Ο Δανιήλ, είτε με το νέο μοναχικό του όνομα, είτε με το όνομα

Δαμασκηνός που έφερε ως μητροπολίτης, εμπλέκεται εντόνως στις θεολογικές

διαμάχες του τέλους του 18ου αιώνα στο Άγιον Όρος, συνδέθηκε με τους

Κολλυβάδες και διακρίθηκε για τη μετριοπάθεια και τις συμβιβαστικές του

επεμβάσεις117.

Στην προλογική του επιστολή προς τον Ιωάννη, ο Δανιήλ-Δαμασκηνός

επιλέγει να χρησιμοποιήσει μια αρχαϊκότερη γλώσσα, αντί της απλοποιημένης

Κοινής που χρησιμοποιούσαν οι περισσότεροι εκκλησιαστικοί σε αυτήν την

περίοδο. Κεντρική ιδέα του κειμένου του είναι η αξία της Αποστολικής Σαγήνης

ως οργάνου για τη διαπαιδαγώγηση του ποιμνίου και τη Σωτηρία. Επισημαίνει εξ

αρχής σχεδόν ότι θαύμασε τὸν ἐπ’ οἰκοδομῇ τοῦ πλησίον θερμόν σου καὶ διακαῆ

ζῆλον118. Αναγνωρίζει ότι το έργο είναι γραμμένο χωρίς λογοτεχνικές ή

ακαδημαϊκές αξιώσεις, αλλά σε απλή γλώσσα, χωρίς επιτήδευση, με σκοπό να

γίνει κατανοητό από τον απλό λαό και έτσι να αυξηθεί η αξία του ως οργάνου για

τη διαπαιδαγώγηση και τη Σωτηρία119. Στο υπόλοιπο αναφέρεται στην αξία του

114 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 10.


115 Βλ. Ν. ΦΟΡΟΠΟΥΛΟΣ, «Δαμασκηνός, Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης (1769-1780)», ΘΗΕ 4
(1964), στ. 915.
116 ΤΖΩΓΑΣ, Περί Μνημοσύνων έρις, σ. 167.
117 ΤΖΩΓΑΣ, Περί Μνημοσύνων έρις, σσ. 37-38, 126-128, 163 και αλλού. Φαίνεται μάλιστα ότι
ο Δαμασκηνός απέκτησε τη φήμη έντιμου μεσολαβητή γιατί συχνά τον βλέπουμε να
συμβιβάζει και να επιλύει διάφορα εκκρεμή ζητήματα που ταλάνιζαν την Ιερά Κοινότητα
(βλ. ΓΑΣΠΑΡΗΣ, Αρχείο Πρωτάτου, σσ. 77-78).
118 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 8.
119 Τὸ τέλος οὐχ ὁ τῶν ἀκουόντων ἔπαινος, ἀλλ’ ἡ τῶν διδασκομένων σωτηρία. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο
ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 9.

34
κηρύγματος και στην παιδαγωγική του αξία, ιδίως στην ανάγκη ο ιεροκήρυκας να

καυτηριάζει και να επιτιμά την αμαρτία, προκειμένου να επιτευχθεί η κάθαρση120.

Ο δεύτερος που προλογίζει το έργο είναι ο Μακάριος Νοταράς, πρώην

Κορίνθου. Το πιθανότερο είναι ο Ιωάννης να συνάντησε τον Μακάριο στη Χίο,

όπου βρισκόταν κυρίως ο Μακάριος μεταξύ του 1776 και του 1783121. Και ο

Μακάριος αναφέρεται στο ότι τα κείμενα του Ιωάννη δεν μπορούν να θεωρηθούν

υψηλού επιπέδου για τους μορφωμένους, αλλά άξια προσοχής για το πνευματικό

τους περιεχόμενο. Στη σύντομη επιστολή δεν γίνεται καμία νύξη σε τόπο ή χρόνο

και έτσι μόνο εικασίες μπορούμε να κάνουμε σχετικά με τις συνθήκες γνωριμίας.

Δεδομένου όμως ότι αυτή το πιθανότερο είναι να γράφτηκε ενώ η συλλογή

βρισκόταν στο στάδιο της προετοιμασίας για έκδοση, πρέπει να χρονολογηθεί

περί το 1782.

Ο τρίτος που ανέλαβε να προλογίσει τη συλλογή αυτή είναι ο Νικόλαος

Αργέντης. Το μόνο στοιχείο που μας δίνεται από τον Ιωάννη είναι ότι επρόκειτο

για κάποιον μορφωμένο Χιώτη, ο οποίος, στα χρόνια της διαμονής του Ιωάννη στη

Χίο, ήταν πνευματικό του τέκνο122. Αν και η οικογένεια Αργέντη είναι από της

σημαντικότερες της Χίου και μας σώζονται πληροφορίες για τους περισσότερους

από αυτούς, το μόνο που στάθηκε δυνατό να εντοπιστεί είναι η αναγραφή του

Νικολάου Αργέντη στον κατάλογο των συνδρομητών των προλεγομένων του

Κοραή, του 1815123, δείγμα των ευρύτερων πνευματικών του προβληματισμών.

Βασική ιδέα του κειμένου του είναι η αξία του ιεροκήρυκος για την ανόρθωση των

αμαρτωλών και η σημασία του πνευματικού πατέρα, κάτι που έρχεται σε ευθεία

αναφορά με τον Ιωάννη ο οποίος στη Χίο εργάστηκε ως ιεροκήρυκας και υπήρξε ο

120 Ὡς ἀφ’ ὑψηλοῦ τινος τοῦ Ἱεροῦ Ἄμβωνος τὰ ἁμαρτήματα αὐτῶν ἀνάγγελε, μηδόλως μηδενὶ
χαριζόμενος μηδὲ καὶ φειδόμενος, ἀλλ’ ἢν δεήσῃ καὶ τέμνων τῇ παρὰ σοὶ ἀξίνη καὶ τῷ πυρὶ
τοῦ Πνεύματος κατὰ τὰς χρείας Πνευματικὸς οἷά τις Ἡρακλῆς, τὸ πολυκέφαλον τῆς
ἀμαρτίας, ἢ καὶ Θησεὺς ἄλλοις, τὴν ποίμνην τοῦ Κυρίου ἐκκαθαίρων. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ,
Αποστολική Σαγήνη, σ. 9.
121 ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, Άγιος Μακάριος Κορίνθου, σσ. 162-163.
122 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 8.
123 Αδ. Κοραής, Τὰ εἰς διαφόρους συγγραφεὶς ἐκδοθέντας ἀπὸ τὸν Κοραήν, Προλεγόμενα,
Βιέννη 1815, σ. 509

35
προσωπικός του πνευματικός πατέρας. Πέραν αυτών, ο Νικόλαος Αργέντης είναι

ο μόνος που γράφει ad hoc για την έκδοση της Ιεράς Βίβλου, έχοντας γνώση ότι το

κείμενό του θα προλογίσει την έντυπη συλλογή κηρυγμάτων124.

124 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 13.

36
2. Το πρώτο μέρος της Αποστολικής Σαγήνης

Όπως έχει ήδη αναφερθεί, η Αποστολική Σαγήνη διαιρούνταν σε δύο μέρη·

το πρώτο αποτελούνταν από τις Ομιλίες και τα κηρύγματα που είχε εκφωνήσει ο

Ιωάννης στη Σκόπελο και τη Θεσσαλονίκη και το δεύτερο από μια σειρά

ερωταποκρίσεων και ηθικο-θεολογικών θεμάτων. Για λόγους καλύτερης

διαίρεσης και εποπτείας του υλικού επιλέγουμε να το εξετάσουμε και εμείς σε δύο

ξεχωριστές ενότητες. Εδώ θα μας απασχολήσει το κηρυκτικό τμήμα του βιβλίου.

Το πρώτο μέρος της Σαγήνης είναι μια συλλογή αποτελούμενη από τριάντα

μία ομιλίες. Προσομοιάζει προς τον τύπο του Κυριακοδρομίου-Εορτοδρομίου που

άκμασε στα χρόνια της τουρκοκρατίας125. Ξεκινά με την ομιλία στην Α’ Κυριακή

του Λουκά, συνεχίζει με άλλες τέσσερεις Κυριακές (σποραδικά), παρεμβάλλει δύο

ομιλίες στον Άγιο Νικόλαο, μια περί αγάπης, πανηγυρική στα Θεοφάνεια, και δύο

στον Μέγα Αθανάσιο. Ακολουθούν ανά δύο ομιλίες για τις τρείς πρώτες Κυριακές

της Μ. Τεσσαρακοστής, για τον Ευαγγελισμό, την Κυριακή των Βαΐων, την Μ.

Παρασκευή και την Κυριακή των Αγίων Πάντων. Στη συνέχεια χωρίς
χρονολογική ταξινόμηση ακολουθούν δύο ομιλίες στο Γενέσιο του Προδρόμου,

στους Αποστόλους Πέτρο και Παύλο, στο Γεννέσιο της Θεοτόκου, στην ύψωση του

Τιμίου Σταυρού και στον Άγιο Δημήτριο. Τελειώνει τη συλλογή των ομιλιών με

τέσσερεις περιστατικές περί πειρασμών, περί ταπεινοφροσύνης, περί κολάσεως


και μετανοίας και τέλος περί πίστεως.

Η επιλογή του να μην ακολουθήσει κάποια από τις καθιερωμένες μεθόδους

ταξινόμησης126 μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι κατά την τελική φάση της

σύνθεσης της συλλογής δεν είχε κάποιο υπόδειγμα. Συστηματικότερος φαίνεται

ότι υπήρξε μόνο στο κομμάτι που αφορά τις ομιλίες της Μ. Τεσσαρακοστής.

Επίσης οι τελευταίες πέντε ομιλίες της συλλογής φαίνεται ότι είναι οι πιο

πρόσφατες. Ο λόγος στη Σύναξη των Δώδεκα Αποστόλων του ι. Χρυσοστόμου που

125 Ι. ΦΟΥΝΤΟΥΛΗΣ, Ομιλητική, Θεσσαλονίκη 1998, σσ. 47-48, 130-132.


126 ΜΠΟΡΟΒΙΛΟΣ, Ορθόδοξη Κηρυκτική Γραμματεία, σ. 385.

37
προηγείται της συλλογής στη σύγχρονη έκδοση είναι μια επιλογή των νεώτερων

εκδοτών που δεν υπάρχει στην αρχική έκδοση του 1785.

i. Περὶ Μνησικακίας καὶ Ὑπερηφανείας

Η ομιλία αυτή εκφωνήθηκε με αφορμή την ευαγγελική περικοπή της Α’

Κυριακής του Λουκά (Η Κλήση των πρώτων μαθητών, Λκ. 5, 1-11). Με αφορμή την

επιλογή των πρώτων Αποστόλων να εγκαταλείψουν τα πάντα για να

ακολουθήσουν το Χρίστο, χωρίς να έχουν δει κανένα θαύμα ή σημείο, ο Ιωάννης

επιχειρεί να αντιπαραβάλει τη συμπεριφορά αυτή των Αποστόλων με τη

συμπεριφορά των συγχρόνων του Χριστιανών, οι οποίοι μνησικακούσαν και αντί

να εγκαταλείψουν τα πάντα χάριν του Χριστού δεν άφηναν πίσω του ακόμα και

τα πιο μικρά σφάλματα των άλλων. Όχι μόνο κρατούσαν στη μνήμη τους τα

πάντα, αλλά συνεχώς προσπαθούσαν με λόγια ή με έργα να ανταποδώσουν το

ελάχιστο κακό στο πολλαπλάσιο.

Για τον ιεροκήρυκα η μνησικακία προέρχεται από την Υπερηφανεία και την

Αλαζονεία. Με τη σκέψη αυτή ο Ιωάννης κάνει μια εκτενή ανάλυση της

βαρύτητας του αμαρτήματος της υπερηφάνειας, την οποία, ακολουθώντας τη

παραδοσιακή πατερική σκέψη τη χαρακτηρίζει ως τη μεγαλύτερη από όλες τις

αμαρτίες, μητέρα των αμαρτιών και ρίζα όλων των κακών 127. Εκκινώντας

πιθανότατα από το κείμενο του Ησαΐα για την πτώση του Εωσφόρου128, αναλώνει

127 Περιστρέφοντας ἔνθεν κᾀκεῖσε τὸν λογισμόν μου, περιεργάζομαι διὰ νὰ εὕρω τὴν ῥίζαν,
καὶ τὴν πρώτην αἰτίαν ἀπὸ τὴν ὁποίαν μᾶς γεννῶνται οἱ διάφοροι πειρασμοί. Καὶ ἄλλην δὲν
εἰμπορῶ νὰ στοχασθῶ, παρὰ μόνην τὴν οἴησιν καὶ τὴν ὑπερηφάνειαν. Αὕτη εἶναι μήτηρ καὶ
γεννήτρια πάντων τῶν ἐπιλοίπων ἁμαρτιῶν. Εἰς τὰ λοιπὰ ἁμαρτήματα μακροθυμεῖ ὁ
πολυεύσπλαχνος Κύριος, ἐκδεχόμενος τὴν μετάνοιαν τῶν ἁμαρτολῶν. εἰς δὲ τὴν οἴησιν καὶ
ὑπερηφάνειαν, δὲν δίδει καιρὸν μακροθυμίας, ἀλλ’ εὐθὺς ἐπιφέρει τοὺς πειρασμούς και τὰς
μάστιγας κατὰ τῆς κεγαλῆς τῶν ὑπερηφάνων. Διατί; Τάχα ὡς ἐκδικούμενος; ἢ ὡς
σωφρονίζων τοὺς ὑπερηφάνους; Καὶ τὸ ἕνα, καὶ τὸ ἄλλο, καθὼς ἐγὼ στοχάζομαι. Δηλαδὴ καὶ
ὡς ἐκδικούμενος καὶ ὡς σωφρονίζων φέρεται κατ’ αὐτῶν ὁ δίκαιος καὶ πανάγαθος Κύριος.
Διότι ἡ ἔπαρσις καὶ ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι μία ἐπανάστασις κατὰ τῆς τοῦ Θεοῦ μεγαλειότητος.
ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 18. Πρβλ. SPIDLIK, Η Πνευματικότητα του
Ανατολικού Χριστιανισμού, σσ. 336-337.
128 Ησ. 14, 12-15. Λκ. 10, 18.

38
το μεγαλύτερο μέρος του λόγου του στο να δείξει τη βαρύτητα του αμαρτήματος

της Υπερηφανείας. Επισημαίνει επανειλημμένα ότι οι πειρασμοί στέλνονται από

τον Θεό, σαν ένα μέτρο θεραπείας των αμαρτωλών, όσο ακόμα η κατάστασή τους

είναι ιάσιμη και πριν σκληρυνθεί η καρδιά τους σε σημείο ανίατο129. Έτσι στο λόγο

του η μνησικακία είναι στενά συνδεδεμένη και απόρροια της υπερηφανείας, ενώ

αντίθετα η μακροθυμία οδηγεί στην ταπεινοφροσύνη και στη συγχώρεση από το

Θεό.

Ο λόγος του φαίνεται να στερείται στιβαρούς συνοχής, έτσι κινείται μεταξύ

των δύο αμαρτημάτων, παρεμβάλλοντας άλλα θέματα, όπως της

ιεροκατακρίσεως, της υποκρισίας και του καθημερινού βίου των Χριστιανών.

Ενδεχομένως, οι συχνές παρεμβάσεις του για τα θέματα της ιεροκατακρίσεως και

της άρνησης κοινωνίας και εμμονής στην εχθρότητα, να οφείλεται σε κάποια

υπαρκτή έχθρα, μεταξύ των κατοίκων της Σκοπέλου, την οποία ο Ιωάννης

προσπάθησε να συμβιβάσει, επισύροντας και αυτός με τη σειρά του την έχθρα

μιας από τις δύο αντιμαχόμενες ομάδες130. Άξια επισήμανσης τέλος είναι η

αναφορά στην διδασκαλία της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας για τα 7 θανάσιμα

αμαρτήματα, των οποίων πηγή είναι η υπερηφάνεια131.

129 Εἰδὲ καὶ σοῦ ἀκολουθοῦν πειρασμοί, καὶ θλίψεις καὶ διάφοροι δυστυχίαι, ὁ Θεὸς ἀκόμη δὲν
σὲ ἐγκατέλιπεν· ἀλλὰ μὲ τὰς ποικίλας δυστυχίας καὶ πειρασμούς, ὡσὰν μὲ σχοινίον, σὲ
τραβᾷ εἰς μετάνοιαν. Πλὴν πρόσεχε νὰ μὴ κοπῇ τὸ σχοινίον τῆς Θείας Εὐσπλαχνίας καὶ
πέσῃς εἰς τελείαν ἐγκατάλειψιν τοῦ Θεοῦ καὶ ἐκεῖθεν εἰς τοῦ ᾅδου τὰ τάρταρα· πότε λοιπὸν
κόβεται; Ὅταν ὁ Θεὸς ἄνωθεν τραβᾷ, σὺ δὲ κάτωθεν ἀντιτείνωντας, ἀντιτραβᾷς, κόβεται
τέλος πάντων το σχοινίον τῆς Θείας Εὐσπλαχνίας καὶ πλέον οὐκ ἔσται σοι ἴασις. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο
ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 21.
130 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 23, 26-27 και αλλού.
131 Για την Ορθόδοξη Εκκλησία θανάσιμο είναι το αμάρτημα για το οποίο ο πιστός δεν
μετανοεί (Ἁμαρτία πρὸς θάνατόν ἐστιν ὅταν τινὲς ἁμαρτάνοντες, ἀδιόρθωτοι μένωσι, Ε’
Κανών της Ζ’ Οικουμενικής Συνόδου), βλ. ΑΙΜΙΛΙΑΝΟΣ ΜΕΛΟΗΣ, «Ἁμαρτήματα,
θανάσιμα», ΘΗΕ 2 (1963), στ. 247-249. Αντίθετα η Δυτική Εκκλησία, επηρεασμένη από
ασκητικούς κύκλους ανέπτυξε από νωρίς τη διδασκαλία των Επτά (ή Οκτώ) Θανασίμων
Αμαρτημάτων. Κύριος εισηγητής αυτής της διδασκαλίας ήταν ο Όσιος Κασσιανός, για να
καθιερωθεί από τον πάπα Γρηγόριο Διάλογο τον 6ο αιώνα (βλ. C. CASAGRANDE-S. VECCHIO,
«Peccato», Dizionario dell’Occidente Medievale, εκδ. Piccola Biblioteca Einaudi, Τορίνο 2003, τ. Β’
σσ. 878-880).

39
Το κείμενο έχει κυρίως παιδαγωγικό χαρακτήρα, χωρίς μεγάλες θεολογικές

αξιώσεις και με λιγοστές αναφορές στην πατερική θεολογία. Προσπαθεί με απλές

εικόνες και λαϊκό λόγο να πείσει τους ακροατές-αναγνώστες του να δείχνουν

μεγαλοθυμία και να συγχωρούν τους γύρω τους, θεωρώντας ότι ακόμα και τα

κακά που τους επιφέρουν γίνονται με την άδεια του Θεού για το δικό τους καλό.

ii. Περὶ Ὑπομονῆς εἰς τὰς Θλίψεις

Είναι η πρώτη από τις ομιλίες που αφορούν την Δ’ Κυριακή του Λουκά (Λκ.

8, 4-15). Σκοπός της είναι να αναφερθεί στην αρετή της υπομονής τον καιρό της

θλίψης. Κεντρική ιδέα του λόγου του είναι ότι οι διάφορες θλίψεις που χτυπούν

κάθε άνθρωπο είναι σταλμένες από το Θεό, με σκοπό είτε να τον παιδαγωγήσουν

και έτσι να τον βοηθήσουν να διορθώσει κάποιο σφάλμα του, είτε να τον

προφυλάξουν από κάποιο κακό και έτσι να διευκολύνουν τη Σωτηρία του.

Ο Ιωάννης εξ αρχής δηλώνει ότι σκοπός του είναι να εὐαγγελίσει τὴν

μεγάλην πρόνοιαν καὶ ἀγάπην, ὁποῦ σᾶς ἔχει ὄχι μόνον ὅταν σᾶς χαροποιῇ μὲ τὰ

ἐπιθυμητὰ τῆς καρδίας σας, ἀλλὰ πολλῷ πλέον, ὅταν φαίνεται πῶς σᾶς λυπῇ καὶ

σᾶς θλίβῃ μὲ ὅσα ἀπαρέσκεσθε καὶ ἀηδιάζετε132. Αρχικά αναφέρεται στον

παιδευτικό χαρακτήρα των θλίψεων, τις οποίες παρομοιάζει με τις τιμωρίες που

χρησιμοποιούν οι γονείς για να παιδαγωγήσουν τα παιδιά τους. Τονίζει ότι όπως

είναι απολύτως αποδεκτό οι ατελείς και πολλάκις εμπαθείς γονείς επιβάλλεται


να χρησιμοποιούν την τιμωρία ως μέθοδο εκπαίδευσης των τέκνων τους, έτσι

ακόμα περισσότερο είναι εύλογο ο Θεός να χρησιμοποιεί τις θλίψεις, ως μορφή

τιμωρίας για να παιδαγωγήσει τα τέκνα του. Πολλῷ μᾶλλον ὁ Πατὴρ ἡμῶνὁ

Οὐράνιος δίδει εἰς τὸν κάθε ἕνα μας ἐκεῖνα, ὅρα τοῦ εἶναι πρόσφορα καὶ ὠφέλιμα

καὶ τῆς μακαρίας ἐκείνης λήξεως καὶ αἰωνίου ἀναπαύσεως πρόξενα133.

Στη συνέχεια χρησιμοποιεί το παράδειγμα ενός ισχυρού βασιλέως για να

καταδείξει την φιλανθρωπία του Θεού, ο οποίος μεταχειρίζεται πλείστων μέσων

για να βοηθήσει τον άνθρωπο και να τον φέρει κοντά του, χωρίς να έχει την

132 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 28.


133 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 29.

40
παραμικρή ανάγκη. Για τον Ιωάννη η κίνηση αυτή του Θεού προς τον άνθρωπο

είναι αποτέλεσμα καθαρής αγάπης και τα μέσα που χρησιμοποιεί ο Θεός είναι τα

μυστήρια της Εκκλησίας. Η παρομοίωση είναι εξόχως ενδιαφέρουσα: ο

καθαρισμός του φτωχού και ρυπαρού ανθρώπου γίνεται με το Βάπτισμα, η ένδυση

συνδέεται με τη Θεία Χάρη (Χρίσμα) και η φιλοξενία στη βασιλική τράπεζα με το

μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας134.

Ακολούθως λαμβάνει διάφορα παραδείγματα από την Βίβλο, με κυριότερο

το παράδειγμα του Ιώβ, ο οποίος υπέμεινε τις θλίψεις και δοξολογούσε το Θεό,

είτε ευτυχούσε, είτε δυστυχούσε άρρωστος, φτωχός και άκληρος. Σκοπός όλκων

αυτών των παραδειγμάτων είναι να τονίσει για άλλη μια φορά ότι οι Χριστιανοί

οφείλουν να υπομένουν τις θλίψεις που δέχονται, γιατί ο Θεός πάντα φροντίζει

να μην τους θλίβει υπέρμετρα και γιατί η υπομονή είναι οδός σωτηρίας, ενώ το να

βαρυγκωμούν θα τους φέρει χειρότερα κακά και θα τους μετατρέψει σε όργανα

του διαβόλου135. Ανάμεσα στα διάφορα παραδείγματα που χρησιμοποιεί ιδιαίτερη

θέση κατέχουν αυτά στα οποία οι πειρασμοί και οι θλίψεις προέρχονται από

οικείους· αδερφούς, παιδιά, γονείς και πρωτίστως συζύγους. Τους καλεί μάλιστα

να είναι προσεκτικοί και έτοιμοι να εξετάσουν το παρελθόν τους για να

εξηγήσουν την αιτία των πειρασμών αυτών, χωρίς όμως να καταφερθούν

εναντίον των οικείων, οι οποίοι τις περισσότερες φορές είναι απλώς τα

παιδαγωγικά όργανα του Θεού.

Εμφανής είναι σε ένα μεγάλο μέρος της δεύτερης ενότητας του λόγου η

εξάρτηση του ομιλητή από τον ι. Χρυσόστομο και κυρίως από την ερμηνεία του

στον Γ’ Ψαλμό136. Παρά την εκτενή ανάλυση στη θεϊκή προέλευση των θλίψεων

και στην παιδευτική τους αξία, εντύπωση προκαλεί εδώ, ότι ο Ιωάννης δεν

134 Ψωρίτης, γυμνὸς καὶ αἰχμάλωτος ἦτον ὁ ἄνθρωπος. Τὸν ἔπλυνε διὰ τοῦ λουτροῦ τοῦ ἁγίου
Βαπτίσματος, τὸν ἔνδυσε μὲ τὸ ἔνδυμα τῆς Θείας του χάριτος, τὸν ἔβαλε είς τὴν Βασιλικὴν
τράπεζαν τῶν ἀχράντων του καὶ φρικτῶν Μυστηρίων. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική
Σαγήνη, σ. 29.
135 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 29-34.
136 Βλ. ΙΩ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, Ἑρμηνεῖα εἰς τὸν Γ’ Ψαλμόν, PG 55, στηλ. 35-39 και πρβλ. ΙΩΑΝΝΗΣ
Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 33-35.

