You are on page 1of 2

Δέκατο ένατο μάθημα – lekcja dziewiętnasta

Ο Μανόλης με τα λόγια κτίζει ανώγεια και κατώγεια

Ο Κώστας γράφει ένα μυθιστόρημα

Τώρα το Δωδεκαήμερο τα παιδιά δεν έχουν μαθήματα και μένουν σπίτι. Ο καιρός είναι κακός με βροχές
και δυνατό αέρα. Ο Κώστας κάθεται στο γραφείο του πολύ απασχολημένος. Αποφάσισε να γίνει
συγγραφέας και είναι σίγουρος πως με το μεγάλο ιστορικό μυθιστόρημα που μόλις άρχισε να γράφει θα
πάρει μάλιστα και το βραβείο Νόμπελ. Άκουσε κάπου ότι ένας καλός συγγραφέας πρέπει να
χρησιμοποιεί όσο πιο συχνά μπορεί την παθητική φωνή και ρίχνεται στη δουλειά με ενθουσιασμό.
Αρχίζει λοιπόν:
Κοντά στη φωτιά κάθονται οι κλέφτες. Προέρχονται ο καθένας από διαφορετικό μέρος της Ρούμελης,
αλλά μαζεύονται όλοι ένας-ένας εδώ στο Καστρόπυργο να πολεμήσουν τους Τούρκους. Φτωχά φαγητά
ετοιμάζονται από τους πιο νεαρούς, καθαρίζεται και κόβεται το κρέας, ζυμώνονται οι πίτες. Κάτι
τραγούδια τραγουδιούνται σιγανά. Το νερό δίνεται στα άλογα που βρίσκονται κοντά στο μικρό δάσος
από πεύκα. Είναι πια αργά, σιγά-σιγά σβήνει η φωτιά, οι κλέφτες παύουν να μιλούν και ξαπλώνουν.
- Ουφ, δεν είναι και τόσο εύκολο να γράψει κανείς ένα αριστούργημα – σκέφτεται ο Κώστας όχι και
πολύ ικανοποιημένος και δέχεται με ανακούφιση την πρόταση της Μαρίας να παίξουνε χαρτιά. Το
μυθιστόρημα και η παθητική φωνή ξεχνιούνται για τα καλά.

Διάλογος
Καίτη: Πότε σηκώνεστε το πρωί;
Κυρία Πέπα: Συνήθως σηκώνομαι πολύ νωρίς, στις πέντε ή πεντέμισι. Μόνο τις Κυριακές κοιμάμαι ως
αργά.
Καίτη: Πλένεστε και ντύνεστε μετά το πρωινό σας;
Κυρία Πέπα: Φυσικά, όχι. Πρώτα-πρώτα πλένομαι, χτενίζομαι, ντύνομαι, κι ύστερα, έτοιμη πια, πίνω τον
καφέ μου και φεύγω.
Καίτη: Τι κάνετε μετά τη δουλειά σας;
Κυρία Πέπα: Τις περισσότερες φορές πηγαίνω στη λέσχη μας, που βρίσκεται κοντά στο σπίτι μου. Εκεί
μπορεί κανείς να παίζει σκάκι ή χαρτιά, να βλέπει τηλεόραση, να διαβάζει εφημερίδες και να
κουτσομπολεύει λιγάκι με τις φίλες ή απλώς να ξεκουράζεται. Μην ανησυχείς, κορίτσι μου, έχω πάντα
κάτι να κάνω, δε βαριέμαι ποτέ.
Μαύρ’ είν’ η νύχτα στα βουνά,
Στους βράχους πέφτει χιόνι,
Στα αγρία, στα σκοτεινά,
Στες τραχές πέτρες, στα στενά,
ο κλέφτης ξεσπαθώνει.
Αλέξανδρος Ραγκαβής (1809-1892)
(απόσπασμα.)

Manuel ze słów stawia piwnice i strychy

Kostas pisze powieść

Teraz w okresie Świąt Bożego Narodzenia dzieci nie mają lekcji i przebywają w domu. Pogoda jest z
deszczem i silnym wiatrem. Kostas siedzi przy biurku bardzo zajęty. Postanowił zostać pisarzem i jest
pewien, że wielka powieść historyczna, którą zacznie pisać przyniesie mu z pewnością Nagrodę Nobla.
Usłyszał gdzieś, że dobry pisarz powinien używać częściej strony biernej i pogrążył się w pracy z
entuzjazmem.
Zaczyna więc:
„Blisko ogniska siedzą kleftowie (złodzieje). Pochodzi każdy z rozmaitych stron Rumelii lecz
zgromadzeni są wszyscy jeden do jednego tu w Zamkowej Wieży by powojować z Turkami. Liche
pożywienie jest przygotowywane przez młodszych, czyszczone i krojone jest mięso, przygotowywane są
placki. Jakaś piosenka jest śpiewana cicho. Woda jest dawana koniom, które znajdują się blisko lasu pod
sosnami. Jest już późno, powoli gasną ogniska, kleftowie przestają rozmawiać i kładą się (spać)...”
Uff, nie jest tak łatwo napisać jakąś powieść – zastanawia się Kostas i nie bardzo zadowolony i przyjmuje
z ulgą propozycję Marii, by zagrać w karty. Powieść oraz forma bierna została zapomniana na dobre.

Dialog
Kasia: Kiedy Pani wstaje rano?
Pani Pepa: Zwykle wstaję bardzo wcześnie, o piątej albo piątej trzydzieści. Tylko w niedzielę śpię do
późna.
Kasia: Myje się Pani i ubiera po (swoim) śniadaniu?
Pani Pepa: Oczywiście, nie. Najpierw myję się, czeszę się, ubieram (się) a później już, piję kawę i
wychodzę.
Kasia: Co Pani robi po pracy?
Pani Pepa: Więcej razy chodzę do naszego klubu, który jest blisko (mojego) domu. Można tam grać w
szachy lub karty, oglądać telewizję, czytać gazety, plotkować z przyjaciółmi lub po prostu wypoczywać.
Nie bój się, moja droga (tu poufale: moja dziewczynko), mam zawsze co robić, nigdy się nie nudzę.

Czarna jest w górach noc,


Na skałach śnieg pada,
Na dzikich, na mrocznych,
Na twardych kamieniach na przełęczy,
Kleft szabli dobywa.
Aleksander Rangawis (1809-1892)
(fragmenty)

You might also like