41
προχωρά το συλλογισμό στην καθιερωμένη από τους Πατέρες αξιολόγηση των

θλίψεων ως μέσου για την πρόκληση πένθους, ως του πρώτου βήματος στην οδό

της μετανοίας137.

iii. Ὁμιλία Θεολογική

Εκφωνήθηκε κατά την Δ’ Κυριακή του Λουκά (Λκ. 8, 4-15). Η ομιλία αυτή

αρθρώνεται σε τρεις ενότητες· για το ακατάληπτο του Θεού, για την αγάπη του

Θεού προς τον άνθρωπο και για την αξία της αγάπης και της μεγαλοθυμίας.

Το μεγαλύτερο μέρος της ομιλίας είναι αφιερωμένο στην πρώτη ενότητα138.

Περιγράφει την υπερβατικότητα και του Θείου, το οποίο είναι αδύνατον να

προσληφθεί και να κατανοηθεί από την πεπερασμένη ανθρώπινη νόηση.

Χρησιμοποιεί μια σειρά υπερθετικών αρνήσεων (πανάπειρος, ἀκατανόητος,

ἄναρχος κ.α.), για να καταλήξει πώς ό,τι αφορά το Θείο υπερβαίνει την ανθρώπινη

φύση και γι’ αυτό ο Χριστιανός πρέπει να εγκαταλείψει τη διανοητική μέθοδο και

να το προσεγγίσει (το Θείο) μόνο με την πίστη139. Ακολούθως αναφέρει πέντε

παραδείγματα από την εκκλησιαστική ιστορία. Τα τρία πρώτα αφορούν τους

αιρεσιάρχες Άρειο, Μακεδόνιο και Σαβέλλιο, οι οποίοι προσπαθώντας να

προσεγγίσουν και να ερμηνεύσουν το μυστήριο της Αγίας Τριάδος κατέληξαν

στην αίρεση. Ακολούθως αναφέρεται στην αυστηρή σύσταση του πάπα

Ιννοκεντίου Γ’ πιστεύειν κελευόμεθα, ἐρευνᾷν δὲ κωλυόμεθα140, για να τονίσει την


ανάγκη να παραμεριστεί η ανθρώπινη σκέψη ως αδύναμη να συλλάβει το

μέγεθος του Θεού. Στο τελευταίο παράδειγμα αναφέρεται σε κάποιο επεισόδιο

του βίου του ι. Αυγουστίνου Ιππώνος με το ίδιο πάντοτε νόημα, της αδυναμίας του

137 SPIDLIK, Η Πνευματικότητα του Ανατολικού Χριστιανισμού, σσ. 264-268.


138 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 35-38.
139 Ἐσὺ εἶσαι τὸ μέγα καὶ τὸ βαθύτατον πέλαγος, ὁποῦ χωρὶς τὸ πλοιάριον τῆς πίστεως
ἀδύνατον εἶναι τινὰς νὰ τὸ διαπλεύσῃ… εἰς τὸ Μυστήριον τοῦτο τῆς Παναγίας Τριάδος ὁ
φυσικὸς λογαριασμὸς πρέπει νὰ ἀφεθῇ εἰς ἕνα μέρος καὶ μόνη ἡ πίστις νὰ εἶναι τοῦ καθ’ ἑνός
μας τὸ στήριγμα. Ὄχι τάχα, πῶς αὐτὰ εἶναι ἐνάντια τῆς φύσεως ἀλλὰ μόνον διὰ τί
ὑπερβαίνουν τοὺς ὅρους τῆς φύσεως. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 36-37.
140 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 37.

42
ανθρωπίνου νου να κατανοήσει το Μυστήριο της Αγίας Τριάδος141. Η ενότητα αυτή

κλείνει με μια ακόμα παράθεση από τη Βίβλο, με το οὐ γὰρ μὴ ἴδῃ ἄνθρωπος τὸ

πρόσωπόν μου καὶ ζήσεται (Εξ. 33, 20).

Στη συνέχεια πραγματεύεται το θέμα της φιλανθρωπίας του Θεού, ο οποίος

αγωνίζεται να σώσει τον άνθρωπο, συγχωρώντας του συνεχώς τα παραπτώματά

του και δίνοντας ευκαιρίες μετάνοιας και σωτηρίας. Το περιεχόμενο αυτής της

ενότητας είναι εμπνευσμένο από την ιερά ιστορία και κυρίως από τα βιβλία της

Γενέσεως, της Εξόδου και των Ευαγγελίων142.

Η τελευταία ενότητα της Ομιλίας είναι αφιερωμένη στην αξία της

φιλανθρωπίας και της μακροθυμίας. Για τον Ιωάννη, όχι απλά η αγάπη προς τον

Θεό, αλλά η έμπρακτη αγάπη προς τον συνάνθρωπο και η αξία της συγχώρεσης

είναι τα απαραίτητα εκείνα στοιχεία που θα οδηγήσουν τον άνθρωπο στη

Σωτηρία. Το να λυτρώσει κάποιος την ψυχή του από το μίσος, να συγχωρήσει και

να αγαπήσει τους εχθρούς του είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη Σωτηρία, που

αν δεν ισχύει κάθε άλλη καλή πράξη δεν προσφέρει τίποτε 143. Μάλιστα για να

υποστηρίξει την επιχειρηματολογία του θυμίζει το ευαγγελικό ἐὰν γὰρ ἀφῆτε τοῖς

ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος· ἐὰν

δὲ μὴ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, οὐδὲ ὁ πατὴρ ὑμῶν ἀφήσει τὰ

παραπτώματα ὑμῶν Μθ. 6, 14-15). Η αγάπη για τον συνάνθρωπο, η μεγαλοθυμία

και η συγχώρεση είναι το κλειδί για τη μέλλουσα ζωή144.

141 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 37-38.


142 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 39-40.
143 Ὁ λυτρώσας ψυχὴν ἐκ θανάτου, καλύπτει πλῆθος ἁμαρτιῶν. Εἰ δὲ καὶ ἔχεις πολλοὺς
ἐχθρούς, καὶ εἰς ὅλους κάμῃς τὸ ὅμοιον, μακάριος καὶ τρισμακάριος καὶ ἐν τῷ νῦν αἰῶνι παρὰ
πάντων τὴν εὔνοιαν καὶ τὴν ἀγάπην ὡς φιλάδελφος ἀπολαμβάνοντας καὶ ἐν τῷ μέλλοντι
δόξαν ἄφραστον κληρονομῶντας· ὡσὰν ὁποῦ μὲ τοιοῦτον τρόπον προσφέρεις εἰς τὸν
εὐεργέτην Θεὸν εὐχαριστίαν ἀντάξιον· ἂν ὅμως τοῦτο δὲν κάμῃς, νήστευε καὶ προσεύχου
ὅσον θέλεις, δὸς καὶ πάντα τὰ ὑπάρχοντά σου ἐλεημοσύνην, χῦσε καὶ τὸ αἷμά σου εἰς
μαρτύριον, ἢ πήγαινε νὰ ἀσκητεύῃς εἰς μίαν ἔρημον ὅλην σου τὴν ζωήν, πάντα μάταια καὶ
ἀνωφελῆ. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 40.
144 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 41-42.

43
iv. Περί ελεημοσύνης
Η ομιλία αυτή εκφωνήθηκε με αφορμή την περικοπή της ΙΓ’ Κυριακής του

Λουκά (Λκ. 18, 18-27). Το ευαγγελικό ανάγνωσμα αφορά το διάλογο μεταξύ του

πλούσιου και του Χριστού, έτσι ο Ιωάννης παίρνει αφορμή από αυτό για να

παρουσιάσει τις συνέπειες της φιλαργυρίας και τα οφέλη της φιλανθρωπίας και

της ελεημοσύνης.

Αρχικά, στηριζόμενος περισσότερο στη ρήση του Χριστού οὐδεὶς οἰκέτης

δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν (Λκ. 16, 13), αναπτύσσει το συλλογισμό του

επισημαίνοντας ότι δεν μπορεί σε κάποιον άνθρωπο να συνυπάρξουν τα δύο,

αγάπη στη Χριστό και αγάπη στο χρυσό, γιατί το ένα αναιρεί το άλλο 145. Στη

συνέχεια επιχειρεί με ανθρωπολογικά επιχειρήματα να αποδείξει ότι εκ της

κατασκευής του ο άνθρωπος έχει μια φυσική έλξη προς το αγαθό. Η έλξη αυτή

συνδέεται με την κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωσιν δημιουργία του ανθρώπου146. Έτσι,

παρά την επιδίωξη πολλών να αποκτήσουν πλούτη, ποτέ αυτή η επιδίωξη δεν

εξασφαλίζει γαλήνη και ψυχική ισορροπία. Αντίθετα, όσοι επιδιώκουν πλούτη και

στη συνέχεια εξουσία και δόξα, πάντα βρίσκονται σε ένα διαρκή αγώνα, χωρίς

ποτέ να νιώσουν ικανοποίηση και ειρήνη, ἀπὸ τὸν πλοῦτον δὲν ἀποκτᾷ ἡδονήν, ἀπὸ

τὴν δόξαν δὲν εὑρίσκῃ ἄνεσιν καὶ ἀνάπαυσιν 147.

Στην πραγματικότητα, ο Ιωάννης, εξηγεί ότι από την κατασκευή του ο

άνθρωπος ωθείται στην επιδίωξη του αγαθού, και αυτό ταυτίζεται με την

κοινωνία με τον Ιησού Χριστό. Η κοινωνία αυτή επιτυγχάνεται με τη συμμετοχή

στον μυστηριακό βίο της Εκκλησίας, όμως, και εδώ επανέρχεται στο θέμα

145 Πάσα ψυχὴ φιλεύσπλαχνος καὶ φιλόπτωχος, εἶναι ἐξἀνάγκης καὶ φιλόθεος, καὶ
φιλόχριστος· οὐδεμία ψυχὴ ποτὲ ἠμπορεῖ νὰ ᾗναι ἐν ταὐτῷ καὶ φιλόχρυσος καὶ φιλόχριστος·
ἂν φιλῇ τὸν Χριστόν, ἐξἀνάγκης μισεῖ τὸν χρυσόν· εἰδὲ καὶ φιλῇ τὸν χρυσόν, οὐδέποτε
δύναται μὲ ὅλας τὰς δυνάμεις της νὰ ἀγαπήσῃ τὸν Χριστόν. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική
Σαγήνη, σ. 42.
146 Ὁ Ἄνθρωπος εἶναι Θεοῦ κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωσιν· ὁ Θεὸς κατὰ πάντα ἐλεήμων καὶ
εὔσπλαχνος, ὁποῦ εὐεργετεῖ ὄχι μόνον τοὺς φίλους του, ὄχι μόνον τοὺς πιστοὺς δούλους του,
ἀλλὰ μάλιστα καὶ τοὺς ἀσεβεῖς ὁποῦ βλασφημοῦσι τὸ Πανάγιον αὐτοῦ ὄνομα. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο

ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 42.


147 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 43.

44
αντλώντας από την ακολουθία της Θείας Μεταλήψεως, εάν ο κοινωνών είναι

γεμάτος πάθη και αμαρτίες, προσηλωμένος στις υλικές μέριμνες, ο Χριστός

ταχέως καὶ εὐγαίνει148. Η συλλογιστική του εδώ είναι να δείξει ότι ακόμα και αν με

τη συμμετοχή στα Μυστήρια της Εκκλησίας, πρωτίστως της Εξομολόγησης,

κάποιος εξαγορεύει και λυτρώνεται από τα παροδικά αμαρτήματα, όταν δεν

κατορθώνει να θεραπευτεί από τα υλικά πάθη, κυρίως τη μέριμνα για τα επίγεια

αγαθά, η ψυχή του δεν μπορεί να λυτρωθεί και να κατοικηθεί από το Χριστό149.

Στη συνέχεια αναφέρεται στο παράδειγμα ενός αγγλοσάξονα ηγεμόνα, του

Oswald της Νορθούμβριας150. Η διήγηση έχει ως εξής· την Κυριακή του Πάσχα ο

ηγεμόνας είχε καλέσει στο πασχαλινό τραπέζι τον επίσκοπο της περιοχής του

Αϊδανό (πρόκειται για τον άγιο Aidan of Lindisfarne151). Στη διάρκεια του γεύματος

πληροφορήθηκε ότι έξω από το παλάτι του ήταν συγκεντρωμένοι διάφοροι

ζητιάνοι και φτωχοί, που περίμεναν να τραφούν από τα περισσεύματα της

βασιλικής τράπεζας. Τότε πήρε το ακριβότερο από τα σκεύη του τραπεζιού του, το

γέμισε τρόφιμα και διέταξε τους υπηρέτες του και να τα μοιράσουν στους

φτωχούς, μαζί με το σκεύος. Τότε ο άγιος Αϊδανός ευχήθηκε γι’ αυτήν του την

πράξη, το χέρι του βασιλιά να μείνει άφθαρτο, ως σημείο αγιοσύνης. Με τη

συγκεκριμένη ιστορία δηλώνεται ακριβώς η σημασία της ελεημοσύνης για τη

σωτηρία του ανθρώπου. Ο Λίνδιος εδώ αναφέρεται σε ένα περιστατικό από την

διήγηση του Βέδα. Δεδομένου ότι είναι απίθανο ο Λίνδιος να είχε διαβάσει το

συγκεκριμένο κείμενο, θα πρέπει να θεωρήσουμε ότι άκουσε την ιστορία στην

Σκόπελο ή σε κάποιο άλλο νησί, από Άγγλους ναυτικούς ή εμπόρους.

Ο λόγος του συνεχίζεται με την παράθεση διαφόρων παραδειγμάτων από

τη Βίβλο και από διηγήσεις γεροντικών για να δείξει ότι η ελεημοσύνη είναι η

βάση πάνω στην οποία αναπτύσσονται όλες οι άλλες αρετές και όταν αυτή

148 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 45.


149 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 45.
150 Για τον Oswald της Northumbria βλ. Wesley Fiorentino, «Oswald of Nortumbria», 25
Απριλίου 2017, στο https://www.ancient.eu/Oswald_of_Northumbria/ (πρόσβαση στις
2/8/2018).
151 Για τον άγιο Αϊδανό βλ. http://www.thyateira.org.uk/aidan/ (πρόσβαση στις 2/8/2018).

45
εκλείψει τότε χάνονται και όσες υπήρχαν πριν152. Τέλος, επικαλούμενος το

παράδειγμα της χήρας στα Σάρεφθα της Σιδώνας και μια διήγηση από γεροντικό

προσπαθεί να τονίσει πως η ελεημοσύνη, πέραν των μελλοντικών ευεργεσιών,

προσφέρει ευλογία, ευτυχία και ευημερία και στην παρούσα ζωή153.

v. Περὶ Ἐλεημοσύνης καὶ Συστάσεως τῆς Πολιτείας, εἰς


μνήμην τοῦ Ἁγίου Νικολάου
Η ομιλία εκφωνήθηκε την 6η Δεκεμβρίου, με αφορμή την εορτή του Αγίου

Νικολάου. Έτσι το πρώτο τμήμα αυτής της ομιλίας είναι αφιερωμένο στον

τιμώμενο άγιο. Η ενότητα αυτή154 δεν παρουσιάζει το παραμικρό ενδιαφέρον.

Στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα καθαρά ρητορικό κείμενο στο οποίο

αναπαράγει διάφορους αγιολογικούς τόπους, για να καταλήξει ότι ο ίδιος είναι

πολύ μικρός και αδύναμος να μιλήσει για έναν τέτοιο άγιο και έτσι προτιμά να

αναφερθεί στα θέματα της ελεημοσύνης και περί συστάσεως πολιτείας.

Σημείο εκκίνησης για αυτήν την ομιλία είναι ο μακαρισμός υπέρ των

ελεημόνων (μακάριοι οἱ ἐλεήμονες, ὅτι αὐτοὶ ἐλεηθήσονται, Μτ 5, 7). Έτσι επιχειρεί

να δείξει πως η ελεημοσύνη και η ευσπλαχνία προς τον συνάδελφο είναι μια

πράξη που εξομοιώνει τον άνθρωπο με τον Θεό155. Αναφερόμενος εμμέσως στην

παραβολή των ταλάντων156 επισημαίνει πως ο άνθρωπος, ακόμα και αυτούς που

152 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 46.


153 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 47-48.
154 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 49-50.
155 Ἡ ἐλεήμων πρὸς τὸν πλησίον καὶ εὐσλαχνικωτάτη τοῦ Ἀνθρώπου διάθεσις ἔχει τόσην
δύναμιν, ὁποῦ ἐξομοιοῖ τὸν ἔχοντα μὲ αὐτὸν τὸν ἴδιον τῆς δόξης Κύριον. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ,
Αποστολική Σαγήνη, σ. 50.
156 Ὁ εὐσπλαχνικὸς καὶ ἐλεήμων Ἄνθρωπος δὲν ἀναπαύεται εἰς τὴν κυβέρνησιν, ὁποῦ παρὰ
Θεοῦ ἔλαβε. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 50. Ο Ιωάννης συχνά στα κείμενά
του χρησιμοποιεί την έκφραση κυβέρνηση δοθεῖσα παρἀ Θεοῦ σε αναφορά προς την
παραβολή των ταλάντων για να χαρακτηρίσει έτσι όλα όσα λαμβάνει κάθε άνθρωπος,
είτε υλικά, είτε πνευματικά χαρίσματα, για να τονίσει με αυτόν τον όρο (κυβέρνηση), ότι
στην πραγματικότητα ότι έχει ο κάθε άνθρωπος δεν ανήκει στον ίδιο, αλλά το έλαβε από
τον Θεό για να το διαχειριστεί προς όφελος του κοινωνικού συνόλου.

46
ευλογήθηκε από τον Θεό με πλούτη, ευτυχία και χαρίσματα, αναπαύεται και

εκπληρώνει τον σκοπό της χορήγησης κάθε θεϊκής ευλογίας μόνο όταν αυτή

εκδηλώνεται στην υποστήριξη προς τους λιγότερο τυχερούς. Στη συνέχεια

αναφέρεται σε διάφορα παραδείγματα από την Βίβλο για να τονίσει την αξία της

ελεημοσύνης τόσο στην παρούσα, όσο και στην μέλλουσα ζωή157.

Η επόμενη όμως ενότητα του λόγου του είναι αυτή που παρουσιάζει το

μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Ο Ιωάννης αναγνωρίζει την αξία της εισφοράς υπέρ της

ανεγέρσεως ή αναστηλώσεως εκκλησιών, με πρώτιστη την εισφορά υπέρ του

Παναγίου Τάφου158, όμως θεωρεί απείρως σημαντικότερη την εισφορά υπέρ του

Ταμείου του Κοινού, εισφορά που την χαρακτηρίζει ως συνδρομή διὰ ἐλευθερίαν

τῆς Πατρίδος. Αρχικά επισημαίνει ότι η συνδρομή για έναν σκοπό που θα

βοηθήσει πολλούς Χριστιανούς να σωθούν αξίζει πολύ περισσότερο από ξύλα και

πέτρες159. Μάλιστα τονίζει πως αυτός που βοηθάει πολλούς με την συνδρομή του

να σωθούν εξαγοράζει έστω και εμμέσως και τη δική του σωτηρία. Στη συνέχεια

αναφέρεται στην ανάγκη να εξοφληθεί το χρέος του Κοινού όσο γίνεται

συντομότερα, γιατί διαφορετικά όσο το χρέος μένει απλήρωτο τόσο αυξάνονται οι

επιβαρύνσεις που επιφέρουν οι τόκοι. Για αυτό επιμένει εμφατικά πως το χρέος

του Κοινού βαραίνει όλους τους πιστούς και όσο μένει απλήρωτο τόσο

δυσκολότερη θα είναι η εξόφλησή του στο μέλλον, κάνοντας έκκληση να δεχτούν

ακόμα και στερήσεις προκειμένου να απαλλαγούν από αυτό160.

157 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 51.


158 Μετά την ανάκτηση των Προσκυνημάτων από το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων, το 1757,
εγκαινιάστηκε ένα εκτενές πρόγραμμα επισκευών και ανοικοδόμησης των
παραμελημένων από τις συνεχείς διαμάχες μνημείων (βλ. Χρυσοστ. Παπαδόπουλος,
Ιστορία της Εκκλησίας των Ιεροσολύμων, εκδ. Πατριαρχείου Ιεροσολύμων, Αθήνα, 2010, σσ.
539-541). Το πρόγραμμα αυτό φαίνεται ότι εκτείνεται χρονικά πέραν και του 1765, και
συμπίπτει με την προσπάθεια του Οικουμενικού Πατριάρχη Σαμουήλ Χαντζερή να
ρυθμίσει το χρέος του Κοινού.
159 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 52.
160 Ἂς κοπιάσωμεν, ἂς στενοχωρηθῶμεν, ἂς καταθλιβῶμεν πρὸς ὀλίγον καιρὸν διὰ να
ξεφορτωθῶμεν τὸ βάρος τοῦ χρέους καὶ σᾶς ἐγγυῶμαι ἐν ὀνόματι τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ
Χριστοῦ, ὅτι οἱ κόποι σας καὶ ἡ στενοχώρια ὁποῦ θέλετε δοκιμάσει εἰς ὁλίγον καιρόν, θέλει

47
Επεκτείνοντας μάλιστα τη συλλογιστική του επισημαίνει πως η εξόφληση

του χρέους θέλει απαλλάξει την Εκκλησία από πολλές αφορμές για σκάνδαλα και

θέλει έτσι επιφέρει την ομόνοια μεταξύ των πιστών161. Η άρση των αφορμών για

σκάνδαλα και η συνεπαγόμενη ομόνοια θέλει καλλιεργήσει μεταξύ των πιστών

αισθήματα ελεημοσύνης, συμπαθείας και αγάπης για τον πλησίον.

Τελειώνει την ομιλία του με μια σύντομη αναφορά στο θέμα των όρκων.

Αναφερόμενος σε ένα επεισόδιο από τη ζωή του Ισαάκ προσπαθεί να δείξει στο

κοινό του ότι η τάση της σύναψης συμφωνιών με όρκο και με πρόβλεψη για

διάφορες ποινές, ακόμα και αυτής του αφορισμού αντιβαίνει στο θέλημα του Θεού

και τελικά καταστρέφει τόσο αυτόν που δίνει τον όρκο όσο και εκείνον που τον

απαιτεί162.

Πρόκειται για τον δεύτερο λόγο που αφιερώνει ο συγγραφέας στην αξία της

ελεημοσύνης. Ενώ στον πρώτο η κεντρική ιδέα του κηρύγματος ήταν πως η

προσκόλληση στα επίγεια και η αγάπη για τον χρυσό δεν αφήνει χώρο για να

καρποφορήσει ο Χριστός μέσα μας, σε αυτόν επιχειρεί να προχωρήσει τη σκέψη

του ένα βήμα περισσότερο και να δείξει ότι η ελεημοσύνη είναι μια θεϊκή ιδιότητα
και ο πραγματικά ελεήμων άνθρωπος γίνεται θεός κατά χάριν. Δυστυχώς όμως

δεν καταφέρνει να εξελίξει τη σκέψη του και μένει στο επίπεδο της επανάληψης

ρητορικών σχημάτων.

Ο λόγος όμως αυτός έχει ένα πρόσθετο στοιχείο, που μας επιτρέπει να τον

χρονολογήσουμε με αρκετή ακρίβεια. Αν και η αρχική αναφορά στην αξία της

εισφοράς για την απελευθέρωση των αδερφών μας θα μπορούσε να εκληφθεί ως

αναφορά σε κάποιον έρανο, από τους πολλούς που διενεργούνταν την περίοδο
των Ορλωφικών (1770-1774), για την απελευθέρωση Χριστιανών αιχμαλώτων, οι

αναφορές στη συνέχεια για το χρέος του Κοινού μας υποχρεώνει να

μετὰ ταῦτα σᾶς προξενήσει μεγάλην ἄνεσιν καὶ ἀνάπαυσιν. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική
Σαγήνη, σ. 52
161 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 53.
162 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 53-54.

48
χρονολογήσουμε διαφορετικά τον λόγο. Την περίοδο 1764-1768 ο Πατριάρχης

Σαμουήλ Χαντζερής επιδόθηκε σε μια μεγάλη προσπάθεια ρύθμισης των

οικονομικών του Πατριαρχείου και αποπληρωμής του δυσβάστακτου χρέους του

Κοινού Ταμείου163. Μάλιστα οι εκφράσεις που χρησιμοποιήθηκαν τότε από τον

Σαμουήλ για να αιτιολογήσουν την επιμονή του αυτή είναι σχεδόν ταυτόσημες με

αυτές που χρησιμοποιεί στον λόγο του ο Ιωάννης: ὁποῦ νὰ ἐλευθερωθῇ ἀπὸ τὸ βαρὺ

χρέος τὸ Κοινόν, τι γίνεται μετὰ ταῦτα; Τὸ χρέος χρόνον μὲ τὸν χρόνον

κορυφοῦται…164. Η χρονολόγηση του λόγου σε αυτήν την περίοδο επιβεβαιώνεται

και από την αναφορά στα έργα ανοικοδόμησης των Προσκυνημάτων, που

βρίσκονταν σε εξέλιξη εκείνη την περίοδο. Έτσι ο λόγος πρέπει να τοποθετηθεί

περί το 1765165 και είναι πολύ πιθανόν να συνδέεται με την άφιξη στο νησί κάποιας

αντιπροσωπείας η οποία διενεργούσε εράνους ακριβώς για αυτόν τον σκοπό.

vi. Περὶ Ἀγάπης


Η ομιλία εκφωνήθηκε με αφορμή την ευαγγελική περικοπή της ΙΔ’ Κυριακής

του Λουκά (Λκ 18, 35-43). Εκκινώντας από το περιστατικό της θαυματουργικής

ιάσεως του τυφλού της Ιεριχούς, ο Ιωάννης συγκρίνει τα φυσικά ελαττώματα

(αναπηρίες) με τα ηθελημένα166, για να επισημάνει πως όσα οφείλονται στη δική

163 Για την οικονομική πολιτική του Σαμουήλ Χαντζερή βλ. Β. Μπάκουρος, Ο Οικουμενικός
Πατριάρχης Σαμουήλ Α’ Χαντζερής ο Βυζάντιος. Ο βίος και το έργο του (1700-1775).
(Εκκλησιαστικός Ανθρωπισμός – Νεοελληνικός Διαφωτισμός), ανέκδοτη Διδακτορική
διατριβή υποβληθείσα στη Φιλοσοφική Σχολή του ΕΚΠΑ, Αθήνα, 1998, σσ. 351-357.
164 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 52.
165 Η χρονική ταύτιση του λόγου με την προσπάθεια διόρθωσης των οικονομικών
προβλημάτων επιβεβαιώνεται και από έναν πρόσθετο λόγο. Ο σύγχρονος με τα γεγονότα
Σέργιος Μακραίος μας δίνει μια εκτενή περιγραφή των προβλημάτων που είχαν προκύψει,
αναφερόμενος σε σκάνδαλα, εισβολή των δανειστών στο Πατριαρχείο και σε φυλακίσεις
κληρικών και λαϊκών αξιωματούχων, που ταυτίζονται με τις αντίστοιχες αναφορές του
Ιωάννη Λίνδιου (βλ. Μακραίος, Ὑπομνήματα Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας, σ. 257-258).
166 Τὰ μὲν ἐλαττώματα, ἀγαπητοὶ ὁποῦ προέρχονται ἀμέσως ἢ ἀπὸτῆς φύσεως, ἢ ἀπὸτινὸς
συμπτώματος τε καὶ περιστάσεως ἐλεοῦνται μᾶλλον καὶ συγγνώμης μεγάλης καὶ
συμπαθείας ἄξια κρίνονται· τὰ δὲ τῆς προαιρέσεως ἐλαττώματα ὄχι μόνον ἀπὸ τοὺς
Ἀνθρώπους ἐπιτιμῶνται καὶ ὀνειδίζονται, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ αὐτὸν τὸν Θεὸν μεγάλως ἐλέγχονται
καὶ καταδικάζονται. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 55.

49
μας ελεύθερη βούληση είναι καταδικαστέα. Εδώ φυσικά δεν εννοεί τα σωματικά

προβλήματα που οφείλονται σε ανθρώπινη υπαιτιότητα, όσο σε στοιχεία της

ηθικής και της συμπεριφοράς του ανθρώπου, όπως η μοχθηρία, ο φθόνος, η

αδιαφορία για τον συνάνθρωπο κ.α.

Στέκεται ιδιαίτερα στην τύφλωση, την οποία και διακρίνει σε δύο είδη, τη

σωματική, την οποία θεωρεί ουδέτερη από ηθικής απόψεως167· και την ψυχική, την

οποία θεωρεί προάγγελο της κολάσεως168. Χαρακτηριστικό της ψυχικῆς

τυφλώσεως είναι η έλλειψη αγάπης μεταξύ των Χριστιανών, η ψυχρότητα και η

αδιαφορία169. Επιχειρεί να ταυτίσει τις έννοιες της τηρήσεως των θεϊκών εντολών

και της αγάπης, έτσι σύμφωνα και με το ψαλμικό λύχνος τοῖςποσί μου ὁ Νόμος σου,

καὶφῶςταῖςτρίβοις μου170, οι παραβάτες του θείου νόμου, άρα και αυτοί που δεν

αγαπούν τους συνανθρώπους τους, βαδίζουν στο σκοτάδι, σαν τυφλοί. Οδηγείται

λοιπόν στο συμπέρασμα πως οι δύο έννοιες, αγάπη προς τον Θεό και αγάπη για

τον πλησίον, συνδέονται στενά, με τη δεύτερη να οδηγεί στην πρώτη.

Στη συνέχεια επιχειρεί να ερμηνεύσει τη σχέση Θεού-Κτίσης αντλώντας από

τα σχόλια του Μαξίμου του Ομολογητή στο Περὶ Θείων Ὀνομάτων του
Αρεοπαγίτη171. Έτσι εξηγεί ότι όλα τα κτίσματα έλκονται φυσικά προς τον Θεό. Η

έλξη αυτή εκδηλώνεται με την επιθυμία μέσω της γνώσης της Δημιουργίας να

γνωρίσουν και να συναναστραφούν με το Θεό. Η φυσική αυτή έλξη εκδηλώνεται

μέσω της αγάπης που οι άνθρωποι οφείλουν να δείχνουν πρώτα προς τους
ορατούς συνανθρώπους τους και μετά, μέσω αυτών, προς τον αόρατο Θεό.

167 Ἡ σωματικὴ καὶ συμπτωματικὴ οὔτε ὠφελεῖ, οὔτε βλάπτει τὸν ἔχοντα, ὅσον εἰς τὸν κυρίως
Ἄνθρωπον, ὁποῦ εἶναι ἡ λογικὴ ψυχὴ καὶ ἀθάνατος. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη,
σ. 55.
168 Ἡ ψυχικὴ δὲ καὶ προαιρετική, τόσον πολλὰ βλάπτει καὶ ζημιοῖ ἐκεῖνον ὁποῦ τὴν ἔχει, ὥστε
ὁποῦ καὶ τὸν καταντᾷ τελευταῖον εἰς τὸ ἐξώτερον ἐκεῖνο σκότος τῆς αἰωνίου κολάσεως.
ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 55.
169 Τύφλωσις δὲ ψυχικὴ καὶ προαιρετική, τὴν ὁποῖα ἐξίσου πάσχομεν ὅλοι μας, δὲν εἶναι ἄλλη
παρὰ μόνη ἡ κρυότης καὶ ἡ τελεία ψυχρότης τῆς ἀναμεταξύ μας ἀγάπης. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο

ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 55.


170 Ψλ 118, 105.
171 Μαξίμου του Ὁμολογητοῦ, Σχόλια εἰςτὸπερὶ Θείων Ὁνομάτων, PG 4, 205-208.

50
Πέραν όμως της φυσικής έλξης/αγάπης του ανθρώπου προς το Θεό172,

υπάρχει και η αγάπη του Θεού προς το δημιούργημά του, αγάπη που εκδηλώνεται

από τη Γένεση και εκτείνεται σε όλο το σχέδιο της Θείας Οικονομίας. Για όλα αυτά

ο άνθρωπος έχει τη φυσική τάση να στρέφεται προς το Δημιουργό του.

Ταυτόχρονα όμως, ζώντας εντός της Δημιουργίας, του κόσμου, πλανάται από

αυτήν και συμπεριφέρεται σαν αθάνατος, χάνοντας έτσι το δρόμο προς τη Θέωση.

Έτσι φτάνει στο κύριο θέμα της ομιλίας του, την έννοια της αγάπης.

Χρησιμοποιεί την παραβολή των βασιλικών γάμων, από το Μτ 22, 1-14, για να τη

συνδέσει με τη Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Όπως στην παραβολή ο

καλεσμένος που εμφανίζεται με ακατάλληλο ένδυμα εκβάλλεται από τους

υπηρέτες και ρίχνεται σε σκοτεινή φυλακή, έτσι και αυτός που μετέχει στο

Μυστήριο αναξίως, καταδικάζεται σε αιώνια κόλαση173. Εδώ ο Ιωάννης επιχειρεί

να ταυτίσει τη σκοτεινή φυλακή με τον ορατό κόσμο και τις κοσμικές έννοιες, οι

οποίες αποσπούν το νου και τον εμποδίζουν να δει καθαρά174. Οι συνεχείς

κοσμικές μέριμνες κρατούν τον άνθρωπο σε μια οδυνηρή κατάσταση και τον

εμποδίζουν να προσεγγίσει τα Ουράνια. Η Θεία Κοινωνία, το όχημα για την

προσέγγιση των Θείων, όταν γίνεται αναξίως, κάνει αυτήν την κοσμική φυλακή

ακόμη πιο οδυνηρή. Ένδυμα για την σωστή μετοχή στο Μυστήριο και στην

Κοινωνία με το Θεό είναι η αγάπη πρὸς πάντας κοινῶς τοὺς ἀνθρώπους175. Η

172 Οἱ Ἄνθρωποι ἐξίσου πάντες ἔχομεν μίαν ξεχωριστὴν καὶ ἰδιάζουσαν ἐπιθυμίαν,
ἐγκατεσπαρμένην εἰς τὴν φύσιν ἡμῶν ἀπὸ τὸν ἴδιον ἡμῶν πλάστην Θεόν, εἰς τὸ νὰ ἀγαπῶμεν
ἀκορέστως αὐτὸν τὸν Θεὸν ὑπὲρ πάντα τὰ ὄντα, καὶ περισσότερον καὶ θερμότερον. ΙΩΑΝΝΗΣ
Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 57.
173 Η εικόνα του χιτώνα που αποκαλύπτει την αναξιότητα του αμαρτωλού, διατρέχει
ολόκληρη την Ακολουθία της Θείας Μετάληψης.
174 Σκοτεινὴ φυλακή, ἀγαπητοί, εἶναι οὗτος ὁ Κόσμος μὲ ὅλα του τὰ φρονήματα, καὶ ἀπατηλὰ
διανοήματα, καὶ φαντάσματα· καὶ ἕνας ὁποῦ νὰ ἔχῃ τὸν νοῦν του δι’ ὅλου προσηλωμένον, καὶ
καρφωμένον εἰς τὴν κοσμικὴν ματαιότητα, καὶ ὄχι εἰς τὰ Οὐράνια, ὁ τοιοῦτος ζῇ πάντοτε
μίαν βασανισμένην ζωήν, καὶ δὲν διαφέρει τελείως ἀπὸ ἐκεῖνον τὸν δεδεμένον χεῖρας, καὶ
πόδας, καὶ βαλμένον εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ.
58.
175 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 59.

51
αγάπη αυτή πρέπει να είναι ολοκληρωτική, χωρίς υστεροβουλία, υπολογισμούς

και διακρίσεις176.

Στη συνέχεια αντλεί από την Α Κορ 13, 1-13 (ύμνος της αγάπης) για να δείξει

πως, όλα τα άλλα έργα, αν στερούνται της αγάπης προς τον πλησίον είναι

άχρηστα177, και για να καταλήξει σε μια έκκληση για νέα αρχή.

Η τελευταία ενότητα του λόγου επικεντρώνεται στην αξία της αγάπης προς

το συνάνθρωπο ως αναγκαίο συστατικό για την ομαλή λειτουργία της

χριστιανικής κοινωνίας.

vii. Περὶ Ἀγάπης


Ομιλία που εκφωνήθηκε με αφορμή το ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστί (Α’ Ιω. 4, 16). Στο

θέμα της αγάπης ο Ιωάννης επανήλθε και με έναν ακόμη λόγο. Σημείο εκκίνησης

του λόγου είναι το ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστί (Α Ιω, 4, 8). Έτσι εδώ περιγράφεται η αγάπη

ως το συνεκτικό στοιχείο της Δημιουργίας· ἡ ἀγάπη εἷναι έκείνη ἡ χρυσὴ καὶ

θαυμασία ἄλυσος, σύμφωνα με τα λεγόμενά του, ὁποῦ συνδέει ὅλον τὸ πᾶν, λέγω

τὰ Οὐράνια καὶ τὰ ἐπίγεια178. Επανέρχεται στα θέματα της σχέσης αγάπη προς το

Θεό με την αγάπη προς τον πλησίον και στον Θείο έρωτα· της ερωτικής μορφής

που πρέπει να έχει η αγάπη των Χριστιανών προς το Θεό179. Αυτή η έντονη αγάπη

176 Ἡ τοιαύτη ἀγάπη εἶναι ὁ ἀληθινὸς μαγνήτης, ὁποῦ μᾶς τραβᾷ, καὶ μᾶς ἀνάγει, καὶ μᾶς
φέρει πεπαρρησιασμένους καὶ εἰς τὴν μυρίων ἀγαθῶν πρόξενος ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, ὁποῦ,
εἶναι ἡ τελειότης τοῦ Χριστιανισμοῦ. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 59.
177 Ἀγάπην ἐὰν δὲν ἔχῃς (καθὼς λέγει ὁ θεῖος Ἀπόστολος) τίποτε δὲν ἐκατώρθωσας· εἶσαι
ἕνα οὐδέν· καὶ τί λέγω οὐδέν; ἐχθρὸς τοῦ Θεοῦ, ἀντίπαλος ὡς ὁ Ἑωσφόρος τῆς Θείας
Μεγαλειότητος· μεμισημένος ἀπὸ τοὺς ἁγίους Ἀγγέλους, τέκνον ὀργῆς, υἱὸς Διαβόλου καὶ
κληρονόμος τῆς αἰωνίου γεέννης καὶ ἀτελευτήτου κολάσεως. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ,
Αποστολική Σαγήνη, σ. 60.
178 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 62.
179 Τόσον νὰ ἀγαπήσῃ τὸν Θεόν, καθὼς ἀγαπᾷ ὁ ἀγαπητικὸς τὴν ἀγαπητικήν του, ὤντας
κεκυριευμένος ἀπὸ ἕνα ἄλογον καὶ ἀχαλίνωτον ἔρωτα, ὁ ὁποῖος, ὅπου στέκει, ὅτι ἐργάζεται
καὶ ὅτι πράττει, πάντοτε ὁ νοῦς του, ἡ ψυχὴ καὶ ὁ λογισμός του εἰς ἐκείνην εὑρίσκεται.
ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 63.

52
είναι σε θέση να νικήσει το θάνατο180, να υπερβεί τα όρια της ανθρώπινης φύσης

και να θερμάνει την ψυχή των Χριστιανών, τόσο που να τους στηρίξει ακόμη και

την ώρα του μαρτυρίου181. Οι εκφράσεις και η διατύπωσή του εδώ θυμίζουν έντονα

την υμνογραφία της Εκκλησίας στις ημέρες μνήμης των Μαρτύρων.

Ανάλογης έντασης πρέπει να είναι και η αγάπη προς τον πλησίον, χάρη

στην οποία ο Χριστιανός δεν μπορεί να βλάψει τον πλησίον του και έτσι

προφυλάσσεται από την αμαρτία και το κακό182. Τα οφέλη αυτής της αγάπης

μεταξύ των Χριστιανών είναι μια δίκαιη πολιτεία, που ακόμα και ο άδικος και

αμαρτωλός θα σωθεί χάρη στην αγάπη των αδελφών του.

Και στους δύο λόγους περί αγάπης ο Ιωάννης κινείται πάνω στη σταυρική

σχέση της αγάπης προς το Θεό και της αγάπης προς τον πλησίον,

παρουσιάζοντας και στα δύο κείμενα την αγάπη προς το Θεό ως Θείο Έρωτα, σαν

το ερωτικό πάθος που νιώθει κάποιος. Στην μεν πρώτη ομιλία, ο έρωτας αυτός

παρουσιάζεται από την αρνητική πλευρά, όταν δηλαδή πρόκειται για έρωτα χωρίς

ανταπόκριση183. Στην περίπτωση αυτή, στο νοήμον πλάσμα (άνθρωπος ή

δαίμονας), ο έρωτας προς τον Θεό μετατρέπεται σε μίσος και πόνος. Πόνος για

180 Ὅποιος φθάσει εἰς τὸ νὰ ἀγαπήσῃ τὸν Θεὸν μὲ τέτοιον τρόπον, ὁ τοιοῦτος κατὰ ἀλήθειαν
ἔγινε καὶ πρὸ τοῦ θανάτου ἀθάνατος, καὶ ἔφθασεν εἰς τελείαν ἀπάθειαν. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο

ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 63.


181 Μία τοιαύτη ἀγάπη ἐχώρεσε καὶ μέσα εἰς τὰς καρδίας τῶν ἁγίων Μαρτύρων. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο
ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 63.
182 Ὅποιος μὲ ἀληθινὴν ἀγάπην ἀγαπᾷ τὸν ἀδελφόν του Χριστιανόν, βέβαια δὲν εἰμπορεῖ ποτὲ
νὰ τοῦ κάμῃ κακόν. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 65.
183 Καὶ ἂν οἱ Δαίμονες φαίνωνται ἐχθροὶ τοῦ Θεοῦ καὶ ἀποστάται, καὶ τρόπον τινὰ θανάσιμοι
πολέμιοι καὶ ἀδιάλλακτοι ἐπίβουλοι τῆς θείας δόξης, τοῦτο οἱ τρισάθλιοι τὸ πάσχουν, ὄχι
πῶς φυσικῶς δὲν ἐπιθυμοῦσι, καὶ ὀρέγονται τοῦ ποιητοῦ τῶν Θεοῦ, ἀλλ’ ὡς ἀπηλπισμένοι,
καὶ αἰωνίως εἰς τὰ τάρταρα τοῦ ᾋδου παρ’ αὐτοῦ καταδεδικασμένοι, ἐναντιοῦνται εἰς τὸν
Θεὸν καὶ ἐχθραίνονται, καὶ τοῦτο ἀκολουθεῖ εἰς αὐτοὺς κατὰ μίμησιν ἑνὸς ἐραστοῦ, ὁ ὁποῖος
ἔχωντας ἄλογον καὶ ὑπερβάλλουσαν ἐπιθυμίαν, καὶ ἀχαλίνωτον ἔρωτα εἰς μίαν
εὐειδεστάτην καὶ ὡραιοτάτην κόρην, καὶ ἀποτυγχάνωντας τοῦ σκοποῦ του, κινεῖται κατ’
αὐτῆς μὲ μεγάλην ὀργὴν καὶ ἀγανάκτησιν, καὶ τὴν ὑβρίζει καὶ τὴν κατατρέχει, ὄχι διότι
ἐκείνη τὸν ἐβδελύχθη καὶ δὲν τὸν ἀγαπᾷ ὡσὰν καὶ πρῶτα. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική
Σαγήνη, σ. 56.

53
την απόρριψή τους από το Θεό και μίσος προς Αυτόν και προς τα πλάσματα που

προτιμά και αγαπά. Αντίστοιχα στην δεύτερη ομιλία τονίζεται περισσότερο η

θετική πλευρά της, η αγάπη που έχει ανταπόκριση και χάρη σε αυτήν ο άνθρωπος

γεύεται από την παρούσα ζωή την χαρά της Ενώσεως με το Θείο, της

μακαριότητας της Βασιλείας των Ουρανών και της Θέωσης184. Ομοίως και στις δύο

ομιλίες η έμφαση δίνεται στο να παρουσιαστεί η ένταση της αγάπης προς το Θεό,

αγάπης που είναι χαρακτηριστικό της ανθρώπινης φύσης, και της ταύτισής της με

την αγάπη προς τον πλησίον, η οποία πρέπει να είναι της ιδίας έντασης. Η εικόνα

που εμφανίζεται και στα δύο κείμενα είναι αυτή της κολάσεως που ταυτίζεται με

την κατάσταση της πλήρους απουσίας του Θεού και έλλειψης της Κοινωνίας μαζί

Του.

viii. Περὶ Καθάρσεως τῆς Καρδίας καὶ περὶ Θεωρίας Θεοῦ


Ομιλία που εκφωνήθηκε στη μνήμη του αγίου Νικολάου. Η ομιλία αυτή

εκφωνήθηκε στις 6 Δεκεμβρίου, στη διάρκεια της εορτής του αγίου Νικολάου.

Όπως και στην προηγούμενη σχετική ομιλία, η εορτή είναι απλά η αφορμή για να

αναπτύξει κάποιο άλλο θέμα. Έτσι όπως στην προηγούμενη το βασικό θέμα της

ομιλίας ήταν η αξία της ελεημοσύνης185, εδώ πραγματεύεται τα θέματα της

κατασκευής του ανθρώπου, της καθαρότητας της ψυχής και της θεοψίας.

Στο εισαγωγικό τμήμα του λόγου, το οποίο είναι αφιερωμένο στον άγιο

Νικόλαο, ο Ιωάννης δηλώνει την αδυναμία του να μιλήσει για τον άγιο. Μόνον

κάποιος άξιος, άγιος και καθαρός θα μπορούσε να μιλήσει για επάρκεια για τον

Νικόλαο. Η έκφραση αυτή, κοινός τόπος στην εγκωμιαστική αγιολογία,

λειτουργεί για τον ομιλητή σαν γέφυρα για να μιλήσει για το κύριο αντικείμενο

του λόγου του, ζητώντας προς τούτο την βοήθεια από τον τιμώμενο άγιο186. Ξεκινά

184 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 63.


185 Βλ. εδώ, ο.π. σσ. 44-47.
186 Ὅθεν ἀφίνοντας τοὺς καθαροὺς διὰ νὰ ἐπαινοῦν τὸν καθαρόν, καὶ εἰς τοὺς ἁγίους
διδασκάλους τῆς Ἐκκλησίας, διὰ νὰ ἐγκωμιάζουν μὲ Πνευματικὰ ᾄσματα καὶ μὲ ἀντάξιους
ἐπαίνους τὸν ἔνδοξον καὶ πανάγιον τοῦτον τοῦ Χριστοῦ μέγαν Ἱεράρχην Νικόλαον, ἐγὼ μόνον
ὡς ἁμαρτωλὸς ἔρχομαι νὰ ὁμιλήσω μὲ ὁμοίους μου ἁμαρτωλούς, λέγοντας πρῶτον μέν, πῶς
εἰμπορεῖ τις νὰ γένῃ καθαρὸς διὰ νὰ βλέπῃ τὸν Θεόν· δεύτερον δέ, μὲ ποῖον τρόπον εἰμπορεῖ

54
την πραγμάτευση του θέματος με το ζήτημα της κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση

δημιουργίας του ανθρώπου. Αρχικά, αντλώντας από τον ι. Χρυσόστομο, ερμηνεύει

το κατ’ εικόνα στη βάση της εξουσίας που ασκεί ο άνθρωπος πάνω στην υπόλοιπη

κτίση187. Κύρια πηγή του όμως, για την ανάπτυξη του θέματός του είναι τα

ανθρωπολογικά κείμενα του Μ. Βασιλείου188 και του Γρηγορίου Νύσσης189.

Ο Ιωάννης, αντλώντας από τα κείμενα των Καππαδοκών Πατέρων,

περιγράφει την κατασκευή του ανθρώπου σαν κάτι που συνδέει τον ορατό με τον

αόρατο κόσμο και την κτίση με τον Δημιουργό. Ο άνθρωπος, ο κυρίως άνθρωπος

που είναι η Ψυχή του190, είναι τριμερής. Τα τρία μέρη της ψυχής, ο Νούς, ο Λόγος

και το ζωτικὸν τῆς πνοῆς Πνεῦμα, αντιστοιχούν στην Αγία Τριάδα, στον Πατέρα,

νὰ τὸν βλέπῃ· ταῦτα τὰ δύο μὲ βραχυλογίαν θέλομεν εἰπῇ πρὸς τὴν ὑμετέραν ἀγάπην, ἂν ὁ
Θεός, φωτίσῃ, καὶ ὁ μέγας πατὴρ ἡμῶν Νικόλαος βοηθήσῃ. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική
Σαγήνη, σ. 68.
187 Ὁ θεῖος Χρυσόστομος λέγει, ὅτι ὁ Ἄνθρωπος εἶναι κατ’ εἰκόνα Θεοῦ κατὰ τὸ ἀρχικόν· ὁ
Θεὸς ἄρχων καὶ δεσπότης ὅλης τῆς ὁρατῆς καὶ ἀοράτου φύσεως· καὶ ὁ Ἄνθρωπος ἄρχων καὶ
δεσπότης τῶν ἐπὶ γῆς πάντων κτισμάτων. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 68.
188 Πρόκειται για τον πρώτο λόγο του Μ. Βασιλείου Περὶ τῆς τοῦ ἀνθρώπου κατασκευῆς, βλ.
SMETS-VAN ESBROECK, Basile de Césarée, Sur l’Origine de l’Homme, σσ. 166-220, 226-278.
189 Πρόκειται για τα κείμενα Περὶ Κατασκευῆς Ἀνθρώπου (PG 44, 123-256), Περὶ τοῦ, τι ἐστί
το κατ’ εἰκόνα Θεοῦ καὶ καθ’ὁμοίωσιν (PG 44, 1327-1346) και Λόγος περὶ Ψυχῆς καὶ
Ἀναστάσεως (Gregorii Nysseni, De Anima et Resurrectione, Andr. Spira (edit), [Gregorii Nysseni
Opera, III, 3], Brill, Boston, 2014) του Γρηγορίου Νύσσης.
190 Δύο γνωρίζω ἀνθρώπους, ἕνα τὸν φαινόμενον, καὶ ἕνα τὸν ὑποκεκρυμμένον τῷ φαινομένῳ,
ἀόρατον, τὸν ἔσω ἄνθρωπον. Ἔσω τοίνυν ἔχομεν ἄνθρωπον, καὶ διπλοῖ τινές ἐσμεν, καὶ τό γε
ἀληθὲς λεγόμενον ὅτι ἔνδον ἐσμέν. Ἐγὼ γὰρ κατὰ τὸν ἔσω ἄνθρωπον. Τὰ ἔξω οὐκ ἐγώ, ἀλλὰ
ἐμά. Οὐ γὰρ ἡ χεὶρ ἐγώ, ἀλλὰ ἐγὼ τὸ λογικὸν τῆς ψυχῆς. Ἡ δὲ χεὶρ μέρος τοῦ ἀνθρώπου.
Ὥστε τὸ μὲν σῶμα ὄργανον τοῦ ἀνθρώπου, ψυχῆς ὄργανον, ἄνθρωπος δὲ κυρίως κατ’ αὐτὴν
τὴν ψυχήν. SMETS-VAN ESBROECK, Basile de Césarée, Sur l’Origine de l’Homme, σ. 182, 9-16 (PG
30, 17B-C). Η χρήση του προσδιοριστικού κυρίως άνθρωπος δεν αποσκοπεί στο να απορρίψει
τον άνθρωπο ως συνολική ύπαρξη και να ακυρώσει την ακεραιότητα αυτής της υπάρξεως,
αλλά στο να παρουσιάσει με απλό και κατανοητό τρόπο ένα σύνθετο θεολογικό
πρόβλημα που ο ίδιος ο Γρηγόριος Νύσσης διατυπώνεται επιγραμματικά
χαρακτηρίζοντας άγνωστη την ουσία της ψυχής (ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΥΣΣΗΣ, Περὶ τοῦ κατ’ εἰκόνα,
1332). Πρβλ. LOSSKY, Η μυστική Θεολογία, σσ. 136-137.

55
τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα191. Εδώ, παρά την αναφορά του Μ. Βασιλείου, η σκέψη

και η διατύπωση θυμίζουν περισσότερο τον Γρηγόριο Νύσσης192. Η εξάρτηση από

τον Νύσσης, παρόλο που ούτε και τώρα τον μνημονεύει, γίνεται εντονότερη στη

συνέχεια. Αναφέρεται εκτενώς στη διαίρεση της ψυχής σε τρία μέρη, το

Λογιστικόν, το Θυμικόν και το Επιθυμητικόν. Λογιστικό είναι ἡ δύναμις καὶ

ἐνέργεια τοῦ νοός μας, καθ’ ἣν ἐννοεῖ καὶ στοχάζεται τὰ πάντα193. Θυμικό είναι ἡ

φυσικὴ ἐκείνη ὁρμή, ὁποῦ θυμώνεται ὁ Ἄνθρωπος ἀπὸ μέσα τοῦ, και που κινητοποιεί

τον άνθρωπο εναντίον των εχθρών του και σε προάσπιση των συμφερόντων

του194. Επιθυμητικό είναι ἡ φυσικὴ τῆς καρδίας κίνησις καὶ ὁρμή, ὁποῦ ἐπιθυμεῖ τις

πράγματα, και όταν το αντικείμενο της επιθυμίας στρέφεται προς τον Θεό είναι

αγαθή, όταν στρέφεται εναντίον του Θεού είναι κακή και βλαπτική, ουδέτερη

είναι αυτή η επιθυμία που δεν αφορά την σωτηρία του ανθρώπου αλλά συντελεί

στην ζωή του ανθρώπου εντός του κόσμου (επιθυμία για τροφή, για τη φροντίδα

του σώματος, τη συντροφικότητα κ.α.)195.

Αφού αποδείξει ότι το κατ’ εικόνα της Δημιουργίας αφορά την ψυχή του

ανθρώπου, στη συνέχεια έρχεται στο έτερο συστατικό της δημιουργίας του

ανθρώπου, στο καθ’ ὁμοίωσι. Σκοπός του ανθρώπου είναι να γίνει Θεός κατά

χάριν. Η πραγματοποίηση του Σκοπού της Δημιουργίας γίνεται με την σωστή

χρήση του αυτεξουσίου. Αξιοποιώντας τα χαρίσματά του, ο κάθε άνθρωπος

191 Ὁ Θεὸς τρισυπόστατος Πατήρ, Υἱὸς καὶ ἅγιον Πνεῦμα· ὁ Ἄνθρωπος τρισυπόστατος ὄχι
κατὰ τὸ σῶμα, ἀλλὰ μόνον κατὰ τὴν ψυχήν· ἡ ψυχὴ εἶναι τριμερής, ἔχει τὸν νοῦν, ὁποῦ
εἰκονίζει τὸν Πατέρα· ἔχει τὸν λόγον, ὁποῦ εἰκονίζει τὸν Υἱόν, ἔχει λαὶ τὸ ζωτικὸν τῆς πνοῆς
Πνεῦμα, ὁποῦ εἰκονίζει τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον· καὶ καθὼς ὁ Πατὴρ εἶναι ἀγέννητος, καὶ δὲν ἔχει
τὸ εἶναί του καὶ τὴν σύστασιν ἀπὸ ἄλλον, ἀλλ’ εἶναι πηγὴ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Πνεύματος, καὶ
γεννᾷ τὸν Υἱόν, καὶ ἐκπορεύει τὸ Πνεῦμα ἀπαθῶς καὶ ἀχρόνως, οὕτω καὶ ὁ νοῦς τοῦ
Ἀνθρώπου δὲν ἔχει τὴν σύστασιν καὶ τὸ εἶναί του ἀπὸ ἄλλον, ἀλλ’ εἶναι πηγὴ τοῦ λόγου καὶ
τοῦ ζωτικοῦ Πνεύματος, καὶ γεννᾷ μὲν τὸν ἐνδιάθετον λόγον, ἐκπορεύει δὲ τὸ ζωτικὸν
Πνεῦμα ἀπαθῶς καὶ ἀχρόνως. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 68-69.
192 ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΥΣΣΗΣ, Περὶ τοῦ κατ’ εἰκόνα, 1332-1337.
193 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 69.
194 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 69.
195 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 69.

56
μπορεί να επιτύχει το καθ’ὁμοίωση, απέχοντας από τα έργα του διαβόλου και

μένοντας καθαρός και ελεήμων, πᾶν γὰρ τὸ ἀνόμιον, ἀκοινωνητον196.

Επανερχόμενος στο θέμα τονίζει πως ο Θεός έπλασε τὸν Ἄνθρωπον κατ’

εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωσίν του, με σκοπό νὰ ἔχῃ συγκοινωνὸν του (ο Θεός) καὶ τὸν

Ἄνθρωπον εἰς τὴν μακαριότητά Του. Και το μεν κατ’ εικόνα ἀνεξάλειπτον καὶ

ἀναπόσπαστον, φυσικῶς πάντες οἱ ἀπὸ Ἀδὰμ μέχρι τῆς συντελείας Ἄνθρωποι,

καθὼς καὶ τὸ λογικὸν καὶ τὸ αὐτεξούσιον… Τὸ δὲ καθ’ ὁμοίωσιν τὸ ἔδωκεν εἰς τὸν

Ἄνθρωπον, πλὴν τὸ ἄφησεν ὅλον εἰς τὴν ἐξουσίαν τοῦ Ἀνθρώπου, διὰ νὰ τὸ

κατορθώσῃ αὐτὸς μὲ βούλησιν καὶ συνδρομὴν καὶ ἐπιμέλειαν αὐτοῦ, ἔχοντας ἐν τ’

αὐτῷ συνεργοῦσαν και την θείαν βοήθειαν197.

Ο Θεός είναι μακάριος και καθαρός, έτσι ο άνθρωπος, για να προσεγγίσει τη

θέωση και να λάβει τη χάρη του Θεού πρέπει να μείνει και αυτός καθαρός. Η

διατήρηση της καθαρότητας του Ανθρώπου και της επίτευξης της μακαριότητας

επιτυγχάνεται μέσω της σωστής χρησιμοποίησης των τριών χαρισμάτων του κατ’

εικόνα (λογιστικόν, θυμικόν και επιθυμητικόν) από το αυτεξούσιο. Το Λογιστικό

πρέπει να είναι στραμμένο στα Ουράνια, με τον συνεχή στοχασμό της Βασιλείας
των Ουρανών να ανεβάζει το νου προς το Θεό. Και ο στοχασμός αυτός των

Ουρανίων πρέπει να συνδέεται με τον στοχασμό και τη μέριμνα για τον

πλησίον198. Το Θυμικό πρέπει να εκδηλώνεται στον αγώνα εναντίον των δαιμόνων

και εναντίον όσων με τα λόγια και τις πράξεις τους γίνονται όργανα του Κακού,

196 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 69.


197 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 70.
198 Εἰς δόξαν μὲν Θεοῦ, νὰ μεταχειρίζηται τὸ λογιστικόν, νὰ συλλογίζηται δηλαδὴ διὰ πάντα
τὴν Οὐράνιον Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, νὰ στοχάζηται πάντοτε τοῦτον τὸν Κόσμον τῆς κτίσεως,
καὶ ἀπὸ τὴν στόχασιν αὐτὴν νὰ ἀναβιβάζῃ τὸν νοῦν, καὶ εἰς τὴν παντοδυναμίαν τοῦ Θεοῦ
συλλογιζόμενος, πῶς ἀπ’ ἐκεῖ ὁποῦ δὲν ἦτον, τὸν ἔκαμε καὶ τὸν ἐπίησε μόνον ὁποῦ ἠθέλησεν,
εἰς τὴν σοφίαν του… εἰς ὠφέλειαν δὲ τοῦ πλησίον, νὰ συλλογίζηται διὰ πάντα τοὺς τρόπους
καὶ τὰ μέσα, μὲ τὰ ὁποῖα εἰμπορεῖ νὰ τοῦ βοηθῇ ἢ μὲ τὸν λόγον του, ἢ μὲ τὸ πουγγεῖόν του ἢ
με ἄλλον τρόπον. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 70.

57
πρωτίστως δε εναντίον αυτών που εμμένουν στην πλάνη τους199. Το Επιθυμητικό

πάλι πρέπει να χρησιμοποιείται έτσι ώστε ο άνθρωπος να επιθυμεί πάντα την

Βασιλεία του Θεού και να αγωνίζεται γι’ αυτήν200.

Με τη διαφύλαξη των τριών συστατικών της ψυχής από την φθοροποιό

δύναμη του κακού, διαφυλάσσεται και η καθαρότητα της καρδιάς, η οποία οδηγεί

στη Θεοψία. Η ενατένηση του Θεού επιτυγχάνεται με τη συμμετοχή στα

Μυστήρια της Εκκλησίας, πρωτίστως με τη Θεία Κοινωνία, στην οποία ο άξιος

μύστης γεύεται τη Βασιλεία των Ουρανών.

Την ομιλία κλείνει, όπως την άνοιξε, με μια δέηση προς τον τιμώμενο άγιο

Νικόλαο.

ix. Ὁμιλία πανηγυρικὴ εἰς τὰ Ἃγια Θεοφάνεια τοῦ


Σωτῆρος ἡμῶν Ἱησοῦ Χριστοῦ
Είναι μια πανηγυρική ομιλία για την Βάπτιση του Ιησού Χριστού και τη

φανέρωση της Αγίας Τριάδας. Είναι ένα καθαρά δοξολογικό κείμενο στο οποίο

αναπαράγονται θέματα από την υμνογραφία της ημέρας και του Δωδεκαημέρου,

χωρίς άλλες αξιώσεις. Τονίζεται ιδιαιτέρως το στοιχείο της ταπεινώσεως του Υιού

του Θεού, από αγάπη προς το δημιούργημά Του, τον Άνθρωπο.

199 Τὸ θυμικὸν δὲ νὰ τὸ μεταχειρίζηται ὅταν βλέπῃ τὸν Θεὸν ὁποῦ καταφρονεῖται ἀπὸ
μυαροὺς Ἀνθρώπους, νὰ θυμώνεται καὶ εἰς ἐκείνους νὰ δείχνῃ τὴν ὀργήν του καὶ
ἀγανάκτησιν καὶ κατὰ τὸν Δαβὶδ νὰ τοὺς μισῇ μὲ τέλειον μῖσος, καὶ νὰ τοὺς ἔχῃ ἐχθρούς,
ὅταν μένουν διὰ πάντα ἀδιόρθωτοι καὶ ἀμετανόητοι· καὶ μάλιστα τὸ πᾶν νὰ τὸ ἀποδίδῃ εἰς
τοὺς καθολικοὺς ἐχθροὺς Δαίμονας, καὶ εἰς αὐτοὺς νὰ δείχνῃ ὅλην του τὴν ὀργήν, καὶ αὐτοὺς
ὅλως δι’ ὅλου νὰ μισῇ καὶ νὰ βδελύττηται καὶ νὰ μὴ πείθηται ποτὲ εἰς τὰ πονηρά τους
θελήματα καὶ διανοήματα. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 70-71.
200 Ἐπιθυμητικὸν δὲ πάλιν νὰ τὸ μεταχειρίζηται, ἐπιθυμῶν διὰα πάντα τὸν Θεὸν καὶ τὴν
ἀνεκλάλητον τοῦ Θεοῦ Βασιλείαν καὶ πανευδαιμονεστάτην μακαριότητα, καὶ ὅσα ἀκόμη τὸν
φέρουν εἰς τὸν Θεὸν καὶ εἰς τὴν τοιαύτην τοῦ Θεοῦ μακαριότητα· τοῦτο εἶναι τὸ τέλος.
ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 71.

58
x. Ὁμιλία ἐγκωμιαστικὴ εἰς τὴν μνήμην τοῦ Μεγάλου
Ἀθανασίου
Εγκωμιαστικός λόγος για τον Μ. Αθανάσιο, χωρίς κάποια ιδιαίτερη

πρωτοτυπία. Διηγείται εν συντομία τη δράση του Αγίου, με έμφαση στους αγώνες

του κατά του Αρειανισμού και στις διώξεις που υπέστη λόγω της αποφασιστικής

του στάσης απέναντι στους αρειανίζοντες αυτοκράτορες. Τονίζεται ιδιαίτερα η

συγγραφική του δραστηριότητα κατά των αιρετικών, η οποία αντιπαραβάλλεται

με την ελληνική μυθολογία. Έτσι ο Αθανάσιος αντιπαραβάλλεται με τον Ηρακλή

που σκότωσε τη Λερναία Ύδρα, αυτός σκότωσε την πολυκέφαλη αίρεση· με τον

Άργο και τον Βριάριο στην προστασία της χριστιανικής ποίμνης201.

xi. Ὁμιλία εἰς τὴν μνήμην τοῦ μεγάλου πατρὸς ἡμῶν


Ἀθανασίου
Στον Μ. Αθανάσιο ο Ιωάννης αφιερώνει και μια δεύτερη ομιλία, εκτενέστερη
της πρώτης. Και εδώ προβάλλει ιδιαιτέρως τους αγώνες του αγίου κατά των

αιρετικών και για τη διαφύλαξη της Ορθοδοξίας. Κεντρικό θέμα της ομιλίας είναι

τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος. Έτσι παίρνει αφορμή από τους αγώνες και

τους διωγμούς που υπέστη ο άγιος για να δείξει πως όσο περισσότερο κάποιος
δοκιμάζεται και διώκεται υπέρ της πίστης, τόσο γίνεται δεκτικότερος των δωρεών

και των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος202. Στη συνέχεια παρουσιάζει τα

διάφορα πνευματικά χαρίσματα. Ξεκινά από τα Επτά κύρια, τα οποία είναι: το

Πνεύμα Σοφίας, Συνέσεως, Βουλής, Ισχύος, Γνώσεως, Ευσέβειας και Φόβου Θεού·

201 Οὗτος κατὰ ἀλήθειαν ὁ δεδοξασμένος Πατὴρ εἶναι τὸ πολυόμματον ἐκεῖνο Ἄργος, ὁποῦ
ἀγρυπνοῦσε πάντα εἰς φύλαξιν τῆς Χριστιανικῆς ποίμνης, διὰ νὰ μὴ τοῦ ἁρπάσῃ σατανικὸς
λύκος κἀνένα πρόβατον καὶ μακρύνωντάς το ἀπὸ τὸν ποιμένα, νὰ τὸ θανατώσῃ εἰς τὴν ψυχήν·
οὖτος ὡς ἄλλος νέος Βριάριος μὲ ἑκατὸν χεῖρας εἰς ἑκατὸν τόπους, καὶ μὲ ἑκατὸν ἐπολέμει.
ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 79.
202 Πρέπει νὰ εἶναι πολλὰ εὐρύχωρος καὶ πλατεῖα ἡ ψυχή, ὁποῦ θέλει νὰ γένῃ δεκτικὴ
πολλῶν δωρεῶν καὶ χαρίτων· πλατεῖα καὶ εὐρύχωρος γίνεται ἡ ψυχὴ ἀπὸ τὰς συνεχεῖς
θλίψεις καὶ πειρασμούς, ὁποῦ δοκιμάζει διὰ τὴν εὐσέβειαν καὶ Ὀρθοδοξίαν. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο

ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 81.

59
για να ακολουθήσει στη συνέχεια και η παρουσίαση άλλων χαρισμάτων, τα οποία

προέρχονται από τα Επτά πρώτα.

Ξεκινά την παρουσίαση των Επτά χαρισμάτων από το κατώτερο προς το

ανώτερο, για να αντιστρέψει στη συνέχεια την ανάλυση, δίνοντας την εικόνα μιας

κλίμακας που ανεβοκατεβαίνει. Τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος ξεκινούν

από τον Φόβο του Θεού, κατά το βιβλικό ἀρχὴ σοφίας φόβος Κυρίου (Ψλ 110, 10). Το

χάρισμα αυτό εμφυτεύεται στον άνθρωπο με το Βάπτισμα και με το πέρασμα του

χρόνου του δίνει τη δυνατότητα να διακρίνει το κακό από το καλό και έχοντας

φόβο Θεού να επιλέγει το καλό από το κακό203. Η σωστή χρήση του χαρίσματος

του Φόβου Θεού δίνει ως αμοιβή την Ευσέβεια, δηλαδή την πίστη και την υπακοή

στο Λόγο του Θεού204. Η Ευσέβεια οδηγεί στην Ισχύ, δηλαδή στην εσωτερική

δύναμη να αγωνιστεί ο άνθρωπος για να φέρει σε πέρας όσα διδάσκει η

Ευσέβεια205. Τα τρία πρώτα χαρίσματα, ο Φόβος Θεού, η Ευσέβεια και η Ισχύς,

μπορούν να θεωρηθούν και ως πρακτικά χαρίσματα, για την απόκτηση των

οποίων συνεργεί και το σώμα, με έμπρακτα έργα, όπως η ελεημοσύνη, η νηστεία

και η προσευχή. Η στερέωση των χαρισμάτων της πρακτικής αρετής, για την

οποία συνεργούν και οι πράξεις του ανθρώπου, οδηγεί και στην απόκτηση των

Χαρισμάτων της Θεωρητικής Αρετής, δηλαδή της γνώσεως, της βουλής, της

συνέσεως και της σοφίας.

203 Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ εἶναι τὸ πρῶτον δῶρον καὶ χάρισμα, ὁποῦ ἐμφυτεύεται εἰς τὴν ψυχὴν
ἀπὸ τὴν ἀρχὴν τοῦ θείου Βαπτίσματος· καὶ ὅταν ὁ Ἄνθρωπος ἔλθῃ εἰς ἡλικίαν, καὶ ἀρχίσῃ νὰ
διακρίνῃ τὸ καλόν, ἀπὸ τὸ κακόν, ἂν λάβῃ τὸν φόβον τοῦ Θεοῦ στερεωμένον μέσα του καὶ
φοβούμενος τὸν Θεόν, άπέχῃ ἀπὸ τὴν κακίαν. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 81-
82.
204 Μία χάρις, ὁποῦ κρυπτῶς μέσα εἰς τὴν ψυχὴν του κάμνει τὸν ἔχοντα νὰ εἶναι εὐσεβὴς κατὰ
πάντα εἰς ὅλα τοῦ Θεοῦ τὰ λόγια. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ , Αποστολική Σαγήνη, σ. 82.
205 Ἔπειτα ἀφ’ οὗ στερεωθῇ καὶ ἡ εὐσέβεια μέσα του, καὶ ἀπὸ τὰς συνεχεῖς ἐπιβουλὰς καὶ
προσβολὰς τῶν Δαιμόνων δὲν κλονεῖται, τότε λαμβάνει ἀμοιβὴν καὶ τὴν ἰσχὺν, ἡ ὁποία εἶναι
μία ἐσωτερικὴ τῆς ψυχῆς προθυμία καὶ ζέσις καὶ ἀόρατος δύναμις, ὁποῦ δίδεται ἀπὸ τὸν Θεὸν
εἰς τὸ νὰ φέρῃ καὶ εἰς πρᾶξιν τὰ ὅσα τὸν διδάσκει ἡ εὐσέβεια. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ,
Αποστολική Σαγήνη, σ. 82.

60
Πρώτο από τα θεωρητικά χαρίσματα είναι το πνεύμα Γνώσεως, δηλαδή η

ικανότητα κατανόησης των δυσνόητων σημείων της Θείας Γραφής και ερμηνείας

των θεϊκών σημείων206. Βουλή είναι το χάρισμα της διακρίσεως, δηλαδή της

διάκρισης του βλαβερού από το αγαθό και της σωστής καθοδήγησης και της

προστασίας από τα τεχνάσματα του κακού207. Στη συνέχεια έρχεται το χάρισμα

της συνέσεως, της ικανότητας δηλαδή να κατανοεί κάποιος τη διδασκαλία του

ιερέως208 και στην κορυφή των χαρισμάτων τοποθετείται η Σοφία, η ικανότητα

δηλαδή να τακτοποιεί και να ρυθμίζει τα πάντα σύμφωνα με το θέλημα του

Θεού209.

Στη συνέχεια του λόγου, αντιστρέφοντας τη σειρά και την ερμηνεία των

χαρισμάτων συνδέει τη Σοφία με τους δασκάλους και κήρυκες του Θείου Λόγου,

στους ακροατές που είναι σε θέση να κατανοήσουν τα διδασκόμενα υπάρχει το

Πνεύμα Συνέσεως. Όσοι μπορούν να εμβαθύνουν στα θεολογικά νοήματα και τις

Γραφές είναι κάτοχοι της Γνώσεως. Όσοι είναι σε θέση να συμβουλεύουν τους

άλλους έχουν το Πνεύμα της Βουλής, ενώ αυτοί που μπορούν να

πραγματοποιήσουν αυτές τις συμβουλές έχουν το Πνεύμα Ισχύος. Οι αγράμματοι

που εντούτοις έχουν πίστη στο περιεχόμενο των Γραφών έχουν το Πνεύμα

206 Γνῶσις εἶναι ἡ ἀκριβὴς κατανόησις τῶν μυστηρίων καὶ δυσλήπτων νοημάτων, ὁποῦ εἶναι
κεκρυμμένα εἰς τὴν θείαν Γραφήν· ὅθεν εἰς ὅποιον ἀποκαλυφθῇ ἄνωθεν, ὁποῦ νὰ
καταλαμβάνῃ ἀκριβῶς τὸν νοῦν καὶ τὴν ἔννοιαν τῶν θείων Γραφῶν. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ,
Αποστολική Σαγήνη, σ. 82.
207 Ἡ βουλὴ εἶναι τὸ νὰ διακρίνῃ τις, ποῖα τὰ ὠφέλιμα, καὶ ποῖα τὰ βλαβερά, ὁποῦ ἢ ὠφελοῦν,
ἢ βλάπτουσιν τὴν ψυχήν· καὶ ἀφ’ οὗ λάβῃ τὴν χάριν τῆς διακρίσεως, τότε συμβουλεύει καὶ
δίδει γνώμην καὶ συμβουλὴν εἰς τὸν πλησίον. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 82.
208 Ἡ Σύνεσις εἶναι ἐκείνη ἡ χάρις, ὁποῦ λαμβάνει ὁ ἀκροατὴς εἰς τὸ νὰ κατανοῇ καὶ νὰ
καταλαμβάνῃ τὰ ὅσα ὑψηλὰ νοήματα ἀκούει ἀπὸ τὸν διδάσκαλον, ὁποῦ ἄνωθεν τοῦ Ἱεροῦ
ἄμβωνος τὸν διδάσκει. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 82.
209 Ἡ Σοφία εἶναι μία ὑπερτελεστάτη χάρις, τὴν ὁποίαν ὅποιος τὴν λάβῃ, ὡς σοφὸς
Ἀρχιτέκτων, καθὼς λέγει ὁ θεῖος Ἀπόστολος, ἐν σταθμῷ καὶ μέτρῳ βάλλει τὰ πάντα εἰς
τάξιν καὶ εἰς ἀγαθήν, καὶ παναρμόνιον διάθεσιν καὶ κινεῖ ἐν κρίσει καὶ ἐν λόγῳ καὶ ἐν καιρῷ
τῷ προσήκοντι τόσον τὰ καθ’ ἑαυτόν, ὡσὰν καὶ τὰ τοῦ πλησίον, πρὸς μόνον τὸ θέλημα τοῦ
Θεοῦ ἀποβλέποντας. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 82-83.

61
Ευσέβειας και όσοι τέλος αποφεύγουν την αμαρτία για να μην προκαλέσουν την

οργή του Θεού έχουν φόβο Θεού μέσα τους210.

Από τα Επτά αυτά βασικά χαρίσματα πηγάζουν όλες οι άλλες δωρεές του

Αγίου Πνεύματος, όπως της αγιοσύνης, πίστεως, επαγγελίας (δηλαδή της πίστης

στην επαγγελία των μελλόντων αγαθών)211, αγάπης, δυνάμεως212, πραότητας,

ταπεινοφροσύνης, Υιοθεσίας (δηλαδή της προσήλωσης στην Ακολουθία και της

κατάνυξης)213, ζήλου, κρίσεως, ηγεμονίας (δηλαδή να μένει ακλόνητος στους

πειρασμούς)214 και πληρώσεως.

Στο τελευταίο τμήμα της ομιλίας επανέρχεται στον άγιο Αθανάσιο.

Παρουσιάζοντας διάφορα στοιχεία από το βίο του, με έμφαση στην προσήλωσή-

του στην Ορθοδοξία, κάνει αναφορές στα διάφορα χαρίσματα του Αγίου

210 Οἱ διδάσκαλοι, ὁποῦ διδάσκουσι καὶ κηρύττουσιν, ἔχουσι Πνεῦμα σοφίας· οἱ ἀκροαταί, ἂν
καταλαμβάνωσι τῶν διδασκάλων τὴν διδασκαλίαν, ἔχουσι πνεῦμα συνέσεως· ἐκεῖνοι, ὁποῦ
βαθύνουσιν εἰς τὰ ὑψηλὰ καὶ θεολογικὰ νοήματα τῶν θείων γραφῶν ἔχουσι Πνεῦμα
γνώσεως· ἐκεῖνοι, ὁποῦ γνωμοδοτοῦσι καὶ συμβουλεύουσι τὰ δέοντα εἴτε εἰς Πνευματικάς,
εἴτε εἰς σωματικάς, καὶ πολιτικὰς ὑποθέσεις, εχουσι Πνεῦμα βουλῆς· ἐκεῖνοι ὁποῦ
βάλλουσιν εἰς πρᾶξιν τὰ ὅσα τοὺς συμβουλεύουσιν ἄλλοι πρὸς σωτηρίαν ψυχῆς, ἔχουσι
Πνεῦμα ἰσχύος· ἐκεῖνοι ὁποῦ δὲν εἰξεύρουν γράμματα νὰ διαβάζουν τὰς θείας γραφάς, καὶ
πιστεύουν εἰς αὐτὰς, ἔχουσι Πνεῦμα εὐσεβείας· ἐκεῖνοι ὁποῦ ἀπέχουν ἀπὸ τὰς ἀμαρτίας,
φοβούμενοι νὰ μὴ τοὺς ἔλθῃ κἀμμία ὀργὴ ἀπὸ τὸν Θεόν, ἔχουσι Πνεῦμα φόβου Θεοῦ.
ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 83.
211 Πίστιν τελείαν εἰς τὸ νὰ πιστεύῃ ἀναμφιβόλως τὴν ἐπαγγελίαν τῶν διδομένων ἀγαθῶν ἐν
τῷ μέλλοντι αἰῶνι. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 83.
212 Πνεῦμα δυνάμεως, ὅταν ἄλλος πάλιν δοκιμάζῃ σκληρὰς τιμωρίας καὶ βάσανα ἀπὸ τοὺς
Τυράννους εἰς τὰ μαρτύρια διὰ τὸν Χριστὸν καὶ δύναται νὰ τὰ βαστᾷ καὶ νὰ τὰ ὑποφέρῃ
γενναίως. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 83.
213 Πνεῦμα Υἱοθεσίας, ὅταν ἄλλος στέκῃ εἰς τὴν λειτουργίαν, ἢ εἰς ἄλλον καιρὸν τῆς
Ἀκολουθίας καὶ ὅσας φορὰς ἀκούῃ τό Πάτερ ἡμῶν, παρευθὺς συναρπάζεται ὁ νοῦς του μὲ
κατάνυξιν καὶ προσηλώνεται ὅλως εἰς ταύτην τὴν Κυριακὴν προσευχὴν τοῦ Πάτερ ἡμῶν.
ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 84.
214 Πνεῦμα ἡγεμονίας, ἄλλος πάλιν, ὁποῦ ἔχει πόλεμον καὶ ταραχὴν μεγάλην ἢ εἰς τὸν νοῦν,
ἢ εἰς τὴν σάρκα καὶ κατ’ ἐκείνην τὴν ὥραν τοῦ πολέμου στέκει ἀκλόνητος καὶ ἀντικρούει τὸν
πόλεμον, ἢ τοῦ νοός, ἢ τῆς σαρκὸς μὲ συλλογισμοὺς ἀγαθοὺς καὶ θείους, ὁ τοιοῦτος λέγεται
ὅτι ἔλαβε καὶ ἔχει Πνεῦμα ἡγεμονίας. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 84.

62
Πνεύματος, τόσο στα Επτά βασικά, όσο και στα δευτερεύοντα, για να δείξει τον

ρόλο των αγώνων στην πνευματική ανάπτυξη του ανθρώπου. Όλοι αυτοί οι

αγώνες, όσο ο άνθρωπος είναι δεκτικός, φέρνουν νέες δωρεές και νέα χαρίσματα,

με αποκορύφωμα το Πνεῦμα τῆς Πληρώσεως, στην οποία ο άνθρωπος, σαν ένας

άλλος απόστολος Παύλος, γίνεται πλήρης Πνεύματος Ἁγίου καὶ δοχεῖον δεκτικὸν

ὅλης τῆς θείας χάριτος, εἰς ὅσην ἡ Ἀνθρώπινος φύσις δύναται νὰ φθάσῃ μὲ τὴν

καθημερινὴν καὶ πολυχρόνιον ἄσκησιν215.

Η ομιλία είναι επικεντρωμένη στην παρουσίαση των χαρισμάτων του Αγίου

Πνεύματος, με το ενδιαφέρον στραμμένο στα λεγόμενα Επτά κύρια χαρίσματα. Ο

χαρακτηρισμός των δωρεών-χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος με τα ονόματα

των επτά πνευμάτων από το κείμενο του Ησαΐα216 είναι αρκετά συχνός στην

ελληνόφωνη πατερική σκέψη217. Το πιθανότερο όμως, στην προκειμένη

περίπτωση, είναι ότι ο Ιωάννης άντλησε το υλικό του για τον συγκεκριμένο λόγο

από το αλφαβητάριο του Μιχαήλ Παπαγεωργίου218 ή από κάποιο παρόμοιο

εγχειρίδιο. Ο Ιωάννης εκτός από ιεροκήρυκας εργαζόταν ως δάσκαλος και έτσι

είναι πολύ πιθανό να είχε υπόψη του το πρώτο έντυπο αλφαβητάριο και να το

χρησιμοποιούσε στο διδακτικό του έργο219. Σε αυτό το αλφαβητάριο, ανάμεσα σε

215 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 86.


216 Πρόκειται για το Ησ 11, 2-3: καὶ ἀναπαύσεται ἐπ᾿ αὐτὸν πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, πνεῦμα σοφίας
καὶ συνέσεως, πνεῦμα βουλῆς καὶ ἰσχύος, πνεῦμα γνώσεως καὶ εὐσεβείας· ἐμπλήσει αὐτὸν
πνεῦμα φόβου Θεοῦ.
217 LOSSKY, Η μυστική Θεολογία, σ. 189.
218 Το Μέγα Ἀλφαβητάριον του Μιχαήλ Παπαγεωργίου είναι ένα από τα δημοφιλέστερα
του είδους και το παλαιότερο τυπωμένο (α’ έκδοση, Βιέννη 1771). Βλ. LEGRAND, Bibliographie
Hellénique au dix-huitième siècle, σ. 145).
219 Για την εκδοτική επιτυχία του Μεγάλου Αλφαβηταρίου και τη διάδοσή του βλ. ΑΝ.
ΠΑΠΑΣ, Μιχαήλ Παπαγεωργίου ο Σιατιστεύς: Ο λόγιος δάσκαλος του 18ου αιώνα και το
συγγραφικό του έργο, αδημοσίευτη μεταπτ. εργασία υποβληθείσα στο τμήμα Θεολογίας
της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη, 2015, σσ. 76-81· πρβλ. ΕΛ. ΑΓΓΕΛΟΜΑΤΗ-
ΤΣΟΥΓΚΑΡΑΚΗ, «Νεοελληνικός Διαφωτισμός και παιδική ηλικία», στο 1821-2021, 10
Συνέδρια για τα 200 χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης. Δ’ Συνέδριο, “Ελληνικός και
Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός” (Ιερά Μονή Πεντέλης, 23 Οκτωβρίου 2015), («Στοά του Βιβλίου,
24 Οκτωβρίου 2015), εκδ. Αρχονταρίκι, Αθήνα, 2016, σσ. 78-79.

63
διάφορα άλλα σύντομα κείμενα ορθόδοξης χριστιανικής κατήχησης,

εντοπίζονται και δυο συνοπτικοί κατάλογοι των ἑπτὰ Χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου

Πνεύματος και των καρπών των Δωρεών Του220. Ο πρώτος κατάλογος του

αλφαβηταρίου του Παπαγεωργίου συμπίπτει με τα επτά χαρίσματα που

απαριθμεί και ο Ιωάννης, ενώ στο δεύτερο κατάλογο βλέπουμε κάποιες

μικροδιαφορές.

Στην Ορθόδοξη πατερική σκέψη, από τους Καππαδόκες μέχρι τον Γρηγόριο

Παλαμά, η χάρη και οι δωρεές του Αγίου Πνεύματος δεν διακρίνονται. Χάρις είναι

η θεία φύσις που μεταδίδεται μέσω των ακτίστων ενεργειών, και τα ονόματα, τα

οποία χρησιμοποιεί ο Ιωάννης για να χαρακτηρίσει τις δωρεές Του, στην

πραγματικότητα αναφέρονται στο ίδιο το Άγιο Πνεύμα221. Το γεγονός ότι ο

Ιωάννης ο Λίνδιος, παρά το ότι γνώριζε και χρησιμοποιούσε τα πατερικά

κείμενα222, επέλεξε να χρησιμοποιήσει αυτήν την απλοϊκή διάρθρωση για να

μιλήσει για τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτική.

Διάρθρωσε την ομιλία του με βάση ένα συνοπτικό κείμενο, χωρίς ιδιαίτερη

θεολογική αξία. Επιπλέον αρκέστηκε σε μια αρκετά επιφανειακή προσέγγιση των

χαρισμάτων, με αρκετές επαναλήψεις και παρανοήσεις223.

xii. Περὶ Πίστεως


Η πρώτη Κυριακή της Μ. Τεσσαρακοστής είναι από την Ορθόδοξη Εκκλησία

αφιερωμένη στον θρίαμβό της έναντι των αιρέσεων224. Ο Θρίαμβος της

220 ΜΙΧΑΗΛ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, Τὸ Μέγα Ἀλφαβητάριον, Βιέννη, 1771, σ. 32· Βενετία, 1806, σ. 37-
38.
221 Βλ. LOSSKY, Η μυστική Θεολογία, σ. 189-191· MEYENDORFF, Βυζαντινή Θεολογία, σ. 372-374.
222 Πρέπει να επισημανθεί ότι ένα από τα σημαντικότερα και ογκωδέστερα έργα του ήταν
η επιμέλεια και μετάφραση στη δημώδη των λόγων του ι. Χρυσοστόμου στο βιβλίο της
Γενέσεως (βλ. εδώ στη σχετική ενότητα).
223 Ίσως τα χαρακτηριστικότερα σημεία που φανερώνουν την επιφανειακή προσέγγιση του
θέματος είναι ο τρόπος ερμηνείας της έννοιας του «Φόβου του Θεού» και της σύγχυσης
που παρατηρείται στην εξήγηση του Πνεύματος της Γνώσης και του Πνεύματος της
Σύνεσης.
224 SCHMEMANN, Μεγάλη Σαρακοστή, σσ. 85-86.

64
Ορθοδοξίας ερμηνεύεται ως η νίκη της Ορθής Πίστης έναντι των αιρέσεων225, στο

πλαίσιο αυτής της ερμηνείας της Α’ Κυριακής της Μ. Τεσσαρακοστής, ο Ιωάννης

Λίνδιος αφιέρωσε την πρώτη από τις ομιλίες του στην Κυριακή της Ορθοδοξίας

στην ερμηνεία της Πίστεως.

H ομιλία είναι δομημένη πάνω στην ιδέα της παρουσίασης της έννοιας της

ορθής πίστης. Το εισαγωγικό τμήμα της είναι αφιερωμένο στο να παρουσιάσει την

αξία της πίστης για τον πιστό άνθρωπο226. Της σημασίας της για τη διατήρηση της

χριστιανικής ζωής και της εξέλιξης του σχεδίου της Θείας Οικονομίας. Για να

τονίσει μάλιστα την αξία της πίστης αξιοποιεί και το ευαγγελικό ανάγνωσμα της

ημέρας. Στη συνέχεια, και προτού εξηγήσει τα τρία είδη πίστης, Δογματική,

Πνευματική και Πρακτική, επιχειρεί να δώσει μια συνοπτική εξήγηση της έννοιας

πίστη.

Πίστη λοιπόν, με βάση τον Ιωάννη είναι η βεβαιότητα για κάτι, μια

βεβαιότητα όμως που δεν εδράζεται σε κάποια ασφαλή γνώση. Ο ανθρώπινος

νους πιστεύει με ασφάλεια κάτι, όπως ο κάθε επαγγελματίας καταβάλει κόπο και

χρήματα με την ελπίδα του μελλοντικού κέρδους. Προχωρώντας ένα βήμα


παραπέρα επιχειρεί να εξηγήσει την αξία της πίστης γενικά για την ανθρώπινη

εξέλιξη, την οποία (ενν. πίστη) θεωρεί απολύτως αναγκαία για την πρόοδο του

ανθρώπου συνολικά και γι’αυτό δώρο της Θείας Πρόνοιας227.

Ακολούθως επιχειρεί να εξηγήσει τα τρία είδη πίστεως, Δογματική,

Πνευματική και Πρακτική, παρεμβάλλοντας στο λόγο του και διάφορες

παραβολές. Δογματική είναι η αποκεκαλυμμένη πίστη της Εκκλησίας για τον

225 MEYENDORFF, Βυζαντινή Θεολογία, σ. 127.


226 Ἐκεῖνο λοιπὸν ὁποῦ κάμνει ὁ Ἥλιος εἰς τὸν Κόσμον, ἡ ψυχὴ εἰς τὸ σῶμα, καὶ εἰς τὴν γῆν ἡ
κάτωθεν ὑγρασία, καὶ ἡ ἄνωθεν καταφερομένη βροχή, αὐτὸ τοῦτο τὸ ἴδιον κάμνει καὶ ἡ πρὸς
Θεὸν πίστις εἰς τὸν πιστὸν Ἄνθρωπον· ἡ πίστις εἶναι ἐκεῖνο τὸ τριπόθητον καὶ τριλαμπὲς
φῶς, ὁποῦ φωτίζει τὸν λογικὸν Ἄνθρωπον, καὶ τὸν κάμνει νὰ ᾖναι ἕνας ἐπίγειος Ἄγγελος
καὶ Οὐράνιος Ἄνθρωπος. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 87.
227 Ἡ πίστις εἶναι μία ἁπλῶς φυσικὴ ὁρμὴ ὁποῦ ἔχουσι πάντες οἱ Ἄνθρωποι· καὶ αὕτη εἶναι ἕν
δῶρον τοῦ φιλανθρώπου Θεοῦ κοινὸν εἰς πᾶσαν τὴν ἀνθρωπότητα πρὸς βοήθειαν τῶν
Ἀνθρώπων καὶ πρὸς ἀπόκτησιν τῶν ἀναγκαίων καὶ χρησίμων τοῦ σώματος. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο

ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 88.

65
Θεό, την Αγία Τριάδα, τη Δημιουργία και το σχέδιο της Θείας Οικονομίας. Η πίστη

είναι, σύμφωνα με τον Ιωάννη, μια έμφυτη ιδιότητα του ανθρώπου. Όλοι οι

άνθρωποι έχουν εντός τους την έννοια του Θεού, αλλά, παρασυρμένοι από τον

Διάβολο, κατέληγαν να λατρεύουν είδωλα και δαιμόνια. Την εκτροπή αυτή ήρθε

να αναιρέσει ο Θεός με την Ενανθρώπιση του Υιού και Λόγου Του και με την

Αποκάλυψη της Αληθείας228. Εδώ μάλιστα βρίσκει την ευκαιρία να εξηγήσει με

απλό τρόπο τα δόγματα της Αγίας Τριάδας και της Ενανθρώπισης229, εξηγώντας

έτσι εμμέσως τη σημασία των αναθεματισμών και του Συνοδικού της Ορθοδοξίας,

που διαβάζεται εκείνη την ημέρα.

Το δεύτερο είδος πίστης, η Πνευματική, συνδέεται με τη διάδοση του

χριστιανικού μηνύματος και με τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος που

χορηγούνταν στους νεοφώτιστους. Πάντα σύμφωνα με τον συγγραφέα, οι

άνθρωποι μετά από αιώνες ειδωλολατρίας είχα χάσει τη δυνατότητα να

ευαισθητοποιηθούν και να κινητοποιηθούν από το αποστολικό κήρυγμα, έτσι τα

χαρίσματα, που αποκτούσαν οι νεοφώτιστοι με το Βάπτισμα (γλωσσολαλιάς,

προφητείας, τέλεσης θαυμάτων κ.α.), γίνονταν σημεία που αποκάλυπταν την

θεϊκή προέλευση του κηρύγματος και λειτουργούσαν ως κίνητρο για να ωθήσουν

και άλλους προς τον Χριστιανισμό230. Στη συνέχεια, μέσω μιας σειράς από

παραβολικές ιστορίες, επιχειρεί να δείξει την αξία των δωρεών του Θεού, που

επιτυγχάνονται μέσω της πίστεως και της σημασίας που έχει να διατηρείται αυτή

η πίστη άσβεστη.

228 Βλ. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 88-89.


229 Βλ. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 89-90.
230 Εἰς τὴν ἀρχὴν τοῦ Ἱεροῦ κηρύγματος, ἐπειδὴ πάντες οἱ Ἄνθρωποι ἦσαν πεπωρωμένοι τὴν
διάνοιαν, καὶ εἶχον νοῦν παχὺν καὶ ὅλως δι’ ὅλου προσηλωμένον εἰς τὴν ἀσέβειαν καὶ
εἰδωλολατρείαν καὶ μηδὲν ὑψηλὸν καὶ νοητὸν νὰ ἐννοήσουν ἐδύναντο, ὁ Θεὸς ἔδιδε καὶ εἰς
τοὺς νεοφώτιστους παρευθύς, ὁποῦ εὔγαιναν ἀπὸ τὴν Ἱερὰν κολυμβήθραν τὴν ἐξαίρετον
ἐκείνην χάριν τῶν σημείων καὶ τῶν θαυμάτων, ὁποῦ εἶχον καὶ οἱ θεῖοι Ἀπόστολοι… οἱ δὲ
νεοφώτιστοι κατὰ μέρος ἐλάμβανον ἕν ἢ δύο μόνα χαρίσματα κατὰ τὴν χρείαν τοῦ καιροῦ
καὶ τοῦ τόπου· καὶ μὲ τοιοῦτον τρόπον ἐσύντρεχον οἱ ἄπιστοι Ἄνθρωποι εἰς τὴν θεογνωσίαν,
βλέποντες τοὺς ὁμοίους των νὰ θαυματουργοῦν παραδόξως… ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ,
Αποστολική Σαγήνη, σ. 90.

66
Αντί επιλόγου οδηγεί την ομιλία του στην νοηματική της κορύφωση, που

είναι η ανάλυση της πρακτικής πίστεως. Για τον Ιωάννη πρακτική πίστη δεν είναι

τίποτε άλλο παρά η αγάπη· αγάπη προς τον Θεό και προς τον πλησίον231.

Η επιλογή της πίστεως ως θέμα για το κήρυγμα της Α’ Κυριακής των

Νηστειών είναι κάτι αρκετά σύνηθες στην ομιλητική παράδοση της Ορθόδοξης

Εκκλησίας232. Ο Ιωάννης δεν απομακρύνεται από αυτήν, όταν επιλέγει να μιλήσει

για την πίστη, εξηγώντας με αρκετά απλό τρόπο το Δόγμα και το νόημα των

Αναθεματισμών. Κύρια πηγή για την ομιλία είναι οι επιστολές του Αποστόλου

Παύλου. Μεγάλο μέρος της ομιλίας καταλαμβάνουν οι τρεις παραβολικές

ιστορίες, οι δύο για τον αμελή ευεργετημένο χριστιανό και η τρίτη για ένα

περιστατικό από την ζωή του αυτοκράτορα Ηλιογάβαλου. Δυστυχώς δεν

καταφέρνει να αναπτύξει το θέμα του σε βάθος, αρκούμενος σε επαναλήψεις και

ρητορικά σχήματα.

xiii. Περὶ Ὑπερηφανείας


Ο δεύτερος λόγος του Ιωάννη Λίνδιου στην Α’ Κύριακή των Νηστειών είναι
αφιερωμένος στο αμάρτημα της Υπερηφανειάς.

Η παρουσίαση του θέματος ξεκινά από το σχέδιο της Θείας Οικονομίας.

Επιθυμία του Θεού είναι η Σωτηρία του Ανθρώπου. Η αρχή του αυτεξουσίου

επιβάλλει τη διάκριση της σωστικής χάριτος του Θεού σε δύο είδη, την ηγουμένη,

δηλαδή αυτήν που ξεκινώντας από το Θεό κατευθύνεται προς τον Άνθρωπο, τον

κάθε Άνθρωπο, και από την άλλη την επομένη, δηλαδή αυτήν που δηλώνει την

αποδοχή του θεϊκού θελήματος και την πρόθεση του Ανθρώπου να συνεργήσει233.

Ουσιαστικά η αρχή του αυτεξουσίου δηλώνεται με την δυνατότητα επιλογής του

231 Βλ. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 93-94.


232 Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα μπορεί να θεωρηθεί η συλλογή των Διδαχών του Ηλία
Μηνιάτη, στην οποία, από τις τέσσερεις ομιλίες που αφορούν την Κυριακή της
Ορθοδοξίας, οι δύο έχουν σαν θέμα την Πίστη.
233 Διπλῆ εἶναι ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ὁποῦ σώζει τὸν Ἄνθρωπον· ἡ μία λέγεται ἡγουμένη καὶ μὲ
αὐτὴν θέλει καὶ συνεργεῖ πάντοτε διὰ νὰ σωθῶσι ὅλοι οἱ Ἄνθρωποι· ἡ ἄλλη λέγεται ἑπομένη
καὶ μὲ αὐτὴν σώζει ἐκείνους μόνον ὅπου θέλουν καὶ συνεργοῦν καὶ αὐτοὶ εἰς τὴν σωτηρίαν
των. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 94.

67
Ανθρώπου αν θα σωθεί ή όχι. Για να δώσει μια καλύτερη εικόνα της κίνησης του

Θεού προς τη Σωτηρία του Ανθρώπου, την παρομοιάζει με το μαγνήτη και τον

Άνθρωπο με το σίδερο. Όπως ο μαγνήτης ελκύει το σίδερο κοντά του, έτσι και η

σωστική χάρις του Θεού ελκύει τον Άνθρωπο προς τη Σωτηρία. Όμως για να

τραβήξει τον άνθρωπο πρέπει να πλησιάσει τον μαγνήτη και κυρίως πρέπει ο

μαγνήτης να είναι μεγαλύτερος από το σίδερο. Το μέγεθος του σιδήρου εδώ,

δηλαδή η αντίδραση στην ελκτική δύναμη του μαγνήτη, σύμφωνα με τον

συγγραφέα, είναι η Υπερηφάνεια. Όσο περισσότερο υπερήφανος είναι κάποιος

άνθρωπος, τόσο δυσκολεύει το έργο της Σωτηρίας του, μάλιστα τη χαρακτηρίζει

ως την πρωταρχική αμαρτία, από την οποία εκπορεύονται όλες οι άλλες 234.

Η Υπερηφάνεια είναι το αμάρτημα εκείνο που ταυτίζεται με τον Εωσφόρο

περισσότερο από όλα. Η ανταρσία του Εωσφόρου κατά του Θεού ήταν στην

πραγματικότητα εκδήλωση της Υπερηφανείας του (Ησ 14, 12-15). Δηλαδή,

σύμφωνα με την ερμηνεία που δίνει ο ι. Αυγουστίνος, ο Διάβολος ἠθέλησε νὰ

ἐμφορηθῇ τῆς δυνάμεώς του παρὰ τοῦ κράτους καὶ τῆς δυνάμεως τοῦ Θεοῦ235. Η

διατύπωση αυτή ερμηνεύεται στη βάση του ότι ο Εωσφόρος θέλησε, όχι να

εξομοιωθεί με τον Θεό, αλλά να μιμηθεί την εξουσιαστική Του ιδιότητα, δηλαδή

να μην υπόκειται στην ανώτατη αρχή που είναι ο Θεός και να μην αναγνωρίζει

άλλον ανώτερό του236.

Η πατερική παράδοση θέλει την υπερηφάνεια ως ένα θανάσιμο αμάρτημα,


από το οποίο εκπορεύονται όλες οι άλλες αμαρτίες. Είναι μάλιστα το κατ’ εξοχήν

234 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 95.


235 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 96.
236 Τί ἄλλο ἤθελε νὰ εἰπῇ μὲ τὸ «ἔσομαι ὅμοιος τῷ Θεῷ τῷ Ὑψίστῳ», παρὰ τοῦτο· καθὼς ὁ
Θεὸς ἐκ τῆς ἰδίας του φύσεως καὶ ἀπὸ λόγου του ἔχει ὅλην του τὴν μακαριότητα καὶ δὲν
γνωρίζει ἄλλον ἀνώτερόν του, οὕτω καὶ ἐγὼ ἀπὸ τὰ ἀγαθὰ τῆς φύσεώς μου θέλω νὰ ἔχω τὴν
μακαριότητα καὶ δὲν θέλω νὰ ὑποταχθῶ εἰς τὴν διαταγὴν ὁποῦ ὁ ἀνώτερος Θεὸς ἐδιώρισε·
εἰς τοῦτο λοιπὸν ἐπεθύμησεν ὁ Ἑωσφόρος νὰ γένῃ ὅμοιος μὲ τὸν Θεόν· ἤγουν ἐπεθύμησεν ὡς
ἔσχατον τέλος τῆς αὐτοῦ μακαριότητος, ἐκεῖνο εἰς τὸ ὁποῖον ἠδύνατο νὰ φθάσῃ μὲ τὴν
δύναμιν τῆς ἰδίας του φύσεως καὶ δὲν ἐπεθύμησε τὴν μακαριότητα ἐκείνην τὴν ὑπερφυσικήν,
ὁποῦ διὰ τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ ἀπολαμβάνεται. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ.
96.

68
αμάρτημα που συνδέεται με τον Εωσφόρο. Ο Λίνδιος αναπτύσσει όλη αυτήν την

διδασκαλία της Εκκλησίας, τονίζοντας πως είναι το αμάρτημα που δεν μπορεί να

γιατρευτεί γιατί προσβάλει όλη την καρδιά και την αποκλείει από τη μετάνοια237.

Αξιοποιεί μάλιστα τις σχετικές αναφορές από το έργο του Διονυσίου Αρεοπαγίτη,

ι. Αυγουστίνου και Γρηγορίου Νύσσης για να καταδείξει πως ο Υπερήφανος

Άνθρωπος είναι θεομίσητος και λαομίσητος238. Αξίζει μάλιστα να επισημανθεί

πως τονίζεται η ανάγκη οι υπερήφανοι άνθρωποι να καταφρονούνται και να

ταπεινώνονται, χαρακτηρίζοντας αυτήν την πράξη επαινετή239.

Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στα φυσικά χαρίσματα τα οποία χορηγεί ο Θεός σε

όλα τα κτίσματά Του. Ακόμα και όταν η επιλογές του Ανθρώπου, όπως και του

Εωσφόρου, έρχονται ενάντια στη Σωτηρία του όμως, αυτός διατηρεί τα χαρίσματα

της φύσης του, με τα οποία ευλογήθηκε από τον Θεό. Πλέον όμως τα χαρίσματα

αυτά έχουν διαστραφεί, ἡ σοφία και ἡ γνῶσις μετὰ τὴν ἔκπτωσι τῆς θείας

ἐλλάμψεως… εἰς σκοτεινὴ καὶ νυκτερινή240. Οἱ τοιοῦτοι εἶναι κατὰ ἀλήθειαν

237 Τὰ μὲν ἄλλα ἁμαρτήματα ἀπὸ μέρους σκοτίζουσι τὴν ψυχὴν καὶ ἀπὸ μέρους σκοτίζουσι
τὴν ψυχὴν καὶ ἀπὸ μέρους τὴν ἀφίνουσιν ὀλίγον φωτεινὴν καὶ καθὼς προλάβῃ ἡ μετάνοια
καὶ ἡ Ἱερὰ ἐξομολόγησις, πάλιν καθαρίζεται και ξαναφωτίζεται· ἡ ὑπερηφάνεια δὲ ἐξ
ὁλοκλήρου σκοτίζει τοῦ ἔχοντος τὴν ψυχὴν καὶ τὴν κάμνει ὁλότυφλον καὶ τελείως
ἀναίσθητον· καὶ οὐδὲ νὰ ἐξομολογηθῇ καθὼς πρέπει δὲν εἰξεύρει· τοῦ φαίνεται τάχα ὅτι τὰ
ὅσα μὲν αὐτὸς λέγει , ἐκεῖνα καὶ εἶναι τὰ πλέον σοφώτερα καὶ γνωστικώτερα λόγια· τὰ ὅσα
δὲ ἀκούει ἀπὸ τοὺς ἄλλους (ἂς ᾖναι καὶ οἱ πλέον σοφοὶ καὶ μαθηματικοὶ Ἄνθρωποι) τὰ νομίζει
λήρους καὶ φλυαρήματα. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 97.
238 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 97-98.
239 Καθολικὰ ὁ Θεὸς εἰς ἄλλο ἁμάρτημα δὲν ὀργίζεται τόσον, ὅσον εἰς τὴν οἴησιν καὶ
ὑπερηφάνειαν· τὰ μὲν γὰρ ἄλλα ἁμαρτήματα ἔχουν τὴν ὕλην καὶ ἀφορμὴν ἀπὸ τοὺς
Δαίμονας, ἀπὸ τὴν σάρκα καὶ ἀπὸ τὸν Κόσμον καὶ τρόπον τινὰ ὁ Θεὸς εἰς τὰ ἄλλα (ἂν καὶ τὰ
λοιπὰ ὅλα προσφέρουσιν ὕβριν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ ἀτιμίαν μεγάλην, ὡσὰν ὁποῦ εἶναι καὶ
αὐτὰ μία προφανὴς καταφρόνησις τῶν θείων ἐντολῶν του) εἰς τὰ ἄλλα λέγω ἁμαρτήματα
εἰμπορεῖ ὁ Θεὸς νὰ μακροθυμήσῃ καὶ νὰ προσμένῃ τῶν ἁμαρτανόντων τὴν μετάνοιαν· ἀλλ’
εἰς τὸ μισόθεον τοῦτο τῆς ὑπερηφανείας ἁμάρτημα δὲν μακροθυμεῖ, ἀλλὰ ταχέως ἐπιφέρει
τὰς δριμυτάτας τιμωρίας καὶ μάστιγας, διότι εἶναι μία μεγίστη καὶ ἀσύγκριτος ἀντίστασις
καὶ περιφρόνησις τῆς θείας μεγαλειότητος, ἡ ὑπερηφάνεια καὶ κενοδοξία. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο

ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 98.


240 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 96.

69
ἀπόβλητοι τοῦ θείου νυμφῶνος, μισητοὶ ἀπὸ τὸν Θεόν, ἔκπτωτοι τῆς θείας χάριτος,

ἐστερημένοι τοῦ θείου φωτισμοῦ, ἐν μορφῇ ἀνθρωπίνῃ αὐτόχρημα Δαίμονες,

σκοτεινοὶ Ἄγγελοι, νυκτερινὰ Πνεύματα, ἀνάξιοι τῆς υἱοθεσίας τοῦ Οὐρανίου

Πατρός, ἀλλότριοι τοῦ Χριστιανισμοῦ, ξένοι τῆς αἰωνίου ζωῆς, κληρονόμοι τῆς

καταχθονίου κολάσεως, βδελυκτοὶ ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον, ζῶντες νεκροί241.

Στη συνέχεια στρεφόμενος προς το κοινό του ο Ιωάννης επιχειρεί να

μεταφέρει την βασική ιδέα του κηρύγματός του στον καθημερινό βίο. Έτσι η

υπερηφάνεια, η αλαζονεία και η έπαρση εκδηλώνονται με αφορμή την καλή

καταγωγή, τη φυσική ομορφιά, τον πλούτο, τις αρετές ή ακόμα και την ευσέβεια.

Για κάθε ένα από αυτά ο Ιωάννης αναπτύσσει την κατάλληλη απάντηση. Η

αριστοκρατική καταγωγή έχει μηδαμινή αξία, δεδομένου ότι όλοι οι άνθρωποι

έχουν την ίδια φθαρτή φύση242. Όσο όμορφος και να είναι κάποιος άνθρωπος,

υπάρχουν άλλα πλάσματα απείρως ομορφότερα 243. Τα πλούτη που κατέχει

κάποιος στην πραγματικότητα είναι αιτία για πρόσθετη μέριμνα, μιας και ο κάθε

πλούσιος είναι οικονόμος που οφείλει να διαχειρίζεται ότι κατέχει για το καλό του

συνόλου και πρωτίστως των φτωχών, η δε κακή και εγωιστική διαχείρισή τους

γίνεται αιτία για αυστηρής τιμωρίας244. Τέλος όλοι οι Άνθρωποι πρέπει να

241 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 97.


242 Τί εἶναι ὁποῦ σᾶς κινεῖ εἰς τόσην ἔπαρσιν καὶ ἀλαζονίαν καὶ διὰ τοῦτο καταφρονεῖτε τὸν
ἕνα καὶ τὸν ἄλλον; Τὸ γένος καὶ ἡ εὐγένειά σας; ἀλλ’ ἐξ ἴσου ἀπὸ μίαν γῆν καὶ ἀπὸ ἓν χῶμα
ἤμεθα ὅλοι πλασμένοι οἱ Ἄνθρωποι· πηλὸν γὰρ ἔχομεν πάντες τοῦ γένους προπάτορα.
ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 99.
243 Τὸ κάλλος σας καὶ ἡ εὐμορφιά; ἀλλ’ ὁ ταώς, ἤγουν τὸ παγῶνι, εἶναι πλέον λαμπρότερον
καὶ εὐμορφώτερον. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 99.
244 Ὁ πλοῦτος καὶ ἡ εὐτυχία; ἀλλ’ αὐτὰ ὁποῦ ἔχεις ὦ Ἄνθρωπε, εἶναι τοῦ Θεοῦ δῶρα καὶ σοῦ
τὰ ἔδωκε διὰ βοήθειαν τῶν πτωχῶν καὶ ἐπίσκεψιν καὶ εἶσαι εἰς ὅσα ἔχεις ἕνας οἰκονόμος,
ὁποῦ ἂν δὲν τὰ οἰκονομήσῆς κατὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ εἰς χήρας καὶ ὀρφανά, ἔχεις εἰς τὴν
ἡμέραν τῆς κρίσεως, νὰ δώσῃς λεπτομερῆ καὶ στενὸν λογαριασμόν, ποῦ καὶ πῶς τὰ
ἐξώδευσας… πρέπει μάλιστα καὶ νὰ φρίττῃς καὶ νὰ τρομάζῃς. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ,
Αποστολική Σαγήνη, σ. 99.

70
θυμούνται καλά πως κάθε αρετή και χάρισμα προέρχεται από τον Θεό 245 και πως

καμιάς μορφής ευσέβεια δεν μπορεί να είναι ειλικρινής αν δεν συνοδεύεται από

την ταπεινοφροσύνη246. Έτσι καταλήγει στην κατηγορηματική δήλωση πως τα

πάντα προέρχονται από το Θεό και ο Άνθρωπος δεν έχει λόγο να είναι περήφανος

για τίποτα, γιατί τίποτα δεν το κατέχει αφ’ εαυτού του 247.

Το υπόλοιπο της ομιλίας είναι αφιερωμένο στο να δώσει διάφορα

παραδείγματα των συνεπειών της υπερηφανείας, αντλημένα κυρίως από την

Αγία Γραφή και την ιστορία. Κλείνει όπως σχεδόν σε κάθε ομιλία του με

προσευχή.

Η περίοδος της Μ. Σαρακοστής είναι συνδεδεμένη από την Ορθόδοξη

Εκκλησία με την πορεία του Πιστού προς τη νέα ζωή, το Πάσχα, δηλαδή την

Ανάσταση και την επιστροφή του Ανθρώπου στην προπτωτική του κατάσταση248.

Βασικά εφόδια για αυτό το ταξίδι είναι η εκδήλωση της έντονης επιθυμίας από τον

Άνθρωπο να πλησιάσει το Θεό, η Ταπείνωση, η Μετάνοια, η Συγγνώμη και η

Αγάπη249. Προκειμένου όμως αυτά τα πέντε βασικά εφόδια να σταθούν στον

άνθρωπο και να καρποφορήσουν είναι αναγκαία προϋπόθεση να εκριζωθεί το


ζιζάνιο της αμαρτίας που δίνει χώρο για το κακό. Το αμάρτημα εκείνο που

245 Ἔπειτα ἂν ἔχῃς καὶ καὶ καμμίαν ἀρετήν, ἐξ ἰδίας σου δυνάμεως δὲν τὴν ἀπέκτησας, ἀλλὰ
τὸ πᾶν εἶναι τῆς ἄνωθεν θείας βοηθείας καὶ ἐπισκέψεως. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική
Σαγήνη, σ. 99.
246 Εἰ δὲ καὶ ἤθελες ἤσουν καὶ ἁγιώτερος τοῦ Πέτρου καὶ Παύλου, πάλιν ἔπρεπε νὰ
ταπεινοφρονῇς καὶ νὰ λέγῃς, ὅτι δοῦλος ἀχρεῖός εἰμι… ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική
Σαγήνη, σ. 99.
247 Τί ἔχεις ὃ οὐκ ἔλαβες; Εἰ δὲ καὶ ἔλαβες, τί καυχᾶσαι ὡς μὴ λαβών; ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ,
Αποστολική Σαγήνη, σ. 99.
248 Βλ. SCHMEMANN, Μεγάλη Σαρακοστή, σσ. 13-17.
249 Στην πραγματικότητα πρόκειται για το βασικό νόημα των αναγνωσμάτων των πέντε
Κυριακών που προηγούνται της Μ. Τεσσαρακοστής, βλ. SCHMEMANN, Μεγάλη Σαρακοστή,
σσ. 19-35.

71
περισσότερο από όλα τα άλλα έχει συνδεθεί από την Εκκλησία με τον Εωσφόρο

και την άρνηση του Θεού είναι αυτό της Υπερηφανείας250.

Ο Ιωάννης αναπτύσσει το θέμα της Υπερηφανείας ακολουθώντας την

πατερική παράδοση που ταυτίζει αυτό το αμάρτημα με την άρνηση του Θεού. Για

την ανάπτυξη του θέματος επικαλείται τα ονόματα του Διονυσίου Αρεοπαγίτη,

του ι. Αυγουστίνου και του Γρηγορίου Νύσσης. Δυστυχώς επιλέγει να παραθέσει

από μνήμης, με πρόθεση να αποδώσει ένα νόημα συμβατό με το θέμα του, χωρίς

να ενδιαφέρεται για την ακρίβεια της παράθεσης, κάνοντας έτσι σχεδόν αδύνατη

την ταύτιση του χωρίου. Αυτό που παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι ότι ένα

μεγάλο μέρος του λόγου είναι εμφανώς εξαρτημένο από το έργο του οσίου Ιωάννη

Κασσιανού του Ρωμαίου περί των οκτώ λογισμών της κακίας. Το συγκεκριμένο

έργο ήταν αρκετά δημοφιλές στην Ανατολή ήδη από τον Μεσαίωνα, όμως ειδικά

κατά τον 18 αι. άρχισε να αντιγράφεται και να ξαναμελετάτε από τους

κολλυβάδες μοναχούς και συμπεριελήφθη στον πρώτο τόμο της Φιλοκαλίας των

Ιερών Νηπτικών που εκδόθηκε στη Βενετία το 1782251 με επιμέλεια του Μακαρίου

Νοταρά και του Νικοδήμου του Αγιορείτη. Η επιλογή λοιπόν να χρησιμοποιήσει

αυτό το χωρίο είναι δηλωτική της τοποθέτησης του Ιωάννη Λίνδιου στην

θεολογική έριδα της εποχής του. Αν μάλιστα ληφθεί υπόψη ότι ο συγκεκριμένος

λόγος εκφωνήθηκε στη Σκόπελο πριν το 1780, σημαίνει ότι ο Ιωάννης είχε λάβει

γνώση της συλλογής και του είχε δοθεί πρόσβαση στα κείμενά της πολύ πριν αυτή

φτάσει στο τυπογραφείο.

Η ομιλία μπορεί να διαιρεθεί σε δύο κύριες ενότητες, στην πρώτη (σσ. 94-99),

η εξάρτησή του από την πατερική παράδοση και κυρίως από τον Ιωάννη Κασσιανό

του επιτρέπει να διαμορφώσει ένα αρκετά ενδιαφέρον κείμενο, με ιδέες όπως η


διατήρηση των φυσικών χαρισμάτων των δαιμόνων (και του Ανθρώπου) ακόμα

και μετά την Πτώση, των χαρισμάτων δηλαδή εκείνων που συνδέονται με την ίδια

την φύση των κτισμάτων. Επίσης ενδιαφέρον παρουσιάζει η προσπάθειά του να

250 M.-E. DYSON, Pride, [The Seven Deadly Sins, 1], Oxford University Press, Νέα Υόρκη, 2006,
σσ. 9-17.
251 Στην πρώτη έκδοση της Φιλοκαλίας, Φιλοκαλία τῶν Ἱερῶν Νηπτικῶν, τύποις Αντωνίῳ
τῷ Βόρτολι, Βενετία, 1782 το συγκεκριμένο απόσπασμα βρίσκεται στις σελίδες 75-76.

72
εντοπίσει τη φύση της ανταρσίας του Εωσφόρου και να ερμηνεύσει τη φράση

ἔσομαι ὅμοιος τῷ Ὑψίστῷ (Ησ 14, 14), επικεντρώνοντας στο θέμα της ομοιότητας.

Μια από τις παραλείψεις που εντοπίζονται, είναι η μη διάκριση του λογισμού της

Υπερηφανείας σε απόλυτη (Ύβρις), που είναι αυτό που θεωρείται από την

πατερική σκέψη ως θανάσιμο αμάρτημα, και σε ατελή, δηλαδή σε αυτήν που δεν

απορρίπτει την θεϊκή υπεροχή, αλλά εμφανίζεται περισσότερο ως φιλαυτία και

εγωισμός (υπεροχή έναντι των συνανθρώπων)252. Δυστυχώς όμως στη συνέχεια

(σσ. 100-102), αντί να προχωρήσει περαιτέρω τη σκέψη του αρκείται στην αναφορά

διαφόρων παραδειγμάτων διανθισμένων με μονότονα ρητορικά σχήματα.

xiv. Περὶ Ταπεινοφροσύνης


Η ομιλία αυτή εκφωνήθηκε την Β’ Κυριακή των Νηστειών (του Αγίου

Γρηγορίου του Παλαμά). Τόπος εκφώνησης είναι ο ναός των Αγίων Γρηγορίου και

Δημητρίου που κατά τον 18 ο αι. χρησιμοποιούνταν ως ο καθεδρικός ναός της

Θεσσαλονίκης253. Αυτό συνάγεται από την αναφορά στον Άγιο Γρηγόριο Παλαμά,

ο οποίος χαρακτηρίζεται ως ο ποιμένας των πιστών και από την μνημόνευση του

παρακείμενου λειψάνου του Αγίου254. Παρόλο όμως που η ημέρα είναι

αφιερωμένη στον άγιο Γρηγόριο και ο Ιωάννης ο Λίνδιος κηρύσσει μπροστά στο

λείψανό του255, η ομιλία είναι αφιερωμένη στην Ταπεινοφροσύνη.

Αρχίζει με την παράθεση μιας σειράς αντιθετικών ζευγών, αρετή-κακία,

ημέρα-νύκτα, φως σκότος κ.α. για να καταλήξει πως όπως η Υπερηφάνεια είναι

252 Βλ. «Ὑπερηφάνεια», ΘΗΕ 11 (1967), στ. 960.


253 Πρόκειται για μια εκκλησία που καταστράφηκε από πυρκαγιά το 1889. Βρίσκεται στη
θέση του σημερινού Αγίου Γρηγορίου Παλαμά.
254 Δὲν ἠξεύρω ποίους νὰ μακαρίσω πρότερον; Τὸν μέγαν Πατέρα μας καὶ θαυματουργὸν
Γρηγόριον… ἢ τὴν ὑμετέραν εὐσεβεστάτην ἀγάπην, οἱ ὁποῖοι κατηξιώθητε νὰ ἔχητε καὶ μετὰ
θάνατον ὡς ζωντανὸν τὸν Ποιμένα και διδάσκαλον ἀπὸ τὴν Πατρίδα αἰωνίως ἀχώριστον.
ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 102-103.
255 Ἐγὼ εἰς τὴν παροῦσαν ταύτην καὶ ἔνδοξον ἑορτήν, δὲν σᾶς ὑπόσχομαι λόγους
ἐγκωμιαστικοὺς πρὸς τὸν ἅγιον· ὅποιος ἀγαπᾷ, ἂς στρέψῃ τοὺς ὀφθαλμοὺς εἰς τὸ ἅγιον καὶ
ἱερὸν αὐτοῦ λείψανον. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 103.

73
πρόξενος όλων των κακών και της αμαρτίας256, έτσι και το αντίθετο αυτής, η

ταπεινοφροσύνη, είναι πηγή για όλα τα καλά 257. Ο Ιωάννης διακρίνει τρεις μορφές

ταπεινοροσύνης, η πρώτη είναι αυτή που συνδέεται με την αυτογνωσία. Δηλαδή

ο κάθε Άνθρωπος να γνωρίζει καλά τον εαυτό του, τα όρια της φύσης του, και να

μένει πιστός σε αυτά, χωρίς παρεκκλίσεις258. Η ακριβής γνώση της ανθρώπινης

φύσης συνεπάγεται πως ο Άνθρωπος κατανοεί πως δημιουργήθηκε από τον Θεό

εκ του μη όντος, και πως ότι είναι το οφείλει σε Αυτόν. Έτσι ο κάθε ταπεινόφρων

Άνθρωπος μετρᾷ καὶ φρονῇ τὸν ἑαυτὸν τοῦ ὣς οὐδέν, καὶ τὰ λοιπὰ ὅσα ἔχει εἶναι

δωρεαὶ καὶ χαρίσματα τοῦ Θεοῦ259. Αυτή η μορφή ταπεινοφροσύνης είναι

χαρακτηριστικό της Θεοτόκου260. Δεύτερη μορφή ταπεινοφροσύνης είναι αυτή του

Χριστού, ο οποίος όντας Θεός έλαβε την ανθρώπινη φύση, έγινε άνθρωπος,

ταπεινώθηκε, βασανίστηκε και σταυρώθηκε για να σώσει το δημιούργημά του261.

Οι δύο αυτές μορφές ταπεινοφροσύνης, της Θεοτόκου και του Χριστού, είναι

αδύνατον να τις επιτύχει κάποιος άνθρωπος262, δυνατή στην ανθρώπινη φύση

είναι μόνο μια Τρίτη μορφή ταπεινοφροσύνης.

Η τρίτη μορφή ταπεινοφροσύνης που παρουσιάζεται από τον Ιωάννη είναι

συνδεδεμένη με τις βιβλικές μορφές του Αβραάμ και του Ιώβ. Πρόκειται για την

κατάσταση εκείνη, στην οποίο ο Άνθρωπος έχει επίγνωση ότι πλάστηκε από τον

Θεό, με πρώτη ύλη το χώμα. Πως δεν είναι παρά ένα φθαρτό Δημιούργημα που

αντλεί τη ζωή και ότι έχει από το Θεό263. Στη συνέχεια τονίζει πως ο κάθε

Άνθρωπος πρέπει πάντοτε να έχει κατά νου την κατωτερότητά του, πώς όσο ψηλά

256 Η χρήση αυτού του στοιχείου, του ζεύγους Υπερηφάνεια-Ταπεινοφροσύνη, χωρίς


περεταίρω ανάλυση, πρέπει να μας οδηγήσει στα συμπεράσματα ότι και η προηγούμενη
ομιλία, περί Υπερηφανείας, εκφωνήθηκε και αυτή στη Θεσσαλονίκη και πως οι δύο αυτές
ομιλίες είναι η μία συνέχεια της άλλης.
257 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 103.
258 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 103-104.
259 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 104.
260 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 104.
261 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 104-105.
262 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 105.
263 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 105-106.

74
και να φτάσει δεν θα είναι σε θέση να πλησιάσει ούτε τα πόδια του Θεού264 και

πως πρέπει πάντοτε να μετανοεί και να ζητάει το έλεος Του265. Η ομιλία τελειώνει

με δέηση προς τον άγιο Γρηγόριο Παλαμά266.

Πρόκειται για ένα ρητορικό κείμενο χωρίς ιδιαίτερες αξιώσεις πρωτοτυπίας,

που αναλώνεται σε μια παραδειγμάτων από την Βίβλο, χωρίς ιδιαίτερη συνοχή.

xv. Περὶ Ἐξομολογήσεως


Η ομιλία ξεκινά με ένα εγκώμιο προς τον Γρηγόριο Παλαμά, κατά τρόπο που

μας οδηγεί στο συμπέρασμα πως και αυτός ο λόγος εκφωνήθηκε στη

Θεσσαλονίκη267. Το εγκώμιο αυτό παίζει το ρόλο εισαγωγής-δέησης, προκειμένου

να μπορέσει ο Ιωάννης να πραγματευτεί το θέμα της Εξομολογήσεως268.

Ξεκινά την πραγμάτευση του θέματος αναφερόμενος στην αμαρτία, η οποία

προκαλείται από δαιμονική προσβολή269. Μάλιστα στην αρχική αυτή φάση ο

πιστός αν δείξει αποφασιστικότητα μπορεί εύκολα να αποκρούσει αυτήν την

δαιμονική προσβολή270. Ασπίδα του πιστού είναι η προσευχή, η επίκληση το

ονόματος του Χριστού271. Αν δεν το αντιμετωπίσει στην αρχή, μετά απαιτείται

σκληρότερη προσπάθεια, δηλαδή νηστεία και συνεχείς προσευχές, προκειμένου ο

σπόρος της αμαρτίας που φυτεύτηκε από τους δαίμονες να ξεριζωθεί272. Αν

αποτύχει και τότε να ξεριζώσει την αμαρτία, τότε αυτή μεγαλώνει και γίνεται ένα

δέντρο, που για να εκριζωθεί απαιτούνται μεγάλα εργαλεία και σκληρή εργασία.

Εργαλείο αυτής της ύστατης προσπάθειας εκρίζωσης της αμαρτίας είναι ο

264 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 106-107.


265 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 107-109.
266 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 109.
267 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 110.
268 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 111.
269 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 111.
270 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 111.
271 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 111.
272 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 112.

75
Πνευματικός273. Στη συνέχεια του λόγου αναφέρεται λεπτομερώς στις διάφορες

μορφές σαρκικής αμαρτίας και πώς αυτές αντιμετωπίζονται από τους

πνευματικούς274. Καταλήγει με μια ιστορία, παρμένη από κάποιο γεροντικό, όπου

τονίζει την ανάγκη η μετάνοια και η εξομολόγηση να είναι πλήρης και να μην

αποκρύπτονται αμαρτήματα από αίσθημα ντροπής, γιατί τότε όλος ο αγώνας και

όλη η προσπάθεια είναι μάταια275.

Η ομιλία είναι προσαρμοσμένη στην περίοδο της Μ. Τεσσαρακοστής, μια

περίοδο που οι Ορθόδοξοι συνηθίζουν να εξομολογούνται και να προετοιμάζονται

για την γιορτή του Πάσχα. Έτσι προσπαθεί να δώσει τις κατάλληλες οδηγίες για

να είναι το μυστήριο της Μετανοίας-Εξομολογήσεως ολοκληρωμένο και επιτυχές.

Χωρίς να έχει αξιώσεις πρωτότυπης θεολογικής σκέψης, έχει έντονα

παιδαγωγικό-ποιμαντικό ύφος. Εντούτοις εντύπωση προκαλεί η ιδιαίτερα

αναλυτική παρουσίαση των διαφόρων σαρκικών αμαρτημάτων, προφανώς

αντλημένα από την εμπειρία του ως Πνευματικού και με σαφή πρόθεση να

αγγίξει κάθε έναν από το εκκλησίασμά του ατομικά.

xvi Περὶ τοῦ Τιμίου Σταυροῦ


Η Γ’ Κυριακή των Νηστειών, Μεσοσαρακοστή ή Κυριακή της Σταυρο-

προσκυνήσεως έχει την αποστολή από τη μια να στηρίζει όσους έχουν αρχίσει να

κουράζονται από το βάρος της νηστείας και της προσπάθειας, ενός αγώνα που

θεωρείται ως η Σταύρωση του παλιού Ανθρώπου και από την άλλη να

παρουσιάσει τον Σταυρό ως Σύμβολο νίκης και χαράς276. Ο Ιωάννης επιλέγοντας

να κινηθεί εντός του πλαισίου της ημέρας αφιερώνει τον λόγο του στον Σταυρό.

Η ομιλία είναι διαιρεμένη σε τρεις ανισομερείς ενότητες. Η πρώτη είναι ένα

εγκώμιο προς τον Σταυρό, με εκφράσεις αντλημένες από την υμνογραφία της

ημέρας277. Η δεύτερη παρουσιάζει εν συντομία τα τρία είδη Σταυρού· ο Σταυρός

273 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 112.


274 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 112-117.
275 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 117-118.
276 SCHMEMANN, Μεγάλη Σαρακοστή, σσ. 89-90.
277 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 118-119.

76
του Χριστού, που είναι και το κατ’ εξοχήν είδος, το Τίμιο Ξύλο. Δεύτερος Σταυρός

είναι το σύμβολο που κάνουν όλοι οι Χριστιανοί στο στήθος τους και οι εικόνες

που φέρουν πάνω τους ή τοποθετούν σε διάφορους χώρους. Τρίτο είδος Σταυρού

τέλος είναι οι συμφορές, ο θλίψεις και οι αγώνες που υφίσταται κάθε πιστός προς

δόξαν Θεού, για την διαπαιδαγώγηση και τη Σωτηρία του. Αυτό το τρίτο είδος

είναι που αναφέρεται και από τον ίδιο τον Χριστό στην προτροπή ὅστις θέλει

ὀπίσω μου ελθεῖν278.

Η τρίτη και μεγαλύτερη ενότητα είναι αφιερωμένη σε προτυπώσεις του

Σταυρού στην Παλαιά Διαθήκη279, και σε θαυματουργικές εμφανίσεις του

Σταυρού από την εποχή των Διωγμών μέχρι τα χρόνια του Ιουλιανού του

Παραβάτη280. Σε αυτό το τελευταίο τμήμα τονίζεται η ισχύς του Σταυρού έναντι

των Δαιμόνων, οι οποίοι τρέπονται σε φυγή, ανίσχυροι μπροστά στο σύμβολο της

καταστροφής του Εωσφόρου.

xvii. Περὶ Κατακρίσεως


Η δεύτερη ομιλία του Ιωάννη για την Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως
είναι αφιερωμένη στο αμάρτημα της Κατακρίσεως. Η ομιλία ξεκινά με ένα

εγκώμιο στην αξία της ψυχής, η οποία είναι το σημαντικότερο μέρος του

Ανθρώπου και εντούτοις αυτό που καταφρονείται συχνότερα, για χάρη κάποιας

σύντομης ηδονής281. Στη συνέχεια πραγματεύεται το θέμα, ξεκινώντας από την

πρώτη εμφάνιση της Κατακρίσεως, που είναι η ενέργεια του Σατανά να διαβάλει

τον Θεό στην Εύα και να την παρασύρει στην βρώση του απαγορευμένου καρπού

της γνώσης του καλού και του κακού. Και το κάνει αυτό ακριβώς για να δείξει πως

η κατάκριση είναι η πρώτη αμαρτία που ανακάλυψε ο Σατανάς, ο οποίος γι’ αυτό

ονομάστηκε Διάβολος282. Ακολούθως πραγματεύεται το θέμα, αντλώντας

εκφράσεις κατά της κατάκρισης (που την ταυτίζει με την καταλαλιά και τη

278 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 119-120.


279 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 120-122.
280 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 122-125.
281 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 125-126.
282 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 126-127.

77
συκοφαντία) από την Βίβλο και από τον Ιερώνυμο και τον ι. Χρυσόστομο283.

Επισημαίνει μάλιστα με εμφατικό τρόπο πως η αποφυγή αυτής της αμαρτίας

είναι το πρώτο βήμα για την Σωτηρία, ενώ αυτός που κατακρίνει, ακόμα και αν

είναι τέλειος σε όλα τα άλλα, μόνο γι’ αυτό είναι καταδικασμένος, επικαλούμενος

προς τούτο το παράδειγμα ενός ληστή που σώθηκε και ενός ευσεβούς μοναχού

που όμως οδηγήθηκε δέσμιος στον Άδη284.

Ακολούθως, και σε συνάρτηση με το αμάρτημα της Κατακρίσεως,

αναφέρεται σε αυτούς που κάνουν υπομονή όταν γίνονται θύματα ονειδισμού και

συκοφαντιών. Αναγνωρίζει το βάρος του αγώνα αυτού, επισημαίνοντας όμως και

την μεγάλη αμοιβή που απολαμβάνει285. Μάλιστα κάνοντας ένα βήμα παραπέρα,

αναφέρεται σε κάποια ανέκδοτη ιστορία από την αρχαιότητα για να δείξει πως, ο

άξιος άνθρωπος, ακόμα και τη συκοφαντία και την κατάκριση μπορεί να τις

αξιοποιήσει για να γίνει καλύτερος άνθρωπος286. Η ομιλία τελειώνει με δέηση

προς τον Θεό.

xxviii. Ὁμιλία ἐγκωμιαστικὴ εἰς τὸν Εὐαγγελισμὸν τῆς


ὑπεραγίας ἡμῶν Θεοτόκου
Πρόκειται για μια εγκωμιαστική ομιλία στην Θεοτόκο, με έμφαση στην

χρήση του επιθέτου Κεχαριτωμένη από τον Αρχάγγελο. Στην πραγματικότητα το

μεγαλύτερο μέρος είναι μια συσσώρευση εγκωμιαστικών επιθέτων.

xix. Ὁμιλία Θεολογική, περιέχουσα ἠθικὴν περὶ ἀγάπης


Η ομιλία αυτή εκφωνήθηκε την Κυριακή των Βαΐων. Το πρώτο τμήμα της

είναι αφιερωμένο στον εγκωμιασμό της ημέρας287. Στη συνέχεια, και αφού

προηγηθεί μια έκκληση προς τον Θεό να τον φωτίσει ώστε να μπορέσει να

ανταποκριθεί στο βάρος της αποστολής, καταπιάνεται με το θέμα της Αγίας

283 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 127-133.


284 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 132.
285 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 133.
286 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 134.
287 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 140-141.

78
Τριάδος288. Αναφέρεται στη διάκριση των υποστατικών ιδιωμάτων, τονίζοντας

όμως το αδιαίρετο των τριών προσώπων289. Στη συνέχεια πραγματεύεται το θέμα

του Ουρανού, των ουρανίων σωμάτων και των Αγγέλων. Αναφέρεται στη θέση

των Αγγέλων στον Ουρανό και στον ρόλο τους ως κινούντες τα ουράνια σώματα.

Τέλος μνημονεύει τα εννιά αγγελικά τάγματα και προσπαθεί να δώσει μια

υποτυπώδη ιεράρχηση290. Στη συνέχεια επιχειρεί να περιγράψει την ορατή κτήση,

παραφράζοντας τον Προοιμιακό Ψαλμό (103), για να φτάσει και μέχρι τα έγκατα

του Άδη, όπου είναι φυλακισμένοι οι δαίμονες και όσοι καταδικάστηκαν από τον

Θεό291. Τέλος πραγματεύεται το θέμα της Αγάπης, πάνω στο δίπτυχο αγάπη προς

τον Θεό-αγάπη για τον πλησίον292.

xx. Ὁμιλία εἰς τὸ Σωτήριον Πάθος τοῦ Χριστοῦ


Εκφωνήθηκε την Μεγάλη Παρασκευή. Διατυπώνει τη θέση ότι η αμαρτία
έχει τεράστιο βάρος και μόνο η θυσία του Θεανθρώπου μπορούσε να την

εξαργυρώσει293. Τονίζει ότι ο αμετανόητος Χριστιανός, είναι χειρότερος από τους

Εβραίους που στο πραιτόριο ζητούσαν τη Σταύρωση του Χριστού, παίρνοντας το

αίμα του πάνω τους.

xxi. Ὁμιλία τῇ Κυριακῇ τῶν Ἁγίων Πάντων


Το κείμενο ξεκινά με μια ένα εγκώμιο στους Άγιος Πάντες 294. Στη συνέχεια
προβάλλονται ως παράδειγμα ομονοίας. Στη συνέχεια μεταφέροντας το

συλλογισμό του στα ανθρώπινα τονίζει πως η ομοφροσύνη και η ομόνοια

μπορούν να επιτευχθούν μόνο όταν γίνονται για το καλό και στη βάση της

αγάπης για τον Χριστό. Αντίθετα, όταν υπάρχει διχόνοια σημαίνει ότι ο καθένας

288 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 141.


289 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 142-143.
290 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 144-145.
291 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 145-146.
292 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 146-148.
293 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 151.
294 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 158-159.

79
λειτουργεί για τον εαυτό του ατομικά και στο τέλος ότι σχεδιάζεται από

ανθρώπους που δεν έχουν ομόνοια μεταξύ τους καταλήγει στην διάλυση.

xxii. Ὁμιλία πανηγυρικὴ εἰς τὸ Γενέσιον τοῦ Τιμίου


Προδρόμου
Σύντομο εγκωμιαστικό κείμενο αφιερωμένο στον Τίμιο Πρόδρομο και σε

κάποιον ιεράρχη άγιο, που δεν ονομάζεται. Εν συντομία προβάλλεται ο βίος του

Τιμίου Προδρόμου και στη συνέχεια συντίθεται ένα σύντομο κείμενο υμνολογικού

περιεχομένου295. Η ομιλία εκφωνήθηκε κατά τα φαινόμενα στη Σκόπελο, σε

κάποιο μοναστήρι αφιερωμένο στον Τίμιο Πρόδρομο296.

xxiii. Πανηγυρικὴ εἰς τὸ Γενέσιον τοῦ Τιμίου Προδρόμου


Φαίνεται ότι ο Ιωάννης Λίνδιος ασχολούνταν με την αριθμολογία και

αριθμοσοφία297. Έτσι ενώ στην προηγούμενη ομιλία του αρκείται σε μια σύντομη

αναφορά στην αντιστοιχία των γραμμάτων του ονόματος του Ιωάννη του

Προδρόμου και τη συμβολική τους298, αυτή τη φορά αφιερώνει το μεγαλύτερο

μέρος του λόγου του σε αυτό299.

295 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 166-167.


296 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 167.
297 Μια ενασχόληση που θα φανεί εντονότερα στη σύνταξη της ερμηνείας της
Αποκάλυψης.
298 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 167.
299 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 169-172. Ένα ενδεικτικό σημείο του τρόπου
που χειρίζεται τα γράμματα και τους αριθμούς είναι η ερμηνεία του Ι του ονόματος
Ιωάννης. Έτσι το Ι αντιστοιχεί στο δέκα. Τα αγγελικά τάγματα αρχικά ήταν δέκα, αλλά
μετά την αποστασία του Εωσφόρου έμειναν εννιά. Οι μοναχοί, που διάγουν ως άγγελοι
έρχονται να πάρουν τη θέση των εκπεσσόντων δαιμόνων ως το δέκατο τάγμα. Ο
Πρόδρομος, με τη ζωή του ήταν ο πρώτος που υιοθέτησε τις αρχές του ασκητισμού και του
μοναχισμού.

80
xxiv. Ὁμιλία Θεολογικὴ εἰς τοῦς ἁγίου Ἀποστόλους καὶ
Πρωτοκορυφαίους Πέτρον καὶ Παῦλον
Ο λόγος είναι ένα εγκώμιο στους δύο κορυφαίους Αποστόλους, και μέσω

αυτόν ένα εγκώμιο στην ίδια την ανθρώπινη φύση, που χάρη στο Θείο θέλημα

ανυψώθηκε πάνω από την χοϊκή της κατάσταση300. Δίνεται ιδιαίτερη έμφαση

στους κόπους και στους αγώνες των Αποστόλων προς Δόξαν Θεού και την

ανταμοιβή τους, τα κλειδιά της Βασιλείας, που τους τοποθετούσε πάνω και από

τους Αγγέλους.

xxv. Ὁμιλία πανηγυρικὴ εἰς τὸ Γενέσιον τῆς Θεοτόκου καὶ


αειπαρθένου Μαρίας
Ξεκινώντας από τα γεγονότα εκείνα που οδήγησαν στην Ενανθρώπιση του

Χριστού, παρουσιάζει ολόκληρο το σχέδιο της Θείας Οικονομίας, που είχε

καταστρωθεί πριν ακόμη από τη Δημιουργία301. Ο λόγος τελειώνει με μια ενότητα


σε μορφή στίχων και με δέηση στη Θεοτόκο.

xxvi. Ὁμιλία ἐγκωμιαστικὴ εἰς τὸν Τίμιον Σταυρόν


Λόγος που εκφωνήθηκε στην εορτή της υψώσεως του Τιμίου Σταυρού.

Πρόκειται για μια πεζή επανάληψη της υμνογραφίας για την ημέρα της Υψώσεως

του Τιμίου Σταυρού302. Τελειώνει με προσευχή.

xxvii. Ὁμιλία ἐγκωμιαστικὴ εἰς τὸν ἔνδοξον


Μεγαλομάρτυρα Δημήτριον
Η ομιλία εκφωνήθηκε στη Θεσσαλονίκη την ημέρα της εορτής του Αγίου303.

Το μεγαλύτερο μέρος της είναι ένα εγκώμιο προς τον Άγιο, με αναφορές στη ζωή

και στο μαρτύριό του304. Εκμεταλλεύεται την περίσταση για να επισημάνει την

300 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 172-176.


301 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 178-183.
302 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 185-189.
303 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 189.
304 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 189-191.

81
αξία που έχουν οι μάρτυρες για τη στερέωση της Εκκλησίας305. Η ομιλία τελειώνει

με δέηση στον Άγιο και παράκληση να μεσιτεύει υπέρ των συμπολιτών του.

xxviii. Περὶ Θλίψεων καὶ Πειρασμῶν ὅτι μέγα τὸ ἐξ αὑτῶν


ὄφελος
Η ομιλία εκφωνήθηκε κατόπιν αιτήματος του Βενεδίκτου, σκευοφύλακα της

Μονής Ξηροποτάμου, προς τους μοναχούς της εν λόγω μονής. Έτσι ο Ιωάννης

αρχικά δηλώνει αδυναμία να επιχειρήσει αυτός να διδάξει μοναχούς που είναι

αφιερωμένοι στην προσευχή306. Στη συνέχεια τονίζει πως οι διάφορες θλίψεις και

οι πειρασμοί που συναντούμε γίνονται, όταν τους υπομένουμε με πίστη, αφορμή

για δόξα307. Όλες αυτές ο θλίψεις και οι πειρασμοί ανοίγουν στον Χριστιανό το

δρόμο προς τον Θεό. Αυτό ισχύει ιδιαιτέρως για τους Μοναχούς, που επιλέγουν να

μιμηθούν τον Ιησού Χριστό, που πρώτος έδειξε αυτόν το δρόμο. Αναφέρεται στα

Μυστήρια, ως πηγή στήριξης και εφοδιασμού για τον δύσκολο δρόμο 308, και τέλος

αναφέρεται στους μάρτυρες, ως το κορυφαίο παράδειγμα θλίψης και υπομονής.

xxix. Ὁμιλία περὶ Ταπεινοφροσύνης καὶ Ὑπακοῆς εἰς τοὺς


μοναχούς, καὶ περὶ Σκανδαλοποιῶν
Με το θέμα της ταπεινοφροσύνης έχει ασχοληθεί και σε άλλο λόγο του, εδώ

όμως τον απασχολεί το θέμα αυτό μέσα από την οπτική του μοναχού. Ο μοναχός

παρουσιάζεται ως ο στρατιώτης του Χριστού που οφείλει να είναι μονιασμένος με

τους συμπολεμιστές τους για να αντιμετωπίσει τον αντίπαλο309. Έτσι τους τονίζει
πως οι διάφορες διχόνοιες και τα σκάνδαλα που τους συμβαίνουν είναι έργο του

διαβόλου και γι’ αυτό θα πρέπει να κάνουν υπομονή.

305 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 188.


306 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 192.
307 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 193.
308 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 195.
309 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 203.

82
xxx. Ὁμιλία περὶ Κολάσεως καὶ περὶ Μετανοίας
Αναφέρεται στις διάφορες ταλαιπωρίες του βίου, οι οποίες είναι ένα τίποτα

μπροστά σε αυτά που περιμένουν όσους πεθάνουν αμετανόητοι. Γι’ αυτό καλεί

τους πιστούς να μετανοήσουν, να εξομολογηθούν και να ζήσουν έκτοτε σύμφωνα

με το ευαγγέλιο.

xxxi. Ὁμιλία περὶ Πίστεως καὶ Εὐσεβείας εἰς τὸν Θεόν


Πρόκειται για τη δεύτερη ομιλία περί πίστεως. Επαναλαμβάνει τον ορισμό

της πίστης και τονίζει την αξία της ορθής πίστης για την Σωτηρία του Ανθρώπου.

Στη συνέχεια καλεί τους ακροατές του να δείξουν πίστη στο Θεό και να τηρούν τις

εντολές του, επιτιμώντας τους πως, αν και μοναχοί, μένουν έξω από την πίστη310.

Πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι και αυτή η ομιλία εκφωνήθηκε σε κάποιο

μοναστήρι, για λογαριασμό της αδελφότητας.

310 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 214.

83
3. Το δεύτερο μέρος της Αποστολικής Σαγήνης
Η δεύτερη ενότητα της Αποστολικής Σαγήνης αποτελείται από μια συλλογή

112 ερωταποκρίσεων πρακτικού περιεχομένου, ενώ στη συνέχεια τίθενται 9

επιστολές διαφόρου περιεχομένου. Οι περισσότερες από αυτές είναι σύντομες και

φαίνεται ότι απευθύνονται σε πραγματικά πρόσωπα, ενώ άλλες είναι

επιστολιμαίες πραγματείες. Επίσης σε αυτήν την ενότητα τίθενται και πέντε

μικρά κείμενα για τον γυναικείο μοναχισμό, τρεις ομιλίες σε μοναστική κουρά και

δύο σύντομα κείμενα για τις αρχές της μοναχής και τη σημασία των όρκων της.

Το έργο ολοκληρώνεται με την ομολογία πίστεως.

i. Ερωταποκρίσεις
Είναι μια εκτενής συλλογή με ερωτήσεις που πιθανότατα του έθεταν οι

πιστοί στη διάρκεια του κηρύγματος ή οι μαθητές του στη διάρκεια των

μαθημάτων. Στις περισσότερες περιπτώσεις αφορούν θέματα που έχουν

αναλυθεί εκτενώς στο πρώτο μέρος, εντός των διαφόρων κηρυγμάτων. Ιδιαίτερη

έμφαση δίνεται στα θέματα των Αγγέλων και της πτώσης του Εωσφόρου, κάτι με

το οποίο έχει ασχοληθεί και στις περισσότερες ομιλίες του.

ii. Επιστολή Περὶ Ὑπομονῆς πρὸς τινὰ Ἱερομόναχον


Πρόκειται για μια προσωπική επιστολή που στάλθηκε σε κάποιον

ιερομόναχο που δεν αναφέρεται ονομαστικά. Αφορμή είναι μια επιστολή που

αυτός έστειλε στον ιερομόναχο Ησαΐα, στην οποία παραπονείται γιατί ζημιώθηκε
από κάποιον για 5-6 γρόσια. Στην επιστολή αυτή ο Ιωάννης επικρίνει τον μοναχό

που σκανδαλίστηκε και προκάλεσε τόση αναστάτωση στους γύρω του για ένα

τόσο ασήμαντο ποσό. Του επισημαίνει ότι συχνά ο Θεός μας στέλνει πειρασμούς

για να μας δοκιμάσει και πως αν για ένα τόσο ασήμαντο ποσό δημιουργήσει

μεγαλύτερο ζήτημα είναι πιθανό να χάσει τους φίλους του και να αποδειχθεί

ανάξιος του σχήματός του311.

311 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 247-249.

84
iii. Επιστολή προς τινά Σπουδαίον λέγοντα, ὅτι ὁ Θεὸς
ἀπώλεσε καὶ τελείως ἠφάνισε τὸν ἐπίγειον Παράδεισον μετὰ
τὴν παράβασιν τῶν Προπατόρων
Ο Ευγένιος Βούλγαρης, ανάμεσα στα πολλά γραπτά του έγγραψε και μια

σύντομη πραγματεία για τον Παράδεισο, απαντώντας στο ερώτημα τι απέγινε

αυτός μετά την Πτώση. Ο Βούλγαρης υποστηρίζει ότι μετά την πτώση ο υλικός

παράδεισος χάθηκε και υπάρχει μόνον ο νοητός και ουράνιος Παράδεισος,

στηριζόμενος στο επιχείρημα ότι οι ψυχές μετά τον χωρισμό από το σώμα είναι

άυλες και δεν έχουν ανάγκη ενός αισθητού και υλικού Παραδείσου312. Χειρόγραφο

του συγκεκριμένου έργου, πιθανώς από την εποχή που ο Βούλγαρης δίδασκε στην
Αθωνιάδα, σώζεται στα Καυσοκαλύβια (Καυσοκαλυβίων 138, Ιωσαφαίων 52) 313. Το

πιθανότερο είναι ότι εκεί ο Ιωάννης βρήκε και διάβασε το συγκεκριμένο έργο και

αποφάσισε να γράψει μια αναιρετική επιστολή. Απορρίπτει τον ισχυρισμό ότι ο

επίγειος Παράδεισος καταστράφηκε μετά την Πτώση και παραθέτοντας διάφορα


χωρία από την Αγία Γραφή προσπαθεί να αποδείξει ότι ο Παράδεισος υπάρχει και

είναι επίγειος και αισθητός314. Στην προσπάθειά του να αναιρέσει τη θέση του

Βούλγαρη καταλήγει να κάνει προσωπική επίθεση εναντίον του, με ειρωνείες και

επιθετικούς χαρακτηρισμούς (όπως αγράμματος)315. Στην αναιρετική αυτή του


επιστολή ο Ιωάννης αποφεύγει ακόμα και να ονοματίσει τον Βούλγαρη και

χρησιμοποιεί για αυτόν επίθετα όπως σπουδαίος ή Μέγας Διδάσκαλος. Η

επιστολή είναι γραμμένη σε δεύτερο πρόσωπο, αν και είναι αμφίβολο να την

έστειλε πραγματικά στον Βούλγαρη, που εκείνη την εποχή είχε πλέον
εγκατασταθεί μόνιμα στη Ρωσία.

312 Το έργο έχει εκδοθεί από τον Γεώργιο Αινιάν με τίτλο Σοφίας τῶν Ἐλλήνων τοῦ παρόντος
αἰῶνος διασάφησις περὶ τοῦ ποῦ Παράδεισος καὶ ποῦ Κόλασις καὶ τί ἐστι ταῦτα, βλ. Συλλογή
Ἀνεκδότων Συγγραμμάτων τοῦ ἀοιδίμου Εὐγενίου τοῦ Βουλγάρεως, Αθήνα, 1838, τ. Α’, σσ.
1-5.
313 Βλ. Ευλ. Κουρίλας, «Ἱστορίαι καὶ ἀνέλδοτα τοῦ Ἁγίου Ὀρους, ἐρανισθέντα ἐκ τῶν
περιγραφέντων Κωδίκων», Θεολογία, 23 (1952), 502.
314 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 250-251.
315 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 252-253.

85
iv. Ἐπιστολὴ πρὸς Γρηγόριον Ἱερομόναχον, περὶ
Ὑπομονῆς Πειρασμῶν
Ο παραλήπτης της επιστολής, κάποιος ιερομόναχος Γρηγόριος, φαίνεται

αναμεμειγμένος στην έριδα των Κολλύβων που μόλις έχει ξεσπάσει, σύμφωνα με

τα γραφόμενα του Ιωάννη. Στο σύντομο αυτό κείμενο ο Ιωάννης επισημαίνει στον

παραλήπτη του ότι συχνά μέσω των διαφόρων δοκιμασιών αυτοί που αγαπούν

πραγματικά τον Θεό κερδίζουν περισσότερα. Τον προτρέπει λοιπόν να αποφεύγει

τους διαπληκτισμούς με αυτούς που τους επιδιώκουν αλλά να μένει ἡσυχάζων316.

v. Ἐπιστολὴ περὶ Κοσμικῆς ἐνθέου Διαγωγῆς


Πρόκειται για απάντηση σε ερώτημα που του έθεσε κάποιος πιστός, πώς
μπορεί να σωθεί, ζώντας στον κόσμο με γυναίκαι και παιδιά. Η απάντηση που του

δίνει είναι τυπικό δείγμα ποιμαντικού κειμένου, αρκετά γενικόλογο, με τις

βασικές αρχές που πρέπει να έχει ο Χριστιανός οικογενειάρχης. Να έχει δηλαδή

φόβο Θεού, να είναι ελεήμων, να αγαπά τον πλησίον του, να ανατρέφει κατά τις
χριστιανικές αρχές τα παιδιά του, να αγαπά και να σέβεται τη γυναίκα του, να

μην ορκίζεται, να εκκλησιάζεται όσο πιο συχνά γίνεται κ.α. 317 Πρόκειται για ένα

κείμενο με τόσο γενικές αρχές που μπορεί να υποτεθεί ότι την πραγματικότητα ο

παραλήπτης είναι φανταστικός και το κείμενο αυτό απευθύνεται στον κάθε


αναγνώστη.

vi. Ἐπιστολὴ πρὸς τινὰ Ἱερομόναχον, ἀτάκτως


διάγωντα
Συμβουλευτική επιστολή που απευθύνεται σε κάποιον μοναχό που παίζει

τυχερά παιχνίδια. Τον προειδοποιεί πως με τις ενέργειές του δεν καταστρέφει

μόνο τον ίδιο, αλλά δίνει το κακό παράδειγμα και σε όσους τον βλέπουν, με

αποτέλεσμα στο ένα αμάρτημα να προσθέτει και άλλα (ατιμάζει το ιερατικό


σχήμα, σκανδαλίζει τους πιστούς). Του αναφέρει πως δεν ξέρει ποτέ κάποιος πότε

316 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 253-254.


317 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 254-255.

86
θα έρθει η ώρα του και για αυτό τον καλεί να εγκαταλείψει την βλαβερά του

συνήθεια και να μετανοήσει όσο ακόμα είναι καιρός318.

vii. Ἐπιστολὴ Βασιλείου του Μεγάλου προς Γρηγόριον


Πρεσβύτερον
Στη συνέχεια εκδίδει και μεταφράζει στην καθομιλουμένη μια επιστολή του

Μεγάλου Βασιλείου κατά της συνοίκησης μοναχών και μοναζουσών.

viii. Περὶ Παρθενίας


Είναι μια μικρή συλλογή από τρία κείμενα, με θέμα τον λόγο στην κουρά

μιας μοναχής. Ο πρώτος από αυτούς τους λόγους αναφέρεται σε μια μοναχή

προερχόμενη από πλούσια οικογένεια, η οποία εγκατέλειψε τις ανέσεις τους

σπιτιού της για να ενδυθεί το μοναχικό σχήμα. Στη συνέχεια περιγράφει το σκοπό

του μοναχού, που είναι να αφήσει το Χριστό να εγκατασταθεί μέσα του. Τονίζει

την ανάγκη της ολόψυχης αφιέρωσης στο Θεό και της διατήρησης της

καθαρότητας319.

Ο δεύτερος λόγος με αυτό το θέμα, αφορά και αυτός την περίπτωση μοναχής

από καλή οικογένεια. Σε αυτόν τον λόγο κυριαρχεί η αξία της υπακοής στον
Πνευματικό-γέροντα, παρουσιάζοντας ως το κορυφαίο παράδειγμα υπακοής

αυτό του Χριστού320. Ο τρίτος τέλος λόγος, που αφορά μια μοναχή που έχει χάσει

τους γονείς της, επικεντρώνεται στη μνήμη του θανάτου321.

ix. Περὶ Σχήματος-Ἡ Ἀληθὴς Πολιτεία τῶν


Μοναζουσῶν
Είναι δύο σύντομα κείμενα στα οποία υπενθυμίζονται σε μια μοναχή το

νόημα των όρκων που πήρε και ποιες είναι οι υποχρεώσεις της.

x. Πρὸς τινὰς Μοναχοὺς Πατέρας


Πρόκειται για επιστολή που ο Ιωάννης απευθύνει σε κάποια μοναστική

αδελφότητα που ταλαιπωρείται από εσωτερική αναταραχή. Αφού επισημάνει την

318 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 255-256.


319 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 258-261.
320 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 264-268.
321 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 269-273.

87
αξία του αγγελικού σχήματος, το οποίο είναι ανώτερο και από το διδασκαλικό322,

στη συνέχεια τους επισημαίνει πως με την δραστηριότητά τους γίνονται αφορμή

σκανδαλισμού των πιστών323. Πιθανότατα πρόκειται για κάποιο μοναστήρι που

έχει μετατραπεί σε ιδιόρρυθμο, με αποτέλεσμα πολλοί από τους μοναχούς να

ενδιαφέρονται μόνο για την επαύξηση της προσωπικής τους περιουσίας, άλλοι

αντιμετωπίζουν δυσκολίες, ενώ ο ηγούμενος αγνοείται324. Τους επισημαίνει ότι ως

μοναχοί οφείλουν υπακοή στον ηγούμενο και να ζουν σύμφωνα με τις αρχές του

Κοινοβίου325. Μάλιστα στην πραγμάτευση του θέματος αναφέρεται και στην

έκδοση ενός Συνοδικού και Πατριαρχικού γράμματος, με το οποίο κάποιοι

απειλούνται με αφορισμό. Στην επιστολή δεν υπάρχει κάποιο στοιχείο που να μας

επιτρέπει να την προσδιορίσουμε χρονικά και να εντοπίσουμε την υπό κρίση

αδελφότητα.

xi. Περὶ Πνευματικῆς Διαγωγῆς πρὸς τινά Ἱερομόναχον


Η επιστολή απευθύνεται σε κάποιον νεαρό μοναχό που έγινε πρόσφατα

Πνευματικός326. Παρομοιάζει τη θέση του με το να βρεθεί στην κορυφή ενός ψηλού

πύργου, που βρίσκεται πάνω από απότομα βράχια327. Η παρομοίωση γίνεται για

να δείξει πόσο δύσκολο είναι το έργο του Πνευματικού και πόσο επικίνδυνο και

για τον ίδιο, αν δεν καταφέρει να σταθεί στο ύψος του αξιώματος. Θέλοντας

λοιπόν να τον βοηθήσει, και αναγνωρίζοντας το γεγονός ότι πολλοί λάμβαναν το

λειτούργημα του Πνευματικού, χωρίς να έχουν αρκετή εμπειρία, αποφασίζει να

του δώσει κάποιες βασικές οδηγίες.

Σκοπός του Πνευματικού είναι να διορθώνει αυτούς που προσέρχονται για

να εξομολογηθούν. Απαγορεύει λοιπόν κατηγορηματικά κάθε χαριστική

322 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 276.


323 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 277.
324 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 277-278.
325 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 279.
326 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 279.
327 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 279.

88
συμπεριφορά έναντι χρημάτων ή κάποιας άλλης μορφής καταναγκασμού 328. Θα

πρέπει να κρατάει τη θέση του και να είναι αξιοπρεπής και ιεροπρεπής329. Κάθε

περίπτωση πρέπει να αντιμετωπίζεται ξεχωριστά και να μην επιβάλει το ίδιο

επιτίμιο σε όλους. Τέλος πρέπει να φροντίζει ώστε να μην δίνει λαβή για αρνητικά

σχόλια, όπως δωροληψία, γιατί έτσι υποσκάπτεται το κύρος του.

xii. Παραινετικὴ πρὸς τινὰ νέον Σπουδαῖον


Η επιστολή απευθύνεται σε κάποιον νεαρό, ό οποίος πρόκειται να μεταβεί

για μεγάλο διάστημα και εξωτερικό, και του ζητάει πνευματική καθοδήγηση330. Οι

βασικές συμβουλές που του δίνει είναι να έχει πάντα μνήμη θανάτου 331, να είναι

ταπεινόφρων332, να προσεύχεται συχνά, να επικαλείται το όνομα του Θεού όταν

είναι αντιμέτωπος με τον πειρασμό, να μένει πιστός στα δόγματα 333, να

απευθύνεται σε πνευματικό αν προκύψει θέμα και τέλος να απέχει από

αισχρολογίες334.

xiii. Ορθόδοξος Ομολογία


Το έργο τελειώνει με μια σύντομη ομολογία της Ορθοδόξου Πίστεως,

συνταχθείσα από τον Λίνδιο, και στην οποία δίνεται έμφαση στη διδασκαλία του

δόγματος της Αγίας Τριάδας335.

328 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 280.


329 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 280.
330 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 283
331 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 284-285.
332 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 285.
333 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 286.
334 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σ. 286.
335 ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη, σσ. 287-288.

89
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Συνολικά ο Ιωάννης Λίνδιος αποδεικνύεται έμπειρος ιεροκήρυκας. Οι λόγοι

του, που αποτελούν και το μεγαλύτερο μέρος του έργου του είναι καλά δομημένοι.

Σπανίως καταλαμβάνουν μεγάλοι έκταση, φροντίζει να πραγματευτεί και να

ολοκληρώσει εν συντομία το θέμα του και μάλιστα συχνά το διανθίζει με ιστορίες

και παραβολές, προκειμένου να διατηρήσει το ενδιαφέρον του κοινού του. Η

συνηθισμένη δομή μιας ομιλίας του είναι μια εισαγωγή και τρεις ή τέσσερεις

ενότητες, ενώ όταν ο λόγος είναι πανηγυρικός η διαίρεση γίνεται μόνο σ


παραγράφους και εμπλουτίζεται με θέματα από την υμνογραφία της ημέρας,

δοσμένα σε πεζό λόγο.

Η γλώσσα του είναι χαρακτηριστικά απλή. Αν και συχνά παρασύρεται στη

χρήση αρχαϊκότερων γλωσσικών σχημάτων γενικά προτιμά τον απλό λόγω,

εμπλουτίζοντας τις ομιλίες τους με λέξεις και εκφράσεις από την

καθημερινότητα.

Ως προς το υλικό του, αυτό αντλείται σε συντριπτικό βαθμό από την Βίβλο.

Παράλληλα όμως χρησιμοποιεί περιστασιακά τους εξής πατέρες: ι. Αυγουστίνος,

Βασίλειος Καισαρείας (του οποίου μάλιστα μεταφράζει και εντάσσει στη συλλογή

του και μια ολόκληρη επιστολή), Γρηγόριος Ναζιανζηνός, Γρηγόριος Νύσσης,

Διονύσιος Αρεοπαγίτης, Ιερώνυμος, Ιννοκέντιος Ρώμης, Ιωάννης Δαμασκηνός,

Ιωάννης Χρυσόστομος, Κύριλλος Αλεξανδρείας και Μάξιμος Ομολογητής.

Επίσης, αν και δεν τον μνημονεύει, ένα μεγάλο τμήμα του λόγου του περί της

Υπερηφανείας είναι στηριγμένο στο αντίστοιχο κεφάλαιο από το έργο του Ιωάννη

Κασσιανού του Ρωμαίου. Το πρόβλημα όμως ως προς τα παραθέματά του από

τους πατέρες είναι ότι την πλειοψηφία τους αυτά είναι από μνήμης, αποδίδοντας

το νόημα, κατάλληλα προσαρμοσμένο στο περιεχόμενο της ομιλίας, πράγμα που

καθιστά τον εντοπισμό τους αρκετά δύσκολο ως και αμφίβολο.

Οι λόγοι του επικεντρώνονται κυρίως σε κοινωνικά θέματα και στον

αντίκτυπο που έχει η αρετή ή η αμαρτία στην Κοινωνία. Θεωρεί ότι οι αρετές,

κυρίως αυτές της ευσπλαχνίας και της ελεημοσύνης, παίζουν σημαντικό ρόλο στη

90
στερέωση της χριστιανικής πολιτείας. Αντίθετα η υπερηφάνεια, είναι ένα από τα

διαλυτικότερα στοιχεία της Κοινωνίας. Στον λόγο του, αν και απευθύνεται κυρίως

σε λαϊκούς είναι έντονο το νηπτικό στοιχείο. Η σωστή χρήση του αυτεξουσίου, η

έγκαιρη μετάνοια, η συχνή συμμετοχή στα μυστήρια της εκκλησίας είναι μερικά

από τα στοιχεία εκείνα που κυριαρχούν στον λόγο του. Η κίνηση του Ανθρώπου

προς τον Θεό και της έλξης του από αυτόν προς την Σωτηρία είναι επίσης ένα από

τα κυρίαρχα της σκέψης του.

Το περιεχόμενο των ομιλιών του, η σωστή χρήση των δογματικών όρων και

οι συχνές προσπάθειες να εκλαϊκεύσει τα σύνθετα και δυσνόητα θέματα του

Τριαδολογικού δόγματος αποδεικνύουν ότι έχει επαρκή θεολογική κατάρτιση, αν

και στον μέσο όρο τα κηρύγματά του παραμένουν σε χαμηλό επίπεδο,

απευθυνόμενα κυρίως στους απλούς κατοίκους των νησιών των Σποράδων και

της Θεσσαλονίκης. Τέλος, κάτι στο οποίο πρέπει να σταθούμε είναι η έντονη

παρουσία του κακού στους λόγους του. Η πτώση του Εωσφόρου και η δράση των

Δαιμόνων επισείοντα σχεδόν σε κάθε ομιλία, μαζί με τις συχνές αναφορές στην

κόλαση.

Παρά το γεγονός ότι επιλέγει συνειδητά να εκφέρει έναν χαμηλού επιπέδου

λόγο, για να κερδίσει το ακροατήριό του, φαίνεται ότι έναντι των λογίων νιώθει

φόβο και ενδεχομένως και φθόνο, αν κρίνουμε από την οξύτητα με την οποία

αντιπαρατίθεται στον Βούλγαρη. Παρά ταύτα το γεγονός ότι στη συλλογή του
εντάσσονται αρκετοί λόγοι που αποδεδειγμένα εκφωνήθηκαν στον καθεδρικό

ναό της Θεσσαλονίκης, κατά την ολιγόχρονη διαμονή του στην πόλη, καθώς

επίσης και το γεγονός ότι συχνά καλείται από Μονές του Αγίου Όρους για να

εκφωνήσει κάποιο κήρυγμα, είναι δηλωτικό της δημοφιλίας που έχαιρε.

91
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΑΜΟΙΡΙΔΟΥ, Ιστορία της ερμηνείας του αριθμού του Θηρίου = ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ


ΑΜΟΙΡΙΔΟΥ, Ιστορία της Ερμηνείας του «Αριθμού του Θηρίου χξϚ’» (666) (Αποκ.
13,18). Από τα ερμηνευτικά Υπομνήματα στην Αποκάλυψη από τον 2ο μέχρι τις
αρχές του 19ου αιώνα, στην Ανατολική Εκκλησία, διδακτορική διατριβή, Τμήμα
Θεολογίας Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη 1998.

ΒΕΛΟΥΔΗΣ, Τυπογραφείο Γλυκήδων = Γ. ΒΕΛΟΥΔΗΣ, Το ελληνικό τυπογραφείο


των Γλυκήδων στη Βενετία (1670-1854). Συμβολή στη μελέτη του ελληνικού βιβλίου
κατά την εποχή της Τουρκοκρατίας, εκδ. Χ. Μπούρας, Αθήνα, 1987.

ΓΑΣΠΑΡΗΣ, Αρχείο Πρωτάτου = ΧΑΡ. ΓΑΣΠΑΡΗΣ, Αρχείο Πρωτάτου. Επιτομές


μεταβυζαντινών εγγράφων, [Αθωνικά Σύμμεικτα, 2], ΕΙΕ, Αθήνα 1991.

ΓΕΔΕΩΝ, Πατριαρχικοί Πίνακες = Μ. ΓΕΔΕΩΝ, Πατριαρχικοί Πίνακες. Εἰδήσεις


Ἱστορικαὶ Βιογραφικαὶ περὶ τῶν Πατριαρχῶν Κωνσταντινουπόλεως, ἀπὸ Ἀνδρέου
τοῦ Πρωτοκλήτου μέχρις Ἰωακεὶμ Γ’ τοῦ ἀπὸ Θεσσαλονίκης, 36-1884, Σύλλογος
προς Διάδοσιν ωφελίμων Βιβλίων, Αθήνα 21996.

ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΥΣΣΗΣ, Περὶ τοῦ κατ’ εἰκόνα = ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΥΣΣΗΣ, Περὶ τοῦ, τι
ἐστί το κατ’ εἰκόνα Θεοῦ καὶ καθ’ὁμοίωσιν, PG 44, 1328-1345.

ΔΑΠΟΝΤΕΣ, Ιστορικός Κατάλογος = ΚΑΙΣΑΡΙΟΣ ΔΑΠΟΝΤΕΣ, Ἱστορικὸς


κατάλογος Ἀνδρῶν ἐπισήμων (1700-1784), στο Κ. ΣΑΘΑΣ, Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη, τ.
Γ’, σσ. 71-200.

ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, Προσθῆκαι καὶ Διορθώσεις = ΑΝΔΡ.


ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, Προσθῆκαι καὶ Διορθώσεις εἰς τὴν Νεοελληνικὴν Φιλολογίαν
Κωνσταντίνου Σάθα, Λειψία 1871.

ΔΧΑΕ = Δελτίον της Χριστιανικής και Αρχαιολογικής Εταιρείας, 1 (1884) κ.εξ.

ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Άσμα Ασμάτων = ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Τὸ Ἱερὸν Ἄσμα τῶν


Ἀσμάτων τοῦ Σοφοῦ Σολομῶντος, Βενετία 1785.

ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Χρυσοπηγή = ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Τοῦ ἐν ἁγίοις πατρὸς


ἡμῶν Ἰωάννου Ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως τοῦ Χρυσοστόμου, τόμος
πρῶτος Χρυσοπηγὴ καλούμενος, Βενετία 1786.

ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Ερμηνεία Μεγάλου Κανόνος = ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ,


Ἐρμηνεία τοῦ Θείου καὶ Ἱεροῦ Μεγάλου Κανόνος, τ. Α’, Βιέννη 1796.

ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Αποστολική Σαγήνη = ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Ἱερὰ Βίβλος ἡ


καλουμένη Ἀποστολικὴ Σαγήνη, περιέχουσα διδαχὰς λίαν ψυχωφελεὶς καὶ
ἐρωταποκρίσεις πνευματικὰς μετὰ τινῶν παραινετικῶν ἐπιστολῶν, εκδόσεις Βασ.
Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 1981.

92
ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Θησαυρός Μετανοίας = ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΙΝΔΙΟΣ, Θησαυρός
Μετανοίας, Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 32012.

ΚΙΤΡΟΜΗΛΙΔΗΣ, Νεοελληνικός Διαφωτισμός = ΠΑΣΧ. ΚΙΤΡΟΜΗΛΙΔΗΣ,


Νεοελληνικός Διαφωτισμός. Οι πολιτικές και κοινωνικές ιδέες, μεταφρ. Στέλλα
Νικολούδη, ΜΙΕΤ, Αθήνα 2009.

ΚΟΜΝΗΝΟΣ-ΥΨΗΛΑΝΤΗΣ, Τα Μετά την Άλωσιν = ΑΘ. ΚΟΜΝΗΝΟΣ-


ΥΨΗΛΑΝΤΗΣ, Ἐκκλησιαστικῶν καὶ Πολιτικῶν τῶν εἰς Δώδεκα βιβίον Η’, Θ’ καὶ Ι’ ἤτοι
τὰ Μετὰ τὴν Ἄλωσιν (1453-1789), Κωνσταντινούπολη 1870.

ΛΑΜΠΡΟΣ, Κατάλογος Ἑλληνικῶν Κωδίκων, τ. Β’ = ΣΠ. ΛΑΜΠΡΟΣ, Κατάλογος


τῶν ἐν ταῖς βιβλιοθήκαις τοῦ Ἁγίου Ὄρους Ἑλληνικῶν Κωδίκων, τ. Β΄ Κέιμπριτζ,
1900.

ΜΑΚΡΑΙΟΣ, Ὑπομνήματα Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας = ΣΕΡΓΙΟΣ ΜΑΚΡΑΙΟΣ,


Ὑπομνήματα Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας, 1750-1800, στο Κ. ΣΑΘΑΣ, Μεσαιωνική
Βιβλιοθήκη, τ. Γ’, σσ. 201-419.

ΜΠΟΡΟΒΙΛΟΣ, Ορθόδοξη Κηρυκτική Γραμματεία = Γ. ΜΠΟΡΟΒΙΛΟΣ, Η


Ορθόδοξη Κηρυκτική Γραμματεία κατά τον ΙΗ΄ αι. Οι έντυπες Συλλογές,
διδακτορική διατριβή, Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας Θεολογικής
Σχολής ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη 2001.

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, Άγιος Μακάριος Κορίνθου = ΣΤ. Γ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, Άγιος


Μακάριος Κορίνθου: ο Γενάρχης του Φιλοκαλισμού, [Αγιολογική Βιβλιοθήκη, 12],
εκδ. Ακρίτας, Αθήνα 2000.

ΠΑΤΑΠΙΟΣ, «Άσκηση και Λογιότητα στη Σκήτη Καυσοκαλυβίων» = ΠΑΤΑΠΙΟΣ


ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΗΣ, «Άσκηση και Λογιότητα στη Σκήτη Καυσοκαλυβίων κατά τον
18ο αιώνα», Παρνασσός, 50 (2008), 115-172.

Κ. ΣΑΘΑΣ, Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη = Κ. ΣΑΘΑΣ, Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη, τ. Α’-


ΣΤ’, Βενετία 1872-1877.

ΤΖΩΓΑΣ, Περί Μνημοσύνων έρις = ΧΑΡ. ΤΖΩΓΑΣ, Ἡ περὶ Μνημοσύνων ἔρις ἐν


Ἁγίῳ Ὄρει κατὰ τὸν ΙΗ’ αἰώνα, [ΑΠΘ, Επιστημονική Επετηρίς της Θεολογικής
Σχολής, Παράρτημα, 3], Θεσσαλονίκη 1969.

ARGYRIOU, Exegeses grecques = AST. ARGYRIOU, Les Exegeses Grecques de


l’Apocalypse a l’Epoque Turque (1453-1821). Esquisse d’une Histoire des courants
ideologiques au sein du People grec asservi, [ΕΜΣ, Επιστημονικαὶ Πραγματεῖαι, σειρά
Φιλολογική και Θεολογική, 15], Θεσσαλονίκη 1982.

LEGRAND, Bibliographie Hellénique au dix-huitième siècle = E. LEGRAND,


Bibliographie Hellénique ou description raisonnée des ouvrages publiés par des Grecs au dix-
huitième siècle, τ. 2, Παρίσι 1928.

93
LOSSKY, Η μυστική Θεολογία = VLADIMIR LOSSKY, Η μυστική Θεολογία της
Ανατολικής Εκκλησίας, Θεσσαλονίκη 2007.

MEYENDORFF, Βυζαντινή Θεολογία = JOHN MEYENDORFF, Βυζαντινή Θεολογία,


μεταφραση-επιμέλεια-Επιστημονική Θεώρηση π. Παύλο Κουμαριανός, Βασ.
Τσαγκαλός, εκδ. Ίνδικτος, Αθήνα, 2010.

PODSKALSKY, Η Ελληνική Θεολογία επί Τουρκοκρατίας = G. PODSKALSKY, Η


Ελληνική Θεολογία επί Τουρκοκρατίας, 1453-1821. Η Ορθοδοξία στη σφαίρα
επιρροής των Δυτικών Δογμάτων μετά τη Μεταρρύθμιση, μεταφρ. Πρωτοπρ. Γ.
Μεταλληνός, ΜΙΕΤ, Αθήνα 2005.

SCHMEMANN, Μεγάλη Σαρακοστή = AL. SCHMEMANN, Μεγάλη Σαρακοστή.


Πορεία προς το Πάσχα, μεταφρ. Ελ. Γκανούρη, εκδ. Ακρίτας, Αθήνα, 2012.

SMETS-VAN ESBROECK, Basile de Césarée, Sur l’Origine de l’Homme = AL. SMETS-M.


VAN ESBROECK, Basile de Césarée, Sur l’Origine de l’Homme (Hom. X et XI de
l’Hexaéméron), introduction, texte critique, traduction et notes, [SC, 160], Παρίσι, 1970.

SPIDLIK, Η Πνευματικότητα του Ανατολικού Χριστιανισμού = T, SPIDLIK, Η


Πνευματικότητα του Ανατολικού Χριστιανισμού. Συστηματικό Εγχειρίδιο, μεταφρ.-
επιμ. Βασ. Ψευτογκά, εκδόσεις Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2000.

94

You might also like